1 1.p.t.1 : {1Περὶ ἀριθμητικῆς}1 2 1.p.1.1 : <20Αἰσχύλου ἐκ Προμηθέως>20 ( 454–459). 3 1.p.1.2 : Ἦν δ´ οὐδὲν αὐτοῖς οὔτε χείματος τέκμαρ 4 1.p.1.3 : οὔτ´ ἀνθεμώδους ἦρος, οὔτε καρπίμου 5 1.p.1.4 : θέρους βέβαιον· ἀλλ´ ἄτερ γνώμης τὸ πᾶν 6 1.p.1.5 : ἔπραττον, ἔς τε δή σφιν ἀντολὰς ἐγὼ 7 1.p.1.6 : ἄστρων ἔδειξα τάς τε δυσκρίτους ὁδούς, 8 1.p.1.7 : ἀριθμὸν εὑρών, ἔξοχον σοφισμάτων. 9 1.p.1a.1 : [<20Τοῦ αὐτοῦ Παλαμήδους>20 (fr: trag. adesp. 393 N.).] 10 1.p.1a.2 : ἔπειτα πάσης Ἑλλάδος καὶ ξυμμάχων 11 1.p.1a.3 : βίον διῴκης´ ὄντα πρὶν πεφυρμένον 12 1.p.1a.4 : θηρσίν θ´ ὅμοιον· πρῶτα μὲν τὸν πάνσοφον 13 1.p.1a.5 : ἀριθμὸν εὕρηκ´ ἔξοχον σοφισμάτων. 14 1.p.1a.6 : ............. 15 1.p.2.1 : 〈<20Πλουτάρχου.>20〉 16 1.p.2.2 : Ὅτι καὶ τὴν περὶ τοὺς ἀριθμοὺς θεωρίαν Ὅμηρος 17 1.p.2.3 : ἠπίστατο, τοὺς μὲν ἐχθροὺς καὶ πολεμίους ἀναρσίους 18 1.p.2.4 : προσαγορεύων, 19 1.p.2.5 : ἠδ´ ὅς´ ἀνάρσιοι ἄνδρες ἐδηλήσαντ´ ἐπὶ χέρσου (κ 459)· 20 1.p.2.6 : τὸν δὲ ἵλεω καὶ φιλικὸν ἄρθμιον· 21 1.p.2.7 : ἤκαχε Θεσπρωτούς, οἱ δ´ ἡμῖν ἄρθμιοι ἦσαν (π 427)· 22 1.p.2.8 : καὶ πάλιν· 23 1.p.2.9 : ᾖ μὲν ἐμαρνάσθην ἔριδος περὶ θυμοβόροιο· 24 1.p.2.10 : ἠδ´ αὖτ´ ἐν φιλότητι διέτμαγεν ἀρθμήσαντε (Η 301. 302)· 25 1.p.2.11 : ἀναρμοστίαν μὲν τὴν ἔχθραν ἡγούμενος, ἁρμονίαν δὲ τὴν 26 1.p.2.12 : φιλίαν· τὸ γὰρ ἄρθμιον ἐναρμόνιόν ἐστιν, ἅτε δὴ πάσης 27 1.p.2.13 : ἁρμονίας ἐν λόγοις ἀριθμῶν τὴν γένεσιν ἐχούσης. 28 1.p.2.14 : Ἡ μονὰς γονὴ ὑπὸ Τιμαίου τοῦ Λοκροῦ προσαγο– 29 1.p.2.15 : ρεύεται, ὡς ἄρχουσα τῆς τῶν ἀριθμῶν γενέσεως. 30 1.p.2.16 : Τοῦ περισσοῦ καὶ ἀδιαιρέτου λόγου Ἀριστοτέλης ἀπε– 31 1.p.2.17 : φήνατο πρῶτον καὶ ἀμέριστον εἶδος τὸ ἕν· κατὰ δὲ τὴν 32 1.p.2.18 : τούτου ποίησιν εἰδοποιουμένη μονὰς ἀρχὴ καὶ στοιχεῖον 33 1.p.2.19 : τῶν ἀριθμῶν. 34 1.p.3.1 : <20Φιλολάου>20 (fr. 18 Chaign., 13 Mullach.). 35 1.p.3.2 : Θεωρὲν δεῖ τὰ ἔργα καὶ τὰν ἐσσίαν τῶ ἀριθμῶ κὰττὰν 36 1.p.3.3 : δύναμιν ἅ τις ἐντὶ ἐν τᾷ δεκάδι. Μεγάλα γὰρ καὶ παν– 37 1.p.3.4 : τελὴς καὶ παντοεργὸς καὶ θείω καὶ ὠρανίω βίω καὶ ἀν– 38 1.p.3.5 : θρωπίνω ἀρχὰ καὶ ἁγεμὼν κοινωνοῦσα ... δύναμις ἁ τᾶς δε– 39 1.p.3.6 : κάδος. Ἄνευ δὲ ταύτας πάντ´ ἄπειρα καὶ ἄδηλα καὶ ἀφανῆ. 40 1.p.3.7 : Κανονικὰ γὰρ ἁ φύσις ἁ τῶ ἀριθμῶ καὶ ἁγεμονικὰ 41 1.p.3.8 : καὶ διδασκαλικὰ τῶ ἀπορουμένω παντὸς καὶ ἀγνοουμένω 42 1.p.3.9 : παντί. Οὐ γὰρ ἦς δῆλον οὐδενὶ οὐδὲν τῶν πραγμάτων, 43 1.p.3.10 : οὔτε αὐτῶν ποθ´ αὑτά, οὔτε ἄλλω ποτ´ ἄλλο, αἰ μὴ ἦς 44 1.p.3.11 : ἀριθμὸς καὶ ἁ τούτω ἐσσία. Νῦν δὲ οὗτος κὰττὰν ψυχὰν 45 1.p.3.12 : ἁρμόσδων αἰσθήσι πάντα γνωστὰ καὶ ποτάγορα ἀλλάλοις 46 1.p.3.13 : κατὰ γνώμονος φύσιν ἀπεργάζεται, σωματῶν καὶ σχίζων 47 1.p.3.14 : τὼς λόγως χωρὶς ἑκάστως τῶν πραγμάτων, τῶν τε ἀπεί– 48 1.p.3.15 : ρων καὶ τῶν περαινόντων. 49 1.p.3.16 : Ἴδοις δέ κα οὐ μόνον ἐν τοῖς δαιμονίοις καὶ θείοις 50 1.p.3.17 : πράγμασι τὰν τῶ ἀριθμῶ φύσιν καὶ τὰν δύναμιν ἰσχύ– 51 1.p.3.18 : ουσαν, ἀλλὰ καὶ ἐν τοῖς ἀνθρωπικοῖς ἔργοις καὶ λόγοις 52 1.p.3.19 : πᾶσι παντᾶ καὶ κὰττὰς δαμιουργίας τὰς τεχνικὰς πάσας 53 1.p.3.20 : καὶ κὰττὰν μουσικάν. 54 1.p.3.21 : Ψεῦδος δὲ οὐδὲν δέχεται ἁ τῶ ἀριθμῶ φύσις, οὐδὲ 55 1.p.3.22 : ἁρμονία, οὐδὲ γὰρ οἰκεῖον αὐτοῖς ἐντι. 56 1.p.3.23 : Τᾶς τῶ ἀπείρω καὶ ἀνοάτω καὶ ἀλόγω φύσιος τὸ 57 1.p.3.24 : ψεῦδος καὶ ὁ φθόνος ἐντί. Ψεῦδος δὲ οὐδαμῶς ἐς ἀρι– 58 1.p.3.25 : θμὸν ἐμπιτνεῖ, πολέμιον γὰρ καὶ ἐχθρὸν τᾷ φύσι τὸ ψεῦ– 59 1.p.3.26 : δος, ἁ δ´ ἀλάθεια οἰκεῖον καὶ σύμφυτον τᾷ τῶ ἀριθμῶ γενεᾷ. 60 1.p.3.27 : (Fr. 20 Mull.) Καὶ τὰ ἐν τᾷ σφαίρᾳ σώματα πέντε 61 1.p.3.28 : ἐντί· τὰ ἐν τᾷ σφαίρᾳ, πῦρ, ὕδωρ καὶ γᾶ καὶ ἀήρ, καὶ ὁ 62 1.p.3.29 : τᾶς σφαίρας ὁλκὰς πέμπτον. 63 1.p.4.1 : <20Ἐκ τῶν Ἀρχύτου διατριβῶν>20 (Mull. Phil. I p. 565). 64 1.p.4.2 : Καὶ δοκέει ἁ λογιστικὰ ποτὶ τὰν ἄλλαν σοφίαν τῶν μὲν 65 1.p.4.3 : ἄλλων τεχνῶν κὰπ πολὺ διαφέρεν, ἀτὰρ καὶ τᾶς γαμετρι– 66 1.p.4.4 : κᾶς ἐναργεστέρως πραγματεύεσθαι ἃ θέλει. καὶ ἃς ἐκλείπει 67 1.p.4.5 : αὖ ἁ γαμετρικὰ ἀποδείξιας, ἁ λογιστικὰ ἐπιτελέει καὶ ὁμῶς, 68 1.p.4.6 : αἰ μὴν εἰδέων ἐντὶ ἁ πραγματεία, καὶ τὰ ἐπὶ τοῖς εἴδεσιν. 69 1.p.5.1 : <20Βουθήρου περὶ ἀριθμῶν>20 (Mull. Phil. II p. 50). 70 1.p.5.2 : Ἀριθμὸς ἐκ μονάδων σύγκειται .... ὅπερ ἐστὶν ἀρχὴ 71 1.p.5.3 : τῶν ὄντων καὶ 〈νοητῶν〉 μέτρον καὶ ἀσύνθετον καὶ ἀγένητον 72 1.p.5.4 : καὶ ἀίδιον καὶ μόνον καὶ εἰλικρινές. 73 1.p.5.5 : Τὸ 〈ἓν〉 χωρὶς τῶν ἄλλων ἐστὶ καὶ αὐτὸ καθ´ ἑαυτὸ καὶ 74 1.p.5.6 : ἀρχὴ καὶ πρώτη φύσις καὶ μαθεῖν 〈ἔστιν〉 αὐτὸ μηδ´ ἄλλο 75 1.p.5.7 : 〈τι〉 διορισαμένους. 76 1.p.5.8 : ..... μόνον ἐστὶν εἰλικρινὲς αὐτό 〈τε ἑαυτὸ〉 δηλοῦν. 77 1.p.5.9 : Ὁ περισσὸς τοῦ ἀρτίου τελεώτερός ἐστιν. ὃ μὲν γὰρ 78 1.p.5.10 : ἀρχὴν καὶ τέλος καὶ μέσον ἔχει, ὃ δὲ τοῦ μέσου στερεῖται. 79 1.p.5.11 : Καὶ ὃ μέν, ὁπόταν γεννῶνται ἀνὰ λόγον καὶ πρὸς μονά– 80 1.p.5.12 : δας, ταῖς αὑτοῦ χώραις καταλαμβάνει τὰς ταῖς γραμμαῖς 81 1.p.5.13 : περιεχομένας· ὃ δ´ ἐν οἰκείᾳ μὲν γινόμενος οὐδέποτε πε– 82 1.p.5.14 : ραίνεται, ὅταν δ´ ἐν περισσῇ γένηται, αὐτός τε πέρατος 83 1.p.5.15 : τυγχάνει καὶ τὴν πλευρὰν λόγον ἔχουσαν ἴσχει. 84 1.p.5.16 : Τὸ ἓν οὐσία καὶ φύσις καὶ νοῦς καὶ μήνυμα· ἀρχὴν 85 1.p.5.17 : γὰρ καὶ μέσον καὶ πέρας ἔχον ἐστί· καὶ τὰ ἄλλα δὲ 86 1.p.5.18 : τούτου μετείληφεν ἃ ἔστι καὶ νοεῖται τῇ τούτου φύσει 87 1.p.5.19 : ἕκαστον ἀπὸ τῶν ἄλλων εἰλικρινούμενον καὶ εἰκών τε καὶ 88 1.p.5.20 : εἴδωλα τοῦ ἑνὸς γιγνόμενα. 89 1.p.6.1 : <20Ἐκ τῶν Ἀριστοξένου περὶ ἀριθμητικῆς>20 90 1.p.6.2 : (fr. 81 ap. Müller F. H. G. II p. 289). 91 1.p.6.3 : Τὴν δὲ περὶ τοὺς ἀριθμοὺς πραγματείαν μάλιστα 92 1.p.6.4 : πάντων τιμῆσαι δοκεῖ Πυθαγόρας καὶ προαγαγεῖν εἰς τὸ 93 1.p.6.5 : πρόσθεν, ἀπαγαγὼν ἀπὸ τῆς τῶν ἐμπόρων χρείας, πάντα 94 1.p.6.6 : τὰ πράγματα ἀπεικάζων τοῖς ἀριθμοῖς. Τά τε γὰρ ἄλλα 95 1.p.6.7 : ἀριθμὸς ἔχει καὶ λόγος ἐστὶ πάντων τῶν ἀριθμῶν πρὸς 96 1.p.6.8 : ἀλλήλους. Αἰγύπτιοι δὲ Ἑρμοῦ φασὶν εὕρημα, ὃν καλοῦσι 97 1.p.6.9 : Θώθ· οἳ δὲ ἐκ τῶν θείων περιφορῶν ἐπινοηθῆναι. Μονὰς 98 1.p.6.10 : μὲν οὖν ἐστιν ἀρχὴ ἀριθμοῦ, ἀριθμὸς δὲ τὸ ἐκ τῶν μο– 99 1.p.6.11 : νάδων πλῆθος συγκείμενον. Τῶν δὲ ἀριθμῶν ἄρτιοι μέν 100 1.p.6.12 : εἰσιν οἱ εἰς ἴσα διαιρούμενοι, περισσοὶ δὲ οἱ εἰς ἄνισα 101 1.p.6.13 : καὶ μέσον ἔχοντες. Οὕτως ἐν περισσαῖς ἡμέραις αἱ κρί– 102 1.p.6.14 : σεις τῶν νοσημάτων γίνεσθαι δοκοῦσι καὶ αἱ μεταβολαί, 103 1.p.6.15 : ὅτι ὁ περισσὸς καὶ ἀρχὴν καὶ τελευτὴν καὶ μέσον ἔχει, 104 1.p.6.16 : ἀρχῆς καὶ ἀκμῆς καὶ παρακμῆς ἐχόμεναι. 105 1.p.7.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ εʹ τῶν Νόμων>20 (p. 747AB). 106 1.p.7.2 : Καὶ κοινῷ λόγῳ νομίσαντα πρὸς πάντα εἶναι χρησί– 107 1.p.7.3 : μους τὰς τῶν ἀριθμῶν διανομὰς καὶ ποικίλσεις, ὅσα τε 108 1.p.7.4 : αὐτοὶ ἐν ἑαυτοῖς ποικίλλονται καὶ ὅσα ἐν μήκεσι παρέ– 109 1.p.7.5 : χονται καὶ ἐν βάθεσι ποικίλματα καὶ δὴ καὶ ἐν φθόγγοις 110 1.p.7.6 : 〈καὶ κινήσεσι〉, ταῖς τε κατὰ τὴν εὐθυπορίαν τῆς ἄνω καὶ 111 1.p.7.7 : κάτω φορᾶς 〈καὶ τῆς κύκλῳ περιφορᾶς〉. πρὸς γὰρ ταῦτα 112 1.p.7.8 : πάντα δεῖ βλέψαντα τόν γε νομοθέτην προστάττειν πᾶσι 113 1.p.7.9 : τοῖς πολίταις εἰς δύναμιν τούτων μὴ ἀπολείπεσθαι τῆς 114 1.p.7.10 : συντάξεως. πρός τε γὰρ οἰκονομίαν καὶ πρὸς πολιτείαν 115 1.p.7.11 : καὶ πρὸς τὰς τέχνας πάσας, ἓν οὐδὲν οὕτω δύναμιν πα– 116 1.p.7.12 : ρέχει παιδείας μάθημα μεγάλην, ὡς ἡ περὶ τοὺς ἀριθμοὺς 117 1.p.7.13 : διατριβή. τὸ δὲ μέγιστον, ὅτι τὸν νυστάζοντα καὶ ἀμαθῆ 118 1.p.7.14 : φύσει ἐγείρει καὶ εὐμαθῆ καὶ μνήμονα καὶ ἀγχίνουν ἀπερ– 119 1.p.7.15 : γάζεται παρὰ τὴν αὑτοῦ φύσιν ἐπιδιδόντα θείᾳ τέχνῃ. 120 1.p.8.1 : <20Ἐκ τῶν Μοδεράτου Πυθαγορείου>20 (fr. 1 Mull. 121 1.p.8.2 : Phil. II p. 48). 122 1.p.8.3 : Ἔστι δὲ ἀριθμός, ὡς τύπῳ εἰπεῖν, σύστημα μονάδων, 123 1.p.8.4 : ἢ προποδισμὸς πλήθους ἀπὸ μονάδος ἀρχόμενος καὶ ἀνα– 124 1.p.8.5 : ποδισμὸς εἰς μονάδα καταλήγων. Μονάδες δὲ περαίνουσι 125 1.p.8.6 : ποσότηθ´, ἥ τις μειουμένου τοῦ πλήθους κατὰ τὴν ὑφαίρε– 126 1.p.8.7 : σιν παντὸς ἀριθμοῦ στερηθεῖσα μονήν τε καὶ στάσιν λαμ– 127 1.p.8.8 : βάνει· περαιτέρω γὰρ ἡ μονὰς τῆς ποσότητος οὐκ ἰσχύει 128 1.p.8.9 : ἀναποδίζειν· ὥστε μονὰς ἤτοι ἀπὸ τοῦ ἑστάναι καὶ κατὰ 129 1.p.8.10 : ταὐτὰ ὡσαύτως ἄτρεπτος μένειν, ἢ ἀπὸ τοῦ διακεκρίσθαι 130 1.p.8.11 : καὶ παντελῶς μεμονῶσθαι τοῦ πλήθους εὐλόγως ἐκλήθη. 131 1.p.9.1 : 〈<21Eiusdem>21 (fr. 2 Mull. Phil. II p. 48).〉 132 1.p.9.2 : Τινὲς τῶν ἀριθμῶν ἀρχὴν ἀπεφήναντο τὴν μονάδα, 133 1.p.9.3 : τῶν δὲ ἀριθμητῶν ἀρχὴν τὸ ἕν. Τοῦτο δὲ σῶμα τεμνό– 134 1.p.9.4 : μενον εἰς ἄπειρον· ὥστε τὰ ἀριθμητὰ τῶν ἀριθμῶν ταύτῃ 135 1.p.9.5 : διαλλάττειν, ᾗ διαφέρει τὰ σώματα τῶν ἀσωμάτων. Εἰ– 136 1.p.9.6 : δέναι δὲ καὶ τοῦτο χρή, ὅτι τῶν ἀριθμῶν εἰσηγήσαντο 137 1.p.9.7 : τὰς ἀρχὰς οἱ μὲν νεώτεροι τήν τε μονάδα καὶ τὴν δυάδα, 138 1.p.9.8 : οἱ δὲ Πυθαγορικοὶ πάσας παρὰ τὸ ἑξῆς τὰς τῶν ὅρων 139 1.p.9.9 : ἐκθέσεις, δι´ ὧν ἄρτιοί τε καὶ περιττοὶ νοοῦνται. 140 1.p.10.1 : 〈<20Πλουτάρχου.>20〉 141 1.p.10.2 : Πυθαγόρας πλείστῃ σπουδῇ περὶ τοὺς ἀριθμοὺς ἐχρή– 142 1.p.10.3 : σατο, τάς τε τῶν ζῴων γενέσεις ἀνῆγεν εἰς ἀριθμοὺς καὶ 143 1.p.10.4 : τῶν ἀστέρων τὰς περιόδους Ἔτι δὲ τοῖς θεοῖς ἀπεικά– 144 1.p.10.5 : ζων ἐπωνόμαζεν, ὡς Ἀπόλλωνα μὲν τὴν μονάδα οὖσαν, 145 1.p.10.6 : Ἄρτεμιν δὲ τὴν δυάδα ..... τὴν δὲ ἑξάδα Γάμον καὶ 146 1.p.10.7 : Ἀφροδίτην, τὴν δὲ ἑβδομάδα Καιρὸν καὶ Ἀθηνᾶν, Ἀσφά– 147 1.p.10.8 : λειον δὲ Ποσειδῶνα τὴν ὀγδοάδα καὶ τὴν δεκάδα Παντέ– 148 1.p.10.9 : λειαν. Αὐτοῦ δὲ πάλιν τοῦ ἀριθμοῦ τὸν μὲν ἄρτιον 149 1.p.10.10 : ἀτελῆ, πλήρη δὲ καὶ τέλειον ἀπέφηνε τὸν περιττόν, ὅτι 150 1.p.10.11 : μιγνύμενός τε πρὸς τὸν ἄρτιον ἀεὶ ποιεῖται ἐπικρατεῖν 151 1.p.10.12 : τὸν ἐξ ἀμφοῖν περισσόν, αὑτῷ τε πάλιν συντιθέμενος 152 1.p.10.13 : γεννᾷ τὸν ἄρτιον, ὁ δ´ ἄρτιος οὐδέποτε τὸν περισσόν, 153 1.p.10.14 : ὡς οὐ γόνιμος ὢν οὐδὲ ἔχων δύναμιν ἀρχῆς· ὥστε ἐν τῷ 154 1.p.10.15 : διαιρεῖσθαι δίχα πολλοὶ τῶν ἀρτίων εἰς περισσοὺς τὴν 155 1.p.10.16 : ἀνάλυσιν λαμβάνουσιν, ὡς ὁ ἓξ καὶ ὁ δέκα, τῶν δὲ περισ– 156 1.p.10.17 : σῶν εἰς ἀρτίους οὐθείς· ἀδιαίρετον γὰρ ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ 157 1.p.10.18 : στοιχεῖον εἰς ἕτερα· τοῖς δὲ ἄλλοις εἰς τὰ αὐτὰ πᾶσιν αἱ 158 1.p.10.19 : διαλύσεις. Ἔτι δὲ τῇ μονάδι τῶν ἐφεξῆς περισσῶν γνω– 159 1.p.10.20 : μόνων περιτιθεμένων ὁ γινόμενος ἀεὶ τετράγωνός ἐστι· 160 1.p.10.21 : τῶν δὲ ἀρτίων ὁμοίως περιτιθεμένων ἑτερομήκεις καὶ 161 1.p.10.22 : ἄνισοι πάντες ἀποβαίνουσιν, ἴσος δὲ ἰσάκις οὐδείς. Καὶ 162 1.p.10.23 : μὴν εἰς δύο διαιρουμένων ἴσα τοῦ μὲν περισσοῦ μονὰς 163 1.p.10.24 : ἐν μέσῳ περίεστι, τοῦ δὲ ἀρτίου κενὴ λείπεται χώρα καὶ 164 1.p.10.25 : ἀδέσποτος καὶ ἀνάριθμος, ὡς ἂν ἐνδεοῦς καὶ ἀτελοῦς ὄν– 165 1.p.10.26 : τος. Περὶ δὴ τοῦ κοινοῦ λόγου τῶν ἀριθμῶν τοῦτον διέ– 166 1.p.10.27 : ξεισι τὸν τρόπον. 167 1.1.t.1 : {1Ὅτι θεὸς δημιουργὸς τῶν ὄντων καὶ διέπει τὸ 168 1.1.t.2 : ὅλον τῶι τῆς προνοίας λόγωι καὶ ποίας οὐσίας 169 1.1.t.3 : ὑπάρχει.}1 170 1.1.1.1 : <20Θεοδέκτου>20 (fr. 7 N. p. 625). 171 1.1.1.2 : Ἀπὸ τῶν θεῶν ἀρχὴν δὲ ποιεῖσθαι πρέπον. 172 1.1.2.1 : <20Εὐριπίδου>20 (fr. inc. 935 N.) 173 1.1.2.2 : Ὁρᾷς τὸν ὑψοῦ τόνδ´ ἄπειρον αἰθέρα, 174 1.1.2.3 : καὶ γῆν πέριξ ἔχονθ´ ὑγραῖς ἐν ἀγκάλαις; 175 1.1.2.4 : τοῦτον νόμιζε Ζῆνα, τόνδ´ ἡγοῦ θεόν. 176 1.1.3.1 : <20Ἀράτου>20 (Phaen. 1–9). 177 1.1.3.2 : Ἐκ Διὸς ἀρχώμεσθα, τὸν οὐδέποτ´ ἄνδρες ἐῶμεν 178 1.1.3.3 : ἄρρητον, μεσταὶ δὲ Διὸς πᾶσαι μὲν ἀγυιαί, 179 1.1.3.4 : πᾶσαι δ´ ἀνθρώπων ἀγοραί, μεστὴ δὲ θάλασσα 180 1.1.3.5 : καὶ λιμένες, πάντῃ δὲ Διὸς κεχρήμεθα πάντες. 181 1.1.3.6 : τοῦ γὰρ καὶ γένος ἐσμέν, ὁ δ´ ἤπιος ἀνθρώποισι 182 1.1.3.7 : δεξιὰ σημαίνει, λαοὺς δ´ ἐπὶ ἔργον ἐγείρει 183 1.1.3.8 : μιμνήσκων βιότοιο, λέγει δ´ ὅτε βῶλος ἀρίστη 184 1.1.3.9 : βουσί τε καὶ μακέλῃσι, λέγει δ´ ὅτε δεξιαὶ ὧραι 185 1.1.3.10 : καὶ φυτὰ γυρῶσαι καὶ σπέρματα πάντα βαλέσθαι. 186 1.1.4.1 : 〈<20Ὁμήρου>20 (Υ 242. 243)〉 187 1.1.4.2 : Ζεὺς δ´ ἀρετὴν ἄνδρεσσιν ὀφέλλει τε μινύθει τε 188 1.1.4.3 : ὅππως κεν ἐθέλῃσιν, ὁ γὰρ κάρτιστος ἁπάντων. 189 1.1.5.1 : 〈<21Tragici ignoti>21 (fr. adesp. 394 N.).〉 190 1.1.5.2 : Ὁ γὰρ θεὸς μέγιστος ἀνθρώποις νόμος. 191 1.1.6.1 : 〈<21Elegiaci ignoti.>21〉 192 1.1.6.2 : Ζεὺς πάντων αὐτὸς φάρμακα μοῦνος ἔχει. 193 1.1.7.1 : 〈<20Ὁμήρου>20 (ζʹ 188).〉 194 1.1.7.2 : Ζεὺς δ´ αὐτὸς νέμει ὄλβον Ὀλύμπιος ἀνθρώποισιν, 195 1.1.7.3 : ἐσθλοῖς ἠδὲ κακοῖσιν, ὅπως ἐθέλῃσιν ἑκάστῳ. 196 1.1.8.1 : 〈<20Ὁμήρου>20 (πʹ 212).〉 197 1.1.8.2 : Ῥηΐδιον δὲ θεοῖσι, τοὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσιν, 198 1.1.8.3 : ἠμὲν κυδῆναι θνητὸν βροτὸν ἠδὲ κακῶσαι. 199 1.1.9.1 : 〈<21Poetae ignoti.>21〉 200 1.1.9.2 : Ζεὺς ὁ καὶ ζωῆς καὶ θανάτου πείρατα νωμῶν. 201 1.1.10.1 : <20Σιμωνίδου>20 (fr. 61 B.). 202 1.1.10.2 : Οὔτις ἄνευ θεῶν 203 1.1.10.3 : ἀρετὰν λάβεν, οὐ πόλις, οὐ 〈βροτός〉. 204 1.1.11.1 : <20Μενάνδρου>20 (Com. IV p. 293, fr. 280). 205 1.1.11.2 : Ἅπαντα σιγῶν ὁ θεὸς ἐξεργάζεται. 206 1.1.12.1 : <20Κλεάνθους.>20 207 1.1.12.2 : Κύδιστ´ ἀθανάτων, πολυώνυμε, παγκρατὲς αἰεί, 208 1.1.12.3 : Ζεῦ, φύσεως ἀρχηγέ, νόμου μέτα πάντα κυβερνῶν, 209 1.1.12.4 : χαῖρε· σὲ γὰρ πάντεσσι θέμις θνητοῖσι προσαυδᾶν. 210 1.1.12.5 : ἐκ σοῦ γὰρ γένος ἐσμέν, † ἤχου μίμημα λαχόντες 211 1.1.12.6 : μοῦνοι, ὅσα ζώει τε καὶ ἕρπει θνήτ´ ἐπὶ γαῖαν· 212 1.1.12.7 : τῷ σε καθυμνήσω καὶ σὸν κράτος αἰὲν ἀείδω. 213 1.1.12.8 : σοὶ δὴ πᾶς ὅδε κόσμος, ἑλισσόμενος περὶ γαῖαν, 214 1.1.12.9 : πείθεται, ᾗ κεν ἄγῃς, καὶ ἑκὼν ὑπὸ σεῖο κρατεῖται· 215 1.1.12.10 : τοῖον ἔχεις ὑποεργὸν ἀνικήτοις ἐνὶ χερσὶν 216 1.1.12.11 : ἀμφήκη, πυρόεντ´, αἰειζώοντα κεραυνόν· 217 1.1.12.12 : τοῦ γὰρ ὑπὸ πληγῇς φύσεως πάντ´ ἐρρίγα〈σιν〉· 218 1.1.12.13 : ᾧ σὺ κατευθύνεις κοινὸν λόγον, ὃς διὰ πάντων 219 1.1.12.14 : φοιτᾷ, μιγνύμενος μεγάλοις μικροῖς τε φάεσσι 220 1.1.12.15 : ................. 221 1.1.12.16 : ὡς τόσσος γεγαὼς ὕπατος βασιλεὺς διὰ παντός, 222 1.1.12.17 : οὐδέ τι γίγνεται ἔργον ἐπὶ χθονὶ σοῦ δίχα, δαῖμον, 223 1.1.12.18 : οὔτε κατ´ αἰθέριον θεῖον πόλον οὔτ´ ἐνὶ πόντῳ, 224 1.1.12.19 : πλὴν ὁπόσα ῥέζουσι κακοὶ σφετέρῃσιν ἀνοίαις· 225 1.1.12.20 : ἀλλὰ σὺ καὶ τὰ περισσά 〈τ´〉 ἐπίστασαι ἄρτια θεῖναι, 226 1.1.12.21 : καὶ κοσμεῖν τἄκοσμα καὶ οὐ φίλα σοὶ φίλα ἐστίν. 227 1.1.12.22 : ὧδε γὰρ εἰς ἓν πάντα συνήρμοκας ἐσθλὰ κακοῖσιν, 228 1.1.12.23 : ὥσθ´ ἕνα γίγνεσθαι πάντων λόγον αἰὲν ἐόντα, 229 1.1.12.24 : ὃν φεύγοντες ἐῶσιν ὅσοι θνητῶν κακοί εἰσι, 230 1.1.12.25 : δύσμοροι, οἵ τ´ ἀγαθῶν μὲν ἀεὶ κτῆσιν ποθέοντες 231 1.1.12.26 : οὔτ´ ἐσορῶσι θεοῦ κοινὸν νόμον οὔτε κλύουσιν, 232 1.1.12.27 : ᾧ κεν πειθόμενοι σὺν νῷ βίον ἐσθλὸν ἔχοιεν. 233 1.1.12.28 : αὐτοὶ δ´ αὖθ´ ὁρμῶσιν ἄνοι κακὸν ἄλλος ἐπ´ ἄλλο, 234 1.1.12.29 : οἳ μὲν ὑπὲρ δόξης σπουδὴν δυσέριστον ἔχοντες, 235 1.1.12.30 : οἳ δ´ ἐπὶ κερδοσύνας τετραμμένοι οὐδενὶ κόσμῳ, 236 1.1.12.31 : ἄλλοι δ´ εἰς ἄνεσιν καὶ σώματος ἡδέα ἔργα 237 1.1.12.32 : ......... ἐπ´ ἄλλοτεν ἄλλα φέρονται, 238 1.1.12.33 : σπεύδοντες μάλα πάμπαν ἐναντία τῶνδε γενέσθαι. 239 1.1.12.34 : ἀλλὰ Ζεῦ πάνδωρε, κελαινεφές, ἀργικέραυνε, 240 1.1.12.35 : ἀνθρώπους 〈μὲν〉 ῥύου ἀπειροσύνης ἀπὸ λυγρῆς, 241 1.1.12.36 : ἣν σύ, πατήρ, σκέδασον ψυχῆς ἄπο, δὸς δὲ κυρῆσαι 242 1.1.12.37 : γνώμης, ᾗ πίσυνος σὺ δίκης μέτα πάντα κυβερνᾶς, 243 1.1.12.38 : ὄφρ´ ἂν τιμηθέντες ἀμειβώμεσθά σε τιμῇ, 244 1.1.12.39 : ὑμνοῦντες τὰ σὰ ἔργα διηνεκές, ὡς ἐπέοικε 245 1.1.12.40 : θνητὸν ἐόντ´, ἐπεὶ οὔτε βροτοῖς γέρας ἄλλο τι μεῖζον, 246 1.1.12.41 : οὔτε θεοῖς, ἢ κοινὸν ἀεὶ νόμον ἐν δίκῃ ὑμνεῖν. 247 1.1.13a.1 : 〈<21Tragici ignoti>21 (fr. adesp. 396 N.).〉 248 1.1.13a.2 : Θεοῦ θέλοντος εὖ τὰ πάντα γίγνεται. 249 1.1.14.1 : 〈<21Tragici ignoti>21 (fr. adesp. 397 N.).〉 250 1.1.14.2 : Τί δ´ οὐ γένοιτ´ ἂν θεοῦ 〈γ´〉 ἐφιέντος τύχῃ; 251 1.1.15.1 : 〈<20Σοφοκλέους>20 (Ai. 383).〉 252 1.1.15.2 : Ξὺν τῷ θεῷ πᾶς καὶ γελᾷ κὠδύρεται. 253 1.1.16.1 : 〈<21Poetae ignoti.>21〉 254 1.1.16.2 : Γεννᾷ τὸ θεῖον εὐτυχῆ δωρήματα. 255 1.1.17.1 : 〈<21Tragici ignoti>21 (fr. adesp. 398 N.).〉 256 1.1.17.2 : Ζεὺς ἔσθ´ ὁ πέμπων τὴν ἐφήμερον τροφήν. 257 1.1.18.1 : 〈<21Tragici ignoti>21 (fr. adesp. 399 N.).〉 258 1.1.18.2 : Ἄνευ θεοῦ γὰρ οὐδὲ εἷς ἀνὴρ σθένει. 259 1.1.19.1 : 〈<21Tragici ignoti>21 (fr. adesp. 400 N.).〉 260 1.1.19.2 : Θείᾳ προνοίᾳ πάντ´ ἐγέννησεν φύσις. 261 1.1.20.1 : 〈<21Poetae ignoti.>21〉 262 1.1.20.2 : Θεὸς μόνος πέφυκεν ἐν βροτοῖς μέγας. 263 1.1.14.1 : 〈<20Ὁμήρου>20 (ρʹ 485–487).〉 264 1.1.14.2 : Καί τε θεοὶ ξείνοισιν ἐοικότες ἀλλοδαποῖσι 265 1.1.14.3 : παντοῖοί τ´ ἐλθόντες ἐπιστρωφῶσι πόληας, 266 1.1.14.4 : ἀνθρώπων ὕβριν τε καὶ εὐνομίην ἐφορῶντες. 267 1.1.15.1 : 〈<20Ὁμήρου>20 (σʹ 135. 136).〉 268 1.1.15.2 : Τοῖος γὰρ νόος ἐστὶν ἐπιχθονίων ἀνθρώπων, 269 1.1.15.3 : οἷον ἐπ´ ἦμαρ ἄγῃσι πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε. 270 1.1.16.1 : 〈<21Poetae ignoti.>21〉 271 1.1.16.2 : Πάντῃ πάρεστι καὶ βλέπει πάντῃ θεός. 272 1.1.17.1 : 〈<20Εὐριπίδου>20 (fr. inc. 1014 N.).〉 273 1.1.17.2 : Θεοῦ γὰρ οὐδεὶς χωρὶς εὐτυχεῖ βροτῶν, 274 1.1.17.3 : οὐδ´ εἰς τὸ μεῖζον ἦλθε, τὰς θνητῶν δ´ ἐγὼ 275 1.1.17.4 : χαίρειν κελεύω θεῶν ἄτερ προμηθίας. 276 1.1.18.1 : 〈<20Ἀρχιλόχου>20 (fr. 70 B. 3).〉 277 1.1.18.2 : Τοῖος ἀνθρώποισι θυμός, Γλαῦκε, Λεπτίνεω πάι, 278 1.1.18.3 : γίνεται θνητοῖς, ὁκοίην Ζεὺς ἐφ´ ἡμέρην ἄγῃ. 279 1.1.19.1 : 〈<20Εὐριπίδου Θυέστῃ>20 (fr. 401 N.).〉 280 1.1.19.2 : Θεοῦ θέλοντος κἂν ἐπὶ ῥιπὸς πλέοις. 281 1.1.20.1 : 〈<21Tragici ignoti>21 (fr. adesp. 401, 1 N.).〉 282 1.1.20.2 : Θνητοῖσιν ἀνθρώποισι καταφυγὴ θεοί. 283 1.1.21.1 : 〈<21Tragici ignoti>21 (fr. adesp. 401, 2–4 N.).〉 284 1.1.21.2 : Καὶ τἀμπλακήματ´ ἔρχεται θεὸς μέτα, 285 1.1.21.3 : ὅθεν λαβόντες οἱ κακῶς πεπραγότες 286 1.1.21.4 : ἱκετηρίαν ἀπῆλθον ἐκ δυσπραξίας. 287 1.1.22.1 : 〈<21Tragici ignoti>21 (fr. adesp. 402 N.).〉 288 1.1.22.2 : Νῦν οὐκέτι μοι δίχα θυμός, 289 1.1.22.3 : ἀλλὰ σαφὴς 〈φάτις ἔσθ´〉, ὅτι πάντα βροτοῖς 290 1.1.22.4 : Ζεὺς ἐπικάρσια τέμνει, 291 1.1.22.5 : καθελὼν μὲν δοκέοντ´, 292 1.1.22.6 : ἀδόκητον δ´ ἐξαείρων. 293 1.1.23.1 : 〈<20Ὀρφέως>20 (fr. VI, 9–42 Hermann. Orph. p. 457).〉 294 1.1.23.2 : Ζεὺς πρῶτος γένετο, Ζεὺς ὕστατος ἀργικέραυνος, 295 1.1.23.3 : Ζεὺς κεφαλή, Ζεὺς μέσσα, Διὸς δ´ ἐκ πάντα τέτυκται· 296 1.1.23.4 : Ζεὺς ἄρσην γένετο, Ζεὺς ἄμβροτος ἔπλετο νύμφη, 297 1.1.23.5 : Ζεὺς πυθμὴν γαίης τε καὶ οὐρανοῦ ἀστερόεντος· 298 1.1.23.6 : Ζεὺς βασιλεύς, Ζεὺς αὐτὸς ἁπάντων ἀρχιγένεθλος· 299 1.1.23.7 : ἓν κράτος, εἷς δαίμων γένετο, μέγας ἀρχὸς ἁπάντων· 300 1.1.23.8 : ἓν 〈δὲ〉 δέμας βασίλειον, ἐν ᾧ τάδε πάντα κυκλεῖται, 301 1.1.23.9 : πῦρ καὶ ὕδωρ καὶ γαῖα καὶ αἰθήρ, νύξ τε καὶ ἦμαρ· 302 1.1.23.10 : καὶ Μῆτις, πρῶτος γενέτωρ καὶ Ἔρως πολυτερπής· 303 1.1.23.11 : πάντα γὰρ ἐν Ζηνὸς μεγάλῳ τάδε σώματι κεῖται· 304 1.1.23.12 : τοῦ δή τοι κεφαλὴ μὲν ἰδεῖν καὶ καλὰ πρόσωπα 305 1.1.23.13 : οὐρανὸς αἰγλήεις, ὃν χρύσεαι ἀμφὶς ἔθειραι 306 1.1.23.14 : ἄστρων μαρμαρέων περικαλλέες ἠερέθονται· 307 1.1.23.15 : ταύρεα δ´ ἀμφοτέρωθε δύο χρύσεια κέρατα 308 1.1.23.16 : ἀντολίη τε δύσις τε, θεῶν ὁδοὶ οὐρανιώνων 309 1.1.23.17 : ὄμματα δ´ ἠέλιός τε καὶ ἀντιόωσα σελήνη· 310 1.1.23.18 : οὖς δέ οἱ ἀψευδὲς βασιλήϊον ἄφθιτος αἰθήρ, 311 1.1.23.19 : ᾧ δὴ πάντα κλύει καὶ φράζεται· οὐδέ τίς ἐστιν 312 1.1.23.20 : αὐδὴ οὐδ´ ἐνοπὴ οὐδὲ κτύπος οὐδὲ μὲν ὄσσα, 313 1.1.23.21 : ἣ λήθει Διὸς οὖας ὑπερμενέος Κρονίωνος. 314 1.1.23.22 : ὧδε μὲν ἀθανάτην κεφαλὴν ἔχει ἠδὲ νόημα· 315 1.1.23.23 : σῶμα δέ οἱ περιφεγγές, ἀπείριτον, ἀστυφέλικτον, 316 1.1.23.24 : ἄτρομον, ὀβριμόγυιον, ὑπερμενὲς ὧδε τέτυκται· 317 1.1.23.25 : ὦμοι μὲν καὶ στέρνα καὶ εὐρέα νῶτα θεοῖο 318 1.1.23.26 : ἀὴρ εὐρυβίης, πτέρυγες δέ οἱ ἐξεφύοντο, 319 1.1.23.27 : τῇς ἐπὶ πάντα ποτᾶθ´, ἱερὴ δέ οἱ ἔπλετο νηδὺς 320 1.1.23.28 : γαῖά τε παμμήτωρ ὀρέων τ´ αἰπεινὰ κάρηνα, 321 1.1.23.29 : μέσση δὲ ζώνη βαρυηχέος οἶδμα θαλάσσης 322 1.1.23.30 : καὶ πόντου· πυμάτη δὲ βάσις χθονὸς ἔνδοθι ῥίζαι, 323 1.1.23.31 : τάρταρά τ´ εὐρώεντα καὶ ἔσχατα πείρατα γαίης. 324 1.1.23.32 : πάντα δ´ ἀποκρύψας αὖθις φάος ἐς πολυγηθὲς 325 1.1.23.33 : μέλλεν ἀπὸ κραδίης προφέρειν πάλι θέσκελα ῥέζων. 326 1.1.23.34 : ................... 327 1.1.24.1 : 〈<21Philosophi incerti.>21〉 328 1.1.24.2 : Τί πότ´ ἐστὶ θεός; νοῦς. τί δὲ νοῦς ἐστι; φρόνησις. 329 1.1.24.3 : Ζῆνα δὲ σὺ νόμιζε τοῦτον, ὅθεν ἔχομεν ἀεὶ 〈τὸ〉 ζῆν. 330 1.1.25.1 : <20Πορφυρίου ἐκ τοῦ Περὶ ἀγαλμάτων.>20 331 1.1.25.2 : Ζεὺς οὖν ὁ πᾶς κόσμος, ζῷον ἐκ ζῴων καὶ θεὸς ἐκ 332 1.1.25.3 : θεῶν. Ζεὺς δὲ καὶ 〈ὁ θεός〉, καθὸ νοῦς ἀφ´ οὗ προφέρε– 333 1.1.25.4 : ται πάντα, ὅτι δημιουργεῖ τοῖς νοήμασιν. 334 1.1.26.1 : <20Χρυσίππου.>20 335 1.1.26.2 : Ζεὺς μὲν οὖν φαίνεται ὠνομάσθαι ἀπὸ τοῦ πᾶσι 336 1.1.26.3 : δεδωκέναι τὸ ζῆν. Δία δὲ αὐτὸν λέγουσιν, ὅτι πάντων 337 1.1.26.4 : ἐστὶν αἴτιος καὶ δι´ αὐτὸν πάντα. 338 1.1.27.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Κρατύλου>20 (p. 396A). 339 1.1.27.2 : Οἳ μὲν γὰρ Ζῆνα, οἳ δὲ Δία καλοῦσι· συντιθέμενα 340 1.1.27.3 : δὲ εἰς ἓν δηλοῖ τὴν φύσιν τοῦ θεοῦ, ὃ δὴ προσήκειν φα– 341 1.1.27.4 : μὲν ὀνόματι οἵῳ τε εἶναι ἀπεργάζεσθαι. οὐ γὰρ ἔστιν 342 1.1.27.5 : ἡμῖν καὶ τοῖς ἄλλοις πᾶσιν, ὅστις ἐστὶν αἴτιος μᾶλλον τοῦ 343 1.1.27.6 : ζῆν ἢ ὁ ἄρχων τε καὶ βασιλεὺς τῶν πάντων. 344 1.1.28.1 : 〈<21Platonici incerti.>21〉 345 1.1.28.2 : Φημὶ κατ´ ἀμφοτέρων λέγεσθαι τοῦ θεοῦ τὸ ὄνομα 346 1.1.28.3 : τοῦ τε δημιουργοῦ καὶ τοῦ κόσμου. Καί μοι δοκῶ πρῶτα 347 1.1.28.4 : κατὰ νόμους τοὺς ἐμαυτοῦ Πλάτωνι χρήσεσθαι μάρτυρι 348 1.1.28.5 : τῆς τοιαύτης δόξης. Πλάτων γάρ τοι καὶ αὐτὸς Δία μὲν 349 1.1.28.6 : καλεῖ τὸν δημιουργὸν τῶν ἁπάντων, θεὸν δὲ καὶ τόνδε τὸν 350 1.1.28.7 : κόσμον. Τὸν μὲν δημιουργὸν τρόπῳ τοιῷδε· ἐπειδὰν ἐν 351 1.1.28.8 : Φαίδρῳ (c. 26 p. 246E) περὶ τῆς τοῦ παντὸς φορᾶς διαλέ– 352 1.1.28.9 : γηται, τάδε φησὶ περὶ τοῦ μεγάλου Διός· „Ὁ δὴ μέγας 353 1.1.28.10 : ἡγεμὼν ἐν οὐρανῷ Ζεύς, ἐλαύνων πτηνὸν ἅρμα, πρῶτος πο– 354 1.1.28.11 : ρεύεται, διακοσμῶν πάντα καὶ ἐπιμελούμενος· 〈τῷ δ´ ἕπεται 355 1.1.28.12 : στρατιὰ θεῶν τε καὶ δαιμόνων〉.“ Οἶμαι σαφὴς ἐν τούτοις 356 1.1.28.13 : ὑπάρχει μνημονεύσας τοῦ ποιητοῦ τῶν ἁπάντων· καὶ γὰρ 357 1.1.28.14 : ἀνέθηκεν αὐτῷ τὴν ἀκολουθίαν τῶν περὶ τὸν κόσμον θεῶν· 358 1.1.28.15 : ἔφη γοῦν ἕπεσθαι τῇ ἐκείνου προνοίᾳ τοὺς στρατιώτας 359 1.1.28.16 : θεούς· στρατιώτας δὲ ἐκάλεσε τοὺς τῇδε θεούς, οἳ τοῦδε 360 1.1.28.17 : τοῦ πολέμου τῆς γενέσεως στρατηγοῦσιν. Ὁμοίως Ὀνάτας 361 1.1.28.18 : ὁ Πυθαγόρειος ἐπεμνήσθη τοῦ τε δημιουργοῦ καὶ τῶν ἑπο– 362 1.1.28.19 : μένων τούτῳ θεῶν, λέγων οὕτως· „τοὶ δ´ ἄλλοι θεοὶ ποτὶ 363 1.1.28.20 : τὸν πρᾶτον θεὸν καὶ νοατὸν οὕτως ἔχοντι, ὥσπερ χορευταὶ 364 1.1.28.21 : ποτὶ κορυφαῖον καὶ στρατιῶται ποτὶ στραταγόν.“ Κατὰ 365 1.1.28.22 : ταὐτὰ δὲ Πλάτων ἀμφοτέρων ἐπεμνήσθη ἐν τῇ πρὸς 366 1.1.28.23 : Ἑρμείαν καὶ Κορίσκον ἐπιστολῇ ( 6 p. 323D)· τὸν γὰρ 367 1.1.28.24 : δημιουργὸν ἡγεμόνα πάντων τῶν θεῶν εἶπε, τῶν τε ὄντων 368 1.1.28.25 : καὶ τῶν μελλόντων. Μέλλοντας δὲ ἴσμεν θεοὺς τοὺς ἀεὶ 369 1.1.28.26 : γενητούς, τουτέστι συναπτομένους ποτὲ σώμασι. Ἐν δὲ 370 1.1.28.27 : τῷ Τιμαίῳ (c. 8 p. 34A) χωρίσας τοῦ πλήθους τοὺς θεοὺς 371 1.1.28.28 : ἑνικῶς διὰ τοῦ οἰκητηρίου τοῦ κόσμου τοὺς πάντας ὠνό– 372 1.1.28.29 : μασεν· „οὗτος“ γὰρ ἔφη, „ὄντος ἀεὶ λογισμὸς θεοῦ περὶ 373 1.1.28.30 : τὸν ποτὲ ἐσόμενον θεόν“· δῆλος γὰρ ὁ μὲν λογιζόμενος 374 1.1.28.31 : θεὸς ὁ δημιουργὸς ὤν, ὁ δὲ ἐσόμενος καὶ γιγνόμενος αἰεὶ 375 1.1.28.32 : ὁ κόσμος λεγόμενος. Ὡσαύτως δὲ καὶ Ὅμηρος (Α 423 sqq.)· 376 1.1.28.33 : Ζεὺς γὰρ ἐπ´ ὠκεανὸν μετ´ ἀμύμονας Αἰθιοπῆας 377 1.1.28.34 : χθιζὸς ἔβη μετὰ δαῖτα, θεοὶ δ´ ἅμα πάντες ἕποντο. 378 1.1.28.35 : δωδεκάτῃ δέ τοι αὖθις ἐλεύσεται οὐλυμπόνδε. 379 1.1.28.36 : Περὶ τοῦ κατὰ τὸν κόσμον Διὸς ταυτὶ λέλεκται· οἵ τε γὰρ 380 1.1.28.37 : θεοὶ ἅμα πάντες εἵποντο, τὸ δὲ πλῆθος τῶν θεῶν ἔργον 381 1.1.28.38 : ἐστὶ τοῦ δημιουργοῦ ἅμα τῷ κόσμῳ γενόμενον. Ὁπόταν 382 1.1.28.39 : δὲ εἰς τὸν Ὄλυμπον ἀφίκωνται, δηλοῦσι καὶ τὴν διαφοράν, 383 1.1.28.40 : ἑτέρου λεγομένου Διὸς τοῦ κεχωρισμένου τῶν θεῶν. Ἡ 384 1.1.28.41 : γοῦν Θέτις εἰς μὲν τὸν Ὄλυμπον ἧκε (χρῆν γὰρ τὴν ποί– 385 1.1.28.42 : ησιν ἐκτελεῖν τὸ μύθευμα)· 386 1.1.28.43 : εὗρε δὲ εὐρύοπα Κρονίδην ἄτερ ἥμενον ἄλλων 387 1.1.28.44 : ἀκροτάτῃ κορυφῇ πολυδειράδος Οὐλύμποιο (Α 498 sq.). 388 1.1.28.45 : Τὴν μέντοι δωδεκάτην ἀκουστέον τῆς ἐπανόδου τῶν θεῶν, 389 1.1.28.46 : ὁπόταν ὑπερβάντες τὰ δώδεκα ζῴδια ἐπὶ τῷ νώτῳ γένων– 390 1.1.28.47 : ται τοῦ οὐρανοῦ, στάντας δὲ αὐτοὺς ἐκεῖσε περιάγῃ ἡ 391 1.1.28.48 : περιφορά· λόγος γὰρ ὁ αὐτὸς ψυχῶν καὶ θεῶν. 392 1.1.29a.1 : <20Θαλῆς>20 ἐρωτηθείς. Τί πρεσβυτάτων τῶν ὄντων; 393 1.1.29a.2 : ἀπεκρίνατο· Θεός, ἀγέννητον γάρ. 394 1.1.29a.3 : <20Σωκράτης>20 ἐρωτηθείς, Τί θεός; εἶπε· Τὸ ἀθάνατον 395 1.1.29a.4 : καὶ ἀίδιον. 396 1.1.29a.5 : <20Ἑρμῆς>20 ἐρωτηθείς, Τί θεός; εἶπεν· Ὁ τῶν ὅλων δη– 397 1.1.29a.6 : μιουργός, σοφώτατος νοῦς καὶ ἀίδιος. 398 1.1.30.1 : 〈<21Aetii>21 plac. (I 7, 11–34 p. 301 sq. Diels.).〉 399 1.1.30.2 : <20Θαλῆς>20 νοῦν τοῦ κόσμου τὸν θεόν, τὸ δὲ πᾶν ἔμ– 400 1.1.30.3 : ψυχον ἅμα καὶ δαιμόνων πλῆρες· διήκειν δὲ καὶ διὰ τοῦ 401 1.1.30.4 : στοιχειώδους ὑγροῦ δύναμιν θείαν κινητικὴν αὐτοῦ. 402 1.1.30.5 : <20Ἀναξίμανδρος>20 ἀπεφήνατο τοὺς ἀπείρους οὐρα– 403 1.1.30.6 : νοὺς θεούς. 404 1.1.30.7 : <20Ἀναξιμένης>20 τὸν ἀέρα. δεῖ δ´ ὑπακούειν ἐπὶ τῶν 405 1.1.30.8 : οὕτως λεγομένων τὰς ἐνδιηκούσας τοῖς στοιχείοις ἢ τοῖς 406 1.1.30.9 : σώμασι δυνάμεις. 407 1.1.30.10 : <20Ἀρχέλαος>20 ἀέρα καὶ νοῦν τὸν θεόν, οὐ μέντοι κο– 408 1.1.30.11 : σμοποιὸν τὸν νοῦν. 409 1.1.30.12 : <20Ἀναξαγόρας>20 νοῦν κοσμοποιὸν τὸν θεόν. 410 1.1.30.13 : <20Δημόκριτος>20 νοῦν τὸν θεὸν ἐν πυρὶ σφαιροειδεῖ. 411 1.1.30.14 : <20Διογένης>20 καὶ <20Κλεάνθης>20 καὶ <20Οἰνοπίδης>20 τὴν 412 1.1.30.15 : τοῦ κόσμου ψυχήν. 413 1.1.30.16 : <20Πυθαγόρας>20 τῶν ἀρχῶν τὴν μὲν μονάδα θεὸν καὶ 414 1.1.30.17 : τἀγαθόν, ἥτις ἐστὶν ἡ τοῦ ἑνὸς φύσις καὶ αὐτὸς ὁ νοῦς, 415 1.1.30.18 : τὴν 〈δ´〉 ἀόριστον δυάδα 〈δαίμονα〉 καὶ τὸ κακόν, περὶ ἥν 416 1.1.30.19 : ἐστι τὸ ὑλικὸν πλῆθος. 417 1.1.30.20 : <20Ποσειδώνιος>20 πνεῦμα νοερὸν καὶ πυρῶδες, οὐκ ἔχον 418 1.1.30.21 : μὲν μορφήν, μεταβάλλον δὲ εἰς ὃ βούλεται καὶ συνεξομοι– 419 1.1.30.22 : ούμενον πᾶσιν. 420 1.1.30.23 : <20Σπεύσιππος>20 τὸν νοῦν οὔτε τῷ ἑνὶ οὔτε τῷ ἀγαθῷ 421 1.1.30.24 : τὸν αὐτόν, ἰδιοφυῆ δέ. 422 1.1.30.25 : <20Κριτόλαος>20 καὶ <20Διόδωρος>20 ὁ Τύριος νοῦν ἀπ´ 423 1.1.30.26 : αἰθέρος ἀπαθοῦς. 424 1.1.30.27 : <20Ἡράκλειτος>20 τὸ περιοδικὸν πῦρ ἀίδιον, εἱμαρμένην 425 1.1.30.28 : δὲ λόγον ἐκ τῆς ἐναντιοδρομίας δημιουργὸν τῶν ὄντων. 426 1.1.30.29 : <20Ζήνων>20 ὁ Στωικὸς νοῦν κόσμου πύρινον. 427 1.1.30.30 : <20Μνήσαρχος>20 τὸν κόσμον, τὴν πρώτην οὐσίαν ἔχοντα 428 1.1.30.31 : ἀπὸ πνεύματος. 429 1.1.30.32 : <20Βόηθος>20 τὸν αἰθέρα θεὸν ἀπεφήνατο. 430 1.1.30.33 : <20Παρμενίδης>20 τὸ ἀκίνητον καὶ πεπερασμένον σφαι– 431 1.1.30.34 : ροειδές. 432 1.1.30.35 : <20Μέλισσος>20 καὶ <20Ζήνων>20 τὸ ἓν καὶ πᾶν καὶ μόνον 433 1.1.30.36 : ἀίδιον καὶ ἄπειρον. 434 1.1.30.37 : 〈<20Ἐμπεδοκλῆς>20 τὸν σφαῖρον καὶ〉 τὸ ἕν, καὶ τὸ μὲν 435 1.1.29b.38 : ἓν τὴν ἀνάγκην, ὕλην δὲ αὐτοῦ τὰ τέσσαρα στοιχεῖα, εἴδη 436 1.1.29b.39 : δὲ τὸ νεῖκος καὶ τὴν φιλίαν. Λέγει δὲ καὶ τὰ στοιχεῖα 437 1.1.29b.40 : θεοὺς καὶ τὸ μῖγμα τούτων τὸν κόσμον καὶ προστανα– 438 1.1.29b.41 : λυθήσεται τὸ μονοειδές· καὶ θείας μὲν οἴεται τὰς ψυχάς, 439 1.1.29b.42 : θείους δὲ καὶ τοὺς μετέχοντας αὐτῶν καθαροὺς καθαρῶς. 440 1.1.29b.43 : <20Πολέμων>20 τὸν κόσμον θεὸν ἀπεφήνατο. 441 1.1.29b.44 : <20Ξενοκράτης>20 Ἀγαθήνορος Καλχηδόνιος τὴν μονάδα 442 1.1.29b.45 : καὶ τὴν δυάδα θεούς, τὴν μὲν ὡς ἄρρενα πατρὸς ἔχουσαν 443 1.1.29b.46 : τάξιν, ἐν οὐρανῷ βασιλεύουσαν, ἥντινα προσαγορεύει καὶ 444 1.1.29b.47 : Ζῆνα καὶ περιττὸν καὶ νοῦν, ὅστις ἐστὶν αὐτῷ πρῶτος 445 1.1.29b.48 : θεός· τὴν δὲ ὡς θήλειαν μητρὸς θεῶν δίκην, τῆς ὑπὸ 446 1.1.29b.49 : τὸν οὐρανὸν λήξεως ἡγουμένην, ἥτις ἐστὶν αὐτῷ ψυχὴ τοῦ 447 1.1.29b.50 : παντός. Θεὸν δ´ εἶναι καὶ τὸν οὐρανὸν καὶ τοὺς ἀστέρας 448 1.1.29b.51 : πυρώδεις Ὀλυμπίους θεούς, καὶ ἑτέρους ὑποσελήνους δαί– 449 1.1.29b.52 : μονας ἀοράτους. Ἀρέσκει δὲ καὶ αὐτῷ ... καὶ ἐνδιήκειν 450 1.1.29b.53 : τοῖς ὑλικοῖς στοιχείοις. Τούτων δὲ τὴν μὲν 〈διὰ τοῦ ἀέρος 451 1.1.29b.54 : προσγείου〉 Ἅιδην προσαγορεύει, τὴν δὲ διὰ τοῦ ὑγροῦ 452 1.1.29b.55 : Ποσειδῶνα, τὴν δὲ διὰ τῆς γῆς φυτοσπόρον Δήμητραν. 453 1.1.29b.56 : Ταῦτα δὲ χορηγήσας τοῖς Στωικοῖς τὰ πρότερα παρὰ 454 1.1.29b.57 : τοῦ Πλάτωνος μεταπέφρακεν. 455 1.1.29b.58 : <20Πλάτων>20 δὲ τὸ ἕν, τὸ μονοφυές, τὸ μοναδικόν, τὸ 456 1.1.29b.59 : ὄντως ὄν, τἀγαθόν. Πάντα δὲ τὰ τοιαῦτα τῶν ὀνομάτων 457 1.1.29b.60 : εἰς τὸν νοῦν σπεύδει. Νοῦς οὖν ὁ θεός, χωριστὸν εἶδος, 458 1.1.29b.61 : τὸ δὲ χωριστὸν ἀκουέσθω τὸ ἀμιγὲς πάσης ὕλης καὶ μη– 459 1.1.29b.62 : δενὶ τῶν σωματικῶν συμπεπλεγμένον, μηδὲ τῷ παθητῷ 460 1.1.29b.63 : τῆς φύσεως συμπαθές. Τούτου δὲ πατρὸς καὶ ποιητοῦ 461 1.1.29b.64 : τὰ ἄλλα θεῖα ἔκγονα νοητὰ μέν, ὅ τε νοητὸς λεγόμενος 462 1.1.29b.65 : κόσμος 〈καὶ αἱ ἰδέαι〉, παραδείγματα δ´ ἐστὶ τοῦ ὁρατοῦ 463 1.1.29b.66 : κόσμου, πρὸς δὲ τούτοις ἐναιθέριοί τινες δυνάμεις, (λόγοι 464 1.1.29b.67 : δ´ εἰσὶν ἀσώματοι,) καὶ 〈ἔμπυροι καὶ〉 ἐναέριοι καὶ ἔνυδροι, 465 1.1.29b.68 : αἰσθητὸς δὲ [τοῦ πρώτου θεοῦ ἔκγονα] ἥλιος, σελήνη, ἀστέ– 466 1.1.29b.69 : ρες, γῆ καὶ ὁ περιέχων πάντα κόσμος. 467 1.1.29b.70 : <20Ἀριστοτέλης>20 τὸν μὲν ἀνωτάτω θεὸν εἶδος 〈χωρι– 468 1.1.29b.71 : στόν〉, ὁμοίως Πλάτωνι, ἐπιβεβηκότα τῇ σφαίρᾳ τοῦ παν– 469 1.1.29b.72 : τός, ἥτις ἐστὶν αἰθέριον σῶμα, τὸ πέμπτον ὑπ´ αὐτοῦ 470 1.1.29b.73 : καλούμενον. 471 1.1.29b.74 : <20Οἱ Στωικοὶ>20 νοερὸν θεὸν ἀποφαίνονται, πῦρ τεχνι– 472 1.1.29b.75 : κόν, ὁδῷ βαδίζον ἐπὶ γενέσει κόσμου, ἐμπεριειληφὸς πάν– 473 1.1.29b.76 : τας τοὺς σπερματικοὺς λόγους, καθ´ οὓς ἅπαντα καθ´ 474 1.1.29b.77 : εἱμαρμένην γίνεται. Καὶ πνεῦμα μὲν ἐνδιῆκον δι´ ὅλου 475 1.1.29b.78 : τοῦ κόσμου, τὰς δὲ προσηγορίας μεταλαμβάνον δι´ ὅλης 476 1.1.29b.79 : τῆς ὕλης, δι´ ἧς κεχώρηκε, παραλλάξαν, θεοὺς δὲ καὶ τὸν 477 1.1.29b.80 : κόσμον καὶ τοὺς ἀστέρας καὶ τὴν γῆν· ἀνωτάτω δὲ πάν– 478 1.1.29b.81 : των νοῦν ἐναιθέριον εἶναι θεόν. 479 1.1.29b.82 : <20Ἐπίκουρος>20 ἀνθρωποειδεῖς μὲν τοὺς θεούς, λόγῳ 480 1.1.29b.83 : δὲ πάντας θεωρητοὺς διὰ τὴν λεπτομέρειαν τῆς τῶν εἰδώ– 481 1.1.29b.84 : λων φύσεως. Ὁ δ´ αὐτὸς ἄλλας τέσσαρας φύσεις κατὰ 482 1.1.29b.85 : γένος ἀφθάρτους τάσδε· τὰ ἄτομα, τὸ κενόν, τὸ ἄπειρον, 483 1.1.29b.86 : τὰς ὁμοιότητας· αὗται δὲ λέγονται ὁμοιομέρειαι καὶ 484 1.1.29b.87 : στοιχεῖα. 485 1.1.30.1 : 〈<20Ἑρμοῦ ἐκ τοῦ Κρατῆρος>20 (p. 26 Patric., p. 34, 7 486 1.1.30.2 : –13 Parthey.).〉 487 1.1.30.3 : Τοιοῦτο γάρ ἐστι τὸ σῶμα ἐκείνου, οὐχ ἁπτὸν οὐδὲ 488 1.1.30.4 : ὁρατὸν οὐδὲ μετρητὸν οὐδὲ διαστατὸν οὐδ´ ἄλλῳ τινὶ σώ– 489 1.1.30.5 : ματι ὅμοιον. Οὔτε γὰρ πῦρ ἐστιν οὔτε ὕδωρ οὔτε ἀὴρ 490 1.1.30.6 : οὔτε πνεῦμα, ἀλλὰ πάντα ἀπ´ αὐτοῦ. Ἀγαθὸς γὰρ ὤν, μό– 491 1.1.30.7 : νῳ ἑαυτῷ τοῦτο ἀναθεῖναι ἠθέλησε, καὶ τὴν γῆν κοσμῆσαι. 492 1.1.31a.1 : 〈<21Poetae ignoti.>21〉 493 1.1.31a.2 : Ἡρακλέους κρατεροῦ ὃς γᾶν ἐκάθαρεν ἅπασαν, 494 1.1.31a.3 : πετροβάτα τε θεοῦ, Πανὸς νομίοιο βρυάκτα, 495 1.1.31a.4 : θείω ἰατῆρός τ´ Ἀσκληπιοῦ ὀλβιοδώτα, 496 1.1.31a.5 : πρεσβίστας τε θεᾶς Ὑγιείας μειλιχοδώρου, 497 1.1.31a.6 : ναυσί τ´ ἐπ´ ὠκυπόροισι Διοσκούρων ἐπιφαντᾶν, 498 1.1.31a.7 : Κουρήτων θ´, οἳ ματρὶ Διὸς Ῥέᾳ ἐντὶ πάρεδροι, 499 1.1.31a.8 : καὶ Χαρίτων μεμνᾶσθαι ἐν ἔργῳ παντὶ μέγιστον, 500 1.1.31a.9 : ἠδὲ Χρόνου παίδων Ὡρᾶν, αἳ πάντα φύοντι, 501 1.1.31a.10 : Νυμφᾶν τ´ οὐρειᾶν, αἳ νάματα κάλ´ ἐφέποντι. 502 1.1.32.1 : 〈<21Poetae lyrici incerti.>21〉 503 1.1.32.2 : Ὑμνέωμες μάκαρας, Μοῦσαι Διὸς ἔκγονοι ἀφθίτοις ἀοιδαῖς. 504 1.1.32.1 : 〈<20Φιλήμονος>20 (Com. IV p. 31, fr. inc. 2 M.).〉 505 1.1.32.2 : Ὃν οὐδὲ εἷς λέληθεν οὐδὲ ἓν ποιῶν, 506 1.1.32.3 : οὐδ´ αὖ ποιήσων οὐδὲ πεφοιηκὼς πάλαι, 507 1.1.32.4 : οὔτε θεὸς οὔτ´ ἄνθρωπος, οὗτός εἰμ´ ἐγὼ 508 1.1.32.5 : Ἀήρ, ὃν ἄν τις ὀνομάσειε καὶ Δία. 509 1.1.32.6 : ἐγὼ δ´ ὃ 〈θεοῦ ´στιν〉 ἔργον, εἰμὶ πανταχοῦ, 510 1.1.32.7 : 〈ἐνταῦθ´ ἐν Ἀθήναις, ἐν Πάτραις, ἐν Σικελίᾳ,〉 511 1.1.32.8 : ἐν ταῖς πόλεσι πάσαισιν, ἐν ταῖς οἰκίαις 512 1.1.32.9 : πάσαις, ἐν ὑμῖν πᾶσιν· οὐκ ἔστιν τόπος 513 1.1.32.10 : οὗ μή ´στιν ἀήρ· ὁ δὲ παρὼν ἁπανταχοῦ 514 1.1.32.11 : πάντ´ ἐξ ἀνάγκης οἶδε [πανταχοῦ παρών]. 515 1.1.33.1 : 〈<20Ἀρριανοῦ Ἐπικτητείου ἐκ τῶν περὶ προ– 516 1.1.33.2 : νοίας>20 (I 6, 1–11).〉 517 1.1.33.3 : Ἀφ´ ἑκάστου τῶν ἐν τῷ κόσμῳ γιγνομένων ῥᾴδιόν 518 1.1.33.4 : ἐστιν ἐγκωμιάσαι τὴν πρόνοιαν, ἐὰν δύο ἔχῃ τις ταῦτα 519 1.1.33.5 : ἐν ἑαυτῷ, δύναμίν τε συνορατικὴν τῶν γεγονότων ἑκάστῳ 520 1.1.33.6 : καὶ τὸ εὐχάριστον. Εἰ δὲ μή, ὃ μὲν οὐκ ὄψεται τὴν 521 1.1.33.7 : εὐχρηστίαν τῶν γεγονότων, ὃ δ´ οὐκ εὐχαριστήσει ἐπ´ 522 1.1.33.8 : αὐτοῖς, οὐδ´ ἂν ἴδῃ. Χρώματα ὁ θεὸς εἰ πεποιήκει καὶ 523 1.1.33.9 : καθόλου πάντα 〈τὰ〉 ὁρατά, δύναμιν δὲ θεατικὴν αὐτῶν μὴ 524 1.1.33.10 : πεποιήκει, τί ἂν ἦν ὄφελος; {—}Οὐδ´ ὁτιοῦν. {—}Ἀλλ´ ἀνάπαλιν, 525 1.1.33.11 : εἰ τὴν μὲν δύναμιν πεποιήκει, τὰ ὄντα δὲ μὴ τοιαῦτα, οἷα 526 1.1.33.12 : ὑποπίπτειν τῇ δυνάμει τῇ ὁρατικῇ, καὶ οὕτως τί ὄφελος; 527 1.1.33.13 : {—}Οὐδέν. {—}Τί δ´, εἰ καὶ ἀμφότερα ταῦτα πεποιήκει, 〈φῶς 528 1.1.33.14 : δὲ μὴ πεποιήκει〉; {—}Οὐδ´ οὕτως τι ὄφελος. {—}Τίς οὖν ὁ 529 1.1.33.15 : ἁρμόσας τοῦτο πρὸς ἐκεῖνο κἀκεῖνο πρὸς τοῦτο; τίς δ´ 530 1.1.33.16 : ὁ ἁρμόσας τὴν μάχαιραν πρὸς τὸν κολεὸν καὶ τὸν κολεὸν 531 1.1.33.17 : πρὸς τὴν μάχαιραν; Οὐδείς; Καὶ μὴν ἐξ αὐτῆς τῆς κατα– 532 1.1.33.18 : σκευῆς τῶν ἐπιτετελεσμένων ἀποφαίνεσθαι εἰώθαμεν, ὅτι 533 1.1.33.19 : τεχνίτου τινὸς πάντως τὸ ἔργον, οὐχὶ δὲ εἰκῇ κατεσκευ– 534 1.1.33.20 : ασμένον. Ἆρ´ οὖν τούτων μὲν ἕκαστον ἐμφαίνει τὸν τεχνί– 535 1.1.33.21 : την, τὰ δὲ ὁρατὰ καὶ ὅρασις καὶ φῶς οὐκ ἐμφαίνει; Τὸ 536 1.1.33.22 : δ´ ἄρρεν καὶ τὸ θῆλυ καὶ ἡ προθυμία ἡ πρὸς τὴν συνου– 537 1.1.33.23 : σίαν ἑκατέρου καὶ 〈ἡ〉 δύναμις ἡ χρηστικὴ τοῖς μορίοις τοῖς 538 1.1.33.24 : κατεσκευασμένοις, οὐδὲ ταῦτα ἐμφαίνει τὸν τεχνίτην; Ἀλλὰ 539 1.1.33.25 : ταῦτα μὲν οὔπω· ἡ δὲ τοιαύτη τῆς διανοίας κατασκευή, 540 1.1.33.26 : καθ´ ἣν οὐχ ἁπλῶς ὑποπίπτοντες τοῖς αἰσθητοῖς τυπού– 541 1.1.33.27 : μεθα ὑπ´ αὐτῶν, ἀλλὰ καὶ ἐκλαμβάνομέν τι καὶ ἀφαιροῦ– 542 1.1.33.28 : μεν καὶ προστίθεμεν 〈καὶ συντίθεμεν〉 τάδε τινὰ δι´ αὐτῶν 543 1.1.33.29 : καὶ νὴ Δία μεταβαίνομεν ἀπ´ ἄλλων ἐπ´ ἄλλα τούτοις 544 1.1.33.30 : πως παρακείμενα, οὐδὲ ταῦτα ἱκανὰ κινῆσαί τινας καὶ 545 1.1.33.31 : διατρέψαι πρὸς τὸ μὴ ἀπολιπεῖν τὸν τεχνίτην; ἢ ἐξηγη– 546 1.1.33.32 : σάσθωσαν ἡμῖν, τί τὸ ποιοῦν ἐστι τούτων ἕκαστον, ἢ 547 1.1.33.33 : πῶς οἷόν τε τὰ οὕτως θαυμαστὰ καὶ τεχνικὰ εἰκῇ καὶ ἀπὸ 548 1.1.33.34 : ταὐτομάτου γίγνεσθαι. 549 1.1.34.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ〉, Ὅτι πάντα ἐφορᾷ τὸ θεῖον.>20 550 1.1.34.2 : (Epict. Arrh. I, 14, 1–10.) 551 1.1.34.3 : Πυθομένου δέ τινος, πῶς ἄν τις πεισθείη, ὅτι ἕκαστον 552 1.1.34.4 : τῶν ὑπ´ αὐτοῦ πραττομένων ἐφορᾶται ὑπὸ τοῦ θεοῦ; Οὐ 553 1.1.34.5 : δοκεῖ σοι, ἔφη, ἡνῶσθαι τὰ πάντα; {—}Δοκεῖ, ἔφη. {—}Τί δέ; 554 1.1.34.6 : συμπαθεῖν τὰ ἐπίγεια τοῖς οὐρανίοις οὐ δοκεῖ σοι; {—}Δοκεῖ 555 1.1.34.7 : μοι, ἔφη. {—}Πόθεν γὰρ οὕτως τεταγμένως, καθάπερ ἐκ 556 1.1.34.8 : προστάγματος τοῦ θεοῦ, ὅταν ἐκεῖνος εἴπῃ τοῖς φυτοῖς 557 1.1.34.9 : ἀνθεῖν, ἀνθεῖ, ὅταν εἴπῃ βλαστάνειν, βλαστάνει, ὅταν ἐκ– 558 1.1.34.10 : φέρειν τὸν καρπόν, ἐκφέρει, ὅταν πεπαίνειν, πεπαίνει, ὅταν 559 1.1.34.11 : ἀποβάλλειν, 〈ἀποβάλλει〉, καὶ φυλλορροεῖν, 〈φυλορροεῖ〉, 560 1.1.34.12 : καὶ αὐτὰ εἰς αὑτὰ συνειλούμενα ἐφ´ ἡσυχίας μένειν καὶ ἀνα– 561 1.1.34.13 : παύεσθαι, μένει καὶ ἀναπαύεται; Πόθεν δὲ πρὸς τὴν 562 1.1.34.14 : αὔξησιν καὶ μείωσιν τῆς σελήνης καὶ τὴν τοῦ ἡλίου πρόσ– 563 1.1.34.15 : οδον καὶ ἄφοδον τοσαύτη παραλλαγὴ καὶ ἐπὶ τὰ ἐναντία 564 1.1.34.16 : μεταβολὴ τῶν ἐπιγείων θεωρεῖται; Ἀλλὰ τὰ φυτὰ μὲν 565 1.1.34.17 : καὶ τὰ ἡμέτερα σώματα οὕτως ἐνδέδεται τοῖς ὅλοις καὶ 566 1.1.34.18 : συμπέπονθεν, αἱ ψυχαὶ δὲ αἱ ἡμετέραι οὐ πολὺ πλέον; 567 1.1.34.19 : Ἀλλ´ αἱ ψυχαὶ μὲν οὕτως εἰσὶν ἐνδεδεμέναι καὶ συναφεῖς 568 1.1.34.20 : τῷ θεῷ, ἅτε αὐτοῦ μόρια οὖσαι καὶ ἀποσπάσματα, οὐ 569 1.1.34.21 : παντὸς δὲ αὐτῶν κινήματος, ἅτε οἰκείου καὶ συμφυοῦς, ὁ 570 1.1.34.22 : θεὸς αἰσθάνεται; Ἀλλὰ σὺ μὲν περὶ τῆς θείας διοικήσεως 571 1.1.34.23 : καὶ περὶ ἑκάστου τῶν θείων, ὁμοῦ καὶ περὶ τῶν ἀνθρω– 572 1.1.34.24 : πίνων πραγμάτων ἐνθυμεῖσθαι δύνασαι καὶ ἅμα μὲν αἰ– 573 1.1.34.25 : σθητικῶς ἀπὸ μυρίων πραγμάτων κινεῖσθαι, ἅμα δὲ δια– 574 1.1.34.26 : νοητικῶς, ἅμα δὲ τοῖς μὲν συγκαταθετικῶς, τοῖς δὲ ἀνα– 575 1.1.34.27 : νευστικῶς ἢ ἐφεκτικῶς· τύπους τε τοσούτους ἀφ´ οὕτω 576 1.1.34.28 : πολλῶν καὶ ποικίλων πραγμάτων ἐν τῇ σαυτοῦ ψυχῇ φυ– 577 1.1.34.29 : λάττεις καὶ ἀπ´ αὐτῶν κινούμενος εἰς ἐπινοίας ὁμοειδεῖς 578 1.1.34.30 : ἐμπίπτεις τοῖς πρώτως τετυπωκόσι, τέχνας τε ἄλλας ἐπ´ 579 1.1.34.31 : ἄλλαις καὶ μνήμας ἀπὸ μυρίων πραγμάτων διασῴζεις· ὁ 580 1.1.34.32 : δὲ θεὸς οὐχ οἷός τέ ἐστι πάντα ἐφορᾶν καὶ πᾶσι συμπαρ– 581 1.1.34.33 : εῖναι καὶ ἀπὸ πάντων τινὰ ἴσχειν διάδοσιν; Ἀλλὰ φωτί– 582 1.1.34.34 : ζειν μὲν οἷός τέ ἐστιν ὁ ἥλιος τηλικοῦτον μέρος τοῦ παν– 583 1.1.34.35 : τός, ὀλίγον δὲ τὸ ἀφώτιστον ἀπολείπειν, ὅσον οἷόν τε 584 1.1.34.36 : ἐπέχεσθαι ὑπὸ τῆς σκιᾶς, ἣν ἡ γῆ ποιεῖ· ὁ δὲ καὶ τὸν 585 1.1.34.37 : ἥλιον αὐτὸν πεποιηκὼς καὶ περιάγων, μέρος ὄντ´ αὐτοῦ 586 1.1.34.38 : μικρὸν ὡς πρὸς τὸ ὅλον, οὗτος δὲ οὐ δύναται πάντων 587 1.1.34.39 : αἰσθάνεσθαι; 588 1.1.35.1 : <20Ἰαμβλίχου ἐκ τῆς πρὸς Ποιμένιον ἐπιστολῆς.>20 589 1.1.35.2 : Οἱ θεοὶ τὴν εἱμαρμένην συνέχοντες διὰ παντὸς ἐπα– 590 1.1.35.3 : νορθοῦνται· ἡ δ´ ἐπανόρθωσις αὐτῶν ποτὲ μὲν ἐλάττωσιν 591 1.1.35.4 : κακῶν, ποτὲ δὲ παραμυθίαν, ἐνίοτε δὲ καὶ ἀναίρεσιν ἀπερ– 592 1.1.35.5 : γάζεται· ἀφ´ οὗ δὴ διακοσμεῖται ἡ εἱμαρμένη τοῖς ἀγα– 593 1.1.35.6 : θοῖς, διακοσμουμένη δὲ οὐχ ὑποφαίνεται πᾶσα πρὸς τὴν 594 1.1.35.7 : ἄτακτον φύσιν τῆς γενέσεως. Οὐκοῦν ἔτι μᾶλλον σῴζεται 595 1.1.35.8 : ἡ πεπρωμένη διὰ τῆς τοιαύτης ἐπανορθώσεως καὶ τὸ 596 1.1.35.9 : παρατρέπον αὐτῆς μένει κατὰ τὴν ἄτρεπτον τῶν θεῶν 597 1.1.35.10 : ἀγαθότητα συνεχόμενον, διότι οὐκ ἐᾶται ὑπορρεῖν εἰς τὴν 598 1.1.35.11 : ἄτακτον πλημμέλειαν. Τούτων δὴ οὕτως ἐχόντων τό τε 599 1.1.35.12 : ἀγαθοειδὲς τῆς προνοίας τό τε αὐτεξούσιον τῆς ψυχῆς 600 1.1.35.13 : καὶ πάντα τὰ κάλλιστα διασῴζεται, τῇ βουλήσει τῶν θεῶν 601 1.1.35.14 : συνυπάρχοντα. 602 1.1.36.1 : <20Ἀριστοτέλους ἐκ τῆς πρὸς Ἀλέξανδρον 603 1.1.36.2 : ἐπιστολῆς>20 (de mundo c. 6 p. 400b 5). 604 1.1.36.3 : Καθόλου δὲ ὅπερ ἐν νηῒ μὲν κυβερνήτης, ἐν ἅρματι 605 1.1.36.4 : δὲ ἡνίοχος, ἐν χορῷ δὲ κορυφαῖος, [ἐν πόλει δὲ νόμος,] ἐν 606 1.1.36.5 : στρατοπέδῳ δὲ ἡγεμών, τοῦτο θεὸς ἐν κόσμῳ, πλὴν κα– 607 1.1.36.6 : θόσον τοῖς μὲν καματηρὸν τὸ ἄρχειν πολυκίνητόν τε καὶ 608 1.1.36.7 : πολυμέριμνον, τῷ δὲ ἄλυπον ἄπονόν τε πάσης κεχωρισμένῳ 609 1.1.36.8 : σωματικῆς ἀσθενείας· ἐν ἀκινήτῳ 〈γὰρ〉 ἱδρυμένος δυνάμει 610 1.1.36.9 : πάντα κινεῖ καὶ περιάγει, ὅπου βούλεται καὶ ὅπως, ἐν 611 1.1.36.10 : διαφόροις ἰδέαις καὶ φύσεσιν· ὥσπερ ἀμέλει καὶ ὁ τῆς 612 1.1.36.11 : πόλεως νόμος ἀκίνητος ὢν ἐν ταῖς τῶν χρωμένων ψυχαῖς 613 1.1.36.12 : πάντα οἰκονομεῖ τὰ κατὰ τὴν πολιτείαν. Ἐφεπόμενοι γὰρ 614 1.1.36.13 : αὐτῷ δηλονότι ἐξίασιν ἄρχοντες μὲν εἰς τὰ ἀρχεῖα, θεσμο– 615 1.1.36.14 : θέται δὲ εἰς τὰ οἰκεῖα δικαστήρια, βουλευταὶ δὲ καὶ ἐκ– 616 1.1.36.15 : κλησιασταὶ εἰς συνέδρια τὰ προσήκοντα· καὶ ὃ μὲν εἰς τὸ 617 1.1.36.16 : πρυτανεῖον βαδίζει διαιτησόμενος, 〈ὃ δὲ πρὸς τοὺς δικα– 618 1.1.36.17 : στὰς ἀπολογησόμενος, ὃ δὲ εἰς τὸ δεσμωτήριον ἀποθα– 619 1.1.36.18 : νούμενος〉. Γίνονται δὲ καὶ δημοθοινίαι νόμιμοι καὶ πα– 620 1.1.36.19 : νηγύρεις ἐνιαύσιαι, θεῶν τε θυσίαι καὶ ἡρώων θεραπεῖαι 621 1.1.36.20 : καὶ χοαὶ κεκμηκότων. Ἄλλα δ´ ἄλλως ἐνεργούμενα κατὰ 622 1.1.36.21 : μίαν πρόσταξιν ἢ νόμιμον ἐξουσίαν σῴζει τὸ τοῦ ποιή– 623 1.1.36.22 : σαντος (Soph. Oed. Tyr. 4. 5), ὅτι 624 1.1.36.23 : πόλις 〈δ´〉 ὁμοῦ μὲν θυμιαμάτων γέμει, 625 1.1.36.24 : ὁμοῦ δὲ παιάνων τε καὶ στεναγμάτων. 626 1.1.36.25 : Οὕτως ὑποληπτέον καὶ ἐπὶ τῆς μείζονος πόλεως, λέγω 627 1.1.36.26 : δὲ τοῦ κόσμου. Νόμος μὲν γὰρ ἡμῖν ἰσοκλινὴς ὁ θεός, 628 1.1.36.27 : οὐδεμίαν ἐπιδεχόμενος διόρθωσιν ἢ μετάθεσιν, κρείττων 629 1.1.36.28 : δ´, οἶμαι, καὶ βεβαιότερος τῶν ἐν ταῖς κύρβεσιν ἀναγεγραμ– 630 1.1.36.29 : μένων. Ἡγουμένου δὲ ἀκινήτως αὐτοῦ καὶ ἐμμελῶς ὁ 631 1.1.36.30 : σύμπας οἰκονομεῖται δι´ αὐτοῦ διάκοσμος οὐρανοῦ τε καὶ 632 1.1.36.31 : γῆς, μεμερισμένος κατὰ τὰς φύσεις πάσας ὁμοίως διὰ τῶν 633 1.1.36.32 : οἰκείων σπερμάτων εἰς τὰ φυτὰ καὶ ζῷα κατὰ γένη τε 634 1.1.36.33 : καὶ εἴδη. Καὶ γὰρ ἄμπελοι καὶ φοίνικες καὶ περσέαι 635 1.1.36.34 : συκέαι τε γλυκεραὶ καὶ ἐλαῖαι (Hom. η 116), 636 1.1.36.35 : ὥς φησιν ὁ ποιητής, τά τε ἄκαρπα μέν, ἄλλας δὲ παρε– 637 1.1.36.36 : χόμενα χρείας, πλάτανοι καὶ πεῦκαι καὶ πύξοι, [κλῶνές τε] 638 1.1.36.37 : κλήθρη τ´ αἰγειρός τε καὶ εὐώδης κυπάρισσος (Hom. ε 64), 639 1.1.36.38 : αἵ τε καρπὸν ὀπώρας ἡδύν, ἄλλως δὲ δυσθησαύριστον 640 1.1.36.39 : φέρουσαι, 641 1.1.36.40 : ὄχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι ἀγλαόκαρποι (Hom. η 115), 642 1.1.36.41 : τῶν τε ζῴων τά τε ἄγρια καὶ ἥμερα, τά τ´ ἐν ἀέρι καὶ 643 1.1.36.42 : ἐπὶ γῆς καὶ 〈ἐν〉 ὕδατι βοσκόμενα γίνεταί τε καὶ ἀκμάζει 644 1.1.36.43 : καὶ φθείρεται τῷ τοῦ θεοῦ πειθόμενα θεσμῷ. Πᾶν γὰρ 645 1.1.36.44 : ἑρπετὸν πληγῇ νέμεται, ὥς φησιν Ἡράκλειτος (fr. 37 646 1.1.36.45 : Schleierm., 55 Bywat.) 647 1.1.36.46 : Εἷς δὲ ὢν πολυώνυμός ἐστι, κατονομαζόμενος τοῖς 648 1.1.36.47 : πάθεσι πᾶσιν, ἅπερ αὐτὸς νεοχμοῖ. Καλοῦμεν γὰρ αὐτὸν 649 1.1.36.48 : καὶ Ζῆνα καὶ Δία, παραλλήλως χρώμενοι τοῖς ὀνόμασιν. 650 1.1.36.49 : ὡς ἂν εἰ λέγοιμεν, δι´ ὃν ζῶμεν. Κρόνου δὲ παῖς καὶ 651 1.1.36.50 : Χρόνου λέγεται, διήκων ἐξ αἰῶνος ἀτέρμονος εἰς ἕτερον 652 1.1.36.51 : αἰῶνα, ἀστραπαῖός τε καὶ βρονταῖος 〈καὶ αἴθριος〉 καὶ 653 1.1.36.52 : αἰθέριος, κεραύνιός τε καὶ ὑέτιος ἀπὸ τῶν ὑετῶν τε καὶ 654 1.1.36.53 : κεραυνῶν καὶ τῶν ἄλλων καλεῖται. Καὶ μὴν ἐπικάρπιος 655 1.1.36.54 : μὲν ἀπὸ τῶν καρπῶν, πολιεὺς δὲ ἀπὸ τῆς πόλεως ὀνο– 656 1.1.36.55 : μάζεται, γενέθλιός τε καὶ ὁμόγνιος καὶ ἕρκειός τε καὶ 657 1.1.36.56 : πατρῷος ἀπὸ τῆς πρὸς ταῦτα κοινωνίας, ἑταιρεῖός τε καὶ 658 1.1.36.57 : φίλιος καὶ ξένιος, ἔτι δὲ στράτιός τε καὶ τροπαιοῦχος, 659 1.1.36.58 : καθάρσιός τε καὶ παλαμναῖος καὶ ἱκέσιος καὶ μειλίχιος, 660 1.1.36.59 : ὥσπερ οἱ ποιηταὶ λέγουσι· σωτήρ τε καὶ ἐλευθέριος ἐτύ– 661 1.1.36.60 : μως [οὕτως εἰπεῖν]· ὡς δὲ τὸ πᾶν εἰπεῖν, οὐράνιός τε καὶ 662 1.1.36.61 : χθόνιος, πάσης ἐπώνυμος φύσεως ὢν καὶ τύχης, ἅτε πάν– 663 1.1.36.62 : των αὐτὸς αἴτιος ὤν. 664 1.1.37.1 : <20Ξενοφῶντος ἐκ τοῦ δ´ Ἀπομνημονευμάτων>20 665 1.1.37.2 : (c. 3, 3–6). 666 1.1.37.3 : Εἶπέ μοι, ἔφη, ὦ Εὐθύδημε, ἤδη ποτέ σοι ἐπῆλθεν 667 1.1.37.4 : ἐνθυμηθῆναι, ὡς ἐπιμελῶς οἱ θεοί, ὧν οἱ ἄνθρωποι δέ– 668 1.1.37.5 : ονται, κατεσκευάκασι; {—}Καὶ ὅς· Μὰ τὸν Δί´, ἔφη, οὐκ 669 1.1.37.6 : ἔμοιγε. {—}Ἀλλ´ οἶσθά γ´, ἔφη, ὅτι πρῶτον μὲν φωτὸς δε– 670 1.1.37.7 : όμεθα, ὃ ἡμῖν οἱ θεοὶ παρέχουσι; {—}Νὴ Δί´, ἔφη, ὅ γ´ εἰ 671 1.1.37.8 : μὴ εἴχομεν, ὅμοιοι τοῖς τυφλοῖς ἂν ἦμεν, ἕνεκά γε τῶν 672 1.1.37.9 : ἡμετέρων ὀφθαλμῶν. {—}Ἀλλὰ μὴν καὶ ἀναπαύσεώς γε δεο– 673 1.1.37.10 : μένοις ἡμῖν νύκτα παρέχουσι, κάλλιστον ἀναπαυτήριον. {—} 674 1.1.37.11 : Πάνυ γε, ἔφη, καὶ τοῦτο χάριτος ἄξιον. {—}Οὐκοῦν καὶ ἐπει– 675 1.1.37.12 : δὴ ὁ μὲν ἥλιος, φωτεινὸς ὤν, τάς τε ὥρας τῆς ἡμέρας 676 1.1.37.13 : ἡμῖν καὶ τἆλλα πάντα σαφηνίζει, ἡ δὲ νὺξ διὰ τὸ σκο– 677 1.1.37.14 : τεινὴ εἶναι ἀσαφεστέρα ἐστίν, ἄστρα ἐν τῇ νυκτὶ ἀνέφη– 678 1.1.37.15 : ναν, ἃ ἡμῖν τῆς νυκτὸς τὰς ὥρας ἐμφανίζει καὶ διὰ τοῦτο 679 1.1.37.16 : πολλὰ ὧν δεόμεθα πράττομεν; {—}Ἔστι ταῦτα, ἔφη. {—}Ἀλλὰ 680 1.1.37.17 : μὴν ἥ γε σελήνη οὐ μόνον τῆς νυκτός, ἀλλὰ καὶ τοῦ μηνὸς 681 1.1.37.18 : τὰ μέρη φανερὰ ἡμῖν ποιεῖ. {—}Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη. {—}Τὸ 682 1.1.37.19 : δ´ ἐπεὶ τροφῆς δεόμεθα, ταύτην ἡμῖν ἐκ τῆς γῆς ἀναδι– 683 1.1.37.20 : δόναι καὶ ὥρας ἁρμοττούσας πρὸς τοῦτο παρέχειν, 〈αἳ〉 ἡμῖν 684 1.1.37.21 : οὐ μόνον ὧν δεόμεθα πολλὰ καὶ παντοῖα παρασκευάζου– 685 1.1.37.22 : σιν, ἀλλὰ καὶ οἷς εὐφραινόμεθα; {—}Πάνυ, ἔφη, καὶ ταῦτα 686 1.1.37.23 : φιλάνθρωπα. {—}Τὸ δὲ καὶ ὕδωρ ἡμῖν παρέχειν οὕτω 687 1.1.37.24 : πολλοῦ ἄξιον, ὥστε συμφύειν τε καὶ συναύξειν τῇ γῇ καὶ 688 1.1.37.25 : ταῖς ὥραις πάντα τὰ χρήσιμα ἡμῖν, συντρέφειν δὲ καὶ 689 1.1.37.26 : αὐτοὺς ἡμᾶς καὶ μιγνύμενον τοῖς τρέφουσιν ἡμᾶς εὐκατερ– 690 1.1.37.27 : γαστότερά τε καὶ ὠφελιμώτερα καὶ ἡδίω ποιεῖν αὐτά, καὶ 691 1.1.37.28 : ἐπειδὴ πλείστου δεόμεθα τούτου, ἀφθονέστατον αὐτὸ παρ– 692 1.1.37.29 : έχειν ἡμῖν; {—}Καὶ τοῦτο, ἔφη, προνοητικόν. 693 1.1.38.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Σοφιστοῦ>20 (p. 265B–E). 694 1.1.38.2 : Ποιητικῆς δὴ πρῶτον ἔστω δύο μέρη. {—}Ποίω; {—} 695 1.1.38.3 : Τὸ μὲν θεῖον, τὸ δ´ ἀνθρώπινον. {—}Οὔπω μεμάθηκα. {—} 696 1.1.38.4 : Ποιητικήν, εἴπερ μεμνήμεθα τὰ κατ´ ἀρχὰς λεχθέντα, πᾶ– 697 1.1.38.5 : σαν ἔφαμεν εἶναι δύναμιν, ἥτις ἂν αἰτία γίγνηται τοῖς μὴ 698 1.1.38.6 : πρότερον οὖσιν ὕστερον γίγνεσθαι. {—}Μεμάθηκα. {—}Ζῷα 699 1.1.38.7 : δὴ πάντα θνητὰ καὶ δὴ καὶ φυτά, ὅσα τ´ ἐπὶ γῆς ἐκ 700 1.1.38.8 : σπερμάτων καὶ ῥιζῶν φύεται καὶ ὅσα ἄψυχα ἐκ γῆς ἐν 701 1.1.38.9 : γῇ ξυνίσταται σώματα τηκτὰ καὶ ἄτηκτα, μῶν ἄλλου τι– 702 1.1.38.10 : νὸς ἢ θεοῦ δημιουργοῦντος φήσομεν ὕστερον γίγνεσθαι 703 1.1.38.11 : πρότερον οὐκ ὄντα; ἢ 〈τῷ〉 τῶν πολλῶν δόγματι χρώ– 704 1.1.38.12 : μενοι. {—}Ποίῳ τῳ; {—}Τὴν φύσιν αὐτὰ γεννᾶν ἀπό τινος 705 1.1.38.13 : αἰτίας αὐτομάτης καὶ ἄνευ διανοίας φυούσης, ἢ μετὰ λό– 706 1.1.38.14 : γου τε καὶ ἐπιστήμης θείας ἀπὸ θεοῦ γιγνομένης; {—} 707 1.1.38.15 : 〈Ἐγὼ μὲν ἴσως〉 διὰ τὴν ἡλικίαν πολλάκις ἀμφότερα με– 708 1.1.38.16 : ταδοξάζω· νῦν μὲν βλέπων εἰς σὲ καὶ ὑπολαμβάνων 〈οἴε– 709 1.1.38.17 : σθαί σε〉 κατὰ θεὸν αὐτὰ γίγνεσθαι, ταύτῃ καὶ αὐτὸς νενό– 710 1.1.38.18 : μικα. {—}Καλῶς γε, ὦ Θεαίτητε, καὶ εἰ μέν σε ἡγούμεθα τῶν 711 1.1.38.19 : εἰς τὸν ἔπειτα χρόνον ἄλλως πως δοξαζόντων εἶναι, νῦν 712 1.1.38.20 : ἂν τῷ λόγῳ μετὰ πειθοῦς ἀναγκαίας ἐπεχειροῦμεν ποιεῖν 713 1.1.38.21 : ὁμολογεῖν· ἐπειδὴ δέ σου καταμανθάνω τὴν φύσιν, ὅτι 714 1.1.38.22 : καὶ ἄνευ τῶν παρ´ ἡμῶν λόγων αὐτῇ πρόσεισιν ἐφ´ ἃ νῦν 715 1.1.38.23 : ἕλκεσθαι φῄς, ἐάσω· χρόνος γὰρ ἐκ περιττοῦ γίγνοιτ´ ἄν· 716 1.1.38.24 : ἀλλὰ θήσω τὰ μὲν φύσει λεγόμενα ποιεῖσθαι θείᾳ τέχνῃ, 717 1.1.38.25 : τὰ δ´ ἐκ τούτων ὑπ´ ἀνθρώπων ξυνιστάμενα ἀνθρωπίνη. 718 1.1.38.26 : καὶ κατὰ τοῦτον δὴ τὸν λόγον δύο ποιητικῆς γένη, τὸ μὲν 719 1.1.38.27 : ἀνθρώπινον εἶναι, τὸ δὲ θεῖον. {—}Ὀρθῶς. 720 1.1.39.1 : <20Ὀνάτου ἐκ τοῦ περὶ θεοῦ καὶ θείου.>20 721 1.1.39.2 : Ὁ μὲν θεὸς τὰ τῶν ἄλλων ζῴων ἐπαΐει, οὔτε νοητῶς 722 1.1.39.3 : οὔτε ἐπαϊστῶς, εἰ μή τισι πάγχυ ὀλίγοις τῶν ἀνθρώπων. 723 1.1.39.4 : καὶ δυνάμιες δ´ αὐτῶ ἀλήθεια· ὧν οἶμαι νομεὺς εἰ ἐναρ– 724 1.1.39.5 : γέα τε καὶ ἐπαϊστά. αὐτὸς μὲν γὰρ ὁ θεός ἐστιν νόος καὶ 725 1.1.39.6 : ψυχὰ καὶ τὸ ἁγεμονικὸν τῶ σύμπαντος κόσμω· τᾶ δὲ δυ– 726 1.1.39.7 : νάμιες αὐτῶ τἀλήθεια, ὧν οἶμαι νομεῖς, τά τ´ ἔργα καὶ 727 1.1.39.8 : τᾶ πράξεες καὶ τᾶ κατὰ τὸν σύμπαντα κόσμον ἐπιστρω– 728 1.1.39.9 : φώσιες. Ὁ μὲν ὦν θεὸς αὐτὸς οὔτε ὁρατὸς οὔτε αἰσθη– 729 1.1.39.10 : τός, ἀλλὰ λόγῳ μόνον καὶ νόῳ θεωρατός· τὰ δ´ ἔργα 730 1.1.39.11 : αὐτῶ καὶ τᾶ πράξιες ἐναργέες τε καὶ αἰσθητὰ ἔντι πάν– 731 1.1.39.12 : τεσσιν ἀνθρώποις. Δοκίει δέ μοι καὶ μὴ εἷς εἶμεν ὁ 732 1.1.39.13 : θεός, ἀλλ´ εἷς μὲν ὁ μέγιστος καὶ καθυπέρτερος καὶ ὁ 733 1.1.39.14 : κρατέων τῶ παντός, τοὶ δ´ ἄλλοι πολλοὶ διαφέροντες 734 1.1.39.15 : κατὰ δύναμιν· βασιλεύεν δὲ πάντων αὐτῶν ὁ καὶ κράτει 735 1.1.39.16 : καὶ μεγέθει καὶ ἀρετᾷ μέζων. Οὗτος δέ κ´ εἴη θεὸς ὁ 736 1.1.39.17 : περιέχων τὸν σύμπαντα κόσμον, τοὶ δ´ ἄλλοι θεοὶ οἱ θέ– 737 1.1.39.18 : οντές ἐντι κατ´ οὐρανὸν σὺν τᾷ τῶ παντὸς περιαγήσι, 738 1.1.39.19 : κατὰ λόγον ὀπαδέοντες τῷ πράτῳ καὶ νοατῷ. Τοὶ δὲ λέ– 739 1.1.39.20 : γοντες ἕνα θεὸν εἶμεν, ἀλλὰ μὴ πολλὼς ἁμαρτάνοντι· 740 1.1.39.21 : τὸ γὰρ μέγιστον ἀξίωμα τᾶς θείας ὑπεροχᾶς οὐ συνθεω– 741 1.1.39.22 : ρεῦντι. Λέγω δὴ τὸ ἄρχεν καὶ καθαγέεσθαι τῶν ὁμοίων 742 1.1.39.23 : καὶ κράτιστον καὶ καθυπέρτερον εἶμεν τῶν ἄλλων. Τοὶ δ´ 743 1.1.39.24 : ἄλλοι θεοὶ ποτὶ τὸν πρᾶτον θεὸν καὶ νοατὸν οὕτως ἔχοντι, 744 1.1.39.25 : ὥσπερ χορευταὶ ποτὶ κορυφαῖον καὶ στρατιῶται ποτὶ στρα– 745 1.1.39.26 : ταγὸν καὶ λοχῖται καὶ ἐντεταγμένοι ποτὶ ταξιάρχαν καὶ 746 1.1.39.27 : λοχαγέταν, ἔχοντες φύσιν ἕπεσθαι καὶ ἐπακολουθὲν τῷ 747 1.1.39.28 : καλῶς καθαγεομένῳ. ξυνὸν μὲν ὦν αὐτῶν τὸ ἔργον ἐστὶ 748 1.1.39.29 : καὶ τῶ ἄρχοντος καὶ τῶν ἀρχομένων, ἀλλ´ οὔ κ´ ἔτι δύ– 749 1.1.39.30 : ναιντο συντετάχθαι τοὶ ἀρχόμενοι ποτὶ τὸ ἔργον ἀπολει– 750 1.1.39.31 : φθέντες ἁγεμόνος, ὥσπερ οὔτε χορευταὶ ποτὶ συναοιδίαν, 751 1.1.39.32 : οὔτε στρατιῶται ποτὶ στρατήαν, ἀπολειφθέντες τοὶ μὲν 752 1.1.39.33 : στραταγῶ, τοὶ δὲ κορυφαίω. 753 1.1.39.34 : Τοιαύτα δὲ φύσις οὐδενὸς ποτιδεῖται, οὔτε συγγενέος 754 1.1.39.35 : οὔτε ἔξωθεν· διόπερ οὔτε ἐκ δύο συνάρμοκται, ψυχᾶς καὶ 755 1.1.39.36 : σώματος (καὶ γὰρ διόλω ἐστὶ ψυχά), οὔτε ἐναντίων τινῶν 756 1.1.39.37 : (τὰ γὰρ ἐναντία καὶ κρατὲν καὶ κρατεῖσθαι πέφυκεν) Ἁ 757 1.1.39.38 : δέ γα τῶ σώματος κρᾶσις μιαίνει τὸ καθαρὸν τᾶς ψυχᾶς, 758 1.1.39.39 : ἁ μὲν γὰρ ἀκήρατος καὶ θεῖόν ἐστι, τὸ δὲ θνατὸν καὶ 759 1.1.39.40 : θολομιγές· οὕτω δὲ μιαίνει καὶ μόλιβδος χρυσὸν καὶ πᾶν 760 1.1.39.41 : τὸ τᾷ φύσι γνήσιον τὸ νόθον. Ὅλως δὲ τὸ σῶμα τοῖς 761 1.1.39.42 : θνατοῖς δέδωκεν ὁ θεὸς ζῴοις δι´ ἀιδίαν ἀνάγκαν καὶ 762 1.1.39.43 : ἄφυκτον. Φύσι γὰρ ἄπορον καὶ πτωχὸν πᾶν τὸ γενέσιος 763 1.1.39.44 : κεκοινωνηκός. 764 1.1.39.45 : Θεὸς μὲν ὦν ἔστι, καθάπερ ἐν ἀρχᾷ τῶ λόγω εἶπον, 765 1.1.39.46 : αὐτὸς γὰρ ἀρχὰ καὶ πρᾶτον· θεῖος δὲ ὁ κόσμος καὶ τὰ 766 1.1.39.47 : ἐν αὐτῷ δινεύμενα πανταχῶς. ὁμοίως δὲ καὶ δαίμων ἐστὶν 767 1.1.39.48 : ἁ ψυχὰ (αὐτὰ γὰρ ἄρχει καὶ κινεῖ τὸ διόλω ζῷον)· δαι– 768 1.1.39.49 : μόνιον δὲ τὸ σῶμα καὶ τὰ τούτω γε πάντα. δεῖ ὦν οὕτω 769 1.1.39.50 : διαιρέν, θεὸν καὶ θεῖον καὶ δαίμονα καὶ δαιμόνιον. 770 1.1.40.1 : <20Ἀρριανοῦ Ἐπικτητείου ἐκ τοῦ Περὶ εὐαρε– 771 1.1.40.2 : στήσεως>20 (I 12, 1–7). 772 1.1.40.3 : Περὶ θεῶν οἳ μέν τινές εἰσιν οἱ λέγοντες, μηδὲ εἶναι 773 1.1.40.4 : τὸ θεῖον· οἳ δὲ εἶναι μέν, ἀργὸν δὲ καὶ ἀμελὲς καὶ μὴ 774 1.1.40.5 : προνοεῖν μηδενός· τρίτοι δέ, οἱ καὶ εἶναι καὶ προνοεῖν, ἀλλὰ 775 1.1.40.6 : τῶν μεγάλων καὶ οὐρανίων, τῶν δὲ ἐπὶ γῆς μηδενός· τέ– 776 1.1.40.7 : ταρτοι 〈δὲ〉 οἱ καὶ τῶν ἐπὶ γῆς καὶ τῶν ἀνθρωπίνων, εἰς 777 1.1.40.8 : κοινὸν δὲ μόνον καὶ οὐχὶ καὶ κατ´ ἰδίαν ἑκάστου· πέμπτοι 778 1.1.40.9 : δὲ, ὧν ἦν καὶ Ὀδυσσεὺς καὶ Σωκράτης, οἱ λέγοντες ὅτι 779 1.1.40.10 : οὐδέ σε λήθω 780 1.1.40.11 : κινύμενος (Hom. Κ 279. 280). 781 1.1.40.12 : Εἴπερ οὖν ὑγιῶς λέγεται τέλος εἶναι τὸ ἕπεσθαι θεῷ, 782 1.1.40.13 : ἀναγκαῖον περὶ ἑκάστου τούτων ἐπεσκέφθαι. Εἰ γὰρ μὴ 783 1.1.40.14 : εἰσὶ θεοί, πῶς ἐστι τέλος ἕπεσθαι θεοῖς; Εἰ δὲ εἰσὶ 784 1.1.40.15 : μέν, μηδενὸς δὲ ἐπιμελούμενοι, καὶ οὕτω πῶς ὑγιὲς ἔσται; 785 1.1.40.16 : Ἀλλὰ δὴ καὶ ὄντων καὶ ἐπιμελουμένων, εἰ μηδεμία διά– 786 1.1.40.17 : δοσις εἰς ἀνθρώπους ἐστὶν ἐξ αὐτῶν καὶ νὴ Δία γε καὶ 787 1.1.40.18 : εἰς ἐμέ, πῶς ἔτι καὶ οὕτως ὑγιές ἐστιν; Πάντα οὖν ταῦτα 788 1.1.40.19 : ὁ καλὸς κἀγαθὸς ἐπεσκεμμένος τὴν αὑτοῦ γνώμην ὑπο– 789 1.1.40.20 : τέταχε τῷ διοικοῦντι τὰ πάντα, καθάπερ οἱ ἀγαθοὶ πολῖ– 790 1.1.40.21 : ται τῷ νόμῳ τῆς πόλεως. 791 1.2.t.1 : {1Περὶ τῶν νομιζόντων μὴ εἶναι πρόνοιαν καὶ ἑπο– 792 1.2.t.2 : μένας ταύτηι θείας ἐπὶ τῆι τοῦ παντὸς διοι– 793 1.2.t.3 : κήσει δυνάμεις.}1 794 1.2.1.1 : Ex <21poetis>21 hic probabiliter (v. infra) collocavit Stobaeus 795 1.2.1.2 : hanc eclogam: Σοφοκλῆς Οἰδίποδι (Oed. Tyr. 978. 979). Πρό– 796 1.2.1.3 : νοια δ´ ἐστὶν οὐδενὸς 〈σαφής·〉 | εἰκῆ κράτιστον ζῆν, ὅπως 797 1.2.1.4 : δύναιτό τις. Ex pinacographo Photiano constat praeterea de 798 1.2.1.5 : alterius poetae nomine quod est Μύρων (cf. Elter de Stob. 799 1.2.1.6 : cod. Phot. p. 55). 800 1.2.1.7 : Inter <21scriptores>21 laudatae fuerunt sententiae philosopho- 801 1.2.1.8 : rum Ἀρχαινέτου, Ἀρκεσιλάου, Εὐσεβίου (cf. Elter p. 12. 41); 802 1.2.1.9 : recteque Dilesius Doxogr. p. 59sq. huc traxit Epicuream quan- 803 1.2.1.10 : dam disputationem apud Plutarchum de plac. phil. I 7, 1–10, 804 1.2.1.11 : ex Aetio eam petitam, quod ipsum Καλλιμάχου nomen demon- 805 1.2.1.12 : strat in <21philosophorum>21 indice apud pinacographum Pho- 806 1.2.1.13 : tianum lectum: cf. Dilesium mus. Rhen. XXXVI p. 348 sq. contra 807 1.2.1.14 : Elterum p. 22 recte se defendentem. legebatur igitur inter 808 1.2.1.15 : philosophorum placita Callimachi sententia qualis est apud 809 1.2.1.16 : Plutarchum l. s. § 1 (cf. etiam § 3). 810 1.2.1.17 : Dubia quaedam vide in prooemio commemorata. 811 1.3.t.1 : {1Περὶ δίκης παρὰ τοῦ θεοῦ τεταγμένης ἐποπτεύ– 812 1.3.t.2 : ειν τὰ ἐπὶ γῆς γιγνόμενα ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων, τι– 813 1.3.t.3 : μωροῦ οὔσης τῶν ἁμαρτανόντων.}1 814 1.3.1.1 : <20Ἡσιόδου Ἔργων>20 ( 276–279). 815 1.3.1.2 : Τόνδε γὰρ ἀνθρώποισι νόμον διέταξε Κρονίων, 816 1.3.1.3 : ἰχθύσι μὲν καὶ θηρσὶ καὶ οἰωνοῖς πετεεινοῖς 817 1.3.1.4 : ἔσθειν ἀλλήλους, ἐπεὶ οὐ δίκη ἔστιν ἐν αὐτοῖς· 818 1.3.1.5 : ἀνθρώποισι δ´ ἔδωκε δίκην, ἣ πολλὸν ἀρίστη. 819 1.3.2.1 : <20Σοφοκλῆς>20 (Oed. Tyr. 551. 552). 820 1.3.2.2 : Εἴ τοι νομίζεις 〈ἄνδρα〉 συγγενῆ κακῶς 821 1.3.2.3 : δρῶν οὐχ ὑφέξειν τὴν δίκην, οὐκ εὖ φρονεῖς. 822 1.3.3.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (Eurip. Oedip. fr. 559 N.).〉 823 1.3.3.2 : Ὁρῶ γὰρ χρόνῳ 824 1.3.3.3 : δίκαν πάντ´ ἄγουσαν εἰς φῶς βροτοῖς. 825 1.3.4.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (fr. adesp. 403 N.).〉 826 1.3.4.2 : Φθείρει γὰρ ἡ πρόνοια τὴν ἀβουλίαν. 827 1.3.5.1 : 〈<20Εὐριπίδου>20 (Ion. 440. 441).〉 828 1.3.5.2 : Ἀρετὰς δίωκε· καὶ γὰρ ὅστις ἂν βροτῶν 829 1.3.5.3 : κακὸς πεφύκῃ, ζημιοῦσιν οἱ θεοί. 830 1.3.6.1 : <20Εὐριπίδης Οἰδίποδος>20 (=trag. fr. adesp. 404 N.). 831 1.3.6.2 : Οὐ δῆκταί πως κύνες οἱ θεοί, 832 1.3.6.3 : ἀλλ´ ἡ Δίκη γὰρ καὶ κατὰ σκότου βλέπει. 833 1.3.7.1 : 〈<20Σοφοκλέους>20 (fr. inc. 873 N.).〉 834 1.3.7.2 : Θεοῦ δὲ πληγὴν οὐχ ὑπεκπηδᾷ βροτός. 835 1.3.8.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (fr. adesp. 283 N.).〉 836 1.3.8.2 : Εἱμαρμένον δὲ τῶν κακῶν βουλευμάτων 837 1.3.8.3 : κακὰς ἀμοιβάς ἐστι καρποῦσθαι βροτούς. 838 1.3.9.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (fr. adesp. 405 N.).〉 839 1.3.9.2 : Οὐχ εὕδει Διὸς 840 1.3.9.3 : ὀφθαλμός, ἐγγὺς δ´ ἐστί, καίπερ ὢν πρόσω. 841 1.3.10.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (fr. adesp. 406 N.).〉 842 1.3.10.2 : Οὐ γάρ τις, οὐδὲ χρημάτων ὑπεργέμων, 843 1.3.10.3 : νόμον μιαίνων ἀσφαλῶς γηράσεται· 844 1.3.10.4 : ἀλλ´ ἡμέρας ἢ νυκτὸς ἡ Δίκη ποτὲ 845 1.3.10.5 : τῷ δυσσεβοῦντι σῖγ´ ἔχους´ ἐνήλατο. 846 1.3.11.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (fr. adesp. 407 N.).〉 847 1.3.11.2 : Τὸ μὴ δίκαιον ἔργον οὐ λήθει θεούς. 848 1.3.12.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (fr. adesp. 408 N.).〉 849 1.3.12.2 : Δαίμων βροτοῖσι πόλλ´ ἀνευρίσκει κακά. 850 1.3.13.1 : 〈<20Ἡσιόδου Ἔργων>20 ( 706).〉 851 1.3.13.2 : Εὖ δ´ ὄπιν ἀθανάτων μακάρων πεφυλαγμένος εἶναι. 852 1.3.14a.1 : <20Εὐριπίδης Μελανίππῃ>20 (fr. 508 N.). 853 1.3.14a.2 : Δοκεῖτε πηδᾶν τἀδικήματ´ εἰς θεοὺς 854 1.3.14a.3 : πτεροῖσι, κἄπειτ´ ἐν Διὸς δέλτου πτυχαῖς 855 1.3.14a.4 : γράφειν τιν´ αὐτά, Ζῆνα δ´ εἰσορῶντά νιν 856 1.3.14a.5 : θνητοῖς δικάζειν; οὐδ´ ὁ πᾶς ἂν οὐρανὸς 857 1.3.14a.6 : Διὸς γράφοντος τὰς βροτῶν ἁμαρτίας 858 1.3.14a.7 : ἐξαρκέσειεν, οὐδ´ ἐκεῖνος ἂν σκοπῶν 859 1.3.14a.8 : πέμπειν ἑκάστῳ ζημίαν· ἀλλ´ ἡ Δίκη 860 1.3.14a.9 : ἐνταῦθά ποὔστιν ἐγγύς, εἰ βούλεσθ´ ὁρᾶν. 861 1.3.15.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (fr. adesp. 409 N.).〉 862 1.3.15.2 : Λύπας μὲν ἀνθρώποισιν, ὦ γύναι, θεοὶ 863 1.3.15.3 : τοῖσιν διδοῦσιν, οὓς ἂν ἐχθαίρως´, ἐπεὶ 864 1.3.15.4 : οὔ σφιν πονηρόν ἐστιν. 865 1.3.15a.1 : <20Εὐριπίδης Φρίξῳ>20 (fr. 832, 1–4 N.). 866 1.3.15a.2 : Ὅστις δὲ θνητῶν οἴεται τοὐφ´ ἡμέραν 867 1.3.15a.3 : κακόν τι πράσσων τοὺς θεοὺς λεληθέναι, 868 1.3.15a.4 : δοκεῖ πονηρὰ καὶ δοκῶν ἁλίσκεται, 869 1.3.15a.5 : ὅταν σχολὴν ἄγουσα τυγχάνῃ Δίκη. 870 1.3.16.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (=Eur. fr. 832, 5 N.).〉 871 1.3.16.2 : Τιμωρίαν ἔτισεν ὧν ἔρξεν κακῶν. 872 1.3.16.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (fr. adesp. 410 N.).〉 873 1.3.16.2 : Ὀξὺς θεῶν ὀφθαλμὸς εἰς τὰ πάντ´ ἰδεῖν. 874 1.3.17.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (frg. adesp. 411 N.).〉 875 1.3.17.2 : Ἔσθ´, ὡς ἔοικεν, ἔστιν οὐχ ὁρώμενον 876 1.3.17.3 : τοῖς ζῶσιν ἡμῖν οὐδὲ προσδοκώμενον 877 1.3.17.4 : δαιμόνιον, ᾧ μέλει τι τοῦ θνητοῦ βίου. 878 1.3.18.1 : 〈<20Εὐριπίδου>20 (Elect. 953–956.).〉 879 1.3.18.2 : Δίκην δέδωκας· ὥστε τις κακουργίας 880 1.3.18.3 : μή μοι τὸ πρῶτον βῆμ´ ἐὰν δράμῃ καλῶς, 881 1.3.18.4 : νικᾶν δοκείτω τὴν Δίκην, πρὶν ἂν τέλος 882 1.3.18.5 : γραμμῆς ἵκηται καὶ πέρας κάμψῃ βίου. 883 1.3.19.1 : <20Διονυσίου>20 (fr. 5 p. 617 N.). 884 1.3.19.2 : Ὁ τῆς Δίκης ὀφθαλμός, ὡς δι´ ἡσύχου 885 1.3.19.3 : λεύσσων προσώπου, πάνθ´ ὁμῶς ἀεὶ βλέπει. 886 1.3.20.1 : <20Σοφοκλῆς Αἴαντι>20 ( 758–761). 887 1.3.20.2 : Τὰ γὰρ περισσὰ κἀνόνητα σώματα 888 1.3.20.3 : πίπτειν βαρείαις πρὸς θεῶν δυσπραξίαις 889 1.3.20.4 : ἔφασχ´ ὁ μάντις, ὅστις ἀνθρώπου φύσει 890 1.3.20.5 : βλαστὼν ἔπειτα μὴ κατ´ ἄνθρωπον φρονῇ. 891 1.3.21.1 : <20Εὐριπίδου>20 (fr. inc. 969 N.). 892 1.3.21.2 : Οὔτοι προσελθοῦς´ ἡ Δίκη σε πώποτε 893 1.3.21.3 : παίσει πρὸς ἧπαρ, οὐδὲ τῶν ἄλλων βροτῶν 894 1.3.21.4 : τὸν ἄδικον, ἀλλὰ σῖγα καὶ βραδεῖ ποδὶ 895 1.3.21.5 : στείχουσα μάρπτει τοὺς κακοὺς ἀεὶ βροτῶν. 896 1.3.22.1 : <20Θεοδέκτου>20 (fr. inc. 8 p. 625 N.). 897 1.3.22.2 : Ὅστις δὲ θνητῶν μέμφεται τὰ θεῖ´, ὅτι 898 1.3.22.3 : οὐκ εὐθύς, ἀλλὰ τῷ χρόνῳ μετέρχεται 899 1.3.22.4 : τοὺς μὴ δικαίους, πρόφασιν εἰσακουσάτω· 900 1.3.22.5 : εἰ μὲν παραυτίκ´ ἦσαν αἱ τιμωρίαι, 901 1.3.22.6 : πολλοὶ διὰ φόβον κοὐ δι´ εὐσεβῆ τρόπον 902 1.3.22.7 : θεοὺς ἂν ηὖξον· νῦν δὲ τῆς τιμωρίας 903 1.3.22.8 : ἄπωθεν οὔσης, τῇ φύσει χρῶνται βροτοί. 904 1.3.22.9 : ὅταν δὲ φωραθῶσιν ὀφθέντες κακοί, 905 1.3.22.10 : τίνουσι ποινὰς ὑστέροισιν ἐν χρόνοις. 906 1.3.23.1 : <20Εὐριπίδου Ἀνδρομέδας>20 (fr. 149 N.). 907 1.3.23.2 : Τήν τοι Δίκην λέγουσι παῖδ´ εἶναι Διὸς 908 1.3.23.3 : ἐγγύς τε ναίειν τῆς βροτῶν τιμωρίας. 909 1.3.24.1 : <20Αἰσχύλου>20 (dub. fr. 444 N.). 910 1.3.24.2 : Δράσαντι γάρ τοι καὶ παθεῖν ὀφείλεται. 911 1.3.25.1 : <20Εὐριπίδης Ἀντιόπῃ>20 (fr. 224 N.). 912 1.3.25.2 : Δίκα τοι δίκα χρόνιος, ἀλλ´ ὅμως 913 1.3.25.3 : ὑποπεσοῦς´ ἔλαθεν, ὅταν ἔχῃ τιν´ ἀσεβῆ βροτῶν. 914 1.3.26-27.1 : <20Αἰσχύλου Βακχῶν>20 (=inc. fr. 379 N.). 915 1.3.26-27.2 : Τό τοι κακὸν ποδῶκες ἔρχεται βροτοῖς 916 1.3.26-27.3 : κατ´ ἀμπλάκημα τῷ περῶντι τὴν θέμιν. 917 1.3.28.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (adesp. fr. 412 N.)〉. 918 1.3.28.2 : Ὁρᾷς Δίκην ἄναυδον οὐχ ὁρωμένην 919 1.3.28.3 : εὕδοντι καὶ στείχοντι καὶ καθημένῳ· 920 1.3.28.4 : ἑξῆς δ´ ὀπαδεῖ δόχμιον, ἄλλοθ´ ὕστερον. 921 1.3.29.1 : 〈<21Comici incerti.>21〉 922 1.3.29.2 : Οὐδὲν καλύπτει νὺξ κακῶς εἰργασμένον, 923 1.3.29.3 : ὅ τι δ´ ἂν ποιῇς ἀεὶ νόμιζ´ ὁρᾶν τινά. 924 1.3.30.1 : <20Ἰξίονος>20 (=trag. adesp. fr. 413 N.). 925 1.3.30.2 : Ἐχθρὸς μὲν ἁνήρ, ἀλλὰ τὴν Δίκην σέβω. 926 1.3.31.1 : <20Ὁμήρου>20 (ξ 83. 84). 927 1.3.31.2 : Οὐ γὰρ σχέτλια ἔργα θεοὶ μάκαρες φιλέουσιν, 928 1.3.31.3 : ἀλλὰ δίκην τίνουσι καὶ αἴσιμα ἔργ´ ἀνθρώπων. 929 1.3.32.1 : 〈<20Σοφοκλῆς>20 (fr. inc. 809 N.).〉 930 1.3.32.2 : Ἀεὶ γὰρ εὖ πίπτουσιν οἱ Διὸς κύβοι. 931 1.3.33.1 : <20Εὐριπίδης Ἀντιόπῃ>20 (fr. 233 N.). 932 1.3.33.2 : Τήν τοι Δίκην λέγουσι παῖδ´ εἶναι Χρόνου, 933 1.3.33.3 : δείκνυσι δ´ ἡμῶν ὅστις ἔστ´ ἢ μὴ κακός. 934 1.3.34.1 : <20Ἀρχιλόχου>20 (fr. 88 3 B.). 935 1.3.34.2 : Ὦ Ζεῦ, πάτερ Ζεῦ, σὸν μὲν οὐρανοῦ κράτος, 936 1.3.34.3 : σὺ δ´ ἔργ´ ἐπ´ ἀνθρώπων ὁρᾷς 937 1.3.34.4 : λεωργὰ κἀθέμιστα, σοὶ δὲ θηρίων 938 1.3.34.5 : ὕβρις τε καὶ δίκη μέλει. 939 1.3.35.1 : <20Εὐριπίδης Ἀρχελάῳ>20 (fr. 266 N.). 940 1.3.35.2 : Τὰ γὰρ οὐκ ὀρθῶς πρασσόμεν´ ὀρθῶς 941 1.3.35.3 : τοῖς πράσσουσιν κακὸν ἦλθε. 942 1.3.36.1 : 〈<20Σοφοκλῆς>20 (Electr. 696. 697).〉 943 1.3.36.2 : Καὶ ταῦτα μὲν τοιαῦθ´· ὅταν δέ τις θεῶν 944 1.3.36.3 : βλάπτῃ, δύναιτ´ ἂν οὐδ´ ἂν ἰσχύων φυγεῖν. 945 1.3.37.1 : <20Σοφοκλῆς Αἴαντι>20 (fr. 11 N.). 946 1.3.37.2 : Τὸ χρύσεον δὲ τᾶς Δίκας δέδορκεν 947 1.3.37.3 : ὄμμα, τὸν δ´ ἄδικον ἀμείβεται. 948 1.3.38.1 : <20Ἡσιόδου Θεογονίας>20 ( 217. 220–222). 949 1.3.38.2 : Καὶ Μοίρας καὶ Κῆρας ἐγείνατο νηλεοποίνους, 950 1.3.38.3 : αἵ τ´ ἀνδρῶν τε θεῶν τε παραιβασίας ἐφέπουσιν· 951 1.3.38.4 : οὐδέ ποτε λήγουσι θεαὶ δεινοῖο χόλοιο, 952 1.3.38.5 : πρίν γ´ ἀπὸ τῷ δώωσι κακὴν ὄπιν ὅστις ἁμάρτῃ. 953 1.3.39.1 : <20Εὐριπίδης Πολυείδῳ>20 (fr. 646 N.). 954 1.3.39.2 : Οὐδεὶς παρανομῶν πρὸς θεοὺς ἐχέγγυος. 955 1.3.40.1 : 〈<20Εὐριπίδου>20 (inc. fr. 1030 N.).〉 956 1.3.40.2 : Συγγνώμονάς τοι τοὺς θεοὺς εἶναι δοκεῖς, 957 1.3.40.3 : ὅταν τις ὅρκῳ θάνατον ἐκφυγεῖν θέλῃ 958 1.3.40.4 : ἢ δεσμὸν ἢ βίαια πολεμίων κακά, 959 1.3.40.5 : ἢ παισὶν αὐθένταισι κοινωνῇ δόμων; 960 1.3.40.6 : ἤτἄρα θνητῶν εἰσιν ἀσυνετώτεροι, 961 1.3.40.7 : ἢ τἀπιεικῆ πρόσθεν ἡγοῦνται δίκης. 962 1.3.41.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (fr. adesp. 414 N.)〉. 963 1.3.41.2 : Μόνη ´στιν ἀπαραίτητος ἀνθρώποις Δίκη. 964 1.3.42.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (fr. adesp. 415 N.).〉 965 1.3.42.2 : Μὴ μουσοποίει πρὸς τὸ νηπιώτερον· 966 1.3.42.3 : πόρρω γὰρ ἑστὼς ὁ θεὸς ἐγγύθεν κλύει. 967 1.3.43.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (fr. adesp. 416 N.).〉 968 1.3.43.2 : Ὅστις λέγει κάκ´ εὖ φρονῶν, σιγῇ στένει. 969 1.3.44.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (fr. adesp. 417 N.).〉 970 1.3.44.2 : Ἄγει τὸ θεῖον τοὺς κακοὺς πρὸς τὴν δίκην. 971 1.3.45.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (fr. adesp. 418 N.).〉 972 1.3.45.2 : Τὸ δὲ θεῶν κράτος μέγα κατ´ ἀνθρώπους, 973 1.3.45.3 : ἄφρονες δ´ ὁπόσοι τὸ δίκαιον ἄγους´ 974 1.3.45.4 : ὑπὸ τᾶς ἀδίκου βιοτᾶς ἀφανές, 975 1.3.45.5 : μέγα γὰρ ὄμμα δαιμόνων, οἷς τίνους´ 976 1.3.45.6 : ἀμοιβὰς κακῶν. 977 1.3.46.1 : 〈<20Ὁμήρου>20 (Π 386. 387).〉 978 1.3.46.2 : Καὶ Ζεὺς τοῖς ἄνδρεσσι κοτεσσάμενος χαλεπαίνει, 979 1.3.46.3 : οἳ βίη εἰν ἀγορῇ σκολιὰς κρίνωσι θέμιστας. 980 1.3.47.1 : 〈<20Εὐριπίδου Ἀρχελάου>20 (fr. 257 N.).〉 981 1.3.47.2 : Δοκεῖς τὰ θεῶν σὺ ξυνετὰ νικήσειν ποτὲ 982 1.3.47.3 : καὶ τὴν Δίκην που μάκρ´ ἀπῳκίσθαι βροτῶν; 983 1.3.47.4 : ἣ δ´ ἐγγύς ἐστιν· οὐχ ὁρωμένη δ´ ὁρᾷ, 984 1.3.47.5 : ὃν χρὴ κολάζειν τ´ οἶδεν· ἀλλ´ οὐκ οἶσθα σύ, 985 1.3.47.6 : ὁπόταν ἄφνω μολοῦσα διολέσῃ κακούς. 986 1.3.48a.1 : 〈<20Σοφοκλῆς>20 (=Ai. Locr. fr. 18 N.).〉 987 1.3.48a.2 : Εἰ δείν´ ἔδρασας, δεινὰ καὶ παθεῖν σε δεῖ. 988 1.3.49.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (fr. adesp. 419 N.)〉. 989 1.3.49.2 : Δίκας δ´ ἐξέλαμψε θεῖον φάος. 990 1.3.49.1 : <20Δημοσθένους>20 (II 10 p. 20, 27). 991 1.3.49.2 : Οὐ γὰρ ἔστιν ἀδικοῦντα καὶ ἐπιορκοῦντα καὶ ψευδό– 992 1.3.49.3 : μενον δύναμιν βεβαίαν κτήσασθαι. ἀλλὰ τὰ τοιαῦτα εἰς 993 1.3.49.4 : μὲν ἅπαξ καὶ βραχὺν χρόνον ἀντέχει· καὶ σφόδρα γε ἤνθη– 994 1.3.49.5 : σεν ἐπὶ ταῖς ἐλπίσιν, ἂν τύχῃ· τῷ χρόνῳ δὲ φωρᾶται 995 1.3.49.6 : καὶ περὶ αὑτὰ καταρρεῖ. 996 1.3.50.1 : <20Ἐκ τῶν Ἐπικτήτου Ἀπομνημονευμάτων.>20 997 1.3.50.2 : „Ἀλλ´ ὁρῶ“, φησί τις, „τοὺς καλοὺς κἀγαθοὺς καὶ 998 1.3.50.3 : λιμῷ καὶ ῥίγει ἀπολλυμένους“. Τοὺς δὲ μὴ καλοὺς καὶ μὴ 999 1.3.50.4 : ἀγαθοὺς οὐχ ὁρᾷς τρυφῇ καὶ ἀλαζονείᾳ καὶ ἀπειροκαλίᾳ 1000 1.3.50.5 : ἀπολλυμένους; „Ἀλλ´ αἰσχρὸν τὸ παρ´ ἄλλου τρέφεσθαι“. 1001 1.3.50.6 : Καὶ τίς, ὦ κακόδαιμον, αὐτὸς ἐξ ἑαυτοῦ τρέφεται ἄλλος 1002 1.3.50.7 : γε ἢ ὁ κόσμος; Ὅστις γοῦν ἐγκαλεῖ τῇ προνοίᾳ ὅτι οἱ 1003 1.3.50.8 : πονηροὶ οὐ διδόασι δίκην, ὅτι ἰσχυροί εἰσι καὶ πλούσιοι, 1004 1.3.50.9 : ὅμοιόν τι δρᾷ ὥσπερ εἰ τοὺς ὀφθαλμοὺς ἀπολωλεκότων 1005 1.3.50.10 : αὐτῶν ἔλεγε μὴ δεδωκέναι δίκην αὐτούς, ὅτι οἱ ὄνυχες 1006 1.3.50.11 : ὑγιεῖς εἶεν. Ἐγὼ μὲν γάρ φημι πολὺ διαφέρειν μᾶλλον 1007 1.3.50.12 : ἀρετὴν κακίας, ἢ ὀφθαλμοὶ ὀνύχων διαφέρουσιν. 1008 1.3.51.1 : 〈<20Ἡροδότου>20 V 56.〉 1009 1.3.51.2 : Ἐν τῇ προτέρῃ νυκτὶ τῶν Παναθηναίων ἐδόκεε ὁ Ἵπ– 1010 1.3.51.3 : παρχος ἄνδρα οἱ ἐπιστάντα μέγαν καὶ εὐειδέα αἰνίσσεσθαι 1011 1.3.51.4 : τάδε τὰ ἔπεα· 1012 1.3.51.5 : Τλῆθι λέων ἄτλητα παθὼν τετληότι θυμῷ· 1013 1.3.51.6 : οὐδεὶς ἀνθρώπων ἀδικῶν τίσιν οὐκ ἀποτίσει. 1014 1.3.52.1 : <20Ἑρμῆς>20 (deest apud Patric.). 1015 1.3.52.2 : Δαίμων γάρ τις μεγίστη τέτακται, ὦ τέκνον, ἐν μέσῳ 1016 1.3.52.3 : τοῦ παντὸς εἱλουμένη, πάντα περιορῶσα τὰ ἐπὶ γῆς γι– 1017 1.3.52.4 : νόμενα ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων. καθάπερ 〈γὰρ〉 ἐπὶ τῆς θείας 1018 1.3.52.5 : τάξεως πρόνοια καὶ ἀνάγκη τέτακται, τὸν αὐτὸν τρόπον 1019 1.3.52.6 : καὶ ἐπὶ τῶν ἀνθρώπων τέτακται ἡ δίκη, ταὐτὰ ἐκείνοις 1020 1.3.52.7 : ἐνεργοῦσα. ἐκείνη μὲν γὰρ κρατεῖ τὴν τάξιν τῶν ὄντων 1021 1.3.52.8 : ὡς θείων καὶ ἁμαρτεῖν μὴ θελόντων μηδὲ δυναμένων· 1022 1.3.52.9 : ἀδύνατον γὰρ τὸ θεῖον πλανηθῆναι, ἐξ οὗ καὶ τὸ ἀνα– 1023 1.3.52.10 : μαρτεῖν συμβαίνει. ἡ δὲ δίκη τέτακται τιμωρὸς τῶν ἐπὶ 1024 1.3.52.11 : γῆς ἁμαρτανόντων. ἀνθρώπων γὰρ γένος 〈ἁμαρτωλόν〉, 1025 1.3.52.12 : ἅτε θνητὸν ὂν καὶ ἐκ κακῆς ὕλης συνεστώς· καὶ μάλιστα 1026 1.3.52.13 : ἐκείνοις συμβαίνει τὸ ὀλισθαίνειν, οἷς θεοπτικὴ δύναμις 1027 1.3.52.14 : οὐ πρόσεστι· τούτων δὲ καὶ μάλιστα ἐπικρατεῖ δίκη· καὶ 1028 1.3.52.15 : τῇ εἱμαρμένῃ ὑπόκεινται διὰ τὰς τῆς γενέσεως ἐνεργείας, 1029 1.3.52.16 : τῇ δὲ δίκῃ διὰ τὰς ἐν τῷ βίῳ ἁμαρτίας. 1030 1.3.53.1 : <20Ἱεροκλέους ἐκ τοῦ Τίνα τρόπον θεοῖς χρη– 1031 1.3.53.2 : στέον.>20 1032 1.3.53.3 : Ἔτι προσδιαληπτέον καὶ ταῦθ´ ὑπὲρ τῶν θεῶν, ὡς 1033 1.3.53.4 : εἰσὶν ἄτρεπτοι καὶ ἀραρότες τοῖς κρίμασιν, ὥστε τοῦ ἀπ´ 1034 1.3.53.5 : ἀρχῆς δόξαντος μηδέποτε ἐξίστασθαι. Μία γάρ τις ἦν 1035 1.3.53.6 : τῶν ἀρετῶν καὶ ἡ ἀμεταπτωσία καὶ βεβαιότης, ἣν εἰκὸς 1036 1.3.53.7 : οὐχ ἥκιστα κἀν θεοῖς εἶναι παρέχουσαν τὸ ἱδρυμένον καὶ 1037 1.3.53.8 : ἔμπεδον τῶν ἅπαξ αὐτοῖς δοξάντων. Ἐξ οὗ δῆλον, ὡς 1038 1.3.53.9 : οὐδὲ τὰς κολάσεις, ἃς ἔκρινέ τισιν ἐπιθεῖναι τὸ δαιμόνιον, 1039 1.3.53.10 : πιθανὸν παρίεσθαι. Καὶ γὰρ αὖ λογίσασθαι ῥᾴδιον, ὡς 1040 1.3.53.11 : εἰ μεταβάλλουσιν οἱ θεοὶ τὰς αὑτῶν κρίσεις καὶ ὃν ἔγνω– 1041 1.3.53.12 : σαν κολάσαι παριᾶσιν ἀκόλαστον, οὔτε καλῶς καὶ δικαίως 1042 1.3.53.13 : 〈ἂν〉 διοικοῖεν τὰ κατὰ τὸν κόσμον, οὔτε ἀπολογισμὸν εἰκότα 1043 1.3.53.14 : φέρειν ἂν δύναιντο μετανοίας. Καὶ τὰ τοιαῦτα ἔοικεν 1044 1.3.53.15 : αὐτοσχεδίως καὶ κατ´ οὐδενὸς λέγειν ἡ ποιητική (Hom. Ι 1045 1.3.53.16 : 499–501)· 1046 1.3.53.17 : Καὶ 〈μὲν τοὺς〉 θυσίαισι καὶ εὐχωλῇς ἀγανῇσι, 1047 1.3.53.18 : λοιβῇ τε κνίσῃ τε παρατρωπῶς´ ἄνθρωποι 1048 1.3.53.19 : λισσόμενοι, ὅτε κέν τις ὑπερβαίῃ καὶ ἁμάρτῃ, 1049 1.3.53.20 : καὶ τὸ (id. Ι 497)· 1050 1.3.53.21 : στρεπτοὶ δέ τε καὶ θεοὶ αὐτοί, 1051 1.3.53.22 : συνόλως τε πᾶν εἴ τι τούτοις εἴρηται παραπλησίως. 1052 1.3.54.1 : <20Ἐν ταὐτῷ.>20 1053 1.3.54.2 : Ἀλλ´ οὐ μὴν οὐδὲ ἐκεῖνο παρετέον, ὡς, εἰ καὶ μὴ κα– 1054 1.3.54.3 : κῶν αἴτιοι τυγχάνουσιν οἱ θεοί, τῶν γε τοιούτων ἔνια 1055 1.3.54.4 : προσάπτουσί τισι καὶ περιβάλλουσιν ἀξίους σωματικαῖς 1056 1.3.54.5 : τε ἐλαττώσεσι καὶ ταῖς τῶν ἐκτός, οὐ κακοηθείᾳ χρώμενοι, 1057 1.3.54.6 : κἀξεπίτηδες δυσχρηστῆσαι ἄνθρωπον οἰόμενοι δεῖν, ἀλλ´ ἐν 1058 1.3.54.7 : τρόπῳ κολάσεως. Καθάπερ γὰρ λοιμοὶ καὶ αὐχμοί, ἔτι 1059 1.3.54.8 : δὲ ἐπομβρίαι καὶ σεισμοὶ καὶ πᾶν τὸ τοιόνδε τὰ μὲν 1060 1.3.54.9 : πολλὰ γίγνεται δι´ αἰτίας ἑτέρας τινὰς φυσικωτέρας, ἔστι 1061 1.3.54.10 : δ´ ὅτε καὶ ὑπὸ θεῶν, ἐπειδὰν καιρὸς ᾖ δημοσίᾳ καὶ 1062 1.3.54.11 : κοινῇ τὰ πολλῶν ἀμπλακήματα κολασθῆναι, τὸν αὐτὸν 1063 1.3.54.12 : τρόπον καὶ πρὸς ἕνα χρῶνταί ποτε θεοὶ σωματικοῖς 〈τε〉 1064 1.3.54.13 : ἐλαττώμασι καὶ τοῖς 〈τῶν〉 ἐκτός, 〈ἐς〉 αὐτοῦ μέντοι κόλασιν, 1065 1.3.54.14 : ἐπιστροφὴν δὲ καὶ προαίρεσιν ἀμείνω τῶν ἄλλων. 1066 1.3.55a.1 : <20Πλάτωνος Νόμων>20 (IV p. 715E–716B). 1067 1.3.55a.2 : Ὁ μὲν δὴ θεὸς (ὥσπερ καὶ ὁ παλαιὸς λόγος) ἀρχήν 1068 1.3.55a.3 : τε καὶ τελευτὴν καὶ μέσα τῶν ὄντων ἁπάντων ἔχων, εὐθείᾳ 1069 1.3.55a.4 : περαίνει κατὰ φύσιν περιπορευόμενος. τῷ δ´ ἀεὶ ξυνέπε– 1070 1.3.55a.5 : ται δίκη τῶν ἀπολειπομένων τοῦ θείου νόμου τιμωρός· 1071 1.3.55a.6 : ἧς ὁ μὲν εὐδαιμονήσειν μέλλων ἐχόμενος, ξυνέπεται τα– 1072 1.3.55a.7 : πεινὸς [καὶ κεκοσμημένος]· ὁ δέ τις ἐξαρθεὶς ὑπὸ μεγα– 1073 1.3.55a.8 : λαυχίας, ἢ χρήμασιν ἐπαιρόμενος ἢ τιμαῖς ἢ καὶ σώμα– 1074 1.3.55a.9 : τος εὐμορφίᾳ, ἅμα νεότητι καὶ ἀνοίᾳ, φλέγεται τὴν ψυχὴν 1075 1.3.55a.10 : μεθ´ ὕβρεως, ὡς οὔτε ἄρχοντος οὔτε τινὸς ἡγεμόνος δε– 1076 1.3.55a.11 : όμενος, ἀλλὰ καὶ ἄλλοις ἱκανὸς ὢν ἡγεῖσθαι, καταλείπεται 1077 1.3.55a.12 : ἔρημος θεοῦ· καταλειφθεὶς δὲ καὶ ἔτι ἄλλους τοιούτους 1078 1.3.55a.13 : προσλαβὼν σκιρτᾷ ταράττων πάντα ἅμα· καὶ πολλοῖς 1079 1.3.55a.14 : τισιν ἔδοξεν εἶναί τις, μετὰ δὲ χρόνον οὐ πολὺν ὑποσχὼν 1080 1.3.55a.15 : τιμωρίαν οὐ μεμπτὴν τῇ δίκῃ, ἑαυτόν τε καὶ οἶκον καὶ 1081 1.3.55a.16 : πόλιν ἄρδην ἀνάστατον ἐποίησεν. 1082 1.3.56.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ Νόμων>20 ιʹ (p. 905D–906B). 1083 1.3.56.2 : Ὅτι μὲν γὰρ θεοί τ´ εἰσὶ καὶ ἀνθρώπων ἐπιμελοῦνται. 1084 1.3.56.3 : ἔγωγ´ οὐ παντάπασι φαύλως ἂν ἡμῖν φαίην ἀποδεδεῖχθαι· 1085 1.3.56.4 : τὸ δὲ παραιτητοὺς αὐτοὺς εἶναι τοῖς ἀδικοῦσι, δεχομένους 1086 1.3.56.5 : δῶρα, οὔτε τινὶ συγχωρητέον παντί τ´ αὖ κατὰ δύναμιν 1087 1.3.56.6 : τρόπῳ ἐλεγκτέον. {—}Κάλλιστ´ εἶπες· ποιῶμέν τε ὡς λέ– 1088 1.3.56.7 : γεις. {—}Φέρε καὶ πρὸς θεῶν αὐτῶν, τίνα τρόπον παραι– 1089 1.3.56.8 : τητοὶ γίγνοιντ´ ἂν ἡμῖν, εἰ γίγνοιντο αὖ; καὶ τίνες ἢ 1090 1.3.56.9 : ποῖοί τινες ὄντες; ἄρχοντας μὲν ἀναγκαῖόν που γίγνεσθαι 1091 1.3.56.10 : τούς γε διοικήσαντας τὸν ἅπαντα ἐνδελεχῶς οὐρανόν. {—} 1092 1.3.56.11 : Οὕτως. {—}Ἀλλ´ ἄρα τίσι προσφερεῖς τῶν ἀρχόντων; ἢ 1093 1.3.56.12 : τίνες 〈τούτοις〉, ὧν δυνατὸν ἡμῖν ἀπεικάζουσι τυγχάνειν 1094 1.3.56.13 : μείζοσιν ἐλάττονας; πότερον ἡνίοχοί τινες ἂν εἶεν τοιοῦτοι 1095 1.3.56.14 : ζευγῶν ἁμιλλωμένων, ἢ πλοίων κυβερνῆται; τάχα δὲ κἂν 1096 1.3.56.15 : ἀπεικασθεῖεν στρατοπέδων ἄρχουσί τισιν. Εἴη δ´ ἂν 1097 1.3.56.16 : καὶ νόσων πόλεμον εὐλαβουμένοις ἰατροῖς ἐοικέναι περὶ 1098 1.3.56.17 : σώματα, ἢ γεωργοῖς περὶ φυτῶν γένεσιν, εἰωθυίας ὥρας 1099 1.3.56.18 : χαλεπὰς διὰ φόβων προσδεχομένοις, ἢ καὶ ποιμνίων ἐπι– 1100 1.3.56.19 : στάταις. Ἐπειδὴ γὰρ ξυγκεχωρήκαμεν ἡμῖν αὐτοῖς εἶναι 1101 1.3.56.20 : τὸν οὐρανὸν μεστὸν μὲν πολλῶν ἀγαθῶν, πολλῶν δὲ καὶ 1102 1.3.56.21 : τῶν ἐναντίων, πλειόνων δὲ τῶν μή, μαχὴ δή, φαμέν, ἀθά– 1103 1.3.56.22 : νατός ἐστιν ἡ τοιαύτη καὶ φυλακῆς θαυμαστῆς δεομένη. 1104 1.3.56.23 : Ξύμμαχοι δ´ ἡμῖν θεοί τε ἅμα καὶ δαίμονες· ἡμεῖς δὲ 1105 1.3.56.24 : αὖ κτήματα θεῶν καὶ δαιμόνων· φθείρει δ´ ἡμᾶς ἀδικία 1106 1.3.56.25 : καὶ ὕβρις μετὰ ἀφροσύνης, σῴζει δὲ δικαιοσύνη καὶ σω– 1107 1.3.56.26 : φροσύνη μετὰ φρονήσεως, ἐν ταῖς τῶν θεῶν ἐμψύχοις 1108 1.3.56.27 : οἰκοῦσαι δυνάμεσιν. 1109 1.3.57.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (X p. 906D–907B). 1110 1.3.57.2 : Τίσιν οὖν δὴ τῶν προρρηθέντων ἀπεικάζων ὁμοίους 1111 1.3.57.3 : εἶναι φύλακας θεοὺς οὐκ ἂν καταγέλαστος γίγνοιτο ἀν– 1112 1.3.57.4 : θρώπων ὁστισοῦν; πότερον κυβερνήταις, λοιβῇ τε οἴνου 1113 1.3.57.5 : κνίσῃ τε παρατρεπομένοις αὐτοῖς, ἀνατρέπουσι δὲ ναῦς 1114 1.3.57.6 : τε καὶ ναύτας; {—}Μηδαμῶς. {—}Ἀλλ´ οὔτι μὴν ἡνιόχοις 1115 1.3.57.7 : ἐν ἁμίλλῃ ξυντεταγμένοις, πεισθεῖσιν ὑπὸ δωρεᾶς τὴν 1116 1.3.57.8 : νίκην ἑτέροις ζεύγεσι προδοῦναι. {—}Δεινὴν γὰρ εἰκόνα 1117 1.3.57.9 : λέγοις ἄν, λέγων τοῦτον τὸν λόγον. {—}Οὐ μὴν οὐδὲ στρα– 1118 1.3.57.10 : τηγοῖς γε οὐδὲ ἰατροῖς οὐδὲ γεωργοῖς· οὐδὲ νομεῦσι μὴν 1119 1.3.57.11 : οὐδέ τισι κυσὶ κεκηλημένοις ὑπὸ λύκων. {—}Εὐφήμει. Πῶς 1120 1.3.57.12 : γὰρ ἄν; {—}Ἀλλ´ οὐ πάντων φυλάκων εἰσὶ μέγιστοι καὶ 1121 1.3.57.13 : περὶ τὰ μέγισθ´ ἡμῖν οἱ πάντες θεοί; {—}Πολύ γε. {—}Τοὺς 1122 1.3.57.14 : δὴ κάλλιστά τε πράγματα φυλάττοντας διαφέροντάς τε 1123 1.3.57.15 : αὐτοὺς φυλακῇ πρὸς ἀρετὴν κυνῶν χείρους καὶ ἀνθρώπων 1124 1.3.57.16 : μέσον εἶναι φήσομεν, οἳ τὸ δίκαιον οὐκ ἄν ποτε προδοῖεν 1125 1.3.57.17 : ἕνεκα δώρων παρ´ ἀδίκων ἀνδρῶν ἀνοσίως διδομένων; {—} 1126 1.3.57.18 : Οὐδαμῶς· οὔτε ἀνεκτὸς ὁ λόγος τῶν τε περὶ πᾶσαν 1127 1.3.57.19 : ἀσέβειαν ὄντων κινδυνεύει πᾶς ὁ ταύτης τῆς δόξης ἀντε– 1128 1.3.57.20 : χόμενος πάντων ἂν τῶν ἀσεβῶν κεκρίσθαι δικαιότατα κά– 1129 1.3.57.21 : κιστός τε καὶ ἀσεβέστατος εἶναι. 1130 1.3.56.1 : <20Πορφυρίου ἐκ τοῦ Περὶ Στυγός>20 (ap. Holsten., 1131 1.3.56.2 : opusc. Porph. p. 148). 1132 1.3.56.3 : Ἰνδοὶ οἱ ἐπὶ τῆς βασιλείας τῆς Ἀντωνίνου, τοῦ ἐξ 1133 1.3.56.4 : Ἐμίσων ἐν τῇ Συρίᾳ [ἀφικομένου] Βαρδισάνῃ τῷ ἐκ τῆς 1134 1.3.56.5 : Μεσοποταμίας εἰς λόγους ἀφικόμενοι, ἐξηγήσαντο, ὡς ὁ 1135 1.3.56.6 : Βαρδισάνης ἀνέγραψεν, εἶναί τινα λίμνην ἔτι καὶ νῦν παρ´ 1136 1.3.56.7 : Ἰνδοῖς δοκιμαστήριον λεγομένην, εἰς ἥν, ἄν τις τῶν Ἰνδῶν 1137 1.3.56.8 : αἰτίαν ἔχων τινὸς ἁμαρτίας ἀρνῆται, 〈εἰσάγεται〉. Τῶν 1138 1.3.56.9 : δὲ Βραχμάνων τινὲς δοκιμάζουσιν αὐτὸν τοῦτον τὸν τρό– 1139 1.3.56.10 : πον. Πυνθάνονται τοῦ ἀνθρώπου, εἰ θέλει διὰ τοῦ ὕδα– 1140 1.3.56.11 : τος γενέσθαι τὴν ἐξέτασιν, καὶ μὴ θέλοντα μὲν ὡς ὑπεύ– 1141 1.3.56.12 : θυνον ἀποπέμπουσι τὴν δίκην ἀποτίσοντα· παραδεχό– 1142 1.3.56.13 : μενον δὲ τὴν βάσανον εἰσάγουσι μετὰ τῶν κατηγόρων· 1143 1.3.56.14 : καταβαίνουσι γὰρ καὶ οὗτοι εἰς τὸ ὕδωρ, δοκιμασθησό– 1144 1.3.56.15 : μενοι μὴ συκοφαντῶσι. Διέρχονται τοίνυν οἱ ἐπιβαίνοντες 1145 1.3.56.16 : τοῦ ὕδατος εἰς ἕτερον μέρος τῆς λίμνης· τὸ βάθος δ´ 1146 1.3.56.17 : ἐστὶν ἄχρι τῶν γονάτων παντὸς ὁτουοῦν εἰς αὐτὴν ἐπι– 1147 1.3.56.18 : βάντος. Ὅταν δ´ 〈ὁ〉 κατηγορούμενος ἐπιβῇ, ἀναμάρτητος 1148 1.3.56.19 : μὲν ὤν, ἀδεῶς διέρχεται ἄχρι τῶν γονάτων ἔχων τὸ ὕδωρ· 1149 1.3.56.20 : ἁμαρτὼν δὲ ὀλίγον προβὰς βαπτίζεται μέχρι κεφαλῆς. 1150 1.3.56.21 : Οἱ δὲ Βραχμᾶνες ἀνασπῶντες αὐτὸν ἐκ τοῦ ὕδατος παρα– 1151 1.3.56.22 : διδόασι τοῖς ἐνάγουσι ζῶντα καὶ ἀξιοῦσι παιδευθῆναι 1152 1.3.56.23 : χωρὶς θανατικῆς καταδίκης. Γίγνεσθαι δὲ τοῦτο σπανίως 1153 1.3.56.24 : τῷ μηδένα τολμᾶν ἀρνεῖσθαι τὸ ἁμάρτημα διὰ τὸν ἐκ 1154 1.3.56.25 : τοῦ ὕδατος γιγνόμενον ἔλεγχον. Ἑκουσίων τοίνυν ἁμαρ– 1155 1.3.56.26 : τημάτων δοκιμαστήριον Ἰνδοὺς τοῦτ´ ἔχειν τὸ ὕδωρ· ἀκου– 1156 1.3.56.27 : σίων δὲ ὁμοῦ καὶ ἑκουσίων καὶ ὅλως ὀρθοῦ βίου ἕτερον 1157 1.3.56.28 : εἶναι, περὶ οὗ ὁ Βαρδισάνης τάδε γράφει· θήσω γὰρ τἀ– 1158 1.3.56.29 : κείνου κατὰ λέξιν· „Ἔλεγον δὲ καὶ σπήλαιον εἶναι αὐτό– 1159 1.3.56.30 : ματον, μέγα, ἐν ὄρει ὑψηλοτάτῳ σχεδὸν κατὰ μέσον τῆς 1160 1.3.56.31 : γῆς, ἐν ᾧ σπηλαίῳ ἐστὶν ἀνδριάς, ὃν εἰκάζουσι πηχῶν 1161 1.3.56.32 : δέκα ἢ δώδεκα, ἑστὼς ὀρθός, ἔχων τὰς χεῖρας ἡπλωμένας 1162 1.3.56.33 : ἐν τύπῳ σταυροῦ· καὶ τὸ μὲν δεξιὸν τῆς ὄψεως αὐτοῦ 1163 1.3.56.34 : ἐστιν ἀνδρικόν, τὸ δ´ εὐώνυμον θηλυκόν· ὁμοίως δὲ καὶ 1164 1.3.56.35 : ὁ βραχίων ὁ δεξιὸς καὶ ὁ δεξιὸς ποῦς καὶ ὅλον τὸ μέρος 1165 1.3.56.36 : ἀρσενικὸν καὶ τὸ εὐώνυμον θηλυκόν, ὡς ἰδόντα τινὰ ἐκ– 1166 1.3.56.37 : πλαγῆναι τὴν σύγκρασιν, πῶς ἀδιαιρέτως ἔστιν ἰδεῖν τὴν 1167 1.3.56.38 : ἀνομοιότητα 〈τήνδε〉 τῶν δύο πλευρῶν ἐν ἑνὶ σώματι. 1168 1.3.56.39 : Ἐν τούτῳ τῷ ἀνδριάντι λέγουσι γεγλύφθαι περὶ τὸν μα– 1169 1.3.56.40 : ζὸν τὸν δεξιὸν ἥλιον καὶ περὶ τὸν ἀριστερὸν σελήνην καὶ 1170 1.3.56.41 : κατὰ τῶν δύο βραχιόνων .... τέχνῃ γεγλύφθαι ἀγγέλων 1171 1.3.56.42 : ἀριθμὸν καὶ ὅσα ἐστὶν ἐν τῷ κόσμῳ, τουτέστιν οὐρανὸν 1172 1.3.56.43 : καὶ ὄρη καὶ θάλασσαν καὶ ποταμοὺς καὶ ὠκεανὸν καὶ φυτὰ 1173 1.3.56.44 : καὶ ζῷα καὶ ἁπλῶς ὅσα ἔστι. Τοῦτον τὸν ἀνδριάντα φασὶ 1174 1.3.56.45 : δεδωκέναι τὸν θεὸν τῷ υἱῷ, ὁπηνίκα τὸν κόσμον ἔκτιζεν, 1175 1.3.56.46 : ἵνα θεατὸν ἔχῃ παράδειγμα. Ἐξήτασα δὲ (φησί) ποίας 1176 1.3.56.47 : ἐστὶν ὕλης, καὶ διεβεβαιοῦτο ὁ Σανδάλης, ἐμαρτύρουν δὲ 1177 1.3.56.48 : αὐτῷ καὶ οἱ ἄλλοι, μηδένα εἰδέναι ποίας ὕλης ἐστὶν ὁ 1178 1.3.56.49 : ἀνδριὰς ἐκεῖνος· οὔτε γὰρ χρύσεός ἐστιν οὔτε ἀργύρεος 1179 1.3.56.50 : οὔτε χάλκεος οὔτε λίθινος οὔτε ἄλλης ὕλης, ἀλλὰ μᾶλλον 1180 1.3.56.51 : παραπλήσιός ἐστι ξύλῳ στερροτάτῳ καὶ ἀσηπτοτάτῳ· μὴ 1181 1.3.56.52 : εἶναι δὲ ξύλον. Προσετίθεσαν δὲ λέγοντες, ὅτι τῶν βα– 1182 1.3.56.53 : σιλέων τις ἠθέλησεν ἀφελέσθαι τρίχα ἐκ τῶν περὶ τὸν 1183 1.3.56.54 : τράχηλον αὐτοῦ, καὶ αἷμα ῥεῦσαι καὶ φοβηθῆναι τὸν βασι– 1184 1.3.56.55 : λέα ἐκεῖνον, ὡς μόλις εὐξαμένων τῶν Βραχμάνων ἀνακτή– 1185 1.3.56.56 : σασθαι ἑαυτόν. Ἐπὶ δὲ τῇ κεφαλῇ τούτου λέγουσι θεοῦ 1186 1.3.56.57 : ἄγαλμα εἶναι ὡς ἐπὶ θρόνου τινὸς καθήμενον. Λέγουσιν 1187 1.3.56.58 : δὲ καὶ ἐν τοῖς καύμασιν ἱδροῦν ὅλον τὸν ἀνδριάντα τοῦτον 1188 1.3.56.59 : καὶ ῥιπίζεσθαι ὑπὸ τῶν Βραχμάνων καὶ παύεσθαι τοὺς 1189 1.3.56.60 : ἱδρῶτας· καὶ εἰ μὴ ῥιπίζοιεν, πολὺν φέρειν ἱδρῶτα, ὡς 1190 1.3.56.61 : βρέχεσθαι τὴν περὶ αὐτὸν γῆν. Ἐνδοτέρω δὲ αὐτοῦ ἐν 1191 1.3.56.62 : τῷ σπηλαίῳ μετὰ πολὺ διάστημα εἶναι σκότος, ἔνθα μετὰ 1192 1.3.56.63 : λαμπάδων εἰσέρχονται οἱ βουλόμενοι καὶ εὑρίσκουσι θύραν 1193 1.3.56.64 : τινά· ἐξ ἧς θύρας προέρχεται ὕδωρ καὶ λιμνάζει περὶ 1194 1.3.56.65 : τὰ τελευταῖα τοῦ σπηλαίου· καὶ ὡς δοκιμάζοντες ἑαυτοὺς 1195 1.3.56.66 : εἰσέρχονται διὰ τῆς θύρας ἐκείνης. Καὶ ὅσοι εἰσὶ καθαροὶ 1196 1.3.56.67 : ἀπὸ τῆς φαυλότητος τοῦ βίου εἰσέρχονται ἀνεμποδίστως 1197 1.3.56.68 : εὐρυνομένης τῆς θύρας, καὶ εὑρίσκουσι πηγὴν μεγίστην 1198 1.3.56.69 : ὕδατος πάνυ διαυγεστάτου καὶ ποτιμωτάτου, ἐξ ἧς τὸ 1199 1.3.56.70 : ὕδωρ ἐκεῖνο προέρχεται· οἱ δὲ ἐν καταγνώσει ὄντες πολὺ 1200 1.3.56.71 : θλίβουσιν εἰσελθεῖν διὰ τῆς θύρας ἐκείνης καὶ οὐ δύναν– 1201 1.3.56.72 : ται στενουμένης αὐτοῖς· οἵτινες βιαζόμενοι ἐξομολογοῦνται 1202 1.3.56.73 : ἐπὶ τῶν ἑτέρων εἴ τι ἥμαρτον, 〈καὶ〉 δέησιν ποιοῦνται ἵνα 1203 1.3.56.74 : οἱ λοιποὶ εὔξωνται περὶ αὐτῶν, καὶ νηστεύουσι χρόνον 1204 1.3.56.75 : τινὰ ἱκανόν.“ Ἐκεῖ φησιν εἰρηκέναι 〈τοὺς〉 περὶ τὸν Σαν– 1205 1.3.56.76 : δάλην συνάγεσθαι τοὺς Βραχμᾶνας ἡμέρᾳ μέν τινι τεταγ– 1206 1.3.56.77 : μένῃ· ἀλλὰ εἶναι μέν τινας ἐκεῖ ἔχοντας τὴν διατριβήν, 1207 1.3.56.78 : τοὺς δὲ ἀλλαχόθεν συνιέναι θέρους ὥρᾳ καὶ περὶ τὸ φθι– 1208 1.3.56.79 : νόπωρον πλεοναζούσης τῆς ὀπώρας ἐπί τε τὴν θέαν τοῦ 1209 1.3.56.80 : ἀνδριάντος καὶ ἐπὶ τὸ ἀλλήλοις συμμῖξαι καὶ εἰς τὸ πεῖ– 1210 1.3.56.81 : ραν ἑαυτῶν λαβεῖν, εἰ δύνανται εἰσελθεῖν διὰ τῆς εἰρη– 1211 1.3.56.82 : μένης θύρας. Γίγνεσθαι δὲ ἐκεῖ ζητήσεις λέγουσι περὶ 1212 1.3.56.83 : τῆς ἐν τῷ σώματι ἐκείνῳ γλυφῆς. Οὐδὲ γὰρ ἔστι ῥᾳδίως 1213 1.3.56.84 : πάσῃ τῇ ἀνατυπώσει ἐπιστῆσαι, διά τε τὸ πολλὰ εἶναι 1214 1.3.56.85 : καὶ διὰ τὸ μὴ πάντα τὰ ζῷα καὶ φυτὰ ἐν πάσῃ χώρᾳ 1215 1.3.56.86 : ὑπάρχειν. Ἃ μὲν οὖν Ἰνδοὶ ἱστοροῦσι περὶ τοῦ παρ´ 1216 1.3.56.87 : αὐτοῖς δοκιμαστηρίου ὕδατος, ἔστι ταῦτα. Οἶμαι δὲ τού– 1217 1.3.56.88 : του καὶ Ἀπολλώνιον τὸν Τυανέα μεμνῆσθαι τοῦ ὕδατος, 1218 1.3.56.89 : τοῦ ἐν τῷ σπηλαίῳ λέγω. Γράφων γὰρ τοῖς Βραχμᾶσιν 1219 1.3.56.90 : ὅρκον τινὰ ὀμνύει· „οὐ μὰ τὸ Ταντάλειον ὕδωρ, οὗ με 1220 1.3.56.91 : ἐμυήσατε.“ Οἶμαι γὰρ Ταντάλου λέγειν τοῦτο, διὰ τὸ ἀεὶ 1221 1.3.56.92 : τῇ προσδοκίᾳ κολάζειν τοὺς ἐπὶ τοῦτο ἐλθεῖν ἐσπουδα– 1222 1.3.56.93 : κότας κἀκ τούτου ποτὸν ἀρύσασθαι. 1223 1.4.t.1 : {1Περὶ ἀνάγκης 〈θείας〉 καθ´ ἣν ἀπαραι– 1224 1.4.t.2 : τήτως τὰ κατὰ τὴν τοῦ θεοῦ γίνεται βούλησιν.}1 1225 1.4.1.1 : <20Μοσχίωνος Τηλέφου>20 (fr. 2 p. 631 N.). 1226 1.4.1.2 : Ὦ καὶ θεῶν κρατοῦσα καὶ θνητῶν μόνη 1227 1.4.1.3 : Μοῖρ´, ὦ λιταῖς ἄτρωτε δυστήνων βροτῶν, 1228 1.4.1.4 : πάντολμ´ Ἀνάγκη, στυγνὸν ἣ κατ´ αὐχένων 1229 1.4.1.5 : ἡμῶν ἐρείδεις τῆσδε λατρείας ζυγόν. 1230 1.4.2a.1 : <20Χαιρήμονος>20 (fr. 18 p. 611 N.). 1231 1.4.2a.2 : Χρεία δ´ Ἀνάγκης οὐκ ἀπῴκισται πολύ. 1232 1.4.3.1 : <20Εὐριπίδου Βελλεροφόντῃ>20 (fr. 301 N.). 1233 1.4.3.2 : Πρὸς τὴν ἀνάγκην πάντα τἄλλ´ ἔστ´ ἀσθενῆ. 1234 1.4.4.1 : 〈<20Σιμωνίδου>20 (Epinic. fr. 5 3 B., v. 21).〉 1235 1.4.4.2 : Ἀνάγκᾳ δ´ οὐδὲ θεοὶ μάχονται. 1236 1.4.5.1 : 〈<21Tragici ignoti>21 (fr. adesp. 420 N.).〉 1237 1.4.5.2 : Ὁσία δ´ ἀνάγκη πολεμιωτάτη θεός. 1238 1.4.6.1 : 〈<21Tragici ignoti>21 (fr. adesp. 421 N.).〉 1239 1.4.6.2 : Οὐδεὶς ἀνάγκης μεῖζον ἰσχύει νόμος. 1240 1.4.3.1 : 〈<20Εὐριπίδου>20 (Alcest. 962–966).〉 1241 1.4.3.2 : Ἐγὼ καὶ διὰ Μούσας 1242 1.4.3.3 : καὶ μετάρσιος ᾖξα καὶ 1243 1.4.3.4 : πλείστων ἁψάμενος λόγων 1244 1.4.3.5 : κρεῖσσον οὐδὲν Ἀνάγκας 1245 1.4.3.6 : εὗρον, οὐδέ τι φάρμακον. 1246 1.4.4.1 : <20Φιλήτα Ἑρμοῦ.>20 1247 1.4.4.2 : Ἰσχυρὰ γὰρ ἐπικρατεῖ ἀνδρὸς Ἀνάγκη, 1248 1.4.4.3 : ἥ ῥ´ οὐδ´ ἀθανάτους ὑποδείδιεν, οἵ τ´ ἐν Ὀλύμπῳ 1249 1.4.4.4 : ἔκτοσθεν χαλεπῶν ἀχέων οἴκους ἐκάμοντο. 1250 1.4.5.1 : <20Σοφοκλῆς Θυέστῃ>20 (fr. 236 N.). 1251 1.4.5.2 : Πρὸς τὴν ἀνάγκην οὐδ´ Ἄρης ἀνθίσταται. 1252 1.4.6.1 : <20Εὐριπίδης Λικυμνίῳ>20 (fr. 478 N.). 1253 1.4.6.2 : Τὸ τῆς ἀνάγκης οὐ λέγειν ὅσον ζυγόν. 1254 1.4.6.3 : ................ 1255 1.4.7a.1 : <20Θαλῆς>20 ἐρωτηθείς, Τί ἰσχυρότατον; εἶπεν· Ἀνάγκη, 1256 1.4.7a.2 : κρατεῖ γὰρ πάντων. 1257 1.4.8.1 : <20Ἑρμοῦ ἐκ τῶν πρὸς Ἄμμωνα.>20 1258 1.4.8.2 : Ἀνάγκη ἐστὶ κρίσις βεβαία καὶ ἀμετάτρεπτος δύναμις 1259 1.4.8.3 : προνοίας. 1260 1.4.9.1 : 〈<21Aetii>21 plac. (I 25. 26 p. 321 Diels.).〉 1261 1.4.9.2 : <20Πυθαγόρας>20 ἀνάγκην ἔφη περικεῖσθαι τῷ κόσμῳ. 1262 1.4.9.3 : <20Παρμενίδου>20 καὶ <20Δημοκρίτου.>20 οὗτοι πάντα κατ´ 1263 1.4.9.4 : ἀνάγκην· τὴν δ´ αὐτὴν εἶναι εἱμαρμένην καὶ δίκην καὶ 1264 1.4.9.5 : πρόνοιαν καὶ κοσμοποιόν. 1265 1.4.9.6 : <20Λεύκιππος>20 πάντα κατ´ ἀνάγκην, τὴν δ´ αὐτὴν 1266 1.4.9.7 : ὑπάρχειν εἱμαρμένην· λέγει γὰρ ἐν τῷ Περὶ νοῦ· „Οὐδὲν 1267 1.4.7c.8 : χρῆμα μάτην γίγνεται, ἀλλὰ πάντα ἐκ λόγου τε καὶ ὑπ´ 1268 1.4.7c.9 : ἀνάγκης.“ 1269 1.4.7c.10 : <20Πλάτων>20 ὁτὲ μὲν τὴν ὕλην, ὁτὲ δὲ τὴν τοῦ ποιοῦν– 1270 1.4.7c.11 : τος πρὸς τὴν ὕλην σχέσιν. Καὶ τὰ μὲν εἰς πρόνοιαν ἀνά– 1271 1.4.7c.12 : γει, τὰ δὲ εἰς ἀνάγκην. Λέγει γοῦν ἐν τῷ Τιμαίῳ (p. 48A)· 1272 1.4.7c.13 : „Μεμιγμένη γὰρ οὖν ἡ τοῦδε τοῦ κόσμου γένεσις, ἐξ ἀνάγ– 1273 1.4.7c.14 : κης τε καὶ νοῦ συστάσεως ἐγεννήθη, νοῦ δὲ ἀνάγκης ἄρ– 1274 1.4.7c.15 : χοντος.“ 1275 1.4.7c.16 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 αἰτίαν χρηστικὴν τῶν ἀρχῶν καὶ τῶν 1276 1.4.7c.17 : στοιχείων. 1277 1.4.8.1 : <20Ἑρμοῦ πρὸς τὸν υἱόν>20 (p. 38 Patrit.). 1278 1.4.8.2 : Ὀρθῶς μοι πάντα εἶπας, ὦ πάτερ, ἀλλ´ ἔτι με ἀνά– 1279 1.4.8.3 : μνησον, τίνα ἐστὶ τὰ κατὰ πρόνοιαν καὶ τίνα 〈τὰ〉 κατ´ 1280 1.4.8.4 : ἀνάγκην, ὁμοίως καὶ καθ´ εἱμαρμένην; 1281 1.4.8.5 : Ἔφην εἶναι ἐν ἡμῖν, ὦ Τάτ, τρία εἴδη ἀσωμάτων· καὶ 1282 1.4.8.6 : τὸ μέν τι ἐστὶ νοητόν, τοῦτο μὲν οὖν ἀχρώματον, ἀσχημά– 1283 1.4.8.7 : τιστον, ἀσώματον, ἐξ αὐτῆς τῆς πρώτης καὶ νοητῆς οὐσίας. 1284 1.4.8.8 : Εἰσὶ δὲ καὶ ἐν ἡμῖν τούτῳ ἐναντίαι σχηματότητες 〈αἷς〉 1285 1.4.8.9 : τοῦτο ὑποδέχεται. Τὸ γοῦν κινούμενον ὑπὸ τῆς νοητῆς 1286 1.4.8.10 : οὐσίας πρός τινα λόγον καὶ ὑποδεχθέν, εὐθέως μεταβάλ– 1287 1.4.8.11 : λεται εἰς ἕτερον εἶδος κινήσεως, τοῦτο δὲ εἴδωλόν ἐστι 1288 1.4.8.12 : τοῦ νοήματος τοῦ δημιουργοῦ. Τρίτον δέ ἐστιν εἶδος 1289 1.4.8.13 : ἀσωμάτων, ὃ περὶ τὰ σώματά ἐστι συμβεβηκός, τόπος, 1290 1.4.8.14 : χρόνος, κίνησις, σχῆμα, ἐπιφάνεια, μέγεθος, εἶδος· καὶ 1291 1.4.8.15 : τούτων εἰσὶ διαφοραὶ δύο. Ἃ μὲν γάρ ἐστιν αὐτῶν ἰδίως 1292 1.4.8.16 : ποιά, ἃ δὲ τοῦ σώματος. Τὰ μὲν ἰδίως ποιὰ τὸ σχῆμα, 1293 1.4.8.17 : ἡ χρόα, τὸ εἶδος, ὁ τόπος, ὁ χρόνος, ἡ κίνησις· τὰ δὲ τοῦ 1294 1.4.8.18 : σώματος ἴδιά ἐστι τὸ ἐσχηματισμένον σχῆμα καὶ τὸ κεχρω– 1295 1.4.8.19 : σμένον χρῶμα, ἔτι δὲ καὶ ἡ μεμορφωμένη μορφὴ καὶ ἡ 1296 1.4.8.20 : ἐπιφάνεια καὶ τὸ μέγεθος· ταῦτά ἐστι τούτων μέτοχα. 1297 1.4.8.21 : Ἡ μὲν οὖν νοητὴ οὐσία, πρὸς τῷ θεῷ γενομένη, ἑαυτῆς 1298 1.4.8.22 : ἐξουσίαν ἔχει καὶ τοῦ σῴζειν ἕτερον, αὑτὴν σῴζουσα, ἐπεί γ´ 1299 1.4.8.23 : αὐτὴ ἡ οὐσία ὑπὸ ἀνάγκην οὐκ ἔστιν· ὑπολειφθεῖσα δὲ 1300 1.4.8.24 : ὑπὸ τοῦ θεοῦ αἱρεῖται τὴν σωματικὴν φύσιν καὶ ἡ αἵρε– 1301 1.4.8.25 : σις αὐτῆς κατὰ πρόνοιαν [τοῦτο δὲ τοῦ κόσμου] γίνεται· 1302 1.4.8.26 : τὸ δὲ ἄλογον πᾶν κινεῖται πρός τινα λόγον· καὶ ὁ μὲν 1303 1.4.8.27 : λόγος κατὰ πρόνοιαν, τὸ δὲ ἄλογον κατ´ ἀνάγκην, τὰ δὲ 1304 1.4.8.28 : περὶ τὸ σῶμα συμβεβηκότα καθ´ εἱμαρμένην. Καὶ οὗτός 1305 1.4.8.29 : ἐστιν ὁ λόγος τῶν κατὰ πρόνοιαν καὶ 〈κατ´〉 ἀνάγκην καὶ 1306 1.4.8.30 : καθ´ εἱμαρμένην. 1307 1.5.t.1 : {1Περὶ εἱμαρμένης καὶ τῆς τῶν γινομένων 1308 1.5.t.2 : εὐταξίας.}1 1309 1.5.1.1 : <20Ὁμήρου Ἰλιάδος>20 (Ζ 488. 489). 1310 1.5.1.2 : Μοῖραν δ´ οὔτινά φημι πεφυγμένον ἔμμεναι ἀνδρῶν, 1311 1.5.1.3 : οὐ κακόν, οὐδὲ μὲν ἐσθλόν, ἐπὴν τὰ πρῶτα γένηται. 1312 1.5.2.1 : <20Εὐριπίδου Ἀνδρομέδας>20 (fr. 151 N.). 1313 1.5.2.2 : ... τὸ δαιμόνιον οὐχ ὁρᾷς 1314 1.5.2.3 : ὅπῃ μοίρας διεξέρχεται; 1315 1.5.2.4 : στρέφει δ´ ἄλλοτ´ ἄλλως εἰς ἁμέραν. 1316 1.5.3.1 : <20Βακχυλίδου>20 (fr. 36 3 B.). 1317 1.5.3.2 : Θνατοῖσι δ´ οὐκ αὐθαίρετοι 1318 1.5.3.3 : οὔτ´ ὄλβος, οὔτ´ ἄκαμπτος ἄρης, οὔτε πάμφθερσις στάσις· 1319 1.5.3.4 : ἀλλ´ ἐπιχρίμπτει νέφος ἄλλοτ´ ἐπ´ ἄλλαν 1320 1.5.3.5 : γαῖαν ἁ πάνδωρος αἶσα. 1321 1.5.4.1 : <20Μενάνδρου>20 (inc. 18a, Com. IV p. 238). 1322 1.5.4.2 : Ἅπαντι δαίμων ἀνδρὶ συμπαρίσταται 1323 1.5.4.3 : εὐθὺς γενομένῳ μυσταγωγὸς τοῦ βίου. 1324 1.5.5.1 : <20Ἡσιόδου Θεογονίας>20 ( 217–219). 1325 1.5.5.2 : Καὶ Μοίρας καὶ Κῆρας ἐγείνατο νηλεοποίνους, 1326 1.5.5.3 : Κλωθώ τε Λάχεσίν τε καὶ Ἄτροπον, αἵτε βροτοῖσι 1327 1.5.5.4 : γινομένοισι διδοῦσιν ἔχειν ἀγαθόν τε κακόν τε. 1328 1.5.6.1 : <20Εὐριπίδου Ἡρακλειδῶν>20 ( 608. 609; 615–617). 1329 1.5.6.2 : Οὔτινά φημι θεῶν ἄτερ ὄλβιον, οὐ βαρύποτμον 1330 1.5.6.3 : ἄνδρα γενέσθαι. 1331 1.5.6.4 : ........... 1332 1.5.6.5 : μόρσιμα δ´ οὔτι φυγεῖν θέμις· 1333 1.5.6.6 : οὐ σοφίᾳ τις ἀπώσεται· 1334 1.5.6.7 : ἀλλὰ μάταν ὁ πρόθυμος ἀεὶ πόνον ἕξει. 1335 1.5.7.1 : <20Ἐκ τῶν Βίωνος Βουκολικῶν· εἰς Ὑάκινθον>20 (XI). 1336 1.5.7.2 : Ἀμφασία τόκα Φοῖβον ἕλεν τὸ σὸν ἄλγος ὁρῶντα, 1337 1.5.7.3 : δίζετο φάρμακα πάντα, σοφὰν δ´ ἐπεμαίετο τέχναν, 1338 1.5.7.4 : χρῖεν δ´ ἀμβροσίᾳ καὶ νέκταρι, χρῖεν ἐπᾴσας 1339 1.5.7.5 : ὠτειλάν· μοιραῖα δ´ ἀναλθέα τρώματα πάντα. 1340 1.5.8.1 : 〈<21Tragici ignoti>21 (fr. adesp. 422 N.).〉 1341 1.5.8.2 : Μόνη γὰρ ἐν θεοῖσιν οὐ δεσπόζεται 1342 1.5.8.3 : Μοῖρ´ οὐδ´ ἐν ἀνθρώποισιν, ἀλλ´ αὐτὴ κρατεῖ. 1343 1.5.9.1 : 〈<21Tragici ignoti>21 (fr. adesp. 423 N.).〉 1344 1.5.9.2 : Ὦ Μοῖρα κεδνῶν καὶ κακῶν κυνηγέτι. 1345 1.5.10.1 : <20Εὐριπίδου Πηλεῖ>20 (fr. 623 N.). 1346 1.5.10.2 : Κλύετ´ ὦ Μοῖραι, Διὸς αἵτε παρὰ 1347 1.5.10.3 : θρόνον ἀγχοτάτω θεῶν ἑζόμεναι. 1348 1.5.11.1 : <20Σοφοκλέους ἐκ Φαίδρας>20 (fr. 611 N.). 1349 1.5.11.2 : Περιώσι´ ἄφυκτά τε 1350 1.5.11.3 : μήδεα παντοδαπᾶν βουλᾶν ἀδαμαντίναις 1351 1.5.11.4 : ὑφαίνεται κερκίσιν αἶσα. 1352 1.5.12.1 : 〈<21Lyrici ignoti>21 (fr. adesp. 140 3 B.).〉 1353 1.5.12.2 : Κλωθὼ Λάχεσίς τ´, εὐώλενοι 1354 1.5.12.3 : κοῦραι Νυκτός, 1355 1.5.12.4 : εὐχομένων ἐπακούσατ´ οὐράνιαι χθόνιαί τε δαίμονες· 1356 1.5.12.5 : ὦ πανδείμαντοι, πέμπετ´ ἄμμιν 1357 1.5.12.6 : ῥοδόκολπον Εὐνομίαν, λιπαροθρόνους τ´ ἀδελφάς, Δίκαν 1358 1.5.12.7 : καὶ στεφανηφόρον Εἰράναν· 1359 1.5.12.8 : πόλιν τε τάνδε βαρυφρόνων 1360 1.5.12.9 : λελάθοιτε συντυχιᾶν. 1361 1.5.13.1 : <20Σοφοκλῆς Φαίδρᾳ>20 (=trag. fr. adesp. 424 N.). 1362 1.5.13.2 : Ἔζης ἄρ´, οὐδὲ γῆς ἔνερθ´ ᾤχου θανών; 1363 1.5.13.3 : Οὐ γὰρ πρὸ μοίρας ἡ τύχη βιάζεται. 1364 1.5.14.1 : <20Ἑρμοῦ>20 (=App. ad Anthol. Palat. n. 40). 1365 1.5.14.2 : Ἑπτὰ πολυπλανέες κατ´ Ὀλύμπιον ἀστέρες οὐδὸν 1366 1.5.14.3 : εἱλεῦνται, μετὰ τοῖσι δ´ ἀεὶ περινίσσεται αἰών· 1367 1.5.14.4 : νυκτιφανὴς Μήνη, στυγνὸς Κρόνος, Ἥλιος ἡδύς, 1368 1.5.14.5 : παστοφόρος Παφίη, θρασὺς Ἄρης, εὔπτερος Ἑρμῆς, 1369 1.5.14.6 : καὶ Ζεὺς ἀρχιγένεθλος, ἀφ´ οὗ φύσις ἐβλάστησεν. 1370 1.5.14.7 : Οἱ δ´ αὐτοὶ μερόπων ἔλαχον γένος, ἔστι δ´ ἐν ἡμῖν 1371 1.5.14.8 : Μήνη, Ζεύς, Ἄρης, Παφίη, Κρόνος, Ἥλιος, Ἑρμῆς· 1372 1.5.14.9 : τοὔνεκ´ ἀπ´ αἰθερίου μεμερίσμεθα πνεύματος ἕλκειν 1373 1.5.14.10 : δάκρυ, γέλωτα, χόλον, γένεσιν, λόγον, ὕπνον, ὄρεξιν. 1374 1.5.14.11 : Δάκρυ μέν ἐστι Κρόνος, Ζεὺς 〈δ´〉 ἡ γένεσις, λόγος Ἑρμῆς, 1375 1.5.14.12 : θυμὸς Ἄρης, Μήνη δ´ ἄρ´ ὕπνος, Κυθέρεια δ´ ὄρεξις, 1376 1.5.14.13 : Ἠέλιός τε γέλως· τούτῳ γὰρ ἅπασα δικαίως 1377 1.5.14.14 : καὶ θνητὴ διάνοια γελᾶ καὶ κόσμος ἀπείρων. 1378 1.5.15.1 : 〈<21Aetii>21 placit. (I 27. 28 p. 322. 323 Diels.).〉 1379 1.5.15.2 : 〈<20Χρύσιππος>20〉 μὴ διαφέρειν τοῦ εἱμαρμένου τὸ κα– 1380 1.5.15.3 : τηναγκασμένον, 〈τὴν δὲ εἱμαρμένην εἶναι κίνησιν ἀΐδιον 1381 1.5.15.4 : τῶν ὅλων〉 κατ´ ἐπιπλοκὴν τῶν μερῶν συνηρτημένην. 1382 1.5.15.5 : <20Ἡράκλειτος>20 οὐσίαν εἱμαρμένης ἀπεφαίνετο λόγον 1383 1.5.15.6 : τὸν διὰ οὐσίας τοῦ παντὸς διήκοντα. Αὕτη δ´ ἐστὶ τὸ 1384 1.5.15.7 : αἰθέριον σῶμα, σπέρμα τῆς τοῦ παντὸς γενέσεως καὶ πε– 1385 1.5.15.8 : ριόδου μέτρον τεταγμένης. Πάντα δὲ καθ´ εἱμαρμένην, τὴν 1386 1.5.15.9 : δ´ αὐτὴν ὑπάρχειν ἀνάγκην· γράφει γοῦν (p. 423 Schleierm., 1387 1.5.15.10 : fr. 63 Bywat.)· ‘ἔστι γὰρ εἱμαρμένα πάντως ...’ 1388 1.5.15.11 : <20Πλάτων>20 λόγον ἀΐδιον τὴν οὐσίαν τῆς εἱμαρμένης, 1389 1.5.15.12 : καὶ νόμον ἀΐδιον τῆς τοῦ παντὸς φύσεως. 1390 1.5.15.13 : <20Ποσειδώνιος>20 τρίτην ἀπὸ Διός. πρῶτον μὲν γὰρ 1391 1.5.15.14 : εἶναι τὸν Δία, δεύτερον δὲ τὴν φύσιν, τρίτην δὲ τὴν εἱμαρ– 1392 1.5.15.15 : μένην. 1393 1.5.15.16 : <20Ζήνων>20 ὁ Στωικὸς ἐν τῷ Περὶ φύσεως δύναμιν κι– 1394 1.5.15.17 : νητικὴν τῆς ὕλης κατὰ ταὐτὰ καὶ ὡσαύτως, ἥντινα μὴ 1395 1.5.15.18 : διαφέρειν πρόνοιαν καὶ φύσιν καλεῖν. 1396 1.5.15.19 : <20Ἀντίπατρος>20 ὁ Στωικὸς θεὸν ἀπεφαίνετο τὴν εἱμαρ– 1397 1.5.15.20 : μένην. 1398 1.5.15.21 : <20Χρύσιππος>20 δύναμιν πνευματικὴν τὴν οὐσίαν τῆς 1399 1.5.15.22 : εἱμαρμένης, τάξει τοῦ παντὸς διοικητικήν. Τοῦτο μὲν οὖν 1400 1.5.15.23 : ἐν τῷ δευτέρῳ Περὶ κόσμου, ἐν δὲ τῷ δευτέρῳ Περὶ ὅρων 1401 1.5.15.24 : καὶ ἐν τοῖς Περὶ τῆς εἱμαρμένης καὶ ἐν ἄλλοις σποράδην 1402 1.5.15.25 : πολυτρόπως ἀποφαίνεται λέγων· Εἱμαρμένη ἐστὶν ὁ τοῦ 1403 1.5.15.26 : κόσμου λόγος, ἢ λόγος τῶν ἐν τῷ κόσμῳ προνοίᾳ διοικου– 1404 1.5.15.27 : μένων· ἢ λόγος, καθ´ ὃν τὰ μὲν γεγονότα γέγονε, τὰ δὲ 1405 1.5.15.28 : γινόμενα γίνεται, τὰ δὲ γενησόμενα γενήσεται. Μεταλαμ– 1406 1.5.15.29 : βάνει δ´ ἀντὶ τοῦ λόγου τὴν ἀλήθειαν, τὴν αἰτίαν, τὴν 1407 1.5.15.30 : φύσιν, τὴν ἀνάγκην, προστιθεὶς καὶ ἑτέρας ὀνομασίας, ὡς 1408 1.5.15.31 : ἐπὶ τῆς αὐτῆς οὐσίας τασσομένας καθ´ ἑτέρας καὶ ἑτέρας 1409 1.5.15.32 : ἐπιβολάς. Μοίρας δὲ καλεῖσθαι ἀπὸ τοῦ κατ´ αὐτὰς δια– 1410 1.5.15.33 : μερισμοῦ, Κλωθὼ καὶ Λάχεσιν καὶ Ἄτροπον. Λάχεσιν 1411 1.5.15.34 : μέν, ὅτι ὃν κλῆρον λελόγχασιν ἕκαστοι κατὰ τὸ δίκαιον 1412 1.5.15.35 : ἀπονέμεται· Ἄτροπον δέ, ὅτι ἀμετάτρεπτος καὶ ἀμετά– 1413 1.5.15.36 : βλητός ἐστιν ὁ καθ´ ἕκαστα διορισμὸς ἐξ ἀϊδίων χρόνων· 1414 1.5.15.37 : Κλωθὼ δέ, ὅτι ἡ κατὰ τὴν εἱμαρμένην διανέμησις καὶ τὰ 1415 1.5.15.38 : γεννώμενα τοῖς κλωθομένοις παραπλησίως διεξάγεται, κατὰ 1416 1.5.15.39 : τὴν ἐτυμολογικὴν ἐξήγησιν τῶν ὀνομάτων ἅμα καὶ τῶν 1417 1.5.15.40 : πραγμάτων συμπαρισταμένων εὐχρήστως. 1418 1.5.16.1 : <20Περὶ τῆς ὅλης οἰκονομίας, Ἑρμοῦ ἐκ τῶν 1419 1.5.16.2 : πρὸς Ἀμοῦν>20 (p. 38 Patrit.). 1420 1.5.16.3 : Καὶ ἡ μὲν διακρατοῦσα τὸν ὅλον κόσμον πρόνοιά 1421 1.5.16.4 : ἐστιν, ἡ δὲ συνέχουσα καὶ περιέχουσα ἀνάγκη ἐστίν, εἱμαρ– 1422 1.5.16.5 : μένη δὲ ἄγει καὶ περιάγει πάντα καταναγκάζουσα (φύσις 1423 1.5.16.6 : γάρ ἐστιν αὐτῆς τὸ ἀναγκάζειν), αἰτία γενέσεως καὶ φθο– 1424 1.5.16.7 : ρᾶς βίου. Ὁ μὲν οὖν κόσμος πρῶτος ἔχει τὴν πρόνοιαν 1425 1.5.16.8 : (πρῶτος γὰρ αὐτῆς τυγχάνει) **—Ἡ δὲ πρόνοια ἐξήπλωται 1426 1.5.16.9 : ἐν τῷ οὐρανῷ, διότι καὶ θεοὶ περὶ αὐτὸν στρέφονται καὶ 1427 1.5.16.10 : κινοῦνται, ἀκάματον καὶ ἄπαυστον κίνησιν ἔχοντες· εἱμαρ– 1428 1.5.16.11 : μένη δὲ διότι καὶ ἀνάγκη. Καὶ ἡ μὲν πρόνοια προνοεῖ, 1429 1.5.16.12 : εἱμαρμένη δὲ αἰτία ἐστὶ τῆς τῶν ἄστρων διαθέσεως. Οὗτος 1430 1.5.16.13 : νόμος ἄφυκτος, καθ´ ὃν πάντα τέτακται. 1431 1.5.17.1 : <20Ἐκ τῆς Ἰαμβλίχου πρὸς Μακεδόνιον ἐπι– 1432 1.5.17.2 : στολῆς.>20 1433 1.5.17.3 : Πάντα μὲν τὰ ὄντα τῷ ἑνί ἐστιν ὄντα, καὶ γὰρ 1434 1.5.17.4 : αὐτὸ τὸ πρῶτον ὂν ἀπὸ τοῦ ἑνὸς ἐξ ἀρχῆς παράγεται, 1435 1.5.17.5 : πολὺ δὲ διαφερόντως τὰ ὅλα αἴτια τῷ ἑνὶ τὸ δύνασθαι 1436 1.5.17.6 : ποιεῖν παραδέχεται καὶ κατὰ μίαν συμπλοκὴν συνέχεται καὶ 1437 1.5.17.7 : συναναφέρεται τῇ τῶν πολλῶν ἀρχῇ προϋπάρχοντα. Κατὰ 1438 1.5.17.8 : δὴ τοῦτον τὸν λόγον καὶ τῶν περὶ τὴν φύσιν αἰτίων, πο– 1439 1.5.17.9 : λυειδῶν ὄντων καὶ πολυμερίστων, ἠρτημένων τε ἀπὸ πλει– 1440 1.5.17.10 : όνων ἀρχῶν, ἀπὸ μιᾶς ὅλης αἰτίας τὸ πλῆθος ἐκκρέμαται, 1441 1.5.17.11 : κατὰ μίαν δὲ σύνδεσιν πάντα πρὸς ἄλληλα συμπλέκεται 1442 1.5.17.12 : καὶ εἰς ἓν ἀνήκει τὸ περιεκτικώτατον τῆς αἰτίας κράτος 1443 1.5.17.13 : ὁ σύνδεσμος τῶν πλειόνων αἰτίων. Οὗτος τοίνυν εἷς εἱρμὸς 1444 1.5.17.14 : 〈οὐ〉 συμπεφορημένος ἐστὶν ἀπὸ τοῦ πλήθους, οὐδ´ ἐπι– 1445 1.5.17.15 : συνισταμένην ἀπὸ τῆς συμπλοκῆς ποιεῖται τὴν ἕνωσιν, 1446 1.5.17.16 : οὐδὲ διαπεφόρηται ἐν τοῖς καθ´ ἕκαστα· κατὰ δὲ τὴν 1447 1.5.17.17 : προηγουμένην καὶ προτεταγμένην αὐτῶν τῶν αἰτίων μίαν 1448 1.5.17.18 : συμπλοκὴν ἐπιτελεῖ πάντα καὶ συνδεῖ ἐν ἑαυτῷ καὶ πρὸς 1449 1.5.17.19 : αὑτὸν μονοειδῶς ἀνάγει. Μίαν οὖν τάξιν, πάσας τάξεις 1450 1.5.17.20 : ὁμοῦ περιλαβοῦσαν ἐν αὑτῇ, τὴν εἱμαρμένην ἀφοριστέον. 1451 1.5.18.1 : <20Ἐκ τῆς Ἰαμβλίχου πρὸς Σώπατρον ἐπιστολῆς.>20 1452 1.5.18.2 : Τῆς δ´ εἱμαρμένης ἡ οὐσία σύμπασά ἐστιν ἐν τῇ 1453 1.5.18.3 : φύσει· φύσιν δὲ λέγω τὴν ἀχώριστον αἰτίαν τοῦ κόσμου 1454 1.5.18.4 : καὶ ἀχωρίστως περιέχουσαν τὰς ὅλας αἰτίας τῆς γενέσεως, 1455 1.5.18.5 : ὅσα χωριστῶς αἱ κρείττονες οὐσίαι καὶ διακοσμήσεις συνει– 1456 1.5.18.6 : λήφασιν ἐν ἑαυταῖς. Ζωή τε οὖν σωματοειδὴς καὶ λόγος 1457 1.5.18.7 : γενεσιουργός, τά τε ἔνυλα εἴδη καὶ αὐτὴ ἡ ὕλη, ἥ τε 1458 1.5.18.8 : συντεθειμένη γένεσις ἀπὸ τούτων, κίνησίς τε ἡ τὰ πάντα 1459 1.5.18.9 : μεταβάλλουσα καὶ φύσις ἡ τεταγμένως διοικοῦσα τὰ γιγνό– 1460 1.5.18.10 : μενα, ἀρχαί τε αἱ τῆς φύσεως καὶ τέλη καὶ ποιήσεις, καὶ 1461 1.5.18.11 : αἱ τούτων συνδέσεις πρὸς ἄλληλα ἀπ´ ἀρχῆς τε ἄχρι τοῦ 1462 1.5.18.12 : τέλους διέξοδοι συμπληροῦσι τὴν εἱμαρμένην. 1463 1.5.19.1 : <20Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Εἰ ἡ τῶν μελλόντων 1464 1.5.19.2 : πρόγνωσις ὠφέλιμος>20 (fr. XV, 2). 1465 1.5.19.3 : Τὸ γὰρ εἱμαρμένον ἄτρεπτον καὶ ἀπαράβατον, „<20χὥ– 1466 1.5.19.4 : περ μόνον ὀφρύσι νεύσῃ, | καρτερὰ τούτῳ κέ– 1467 1.5.19.5 : κλωστ´ ἀνάγκα“>20 (lyr. Gr. fr. adesp. n. 143 3 B.) καὶ πεπρω– 1468 1.5.19.6 : μένη. Διὰ τοῦτο τὴν εἱμαρμένην καὶ Ἀδράστειαν καλοῦσιν, 1469 1.5.19.7 : ὅτι πέρας ταῖς αἰτίαις ἠναγκασμένον ἐπιτίθησιν, ἀνέκ– 1470 1.5.19.8 : φευκτος οὖσα καὶ ἀναπόδραστος. 1471 1.5.20.1 : <20Ἑρμοῦ ἐκ τῶν πρὸς Ἄμμωνα>20 (p. 38 Patrit.). 1472 1.5.20.2 : Πάντα δὲ γίνεται φύσει καὶ εἱμαρμένῃ καὶ οὐκ ἔστι 1473 1.5.20.3 : τόπος ἔρημος προνοίας. Πρόνοια δέ ἐστιν αὐτοτελὴς λό– 1474 1.5.20.4 : γος τοῦ ἐπουρανίου θεοῦ. Δύο δὲ τούτου αὐτοφυεῖς δυ– 1475 1.5.20.5 : νάμεις, ἀνάγκη καὶ εἱμαρμένη. Ἡ δὲ εἱμαρμένη ὑπηρετεῖ 1476 1.5.20.6 : προνοίᾳ καὶ ἀνάγκῃ, τῇ δὲ εἱμαρμένῃ ὑπηρετοῦσιν οἱ ἀστέ– 1477 1.5.20.7 : ρες. Οὔτε γὰρ εἱμαρμένην φυγεῖν τις δύναται, οὔτε φυ– 1478 1.5.20.8 : λάξαι ἑαυτὸν ἀπὸ τῆς τούτων δεινότητος. Ὅπλον γὰρ 1479 1.5.20.9 : εἱμαρμένης οἱ ἀστέρες, κατὰ γὰρ ταύτην πάντα ἀποτελοῦσι 1480 1.5.20.10 : τῇ φύσει καὶ τοῖς ἀνθρώποις. 1481 1.5.21.1 : <20Πλάτωνος Πολιτείας>20 (X p. 620D–621A). 1482 1.5.21.2 : Ἐπειδὴ δ´ οὖν πάσας τὰς ψυχὰς τοὺς βίους ᾑρῆσθαι, 1483 1.5.21.3 : ὥσπερ ἔλαχον, ἐν τάξει προσιέναι πρὸς τὴν Λάχεσιν· ἐκεί– 1484 1.5.21.4 : νην δ´ ἑκάστῳ, ὃν εἵλετο δαίμονα, τοῦτον φύλακα ξυμπέμ– 1485 1.5.21.5 : πειν τοῦ βίου καὶ ἀποπληρωτὴν τῶν αἱρεθέντων. ὃν 1486 1.5.21.6 : πρῶτον μὲν ἄγειν αὐτὴν πρὸς τὴν Κλωθὼ ὑπὸ τὴν ἐκεί– 1487 1.5.21.7 : νης χεῖρά τε καὶ ἐπιστροφὴν τῆς τοῦ ἀτράκτου δίνης, 1488 1.5.21.8 : κυροῦντα ἣν λαχὼν εἵλετο μοῖραν. ταύτης δ´ ἐφαψάμενον 1489 1.5.21.9 : αὖθις ἐπὶ 〈τὴν〉 τῆς Ἀτρόπου ἄγειν νῆσιν, ἀμετάστροφα 1490 1.5.21.10 : τὰ ἐπικλωσθέντα ποιοῦντα. ἐντεῦθεν δὲ δὴ ἀμεταστρεπτὶ 1491 1.5.21.11 : ὑπὸ τὸν τῆς Ἀνάγκης ἰέναι θρόνον· καὶ δι´ ἐκείνου διεξ– 1492 1.5.21.12 : ελθόντα, ἐπειδὴ καὶ οἱ ἄλλοι διῆλθον, πορεύεσθαι ἅπαν– 1493 1.5.21.13 : τας εἰς τὸ τῆς Λήθης πεδίον. 1494 1.5.22.1 : <20Ἐκ τῆς Ἀριστοτέλους πρὸς Ἀλέξανδρον 1495 1.5.22.2 : ἐπιστολῆς>20 (de mundo c. 7, 5 p. 401b 8). 1496 1.5.22.3 : Οἶμαι δὲ καὶ τὴν ἀνάγκην οὐκ ἄλλο τι λέγεσθαι πλὴν 1497 1.5.22.4 : τοῦτο· οἱονεὶ ἀνίκητον οὐσίαν, εἱμαρμένην δὲ διὰ τὸ εἴρε– 1498 1.5.22.5 : σθαί τε καὶ χωρεῖν ἀκωλύτως· πεπρωμένην δὲ διὰ τὸ 1499 1.5.22.6 : πεπερατῶσθαι πάντα καὶ μηθὲν ἐν τοῖς οὖσιν ἄπειρον 1500 1.5.22.7 : εἶναι· καὶ μοῖραν μὲν ἀπὸ τοῦ μεμερίσθαι, νέμεσιν δὲ ἀπὸ 1501 1.5.22.8 : τῆς ἑκάστῳ διανεμήσεως, ἀδράστειαν δὲ ἀναπόδραστον 1502 1.5.22.9 : αἰτίαν οὖσαν κατὰ φύσιν, αἶσαν δὲ ἀεὶ οὖσαν. Τά τε περὶ 1503 1.5.22.10 : τὰς μοίρας καὶ τὸν ἄτρακτον εἰς ταῦτά πως νεύει· τρεῖς 1504 1.5.22.11 : μὲν αἱ μοῖραι κατὰ τοὺς χρόνους μεμερισμέναι· νῆμα δὲ 1505 1.5.22.12 : ἀτράκτου τὸ μὲν ἐξειργασμένον ἤδη, τὸ δὲ μέλλον, τὸ δὲ 1506 1.5.22.13 : περιστρεφόμενον. τέτακται δὲ κατὰ μὲν τὸ γεγονὸς μία 1507 1.5.22.14 : τῶν μοιρῶν, Ἄτροπος, ἐπεὶ τὰ παρελθόντα πάντα ἄτρε– 1508 1.5.22.15 : πτά ἐστι· κατὰ δὲ τὸ μέλλον Λάχεσις, εἰς πάντα γὰρ ἡ 1509 1.5.22.16 : κατὰ φύσιν μένει λῆξις· κατὰ δὲ τὸ ἐνεστὼς Κλωθώ, συμ– 1510 1.5.22.17 : περαίνουσα καὶ κλώθουσα ἑκάστῳ τὰ οἰκεῖα, ὅπερ αἰνίτ– 1511 1.5.22.18 : τεται καὶ ὁ μῦθος. Πάντα δὲ ταῦτά ἐστιν οὐκ ἄλλο τι 1512 1.5.22.19 : πλὴν ὁ θεός, καθάπερ καὶ ὁ γενναῖος Πλάτων (de leg. IV 1513 1.5.22.20 : p. 715E)· „Ὁ μὲν δὴ θεός, ὥσπερ καὶ ὁ παλαιὸς λόγος, 1514 1.5.22.21 : ἀρχήν τε καὶ τελευτὴν καὶ μέσα τῶν ὄντων ἔχων, εὐθείᾳ 1515 1.5.22.22 : περαίνει, κατὰ φύσιν περιπορευόμενος.“ 1516 1.6.t.1 : {1Περὶ τύχης ἢ ταὐτομάτου.}1 1517 1.6.1a.1 : <20Μενάνδρου Ὑποβολιμαίῳ>20 (fr. 3a, Com. IV 1518 1.6.1a.2 : p. 212 sq.). 1519 1.6.1a.3 : Παύσασθε νοῦν λέγοντες, οὐδὲν γὰρ πλέον 1520 1.6.1a.4 : ἁνθρώπινος νοῦς ἐστιν· ἀλλὰ τὸ τῆς τύχης— 1521 1.6.1a.5 : εἴτ´ ἔστι τοῦτο πνεῦμα θεῖον, εἴτε νοῦς— 1522 1.6.1a.6 : τοῦτ´ ἔστι τὸ κυβερνῶν 〈ἅπαντα〉 καὶ στρέφον 1523 1.6.1a.7 : καὶ σῷζον· ἡ πρόνοια δ´ ἡ θνητὴ καπνὸς 1524 1.6.1a.8 : καὶ φλήναφος. πείσθητε, κοὐ μέμψεσθέ με· 1525 1.6.1a.9 : πάνθ´ ὅσα ποιοῦμεν ἢ λέγομεν ἢ πράττομεν, 1526 1.6.1a.10 : τύχη ´στίν, ἡμεῖς δ´ ἐσμὲν ἐπιγεγραμμένοι. 1527 1.6.2.1 : 〈<21Comici incerti>21 (=Menand. Hypobol. fr. 3b, Com. 1528 1.6.2.2 : IV p. 213).〉 1529 1.6.2.3 : Τύχη κυβερνᾷ πάντα, ταύτην καὶ φρένας 1530 1.6.2.4 : δεῖ καὶ πρόνοιαν καὶ θεὸν καλεῖν μόνην, 1531 1.6.2.5 : εἰ μή τις ἄλλως ὀνόμασιν χαίρει κενοῖς. 1532 1.6.2.1 : 〈<21Comici incerti>21 (fr. anon. 255, Com. IV p. 692).〉 1533 1.6.2.2 : Ἅπανθ´ ὁρῶ 1534 1.6.2.3 : ἅμα τῇ τύχῃ ῥέοντα μεταπίπτοντά τε. 1535 1.6.3.1 : 〈<20Ἀρχιλόχου>20 (fr. 16 3 B.).〉 1536 1.6.3.2 : Πάντα τύχη καὶ μοῖρα, Περίκλεες, ἀνδρὶ δίδωσιν. 1537 1.6.4.1 : 〈<21Comici incerti>21 (fr. anon. 256, Com. IV p. 693).〉 1538 1.6.4.2 : Ἀλλ´ ἔστιν εὔστοχόν τι βουλευτήριον 1539 1.6.4.3 : ταὐτόματον. 1540 1.6.5.1 : 〈<21Comici incerti>21 (fr. anon. 257, Com. IV p. 693)〉 1541 1.6.5.2 : Ἐπηρεαστικόν γέ τι 1542 1.6.5.3 : ταὐτόματόν ἐστι τῷ βίῳ. 1543 1.6.6.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (fr. adesp. 425 N.).〉 1544 1.6.6.2 : Ἡ τὰ θνητῶν καὶ τὰ θεῖα πάντ´ ἐπισκοποῦς´ 〈ἀεὶ〉 1545 1.6.6.3 : καὶ νέμους´ ἡμῶν ἑκάστῳ τὴν κατ´ ἀξίαν τύχη 1546 1.6.6.4 : [μερίδα]. 1547 1.6.7.1 : <20Χαιρήμονος ἐξ Ἀχιλλέως Θερσιτοκτόνου>20 1548 1.6.7.2 : (fr. 2 p. 607 N.). 1549 1.6.7.3 : Τύχη τὰ θνητῶν πράγματ´, οὐκ εὐβουλία. 1550 1.6.8.1 : <20Φιλήμονος>20 (fr. inc. 98, Com. IV p. 62). 1551 1.6.8.2 : Ἄλλος κατ´ ἄλλην δαιμονίζεται τύχην. 1552 1.6.9.1 : <20Μενάνδρου Κνιδίᾳ>20 (fr. 2, Com. IV p. 151). 1553 1.6.9.2 : Ταὐτόματόν ἐστιν ὡς ἔοικέ που θεός, 1554 1.6.9.3 : σῴζει τε πολλὰ τῶν ἀοράτων πραγμάτων. 1555 1.6.10.1 : <20Μενάνδρου Ὑποβολιμαίῳ>20 (fr. 6, Com. IV p. 214). 1556 1.6.10.2 : Οὐ παντὸς ἀγαθοῦ τὴν πρόνοιαν αἰτίαν 1557 1.6.10.3 : κρίνων ἂν ὀρθῶς ὑπολαβεῖν τίς μοι δοκεῖ, 1558 1.6.10.4 : ἀλλ´ ἔστι καὶ ταὐτόματον ἔνθα χρήσιμον. 1559 1.6.11.1 : <20Φιλήμονος Ἀποκαρτεροῦντι>20 (Com. IV p. 6). 1560 1.6.11.2 : Νῦν δ´ οἶδ´ ἀκριβῶς τὴν τύχην, ὡς οὐ μία, 1561 1.6.11.3 : οὐδ´ ἔστι πρῴην, ἀλλὰ μετὰ τῶν σωμάτων 1562 1.6.11.4 : ἡμῶν, ὅταν γινώμεθ´, εὐθὺς χἡ τύχη 1563 1.6.11.5 : προσγίνεθ´ ἡμῖν συγγενὴς τῷ σώματι· 1564 1.6.11.6 : κοὐκ ἔστιν ἕτερον παρ´ ἑτέρου λαβεῖν τύχην. 1565 1.6.12.1 : 〈<20Εὐριπίδου>20 (fr. 1006 N.).〉 1566 1.6.12.2 : Τὸν εὐτυχοῦντα καὶ φρονεῖν νομίζομεν. 1567 1.6.13.1 : 〈<21Lyrici incerti>21 (fr. adesp. 139 3 B.)〉 1568 1.6.13.2 : Τύχα μερόπων ἀρχὰ 1569 1.6.13.3 : καὶ τέρμα, τὺ καὶ σοφίας θακεῖς ἕδρας 1570 1.6.13.4 : καὶ τιμὰν βροτέοις ἐπέθηκας ἔργοις· 1571 1.6.13.5 : καὶ τὸ καλὸν πλέον ἢ κακὸν ἐκ σέθεν, 1572 1.6.13.6 : ἅ τε χάρις λάμπει περὶ σὰν πτέρυγα χρυσέαν· 1573 1.6.13.7 : καὶ τὸ τεᾷ πλάστιγγι δοθὲν μακαριστότατον τελέθει. 1574 1.6.13.8 : τὺ δ´ ἀμαχανίας πόρον εἶδες ἐν ἄλγεσιν, 1575 1.6.13.9 : καὶ λαμπρὸν φάος ἄγαγες ἐν σκότῳ, προφερεστάτα θεῶν. 1576 1.6.14a.1 : <20Μενάνδρου Κεκρυφάλῳ>20 (fr. 4, Com. IV p. 148). 1577 1.6.14a.2 : Ταὐτόματον ἡμῖν ἀφανὲς ὂν συλλαμβάνει. 1578 1.6.15.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ Τιτθῇ>20 (fr. 2, Com. IV p. 205).〉 1579 1.6.15.2 : Αὐτόματα γὰρ τὰ πράγματ´ ἐπὶ τὸ συμφέρον 1580 1.6.15.3 : ῥεῖ κἂν καθεύδῃς, ἢ πάλιν τοὐναντίον. 1581 1.6.15.1 : <20Χαιρήμονος>20 (fr. 19 p. 611 N.). 1582 1.6.15.2 : Ἅπαντα νικᾷ καὶ μεταστρέφει τύχη, 1583 1.6.15.3 : οὐδεὶς δὲ νικᾷ μὴ θελούσης τῆς τύχης. 1584 1.6.16.1 : <20Αἰσχύλου>20 (=trag. fr. adesp. 426 N.). 1585 1.6.16.2 : Πάντων τύραννος ἡ τύχη ´στὶ τῶν θεῶν, 1586 1.6.16.3 : τὰ δ´ ἄλλ´ ὀνόματα ταῦτα πρόσκειται μάτην, 1587 1.6.16.4 : μόνη διοικεῖν γοῦν ἅπαντα βούλεται. 1588 1.6.17a.1 : 〈<21Aetii>21 plac. (I 29 p. 324 sq. Diels.).〉 1589 1.6.17a.2 : <20Ἀριστοτέλης>20 διαφέρειν τῆς τύχης τὸ αὐτόματον· 1590 1.6.17a.3 : τὸ μὲν γὰρ ἀπὸ τύχης καὶ τοῦ αὐτομάτου εἶναι ἐν τοῖς 1591 1.6.17a.4 : πρακτέοις πάντως· τὸ δ´ αὐτόματον οὐκ ἀπὸ τύχης, ἐν 1592 1.6.17a.5 : γὰρ τοῖς ἔξω πράξεως· καὶ τὴν μὲν τύχην τῶν λογικῶν, 1593 1.6.17a.6 : τὸ δ´ αὐτόματον καὶ τῶν λογικῶν καὶ τῶν ἀλόγων καὶ 1594 1.6.17a.7 : ἀψύχων· καὶ τὴν μὲν τύχην προαιρέτως συμβαίνειν, τὸ δ´ 1595 1.6.17a.8 : αὐτόματον ἀπροαιρέτως· καὶ τὴν μέν τινος ὑπάρχοντος 1596 1.6.17a.9 : γίγνεσθαι, τὸ δὲ ἀλόγως, μηδενὸς ἔξω βουλευθέντος. 1597 1.6.17a.10 : <20Πλάτων>20 τὴν τύχην ἀπεφαίνετο αἰτίαν ἐν ἀπροαι– 1598 1.6.17a.11 : ρέτοις κατὰ συμβεβηκὸς καὶ παρακολούθημα καὶ σύμπτω– 1599 1.6.17a.12 : μα, καὶ προαιρέσεως κατὰ τὴν πρὸς τὸ τέλος πρόθεσιν 1600 1.6.17a.13 : ἐναλλακτικὴν σχέσιν. 1601 1.6.17a.14 : <20Ἀριστοτέλης,>20 αἰτίαν κατὰ συμβεβηκός, ἐν τοῖς 1602 1.6.17a.15 : καθ´ ὁρμὴν ἕνεκά τινος γιγνομένοις ἄστατον καὶ ἄδηλον. 1603 1.6.17a.16 : Καὶ ὑποθέσεις μὲν δύο ταῖς ἀρχαῖς ἐνυπάρχειν, τάξιν τε 1604 1.6.17a.17 : καὶ ἀταξίαν, αἰτίας δὲ τέτταρας ἐν τοῖς ὅλοις, καθ´ ἃς 1605 1.6.17a.18 : ἅπαντα συνίσταται, νοῦν, φύσιν, ἀνάγκην, τύχην· καὶ τού– 1606 1.6.17a.19 : των διπλῆν ἑκάστην, τὴν μὲν ἐν τοῖς ἀνθρωπίνοις πράγ– 1607 1.6.17a.20 : μασι, τὴν δ´ ἐν ἄλλοις· τελεῖσθαι δὲ τὰ μὲν πάντως, τὰ 1608 1.6.17a.21 : δὲ κατὰ τὸ πλεῖστον, τὰ δ´ ἄλλοτε ἄλλως. Τὴν δ´ εἱμαρ– 1609 1.6.17a.22 : μένην οὐκ αἰτίαν μέν, τρόπον δέ τινα αἰτίας, συμβεβηκότα 1610 1.6.17a.23 : πως τοῖς τῆς ἀνάγκης τεταγμένοις. 1611 1.6.18.1 : <20Πλάτωνος Νόμων δʹ>20 (p. 709A). 1612 1.6.18.2 : Ὡς οὐδείς ποτε ἀνθρώπων οὐδὲν νομοθετεῖ, τύχαι 1613 1.6.18.3 : δὲ καὶ ξυμφοραὶ παντοῖαι πίπτουσαι παντοίως νομοθε– 1614 1.6.18.4 : τοῦσιν ἅπαντα ἡμῖν. ἢ γὰρ πόλεμός τις βιασάμενος ἀνέ– 1615 1.6.18.5 : τρεψε πολιτείας καὶ μετέβαλε νόμους, ἢ πενίας χαλεπῆς 1616 1.6.18.6 : ἀπορία· πολλὰ δὲ καὶ νόσοι ἀναγκάζουσι καινοτομεῖν, 1617 1.6.18.7 : λοιμῶν τε ἐμπιπτόντων καὶ χρόνον ἐπὶ πολὺν ἐνιαυτῶν 1618 1.6.18.8 : πολλῶν πολλάκις ἀκαιρίαι. Ταῦτα δὴ πάντα προϊδών τις 1619 1.6.18.9 : ἄρξειεν ἂν εἰπεῖν ὅπερ ἐγὼ νῦν δή, θνητὸν μὲν μηδένα 1620 1.6.18.10 : νομοθετεῖν μηδέν, τύχας δ´ εἶναι σχεδὸν ἅπαντα τἀνθρώ– 1621 1.6.18.11 : πινα πράγματα· τὸ δ´ ἔστι περὶ ναυτιλίαν καὶ κυβερνη– 1622 1.6.18.12 : τικὴν καὶ ἰατρικὴν καὶ στρατηγικὴν πάντα ταῦτ´ εἰπόντα 1623 1.6.18.13 : δοκεῖν εὖ λέγειν· ἀλλὰ γὰρ ὅμως αὖ καὶ τόδε ἔστιν εὖ 1624 1.6.18.14 : λέγοντα λέγειν ἐν τοῖς αὐτοῖς τούτοις. {—}Τὸ ποῖον; {—}Ὡς 1625 1.6.18.15 : θεὸς μὲν πάντα καὶ μετὰ θεοῦ τύχη καὶ καιρὸς τἀνθρώ– 1626 1.6.18.16 : πινα διακυβερνῶσι ξύμπαντα. Ἡμερώτερον μὲν τρίτον 1627 1.6.18.17 : ξυγχωρῆσαι τούτοις δεῖν ἕπεσθαι τέχνην· καιρῷ γὰρ χει– 1628 1.6.18.18 : μῶνος συλλαβέσθαι κυβερνητικὴν ἢ μή, μέγα πλεονέκτημα 1629 1.6.18.19 : ἔγωγ´ ἂν θείην. ἢ πῶς; {—}Οὕτως. {—}Οὐκοῦν καὶ τοῖς 1630 1.6.18.20 : ἄλλοις ὡσαύτως κατὰ τὸν αὐτὸν ἂν ἔχοι λόγον; 1631 1.6.19.1 : 〈<21Aetii>21 plac. (I 29 p. 325 Diels.).〉 1632 1.6.19.2 : <20Θεόφραστος>20 προσδιαρθροῖ ταῖς αἰτίαις τὴν κατὰ 1633 1.6.19.3 : προαίρεσιν· φέρεται δέ πως εἰς τὸ εἱμαρμένην εἶναι τὴν 1634 1.6.19.4 : ἑκάστου φύσιν· ἐν ᾗ τόπον τεττάρων αἰτιῶν ποικίλων, 1635 1.6.19.5 : προαιρέσεως 〈φύσεως〉 τύχης καὶ ἀνάγκης. 1636 1.6.19.6 : <20Ἐπίκουρος>20 κατ´ ἀνάγκην, κατὰ προαίρεσιν, κατὰ 1637 1.6.19.7 : τύχην. 1638 1.6.18.1 : <20Ἐκ τῶν Ἀριστοξένου Πυθαγορικῶν ἀπο– 1639 1.6.18.2 : φάσεων.>20 1640 1.6.18.3 : Περὶ δὲ τύχης τάδ´ ἔφασκον· εἶναι μέν τι καὶ δαι– 1641 1.6.18.4 : μόνιον μέρος αὐτῆς, γενέσθαι γὰρ ἐπίπνοιάν τινα παρὰ 1642 1.6.18.5 : τοῦ δαιμονίου τῶν ἀνθρώπων ἐνίοις ἐπὶ τὸ βέλτιον ἢ ἐπὶ 1643 1.6.18.6 : τὸ χεῖρον, καὶ εἶναι φανερῶς κατ´ αὐτὸ τοῦτο τοὺς μὲν 1644 1.6.18.7 : εὐτυχεῖς, τοὺς δὲ ἀτυχεῖς. καταφανέστατον δὲ εἶναι τοῦτο 1645 1.6.18.8 : 〈τῷ〉 τοὺς μὲν ἀπροβουλεύτως καὶ εἰκῇ τι πράττοντας πολ– 1646 1.6.18.9 : λάκις κατατυγχάνειν, τοὺς δὲ προβουλευομένους καὶ προ– 1647 1.6.18.10 : νοουμένους ὀρθῶς τι πράττειν ἀποτυγχάνειν. Εἶναι δὲ καὶ 1648 1.6.18.11 : ἕτερον τύχης εἶδος, καθ´ ὃ οἳ μὲν εὐφυεῖς καὶ εὔστοχοι, 1649 1.6.18.12 : οἳ δὲ ἀφυεῖς τε καὶ ἐναντίαν ἔχοντες φύσιν βλάστοιεν, ὧν 1650 1.6.18.13 : οἳ μὲν εὐθυβολοῖεν ἐφ´ ὅ τι ἂν ἐπιβάλωνται, οἳ δὲ ἀπο– 1651 1.6.18.14 : πίπτοιεν τοῦ σκοποῦ, μηδέποτε τῆς διανοίας αὐτῶν εὐστό– 1652 1.6.18.15 : χως φερομένης, ἀλλὰ ἀεὶ ταρασσομένης· ταύτην δὲ τὴν 1653 1.6.18.16 : ἀτυχίαν σύμφυτον εἶναι καὶ οὐκ ἐπείσακτον. 1654 1.6.19.1 : <20Εὐρύσω περὶ τύχας>20 (fr. 2 Mullach., phil. II p. 112). 1655 1.6.19.2 : Δοκεῖ δέ μοι τύχα καὶ τὸ ἀπὸ τᾶς τύχας γινόμενον 1656 1.6.19.3 : πᾶν οὐχ ὡς ὑπό τινος αἰτίας ἀφωρισμένας καὶ ὡς ὑπο– 1657 1.6.19.4 : κειμένας γίνεσθαι, ἀλλ´ ὡς ἐπισυμβαῖνον καὶ ἐπισυνιστά– 1658 1.6.19.5 : μενον ἁτέραις τισὶν αἰτίαις. Ἁ τύχα ὦν καὶ τὸ ἀπὸ τύ– 1659 1.6.19.6 : χας γινόμενον οὔθ´ ὡς φύσις ἐντὶ ὑπὸ φύσιός τε γινό– 1660 1.6.19.7 : μενον, οὔθ´ ὡς τέχνα καὶ φρόνασίς τις ἀνθρωπίνα καὶ 1661 1.6.19.8 : θεία, ἀλλὰ ἐπισυμβαῖνον παραλόγως τε καὶ ἀπροαισθή– 1662 1.6.19.9 : τως τούτοις. Ἐπεὶ γὰρ δύο φύσιες ἐν τῷ ὅλῳ τῷδε 1663 1.6.19.10 : καὶ τῷ παντὶ ἐνυπάρχοντι ἐναντίαι ἀλλάλαις καὶ ταυτᾶν 1664 1.6.19.11 : ἃ μέν ἐντι ῥητὰ καὶ τεταγμένα καὶ λόγον ἔχουσα ποτὶ 1665 1.6.19.12 : πάντα, ἃ δ´ ἄρρητος καὶ ἄτακτος καὶ ἄλογος καὶ οὐδεμίαν 1666 1.6.19.13 : σύνταξιν ἔχουσα, αὐταυτόθεν φανερόν, ὅτι τὸ μὲν ἀπὸ τύ– 1667 1.6.19.14 : χας καὶ τῶ αὐτομάτω γινόμενον γίνεται ἐμπεσούσας τᾶς 1668 1.6.19.15 : ἀλόγω καὶ ἀτάκτω φύσιος ἐς τὰ πράγματα, πάντα δὲ 1669 1.6.19.16 : τὰ σύστοιχα ταῖς καθόλω φύσεσιν ἀεὶ κατὰ τὸ βέλτιον 1670 1.6.19.17 : καὶ τὸ χεῖρον ἀντιδιαιρέονται [τὰ] πράγματα, τὰ μὲν ὡς 1671 1.6.19.18 : ἀγαθοποιῶ τινος φύσιος καὶ βασιλικᾶς ἐπικρατευσάσας, 1672 1.6.19.19 : τὰ δ´ ὡς κακοποιῶ καὶ τυραννικᾶς. 1673 1.7.t.1 : {1Ὅτι ἀλόγιστος ἡ φορὰ τῆς τύχης.}1 1674 1.7.1.1 : <20Μενάνδρου Κιθαριστοῦ>20 (fr. 8, Com. IV p. 151). 1675 1.7.1.2 : Ὡς ποικίλον πρᾶγμ´ ἐστὶ καὶ πλάνον τύχη. 1676 1.7.2.1 : <20Μενάνδρου Προγάμων>20 (=Chaeremonis fr. 20 1677 1.7.2.2 : p. 611 N.). 1678 1.7.2.3 : Τὸ τῆς τύχης τοι μεταβολὰς πολλὰς ἔχει. 1679 1.7.3.1 : 〈<20Μενάνδρου (=Προγάμων Com. IV p. 195).〉 1680 1.7.3.2 : Τυφλόν γε καὶ δύστηνόν ἐστιν ἡ τύχη. 1681 1.7.4.1 : <20Σοφοκλέους Οἰδίποδι>20 (Tyr. 977. 978.). 1682 1.7.4.2 : Τί δ´ ἂν φοβοῖτ´ ἄνθρωπος, ᾧ τὰ τῆς τύχης 1683 1.7.4.3 : κρατεῖ, πρόνοια δ´ ἐστὶν οὐδενὸς σαφής; 1684 1.7.5.1 : <20Μενάνδρου>20 (fr. 247, Com. IV p. 288). 1685 1.7.5.2 : Οὐδὲν κατὰ λόγον γίγνεθ´ ὧν ποιεῖ τύχη. 1686 1.7.6.1 : <20Εὐριπίδου Ἑλένης>20 ( 711–715). 1687 1.7.6.2 : Σκέψαι γάρ, ὁ θεὸς ὡς ἔχει τι ποικίλον 1688 1.7.6.3 : καὶ δυστέκμαρτον· εὖ δέ πως ἀναστρέφει 1689 1.7.6.4 : ἐκεῖσε κἀκεῖς´ ἀναφέρων· ὃ μὲν πονεῖ, 1690 1.7.6.5 : ὃ δ´ οὐ πονήσας αὖθις ὄλλυται κακῶς, 1691 1.7.6.6 : βέβαιον οὐδὲν τῆς ἀεὶ τύχης ἔχων. 1692 1.7.7a.1 : <20Μενάνδρου Ξενολόγῳ>20 (fr. 2, Com. IV p. 176). 1693 1.7.7a.2 : Οὕτως ἀσυλλόγιστον ἡ τύχη ποιεῖ 1694 1.7.7a.3 : τὸ συμφέρον τί ποτ´ ἐστὶν ἀνθρώπου βίῳ· 1695 1.7.7a.4 : οὐ χρῆται νόμοις καθ´ οὓς κρίνει πράγματα, 1696 1.7.7a.5 : οὐδ´ ἔστιν εἰπεῖν ζῶντα „ταῦτ´ οὐ πείσομαι“. 1697 1.7.7b.1 : 〈<20Εὐριπίδου Ἱππολύτῳ>20 ( 701).〉 1698 1.7.7b.2 : Πρὸς τὰς τύχας γὰρ τὰς φρένας κεκτήμεθα. 1699 1.7.8.1 : <20Εὐριπίδου Δανάης>20 (fr. 332 N.). 1700 1.7.8.2 : Ἐς ταὐτὸν ἥκειν φημι τὰς βροτῶν τύχας, 1701 1.7.8.3 : τόν θ´ ὃν καλοῦσιν αἰθέρ´, ὅστις ἔστι δή. 1702 1.7.8.4 : οὗτος θέρους τε λαμπρὸν ἐκλάμπει σέλας, 1703 1.7.8.5 : χειμῶνά τ´ αὔξει, συντιθεὶς πυκνὸν νέφος· 1704 1.7.8.6 : θάλλειν τε καὶ μή, ζῆν τε καὶ φθίνειν ποιεῖ· 1705 1.7.8.7 : οὕτω δὲ θνητῶν σπέρμα τῶν μὲν εὐτυχεῖ 1706 1.7.8.8 : λαμπρᾷ γαλήνῃ, τῶν δὲ συννέφει πάλιν· 1707 1.7.8.9 : ζῶσίν τε σὺν κακοῖσιν, οἳ δ´ ὄλβου μέτα 1708 1.7.8.10 : φθίνους´ ἐτείοις προσφερῶς μεταλλαγαῖς. 1709 1.7.9a.1 : 〈<21Aetii>21 plac. (I 29, 6. 7 p. 326 Diels.).〉 1710 1.7.9a.2 : <20Ἐπίκουρος>20 ἄστατον αἰτίαν προσώποις, χρόνοις, 1711 1.7.9a.3 : τόποις. 1712 1.7.9a.4 : <20Ἀναξαγόρας>20 καὶ οἱ <20Στωικοὶ>20 ἄδηλον αἰτίαν ἀν– 1713 1.7.9a.5 : θρωπίνῳ λογισμῷ· ἃ μὲν γὰρ εἶναι κατ´ ἀνάγκην, ἃ δὲ 1714 1.7.9a.6 : καθ´ εἱμαρμένην, ἃ δὲ κατὰ προαίρεσιν, ἃ δὲ κατὰ τύχην, 1715 1.7.9a.7 : ἃ δὲ κατὰ τὸ αὐτόματον. 1716 1.7.10.1 : Τύχη ἀτάκτου ἐνεργείας ἐστὶ προσηγορία. 1717 1.7.10.1 : <20Διωτογένεος Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ 1718 1.7.10.2 : ὁσιότατος.>20 1719 1.7.10.3 : Ἐπεὶ γὰρ τέτορες αἰτίαι τὰ σύμπαντα περαίνοντι καὶ 1720 1.7.10.4 : ἐπὶ τέλος ἐπιτίθεντι, φύσις καὶ νόμος καὶ τέχνα καὶ τύχα, 1721 1.7.10.5 : καὶ τῶν μὲν ... ἐξ ἄθεος ποτὶ ξυμφωνίαν πολιτικὰν 1722 1.7.10.6 : φερόντων νόμος ἐπιστάτας καὶ δαμιουργός· τῶν δὲ διὰ 1723 1.7.10.7 : φρονάσιος ἀνθρωπίνας τελεωθέντων τέχνα 〈κα〉 λέγοιτο μά– 1724 1.7.10.8 : τηρ τε καὶ ἁγεμὼν ἦμεν· τῶν δὲ εἰκᾷ τε καὶ ὡς ἔτυχεν 1725 1.7.10.9 : ἀπὸ τωὐτομάτω ὁμοίως ποτιπιπτόντων τοῖς χρηστοῖς τε 1726 1.7.10.10 : καὶ πονηροῖς τύχαν τῶν τοιούτων αἰτίαν φασοῦμες· ταύ– 1727 1.7.10.11 : ταν δ´ οὔτ´ ἐν μέτρῳ οὔτ´ ἐν ὅρῳ τεταγμέναν καὶ πεφυρ– 1728 1.7.10.12 : μένως ἕκαστα ποιέν· γενναθείσα δὲ δὴ ἐξ αὐταυτῶ γένεος 1729 1.7.10.13 : ἄμφω κινεῖσθαι. 1730 1.8.t.1 : {1Περὶ χρόνου οὐσίας καὶ μερῶν καὶ πόσων 1731 1.8.t.2 : εἴη αἴτιος.}1 1732 1.8.1.1 : <20Σοφοκλέους>20 (fr. 832 N.). 1733 1.8.1.2 : Πάντ´ ἐκκαλύπτων ὁ χρόνος εἰς 〈τὸ〉 φῶς ἄγει. 1734 1.8.2.1 : <20Ξενοφάνους>20 (fr. XII Brandis. p. 60). 1735 1.8.2.2 : Οὔ τοι ἀπ´ ἀρχῆς πάντα θεοὶ θνητοῖς παρέδειξαν, 1736 1.8.2.3 : ἀλλὰ χρόνῳ ζητοῦντες ἐφευρίσκουσιν ἄμεινον. 1737 1.8.3.1 : <20Φιλήμονος>20 (fab. inc. fr. 55, Com. IV p. 54). 1738 1.8.3.2 : Ὦ Πάμφιλ´, ὁ χρόνος οὐ μόνον τὰ σώματα 1739 1.8.3.3 : αὔξει βαδίζων, ἀλλὰ καὶ τὰ πράγματα. 1740 1.8.4.1 : 〈<20Χαιρήμονος>20 (fr. 22 p. 612 N.).〉 1741 1.8.4.2 : Οὐκ ἔστιν οὐδὲν τῶν ἐν ἀνθρώποις, ὅ τι 1742 1.8.4.3 : οὐκ ἐν χρόνῳ ζητοῦσιν ἐξευρίσκεται. 1743 1.8.5.1 : <20Ἀντιφάνους>20 (fab. inc. fr. 72, Com. III p. 156). 1744 1.8.5.2 : Μάλιστα δ´ ἐκπλήττει με τῶν συνειδότων 1745 1.8.5.3 : ὁ χρόνος, ὃν ἀεὶ λανθάνειν ἀμηχανῶ. 1746 1.8.6.1 : <20Θεοδέκτου>20 (fr. 9 p. 625 N.). 1747 1.8.6.2 : Ἀλλ´, ὦ τάλαν Θυέστα, καρτέρει δάκνων 1748 1.8.6.3 : ὀργῆς χαλινόν· παρακελεύομαι δέ σοι 1749 1.8.6.4 : τεθηγμένῳ νῦν· ἀλλ´ ὁ μυρίος χρόνος 1750 1.8.6.5 : τὰ πάντ´ ἀμαυροῖ χὑπὸ χεῖρα λαμβάνει. 1751 1.8.7.1 : <20Ἀγάθωνος>20 (fr. 18 p. 595 N.). 1752 1.8.7.2 : Οὐπώποτ´ ἠξίωσα χαρίσασθαι χρόνοις. 1753 1.8.8.1 : <20Μενάνδρου>20 (fr. 278, Com. IV p. 293). 1754 1.8.8.2 : Πᾶν τοὖργον ὀρθῶς ἐκμαθεῖν χρόνου μέτα. 1755 1.8.9.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (fr. 170, Com. IV p. 272). 1756 1.8.9.2 : Ὦ δέσποτ´, ἄξι´ ἐστὶ τοῖς σοφοῖς βροτῶν 1757 1.8.9.3 : χρόνῳ σκοπεῖσθαι τῆς ἀληθείας πέρι. 1758 1.8.10.1 : <20Κριτίου>20 (fr. 2 p. 600 N.). 1759 1.8.10.2 : Ὁ χρόνος ἁπάσης ἐστὶν ὀργῆς φάρμακον. 1760 1.8.11.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (fr. adesp. 427 N.).〉 1761 1.8.11.2 : Μετὰ τὴν σκιὰν τάχιστα γηράσκει χρόνος. 1762 1.8.12.1 : 〈<21Poetae incerti>21 (=Nicostrati fr. 3, Com. III p. 288).〉 1763 1.8.12.2 : Πάλιν χρόνῳ τἀρχαῖα καινὰ γίγνεται. 1764 1.8.13.1 : 〈<20Νικοστράτου Λακώνων>20 (fr. 4, Com. III p. 288).〉 1765 1.8.13.2 : Οὐκ ἔστι δυσαρεστότερον οὐδὲ ἓν χρόνου, 1766 1.8.13.3 : οὐδέποτ´ ἀρέσκει ταὐτὰ τούτῳ τῷ θεῷ. 1767 1.8.14.1 : <20Ἀγάθωνος>20 (fr. 19 p. 595 N.). 1768 1.8.14.2 : Σοφὸν λέγουσι τὸν χρόνον πεφυκέναι. 1769 1.8.15.1 : 〈<20Σιμωνίδου>20 (fr. 175 3 b.).〉 1770 1.8.15.2 : Οὐκ ἔστιν μείζων βάσανος χρόνου οὐδενὸς ἔργου, 1771 1.8.15.3 : ὃς καὶ ὑπὸ στέρνοις ἀνδρὸς ἔδειξε νόον. 1772 1.8.16.1 : 〈<21Lyrici incerti>21 (=Agath. eleg. 28 p. 593 3 B.).〉 1773 1.8.16.2 : Ὤφελεν ὡς ἀφανὴς οὕτω φανερώτατος εἶναι 1774 1.8.16.3 : καιρός, ὃς αὐξάνεται πλεῖστον ἀπ´ εὐλαβίης. 1775 1.8.17.1 : <20Σοφοκλέους>20 (fr. 280 N.). 1776 1.8.17.2 : Πρὸς ταῦτα κρύπτε μηδέν, ὡς ὁ πάνθ´ ὁρῶν 1777 1.8.17.3 : καὶ πάντ´ ἀκούων πάντ´ ἀναπτύσσει χρόνος. 1778 1.8.18.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (=Sophocl. fr. 833 N.).〉 1779 1.8.18.2 : Χρόνος, ὦ Χρόν´, ἅμα κραταιᾷ 1780 1.8.18.3 : χρημοσύνᾳ βιότου 1781 1.8.18.4 : πόλλ´ ἀνευρίσκεις σοφὰ μαιομένοις. 1782 1.8.19.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (=Eurip. fr. 509 N.).〉 1783 1.8.19.2 : Οὐκ ἔστι πράσσοντάς τι μοχθηρὸν λαθεῖν· 1784 1.8.19.3 : ὀξὺ βλέπει γὰρ ὁ χρόνος, ὃς τὰ πάνθ´ ὁρᾷ. 1785 1.8.20.1 : <20Εὐριπίδου Ἀλόπῃ>20 (=Αἰόλ. fr. 38 N.). 1786 1.8.20.2 : Ὁ χρόνος ἅπαντα τοῖσιν ὕστερον φράσει, 1787 1.8.20.3 : λάλος ἐστὶν οὗτος, οὐκ ἐρωτῶσιν λέγει. 1788 1.8.21.1 : <20Σοφοκλέους Οἰδίποδι>20 (Tyr. 614. 615). 1789 1.8.21.2 : Χρόνος δίκαιον ἄνδρα δείκνυσιν μόνος, 1790 1.8.21.3 : κακὸν δὲ κἂν ἐν ἡμέρᾳ γνοίης μιᾷ. 1791 1.8.22.1 : <20Σιμωνίδου Ἐπιγραμμάτων>20 (fr. 176 3 B.). 1792 1.8.22.2 : Ὅ τοι χρόνος ὀξὺς ὀδόντας 1793 1.8.22.3 : πάντα καταψήχει καὶ τὰ βιαιότατα. 1794 1.8.23.1 : <20Σοφοκλῆς Αἴαντι>20 ( 646–649). 1795 1.8.23.2 : Ἅπανθ´ ὁ μακρὸς κἀναρίθμητος χρόνος 1796 1.8.23.3 : φύει τ´ ἄδηλα καὶ φανέντα κρύπτεται. 1797 1.8.23.4 : Κοὐκ ἔστ´ ἄελπτον οὐδέν, ἀλλ´ ἁλίσκεται 1798 1.8.23.5 : χὡ δεινὸς ὅρκος, χαἱ περισκελεῖς φρένες. 1799 1.8.24.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 ( 714).〉 1800 1.8.24.2 : Πάνθ´ ὁ μέγας χρόνος μαραίνει. 1801 1.8.25.1 : <20Εὐριπίδου Ἱππολύτου>20 (fr. 444 N.). 1802 1.8.25.2 : Χρόνος διέρπων πάντ´ ἀληθεύειν φιλεῖ. 1803 1.8.26.1 : <21Tragici incerti>21 (=Philem. fr. 97, Com. IV p. 61). 1804 1.8.26.2 : Χρόνος τὰ κρυπτὰ πάντα πρὸς τὸ φῶς ἄγει. 1805 1.8.27.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (fr. adesp. 428 N.).〉 1806 1.8.27.2 : Ἀλλὰ ταῦτα μὲν χρόνος 1807 1.8.27.3 : δείξει· μόνος γάρ ἐστιν ἀνθρώπων κριτής. 1808 1.8.28.1 : 〈<21Tragici incerti>21 (=Chaerem. fr. 20 p. 612 N.).〉 1809 1.8.28.2 : Χρόνος δίκαιον ἄνδρα μηνύει ποτέ. 1810 1.8.29.1 : <20Φιλήμονος>20 (=tr. fr. adesp. 429 N.). 1811 1.8.29.2 : Χρόνῳ τὰ πάντα γίγνεται καὶ κρίνεται. 1812 1.8.30.1 : <20Χαιρήμονος.>20 1813 1.8.30.2 : Σχολῇ βαδίζων ὁ χρόνος ἀφικνεῖται τ〈όπ〉αν. 1814 1.8.31.1 : <20Μενάνδρου>20 (fr. 42, Com. IV p. 247). 1815 1.8.31.2 : Οὐκ ἔστ´ ἄπιστον οὐδὲν ἐν θνητῷ βίῳ, 1816 1.8.31.3 : οὐδ´ ἂν γένοιτο· πολλὰ ποικίλλει χρόνος 1817 1.8.31.4 : παράδοξα καὶ θαυμαστὰ καὶ ζώντων τρόποι. 1818 1.8.32.1 : <20Χαιρήμονος>20 (fr. 22 p. 612 N.). 1819 1.8.32.2 : Οὐκ ἔστιν οὐδὲν τῶν ἐν ἀνθρώποις, ὅ τι 1820 1.8.32.3 : οὐκ ἐν χρόνῳ ζητοῦσιν ἐξευρίσκεται. 1821 1.8.33.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (=Chaerem. fr. 23 p. 612 N.). 1822 1.8.33.2 : Χρόνος μαλάσσει πάντα κἀξεργάζεται. 1823 1.8.34.1 : <20Φιλήμονος>20 (fr. 56, Com. IV p. 54). 1824 1.8.34.2 : Ὅσαι τέχναι γεγόνασι, ταύτας, ὦ Λάχης, 1825 1.8.34.3 : πάσας ἐδίδαξεν ὁ χρόνος, οὐχ ὁ διδάσκαλος. 1826 1.8.35.1 : † <20Ἀναγενέους>20 (anonym. fr. 359, Com. IV p. 693). 1827 1.8.35.2 : Ὁ πολὺς χρόνος πάντ´ ἐξελέγχει, Νικοφῶν. 1828 1.8.36.1 : <20Ἑρμίππου>20 (fr. 1, Com. II p. 380; fr. 4 Kock.). 1829 1.8.36.2 : Ἐκεῖνός ἐστιν στρογγύλος τὴν ὄψιν, ὦ πονηρέ, 1830 1.8.36.3 : ἐντὸς δ´ ἔχων περιέρχεται κύκλῳ τὰ πάντ´ ἐν αὑτῷ· 1831 1.8.36.4 : ἡμᾶς δὲ τίκτει περιτρέχων τὴν γῆν ἁπαξάπασαν. 1832 1.8.36.5 : Ὀνομάζεται δ´ ἐνιαυτός, ὢν δὲ περιφερὴς τελευτὴν 1833 1.8.36.6 : οὐδεμίαν οὐδ´ ἀρχὴν 〈ἔχει〉· κυκλῶν δ´ ἀεὶ τὸ σῶμα 1834 1.8.36.7 : οὐ παύεται δι´ ἡμέρας ὁσημέραι τροχάζων. 1835 1.8.37.1 : <20Κλεοβούλου σοφοῦ τῶν αἰνιγμάτων>20 (fr. 2 3 B., 1836 1.8.37.2 : p. 971). 1837 1.8.37.3 : Εἷς ὁ πατήρ, παῖδες 〈δὲ〉 δυώδεκα· τῶν δὲ ἑκάστῳ 1838 1.8.37.4 : κοῦραι ἑξήκοντα, διάνδιχα εἶδος ἔχουσαι· 1839 1.8.37.5 : αἳ μὲν λευκαὶ ἔασιν ἰδεῖν, αἳ δ´ αὖτε μέλαιναι· 1840 1.8.37.6 : ἀθάναται δέ τ´ ἐοῦσαι ἀποφθινύθουσιν ἅπασαι. 1841 1.8.38.1 : <20Μοσχίωνος>20 (fr. 7 p. 633 N.). 1842 1.8.38.2 : Πρῶτον δ´ ἄνειμι καὶ διαπτύξω λόγῳ 1843 1.8.38.3 : ἀρχὴν βροτείου καὶ κατάστασιν βίου· 1844 1.8.38.4 : ἦν γάρ ποτ´ αἰὼν κεῖνος, ἦν ποθ´ ἡνίκα 1845 1.8.38.5 : θηρσὶν διαίτας εἶχον ἐμφερεῖς βροτοί, 1846 1.8.38.6 : ὀρειγενῆ σπήλαια καὶ δυσηλίους 1847 1.8.38.7 : φάραγγας ἐνναίοντες· οὐδέπω γὰρ ἦν 1848 1.8.38.8 : οὔτε στεγήρης οἶκος, οὔτε λαΐνοις 1849 1.8.38.9 : εὐρεῖα πύργοις ὠχυρωμένη πόλις· 1850 1.8.38.10 : οὐ μὴν ἀρότροις ἀγκύλοις ἐτέμνετο 1851 1.8.38.11 : μέλαινα καρποῦ βῶλος ὀμπνίου τροφός, 1852 1.8.38.12 : οὐδ´ ἐργάτης σίδηρος εὐιώτιδος 1853 1.8.38.13 : θάλλοντας οἴνης ὀρχάτους ἐτημέλει, 1854 1.8.38.14 : ἀλλ´ ἦν ἀκύμων † κωφεύουσα ῥέουσα γῆ. 1855 1.8.38.15 : βοραὶ δὲ σαρκοβρῶτες ἀλληλοκτόνους 1856 1.8.38.16 : παρεῖχον αὐτοῖς δαῖτας· ἦν δ´ ὁ μὲν Νόμος 1857 1.8.38.17 : ταπεινός, ἡ Βία δὲ σύνθρονος Διί, 1858 1.8.38.18 : ὁ δ´ ἀσθενὴς ἦν τῶν ἀμεινόνων βορά. 1859 1.8.38.19 : Ἐπεὶ δ´ ὁ τίκτων πάντα καὶ τρέφων χρόνος 1860 1.8.38.20 : τὸν θνητὸν ἠλλοίωσεν ἔμπαλιν βίον, 1861 1.8.38.21 : εἴτ´ οὖν μέριμναν τὴν Προμηθέως σπάσας, 1862 1.8.38.22 : εἴτ´ οὖν ἀνάγκην, εἴτε τῇ μακρᾷ τριβῇ 1863 1.8.38.23 : αὐτὴν παρασχὼν τὴν φύσιν διδάσκαλον, 1864 1.8.38.24 : τόθ´ εὑρέθη μὲν καρπὸς ἡμέρου τροφῆς 1865 1.8.38.25 : Δήμητρος ἁγνῆς, εὑρέθη δὲ Βακχίου 1866 1.8.38.26 : γλυκεῖα πηγή· γαῖα δ´ ἡ πρὶν ἄσπορος 1867 1.8.38.27 : ἤδη ζυγουλκοῖς βουσὶν ἠροτρεύετο. 1868 1.8.38.28 : ἄστη δ´ ἐπυργώσαντο καὶ περισκεπεῖς 1869 1.8.38.29 : ἔτευξαν οἴκους· καὶ τὸν ἠγριωμένον 1870 1.8.38.30 : εἰς ἥμερον δίαιταν ἤγαγον βίον· 1871 1.8.38.31 : κἀκ τοῦδε τοὺς θανόντας ὥρισεν νόμος 1872 1.8.38.32 : τύμβοις καλύπτειν, κἀπιμοιρᾶσθαι κόνιν 1873 1.8.38.33 : νεκροῖς ἀθάπτοις, μηδ´ ἐν ὀφθαλμοῖς ἐᾶν 1874 1.8.38.34 : τῆς πρόσθε θοίνης μνημόνευμα δυσσεβοῦς. 1875 1.8.39.1 : <20Ἐκ τῶν Βίωνος Βουκολικῶν>20 (c. III Herm., XVII Ahr.). 1876 1.8.39.2 : „Εἴαρος, ὦ Μύρσων, ἢ χείματος, ἢ φθινοπώρω, 1877 1.8.39.3 : ἢ θέρεος τί τοι ἁδύ; τί δὲ πλέον εὔχεαι ἐλθεῖν; 1878 1.8.39.4 : ἦ θέρος, ἁνίκα πάντα τελείεται ἅσσα μογεῦμες; 1879 1.8.39.5 : ἢ γλυκερὸν φθινόπωρον, ὅκ´ ἀνδράσι λιμὸς ἐλαφρά; 1880 1.8.39.6 : ἢ καὶ χεῖμα δύσεργον; ἐπεὶ καὶ χείματι πολλοὶ 1881 1.8.39.7 : θαλπόμενοι θέλγονται ἀεργείᾳ τε καὶ ὄκνῳ. 1882 1.8.39.8 : ἤ τοι καλὸν ἔαρ πλέον εὔαδεν; εἰπὲ τί τοι φρὴν 1883 1.8.39.9 : αἱρεῖται; λαλέεν γὰρ ἐπέτραπεν ἁ σχολὰ ἁμῖν.“ 1884 1.8.39.10 : „„Κρίνειν οὐκ ἐπέοικε θεήια ἔργα βροτοῖσι, 1885 1.8.39.11 : πάντα γὰρ ἱερὰ ταῦτα καὶ ἁδέα· σεῦ δὲ ἕκατι 1886 1.8.39.12 : ἐξερέω, Κλεόδαμε, τό μοι πέλεν ἅδιον ἄλλων. 1887 1.8.39.13 : οὐκ ἐθέλω θέρος ἦμεν, ἐπεὶ τόκα μ´ ἅλιος ὀπτῇ· 1888 1.8.39.14 : οὐκ ἐθέλω φθινόπωρον, ἐπεὶ νόσον ὥρια τίκτει· 1889 1.8.39.15 : οὖλον χεῖμα φέρον νιφετὸν κρυμώς τε φοβεῦμαι. 1890 1.8.39.16 : εἶαρ ἐμοὶ τριπόθατον ὅλῳ λυκάβαντι παρείη, 1891 1.8.39.17 : ἁνίκα μήτε κρύος μήθ´ ἅλιος ἄμμε βαρύνει· 1892 1.8.39.18 : εἴαρι πάντα κύει, πάντ´ εἴαρος ἁδέα βλαστῆ, 1893 1.8.39.19 : χἁ νὺξ ἀνθρώποισιν ἴσα καὶ ὁμοίιος ἀώς.““ 1894 1.8.40a.1 : <20Θαλῆς>20 ἐρωτηθείς, τί σοφώτατον; 〈ἔφη,〉 Χρόνος· 1895 1.8.40a.2 : ἀνευρίσκει γὰρ τὰ πάντα. 1896 1.8.40a.3 : <20Περίανδρος>20 ἐρωτηθείς, Τί πάντων αἴτιον; ἔφη, 1897 1.8.40a.4 : Χρόνος. 1898 1.8.40a.5 : <20Θαλῆς>20 ἔφησεν, ὅτι σαφέστατος ἔλεγχος πραγμάτων 1899 1.8.40a.6 : ἁπάντων ἐστὶν ὁ χρόνος, οὗτος 〈γὰρ〉 τὴν ἀλήθειαν ἐμ– 1900 1.8.40a.7 : φανίζει. 1901 1.8.40a.8 : <20Εὐρυφῶν>20 ὁ ἰατρὸς ἐρωτηθεὶς τὸν διδάσκαλον παρ´ 1902 1.8.40a.9 : ᾧ ἐπαιδεύθη, Παρὰ τῷ χρόνῳ, ἔφη. 1903 1.8.41.1 : 〈<21Aetii>21 (plac. I 21. 22 p. 318 Diels.).〉 1904 1.8.41.2 : <20Πυθαγόρας>20 τὴν σφαῖραν τοῦ περιέχοντος. 1905 1.8.41.3 : <20Ἐρατοσθένης>20 τὴν τοῦ ἡλίου πορείαν. 1906 1.8.41.4 : <20Οἱ Στωικοὶ>20 χρόνου οὐσίαν αὐτὴν τὴν κίνησιν. 1907 1.8.41.5 : <20Οἱ πλείους>20 ἀγένητον τὸν χρόνον. 1908 1.8.41.6 : <20Ξενοκράτης>20 μέτρον τῶν γενητῶν, καὶ κίνησιν ἀΐδιον. 1909 1.8.41.7 : Μέτρον βραδύτητος ἢ τάχους εἶπε <20Χρύσιππος. 1910 1.8.41.8 : Ἑστιαῖος>20 ὁ Περίνθιος φυσικὸς φορὰν ἄστρων πρὸς 1911 1.8.41.9 : ἄλληλα. 1912 1.8.41.10 : <20Στράτων>20 τὸ ἐν κινήσει καὶ ἠρεμίᾳ ποσόν. 1913 1.8.41.11 : <20Ἐπίκουρος>20 σύμπτωμα 〈συμπτωμάτων〉, τοῦτο δ´ 1914 1.8.41.12 : ἐστὶ παρακολούθημα κινήσεων. 1915 1.8.41.13 : <20Ἀντιφᾶν>20 καὶ <20Κριτόλαος>20 νόημα ἢ μέτρον τὸν 1916 1.8.41.14 : χρόνον, οὐδ´ ὑπόστασιν. 1917 1.8.42.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (epitom. phys. fr. 6 Diels. Doxogr. p. 449).〉 1918 1.8.42.2 : <20Ἀριστοτέλους.>20 τὸν δὲ χρόνον ἀριθμὸν εἶναι κινή– 1919 1.8.42.3 : σεως κατὰ τὸ πρότερον καὶ τὸ ὕστερον, οὔτ´ ἀρχὴν ἔχοντα 1920 1.8.42.4 : οὔτε τελευτήν, ἀλλ´ ἀεὶ ὄντα καὶ ἀεὶ γιγνόμενον, εἶναι 1921 1.8.42.5 : δὲ συνεχῆ καὶ διαιρετόν, λαμβάνεσθαι γὰρ αὐτοῦ τὸ μὲν 1922 1.8.42.6 : πρότερον τὸ δ´ ὕστερον, ὅρον δ´ ὑπάρχειν ἑκατέρων τὸ 1923 1.8.42.7 : νῦν, τοῦτο γὰρ νοεῖσθαι τοῦ μὲν προτέρου πέρας, τοῦ δὲ 1924 1.8.42.8 : μέλλοντος ἀρχήν. 1925 1.8.43.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (epitom. phys. fr. 7 p. 450).〉 1926 1.8.43.2 : <20Οἱ Ἀριστοτελικοὶ>20 τὸν χρόνον ἀριθμὸν τῶν κατὰ 1927 1.8.43.3 : τὸ νῦν ἀφοριζομένων κινήσεων, τὸ δὲ νῦν εἶναι μονάδα 1928 1.8.43.4 : στάσεως ἐν κινήσει, κίνησιν δ´ οὐκ εἶναι τὸν χρόνον, οὐ 1929 1.8.43.5 : μὴν 〈ἄνευ〉 κινήσεως· λέγεσθαι γὰρ κίνησιν βραδεῖαν καὶ 1930 1.8.43.6 : ταχεῖαν, οὐκέτι δὲ χρόνον, ἀλλὰ πολὺν καὶ ὀλίγον. Ἔτι 1931 1.8.43.7 : τὸ μὲν πλεῖον καὶ τοὔλαττον ἀριθμῷ κρίνεσθαι, χρόνῳ δὲ 1932 1.8.43.8 : τὴν πλείω καὶ ἐλάττω κίνησιν. Οὐκ ἄρα κίνησις ὁ χρόνος, 1933 1.8.43.9 : οὐ μὴν κινήσεως κεχωρισμένος, ἀριθμὸν γὰρ εἶναι κινή– 1934 1.8.43.10 : σεως συνεχῆ κατὰ τὸ πρότερον καὶ ὕστερον. 1935 1.8.44.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (epitom. phys. fr. 26 p. 461).〉 1936 1.8.44.2 : <20Ζήνωνος. Ζήνων>20 ἔφησε χρόνον εἶναι κινήσεως 1937 1.8.44.3 : διάστημα, τοῦτο δὲ καὶ μέτρον καὶ κριτήριον τάχους τε 1938 1.8.44.4 : καὶ βραδύτητος, ὅπως ἔχει 〈ἕκαστα〉. Κατὰ τοῦτον δὲ γί– 1939 1.8.44.5 : νεσθαι τὰ γινόμενα καὶ τὰ περαινόμενα ἅπαντα καὶ τὰ 1940 1.8.44.6 : ὄντα εἶναι. 1941 1.8.41.1 : <20Ἑρμοῦ ἐκ τῶν πρὸς Τάτ.>20 (p. 38b Patrit.). 1942 1.8.41.2 : ..................... 1943 1.8.41.3 : Ὡς καὶ περὶ τῶν τριῶν χρόνων εὑρεῖν· οὔτε γὰρ καθ´ 1944 1.8.41.4 : ἑαυτούς εἰσιν, οὔτε συνήνωνται· καὶ πάλιν συνήνωνται 1945 1.8.41.5 : καὶ καθ´ ἑαυτούς εἰσιν. Ἐὰν χωρὶς εἶναι τοῦ παρεληλυ– 1946 1.8.41.6 : θότος ὑπολάβῃς τὸν ἐνεστῶτα, ἀδύνατόν ἐστιν ἐνεστάναι, 1947 1.8.41.7 : εἰ μὴ καὶ παρεληλυθὼς γένοιτο· ἐκ γὰρ τοῦ ἀποιχομένου 1948 1.8.41.8 : τὸ ἐνεστὼς γίνεται καὶ ἐκ τοῦ ἐνεστῶτος τὸ μέλλον ἔρχεται. 1949 1.8.41.9 : Εἰ δὲ δεῖ καὶ ἐπὶ πλέον βασανίσαι, οὕτω λογισώμεθα· τὸν 1950 1.8.41.10 : μὲν παρεληλυθότα χρόνον οἴχεσθαι εἰς τὸ μηκέτι εἶναι 1951 1.8.41.11 : [τοῦτον], τὸν δὲ μέλλοντα μὴ ὑπάρχειν ἐν τῷ μηδέπω πα– 1952 1.8.41.12 : ρεῖναι, ἀλλὰ μηδὲ τὸν ἐνεστῶτα συμπαρεῖναι ἐν τῷ μένειν. 1953 1.8.41.13 : Ὃς γὰρ οὐχ ἕστηκε ῥοπὴν ἔχων, οὐδὲ κέντρου μονὴν 1954 1.8.41.14 : [χρόνος], πῶς ἐνεστὼς εἶναι λέγεται ὁ μηδὲ ἑστάναι δυνά– 1955 1.8.41.15 : μενος; καὶ πάλιν ὁ παρεληλυθὼς συνάπτων τῷ ἐνεστῶτι καὶ 1956 1.8.41.16 : ὁ ἐνεστὼς τῷ μέλλοντι εἷς γίνεται (οὐ γὰρ χωρὶς αὑτῶν 1957 1.8.41.17 : εἰσι) τῇ ταὐτότητι καὶ τῇ ἑνότητι καὶ τῇ συνεχείᾳ. Οὕτω 1958 1.8.41.18 : καὶ συνεχὴς καὶ διεστὼς γίνεται, εἷς ὢν καὶ ὁ αὐτός, χρόνος. 1959 1.8.42.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (epitom. phys. fr. 26 p. 461). 1960 1.8.42.2 : <20Ἀπολλοδώρου. Ἀπολλόδωρος>20 δ´ ἐν τῇ Φυσικῇ 1961 1.8.42.3 : τέχνῃ οὕτως ὁρίζεται τὸν χρόνον· Χρόνος δ´ ἐστὶ τῆς τοῦ 1962 1.8.42.4 : κόσμου κινήσεως διάστημα· οὕτως δ´ ἐστὶν ἄπειρος, ὡς 1963 1.8.42.5 : ὁ πᾶς ἀριθμὸς ἄπειρος λέγεται εἶναι· τὸ μὲν γάρ ἐστιν 1964 1.8.42.6 : αὐτοῦ παρεληλυθός, τὸ δὲ ἐνεστηκός, τὸ δὲ μέλλον. Ἐνε– 1965 1.8.42.7 : στάναι δὲ τὸν πάντα χρόνον ὡς τὸν ἐνιαυτὸν ἐνεστηκέναι 1966 1.8.42.8 : λέγομεν κατὰ μείζονα περιγραφήν· καὶ ὑπάρχειν ὁ πᾶς 1967 1.8.42.9 : χρόνος λέγεται, οὐδενὸς αὐτοῦ τῶν μερῶν ὑπάρχοντος 1968 1.8.42.10 : ἀπαρτιζόντως. 1969 1.8.42.11 : <20Ποσειδωνίου.>20 Τὰ μέν ἐστι κατὰ πᾶν ἄπειρα, ὡς 1970 1.8.42.12 : ὁ σύμπας χρόνος· τὰ δὲ κατά τι, ὡς ὁ παρεληλυθὼς χρό– 1971 1.8.42.13 : νος καὶ ὁ μέλλων· κατὰ γὰρ τὸν παρόντα μόνον ἑκάτερος 1972 1.8.42.14 : πεπέρανται. Τὸν δὲ χρόνον οὕτως ὁρίζεται· διάστημα 1973 1.8.42.15 : κινήσεως ἢ μέτρον τάχους τε καὶ βραδύτητος, ὅπως ἔχει 1974 1.8.42.16 : τὸ ἐπινοούμενον. 〈καὶ〉 κατὰ τὸ πότε τοῦ χρόνου τὸν μὲν 1975 1.8.42.17 : εἶναι παρεληλυθότα, τὸν δὲ μέλλοντα, τὸν δὲ παρόντα, 1976 1.8.42.18 : ὃς ἔκ τινος μέρους τοῦ παρεληλυθότος καὶ τοῦ μέλλοντος 1977 1.8.42.19 : περὶ τὸν διορισμὸν αὐτὸν συνέστηκε· τὸν δὲ διορισμὸν 1978 1.8.42.20 : σημειώδη εἶναι. Τὸ δὲ νῦν καὶ τὰ ὅμοια ἐν πλάτει 1979 1.8.42.21 : χρόνον καὶ οὐχὶ κατ´ ἀπαρτισμὸν νοεῖσθαι. Λέγεσθαι δὲ 1980 1.8.42.22 : τὸ νῦν καὶ [κατὰ] τὸν ἐλάχιστον πρὸς αἴσθησιν χρόνον 1981 1.8.42.23 : περὶ τὸν διορισμὸν τοῦ μέλλοντος καὶ παρεληλυθότος 1982 1.8.42.24 : συνιστάμενον. 1983 1.8.42.25 : <20Χρυσίππου.>20 Ὁ δὲ <20Χρύσιππος>20 χρόνον εἶναι κι– 1984 1.8.42.26 : νήσεως διάστημα, καθ´ ὃ ποτὲ λέγεται μέτρον τάχους τε καὶ 1985 1.8.42.27 : βραδύτητος· ἢ τὸ παρακολουθοῦν διάστημα τῇ τοῦ κόσμου 1986 1.8.42.28 : κινήσει, καὶ κατὰ μὲν τὸν χρόνον κινεῖσθαί τε ἕκαστα καὶ 1987 1.8.42.29 : εἶναι· εἰ μὴ ἄρα διττὸς λέγεται ὁ χρόνος, καθάπερ ἥ τε γῆ 1988 1.8.42.30 : καὶ ἡ θάλαττα καὶ τὸ κενόν, τά τε ὅλα καὶ τὰ μέρη τὰ 1989 1.8.42.31 : αὐτῶν. Ὥσπερ δὲ τὸ κενὸν πᾶν ἄπειρον εἶναι πάντῃ καὶ 1990 1.8.42.32 : τὸν χρόνον πάντα ἄπειρον εἶναι ἐφ´ ἑκάτερα· καὶ γὰρ τὸν 1991 1.8.42.33 : παρεληλυθότα καὶ τὸν μέλλοντα ἄπειρον εἶναι. Ἐμφανέ– 1992 1.8.42.34 : στατα δὲ τοῦτο λέγει, ὅτι οὐθεὶς ὅλως ἐνίσταται χρόνος. 1993 1.8.42.35 : Ἐπεὶ γὰρ εἰς ἄπειρον ἡ τομὴ τῶν συνεχόντων ἐστί, κατὰ 1994 1.8.42.36 : τὴν διαίρεσιν ταύτην καὶ πᾶς χρόνος εἰς ἄπειρον ἔχει τὴν 1995 1.8.42.37 : τομήν· ὥστε μηθένα κατ´ ἀπαρτισμὸν ἐνεστάναι χρόνον, 1996 1.8.42.38 : ἀλλὰ κατὰ πλάτος λέγεσθαι. Μόνον δ´ ὑπάρχειν φησὶ 1997 1.8.42.39 : τὸν ἐνεστῶτα, τὸν δὲ παρῳχημένον καὶ τὸν μέλλοντα ὑφε– 1998 1.8.42.40 : στάναι μέν, ὑπάρχειν δὲ οὐδαμῶς, εἰ μὴ ὡς καὶ κατηγο– 1999 1.8.42.41 : ρήματα ὑπάρχειν λέγεται μόνα τὰ συμβεβηκότα, οἷον τὸ 2000 1.8.42.42 : περιπατεῖν ὑπάρχει μοι ὅτε περιπατῶ, ὅτε δὲ κατακέκλι– 2001 1.8.42.43 : μαι ἢ κάθημαι οὐχ ὑπάρχει .......... 2002 1.8.42.44 : Ἔαρ δὲ ἔτους ὥραν κεκραμένην ἐκ χειμῶνος ἀπολήγοντος 2003 1.8.42.45 : καὶ θέρους ἀρχομένου· ἢ τὴν μετὰ χειμῶνα ὥραν πρὸ 2004 1.8.42.46 : θέρους. Θέρος δὲ ὥραν ἔτους τὴν μάλισθ´ ὑφ´ ἡλίου 2005 1.8.42.47 : διακεκαυμένην. Μετόπωρον δὲ ὥραν ἔτους τὴν μετὰ θέρος 2006 1.8.42.48 : μέν, πρὸ χειμῶνος δέ, κεκραμένην. Χειμῶνα δὲ ὥραν ἔτους 2007 1.8.42.49 : τὴν μάλιστα κατεψυγμένην ἢ τὸν περὶ γῆν ἀέρα κατε– 2008 1.8.42.50 : ψυγμένον. Γίνεσθαι δὲ ἰσημερίας δύο καθ´ ἕκαστον ἐνι– 2009 1.8.42.51 : αυτὸν καὶ τροπὰς δύο· ἰσημερίας μέν, ὅταν ἡ νὺξ καὶ ἡ 2010 1.8.42.52 : ἡμέρα ἶσαι ὦσι· τούτων δὲ τὴν μὲν ἔαρι γίγνεσθαι, τὴν 2011 1.8.42.53 : δὲ μετοπώρῳ· τῶν δὲ τροπῶν τὰς μὲν θέρους, τὰς δὲ 2012 1.8.42.54 : χειμῶνος. 2013 1.8.42b.1 : 〈<21Aetii>21 (plac. III 8, 1 p. 375 Diels.).〉 2014 1.8.42b.2 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 καὶ οἱ <20Στωικοὶ>20 χειμῶνα μὲν γίγνε– 2015 1.8.42b.3 : σθαι τοῦ ἀέρος ἐπικρατοῦντος τῇ πυκνώσει εἰς τὸ ἀνω– 2016 1.8.42b.4 : τέρω βιαζομένου· θερείαν δὲ τοῦ πυρός, ὅταν εἰς τὸ κα– 2017 1.8.42b.5 : τωτέρω βιάζηται. 2018 1.8.43.1 : 〈<21Aetii>21 (plac. II 32, 1–4 p. 363 Diels.).〉 2019 1.8.43.2 : Ἐνιαυτός ἐστι Κρόνου μὲν ἐνιαυτῶν περίοδος τριά– 2020 1.8.43.3 : κοντα, Διὸς δώδεκα, Ἄρεος δυοῖν, Ἡλίου δώδεκα μῆνες· 2021 1.8.43.4 : οἱ δ´ αὐτοὶ Ἑρμοῦ καὶ Ἀφροδίτης, ἰσόδρομοι γάρ· Σελή– 2022 1.8.43.5 : νης ἡμέραι τριάκοντα. Οὗτος γὰρ ὁ τέλειος μὴν ἀπὸ 2023 1.8.43.6 : φάσεως εἰς σύνοδον. 2024 1.8.43.7 : Γίγνεσθαι δὲ τὸν λεγόμενον μέγαν ἐνιαυτόν, ὅταν ἐπὶ 2025 1.8.43.8 : τοὺς 〈αὐτοὺς〉 ἀφ´ ὧν ἤρξαντο τῆς κινήσεως ἀφίκωνται 2026 1.8.43.9 : τόπους. Τὸν δέ γε μέγαν ἐνιαυτὸν οἳ μὲν ἐν τῇ ὀκταε– 2027 1.8.43.10 : τηρίδι τίθενται, οἳ δὲ ἐν τῇ ἐννεακαιδεκαετηρίδι, οἳ δ´ ἐν 2028 1.8.43.11 : τοῖς τετραπλασίοις ἔτεσιν, οἳ δ´ ἐν τοῖς ἑξήκοντα 〈ἑνὸς 2029 1.8.43.12 : δέουσιν〉, ἐν οἷς Οἰνοπίδης καὶ Πυθαγόρας· οἳ δ´ ἐν τῇ 2030 1.8.43.13 : λεγομένῃ κεφαλῇ τοῦ Κρόνου, αὕτη δ´ ἐστὶ τῶν ἑπτὰ 2031 1.8.43.14 : πλανητῶν ἐπὶ ταὐτῇ ἡμέρᾳ τῆς ἐξ ἄρκτου φορᾶς ἐπάνοδος. 2032 1.8.43.15 : <20Ἡράκλειτος>20 ἐκ μυρίων ὀκτακισχιλίων ἐνιαυτῶν 2033 1.8.43.16 : ἡλιακῶν. 2034 1.8.43.17 : <20Διογένης>20 ὁ Στωικὸς ἐκ πέντε καὶ ἑξήκοντα καὶ 2035 1.8.43.18 : τριακοσίων ἐνιαυτῶν τοσούτων, ὅσος ἦν ὁ καθ´ Ἡράκλει– 2036 1.8.43.19 : τον ἐνιαυτός. 2037 1.8.43.1 : <20Ἐκ τοῦ Σκυθίνου Περὶ φύσεως.>20 2038 1.8.43.2 : Χρόνος ἐστὶν ὕστατον καὶ πρῶτον πάντων καὶ ἔχει ἐν 2039 1.8.43.3 : ἑαυτῷ πάντα καὶ ἔστιν εἷς ἀεί· καὶ οὐκ εἶσιν ὁ παροιχόμε– 2040 1.8.43.4 : νος ἐκ τοῦ ἐόντος αὐτῷ ἐναντίην ὁδὸν παρεωνιατῶν. Τὸ γὰρ 2041 1.8.43.5 : αὔριον ἡ μὲν τῷ ἔργῳ χθὲς ἔσται, τὸ δὲ χθὲς αὔριον 〈ἦν〉. 2042 1.8.44.1 : <20Ἐκ τοῦ Πλουτάρχου παραλλήλων Νουμᾶ 2043 1.8.44.2 : καὶ Λουκούργου>20 (Numa c. 18). 2044 1.8.44.3 : Πολλοί εἰσιν, οἳ προστεθῆναι τὸν Ἰανουάριον καὶ 2045 1.8.44.4 : Φεβρουάριον ὑπὸ Νουμᾶ τοὺς μῆνας λέγουσιν, ἐξ ἀρχῆς δὲ 2046 1.8.44.5 : χρῆσθαι Ῥωμαίους δέκα μόνοις εἰς τὸν ἐνιαυτόν, ὡς ἔνιοι 2047 1.8.44.6 : τῶν βαρβάρων τρισὶ καὶ τῶν Ἑλλήνων Ἀρκάδες μὲν τέ– 2048 1.8.44.7 : τρασιν, ἓξ δὲ Ἀκαρνᾶνες· Αἰγυπτίοις δὲ μηνιαῖος ἦν ὁ 2049 1.8.44.8 : ἐνιαυτός, εἶτα τετράμηνος, ὥς φασι· δι´ ὃ καὶ οἱ ταύτην 2050 1.8.44.9 : τὴν χώραν οἰκοῦντες ἀρχαιότατοι δοκοῦσιν εἶναι καὶ πλῆθος 2051 1.8.44.10 : ἀμήχανον ἐτῶν ἐπὶ ταῖς γενεαλογίαις καταφέρουσιν, ἅτε 2052 1.8.44.11 : δὴ τοὺς μῆνας εἰς ἐτῶν ἀριθμὸν τιθέμενοι. 2053 1.8.45.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τιμαίου>20 (c. X. XI) 〈et <21Aetii>21 2054 1.8.45.2 : (I 21, 2; 22, 9 et 1 p. 318 Diels.).〉 2055 1.8.45.3 : Πλάτων αἰῶνος εἰκόνα κινητήν, ἢ διάστημα τῆς τοῦ 2056 1.8.45.4 : κόσμου κινήσεως· γενητὸν δὲ κατ´ ἐπίνοιαν· οὐσίαν δὲ 2057 1.8.45.5 : χρόνου τὴν οὐρανοῦ κίνησιν· λέγει γὰρ ἐν τῷ Τιμαίῳ 2058 1.8.45.6 : (c. X p. 37C–c. XI p. 38D) οὕτως· 2059 1.8.45.7 : Ὡς δὲ κινηθὲν αὐτὸ καὶ ζῶν ἐνόησε τῶν ἀϊδίων θεῶν 2060 1.8.45.8 : γεγονὸς ἄγαλμα ὁ γεννήσας πατήρ, ἠγάσθη τε καὶ εὐφραν– 2061 1.8.45.9 : θεὶς ἔτι δὴ μᾶλλον ὅμοιον πρὸς τὸ παράδειγμα ἐπενόησεν 2062 1.8.45.10 : ἀπεργάσασθαι. Καθάπερ οὖν αὐτὸ τυγχάνει ζῷον ἀΐδιον, 2063 1.8.45.11 : καὶ τόδε τὸ πᾶν οὕτως εἰς δύναμιν ἐπεχείρησε τοιοῦτον 2064 1.8.45.12 : ἀποτελεῖν. Ἡ μὲν οὖν τοῦ ζῴου φύσις ἐτύγχανεν οὖσα 2065 1.8.45.13 : αἰώνιος· καὶ τοῦτο μὲν δὴ παντελῶς τῷ γενητῷ προσά– 2066 1.8.45.14 : πτειν οὐκ ἦν δυνατόν· εἰκόνα δ´ ἐπενόει κινητήν τινα 2067 1.8.45.15 : αἰῶνος ποιῆσαι καὶ διακοσμῶν οὐρανῷ ἅμα ποιεῖ μένοντος 2068 1.8.45.16 : αἰῶνος ἐν ἑνὶ κατ´ ἀριθμὸν ἰοῦσαν αἰώνιον εἰκόνα, τοῦτον 2069 1.8.45.17 : ὃν δὴ χρόνον ὠνομάκαμεν. ἡμέρας δὲ καὶ νύκτας καὶ μῆνας 2070 1.8.45.18 : καὶ ἐνιαυτούς, οὐκ ὄντας πρὶν οὐρανὸν γενέσθαι, τότε ἅμα 2071 1.8.45.19 : ἐκείνῳ ξυνισταμένῳ τὴν γένεσιν αὐτῶν μηχανᾶται. Ταῦτα 2072 1.8.45.20 : δὲ πάντα μέρη χρόνου καὶ τό τ´ ἦν καὶ ἔσται χρόνου γε– 2073 1.8.45.21 : γονότα εἴδη, ἃ δὴ φέροντες λανθάνομεν ἐπὶ τὴν ἀΐδιον 2074 1.8.45.22 : 〈οὐσίαν〉 οὐκ ὀρθῶς. Λέγομεν γὰρ δὴ ὡς ἦν ἔστι τε καὶ 2075 1.8.45.23 : ἔσται· τῇ δὲ τὸ ἔστι μόνον κατὰ τὸν ἀληθῆ λόγον προσήκει, 2076 1.8.45.24 : τὸ δ´ ἦν τό τ´ ἔσται περὶ τὴν ἐν χρόνῳ γένεσιν ἰοῦσαν 2077 1.8.45.25 : πρέπει λέγεσθαι· κίνησις γάρ ἐστι. Τὸ δὲ ἀεὶ κατὰ ταὐτὰ 2078 1.8.45.26 : ἔχον ἀκινήτως οὔτε πρεσβύτερον οὔτε νεώτερον προσήκει 2079 1.8.45.27 : γίγνεσθαι διὰ χρόνου οὔτε γενέσθαι ποτὲ οὐδὲ γεγονέναι 2080 1.8.45.28 : νῦν οὐδ´ εἰσαῦθις ἔσεσθαι, τὸ παράπαν τε οὐδὲν ὅσα 2081 1.8.45.29 : γένεσις τοῖς ἐν αἰσθήσει φερομένοις προσῆψεν, ἀλλὰ χρό– 2082 1.8.45.30 : νου ταῦτα αἰῶνα μιμουμένου καὶ κατ´ ἀριθμὸν κυκλου– 2083 1.8.45.31 : μένου γέγονεν εἴδη. Καὶ πρὸς τούτοις ἔτι τὰ τοιάδε, τό 2084 1.8.45.32 : τε γεγονὸς εἶναι γεγονὸς καὶ τὸ γιγνόμενον εἶναι γιγνό– 2085 1.8.45.33 : μενον, ἔτι τε τὸ γενησόμενον εἶναι γενησόμενον καὶ τὸ μὴ 2086 1.8.45.34 : ὂν μὴ ὂν εἶναι· ὧν οὐδὲν ἀκριβὲς λέγομεν. Περὶ μὲν οὖν 2087 1.8.45.35 : τούτων τάχ´ ἂν οὐκ ἂν εἴη καιρὸς πρέπων ἐν τῷ παρόντι 2088 1.8.45.36 : διακριβολογεῖσθαι. Χρόνος δ´ οὖν μετ´ οὐρανοῦ γέγονεν, 2089 1.8.45.37 : ἵν´ ἅμα γενηθέντες ἅμα καὶ λυθῶσιν, ἄν ποτε λύσις τις 2090 1.8.45.38 : αὐτῶν γίγνηται, καὶ κατὰ τὸ παράδειγμα τῆς αἰωνίας φύ– 2091 1.8.45.39 : σεως, ἵν´ ὡς ὁμοιότατος αὐτῷ κατὰ δύναμιν ᾖ. Τὸ μὲν 2092 1.8.45.40 : γὰρ δὴ παράδειγμα πάντα αἰῶνά ἐστιν ὄν· ὁ δ´ αὖ διὰ 2093 1.8.45.41 : τέλους τὸν ἅπαντα χρόνον γεγονώς τε καὶ ὢν καὶ ἐσόμενος. 2094 1.8.45.42 : Ἐξ οὖν λόγου καὶ διανοίας θεοῦ τοιαύτης πρὸς χρόνου 2095 1.8.45.43 : γένεσιν, ἵνα γενηθῇ χρόνος, ἥλιος καὶ σελήνη καὶ πέντε 2096 1.8.45.44 : ἄλλα ἔχοντα ἐπίκλην ἄστρα πλανητὰ εἰς διορισμὸν καὶ 2097 1.8.45.45 : φυλακὴν ἀριθμῶν χρόνου γέγονε. Σώματα δὲ αὐτῶν ἑκά– 2098 1.8.45.46 : στων ποιήσας ὁ θεὸς ἔθηκεν εἰς τὰς περιφοράς, ἃς ἡ 2099 1.8.45.47 : θατέρου περίοδος ᾔειν, ἑπτὰ οὔσας, ὄντα ἑπτά· σελήνην 2100 1.8.45.48 : μὲν εἰς τὸν περὶ γῆν πρῶτον, ἥλιον δ´ εἰς τὸν δεύτερον 2101 1.8.45.49 : ὑπὲρ γῆς, ἑωσφόρον δὲ καὶ τὸν ἱερὸν Ἑρμοῦ λεγόμενον 2102 1.8.45.50 : εἰς τὸν τάχει μὲν ἰσόδρομον ἡλίῳ κύκλον ἰόντας, τὴν δ´ 2103 1.8.45.51 : ἐναντίαν εἰληχότας αὐτῷ δύναμιν· ὅθεν καταλαμβάνουσί 2104 1.8.45.52 : τε καὶ καταλαμβάνονται κατὰ ταὐτὰ ὑπ´ ἀλλήλων ἥλιός 2105 1.8.45.53 : τε καὶ ὁ τοῦ Ἑρμοῦ καὶ ἑωσφόρος. Τὰ δ´ ἄλλα οἷ δὴ 2106 1.8.45.54 : καὶ δι´ ἃς αἰτίας ἱδρύσατο, εἴ τις ἐπεξίοι πάσας, ὁ λόγος 2107 1.8.45.55 : πάρεργος ὢν πλέον ἂν ἔργον ὧν ἕνεκα λέγεται παράσχοι. 2108 1.8.45.56 : —(c. XI p. 39D) ἔστι δ´ ὅμως οὐδὲν ἧττον κατανοῆσαι 2109 1.8.45.57 : δυνατόν, ὡς ὅ γε τέλειος ἀριθμὸς χρόνου τὸν τέλειον ἐνι– 2110 1.8.45.58 : αυτὸν πληροῖ τότε, ὅταν ἁπασῶν τῶν ὀκτὼ περιόδων τὰ 2111 1.8.45.59 : πρὸς ἄλληλα συμπερανθέντα τάχη σχῇ κεφαλὴν τῷ τοῦ 2112 1.8.45.60 : ταὐτοῦ καὶ ὁμοίως ἰόντος ἀναμετρηθέντα κύκλῳ. 2113 1.9.t.1 : {1Περὶ Ἀφροδίτης οὐρανίας καὶ ἔρωτος 〈θείου〉.}1 2114 1.9.1.1 : 〈<20Εὐριπίδου>20 (fr. 890 N.).〉 2115 1.9.1.2 : Τὴν Ἀφροδίτην οὐχ ὁρᾷς ὅση θεός; 2116 1.9.1.3 : ἀλλ´ οὐδ´ ἂν εἴποις οὐδὲ μετρήσειας ἂν 2117 1.9.1.4 : ὅση πέφυκε κἀφ´ ὅσον διέρχεται. 2118 1.9.1.5 : Αὕτη τρέφει σὲ κἀμὲ καὶ πάντας βροτούς· 2119 1.9.1.6 : τεκμήριον δέ, μὴ λόγῳ μόνον μάθῃς, 2120 1.9.1.7 : ἔργῳ δὲ δείξω τὸ σθένος τὸ τῆς θεοῦ· 2121 1.9.1.8 : ἐρᾷ μὲν ὄμβρου γαῖ´, ὅταν ξηρὸν πέδον 2122 1.9.1.9 : ἄκαρπον αὐχμῷ νοτίδος ἐνδεῶς ἔχῃ· 2123 1.9.1.10 : ἐρᾷ δ´ ὁ σεμνὸς οὐρανὸς πληρούμενος 2124 1.9.1.11 : ὄμβρου πεσεῖν εἰς γαῖαν Ἀφροδίτης ὕπο. 2125 1.9.1.12 : ὅταν δὲ συμμιχθῆτον εἰς ταὐτὸν δύο, 2126 1.9.1.13 : τίκτουσιν ἡμῖν πάντα κἀκτρέφους´ ἅμα, 2127 1.9.1.14 : ὅθεν βρότειον ζῇ τε καὶ θάλλει γένος. 2128 1.9.2a.1 : <20Εὐριπίδου Οἰδίποδι>20 (fr. 551 N.). 2129 1.9.2a.2 : Ἑνὸς 〈δ´〉 ἔρωτος ὄντος οὐ μί´ ἡδονή· 2130 1.9.2a.3 : οἳ μὲν κακῶν ἐρῶσιν, οἳ δὲ τῶν καλῶν. 2131 1.9.3.1 : 〈<20Εὐριπίδου Σθενεβοίᾳ>20 (fr. 671 N.).〉 2132 1.9.3.2 : Ὁ δ´ εἰς τὸ σῶφρον ἐπ´ ἀρετήν τ´ ἄγων ἔρως 2133 1.9.2b.3 : ζηλωτὸς ἀνθρώποισιν· ὧν εἴην ἐγώ. 2134 1.9.3.1 : <20Ἐκτῶν Βίωνος βουκολικῶν>20 (c. XIV Herm., XVIII Ahr.). 2135 1.9.3.2 : Μοίσας Ἔρως καλέοι, Μοῖσαι τὸν Ἔρωτα φέροιεν· 2136 1.9.3.3 : μολπὰν ταὶ Μοῖσαί μοι ἀεὶ ποθέοντι διδοῖεν, 2137 1.9.3.4 : τὰν γλυκερὰν μολπάν, τᾶς φάρμακον ἅδιον οὐδέν. 2138 1.9.4a.1 : <20Εὐριπίδου Δίκτυϊ>20 (fr. 342, 1. 2 N.). 2139 1.9.4a.2 : Φίλος γὰρ ἦν μοι καί μ´ Ἔρως εἷλέν ποτε 2140 1.9.4a.3 : οὐκ εἰς τὸ μῶρον, οὐδέ μ´ εἰς Κύπριν τρέπων. 2141 1.9.5.1 : 〈<20Εὐριπίδου Θησεῖ>20 (=Dict. fr. 342, 3–7 N.).〉 2142 1.9.5.2 : Ἀλλ´ ἔστι δή τις ἄλλος ἐν βροτοῖς Ἔρως 2143 1.9.5.3 : ψυχῆς δικαίας σώφρονός τε κἀγαθῆς· 2144 1.9.5.4 : καὶ χρῆν δὲ τοῖς βροτοῖσι τόνδ´ εἶναι νόμον, 2145 1.9.5.5 : τῶν εὐσεβούντων οἵτινές τε σώφρονες 2146 1.9.5.6 : ἐρᾶν, Κύπριν δὲ τὴν Διὸς χαίρειν ἐᾶν. 2147 1.9.5.1 : <20Ἡσιόδου>20 (Theog. 116. 117. 120). 2148 1.9.5.2 : Ἤτοι μὲν πρώτιστα χάος γένετ´, αὐτὰρ ἔπειτα 2149 1.9.5.3 : 〈γαῖ´ εὐρύστερνος, πάντων ἕδος ἀσφαλὲς αἰεί,〉 2150 1.9.5.4 : ἠδ´ Ἔρος, ὃς κάλλιστος ἐν ἀθανάτοισι θεοῖσι. 2151 1.9.6.1 : <20Παρμενίδου>20 (v. 131 Karsten., p. 800 Stein.). 2152 1.9.6.2 : Πρώτιστον μὲν Ἔρωτα θεῶν μητίσατο πάντων. 2153 1.9.7.1 : 〈<21Incerti scriptoris.>21〉 2154 1.9.7.2 : Οὐχ ἡ ἀνάγκη μόνον καὶ τὸ δόγμα ἀγαθοὺς εἶναι 2155 1.9.7.3 : ἐξορμᾷ, ἀλλὰ καὶ ὅπερ ἐξεργάζεται τὰ μέγιστα τῶν ἀν– 2156 1.9.7.4 : θρωπίνων, ἔρως· οὗτος καὶ τὴν ἀρετὴν τελεσίδρομον 2157 1.9.7.5 : εἶναι ποιεῖ. 2158 1.9.8.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδρου>20 (p. 245B. C). 2159 1.9.8.2 : Ὥστε γε τοῦτο αὐτὸ μὴ φοβώμεθα, μηδέ τις ἡμᾶς 2160 1.9.8.3 : λόγος θορυβείτω δεδιττόμενος, ὡς πρὸ τοῦ κεκινημένου 2161 1.9.8.4 : τὸν σώφρονα δεῖ προαιρεῖσθαι φίλον· ἀλλὰ τόδε πρὸς 2162 1.9.8.5 : ἐκείνῳ δείξας φερέσθω τὰ νικητήρια, ὡς οὐκ ἐπ´ ὠφελείᾳ 2163 1.9.8.6 : ἔρως τῷ ἐρῶντι καὶ τῷ ἐρωμένῳ ἐκ θεῶν ἐπιπέμπεται. 2164 1.9.8.7 : Ἡμῖν δὲ ἀποδεικτέον αὖ τοὐναντίον, ὡς ἐπ´ εὐτυχίᾳ παρὰ 2165 1.9.8.8 : θεῶν ἡ τοιαύτη μανία δίδοται. ἡ δὲ δὴ ἀπόδειξις ἔσται 2166 1.9.8.9 : δεινοῖς μὲν ἄπιστος, σοφοῖς δὲ πιστή. 2167 1.9.9.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 265A. B). 2168 1.9.9.2 : Ὃ μέντοι ἐζήτουν, ἔστιν αὐτὸ τοῦτο· μανίαν γάρ τινα 2169 1.9.9.3 : ἐφήσαμεν εἶναι τὸν ἔρωτα. ἦ γάρ; {—}Ναί. {—}Μανίας 2170 1.9.9.4 : δὲ εἴδη δύο· τὴν μὲν ὑπὸ νοσημάτων ἀνθρωπίνων, τὴν 2171 1.9.9.5 : δὲ ὑπὸ θείας ἐξαλλαγῆς τῶν εἰωθότων νομίμων γιγνο– 2172 1.9.9.6 : μένην. {—}Πάνυ γε. {—}Τῆς δὲ θείας τεττάρων θεῶν τέτ– 2173 1.9.9.7 : ταρα μέρη διελόμενοι, μαντικὴν μὲν ἐπίπνοιαν Ἀπόλλωνος 2174 1.9.9.8 : θέντες, Διονύσου δὲ τελεστικήν, Μουσῶν δ´ αὖ ποιητικήν, 2175 1.9.9.9 : τετάρτην δὲ Ἀφροδίτης καὶ Ἔρωτος, ἐρωτικὴν μανίαν ἐφή– 2176 1.9.9.10 : σαμεν ἀρίστην εἶναι. 2177 1.9.10.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 249D. E). 2178 1.9.10.2 : Ἔστι δὴ οὖν δεῦρο ὁ πᾶς ἥκων λόγος περὶ τῆς τε– 2179 1.9.10.3 : τάρτης μανίας, ἣν ὅταν τὸ τῇδέ τις ὁρῶν κάλλος, τοῦ ἀλη– 2180 1.9.10.4 : θοῦς ἀναμιμνησκόμενος πτεροῦταί τε καὶ ἀναπτερούμενος 2181 1.9.10.5 : προθυμούμενος ἀναπτέσθαι, ἀδυνατῶν δὲ ὄρνιθος δίκην 2182 1.9.10.6 : βλέπων ἄνω, τῶν κάτω δὲ ἀμελῶν, αἰτίαν ἔχει ὡς μανι– 2183 1.9.10.7 : κῶς διακείμενος· ὡς ἄρα αὕτη πασῶν τῶν ἐνθουσιάσεων 2184 1.9.10.8 : ἀρίστη τε καὶ ἐξ ἀρίστων τῷ τε ἔχοντι καὶ τῷ κοινωνοῦντι 2185 1.9.10.9 : αὐτῆς γίγνεται, καὶ ὅτι ταύτης μετέχων τῆς μανίας ὁ ἐρῶν 2186 1.9.10.10 : τῶν καλῶν ἐραστὴς γίγνεται. 2187 1.9.11.1 : 〈<20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 252B. C).〉 2188 1.9.11.2 : Τοῦτο δὲ τὸ πάθος, ὦ παῖ καλέ, πρὸς ὃν δή μοι 2189 1.9.11.3 : ὁ λόγος, ἄνθρωποι μὲν Ἔρωτα ὀνομάζουσι, θεοὶ δὲ ὃ 2190 1.9.11.4 : καλοῦσιν ἀκούσας εἰκότως διὰ νεότητα γελάσεις· λέγουσι 2191 1.9.11.5 : δὲ οἶμαι τινὲς Ὁμηριδῶν ἐκ τῶν ἀποθέτων ἐπῶν δύο ἔπη 2192 1.9.11.6 : εἰς τὸν Ἔρωτα, ὧν τὸ ἕτερον πάνυ ὑβριστικὸν καὶ οὐ 2193 1.9.11.7 : σφόδρα τι ἔμμετρον, ὑμνοῦσι δὲ ὧδε· 2194 1.9.11.8 : τὸν δή τοι θνητοὶ μὲν Ἔρωτα καλοῦσι ποτηνόν, 2195 1.9.11.9 : ἀθάνατοι δὲ Πτέρωτα διὰ πτεροφύτορ´ ἀνάγκην. 2196 1.9.12.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 (Sympos. p. 178A–C).〉 2197 1.9.12.2 : Ἔφη Φαῖδρον ἀρξάμενον ἐνθένδε ποθὲν λέγειν, ὅτι 2198 1.9.12.3 : μέγας θεὸς εἴη ὁ Ἔρως καὶ θαυμαστὸς ἐν ἀνθρώποις τε 2199 1.9.12.4 : καὶ θεοῖς, πολλαχῇ μὲν καὶ ἄλλῃ, οὐχ ἥκιστα δὲ κατὰ τὴν 2200 1.9.12.5 : γένεσιν. Τὸ γὰρ ἐν τοῖς πρεσβύτατον εἶναι τῶν θεῶν 2201 1.9.12.6 : τίμιον, ἦ δ´ ὅς· τεκμήριον δὲ τούτου· γοναὶ γὰρ Ἔρωτος 2202 1.9.12.7 : οὔτ´ εἰσιν οὔτε λέγονται ὑπ´ οὐδενὸς οὔτε ἰδιώτου οὔτε 2203 1.9.12.8 : ποιητοῦ, ἀλλὰ Ἡσίοδος πρῶτον μὲν χάος φησὶ γίγνεσθαι, 2204 1.9.12.9 : μετὰ τὸ χάος δύο τούτω γενέσθαι, Γῆν τε καὶ Ἔρωτα. 2205 1.9.12.10 : Ἡσιόδῳ δὲ καὶ Ἀκουσίλεως ξύμφησιν ἐν τοῖς πρεσβυτά– 2206 1.9.12.11 : τοις εἶναι· πρεσβύτατός τε ὢν μεγίστων ἀγαθῶν ἡμῖν 2207 1.9.12.12 : αἴτιός ἐστιν. 2208 1.9.13.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 180D. E). 2209 1.9.13.2 : Πάντες γὰρ ἴσμεν ὅτι οὐκ ἔστιν ἄνευ Ἔρωτος Ἀφρο– 2210 1.9.13.3 : δίτη. Μιᾶς μὲν οὔσης εἷς ἂν ἦν Ἔρως· ἐπεὶ δὲ δύο ἐστόν, 2211 1.9.13.4 : δύο ἀνάγκη καὶ Ἔρωτας εἶναι. Πῶς δ´ οὐ δύο τὰ θεά; ἡ 2212 1.9.13.5 : μέν γέ που πρεσβυτέρα καὶ ἀμήτωρ Οὐρανοῦ θυγάτηρ, 2213 1.9.13.6 : ἣν δὴ καὶ οὐρανίαν ἐπονομάζομεν, ἡ δὲ νεωτέρα Διὸς καὶ 2214 1.9.13.7 : Διώνης, ἣν δὴ πάνδημον καλοῦμεν. ἀναγκαῖον δὴ καὶ 2215 1.9.13.8 : Ἔρωτα τὸν μὲν τῇ ἑτέρᾳ ξυνεργὸν πάνδημον ὀρθῶς κα– 2216 1.9.13.9 : λεῖσθαι, τὸν δὲ οὐράνιον. 2217 1.9.14.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 185B. C). 2218 1.9.14.2 : Οὕτω πᾶν πάντως γε καλὸν ἕνεκα ἀρετῆς χαρίζεσθαι. 2219 1.9.14.3 : οὗτός ἐστιν ὁ τῆς οὐρανίας θεοῦ ἔρως καὶ οὐράνιος καὶ 2220 1.9.14.4 : πολλοῦ ἄξιος καὶ πόλει καὶ ἰδιώταις, πολλὴν ἐπιμέλειαν 2221 1.9.14.5 : ἀναγκάζων ποιεῖσθαι πρὸς ἀρετὴν τόν τε ἐρῶντα αὐτὸν 2222 1.9.14.6 : αὑτοῦ καὶ τὸν ἐρώμενον· οἱ δ´ ἕτεροι πάντες τῆς ἑτέρας, 2223 1.9.14.7 : τῆς πανδήμου. 2224 1.9.15.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 186A. B). 2225 1.9.15.2 : Τὸ μὲν γὰρ διπλοῦν εἶναι τὸν Ἔρωτα δοκεῖ μοι καλῶς 2226 1.9.15.3 : διελέσθαι· ὅτι δὲ οὐ μόνον ἐστὶν ἐπὶ ταῖς ψυχαῖς τῶν 2227 1.9.15.4 : ἀνθρώπων πρὸς τοὺς καλούς, ἀλλὰ καὶ πρὸς ἄλλα πολλὰ 2228 1.9.15.5 : καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις, τοῖς τε σώμασι τῶν πάντων ζῴων καὶ 2229 1.9.15.6 : τοῖς ἐν τῇ γῇ φυομένοις καὶ ὡς ἔπος εἰπεῖν ἐν πᾶσι τοῖς 2230 1.9.15.7 : οὖσι, καθεωρακέναι μοι δοκῶ ἐκ τῆς ἰατρικῆς, τῆς ἡμετέρας 2231 1.9.15.8 : τέχνης, ὡς μέγας καὶ θαυμαστὸς καὶ ἐπὶ πᾶν ὁ θεὸς 2232 1.9.15.9 : τείνει καὶ κατὰ τἀνθρώπινα καὶ κατὰ τὰ θεῖα πράγματα· 2233 1.9.15.10 : ἄρξομαι δὲ ἀπὸ τῆς ἰατρικῆς λέγων, ἵνα πρεσβεύωμεν τὴν 2234 1.9.15.11 : τέχνην. Ἡ γὰρ φύσις τῶν σωμάτων τὸν διπλοῦν ἔρωτα 2235 1.9.15.12 : τοῦτον ἔχει· τὸ γὰρ ὑγιὲς τοῦ σώματος καὶ τὸ νοσοῦν 2236 1.9.15.13 : ὁμολογοῦμεν ὡς ἕτερόν τε καὶ ἀνόμοιόν ἐστι, τὸ δὲ ἀνό– 2237 1.9.15.14 : μοιον ἀνομοίων ἐπιθυμεῖ καὶ ἐρᾷ. Ἄλλος μὲν οὖν ὁ ἐπὶ 2238 1.9.15.15 : τῷ ὑγιεινῷ ἔρως, ἄλλος δὲ ὁ ἐπὶ τῷ νοσώδει. 2239 1.9.16.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 188A–D). 2240 1.9.16.2 : Ἐπεὶ καὶ ἡ τῶν ὡρῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ ξύστασις μεστή 2241 1.9.16.3 : ἐστιν ἀμφοτέρων τούτων, καὶ ἐπειδὰν μὲν πρὸς ἄλληλα 2242 1.9.16.4 : τοῦ κοσμίου τύχῃ ἔρωτος, ἃ νῦν δὴ λέγω, τά τε θερμὰ 2243 1.9.16.5 : καὶ τὰ ψυχρὰ καὶ τὰ ξηρὰ καὶ ὑγρὰ καὶ ἁρμονίαν καὶ 2244 1.9.16.6 : κρᾶσιν λάβῃ σώφρονα, ἥκει φέροντα εὐετηρίαν τε καὶ ὑγί– 2245 1.9.16.7 : ειαν ἀνθρώποις καὶ τοῖς ἄλλοις ζῴοις τε καὶ φυτοῖς, καὶ 2246 1.9.16.8 : οὐδὲν ἠδίκησεν· ὅταν δὲ ὁ μετὰ τῆς ὕβρεως ἔρως ἐγκρα– 2247 1.9.16.9 : τέστερος καὶ περὶ τὰς τοῦ ἐνιαυτοῦ ὥρας γένηται, διέ– 2248 1.9.16.10 : φθειρέ τε πολλὰ καὶ ἠδίκησεν. οἵ τε γὰρ λοιμοὶ φιλοῦσι 2249 1.9.16.11 : γίγνεσθαι ἐκ τῶν τοιούτων καὶ ἄλλα ἀνόμοια καὶ πολλὰ 2250 1.9.16.12 : νοσήματα καὶ τοῖς θηρίοις καὶ τοῖς φυτοῖς. καὶ γὰρ 2251 1.9.16.13 : πάχναι καὶ χάλαζαι καὶ ἐρυσῖβαι ἐκ πλεονεξίας καὶ ἀκο– 2252 1.9.16.14 : σμίας περὶ ἄλληλα τῶν τοιούτων γίγνεται ἐρωτικῶν, ὧν 2253 1.9.16.15 : ἐπιστήμη περὶ ἄστρων τε φορὰς καὶ ἐνιαυτῶν ὥρας ἀστρο– 2254 1.9.16.16 : νομία καλεῖται. Ἔτι τοίνυν καὶ αἱ θυσίαι πᾶσαι καὶ οἷς 2255 1.9.16.17 : μαντικὴ ἐπιστατεῖ τέχνη, ταῦτα δ´ ἐστὶν ἡ περὶ θεούς τε 2256 1.9.16.18 : καὶ ἀνθρώπους πρὸς ἀλλήλους κοινωνία, οὐ περὶ ἄλλο τί 2257 1.9.16.19 : ἐστιν ἢ περὶ ἔρωτος φυλακήν τε καὶ ἴασιν. Πᾶσα γὰρ 2258 1.9.16.20 : ἀσέβεια φιλεῖ γίγνεσθαι, ἐὰν μή τις τῷ κοσμίῳ ἔρωτι 2259 1.9.16.21 : χαρίζηται μηδὲ τιμᾷ τε αὐτὸν καὶ πρεσβεύῃ ἐν παντὶ 2260 1.9.16.22 : ἔργῳ, ἀλλὰ τὸν ἕτερον, καὶ περὶ γονέας καὶ ζῶντας καὶ τε– 2261 1.9.16.23 : τελευτηκότας, καὶ περὶ θεούς· ἃ δὴ προτέτακται τῇ μαν– 2262 1.9.16.24 : τικῇ ἐπισκοπεῖν τοὺς ἐρῶντας καὶ ἰατρεύειν· καὶ ἔστιν 2263 1.9.16.25 : αὖ ἡ μαντικὴ φιλίας θεῶν καὶ ἀνθρώπων δημιουργὸς τῷ 2264 1.9.16.26 : ἐπίστασθαι τὰ κατ´ ἀνθρώπους ἐρωτικά, ὅσα τείνει πρὸς 2265 1.9.16.27 : θέμιν καὶ εὐσέβειαν. Οὕτω πολλὴν καὶ μεγάλην, μᾶλλον 2266 1.9.16.28 : δὲ πᾶσαν δύναμιν ἔχει ξυλλήβδην μὲν ὁ πᾶς ἔρως· ὁ δὲ 2267 1.9.16.29 : περὶ τἀγαθὰ μετὰ σωφροσύνης καὶ δικαιοσύνης ἀποτελού– 2268 1.9.16.30 : μενος καὶ παρ´ ἡμῖν καὶ παρὰ θεοῖς, οὗτος τὴν μεγίστην 2269 1.9.16.31 : δύναμιν ἔχει καὶ πᾶσαν ἡμῖν εὐδαιμονίαν παρασκευάζει 2270 1.9.16.32 : καὶ ἀλλήλοις δυναμένους ὁμιλεῖν καὶ φίλους εἶναι καὶ τοῖς 2271 1.9.16.33 : κρείττοσιν ἡμῶν θεοῖς. 2272 1.9.17.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 202C–203A). 2273 1.9.17.2 : Εὐδαίμονας λέγεις οὐ τοὺς τἀγαθὰ καὶ καλὰ κεκτη– 2274 1.9.17.3 : μένους; {—}Πάνυ γε. {—}Ἀλλὰ μὴν ἔρωτά γε ὡμολόγηκας 2275 1.9.17.4 : δι´ ἔνδειαν τῶν καλῶν καὶ τῶν ἀγαθῶν ἐπιθυμεῖν αὐτῶν 2276 1.9.17.5 : τούτων ὧν ἐνδεής ἐστι; {—}Ὡμολόγηκα γάρ. {—}Πῶς ἂν οὖν 2277 1.9.17.6 : θεὸς εἴη ὅ γε τῶν καλῶν καὶ ἀγαθῶν ἄμοιρος; {—}Οὐδαμῶς, 2278 1.9.17.7 : ὥς γ´ ἔοικεν. {—}Ὁρᾷς οὖν, ἔφη, ὅτι καὶ σὺ Ἔρωτα οὐ θεὸν νο– 2279 1.9.17.8 : μίζεις; {—}Τί οὖν ἄν, ἔφην, ὁ Ἔρως εἴη; θνητός; {—}Ἥκιστά 2280 1.9.17.9 : γε. {—}Ἀλλὰ τί μήν; {—}Ὥσπερ τὰ πρότερα ἔφην, μεταξὺ θνη– 2281 1.9.17.10 : τοῦ καὶ ἀθανάτου. {—}Τί οὖν, ὦ Διοτίμα; {—}Δαίμων μέγας, 2282 1.9.17.11 : ὦ Σώκρατες· καὶ γὰρ πᾶν τὸ δαιμόνιον μεταξύ ἐστι θεοῦ 2283 1.9.17.12 : καὶ θνητοῦ. {—}Τίνα, ἦν δ´ ἐγώ, δύναμιν ἔχον; {—}Ἑρμηνεῦον 2284 1.9.17.13 : καὶ διαπορθμεῦον θεοῖς τε τὰ παρ´ ἀνθρώπων καὶ ἀν– 2285 1.9.17.14 : θρώποις τὰ παρὰ θεῶν, τῶν μὲν τὰς δεήσεις καὶ θυσίας, 2286 1.9.17.15 : τῶν δὲ τὰς ἐπιτάξεις τε καὶ ἀμοιβὰς τῶν θυσιῶν· ἐν μέ– 2287 1.9.17.16 : σῳ δ´ ὂν ἀμφοτέρων συμπληροῖ, ὥστε τὸ πᾶν αὐτὸ αὑτῷ 2288 1.9.17.17 : συνδεδέσθαι. Διὰ τούτου καὶ ἡ μαντικὴ πᾶσα χωρεῖ καὶ 2289 1.9.17.18 : ἡ τῶν ἱερῶν τέχνη τῶν τε περὶ τὰς θυσίας καὶ τὰς τελε– 2290 1.9.17.19 : τὰς καὶ τὰς ἐπῳδὰς καὶ τὴν μαντείαν πᾶσαν καὶ γοητείαν. 2291 1.9.17.20 : Θεὸς δὲ ἀνθρώπῳ οὐ μίγνυται· ἀλλὰ διὰ τούτου πᾶσά 2292 1.9.17.21 : ἐστιν ἡ ὁμιλία καὶ ἡ διάλεκτος θεοῖς πρὸς 〈ἀνθρώπους 2293 1.9.17.22 : καὶ πρὸς θεοὺς〉 ἀνθρώποις καὶ ἐγρηγορόσι καὶ καθεύ– 2294 1.9.17.23 : δουσι. Καὶ ὁ μὲν περὶ τὰ τοιαῦτα σφοδρὸς δαιμόνιος 2295 1.9.17.24 : ἀνήρ, ὁ δὲ ἄλλο τι σοφὸς ἢ περὶ τέχνας ἢ περὶ χειρουρ– 2296 1.9.17.25 : γίας τινὰς βάναυσος. Οὗτοι δὴ οἱ δαίμονες πολλοί τε 2297 1.9.17.26 : καὶ παντοδαποί εἰσιν, εἷς δὲ τούτων καὶ ὁ Ἔρως. 2298 1.10.t.1 : {1Περὶ ἀρχῶν καὶ στοιχείων τοῦ παντός.}1 2299 1.10.1.1 : <20Ἡσιόδου Θεογονίας>20 ( 116–119). 2300 1.10.1.2 : Ἤτοι μὲν πρώτιστα χάος γένετ´, αὐτὰρ ἔπειτα 2301 1.10.1.3 : Γαῖ´ εὐρύστερνος, πάντων ἕδος ἀσφαλὲς αἰεὶ 2302 1.10.1.4 : ἀθανάτων, οἳ ἔχουσι κάρη νιφόεντος Ὀλύμπου 2303 1.10.1.5 : Τάρταρά τ´ ἠερόεντα μυχῷ χθονὸς εὐρυοδείης. 2304 1.10.2.1 : <20Ὁμήρου>20 (Ξ 246). 2305 1.10.2.2 : Ὠκεανός θ´ ὅσπερ γένεσις πάντεσσι τέτυκται. 2306 1.10.3.1 : <20Ὀρφέως>20 (fr. VI 17. 18 ed. Hermann.). 2307 1.10.3.2 : Ἓν 〈δὲ〉 δέμας βασίλειον, ἐν ᾧ τάδε πάντα κυκλεῖται, 2308 1.10.3.3 : πῦρ 〈καὶ〉 ὕδωρ καὶ γαῖα καὶ αἰθήρ, νύξ τε καὶ ἦμαρ. 2309 1.10.4.1 : 〈<20Ὁμήρου>20 (Ξ 201).〉 2310 1.10.4.2 : Ὠκεανόν τε θεῶν γένεσιν καὶ μητέρα Τηθύν. 2311 1.10.5.1 : <20Λίνου ἐκ τῶν Περὶ φύσεως κόσμου.>20 2312 1.10.5.2 : Ὧς κατ´ ἔριν συνάπαντα κυβερνᾶται διὰ παντός· 2313 1.10.5.3 : ἐκ παντὸς δὲ τὰ πάντα καὶ ἐκ πάντων τόπαν ἐστί. 2314 1.10.5.4 : Πάντα δ´ ἕν ἐστιν, ἕκαστον ὅλου μέρος, ἐν δ´ ἑνὶ πάντα, 2315 1.10.5.5 : ἐκ γὰρ ἑνός ποτ´ ἐόντος ὅλου τάδε πάντ´ ἐγένοντο· 2316 1.10.5.6 : ἐκ πάντων δέ ποτ´ αὖθις ἓν ἔσσεται ἐν χρόνου αἴσῃ, 2317 1.10.5.7 : αἰὲν ἓν ὂν καὶ πολλά· καὶ οὐ κατὰ ταὐτὸν ἀθρῆσαι 2318 1.10.5.8 : πολλάκις [δ´] ἔσται ταὐτά· καὶ οὔποτε πεῖρας ἔπεισιν 2319 1.10.5.9 : αἰεὶ πείρατ´ ἔχων· πήιον γένος ἔλλαχε ταὐτόν. 2320 1.10.5.10 : ὧδε γὰρ ἀθάνατος θάνατος περὶ πάντα καλύπτει 2321 1.10.5.11 : θνητὸς ἐὼν καὶ πᾶν θνήσκει φθαρτόν, τὸ δ´ ὑπάρχον 2322 1.10.5.12 : φαντασίαις τ´ ἀλλοιοτρόποις καὶ σχήμασι μορφῆς 2323 1.10.5.13 : ἀλλάξει τρόπον, 〈ὡς〉 ἀποκρύπτεμεν ὄψιν ἁπάντων, 2324 1.10.5.14 : ἄφθορον ἔσσετ´ ἐόν τ´ αἰεί, καθὸ τῇδε τέτυκται. 2325 1.10.6.1 : 〈<20Πλουτάρχου.>20〉 2326 1.10.6.2 : Ὅμηρος δὲ σημαίνει τὴν ἀνάλυσιν εἰς τὰ γεννητικὰ 2327 1.10.6.3 : στοιχεῖα τοῦ παντὸς λέγων (Η 99)· 2328 1.10.6.4 : Ἀλλ´ ὑμεῖς μὲν πάντες ὕδωρ καὶ γαῖα γένοισθε. 2329 1.10.7.1 : <20Ἡρακλείτου.>20 2330 1.10.7.2 : Ἐκ πυρὸς γὰρ τὰ πάντα καὶ εἰς πῦρ πάντα τελευτᾷ. 2331 1.10.8.1 : <20Ὀρφεύς>20 (fr. XIV Herm.). 2332 1.10.8.2 : Ὠκεανὸς πρῶτος καλλίρροος ἦρξε γάμοιο, 2333 1.10.8.3 : ὅς ῥα κασιγνήτην ὁμομήτορα Τηθὺν ὄπυιεν. 2334 1.10.9.1 : <20Ἡσίοδος Θεογονίᾳ>20 ( 126–128). 2335 1.10.9.2 : Γαῖα δέ τοι πρῶτον μὲν ἐγείνατο ἶσον ἑαυτῇ 2336 1.10.9.3 : οὐρανὸν ἀστερόενθ´, ἵνα μιν περὶ πάντα καλύπτοι, 2337 1.10.9.4 : ὄφρ´ εἴη μακάρεσσι θεοῖς ἕδος ἀσφαλὲς αἰεί. 2338 1.10.10.1 : <20Φιλήμονος>20 (fr. inc. 2, Com. IV p. 31). 2339 1.10.10.2 : 〈Ὃν〉 οὐδὲ εἷς λέληθεν οὐδὲ ἓν ποιῶν, 2340 1.10.10.3 : οὐδ´ αὖ ποιήσων, οὐδὲ πεποιηκὼς πάλαι, 2341 1.10.10.4 : οὔτε θεὸς οὔτ´ ἄνθρωπος, οὗτος εἰμ´ ἐγὼ 2342 1.10.10.5 : Ἀήρ, ὃν ἄν τις ὀνομάσειε καὶ Δία. 2343 1.10.10.6 : Ἐγὼ δ´, ὃ θεοῦ ´στιν ἔργον, εἰμὶ πανταχοῦ, 2344 1.10.10.7 : ἐνταῦθ´ ἐν Ἀθήναις, ἐν Πάτραις, ἐν Σικελίᾳ, 2345 1.10.10.8 : ἐν ταῖς πόλεσι πάσαισιν, ἐν ταῖς οἰκίαις 2346 1.10.10.9 : πάσαις, ἐν ὑμῖν πᾶσιν· οὐκ ἔστιν τόπος 2347 1.10.10.10 : οὗ μή ´στιν ἀήρ· ὁ δὲ παρὼν ἁπανταχοῦ 2348 1.10.10.11 : πάντ´ ἐξ ἀνάγκης οἶδε [πανταχοῦ παρών]. 2349 1.10.11a.1 : 〈<20Ἐμπεδοκλέους>20 (v. 33–35. 175 Stein.).〉 2350 1.10.11a.2 : Τέσσαρα τῶν πάντων ῥιζώματα πρῶτον ἄκουε· 2351 1.10.11a.3 : Ζεὺς ἀργής, Ἥρη τε φερέσβιος, ἠδ´ Ἀϊδωνεύς, 2352 1.10.11a.4 : Νῆστίς θ´, ἣ δακρύοις τέγγει, κρούνωμα βρότειον. 2353 1.10.11a.5 : τῶν δὲ συνερχομένων ἐξ ἔσχατον ἵστατο νεῖκος. 2354 1.10.12.1 : 〈<20Πλουτάρχου.>20〉 2355 1.10.12.2 : Ἐμπεδοκλῆς Δία μὲν λέγει τὴν ζέσιν 〈καὶ〉 τὸν αἰθέρα, 2356 1.10.12.3 : Ἥρην δὲ φερέσβιον τὴν γῆν· ἀέρα δὲ τὸν Ἀιδωνέα, ἐπειδὴ 2357 1.10.12.4 : φῶς οἰκεῖον οὐκ ἔχει, ἀλλὰ ὑπὸ ἡλίου καὶ σελήνης καὶ 2358 1.10.12.5 : ἄστρων καταλάμπεται· Νῆστιν δὲ καὶ ‘κρούνωμα βρότειον’ 2359 1.10.12.6 : τὸ σπέρμα καὶ τὸ ὕδωρ. Ἐκ τεσσάρων οὖν στοιχείων τὸ 2360 1.10.12.7 : πᾶν, τῆς τούτων φύσεως ἐξ ἐναντίων συνεστώσης, ξηρό– 2361 1.10.12.8 : τητός τε καὶ ὑγρότητος καὶ θερμότητος καὶ ψυχρότητος, 2362 1.10.12.9 : ὑπὸ τῆς πρὸς ἄλληλα ἀναλογίας καὶ κράσεως ἐναπεργα– 2363 1.10.12.10 : ζομένης τὸ πᾶν καὶ μεταβολὰς μὲν μερικὰς ὑπομενούσης, 2364 1.10.12.11 : τοῦ δὲ παντὸς λύσιν μὴ ἐπιδεχομένης. Λέγει γὰρ οὕτως 2365 1.10.12.12 : ( 67. 68 Stein.)· 2366 1.10.12.13 : Ἄλλοτε μὲν φιλότητι συνερχόμεν´ εἰς ἓν ἅπαντα, 2367 1.10.12.14 : ἄλλοτε δ´ αὖ δίχ´ ἕκαστα φορεύμενα νείκεος ἔχθει. 2368 1.10.12.15 : Ὅμηρος δὲ τὴν φιλίαν καὶ τὸ νεῖκος τῶν τοῦ παντὸς με– 2369 1.10.12.16 : ρῶν ἐν τούτοις αἰνίσσεται (Ξ 201–203), ἐν οἷς φησιν ἡ 2370 1.10.12.17 : Ἥρα· 2371 1.10.12.18 : Εἶμι γὰρ ὀψομένη πολυφόρβου πείρατα γαίης, 2372 1.10.12.19 : ὠκεανόν τε θεῶν γένεσιν καὶ μητέρα Τηθύν· 2373 1.10.12.20 : τοὺς εἶμ´ ὀψομένη καί σφ´ ἄκριτα νείκεα λύσω. 2374 1.10.12.1 : 〈<21Aetii>21 plac. (I 3 p. 276–282; 288 Diels.).〉 2375 1.10.12.2 : <20Θαλῆς>20 ὁ Μιλήσιος ἀρχὴν τῶν ὄντων ἀπεφήνατο 2376 1.10.12.3 : τὸ ὕδωρ, ἐξ ὕδατος γάρ φησι πάντα εἶναι καὶ εἰς ὕδωρ 2377 1.10.12.4 : πάντα ἀναλύεσθαι. Στοχάζεται δὲ πρῶτον ἐκ τούτου, ὅτι 2378 1.10.12.5 : πάντων τῶν ζῴων ἡ γονὴ ἀρχή ἐστιν, ὑγρὰ οὖσα. οὕτως 2379 1.10.12.6 : εἰκὸς καὶ τὰ πάντα ἐξ ὑγροῦ τὴν ἀρχὴν ἔχειν. Δεύτερον, 2380 1.10.12.7 : 〈ὅτι〉 πάντα φυτὰ ὑγρῷ τρέφεται καὶ καρποφορεῖ, ἀμοι– 2381 1.10.12.8 : ροῦντα δὲ ξηραίνεται. Τρίτον, ὅτι καὶ αὐτὸ τὸ πῦρ τὸ 2382 1.10.12.9 : τοῦ ἡλίου καὶ τῶν ἄστρων ταῖς τῶν ὑδάτων ἀναθυμιάσεσι 2383 1.10.12.10 : τρέφεται καὶ αὐτὸς ὁ κόσμος. 2384 1.10.12.11 : <20Ἀναξίμανδρος>20 δὲ Πραξιάδου Μιλήσιος φησὶ τῶν 2385 1.10.12.12 : ὄντων 〈τὴν〉 ἀρχὴν εἶναι τὸ ἄπειρον· ἐκ γὰρ τούτου πάντα 2386 1.10.12.13 : γίγνεσθαι καὶ εἰς τοῦτο πάντα φθείρεσθαι. Διὸ καὶ γεν– 2387 1.10.12.14 : νᾶσθαι ἀπείρους κόσμους καὶ πάλιν φθείρεσθαι εἰς τὸ 2388 1.10.12.15 : ἐξ οὗ γίγνονται. Λέγει γοῦν διότι ἀπέραντόν ἐστιν, ἵνα 2389 1.10.12.16 : μηδὲν ἐλλείπῃ 〈ἡ〉 γένεσις ἡ ὑφισταμένη. Ἁμαρτάνει δὲ 2390 1.10.12.17 : μὴ λέγων τί ἐστι τὸ ἄπειρον. Τὸ δ´ ἄπειρον οὐδὲν ἄλλο 2391 1.10.12.18 : ἢ ὕλη ἐστίν· οὐ δύναται δ´ ἡ ὕλη εἶναι ἐνέργεια, ἐὰν μὴ 2392 1.10.12.19 : τὸ ποιοῦν ὑποκέηται. 2393 1.10.12.20 : <20Ξενοκράτης>20 συνεστάναι τὸ πᾶν ἐκ τοῦ ἑνὸς καὶ 2394 1.10.12.21 : τοῦ ἀενάου, ἀέναον τὴν ὕλην αἰνιττόμενος διὰ τοῦ πλήθους. 2395 1.10.12.22 : <20Ξενοφάνης>20 ἀρχὴν τῶν πάντων εἶναι τὴν γῆν· γρά– 2396 1.10.12.23 : φει γὰρ ἐν τῷ Περὶ φύσεως (fr. 8 Mullach.). 2397 1.10.12.24 : Ἐκ γαίης γὰρ πάντα καὶ εἰς γῆν πάντα τελευτᾷ. 2398 1.10.12.25 : <20Ἀναξιμένης>20 Εὐρυστράτου Μιλήσιος ἀρχὴν τῶν 2399 1.10.12.26 : ὄντων ἀέρα ἀπεφήνατο, ἐκ γὰρ τούτου πάντα γίγνεσθαι 2400 1.10.12.27 : καὶ εἰς αὐτὸν πάλιν ἀναλύεσθαι. Οἷον ἡ ψυχή, φησίν, ἡ 2401 1.10.12.28 : ἡμετέρα, ἀὴρ οὖσα, συγκρατεῖ ἡμᾶς, καὶ ὅλον τὸν κόσμον 2402 1.10.12.29 : πνεῦμα καὶ ἀὴρ περιέχει. Λέγεται δὲ συνωνύμως ἀὴρ 2403 1.10.12.30 : καὶ πνεῦμα. Ἁμαρτάνει δὲ ἐξ ἁπλοῦ καὶ μονοειδοῦς ἀέρος 2404 1.10.12.31 : καὶ πνεύματος δοκῶν συνεστάναι τὰ ζῷα· ἀδύνατον γὰρ 2405 1.10.12.32 : ἀρχὴν μίαν τὴν ὕλην τῶν ὄντων ὑποστῆναι, ἀλλὰ καὶ τὸ 2406 1.10.12.33 : ποιοῦν αἴτιον χρὴ ὑποτιθέναι· οἷον ἄργυρος οὐκ ἀρκεῖ 2407 1.10.12.34 : πρὸς τὸ ἔκπωμα γενέσθαι, ἐὰν μὴ τὸ ποιοῦν ᾖ, τουτέστιν 2408 1.10.12.35 : ὁ ἀργυροκόπος. 2409 1.10.12.36 : <20Ἀναξαγόρας>20 Ἡγησιβούλου ὁ Κλαζομένιος ἀρχὰς 2410 1.10.12.37 : τῶν ὄντων τὰς ὁμοιομερείας ἀπεφήνατο. Τροφὴν γοῦν 2411 1.10.12.38 : προσφερόμεθα μονοειδῆ ἄρτον καὶ ὕδωρ· καὶ ἐκ ταύτης 2412 1.10.12.39 : τρέφεται φλέψ, ἀρτηρία, σάρξ, νεῦρα, ὀστᾶ καὶ τὰ λοιπὰ 2413 1.10.12.40 : μόρια. Τούτων οὖν γιγνομένων ὁμολογητέον, ὅτι ἐν τῇ 2414 1.10.12.41 : τροφῇ τῇ προσφερομένῃ πάντα ἐστὶ τὰ ὄντα καὶ ἐκ τῶν 2415 1.10.12.42 : ὄντων πάντα αὔξεται. ἐν ταύτῃ οὖν ἐστι λόγῳ θεωρητὰ 2416 1.10.12.43 : μόρια· 〈καὶ ἀπὸ τοῦ ὅμοια〉 τὰ μέρη εἶναι ἐν τῇ τροφῇ 2417 1.10.12.44 : τοῖς γεννωμένοις ὁμοιομερείας αὐτὰ ἐκάλεσε καὶ ἀρχὰς 2418 1.10.12.45 : τῶν ὄντων. Καὶ τὰς μὲν ὁμοιομερείας ὕλην, τὸ δὲ ποιοῦν 2419 1.10.12.46 : αἴτιον νοῦν, τὸν πάντα διαταξάμενον. 2420 1.10.12.47 : <20Ἀρχέλαος>20 ἀέρα ἄπειρον καὶ τὴν περὶ αὐτὸν πυκνό– 2421 1.10.12.48 : τητα καὶ μάνωσιν. τούτων δὲ τὸ μὲν εἶναι πῦρ, τὸ δ´ 2422 1.10.12.49 : ὕδωρ. 2423 1.10.12.50 : Οὗτοι μὲν οὖν ἐφεξῆς ἀλλήλοις ταῖς διαδοχαῖς γενό– 2424 1.10.12.51 : μενοι τὴν <20Ἰωνικὴν>20 ἐκπληροῦσι φιλοσοφίαν, οὕτω προσαγο– 2425 1.10.12.52 : ρευθεῖσαν, διότι Μιλήσιος αὐτῆς κατῆρξεν ἀνήρ, ὁ Θαλῆς 2426 1.10.12.53 : ἀπὸ τῆς τῶν Ἰώνων μητροπόλεως. 2427 1.10.12.54 : <20Φιλόλαος>20 ὁ Πυθαγόρειος τὸ πέρας καὶ τὸ ἄπειρον. 2428 1.10.12.55 : <20Στράτων>20 στοιχεῖα 〈θερμὸν〉 καὶ ψυχρόν. 2429 1.10.12.56 : <20Πυθαγόρας>20 Μνησάρχου Σάμιος, πρῶτος φιλοσο– 2430 1.10.12.57 : φίαν τούτῳ τῷ ῥήματι προσαγορεύσας, ἀρχὰς τοὺς ἀρι– 2431 1.10.12.58 : θμοὺς καὶ τὰς συμμετρίας τὰς ἐν τούτοις. ἅς τινας ἁρμο– 2432 1.10.12.59 : νίας καλεῖ· τὰ 〈δ´〉 ἐξ ἀμφοτέρων σύνθετα στοιχεῖα· 2433 1.10.12.60 : πάλιν δὲ τὴν μονάδα καὶ τὴν ἀόριστον δυάδα ἐν ταῖς 2434 1.10.12.61 : ἀρχαῖς. Σπεύδει δὲ αὐτῷ τῶν ἀρχῶν ἣ μὲν ἐπὶ τὸ ποι– 2435 1.10.12.62 : ητικὸν αἴτιον καὶ εἰδικόν, ὅπερ ἐστὶ νοῦς, ὁ θεός· ἣ δὲ 2436 1.10.12.63 : ἐπὶ τὸ παθητικόν τε καὶ ὑλικόν, ὅπερ ἐστὶν ὁ ὁρατὸς 2437 1.10.12.64 : κόσμος. Εἶναι δὲ τὴν φύσιν 〈τοῦ ἀριθμοῦ〉 δεκάδα· μέχρι 2438 1.10.12.65 : γὰρ τῶν δέκα πάντες ἀριθμοῦσιν, ἐφ´ ἃ ἐλθόντες πάλιν 2439 1.10.12.66 : ἀναποδίζουσιν ἐπὶ τὴν μονάδα. Καὶ τῶν δέκα πάλιν, 2440 1.10.12.67 : φησίν, ἡ δύναμίς ἐστιν ἐν τοῖς τέτταρσιν· ἐκ γὰρ τῆς 2441 1.10.12.68 : τετράδος καὶ τῶν αὐτῆς μερῶν ἀναπληροῦται· ἐὰν δὲ 2442 1.10.12.69 : ὑπερβάλῃ 〈τις〉 τὸν τῆς τετράδος, καὶ τῶν δέκα ὑπερεκπε– 2443 1.10.12.70 : σεῖται. Διὸ καὶ ἐπεφθέγγοντο οἱ Πυθαγόρειοι, ὡς μεγί– 2444 1.10.12.71 : στου 〈ὅρκου〉 ὄντος τῆς τετράδος, 2445 1.10.12.72 : Οὐ μὰ τὸν ἁμετέρᾳ κεφαλᾷ παραδόντα τετρακτύν, 2446 1.10.12.73 : παγὰν ἀενάου φύσιος ῥίζωμά τ´ ἔχουσαν. 2447 1.10.13.1 : <20Θεανοῦς ἐκ τοῦ Περὶ εὐσεβείας>20 (fr. 1 Mullach., 2448 1.10.13.2 : fr. ph. Gr. II p. 115). 2449 1.10.13.3 : Καὶ συχνοὺς μὲν Ἑλλήνων πέπυσμαι νομίσαι φάναι 2450 1.10.13.4 : Πυθαγόραν ἐξ ἀριθμοῦ πάντα φύεσθαι. Οὗτος δὲ ὁ λό– 2451 1.10.13.5 : γος ἀπορησίας ἔχεται, πῶς ἃ μηδὲ ἔστιν ἐπινοεῖται καὶ 2452 1.10.13.6 : γεννᾶν. ὃ δὲ οὐκ ἐξ ἀριθμοῦ, <20κατὰ>20 δὲ ἀριθμὸν ἔλεγε 2453 1.10.13.7 : πάντα γίγνεσθαι, ὅτι ἐν ἀριθμῷ τάξις πρώτη, ἧς μετου– 2454 1.10.13.8 : σίᾳ κἀν τοῖς ἀριθμητοῖς πρῶτόν τι καὶ δεύτερον καὶ 2455 1.10.13.9 : τἄλλα ἑπομένως τέτακται. 2456 1.10.14.1 : 〈<21Aetii>21 plac. (I 3 p. 283–286 Diels.).〉 2457 1.10.14.2 : <20Ἡράκλειτος>20 καὶ <20Ἵππασος>20 ἀρχὴν τῶν ἁπάντων 2458 1.10.14.3 : τὸ πῦρ. Πρῶτον μὲν γὰρ τὸ παχυμερέστερον αὐτοῦ εἰς 2459 1.10.14.4 : αὑτὸ συστελλόμενον 〈γῆ〉 γίγνεται, ἔπειτα ἀναχαλωμένην 2460 1.10.14.5 : τὴν γῆν ὑπὸ τοῦ πυρὸς χύσει ὕδωρ ἀποτελεῖσθαι, ἀναθυ– 2461 1.10.14.6 : μιώμενον δὲ ἀέρα γίγνεσθαι. Πάλιν δὲ τὸν κόσμον καὶ 2462 1.10.14.7 : τὰ σώματα πάντα ὑπὸ τοῦ πυρὸς ἀναλοῦσθαι ἐν τῇ ἐκ– 2463 1.10.14.8 : πυρώσει. 2464 1.10.14.9 : <20Μητρόδωρος>20 Θεοκρίτου Χῖος τὰ ἀδιαίρετα καὶ τὸ 2465 1.10.14.10 : κενόν. 2466 1.10.14.11 : <20Διογένης>20 δὲ ὁ Ἀπολλωνιάτης ἀέρα ἄπειρον. 2467 1.10.14.12 : <20Ζήνων>20 Μνασέου Κιτιεὺς ἀρχὰς τὸν θεὸν καὶ τὴν 2468 1.10.14.13 : ὕλην, στοιχεῖα δὲ τέσσαρα. 2469 1.10.14.14 : <20Λεύκιππος>20 Μιλήσιος ἀρχὰς καὶ στοιχεῖα τὸ πλῆ– 2470 1.10.14.15 : ρες καὶ τὸ κενόν. 2471 1.10.14.16 : <20Δημόκριτος>20 τὰ ναστὰ καὶ κενόν. 2472 1.10.14.17 : <20Ἐπίκουρος>20 ἀρχὰς εἶναι τῶν ὄντων σώματα λόγῳ 2473 1.10.14.18 : θεωρητά, ἀμέτοχα κενοῦ, ἀγένητα, ἀδιάφθαρτα οὔτε θραυ– 2474 1.10.14.19 : σθῆναι δυνάμενα οὔτε ἀλλοιωθῆναι. Εἴρηται δὲ ἄτομος 2475 1.10.14.20 : οὐχ ὅτι ἐστὶν ἐλαχίστη, ἀλλ´ ὅτι οὐ δύναται τμηθῆναι, 2476 1.10.14.21 : ἀπαθὴς οὖσα καὶ ἀμέτοχος κενοῦ. 2477 1.10.15.1 : <20Ἑρμοῦ>20 (p. 27 Patrit., p. 39 Parthey.). 2478 1.10.15.2 : Ἡ γὰρ μονάς, οὖσα πάντων ἀρχὴ καὶ ῥίζα, ἐν πᾶσίν 2479 1.10.15.3 : ἐστιν ὡς ἂν ῥίζα καὶ ἀρχή, ἄνευ δὲ ἀρχῆς οὐδέν· ἀρχὴ δὲ 2480 1.10.15.4 : ἐξ οὐδενός, ἀλλ´ ἐξ αὑτῆς, εἴ γε ἀρχή ἐστι τῶν ἑτέρων. [μο– 2481 1.10.15.5 : νὰς] οὖσα οὖν ἀρχὴ πάντα ἀριθμὸν ἐμπεριέχει, ὑπὸ μηδε– 2482 1.10.15.6 : νὸς ἐμπεριεχομένη· καὶ πάντα ἀριθμὸν γεννᾷ, ὑπὸ μηδενὸς 2483 1.10.15.7 : γεννωμένη ἑτέρου ἀριθμοῦ. Πᾶν δὲ τὸ γεννώμενον ἀτελὲς 2484 1.10.15.8 : καὶ διαιρετὸν καὶ αὐξητὸν καὶ μειωτόν· τῷ δὲ τελείῳ οὐδὲν 2485 1.10.15.9 : τούτων γίγνεται. Αὕτη οὖν, ὦ Τάτ, κατὰ τὸ δυνατόν σοι 2486 1.10.15.10 : ὑπογέγραπται τοῦ θεοῦ εἰκών. 2487 1.10.16a.1 : 〈<21Aetii>21 plac. (I 3 p. 285–289 Diels.).〉 2488 1.10.16a.2 : <20Ἔκφαντος>20 Συρακούσιος, εἷς τῶν Πυθαγορείων, πάν– 2489 1.10.16a.3 : των τὰ ἀδιαίρετα σώματα καὶ τὸ κενόν. Τὰς γὰρ Πυθα– 2490 1.10.16a.4 : γορικὰς μονάδας οὗτος πρῶτος ἀπεφήνατο σωματικάς. 2491 1.10.16a.5 : <20Πλάτων>20 Ἀρίστωνος τρεῖς ἀρχάς, τὸν θεόν, τὴν 2492 1.10.16a.6 : ὕλην, τὴν ἰδέαν· ὑφ´ οὗ, ἐξ οὗ, πρὸς ὅ. Ὁ δὲ θεὸς νοῦς 2493 1.10.16a.7 : ἐστι τοῦ κόσμου, ἡ δὲ ὕλη τὸ ὑποκείμενον γενέσει καὶ 2494 1.10.16a.8 : φθορᾷ, ἰδέα δὲ οὐσία ἀσώματος ἐν τοῖς νοήμασι καὶ ταῖς 2495 1.10.16a.9 : φαντασίαις τοῦ θεοῦ. 2496 1.10.16a.10 : <20Ἀριστοτέλης>20 Νικομάχου Σταγειρίτης ἀρχὰς μὲν 2497 1.10.16a.11 : εἶδος, ὕλην, στέρησιν· στοιχεῖα δὲ τέσσαρα, πέμπτον δέ 2498 1.10.16a.12 : τι σῶμα τὸ αἰθέριον, ἀμετάβλητον· στοιχεῖα δὲ τῶν γενη– 2499 1.10.16a.13 : τῶν κατὰ μὲν τὰς δυνάμεις θερμόν, ψυχρόν, ὑγρόν, ξηρόν, 2500 1.10.16a.14 : κατὰ δὲ τὰς οὐσίας, ἐν αἷς καὶ περὶ ἃς ὑπάρχουσιν αὗται, 2501 1.10.16a.15 : τὰ τέσσαρα. 2502 1.10.16a.16 : <20Διόδωρος>20 ἐπίκλην Κρόνος τὰ ἀμερῆ σώματα ἄπει– 2503 1.10.16a.17 : ρα, τὰ δ´ αὐτὰ λεγόμενα καὶ ἐλάχιστα· ἄπειρα μὲν κατ´ 2504 1.10.16a.18 : ἀριθμόν. ὡρισμένα δὲ κατὰ μέγεθος. 2505 1.10.17.1 : 〈<21Aetii>21 (I 2 p. 275 Diels.) et <21Platonis>21 (Tim. p. 30A).〉 2506 1.10.17.2 : Οἱ μὲν οὖν περὶ <20Ἀριστοτέλην>20 καὶ <20Πλάτωνα>20 2507 1.10.17.3 : διαφέρειν ἡγοῦνται ἀρχὴν καὶ στοιχεῖα. 2508 1.10.17.4 : <20Θαλῆς>20 δ´ ὁ Μιλήσιος ταὐτὸν νομίζει ἀρχὴν καὶ στοι– 2509 1.10.17.5 : χεῖα. 〈Πλεῖστον δὲ ὅσον διαφέρει ἀλλήλων. Τὰ μὲν γὰρ 2510 1.10.17.6 : στοιχεῖά〉 ἐστι σύνθετα, τὰς δὲ ἀρχάς φαμεν εἶναι οὔτε 2511 1.10.17.7 : συνθέτους οὔτε ἀποτελέσματα· οἷον στοιχεῖα μὲν καλοῦμεν 2512 1.10.17.8 : γῆν, ὕδωρ, ἀέρα, πῦρ· ἀρχὰς δὲ λέγομεν διὰ τὸ οὐδὲν ἔχειν 2513 1.10.17.9 : πρότερον ἐξ οὗ γεννᾶται, ἐπεὶ οὐκ ἔσται ἀρχή, ἀλλ´ ἐκεῖνο 2514 1.10.17.10 : ἐξ οὗ γεννᾶται. Τῆς δὲ γῆς καὶ τοῦ ὕδατος ἔστι τινὰ 2515 1.10.17.11 : πρότερον ἐξ ὧν γέγονεν, ὕλη ἄμορφος καὶ ἀνείδεος. 2516 1.10.17.12 : Λέγει γοῦν ἐν Τιμαίῳ (p. 30A)· „βουληθεὶς γὰρ ὁ 2517 1.10.17.13 : θεὸς ἀγαθὰ μὲν πάντα, φλαῦρον δὲ μηδὲν εἶναι κατὰ 2518 1.10.17.14 : δύναμιν, οὕτω δὴ πᾶν ὅσον ἦν ὁρατὸν παραλαβὼν οὐχ 2519 1.10.17.15 : ἡσυχίαν ἄγον, ἀλλὰ κινούμενον πλημμελῶς καὶ ἀτάκτως, 2520 1.10.17.16 : εἰς τάξιν αὐτὸ ἤγαγεν ἐκ τῆς ἀταξίας“. 2521 1.10.18.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (fr. phys. 21 p. 458 Diels.).〉 2522 1.10.18.2 : <20Χρυσίππου.>20 Περὶ δὲ τῶν ἐκ τῆς οὐσίας στοιχείων 2523 1.10.18.3 : τοιαῦτά τινα ἀποφαίνεται, τῷ τῆς αἱρέσεως ἡγεμόνι Ζή– 2524 1.10.18.4 : νωνι κατακολουθῶν, τέτταρα λέγων εἶναι στοιχεῖα 〈πῦρ, 2525 1.10.18.5 : ἀέρα, ὕδωρ, γῆν, ἐξ ὧν συνίστασθαι πάντα καὶ ζῷα〉 καὶ 2526 1.10.18.6 : φυτὰ καὶ τὸν ὅλον κόσμον καὶ τὰ ἐν αὐτᾷ περιεχόμενα 2527 1.10.18.7 : καὶ εἰς ταῦτα διαλύεσθαι. τὸ δὲ 〈πῦρ καὶ〉 κατ´ ἐξοχὴν 2528 1.10.18.8 : στοιχεῖον λέγεσθαι διὰ τὸ ἐξ αὐτοῦ πρώτου τὰ λοιπὰ 2529 1.10.18.9 : συνίστασθαι κατὰ μεταβολὴν καὶ εἰς αὐτὸ ἔσχατον πάντα 2530 1.10.18.10 : χεόμενα διαλύεσθαι, τοῦτο δὲ μὴ ἐπιδέχεσθαι τὴν εἰς 2531 1.10.18.11 : ἄλλο χύσιν ἢ ἀνάλυσιν· [συνίστασθαι δὲ ἐξ αὐτοῦ τὰ 2532 1.10.18.12 : λοιπὰ καὶ χεόμενα εἰς τοῦτο ἔσχατον τελευτᾶν· παρὸ καὶ 2533 1.10.18.13 : στοιχεῖον λέγεσθαι, ὃ πρῶτον ἕστηκεν οὕτως, ὥστε σύστα– 2534 1.10.18.14 : σιν διδόναι ἀφ´ αὑτοῦ καὶ αὐτὸ τῶν λοιπῶν χύσιν καὶ 2535 1.10.18.15 : διάλυσιν δέχεσθαι εἰς αὑτό]· κατὰ μὲν τὸν λόγον τοῦτον 2536 1.10.18.16 : αὐτοτελῶς λεγομένου τοῦ πυρὸς στοιχείου· οὐ μετ´ ἄλλου 2537 1.10.18.17 : γάρ· κατὰ δὲ τὸν πρότερον καὶ μετ´ ἄλλων συστατικὸν 2538 1.10.16c.18 : εἶναι, πρώτης μὲν γιγνομένης τῆς ἐκ πυρὸς κατὰ σύστα– 2539 1.10.16c.19 : σιν εἰς ἀέρα μεταβολῆς, δευτέρας δ´ ἀπὸ τούτου εἰς ὕδωρ, 2540 1.10.16c.20 : τρίτης δ´ ἔτι μᾶλλον κατὰ τὸ ἀνάλογον συνισταμένου τοῦ 2541 1.10.16c.21 : ὕδατος εἰς γῆν. πάλιν δ´ ἀπὸ ταύτης διαλυομένης καὶ 2542 1.10.16c.22 : διαχεομένης πρώτη μὲν γίγνεται χύσις εἰς ὕδωρ, δευτέρα 2543 1.10.16c.23 : δ´ ἐξ ὕδατος εἰς ἀέρα, τρίτη δὲ καὶ ἐσχάτη εἰς πῦρ. Λέ– 2544 1.10.16c.24 : γεσθαι 〈δὲ〉 πῦρ τὸ πυρῶδες πᾶν καὶ ἀέρα τὸ ἀερῶδες καὶ 2545 1.10.16c.25 : ὁμοίως τὰ λοιπά. Τριχῶς δὴ λεγομένου κατὰ Χρύσιππον 2546 1.10.16c.26 : τοῦ στοιχείου, καθ´ ἕνα μὲν τρόπον τοῦ πυρός, διὰ τὸ 2547 1.10.16c.27 : ἐξ αὐτοῦ τὰ λοιπὰ συνίστασθαι κατὰ μεταβολὴν καὶ εἰς 2548 1.10.16c.28 : αὐτὸ λαμβάνειν τὴν ἀνάλυσιν· καθ´ ἕτερον δέ, καθὸ λέ– 2549 1.10.16c.29 : γεται τὰ τέσσαρα στοιχεῖα, πῦρ, ἀήρ, ὕδωρ, γῆ (ἐπεὶ διὰ 2550 1.10.16c.30 : τούτων τινὸς ἢ τινῶν ἢ καὶ πάντων τὰ λοιπὰ συνέστηκε, 2551 1.10.16c.31 : διὰ μὲν τῶν τεττάρων, ὡς τὰ ζῷα καὶ τὰ ἐπὶ γῆς πάντα 2552 1.10.16c.32 : συγκρίματα, διὰ δυοῖν δέ, ὡς ἡ σελήνη διὰ πυρὸς καὶ 2553 1.10.16c.33 : ἀέρος συνέστηκε, δι´ ἑνὸς δέ, ὡς ὁ ἥλιος, διὰ πυρὸς γὰρ 2554 1.10.16c.34 : μόνου, ὁ γὰρ ἥλιος πῦρ ἐστιν εἰλικρινές), κατὰ τρίτον λό– 2555 1.10.16c.35 : γον λέγεται στοιχεῖον ** εἶναι ὃ πρῶτον συνέστηκεν οὕτως, 2556 1.10.16c.36 : ὥστε γένεσιν διδόναι ἀφ´ αὑτοῦ ὁδῷ μέχρι τέλους καὶ 2557 1.10.16c.37 : ἐξ ἐκείνου τὴν ἀνάλυσιν δέχεσθαι εἰς ἑαυτὸ τῇ ὁμοίᾳ ὁδῷ. 2558 1.10.16c.38 : Γεγονέναι δ´ ἔφησε καὶ τοιαύτας ἀποδόσεις περὶ στοιχείου, 2559 1.10.16c.39 : ὡς ἔστι τό τε δι´ αὑτοῦ εὐκινητότατον καὶ ἡ ἀρχὴ 〈καὶ 2560 1.10.16c.40 : ὁ σπερματικὸς〉 λόγος καὶ ἡ ἀΐδιος δύναμις φύσιν ἔχουσα 2561 1.10.16c.41 : τοιαύτην, ὥστε αὑτήν τε κινεῖν κάτω πρὸς [γῆν] τὴν τρο– 2562 1.10.16c.42 : πὴν καὶ ἀπὸ τῆς τροπῆς ἄνω πάντῃ κύκλῳ, εἰς αὑτήν τε 2563 1.10.16c.43 : πάντα καταναλίσκουσα καὶ ἀφ´ αὑτῆς πάλιν ἀποκαθιστᾶσα 2564 1.10.16c.44 : τεταγμένως καὶ ὁδῷ. 2565 1.11.t.1 : {1Περὶ ὕλης.}1 2566 1.11.1.1 : 〈<21Aetii>21 plac. (I 9, 1 p. 307 Diels.).〉 2567 1.11.1.2 : Ὕλη ἐστὶ τὸ ὑποκείμενον πάσῃ γενέσει καὶ φθορᾷ 2568 1.11.1.3 : καὶ ταῖς ἄλλαις μεταβολαῖς. 2569 1.11.2.1 : <20Ἑρμοῦ ἐκ τῶν πρὸς Τάτ.>20 (p. 51b Patrit.). 2570 1.11.2.2 : Καὶ γέγονεν, ὦ τέκνον, ἡ ὕλη καὶ ἦν, ὕλη γὰρ ἀγγεῖον 2571 1.11.2.3 : γενέσεώς ἐστι, γένεσις δὲ ἐνεργείας τρόπος τοῦ ἀγενήτου 2572 1.11.2.4 : καὶ προόντος θεοῦ. Τὸ σπέρμα οὖν τῆς γενέσεως λαμ– 2573 1.11.2.5 : βάνουσα γέγονε καὶ τρεπτὴ ἐγένετο καὶ ἰδέας ἔσχε μορ– 2574 1.11.2.6 : φοποιουμένη· ἐφέστηκε γὰρ αὐτῇ τρεπομένῃ ἡ τεχνιτεύ– 2575 1.11.2.7 : ουσα τὰς τῆς τροπῆς ἰδέας. Ἀγενησία οὖν τῆς ὕλης 2576 1.11.2.8 : ἀμορφία ἦν, ἡ δὲ γένεσις τὸ ἐνεργεῖσθαι. 2577 1.11.3.1 : 〈<21Aetii>21 plac. (I 9, 2–5 p. 307 sq. Diels.).〉 2578 1.11.3.2 : Οἱ ἀπὸ <20Θάλεω>20 καὶ <20Πυθαγόρου,>20 λέγω δὲ τοὺς 2579 1.11.3.3 : μέχρι τῶν Στωικῶν καταβεβηκότας σὺν Ἡρακλείτῳ, τρε– 2580 1.11.3.4 : πτὴν καὶ ἀλλοιωτὴν καὶ μεταβλητὴν καὶ ῥευστὴν ὅλην δι´ 2581 1.11.3.5 : ὅλης τὴν ὕλην ἀπεφήναντο. 2582 1.11.3.6 : Οἱ ἀπὸ <20Δημοκρίτου>20 ἀπαθῆ τὰ πρῶτα, τὴν ἄτο– 2583 1.11.3.7 : μον καὶ τὸ κενόν. 2584 1.11.3.8 : <20Πλάτων>20 τὴν ὕλην σωματοειδῆ, ἄμορφον, ἀνείδεον, 2585 1.11.3.9 : ἀσχημάτιστον, ἄποιον, ὅσον ἐπὶ τῇ ἰδίᾳ φύσει, δεξαμενὴν 2586 1.11.3.10 : δὲ τῶν εἰδῶν καὶ οἷον τιθήνην καὶ ἐκμαγεῖον καὶ μητέρα 2587 1.11.3.11 : γίγνεσθαι. 2588 1.11.3.12 : (Timae. p. 50B–D) „Ὁ αὐτὸς δὴ λόγος καὶ περὶ τῆς τὰ 2589 1.11.3.13 : πάντα δεχομένης σώματα φύσεως· ταὐτὸν ἀεὶ προσρητέον 2590 1.11.3.14 : αὐτήν· ἐκ γὰρ τῆς ἑαυτῆς τὸ παράπαν οὐκ ἐξίσταται δυ– 2591 1.11.3.15 : νάμεως. Δέχεται γὰρ ἀεὶ τὰ πάντα καὶ μορφὴν οὐδεμίαν 2592 1.11.3.16 : ποτὲ οὐδενὶ τῶν εἰσιόντων ὁμοίως εἴληφεν οὐδαμῇ οὐδα– 2593 1.11.3.17 : μῶς· ἐκμαγεῖον γὰρ φύσει παντὶ κεῖται κινούμενόν τε 2594 1.11.3.18 : καὶ διασχηματιζόμενον ὑπὸ τῶν εἰσιόντων. Φαίνεται δὲ 2595 1.11.3.19 : δι´ ἐκεῖνα ἄλλοτε ἀλλοῖον. Τὰ δ´ εἰσιόντα καὶ ἐξιόντα 2596 1.11.3.20 : τῶν ὄντων ἀεὶ μιμήματα, τυπωθέντα ἀπ´ αὐτῶν τρόπον 2597 1.11.3.21 : τινὰ δύσφραστον καὶ θαυμαστόν, ὃν εἰσαῦθις μέτιμεν. Ἐν 2598 1.11.3.22 : δ´ οὖν τῷ παρόντι διανοηθῆναι 〈χρὴ〉 γένη τριττά, τὸ 2599 1.11.3.23 : μὲν γιγνόμενον, τὸ δ´ ἐν ᾧ γίγνεται, τὸ δὲ ὅθεν ἀφομοι– 2600 1.11.3.24 : ούμενον φύεται τὸ γιγνόμενον. Καὶ δὴ καὶ προσεικάσαι 2601 1.11.3.25 : πρέπον τὸ μὲν δεχόμενον μητρί, τὸ δὲ ὅθεν πατρί, τὴν 2602 1.11.3.26 : δὲ μεταξὺ τούτων φύσιν ἐκγόνῳ.“ 2603 1.11.4.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (fr. phys. 2 p. 448 Diels.).〉 2604 1.11.4.2 : <20Ἀριστοτέλους.>20 Ἐπειδὴ δ´ ἡ μὲν φύσις κατ´ ἐπί– 2605 1.11.4.3 : νοιαν ἀρχή τίς ἐστι κινήσεως καὶ στάσεως, οὔτε δὴ κι– 2606 1.11.4.4 : νούμενον ἡ ὕλη κατὰ τὸν ἴδιον λόγον οὔτε τὸ εἶδος. ἣ 2607 1.11.4.5 : μὲν γὰρ ἀνείδεος, τὸ δὲ εἶδος ἀεί, καὶ ἣ μὲν οὐ σῶμα, 2608 1.11.4.6 : σωματικὴ δέ, τὸ δὲ καθάπαξ ἀσώματον. Οὐ σῶμα δὲ τὴν 2609 1.11.4.7 : ὕλην φασίν, οὐ μόνον ὅτε ἐστερῆσθαι δοκεῖ τῶν περὶ 2610 1.11.4.8 : σῶμα διαστάσεων, ἀλλ´ ὅτι καὶ πολλῶν ἄλλων ἀπολεί– 2611 1.11.4.9 : πεται κατὰ τὸν ἴδιον λόγον, ἃ τοῖς σώμασιν ὑπάρχει, 2612 1.11.4.10 : σχήματος, χρώματος, βαρύτητος, κουφότητος, ὅλως πάσης 2613 1.11.4.11 : ποιότητος καὶ ποσότητος. Εἰ γὰρ τούτων μετεῖχε, τῶν 2614 1.11.4.12 : ποιῶν 〈ἂν〉 ἦν καὶ ποσῶν· οὐ μετειληφυῖα δὲ κατὰ λόγον 2615 1.11.4.13 : σῶμα μὲν οὐκ ἂν εἴη, σωματικὴ δὲ διὰ τὸ πάσαις ὥσπερ 2616 1.11.4.14 : ἐκμαγεῖον ὑποκεῖσθαι ταῖς ποιότησιν· ὃν τρόπον γὰρ τὸ 2617 1.11.4.15 : εἶδος τῆς ὕλης ἀφαιρεθὲν ἀσώματον εἶναι τυγχάνει, οὕτως 2618 1.11.4.16 : καὶ τὴν ὕλην τοῦ εἴδους χωρισθέντος οὐ σῶμα. Δεῖν γὰρ 2619 1.11.4.17 : ἀμφοῖν τῆς συνόδου πρὸς τὴν τοῦ σώματος ὑπόστασιν. 2620 1.11.5a.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (fr. phys. 20 p. 457 sq. Diels.).〉 2621 1.11.5a.2 : <20Ζήνωνος.>20 Οὐσίαν δὲ εἶναι τὴν τῶν ὄντων πάντων 2622 1.11.5a.3 : πρώτην ὕλην, ταύτην δὲ πᾶσαν ἀΐδιον καὶ οὔτε πλείω 2623 1.11.5a.4 : γιγνομένην οὔτε ἐλάττω· τὰ δὲ μέρη ταύτης οὐκ ἀεὶ ταὐτὰ 2624 1.11.5a.5 : διαμένειν, ἀλλὰ διαιρεῖσθαι καὶ συγχεῖσθαι. Διὰ ταύτης 2625 1.11.5a.6 : δὲ διαθεῖν τὸν τοῦ παντὸς λόγον, ὃν ἔνιοι εἱμαρμένην 2626 1.11.5a.7 : καλοῦσιν, οἷόν περ καὶ ἐν τῇ γονῇ τὸ σπέρμα. 2627 1.11.5a.8 : <20Χρυσίππου Στωικοῦ.>20 Τῶν κατὰ ποιότητα ὑφ– 2628 1.11.5a.9 : ισταμένων πρώτην ὕλην· ταύτην δὲ ἀΐδιον, οὔτε αὔξησιν 2629 1.11.5a.10 : οὔτε μείωσιν ὑπομένουσαν, διαίρεσιν δὲ καὶ σύγχυσιν ἐπι– 2630 1.11.5a.11 : δεχομένην κατὰ μέρη, ὥστε φθορὰς γίγνεσθαι ἔκ τινων 2631 1.11.5a.12 : μερῶν εἴς τινα [οὐ] κατὰ διαίρεσιν, ἅμα κατ´ ἀναλογίαν 2632 1.11.5a.13 : τῇ συγχύσει τινῶν γιγνομένων ἔκ τινων. 2633 1.11.6.1 : 〈<21Aetii>21 plac. (I 9, 6. 7 p. 308 Diels.).〉 2634 1.11.6.2 : Οἱ δὲ ὕδωρ λέγοντες ἢ πῦρ ἢ ἀέρα ἢ γῆν τὴν ὕλην 2635 1.11.6.3 : οὐκέτι ἄμορφον αὐτὴν λέγουσιν, ἀλλὰ σῶμα· οἱ δὲ τἀμερῆ 2636 1.11.6.4 : καὶ τὰς ἀτόμους ἄμορφον. 2637 1.11.6.5 : Οἱ <20Στωικοὶ>20 σῶμα τὴν ὕλην ἀποφαίνονται. 2638 1.11.7.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (fr. phys. 20 p. 458 Diels.).〉 2639 1.11.7.2 : <20Ποσειδωνίου.>20 Ἔφησε δὲ ὁ Ποσειδώνιος τὴν τῶν 2640 1.11.7.3 : ὅλων οὐσίαν καὶ ὕλην ἄποιον καὶ ἄμορφον εἶναι, καθ´ 2641 1.11.7.4 : ὅσον οὐδὲν ἀποτεταγμένον ἴδιον ἔχει σχῆμα οὐδὲ ποιότητα 2642 1.11.7.5 : καθ´ αὑτήν, ἀεὶ δ´ ἔν τινι σχήματι καὶ ποιότητι εἶναι. 2643 1.11.7.6 : Διαφέρειν δὲ τὴν οὐσίαν τῆς ὕλης, τὴν 〈αὐτὴν〉 οὖσαν 2644 1.11.7.7 : κατὰ τὴν ὑπόστασιν, ἐπινοίᾳ μόνον. 2645 1.11.6.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Παρμενίδου>20 (p. 144B). 2646 1.11.6.2 : Ἐπὶ πάντα ἄρα πολλὰ ὄντα ἡ οὐσία νενέμηται καὶ 2647 1.11.6.3 : οὐδενὸς ἀποστατεῖ τῶν ὄντων, οὔτε τοῦ σμικροτάτου οὔτε 2648 1.11.6.4 : τοῦ μεγίστου; ἢ τοῦτο μὲν καὶ ἄλογον ἔρεσθαι; πῶς γὰρ 2649 1.11.6.5 : ἂν ἡ οὐσία γε τῶν ὄντων του ἀποστατοίη; {—}Οὐδαμῶς. 2650 1.11.6.6 : {—}Κατακεκερμάτισται ἄρα ὡς οἷόν τε σμικρότατα καὶ 2651 1.11.6.7 : μέγιστα καὶ πανταχῶς ὄντα καὶ μεμέρισται πάντων μά– 2652 1.11.6.8 : λιστα, καὶ ἔστι μέρη ἀπέραντα τῆς οὐσίας. {—}Ἔχει οὕτως. 2653 1.12.t.1 : {1Περὶ ἰδεῶν.}1 2654 1.12.1a.1 : 〈<21Aetii>21 (I 10 p. 308 sq. Diels.).〉 2655 1.12.1a.2 : Ἰδέα ἐστὶν οὐσία ἀσώματος, αἰτία τῶν οἵα ἐστὶν αὐτὴ 2656 1.12.1a.3 : καὶ παράδειγμα τῆς τῶν κατὰ φύσιν ἐχόντων αἰσθητῶν 2657 1.12.1a.4 : ὑποστάσεως, αὐτὴ μὲν ὑφεστῶσα καθ´ ἑαυτὴν [ἕν], εἰκονί– 2658 1.12.1a.5 : ζουσα δὲ τὰς ἀμόρφους ὕλας καὶ αἰτία γιγνομένη τῆς 2659 1.12.1a.6 : τούτων διατάξεως, πατρὸς ἐπέχουσα τοῖς αἰσθητοῖς τάξιν. 2660 1.12.1a.7 : <20Πυθαγόρας>20 τὰ λεγόμενα εἴδη καὶ τὰς ἰδέας ἐν τοῖς 2661 1.12.1a.8 : ἀριθμοῖς καὶ ταῖς ἁρμονίαις αὐτῶν καὶ τοῖς καλουμένοις 2662 1.12.1a.9 : γεωμετρικοῖς ἐτίθετο ἀχώριστα τῶν σωμάτων. 2663 1.12.2.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (fr. phys. 5 p. 448 Diels.).〉 2664 1.12.2.2 : <20Ἀριστοτέλους.>20 Ταύτας δὲ τὰς ἀρχὰς ποτὲ μὲν 2665 1.12.2.3 : εἶναί φησιν <20Ἀριστοτέλης>20 δύο, τήν τε ὕλην καὶ τὸ εἶδος, 2666 1.12.2.4 : ὃ καὶ μορφὴν καλεῖ καὶ ἐντελέχειαν καὶ τὸ τί ἦν εἶναι 2667 1.12.2.5 : καὶ οὐσίαν τὴν κατὰ τὸν λόγον καὶ ἐνέργειαν· οὕτως αὐτῷ 2668 1.12.1b.6 : πλούσιόν τε καὶ πολυώνυμόν ἐστι τὸ εἶδος. Τοσοῦτο μὲν 2669 1.12.1b.7 : οὖν διαφέρειν τὸ εἶδος τῆς μορφῆς, ὅτι τὸ μέν ἐστι διῆ– 2670 1.12.1b.8 : κον διὰ βάθους, ἣ δ´ ἐπιπολαῖος· καὶ ἣ μὲν παραπλήσιος 2671 1.12.1b.9 : λευκότητι 〈τῇ〉 κατὰ τὴν ζῳγραφίαν, τὸ δὲ τῇ περὶ τὴν 2672 1.12.1b.10 : τοῦ γάλακτος οὐσίαν· ταὐτὸν δὲ εἶδος λέγεται, καθ´ ὅσον 2673 1.12.1b.11 : τὸ μὲν εἰδοποιεῖ, τὸ δὲ διαμορφοῖ τὴν ὕλην. Ἐντελέχειαν 2674 1.12.1b.12 : 〈δ´〉 αὐτὸ προσεῖπεν ἤτοι διὰ τὸ ἐνδελεχῶς ὑπάρχειν, ἢ 2675 1.12.1b.13 : ὅτι τῶν μετεχόντων αὐτοῦ ἕκαστον παρέχεται τέλειον· ὁ 2676 1.12.1b.14 : γὰρ χαλκὸς ἀνδριὰς οὐδέπω, πλὴν ὅτι μὴ δυνάμει, δια– 2677 1.12.1b.15 : πλασθεὶς δὲ καὶ τὴν πρόσφορον λαβὼν μορφὴν ἐντελεχείᾳ 2678 1.12.1b.16 : λέγεται· τότε γὰρ ἀπείληφε τὸ τέλος. Τὸ δὲ τί ἦν εἶναι 2679 1.12.1b.17 : προσηγόρευσε παρὰ τὸ τῶν ὄντων ἐπιφέρειν ἑκάστῳ τὴν 2680 1.12.1b.18 : τοῦ εἶναι δύναμιν· οὐσίαν δὲ τὴν κατὰ τὸν λόγον, ὅτι 2681 1.12.1b.19 : διαλλάττει τῆς κατὰ τὴν ὕλην, ὡς ἀνδριὰς χαλκοῦ καὶ Θη– 2682 1.12.1b.20 : ρίκλειον ἀργυροῦ καὶ τῶν ἀγαλμάτων ὁτιοῦν λίθου· τὸ 2683 1.12.1b.21 : γὰρ ᾧ περιττεύει ταῦτα τῆς ὕλης, ἐξ ἧς δεδημιούργηται, 2684 1.12.1b.22 : τοῦτ´ ἔστιν ἡ κατὰ τὸν λόγον οὐσία. Ἐνέργειαν δὲ ἐκάλε– 2685 1.12.1b.23 : σεν, ὅτι τῶν ὄντων οὐθὲν ἂν ἐνεργεῖν ἠδύνατο μὴ πρό– 2686 1.12.1b.24 : τερον εἰδοποιηθέν. 2687 1.12.2a.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (fr. phys. 1 p. 447 Diels.).〉 2688 1.12.2a.2 : 〈<20Πλάτωνος.>20〉 Περὶ δὲ τῶν ἰδεῶν ὡδὶ διεξήρχετο, 2689 1.12.2a.3 : τῶν κατὰ φύσιν αἰσθητῶν κατὰ μέρος ὡρισμένα τινὰ 2690 1.12.2a.4 : παραδείγματα φάμενος εἶναι τὰς ἰδέας, ἀφ´ ὧν τὰς ἐπι– 2691 1.12.2a.5 : στήμας γίγνεσθαι καὶ τοὺς ὅρους· παρὰ πάντας γὰρ ἀν– 2692 1.12.2a.6 : θρώπους ἄνθρωπόν τινα νοεῖσθαι καὶ παρὰ πάντας ἵπ– 2693 1.12.2a.7 : πους ἵππον καὶ κοινῶς παρὰ τὰ ζῷα ζῷον ἀγένητον καὶ 2694 1.12.2a.8 : ἄφθαρτον· ὃν τρόπον δὲ σφραγῖδος μιᾶς ἐκμαγεῖα γίνε– 2695 1.12.2a.9 : σθαι πολλὰ καὶ συχνὰς εἰκόνας ἑνὸς ἀνδρός, οὕτω καὶ 2696 1.12.2a.10 : μιᾶς ἑκάστης ἰδέας αἰσθητῶν σωμάτων φύσεις παμπλη– 2697 1.12.2a.11 : θεῖς, τῆς μὲν ἀνθρώπων ἀνθρώπους ἅπαντας, 〈τῆς δὲ 2698 1.12.2a.12 : ἵππων ἵππους ἅπαντας〉, καὶ κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον ἐπὶ 2699 1.12.2a.13 : τῶν ἄλλων τῶν κατὰ φύσιν. Εἶναι δὲ τὴν ἰδέαν ἀΐδιον 2700 1.12.2a.14 : οὐσίαν, αἰτίαν καὶ ἀρχὴν τοῦ ἕκαστον εἶναι τοιοῦτον οἵα 2701 1.12.2a.15 : ἐστὶν αὐτή. Καθάπερ οὖν τὰς κατὰ μέρος ὥσπερ ἀρχέ– 2702 1.12.2a.16 : τυπα τῶν αἰσθητῶν προηγεῖσθαι συμβέβηκε σωμάτων, 2703 1.12.2a.17 : οὕτως τὴν πάσας ἐν ἑαυτῇ περιέχουσαν καλλίστην καὶ τε– 2704 1.12.2a.18 : λειοτάτην οὐσίαν ὑπάρχειν 〈τοῦδε παράδειγμα τοῦ κόσμου〉. 2705 1.12.3.1 : Λέγει γοῦν καὶ ἐν τῷ Παρμενίδῃ (p. 132C. D) „Ἀλλ´, 2706 1.12.3.2 : ὦ Παρμενίδη, μάλιστα ἔμοιγε καταφαίνεται ὧδε ἔχειν· 2707 1.12.3.3 : τὰ μὲν εἴδη ταῦτα ὥσπερ παραδείγματα ἑστάναι ἐν τῇ 2708 1.12.3.4 : φύσει, τὰ δὲ ἄλλα τούτοις ἐοικέναι καὶ εἶναι ὁμοιώματα· 2709 1.12.3.5 : καὶ ἡ μέθεξις αὕτη τοῖς ἄλλοις γίγνεσθαι τῶν εἰδῶν οὐκ 2710 1.12.3.6 : ἄλλη τις ἢ εἰκασθῆναι αὐτοῖς.“ 2711 1.12.3.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (fr. phys. 40 p. 472 Diels.).〉 2712 1.12.3.2 : <20Ζήνωνος 〈καὶ τῶν ἀπ´ αὐτοῦ〉.>20 Τὰ ἐννοήματά 2713 1.12.3.3 : φασι μήτε τινὰ εἶναι μήτε ποιά, ὡσανεὶ δέ τινα καὶ 2714 1.12.3.4 : ὡσανεὶ ποιὰ φαντάσματα ψυχῆς· ταῦτα δὲ ὑπὸ τῶν ἀρ– 2715 1.12.3.5 : χαίων ἰδέας προσαγορεύεσθαι. Τῶν γὰρ κατὰ τὰ ἐννοή– 2716 1.12.3.6 : ματα ὑποπιπτόντων εἶναι τὰς ἰδέας, οἷον ἀνθρώπων, 2717 1.12.3.7 : ἵππων, κοινότερον εἰπεῖν πάντων τῶν ζῴων καὶ τῶν 2718 1.12.3.8 : ἄλλων ὁπόσων λέγουσιν ἰδέας εἶναι. Ταύτας δὲ οἱ Στω– 2719 1.12.3.9 : ικοὶ φιλόσοφοί φασιν ἀνυπάρκτους εἶναι καὶ τῶν μὲν 2720 1.12.3.10 : ἐννοημάτων μετέχειν ἡμᾶς, τῶν δὲ πτώσεων, ἃς δὴ προσ– 2721 1.12.3.11 : ηγορίας καλοῦσι, τυγχάνειν. 2722 1.13.t.1 : {1Περὶ αἰτίων.}1 2723 1.13.1a.1 : 〈<21Aetii>21 (I 11, 1. 2 p. 309 Diels.) et <21Platonis>21 Timaei.〉 2724 1.13.1a.2 : Αἴτιόν ἐστι δι´ ὃ τὸ ἀποτέλεσμα, ἢ δι´ ὃ συμβαίνει 2725 1.13.1a.3 : τι. ἀρκεῖ γὰρ ὑπογραφικῶς. 2726 1.13.1a.4 : <20Πλάτων>20 τριχῶς τὸ αἴτιον, ὑφ´ οὗ, ἐξ οὗ, πρὸς ὅ· 2727 1.13.1a.5 : κυριώτατον δ´ ἡγεῖται τὸ ὑφ´ οὗ, τοῦτο δ´ ἦν τὸ ποιοῦν. 2728 1.13.1a.6 : Λέγει γοῦν ἐν Τιμαίῳ (p. 28A. B)· „πᾶν δὲ αὖ τὸ γιγνό– 2729 1.13.1a.7 : μενον ὑπ´ αἰτίου τινὸς ἐξ ἀνάγκης γίγνεται· παντὶ γὰρ 2730 1.13.1a.8 : ἀδύνατον χωρὶς αἰτίου γένεσιν ἔχειν. Ὅταν οὖν ὁ δημι– 2731 1.13.1a.9 : ουργὸς πρὸς τὸ κατὰ ταὐτὰ ἔχον βλέπων ἀεί, τοιούτῳ 2732 1.13.1a.10 : τινὶ χρώμενος παραδείγματι, τὴν ἰδέαν καὶ τὴν δύναμιν 2733 1.13.1a.11 : ἀπεργάζηται, καλὸν ἐξ ἀνάγκης οὕτως ἀποτελεῖσθαι πᾶν· 2734 1.13.1a.12 : ὁπόταν δ´ εἰς τὸ γεγονός, γενητῷ παραδείγματι προσ– 2735 1.13.1a.13 : χρώμενος, οὐ καλόν.“ 2736 1.13.2.1 : 〈<21Aetii>21 (I 11, 3. 4 p. 310 Diels.).〉 2737 1.13.2.2 : <20Πυθαγόρας>20 τὰ μὲν πρῶτα αἴτια ἀσώματα, τὰ δὲ 2738 1.13.2.3 : κατὰ μετοχὴν ἢ κατὰ συμβεβηκὸς τῆς σωματικῆς ὑποστά– 2739 1.13.2.4 : σεως εἶναι. 2740 1.13.2.5 : <20Ἀριστοτέλης>20 ἔφησε δηλοῦν ἕκαστον χρώμενον σχή– 2741 1.13.2.6 : μασι τῆς ἑρμηνείας τοιούτοις, τό τε ἐξ οὗ λέγοντα 〈τὴν 2742 1.13.2.7 : ὕλην〉, καὶ τὸ ὑφ´ οὗ τὸ ποιοῦν, τὸ δὲ καθ´ ὃ τὸ εἶδος, 2743 1.13.2.8 : τὸ δὲ δι´ ὃ τὸ τέλος. 2744 1.13.3.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (fr. phys. 18 p. 457 Diels.).〉 2745 1.13.3.2 : <20Ζήνωνος.>20 Αἴτιον δ´ ὁ Ζήνων φησὶν εἶναι δι´ ὅ· 2746 1.13.3.3 : οὗ δὲ αἴτιον συμβεβηκός· καὶ τὸ μὲν αἴτιον σῶμα, οὗ δὲ 2747 1.13.3.4 : αἴτιον κατηγόρημα· ἀδύνατον δ´ εἶναι τὸ μὲν αἴτιον παρ– 2748 1.13.3.5 : εῖναι, οὗ δέ ἐστιν αἴτιον μὴ ὑπάρχειν. Τὸ δὲ λεγόμενον 2749 1.13.3.6 : τοιαύτην ἔχει δύναμιν· αἴτιόν ἐστι δι´ ὃ γίνεταί τι, οἷον 2750 1.13.3.7 : διὰ τὴν φρόνησιν γίνεται τὸ φρονεῖν καὶ διὰ τὴν ψυχὴν 2751 1.13.3.8 : γίνεται τὸ ζῆν καὶ διὰ τὴν σωφροσύνην γίνεται τὸ σω– 2752 1.13.3.9 : φρονεῖν. ἀδύνατον γὰρ εἶναι σωφροσύνης περί τινα οὔσης 2753 1.13.3.10 : μὴ σωφρονεῖν, ἢ ψυχῆς μὴ ζῆν, ἢ φρονήσεως μὴ φρονεῖν. 2754 1.13.3.11 : <20Χρυσίππου.>20 Χρύσιππος αἴτιον εἶναι λέγει δι´ ὅ. 2755 1.13.3.12 : Καὶ τὸ μὲν αἴτιον ὂν καὶ σῶμα, 〈οὗ δὲ αἴτιον μήτε ὂν 2756 1.13.3.13 : μήτε σῶμα·〉 καὶ αἴτιον μὲν ὅτι, οὗ δὲ αἴτιον διά τι. 2757 1.13.3.14 : Αἰτίαν δ´ εἶναι λόγον αἰτίου, ἢ λόγον τὸν περὶ τοῦ αἰτίου 2758 1.13.3.15 : ὡς αἰτίου. 2759 1.13.3.16 : <20Ποσειδωνίου.>20 Ποσειδώνιος δὲ οὕτως· αἴτιον δ´ 2760 1.13.3.17 : ἐστί τινος, δι´ ὃ ἐκεῖνο, ἢ τὸ πρῶτον ποιοῦν, ἢ τὸ ἀρχη– 2761 1.13.3.18 : γὸν ποιήσεως. καὶ τὸ μὲν αἴτιον ὂν καὶ σῶμα, οὗ δὲ 2762 1.13.3.19 : αἴτιον οὔτε ὂν οὔτε σῶμα, ἀλλὰ συμβεβηκὸς καὶ κατηγόρημα. 2763 1.13.4.1 : 〈<21Aetii>21 (I 11, 6–8 p. 310 Diels.).〉 2764 1.13.4.2 : <20Θαλῆς>20 καὶ οἱ ἐφεξῆς τὸ πρῶτον αἴτιον ἀκίνητον 2765 1.13.4.3 : ἀπεφήναντο. 2766 1.13.4.4 : 〈Οἱ〉 <20Στωικοὶ>20 τὸ πρῶτον αἴτιον ὡρίσαντο κινητόν. 2767 1.13.4.5 : Οἱ <20Περιπατητικοὶ>20 τῶν αἰτίων εἶναι τὰ μὲν αἰσθη– 2768 1.13.4.6 : τά, τὰ δὲ νοητά. 2769 1.13.2.1 : <20Ὀκέλλου.>20 2770 1.13.2.2 : Ὄκελλος ἔφησεν εἶναι αἴτιον δι´ ὃ γίγνεταί τι. λέγει 2771 1.13.2.3 : γὰρ ἐν τῷ Περὶ νόμου (fr. phil. Gr. I p. 407 Mullach.) οὕτως· 2772 1.13.2.4 : Συνέχει γὰρ τὰ μὲν σκάνεα τῶν ζῴων 〈ζωά〉, ταύτας 2773 1.13.2.5 : δ´ αἴτιον ψυχά· τὸν δὲ κόσμον ἁρμονία, ταύτας δ´ αἴτιος 2774 1.13.2.6 : ὁ θεός· τὼς δ´ οἴκως καὶ τὰς πόλιας ὁμόνοια, ταύτας 2775 1.13.2.7 : δ´ αἴτιος νόμος. Τίς ὦν αἰτία ἦν φύσις, τὸν μὲν κόσμον 2776 1.13.2.8 : ἁρμόχθαι διὰ παντὸς καὶ μηδέποκ´ ἐς ἀκοσμίαν ἐκβαίνειν, 2777 1.13.2.9 : τὰς δὲ πόλιας καὶ τὼς οἴκως ὀλιγοχρονίως ἦμεν; Ὅσα 2778 1.13.2.10 : μὲν ὦν γεννατὰ καὶ θνατὰ τὰν φύσιν, ἐξ ἇς συνέστακεν 2779 1.13.2.11 : ὕλας, τὰν αὐτὰν αἰτίαν ἔχει τᾶς διαλύσιος· συνέστακε 2780 1.13.2.12 : γὰρ ἐκ μεταβαλλοίσας καὶ ἀειπαθέος. Ἁ γὰρ τῶν γεννω– 2781 1.13.2.13 : μένων ἀπογέννασις σωτηρία τᾶς γενετείρας ὕλας. Τὸ 2782 1.13.2.14 : δὲ ἀεικίνητον κυβερνῇ, τὸ δ´ ἀειπαθὲς κυβερνῆται· καὶ τὸ 2783 1.13.2.15 : μὲν πρότερον τᾷ δυνάμι, τὸ δὲ ὕστερον· καὶ τὸ μὲν θεῖον 2784 1.13.2.16 : καὶ λόγον ἔχον καὶ ἔμφρον, τὸ δὲ γεννατὸν καὶ ἄλογον 2785 1.13.2.17 : [τὸ μεταβάλλον]. 2786 1.14.t.1 : {1Περὶ σωμάτων καὶ περὶ τῆς τούτων τομῆς καὶ 2787 1.14.t.2 : περὶ ἐλαχίστου.}1 2788 1.14.1a.1 : 〈<21Aetii>21 (I 12, 1–3 med. p. 310 Diels.).〉 2789 1.14.1a.2 : Σῶμά ἐστι τὸ τριχῇ διαστατόν, πλάτει, βάθει, μήκει· 2790 1.14.1a.3 : ἢ ὄγκος ἀντίτυπος, ὅσον ἐφ´ αὑτῷ. 2791 1.14.1a.4 : <20Πλάτων>20 μήτε βαρὺ μήτε κοῦφον εἶναί τι φύσει ἐν 2792 1.14.1a.5 : τῷ οἰκείῳ τόπῳ ὑπάρχον, ἐν δὲ τῷ ἀλλοτρίῳ γενόμενον 2793 1.14.1a.6 : τότε νεῦσιν ἴσχειν, ἐκ δὲ τῆς νεύσεως ῥοπὴν ἤτοι πρὸς 2794 1.14.1a.7 : βαρύτητα ἢ κουφότητα. 2795 1.14.1a.8 : <20Ἀριστοτέλης>20 βαρύτατον μὲν εἶναι τὴν γῆν, κουφό– 2796 1.14.1a.9 : τατον δὲ τὸ πῦρ, ἀέρα δὲ καὶ ὕδωρ ἄλλοτ´ ἄλλως. 2797 1.14.2.1 : 〈<21Aetii>21 (I 16, 3 p. 315, 5 Diels.) de Aristotele.〉 2798 1.14.2.2 : Καὶ δυνάμει μὲν εἰς ἄπειρον τέμνεσθαι, ἐντελεχείᾳ 2799 1.14.2.3 : δὲ μηδαμῶς. 2800 1.14.3.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (fr. phys. 5 p. 449 Diels.) de Aristotele.〉 2801 1.14.3.2 : Τῶν δὲ ἁπλῶν σωμάτων εἶναι τὰς ποιότητας ἁπλᾶς· 2802 1.14.1c.3 : διαιρεῖσθαι δὲ εἰς ἄπειρον τὰ μεγέθη καὶ τὰ μέγεθος 2803 1.14.1c.4 : ἔχοντα. ταῦτα δὲ καὶ συνεχῆ καλεῖσθαι· μεγέθη δ´ εἶναι 2804 1.14.1c.5 : μῆκος, πλάτος, βάθος· τὰ δ´ ἔχοντα μέγεθος ἓξ ὑπάρχειν, 2805 1.14.1c.6 : σῶμα, τόπον, ἐπιφάνειαν, γραμμήν, κίνησιν, χρόνον. ἐπι– 2806 1.14.1c.7 : φάνειαν δ´ εἶναι σώματος πέρας δυσὶν ὁριζομένην δια– 2807 1.14.1c.8 : στάσεσι· γραμμὴν δὲ τὸ τῆς ἐπιφανείας πέρας κατὰ μίαν 2808 1.14.1c.9 : διάστασιν. σῶμα δὴ τοίνυν ἐστὶ 〈τὸ〉 τὰς τρεῖς ἔχον δια– 2809 1.14.1c.10 : στάσεις. ἐπεὶ δὲ καὶ περὶ τὸν τόπον εἰσὶν αὗται, προσ– 2810 1.14.1c.11 : θετέον τό τε μετ´ ἀντερείσεως καὶ τὸ μὴ δεχόμενον ἕτερον 2811 1.14.1c.12 : εἰς τὸν αὐτὸν τόπον [σῶμα]· πληρωτικὸν γὰρ εἶναι τοῦ 2812 1.14.1c.13 : τόπου τὸ σῶμα, καθάπερ καὶ τὸν τόπον τοῦ σώματος 2813 1.14.1c.14 : δεκτικόν. ποιεῖν δὲ καὶ πάσχειν τὰ σώματα ταῖς ἀσωμά– 2814 1.14.1c.15 : τοις δυνάμεσι· κατὰ γὰρ τὰς ἐν ταύταις διαφορὰς ἀπο– 2815 1.14.1c.16 : τελεῖσθαι τάς τε τῶν δραστικῶν καὶ τὰς τῶν παθητικῶν 2816 1.14.1c.17 : φύσεις. 2817 1.14.2.1 : 〈<21Aetii>21 (I 12, 3 med. p. 311, 1 Diels.) de Aristotele.〉 2818 1.14.2.2 : Μηδὲν δὲ πῦρ κυκλοτερῶς φύσει κινεῖσθαι, μόνον δὲ 2819 1.14.2.3 : τὸ πέμπτον σῶμα. 2820 1.14.3.1 : 〈<21Aetii>21 (I 16, 4 p. 315, 8 Diels.).〉 2821 1.14.3.2 : <20Χρύσιππος>20 ἔφασκε τὰ σώματα εἰς ἄπειρον τέμνε– 2822 1.14.3.3 : σθαι καὶ τὰ τοῖς σώμασι προσεοικότα, οἷον ἐπιφάνειαν, 2823 1.14.3.4 : γραμμήν, τόπον, κενόν, χρόνον· εἰς ἄπειρόν τε τούτων 2824 1.14.3.5 : τεμνομένων οὔτε σῶμα ἐξ ἀπείρων σωμάτων συνέστηκεν 2825 1.14.3.6 : οὔτ´ ἐπιφάνεια οὔτε γραμμὴ οὔτε τόπος 〈οὔτε κενὸν οὔτε 2826 1.14.3.7 : χρόνος〉. 2827 1.14.4.1 : 〈<21Aetii>21 (I 12, 4–6 p. 311, 3 Diels.).〉 2828 1.14.4.2 : Οἱ <20Στωικοὶ>20 δύο μὲν ἐκ τῶν τεσσάρων στοιχείων 2829 1.14.4.3 : κοῦφα, πῦρ καὶ ἀέρα· δύο δὲ βαρέα, ὕδωρ καὶ γῆν. Κοῦ– 2830 1.14.4.4 : φον γὰρ ὑπάρχει φύσει, ὃ νεύει ἀπὸ τοῦ ἰδίου μέσου, 2831 1.14.4.5 : βαρὺ δὲ τὸ εἰς μέσον. Καὶ τὸ μὲν περίγειον φῶς κατ´ 2832 1.14.4.6 : εὐθεῖαν, τὸ δ´ αἰθέριον περιφερῶς κινεῖται. 2833 1.14.4.7 : <20Ἐπίκουρος>20 ἀπερίληπτα εἶναι τὰ 〈ἄτομα〉 σώματα. 2834 1.14.4.8 : καὶ τὰ πρῶτα δὲ ἁπλᾶ· τά τε ἐξ ἐκείνων συγκρίματα βάρος 2835 1.14.4.9 : ἔχειν. Κινεῖσθαι δὲ τὰ ἄτομα τότε μὲν κατὰ στάθμην, 2836 1.14.4.10 : τότε δὲ κατὰ παρέγκλισιν· τὰ δὲ ἄνω κινούμενα κατὰ πλη– 2837 1.14.4.11 : γὴν καὶ ἀποπαλμόν. 2838 1.14.4.12 : <20Δημόκριτος>20 τὰ πρῶτά φησι σώματα (ταῦτα δ´ ἦν 2839 1.14.4.13 : τὰ ναστά) βάρος μὲν οὐκ ἔχειν, κινεῖσθαι 〈δὲ〉 κατ´ ἀλλη– 2840 1.14.4.14 : λοτυπίαν ἐν τῷ ἀπείρῳ. Δυνατὸν εἶναι κοσμιαίαν ὑπάρ– 2841 1.14.4.15 : χειν ἄτομον. 2842 1.14.5.1 : 〈<21Aetii>21 (I 16, 2 p. 315, 3 Diels.).〉 2843 1.14.5.2 : Ὁ δ´ <20αὐτὸς>20 ἔλεγε περὶ τἀμερῆ ἵστασθαι τὴν τομήν. 2844 1.14.6.1 : 〈<21Aetii>21 (I 12, 7 p. 311, 23 Diels.).〉 2845 1.14.6.2 : <20Στράτων>20 μὲν προσεῖναι τοῖς σώμασι φυσικὸν βάρος, 2846 1.14.6.3 : τὰ δὲ κουφότερα τοῖς βαρυτέροις ἐπιπολάζειν, οἷον ἐκ– 2847 1.14.6.4 : πυρηνιζόμενα. 2848 1.14.7.1 : 〈<21Aetii>21 (I 16, 1 p. 314, 30 Diels.).〉 2849 1.14.7.2 : Οἱ ἀπὸ <20Θάλεω>20 καὶ <20Πυθαγόρου>20 παθητὰ 〈τὰ〉 2850 1.14.7.3 : σώματα καὶ τμητὰ εἰς ἄπειρον, καὶ πάντα τὰ συνεχῆ, 2851 1.14.7.4 : γραμμήν, ἐπιφάνειαν, στερεὸν σῶμα, τόπον, χρόνον. 2852 1.14.7.5 : <20Περὶ ἐλαχίστου.>20 2853 1.14.1k.1 : 〈<21Aetii>21 (I 13, 1–4 p. 312, 2 Diels.).〉 2854 1.14.1k.2 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 ἔφη πρὸ τῶν τεσσάρων στοιχείων 2855 1.14.1k.3 : θραύσματα ἐλάχιστα, οἱονεὶ στοιχεῖα πρὸ τῶν στοιχείων 2856 1.14.1k.4 : ὁμοιομερῆ. 2857 1.14.1k.5 : <20Ἡράκλειτος>20 πρὸ τοῦ ἑνὸς δοκεῖ τισι ψήγματα κα– 2858 1.14.1k.6 : ταλείπειν. 2859 1.14.1k.7 : <20Ξενοκράτης>20 καὶ <20Διόδωρος>20 ἀμερῆ τὰ ἐλάχιστα 2860 1.14.1k.8 : ὡρίζοντο. 2861 1.14.1k.9 : <20Ἡρακλείδης>20 θραύσματα. 2862 1.14.2.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (fr. phys. 19 p. 457 Diels.) de Stoicis.〉 2863 1.14.2.2 : Σῶμά ἐστι τὸ τριχῇ διαστατόν, πλάτει, βάθει, μήκει· 2864 1.14.2.3 : ταῦτα δὲ πλεοναχῶς λέγεσθαι, ὁτὲ μὲν γὰρ μῆκος εἶναι 2865 1.14.2.4 : λέγεσθαι τὸ μέγιστον διάστημα τοῦ σώματος, ὁτὲ δὲ μόνον 2866 1.14.2.5 : τὸ κάτωθεν ἄνω· καὶ πλάτος ὁτὲ 〈μὲν〉 τὸ δεύτερον διά– 2867 1.14.2.6 : στημα, ὁτὲ δὲ τὸ ἐκ δεξιᾶς καὶ ἐξ εὐωνύμου· καὶ βάθος 2868 1.14.2.7 : ὁτὲ μὲν τὸ εἰς ἑαυτὸ διάστημα, ὁτὲ δὲ τὸ πρόσω καὶ 2869 1.14.2.8 : ὀπίσω· κατὰ μὲν τὸν πρότερον λόγον οὔτε τῶν σφαιρῶν 2870 1.14.2.9 : οὔτε τῶν τετραγώνων καὶ τῶν ὁμοίων οὐδὲν τῶν διαστη– 2871 1.14.2.10 : μάτων τούτων ἐχόντων, κατὰ δὲ τὸν δεύτερον παντὸς σώ– 2872 1.14.2.11 : ματος τὰς τρεῖς ἔχοντος διαστάσεις διὰ τὸ κατὰ πᾶσαν 2873 1.14.2.12 : θέσιν ὑπὸ τὸν λόγον τοῦτον πίπτειν αὐτό. 2874 1.14.2.1 : <20Παρμενίδου>20 ( 102–104 Karsten. p. 792 Stein.). 2875 1.14.2.2 : Πάντοθεν εὐκύκλου σφαίρης ἐναλίγκιον ὄγκῳ, 2876 1.14.2.3 : μεσσόθεν ἰσοπαλὲς πάντῃ· τὸ γὰρ οὔτε τι μεῖζον 2877 1.14.2.4 : οὔτε τι βαιότερον πελέναι χρεόν ἐστι τῇ ἢ τῇ. 2878 1.15.t.1 : {1Περὶ σχημάτων.}1 2879 1.15.1.1 : <20Ὁμήρου>20 (II. Θ 16). 2880 1.15.1.2 : Τόσσον ἔνερθ´ Ἀίδεω ὅσον οὐρανός ἐστ´ ἀπὸ γαίης. 2881 1.15.2a.1 : 〈<21Anonymi poetae.>21〉 2882 1.15.2a.2 : Ἀλλ´ ὅγε πάντοθεν ἶσος 〈ἐὼν〉 καὶ πάμπαν ἀπείρων. 2883 1.15.3.1 : 〈<20Ἐμπεδοκλέους>20 (v. 138 Stein.).〉 2884 1.15.3.2 : σφαῖρος κυκλοτερής, μονίῃ περιηγέϊ γαίων. 2885 1.15.3a.1 : <20Πορφυρίου.>20 2886 1.15.4.1 : 〈<21Aetii>21 (I 14, 1 p. 312, 12 Diels.).〉 2887 1.15.4.2 : Σχῆμά ἐστιν ἐπιφάνεια καὶ περιγραφὴ καὶ πέρας 2888 1.15.4.3 : σώματος. 2889 1.15.4.1 : <20Πλάτωνος.>20 2890 1.15.4.2 : Πλάτων ἔφησε σφαιροειδῆ τὸν κόσμον ὑπάρχειν. Λέ– 2891 1.15.4.3 : γει γὰρ οὕτως ἐν τῷ Τιμαίῳ (p. 33B)· „Σχῆμα δ´ ἔδωκεν 2892 1.15.4.4 : αὐτῷ τὸ πρέπον καὶ τὸ συγγενές· τῷ δὲ πάντα ζῷα ἐν 2893 1.15.4.5 : αὑτῷ περιέχειν μέλλοντι ζῴῳ πρέπον ἂν εἴη σχῆμα τὸ 2894 1.15.4.6 : περιειληφὸς ἐν αὑτῷ πάνθ´ ὁπόσα σχήματα. Διὸ καὶ 2895 1.15.4.7 : σφαιροειδές, ἐκ μέσου πάντῃ πρὸς τὰς τελευτὰς ἴσον ἀπέ– 2896 1.15.4.8 : χον, κυκλοτερὲς αὐτὸ ἐτορνεύσατο, πάντων τελεώτατον 2897 1.15.4.9 : ὁμοιότατόν τε αὐτὸ ἑαυτῷ σχημάτων, νομίσας μυρίῳ κάλ– 2898 1.15.4.10 : λιον ὅμοιον ἀνομοίου.“ 2899 1.15.5.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (Timae. p. 62D–63A). 2900 1.15.5.2 : Τοῦ γὰρ παντὸς οὐρανοῦ σφαιροειδοῦς ὄντος, ὅσα 2901 1.15.5.3 : μὲν ἀφεστῶτα ἴσον τοῦ μέσου γέγονεν ἔσχατα, ὁμοίως 2902 1.15.5.4 : αὐτὰ χρὴ ἔσχατα προσπεφυκέναι, τὸ δὲ μέσον τὰ αὐτὰ 2903 1.15.5.5 : μέτρα τῶν ἐσχάτων ἀφεστηκὸς ἐν τῷ καταντικρὺ νομίζειν 2904 1.15.5.6 : δεῖ πάντων εἶναι· τοῦ δὴ κόσμου ταύτῃ πεφυκότος τί 2905 1.15.5.7 : τῶν εἰρημένων ἄνω τις ἢ κάτω τιθέμενος [ὃν] οὐκ ἐν δίκῃ 2906 1.15.5.8 : δόξει τὸ μηθὲν προσῆκον ὄνομα λέγειν; Ὁ μὲν γὰρ μέσος 2907 1.15.5.9 : ἐν αὐτῷ τόπος οὔτε κάτω πεφυκὼς οὔτε ἄνω λέγεσθαι 2908 1.15.5.10 : δίκαιος, ἀλλ´ αὐτὸ ἐν μέσῳ· ὁ δὲ πέριξ οὔτε δὴ μέσος, 2909 1.15.5.11 : οὔτε ἔχων διάφορον αὑτοῦ μέρος ἕτερον θατέρου μᾶλλον 2910 1.15.5.12 : πρὸς τὸ μέσον ἤ τι τῶν καταντικρύ. τοῦ δὲ ὁμοίως πάντῃ 2911 1.15.5.13 : πεφυκότος ποῖά τις ἐπιφέρων ὀνόματα αὐτῷ ἐναντία καὶ 2912 1.15.5.14 : πῇ καλῶς ἂν ἡγοῖτο λέγειν; εἰ γάρ τι καὶ στερεὸν εἴη 2913 1.15.5.15 : κατὰ μέσον τοῦ παντὸς ἰσοπαλές, εἰς οὐδὲν ἄν τί ποτε 2914 1.15.5.16 : τῶν ἐσχάτων ἐνεχθείη διὰ τὴν πάντῃ ὁμοιότητα αὐτῶν· 2915 1.15.5.17 : ἀλλ´ εἰ καὶ περὶ ταὐτὸ πορεύοιτό τις ἐν κύκλῳ, πολλάκις 2916 1.15.5.18 : ἂν στὰς ἀντίπους ταὐτὸν αὐτοῦ κάτω καὶ ἄνω προσείποι· 2917 1.15.5.19 : τὸ μὲν γὰρ ὅλον, καθάπερ εἴρηται νῦν δή, σφαιροειδὲς 2918 1.15.5.20 : ὂν τόπον τινὰ κάτω, τὸν δὲ ἄνω λέγειν ἔχειν οὐκ ἔμφρονος. 2919 1.15.6a.1 : 〈<21Aetii>21 (I 14, 2–6 p. 312, 14 Diels.).〉 2920 1.15.6a.2 : <20Οἱ ἀπὸ Πυθαγόρου>20 [τὸν κόσμον] σφαιρικὰ τὰ 2921 1.15.6a.3 : σχήματα τῶν τεττάρων στοιχείων· μόνον δὲ τὸ ἀνώτατον 2922 1.15.6a.4 : πῦρ κωνοειδές. 2923 1.15.6a.5 : <20Ἀναξαγόρας>20 τὰ ὁμοιομερῆ πολυσχήμονα. 2924 1.15.6a.6 : <20Οἱ ἀπὸ Λευκίππου τὰ>20 ἄτομα πολυσχήμονα. 2925 1.15.6a.7 : <20Κλεάνθης>20 μόνος τῶν Στωικῶν τὸ πῦρ ἀπεφήνατο 2926 1.15.6a.8 : κωνοειδές. 2927 1.15.6a.9 : <20Ζήνων>20 ἔφασκε τὸ πῦρ κατ´ εὐθεῖαν κινεῖσθαι. 2928 1.15.7.1 : 〈<21Aetii>21 (II 2, 1. 2 p. 329, 6 Diels.).〉 2929 1.15.7.2 : <20Οἱ Στωικοὶ>20 σφαιροειδῆ τὸν κόσμον ἀπεφήναντο. 2930 1.15.7.3 : <20Λεύκιππος>20 καὶ <20Δημόκριτος>20 σφαιροειδῆ τὸν 2931 1.15.7.4 : κόσμον. 2932 1.15.8.1 : 〈<21Aetii>21 (II 8, 1 p. 337, 26 Diels.).〉 2933 1.15.8.2 : <20Διογένης>20 καὶ <20Ἀναξαγόρας>20 ἔφησαν, μετὰ τὸ συ– 2934 1.15.8.3 : στῆναι τὸν κόσμον καὶ τὰ ζῷα ἐκ τῆς γῆς ἐξαγαγεῖν ἐγκλι– 2935 1.15.8.4 : θῆναί πως τὸν κόσμον ἐκ τοῦ αὐτομάτου εἰς τὸ μεσημ– 2936 1.15.8.5 : βρινὸν αὑτοῦ μέρος, ἴσως ὑπὸ προνοίας, ἵν´ ἃ μὲν ἀοί– 2937 1.15.8.6 : κητα γένηται, ἃ δὲ οἰκητὰ μέρη τοῦ κόσμου κατὰ ψῦξιν 2938 1.15.8.7 : καὶ ἐκπύρωσιν καὶ εὐκρασίαν. 2939 1.15.9.1 : 〈<21Aetii>21 (II 7, 6 p. 336, 16; II 8, 2 p. 338, 6; II 10, 2 2940 1.15.9.2 : p. 339, 16 Diels.).〉 2941 1.15.9.3 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 ἔλεγε μὴ διὰ παντὸς ἑστῶτας εἶναι 2942 1.15.9.4 : μηδ´ ὡρισμένους τοὺς τόπους τῶν στοιχείων, ἀλλὰ παν– 2943 1.15.9.5 : ταχῶς ἀλλήλων μεταλαμβάνειν, —Τοῦ δὲ ἀέρος εἴξαν– 2944 1.15.9.6 : τος τῇ τοῦ ἡλίου ὁρμῇ ἐπικλιθῆναι τὰς ἄρκτους καὶ τὰ 2945 1.15.9.7 : μὲν βόρεια ὑψωθῆναι, τὰ δὲ νότια ταπεινωθῆναι, καθὸ 2946 1.15.6d.8 : καὶ τὸν ὅλον κόσμον. —Καὶ δεξιὰ μὲν αὐτοῦ τὰ κατὰ 2947 1.15.6d.9 : τὸν θερινὸν τροπικόν, ἀριστερὰ δὲ τὰ κατὰ τὸν χειμερινόν. 2948 1.15.7.1 : 〈<21Aetii>21 (II 10, 1 p. 339, 2 Diels.).〉 2949 1.15.7.2 : <20Πυθαγόρας, Πλάτων, Ἀριστοτέλης>20 δεξιὰ τοῦ 2950 1.15.7.3 : κόσμου τὰ ἀνατολικὰ μέρη, ἀφ´ ὧν ἡ ἀρχὴ τῆς κινήσεως 2951 1.15.7.4 : [διὰ τὰς ἀνατολάς], ἀριστερὰ δὲ τὰ δυτικά. Οὔθ´ ὕψος 2952 1.15.7.5 : δέ φασιν οὔτε βάθος ἔχειν τὸν κόσμον, καθ´ ὃν λόγον 2953 1.15.7.6 : ὕψος μὲν λέγεται τὸ κάτωθεν ἄνω διάστημα, βάθος δὲ 2954 1.15.7.7 : τὸ ἄνωθεν κάτω. Μηδὲν γὰρ εἶναι τῶν οὕτως διαστη– 2955 1.15.7.8 : μάτων λεγομένων περὶ τὸν κόσμον διὰ τὸ περὶ τὸ ἑαυ– 2956 1.15.7.9 : τοῦ μέσον αὐτὸν συνεστάναι, ἀφ´ οὗ πρὸς ἅπαν ἐστὶ καὶ 2957 1.15.7.10 : πρὸς ὃ πανταχόθεν ταὐτό. 2958 1.15.7.1 : <20Φιλολάου Βάκχαι>20 (fr. 5 Mull.). 2959 1.15.7.2 : Ὁ κόσμος εἷς ἐστιν. Ἤρξατο δὲ γίγνεσθαι ἄχρι τοῦ 2960 1.15.7.3 : μέσου, καὶ ἀπὸ τοῦ μέσου εἰς τὸ ἄνω διὰ τῶν αὐτῶν τοῖς 2961 1.15.7.4 : κάτω ἐστὶ τὰ ἄνω τοῦ μέσου ὑπεναντίως κείμενα τοῖς 2962 1.15.7.5 : κάτω. Τοῖς γὰρ κάτω τὸ κατωτάτω μέγα ἐστὶν ὥσπερ 2963 1.15.7.6 : τὸ ἀνωτάτω, καὶ τὰ ἄλλα ὡσαύτως. Πρὸς γὰρ τὸ μέσον 2964 1.15.7.7 : κατὰ ταὐτά ἐστιν ἑκάτερα, ὅσα μὴ μετενήνεκται. 2965 1.16.t.1 : {1Περὶ χρωμάτων.}1 2966 1.16.1.1 : 〈<21Aetii>21 (I 15, 1–11 p. 313, 4 Diels.).〉 2967 1.16.1.2 : Χρῶμά ἐστι ποιότης σώματος ὁρατὴ προηγουμένως. 2968 1.16.1.3 : 〈Οἱ〉 <20Πυθαγόρειοι>20 χροιὰν ἐκάλουν τὴν ἐπιφάνειαν 2969 1.16.1.4 : τοῦ σώματος, τὰ δὲ γένη τῶν χρωμάτων λευκόν τε καὶ 2970 1.16.1.5 : μέλαν, ἐρυθρόν τε καὶ ὠχρόν· τὰς δὲ διαφορὰς τῶν χρω– 2971 1.16.1.6 : μάτων παρὰ τὰς 〈ποιὰς〉 μίξεις τῶν στοιχείων, τὰς δὲ τῶν 2972 1.16.1.7 : ζῴων παρὰ τὰς ποικιλίας τῶν τροφῶν καὶ τῶν ἀέρων. 2973 1.16.1.8 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 χρῶμα εἶναι ἀπεφαίνετο τὸ τοῖς πόροις 2974 1.16.1.9 : τῆς ὄψεως ἐναρμόττον. Τέτταρα δὲ τοῖς στοιχείοις ἰσά– 2975 1.16.1.10 : ριθμα, λευκόν, μέλαν, ἐρυθρόν, ὠχρόν. 2976 1.16.1.11 : <20Πλάτων>20 φλόγα ἀπὸ τῶν σωμάτων σύμμετρα μόρια 2977 1.16.1.12 : ἔχουσαν πρὸς τὴν ὄψιν. 2978 1.16.1.13 : <20Ἀρίσταρχος>20 Σάμιος μαθηματικός, ἀκουστὴς Στρά– 2979 1.16.1.14 : τωνος, φῶς εἶναι τὸ χρῶμα τοῖς ὑποκειμένοις ἐπιπῖπτον. 2980 1.16.1.15 : <20Ζήνων>20 ὁ Στωικὸς τὰ χρώματα πρώτους εἶναι σχη– 2981 1.16.1.16 : ματισμοὺς τῆς ὕλης. 2982 1.16.1.17 : <20Δημόκριτος>20 φύσει μὲν μηδὲν εἶναι χρῶμα, τὰ μὲν 2983 1.16.1.18 : γὰρ στοιχεῖα ἄποια, τά τε ναστὰ καὶ τὸ κενόν· τὰ δὲ ἐξ 2984 1.16.1.19 : αὐτῶν συγκρίματα κεχρῶσθαι διαταγῇ τε καὶ ῥυθμῷ καὶ 2985 1.16.1.20 : προτροπῇ, ὧν ἣ μέν ἐστι τάξις, ὃ δὲ σχῆμα, ἣ δὲ θέσις· 2986 1.16.1.21 : παρὰ ταῦτα γὰρ αἱ φαντασίαι. Τούτων δὲ τῶν πρὸς τὴν 2987 1.16.1.22 : φαντασίαν χρωμάτων τέτταρες αἱ διαφοραί, λευκοῦ, μέλα– 2988 1.16.1.23 : νος, ἐρυθροῦ, ὠχροῦ. 2989 1.16.1.24 : <20Ἐπίκουρος>20 καὶ <20Ἀρίσταρχος>20 τὰ ἐν τῷ σκότῳ 2990 1.16.1.25 : σώματα χρόαν οὐκ ἔχειν. 2991 1.16.1.26 : <20Ἀριστοτέλης>20 πέρας ἐν ὡρισμένῳ διαφανεῖ, δια– 2992 1.16.1.27 : φανὲν δὲ ὕλην εἶναι διηθημένην καθαρὰν καὶ ἀμιγῆ, τού– 2993 1.16.1.28 : του δὲ αὐτοῦ τὸ κινητικὸν χρῶμα ὑπάρχειν· ἐν δὲ τῷ 2994 1.16.1.29 : σκότῳ τὰ σώματα χρόαν δυνάμει μὲν ἔχειν, ἐνεργείᾳ δὲ 2995 1.16.1.30 : μηδαμῶς· πολὺ δὲ τὸ μεταξὺ τοῦ τε μὴ ἔχειν καὶ μὴ 2996 1.16.1.31 : ὁρᾶσθαι. 2997 1.16.1.32 : Οἱ μὲν ἄλλοι τὰ στοιχεῖα κεχρῶσθαι φυσικῶς, οἳ δὲ 2998 1.16.1.33 : τὰ ὁμοιομερῆ ποιότητος μετέχειν τὰ πρῶτα, οἳ δὲ τὰ 2999 1.16.1.34 : ἄτομα πάντα συλλήβδην ἄχροα, ἐξ ἀποίων δὲ τῶν λόγῳ 3000 1.16.1.35 : θεωρητῶν τὰς αἰσθητὰς ὑποφαίνουσι γίγνεσθαι ποιό– 3001 1.16.1.36 : τητας. 3002 1.16.2.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τιμαίου>20 (p. 67C–68D). 3003 1.16.2.2 : Τέταρτον γὰρ δὴ λοιπὸν ἔτι γένος ἡμῖν αἰσθητικόν, 3004 1.16.2.3 : ὃ διελέσθαι δεῖ συχνὰ ἐν αὑτῷ ποικίλματα κεκτημένον, 3005 1.16.2.4 : ἃ ξύμπαντα μὲν χρόας ἐκαλέσαμεν, φλόγα τῶν σωμάτων 3006 1.16.2.5 : ἑκάστων ἀπορρέουσαν, ὄψει σύμμετρα μόρια ἔχουσαν πρὸς 3007 1.16.2.6 : αἴσθησιν· ὄψεως δ´ ἐν τοῖς πρόσθεν αὐτῶν περὶ τῶν 3008 1.16.2.7 : αἰτίων τῆς γενέσεως ὀλίγα ἐρρήθη. Τῇδε οὖν τῶν χρω– 3009 1.16.2.8 : μάτων πέρι μάλιστα εἰκὸς πρέποι τ´ ἂν τὸν ἐπιεικῆ λό– 3010 1.16.2.9 : γον διεξελθεῖν· τὰ φερόμενα ἀπὸ τῶν ἄλλων μόρια ἐμ– 3011 1.16.2.10 : πίπτοντά τε εἰς τὴν ὄψιν τὰ μὲν ἐλάττω, τὰ δὲ μείζω, 3012 1.16.2.11 : τὰ δὲ ἴσα τοῖς αὐτοῖς τῆς ὄψεως μέρεσιν εἶναι. Τὰ μὲν 3013 1.16.2.12 : οὖν ἴσα ἀναίσθητα, ἃ δὴ καὶ διαφανῆ λέγομεν· τὰ δὲ 3014 1.16.2.13 : μείζω καὶ ἐλάττω, τὰ μὲν συγκρίνοντα, τὰ δὲ διακρίνοντα 3015 1.16.2.14 : αὐτήν, τοῖς περὶ τὴν σάρκα θερμοῖς καὶ ψυχροῖς καὶ τοῖς 3016 1.16.2.15 : περὶ τὴν γλῶτταν στρυφνοῖς καὶ ὅσα θερμαντικὰ ὄντα 3017 1.16.2.16 : δριμέα ἐκαλέσαμεν ἀδελφὰ εἶναι, τά τε λευκὰ καὶ τὰ 3018 1.16.2.17 : μέλανα, ἐκείνων παθήματα γεγονότα ἐν ἄλλῳ γένει τὰ 3019 1.16.2.18 : αὐτά, φανταζόμενα δὲ ἄλλα διὰ ταύτας τὰς αἰτίας. Οὕτως 3020 1.16.2.19 : οὖν αὐτὰ προσρητέον, τὸ μὲν διακριτικὸν τῆς ὄψεως λευ– 3021 1.16.2.20 : κόν, τὸ δ´ ἐναντίον αὐτοῦ μέλαν, τὴν δὲ ὀξυτέραν φορὰν 3022 1.16.2.21 : καὶ γένους πυρὸς ἑτέρου προσπίπτουσαν καὶ διακρίνουσαν 3023 1.16.2.22 : τὴν ὄψιν μέχρι τῶν ὀφθαλμῶν, αὐτάς τε τῶν ὀμμάτων 3024 1.16.2.23 : τὰς διεξόδους βίᾳ διωθοῦσαν καὶ τήκουσαν, πῦρ μὲν 3025 1.16.2.24 : ἀθρόον καὶ ὕδωρ, ὃ δάκρυον καλοῦμεν, ἐκεῖθεν ἐκχέουσαν, 3026 1.16.2.25 : αὐτὴν δὲ οὖσαν πῦρ, ἐξ ἐναντίας ἀπαντῶσαν, καὶ τοῦ μὲν 3027 1.16.2.26 : ἐκπηδῶντος πυρὸς οἷον ἀπὸ ἀστραπῆς, τοῦ δὲ εἰσιόντος 3028 1.16.2.27 : καὶ περὶ τὸ νοτερὸν κατασβεννυμένου, παντοδαπῶν ἐν τῇ 3029 1.16.2.28 : κυκήσει ταύτῃ γιγνομένων χρωμάτων, μαρμαρυγὰς μὲν τὸ 3030 1.16.2.29 : πάθος προσείπομεν, τὸ δὲ τοῦτο ἀπεργαζόμενον λαμπρόν 3031 1.16.2.30 : τε καὶ στίλβον ἐπωνομάσαμεν. Τὸ δὲ τούτων αὖ μεταξὺ 3032 1.16.2.31 : πυρὸς γένος, πρὸς μὲν τὸ τῶν ὀμμάτων ὑγρὸν ἀφικνού– 3033 1.16.2.32 : μενον καὶ κεραννύμενον αὐτῷ, στίλβον δὲ οὔ, τῇ δὲ διὰ 3034 1.16.2.33 : τῆς νοτίδος αὐγῇ τοῦ πυρὸς μιγνυμένῃ, χρῶμα ἔναιμον 3035 1.16.2.34 : παρασχομένῃ τοὔνομα ἔρυθρον λέγομεν. Λαμπρὸν δὲ 3036 1.16.2.35 : ἐρυθρῷ λευκῷ τε μιγνύμενον ξανθὸν γέγονε. Τὸ δὲ ὅσον 3037 1.16.2.36 : μέτρον ὅσοις, οὐδ´ εἴ τις εἰδείη, νοῦν ἔχει τὸ λέγειν, ὧν 3038 1.16.2.37 : μήτε τινὰ ἀνάγκην μήτε τὸν εἰκότα λόγον καὶ μετρίως ἄν 3039 1.16.2.38 : τις εἰπεῖν εἴη δυνατός· ἐρυθρὸν δὲ δὴ μέλανι λευκῷ τε 3040 1.16.2.39 : κραθὲν ἁλουργοῦν· ὄρφνινον δὲ ὅταν τούτοις μεμιγμένοις 3041 1.16.2.40 : καυθεῖσί τε μᾶλλον συγκραθῇ μέλαν· πυρρὸν δὲ ξανθοῦ 3042 1.16.2.41 : τε καὶ φαιοῦ κράσει γίγνεται, φαιὸν δὲ λευκοῦ τε καὶ μέ– 3043 1.16.2.42 : λανος· τὸ δὲ ὠχρὸν λευκοῦ ξανθῷ μιγνυμένου· λαμπρῷ 3044 1.16.2.43 : δὲ λευκὸν συνελθὸν καὶ εἰς μέλαν κατακορὲς ἐμπεσὸν 3045 1.16.2.44 : κυανοῦν χρῶμα ἀποτελεῖται· κυανοῦ δὲ λευκῷ κεραννυμέ– 3046 1.16.2.45 : νου γλαυκόν· πυρροῦ δὲ μέλανι πράσιον. Τὰ δ´ ἄλλα 3047 1.16.2.46 : ἀπὸ τούτων σχεδὸν δῆλα, αἷς ἂν ἀφομοιούμενα μίξεσι 3048 1.16.2.47 : διασῴζοι τὸν εἰκότα μῦθον. Εἰ δέ τις τούτων ἔργῳ σκο– 3049 1.16.2.48 : πούμενος βάσανον λαμβάνοι, τὸ τῆς ἀνθρωπίνης καὶ θείας 3050 1.16.2.49 : φύσεως ἠγνοηκὼς ἂν εἴη διάφορον. 3051 1.17.t.1 : {1Περὶ μίξεως καὶ κράσεως.}1 3052 1.17.1.1 : 〈<21Aetii>21 (I 17, 1–4 p. 315, 17 Diels.).〉 3053 1.17.1.2 : <20Θαλῆς>20 καὶ οἱ ἀπ´ αὐτοῦ κράσεις εἶναι τὰς τῶν 3054 1.17.1.3 : στοιχείων μίξεις κατ´ ἀλλοίωσιν. 3055 1.17.1.4 : 〈<20Οἱ περὶ Ἀναξαγόραν καὶ Δημόκριτον>20〉 τὰς 3056 1.17.1.5 : κράσεις κατὰ παράθεσιν γίγνεσθαι τῶν στοιχείων. 3057 1.17.1.6 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 καὶ <20Ξενοκράτης>20 ἐκ μικροτέρων 3058 1.17.1.7 : ὄγκων τὰ στοιχεῖα συγκρίνει, ἅπερ ἐστὶν ἐλάχιστα καὶ 3059 1.17.1.8 : οἱονεὶ στοιχεῖα στοιχείων. 3060 1.17.1.9 : <20Πλάτων>20 τὰ μὲν τρία σώματα τρεπτὰ εἰς ἄλληλα, 3061 1.17.1.10 : πῦρ, ἀέρα, ὕδωρ· τὴν δὲ γῆν εἴς τι τούτων ἀμετάβλητον. 3062 1.17.2.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (fr. phys. 4 p. 449 Diels.).〉 3063 1.17.2.2 : <20Ἀριστοτέλους καὶ τῶν ἀπ´ αὐτοῦ.>20 Τὰ μὲν 3064 1.17.2.3 : σώματά φασι θρυπτόμενα κατὰ μικρὰ μόρια παρατί– 3065 1.17.2.4 : θεσθαι ἀλλήλοις, τοῖς δ´ ἀσωμάτοις λόγοις, εἴ τινές εἰσι 3066 1.17.2.5 : λόγοι, συγκιρνᾶσθαι. 3067 1.17.3.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (fr. phys. 38 p. 469 Diels.).〉 3068 1.17.3.2 : <20Ζήνωνα>20 δὲ οὕτως ἀποφαίνεσθαι διαρρήδην· „τοιαύ– 3069 1.17.3.3 : την δὲ δεήσει εἶναι ἐν περιόδῳ τὴν τοῦ ὅλου διακόσμησιν 3070 1.17.3.4 : ἐκ τῆς οὐσίας, ὅταν ἐκ πυρὸς τροπὴ εἰς ὕδωρ δι´ ἀέρος 3071 1.17.3.5 : γένηται, τὸ μέν τι ὑφίστασθαι καὶ γῆν συνίστασθαι, [καὶ] 3072 1.17.3.6 : ἐκ τοῦ λοιποῦ δὲ τὸ μὲν διαμένειν ὕδωρ, ἐκ δὲ τοῦ ἀτμι– 3073 1.17.3.7 : ζομένου ἀέρα γίγνεσθαι, λεπτυνομένου δὲ τοῦ ἀέρος πῦρ 3074 1.17.3.8 : ἐξάπτεσθαι, τὴν δὲ μῖξιν 〈καὶ〉 κρᾶσιν γίγνεσθαι τῇ εἰς 3075 1.17.3.9 : ἄλληλα τῶν στοιχείων μεταβολῇ σώματος ὅλου δι´ ὅλου 3076 1.17.3.10 : τινὸς ἑτέρου διερχομένου.“ 3077 1.17.3.11 : <20Κλεάνθης>20 (fr. phys. 13, II p. 11 Wachsm.) δὲ οὕτω 3078 1.17.3.12 : πώς φησιν· ἐκφλογισθέντος τοῦ παντὸς συνίζειν τὸ μέσον 3079 1.17.3.13 : αὐτοῦ πρῶτον, εἶτα τὰ ἐχόμενα ἀποσβέννυσθαι δι´ ὅλου. 3080 1.17.3.14 : Τοῦ δὲ παντὸς ἐξυγρανθέντος τὸ ἔσχατον τοῦ πυρός, ἀντι– 3081 1.17.3.15 : τυπήσαντος αὐτῷ τοῦ μέσου, τρέπεσθαι πάλιν εἰς τοὐ– 3082 1.17.3.16 : ναντίον, εἶθ´ οὕτω τρεπόμενον ἄνω φησὶν αὔξεσθαι καὶ 3083 1.17.3.17 : ἄρχεσθαι διακοσμεῖν τὸ ὅλον· καὶ τοιαύτην περίοδον αἰεὶ 3084 1.17.3.18 : καὶ διακόσμησιν ποιουμένου τὸν ἐν τῇ τῶν ὅλων οὐσίᾳ 3085 1.17.3.19 : τόνον μὴ παύεσθαι. Ὥσπερ γὰρ ἑνός τινος τὰ μέρη πάντα 3086 1.17.3.20 : φύεται ἐκ σπερμάτων ἐν τοῖς καθήκουσι χρόνοις, οὕτω 3087 1.17.3.21 : καὶ τοῦ ὅλου τὰ μέρη, ὧν καὶ τὰ ζῷα καὶ τὰ φυτὰ ὄντα 3088 1.17.3.22 : τυγχάνει, ἐν τοῖς καθήκουσι χρόνοις φύεται. Καὶ ὥσπερ 3089 1.17.3.23 : τινὲς λόγοι τῶν μερῶν εἰς σπέρμα συνιόντες μίγνυνται 3090 1.17.3.24 : καὶ αὖθις διακρίνονται γενομένων τῶν μερῶν, οὕτως ἐξ 3091 1.17.3.25 : ἑνός τε πάντα γίνεσθαι καὶ ἐκ πάντων [εἰς] ἓν συγκρί– 3092 1.17.3.26 : νεσθαι, ὁδῷ καὶ συμφώνως διεξιούσης τῆς περιόδου. 3093 1.17.4.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (fr. phys. 28 p. 463 Diels.).〉 3094 1.17.4.2 : <20Χρύσιππος>20 δὲ τοιοῦτόν τι διεβεβαιοῦτο· εἶναι τὸ 3095 1.17.4.3 : ὂν πνεῦμα κινοῦν ἑαυτὸ πρὸς ἑαυτὸ καὶ ἐξ αὑτοῦ, ἢ 3096 1.17.4.4 : πνεῦμα ἑαυτὸ κινοῦν πρόσω καὶ ὀπίσω· πνεῦμα δὲ εἴλη– 3097 1.17.4.5 : πται διὰ τὸ λέγεσθαι αὐτὸ ἀέρα εἶναι κινούμενον· ἀνά– 3098 1.17.4.6 : λογον δὲ γίνεσθαι κἀπὶ τοῦ αἰθέρος, ὥστε καὶ εἰς κοινὸν 3099 1.17.4.7 : λόγον πεσεῖν αὐτόν. Ἡ τοιαύτη δὲ κίνησις κατὰ μόνους 3100 1.17.4.8 : γίνεται τοὺς νομίζοντας τὴν οὐσίαν πᾶσαν μεταβολὴν ἐπι– 3101 1.17.4.9 : δέχεσθαι καὶ σύγχυσιν καὶ σύστασιν καὶ σύμμιξιν καὶ 3102 1.17.4.10 : σύμφυσιν καὶ τὰ τούτοις παραπλήσια. Διαφέρειν γὰρ 3103 1.17.4.11 : ἀρέσκει τοῖς ἀπὸ τῆς <20Στωικῆς>20 αἱρέσεως <20παράθεσιν, 3104 1.17.4.12 : μῖξιν, κρᾶσιν, σύγχυσιν. Παράθεσιν>20 μὲν γὰρ 3105 1.17.4.13 : εἶναι σωμάτων συναφὴν κατὰ τὰς ἐπιφανείας, ὡς ἐπὶ τῶν 3106 1.17.4.14 : σωρῶν ὁρῶμεν, ἐν οἷς πυροί τε καὶ κριθαὶ καὶ φακοὶ καὶ 3107 1.17.4.15 : εἴ τινα τούτοις ἄλλα παραπλήσια περιέχεται καὶ τῶν ἐπὶ 3108 1.17.4.16 : τῶν αἰγιαλῶν ψήφων καὶ ἄμμων. <20Μῖξιν>20 δ´ εἶναι δύο 3109 1.17.4.17 : ἢ καὶ πλειόνων σωμάτων ἀντιπαρέκτασιν δι´ ὅλων, ὑπο– 3110 1.17.4.18 : μενουσῶν τῶν συμφυῶν περὶ αὐτὰ ποιοτήτων, ὡς ἐπὶ τοῦ 3111 1.17.4.19 : πυρὸς ἔχει καὶ τοῦ πεπυρακτωμένου σιδήρου, ἐπὶ τούτων 3112 1.17.4.20 : γὰρ 〈δι´〉 ὅλων γίγνεσθαι τῶν σωμάτων τὴν ἀντιπαρέκτασιν. 3113 1.17.4.21 : Ὁμοίως δὲ κἀπὶ τῶν ἐν ἡμῖν ψυχῶν ἔχειν· δι´ ὅλων γὰρ 3114 1.17.4.22 : τῶν σωμάτων ἡμῶν ἀντιπαρεκτείνουσιν, ἀρέσκει γὰρ αὐτοῖς 3115 1.17.4.23 : σῶμα διὰ σώματος ἀντιπαρήκειν. <20Κρᾶσιν>20 δὲ εἶναι λέ– 3116 1.17.4.24 : γουσι δύο ἢ καὶ πλειόνων σωμάτων ὑγρῶν δι´ ὅλων ἀν– 3117 1.17.4.25 : τιπαρέκτασιν τῶν περὶ αὐτὰ ποιοτήτων ὑπομενουσῶν· 3118 1.17.4.26 : [Τὴν μὲν μῖξιν καὶ ἐπὶ ξηρῶν γίγνεσθαι σωμάτων, οἷον 3119 1.17.4.27 : πυρὸς καὶ σιδήρου, ψυχῆς τε καὶ τοῦ περιέχοντος αὐτὴν 3120 1.17.4.28 : σώματος· τὴν δὲ κρᾶσιν ἐπὶ μόνων φασὶ γίνεσθαι τῶν 3121 1.17.4.29 : ὑγρῶν·] συνεκφαίνεσθαι γὰρ ἐκ τῆς κράσεως τὴν ἑκάστου 3122 1.17.4.30 : τῶν συγκραθέντων ὑγρῶν ποιότητα, οἷον οἴνου, μέλιτος, 3123 1.17.4.31 : ὕδατος, ὄξους, τῶν παραπλησίων. Ὅτι δ´ ἐπὶ τοιούτων 3124 1.17.4.32 : κράσεων διαμένουσιν αἱ ποιότητες τῶν συγκραθέντων, 3125 1.17.4.33 : πρόδηλον ἐκ τοῦ πολλάκις ἐξ ἐπιμηχανήσεως ἀποχωρί– 3126 1.17.4.34 : ζεσθαι ταῦτα ἀπ´ ἀλλήλων. Ἐὰν γοῦν σπόγγον ἠλαιω– 3127 1.17.4.35 : μένον καθῇ τις εἰς οἶνον ὕδατι κεκραμένον, ἀποχωρίσει 3128 1.17.4.36 : τὸ ὕδωρ τοῦ οἴνου ἀναδραμόντος τοῦ ὕδατος εἰς τὸν 3129 1.17.4.37 : σπόγγον. Τὴν δὲ <20σύγχυσιν>20 δύο 〈ἢ〉 καὶ πλειόνων ποι– 3130 1.17.4.38 : οτήτων περὶ τὰ σώματα μεταβολὴν εἰς ἑτέρας διαφερούσης 3131 1.17.4.39 : τούτων ποιότητος γένεσιν, ὡς ἐπὶ τῆς συνθέσεως ἔχει 3132 1.17.4.40 : τῶν μύρων καὶ τῶν ἰατρικῶν φαρμάκων. 3133 1.18.t.1 : {1Περὶ κενοῦ καὶ τόπου 〈καὶ χώρας〉.}1 3134 1.18.1a.1 : 〈<21Aetii>21 (I 18, 1–3 p. 315, 32 Diels.).〉 3135 1.18.1a.2 : <20Οἱ ἀπὸ Θάλεω>20 φυσικοὶ πάντες τὸ κενὸν ὡς ὄντως 3136 1.18.1a.3 : κενὸν ἀπέγνωσαν. 3137 1.18.1a.4 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 (v. 91 Stein.). 3138 1.18.1a.5 : Οὐδέ τι τοῦ παντὸς κενεὸν πέλει οὐδὲ περιττόν. 3139 1.18.1a.6 : <20Δημόκριτος>20 καὶ ἕτεροι, <20Λεύκιππος, Μητρό– 3140 1.18.1a.7 : δωρος, Ἐπίκουρος>20 τὰ μὲν ἄτομα ἄπειρα τῷ πλήθει, 3141 1.18.1a.8 : τὸ δὲ κενὸν ἄπειρον τῷ μεγέθει. 3142 1.18.2.1 : 〈<21Aetii>21 (I 18, 4 p. 316, 8 et 19, 3 p. 317, 27 Diels.).〉 3143 1.18.2.2 : <20Στράτων>20 ἐξωτέρω μὲν ἔφη τοῦ κόσμου μὴ εἶναι 3144 1.18.2.3 : κενόν, ἐνδοτέρω δὲ δυνατὸν γενέσθαι. —Τόπον δὲ εἶναι 3145 1.18.2.4 : τὸ μεταξὺ διάστημα τοῦ περιέχοντος καὶ τοῦ περιεχομένου. 3146 1.18.3.1 : 〈<21Aetii>21 (I 18, 6 p. 316, 14 Diels.).〉 3147 1.18.3.2 : <20Ἀριστοτέλης>20 ἐν τετάρτῳ Φυσικῆς ἀκροάσεως (c. 6 3148 1.18.3.3 : p. 213b 22) γράφει· „εἶναι δέ φασιν οἱ Πυθαγόρειοι κενὸν 3149 1.18.3.4 : καὶ ἐπεισιέναι αὐτὸ τῷ οὐρανῷ ἐκ τοῦ ἀπείρου πνεύματος 3150 1.18.3.5 : ὡς ἀναπνέοντι.“ Ἐν δὲ τῷ Περὶ τῆς Πυθαγόρου φιλο– 3151 1.18.3.6 : σοφίας πρώτῳ (fr. 196 p. 1513a 29) γράφει, τὸν μὲν οὐρα– 3152 1.18.3.7 : νὸν εἶναι ἕνα, ἐπεισάγεσθαι δὲ ἐκ τοῦ ἀπείρου χρόνον τε 3153 1.18.3.8 : καὶ πνοὴν καὶ τὸ κενόν, ὃ διορίζει ἑκάστων τὰς χώρας 3154 1.18.3.9 : ἀεί. Καὶ ἐν ἄλλοις λέγει, τόπον εἶναι τὸ τοῦ περιέχοντος 3155 1.18.3.10 : πέρας ἀκίνητον, ἢ ἐν ᾧ μένει τε καὶ κινεῖται τὰ σώματα, 3156 1.18.3.11 : πλήρη μέν, ὅταν πανταχόθεν περιέχῃ τὸ σῶμα, κενὸν δέ, 3157 1.18.3.12 : ὅταν μηθὲν ἔχῃ τὸ παράπαν ἐν ἑαυτῷ. Τόπον μὲν οὖν 3158 1.18.3.13 : ἀναγκαῖον ὑπάρχειν καὶ σῶμα, κενὸν δὲ οὐδαμῶς, εἰ μὴ 3159 1.18.3.14 : μόνον πρὸς νόησιν· ἀναιρετικὴν γὰρ εἶναι τὴν κατ´ ἐνδε– 3160 1.18.3.15 : λέχειαν αὐτοῦ φύσιν τῆς τε τῶν ὄντων συμπαθείας καὶ 3161 1.18.3.16 : τῆς τῶν σωμάτων ἀλληλουχίας· τὰς δὲ κινήσεις γίνεσθαι 3162 1.18.3.17 : τὰς κατὰ τόπον [κατὰ τὸ πρότερον] ἀντιπεριισταμένων 3163 1.18.3.18 : ἀλλήλοις τῶν σωμάτων. Ἄπειρον δὲ οὐθὲν ἀπολείπει οὔτε 3164 1.18.3.19 : κατὰ τὸ πλῆθος οὔτε κατὰ τὸ μέγεθος. 3165 1.18.4.1 : 〈<21Aetii>21 (I 18, 5 p. 316, 11 et 20, 1 p. 317, 31 Diels.).〉 3166 1.18.4.2 : <20Ζήνων>20 καὶ οἱ ἀπ´ αὐτοῦ ἐντὸς μὲν τοῦ κόσμου μη– 3167 1.18.4.3 : δὲν εἶναι κενόν, ἔξω δ´ αὐτοῦ ἄπειρον. —Διαφέρειν δὲ 3168 1.18.4.4 : κενόν, τόπον, χώραν· καὶ τὸ μὲν κενὸν εἶναι ἐρημίαν σώ– 3169 1.18.4.5 : ματος, τὸν δὲ τόπον τὸ ἐπεχόμενον ὑπὸ σώματος, τὴν 3170 1.18.4.6 : δὲ χώραν τὸ ἐκ μέρους ἐπεχόμενον. 3171 1.18.5.1 : <20Θαλῆς>20 ἐρωτηθείς, Τί τὸ μέγιστον; ἔφησε, Τόπος· 3172 1.18.5.2 : τἆλλα μὲν γὰρ ὁ κόσμος, τὸν δὲ κόσμον οὗτος περιέχει. 3173 1.18.2.1 : <20Ἑρμοῦ ἐκ τῶν πρὸς Ἀσκληπιόν>20 (p. 18b Patrit., 3174 1.18.2.2 : p. 19 Parthey.). 3175 1.18.2.3 : {〈ἙΡΜ.〉} Πᾶν τὸ κινούμενον, ὦ Ἀσκληπιέ, οὐκ ἔν τινι 3176 1.18.2.4 : κινεῖται καὶ ὑπό τινος; 3177 1.18.2.5 : {〈ἈΣΚΛ.〉} Μάλιστα. 3178 1.18.2.6 : {〈ἙΡΜ.〉} Οὐκ ἀνάγκη δὲ μεῖζον εἶναι 〈τὸ〉 ἐν ᾧ κινεῖ– 3179 1.18.2.7 : ται 〈ἢ〉 τὸ κινούμενον; 3180 1.18.2.8 : {〈ἈΣΚ.〉} Ἀνάγκη. 3181 1.18.2.9 : {〈ἙΡΜ.〉} Ἰσχυρότερον ἄρα τὸ κινοῦν τοῦ κινουμένου; 3182 1.18.2.10 : {〈ἈΣΚ.〉} Ἰσχυρότερον γάρ. 3183 1.18.2.11 : {〈ἙΡΜ.〉} Ἐναντίαν δὲ ἔχειν φύσιν ἀνάγκη τὸ ἐν ᾧ 3184 1.18.2.12 : κινεῖται τῇ τοῦ κινουμένου; 3185 1.18.2.13 : {〈ἈΣΚ.〉} Καὶ πάνυ. 3186 1.18.2.14 : {〈ἙΡΜ.〉} Μέγας οὖν οὗτος 〈ὁ〉 κόσμος, οὗ μεῖζον οὐκ 3187 1.18.2.15 : ἔστι σῶμα; 3188 1.18.2.16 : {〈ἈΣΚ.〉} Ὡμολόγηται. 3189 1.18.2.17 : {〈ἙΡΜ.〉} Καὶ στιβαρός; πεπλήρωται γὰρ ἄλλων σωμά– 3190 1.18.2.18 : των μεγάλων πολλῶν, μᾶλλον δὲ πάντων ὅσα ἐστὶ σώματα; 3191 1.18.2.19 : {〈ἈΣΚ.〉} Οὕτως ἔχει. 3192 1.18.2.20 : {〈ἙΡΜ.〉} Σῶμα δὲ ὁ κόσμος; 3193 1.18.2.21 : {〈ἈΣΚ.〉} Σῶμα. 3194 1.18.2.22 : {〈ἙΡΜ.〉} Καὶ κινούμενον; 3195 1.18.2.23 : {〈ἈΣΚ.〉} Μάλιστα. 3196 1.18.2.24 : {〈ἙΡΜ.〉} Πηλίκον οὖν δεῖ τὸν τόπον εἶναι ἐν ᾧ κι– 3197 1.18.2.25 : νεῖται καὶ ποταπὸν τὴν φύσιν; Οὐ πολὺ μείζονα, ἵνα 3198 1.18.2.26 : δυνηθῇ δέξασθαι τῆς φορᾶς τὴν συνέχειαν καὶ μὴ θλι– 3199 1.18.2.27 : βόμενον τὸ κινούμενον ὑπὸ τῆς στενότητος ἐπίσχῃ τὴν 3200 1.18.2.28 : κίνησιν; 3201 1.18.2.29 : {〈ἈΣΚ.〉} Παμμέγεθές τι χρῆμα, ὦ Τρισμέγιστε. 3202 1.18.2.30 : {〈ἙΡΜ.〉} Ποταπῆς δὲ φύσεως; τῆς ἐναντίας ἆρα, ὦ 3203 1.18.2.31 : Ἀσκληπιέ; σώματι δὲ ἐναντία φύσις τὸ ἀσώματον; 3204 1.18.2.32 : {〈ἈΣΚ.〉} Ὡμολόγηται. 3205 1.18.2.33 : {〈ἙΡΜ.〉} Ἀσώματος οὖν ὁ τόπος, τὸ δὲ ἀσώματον 3206 1.18.2.34 : ἢ 〈τὸ〉 θεῖόν ἐστιν ἢ ὁ θεός. Τὸ δὲ θεῖον λέγω νῦν οὐ 3207 1.18.2.35 : τὸ γενητόν, ἀλλὰ τὸ ἀγένητον. 3208 1.18.3.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 19 Patrit., p. 25 Parthey.). 3209 1.18.3.2 : {〈ἙΡΜ.〉} Οὐδὲ ἓν τῶν ὄντων ἐστὶ κενὸν τῷ τῆς ὑπάρ– 3210 1.18.3.3 : ξεως λόγῳ· τὸ δὲ ὂν οὐκ ἂν ἠδύνατο εἶναι ὄν, εἰ μὴ 3211 1.18.3.4 : μεστὸν τῆς ὑπάρξεως ἦν· τὸ γὰρ ὑπάρχον κενὸν οὐδέ– 3212 1.18.3.5 : ποτε γενέσθαι δύναται. 3213 1.18.3.6 : {〈ἈΣΚ.〉} Οὐκ ἔστιν οὖν κενά τινα, ὦ Τρισμέγιστε, 3214 1.18.3.7 : οἷον κάδος καὶ κέραμος καὶ ληνὸς καὶ τὰ ἄλλα τὰ παρα– 3215 1.18.3.8 : πλήσια; 3216 1.18.3.9 : {〈ἙΡΜ.〉} Φεῦ τῆς πολλῆς πλάνης, 〈ὦ〉 Ἀσκληπιέ· τὰ 3217 1.18.3.10 : μᾶλλον πληρέστατα καὶ μεστότατα, ταῦτα κενὰ ἡγῇ εἶναι; 3218 1.18.3.11 : {〈ἈΣΚ.〉} Πῶς λέγεις, ὦ Τρισμέγιστε; 3219 1.18.3.12 : {〈ἙΡΜ.〉} Οὐ σῶμά ἐστιν ὁ ἀήρ; 3220 1.18.3.13 : {〈ἈΣΚ.〉} Σῶμα. 3221 1.18.3.14 : {〈ἙΡΜ.〉} Τοῦτο δὲ τὸ σῶμα οὐ διὰ πάντων διήκει 3222 1.18.3.15 : τῶν ὄντων καὶ πάντα διῆκον πληροῖ; σῶμα δὲ οὐκ ἐκ 3223 1.18.3.16 : τῶν τεσσάρων κεκραμένον συνέστηκε; Μεστὰ οὖν πάντα 3224 1.18.3.17 : ἐστίν, ἃ σὺ φῂς κενά, τοῦ ἀέρος, εἰ δὲ τοῦ ἀέρος, καὶ 3225 1.18.3.18 : τῶν τεσσάρων σωμάτων· καὶ συμβαίνει ὁ ἐναντίος λόγος 3226 1.18.3.19 : ἐκφαίνεσθαι, ὅτι ἃ σὺ φῂς μεστά, ταῦτα πάντα κενά ἐστι 3227 1.18.3.20 : τοῦ ἀέρος ἐκείνων ὑπ´ ἄλλων σωμάτων στενοχωρουμένων 3228 1.18.3.21 : καὶ μὴ ἐχόντων τόπον δέξασθαι τὸν ἀέρα. Ταῦτα οὖν, ἃ 3229 1.18.3.22 : σὺ φῂς 〈κενά〉, κοῖλα δεῖ ὀνομάζειν, οὐ κενά· ὑπάρξει 3230 1.18.3.23 : γὰρ μεστά ἐστιν ἀέρος καὶ πνεύματος. 3231 1.18.3.24 : {〈ἈΣΚ.〉} Ἀναντίρρητος ὁ λόγος, ὦ Τρισμέγιστε. Τὸν 3232 1.18.3.25 : οὖν τόπον, ἐν ᾧ κινεῖται τὸ πᾶν, τί εἴπωμεν; 3233 1.18.3.26 : {〈ἙΡΜ.〉} Ἀσώματον, 〈ὦ〉 Ἀσκληπιέ. 3234 1.18.3.27 : {〈ἈΣΚ.〉} Τὸ οὖν ἀσώματον 〈τί〉 ἐστι; 3235 1.18.3.28 : {〈ἙΡΜ.〉} Νοῦς 〈καὶ λόγος〉, ὅλος ἐξ ὅλου ἑαυτὸν ἐμ– 3236 1.18.3.29 : περιέχων, ἐλεύθερος σώματος παντός, ἀπλανής, ἀπαθής, 3237 1.18.3.30 : ἀναφής, αὐτὸς ἐν ἑαυτῷ ἑστώς, συγχωρητικὸς πάντων καὶ 3238 1.18.3.31 : σωτήριος τῶν ὄντων, οὗ ὥσπερ ἀκτῖνές εἰσι τὸ ἀγαθόν, 3239 1.18.3.32 : ἡ ἀλήθεια, τὸ ἀρχέτυπον φῶς, τὸ ἀρχέτυπον τῆς ψυχῆς. 3240 1.18.3.33 : {〈ἈΣΚ.〉} Ὁ οὖν θεὸς τί ἐστιν; 3241 1.18.3.34 : {〈ἙΡΜ.〉} Ὁ μηδὲ ἓν τούτων ὑπάρχων, ὢν δὲ καὶ τοῦ 3242 1.18.3.35 : εἶναι τούτοις αἴτιος καὶ πᾶσι καὶ ἑνὶ ἑκάστῳ τῶν ὄντων 3243 1.18.3.36 : πάντων. 3244 1.18.4a.1 : 〈<21Aetii>21 (I 20, 2 p. 318, 1 Diels.).〉 3245 1.18.4a.2 : <20Ἐπίκουρος>20 ὀνόμασι [πᾶσιν] παραλλάττειν κενόν, τό– 3246 1.18.4a.3 : πον, χώραν. 3247 1.18.5.1 : 〈<21Aetii>21 (II 9, 1–3 p. 338, 13 Diels.).〉 3248 1.18.5.2 : <20Οἱ 〈ἀπὸ〉 Πυθαγόρου>20 ἐκτὸς εἶναι τοῦ κόσμου κε– 3249 1.18.5.3 : νόν, εἰς ὃ ἀναπνεῖ ὁ κόσμος καὶ ἐξ οὗ. 3250 1.18.5.4 : <20Οἱ Στωικοὶ>20 εἶναι κενόν, εἰς ὃ κατὰ τὴν ἐκπύρωσιν 3251 1.18.5.5 : ἀναλύεται ὁ κόσμος, ἄπειρον ὄν. 3252 1.18.5.6 : <20Ποσειδώνιος>20 ἔφησε τὸ ἐκτὸς τοῦ κόσμου οὐκ ἄπει– 3253 1.18.5.7 : ρον, ἀλλ´ ὅσον αὔταρκες εἰς διάλυσιν. 3254 1.18.6.1 : 〈<21Aetii>21 (I 19, 1 p. 317, 23 et II 9, 4 p. 338, 22 Diels.) et 3255 1.18.6.2 : <21Platonis>21 Timaei.〉 3256 1.18.6.3 : <20Πλάτων>20 τόπον εἶναι τὸ μεταληπτικὸν τῶν εἰδῶν, 3257 1.18.6.4 : ὅπερ εἴρηκε μεταφορικῶς τὴν ὕλην, καθάπερ τινὰ τιθήνην 3258 1.18.6.5 : καὶ δεξαμενήν. —Κενὸν δὲ μὴ εἶναι μήτε ἐκτὸς τοῦ κό– 3259 1.18.6.6 : σμου, μήτε ἐν τῷ κόσμῳ. 3260 1.18.6.7 : Λέγει γὰρ ἐν τῷ <20Τιμαίῳ>20 (p. 32C–33A) οὕτως· „Τῶν 3261 1.18.6.8 : δὲ δὴ τεττάρων ἓν ὅλον ἕκαστον εἴληφεν ἡ τοῦ κόσμου 3262 1.18.6.9 : σύστασις· ἐκ γὰρ πυρὸς παντὸς ὕδατός τε καὶ ἀέρος καὶ 3263 1.18.6.10 : γῆς συνέστησεν αὐτὸν ὁ συνιστάς, μέρος οὐδὲν οὐδενὸς 3264 1.18.6.11 : οὐδὲ δύναμιν ἔξωθεν ὑπολιπών, τάδε διανοηθείς, πρῶτον 3265 1.18.6.12 : μέν, ἵνα ὅλον ὅ τι μάλιστα ζῷον τέλειον ἐκ τελείων τῶν 3266 1.18.6.13 : μερῶν εἴη· πρὸς δὲ τούτοις ἓν ἅτε οὐχ ὑπολελειμμένων 3267 1.18.6.14 : ἐξ ὧν ἄλλο τοιοῦτον γένοιτ´ ἄν.“ —(ibid. p. 33B) Λεῖον 3268 1.18.6.15 : δὲ κύκλῳ πᾶν ἔξωθεν αὐτὸ ἀπηκριβοῦτο πολλῶν χάριν. 3269 1.18.6.16 : Ὀμμάτων τε γὰρ ἐπεδεῖτο οὐδέν, ὁρατόν [τε] γὰρ οὐθὲν 3270 1.18.6.17 : ἔξωθεν ὑπελείπετο· οὐδ´ ἀκοῆς, οὐδὲ 〈γὰρ〉 ἀκουστόν· 3271 1.18.6.18 : πνεῦμά τε οὐκ ἦν περιεστὼς δεόμενον ἀναπνοῆς. 3272 1.18.7.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (epit. fr. phys. 25 p. 460 Diels.).〉 3273 1.18.7.2 : <20Χρυσίππου.>20 Τόπον δ´ εἶναι ὁ <20Χρύσιππος>20 ἀπε– 3274 1.18.7.3 : φαίνετο τὸ κατεχόμενον δι´ ὅλου ὑπὸ ὄντος ἢ τὸ οἷόν 〈τε〉 3275 1.18.7.4 : κατέχεσθαι ὑπὸ ὄντος καὶ δι´ ὅλου κατεχόμενον εἴτε ὑπὸ 3276 1.18.7.5 : τινὸς 〈εἴτε〉 ὑπὸ τινῶν. Ἐὰν δὲ τοῦ οἵου τε κατέχεσθαι 3277 1.18.7.6 : ὑπὸ ὄντος τὶ μὲν κατέχηται, τὶ δὲ μή, τὸ ὅλον 〈οὔτε〉 3278 1.18.7.7 : κενὸν ἔσεσθαι οὔτε τόπον, ἕτερον δέ τι οὐκ ὠνομασμένον· 3279 1.18.7.8 : τὸ μὲν γὰρ κενὸν τοῖς κενοῖς ἀγγείοις λέγεσθαι παραπλη– 3280 1.18.7.9 : σίως, τὸν δὲ τόπον τοῖς πλήρεσι· χώραν δὲ πότερον τὸ 3281 1.18.7.10 : μεῖζον οἷόν τε κατέχεσθαι ὑπὸ ὄντος καὶ οἷον μεῖζον 3282 1.18.7.11 : ἀγγεῖον σώματος, ἢ τὸ χωροῦν μεῖζον σῶμα; Τὸ μὲν οὖν 3283 1.18.7.12 : κενὸν ἄπειρον εἶναι λέγεσθαι· τὸ γὰρ ἐκτὸς τοῦ κόσμου 3284 1.18.7.13 : τοιοῦτ´ εἶναι· τὸν δὲ τόπον πεπερασμένον διὰ τὸ μηδὲν 3285 1.18.7.14 : σῶμα ἄπειρον εἶναι. Καθάπερ δὲ τὸ σωματικὸν πεπε– 3286 1.18.7.15 : ρασμένον εἶναι, οὕτως τὸ ἀσώματον ἄπειρον, ὅ τε γὰρ 3287 1.18.7.16 : χρόνος ἄπειρος καὶ τὸ κενόν. Ὥσπερ γὰρ τὸ μηδὲν οὐδέν 3288 1.18.7.17 : ἐστι πέρας, οὕτως οὐδὲ τοῦ μηδενός, οἷόν ἐστι τὸ κενόν. 3289 1.18.7.18 : Κατὰ γὰρ τὴν αὑτοῦ ὑπόστασιν ἄπειρόν ἐστι· περατοῦται 3290 1.18.7.19 : δ´ αὖ τοῦτο ἐκπληρούμενον· τοῦ δὲ πληροῦντος ἀρθέντος 3291 1.18.7.20 : οὐκ ἔστιν αὐτοῦ νοῆσαι πέρας. 3292 1.19.t.1 : {1Περὶ κινήσεως.}1 3293 1.19.1.1 : 〈<21Aetii>21 (I 23 p. 318, 30 Diels.).〉 3294 1.19.1.2 : <20Πυθαγόρου.>20 Κίνησίς ἐστι διαφορότης ἢ ἑτερότης 3295 1.19.1.3 : ἐν ὕλῃ, ᾗ ἔστιν ὕλη. Οὗτος πάσης κινήσεως κοινὸς ὅρος. 3296 1.19.1.4 : <20Δημόκριτος>20 ἓν γένος κινήσεως τὸ κατὰ παλμὸν 3297 1.19.1.5 : ἀπεφαίνετο. <20Ἐπίκουρος>20 δύο εἴδη κινήσεως, τὸ κατὰ 3298 1.19.1.6 : στάθμην καὶ τὸ κατὰ παρέγκλισιν. Εἰσὶ δέ τινες, οἳ καὶ 3299 1.19.1.7 : τέταρτον εἶδος εἰσάγουσι, τὸ κατ´ οὐσίαν, ὅπερ ἐστὶ τὸ 3300 1.19.1.8 : κατὰ γένεσιν. Ἄλλοι δὲ καὶ τὴν διανοητικὴν προστιθέασι, 3301 1.19.1.9 : μέχρι γὰρ τῶν πέντε προὔβησαν. 3302 1.19.1.10 : <20Διόδωρος>20 ὁ Κρόνος κεκινῆσθαι μέν τι, κινεῖσθαι 3303 1.19.1.11 : δὲ μηδέν. 3304 1.19.1.12 : <20Ἡράκλειτος>20 ἠρεμίαν μὲν καὶ στάσιν ἐκ τῶν ὅλων 3305 1.19.1.13 : ἀνῄρει, κίνησιν δὲ τοῖς πᾶσιν ἀπεδίδου. 3306 1.19.1.14 : <20Ἡρόφιλος>20 κινήσεως τὴν μὲν λόγῳ θεωρητήν, τὴν 3307 1.19.1.15 : δὲ αἰσθητήν. 3308 1.19.1.16 : <20Ἀσκληπιάδης>20 πᾶσαν κίνησιν αἰσθητὴν ἀπεφήνατο. 3309 1.19.1.17 : <20Ἀριστοτέλης>20 τὴν κίνησιν ἐνέργειαν εἶναι τοῦ δυ– 3310 1.19.1.18 : νάμει κινητοῦ ᾗ κινητόν. Τῶν δὲ κινήσεων τὰς μὲν εἶναι 3311 1.19.1.19 : κατὰ τὸ ποσόν, τὰς δὲ κατὰ τὸ ποιόν, τὰς δὲ κατὰ τόπον. 3312 1.19.1.20 : Κατὰ μὲν τὸ ποσὸν αὔξησιν καὶ μείωσιν, ἐν προσθέσει 3313 1.19.1.21 : τινὶ θεωρουμένην καὶ ἀφαιρέσει· κατὰ δὲ τὸ ποιὸν ἀλλοί– 3314 1.19.1.22 : ωσιν καὶ μεταβολήν, ὡς τὴν ἐκ θερμοῦ εἰς ψυχρόν, ἐκ γλυ– 3315 1.19.1.23 : κέος εἰς πικρόν· κατὰ δὲ τόπον, ἣν ἰδιώτερον φορὰν ὠνό– 3316 1.19.1.24 : μασε (phys. VIII 7 p. 260a 28), καθ´ ὃν ἐξ οὗ εἰς ὃ μεταβαίνει 3317 1.19.1.25 : τὰ κινούμενα. Ταύτης δὲ τρεῖς εἶναι διαφοράς, ὧν δύο μὲν 3318 1.19.1.26 : ἁπλᾶς, τήν τε κατ´ εὐθεῖαν καὶ τὴν ἐν κύκλῳ, μίαν δὲ μικτήν· 3319 1.19.1.27 : 〈κατ´〉 εὐθεῖαν μὲν τὴν ἄνω καὶ κάτω κατά τε κουφότητα 3320 1.19.1.28 : καὶ βαρύτητα τῶν σωμάτων, ἐν κύκλῳ δὲ τὴν περιφερῆ, 3321 1.19.1.29 : μικτὴν δὲ τὴν κατ´ ἔγκλισιν· τῆς δὲ κατὰ τόπον κινήσεως 3322 1.19.1.30 : τὴν μὲν ἀπὸ τοῦ μέσου γίνεσθαι, τὴν δὲ ἐπὶ τὸ μέσον, 3323 1.19.1.31 : τὴν δὲ περὶ τὸ μέσον· πυρὸς μὲν οὖν καὶ ἀέρος ἀπὸ τοῦ 3324 1.19.1.32 : μέσου, γῆς καὶ ὕδατος ἐπὶ τὸ μέσον, τοῦ πέμπτου [ὅλον] 3325 1.19.1.33 : περὶ τὸ μέσον. Τούτοις δὲ πληροῦσθαι τὸν ὅλον κόσμον. 3326 1.19.2.1 : <20Ἑρμοῦ ἐκ τοῦ πρὸς Ἀσκληπιόν>20 (p. 18b Patrit., 3327 1.19.2.2 : p. 21, 12 Parthey.). 3328 1.19.2.3 : {〈ἙΡΜ.〉} Πᾶν τὸ κινούμενον οὐκ ἐν κινουμένῳ κινεῖ– 3329 1.19.2.4 : ται, ἀλλὰ ἐν ἑστῶτι· καὶ τὸ κινοῦν δὴ ἕστηκεν, ἀδυνατοῦν 3330 1.19.2.5 : συγκινεῖσθαι. 3331 1.19.2.6 : {〈ἈΣΚ.〉} Πῶς οὖν, ὦ Τρισμέγιστε, τὰ ἐνθάδε συγκι– 3332 1.19.2.7 : νεῖται τοῖς κινουμένοις; τὰς γὰρ σφαίρας ἔφης τὰς πλα– 3333 1.19.2.8 : νωμένας κινεῖσθαι ὑπὸ τῆς ἀπλανοῦς σφαίρας. 3334 1.19.2.9 : {〈ἙΡΜ.〉} Οὐκ ἔστιν αὕτη, ὦ Ἀσκληπιέ, συγκίνησις, 3335 1.19.2.10 : ἀλλ´ ἀντικίνησις· οὐ γὰρ ὁμοίως κινοῦνται, ἀλλ´ ἐναντίως 3336 1.19.2.11 : ἀλλήλαις. Ἡ δὲ ἐναντίωσις τὴν ἀντέρεισιν τῆς κινήσεως 3337 1.19.2.12 : ἑστῶσαν ἔχει· ἡ γὰρ ἀντιτυπία στάσις φορᾶς. Διὸ καὶ 3338 1.19.2.13 : αἱ πλανώμεναι σφαῖραι ἐναντίως κινούμεναι ἀλλήλαις ὑπὸ 3339 1.19.2.14 : τῆς ἀπλανοῦς, τῇ ἐναντίᾳ ὑπαντήσει περὶ τὴν ἐναντιότητα 3340 1.19.2.15 : ἑστώσαν αὐτὴν ὑπ´ αὐτῆς κινοῦνται. Τὰς γὰρ ἄρκτους 3341 1.19.2.16 : ταύτας, ἃς ὁρᾷς μήτε δυνούσας μήτε ἀνατελλούσας, περὶ 3342 1.19.2.17 : δὲ τὸ αὐτὸ στρεφομένας, οἴει κινεῖσθαι ἢ ἑστάναι; 3343 1.19.2.18 : {〈ἈΣΚ.〉} Κινεῖσθαι, ὦ Τρισμέγιστε. 3344 1.19.2.19 : {〈ἙΡΜ.〉} Κίνησιν ποίαν, ὦ Ἀσκληπιέ; 3345 1.19.2.20 : {〈ἈΣΚ.〉} Τὴν περὶ τὸ αὐτὸ ἀναστρεφομένην. 3346 1.19.2.21 : {〈ἙΡΜ.〉} Ἡ δὲ περιφορὰ ἡ περὶ τὸ αὐτὸ κίνησίς 3347 1.19.2.22 : ἐστιν ὑπὸ στάσεως κατεχομένη· τὸ γὰρ περὶ αὐτὸ κωλύει 3348 1.19.2.23 : τὸ ὑπὲρ αὐτό, οὕτω καὶ ἡ ἐναντία φορὰ ἕστηκεν ἑδραία, 3349 1.19.2.24 : ὑπὸ τῆς ἐναντιότητος στηριζομένη. Παράδειγμα δέ σοι 3350 1.19.2.25 : ἐπίγειον τοῖς ὀφθαλμοῖς ἐμπῖπτον φράσω· τὰ ἐπίγεια 3351 1.19.2.26 : ζῷα, οἷον τὸν ἄνθρωπον λέγω, νηχόμενα θεώρησον· φε– 3352 1.19.2.27 : ρομένου γὰρ τοῦ ὕδατος ἡ ἀντιτυπία τῶν ποδῶν καὶ τῶν 3353 1.19.2.28 : χειρῶν στάσις γίνεται τῷ ἀνθρώπῳ τοῦ μὴ συγκατενεχθῆ– 3354 1.19.2.29 : ναι τῷ ὕδατι. 3355 1.19.2.30 : {〈ἈΣΚ.〉} Σαφὲς τὸ παράδειγμα, ὦ Τρισμέγιστε. 3356 1.19.2.31 : {〈ἙΡΜ.〉} Πᾶσα οὖν κίνησις ἐν στάσει καὶ ὑπὸ στά– 3357 1.19.2.32 : σεως κινεῖται. Ἡ οὖν κίνησις τοῦ κόσμου καὶ παντὸς 3358 1.19.2.33 : ζῴου ὑλικοῦ οὐχ ὑπὸ τῶν κατεκτὸς [τοῦ κόσμου] συμβαίνει 3359 1.19.2.34 : γίνεσθαι, ἀλλ´ ὑπὸ τῶν ἐντὸς [εἰς τὸ κατεκτός], τῶν νο– 3360 1.19.2.35 : ητῶν, ψυχῆς ἢ πνεύματος ἢ ἄλλου τινὸς ἀσωμάτου. Σῶμα 3361 1.19.2.36 : γὰρ 〈σῶμα〉 ἔμψυχον οὐ κινεῖ, ἀλλ´ οὐδὲ τὸ σύνολον σῶμα 3362 1.19.2.37 : κἂν ᾖ ἄψυχον. 3363 1.19.2.38 : {〈ἈΣΚ.〉} Πῶς τοῦτο λέγεις, ὦ Τρισμέγιστε; Τὰ οὖν 3364 1.19.2.39 : ξύλα καὶ τοὺς λίθους καὶ τὰ 〈ἄλλα〉 πάντα ἄψυχα οὐ σώ– 3365 1.19.2.40 : ματά ἐστι 〈τὰ κινοῦντα〉; 3366 1.19.2.41 : {〈ἙΡΜ.〉} Οὐδαμῶς, 〈ὦ〉 Ἀσκληπιέ. Τὸ γὰρ ἔνδον τοῦ 3367 1.19.2.42 : σώματος τοῦ κινοῦντος, τὸ ἔμψυχον, οὐ σῶμα ἐκεῖνό ἐστι 3368 1.19.2.43 : τὸ ἀμφότερα κινοῦν καὶ τὸ τοῦ βαστάζοντος καὶ τὸ τοῦ 3369 1.19.2.44 : βασταζομένου· διόπερ ἄψυχον οὐκ ἄψυχον κινήσει. ὁρᾷς 3370 1.19.2.45 : γοῦν καταβαρυνομένην τὴν ψυχήν, ὅταν 〈μόνη〉 δύο σώ– 3371 1.19.2.46 : ματα φέρῃ. 3372 1.19.3.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (epit. fr. phys. 22 p. 459 Diels.).〉 3373 1.19.3.2 : <20Χρυσίππου.>20 Κίνησιν δέ φησιν εἶναι ὁ Χρύσιππος 3374 1.19.3.3 : μεταβολὴν κατὰ τόπον ἢ ὅλῳ ἢ μέρει, ἢ μεταλλαγὴν ἐκ 3375 1.19.3.4 : τόπου ἢ καθ´ ὅλον ἢ κατὰ μέρος. Καὶ ἄλλως· κίνησιν 3376 1.19.3.5 : μεταλλαγὴν κατὰ τόπον ἢ σχῆμα· φορὰν δὲ μετέωρον κί– 3377 1.19.3.6 : νησιν ὀξεῖαν, μονὴν δὲ τὸ μὲν οἷον ἀκινησίαν σώματος, 3378 1.19.3.7 : τὸ δ´ οἷον σώματος σχέσιν κατὰ ταὐτὰ καὶ ὡσαύτως νῦν 3379 1.19.3.8 : τε καὶ πρότερον. Πολλαχῶς δὲ λέγεσθαι τὴν κίνησιν καὶ 3380 1.19.3.9 : τὴν μονήν, διὸ καὶ πολλοὺς καθ´ ἕκαστον σημαινόμενον 3381 1.19.3.10 : ἀποδίδοσθαι ὅρους. Τὰς δὲ πρώτας κινήσεις εἶναι δύο, 3382 1.19.3.11 : τήν τε εὐθεῖαν καὶ τὴν καμπύλην· διὰ τούτων δὲ πολλα– 3383 1.19.3.12 : χῶς μιγνυμένων γίνεσθαι πολλὰς κινήσεις καὶ διαφερούσας. 3384 1.19.4.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (epit. fr. phys. 23 p. 459 Diels.).〉 3385 1.19.4.2 : <20Ζήνωνος.>20 Τῶν δ´ ἐν τῷ κόσμῳ πάντων τῶν κατ´ 3386 1.19.4.3 : ἰδίαν ἕξιν συνεστώτων τὰ μέρη τὴν φορὰν ἔχειν εἰς τὸ 3387 1.19.4.4 : τοῦ ὅλου μέσον, ὁμοίως δὲ καὶ αὐτοῦ τοῦ κόσμου· διόπερ 3388 1.19.4.5 : ὀρθῶς λέγεσθαι πάντα τὰ μέρη τοῦ κόσμου ἐπὶ τὸ μέσον 3389 1.19.4.6 : τοῦ κόσμου τὴν φορὰν ἔχειν, μάλιστα δὲ τὰ βάρος ἔχοντα· 3390 1.19.4.7 : ταὐτὸν δ´ αἴτιον εἶναι καὶ τῆς τοῦ κόσμου μονῆς ἐν ἀπεί– 3391 1.19.4.8 : ρῳ κενῷ, καὶ τῆς γῆς παραπλησίως ἐν τῷ κόσμῳ περὶ 3392 1.19.4.9 : τὸ τούτου κέντρον καθιδρυμένης ἰσοκρατῶς. Οὐ πάντως 3393 1.19.4.10 : δὲ σῶμα βάρος ἔχειν, ἀλλ´ ἀβαρῆ εἶναι ἀέρα καὶ πῦρ· 3394 1.19.4.11 : τείνεσθαι δὲ καὶ ταῦτά πως ἐπὶ τὸ τῆς ὅλης σφαίρας 3395 1.19.4.12 : τοῦ κόσμου μέσον, τὴν δὲ σύστασιν πρὸς τὴν περιφέρειαν 3396 1.19.4.13 : αὐτοῦ ποιεῖσθαι· φύσει γὰρ ἀνώφοιτα ταῦτ´ εἶναι διὰ 3397 1.19.4.14 : τὸ μηδενὸς μετέχειν βάρους. Παραπλησίως δὲ τούτοις 3398 1.19.4.15 : οὐδ´ αὐτόν φασι τὸν κόσμον βάρος ἔχειν διὰ τὸ τὴν ὅλην 3399 1.19.4.16 : αὐτοῦ σύστασιν ἔκ τε τῶν βάρος ἐχόντων στοιχείων εἶναι 3400 1.19.4.17 : καὶ ἐκ τῶν ἀβαρῶν. Τὴν δ´ ὅλην γῆν καθ´ ἑαυτὴν μὲν 3401 1.19.4.18 : ἔχειν ἀρέσκει βάρος· παρὰ δὲ τὴν θέσιν διὰ τὸ τὴν μέ– 3402 1.19.4.19 : σην ἔχειν χώραν (πρὸς δὲ τὸ μέσον εἶναι τὴν φορὰν τοῖς 3403 1.19.4.20 : τοιούτοις σώμασιν) ἐπὶ τοῦ τόπου τούτου μένειν. 3404 1.19.5.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (epit. fr. phys. 24 p. 460 Diels.).〉 3405 1.19.5.2 : <20Ἀπολλοδώρου.>20 Ἀπολλόδωρος ἐν τῇ Φυσικῇ τέ– 3406 1.19.5.3 : χνῃ κίνησιν εἶναι μεταβολὴν κατὰ τόπον ἢ σχῆμα ἢ ὅλῳ 3407 1.19.5.4 : ἢ [τοῖς] μέρεσι· σχέσιν δὲ συνοχὴν κατὰ τόπον ἢ σχῆμα 3408 1.19.5.5 : καὶ τὸ ἴσχεσθαι τοιοῦτο· γένη δὲ κινήσεως εἶναι πρῶτα 3409 1.19.5.6 : δύο, τήν τε κατ´ εὐθεῖαν καὶ τὴν ἐγκύκλιον. Τούτων δὲ 3410 1.19.5.7 : εἴδη γίγνεσθαι πλείονα. Περὶ τὸ αὐτὸ δὲ κινήσεις γίγνε– 3411 1.19.5.8 : σθαι πολλὰς καὶ ἐν τῷ αὐτῷ τόπῳ, οἷον περιπατεῖν καὶ 3412 1.19.5.9 : τρέχειν μὴ ἐκβαίνοντα τὸν αὐτὸν τόπον, καὶ ἅμα κινεῖσθαι 3413 1.19.5.10 : τήν τε ἐπ´ εὐθεῖαν καὶ τὴν εἰς τὰ πλάγια καὶ τὴν ἔμπρο– 3414 1.19.5.11 : σθεν καὶ τὴν ὄπισθεν καὶ τὴν εἰς δεξιὰν καὶ ἀριστερὰν 3415 1.19.5.12 : καὶ ἐγκύκλιον, καὶ ταχέως ἅμα καὶ βραδέως, καθάπερ ἐπὶ 3416 1.19.5.13 : τῶν πλεόντων καὶ τῶν ὁμοίως τούτοις διακειμένων συν– 3417 1.19.5.14 : τυγχάνειν. Ὥσπερ δὲ παντὸς σώματος ἐλέγομεν μέρος 3418 1.19.5.15 : εἶναι σῶμα καὶ πάσης ἐπιφανείας ἐπιφάνειαν καὶ πάσης 3419 1.19.5.16 : γραμμῆς γραμμὴν καὶ παντὸς τόπου τόπον καὶ παντὸς 3420 1.19.5.17 : χρόνου χρόνον, οὕτως καὶ πάσης κινήσεως κίνησιν εἶναι 3421 1.19.5.18 : ῥητέον καὶ πάσης σχέσεως σχέσιν κατὰ τὴν αὐτὴν ἀνα– 3422 1.19.5.19 : λογίαν. 3423 1.19.6.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τῶν Παρμενίδου>20 (p. 138B). 3424 1.19.6.2 : Ὅτι κινούμενόν γε ἢ φέροιτο ἢ ἀλλοιοῖτο ἄν, αὗται 3425 1.19.6.3 : γὰρ μόναι κινήσεις; —Ναί. 3426 1.19.7.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ Τιμαίου>20 (p. 43B). 3427 1.19.7.2 : Ὥστε τὸ μὲν ὅλον κινεῖσθαι ζῷον, ἀτάκτως μὴν ὅπῃ 3428 1.19.7.3 : τύχοι προϊέναι καὶ ἀλόγως, τὰς ἓξ ἁπάσας κινήσεις ἔχον· 3429 1.19.7.4 : εἴς τε γὰρ τὸ πρόσθεν καὶ ὄπισθεν καὶ πάλιν εἰς δεξιὰ 3430 1.19.7.5 : καὶ ἀριστερά, κάτω τε καὶ ἄνω καὶ πάντῃ κατὰ τοὺς ἓξ 3431 1.19.7.6 : τόπους πλανώμενα. 3432 1.19.8.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ Θεαιτήτου>20 (p. 181C. D). 3433 1.19.8.2 : Καί μοι λέγε· ἆρα κινεῖσθαι καλεῖς, ὅταν τι χώραν 3434 1.19.8.3 : ἐκ χώρας μεταβάλλῃ, ἢ καὶ ἐν τῷ αὐτῷ στρέφηται; — 3435 1.19.8.4 : Ἔγωγε. —Τοῦτο μὲν τοίνυν ἓν ἔστω εἶδος· ὅταν δὲ ᾖ μὲν 3436 1.19.8.5 : ἐν τῷ αὐτῷ, γηράσκῃ δέ, ἢ μέλαν ἐκ λευκοῦ ἢ σκληρὸν ἐκ 3437 1.19.8.6 : μαλακοῦ γίγνηται, ἤ τινα ἄλλην ἀλλοίωσιν ἀλλοιῶται, ἆρα 3438 1.19.8.7 : οὐκ ἄξιον ἕτερον εἶδος κινήσεως φάναι; {—}Ἀναγκαῖον 3439 1.19.8.8 : μὲν οὖν. {—}Δύο δὴ λέγω τούτω εἴδη κινήσεως, ἀλλοίωσιν, 3440 1.19.8.9 : τὴν δὲ περιφοράν. 3441 1.19.9.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 152D–153D). 3442 1.19.9.2 : Ἐγὼ ἐρῶ καὶ μάλα οὐ φαῦλον λόγον· ὡς ἄρα ἓν μὲν 3443 1.19.9.3 : αὐτὸ καθ´ ἑαυτὸ οὐδέν ἐστιν, οὐδ´ ἄν τι προσείποις ὀρθῶς 3444 1.19.9.4 : οὐδ´ ὁποιονοῦν τι, ἀλλ´ ἐὰν ὡς μέγα προσαγορεύῃς τι, 3445 1.19.9.5 : καὶ μικρὸν φανεῖται, καὶ ἐὰν βαρύ τι, κοῦφον, ξύμπαντά 3446 1.19.9.6 : τε οὕτως, ὡς μηδενὸς ὄντος ἑνὸς μήτε τινὸς μήτε ὁποι– 3447 1.19.9.7 : ουοῦν· ἐκ δὲ δὴ φορᾶς τε καὶ κινήσεως καὶ κράσεως πρὸς 3448 1.19.9.8 : ἄλληλα γίγνεται πάντα, ἃ δή φαμεν εἶναι, οὐκ ὀρθῶς 3449 1.19.9.9 : προσαγορεύοντες· ἔστι μὲν γὰρ οὐδέποτε οὐδέν, ἀεὶ δὲ 3450 1.19.9.10 : γίγνεται. καὶ περὶ τούτου πάντες ἑξῆς οἱ σοφοὶ πλὴν 3451 1.19.9.11 : Παρμενίδου ξυμφέρονται, Πρωταγόρας τε καὶ Ἡράκλειτος 3452 1.19.9.12 : καὶ Ἐμπεδοκλῆς καὶ τῶν ποιητῶν οἱ ἄκροι τῆς ποιήσεως 3453 1.19.9.13 : ἑκατέρας, κωμῳδίας μὲν Ἐπίχαρμος, τραγῳδίας δὲ Ὅμηρος, 3454 1.19.9.14 : 〈ὃς〉 εἰπών, 3455 1.19.9.15 : Ὠκεανόν τε θεῶν γένεσιν καὶ μητέρα Τηθύν (Il. Ξ 201) 3456 1.19.9.16 : πάντα εἴρηκεν ἔκγονα ῥοῆς τε καὶ κινήσεως. Τίς οὖν ἂν 3457 1.19.9.17 : ἔτι πρός γε τοσοῦτον στρατόπεδον καὶ στρατηγὸν Ὅμηρον 3458 1.19.9.18 : δύναιτο ἀμφισβητήσας μὴ καταγέλαστος γενέσθαι; {—}Οὐ 3459 1.19.9.19 : ῥᾴδιον, ὦ Σώκρατες. {—} 3460 1.19.9.20 : Οὐ γάρ, ὦ Θεαίτητε. ἐπεὶ καὶ τάδε τῷ λόγῳ σημεῖα 3461 1.19.9.21 : ἱκανά, ὅτι τὸ μὲν εἶναι δοκοῦν καὶ τὸ γίγνεσθαι κίνησις 3462 1.19.9.22 : παρέχει, τὸ δὲ μὴ εἶναι καὶ ἀπόλλυσθαι ἡσυχία· τὸ 3463 1.19.9.23 : γὰρ θερμόν τε καὶ πῦρ, ὃ δὴ καὶ τἆλλα γεννᾷ καὶ ἐπι– 3464 1.19.9.24 : τροπεύει, αὐτὸ γεννᾶται ἐκ φορᾶς καὶ τρίψεως· τοῦτο δ´ 3465 1.19.9.25 : ἡ κίνησις. Καὶ μὴν τό γε τῶν ζῴων γένος ἐκ τῶν αὐτῶν 3466 1.19.9.26 : τούτων φύεται. {—}Πῶς δ´ οὔ; {—}Τί δέ; ἡ τῶν σωμά– 3467 1.19.9.27 : των ἕξις οὐχ ὑπὸ ἡσυχίας μὲν καὶ ἀργίας διόλλυται, ὑπὸ 3468 1.19.9.28 : γυμνασίων δὲ καὶ κινήσεως ἐπὶ τὸ πολὺ σῴζεται; {—}Ναί. 3469 1.19.9.29 : {—}Ἡ δ´ ἐν τῇ ψυχῇ ἕξις οὐχ ὑπὸ μαθήσεως μὲν καὶ 3470 1.19.9.30 : μελέτης, κινήσεων ὄντων, κτᾶται μαθήματα καὶ σῴζεται 3471 1.19.9.31 : καὶ γίγνεται βελτίων, ὑπὸ δ´ ἡσυχίας, ἀμελετησίας τε καὶ 3472 1.19.9.32 : ἀμαθίας οὔσης οὔτε τι μανθάνει ἅ τε ἂν μάθῃ ἐπιλαν– 3473 1.19.9.33 : θάνεται; {—}Καὶ μάλα. {—}Τὸ μὲν ἄρα ἀγαθὸν κίνησις 3474 1.19.9.34 : κατά τε ψυχὴν καὶ κατὰ τὸ σῶμα, τὸ δὲ τοὐναντίον; {—} 3475 1.19.9.35 : Ἔοικεν. {—}Ἔτι οὖν σοι λέγω νηνεμίας τε καὶ γαλήνας καὶ 3476 1.19.9.36 : ὅσα τοιαῦτα, ὅτι αἱ μὲν ἡσυχίαι σήπουσι καὶ ἀπολλῦσι, 3477 1.19.9.37 : τὰ δ´ ἕτερα σῴζει· καὶ ἐπὶ τούτοις τὸν κολοφῶνα ἀναγκά– 3478 1.19.9.38 : ζω προβιβάζων, τὴν χρυσῆν σειρὰν ὡς οὐδὲν ἄλλο ἢ τὸν 3479 1.19.9.39 : ἥλιον Ὅμηρος λέγει, καὶ δηλοῖ ὅτι ἕως μὲν ἂν ἡ περι– 3480 1.19.9.40 : φορὰ ᾖ κινουμένη καὶ ὁ ἥλιος, πάντα ἔστι καὶ σῴζεται 3481 1.19.9.41 : ἐν θεοῖς τε καὶ ἀνθρώποις, εἰ δὲ σταίη τοῦτο ὥσπερ 3482 1.19.9.42 : δοθέν, πάντα χρήματ´ ἂν διαφθαρείη καὶ γένοιτ´ ἂν τὸ 3483 1.19.9.43 : λεγόμενον [τὰ] ἄνω κάτω πάντα; 3484 1.20.t.1 : {1Περὶ γενέσεως καὶ φθορᾶς.}1 3485 1.20.1a.1 : 〈<21Aetii>21 (I 24, 1 p. 320, 17 Diels.).〉 3486 1.20.1a.2 : <20Παρμενίδης>20 καὶ <20Μέλισσος>20 ἀνῄρουν γένεσιν καὶ 3487 1.20.1a.3 : φθορὰν διὰ τὸ νομίζειν τὸ πᾶν ἀκίνητον. 3488 1.20.2.1 : <20Ἡράκλειτός>20 φησιν, ὅτι πάντα χωρεῖ καὶ οὐδὲν 3489 1.20.2.2 : μένει· καὶ ποταμοῦ ῥοῇ ἀπεικάζων τὰ ὄντα λέγει ὡς δὶς 3490 1.20.2.3 : ἐς τὸν αὐτὸν ποταμὸν οὐκ ἂν ἐμβαίης. 3491 1.20.3.1 : 〈<21Aetii>21 (II 4, 2 p. 330, 18 Diels.).〉 3492 1.20.3.2 : <20Πλάτων>20 φθαρτὸν μὲν τὸν κόσμον, ὅσον ἐπὶ τῇ 3493 1.20.3.3 : φύσει, αἰσθητὸν γὰρ εἶναι, διότι καὶ σωματικόν, οὐ μὴν 3494 1.20.3.4 : φθαρησόμενόν γε προνοίᾳ καὶ συνοχῇ θεοῦ. 3495 1.20.4.1 : 〈<21Aetii>21 (I 24, 2. 3 p. 320, 20 Diels.).〉 3496 1.20.4.2 : <20Ἐμπεδοκλῆς, Ἀναξαγόρας, Δημόκριτος, 3497 1.20.4.3 : Ἐπίκουρος>20 καὶ πάντες, ὅσοι κατὰ συναθροισμὸν τῶν 3498 1.20.4.4 : λεπτομερῶν σωμάτων κοσμοποιοῦσι, συγκρίσεις μὲν καὶ 3499 1.20.4.5 : διακρίσεις εἰσάγουσι, γενέσεις δὲ καὶ φθορὰς οὐ κυρίως. 3500 1.20.4.6 : Οὐ γὰρ κατὰ τὸ ποιὸν ἐξ ἀλλοιώσεως, κατὰ δὲ τὸ ποσὸν 3501 1.20.4.7 : ἐκ συναθροισμοῦ ταύτας γίνεσθαι. 3502 1.20.4.8 : <20Πυθαγόρας>20 καὶ πάντες, ὅσοι παθητὴν τὴν ὕλην 3503 1.20.4.9 : ὑποτίθενται, κυρίως γενέσεις καὶ φθορὰς γίνεσθαι· ἐκ 3504 1.20.4.10 : γὰρ ἀλλοιώσεως τῶν στοιχείων καὶ τροπῆς καὶ ἀναλύσεως 3505 1.20.4.11 : [γενέσεως καὶ φθορᾶς] παράθεσιν καὶ μῖξιν, κρᾶσίν τε καὶ 3506 1.20.4.12 : σύγχυσιν γίνεσθαι. 3507 1.20.5.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (epit. fr. phys. 36 p. 468 Diels.).〉 3508 1.20.5.2 : <20Ζήνωνι καὶ Κλεάνθει>20 καὶ <20Χρυσίππῳ>20 ἀρέσκει 3509 1.20.5.3 : τὴν οὐσίαν μεταβάλλειν οἷον εἰς σπέρμα τὸ πῦρ, καὶ 3510 1.20.5.4 : πάλιν ἐκ τούτου τοιαύτην ἀποτελεῖσθαι τὴν διακόσμησιν, 3511 1.20.5.5 : οἵα πρότερον ἦν. <20Παναίτιος>20 πιθανωτέραν εἶναι νομίζει 3512 1.20.5.6 : καὶ μᾶλλον ἀρέσκουσαν αὑτῷ τὴν ἀϊδιότητα τοῦ κόσμου 3513 1.20.5.7 : ἢ τὴν τῶν ὅλων εἰς πῦρ μεταβολήν. 3514 1.20.6.1 : 〈<21Aetii>21 (II 4, 12. 11. 13. 6–10 p. 332 Diels.).〉 3515 1.20.6.2 : <20Ἀριστοτέλης>20 τὸ ὑπὸ τὴν σελήνην μέρος τοῦ κόσμου 3516 1.20.6.3 : παθητικὸν ἀπεφαίνετο, ἐν ᾧ καὶ τὰ περίγεια κηραίνεται. 3517 1.20.6.4 : <20Ξενοφάνης, Παρμενίδης, Μέλισσος>20 ἀγένη– 3518 1.20.6.5 : τον καὶ ἀΐδιον καὶ ἄφθαρτον τὸν κόσμον. 3519 1.20.6.6 : [Καὶ] οἱ φάμενοι δὲ τὴν διακόσμησιν αἰώνιον ὑπάρ– 3520 1.20.6.7 : χειν περιοδευτικοὺς εἶναί φασι χρόνους, καθ´ οὓς κατὰ 3521 1.20.6.8 : ταὐτὰ καὶ ὡσαύτως γίγνεσθαι πάντα καὶ τὴν αὐτὴν δια– 3522 1.20.6.9 : σῴζεσθαι τοῦ κόσμου διάταξίν τε καὶ διακόσμησιν. 3523 1.20.6.10 : <20Ἀναξίμανδρος, Ἀναξιμένης, Ἀναξαγόρας, 3524 1.20.6.11 : Ἀρχέλαος, Διογένης, Λεύκιππος>20 φθαρτὸν τὸν 3525 1.20.6.12 : κόσμον. 3526 1.20.6.13 : <20Καὶ οἱ Στωικοὶ>20 φθαρτὸν τὸν κόσμον, κατ´ ἐκπύ– 3527 1.20.6.14 : ρωσιν δέ. 3528 1.20.6.15 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 τὸν κόσμον 〈γίνεσθαι καὶ〉 φθείρε– 3529 1.20.6.16 : σθαι κατὰ τὴν ἀντεπικράτειαν τοῦ νείκους καὶ τῆς φιλίας. 3530 1.20.6.17 : <20Δημόκριτος>20 φθείρεσθαι τὸν κόσμον τοῦ μείζονος 3531 1.20.6.18 : τὸν μικρότερον νικῶντος. 3532 1.20.6.19 : <20Ἐπίκουρος>20 πλείστοις τρόποις τὸν κόσμον φθεί– 3533 1.20.6.20 : ρεσθαι· καὶ γὰρ ὡς ζῷον καὶ ὡς φυτὸν καὶ πολλαχῶς. 3534 1.20.7.1 : 〈<21Aetii>21 (II 5, 3 p. 333, 4 Diels.).〉 3535 1.20.7.2 : <20Φιλόλαος>20 διττὴν εἶναι τὴν φθορὰν τοῦ κόσμου, τὸ 3536 1.20.7.3 : μὲν ἐξ οὐρανοῦ πυρὸς ῥυέντος, τὸ δὲ ἐξ ὕδατος σεληνια– 3537 1.20.7.4 : κοῦ περιστροφῇ τοῦ ἀέρος ἀποχυθέντος. 3538 1.20.2.1 : <20Φιλολάου Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ ψυχᾶς.>20 3539 1.20.2.2 : Φιλόλαος ἄφθαρτον τὸν κόσμον εἶναι. Λέγει γοῦν 3540 1.20.2.3 : οὕτως ἐν τῷ Περὶ ψυχᾶς (fr. 21 Mull.)· 3541 1.20.2.4 : Παρὸ καὶ ἄφθαρτος καὶ ἀκαταπόνατος διαμένει τὸν 3542 1.20.2.5 : ἄπειρον αἰῶνα· οὔτε γὰρ ἔντοσθεν ἄλλα τις αἰτία δυ– 3543 1.20.2.6 : ναμικωτέρα αὐτᾶς εὑρεθήσεται οὔτ´ ἔκτοσθεν, φθεῖραι 3544 1.20.2.7 : αὐτὸν δυναμένα· ἀλλ´ ἦς ὅδε ὁ κόσμος ἐξ αἰῶνος καὶ ἐς 3545 1.20.2.8 : αἰῶνα διαμένει, εἷς ὑπὸ ἑνὸς τῶ συγγενέος καὶ κρατί– 3546 1.20.2.9 : στω καὶ ἀνυπερθέτω κυβερνώμενος. —Ἔχει δὲ καὶ τὰν 3547 1.20.2.10 : ἀρχὰν τᾶς κινάσιός τε καὶ μεταβολᾶς ὁ κόσμος εἷς ἐὼν 3548 1.20.2.11 : καὶ συνεχὴς καὶ φύσι διαπνεόμενος καὶ περιαγεόμενος ἐξ 3549 1.20.2.12 : ἀρχᾶς ἀϊδίω· καὶ τὸ μὲν ἀμετάβλατον αὐτῶ, τὸ δὲ μετα– 3550 1.20.2.13 : βάλλον ἐντί· καὶ τὸ μὲν ἀμετάβολον ἀπὸ τᾶς τὸ ὅλον 3551 1.20.2.14 : περιεχοίσας ψυχᾶς μέχρι 〈τᾶς〉 σελάνας περαιοῦται, τὸ 3552 1.20.2.15 : δὲ μεταβάλλον ἀπὸ τᾶς σελάνας μέχρι τᾶς γᾶς· ἐπεὶ δέ 3553 1.20.2.16 : γα καὶ τὸ κινέον ἐξ αἰῶνος ἐς αἰῶνα περιπολεῖ, τὸ δὲ 3554 1.20.2.17 : κινεόμενον ὡς τὸ κινέον ἄγει οὕτω διατίθεται, ἀνάγκα τὸ 3555 1.20.2.18 : μὲν ἀεικίνατον τὸ δὲ ἀειπαθὲς εἶμεν· καὶ τὸ μὲν νῶ καὶ 3556 1.20.2.19 : ψυχᾶς ἀνάκωμα πᾶν τὸ δὲ γενέσιος καὶ μεταβολᾶς, καὶ 3557 1.20.2.20 : τὸ μὲν πρότερον τᾷ δυνάμι καὶ ὑπερέχον τὸ δ´ ὕστερον 3558 1.20.2.21 : καὶ καθυπερεχόμενον· τὸ δὲ ἐξ ἀμφοτέρων τούτων, τῶ 3559 1.20.2.22 : μὲν ἀεὶ θέοντος θείω τῶ δὲ ἀεὶ μεταβάλλοντος γενα– 3560 1.20.2.23 : τῶ, κόσμος. Διὸ καὶ καλῶς ἔχει λέγεν, κόσμον εἶμεν 3561 1.20.2.24 : ἐνέργειαν ἀΐδιον θεῶ τε καὶ γενέσιος κατὰ συνακολουθίαν 3562 1.20.2.25 : τᾶς μεταβλατικᾶς φύσιος. Καὶ ὃ μὲν εἷς ἀεὶ διαμένει 3563 1.20.2.26 : κατὰ τὸ αὐτὸ καὶ ὡσαύτως ἔχων, τὰ δὲ καὶ γινόμενα καὶ 3564 1.20.2.27 : φθειρόμενα πολλά· καὶ τὰ ἐν φθορᾷ ἐόντα καὶ φύσι καὶ 3565 1.20.2.28 : μορφᾷ σῴζεται τᾷ γονᾷ πάλιν τὰν αὐτὰν [μορφὰν] ἀπο– 3566 1.20.2.29 : καθιστάντα τῷ γεννάσαντι πατρὶ καὶ δαμιοεργῷ. 3567 1.20.3.1 : <20Ὀκέλλου.>20 3568 1.20.3.2 : Ὄκελλος ἀΐδιον τὸν κόσμον· ὡδὶ γὰρ ἐν τοῖς Περὶ 3569 1.20.3.3 : τᾶς τῶ παντὸς φύσιος (I 15 phil. Gr. I p. 393 sq. Mullach.) 3570 1.20.3.4 : λέγει· 3571 1.20.3.5 : Ἔτι δὲ 〈τὸ ἄναρχον〉 καὶ τὸ ἀτελεύτατον καὶ τῶ σχή– 3572 1.20.3.6 : ματος καὶ τᾶς κινάσιος καὶ τῶ χρόνω καὶ τᾶς ὠσίας τοῦτο 3573 1.20.3.7 : πιστοῦται, διότι ἀγένητος ὁ κόσμος καὶ ἄφθαρτος. Ἅ 3574 1.20.3.8 : τε γὰρ τῶ σχήματος ἰδέα κύκλος, οὗτος δὲ πάντοθεν ἴσος 3575 1.20.3.9 : καὶ ὅμοιος, διόπερ ἄναρχος καὶ ἀτελεύτατος· ἅ τε τᾶς 3576 1.20.3.10 : κινάσιος κατὰ κύκλον, αὕτα δὲ ἀπαράβατος καὶ ἀδιέξοδος· 3577 1.20.3.11 : ὅ τε χρόνος ἄπειρος, ἐν ᾧπερ ἁ κίνασις, διὰ τὸ μήτε ἀρ– 3578 1.20.3.12 : χὰν εἰληφέναι τὸ κινούμενον μήτε τελευτὰν λαψεῖσθαι· 3579 1.20.3.13 : ἅ γε μὰν ὠσία τῶν πραγμάτων ἀνέκβατος καὶ ἀμετά– 3580 1.20.3.14 : βλατος διὰ τὸ μήτε ἀπὸ τῶ χείρονος ἐπὶ τὸ βέλτιον μήτ´ 3581 1.20.3.15 : ἀπὸ τῶ βελτίονος ἐπὶ τὸ χεῖρον πεφύκειν μεταβάλλεν. 3582 1.20.3.16 : (II 1 p. 394 Mull.) Ἐπεὶ δ´ ἐν τῷ παντὶ τὸ μὲν γένε– 3583 1.20.3.17 : σις τὸ δὲ αἰτία γενέσιος, καὶ γένεσις μὲν ὅπου μεταβολὰ 3584 1.20.3.18 : καὶ ἔκβασις τῶ ὑποκειμένω, αἰτία δὲ γενέσιος ὅπου ταυ– 3585 1.20.3.19 : τότας καὶ ὑπόστασις τῶ ὑποκειμένω, φανερὸν ὅτι περὶ 3586 1.20.3.20 : μὲν τὰν αἰτίαν τὰν γενέσιος τό τε ποιεῖν καὶ 〈τὸ〉 κινεῖν 3587 1.20.3.21 : ἐστι, περὶ δὲ τὸ δεχόμενον τὰν γένεσιν τό τε πάσχεν καὶ 3588 1.20.3.22 : τὸ κινεῖσθαι. 3589 1.20.4.1 : 〈<21Eiusdem>21 (II 6 p. 396 Mull.).〉 3590 1.20.4.2 : Πράτως γὰρ ὕλα, τὸ πανδεχές, κοινὸν γὰρ ὑπόκειται 3591 1.20.4.3 : πᾶσιν· ὥστε πρᾶτον μὲν τὸ δυνάμι σῶμα αἰσθητόν, ἀρχά· 3592 1.20.4.4 : δεύτερον δὲ αἱ ἐναντιώσιες, οἷον θερμότας καὶ ψυχρότας 3593 1.20.4.5 : καὶ ὑγρότας καὶ ξηρότας· τρίτον δὲ πῦρ καὶ ὕδωρ καὶ 3594 1.20.4.6 : γᾶ καὶ ἀήρ, ταῦτα γὰρ μεταβάλλοντι ἐς ἄλλαλα, αἱ δὲ 3595 1.20.4.7 : ἐναντιώσιες 〈οὐ〉 μεταβάλλοντι. 3596 1.20.5.1 : 〈<21Eiusdem>21 (III 4. 5 p. 401 sq. Mull.).〉 3597 1.20.5.2 : Παντελὴς δὲ φθορὰ τᾶς περὶ τὰν γᾶν διακοσμάσιος 3598 1.20.5.3 : οὔτε γέγονεν οὔτε ἐσεῖταί ποκα. Διὸ καὶ τοῖς λεγόντεσσι 3599 1.20.5.4 : τὰν τᾶς Ἑλλανικᾶς ἱστορίας ἀρχὰν ἀπὸ Ἰνάχω ἦμεν τῶ 3600 1.20.5.5 : Ἀργείω ποθεκτέον οὕτως, ὡς οὐκ ἀπό τινος ἀρχᾶς πράτας 3601 1.20.5.6 : ἀλλὰ τᾶς γενομένας μεταβολᾶς κατ´ αὐτόν. Πολλάκις 3602 1.20.5.7 : γὰρ ἤδη καὶ γέγονε καὶ ἐσεῖται βάρβαρος ἁ Ἑλλάς, οὐχ 3603 1.20.5.8 : ὑπ´ ἀνθρώπων μόνον γινομένα μετανάστατος, ἀλλὰ καὶ 3604 1.20.5.9 : ὑπ´ αὐτᾶς τᾶς φύσιος, οὔτε μείζονος οὔτε μείονος αὐτᾶς 3605 1.20.5.10 : γινομένας, ἀλλὰ καινοτέρας ἀεὶ καί ποθ´ ἁμὲ ἀρχὰς λαμ– 3606 1.20.5.11 : βανοίσας. Περὶ μὲν ὦν τῶ ὅλω καὶ παντός, ἔτι δὲ γενέ– 3607 1.20.5.12 : σιος καὶ φθάρσιος τᾶς ἐν αὐτῷ γινομένας, ὥς τ´ ἔχει 3608 1.20.5.13 : ὥς θ´ ἑξεῖ τὸν ἅπαντα αἰῶνα, τᾶς μὲν ἀεικινάτω φύσιος 3609 1.20.5.14 : ἐάσας τᾶς δ´ ἀειπαθέος, 〈καὶ〉 τᾶς μὲν ἀεὶ κυβερνώσας 3610 1.20.5.15 : τᾶς δὲ κυβερνωμένας, ἱκανῶς εἴρηταί μοι διὰ τούτων. 3611 1.20.6.1 : <20Ἀρισταίου.>20 3612 1.20.6.2 : <20Ἀρισταῖος>20 ἔφησεν ἄφθαρτον εἶναι τὸν κόσμον, λέ– 3613 1.20.6.3 : γει γοῦν ἐν τῷ Περὶ ἁρμονίας οὕτως· 3614 1.20.6.4 : Ἐπεὶ δὲ 〈ἁ〉 ἀρχά, ἅτε δὴ οὖσα ἀρχά, πρὸ παντός 3615 1.20.6.5 : τέ ἐστι καὶ ἀγένητος καὶ <20αὐτοτελής,>20 (οὔτε γὰρ αἰ μεθ´ 3616 1.20.6.6 : ἅτερόν τι ἦς, ὑπάρχοι κα ἔτι πρὸ παντός· οὔτε γενομένα 3617 1.20.6.7 : ποκὰ [καὶ] ἔκ τινος [οὔτε γὰρ] ἀγένητός κα εἴη ἔτι, οὐδὲ 3618 1.20.6.8 : μὰν ἀρχά τε καὶ αἰτία τῶν γενομένων, [οὔτε γὰρ αὐτοτε– 3619 1.20.6.9 : λής,] ἁτέρω γάρ τινος ποτιδεηθήσεται τῶ σῴσοντος αὐτὰν 3620 1.20.6.10 : καὶ κινάσοντος), δῆλον δή, ὡς <20αὐτὰ καθ´ αὑτὰν>20 ἁ ἀρχὰ 3621 1.20.6.11 : ἀγένητός τέ ἐστι καὶ ἀΐδιος καὶ αἰτία γενέσιός τε καὶ κινά– 3622 1.20.6.12 : σιος, καὶ κινέουσα πάντα <20αὐτὰ ἐξ αὑτᾶς>20 [φύσις] ἐστὶ καὶ 3623 1.20.6.13 : αὐτοτελέα παρεχομένα τἆλλα <20αὐτὰ ἐξ αὑτᾶς>20 αὐτοτελής 3624 1.20.6.14 : ἐστι. Εἰκόνες δὲ καὶ ὁμοιώσιες τᾶς ἀρχᾶς ταύτας καὶ ἐν 3625 1.20.6.15 : τοῖς φύσι γινομένοις καὶ ἐν τοῖς κατὰ τέχναν. Ἐπεὶ δὲ 3626 1.20.6.16 : τὸ ἀθάνατον τὸ ἀκάματον, τὸ δὲ ἀκάματον τὸ μὴ κάμνον 3627 1.20.6.17 : 〈κινοῦν〉, ὁ δὲ θεὸς τοιοῦτος, 〈ἀεὶ〉 κινέων γα τὸ ὅλον καὶ τὸ 3628 1.20.6.18 : πᾶν, φανερόν, ὡς ἀΐδιός κα εἴη ὁ κόσμος. Αἰ γὰρ ἀρχὰν 3629 1.20.6.19 : λαψεῖται διακοσμάσιος, ἔκαμέ ποκα τὸ κινέον αὐτὸν κατ´ 3630 1.20.6.20 : ἄμπαυσιν διακοσμάσιος. Αἰ δέ γα κάμνοι καὶ ἀμπαύοιτο 3631 1.20.6.21 : τὸ κινέον, φθαρτὸν καὶ γενητὸν ὑπάρχον καὶ αὐτὸ πέρας 3632 1.20.6.22 : ἑξεῖ κινάσιος, καὶ τὸ ὅλον δὲ καὶ τὸ πᾶν διακοσμάσιος. 3633 1.20.6.23 : ὥστ´ ἀνάγκα ἤτοι γένεσιν ἀναιρέν, ἢ γεννᾶν ἐκ τῶ μὴ 3634 1.20.6.24 : ὄντος, ἢ τόνδε τὸν κόσμον καταλείπεται ἀθάνατον καὶ 3635 1.20.6.25 : ἀγήρατον εἶμεν. Λέγοιτο δέ κα ἁρμονία φύσιος, ὅτι πάντα 3636 1.20.6.26 : κατὰ λόγον φύεται τὸν ταύτας ** ποταλλήλως, ὡς ὁ τε– 3637 1.20.6.27 : χνίτας ποτὶ τὰν τέχναν, οὕτως θεὸς ποθ´ ἁρμονίαν. Ἅ τε 3638 1.20.6.28 : γὰρ τέχνα ἐστὶ λόγος καὶ ἰδέα τῶν γινομένων καὶ 〈ἁ〉 φύ– 3639 1.20.6.29 : σις. Τὸ μὲν ἔργον ἁμαρτάνεται [ἐν] τοῖς τεχνίταις, ὅκκα 3640 1.20.6.30 : παραλλάξῃ τὸν τᾶς τέχνας λόγον· τὰ δὲ γινόμενα φύσι 3641 1.20.6.31 : φθείρεται, πηρὰ καὶ ἄναρθρα γινόμενα, ὅκκα παραλλάξῃ 3642 1.20.6.32 : τὸν τᾶς ἁρμονίας λόγον. 3643 1.20.7.1 : 〈<21Arii Didymi>21 epit. (fr. phys. 27 p. 462 Diels.).〉 3644 1.20.7.2 : <20Ποσειδωνίου.>20 Ποσειδώνιος δὲ φθορὰς καὶ γενέ– 3645 1.20.7.3 : σεις τέτταρας εἶναί φησιν ἐκ τῶν ὄντων εἰς τὰ ὄντα γινο– 3646 1.20.7.4 : μένας. Τὴν μὲν γὰρ ἐκ τῶν οὐκ ὄντων καὶ τὴν εἰς οὐκ 3647 1.20.7.5 : ὄντα, καθάπερ εἴπομεν πρόσθεν, ἀπέγνωσαν ἀνύπαρκτον 3648 1.20.7.6 : οὖσαν. Τῶν δ´ εἰς ὄντα γινομένων μεταβολῶν τὴν μὲν 3649 1.20.7.7 : εἶναι κατὰ διαίρεσιν, τὴν δὲ κατ´ ἀλλοίωσιν, τὴν δὲ κατὰ 3650 1.20.7.8 : σύγχυσιν, τὴν δ´ ἐξ ὅλων, λεγομένην δὲ κατ´ ἀνάλυσιν. 3651 1.20.7.9 : Τούτων δὲ τὴν κατ´ ἀλλοίωσιν περὶ τὴν οὐσίαν γίνεσθαι, 3652 1.20.7.10 : τὰς δ´ ἄλλας τρεῖς περὶ τοὺς ποιοὺς λεγομένους τοὺς 3653 1.20.7.11 : ἐπὶ τῆς οὐσίας γινομένους. Ἀκολούθως δὲ τούτοις καὶ 3654 1.20.7.12 : τὰς γενέσεις συμβαίνειν. Τὴν γὰρ οὐσίαν οὔτ´ αὔξεσθαι 3655 1.20.7.13 : οὔτε μειοῦσθαι κατὰ πρόσθεσιν ἢ ἀφαίρεσιν, ἀλλὰ μόνον 3656 1.20.7.14 : ἀλλοιοῦσθαι, καθάπερ ἐπ´ ἀριθμῶν καὶ μέτρων συμβαί– 3657 1.20.7.15 : νειν. Ἐπὶ 〈δὲ〉 τῶν ἰδίως ποιῶν, οἷον Δίωνος καὶ Θέωνος, 3658 1.20.7.16 : καὶ αὐξήσεις καὶ μειώσεις γίνεσθαι. Διὸ καὶ παραμένειν 3659 1.20.7.17 : τὴν ἑκάστου ποιότητα ἀπὸ τῆς γενέσεως μέχρι τῆς ἀναι– 3660 1.20.7.18 : ρέσεως, 〈ὡς〉 ἐπὶ τῶν ἀναίρεσιν ἐπιδεχομένων ζῴων καὶ 3661 1.20.7.19 : φυτῶν καὶ τῶν τούτοις παραπλησίων. Ἐπὶ δὲ τῶν ἰδίως 3662 1.20.7.20 : ποιῶν φησι δύο εἶναι τὰ δεκτικὰ μόρια, τὸ μέν τι κατὰ 3663 1.20.7.21 : τὴν τῆς οὐσίας ὑπόστασιν, τὸ δέ 〈τι〉 κατὰ τὴν τοῦ ποιοῦ. 3664 1.20.7.22 : Τοῦτο γάρ, ὡς πολλάκις ἐλέγομεν, τὴν αὔξησιν καὶ τὴν 3665 1.20.7.23 : μείωσιν ἐπιδέχεσθαι· μὴ εἶναι δὲ ταὐτὸν τό τε ποιὸν 3666 1.20.7.24 : ἰδίως καὶ τὴν οὐσίαν [ὃ] ἐξ ἧς ἔστι τοῦτο, μὴ μέντοι γε 3667 1.20.7.25 : μηδ´ ἕτερον, ἀλλὰ μόνον οὐ ταὐτὸν διὰ τὸ καὶ μέρος 3668 1.20.7.26 : εἶναι τῆς οὐσίας καὶ τὸν αὐτὸν ἐπέχειν τόπον, τὰ δ´ ἕτερα 3669 1.20.7.27 : τινῶν λεγόμενα δεῖν καὶ τόπῳ κεχωρίσθαι καὶ μηδ´ ἐν 3670 1.20.7.28 : μέρει θεωρεῖσθαι. 3671 1.20.7.29 : Τὸ δὲ μὴ εἶναι ταὐτὸ τό τε κατὰ τὸ ἰδίως ποιὸν καὶ 3672 1.20.7.30 : τὸ κατὰ τὴν οὐσίαν, δῆλον εἶναί φησιν ὁ <20Μνήσαρχος·>20 3673 1.20.7.31 : ἀναγκαῖον γὰρ τοῖς αὐτοῖς ταὐτὰ συμβεβηκέναι. Εἰ γάρ 3674 1.20.7.32 : τις πλάσας ἵππον, λόγου χάριν, συνθλάσειεν, ἔπειτα κύνα 3675 1.20.7.33 : ποιήσειεν, εὐλόγως ἂν ἡμᾶς ἰδόντας εἰπεῖν, ὅτι τοῦτ´ οὐκ 3676 1.20.7.34 : ἦν πάλαι, νῦν δ´ ἔστιν· ὥσθ´ ἕτερον εἶναι τὸ ἐπὶ τοῦ ποιοῦ 3677 1.20.7.35 : λεγόμενον τόδε καὶ 〈τὸ〉 ἐπὶ τῆς οὐσίας. Καθόλου νομίζειν 3678 1.20.7.36 : τοὺς αὐτοὺς ἡμᾶς εἶναι ταῖς οὐσίαις ἀπίθανον εἶναι φαί– 3679 1.20.7.37 : νεται· πολλάκις γὰρ συμβαίνει τὴν μὲν οὐσίαν ὑπάρχειν πρὸ 3680 1.20.7.38 : τῆς γενέσεως, εἰ τύχοι, τῆς Σωκράτους, τὸν δὲ Σωκράτην 3681 1.20.7.39 : μηδέπω ὑπάρχειν, καὶ μετὰ τὴν τοῦ Σωκράτους ἀναίρεσιν 3682 1.20.7.40 : ὑπομένειν μὲν τὴν οὐσίαν, αὐτὸν δὲ μηκέτ´ εἶναι. 3683 1.20.8.1 : <20Πλάτωνος ἐν τῷ Τιμαίῳ>20 (p. 49B–E). 3684 1.20.8.2 : [Ὅτι τὰ στοιχεῖα εἰς ἄλληλα μεταβάλλεται.] Πῶς 3685 1.20.8.3 : οὖν δὴ τοῦτο αὐτὸ καὶ πῇ καὶ τί περὶ αὐτῶν εἰκότως 3686 1.20.8.4 : διαπορηθέντες ἂν λέγοιμεν; Πρῶτον μὲν ὃ δὴ νῦν ὕδωρ 3687 1.20.8.5 : ὠνομάκαμεν πηγνύμενον, ὡς δοκοῦμεν, λίθους καὶ γῆν 3688 1.20.8.6 : γιγνόμενον ὁρῶμεν, τηκόμενον δὲ καὶ διακρινόμενον αὖ 3689 1.20.8.7 : ταὐτὸν τοῦτο πνεῦμα καὶ ἀέρα, ξυγκαυθέντα δὲ ἀέρα πῦρ, 3690 1.20.8.8 : ἀνάπαλιν δὲ πῦρ ξυγκριθὲν καὶ κατασβεσθὲν εἰς ἰδέαν τε 3691 1.20.8.9 : ἀπιὸν αὖθις ἀέρος [πῦρ], καὶ πάλιν ἀέρα ξυνιόντα καὶ πυ– 3692 1.20.8.10 : κνούμενον νέφος καὶ ὁμίχλην, ἐκ δὲ τούτων ἔτι μᾶλλον συμ– 3693 1.20.8.11 : πιλουμένων ῥέον ὕδωρ, ἐξ ὕδατος δὲ γῆν καὶ λίθους αὖθις, 3694 1.20.8.12 : κύκλον τε οὕτω διαδιδόντα εἰς ἄλληλα, ὡς φαίνεται, τὴν 3695 1.20.8.13 : γένεσιν. Οὕτω· δὴ τούτων οὐδέποτε τῶν αὐτῶν ἑκάστων 3696 1.20.8.14 : φανταζομένων, ποῖον αὐτῶν ὡς ὂν ὁτιοῦν τοῦτο καὶ οὐκ 3697 1.20.8.15 : ἄλλο παγίως διισχυριζόμενος οὐκ αἰσχυνεῖταί τις ἑαυτόν; 3698 1.20.8.16 : οὐκ ἔστιν· ἀλλ´ ἀσφαλέστατα μακρῷ περὶ τούτων τιθε– 3699 1.20.8.17 : μένους ὧδε λέγειν· ἀεὶ ὃ καθορῶμεν ἄλλοτε ἄλλῃ γιγνό– 3700 1.20.8.18 : μενον, ὡς πῦρ, μὴ τοῦτο ἀλλὰ τὸ τοιοῦτον ἑκάστοτε προσ– 3701 1.20.8.19 : αγορεύειν πῦρ, μηδὲ ὕδωρ τοῦτο ἀλλὰ τὸ τοιοῦτον ἀεί· 3702 1.20.8.20 : μηδὲ ἄλλο ποτὲ μηδὲν ὥς τιν´ ἔχον βεβαιότητα, ὅσα δει– 3703 1.20.8.21 : κνύντες τῷ ῥήματι τῷ ‘τόδε’ καὶ ‘τοῦτο’ προσχρώμενοι 3704 1.20.8.22 : δηλοῦν ἡγούμεθά τι· φεύγει γὰρ οὐχ ὑπομένον τὴν τοῦ 3705 1.20.8.23 : ‘τόδε’ καὶ ‘τοῦτο’ καὶ τὴν ‘τῷδε’ καὶ πᾶσαν ὅση μόνιμα 3706 1.20.8.24 : ὡς ὄντα αὐτὰ ἐνδείκνυται φάσις. 3707 1.20.9a.1 : 〈<21In eodem.>21〉 3708 1.20.9a.2 : Ὅτι δὲ τὸ πᾶν ἀΐδιον, δηλοῖ σαφῶς· λέγει γοῦν ἐν 3709 1.20.9a.3 : 〈τῷ〉 Τιμαίῳ (p. 32C) οὕτως· 3710 1.20.9a.4 : Ἔκ τε δὴ τούτων καὶ τοιούτων καὶ τὸν ἀριθμὸν τετ– 3711 1.20.9a.5 : τάρων τὸ τοῦ κόσμου σῶμα ἐγενήθη δι´ ἀναλογίας ὁμο– 3712 1.20.9a.6 : λογῆσαν, φιλίαν τε ἔσχεν ἐκ τούτων, ὥστ´ εἰς τὸ αὐτὸ 3713 1.20.9a.7 : αὑτῷ ξυνελθὸν ἄλυτον ὑπὸ τῶν ἄλλων πλὴν ὑπὸ τοῦ ξυν– 3714 1.20.9a.8 : δήσαντος γενέσθαι. 3715 1.20.10.1 : 〈<21In eodem>21 (p. 38B. C).〉 3716 1.20.10.2 : Χρόνος δ´ οὖν μετ´ οὐρανοῦ γέγονεν, ἵνα ἅμα γεννη– 3717 1.20.10.3 : θέντες ἅμα καὶ λυθῶσιν, ἄν ποτε λύσις τις αὐτῶν γίγνη– 3718 1.20.10.4 : ται, καὶ κατὰ τὸ παράδειγμα τῆς διαιωνίας φύσεως, ἵν´ 3719 1.20.10.5 : ὡς ὁμοιότατος αὐτῷ κατὰ δύναμιν ᾖ· τὸ μὲν γὰρ δὴ 3720 1.20.10.6 : παράδειγμα πάντα αἰῶνά ἐστιν ὄν, ὁ δ´ αὖ διὰ τέλους 3721 1.20.10.7 : τὸν ἅπαντα 〈χρόνον〉 γεγονώς τε καὶ ὢν καὶ ἐσόμενος. 3722 1.20.10.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 41A. B). 3723 1.20.10.2 : Θεοὶ θεῶν, ὧν ἐγὼ δημιουργὸς πατήρ τε ἔργων, ἃ 3724 1.20.10.3 : δι´ ἐμοῦ γιγνόμενα ἄλυτα ἐμοῦ γε θέλοντος. Τὸ μὲν οὖν 3725 1.20.10.4 : δὴ δεθὲν πᾶν λυτόν· τό γε μὴν καλῶς ἁρμοσθὲν καὶ ἔχον 3726 1.20.10.5 : εὖ λύειν θέλειν κακοῦ. Διὸ καὶ ὑμεῖς ἐπείπερ γεγένησθε, 3727 1.20.10.6 : ἀθάνατοι μὲν οὐκ ἐστέ, οὐδ´ ἄλυτοι τὸ πάμπαν, οὔτι μὲν 3728 1.20.10.7 : δὴ λυθήσεσθέ γε, οὐδὲ τεύξεσθε θανάτου μοίρας, τῆς 3729 1.20.10.8 : ἐμῆς βουλήσεως μείζονος ἔτι δεσμοῦ καὶ κυριωτέρου λα– 3730 1.20.10.9 : χόντες ἐκείνων, οἷς ὅτε ἐγίγνεσθε συνεδεῖσθε. 3731 1.21.t.1 : {1Περὶ κόσμου καὶ εἰ ἔμψυχος καὶ προνοίαι 3732 1.21.t.2 : διοικούμενος καὶ ποῦ ἔχει τὸ ἡγεμονικὸν καὶ 3733 1.21.t.3 : πόθεν τρέφεται.}1 3734 1.21.1.1 : <20Πλάτωνος.>20 3735 1.21.1.2 : Πλάτων τὸν κόσμον ἔφησε ζῷον ἔμψυχον ἔννουν τε, 3736 1.21.1.3 : ὅτι τε ἀφ´ ἑαυτοῦ τρέφεται, τὸ δὲ ἡγεμονικὸν τοῦ κόσμου 3737 1.21.1.4 : ἐν οὐρανῷ τίθεται. Λέγει γοῦν οὕτως ἐν τῷ Τιμαίῳ (p. 30A. B): 3738 1.21.1.5 : Βουληθεὶς γὰρ ὁ θεὸς ἀγαθὰ μὲν πάντα, φλαῦρον 3739 1.21.1.6 : δὲ μηδὲν εἶναι κατὰ δύναμιν, οὕτω δὴ πᾶν ὅσον ἦν ὁρατὸν 3740 1.21.1.7 : παραλαβὼν οὐχ ἡσυχίαν ἄγον, ἀλλὰ κινούμενον πλημμελῶς 3741 1.21.1.8 : τε καὶ ἀτάκτως αὐτὸ ἤγαγεν ἐκ τῆς ἀταξίας, ἡγησάμενος 3742 1.21.1.9 : ἐκεῖνο τούτου πάντως ἄμεινον· θέμις δὲ οὔτε ἦν οὔτε ἔστι 3743 1.21.1.10 : τῷ ἀρίστῳ δρᾶν ἄλλο, πλὴν τὸ κάλλιστον. Λογισάμενος 3744 1.21.1.11 : οὖν εὕρισκεν ἐκ τῶν κατὰ φύσιν ὁρατῶν οὐδὲν ἀνόητον 3745 1.21.1.12 : τοῦ νοῦν ἔχοντος ὅλον ὅλου κάλλιον ἔσεσθαί ποτε ἔργον, 3746 1.21.1.13 : νοῦν δὲ αὖ χωρὶς ψυχῆς ἀδύνατον παραγενέσθαι τῳ. Διὰ 3747 1.21.1.14 : δὴ τὸν λογισμὸν τόνδε νοῦν μὲν ἐν ψυχῇ, ψυχὴν δὲ ἐν 3748 1.21.1.15 : σώματι συνιστὰς τὸ πᾶν συνετεκταίνετο, ὅπως ὅ τι κάλ– 3749 1.21.1.16 : λιστον εἴη κατὰ φύσιν ἄριστόν τε ἔργον ἀπειργασμένος. 3750 1.21.1.17 : Οὕτως οὖν δὴ κατὰ λόγον τὸν εἰκότα δεῖ λέγειν τόνδε τὸν 3751 1.21.1.18 : κόσμον ζῷον ἔμψυχον ἔννουν τε τῇ ἀληθείᾳ διὰ τὴν τοῦ 3752 1.21.1.19 : θεοῦ γενέσθαι πρόνοιαν. 3753 1.21.2.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 33C). 3754 1.21.2.2 : Ἀπῄει τε γὰρ οὐδὲν οὐδὲ προσῄει αὐτῷ ποθέν· οὐδὲ 3755 1.21.2.3 : γὰρ ἦν· αὐτὸ γὰρ ἑαυτῷ τροφὴν τὴν ἑαυτοῦ φθίσιν παρ– 3756 1.21.2.4 : έχον καὶ πάντ´ ἐν ἑαυτῷ καὶ ὑφ´ ἑαυτοῦ πάσχον καὶ δρῶν 3757 1.21.2.5 : ἐκ τέχνης γέγονεν. 3758 1.21.3a.1 : 〈<21Aetii>21 (II 1, 4–6 p. 328, 1 Diels.).〉 3759 1.21.3a.2 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 τὸν τοῦ ἡλίου περίδρομον εἶναι περι– 3760 1.21.3a.3 : γραφὴν τοῦ πέρατος τοῦ κόσμου. 3761 1.21.3a.4 : <20Σέλευκος>20 ὁ Ἐρυθραῖος καὶ <20Ἡρακλείδης>20 ὁ Πον– 3762 1.21.3a.5 : τικὸς ἄπειρον τὸν κόσμον. 3763 1.21.3a.6 : <20Διογένης>20 καὶ <20Μέλισσος>20 τὸ μὲν πᾶν ἄπειρον, τὸν 3764 1.21.3a.7 : δὲ κόσμον πεπεράνθαι. 3765 1.21.4.1 : 〈<21Aetii>21 (II 1, 7. 328, 10; 4, 14 p. 332, 14; 6, 1 p. 333, 3766 1.21.4.2 : 15 Diels.).〉 3767 1.21.4.3 : <20Οἱ Στωικοὶ>20 διαφέρειν τὸ πᾶν καὶ τὸ ὅλον· πᾶν 3768 1.21.4.4 : μὲν γὰρ εἶναι σὺν τῷ κενῷ τῷ ἀπείρῳ, ὅλον δὲ χωρὶς τοῦ 3769 1.21.4.5 : κενοῦ τὸν κόσμον. —Μήτε αὔξεσθαι δὲ μήτε μειοῦσθαι 3770 1.21.4.6 : τὸν κόσμον, τοῖς δὲ μέρεσιν ὁτὲ μὲν παρεκτείνεσθαι πρὸς 3771 1.21.4.7 : πλείονα τόπον, ὁτὲ δὲ συστέλλεσθαι. —Ἀπὸ γῆς δὲ ἄρ– 3772 1.21.4.8 : ξασθαι τὴν γένεσιν τοῦ κόσμου, καθάπερ ἀπὸ κέντρου, 3773 1.21.4.9 : ἀρχὴ δὲ σφαίρας τὸ κέντρον. 3774 1.21.5.1 : 〈<21Aetii>21 (II 3, 1. 2 p. 329, 12 Diels.).〉 3775 1.21.5.2 : Οἱ μὲν ἄλλοι πάντες ἔμψυχον τὸν κόσμον 〈καὶ〉 προ– 3776 1.21.5.3 : νοίᾳ διοικούμενον. 3777 1.21.5.4 : <20Λεύκιππος>20 δὲ καὶ <20Δημόκριτος>20 καὶ <20Ἐπίκου– 3778 1.21.5.5 : ρος>20 οὐδέτερα τούτων, φύσει δὲ ἀλόγῳ ἐκ τῶν ἀτόμων 3779 1.21.5.6 : συνεστῶτα. 3780 1.21.4.1 : 〈<20Πλουτάρχου.>20〉 3781 1.21.4.2 : Ὁμηρός φησι πεπερασμένον εἶναι τὸν κόσμον, δηλοῦ– 3782 1.21.4.3 : ται δὲ διὰ τούτων· 3783 1.21.4.4 : Τριχθὰ δὲ πάντα δέδασται, ἕκαστος δ´ ἔμμορε τιμῆς (Ο 189). 3784 1.21.4.5 : Τοῦτο τοίνυν ἑνὶ στίχῳ διαρρήδην ἐδήλωσεν, τὸ γὰρ ἄπει– 3785 1.21.4.6 : ρον οὐκ ἔστιν εἰς μοίρας διελεῖν. Καὶ ἐν τούτοις δὲ τὸ 3786 1.21.4.7 : αὐτὸ σημαίνει· 3787 1.21.4.8 : Ἤτοι ἐγὼν ἔλαχον πολιὴν ἅλα ναιέμεν αἰεὶ 3788 1.21.4.9 : παλλομένων, Ἀΐδης δ´ ἔλαχεν ζόφον ἠερόεντα, 3789 1.21.4.10 : Ζεὺς δ´ ἔλαχ´ οὐρανὸν 〈εὐρὺν〉 ἐν αἰθέρι καὶ νεφέλῃσι, 3790 1.21.4.11 : γαῖα δ´ ἔτι ξυνὴ πάντων καὶ μακρὸς Ὄλυμπος (Ο 190–193) 3791 1.21.4.12 : ὡς τῶν ἐν μέσῳ φύσεων πεποιημένος τὴν νέμησιν, τὰ δὲ 3792 1.21.4.13 : ἄκρα καὶ περατοῦντα ἀνέμητα καταλελοιπώς. Καὶ εἶναι 3793 1.21.4.14 : τὴν γῆν μὲν κατωτάτω πάντων, τὸν δὲ Ὄλυμπον ἀνωτάτω 3794 1.21.4.15 : δεδήλωκεν ἐν τούτῳ· 3795 1.21.4.16 : Ἀλλ´ ὅτε δὴ καὶ ἐγὼ πρόφρων ἐθέλοιμι ἐρύσσαι, 3796 1.21.4.17 : αὐτῇ κεν γαίῃ ἐρύσαιμ´ αὐτῇ τε θαλάσσῃ· 3797 1.21.4.18 : σειρὴν μέν κεν ἔπειτα περὶ ῥίον Οὐλύμποιο 3798 1.21.4.19 : δησαίμην, τὰ δέ κ´ αὖτε μετήορα πάντα γένοιτο (Θ 23–26) 3799 1.21.4.20 : Τὴν γὰρ γῆν μετέωρον γενήσεσθαί φησιν ἐξ ἕδρας ἀνα– 3800 1.21.4.21 : σπασθεῖσαν ὡς τὴν κατωτάτω [ὡς τὴν ἀνωτάτω]. 3801 1.21.5.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (epit. fr. phys. 31 p. 465 Diels.).〉 3802 1.21.5.2 : <20Χρυσίππου.>20 Κόσμον δ´ εἶναί φησιν ὁ <20Χρύσιπ– 3803 1.21.5.3 : πος>20 σύστημα ἐξ οὐρανοῦ καὶ γῆς καὶ τῶν ἐν τούτοις φύ– 3804 1.21.5.4 : σεων· ἢ τὸ ἐκ θεῶν καὶ ἀνθρώπων σύστημα καὶ ἐκ τῶν 3805 1.21.5.5 : ἕνεκα τούτων γεγονότων. Λέγεται δ´ ἑτέρως κόσμος ὁ 3806 1.21.5.6 : θεός, καθ´ ὃν ἡ διακόσμησις γίνεται καὶ τελειοῦται. Τοῦ 3807 1.21.5.7 : δὲ κατὰ τὴν διακόσμησιν λεγομένου κόσμου τὸ μὲν εἶναι 3808 1.21.5.8 : περιφερόμενον περὶ τὸ μέσον, τὸ δ´ ὑπομένον· περιφε– 3809 1.21.5.9 : ρόμενον μὲν τὸν αἰθέρα, ὑπομένον δὲ τὴν γῆν καὶ τὰ ἐπ´ 3810 1.21.5.10 : αὐτῆς ὑγρὰ καὶ τὸν ἀέρα. Τὸ γὰρ τῆς πάσης οὐσίας 3811 1.21.5.11 : πυκνότατον ὑπέρεισμα πάντων εἶναι κατὰ φύσιν, ὅνπερ 3812 1.21.5.12 : τρόπον ἐν ζῴῳ τὰ ὀστέα, τοῦτο δὲ καλεῖσθαι γῆν. Περὶ 3813 1.21.5.13 : δὲ ταύτην τὸ ὕδωρ περικεχύσθαι σφαιρικῶς, ὁμαλωτέραν 3814 1.21.5.14 : τὴν ἴσχυν διειληχός. Τῆς γὰρ γῆς ἐξοχάς τινας ἐχούσης 3815 1.21.5.15 : ἀνωμάλους διὰ τοῦ ὕδατος εἰς ὕψος ἀνηκούσας, ταύτας 3816 1.21.5.16 : δὴ νήσους καλεῖσθαι· τούτων δὲ τὰς ἐπὶ πλεῖον διηκού– 3817 1.21.5.17 : σας ἠπείρους προσηγορεῦσθαι ὑπ´ ἀγνοίας τοῦ περιέχε– 3818 1.21.5.18 : σθαι καὶ ταύτας πελάγεσι μεγάλοις. Ἀπὸ δὲ τοῦ ὕδατος 3819 1.21.5.19 : τὸν ἀέρα ἐξῆφθαι καθάπερ ἐξατμισθέντα, καὶ περικεχύ– 3820 1.21.5.20 : σθαι σφαιρικῶς· ἐκ δὲ τούτου τὸν αἰθέρα ἀραιότατον ὄντα 3821 1.21.5.21 : καὶ εἰλικρινέστατον. Τὸν μὲν οὖν κατὰ τὴν διακόσμησιν 3822 1.21.5.22 : λεγόμενον κόσμον εἰς ταύτας διακεκρίσθαι τὰς φύσεις· τὸ 3823 1.21.5.23 : δὲ περιφερόμενον αὐτῷ ἐγκυκλίως αἰθέρα εἶναι, ἐν ᾧ τὰ 3824 1.21.5.24 : ἄστρα καθίδρυται, τά τε ἀπλανῆ καὶ τὰ πλανώμενα, θεῖα 3825 1.21.5.25 : τὴν φύσιν ὄντα καὶ ἔμψυχα καὶ διοικούμενα κατὰ τὴν 3826 1.21.5.26 : πρόνοιαν. Τῶν μὲν οὖν ἀπλανῶν ἄστρων ἀκατάληπτον 3827 1.21.5.27 : εἶναι τὸ πλῆθος, τὰ δὲ πλανώμενα ἑπτὰ τὸν ἀριθμὸν 3828 1.21.5.28 : εἶναι, πάντα δὲ τὰ πλανώμενα ταπεινότερα τῶν ἀπλανῶν. 3829 1.21.5.29 : Τετάχθαι δὲ τὰ μὲν ἀπλανῆ ἐπὶ μιᾶς ἐπιφανείας, ὡς καὶ 3830 1.21.5.30 : ὁρᾶται· τὰ δὲ πλανώμενα ἐπ´ ἄλλης καὶ ἄλλης σφαίρας· 3831 1.21.5.31 : περιέχεσθαι δὲ πάσας τὰς τῶν πλανωμένων ὑπὸ τῆς τῶν 3832 1.21.5.32 : ἀπλανῶν σφαίρας. Τῶν δὲ πλανωμένων ὑψηλοτάτην εἶναι 3833 1.21.5.33 : μετὰ τὴν 〈τῶν〉 ἀπλανῶν τὴν τοῦ Κρόνου, μετὰ δὲ ταύτην 3834 1.21.5.34 : τὴν τοῦ Διός, εἶτα τὴν τοῦ Ἄρεος, ἐφεξῆς δὲ τὴν τοῦ 3835 1.21.5.35 : Ἑρμοῦ καὶ μετ´ αὐτὴν τὴν τῆς Ἀφροδίτης, εἶτα τὴν τοῦ 3836 1.21.5.36 : ἡλίου, ἐπὶ πᾶσι δὲ τὴν τῆς σελήνης, πλησιάζουσαν τῷ 3837 1.21.5.37 : ἀέρι. Διὸ καὶ ἀερωδεστέραν φαίνεσθαι καὶ μάλιστα δια– 3838 1.21.5.38 : τείνειν τὴν ἀπ´ αὐτῆς δύναμιν εἰς τὰ περίγεια. Ὑπὸ δὲ 3839 1.21.5.39 : τὴν σελήνην τὴν τοῦ ὑπ´ αὐτοῦ φερομένου ἀέρος, εἶτα 3840 1.21.5.40 : τὴν 〈τοῦ〉 ὕδατος, τελευταίαν δὲ τὴν τῆς γῆς, περὶ τὸ 3841 1.21.5.41 : μέσον σημεῖον τοῦ κόσμου κειμένης, ὃ δὴ τοῦ παντός ἐστι 3842 1.21.5.42 : κάτω, ἄνω δὲ τὸ ἀπ´ αὐτοῦ εἰς τὸ κύκλῳ πάντῃ. 3843 1.21.6a.1 : 〈<21Aetii>21 (II 3, 3 p. 330, 5 Diels.).〉 3844 1.21.6a.2 : <20Ἔκφαντος>20 ἐκ μὲν τῶν ἀτόμων συνεστάναι τὸν κό– 3845 1.21.6a.3 : σμον, διοικεῖσθαι δὲ ὑπὸ προνοίας. 3846 1.21.7.1 : 〈<21Aetii>21 (II 3, 4 p. 330, 8 et II 5, 1 p. 332, 29 Diels.).〉 3847 1.21.7.2 : <20Ἀριστοτέλης>20 οὔτε ἔμψυχον ὅλον δι´ ὅλου οὔτε 3848 1.21.7.3 : λογικὸν οὔτε νοερὸν οὔτε προνοίᾳ διοικούμενον. Τὰ μὲν 3849 1.21.7.4 : γὰρ οὐράνια πάντων τούτων κοινωνεῖν, σφαίρας γὰρ περι– 3850 1.21.7.5 : έχειν ἐμψύχους καὶ ζωτικάς, τὰ δὲ περίγεια μηδενὸς αὐτῶν, 3851 1.21.7.6 : τῆς δ´ εὐταξίας κατὰ συμβεβηκός, οὐ προηγουμένως μετέ– 3852 1.21.7.7 : χειν. —Εἰ δὲ τρέφεται ὁ κόσμος, καὶ φθαρήσεται· ἀλλὰ 3853 1.21.7.8 : μὴν οὐδεμιᾶς δεῖται τροφῆς, διὰ τοῦτο καὶ ἀΐδιος. 3854 1.21.8.1 : 〈<21Aetii>21 (II 4, 1 p. 330, 16; 1, 1 p. 327, 2; 6, 2 p. 333, 3855 1.21.8.2 : 17; 6, 5 p. 334, 8 Diels.).〉 3856 1.21.8.3 : <20Πυθαγόρας>20 φησὶ γενητὸν κατ´ ἐπίνοιαν τὸν κό– 3857 1.21.8.4 : σμον, οὐ κατὰ χρόνον. —Ὃς καὶ πρῶτος ὠνόμασε τὴν τῶν 3858 1.21.8.5 : ὅλων περιοχὴν κόσμον ἐκ τῆς ἐν αὐτῷ τάξεως. —Ἄρξα– 3859 1.21.8.6 : σθαι δὲ τὴν γένεσιν τοῦ κόσμου ἀπὸ πυρὸς καὶ τοῦ πέμ– 3860 1.21.8.7 : πτου στοιχείου. —Πέντε δὲ σχημάτων ὄντων στερεῶν, 3861 1.21.8.8 : ἅπερ καλεῖται καὶ μαθηματικά, ἐκ μὲν τοῦ κύβου φησὶ 3862 1.21.8.9 : γεγονέναι τὴν γῆν, ἐκ δὲ τῆς πυραμίδος τὸ πῦρ, ἐκ δὲ 3863 1.21.8.10 : τοῦ ὀκταέδρου τὸν ἀέρα, ἐκ δὲ τοῦ εἰκοσαέδρου 〈τὸ ὕδωρ, 3864 1.21.8.11 : ἐκ δὲ τοῦ δωδεκαέδρου〉 τὴν τοῦ παντὸς σφαῖραν. 3865 1.21.9.1 : 〈<21Aetii>21 (II 5, 3 p. 333, 4 et II 4, 15 p. 332, 19 Diels.).〉 3866 1.21.9.2 : <20Φιλόλαος>20 ἔφησε τὸ μὲν ἐξ οὐρανοῦ πυρὸς ῥυέντος, 3867 1.21.9.3 : τὸ δὲ ἐξ ὕδατος σεληνιακοῦ περιστροφῇ τοῦ ἀέρος ἀπο– 3868 1.21.9.4 : χυθέντος εἶναι τὰς ἀναθυμιάσεις τροφὰς τοῦ κόσμου. — 3869 1.21.9.5 : Τὸ δὲ ἡγεμονικὸν ἐν τῷ μεσαιτάτῳ πυρί, ὅπερ τρόπεως 3870 1.21.9.6 : δίκην προϋπεβάλλετο τῇ τοῦ παντὸς 〈σφαίρᾳ〉 ὁ δημι– 3871 1.21.9.7 : ουργὸς θεός. 3872 1.21.10.1 : 〈<21Aetii>21 (II 4, 16. 17 p. 332, 23 Diels.).〉 3873 1.21.10.2 : <20Κλεάνθης>20 ὁ Στωικὸς ἐν ἡλίῳ ἔφησεν εἶναι τὸ ἡγε– 3874 1.21.10.3 : μονικὸν τοῦ κόσμου. 3875 1.21.10.4 : <20Ἀρχέδημος>20 τὸ ἡγεμονικὸν τοῦ κόσμου ἐν γῇ ὑπάρ– 3876 1.21.10.5 : χειν ἀπεφήνατο. 3877 1.21.11.1 : 〈<21Aetii>21 (II 4, 3–5 p. 331, 5 Diels.).〉 3878 1.21.11.2 : <20Ἡράκλειτος>20 οὐ κατὰ χρόνον εἶναι γενητὸν τὸν κό– 3879 1.21.11.3 : σμον, ἀλλὰ κατ´ ἐπίνοιαν. 3880 1.21.11.4 : <20Ἐπίδικος>20 ὑπὸ φύσεως γεγενῆσθαι τὸν κόσμον. 3881 1.21.11.5 : <20Ἀρχέλαος>20 ὑπὸ θερμοῦ καὶ ἐμψυχρίας συστῆναι 3882 1.21.11.6 : τὸν κόσμον. 3883 1.21.7a.1 : <20Ἐκ τοῦ Φιλολάου Περὶ κόσμω>20 (fr. 1b Chaign., 3884 1.21.7a.2 : 3 Mull.). 3885 1.21.7a.3 : Ἀνάγκα τὰ ἐόντα εἶμεν πάντα ἢ περαίνοντα ἢ ἄπειρα 3886 1.21.7a.4 : ἢ περαίνοντά τε καὶ ἄπειρα, ἄπειρα δὲ μόνον οὔ κα εἴη. 3887 1.21.7a.5 : Ἐπεὶ τοίνυν φαίνεται οὔτ´ ἐκ περαινόντων πάντων ἐόντα 3888 1.21.7a.6 : οὔτ´ ἐξ ἀπείρων πάντων, δῆλόν τἆρα ὅτι ἐκ περαινόντων 3889 1.21.7a.7 : τε καὶ ἀπείρων ὅ τε κόσμος καὶ τὰ ἐν αὐτῷ συναρμόχθη. 3890 1.21.7a.8 : Δηλοῖ δὲ καὶ τὰ ἐν τοῖς ἔργοις. Τὰ μὲν γὰρ αὐτῶν ἐκ 3891 1.21.7a.9 : περαινόντων περαίνοντα, τὰ δ´ ἐκ περαινόντων τε καὶ 3892 1.21.7a.10 : ἀπείρων περαίνοντά τε καὶ οὐ περαίνοντα, τὰ δ´ ἐξ ἀπεί– 3893 1.21.7a.11 : ρων ἄπειρα φαίνεται. 3894 1.21.8.1 : 〈<21Eiusdem>21 (fr. 2 Chaign., 3 Mull.).〉 3895 1.21.8.2 : Καὶ πάντα γα μὰν τὰ γιγνωσκόμενα ἀριθμὸν ἔχοντι. 3896 1.21.8.3 : Οὐ γὰρ οἷόν τε οὐδὲν οὔτε νοηθῆμεν οὔτε γνωσθῆμεν 3897 1.21.8.4 : ἄνευ τούτου. 3898 1.21.9.1 : 〈<21Eiusdem>21 (fr. 3 Chaign., 3 Mull.).〉 3899 1.21.9.2 : Ὅ γα μὰν ἀριθμὸς ἔχει δύο μὲν ἴδια εἴδεα, περισσὸν 3900 1.21.9.3 : καὶ ἄρτιον, τρίτον δὲ ἀπ´ ἀμφοτέρων μιχθέντων, ἀρτιο– 3901 1.21.9.4 : πέρισσον. Ἑκατέρω δὲ τῶ εἴδεος πολλαὶ μορφαί, ὡς ἕκα– 3902 1.21.9.5 : στον αὐταυτὸ σημαίνει. 3903 1.21.10.1 : 〈<21Eiusdem>21 (fr. 4 Chaign., 3 Mull.).〉 3904 1.21.10.2 : Περὶ δὲ φύσιος καὶ ἁρμονίας ὧδε ἔχει· Ἁ μὲν ἐστὼ 3905 1.21.10.3 : τῶν πραγμάτων, ἀΐδιος ἔσσα καὶ αὐτὰ μὰν ἁ φύσις, θεία 3906 1.21.10.4 : ἐντὶ καὶ οὐκ ἀνθρωπίναν ἐνδέχεται γνῶσιν, πλάν γα ἢ ὅτι 3907 1.21.10.5 : οὐχ οἷόν τ´ ἦς οὐδὲν τῶν ἐόντων καὶ γιγνωσκόμενον ὑφ´ 3908 1.21.10.6 : ἁμῶν γενέσθαι, μὴ ὑπαρχοίσας τᾶς ἐστοῦς τῶν πρα– 3909 1.21.10.7 : γμάτων ἐξ ὧν συνέστα ὁ κόσμος καὶ τῶν περαινόντων 3910 1.21.10.8 : καὶ τῶν ἀπείρων. Ἐπεὶ δὲ ταὶ ἀρχαὶ ὑπᾶρχον οὐχ ὁμοῖαι 3911 1.21.10.9 : οὐδ´ ὁμόφυλοι ἔσσαι, ἤδη ἀδύνατον ἦς κα αὐταῖς κοσμη– 3912 1.21.10.10 : θῆμεν, αἰ μὴ ἁρμονία ἐπεγένετο, ᾡτινιῶν τρόπῳ ἐγένετο. 3913 1.21.10.11 : Τὰ μὲν ὦν ὁμοῖα καὶ ὁμόφυλα ἁρμονίας οὐδὲν ἐπεδέοντο, 3914 1.21.10.12 : τὰ δὲ ἀνόμοια μηδὲ ὁμόφυλα μηδὲ ἰσολαχῆ ἀνάγκα τᾷ 3915 1.21.10.13 : τοιαύτᾳ ἁρμονίᾳ συγκεκλεῖσθαι, αἰ μέλλοντι ἐν κόσμῳ 3916 1.21.10.14 : κατέχεσθαι. Ἁρμονίας δὲ μέγεθός ἐντι συλλαβὰ καὶ δι´ 3917 1.21.10.15 : ὀξειᾶν· τὸ δὲ δι´ ὀξειᾶν μεῖζον τᾶς συλλαβᾶς ἐπογδόῳ· 3918 1.21.10.16 : ἔντι γὰρ ἀπὸ ὑπάτας ἐπὶ μέσαν συλλαβά, ἀπὸ δὲ μέσας 3919 1.21.10.17 : ἐπὶ νεάταν δι´ ὀξειᾶν, ἀπὸ δὲ νεάτας ἐς τρίταν συλλαβά, 3920 1.21.10.18 : ἀπὸ δὲ τρίτας ἐς ὑπάταν δι´ ὀξειᾶν· τὸ δ´ ἐν μέσῳ 3921 1.21.10.19 : μέσας καὶ τρίτας ἐπόγδοον· ἁ δὲ συλλαβὰ ἐπίτριτον, 3922 1.21.10.20 : τὸ δὲ δι´ ὀξειᾶν ἡμιόλιον, 〈τὸ〉 διὰ πασᾶν δὲ διπλόον. 3923 1.21.10.21 : Οὕτως ἁρμονία πέντε ἐπόγδοα καὶ 〈δύο〉 διέσιες, δι´ ὀξειᾶν 3924 1.21.10.22 : δὲ τρία ἐπόγδοα καὶ δίεσις. 3925 1.21.8.1 : 〈<21Eiusdem>21 (fr. 4 Mullach.).〉 3926 1.21.8.2 : Τὸ πρᾶτον ἁρμοσθέν, τὸ ἕν, ἐν τῷ μέσῳ τᾶς σφαί– 3927 1.21.8.3 : ρας ἑστία καλεῖται. 3928 1.21.9.1 : <20Ἑρμοῦ ἐκ τοῦ πρὸς Τάτ>20 (inde a p. 191, 19= 3929 1.21.9.2 : p. 38b Patric.). 3930 1.21.9.3 : {〈ΤΑΤ〉} Ἐπεί μοι ἐν τοῖς ἔμπροσθεν γενικοῖς λόγοις 3931 1.21.9.4 : ὑπέσχου δηλῶσαι περὶ τῶν τριάκοντα ἓξ δεκανῶν, νῦν μοι 3932 1.21.9.5 : δήλωσον περὶ αὐτῶν καὶ τῆς τούτων ἐνεργείας. 3933 1.21.9.6 : {〈ἙΡΜ.〉} Οὐδεὶς φθόνος, ὦ Τάτ, καὶ ὁ κυριώτατος 3934 1.21.9.7 : πάντων λόγος καὶ κορυφαιότατος οὗτος ἂν εἴη· σὺ δὲ 3935 1.21.9.8 : νόει οὕτως. Ἔφαμέν σοι περὶ τοῦ ζῳδιακοῦ κύκλου, τοῦ 3936 1.21.9.9 : καὶ ζῳοφόρου, καὶ τῶν πέντε πλανητῶν καὶ ἡλίου καὶ σε– 3937 1.21.9.10 : λήνης καὶ τοῦ ἑκάστου τούτων κύκλου. 3938 1.21.9.11 : {〈ΤΑΤ〉} Ἔφης γάρ, ὦ Τρισμέγιστε. 3939 1.21.9.12 : {〈ἙΡΜ.〉} Οὕτως βούλομαί σε νοεῖν καὶ περὶ τῶν τριά– 3940 1.21.9.13 : κοντα ἓξ δεκανῶν μεμνημένον ἐκείνων, ἵν´ εὔγνωστός σοι 3941 1.21.9.14 : καὶ ὁ περὶ τούτων λόγος γένηται. 3942 1.21.9.15 : {〈ΤΑΤ〉} Μέμνημαι, ὦ πάτερ. 3943 1.21.9.16 : {〈ἙΡΜ.〉} Ἔφαμέν που, ὦ τέκνον, περιεκτικὸν τῶν 3944 1.21.9.17 : ἁπάντων εἶναι σῶμα· ἐννόησον οὖν καὶ αὐτὸς ὥσπερ κυ– 3945 1.21.9.18 : κλοειδὲς σχῆμα· καὶ γὰρ οὕτως ἔχει τὸ πᾶν. 3946 1.21.9.19 : {〈ΤΑΤ〉} Τοιοῦτον σχῆμα νοῶ οὕτως ὡς λέγεις, ὦ 3947 1.21.9.20 : πάτερ. 3948 1.21.9.21 : {〈ἙΡΜ.〉} Ὑπὸ δὲ τὸν κύκλον τοῦ σώματος τούτου τε– 3949 1.21.9.22 : τάχθαι τοὺς τριάκοντα ἓξ δεκανούς, μέσους τοῦ παντὸς 3950 1.21.9.23 : κύκλου 〈καὶ〉 τοῦ ζῳδιακοῦ, διορίζοντας ἀμφοτέρους τοὺς 3951 1.21.9.24 : κύκλους, καὶ ὥσπερ ἐκεῖνον μὲν κουφίζοντας τὸν ζῳδια– 3952 1.21.9.25 : κόν, [καθορίζοντας,] συμφερομένους 〈δὲ〉 τοῖς πλάνησι, 3953 1.21.9.26 : καὶ ἰσοδυναμεῖν τῇ τοῦ παντὸς φορᾷ κατὰ τὸ ἐναλλὰξ 3954 1.21.9.27 : τοῖς 〈θ´〉 ἑπτά· καὶ τὸ μὲν περιεκτικὸν ἐπέχειν σῶμα (ἔσχα– 3955 1.21.9.28 : τον γὰρ ἂν ἦν ἐν τῇ φορᾷ, αὐτὸ καθ´ αὑτὸ ὄν, τῷ τάχει)· 3956 1.21.9.29 : ἐπισπεύδειν δὲ τοὺς ἑπτὰ ἄλλους κύκλους διὰ τὸ βραδυ– 3957 1.21.9.30 : τέραν κίνησιν κινεῖσθαι τοῦ παντὸς κύκλου. Ὥσπερ οὖν 3958 1.21.9.31 : ἀνάγκη αὐτοὺς κινεῖσθαι καὶ 〈τὸν〉 τοῦ παντός. Νοήσωμεν 3959 1.21.9.32 : οὖν καὶ [τὰς] τῶν ἑπτὰ καὶ 〈τοῦ〉 παντὸς τὸν κύκλον, μᾶλ– 3960 1.21.9.33 : λον δὲ τὰ ἐν κόσμῳ ἅπαντα ὡσπερεὶ φύλακας αὐτοὺς περι– 3961 1.21.9.34 : ίστασθαι, καὶ συνέχοντας τὰ πάντα καὶ τηροῦντας τὴν 3962 1.21.9.35 : τῶν πάντων εὐταξίαν. 3963 1.21.9.36 : {〈ΤΑΤ〉} Οὕτως γὰρ νοῶ, πάτερ, ἐξ ὧν λέγεις. 3964 1.21.9.37 : {〈ἙΡΜ.〉} Ἔτι δὲ νόησον, Τάτ, ὅτι καὶ ἀπαθεῖς εἰσιν, 3965 1.21.9.38 : ὧν οἱ ἄλλοι ἀστέρες πάσχουσιν· οὔτε γὰρ ἐπεχόμενοι τὸν 3966 1.21.9.39 : δρόμον στηρίζουσιν οὔτε κωλυόμενοι ἀναποδίζουσιν, ἀλλ´ 3967 1.21.9.40 : οὐδὲ μὴν ὑπὸ τοῦ φωτὸς τοῦ ἡλίου σκέπονται, ἅπερ 3968 1.21.9.41 : πάσχουσιν οἱ ἄλλοι ἀστέρες· ἐλεύθεροι δὲ ὄντες ὑπεράνω 3969 1.21.9.42 : πάντων ὥσπερ φύλακες ἀκριβεῖς καὶ ἐπίσκοποι τοῦ παν– 3970 1.21.9.43 : τὸς περιέχονται τῷ νυχθημέρῳ τὸ πᾶν. 3971 1.21.9.44 : {〈ΤΑΤ〉} Ἆρ´ οὖν καὶ οὗτοι, ὦ πάτερ, ἔχουσι πρὸς 3972 1.21.9.45 : ἡμᾶς ἐνέργειαν; 3973 1.21.9.46 : {〈ἙΡΜ.〉} Τὴν μεγίστην, ὦ τέκνον. Εἰ γὰρ ἐκείνοις 3974 1.21.9.47 : ἐνεργοῦσι, πῶς οὐ καὶ ἡμῖν; καὶ καθ´ ἕνα ἕκαστον καὶ 3975 1.21.9.48 : κοινῇ; Οὕτως, ὦ τέκνον, τῶν καθολικῶς πάντων συμβαι– 3976 1.21.9.49 : νόντων τῇ ἐνεργείᾳ ἀπὸ τούτων ἐστιν. οἷον (ὃ λέγω νόη– 3977 1.21.9.50 : σον) βασιλειῶν μετατροπαί, πόλεων ἐπαναστάσεις, λιμοί, 3978 1.21.9.51 : λοιμοί, ἀμπώτεις θαλάσσης, γῆς σεισμοί, οὐδὲν τούτων, 3979 1.21.9.52 : ὦ τέκνον, χωρὶς τῆς τούτων ἐνεργείας γίνεται. Ἔτι τε 3980 1.21.9.53 : πρὸς τούτοις νόησον· εἰ γὰρ οὗτοι μὲν ἐπιστατοῦσιν ἐκεί– 3981 1.21.9.54 : νων, ἡμεῖς δὲ καὶ ὑπὸ τοὺς ἑπτά ἐσμεν, οὐ νοεῖς καὶ εἰς 3982 1.21.9.55 : ἡμᾶς τινα ἐκείνων φθάνειν ἐνέργειαν, ἤτοι ὑπ´ αὐτῶν, 3983 1.21.9.56 : ἢ δι´ ἐκείνων; 3984 1.21.9.57 : {〈ΤΑΤ〉} Τίς 〈δ´ ἂν〉 αὐτοῖς εἴη, ὦ πάτερ, ὁ τοῦ 3985 1.21.9.58 : σώματος τύπος; 3986 1.21.9.59 : {〈ἙΡΜ.〉} Τούτους οὖν καλοῦσιν οἱ πολλοὶ δαίμονας· 3987 1.21.9.60 : οὐδὲ γὰρ ἴδιόν τί ἐστι γένος τὸ τῶν δαιμόνων οὔτε ἄλλα 3988 1.21.9.61 : σώματα ἔχοντες ἐξ ἰδίας τινὸς ὕλης οὔτε ψυχῇ κινού– 3989 1.21.9.62 : μενοι ὥσπερ ἡμεῖς, ἀλλὰ ἐνέργειαί εἰσι τῶν τριάκοντα ἓξ 3990 1.21.9.63 : τούτων θεῶν. 3991 1.21.9.64 : Ἔτι δὲ πρὸς τούτοις νόησον, ὦ Τάτ, ἐνέργημα τού– 3992 1.21.9.65 : των, ὅτι καὶ εἰς τὴν γῆν σπερματίζουσιν ἃς καλοῦσι 3993 1.21.9.66 : <20τάνας>20, τὰς μὲν σωτηρίους, τὰς δὲ ὀλεθριωτάτας. 3994 1.21.9.67 : Ἔτι καὶ ἐν οὐρανῷ φερόμενοι ἀστέρες γεννῶσιν αὐτοῖς 3995 1.21.9.68 : <20ὑπολειτουργούς,>20 〈οὓς〉 καὶ ὑπηρέτας καὶ στρατιώτας 3996 1.21.9.69 : ἔχουσιν. Οὗτοι δὲ ὑπ´ ἐκείνων μιγνύμενοι φέρονται ἐν 3997 1.21.9.70 : τῷ αἰθέρι αἰωρούμενοι, τὸν τούτου τόπον ἀναπληροῦντες, 3998 1.21.9.71 : ὅπως μηδεὶς ᾖ τόπος ἄνω κενὸς ἀστέρων, συγκοσμοῦντες 3999 1.21.9.72 : τὸ πᾶν, ἐνέργειαν ἰδίαν ἔχοντες, ὑποτεταγμένην δὲ 〈τῇ〉 4000 1.21.9.73 : τῶν τριάκοντα ἓξ ἐνεργείᾳ· ἐξ ὧν καὶ κατὰ τὰς χώρας 4001 1.21.9.74 : φθοραὶ γίνονται τῶν ἄλλων ἐμψύχων ζῴων καὶ ἡ πλη– 4002 1.21.9.75 : θὺς τῶν λυμαινομένων ζῴων τοὺς καρπούς. 4003 1.21.9.76 : Ὑπὸ δὲ τούτους ἐστὶν ἡ καλουμένη <20ἄρκτος,>20 κατὰ 4004 1.21.9.77 : μέσον τοῦ ζῳδιακοῦ, ἐξ ἀστέρων συγκειμένη ἑπτά, ἔχουσα 4005 1.21.9.78 : ἀντίζυγον ἑτέραν ὑπὲρ κεφαλῆς. Ταύτης μὲν ἡ ἐνέργειά 4006 1.21.9.79 : ἐστι καθάπερ ἄξονος, μηδαμοῦ μὲν δυνούσης μηδὲ ἀνατελ– 4007 1.21.9.80 : λούσης, μενούσης δὲ ἐν τῷ αὐτῷ τόπῳ, [τῆς] περὶ 〈τὸ〉 αὐτὸ 4008 1.21.9.81 : στρεφομένης, ἐνεργούσης δὲ τὴν 〈τοῦ〉 ζῳοφόρου κύκλου 4009 1.21.9.82 : 〈περιφοράν〉, παραδιδοῦσαν τὸ πᾶν τοῦτο ἀπὸ μὲν τῆς 4010 1.21.9.83 : νυκτὸς ἡμέρᾳ, ἀπὸ 〈δ´〉 ἡμέρας νυκτί. 4011 1.21.9.84 : Μετὰ δὲ ταύτην ἐστὶν <20ἄλλος χορὸς ἀστέρων,>20 4012 1.21.9.85 : οὓς ἡμεῖς προσηγοριῶν οὐ κατηξιώσαμεν, οἱ δὲ μεθ´ 4013 1.21.9.86 : ἡμᾶς μιμησάμενοι μὲν καὶ αὐτοὶ προσηγορίας τούτοις 4014 1.21.9.87 : θήσονται. 4015 1.21.9.88 : Κάτωθεν δὲ τῆς σελήνης εἰσὶν <20ἕτεροι ἀστέρες>20 4016 1.21.9.89 : φθαρτοί, ἀργοί, πρὸς ὀλίγον χρόνον συνιστάμενοι, εἰς 4017 1.21.9.90 : τὸν ὑπὲρ γῆς ἀέρα ἐξ αὐτῆς τῆς γῆς ἀναθυμιώμενοι, 4018 1.21.9.91 : οὓς καὶ ἡμεῖς ὁρῶμεν διαλυομένους, τὴν φύσιν ὁμοίαν 4019 1.21.9.92 : ἔχοντας τοῖς ἀχρήστοις τῶν ἐπὶ γῆς ζῴων, ἐπὶ ἕτερον 4020 1.21.9.93 : δὲ οὐδὲν γίνεται ἢ ἵνα μόνον φθαρῇ, οἷον τὸ τῶν μυιῶν 4021 1.21.9.94 : γένος καὶ τῶν ψυλλῶν καὶ τῶν σκωλήκων καὶ τῶν ἄλλων 4022 1.21.9.95 : τῶν ὁμοίων καὶ γὰρ ἐκεῖνα, ὦ Τάτ, οὔτε ἡμῖν οὔτε τῷ 4023 1.21.9.96 : κόσμῳ χρήσιμά ἐστι, τοὐναντίον δὲ λυπεῖ ἐνοχλοῦντα, 4024 1.21.9.97 : παρακολουθήματα ὄντα τῆς φύσεως καὶ κατὰ τὸ περισ– 4025 1.21.9.98 : σὸν τὴν γένεσιν ἔχοντα· τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ οἱ ἀπὸ 4026 1.21.9.99 : τῆς γῆς ἀναθυμιώμενοι ἀστέρες τὸν μὲν ἄνω τόπον οὐ 4027 1.21.9.100 : καταλαμβάνουσιν (ἀδυνατοῦσι γὰρ ὡς κάτωθεν ἀνιόντες), 4028 1.21.9.101 : πολὺ δὲ 〈τὸ〉 ἐμβριθὲς ἔχοντες, ἑλκόμενοι κάτω ὑπὸ τῆς 4029 1.21.9.102 : ἰδίας ὕλης διαχέονται ταχέως καὶ διαλυθέντες πίπτουσι 4030 1.21.9.103 : πάλιν εἰς γῆν μηδὲν 〈ἕτερον〉 ἐνεργήσαντες, ἢ μόνον 4031 1.21.9.104 : ὀχλήσαντες τῷ ὑπὲρ γῆν ἀέρι. 4032 1.21.9.105 : Ἕτερόν ἐστι γένος, ὦ Τάτ, τὸ τῶν καλουμένων <20κο– 4033 1.21.9.106 : μητῶν,>20 κατὰ καιρὸν ἐπιφαινομένων καὶ πάλιν μετὰ 4034 1.21.9.107 : χρόνον ὀλίγον ἀφανῶν γινομένων, μήτε ἀνατελλόντων 4035 1.21.9.108 : μήτε δυνόντων μήτε διαλυομένων, οἵτινες φανεροὶ ἄγγε– 4036 1.21.9.109 : λοι καὶ κήρυκες καθολικῶν ἀποτελεσμάτων γίνονται μελ– 4037 1.21.9.110 : λόντων ἔσεσθαι· οὗτοι δὲ τὸν τόπον ἔχουσιν ὑπὸ τὸν 4038 1.21.9.111 : κύκλον τὸν τοῦ ἡλίου. Ἐπὰν οὖν μέλλῃ τι τῷ κόσμῳ 4039 1.21.9.112 : συμβαίνειν, οὗτοι φαίνονται 〈καὶ〉 φανέντες ὀλίγας ἡμέρας, 4040 1.21.9.113 : πάλιν ὑπὸ τὸν κύκλον ἐλθόντες τοῦ ἡλίου ἀφανεῖς μένου– 4041 1.21.9.114 : σιν, ἐν τῷ ἀπηλιώτῃ φανέντες 〈ἄλλοι〉, ἄλλοι δὲ ἐν τῷ 4042 1.21.9.115 : βορρᾷ, ἄλλοι δὲ ἐν τῷ λιβί, ἄλλοι δὲ ἐν τῷ νότῳ· 4043 1.21.9.116 : <20μάντεις>20 δὲ τούτους προσηγορεύσαμεν. Καὶ ἀστέρων 4044 1.21.9.117 : ἥδε φύσις. 4045 1.21.9.118 : [Ἀστέρες δὲ ἄστρων διαφορὰν ἔχουσιν. Ἀστέρες μὲν 4046 1.21.9.119 : γάρ εἰσιν οἱ ἐν τῷ οὐρανῷ αἰωρούμενοι, ἄστρα δὲ τὰ 4047 1.21.9.120 : ἐγκείμενα ἐν τῷ σώματι τοῦ οὐρανοῦ, συμφερόμενα δὲ 4048 1.21.9.121 : τῷ οὐρανῷ, ἐξ ὧν <20δώδεκα ζῴδια>20 προσηγορεύσαμεν.] 4049 1.21.9.122 : Ὁ ταῦτα μὴ ἀγνοήσας ἀκριβῶς δύναται νοῆσαι τὸν 4050 1.21.9.123 : θεόν, εἰ δὲ καὶ τολμήσαντα δεῖ εἰπεῖν, καὶ αὐτόπτης γε– 4051 1.21.9.124 : νόμενος θεάσασθαι καὶ θεασάμενος μακάριος γενέσθαι. 4052 1.21.9.125 : {〈ΤΑΤ〉} Μακάριος ὡς ἀληθῶς, ὦ πάτερ, ὁ τοῦτον 4053 1.21.9.126 : θεασάμενος. 4054 1.21.9.127 : {〈ἙΡΜ.〉} Ἀλλ´ ἀδύνατον, ὦ τέκνον, τὸν ἐν σώματι 4055 1.21.9.128 : τούτου εὐτυχῆσαι. Δεῖ δὲ προγυμνάζειν αὑτοῦ τινα τὴν 4056 1.21.9.129 : ψυχὴν ἐνθάδε, ἵνα ἐκεῖ γενομένη, ὅπου αὐτὴν ἔξεστι θεά– 4057 1.21.9.130 : σασθαι, ὁδοῦ μὴ σφαλῇ. Ὅσοι δὲ ἄνθρωποι φιλοσώματοί 4058 1.21.9.131 : εἰσιν, οὗτοι οὐκ ἄν ποτε θεάσαιντο τὴν τοῦ καλοῦ καὶ 4059 1.21.9.132 : ἀγαθοῦ ὄψιν. Οἷον γάρ ἐστι κάλλος, ὦ τέκνον, τὸ μήτε 4060 1.21.9.133 : σχῆμα μήτε χρῶμα μήτε σῶμα ἔχον. 4061 1.21.9.134 : {〈ΤΑΤ〉} Εἴη δ´ ἄν τι, ὦ πάτερ, χωρὶς τούτων καλόν; 4062 1.21.9.135 : {〈ἙΡΜ.〉} Μόνος ὁ θεός, ὦ τέκνον, μᾶλλον δὲ τὸ μεῖ– 4063 1.21.9.136 : ζόν τι ὄν, τοῦ θεοῦ τὸ ὄνομα. 4064 1.22.t.1 : {1Περὶ τάξεως τοῦ κόσμου· 〈εἰ ἓν τὸ πᾶν.〉}1 4065 1.22.1a.1 : 〈<21Aetii>21 (II 7, 1 p. 335, 4 Diels.).〉 4066 1.22.1a.2 : <20Παρμενίδης>20 στεφάνας εἶναι περιπεπλεγμένας ἐπαλ– 4067 1.22.1a.3 : λήλους, τὴν μὲν ἐκ τοῦ ἀραιοῦ, τὴν δὲ ἐκ τοῦ πυκνοῦ· 4068 1.22.1a.4 : μικτὰς δὲ ἄλλας 〈ἐκ〉 φωτὸς καὶ σκότους μεταξὺ τούτων· 4069 1.22.1a.5 : καὶ τὸ περιέχον δὲ πάσας τείχους δίκην στερεὸν ὑπάρχειν, 4070 1.22.1a.6 : ὑφ´ ᾧ πυρώδης στεφάνη· καὶ τὸ μεσαίτατον πασῶν περὶ 4071 1.22.1a.7 : ὃ πάλιν πυρώδης· τῶν δὲ συμμιγῶν τὴν μεσαιτάτην ἁπά– 4072 1.22.1a.8 : σαις αἰτίαν πάσης κινήσεως καὶ γενέσεως ὑπάρχειν, ἥντινα 4073 1.22.1a.9 : καὶ δαίμονα κυβερνῆτιν καὶ κλῃδοῦχον ἐπονομάζει, δίκην 4074 1.22.1a.10 : τε καὶ ἀνάγκην. Καὶ τῆς μὲν γῆς ἀπόκρισιν εἶναι τὸν 4075 1.22.1a.11 : ἀέρα, διὰ τὴν βιαιοτέραν αὐτῆς ἐξατμισθέντα πίλησιν, 4076 1.22.1a.12 : τοῦ δὲ πυρὸς ἀναπνοὴν τὸν ἥλιον καὶ τὸν γαλαξίαν κύκλον· 4077 1.22.1a.13 : συμμιγῆ δ´ ἐξ ἀμφοῖν εἶναι τὴν σελήνην, τοῦ τ´ ἀέρος 4078 1.22.1a.14 : καὶ τοῦ πυρός. Περιστάντος δ´ ἀνωτάτω πάντων τοῦ 4079 1.22.1a.15 : αἰθέρος ὑπ´ αὐτῷ τὸ πυρῶδες ὑποταγῆναι τοῦθ´ ὅπερ 4080 1.22.1a.16 : κεκλήκαμεν οὐρανόν, ὑφ´ ᾧ ἤδη τὰ περίγεια. 4081 1.22.2.1 : 〈<21Aetii>21 (II 7, 5 p. 336, 12 Diels.)〉 4082 1.22.2.2 : <20Ἀριστοτέλης>20 πρῶτον αἰθέρα ἀπαθῆ, πέμπτον 4083 1.22.2.3 : τι σῶμα, μεθ´ ὃν παθητὰ πῦρ, ἀέρα, ὕδωρ, τελευταίαν 4084 1.22.2.4 : δὲ γῆν. 4085 1.22.3.1 : 〈<21Arii Didymi>21 epit. (fr. phys. 9 p. 450 Diels.) de Ari- 4086 1.22.3.2 : stotele.〉 4087 1.22.3.3 : Περιέχεσθαι δὲ ταῦτα ὑπὸ τοῦ αἰθέρος, ἔνθα τὰ 4088 1.22.3.4 : θεῖα διανενεμημένα κατὰ σφαίρας ἵδρυται τῶν λεγομένων 4089 1.22.3.5 : ἀπλανῶν τε καὶ πλανωμένων ἀστέρων. Ὅσας δὲ εἶναι 4090 1.22.3.6 : τὰς σφαίρας, τοσούτους ὑπάρχειν καὶ τοὺς κινοῦντας θεοὺς 4091 1.22.3.7 : ταύτας, ὧν μέγιστον τὸν πάσας περιέχοντα, ζῷον ὄντα 4092 1.22.3.8 : λογικὸν καὶ μακάριον, συνεκτικὸν καὶ προνοητικὸν τῶν 4093 1.22.3.9 : οὐρανίων. Συνεστάναι δὲ τὰ ἄστρα καὶ τὸν οὐρανὸν ἐκ 4094 1.22.3.10 : τοῦ αἰθέρος, τοῦτον δὲ οὔτε βαρὺν οὔτε κοῦφον οὔτε γε– 4095 1.22.3.11 : νητὸν οὔτε φθαρτὸν οὔτε αὐξόμενον οὔτε μειούμενον ἐς 4096 1.22.3.12 : ἀεὶ διαμένειν ἄτρεπτον καὶ ἀναλλοίωτον, πεπερασμένον 4097 1.22.3.13 : καὶ σφαιροειδῆ καὶ ἔμψυχον, κινούμενον περὶ τὸ μέσον 4098 1.22.3.14 : ἐγκυκλίως. 4099 1.22.4.1 : 〈<21Aetii>21 (II 7, 7 p. 336, 20 Diels.).〉 4100 1.22.4.2 : <20Φιλόλαος>20 πῦρ ἐν μέσῳ περὶ τὸ κέντρον, ὅπερ ἑστίαν 4101 1.22.4.3 : τοῦ παντὸς καλεῖ καὶ Διὸς οἶκον καὶ μητέρα θεῶν, βωμόν 4102 1.22.4.4 : τε καὶ συνοχὴν καὶ μέτρον φύσεως· καὶ πάλιν πῦρ ἕτερον 4103 1.22.4.5 : ἀνωτάτω, τὸ περιέχον. Πρῶτον δ´ εἶναι φύσει τὸ μέσον, 4104 1.22.4.6 : περὶ δὲ τοῦτο δέκα σώματα θεῖα χορεύειν, οὐρανόν, τοὺς <ε> 4105 1.22.4.7 : πλανήτας, μεθ´ οὓς ἥλιον, ὑφ´ ᾧ σελήνην, ὑφ´ ᾗ τὴν γῆν, 4106 1.22.4.8 : ὑφ´ ᾗ τὴν ἀντίχθονα, μεθ´ ἃ σύμπαντα τὸ πῦρ, ἑστίας 4107 1.22.4.9 : περὶ τὰ κέντρα τάξιν ἐπέχον. Τὸ μὲν οὖν ἀνωτάτω μέρος 4108 1.22.4.10 : τοῦ περιέχοντος, ἐν ᾧ τὴν εἰλικρίνειαν εἶναι τῶν στοιχείων, 4109 1.22.4.11 : Ὄλυμπον καλεῖ· τὰ δὲ ὑπὸ τὴν τοῦ Ὀλύμπου φοράν, ἐν 4110 1.22.4.12 : ᾧ τοὺς πέντε πλανήτας μεθ´ ἡλίου καὶ σελήνης τετάχθαι, 4111 1.22.4.13 : κόσμον. Τὸ δ´ ὑπὸ τούτοις ὑποσέληνόν τε καὶ περίγειον 4112 1.22.4.14 : μέρος, ἐν ᾧ τὰ τῆς φιλομεταβόλου γενέσεως, οὐρανόν. Καὶ 4113 1.22.4.15 : περὶ μὲν τὰ τεταγμένα τῶν μετεώρων γίνεσθαι τὴν σοφίαν, 4114 1.22.4.16 : περὶ δὲ τῶν γινομένων τὴν ἀταξίαν τὴν ἀρετήν, τελείαν 4115 1.22.4.17 : μὲν ἐκείνην, ἀτελῆ δὲ ταύτην. 4116 1.22.5.1 : 〈<21Aetii>21 (II 7, 2. 3 p. 336, 4 Diels.).〉 4117 1.22.5.2 : <20Λεύκιππος>20 καὶ <20Δημόκριτος>20 χιτῶνα κύκλῳ καὶ 4118 1.22.5.3 : ὑμένα περιτείνουσι τῷ κόσμῳ, διὰ τῶν ἀγκιστροειδῶν 4119 1.22.5.4 : ἀτόμων συμπεπλεγμένον. 4120 1.22.5.5 : <20Ἐπίκουρος>20 ἐνίων μὲν κόσμων ἀραιὸν τὸ πέρας, ἐνίων 4121 1.22.5.6 : δὲ πυκνόν, καὶ τούτων τὰ μέν τινα κινούμενα, τὰ δ´ ἀκίνητα. 4122 1.22.6.1 : 〈<21Aetii>21 (II 6, 4 p. 334, 1 Diels.) et <21Platonis>21 Timaei.〉 4123 1.22.6.2 : <20Πλάτων>20 τὸν ὁρατὸν κόσμον γεγονέναι παράδειγμα 4124 1.22.6.3 : τοῦ νοητοῦ κόσμου. Τοῦ δὲ ὁρατοῦ προτέραν μὲν τὴν 4125 1.22.6.4 : ψυχήν, μετὰ δὲ ταύτην τὸ σωματοειδές, τὸ ἐκ πυρὸς μὲν 4126 1.22.6.5 : καὶ γῆς πρῶτον, ὕδατος δὲ καὶ ἀέρος δεύτερον. 4127 1.22.6.6 : Λέγει γοῦν ἐν Τιμαίῳ (p. 32C. D) οὕτως· „Τῶν δὲ δὴ 4128 1.22.6.7 : τεττάρων ἓν ὅλον ἕκαστον εἴληφεν ἡ τοῦ κόσμου σύστα– 4129 1.22.6.8 : σις· ἐκ γὰρ πυρὸς παντὸς ὕδατός τε καὶ ἀέρος καὶ γῆς 4130 1.22.6.9 : συνέστησεν αὐτὸν ὁ συνιστάς, μέρος οὐδὲν οὐδενὸς οὐδὲ 4131 1.22.6.10 : δύναμιν ἔξωθεν ὑπολείπων, τάδε διανοηθείς, πρῶτον μὲν 4132 1.22.6.11 : ἵνα ὅλον ὅτι μάλιστα ζῷον τέλειον ἐκ τελείων τῶν μερῶν 4133 1.22.6.12 : εἴη, πρὸς δὲ τούτοις ἕν, ἅτε οὐχ ὑπολελειμμένων ἐξ ὧν 4134 1.22.6.13 : ἄλλο τοιοῦτον γένοιτ´ ἄν.“ 4135 1.22.2.1 : 〈<20Πλουτάρχου.>20〉 4136 1.22.2.2 : Ὅμηρος τὸν αἰθέρα τοῦ ἀέρος ὑψηλότερον εἶναί φη– 4137 1.22.2.3 : σιν, εἴρηκε δὲ οὕτως (Ξ 287 sq.)· 4138 1.22.2.4 : Εἰς ἐλάτην ἀναβὰς περιμήκετον, ἣ τότ´ ἐν Ἴδῃ 4139 1.22.2.5 : μακροτάτη πεφυυῖα δι´ ἠέρος αἰθέρ´ ἵκανεν. 4140 1.22.2.6 : Ἐπέκεινα δὲ τοῦ αἰθέρος τὸν οὐρανὸν ὑπάρχειν ἀπεφή– 4141 1.22.2.7 : νατο· λέγει γὰρ τοιῶσδε (Ρ 424. 425)· 4142 1.22.2.8 : Ὣς οἳ μὲν μάρναντο, σιδήρειος δ´ ὀρυμαγδὸς 4143 1.22.2.9 : χάλκεον οὐρανὸν ἧκε δι´ αἰθέρος ἀτρυγέτοιο 4144 1.22.2.10 : Ἐπὶ πᾶσι δὲ τὸν Ὄλυμπον ὑπάρχειν κατ´ ἐξοχήν τινα καὶ 4145 1.22.2.11 : θειότητα· φησὶ γὰρ οὕτως (Α 497)· 4146 1.22.2.12 : Ἠερίη δ´ ἀνέβη μέγαν οὐρανὸν Οὔλυμπόν τε. 4147 1.22.2.13 : Τὸ γὰρ ἀπωτάτω τῆς γῆς καὶ μήτε τὴν σκιὰν αὐτῆς μήτε 4148 1.22.2.14 : τὰς ἀναθυμιάσεις προσδεχόμενον, ὡς ἀειλαμπὲς καὶ ὁλο– 4149 1.22.2.15 : λαμπὲς Ὄλυμπον οἱ παλαιοὶ προσηγόρευσαν. Τοῦτο δὲ 4150 1.22.2.16 : καὶ δι´ αὐτῶν δηλοῦται ἐν οἷς φησι τοιῶσδε (ζ 42–45)· 4151 1.22.2.17 : Οὔλυμπόνδ´, ὅθι φασὶ θεῶν ἕδος ἀσφαλὲς αἰεὶ 4152 1.22.2.18 : ἔμμεναι, οὔτ´ ἀνέμοισι τινάσσεται οὔτε ποτ´ ὄμβρῳ 4153 1.22.2.19 : δεύεται, οὐδὲ χιὼν ἐπικίδναται, ἀλλὰ μάλ´ αἴθρη 4154 1.22.2.20 : πέπταται ἀνέφελος, λευκὴ δ´ ἐπιδέδρομεν αἴγλη. 4155 1.22.3a.t : {1Εἰ ἓν τὸ πᾶν.}1 4156 1.22.3a.1 : 〈<21Aetii>21 (I 5, 2. 1. 4 p. 291. 292 Diels.).〉 4157 1.22.3a.2 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 κόσμον ἕνα· οὐ μέντοι τὸ πᾶν εἶναι 4158 1.22.3a.3 : τὸν κόσμον, ἀλλὰ ὀλίγον τι τοῦ παντὸς μέρος· τὸ δὲ λοι– 4159 1.22.3a.4 : πὸν ὕλην. 4160 1.22.3a.5 : <20Οἱ>20 μὲν οὖν <20ἀπὸ τῆς στοᾶς>20 ἕνα κόσμον ἀπεφή– 4161 1.22.3a.6 : ναντο, ὃν δὴ καὶ τὸ πᾶν ἔφασαν εἶναι τὸ σωματικόν. 4162 1.22.3a.7 : <20Μητρόδωρος,>20 ὁ καθηγητὴς Ἐπικούρου, φησὶν ἄτο– 4163 1.22.3a.8 : πον εἶναι ἐν μεγάλῳ πεδίῳ ἕνα στάχυν γενηθῆναι καὶ ἕνα 4164 1.22.3a.9 : κόσμον ἐν τῷ ἀπείρῳ. Ὅτι δὲ ἄπειρος κατὰ τὸ πλῆθος, 4165 1.22.3a.10 : δῆλον ἐκ τοῦ ἄπειρα τὰ αἴτια εἶναι. Εἰ γὰρ 〈ὅδε〉 ὁ 4166 1.22.3a.11 : κόσμος πεπερασμένος, τὰ δ´ αἴτια πάντα ἄπειρα ἐξ ὧν 4167 1.22.3a.12 : ὅδε ὁ κόσμος γέγονεν, ἀνάγκη ἀπείρους εἶναι. Ὅπου γὰρ 4168 1.22.3a.13 : 〈ἀπέραντα〉 τὰ αἴτια, ἐκεῖ καὶ 〈τὰ〉 ἀποτελέσματα. Αἴτια 4169 1.22.3a.14 : δὲ ἤτοι αἱ ἄτομοι ἢ τὰ στοιχεῖα. 4170 1.22.4.1 : 〈<21Aetii>21 (II 1, 2. 3 p. 327, 8 Diels.).〉 4171 1.22.4.2 : <20Θαλῆς, Πυθαγόρας, Ἐμπεδοκλῆς, Ἔκφαν– 4172 1.22.4.3 : τος, Παρμενίδης, Μέλισσος, Ἡράκλειτος, Ἀνα– 4173 1.22.4.4 : ξαγόρας, Πλάτων, Ἀριστοτέλης, Ζήνων>20 ἕνα τὸν 4174 1.22.4.5 : κόσμον. 4175 1.22.4.6 : <20Ἀναξίμανδρος, Ἀναξιμένης, Ἀρχέλαος, 4176 1.22.4.7 : Ξενοφάνης, Διογένης, Λεύκιππος, Δημόκρι– 4177 1.22.4.8 : τος, Ἐπίκουρος>20 ἀπείρους κόσμους ἐν τῷ ἀπείρῳ κατὰ 4178 1.22.4.9 : πᾶσαν περιαγωγήν. 4179 1.22.5.1 : 〈<21Aetii>21 (II 1, 8 p. 329, 1 Diels.).〉 4180 1.22.5.2 : Τῶν ἀπείρους ἀποφηναμένων τοὺς κόσμους 4181 1.22.5.3 : <20Ἀναξίμανδρος>20 τὸ ἴσον αὐτοὺς ἀπέχειν ἀλλήλων, 4182 1.22.5.4 : <20Ἐπίκουρος>20 ἄνισον εἶναι τὸ μεταξὺ τῶν κόσμων 4183 1.22.5.5 : διάστημα. 4184 1.22.6.1 : <20Πλάτων>20 ἕνα τὸν κόσμον ἀπεφήνατο· λέγει γὰρ 4185 1.22.6.2 : ἐν τῷ Τιμαίῳ (p. 31A. B) οὕτως· 4186 1.22.6.3 : „Πότερον οὖν ὀρθῶς ἕνα οὐρανὸν προσειρήκαμεν, ἢ 4187 1.22.6.4 : πολλοὺς καὶ ἀπείρους λέγειν ἦν ὀρθότερον; Ἕνα· εἴπερ 4188 1.22.6.5 : κατὰ τὸ παράδειγμα δεδημιουργημένος ἔσται. Τὸ γὰρ 4189 1.22.6.6 : περιέχον πάντα ὁπόσα νοητὰ ζῷα μεθ´ ἑτέρου δεύτερον 4190 1.22.6.7 : οὐκ ἄν ποτε εἴη. Πάλιν γὰρ 〈ἂν〉 ἕτερον εἶναι τὸ περὶ 4191 1.22.6.8 : ἐκείνω δέοι ζῷον, οὗ μέρος ἂν εἰήτην ἐκείνω· καὶ οὐκ ἂν 4192 1.22.6.9 : ἔτι ἐκείνοιν, ἀλλ´ ἐκείνῳ τῷ περιέχοντι τόδ´ ἂν ἀφωμοιω– 4193 1.22.6.10 : μένον λέγοιτο ὀρθότερον. Ἵνα οὖν τόδε κατὰ τὴν μόνωσιν 4194 1.22.6.11 : ὅμοιον ᾖ τῷ παντελεῖ ζῴῳ, διὰ ταῦτα οὔτε δύο οὔτε ἀπεί– 4195 1.22.6.12 : ρους ἐποίησεν ὁ ποιῶν κόσμους, ἀλλ´ εἷς ὅδε μονογενὴς 4196 1.22.6.13 : οὐρανὸς γεγονὼς ἔστι τε καὶ ἔτ´ ἔσται“. 4197 1.23.t.1 : {1Περὶ τῆς οὐρανοῦ οὐσίας καὶ διαιρέσεως.}1 4198 1.23.1.1 : 〈<21Aetii>21 (II 11 p. 339 Diels.).〉 4199 1.23.1.2 : <20Ἀναξιμένης>20 καὶ <20Παρμενίδης>20 τὴν περιφορὰν τὴν 4200 1.23.1.3 : ἐξωτάτω τῆς γῆς εἶναι τὸν οὐρανόν. 4201 1.23.1.4 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 στερέμνιον εἶναι τὸν οὐρανὸν ἐξ ἀέρος 4202 1.23.1.5 : παγέντος ὑπὸ πυρὸς κρυσταλλοειδῶς, τὸ πυρῶδες καὶ τὸ 4203 1.23.1.6 : ἀερῶδες ἐν ἑκατέρῳ τῶν ἡμισφαιρίων περιέχοντα. 4204 1.23.1.7 : <20Ἀναξίμανδρος>20 ἐκ θερμοῦ καὶ ψυχροῦ μίγματος. 4205 1.23.1.8 : <20Παρμενίδης, Ἡράκλειτος, Στράτων, Ζήνων>20 4206 1.23.1.9 : πύρινον εἶναι τὸν οὐρανόν. 4207 1.23.2.1 : 〈<21Aetii>21 (II 11, 3 p. 340, 1 Diels.) et <21Didymi>21 (epit. fr. 4208 1.23.2.2 : phys. 9 p. 450 D.) de Aristotele.〉 4209 1.23.2.3 : <20Ἀριστοτέλης>20 ἐκ πέμπτου σώματος. 4210 1.23.2.4 : Λέγει γοῦν ἐν τοῖς Περὶ τῆς φυσικῆς ἀκροάσεως καὶ 4211 1.23.2.5 : οὐρανοῦ λόγοις οὕτως. — 4212 1.23.2.6 : Συνεστάναι δὲ τὰ ἄστρα καὶ τὸν οὐρανὸν ἐκ τοῦ 4213 1.23.2.7 : αἰθέρος· τοῦτον δὲ οὔτε βαρὺν οὔτε κοῦφον οὔτε γενητὸν 4214 1.23.2.8 : οὔτε φθαρτὸν οὔτε αὐξόμενον οὔτε μειούμενον ἐς ἀεὶ δια– 4215 1.23.2.9 : μένειν ἄτρεπτον καὶ ἀναλλοίωτον, πεπερασμένον καὶ σφαι– 4216 1.23.2.10 : ροειδῆ καὶ ἔμψυχον, κινούμενον περὶ τὸ μέσον ἐγκυκλίως. 4217 1.23.3.1 : 〈<21Aetii>21 (II 12, 1. 2 p. 340, 11 Diels.).〉 4218 1.23.3.2 : <20Θαλῆς Πυθαγόρας>20 καὶ οἱ ἀπ´ αὐτοῦ μεμερίσθαι 4219 1.23.3.3 : τὴν τοῦ παντὸς οὐρανοῦ σφαῖραν εἰς κύκλους πέντε, οὕσ– 4220 1.23.3.4 : τινας προσαγορεύουσι ζώνας· καλεῖται δ´ αὐτῶν ὃ μὲν 4221 1.23.3.5 : ἀρκτικός τε καὶ ἀειφανής, ὃ δὲ θερινὸς τροπικός, ὃ δὲ 4222 1.23.3.6 : ἰσημερινός, ὃ δὲ χειμερινὸς τροπικός, ὃ δὲ ἀνταρκτικός 4223 1.23.3.7 : τε καὶ ἀφανής. Λοξὸς δὲ [ἐν] τοῖς τρισὶ μέσοις ὁ καλού– 4224 1.23.3.8 : μενος ζῳδιακὸς ὑποβέβληται, παραψαύων τῶν μέσων 4225 1.23.3.9 : τριῶν. Πάντας δ´ αὐτοὺς ὁ μεσημβρινὸς πρὸς ὀρθὰς 4226 1.23.3.10 : ἀπὸ τῶν ἄρκτων ἐπὶ τὸ ἀντικρὺ τέμνει. 4227 1.23.3.11 : <20Πυθαγόρας>20 πρῶτος ἐπινενοηκέναι λέγεται τὴν λό– 4228 1.23.3.12 : ξωσιν τοῦ ζῳδιακοῦ κύκλου· ἥντινα <20Οἰνοπίδης>20 ὁ Χῖος 4229 1.23.3.13 : ἐπίνοιαν ὡς ἰδίαν σφετερίζεται. 4230 1.24.t.1 : {1Περὶ οὐσίας ἄστρων καὶ σχημάτων, κινήσεώς 4231 1.24.t.2 : τε καὶ ἐπισημασίας.}1 4232 1.24.1a.1 : 〈<21Aetii>21 (II 13, 1 p. 341, 4 Diels.).〉 4233 1.24.1a.2 : <20Θαλῆς>20 γεώδη μέν, ἔμπυρα δὲ τὰ ἄστρα. 4234 1.24.2.1 : 〈<21Aetii>21 (II 13, 2 et 11 p. 341, 6 et 342, 19 Diels.).〉 4235 1.24.2.2 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 πύρινα ἐκ τοῦ πυρώδους, ὅπερ ὁ ἀὴρ 4236 1.24.2.3 : ἐν ἑαυτῷ περιέχων [ἐξανέλαμψεν ἤτοι] ἐξανέθλιψε κατὰ 4237 1.24.2.4 : τὴν πρώτην διάκρισιν. —Καὶ τοὺς μὲν ἀπλανεῖς ἀστέρας 4238 1.24.2.5 : συνδεδέσθαι τῷ κρυστάλλῳ, τοὺς δὲ πλανήτας ἀνεῖσθαι. 4239 1.24.3.1 : 〈<21Aetii>21 (II 13, 3 et 16, 1 p. 341, 10 et 345, 20 Diels.).〉 4240 1.24.3.2 : <20Ἀναξαγόρας>20 τὸν περικείμενον αἰθέρα πύρινον μὲν 4241 1.24.3.3 : εἶναι κατὰ τὴν οὐσίαν, τῇ δὲ εὐτονίᾳ τῆς περιδινήσεως 4242 1.24.3.4 : ἀναρπάσαντα πέτρους ἀπὸ τῆς γῆς 〈καὶ〉 καταφλέξαντα 4243 1.24.3.5 : τούτους ἠστερωκέναι. —Ἀπ´ ἀνατολῶν δὲ ἐπὶ δυσμὰς 4244 1.24.3.6 : φέρεσθαι πάντας τοὺς ἀστέρας. 4245 1.24.4.1 : 〈<21Aetii>21 (II 13, 5 et 9 p. 341, 16 et 342, 8 Diels.).〉 4246 1.24.4.2 : <20Διογένης>20 κισηροειδῆ τὰ ἄστρα, διαπνοίας δὲ αὐτὰ 4247 1.24.4.3 : νομίζει τοῦ κόσμου, εἶναι δὲ διάπυρα. —Συμπεριφέρεσθαι 4248 1.24.4.4 : δὲ τοῖς φανεροῖς ἄστροις ἀφανεῖς λίθους καὶ παρ´ αὐτὸ 4249 1.24.4.5 : τοῦτ´ ἀνωνύμους, πίπτοντας δὲ πολλάκις ἐπὶ τῆς γῆς 4250 1.24.4.6 : σβέννυσθαι, καθάπερ τὸν ἐν Αἰγὸς ποταμοῖς πυρωδῶς 4251 1.24.4.7 : κατενεχθέντα ἀστέρα πέτρινον. 4252 1.24.5.1 : 〈<21Aetii>21 (II 13, 4 et 15, 3 p. 341, 15 et 344, 12 Diels.).〉 4253 1.24.5.2 : <20Δημόκριτος>20 πέτρους. —Καὶ πρῶτα μὲν τὰ ἀπλανῆ, 4254 1.24.5.3 : μετὰ δὲ ταῦτα τοὺς πλανήτας. 4255 1.24.6.1 : 〈<21Aetii>21 (II 13, 6 p. 342, 1 Diels.).〉 4256 1.24.6.2 : <20Ἀρχέλαος>20 μύδρους ἔφησεν εἶναι τοὺς ἀστέρας, δια– 4257 1.24.6.3 : πύρους δέ. 4258 1.24.7.1 : 〈<21Aetii>21 (II 13, 7 et 15, 6 p. 342, 3 et 345, 9 Diels.).〉 4259 1.24.7.2 : <20Ἀναξίμανδρος>20 πιλήματα ἀέρος τροχοειδῆ, πυρὸς 4260 1.24.7.3 : ἔμπλεα, κατά τι μέρος ἀπὸ στομίων ἐκπνέοντα φλόγας. 4261 1.24.7.4 : —Καὶ ἀνωτάτω μὲν πάντων τὸν ἥλιον τετάχθαι, μετ´ 4262 1.24.7.5 : αὐτὸν δὲ τὴν σελήνην· ὑπὸ δὲ αὐτοὺς τὰ ἀπλανῆ τῶν 4263 1.24.7.6 : ἄστρων καὶ τοὺς πλανήτας. 4264 1.24.8.1 : 〈<21Aetii>21 (II 15, 6 [non 14, 5] p. 344, 5 Diels.).〉 4265 1.24.8.2 : <20Μητρόδωρος>20 ὁμοίως περὶ σχήματος τῶν ἀστέρων 4266 1.24.8.3 : καὶ αὐτὸς ἀπεφήνατο. 4267 1.24.9.1 : 〈<21Aetii>21 (II 13, 8 et 17, 4 p. 342, 6 et 346, 18 Diels.).〉 4268 1.24.9.2 : <20Παρμενίδης>20 καὶ <20Ἡράκλειτος>20 πιλήματα πυρὸς 4269 1.24.9.3 : τὰ ἄστρα. —Τρέφεσθαι δὲ τοὺς ἀστέρας ἐκ τῆς ἀπὸ γῆς 4270 1.24.9.4 : ἀναθυμιάσεως. 4271 1.24.1k.1 : 〈<21Aetii>21 (II 13, 10; 14, 3; 19, 2; 16, 6 p. 342, 15; 344, 4272 1.24.1k.2 : 2; 347, 11; 346, 1 Diels.).〉 4273 1.24.1k.3 : <20Ἀναξιμένης>20 πυρίνην μὲν τὴν φύσιν τῶν ἄστρων, 4274 1.24.1k.4 : περιέχειν δέ τινα καὶ γεώδη σώματα συμπεριφερόμενα 4275 1.24.1k.5 : τούτοις ἀόρατα. —Ἥλων δὲ δίκην καταπεπηγέναι τὰ 4276 1.24.1k.6 : ἄστρα τῷ κρυσταλλοειδεῖ. —Τὰς δὲ ἐπισημασίας γίγνε– 4277 1.24.1k.7 : σθαι διὰ τὸν ἥλιον μόνον. —Οὐχ ὑπὸ τὴν γῆν δὲ ἀλλὰ 4278 1.24.1k.8 : περὶ αὐτὴν στρέφεσθαι τοὺς ἀστέρας. 4279 1.24.2.1 : 〈<21Aetii>21 (II 13, 12; 17, 6; 15, 4; 19, 1 p. 342, 23; 346, 4280 1.24.2.2 : 24; 344, 15; 347, 7 Diels.).〉 4281 1.24.2.3 : <20Πλάτων>20 ἐκ μὲν τοῦ πλείστου μέρους πυρίνους, μετέ– 4282 1.24.2.4 : χοντας δὲ καὶ τῶν ἄλλων στοιχείων. —Κοινῶς δὲ τὸν 4283 1.24.2.5 : κόσμον ὅλον καὶ τὰ ἄστρα ἐξ αὐτοῦ τρέφεσθαι. —Καὶ 4284 1.24.2.6 : πρῶτον μετά γε τὴν τῶν ἀπλανῶν θέσιν φαίνωνα λε– 4285 1.24.2.7 : γόμενον τὸν τοῦ Κρόνου, δεύτερον φαέθοντα τὸν τοῦ 4286 1.24.2.8 : Διός, τρίτον πυρόεντα τὸν τοῦ Ἄρεος, τέταρτον ἑωσφόρον 4287 1.24.2.9 : τὸν τῆς Ἀφροδίτης, πέμπτον στίλβωνα τὸν τοῦ Ἑρμοῦ, 4288 1.24.2.10 : ἕκτον ἥλιον, ἕβδομον σελήνην. —Τὰς δὲ ἐπισημασίας 4289 1.24.2.11 : τάς τε χειμερινὰς καὶ τὰς θερινὰς κατὰ τὰς τῶν ἄστρων 4290 1.24.2.12 : ἐπιτολάς τε καὶ δυσμὰς γίνεσθαι. 4291 1.24.3.1 : 〈<21Aetii>21 (II 13, 13 et 17, 5 p. 343, 1 et 346, 21 Diels.) et 4292 1.24.3.2 : <21Didymi>21 epit. (fr. phys. 8 p. 450 Diels.).〉 4293 1.24.1m.3 : <20Ἀριστοτέλης>20 ἐκ τοῦ πέμπτου σώματος γεγενῆσθαι 4294 1.24.1m.4 : τὰ ἄστρα. —Μὴ δεῖσθαι δὲ τὰ οὐράνια τροφῆς, οὐ γὰρ 4295 1.24.1m.5 : φθαρτὰ ἀλλ´ ἀίδια εἶναι. —Πάντα δὲ κινεῖσθαι, τὰ μὲν 4296 1.24.1m.6 : πρὸς ἡμῶν καλούμενα πλανήτας ὑπὸ τὸν ζῳδιακὸν κύκλον, 4297 1.24.1m.7 : λοξὸν ὄντα καὶ τῶν τροπικῶν ἐφαπτόμενον, τὰ δὲ ἀπλανῆ 4298 1.24.1m.8 : ἀπὸ τοῦ αἰεὶ φανεροῦ παρήκοντα μέχρι τοῦ ἀφανοῦς· οὐκ 4299 1.24.1m.9 : ὀλίγα δὲ αὐτῶν τῆς γῆς εἶναι μείζονα. 4300 1.24.2.1 : 〈<21Aetii>21 (II 13, 14 et 18, 1 p. 343, 3 et 347, 1 Diels.).〉 4301 1.24.2.2 : <20Ξενοφάνης>20 ἐκ νεφῶν μὲν πεπυρωμένων· σβεννυ– 4302 1.24.2.3 : μένους δὲ καθ´ ἑκάστην ἡμέραν ἀναζωπυρεῖν νύκτωρ κα– 4303 1.24.2.4 : θάπερ τοὺς ἄνθρακας. τὰς γὰρ ἀνατολὰς καὶ τὰς δύσεις 4304 1.24.2.5 : ἐξάψεις εἶναι καὶ σβέσεις. —Τοὺς δὲ ἐπὶ τῶν πλοίων 4305 1.24.2.6 : φαινομένους οἷον ἀστέρας, οὓς καὶ Διοσκούρους καλοῦσί 4306 1.24.2.7 : τινες, νεφέλια εἶναι, κατὰ τὴν ποιὰν κίνησιν παραλάμ– 4307 1.24.2.8 : ποντα. 4308 1.24.3.1 : 〈<21Aetii>21 (II 13, 15. 16 p. 343, 9 Diels.).〉 4309 1.24.3.2 : <20Ἡρακλείδης>20 καὶ οἱ <20Πυθαγόρειοι>20 ἕκαστον τῶν 4310 1.24.3.3 : ἀστέρων κόσμον ὑπάρχειν, γῆν περιέχοντα 〈καὶ〉 ἀέρα ἐν 4311 1.24.3.4 : τῷ ἀπείρῳ αἰθέρι. Ταῦτα δὲ τὰ δόγματα ἐν τοῖς Ὀρφι– 4312 1.24.3.5 : κοῖς φέρεσθαι, κοσμοποιοῦσι γὰρ ἕκαστον τῶν ἀστέρων. 4313 1.24.3.6 : <20Ἐπίκουρος>20 οὐδὲν ἀπογινώσκει τούτων, ἐχόμενος 4314 1.24.3.7 : τοῦ ἐνδεχομένου. 4315 1.24.2a.1 : 〈<21Aetii>21 (II 15, 1. 2 p. 344, 8 Diels.).〉 4316 1.24.2a.2 : <20Ξενοκράτης>20 κατὰ μιᾶς ἐπιφανείας οἴεται κεῖσθαι 4317 1.24.2a.3 : τοὺς ἀστέρας. 4318 1.24.2a.4 : Οἱ δὲ ἄλλοι <20Στωικοὶ>20 πρὸ τῶν ἑτέρων τοὺς ἑτέρους 4319 1.24.2a.5 : ἐν ὕψει καὶ βάθει. 4320 1.24.3.1 : 〈<21Aetii>21 (II 15, 5; 16, 7; 16, 2. 3 p. 345, 5; 346, 3; 4321 1.24.3.2 : 345, 23 Diels.).〉 4322 1.24.3.3 : <20Τῶν μαθηματικῶν>20 τινὲς μὲν ὡς Πλάτων φα– 4323 1.24.3.4 : σὶν εἶναι τὴν τάξιν τῶν ἀστέρων, τινὲς δὲ μέσον πάντων 4324 1.24.3.5 : τὸν ἥλιον. —Ταὐτὸν δὲ πεπονθέναι τῷ ἑωσφόρῳ τὸν 4325 1.24.3.6 : στίλβωνα, ἰσοδραμεῖν δὲ αὐτοὺς τῷ ἡλίῳ καὶ συμπερι– 4326 1.24.3.7 : φέρεσθαι αὐτῷ· καὶ τότε μὲν προανατέλλοντα ἑωσφόρον 4327 1.24.3.8 : φαίνεσθαι, τότε δὲ ἐπικαταδυόμενον ἕσπερον καλεῖσθαι. 4328 1.24.3.9 : —Τοὺς δὲ πλανήτας τοῖς ἀπλανέσιν ἀπὸ δυσμῶν ἐπ´ 4329 1.24.3.10 : ἀνατολὰς ἀντιφέρεσθαι. 4330 1.24.3.11 : Τούτῳ δὲ συνομολογεῖ καὶ <20Ἀλκμαίων.>20 4331 1.24.4.1 : 〈<21Aetii>21 (II 16, 4. 5 p. 345, 28 Diels.).〉 4332 1.24.4.2 : <20Ἀριστοτέλης>20 δὲ ὑπὸ τῶν σφαιρῶν, ἐφ´ ὧν ἕκαστος 4333 1.24.4.3 : ἐμβέβηκε. 4334 1.24.4.4 : Καὶ <20Ἀναξίμανδρος>20 ὑπὸ τῶν κύκλων καὶ τῶν σφαι– 4335 1.24.4.5 : ρῶν, ἐφ´ ὧν ἕκαστος βέβηκε, φέρεσθαι. 4336 1.24.5.1 : 〈<21Aetii>21 (II 14, 1. 2 p. 343, 18 Diels.).〉 4337 1.24.5.2 : Οἱ μὲν ἄλλοι 〈<20Στωικοὶ>20〉 σφαιρικοὺς αὐτούς, <20Κλε– 4338 1.24.5.3 : άνθης>20 δὲ κωνοειδεῖς. 4339 1.24.6.1 : 〈<21Aetii>21 (II 15, 7 p. 345, 14 Diels.).〉 4340 1.24.6.2 : <20Παρμενίδης>20 πρῶτον μὲν τάττει τὸν ἑῷον, τὸν αὐτὸν 4341 1.24.6.3 : δὲ νομιζόμενον ὑπ´ αὐτοῦ καὶ ἕσπερον, ἐν τῷ αἰθέρι· μεθ´ 4342 1.24.6.4 : ὃν τὸν ἥλιον, ὑφ´ ᾧ τοὺς ἐν τῷ πυρώδει ἀστέρας, ὅπερ 4343 1.24.6.5 : οὐρανὸν καλεῖ. 4344 1.24.3.1 : 〈<21Aetii>21 (II 17, 1–3 p. 346, 11 Diels.).〉 4345 1.24.3.2 : <20Μητρόδωρος>20 ἅπαντας τοὺς ἀπλανεῖς ἀστέρας ὑπὸ 4346 1.24.3.3 : τοῦ ἡλίου προσλάμπεσθαι. 4347 1.24.3.4 : <20Στράτων>20 καὶ αὐτὸς τὰ ἄστρα ὑπὸ τοῦ ἡλίου φωτί– 4348 1.24.3.5 : ζεσθαι. 4349 1.24.3.6 : <20Διότιμος>20 Τύριος, ὁ Δημοκρίτειος, τὴν αὐτὴν τού– 4350 1.24.3.7 : τοις εἰσηνέγκατο γνώμην. 4351 1.24.4.1 : 〈<21Aetii>21 (II 19, 3 p. 347, 13 Diels.).〉 4352 1.24.4.2 : <20Εὔδοξος>20 καὶ <20Ἄρατος>20 τὰς ἐπισημασίας κατὰ τὰς 4353 1.24.4.3 : τῶν ἄστρων ἐπιτολὰς γίνεσθαι. Λέγει γοῦν Ἄρατος ἐν 4354 1.24.4.4 : τοῖς Φαινομένοις ( 10–12) οὕτως· 4355 1.24.4.5 : Αὐτὸς γὰρ τά γε σήματ´ ἐν οὐρανῷ ἐστήριξεν 4356 1.24.4.6 : ἄστρα διακρίνας· ἐσκέψατο δ´ εἰς ἐνιαυτὸν 4357 1.24.4.7 : ἀστέρας, οἵ κε μάλιστα τετυγμένα σημαίνοιεν. 4358 1.24.5.1 : 〈<21Arii Didymi>21 epit. (fr. phys. 32 p. 466 Diels.).〉 4359 1.24.5.2 : <20Ποσειδωνίου.>20 Ἄστρον δὲ εἶναί φησιν ὁ <20Ποσει– 4360 1.24.5.3 : δώνιος>20 σῶμα θεῖον ἐξ αἰθέρος συνεστηκός, λαμπρὸν καὶ 4361 1.24.5.4 : πυρῶδες, οὐδέποτε στάσιν ἔχον, ἀλλ´ αἰεὶ φερόμενον ἐγκυ– 4362 1.24.5.5 : κλίως· ἰδίως δὲ τὸν ἥλιον καὶ τὴν σελήνην ἄστρα λέγεσθαι· 4363 1.24.5.6 : διαφέρειν δὲ ἀστέρα ἄστρου· εἰ μὲν γάρ τίς ἐστιν ἀστήρ, 4364 1.24.5.7 : καὶ ἄστρον ὀνομασθήσεται δεόντως, οὐ μὴν ἀνάπαλιν. 4365 1.24.5.8 : <20Χρυσίππου.>20 Ἀνατολὴν δ´ εἶναί φησιν ὁ <20Χρύ– 4366 1.24.5.9 : σιππος>20 ἐν ταῖς Φυσικαῖς τέχναις ὑπεροχὴν ἄστρου ὑπὲρ 4367 1.24.5.10 : γῆς, δύσιν δὲ κρύψιν ἄστρου ὑπὸ γῆν. Γίγνεσθαι δ´ 4368 1.24.5.11 : ἅμα τῶν αὐτῶν ἀνατολὴν καὶ δύσιν πρὸς ἄλλους τε καὶ 4369 1.24.5.12 : ἄλλους. Ἐπιτολὴν δὲ 〈τὴν〉 ἄστρου ἅμα ἡλίῳ ἀνατολήν, 4370 1.24.5.13 : δύσιν δὲ τὴν ἅμα ἡλίῳ δύσιν. Διχῶς γὰρ λέγεσθαι δύσιν, 4371 1.24.5.14 : τὴν μὲν κατὰ τὴν ἀνατολήν, τὴν δὲ κατὰ τὴν ἐπιτολήν. 4372 1.24.5.15 : Κυνὸς δ´ ἐπιτολὴν ἅμα ἡλίῳ κυνὸς ἀνατολήν, δύσιν δὲ 4373 1.24.5.16 : κυνὸς ἅμα ἡλίῳ κυνὸς ἀπόκρυψιν ὑπὸ γῆν. Τὸν δ´ ὅμοιον 4374 1.24.5.17 : λόγον εἶναι καὶ ἐπὶ τῆς πλειάδος. 4375 1.24.5.18 : <20Ἀπολλοδώρου. Ἀπολλόδωρος>20 ἐν τῷ δευτέρῳ 4376 1.24.5.19 : Περὶ θεῶν (fr. 2 ap. Müller. fr. hist. Gr. I p. 428) Πυθαγο– 4377 1.24.5.20 : ρείαν εἶναι τὴν περὶ τοῦ τὸν αὐτὸν εἶναι φωσφόρον τε 4378 1.24.5.21 : καὶ ἕσπερον δόξαν. 4379 1.25.t.1 : {1Περὶ οὐσίας ἡλίου καὶ μεγέθους σχήματός 4380 1.25.t.2 : τε καὶ τροπῶν καὶ ἐκλείψεως καὶ σημείων καὶ 4381 1.25.t.3 : κινήσεως.}1 4382 1.25.1a.1 : 〈<21Aetii>21 (II 20, 3 et 24, 4 p. 348, 10 et 354, 11 Diels.).〉 4383 1.25.1a.2 : <20Ξενοφάνης>20 ἐκ νεφῶν πεπυρωμένων εἶναι τὸν ἥλιον. 4384 1.25.1a.3 : —Ἔκλειψιν δὲ γίνεσθαι κατὰ σβέσιν· ἕτερον δὲ πάλιν 4385 1.25.1a.4 : ταῖς ἀνατολαῖς γίνεσθαι. Παριστόρηκε δὲ καὶ ἔκλειψιν 4386 1.25.1a.5 : ἡλίου ἐφ´ ὅλον μῆνα καὶ πάλιν ἐντελῆ, ὥστε τὴν ἡμέραν 4387 1.25.1a.6 : νύκτα φανῆναι. 4388 1.25.2.1 : 〈<21Aetii>21 (II 20, 3 p. 348, 12 Diels.).〉 4389 1.25.2.2 : <20Θεόφραστος>20 ἐν τοῖς Φυσικοῖς (fr. 16 ap. Diels Doxogr. 4390 1.25.2.3 : p. 492) γέγραφεν, ἐκ πυριδίων μὲν τῶν συναθροιζομένων 4391 1.25.2.4 : 〈ἐκ〉 τῆς ὑγρᾶς ἀναθυμιάσεως, συναθροιζόντων δὲ τὸν ἥλιον. 4392 1.25.3.1 : 〈<21Aetii>21 (II 20, 1; 21, 1; 24, 2 p. 348, 2; 351, 12; 4393 1.25.3.2 : 354, 3 Diels.).〉 4394 1.25.3.3 : <20Ἀναξίμανδρος>20 κύκλον εἶναι ὀκτωκαιεικοσαπλασί– 4395 1.25.3.4 : ονα τῆς γῆς, ἁρματείῳ τροχῷ παραπλήσιον, ἔχοντα κοί– 4396 1.25.3.5 : λην περιφέρειαν, πλήρη πυρός, κατὰ μέρος ἐκφαίνουσαν 4397 1.25.3.6 : διὰ στομίου τὸ πῦρ ὥσπερ διὰ πρηστῆρος. —Καὶ τὸν 4398 1.25.3.7 : μὲν ἥλιον ἴσον εἶναι τῇ γῇ· τὸν δὲ κύκλον ἀφ´ οὗ τὴν 4399 1.25.3.8 : ἐκπνοὴν ἔχει καὶ ὑφ´ οὗ περιφέρεται εἶναι τοῦ προειρη– 4400 1.25.3.9 : μένου μεγέθους. —Γίγνεσθαι δὲ τὴν ἔκλειψιν τοῦ στο– 4401 1.25.3.10 : μίου τῆς τοῦ πυρὸς ἐκπνοῆς ἀποκλειομένου. 4402 1.25.4.1 : 〈<21Aetii>21 (II 20, 2; 23, 1; 22, 1 p. 348, 8; 352, 12; 352, 4403 1.25.4.2 : 4 Diels.).〉 4404 1.25.4.3 : <20Ἀναξιμένης>20 πύρινον ὑπάρχειν τὸν ἥλιον ἀπεφή– 4405 1.25.4.4 : νατο. —Ὑπὸ πεπυκνωμένου δὲ ἀέρος καὶ ἀντιτύπου ἐξω– 4406 1.25.4.5 : θούμενα τὰ ἄστρα τὰς τροπὰς ποιεῖσθαι. —Πλατὺν δ´ 4407 1.25.4.6 : εἶναι τῷ σχήματι. 4408 1.25.5.1 : 〈<21Aetii>21 (II 20, 8 p. 349, 10 Diels.).〉 4409 1.25.5.2 : <20Παρμενίδης>20 καὶ <20Μητρόδωρος>20 πύρινον ὑπάρχειν 4410 1.25.5.3 : τὸν ἥλιον. 4411 1.25.6.1 : 〈<21Aetii>21 (II 20, 15 p. 351, 3 Diels.).〉 4412 1.25.6.2 : <20Ἀντιφῶν>20 πῦρ ἐπινεμόμενον μὲν τὸν περὶ τὴν γῆν 4413 1.25.6.3 : ὑγρὸν ἀέρα, ἀνατολὰς δὲ καὶ δύσεις ποιούμενον, τῷ τὸν 4414 1.25.6.4 : μὲν ἐπικαιόμενον αἰεὶ προλείπειν, τοῦ δ´ ὑπονοτιζομένου 4415 1.25.6.5 : πάλιν ἀντέχεσθαι. 4416 1.25.7.1 : 〈<21Aetii>21 (II 20, 16; 22, 2; 24, 3; 21, 4 p. 351, 9; 352, 6; 4417 1.25.7.2 : 354, 6; 351, 20 Diels.).〉 4418 1.25.7.3 : <20Ἡράκλειτος>20 καὶ <20Ἑκαταῖος>20 ἄναμμα νοερὸν τὸ ἐκ 4419 1.25.7.4 : θαλάττης εἶναι τὸν ἥλιον. —Σκαφοειδῆ δ´ εἶναι, ὑπό– 4420 1.25.7.5 : κυρτον. —Γίνεσθαι δὲ τὴν ἔκλειψιν κατὰ τὴν τοῦ σκα– 4421 1.25.7.6 : φοειδοῦς στροφήν, ὥστε τὸ μὲν κοῖλον ἄνω γίγνεσθαι, τὸ 4422 1.25.7.7 : δὲ κυρτὸν κάτω πρὸς τὴν ἡμετέραν ὄψιν. —Τὸ δὲ μέ– 4423 1.25.7.8 : γεθος ἔχειν „εὖρος ποδὸς ἀνθρωπείου“. 4424 1.25.8.1 : 〈<21Aetii>21 (II 22, 4 p. 352, 8 Diels.).〉 4425 1.25.8.2 : <20Ἀλκμαίων>20 πλατὺν εἶναι τὸν ἥλιον. 4426 1.25.9.1 : 〈<21Aetii>21 (II 22, 5 et 24, 6 p. 352, 9 et 354, 17 Diels.).〉 4427 1.25.9.2 : Οἱ <20Πυθαγόρειοι>20 σφαιροειδῆ τὸν ἥλιον. —Ἔκλει– 4428 1.25.9.3 : ψιν δὲ γίγνεσθαι σελήνης αὐτὸν ὑπερχομένης. 4429 1.25.2.1 : <20Πορφυρίου ἐκ τοῦ Περὶ ἀγαλμάτων.>20 4430 1.25.2.2 : Καθάπερ καὶ ὁ ἥλιος τὸν ἐναντίον τῷ πόλῳ ποιεῖ– 4431 1.25.2.3 : ται δρόμον [ὥσπερ δοκεῖ τὸν οὐρανὸν ὁ ἥλιος εἰς τἀναν– 4432 1.25.2.4 : τία περιφέρειν] αὐτὸς ἀπὸ δυσμῶν ἐπὶ τὰς ἀνατολὰς 4433 1.25.2.5 : φερόμενος. 4434 1.25.3a.1 : 〈<21Aetii>21 (II 20, 6 et 23, 2 p. 349, 6 et 352, 15 Diels.).〉 4435 1.25.3a.2 : <20Ἀναξαγόρας>20 μύδρον ἢ πέτρον διάπυρον εἶναι τὸν 4436 1.25.3a.3 : ἥλιον. —Τροπὴν δὲ γίγνεσθαι ἀνταπώσει τοῦ πρὸς ταῖς 4437 1.25.3a.4 : ἄρκτοις ἀέρος, ὃν αὐτὸς συνωθῶν ἐκ τῆς πυκνώσεως ἰσχυ– 4438 1.25.3a.5 : ροποιεῖ. 4439 1.25.4.1 : 〈<21Aetii>21 (II 20, 9 et 24, 1 p. 349, 17 et 353, 17 Diels.).〉 4440 1.25.4.2 : <20Θαλῆς>20 γεώδη τὸν ἥλιον. —Ἐκλείπειν δὲ αὐτὸν τῆς 4441 1.25.4.3 : σελήνης ὑπερχομένης κατὰ κάθετον, οὔσης φύσεως γεώ– 4442 1.25.4.4 : δους· βλέπεσθαι δὲ τοῦτο κατοπτρικῶς ὑποτιθέμενον τῷ 4443 1.25.4.5 : δίσκῳ. 4444 1.25.5.1 : 〈<21Aetii>21 (II 20, 10 et 23, 4 p. 349, 18 et 353, 6 Diels.).〉 4445 1.25.5.2 : <20Διογένης>20 κισηροειδῆ τὸν ἥλιον, εἰς ὃν ἀπὸ τοῦ 4446 1.25.5.3 : αἰθέρος ἀκτῖνες ἐναποστηρίζονται. —Ὑπὸ δὲ τοῦ ἀντι– 4447 1.25.5.4 : πίπτοντος τῇ θερμότητι ψυχροῦ σβέννυσθαι. 4448 1.25.6.1 : 〈<21Aetii>21 (II 20, 12 p. 349, 21 Diels.).〉 4449 1.25.6.2 : <20Φιλόλαος>20 ὁ Πυθαγόρειος ὑαλοειδῆ τὸν ἥλιον, δε– 4450 1.25.6.3 : χόμενον μὲν τοῦ ἐν τῷ κόσμῳ πυρὸς τὴν ἀνταύγειαν, διη– 4451 1.25.6.4 : θοῦντα δὲ πρὸς ἡμᾶς τό τε φῶς καὶ τὴν ἀλέαν, ὥστε 4452 1.25.6.5 : τρόπον τινὰ διττοὺς ἡλίους γίγνεσθαι, τό τε ἐν τῷ οὐρανῷ 4453 1.25.6.6 : πυρῶδες καὶ τὸ ἀπ´ αὐτοῦ πυροειδὲς κατὰ τὸ ἐσοπτρο– 4454 1.25.6.7 : ειδές· εἰ μή τις καὶ τρίτον λέξει, τὴν ἀπὸ τοῦ ἐνόπτρου 4455 1.25.6.8 : κατ´ ἀνάκλασιν διασπειρομένην πρὸς ἡμᾶς αὐγήν. 4456 1.25.7.1 : 〈<21Aetii>21 (II 20, 13; 23, 3; 21, 2; 24, 7 p. 350, 7; 353, 1; 4457 1.25.7.2 : 351, 18; 354, 20 Diels.).〉 4458 1.25.7.3 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 δύο ἡλίους, τὸν μὲν ἀρχέτυπον, πῦρ 4459 1.25.7.4 : ὂν ἐν τῷ ἑτέρῳ ἡμισφαιρίῳ τοῦ κόσμου, πεπληρωκὸς τὸ 4460 1.25.7.5 : ἡμισφαίριον, αἰεὶ κατ´ ἀντικρὺ τῇ ἀνταυγείᾳ ἑαυτοῦ τε– 4461 1.25.7.6 : ταγμένον· τὸν δὲ φαινόμενον, ἀνταύγειαν ἐν τῷ ἑτέρῳ 4462 1.25.7.7 : ἡμισφαιρίῳ, τῷ τοῦ ἀέρος τοῦ θερμομιγοῦς πεπληρωμένῳ, 4463 1.25.7.8 : ἀπὸ κυκλοτεροῦς τῆς γῆς κατ´ ἀνάκλασιν γιγνομένην εἰς 4464 1.25.7.9 : τὸν ἥλιον κρυσταλλοειδῆ, συμπεριελκομένην τῇ κινήσει 4465 1.25.7.10 : τοῦ πυρίνου. Ὡς δὲ βραχέως εἰρῆσθαι συντεμόντι ἀνταύ– 4466 1.25.7.11 : γειαν εἶναι τοῦ περὶ τὴν γῆν πυρὸς τὸν ἥλιον. —Τροπὴν 4467 1.25.7.12 : δὲ γίγνεσθαι ὑπὸ τῆς περιεχούσης αὐτὸν σφαίρας κωλυ– 4468 1.25.7.13 : όμενον ἄχρι παντὸς εὐθυπορεῖν καὶ ὑπὸ τῶν τροπικῶν 4469 1.25.7.14 : κύκλων. —Ἴσον δὲ τῇ γῇ τὸν κατὰ τὴν ἀνταύγειαν. — 4470 1.25.7.15 : Ἔκλειψιν δὲ γίνεσθαι σελήνης αὐτὸν ὑπερχομένης. 4471 1.25.8.1 : 〈<21Aetii>21 (II 20, 14 et 21, 5 p. 350, 21 et 352, 1 Diels.).〉 4472 1.25.8.2 : <20Ἐπίκουρος>20 γήινον πύκνωμα τὸν ἥλιόν φησιν εἶναι 4473 1.25.8.3 : κισηροειδῶς καὶ σπογγοειδῶς ταῖς κατατρήσεσιν ὑπὸ πυρὸς 4474 1.25.8.4 : ἀνημμένον. —Τηλικοῦτον δὲ ἡλίκος φαίνεται, ἢ μικρῷ 4475 1.25.8.5 : τινι μείζω ἢ ἐλάττω. 4476 1.25.9.1 : 〈<21Aetii>21 (II 20, 8a p. 349, 12 Diels.).〉 4477 1.25.9.2 : <20Παρμενίδης>20 τὸν ἥλιον καὶ τὴν σελήνην ἐκ τοῦ 4478 1.25.9.3 : γαλαξίου κύκλου ἀποκριθῆναι, τὸν μὲν ἀπὸ τοῦ ἀραιοτέρου 4479 1.25.9.4 : μίγματος, ὃ δὴ θερμόν, τὴν δὲ ἀπὸ τοῦ πυκνοτέρου, ὅπερ 4480 1.25.9.5 : ψυχρόν. 4481 1.25.10.1 : 〈<21Aetii>21 (II 20, 7 et 23, 7 p. 349, 8 et 353, 15 Diels.).〉 4482 1.25.10.2 : <20Δημόκριτος>20 μύδρον ἢ πέτρον διάπυρον. —Τροπὴν 4483 1.25.10.3 : δὲ γίνεσθαι ἐκ τῆς περιφερούσης αὐτὸν δινήσεως. 4484 1.25.11.1 : 〈<21Aetii>21 (II 20, 4 et 23, 5 p. 349, 4 et 353, 9 cum Add. 4485 1.25.11.2 : p. 853 Diels.).〉 4486 1.25.11.3 : <20Κλεάνθης>20 ἄναμμα νοερὸν τὸ ἐκ θαλάττης τὸν 4487 1.25.11.4 : ἥλιον. —Περὶ δὲ τῶν τροπῶν φασι κατὰ τὸ διάστημα 4488 1.25.11.5 : τῆς ὑποκειμένης τροφῆς· ὠκεανὸς δ´ ἐστὶ ** ἧς τὴν 4489 1.25.11.6 : ἀναθυμίασιν ἐπινέμεται. Συγκαταφέρεσθαι δὲ τὸν ἥλιον 4490 1.25.11.7 : κινούμενον ἕλικα ἐν τῇ σφαίρᾳ, ἀπὸ τοῦ ἰσημερινοῦ ἐπί 4491 1.25.11.8 : τε ἄρκτου καὶ νότου, ἅπερ ἐστὶ πέρατα τῆς ἕλικος· ἄλλοι 4492 1.25.11.9 : δὲ ἐπ´ εὐθείας αὐτὸν κινεῖσθαι τὴν ἕλικα οὐ περὶ σφαῖ– 4493 1.25.11.10 : ραν ποιοῦντα, περὶ δὲ κύλινδρον. 4494 1.25.3k.1 : 〈<21Aetii>21 (II 24, 8. 9 p. 355, 1 Diels.).〉 4495 1.25.3k.2 : <20Ἀρίσταρχος>20 τὸν ἥλιον ἵστησι μετὰ τῶν ἀπλανῶν, 4496 1.25.3k.3 : τὴν δὲ γῆν κινεῖσθαι περὶ τὸν ἡλιακὸν κύκλον καὶ κατὰ 4497 1.25.3k.4 : τὰς ταύτης ἐγκλίσεις σκιάζεσθαι. 4498 1.25.3k.5 : <20Ξενοφάνης>20 πολλοὺς εἶναι ἡλίους καὶ σελήνας κατὰ 4499 1.25.3k.6 : τὰ κλίματα τῆς γῆς καὶ ἀποτομὰς καὶ ζώνας. Κατὰ δέ 4500 1.25.3k.7 : τινα καιρὸν ἐκπίπτειν τὸν δίσκον εἴς τινα ἀποτομὴν τῆς 4501 1.25.3k.8 : γῆς οὐκ οἰκουμένην ὑφ´ ἡμῶν καὶ οὕτως ὡσπερεὶ κενεμ– 4502 1.25.3k.9 : βατοῦντα ἔκλειψιν ὑποφαίνειν· ὁ δ´ αὐτὸς τὸν ἥλιον εἰς 4503 1.25.3k.10 : ἄπειρον μὲν προϊέναι, δοκεῖν δὲ κυκλεῖσθαι διὰ τὴν ἀπό– 4504 1.25.3k.11 : στασιν. 4505 1.25.4.1 : 〈<21Arii Didymi>21 epit. (fr. phys. 10 p. 450 Diels.).〉 4506 1.25.4.2 : <20Ἀριστοτέλους.>20 Ἀριστοτέλης ἐκ πέμπτης οὐσίας 4507 1.25.4.3 : τὸν ἥλιον. Πυροῦσθαι δὲ τὸν ἀέρα καὶ σφόδρα γίνεσθαι 4508 1.25.4.4 : θερμὸν ἀνίσχοντός τε τοῦ ἡλίου καὶ πλησιάζοντος ἡμῖν, 4509 1.25.4.5 : οὐ διὰ τὸ πύρινον εἶναι τὴν οὐσίαν, ἀλλὰ διὰ τὴν ὀξύ– 4510 1.25.4.6 : τητα τῆς κινήσεως αὐτοῦ καὶ τὴν πρὸς τὸν ἀέρα παρά– 4511 1.25.4.7 : τριψιν ὑποβεβλημένον αὐτοῦ τῇ φορᾷ καὶ παρακείμενον· 4512 1.25.4.8 : οὔτε δὲ τὸν ἥλιον οὔτε τῶν ἄλλων ἄστρων ὁτιοῦν πῦρ 4513 1.25.4.9 : εἶναι· σφαιροειδῆ μὲν γὰρ τούτων τὰ σχήματα, πυρὸς 4514 1.25.4.10 : δὲ ἐκτός· οὔτε γὰρ τὴν περὶ τὸ μέσον οἰκείαν εἶναι κί– 4515 1.25.4.11 : νησιν πυρός, ἀλλὰ τὴν ἀπὸ τοῦ μέσου· οὔτε τὴν τῆς 4516 1.25.4.12 : αὐξήσεως τῶν ζῴων καὶ φυτῶν δύναμιν, ἀλλὰ τὴν τῆς 4517 1.25.4.13 : φθορᾶς· οὐδὲ τὴν καθ´ ἑαυτὸ διαμονήν, τὸ γὰρ πῦρ ἀχώ– 4518 1.25.4.14 : ριστον εἶναι τῆς ὕλης. Ἐκ πέμπτης ἄρα τινὸς καὶ δια– 4519 1.25.4.15 : φερούσης τοῦ πυρὸς οὐσίας τόν τε οὐρανὸν ὑπάρχειν καὶ 4520 1.25.4.16 : τὰ ἐν αὐτᾷ πάντα. Καὶ τὸν μὲν ἥλιον ἡμέραν ἀπεργά– 4521 1.25.4.17 : ζεσθαι ὑπὲρ γῆν ἰόντα, νύκτα δὲ χωρήσαντα ὑπὸ γῆν. 4522 1.25.4.18 : Καὶ τοῦ μὲν ἑτέρου τῶν τροπικῶν ἐφαψάμενον βραχυτάτην 4523 1.25.4.19 : ποιεῖν τὴν ἡμέραν, μακροτάτην δὲ τὴν νύκτα· θατέρου 4524 1.25.4.20 : δὲ ἀνάπαλιν· τοῦ δ´ ἰσημερινοῦ ἰόντα τε καὶ ἀπιόντα, 4525 1.25.4.21 : διαθεῖν δὲ τὸν ἴδιον 〈ἐν〉 ἐνιαυτῷ κύκλον. Ἔκλειψιν δὲ 4526 1.25.4.22 : τοῦ ἡλίου φαίνεσθαι σελήνης ὑποδραμούσης ὑπὸ τὸν αὐτοῦ 4527 1.25.4.23 : κύκλον καὶ ταῖς ἡμετέραις ὄψεσιν ἀντιφραττούσης, προσ– 4528 1.25.4.24 : γειοτάτην γὰρ εἶναι τῶν ἄλλων ἄστρων· ὁπότ´ οὖν κατὰ 4529 1.25.4.25 : διάμετρον ὑπ´ αὐτὸν γένοιτο, ταῖς προσπιπτούσαις ἀπ´ 4530 1.25.4.26 : αὐτοῦ πρὸς τὴν γῆν ἀκτῖσιν ἐπιπροσθεῖν, ὥστε τοσοῦτον 4531 1.25.4.27 : τόπον ἀφώτιστον ἀπεργάζεσθαι τῆς γῆς, ὁπόσον ἂν αὐτῆς 4532 1.25.4.28 : ἐπίσχῃ τὸ σκίασμα, παρ´ ὃ καὶ μήτε κατὰ πᾶν κλίμα 4533 1.25.4.29 : τῆς γῆς μήτε κατὰ τὴν αὐτὴν ὥραν μήτε ἐπὶ πολὺν ἄγαν 4534 1.25.4.30 : τόπον διατείνειν τὸ τῆς ἡλιακῆς ἐκλείψεως πάθος. 4535 1.25.5.1 : 〈<21Arii Didymi>21 epit. (fr. phys. 33 p. 467 Diels.).〉 4536 1.25.5.2 : <20Ζήνωνος.>20 Ζήνων τὸν ἥλιόν φησι καὶ τὴν σελήνην 4537 1.25.5.3 : καὶ τῶν ἄλλων ἄστρων ἕκαστον εἶναι νοερὸν καὶ φρόνι– 4538 1.25.5.4 : μον, πύρινον πυρὸς τεχνικοῦ. Δύο γὰρ γένη πυρός, τὸ 4539 1.25.5.5 : μὲν ἄτεχνον καὶ μεταβάλλον εἰς ἑαυτὸ τὴν τροφήν, τὸ δὲ 4540 1.25.5.6 : τεχνικόν, αὐξητικόν τε καὶ τηρητικόν, οἷον ἐν τοῖς φυτοῖς 4541 1.25.5.7 : ἐστι καὶ ζῴοις, ὃ δὴ φύσις ἐστὶ καὶ ψυχή· τοιούτου δὴ 4542 1.25.5.8 : πυρὸς εἶναι τὴν τῶν ἄστρων οὐσίαν· τὸν δὲ ἥλιον καὶ 4543 1.25.5.9 : τὴν σελήνην δύο φορὰς φέρεσθαι, τὴν μὲν ὑπὸ τοῦ κό– 4544 1.25.5.10 : σμου ἀπ´ ἀνατολῆς ἐπ´ ἀνατολήν, τὴν δὲ ἐναντίαν τῷ 4545 1.25.5.11 : κόσμῳ ζῴδιον ἐκ ζῳδίου μεταβαίνοντας. Τὰς δ´ ἐκλεί– 4546 1.25.5.12 : ψεις τούτων γίγνεσθαι διαφόρως, ἡλίου μὲν περὶ τὰς συν– 4547 1.25.5.13 : όδους, σελήνης δὲ περὶ τὰς πανσελήνους. Γίνεσθαι δ´ 4548 1.25.5.14 : ἐπ´ ἀμφοτέρων τὰς ἐκλείψεις καὶ μείζους καὶ ἐλάττους. 4549 1.25.5.15 : <20Χρυσίππου.>20 Χρύσιππος τὸν ἥλιον εἶναι τὸ ἀθροι– 4550 1.25.5.16 : σθὲν ἔξαμμα νοερὸν ἐκ τοῦ τῆς θαλάσσης ἀναθυμιάμα– 4551 1.25.5.17 : τος, σφαιροειδῆ δὲ εἶναι τῷ σχήματι. 4552 1.25.6.1 : <20Εὐριπίδης>20 πῦρ εἶναι τὸν ἥλιον. Λέγει γοῦν ἐν 4553 1.25.6.2 : Φοινίσσαις (v. 3) 4554 1.25.6.3 : Ἥλιε θοαῖς ἵπποισιν εἱλίσσων φλόγα, 4555 1.25.6.4 : ἐν δὲ Φαέθοντι (fr. 776 Nauck.) 4556 1.25.6.5 : Θερμὴ δ´ ἄνακτος φλὸξ ὑπερτέλλουσα γῆς. 4557 1.25.7.1 : 〈<20Πλουτάρχου.>20〉 4558 1.25.7.2 : Ὅμηρος μὴ εἶναι πῦρ τὸν ἥλιον, ἀλλὰ φῶς καθα– 4559 1.25.7.3 : ρώτατον. Δείκνυσι δὲ τοῦτο σαφῶς διὰ τῶν ἐπᾶν· λέγει 4560 1.25.7.4 : γὰρ οὕτως (Χ 133–135)· 4561 1.25.7.5 : Σείων Πηλιάδα μελίην κατὰ δεξιὸν ὦμον 4562 1.25.7.6 : δεινήν, ἀμφὶ δὲ χαλκὸς ἐλάμπετο εἴκελος αὐγῇ 4563 1.25.7.7 : ἢ πυρὸς αἰθομένου ἢ ἠελίου ἀνιόντος. 4564 1.25.7.8 : Τί οὖν φαίνεται ποιῶν ἄλλο, ἢ τῇ διαζεύξει μαρτυρόμε– 4565 1.25.7.9 : νος, ὅτι πῦρ οὐ νομίζει τὸν ἥλιον, ἀλλ´ ἕτερον μὲν πυρός, 4566 1.25.7.10 : φαινόμενον δὲ ἐν ταῖς ἀνατολαῖς πυρώδη διὰ τὴν ὑγρό– 4567 1.25.7.11 : τητα καὶ τὴν ἀναθυμίασιν, ᾗ μιγνύμενον ἐρυθραίνεται 4568 1.25.7.12 : πᾶν τὸ λαμπρόν; 4569 1.25.8.1 : <20Φιλολάου ἐκ Βακχῶν.>20 4570 1.25.9.1 : 〈<20Ἀράτου Φαινομένων>20 ( 822–891).〉 4571 1.25.9.2 : Μή οἱ ποικίλλοιτο νέον βάλλοντος ἀρούρας 4572 1.25.9.3 : κύκλος, ὅτ´ εὐδίου κεχρημένος ἤματος εἴης, 4573 1.25.9.4 : μηδέ τι σῆμα φέροι, φαίνοιτο δὲ λιτὸς ἁπάντῃ. 4574 1.25.9.5 : Εἰ δ´ αὕτως καθαρόν μιν ἔχοι βουλύσιος ὥρη, 4575 1.25.9.6 : δύνοι δ´ ἀνέφελος μαλακὴν ὑποδείελος αἴγλην, 4576 1.25.9.7 : καί κεν ἐπερχομένης ἠοῦς ἔθ´ ὑπεύδιος εἴη. 4577 1.25.9.8 : Ἀλλ´ οὐχ ὁππότε κοῖλος ἐειδόμενος περιτέλλῃ, 4578 1.25.9.9 : οὐδ´ ὁπότ´ ἀκτίνων αἳ μὲν νότον, αἳ δὲ βορῆα 4579 1.25.9.10 : σχιζόμεναι βάλλωσι, τὰ δ´ αὖ περὶ μέσσα φαείνῃ· 4580 1.25.9.11 : ἀλλά που ἢ ὑετοῖο διέρχεται ἢ ἀνέμοιο. 4581 1.25.9.12 : Σκέπτεο δ´ εἴ κέ τοι αὐγαὶ ὑπείκως´ ἠελίοιο 4582 1.25.9.13 : αὐτὸν ἐς ἠέλιον (τοῦ γὰρ σκοπιαὶ καὶ ἄρισται), 4583 1.25.9.14 : εἴ τί που 〈ἢ〉 καὶ ἔρευθος ἐπιτρέχει, οἷά τε πολλὰ 4584 1.25.9.15 : ἑλκομένων νεφέων ἐρυθαίνεται ἄλλοθεν ἄλλα, 4585 1.25.9.16 : ἢ εἴ που μελανεῖ· καί τοι τὰ μὲν ὕδατος ἔστω 4586 1.25.9.17 : σήματα μέλλοντος, τὰ δ´ ἐρευθέα πάντ´ ἀνέμοιο· 4587 1.25.9.18 : εἴ γε μὲν ἀμφοτέρων ἄμυδις κεχρωσμένος εἴη, 4588 1.25.9.19 : καί κεν ὕδωρ φορέοι καὶ ὑπηνέμιος τανύοιτο. 4589 1.25.9.20 : Εἰ δέ τοι ἢ ἀνιόντος ἢ αὐτίκα δυομένοιο 4590 1.25.9.21 : ἀκτῖνες συνίωσι καὶ ἀμφ´ ἑνὶ πεπλήθωσιν, 4591 1.25.9.22 : ἤ ποτε καὶ νεφέων πεπιεσμένος ἢ ὅγ´ ἐς ἠᾶ 4592 1.25.9.23 : ἔρχηται παρὰ νυκτὸς ἢ ἐξ ἠοῦς ἐπὶ νύκτα, 4593 1.25.9.24 : ὕδατί κεν κατιόντι παρατρέχοι ἤματα κεῖνα. 4594 1.25.9.25 : Μηδ´ ὅτε οἱ ὀλίγη νεφέλη πάρος ἀντέλλῃσι, 4595 1.25.9.26 : τὴν δὲ μετ´ ἀκτίνων κεχρημένος αὐτὸς ἀερθῇ, 4596 1.25.9.27 : ἀμνηστεῖν ὑετοῖο. Πολὺς δ´ ὅτε οἱ περὶ κύκλος 4597 1.25.9.28 : οἷον τηκομένῳ ἐναλίγκιος εὐρύνηται, 4598 1.25.9.29 : πρῶτον ἀνερχομένοιο καὶ ἂψ ἐπὶ μεῖον ἴῃσιν, 4599 1.25.9.30 : εὔδιός κε φέροιτο· καὶ εἴ ποτε χείματος ὥρῃ 4600 1.25.9.31 : ὠχρήσαι κατιών· ἀτὰρ ὕδατος ἡμερινοῖο 4601 1.25.9.32 : γινομένου, κατόπισθε περὶ νέφεα σκοπέεσθαι 4602 1.25.9.33 : κὰδ δὴ δυομένου τετραμμένος ἠελίοιο. 4603 1.25.9.34 : Ἢν μὲν ὑποσκιάῃσι μελαινομένῃ εἰκυῖα 4604 1.25.9.35 : ἠέλιον νεφέλῃ, ταὶ δ´ ἀμφί μιν ἔνθα καὶ ἔνθα 4605 1.25.9.36 : ἀκτῖνες μεσσηγὺς ἑλισσόμεναι διχόωνται, 4606 1.25.9.37 : ἦτ´ ἂν ἔτ´ εἰς ἠῶ σκέπαος κεχρημένος εἴης. 4607 1.25.9.38 : Εἰ δ´ ὃ μὲν ἀνέφελος βάπτοι ῥόου ἑσπερίοιο, 4608 1.25.9.39 : ταὶ δὲ κατερχομένου νεφέλαι καὶ ἀποιχομένοιο 4609 1.25.9.40 : πλησίαι ἑστήκωσιν ἐρευθέες, οὔ σε μάλα χρὴ 4610 1.25.9.41 : αὔριον οὐδ´ ἐπὶ νυκτὶ περιτρομέειν ὑετοῖο· 4611 1.25.9.42 : ἀλλ´ ὁπότ´ ἠελίοιο μαραινομένῃσιν ὁμοῖαι 4612 1.25.9.43 : ἐξαπίνης ἀκτῖνες ἀπ´ οὐρανόθεν τανύωνται, 4613 1.25.9.44 : οἷον ἀμαλδύνονται, ὅτε σκιάῃσι κατ´ ἰθὺ 4614 1.25.9.45 : ἱσταμένη γαίης τε καὶ ἠελίοιο σελήνη. 4615 1.25.9.46 : οὐδ´ ὅτε οἱ ἐπέχοντι φανήμεναι ἠῶθι πρὸ 4616 1.25.9.47 : φαίνονται νεφέλαι ὑπερευθέες ἄλλοθεν ἄλλαι, 4617 1.25.9.48 : ἄρραντοι γίγνονται ἐπ´ ἤματι κείνῳ ἄρουραι. 4618 1.25.9.49 : Μηδ´ αὕτως, ἔτ´ ἐόντι πέρην ὁπότε προταθεῖσαι 4619 1.25.9.50 : ἀκτῖνες φαίνονται ἐπίσκιοι ἠῶθι πρό, 4620 1.25.9.51 : ὕδατος ἢ ἀνέμοιο κατοισομένου λελαθέσθαι. 4621 1.25.9.52 : Ἀλλ´ εἰ μὲν κεῖναι μᾶλλον κνέφαος φορέοιντο 4622 1.25.9.53 : ἀκτῖνες, μᾶλλόν κεν ἐφ´ ὕδατι σημαίνοιεν· 4623 1.25.9.54 : εἰ δ´ ὀλίγος τανύοιτο περὶ δνόφος ἀκτίνεσσιν, 4624 1.25.9.55 : οἷόν που μαλακαὶ νεφέλαι φορέουσι μάλιστα, 4625 1.25.9.56 : ἦτ´ ἂν ἐπερχομένοιο περιδνοφέοιντ´ ἀνέμοιο. 4626 1.25.9.57 : Οὐδὲ μὲν ἠελίου σχεδόθεν μελανεῦσαι ἀλωαὶ 4627 1.25.9.58 : εὔδιοι· ἀσσότεραι δὲ καὶ ἀστεμφὲς μελανεῦσαι 4628 1.25.9.59 : μᾶλλον χειμέριαι· δύο δ´ ἂν χαλεπώτεραι εἶεν. 4629 1.25.9.60 : Σκέπτεο δ´ ἢ ἀνιόντος ἢ αὐτίκα δυομένοιο 4630 1.25.9.61 : εἴ πού 〈οἱ〉 νεφέων, τὰ παρήλια κικλήσκονται, 4631 1.25.9.62 : ἢ νότου ἠὲ βορῆος ἐρεύθεται ἢ ἑκάτερθεν. 4632 1.25.9.63 : μηδ´ οὕτω σκοπιὴν ταύτην ἀμενηνὰ φυλάσσειν· 4633 1.25.9.64 : οὐ γὰρ, ὅτ´ ἀμφοτέρωθεν ὁμοῦ περὶ μέσσον ἔχωσιν 4634 1.25.9.65 : ἠέλιον κεῖναι νεφέλαι σχεδὸν ὠκεανοῖο, 4635 1.25.9.66 : γίγνεται ἀμβολίη Διόθεν χειμῶνος ἰόντος. 4636 1.25.9.67 : Εἴ γε μὲν ἐκ βορέαο μί´ οἴη φοινίσσοιτο, 4637 1.25.9.68 : ἐκ βορέω πνοιάς κε φέροι, νοτίη δὲ νότοιο, 4638 1.25.9.69 : ἢ καί που ῥαθάμιγγες ἐπιτροχόως´ ὑετοῖο. 4639 1.25.9.70 : Ἑσπερίοις καὶ μᾶλλον ἐπίτρεπε σήμασι τούτοις· 4640 1.25.9.71 : ἑσπερόθεν γὰρ ὁμῶς σημαίνεται ἐμμενὲς αἰεί. 4641 1.26.t.1 : {1Περὶ σελήνης οὐσίας καὶ μεγέθους καὶ σχήμα– 4642 1.26.t.2 : τος 〈φωτισμῶν τε καὶ περὶ ἐκλείψεως καὶ ἐμφά– 4643 1.26.t.3 : σεως καὶ περὶ ἀποστημάτων καὶ σημείων〉.}1 4644 1.26.1a.1 : 〈<21Aetii>21 (II 25, 1. 2 p. 355, 16 Diels.).〉 4645 1.26.1a.2 : <20Ἀναξίμανδρος>20 κύκλον εἶναι ἐννεακαιδεκαπλάσιον 4646 1.26.1a.3 : τῆς γῆς, ὅμοιον ἁρματείῳ 〈τροχῷ〉, κοίλην ἔχοντα τὴν 4647 1.26.1a.4 : ἁψῖδα καὶ πυρὸς πλήρη, καθάπερ τὸν τοῦ ἡλίου, κείμενον 4648 1.26.1a.5 : λοξόν, ὡς κἀκεῖνον, ἔχοντα μίαν ἐκπνοήν, οἷον πρηστῆρος 4649 1.26.1a.6 : αὐλόν· ἐκλείπειν δὲ κατὰ τὰς τροπὰς τοῦ τροχοῦ. 4650 1.26.1a.7 : <20Ἀναξιμένης>20 πυρίνην τὴν σελήνην. 4651 1.26.2.1 : 〈<21Aetii>21 (II 25, 3 et 26, 2 p. 356, 2 et 357, 9 Diels.).〉 4652 1.26.2.2 : <20Παρμενίδης>20 πυρίνην. —Ἴσην δὲ τῷ ἡλίῳ, καὶ γὰρ 4653 1.26.2.3 : ἀπ´ αὐτοῦ φωτίζεται. 4654 1.26.3.1 : 〈<21Aetii>21 (II 27, 2 p. 358, 1 Diels.).〉 4655 1.26.3.2 : <20Ἡράκλειτος>20 σκαφοειδῆ τῷ σχήματι. 4656 1.26.4.1 : 〈<21Aetii>21 (II 25, 4 p. 356, 3 Diels.).〉 4657 1.26.4.2 : <20Ξενοφάνης>20 νέφος εἶναι πεπιλημένον. 4658 1.26.5.1 : 〈<21Aetii>21 (II 25, 8–14 p. 356, 14 Diels.).〉 4659 1.26.5.2 : <20Θαλῆς>20 γεώδη τὴν σελήνην ἀπεφήνατο. 4660 1.26.5.3 : <20Ἀναξαγόρας>20 καὶ <20Δημόκριτος>20 στερέωμα διάπυρον, 4661 1.26.5.4 : ἔχον ἐν ἑαυτῷ πεδία καὶ ὄρη καὶ φάραγγας. 4662 1.26.5.5 : <20Διογένης>20 κισηροειδὲς ἄναμμα τὴν σελήνην. 4663 1.26.5.6 : <20Ἴων σῶμα>20 τῇ μὲν ὑελοειδές, διαυγές, τῇ δὲ ἀφεγγές. 4664 1.26.5.7 : <20Βήρωσος>20 ἡμιπύρωτον σφαῖραν τὴν σελήνην. 4665 1.26.5.8 : <20Ἡρακλείδης>20 καὶ <20Ὄκελλος>20 γῆν ὁμίχλῃ περιεχο– 4666 1.26.5.9 : μένην. 4667 1.26.5.10 : <20Πυθαγόρας>20 κατοπτροειδὲς σῶμα. 4668 1.26.6.1 : 〈<21Aetii>21 (II 25, 15 et 27, 3. 4 p. 357, 2 et 358, 3 Diels.).〉 4669 1.26.6.2 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 ἀέρα συνεστραμμένον νεφοειδῆ, πε– 4670 1.26.6.3 : πηγότα ὑπὸ πυρός, ὥστε σύμμικτον. —Δισκοειδῆ δὲ τῷ 4671 1.26.6.4 : σχήματι. 4672 1.26.6.5 : Τινὲς δὲ κυλινδροειδῆ. 4673 1.26.7.1 : 〈<21Aetii>21 (II 25, 6 p. 356, 8 Diels.).〉 4674 1.26.7.2 : <20Πλάτων>20 ἐκ πλείονος τοῦ πυρὸς εἶναι τὴν σελήνην. 4675 1.26.8.1 : 〈<21Aetii>21 (II 25, 7 et 26, 3 p. 356, 10 et 357, 11 Diels.).〉 4676 1.26.8.2 : <20Ἀριστοτέλης>20 σελήνην ἐν μεθορίοις ἀέρος τεταγ– 4677 1.26.8.3 : μένην καὶ τῆς πέμπτης οὐσίας μετέχουσαν ἐν μηνὶ περι– 4678 1.26.8.4 : έρχεσθαι τὸν ἴδιον κύκλον. —Ἐλάττονα δὲ τῆς γῆς εἶναι 4679 1.26.8.5 : τῷ μεγέθει. 4680 1.26.9.1 : 〈<21Arii Didymi>21 epit. (fr. phys. 34 p. 467 Diels.).〉 4681 1.26.9.2 : <20Ζήνων>20 τὴν σελήνην ἔφησεν ἄστρον νοερὸν καὶ φρό– 4682 1.26.9.3 : νιμον, πύρινον δὲ πυρὸς τεχνικοῦ. 4683 1.26.9.4 : <20Κλεάνθης>20 πυροειδῆ τὴν σελήνην, πιλοειδῆ δὲ τῷ 4684 1.26.9.5 : σχήματι. 4685 1.26.1k.1 : 〈<21Aetii>21 (II 25, 5; 26, 1; 27, 1 p. 356, 5; 357, 6 et 4686 1.26.1k.2 : 14 Diels.).〉 4687 1.26.1k.3 : <20Ποσειδώνιος>20 δὲ καὶ οἱ πλεῖστοι τῶν Στωικῶν 4688 1.26.1k.4 : μικτὴν ἐκ πυρὸς καὶ ἀέρος. —Μείζονα δὲ τῆς γῆς, ὡς καὶ 4689 1.26.1k.5 : τὸν ἥλιον. —Σφαιροειδῆ δὲ τῷ σχήματι· σχηματίζεσθαι 4690 1.26.1k.6 : δὲ αὐτὴν πολλαχῶς, καὶ γὰρ πανσέληνον γινομένην καὶ 4691 1.26.1k.7 : διχότομον καὶ ἀμφίκυρτον καὶ μηνοειδῆ. 4692 1.26.2.1 : 〈<21Arii Didymi>21 epit. (fr. phys. 34 p. 467 Diels.).〉 4693 1.26.2.2 : <20Χρύσιππος>20 τὸ ἀθροισθὲν ἔξαμμα μετὰ τὸν ἥλιον 4694 1.26.2.3 : νοερὸν ἐκ τοῦ ἀπὸ τῶν ποτίμων ὑδάτων ἀναθυμιάματος· 4695 1.26.2.4 : διὸ καὶ τούτοις τρέφεσθαι. Σφαιροειδῆ δὲ εἶναι. Μῆνα 4696 1.26.2.5 : δὲ καλεῖσθαι τὴν τοῦ δρόμου αὐτῆς περίοδον. Μεὶς δ´ 4697 1.26.2.6 : ἐστί, φησί, τὸ φαινόμενον τῆς σελήνης πρὸς ἡμᾶς, ἢ σε– 4698 1.26.2.7 : λήνη μέρος ἔχουσα φαινόμενον πρὸς ἡμᾶς. 4699 1.26.2.t : {1Περὶ δὲ φωτισμῶν αὐτῆς.}1 4700 1.26.2.1 : 〈<21Aetii>21 (II 28, 1–6 p. 358, 7 Diels.).〉 4701 1.26.2.2 : <20Ἀναξίμανδρος, Ξενοφάνης, Βήρωσος>20 ἴδιον 4702 1.26.2.3 : αὐτὴν ἔχειν φῶς. 4703 1.26.2.4 : <20Ἀριστοτέλης>20 ἴδιον μέν, ἀραιότερον δέ πως. 4704 1.26.2.5 : <20Οἱ Στωικοὶ>20 ἀμαυροφανές, ἀεροειδὲς γάρ. 4705 1.26.2.6 : <20Ἀντιφῶν>20 ἰδιοφεγγῆ μὲν τὴν σελήνην, τὸ δ´ ἀπο– 4706 1.26.2.7 : κρυπτόμενον περὶ αὐτὴν ὑπὸ τῆς προσβολῆς τοῦ ἡλίου 4707 1.26.2.8 : ἀμαυροῦσθαι, πεφυκότος τοῦ ἰσχυροτέρου τὸ ἀσθενέστερον 4708 1.26.2.9 : ἀμαυροῦν· ὃ δὴ συμβαίνειν καὶ περὶ τὰ ἄλλα ἄστρα. 4709 1.26.2.10 : <20Θαλῆς>20 πρῶτος ἔφη ὑπὸ τοῦ ἡλίου φωτίζεσθαι. 4710 1.26.2.11 : <20Πυθαγόρας, Παρμενίδης, Ἐμπεδοκλῆς, Ἀνα– 4711 1.26.2.12 : ξαγόρας, Μητρόδωρος>20 ὁμοίως. 4712 1.26.2.13 : <20Ἡράκλειτος>20 ταὐτὸν πεπονθέναι τήν τε σελήνην 4713 1.26.2.14 : καὶ τὸν ἥλιον. Σκαφοειδεῖς δὲ ὄντας τοῖς σχήμασι τοὺς 4714 1.26.2.15 : ἀστέρας, δεχομένους τὰς ἀπὸ τῆς ὑγρᾶς ἀναθυμιάσεως 4715 1.26.2.16 : αὐγάς, φωτίζεσθαι πρὸς τὴν φαντασίαν, λαμπροτέρως 4716 1.26.2.17 : μὲν τὸν ἥλιον, ἐν καθαρωτέρῳ γὰρ ἀέρι φέρεσθαι, τὴν 4717 1.26.2.18 : δὲ σελήνην ἐν θολωτέρῳ καὶ διὰ τοῦτο ἀμαυροτέραν φαί– 4718 1.26.2.19 : νεσθαι. 4719 1.26.3.t : {1Περὶ δὲ ἐκλείψεως σελήνης.}1 4720 1.26.3.1 : 〈<21Aetii>21 (II 29, 1–8 p. 359, 12 Diels.).〉 4721 1.26.3.2 : <20Ἀναξίμανδρος>20 τοῦ στομίου τοῦ περὶ τὸν τροχὸν 4722 1.26.3.3 : ἐπιφραττομένου. 4723 1.26.3.4 : <20Βήρωσος>20 κατὰ τὴν πρὸς ἡμᾶς ἐπιστροφὴν τοῦ 4724 1.26.3.5 : ἀπυρώτου μέρους. 4725 1.26.3.6 : <20Ἀλκμαίων, Ἡράκλειτος, Ἀντιφῶν>20 κατὰ τὴν 4726 1.26.3.7 : τοῦ σκαφοειδοῦς στροφὴν καὶ τὰς περικλίσεις. 4727 1.26.3.8 : <20Τῶν Πυθαγορείων>20 τινὲς κατὰ τὴν Ἀριστοτέλειον 4728 1.26.3.9 : ἱστορίαν καὶ τὴν Φιλίππου τοῦ Ὀπουντίου ἀπόφασιν 4729 1.26.3.10 : ἀντιφράξει τοτὲ μὲν τῆς γῆς, τοτὲ δὲ τῆς ἀντίχθονος. 4730 1.26.3.11 : Τῶν δὲ νεωτέρων εἰσί τινες οἷς ἔδοξε κατ´ ἐπινέμησιν 4731 1.26.3.12 : φλογὸς κατὰ μικρὸν ἐξαπτομένης τεταγμένως, ἕως 〈ἂν〉 4732 1.26.3.13 : τὴν τελείαν πανσέληνον ἀποδῷ, καὶ πάλιν ἀναλόγως μει– 4733 1.26.3.14 : ουμένης μέχρι τῆς συνόδου καθ´ ἣν τελείως σβέννυται. 4734 1.26.3.15 : <20Ξενοφάνης>20 καὶ τὴν μηνιαίαν ἀπόκρυψιν κατὰ 4735 1.26.3.16 : σβέσιν. 4736 1.26.3.17 : <20Θαλῆς, Ἀναξαγόρας, Πλάτων,>20 οἱ <20Στωικοὶ>20 4737 1.26.3.18 : τοῖς μαθηματικοῖς συμφώνως τὰς μὲν μηνιαίους ἀπο– 4738 1.26.3.19 : κρύψεις συνοδεύουσαν αὐτὴν ἡλίῳ καὶ περιλαμπομένην 4739 1.26.3.20 : ποιεῖσθαι, τὰς δ´ ἐκλείψεις εἰς τὸ σκίασμα τῆς γῆς ἐμ– 4740 1.26.3.21 : πίπτουσαν, μεταξὺ [μὲν] ἀμφοτέρων τῶν ἀστέρων γενο– 4741 1.26.3.22 : μένης, μᾶλλον δὲ τῆς σελήνης ἀντιφραττομένης. 4742 1.26.3.23 : <20Ἀναξαγόρας,>20 ὥς φησι Θεόφραστος (phys. opin. 4743 1.26.3.24 : fr. 19 p. 493 Diels.), καὶ τῶν ὑποκάτω τῆς σελήνης ἔσθ´ 4744 1.26.3.25 : ὅτε σωμάτων ἐπιπροσθούντων. 4745 1.26.3.26 : <20Χρύσιππος>20 ἐκλείπειν τὴν σελήνην τῆς γῆς αὐτῇ 4746 1.26.3.27 : ἐπιπροσθούσης καὶ εἰς σκιὰν αὐτῆς ἐμπίπτουσαν. 4747 1.26.4.t : {1Περὶ δὲ ἐμφάσεως αὐτῆς.}1 4748 1.26.4.1 : 〈<21Aetii>21 (II 30, 1–8 p. 361, 2 Diels.).〉 4749 1.26.4.2 : Τῶν <20Πυθαγορείων>20 τινὲς μέν, ὧν ἐστι Φιλόλαος, 4750 1.26.4.3 : τὸ γεωφανὲς αὐτῆς εἶναι διὰ τὸ περιοικεῖσθαι τὴν σε– 4751 1.26.4.4 : λήνην, καθάπερ τὴν παρ´ ἡμῖν γῆν, ζῴοις καὶ φυτοῖς 4752 1.26.4.5 : μείζοσι καὶ καλλίοσιν. Εἶναι γὰρ πεντεκαιδεκαπλάσια 4753 1.26.4.6 : τὰ ἐπ´ αὐτῆς ζῷα τῇ δυνάμει, μηδὲν περιττωματικὸν 4754 1.26.4.7 : ἀποκρίνοντα, καὶ τὴν ἡμέραν τοσαύτην τῷ μήκει. 4755 1.26.4.8 : Ἄλλοι δὲ τὴν ἐν τῇ σελήνῃ ἔμφασιν ἀνάκλασιν εἶναι 4756 1.26.4.9 : τῆς πέραν τοῦ διακεκαυμένου κύκλου τῆς οἰκουμένης ὑφ´ 4757 1.26.4.10 : ἡμῶν θαλάττης. 4758 1.26.4.11 : <20Ἀναξαγόρας>20 ἀνωμαλότητα συγκρίματος διὰ τὸ 4759 1.26.4.12 : ψυχρομιγὲς ἅμα καὶ γεῶδες, τὰ μὲν ἐχούσης ὑψηλά, τὰ 4760 1.26.4.13 : δὲ ταπεινά, τὰ δὲ κοῖλα. Καὶ παραμεμῖχθαι τῷ πυρο– 4761 1.26.4.14 : ειδεῖ τὸ ζοφῶδες, ὧν τὸ πάθος ὑποφαίνει τὸ σκιερόν· 4762 1.26.4.15 : ὅθεν ψευδοφανῆ λέγεσθαι τὸν ἀστέρα. 4763 1.26.4.16 : <20Δημόκριτος>20 ἀποσκίασμά τι τῶν ὑψηλῶν ἐν αὐτῇ 4764 1.26.4.17 : μερῶν· ἄγκη γὰρ αὐτὴν ἔχειν καὶ νάπας. 4765 1.26.4.18 : <20Παρμενίδης>20 διὰ τὸ παραμεμῖχθαι τῷ περὶ αὐτὴν 4766 1.26.4.19 : πυρώδει τὸ ζοφῶδες, ὅθεν ψευδοφανῆ τὸν ἀστέρα καλεῖ. 4767 1.26.4.20 : <20Οἱ Στωικοὶ>20 διὰ τὸ ἀερομιγὲς τῆς οὐσίας μὴ εἶναι 4768 1.26.4.21 : αὐτῆς ἀκήρατον τὸ σύγκριμα. 4769 1.26.4.22 : <20Ἀριστοτέλης>20 μὴ εἶναι αὐτῆς ἀκήρατον τὸ σύγκρι– 4770 1.26.4.23 : μα διὰ τὰ πρόσγεια ἀερώματα τοῦ αἰθέρος, ὃν προσαγο– 4771 1.26.4.24 : ρεύει σῶμα πέμπτον. 4772 1.26.4.25 : Οἱ ἀπὸ τῶν <20μαθηματικῶν>20 τὸ ἀνώμαλον συγκρι– 4773 1.26.4.26 : τικὸν αἰτιῶνται. Καθάπερ οὖν τῶν προσαυγαζομένων 4774 1.26.4.27 : ὑπὸ τοῦ ἡλίου νεφῶν τὰ μὲν ἀραιότερα μέρη λαμπρότερα 4775 1.26.4.28 : φαίνεσθαι, τὰ δὲ πυκνότερα ἀμαυρότερα, οὕτως καὶ τῆς 4776 1.26.4.29 : σελήνης ἐοικυίας μὲν νεφελοειδεῖ πιλήματι, προσαυγαζο– 4777 1.26.4.30 : μένης δ´ ὑπὸ τοῦ ἡλίου. 4778 1.26.4.31 : <20Ξενοφάνης>20 τὸν μὲν ἥλιον χρήσιμον εἶναι πρὸς 4779 1.26.4.32 : τὴν τοῦ κόσμου καὶ τὴν τῶν ἐν αὐτῷ ζῴων γένεσίν τε 4780 1.26.4.33 : καὶ διοίκησιν, τὴν δὲ σελήνην παρέλκειν. 4781 1.26.5.t : {1Περὶ δὲ τῶν ἀποστημάτων.}1 4782 1.26.5.1 : 〈<21Aetii>21 (II 31, 1–5 p. 362, 20 Diels.).〉 4783 1.26.5.2 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 διπλάσιον ἀπέχειν τῆς σελήνης ἀπὸ 4784 1.26.5.3 : 〈τῆς〉 γῆς ἤπερ ἀπὸ τοῦ ἡλίου. 4785 1.26.5.4 : Οἱ δὲ ἀπὸ τῶν <20μαθηματικῶν>20 ὀκτωκαιδεκαπλάσιον. 4786 1.26.5.5 : <20Ἐρατοσθένης>20 τὸν ἥλιον ἀπέχειν ἀπὸ τῆς γῆς στα– 4787 1.26.5.6 : δίων μυριάδας [μυριάδων] τετρακοσίας καὶ στάδια ὀκτάκις 4788 1.26.5.7 : μύρια· τὴν δὲ σελήνην ἀπέχειν ἀπὸ τῆς γῆς μυριάδας 4789 1.26.5.8 : ἑβδομήκοντα ὀκτὼ σταδίων. 4790 1.26.5.9 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 τοῦ ὕψους τοῦ ἀπὸ τῆς γῆς εἰς τὸν 4791 1.26.5.10 : οὐρανόν, ἥτις ἐστὶν ἀφ´ ἡμῶν ἀνάτασις, πλείονα εἶναι τὴν 4792 1.26.5.11 : κατὰ τὸ πλάτος διάστασιν, κατὰ τοῦτο τοῦ οὐρανοῦ μᾶλ– 4793 1.26.5.12 : λον ἀναπεπταμένου διὰ τὸ ᾠῷ παραπλησίως τὸν κόσμον 4794 1.26.5.13 : κεῖσθαι. 4795 1.26.5.14 : <20Βόηθος>20 δὲ πρὸς τὴν φαντασίαν δέχεται τὸ ἀναπε– 4796 1.26.5.15 : πταμένον, οὐ κατὰ τὴν ὑπόστασιν. 4797 1.26.6.t : {1Σημεῖα σελήνης.}1 4798 1.26.6.1 : <20Ἐκ τῶν Ἀράτου Φαινομένων>20 (v. 778–817). 4799 1.26.6.2 : Σκέπτεο δὴ πρώτην κεράων ἑκάτερθε σελήνην· 4800 1.26.6.3 : ἄλλοτε γάρ τ´ ἄλλῃ μιν ἐπιγράφει ἕσπερος αἴγλῃ, 4801 1.26.6.4 : ἄλλοτε δ´ ἀλλοῖαι μορφαὶ κερόωσι σελήνην 4802 1.26.6.5 : εὐθὺς ἀεξομένην, αἳ μὲν τρίτῃ, αἳ δὲ τετάρτῃ· 4803 1.26.6.6 : τάων καὶ περὶ μηνὸς ἐφεσταότος κε πύθοιο. 4804 1.26.6.7 : Λεπτὴ μὲν καθαρή τε περὶ τρίτον ἦμαρ ἐοῦσα 4805 1.26.6.8 : εὔδιός κ´ εἴη· λεπτὴ δὲ καὶ εὖ μάλ´ ἐρευθὴς 4806 1.26.6.9 : πνευματίη· παχίων δὲ καὶ ἀμβλείῃσι κεραίαις 4807 1.26.6.10 : τέτρατον ἐκ τριτάτοιο φόως ἀμενηνὸν ἔχουσα 4808 1.26.6.11 : ἢ νότῳ ἀμβλύνεται ἢ ὕδατος ἐγγὺς ἐόντος. 4809 1.26.6.12 : Εἰ δέ κ´ ἀπ´ ἀμφοτέρων κεράων τρίτον ἦμαρ ἄγουσα 4810 1.26.6.13 : μήτε τι νευστάζῃ μηθ´ ὑπτιόωσα φαείνῃ, 4811 1.26.6.14 : ἀλλ´ ὀρθὰς ἑκάτερθε περιγνάμπτουσα κεραίας, 4812 1.26.6.15 : ἑσπέριοί κ´ ἄνεμοι κείνην μετὰ νύκτα φέροιντο. 4813 1.26.6.16 : Εἰ δ´ αὕτως ὀρθὴ καὶ τέτρατον ἦμαρ ἀγινοῖ, 4814 1.26.6.17 : ἦτ´ ἂν χειμῶνος συναγειρομένοιο διδάσκοι. 4815 1.26.6.18 : εἰ δέ κέ οἱ κεράων τὸ μετήορον εὖ ἐπινεύῃ, 4816 1.26.6.19 : δειδέχθαι βορέω, ὅτε δ´ ὑπτιάῃσι, νότοιο. 4817 1.26.6.20 : Αὐτὰρ ἐπὴν τριτόωσαν ὅλος περὶ κύκλος ἑλίσσῃ 4818 1.26.6.21 : πάντῃ ἐρευθόμενος, μάλα κεν τότε χείμερος εἴη· 4819 1.26.6.22 : μείζονι δ´ ἂν χειμῶνι πυρώτερα φοινίσσοιτο. 4820 1.26.6.23 : Σκέπτεο δ´ ἐς πληθύν τε καὶ ἀμφότερον διχόωσαν, 4821 1.26.6.24 : ἠμὲν ἀεξομένην, ἠδ´ ἐς κέρας αὖθις ἰοῦσαν· 4822 1.26.6.25 : καί οἱ ἐπὶ χροιῇ τεκμαίρεο μηνὸς ἑκάστου. 4823 1.26.6.26 : Πάντῃ μὲν καθαρῇ κε μάλ´ εὔδια τεκμήραιο· 4824 1.26.6.27 : πάντα δ´ ἐρευθομένῃ δοκέειν ἀνέμοιο κέλευθον, 4825 1.26.6.28 : ἄλλοθι δ´ ἄλλο μελαινομένῃ δοκέειν ὑετοῖο. 4826 1.26.6.29 : Σήματα δ´ οὐ μάλα πᾶσιν ἐπ´ ἤμασι πάντα τέτυκται· 4827 1.26.6.30 : ἀλλ´ ὅσα μὲν τριτάτῃ τε τεταρταίῃ τε πέλονται 4828 1.26.6.31 : μέσφα διχαζομένης, διχάδος γε μὲν ἄχρις ἐπ´ αὐτὴν 4829 1.26.6.32 : σημαίνει διχόμηνον, ἀτὰρ πάλιν ἐκ διχομήνου 4830 1.26.6.33 : ἐς διχάδα φθιμένην· δέχεται μὲν αὐτίκα τετρὰς 4831 1.26.6.34 : μηνὸς ἀποιχομένου, ἡ δὲ τριτάτη ἀπιόντος. 4832 1.26.6.35 : Εἰ δέ κέ μιν περὶ πᾶσαν ἀλωαὶ κυκλώσωνται 4833 1.26.6.36 : ἢ τρεῖς ἠὲ δύω περικείμεναι ἠὲ μί´ οἴη, 4834 1.26.6.37 : τῇ μὲν ἴῃ ἀνέμοιο γαληναίης τε δοκεύειν, 4835 1.26.6.38 : ῥηγνυμένῃ ἀνέμοιο, μαραινομένῃ δὲ γαλήνης· 4836 1.26.6.39 : ταὶ δύο δ´ ἂν χειμῶνι περιτροχάοιντο σελήνην· 4837 1.26.6.40 : μείζονα δ´ ἂν χειμῶνα φέροι τριέλικτος ἀλωή, 4838 1.26.6.41 : καὶ μᾶλλον μελανεῦσα, καὶ εἰ ῥηγνύατο μᾶλλον. 4839 1.27.t.1 : {1Περὶ γάλακτος.}1 4840 1.27.1.1 : 〈<21Aetii>21 (III 1, 1–6 p. 364, 12 Diels.).〉 4841 1.27.1.2 : Κύκλος ἐστὶ νεφελοειδής, ἐν μὲν τῷ ἀέρι διὰ παντὸς 4842 1.27.1.3 : φαινόμενος, διὰ δὲ τὴν λευκόχροιαν ὀνομαζόμενος γαλαξίας. 4843 1.27.2.1 : Τῶν <20Πυθαγορείων>20 οἳ μὲν ἔφασαν ἀστέρος εἶναι 4844 1.27.2.2 : διάκαυσιν, ἐκπεσόντος μὲν ἀπὸ τῆς ἰδίας ἕδρας, δι´ οὗ 4845 1.27.2.3 : δὲ περιέδραμε χωρίου κυκλοτερῶς αὐτὸ περιφλέξαντος 4846 1.27.2.4 : ἐπὶ τοῦ κατὰ Φαέθοντα ἐμπρησμοῦ· οἳ δὲ τὸν ἡλιακὸν 4847 1.27.2.5 : ταύτῃ φασὶ κατ´ ἀρχὰς γεγονέναι δρόμον. Τινὲς δὲ κατ– 4848 1.27.2.6 : οπτρικὴν εἶναι φαντασίαν τοῦ ἡλίου τὰς αὐγὰς πρὸς τὸν 4849 1.27.2.7 : οὐρανὸν ἀνακλῶντος, ὅπερ κἀπὶ τῆς ἴριδος ἐπὶ τῶν νε– 4850 1.27.2.8 : φῶν συμβαίνει. 4851 1.27.3.1 : <20Μητρόδωρος>20 διὰ τὴν πάροδον τοῦ ἡλίου, τοῦτον 4852 1.27.3.2 : γὰρ εἶναι τὸν ἡλιακὸν κύκλον. 4853 1.27.4.1 : <20Παρμενίδης>20 τὸ τοῦ πυκνοῦ καὶ τὸ τοῦ ἀραιοῦ 4854 1.27.4.2 : μῖγμα γαλακτοειδὲς ἀποτελέσαι χρῶμα. 4855 1.27.5.1 : <20Ἀναξαγόρας>20 τὴν σκιὰν τῆς γῆς κατὰ τόδε τὸ 4856 1.27.5.2 : μέρος ἵστασθαι τοῦ οὐρανοῦ, ὅταν ὑπὸ τὴν γῆν ὁ ἥλιος 4857 1.27.5.3 : γενόμενος μὴ πάντα περιφωτίζῃ. 4858 1.27.6.1 : 〈<20Δημόκριτος>20〉 πολλῶν καὶ μικρῶν καὶ συνεχῶν 4859 1.27.6.2 : ἀστέρων συμφωτιζομένων ἀλλήλοις διὰ τὴν πύκνωσιν 4860 1.27.6.3 : συναυγασμόν. 4861 1.27.7.1 : 〈<21Aetii>21 (III 1, 7 p. 365, 21 Diels.) et <21Arii Didymi>21 epit.〉 4862 1.27.7.2 : <20Ἀριστοτέλης>20 ἀναθυμιάσεως ξηρᾶς ἔξαψιν πολλῆς 4863 1.27.7.3 : τε καὶ συνεχοῦς. —Τὸν γὰρ κύκλον ἐν ᾧ δοκεῖ θεωρεῖσθαι 4864 1.27.7.4 : μέγιστον ὄντα, πλήρη τῶν μεγίστων ὑπάρχειν καὶ λαμ– 4865 1.27.7.5 : προτάτων ἄστρων καὶ ἔτι τῶν σποράδων καλουμένων, 4866 1.27.7.6 : ὥστε διὰ ταῦτα συνεχῶς πλείστην περὶ τοῦτον ἀθροίζε– 4867 1.27.7.7 : σθαι τὸν τόπον τὴν ἀπὸ τῆς γῆς ἀναθυμίασιν καὶ ποιεῖν 4868 1.27.7.8 : τὴν τοῦ γάλακτος φαντασίαν. 4869 1.27.8.1 : 〈<21Aetii>21 (III 1, 8 p. 366, 1 Diels.).〉 4870 1.27.8.2 : <20Ποσειδώνιος>20 πυρὸς σύστασιν, ἄστρου μὲν μανω– 4871 1.27.8.3 : τέραν, αὐγῆς δὲ πυκνοτέραν. 4872 1.28.t.1 : {1Περὶ κομητῶν καὶ διαιττόντων καὶ τῶν 4873 1.28.t.2 : τοιούτων.}1 4874 1.28.1a.1 : 〈<21Aetii>21 (III 2, 1–11 p. 366, 6 Diels.).〉 4875 1.28.1a.2 : Τῶν <20Πυθαγορείων>20 τινὲς μὲν ἀστέρα φασὶν εἶναι 4876 1.28.1a.3 : τὸν κομήτην τῶν οὐκ αἰεὶ μὲν φαινομένων, διὰ δέ τινος 4877 1.28.1a.4 : διωρισμένου χρόνου περιοδικῶς ἀνατελλόντων· ἄλλοι δὲ 4878 1.28.1a.5 : ἀνάκλασιν τῆς ἡμετέρας ὄψεως πρὸς τὸν ἥλιον παραπλη– 4879 1.28.1a.6 : σίαν ταῖς κατοπτρικαῖς ἐμφάσεσιν. 4880 1.28.1a.7 : <20Ἀναξαγόρας>20 καὶ <20Δημόκριτος>20 σύνοδον ἀστέρων 4881 1.28.1a.8 : δυοῖν ἢ καὶ πλειόνων κατὰ συναυγασμόν. 4882 1.28.1a.9 : <20Ἀριστοτέλης>20 τῆς ξηρᾶς ἐκ γῆς ἀναθυμιάσεως διά– 4883 1.28.1a.10 : πυρον σύστασιν. 4884 1.28.1a.11 : ** <20κομήτας>20 δὲ ὅταν ἐπὶ πλέον ἐξαφθῇ καὶ πρὸς 4885 1.28.1a.12 : πλείονα διαμένῃ χρόνον, τοῦ μὲν ἀστέρος φαινομένου κά– 4886 1.28.1a.13 : τωθεν, τῆς δὲ κόμης ἄνωθεν ἐπιλαμπούσης· <20πωγωνίας>20 4887 1.28.1a.14 : δὲ ὅταν ἔμπαλιν ὁ μὲν ἀστὴρ ἄνωθεν θεωρῆται, ἡ δὲ 4888 1.28.1a.15 : κόμη κάτωθεν, παρεχομένη τῷ σχήματι πώγωνος ἔμφασιν. 4889 1.28.1a.16 : <20Στράτων>20 ἄστρου φῶς περιληφθὲν νέφει πυκνῷ, 4890 1.28.1a.17 : καθάπερ ἐπὶ τῶν λαμπτήρων γίνεται. 4891 1.28.1a.18 : <20Ἡρακλείδης>20 ὁ Ποντικὸς νέφος μετάρσιον ὑπὸ μετ– 4892 1.28.1a.19 : αρσίου φωτὸς καταυγαζόμενον. Ὁμοίως δ´ αἰτιολογεῖ 4893 1.28.1a.20 : πωγωνίαν, δοκίδας, κίονα καὶ τὰ τούτοις συγγενῆ, καθά– 4894 1.28.1a.21 : περ ἀμέλει πάντες οἱ Περιπατητικοὶ παρὰ τοὺς τοῦ νέ– 4895 1.28.1a.22 : φους ταῦτα γίνεσθαι σχηματισμούς. 4896 1.28.1a.23 : <20Ἐπιγένης>20 πνεύματος ἀναφορὰν γεωμιγοῦς πεπυ– 4897 1.28.1a.24 : ρωμένου. 4898 1.28.1a.25 : <20Βόηθος>20 ἀέρος ἀνημμένου φαντασίαν. 4899 1.28.1a.26 : <20Διογένης>20 ἀστέρας εἶναι τοὺς κομήτας. 4900 1.28.1a.27 : <20Ἀναξαγόρας>20 τοὺς καλουμένους διᾴττοντας ἀπὸ τοῦ 4901 1.28.1a.28 : αἰθέρος σπινθήρων δίκην καταφέρεσθαι, διὸ καὶ παραυ– 4902 1.28.1a.29 : τίκα σβέννυσθαι. 4903 1.28.1a.30 : <20Μητρόδωρος>20 τὴν εἰς τὰ νέφη τοῦ ἡλίου βίαιον 4904 1.28.1a.31 : ἔμπτωσιν πολλάκις σπινθηρίζειν. 4905 1.28.1a.32 : <20Ξενοφάνης>20 πάντα τὰ τοιαῦτα νεφῶν πεπυρωμένων 4906 1.28.1a.33 : συστήματα ἢ κινήματα. 4907 1.28.2.1 : <20Χαλδαίους>20 μὲν δὴ λόγος περὶ κομητῶν ὧδε γιγνώ– 4908 1.28.2.2 : σκειν, ὅτι εἰσί τινες καὶ ἄλλοι ἔξω τῶν φαινομένων πλα– 4909 1.28.2.3 : νητῶν ἀστέρες, οἳ τέως μὲν ἀφανεῖς εἰσιν, ὅτι ἐπὶ πολὺ 4910 1.28.2.4 : ἄνω που ἀφ´ ἡμῶν φέρονται, ἤδη δὲ καὶ ταπεινωθέντες 4911 1.28.2.5 : ὤφθησαν οὕτως ὡς ξένοι ἐνεχθέντες εἰς τὰ ὅλα· καὶ 4912 1.28.2.6 : τούτους κομήτας καλεῖν φίλον τοῖς οὐ γιγνώσκουσιν, ὅτι 4913 1.28.2.7 : καὶ αὐτοὶ ἐκ τῶν πολλῶν ἀστέρων εἰσίν. ἀφανίζεσθαι δὲ 4914 1.28.2.8 : δοκοῦσιν, ἐπειδὰν ἀνενεχθῶσιν εἰς τὴν σφῶν χώραν, δύν– 4915 1.28.2.9 : τες εἰς τὸ βάθος τοῦ αἰθέρος, ὥσπερ εἰς τὸν τοῦ πελά– 4916 1.28.2.10 : γους βυθὸν οἱ ἰχθῦς. Οἳ δὲ ὑπ´ ἀνέμων ἢ θυέλλης ἀνα– 4917 1.28.2.11 : φέρεσθαί τινα γεώδη ἐς τὸν ἄνω ἀέρα ἐδόξασαν καὶ ταῦτα 4918 1.28.2.12 : ἐκπυρωθέντα καὶ εἰς τὴν δίνην ἐμπεσόντα τοῦ αἰθέρος 4919 1.28.2.13 : ξυμπερινοστεῖν τῷ παντὶ ἐπὶ χρόνον, ἔπειτα ἀπαναλω– 4920 1.28.2.14 : θέντα πρὸς τοῦ πυρὸς ἀφανῆ καθίστασθαι, καὶ τοὺς κο– 4921 1.28.2.15 : μήτας δὴ καλουμένους ἀστέρας ταῦτα εἶναι. 4922 1.28.2.16 : <20Δημοκρίτου>20 δὲ ὁ λόγος λεγόμενός ἐστιν, ὡς κατ´ 4923 1.28.2.17 : ἀντίλαμψιν τῶν πλανωμένων ἀστέρων πρὸς ἀλλήλους τε 4924 1.28.2.18 : καὶ τοὺς ἀπλανεῖς οἱ κομῆται ξυνίστασθαι δοκοῦσι, καθά– 4925 1.28.2.19 : περ πλειόνων κατόπτρων ἀντιλαμπόντων σφίσιν ἤδη τινὰ 4926 1.28.2.20 : ὤφθη ἀστεροειδῆ φαντάσματα. 4927 1.28.2.1 : <20Ἀρριανοῦ.>20 4928 1.28.2.2 : Ἀρριανός φησιν· „Ὅσα δὲ μένει ἐπὶ χρόνον τὰ μέν 4929 1.28.2.3 : πως ξυμπεριφερόμενα τῷ οὐρανῷ, τὰ δὲ ἤδη τινὰ κατ´ 4930 1.28.2.4 : ἰδίαν πλάνην πλανώμενα, οὗτοί εἰσιν οἱ κομῆται ἀστέρες 4931 1.28.2.5 : καὶ λαμπάδες καὶ πωγωνίαι καὶ πίθοι καὶ δοκίδες, καθ´ 4932 1.28.2.6 : ὁμοιότητα ἑκάστῃ ἰδέᾳ τῆς ἐπωνυμίας λαχόντα“. 4933 1.28.2.7 : ** „Τεκμήριον δὲ ὅτι μὴ παραυτίκα διαφθείρεται, ὡς 4934 1.28.2.8 : εἴ γε ἐν τῷ ἀέρι ξυνίσταντο, ταχεῖα ἂν ἐγίγνετο αὐτοῖς ἐν 4935 1.28.2.9 : τῷ ψυχρῷ ἡ σβέσις. Ὅτι δὲ πρόσκαιρά ἐστιν, ἡ φθορὰ 4936 1.28.2.10 : αὐτῶν ἐδήλωσε, καὶ ὅτι πρὸς ἄρκτοις μᾶλλόν τι ἢ ἄλλῃ 4937 1.28.2.11 : χώρᾳ ξυνίσταται τοῦ οὐρανοῦ καὶ τοῦτο ἐπ´ αὐτὸν φέ– 4938 1.28.2.12 : ρει, ἔνθα παχύς τε ὁ ἀὴρ [καὶ] μᾶλλον καὶ ξύστασις οὐ 4939 1.28.2.13 : ῥᾳδία, φορηθῆναι πρὸς τὴν οὐ. Φέρονταί τε ἀτάκτως οἱ 4940 1.28.2.14 : πολλοὶ τῶν κομητῶν, ἐπινεμόμενοι, ἐμοὶ δοκεῖν, τὴν ἄνω 4941 1.28.2.15 : ἀναφερομένην τροφὴν καὶ ταύτῃ ἐφομαρτοῦντες. Ἡ δὲ ἀρχὴ 4942 1.28.2.16 : αὐτῶν ἀστεροειδής ἐστι, καθότι ἐς σφαῖραν ξυνάγεσθαι 4943 1.28.2.17 : πέφυκε πᾶν, ὅσον πυροειδές· ἡ δὲ κόμη αὐγοειδής, τῶν 4944 1.28.2.18 : μὲν ὥσπερ ἄφετος ἀνειμένη, τῶν δὲ ἐπ´ εὐθὺ ἰοῦσα καὶ 4945 1.28.2.19 : ἐς τὸ ἄνω μᾶλλόν τι ἀπὸ τοῦ ἀστέρος τεινομένη. Οἱ δὲ 4946 1.28.2.20 : πίθοι ὀλιγάκις πεφήνασι, καθότι πλείονος δέονται ξυνα– 4947 1.28.2.21 : γωγῆς πυρός. Ἤδη δὲ καὶ τῶν ἀπλανῶν ἔστιν οἳ ξὺν 4948 1.28.2.22 : κόμῃ ἐφάνησαν, ἐπειδὰν περὶ αὐτοὺς 〈ἡ τοῦ〉 ἀέρος ἀνα– 4949 1.28.2.23 : φορὰ πυκνωθεῖσα ξυναφὲς ἐργάσηται τῆς κόμης τὸ εἴδω– 4950 1.28.2.24 : λον, καθάπερ καὶ ἅλως ξυναφεῖς αὐτοῖς τοῖς ἄστροις φαί– 4951 1.28.2.25 : νονται. Ἤδη δὲ καὶ πλησίον ἡλίου ξυστάντες κομῆται οἳ 4952 1.28.2.26 : μὲν ἔφθησαν ἀφανισθῆναι πρὶν τὴν γένεσιν αὐτῶν κατα– 4953 1.28.2.27 : στῆναι ἐμφανῆ· οἳ δὲ ἐκλείποντος ἡλίου ἐξεφάνησαν, οἳ 4954 1.28.2.28 : δὲ καὶ ἐπικαταδύνοντες τῷ ἡλίῳ, πρόσθεν, οἷα δὴ εἰκός, 4955 1.28.2.29 : ὑπὸ τῶν αὐγῶν καταλαμπόμενοι, τῷ μὴ ἐμφανεῖς καθί– 4956 1.28.2.30 : στασθαι. Ὥστε ἐκεῖνος ἂν κρατοίη ὁ λόγος 〈ὁ〉 ἀποφαίνων 4957 1.28.2.31 : ἀέρος πιλήματα, ἀποθλιβόμενα καὶ ἐμπίπτοντα ἐς τὰ 4958 1.28.2.32 : κατωτέρω καὶ τῷ ἀέρι ξυναφῆ τοῦ αἰθέρος, ἐξαφθέντα, 4959 1.28.2.33 : ἔστ´ ἂν ὑπάρχῃ περὶ αὐτοὺς ἡ τροφή, ξυμμένειν τε καὶ 4960 1.28.2.34 : ξυμπερινοστεῖν τῷ αἰθέρι“. 4961 1.28.2.35 : Καὶ ταῦτα, ὅπως ἂν τύχῃ, ἀπὸ τῆς ἰδέας ἐπικλῄζεσθαι 4962 1.28.2.36 : ἕκαστον, <20κομήτας>20 μέν, ἀφ´ ὧν ὥσπερ κόμη ἐς τὰ κύκλῳ 4963 1.28.2.37 : ἀπολάμπει αὐγὴ πυρός· <20πωγωνίας>20 δὲ ἀφ´ ὅτων ἐς πώ– 4964 1.28.2.38 : γωνος σχῆμα ἀπήρτηται αὐγὴ ἐς τὸ ἐπιθάτερα· <20πίθους>20 4965 1.28.2.39 : δὲ ὅσα μεγάλα, κυκλοτερῆ καί τι καὶ βάθους ἔν σφισιν 4966 1.28.2.40 : ἐξέφηνε· <20δοκοὺς>20 δὲ αὖ καὶ <20λαμπάδας>20 καθ´ ὁμοιότητα 4967 1.28.2.41 : τοῦ εἴδους 〈ἐφ´ ὅ〉τῳ ἐπιφημίζονται. 4968 1.28.2.42 : „Φαίνεται δὲ τούτων ἕκαστον καὶ ἑσπέριον καὶ ἑῷον, 4969 1.28.2.43 : τὰ δὲ καὶ ἀμφιφανῆ φαίνεται. <20Ἀμφιφανῆ>20 δὲ κλῄζουσιν, 4970 1.28.2.44 : ὅσα περὶ πρῶτα τῆς νυκτὸς φανέντα πρὸς δύσει, ἔπειτα 4971 1.28.2.45 : ἐν τῇ αὐτῇ νυκτί, πρὶν ἡμέραν ἐπιλαβεῖν, ἔφθη ἀνασχόντα“. 4972 1.29.t.1 : {1Περὶ βροντῶν ἀστραπῶν κεραυνῶν πρηστήρων 4973 1.29.t.2 : τυφώνων.}1 4974 1.29.1.1 : 〈<21Aetii>21 (III 3, 1–11. 13. 14. 15. 12 p. 367, 22 Diels.).〉 4975 1.29.1.2 : <20Ἀναξίμανδρος>20 ἐκ τοῦ πνεύματος ταῦτ´ εἶπε συμ– 4976 1.29.1.3 : βαίνειν· ὅταν γὰρ περιληφθὲν νέφει παχεῖ βιασάμενον 4977 1.29.1.4 : ἐκπέσῃ τῇ λεπτομερείᾳ καὶ κουφότητι, τόθ´ ἡ μὲν ῥῆξις 4978 1.29.1.5 : τὸν ψόφον, ἡ δὲ διαστολὴ παρὰ τὴν μελανείαν τοῦ νέ– 4979 1.29.1.6 : φους τὸν διαυγασμὸν ἀποτελεῖ. 4980 1.29.1.7 : <20Ἀναξιμένης>20 ταὐτὰ τούτῳ παρατιθεὶς τὸ ἐπὶ τῆς 4981 1.29.1.8 : θαλάσσης, ἥτις σχιζομένη ταῖς κώπαις παραστίλβει. 4982 1.29.1.9 : <20Μητρόδωρος,>20 ὅταν εἰς νέφος πεπηγὸς ὑπὸ πυκνό– 4983 1.29.1.10 : τητος ἐμπέσῃ πνεῦμα, τῇ μὲν συνθραύσει τὸν κτύπον ἀπο– 4984 1.29.1.11 : τελεῖ, τῇ δὲ πληγῇ καὶ τῷ σχισμῷ διαυγάζει, τῇ δ´ ὀξύ– 4985 1.29.1.12 : τητι τῆς φορᾶς, προσλαμβάνον τὴν ἀπὸ τοῦ ἡλίου θερ– 4986 1.29.1.13 : μότητα, κεραυνοβολεῖ· τοῦ δὲ κεραυνοῦ τὴν ἀσθένειαν εἰς 4987 1.29.1.14 : πρηστῆρα περιίστησιν. 4988 1.29.1.15 : <20Ἀναξαγόρας,>20 ὅταν 〈τὸ〉 θερμὸν εἰς τὸ ψυχρὸν ἐμ– 4989 1.29.1.16 : πέσῃ, (τοῦτο δ´ ἐστὶν αἰθέριον μέρος εἰς ἀερῶδες,) τῷ 4990 1.29.1.17 : μὲν ψόφῳ βροντὴν ἀποτελεῖ, τῷ δὲ παρὰ τὴν μελανείαν 4991 1.29.1.18 : τοῦ νέφους χρώματι τὴν ἀστραπήν· τῷ δὲ πλήθει καὶ 4992 1.29.1.19 : μεγέθει τοῦ φωτὸς τὸν κεραυνόν· τῷ δὲ πολυσωματω– 4993 1.29.1.20 : τέρῳ πυρὶ τὸν τυφῶνα· τῷ δὲ νεφελομιγεῖ τὸν πρηστῆρα. 4994 1.29.1.21 : <20Ἀρχέλαος>20 ταὐτὸ λέγει παρατιθεὶς τὸ τῶν διαπύ– 4995 1.29.1.22 : ρων λίθων καθιεμένων εἰς ψυχρὸν ὕδωρ πάθος. 4996 1.29.1.23 : <20Ξενοφάνης>20 ἀστραπὰς γίνεσθαι λαμπρυνομένων τῶν 4997 1.29.1.24 : νεφῶν κατὰ τὴν κίνησιν. 4998 1.29.1.25 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 ἔμπτωσιν φωτὸς εἰς νέφος ἐξείργον– 4999 1.29.1.26 : τος τὸν ἀνθεστῶτα ἀέρα, οὗ τὴν μὲν σβέσιν καὶ τὴν θραῦ– 5000 1.29.1.27 : σιν κτύπον ἀπεργάζεσθαι, τὴν δὲ λάμψιν ἀστραπήν· 5001 1.29.1.28 : κεραυνὸν δὲ τὸν τῆς ἀστραπῆς τόνον. 5002 1.29.1.29 : <20Διογένης>20 ἔμπτωσιν πυρὸς εἰς νέφος ὑγρόν, βροντὴν 5003 1.29.1.30 : μὲν τῇ σβέσει ποιοῦν, τῇ δὲ λαμπηδόνι τὴν ἀστραπήν. 5004 1.29.1.31 : συναιτιᾶται δὲ καὶ τὸ πνεῦμα. 5005 1.29.1.32 : <20Ἡράκλειτος>20 βροντὴν μὲν κατὰ συστροφὰς ἀνέμων 5006 1.29.1.33 : καὶ νεφῶν καὶ ἐμπτώσεις πνευμάτων εἰς τὰ νέφη, ἀστρα– 5007 1.29.1.34 : πὰς δὲ κατὰ τὰς τῶν ἀναθυμιωμένων ἐξάψεις, πρηστῆρας 5008 1.29.1.35 : δὲ κατὰ νεφῶν ἐμπρήσεις καὶ σβέσεις. 5009 1.29.1.36 : <20Λεύκιππος>20 πυρὸς ἐναποληφθέντος νέφεσι παχυ– 5010 1.29.1.37 : τάτοις ἔκπτωσιν ἰσχυρὰν βροντὴν ἀποτελεῖν ἀποφαίνεται. 5011 1.29.1.38 : <20Δημόκριτος>20 βροντὴν μὲν ἐκ συγκρίματος ἀνωμά– 5012 1.29.1.39 : λου, τὸ περιειληφὸς αὐτὸ νέφος πρὸς τὴν κάτω φορὰν 5013 1.29.1.40 : ἐκβιαζομένου· ἀστραπὴν δὲ σύγκρουσιν νεφῶν, ὑφ´ ἧς τὰ 5014 1.29.1.41 : γεννητικὰ τοῦ πυρὸς διὰ τῶν πολυκένων ἀραιωμάτων ταῖς 5015 1.29.1.42 : παρατρίψεσιν εἰς τὸ αὐτὸ συναλιζόμενα διηθεῖται· κεραυ– 5016 1.29.1.43 : νὸν δὲ ὅταν ἐκ καθαρωτέρων καὶ λεπτοτέρων, ὁμαλωτέρων 5017 1.29.1.44 : τε καὶ πυκναρμόνων, καθάπερ αὐτὸς γράφει, γεννητικῶν 5018 1.29.1.45 : τοῦ πυρὸς ἡ φορὰ βιάσηται· πρηστῆρα δ´, ὅταν πολυ– 5019 1.29.1.46 : κενώτερα συγκρίματα πυρὸς ἐν πολυκένοις κατασχεθέντα 5020 1.29.1.47 : χώραις καὶ περιοχαῖς ὑμένων ἰδίων σωματοποιούμενα τῷ 5021 1.29.1.48 : πολυμιγεῖ τὴν ἐπὶ τὸ βάρος ὁρμὴν λάβῃ. 5022 1.29.1.49 : <20Χρύσιππος>20 ἀστραπὴν ἔξαψιν νεφῶν ἐκτριβομένων 5023 1.29.1.50 : ἢ ῥηγνυμένων ὑπὸ πνεύματος, βροντὴν δ´ εἶναι τὸν τού– 5024 1.29.1.51 : των ψόφον· ἅμα δὲ γίνεσθαι ἐν τῷ ἀέρι βροντήν τε καὶ 5025 1.29.1.52 : ἀστραπήν, πρότερον δὲ τῆς ἀστραπῆς ἀντιλαμβάνεσθαι 5026 1.29.1.53 : ἡμᾶς διὰ τὸ τῆς ἀκοῆς ὀξυτέραν εἶναι τὴν ὅρασιν· ὅταν 5027 1.29.1.54 : δ´ ἡ τοῦ πνεύματος φορὰ σφοδροτέρα γένηται καὶ πυρώ– 5028 1.29.1.55 : δης, κεραυνὸν ἀποτελεῖσθαι, ὅταν δὲ ἄθρουν ἐκπέσῃ τὸ 5029 1.29.1.56 : πνεῦμα καὶ ἧττον πεπυρωμένον, πρηστῆρα γίγνεσθαι, 5030 1.29.1.57 : ὅταν δ´ ἔτι ἧττον ᾖ πεπυρωμένον τὸ πνεῦμα, τυφῶνα. 5031 1.29.1.58 : <20Ἀριστοτέλης>20 ἐξ ἀναθυμιάσεως καὶ τὰ τοιαῦτα 5032 1.29.1.59 : γίνεσθαι τῆς ξηρᾶς. Ὅταν οὖν ἐντύχῃ μὲν τῇ ὑγρᾷ, παρα– 5033 1.29.1.60 : βιάζηται δὲ τὴν ἔξοδον, τῇ μὲν παρατρίψει καὶ τῇ ῥήξει 5034 1.29.1.61 : τὸν ψόφον, τῇ δ´ ἐξάψει τῆς ξηρότητος τὴν ἀστραπὴν 5035 1.29.1.62 : παρίστησι. 5036 1.29.1.63 : <20Στράτων>20 θερμοῦ ψυχρῷ παρείξαντος, ὅταν ἐκβιασθὲν 5037 1.29.1.64 : τύχῃ, τὰ τοιαῦτα γίνεσθαι, βροντὴν μὲν ἀπορρήξει, φάει δ´ 5038 1.29.1.65 : ἀστραπήν, τάχει δὲ κεραυνόν, πρηστῆρας δὲ καὶ τυφῶνας 5039 1.29.1.66 : τῷ πλεονασμῷ τῷ τῆς ὕλης, ἣν ἑκάτερος αὐτῶν ἐφέλκε– 5040 1.29.1.67 : ται, θερμοτέραν μὲν ὁ πρηστήρ, παχυτέραν δὲ ὁ τυφών. 5041 1.29.1.68 : Οἱ <20Στωικοὶ>20 βροντὴν μὲν προσκρουσμὸν νεφῶν, 5042 1.29.1.69 : ἀστραπὴν δὲ ἔξαψιν ἐκ παρατρίψεως, κεραυνὸν δὲ σφο– 5043 1.29.1.70 : δροτέραν ἔκλαμψιν, πρηστῆρα δὲ νωθεστέραν. 5044 1.29.1.71 : 〈<21Arii Didymi>21 epit. (fr. phys. 12 p. 452 Diels.).〉 5045 1.29.1.72 : <20Ἀριστοτέλους.>20 Ἀριστοτέλης <20τυφῶνας>20 μὲν, ὅταν 5046 1.29.1.73 : ἐκνεφίας δινούμενος καταφέρηται. Τὸ γὰρ πνεῦμα κωλυ– 5047 1.29.1.74 : όμενον μὲν εἰς ὀρθὸν ἰέναι παρ´ ἀντίπνοιαν ἢ ψῦχος ἢ 5048 1.29.1.75 : πάχος ἤ τινα ἄλλην αἰτίαν, ἐλαυνόμενον δ´ ὑπὸ τοῦ κα– 5049 1.29.1.76 : τόπιν ἐπεισιόντος, ἀναστρέφειν εἱλούμενον ἐν τῷ νέφει 5050 1.29.1.77 : κύκλῳ καὶ συγκατάγειν ἐπὶ γῆν ἑαυτῷ τὸ νέφος· εἶθ´ 5051 1.29.1.78 : ὅτῳ ἂν ἐντύχῃ φερόμενον, σφοδρῶς ἀναρπάζειν καὶ πάλιν 5052 1.29.1.79 : ἀπορρίπτειν, τοῦτο γὰρ εἶναι τὸ πάθος οἷον ἐκνεφίαν 5053 1.29.1.80 : ἄπεπτον. <20Πρηστῆρας>20 δ´, ὅταν βιαίως κατιὸν ἐκπυρωθῇ 5054 1.29.1.81 : τὸ πνεῦμα κατὰ τὴν φοράν, συνεμπίπρασθαι γὰρ τὸν ἀέρα 5055 1.29.1.82 : 〈τῇ〉 πυρώσει χρωματιζόμενον, διὸ καὶ νυκτὸς ἐκλάμπειν· 5056 1.29.1.83 : ἀναρπάζειν δὲ καὶ περιτρέπειν ὁμοίως καὶ τούτους, ὥσπερ 5057 1.29.1.84 : πυρώδεις ὄντας τυφῶνας. <20Κεραυνὸν>20 δ´, ὅταν πολὺ καὶ 5058 1.29.1.85 : λεπτὸν περιληφθὲν ἐν τοῖς νέφεσι πνεῦμα πυρωθὲν ἐκ– 5059 1.29.1.86 : θλιφθῇ καὶ μετ´ ἰσχυρᾶς ἐπὶ γῆν κατασκήψῃ φορᾶς, ἐὰν 5060 1.29.1.87 : μὲν ᾖ πάνυ λεπτὸν καὶ διὰ τοῦτ´ οὐκ ἐπικαῖον, <20ἀργῆτα>20 5061 1.29.1.88 : λέγεσθαι κατὰ τοὺς ποιητάς· ἐὰν δ´ ἧττον, ἐπικαῖον, <20ψο– 5062 1.29.1.89 : λόεντα.>20 Τὸν μὲν γὰρ διὰ τὴν λεπτότητα καὶ πρὶν ἐκπυ– 5063 1.29.1.90 : ρῶσαι φερόμενον οἴχεσθαι διὰ τάχους, ὡς μηδ´ ἐπιμελᾶναί 5064 1.29.1.91 : τι τῶν ὑποκειμένων· τὸν δὲ οἷον καὶ βραδύτερον, ἐπι– 5065 1.29.1.92 : χρῶσαι μὲν ὥσπερ ἀπ´ αἰθάλου, παρενεχθῆναι δὲ μηδὲν 5066 1.29.1.93 : ἀφανίσαντα. Διὸ καὶ τὰ μὲν ἀντιτυπήσαντα φλέγεσθαι, 5067 1.29.1.94 : τὰ δ´ εἰς τὰς ἑαυτῶν ἀραιότητας ὑποδεξάμενα μηδὲν πά– 5068 1.29.1.95 : σχειν. Ἤδη γοῦν ἀσπίδος πληγείσης τακῆναι μὲν τὸ χάλ– 5069 1.29.1.96 : κωμα, τὸ δὲ ξύλον μηδὲν παθεῖν, φθάσαντος τοῦ πνεύ– 5070 1.29.1.97 : ματος διὰ τὴν τῆς ὕλης μανότητα πρὸ τῆς καύσεως διεκ– 5071 1.29.1.98 : δραμεῖν· καὶ δι´ ἱματίων ὁμοίως διελθὸν οὐ κατέκαυσεν, 5072 1.29.1.99 : ἀλλ´ οἷον τρῦχος ἐποίησε. Περὶ μὲν οὖν τούτων διετάτ– 5073 1.29.1.100 : τετο οὕτως. 5074 1.29.2.1 : <20Ἀρριανοῦ.>20 5075 1.29.2.2 : Ὅσοι δὲ ξηροὶ ἀτμοί, ῥυέντες μὲν εὐθὺς ἀνέμους εἰρ– 5076 1.29.2.3 : γάσαντο, ἐν νέφει δὲ ἀποληφθέντες, ἔπειτα ῥηγνύντες βίᾳ 5077 1.29.2.4 : τὸ νέφος <20βροντάς>20 τε καὶ <20ἀστραπὰς>20 ἐξέφηναν· ἐκ– 5078 1.29.2.5 : πίπτοντες δ´ ἐπὶ μέγα, διάπυροι μὲν <20κεραυνοί·>20 ἀθρόοι 5079 1.29.2.6 : δὲ καὶ ἡμίπυροι <20πρηστῆρες·>20 ὅσοι δὲ ἔρημοι πυρὸς 5080 1.29.2.7 : <20τυφῶνες·>20 οἱ δὲ ἔτι ἀνειμένοι <20ἐκνεφίαι·>20 κατασκήψαν– 5081 1.29.2.8 : τες δὲ ἐς γῆν ξύμπαντα ταῦτα <20σκηπτοὶ>20 κλῄζονται. Οὐ δι´ 5082 1.29.2.9 : ἴσου δὲ αἱ κοιλότητες τῶν νεφῶν καὶ 〈αἱ〉 ῥήξεις αἱ ἐπ´ 5083 1.29.2.10 : αὐταῖς βροντὰς ἔχουσιν. 5084 1.29.2.11 : <20Ἀστραπὴ>20 δὲ ὑπὸ τῇ ῥήξει ἐκτρίβεται καὶ ἐξάπτει 5085 1.29.2.12 : τὸ πνεῦμα, ὡς ἐκλάμψαι ἐπὶ μέγα. Καὶ γίγνεται μὲν 5086 1.29.2.13 : ἀστραπὴ μετὰ <20βροντήν,>20 ὀξυτέρα δὲ τοσόνδε, ὅσον ὄψις 5087 1.29.2.14 : ἀκοῆς ὀξύτερον· καθότι ἀκοὴ μὲν πελαζούσης τῆς φωνῆς 5088 1.29.2.15 : αἰσθάνεται, ὄψις δὲ ἐπὶ τὸ ὁρώμενον αὐτὸ ἐκπέμπεται. 5089 1.29.2.16 : <20Κεραυνὸς>20 δὲ ὅτι πνεῦμά ἐστιν, ἀπὸ τῶνδε τεκ– 5090 1.29.2.17 : μηριῶσαι παρέχει· ῥήγνυσί τε ἔστιν ἃ τῶν ἐντυχόντων, 5091 1.29.2.18 : καὶ ** περιδινηθῆναι οἷά τε καὶ διικνεῖται, 〈δι´〉 ὧν οὐκ ἄν 5092 1.29.2.19 : τι ἄλλο, ὅ τι μὴ πνεῦμα, διέλθοι. Ὡς δὲ ἔμπυρον πνεῦμά 5093 1.29.2.20 : ἐστι, δηλοῖ μὲν τοῦτό γε καὶ ἡ ὄψις ὅτῳ ἐγγὺς κατέσκηψε, 5094 1.29.2.21 : πῦρ γὰρ φαίνεται. Ἤδη δὲ καὶ ἀφ´ ὧν ἐργάζεται ἐδή– 5095 1.29.2.22 : λωσε· περιφλέγει γὰρ ἔστιν ἃ τῶν πελασάντων, τὰ δὲ 5096 1.29.2.23 : καὶ ἐξάπτει πάντῃ καὶ ἀπολείπεται ἀπ´ αὐτοῦ ἴχνη, οἷα 5097 1.29.2.24 : δὴ ἐπὶ πυρὶ ἐκκαύσαντι ἐσβεσμένῳ. 5098 1.29.2.25 : Ἐκνεφίας δὲ ἄνεμος, ἐπὰν δινούμενος ἐκπέσῃ, νέφους 5099 1.29.2.26 : ῥαγέντος, <20τυφὼν>20 κλῄζεται. Γίγνεται δὲ ἡ δίνη ὧδε· 5100 1.29.2.27 : ἐπειδὰν κώλυμα ἐν τῷ νέφει ἐγχριμφθῇ τὸ μὴ οὐκ ἐπ´ 5101 1.29.2.28 : εὐθὺ ἐκπεσεῖν τὴν πνοήν, ἀναστρέφεταί τε καὶ ἀνειλεῖται 5102 1.29.2.29 : ἐς αὑτήν. Εἴργεται δὲ ὑπὸ πάχους νεφέλης ἐπ´ εὐθὺ 5103 1.29.2.30 : ἐκπεσεῖν ἢ κρύους ἀποστρέψαντος ἢ ἀντιπεσούσης ἄλλης 5104 1.29.2.31 : πνοῆς. Οὕτω τοι καὶ πρὸς ἄλλοτε ἀλλοῖαι θύελλαι ἀνα– 5105 1.29.2.32 : στρέφονταί τε καὶ ἀνειλούμεναι αὖθις ἄνω ἀναφέρον– 5106 1.29.2.33 : ται, ἐπειδὰν δὴ ἐγχρίμψας τόπος τις γῆς ἀνακόψῃ τῆς 5107 1.29.2.34 : πνοῆς τὴν ἐπ´ εὐθὺ ὁρμήν. Καὶ δῖναι ἐν τοῖς ποτα– 5108 1.29.2.35 : μοῖς ὕδατος ταὐτὸ τοῦτό εἰσι· φερόμενον γὰρ εὐθείᾳ 5109 1.29.2.36 : τὸ ὕδωρ οὔποτ´ ἂν δινηθείη· ἀντιπεσόντος δὲ ἄλλοτε 5110 1.29.2.37 : ἄλλου πρὸς τὴν φορὰν ἀναστρέφει ἡ ῥοή, ἀναστραφεῖσα 5111 1.29.2.38 : δὲ ἐς κύκλον ἐπικάμπτει ὑπὸ τῇ ῥύμῃ, ὅτι μὴ οἵα τε ἐπ´ 5112 1.29.2.39 : εὐθὺ ἐς τὸ ἔμπαλιν ἐκφέρεσθαι. Οἱ δὲ τυφῶνες καὶ τῆς 5113 1.29.2.40 : νεφέλης τὸ πολὺ ἐς τὸ κάτω σὺν ἕλικι ἐπάγουσιν ἅμα 5114 1.29.2.41 : σφίσι· καὶ προσπεσόντες τῇ γῇ ἀναρπάζουσιν ὅτῳ ἂν 5115 1.29.2.42 : ἐντύχωσιν, ἀντικοπτομένης τῆς ῥύμης, ὡς ξὺν τῇ αὐτῇ 5116 1.29.2.43 : ἕλικι ἀναστρέφεσθαι· ὥστε καὶ ναῦς ἤδη ἅμα τῷ φόρτῳ 5117 1.29.2.44 : ἐμπεσόντες ἐξῆραν ἐπὶ μέγα ἔξω τῆς θαλάσσης. 5118 1.29.2.45 : <20Κεραυνῶν>20 δὲ πολλαὶ ἰδέαι τε καὶ ὀνόματά εἰσιν. 5119 1.29.2.46 : Οἳ μὲν αὐτῶν <20ψολόεντες,>20 οἳ δὲ <20ἀργῆτες>20 κλῄζονται, <20σκη– 5120 1.29.2.47 : πτοί>20 τε ὅσοι κατασκήπτουσι, καὶ <20αἰγίδες>20 ὅσοι ἐν συστρο– 5121 1.29.2.48 : φῇ ἀέρος καταφέρονται, <20ἕλικες>20 δὲ ὅσοι ἐς ἑλικοειδῆ γραμ– 5122 1.29.2.49 : μὴν διᾴττουσι. Καὶ δὴ ὅσοι μὲν μὴ πάντῃ ὀξέως ἐκπεσόντες 5123 1.29.2.50 : ὕλῃ ἐνέτυχον καυσίμῳ, ἔκαυσάν τε αὐτὴν ὑπὸ τῇ διατριβῇ 5124 1.29.2.51 : καὶ αὐτοὶ κατεσβέσθησαν τῷ ἔργῳ· ὅσοι δὲ ξὺν πολλῷ 5125 1.29.2.52 : τῷ τάχει κατέσκηψαν, οὗτοι πρὶν ἐκκαῦσαι διῇξαν ὥστε 5126 1.29.2.53 : ἡμίπυρα ἔστιν ἃ ὑπολελεῖφθαι ἀπ´ αὐτῶν· οἳ δὲ καὶ 5127 1.29.2.54 : αἰθαλώσαντες μόνον διῆλθον. Οἱ δὲ ἔτι καὶ τῶνδε ὀξύ– 5128 1.29.2.55 : τεροι οὐδὲ ἓν ἐξεργάσασθαι ἔφθασαν, ἀλλὰ ἀραιᾷ μὲν 5129 1.29.2.56 : ὕλῃ εἰ καὶ πάνυ καυσίμῳ ἐντυχόντες διεχώρησαν μόνον· 5130 1.29.2.57 : ἀντιτύπῳ δὲ εἰ πελάσειαν ἐνσχεθέντες κατειργάσαντό τε 5131 1.29.2.58 : αὐτὴν καὶ διέφθειραν· ὥστε κυτίδος μὲν ξύλου μαλθακοῦ 5132 1.29.2.59 : ἁψάμενοι διῇξαν, ἀπαθῆ ἀπολιπόντες· τὸ δὲ χρυσίον 5133 1.29.2.60 : ἔτηξαν τὸ ἐνόν, ὅτι ἐσχέθησαν ἐν τῷ χρυσίῳ. Καὶ χιτῶνα 5134 1.29.2.61 : ἤδη οὐκ ἔκαυσαν, ἀλλὰ ἐτρύχωσαν μόνον· καὶ διὰ μὲν 5135 1.29.2.62 : κεράμου διῆλθον, τὸ δὲ ἐνὸν ἐν αὐτῷ διεφόρησαν. Τού– 5136 1.29.2.63 : των ξυμπάντων οἱ μὲν λαμπροὶ <20ἀργῆτες·>20 ὅσοι δὲ καται– 5137 1.29.2.64 : θαλώσαντες τὰ πελάσαντά σφισιν ἐπαύσαντο, οὗτοι δὴ 5138 1.29.2.65 : <20ψολόεντες>20 ἐπὶ τῷ ἔργῳ ἐκλήθησαν. Καὶ οἱ μὲν εὐθείᾳ 5139 1.29.2.66 : κατασκήψαντες εἰς τὸ ἔμπαλιν τῇ αὐτῇ εὐθείᾳ ἀνῇξαν· 5140 1.29.2.67 : οἱ δὲ ἐκ πλαγίου ἐμπεσόντες πρὸς ἴσην γωνίαν ἄνω ἀνα– 5141 1.29.2.68 : φέρονται· καὶ οἱ μὲν ἁπλοῖ, οἱ δὲ διπλοῖ κατέσκηψαν. 5142 1.29.2.69 : πλεῖστοι δὲ ἦρος καὶ μετοπώρου καὶ ἅμα βιαιότεροι περί 5143 1.29.2.70 : τε πλειάδος καὶ ἀρκτούρου ἐπιτολήν, ὅτι ἐν κινήσει καὶ 5144 1.29.2.71 : παθήμασι πολυειδέσιν ὁ ἀὴρ τῇδε τῇ ὥρᾳ ἐστίν, οἷα δὴ 5145 1.29.2.72 : οὔτε ὑπὸ κρύει πεπηγὼς οὔτε ὑπὸ τῷ θερινῷ ἡλίῳ ἐκκε– 5146 1.29.2.73 : καθαρμένος. Τοιγάρτοι καὶ ἐν χώραις ὅσαι νιφετώδεις 5147 1.29.2.74 : καὶ ψυχραὶ καὶ ὅσαι αὖ κεκαυμέναι ὑπὸ ἡλίῳ 〈εἰ〉 κατα– 5148 1.29.2.75 : σκήπτουσιν, οἱ κατασκήψαντες ἐν θαύμασιν ἀναφέρονται, 5149 1.29.2.76 : καθάπερ ἐν Κελτοῖς καὶ παρ´ Αἰγυπτίοις. 5150 1.29.3.1 : <20Μίλωνος Φυσικῶν.>20 5151 1.29.3.2 : Ἀστραπαί εἰσι διτταί, ἡ μὲν ἡμερινή, ἡ δὲ νυκτερινή. 5152 1.29.3.3 : Γίγνεται δὲ ἡ μὲν ἡμερινὴ ὑπὸ τοῦ ἡλίου, ὅταν ῥαγῇ τὸ 5153 1.29.3.4 : ὕδωρ ὑποφαινομένου αὐτοῦ· λαμπρὰ δὲ οὐ φαίνεται, 5154 1.29.3.5 : ὥσπερ ἡ νυκτερινή, ὅτι ἐν φάει γίγνεται· ἡ δὲ νυκτερινὴ 5155 1.29.3.6 : ὑπὸ τῶν ἄστρων γίγνεται, ὅταν ῥαγῇ τὸ ὕδωρ ὑποφαινο– 5156 1.29.3.7 : μένων αὐτῶν· λαμπρὰ δὲ φαίνεται, ὅτι ἐν ζόφῳ γίγνεται. 5157 1.30.t.1 : {1Περὶ ἴριδος περὶ ἅλω καὶ παρηλίου καὶ ῥάβδων.}1 5158 1.30.1.1 : 〈<21Aetii>21 (III 5, 1–18 p. 371, 28 Diels.).〉 5159 1.30.1.2 : Τῶν μεταρσίων παθῶν τὰ μὲν καθ´ ὑπόστασιν γίνε– 5160 1.30.1.3 : ται, οἷον ὄμβρος, χάλαζα, τὰ δὲ κατ´ ἔμφασιν, ἰδίαν οὐκ 5161 1.30.1.4 : ἔχοντα ὑπόστασιν· αὐτίκα γοῦν πλεόντων ἡμῶν ἡ ἤπειρος 5162 1.30.1.5 : κινεῖσθαι δοκεῖ. Ἔστιν οὖν κατ´ ἔμφασιν ἡ ἶρις. 5163 1.30.1.6 : <20Πλάτων>20 φησὶ (Theaetet. p. 155D) Θαύμαντος αὐτὴν 5164 1.30.1.7 : γεναλογῆσαι τοὺς ἀνθρώπους διὰ τὸ θαυμάσαι ταύτην. 5165 1.30.1.8 : Ὅμηρος (P 547)· 5166 1.30.1.9 : Ἠύτε πορφυρέην νεφέλην θνητοῖσι τανύσσει. 5167 1.30.1.10 : Καὶ ἐμυθεύσαντό τινες αὐτὴν ταύρου κεφαλὴν ἔχουσαν 5168 1.30.1.11 : ἀναρροφεῖν τοὺς ποταμούς. 5169 1.30.1.12 : Πῶς οὖν γίγνεται; Ὁρῶμεν δὴ κατὰ γραμμάς, ἢ κατ´ 5170 1.30.1.13 : εὐθείας ἢ κατὰ καμπύλας ἢ κατὰ ἀνακλωμένας, γραμμὰς 5171 1.30.1.14 : δὴ λόγῳ θεωρητὰς καὶ ἀσωμάτους. 5172 1.30.1.15 : Κατὰ μὲν οὖν εὐθείας ὁρῶμεν τὰ ἐν ἀέρι καὶ τὰ διὰ 5173 1.30.1.16 : τῶν λίθων τῶν διαυγῶν καὶ κεράτων, λεπτομερῆ γὰρ 5174 1.30.1.17 : ταῦτα πάντα. 〈Κατὰ〉 καμπύλας δὲ γραμμὰς καθ´ ὕδατος 5175 1.30.1.18 : βλέπομεν· κάμπτεται γὰρ ἡ ὄψις βίᾳ διὰ τὴν πυκνοτέραν 5176 1.30.1.19 : τοῦ ὕδατος ὕλην· διὸ καὶ τὴν κώπην ἐν τῇ θαλάσσῃ μα– 5177 1.30.1.20 : κρόθεν καμπτομένην βλέπομεν. Τρίτος τρόπος τοῦ βλέ– 5178 1.30.1.21 : πειν τὰ ἀνακλώμενα, ὡς τὰ κατοπτρικά. Ἔστιν οὖν τὸ 5179 1.30.1.22 : τῆς ἴριδος πάθος τοιοῦτον. δεῖ γὰρ ἐπινοῆσαι τὴν ὑγρὰν 5180 1.30.1.23 : ἀναθυμίασιν εἰς νέφος μεταβάλλουσαν, εἶτα ἐκ τούτου 5181 1.30.1.24 : κατὰ βραχὺ εἰς μικρὰς ῥανίδας νοτιζούσας. Ὅταν οὖν ὁ 5182 1.30.1.25 : ἥλιος γένηται ἐν δυσμαῖς, ἀνάγκη πᾶσα ἶριν ἄντικρυς ἡλίου 5183 1.30.1.26 : φαίνεσθαι· τότε γὰρ ἡ ὄψις προσπεσοῦσα ταῖς ῥανίσιν 5184 1.30.1.27 : ἀνακλᾶται, ὥστε γίγνεσθαι τὴν ἶριν. 5185 1.30.1.28 : Εἰσὶ δὲ αἱ ῥανίδες οὐ σχήματος μορφαί, ἀλλὰ χρώματος. 5186 1.30.1.29 : Καὶ ἔχει τὸ μὲν πρῶτον φοινικοῦν, τὸ δὲ δεύτερον ἁλουρ– 5187 1.30.1.30 : γὲς καὶ πορφυροῦν, τὸ δὲ τρίτον κυανοῦν καὶ πράσινον. 5188 1.30.1.31 : Μήποτε τὸ φοινίκινον, ὅτι ἡ λαμπρότης τοῦ ἡλίου 5189 1.30.1.32 : προσπεσοῦσα καὶ ἡ λαμπηδὼν ἀκραιφνὴς ἀνακλωμένη ἐρυ– 5190 1.30.1.33 : θρὸν ποιεῖ καὶ φοινίκειον χρῶμα· τὸ δεύτερον μέρος ἐπι– 5191 1.30.1.34 : θολούμενον καὶ ἐκκαιόμενον μᾶλλον τῆς λαμπηδόνος διὰ 5192 1.30.1.35 : τὰς ῥανίδας, ἁλουργές 〈ἄνεσις γὰρ τοῦ ἐρυθροῦ τοῦτο· 5193 1.30.1.36 : ἔτι δὲ πάλιν ἐπιθολούμενον〉 τὸ δροσίζον εἰς πράσινον 5194 1.30.1.37 : μεταβάλλει. Ἔστι δὲ τοῦτο δοκιμάσαι δι´ ἔργων· εἰ γάρ 5195 1.30.1.38 : τις ἀντικρὺ στὰς τοῦ ἡλίου λάβῃ ὕδωρ καὶ πυτίσῃ, αἱ δὲ 5196 1.30.1.39 : ῥανίδες ἀνάκλασιν πρὸς τὸν ἥλιον λάβωσιν, εὑρήσει γινο– 5197 1.30.1.40 : μένην ἶριν. Καὶ οἱ ὀφθαλμιῶντες δὲ τοῦτο πάσχουσιν, 5198 1.30.1.41 : ὅταν εἰς τὸν λύχνον ἀποβλέψωσιν. 5199 1.30.2.1 : 〈<21Arii Didymi>21 (epit. fr. phys. 14 p. 454 Diels.).〉 5200 1.30.2.2 : <20Ἀριστοτέλους. Ἅλω>20 δὲ καὶ <20ἴριδας>20 καὶ <20παρ– 5201 1.30.2.3 : ήλιον>20 καὶ <20ῥάβδους>20 καὶ τἆλλα τὰ κατὰ τὰς ἐμφάσεις 5202 1.30.2.4 : ὑπὸ μὲν τῆς αὐτῆς αἰτίας γίνεσθαι· πάντα γὰρ εἶναι ταῦτα 5203 1.30.2.5 : τῆς ὄψεως ἀνάκλασιν, διαφέρειν δὲ τοῖς τρόποις καὶ ἀφ´ 5204 1.30.2.6 : ὧν καὶ ὡς ἔχειν συμβαίνει τὴν ἀνάκλασιν. 5205 1.30.2.7 : <20Ἅλω>20 μὲν οὖν καὶ περὶ ἥλιον φαίνεσθαι καὶ περὶ σε– 5206 1.30.2.8 : λήνην καὶ καθόλου περὶ τὰ λαμπρὰ τῶν ἄστρων καὶ οὐθὲν 5207 1.30.2.9 : ἧττον ἡμέρας ἢ νυκτὸς καὶ περὶ μεσημβρίαν ἢ δείλην· ἕω– 5208 1.30.2.10 : θεν δ´ ἐλαττονάκις καὶ περὶ δύσιν. Συμβαίνειν δ´, ὅταν διὰ 5209 1.30.2.11 : τοῦ πέριξ ἀέρος ἀχλυώδους ὄντος ἐπιλάμπηται τὸ φῶς 5210 1.30.2.12 : αὐτῶν, ὥσθ´ ὅλον ὁρᾶσθαι τὸν κύκλον· περιφανῆ γὰρ 5211 1.30.2.13 : εἶναι καὶ σφαιρικὴν κατὰ τὴν ἔμφασιν τὴν ἅλω. Ταύτης 5212 1.30.2.14 : δὲ τὴν μὲν ἐπιμένουσαν ὑετὸν σημαίνειν, τὴν δὲ διασπα– 5213 1.30.2.15 : σθεῖσαν πνεῦμα, τὴν δὲ μαραινομένην εὐδίαν. 5214 1.30.2.16 : <20Ἶριν>20 δὲ περὶ μόνον ἥλιον καὶ σελήνην συνίστασθαι, 5215 1.30.2.17 : γίνεσθαι δὲ καὶ νύκτωρ, ὀλιγάκις δὲ καὶ πάνυ διὰ πολλοῦ. 5216 1.30.2.18 : Κύκλον δὲ μηδέποτε φαίνεσθαι τῆς ἴριδος μηδὲ μεῖζον 5217 1.30.2.19 : ἡμικυκλίου τμῆμα. Ποικίλην δ´ ἔχειν τὴν ἔμφασιν διὰ 5218 1.30.2.20 : τὸ κατὰ τὴν τῆς ὄψεως ἀνάκλασιν φοινικοῦν καὶ πράσινον 5219 1.30.2.21 : καὶ ἁλουργὸν προσπίπτειν ἀπ´ αὐτῆς χρῶμα. Φοινικοῦν 5220 1.30.2.22 : μέν, ὅτι τὸ λαμπρὸν ἐν μέλανι καὶ διὰ μέλανος ὁρώμενον 5221 1.30.2.23 : τοιαύτην ἀποτελεῖ χρόαν. τοῖς γοῦν θεωμένοις τὸν ἥλιον 5222 1.30.2.24 : δι´ ὁμίχλης ἢ διὰ καπνοῦ δοκεῖν ἐρυθρὸν εἶναι· ἢ τὴν 5223 1.30.2.25 : ἀπὸ τῶν χλωρῶν ξύλων φλόγα πεφοινιγμένην διὰ τὸ πο– 5224 1.30.2.26 : λὺν αὐτῇ καταμεμῖχθαι καπνόν. κατὰ τοῦτο δὴ καὶ τὴν 5225 1.30.2.27 : ἐξωτάτω καὶ μείζονα περιφέρειαν τῆς ἴριδος ἐμφαίνειν 5226 1.30.2.28 : τὸ φοινικοῦν· διὰ γὰρ μέλανος τοῦ νέφους ἀνακλωμένην 5227 1.30.2.29 : τὴν ὄψιν πρὸς λαμπρότατον ὄντα τὸν ἥλιον ἀντιλαμβά– 5228 1.30.2.30 : νεσθαι τοιοῦδε χρώματος. Τὴν δὲ δευτέραν καὶ τρίτην 5229 1.30.2.31 : περιφέρειαν διὰ τὴν τῆς ὄψεως ἀσθένειαν τό τε πρά– 5230 1.30.2.32 : σινον καὶ τὸ ἁλουργὲς ἐμφαίνειν. Τὸ δ´ ὅλον εἶναι τὴν 5231 1.30.2.33 : ἶριν ἔμφασιν ἡλίου τμήματος ἢ σελήνης ἐν νέφει κοίλῳ 5232 1.30.2.34 : καὶ δεδροσισμένῳ κατὰ κύκλου περιφέρειαν ὁρωμένην. 5233 1.30.2.35 : Γίνεσθαι δ´ ἔστιν ὅτε διπλῆν, ὡς τὴν ἑτέραν ἀμαυρο– 5234 1.30.2.36 : τέραν φαίνεσθαι καὶ διὰ παντὸς ἐξ ἐναντίας ἱσταμένην 5235 1.30.2.37 : τῇ προτέρᾳ καὶ τῇ θέσει τῶν χρωμάτων ἀντεστραμμένην. 5236 1.30.2.38 : <20Παρηλίους>20 δὲ καὶ <20ῥάβδους>20 γίνεσθαι μὲν ἀπὸ 5237 1.30.2.39 : τῆς αὐτῆς αἰτίας, οὐδὲ μὴν ὁμοίως ἔχοντος τοῦ νέφους. 5238 1.30.2.40 : Ὅταν γὰρ ἀχλυῶδες ᾖ καὶ ὁμαλές, πρὸς δὲ τούτοις ὑδα– 5239 1.30.2.41 : τῶδες καὶ πυκνόν, ὡς ἀπὸ χαλκοῦ κατόπτρου λείου κλω– 5240 1.30.2.42 : μένην πρὸς τὸν ἥλιον τὴν ὄψιν λευκοῦ ποιεῖν φαντασίαν. 5241 1.30.2.43 : παραπλήσιον γὰρ ἡλίῳ κατά τε τὴν χρόαν καὶ τὸ σχῆμα 5242 1.30.2.44 : φαίνεσθαι τὸν <20παρήλιον.>20 τὴν μὲν γὰρ ὁμαλότητα τοῦ 5243 1.30.2.45 : νέφους αἰτίαν εἶναι τοῦ χρώματος, τὴν δ´ ἀνάκλασιν τῆς 5244 1.30.2.46 : ὄψεως τῆς τοῦ ἡλίου, διὰ τῆς ἀχλυώδους ἐμφάσεως προσ– 5245 1.30.2.47 : πίπτουσαν ἀθρόως πρὸς πεπυκνωμένον, ὥσπερ ἔνοπτρον, 5246 1.30.2.48 : οὐδέπω μὲν ὂν ὕδωρ, ἐγγὺς δ´ ὑπάρχον τῆς πρὸς ὕδωρ 5247 1.30.2.49 : μεταβολῆς. διὸ καὶ σημεῖον ὕδατος εἶναι τὸν παρήλιον· καὶ 5248 1.30.2.50 : μᾶλλόν γε τὸν νότιον τοῦ βορείου παρὰ τὸ μᾶλλον μετα– 5249 1.30.2.51 : βάλλειν εἰς ὕδωρ τὸν νότιον ἀέρα τοῦ πρὸς ἄρκτον. Γί– 5250 1.30.2.52 : νεσθαί τε περί τε [τὰς] ἀνατολὰς τοῦ ἡλίου καὶ περὶ δύ– 5251 1.30.2.53 : σεις, οὐκ ἄνωθεν, ἀλλ´ ἐκ τῶν πλαγίων, καθάπερ καὶ τὰς 5252 1.30.2.54 : ῥάβδους. Εἶναι δὲ δὴ τὰς καλουμένας <20ῥάβδους>20 ἰριοει– 5253 1.30.2.55 : δεῖς εὐθείας ἐμφάσεις περὶ τὸν ἀέρα συνισταμένας δι´ 5254 1.30.2.56 : ἀνωμαλίαν τῶν ἐνοπτριζόντων νεφῶν. 5255 1.31.t.1 : {1Περὶ νεφῶν ὁμίχλης ὑετῶν δρόσου χιόνος 5256 1.31.t.2 : πάχνης χαλάζης.}1 5257 1.31.1.n : 〈<21Aetii>21 (III 4, 1–5 p. 370, 26 Diels.).〉 5258 1.31.1.1 : <20Ἀναξιμένης>20 νέφη μὲν γίνεσθαι παχυνθέντος ἐπὶ 5259 1.31.1.2 : πλεῖον τοῦ ἀέρος, μᾶλλον δὲ ἐπισυναχθέντος ἐκθλίβεσθαι 5260 1.31.1.3 : τοὺς ὄμβρους· χιόνα δέ, ἐπειδὰν τὸ καταφερόμενον ὕδωρ 5261 1.31.1.4 : παγῇ· χάλαζαν δ´ ὅταν συμπεριληφθῇ τι τῷ ὑγρῷ πνευ– 5262 1.31.1.5 : ματικόν. 5263 1.31.2.1 : <20Ἀναξαγόρας>20 νέφη μὲν καὶ χιόνα παραπλησίως, 5264 1.31.2.2 : χάλαζαν δ´ ὅταν ἀπὸ τῶν παγέντων νεφῶν προωσθῇ 5265 1.31.2.3 : τινα πρὸς τὴν γῆν, ἃ δὴ ταῖς καταφοραῖς ἀποψυχρούμενα 5266 1.31.2.4 : στρογγυλοῦται. 5267 1.31.3.1 : <20Μητρόδωρος>20 ἀπὸ τῆς ὑδατώδους ἀναφορᾶς ὑπὸ 5268 1.31.3.2 : τοῦ ἀέρος συνίστασθαι τὰ νέφη. 5269 1.31.4.1 : <20Ξενοφάνης>20 ἀπὸ τῆς τοῦ ἡλίου θερμότητος ὡς 5270 1.31.4.2 : ἀρκτικῆς αἰτίας τἀν τοῖς μεταρσίοις συμβαίνειν· ἀνελκο– 5271 1.31.4.3 : μένου γὰρ ἐκ τῆς θαλάττης τοῦ ὑγροῦ τὸ γλυκὺ διὰ τὴν 5272 1.31.4.4 : λεπτομέρειαν διακρινόμενον νέφη τε συνιστάνειν ὁμιχλού– 5273 1.31.4.5 : μενον καὶ καταστάζειν ὄμβρους ὑπὸ πιλήσεως καὶ δια– 5274 1.31.4.6 : τμίζειν τὰ πνεύματα. γράφει γὰρ διαρρήδην (fr. 11 Karst.)· 5275 1.31.4.7 : „πηγὴ δ´ ἐστὶ θάλασς´ ὕδατος“. 5276 1.31.5.1 : <20Ἐπίκουρος>20 ἀπὸ τῶν ἀτόμων· στρογγυλαίνεσθαι 〈δὲ〉 5277 1.31.5.2 : τὴν χάλαζαν 〈καὶ〉 τὸν ὑετὸν ἀπὸ τῆς μακρᾶς καταφορᾶς 5278 1.31.5.3 : ὑποπεπλασμένον. [Ἐμπεδοκλῆς ἔμπτωσιν φωτὸς εἰς νέφος.] 5279 1.31.5.4 : ** καὶ πνεῦμα μὲν ἀποτελεῖν παρῶσαν τὰ νέφη, ὄμ– 5280 1.31.5.5 : βρους δὲ διαχέαν, χάλαζαν δὲ πιλῆσαν, χιόνα δὲ συμπερι– 5281 1.31.5.6 : λαβόμενόν τι <20τοῦ>20 ἀερώδους. 5282 1.31.6.1 : 〈<21Arii Didymi>21 epit. (fr. phys. 11 p. 451 Diels.).〉 5283 1.31.6.2 : 〈<20Ἀριστοτέλους.>20〉 Ἐκ δὲ τῆς ὑγρᾶς καὶ ἀτμώδους 5284 1.31.6.3 : 〈ἀναθυμιάσεως〉 <20ὑετούς>20 τε καὶ <20δρόσους>20 καὶ <20πάχνας, 5285 1.31.6.4 : ὁμίχλας τε>20 καὶ <20νέφη>20 καὶ <20χιόνας>20 καὶ <20χαλάζας. ὑε– 5286 1.31.6.5 : τοὺς>20 μὲν γίνεσθαι τῆς ἀναδιδομένης ἀπὸ τῆς γῆς ἀτμί– 5287 1.31.6.6 : δος 〈ἐν〉 τοῖς ἄνω τόποις συνισταμένης κατὰ πύκνωσιν 5288 1.31.6.7 : καὶ τρεπομένης εἰς ὕδωρ, εἶτα φερομένης ἀθρόως ἐπὶ γῆν 5289 1.31.6.8 : διὰ τὴν ἀπόλειψιν τοῦ ἀναγαγόντος αὐτὴν θερμοῦ· σκε– 5290 1.31.6.9 : δασθείσης δ´ εἰς μικρὰ μόρια καλεῖσθαι <20ψεκάδας·>20 πρὸ 5291 1.31.6.10 : τοῦ δὲ μετεωρισθῆναι σφόδρα κατενεχθείσης διὰ τὴν τοῦ 5292 1.31.6.11 : ἀναγαγόντος αὐτὴν πυρὸς ὀλιγότητα προσονομάζεσθαι 5293 1.31.6.12 : <20δρόσον>20 καὶ <20πάχνην· πάχνην>20 μέν, ὅταν παγῇ πρὶν 5294 1.31.6.13 : εἰς ὕδωρ συγκριθῆναι (γίνεσθαι δὲ χειμῶνος καὶ ἐν τόποις 5295 1.31.6.14 : μᾶλλον χειμερινοῖς)· <20δρόσον>20 δ´, ὅταν τὸ συνιστάμενον 5296 1.31.6.15 : ὑγρὸν νύκτωρ ψυχθὲν ἅμα τοῖς ὄρθροις ἐπὶ γῆν ἐπιφέ– 5297 1.31.6.16 : ρηται· διὸ καὶ πλείστην πίπτειν δρόσον καὶ πάχνην περὶ 5298 1.31.6.17 : τὰ ἕλη καὶ τὰς λίμνας καὶ τοὺς ποταμοὺς καὶ μάλιστα 5299 1.31.6.18 : περὶ τοὺς ἐναύλους καὶ κοίλους τῶν τόπων· ἀνάγεσθαί 5300 1.31.6.19 : τε γὰρ πλεῖστον ὑγρὸν ἀπὸ τῶν τοιούτων χωρίων καὶ 5301 1.31.6.20 : καταψύχεσθαι μᾶλλον. 5302 1.31.6.21 : Τὴν δ´ ἀθρόαν ἀνάδοσιν λέγεσθαι τῆς ἀτμίδος ἐπὶ 5303 1.31.6.22 : μικρὸν μὲν παχυνθεῖσαν <20ὁμίχλην,>20 οἷον ἀραιὰν καὶ ἄγο– 5304 1.31.6.23 : νον ὕδατος νεφέλην, ὡς ἂν προσυνισταμένην ταύτης καὶ 5305 1.31.6.24 : προδιαλυομένην καὶ σημεῖον οὖσαν εὐδίας· τὴν δὲ μετεω– 5306 1.31.6.25 : ρισθεῖσαν ἐπὶ πλεῖον καὶ συγκριθεῖσαν <20νεφέλην.>20 πάντα 5307 1.31.6.26 : δὲ περὶ γῆν ταῦτα γίνεσθαι διὰ τὸ μὴ πόρρω τὴν ἀτμίδα 5308 1.31.6.27 : μετεωρίζεσθαι κατισχύειν. ἐν γοῦν τοῖς ὑψηλοτάτοις ὄρε– 5309 1.31.6.28 : σιν οὐδὲν γίνεσθαι τούτων. αἴτιον 〈δ´〉 ὅτι μάλιστα ἐκ 5310 1.31.6.29 : τῶν κοίλων ἀνάγεται καὶ ἐφύδρων ἡ ἀτμὶς τόπων· ὥστε 5311 1.31.6.30 : καθάπερ φορτίον πλεῖον φέρουσαν ἢ καθ´ ἑαυτὴν τὴν 5312 1.31.6.31 : ἀνάγουσαν θερμότητα μὴ δύνασθαι μετεωρίζειν ἐπὶ πολὺν 5313 1.31.6.32 : ἄγαν τόπον, ἀλλ´ ἐγγὺς οὖσαν ἔτι τῆς γῆς μεθιέναι πάλιν 5314 1.31.6.33 : ἐπ´ αὐτήν. 5315 1.31.6.34 : Ἐκ δὲ τοῦ περὶ τὰ νέφη τόπου τρία φοιτᾶν σώματα 5316 1.31.6.35 : πρὸς ἡμᾶς, ὕδωρ καὶ <20χιόνα>20 καὶ <20χάλαζαν·>20 ὧν δύο μὲν 5317 1.31.6.36 : ἀναλογίας ἔχει πρὸς ἄλληλα παρὰ τὸ διὰ τὰς αὐτὰς αἰτίας 5318 1.31.6.37 : γίνεσθαι τοῖς κάτω, διαφέροντα τῷ μᾶλλον καὶ ἧττον καὶ 5319 1.31.6.38 : πλήθει καὶ ὀλιγότητι. <20Χιόνα>20 γὰρ καὶ πάχνην εἶναι ταὐ– 5320 1.31.6.39 : τόν, καὶ ὑετὸν καὶ δρόσον, ἀλλὰ τὸ μὲν πολύ, τὸ δ´ ὀλί– 5321 1.31.6.40 : γον· τὸν μὲν γὰρ ὑετὸν ἐκ πολλῆς ἀτμίδος γίνεσθαι ψυχο– 5322 1.31.6.41 : μένης, τὴν δὲ δρόσον ἐξ ὀλίγης, ἐφήμερον γὰρ αὐτῆς 5323 1.31.6.42 : ὑπάρχειν τὴν σύστασιν. ὁμοίως χιόνα καὶ πάχνην· χιόνα 5324 1.31.6.43 : μὲν γὰρ εἶναι πῆξιν νέφους, ἀτμίδος δὲ τὴν πάχνην· διὸ 5325 1.31.6.44 : ἢ χώρας ἢ ὥρας ψυχρᾶς σημεῖον γίνεσθαι τὴν χιόνα. 5326 1.31.6.45 : <20Χάλαζαν>20 δὲ κατὰ τοὐναντίον ἐν ταῖς εὐδιεινοτέραις συμ– 5327 1.31.6.46 : βαίνειν χώραις ἢ ὥραις, θέρους γοῦν μάλιστα καὶ μετο– 5328 1.31.6.47 : πώρου γίνεσθαι, χειμῶνος δ´ ὀλιγάκις καὶ ὅταν ἧττον 5329 1.31.6.48 : ᾖ ψῦχος· εἶναι δὲ τὴν χάλαζαν τοῦ καταφερομένου πῆξιν 5330 1.31.6.49 : ἐκ τῶν νεφῶν ὕδατος. Ἐκ δὲ τῆς ξηρᾶς καὶ καπνώδους 5331 1.31.6.50 : πόρρω διατεινούσης καὶ μετεωριζομένης, ὡς καὶ διὰ τοῦτο 5332 1.31.6.51 : πολλάκις διὰ τῆς ἐπιφορᾶς τῶν οὐρανίων ἐμπίπρασθαι, 5333 1.31.6.52 : τῶν πρότερον εἰρημένων ἕκαστον ἀποτελεῖσθαι. 5334 1.31.7.1 : 〈<21Arii Didymi>21 epit. (fr. phys. 35 p. 468 Diels.).〉 5335 1.31.7.2 : <20Χρυσίππου.>20 Χρύσιππος ἔφησε τὴν ὁμίχλην νέφος 5336 1.31.7.3 : διακεχυμένον, ἢ ἀέρα πάχος ἔχοντα· δρόσον δὲ ἐξ ὁμίχλης 5337 1.31.7.4 : καταφερόμενον ὑγρόν· ὑετὸν δὲ φορὰν ὕδατος ἐκ νεφῶν· 5338 1.31.7.5 : ὄμβρον δὲ λάβρου ὕδατος καὶ πολλοῦ ἐκ νεφῶν φοράν· 5339 1.31.7.6 : χάλαζαν δὲ ὑετοῦ πεπηγότος διάθρυψιν· χιόνα δὲ νέφος 5340 1.31.7.7 : πεπηγὸς ἢ νέφους πῆξιν· τὸ δ´ ἐπὶ τῆς γῆς πεπηγὸς 5341 1.31.7.8 : ὕδωρ κρύσταλλον· πάχνην δὲ δρόσον πεπηγυῖαν. 5342 1.31.8.1 : <20Ἀρριανοῦ.>20 5343 1.31.8.2 : Ἀρριανός φησι τὴν <20ὁμίχλην,>20 〈ὅτι〉 ἣ μὲν πρὸ νέφους 5344 1.31.8.3 : ξυνίσταται πρὶν ἐξαναστῆναι, ἐπιπολὺ δὲ ἀπὸ νέφους ἐκχυ– 5345 1.31.8.4 : θέντος καὶ σκεδασθέντος· γίγνεται δὲ ταῦτα, εἰ μὴ κρατή– 5346 1.31.8.5 : σειεν αὐτῶν ὁ ἥλιος καὶ τὰ ἄλλα ἄστρα ὅσα ἐν οὐρανῷ 5347 1.31.8.6 : καὶ αὐτὸς ὁ οὐρανός. Ἀπὸ δὲ νεφελῶν, ὅσαι μὲν μὴ ἄγαν 5348 1.31.8.7 : πιληθεῖσαι ξυνέστησαν, <20ψεκάδες>20 καταφέρονται ἐπὶ γῆν 5349 1.31.8.8 : καὶ εἰς ταύτας διαλύονται ὁμίχλαι τε καὶ νεφελῶν ὅσαι 5350 1.31.8.9 : μανώτεραι· ὅσαι δὲ ἐπὶ μέγα ξυστᾶσαι εἰς ὕδωρ μετέ– 5351 1.31.8.10 : βαλον, <20ὑετοὺς>20 ἐκ νεφῶν γεννῶσι. Καὶ ὁμίχλαι μὲν τὸ 5352 1.31.8.11 : πολὺ τῇ γῇ ἐφιζάνουσιν, ἅτε δὴ κεχυμένης τε ἔτι καὶ ἀξυ– 5353 1.31.8.12 : στάτου τῆς ἀτμίδος· αἱ νεφέλαι δὲ αἴρονται εἰς τὸ ἄνω, 5354 1.31.8.13 : οὐ μὴν ὑπὲρ εἴκοσίν γε ἀπὸ γῆς σταδίους οὐδὲ αὗται 5355 1.31.8.14 : ἀναφέρονται. Ὅτι καὶ τῶν ὀρῶν ὅσα ὑπὲρ εἴκοσί γε ἀπὸ 5356 1.31.8.15 : γῆς σταδίους ἀνέχει ἐς εὐθὺ (ἔστι δὲ καὶ εὐαρίθμητα ταῦτα 5357 1.31.8.16 : ἔν γε τοῖς καθ´ ἡμᾶς τόποις) οὔτε ὑόμενα ὤφθη ποτὲ 5358 1.31.8.17 : οὔτε καταπνεόμενα, οὐδὲ νεφέλη ὑπὲρ αὐτῶν ἢ καὶ ἐπ´ 5359 1.31.8.18 : αὐτοῖς ἱζάνουσα. ἀλλὰ τῆς Οἴτης γε ἐπὶ τῇ ἀκρωρείᾳ 5360 1.31.8.19 : θύεσθαι ὅσα ἔτη λόγος καὶ Ἡρακλεῖ καὶ Φιλοκτήτῃ εἰς 5361 1.31.8.20 : μνήμην τοῦ παλαιοῦ παθήματος καὶ τὴν τέφραν ἐπὶ τῇ 5362 1.31.8.21 : πυρκαιᾷ ἐν χώρᾳ μένειν. εἶναι γὰρ τὸν ἄνω ὑπὲρ γῆς 5363 1.31.8.22 : ἀέρα λεπτόν τε ἤδη καὶ καθαρὸν καὶ αὐγοειδῆ· καὶ ταῦτα 5364 1.31.8.23 : διαφορεῖσθαι τοὺς ἀτμοὺς ὅσοι πορρωτέρω ὑπεραναφέ– 5365 1.31.8.24 : ρονται. Ὅση δὲ λεπτὴ ἀτμὶς μὴ ἐπὶ μέγα ἀρθεῖσα ἐσκε– 5366 1.31.8.25 : δάσθη, ἀλλὰ ψυχθεῖσα κατηνέχθη ἐπὶ γῆν, <20δρόσος>20 γίγνε– 5367 1.31.8.26 : ται· πρὸς ἡλίου δὲ ἐπικαυθεῖσα ἐρυθαίνεται ἢ μελαίνεται· 5368 1.31.8.27 : καὶ τοῦτο μίλτον 〈ἢ〉 <20φοινιάδα>20 μὲν τὸ ἐρυθρὸν αὐτοῦ, 5369 1.31.8.28 : <20ἐρυσίβην>20 δὲ ὅ τι περ καὶ μέλαν καλοῦσι· παγεῖσα δὲ καὶ 5370 1.31.8.29 : πεσοῦσα ἐπὶ γῆν, <20πάχνη>20 γίνεται. Καὶ ἔτι ὅ τι περ πάχνη 5371 1.31.8.30 : πρὸς δρόσον, τοῦτο <20χιὼν>20 πρὸς ὑετόν. Ὅτι καὶ τὸ νέφος 5372 1.31.8.31 : ξυνελθὸν μὲν ἄνευ πήξεως εἰς ὑετὸν διακρίνεται, παγὲν δὲ 5373 1.31.8.32 : εἰς νιφετὸν ξυνάγεται. Ὅτι πρὶν παντελῶς ἐς ὕδωρ ξυστῆ– 5374 1.31.8.33 : ναι τὴν νεφέλην φθάνει παγῆναι ἐς χιόνα, καὶ ἡ χρόα τῆς 5375 1.31.8.34 : χιόνος τεκμηριῶσαι παρέχει, λευκή τε γὰρ καὶ αὐγοειδής 5376 1.31.8.35 : ἐστιν· ὅτι πρὶν τραπῆναι ἐς ὕδωρ παγεῖσα θρύπτεται, 5377 1.31.8.36 : οἷα δὴ οὐ σμικρὰν μοῖραν [οὐ] πνεύματος φωτοειδοῦς ὄν– 5378 1.31.8.37 : τος ξυνεπιλαμβάνουσα· ἔνθεν τε ἀφρῷ ἐς τὰ μάλιστα τὴν 5379 1.31.8.38 : χρόαν ἔοικεν, ὅτι καὶ ἐν ἀφρῷ πολύ τι ἔνι πνεύματος· 5380 1.31.8.39 : δηλοῦσι δὲ πομφόλυγες αἱ ἐπὶ τῶν ἀφρῶν οἷα δὴ ἐπι– 5381 1.31.8.40 : ζέουσαι. 5382 1.31.9.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τιμαίου>20 (p. 59D. E). 5383 1.31.9.2 : Τὸ πυρὶ μεμιγμένον ὕδωρ, ὅσον λεπτὸν ὑγρόν τε διὰ 5384 1.31.9.3 : τὴν κίνησιν καὶ τὴν ὁδὸν ἣν κυλινδούμενον ἐπὶ γῆς ὑγρὸν 5385 1.31.9.4 : λέγεται, μαλακόν τε αὐτῷ τὰς βάσεις ἧττον ἑδραίας οὔσας 5386 1.31.9.5 : ἢ τὰς γῆς ὑπείκειν· τοῦτο ὅταν πυρὸς ἀποχωρισθὲν ἀέρος 5387 1.31.9.6 : τε μονωθῇ, γέγονε μὲν ὁμαλώτερον, ξυνέωσται δὲ ὑπὸ 5388 1.31.9.7 : τῶν ἐξιόντων εἰς αὐτό, παγέν τε οὕτως τὸ μὲν ὑπὲρ γῆς 5389 1.31.9.8 : μάλιστα παθὸν τοιαῦτα χάλαζα, τὸ δ´ ἐπὶ γῆς κρύσταλ– 5390 1.31.9.9 : λος· τὸ δὲ ἧττον ἡμιπαγές τε ὂν ἔτι, τὸ μὲν ὑπὲρ γῆς 5391 1.31.9.10 : αὖ χιών, τὸ δ´ ἐπὶ γῆς ξυμπαγὲν ἐκ δρόσου γενόμενον 5392 1.31.9.11 : πάχνη λέγεται. 5393 1.32.t.1 : {1Περὶ ἀνέμων.}1 5394 1.32.1.1 : 〈<21Aetii>21 (III 7, 4 p. 375, 1 Diels.) et <21Didymi.>21〉 5395 1.32.1.2 : <20Ἀριστοτέλης>20 τῆς ξηρᾶς ἀναθυμιάσεως τὴν πρώ– 5396 1.32.1.3 : την ἀναφοράν· γίνεσθαι δέ ποτε τῇ ξηρᾷ πρὸς τὴν ὑγρὰν 5397 1.32.1.4 : μῖξιν. πνεῦμα μὲν ἐκ πολλῶν συνιουσῶν ἀναθυμιάσεων. — 5398 1.32.1.5 : Τὸν γὰρ ἄνεμον μὲν εἶναι ξηρᾶς ἀναδόσεως πλῆθος κινού– 5399 1.32.1.6 : μενον περὶ γῆν· τοὺς δ´ <20ἐκνεφίας>20 ἀνέμους, ὅταν ἀθρόον 5400 1.32.1.7 : καὶ πυκνὸν φερόμενον εἰς ἑαυτὸ τὸ πλέον ἀναλύσῃ τοῦ 5401 1.32.1.8 : νέφους τῇ σφοδρότητι τῆς ῥύμης. τὸ γὰρ τάχος τῆς ἐκ– 5402 1.32.1.9 : κρίσεως ποιεῖν τὴν τοῦ πνεύματος ἰσχύν. 5403 1.33.t.1 : {1Περὶ γῆς εἰ μία καὶ πεπερασμένη καὶ ποίου 5404 1.33.t.2 : μεγέθους καὶ περὶ θέσεως αὐτῆς.}1 5405 1.33.1.1 : deest. 5406 1.34.t.1 : {1Περὶ σχήματος γῆς.}1 5407 1.34.1.1 : deest. 5408 1.35.t.1 : {1Πότερα μένει ἡ γῆ ἢ κινεῖται.}1 5409 1.35.1.1 : deest. 5410 1.36.t.1 : {1Περὶ σεισμῶν γῆς.}1 5411 1.36.1.1 : 〈<21Aetii>21 (III 15, 10 p. 380, 1 Diels.).〉 5412 1.36.1.2 : <20Πλάτων>20 πάσης κινήσεως ἓξ εἶναι περιστάσεις, ἄνω 5413 1.36.1.3 : καὶ κάτω, ἐπὶ δεξιὰ καὶ θάτερα, πρόσθεν καὶ ὄπισθεν. 5414 1.36.1.4 : Κατ´ οὐδεμίαν 〈δὲ〉 τούτων ἐνδέχεσθαι τὴν γῆν κινεῖσθαι, 5415 1.36.1.5 : ἐν τῷ πανταχόθεν κατωτάτῳ κειμένην μένειν ἀκίνητον, 5416 1.36.1.6 : ἅτε δὴ μηδὲν ἔχουσαν ἐξαίρετον ἐς τὸ ῥέψαι μᾶλλον· 5417 1.36.1.7 : τόπους δὲ αὐτῆς κατὰ ἀραιότητα σαλεύεσθαι. 5418 1.36.2.1 : 〈<21Arii Didymi>21 epit. (fr. phys. 13 p. 453 Diels.).〉 5419 1.36.2.2 : <20Ἀριστοτέλους.>20 Ἀριστοτέλης φησὶ <20σεισμοὺς>20 γί– 5420 1.36.2.3 : νεσθαι καὶ <20μυκήματα>20 καὶ <20χάσματα>20 τῆς ξηρᾶς ἀναθυμι– 5421 1.36.2.4 : άσεως εἰς τὰς ἀραιότητας κατὰ τῆς γῆς ῥυείσης καὶ κατὰ 5422 1.36.2.5 : τὰς ἀθρόας ἐμπτώσεις τρόμους καὶ βρασμοὺς περὶ αὐτὴν 5423 1.36.2.6 : ἀπεργαζομένης. Ὡς γὰρ ὁρμήσασαν ἔξω τὴν ἀναθυμίασιν 5424 1.36.2.7 : ἄνεμον ποιεῖν σφοδρόν, οὕτως εἴσω καθειρχθεῖσαν τῇ 5425 1.36.2.8 : ῥύμῃ τῆς φορᾶς διακραδαίνειν τοὺς τόπους, ἐν οἷς ἂν ἀπο– 5426 1.36.2.9 : ληφθῇ. Συνέχεσθαι 〈δὲ〉 τὴν δύναμιν ταύτην ἐν τῇ γῇ 5427 1.36.2.10 : διά τε πύκνωσιν τῆς ἐπιφανείας καὶ διὰ κατάψυξιν καὶ 5428 1.36.2.11 : διὰ ξηρασίαν. Ὅθεν καὶ νηνεμίας οὔσης ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ 5429 1.36.2.12 : γίνεσθαι τοὺς <20σεισμοὺς>20 τῆς τῶν ἀνέμων ὁρμῆς εἴσω τρα– 5430 1.36.2.13 : πείσης· καὶ νυκτὸς μᾶλλον διὰ τὴν ψῦξιν καὶ περὶ τὸν 5431 1.36.2.14 : ὄρθρον· τοὺς γὰρ ἀνέμους τότε τῆς πνοῆς ἄρχεσθαι καὶ 5432 1.36.2.15 : πρὸς τὴν γῆν ἀποστρέφειν 〈τὸ〉 κατὰ τὴν ἀναθυμίασιν 5433 1.36.2.16 : ἀνιὸν πνεῦμα· καὶ τῆς ἡμέρας ἔστιν ὅτε περὶ μεσημβρίαν. 5434 1.36.2.17 : τὸν γὰρ ἥλιον τῆς ἀναθυμιάσεως ἐπικρατοῦντα κατα– 5435 1.36.2.18 : κλείειν αὐτὴν εἰς τὴν γῆν· καὶ ἔαρος καὶ μετοπώρου μᾶλ– 5436 1.36.2.19 : λον (ἀνωμάλους γὰρ ταύτας εἶναι τὰς ὥρας· τὸ γὰρ θέρος 5437 1.36.2.20 : καὶ τὸν χειμῶνα, τὸ μὲν διὰ τὸν πάγον, τὸ δὲ διὰ τὴν 5438 1.36.2.21 : ἀλέαν ἀκίνητον ποιεῖν τὸν ἀέρα διὰ τὸ τὸ μὲν ἄγαν εἶναι 5439 1.36.2.22 : ξηρόν, τὸν δὲ ἄγαν ψυχρόν)· καὶ ἐν τοῖς αὐχμοῖς, ὅτε μά– 5440 1.36.2.23 : λιστα πνευματώδης ὁ ἀήρ· τοῦτο γὰρ εἶναι τὸν αὐχμόν, 5441 1.36.2.24 : ξηρᾶς πλῆθος ἀναθυμιάσεως. Ἀπελαυνομένης οὖν τῆς 5442 1.36.2.25 : ἀτμίδος εἰς τὴν γῆν καὶ καθειργνυμένης σφυγμὸν γίγνε– 5443 1.36.2.26 : σθαι περὶ αὐτὴν καὶ τρόμον, καὶ ἐν ταῖς ἐπομβρίαις ἐπι– 5444 1.36.2.27 : φραττομένης ὑπὸ τῶν ὑγρῶν καὶ τοῦ ψυχροῦ τῆς γῆς καὶ 5445 1.36.2.28 : τῆς ἐντὸς ἀναθυμιάσεως αὐξομένης ὑπὸ τῶν ὑετῶν καὶ 5446 1.36.2.29 : πυκνουμένης, ὥστε κατὰ τὴν πρόσπτωσιν ἰσχυρῶς κινεῖν 5447 1.36.2.30 : καὶ σείειν, καὶ ἐν τοῖς ὑπάντρους καὶ σομφοὺς ἔχουσι τοὺς 5448 1.36.2.31 : κάτω τόπους ἢ καὶ παρακειμένην ῥοώδη θάλατταν διὰ 5449 1.36.2.32 : τὸ θύραθεν πλεῖον ὑποδέχεσθαι πνεῦμα καὶ διὰ τὸ τὴν 5450 1.36.2.33 : θάλατταν προσπίπτουσαν ἀπωθεῖν εἰς τὴν γῆν τὸ πεφυ– 5451 1.36.2.34 : κὸς ἀπ´ αὐτῆς ἀποπνεῖν πνεῦμα καὶ σκεδάννυσθαι· περὶ 5452 1.36.2.35 : γοῦν τὴν Πελοπόννησον καὶ τὴν Ἀχαιίαν καὶ τῆς Εὐβοίας 5453 1.36.2.36 : τὰς κοιλάδας πολλοὺς καὶ μεγάλους γίνεσθαι σεισμούς. 5454 1.36.2.37 : Ὡς γὰρ ὑφ´ ἡμῶν πολλάκις τὸ διαπνεόμενον ἔξω πνεῦμα 5455 1.36.2.38 : παλινδρομῆσαν εἴσω παλμὸν παρέχει καὶ σφυγμὸν ἐν τοῖς 5456 1.36.2.39 : σώμασιν, οὕτω τὸ περιληφθὲν ἐν τῇ γῇ κατὰ τὴν κίνησιν 5457 1.36.2.40 : κλονούμενον περὶ τοὺς πόρους καὶ διεγκοπτόμενον σπα– 5458 1.36.2.41 : σμοὺς καὶ σεισμοὺς ἀποτελεῖν. Συμβαίνειν δὲ καὶ τὰ <20μυ– 5459 1.36.2.42 : κήματα>20 ποτὲ μὲν μετὰ σεισμῶν, ποτὲ δὲ καὶ χωρίς, τοῦ 5460 1.36.2.43 : πνεύματος ἠχοῦντος, ὥστ´ ἐξακούεσθαι ψόφον τινὰ καὶ 5461 1.36.2.44 : βόμβον ἐπιμήκιστον, ὁπότε διὰ τῶν σηράγγων διαυλο– 5462 1.36.2.45 : δρομεῖ παρατριβόμενον μηδ´ ἐξιόν. Τά τε <20χάσματα>20 μετὰ 5463 1.36.2.46 : σεισμῶν. ἤδη γοῦν τινας σεισμοὺς μὴ πρότερον λῆξαι, 5464 1.36.2.47 : πρὶν ἢ διαρραγῆναι τοὺς τόπους, ἐν οἷς ἐγένοντο, βιασα– 5465 1.36.2.48 : μένου τοῦ περιληφθέντος πνεύματος περὶ τὴν ἔξοδον 5466 1.36.2.49 : ὥσπερ ἐκνεφίου τινὸς ἀνέμου, καθάπερ καὶ τὸν περὶ τὴν 5467 1.36.2.50 : Ποντικὴν Ἡράκλειαν καὶ τὸν ἔτι πρότερον γενόμενον περὶ 5468 1.36.2.51 : τὴν ἱερὰν καλουμένην Αἰόλου νῆσον· ἐν ταύταις γὰρ 5469 1.36.2.52 : ὑπὸ σεισμῶν οἰδήματα τῆς γῆς γενέσθαι μεγάλα, καὶ 5470 1.36.2.53 : ταῦτα διαρραγέντα πολὺν ἄνεμον ἐκπεφυσηκέναι καὶ φέ– 5471 1.36.2.54 : ψαλον, ὥστε κατατεφρῶσαι πλησίον οὖσαν τὴν τῶν Λιπα– 5472 1.36.2.55 : ραίων πόλιν. Τὰς δὲ ποντίους λεγομένας νήσους ἧττον 5473 1.36.2.56 : σείεσθαι τῶν προσγείων διὰ τὸ καταψύχεσθαι τῷ πλήθει 5474 1.36.2.57 : τῆς θαλάττης τὴν ἀπὸ τῆς γῆς ἀναθυμίασιν. Τεκμήριον 5475 1.36.2.58 : δ´ εἶναι τοῦ ῥεῖν ὑπὸ τὴν γῆν τὸ πνεῦμα, πρῶτον μὲν 5476 1.36.2.59 : ἀπὸ τοῦ ἐν οἷς γίνεται προσημαίνειν ἠχοῦντος, εἶτα τὸ 5477 1.36.2.60 : περὶ τὸν ἥλιον πάθος· ἀμαυρότερον γὰρ καὶ ἀχλυώδη 5478 1.36.2.61 : φαίνεσθαι χωρὶς νέφους, ὑπονοστεῖν ἀρχομένου τοῦ πνεύ– 5479 1.36.2.62 : ματος εἰς τὴν γῆν τοῦ λεπτύνοντος τὸν ἀέρα καὶ διακρί– 5480 1.36.2.63 : νοντος. πρός τε τούτοις τὸ πρὸ τῶν ὀρθρίων σεισμῶν 5481 1.36.2.64 : νηνεμίαν γίνεσθαι καὶ ψῦχος· τὴν μὲν γὰρ ξυμβαίνειν 5482 1.36.2.65 : διὰ τὴν εἴσω τῶν ἀνέμων μετάρροιαν, τὸ δὲ διὰ τὴν τῆς 5483 1.36.2.66 : θερμῆς ἀναθυμιάσεως ἀπουσίαν. Καὶ περὶ μὲν σει– 5484 1.36.2.67 : σμῶν καὶ τῶν ἄλλων τῶν περὶ τὴν γῆν παθημάτων ἐπὶ 5485 1.36.2.68 : τοσοῦτον. 5486 1.37.t.1 : {1Περὶ θαλάττης 〈πῶς συνέστη καὶ πῶς ἐστι πικρά〉.}1 5487 1.37.1.1 : deest. 5488 1.38.t.1 : {1Πῶς ἀμπώτιδες καὶ πλήμμυραι γίνονται.}1 5489 1.38.1.n : 〈<21Aetii>21 (III 17, 1–9 p. 382, 3 Diels.).〉 5490 1.38.1.1 : <20Ἀριστοτέλης>20 καὶ <20Ἡρακλείδης>20 ὑπὸ τοῦ ἡλίου τὰ 5491 1.38.1.2 : πλεῖστα τῶν πνευμάτων κινοῦντος καὶ περιφέροντος· ὑφ´ 5492 1.38.1.3 : ὧν ἐμβαλλόντων μὲν προωθουμένην ἀνοιδεῖν τὴν Ἀτλαν– 5493 1.38.1.4 : τικὴν θάλασσαν καὶ κατασκευάζειν τὴν πλήμμυραν, κατα– 5494 1.38.1.5 : ληγόντων δ´ ἀντιπερισπωμένην ὑποβαίνειν, ὅπερ εἶναι 5495 1.38.1.6 : τὴν ἄμπωτιν. 5496 1.38.2.1 : 〈<20Εὐ〉ήνιος [Μεσήνιος>20] ἡλίῳ καὐτὸς τὴν αἰτίαν 5497 1.38.2.2 : ἀνατίθησι, καθ´ οὓς μὲν ἂν τόπους γένηται τῆς γῆς πλημ– 5498 1.38.2.3 : μύροντι τὰ πελάγη, ἐξ ὧν δ´ ἂν τύχῃ παραποστὰς ὑπο– 5499 1.38.2.4 : συνέλκοντι. ταῦτα δὲ συμβαίνειν περὶ τὰς ἑῴας καὶ τὰς 5500 1.38.2.5 : μεσημβρινὰς ἐκκλίσεις. 5501 1.38.3.1 : <20Πυθέας ὁ Μασσαλιώτης>20 τῇ πληρώσει τῆς σελή– 5502 1.38.3.2 : νης καὶ τῇ μειώσει τὰς ἑκατέρου τούτων αἰτίας ἀνατίθησιν. 5503 1.38.4.1 : <20Ποσειδώνιος>20 ὑπὸ μὲν τῆς σελήνης κινεῖσθαι τοὺς 5504 1.38.4.2 : ἀνέμους, ὑπὸ δὲ τούτων τὰ πελάγη, ἐν οἷς τὰ προειρη– 5505 1.38.4.3 : μένα γίνεσθαι πάθη. 5506 1.38.5.1 : <20Πλάτων>20 ἐπὶ τὴν αἰώραν φέρεται τῶν ὑδάτων. εἶναι 5507 1.38.5.2 : γάρ τινα φυσικὴν αἰώραν διά τινος ἐγγείου τρήματος 5508 1.38.5.3 : περιφέρουσαν τὴν παλίρροιαν, ὑφ´ ἧς ἀντικυμαίνεσθαι 5509 1.38.5.4 : τὰ πελάγη. 5510 1.38.6.1 : <20Τίμαιος ὁ Ταυρομενίτης>20 τοὺς ἐμβάλλοντας 5511 1.38.6.2 : ποταμοὺς εἰς τὴν Ἀτλαντικὴν διὰ τῆς Κελτικῆς ὀρεινῆς 5512 1.38.6.3 : αἰτιᾶται προωθοῦντας μὲν ταῖς ἐφόδοις, ὑφέλκοντας δὲ 5513 1.38.6.4 : ταῖς ἀναπαύλαις. 5514 1.38.7.1 : <20Κράτης>20 ὁ γραμματικὸς τὸν ἀντισπασμὸν τῆς θα– 5515 1.38.7.2 : λάσσης αἰτιᾶται. 5516 1.38.8.1 : <20Ἀπολλόδωρος ὁ Κερκυραῖος>20 τὰς ἐκ τοῦ ὠκεα– 5517 1.38.8.2 : νοῦ παλιρροίας. 5518 1.38.9.1 : <20Σέλευκος>20 ὁ μαθηματικὸς ἀντιγεγραφὼς Κράτητι, 5519 1.38.9.2 : κινῶν καὐτὸς τὴν γῆν, ἀντικόπτειν αὐτῆς τῷ δίνῳ φησὶ 5520 1.38.9.3 : τὴν περιστροφὴν τῆς σελήνης· τοῦ δὲ μεταξὺ ἀμφοτέρων 5521 1.38.9.4 : τῶν σωμάτων ἀντιπερισπωμένου πνεύματος καὶ ἐμπίπτον– 5522 1.38.9.5 : τος εἰς τὸ Ἀτλαντικὸν πέλαγος κατὰ λόγον οὕτω συγκυ– 5523 1.38.9.6 : μαίνεσθαι τὴν θάλασσαν. 5524 1.39.t.1 : {1Περὶ ὑδάτων.}1 5525 1.39.1.1 : 〈<21Arii Didymi>21 epit. (fr. phys. fr. 14a Add. p. 854 Diels.).〉 5526 1.39.1.2 : <20Ἀριστοτέλους.>20 Τὰς δὲ τῶν ὑδάτων δυνάμεις καὶ 5527 1.39.1.3 : τοὺς χυλοὺς καὶ τὰς ἄλλας πάσας ποιότητας, ὡς εἰπεῖν 5528 1.39.1.4 : συλλαβόντι, γίνεσθαι παρὰ τρεῖς αἰτίας. Ἢ γὰρ παρὰ 5529 1.39.1.5 : τὴν τῆς γῆς διαφοράν· (ἐν οἵᾳ γὰρ ἂν ἕκαστον ᾖ καὶ δι´ 5530 1.39.1.6 : οἵας ἂν ῥέῃ, τοιοῦτον ἴσχειν τὸν χυλόν, οἷον ἁλυκὸν ἢ νιτρῶ– 5531 1.39.1.7 : δες ἢ πικρὸν ἢ τῶν ἄλλων ὁποιονοῦν·) ἢ παρὰ τὴν τῆς κα– 5532 1.39.1.8 : πνώδους καὶ πυρώδους ἀναθυμιάσεως μῖξιν· (ἀπολίθωσιν 5533 1.39.1.9 : γὰρ καὶ πῆξιν ἁλῶν καὶ νίτρων, ἔτι τε βαρύτητας καὶ κου– 5534 1.39.1.10 : φότητας καὶ παχύτητας καὶ λεπτότητας καὶ τὰς ἄλλας δυνά– 5535 1.39.1.11 : μεις ἀπεργάζεσθαι τὴν τοῦ θερμοῦ καὶ καπνώδους μῖξιν·) 5536 1.39.1.12 : ἢ παρὰ τὸν ἀέρα. θερμότητας δὲ καὶ ψυχρότητας καὶ 5537 1.39.1.13 : παρὰ τὴν γῆν [μὲν] γίνεσθαι, δι´ οἵας ἂν ῥέῃ καὶ ἐν οἵᾳ 5538 1.39.1.14 : 〈ἂν〉 γίνηται. Θερμὰ μὲν γὰρ τὴν κατακεκαυμένην καὶ τὴν 5539 1.39.1.15 : ξηρὰν καὶ τὴν ἀσφαλτώδη ποιεῖν· ψυχρὰ δ´, ὡς μὲν ἁπλῶς 5540 1.39.1.16 : εἰπεῖν, 〈εἶναι τὰ ἐν〉 τοῖς ναματιαίοις, ὡς δὲ καθ´ ἕκαστα, 5541 1.39.1.17 : τὰ κατὰ βάθους [ὡς ἐπίπαν], ὥσπερ καὶ τὰ ἐν τοῖς μετάλ– 5542 1.39.1.18 : λοις (πόρρω γὰρ τοῦ ἡλίου), πλὴν ἐὰν πυρώδης ὁ τόπος ᾖ· 5543 1.39.1.19 : (δεῖ γὰρ ἀφεστάναι τῶν θερμῶν, τοῦ τ´ ἐν τῷ ἀέρι καὶ 5544 1.39.1.20 : τοῦ ἐν τῇ γῇ)· καὶ τὰ ἐν τοῖς ὑψηλοῖς διά τε τὰ πνεύ– 5545 1.39.1.21 : ματα καὶ μάλιστα διὰ τὴν τοῦ ἀέρος ψυχρότητα· καὶ 〈τὰ〉 5546 1.39.1.22 : ἐν τοῖς συσκίοις καὶ πνευματώδεσι (ψύχεται γὰρ ὑπ´ ἀμ– 5547 1.39.1.23 : φοτέρων, διὸ καὶ κοπέντων δένδρων ἔνια θερμὰ γίνεσθαι)· 5548 1.39.1.24 : καὶ τὰ διαπνοὰς ἔχοντα φαραγγώδεις καὶ ὑπάντρους (τὸ 5549 1.39.1.25 : γὰρ πνεῦμα διαυλωνίζον ταύτῃ ψύχει, καθάπερ ἐν τοῖς 5550 1.39.1.26 : λάκκοις)· καὶ 〈τὰ〉 διὰ πάγους ῥέοντα καὶ ἐνίκμου (ψυχρὸν 5551 1.39.1.27 : γὰρ ὁ λίθος καὶ μᾶλλον ὁ τοιοῦτος). Εἰ δ´ ὥσπερ γλυκὺ 5552 1.39.1.28 : πᾶν ὕδωρ, οὕτω καὶ ψυχρόν (οἰκεῖα γὰρ ἄμφω τῆς φύ– 5553 1.39.1.29 : σεως), ἡ θερμότης ὡς ἡ τῶν χυλῶν ποιότης γένοιτ´ ἂν 5554 1.39.1.30 : ἀφ´ ἑτέρων. Συμβαίνει δ´ οὖν καὶ ἐκ τοῦ λόγου τούτου 5555 1.39.1.31 : μὴ εἶναι τοῦ ὕδατος καθ´ ἑαυτὸ διαφοράν, ἀλλὰ ταῖς 5556 1.39.1.32 : ἄλλων δυνάμεσι διαφέρειν, εἴπερ τὰ μὲν τὴν γῆν, τὰ δὲ 5557 1.39.1.33 : τὸ πῦρ, τὰ δὲ τὸν ἀέρα ποιεῖν συμβέβηκεν. 5558 1.40.t.1 : {1Περὶ τοῦ παντός.}1 5559 1.40.1.1 : <20Ἐκ τῆς Ἀριστοτέλους πρὸς Ἀλέξανδρον 5560 1.40.1.2 : ἐπιστολῆς>20 (de mundo c. 2–5). 5561 1.40.1.3 : 〈c. 2〉 Κόσμος μὲν οὖν ἐστι σύστημα ἐξ οὐρανοῦ καὶ 5562 1.40.1.4 : γῆς καὶ τῶν ἐν τούτοις περιεχομένων φύσεων. Λέγεται 5563 1.40.1.5 : δὲ καὶ ὁ κόσμος ἑτέρως, ἡ τῶν ὅλων τάξις τε καὶ δια– 5564 1.40.1.6 : κόσμησις ὑπὸ θεοῦ τε καὶ διὰ θεῶν φυλαττομένη. Ταύ– 5565 1.40.1.7 : της δὲ τὸ μὲν μέσον [καὶ] ἀκίνητόν τε καὶ ἑδραῖον 〈ἡ〉 5566 1.40.1.8 : φερέσβιος εἴληχε γῆ, παντοδαπῶν ζῴων δεσπόζουσα καὶ 5567 1.40.1.9 : μήτηρ· τὸ δὲ ὕπερθεν αὐτῆς πᾶν τε καὶ πάντῃ πεπερα– 5568 1.40.1.10 : τωμένον· εἰς τὸ ἄνω τὸ τῶν θεῶν οἰκητήριον οὐρανὸς 5569 1.40.1.11 : ὠνόμασται· πλήρης δ´ ὢν σωμάτων θείων, ἃ δὴ καλεῖν 5570 1.40.1.12 : ἄστρα εἰώθαμεν, κινούμενος κίνησιν ἀίδιον ἐν περιαγωγῇ 5571 1.40.1.13 : καὶ ἐν κύκλῳ συγχορεύει πᾶσι τούτοις ἀπαύστως δι´ αἰῶ– 5572 1.40.1.14 : νος. Τοῦ δὲ σύμπαντος οὐρανοῦ τε καὶ κόσμου σφαιρο– 5573 1.40.1.15 : ειδοῦς ὄντος καὶ κινουμένου, καθάπερ εἶπον, ἐνδελεχῶς, 5574 1.40.1.16 : δύο ἐξ ἀνάγκης ἀκίνητά ἐστι σημεῖα καταντικρὺ ἀλλήλοις, 5575 1.40.1.17 : καθάπερ τόρνῳ κυκλοφορουμένης σφαίρας, παραμένοντα 5576 1.40.1.18 : καὶ συνέχοντα τὴν σφαῖραν, περὶ ἃ ὁ πᾶς ὄγκος κύκλῳ 5577 1.40.1.19 : στρέφεται. Καλοῦνται δὲ οὗτοι πόλοι, δι´ ὧν εἰ νοήσαι– 5578 1.40.1.20 : μεν ἐπεζευγμένην εὐθεῖαν, ἥντιν´ ἄξονα καλοῦσι, διά– 5579 1.40.1.21 : μετρος ἔσται τοῦ κόσμου, μέσην μὲν ἔχουσα τὴν γῆν, τοὺς 5580 1.40.1.22 : δὲ δύο πόλους πέρατα. Τῶν δ´ ἀκινήτων πόλων τούτων 5581 1.40.1.23 : ὁ μὲν ἀεὶ φανερός ἐστιν, ὑπὲρ κορυφὴν ὢν κατὰ 〈τὸ〉 5582 1.40.1.24 : βόρειον κλῖμα, ἀρκτικὸς καλούμενος, 〈ὁ δὲ ὑπὸ γῆν ἀεὶ 5583 1.40.1.25 : κατακέκρυπται, κατὰ τὸ νότιον, ἀνταρκτικὸς καλούμενος.〉 5584 1.40.1.26 : Οὐρανοῦ δὲ καὶ ἄστρων οὐσίαν μὲν αἰθέρα 〈καλοῦμεν〉, 5585 1.40.1.27 : οὐχ, ὥς τινες, διὰ τὸ πυρώδη οὖσαν αἴθεσθαι, πλημμε– 5586 1.40.1.28 : λοῦντες περὶ τὴν πλεῖστον πυρὸς ἀπηλλαγμένην δύναμιν, 5587 1.40.1.29 : ἀλλὰ διὰ τὸ ἀεὶ θεῖν κυκλοφορουμένην, στοιχεῖον οὖσαν 5588 1.40.1.30 : ἕτερον τῶν τεττάρων ἀκήρατόν τε καὶ θεῖον. Τῶν γε 5589 1.40.1.31 : μὴν ἐμπεριεχομένων ἄστρων τὰ μὲν ἀπλανῶς τῷ σύμ– 5590 1.40.1.32 : παντι οὐρανῷ συμπεριφέρεται τὰς αὐτὰς ἕδρας ἔχοντα· 5591 1.40.1.33 : μέσος δὲ ὁ ζῳοφόρος καλούμενος κύκλος ἐγκάρσιος ὢν διὰ 5592 1.40.1.34 : τῶν τροπικῶν διέζωσται, κατὰ μέρη διῃρημένος εἰς δώ– 5593 1.40.1.35 : δεκα ζῳδίων χώρας· τὰ δὲ πλανητὰ ὄντα οὔτε τοῖς προ– 5594 1.40.1.36 : τέροις ὁμοταχῶς κινεῖσθαι πέφυκεν οὔτε [ἐν] ἀλλήλοις, 5595 1.40.1.37 : ἀλλ´ ἐν ἑτέροις καὶ ἑτέροις κύκλοις, ὥστε τὸν μὲν προσγει– 5596 1.40.1.38 : ότερον εἶναι, τὸν δὲ ἀνώτερον. Τὸ μὲν οὖν τῶν ἀπλα– 5597 1.40.1.39 : νῶν πλῆθος ἀνεξερεύνητόν ἐστιν ἀνθρώποις, καίπερ ἐπὶ 5598 1.40.1.40 : μιᾶς κινουμένων ἐπιφανείας τῆς τοῦ παντὸς οὐρανοῦ· τὸ 5599 1.40.1.41 : δὲ τῶν πλανητῶν εἰς ἑπτὰ μέρη κεφαλαιούμενον ἐν τοσού– 5600 1.40.1.42 : τοις ἐστὶ κύκλοις ἐφεξῆς κειμένοις, ὥστ´ ἀεὶ τὸν ἀνώτερον 5601 1.40.1.43 : μείζω τοῦ ὑποκάτω εἶναι, τοὺς δὲ ἑπτὰ ἀλλήλοις περιέχε– 5602 1.40.1.44 : σθαι· πάντας γε μὴν ὑπὸ τῆς τῶν ἀπλανῶν σφαίρας περι– 5603 1.40.1.45 : ειλῆφθαι. συνεχῆ δὲ ἀεὶ τὴν θέσιν ταύτην εἶναι μέχρις οὗ 5604 1.40.1.46 : αἰθὴρ ὁρίζεται, τὰ θεῖα ἐμπεριέχων σώματα καὶ τὴν τῆς 5605 1.40.1.47 : κινήσεως τάξιν. Μετὰ δὲ τὴν αἰθέριον καὶ θείαν φύσιν, 5606 1.40.1.48 : ἥντινα τεταγμένην ἀποφαίνομεν, ἔτι δὲ ἄτρεπτον καὶ ἀναλ– 5607 1.40.1.49 : λοίωτον καὶ ἀπαθῆ, συνεχής ἐστιν ἡ δι´ ὅλων παθητή 5608 1.40.1.50 : τε καὶ τρεπτή, καὶ τὸ σύμπαν εἰπεῖν, φθαρτή τε καὶ ἐπί– 5609 1.40.1.51 : κηρος. Ταύτης δὲ αὐτῆς πρώτη ἐστὶν ἡ λεπτομερὴς καὶ 5610 1.40.1.52 : φλογώδης οὐσία, ὑπὸ τῆς αἰθερίου πυρουμένη διὰ τὸ 5611 1.40.1.53 : μέγεθος αὐτῆς καὶ τὴν ὀξύτητα τῆς κινήσεως· ἐν δὲ τῇ 5612 1.40.1.54 : πυρώδει καὶ τῇ ἀτάκτῳ λεγομένῃ τὰ σέλα διᾴττει καὶ 5613 1.40.1.55 : φλόγες ἀκοντίζονται καὶ δοκίδες τε καὶ βόθυνοι καὶ κο– 5614 1.40.1.56 : μῆται λεγόμενοι στηρίζονταί τε καὶ σβέννυνται πολλάκις. 5615 1.40.1.57 : Ἑξῆς δὲ ταύτης ὁ ἀὴρ ὑποκέχυται, ζοφερὸς ὢν καὶ παγε– 5616 1.40.1.58 : τώδης τὴν φύσιν, ὑπὸ 〈δ´〉 ἐκείνης λαμπόμενος ἅμα καὶ και– 5617 1.40.1.59 : όμενος λαμπρότερός τε γίνεται καὶ ἀλεεινός. Ἐν δὲ τούτῳ 5618 1.40.1.60 : τῆς παθητῆς ὄντι καὶ αὐτῷ δυνάμεως 〈καὶ〉 παντοδαπῶς 5619 1.40.1.61 : ἀλλοιουμένῳ νέφη συνίστανται καὶ ὄμβροι καταράττουσι 5620 1.40.1.62 : χιόνες τε καὶ πάχναι καὶ χάλαζαι πνοιαί τε ἀνέμων καὶ 5621 1.40.1.63 : τυφώνων, ἔτι δὲ καὶ βρονταὶ καὶ ἀστραπαὶ καὶ πτώσεις 5622 1.40.1.64 : κεραυνῶν μυρίων τε γνόφων συμπληγάδες. 5623 1.40.1.65 : 〈c. 3〉 Ἑξῆς δὲ τῆς ἀερίου φύσεως γῆ τε καὶ θάλασ– 5624 1.40.1.66 : σα ἐρήρεισται, φυτοῖς τε βρύουσα καὶ ζῴοις, πηγαῖς τε 5625 1.40.1.67 : καὶ ποταμοῖς τοῖς μὲν ἀνὰ γῆν ἑλιττομένοις, τοῖς δὲ ἀν– 5626 1.40.1.68 : ερευγομένοις εἰς θάλατταν. Πεποίκιλται δὲ χλόαις μυ– 5627 1.40.1.69 : ρίαις, ὄρεσί τε ὑψηλοῖς, βαθυξύλοις τε δρυμοῖς καὶ πό– 5628 1.40.1.70 : λεσιν, ἃς τὸ σοφὸν ζῷον ἅνθρωπος ἱδρύσατο, νήσοις τε 5629 1.40.1.71 : ἐναλίοις. Τὴν μὲν οὖν οἰκουμένην ὁ πολὺς λόγος εἴς τε 5630 1.40.1.72 : νήσους καὶ ἠπείρους διεῖλεν, ἀγνοῶν ὅτι καὶ ἡ σύμπασα 5631 1.40.1.73 : μία νῆσός ἐστιν, ὑπὸ τῆς Ἀτλαντικῆς καλουμένης θαλάσ– 5632 1.40.1.74 : σης περιρρεομένη· πολλὰς δὲ καὶ ἄλλας 〈εἰκὸς〉 τῇδε ἀντι– 5633 1.40.1.75 : πόρθμους ἀπῳκίσθαι, τὰς μὲν μείζους αὐτῆς, τὰς δὲ ἐλάτ– 5634 1.40.1.76 : τους, ἡμῖν δὲ πάσας πλὴν τῆσδε ἀοράτους. Ὅπερ γὰρ 5635 1.40.1.77 : αἱ παρ´ ἡμῖν νῆσοι πρὸς ταῦτα τὰ πελάγη πεπόνθασι, 5636 1.40.1.78 : τοῦτο ἥδε ἡ οἰκουμένη πολλαί τε ἕτεραι πρὸς σύμπασαν 5637 1.40.1.79 : τὴν θάλατταν. Καὶ αὗται μὲν μεγάλαι τινές εἰσι νῆσοι 5638 1.40.1.80 : μεγάλοις περικλυζόμεναι πελάγεσιν. Ἡ δὲ σύμπασα τοῦ 5639 1.40.1.81 : ὑγροῦ φύσις ἐπιπολάζουσα κατὰ τὰς τοῦ ὑγροῦ ποιότη– 5640 1.40.1.82 : τας καὶ τὰ κοιλώματα, τὰς καλουμένας ἀναπεφυκυῖα οἰκου– 5641 1.40.1.83 : μένας, ἑξῆς ἂν εἴη τῆς ἀερίου μάλιστα φύσεως. Μετὰ 5642 1.40.1.84 : δὲ ταῦτα ἐν τοῖς βυθοῖς κατὰ τὸ μεσαίτατον τοῦ κόσμου 5643 1.40.1.85 : ἐρηρεισμένη 〈γῆ πᾶσα καὶ πεπιεσμένη〉 συνέστηκεν ἀκί– 5644 1.40.1.86 : νητος καὶ ἀσάλευτος· καὶ τοῦτ´ ἔστι τοῦ κόσμου τὸ πᾶν 5645 1.40.1.87 : ὃ καλοῦμεν κάτω. Πέντε δὲ στοιχεῖα ταῦτα, ἐν πέντε 5646 1.40.1.88 : χώραις σφαιρικῶς 〈ἐγκείμενα, περιεχομένης ἀεὶ τῆς ἐλάτ– 5647 1.40.1.89 : τονος τῇ μείζονι〉 (λέγω δὲ γῆς μὲν ἐν ὕδατι, ὕδατος δὲ 5648 1.40.1.90 : ἐν ἀέρι, ἀέρος δὲ ἐν πυρί, πυρὸς δὲ ἐν αἰθέρι) τὸν ὅλον 5649 1.40.1.91 : κόσμον συνεστήσατο· καὶ τὸ μὲν ἄνω πᾶν θεῶν ἀπέδειξεν 5650 1.40.1.92 : οἰκητήριον, τὸ κάτω δὲ ἐφημέρων ζῴων. Αὐτοῦ γε μὴν 5651 1.40.1.93 : τούτου τὸ μὲν ὑγρόν ἐστιν, ὃ καλεῖν ποταμοὺς καὶ νάματα 5652 1.40.1.94 : καὶ θαλάσσας εἰθίσμεθα, τὸ δὲ ξηρόν, ὃ γῆν τε καὶ ἠπεί– 5653 1.40.1.95 : ρους καὶ νήσους ὀνομάζομεν. 5654 1.40.1.96 : Τῶν δὲ νήσων αἳ μέν εἰσι μεγάλαι, καθάπερ σύμ– 5655 1.40.1.97 : πασα ἡ οἰκουμένη λέλεκται πολλαί τε ἕτεραι μεγάλοις 5656 1.40.1.98 : περιρρεόμεναι πελάγεσιν, αἳ δὲ ἐλάττους, φανεραὶ δὲ ἡμῖν 5657 1.40.1.99 : καὶ ἐντὸς οὖσαι. Καὶ τούτων αἳ μὲν ἀξιόλογοι, Σικελία 5658 1.40.1.100 : τε καὶ Εὔβοια καὶ Κύπρος, Σαρδὼ 〈καὶ〉 Κύρνος, Κρήτη τε 5659 1.40.1.101 : [καὶ Πελοπόννησος] καὶ Λέσβος· αἳ δὲ ὑποδεέστεραι, ὧν 5660 1.40.1.102 : αἳ μὲν Σποράδες 〈καὶ〉 Κυκλάδες, αἳ δὲ ἄλλως ὀνομάζονται. 5661 1.40.1.103 : Πέλαγος δὲ τὸ μὲν ἔξω τῆς οἰκουμένης Ἀτλαντικόν 5662 1.40.1.104 : τε καὶ Ὠκεανὸς καλεῖται, περιρρέων ἡμᾶς· ἐντὸς δὲ πρὸς 5663 1.40.1.105 : δύσεις στενοπόρῳ διανεῳγὼς στόματι, ταῖς Ἡρακλείοις 5664 1.40.1.106 : λεγομέναις στήλαις, τὸν εἴσρουν εἰς τὴν ἔσω θάλασσαν 5665 1.40.1.107 : ὡς ἂν εἰς λιμένα ποιεῖται· κατὰ μικρὸν δὲ ἐπιπλατυνό– 5666 1.40.1.108 : μενος ἀναχεῖται, μεγάλους περιλαμβάνων κόλπους ἀλλή– 5667 1.40.1.109 : λοις συναφεῖς. Πρῶτον μὲν οὖν λέγεται ἐγκεκολπῶσθαι 5668 1.40.1.110 : ἐν δεξιᾷ εἰσπλέοντι τὰς Ἡρακλείους στήλας διχῶς εἰς τὰς 5669 1.40.1.111 : καλουμένας Σύρτεις, ὧν τὴν μὲν μεγάλην, τὴν δὲ μικρὰν 5670 1.40.1.112 : καλοῦσιν· ἐπὶ θάτερα δὲ οὐκέθ´ ὁμοίως ἀποκολπούμενος 5671 1.40.1.113 : τρία ποιεῖ πελάγη, τό τε Σαρδονικὸν καὶ τὸ Γαλατικὸν λε– 5672 1.40.1.114 : γόμενον καὶ Ἀδρίαν, ἑξῆς δὲ τούτων ἐγκάρσιον τὸ Σικε– 5673 1.40.1.115 : λικόν, μετὰ δὲ τοῦτο τὸ Κρητικόν, συνεχὲς 〈δ´〉 αὐτοῦ τῇ 5674 1.40.1.116 : μὲν τὸ Αἰγύπτιον καὶ Παμφύλιον καὶ Σύριον, τῇ δὲ τὸ 5675 1.40.1.117 : Αἰγαῖόν τε καὶ Μυρτῷον. Ἀντιπαρήκει δὲ τοῖς εἰρημένοις 5676 1.40.1.118 : πολυμερέστατος [δὲ] ὢν Πόντος, οὗ τὸ μὲν μυχαίτατον 5677 1.40.1.119 : Μαιῶτις καλεῖται, τὸ δὲ ἔξω πρὸς τὸν Ἑλλήσποντον συν– 5678 1.40.1.120 : εστόμωται τῇ καλουμένῃ Προποντίδι. Πρός γε μὴν ταῖς 5679 1.40.1.121 : ἀνασχέσεσι τοῦ ἡλίου πάλιν εἰσρέων ὁ Ὠκεανός, τὸν Ἰν– 5680 1.40.1.122 : δικόν τε καὶ Περσικὸν διανοίξας κόλπον, ἀναφαίνει τὴν 5681 1.40.1.123 : Ἐρυθρὰν θάλασσαν διειληφώς. Ἐπὶ θάτερον δὲ κέρας 5682 1.40.1.124 : καταστενοῦται καὶ ἐπιμήκη διιὼν εἰς αὐχένα πάλιν ἀνευ– 5683 1.40.1.125 : ρύνεται, τὴν Ὑρκανίαν τε καὶ Κασπίαν ὁρίζων· τὸ δὲ ὑπὲρ 5684 1.40.1.126 : ταύτην βαθὺν ἔχει τὸν ὑπὲρ τὴν Μαιῶτιν λίμνην τόπον. 5685 1.40.1.127 : Εἶτα κατ´ ὀλίγον τι ὑπὲρ τοὺς Σκύθας τε καὶ Κελτικὴν 5686 1.40.1.128 : σφίγγει τὴν οἰκουμένην, πρός τε τὸν Γαλατικὸν καλού– 5687 1.40.1.129 : μενον κόλπον καὶ τὰς προειρημένας στήλας Ἡρακλείους, 5688 1.40.1.130 : ὧν ἔξω περιρρεῖ τὴν γῆν ὁ Ὠκεανός. Ἐν τούτῳ γε μὴν 5689 1.40.1.131 : νῆσοι μεγάλαι τυγχάνουσιν, αἵ [τε] δύο Βρετανικαὶ λεγό– 5690 1.40.1.132 : μεναι [καὶ] Ἄλβιον καὶ Ἰέρνη, τῶν προἱστορημένων μεί– 5691 1.40.1.133 : ζους, ὑπὲρ Κελτοὺς κείμεναι· τούτων δὲ ἐλάττους ἥ τε 5692 1.40.1.134 : Ταπροβάνη πέραν Ἰνδῶν, λοξὴ πρὸς τὴν οἰκουμένην, καὶ 5693 1.40.1.135 : ἡ Φοβέα [Εὔβοια] καλουμένη, κατὰ τὸν Ἀράβιον κειμένη 5694 1.40.1.136 : κόλπον. Οὐκ ὀλίγαι τε ἄλλαι μικραὶ περὶ τὰς Βρετανικὰς 5695 1.40.1.137 : καὶ τὴν Ἰβηρίαν κύκλῳ περιεστεφάνωνται τὴν οἰκουμένην 5696 1.40.1.138 : ταύτην, ἣν δὴ νῆσον εἰρήκαμεν. ἧς πλάτος μὲν κατὰ τὸ 5697 1.40.1.139 : βαθύτατον τῆς ἠπείρου βραχὺ ἀποδέον τετρακισμυρίων 5698 1.40.1.140 : σταδίων φασὶν οἱ εὖ γεωγραφήσαντες, μῆκος δὲ περὶ ἑπτα– 5699 1.40.1.141 : κισμυρίους μάλιστα. διαιρεῖται δὲ εἴς τε Εὐρώπην καὶ 5700 1.40.1.142 : Ἀσίαν καὶ Λιβύην. 5701 1.40.1.143 : Εὐρώπη μὲν οὖν ἐστιν ἧς ὅρος κύκλῳ στῆλαί τε Ἡρα– 5702 1.40.1.144 : κλέους καὶ μυχοὶ Πόντου, θάλαττά τε [καὶ] Ὑρκανία, καθ´ 5703 1.40.1.145 : ἣν στενώτατος ἰσθμὸς εἰς τὸν πόντον διήκει· τινὲς δὲ 5704 1.40.1.146 : ἀντὶ τοῦ ἰσθμοῦ Τάναιν ποταμὸν εἰρήκασιν. Ἀσία δ´ 5705 1.40.1.147 : ἐστὶ τὸ ἀπὸ τοῦ εἰρημένου ἰσθμοῦ τοῦ τε Πόντου καὶ 5706 1.40.1.148 : τῆς Ὑρκανίας θαλάττης μέχρι θατέρου ἰσθμοῦ, ὃς μεταξὺ 5707 1.40.1.149 : κεῖται τοῦ τε Ἀραβικοῦ κόλπου καὶ τῆς ἔσω θαλάττης, 5708 1.40.1.150 : περιεσχημένος ὑπό τε ταύτης καὶ τοῦ πέριξ ὠκεανοῦ· 5709 1.40.1.151 : τινὲς δὲ ἀπὸ Τανάιδος μέχρι Νείλου τίθενται ὅρον. Λι– 5710 1.40.1.152 : βύη δὲ τὸ ἀπὸ τοῦ Ἀραβικοῦ ἰσθμοῦ ἕως Ἡρακλείων 5711 1.40.1.153 : στηλῶν· οἳ δὲ ἀπὸ τοῦ Νείλου φασὶν ἕως ἐκείνων. Τὴν 5712 1.40.1.154 : δὲ Αἴγυπτον ὑπὸ τῶν τοῦ Νείλου στομάτων περιχεομένην 5713 1.40.1.155 : οἳ μὲν τῇ Ἀσίᾳ, οἳ δὲ τῇ Λιβύῃ προσάπτουσι· καὶ τὰς 5714 1.40.1.156 : νήσους οἳ μὲν ἐξαιρέτους ποιοῦσιν, οἳ δὲ [ἀεὶ] προσνέμου– 5715 1.40.1.157 : σιν ἀεὶ ταῖς γείτοσι μοίραις. Γῆς μὲν δὴ καὶ θαλάττης 5716 1.40.1.158 : φύσιν καὶ θέσιν, ἣν καλεῖν εἰώθαμεν οἰκουμένην, τοιάνδε 5717 1.40.1.159 : πῃ ἱστορήκαμεν. 5718 1.40.1.160 : [c. 4] Περὶ δὲ τῶν ἀξιολογωτάτων ἐν αὐτῇ καὶ ὑπὲρ 5719 1.40.1.161 : αὐτῆς παθῶν νῦν λέγωμεν, αὐτὰ τὰ ἀναγκαῖα ἀνακεφαλαι– 5720 1.40.1.162 : ούμενοι. Δύο γὰρ δή τινες ἀναθυμιάσεις ἀπ´ αὐτῆς ἀνα– 5721 1.40.1.163 : φέρονται συνεχῶς εἰς τὸν ὑπὲρ ἡμᾶς ἀέρα λεπτομερεῖς 5722 1.40.1.164 : καὶ ἀόρατοι παντάπασιν, ἔκ τε τῶν κατὰ τὰς ᾐόνας τό– 5723 1.40.1.165 : πων ἔκ τε ποταμῶν τε καὶ ναμάτων ἀναφερόμεναι θεω– 5724 1.40.1.166 : ροῦνται. Τούτων δ´ ἣ μέν ἐστι ξηρὰ καὶ καπνώδης, ἀπὸ 5725 1.40.1.167 : τῆς γῆς ἀπορρέουσα· ἣ δὲ νοτερὰ καὶ ἀτμώδης, [καὶ] ἀπὸ 5726 1.40.1.168 : τῆς ὑγρᾶς ἀναθυμιωμένη φύσεως. Γίγνονται δὲ ἀπὸ μὲν 5727 1.40.1.169 : ταύτης ὁμίχλαι καὶ δρόσοι καὶ πάγων ἰδέαι, νέφη τε καὶ ὄμ– 5728 1.40.1.170 : βροι καὶ χιόνες καὶ χάλαζαι· ἀπὸ δὲ τῆς ξηρᾶς ἄνεμοί τε καὶ 5729 1.40.1.171 : πνεύματα διάφορα, βρονταί τε καὶ ἀστραπαὶ καὶ πρηστῆ– 5730 1.40.1.172 : ρες καὶ κεραυνοὶ καὶ τὰ ἄλλα, ἃ δὴ τούτοις ἐστὶ σύμφυλα. 5731 1.40.1.173 : Ἔστι δὲ ὁμίχλη μὲν ἀτμώδης ἀναθυμίασις ἄγονος 5732 1.40.1.174 : ὕδατος, ἀέρος μὲν παχυτέρα, νέφους δὲ ἀραιοτέρα· γίνεται 5733 1.40.1.175 : δὲ ἤτοι ἐξ ἀρχῆς νέφους ἢ ἐξ ὑπολείμματος. Ἀντίπαλος 5734 1.40.1.176 : δὲ αὐτῇ λέγεταί τε καὶ ἔστιν αἰθρία, οὐδὲν ἄλλο οὖσα 5735 1.40.1.177 : πλὴν ἀὴρ ἀνέφελός τε καὶ ἀνόμιχλος. Δρόσος δ´ ἐστὶν 5736 1.40.1.178 : ὑγρὸν ἐξ αἰθρίας κατὰ σύστασιν λεπτὴν φερόμενον, κρύ– 5737 1.40.1.179 : σταλλος δὲ ἀθρόον ὕδωρ ἐξ αἰθρίας πεπηγός, πάχνη δ´ 5738 1.40.1.180 : ἐστὶν ** ἡμιπαγὴς δρόσος· νέφος δ´ ἐστὶν 〈πάχος〉 ἀτμῶ– 5739 1.40.1.181 : δες συνεστραμμένον γόνιμον ὕδατος· ὄμβρος δὲ γίνεται μὲν 5740 1.40.1.182 : κατ´ ἐκπιασμὸν νέφους εὖ μάλα πεπαχυμμένου· διαφορὰς 5741 1.40.1.183 : δὲ ἴσχει ὅσας καὶ ἡ τοῦ νέφους ἀπόθλιψις· ἠπία μὲν 5742 1.40.1.184 : γὰρ οὖσα μαλακὰς ψεκάδας διασπείρει, σφοδρὰ δὲ ἁδρο– 5743 1.40.1.185 : τέρας· καὶ τοῦτο καλοῦμεν ὄμβρον ὑετοῦ μείζονα καὶ 5744 1.40.1.186 : συνεχῆ συστρέμματα ἐπὶ γῆς φερόμενα. Χιὼν δὲ γίνεται 5745 1.40.1.187 : κατὰ νεφῶν πεπυκνωμένων ἀπόθραυσιν πρὸ τῆς εἰς ὕδωρ 5746 1.40.1.188 : μεταβολῆς ἀνακοπέντων· ἐργάζεται δὲ ἡ μὲν κοπὴ τὸ 5747 1.40.1.189 : ἀφρῶδές τε καὶ ἔκλευκον, ἡ δὲ σύμπηξις τοῦ ἐνόντος ὑγροῦ 5748 1.40.1.190 : τὴν ψυχρότητα οὔπω χυθέντος οὐδὲ ἠραιωμένου. Σφοδρὰ 5749 1.40.1.191 : δ´ αὕτη καὶ ἀθρόα καταφερομένη νιφετὸς ὠνόμασται. 5750 1.40.1.192 : Χάλαζα δὲ γίνεται νιφετοῦ συστραφέντος καὶ βρῖθος ἐκ 5751 1.40.1.193 : πιλήματος εἰς καταφορὰν ταχυτέραν λαβόντος· παρὰ δὲ 5752 1.40.1.194 : τὰ μεγέθη τῶν ἀπορρηγνυμένων θραυσμάτων οἵ τε ὄγκοι 5753 1.40.1.195 : μείζους αἵ τε φοραὶ γίνονται βιαιότεραι. Ταῦτα μὲν οὖν 5754 1.40.1.196 : ἐκ τῆς ὑγρᾶς ἀναθυμιάσεως πέφυκε συμπίπτειν. 5755 1.40.1.197 : Ἐκ δὲ τῆς ξηρᾶς ὑπὸ ψύχους μὲν ὠσθείσης ὥστε ῥεῖν 5756 1.40.1.198 : ἄνεμος ἐγένετο· οὐδὲν γάρ ἐστιν οὗτος πλὴν ἀὴρ ῥέων 5757 1.40.1.199 : πολὺς καὶ ἀθρόος, ὅστις ἅμα καὶ πνεῦμα λέγεται. Κα– 5758 1.40.1.200 : λεῖται δὲ πνεῦμα καὶ ἑτέρως ἥ τε ἐν φυτοῖς καὶ ζῴοις 5759 1.40.1.201 : καὶ διὰ πάντων διήκουσα ἔμψυχός τε καὶ γόνιμος οὐσία, 5760 1.40.1.202 : περὶ ἧς νῦν λέγειν οὐκ ἀναγκαῖον. Τὰ δὲ ἐν ἀέρι πνέ– 5761 1.40.1.203 : οντα πνεύματα καλοῦμεν ἀνέμους, αὔρας δὲ τὰς ἐξ ὑγροῦ 5762 1.40.1.204 : φερομένας ἐκπνοάς. Τῶν δὲ ἀνέμων οἱ μὲν ἐκ νενοτι– 5763 1.40.1.205 : σμένης γῆς ῥέοντες ἀπόγειοι λέγονται, οἱ δὲ ἐκ κόλπων 5764 1.40.1.206 : διεξᾴττοντες ἐγκολπίαι· τούτοις δὲ ἀνάλογόν τι ἔχουσιν οἱ 5765 1.40.1.207 : ἐκ ποταμῶν τε καὶ λιμνῶν. Οἱ δὲ κατὰ ῥῆξιν γιγνόμενοι 5766 1.40.1.208 : καὶ ἀνάλυσιν τοῦ πάχους εἰς ἑαυτοὺς ποιούμενοι ἐκνεφίαι· 5767 1.40.1.209 : μεθ´ ὕδατος δὲ ἀθρόου ῥαγέντος ἐξυδρίαι λέγονται. Καὶ 5768 1.40.1.210 : οἱ μὲν ἀπὸ ἀνατολῆς συνεχεῖς εὖροι κέκληνται, βορέαι δὲ 5769 1.40.1.211 : οἱ ἀπὸ ἄρκτου· ζέφυροι δὲ οἱ ἀπὸ δυσμῶν· νότοι δὲ 〈οἱ〉 5770 1.40.1.212 : ἀπὸ μεσημβρίας. Τῶν γε μὴν εὔρων Ἀπαρκτίας μὲν λέγεται 5771 1.40.1.213 : 〈ὁ〉 ἀπὸ τοῦ περὶ τὰς θερινὰς ἀνατολὰς τόπου ῥέων ἄνεμος, 5772 1.40.1.214 : Ἀπηλιώτης δὲ 〈ὁ ἀπὸ τοῦ περὶ τὰς ἰσημερινάς, Εὖρος δὲ 5773 1.40.1.215 : ὁ〉 ἀπὸ τοῦ περὶ τὰς χειμερινάς. Καὶ τῶν ἐναντίων ζεφύρων 5774 1.40.1.216 : Ἀργέστης μὲν ὁ ἀπὸ τῆς θερινῆς δύσεως, ὅντινα καλοῦσιν 5775 1.40.1.217 : οἱ μὲν Ὀλυμπίαν, οἱ δὲ Ἰάπυγα, Ζέφυρος δὲ 〈ὁ〉 ἀπὸ τῆς 5776 1.40.1.218 : ἰσημερινῆς, 〈Λὶψ δὲ ὁ ἀπὸ τῆς χειμερινῆς〉. Καὶ τῶν βο– 5777 1.40.1.219 : ρείων ἰδίως ὁ μὲν [τῶν] ἑξῆς τῷ Καικίᾳ καλεῖται Βορέας, 5778 1.40.1.220 : [δὲ καὶ] Ἀπαρκτίας δὲ ὁ ἐφεξῆς [αὐτῶν καθεξῆς] ἀπὸ τοῦ 5779 1.40.1.221 : πόλου κατὰ τὸ μεσημβρινόν, Θρασκίας δὲ ὁ ἑξῆς τῷ Ἀρ– 5780 1.40.1.222 : γέστῃ, ὃν ἔνιοι Καικίαν καλοῦσι. Καὶ τῶν [μὲν] νότων ὁ 5781 1.40.1.223 : μὲν ἀπὸ τοῦ ἀφανοῦς πόλου φερόμενος, ἀντίπαλος τῷ 5782 1.40.1.224 : Ἀπαρκτίᾳ, καλεῖται Νότος· Εὐρόνοτος δὲ ὁ μεταξὺ τού– 5783 1.40.1.225 : του καὶ Εὔρου. Τὸν δὲ ἐπὶ θάτερα μεταξὺ Λιβός τε καὶ 5784 1.40.1.226 : Νότου οἳ μὲν Λιβόνοτον, οἳ δὲ Λιβοφοίνικα καλοῦσι. 5785 1.40.1.227 : Τῶν δὲ ἀνέμων οἳ μέν εἰσιν εὐθύπνοοι, ὁπόσοι διεκθέ– 5786 1.40.1.228 : ουσι πρόσω κατ´ εὐθεῖαν· οἳ δέ εἰσιν ἀνακαμψίπνοοι, 5787 1.40.1.229 : καθάπερ ὁ Καικίας λεγόμενος. Καὶ οἳ μὲν χειμῶνος, 5788 1.40.1.230 : καθάπερ οἱ νότοι, δυναστεύοντες, οἳ δὲ θέρους, ὡς οἱ 5789 1.40.1.231 : ἐτησίαι λεγόμενοι, μῖξιν ἔχοντες τῶν τε ἀπὸ τῆς ἄρκτου 5790 1.40.1.232 : φερομένων καὶ ζεφύρων. οἱ δὲ Ὀρνιθίαι καλούμενοι, ἐαρι– 5791 1.40.1.233 : νοὶ πνέοντες ἄνεμοι, βόρειοί εἰσι τῷ γένει. Τῶν γε μὴν 5792 1.40.1.234 : βιαίων πνευμάτων καταιγὶς μέν ἐστι πνεῦμα ** βίᾳ καὶ 5793 1.40.1.235 : ἄφνω προσαλλόμενον· λαῖλαψ δὲ καὶ στρόβιλος πνεῦμα 5794 1.40.1.236 : εἱλούμενον ἄνω καὶ κάτω· ἀναφύσημα δὲ πνεῦμα γῆς ἄνω 5795 1.40.1.237 : φερόμενον κατὰ τὴν ἐκ βυθοῦ τινος ἢ ῥήγματος ἀνάδοσιν· 5796 1.40.1.238 : ὅταν δὲ πολὺ φέρηται εἱλούμενον, πρηστὴρ χθόνιός ἐστιν. 5797 1.40.1.239 : Εἱληθὲν δὲ πνεῦμα ἐν νέφει παχεῖ τε 〈καὶ〉 νοτίῳ καὶ ἐξω– 5798 1.40.1.240 : σθὲν δι´ αὐτοῦ βιαίως 〈ῥηγνύον〉 τὸ πίλημα τοῦ νέφους 5799 1.40.1.241 : βρόμον καὶ πάταγον μέγαν ἀπειργάσατο, βροντὴν λεγόμε– 5800 1.40.1.242 : νον, ὥσπερ ἐν ὕδατι πνεῦμα σφοδρῶς ἐλαυνόμενον. Κατὰ 5801 1.40.1.243 : δὲ τὴν τοῦ νέφους ἔκρηξιν πυρωθὲν τὸ πνεῦμα καὶ λάμψαν 5802 1.40.1.244 : ἀστραπὴ λέγεται· ὃ δὴ πρότερον τῆς βροντῆς προσέπεσεν 5803 1.40.1.245 : ὕστερον γενόμενον, ἐπεὶ τὸ ἀκουστὸν ὑπὸ τοῦ ὁρατοῦ πέ– 5804 1.40.1.246 : φυκε φθάνεσθαι· τοῦ μὲν καὶ πόρρωθεν δηλουμένου, τοῦ 5805 1.40.1.247 : δὲ ἐπειδὰν ἐμπελάσῃ τῇ ἀκοῇ· καὶ ὅταν τὸ μὲν τάχιστον 5806 1.40.1.248 : ᾖ τῶν ὄντων, λέγω δὲ τὸ πυρῶδες, τὸ δὲ ἧττον ταχύ, τὸ 5807 1.40.1.249 : ἀερῶδες, ἐν τῇ πλήξει πρὸς ἀκοὴν ἀφικνούμενον. Τὸ δὲ 5808 1.40.1.250 : ἀστράψαν, ἀναπυρωθὲν βιαίως καὶ ἄχρι τῆς γῆς διεκθέον, 5809 1.40.1.251 : κεραυνὸς καλεῖται· ἐὰν δὲ ἡμίπυρον ᾖ, σφοδρὸν ἄλλως 5810 1.40.1.252 : καὶ ἀθρόον, πρηστήρ· ἐὰν δὲ ἄπυρον παντελῶς, τυφών. 5811 1.40.1.253 : Ἕκαστον δὲ τούτων κάτω σκῆψαν εἰς γῆν σκηπτὸς ὀνο– 5812 1.40.1.254 : μάζεται. Τῶν δὲ κεραυνῶν οἱ μὲν αἰθαλώδεις ψολόεντες 5813 1.40.1.255 : λέγονται· οἱ δὲ ταχέως διᾴττοντες ἀργῆτες· ἑλικίαι δὲ 5814 1.40.1.256 : οἱ γραμμοειδῶς φερόμενοι· σκηπτοὶ δὲ ὅσοι κατασκήπτου– 5815 1.40.1.257 : σιν εἴς τι. Συλλήβδην δὲ τῶν ἐν ἀέρι φαντασμάτων τὰ 5816 1.40.1.258 : μέν ἐστι κατ´ ἔμφασιν, 〈τὰ δὲ καθ´ ὑπόστασιν. Κατ´ 5817 1.40.1.259 : ἔμφασιν μὲν〉 ἴριδες καὶ ῥάβδοι καὶ ἁπλῶς τὰ τοιαῦτα, 5818 1.40.1.260 : καθ´ ὑπόστασιν δὲ σέλα τε διᾴττοντα καὶ κομῆται καὶ 5819 1.40.1.261 : τὰ τούτοις παραπλήσια. Ἶρις μὲν οὖν ἐστιν ἔμφασις 5820 1.40.1.262 : ἡλίου τμήματος ἢ σελήνης, ἐν νέφει νοτερῷ καὶ κοίλῳ καὶ 5821 1.40.1.263 : συνεχεῖ πρὸς φαντασίαν ὡς ἐν κατόπτρῳ θεωρουμένη 5822 1.40.1.264 : κατὰ κύκλου περιφάνειαν. Ῥάβδος δὲ ἴριδος ἔμφασις 5823 1.40.1.265 : εὐθεῖα· ἅλως δ´ ἐστὶν ἔμφασις λαμπρότητος ἄστρου περί– 5824 1.40.1.266 : αυγος, διαφέρουσα τῇ ἰδιότητι, 〈ὅτι〉 ἡ μὲν ἶρις ἐξ ἐναν– 5825 1.40.1.267 : τίας φαίνεται ἡλίου τε καὶ σελήνης, ἡ δ´ ἅλως κύκλῳ 5826 1.40.1.268 : παντὸς ἄστρου. Σέλας δ´ ἐστὶ πυρὸς ἀθρόου ἔξαψις ἐν 5827 1.40.1.269 : ἀέρι. Τῶν δὲ σελῶν τὰ μὲν ἀκοντίζεται, τὰ δὲ στηρίζεται. 5828 1.40.1.270 : Ὁ μὲν οὖν ἐξακοντισμός ἐστι πυρὸς γένεσις ἐκ παρατρί– 5829 1.40.1.271 : ψεως ἐν ἀέρι φερομένου ταχέως καὶ φαντασίαν μήκους 5830 1.40.1.272 : ἐμφαίνοντος διὰ τὸ τάχος· ὁ δὲ στηριγμὸς χωρὶς φορᾶς 5831 1.40.1.273 : προμήκης ἔκτασις καὶ οἱονεὶ ἄστρου ῥύσις· πλατυνομένη 5832 1.40.1.274 : δὲ κατὰ θάτερον κομήτης καλεῖται. Πολλάκις δὲ τῶν 5833 1.40.1.275 : σελῶν τὰ μὲν ἐπιμένει πλείονα χρόνον, τὰ δὲ παραχρῆμα 5834 1.40.1.276 : σβέννυται. Πολλαὶ δὲ καὶ ἄλλαι φασμάτων ἰδέαι θεω– 5835 1.40.1.277 : ροῦνται, λαμπάδες τε καλούμεναι καὶ δοκίδες καὶ πωγω– 5836 1.40.1.278 : νίαι καὶ βόθυνοι, κατὰ τὴν πρὸς ταῦτα ὁμοιότητα ὧδε 5837 1.40.1.279 : προσαγορευθεῖσαι. Καὶ τὰ μὲν τούτων ἑσπέρια, τὰ δὲ 5838 1.40.1.280 : ἑῷα, τὰ δὲ ἀμφιφανῆ θεωρεῖται· σπανίως δὲ καὶ βόρεια 5839 1.40.1.281 : καὶ νότια. Πάντα δὲ ἀβέβαια· οὐδὲ γάρ ποτέ τι τούτων 5840 1.40.1.282 : ἀεὶ φανερὸν ἱστόρηται κατεστηριγμένον. 5841 1.40.1.283 : Τὰ μὲν τοίνυν ἀέρια τοιαῦτα. Ἐμπεριέχει δὲ καὶ ἡ 5842 1.40.1.284 : γῆ πολλὰς ἐν ἑαυτῇ καθάπερ ὕδατος, οὕτως δὲ καὶ πνεύ– 5843 1.40.1.285 : ματος καὶ πυρὸς πηγάς· τούτων δὲ αἳ μὲν ὑπὸ γῆν εἰσιν 5844 1.40.1.286 : ἀόρατοι, πολλαὶ δὲ ἀναπνοὰς ἔχουσι καὶ ἀναφυσήσεις, 5845 1.40.1.287 : ὥσπερ Λίπαρά τε καὶ Αἴτνη καὶ Αἰόλου νῆσος· αἳ δ´ 5846 1.40.1.288 : ἐκρέουσι πολλάκις ποταμοῦ δίκην καὶ μύδρους ἀναρρι– 5847 1.40.1.289 : πτοῦσι διαπύρους. Ἔνιαι δὲ ὑπὸ γῆν οὖσαι πλησίον πη– 5848 1.40.1.290 : γαίων ὑδάτων θερμαίνουσι ταῦτα· καὶ τὰ μὲν χλιαρὰ τῶν 5849 1.40.1.291 : ναμάτων ἀνιᾶσι, τὰ δὲ ὑπέρζεστα, τὰ δὲ εὖ ἔχοντα κρά– 5850 1.40.1.292 : σεως. Ὁμοίως δὲ καὶ τῶν πνευμάτων πολλὰ πολλαχοῦ 5851 1.40.1.293 : γῆς στόμια ἀνέῳκται. Καὶ τὰ μὲν ἐνθουσιᾶν ποιεῖ τοὺς 5852 1.40.1.294 : ἐμπελάζοντας, ** τὰ δὲ χρησμῳδεῖν, ὥσπερ τὰ ἐν Δελφοῖς 5853 1.40.1.295 : καὶ τὰ ἐν Λεβαδείᾳ, τὰ δὲ καὶ παντάπασιν ἀναιρεῖ, κα– 5854 1.40.1.296 : θάπερ τὰ ἐν Φρυγίᾳ. Πολλάκις δὲ καὶ συγγενές τι πνεῦ– 5855 1.40.1.297 : μα εὔκρατον ἐν γῇ, παρεξωσθὲν εἰς μυχίους σήραγγας 5856 1.40.1.298 : αὐτῆς, ἔξεδρον γενόμενον ἐκ τῶν οἰκείων τόπων, πολλὰ 5857 1.40.1.299 : μέρη συνεκράδανε· πολλάκις δὲ πολὺ γενόμενον ἐξωσθὲν 5858 1.40.1.300 : ἐν τοῖς ταύτης κοιλώμασι καὶ ἀποκλεισθὲν ἐξόδου μετὰ 5859 1.40.1.301 : βίας αὐτὴν συνετίναξε, ζητοῦν ἔξοδον αὑτῷ καὶ ἀπειργά– 5860 1.40.1.302 : σατο τὸ πάθος τοῦτο, ὃ καλεῖν σεισμοὺς εἰώθαμεν. Τῶν 5861 1.40.1.303 : δὲ σεισμῶν οἱ μὲν εἰς τὰ πλάγια σείοντες κατ´ ὀξείας 5862 1.40.1.304 : γωνίας ἐπικλίνται καλοῦνται· οἱ δὲ ἄνω ῥιπτοῦντες καὶ 5863 1.40.1.305 : κάτω κατ´ ὀρθὰς γωνίας βράσται· οἱ δὲ συνιζήσεις ποι– 5864 1.40.1.306 : οῦντες καὶ τὰ κοῖλα χασματίαι· οἱ δὲ χάσματα ποιοῦντες 5865 1.40.1.307 : καὶ γῆν ἀναρρηγνύντες ῥῆκται. Τούτων δὲ οἳ μὲν καὶ 5866 1.40.1.308 : πνεῦμα προσαναβάλλουσιν, οἳ δὲ πέτρας, οἳ δὲ πηλόν, 5867 1.40.1.309 : οἳ δὲ πηγὰς φαίνουσι τὰς πρότερον οὐκ οὔσας. Τινὲς 5868 1.40.1.310 : δὲ ἀποτρέπονται κατὰ μίαν πρόωσιν, οὓς καλοῦσιν 5869 1.40.1.311 : 〈ὤστας· οἱ δὲ ἀναπάλλοντες καὶ ταῖς εἰς ἑκάτερον ἐγκλί– 5870 1.40.1.312 : σεσι〉 καὶ ἀποπάλσεσι διορθοῦντες ἀεὶ τὸ σειόμενον 5871 1.40.1.313 : παλματίαι λέγονται, τρόμῳ πάθος ὅμοιον ἀπεργαζόμενοι. 5872 1.40.1.314 : Γίγνονται δὲ καὶ μυκητίαι σεισμοί, σείοντες τὴν γῆν 5873 1.40.1.315 : μετὰ βρόμου. Πολλάκις δὲ καὶ χωρὶς σεισμοῦ γίνεται 5874 1.40.1.316 : μύκημα γῆς, ὅταν τὸ πνεῦμα σείειν μὲν μὴ αὔταρκες ᾖ, 5875 1.40.1.317 : εἱλούμενον δὲ ἐν αὐτῇ κόπτηται μετὰ ῥοθίου βίας. Συσ– 5876 1.40.1.318 : σωματοποιεῖται δὲ τὰ σείοντα πνεύματα καὶ ὑπὸ τῶν ἐν 5877 1.40.1.319 : τῇ γῇ ὑγρῶν κεκραμένων. 5878 1.40.1.320 : Τὰ δὲ ἀνάλογον συμπίπτει τούτοις καὶ ἐν θαλάττῃ. 5879 1.40.1.321 : Χάσματα 〈γὰρ〉 γίγνονται θαλάττης καὶ ἀναχωρήματα 5880 1.40.1.322 : πολλάκις καὶ κυμάτων ἐπιδρομαί, ποτὲ μὲν ἀντανακοπὴν 5881 1.40.1.323 : ἔχουσαι, ποτὲ δὲ πρόωσιν μόνον· ὥσπερ ἱστορεῖται περὶ 5882 1.40.1.324 : Ἑλίκην τε καὶ Βοῦραν. Πολλάκις δὲ καὶ ἀναφυσήματα 5883 1.40.1.325 : γίγνεται πυρὸς ἐν τῇ θαλάττῃ καὶ πηγῶν ἀναβλύσεις 5884 1.40.1.326 : καὶ ποταμῶν ἐκβολαὶ καὶ δένδρων ἐκφύσεις, ῥοαί τε καὶ 5885 1.40.1.327 : δῖναι 〈ταῖς〉 τῶν πνευμάτων ἀνάλογον, αἳ μὲν ἐν μέσοις 5886 1.40.1.328 : πελάγεσιν, αἳ δὲ κατὰ τοὺς εὐρίπους τε καὶ πορθμούς. 5887 1.40.1.329 : Πολλαί τε ἀμπώτεις λέγονται καὶ κυμάτων ἄρσεις συμ– 5888 1.40.1.330 : περιοδεύειν ἀεὶ τῇ σελήνῃ κατά τινας ὡρισμένους και– 5889 1.40.1.331 : ρούς. Ὡς δὲ τὸ πᾶν εἰπεῖν, τῶν στοιχείων κεκραμένων 5890 1.40.1.332 : ἀλλήλοις ἐν ἀέρι τε καὶ γῇ καὶ θαλάττῃ κατὰ τὸ εἰκὸς 5891 1.40.1.333 : αἱ τῶν παθῶν ὁμοιότητες συνίστανται, τοῖς μὲν ἐπὶ μέ– 5892 1.40.1.334 : ρους φθορὰς καὶ γενέσεις φέρουσαι, τὸ δὲ σύμπαν ἀγέ– 5893 1.40.1.335 : νητόν τε καὶ ἀνώλεθρον φυλάττουσαι. 5894 1.40.1.336 : 〈c. 5〉 Καίτοι γέ τις ἐθαύμαζε, πῶς ποτε ἐκ τῶν 5895 1.40.1.337 : ἐναντίων ἀρχῶν συνεστηκὼς ὁ κόσμος, λέγω δὲ ξηρῶν τε 5896 1.40.1.338 : καὶ ὑγρῶν, ψυχρῶν τε καὶ θερμῶν, οὐ πάλαι διέφθαρται 5897 1.40.1.339 : καὶ ἀπόλωλεν· ὡς κἂν εἰ πόλιν τινὲς θαυμάζοιεν, ὅπως 5898 1.40.1.340 : διαμένει συνεστηκυῖα ἐκ τῶν ἐναντιωτάτων ἐθνῶν, πενή– 5899 1.40.1.341 : των λέγω καὶ πλουσίων, νέων γερόντων, ἀσθενῶν ἰσχυ– 5900 1.40.1.342 : ρῶν, πονηρῶν χρηστῶν. Ἀγνοοῦσι δὲ ὅτι τοῦτ´ ἔστι 5901 1.40.1.343 : πολιτικῆς ὁμονοίας τὸ θαυμασιώτατον, λέγω δὲ τὸ μίαν 5902 1.40.1.344 : ἐκ πολλῶν καὶ ὁμοίαν ἐξ ἀνομοίων ἀποτελεῖν διάθεσιν, 5903 1.40.1.345 : ὑποδεχομένην πᾶσαν καὶ φύσιν καὶ τύχην. Ἴσως δὲ τῶν 5904 1.40.1.346 : ἐναντίων ἡ φύσις γλίχεται καὶ ἐκ τούτων ἀποτελεῖ τὸ 5905 1.40.1.347 : σύμφωνον, οὐκ ἐκ τῶν ὁμοίων· ὥσπερ ἀμέλει τὸ ἄρρεν 5906 1.40.1.348 : συνήγαγε πρὸς τὸ θῆλυ καὶ οὐχ ἑκάτερον πρὸς τὸ ὁμό– 5907 1.40.1.349 : φυλον, καὶ τὴν πρώτην ὁμόνοιαν διὰ τῶν ἐναντίων συν– 5908 1.40.1.350 : ῆψεν, οὐ διὰ τῶν ὁμοίων. Ἔοικε δὲ καὶ ἡ τέχνη τὴν 5909 1.40.1.351 : φύσιν μιμουμένη τὸ αὐτὸ ποιεῖν· ζῳγραφία μὲν γὰρ 5910 1.40.1.352 : λευκῶν τε καὶ μελανῶν, ὠχρῶν τε καὶ ἐρυθρῶν χρωμά– 5911 1.40.1.353 : των ἐγκερασαμένη φύσεις τὰς εἰκόνας τοῖς προηγουμέ– 5912 1.40.1.354 : νοις ἀπετέλεσε συμφώνως· μουσικὴ δὲ ὀξεῖς ἅμα δὲ καὶ 5913 1.40.1.355 : βαρεῖς, μακρούς τε καὶ βραχεῖς φθόγγους μίξασα ἐν δια– 5914 1.40.1.356 : φόροις φωναῖς μίαν ἀπετέλεσεν ἁρμονίαν· γραμματικὴ 5915 1.40.1.357 : δὲ φωνηέντων τε καὶ ἀφώνων γραμμάτων κρᾶσιν ποιησα– 5916 1.40.1.358 : μένη τὴν ὅλην τέχνην ἀπ´ αὐτῶν συνεστήσατο. Αὐτὸ 5917 1.40.1.359 : δὲ τοῦτ´ ἦν παρὰ τῷ σκοτεινῷ Ἡρακλείτῳ (fr. 59 Byw., 5918 1.40.1.360 : 37 Schlei.) λεγόμενον· „Συνάψειας οὖλα καὶ οὐχὶ οὖλα, 5919 1.40.1.361 : συμφερόμενον καὶ διαφερόμενον, συνᾷδον 〈καὶ〉 διᾷδον, 5920 1.40.1.362 : ἐκ πάντων ἓν καὶ ἐξ ἑνὸς πάντα.“ 5921 1.40.1.363 : Οὕτως οὖν καὶ τὴν τῶν ὅλων σύστασιν, οὐρανοῦ 5922 1.40.1.364 : λέγω καὶ γῆς τοῦ τε σύμπαντος κόσμου, διὰ τῆς τῶν 5923 1.40.1.365 : ἐναντιωτάτων κράσεως ἀρχῶν μία διεκόσμησεν ἁρμονία· 5924 1.40.1.366 : ξηρὸν γὰρ ὑγρῷ ψυχρόν τε θερμῷ μιγέν, βαρεῖ τε κοῦ– 5925 1.40.1.367 : φον καὶ ὀρθὸν περιφερεῖ, γῆν τε πᾶσαν ** καὶ αἰθέρα 5926 1.40.1.368 : καὶ ἥλιον καὶ σελήνην καὶ τὸν ὅλον οὐρανὸν ἐκόσμησε μία 5927 1.40.1.369 : δὴ διὰ πάντων διήκουσα δύναμις, ἐκ τῶν ἀμίκτων καὶ 5928 1.40.1.370 : ἑτεροίων, ἀέρος τε καὶ γῆς καὶ πυρὸς καὶ ὕδατος, τὸν 5929 1.40.1.371 : σύμπαντα κόσμον δημιουργήσασα καὶ μιᾷ περιλαβοῦσα 5930 1.40.1.372 : σφαίρας ἐπιφανείᾳ, τάς τε ἐναντιωτάτας ἐν αὐτῷ φύσεις 5931 1.40.1.373 : ἀλλήλαις ἀναγκάσασα ὁμολογῆσαι καὶ ἐκ τούτων μηχα– 5932 1.40.1.374 : νησαμένη τῷ παντὶ σωτηρίαν. Αἰτία δὲ ταύτης 〈μὲν〉 5933 1.40.1.375 : ἡ 〈τῶν στοιχείων ὁμολογία〉, τῆς 〈δὲ〉 ὁμολογίας ἰσομοιρία 5934 1.40.1.376 : καὶ τὸ μηδὲν αὐτῶν πλέον 〈ἕτερον〉 ἑτέρου δύνασθαι· τὴν 5935 1.40.1.377 : γὰρ ἴσην ἀντίτασιν ἔχει τά τε βαρέα πρὸς τὰ κοῦφα καὶ 5936 1.40.1.378 : τὰ θερμὰ πρὸς τὰ θάτερα, τῆς φύσεως ἐπὶ τῶν μειζό– 5937 1.40.1.379 : νων διδασκούσης, ὅτι τὸ ἶσον σωστικόν πώς ἐστιν ὁμο– 5938 1.40.1.380 : νοίας, ἡ δὲ ὁμόνοια τοῦ πάντων γεννήτορός τε καὶ περι– 5939 1.40.1.381 : καλλεστάτου κόσμου. Τίς γὰρ ἂν εἴη φύσις τοῦδε κρείτ– 5940 1.40.1.382 : των; Ἣν γὰρ ἂν εἴπῃ τις μέρος ἐστὶν αὐτοῦ, τό τε 5941 1.40.1.383 : καλὸν πᾶν ἐπώνυμόν ἐστι τούτου καὶ τὸ τεταγμένον, ἀπὸ 5942 1.40.1.384 : τοῦ κόσμου λεγόμενον κεκοσμῆσθαι. Τί δὲ τῶν ἐπὶ 5943 1.40.1.385 : μέρους δύναιτο ἂν ἐξισωθῆναι τῇ κατ´ οὐρανὸν τάξει 5944 1.40.1.386 : καὶ φορᾷ τῶν ἄστρων ἡλίου τε καὶ σελήνης κινουμένων 5945 1.40.1.387 : 〈ἐν〉 ἀκριβεστάτοις μέτροις ἐξ αἰῶνος εἰς ἕτερον αἰῶνα; 5946 1.40.1.388 : Τίς δὲ γένοιτ´ ἂν ἀψεύδεια τοιάδε, ἥν〈τινα〉 φυλάττου– 5947 1.40.1.389 : σιν αἱ καλαὶ καὶ γόνιμοι τῶν ὅλων ὧραι, θέρη τε καὶ 5948 1.40.1.390 : χειμῶνας ἐπάγουσαι τεταγμένως, ἡμέρας 〈τε〉 καὶ νύκτας 5949 1.40.1.391 : εἰς μηνὸς ἀποτέλεσμα καὶ ἐνιαυτοῦ; Καὶ μὴν μεγέθει 5950 1.40.1.392 : μὲν οὗτος ἀνυπέρθετος, κινήσει δ´ ὀξύτατος, λαμπρότητι 5951 1.40.1.393 : δὲ τηλαυγέστατος, δυνάμει δὲ ἀγήρως καὶ ἄφθαρτος. 5952 1.40.1.394 : Οὗτος ἐναλίων ζῴων καὶ πεζῶν καὶ ἀερίων φύσεις ἐχώ– 5953 1.40.1.395 : ρισε καὶ βίους ἐμέτρησε ταῖς αὑτοῦ κινήσεσιν. Ἐκ τού– 5954 1.40.1.396 : του πάντα ἐμπνεῖται καὶ ψυχὴν ἴσχει τὰ ζῷα. Ἐκ τού– 5955 1.40.1.397 : του καὶ αἱ παράδοξοι νεοχμώσεις τεταγμένως ἀποτελοῦν– 5956 1.40.1.398 : ται, συναραττόντων μὲν ἀνέμων παντοίων, πιπτόντων δὲ 5957 1.40.1.399 : ἐξ οὐρανοῦ κεραυνῶν, ῥηγνυμένων τε χειμώνων ἐξαισίων. 5958 1.40.1.400 : Διά τε τούτων τὸ νοτερὸν ἐκπιεζόμενον τό τε πυρῶδες 5959 1.40.1.401 : διαπνεόμενον εἰς ὁμόνοιαν ἄγει τὸ πᾶν καὶ καθίστησιν. 5960 1.40.1.402 : Ἥ τε γῆ φυτοῖς κομῶσα [κοσμηθεῖσα] παντοδαποῖς, νά– 5961 1.40.1.403 : μασί τε περιβρύουσα καὶ περιοχουμένη ζῴοις, κατὰ και– 5962 1.40.1.404 : ρὸν ἐκφύουσά τε πάντα καὶ τρέφουσα καὶ δεχομένη, 5963 1.40.1.405 : μυρίας φέρουσα ἰδέας καὶ πόας, τὴν ἀγήρω φύσιν ὁμοίως 5964 1.40.1.406 : τηρεῖ, καίτοι [γῆ] καὶ σεισμοῖς τινασσομένη καὶ πλημ– 5965 1.40.1.407 : μύραις ἐπικλυζομένη πυρκαιαῖς τε κατὰ μέρος φλογιζο– 5966 1.40.1.408 : μένη. Πάντα δὲ ἔοικεν αὐτῇ πρὸς ἀγαθοῦ γινόμενα τὴν 5967 1.40.1.409 : δι´ αἰῶνος σωτηρίαν παρέχειν. Σειομένης τε γὰρ διεξ– 5968 1.40.1.410 : ᾴττουσιν αἱ τῶν πνευμάτων παρεμπτώσεις κατὰ 〈τὰ〉 5969 1.40.1.411 : ῥήγματα τὰς ἀναπνοὰς ἴσχουσαι, καθὼς ἄνω λέλεκται, 5970 1.40.1.412 : καθαιρομένη τε ὄμβροις ἀποκλύζεται πάντα τὰ νοσώδη, 5971 1.40.1.413 : περιπνεομένη δὲ αὔραις τά τε ὑπ´ αὐτὴν καὶ τὰ ὑπὲρ 5972 1.40.1.414 : αὐτὴν εἰλικρινεῖται. Καὶ μὴν αἱ φλόγες μὲν τὸ παγε– 5973 1.40.1.415 : τῶδες ἰαίνουσιν, οἱ πάγοι δὲ τὰς φλόγας ἀνιᾶσι. Καὶ 5974 1.40.1.416 : τῶν ἐπὶ μέρους τὰ μὲν γίγνεται, τὰ δὲ ἀκμάζει, τὰ δὲ 5975 1.40.1.417 : φθείρεται· καὶ αἱ μὲν γενέσεις ἀνασηκοῦσι τὰς φθοράς, 5976 1.40.1.418 : αἱ φθοραὶ δὲ κουφίζουσι τὰς γενέσεις. Μία δὲ ἐκ πάν– 5977 1.40.1.419 : των περαινομένη σωτηρία [δὲ] διὰ τέλους ἀντιπαριστα– 5978 1.40.1.420 : μένων ἀλλήλοις καὶ τὸ μὲν περικρατούντων τὸ δὲ περι– 5979 1.40.1.421 : κρατουμένων φυλάττει τὸ σύμπαν ἄφθαρτον δι´ αἰῶνος. 5980 1.41.t.1 : {1Περὶ φύσεως καὶ τῶν συμβαινόντων ἐξ αὐτῆς 5981 1.41.t.2 : αἰτίων.}1 5982 1.41.1.1 : <20Ἑρμοῦ ἐκ τοῦ πρὸς Τάτ>20 (p. 4 Patrit.). 5983 1.41.1.2 : {〈ἙΡΜ.〉} Ἐγώ, ὦ τέκνον, καὶ τῆς φιλανθρωπίας ἕνεκα 5984 1.41.1.3 : καὶ τῆς πρὸς τὸν θεὸν εὐσεβείας πρῶτον τόδε συγγράφω. 5985 1.41.1.4 : Οὐδεμία γὰρ ἂν λέγοιτο δικαιότερον εὐσέβεια [ἢ] τοῦ νοῆσαι 5986 1.41.1.5 : τὰ ὄντα καὶ χάριν τῷ ποιήσαντι ὑπὲρ τούτων ὁμολογῆσαι, 5987 1.41.1.6 : ὅπερ διατελῶν οὐ παύσομαι. 5988 1.41.1.7 : {〈ΤΑΤ〉} Τί οὖν ἄν τις πράττων, ὦ πάτερ, εἰ μηδέν 5989 1.41.1.8 : ἐστιν ἀληθὲς ἐνθάδε, καλῶς διαγάγοι τὸν βίον; 5990 1.41.1.9 : {〈ἙΡΜ.〉} Εὐσέβει, ὦ τέκνον. Ὁ δὲ εὐσεβῶν ἄκρως 5991 1.41.1.10 : φιλοσοφήσει· χωρὶς γὰρ φιλοσοφίας ἄκρως εὐσεβῆσαι ἀδύ– 5992 1.41.1.11 : νατον· ὁ δὲ μαθὼν οἷα ἔστι καὶ πῶς διατέτακται καὶ 5993 1.41.1.12 : ὑπὸ τίνος καὶ ἕνεκεν τίνος, χάριν εἴσεται ὑπὲρ πάντων 5994 1.41.1.13 : τῷ δημιουργῷ ὡς πατρὶ ἀγαθῷ καὶ τροφεῖ χρηστῷ καὶ 5995 1.41.1.14 : ἐπιτρόπῳ πιστῷ· ὁ δὲ χάριν ὁμολογῶν εὐσεβήσει· ὁ δὲ 5996 1.41.1.15 : εὐσεβῶν εἴσεται καὶ ποῦ ἐστιν ἡ ἀλήθεια καὶ τίς ἐστιν 5997 1.41.1.16 : ἐκείνη, καὶ μαθὼν ἔτι μᾶλλον εὐσεβέστερος ἔσται. Οὐδέ– 5998 1.41.1.17 : ποτε γάρ, ὦ τέκνον, ψυχὴ ἐν σώματι οὖσα καὶ κουφίσασα 5999 1.41.1.18 : ἑαυτὴν ἐπὶ τὴν κατάληψιν τοῦ ὄντως ἀγαθοῦ καὶ ἀληθοῦς 6000 1.41.1.19 : ὀλισθῆσαι δύναται ἐπὶ τὸ ἐναντίον· δεινὸν γὰρ ἔρωτα 6001 1.41.1.20 : ἴσχει καὶ λήθην πάντων τῶν κακῶν ψυχὴ μαθοῦσα ἑαυτῆς 6002 1.41.1.21 : τὸν προπάτορα, καὶ οὐκέτι ἀποστῆναι δύναται τοῦ ἀγαθοῦ. 6003 1.41.1.22 : Τοῦτ´, ὦ τέκνον, τοῦτο εὐσεβείας ἔστω τέλος, ἐφ´ ὃ ἀφι– 6004 1.41.1.23 : κνούμενος καὶ καλῶς βιώσῃ καὶ εὐδαιμόνως τεθνήξῃ τῆς 6005 1.41.1.24 : ψυχῆς σου μὴ ἀγνοούσης ποῦ αὐτὴν δεῖ ἀναπτῆναι. Αὕτη 6006 1.41.1.25 : γὰρ μόνη ἐστίν, ὦ τέκνον, ἡ πρὸς ἀλήθειαν ὁδός, ἣν καὶ 6007 1.41.1.26 : οἱ ἡμέτεροι πρόγονοι ὥδευσαν καὶ ὁδεύσαντες ἔτυχον τοῦ 6008 1.41.1.27 : ἀγαθοῦ. Σεμνὴ αὕτη ὁδὸς καὶ λεία, χαλεπὴ δὲ ψυχῇ ὁδεῦ– 6009 1.41.1.28 : σαι ἐν σώματι οὔσῃ. Πρῶτον μὲν γὰρ αὐτὴν ἑαυτῇ πολεμῆ– 6010 1.41.1.29 : σαι δεῖ καὶ διάστασιν μεγάλην ποιῆσαι καὶ ὑπὸ τοῦ ἑνὸς 6011 1.41.1.30 : μέρους πλεονεκτηθῆναι. Ἑνὸς γὰρ γίγνεται πρὸς δύο ἡ 6012 1.41.1.31 : σύστασις, τοῦ μὲν φεύγοντος, τῶν δὲ καθελκόντων κάτω, 6013 1.41.1.32 : καὶ ἔρις καὶ μάχη πολλὴ πρὸς ἄλληλα τούτων γίγνεται 6014 1.41.1.33 : τοῦ μὲν φυγεῖν βουλομένου, τῶν δὲ κατασχεῖν σπευδόν– 6015 1.41.1.34 : των. Ἡ δὲ νίκη ἀμφοτέρων οὐχ ὁμοία· τὸ μὲν γὰρ πρὸς 6016 1.41.1.35 : τὸ ἀγαθὸν σπεύδει, τὰ δὲ πρὸς τὰ κακὰ κατοικεῖ· καὶ τὸ 6017 1.41.1.36 : μὲν ἐλευθερωθῆναι ποθεῖ, τὰ δὲ τὴν δουλείαν ἀγαπᾷ. 6018 1.41.1.37 : Κἂν μὲν νικηθῇ τὰ δύο μέρη, μεμένηκεν ἑαυτῶν ἔρημα 6019 1.41.1.38 : καὶ τοῦ ἄρχοντος· ἐὰν δὲ τὸ ἓν ἡττηθῇ, ὑπὸ τῶν δύο ἄγε– 6020 1.41.1.39 : ται καὶ φέρεται τιμωρούμενον τῇ ἐνθάδε διαίτῃ. Οὗτός 6021 1.41.1.40 : ἐστιν, ὦ τέκνον, ὁ τῆς ἐκεῖσε ὁδοῦ ἀγών· δεῖ γάρ σε, 6022 1.41.1.41 : ὦ τέκνον, πρῶτον τὸ σῶμα πρὸ τοῦ τέλους ἐγκαταλεῖψαι 6023 1.41.1.42 : καὶ νικῆσαι τὸν ἐναγώνιον βίον καὶ νικήσαντα οὕτως 6024 1.41.1.43 : ἀνελθεῖν. 6025 1.41.1.44 : Νῦν δέ, ὦ τέκνον, 〈ἐν〉 <20κεφαλαίοις>20 τὰ ὄντα διεξε– 6026 1.41.1.45 : λεύσομαι· νοήσεις γὰρ τὰ λεγόμενα μεμνημένος ὧν ἤκουσας. 6027 1.41.1.46 : Πάντα τὰ ὄντα κινεῖται· μόνον τὸ μὴ ὂν ἀκίνητον. 6028 1.41.1.47 : Πᾶν σῶμα μεταβλητόν, οὐ πᾶν σῶμα διαλυτόν· [ἔνια 6029 1.41.1.48 : τῶν σωμάτων διαλυτά]. 6030 1.41.1.49 : Οὐ πᾶν ζῷον θνητόν, οὐ πᾶν ζῷον ἀθάνατον. 6031 1.41.1.50 : Τὸ διαλυτὸν φθαρτόν, τὸ μένον ἀμετάβλητον, 〈τὸ 6032 1.41.1.51 : ἀμετάβλητον〉 ἀίδιον. 6033 1.41.1.52 : Τὸ ἀεὶ γινόμενον ἀεὶ καὶ φθείρεται, τὸ δὲ ἅπαξ γι– 6034 1.41.1.53 : νόμενον οὐδέποτε φθείρεται οὐδὲ ἄλλο τι γίνεται. 6035 1.41.1.54 : Πρῶτον ὁ θεός, δεύτερον ὁ κόσμος, τρίτον ὁ ἄνθρωπος. 6036 1.41.1.55 : Ὁ κόσμος διὰ τὸν ἄνθρωπον, ὁ δὲ ἄνθρωπος διὰ 6037 1.41.1.56 : τὸν θεόν. 6038 1.41.1.57 : Ψυχῆς τὸ μὲν αἰσθητικὸν θνητόν, τὸ δὲ λογικὸν ἀθά– 6039 1.41.1.58 : νατον. 6040 1.41.1.59 : Πᾶσα οὐσία ἀθάνατος, πᾶσα οὐσία μεταβλητή. 6041 1.41.1.60 : Πᾶν τὸ ὂν διττόν, οὐδὲν τῶν ὄντων ἕστηκεν. 6042 1.41.1.61 : Οὐ πάντα ψυχῇ κινεῖται, πᾶν δὲ ὂν ψυχὴ κινεῖ. 6043 1.41.1.62 : Πᾶν τὸ πάσχον αἴσθεται, 〈οὐ〉 πᾶν τὸ αἰσθόμενον 6044 1.41.1.63 : πάσχει. 6045 1.41.1.64 : Πᾶν τὸ λυπούμενον καὶ ἥδεται [ζῷον θνητόν], οὐ 6046 1.41.1.65 : πᾶν τὸ ἡδόμενον λυπεῖται [ζῷον ἀίδιον]. 6047 1.41.1.66 : Οὐ πᾶν σῶμα νοσεῖ· πᾶν σῶμα νοσοῦν διαλυτόν. 6048 1.41.1.67 : Ὁ νοῦς ἐν τῷ θεῷ, ὁ λογισμὸς ἐν τῷ ἀνθρώπῳ. 6049 1.41.1.68 : Ὁ λόγος ἐν τῷ νοί, ὁ νοῦς ἀπαθής. 6050 1.41.1.69 : Οὐδὲν ἐν σώματι ἀληθές, ἐν ἀσωμάτῳ τὸ πᾶν ἀψευδές. 6051 1.41.1.70 : Πᾶν τὸ γενόμενον μεταβλητόν, οὐ πᾶν τὸ γενόμενον 6052 1.41.1.71 : φθαρτόν. 6053 1.41.1.72 : Οὐδὲν ἀγαθὸν ἐπὶ τῆς γῆς, οὐδὲν κακὸν ἐν τῷ οὐρανῷ. 6054 1.41.1.73 : Ὁ θεὸς ἀγαθός, ὁ ἄνθρωπος κακός. 6055 1.41.1.74 : Τὸ ἀγαθὸν ἑκούσιον, τὸ κακὸν ἀκούσιον. 6056 1.41.1.75 : Οἱ θεοὶ τὰ ἀγαθὰ αἱροῦνται ὡς ἀγαθά **. 6057 1.41.1.76 : Ἡ εὐνομία μετὰ θεοῦ ὁμόνοια· ἡ εὐνομία ὁ νόμος. 6058 1.41.1.77 : Θεῖος χρόνος, νόμος ἀνθρώπινος. 6059 1.41.1.78 : Κακία κόσμου τροφή, χρόνος ἀνθρώπου φθορά. 6060 1.41.1.79 : Πᾶν 〈τὸ〉 ἐν οὐρανῷ ἀμετάθετον, πᾶν τὸ ἐπὶ γῆς 6061 1.41.1.80 : μεταθετόν. 6062 1.41.1.81 : Οὐδὲν ἐν οὐρανῷ δοῦλον, οὐδὲν ἐπὶ γῆς ἐλεύθερον. 6063 1.41.1.82 : Οὐδὲν ἄγνωστον ἐν οὐρανῷ, οὐδὲν γνώριμον ἐπὶ 6064 1.41.1.83 : τῆς γῆς. 6065 1.41.1.84 : Οὐ κοινωνεῖ 〈τὰ ἐν οὐρανῷ τοῖς ἐπὶ γῆς, κοινωνεὶ〉 6066 1.41.1.85 : τὰ ἐπὶ γῆς τοῖς ἐν οὐρανῷ. 6067 1.41.1.86 : Πάντα τὰ ἐν οὐρανῷ ἄμωμα, πάντα τὰ ἐπὶ γῆς ἐπί– 6068 1.41.1.87 : μωμα. 6069 1.41.1.88 : Τὸ ἀθάνατον οὐ θνητόν, τὸ θνητὸν οὐκ ἀθάνατον. 6070 1.41.1.89 : Τὸ σπαρὲν οὐ πάντως γενητόν, τὸ δὲ γενητὸν πάν– 6071 1.41.1.90 : τως καὶ σπαρέν. 6072 1.41.1.91 : Διαλυτοῦ σώματος δύο χρόνοι· ὁ ἀπὸ τῆς σπορᾶς 6073 1.41.1.92 : μέχρι τῆς γενέσεως καὶ ὁ ἀπὸ τῆς γενέσεως μέχρι τοῦ 6074 1.41.1.93 : θανάτου· τοῦ ἀιδίου σώματος χρόνος ἐκ τῆς γενέσεως 6075 1.41.1.94 : μόνος. 6076 1.41.1.95 : Τὰ διαλυτὰ σώματα αὔξεται καὶ μειοῦται. 6077 1.41.1.96 : Ἡ διαλυτὴ ὕλη εἰς τὰ ἐναντία ἐναλλοιοῦται [φθορὰν 6078 1.41.1.97 : καὶ γένεσιν]· ἡ δὲ ἀίδιος ἢ εἰς αὑτὴν ἢ εἰς τὰ ὅμοια. 6079 1.41.1.98 : Γένεσις ἀνθρώπου φθορᾶς, φθορὰ ἀνθρώπου γενέ– 6080 1.41.1.99 : σεως ἀρχή. 6081 1.41.1.100 : Τὸ ἀπογιγνόμενον 〈καὶ ἐπιγίγνεται, τὸ ἐπιγιγνόμενον〉 6082 1.41.1.101 : καὶ ἀπογίγνεται. 6083 1.41.1.102 : Τῶν ὄντων τὰ μὲν ἐν σώμασίν εἰσι, τὰ δὲ ἐν ἰδέαις, 6084 1.41.1.103 : τὰ δὲ 〈ἐν〉 ἐνεργείαις· σῶμα δὲ ἐν ἰδέαις, ἰδέα δὲ καὶ 6085 1.41.1.104 : ἐνέργεια ἐν σώματί ἐστι. 6086 1.41.1.105 : Τὸ ἀθάνατον οὐ μετέχει τοῦ θνητοῦ, τὸ δὲ θνητὸν 6087 1.41.1.106 : τοῦ ἀθανάτου μετέχει. 6088 1.41.1.107 : Τὸ μὲν θνητὸν εἰς ἀθάνατον σῶμα οὐκ ἔρχεται, τὸ 6089 1.41.1.108 : δὲ ἀθάνατον εἰς θνητὸν παραγίνεται. 6090 1.41.1.109 : Αἱ ἐνέργειαι οὐκ εἰσὶν ἀνωφερεῖς, ἀλλὰ κατωφερεῖς. 6091 1.41.1.110 : Οὐδὲν ὠφελεῖ τὰ ἐπὶ γῆς τὰ ἐν οὐρανῷ, πάντα ὠφε– 6092 1.41.1.111 : λεῖ τὰ ἐν οὐρανῷ τὰ ἐπὶ γῆς. 6093 1.41.1.112 : Ὁ οὐρανὸς σωμάτων ἀιδίων δεκτικός, ἡ γῆ σωμάτων 6094 1.41.1.113 : φθαρτικῶν δεκτική. 6095 1.41.1.114 : Ἡ γῆ ἄλογος, ὁ οὐρανὸς λογικός. 6096 1.41.1.115 : Τὰ ἐν οὐρανῷ ὑπόκειται, τὰ ἐπὶ γῆς τῇ γῇ ἐπίκειται. 6097 1.41.1.116 : Ὁ οὐρανὸς πρῶτον στοιχεῖον, ἡ γῆ ὕστατον στοιχεῖον. 6098 1.41.1.117 : Πρόνοια θεία τάξις, ἀνάγκη προνοίᾳ ὑπηρέτις. 6099 1.41.1.118 : Τύχη φορὰ ἄτακτος, ἐνεργείας εἴδωλον, δόξα ψευδής. 6100 1.41.1.119 : Τί θεός; ἄτρεπτον ἀγαθόν· τί ἄνθρωπος; τρεπτὸν 6101 1.41.1.120 : κακόν. 6102 1.41.1.121 : Τούτων τῶν κεφαλαίων μεμνημένος καὶ ὧν σοι διὰ 6103 1.41.1.122 : πλειόνων λόγων διεξῆλθον εὐκόλως ἀναμνησθήσῃ· ταῦτα 6104 1.41.1.123 : γὰρ ἐκείνων εἰσὶ περιοχαί. Τὰς μέντοι πρὸς τοὺς πολλοὺς 6105 1.41.1.124 : ὁμιλίας παραιτοῦ· φθονεῖν μὲν γάρ σε οὐ βούλομαι, μᾶλ– 6106 1.41.1.125 : λον δὲ ὅτι πολλοῖς δόξεις καταγέλαστος εἶναι. Τὸ γὰρ 6107 1.41.1.126 : ὅμοιον πρὸς τὸ ὅμοιον παραλαμβάνεται, ἀνόμοιος δὲ ἀνο– 6108 1.41.1.127 : μοίῳ οὐδέποτε φίλος. Οὗτοι δὲ οἱ λόγοι ὀλίγους παν– 6109 1.41.1.128 : τελῶς τοὺς ἀκροατὰς ἔχουσιν ἢ τάχα οὐδὲ τοὺς ὀλίγους 6110 1.41.1.129 : ἕξουσιν. Ἔχουσι δέ τι καὶ ἴδιον ἐν ἑαυτοῖς· τοὺς κακοὺς 6111 1.41.1.130 : μᾶλλον παροξύνουσι πρὸς τὴν κακίαν· διὸ χρὴ τοὺς πολ– 6112 1.41.1.131 : λοὺς φυλάττεσθαι μὴ νοοῦντας τῶν λεγομένων τὴν ἀρετήν. 6113 1.41.1.132 : {〈ΤΑΤ〉} Πῶς εἶπας, ὦ πάτερ; 6114 1.41.1.133 : {〈ἙΡΜ.〉} Οὕτως, ὦ τέκνον. Πᾶν τὸ ζῷον τὸ ἀν– 6115 1.41.1.134 : θρώπινον ἐπιρρεπέστερόν ἐστιν εἰς τὴν κακίαν καὶ ταύτῃ 6116 1.41.1.135 : σύντροφον γίγνεται, διὸ καὶ ἥδεται αὐτῇ. Τοῦτο δὲ τὸ 6117 1.41.1.136 : ζῷον ἐὰν μάθῃ ὅτι γενητὸς ὁ κόσμος καὶ πάντα κατὰ 6118 1.41.1.137 : πρόνοιαν καὶ ἀνάγκην γίνεται, εἱμαρμένης πάντων ἀρχού– 6119 1.41.1.138 : σης, οὕτω πολλῷ ἑαυτοῦ χεῖρον ἔσται, καταφρονῆσαν μὲν 6120 1.41.1.139 : τοῦ παντὸς ὡς γενητοῦ, τὰς δὲ αἰτίας τοῦ κακοῦ τῇ εἱμαρ– 6121 1.41.1.140 : μένῃ ἀναφέρον, οὐδ´ ἀφέξεταί ποτε παντὸς ἔργου κακοῦ. 6122 1.41.1.141 : Διὸ φυλακτέον αὐτούς, ὅπως ἐν ἀγνοίᾳ ὄντες ἔλαττον ὦσι 6123 1.41.1.142 : κακοὶ φόβῳ τοῦ ἀδήλου. 6124 1.41.2.1 : <20Ἐκ τοῦ Ἀρχύτου Περὶ ἀρχᾶν>20 (fr. 4 phil. Gr. I 6125 1.41.2.2 : p. 567 Mullach.). 6126 1.41.2.3 : Ἀνάγκα [καὶ] δύο ἀρχὰς εἶμεν τῶν ὄντων, μίαν μὲν 6127 1.41.2.4 : τὰν συστοιχίαν ἔχοισαν τῶν τεταγμένων καὶ ὁριστῶν, ἑτέ– 6128 1.41.2.5 : ραν δὲ τὰν συστοιχίαν ἔχοισαν τῶν ἀτάκτων καὶ ἀορίστων. 6129 1.41.2.6 : Καὶ τὰν μὲν ῥητὰν καὶ λόγον ἔχοισαν καὶ τὰ ἐόντα ὁμοίως 6130 1.41.2.7 : συνέχεν καὶ τὰ μὴ ἐόντα ὁρίζεν καὶ συντάσσεν (πλατιά– 6131 1.41.2.8 : ζοισαν γὰρ ἀεὶ τοῖς γινομένοις εὐλόγως καὶ εὐρύθμως 6132 1.41.2.9 : ἀνάγεν ταῦτα καὶ τὸ καθόλω οὐσίας τε καὶ ἰδέας μετα– 6133 1.41.2.10 : διδόμεν)· τὰν δ´ ἄλογον καὶ ἄρρητον καὶ τὰ συντεταγμένα 6134 1.41.2.11 : λυμαίνεσθαι καὶ τὰ ἐς γένεσίν τε καὶ ὠσίαν παραγενόμενα 6135 1.41.2.12 : διαλύεν (πλατιάζοισαν γὰρ ἀεὶ τοῖς πράγμασιν ἐξομοιοῦν 6136 1.41.2.13 : αὑτᾷ ταῦτα). 6137 1.41.2.14 : Ἀλλ´ ἐπείπερ ἀρχαὶ δύο κατὰ γένος ἀντιδιαιρεόμεναι 6138 1.41.2.15 : τὰ πράγματα τυγχάνοντι τῷ τὰν μὲν εἶμεν ἀγαθοποιόν, 6139 1.41.2.16 : τὰν δ´ εἶμεν κακοποιόν, ἀνάγκα καὶ δύο λόγως εἶμεν, τὸν 6140 1.41.2.17 : μὲν ἕνα τᾶς ἀγαθοποιῶ φύσιος, τὸν δ´ ἕνα τᾶς κακοποιῶ. 6141 1.41.2.18 : Διὰ τοῦτο καὶ τὰ τέχνᾳ καὶ τὰ φύσι γινόμενα δύο τούτων 6142 1.41.2.19 : πράτων μετείληφε, τᾶς τε μορφῶς καὶ τᾶς ὠσίας. Καὶ 6143 1.41.2.20 : ἁ μὲν μορφώ ἐντι ἁ αἰτία τῶ τόδε τι εἶμεν· ἁ δὲ ὠσία 6144 1.41.2.21 : τὸ ὑποκείμενον, παραδεχόμενον τὰν μορφώ. 6145 1.41.2.22 : Οὔτε δὲ τᾷ ὠσίᾳ οἷόν τέ ἐντι μορφῶς μετεῖμεν αὐτᾷ 6146 1.41.2.23 : ἐξ αὑτᾶς, οὔτε μὰν τὰν μορφὼ γενέσθαι περὶ τὰν ὠσίαν, 6147 1.41.2.24 : ἀλλ´ ἀνάγκα ἁτέραν τινὰ εἶμεν αἰτίαν, τὰν κινάσοισαν 6148 1.41.2.25 : τὰν ἐστὼ τῶν πραγμάτων ἐπὶ τὰν μορφώ· ταύταν δὲ τὰν 6149 1.41.2.26 : πράταν τᾷ δυνάμι καὶ καθυπερτάταν εἶμεν τᾶν ἀλλᾶν· 6150 1.41.2.27 : ὀνομάζεσθαι δ´ αὐτὰν ποθάκει θεόν· ὥστε τρεῖς ἀρχὰς 6151 1.41.2.28 : εἶμεν ἤδη, τόν τε θεὸν καὶ τὰν ἐστὼ τῶν πραγμάτων καὶ τὰν 6152 1.41.2.29 : μορφώ. Καὶ τὸν μὲν θεὸν 〈τὸν〉 τεχνίταν καὶ τὸν κινέοντα, 6153 1.41.2.30 : τὰν δ´ ἐστὼ τὰν ὕλαν καὶ τὸ κινεόμενον, τὰν δὲ μορφὼ 6154 1.41.2.31 : τὰν τέχναν καὶ ποθ´ ἃν κινέεται ὑπὸ τῶ κινέοντος ἁ ἐστώ. 6155 1.41.2.32 : Ἀλλ´ ἐπεὶ τὸ κινεόμενον ἐναντίας ἑαυτῷ δυνάμιας 6156 1.41.2.33 : ἴσχει τὰς τῶν ἁπλόων σωμάτων, τὰ δ´ ἐναντία συναρμο– 6157 1.41.2.34 : γᾶς τινος δεῖται καὶ ἑνώσιος, ἀνάγκα ἀριθμῶν δυνάμιας 6158 1.41.2.35 : καὶ ἀναλογίας καὶ τὰ ἐν ἀριθμοῖς καὶ γαμετρικοῖς δεικνύ– 6159 1.41.2.36 : μενα παραλαμβάνεν, ἃ καὶ συναρμόξαι καὶ ἑνῶσαι τὰν 6160 1.41.2.37 : ἐναντιότατα δυνασεῖται ἐν τᾷ ἐστοῖ τῶν πραγμάτων ποτ– 6161 1.41.2.38 : τὰν μορφώ. Καθ´ αὑτὰν μὲν γὰρ ἔσσα ἁ ἐστὼ ἄμορφός 6162 1.41.2.39 : ἐντι, κιναθεῖσα δὲ ποττὰν μορφὰ ἔμμορφος γίνεται καὶ 6163 1.41.2.40 : λόγον ἔχοισα τὸν τᾶς συντάξιος. Ὁμοίως δὲ καὶ τὸ δι´ 6164 1.41.2.41 : ὃ κινέεται τὸ κινεόμενόν ἐντι τὸ πράτως κινέον· ὥστ´ 6165 1.41.2.42 : ἀνάγκα τρεῖς εἶμεν τὰς ἀρχάς, τάν τε ἐστὼ τῶν πραγμά– 6166 1.41.2.43 : των καὶ τὰν μορφὼ καὶ τὸ ἐξ αὑτῶ κινατικὸν καὶ πρᾶ– 6167 1.41.2.44 : τον τᾷ δυνάμι. Τὸ δὲ τοιοῦτον οὐ νόον μόνον εἶμεν δεῖ, 6168 1.41.2.45 : ἀλλὰ καὶ νόω τι κρέσσον· νόω δὲ κρέσσον ἐντί, ὅπερ ὀνο– 6169 1.41.2.46 : μάζομεν θεόν, φανερόν. — 6170 1.41.2.47 : Ὁ μὲν τῶ ἴσω λόγος περὶ τὰν ῥητὰν καὶ λόγον ἔχοι– 6171 1.41.2.48 : σαν φύσιν ἐντί· ὁ δὲ τῶ ἀνίσω περὶ τὰν ἄλογον καὶ ἄρ– 6172 1.41.2.49 : ρητον· αὕτα δ´ ἐντὶ ἁ ἐστώ· καὶ διὰ τοῦτο γένεσις καὶ 6173 1.41.2.50 : φθορὰ γίνεται περὶ ταύταν καὶ οὐκ ἄνευ ταύτας. 6174 1.41.3.1 : <20Ἐκ τῶν Πορφυρίου πρὸς τὰ νοητὰ ἀφορ– 6175 1.41.3.2 : μῶν>20 (opusc. Porph. p. 78 Holsten.). 6176 1.41.3.3 : Τὰ κατηγορούμενα τοῦ αἰσθητοῦ καὶ ἐνύλου ἀληθῶς 6177 1.41.3.4 : ἐστὶ ταῦτα, τὸ πάντῃ εἶναι διαπεφορημένον, τὸ μεταβλη– 6178 1.41.3.5 : τὸν εἶναι, τὸ ὑφεστάναι ἐν ἑτερότητι, τὸ σύνθετον εἶναι, 6179 1.41.3.6 : τὸ 〈μὴ〉 καθ´ ἑαυτὸ αὐτὸ ὑπάρχειν, τὸ ἐν τόπῳ, τὸ ἐν 6180 1.41.3.7 : ὄγκῳ θεωρεῖσθαι καὶ ὅσα τούτοις παραπλήσια· τοῦ δὲ 6181 1.41.3.8 : ὄντως ὄντος καὶ καθ´ αὑτὸ ὑφεστηκότος αὐτοῦ τὸ εἶναι 6182 1.41.3.9 : ἀεὶ ἐν ἑαυτῷ ἱδρυμένον, τὸ ὡσαύτως 〈καὶ〉 κατὰ ταὐτὰ ἔχειν, 6183 1.41.3.10 : τὸ ἐν ταὐτότητι οὐσιῶσθαι, τὸ ἀμετάβλητον εἶναι κατ´ 6184 1.41.3.11 : οὐσίαν, τὸ ἀσύνθετον, τὸ μήτε λυτὸν μήτε ἐν τόπῳ εἶναι 6185 1.41.3.12 : μήτε εἰς ὄγκον διαπεφορῆσθαι, τὸ μήτε γιγνόμενον μήτε 6186 1.41.3.13 : ἀπολλύμενον εἶναι καὶ ὅσα τοιαῦτα, ὧν ἐχομένους δεῖ 6187 1.41.3.14 : μηδὲν ἐπαλλάττοντας περὶ τῆς διαφόρου αὐτῶν φύσεως 6188 1.41.3.15 : καὶ αὐτοὺς λέγειν καὶ ἄλλων λεγόντων ὑπακούειν. 6189 1.41.4.1 : <20Ἑρμοῦ ἐκ τῶν πρὸς Ἄμμωνα>20 (p. 40 Patrit.). 6190 1.41.4.2 : Ἡ ψυχὴ τοίνυν οὐσία ἐστὶν ἀσώματος, καὶ ἐν σώματι 6191 1.41.4.3 : δὲ οὖσα οὐκ ἐκβαίνει τῆς ἰδίας οὐσιότητος. Τυγχάνει 6192 1.41.4.4 : γὰρ οὖσα ἀεικίνητος κατ´ οὐσίαν, κατὰ νόησιν αὐτοκίνη– 6193 1.41.4.5 : τος, οὐκ ἔν τινι κινουμένη, οὐ πρός τι, οὐχ ἕνεκέν τινος· 6194 1.41.4.6 : προτερεῖ γὰρ τῇ δυνάμει, τὸ δὲ πρότερον οὐ δεῖται τῶν 6195 1.41.4.7 : ὑστέρων. Τὸ ἔν τινι τοίνυν ἐστὶν ὁ τόπος καὶ χρόνος 6196 1.41.4.8 : καὶ φύσις, τὸ δὲ πρός τι ἐστὶν ἁρμονία καὶ εἶδος καὶ 6197 1.41.4.9 : σχῆμα, τὸ δὲ οὗ ἕνεκα τὸ σῶμα· ἕνεκα γὰρ σώματος καὶ 6198 1.41.4.10 : χρόνος καὶ τόπος καὶ φύσις. Ταῦτα δὲ κατὰ συγγενικὴν 6199 1.41.4.11 : οἰκειότητα κοινωνεῖ ἀλλήλοις, ἐπεί τοι γε τὸ σῶμα ἐδεῖτο 6200 1.41.4.12 : τόπου (ἀμήχανον γὰρ ἦν συστῆναι σῶμα ἄνευ τόπου) καὶ 6201 1.41.4.13 : μεταβάλλεται φυσικῶς, ἀδύνατον δὲ μεταβολὴν εἶναι ἄνευ 6202 1.41.4.14 : χρόνου καὶ τῆς κατὰ φύσιν κινήσεως, οὐδὲ σώματος οἷόν 6203 1.41.4.15 : τε σύστασιν εἶναι ἄνευ ἁρμονίας. Ἕνεκα τοίνυν τοῦ σώ– 6204 1.41.4.16 : ματός ἐστιν ὁ τόπος· παραδεχόμενος γὰρ τὰς τοῦ σώμα– 6205 1.41.4.17 : τος μεταβολὰς οὐκ ἐᾷ ἀπόλλυσθαι τὸ μεταβαλλόμενον· 6206 1.41.4.18 : μεταβαλλόμενον δὲ ἀφ´ ἑτέρου εἰς ἕτερον μεταπίπτει καὶ 6207 1.41.4.19 : τῆς μὲν ἕξεως στερίσκεται, τοῦ δὲ εἶναι σῶμα συστατὸν 6208 1.41.4.20 : οὐχί· μεταβληθὲν δὲ εἰς ἕτερον τὴν τοῦ ἑτέρου ἕξιν ἔχει. 6209 1.41.4.21 : Τὸ γὰρ σῶμα, ᾗ σῶμα, μένει σῶμα· ἡ δὲ ποιὰ διάθεσις 6210 1.41.4.22 : οὐ μένει· τὸ σῶμα τοίνυν κατὰ διάθεσιν μεταβάλλεται. 6211 1.41.4.23 : Ἀσώματος τοίνυν ὁ τόπος καὶ ὁ χρόνος καὶ ἡ φυσικὴ 6212 1.41.4.24 : κίνησις. Τυγχάνει δὲ ἕκαστον τούτων τῆς ἰδίας ἰδιότητος. 6213 1.41.4.25 : Ἰδιότης δὲ τοῦ τόπου περιοχή, χρόνου δὲ διάστημα καὶ 6214 1.41.4.26 : ἀριθμός, φύσεως δὲ κίνησις, ἁρμονίας δὲ φιλία, σώματος 6215 1.41.4.27 : δὲ μεταβολή· ἰδιότης δὲ ψυχῆς ἡ κατ´ οὐσίαν νόησις. 6216 1.41.5.1 : <20Ἀρχύτου ἐκ τοῦ Περὶ ἀρχᾶν>20 (fr. 5 phil. Gr. I 6217 1.41.5.2 : p. 568 Mullach.). 6218 1.41.5.3 : Ἀρχὰ τᾶς τῶν ἐόντων γνώσιος τὰ αὐτόθεν φαινόμενα. 6219 1.41.5.4 : Τῶν δ´ αὐτόθεν φαινομένων τὰ μέν ἐντι νοατά, τὰ δ´ 6220 1.41.5.5 : αἰσθατά· νοατὰ μὲν τὰ ἀκίνητα, αἰσθατὰ δὲ τὰ κινεόμενα. 6221 1.41.5.6 : Κριτήριον δὲ τῶν μὲν νοατῶν ὁ νόος, τῶν δ´ αἰσθατῶν 6222 1.41.5.7 : ἁ αἴσθασις. Τῶν δὲ μὴ αὐτόθεν φαινομένων τὰ μέν 6223 1.41.5.8 : ἐντι ἐπιστατά, τὰ δὲ δοξαστά· ἐπιστατὰ μὲν τὰ ἀκίνητα, 6224 1.41.5.9 : δοξαστὰ δὲ τὰ κινεόμενα. Δεῖ δὲ ταῦτα τρία νοᾶσαι, τό 6225 1.41.5.10 : τε κρῖνον καὶ τὸ κρινόμενον καὶ ποθ´ ὅπερ κρίνεται. Καὶ 6226 1.41.5.11 : τὸ μὲν κρῖνον εἶμεν τὸν νόον καὶ τὰν αἴσθασιν, τὸ δὲ 6227 1.41.5.12 : κρινόμενον τὸν λόγον· ποθ´ ὅπερ δὲ κρίνεται τὸ αὐτόθεν 6228 1.41.5.13 : φαινόμενον· τούτω δὲ τὸ μὲν νοατόν, τὸ δ´ αἰσθατόν. 6229 1.41.5.14 : Ἐπικρίνει δὲ ὁ νόος τὸν λόγον, ὅκα μὲν ποτὶ τὸ νοατὸν 6230 1.41.5.15 : ποτιβάλλων, ὅκα δὲ ποτὶ τὸ αἰσθατόν. Ὅκκα μὲν γὰρ 6231 1.41.5.16 : περὶ νοατῶν μαστεύηται ὁ λόγος, ποτὶ τὸ νοατὸν ποτι– 6232 1.41.5.17 : βάλλει, ὅκκα δὲ περὶ αἰσθατῶν, ποτὶ τὸ αἰσθατόν. Καὶ 6233 1.41.5.18 : δι´ αὐτὸ ψευδογραφίαι ἐν γαμετρίᾳ κατὰ σχήματα καὶ 6234 1.41.5.19 : ἀριθμὼς ἐμφαίνονται, αἰτιολογίαι δὲ καὶ εἰκοτολογίαι 6235 1.41.5.20 : ἐν φυσιολογίᾳ καὶ πολιτικᾷ κατὰ γένεσιν καὶ πράξιας. 6236 1.41.5.21 : Τὸ μὲν γὰρ ὅτι ἐν διπλόῳ λόγῳ ἁρμονία τυγχάνει, ποτὶ 6237 1.41.5.22 : τὸ νοατὸν [λόγον] ποτιβάλλων ὁ λόγος γινώσκει· τὸ δ´ 6238 1.41.5.23 : ὅτι συμφωνεῖ ὁ διπλόος λόγος, διὰ τᾶς αἰσθάσιος ἐπι– 6239 1.41.5.24 : μαρτυρεῖται. Καὶ τῶν μαχανικῶν δὲ τοὶ λόγοι ποττὰ 6240 1.41.5.25 : νοατὰ ποτιβάλλοντι σχήματα καὶ ἀριθμὼς καὶ ἀναλογίας, 6241 1.41.5.26 : τὰ δὲ ἀποτελέσματα ποτὶ τὰ αἰσθητά· μεθ´ ὕλας γὰρ 6242 1.41.5.27 : ταῦτα θεωρεῖται καὶ κινάσιος. Καθόλω δὲ ἀμάχανον γνῶμεν 6243 1.41.5.28 : τὸ διὰ τί ἐν ἑκάστῳ μὴ προειδότας τὸ τί ἐντι ἕκαστον. 6244 1.41.5.29 : Κρίνεται δὲ τὸ μὲν τί ἐντι ἕκαστον 〈τῶν〉 ἐόντων τῷ νόῳ· 6245 1.41.5.30 : τὸ δ´ ὅτι ἐντὶ ἢ ὅτι οὕτως ἔχει, λόγῳ καὶ αἰσθάσι· λόγῳ 6246 1.41.5.31 : μέν, ὅκκα δεῖξίν τινος σαμάνωμεν διὰ συλλογισμῶ, ὑπάρ– 6247 1.41.5.32 : χοντος ἐξ ἀνάγκας· αἰσθάσι δ´, ὅκκα ἐπιμαρτυρώμεθα 6248 1.41.5.33 : τὸν λόγον διὰ τᾶς αἰσθάσιος. 6249 1.41.6.1 : <20Ἑρμοῦ ἐκ τῶν πρὸς Τάτ.>20 (p. 44 Patrit.). 6250 1.41.6.2 : {〈ΤΑΤ〉} Ὀρθῶς ταῦτα ἀπέδειξας, ὦ πάτερ· ἐκεῖνα 6251 1.41.6.3 : δὲ ἔτι με δίδαξον. Ἔφης γάρ που τὴν ἐπιστήμην καὶ 6252 1.41.6.4 : τὴν τέχνην ἐνέργειαν εἶναι τοῦ λογικοῦ· νῦν δὲ φὴς τὰ 6253 1.41.6.5 : ἄλογα ζῷα στερήσει τοῦ λογικοῦ ἄλογα εἶναι καὶ κεκλῆσθαι· 6254 1.41.6.6 : δῆλον 〈δ´〉 ὅτι ἀνάγκη κατὰ τοῦτον τὸν λόγον τὰ ἄλογα 6255 1.41.6.7 : ζῷα μὴ μετέχειν ἐπιστήμης μηδὲ τέχνης διὰ τὸ ἐστερῆ– 6256 1.41.6.8 : σθαι τοῦ λογικοῦ. 6257 1.41.6.9 : {〈ἙΡΜ.〉} Ἀνάγκη γάρ, ὦ τέκνον. 6258 1.41.6.10 : {〈ΤΑΤ〉} Πῶς οὖν ὁρῶμεν, ὦ πάτερ, τινὰ τῶν ἀλό– 6259 1.41.6.11 : γων ἐπιστήμῃ καὶ τέχνῃ χρώμενα, οἷον τοὺς μύρμηκας 6260 1.41.6.12 : τὰς τροφὰς ἀποθῃσαυριζομένους τοῦ χειμῶνος καὶ τὰ 6261 1.41.6.13 : ἀέρια ζῷα ὁμοίως καλιὰς ἑαυτοῖς συντιθέντα, τὰ δὲ τε– 6262 1.41.6.14 : τράποδα γνωρίζοντα τοὺς φωλεοὺς τοὺς ἰδίους; 6263 1.41.6.15 : {〈ἙΡΜ.〉} Ταῦτα, ὦ τέκνον, οὐκ ἐπιστήμῃ οὐδὲ τέχνῃ 6264 1.41.6.16 : ποιεῖ, ἀλλὰ φύσει. Ἡ γὰρ ἐπιστήμη καὶ ἡ τέχνη διδακτά 6265 1.41.6.17 : εἰσι· τούτων δὲ τῶν ἀλόγων οὐδεὶς οὐδὲν διδάσκεται. 6266 1.41.6.18 : Τὰ δὲ φύσει γιγνόμενα ἐνεργείᾳ μὲν γίγνεται καθολικῇ· 6267 1.41.6.19 : τὰ δὲ ἐπιστήμῃ καὶ τέχνῃ εἰδικῶς παραγίγνεται, οὐ πᾶσι· 6268 1.41.6.20 : 〈τὰ δὲ πᾶσι〉 γιγνόμενα ὑπὸ φύσεως ἐνεργεῖται. Οἷον 6269 1.41.6.21 : οἱ ἄνθρωποι 〈πάντες〉 ἄνω βλέπουσιν, οὐ πάντες δὲ ἄν– 6270 1.41.6.22 : θρωποι μουσικοὶ οὐδὲ πάντες τοξόται ἢ κυνηγοὶ οὐδὲ τὰ 6271 1.41.6.23 : ἄλλα πάντα· ἀλλὰ τινὲς αὐτῶν τι ἔμαθον ἐπιστήμης καὶ 6272 1.41.6.24 : τέχνης ἐνεργούσης. Τὸν αὐτὸν τρόπον εἰ μέν τινες τῶν 6273 1.41.6.25 : μυρμήκων τοῦτο ἔπραττον, οἳ δ´ οὔ, καλῶς ἂν ἔλεγες 6274 1.41.6.26 : ἐπιστήμῃ αὐτὸ τοῦτο πράττειν καὶ τέχνῃ συνάγειν τὰς 6275 1.41.6.27 : τροφάς· εἰ δὲ πάντες ὁμοίως ἄγονται ὑπὸ τῆς φύσεως 6276 1.41.6.28 : ἐπὶ τοῦτο καὶ ἄκοντες, δῆλον ὅτι οὐκ ἐπιστήμῃ οὐδὲ τέχνῃ 6277 1.41.6.29 : τοῦτο πράττουσιν. 6278 1.41.6.30 : Ἐνέργειαι γάρ, ὦ Τάτ, ἀσώματοι αὐταὶ οὖσαι, ἐν 6279 1.41.6.31 : σώμασίν εἰσιν καὶ διὰ τῶν σωμάτων ἐνεργοῦσι. Διόπερ, 6280 1.41.6.32 : ὦ Τάτ, καθότι ἀσώματοί εἰσι, καὶ ἀθανάτους αὐτάς φημι 6281 1.41.6.33 : εἶναι· καθότι δὲ χωρὶς σωμάτων ἐνεργεῖν οὐ δύνανται, 6282 1.41.6.34 : φημὶ αὐτὰς εἶναι ἀεὶ ἐν σώματι. Τὰ γὰρ πρός τι ἢ ἕνεκά 6283 1.41.6.35 : τινος γενόμενα προνοίᾳ καὶ ἀνάγκῃ ὑποπεπτωκότα ἀδύ– 6284 1.41.6.36 : νατον ἀργά ποτε μεῖναι τῆς ἰδίας ἐνεργείας. Τὸ γὰρ ὂν 6285 1.41.6.37 : ἀεὶ ἔσται, ταὐτὸ γὰρ αὐτοῦ καὶ σῶμα καὶ ζωή ἐστι. Τού– 6286 1.41.6.38 : τῳ τῷ λόγῳ ἕπεται τὸ καὶ ἀεὶ τὰ σώματα εἶναι. Διὸ 6287 1.41.6.39 : καὶ αὐτὴν τὴν σωμάτωσίν φημι ἀιδίαν ἐνέργειαν εἶναι. 6288 1.41.6.40 : Εἰ γὰρ σώματα ἐπίγεια διαλυτά, σώματα δὲ δεῖ εἶναι, 6289 1.41.6.41 : τόπους καὶ ὄργανα τῶν ἐνεργειῶν ταῦτα, αἱ δὲ ἐνέργειαι 6290 1.41.6.42 : ἀθάνατοι, τὸ δὲ ἀθάνατον ἀεὶ ἔστιν, ἐνέργεια καὶ ἡ σω– 6291 1.41.6.43 : ματοποίησις, εἴγε ἀεὶ ἔστι. 6292 1.41.6.44 : Παρέπονται δὲ τῇ ψυχῇ οὐκ ἀθρόως παραγιγνόμεναι, 6293 1.41.6.45 : ἀλλὰ τινὲς μὲν αὐτῶν ἅμα τῷ γίνεσθαι τὸν ἄνθρωπον 6294 1.41.6.46 : ἐνεργοῦσιν, ὁμοῦ τῇ ψυχῇ περὶ τὸ ἄλογον οὖσαι, αἱ δὲ 6295 1.41.6.47 : καθαρώτεραι ἐνέργειαι κατὰ μεταβολὴν τῆς ἡλικίας τῷ 6296 1.41.6.48 : λογικῷ μέρει τῆς ψυχῆς συνεργοῦσαι. Αὗται δὲ αἱ ἐνέρ– 6297 1.41.6.49 : γειαι τῶν σωμάτων εἰσὶν ἠρτημέναι. Καὶ ἀπὸ μὲν τῶν 6298 1.41.6.50 : θείων σωμάτων ἔρχονται εἰς τὰ θνητὰ αὗται [αἱ] σωμα– 6299 1.41.6.51 : τοποιοῦσαι, ἑκάστη δὲ αὐτῶν ἐνεργεῖ ἢ περὶ τὸ σῶμα 6300 1.41.6.52 : ἢ τὴν ψυχήν. Καὶ αὐτῇ μέντοι τῇ ψυχῇ συγγίγνονται 6301 1.41.6.53 : χωρὶς σώματος· ἀεὶ δὲ ἐνέργειαί εἰσιν, οὐκ ἀεὶ δὲ ἡ ψυχὴ 6302 1.41.6.54 : ἐν σώματι θνητῷ ἐστι· δύναται γὰρ χωρὶς τοῦ σώματος 6303 1.41.6.55 : εἶναι, αἱ δὲ ἐνέργειαι χωρὶς τῶν σωμάτων οὐ δύνανται 6304 1.41.6.56 : εἶναι. Ἱερὸς λόγος ἐστίν, ὦ τέκνον, οὗτος. Συνεστάναι 6305 1.41.6.57 : μὲν σῶμα χωρὶς ψυχῆς οὐ δύναται, τὸ δὲ εἶναι δύναται. 6306 1.41.6.58 : {〈ΤΑΤ〉} Πῶς τοῦτο λέγεις, ὦ πάτερ; 6307 1.41.6.59 : {〈ἙΡΜ.〉} Οὕτω νόησον, ὦ Τάτ· τῆς ψυχῆς χωρι– 6308 1.41.6.60 : σθείσης τοῦ σώματος ἐπιμένει αὐτὸ τὸ σῶμα· τοῦτο δὲ 6309 1.41.6.61 : τὸ σῶμα παρὰ τὸν τῆς ἐπιμονῆς χρόνον ἐνεργεῖται δια– 6310 1.41.6.62 : λυόμενον καὶ ἀειδὲς γιγνόμενον· ταῦτα δὲ οὐ δύναται 6311 1.41.6.63 : πάσχειν τὸ σῶμα χωρὶς ἐνεργείας. Ἐπιμένει οὖν τῷ σώ– 6312 1.41.6.64 : ματι ἡ ἐνέργεια αὕτη ψυχῆς χωρισθείσης. Αὕτη οὖν ἡ 6313 1.41.6.65 : διαφορὰ ἀθανάτου σώματος καὶ θνητοῦ, ὅτι τὸ μὲν ἀθά– 6314 1.41.6.66 : νατον ἐκ μιᾶς ὕλης συνέστηκε, τὸ δὲ οὔ· καὶ τὸ μὲν ποιεῖ, 6315 1.41.6.67 : τὸ δὲ πάσχει (πᾶν γὰρ τὸ ἐνεργοῦν κρατεῖ, τὸ δὲ ἐνερ– 6316 1.41.6.68 : γούμενον κρατεῖται) καὶ τὸ μὲν κρατοῦν ἐπιτακτικὸν καὶ 6317 1.41.6.69 : ἐλεύθερον 〈ὂν〉 ἄγει, τὸ δὲ δοῦλον φέρεται. 6318 1.41.6.70 : Αἱ μὲν 〈οὖν〉 ἐνέργειαι οὐ μόνον τὰ ἔμψυχα ἐνεργοῦσι 6319 1.41.6.71 : σώματα, 〈ἀλλὰ〉 καὶ τὰ ἄψυχα, ξύλα καὶ [τοὺς] λίθους 6320 1.41.6.72 : καὶ τὰ ἄλλ´ ὁμοίως, αὔξουσαί τε καὶ καρποφυοῦσαι καὶ 6321 1.41.6.73 : πεπαίνουσαι καὶ φθείρουσαι καὶ τήκουσαι καὶ σήπουσαι 6322 1.41.6.74 : καὶ θρύπτουσαι καὶ τὰ ὅμοια ἐνεργοῦσαι, ὅσα δύναται 6323 1.41.6.75 : σώματα ἄψυχα πάσχειν. Ἐνέργεια γὰρ κέκληται, ὦ τέκνον, 6324 1.41.6.76 : αὐτὸ τοῦτο, ὅ τί ποτέ ἐστι τὸ γιγνόμενον· ἀεὶ δὲ γίγνεσθαι 6325 1.41.6.77 : δεῖ καὶ πολλά, μᾶλλον δὲ πάντα· οὐδέποτε γὰρ χηρεύει 6326 1.41.6.78 : τῶν ὄντων τινὸς ὁ κόσμος, ἀεὶ δὲ φερόμενος ἐν ἑαυτῷ 6327 1.41.6.79 : κυίσκει τὰ ὄντα, οὐδέποτε ἀπολειφθησόμενα αὐτὰ τῆς 6328 1.41.6.80 : φθορᾶς. Πᾶσα οὖν ἐνέργεια νοείσθω, ὡς ἀεὶ ἀθάνατος 6329 1.41.6.81 : οὖσα, ἥτις ἂν ᾖ ἐν οἱῳδήποτε σώματι. 6330 1.41.6.82 : Τῶν δὲ ἐνεργειῶν αἳ μέν εἰσι τῶν θείων σωμάτων, 6331 1.41.6.83 : αἳ δὲ τῶν φθαρτῶν, καὶ αἳ μὲν καθολικαί, αἳ δὲ εἰδικαί, 6332 1.41.6.84 : καὶ αἳ μὲν τῶν γενῶν, αἳ δὲ τῶν μερῶν ἑνὸς ἑκάστου. 6333 1.41.6.85 : Θεῖαι μὲν οὖν εἰσιν αἱ εἰς τὰ ἀίδια σώματα ἐνεργοῦσαι· 6334 1.41.6.86 : αὗται δὲ καὶ τέλειαί εἰσιν, ὡς εἰς τέλεια σώματα· μερικαὶ 6335 1.41.6.87 : δὲ αἱ δι´ ἑνὸς ἑκάστου γένους τῶν ζῴων· εἰδικαὶ δὲ αἱ 6336 1.41.6.88 : εἰς ἕκαστον τῶν ὄντων τί. 6337 1.41.6.89 : Οὗτος οὖν ὁ λόγος, ὦ τέκνον, συνάγει πάντα μεστὰ 6338 1.41.6.90 : εἶναι ἐνεργειῶν. Εἰ γὰρ ἀνάγκη τὰς ἐνεργείας ἐν σώμασιν 6339 1.41.6.91 : εἶναι, πολλὰ δὲ σώματα ἐν κόσμῳ, πλείους φημὶ εἶναι 6340 1.41.6.92 : τὰς ἐνεργείας τῶν σωμάτων. Ἐν ἑνὶ γὰρ πολλάκις σώματί 6341 1.41.6.93 : ἐστι μία καὶ δευτέρα καὶ τρίτη χωρὶς τῶν παρεπομένων 6342 1.41.6.94 : καθολικῶν· <20καθολικὰς>20 γὰρ ἐνεργείας φημὶ τὰς ὄντως σω– 6343 1.41.6.95 : ματικάς, διὰ δὲ τῶν αἰσθήσεων καὶ τῶν κινήσεων γινο– 6344 1.41.6.96 : μένας· χωρὶς γὰρ τούτων τῶν ἐνεργειῶν τὸ σῶμα συστῆναι 6345 1.41.6.97 : οὐ δυνατόν. Ἕτεραι δέ εἰσιν εἰδικαὶ ἐνέργειαι ταῖς ψυχαῖς 6346 1.41.6.98 : τῶν ἀνθρώπων διὰ τεχνῶν καὶ ἐπιστημῶν καὶ ἐπιτηδευ– 6347 1.41.6.99 : μάτων καὶ ἐνεργημάτων. Παρέπονται γὰρ ταῖς ἐνεργείαις 6348 1.41.6.100 : αἱ αἰσθήσεις, μᾶλλον δὲ ἀποτελέσματα τῶν ἐνεργειῶν 6349 1.41.6.101 : 〈αἱ〉 αἰσθήσεις εἰσί. 6350 1.41.6.102 : Νόησον οὖν, ὦ τέκνον, διαφορὰν ἐνεργείας 〈καὶ αἰσθή– 6351 1.41.6.103 : σεως· ἡ μὲν ἐνέργεια〉 ἄνωθεν πέμπεται· ἡ δὲ αἴσθησις 6352 1.41.6.104 : ἐν τῷ σώματι οὖσα καὶ ἀπὸ τούτου τὴν οὐσίαν ἔχουσα, 6353 1.41.6.105 : δεξαμένη τὴν ἐνέργειαν φανερὰν ποιεῖ, καθάπερ αὐτὴν 6354 1.41.6.106 : σωματοποιήσασα. Διόπερ τὰς αἰσθήσεις καὶ σωματικὰς 6355 1.41.6.107 : καὶ θνητάς φημι εἶναι, τοσοῦτον συνεστώσας, ὅσον καὶ 6356 1.41.6.108 : τὸ σῶμα. Καὶ γὰρ συγγεννῶνται τῷ σώματι αἱ αἰσθήσεις 6357 1.41.6.109 : καὶ συναποθνήσκουσι· τὰ δὲ ἀθάνατα σώματα αὐτὰ μὲν 6358 1.41.6.110 : [ἀθάνατον] αἴσθησιν οὐκ ἔχει, ὡς ἐξ οὐσίας τοιαύτης συν– 6359 1.41.6.111 : εστῶτα· ἡ γὰρ αἴσθησις οὐδ´ ὅλως ἄλλου ἐστὶ [σωμα– 6360 1.41.6.112 : τικὴ] ἢ τοῦ προσγενομένου τῷ σώματι κακοῦ ἢ τοῦ ἀγα– 6361 1.41.6.113 : θοῦ ἢ τοῦ πάλιν αὖ ἀπογενομένου. Τοῖς δὲ ἀιδίοις 6362 1.41.6.114 : σώμασιν οὔτε προσγίνεταί 〈τι〉 οὔτε ἀπογίνεται· διὸ 6363 1.41.6.115 : αἴσθησις ἐν ἐκείνοις οὐ γίνεται. 6364 1.41.6.116 : {〈ΤΑΤ〉} Ἐν παντὶ οὖν σώματι αἴσθησις αἰσθάνεται; 6365 1.41.6.117 : {〈ἙΡΜ.〉} Ἐν παντί, ὦ τέκνον, καὶ ἐνέργειαι 〈ἐν〉 πᾶ– 6366 1.41.6.118 : σιν ἐνεργοῦσι. 6367 1.41.6.119 : {〈ΤΑΤ〉} Καὶ τοῖς ἀψύχοις, ὦ πάτερ; 6368 1.41.6.120 : {〈ἙΡΜ.〉} Καὶ 〈τοῖς〉 ἀψύχοις, ὦ τέκνον. Διαφοραὶ 6369 1.41.6.121 : δέ εἰσι τῶν αἰσθήσεων· αἱ μὲν τῶν λογικῶν μετὰ λόγου 6370 1.41.6.122 : γίγνονται, αἱ δὲ τῶν ἀλόγων σωματικαί εἰσι μόνον, αἱ 6371 1.41.6.123 : δὲ τῶν ἀψύχων αἰσθήσεις μέν εἰσι, παθητικαὶ δὲ κατὰ 6372 1.41.6.124 : αὔξησιν μόνον καὶ κατὰ μείωσιν γιγνόμεναι. Τὸ δὲ πάθος 6373 1.41.6.125 : καὶ 〈ἡ〉 αἴσθησις ἀπὸ μιᾶς κορυφῆς ἤρτηνται, εἰς δὲ τὸ 6374 1.41.6.126 : αὐτὸ συνάγονται, ὑπὸ δὴ τῶν ἐνεργειῶν. Τῶν δὲ ἐμψύ– 6375 1.41.6.127 : χων ζῴων εἰσὶ δύο ἄλλαι ἐνέργειαι, αἳ παρέπονται ταῖς 6376 1.41.6.128 : αἰσθήσεσι καὶ τοῖς πάθεσι, λύπη καὶ χαρά· χωρὶς τού– 6377 1.41.6.129 : των ζῷον ἔμψυχον καὶ μάλιστα λογικὸν αἴσθεσθαι ἀδύ– 6378 1.41.6.130 : νατον· διὸ καὶ ἰδέας ταύτας εἶναί φημι [τῶν παθῶν ἰδέας] 6379 1.41.6.131 : τῶν λογικῶν μᾶλλον ζῴων ἐπικράτουσας. [Αἱ μὲν ἐνέρ– 6380 1.41.6.132 : γειαι ἐνεργοῦσιν, αἱ δὲ αἰσθήσεις τὰς ἐνεργείας ἀναφαί– 6381 1.41.6.133 : νουσιν.] Αὗται δὲ οὖσαι σωματικαὶ ἀνακινοῦνται ὑπὸ 6382 1.41.6.134 : τῶν τῆς ψυχῆς ἀλόγων μερῶν, διὸ καὶ ἀμφοτέρας φημὶ 6383 1.41.6.135 : κακωτικὰς εἶναι. Τό τε γὰρ χαίρειν μεθ´ ἡδονῆς τὴν 6384 1.41.6.136 : αἴσθησιν παρέχον πολλῶν κακῶν εὐθέως αἴτιον συμ– 6385 1.41.6.137 : βαίνει τῷ παθόντι, ἥ τε λύπη ἀλγηδόνας καὶ ὀδύνας 6386 1.41.6.138 : ἰσχυροτέρας παρέχεται· διόπερ εἰκότως ἀμφότεραι κακω– 6387 1.41.6.139 : τικαὶ ἂν εἴησαν. 6388 1.41.6.140 : {〈ΤΑΤ〉} Ἡ αὐτὴ 〈δ´〉 ἂν εἴη αἴσθησις ψυχῆς καὶ 6389 1.41.6.141 : σώματος, ὦ πάτερ; 6390 1.41.6.142 : {〈ἙΡΜ.〉} Πῶς νοεῖς, ὦ παῖ, ψυχῆς αἴσθησιν; 6391 1.41.6.143 : {〈ΤΑΤ〉} Οὐχ ἡ μὲν ψυχὴ ἀσώματος, ἡ δὲ αἴσθησις 6392 1.41.6.144 : σῶμα ἂν εἴη, ὦ πάτερ, 〈εἰ〉 ἡ αἴσθησις [ἡ] ἐν σώματι 6393 1.41.6.145 : οὖσα τυγχάνει; 6394 1.41.6.146 : {〈ἙΡΜ.〉} Ἐὰν ἐν σώματι αὐτὴν θῶμεν, ὦ τέκνον, 6395 1.41.6.147 : ὁμοίαν τῇ ψυχῇ αὐτὴν ἀποφανοῦμεν ἢ ταῖς ἐνεργείαις· 6396 1.41.6.148 : ταῦτα γὰρ ἀσώματα ὄντα φαμὲν ἐν σώμασιν. Ἡ δὲ 6397 1.41.6.149 : αἴσθησις οὔτε ἐνέργειά ἐστιν οὔτε ψυχὴ οὔτε ἀσώματόν 6398 1.41.6.150 : τι ἄλλο παρὰ τὰ προειρημένα, οὐκ ἂν οὖν εἴη ἀσώματον· 6399 1.41.6.151 : εἰ δ´ οὐκ ἔστιν ἀσώματον, σῶμα ἂν εἴη· τῶν γὰρ ὄντων 6400 1.41.6.152 : δεῖ τὰ μὲν σώματα εἶναι, τὰ δὲ ἀσώματα. 6401 1.41.7.1 : <20Ἑρμοῦ ἐκ τῶν πρὸς Ἄμμωνα>20 (p. 40 Patrit.). 6402 1.41.7.2 : Κινεῖται δὲ τὸ κινούμενον κατ´ ἐνέργειαν τῆς κινή– 6403 1.41.7.3 : σεως τῆς κινούσης τὸ πᾶν. Ἡ γὰρ φύσις τοῦ παντὸς 6404 1.41.7.4 : τῷ παντὶ παρέχει κινήσεις, μίαν μὲν τὴν κατὰ δύναμιν 6405 1.41.7.5 : αὐτῆς, ἑτέραν δὲ τὴν κατ´ ἐνέργειαν· καὶ ἣ μὲν διήκει 6406 1.41.7.6 : διὰ τοῦ σύμπαντος κόσμου καὶ ἐντὸς συνέχει· ἣ δὲ παρήκει 6407 1.41.7.7 : καὶ ἐκτὸς περιέχει· καὶ διὰ πάντων πεφοιτήκασι κοινῇ. 6408 1.41.7.8 : Καὶ ἡ φύσις πάντων, φύουσα τὰ γιγνόμενα, φυὴν παρ– 6409 1.41.7.9 : έχει τοῖς φυομένοις, σπείρουσα μὲν τὰ ἑαυτῆς σπέρματα, 6410 1.41.7.10 : γενέσεις 〈δ´〉 ἔχουσα δι´ ὕλην κινητήν. Κινουμένη δὲ 6411 1.41.7.11 : θερμαίνεται καὶ γίγνεται 〈ἡ〉 ὕλη πῦρ καὶ ὕδωρ, τὸ μὲν 6412 1.41.7.12 : σθεναρὸν καὶ ἰσχυρόν, τὸ δὲ πάσχον. Τὸ δὲ πῦρ ἐναν– 6413 1.41.7.13 : τιούμενον τῷ ὕδατι ἐξήρανε τοῦ ὕδατος, καὶ ἐγένετο 〈ἡ 6414 1.41.7.14 : γῆ〉 ὀχουμένη ἐπὶ τοῦ ὕδατος. Περιξηραινομένου δὲ ἀτμὸς 6415 1.41.7.15 : ἐγένετο ἐκ τῶν τριῶν, τοῦ τε ὕδατος 〈καὶ〉 τῆς γῆς καὶ τοῦ 6416 1.41.7.16 : πυρός, καὶ ἐγένετο ἀήρ. Ταῦτα συνῆλθε κατὰ τὸν τῆς 6417 1.41.7.17 : ἁρμονίας λόγον, θερμὸν ψυχρῷ, ξηρὸν ὑγρῷ, καὶ ἐκ τῆς 6418 1.41.7.18 : συμπνοίας τούτων ἐγένετο πνεῦμα καὶ σπέρμα ἀνάλογον 6419 1.41.7.19 : τῷ περιέχοντι πνεύματι. Τοῦτο δὲ ἐς τὴν μήτραν ἐμ– 6420 1.41.7.20 : πεσὸν οὐκ ἠρεμεῖ ἐν τῷ σπέρματι, οὐκ ἠρεμοῦν δὲ μετα– 6421 1.41.7.21 : βάλλει τὸ σπέρμα, μεταβαλλόμενον δὲ αὔξην ἴσχει καὶ 6422 1.41.7.22 : μέγεθος. Ἐπὶ τῷ μεγέθει δὲ εἴδωλον ἐπισπᾶται σχήμα– 6423 1.41.7.23 : τος καὶ σχηματίζεται· ὀχεῖται δὲ ἐπὶ τῷ σχήματι τὸ εἶδος, 6424 1.41.7.24 : δι´ οὗ καὶ εἰδωλοποιεῖται τὸ εἰδωλοποιούμενον. Ἐπεὶ 6425 1.41.7.25 : τοίνυν τὸ πνεῦμα οὐκ εἶχεν ἐν τῇ νηδύι τὴν ζωτικὴν κί– 6426 1.41.7.26 : νησιν, τὴν δὲ βλαστικήν, καὶ ταύτην ἥρμοσεν ἁρμονία, 6427 1.41.7.27 : ὑποδοχὴν οὖσαν τῆς διανοητικῆς ζωῆς. Ἔστι δὲ αὕτη 6428 1.41.7.28 : ἀμερὴς καὶ ἀμετάβλητος, οὐδέποτε ἐξισταμένη τῆς ἀμετα– 6429 1.41.7.29 : βλησίας. Τὸ δ´ ἐν τῇ νηδύι ἀριθμοῖς λοχεύει καὶ μαι– 6430 1.41.7.30 : οῦται καὶ εἰς τὸν ἔξω ἀέρα ἄγει· καὶ ἐγγυτάτω ψυχὴ οὖσα 6431 1.41.7.31 : οἰκειοῦται, οὐ κατὰ τὴν συγγενικὴν ἰδιότητα ἀλλὰ τὴν 6432 1.41.7.32 : καθειμαρμένην· οὐ γὰρ ἔρως ἐστὶν αὐτῇ μετὰ σώματος 6433 1.41.7.33 : εἶναι. Διὰ τοῦτο καθ´ εἱμαρμένην παρέχει τῷ γιγνο– 6434 1.41.7.34 : μένῳ διανοητικὴν κίνησιν καὶ νοερὰν ζωῆς αὐτῆς οὐσίαν· 6435 1.41.7.35 : παρεισέρπει γὰρ τῷ πνεύματι καὶ κινεῖ ζωτικῶς. 6436 1.41.8.1 : <20Ἑρμοῦ ἐκ τῶν πρὸς Ἄμμωνα πρὸς Τάτ>20 6437 1.41.8.2 : (p. 45b Patrit.). 6438 1.41.8.3 : Καὶ ὁ μὲν κύριος καὶ πάντων δημιουργὸς τῶν ἀιδίων 6439 1.41.8.4 : σωμάτων, ὦ Τάτ, ἅπαξ ποιήσας οὐκέτι ἐποίησεν οὐδὲ 6440 1.41.8.5 : ποιεῖ. Ταῦτα γὰρ ἑαυτοῖς παραδοὺς καὶ ἑνώσας ἀλλή– 6441 1.41.8.6 : λοις ἀφῆκε φέρεσθαι, μηδὲν ἐνδέοντα, ὡς ἀίδια. Εἰ 6442 1.41.8.7 : δὲ δέονται τινῶν, ἀλλήλων δεήσονται, οὐδεμιᾶς δὲ τῆς 6443 1.41.8.8 : ἔξωθεν ἐπιφορᾶς, ὡς ἀθάνατα. Ἔδει γὰρ τὰ ὑπ´ ἐκείνου 6444 1.41.8.9 : σώματα γενόμενα τοιαύτην ἔχειν καὶ τὴν φύσιν. Ὁ δὲ 6445 1.41.8.10 : ἡμέτερος δημιουργὸς ἐν σώματι ὢν ἐποίησεν ἡμᾶς καὶ 6446 1.41.8.11 : ποιεῖ ἀεὶ καὶ ποιήσει σώματα διαλυτὰ καὶ θνητά. Οὐ 6447 1.41.8.12 : γὰρ θέμις ἦν αὐτῷ μιμεῖσθαι τὸν ἑαυτοῦ δημιουργόν, 6448 1.41.8.13 : ἄλλως τε καὶ ἀδύνατον 〈ὄν〉. ὃ μὲν γὰρ ἐκ τῆς πρώτης 6449 1.41.8.14 : οὐσίας ἐποίησεν οὔσης ἀσωμάτου, ὃ δὲ ἐκ τῆς γειναμένης 6450 1.41.8.15 : σωματώσεως ἐποίησεν ἡμᾶς. Εἰκότως οὖν κατὰ τὸν 6451 1.41.8.16 : ὀρθὸν λόγον ἐκεῖνα μὲν τὰ σώματα, ὡς ἐξ ἀσωμάτου 6452 1.41.8.17 : οὐσίας γεγεννημένα, ἀθάνατά ἐστι· τὰ δὲ ἡμέτερα διαλυτὰ 6453 1.41.8.18 : καὶ θνητά, ὡς τῆς ὕλης ἡμῶν ἐκ σωμάτων συνεστώσης, 6454 1.41.8.19 : διὰ τὸ ἀσθενῆ εἶναι καὶ πολλῆς ἐπικουρίας δεόμενα. 6455 1.41.8.20 : Πῶς γὰρ ἂν καὶ τὸ τυχὸν ἀντέσχεν ὁ σύνδεσμος ἡμῶν 6456 1.41.8.21 : τῶν σωμάτων, εἰ μή τινα εἶχεν ἐπεισερχομένην τροφὴν 6457 1.41.8.22 : ἐκ τῶν ὁμοίων στοιχείων καὶ ὑπεσωμάτου ἡμᾶς καθ´ 6458 1.41.8.23 : ἑκάστην τὴν ἡμέραν; Καὶ γὰρ γῆς τε καὶ ὕδατος καὶ 6459 1.41.8.24 : πυρὸς καὶ ἀέρος ἐπιρροὴ ἡμῖν γίγνεται, ἥ τις τὰ σώματα 6460 1.41.8.25 : ἡμῶν νεοποιοῦσα συνέχει τὸ σκῆνος· ὥστε καὶ πρὸς τὰς 6461 1.41.8.26 : κινήσεις ἐσμὲν ἀσθενέστεροι, φέροντες κινήσεις μηδὲ 6462 1.41.8.27 : ἡμέρας μιᾶς. Εὖ γὰρ ἴσθι, ὦ τέκνον, ὅτι εἰ μὴ ἐν ταῖς 6463 1.41.8.28 : νυξὶν ἡμῶν ἀνεπαύετο τὰ σώματα, οὐκ ἂν πρὸς μίαν 6464 1.41.8.29 : ἡμέραν ἀντέσχομεν. Ὅθεν ἀγαθὸς ὢν ὁ δημιουργὸς 6465 1.41.8.30 : πάντα προεπιστάμενος, εἰς διαμονὴν τοῦ ζῴου ἐποίησε 6466 1.41.8.31 : τὸν ὕπνον, [ὃν] μέγιστον τοῦ καμάτου τῆς κινήσεως, 6467 1.41.8.32 : καὶ ἐπ´ ἰσότητος ἔταξεν ἑκατέρῳ χρόνον, μᾶλλον δὲ 6468 1.41.8.33 : τῇ ἀναπαύλῃ πλείονα. Μεγίστην δὲ νόει, τέκνον, τοῦ 6469 1.41.8.34 : ὕπνου τὴν ἐνέργειαν, ἐναντίαν τῇ τῆς ψυχῆς, οὐκ ἐλάττω 6470 1.41.8.35 : 〈δ´〉 ἐκείνης. Καθάπερ γὰρ ἡ ψυχὴ κινήσεώς ἐστιν 6471 1.41.8.36 : ἐνέργεια, τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ τὰ σώματα ζῆν οὐ δύναται 6472 1.41.8.37 : χωρὶς τοῦ ὕπνου. Ἄνεσις γὰρ καὶ ἄφεσίς ἐστι τῶν συν– 6473 1.41.8.38 : δέτων μελῶν καὶ ἔσωθεν ἐνεργεῖ σωματοποιῶν τὴν ἐπεισ– 6474 1.41.8.39 : ελθοῦσαν ὕλην, ἑκάστῳ τὸ οἰκεῖον διαστέλλων· τὸ μὲν 6475 1.41.8.40 : ὕδωρ τῷ αἵματι, τὴν δὲ γῆν 〈τοῖς〉 ὀστέοις καὶ μυελοῖς, 6476 1.41.8.41 : τὸν δὲ ἀέρα τοῖς νεύροις καὶ φλεψί, τὸ δὲ πῦρ τῇ ὁράσει. 6477 1.41.8.42 : Διόπερ καὶ ἥδεται ἄκρως τὸ σῶμα τοῦ ὕπνου ταύτην 6478 1.41.8.43 : ἐνεργοῦντος τὴν ἡδονήν. 6479 1.41.9.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Κρατύλου>20 (p. 400B. C). 6480 1.41.9.2 : Τὸ σῶμα λέγεις; Πολλαχῇ μοι δοκεῖ τοῦτό γε· ἂν 6481 1.41.9.3 : μὲν καὶ σμικρόν τις παρακλίνῃ, καὶ πάνυ· καὶ γὰρ σῆμά 6482 1.41.9.4 : τινές φασιν αὐτὸ εἶναι τῆς ψυχῆς, ὡς τεθαμμένης ἐν τῷ 6483 1.41.9.5 : νῦν παρόντι· καὶ διότι αὖ τούτῳ σημαίνει ἃ ἂν σημαίνῃ 6484 1.41.9.6 : ἡ ψυχή, καὶ ταύτῃ σῆμα ὀρθῶς καλεῖσθαι. Δοκοῦσι 6485 1.41.9.7 : μέντοι μάλιστα θέσθαι οἱ ἀμφὶ Ὀρφέα τοῦτο τὸ ὄνομα, 6486 1.41.9.8 : ὡς δίκην διδούσης τῆς ψυχῆς, ὧν δὴ ἕνεκα δίδωσι· 6487 1.41.9.9 : τοῦτον δὲ περίβολον ἔχειν, ἵνα σῴζηται, δεσμωτηρίου 6488 1.41.9.10 : εἰκόνα· εἶναι οὖν τῆς ψυχῆς τοῦτο αὐτό, ὥσπερ ὀνομά– 6489 1.41.9.11 : ζεται, ἕως ἂν ἐκτίσῃ τὰ ὀφειλόμενα, 〈τὸ〉 σῶμα, καὶ οὐδὲν 6490 1.41.9.12 : δεῖν παράγειν οὐδὲν γράμμα. 6491 1.41.10.1 : 〈<20Πλουτάρχου.>20〉 6492 1.41.10.2 : Ὡσαύτως δὲ καὶ Ὅμηρος ἐδήλωσε· τὸ μὲν γὰρ 6493 1.41.10.3 : τῶν ζώντων ἀεὶ <20δέμας>20 προσαγορεύει, ὡς ἐν τούτοις 6494 1.41.10.4 : (Α 115. 116)· 6495 1.41.10.5 : ἐπεὶ οὔ ἑθέν ἐστι χερείων 6496 1.41.10.6 : οὐ δέμας οὐδὲ φυήν. 6497 1.41.10.7 : Τὸ δὲ ἀποβεβληκὸς τὴν ψυχὴν σῶμα καλεῖ (Η 79. 80)· 6498 1.41.10.8 : Σῶμα δὲ οἴκαδ´ ἐμὸν δόμεναι πάλιν, ὄφρα πυρός με 6499 1.41.10.9 : Τρῶες καὶ Τρώων ἄλοχοι λελάχωσι θανόντα. 6500 1.41.10.10 : Τὸ γὰρ αὐτὸ τῆς ψυχῆς δεσμὸς μὲν ἦν καὶ δέμας κρα– 6501 1.41.10.11 : τουμένης, σῶμα δὲ ἀπολείπεται, τουτέστι σῆμα καὶ ἴχνος, 6502 1.41.10.12 : ἀπελθούσης. 6503 1.41.11.1 : <20Ἑρμοῦ>20 (p. 51b Patrit.). 6504 1.41.11.2 : Ἔστι τοίνυν τὸ προὸν ἐπὶ πάντων τῶν ὄντων καὶ 6505 1.41.11.3 : τῶν ὄντως ὄντων. Προὸν [ὂν] γάρ ἐστι, δι´ οὗ ἡ οὐσι– 6506 1.41.11.4 : ότης ἡ καθόλου λεγομένη κοινὴ νοεῖται τῶν ὄντως ὄντων 6507 1.41.11.5 : καὶ τῶν ὄντων τῶν καθ´ ἑαυτὰ νοουμένων. Τὰ δὲ ἐναν– 6508 1.41.11.6 : τία τούτοις κατὰ τὸ ἕτερον πάλιν αὐτὰ καθ´ ἑαυτά ἐστι 6509 1.41.11.7 : φύσις, οὐσία αἰσθητή, ἔχουσα ἐν ἑαυτῇ αἰσθητὰ πάντα. 6510 1.41.11.8 : Μεταξὺ δὲ τούτων νοηματικοὶ καὶ αἰσθητοὶ θεοί· *** 6511 1.41.11.9 : τὰ μὲν μετέχοντα τῶν νοητῶν, τὰ δὲ δοξαστά, τὰ κοι– 6512 1.41.11.10 : νωνοῦντα τῶν νοηματικῶν θεῶν. Αὗται δὲ εἰκόνες εἰσὶ 6513 1.41.11.11 : νοημάτων, οἷον ἥλιος εἰκών ἐστι τοῦ ἐπουρανίου δημι– 6514 1.41.11.12 : ουργοῦ θεοῦ. Καθάπερ γὰρ ἐκεῖνος τὸ ὅλον ἐδημιούρ– 6515 1.41.11.13 : γησε, καὶ ὁ ἥλιος δημιουργεῖ τὰ ζῷα καὶ γεννᾷ 〈τὰ〉 φυτὰ 6516 1.41.11.14 : καὶ τῶν πνευμάτων πρυτανεύει. 6517 1.42.1.t : {1Περὶ τῆς τῶν ζώιων γενέσεων.}1 6518 1.42.1.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τιμαίου>20 (p. 76E–77C). 6519 1.42.1.2 : Ἐπειδὴ δὲ πάντα ἦν τὰ τοῦ θνητοῦ ζῴου συμπεφυ– 6520 1.42.1.3 : κότα μέρη καὶ μέλη, τὴν δὲ ζωὴν ἐν πυρὶ καὶ πνεύματι 6521 1.42.1.4 : συνέβαινεν ἐξ ἀνάγκης ἔχειν αὐτῷ, καὶ διὰ ταῦτα ὑπὸ 6522 1.42.1.5 : τούτων τηκόμενον, κενούμενον ἔφθινε, βοήθειαν αὐτῷ 6523 1.42.1.6 : θεοὶ μηχανῶνται. τῆς γὰρ ἀνθρωπίνης ξυγγενῆ φύσεως 6524 1.42.1.7 : φύσιν ἄλλαις ἰδέαις καὶ αἰσθήσεσι κεραννύντες, ὥσθ´ 6525 1.42.1.8 : ἕτερον ζῷον εἶναι, φυτεύουσιν· ἃ δὴ νῦν ἥμερα δένδρα 6526 1.42.1.9 : καὶ φυτὰ καὶ σπέρματα παιδευθέντα ὑπὸ γεωργίας τιθα– 6527 1.42.1.10 : σῶς πρὸς ἡμᾶς ἔσχε· πρὶν δ´ ἦν μόνα τὰ τῶν ἀγρίων 6528 1.42.1.11 : γένη, πρεσβύτερα τῶν ἡμέρων ὄντα. Πᾶν γὰρ οὖν ὅ τι 6529 1.42.1.12 : περ ἂν μετάσχῃ τοῦ ζῆν, ζῷον μὲν ἂν ἐν δίκῃ λέγοιτο 6530 1.42.1.13 : ὀρθότατον· μετέχει γε μὴν τοῦτο, ὃ νῦν λέγομεν, τοῦ 6531 1.42.1.14 : τρίτου ψυχῆς εἴδους, ὃ μεταξὺ φρενῶν ὀμφαλοῦ τε ἱδρῦ– 6532 1.42.1.15 : σθαι λόγος, ᾧ δόξης μὲν λογισμοῦ τε καὶ νοῦ μέτεστι 6533 1.42.1.16 : τὸ μηδέν, αἰσθήσεως δὲ ἡδείας καὶ ἀλγεινῆς μετὰ ἐπι– 6534 1.42.1.17 : θυμιῶν. πάσχον γὰρ διατελεῖ πάντα· στραφέντι δὲ αὐτῷ 6535 1.42.1.18 : ἐν ἑαυτῷ περὶ ἑαυτό, τὴν μὲν ἔξωθεν ἀπωσαμένῳ κίνησιν, 6536 1.42.1.19 : τῇ δὲ οἰκείᾳ χρησαμένῳ, τῶν αὑτοῦ τι λογίσασθαι κατι– 6537 1.42.1.20 : δόντι φύσιν οὐ παρέδωκεν ἡ γένεσις· διὸ δὴ ζῇ μὲν 6538 1.42.1.21 : ἔστι τε οὐχ ἕτερον ζῴου, μόνιμον δὲ καὶ κατερριζωμένον 6539 1.42.1.22 : πέπηγε διὰ τὸ τῆς ὑφ´ ἑαυτοῦ κινήσεως ἐστερῆσθαι. 6540 1.42.2.t : {1〈Περὶ συλλήψεως.〉}1 6541 1.42.2.1 : deest. 6542 1.42.3.t : {1〈Ἐν πόσωι χρόνωι διαρθροῦται τὸ ἔμβρυον.〉}1 6543 1.42.3.1 : deest. 6544 1.42.4.1t : {1〈Ἀπὸ ποίου ἄρχεται μορίου μορφοῦσθαι τὸ 6545 1.42.4.2t : ἔμβρυον.〉}1 6546 1.42.4.1 : deest. 6547 1.42.5.t : {1〈Πῶς ἄρρενα γεννᾶται καὶ θήλεα.〉}1 6548 1.42.5.1 : deest. 6549 1.42.6.t : {1〈Πῶς τέρατα γίνεται.〉}1 6550 1.42.6.1 : deest. 6551 1.42.7.1t : {1〈Πόθεν γίνονται τῶν γονέων αἱ ὁμοιώσεις ἢ 6552 1.42.7.2t : τὼν προγόνων.〉}1 6553 1.42.7.1 : <20Ἑρμοῦ ἐκ τῆς Ἀφροδίτης>20 (p. 46 Patrit.). 6554 1.42.7.2 : Παρὰ τί δὲ τὰ βρέφη ὅμοια τοῖς γονεῦσι γίνεται ἢ 6555 1.42.7.3 : συγγενείαις ἀποδίδοται; Ἐκθήσω λόγον. Ὅταν νοστίμου 6556 1.42.7.4 : αἵματος ἐξαφρουμένου ἡ γέννησις ἀποθησαυρίζῃ γόνον, 6557 1.42.7.5 : συμβαίνει πως ἐκπνεῖν ἐκ τοῦ σώματος ὅλου μελῶν οὐσίαν 6558 1.42.7.6 : τινὰ κατὰ θείαν ἐνέργειαν, ὡς τοῦ αὐτοῦ ἀνθρώπου γινο– 6559 1.42.7.7 : μένου, τὸ δ´ αὐτὸ καὶ ἐπὶ τῆς γυναικὸς εἰκὸς γίγνεσθαι. 6560 1.42.7.8 : Ὅταν 〈οὖν〉 καθυπερτερήσῃ τὸ ῥυὲν ἀπὸ τοῦ ἀνδρὸς καὶ 6561 1.42.7.9 : ἄθικτον γένηται, τῷ πατρὶ ὁμοιούμενον τὸ βρέφος ἀπο– 6562 1.42.7.10 : δειχθήσεται, ὡς τὸ ἀνάπαλιν τὸν αὐτὸν τρόπον τῇ μητρί· 6563 1.42.7.11 : ἐὰν 〈δέ〉 τινος μέρους καθυπερτέρησις γένηται, πρὸς 6564 1.42.7.12 : ἐκεῖνο τὸ μέρος ἀφομοιοῦται. Ἔσθ´ ὅτε δὲ καὶ εἰς μακρὰς 6565 1.42.7.13 : γενεὰς παραβάλλει τὸ βρέφος τῇ μορφῇ τοῦ γεννήσαντος, 6566 1.42.7.14 : ἐκείνου δεκανοῦ λόγον ἔχοντος πρὸς τὴν ὥραν, ἐν ᾗ ἡ 6567 1.42.7.15 : γυνὴ ἐπαιδοποίει. 6568 1.42.8.1t : {1〈Πῶς ἄλλοις ὅμοιοι γίνονται οἱ γεννώμενοι 6569 1.42.8.2t : καὶ οὐ τοῖς γονεῦσι.〉}1 6570 1.42.8.1 : deest. 6571 1.42.9.t : {1〈Διατί αἱ ἡμίονοι στεῖραι.〉}1 6572 1.42.9.1 : deest. 6573 1.42.10.t : {1〈Πῶς δίδυμα γίνεται καὶ τρίδυμα.〉}1 6574 1.42.10.1 : deest. 6575 1.42.11.t : {1〈Εἰ τὸ ἔμβρυον ζῶιον.〉}1 6576 1.42.11.1 : deest. 6577 1.42.12.t : {1〈Πῶς τρέφεται τὰ ἔμβρυα.〉}1 6578 1.42.12.1 : deest. 6579 1.42.13.t : {1〈Διατί τὰ ἑπταμηνιαῖα γόνιμα.〉}1 6580 1.42.13.1 : 〈<21Aetii>21 (V 18, 4 p. 428, 1 Diels.).〉 6581 1.42.13.2 : Οἱ δὲ περὶ τὸν Ἀριστοτέλην καὶ Ἱπποκράτην φασίν, 6582 1.42.13.3 : ἐὰν μὲν ἐκπληρωθῇ ἡ μήτρα ἐν τοῖς ἑπτὰ μησί, τότε 6583 1.42.13.4 : προκύπτειν καὶ γεννᾶσθαι γόνιμα· ἐὰν δὲ προκύψῃ μέν, 6584 1.42.13.5 : μὴ τρέφηται δέ, ἀσθενήσαντος [δὲ] τοῦ ὀμφαλοῦ διὰ τὸ 6585 1.42.13.6 : ἐπίπονον αὐτῷ γενέσθαι τὸ ἔμβρυον, ἄτροφον εἶναι. Ἐὰν 6586 1.42.13.7 : δὲ μείνῃ τοὺς ἐννέα μῆνας ἐν τῇ μήτρᾳ, προκύψαν τότε 6587 1.42.13.8 : ὁλόκληρόν ἐστι. 6588 1.43.t.1 : {1Πόσα γένη ζώιων καὶ εἰ πάντα λογικὰ 6589 1.43.t.2 : καὶ αἰσθητά.}1 6590 1.43.t.1 : 〈<21Aetii>21 (V 20, 1 p. 432, 1 Diels.).〉 6591 1.43.t.2 : <20Πλάτων>20 καὶ <20Ἀριστοτέλης>20 τέτταρα γένη ζῴων· 6592 1.43.t.3 : χερσαῖα, ἔνυδρα, πτηνά, οὐράνια. Καὶ γὰρ τὰ ἄστρα 6593 1.43.t.4 : ζῷα λέγεσθαι, τὸν κόσμον † καὶ τὸν ἔνθεον ζῷον λογι– 6594 1.43.t.5 : κὸν ἀθάνατον. 6595 1.44.t.1 : {1Περὶ ὕπνου καὶ θανάτου.}1 6596 1.44.1.1 : deest. 6597 1.45.t.1 : {1Πῶς ηὐξήθη τὰ φυτὰ καὶ εἰ ζῶια.}1 6598 1.45.1.n : 〈<21Aetii>21 (V 26, 1. 2 p. 438, 3 Diels.).〉 6599 1.45.1.1 : <20Πλάτων Θαλῆς>20 καὶ τὰ φυτὰ ἔμψυχα ζῷα. Φα– 6600 1.45.1.2 : νερὸν δὲ καὶ ἀπὸ τοῦ σαλεύεσθαι καὶ ἐντεταμένους ἔχειν 6601 1.45.1.3 : τοὺς κλάδους καὶ ταῖς ἐπαγωγαῖς εἴκειν καὶ πάλιν σφο– 6602 1.45.1.4 : δρῶς ἀναχαλᾶσθαι, ὥστε καὶ συνανέλκειν βάρη. 6603 1.45.2.1 : <20Ἀριστοτέλης>20 ἔμψυχα μέν. οὐ μὴν ζῷα. Τὰ γὰρ 6604 1.45.2.2 : ζῷα ὁρμητικὰ εἶναι καὶ αἰσθητικά, ἔνια δὲ καὶ λογικά. 6605 1.46.t.1 : {1Περὶ τροφῆς καὶ ὀρέξεως τῶν ζώιων.}1 6606 1.46.1.1 : deest. 6607 1.47.t.1 : {1Περὶ φύσεως ἀνθρώπων.}1 6608 1.47.1.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τιμαίου>20 (p. 90E–92C). 6609 1.47.1.2 : Καὶ δὴ καὶ τὰ νῦν ἡμῖν ἐξ ἀρχῆς παραγγελθέντα 6610 1.47.1.3 : διεξελθεῖν περὶ τοῦ παντὸς μέχρι γενέσεως ἀνθρωπίνης 6611 1.47.1.4 : σχεδὸν ἔοικε τέλος ἔχειν. Τὰ γὰρ ἄλλα ζῷα ᾗ γέγονεν 6612 1.47.1.5 : αὖ διὰ βραχέων ἐπιμνηστέον, ὃ μή τις ἀνάγκη μηκύνειν· 6613 1.47.1.6 : οὕτω γὰρ ἐμμετρότερός τις αὑτῷ ἂν δόξειε περὶ τοὺς 6614 1.47.1.7 : τοιούτων λόγους εἶναι. Τῇδ´ οὖν τὸ τοιοῦτον ἔστω λε– 6615 1.47.1.8 : γόμενον. Τῶν γενομένων ἀνδρῶν ὅσοι δειλοὶ καὶ τὸν 6616 1.47.1.9 : βίον ἀδίκως διῆλθον, κατὰ λόγον τὸν εἰκότα γυναῖκες 6617 1.47.1.10 : μετεφύοντο ἐν τῇ δευτέρᾳ γενέσει. Καὶ κατ´ ἐκεῖνον δὴ 6618 1.47.1.11 : τὸν χρόνον διὰ ταῦτα θεοὶ τὸν τῆς ξυνουσίας ἔρωτα 6619 1.47.1.12 : ἐτεκτήναντο, ζῷον τὸ μὲν ἐν ἡμῖν, τὸ δ´ ἐν ταῖς γυναιξὶ 6620 1.47.1.13 : συστήσαντες ἔμψυχον, τοιῷδε τρόπῳ ποιήσαντες ἑκάτε– 6621 1.47.1.14 : ρον. Τὴν τοῦ ποτοῦ διέξοδον, ᾗ διὰ τοῦ πνεύμονος τὸ 6622 1.47.1.15 : πῶμα ὑπὸ τοὺς νεφροὺς εἰς τὴν κύστιν ἐλθὸν καὶ τῷ 6623 1.47.1.16 : πνεύματι θλιφθὲν συνεκπέμπει δεχομένη συνέτρησαν εἰς 6624 1.47.1.17 : τὸν ἐκ τῆς κεφαλῆς κατὰ τὸν αὐχένα καὶ διὰ τῆς ῥάχεως 6625 1.47.1.18 : μυελὸν ξυμπεπηγότα, ὃν δὴ σπέρμα ἐν τοῖς πρόσθεν 6626 1.47.1.19 : λόγοις εἴπομεν. ὃ δέ, ἅτε ἔμψυχος ὢν καὶ λαβὼν ἀνα– 6627 1.47.1.20 : πνοὴν τοῦθ´ ᾗπερ ἀνέπνευσε, τῆς ἐκροῆς ζωτικὴν ἐπι– 6628 1.47.1.21 : θυμίαν ἐμποιήσας αὐτῷ, τοῦ γεννᾶν ἔρωτα ἀπετέλεσε. 6629 1.47.1.22 : Διὸ δὴ τῶν μὲν ἀνδρῶν τὸ περὶ τὴν τῶν αἰδοίων φύσιν 6630 1.47.1.23 : ἀπειθές τε καὶ αὐτοκρατὲς γεγονός, οἷον ζῷον ἀνυπήκοον 6631 1.47.1.24 : τοῦ λόγου, πάντων δι´ ἐπιθυμίας οἰστρώδεις ἐπιχειρεῖ 6632 1.47.1.25 : κρατεῖν· αἱ δ´ ἐν ταῖς γυναιξὶ μῆτραί τε καὶ ὑστέραι 6633 1.47.1.26 : λεγόμεναι διὰ τὰ αὐτὰ ταῦτα, ζῷον ἐπιθυμητικὸν ἐνὸν 6634 1.47.1.27 : τῆς παιδοποιίας, ὅταν ἄκαρπον παρὰ τὴν ὥραν χρόνον 6635 1.47.1.28 : πολὺν γίγνηται, χαλεπῶς ἀγανακτοῦν φέρει καὶ πλανώ– 6636 1.47.1.29 : μενον πάντῃ κατὰ τὸ σῶμα, τὰς τοῦ πνεύματος διεξόδους 6637 1.47.1.30 : ἀποφράττον, ἀναπνεῖν οὐκ ἐῶν, εἰς ἀπορίας τὰς ἐσχάτας 6638 1.47.1.31 : ἐμβάλλει καὶ νόσους παντοδαπὰς ἄλλας παρέχει, μέχρι 6639 1.47.1.32 : περ ἂν ἑκατέρων ἡ ἐπιθυμία καὶ ὁ ἔρως ξυναγαγόντες, 6640 1.47.1.33 : οἷον ἀπὸ δένδρων καρπὸν ἀποδρέψαντες, ὡς εἰς ἄρουραν 6641 1.47.1.34 : τὴν μήτραν ἀόρατα ὑπὸ σμικρότητος καὶ ἀδιάπλαστα ζῷα 6642 1.47.1.35 : κατασπείραντες καὶ πάλιν διακρίναντες, μεγάλα ἐντὸς 6643 1.47.1.36 : ἐκθρέψωνται καὶ μετὰ τοῦτο εἰς φῶς ἀγαγόντες ζῴων 6644 1.47.1.37 : ἀποτελέσωσι γένεσιν. Γυναῖκες μὲν οὖν καὶ τὸ θῆλυ 6645 1.47.1.38 : πᾶν οὕτω γέγονε· τὸ δὲ τῶν ὀρνίθων φῦλον μετερρυθ– 6646 1.47.1.39 : μίζετο, ἀντὶ τριχῶν πτερὰ φῦον, ἐκ τῶν ἀκάκων ἀνδρῶν, 6647 1.47.1.40 : κούφων δέ, καὶ μετεωρολογικῶν μέν, ἡγουμένων δὲ διὰ 6648 1.47.1.41 : ὄψεως τὰς περὶ τούτων ἀποδείξεις βεβαιοτάτας εἶναι 6649 1.47.1.42 : δι´ εὐήθειαν. Τὸ δ´ αὖ πεζὸν καὶ θηριῶδες γέγονεν 6650 1.47.1.43 : ἐκ τῶν μηδὲν προσχρωμένων φιλοσοφίᾳ μηδὲ ἀθρούντων 6651 1.47.1.44 : τῆς περὶ τὸν οὐρανὸν φύσεως πέρι μηδέν, διὰ τὸ μηκέτι 6652 1.47.1.45 : ταῖς ἐν τῇ κεφαλῇ χρῆσθαι περιόδοις, ἀλλὰ τοῖς περὶ 6653 1.47.1.46 : τὰ στήθη τῆς ψυχῆς ἡγεμόσιν ἕπεσθαι μέρεσιν. Ἐκ 6654 1.47.1.47 : τούτων οὖν τῶν ἐπιτηδευμάτων τά τ´ ἔμπροσθεν κῶλα 6655 1.47.1.48 : καὶ τὰς κεφαλὰς εἰς γῆν ἑλκόμενα ὑπὸ συγγενείας ἤρει– 6656 1.47.1.49 : σαν, προμήκεις τε καὶ παντοίας ἔσχον τὰς κορυφάς, ὅπῃ 6657 1.47.1.50 : συνεθλίφθησαν ὑπὸ ἀργίας ἑκάστων αἱ περιφοραί. Τε– 6658 1.47.1.51 : τράπουν τε τὸ γένος αὐτῶν ἐκ ταύτης ἐφύετο καὶ πολύ– 6659 1.47.1.52 : πουν τῆς προφάσεως, θεοῦ βάσεις ὑποτιθέντος πλείους 6660 1.47.1.53 : τοῖς μᾶλλον ἄφροσιν, ὡς μᾶλλον ἐπὶ γῆν ἕλκοιντο. Τοῖς 6661 1.47.1.54 : δ´ ἀφρονεστάτοις αὐτῶν τούτων καὶ παντάπασι πρὸς 6662 1.47.1.55 : γῆν πᾶν τὸ σῶμα κατατεινομένοις, ὡς οὐδὲν ἔτι ποδῶν 6663 1.47.1.56 : χρείας οὔσης, ἄποδα αὐτὰ καὶ ἰλυσπώμενα ἐπὶ γῆς ἐγέν– 6664 1.47.1.57 : νησαν. Τὸ δὲ τέταρτον γένος ἔνυδρον γέγονεν ἐκ τῶν 6665 1.47.1.58 : μάλιστα ἀνοητοτάτων καὶ ἀμαθεστάτων, οὓς οὐδὲ ἀνα– 6666 1.47.1.59 : πνοῆς καθαρᾶς ἔτι ἠξίωσαν οἱ μεταπλάττοντες, ὡς τὴν 6667 1.47.1.60 : ψυχὴν ὑπὸ πλημμελείας πάσης ἀκαθάρτως ἐχόντων, ἀλλ´ 6668 1.47.1.61 : ἀντὶ λεπτῆς καὶ καθαρᾶς ἀναπνοῆς ἀέρος εἰς ὕδατος 6669 1.47.1.62 : θολερὰν καὶ βαθεῖαν ἔωσαν ἀνάπνευσιν· ὅθεν ἰχθύων 6670 1.47.1.63 : γένος καὶ τὸ τῶν ὀστρέων ξυναπάντων τε ὅσα ἔνυδρα 6671 1.47.1.64 : γέγονε, δίκην ἀμαθίας ἐσχάτης ἐσχάτας οἰκήσεις εἰλη– 6672 1.47.1.65 : χότων. Καὶ κατὰ ταῦτα δὴ πάντα τότε καὶ νῦν διαμεί– 6673 1.47.1.66 : βεται τὰ ζῷα εἰς ἄλληλα, νοῦ καὶ ἀνοίας ἀποβολῇ καὶ 6674 1.47.1.67 : κτήσει μεταβαλλόμενα. Καὶ δὴ καὶ τέλος περὶ τοῦ 6675 1.47.1.68 : παντὸς νῦν ἤδη τὸν λόγον φῶμεν ἔχειν· θνητὰ γὰρ 6676 1.47.1.69 : καὶ ἀθάνατα ζῷα λαβὼν καὶ συμπληρωθεὶς ὅδε ὁ κό– 6677 1.47.1.70 : σμος, οὕτω ζῷον ὁρατὸν τὰ ὁρατὰ περιέχον, εἰκὼν τοῦ 6678 1.47.1.71 : ποιητοῦ θεὸς αἰσθητός, μέγιστος καὶ ἄριστος κάλλι– 6679 1.47.1.72 : στός τε καὶ τελεώτατος γέγονεν, εἷς οὐρανὸς ὅδε, μονο– 6680 1.47.1.73 : γενὴς ὤν. 6681 1.47.2.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τιμαίου>20 (p. 42A). 6682 1.47.2.2 : Πρῶτον μὲν οὖν αἴσθησιν ἀναγκαῖον εἴη πᾶσιν ἐκ 6683 1.47.2.3 : βιαίων παθημάτων σύμφυτον γίγνεσθαι· δεύτερον δὲ 6684 1.47.2.4 : ἡδονῇ καὶ λύπῃ μεμιγμένον ἔρωτα· πρὸς δὲ τούτοις φό– 6685 1.47.2.5 : βον τε καὶ θυμόν, ὅσα τε ἑπόμενα αὐτοῖς καὶ ὁπόσα 6686 1.47.2.6 : ἐναντίως πέφυκε διεστηκότα. 6687 1.47.3.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Κρατύλου>20 (p. 399C). 6688 1.47.3.2 : Ὀρθῶς ὁ ἄνθρωπος ἄνθρωπος ὠνομάσθη, ἀναθρῶν 6689 1.47.3.3 : ἃ ὄπωπε. 6690 1.47.4.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδωνος>20 (p. 90A). 6691 1.47.4.2 : Τοὺς μὲν χρηστοὺς καὶ πονηροὺς σφόδρα ὀλίγους 6692 1.47.4.3 : εἶναι ἑκατέρους, τοὺς δὲ μεταξὺ πλείστους. 6693 1.47.5.1 : <20Πλάτωνος Νόμων>20 εʹ (p. 747D. E). 6694 1.47.5.2 : Καὶ γάρ, ὦ Μέγιλλέ τε καὶ Κλεινία, μηδὲ τοῦθ´ 6695 1.47.5.3 : ἡμᾶς λανθανέτω περὶ τόπων, ὡς οὐκ εἰσί τινες ἄλλοι 6696 1.47.5.4 : διαφέροντες ἄλλων τόπων πρὸς τὸ γεννᾶν ἀνθρώπους 6697 1.47.5.5 : ἀμείνους καὶ χείρους, οἷς οὐκ ἐναντία νομοθετητέον. Οἳ 6698 1.47.5.6 : μέν γέ που διὰ πνεύματα παντοῖα καὶ δι´ εἱλήσεις ἀλ– 6699 1.47.5.7 : λόκοτοί τέ εἰσι καὶ ἐναίσιοι αὐτῶν, οἳ δὲ δι´ ὕδατα, οἳ 6700 1.47.5.8 : δὲ δι´ αὐτὴν τὴν ἐκ τῆς γῆς τροφὴν ἀναδιδοῦσαν, οὐ 6701 1.47.5.9 : μόνον τοῖς σώμασιν ἀμείνω καὶ χείρω, ταῖς ψυχαῖς δὲ 6702 1.47.5.10 : οὐχ ἧττον δυναμένην πάντα τὰ τοιαῦτα ἐμποιεῖν. 6703 1.47.6.1 : <20Ἐκ τῶν Ἀριστοτέλους Φυσιογνωμονικῶν>20 6704 1.47.6.2 : (p. 805a 1–18 Bekk.). 6705 1.47.6.3 : Ὅτι αἱ διάνοιαι ἕπονται τοῖς ἀνθρώποις καὶ οὐκ εἰσὶν 6706 1.47.6.4 : αὐταὶ καθ´ αὑτάς, ἀπαθεῖς μένουσαι τῶν τοῦ σώματος 6707 1.47.6.5 : κινήσεων, τοῦτο δῆλον γίνεται ἐν ταῖς μέθαις καὶ ἀρρω– 6708 1.47.6.6 : στίαις· πολὺ γὰρ ἐξαλλάττουσαι φαίνονται αἱ διάνοιαι 6709 1.47.6.7 : ὑπὸ τῶν τοῦ σώματος παθημάτων. Καὶ τοὐναντίον δὴ 6710 1.47.6.8 : τοῖς τῆς ψυχῆς παθήμασι τὸ σῶμα συμπάσχον φανερόν 6711 1.47.6.9 : ἐστι περί τε τοὺς ἔρωτας καὶ τοὺς φόβους καὶ τὰς λύπας 6712 1.47.6.10 : καὶ τὰς ἡδονάς. Ἔτι δὲ ἐν τοῖς φύσει γιγνομένοις μᾶλ– 6713 1.47.6.11 : λον ἄν τις συνίδοι, ὅτι οὕτως ἔχει πρὸς ἄλληλα σῶμά 6714 1.47.6.12 : τε καὶ ψυχὴ συμφυῆ, ὥστε τῶν πλείστων ἀλλήλοις αἴτια 6715 1.47.6.13 : γίγνεσθαι παθημάτων. Οὐδὲν γάρ που ζῷον γεγένηται 6716 1.47.6.14 : τοιοῦτον, ὃ τὸ μὲν εἶδος ἔσχηκέ τι ἑτέρου ζῴου, τὴν δὲ 6717 1.47.6.15 : διάνοιαν ἄλλου, ἀλλ´ ἀεὶ τοῦ αὐτοῦ τό τε σῶμα καὶ ἡ 6718 1.47.6.16 : ψυχή, ὡς ἀναγκαῖον ἕπεσθαι τῷ τοιῷδε σώματι τοιάνδε 6719 1.47.6.17 : διάνοιαν. Ἔτι δὲ καὶ τῶν ἄλλων ζῴων οἱ περὶ ἕκαστον 6720 1.47.6.18 : ἐπιστήμονες ἐκ τῆς ἰδέας δύνανται θεωρεῖν ἱππικοί τε 6721 1.47.6.19 : ἵππους καὶ κυνηγετικοὶ κύνας. Εἰ δὴ ταῦτά ἐστιν ἀληθῆ, 6722 1.47.6.20 : ἀληθὴς ἂν εἴη ἡ φυσιογνωμονία. 6723 1.47.7.1 : <20Πλάτωνος Νόμων>20 ζʹ (p. 797D–798B). 6724 1.47.7.2 : Μεταβολὴν γὰρ δὴ πάντων πλὴν κακῶν πολὺ σφα– 6725 1.47.7.3 : λερώτατον εὑρήσομεν, ἐν ὥραις πάσαις, ἐν πνεύμασι καὶ 6726 1.47.7.4 : διαίταις σωμάτων, ἐν τρόποις ψυχῶν, ἐν ὡς ἔπος εἰπεῖν 6727 1.47.7.5 : οὐ τοῖς μὲν τοῖς δ´ οὔ, πλὴν ὅπερ εἶπον νῦν δὴ κακοῖς· 6728 1.47.7.6 : ὥστε εἴ τις ἀποβλέψειε πρὸς σώματα, ὡς πᾶσι μὲν σι– 6729 1.47.7.7 : τίοις πᾶσι δὲ ποτοῖς καὶ πόνοις ξυνήθη γιγνόμενα, καὶ 6730 1.47.7.8 : τὸ πρῶτον ταραχθέντα ὑπ´ αὐτῶν, ἔπειτα ἐξ αὐτῶν τού– 6731 1.47.7.9 : των ὑπὸ χρόνου σάρκας φύσαντα οἰκείας τούτοις, φίλα 6732 1.47.7.10 : τε καὶ ξυνήθη καὶ γνώριμα γενόμενα πάσῃ ταύτῃ τῇ 6733 1.47.7.11 : διαίτῃ πρὸς ἡδονὴν καὶ ὑγείαν ἄριστα διάγει· καὶ ἐάν 6734 1.47.7.12 : ποτ´ ἄρα ἀναγκασθῇ μεταβάλλειν αὖθις ἡντινοῦν τῶν 6735 1.47.7.13 : εὐδοκίμων διαιτῶν, τότε κατ´ ἀρχὰς συνταραχθεὶς ὑπὸ 6736 1.47.7.14 : νόσων μόγις ποτὲ κατέστη τὴν συνήθειαν τῇ τροφῇ πά– 6737 1.47.7.15 : λιν ἀπολαβών· ταὐτὸν δὴ δεῖ νομίζειν τοῦτο γίγνεσθαι 6738 1.47.7.16 : καὶ περὶ τὰς τῶν ἀνθρώπων διανοίας τε ἅμα καὶ τὰς 6739 1.47.7.17 : τῶν ψυχῶν φύσεις. Οἷς γὰρ ἂν ἐντραφῶσι νόμοις καὶ 6740 1.47.7.18 : κατά τινα θείαν εὐτυχίαν ἀκίνητοι γένωνται μακρῶν καὶ 6741 1.47.7.19 : πολλῶν χρόνων, ὡς μηδένα ἔχειν μνείαν μηδὲ ἀκοὴν τοῦ 6742 1.47.7.20 : ποτὲ ἄλλως αὐτὰ σχεῖν ἢ καθάπερ νῦν ἔχει, σέβεται 6743 1.47.7.21 : καὶ φοβεῖται πᾶσα ἡ ψυχὴ τό τι κινεῖν τῶν τότε καθ– 6744 1.47.7.22 : εστώτων. 6745 1.47.8.1 : <20Ἑρμοῦ ἐκ τῶν πρὸς Τάτ>20 (p. 11b Patrit.; 82, 2 Parthey.). 6746 1.47.8.2 : {〈ἙΡΜ.〉} Κοινωνία δέ ἐστι ψυχῶν, καὶ κοινωνοῦσι 6747 1.47.8.3 : μὲν αἱ τῶν θεῶν ταῖς τῶν ἀνθρώπων, αἱ δὲ τῶν ἀνθρώ– 6748 1.47.8.4 : πων ταῖς τῶν ἀλόγων. Ἐπιμελοῦνται δὲ οἱ κρείττονες 6749 1.47.8.5 : τῶν ἐλαττόνων, θεοὶ μὲν ἀνθρώπων, ἄνθρωποι δὲ τῶν 6750 1.47.8.6 : ἀλόγων [ζῴων], ὁ δὲ θεὸς πάντων. Ὁ μὲν οὖν κόσμος 6751 1.47.8.7 : ὑπόκειται τῷ θεῷ, ὁ δὲ ἄνθρωπος τῷ κόσμῳ, τὰ δὲ 6752 1.47.8.8 : ἄλογα τῷ ἀνθρώπῳ, ὁ δὲ θεὸς ὑπὲρ πάντα καὶ περὶ 6753 1.47.8.9 : πάντα. Καὶ τοῦ μὲν θεοῦ καθάπερ [αἱ] ἀκτῖνες αἱ ἐνέρ– 6754 1.47.8.10 : γειαι· τοῦ δὲ κόσμου [αἱ ἀκτῖνες] αἱ φύσεις· τοῦ δὲ 6755 1.47.8.11 : ἀνθρώπου αἱ τέχναι καὶ αἱ ἐπιστῆμαι. Καὶ αἱ μὲν ἐνέρ– 6756 1.47.8.12 : γειαι διὰ τοῦ κόσμου ἐνεργοῦσι καὶ ἐπὶ τὸν ἄνθρωπον 6757 1.47.8.13 : διὰ τῶν τοῦ κόσμου φυσικῶν αἰτίων, αἱ δὲ φύσεις διὰ 6758 1.47.8.14 : τῶν στοιχείων, οἱ δὲ ἄνθρωποι διὰ τῶν τεχνῶν καὶ ἐπι– 6759 1.47.8.15 : στημῶν. Καὶ αὕτη ἡ τοῦ παντὸς διοίκησις ἠρτημένη ἐκ 6760 1.47.8.16 : τῆς 〈τοῦ〉 ἑνὸς φύσεως καὶ διήκουσα δι´ ἑνὸς τοῦ νοῦ, 6761 1.47.8.17 : οὗ οὐδέν ἐστι θειότερον καὶ ἐνεργέστερον καὶ ἑνωτικώ– 6762 1.47.8.18 : τερον ἀνθρώπων μὲν πρὸς θεούς, θεῶν δὲ πρὸς ἀνθρώ– 6763 1.47.8.19 : πους. Οὗτός ἐστιν ὁ ἀγαθὸς δαίμων· ὅθεν μακαρία 6764 1.47.8.20 : ψυχὴ ἡ τούτου πληρεστάτη, κακοδαίμων δὲ ψυχὴ ἡ 6765 1.47.8.21 : τούτου κενωτάτη. 6766 1.47.8.22 : {〈ΤΑΤ〉} Πῶς τοῦτο πάλιν λέγεις, ὦ πάτερ; 6767 1.47.8.23 : {〈ἙΡΜ.〉} Οἴει οὖν, ὦ τέκνον, ὅτι πᾶσα ψυχὴ νοῦν 6768 1.47.8.24 : ἔχει τὸν ἀγαθόν; περὶ γὰρ τούτου ὁ νῦν λόγος, οὐ τοῦ 6769 1.47.8.25 : ὑπηρετικοῦ, περὶ οὗ ἔμπροσθεν εἰρήκαμεν, τοῦ κατα– 6770 1.47.8.26 : πεμπομένου ὑπὸ τῆς δίκης. Ψυχὴ γὰρ χωρὶς 〈τοῦ〉 νοῦ 6771 1.47.8.27 : „οὔτε τι εἰπεῖν οὔτ´ ἔρξαι δύναται“ (Theogn. 177. 178). 6772 1.47.8.28 : Πολλάκις γὰρ ἐξίσταται ὁ νοῦς τῆς ψυχῆς, καὶ ἐν ἐκείνῃ 6773 1.47.8.29 : τῇ ὥρᾳ οὔτε βλέπει ἡ ψυχὴ οὔτε ἀκούει, ἀλλ´ ἀλόγῳ 6774 1.47.8.30 : ζῴῳ ἔοικε. Τηλικαύτη δύναμίς ἐστι τοῦ νοῦ, ἀλλ´ οὐδὲ 6775 1.47.8.31 : νωθρᾶς ψυχῆς ἀνέχεται, ἀλλὰ καταλείπει τὴν [ἐν] τῷ 6776 1.47.8.32 : σώματι προσκειμένην καὶ ὑπ´ αὐτοῦ ἀγχομένην κάτω· ἡ 6777 1.47.8.33 : τοιαύτη δὲ ψυχή, ὦ τέκνον, νοῦν οὐκ ἔχει. Ὅθεν οὐδ´ 6778 1.47.8.34 : ἄνθρωπον ἡγεῖσθαι δεῖ τὸν τοιοῦτον· ὁ γὰρ ἄνθρωπος 6779 1.47.8.35 : θεῖον ζῷόν ἐστι καὶ οὐδὲ τοῖς ἄλλοις ζῴοις συγκρινό– 6780 1.47.8.36 : μενον τῶν ἐπιγείων τισίν, ἀλλὰ τοῖς ἄνω ἐν οὐρανῷ λε– 6781 1.47.8.37 : γομένοις θεοῖς. Μᾶλλον δὲ εἰ χρὴ τολμήσαντας εἰπεῖν 6782 1.47.8.38 : τὸ ἀληθές, ὑπὲρ ἐκείνους ἐστὶν ὁ ὄντως ἄνθρωπος, ἢ 6783 1.47.8.39 : πάντως ἰσοδυναμοῦσιν ἀλλήλοις. Οὐδεὶς μὲν γὰρ τῶν 6784 1.47.8.40 : οὐρανίων 〈θεῶν〉 ἐπὶ γῆς κατελεύσεται, οὐρανοῦ τὸν ὅρον 6785 1.47.8.41 : καταλιπών· ὁ δὲ ἄνθρωπος καὶ εἰς τὸν οὐρανὸν ἀνα– 6786 1.47.8.42 : βαίνει καὶ μετρεῖ αὐτὸν καὶ τὸ πάντων μεῖζον οὐδὲ τὴν 6787 1.47.8.43 : γῆν καταλιπὼν ἄνω γίγνεται· τοσοῦτον τὸ μέγεθός ἐστιν 6788 1.47.8.44 : αὐτοῦ τῆς ἐκτάσεως. Διὸ τολμητέον εἰπεῖν, τὸν μὲν ἄν– 6789 1.47.8.45 : θρωπον 〈τὸν〉 ἐπίγειον εἶναι θνητὸν θεόν, τὸν δὲ οὐράνιον 6790 1.47.8.46 : θεὸν ἀθάνατον ἄνθρωπον. Διόπερ διὰ τούτων τὰ πάντα 6791 1.47.8.47 : 〈διοικεῖται〉 τῶν δύο, κόσμου καὶ ἀνθρώπου, ὑπὸ δὲ τοῦ 6792 1.47.8.48 : ἑνὸς πάντα. 6793 1.47.9.1 : <20Ἑρμοῦ ἐκ τῶν πρὸς Τάτ>20 (p. 10b Patrit.; p. 75, 2 6794 1.47.9.2 : et 7 Parthey.). 6795 1.47.9.3 : Ὁ μὲν ἄνθρωπος τὸ δεύτερον ζῷον μετὰ τὸν κόσμον, 6796 1.47.9.4 : πρῶτον δὲ τῶν θνητῶν. {—}Ψυχὴ δὲ ἀνθρώπου ὀχεῖται 6797 1.47.9.5 : τὸν τρόπον τοῦτον· ὁ νοῦς ἐν τῷ λόγῳ, ὁ λόγος ἐν τῇ 6798 1.47.9.6 : ψυχῇ, ἡ [δὲ] ψυχὴ ἐν τῷ πνεύματι, τὸ πνεῦμα 〈ἐν τῷ σώ– 6799 1.47.9.7 : ματι. Τὸ δὲ πνεῦμα〉 διῆκον διὰ φλεβῶν καὶ ἀρτηριῶν 6800 1.47.9.8 : καὶ αἵματος κινεῖ τὸ ζῷον καὶ ὥσπερ τρόπον τινὰ βαστά– 6801 1.47.9.9 : ζει. Διὸ καί τινες τὴν ψυχὴν αἷμα νομίζουσιν εἶναι, 6802 1.47.9.10 : σφαλλόμενοι τὴν φύσιν, οὐκ εἰδότες, ὅτι πρῶτον δεῖ τοῦ 6803 1.47.9.11 : πνεύματος ἀναχωρήσαντος εἰς τὴν ψυχὴν τὸ αἷμα παγῆναι 6804 1.47.9.12 : καὶ τὰς φλέβας καὶ τὰς ἀρτηρίας κενωθῆναι, 〈καὶ τότε〉 τὸ 6805 1.47.9.13 : ζῷον ἐκλείπειν· καὶ τοῦτο ἔστιν ὁ θάνατος τοῦ σώματος. 6806 1.47.10.1 : <20Πλάτωνος Πολιτείας>20 δʹ (p. 435E–436A). 6807 1.47.10.2 : Ἆρ´ οὖν ἡμῖν, ἦν δ´ ἐγώ, πολλὴ ἀνάγκη ὁμολογεῖν 6808 1.47.10.3 : ὅτι γε τὰ αὐτὰ ἐν ἑκάστῳ ἔνεστιν ἡμῶν εἴδη τε καὶ ἤθη 6809 1.47.10.4 : ἅπερ ἐν τῇ πόλει; οὐ γάρ που ἄλλοθεν ἐκεῖσε ἀφῖκται. 6810 1.47.10.5 : Γελοῖον γὰρ ἂν εἴη, εἴ τις οἰηθείη τὸ θυμοειδὲς μὴ ἐκ 6811 1.47.10.6 : τῶν ἰδιωτῶν ἐν ταῖς πόλεσιν ἐκγεγονέναι, οἳ δὴ καὶ ἔχουσι 6812 1.47.10.7 : ταύτην τὴν αἰτίαν, οἷον οἱ κατὰ τὴν Θρᾴκην τε καὶ Σκυ– 6813 1.47.10.8 : θικὴν καὶ σχεδόν τι κατὰ τὸν ἄνω τόπον· ἢ τὸ φιλομα– 6814 1.47.10.9 : θές, ὃ δὴ 〈περὶ〉 τὸν παρ´ ἡμῖν μάλιστ´ ἄν τις αἰτιάσαιτο 6815 1.47.10.10 : τόπον· ἢ τὸ φιλοχρήματον, ὃ περὶ τούς τε Φοίνικας 6816 1.47.10.11 : εἶναι καὶ τοὺς κατ´ Αἴγυπτον φαίη τις ἂν οὐχ ἥκιστα. 6817 1.47.11.1 : <20Πλάτωνος Πολιτείας>20 δʹ (V p. 455B. C). 6818 1.47.11.2 : Ἴθι δή, φήσομεν πρὸς αὐτόν, ἀποκρίνου. Ἆρα οὕτως 6819 1.47.11.3 : ἔλεγες, τὸν μὲν εὐφυῆ πρός τι εἶναι, τὸν δ´ ἀφυῆ, ἐν ᾧ 6820 1.47.11.4 : ὃ μὲν ῥᾳδίως τι μανθάνοι, ὃ δὲ χαλεπῶς; καὶ ὃ μὲν ἀπὸ 6821 1.47.11.5 : βραχείας μαθήσεως ἐπὶ πολὺ εὑρετικὸς εἴη οὗ ἔμαθεν, ὃ 6822 1.47.11.6 : δὲ πολλῆς μαθήσεως τυχὼν καὶ μελέτης μηδὲ ἃ ἔμαθε 6823 1.47.11.7 : σῴζοιτο; καὶ τῷ μὲν τὰ τοῦ σώματος ἱκανῶς ὑπηρετοίη 6824 1.47.11.8 : τῇ διανοίᾳ, τῷ δ´ ἐναντιοῖτο; Ἆρ´ ἄλλ´ ἄττα ἐστὶν ἢ 6825 1.47.11.9 : ταῦτα, οἷς τὸν εὐφυῆ πρὸς ἕκαστα καὶ τὸν μὴ ὡρίζου; 6826 1.47.11.10 : —Οὐδείς, ἦ δ´ ὅς, ἄλλα φήσει. 6827 1.47.12.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τιμαίου>20 (p. 64 A–D). 6828 1.47.12.2 : Μέγιστον δὲ καὶ λοιπὸν τῶν κοινῶν περὶ ὅλον τὸ 6829 1.47.12.3 : σῶμα παθημάτων, τὸ τῶν ἡδέων καὶ τὸ τῶν ἀλγεινῶν 6830 1.47.12.4 : αἴτιον, ἐν οἷς διεληλύθαμεν, καὶ ὅσα διὰ τῶν τοῦ σώματος 6831 1.47.12.5 : μορίων αἰσθήσεις κεκτημένα καὶ λύπας ἐν αὑτοῖς ἡδονάς 6832 1.47.12.6 : τε ἑπομένας ἔχει. Ὧδ´ οὖν κατὰ παντὸς αἰσθητοῦ καὶ 6833 1.47.12.7 : ἀναισθήτου παθήματος 〈τὰς〉 αἰτίας λαμβάνωμεν, ἀνα– 6834 1.47.12.8 : μιμνησκόμενοι τὸ τῆς εὐκινήτου τε καὶ δυσκινήτου φύσεως 6835 1.47.12.9 : ὅ τι διειλόμεθα ἐν τοῖς πρόσθεν· ταύτῃ γὰρ μεταδιωκτέον 6836 1.47.12.10 : πάντα ὅσα ἐπινοοῦμεν ἑλεῖν. Τὸ μὲν γὰρ κατὰ φύσιν εὐκί– 6837 1.47.12.11 : νητον, ὅταν καὶ βραχὺ πάθος εἰς αὐτὸ ἐμπίπτῃ, διαδί– 6838 1.47.12.12 : δωσι κύκλῳ μόρια ἕτερα ἑτέροις, ταὐτὸν ἀπεργαζόμενα, 6839 1.47.12.13 : μέχρι περ ἂν ἐπὶ τὸ φρόνιμον ἐλθόντα ἐξαγγείλῃ τοῦ 6840 1.47.12.14 : ποιήσαντος τὴν δύναμιν. Τὸ δ´ ἐναντίον, ἑδραῖον 〈ὂν〉, 6841 1.47.12.15 : κατ´ οὐδένα τε κύκλον ἰόν, πάσχει μόνον, ἄλλο δ´ οὐ 6842 1.47.12.16 : κινεῖ τῶν πλησίον· ὥστε οὐ διαδιδόντων μορίων μορίοις 6843 1.47.12.17 : ἄλλων ἄλλοις τὸ πρῶτον πάθος ἐν αὐτοῖς ἀκίνητον εἰς 6844 1.47.12.18 : τὸ πᾶν ζῷον γενόμενον ἀναίσθητον παρέσχε τὸ παθόν. 6845 1.47.12.19 : Ταῦτα δὲ περί τε ὀστᾶ καὶ τρίχας ἐστὶ καὶ ὅσα ἄλλα 6846 1.47.12.20 : γήινα τὸ πλεῖστον ἔχομεν ἐν ἡμῖν μόρια· τὰ δ´ ἔμπρο– 6847 1.47.12.21 : σθεν περὶ τὰ τῆς ὄψεως καὶ ἀκοῆς μάλιστα διὰ τὸ πυρὸς 6848 1.47.12.22 : ἀέρος τε ἐν αὐτοῖς δύναμιν ἐνεῖναι μεγίστην. Τὸ δὲ τῆς 6849 1.47.12.23 : ἡδονῆς καὶ λύπης ὧδε διανοεῖσθαι δεῖ. Τὸ μὲν παρὰ 6850 1.47.12.24 : φύσιν καὶ βίαιον γιγνόμενον ἀθρόον παρ´ ἡμῖν πάθος 6851 1.47.12.25 : ἀλγεινόν· τὸ δ´ εἰς φύσιν ἀπιὸν πάλιν ἀθρόον ἡδύ· τὸ 6852 1.47.12.26 : δὲ ἠρέμα καὶ κατὰ σμικρὸν ἀναίσθητον· τὸ δ´ ἐναντίον 6853 1.47.12.27 : τούτοις ἐναντίως. Τὸ δὲ μετ´ εὐπετείας γιγνόμενον ἅπαν 6854 1.47.12.28 : αἰσθητὸν μὲν ὅτι μάλιστα, ἡδονῆς 〈δὲ〉 καὶ λύπης οὐ μετ– 6855 1.47.12.29 : έχον· οἷον τὰ περὶ τὴν ὄψιν αὐτὴν παθήματα, ἣ δὴ 6856 1.47.12.30 : σῶμα ἐν τοῖς ἔμπροσθεν ἐρρήθη καθ´ ἡμέραν ξυμφυὲς 6857 1.47.12.31 : ἡμῶν γίγνεσθαι. 6858 1.47.13.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φιλήβου>20 (p. 31D–32C). 6859 1.47.13.2 : Λέγω τοίνυν, τῆς ἁρμονίας μὲν λυομένης ἡμῖν ἐν τοῖς 6860 1.47.13.3 : ζῴοις ἅμα λύσιν τῆς φύσεως καὶ γένεσιν ἀλγηδόνων ἐν 6861 1.47.13.4 : τῷ τότε γίγνεσθαι χρόνῳ. {—}Πάνυ λέγεις εἰκός. {—}Πάλιν 6862 1.47.13.5 : δὲ ἁρμοττομένης τε καὶ εἰς τὴν αὑτῆς φύσιν ἀπιούσης 6863 1.47.13.6 : ἡδονὴν γίγνεσθαι λεκτέον, εἰ δεῖ δι´ ὀλίγων ὅτι τάχιστα 6864 1.47.13.7 : περὶ μεγίστων ῥηθῆναι. {—}Οἶμαι μέν σε ὀρθῶς λέγειν, 6865 1.47.13.8 : ὦ Σώκρατες, ἐμφανέστερον δὲ ἔτι 〈ταὐτὰ〉 ταῦτα πειρώ– 6866 1.47.13.9 : μεθα λέγειν. {—}Οὐκοῦν δημόσιά που καὶ περιφανῆ ῥᾷστον 6867 1.47.13.10 : συννοεῖν; {—}Ποῖα; {—}Πείνη μέν που 〈λύπη〉 καὶ λύσις. 6868 1.47.13.11 : {—}Ναί. {—}Ἐδωδὴ δὲ πλήρωσις γιγνομένη πάλιν ἡδονή. 6869 1.47.13.12 : {—}Ναί. {—}Δίψους δ´ αὖ φθορὰ καὶ λύπη καὶ λύσις, 6870 1.47.13.13 : ἡ δὲ τοῦ ὑγροῦ πάλιν τὸ ξηρανθὲν πληροῦσα δύναμις 6871 1.47.13.14 : ἡδονή· διάκρισις δέ τ´ αὖ καὶ διάλυσις παρὰ φύσιν, τοῦ 6872 1.47.13.15 : πνίγους πάθη, λύπη· κατὰ φύσιν δὲ πάλιν ἀπόδοσίς τε 6873 1.47.13.16 : καὶ ψύξις ἡδονή. {—}Πάνυ μὲν οὖν. {—}Καὶ ῥίγους ἡ μὲν 6874 1.47.13.17 : παρὰ φύσιν τοῦ ζῴου τῆς ὑγρότητος πῆξις [καὶ] λύπη. 6875 1.47.13.18 : πάλιν δ´ εἰς ταὐτὸν ἀπιόντων καὶ διακρινομένων ἡ κατὰ 6876 1.47.13.19 : φύσιν ὁδὸς ἡδονή. Καὶ ἑνὶ λόγῳ σκόπει εἴ σοι μέτριος 6877 1.47.13.20 : 〈ὁ〉 λόγος, ὃς ἂν φῇ, τὸ ἐκ τῆς ἀπείρου καὶ πέρατος κατὰ 6878 1.47.13.21 : φύσιν ἔμψυχον γεγονὸς εἶδος, ὅπερ ἐν τῷ πρόσθεν ἔλεγον, 6879 1.47.13.22 : ὅταν μὲν τοῦτο φθείρηται, τὴν φθορὰν λύπην εἶναι, τὴν 6880 1.47.13.23 : δ´ εἰς τὴν αὑτῶν οὐσίαν ὁδόν, ταύτην δὲ αὖ πάλιν τὴν 6881 1.47.13.24 : ἀναχώρησιν πάντων ἡδονήν. {—}Ἔστω· δοκεῖ γάρ μοι 6882 1.47.13.25 : τύπον γέ τινα ἔχειν. {—}Τοῦτο μὲν τοίνυν ἓν εἶδος τιθώ– 6883 1.47.13.26 : μεθα λύπης τε καὶ ἡδονῆς ἐν τούτοις τοῖς πάθεσιν ἑκα– 6884 1.47.13.27 : τέροις; {—}Κείσθω. {—}Τίθει τοίνυν αὐτῆς τῆς ψυχῆς 6885 1.47.13.28 : κατὰ τὸ τούτων τῶν παθημάτων προσδόκημα, τὸ μὲν 6886 1.47.13.29 : πρὸ τῶν ἡδέων ἐλπιζόμενον 〈ἡδὺ〉 καὶ θαρραλέον, τὸ δὲ 6887 1.47.13.30 : πρὸ τῶν λυπ〈ηρ〉ῶν φοβερὸν καὶ ἀλγεινόν. {—}Ἔστι γὰρ 6888 1.47.13.31 : οὖν τοῦθ´ ἡδονῆς καὶ λύπης ἕτερον εἶδος, τὸ χωρὶς τοῦ 6889 1.47.13.32 : σώματος αὐτῆς τῆς ψυχῆς διὰ προσδοκίας γιγνόμενον. 6890 1.47.14.1 : 〈<20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 33C–34A).〉 6891 1.47.14.2 : Καὶ μὴν τό γε ἕτερον εἶδος τῶν ἡδονῶν, ὃ τῆς ψυχῆς 6892 1.47.14.3 : αὐτῆς εἶναι ἔφαμεν, διὰ μνήμης πᾶν ἐστι γεγονός. {—} 6893 1.47.14.4 : Πῶς; {—}Μνήμην, ὡς ἔοικεν, ὅ τί ποτ´ ἔστι, πρότερον 6894 1.47.14.5 : ἀναληπτέον· καὶ κινδυνεύει πάλιν ἔτι πρότερον αἴσθησιν 6895 1.47.14.6 : μνήμης, εἰ μέλλει ταῦθ´ ἡμῖν κατὰ τρόπον φανερά πῃ 6896 1.47.14.7 : γενήσεσθαι, {—}Πῶς φῄς; {—}Θὲς τῶν περὶ τὸ σῶμα 6897 1.47.14.8 : ἡμῶν ἑκάστοτε παθημάτων τὰ μὲν ἐν τῷ σώματι κατα– 6898 1.47.14.9 : σβεννύμενα πρὶν ἐπὶ τὴν ψυχὴν διεξελθεῖν, ἀπαθῆ ἐκεί– 6899 1.47.14.10 : νην ἐάσαντα, τὰ δὲ δι´ ἀμφοῖν ἰόντα καί τινα ὥσπερ 6900 1.47.14.11 : σεισμὸν ἐντιθέντα ἴδιόν τε καὶ κοινὸν ἑκατέρῳ. {—}Κεί– 6901 1.47.14.12 : σθω. {—}Τὰ μὲν μὴ δι´ ἀμφοῖν ἰόντα ἐὰν τὴν ψυχὴν 6902 1.47.14.13 : ἡμῶν 〈φῶμεν〉 λανθάνειν, τὰ δὲ δι´ ἀμφοῖν μὴ λανθάνειν, 6903 1.47.14.14 : ἆρ´ ὀρθότατα ἐροῦμεν; {—}Πῶς γὰρ οὔ; {—}Τὸ τοίνυν 6904 1.47.14.15 : λεληθέναι μηδαμῶς ὑπολάβῃς, ὡς λέγω λήθης ἐνταῦθά 6905 1.47.14.16 : που γένεσιν. Ἔστι γὰρ λήθη μνήμης ἔξοδος, ἡ δ´ ἐν τῷ 6906 1.47.14.17 : λεγομένῳ νῦν οὔπω γέγονε· τοῦ δὲ μήτε ὄντος μήτε γεγο– 6907 1.47.14.18 : νότος πω γίγνεσθαι φάναι τινὰ ἀποβολὴν ἄτοπον. Ἦ 6908 1.47.14.19 : γάρ; {—}Τί μήν; {—}Τὰ τοίνυν ὀνόματα μετάβαλε μόνον. 6909 1.47.14.20 : {—}Πῶς; {—}Ἀντὶ τοῦ λεληθέναι τὴν ψυχήν, ὅταν ἀπα– 6910 1.47.14.21 : θὴς αὕτη γίγνηται τῶν σεισμῶν τῶν τοῦ σώματος, ἣν νῦν 6911 1.47.14.22 : λήθην καλεῖς, ἀναισθησίαν ἐπονόμασον. {—}Ἔμαθον. {—} 6912 1.47.14.23 : Τὸ δ´ ἐν ἑνὶ πάθει τὴν ψυχὴν καὶ τὸ σῶμα κοινῇ γιγνό– 6913 1.47.14.24 : μενον κοινῇ καὶ κινεῖσθαι, ταύτην δὴ τὴν κίνησιν ὀνομά– 6914 1.47.14.25 : ζων αἴσθησιν οὐκ ἀπὸ τρόπου φθέγγοι´ ἄν. {—}Ἀλη– 6915 1.47.14.26 : θέστατα λέγεις. {—}Οὐκοῦν ἤδη μανθάνομεν ὃ βουλόμεθα 6916 1.47.14.27 : καλεῖν τὴν αἴσθησιν; 6917 1.47.15.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 50D). 6918 1.47.15.2 : Ὅτι καὶ σῶμα ἄνευ ψυχῆς καὶ ψυχὴ ἄνευ σώματος 6919 1.47.15.3 : καὶ κοινῇ μετ´ ἀλλήλων ἐν τοῖς παθήμασι μεστά ἐστι 6920 1.47.15.4 : συγκεκραμένης ἡδονῆς λύπαις. 6921 1.48.t.1 : {1Περὶ νοῦ.}1 6922 1.48.1.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φιλήβου>20 (p. 58A). 6923 1.48.1.2 : Ἔγωγε ἡγεῖσθαι οἶμαι ξύμπαντας, ὅσοις νοῦ καὶ σμι– 6924 1.48.1.3 : κρὸν προσήρτηται, μακρῷ ἀληθεστάτην εἶναι γνῶσιν. 6925 1.48.2.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδωνος>20 (p. 93B). 6926 1.48.2.2 : Φέρε δή, πρὸς Διός· λέγεται ψυχὴ ἣ μὲν νοῦν τε 6927 1.48.2.3 : ἔχειν καὶ ἀρετὴν καὶ εἶναι ἀγαθή, ἣ δὲ ἄνοιάν τε καὶ 6928 1.48.2.4 : μοχθηρίαν καὶ εἶναι κακή; Καὶ ταῦτα ἀληθῶς λέγεται; 6929 1.48.3.1 : <20Ἑρμοῦ>20 (p. 11 Patrit.; 78, 1 Parthey.). 6930 1.48.3.2 : {〈ΤΑΤ〉} Πῶς τοῦτο λέγεις, ὦ πάτερ; ὁ νοῦς τῆς 6931 1.48.3.3 : ψυχῆς χωρίζεται καὶ ἡ ψυχὴ τοῦ πνεύματος, σοῦ εἰπόντος 6932 1.48.3.4 : ἔνδυμα εἶναι τοῦ μὲν νοῦ τὴν ψυχὴν, τῆς δὲ ψυχῆς τὸ 6933 1.48.3.5 : πνεῦμα; 6934 1.48.3.6 : {〈ἙΡΜ.〉} Συννοεῖν δεῖ, 〈ὦ〉 τέκνον, τὸν ἀκούοντα τῷ 6935 1.48.3.7 : λέγοντι καὶ συμπνεῖν καὶ ὀξυτέραν ἔχειν τὴν ἀκοὴν τῆς 6936 1.48.3.8 : τοῦ λέγοντος φωνῆς. Ἡ σύνθεσις τῶν ἐνδυμάτων τούτων 6937 1.48.3.9 : ἐν σώματι γηίνῳ γίγνεται· ἀδύνατον γὰρ τὸν νοῦν ἐν γη– 6938 1.48.3.10 : ίνῳ σώματι γυμνὸν αὐτὸν καθ´ ἑαυτὸν ἑδράσαι. Οὔτε 6939 1.48.3.11 : γὰρ τὸ γήινον σῶμα δυνατόν ἐστι τὴν τηλικαύτην ἀθα– 6940 1.48.3.12 : νασίαν ἐνεγκεῖν οὔτε τὴν τοσαύτην. ἀρετὴν ἀνασχέσθαι 6941 1.48.3.13 : συγχρωτιζόμενον αὑτῇ παθητὸν σῶμα. Ἔλαβεν 〈οὖν〉 ὥσπερ 6942 1.48.3.14 : περιβόλαιον τὴν ψυχήν· ἡ δὲ ψυχὴ καὶ αὐτή τις θεία 6943 1.48.3.15 : οὖσα καθάπερ ὑπηρέτῃ τῷ πνεύματι χρῆται, τὸ δὲ 6944 1.48.3.16 : πνεῦμα τὸ ζῷον διοικεῖ. Ὅταν 〈οὖν〉 ὁ νοῦς ἀπαλλαγῇ 6945 1.48.3.17 : τοῦ γηίνου σώματος, τὸν ἴδιον εὐθὺς ἐνεδύσατο χιτῶνα 6946 1.48.3.18 : τὸν πύρινον, ὃν οὐκ ἠδύνατο ἔχων εἰς τὸ γήινον σῶμα 6947 1.48.3.19 : κατοικῆσαι. Γῆ γὰρ πῦρ οὐ βαστάζει· πᾶσα γὰρ γῆ φλέ– 6948 1.48.3.20 : γεται καὶ ὑπὸ ὀλίγου σπινθῆρος. Διὰ τοῦτο καὶ τὸ ὕδωρ 6949 1.48.3.21 : περικέχυται τῇ γῇ, ὥσπερ ἔρυμα καὶ τεῖχος ἀντέχον πρὸς 6950 1.48.3.22 : τὴν τοῦ πυρὸς φλόγα· νοῦς δὲ ὀξύτατος 〈ὢν〉 πάντων 6951 1.48.3.23 : τῶν θείων νοημάτων καὶ τὸ ὀξύτατον πάντων τῶν στοι– 6952 1.48.3.24 : χείων ἔχει τὸ πῦρ σῶμα. Δημιουργὸς γὰρ ὢν ὁ νοῦς 6953 1.48.3.25 : τῶν πάντων ὀργάνῳ τῷ πυρὶ πρὸς τὴν δημιουργίαν χρῆ– 6954 1.48.3.26 : ται. Καὶ ὁ μὲν τοῦ παντὸς τῶν πάντων, ὁ δὲ τοῦ ἀν– 6955 1.48.3.27 : θρώπου τῶν ἐπὶ γῆς μόνον. Γυμνὸς γὰρ ὢν τοῦ πυρὸς 6956 1.48.3.28 : ὁ ἐν ἀνθρώπῳ νοῦς ἀδυνατεῖ τὰ θεῖα δημιουργεῖν, ἀν– 6957 1.48.3.29 : θρώπινος ὢν τῇ οἰκήσει. 6958 1.48.4.1 : <20Πορφυρίου ἐκ τῶν Πρὸς τὰ νοητὰ ἀφορ– 6959 1.48.4.2 : μῶν>20 (opusc. Porphyr. p. 62 Holsten.). 6960 1.48.4.3 : Πᾶν γενητὸν ἀπ´ ἄλλου τὴν αἰτίαν τῆς γενέσεως 6961 1.48.4.4 : ἔχει, εἴ γε μηδὲν ἀναιτίως γίγνεται. Ἀλλὰ τῶν γε γενη– 6962 1.48.4.5 : τῶν ὅσα μὲν διὰ συνθέσεως κέκτηται τὸ εἶναι, λυτὰ ἂν 6963 1.48.4.6 : εἴη καὶ διὰ τοῦτο φθαρτά· ὅσα δὲ ἁπλᾶ καὶ ἀσύνθετα 6964 1.48.4.7 : ὄντα ἐν τῷ ἁπλῷ τῆς ὑποστάσεως κέκτηται τὸ εἶναι, 6965 1.48.4.8 : ἄλυτα ὄντα, ἔστι μὲν ἄφθαρτα, γενητὰ δὲ λέγεται, οὐ 6966 1.48.4.9 : τῷ σύνθετα εἶναι, ἀλλὰ τῷ ἀπ´ αἰτίου τινὸς ἀνηρτῆσθαι. 6967 1.48.4.10 : Τὰ μὲν οὖν σώματα διχῶς γενητὰ καὶ ὡς ἀπ´ αἰτίας 6968 1.48.4.11 : ἠρτημένα τῆς παραγούσης καὶ ὡς σύνθετα· ψυχὴ δὲ καὶ 6969 1.48.4.12 : νοῦς γενητά, ὡς ἀπ´ αἰτίας ἠρτημένα μόνον, οὐ μὴν καὶ 6970 1.48.4.13 : ὡς σύνθετα. Τὰ μὲν ἄρα σώματα γενητὰ καὶ λυτὰ καὶ 6971 1.48.4.14 : φθαρτά· τὰ δὲ ἀγένητα μὲν ὡς ἀσύνθετα καὶ ταύτῃ 6972 1.48.4.15 : καὶ ἄλυτα καὶ ἄφθαρτα, γενητὰ δὲ ὡς 〈ἀπ´〉 αἰτίου 6973 1.48.4.16 : ἠρτημένα. 6974 1.48.5.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (p. 63 Holsten.). 6975 1.48.5.2 : Ὁ νοῦς οὐκ ἔστιν ἀρχὴ πάντων· πολλὰ γάρ ἐστιν ὁ 6976 1.48.5.3 : νοῦς, πρὸ δὲ τῶν πολλῶν ἀνάγκη εἶναι τὸ ἕν. Ὅτι δὲ 6977 1.48.5.4 : πολλὰ ὁ νοῦς δῆλον· νοεῖ γὰρ ἀεὶ τὰ νοήματα, οὐχ ἓν 6978 1.48.5.5 : ὄντα, ἀλλὰ πολλὰ καὶ οὐκ ἄλλα ὄντα παρ´ ἐκεῖνον. Εἰ 6979 1.48.5.6 : οὖν ὁ αὐτός ἐστιν αὐτοῖς, ἐκεῖνα δὲ πολλά, πολλὰ ἂν εἴη 6980 1.48.5.7 : καὶ ὁ νοῦς. Ὅτι δὲ ὁ αὐτός ἐστι τοῖς νοητοῖς, οὕτως 6981 1.48.5.8 : δείκνυται. Εἰ γάρ τι ἔστιν ὃ θεωρεῖ, ἤτοι ἐν ἑαυτῷ 6982 1.48.5.9 : ἔχων τοῦτο θεωρήσει, ἢ ἐν ἄλλῳ κείμενον. Καὶ ὅτι μὲν 6983 1.48.5.10 : θεωρεῖ δῆλον· σὺν γὰρ τῷ νοεῖν εἴη ἂν ὁ νοῦς, ἀφαιρε– 6984 1.48.5.11 : θεὶς δὲ τοῦ νοεῖν ἀφῄρηται τῆς οὐσίας. Δεῖ τοίνυν ἐπι– 6985 1.48.5.12 : στήσαντας τοῖς πάθεσιν ἃ συμβαίνει περὶ τὰς γνώσεις 6986 1.48.5.13 : ἀνιχνεῦσαι τὴν ἐκείνου θεωρίαν. Γνωστικαὶ δὲ δυνάμεις ἐν 6987 1.48.5.14 : ἡμῖν ἀθρόον <20αἴσθησις, φαντασία, νοῦς.>20 Πάντῃ δὲ τὸ 6988 1.48.5.15 : <20αἰσθήσει>20 προσχρώμενον τοῖς ἔξω ἐπιβάλλον θεωρεῖ, οὐχ 6989 1.48.5.16 : ἑνούμενον ἐκείνοις ἃ θεωρεῖ, ἀλλὰ μόνον τύπον αὐτῶν ἐκ 6990 1.48.5.17 : τῆς πρὸς αὐτὰ προσβολῆς λαμβάνον. ὅταν οὖν ἴδῃ ὀφθαλ– 6991 1.48.5.18 : μὸς τὸ ὁρώμενον, ἀμήχανον ἐν ταὐτότητι γενέσθαι τοῦ 6992 1.48.5.19 : ὁρωμένου· οὐ γὰρ ἂν ἴδοι, εἰ μὴ ἐν διαστάσει γένοιτο. 6993 1.48.5.20 : ὡσαύτως δὲ κἂν τὸ ἁπτόμενον, ἐν ταὐτότητι γενόμενον, 6994 1.48.5.21 : φθαρείη. ἐξ ὧν δῆλον, ὅτι ἀεὶ ἥ τε αἴσθησις καὶ τὸ 6995 1.48.5.22 : αἰσθήσει προσχρώμενον εἰς τὸ ἔξω φέρεται, εἰ μέλλει τὸ 6996 1.48.5.23 : αἰσθητὸν καταλήψεσθαι. Ὡσαύτως δὲ καὶ ἡ <20φαντασία>20 6997 1.48.5.24 : ἀεὶ ἐπὶ τὸ ἔξω φέρεται καὶ τῇ τάσει αὐτῆς τὸ εἰκόνισμα 6998 1.48.5.25 : παρυφίσταται ....., ἤτοι καὶ παρασκευάζον ἔξωθεν ἢ 6999 1.48.5.26 : αὐτῇ τῇ πρὸς τὸ ἔξω τάσει τὴν ὡς ἔξω ὄντος εἰκονίσμα– 7000 1.48.5.27 : τος ἐνδεικνύμενον. Καὶ τούτων μὲν κατάληψις τοιαύτη, 7001 1.48.5.28 : ὧν οὐδεμία εἰς ἑαυτὴν συννεύουσα καὶ συναγομένη ἐντύχοι 7002 1.48.5.29 : ἂν ἤ τῳ αἰσθητῷ ἤ τῳ ἀναισθήτῳ εἴδει· ἐπὶ δὲ τοῦ <20νοῦ>20 7003 1.48.5.30 : οὐ τοῦτον τὸν τρόπον ἡ κατάληψις, ἀλλὰ συννεύοντος 7004 1.48.5.31 : εἰς ἑαυτὸν καὶ ἑαυτὸν θεωροῦντος. Παρεξελθὼν γὰρ τοῦ 7005 1.48.5.32 : θεάσασθαι τὰς ἑαυτοῦ ἐνεργείας καὶ ὄμμα εἶναι τῶν 7006 1.48.5.33 : αὑτοῦ ἐνεργειῶν 〈ἐνεργ〉ουσῶν τὸ ὅραμα, οὐδὲν ἂν νοήσειεν. 7007 1.48.5.34 : Ὡς μὲν οὖν ἦν [ἡ] αἴσθησίς τε καὶ τὸ αἰσθητόν, οὕτως 7008 1.48.5.35 : ἔστι νοῦς τε καὶ τὸ νοητόν. Θεωρεῖ δὲ ἣ μὲν ἐκτεινομένη 7009 1.48.5.36 : εἰς τὸ ἔξω, εὑρίσκουσα τὸ αἰσθητὸν 〈ἐν〉 τῇ ὕλῃ κείμε– 7010 1.48.5.37 : νον· ὁ δὲ νοῦς εἰς αὑτὸν συναγόμενος, οὐδαμῇ ἔξω ἐκτει– 7011 1.48.5.38 : νόμενος, ὅπερ καὶ ἐδόκει τισὶν 〈οὐδ´〉 ὀνόματος διαφορᾶς 7012 1.48.5.39 : προστεθείσης τῇ τοῦ νοῦ ὑποστάσει καὶ 〈τῇ〉 τῆς φαντα– 7013 1.48.5.40 : σίας. Ἡ γὰρ ἐν λογικῷ ζῴῳ φαντασία ἐδέδοκτο αὐτοῖς νό– 7014 1.48.5.41 : ησις· ἀλλ´ [εἰ] ἐκείνοις μὲν πάντα ἀπαρτήσασιν ἀπὸ τῆς 7015 1.48.5.42 : ὕλης καὶ τῆς σωματικῆς φύσεως ἀκόλουθον ἦν καὶ τὸν νοῦν 7016 1.48.5.43 : τούτων ἀπαρτᾶν· ὁ δ´ ἡμέτερος 〈νοῦς〉 ἀσωμάτων καὶ 7017 1.48.5.44 : ἑτέρων θεωρὸς οὐσιῶν ποῦ τοίνυν κειμένας καταλήψεται 7018 1.48.5.45 : αὐτάς; ἔξω δὲ ὄντων ὕλης οὐδαμοῦ ἂν εἴη ταῦτα. Δῆλον 7019 1.48.5.46 : 〈οὖν〉 ὡς νοερὰ καὶ νοήσει συναχθήσεται. Καὶ τοίνυν εἰ 7020 1.48.5.47 : νοερὰ 〈χωρεῖ〉 εἰς τὸν νοῦν, [καὶ τὸ νοητὸν] καὶ ἑαυτὸν 7021 1.48.5.48 : θεωρήσει νοῶν τὰ νοητά· καὶ χωρῶν εἰς ἑαυτόν, νοεῖ 7022 1.48.5.49 : διὰ τὸ εἰς ἐκεῖνα χωρεῖν. Εἰ δὲ πολλὰ [καὶ] τὰ νοητά, 7023 1.48.5.50 : (πολλὰ γὰρ ὁ νοῦς νοεῖ καὶ οὐχ ἕν), πολλὰ ἂν εἴη [καὶ] 7024 1.48.5.51 : ἐξ ἀνάγκης καὶ αὐτός. Κεῖται δὲ πρὸ τῶν πολλῶν τὸ 7025 1.48.5.52 : ἕν, ὥστε ἀνάγκη πρὸ τοῦ νοῦ εἶναι τὸ ἕν. 7026 1.48.6.1 : <20Ἀρχύτου ἐκ τοῦ Περὶ νόω καὶ αἰσθάσιος>20 7027 1.48.6.2 : (fr. phil. Gr. I p. 565 Mullach.). 7028 1.48.6.3 : Αἴσθασις μὲν ἐν σώματι γίνεται, νόος δ´ ἐν ψυχᾷ. 7029 1.48.6.4 : Τὸ μὲν γὰρ ἀρχὰ τῶν αἰσθατῶν ὑπάρχει, τὸ δὲ τῶν νοα– 7030 1.48.6.5 : τῶν. Πλάθεος μὲν γὰρ μέτρον ἀριθμός, μάκεος δὲ ποῦς, 7031 1.48.6.6 : ῥοπᾶς δὲ καὶ σταθμῶ ζυγόν, ὀρθότατος δὲ καὶ εὐθύτατος 7032 1.48.6.7 : κανὼν καὶ στάθμα ὀρθὰ γωνία· οὕτως δὲ καὶ τῶν μὲν αἰσθα– 7033 1.48.6.8 : τῶν αἴσθασις [μέτρον], τῶν δὲ νοατῶν νόος ἀρχὰ καὶ μέτρον 7034 1.48.6.9 : ἐντί. Καὶ ὁ μὲν νόος ἀρχὰ νοατῶν τε 〈καὶ〉 φύσι πράτων· 7035 1.48.6.10 : ἁ δὲ αἴσθασις 〈δευτέρων τε φύσι καὶ τῶν παρ´〉 ἁμῖν· ὃ 7036 1.48.6.11 : μὲν γάρ ἐντι ἀρχὰ τᾷ ψυχᾷ, ἃ δὲ τῷ σώματι. Καὶ ὁ μὲν 7037 1.48.6.12 : νόος τῶν τιμιαιτάτων ἐντὶ κριτάς, ἁ δ´ αἴσθασις τῶν 7038 1.48.6.13 : χρησιμωτάτων. Ἁ μὲν γὰρ αἴσθασις τῶ σώματος ἕνεκε 7039 1.48.6.14 : συνέστακε καὶ τᾶς εἰς τοῦτο λειτουργίας· ὁ δὲ νόος 〈τᾶς 7040 1.48.6.15 : ψυχᾶς ἕνεκε〉 καὶ τᾶς εἰς ταύταν πολυφραδμοσύνας. Καὶ 7041 1.48.6.16 : ὁ μὲν νόος ἐντὶ ἀρχὰ τᾶς ἐπιστάμας, ἁ δ´ αἴσθασις τᾶς 7042 1.48.6.17 : δόξας· ἃ μὲν γὰρ ἔχει τὰν ἐκ τῶν αἰσθατῶν ἐνέργειαν, ὃ 7043 1.48.6.18 : δὲ τὰν ἐκ τῶν νοατῶν. Τυγχάνοντι δὲ τὰ μὲν αἰσθατὰ 7044 1.48.6.19 : τῶν πραγμάτων κινάσιος μεταβλάσιός τε κοινανέοντα, τὰ 7045 1.48.6.20 : δὲ νοατὰ στάσιος καὶ αἰδιότατος. Παραπλασίως δὲ καὶ 7046 1.48.6.21 : ἁ αἴσθασις καὶ ὁ νόος ἔχοντι· ἁ μὲν γὰρ αἴσθασις τῶ 7047 1.48.6.22 : αἰσθατῶ, τὸ δ´ αἰσθατὸν καὶ κινέεται καὶ μεταβάλλει 7048 1.48.6.23 : καὶ οὐδέποκα ἐν ταὐτῷ ἀτρεμέει· διὸ καὶ μᾶλλον καὶ 7049 1.48.6.24 : ἧττον καὶ βέλτιον καὶ χεῖρον γίνεται ὁρῆν 〈τὸ αἰσθατόν〉· 7050 1.48.6.25 : ὁ δὲ νόος τῶ νοατῶ, τὸ δὲ νοατὸν ἀκίνατον ἐξ ὠσίας· 7051 1.48.6.26 : διὸ οὔτε μᾶλλον οὔτε ἧττον οὔτε βέλτιον οὔτε χεῖρον ἔντι 7052 1.48.6.27 : νοὲν τὸ νοατόν. 〈Καὶ〉 καθάπερ 〈ὁ〉 νόος τὸ πρᾶτον 7053 1.48.6.28 : βλέπει καὶ τὸ παράδειγμα, οὕτως ἁ αἴσθασις τὰν εἰκόνα 7054 1.48.6.29 : καὶ τὸ δεύτερον· ὁ μὲν γὰρ νόος οὐρανὸν ἁπλῶς 〈ἢ τέχναν〉, 7055 1.48.6.30 : ἁ δ´ αἴσθασις ἁπλῶς τὰν τῶ ἁλίω σφαῖραν ἢ τὰς χει– 7056 1.48.6.31 : ροτεχνατῶν. Ἔτι 〈ὁ〉 μὲν νόος ἀμερὴς καὶ ἀδιαίρετος, 7057 1.48.6.32 : καθάπερ μονὰς καὶ στιγμά, παραπλασίως δὲ καὶ τὸ νοα– 7058 1.48.6.33 : τόν (τὸ γὰρ εἶδος οὔτε πέρας σώματός ἐντι οὔτε ὅρος, 7059 1.48.6.34 : ἀλλὰ μόνον τύπωσις τῶ ἐόντος, ᾇ ἐόν ἐντι), ἁ δ´ αἴσθασις 7060 1.48.6.35 : μεριστὰ καὶ διαιρετά. Τῶν γὰρ ἐόντων ἐντὶ τὰ μὲν 7061 1.48.6.36 : αἰσθατά, τὰ δὲ δοξαστά, τὰ δ´ ἐπιστατά, τὰ δὲ νοατά. 7062 1.48.6.37 : Καὶ τὰ μὲν σώματα, ὧν ἔντι τις ἀντιτυπία, αἰσθατά· 7063 1.48.6.38 : δοξαστὰ δὲ τὰ μετέχοντα τῶν εἰδέων ὡς αἱ εἰκόνες, οἷον 7064 1.48.6.39 : ὁ τὶς ἄνθρωπος τῶ ἀνθρώπω καὶ τὸ 〈τὶ〉 τρίγωνον τῶ 7065 1.48.6.40 : τριγώνω· ἐπιστατὰ δὲ τὰ τοῖς εἴδεσι συμβεβακότα ἐξ 7066 1.48.6.41 : ἀνάγκας, ὡς ἐν γαμετρίᾳ τὰ τοῖς σχήμασι· νοατὰ δὲ 7067 1.48.6.42 : αὐτὰ τὰ εἴδεα καὶ αἱ ἀρχαὶ τῶν ἐπιστατῶν· οἷον αὐτὸ 7068 1.48.6.43 : κύκλος καὶ τρίγωνον καὶ σφαῖρα. Τυγχάνοντι δὲ καὶ ἐν 7069 1.48.6.44 : ἁμῖν αὐτοῖς κατὰ ψυχὰν γνώσιες τέτταρες· νόος, ἐπιστάμα, 7070 1.48.6.45 : δόξα, αἴσθασις· ὧν αἱ μὲν δύο τῶ λόγω ἀρχαί ἐντι, οἷον 7071 1.48.6.46 : νόος καὶ αἴσθασις, τὰ δὲ δύο τέλεα, οἷον ἐπιστάμα καὶ 7072 1.48.6.47 : δόξα. Τὸ δ´ ὅμοιον ἀεὶ τῶ ὁμοίω γνωστικόν. Φανερὸν 7073 1.48.6.48 : 〈ὦν〉 ὅτι ὁ μὲν νόος ἐν ἁμῖν τῶν νοατῶν γνωστικός, ἁ 7074 1.48.6.49 : δὲ ἐπιστάμα τῶν ἐπιστατῶν, 〈ἁ δὲ δόξα τῶν δοξαστῶν,〉 7075 1.48.6.50 : ἁ δὲ αἴσθασις τῶν αἰσθατῶν. 7076 1.48.7.1 : 〈<21Aetii>21 (IV 5, 11. 12 p. 392, 1 Diels.).〉 7077 1.48.7.2 : <20Πυθαγόρας, Ἀναξαγόρας, Πλάτων, Ξενο– 7078 1.48.7.3 : κράτης, Κλεάνθης>20 θύραθεν εἰσκρίνεσθαι τὸν νοῦν. 7079 1.48.7.4 : <20Παρμενίδης>20 καὶ <20Ἐμπεδοκλῆς>20 καὶ <20Δημόκρι– 7080 1.48.7.5 : τος>20 ταὐτὸν νοῦν καὶ ψυχήν, καθ´ οὓς οὐδὲν ἂν εἴη ζῷον 7081 1.48.7.6 : ἄλογον κυρίως. 7082 1.48.8.1 : <20Ἰαμβλίχου ἐκ τοῦ Περὶ ψυχῆς.>20 7083 1.48.8.2 : Πάλιν τοίνυν περὶ τοῦ νοῦ καὶ πασῶν τῶν κρειττό– 7084 1.48.8.3 : νων δυνάμεων τῆς ψυχῆς οἱ μὲν <20Στωικοὶ>20 λέγουσι μὴ 7085 1.48.8.4 : εὐθὺς ἐμφύεσθαι τὸν λόγον, ὕστερον δὲ συναθροίζεσθαι 7086 1.48.8.5 : ἀπὸ τῶν αἰσθήσεων καὶ φαντασιῶν περὶ δεκατέσσαρα ἔτη. 7087 1.48.8.6 : Οἱ δ´ ἀπὸ <20Πλάτωνος>20 καὶ <20Πυθαγόρου>20 παρεῖναι 7088 1.48.8.7 : μὲν καὶ ἐν τοῖς ἀρτιγενέσι τὸν λόγον φασίν, ἐπισκοτεῖσθαί 7089 1.48.8.8 : γε μὴν [ἐν] τοῖς ἔξωθεν καὶ μὴ ἐνεργεῖν τὴν οἰκείαν ἐνέρ– 7090 1.48.8.9 : γειαν, ἀλλ´ ἡσυχάζειν. 7091 1.48.8.10 : Ἤδη τοίνυν [περὶ τοῦ νοῦ] πολλοὶ μὲν <20Περιπατη– 7092 1.48.8.11 : τικοὶ>20 τὸν ἐκ σπέρματος καὶ [τὸν] ἀπὸ τῆς φύσεως ἄλλον 7093 1.48.8.12 : νοῦν ὑποθέμενοι, ὡς αὐτίκα μάλα ἀποβλαστάνοντα ´πὸ 7094 1.48.8.13 : τῆς πρώτης γενέσεως, καὶ χωριστὸν καὶ θύραθεν ἐπι– 7095 1.48.8.14 : καλούμενον ἕτερον παραγίγνεσθαι λέγουσιν ὀψιαίτατα, 7096 1.48.8.15 : ἐπειδὰν τελειωθῇ μὲν ὁ κατὰ δύναμιν νοῦς, ἐπιτηδείως 7097 1.48.8.16 : δὲ μετέχῃ τῆς κατ´ ἐνέργειαν νοήσεως. 7098 1.48.8.17 : Πολλοὶ δὲ αὐτῶν τῶν <20Πλατωνικῶν>20 καὶ τὸν νοῦν 7099 1.48.8.18 : τῇ ψυχῇ ἅμα τῇ πρώτῃ εἰσόδῳ αὐτῆς εἰς τὸ σῶμα συν– 7100 1.48.8.19 : εισάγουσιν, οὐδὲ εἶναι ὅλως ἑτέραν μὲν αὐτήν, ἕτερον δὲ 7101 1.48.8.20 : αὐτῆς τὸν νοῦν. 7102 1.49.t.1 : {1Περὶ ψυχῆς.}1 7103 1.49.1a.1 : 〈<21Aetii>21 (IV 2, 1. 3. 4. 2. 7. 8. 6 p. 386, 2 Diels.).〉 7104 1.49.1a.2 : <20Θαλῆς>20 ἀπεφήνατο πρῶτος τὴν ψυχὴν ἀεικίνητον ἢ 7105 1.49.1a.3 : αὐτοκίνητον. 7106 1.49.1a.4 : <20Πυθαγόρας>20 ἀριθμὸν αὑτὸν κινοῦντα, τὸν δὲ ἀριθ– 7107 1.49.1a.5 : μὸν ἀντὶ τοῦ νοῦ παραλαμβάνει. 7108 1.49.1a.6 : Ὁμοίως δὲ καὶ <20Ξενοκράτης.>20 7109 1.49.1a.7 : <20Ἀλκμαίων>20 φύσιν αὐτοκίνητον κατὰ ἀίδιον κίνησιν 7110 1.49.1a.8 : καὶ διὰ τοῦτο ἀθάνατον αὐτὴν καὶ προσεμφερῆ τοῖς θεί– 7111 1.49.1a.9 : οις ὑπολαμβάνει. 7112 1.49.1a.10 : <20Δικαίαρχος>20 ἁρμονίαν τῶν τεττάρων στοιχείων. 7113 1.49.1a.11 : <20Ἀσκληπιάδης>20 ὁ ἰατρὸς συγγυμνασίαν τῶν αἰσθή– 7114 1.49.1a.12 : σεων. 7115 1.49.1a.13 : <20Ἀριστοτέλης>20 ἐνδελέχειαν πρώτην σώματος φυ– 7116 1.49.1a.14 : σικοῦ, ὀργανικοῦ, δυνάμει ζωὴν ἔχοντος· τὴν δ´ ἐντελέ– 7117 1.49.1a.15 : χειαν ἀκουστέον ἀντὶ τοῦ εἴδους καὶ τῆς ἐνεργείας. 7118 1.49.2.1 : 〈<21Aetii>21 (IV 3, 2–11 p. 387, 10 Diels.).〉 7119 1.49.2.2 : <20Ἀναξιμένης, Ἀναξαγόρας, Ἀρχέλαος [Διο– 7120 1.49.2.3 : γένης>20] ἀερώδη. 7121 1.49.2.4 : <20Οἱ Στωικοὶ>20 πνεῦμα νοερόν, θερμόν. 7122 1.49.2.5 : <20Παρμενίδης>20 δὲ καὶ <20Ἵππασος>20 πυρώδη. 7123 1.49.2.6 : <20Δημόκριτος>20 πυρῶδες σύγκριμα ἐκ τῶν λόγῳ θεω– 7124 1.49.2.7 : ρητῶν, σφαιρικὰς μὲν ἐχόντων τὰς ἰδέας, πυρίνην δὲ τὴν 7125 1.49.2.8 : δύναμιν, ὅπερ σῶμα εἶναι. 7126 1.49.2.9 : <20Ἡρακλείδης>20 φωτοειδῆ τὴν ψυχὴν ὡρίσατο. 7127 1.49.2.10 : <20Λεύκιππος>20 ἐκ πυρὸς εἶναι τὴν ψυχήν. 7128 1.49.2.11 : <20Διογένης>20 ὁ Ἀπολλωνιάτης ἐξ ἀέρος τὴν ψυχήν. 7129 1.49.2.12 : <20Ἵππων>20 ἐξ ὕδατος τὴν ψυχήν. 7130 1.49.2.13 : <20Ξέναρχος>20 ὁ Περιπατητικὸς καί τινες ἕτεροι τῆς 7131 1.49.2.14 : αὐτῆς αἱρέσεως τὴν κατὰ τὸ εἶδος τελειότητα καὶ ἐντελέ– 7132 1.49.2.15 : χειαν, καθ´ ἑαυτὴν οὖσαν ἅμα καὶ μετὰ τοῦ σώματος 7133 1.49.2.16 : συντεταγμένην. 7134 1.49.2.17 : <20Ἐπίκουρος>20 κρᾶμα ἐκ τεττάρων, ἐκ ποιοῦ πυρώδους, 7135 1.49.2.18 : ἐκ ποιοῦ ἀερώδους, ἐκ ποιοῦ πνευματικοῦ, ἐκ τετάρτου 7136 1.49.2.19 : τινὸς ἀκατονομάστου, τοῦτο δ´ ἦν αὐτῷ τὸ αἰσθητικόν· 7137 1.49.2.20 : ὧν τὸ μὲν πνεῦμα κίνησιν, τὸν δὲ ἀέρα ἠρεμίαν, τὸ δὲ 7138 1.49.2.21 : θερμὸν τὴν φαινομένην θερμότητα τοῦ σώματος, τὸ δ´ 7139 1.49.2.22 : ἀκατονόμαστον τὴν ἐν ἡμῖν ἐμποιεῖν αἴσθησιν, ἐν οὐδενὶ 7140 1.49.2.23 : γὰρ τῶν ὀνομαζομένων στοιχείων εἶναι αἴσθησιν. 7141 1.49.3.1 : <20Ἑρμοῦ>20 (p. 41b Patrit.). 7142 1.49.3.2 : Ψυχὴ τοίνυν ἐστὶν οὐσία ἀίδιος νοητική, νόημα ἔχουσα 7143 1.49.3.3 : τὸν ἑαυτῆς λόγον. 7144 1.49.2.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδρου>20 (p. 247C). 7145 1.49.2.2 : Ἡ γὰρ ἀχρώματός τε καὶ ἀσχημάτιστος καὶ ἀναφὴς 7146 1.49.2.3 : οὐσία ὄντως 〈οὖσα〉 ψυχῆς. 7147 1.49.3.1 : <20Ἑρμοῦ>20 (p. 40b Patrit.). 7148 1.49.3.2 : Ἔστι τοίνυν ἡ ψυχὴ ἀσώματος οὐσία· εἰ γὰρ ἔχει 7149 1.49.3.3 : σῶμα, οὐκέτι ἔσται ἑαυτῆς σωστική. Πᾶν γὰρ σῶμα 7150 1.49.3.4 : δεῖται τοῦ εἶναι, δεῖται καὶ ζωῆς τῆς ἐν τάξει κειμένης. 7151 1.49.3.5 : Παντὶ γὰρ τῷ γένεσιν ἔχοντι καὶ μεταβολὴν δεῖ ἐπακο– 7152 1.49.3.6 : λουθεῖν. Τὸ γὰρ γινόμενον γίνεται ἐν μεγέθει, γινόμενον 7153 1.49.3.7 : 〈γὰρ〉 αὔξην ἔχει· παντὶ δὲ τῷ αὐξανομένῳ ἐπακολουθεῖ 7154 1.49.3.8 : μείωσις, μειώσει φθορά. Μετειληφὸς δὲ εἴδους ζωῆς ζῇ 7155 1.49.3.9 : καὶ κοινωνεῖ τοῦ εἶναι 〈διὰ〉 τὴν ψυχήν. Ἡ δὲ αἰτία 7156 1.49.3.10 : ἑτέρῳ τοῦ εἶναι αὐτὴ προτοῦ ὄν ἐστι. Τὸ δὲ εἶναι νῦν 7157 1.49.3.11 : λέγω τὸ ἐν λόγῳ γενέσθαι καὶ μετέχειν ζωῆς νοερᾶς· 7158 1.49.3.12 : παρέχει δὲ ἡ ψυχὴ ζωὴν νοεράν. Καλεῖται δὲ ζῷον μὲν 7159 1.49.3.13 : διὰ τὴν ζωήν, λογικὸν δὲ διὰ τὸ νοερόν, θνητὸν δὲ διὰ τὸ 7160 1.49.3.14 : σῶμα. Ψυχὴ ἄρα 〈οὐσία〉 ἀσώματος, ἀμετάπτωτον ἔχουσα 7161 1.49.3.15 : τὴν δύναμιν. Πῶς γὰρ οἷόν τέ ἐστι λέγειν ζῷον [νοερόν], μὴ 7162 1.49.3.16 : οὔσης οὐσίας τῆς καὶ παρεχούσης ζωήν; ἀλλὰ οὐδὲ λογι– 7163 1.49.3.17 : κὸν οἷόν τέ ἐστιν εἰπεῖν, μὴ οὔσης τῆς διανοητικῆς οὐσίας 7164 1.49.3.18 : τῆς καὶ παρεχούσης νοερὰν ζωήν. Ἐν πᾶσι δὲ οὐκ ἀφι– 7165 1.49.3.19 : κνεῖται τὸ νοερὸν διὰ τὴν τοῦ σώματος σύστασιν πρὸς 7166 1.49.3.20 : τὴν ἁρμονίαν. Ἐὰν γὰρ ὑπερέχῃ ἐν τῇ συστάσει τὸ θερμόν, 7167 1.49.3.21 : κοῦφος καὶ ἔνθερμος 〈ἄνθρωπος〉 γίνεται, ἐὰν δὲ τὸ ψυ– 7168 1.49.3.22 : χρόν, βαρὺς καὶ νωχελὴς γίνεται· φύσις γὰρ ἁρμόζει τὴν 7169 1.49.3.23 : τοῦ σώματος σύστασιν πρὸς τὴν ἁρμονίαν. Εἴδη δὲ τῆς 7170 1.49.3.24 : ἁρμονίας τρία· τὸ κατὰ τὸ θερμὸν καὶ τὸ κατὰ 〈τὸ〉 ψυχρὸν 7171 1.49.3.25 : καὶ τὸ κατὰ τὸ μέσον. Ἁρμόζει δὲ κατὰ τὸν ἐπικρατή– 7172 1.49.3.26 : σαντα ἀστέρα τῆς συγκράσεως τῶν ἀστέρων. Παραλαβοῦσα 7173 1.49.3.27 : δὲ ψυχὴ 〈σῶμα〉 καθὼς εἵμαρται, τούτῳ παρέχει ζωὴν τῷ 7174 1.49.3.28 : τῆς φύσεως ἔργῳ. Ἡ φύσις τοίνυν ὁμοιοῖ τὴν ἁρμονίαν 7175 1.49.3.29 : τοῦ σώματος τῇ τῶν ἀστέρων συγκράσει καὶ ἑνοῖ τὰ πο– 7176 1.49.3.30 : λυμιγῆ πρὸς τὴν τῶν ἀστέρων ἁρμονίαν, ὥστε ἔχειν πρὸς 7177 1.49.3.31 : ἄλληλα συμπάθειαν. Τέλος γὰρ τῆς τῶν ἀστέρων ἁρμο– 7178 1.49.3.32 : νίας τὸ γεννᾶν συμπάθειαν καθ´ εἱμαρμένην αὐτῶν. 7179 1.49.4.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (p. 41 Patrit.). 7180 1.49.4.2 : Ψυχὴ τοίνυν ἐστίν, ὦ Ἄμμων, οὐσία αὐτοτελής, ἐν 7181 1.49.4.3 : ἀρχῇ ἑλομένη βίον τὸν καθ´ εἱμαρμένην καὶ ἐπεσπάσατο 7182 1.49.4.4 : ἑαυτῇ λόγον ὅμοιον τῇ ὕλῃ ἔχοντα θυμὸν καὶ ἐπιθυμίαν. 7183 1.49.4.5 : Καὶ ὁ μὲν θυμὸς ὑπερέχει ὕλην· οὗτος, ἐὰν ἕξιν ποιήσῃ 7184 1.49.4.6 : πρὸς τὸ τῆς ψυχῆς νόημα, γίνεται ἀνδρεία καὶ οὐ παρά– 7185 1.49.4.7 : γεται ὑπὸ δειλίας. Ἡ δὲ ἐπιθυμία ὑπερέχεται· αὕτη 7186 1.49.4.8 : ἐὰν ἕξιν ποιήσῃ πρὸς τὸν τῆς ψυχῆς λογισμόν, γίνεται 7187 1.49.4.9 : σωφροσύνη καὶ οὐ κινεῖται ὑπὸ ἡδονῆς· ἀναπληροῖ γὰρ 7188 1.49.4.10 : ὁ λογισμὸς τὸ ἐνδέον τῆς ἐπιθυμίας. Ὅταν δὲ ἀμφότερα 7189 1.49.4.11 : ὁμονοήσῃ καὶ ἴσην ἕξιν ποιήσῃ καὶ ἔχηται ἀμφότερα τοῦ 7190 1.49.4.12 : τῆς ψυχῆς λογισμοῦ, γίνεται δικαιοσύνη· ἡ γὰρ ἴση ἕξις 7191 1.49.4.13 : αὐτῶν ἀφαιρεῖ μὲν τὴν ὑπερβολὴν τοῦ θυμοῦ, ἐπανισοῖ 7192 1.49.4.14 : δὲ τὸ ἐνδέον τῆς ἐπιθυμίας. Ἀρχὴ δὲ τούτων ἡ διανοη– 7193 1.49.4.15 : τικὴ οὐσία, καθ´ αὑτὴν αὐτὴ οὖσα, ἐν τῷ αὑτῆς περι– 7194 1.49.4.16 : νοητικῷ λόγῳ κράτος ἔχουσα [τὸν ἑαυτῆς λόγον]. Ἄρχει 7195 1.49.4.17 : δὲ καὶ ἡγεμονεύει ἡ οὐσία ὥσπερ ἄρχων· ὁ δὲ λόγος 7196 1.49.4.18 : αὐτῆς ὥσπερ σύμβουλος. Ὁ περινοητικὸς λόγος τοίνυν 7197 1.49.4.19 : τῆς οὐσίας ἐστὶ γνῶσις τῶν λογισμῶν τῶν παρεχόντων 7198 1.49.4.20 : εἰκασμὸν λογισμοῦ τῷ ἀλόγῳ, ἀμυδρὸν μὲν ὡς πρὸς λό– 7199 1.49.4.21 : γον, λογισμὸν δὲ ὡς πρὸς τὸ ἄλογον, καθάπερ ἠχὼ πρὸς 7200 1.49.4.22 : φωνὴν καὶ τὸ τῆς σελήνης λαμπρὸν πρὸς ἥλιον. Ἥρ– 7201 1.49.4.23 : μοσται δὲ θυμὸς καὶ ἐπιθυμία πρός τινα λογισμὸν καὶ 7202 1.49.4.24 : ἀνθέλκει ἄλληλα καὶ ἐπισπᾶται 〈τὴν〉 ἐν ἑαυτοῖς ὑλικὴν 7203 1.49.4.25 : διάνοιαν. 7204 1.49.5.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (p. 41 Patrit.). 7205 1.49.5.2 : Ψυχὴ πᾶσα ἀθάνατος καὶ ἀεικίνητος. Ἔφημεν γὰρ 7206 1.49.5.3 : ἐν τοῖς γενικοῖς κινήσεις τὰς μὲν ὑπὸ τῶν ἐνεργειῶν, τὰς 7207 1.49.5.4 : δὲ ὑπὸ τῶν σωμάτων. Φαμὲν δὲ τὴν ψυχὴν ἐξ οὐσίας 7208 1.49.5.5 : τινὸς οὐχ ὕλης γεγενῆσθαι, ἀσώματον οὖσαν καὶ αὐτῆς 7209 1.49.5.6 : ἀσωμάτου οὔσης. Πᾶν γὰρ τὸ γενόμενον ἀνάγκη ἔκ τινος 7210 1.49.5.7 : γεγενῆσθαι. Ὅσων μὲν οὖν τῇ γενέσει φθορὰ ἐπακολουθεῖ, 7211 1.49.5.8 : τούτοις δύο κινήσεις παρακολουθεῖν ἀνάγκη, τήν τε 〈τῆς〉 7212 1.49.5.9 : ψυχῆς ὑφ´ ἧς κινεῖται καὶ τὴν τοῦ σώματος ὑφ´ ἧς αὔξε– 7213 1.49.5.10 : ται καὶ φθίνει, ἔτι δὲ καὶ ἀναλυθέντος ἀναλύεται. Ταύ– 7214 1.49.5.11 : την ὁρίζομαι τὴν κίνησιν τῶν φθαρτῶν σωμάτων. Ἡ δὲ 7215 1.49.5.12 : ψυχὴ ἀεικίνητος, ὅτι ἀεὶ ἐν αὑτῇ κινεῖται καὶ ἄλλοις 7216 1.49.5.13 : κίνησιν ἐνεργεῖ. Κατὰ τοῦτον οὖν τὸν λόγον ἐστὶ ψυχὴ 7217 1.49.5.14 : πᾶσα ἀθάνατος καὶ ἀεικίνητος, ἔχουσα κίνησιν τὴν αὑτῆς 7218 1.49.5.15 : ἐνέργειαν. Ἰδέαι δὲ ψυχῶν· <20θεία, ἀνθρωπίνη, ἄλο– 7219 1.49.5.16 : γος.>20 Ἡ μὲν οὖν <20θεία>20 τοῦ θείου σώματος 〈δι´〉 αὑτῆς 7220 1.49.5.17 : ἐνέργεια. Ἐν μὲν γὰρ αὑτῇ κινεῖται καὶ αὐτὸ κινεῖ. 7221 1.49.5.18 : Ἐπὰν γὰρ θνητῶν ζῴων ἀπαλλαγῇ, χωρισθεῖσα τῶν ἀλό– 7222 1.49.5.19 : γων ἑαυτῆς μερῶν, ἐξελθοῦσα εἰς τὸ θεῖον σῶμα ὡς 7223 1.49.5.20 : ἀεικίνητος ἐν ἑαυτῇ κινεῖται, συμπεριφερομένη τῷ παντί. 7224 1.49.5.21 : Ἡ δὲ <20ἀνθρωπίνη>20 ἔχει μὲν καί τι τοῦ θείου, συνῆπται 7225 1.49.5.22 : δὲ αὐτῇ καὶ τὰ ἄλογα, ἥ τε ἐπιθυμία καὶ ὁ θυμός. Καὶ 7226 1.49.5.23 : αὗται μὲν ἀθάνατοι, καθότι καὶ αὐταὶ ἐνέργειαι τυγχά– 7227 1.49.5.24 : νουσιν, [αἱ] ἐνέργειαι δὲ θνητῶν σωμάτων. Διὸ τοῦ μὲν 7228 1.49.5.25 : θείου μέρους τῆς ψυχῆς, οὔσης ἐν τῷ θείῳ σώματι, πόρρω 7229 1.49.5.26 : τυγχάνουσιν οὖσαι· ἐπειδὰν δὲ εἰσέλθῃ τοῦτο εἰς θνητὸν 7230 1.49.5.27 : σῶμα, κἀκεῖνα ἐπιφοιτᾷ καὶ τῇ παρουσίᾳ αὐτῶν γίνεται 7231 1.49.5.28 : ἀεὶ ψυχὴ ἀνθρωπίνη. Ἡ δὲ τῶν <20ἀλόγων>20 συνέστηκεν ἐκ 7232 1.49.5.29 : θυμοῦ τε καὶ ἐπιθυμίας. Διόπερ καὶ ἄλογα ἐκλήθη τὰ 7233 1.49.5.30 : ζῷα ταῦτα, στερήσει τοῦ λόγου τῆς ψυχῆς. Τετάρτην δὲ 7234 1.49.5.31 : νόει τὴν τῶν <20ἀψύχων,>20 ἥτις ἔξωθεν οὖσα τῶν σωμάτων 7235 1.49.5.32 : ἐνεργεῖ κινοῦσα. Αὕτη δ´ ἂν εἴη ἐν τῷ θείῳ σώματι 7236 1.49.5.33 : κινουμένη καὶ ὥσπερ κατὰ πάροδον ταῦτα κινοῦσα. 7237 1.49.6.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (p. 41b Patrit.). 7238 1.49.6.2 : Ψυχὴ τοίνυν ἐστὶν ἀίδιος νοητικὴ οὐσία, νόημα ἔχουσα 7239 1.49.6.3 : τὸν ἑαυτῆς λόγον, συννοοῦσα δὲ διάνοιαν τῆς ἁρμονίας 7240 1.49.6.4 : ἐπισπᾶται. Ἀπαλλαγεῖσα δὲ τοῦ φυσικοῦ σώματος, αὐτὴ 7241 1.49.6.5 : καθ´ αὑτὴν μένει, αὐτὴ ἑαυτῆς οὖσα ἐν τῷ νοητῷ κόσμῳ. 7242 1.49.6.6 : Ἄρχει δὲ τοῦ ἑαυτῆς λόγου, φέρουσα ὁμοίαν κίνησιν [ἐν] 7243 1.49.6.7 : τῷ ἑαυτῆς νοήματι ὀνόματι ζωὴν τῷ εἰς ζωὴν ἐρχομένῳ. 7244 1.49.6.8 : Τοῦτο γὰρ ἴδιον ψυχῆς, τὸ παρέχειν ἑτέροις ὅμοιον τῇ 7245 1.49.6.9 : ἰδιότητι αὐτῆς. Δύο τοίνυν εἰσὶ ζωαὶ καὶ δύο κινήσεις. 7246 1.49.6.10 : Μία μὲν ἡ κατ´ οὐσίαν, ἑτέρα δὲ ἡ κατὰ φύσιν σώματος. 7247 1.49.6.11 : Καὶ ἣ μὲν γενικωτέρα, 〈ἣ δὲ μερικωτέρα〉. Καὶ ἡ κατ´ 7248 1.49.6.12 : οὐσίαν ἐστὶν αὐτεξούσιος· ἣ δὲ ἀναγκαστική· πᾶν γὰρ τὸ 7249 1.49.6.13 : κινούμενον τῇ τοῦ κινοῦντος ἀνάγκῃ ὑποτέτακται. Ἡ δὲ 7250 1.49.6.14 : κινοῦσα κίνησις τῷ τῆς νοητικῆς οὐσίας ἔρωτι ᾠκείωται. 7251 1.49.6.15 : Εἴη γὰρ ἂν ψυχὴ ἀσώματος ἀμέτοχος οὐσία τοῦ φυσικοῦ 7252 1.49.6.16 : σώματος. Εἰ γὰρ ἔχει σῶμα, οὔτε λόγον ἔχει οὔτε νόησιν. 7253 1.49.6.17 : Πᾶν γὰρ σῶμα ἀνόητον· μεταλαβὸν δὲ οὐσίας τὸ εἶναι 7254 1.49.6.18 : ζῷον ἔμπνουν ἔσχε. Καὶ τὸ μὲν πνεῦμα τοῦ σώματος, 7255 1.49.6.19 : ὁ δὲ λόγος τῆς οὐσίας τοῦ καλοῦ θεωρητικός ἐστι. Τὸ 7256 1.49.6.20 : δὲ αἰσθητικὸν πνεῦμα τῶν φαινομένων κριτικόν ἐστι. 7257 1.49.6.21 : Διῄρηται δὲ εἰς τὰς ὀργανικὰς αἰσθήσεις καὶ ἔστι τι μέ– 7258 1.49.6.22 : ρος αὐτοῦ πνευματικὴ ὅρασις καὶ πνεῦμα ἀκουστικὸν καὶ 7259 1.49.6.23 : ὀσφρητικὸν καὶ γευστικὸν καὶ ἁπτικόν. Τοῦτο τὸ πνεῦμα 7260 1.49.6.24 : ἀνάλογον γενόμενον διανοίας κρίνει τὸ αἰσθητικόν, εἰ δὲ 7261 1.49.6.25 : μή, φαντάζεται μόνον. Τοῦ γὰρ σώματός ἐστι καὶ δεκτι– 7262 1.49.6.26 : κὸν πάντων. Ὁ δὲ λόγος τῆς οὐσίας ἐστὶ τὸ φρονοῦν. 7263 1.49.6.27 : Συνυπάρχει δὲ τῷ λόγῳ ἡ τῶν τιμίων γνῶσις, τῷ δὲ 7264 1.49.6.28 : πνεύματι ἡ δόξα. Τὸ μὲν γὰρ ἀπὸ τοῦ περιέχοντος κό– 7265 1.49.6.29 : σμου τὴν ἐνέργειαν ἔχει, ἣ δὲ ἀφ´ ἑαυτῆς. 7266 1.49.6.30 : 〈<20Περὶ μερῶν τῆς ψυχῆς.>20〉 7267 1.49.7a.1 : 〈<21Aetii>21 (IV 4 p. 389 sq. Diels.).〉 7268 1.49.7a.2 : .............. 7269 1.49.7a.3 : Ἀπολλοφάνης 〈ἐξ ἐννέα μερῶν φησι τὴν ψυχὴν συν– 7270 1.49.7a.4 : εστάναι〉. 7271 1.49.7a.5 : <20Περὶ κινήσεως καὶ ἀφθαρσίας ψυχῆς.>20 7272 1.49.8.1 : 〈<21Aetii>21 (IV 6, 2 p. 392, 11 Diels.).〉 7273 1.49.8.2 : <20Ἀριστοτέλης>20 ἀκίνητον τὴν ψυχήν, πάσης κινήσεως 7274 1.49.8.3 : προηγουμένην, τῆς δὲ κατὰ συμβεβηκὸς μετέχειν, καθάπερ 7275 1.49.8.4 : τὰ σχήματα καὶ τὰ πέρατα καὶ καθάπαξ τὰ παρὰ τοῖς 7276 1.49.8.5 : σώμασιν εἴδη. 7277 1.49.9.1 : 〈<21Aetii>21 (IV 6, 1 p. 392, 9 Diels.) et <21Platonis.>21〉 7278 1.49.9.2 : <20Πλάτων>20 ἄφθαρτον καὶ ἀεικίνητον. 7279 1.49.9.3 : Λέγει γοῦν ἐν Φαίδωνι (p. 69E–70B)· 7280 1.49.9.4 : Εἰπόντος δὴ τοῦ Σωκράτους ταῦτα ὑπολαβὼν ὁ Κέ– 7281 1.49.9.5 : βης ἔφη· Ὦ Σώκρατες, τὰ μὲν ἄλλα ἔμοιγε δοκεῖ λέγεσθαι 7282 1.49.9.6 : καλῶς, τὰ δὲ περὶ τῆς ψυχῆς πολλὴν ἀπιστίαν παρέχει 7283 1.49.9.7 : τοῖς ἀνθρώποις, μὴ ἐπειδὰν ἀπαλλαγῇ τοῦ σώματος οὐδα– 7284 1.49.9.8 : μοῦ ἔτι 〈ᾖ〉, ἀλλ´ ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ διαφθείρηταί τε καὶ ἀπολ– 7285 1.49.9.9 : λύηται, ᾗ ἂν ὁ ἄνθρωπος ἀποθάνῃ, εὐθὺς ἀπαλλαττομένη 7286 1.49.9.10 : τοῦ σώματος καὶ ἐκβαίνουσα ὥσπερ πνεῦμα ἢ καπνὸς 7287 1.49.9.11 : διασκεδασθεῖσα οἴχηται διαπτομένη καὶ οὐδὲν ἔτι οὐδαμοῦ 7288 1.49.9.12 : ᾖ. Ἐπεὶ εἴπερ εἴη που αὐτὴ καθ´ αὑτὴν συνηθροισμένη 7289 1.49.9.13 : καὶ ἀπηλλαγμένη τούτων τῶν κακῶν 〈ὧν〉 νῦν σὺ διῆλθες, 7290 1.49.9.14 : πολλὴ ἂν εἴη ἐλπὶς καὶ καλή, ὦ Σώκρατες, ὡς ἀληθῆ 7291 1.49.9.15 : ἐστιν ἃ σὺ λέγεις· ἀλλὰ τοῦτο δὴ ἴσως οὐκ ὀλίγης παρα– 7292 1.49.9.16 : μυθίας δεῖται καὶ πίστεως, ὡς ἔστι τε ἡ ψυχὴ ἀποθα– 7293 1.49.9.17 : νόντος τοῦ ἀνθρώπου καί τινα δύναμιν ἔχει καὶ φρόνησιν. 7294 1.49.9.18 : —Ἀληθῆ, ἔφη, λέγεις, ὁ Σωκράτης, ὦ Κέβης· ἀλλὰ τί δὴ 7295 1.49.9.19 : ποιῶμεν; ἢ περὶ αὐτῶν τούτων βούλει διαμυθολογῶμεν, 7296 1.49.9.20 : εἴτε εἰκὸς οὕτως ἔχειν εἴτε μή; —Ἐγὼ γοῦν, ἔφη ὁ Κέ– 7297 1.49.9.21 : βης, ἡδέως ἂν ἀκούσαιμ´ ἥντινα δόξαν ἔχεις περὶ αὐτῶν. 7298 1.49.8.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 70C–71A; 71C–72A). 7299 1.49.8.2 : Παλαιὸς μὲν οὖν ἔστι τις λόγος οὗτος, οὗ μεμνή– 7300 1.49.8.3 : μεθα, ὡς εἰσὶν ἐνθένδε ἀφικόμεναι ἐκεῖ, καὶ πάλιν γε 7301 1.49.8.4 : δεῦρο ἀφικνοῦνται καὶ γίγνονται ἐκ τῶν τεθνεώτων· καὶ 7302 1.49.8.5 : εἰ τοῦθ´ οὕτως ἔχει, πάλιν γίγνεσθαι ἐκ τῶν ἀποθανόντων 7303 1.49.8.6 : τοὺς ζῶντας, ἄλλο τι ἢ εἶεν ἂν ἡμῶν αἱ ψυχαὶ ἐκεῖ; Οὐ 7304 1.49.8.7 : γὰρ ἄν που πάλιν ἐγίγνοντο μὴ οὖσαι· καὶ τοῦτο ἱκανὸν 7305 1.49.8.8 : τεκμήριον τοῦ ταῦτ´ εἶναι, εἰ τῷ ὄντι φανερὸν γένοιτο, 7306 1.49.8.9 : ὅτι οὐδαμόθεν ἄλλοθεν γίγνονται οἱ ζῶντες ἢ ἐκ τῶν 7307 1.49.8.10 : τεθνεώτων· εἰ δὲ μὴ ἔστι τοῦτο, ἄλλου ἄν του δέοι 7308 1.49.8.11 : λόγου. {—}Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη ὁ Κέβης. {—}Μὴ τοίνυν 7309 1.49.8.12 : κατ´ ἀνθρώπων, ἦ δ´ ὅς, σκόπει μόνον τοῦτο, εἰ βούλει 7310 1.49.8.13 : ῥᾷον μαθεῖν, ἀλλὰ καὶ κατὰ ζῴων πάντων καὶ φυτῶν καὶ 7311 1.49.8.14 : ξυλλήβδην ὅσαπερ ἔχει γένεσιν περὶ πάντων ἴδωμεν, ἆρα 7312 1.49.8.15 : οὑτωσὶ γίγνεται ἅπαντα οὐκ ἄλλοθεν ἢ ἐκ τῶν ἐναντίων 7313 1.49.8.16 : τὰ ἐναντία, ὅσοις τυγχάνει ὂν τοιοῦτόν τι, οἷον τὸ καλὸν 7314 1.49.8.17 : τῷ αἰσχρῷ ἐναντίον που καὶ δίκαιον ἀδίκῳ, καὶ ἄλλα δὴ 7315 1.49.8.18 : μύρια οὕτως ἔχει. Τοῦτο οὖν σκεψώμεθα, ἆρα ἀναγκαῖον, 7316 1.49.8.19 : ὅσοις ἔστι τι ἐναντίον, μηδαμόθεν ἄλλοθεν αὐτὸ γίγνε– 7317 1.49.8.20 : σθαι ἢ ἐκ τοῦ αὐτῷ ἐναντίου. οἷον ὅταν μεῖζόν τι γίγνη– 7318 1.49.8.21 : ται, ἀνάγκη που ἐξ ἐλάττονος ὄντος πρότερον ἔπειτα 7319 1.49.8.22 : μεῖζον γίγνεσθαι; {—}Ναί. {—}Οὐκοῦν κἂν ἔλαττον γίγνηται 7320 1.49.8.23 : ἐκ μείζονος ὄντος πρότερον ὕστερον ἔλαττον γενήσεται; {—} 7321 1.49.8.24 : Ἔστιν, ἔφη, οὕτω. {—}Καὶ μὴν ἐξ ἰσχυροτέρου γε τὸ ἀσθε– 7322 1.49.8.25 : νέστερον καὶ ἐκ βραδυτέρου τὸ θᾶττον; {—}Πάνυ γε. {—} 7323 1.49.8.26 : Τί δέ; ἄν τι χεῖρον γίγνηται, οὐκ ἐξ ἀμείνονος, καὶ ἐὰν 7324 1.49.8.27 : δικαιότερον, οὐκ ἐξ ἀδικωτέρου; {—}Πῶς γὰρ οὔ; {—}Ἱκα– 7325 1.49.8.28 : νῶς οὖν, ἔφη, ἔχομεν τοῦτο, ὅτι πάντα οὕτω γίγνεται, ἐξ 7326 1.49.8.29 : ἐναντίων τὰ ἐναντία πράγματα; {—}Πάνυ γε. {—}......... 7327 1.49.8.30 : Τί οὖν; ἔφη, τῷ ζῆν ἔστι τι ἐναντίον, ὥσπερ τῷ ἐγρηγο– 7328 1.49.8.31 : ρέναι τὸ καθεύδειν; {—}Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη. {—}Τί; {—} 7329 1.49.8.32 : Τὸ τεθνάναι, ἔφη. {—}Οὐκοῦν ἐξ ἀλλήλων τε γίγνεται 7330 1.49.8.33 : ταῦτα, εἴπερ ἐναντία ἐστί, καὶ αἱ γενέσεις εἰσὶν αὐτοῖν 7331 1.49.8.34 : μεταξὺ δύο δυοῖν ὄντων; {—}Πῶς γὰρ οὔ; {—}Τὴν μὲν 7332 1.49.8.35 : τοίνυν ἑτέραν συζυγίαν ὧν νῦν δὴ ἔλεγον ἐγώ σοι, ἔφη, 7333 1.49.8.36 : ἐρῶ, ὁ Σωκράτης, καὶ αὐτὴν καὶ τὰς γενέσεις· σὺ δέ μοι 7334 1.49.8.37 : τὴν ἑτέραν. Λέγω δὲ τὸ μὲν καθεύδειν, τὸ δὲ ἐγρηγορέναι, 7335 1.49.8.38 : καὶ ἐκ τοῦ καθεύδειν τὸ ἐγρηγορέναι γίγνεσθαι καὶ ἐκ τοῦ 7336 1.49.8.39 : ἐγρηγορέναι τὸ καθεύδειν καὶ τὰς γενέσεις αὐτῶν τὴν μὲν 7337 1.49.8.40 : καταδαρθάνειν εἶναι, τὴν δὲ ἀνεγείρεσθαι. Ἱκανῶς σοι 7338 1.49.8.41 : ἔφην ἢ οὔ; {—}Πάνυ μὲν οὖν. {—}Λέγε δὴ καὶ σύ μοι, 7339 1.49.8.42 : ἔφη, οὕτω περὶ ζωῆς καὶ θανάτου. Οὐκ ἐναντίον μὲν 7340 1.49.8.43 : φῂς τῷ ζῆν τὸ τεθνάναι εἶναι; {—}Ἔγωγε. {—}Γίγνεσθαι 7341 1.49.8.44 : δὲ ἐξ ἀλλήλων; {—}Ναί. {—}Ἐξ οὖν τοῦ ζῶντος τί τὸ 7342 1.49.8.45 : γιγνόμενον; {—}Τὸ τεθνηκός, ἔφη. {—}〈Τί δέ, ἦ δ´ ὅς, ἐκ 7343 1.49.8.46 : τοῦ τεθνεῶτος; {—}Ἀναγκαῖον, ἔφη, ὁμολογεῖν,〉 ὅτι τὸ ζῶν. 7344 1.49.8.47 : {—}Ἐκ τῶν τεθνεώτων ἄρα, ὦ Κέβης, τὰ ζῶντά τε καὶ 7345 1.49.8.48 : οἱ ζῶντες γίγνονται; {—}Φαίνεται, ἔφη. {—}Εἰσὶν ἄρα, ἔφη, 7346 1.49.8.49 : αἱ ψυχαὶ ἡμῶν ἐν Ἅιδου. {—}Ἔοικεν. {—}Οὐκοῦν καὶ τοῖν 7347 1.49.8.50 : γενεσέοιν τοῖν περὶ ταῦτα ἥ γ´ ἑτέρα σαφὴς οὖσα τυγχά– 7348 1.49.8.51 : νει; τὸ γὰρ ἀποθνῄσκειν σαφὲς δήπου, ἢ οὔ; {—}Πάνυ 7349 1.49.8.52 : μὲν οὖν ͵ἔφη. {—}Πῶς οὖν, ἦ δ´ ὅς, ποιήσομεν; 〈οὐκ ἀντα– 7350 1.49.8.53 : ποδώσομεν〉 τὴν ἐναντίαν γένεσιν, ἀλλὰ ταύτῃ χωλὴ ἔσται 7351 1.49.8.54 : ἡ φύσις; ἢ ἀνάγκη ἀποδοῦναι τῷ ἀποθνῄσκειν ἐναντίαν 7352 1.49.8.55 : γένεσιν; {—}Πάντως που, ἔφη. {—}Τίνα ταύτην; {—}Τὸ 7353 1.49.8.56 : ἀναβιώσκεσθαι. {—}Οὐκοῦν, ἦ δ´ ὅς, εἴπερ ἔστι τὸ ἀνα– 7354 1.49.8.57 : βιώσκεσθαι, ἐκ τῶν τεθνεώτων 〈ἂν εἴη γένεσις εἰς τοὺς 7355 1.49.8.58 : ζῶντας αὕτη, τὸ ἀναβιώσκεσθαι; {—}Πάνυ γε. {—}Ὁμολο– 7356 1.49.8.59 : γεῖται ἄρα ἡμῖν καὶ ταύτῃ τοὺς ζῶντας ἐκ τῶν τεθνεώτων〉 7357 1.49.8.60 : γεγονέναι οὐδὲν ἧττον ἢ τοὺς τεθνεῶτας ἐκ τῶν ζώντων· 7358 1.49.8.61 : τούτου δὲ ὄντος, ἱκανόν που ἐδόκει τεκμήριον εἶναι, ὅτι 7359 1.49.8.62 : ἀναγκαῖον τὰς τῶν τεθνεώτων ψυχὰς εἶναί που, ὅθεν δὴ 7360 1.49.8.63 : πάλιν γίγνεσθαι. {—}Δοκεῖ μοι, ἔφη, ὦ Σώκρατες, ἐκ τῶν 7361 1.49.8.64 : ὡμολογημένων ἀναγκαῖον οὕτως ἔχειν. 7362 1.49.9.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 78B–C; 79A–80D). 7363 1.49.9.2 : Ἆρ´ οὖν τῷ συντεθέντι τε καὶ συνθέτῳ ὄντι φύσει 7364 1.49.9.3 : προσήκει τοῦτο πάσχειν, διαιρεθῆναι ταύτῃ ᾗπερ συνε– 7365 1.49.9.4 : τέθη· εἰ δέ τι τυγχάνει ὂν ἀσύνθετον, τούτῳ μόνῳ προσ– 7366 1.49.9.5 : ήκει μὴ πάσχειν ταῦτα, εἴπερ τῳ ἄλλῳ; {—}Δοκεῖ μοι, 7367 1.49.9.6 : ἔφη, οὕτως ἔχειν, ὁ Κέβης. {—}Οὐκοῦν ἅπερ ἀεὶ κατὰ 7368 1.49.9.7 : ταὐτὰ καὶ ὡσαύτως ἔχει, ταῦτα μάλιστα εἰκὸς εἶναι τὰ 7369 1.49.9.8 : ἀσύνθετα, τὰ δὲ ἄλλοτ´ ἄλλως καὶ μηδέποτε κατὰ 〈ταὐτά〉, 7370 1.49.9.9 : ταῦτα 〈δὲ〉 σύνθετα; {—}Ἔμοιγε δοκεῖ οὕτως ....... 7371 1.49.9.10 : Θῶμεν οὖν βούλει, ἔφη, δύο εἴδη τῶν ὄντων, τὸ μὲν 7372 1.49.9.11 : ὁρατόν, τὸ δὲ ἀειδές; {—}Θῶμεν, ἔφη. {—}Καὶ τὸ μὲν 7373 1.49.9.12 : ἀειδὲς κατὰ ταὐτὰ ἔχον, τὸ δὲ ὁρατὸν μηδέποτε κατὰ 7374 1.49.9.13 : ταὐτά; {—}Καὶ τοῦτο, ἔφη, θῶμεν. {—}Φέρε δή, ἦ δ´ ὅς, 7375 1.49.9.14 : ἄλλο τι ἡμῶν αὐτῶν, ἢ τὸ μὲν σῶμά ἐστι, τὸ δὲ ψυχή; 7376 1.49.9.15 : {—}Οὐδὲν ἄλλο, ἔφη. {—}Ποτέρῳ οὖν ὁμοιότερον τῷ εἴδει 7377 1.49.9.16 : φαμὲν ἂν εἶναι καὶ ξυγγενέστερον τὸ σῶμα; {—}Παντί, 7378 1.49.9.17 : ἔφη, τοῦτό γε δῆλον ὅτι τῷ ὁρατῷ. {—}Τί δὲ ἡ ψυχή; 7379 1.49.9.18 : ὁρατὸν ἢ ἀειδές; {—}Οὐχ ὑπ´ ἀνθρώπων γε, ἔφη, ὦ Σώ– 7380 1.49.9.19 : κρατες. {—}Ἀλλὰ μὴν ἡμεῖς γε τὰ ὁρατὰ καὶ τὰ μὴ τῇ 7381 1.49.9.20 : τῶν ἀνθρώπων φύσει ἐλέγομεν· ἢ ἄλλῃ τινὶ οἴῃ; {—}Τῇ τῶν 7382 1.49.9.21 : ἀνθρώπων. {—}Τί οὖν περὶ ψυχῆς λέγομεν; ὁρατὸν ἢ ἀόρα– 7383 1.49.9.22 : τον εἶναι; {—}Οὐχ ὁρατόν. {—}Ἀειδὲς ἄρα; {—}Ναί. {—} 7384 1.49.9.23 : Ὁμοιότερον ἄρα ψυχὴ σώματός ἐστι τῷ ἀειδεῖ, τὸ δὲ τῷ 7385 1.49.9.24 : ὁρατῷ; {—}Πᾶσα ἀνάγκη, ὦ Σώκρατες. {—}Οὐκοῦν καὶ 7386 1.49.9.25 : τόδε πάλαι ἐλέγομεν, ὅτι ἡ ψυχή, ὅταν μὲν τῷ σώματι 7387 1.49.9.26 : προσχρῆται εἰς τὸ σκοπεῖν τι ἢ διὰ τοῦ ὁρᾶν ἢ διὰ τοῦ 7388 1.49.9.27 : ἀκούειν ἢ δι´ ἄλλης τινὸς αἰσθήσεως (τοῦτο γάρ ἐστι 7389 1.49.9.28 : τὸ διὰ τοῦ σώματος, τὸ δι´ αἰσθήσεως σκοπεῖν τι), τότε 7390 1.49.9.29 : μὲν ἕλκεται ὑπὸ τοῦ σώματος εἰς τὰ οὐδέποτε κατὰ ταὐτὰ 7391 1.49.9.30 : ἔχοντα, καὶ αὐτὴ πλανᾶται καὶ ταράττεται καὶ ἰλιγγιᾷ 7392 1.49.9.31 : ὥσπερ μεθύουσα, ἅτε τοιούτων ἐφαπτομένη; {—}Πάνυ 7393 1.49.9.32 : γε. {—}Ὅταν δέ γε αὐτὴ καθ´ αὑτὴν σκοπῇ, ἐκεῖσε οἴχεται 7394 1.49.9.33 : εἰς τὸ καθαρόν τε καὶ ἀεὶ ὂν καὶ ἀθάνατον καὶ ὡσαύ– 7395 1.49.9.34 : τως ἔχον, καὶ συγγενὴς αὐτοῦ οὖσα ἀεὶ μετ´ ἐκείνου τε 7396 1.49.9.35 : γίγνεται, ὅτανπερ αὐτὴ καθ´ αὑτὴν γένηται καὶ ἐξῇ αὐτῇ, 7397 1.49.9.36 : καὶ πέπαυταί τε τοῦ πλάνου καὶ περὶ ἐκεῖνα ἀεὶ κατὰ 7398 1.49.9.37 : ταὐτὰ ὡσαύτως ἔχει, ἅτε τοιούτων ἐφαπτομένη· καὶ 7399 1.49.9.38 : τοῦτο αὐτῆς τὸ πάθημα φρόνησις κέκληται; {—}Παντά– 7400 1.49.9.39 : πασιν, ἔφη, καλῶς καὶ ἀληθῆ λέγεις, ὦ Σώκρατες. {—} 7401 1.49.9.40 : Ποτέρῳ οὖν αὖ σοι δοκεῖ τῷ εἴδει καὶ ἐκ τῶν πρόσθεν 7402 1.49.9.41 : καὶ ἐκ τῶν νῦν λεγομένων ψυχὴ ὁμοιότερον εἶναι καὶ 7403 1.49.9.42 : ξυγγενέστερον; {—}Πᾶς ἂν ἔμοιγε δοκεῖ, ἦ δ´ ὅς, συγ– 7404 1.49.9.43 : χωρῆσαι, ὦ Σώκρατες, ἐκ ταύτης τῆς μεθόδου καὶ ὁ 7405 1.49.9.44 : δυσμαθέστατος, ὅτι ὅλῳ καὶ παντὶ ὁμοιότερόν ἐστι ψυχὴ 7406 1.49.9.45 : τῷ ἀεὶ ὡσαύτως ἔχοντι μᾶλλον ἢ τῷ μή. {—}Τί δὲ τὸ 7407 1.49.9.46 : σῶμα; {—}Τῷ ἑτέρῳ. {—}Ὅρα δὲ καὶ τῇδε· ὅτι ἐπειδὰν 7408 1.49.9.47 : ἐν τῷ αὐτῷ ὦσι ψυχὴ καὶ σῶμα, τῷ μὲν δουλεύειν καὶ 7409 1.49.9.48 : ἄρχεσθαι ἡ φύσις προστάττει, τῇ δὲ ἄρχειν καὶ δεσπό– 7410 1.49.9.49 : ζειν· καὶ κατὰ ταῦτα αὖ πότερόν σοι δοκεῖ ὅμοιον τῷ 7411 1.49.9.50 : θείῳ εἶναι, ἢ πότερον τῷ θνητῷ; ἢ οὐ δοκεῖ σοι τὸ μὲν 7412 1.49.9.51 : θεῖον οἷον ἄρχειν τε καὶ ἡγεμονεύειν πεφυκέναι, τὸ δὲ 7413 1.49.9.52 : θνητὸν ἄρχεσθαί τε καὶ δουλεύειν; {—}Ἔοικε. {—}Ποτέρῳ 7414 1.49.9.53 : οὖν ἡ ψυχὴ ἔοικε; {—}Δῆλα δή, ὦ Σώκρατες, ὅτι ἡ μὲν 7415 1.49.9.54 : ψυχὴ τῷ θείῳ, τὸ δὲ σῶμα τῷ θνητῷ. {—}Σκόπει δή, 7416 1.49.9.55 : ἔφη, ὦ Κέβης, εἰ ἐκ πάντων τῶν εἰρημένων τάδε ἡμῖν 7417 1.49.9.56 : ξυμβαίνει, τῷ μὲν θείῳ καὶ ἀθανάτῳ καὶ νοητῷ καὶ μονο– 7418 1.49.9.57 : ειδεῖ καὶ ἀδιαλύτῳ, ἀεὶ ὡσαύτως κατὰ ταὐτὰ ἔχοντι ἑαυτῷ 7419 1.49.9.58 : ὁμοιότατον εἶναι ψυχή, τῷ δὲ ἀνθρωπίνῳ καὶ θνητῷ καὶ 7420 1.49.9.59 : ἀνοήτῳ καὶ πολυειδεῖ καὶ διαλυτῷ καὶ μηδέποτε κατὰ 7421 1.49.9.60 : ταὐτὰ ἔχοντι ἑαυτῷ ὁμοιότερον αὖ εἶναι σῶμα. Ἔχομέν 7422 1.49.9.61 : τι παρὰ ταῦτα λέγειν ἄλλο, ὦ φίλε Κέβης, ὡς οὐχ οὕτως 7423 1.49.9.62 : ἔχει; {—}Οὐκ ἔχομεν. {—}Τί οὖν οὕτως ἐχόντων τούτων ἆρ´ 7424 1.49.9.63 : οὐχὶ σώματι μὲν ταχὺ διαλύεσθαι προσήκει, ψυχῇ δὲ αὖ τὸ 7425 1.49.9.64 : παράπαν ἀδιαλύτῳ εἶναι ἢ ἐγγύς τι τούτου; {—}Πῶς γὰρ 7426 1.49.9.65 : οὔ; {—}Ἐννοεῖς οὖν, ἔφη, ὅτι ἐπειδὰν ἀποθάνῃ ὁ ἄνθρω– 7427 1.49.9.66 : πος, τὸ μὲν ὁρατὸν αὐτοῦ σῶμα καὶ ἐν ὁρατῷ κείμενον, 7428 1.49.9.67 : ὃ δὴ νεκρὸν καλοῦμεν, ὃ προσήκει διαλύεσθαι καὶ δια– 7429 1.49.9.68 : πίπτειν καὶ διαπνεῖσθαι, οὐκ εὐθὺς τούτων οὐδὲν πέ– 7430 1.49.9.69 : πονθεν, ἀλλ´ ἐπιεικῶς συχνὸν ἐπιμένει χρόνον· ἐὰν μέν 7431 1.49.9.70 : τις καὶ χαριέντως ἔχων τὸ σῶμα τελευτήσῃ καὶ ἐν τοι– 7432 1.49.9.71 : αύτῃ ὥρᾳ, καὶ πάνυ μάλα. Συμπεσὸν γὰρ τὸ σῶμα καὶ 7433 1.49.9.72 : ταριχευθέν, ὥσπερ οἱ ἐν Αἰγύπτῳ ταριχευθέντες, ὀλίγου 7434 1.49.9.73 : ὅλον μένει ἀμήχανον ὅσον χρόνον· ἔνια δὲ μέρη τοῦ σώ– 7435 1.49.9.74 : ματος, καὶ ἐὰν σαπῇ, ὀστᾶ τε καὶ νεῦρα καὶ τὰ τοιαῦτα 7436 1.49.9.75 : πάντα ὁμοίως, ὡς ἔπος εἰπεῖν, ἀθάνατά ἐστιν· ἢ οὔ; 7437 1.49.9.76 : {—}Ναί. {—}Ἡ δὲ ψυχὴ ἄρα, τὸ ἀειδές, τὸ εἰς [τὸ] τοι– 7438 1.49.9.77 : οῦτον τόπον ἕτερον οἰχόμενον γενναῖον καὶ καθαρὸν καὶ 7439 1.49.9.78 : ἀειδῆ, εἰς Ἅιδου ὡς ἀληθῶς, παρὰ τὸν ἀγαθὸν καὶ 7440 1.49.9.79 : φρόνιμον θεόν, οἷ, ἂν θεὸς ἐθέλῃ, αὐτίκα καὶ τῇ ἐμῇ 7441 1.49.9.80 : ψυχῇ ἰτέον, αὕτη δὲ ἡμῖν ἡ τοιαύτη καὶ οὕτω πεφυ– 7442 1.49.9.81 : κυῖα ἀπαλλαττομένη τοῦ σώματος εὐθὺς διαπεφύσηται 7443 1.49.9.82 : καὶ ἀπόλωλεν, ὥς φασιν οἱ πολλοὶ ἄνθρωποι; Πολλοῦ 7444 1.49.9.83 : γε δεῖ, ὦ φίλε Κέβης καὶ Σιμμία. 7445 1.49.10.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Κρατύλου>20 (p. 399D). 7446 1.49.10.2 : Οἶμαι τοιοῦτόν τι νοεῖν τοὺς τὴν ψυχὴν ὀνομάσαντας, 7447 1.49.10.3 : ὡς τοῦτο ἄρα, ὅταν παρῇ τῷ σώματι, αἴτιόν ἐστι τοῦ ζῆν 7448 1.49.10.4 : αὐτῷ, τὴν τοῦ ἀναπνεῖν δύναμιν παρέχον καὶ ἀναψῦχον, 7449 1.49.10.5 : ἅμα δὲ ἐκλείποντος τοῦ ἀναψύχοντος τὸ σῶμα ἀπόλλυται 7450 1.49.10.6 : καὶ τελευτᾷ· ὅθεν δή μοι δοκοῦσιν ψυχὴν αὐτὸ καλέσαι. 7451 1.49.11.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδρου>20 (p. 245C–246A). 7452 1.49.11.2 : Ψυχὴ πᾶσα ἀθάνατος. Τὸ γὰρ ἀεικίνητον ἀθάνατον· 7453 1.49.11.3 : τὸ δ´ ἄλλο κινοῦν καὶ ὑπὸ ἄλλου κινούμενον παῦλαν 7454 1.49.11.4 : ἔχον ζωῆς παῦλαν ἔχει κινήσεως. Μόνον δὴ τὸ αὑτὸ κι– 7455 1.49.11.5 : νοῦν, ἅτε οὐκ ἀπολεῖπον ἑαυτό, οὔποτε λήγει κινούμενον, 7456 1.49.11.6 : ἀλλὰ καὶ τοῖς ἄλλοις ὅσα κινεῖται, τοῦτο γὰρ πηγὴ καὶ 7457 1.49.11.7 : ἀρχὴ κινήσεως. Ἀρχὴ δὲ ἀγένητον· ἐξ ἀρχῆς γὰρ ἀνάγκη 7458 1.49.11.8 : πᾶν τὸ γιγνόμενον γίγνεσθαι, αὐτὴν δὲ μηδ´ ἐξ ἑνός. Εἰ 7459 1.49.11.9 : γὰρ ἔκ του ἀρχὴ γίγνοιτο, οὐκ ἂν ἐξ ἀρχῆς γίγνοιτο. Ἐπεὶ 7460 1.49.11.10 : δὲ ἀγένητόν ἐστι, καὶ ἄφθορον αὐτὸ εἶναι ἀνάγκη. Ἀρχῆς 7461 1.49.11.11 : γὰρ δὴ ἀπολομένης οὔτε αὐτή ποτε ἔκ του οὔτε ἄλλο 7462 1.49.11.12 : ἐξ ἐκείνης γενήσεται, εἴπερ ἐξ ἀρχῆς δεῖ τὰ πάντα γίγνε– 7463 1.49.11.13 : σθαι. Οὕτω δὴ κινήσεως μὲν ἀρχὴ τὸ αὐτὸ αὑτὸ κινοῦν· 7464 1.49.11.14 : τοῦτο δ´ οὖν οὔτ´ ἀπόλλυσθαι οὔτε γίγνεσθαι δυνατόν, 7465 1.49.11.15 : ἢ πάντα τε οὐρανὸν πᾶσάν τε γένεσιν συμπεσοῦσαν στῆ– 7466 1.49.11.16 : ναι καὶ μήποτε αὖθις ἔχειν ὅθεν κινηθέντα γενήσεται. 7467 1.49.11.17 : Ἀθανάτου δὲ πεφασμένου τοῦ ὑφ´ ἑαυτοῦ κινουμένου, 7468 1.49.11.18 : ψυχῆς οὐσίαν τε καὶ λόγον τοῦτον αὐτόν τις λέγων οὐχ 7469 1.49.11.19 : αἰσχυνεῖται. Πᾶν γὰρ σῶμα, ᾧ μὲν ἔξωθεν τὸ κινεῖσθαι, 7470 1.49.11.20 : ἄψυχον· ᾧ δὲ ἔνδοθεν αὐτὸ ἐξ αὑτοῦ, ἔμψυχον, ὡς ταύτης 7471 1.49.11.21 : οὔσης φύσεως ψυχῆς. Εἰ δ´ ἐστὶ τοῦτο οὕτως, μὴ ἄλλο 7472 1.49.11.22 : τι εἶναι τὸ αὐτὸ αὑτὸ κινοῦν ἢ ψυχήν, ἐξ ἀνάγκης ἀγέ– 7473 1.49.11.23 : νητόν τε καὶ ἀθάνατον ψυχὴ ἂν εἴη. Περὶ μὲν οὖν ἀθα– 7474 1.49.11.24 : νασίας αὐτῆς ἱκανῶς. Περὶ δὲ τῆς ἰδέας αὐτῆς ὧδε λεκτέον· 7475 1.49.11.25 : οἷον μέν ἐστι, πάντῃ πάντως θείας εἶναι καὶ μακρᾶς διη– 7476 1.49.11.26 : γήσεως, ᾧ δὲ ἔοικεν, ἀνθρωπίνης τε καὶ ἐλάττονος. Ταύτῃ 7477 1.49.11.27 : οὖν λέγωμεν. Ἐοικέτω δὴ ξυμφύτῳ δυνάμει ὑποπτέρου 7478 1.49.11.28 : ζεύγους τε καὶ ἡνιόχου. 7479 1.49.12.1 : <20Ἡροδότου ἱστορία>20 βʹ (c. 123). 7480 1.49.12.2 : Πρῶτοι δὲ καὶ τόνδε τὸν λόγον Αἰγύπτιοί εἰσι οἱ 7481 1.49.12.3 : εἰπόντες, ὡς ἀνθρώπου ψυχὴ ἀθάνατόν ἐστι· τοῦ δὲ σώ– 7482 1.49.12.4 : ματος καταφθίνοντος ἐς ἄλλο ζῷον αἰεὶ γινόμενον ἐσδύ– 7483 1.49.12.5 : εται· ἐπὰν δὲ πάντα περιέλθῃ τὰ χερσαῖα καὶ τὰ θαλάσ– 7484 1.49.12.6 : σια καὶ τὰ πετεινά, αὖτις ἐς ἀνθρώπου σῶμα γενόμενον 7485 1.49.12.7 : ἐσδύνειν· τὴν περιήλυσιν δὲ αὐτῇ γίνεσθαι ἐν τρισχιλί– 7486 1.49.12.8 : οισι ἔτεσι. τούτῳ τῷ λόγῳ εἰσὶ οἳ Ἑλλήνων ἐχρήσαντο 7487 1.49.12.9 : οἳ μὲν πρότερον, οἳ δὲ ὕστερον. 7488 1.49.13.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδωνος>20 (p. 91E–95A). 7489 1.49.13.2 : Πότερον οὖν, ἔφη, πάντας τοὺς ἔμπροσθεν λόγους 7490 1.49.13.3 : οὐκ ἀποδέχεσθε, ἢ τοὺς μέν, τοὺς δ´ οὔ; {—}Τοὺς μέν, 7491 1.49.13.4 : ἐφάτην, τοὺς δ´ οὔ. {—}Τί οὖν, ἦ δ´ ὅς, περὶ ἐκείνου τοῦ 7492 1.49.13.5 : λόγου λέγετε, ἐν ᾧ ἔφαμεν τὴν μάθησιν ἀνάμνησιν εἶναι, 7493 1.49.13.6 : καὶ τούτου οὕτως ἔχοντος ἀναγκαίως ἔχειν ἄλλο τι πρό– 7494 1.49.13.7 : τερον ἡμῶν εἶναι τὴν ψυχήν, πρὶν ἐν τῷ σώματι ἐντε– 7495 1.49.13.8 : θῆναι; {—}Ἐγὼ μέν, ἔφη ὁ Κέβης, καὶ τότε θαυμαστῶς 7496 1.49.13.9 : ἐπείσθην ὑπ´ αὐτοῦ καὶ νῦν ἐμμένω ὡς οὐδενὶ λόγῳ. {—} 7497 1.49.13.10 : Καὶ μήν, ἔφη ὁ Σιμμίας, καὶ αὐτὸς οὕτως ἔχω, καὶ πάνυ 7498 1.49.13.11 : γε ἂν θαυμάσαιμι, εἴ μοι περί γε τούτου ἄλλα ποτὲ ἔτι 7499 1.49.13.12 : δόξειεν. {—}Καὶ ὁ Σωκράτης· Ἀλλ´ ἀνάγκη σοι, ἔφη, ὦ 7500 1.49.13.13 : ξένε Θηβαῖε, ἄλλο δόξαι, ἄνπερ μείνῃ ἥδε ἡ οἴησις, τὸ 7501 1.49.13.14 : ἁρμονίαν μὲν εἶναι σύνθετον πρᾶγμα, ψυχὴν δὲ ἁρμο– 7502 1.49.13.15 : νίαν τινὰ ἐκ τῶν κατὰ τὸ σῶμα ἐντεταμένων συγκεῖ– 7503 1.49.13.16 : σθαι. Οὐ γάρ που ἀποδέξῃ γε σαυτοῦ λέγοντος, ὡς πρό– 7504 1.49.13.17 : τερον ἦν ἁρμονία ξυγκειμένη, πρὶν ἐκεῖνο εἶναι ἐξ ὧν 7505 1.49.13.18 : ἔδει αὐτὴν συντεθῆναι· ἢ ἀποδέξῃ; {—}Οὐδαμοῦ, ἔφη, 7506 1.49.13.19 : ὦ Σώκρατες. {—}Αἰσθάνῃ οὖν, ἦ δ´ ὅς, ὅτι ταῦτά σοι ξυμ– 7507 1.49.13.20 : βαίνει λέγειν, ὅταν φῇς μὲν εἶναι τὴν ψυχὴν πρὶν καὶ εἰς 7508 1.49.13.21 : ἀνθρώπου εἶδος καὶ σῶμα ἀφικέσθαι, εἶναι δ´ αὐτὴν 7509 1.49.13.22 : συγκειμένην ἐκ τῶν οὐδέπω ὄντων; οὐ γὰρ δὴ ἁρμονία 7510 1.49.13.23 : γέ σοι τοιοῦτόν ἐστιν ᾧ ἀπεικάζεις· ἀλλὰ πρότερον καὶ 7511 1.49.13.24 : ἡ λύρα καὶ αἱ χορδαὶ καὶ οἱ φθόγγοι ἔτι ἀνάρμοστοι 7512 1.49.13.25 : ὄντες γίγνονται, τελευταῖον δὲ πάντων ξυνίσταται ἡ ἁρ– 7513 1.49.13.26 : μονία καὶ πρῶτον ἀπόλλυται. Οὗτος οὖν σοι ὁ λόγος 7514 1.49.13.27 : ἐκείνῳ τῷ λόγῳ πῶς ξυναινέσεται; {—}Οὐδαμῶς, ἔφη ὁ 7515 1.49.13.28 : Σιμμίας. {—}Καὶ μήν, ἦ δ´ ὅς, πρέπει γε, εἴπερ τῳ ἄλλῳ 7516 1.49.13.29 : λόγῳ ξυνῳδῷ εἶναι καὶ τῷ περὶ ἁρμονίας. {—}Πρέπει 7517 1.49.13.30 : γάρ, ἔφη ὁ Σιμμίας. {—}Οὗτος τοίνυν, ἔφη, σοὶ οὐ ξυνῳ– 7518 1.49.13.31 : δός, ἀλλ´ ὅρα· πότερον αἱρεῖ τῶν λόγων, τὴν μάθησιν 7519 1.49.13.32 : ἀνάμνησιν εἶναι, ἢ ψυχὴν ἁρμονίαν; {—}Πολὺ μᾶλλον 7520 1.49.13.33 : ἐκεῖνον, ἔφη, ὦ Σώκρατες. Ὅδε μὲν γάρ μοι γέγονεν ἄνευ 7521 1.49.13.34 : ἀποδείξεως μετὰ εἰκότος τινὸς καὶ εὐπρεπείας· ὅθεν καὶ 7522 1.49.13.35 : τοῖς πολλοῖς δοκεῖ ἀνθρώποις· ἐγὼ δὲ τοῖς διὰ τῶν 7523 1.49.13.36 : εἰκότων τὰς ἀποδείξεις ποιουμένοις λόγοις ξύνοιδα οὖσιν 7524 1.49.13.37 : ἀλαζόσι, καὶ ἄν τις αὐτοὺς μὴ φυλάττηται, εὖ μάλα ἐξα– 7525 1.49.13.38 : πατῶσι καὶ ἐν γεωμετρίᾳ καὶ τοῖς ἄλλοις πᾶσιν. Ὁ δὲ 7526 1.49.13.39 : περὶ τῆς ἀναμνήσεως καὶ μαθήσεως λόγος δι´ ὑποθέσεως 7527 1.49.13.40 : ἀξίας ἀποδέξασθαι εἴρηται. Ἐρρήθη γάρ που οὕτως 7528 1.49.13.41 : ἡμῶν εἶναι ἡ ψυχὴ καὶ πρὶν ἢ εἰς σῶμα ἀφικέσθαι, 7529 1.49.13.42 : ὥσπερ αὐτῆς ἐστιν ἡ οὐσία ἔχουσα τὴν ἐπωνυμίαν τὴν 7530 1.49.13.43 : τοῦ ὃ ἔστιν. Ἐγὼ δὲ ταύτην, ὡς ἐμαυτὸν πείθω, ἱκανῶς 7531 1.49.13.44 : τε καὶ ὀρθῶς ἀποδέδειγμαι. Ἀνάγκη οὖν μοι, ὡς ἔοικε, 7532 1.49.13.45 : διὰ ταῦτα μήτε ὡς ἐμαυτοῦ μήτε ὡς ἄλλου ἀποδέχεσθαι 7533 1.49.13.46 : λέγοντος ὡς ψυχή ἐστιν ἁρμονία. {—}Τί δέ, ἦ δ´ ὅς, ὦ 7534 1.49.13.47 : Σιμμία, τῇδε; δοκεῖ σοι ἁρμονίᾳ ἢ ἄλλῃ τινι συνθέσει 7535 1.49.13.48 : προσήκειν, ἄλλως πως ἔχειν ἢ ὡς ἂν ἐκεῖνα ἔχῃ ἐξ ὧν 7536 1.49.13.49 : ἂν συγκέηται; {—}Οὐδαμῶς. {—}Οὐδὲ μὴν ποιεῖν τι, ὡς 7537 1.49.13.50 : ἐγᾦμαι, οὐδέ τι πάσχειν ἄλλο παρ´ ὃ ἂν ἐκεῖνα ἢ ποιῇ 7538 1.49.13.51 : ἢ πάσχῃ. {—}Συνέφη. {—}Οὐκ ἄρα ἡγεῖσθαί γε προσήκει 7539 1.49.13.52 : ἁρμονίαν τούτων ἐξ ὧν ἂν συντεθῇ, ἀλλὰ ἕπεσθαι. {—} 7540 1.49.13.53 : Συνεδόκει. {—}Πολλοῦ ἄρα δεῖ ἐναντία γε ἁρμονία κινη– 7541 1.49.13.54 : θῆναι ἂν ἢ φθέγξασθαι ἤ τι ἄλλο ἐναντιωθῆναι τοῖς 7542 1.49.13.55 : αὑτῆς μέρεσι. {—}Πολλοῦ μέντοι, ἔφη. {—}Τί δέ; οὐχ οὕτως 7543 1.49.13.56 : ἁρμονία πέφυκεν εἶναι ἑκάστη ἁρμονία, ὡς ἂν ἁρμοσθῇ; 7544 1.49.13.57 : {—}Οὐ μανθάνω, ἔφη. {—}Ἢ οὐχί, ἦ δ´ ὅς, ἐὰν μὲν μᾶλ– 7545 1.49.13.58 : λον ἁρμοσθῇ καὶ ἐπὶ πλέον, εἴπερ ἐνδέχεται τοῦτο γίγνε– 7546 1.49.13.59 : σθαι, μᾶλλόν τε ἂν ἁρμονία εἴη καὶ πλείων· εἰ δ´ ἧττόν 7547 1.49.13.60 : τε καὶ ἐπὶ ἔλαττον, ἧττόν τε καὶ ἐλάττων; {—}Πάνυ γε. {—} 7548 1.49.13.61 : Ἦ οὖν ἔστι τοῦτο περὶ ψυχήν, ὥστε κατὰ τὸ σμικρότατον 7549 1.49.13.62 : μᾶλλον ἑτέραν ἑτέρας ψυχὴν ἐπὶ πλέον καὶ μᾶλλον ἢ ἐπὶ 7550 1.49.13.63 : ἔλαττον καὶ ἧττον αὐτὸ τοῦτ´ εἶναι, ψυχήν; {—}Οὐδ´ ὁπωσ– 7551 1.49.13.64 : τιοῦν, ἔφη. {—}Φέρε δή, ἔφη, πρὸς Διός· λέγεται ψυχὴ 7552 1.49.13.65 : ἣ μὲν νοῦν τε ἔχειν καὶ ἀρετὴν καὶ εἶναι ἀγαθή, ἣ δὲ 7553 1.49.13.66 : ἄνοιάν τε καὶ μοχθηρίαν καὶ εἶναι κακή; καὶ ταῦτα ἀλη– 7554 1.49.13.67 : θῶς λέγεται; {—}Ἀληθῶς μέντοι. {—}Τῶν οὖν τιθεμένων 7555 1.49.13.68 : ψυχὴν ἁρμονίαν εἶναι τί τις φήσει ταῦτα ὄντα εἶναι ἐν 7556 1.49.13.69 : ταῖς ψυχαῖς, τήν τε ἀρετὴν καὶ τὴν κακίαν; Πότερα ἁρ– 7557 1.49.13.70 : μονίαν αὖ τιν´ ἄλλην καὶ ἀναρμοστίαν; καὶ τὴν μὲν ἡρμό– 7558 1.49.13.71 : σθαι, τὴν ἀγαθήν, καὶ ἔχειν ἐν αὑτῇ τῇ ἁρμονίᾳ οὔσῃ 7559 1.49.13.72 : ἄλλην ἁρμονίαν, τὴν δὲ ἀνάρμοστον αὐτήν τε εἶναι καὶ 7560 1.49.13.73 : οὐκ ἔχειν ἐν αὑτῇ ἄλλην; {—}Οὐκ ἔχω ἔγωγε, φησὶν ὁ 7561 1.49.13.74 : Σιμμίας, εἰπεῖν· δῆλον δὲ ὅτι τοιαῦτ´ ἄττ´ ἂν λέγοι ὁ 7562 1.49.13.75 : ἐκεῖνο ὑποθέμενος. {—}Ἀλλὰ προωμολόγηται, ἔφη, μηδὲν 7563 1.49.13.76 : μᾶλλον μηδ´ ἧττον ἑτέραν ἑτέρας ψυχὴν ψυχῆς εἶναι. 7564 1.49.13.77 : Τοῦτο δ´ ἐστὶ τὸ ὁμολόγημα, μηδὲν μᾶλλον μηδ´ ἐπὶ πλέον 7565 1.49.13.78 : μηδὲ ἧττον, μηδ´ ἐπὶ ἔλαττον ἑτέραν ἑτέρας ἁρμονίαν ἁρ– 7566 1.49.13.79 : μονίας εἶναι; ἦ γάρ; {—}Πάνυ γε. {—}Τὴν δέ γε μηδὲν μᾶλ– 7567 1.49.13.80 : λον μηδὲ ἧττον ἁρμονίαν οὖσαν μηδὲ μᾶλλον μηδὲ ἧττον 7568 1.49.13.81 : ἡρμόσθαι· ἔστιν οὕτως; {—}Ἔστιν. {—}Ἡ δὲ μήτε μᾶλλον 7569 1.49.13.82 : μήτε ἧττον ἡρμοσμένη ἔστιν ὅτι πλέον ἢ ἔλαττον ἁρμονίας 7570 1.49.13.83 : μετέχει, ἢ τὸ ἴσον; {—}Τὸ ἴσον. {—}Οὐκοῦν ψυχὴ οὐδὲν 7571 1.49.13.84 : μᾶλλον οὐδὲ ἧττον ἄλλη ἄλλης αὐτὸ τοῦτο ψυχή ἐστιν, 7572 1.49.13.85 : οὐδὲ δὴ μᾶλλον οὐδὲ ἧττον ἥρμοσται; {—}Οὕτω. {—}Τοῦτο 7573 1.49.13.86 : δέ γε πεπονθυῖα οὐδὲν πλέον ἀναρμοστίας οὐδὲ ἁρμονίας 7574 1.49.13.87 : 〈μετέχοι〉 ἄν. {—}Οὐ γὰρ οὖν. {—}Τοῦτο δ´ αὖ πεπονθυῖα 7575 1.49.13.88 : ἆρ´ ἄν τι πλέον κακίας ἢ ἀρετῆς μετέχοι ἑτέρα ἑτέρας, 7576 1.49.13.89 : εἴπερ ἡ μὲν κακία ἀναρμοστία, ἡ δὲ ἀρετὴ ἁρμονία εἴη; 7577 1.49.13.90 : {—}Οὐδὲν πλέον. {—}Μᾶλλον δέ γέ που, ὦ Σιμμία, κατὰ 7578 1.49.13.91 : τὸν ὀρθὸν λόγον κακίας οὐδεμία ψυχὴ μεθέξει, εἴπερ 7579 1.49.13.92 : ἁρμονία ἐστίν· ἁρμονία γὰρ δήπου παντελῶς αὐτὸ τοῦτο 7580 1.49.13.93 : οὖσα, ἁρμονία, ἀναρμοστίας οὔποτ´ ἂν μετάσχοι. {—}Οὐ 7581 1.49.13.94 : μέντοι. {—}Οὐδέ γε δήπου ψυχή, οὖσα παντελῶς ψυχή, 7582 1.49.13.95 : κακίας. {—}Πῶς γὰρ ἔκ γε τῶν προειρημένων; {—}Ἐκ τού– 7583 1.49.13.96 : του ἄρα τοῦ λόγου ἡμῖν πᾶσαι ψυχαὶ πάντων ζῴων 7584 1.49.13.97 : ὁμοίως ἀγαθαὶ ἔσονται, εἴπερ ὁμοίως ψυχαὶ πεφύκασιν 7585 1.49.13.98 : αὐτὸ τοῦτο εἶναι, ψυχαί. {—}Ἔμοιγε δοκεῖ, ἔφη, ὦ Σώ– 7586 1.49.13.99 : κρατες. {—}Ἦ καὶ καλῶς δοκεῖ, ἦ δ´ ὅς, οὕτω λέγεσθαι καὶ 7587 1.49.13.100 : πάσχειν ἂν ταῦτα ὁ λόγος, εἰ ὀρθὴ ἡ ὑπόθεσις ἦν, τὸ 7588 1.49.13.101 : ψυχὴν ἁρμονίαν εἶναι. {—}Οὐδ´ ὁπωστιοῦν, ἔφη. {—}Τί 7589 1.49.13.102 : δέ; ἦ δ´ ὅς· τῶν ἐν ἀνθρώπῳ πάντων ἔσθ´ ὅ τι ἄλλο λέγεις 7590 1.49.13.103 : ἄρχειν ἢ ψυχήν, ἄλλως τε καὶ φρόνιμον; {—}Οὐκ ἔγωγε. 7591 1.49.13.104 : {—}Πότερον συγχωροῦσαν τοῖς κατὰ τὸ σῶμα παθήμασιν, 7592 1.49.13.105 : ἢ καὶ ἐναντιουμένην; λέγω δὲ τὸ τοιόνδε· οἷον καύματος 7593 1.49.13.106 : ἐνόντος καὶ δίψους ἐπὶ τοὐναντίον ἕλκειν, τὸ μὴ πίνειν, 7594 1.49.13.107 : καὶ πείνης ἐνούσης ἐπὶ τὸ μὴ ἐσθίειν, καὶ ἄλλα που μυ– 7595 1.49.13.108 : ρία ἐροῦμεν ἐναντιουμένην τὴν ψυχὴν τοῖς κατὰ τὸ σῶμα· 7596 1.49.13.109 : ἢ οὔ; {—}Πάνυ μὲν οὖν. {—}Οὐκοῦν αὖ ὡμολογήσαμεν ἐν 7597 1.49.13.110 : τοῖς πρόσθεν μήποτε ταύτην, ἁρμονίαν γε οὖσαν, ἐναντία 7598 1.49.13.111 : ᾄδειν οἷς ἐπιτείνοιτο καὶ χαλῷτο καὶ ψάλλοιτο καὶ ἄλλο 7599 1.49.13.112 : ὁτιοῦν πάθος πάσχοι ἐκεῖνα ἐξ ὧν τυγχάνει οὖσα, ἀλλ´ 7600 1.49.13.113 : ἕπεσθαι ἐκείνοις καὶ οὔποτ´ ἂν ἡγεμονεύειν; {—}Ὡμο– 7601 1.49.13.114 : λογήσαμεν, ἔφη· πῶς γὰρ οὔ; {—}Τί οὖν νῦν; οὐ πᾶν 7602 1.49.13.115 : τοὐναντίον φαίνεται ἡμῖν ἐργαζομένη, ἡγεμονεύουσά τε 7603 1.49.13.116 : ἐκείνων πάντων, ἐξ ὧν φησί τις αὐτὴν εἶναι, καὶ ἐναντιου– 7604 1.49.13.117 : μένη ὀλίγου πάντα διὰ παντὸς τοῦ βίου καὶ δεσπόζουσα 7605 1.49.13.118 : πάντας τρόπους, τὰ μὲν χαλεπώτερον κολάζουσα καὶ μετ´ 7606 1.49.13.119 : ἀλγηδόνων, τά τε κατὰ τὴν γυμναστικὴν καὶ τὴν ἰατρικήν, 7607 1.49.13.120 : τὰ δὲ πραότερον, καὶ τὰ μὲν ἀπειλοῦσα, τὰ δὲ νουθετοῦσα, 7608 1.49.13.121 : ταῖς ἐπιθυμίαις καὶ ὀργαῖς καὶ φόβοις ὡς ἄλλη οὖσα 7609 1.49.13.122 : ἄλλῳ πράγματι διαλεγομένη; οἷόν που καὶ Ὅμηρος ἐν 7610 1.49.13.123 : Ὀδυσσείᾳ πεποίηκεν, οὗ λέγει τὸν Ὀδυσσέα (υ 17. 18)· 7611 1.49.13.124 : στῆθος δὲ πλήξας κραδίην ἠνίπαπε μύθῳ· 7612 1.49.13.125 : τέτλαθι δή, κραδίη, καὶ κύντερον ἄλλο ποτ´ ἔτλης. 7613 1.49.13.126 : Ἆρ´ οἴει αὐτὸν ταῦτα ποιῆσαι διανοούμενον ὡς ἁρμονίας 7614 1.49.13.127 : αὐτῆς οὔσης καὶ οἵας ἄγεσθαι ὑπὸ τῶν τοῦ σώματος πα– 7615 1.49.13.128 : θημάτων, ἀλλ´ οὐχ οἵας ἄγειν τε ταῦτα καὶ δεσπόζειν, 7616 1.49.13.129 : καὶ οὔσης αὐτῆς πολὺ θειοτέρου τινὸς ἢ καθ´ ἁρμονίαν; 7617 1.49.13.130 : {—}Νὴ Δία, ὦ Σώκρατες, ἔμοιγε δοκεῖ. {—}Οὐκ ἄρα, ὦ 7618 1.49.13.131 : ἄριστε, ἡμῖν οὐδαμῇ καλῶς ἔχει ψυχὴν ἁρμονίαν τινὰ 7619 1.49.13.132 : φάναι εἶναι· οὔτε γὰρ ἄν, ὡς ἔοικεν, Ὁμήρῳ θειῷ ποιητῇ 7620 1.49.13.133 : ὁμολογοῖμεν οὔτε αὐτοὶ ἡμῖν αὐτοῖς. {—}Ἔχει οὕτως, ἔφη. 7621 1.49.13.134 : {—}Εἶεν δή, ἦ δ´ ὃς ὁ Σωκράτης, τὰ μὲν Ἁρμονίας ἡμῖν 7622 1.49.13.135 : τῆς Θηβαικῆς ἵλεά πως, ὡς ἔοικε, μετρίως γέγονε· τί δὲ 7623 1.49.13.136 : δὴ τὰ Κάδμου, ἔφη, ὦ Κέβης, πῶς ἱλασόμεθα καὶ τίνι 7624 1.49.13.137 : λόγῳ; {—}Σύ μοι δοκεῖς, ἔφη ὁ Κέβης, ἐξευρήσειν. 7625 1.49.14.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 95E–96C). 7626 1.49.14.2 : Ὁ οὖν Σωκράτης συχνὸν χρόνον ἐπισχὼν καὶ πρὸς 7627 1.49.14.3 : αὑτόν τι σκεψάμενος, Οὐ φαῦλον πρᾶγμα, ἔφη, ὦ Κέβης, 7628 1.49.14.4 : ζητεῖς· ὅλως γὰρ δεῖ περὶ γενέσεως καὶ φθορᾶς τὴν αἰτίαν 7629 1.49.14.5 : διαπραγματεύσασθαι. Ἐγὼ οὖν σοι δίειμι περὶ αὐτῶν, 7630 1.49.14.6 : ἂν βούλῃ, τά γ´ ἐμὰ πάθη· ἔπειτα ἐάν τί σοι χρήσιμον 7631 1.49.14.7 : φαίνηται ὧν ἂν λέγω, πρὸς τὴν πειθὼ περὶ ὧν λέγεις 7632 1.49.14.8 : χρήσῃ. {—}Ἀλλὰ μήν, ἔφη ὁ Κέβης, βούλομαί γε. {—}Ἄκουε 7633 1.49.14.9 : τοίνυν ὡς ἐροῦντος. Ἐγὼ γάρ, ἔφη, ὦ Κέβης, νέος ὢν 7634 1.49.14.10 : θαυμαστῶς ὡς ἐπεθύμησα ταύτης τῆς σοφίας, ἣν δὴ 7635 1.49.14.11 : καλοῦσι περὶ φύσεως ἱστορίαν· ὑπερήφανον γάρ μοι ἐδό– 7636 1.49.14.12 : κει εἶναι εἰδέναι τὰς αἰτίας ἑκάστου, διὰ τί γίγνεται ἕκα– 7637 1.49.14.13 : στον καὶ διὰ τί ἀπόλλυται καὶ διὰ τί ἔστι· καὶ πολλάκις 7638 1.49.14.14 : ἄνω κάτω μετέβαλλον σκοπῶν πρῶτον τὰ τοιάδε· ἆρ´ 7639 1.49.14.15 : ἐπειδὰν τὸ θερμὸν καὶ τὸ ψυχρὸν σηπεδόνα τινὰ λάβῃ, 7640 1.49.14.16 : ὥς τινες ἔλεγον, τότε δὴ τὰ ζῷα συστρέφεται· καὶ πό– 7641 1.49.14.17 : τερον τὸ αἷμά ἐστιν ᾧ φρονοῦμεν, ἢ ὁ ἀὴρ ἢ τὸ πῦρ, 7642 1.49.14.18 : ἢ τούτων μὲν οὐδέν, ὁ δὲ ἐγκέφαλός ἐστιν ὁ τὰς αἰσθή– 7643 1.49.14.19 : σεις παρέχων τοῦ ἀκούειν καὶ τοῦ ὁρᾶν καὶ ὀσφραίνεσθαι, 7644 1.49.14.20 : ἐκ τούτων δὲ γίγνοιτο μνήμη καὶ δόξα, ἐκ δὲ μνήμης καὶ 7645 1.49.14.21 : δόξης λαβούσης τὸ ἠρεμεῖν κατὰ ταῦτα γίγνεσθαι ἐπι– 7646 1.49.14.22 : στήμην· καὶ αὖ τούτων τὰς φθορὰς σκοπῶν καὶ τὰ περὶ 7647 1.49.14.23 : τὸν οὐρανόν τε καὶ τὴν γῆν πάθη, τελευτῶν οὕτως ἐμαυ– 7648 1.49.14.24 : τῷ ἔδοξα πρὸς ταύτην τὴν σκέψιν ἀφυὴς εἶναι, ὡς οὐδὲν 7649 1.49.14.25 : χρῆμα. 7650 1.49.15.1 : <20Πλάτωνος>20 (Phaed. p. 99B–100A). 7651 1.49.15.2 : Τὸ γὰρ μὴ διελέσθαι οἷόν τε εἶναι ὅτι ἄλλο μέν τί 7652 1.49.15.3 : ἐστι τὸ αἴτιον τῷ ὄντι, ἄλλο δὲ ἐκεῖνο ἄνευ οὗ τὸ αἴτιον 7653 1.49.15.4 : οὐκ ἄν ποτ´ εἴη αἴτιον· ὃ δή μοι φαίνονται ψηλαφῶντες 7654 1.49.15.5 : οἱ πολλοὶ ὥσπερ ἐν σκότει, ἀλλοτρίῳ ὀνόματι προσχρώ– 7655 1.49.15.6 : μενοι, ὡς αἴτιον αὐτὸ προσαγορεύειν. Διὸ δὴ καὶ ὃ μέν 7656 1.49.15.7 : τις δίνην περιτιθεὶς τῇ γῇ ὑπὸ τοῦ οὐρανοῦ μένειν δὴ 7657 1.49.15.8 : ποιεῖ τὴν γῆν, ὁ δὲ ὥσπερ καρδόπῳ πλατείᾳ βάθρον τὸν 7658 1.49.15.9 : ἀέρα ὑπερείδει· τὴν δὲ τοῦ ὡς οἷόν τε βέλτιστα αὐτὰ 7659 1.49.15.10 : τεθῆναι δύναμιν οὕτω νῦν κεῖσθαι, ταύτην οὔτε ζητοῦσιν 7660 1.49.15.11 : οὔτε τινὰ οἴονται δαιμονίαν ἰσχὺν ἔχειν, ἀλλ´ ἡγοῦνται 7661 1.49.15.12 : τούτου ἄν ποτε Ἄτλαντα ἰσχυρότερον καὶ ἀθανατώτερον 7662 1.49.15.13 : καὶ μᾶλλον ἅπαντα συνέχοντα ἐξευρεῖν καὶ ὡς ἀληθῶς 7663 1.49.15.14 : τὸ ἀγαθὸν καὶ δέον συνιδεῖν καὶ συνδέειν οὐδὲν οἴονται. 7664 1.49.15.15 : Ἐγὼ μὲν οὖν τῆς τοιαύτης αἰτίας, ὅπῃ ποτὲ ἔχει, μαθητὴς 7665 1.49.15.16 : ὁτουοῦν ἥδιστ´ ἂν γενοίμην· ἐπειδὴ δὲ ταύτης ἐστερή– 7666 1.49.15.17 : θην καὶ οὔτ´ αὐτὸς εὑρεῖν οὔτε παρ´ ἄλλου μαθεῖν οἷός 7667 1.49.15.18 : τε ἐγενόμην, τὸν δεύτερον πλοῦν ἐπὶ τὴν τῆς αἰτίας ζή– 7668 1.49.15.19 : τησιν ᾗ πεπραγμάτευμαι, βούλει σοι, ἔφη, ἐπίδειξιν ποι– 7669 1.49.15.20 : ήσομαι, ὦ Κέβης; {—}Ὑπερφυῶς μὲν οὖν, ἔφη, ὡς βού– 7670 1.49.15.21 : λομαι. {—}Ἔδοξε τοίνυν μοι, ἦ δ´ ὅς, μετὰ ταῦτα, ἐπειδὴ 7671 1.49.15.22 : ἀπείρηκα τὰ ὄντα σκοπῶν, δεῖν εὐλαβηθῆναι, μὴ πάθοιμι 7672 1.49.15.23 : ὅπερ οἱ τὸν ἥλιον ἐκλείποντα θεωροῦντες καὶ σκοπούμενοι 7673 1.49.15.24 : πάσχουσι· διαφθείρονται γάρ που ἔνιοι τὰ ὄμματα, ἐὰν 7674 1.49.15.25 : μὴ ἐν ὕδατι ἤ τινι τοιούτῳ σκοπῶνται τὴν εἰκόνα αὐτοῦ. 7675 1.49.15.26 : Τοιοῦτόν τι καὶ ἐγὼ διενοήθην καὶ ἔδεισα, μὴ παντάπασι 7676 1.49.15.27 : τὴν ψυχὴν τυφλωθείην βλέπων πρὸς τὰ πράγματα τοῖς 7677 1.49.15.28 : ὄμμασι καὶ ἑκάστῃ τῶν αἰσθήσεων ἐπιχειρῶν ἅπτεσθαι 7678 1.49.15.29 : αὐτῶν. Ἔδοξε δή μοι χρῆναι εἰς τοὺς λόγους καταφυ– 7679 1.49.15.30 : γόντα ἐν ἐκείνοις σκοπεῖν τῶν ὄντων τὴν ἀλήθειαν. Ἴσως 7680 1.49.15.31 : μὲν οὖν, ὡς εἰκάζω, τρόπον τινὰ οὐκ ἔοικεν. Οὐ γὰρ 7681 1.49.15.32 : πάνυ συγχωρῶ, τὸν ἐν λόγοις σκοπούμενον τὰ ὄντα ἐν 7682 1.49.15.33 : εἰκόσι μᾶλλον σκοπεῖν ἢ τὸν ἐν τοῖς ἔργοις· ἀλλ´ οὖν 7683 1.49.15.34 : δὴ ταύτῃ γε ὥρμησα, καὶ ὑποθέμενος ἑκάστοτε λόγον ὃν 7684 1.49.15.35 : ἂν κρίνω ἐρρωμενέστατον εἶναι, ἃ μὲν ἄν μοι δοκῇ τούτῳ 7685 1.49.15.36 : συμφωνεῖν, τίθημι ὡς ἀληθῆ ὄντα, καὶ περὶ αἰτίας καὶ 7686 1.49.15.37 : περὶ τῶν ἄλλων πάντων· ἃ δ´ ἂν μή, ὡς οὐκ ἀληθῆ. 7687 1.49.15.38 : Βούλομαι δέ σοι σαφέστερον εἰπεῖν ἃ λέγω· οἶμαι γάρ 7688 1.49.15.39 : σε νῦν οὐ μανθάνειν. {—}Οὐ μὰ τὸν Δί´, ἔφη ὁ Κέβης, 7689 1.49.15.40 : οὐ σφόδρα. 7690 1.49.16.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 105C–107A). 7691 1.49.16.2 : Ἀποκρίνου δή, ἦ δ´ ὅς, ᾧ ἂν τί ἐγγένηται σώματι, 7692 1.49.16.3 : ζῶν ἔσται; {—}Ὧι ἂν ψυχή, ἔφη. {—}Οὐκοῦν ἀεὶ τοῦτο 7693 1.49.16.4 : οὕτως ἔχει; {—}Πῶς γὰρ οὐχί, ἦ δ´ ὅς. {—}Ἡ ψυχὴ ἄρα 7694 1.49.16.5 : ὅ τι ἂν αὐτὴ κατάσχῃ, ἀεὶ ἥκει ἐπ´ ἐκεῖνο φέρουσα ζωήν; 7695 1.49.16.6 : {—}Ἥκει μέντοι, ἔφη. {—}Πότερον δ´ ἔστι τι ζωῇ ἐναντίον 7696 1.49.16.7 : ἢ οὐδέν; {—}Ἔστιν, ἔφη. {—}Τί; {—}Θάνατος. {—}Οὐκοῦν 7697 1.49.16.8 : ψυχὴ τὸ ἐναντίον ᾧ αὐτὴ ἐπιφέρει ἀεὶ οὐ μήποτε δέ– 7698 1.49.16.9 : ξηται, ὡς ἐκ τῶν πρόσθεν ὡμολόγηται; {—}Καὶ μάλα 7699 1.49.16.10 : σφόδρα, ἔφη ὁ Κέβης. {—}Τί οὖν; τὸ μὴ δεχόμενον τὴν 7700 1.49.16.11 : τοῦ ἀρτίου ἰδέαν, τί νῦν δὴ ὀνομάζομεν; {—}Ἀνάρτιον, ἔφη. 7701 1.49.16.12 : {—}Τὸ δὲ δίκαιον μὴ δεχόμενον καὶ ὃ ἂν μουσικὸν μὴ δέ– 7702 1.49.16.13 : χηται; {—}Ἄμουσον, ἔφη, τὸ δὲ ἄδικον. {—}Εἶεν· ὃ δ´ 7703 1.49.16.14 : ἂν θάνατον μὴ δέχηται, τί καλοῦμεν; {—}Ἀθάνατον, ἔφη. 7704 1.49.16.15 : {—}Οὐκοῦν ψυχὴ οὐ δέχεται θάνατον; {—}Οὔ. {—}Ἀθά– 7705 1.49.16.16 : νατον ἄρα ψυχή; {—}Ἀθάνατον. {—}Εἶεν, ἔφη· τοῦτο μὲν 7706 1.49.16.17 : δὴ ἀποδεδεῖχθαι φῶμεν· ἢ πῶς δοκεῖ; {—}Καὶ μάλα γε 7707 1.49.16.18 : ἱκανῶς, ὦ Σώκρατες. {—}Τί οὖν, ἦ δ´ ὅς, ὦ Κέβης; Εἰ 7708 1.49.16.19 : τῷ ἀναρτίῳ ἀναγκαῖον ἦν ἀνωλέθρῳ εἶναι, ἄλλο τι ἢ τὰ 7709 1.49.16.20 : τρία ἀνώλεθρα ἂν ἦν; {—}Πῶς γὰρ οὔ; {—}Οὐκοῦν εἰ καὶ 7710 1.49.16.21 : τὸ θερμὸν ἀναγκαῖον ἦν ἀνώλεθρον εἶναι, ὁπότε τις ἐπὶ 7711 1.49.16.22 : χιόνα θερμὸν ἐπάγει, ὑπεξῄει ἂν ἡ χιὼν μένουσα ἄτηκτος· 7712 1.49.16.23 : οὐ γὰρ ἂν ἀπώλετό γε, οὐδ´ αὖ ὑπομένουσα ἐδέξατ´ ἂν 7713 1.49.16.24 : τὴν θερμότητα. {—}Ἀληθῆ, ἔφη, λέγεις. {—}Ὡσαύτως, 7714 1.49.16.25 : οἶμαι, κἂν εἰ τὸ ψυχρὸν ἀνώλεθρον ἦν, ὁπότε ἐπὶ τὸ 7715 1.49.16.26 : πῦρ ψυχρόν τι ἐπῄει, οὔποτ´ ἂν ἀπεσβέννυτο οὐδ´ ἀπώλ– 7716 1.49.16.27 : λυτο, ἀλλὰ σῶον ἂν ἀπελθὸν ᾤχετο. {—}Ἀνάγκη, ἔφη. {—} 7717 1.49.16.28 : Οὐκοῦν καὶ ὧδε, ἔφη, ἀνάγκη περὶ τοῦ ἀθανάτου 〈εἰπεῖν〉; 7718 1.49.16.29 : Εἰ μὲν τὸ ἀθάνατον καὶ ἀνώλεθρόν ἐστιν, ἀδύνατον ψυχῇ, 7719 1.49.16.30 : ὅταν θάνατος ἐπ´ αὐτὴν ἴῃ, ἀπόλλυσθαι· θάνατον μὲν 7720 1.49.16.31 : γὰρ δὴ ἐκ τῶν προειρημένων οὐ δέξεται οὐδ´ ἔσται τε– 7721 1.49.16.32 : θνηκυῖα, ὥσπερ τὰ τρία οὐκ ἔσται, ἔφαμεν, ἄρτιον, οὐδὲ 7722 1.49.16.33 : γοῦν τὸ περιττόν, οὐδὲ δὴ τὸ πῦρ ψυχρόν, οὐδέ γε ἡ ἐν 7723 1.49.16.34 : τῷ πυρὶ θερμότης. Ἀλλὰ τί κωλύει, φαίη ἄν τις, ἄρτιον 7724 1.49.16.35 : μὲν τὸ περιττὸν μὴ γίγνεσθαι ἐπιόντος τοῦ ἀρτίου, ὥσπερ 7725 1.49.16.36 : ὡμολόγηται, ἀπολομένου δ´ αὐτοῦ ἀντ´ ἐκείνου ἄρτιον 7726 1.49.16.37 : γεγονέναι; Τῷ ταῦτα λέγοντι οὐκ ἂν ἔχοιμεν διαμάχεσθαι 7727 1.49.16.38 : ὅτι οὐκ ἀπόλλυται· τὸ γὰρ ἀνάρτιον οὐκ ἀνώλεθρόν ἐστιν, 7728 1.49.16.39 : ἐπεὶ εἰ τοῦτο ὡμολόγητο ἡμῖν, ῥᾳδίως ἂν διεμαχόμεθα 7729 1.49.16.40 : ὅτι ἐπελθόντος τοῦ ἀρτίου τὸ περιττὸν καὶ τὰ τρία οἴχε– 7730 1.49.16.41 : ται ἀπιόντα· καὶ περὶ πυρὸς καὶ θερμοῦ καὶ τῶν ἄλλων 7731 1.49.16.42 : οὕτως ἂν διεμαχόμεθα· ἢ οὔ; {—}Πάνυ μὲν οὖν. {—}Οὐ– 7732 1.49.16.43 : κοῦν καὶ νῦν περὶ τοῦ ἀθανάτου, εἰ μὲν ἡμῖν ὁμολογεῖται 7733 1.49.16.44 : καὶ ἀνώλεθρον εἶναι, ψυχὴ ἂν εἴη πρὸς τῷ ἀθάνατος 7734 1.49.16.45 : εἶναι καὶ ἀνώλεθρος· εἰ δὲ μή, ἄλλου ἂν δέοι λόγου. {—} 7735 1.49.16.46 : Ἀλλ´ οὐδὲν δεῖ, ἔφη, τούτου γε ἕνεκα· σχολῇ γὰρ ἄν τι 7736 1.49.16.47 : ἄλλο φθορὰν μὴ δέχοιτο, εἴ γε τὸ ἀθάνατον ἀίδιον ὂν 7737 1.49.16.48 : φθορὰν δέξεται. {—}Ὁ δέ γε θεός, οἶμαι, ἔφη ὁ Σωκρά– 7738 1.49.16.49 : της, καὶ αὐτὸ τὸ τῆς ζωῆς εἶδος καὶ εἴ τι ἄλλο ἀθάνατόν 7739 1.49.16.50 : ἐστι, παρὰ πάντων ἂν ὁμολογηθείη μηδέποτε ἀπόλλυσθαι. 7740 1.49.16.51 : {—}Παρὰ πάντων μέντοι νὴ Δί´, ἔφη, ἀνθρώπων τέ γε καὶ 7741 1.49.16.52 : ἔτι μᾶλλον, ὡς ἐγᾦμαι, παρὰ θεῶν. {—}Ὁπότε δὴ τὸ ἀθά– 7742 1.49.16.53 : νατον καὶ ἀδιάφθορόν ἐστιν, ἄλλο τι ψυχὴ ἤ, εἰ ἀθάνατος 7743 1.49.16.54 : τυγχάνει οὖσα, καὶ ἀνώλεθρος ἂν εἴη; {—}Πολλὴ ἀνάγκη. 7744 1.49.16.55 : {—}Ἐπιόντος ἄρα θανάτου ἐπὶ τὸν ἄνθρωπον, τὸ μὲν 7745 1.49.16.56 : θνητόν, ὡς ἔοικεν, αὐτοῦ ἀποθνῄσκει, τὸ δ´ ἀθάνατον 7746 1.49.16.57 : σῶον καὶ ἀδιάφθορον οἴχεται ἀπιόν, ὑπεκχωρῆσαν τῷ 7747 1.49.16.58 : θανάτῳ. {—}Φαίνεται. {—}Παντὸς μᾶλλον ἄρα, ἔφη, ὦ 7748 1.49.16.59 : Κέβης, ἔσονται ἡμῶν αἱ ψυχαὶ ἐν Ἅιδου. 7749 1.49.17.1 : <20Ἐκ τῶν Πορφυρίου Πρὸς τὰ νοητὰ 7750 1.49.17.2 : ἀφορμῶν>20 (Porphyr. op. p. 60 Holsten.). 7751 1.49.17.3 : Ἡ μὲν ψυχὴ τῆς ἀμερίστου καὶ 〈τῆς〉 περὶ τὰ σώματα 7752 1.49.17.4 : μεριστῆς οὐσίας μέσον τι· ὁ δὲ νοῦς ἀμέριστος οὐσία 7753 1.49.17.5 : μόνον, τὰ δὲ σώματα μεριστὰ μόνον. Αἱ δὲ ποιότητες 7754 1.49.17.6 : καὶ τὰ ἔνυλα εἴδη περὶ τὰ σώματα 〈τὰ〉 μεριστά. 7755 1.49.18.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (Porphyr. op. p. 60 Holsten.). 7756 1.49.18.2 : Ψυχὴ καταδεῖται πρὸς σῶμα τῇ ἐπιστροφῇ τῇ πρὸς 7757 1.49.18.3 : τὰ πάθη τὰ ἀπ´ αὐτοῦ, καὶ λύεται διὰ τῆς ἀπαθείας. 7758 1.49.19.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (Porphyr. op. p. 66 Holsten.). 7759 1.49.19.2 : Ἡ ψυχὴ ἔχει μὲν πάντων τοὺς λόγους, ἐνεργεῖ δὲ 7760 1.49.19.3 : κατ´ αὐτοὺς ἢ ὑπ´ ἄλλου εἰς τὴν προχείρισιν ἐκκαλουμένη 7761 1.49.19.4 : ἢ ἑαυτὴν εἰς αὐτοὺς ἐπιστρέφουσα εἰς τὸ εἴσω. Καὶ ὑπ´ 7762 1.49.19.5 : ἄλλου μὲν ἐκκαλουμένη ὡς πρὸς τὰ ἔξω τὰς αἰσθήσεις 7763 1.49.19.6 : 〈εἴσω〉 ἀποδίδωσιν· εἰς δὲ ἑαυτὴν εἰσιοῦσα πρὸς τὸν νοῦν 7764 1.49.19.7 : ἐν ταῖς νοήσεσι γίγνεται· καὶ οὔτε αἴσθησις ἔξωθεν οὔτε 7765 1.49.19.8 : νόησις 〈εἴσω〉 ἄλλῃ ποτέ. Ὡς δὲ τῷ ζῴῳ οὐκ ἄνευ πάθους 7766 1.49.19.9 : τῶν αἰσθητικῶν ὀργάνων αἱ αἰσθήσεις, οὕτω καὶ αἱ νοήσεις 7767 1.49.19.10 : οὐκ ἄνευ φαντασίας· ἵν´ ᾖ τὸ ἀνάλογον, ὡς ὁ τύπος παρα– 7768 1.49.19.11 : κολούθημα ζῴου αἰσθητικοῦ, οὕτως τὸ φάντασμα ψυχῆς 7769 1.49.19.12 : ζῴου ἑπόμενον νοήσει. 7770 1.49.20.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (Holsten. l. s.). 7771 1.49.20.2 : Ἡ ψυχὴ οὐσία ἀμεγέθης, ἄυλος, ἄφθαρτος, ἐν ζωῇ 7772 1.49.20.3 : παρ´ ἑαυτῆς ἐχούσῃ τὸ ζῆν κεκτημένη τὸ εἶναι. 7773 1.49.21.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (Holsten. l. s.). 7774 1.49.21.2 : Ἄλλο τὸ πάσχειν τῶν σωμάτων, ἄλλο τῶν ἀσωμάτων. 7775 1.49.21.3 : Τῶν μὲν γὰρ σωμάτων σὺν τροπῇ τὸ πάσχειν· τῆς δὲ 7776 1.49.21.4 : ψυχῆς αἱ οἰκειώσεις καὶ τὰ πάθη ἐνέργειαι, οὐδὲν ἐοικυῖαι 7777 1.49.21.5 : θερμάνσεσι καὶ ψύξεσι σωμάτων. Διὸ εἴπερ τὸ πάσχειν 7778 1.49.21.6 : πάντως σὺν τροπῇ, ἀπαθῆ ῥητέον παντελῶς τὰ ἀσώματα. 7779 1.49.21.7 : Τὰ μὲν γὰρ ὕλης κεχωρισμένα καὶ σωμάτων ἐνεργείαις ἦν 7780 1.49.21.8 : τὰ αὐτά· τὰ δ´ ὕλῃ πλησιάζοντα καὶ σώμασιν αὐτὰ μὲν 7781 1.49.21.9 : ἀπαθῆ, τὰ δὲ ἐφ´ ὧν θεωρεῖται πάσχει. Ὅταν γὰρ τὸ 7782 1.49.21.10 : ζῷον αἰσθάνηται, ἔοικεν ἡ ψυχὴ μὲν ἁρμονίᾳ χωριστῇ, 7783 1.49.21.11 : ἐξ ἑαυτῆς τὰς χορδὰς κινούσῃ ἡρμοσμένας· ** ἁρμονίᾳ 7784 1.49.21.12 : ἀχωρίστῳ· τὸ δὲ αἴτιον τοῦ κινῆσαι τὸ ζῷον διὰ τὸ εἶναι 7785 1.49.21.13 : ἔμψυχον ἀνάλογον τῷ μουσικῷ διὰ τὸ εἶναι ἐναρμόνιον· 7786 1.49.21.14 : τὰ δὲ πληγέντα σώματα διὰ πάθος αἰσθητικὸν ταῖς ἡρμο– 7787 1.49.21.15 : σμέναις χορδαῖς. καὶ γὰρ ἐκεῖ οὐδ´ ἡ ἁρμονία πέπονθεν 7788 1.49.21.16 : ἡ χωριστή, ἀλλ´ ἡ χορδή· καὶ κινεῖ μὲν ὁ μουσικὸς κατὰ 7789 1.49.21.17 : τὴν ἐν αὑτῷ ἁρμονίαν, οὐ μὴν ἐκινήθη ἂν ἡ χορδὴ μου– 7790 1.49.21.18 : σικῶς, εἰ καὶ ὁ μουσικὸς ἐβούλετο, μὴ τῆς ἁρμονίας τοῦτο 7791 1.49.21.19 : λεγούσης. 7792 1.49.22.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (Porphyr. op. p. 71 Holsten.). 7793 1.49.22.2 : Ἧς οὐσίας ἐν ζωῇ τὸ εἶναι καὶ ἧς τὰ πάθη ζωή, 7794 1.49.22.3 : ταύτης καὶ ὁ θάνατος ἐν ποιᾷ ζωῇ κεῖται, οὐκ ἐν ζωῆς 7795 1.49.22.4 : καθάπαξ στερήσει, ὅτι μηδὲ τὸ παθεῖν ἦν ὁδὸς εἰς τὴν 7796 1.49.22.5 : παντελῆ ἀζωίαν ἐπ´ αὐτῆς. 7797 1.49.23.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (Porphyr. op. p. 95 Holsten.). 7798 1.49.23.2 : Οὐ διὰ τὸ πλῆθος τῶν σωμάτων δεῖ νομίζειν πλῆθος 7799 1.49.23.3 : τῶν ψυχῶν γενέσθαι, πρὸ δὲ τῶν σωμάτων εἶναι καὶ 7800 1.49.23.4 : πολλὰς καὶ μίαν, οὔτε τῆς μιᾶς ὅλης κωλυούσης τὰς πολ– 7801 1.49.23.5 : λὰς ἐν ἑαυτῇ εἶναι οὔτε τῶν πολλῶν τὴν μίαν εἰς αὑτὰς 7802 1.49.23.6 : μεριζουσῶν. Διέστησαν γὰρ οὐκ ἀποκοπεῖσαι οὐδ´ ἀπο– 7803 1.49.23.7 : κερματίσασαι εἰς αὑτὰς τὴν ὅλην, καὶ πάρεισιν ἀλλή– 7804 1.49.23.8 : λαις οὐ συγκεχυμέναι οὐδὲ σωρὸν ποιοῦσαι τὴν ὅλην. 7805 1.49.23.9 : Οὔτε γὰρ πέρασίν εἰσι διειλημμέναι οὔτε πάλιν ἀλλήλαις 7806 1.49.23.10 : συγκεχυμέναι, ὥσπερ οὐδὲ ἐπιστῆμαι συνεχύθησαν αἱ 7807 1.49.23.11 : πολλαὶ ἐν ψυχῇ μιᾷ καὶ πάλιν οὐκ ἔγκεινται ὡς τὰ σώματα 7808 1.49.23.12 : τῇ ψυχῇ ἑτερουσίως, ἀλλὰ τῆς ψυχῆς ποιαὶ ἦσαν ἐνέργειαι. 7809 1.49.23.13 : Ἀπειροδύναμος ἡ τῆς ψυχῆς φύσις καὶ καθ´ ἕκα– 7810 1.49.23.14 : στον τὸ τυχὸν αὐτῆς ** ψυχή, καὶ πᾶσαι μία, καὶ πά– 7811 1.49.23.15 : λιν ἡ ὅλη ἄλλη παρὰ πάσας. Ὡς γὰρ τὰ σώματα ἐπ´ 7812 1.49.23.16 : ἄπειρον τεμνόμενα οὐ καταλήγει εἰς ἀσώματα, κατ´ ὄγκον 7813 1.49.23.17 : λαμβανόντων τῶν τμημάτων τὴν διαφοράν, οὕτως ψυχή, 7814 1.49.23.18 : οὖσα ζωτικόν, ἐπ´ ἄπειρον κατὰ τὰ εἴδη διείληπται, 7815 1.49.23.19 : παραλλαγὰς ἔχουσα εἰδικάς, καὶ ἡ ὅλη σὺν ταύταις οὖσα 7816 1.49.23.20 : καὶ ἄνευ τούτων. Ἡ γὰρ ἐπ´ αὐτῆς οἷον τομὴ ἑτερότης 7817 1.49.23.21 : ἐστὶ μενούσης τῆς ταὐτότητος. Εἰ δ´ ἐπὶ τῶν σωμάτων, 7818 1.49.23.22 : ἐφ´ ὧν ἡ ἑτερότης ἐκράτει μᾶλλον τῆς ταὐτότητος, οὐδὲν 7819 1.49.23.23 : ἐπεισελθὸν ἀσώματον διέκοψε τὴν ἕνωσιν, μένει δὲ πάντα 7820 1.49.23.24 : ἡνωμένα μὲν κατὰ τὴν οὐσίαν, ταῖς δὲ ποιότησι καὶ τοῖς 7821 1.49.23.25 : ἄλλοις εἴδεσι διειλημμένα, τί χρὴ ὑπονοεῖν ἐπὶ τῆς εἰδι– 7822 1.49.23.26 : κῆς ἀσωμάτου ζωῆς, ἐφ´ ἧς ἡ ταὐτότης μᾶλλον κεκρά– 7823 1.49.23.27 : τηκε τῆς ἑτερότητος, καὶ οὐδὲν ὑπόκειται ἀλλοῖον παρὰ 7824 1.49.23.28 : τὸ εἶδος, ἀφ´ ἧς καὶ τοῖς σώμασιν ἡ ἑνότης, οὐδὲ σῶμα 7825 1.49.23.29 : συμπεσὸν ἀποκόπτει τὴν ἕνωσιν, καίπερ πρὸς τὰς ἐνερ– 7826 1.49.23.30 : γείας ἐν πολλοῖς ἐμποδίζον; Αὐτὴ δι´ αὑτὴν ἡ ταὐτότης 7827 1.49.23.31 : αὐτῆς πάντα ποιεῖ καὶ εὑρίσκει διὰ τῆς ἐπ´ ἄπειρον 7828 1.49.23.32 : εἰδικῆς ἐνεργείας, τοῦ τυχόντος μέρους πάντα δυναμένου. 7829 1.49.23.33 : ὅταν σωμάτων καθαρεύῃ, ὡς τὸ τυχὸν μέρος τοῦ σπέρ– 7830 1.49.23.34 : ματος τὴν τοῦ παντὸς σπέρματος ἔχει δύναμιν. Ὥσπερ 7831 1.49.23.35 : δὲ κρατηθὲν ἐν ὕλῃ τὸ σπέρμα καθ´ ἕκαστον ὧν ἠδύ– 7832 1.49.23.36 : νατο λόγων ἐν τοῖς μέρεσι τῆς ὕλης κρατεῖται, καὶ πάλιν 7833 1.49.23.37 : συναχθὲν εἰς τὴν τοῦ σπέρματος δύναμιν καθ´ ἕκαστον 7834 1.49.23.38 : τῶν μερῶν ἔχει τὴν πᾶσαν δύναμιν, οὕτω καὶ ψυχῆς 7835 1.49.23.39 : ἀύλου τὸ ὡς μέρος ἐπινοούμενον τῆς πάσης ψυχῆς ἔχει 7836 1.49.23.40 : τὴν δύναμιν. Τὸ δὲ πρὸς ὕλην ῥέψαν κεκράτηται μὲν 7837 1.49.23.41 : καθ´ ὃ [εἶδος ῥέψαν] ἐπιτηδείως ἔσχε προσομιλεῖν ἐνύλῳ· 7838 1.49.23.42 : ἔχει δὲ τὴν τῆς ὅλης δύναμιν ἤδη καὶ ἐντυγχάνει οὔσῃ 7839 1.49.23.43 : ἐν ἑαυτῷ, ὅταν ἀπὸ τοῦ ἐνύλου ἀποστὰν ἐν ἑαυτῷ γέ– 7840 1.49.23.44 : νηται. Ἐπεὶ δὲ πρὸς μὲν ὕλην ῥεπούσῃ ἀπορία ἁπάντων 7841 1.49.23.45 : 〈ἦν〉 καὶ τῆς οἰκείας δυνάμεως κένωσις, εἰς δὲ τὸν νοῦν 7842 1.49.23.46 : ἀναγομένη τὸ πλῆρες ἑαυτῆς κατὰ τὴν δύναμιν ἔχειν 7843 1.49.23.47 : τῆς πάσης ηὑρίσκετο, τὴν μὲν εἰκότως πενίαν τὴν δὲ 7844 1.49.23.48 : κόρον οἱ τοῦτο πρῶτον γνόντες τῆς ψυχῆς τὸ πάθος 7845 1.49.23.49 : ᾐνίξαντο. 7846 1.49.24.1 : <20Ἐκ τῶν Πορφυρίου Περὶ τῶν τῆς 7847 1.49.24.2 : ψυχῆς δυνάμεων.>20 7848 1.49.24.3 : Τὰς τῆς ψυχῆς δυνάμεις ὑπογράψαι πρόκειται καὶ 7849 1.49.24.4 : πρότερόν γε ἐπεξελθεῖν τῇ ἱστορίᾳ τῇ τε παρὰ τοῖς πα– 7850 1.49.24.5 : λαιοῖς καὶ τῇ ὕστερον ἐπικρίσει τῇ παρὰ τοῖς διδα– 7851 1.49.24.6 : σκάλοις. 7852 1.49.24.7 : <20Ἀρίστων>20 ἀντιληπτικὴν δύναμιν τῆς ψυχῆς θέμενος 7853 1.49.24.8 : ταύτην διαιρεῖ εἰς δύο, τὸ μέν τι μέρος φάσκων μετά 7854 1.49.24.9 : τινος τῶν αἰσθητηρίων ὡς τὰ πολλὰ κινεῖσθαι, ὃ <20αἰσθη– 7855 1.49.24.10 : τικὸν>20 καλεῖ, ἀρχὴν καὶ πηγὴν ὑπάρχον τῶν κατὰ μέρος 7856 1.49.24.11 : αἰσθήσεων, τὸ δὲ ἀεὶ καθ´ ἑαυτὸ καὶ χωρὶς ὀργάνων, 7857 1.49.24.12 : ὃ ἐπὶ μὲν τῶν ἀλόγων οὐκ ὠνομάσθαι (ἢ γὰρ ὅλως οὐκ 7858 1.49.24.13 : εἶναι ἐν αὐτοῖς, ἢ τελέως ἀσθενὲς καὶ ἀμυδρὸν ἄγαν), 7859 1.49.24.14 : ἐν δὲ τοῖς λογικοῖς, ἐν οἷς δὴ μάλιστα 〈ἢ〉 μόνοις φαί– 7860 1.49.24.15 : νεται, <20νοῦν>20 προσαγορεύεσθαι. [Ἔφη ἄνευ ὀργάνων τὸν 7861 1.49.24.16 : νοῦν ἐνεργεῖν, τὴν αἰσθητικὴν καὶ μετ´ ὀργάνου.] Πῶς 7862 1.49.24.17 : οὖν ἡ μετ´ ὀργάνου οὐχ ἡ αὐτὴ ἔσται τῷ νῷ, εἴγε ὑφ´ 7863 1.49.24.18 : ἓν γένος, τὸ τῆς ἀντιληπτικῆς, τέτακται καὶ 〈τὸ〉 μετ´ 7864 1.49.24.19 : ὀργάνου ἐνεργοῦν μέρος καὶ τὸ ἄνευ ὀργάνου; ἢ ὅτι ἣ 7865 1.49.24.20 : μὲν τῆς μορφῆς τῶν ὄντων ἀντιλαμβάνεται, ἣ δὲ τῆς 7866 1.49.24.21 : οὐσίας; Αἴσθησις γὰρ οὐσίας οὐκ ἀντιληπτική, ἀλλὰ 7867 1.49.24.22 : μορφῆς καὶ πλάσεως **· ὅτι δὲ ἄνθρωπος ἢ ἵππος, ἄλλου 7868 1.49.24.23 : ἡ ἀντίληψις. Διάφορον οὖν τῆς ἀντιλήψεως κίνημα· ἣ 7869 1.49.24.24 : μὲν γὰρ τυπουμένῃ ἔοικεν ἡ τῆς αἰσθητικῆς καὶ ἔξω 7870 1.49.24.25 : ἑλκομένῃ ἐπὶ μορφήν, ἣ δὲ ἀφισταμένῃ τυπώσεως. Οἳ 7871 1.49.24.26 : μὲν οὖν διῄρουν καὶ τὸ μὲν ἄνευ φαντασίας 〈ἢ αἰσθή– 7872 1.49.24.27 : σεως〉 διεξοδικόν, ἀπὸ τοῦ νοῦ ἠρτημένον <20διάνοιάν>20 τε 7873 1.49.24.28 : καὶ <20νοῦν>20 προσηγόρευον, τὸ δὲ μετὰ φαντασίας ἢ αἰσθή– 7874 1.49.24.29 : σεως τὴν διέξοδον ἔχον <20δοξαστικόν.>20 Οἳ δὲ μίαν μὲν 7875 1.49.24.30 : τὴν οὐσίαν λογικὴν ἐτίθεντο, διαφόρους δὲ τὰς ἐνεργείας. 7876 1.49.24.31 : Τοιαύτης δὲ οὔσης τῆς διαφορᾶς ὑφ´ ἓν τίθεσθαι τὰς 7877 1.49.24.32 : 〈δύο〉 δυνάμεις μήποτε ἄτοπον ἦν (οὐ γὰρ ἐκ μιᾶς ἥ τε 7878 1.49.24.33 : νόησις οὐσίας ὁρμᾶται καὶ ἡ αἴσθησις, καὶ ἀντίληψιν 7879 1.49.24.34 : εἴ τις λέγει τὴν τοῦ νοῦ ἐνέργειαν, ὁμωνύμως ἐρεῖ), καὶ 7880 1.49.24.35 : ἔδει ἄλλην μὲν θέσθαι τὴν τοῦ <20νοῦ>20 δύναμιν καὶ ἑτερογενῆ. 7881 1.49.24.36 : μεθ´ ἣν τὴν τῆς <20διανοίας,>20 πάντας τοὺς ἐφ´ ἑκατέρας, 7882 1.49.24.37 : ἀλλὰ τὴν μὲν ἀθρόαν ἐνέργειαν τὴν δὲ ἐν διεξόδῳ· ἄλ– 7883 1.49.24.38 : λην δὲ πάντῃ τὴν <20αἰσθητικήν,>20 ἧς τὸ μέν τι μετὰ προσ– 7884 1.49.24.39 : χρήσεως ὀργάνων, τὸ δέ 〈τι〉 ἄνευ προσχρήσεως, τοῦ μὲν 7885 1.49.24.40 : μετ´ ὀργάνων <20αἰσθητικοῦ>20 καλουμένου, τοῦ δὲ ἄνευ τού– 7886 1.49.24.41 : των <20φανταστικοῦ,>20 τὸ δέ τι οὐχ ἧττον τοῦ αὐτοῦ γένους, 7887 1.49.24.42 : ὑπερβεβηκὸς δὲ τὸ διεξοδεῦον, τὸ ἀθρόον τούτων, <20δοξα– 7888 1.49.24.43 : στικὸν>20 καλούμενον, ἐπιστάσεως οὔσης, πότερον τῆς 7889 1.49.24.44 : <20διανοίας>20 εἶδος τὸ τοιοῦτο ἢ τὸ ἄλλο, τὸ ὑπερβεβηκὸς 7890 1.49.24.45 : μὲν τὸ αἰσθητικὸν καὶ φανταστικόν, ὑποβεβηκὸς δὲ τὸ 7891 1.49.24.46 : νοητικόν. 7892 1.49.25.1 : <20Ἐν ταὐτῷ. 7893 1.49.25.2 : Νουμήνιος>20 (fr. 52 ap. Thedinga, de Numenio p. 70) 7894 1.49.25.3 : δὲ τὴν συγκαταθετικὴν δύναμιν παραδεκτικὴν ἐνεργειῶν 7895 1.49.25.4 : φήσας εἶναι, σύμπτωμα αὐτῆς φησιν εἶναι τὸ φανταστι– 7896 1.49.25.5 : κόν, οὐ μὴν ἔργον γε καὶ ἀποτέλεσμα, ἀλλὰ παρακολού– 7897 1.49.25.6 : θημα· τῶν ἀπὸ τῆς <20Στοᾶς>20 τὴν αἴσθησιν οὐκ ἐν τῇ φαν– 7898 1.49.25.7 : τασίᾳ ἱστάντων μόνον, ἀλλὰ τὴν οὐσίαν ἀναρτώντων ἀπὸ 7899 1.49.25.8 : τῆς συγκαταθέσεως. Αἰσθητικὴ γὰρ φαντασία συγκατά– 7900 1.49.25.9 : θεσίς ἐστιν ἢ αἴσθησις τῆς συγκαταθέσεως καθ´ ὁρμὴν 7901 1.49.25.10 : οὔσης. <20Λογγῖνος>20 δὲ μηδ´ εἶναι ὅλως συγκαταθετικὴν 7902 1.49.25.11 : δύναμιν ὑπονοεῖ. Κατὰ μέντοι τοὺς <20πρεσβυτέρους>20 7903 1.49.25.12 : καὶ τοὺς ἀπὸ τῆς <20Ἀκαδημίας>20 ἡ αἴσθησις ἐπὶ τῆς 〈δι´〉 7904 1.49.25.13 : αἰσθητηρίου φαντασίας ψιλὴ τίθεται καὶ διὰ τοῦτο οὐδὲ 7905 1.49.25.14 : κατ´ ἀρχὰς μέτοχος ἰδιώματος, ὅτι μηδὲ συγκαταθέσεως 7906 1.49.25.15 : μέτοχος. Κἂν ᾖ δὲ μετὰ συγκαταθέσεως συγκατακειμένη 7907 1.49.25.16 : φαντασία δι´ αἰσθητηρίου ἡ αἴσθησις, οὐ πάντως καὶ 7908 1.49.25.17 : ἀρετῆς μέτοχος ἡ αἴσθησις ἔσται, εἰ μὴ συγκατάθεσις 7909 1.49.25.18 : εἴη τῶν ἐφ´ ἡμῖν. 7910 1.49.25a.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ.>20 7911 1.49.25a.2 : Διαπεφώνηται δὲ οὐ τὰ περὶ τούτων μόνον τοῖς 7912 1.49.25a.3 : παλαιοῖς, ἀλλὰ καὶ ἐξ ἀρχῆς τὰ περὶ τῶν μερῶν τῆς 7913 1.49.25a.4 : ψυχῆς, καὶ ὅλως τί τὸ <20μέρος>20 καὶ τίς ἡ <20δύναμις>20 καὶ 7914 1.49.25a.5 : τίνι ταῦτα διενήνοχεν. 7915 1.49.25a.6 : Αὐτίκα οἱ μὲν ἀπὸ τῆς <20Στοᾶς>20 ὀκταμερῆ τὴν ψυ– 7916 1.49.25a.7 : χὴν θέντες καὶ πέντε μὲν μέρη τὰ αἰσθητικὰ λαβόντες, 7917 1.49.25a.8 : ἕκτον δὲ τὸ φωνητικὸν καὶ ἕβδομον τὸ σπερματικόν, [καὶ] 7918 1.49.25a.9 : λοιπὸν τὸ ἡγεμονικὸν ὡς ἂν ἄρχοντος χώραν ἔχειν ὑπε– 7919 1.49.25a.10 : τίθεντο, τὰ δὲ ἄλλα μέρη ἐν ὑπηρέτου τάξει ἀπεδίδοσαν, 7920 1.49.25a.11 : ὥστε τὸ αὐτὸ ἐξ ἄρχοντος καὶ ἀρχομένων συνεστάναι. 7921 1.49.25a.12 : Παρὰ δὲ <20Πλάτωνι>20 καὶ <20Ἀριστοτέλει>20 ἐν τοῖς Ἠθι– 7922 1.49.25a.13 : κοῖς τριμερὴς ἡ ψυχὴ λέγεται εἶναι, καὶ κεκράτηκε τοῦτο 7923 1.49.25a.14 : παρὰ τοῖς πολλοῖς ἀγνοοῦσιν ὡς ἡ διαίρεσις τῆς συστά– 7924 1.49.25a.15 : σεως ἕνεκα τῶν ἀρετῶν παρείληπται· οὐ γὰρ ἁπλῶς εἰς 7925 1.49.25a.16 : σύλληψιν πάντων τῶν μερῶν. Τὸ γὰρ φανταστικὸν καὶ 7926 1.49.25a.17 : αἰσθητικὸν καὶ τὸ νοερὸν καὶ 〈τὸ〉 φυτικὸν οὐ δήπου ἐν 7927 1.49.25a.18 : τῇ διαιρέσει ταύτῃ περιληφθήσεται. <20Ἄλλοι>20 δέ, ὧν καὶ 7928 1.49.25a.19 : <20Νουμήνιος>20 (fr. 54 p. 70 Theding.), οὐ τρία μέρη ψυχῆς 7929 1.49.25a.20 : μιᾶς, ἢ δύο γε, τὸ λογικὸν καὶ ἄλογον, ἀλλὰ δύο ψυχὰς 7930 1.49.25a.21 : ἔχειν ἡμᾶς οἴονται, ὥσπερ καὶ ἄλλα, τὴν μὲν λογικήν, 7931 1.49.25a.22 : τὴν δὲ ἄλογον· ὧν πάλιν οἳ μὲν ἄμφω ἀθανάτους, οἳ 7932 1.49.25a.23 : δὲ τὴν λογικὴν ἀθάνατον, τὴν δὲ ἄλογον οὐ κατὰ τὰς 7933 1.49.25a.24 : ἐνεργείας μόνον ἀφίστασθαι τῆς ποιᾶς κινήσεως, ἀλλὰ 7934 1.49.25a.25 : καὶ κατ´ οὐσίαν διαλύεσθαι. Τοῖς δὲ ἐδόκει δύο ψυχῶν 7935 1.49.25a.26 : εἰς ταὐτὸ συμπλακεισῶν ἀλλήλαις διπλασίας εἶναι τὰς 7936 1.49.25a.27 : κινήσεις, ὁμοιουμένων ἀλλήλαις ἐκ τοῦ ἀπολαύειν ἑκα– 7937 1.49.25a.28 : τέραν τῶν τῆς ἑτέρας παθημάτων κατὰ τὴν ἕνωσιν. 7938 1.49.25a.29 : Ῥητέον δὲ ὡς δύναμις μέρους διήνεγκεν, ὅτι τὸ μὲν 7939 1.49.25a.30 : <20μέρος>20 ἐκβέβηκε κατὰ γένος τὸν χαρακτῆρα τοῦ ἄλλου 7940 1.49.25a.31 : μέρους, αἱ δὲ <20δυνάμεις>20 περὶ τὸ αὐτὸ στρέφονται γένος. 7941 1.49.25a.32 : Διὸ τὰ μὲν μέρη παρῃτεῖτο <20Ἀριστοτέλης>20 ἐπὶ τῆς 7942 1.49.25a.33 : ψυχῆς, τὰς δὲ δυνάμεις οὐκέτι· τὸ γὰρ ἑτερομερὲς εὐθὺς 7943 1.49.25a.34 : ὑποκειμένου παραλλαγὴν εἰσάγειν, τὸ δὲ ἑτεροδύναμον 7944 1.49.25a.35 : καὶ περὶ ἓν ὑποκείμενον ἐνίστασθαι. <20Λογγῖνος>20 δὲ 7945 1.49.25a.36 : οὐδὲ τὸ ζῷον πολυμερὲς εἶναι ἀλλ´ ἀμερές, πολυδύναμον 7946 1.49.25a.37 : δέ, τὸ τοῦ <20Πλάτωνος>20 ἐν τοῖς σώμασι πολυμερῆ φά– 7947 1.49.25a.38 : σκων τὴν ψυχὴν γίγνεσθαι, καθ´ ἑαυτὴν οὖσαν ἀμερῆ. 7948 1.49.25a.39 : ὅτι δὲ οὐ πολυμερής, οὐ διὰ τοῦτο καὶ μονοδύναμος· 7949 1.49.25a.40 : ἐνδέχεσθαι γὰρ ἓν ἀμερὲς δυνάμεις πλείους ἔχειν. 7950 1.49.25a.41 : Διακριτέον οὖν τάχα ἐκ τοῦ πολλοῦ ταράχου θέντας 7951 1.49.25a.42 : ὅρον γνώσεως μερικῆς διαφορᾶς καὶ ἀδιαφορίας καὶ 7952 1.49.25a.43 : πάλιν δυνάμεων πρὸς μέρη καὶ πρὸς ἀλλήλας, εἶτ´ ἀνω– 7953 1.49.25a.44 : τέρω οὐσιῶν εἰ καὶ πλείους ἐν ἑνὶ εἶεν. Ὡς ἐκ τούτου γὰρ 7954 1.49.25a.45 : γνώριμον ἔσται, εἰ καὶ ἡ ψυχὴ ἐν ζῴῳ οὖσα πολυμερὴς 7955 1.49.25a.46 : ἢ μόνον πολυδύναμος, καὶ πότερον συγχωρητέον τοῖς 7956 1.49.25a.47 : μίαν μὲν ψυχὴν εἰς τὸν ἄνθρωπον κατακλείουσι πολυ– 7957 1.49.25a.48 : μερῆ δὲ ταύτην, ἢ καθ´ αὑτὴν ἢ καὶ ἐν τούτῳ λέγουσι 7958 1.49.25a.49 : γίγνεσθαι· ἢ πλειόνων ψυχῶν ἦν σύνοδος καὶ ἐῴκει 7959 1.49.25a.50 : ὁ ἄνθρωπος μάλιστα χορῷ συνᾴδοντι καὶ κατὰ τοῦτο 7960 1.49.25a.51 : ἔχοντι τὸ ἓν κατὰ τὴν τῶν συμπληρούντων τὸ ὅλον συμ– 7961 1.49.25a.52 : φωνίαν, ἢ ἑνὸς ἦν κατ´ οὐσίαν τὸ διάφορον πλῆθος. 7962 1.49.25a.53 : Ῥητέον οὖν, ὡς <20δύναμις>20 καὶ <20μέρος>20 καὶ <20κατασκευὴ 7963 1.49.25a.54 : ἐπὶ>20 τῆς ψυχῆς ταύτῃ διενήνοχε· <20μέρος>20 μὲν γάρ ἐστιν 7964 1.49.25a.55 : ὃ καὶ τῷ ὑποκειμένῳ καὶ τῷ εἴδει καὶ ταῖς ἐνεργείαις 7965 1.49.25a.56 : ἄλλου μέρους διαφέρει· <20κατασκευὴ>20 δὲ ἡ πρὸς ὃ πέφυκε 7966 1.49.25a.57 : τῶν μερῶν οἰκεία ἐπιτηδειότης· <20δύναμις>20 δὲ τῆς κατα– 7967 1.49.25a.58 : σκευῆς ἕξις ἀφ´ ἧς ἐνεργεῖν δύναται, καθ´ ὃ κατεσκεύ– 7968 1.49.25a.59 : ασται ἕκαστον. Ἔνιοι δὲ τὴν αὐτὴν ἔφασαν εἶναι κατα– 7969 1.49.25a.60 : σκευήν τε καὶ δύναμιν. Διαφέρει δὲ μέρους δύναμις· 〈αἱ 7970 1.49.25a.61 : μὲν γὰρ <20δυνάμεις>20〉 ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ καὶ ἑνὸς ὑποκειμένου 7971 1.49.25a.62 : ὅλου πλείους θεωροῦνται, οὐκ ἐν ἄλλῳ καὶ [ἐν] ἄλλῳ 7972 1.49.25a.63 : περατούμεναι τῷ ποσῷ τῆς ὑποκειμένης οὐσίας, τὰ δὲ 7973 1.49.25a.64 : <20μέρη>20 ἀπολαμβάνει ἑαυτοῖς ποσόν τι τῆς οὐσίας καὶ περι– 7974 1.49.25a.65 : γράφει ἀλλοῖόν τι μόριον αὐτῆς. Αὐτίκα τοῦ μήλου αἱ 7975 1.49.25a.66 : μὲν δυνάμεις πᾶσαι ἐν ἑνί, τὰ δὲ μέρη ἄλλα ἀλλαχοῦ 7976 1.49.25a.67 : κεχώρισται· ἐφάπτεται γὰρ ἡ μὲν τοῦ μέρους ἔννοια 7977 1.49.25a.68 : ποσοῦ, ὡς πρὸς τὴν τοῦ ὅλου κατασκευὴν ὀλιγωτέραν 7978 1.49.25a.69 : ποσότητα ἀπολαμβάνον· ἡ δὲ τῆς δυνάμεως τοῦ ὅλου 7979 1.49.25a.70 : τὴν ἐπίνοιαν ἀπείληφε. Διόπερ ἀμερεῖς μὲν αἱ δυνάμεις 7980 1.49.25a.71 : καὶ δι´ ὅλου κεχωρηκυῖαι, τὰ δὲ μέρη ἠλλοίωται, μερι– 7981 1.49.25a.72 : κοῦ ἔχοντα ἀντὶ τοῦ ὅλου ποσότητα. 7982 1.49.25a.73 : Πῶς οὖν ἀμερὴς ἡ ψυχὴ καὶ πάλιν τριμερής; Οἱ 7983 1.49.25a.74 : μὲν οὖν τὰ μέρη τῆς ψυχῆς κατὰ τὸ ποσὸν ἀκούσαντες 7984 1.49.25a.75 : εἰκότως ἀποροῦσι, πῶς καὶ ἀμερὴς καὶ τριμερής, καὶ 7985 1.49.25a.76 : λύουσι φάσκοντες κατὰ μὲν ἴδιον λόγον καὶ καθ´ ἑαυτὴν 7986 1.49.25a.77 : εἶναι ἀμερῆ, τριμερῆ δὲ καθ´ ὅσον ἐν σώματι γενομένη 7987 1.49.25a.78 : μεριστῷ ὄντι ἄλλο καὶ ἄλλο μέρος ἐπέχει τοῦ σώματος 7988 1.49.25a.79 : εἰς τὰς διαφόρους αὑτῆς ἐνεργείας. Οὐ γὰρ δὴ 〈ἡ〉 αὐτὴ 7989 1.49.25a.80 : κεφαλὴν ἔχει καὶ θώρακα καὶ τοῦ ποτ´ ἧπαρ, ἀλλ´ αἱ 7990 1.49.25a.81 : διὰ τούτων διάφοροι ἐνέργειαι διαμεριστῶς καὶ μερῶν 7991 1.49.25a.82 : γιγνόμεναι διαφόρων τοῦ σώματος ἀπ´ ἐκείνων αὐτῇ τῶν 7992 1.49.25a.83 : μερῶν μερισμὸν ἐπανέθεσαν. 7993 1.49.25a.84 : <20Νικόλαος>20 δὲ οὐκ ἠξίου τὰ μέρη τῆς ψυχῆς κατὰ 7994 1.49.25a.85 : τὸ ποσὸν λαμβάνειν, ἀλλὰ μᾶλλον κατὰ τὸ ποιόν, ὥσπερ 7995 1.49.25a.86 : καὶ τέχνης καὶ φιλοσοφίας· ἐπὶ μὲν γὰρ τοῦ ποσοῦ τὸ 7996 1.49.25a.87 : ὅλον ἐκ τῶν μερῶν συμπληροῦται καὶ γίγνεται ὡς κατὰ 7997 1.49.25a.88 : τὴν πρὸς ἕτερον ἀντεξέτασιν πλέον ἢ ἔλαττον, ἢ μικρό– 7998 1.49.25a.89 : τερον ἢ μεῖζον, προστιθεμένου μέρους ἢ ἀφαιρουμένου. 7999 1.49.25a.90 : Ψυχῆς δὲ 〈οὐχ〉 οὕτως λέγομεν εἶναι μέρη (οὐ γὰρ δὴ 8000 1.49.25a.91 : τὸ ποσὸν αὐτῆς ὑπὸ τούτων συμπληροῦται, οὔτε γὰρ 8001 1.49.25a.92 : μέγεθός ἐστιν, οὔτε τι ἔχει πλῆθος), ἀλλ´ ὡς τέχνης μέρη. 8002 1.49.25a.93 : Διαφέρει δὲ καὶ τούτων· τέχνη μὲν γάρ, 〈ἂν〉 ἀπῇ τι μέρος, 8003 1.49.25a.94 : οὐκ ἂν εἴη ὁλόκληρος οὐδὲ τελεία, ψυχὴ δὲ πᾶσα τελεία 8004 1.49.25a.95 : ἐστὶ καὶ τὸ πᾶν ζῷον οὐ κομισάμενον τὸ κατὰ φύσιν τέλος 8005 1.49.25a.96 : ἀτελές ἐστιν. Ἀκούει τοίνυν Νικόλαος τὰ μέρη τῆς ψυχῆς 8006 1.49.25a.97 : ὡς δυνάμεις τοῦ ἔχοντος· τὸ γὰρ ζῷον καὶ ὅλως τὸ ἔμ– 8007 1.49.25a.98 : ψυχον τῷ ψυχὴν ἔχειν πολλὰ δύναται, οἷον ζῆν, αἰσθά– 8008 1.49.25a.99 : νεσθαι, κινεῖσθαι, νοεῖν, ὀρέγεσθαι, ὧν πάντων αἰτία 8009 1.49.25a.100 : καὶ ἀρχὴ ἡ ψυχή. Ταύτας οὖν τὰς δυνάμεις, ἀφ´ ὧν λέ– 8010 1.49.25a.101 : γεται τὸ ἔμψυχον ταῦτα δρᾶν ἢ πάσχειν, μέρη τῆς ψυχῆς 8011 1.49.25a.102 : τίθεται ὡς εἴρηται. Οὐδὲν 〈δὲ〉 κωλύει αὐτῆς ἀμεροῦς 8012 1.49.25a.103 : οὔσης μεριστῶς. δέχεσθαι τὰς ἀπ´ αὐτῆς τῶν ἐνεργειῶν 8013 1.49.25a.104 : ἐνδόσεις. 8014 1.49.25a.105 : Μεριστὸν οὖν τὸ ζῷον, εἰς τὴν ἐπίνοιαν αὐτοῦ καὶ 8015 1.49.25a.106 : τοῦ σώματος παραλαμβανομένου, ἀφ´ οὗ αἱ ζωτικαὶ ἐνέρ– 8016 1.49.25a.107 : γειαι κατὰ ψυχῆς ἔνδοσιν δεχόμεναι τὴν εἰς μέρη τῶν 8017 1.49.25a.108 : διαφόρων ἐνεργειῶν κατάταξιν καὶ τῇ ψυχῇ τὸ μέρη ἔχειν 8018 1.49.25a.109 : προσανέθεσαν. Καὶ μήποτε διττῶς ἐπινοουμένης τῆς 8019 1.49.25a.110 : ψυχῆς καὶ ἐχούσης τὴν ζωήν, τήν τε καθ´ αὑτὴν καὶ τὴν 8020 1.49.25a.111 : κατὰ σχέσιν, ἐν τῇ κατὰ σχέσιν ζωῇ ὑφίσταται τὰ μέρη. 8021 1.49.25a.112 : Ὡς γὰρ πυρῷ σπαρέντι ἐν τῇ πρὸς τὴν γένεσιν σχέσει 8022 1.49.25a.113 : ὑφίσταται τὰ μέρη, τοῦ στάχυος τοῦ ὅλου οὐκ ὄντος μερι– 8023 1.49.25a.114 : στοῦ ἐν δὲ μεριστῷ θεωρουμένου, ἀφ´ οὗ πάλιν ἐπάνει– 8024 1.49.25a.115 : σιν εἰς τὸ ἀμέριστον, οὕτω καὶ ψυχῇ ἀμερίστῳ οὔσῃ ἐν 8025 1.49.25a.116 : τῇ σπορᾷ παρυφίσταται τὰ μέρη. 8026 1.49.26.1 : <20Ἐν ταὐτῷ.>20 8027 1.49.26.2 : ** συμβαλλόμενον ἑξῆς 〈ἂν〉 εἴη ἐπισκέψασθαι πρὸς 8028 1.49.26.3 : τὸ γνῶναι τίνες διὰ τὴν ψυχὴν ζῷα προβέβληνται ὡς δι´ 8029 1.49.26.4 : αὐτήν, καὶ τίνες διὰ τὴν μετ´ αὐτήν, καὶ τίνες διὰ τὸ ζῷον. 8030 1.49.26.5 : Οὕτως γὰρ καὶ αἱ ὑποστάσεις πρόδηλοι καὶ τίνες αἱ 8031 1.49.26.6 : ἀνάγκαι εἰς τὴν καθ´ αὑτὴν ἐπάνοδον ἔσονται τῶν ἐν μέ– 8032 1.49.26.7 : ρεσι τοῦ σώματος μέρη ψυχῆς κατακλειόντων. 8033 1.49.27.1 : <20Αἰσάρας Πυθαγορείου Λευκανᾶς ἐκ 8034 1.49.27.2 : τοῦ Περὶ ἀνθρώπω φύσιος>20 (fr. phil. Gr. II p. 51 Mull.). 8035 1.49.27.3 : Φύσις ἀνθρώπω κανών μοι δοκέει νόμω τε καὶ δίκας 8036 1.49.27.4 : ἦμεν καὶ οἴκω τε καὶ πόλιος. Ἴχνια γὰρ ἐν αὑτῷ στιβα– 8037 1.49.27.5 : ζόμενος εὕροιτό κά τις καὶ μαστευόμενος· νόμος γὰρ ἐν 8038 1.49.27.6 : αὐτῷ καὶ δίκα ἁ τᾶς ψυχᾶς ἐστι διακόσμασις. Τριχθαδία 8039 1.49.27.7 : γὰρ ὑπάρχοισα ἐπὶ τριχθαδίοις ἔργοις συνέστακε· γνώμαν 8040 1.49.27.8 : καὶ φρόνασιν ἐργαζόμενος 〈ὁ νόος〉 καὶ ἀλκὰν καὶ 〈ὁρμὰν 8041 1.49.27.9 : ἁ〉 θύμωσις καὶ ἔρωτα καὶ φιλοφροσύναν ἁ ἐπιθυμία. 8042 1.49.27.10 : Καὶ οὕτω συντέτακται ταῦτα ποτ´ ἄλλαλα πάντα, ὥστε 8043 1.49.27.11 : αὐτᾶς τὸ μὲν κράτιστον ἀγέεσθαι, τὸ δὲ χέρειον ἄρχεσθαι, 8044 1.49.27.12 : τὸ δὲ μέσον μέσαν ἐπέχεν τάξιν, καὶ ἄρχεν καὶ ἄρχεσθαι. 8045 1.49.27.13 : Ταῦτα δ´ οὕτως ἐμάσατο κατὰ λόγον ὁ θεὸς ἔν τε ἐκτυ– 8046 1.49.27.14 : πώσι καὶ ἐξεργασίᾳ τῶ ἀνθρωπίνω σκάνεος, ὅτι μόνον 8047 1.49.27.15 : ἄνθρωπον ἐνοάσατο νόμω τε καὶ δίκας ἐπιδέκτορα γενέ– 8048 1.49.27.16 : σθαι καὶ οὐδὲν ἄλλο τῶν θνατῶν ζῴων. Οὔτε 〈γὰρ〉 ἐξ 8049 1.49.27.17 : ἑνὸς σύσταμα κοινανίας γένοιτό κα, οὔτε μὰν ἐκ πλειόνων, 8050 1.49.27.18 : ὁμοίων δὲ τούτων (ἀνάγκα γάρ, ἐπεὶ τὰ πράγματα δια– 8051 1.49.27.19 : φέροντά ἐντι, καὶ τὰς ἐν ἁμῖν μοίρας τᾶς ψυχᾶς διαφόρως 8052 1.49.27.20 : ἦμεν, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶ σώματος 〈ἅψιος ὄργανα καὶ〉 8053 1.49.27.21 : ὁράσιος καὶ ἀκοᾶς καὶ γεύσιος καὶ ὀσφράσιος, οὐ γὰρ πάντα 8054 1.49.27.22 : ποτὶ πάντα τὰν αὐτὰν ἔχει συναρμογάν), οὔτε μὰν ἐκ πλει– 8055 1.49.27.23 : όνων μὲν καὶ ἀνομοίων, τῶν τυχόντων μέντοι γε, ἀλλὰ 8056 1.49.27.24 : τῶν ποττὰν τῶ ὅλω συστάματος ἐκπλάρωσιν καὶ σύνταξιν 8057 1.49.27.25 : καὶ συναρμογὰν τευχθέντων· οὐ μόνον δὲ ἐκ πλειόνων καὶ 8058 1.49.27.26 : ἀνομοίων καὶ τῶν ἐς τὸ ὅλον καὶ τέλεον τευχθέντων, 8059 1.49.27.27 : ἀλλὰ καὶ αὐτῶν τούτων οὐκ εἰκαίως καὶ ὡς ἔτυχε συνταχ– 8060 1.49.27.28 : θέντων, ἀλλὰ μετά τινος νόμω καὶ ἔμφρονος ἐπιστασίας. 8061 1.49.27.29 : Αἴ τε γὰρ τὰν ἴσαν ἐφέρετο μοῖραν καὶ δυνάμιος καὶ 8062 1.49.27.30 : τιμᾶς, ἀνόμοια ἐόντα καὶ τὰ μὲν χερείονα τὰ δὲ κάρρονα 8063 1.49.27.31 : τὰ δὲ μέσα, οὔ κα ἐδύνατο ἁ κατὰ ψυχὰν τῶν μερέων 8064 1.49.27.32 : κοινανία συναρμοσθῆμεν· αἴ τε ἀνίσας, μὴ τὰ κάρρονα 8065 1.49.27.33 : δὲ τὰν μείζονα μοῖραν ἐφέρετο, ἀλλὰ τὰ χερείονα, πολ– 8066 1.49.27.34 : λά 〈κα〉 ἀφροσύνα καὶ ἀταξία περὶ τὰν ψυχὰν ὑπᾶρχεν· 8067 1.49.27.35 : αἴ τε τὰ κάρρονα μὲν τὰν μείζονα, τὰ χερείονα δὲ τὰν 8068 1.49.27.36 : μείονα, μὴ ποτὶ λόγον δὲ ἕκαστον τούτων, οὔ κα ἐδύνατο 8069 1.49.27.37 : ὁμόνοια καὶ φιλία καὶ δικαιότας ἦμεν περὶ τὰν ψυχάν, 8070 1.49.27.38 : ἐπεὶ ὧ ἕκαστον ἓν ποτὶ λόγον συντέτακται τὸν ἁρμόσδοντα, 8071 1.49.27.39 : τὸ τοιοῦτον φαμὶ ἐγὼ δικαιότατα ἦμεν. Καὶ μὰν ὁμόνοιά 8072 1.49.27.40 : τις καὶ ὁμοφροσύνα ὀπαδέει τᾷ τοιαύτᾳ διατάξι. Τὸ δὲ 8073 1.49.27.41 : τοιοῦτον δικαίως κα λέγοιτο εὐνομία ἦμεν τᾶς ψυχᾶς, ἅτις 8074 1.49.27.42 : ἐκ τῶ ἄρχεν μὲν τὸ κάρρον, ἄρχεσθαι δὲ τὸ χέρειον κράτος 8075 1.49.27.43 : ἐπιφέροιτο τᾶς ἀρετᾶς. Καὶ φιλία δὲ καὶ ἔρως καὶ φιλο– 8076 1.49.27.44 : φροσύνα σύμφυλος καὶ συγγενὴς ἐκ τούτων ἐξεβλάστασε 8077 1.49.27.45 : τῶν μερέων. Συμπείθει μὲν γὰρ ὁ νόος ὁραυγούμενος, 8078 1.49.27.46 : ἔραται δὲ ἁ ἐπιθυμία, ἁ δὲ θύμωσις ἐμπιπλαμένα μένεος, 8079 1.49.27.47 : ἔχθρᾳ ζέοισα φίλα γίνεται τᾷ ἐπιθυμίᾳ. Ἁρμόξας γὰρ 8080 1.49.27.48 : ὁ νόος τὸ ἁδὺ τῷ λυπηρῷ συγκατακρεόμενος καὶ τὸ σύν– 8081 1.49.27.49 : τονον καὶ σφοδρὸν τῷ κούφῳ μέρει τᾶς ψυχᾶς καὶ δια– 8082 1.49.27.50 : χυτικῷ· ἕκαστόν τε ἑκάστω πράγματος τὰν σύμφυλον καὶ 8083 1.49.27.51 : συγγενέα προμάθειαν διαμεμέρισται, ὁ μὲν νόος ὁραυγού– 8084 1.49.27.52 : μενος καὶ στιβαζόμενος τὰ πράγματα, ἁ δὲ θύμωσις ὁρμὰν 8085 1.49.27.53 : καὶ ἀλκὰν ποτιφερομένα τοῖς ὁραυγαθεῖσιν· ἁ δὲ ἐπιθυ– 8086 1.49.27.54 : μία φιλοστοργίᾳ συγγενὴς ἐᾶσα ἐφαρμόσδει τῷ νόῳ ἴδιον 8087 1.49.27.55 : περιποιουμένα τὸ ἁδὺ καὶ τὸ σύννοον ἀποδιδοῖσα τῷ συν– 8088 1.49.27.56 : νόῳ μέρει τᾶς ψυχᾶς. Ὧνπερ ἕκατι δοκέει μοι καὶ ὁ βίος 8089 1.49.27.57 : ὁ κατ´ ἀνθρώπως ἄριστος ἦμεν, ὅκκα τὸ ἁδὺ τῷ σπου– 8090 1.49.27.58 : δαίῳ συγκατακραθῇ καὶ 〈ἁ〉 ἁδονὰ τᾷ ἀρετᾷ. Ποθαρμό– 8091 1.49.27.59 : ξασθαι δ´ αὐτὰ ὁ νόος δύναται, παιδεύσιος καὶ ἀρετᾶς 8092 1.49.27.60 : ἐπήρατος γενόμενος. 8093 1.49.28.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τιμαίου>20 (p. 34B–35B; 8094 1.49.28.2 : p. 36B–37c). 8095 1.49.28.3 : Τὴν δὲ δὴ ψυχὴν οὐχ ὡς νῦν ὑστέραν ἐπιχειροῦμεν 8096 1.49.28.4 : λέγειν, οὕτως ἐμηχανήσατο καὶ ὁ θεὸς νεωτέραν· οὐ γὰρ 8097 1.49.28.5 : ἂν ἄρχεσθαι ὁ θεὸς πρεσβύτερον ἀπὸ νεωτέρου συνέρξας 8098 1.49.28.6 : εἴασεν· ἀλλά πως ἡμεῖς πολὺ μετέχοντες τοῦ προστυχόν– 8099 1.49.28.7 : τος τε καὶ εἰκῇ ταύτῃ πῃ καὶ λέγομεν, ὁ δὲ καὶ γενέσει 8100 1.49.28.8 : καὶ ἀρετῇ 〈προτέραν〉 καὶ πρεσβυτέραν ψυχὴν σώματος 8101 1.49.28.9 : ὡς δεσπότιν καὶ ἄρξουσαν ἀρξομένου ξυνεστήσατο ἐκ 8102 1.49.28.10 : τῶνδέ τε καὶ τοιῷδε τρόπῳ. Τῆς ἀμερίστου καὶ ἀεὶ κατὰ 8103 1.49.28.11 : ταὐτὰ ἐχούσης οὐσίας καὶ τῆς αὖ περὶ τὰ σώματα γιγνο– 8104 1.49.28.12 : μένης μεριστῆς, τρίτον ἐξ ἀμφοῖν ἐν μέσῳ συνεκεράσατο 8105 1.49.28.13 : οὐσίας εἶδος, τῆς τε ταὐτοῦ φύσεως αὖ πέρι καὶ τῆς τοῦ 8106 1.49.28.14 : ἑτέρου, καὶ κατὰ ταῦτα ξυνέστησεν ἐν μέσῳ τοῦ τε ἀμεροῦς 8107 1.49.28.15 : αὐτῶν καὶ τοῦ κατὰ τὰ σώματα μεριστοῦ. Καὶ τρία λα– 8108 1.49.28.16 : βὼν αὐτὰ ὄντα συνεκεράσατο εἰς μίαν πάντα ἰδέαν, τὴν 8109 1.49.28.17 : θατέρου φύσιν δύσμικτον οὖσαν εἰς ταὐτὸν ξυναρμόττων 8110 1.49.28.18 : βίᾳ. Μιγνὺς δὲ μετὰ τῆς οὐσίας καὶ ἐκ τριῶν ποιησά– 8111 1.49.28.19 : μενος ἕν, πάλιν ὅλον τοῦτο μοίρας ὅσας προσῆκε διέ– 8112 1.49.28.20 : νειμεν, ἑκάστην δὲ ἔκ τε ταὐτοῦ καὶ θατέρου καὶ τῆς 8113 1.49.28.21 : οὐσίας μεμιγμένην. — 8114 1.49.28.22 : Καὶ τὸ μὲν δὴ σῶμα ὁρατὸν οὐρανοῦ γέγονεν, αὐτὴ 8115 1.49.28.23 : δὲ ἀόρατος μέν, λογισμοῦ δὲ μετέχουσα καὶ ἁρμονίας 8116 1.49.28.24 : ψυχή, τῶν νοητῶν ἀεί τε ὄντων ὑπὸ τοῦ ἀρίστου ἀρίστη 8117 1.49.28.25 : γενομένη τῶν γεννηθέντων. Ἅτε οὖν ἐκ τῆς ταὐτοῦ καὶ 8118 1.49.28.26 : τῆς θατέρου φύσεως ἔκ τε οὐσίας τριῶν τούτων συγκρα– 8119 1.49.28.27 : θεῖσα μοιρῶν, καὶ ἀνάλογον μερισθεῖσα καὶ ξυνδεθεῖσα, 8120 1.49.28.28 : αὐτή τε ἀνακυκλουμένη πρὸς ἑαυτήν, ὅταν οὐσίαν σκεδα– 8121 1.49.28.29 : στὴν ἔχοντός τινος ἐφάπτηται καὶ ὅταν ἀμέριστον, λέγει 8122 1.49.28.30 : διὰ πάσης ἑαυτῆς κινουμένη, ὅτῳ τ´ ἄν τι ταὐτὸν ᾖ καὶ 8123 1.49.28.31 : ὅτου ἂν ἕτερον, πρὸς ὅ τι τε μάλιστα καὶ ὅπῃ καὶ ὅπως 8124 1.49.28.32 : καὶ ὁπότε ξυμβαίνει κατὰ τὰ γιγνόμενά τε πρὸς ἕκαστον 8125 1.49.28.33 : ἕκαστά τε εἶναι καὶ πάσχειν καὶ πρὸς τὰ κατὰ ταὐτὰ 8126 1.49.28.34 : ἔχοντα ἀεί· λόγος δὲ ὁ κατὰ ταὐτὸν ἀληθὴς γιγνόμενος, 8127 1.49.28.35 : περί τε θάτερον 〈ὢν〉 καὶ περὶ τὸ ταὐτόν, ἐν τῷ κινου– 8128 1.49.28.36 : μένῳ ὑφ´ αὑτοῦ φερόμενος ἄνευ φθόγγου καὶ ἠχῆς, ὅταν 8129 1.49.28.37 : μὲν περὶ τὸ αἰσθητὸν γίγνηται καὶ 〈ὁ〉 τοῦ θατέρου κύκλος 8130 1.49.28.38 : ὀρθὸς ὢν εἰς πᾶσαν αὐτοῦ τὴν ψυχὴν διαγγείλῃ, δόξαι 8131 1.49.28.39 : καὶ πίστεις γίγνονται βέβαιοι καὶ ἀληθεῖς· ὅταν δὲ αὖ 8132 1.49.28.40 : περὶ τὸ λογιστικὸν ᾖ καὶ ὁ τοῦ ταὐτοῦ κύκλος εὔτροχος 8133 1.49.28.41 : ὢν αὐτὰ μηνύσῃ, νοῦς ἐπιστήμη τε ἐξ ἀνάγκης ἀπο– 8134 1.49.28.42 : τελεῖται. Τούτω δὲ ἐν ᾧ τῶν ὄντων ἐγγίγνεσθον, ἄν 8135 1.49.28.43 : ποτέ τις αὐτὸ ἄλλο πλὴν ψυχὴν εἴπῃ, πᾶν μᾶλλον ἢ 8136 1.49.28.44 : τἀληθὲς ἐρεῖ. 8137 1.49.29.1 : <20Πλάτωνος Πολιτείας>20 ιʹ (p. 610E–611B). 8138 1.49.29.2 : Οὐκοῦν ὁπότε μηδ´ ὑφ´ ἑνὸς ἀπόλλυται κακοῦ, μήτε 8139 1.49.29.3 : οἰκείου μήτε ἀλλοτρίου, δῆλον ὅτι ἀνάγκη αὐτὸ ἀεὶ ὂν 8140 1.49.29.4 : εἶναι· εἰ δ´ ἀεὶ ὄν, ἀθάνατον. {—}Ἀνάγκη, ἔφη. {—}Τοῦτο 8141 1.49.29.5 : μὲν τοίνυν, ἦν δ´ ἐγώ, οὕτως ἐχέτω. Εἰ δ´ ἔχει, ἐννοεῖς 8142 1.49.29.6 : ὅτι ἀεὶ ἂν εἶεν αἱ αὐταί. Οὔτε γὰρ ἄν που ἐλάττους 8143 1.49.29.7 : γένοιντο μηδεμιᾶς ἀπολλυμένης, οὔτε αὖ πλείους· εἰ 8144 1.49.29.8 : γὰρ ὁτιοῦν τῶν ἀθανάτων πλέον γίγνοιτο, οἶσθ´ ὅτι ἐκ 8145 1.49.29.9 : τοῦ θνητοῦ ἂν γίγνοιτο καὶ πάντα ἂν εἴη τελευτῶντα 8146 1.49.29.10 : ἀθάνατα. {—}Ἀληθῆ λέγεις. {—}Ἀλλ´, ἦν δ´ ἐγώ, μήτε 8147 1.49.29.11 : τοῦτο οἰώμεθα, ὁ γὰρ λόγος οὐκ ἐάσει, μήτε γε αὖ τῇ 8148 1.49.29.12 : ἀληθεστάτῃ φύσει τοιοῦτον εἶναι ψυχήν, ὥστε πολλῆς 8149 1.49.29.13 : ποικιλίας καὶ ἀνομοιότητός τε καὶ διαφορᾶς γέμειν αὐτὸ 8150 1.49.29.14 : πρὸς αὑτό. {—}Πῶς λέγεις; ἔφη. {—}Οὐ ῥᾴδιον, ἦν δ´ 8151 1.49.29.15 : ἐγώ, ἀίδιον εἶναι σύνθετόν τε ἐκ πολλῶν καὶ μὴ τῇ καλ– 8152 1.49.29.16 : λίστῃ κεχρημένον συνθέσει, ὡς νῦν ἡμῖν ἐφάνη ἡ ψυχή. {—} 8153 1.49.29.17 : Οὔκουν εἰκός γε. {—}Ὅτι μὲν τοίνυν ἀθάνατον ψυχή, καὶ 8154 1.49.29.18 : ὁ ἄρτι λόγος καὶ οἱ ἄλλοι ἀναγκάσειαν ἄν. 8155 1.49.30.1 : <20Πλάτωνος Πολιτείας>20 δʹ (p. 436A. B; p. 439A 8156 1.49.30.2 : –440A). 8157 1.49.30.3 : Τόδε δὲ ἤδη χαλεπόν, εἰ τῷ αὐτῷ τούτῳ ἕκαστα πράτ– 8158 1.49.30.4 : τομεν, ἢ τρισὶν οὖσιν ἄλλο ἄλλῳ· μανθάνομεν μὲν ἑτέρῳ, 8159 1.49.30.5 : θυμούμεθα δὲ ἄλλῳ τῶν ἐν ἡμῖν, ἐπιθυμοῦμεν δ´ αὖ 8160 1.49.30.6 : τρίτῳ τινὶ τῶν περὶ τὴν τροφήν τε καὶ γέννησιν ἡδονῶν 8161 1.49.30.7 : καὶ ὅσα τούτων ἀδελφά, ἢ ὅλῃ τῇ ψυχῇ καθ´ ἕκαστον 8162 1.49.30.8 : αὐτῶν πράττομεν, ὅταν ὁρμήσωμεν. Ταῦτ´ ἔσται τὰ χα– 8163 1.49.30.9 : λεπὰ διορίσασθαι ἀξίως λόγου. {—}Καὶ ἐμοὶ δοκεῖ, ἔφη. {—} 8164 1.49.30.10 : Τοῦ διψῶντος ἡ ψυχή, καθ´ ὅσον διψῇ, οὐ βούλεται 8165 1.49.30.11 : ἄλλο τι ἢ πιεῖν, καὶ τούτου ὀρέγεται καὶ ἐπὶ τοῦτο ὁρμᾷ. 8166 1.49.30.12 : {—}Δῆλον δή. {—}Οὐκοῦν εἴ ποτέ τι αὐτὴν ἀνθέλκει δι– 8167 1.49.30.13 : ψῶσαν, ἕτερόν τι ἂν ἐν αὐτῇ εἴη αὐτοῦ τοῦ διψῶντος καὶ 8168 1.49.30.14 : ἄγοντος ὥσπερ θηρίον ἐπὶ τὸ πιεῖν; Οὐ γὰρ δή, φαμέν, 8169 1.49.30.15 : τό γε αὐτὸ τῷ αὐτῷ ἑαυτοῦ περὶ τὸ αὐτὸ ἅμα τἀναντία 8170 1.49.30.16 : πράττοι. {—}Οὐ γὰρ οὖν. {—}Ὥσπερ γε, οἶμαι, τοῦ τοξότου 8171 1.49.30.17 : οὐ καλῶς ἔχει λέγειν, ὅτι αὐτοῦ ἅμα αἱ χεῖρες τὸ τόξον 8172 1.49.30.18 : ἀπωθοῦνταί τε καὶ προσέλκονται, ἀλλ´ ὅτι ἄλλη μὲν ἡ 8173 1.49.30.19 : ἀπωθοῦσα χείρ, ἑτέρα δὲ ἡ προσαγομένη. {—}Παντάπασι 8174 1.49.30.20 : μὲν οὖν, ἔφη. {—}Πότερον δὴ φῶμέν τινας ἔστιν ὅτε δι– 8175 1.49.30.21 : ψῶντας οὐκ ἐθέλειν πιεῖν; {—}Καὶ μάλα γε, ἔφη, πολλοὺς 8176 1.49.30.22 : καὶ πολλάκις. {—}Τί οὖν, ἔφην ἐγώ, φαίη τις ἂν τούτων 8177 1.49.30.23 : πέρι; οὐκ ἐνεῖναι μὲν ἐν τῇ ψυχῇ αὐτῶν τὸ κελεῦον, ἐνεῖ– 8178 1.49.30.24 : ναι δὲ τὸ κωλῦον πιεῖν, ἄλλο ὂν καὶ κρατοῦν τοῦ κελεύ– 8179 1.49.30.25 : οντος; {—}Ἔμοιγε δοκεῖ, ἔφη. {—}Ἆρ´ οὖν οὐ τὸ μὲν 8180 1.49.30.26 : κωλῦον τὰ τοιαῦτα ἐγγίγνεται, ὅταν ἐγγένηται, ἐκ λογι– 8181 1.49.30.27 : σμοῦ, τὰ δὲ ἄγοντα καὶ ἕλκοντα διὰ παθημάτων τε καὶ 8182 1.49.30.28 : νοσημάτων παραγίγνεται; {—}Φαίνεται. {—}Οὐ δὴ ἀλόγως, 8183 1.49.30.29 : ἦν δ´ ἐγώ, ἀξιώσομεν αὐτὰ διττά τε καὶ ἕτερα ἀλλήλων 8184 1.49.30.30 : εἶναι, τὸ μὲν ᾧ λογίζεται λογιστικὸν προσαγορεύοντες τῆς 8185 1.49.30.31 : ψυχῆς, τὸ δ´ ᾧ ἐρᾷ τε καὶ πεινῇ καὶ διψῇ καὶ περὶ τὰς 8186 1.49.30.32 : ἄλλας ἐπιθυμίας ἐπτόηται ἀλόγιστόν τε καὶ ἐπιθυμη– 8187 1.49.30.33 : τικόν, πληρώσεών τινων καὶ ἡδονῶν ἑταῖρον. {—}Οὔκ, ἀλλ´ 8188 1.49.30.34 : εἰκότως, ἔφη, ἡγοίμεθ´ ἂν οὕτως. {—}Ταῦτα μὲν τοίνυν, 8189 1.49.30.35 : ἦν δ´ ἐγώ, δύο ἡμῖν ὡρίσθω εἴδη ἐν ψυχῇ ἐνόντα· τὸ δὲ 8190 1.49.30.36 : δὴ τοῦ θυμοῦ καὶ ᾧ θυμούμεθα πότερον 〈τρίτον〉, ἢ τού– 8191 1.49.30.37 : των ποτέρῳ ἂν εἴη ὁμοφυές; {—}Ἴσως, ἔφη, τῷ ἑτέρῳ 〈τῷ〉 8192 1.49.30.38 : ἐπιθυμητικῷ. {—}Ἀλλ´, ἦν δ´ ἐγώ, ποτὲ ἀκούσας τι πιστεύω 8193 1.49.30.39 : τούτῳ, ὡς ἄρα Λεόντιος ὁ Ἀγλαίωνος ἀνιὼν ἐκ Πειραι– 8194 1.49.30.40 : έως ὑπὸ τὸ βόρειον τεῖχος ἐκτός, αἰσθόμενος νεκροὺς παρὰ 8195 1.49.30.41 : τῷ δημίῳ κειμένους, ἅμα μὲν ἰδεῖν ἐπιθυμοίη, ἅμα δὲ 8196 1.49.30.42 : δυσχεραίνοι καὶ ἀποτρέποι ἑαυτόν, καὶ τέως μὲν μάχοιτο 8197 1.49.30.43 : καὶ παρακαλύπτοιτο, κρατούμενος δ´ οὖν ὑπὸ τῆς ἐπιθυ– 8198 1.49.30.44 : μίας, διελκύσας τοὺς ὀφθαλμούς, προσδραμὼν πρὸς τοὺς 8199 1.49.30.45 : νεκρούς, ἰδοὺ ὑμῖν, ἔφη, ὦ κακοδαίμονες, ἐμπλήσθητε 8200 1.49.30.46 : τοῦ καλοῦ θεάματος. {—}Ἤκουσα, ἔφη, καὶ αὐτός. {—}Οὗτος 8201 1.49.30.47 : μέντοι, ἔφην, ὁ λόγος σημαίνει τὴν ὀργὴν πολεμεῖν ἐνίοτε 8202 1.49.30.48 : ταῖς ἐπιθυμίαις, ὡς ἄλλο ὂν ἄλλῳ. {—}Σημαίνει γάρ, ἔφη. 8203 1.49.31.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 440E–444C). 8204 1.49.31.2 : Ἆρ´ οὖν ἕτερον ὂν καὶ τούτου, ἢ λογιστικόν τι εἶδος, 8205 1.49.31.3 : ὥστε μὴ τρία ἀλλὰ δύο εἴδη εἶναι ἐν ψυχῇ, λογιστικὸν 8206 1.49.31.4 : καὶ ἐπιθυμητικόν; ἢ καθάπερ ἐν τῇ πόλει ξυνεῖχεν αὐτὴν 8207 1.49.31.5 : τρία ὄντα γένη, χρηματιστικόν, ἐπικουρητικόν, βουλευτικόν, 8208 1.49.31.6 : οὕτω καὶ ἐν ψυχῇ τρίτον τοῦτό ἐστι τὸ θυμοειδές, ἐπί– 8209 1.49.31.7 : κουρον ὂν τῷ λογιστικῷ φύσει, ἐὰν μὴ ὑπὸ κακῆς τροφῆς 8210 1.49.31.8 : διαφθαρῇ; {—}Ἀνάγκη, ἔφη, τρίτον. {—}Ναί, ἦν δ´ ἐγώ, 8211 1.49.31.9 : ἄν γε τοῦ λογιστικοῦ ἄλλο τι, ὥσπερ τοῦ ἐπιθυμητικοῦ 8212 1.49.31.10 : ἐφάνη ἕτερον ὄν. {—}Ἀλλ´ οὐ χαλεπόν, ἔφη, φανῆναι· 8213 1.49.31.11 : καὶ γὰρ ἐν τοῖς παιδίοις τοῦτο [οὒ] ἄν τις ἴδοι, ὅτι θυμοῦ 8214 1.49.31.12 : μὲν εὐθὺς γενόμενα μεστά ἐστι, λογισμοῦ δὲ ἔνιοι μὲν 8215 1.49.31.13 : ἔμοιγε δοκοῦσιν οὐδέποτέ γε μεταλαμβάνειν, οἱ δὲ πολλοὶ 8216 1.49.31.14 : ὀψέ ποτε. {—}Ναὶ μὰ Δι´, ἦν δ´ ἐγώ, καλῶς γε εἶπες. 8217 1.49.31.15 : Ἔτι δὲ ἐν τοῖς θηρίοις ἄν τις ἴδοι ὃ λέγεις, ὅτι οὕτως 8218 1.49.31.16 : ἔχει. Πρὸς δὲ τούτοις καὶ ἃ ἄνω που ἐκεῖ εἴπομεν, τὸ 8219 1.49.31.17 : τοῦ Ὁμήρου μαρτυρήσει, τὸ (υ 17) 8220 1.49.31.18 : στῆθος δὲ πλήξας κραδίην ἠνίπαπε μύθῳ· 8221 1.49.31.19 : ἐνταῦθα γὰρ δὴ σαφῶς ὡς ἕτερον ἑτέρῳ ἐπιπλῆττον πε– 8222 1.49.31.20 : ποίηκεν Ὅμηρος τὸ ἀναλογισάμενον περὶ τοῦ βελτίονός 8223 1.49.31.21 : τε καὶ χείρονος τῷ ἀλογίστως θυμουμένῳ. —Κομιδῇ, ἔφη, 8224 1.49.31.22 : ὀρθῶς λέγεις. 8225 1.49.32.1 : 〈<20Ἰαμβλίχου ἐκ τοῦ περὶ ψυχῆς.>20〉 8226 1.49.32.2 : <20Ἀριστοτέλης>20 (de anima I 2 p. 405b 10) μὲν οὖν τὰ 8227 1.49.32.3 : μάλιστα δοκοῦντα τῇ ψυχῇ ὑπάρχειν εἰς τρία τὰ κυριώτατα 8228 1.49.32.4 : γένη ἀναγαγών, κίνησίν τε καὶ γνῶσιν καὶ λεπτότητα οὐσίας, 8229 1.49.32.5 : ἣν ἐνίοτε καὶ ἀσώματον ὑπόστασιν ἐπονομάζει, ἐς ταῦτα 8230 1.49.32.6 : τὰ τρία τὰς καθ´ ἕκαστα διωρισμένας ἐπαναφέρει δόξας, 8231 1.49.32.7 : πέρας τῶν ἀπείρων ἀνευρὼν οὕτω καὶ σαφῆ καὶ σύντομον 8232 1.49.32.8 : περίληψιν. Ἐγὼ δὲ ὁρῶ ἐν τούτοις τοῖς ὅροις πολὺ μὲν 8233 1.49.32.9 : τὸ ὁμώνυμον καὶ συγκεχυμένον, (οὐ γὰρ ὡσαύτως αἱ κατὰ 8234 1.49.32.10 : μεταβολὴν καὶ αἱ κατὰ ζωὴν θεωροῦνται κινήσεις, ἢ αἱ 8235 1.49.32.11 : μορφωτικαὶ καὶ 〈αἱ〉 ἄμορφοι γνώσεις, ἢ αἱ τοῦ ἀέρος 8236 1.49.32.12 : καὶ αἱ τῶν καθ´ αὑτὰ ἀσωμάτων καθαρότητες τῆς οὐσίας,) 8237 1.49.32.13 : πολὺ δὲ καὶ τὸ ἀτελὲς αὐτῶν καὶ ἐνδεές· οὐ γὰρ ἔνεστι 8238 1.49.32.14 : πάντα περιλαβεῖν τὰ γένη τῶν δοξῶν ἐν τοῖς τρισὶ τού– 8239 1.49.32.15 : τοις ὅροις. 8240 1.49.32.16 : <20Τινὲς>20 εἰς τὰς τῶν τεσσάρων στοιχείων ἀρχὰς τὴν 8241 1.49.32.17 : οὐσίαν τῆς ψυχῆς ἐπαναφέρουσιν. Εἶναι μὲν γὰρ τὰ 8242 1.49.32.18 : πρῶτα σώματα ἄτομα, πρὸ τῶν τεσσάρων στοιχείων στοι– 8243 1.49.32.19 : χειωδέστερα· εἰλικρινῆ δ´ ὄντα καὶ πεπληρωμένα πάντῃ 8244 1.49.32.20 : καθαρᾶς πρώτης οὐσίας μὴ δέχεσθαι μηδ´ ὁπωστιοῦν 8245 1.49.32.21 : εἰς αὑτὰ διαίρεσιν. Ταῦτα τοίνυν ἄπειρα ἔχειν σχήματα, 8246 1.49.32.22 : ἓν δὲ αὐτῶν εἶναι τὸ σφαιροειδές, ἀπὸ δὴ τῶν σφαιρο– 8247 1.49.32.23 : ειδῶν ἀτόμων εἶναι τὴν ψυχήν. 8248 1.49.32.24 : Ὡς δὲ τῶν <20Ἀριστοτελικῶν>20 τινες ὑφηγοῦνται, εἶδός 8249 1.49.32.25 : ἐστι τὸ περὶ τοῖς σώμασιν, ἢ ποιότης ἁπλῆ ἀσώματος 8250 1.49.32.26 : ἢ ποιότης οὐσιώδης τελεία· ᾗ παράκειται δόξῃ οὐ παρα– 8251 1.49.32.27 : δοθεῖσα μέν, δυναμένη δὲ πιθανῶς λέγεσθαι αἵρεσις, ἡ 8252 1.49.32.28 : τὴν συνδρομὴν τῶν ὅλων ποιοτήτων καὶ τὸ ἓν αὐτῶν κε– 8253 1.49.32.29 : φάλαιον, εἴτε τὸ ἐπιγιγνόμενον ἢ τὸ προϋπάρχον, τιθε– 8254 1.49.32.30 : μένη τὴν ψυχήν. 8255 1.49.32.31 : Μετὰ δὴ ταῦτα τοὺς εἰς μαθηματικὴν οὐσίαν ἐντι– 8256 1.49.32.32 : θέντας τὴν οὐσίαν τῆς ψυχῆς καταλέγω διευκρινημένως. 8257 1.49.32.33 : Ἔστι δὴ γένος ἕν τι αὐτῆς τὸ σχῆμα, πέρας ὂν διαστά– 8258 1.49.32.34 : σεως, καὶ αὐτὴ 〈ἡ〉 διάστασις. Ἐν αὐτοῖς μὲν οὖν τούτοις 8259 1.49.32.35 : <20Σεβῆρος>20 ὁ Πλατωνικὸς αὐτὴν ἀφωρίσατο, ἐν ἰδέᾳ δὲ 8260 1.49.32.36 : τοῦ πάντῃ διαστατοῦ <20Σπεύσιππος·>20 ἐν αἰτίᾳ δὲ ἤτοι 8261 1.49.32.37 : ἑνώσει τούτων ἄλλος ἄν τις καθαρώτερον αὐτὴν προστή– 8262 1.49.32.38 : σαιτο τελεώτατα. Πάλιν τοίνυν ὁ ἀριθμὸς ἐν ἑτέρῳ γένει 8263 1.49.32.39 : κεῖται. Ἀλλὰ καὶ τοῦτον ἁπλῶς μὲν οὕτως ἔνιοι τῶν 8264 1.49.32.40 : <20Πυθαγορείων>20 τῇ ψυχῇ συναρμόζουσιν· ὡς δ´ αὐτοκίνητον 8265 1.49.32.41 : <20Ξενοκράτης,>20 ὡς δὲ 〈ἐν〉 λόγοις περιέχουσιν <20Μοδέρατος>20 8266 1.49.32.42 : ὁ Πυθαγόρειος, ὡς δὲ κριτικὸν κοσμουργοῦ θεοῦ ὄργανον 8267 1.49.32.43 : <20Ἵππασος,>20 ὁ ἀκουσματικὸς τῶν Πυθαγορείων· ὡς δ´ Ἀρι– 8268 1.49.32.44 : στοτέλης (de anima I 2 p. 404b 18–24) ἱστορεῖ, <20Πλάτων>20 8269 1.49.32.45 : ἐκ τῆς τοῦ ἑνὸς ἰδέας καὶ τοῦ πρώτου μήκους 〈καὶ πλά– 8270 1.49.32.46 : τους〉 καὶ βάθους αὐτὸ τὸ ζῷον προϋποτιθέμενος καὶ τὸ 8271 1.49.32.47 : μὲν ἓν νοῦν, τὴν δὲ δυάδα ἐπιστήμην, δόξαν δὲ τὸν τοῦ 8272 1.49.32.48 : ἐπιπέδου ἀριθμόν, τὸν δὲ τοῦ στερεοῦ [τὴν] αἴσθησιν διο– 8273 1.49.32.49 : ριζόμενος. 8274 1.49.32.50 : Ἔτι τοίνυν τὴν ἁρμονίαν ἴδωμεν, οὐ τὴν ἐν σώμασιν 8275 1.49.32.51 : ἐνιδρυμένην, ἀλλ´ ἥτις ἐστὶ μαθηματική. Ταύτην τοίνυν, 8276 1.49.32.52 : ὡς μὲν ἁπλῶς εἰπεῖν, τὴν τὰ διαφέροντα ὁπωσοῦν σύμ– 8277 1.49.32.53 : μετρα καὶ προσήγορα ἀπεργαζομένην ἀναφέρει εἰς τὴν 8278 1.49.32.54 : ψυχὴν <20Μοδέρατος·>20 τὴν δ´ ὡς ἐν οὐσίαις καὶ ζωαῖς καὶ 8279 1.49.32.55 : γενέσει πάντων μεσότητα καὶ σύνδεσιν ὁ <20Τίμαιος>20 (Locr. 8280 1.49.32.56 : p. 99a sq.) αὐτῇ ἀνατίθησι, τὴν δ´ ὡς ἐν λόγοις τοῖς κατ´ 8281 1.49.32.57 : οὐσίαν προϋπάρχουσι <20Πλωτῖνος>20 καὶ <20Πορφύριος>20 καὶ 8282 1.49.32.58 : <20Ἀμέλιος>20 παραδεδώκασι, τὴν δὲ συνδιαπλεκομένην τῷ 8283 1.49.32.59 : κόσμῳ καὶ ἀχώριστον τοῦ οὐρανοῦ πολλοὶ δή τινες τῶν 8284 1.49.32.60 : <20Πλατωνικῶν>20 καὶ <20Πυθαγορείων>20 προκρίνουσιν. 8285 1.49.32.61 : Ἴθι δὴ οὖν ἐπὶ τὴν καθ´ αὑτὴν ἀσώματον οὐσίαν 8286 1.49.32.62 : ἐπανίωμεν, διακρίνοντες καὶ ἐπ´ αὐτῆς ἐν τάξει τὰς περὶ 8287 1.49.32.63 : ψυχῆς πάσας δόξας. Εἰσὶ δή τινες, οἳ πᾶσαν τὴν τοι– 8288 1.49.32.64 : αύτην οὐσίαν ὁμοιομερῆ καὶ τὴν αὐτὴν καὶ μίαν ἀποφαί– 8289 1.49.32.65 : νονται, ὡς καὶ ἐν ὁτῳοῦν αὐτῆς μέρει εἶναι τὰ ὅλα· οἵτι– 8290 1.49.32.66 : νες καὶ ἐν τῇ μεριστῇ ψυχῇ τὸν νοητὸν κόσμον καὶ θεοὺς 8291 1.49.32.67 : καὶ δαίμονας καὶ τἀγαθὸν καὶ πάντα τὰ πρεσβύτερα γένη 8292 1.49.32.68 : αὐτῆς ἐνιδρύουσι καὶ ἐν πᾶσιν ὡσαύτως πάντα εἶναι ἀπο– 8293 1.49.32.69 : φαίνονται, οἰκείως μέντοι κατὰ τὴν αὐτῶν οὐσίαν ἐν ἑκά– 8294 1.49.32.70 : στοις. Καὶ ταύτης τῆς δόξης ἀναμφισβητήτως μέν ἐστι 8295 1.49.32.71 : <20Νουμήνιος>20 (fr. 48 p. 69 Theding.), οὐ πάντῃ δὲ ὁμολο– 8296 1.49.32.72 : γουμένως <20Πλωτῖνος,>20 ἀστάτως δὲ ἐν αὐτῇ φέρεται 8297 1.49.32.73 : <20Ἀμέλιος· Πορφύριος>20 δὲ ἐνδοιάζει περὶ αὐτήν, πῇ 8298 1.49.32.74 : μὲν διατεταμένως αὐτῆς ἀφιστάμενος, πῇ δὲ συνακολου– 8299 1.49.32.75 : θῶν αὐτῇ, ὡς παραδοθείσῃ ἄνωθεν. Κατὰ δὴ ταύτην 8300 1.49.32.76 : νοῦ καὶ θεῶν καὶ τῶν κρειττόνων γενῶν οὐδὲν ἡ ψυχὴ 8301 1.49.32.77 : διενήνοχε κατά γε τὴν ὅλην οὐσίαν. 8302 1.49.32.78 : Ἀλλὰ μὴν ἥ γε πρὸς ταύτην ἀνθισταμένη δόξα χω– 8303 1.49.32.79 : ρίζει μὲν τὴν ψυχήν, ὡς ἀπὸ νοῦ γενομένην δευτέραν 8304 1.49.32.80 : καθ´ ἑτέραν ὑπόστασιν, τὸ δὲ μετὰ νοῦ αὐτῆς ἐξηγεῖται 8305 1.49.32.81 : ὡς ἐξηρτημένον ἀπὸ τοῦ νοῦ, μετὰ τοῦ κατ´ ἰδίαν ὑφε– 8306 1.49.32.82 : στηκέναι αὐτοτελῶς, χωρίζει δὲ αὐτὴν καὶ ἀπὸ τῶν 8307 1.49.32.83 : κρειττόνων γενῶν ὅλων, ἴδιον δὲ αὐτῇ τῆς οὐσίας ὅρον 8308 1.49.32.84 : ἀπονέμει ἤτοι τὸ μέσον τῶν μεριστῶν καὶ ἀμερίστων 8309 1.49.32.85 : 〈τῶν τε σωματικῶν καὶ ἀ〉σωμάτων γενῶν, ἢ τὸ πλήρωμα 8310 1.49.32.86 : τῶν καθόλου λόγων, ἢ τὴν μετὰ τὰς ἰδέας ὑπηρεσίαν τῆς 8311 1.49.32.87 : δημιουργίας, ἢ ζωὴν παρ´ ἑαυτῆς ἔχουσαν τὸ ζῆν τὴν 8312 1.49.32.88 : ἀπὸ τοῦ νοητοῦ προελθοῦσαν, ἢ τὴν αὖ τῶν γενῶν ὅλου 8313 1.49.32.89 : τοῦ ὄντως ὄντος πρόοδον εἰς ὑποδεεστέραν οὐσίαν. Περὶ 8314 1.49.32.90 : δὴ ταύτας τὰς δόξας ὅ τε <20Πλάτων>20 αὐτὸς καὶ ὁ <20Πυ– 8315 1.49.32.91 : θαγόρας,>20 ὅ τε <20Ἀριστοτέλης>20 καὶ ἀρχαῖοι πάντες, 8316 1.49.32.92 : ὧν ὀνόματα μέγαλα ἐπὶ σοφίᾳ ὑμνεῖται, τελέως ἐπι– 8317 1.49.32.93 : στρέφονται, εἴ τις αὐτῶν τὰς δόξας ἀνιχνεύοι μετ´ ἐπι– 8318 1.49.32.94 : στάσεως· ἡμεῖς τε περὶ αὐτὰς τὴν μετ´ ἀληθείας πραγμα– 8319 1.49.32.95 : τείαν πᾶσαν πειρασόμεθα ἐνστήσασθαι. 8320 1.49.32.96 : <20Τινὲς>20 δὲ τῶν <20φυσικῶν>20 σύνοδον τῶν ἐναντίων συνυ– 8321 1.49.32.97 : φαίνουσιν, οἷον θερμοῦ καὶ 〈ψυχροῦ〉, ξηροῦ καὶ ὑγροῦ. 8322 1.49.32.98 : Καὶ γὰρ τὸ ζῆν ἀπὸ τοῦ ἀναζεῖν ὑπὸ τοῦ θερμοῦ καὶ 8323 1.49.32.99 : τὴν ψυχὴν ἀπὸ τοῦ ἀναψύχεσθαι ὑπὸ τοῦ ψυχροῦ ὠνο– 8324 1.49.32.100 : μάσθαι ἀποφαίνονται, καὶ ἅμα ἐπ´ ἀμφοτέρων [ἢ] τὸν 8325 1.49.32.101 : ἀναπνεόμενον ἀέρα ψυχὴν νομίζουσιν· ὥσπερ Ἀριστοτέλης 8326 1.49.32.102 : (de anima I 5 p. 410b 27 sq.) μὲν ἐν τοῖς <20Ὀρφικοῖς>20 ἔπεσί 8327 1.49.32.103 : φησι λέγεσθαι τὴν ψυχὴν εἰσιέναι ἐκ τοῦ ὅλου ἀναπνε– 8328 1.49.32.104 : όντων ἡμῶν φερομένην ὑπὸ τῶν ἀνέμων· ἔοικέ γε μὴν 8329 1.49.32.105 : αὐτὸς ὁ Ὀρφεὺς>20 χωρὶς ὑπολαμβάνειν εἶναι καὶ μίαν τὴν 8330 1.49.32.106 : ψυχήν, ἀφ´ ἧς πολλὰς μὲν εἶναι διαιρέσεις, πολλὰς δὲ 8331 1.49.32.107 : καὶ ἀμέσους ἐπιπνοίας καθήκειν ἐπὶ τὰς μεριστὰς ψυχὰς 8332 1.49.32.108 : ἀπὸ τῆς ὅλης ψυχῆς. 8333 1.49.32.109 : Τινὲς μὲν τῶν <20Ἀριστοτελικῶν>20 αἰθέριον σῶμα 8334 1.49.32.110 : τὴν ψυχὴν τίθενται· ἕτεροι δὲ τελειότητα αὐτὴν ἀφορί– 8335 1.49.32.111 : ζονται κατ´ οὐσίαν τοῦ θείου σώματος, ἣν ἐντελέχειαν 8336 1.49.32.112 : καλεῖ <20Ἀριστοτέλης,>20 ὥσπερ δὴ ἐν ἐνίοις <20Θεόφραστος,>20 8337 1.49.32.113 : ἢ τὸ ἀπογεννώμενον ἀπὸ τῶν θειοτέρων γενῶν ὅλων, 8338 1.49.32.114 : ὥσπερ ἄν τις νεωτερίσειεν ἐν ταῖς ἐπινοίαις· ἢ τὸ συγ– 8339 1.49.32.115 : κεκραμένον τοῖς σώμασιν, ὥσπερ οἱ <20Στωικοὶ>20 λέγουσιν· 8340 1.49.32.116 : ἢ τὸ τῇ φύσει συμμεμιγμένον ἢ τὸ τοῦ σώματος ὂν ὥσπερ 8341 1.49.32.117 : τὸ ἐψυχῶσθαι, αὐτῇ δὴ μὴ παρὸν τῇ ψυχῇ ὥσπερ ὑπάρ– 8342 1.49.32.118 : χειν, οἷα δὴ λέγεται περὶ ψυχῆς παρὰ <20Δικαιάρχῳ>20 τῷ 8343 1.49.32.119 : Μεσσηνίῳ. 8344 1.49.33.1 : <20Ἐν ταὐτῷ· περὶ δυνάμεων ψυχῆς. 8345 1.49.33.2 : Πλάτων>20 μὲν οὖν οὐχ ὡς ἑτέρας τὰς δυνάμεις ἐν 8346 1.49.33.3 : ἑτέρᾳ τῇ ψυχῇ ἐνεῖναι ἡγεῖται, συμφύτους δ´ αὐτὰς καὶ 8347 1.49.33.4 : κατὰ μίαν ἰδέαν συνυφεστηκέναι λέγει διὰ τὴν ἀσύνθετον 8348 1.49.33.5 : οὐσίαν τῆς ψυχῆς. <20Ἀριστοτέλης>20 δὲ ὡσαύτως ἁπλῆν 8349 1.49.33.6 : οὐσίαν, ἀσώματον, εἴδους τελεσιουργὸν τὴν τῆς ψυχῆς 8350 1.49.33.7 : ὑποθέμενος, οὐ ποιεῖ τὰς δυνάμεις ὡς ἐν συνθέτῳ τινὶ 8351 1.49.33.8 : τῇ ψυχῇ παρούσας. Ἀλλὰ μὴν οἵγε ἀπὸ <20Χρυσίππου>20 8352 1.49.33.9 : καὶ <20Ζήνωνος>20 φιλόσοφοι καὶ πάντες ὅσοι σῶμα τὴν 8353 1.49.33.10 : ψυχὴν νοοῦσι τὰς μὲν δυνάμεις ὡς ἐν τῷ ὑποκειμένῳ 8354 1.49.33.11 : ποιότητας συμβιβάζουσι, τὴν δὲ ψυχὴν ὡς οὐσίαν προ– 8355 1.49.33.12 : ϋποκειμένην ταῖς δυνάμεσι τιθέασιν, ἐκ δ´ ἀμφοτέρων 8356 1.49.33.13 : τούτων σύνθετον φύσιν ἐξ ἀνομοίων συνάγουσιν. Ταύτῃ 8357 1.49.33.14 : τοίνυν αἱ δυνάμεις αὐτῆς τῆς ψυχῆς καθ´ αὑτὴν ἢ τοῦ 8358 1.49.33.15 : ἔχοντος τοῦ κοινοῦ μετὰ τοῦ σώματος θεωρουμένου ζῴου, 8359 1.49.33.16 : καθ´ οὓς μὲν ἡ ψυχὴ διττὴν ζωὴν ζῇ, καθ´ αὑτήν τε καὶ 8360 1.49.33.17 : μετὰ τοῦ σώματος, ἄλλως μὲν πάρεισι τῇ ψυχῇ, ἄλλως 8361 1.49.33.18 : δὲ τῷ κοινῷ ζῴῳ, 〈ὡς〉 κατὰ <20Πλάτωνα>20 καὶ <20Πυθαγό>20– 8362 1.49.33.19 : ραν· καθ´ οὓς δὲ μία ζωὴ τῆς ψυχῆς ἐστιν ἡ τοῦ συν– 8363 1.49.33.20 : θέτου, συγκεκραμένης τῆς ψυχῆς τῷ σώματι, ὡς οἱ 8364 1.49.33.21 : <20Στωικοὶ>20 λέγουσιν, ἢ δούσης ὅλην τὴν ἑαυτῆς ζωὴν εἰς 8365 1.49.33.22 : τὸ κοινὸν ζῷον, ὡς οἱ <20Περιπατητικοὶ>20 διισχυρίζονται, 8366 1.49.33.23 : κατὰ τούτους εἷς ἐστιν ὁ τρόπος τῆς παρουσίας αὐτῶν 8367 1.49.33.24 : ὁ ἐν τῷ μετέχεσθαι ἢ ἐν τῷ κεκρᾶσθαι τῷ ὅλῳ ζῴῳ. 8368 1.49.33.25 : Πῶς οὖν διακρίνονται; Κατὰ μὲν τοὺς <20Στωικοὺς>20 8369 1.49.33.26 : ἔνιαι μὲν διαφορότητι 〈τῶν〉 ὑποκειμένων σωμάτων· 8370 1.49.33.27 : πνεύματα γὰρ ἀπὸ τοῦ ἡγεμονικοῦ φασιν οὗτοι διατεί– 8371 1.49.33.28 : νειν ἄλλα κατ´ ἄλλα, τὰ μὲν εἰς ὀφθαλμούς, τὰ δὲ εἰς 8372 1.49.33.29 : ὦτα, τὰ δὲ εἰς ἄλλα αἰσθητήρια· ἔνιαι δὲ ἰδιότητι ποι– 8373 1.49.33.30 : ότητος περὶ τὸ αὐτὸ ὑποκείμενον· ὥσπερ γὰρ τὸ μῆλον 8374 1.49.33.31 : ἐν τῷ αὐτῷ σώματι τὴν γλυκύτητα ἔχει καὶ τὴν εὐωδίαν, 8375 1.49.33.32 : οὕτω καὶ τὸ ἡγεμονικὸν ἐν ταὐτῷ φαντασίαν, συγκατά– 8376 1.49.33.33 : θεσιν, ὁρμήν, λόγον συνείληφε. Κατὰ δὲ τοὺς <20Ἀριστο– 8377 1.49.33.34 : τελικοὺς>20 καὶ πάντας ὅσοι ἀμέριστον τὴν ψυχὴν δια– 8378 1.49.33.35 : νοοῦνται κατὰ μὲν τὴν οὐσίαν αἱ δυνάμεις, κατὰ δὲ εἴδη 8379 1.49.33.36 : ὧν δύνανται ποιεῖν. Κατὰ δὲ <20Πλάτωνα>20 ἄλλως μὲν 8380 1.49.33.37 : λέγεται ἡ ψυχὴ τριμερής, ὡς ἐν ἑτέραις οὐσίαις τριπλῇ 8381 1.49.33.38 : ζωῆς παραλλάττουσα, ἄλλως δὲ πολυδύναμος, οὐκέτι κατ´ 8382 1.49.33.39 : οὐσίαν ζωῆς διαφέρουσα, ἐν ταὐτῷ δὲ πολλαῖς ἰδιότησι 8383 1.49.33.40 : διακρινομένη. Καὶ ὅλως μέρος δυνάμεως ταύτῃ διενή– 8384 1.49.33.41 : νοχεν, ᾗ τὸ μὲν μέρος οὐσίας ἑτερότητα, ἡ δὲ δύναμις 8385 1.49.33.42 : ἐν ταὐτῷ γεννητικὴν ἢ ποιητικὴν διάκρισιν παρίστησιν. 8386 1.49.34.1 : <20Ἐν ταὐτῷ· περὶ πλήθους δυνάμεων. 8387 1.49.34.2 : Οἱ ἀπὸ Ζήνωνος>20 ὀκταμερῆ τὴν ψυχὴν διαδοξάζουσι, 8388 1.49.34.3 : περὶ 〈ἣν〉 τὰς δυνάμεις εἶναι πλείονας, ὥσπερ ἐν τῷ ἡγε– 8389 1.49.34.4 : μονικῷ ἐνυπαρχουσῶν φαντασίας, συγκαταθέσεως, ὁρμῆς, 8390 1.49.34.5 : λόγου. Οἱ δὲ περὶ <20Πλάτωνα>20 καὶ <20Ἀρχύτας>20 καὶ οἱ 8391 1.49.34.6 : λοιποὶ <20Πυθαγόρειοι>20 τὴν ψυχὴν τριμερῆ ἀποφαίνονται, 8392 1.49.34.7 : διαιροῦντες εἰς λογισμὸν καὶ θυμὸν καὶ ἐπιθυμίαν· ταῦτα 8393 1.49.34.8 : γὰρ εἶναι χρήσιμα πρὸς τὴν τῶν ἀρετῶν σύστασιν. Δυνά– 8394 1.49.34.9 : μεις δὲ τῆς ψυχῆς ἀναλογίζονται φύσιν καὶ φαντασίαν 8395 1.49.34.10 : καὶ αἴσθησιν καὶ δόξαν καὶ κινητικὴν σωμάτων διάνοιαν 8396 1.49.34.11 : καὶ ὄρεξιν καλῶν κἀγαθῶν καὶ νοήσεις. <20Ἀριστοτέλης>20 8397 1.49.34.12 : (de anim. II 3 p. 414a 31 et p. 432a 29) δὲ εἰς πέντε αὐτὰς διαι– 8398 1.49.34.13 : ρεῖ, φύσιν, αἴσθησιν, κίνησιν κατὰ τόπον, ὄρεξιν, διανόησιν. 8399 1.49.35.1 : <20Ἐν ταὐτῷ· περὶ τῶν κατ´ οὐσίαν τῆς 8400 1.49.35.2 : ψυχῆς καὶ τῶν προστιθεμένων αὐτῇ δυνάμεων. 8401 1.49.35.3 : Πλωτῖνος>20 (ennead. IV 3, 18) αὐτῆς ἀφαιρεῖ τὰς ἀλόγους 8402 1.49.35.4 : δυνάμεις, τὰς αἰσθήσεις, τὰς φαντασίας, τὰς μνήμας, τοὺς 8403 1.49.35.5 : λογισμούς· μόνον δὲ τὸν καθαρὸν λογισμὸν εἰς τὴν καθα– 8404 1.49.35.6 : ρὰν οὐσίαν αὐτῆς ἀνατείνει, ὡς ἔχοντα συμφυῆ δύναμιν 8405 1.49.35.7 : πρὸς αὐτὴν τὴν τῆς οὐσίας ἰδέαν. 8406 1.49.35.8 : Οἱ δὲ περὶ <20Δημόκριτον>20 Πλατωνικοὶ πάντα ταῦτα 8407 1.49.35.9 : τὰ εἴδη τῶν δυνάμεων εἰς τὴν οὐσίαν αὐτῆς συνάγουσιν. 8408 1.49.35.10 : Ὁ δὲ <20Πλάτων>20 καὶ αὐτὰς ἑαυτῶν ποιεῖ καὶ τῶν 8409 1.49.35.11 : ζῴων, καθ´ ἑκατέραν ζωὴν διοριζόμενος ἑκάτερον. 8410 1.49.35.12 : Οἱ δὲ περὶ <20Πορφύριον>20 (supra ecl. 23) καὶ <20Πλω– 8411 1.49.35.13 : τῖνον>20 ἑκάστῳ μέρει τοῦ παντὸς τὰς οἰκείας δυνάμεις 8412 1.49.35.14 : προβάλλεσθαι ὑπὸ τῆς ψυχῆς ἀποφαίνονται, καὶ ἀφί– 8413 1.49.35.15 : εσθαι μὲν καὶ μηκέτι εἶναι τὰς ζωὰς τὰς ὁπωσοῦν προ– 8414 1.49.35.16 : βληθείσας [οἱ περὶ Πορφύριον καὶ Πλωτῖνον Πλατωνικοὶ] 8415 1.49.35.17 : ἀφορίζονται παραπλησίως τοῖς ἀπὸ τοῦ σπέρματος φυο– 8416 1.49.35.18 : μένοις, ὁπόταν εἰς ἑαυτὸ ἀναδράμῃ τὸ σπέρμα· εἶναι δὲ 8417 1.49.35.19 : καὶ ταύτας ἐν τῷ παντὶ καὶ μὴ ἀπόλλυσθαι τάχα ἄν τις 8418 1.49.35.20 : ἐπινοήσειε καινότερον, οὐκ ἀπιθάνως. 8419 1.49.36.1 : <20Ἐν ταὐτῷ· περὶ τῶν ἐνεργειῶν τῆς 8420 1.49.36.2 : ψυχῆς.>20 8421 1.49.36.3 : Τίς οὖν ἀνήκοός ἐστι τῆς <20Περιπατητικῆς>20 δόξης, 8422 1.49.36.4 : ἣ τὴν ψυχὴν ἀκίνητον μὲν εἶναί φησιν, αἰτίαν δὲ κινή– 8423 1.49.36.5 : σεων; Εἰ δὴ καὶ ἀνενέργητόν ἐστι τὸ ἀκίνητον, ἔσται καὶ 8424 1.49.36.6 : χορηγὸν τῶν ἐνεργειῶν τὸ τῆς ψυχῆς ἀνενέργητον. Εἰ δ´, 8425 1.49.36.7 : ὡς ἔνιοι λέγουσι, τέλος καὶ συνοχὴ καὶ ἕνωσις καὶ μόνιμος 8426 1.49.36.8 : αἰτία τῶν κινήσεών ἐστιν ἡ ἐνέργεια καὶ ταύτην ἐν ἑαυτῇ 8427 1.49.36.9 : συνείληφεν ἡ κατ´ <20Ἀριστοτέλην>20 ἀκίνητος ἐντελέχεια 8428 1.49.36.10 : τῆς ψυχῆς, ἔσται ἀπὸ τῆς τελειοτάτης ἐνεργείας προϊοῦσα 8429 1.49.36.11 : [ἀπὸ τῆς ψυχῆς] ἡ ἐν τοῖς καθ´ ἕκαστα τῶν ζῴων ἔργοις 8430 1.49.36.12 : ἀπεργασία. Αὕτη τοίνυν κατά γε <20Πλάτωνα>20 πολλοῦ δεῖ 8431 1.49.36.13 : ἡ αὐτὴ εἶναι τῇ συμφύτῳ τῆς ψυχῆς οὐσίᾳ καὶ ζωῇ. Δῆ– 8432 1.49.36.14 : λον γὰρ ὅτι δίδοται μὲν εἰς τὸ κοινόν, ἀλλ´ ἐπεὶ μεταβολὴ 8433 1.49.36.15 : καὶ διαίρεσις καὶ παράτασις περὶ τὸ σῶμα καὶ κατὰ χρό– 8434 1.49.36.16 : νον καὶ τόπον διάστασις ἐπισυμπίπτει, ὧν οὐδέν ἐστιν 8435 1.49.36.17 : ἐν τῇ καθ´ αὑτὴν ἀσωμάτῳ ζωῇ, φανερὸν δὴ καὶ τοῦτο 8436 1.49.36.18 : γέγονεν, ὡς οὐδὲν ὑπάρχει κατὰ Πλάτωνα τῶν τοῦ συν– 8437 1.49.36.19 : θέτου ζῴου κινημάτων ἴδιον αὐτῆς τῆς ψυχῆς. Οὐκοῦν 8438 1.49.36.20 : ὥσπερ ζωὴ κατ´ αὐτὸν ἦν διττή, ἣ μὲν χωριστὴ τοῦ σώ– 8439 1.49.36.21 : ματος, ἣ δὲ κοινὴ μετ´ αὐτοῦ, οὕτω καὶ ἐνεργήματα 〈τὰ〉 8440 1.49.36.22 : μὲν ἴδια ἔσται τῆς ψυχῆς, τὰ δὲ κοινὰ καὶ τοῦ ἔχοντος. 8441 1.49.36.23 : Καὶ τούτων τὰ μὲν ἀπὸ τῆς ψυχῆς προκατάρχοντα, τὰ 8442 1.49.36.24 : δὲ ἀπὸ τῶν τοῦ σώματος παθημάτων ἐγειρόμενα, τὰ δὲ 8443 1.49.36.25 : ἐξ ἀμφοῖν ἐπίσης ἀνακινούμενα· πάντα δὲ ὡς ἀπ´ αἰτίας 8444 1.49.36.26 : τῆς ψυχῆς ὡρμημένα. Ὥσπερ δὴ καὶ τῆς κατὰ τὴν ναῦν 8445 1.49.36.27 : φορᾶς κοινῆς οὔσης πρὸς τὸν κυβερνήτην καὶ τὸν ἄνεμον, 8446 1.49.36.28 : τὰ μὲν ἄλλα τοιαῦτά ἐστιν, ὡς ἄνευ αὐτῶν μὴ γίγνεσθαι 8447 1.49.36.29 : τὴν κίνησιν, ὁ δὲ κυβερνήτης καὶ ὁ ἄνεμος τὴν κυριωτάτην 8448 1.49.36.30 : αἰτίαν περιέχουσιν ἐν ἑαυτοῖς τῆς φορᾶς, οὕτως ἄρα καὶ 8449 1.49.36.31 : ἡ ψυχὴ αὐτή τε ὅλῳ χρῆται τῷ σώματι καὶ τὰ ἔργα μετα– 8450 1.49.36.32 : χειρίζεται, ὡς ὄργανον ἢ ὄχημα τὸ σῶμα περιέχουσα· ἔχει 8451 1.49.36.33 : δὲ καὶ καθ´ αὑτὴν οἰκείας κινήσεις, ὅσαι τοῦ συνθέτου 8452 1.49.36.34 : ζῴου ἀπολελυμέναι αὐταὶ καθ´ αὑτὰς [ἀπόλυτοι] τὰς κατ´ 8453 1.49.36.35 : οὐσίαν ζωὰς τῆς ψυχῆς ἐνεργοῦσιν, οἷαι δή εἰσιν αἱ τῶν 8454 1.49.36.36 : ἐνθουσιασμῶν καὶ τῶν ἀύλων νοήσεων καὶ συλλήβδην 8455 1.49.36.37 : ἐκείνων, καθ´ ἃς τοῖς θεοῖς συναπτόμεθα. Οὐ μὴν ἔτι 8456 1.49.36.38 : γε τούτοις συγχωροῦσιν οἱ σῶμα τὴν ψυχὴν ὑπολαμβά– 8457 1.49.36.39 : νοντες, οἷον οἱ <20Στωικοὶ>20 καὶ ἄλλοι πλείονες· οὐδ´ ὅσοι 8458 1.49.36.40 : συγκεκρᾶσθαι αὐτὴν εἰς τὴν γένεσιν οἴονται, ὥσπερ οἱ 8459 1.49.36.41 : πλεῖστοι τῶν <20φυσικῶν·>20 οὐδὲ ὅσοι βλάστημα αὐτὴν ἀπὸ 8460 1.49.36.42 : τῶν σωμάτων ποιοῦσιν ἐν ἁρμονίας εἴδει οὖσαν. Πάντες 8461 1.49.36.43 : γὰρ οὗτοι σωματοειδεῖς τὰς κινήσεις αὐτῇ ἀποδιδόασιν. 8462 1.49.37.1 : <20Ἐν ταὐτῷ· περὶ τῶν ἔργων τῆς ψυχῆς.>20 8463 1.49.37.2 : Πότερον οὖν πασῶν τῶν ψυχῶν τὰ αὐτὰ ἔργα ἀποτε– 8464 1.49.37.3 : λεῖται, ἢ τὰ μὲν τῶν ὅλων τελεώτερα, τὰ δὲ τῶν ἄλλων 8465 1.49.37.4 : ὡς ἕκασται διειλήχασι τὴν προσήκουσαν ἑαυταῖς τάξιν; 8466 1.49.37.5 : Ὡς μὲν <20οἱ Στωικοὶ>20 λέγουσιν, εἷς τέ ἐστιν ὁ λόγος καὶ 8467 1.49.37.6 : ἡ αὐτὴ πάντως διανόησις καὶ τὰ κατορθώματα ἶσα καὶ 8468 1.49.37.7 : αἱ αὐταὶ ἀρεταὶ τῶν τε μεριστῶν καὶ τῶν ὅλων· καί 8469 1.49.37.8 : που <20Πλωτῖνος>20 καὶ <20Ἀμέλιος>20 ἐπὶ ταύτης εἰσὶ τῆς δόξης 8470 1.49.37.9 : (ἐνίοτε γὰρ 〈οὐχ〉 ὡς ἄλλην τὴν μεριστὴν ψυχὴν παρὰ τὴν 8471 1.49.37.10 : ὅλην, μίαν δὲ αὐτὴν πρὸς ἐκείνην εἶναι ἀφορίζονται)· ὡς 8472 1.49.37.11 : δ´ ἂν εἴποι <20Πορφύριος,>20 πάντῃ κεχώρισται τὰ τῆς ὅλης 8473 1.49.37.12 : ψυχῆς παρὰ τὴν μεριστὴν ἐνεργήματα. 8474 1.49.37.13 : Γένοιτο δὲ κἂν ἄλλη δόξα οὐκ ἀπόβλητος, ἡ κατὰ 8475 1.49.37.14 : γένη καὶ εἴδη τῶν ψυχῶν ἄλλα μὲν τὰ τῶν ὅλων παν– 8476 1.49.37.15 : τελῆ, ἄλλα δὲ τὰ τῶν θείων ψυχῶν ἄχραντα καὶ ἄυλα, 8477 1.49.37.16 : ἕτερα δὲ τὰ τῶν δαιμονίων δραστήρια, τὰ δὲ τῶν ἡρωικῶν 8478 1.49.37.17 : μεγάλα, τὰ δὲ τῶν ἐν τοῖς ζῴοις καὶ τοῖς ἀνθρώποις 8479 1.49.37.18 : θνητοειδῆ καὶ τὰ ἄλλα ὡσαύτως ἔργα διαιρουμένη. Τού– 8480 1.49.37.19 : των δὴ διωρισμένων καὶ τὰ ἐχόμενα τούτων τὴν ὁμοίαν 8481 1.49.37.20 : λήψεται διάκρισιν. 8482 1.49.37.21 : Οἱ μὲν γὰρ μίαν καὶ τὴν αὐτὴν πανταχοῦ ψυχὴν δια– 8483 1.49.37.22 : τείνοντες ἤτοι γένει ἢ εἴδει, ὡς δοκεῖ <20Πλωτίνῳ>20 (ennead. 8484 1.49.37.23 : IV 2, 1), ἢ καὶ ἀριθμῷ, ὡς νεανιεύεται οὐκ ὀλιγάκις <20Ἀμέ– 8485 1.49.37.24 : λιος,>20 εἶναι αὐτὴν ἐροῦσιν ἅπερ ἐνεργεῖν. Οἱ δ´ ἀσφα– 8486 1.49.37.25 : λέστερον τούτων διαταττόμενοι καὶ προόδους πρώτας καὶ 8487 1.49.37.26 : δευτέρας καὶ τρίτας οὐσιῶν τῆς ψυχῆς διισχυριζόμενοι 8488 1.49.37.27 : προχωρεῖν εἰς τὸ πρόσω, οἵους ἄν τις θείη τοὺς καινῶς 8489 1.49.37.28 : μὲν ἀπταίστως δὲ ἀντιλαμβανομένους τῶν λόγων, τὰ μὲν 8490 1.49.37.29 : τῶν ὅλων ψυχῶν καὶ θείων καὶ ἀύλων ἐνεργήματα ἐροῦσιν 8491 1.49.37.30 : οὗτοι πάντως δήπου καὶ εἰς οὐσίαν ἀποτελευτᾶν· τὰ δὲ 8492 1.49.37.31 : τῶν μεριστῶν 〈καὶ〉 κρατουμένων ἐν ἑνὶ εἴδει καὶ διαιρου– 8493 1.49.37.32 : μένων περὶ τοῖς σώμασιν οὐδαμῶς συγχωρήσουσιν εὐθὺς 8494 1.49.37.33 : εἶναι ταῦθ´ ἅπερ ἐνεργοῦσι. 8495 1.49.37.34 : Κατὰ δὴ τὴν αὐτὴν μέθοδον προΐτω καὶ ἡ συγγενὴς 8496 1.49.37.35 : πρὸς ταύτην διαίρεσις. Λέγω δὴ προσπεφυκέναι μὲν ταῖς 8497 1.49.37.36 : δυνάμεσι τὰ ἔργα ἐκείνων τῶν ψυχῶν τῶν αὐτοτελῶν καὶ 8498 1.49.37.37 : μονοειδῶν καὶ χωριστῶν ἀπὸ τῆς ὕλης, ὡς ἂν φαίη ἡ 8499 1.49.37.38 : νεωστὶ παρευρεθεῖσα ἥδε αἵρεσις, ἐοικέναι δὲ ταῖς τῶν 8500 1.49.37.39 : καρπῶν ἀπογεννήσεσιν ἐπὶ τῶν ἀτελεστέρων καὶ περὶ γῆν 8501 1.49.37.40 : ἀπομεριζομένων. Ἐπὶ δὴ τούτοις δεῖ νοεῖν ὡς οἱ μὲν 8502 1.49.37.41 : <20Στωικοὶ>20 πάσας τῆς ὁποιασοῦν ψυχῆς τὰς ἐνεργείας συμ– 8503 1.49.37.42 : μιγνύουσιν τοῖς διοικουμένοις καὶ ἀψύχοις, οἱ δ´ ἀπὸ 8504 1.49.37.43 : <20Πλάτωνος>20 οὐ πάσας. Εἶναι μὲν γάρ τινας δυνάμεις 8505 1.49.37.44 : τῆς ψυχῆς αἳ τοῦ σώματος ὡς ὕλης ἐφάπτονται, ὡς τὴν 8506 1.49.37.45 : αἰσθητικὴν καὶ ὁρμητικήν, καθαρωτέρας δὲ τούτων τὰς 8507 1.49.37.46 : μηδὲν σώματι προσχρωμένας, ὡς τὴν νοεράν. Τὰ μὲν 8508 1.49.37.47 : οὖν τῶν σωματοειδῶν δυνάμεων ἔργα κατ´ οὐσίαν μὲν 8509 1.49.37.48 : <20Πλάτων>20 οὐ συνάπτει τοῖς σώμασιν, κατ´ ἐπιστροφὴν 8510 1.49.37.49 : δὲ κοινωνεῖν φησί, τὰ δὲ τῶν χωριστῶν ἀπολύει πάντῃ 8511 1.49.37.50 : τοῦ κατατείνεσθαι εἰς τὰ σώματα. Ἤδη τοίνυν καὶ τὰ 8512 1.49.37.51 : μὲν τῶν ὅλων καὶ θειοτέρων ἔργα ἄμικτα εἶναι διὰ τὴν 8513 1.49.37.52 : καθαρότητα αὐτῶν τῆς οὐσίας, τὰ δὲ τῶν ἐνύλων καὶ μερι– 8514 1.49.37.53 : στῶν μηκέθ´ ὡσαύτως εἶναι ἄχραντα· καὶ τὰ μὲν τῶν 8515 1.49.37.54 : ἀνιουσῶν καὶ ἀπολυομένων τῆς γενέσεως ἀφίεσθαι τὸ λοι– 8516 1.49.37.55 : πὸν τῶν σωμάτων, τὰ δὲ τῶν κατιουσῶν συμπλέκεσθαι 8517 1.49.37.56 : αὐτοῖς πολυειδῶς καὶ συνυφαίνεσθαι. Καὶ τὰ μὲν τῶν 8518 1.49.37.57 : ἐποχουμένων τοῖς αὐτοειδέσι πνεύμασι καὶ δι´ αὑτῶν τιθε– 8519 1.49.37.58 : μένων εὐκόλως, ἅπερ ἂν θέλωσιν, ἄνωθεν ἀπραγμόνως 8520 1.49.37.59 : ἐκφαίνειν τὰ σφῶν ἔργα· τὰ δὲ τοῖς στερεωτέροις σώμασιν 8521 1.49.37.60 : ἐνσπειρόμενα καὶ κατεχόμενα ἐν αὐτοῖς ἀναπίμπλασθαι 8522 1.49.37.61 : ἀμωσγέπως τῆς τούτων φύσεως. Καὶ τὰ μὲν τῶν ὅλων 8523 1.49.37.62 : ἐπιστρέφειν εἰς ἑαυτὰ τὰ διοικούμενα, τὰ δὲ τῶν διῃρη– 8524 1.49.37.63 : μένων αὐτὰ ἐπιστρέφεσθαι πρὸς ταῦτα ὧν ἐπιμελοῦνται. 8525 1.49.37.64 : Κατ´ ἄλλην τοίνυν ἀρχὴν τῆς τῶν αὐτῶν διακρίσεως 8526 1.49.37.65 : ἡ μὲν <20Περιπατητικὴ>20 δόξα τοῦ ζῴου μόνως καὶ τοῦ 8527 1.49.37.66 : συνθέτου τίθεται τὰ ἔργα τῆς ψυχῆς. [<20Πλάτων>20 δὲ τῆς 8528 1.49.37.67 : ψυχῆς αὐτὰ πρώτως προτάττει, εἶθ´ οὕτως εἰς τὸ κοινὸν 8529 1.49.37.68 : δίδωσιν.] <20Πλάτων>20 δὲ καὶ <20Πυθαγόρας>20 ὑπερφυῆ τὴν 8530 1.49.37.69 : οὐσίαν αὐτῆς καὶ γεννητικὴν τῆς φύσεως προτάττοντες 8531 1.49.37.70 : πρεσβύτερα αὐτῇ καὶ τιμιώτερα πρὸ τῆς φύσεως τὰ ἔργα 8532 1.49.37.71 : διδόασιν· ἄρχεσθαί τε αὐτὴν οὐ ποιοῦσιν ἀπὸ τῆς φύ– 8533 1.49.37.72 : σεως, αὐτὴν δὲ ἀφ´ αὑτῆς καὶ περὶ αὑτὴν ἐξηγεῖσθαι 8534 1.49.37.73 : τῶν οἰκείων ἐνεργειῶν ὑπολαμβάνουσιν, ὅσα τέ ἐστιν ἐν 8535 1.49.37.74 : αὐτῇ καλὰ καὶ σπουδαῖα κινήματα τῆς φύσεως ὑπερέχοντα 8536 1.49.37.75 : καθ´ αὑτὰ ἐξαιροῦσιν. 8537 1.49.37.76 : Ἤδη τοίνυν καὶ ἐν αὐτοῖς τοῖς <20Πλατωνικοῖς>20 πολ– 8538 1.49.37.77 : λοὶ διαστασιάζουσιν, οἳ μὲν εἰς μίαν σύνταξιν καὶ μίαν 8539 1.49.37.78 : ἰδέαν τὰ εἴδη καὶ τὰ μόρια τῆς ζωῆς καὶ τὰ ἐνεργήματα 8540 1.49.37.79 : συνάγοντες, ὥσπερ <20Πλωτῖνός>20 τε καὶ <20Πορφύριος·>20 οἳ 8541 1.49.37.80 : δὲ εἰς μάχην ταῦτα κατατείνοντες, ὥσπερ <20Νουμήνιος>20 8542 1.49.37.81 : (fr. 49 p. 69 Theding.)· οἳ δὲ ἐκ μαχομένων αὐτὰ συναρ– 8543 1.49.37.82 : μόζοντες, ὥσπερ οἱ περὶ <20Ἀττικὸν>20 καὶ <20Πλούταρχον.>20 8544 1.49.37.83 : Καὶ οὗτοι μὲν προϋποκειμένων τῶν ἀτάκτων καὶ πλημ– 8545 1.49.37.84 : μελῶν κινημάτων ἐπεισιέναι φασὶν ὕστερα τὰ κατακο– 8546 1.49.37.85 : σμοῦντα αὐτὰ καὶ διατάττοντα καὶ τὴν συμφωνίαν ἀπ´ 8547 1.49.37.86 : ἀμφοτέρων οὕτως συνυφαίνουσι, κατὰ μὲν <20Πλωτῖνον>20 8548 1.49.37.87 : τῆς πρώτης ἑτερότητος, κατ´ <20Ἐμπεδοκλέα>20 (fr. 381 Sturz.) 8549 1.49.37.88 : δὲ τῆς [πρώτης] ἀπὸ τοῦ θεοῦ φυγῆς, καθ´ <20Ἡράκλει– 8550 1.49.37.89 : τον>20 (fr. 83 Bywat.) δὲ τῆς ἐν τῷ μεταβάλλεσθαι ἀναπαύλης, 8551 1.49.37.90 : κατὰ δὲ τοὺς <20Γνωστικοὺς>20 παρανοίας ἢ παρεκβάσεως, 8552 1.49.37.91 : κατ´ <20Ἀλβῖνον>20 δὲ τῆς τοῦ αὐτεξουσίου διημαρτημένης 8553 1.49.37.92 : κρίσεως αἰτίας γιγνομένης τῶν καταγωγῶν ἐνεργημάτων· 8554 1.49.37.93 : τῶν δ´ αὖ διισταμένων πρὸς τούτους καὶ ἀπὸ τῶν ἔξωθεν 8555 1.49.37.94 : προσφυομένων προστιθέντων ὁπωσοῦν τῇ ψυχῇ τὸ κακόν, 8556 1.49.37.95 : ἀπὸ μὲν τῆς ὕλης <20Νουμηνίου>20 (fr. 49 p. 69 Theding.) καὶ 8557 1.49.37.96 : <20Κρονίου>20 πολλάκις, ἀπὸ δὲ τῶν σωμάτων αὐτῶν τούτων 8558 1.49.37.97 : ἔστιν ὅτε καὶ <20Ἁρποκρατίωνος,>20 ἀπὸ δὲ τῆς φύσεως 8559 1.49.37.98 : καὶ τῆς ἀλόγου ζωῆς <20Πλωτίνου>20 καὶ <20Πορφυρίου>20 ὡς 8560 1.49.37.99 : τὰ πολλά. Κατὰ δὲ <20Ἀριστοτέλην>20 εἴδεσι ζωῆς καὶ 8561 1.49.37.100 : ἄλλοις ὅροις ταῦτα χωρὶς ἐπὶ τῶν ἀνθρωπίνων διακέκρι– 8562 1.49.37.101 : ται. Κατὰ δ´ αὖ τοὺς <20Στωικοὺς>20 ἀτελέστερα ἀεὶ ἀπο– 8563 1.49.37.102 : μερίζεται τὰ τοιαῦτα τῆς ζωῆς ἐνεργήματα καὶ ὅσῳ ἂν 8564 1.49.37.103 : ᾖ προϊόντα προσωτέρω τῆς ἀλογίας, τοσῷδε μᾶλλον ἐπὶ 8565 1.49.37.104 : τὸ ἀτελέστερον ἀποφέρεται τὰ καταδεέστερα τῶν πρεσ– 8566 1.49.37.105 : βυτέρων. Ὡς δ´ ἐγώ τινων ἀκήκοα <20Πλατωνικῶν,>20 οἷον 8567 1.49.37.106 : <20Πορφυρίου>20 καὶ ἄλλων πολλῶν, ἀφομοιοῦται ἀλλήλοις 8568 1.49.37.107 : τὰ μὲν ἀνθρώπεια τοῖς θηρείοις, τὰ δὲ τῶν ζῴων τοῖς 8569 1.49.37.108 : ἀνθρωπείοις, ἐφ´ ὅσον πέφυκε τὰ διακεκριμένα καθ´ 8570 1.49.37.109 : ἑτέρας οὐσίας ὁμοιοῦσθαι πρὸς ἄλληλα. 8571 1.49.38.1 : <20Ἐν ταὐτῷ· περὶ μέτρου ψυχῆς.>20 8572 1.49.38.2 : Οἱ μὲν δὴ μίαν οὐσίαν τῆς ψυχῆς ἀριθμῷ τιθέμενοι, 8573 1.49.38.3 : πληθύουσαν δὲ αὐτήν, ὡς <20Ἀμέλιος>20 οἴεται, σχέσεσι καὶ 8574 1.49.38.4 : κατατάξεσιν, ἤ, ὡς οἱ <20Ὀρφικοὶ>20 λέγουσιν, ἐπιπνοίαις 8575 1.49.38.5 : ἀπὸ τῆς ὅλης, ἔπειτα ἀνασχέοντες ἀπὸ τοῦ πλήθους τῆς 8576 1.49.38.6 : ὅλης ἐπὶ τὴν μίαν ψυχὴν ἀποθεμένην τὰς σχέσεις καὶ 8577 1.49.38.7 : τὰς εἰς ἕτερον κατατάξεις καὶ ἀναλύοντες ἀπὸ τῆς εἰς τὰ 8578 1.49.38.8 : μεταλαβόντα διαιρέσεως, ἀπολυομένης τῆς τῶν μετασχόν– 8579 1.49.38.9 : των διαλήψεως, τηροῦσιν αὐτὴν ὅλην πανταχοῦ τὴν αὐτήν, 8580 1.49.38.10 : μίαν οὐσίαν τε αὐτῇ διδόασι καθ´ ἓν πεπερασμένην. Οἱ 8581 1.49.38.11 : δ´ ἐν ἀπείροις κόσμοις, ὥσπερ δὴ οἱ περὶ <20Δημόκριτον>20 8582 1.49.38.12 : καὶ <20Ἐπίκουρον>20 νομίζουσιν, ἀπὸ τῶν ἀπείρων ἀτόμων 8583 1.49.38.13 : κατὰ συντυχίαν συνερχομένων ** συνίστασθαι ἀπὸ τῶν 8584 1.49.38.14 : τοιῶνδε στοιχείων τὰς ψυχὰς ἡγούμενοι ἀπείρους αὐτὰς 8585 1.49.38.15 : εἶναι ἑπομένως ταῖς οἰκείαις ὑποθέσεσιν ἀποφαίνονται. 8586 1.49.38.16 : Καὶ οἱ μὲν ἐκ σπερμάτων αὐτὰς γεννῶντες ἑκάστου δυνα– 8587 1.49.38.17 : μένου πολλὰ σπείρειν καὶ τοῦδε προϊόντος ἀεὶ καὶ οὐδαμῇ 8588 1.49.38.18 : ἱσταμένου κατὰ τὴν γέννησιν καὶ ἐν τῷ γίγνεσθαι ἀεὶ τὸ 8589 1.49.38.19 : ἄπειρον ἀπολείπουσιν. Οἱ δὲ κατὰ μεταβολὴν ἐξ ἑνὸς 8590 1.49.38.20 : ζῴου φθειρομένου πολλὰ ζῷα καὶ πολλὰς ζωὰς παρά– 8591 1.49.38.21 : γοντες ἐν τῷ μεταβάλλειν συνεχῶς καὶ μηδέποτε ἐπιλεί– 8592 1.49.38.22 : πειν τὴν ἐκ τῆς μεταβολῆς διαδεχομένην ἀειγενεσίαν 8593 1.49.38.23 : ταύτῃ τὸ ἀπέραντον πλῆθος τῶν ψυχῶν ἐπινοοῦσιν ἐν 8594 1.49.38.24 : τῷ ἀεὶ πλεῖον γίγνεσθαι. Οἱ δὲ τῆς φύσεως τὴν ψυχὴν 8595 1.49.38.25 : μὴ διακρίνοντες πάλιν δὴ καὶ οὗτοι κατὰ διαίρεσιν τὸ 8596 1.49.38.26 : ἄπειρον τῶν ψυχῶν γίγνεσθαι προσομολογοῦσιν, ἐπειδὴ 8597 1.49.38.27 : καὶ ἕκαστον τῶν φυομένων δένδρων μεριζόμενον ταὐτόν 8598 1.49.38.28 : ἐστι τῷ ὅλῳ καὶ τῶν ἴσων αὑτῷ φαίνεται γεννητικὸν εἶναι. 8599 1.49.38.29 : Οἱ δ´ ἀπὸ <20Πλάτωνος>20 ἀγενήτους καὶ ἀφθάρτους αὐτὰς 8600 1.49.38.30 : προστησάμενοι ἑστάναι ἀεὶ κατὰ τὴν αὐτὴν συμμετρίαν 8601 1.49.38.31 : ἀφορίζονται, οὔτε γὰρ προστίθεσθαί τι αὐταῖς ἀπὸ τῆς 8602 1.49.38.32 : γενέσεως οὔτε ἀφαιρεῖσθαι ἀπ´ αὐτῶν μεθιστάμενον εἰς 8603 1.49.38.33 : τὰ ἀπολλύμενα. Τοῦτο δὴ τὸ μέτρον οἱ μὲν περὶ <20Πλω– 8604 1.49.38.34 : τῖνον>20 εἰς τὸν τέλεον ἀριθμὸν ὡς οἰκεῖον προσβιβάζουσι. 8605 1.49.39.1 : 〈<20Ἐν ταὐτῷ· περὶ διαφορᾶς καθόδου 8606 1.49.39.2 : τῶν ψυχῶν.〉 8607 1.49.39.3 : Πλωτῖνος>20 μὲν καὶ <20Πορφύριος>20 καὶ <20Ἀμέλιος>20 8608 1.49.39.4 : ἀπὸ τῆς ὑπὲρ τὸν οὐρανὸν ψυχῆς καὶ πάσας ἐπίσης εἰσοι– 8609 1.49.39.5 : κίζουσιν εἰς τὰ σώματα. 8610 1.49.39.6 : Πολὺ δὲ διαφερόντως ἔοικεν ὁ <20Τίμαιος>20 τὴν πρώτην 8611 1.49.39.7 : ὑπόστασιν τῶν ψυχῶν ποιεῖν, τὸν δημιουργὸν διασπεί– 8612 1.49.39.8 : ροντα περὶ πάντα μὲν τὰ κρείττονα γένη, καθ´ ὅλον δὲ 8613 1.49.39.9 : τὸν οὐρανόν, εἰς ὅλα δὲ τὰ στοιχεῖα τοῦ παντός. Ἔσται 8614 1.49.39.10 : δὴ οὖν καὶ ἡ σπορὰ ἡ δημιουργικὴ τῶν ψυχῶν διαιρου– 8615 1.49.39.11 : μένη παρὰ τὰς θείας δημιουργίας καὶ ἡ πρώτη τῶν ψυχῶν 8616 1.49.39.12 : πρόοδος συνυφισταμένη, μεθ´ ἑαυτῆς ἔχουσα τὰ δεχόμενα 8617 1.49.39.13 : τὰς ψυχάς· ἡ μὲν ὅλη τὸν ὅλον κόσμον, αἱ δὲ τῶν ἐμ– 8618 1.49.39.14 : φανῶν θεῶν τὰς κατ´ οὐρανὸν σφαίρας, αἱ δὲ τῶν στοι– 8619 1.49.39.15 : χείων αὐτὰ τὰ στοιχεῖα μεθ´ ὧν καὶ ψυχαὶ συνεκληρώ– 8620 1.49.39.16 : θησαν καθ´ ἑκάστην τοιαύτην λῆξιν, ἀφ´ ὧν δὴ αἱ κά– 8621 1.49.39.17 : θοδοι γίγνονται τῶν ψυχῶν ἄλλαι ἀπ´ ἄλλων διακληρώ– 8622 1.49.39.18 : σεων, ὡς βούλεται ἐνδείκνυσθαι σαφῶς ἡ τοῦ Τιμαίου 8623 1.49.39.19 : διάταξις. 8624 1.49.39.20 : <20Ἄλλη>20 τοίνυν αἵρεσις τῶν <20Πλατωνικῶν>20 οὐ κατὰ 8625 1.49.39.21 : τοὺς δημιουργικοὺς κλήρους, οὐδὲ κατὰ τὰς διαιρέσεις 8626 1.49.39.22 : τῶν κρειττόνων γενῶν οἷον θεῶν, ἀγγέλων, δαιμόνων, 8627 1.49.39.23 : ἡρώων, οὐδὲ κατὰ τὰς νομὰς τοῦ παντὸς διακρίνει τὰς 8628 1.49.39.24 : ἀπὸ τῶν διαφερόντων τόπων καταβάσεις τῶν ψυχῶν· 8629 1.49.39.25 : τιθεμένη δὲ τὴν ψυχὴν ἀεὶ εἶναι ἐν σώματι, ὥσπερ ἡ 8630 1.49.39.26 : <20Ἐρατοσθένους>20 καὶ <20Πτολεμαίου>20 τοῦ Πλατωνικοῦ καὶ 8631 1.49.39.27 : ἄλλων, ἀπὸ σωμάτων αὐτὴν λεπτοτέρων εἰς τὰ ὀστρεώδη 8632 1.49.39.28 : πάλιν εἰσοικίζει σώματα· διατρίβειν μὲν γὰρ αὐτὴν εἰς 8633 1.49.39.29 : μοῖράν τινα τοῦ αἰσθητοῦ, καθήκειν γε μὴν εἰς τὸ στερεὸν 8634 1.49.39.30 : σῶμα ἄλλοτε ἀπ´ ἄλλων τοῦ παντὸς τόπων. Καὶ τούτους 8635 1.49.39.31 : <20Ἡρακλείδην>20 μὲν τὸν <20Ποντικὸν>20 ἀφορίζειν περὶ τὸν 8636 1.49.39.32 : γαλαξίαν, ἄλλους δὲ καθ´ ὅλας τοῦ οὐρανοῦ τὰς σφαίρας, 8637 1.49.39.33 : ἀφ´ ὧν δὴ δεῦρο κατιέναι τὰς ψυχάς· τοὺς δὲ περὶ σελή– 8638 1.49.39.34 : νην ἢ ἐν τῷ ὑπὸ σελήνην ἀέρι λέγειν αὐτὰς κατοικεῖν καὶ 8639 1.49.39.35 : ἀπ´ αὐτῶν κάτω χωρεῖν εἰς τὴν περίγειον γένεσιν, τοὺς 8640 1.49.39.36 : δὲ ἀπὸ σωμάτων ἀεὶ στερεῶν πίπτειν εἰς ἕτερα σώματα 8641 1.49.39.37 : διισχυρίζεσθαι. 8642 1.49.39.38 : Ἀπὸ μὲν δὴ τοσούτων καὶ οὕτω διαφερόντων μερῶν 8643 1.49.39.39 : γίγνεσθαι διαφερούσας τὰς τῇδε καθόδους, αὐτοὺς δὲ 8644 1.49.39.40 : τοὺς τρόπους διίστασθαι πολυειδῶς. <20Ἡράκλειτος>20 8645 1.49.39.41 : (fr. 83 Bywat.) μὲν γὰρ ἀμοιβὰς ἀναγκαίας τίθεται ἐκ τῶν 8646 1.49.39.42 : ἐναντίων, ὁδόν τε ἄνω καὶ κάτω διαπορεύεσθαι τὰς ψυχὰς 8647 1.49.39.43 : ὑπείληφε καὶ τὸ μὲν τοῖς αὐτοῖς ἐπιμένειν κάματον εἶναι, 8648 1.49.39.44 : τὸ δὲ μεταβάλλειν φέρειν ἀνάπαυσιν. Οἱ δὲ περὶ <20Ταῦ– 8649 1.49.39.45 : ρον Πλατωνικοὶ>20 πέμπεσθαι τὰς ψυχὰς ὑπὸ θεῶν εἰς 8650 1.49.39.46 : γῆν λέγουσιν, οἳ μὲν ἑπομένως τῷ <20Τιμαίῳ>20 παραδιδόντες 8651 1.49.39.47 : ὅτι εἰς τελείωσιν τοῦ παντός, ὥστε εἶναι καὶ ἐν τῷ κό– 8652 1.49.39.48 : σμῳ τοσαῦτα ζῷα, ὅσα εἰσὶν ἐν τῷ νοητῷ· οἳ δὲ εἰς θείας 8653 1.49.39.49 : ζωῆς ἐπίδειξιν τὸ τέλος ἀναφέροντες τῆς καθόδου. ταύ– 8654 1.49.39.50 : την γὰρ εἶναι τὴν βούλησιν τῶν θεῶν, θεοὺς ἐκφαίνεσθαι 8655 1.49.39.51 : διὰ τῶν ψυχῶν· προέρχονται γὰρ εἰς τοὐμφανὲς οἱ θεοὶ 8656 1.49.39.52 : καὶ ἐπιδείκνυνται διὰ τῶν ψυχῶν καθαρᾶς καὶ ἀχράντου 8657 1.49.39.53 : ζωῆς. 8658 1.49.39.54 : Κατ´ <20ἄλλην>20 τοίνυν διαίρεσιν οἱ μὲν ἑκούσιοι τρόποι 8659 1.49.39.55 : νοοῦνται τῆς καθόδου ἢ ἑλομένης αὐτῆς τῆς ψυχῆς τὴν 8660 1.49.39.56 : διοίκησιν τῶν περὶ γῆν, ἢ πειθαρχούσης τοῖς κρείττοσιν, 8661 1.49.39.57 : οἱ δὲ ἀκούσιοι βιαζομένης ἐπὶ τὸ χεῖρον ἕλκεσθαι. 8662 1.49.40.1 : <20Ἐν ταὐτῷ.>20 8663 1.49.40.2 : Οὐχ ἡ αὐτή ἐστι πασῶν τῶν ψυχῶν κοινωνία πρὸς 8664 1.49.40.3 : τὰ σώματα, ἀλλ´ ἣ μὲν ὅλη, ὥσπερ καὶ <20Πλωτίνῳ>20 δοκεῖ, 8665 1.49.40.4 : προσιὸν ἑαυτῇ τὸ σῶμα ἔχει ἐν ἑαυτῇ, ἀλλ´ οὐκ αὐτὴ 8666 1.49.40.5 : πρόσεισι τῷ σώματι, οὐδὲ περιέχεται ὑπ´ αὐτοῦ· αἳ δὲ 8667 1.49.40.6 : μερισταὶ προσέρχονται τοῖς σώμασι καὶ τῶν σωμάτων 8668 1.49.40.7 : γίγνονται καὶ ἤδη κρατουμένων τῶν σωμάτων ὑπὸ τῆς 8669 1.49.40.8 : τοῦ παντὸς φύσεως εἰσοικίζονται εἰς αὐτά. Καὶ αἳ μὲν 8670 1.49.40.9 : τῶν θεῶν θεῖα σώματα, νοῦν μιμούμενα, ἐπιστρέφουσι 8671 1.49.40.10 : πρὸς τὴν ἑαυτῶν νοερὰν οὐσίαν· αἳ δὲ τῶν ἄλλων θείων 8672 1.49.40.11 : γενῶν, ὡς ἕκασται ἐτάχθησαν, οὕτω κατευθύνουσιν ἑαυ– 8673 1.49.40.12 : τῶν τὰ ὀχήματα. Ἔτι γε μὴν αἱ καθαραὶ ψυχαὶ καὶ 8674 1.49.40.13 : τέλειαι καθαρῶς εἰσοικίζονται εἰς τὰ σώματα ἄνευ πα– 8675 1.49.40.14 : θημάτων καὶ τῆς στερήσεως τοῦ νοεῖν· αἱ δ´ ἐναντίαι 8676 1.49.40.15 : ἐναντίως. <20Ἀττικῷ>20 〈δὲ〉 καὶ 〈ἄλλοις τισὶ〉 <20Πλατωνικοῖς>20 8677 1.49.40.16 : οὐ συνδοκεῖ, καθ´ ἕνα δὲ τρόπον συντεύξεως τὰς ὅλας 8678 1.49.40.17 : ψυχὰς τοῖς σώμασι συνάγουσιν, ὡσαύτως ἀεὶ μὲν καὶ ἐπὶ 8679 1.49.40.18 : πάσης ἐνσωματώσεως τῶν ψυχῶν προϋποτιθέντες τὴν 8680 1.49.40.19 : ἄλογον καὶ πλημμελῆ καὶ ἔνυλον ψυχήν, ἐν αὐτῇ δὲ κατα– 8681 1.49.40.20 : κοσμουμένῃ τὴν κοινωνίαν τῆς λογικῆς ἐπεισάγοντες. 8682 1.49.40.21 : Οἶμαι τοίνυν καὶ τὰ τέλη διάφορα ὄντα καὶ τοὺς 8683 1.49.40.22 : τρόπους τῆς καθόδου τῶν ψυχῶν ποιεῖν διαφέροντας. Ἡ 8684 1.49.40.23 : μὲν γὰρ ἐπὶ σωτηρίᾳ καὶ καθάρσει καὶ τελειότητι τῶν 8685 1.49.40.24 : τῇδε κατιοῦσα ἄχραντον ποιεῖται καὶ τὴν κάθοδον· ἡ δὲ 8686 1.49.40.25 : διὰ γυμνασίαν καὶ ἐπανόρθωσιν τῶν οἰκείων ἠθῶν ἐπι– 8687 1.49.40.26 : στρεφομένη περὶ τὰ σώματα οὐκ ἀπαθής ἐστι παντελῶς, 8688 1.49.40.27 : οὐδὲ ἀφεῖται ἀπόλυτος καθ´ ἑαυτήν· ἡ δὲ ἐπὶ δίκῃ καὶ 8689 1.49.40.28 : κρίσει δεῦρο κατερχομένη συρομένῃ πως ἔοικε καὶ συν– 8690 1.49.40.29 : ελαυνομένῃ. 〈Τινὲς δὲ τῶν <20νεωτέρων>20 οὐχ οὕτως〉 δια– 8691 1.49.40.30 : κρίνουσιν, οὐκ ἔχοντες δὲ σκοπὸν τῆς διαφορότητος εἰς 8692 1.49.40.31 : ταὐτὸ συγχέουσι τὰς ἐνσωματώσεις τῶν ὅλων, κακάς τε 8693 1.49.40.32 : εἶναι πάσας διισχυρίζονται καὶ διαφερόντως οἱ περὶ 8694 1.49.40.33 : <20Κρόνιόν>20 τε καὶ <20Νουμήνιον>20 (fr. 50 p. 70 Theding.) καὶ 8695 1.49.40.34 : <20Ἁρποκρατίωνα.>20 Δεῖ δέ που καὶ τοὺς βίους τῶν ψυ– 8696 1.49.40.35 : χῶν κατανοεῖν πρὶν ἐλθεῖν εἰς σῶμα, ὡς ἄρα καὶ οὗτοι 8697 1.49.40.36 : πολλὴν ἔχουσιν ἐν ἑαυτοῖς διάστασιν· ἀπὸ δὲ διαφόρων 8698 1.49.40.37 : τρόπων ζωῆς διάφορον ποιοῦνται ἑαυτῶν καὶ τὴν πρώτην 8699 1.49.40.38 : σύνοδον. Οἵ τε γὰρ νεοτελεῖς καὶ πολυθεάμονες τῶν ὄν– 8700 1.49.40.39 : των, οἵ τε συνοπαδοὶ καὶ συγγενεῖς τῶν θεῶν, οἵ τε παν– 8701 1.49.40.40 : τελεῖς καὶ ὁλόκληρα τὰ εἴδη τῆς ψυχῆς περιέχοντες, πάντες 8702 1.49.40.41 : ἀπαθεῖς καὶ ἀκήρατοι ἐμφύονται πρώτως εἰς τὰ σώματα· 8703 1.49.40.42 : οἱ δὲ ἀπὸ τῶν ἐπιθυμιῶν ἄδην ἀναπεπλησμένοι καὶ 8704 1.49.40.43 : ἄλλων παθῶν μεστοὶ μετὰ παθῶν συνέρχονται πρώτως 8705 1.49.40.44 : τοῖς σώμασι. 8706 1.49.41.1 : <20Ἐν ταὐτῷ.>20 8707 1.49.41.2 : Κατὰ δ´ <20Ἱπποκράτην,>20 τὸν τῶν Ἀσκληπιαδῶν, 8708 1.49.41.3 : ὅταν πλασθῇ τὸ σπέρμα (τότε γὰρ ἐπιτηδείως ἔχειν αὐτὸ 8709 1.49.41.4 : μεταλαμβάνειν ζωῆς), κατὰ δὲ <20Πορφύριον>20 ἐν τῇ πρώτῃ 8710 1.49.41.5 : ἀπογεννήσει τοῦ τικτομένου πρώτως ἡ κατ´ ἐνέργειαν 8711 1.49.41.6 : ζωοποιία καὶ παρουσία τῆς ψυχῆς φύεται. Γένοιτο δ´ 8712 1.49.41.7 : ἂν καὶ ἄλλη τις δόξα οὐδέπω καὶ νῦν ῥηθεῖσα, ἡ λέγουσα 8713 1.49.41.8 : πλείονας μὲν εἶναι τὰς δυνάμεις καὶ τὰς οὐσίας τῆς ψυχῆς, 8714 1.49.41.9 : κατὰ καιροὺς δὲ ἄλλοτε ἄλλους, ᾗπερ ἂν ἐπιτηδείως ἔχῃ 8715 1.49.41.10 : τὸ γιγνόμενον σῶμα, τὰ μὲν πρῶτα τῆς φύσεως μεταλαμ– 8716 1.49.41.11 : βάνειν, ἔπειτα τῆς αἰσθήσεως, εἶτα τῆς ὁρμητικῆς ζωῆς 8717 1.49.41.12 : καὶ τότε δὴ τῆς λογικῆς ψυχῆς, ἐπὶ δὲ τῷ τέλει τῆς νοε– 8718 1.49.41.13 : ρᾶς. Τοσαῦτα καὶ ἡ κατὰ τοὺς <20χρόνους>20 συμφυομένη κοι– 8719 1.49.41.14 : νωνία τῶν ψυχῶν πρὸς τὰ σώματα δέχεται δοξάσματα. 8720 1.49.41.15 : Ἀλλὰ μὴν ἔν γε τῷ τόπῳ τῆς εἰσόδου τῶν ψυχῶν, 8721 1.49.41.16 : καθ´ ὃν ἐπιζητοῦμεν <20πῶς εἰσκρίνεται,>20 μία μέν ἐστι 8722 1.49.41.17 : τριπλῆ δόξα ἡ ἕλκουσα ἀπὸ τῶν ἐκτὸς τὴν ψυχὴν ἐν τῇ 8723 1.49.41.18 : καλουμένῃ συλλήψει ἢ διὰ προθυμίαν τοῦ γεννῶντος διὰ 8724 1.49.41.19 : τῆς ἀναπνοῆς, ἢ διὰ προθυμίαν τῆς ὑποδεχομένης [μή– 8725 1.49.41.20 : τρας], ὅταν αὕτη ἐπιτηδείως ἔχῃ πρὸς τὴν κράτησιν, ἢ 8726 1.49.41.21 : διὰ συμπάθειαν ἀμφοῖν, ὅταν κοινῇ συμπνέοντα ἀμφό– 8727 1.49.41.22 : τερα ἑλκτικὴν ἔχῃ τὴν ἰδιότητα συγκινουμένης καὶ τῆς 8728 1.49.41.23 : φύσεως· ἣ δὲ κατ´ ἀνάγκην εἰσδύνειν ποιεῖ 〈αὐ〉τὴν αὐτο– 8729 1.49.41.24 : κίνητον εἰς τὸ ὀργανικὸν σῶμα ἤτοι ἀπὸ τοῦ παντός, ἢ τῆς 8730 1.49.41.25 : ὅλης ψυχῆς, ἢ τῆς δημιουργίας πάσης. 8731 1.49.41.26 : Ἤδη τοίνυν καὶ ἡ <20χρῆσις>20 τοῦ σώματος πολλῆς δεῖται 8732 1.49.41.27 : διακρίσεως. Οἳ μὲν γὰρ προσεοικέναι αὐτὴν λέγουσι νεὼς 8733 1.49.41.28 : κυβερνήσει, ἧς καὶ ἀπολελύσθαι χωρὶς δύναται ὁ κυβερ– 8734 1.49.41.29 : νήτης· οἳ δὲ ὀχήματος ἐπιβάσει κοινὴν πορείαν καὶ δια– 8735 1.49.41.30 : κομιδὴν ἡνιοχούσῃ προσοικειοῦσιν αὐτήν· οἳ δὲ ὡς μᾶλλον 8736 1.49.41.31 : ἁρμόζουσαν συνεργείᾳ ἀπ´ ἀμφοτέρων ἰσομοιρούσῃ, ἢ συν– 8737 1.49.41.32 : νεύσει καὶ ῥοπῇ πρὸς τὸ σῶμα ἐπικρατεῖ τοῦ σώματος 8738 1.49.41.33 : ἀποδιδόασιν αὐτῆς τὴν ὁμοιότητα· οἳ δὲ οὐδὲν τούτων 8739 1.49.41.34 : συγχωροῦσιν, ὡς δὲ μέρος τὴν ψυχήν φασιν εἶναι ἐν ὅλῳ 8740 1.49.41.35 : τῷ ζῴῳ, οἳ δὲ ὡς τέχνην ἐμπεφυκέναι τοῖς ὀργάνοις, ὥσπερ 8741 1.49.41.36 : εἰ ἦν ἔμψυχος 〈ὁ〉 οἴαξ. Οἱ δὲ καθαρώτεροι τῶν <20Πλα– 8742 1.49.41.37 : τωνικῶν,>20 ὥσπερ δὴ οἱ περὶ <20Πλωτῖνον>20 (enn. IV 3, 3 et 8743 1.49.41.38 : 23), ἄρχεσθαι μὲν τῆς κινήσεως τὸ ὀργανικὸν σῶμά φασιν 8744 1.49.41.39 : ἀπὸ τούτων τῶν μερῶν, δουλεῦον εἰς τὴν γέννησιν ταῖς 8745 1.49.41.40 : χρωμέναις αὐτῷ δυνάμεσιν, αὐτὰς δὲ τὰς δυνάμεις ἀπο– 8746 1.49.41.41 : λύτους εἶναι τῶν μεριστῶν σωμάτων διισχυρίζονται. 8747 1.49.42.1 : 〈<20Ἐν ταὐτῷ.>20〉 8748 1.49.42.2 : Περὶ τῆς κοινωνίας τῆς πρὸς τοὺς θεοὺς τῶν ψυχῶν 8749 1.49.42.3 : γέγονέ τις διαμφισβήτησις τῶν μὲν λεγόντων ἀδύνατον 8750 1.49.42.4 : μίγνυσθαι θεοὺς ταῖς κατεχομέναις ψυχαῖς ἐν τῷ σώματι, 8751 1.49.42.5 : τῶν δὲ διατεινομένων μίαν εἶναι κοινὴν πολιτείαν τῶν 8752 1.49.42.6 : καθαρῶν ψυχῶν πρὸς τοὺς θεοὺς καὶ εἰ ὅτι μάλιστα ἐν 8753 1.49.42.7 : τοῖς σώμασι διατρίβουσιν· οἳ δὲ μόνοις δαίμοσιν ἢ καὶ 8754 1.49.42.8 : ἥρωσιν ὑποτιθέασιν αὐτὰς εἰς κοινὴν συνουσίαν. 8755 1.49.42a.1 : ** ἄλλοι μὲν οἱ βελτίονες κρινόμενοι κατὰ 8756 1.49.42a.2 : <20Πλάτωνα>20 καθάρσει καὶ ἀναγωγῇ καὶ τελειώσει τῆς 8757 1.49.42a.3 : ψυχῆς, ἄλλοι δὲ οἱ χείρονες τοῖς ἐναντίοις τούτων ἀντι– 8758 1.49.42a.4 : διαστελλόμενοι· κατὰ δὲ τοὺς <20Στωικοὺς>20 τῇ κοινωνίᾳ 8759 1.49.42a.5 : καὶ τῷ καλῷ τῷ τῆς φύσεως ἐξηρτημένῳ· κατὰ δὲ τοὺς 8760 1.49.42a.6 : <20Περιπατητικοὺς>20 τῇ κατὰ φύσιν τε συμμετρίᾳ καὶ τῇ 8761 1.49.42a.7 : ὑπὲρ τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν νοερᾷ ζωῇ προτιμώμενοι· 8762 1.49.42a.8 : κατὰ δὲ <20Ἥριλλον>20 ἐπιστήμῃ· κατὰ δὲ <20Ἀρίστωνα>20 ἀδι– 8763 1.49.42a.9 : αφορίᾳ· κατὰ δὲ <20Δημόκριτον>20 εὐσχημοσύνῃ· κατὰ δὲ 8764 1.49.42a.10 : τοὺς <20ἄλλους>20 μέρει τινὶ τοῦ καλοῦ· ἢ τῇ ἀοχλησίᾳ καθ´ 8765 1.49.42a.11 : <20Ἱερώνυμον>20 (fr. XI 19 Hiller. in satur. Saupp. p. 102) ἢ ἄλ– 8766 1.49.42a.12 : λοις τισὶ τρόποις διαγωγῆς τὸ αἱρετὸν ἔχοντες, ἀφ´ ὧν 8767 1.49.42a.13 : οἱ κατὰ μέρος φύονται βίοι ἄπειροι περὶ τὴν γένεσιν 8768 1.49.42a.14 : διαιρούμενοι· περὶ ὧν οὐδὲν δεῖ πολυπραγμονεῖν, ἀλλὰ 8769 1.49.42a.15 : εἰς τὸ ἄπειρον αὐτοὺς μεθιέντας χαίρειν ἐᾶν. 8770 1.49.43.1 : <20Ἐν ταὐτῷ· περὶ θανάτου.>20 8771 1.49.43.2 : Ἐπειδὰν μετὰ τὸν τῇδε βίον ἡ τελευτὴ συμπίπτῃ, τί 8772 1.49.43.3 : ποτε συμβαῖνόν ἐστι; Πότερον ὥσπερ ἐν τῇ γενέσει προ– 8773 1.49.43.4 : ϋπῆρχεν ἢ συνυφίστατο ἢ ὑστέρα πως ἐπεγίγνετο τοῖς 8774 1.49.43.5 : σώμασιν ἡ ψυχὴ κατὰ τὰς διαφόρους αἱρέσεις, οὕτω καὶ 8775 1.49.43.6 : ἐν τῷ ἀποθνῄσκειν προφθείρεται τοῦ σώματος ἢ συν– 8776 1.49.43.7 : απόλλυται αὐτῷ ἢ καὶ διαμένει καθ´ ἑαυτὴν μετὰ τὴν 8777 1.49.43.8 : ἐνθένδε ἔξοδον; Τὸ μὲν οὖν πᾶν κεφάλαιον τοιοῦτον· 8778 1.49.43.9 : μέρη δὲ αὐτοῦ καὶ ἡ κατὰ τὰ εἴδη διαίρεσις δέχεται πολ– 8779 1.49.43.10 : λὰς τοιαύτας ἀμφισβητήσεις· ἆρά γε πνιγμῷ τῶν ἀρτη– 8780 1.49.43.11 : ρίων ἀποκλειομένων τοῦ δέχεσθαι τὸ ἐκτὸς πνεῦμα, ἢ 8781 1.49.43.12 : ἐκλυομένου τοῦ τόνου καὶ παριεμένου, ἢ τοῦ θερμοῦ ἐνα– 8782 1.49.43.13 : ποσβεννυμένου πως εἰς τὰ εἴσω τὰ ζῶντα πρότερον εἰσαῦ– 8783 1.49.43.14 : θις ἀποθνῄσκει; Ἀλλ´ εἰ οὕτως γίγνεται ὁ θάνατος, 8784 1.49.43.15 : προαναιρεῖται ἢ συναναιρεῖται ἡ ψυχὴ τῷ σώματι, καθά– 8785 1.49.43.16 : περ <20Κουρνοῦτος>20 οἴεται. Εἰ δὲ ὡς δύναμις ὑποκειμέ– 8786 1.49.43.17 : νου, ὥσπερ δὴ ἁρμονία λύρας ἢ τελειότης, προαφίσταται 8787 1.49.43.18 : τοῦ σώματος ἐν τῷ ἀποθνῄσκειν ἡ ψυχή, προφθείρεται 8788 1.49.43.19 : μὲν οὐδαμῶς (οὐδὲ γὰρ διὰ κινήσεως πρόεισιν εἰς τὸ μὴ 8789 1.49.43.20 : εἶναι), ἀλλ´ ἐξαίφνης εἰς τὸ μὴ εἶναι μεθίσταται ἀχράντως 8790 1.49.43.21 : καὶ ἄνευ φθορᾶς, ὥσπερ δὴ καὶ ἔστιν ὅτε ἔστιν ἀθρόως 8791 1.49.43.22 : οἷον ἀστραπῆς ἐκλαμπούσης. 8792 1.49.43.23 : Ἔσται δὴ οὖν τὸ μὲν ζῆν τὰ ζῷα ἀπὸ τοῦ ἔχειν τὸ 8793 1.49.43.24 : τῆς ζωῆς εἶδος· τὸ δὲ καλούμενον ἀποθνῄσκειν ἀπὸ τοῦ 8794 1.49.43.25 : μὴ παρεῖναι αὐτὸ ἢ μὴ ἔχεσθαι· ἧς πολλοὶ <20Περιπα– 8795 1.49.43.26 : τητικοὶ>20 δόξης προεστήκασιν. Εἰ δὲ παρέσπαρται μὲν 8796 1.49.43.27 : καὶ ἔνεστιν ἡ ψυχὴ τῷ σώματι καθαπερεὶ ἀσκῷ πνεῦμα, 8797 1.49.43.28 : περιεχομένη ἢ συμμιγνυμένη πρὸς αὐτὸ καὶ ἐγκινουμένη 8798 1.49.43.29 : ὥσπερ τὰ ἐν τῷ ἀέρι ξύσματα διὰ τῶν θυρίδων φαινό– 8799 1.49.43.30 : μενα, δῆλόν που τοῦτο ὅτι ἔξεισιν μὲν ἀπὸ τοῦ σώματος, 8800 1.49.43.31 : ἐν δὲ τῷ ἐκβαίνειν διαφορεῖται καὶ διασκεδάννυται, ὥσπερ 8801 1.49.43.32 : <20Δημόκριτος>20 καὶ <20Ἐπίκουρος>20 ἀποφαίνονται. 8802 1.49.43.33 : ** τοὺς δὲ περὶ <20Πλωτῖνον>20 τῆς στάσεως προιστα– 8803 1.49.43.34 : μένους ἐκείνης τῆς χωριζούσης αὐτὰς ἀπὸ τοῦ λόγου, 8804 1.49.43.35 : ἢ καὶ ἀφιείσης εἰς τὴν γένεσιν, ἢ καὶ ἀφαιρούσης ἀπὸ 8805 1.49.43.36 : τῆς διανοίας, ἀφ´ ἧς πάλιν διττῆς δόξης γίγνεται διά– 8806 1.49.43.37 : κρισις. Ἤτοι γὰρ λύεται ἑκάστη δύναμις ἄλογος εἰς τὴν 8807 1.49.43.38 : ὅλην ζωὴν τοῦ παντὸς ἀφ´ ἧς ἀπεμερίσθη, ᾗ καὶ ὅτι 8808 1.49.43.39 : μάλιστα μένει ἀμετάβλητος, ὥσπερ ἡγεῖται <20Πορφύριος·>20 8809 1.49.43.40 : ἢ καὶ χωρισθεῖσα ἀπὸ τῆς διανοίας ἡ ὅλη ἄλογος ζωὴ 8810 1.49.43.41 : μένει καὶ αὐτὴ διασῳζομένη ἐν τῷ κόσμῳ, ὥσπερ οἱ πα– 8811 1.49.43.42 : λαιότατοι τῶν <20ἱερέων>20 ἀποφαίνονται. 8812 1.49.43.43 : Κατὰ ταὐτὰ δὴ οὖν καὶ περὶ τῶν μέσων οὐσιῶν 8813 1.49.43.44 : ψυχῆς τε καὶ σώματος πολὺ διαφερόντως διατάττονται. 8814 1.49.43.45 : Οἳ μὲν γὰρ εὐθὺς αὐτὴν τὴν ψυχὴν αὐτῷ τῷ σώματι τῷ 8815 1.49.43.46 : ὀργανικῷ συνοικίζουσιν, ὥσπερ οἱ πλεῖστοι τῶν <20Πλατω– 8816 1.49.43.47 : νικῶν·>20 οἳ δὲ μεταξὺ τῆς τε ἀσωμάτου ψυχῆς καὶ τῆς 8817 1.49.43.48 : ἀγγελιώδους αἰθέρια καὶ οὐράνια καὶ πνευματικὰ περι– 8818 1.49.43.49 : βλήματα περιαμπέχοντα τὴν νοερὰν ζωὴν προβεβλῆσθαι μὲν 8819 1.49.43.50 : αὐτῆς φρουρᾶς ἕνεκεν, ὑπηρετεῖν δὲ αὐτῇ καθάπερ ὀχήματα, 8820 1.49.43.51 : συμμέτρως δ´ αὖ καὶ πρὸς τὸ στερεὸν σῶμα συμβιβάζειν 8821 1.49.43.52 : μέσοις τισὶ κοινοῖς συνδέσμοις αὐτὴν συνάπτοντα. 8822 1.49.44.1 : <20Ἑρμοῦ τρισμεγίστου ἐκ τῆς ἱερᾶς βίβλου 8823 1.49.44.2 : 〈τῆς〉 ἐπικαλουμένης Κόρης κόσμου>20 (p. 27b Patr.). 8824 1.49.44.3 : Ταῦτα εἰποῦσα Ἶσις ἐγχεῖ ποτὸν Ὥρῳ γλυκὺ τὸ πρῶ– 8825 1.49.44.4 : τον ἀμβροσίας, ὃ αἱ ψυχαὶ λαμβάνειν ἔθος ἔχουσιν 〈ἀπὸ〉 8826 1.49.44.5 : θεῶν. Καὶ οὕτως τοῦ ἱερωτάτου λόγου ἄρχεται [Ἴσις]· 8827 1.49.44.6 : „Ἐπικειμένου, τέκνον Ὧρε, τῇ τῶν ὑποκειμένων φύσει 8828 1.49.44.7 : πάσῃ τοῦ πολυστεφοῦς οὐρανοῦ καὶ κατ´ οὐδένα τόπον 8829 1.49.44.8 : στερουμένου τινὸς ὧν νῦν ὁ σύμπας ἔχει κόσμος, ἀνάγκη 8830 1.49.44.9 : πᾶσα ὑπὸ τῶν ὑπερκειμένων συγκεκοσμῆσθαι καὶ πεπλη– 8831 1.49.44.10 : ρῶσθαι φύσιν πᾶσαν τὴν ὑποκειμένην· οὐ γὰρ δήπου 8832 1.49.44.11 : δυνατὰ κοσμῆσαι τὰ κάτω τὸν ὕπερθεν διάκοσμον. Ἀνάγκη 8833 1.49.44.12 : τοίνυν τοῖς κρείττοσι μυστηρίοις εἴκειν τὰ ἐλάσσονα. 8834 1.49.44.13 : Κρείσσων δὴ τῶν ὑποκειμένων ἡ τῶν μετεώρων ἐστὶ διά– 8835 1.49.44.14 : ταξις καὶ τῷ παντὶ ἀσφαλής τε καὶ θνητῶν οὐχ ὑπο– 8836 1.49.44.15 : πίπτουσα διανοίᾳ. Ἔνθεν ἐστέναξε τὰ κάτω, φόβον ἔχοντα, 8837 1.49.44.16 : τὴν περικαλλῆ καὶ εἰς ἀεὶ διανομὴν τῶν ἐπικειμένων. 8838 1.49.44.17 : Ἦν γὰρ ἄξιον θεωρίας ὁμοῦ καὶ ἀγωνίας ὁρᾶν οὐρανοῦ 8839 1.49.44.18 : κάλλος θεῷ καταφανταζόμενον τῷ ἔτι ἀγνώστῳ πλουσίαν 8840 1.49.44.19 : τε νυκτὸς σεμνότητα, ἐλάττονι μὲν ἡλίου ὀξεῖ δὲ προσ– 8841 1.49.44.20 : φορουμένην φωτί, τῶν τε ἄλλων κατὰ μέρος κινουμένων 8842 1.49.44.21 : ἐν οὐρανῷ μυστηρίων τακταῖς χρόνων κινήσεσι καὶ περι– 8843 1.49.44.22 : όδοις διά τινων κρυπτῶν ἀπορροιῶν τὰ κάτω συγκοσμούν– 8844 1.49.44.23 : των καὶ συναυξόντων. 8845 1.49.44.24 : Καὶ οὕτως φόβος μὲν ἐπάλληλος ζητήσεις τε ἄληκτοι, 8846 1.49.44.25 : καὶ ἕως ὁ τῶν συμπάντων οὐκ ἐβούλετο τεχνίτης ἀγνωσία 8847 1.49.44.26 : κατεῖχε τὰ ξύμπαντα· ὅτε δὲ ἔκρινεν αὑτὸν ὅστις ἐστὶ 8848 1.49.44.27 : δηλῶσαι, ἔρωτας ἐνεθουσίασε θεοῖς καὶ αὐγὴν ἣν εἶχεν 8849 1.49.44.28 : ἐν στέρνοις πλείονα ταῖς τούτων ἐχαρίσατο διανοίαις· 8850 1.49.44.29 : ἵνα πρῶτον μὲν ζητεῖν θελήσωσιν, εἶτα ἐπιθυμήσωσιν 8851 1.49.44.30 : εὑρεῖν, εἶτα καὶ κατορθῶσαι δυνηθῶσι. 8852 1.49.44.31 : Τοῦτο δ´ αὖ, ὦ τέκνον ἀξιοθαύμαστον Ὧρε, οὐκ ἂν 8853 1.49.44.32 : ἐπὶ θνητῆς σπορᾶς ἐγεγόνει, οὐδὲ γὰρ ἦν οὐδέπω, ψυχῆς 8854 1.49.44.33 : δὲ τῆς συμπάθειαν ἐχούσης τοῖς οὐρανοῦ μυστηρίοις· 8855 1.49.44.34 : τοῦτο δὲ ἦν ὁ πάντα γνοὺς Ἑρμῆς· ὃς καὶ εἶδε τὰ σύμ– 8856 1.49.44.35 : παντα καὶ ἰδὼν κατενόησε καὶ κατανοήσας ἴσχυσε δηλῶσαί 8857 1.49.44.36 : τε καὶ δεῖξαι. Καὶ γὰρ ἃ ἐνόησεν ἐχάραξε· καὶ χαράξας 8858 1.49.44.37 : ἔκρυψε τὰ πλεῖστα σιγήσας ἀσφαλῶς ἢ λαλήσας, ἵνα ζητῇ 8859 1.49.44.38 : ταῦτα πᾶς αἰὼν ὁ μεταγενέστερος κόσμου· καὶ οὕτως τοὺς 8860 1.49.44.39 : συγγενεῖς θεοὺς δορυφορεῖν 〈εἰπὼν〉 ἀνέβαινεν εἰς ἄστρα. 8861 1.49.44.40 : Ἀλλ´ ἦν αὐτῷ διάδοχος ὁ Τάτ, υἱὸς ὁμοῦ καὶ παραλήπτωρ 8862 1.49.44.41 : τῶν μαθημάτων τούτου, οὐκ εἰς μακρὰν δὲ καὶ Ἀσκληπιὸς 8863 1.49.44.42 : ὁ Ἰμούθης, Πανὸς καὶ Ἡφαιστοβούλης, ἄλλοι τε ὅσοι τῆς 8864 1.49.44.43 : οὐρανίου θεωρίας πιστὴν ἀκρίβειαν ἔμελλον βουλομένης 8865 1.49.44.44 : τῆς πάντων βασιλίδος ἱστορῆσαι προνοίας. Ἑρμῆς μὲν 8866 1.49.44.45 : οὖν ἀπελογεῖτο τῷ περιέχοντι, ὡς οὐδὲ τῷ παιδὶ παρ– 8867 1.49.44.46 : έδωκεν ὁλοτελῆ θεωρίαν διὰ τὸ ἔτι τῆς ἡλικίας νεοειδές· 8868 1.49.44.47 : ἐμοὶ δὲ τῆς ἀνατολῆς γενομένης τοῖς πάντα βλέπουσιν 8869 1.49.44.48 : ὀφθαλμοῖς τὰ τῆς ἀνατολῆς θεωρήσαντι ἀειδῆ καὶ ἐπι– 8870 1.49.44.49 : σκοποῦντι βραδέως μὲν ἀλλ´ οὖν ἦλθεν ἡ ἀκριβὴς διά– 8871 1.49.44.50 : γνωσις πλησίον τῶν Ὀσίριδος κρυφίων ἀποθέ– 8872 1.49.44.51 : σθαι τὰ ἱερὰ τῶν κοσμικῶν στοιχείων σύμβολα. Ἐπικατ– 8873 1.49.44.52 : ευξάμενος δὲ καὶ τοὺς λόγους τούσδε εἰπὼν εἰς οὐρανὸν 8874 1.49.44.53 : ἀπῆλθεν. 8875 1.49.44.54 : Ἀλλ´ οὐ καθῆκον ἀτελῆ τὴν ἐπαγγελίαν, ὦ τέκνον, 8876 1.49.44.55 : ταύτην με καταλεῖψαι, εἰπεῖν δ´ ὅσα τὰς βίβλους κατα– 8877 1.49.44.56 : τιθέμενος ἐξεῖπεν Ἑρμῆς. Ἐξεῖπε γὰρ οὕτως· "Ὦ ἱεραὶ 8878 1.49.44.57 : βίβλοι, τῶν ἀφθάρτων αἳ τετεύχατέ μου χειρῶν, ἃς τῷ τῆς 8879 1.49.44.58 : ἀφθαρσίας φαρμάκῳ χρίσας ἐπικρατῶ, ἀσαπεῖς παντὸς 8880 1.49.44.59 : αἰῶνος καὶ ἄφθαρτοι διαμείνατε χρόνους, ἀθεώρητοι καὶ 8881 1.49.44.60 : ἀνεύρετοι γιγνόμεναι παντὶ τῷ τὰ γῆς ταύτης παροδεύειν 8882 1.49.44.61 : μέλλοντι πεδία, ἄχρις οὗ γέρων οὐρανὸς συστήματα ὑμῶν 8883 1.49.44.62 : ἄξια τεκνώσεται, ἃς ψυχὰς ὁ δημιουργὸς προσηγόρευσε." 8884 1.49.44.63 : Τοσαῦτα εἰπὼν τὰς βίβλους [καὶ] τοῖς ἑαυτοῦ κατευξά– 8885 1.49.44.64 : μενος ἔργοις ἰδίαις τεμενίζεται ζώναις. 8886 1.49.44.65 : Ἱκανὸς δὲ ὁ μέσος ἤργει χρόνος 〈καὶ〉 ἐκέκρυπτο· καὶ ἡ 8887 1.49.44.66 : φύσις, ὦ τέκνον, ἐτύγχανε στεῖρα, ἕως αὐτοὶ οἱ ἤδη περι– 8888 1.49.44.67 : πολεῖν τὸν οὐρανὸν κελευσθέντες 〈θεοὶ〉 τῷ πάντων θεῷ 8889 1.49.44.68 : βασιλεῖ προσελθόντες τὴν τῶν ὄντων ἡσυχίαν ἀπήγγειλαν, 8890 1.49.44.69 : καὶ ὅτι δέον ἐστὶ συγκοσμηθῆναι τὰ σύμπαντα καὶ τοῦτο 8891 1.49.44.70 : ὅτι οὐχ ἑτέρου τινός ἐστιν ἔργον ἢ αὐτοῦ· "καὶ δεόμεθά 8892 1.49.44.71 : σου", ἔλεγον, "τὰ νῦν ὄντα καὶ ὧν 〈τὰ〉 ὕστερον ἔχει 8893 1.49.44.72 : χρείαν διάσκεψαι". Ταῦτα εἰπόντων ἐμειδίασεν ὁ θεὸς 8894 1.49.44.73 : καὶ εἶπε Φύσιν εἶναι καὶ θῆλυ πάγκαλον χρῆμα ἐκ τῆς 8895 1.49.44.74 : φωνῆς αὐτοῦ προῆλθεν, ὃ καὶ θεωρήσαντες οἱ θεοὶ κατ– 8896 1.49.44.75 : επλάγησαν. Καὶ ταύτην Φύσεως ὀνόματι ἐτίμησεν ὁ θεὸς 8897 1.49.44.76 : ὁ προπάτωρ καὶ αὐτῇ προσέταξεν εἶναι γεννητικὴν καὶ 8898 1.49.44.77 : ταῦτα ἔτι εἰς τὸ περιέχον ἀτενίσας ἐφώνησεν· "ἔστω 8899 1.49.44.78 : πεπληρωμένος ὁ οὐρανὸς ἅπασιν ἀήρ τε καὶ αἰθήρ". 8900 1.49.44.79 : Εἶπεν ὁ θεὸς καὶ ἦν. Ἡ δὲ Φύσις ἑαυτῇ λαλήσασα 8901 1.49.44.80 : ἔγνω ὡς μὴ δέον αὐτήν ἐστι παρακοῦσαι τῆς τοῦ πατρὸς 8902 1.49.44.81 : ἐντολῆς καὶ καλὴν Πόνῳ συνελθοῦσα θυγατέρα ἐποίησεν, 8903 1.49.44.82 : ἣν Εὕρεσιν ἐκάλεσε. Τῇ δὲ ὁ θεὸς ἐχαρίσατο 〈τὸ〉 εἶναι 8904 1.49.44.83 : καὶ χαρισάμενος διέκρινε τὰ ἤδη γεγονότα καὶ ἐπλήρωσεν 8905 1.49.44.84 : αὐτὰ μυστηρίων καὶ τῇ Εὑρέσει [τούτων] τὸ κατὰ τούτων 8906 1.49.44.85 : ἐχαρίσατο ἡγεμονικόν. 8907 1.49.44.86 : Αὐτὸς δ´ οὐκέτι βουλόμενος ἀργὸν τὸν ὑπεράνω 8908 1.49.44.87 : κόσμον εἶναι, ἀλλὰ πνευμάτων πληρῶσαι δοκιμάσας τοῦ– 8909 1.49.44.88 : τον ὡς μὴ τὰ κατὰ μέρος ἀκίνητα καὶ ἀργὰ μένῃ, οὕτως 8910 1.49.44.89 : εἰς ταῦτα ἤρξατο τεχνιτείας, οὐσίαις πρὸς τὴν τοῦ ἰδίου 8911 1.49.44.90 : ἔργου γένεσιν χρησάμενος ἱεραῖς. Πνεῦμα γὰρ ὅσον ἀρ– 8912 1.49.44.91 : κετὸν ἀπὸ τοῦ ἰδίου λαβὼν καὶ νοερῷ τοῦτο πυρὶ μίξας 8913 1.49.44.92 : ἀγνώστοις τισὶν ἑτέραις ὕλαις ἐκέρασε· καὶ ταῦτα ἑκά– 8914 1.49.44.93 : τερον ἑκατέρῳ μετά τινων ἐπιφωνήσεων κρυπτῶν ἑνώσας 8915 1.49.44.94 : τὸ πᾶν οὕτως εὖ μάλα διεκίνησε κρᾶμα, ἕως ἐπεγέλασέ 8916 1.49.44.95 : τις ὕλη τῷ μίγματι λεπτοτέρα τε καὶ καθαρωτέρα μᾶλλον 8917 1.49.44.96 : καὶ διαφανεστέρα ἢ ἐξ ὧν ἐγένετο, διειδὴς δὲ ἦν αὕτη, 8918 1.49.44.97 : ἣν δὴ καὶ μόνος ὁ τεχνίτης ἑώρα. Ἐπειδὴ δὲ οὔτε ὡς 8919 1.49.44.98 : ἐκ πυρὸς καιομένη διετήκετο, οὔτε μὴν ὡς ἐκ πνεύματος 8920 1.49.44.99 : τελεσιουργηθεῖσα ἔψυχεν, ἀλλά τινα ἰδιογενῆ καὶ οἰκείαν 8921 1.49.44.100 : εἶχε τὴν τοῦ κράματος σύστασιν ἰδιότυπόν τε καὶ ἰδιο– 8922 1.49.44.101 : σύγκριτον, ἔν〈θεν〉 δὴ καὶ ἀπὸ τοῦ εὐφημοτέρου ὀνόματος 8923 1.49.44.102 : καὶ τῆς καθ´ ὁμοιότητα ἐνεργείας ψύχωσιν ὁ θεὸς ἐκάλεσε 8924 1.49.44.103 : τὴν σύστασιν. Ἐξ οὗ δὴ ἐπιπάγου μυριάδας ψυχῶν ἱκανὰς 8925 1.49.44.104 : ἐγενεσιούργησε, τὸ παρ´ αὐτοῦ τοῦ κράματος ἐπανθοῦν 8926 1.49.44.105 : πρὸς ὃ θέλει πλάσσων εὐτάκτως τε καὶ συμμέτρως, μετ´ 8927 1.49.44.106 : ἐμπειρίας καὶ λόγου τοῦ καθήκοντος, ᾧ μέγα τι διαφέ– 8928 1.49.44.107 : ρειν αὐτὰς ἑαυτῶν ἦν ἀναγκαῖον, ἐπειδήπερ τὸ ἐκ τῆς 8929 1.49.44.108 : κινήσεως τοῦ θεοῦ ἐξατμιζόμενον ἄνθος οὐκ ἦν ἑαυτῷ 8930 1.49.44.109 : ὅμοιον, ἀλλὰ μεῖζον καὶ πληρέστερον ἦν τοῦ δευτέρου τὸ 8931 1.49.44.110 : πρῶτον καὶ τῷ παντὶ καθαρώτερον, τὸ δεύτερον δὲ ἱκα– 8932 1.49.44.111 : νῶς μὲν ἦν τοῦ πρώτου [τὸ] δεύτερον, πολλῷ δὲ τοῦ τρί– 8933 1.49.44.112 : του [τὸ] μεῖζον. Καὶ οὕτως ἄχρι βαθμῶν ἑξήκοντα ὁ 8934 1.49.44.113 : πᾶς ἀπήρτιστο ἀριθμός, πλὴν ὅτι γε πάσας ἀιδίους εἶναι 8935 1.49.44.114 : νομοθετήσας ἔταξεν, ὡς ἂν ἐκ μιᾶς οὐσίας, ἧς μόνος 8936 1.49.44.115 : αὐτὸς ἤδη τελείωμα. Ταῖς δὲ καὶ τμήματα καὶ ταμιεῖα ἐν 8937 1.49.44.116 : μεταρσίῳ διέταξε τῆς ἄνω φύσεως [οὐρανοῦ], ὅπως τόν 8938 1.49.44.117 : τε κύλινδρον περιστροβῶσι τάξει τινὶ καὶ οἰκονομίᾳ καθ– 8939 1.49.44.118 : ηκούσῃ καὶ τὸν πατέρα τέρπωσιν. Οὕτως δὴ καὶ ἐν τῇ 8940 1.49.44.119 : περικαλλεῖ τοῦ αἰθέρος στάσει καὶ τὰς τῶν ἤδη ὄντων 8941 1.49.44.120 : μεταπεμψάμενος φύσεις, "ὦ", φησί, "πνεύματος ἐμοῦ καὶ 8942 1.49.44.121 : μερίμνης ἐμῆς, ψυχαί, καλὰ τέκνα, ἃ ταῖς ἐμαυτοῦ μαιωσά– 8943 1.49.44.122 : μενος χερσὶν ἤδη τῷ ἐμῷ καθιερῶ κόσμῳ, λόγων ἐμῶν 8944 1.49.44.123 : ὡς νόμων τούτων ἐπακούσατε καὶ τόπου μηδενὸς ἄλλου 8945 1.49.44.124 : θίγητε πλὴν τοῦ διαταγέντος ὑμῖν ὑπὸ τῆς ἐμῆς γνώμης. 8946 1.49.44.125 : εὐσταθησάσαις μὲν οὖν ὑμῖν οὐρανός τε καταμένει πάλιν 8947 1.49.44.126 : ὁμοίως καὶ ὁ διαταγεὶς ἀστερισμὸς θρόνοι τε ἀρετῆς 8948 1.49.44.127 : πεπληρωμένοι· εἰ δέ τι νεώτερον παρὰ τἀμὰ πράξετε 8949 1.49.44.128 : βουλεύματα, ἱερὸν ὑμῖν ὀμνύω πνεῦμα καὶ κρᾶμα τοῦτ´ ἀφ´ 8950 1.49.44.129 : οὗπερ ὑμᾶς ἐγέννησα ψυχοποιούς τε ταύτας μου τὰς χεῖρας, 8951 1.49.44.130 : ὡς οὐκ εἰς μακρὰν δεσμὸν καὶ κολάσεις ὑμῖν τεχνιτεύσω." 8952 1.49.44.131 : Τοσαῦτα εἰπὼν ὁ θεός, ὁ κἀμοῦ κύριος, τὰ λοιπὰ 8953 1.49.44.132 : τῶν στοιχείων συγγενῆ μίξας, ὕδωρ καὶ γῆν, καί τινας 8954 1.49.44.133 : ὁμοίως κρυπτοὺς ἐπειπὼν λόγους, δυνατοὺς μέν, οὐ τοῖς 8955 1.49.44.134 : πρώτοις δ´ ὁμοίους, εὖ τε κινήσας καὶ ζῳοποιὸν ἐνθου– 8956 1.49.44.135 : σιάσας τῷ κράματι ἐπιπλέοντα ὁμοίως ἐπίπαγον εὐαφῆ 8957 1.49.44.136 : τε καὶ εὐπαγῆ γενόμενον ἔλαβε καὶ ἐκ τούτου τὰ ἀνθρω– 8958 1.49.44.137 : ποειδῆ τῶν ζῳδίων διέπλασε. Τὸ δὲ τοῦ μίγματος λείψα– 8959 1.49.44.138 : νον ταῖς ἤδη προκοψάσαις ψυχαῖς ἔδωκε. Ψυχαῖς δὲ 8960 1.49.44.139 : ταύταις ταῖς εἰς χωρία θεῶν καὶ τοὺς ἐγγὺς ἄστρων τό– 8961 1.49.44.140 : πους καὶ ἱεροὺς δαίμονας μετακεκλημέναις "πλάσσετε", 8962 1.49.44.141 : λέγων, "ὦ τέκνα, τῆς ἐμῆς φύσεως γεννήματα, δέχεσθε 8963 1.49.44.142 : τῆς ἐμῆς τέχνης τὰ λείψανα καὶ ἑκάστη τῇ ἑαυτῆς φύσει 8964 1.49.44.143 : πλασσέτω τι παραπλήσιον· παραθήσομαι δ´ ἔτι καὶ ταῦθ´ 8965 1.49.44.144 : ὑμῖν παραδείγματα", καὶ λαβὼν εὖ καὶ καλῶς τὸν ζωδι– 8966 1.49.44.145 : ακὸν συμφώνως ταῖς ψυχικαῖς κινήσεσι διέταξε κόσμον, 8967 1.49.44.146 : πρὸς τοῖς ἀνθρωποειδέσι τῶν ζῳδιακῶν τὰ ἑξῆς ἀπαρ– 8968 1.49.44.147 : τίσας οἷον ζῳδίοις, καὶ τὰς πανούργους ἐχαρίσατο δυνά– 8969 1.49.44.148 : μεις καὶ πάντεχνον πνεῦμα γεννητικὸν τῶν εἰς ἀεὶ μελ– 8970 1.49.44.149 : λόντων ἔσεσθαι καθολικῶς πάντων. Καὶ ἀπέστη ὑπο– 8971 1.49.44.150 : σχόμενος τοῖς ὁρατοῖς ἔργοις αὐτῶν τὸ ἀόρατον πνεῦμα 8972 1.49.44.151 : ἐπιζεῦξαι οὐσίαν τε ὁμοιογονίας ἑκάστῳ, ὅπως αὑτῷ 8973 1.49.44.152 : [αὐτοῖς] ἕτερα γεννᾷ ὅμοια αὐτά τε οὐκέτι ἀνάγκην ἔχου– 8974 1.49.44.153 : σιν ἄλλο τι ποιεῖν 〈ἢ〉 ἃ ἔφθησαν ἐργάσασθαι.“ 8975 1.49.44.154 : „Τί οὖν, ὦ τεκοῦσα, ἐποίησαν αἱ ψυχαί;“ 8976 1.49.44.155 : Καὶ εἰπεῖν Ἶσις· „Τὸ κεκερασμένον, ὦ τέκνον Ὧρε, 8977 1.49.44.156 : τῆς ὕλης λαβόμεναι κατενόουν πρῶτον καὶ τὸ τοῦ πατρὸς 8978 1.49.44.157 : προσεκύνουν κρᾶμα καὶ ὁπόθεν ἦν συμπεπλεγμένον ἐπε– 8979 1.49.44.158 : ζήτουν. Τὸ δὲ ἦν αὐταῖς οὐκ εὔπορον ἐπιγνῶναι. Ἔνθεν 8980 1.49.44.159 : δὴ καὶ ὅτι ἐπεζήτησαν ἐφοβοῦντο μὴ τῷ τοῦ πατρὸς ὑπο– 8981 1.49.44.160 : πέσωσι χόλῳ καὶ ἐπὶ τὸ πράττειν τὰ προσταχθέντα ἐτρά– 8982 1.49.44.161 : πησαν. Ἔνθεν ἐκ μὲν τῆς ἀνωτέρω ὕλης τῆς ὑπερβολῇ 8983 1.49.44.162 : κοῦφον ἐχούσης τὸν ἐπίπαγον τὸ τῶν ὀρνέων γένος ἐμόρ– 8984 1.49.44.163 : φουν· ἐν τούτῳ δ´ ἡμιπαγοῦς ἤδη τοῦ κράματος γενο– 8985 1.49.44.164 : μένου καὶ ἤδη τὴν στερεὰν πῆξιν λαβόντος τὸ τῶν τετρα– 8986 1.49.44.165 : πόδων γένος ἔπλασσον, τό θ´ ἧττον κοῦφον καὶ ἑτέρας 8987 1.49.44.166 : ὑγρασίας δεόμενον εἰς διάνηξιν, τὸ τῶν ἰχθύων· ψυχροῦ 8988 1.49.44.167 : δὲ τοῦ λοιποῦ καὶ ἤδη κατωφεροῦς ὑπάρχοντος τὴν τῶν 8989 1.49.44.168 : ἑρπετῶν αἱ ψυχαὶ φύσιν ἐκαινούργουν. Αὗταί τε, ὦ 8990 1.49.44.169 : τέκνον, ὥς τι πράξασαι ἤδη, καὶ περίεργον ὡπλίζοντο 8991 1.49.44.170 : τόλμαν καὶ παρὰ τὰ διατεταγμένα ἐποίουν καὶ ἤδη τῶν 8992 1.49.44.171 : ἰδίων τμημάτων καὶ ταμιείων προήρχοντο καὶ ἐφ´ ἑνὸς 8993 1.49.44.172 : οὐκέτι ἤθελον τόπου μένειν, ἀεὶ δὲ ἐκινοῦντο καὶ τὸ [ἔτι] 8994 1.49.44.173 : ἐπὶ μιᾶς μονῆς εἶναι θάνατον ἡγοῦντο. 8995 1.49.44.174 : Τοῦτο μὲν οὖν, φησίν, ὦ τέκνον, Ἑρμῆς, ὡς Καμῆφιν λέ– 8996 1.49.44.175 : γων. Καὶ τὸν τῶν ὅλων κύριον καὶ θεὸν οὐκ ἐλάνθανεν 8997 1.49.44.176 : ὃ πράσσουσιν, κόλασιν δὲ αὐταῖς ἐπεζήτει καὶ δεσμόν, 8998 1.49.44.177 : ὃν τλημόνως ὑπομενοῦσι. Καὶ δὴ καὶ ἔδοξε τῷ πάντων 8999 1.49.44.178 : ἡγεμόνι καὶ δεσπότῃ τὸ τῶν ἀνθρώπων σύστημα τεχνή– 9000 1.49.44.179 : σασθαι, ὅπως ἐν τούτῳ τὸ τῶν ψυχῶν διαπαντὸς γένος 9001 1.49.44.180 : κολάζηται. Τότε δὴ μεταπεμψάμενος ἐμέ, φησὶν Ἑρμῆς, 9002 1.49.44.181 : εἶπεν· "Ὦ ψυχῆς ἐμῆς ψυχὴ καὶ νοῦς ἱεροῦ ἐμοῦ νοῦ, 9003 1.49.44.182 : ἄχρι ποῦ στυγνὴ φύσις ἡ τῶν ὑποκειμένων ὁρᾶται; ἄχρι 9004 1.49.44.183 : πότε τὰ ἤδη γεγονότα ἀργὰ μένει καὶ ἀνεγκωμίαστα 9005 1.49.44.184 : ἀλλ´ ἄγε δή μοι τοὺς ἐν οὐρανῷ θεοὺς πάντας ἤδη", 9006 1.49.44.185 : εἶπεν ὁ θεός, ὦ τέκνον, ὥς φησιν Ἑρμῆς. Οἳ δὲ 〈ὡς〉 9007 1.49.44.186 : ἦλθον πρὸς ἐπίταγμα, "ἀπίδετε", εἶπεν, "εἰς τὴν γῆν καὶ 9008 1.49.44.187 : πάντα τὰ χαμαί". Οἳ δὲ ἐν τάχει καὶ εἶδον καὶ ἐνόησαν 9009 1.49.44.188 : ἃ ἐβούλετο ὁ δυνάστης. Καὶ εἰπόντι ὑπὲρ τῆς τῶν ἀν– 9010 1.49.44.189 : θρώπων γενέσεως συνῄσθοντο, ὅτι παρ´ ἑνὸς ἑκάστου τι 9011 1.49.44.190 : δυνατός ἐστι παρασχεῖν τοῖς μέλλουσι γίγνεσθαι. 9012 1.49.44.191 : Ἔλεγεν Ἥλιος· "ἐπὶ πλέον λάμψω". Ὑπισχνεῖτο Σε– 9013 1.49.44.192 : λήνη τὸν μετὰ τὸν ἥλιον δρόμον φωτίσαι· ἔλεγε καὶ προ– 9014 1.49.44.193 : πεπαιδοποιηκέναι Φόβον καὶ Σιγὴν καὶ Ὕπνον καὶ τὴν 9015 1.49.44.194 : μέλλουσαν αὐτοῖς ἔσεσθαι πανωφελῆ Μνήμην. Κρόνος 9016 1.49.44.195 : ἀπήγγειλεν ἤδη πατὴρ γεγονέναι καὶ Δίκης καὶ Ἀνάγκης. 9017 1.49.44.196 : Ζεὺς ἔλεγεν· "ὡς μὴ παντάπασι πολεμῆσαι τὸ φῦλον τὸ 9018 1.49.44.197 : ἐσόμενον, ἤδη αὐτοῖς καὶ Τύχην καὶ Ἐλπίδα καὶ Εἰρήνην 9019 1.49.44.198 : γεγέννηκα". Ἄρης Ἀγωνίας ἔλεγεν ἤδη καὶ Ὀργῆς καὶ 9020 1.49.44.199 : Ἔριδος πατὴρ εἶναι. Ἀφροδίτη οὐκ ἐμέλλησεν, ἀλλὰ εἶπεν· 9021 1.49.44.200 : "ἐγὼ δὲ Πόθον αὐτοῖς, ὦ δέσποτα, καὶ Ἡδονὴν ἐπιζεύξω 9022 1.49.44.201 : καὶ Γέλωτα· ὡς μὴ χαλεπωτάτην αἱ συγγενεῖς ψυχαὶ τὴν 9023 1.49.44.202 : καταδίκην ὑπομένουσαι ἐπὶ πλέον κολάζωνται". Ἐτέρπετο, 9024 1.49.44.203 : ὦ τέκνον, [ἐπὶ πλέον] Ἀφροδίτης ταῦτα λεγούσης. "Ἐγὼ 9025 1.49.44.204 : δέ", εἶπεν Ἑρμῆς, "καὶ ποιήσω τὴν 〈τῶν〉 ἀνθρώπων 9026 1.49.44.205 : φύσιν εὐφυῆ καὶ σοφίαν αὐτοῖς καὶ σωφροσύνην καὶ πειθὼ 9027 1.49.44.206 : καὶ ἀλήθειαν ἀναθήσω καὶ οὐ παύσομαι τῇ Εὑρέσει 9028 1.49.44.207 : συνών, ἀλλὰ καὶ τῶν ὑπὸ ζῳδίων τῶν ἐμῶν γινομένων 9029 1.49.44.208 : ἀνθρώπων εἰσαεὶ τὸν θνητὸν βίον ὠφελήσω (ζῴδια γὰρ 9030 1.49.44.209 : ἃ ἐμοὶ ἀνέθηκεν ὁ πατὴρ καὶ δημιουργὸς ἔμφρονά γε 9031 1.49.44.210 : καὶ νοερά) καὶ τότε πλέον, ὅταν ἡ ἐπικειμένη αὐτοῖς τῶν 9032 1.49.44.211 : ἀστέρων κίνησις σύμφωνον ἔχῃ τὴν ἑνὸς ἑκάστου φυσικὴν 9033 1.49.44.212 : ἐνέργειαν". 9034 1.49.44.213 : Ἔχαιρεν ὁ θεός, ὁ δεσπότης κόσμου, ταῦτα ἀκούσας 9035 1.49.44.214 : καὶ προσέταξε γίγνεσθαι φῦλον τὸ ἀνθρώπων. Ἐγὼ δέ, 9036 1.49.44.215 : φησὶν Ἑρμῆς, ἐπεζήτουν ὕλην τίνι δέον ἐστὶ χρήσασθαι 9037 1.49.44.216 : καὶ παρεκάλουν τὸν μόναρχον. Ὃ δὲ ταῖς ψυχαῖς προσ– 9038 1.49.44.217 : έταξε τοῦ κράματος τὸ λείψανον δοῦναι· καὶ λαβὼν εὗρον 9039 1.49.44.218 : αὐτὸ παντελῶς ξηρόν. Ἔνθεν πολλῷ πλείονι τοῦ δέοντος 9040 1.49.44.219 : ἐχρησάμην κατὰ μῖξιν ὕδατι [ὡς τὴν τῆς ὕλης σύστασιν 9041 1.49.44.220 : νεαροποιήσασθαι], ὡς ἔκλυτον παντάπασιν καὶ ἀσθενὲς 9042 1.49.44.221 : καὶ ἀδύνατον τὸ πλασσόμενον εἶναι, ὡς μὴ πρὸς τῷ συν– 9043 1.49.44.222 : ετὸν εἶναι ἔτι καὶ δυνάμεως ᾖ πεπληρωμένον. Ἔπλασα 9044 1.49.44.223 : καὶ καλὸν ὑπῆρχε καὶ ἐτερπόμην βλέπων μου τὸ ἔργον 9045 1.49.44.224 : καὶ κάτωθεν ἐπεκαλεσάμην τὸν μόναρχον θεωρῆσαι. Ὃ 9046 1.49.44.225 : δὲ καὶ εἶδε καὶ ἐχάρη καὶ τὰς ψυχὰς ἐκέλευσεν ἐνσωματι– 9047 1.49.44.226 : σθῆναι. Αἳ δὲ τότε πρῶτον στυγνάσασαι 〈ἐστέναζον〉 9048 1.49.44.227 : κατακρίτους ἑαυτὰς μαθοῦσαι. 9049 1.49.44.228 : Ἐθαύμασα οὖν καὶ τοὺς τῶν ψυχῶν λόγους. Πρόσεχε, 9050 1.49.44.229 : τέκνον Ὧρε, κρυπτῆς γὰρ ἐπακούεις θεωρίας, ἧς ὁ μὲν 9051 1.49.44.230 : προπάτωρ Καμῆφις ἔτυχεν ἐπακούσας παρὰ Ἑρμοῦ τοῦ 9052 1.49.44.231 : πάντων ἔργων ὑπομνηματογράφου, 〈ἐγὼ δὲ〉 παρὰ τοῦ 9053 1.49.44.232 : πάντων προγενεστέρου Καμήφεως, ὁπότ´ ἐμὲ καὶ τῷ τε– 9054 1.49.44.233 : λείῳ μέλανι ἐτίμησε· νῦν δὲ αὐτὸς σὺ παρ´ ἐμοῦ. Ὅτε 9055 1.49.44.234 : γάρ, ὦ θαυμαστὲ παῖ μεγαλόδοξε, ἔμελλον ἐγκατακλεί– 9056 1.49.44.235 : εσθαι τοῖς σώμασιν, αἳ μέν γε αὐτῶν αὐτὸ μόνον ὠδύ– 9057 1.49.44.236 : ροντο καὶ ἐστέναζον, καθ´ ὅνπερ τρόπον τῶν γεγονό– 9058 1.49.44.237 : των θηρίων τὰ ἐλεύθερα δουλοῦσθαι πονηρῶν μελλήσει 9059 1.49.44.238 : τῆς συνήθους τε καὶ φίλης ἀποσπώμενα ἐρημίας μάχε– 9060 1.49.44.239 : σθαι καὶ στασιάζειν καὶ οὐχ ὁμονοεῖν πρὸς τοὺς κρατή– 9061 1.49.44.240 : σαντας αὐτῶν, ἀλλὰ καὶ ἐὰν τύχῃ περιγενόμενα θανάτῳ 9062 1.49.44.241 : παραδώσουσι τοὺς αὐτοῖς ἐπιβάλλοντας· αἳ δὲ πλέον 9063 1.49.44.242 : ἔτριζον δίκην ἀσπίδων, ὀξὺ δὲ κωκύσασα ἑτέρα καὶ πρὸ 9064 1.49.44.243 : τῶν λόγων ἱκανὰ κλαύσασα καὶ πολλάκις ἄνω τε καὶ 9065 1.49.44.244 : κάτω τοὺς ὡς ἔτυχεν ἔχουσα μεταφέρουσα ὀφθαλμούς· 9066 1.49.44.245 : "Οὐρανέ, τῆς ἡμετέρας", εἶπεν, "ἀρχὴ γενέσεως, αἰθήρ 9067 1.49.44.246 : τε καὶ ἀὴρ καὶ τοῦ μονάρχου θεοῦ χεῖρές τε καὶ ἱερὸν 9068 1.49.44.247 : πνεῦμα, περιλαμπῆ τε, ὀφθαλμοὶ θεῶν, ἄστρα καὶ φῶς 9069 1.49.44.248 : ἡλίου καὶ σελήνης ἀκοπίαστον, τὰ τῆς ἡμετέρας ἀρχῆς 9070 1.49.44.249 : σύντροφα, ὧν ἁπάντων ἀποσπώμεναι ἄθλια πάσχομεν, 9071 1.49.44.250 : πλέον δ´ ὅτι ἀπὸ μεγάλων τε καὶ λαμπρῶν καὶ τοῦ ἱεροῦ 9072 1.49.44.251 : περιχύματος καὶ πλουσίου πόλου καὶ ἀπὸ τῆς μακα– 9073 1.49.44.252 : ρίας μετὰ θεῶν πολιτείας εἰς ἄτιμα καὶ ταπεινὰ οὕτως 9074 1.49.44.253 : ἐγκατειρχθησόμεθα σκηνώματα· τί ταῖς δυστήναις ἡμῖν 9075 1.49.44.254 : ἀπρεπὲς οὕτως πέπρακται; τί τῶν κολάσεων τούτων 9076 1.49.44.255 : ἄξιον; ὅσαι τὰς δειλαίας ἡμᾶς ἁμαρτίαι περιμένουσιν· 9077 1.49.44.256 : ὅσα διὰ τὰ πονηρὰ τῶν ἐλπίδων πράξομεν, ἵνα τῷ 9078 1.49.44.257 : ὑδαρεῖ καὶ ταχὺ διαλύτῳ σώματι πορίζωμεν τὰ ἐπιτήδεια· 9079 1.49.44.258 : ὀφθαλμοὶ τὰς οὐκέτι τοῦ θεοῦ ψυχὰς χωρήσουσιν ἄλογοι, 9080 1.49.44.259 : καὶ παντελῶς μικρὸν τῷ ἐν τούτοις ὑγρῷ [καὶ] κύκλῳ τὸν 9081 1.49.44.260 : ἑαυτῶν πρόγονον οὐρανὸν ὁρῶσαι στενάξομεν ἀεί, ἔστι 9082 1.49.44.261 : δ´ ὅτε καὶ οὐ βλέψομεν [ἔνθεν Ὀρφεύς (fragm. monad. 10 9083 1.49.44.262 : p. 504 Herm.)· 9084 1.49.44.263 : τῷ λαμπρῷ βλέπομεν, τοῖς δ´ ὄμμασιν οὐδὲν ὁρῶμεν]· 9085 1.49.44.264 : ἄθλιαι γὰρ κατεκρίθημεν καὶ τὸ βλέπειν ἡμῖν οὐκ ἀντι– 9086 1.49.44.265 : κρὺς ἐχαρίσθη, ὅτι χωρὶς τοῦ φωτὸς ἡμῖν τὸ ὁρᾶν οὐκ 9087 1.49.44.266 : ἐδόθη· πόροι τοίνυν καὶ οὐκέτι εἰσὶν ὀφθαλμοί. ὡς 9088 1.49.44.267 : δὲ καὶ τῶν συγγενῶν φυσώντων ἐν ἀέρι πνευμάτων ἀκοῦ– 9089 1.49.44.268 : σαι τλημόνως οἴσομεν, ὅτι μὴ συμπνέομεν αὐτοῖς. οἶκος 9090 1.49.44.269 : ἡμᾶς ἀντὶ τοῦ μεταρσίου κόσμου τούτου ὁ βραχὺς περι– 9091 1.49.44.270 : μένει καρδίας ὄγκος. ἀεὶ δὴ ἐπιλήσας ἡμᾶς ἀφ´ ὧν εἰς 9092 1.49.44.271 : οἷα κατέβημεν, ἀπόλυε τοῦ λυπεῖσθαι, δέσποτα καὶ πάτερ 9093 1.49.44.272 : καὶ ποιητά, εἰ ταχέως οὕτως σῶν ἔργων ἠμέλησας· 〈ἢ〉 9094 1.49.44.273 : διάταξον ἡμῖν τινας ὅρους, ἔτι κἂν βραχέων ἡμᾶς ἀξίωσον 9095 1.49.44.274 : λόγων, ἕως ἔτι δι´ ὅλου τοῦ περιφανοῦς ἔχομεν βλέπειν 9096 1.49.44.275 : κόσμου." Ἐπέτυχον, τέκνον Ὧρε, αἱ ψυχαὶ τάδε εἰποῦσαι, 9097 1.49.44.276 : παρῆν γὰρ καὶ 〈ὁ〉 μόναρχος καὶ τάδε ἐπὶ τοῦ τῆς Ἀλη– 9098 1.49.44.277 : θείας καθίσας θρόνου ταῖς δεηθείσαις ἐφώνησεν· 9099 1.49.44.278 : "Ἔρως ὑμῶν, ψυχαί, δεσπόσει καὶ Ἀνάγκη, οἵδε γὰρ 9100 1.49.44.279 : μετ´ ἐμὲ πάντων δεσπόται τε καὶ ταξίαρχοι. Ψυχαὶ δέ, 9101 1.49.44.280 : ὅσαι τὴν ἀγήρατόν μου σκηπτουχίαν θεραπεύετε, ἴστε 9102 1.49.44.281 : ὡς ἕως μὲν ἀναμάρτητοί ἐστε, τὰ τοῦ οὐρανοῦ οἰκήσετε 9103 1.49.44.282 : χωρία· εἰ δ´ ἄρα τις ὑμῶν τινος ἐγγίσει μέμψις, θνητοῖς 9104 1.49.44.283 : καὶ αὐταὶ προσμεμοιρασμένον χῶρον σπλάγχνοις κατα– 9105 1.49.44.284 : δικασθεῖσαι ἐνοικήσετε. κἂν μὲν ᾖ ὑμῶν μέτρια τὰ αἰτι– 9106 1.49.44.285 : άματα, τὸν ἐπίκηρον τῶν σαρκῶν σύνδεσμον καταλιποῦσαι, 9107 1.49.44.286 : πάλιν ἀστένακτοι τὸν ἑαυτῶν οὐρανὸν ἀσπάσεσθε· εἰ δ´ 9108 1.49.44.287 : ἄρα τινῶν μειζόνων ἁμαρτημάτων ἔσεσθε ποιητικαί, οὐ 9109 1.49.44.288 : μετὰ τέλους καθήκοντος τῶν πλασμάτων προελθοῦσαι, 9110 1.49.44.289 : οὐρανὸν μὲν οὐκέτι οἰκήσετε, οὐδ´ αὖ σώματα ἀνθρώπων, 9111 1.49.44.290 : ζῷα δ´ ἄλογα μεταπλανώμεναι λοιπὸν διατελέσετε." 9112 1.49.44.291 : Τάδε εἰπών, ὦ τέκνον Ὧρε, πάσαις αὐταῖς ἐχαρίσατο 9113 1.49.44.292 : πνεύματα καὶ πάλιν ἐφώνησεν· "Ἀλλ´ οὐδὲ εἰκῇ καὶ ὡς 9114 1.49.44.293 : ἔτυχεν ἐνομοθέτησα τὰς μεταβολὰς ὑμῶν, ἀλλ´ ὡς ἐπὶ τὸ 9115 1.49.44.294 : χεῖρον εἴ τι διαπράξετε ἄσχημον, οὕτως ἐπὶ τὸ βέλτιον 9116 1.49.44.295 : εἴ τι βουλεύσεσθε τῆς ἑαυτῶν γενέσεως ἄξιον· ἐγὼ γὰρ 9117 1.49.44.296 : καὶ οὔτις ἕτερος ἐπόπτης αὐτὸς καὶ ἐπίσκοπος ἔσομαι. 9118 1.49.44.297 : ἐπίγνωτε δὴ οὖν ὡς διὰ τὰ πρόσθεν πραχθέντα ὑμὶν 9119 1.49.44.298 : κόλασιν ταύτην ὑπομένετε τὴν ἐνσωμάτωσιν. ἡ τοίνυν 9120 1.49.44.299 : διαφορὰ τῆς παλιγγενεσίας ὑμῖν ἔσται ἡ τῶν σωμάτων, 9121 1.49.44.300 : ὡς ἔφην, διαφορά, εὐεργεσία δὲ καὶ 〈ἡ〉 πρόσθεν εὐδαι– 9122 1.49.44.301 : μονία ** ἡ διάλυσις. τυφλωθήσεται δ´ ὑμῶν ἡ φρόνησις, 9123 1.49.44.302 : ἐάν τι ἀνάξιον ἐμοῦ δόξητε πράσσειν, ὥστε φρονεῖν τὰ 9124 1.49.44.303 : ἐναντία καὶ τὴν μὲν κόλασιν ὡς εὐεργεσίαν ὑπομένειν, τὴν 9125 1.49.44.304 : δὲ εἰς τὰ βελτίονα μεταβολὴν ἀτιμίαν τε καὶ ὕβριν. αἱ 9126 1.49.44.305 : δικαιότεραι δ´ ὑμῶν καὶ τὴν εἰς τὸ θεῖον μεταβολὴν ἐκ– 9127 1.49.44.306 : δεχόμεναι εἰς μὲν ἀνθρώπους βασιλεῖς δίκαιοι, φιλόσοφοι 9128 1.49.44.307 : γνήσιοι, ** κτίσται καὶ νομοθέται, μάντεις [οἱ] ἀληθεῖς, 9129 1.49.44.308 : ῥιζοτόμοι γνήσιοι, ἄριστοι προφῆται θεῶν, μουσικοὶ ἔμ– 9130 1.49.44.309 : πειροι, ἀστρονόμοι νοεροί, οἰωνοσκόποι σαφεῖς, ἀκριβεῖς 9131 1.49.44.310 : θύται καὶ ὁπόσοι ἐστὲ καλῶν κἀγαθῶν ἄξιαι· εἰς δὲ 9132 1.49.44.311 : πτηνὰ ἀετοί, διότι οὐδὲν τῶν ὁμογενῶν οὔτε ἐκσοβήσου– 9133 1.49.44.312 : σιν οὔτε θοινήσονται, ἀλλ´ οὐδὲ πλησίον τούτων ζῷον 9134 1.49.44.313 : ἕτερον ἀσθενέστερόν τι αὑτοῦ ἀδικεῖν ἀφεθήσεται, ἐνδι– 9135 1.49.44.314 : κώτερα γὰρ ἡ τῶν ἀετῶν φύσις μετελεύσεται· εἰς δὲ τε– 9136 1.49.44.315 : τράποδα λέοντες, ἰσχυρὸν γὰρ τὸ ζῷον καὶ φύσεως ἔτυχεν 9137 1.49.44.316 : ἀκοιμήτου τρόπῳ τινὶ καὶ φθαρτῷ σώματι τὴν ἀθάνατον 9138 1.49.44.317 : γυμναζόμενον φύσιν (οὔτε γὰρ κάμνουσιν οὔτε κοιμῶνται)· 9139 1.49.44.318 : εἰς δὲ ἑρπετὰ δράκοντες, δυνατὸν ὅτι τὸ ζῷον καὶ μα– 9140 1.49.44.319 : κρόβιον ἄκακόν τε καὶ φιλάνθρωπον ὁπωστιοῦν καὶ τιθα– 9141 1.49.44.320 : σευθήσεται καὶ ἰὸν οὐχ ἕξει, νεάσει δὲ καὶ γηράσαν, κα– 9142 1.49.44.321 : θάπερ φύσις ἡ θεῶν· ἐν δὲ νήχουσι δελφῖνες, συμπα– 9143 1.49.44.322 : θήσουσι γὰρ καὶ τοῖς εἰς πέλαγος ἐμπίπτουσιν οὗτοι καὶ 9144 1.49.44.323 : τὰ μὲν ἔμπνοα διακομιοῦσιν εἰς γῆν, τῶν δὲ τελευτησάν– 9145 1.49.44.324 : των οὐδ´ ὅλως ποτὲ ἅψονται, καίτοι φιλοβρωτάτου πάν– 9146 1.49.44.325 : των ἐσομένου τούτου τῶν ἐνύδρων γένους". Τοσαῦτα ὁ θεὸς 9147 1.49.44.326 : εἰπὼν ἄφθαρτος νοῦς γίγνεται. 9148 1.49.44.327 : Τούτων οὕτως γενομένων, τέκνον Ὧρε, ἰσχυρότατόν 9149 1.49.44.328 : τι ἀπὸ γῆς ἀνίσταται πνεῦμα, ἀκατάληπτον μὲν περιοχῇ 9150 1.49.44.329 : σώματος, δυνάμει δὲ φρονήσεως ὑπάρχον, ὃ καίπερ εἰδὸς 9151 1.49.44.330 : ὑπὲρ ὧν ἐπυνθάνετο, τὸ σῶμα μὲν κατὰ τύπον ἀνδρὸς 9152 1.49.44.331 : περικείμενον καὶ καλὸν καὶ σεμνοπρεπὲς ὄν, ὑπερβολῇ δὲ 9153 1.49.44.332 : ἄγριον καὶ πλῆρες φόβου, ὃ δὴ παραυτίκα τὰς ψυχὰς 9154 1.49.44.333 : εἰσιούσας εἰς τὰ πλάσματα θεωρῆσαν, "τίνες", ἔλεγεν, 9155 1.49.44.334 : "οὗτοι καλοῦνται, ὦ Ἑρμῆ, θεῶν ὑπομνηματογράφε;" Εἰ– 9156 1.49.44.335 : πόντος δέ, "ἄνθρωποι, 〈ὦ Μῶμε〉", "Ὦ Ἑρμῆ", ἔφη, "τολ– 9157 1.49.44.336 : μηρὸν ἔργον ποιῆσαι τὸν ἄνθρωπον, περίεργον ὀφθαλμοῖς 9158 1.49.44.337 : καὶ λάλον γλώσσῃ, ἀκουστικὸν μέλλοντα εἶναι καὶ τῶν 9159 1.49.44.338 : αὐτῷ μὴ προσηκόντων, λίχνον ὀσφρήσει καὶ μέχρι πάντων 9160 1.49.44.339 : τῷ τῆς ἁφῆς ἁπτικῷ μέλλοντα καταχρᾶναι. τοῦτον ἀμέ– 9161 1.49.44.340 : ριμνον καταλεῖψαι κέκρικας, ὦ γενεσιουργέ, τὸν ὁρᾶν μέλ– 9162 1.49.44.341 : λοντα τολμηρῶς τῆς φύσεως τὰ καλὰ μυστήρια; ἄλυπον 9163 1.49.44.342 : ἐᾶσαι θέλεις τοῦτον καὶ μέχρι τῶν περάτων γῆς τὰς 9164 1.49.44.343 : ἑαυτοῦ μελλήσοντα πέμπειν ἐπινοίας; ῥίζας φυτῶν ἀνα– 9165 1.49.44.344 : σκάψουσιν ἄνθρωποι καὶ ποιότητα ἐξετάσουσι χυλῶν, λί– 9166 1.49.44.345 : θων φύσεις ἐπισκοπήσουσι καὶ διὰ μέσον ἀνατεμοῦσι 9167 1.49.44.346 : τῶν ζῴων τὰ ἄλογα οὐ μόνον, ἀλλὰ καὶ ἑαυτούς, ὡς ἐγέ– 9168 1.49.44.347 : νοντο ἐξετάζειν θέλοντες, τολμηρὰς ἐκτενοῦσι χεῖρας καὶ 9169 1.49.44.348 : μέχρι θαλάσσης καὶ τὰς αὐτοφυεῖς ὕλας τέμνοντες μέχρι 9170 1.49.44.349 : καὶ τῶν πέραν διαπορθμεύσουσιν ἀλλήλους ἐπὶ ζήτησιν, 9171 1.49.44.350 : καὶ τίς ἐνδοτέρω τῶν ἱερῶν ἀδύτων φύσις ὑπάρχει, τὰ 9172 1.49.44.351 : μέχρις ἄνω διώξουσι, παρατηρῆσαι βουλόμενοι τίς οὐρα– 9173 1.49.44.352 : νοῦ καθέστηκε κίνησις. ἔτι μέτρια ταῦτα· λείπει γὰρ 9174 1.49.44.353 : οὐδὲν ἔτι πλὴν γῆς τόπος ἔσχατος. ἀλλὰ καὶ τούτων 9175 1.49.44.354 : τὴν ἐσχάτην τῷ θέλειν ἐρευνήσουσι νύκτα. μηδὲν οὖν 9176 1.49.44.355 : ἐμπόδιον ἔχωσιν οὗτοι, ἀλλὰ τῷ τῆς ἀλυπίας ἀγαθῷ 9177 1.49.44.356 : μυηθῶσι καὶ τοῖς χαλεποῖς μὴ βιασθέντες τοῦ φόβου κέν– 9178 1.49.44.357 : τροις ἀμερίμνῳ βίῳ τρυφήσωσιν; εἶτα οὐ καὶ μέχρις 9179 1.49.44.358 : οὐρανοῦ περίεργον ὁπλισθήσονται τόλμαν οὗτοι; οὐκ ἀμε– 9180 1.49.44.359 : ρίμνους ἐκτενοῦσιν ἐπὶ καὶ τὰ στοιχεῖα τὰς ψυχὰς αὑτῶν; 9181 1.49.44.360 : δίδαξον ἐντεῦθεν ἐρᾶν τοῦ τι βουλεύεσθαι [ἵνα ἔχωσι 9182 1.49.44.361 : καὶ τῆς ἀποτυχίας τὸ χαλεπὸν φοβηθῆναι], ἵνα τῷ τῆς 9183 1.49.44.362 : λύπης δακνηρῷ δαμασθῶσι τῶν ἐλπιζομένων ἀποτυχόντες. 9184 1.49.44.363 : χρεωκοπείσθω τῶν ψυχῶν αὐτῶν τὸ περίεργον ἐπιθυ– 9185 1.49.44.364 : μίαις καὶ φόβοις καὶ λύπαις καὶ ἐλπίσι πλάνοις. ἐπάλ– 9186 1.49.44.365 : ληλοι τὰς ψυχὰς αὐτῶν ἔρωτες νεμέσθωσαν, ἐλπίδες, 9187 1.49.44.366 : ποικίλαι ἐπιθυμίαι, ποτὲ μὲν ἐπιτυγχάνουσαι, ποτὲ δὲ 9188 1.49.44.367 : ἀτευκτοῦσαι, ἵνα αὐτοῖς καὶ τῆς ἐπιτυχίας ἡδὺ δέλεαρ ᾖ 9189 1.49.44.368 : εἰς ἄθλησιν τελειοτέρων κακῶν· βαρείτω πυρετὸς αὐτούς, 9190 1.49.44.369 : ἵνα ἐκκακήσαντες κολάσωσι τὴν ἐπιθυμίαν." 9191 1.49.44.370 : Λυπῇ, τέκνον Ὧρε, τάδε ἑρμηνευούσης σοι τῆς τεκού– 9192 1.49.44.371 : σης; Οὐ θαυμάζεις, οὐ καταπλήσσῃ, πῶς ὁ τάλας ἄνθρω– 9193 1.49.44.372 : πος ἐβαρήθη; Τὸ δεινότερον ἐπάκουσον. 9194 1.49.44.373 : Ἐτέρπετο Μώμου ταῦτα λέγοντος Ἑρμῆς, ἐλέγετο γὰρ 9195 1.49.44.374 : οἰκείως αὐτῷ τὰ εἰρημένα καὶ ταῦτα ἔπραττεν, ὅσα περ 9196 1.49.44.375 : εἰρήκει, λέγων· "Μῶμε, ἀλλ´ οὐκ ἐναργὴς γενήσεται πνεύ– 9197 1.49.44.376 : ματος θείου φύσις ἡ τοῦ περιέχοντος; εἶπε γὰρ εἶναί 9198 1.49.44.377 : με ταμίαν καὶ προνοητὴν ὁ τῶν συμπάντων δεσπότης. 9199 1.49.44.378 : ἐπόπτειρα τοίνυν ταγῆς ἔσται τῶν ὅλων ὀξυδερκὴς θεὸς 9200 1.49.44.379 : Ἀδράστεια καί τι κρυπτὸν ὄργανον ἐγὼ τεχνάσομαι, ἀπλα– 9201 1.49.44.380 : νοῦς καὶ ἀπαραβάτου θεωρίας ἐχόμενον, ᾧ τὰ ἐπὶ γῆς 9202 1.49.44.381 : ἀναγκαίως δουλαγωγηθήσεται πάντα τὰ ἀπὸ γενέσεως ἄχρι 9203 1.49.44.382 : φθορᾶς ἐσχάτης, ἔχον τὴν 〈τῶν〉 ἀποτελουμένων πῆξιν· 9204 1.49.44.383 : πεισθήσεται δὲ τῷ ὀργάνῳ τούτῳ καὶ τὰ ἐπὶ γῆς ἄλλα 9205 1.49.44.384 : πάντα." Εἶπεν Ἑρμῆς [ἐγὼ] δὴ ταῦτα τῷ Μώμῳ καὶ ἤδη 9206 1.49.44.385 : τὸ ὄργανον ἐκινεῖτο. 9207 1.49.44.386 : Ταῦτα δὲ ὡς ἐγένετο καὶ ἐνεσωματίσθησαν αἱ ψυχαὶ 9208 1.49.44.387 : καὶ ἐπαίνου ὑπὲρ τῶν γενομένων αὐτὸς ἔτυχεν, πάλιν ὁ 9209 1.49.44.388 : μόναρχος σύγκλητον τῶν θεῶν ἐποίησε συνέδριον καὶ οἱ 9210 1.49.44.389 : θεοὶ παρῆσαν καὶ πάλιν αὐτὸς ταῦτα οὕτως ἐφώνησε· 9211 1.49.44.390 : "Θεοί," λέγων "ὅσοι τῆς κορυφαίας, ὅσοι καὶ ἀφθάρτου 9212 1.49.44.391 : φύσεως τετεύχατε, οἳ τὸν μέγαν αἰῶνα διέπειν ἐς ἀεὶ 9213 1.49.44.392 : κεκλήρωσθε, οἷς αὐτὰ ἑαυτοῖς ἀντιπαραδιδόντα οὐδέποτε 9214 1.49.44.393 : κοπιάσει τὰ σύμπαντα, μέχρι πότε τῆς ἀνεπιγνώστου 9215 1.49.44.394 : ταύτης δεσπόσομεν ἡγεμονίας; μέχρι πότε ἀθεώρητα γενή– 9216 1.49.44.395 : σεται ταῦτα ἡλίῳ καὶ σελήνῃ; ἕκαστος ἡμῶν ἐφ´ ἑαυτῷ 9217 1.49.44.396 : γεννάτω· ἀπαλείψωμεν τῷ δύνασθαι τὴν ἔτι ἀργὴν σύ– 9218 1.49.44.397 : στασιν ταύτην· ἄπιστος τοῖς μεταγενεστέροις μῦθος δὴ 9219 1.49.44.398 : δοξάτω τὸ χάος εἶναι· ἔργων ἅπτεσθε μεγάλων, ἐγὼ δ´ αὐτὸς 9220 1.49.44.399 : ἄρξομαι πρῶτος". Εἶπε καὶ εὐθέως κοσμικῶς τῆς ἔτι 9221 1.49.44.400 : μελαίνης ἑνώσεως διάστασις ἐγένετο· καὶ ἐφάνη μὲν οὐρα– 9222 1.49.44.401 : νὸς ἄνω, συγκεκοσμημένος τοῖς ἑαυτοῦ μυστηρίοις πᾶσι· 9223 1.49.44.402 : κραδαινομένη ἔτι γῆ ἡλίου λάμψαντος ἐπάγη καὶ ἐφάνη 9224 1.49.44.403 : πᾶσι τοῖς περὶ αὐτὴν συγκεκοσμημένη καλοῖς. Καλὰ γὰρ 9225 1.49.44.404 : τῷ θεῷ καὶ τὰ θνητοῖς εἶναι νομιζόμενα φαῦλα, ὅτι δὴ 9226 1.49.44.405 : τοῖς τοῦ θεοῦ νόμοις δουλεύειν ἐποιήθη. Ἔχαιρε δὲ ὁ 9227 1.49.44.406 : θεὸς ὁρῶν ἤδη ἑαυτοῦ τὰ ἔργα κινούμενα· πληρώσας δὲ 9228 1.49.44.407 : τὰς ἰσοστασίους χεῖρας τῷ περιέχοντι τῶν ἐκ τῆς φύσεως 9229 1.49.44.408 : ὑπαρχόντων καὶ τὰς δράκας καρτερῶς σφίγξας "λάβε," 9230 1.49.44.409 : εἶπεν "ὦ ἱερὰ γῆ, λάβε, πάντιμε καὶ εἶναι γεννήτειρα μέλ– 9231 1.49.44.410 : λουσα πάντων, καὶ μηδενὶ ἐντεῦθεν λείπεσθαι δόκει." 9232 1.49.44.411 : Εἶπεν ὁ θεὸς καὶ τὰς χεῖρας, οἵας δεῖ θεὸν ἔχειν, ἁπλώ– 9233 1.49.44.412 : σας πάντα ἀφῆκεν ἐν τῇ τῶν ὄντων συστάσει. 9234 1.49.44.413 : Καὶ ἀγνωσία μὲν ἦν κατ´ ἀρχὰς παντάπασι. Νεωστὶ 9235 1.49.44.414 : γὰρ αἱ ψυχαὶ καθειρχθεῖσαι καὶ τὴν ἀτιμίαν μὴ φέρουσαι 9236 1.49.44.415 : τοῖς ἐν οὐρανῷ θεοῖς ἐφιλονείκουν τῆς ἑαυτῶν εὐγενείας 9237 1.49.44.416 : περικρατοῦσαι καὶ ἀντιλαμβανόμεναι, ὡς καὶ αὐταὶ τοῦ 9238 1.49.44.417 : αὐτοῦ ἔτυχον δημιουργοῦ, ἐστασίαζον 〈οὖν〉 καὶ τοῖς λειπομένοις 9239 1.49.44.418 : ἀνθρώποις ὀργάνοις χρώμεναι, ἐποίουν αὐτοὺς ἑαυτοῖς 9240 1.49.44.419 : ἐπιτίθεσθαι καὶ ἀντιτάσσεσθαι καὶ πολεμεῖν ἀλλήλοις. 9241 1.49.44.420 : Καὶ οὕτως ἡ μὲν ἰσχὺς κατὰ τῆς ἀσθενείας μέγα ἠδύνατο, 9242 1.49.44.421 : ὥστε οἱ ἰσχυροὶ τοὺς ἀδυνάτους καὶ ἔκαιον καὶ ἐφόνευον 9243 1.49.44.422 : καὶ [κατὰ τῶν ἱερῶν] τοῦτο μὲν ζῶντας τοῦτο δὲ καὶ νε– 9244 1.49.44.423 : κροὺς ἔρριπτον κατὰ τῶν ἀδύτων, ἕως ἀγανακτήσαντα τὰ 9245 1.49.44.424 : στοιχεῖα τῷ μονάρχῳ θεῷ ἐντυχεῖν ἐδοκίμαζον ὑπὲρ τῆς 9246 1.49.44.425 : τῶν ἀνθρώπων ἀγρίου πολιτείας. Πολλοῦ δὲ ἤδη γενο– 9247 1.49.44.426 : μένου τοῦ κακοῦ τὰ στοιχεῖα τῷ ποιήσαντι αὐτὰ τῷ θεῷ 9248 1.49.44.427 : προσελθόντα τοιούτοις λόγοις ὑπὲρ μέμψεως ἐχρήσαντο. 9249 1.49.44.428 : Καὶ δὴ καὶ εἶχε τὴν τοῦ λέγειν ἐξουσίαν τὸ πῦρ πρῶτον. 9250 1.49.44.429 : "Δέσποτα" δὲ ἔλεγε "καὶ τοῦ καινοῦ τούτου κόσμου τεχ– 9251 1.49.44.430 : νῖτα καὶ κρυπτὸν ἐν θεοῖς καὶ σεβαστὸν ὄνομα μέχρι νῦν 9252 1.49.44.431 : ἅπασιν ἀνθρώποις, μέχρι πότε, ὦ δαῖμον, ἄθεον κατα– 9253 1.49.44.432 : λεῖψαι τὸν θνητῶν βίον προαίρεσιν ἔχεις; ἀνάτειλον 9254 1.49.44.433 : ἤδη σεαυτὸν χρηματίζοντι τῷ κόσμῳ καὶ τοῦ βίου τὸ 9255 1.49.44.434 : ἄγριον μύησον εἰρήνῃ· χάρισαι νόμους τῷ βίῳ, χάρισαι 9256 1.49.44.435 : νυκτὶ χρησμούς· πλήρωσον καλῶν ἐλπίδων πάντα· φοβεί– 9257 1.49.44.436 : σθωσαν ἄνθρωποι τὴν ἀπὸ θεῶν ἐκδικίαν καὶ οὐδεὶς 9258 1.49.44.437 : ἁμαρτήσει· ἐπαξίους ἁμαρτημάτων μισθοὺς ἂν ἀπολά– 9259 1.49.44.438 : βωσι, φυλάξονται οἱ λοιποὶ τὸ ἀδικεῖν, φοβηθήσονται 9260 1.49.44.439 : ὅρκους καὶ οὐδὲ εἷς ἔτι ἀνόσιον φρονήσει· μαθέτωσαν 9261 1.49.44.440 : εὐεργετηθέντες εὐχαριστῆσαι, ἵνα χαῖρον παρὰ λοιβαῖς 9262 1.49.44.441 : [παρὰ θυσίαις] ὑπηρετήσω [τὸ πῦρ], ἵν´ εὐώδεις ἀτμοὺς 9263 1.49.44.442 : ἀπ´ ἐσχάρας προπέμψω σοι. μιαίνομαι γάρ, ὦ δέσ– 9264 1.49.44.443 : ποτα, μέχρι νῦν καὶ ὑπὸ τῆς τῶν γενομένων ἀνθρώπων 9265 1.49.44.444 : ἀθέου τόλμης σάρκας ἀναγκάζομαι τήκειν, οὐκ ἐῶσί τε 9266 1.49.44.445 : μένειν εἰς ὃ πέφυκα, παραχαράσσοντες οὐ καθηκόντως τὸ 9267 1.49.44.446 : ἄφθαρτον." Ὁ δὲ ἀήρ "καὶ αὐτὸς θολοῦμαι, δέσποτα," 9268 1.49.44.447 : ἔλεγε "καὶ ἀπὸ τῆς ἀπὸ τῶν νεκρῶν σωμάτων ἀναθυμιάσεως νο– 9269 1.49.44.448 : σώδης τέ εἰμι καὶ ὑγιεινὸς οὐκέτι, ἐφορῶ τε ἄνωθεν ὅσα 9270 1.49.44.449 : μὴ θέμις ὁρᾶν". Ὕδωρ ἑξῆς, ὦ παῖ μεγαλόψυχε, τὴν 9271 1.49.44.450 : τοῦ λέγειν εἶχεν ἐξουσίαν καὶ ἔλεγεν οὕτως· "Πάτερ καὶ 9272 1.49.44.451 : θαυμαστὲ ποιητὰ πάντων, αὐτόγονε δαῖμον καὶ τῆς διὰ 9273 1.49.44.452 : σὲ πάντα γεννώσης ποιητὰ φύσεως, ἤδη ποτέ, ὦ δαῖμον, 9274 1.49.44.453 : ἀεὶ ῥεῖθρα ποταμῶν καθαρὰ πρόσταξον εἶναι· ἢ γὰρ 9275 1.49.44.454 : ἀπολούουσι ποταμοὶ καὶ θάλασσαι τοὺς φονεύσαντας, ἢ 9276 1.49.44.455 : δέχονται τοὺς φονευθέντας." Γῆ παρῆν περίλυπος ἑξῆς 9277 1.49.44.456 : καὶ † τάξομαι τῆς ἀπὸ τῶν λόγων, ὦ παῖ μεγαλόδοξε, 9278 1.49.44.457 : οὕτως λέγειν ἤρξατο· "Βασιλεῦ καὶ τῶν οὐρανίων πρύτανι 9279 1.49.44.458 : καὶ δέσποτα ἀψίδων, στοιχείων ἡμῶν ἡγεμὼν 〈καὶ〉 πάτερ 9280 1.49.44.459 : τῶν σοι παρεστώτων, ἐξ ὧν αὐξήσεως καὶ μειώσεως ἀρχὴν 9281 1.49.44.460 : ἔχει τὰ πάντα, εἰς ἃ καὶ πάλιν καταλήγοντα ἀναγκαίως 9282 1.49.44.461 : ὀφειλόμενον τέλος ἔχει, ἀλόγιστος, ὦ πολυτίμητε, καὶ ἄθεος 9283 1.49.44.462 : [ἀπ´] ἀνθρώπων ἐπ´ ἐμὲ χορὸς ἔπεισι. χωρῶ δ´ ἐγὼ καὶ 9284 1.49.44.463 : φύσιν πάντων. αὐτὴ γάρ, ὡς σὺ προσέταξας, καὶ φέρω 9285 1.49.44.464 : πάντα καὶ τὰ φονευθέντα δέχομαι. ἀτιμοῦμαι δὲ ἤδη 9286 1.49.44.465 : ὑπὸ πάντων· ὁ ἐπιχθόνιός σου κόσμος πεπληρωμένος 9287 1.49.44.466 : θεὸν οὐκ ἔχει. πάντα γάρ, ὃ φοβηθῶσιν οὐκ ἔχοντες, 9288 1.49.44.467 : παρανομοῦσι καὶ κατ´ ἐμῶν, ὦ κύριε, τενόντων πάσῃ 9289 1.49.44.468 : πονηρᾷ τέχνῃ καταπίπτουσι. καταβρέχομαι δὲ πᾶσα δια– 9290 1.49.44.469 : φθειρομένων σωμάτων χυλοῖς. ἐντεῦθεν, κύριε, καὶ τοὺς 9291 1.49.44.470 : οὐκ ἀξίους ἀναγκάζομαι χωρεῖν. χωρῆσαι θέλω μεθ´ 9292 1.49.44.471 : ὧν φέρω πάντων καὶ θεόν. χάρισαι τῇ γῇ κἂν οὐ σεαυ– 9293 1.49.44.472 : τόν, οὐ γάρ σε χωρεῖν ὑπομένω, σαυτοῦ 〈γέ〉 τινα ἱερὰν 9294 1.49.44.473 : ἀπόρροιαν. στοιχείων τιμιωτέραν τῶν ἄλλων τὴν γῆν 9295 1.49.44.474 : μεταποίησον. μόνῃ γὰρ αὐχεῖν τῶν ἀπό σου πρέπει τὰ 9296 1.49.44.475 : πάντα παρεχούσῃ." 9297 1.49.44.476 : Τοσαῦτα μὲν τὰ στοιχεῖα εἶπεν· ὁ δὲ θεὸς ἱερᾶς ἐν 9298 1.49.44.477 : τῷ λέγειν φωνῆς τὰ σύμπαντα πληρώσας, "Πορεύεσθε", 9299 1.49.44.478 : εἶπεν, "ἱερὰ καὶ μεγάλου πατρὸς ἄξια τέκνα, καὶ κατὰ 9300 1.49.44.479 : μηδένα τρόπον νεωτερίζειν ἐπιχειρεῖτε μηδὲ ἀργὸν τῆς 9301 1.49.44.480 : ἐξ αὑτῶν ὑπηρεσίας τὸν σύμπαντά μου κόσμον καταλεί– 9302 1.49.44.481 : πετε. ἑτέρα γὰρ ἐν ὑμῖν τις ἤδη τῆς ἐμῆς ἀπόρροια 9303 1.49.44.482 : φύσεως, ὃς δὴ καὶ ὅσιος ἔσται τῶν πραττομένων ἐπόπτης 9304 1.49.44.483 : καὶ ζώντων μὲν κριτὴς ἀμεθόδευτος, φρικτὸς δ´ οὐ μόνον 9305 1.49.44.484 : ἀλλὰ καὶ τιμωρὸς τῶν ὑπὸ γῆν τύραννος. καὶ ἑκάστῳ 9306 1.49.44.485 : δὲ τῶν ἀνθρώπων ἀκολουθήσει διὰ γένους μισθὸς ἐπά– 9307 1.49.44.486 : ξιος." 9308 1.49.44.487 : Καὶ οὕτως ἐπαύσατο τῆς ἐντυχίας τὰ στοιχεῖα τοῦ 9309 1.49.44.488 : δεσπότου κελεύσαντος καὶ ἐχεμυθίαν εἶχον· καὶ ἕκαστον 9310 1.49.44.489 : αὐτῶν τῆς ἰδίας ἐξουσίας ἐκράτει καὶ ἐδέσποζε.“ 9311 1.49.44.490 : Καὶ ἐκ τούτου εἶπεν Ὧρος· „Ὦ τεκοῦσα, πῶς οὖν τὴν 9312 1.49.44.491 : τοῦ θεοῦ ἀπόρροιαν ἔχειν εὐτύχησεν ἡ γῆ;“ 9313 1.49.44.492 : Καὶ εἶπεν Ἶσις· „Παραιτοῦμαι γένεσιν ἱστορεῖν· οὐ 9314 1.49.44.493 : γὰρ θεμιτὸν σῆς σπορᾶς καταλέγειν ἀρχήν, ὦ μεγαλο– 9315 1.49.44.494 : σθενὲς Ὧρε, ὡς μήποτε ὕστερον εἰς ἀνθρώπους ἀθανάτων 9316 1.49.44.495 : ἔλθῃ γένεσις θεῶν· πλὴν ὅτι γε ὁ μόναρχος θεός, ὁ τῶν 9317 1.49.44.496 : συμπάντων κοσμοποιητὴς καὶ τεχνίτης, [τὶ] τὸν μέγιστόν 9318 1.49.44.497 : σου πρὸς ὀλίγον ἐχαρίσατο πατέρα Ὄσιριν καὶ τὴν μεγί– 9319 1.49.44.498 : στην θεὰν Ἶσιν, ἵνα τῶν πάντων δεομένῳ κόσμῳ βοηθοὶ 9320 1.49.44.499 : γένωνται. Οὗτοι βίου τὸν βίον ἐπλήρωσαν· οὗτοι τὸ τῆς 9321 1.49.44.500 : ἀλληλοφονίας ἔπαυσαν ἄγριον· τεμένη προγόνοις θεοῖς 9322 1.49.44.501 : αὐτοὶ καὶ θυσίας καθιέρωσαν· νόμους οὗτοι καὶ τροφὰς 9323 1.49.44.502 : θνητοῖς καὶ σκέπην ἐχαρίσαντο· ‘οὗτοι τὰ κρυπτά’, φησὶν 9324 1.49.44.503 : Ἑρμῆς, ‘τῶν ἐμῶν ἐπιγνώσονται γραμμάτων πάντα καὶ 9325 1.49.44.504 : διακρινοῦσι καὶ τινὰ μὲν αὐτοὶ κατασχῶσιν, ἃ δὲ καὶ 9326 1.49.44.505 : πρὸς εὐεργεσίας θνητῶν φθάνει, στήλαις καὶ ὀβελίσκοις 9327 1.49.44.506 : χαράξουσιν’· οὗτοι πρῶτοι δείξαντες δικαστήρια εὐνομίας 9328 1.49.44.507 : τὰ σύμπαντα καὶ δικαιοσύνης ἐπλήρωσαν· οὗτοι δεξιᾶς 9329 1.49.44.508 : καὶ πίστεως ἀρχηγέται γενόμενοι καὶ τὸν μέγιστον θεὸν 9330 1.49.44.509 : Ὅρκον εἰσηγάγοντο εἰς τὸν βίον· οὗτοι τοὺς παυσαμένους 9331 1.49.44.510 : τοῦ ζῆν, ὡς δέον ἐστίν, ἐδίδαξαν περιστέλλειν· οὗτοι τὸ 9332 1.49.44.511 : τοῦ θανάτου ζητήσαντες ἄγριον ἔγνωσαν, ὡς τοῦ ἔξωθεν 9333 1.49.44.512 : πνεύματος φιλυποστρόφου τυγχάνοντος εἰς τὰ τῶν ἀνθρώ– 9334 1.49.44.513 : πων πλάσματα, ἐὰν ὑστερήσῃ ποτέ, ἀνάκτησιν οὐκ ἔχουσαν 9335 1.49.44.514 : ἐργάζεται λειποθυμίαν· οὗτοι τὸ περιέχον ὅτι δαιμόνων 9336 1.49.44.515 : ἐπληρώθη, παρὰ Ἑρμοῦ μαθόντες, κρυπταῖς στήλαις ἐχά– 9337 1.49.44.516 : ραξαν· οὗτοι μόνοι τὰς κρυπτὰς νομοθεσίας τοῦ θεοῦ 9338 1.49.44.517 : παρὰ Ἑρμοῦ μαθόντες τεχνῶν καὶ ἐπιστημῶν καὶ ἐπι– 9339 1.49.44.518 : τηδευμάτων ἁπάντων εἰσηγηταὶ τοῖς ἀνθρώποις ἐγένοντο 9340 1.49.44.519 : καὶ νομοθέται· οὗτοι παρ´ Ἑρμοῦ μαθόντες ὡς τὰ κάτω 9341 1.49.44.520 : συμπαθεῖν τοῖς ἄνω ὑπὸ τοῦ δημιουργοῦ διετάγη, τὰς 9342 1.49.44.521 : προσκαταθέτους τοῖς ἐν οὐρανῷ μυστηρίοις ἱεροποιίας ἀνέ– 9343 1.49.44.522 : στησαν ἐν γῇ· οὗτοι τὸ φθόριμον τῶν σωμάτων ἐπιγνόντες 9344 1.49.44.523 : τὸ ἐν ἅπασι τέλειον τῶν προφητῶν ἐτεχνάσαντο, ὡς μή– 9345 1.49.44.524 : ποτε ὁ μέλλων θεοῖς προσάγειν χεῖρας προφήτης ἀγνοῇ 9346 1.49.44.525 : τι τῶν ὄντων· ἵνα φιλοσοφία μὲν καὶ μαγεία ψυχὴν τρέφῃ, 9347 1.49.44.526 : σῴζῃ δ´ ὅταν τι πάσχῃ ἰατρικὴ σῶμα. Ταῦτα πάντα 9348 1.49.44.527 : ποιήσαντες, ὦ τέκνον, Ὄσιρίς τε κἀγώ, τὸν κόσμον πλη– 9349 1.49.44.528 : ρέστατον ἰδόντες ἀπῃτούμεθα λοιπὸν ὑπὸ τῶν τὸν οὐρα– 9350 1.49.44.529 : νὸν κατοικούντων, ἀλλ´ οὐκ ἦν ἀνελθεῖν, πρὶν ἐπικαλέ– 9351 1.49.44.530 : σασθαι τὸν μόναρχον, ἵνα δὴ καὶ τῆς θεωρίας ταύτης 9352 1.49.44.531 : πλῆρες τὸ περιέχον γένηται αὐτοί τε εὐπαράδεκτον εὐτυ– 9353 1.49.44.532 : χήσωμεν τὴν ἀνάβασιν. ** χαίρει γὰρ ὕμνοις ὁ θεός.“ 9354 1.49.44.533 : „Ὦ τεκοῦσα“, εἶπεν Ὧρος, „κἀμοὶ χάρισαι τὴν τοῦ 9355 1.49.44.534 : ὕμνου ἐπίγνωσιν, ὡς μὴ ἀμαθὴς ὑπάρχω“. Καὶ εἶπεν 9356 1.49.44.535 : Ἶσις· „Πρόσεχε, παῖ“. 9357 1.49.45.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 32b Patr). 9358 1.49.45.2 : „Σὺ δέ, ὦ παῖ μεγαλόψυχε, εἴ τι θέλεις ἕτερον, ἐπε– 9359 1.49.45.3 : ρώτα.“ Καὶ εἶπεν Ὧρος· „Ὦ πολυτίμητε μῆτερ, εἰδῆσαι 9360 1.49.45.4 : θέλω, <20πῶς γίγνονται βασιλικαὶ ψυχαί;“>20 Καὶ 9361 1.49.45.5 : εἶπεν Ἶσις· „Ἡ γιγνομένη, τέκνον Ὧρε, περὶ τὰς βασιλικὰς 9362 1.49.45.6 : ψυχὰς διαφορὰ τοιαύτη τίς ἐστιν. Ἐπεὶ γὰρ τόποι τέσ– 9363 1.49.45.7 : σαρές εἰσιν ἐν τῷ παντὶ οἵτινες ἀπαραβάτῳ νόμῳ καὶ 9364 1.49.45.8 : προστασίᾳ ὑποπίπτουσιν, ὅ τε οὐρανὸς καὶ 〈ὁ〉 αἰθὴρ καὶ ὁ 9365 1.49.45.9 : ἀὴρ καὶ ἡ ἱερωτάτη γῆ, [καὶ] ἄνω μέν, ὦ τέκνον, ἐν οὐρανῷ 9366 1.49.45.10 : θεοὶ κατοικοῦσιν, ὧν ἄρχει μετὰ καὶ τῶν ἄλλων πάντων 9367 1.49.45.11 : ὁ τῶν ὅλων δημιουργός· ἐν δὲ τῷ αἰθέρι ἀστέρες, ὧν 9368 1.49.45.12 : ἄρχει ὁ μέγας φωστὴρ ἥλιος· ἐν δὲ τῷ ἀέρι ψυχαὶ δαι– 9369 1.49.45.13 : μόνιαι, ὧν ἄρχει σελήνη· ἐπὶ δὲ τῆς γῆς ἄνθρωποι καὶ 9370 1.49.45.14 : τὰ λοιπὰ ζῷα, ὧν ἄρχει ὁ κατὰ καιρὸν γενόμενος βασιλεύς. 9371 1.49.45.15 : Γεννῶσι γάρ, ὦ τέκνον, βασιλεῖς οἱ θεοὶ ἐπαξίους τῆς 9372 1.49.45.16 : ἐπιγείου μονῆς. Καὶ εἰσὶν οἱ ἄρχοντες θεοῦ βασιλέως ἀπόρ– 9373 1.49.45.17 : ροιαι, ὧν ὁ μᾶλλον ἐκείνῳ πλησίον οὗτος καὶ τῶν ἄλλων 9374 1.49.45.18 : βασιλικώτερος. Ὁ μὲν γὰρ ἥλιος. καθὸ ἔγγιόν ἐστι τοῦ 9375 1.49.45.19 : θεοῦ, τῆς σελήνης ἐπιμείζων καὶ δυναμικώτερος, ᾧ δευ– 9376 1.49.45.20 : τερεύει ἡ σελήνη καὶ κατὰ τάξιν καὶ κατὰ δύναμιν. Καὶ 9377 1.49.45.21 : ὁ μὲν βασιλεὺς τῶν μὲν ἄλλων θεῶν ἐστιν ἔσχατος, πρῶ– 9378 1.49.45.22 : τος δὲ ἀνθρώπων· καὶ μέχρις ὅτου ἐπὶ γῆς ἐστι, τῆς μὲν 9379 1.49.45.23 : ἀληθοῦς θειότητος ἀπήλλακται, ἔχει δὲ ἐξαίρετόν τι παρ´ 9380 1.49.45.24 : ἀνθρώπους, ὃ ὅμοιόν ἐστι τῷ θεῷ. Ἡ γὰρ εἰς αὐτὸν 9381 1.49.45.25 : καταπεμπομένη ψυχὴ ἐξ ἐκείνου ἐστὶ τοῦ χωρίου ὃ ὑπερ– 9382 1.49.45.26 : άνω κεῖται ἐκείνων, ἀφ´ ὧν εἰς τοὺς ἄλλους καταπέμ– 9383 1.49.45.27 : πονται ἀνθρώπους. Καταπέμπονται δὲ ἐκεῖθεν εἰς τὸ 9384 1.49.45.28 : βασιλεύειν διὰ δύο ταῦτα αἱ ψυχαί, ὦ τέκνον. Αἱ μὲν 9385 1.49.45.29 : καλῶς καὶ ἀμέμπτως δραμοῦσαι τὸν ἴδιον αἰῶνα καὶ μέλ– 9386 1.49.45.30 : λουσαι ἀποθεοῦσθαι, ἵνα κἀν τῷ βασιλεύειν τὴν τῶν 9387 1.49.45.31 : θεῶν προγυμνασθῶσιν ἐξουσίαν· αἱ 〈δὲ〉 θεῖαί τινες ἤδη 9388 1.49.45.32 : οὖσαι καὶ ἐπὶ μικρῷ τινι παραθεμιστεύσασαι τὸν ἔνθεον 9389 1.49.45.33 : γνώμονα, ἵνα [μὴ] κόλασιν μὲν ἐν τῷ σεσωματίσθαι ὑπο– 9390 1.49.45.34 : μένωσι, δι´ ἀδοξίαν 〈δὲ〉 καὶ φύσιν μηθὲν ὅμοιον τοῖς 9391 1.49.45.35 : ἄλλοις πάσχωσιν ἐνσωματισθεῖσαι, ἀλλ´ ὅπερ εἶχον λελυ– 9392 1.49.45.36 : μέναι, τοῦτο καὶ δεθεῖσαι ἔχωσιν. 9393 1.49.45.37 : Αἱ μέντοι <20περὶ τὰ ἤθη τῶν βασιλευόντων 9394 1.49.45.38 : γιγνόμεναι διαφοραὶ>20 οὐκ ἐν τῇ τῆς ψυχῆς κρίσει 9395 1.49.45.39 : κρίνονται, πᾶσαι γὰρ θεῖαι· ἀλλ´ ἐν τῇ τῶν δορυφορη– 9396 1.49.45.40 : σάντων αὐτὴν καταστάσει ἀγγέλων καὶ δαιμόνων. Αἱ 9397 1.49.45.41 : γὰρ τοιαῦται καὶ ἐπὶ 〈τὰ〉 τοιαῦτα κατερχόμεναι δίχα 9398 1.49.45.42 : προπομπῆς καὶ δορυφορίας οὐ κατέρχονται. Οἶδε γὰρ ἡ 9399 1.49.45.43 : ἄνω Δίκη τὴν ἀξίαν ἑκάστη νέμειν, κἂν ἐκ τῆς εὐημερούσης 9400 1.49.45.44 : χώρας ἀπωθῶνται. Ὅταν οὖν οἱ κατάγοντες αὐτὴν ἄγγελοι 9401 1.49.45.45 : καὶ δαίμονες, τέκνον Ὧρε, πολεμικοὶ ὦσι, τούτων περι– 9402 1.49.45.46 : κρατεῖν τῆς γνώμης ἡ ψυχὴ ἔχει ἢ ἐπιλαθομένη τῶν 9403 1.49.45.47 : ἑαυτῆς ἔργων, μᾶλλον δὲ μεμνημένη τούτων μέχρι τῶν 9404 1.49.45.48 : τῆς ἑτέρας συνοδίας προσγεγονότων· ὅταν δὲ εἰρηνικοί, 9405 1.49.45.49 : τότε καὶ αὐτὴ τὸν ἴδιον δρόμον εἰρηνοποιεῖται· ὅταν δὲ 9406 1.49.45.50 : δικαστικοί, τότε καὶ αὐτὴ δικάζει· ὅταν δὲ μουσικοί, τότε 9407 1.49.45.51 : καὶ αὐτὴ ᾄδει· ὅταν δὲ φιλαλήθεις, τότε καὶ αὐτὴ φιλο– 9408 1.49.45.52 : σοφεῖ. Ὡς γὰρ ἐξ ἀνάγκης αἱ ψυχαὶ αὗται τῆς τῶν κατα– 9409 1.49.45.53 : γόντων περικρατοῦσι γνώμης, πίπτουσι γὰρ εἰς τὴν ἀνθρω– 9410 1.49.45.54 : πότητα τῆς μὲν ἰδίας φύσεως ἐπιλαθόμεναι καὶ παρόσον 9411 1.49.45.55 : μακρὰν αὐτῆς ἀπέστησαν, μέμνηνται δὲ τῆς τῶν κατακλει– 9412 1.49.45.56 : κλεισάντων αὐτὰς διαθέσεως“. 9413 1.49.45.57 : „Καλῶς“, εἶπεν Ὧρος, „ἅπαντά μοι, ὦ τεκοῦσα, <20πῶς>20 9414 1.49.45.58 : δὲ <20εὐγενεῖς γίγνονται ψυχαί,>20 οὐδέπω μοι διηγήσω“. 9415 1.49.45.59 : „Ὃν τρόπον ἐπὶ γῆς, ὦ τέκνον Ὧρε, εἰσί τινες πολιτεῖαι 9416 1.49.45.60 : διαφέρουσαι ἀλλήλων, οὕτως καὶ ἐπὶ τῶν ψυχῶν ἐστι. 9417 1.49.45.61 : Καὶ αὗται γὰρ τόπους ἔχουσιν ὅθεν ὁρμῶσι, καὶ ἡ ἀπὸ 9418 1.49.45.62 : τοῦ ἐνδοξοτέρου τόπου ὁρμηκυῖα εὐγενεστέρα ἐστὶ τῆς μὴ 9419 1.49.45.63 : οὕτως ἐχούσης. Ὅνπερ γὰρ τρόπον ἐπ´ ἀνθρώποις ὁ 9420 1.49.45.64 : ἐλεύθερος εὐγενέστερος εἶναι δοκεῖ δούλου (τὸ γὰρ ἐν 9421 1.49.45.65 : ταῖς ψυχαῖς ὑπερέχον καὶ βασιλικὸν δουλοποιεῖ τὸ ὑπερ– 9422 1.49.45.66 : εχόμενον ἐξ ἀνάγκης), οὕτω δή, ὦ τέκνον, καὶ 〈ἐπὶ τῶν 9423 1.49.45.67 : ψυχῶν ἐστιν〉“. 9424 1.49.45.68 : 〈<20„Πῶς>20 δέ, ὦ τεκοῦσα.〉 <20ἀρρενικαὶ καὶ θηλυκαὶ 9425 1.49.45.69 : γίγνονται ψυχαί;“>20 „Αἱ ψυχαί, 〈ὦ〉 τέκνον Ὧρε, ὁμο– 9426 1.49.45.70 : φυεῖς εἰσιν ἑαυταῖς, καθάπερ ἐξ ἑνὸς οὖσαι χωρίου, ἐν 9427 1.49.45.71 : ᾧ αὐτὰς διατυποῦται ὁ δημιουργός, καὶ οὔτε εἰσὶν ἄρρενες 9428 1.49.45.72 : οὔτε θήλειαι. Ἡ γὰρ τοιαύτη διάθεσις ἐπὶ σωμάτων 9429 1.49.45.73 : γίγνεται καὶ οὐκ ἐπὶ ἀσωμάτων. Ἡ δὲ διαφορὰ τοῦ τὰς 9430 1.49.45.74 : μὲν βριμωδεστέρας εἶναι τὰς δὲ εὐαφεῖς ὁ ἀήρ ἐστι, τέ– 9431 1.49.45.75 : κνον Ὧρε, ἐν ᾧ πάντα γίγνεται. Ἀὴρ δὲ ψυχῆς ἐστιν αὐτὸ 9432 1.49.45.76 : τὸ σῶμα ὃ περιβέβληται, ὅπερ στοιχείων ἐστὶ φύραμα, γῆς 9433 1.49.45.77 : καὶ ὕδατος καὶ ἀέρος καὶ πυρός. Ἐπεὶ οὖν τὸ μὲν τῶν 9434 1.49.45.78 : θηλειῶν σύγκριμα πλεονάζει μὲν τῷ ὑγρῷ καὶ ψυχρῷ, 9435 1.49.45.79 : λείπεται δὲ τῷ ξηρῷ καὶ θερμῷ, παρὰ τοῦτο ἡ εἰς τοιοῦτον 9436 1.49.45.80 : πλάσμα συγκλειομένη ψυχὴ δίυγρος γίγνεται καὶ τρυφερά, 9437 1.49.45.81 : ὥσπερ ἐπὶ τῶν ἀρρένων τὸ ἐναντίον ἔστι γιγνόμενον εὑρεῖν. 9438 1.49.45.82 : Ἐπὶ γὰρ τούτοις πλεονάζει μὲν τὸ ξηρὸν καὶ [τὸ] θερμόν, 9439 1.49.45.83 : λείπεται δὲ τὸ ψυχρὸν καὶ ὑγρόν· διὰ τοῦτο αἱ ἐν τοιού– 9440 1.49.45.84 : τοις σώμασι ψυχαὶ τραχεῖαι καὶ ἐργατικώτεραί εἰσιν.“ 9441 1.49.45.85 : <20„Πῶς γίγνονται αἱ ψυχαὶ συνεταί,>20 ὦ τεκοῦσα;“ 9442 1.49.45.86 : Καὶ ἀπεκρίθη Ἶσις· „Τὸ ὁρατικόν, ὦ τέκνον, περιβέβληται 9443 1.49.45.87 : χιτῶσιν. Ὅταν οὗτοι οἱ χιτῶνες πυκνοὶ ὦσι καὶ παχεῖς, 9444 1.49.45.88 : ἀμβλυωπεῖ ὁ ὀφθαλμός, ἐὰν δὲ ἀραιοὶ καὶ λεπτοί, τότε 9445 1.49.45.89 : ὀξυωπέστατα βλέπει. Οὕτως καὶ ἐπὶ τῆς ψυχῆς. Ἔχει 9446 1.49.45.90 : γὰρ καὶ αὕτη ἴδια περιβόλαια ἀσώματα, καθὸ καὶ αὐτὴ 9447 1.49.45.91 : ἀσώματός ἐστι. Τὰ δὲ περιβόλαια ταῦτα ἀέρες εἰσίν, οἱ 9448 1.49.45.92 : ἐν ἡμῖν. Ὅταν οὗτοι ὦσι λεπτοὶ καὶ ἀραιοὶ καὶ διαυγεῖς, 9449 1.49.45.93 : τότε συνετὴ ἡ ψυχή ἐστιν· ὅταν δὲ τοὐναντίον πυκνοὶ 9450 1.49.45.94 : καὶ παχεῖς καὶ τεθολωμένοι, τότε ὡς ἐν χειμῶνι ἐπὶ μα– 9451 1.49.45.95 : κρὸν οὐ βλέπει, ἀλλὰ ταῦτα ὅσα παρὰ ποσὶ κεῖται.“ 9452 1.49.45.96 : Καὶ εἶπεν Ὧρος· <20„διὰ τίνα οὖν αἰτίαν,>20 ὦ τε– 9453 1.49.45.97 : κοῦσα, <20οἱ ἔξω τῆς ἱερωτάτης ἡμῶν χώρας ἄνθρω– 9454 1.49.45.98 : ποι ταῖς διανοίαις οὐκ ὄντως εἰσὶ συνετοί,>20 ὡς 9455 1.49.45.99 : οἱ ἡμέτεροι“; Καὶ εἶπεν Ἶσις· „Ἡ γῆ μέσον τοῦ παντὸς 9456 1.49.45.100 : ὑπτία κεῖται [καὶ κεῖται] ὥσπερ ἄνθρωπος οὐρανὸν βλέ– 9457 1.49.45.101 : πουσα, μεμερισμένη δὲ καθ´ ὅσα μέρη ὁ ἄνθρωπος μελί– 9458 1.49.45.102 : ζεται· ἐμβλέπει δ´ οὐρανῷ καθάπερ πατρὶ ἰδίῳ, ὅπως 9459 1.49.45.103 : ταῖς ἐκείνου μεταβολαῖς καὶ αὐτὴ τὰ ἴδια συμμεταβάλλῃ. 9460 1.49.45.104 : Καὶ πρὸς μὲν τῷ νότῳ τοῦ παντὸς κειμένην ἔχει τὴν 9461 1.49.45.105 : κεφαλήν, πρὸς δὲ τῷ ἀπηλιώτῃ 〈τὸν〉 δεξιὸν ὦμον, 〈πρὸς 9462 1.49.45.106 : δὲ τῷ λιβὶ τὸν εὐώνυμον〉, ὑπὸ τὰς ἄρκτους τοὺς πόδας, 9463 1.49.45.107 : 〈τὸν μὲν δεξιὸν ὑπὸ τὴν οὐράν,〉 τὸν δὲ εὐώνυμον ὑπὸ τὴν 9464 1.49.45.108 : κεφαλὴν τῆς ἄρκτου· τοὺς δὲ μηροὺς ἐν τοῖς μετὰ τὴν 9465 1.49.45.109 : ἄρκτον· τὰ δὲ μέσα ἐν τοῖς μέσοις. Καὶ τούτου σημεῖόν 9466 1.49.45.110 : ἐστι τὸ τοὺς μὲν νοτιαίους τῶν ἀνθρώπων καὶ ἐπὶ τῇ 9467 1.49.45.111 : κορυφῇ οἰκοῦντας εὐκορύφους καὶ καλλίτριχας, τοὺς δὲ 9468 1.49.45.112 : ἀπηλιωτικοὺς πρὸς μάχην προχείρους εἶναι καὶ τοξι– 9469 1.49.45.113 : κούς (αἰτία γὰρ τούτων ἡ δεξιὰ χείρ ἐστι)· τοὺς δ´ ἐν τῷ 9470 1.49.45.114 : λιβὶ ἀσφαλεῖς εἶναι [καὶ] ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἀριστερο– 9471 1.49.45.115 : μάχους καὶ ὅσον ἄλλοι τῷ δεξιῷ μέρει ἐνεργοῦσιν αὐτοὺς 9472 1.49.45.116 : τῷ εὐωνύμῳ προστιθεμένους· τοὺς δὲ ὑπὸ τὴν ἄρκτον 9473 1.49.45.117 : πρωτεύοντας τοὺς πόδας καὶ ἄλλους εὐκνήμους· τοὺς δὲ 9474 1.49.45.118 : μετὰ τούτους καὶ μικρῷ πόρρω τὸ νῦν Ἰταλικὸν κλίμα 9475 1.49.45.119 : 〈κατοικοῦντας〉 καὶ τὸ Ἑλλαδικόν, πάντας δὴ τούτους καλ– 9476 1.49.45.120 : λιμήρους εἶναι καὶ εὐπυγοτέρους, ὥστε τῇ τοῦ κάλλους τῶν 9477 1.49.45.121 : μερῶν τούτων ὑπερβολῇ καὶ τοὺς ἐνταῦθα ἀνθρώπους 9478 1.49.45.122 : καταβαίνειν πρὸς τὴν τῶν ἀρρένων ὁμιλίαν. Πάντα δὲ 9479 1.49.45.123 : ταῦτα τὰ μέρη πρὸς τὰ ἄλλα ἀργὰ ὄντα ἀργοτέρους ἤνεγκε 9480 1.49.45.124 : καὶ τοὺς ἐπ´ αὐτοῖς ἀνθρώπους. Ἐπειδὴ δὲ ἐν τῷ μέσῳ 9481 1.49.45.125 : τῆς γῆς κεῖται ἡ τῶν προγόνων ἡμῶν ἱερωτάτη χώρα, τὸ 9482 1.49.45.126 : δὲ μέσον τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος μόνης τῆς καρδίας 9483 1.49.45.127 : ἐστὶ σηκός, τῆς δὲ ψυχῆς ὁρμητήριόν ἐστι καρδία, παρὰ 9484 1.49.45.128 : ταύτην τὴν αἰτίαν, ὦ τέκνον, 〈οἱ〉 ἐνταῦθα ἄνθρωποι τὰ 9485 1.49.45.129 : μὲν ἄλλα ἔχουσιν οὐχ ἧττον ὅσα καὶ πάντες, ἐξαίρετον 9486 1.49.45.130 : δὲ τῶν πάντων νοεροί εἰσι καὶ σώφρονες, ὡς ἂν ἐπὶ καρ– 9487 1.49.45.131 : δίας γενόμενοι καὶ τραφέντες. Ἄλλως τε ὁ μὲν νότος, 9488 1.49.45.132 : ὦ παῖ, δεκτικὸς ὢν τῶν ἐκ τοῦ περιέχοντος συνισταμένων 9489 1.49.45.133 : νεφῶν ** (αὐτίκα γοῦν καὶ διὰ τὴν οὕτως αὐτῶν γενο– 9490 1.49.45.134 : μένην ἐκεῖ κατακομιδὴν ἐκεῖθεν ῥεῖν λέγουσιν καὶ τὸν 9491 1.49.45.135 : ἡμέτερον πο〈ταμὸν〉 λυομένης ἐκεῖ τῆς πάχνης)· ὅπου δ´ ἂν 9492 1.49.45.136 : ἐμπέσῃ νεφέλη, τὸν ἐπικείμενον ἤχλυσεν ἀέρα καὶ τρόπον 9493 1.49.45.137 : τινὰ καπνοῦ κατεκόμισε, καπνὸς δὲ ἢ ἀχλὺς οὐ μόνον 9494 1.49.45.138 : ὀμμάτων ἐστὶν ἐμπόδιον, ἀλλὰ καὶ νοῦ. Ὁ δὲ ἀπηλιώτης, 9495 1.49.45.139 : ὦ μεγαλόδοξε Ὧρε, τῇ συνεχεῖ τοῦ ἡλίου ἀνατολῇ θορυ– 9496 1.49.45.140 : βούμενος καὶ ἐκθερμαινόμενος, ὁμοίως δὲ καὶ ὁ ἀντικεί– 9497 1.49.45.141 : μενος τούτῳ λὶψ μετέχων τῶν αὐτῶν κατὰ δυσμὰς οὐδε– 9498 1.49.45.142 : μίαν εἰλικρινῆ ἐπίστασιν ποιοῦνται τῶν παρ´ αὐτοῖς γεν– 9499 1.49.45.143 : νωμένων ἀνθρώπων. Ὁ δὲ βορέας τῇ συμφώνῳ ψυχρίᾳ 9500 1.49.45.144 : ἀποπήσσει μετὰ τῶν σωμάτων καὶ τὸν νοῦν τῶν ὑπ´ 9501 1.49.45.145 : αὐτὸν ἀνθρώπων. Τὸ δὲ μέσον τούτων εἰλικρινὲς ὂν καὶ 9502 1.49.45.146 : ἀτάραχον καὶ αὐτὸ προέχει καὶ τοῖς ἐν αὐτῷ πᾶσι. τῇ 9503 1.49.45.147 : γὰρ συνεχεῖ ἀμεριμνίᾳ γεννᾷ καὶ κοσμεῖ καὶ παιδεύει καὶ 9504 1.49.45.148 : μόνον τοῖς τοιούτοις ἐρίζει καὶ νικᾷ καὶ ἐπισταμένως 9505 1.49.45.149 : τὴν ἰδίαν νίκην ὥσπερ σατράπης ἀγαθὸς τοῖς νενικημένοις 9506 1.49.45.150 : καὶ ἐπιδίδωσι.“ 9507 1.49.45.151 : „Καὶ τοῦτό μοι, κυρία μῆτερ, ἔκθου· <20παρὰ ποίαν 9508 1.49.45.152 : αἰτίαν ἔτι ζώντων ἀνθρώπων ἐν ταῖς μακραῖς 9509 1.49.45.153 : νόσοις καὶ ὁ λόγος καὶ αὐτὸς ὁ λογισμὸς καὶ 9510 1.49.45.154 : αὐτὴ ἡ ψυχὴ ἔσθ´ ὅτε βλάπτεται;“>20 Καὶ ἀπεκρίθη 9511 1.49.45.155 : Ἶσις· „Τῶν ζώντων, ὦ τέκνον, τὰ μὲν ᾠκείωται πρὸς τὸ 9512 1.49.45.156 : πῦρ, τὰ δὲ πρὸς τὸ ὕδωρ, τὰ δὲ πρὸς ἀέρα, τὰ δὲ πρὸς 9513 1.49.45.157 : γῆν, τὰ δὲ πρὸς τούτων δύο ἢ τρία, τὰ δὲ καὶ πρὸς τὰ 9514 1.49.45.158 : ὅλα. Πάλιν αὖ τὰ μὲν ἀπηλλοτρίωται τοῦ πυρός, τὰ δὲ 9515 1.49.45.159 : τοῦ ὕδατος, τὰ δὲ τῆς γῆς, τὰ δὲ τοῦ ἀέρος, τὰ δὲ δύο 9516 1.49.45.160 : τούτων, τὰ δὲ τριῶν, τὰ δὲ τῶν ὅλων. Οἷον ἀκρὶς μέν, 9517 1.49.45.161 : ὦ τέκνον, καὶ πᾶσα μυῖα φεύγει τὸ πῦρ· ἀετὸς καὶ κίρκος 9518 1.49.45.162 : καὶ ὅσα ὑψιπετέστερά ἐστιν τῶν ὀρνέων φεύγει τὸ ὕδωρ· 9519 1.49.45.163 : ἰχθύες ἀέρα καὶ γῆν· ὄφις τὸν ἀέρα τὸν εἰλικρινῆ ἀπο– 9520 1.49.45.164 : στρέφεται. Φιλοῦσι δὲ τὴν μὲν γῆν οἱ ὄφεις καὶ ὅσα 9521 1.49.45.165 : ἕρπει· τὸ δὲ ὕδωρ τὰ νηκτὰ πάντα· τὸν δὲ ἀέρα τὰ 9522 1.49.45.166 : πτηνά, ἐν οἷς καὶ πολιτεύεται, τὸ δὲ πῦρ ὅσα ὑπερπετῆ 9523 1.49.45.167 : ἐστι καὶ ἐγγὺς 〈ἔχει〉 τὴν δίαιταν. Οὐ μὴν ἀλλὰ καί τινα 9524 1.49.45.168 : τῶν ζῴων φιλεῖ τὸ πῦρ· οἷον αἱ σαλαμάνδραι, ἐν γὰρ 9525 1.49.45.169 : τῷ πυρὶ καὶ φωλεύουσιν. Ἕκαστον γὰρ τῶν στοιχείων 9526 1.49.45.170 : περιβολή ἐστι τῶν σωμάτων. Πᾶσα οὖν ψυχὴ ἐν τῷ σώ– 9527 1.49.45.171 : ματι οὖσα βαρεῖται καὶ θλίβεται τοῖς τέτταρσι τούτοις. 9528 1.49.45.172 : Καὶ γὰρ εἰκός ἐστι καὶ ταύτην τισὶ μὲν τούτων τέρπε– 9529 1.49.45.173 : σθαι, τισὶ δὲ ἄχθεσθαι. Διὰ τοῦτο οὖν οὐκ ἔχει αὕτη 9530 1.49.45.174 : τὴν ἀκροτάτην εὐδαιμονίαν· ἀλλ´ ὡς ἂν φύσει θεία οὖσα, 9531 1.49.45.175 : κἀν τούτοις οὖσα μάχεται καὶ νοεῖ, ἀλλ´ οὐχ ὅσα ἂν ἐνό– 9532 1.49.45.176 : ησεν ἀσύνδετος οὖσα σώματι. Ἐὰν μέντοι καὶ ταῦτα 9533 1.49.45.177 : σάλον λάβῃ καὶ ταραχὴν ἤτοι ἀπὸ νόσου ἢ φόβου, τότε 9534 1.49.45.178 : καὶ αὕτη ὡσπερεὶ βυθῷ ἀνθέρικος ἐπικυμαίνεται καὶ οὐδὲν 9535 1.49.45.179 : ἑσταμένον φέρει.“ 9536 1.49.46.1 : <20Περὶ τῆς τῶν ψυχῶν διαγωγῆς μετὰ 9537 1.49.46.2 : τὴν ἀπὸ τοῦ σώματος ἔξοδον· χρησμός.>20 9538 1.49.46.3 : Σῶμα λυθὲν ψυχήν τε λιπὸν καὶ 〈γαῖ〉α γενηθὲν 9539 1.49.46.4 : οὐκέτι πως βιότοιο παλίνδρομον οἶδε κέλευθον, 9540 1.49.46.5 : ἀλλὰ τὸ μὲν λυθέν ἐστι κενὴ 〈κόνι〉ς, ἣ δὲ πρὸς αἴθρην 9541 1.49.46.6 : σκίδναται, ὁππόθεν ἦλθε, μετήορος εἰς αἰθέρ´ ἁπλοῦν. 9542 1.49.46.7 : Ἄλλος δ´ ἐξ ἄλλου γεννώμενος ἠδ´ ἀναβλαστῶν 9543 1.49.46.8 : ψυχοῦται γονίμου φύσεως ἀροτρεύμασι καινοῖς. 9544 1.49.47.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Ἀξιόχου>20 (p. 371A–372A). 9545 1.49.47.2 : Εἰ δὲ καὶ ἕτερον βούλει λόγον ἀκοῦσαι, ὃν ἐμοὶ ἤγ– 9546 1.49.47.3 : γειλε Γωβρύης, ἀνὴρ μάγος, [ὃς] ἔφη κατὰ τὴν Ξέρξου 9547 1.49.47.4 : διάβασιν τὸν πάππον αὑτοῦ καὶ ὁμώνυμον πεμφθέντα 9548 1.49.47.5 : εἰς Δῆλον, ὅπως τηρήσειε τὴν νῆσον ἄσυλον ἐν ᾗ 〈οἱ〉 9549 1.49.47.6 : δύο θεοὶ ἐγένοντο, ἐκ τινῶν χαλκέων δέλτων, ἃς 〈ἐξ〉 9550 1.49.47.7 : Ὑπερβορέων ἐκόμισαν Ὦπις καὶ Ἑκάεργος, ἐκμεμαθηκέναι 9551 1.49.47.8 : [τε] μετὰ τὴν τοῦ σώματος λύσιν τὴν ψυχὴν εἰς τὸν ἄδη– 9552 1.49.47.9 : λον χωρεῖν τόπον καὶ τὴν ὑπόγειον οἴκησιν, ἐν ᾗ βασί– 9553 1.49.47.10 : λεια Πλούτωνος οὐχ ἥττω τῶν Διός, ἅτε τῆς γῆς μὲν 9554 1.49.47.11 : ἐχούσης τὰ μέσα τοῦ κόσμου, τοῦ πόλου δὲ ὄντος σφαι– 9555 1.49.47.12 : ροειδοῦς· οὗ τὸ μὲν ἕτερον ἡμισφαίριον θεοὶ ἔλαχον οἱ 9556 1.49.47.13 : οὐράνιοι, τὸ δὲ ἕτερον οἱ ὑπένερθεν, οἳ μὲν ἀδελφοὶ 9557 1.49.47.14 : ὄντες, οἳ δὲ ἀδελφῶν παῖδες. Τὰ δὲ προπύλαια τῆς εἰς 9558 1.49.47.15 : Πλούτωνος ὁδοῦ σιδηροῖς τείχεσι καὶ κλεισὶ διωχύρωται. 9559 1.49.47.16 : Ταῦτα δὲ ἀνοίξαντα ποταμὸς Ἀχέρων ἐκδέχεται, μεθ´ ὃν 9560 1.49.47.17 : Κωκυτός· οὓς χρὴ πορθμευθέντας ἀχθῆναι ἐπὶ Μίνω καὶ 9561 1.49.47.18 : Ῥαδάμανθυν ἐν πεδίῳ ᾧ κλῄζεται ἀληθείας. Καθέζονται 9562 1.49.47.19 : δὲ δικασταὶ ἀνακρίνοντες τῶν ἀφικνουμένων ἕκαστον, τίνα 9563 1.49.47.20 : βίον βεβίωκε καὶ τίσιν ἐπιτηδεύμασιν ἐνῳκίσθη τῷ σώματι. 9564 1.49.47.21 : Ψεύσασθαι δὲ ἀμήχανον. Οἷς μὲν οὖν ἐν τῷ ζῆν δαίμων 9565 1.49.47.22 : ἀγαθὸς ἐπέπνευσεν, εἰς τὸν τῶν εὐσεβῶν χῶρον λογίζον– 9566 1.49.47.23 : ται, ἔνθα ἄφθονοι μὲν ὧραι παγκάρπου γονῆς βρύουσι, 9567 1.49.47.24 : πηγαὶ δὲ ὑδάτων καθαρῶν, παντοῖοι δὲ λειμῶνες εὐάνθεσι 9568 1.49.47.25 : ποικίλοις ἐαριζόμενοι, διατριβαὶ δὲ ποιητῶν καὶ θέατρα 9569 1.49.47.26 : φιλοσόφων καὶ ἐγκύκλιοι χοροὶ καὶ μουσικὰ ἀκούσματα, 9570 1.49.47.27 : συμπόσιά τε εὐμελῆ καὶ εἰλαπίναι αὐτοχορήγητοι καὶ ἀκή– 9571 1.49.47.28 : ρατος ἀλυπία καὶ ἡδεῖα δίαιτα. Οὔτε γὰρ χεῖμα σφοδρὸν 9572 1.49.47.29 : οὔτε θάλπος ἐγγίγνεται, ἀλλ´ εὔκρατος ἀὴρ χεῖται ἁπα– 9573 1.49.47.30 : λαῖσιν ἀκτῖσιν ἡλίου ἀνακιρνάμενος· καὶ ἐνταῦθα τοῖς 9574 1.49.47.31 : μεμυημένοις ἐστί τις προεδρία· καὶ τὰς ὁσίους ἁγιστείας 9575 1.49.47.32 : κἀκεῖ συντελοῦσιν. Πῶς οὖν οὐ σοὶ πρώτῳ μέτεστι τῆς 9576 1.49.47.33 : τιμῆς, ὄντι γεννήτῃ τῶν θεῶν; καὶ γὰρ τοὺς περὶ Ἡρα– 9577 1.49.47.34 : κλέα καὶ Διόνυσον κατιόντας εἰς Ἅιδην πρότερον ἐνθάδε 9578 1.49.47.35 : λόγος μυηθῆναι καὶ τὸ θάρσος τῆς ἐκεῖσε πορείας παρὰ 9579 1.49.47.36 : τῆς Ἐλευσινίας ἐναύσασθαι. Ὅσοις δὲ τὸ ζῆν διὰ κακουρ– 9580 1.49.47.37 : γημάτων ἠλάθη, ἄγονται πρὸς Ἐρινύων εἰς ἔρεβος καὶ 9581 1.49.47.38 : χάος διὰ ταρτάρου, ἔνθα χῶρος ἀσεβῶν καὶ Δαναίδων 9582 1.49.47.39 : ὑδρεῖαι ἀτελεῖς καὶ Ταντάλου δῖψος καὶ Τιτυοῦ σπλάγχνα 9583 1.49.47.40 : αἰωνίως ἐσθιόμενα καὶ γεννώμενα καὶ Σισύφου πέτρος 9584 1.49.47.41 : ἀνήνυτος· οὗ τὰ τέρματα αὖθις ἄρχεται [τῶν] πόνων· ἔνθα 9585 1.49.47.42 : θηρσὶ περιλιχμώμενοι καὶ δασὶν ἐπιμόνως πυρούμενοι 9586 1.49.47.43 : Ποινῶν καὶ πᾶσαν αἰκίαν αἰκιζόμενοι ἀιδίοις τιμωρίαις 9587 1.49.47.44 : τρύχονται. 9588 1.49.48.1 : <20Ἑρμοῦ ἐκ τῶν πρὸς Τάτ>20 (p. 10 Patrit., 71, 7 9589 1.49.48.2 : Parthey.). 9590 1.49.48.3 : Οὐκ ἤκουσας ἐν τοῖς γενικοῖς, ὅτι ἀπὸ μιᾶς ψυχῆς, 9591 1.49.48.4 : τῆς τοῦ παντός, πᾶσαι αἱ ψυχαί εἰσιν αὗται, 〈αἱ〉 ἐν τῷ 9592 1.49.48.5 : παντὶ κόσμῳ κυλινδούμεναι, ὥσπερ ἀπονενεμημέναι; Τού– 9593 1.49.48.6 : των τοίνυν τῶν ψυχῶν πολλαὶ αἱ μεταβολαί, τῶν μὲν εἰς 9594 1.49.48.7 : τὸ εὐτυχέστερον, τῶν δ´ εἰς τὸ ἐναντίον. Αἱ μὲν γὰρ 9595 1.49.48.8 : ἑρπετώδεις οὖσαι εἰς ἔνυδρα μεταβάλλουσιν, αἱ δὲ ἔνυδροι 9596 1.49.48.9 : εἰς χερσαῖα, αἱ δὲ χερσαῖαι εἰς πετεινά, αἱ δὲ ἀέριαι εἰς 9597 1.49.48.10 : ἀνθρώπους, αἱ δὲ ἀνθρώπιναι ἀρχὴν ἀθανασίας ἴσχουσαι 9598 1.49.48.11 : εἰς δαίμονας μεταβάλλουσιν, εἶθ´ οὕτως εἰς τὸν τῶν θεῶν 9599 1.49.48.12 : χορόν· χοροὶ δὲ δύο θεῶν, ὃ μὲν τῶν πλανωμένων, ὃ δὲ 9600 1.49.48.13 : τῶν ἀπλανῶν. Καὶ αὕτη ψυχῆς ἡ τελειοτάτη δόξα. Ψυχὴ 9601 1.49.48.14 : δὲ εἰς ἀνθρώπους ἐλθοῦσα ἐὰν κακὴ μείνῃ, οὔποτε τεύ– 9602 1.49.48.15 : ξεται ἀθανασίας, παλίσσυτος δὲ τὴν ὁδὸν ὑποστρέψει τὴν 9603 1.49.48.16 : ἐπὶ τὰ ἑρπετά. Καὶ αὕτη καταδίκη ψυχῆς κακῆς. Κακία 9604 1.49.48.17 : δὲ ψυχῆς ἀγνωσία. Ψυχὴ γὰρ μηδὲν ἐπιγνοῦσα τῶν ὄντων 9605 1.49.48.18 : μηδὲ τὴν τούτων φύσιν μηδὲ τὸ ἀγαθόν, τυφλώττουσα 9606 1.49.48.19 : δὲ ἐντινάσσεται τοῖς σωματικοῖς πάθεσι καὶ ἡ κακοδαίμων 9607 1.49.48.20 : ἀγνοήσασα ἑαυτὴν δουλεύει σώμασιν ἀλλοκότοις καὶ μοχ– 9608 1.49.48.21 : θηροῖς ὥσπερ φορτίον βαστάζουσα τὸ σῶμα καὶ οὐκέτ´ 9609 1.49.48.22 : ἄρχουσα ἀλλ´ ἀρχομένη. Αὕτη κακία ψυχῆς. 9610 1.49.49.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (p. 11b Patrit., p. 79, 13 Parthey.). 9611 1.49.49.2 : Ψυχὴ δὲ ἀνθρωπίνη 〈οὐ〉 πᾶσα μέν, ἡ δ´ εὐσεβὴς 9612 1.49.49.3 : δαιμονία τίς ἐστι καὶ θεία. Καὶ ἡ τοιαύτη καὶ μετὰ τὸ 9613 1.49.49.4 : ἀπαλλαγῆναι τοῦ σώματος τὸν τῆς εὐσεβείας ἀγῶνα ἀγω– 9614 1.49.49.5 : νισαμένη (ἀγὼν δὲ εὐσεβείας τὸ γνῶναι τὸ θεῖον καὶ 9615 1.49.49.6 : μηδένα ἀνθρώπων ἀδικῆσαι), ὅλη νοῦς γίγνεται. Ἡ δὲ 9616 1.49.49.7 : ἀσεβὴς ψυχὴ μένει ἐπὶ τῆς ἰδίας οὐσίας ὑφ´ ἑαυτῆς κολα– 9617 1.49.49.8 : ζομένη καὶ γήινον σῶμα ζητοῦσα εἰσελθεῖν, [εἰς] ἀνθρώ– 9618 1.49.49.9 : πινον δέ· ἄλλο γὰρ σῶμα οὐ χωρεῖ ἀνθρωπίνην ψυχήν, 9619 1.49.49.10 : οὐδὲ θέμις ἐστὶν εἰς ἀλόγου ζῴου σῶμα ψυχὴν ἀνθρω– 9620 1.49.49.11 : πίνην καταπεσεῖν· θεοῦ γὰρ νόμος οὗτος φυλάσσειν ψυ– 9621 1.49.49.12 : χὴν ἀνθρωπίνην ἀπὸ τῆς τοιαύτης ὕβρεως. 9622 1.49.50.1 : <20Πορφυρίου ἐκ τῶν περὶ Στυγός.>20 9623 1.49.50.2 : Τοῦ δὲ Ἀπολλοδώρου ἐν τῷ εἰκοστῷ τοῦ περὶ τῶν 9624 1.49.50.3 : θεῶν συγγράμματος, ὅ ἐστι περὶ τοῦ Ἅιδου (fr. 10 ap. 9625 1.49.50.4 : Müller. fr. h. Gr. I p. 429; I p. 391 Heyn.), τάδε περὶ τῆς 9626 1.49.50.5 : Στυγὸς λεγόμενα εὕρομεν. 9627 1.49.50.6 : „Ἀρκτέον γὰρ ἀπὸ τούτων, τῆς τε ἐκ τῶν ὀνομάτων 9628 1.49.50.7 : παρεμφάσεως οὐ καταφρονητέον. Ἐκ γὰρ τοιούτων ὁρμώ– 9629 1.49.50.8 : μενοι πιθανῶς καὶ τοὺς ἐν Ἅιδου νομιζομένους ποταμοὺς 9630 1.49.50.9 : κατωνομάκασιν. Ἀχέροντα μὲν διὰ τὰ ἄχη, ὡς καὶ Μελα– 9631 1.49.50.10 : νιππίδης ἐν Περσεφόνῃ (fr. 3 p. 1245 3 Bergk.)· 9632 1.49.50.11 : καλεῖται δ´ ἐν κόλποισι γαίας 9633 1.49.50.12 : ἄχεα 〈βροτ〉οῖσιν προχέων Ἀχέρων. 9634 1.49.50.13 : Ἐπεὶ καὶ Λικύμνιός φησι (fr. 1 p. 1251 3 Bergk.)· 9635 1.49.50.14 : μυρίαις παγαῖς δακρύων 〈Ἀχέρων〉 ἀχέων τε βρύει, 9636 1.49.50.15 : καὶ πάλιν (fr. 2 ibid.)· 9637 1.49.50.16 : Ἀχέρων ἄχεα πορθμεύει βροτοῖσιν· 9638 1.49.50.17 : Ἀχέρων δὲ καὶ Ἀχερουσία λίμνη ταὐτόν, ὡς καὶ Σοφοκλῆς 9639 1.49.50.18 : ἐν Πολυξένῃ (fr. 478 N.) τὴν Ἀχιλλέως ψυχὴν εἰσάγει λέ– 9640 1.49.50.19 : γουσαν· 9641 1.49.50.20 : Ἀκτὰς ἀπαίωνάς τε καὶ μελαμβαθεῖς 9642 1.49.50.21 : λιποῦσα λίμνης ἦλθον ἄρσενας χοὰς 9643 1.49.50.22 : Ἀχέροντος ὀξυπλῆγας ἠχούσας γόους, 9644 1.49.50.23 : 〈<20ἀπαίωνας ἀκτὰς>20〉 τὰς τῶν νεκρῶν λέγων παιῶν´ οὐκ ἐχού– 9645 1.49.50.24 : σας, <20ἄρσενας>20 δὲ 〈<20χοὰς>20〉 τὰς οὐδὲν ἐκτρεφούσας. θήλεα 9646 1.49.50.25 : μὲν γὰρ τὰ καρποφόρα, ἄρσενα δὲ τὰ ἄγονα ἔλεγον τῷ τὸν 9647 1.49.50.26 : μὲν τὸ σπέρμα παρέχειν μόνον, τὴν δὲ καὶ ἐκτρέφειν· 9648 1.49.50.27 : ὅθεν καὶ ‘θῆλυς ἐέρση’ (Hom. ε 467) ἡ πολύγονος καὶ τρο– 9649 1.49.50.28 : φίμη. Διαπεραιοῦσθαι δὲ ὑπὸ τῶν ἀπογενομένων τὸν 9650 1.49.50.29 : Ἀχέροντά φασιν εἰκότως· ὁ γὰρ μετηλλαχὼς πάντα τἀν 9651 1.49.50.30 : τῷ ζῆν ἄχη σχεδὸν ὑπερῆρκε καὶ ἔστιν ἐν ἀπονίᾳ καὶ ἀλυ– 9652 1.49.50.31 : πίᾳ πάσῃ. Γοργύραν δὲ τοῦ Ἀχέροντος γυναῖκα προσ– 9653 1.49.50.32 : ανέπλασαν ἀπὸ τοῦ γοργὰ φαίνεσθαι τοῖς πολλοῖς τὰ ἐν 9654 1.49.50.33 : Ἅιδου· καθὸ δὴ καὶ αὐτοῦ τούτου τιθήνην ὁ Σώφρων 9655 1.49.50.34 : Μορμολύκαν ὠνόμασεν.“ 9656 1.49.50.35 : Ταῦτ´ εἰπὼν περὶ τοῦ Ἀχέροντος Ἀπολλόδωρος ἐπά– 9657 1.49.50.36 : γει περὶ τῆς Στυγὸς αὐταῖς λέξεσι τάδε· „Στύγα δὲ δεινήν 9658 1.49.50.37 : τινα καὶ φοβερὰν ὑποστησάμενοι δαίμονα, θεῶν ὅρκον, 9659 1.49.50.38 : ἐν Ἅιδου τε ταύτην κατῴκισαν καὶ τῆς προσηγορίας ταύ– 9660 1.49.50.39 : της ἠξίωσαν ἀπὸ τοῦ στυγνάζειν τοῖς πένθεσι καὶ στύ– 9661 1.49.50.40 : γεσθαι τὰ ἐν Ἅιδου, ὅρκον δὲ τῶν θεῶν δι´ ἐναντιότητα· 9662 1.49.50.41 : ἣ μὲν γὰρ τῶν ὄντων τε καὶ ζώντων φθαρτικὴν ἔχει 9663 1.49.50.42 : δύναμιν ὅσον ἐφ´ ἑαυτῇ, οἳ δὲ τῇ τε προαιρέσει καὶ τῷ 9664 1.49.50.43 : τρόπῳ διεστήκασι.“ 9665 1.49.50.44 : Τοσαῦτα περὶ τῆς Στυγὸς εἰπὼν ἐπάγει· „Κωκυτὸν δὲ 9666 1.49.50.45 : ποταμὸν ἀνέπλασαν ἀπὸ τοῦ κωκύειν, ὅς ἐστι Στυγὸς καὶ 9667 1.49.50.46 : στυγνάσεως ἀπορρώξ. Τοιούτου δέ ἐστι γένους καὶ ὁ 9668 1.49.50.47 : Πυριφλεγέθων. Εἴρηται γὰρ ἀπὸ τοῦ πυρὶ φλέγεσθαι 9669 1.49.50.48 : τοὺς τελευτῶντας, ὡς Ὅμηρός (λ 218–221) φησι· 9670 1.49.50.49 : Οὐ γὰρ ἔτι σάρκας τε καὶ ὀστέα ἶνες ἔχουσιν, 9671 1.49.50.50 : ἀλλὰ τὰ μέν τε πυρὸς κρατερὸν μένος αἰθομένοιο 9672 1.49.50.51 : δαμνᾷ, ἐπεί κεν πρῶτα λίπῃ λεύκ´ ὀστέα θυμός, 9673 1.49.50.52 : ψυχὴ δ´ ἠΰτ´ ὄνειρος ἀποπταμένη πεπότηται. 9674 1.49.50.53 : Ὑποτίθεται γὰρ τὰς ψυχὰς τοῖς εἰδώλοις τοῖς ἐν τοῖς 9675 1.49.50.54 : κατόπτροις φαινομένοις ὁμοίας καὶ τοῖς διὰ τῶν ὑδάτων 9676 1.49.50.55 : συνισταμένοις, ἃ καθάπαξ ἡμῖν ἐξείκασται καὶ τὰς κινή– 9677 1.49.50.56 : σεις μιμεῖται, στερεμνιώδη δ´ ὑπόστασιν οὐδεμίαν ἔχει 9678 1.49.50.57 : εἰς ἀντίληψιν καὶ ἁφήν· ὅθεν αὐτὰς ‘βροτῶν εἴδωλα κα– 9679 1.49.50.58 : μόντων’ (λ 476) λέγει.“ 9680 1.49.51.1 : <20Ἐν ταὐτῷ.>20 9681 1.49.51.2 : Ἅπαντες δὲ ὕδωρ ἱστόρησαν τὴν Στύγα ἐπίγειον, 9682 1.49.51.3 : φύσιν ἔχον ἀμύνεσθαι τοὺς κατ´ αὐτοῦ ψευδῶς ὀμόσαι 9683 1.49.51.4 : τολμήσαντας. Διαβόητον μὲν τοίνυν Στυγὸς ὕδωρ κατὰ 9684 1.49.51.5 : τὴν Ἀρκαδίαν οἱ ἱστορικοὶ ἀναγεγράφασιν, ὧν ἐστι καὶ 9685 1.49.51.6 : Ἡρόδοτος, ὃς ἐν τῇ ἕκτῃ (c. 74) τὰ κατὰ Κλεομένην ἀφη– 9686 1.49.51.7 : γούμενος γράφει ταῦτα· „Ἐντεῦθεν δὲ ἀφικόμενος εἰς τὴν 9687 1.49.51.8 : Ἀρκαδίαν νεώτερα ἔπρησσε πράγματα, συνιστὰς τοὺς Ἀρ– 9688 1.49.51.9 : κάδας ἐπὶ τῇ Σπάρτῃ, ἄλλους τε ὅρκους προσάγων καὶ 9689 1.49.51.10 : δὴ καὶ ἐς Νώνακριν πόλιν πρόθυμος ἦν τῶν Ἀρκάδων 9690 1.49.51.11 : τοὺς προεστῶτας ἀγινεῖν, ἐξορκῶν τὸ Στυγὸς ὕδωρ.“ Καλ– 9691 1.49.51.12 : λίμαχος δ´ ἐν τῷ Περὶ νυμφῶν συγγράμματι (fr. 100b 2 9692 1.49.51.13 : p. 290 Schneid.) καὶ τὸ ἰδίωμα τοῦ ὕδατος ἀφηγεῖται λέ– 9693 1.49.51.14 : γων οὕτω· „Στὺξ ἐν Νωνακρίνῃ τῆς Ἀρκαδίας ὕδωρ ἐστὶ 9694 1.49.51.15 : τὸ διακόπτον πάντα τὰ ἀγγεῖα πλὴν τῶν κερατίνων.“ 9695 1.49.52.1 : <20Ἐν ταὐτῷ.>20 9696 1.49.52.2 : Ἐπειδὴ περὶ τοῦ Στυγὸς ὕδατος ὁ λόγος ἐστί, δηλῶσαί 9697 1.49.52.3 : σοι βούλομαι καὶ ἑτέραν ἱστορίαν περὶ τοῦ αὐτοῦ. Φίλων 9698 1.49.52.4 : γὰρ ὁ Ἡρακλεώτης ἐν τῷ Πρὸς Νύμφιν περὶ θαυμασίων 9699 1.49.52.5 : ἐν Σκύθαις φησὶν ὄνους γίγνεσθαι κέρατα ἔχοντας, ταῦτα 9700 1.49.52.6 : δὲ τὰ κέρατα δύνασθαι τοῦτο τὸ ὕδωρ διαφέρειν· καὶ 9701 1.49.52.7 : Ἀλεξάνδρῳ τῷ Μακεδόνι ἐνεχθῆναι ὑπὸ Σωπάτρου κέρας 9702 1.49.52.8 : τοιοῦτο, ὃ καὶ ἀνατεθῆναι ἐν Δελφοῖς, ἐφ´ οὗ καὶ ἐπι– 9703 1.49.52.9 : γεγράφθαι· 9704 1.49.52.10 : Σοὶ τόδ´ Ἀλέξανδρος Μακεδὼν κέρας ἄνθετο, Παιάν, 9705 1.49.52.11 : κάνθωνος Σκυθικοῦ, χρῆμά τι δαιμόνιον· 9706 1.49.52.12 : ὃ Στυγὸς ἀχράντῳ Λουσηίδος οὐκ ἐδαμάσθη 9707 1.49.52.13 : ῥεύματι, βάσταξεν δ´ ὕδατος ἠνορέην. 9708 1.49.53.1 : <20Ἐν ταὐτῷ.>20 9709 1.49.53.2 : Περὶ μὲν δὴ τῶν θεῶν εἰρήσθω τοσαῦτα. Λοιπὸν 9710 1.49.53.3 : δὲ τὰ περὶ τῶν ψυχῶν ὅπως Ὅμηρος διέταξε τῶν ἐν 9711 1.49.53.4 : Ἅιδου διαλαβόντες καὶ περὶ μὲν τῶν τιμωρουμένων ἀφη– 9712 1.49.53.5 : γησάμενοι συνάπτοιμεν ἂν τὸν λόγον ἐπὶ τὴν Στύγα, ἣν 9713 1.49.53.6 : ἐπὶ τιμωρίᾳ καθ´ Ὅμηρον τῶν ἁμαρτανόντων τετάχθαι 9714 1.49.53.7 : δαιμόνων ὑπειλήφαμεν. Πληρώσας γὰρ δὴ πάντα θεῶν 9715 1.49.53.8 : καὶ τοῖς τόποις ἀφορίσας τὰς βασιλείας, πάλιν τῶν ψυχῶν 9716 1.49.53.9 : ἃς ἀθανάτους εἶναι νενόμικε τόπους τρεῖς εἶναι ὑπείλη– 9717 1.49.53.10 : φεν· ἕνα μὲν τὸν ἐπίγειον κατὰ τὴν οἰκουμένην ταύτην, 9718 1.49.53.11 : καθ´ ἣν τὰ ζῷα καὶ οἱ ἄνθρωποι διατρίβουσιν· ἕτερον 9719 1.49.53.12 : δὲ τοῖς δικαίοις ἀφωρισμένον παρὰ τὸν Ὠκεανόν, ὃν Ἠλύ– 9720 1.49.53.13 : σιον καλεῖ πεδίον καὶ ζῶντας ἔτι εἰς αὐτόν φησιν ἐκπέμ– 9721 1.49.53.14 : πεσθαι. δηλοῖ δὲ ἐπὶ τοῦ Μενελάου τὸ τοιοῦτο λέγων 9722 1.49.53.15 : (δ 561–568)· 9723 1.49.53.16 : Σοὶ δ´ οὐ θέσφατόν ἐστι, διοτρεφὲς ὦ Μενέλαε, 9724 1.49.53.17 : Ἄργει ἐν ἱπποβότῳ θανέειν καὶ πότμον ἐπισπεῖν· 9725 1.49.53.18 : ἀλλά ς´ Ἠλύσιον πεδίον καὶ πείρατα γαίης 9726 1.49.53.19 : ἀθάνατοι πέμψουσιν, ὅθι ξανθὸς Ῥαδάμανθυς· 9727 1.49.53.20 : τῇ περ ῥηίστη βιοτὴ πέλει ἀνθρώποισιν, 9728 1.49.53.21 : οὐ νιφετὸς οὔτ´ ἂρ χειμὼν πολὺς οὔτε ποτ´ ὄμβρος· 9729 1.49.53.22 : ἀλλ´ αἰεὶ Ζεφύροιο λιγὺ πνείοντος ἀήτας 9730 1.49.53.23 : Ὠκεανὸς ἀνίησιν, ἀναψύχειν 〈ἀνθρώπους〉. 9731 1.49.53.24 : Τούτοις μὲν οὖν καὶ τὰ σώματα παρεῖναι. Τρίτον δὲ 9732 1.49.53.25 : τόπον λέγει ὃν ψυχῶν τοῦ σώματος τούτου ἀπολυθεισῶν 9733 1.49.53.26 : ὑπείληφεν εἶναι τὸν ἐν Ἅιδου, ταύτας δὲ εὐθὺς μὲν χωρεῖν 9734 1.49.53.27 : εἰς Ἅιδου, διατρίβειν δὲ τὰς μὲν τῶν ἀτάφων ἔξω τοῦ 9735 1.49.53.28 : Ἀχέροντος κατὰ τὰ ἄλση καὶ τὸν λειμῶνα τῆς Περσε– 9736 1.49.53.29 : φόνης, ἔσω περᾶσαι κωλυομένας· τὰς δὲ τῶν ταφέντων 9737 1.49.53.30 : χωρεῖν ἐντός, εἰ μὴ εἶεν κολάσεως ἄξιαι· εἰ δὲ μή, κἂν 9738 1.49.53.31 : ταφῇ τὰ σώματα, ὁμοίως εἴργεσθαι τοῦ ἔνδον. Τὰς τοί– 9739 1.49.53.32 : νυν ἐκτὸς μνήμης μετέχειν τῶν αὐταῖς βεβιωμένων· τὰς 9740 1.49.53.33 : δὲ τὸν ποταμὸν ὑπερβαινούσας ἐπιλανθάνεσθαι τῶν λο– 9741 1.49.53.34 : γισμῶν τῶν περὶ τὰ ἀνθρώπινα μεθείσας. Διὸ καὶ τῶν 9742 1.49.53.35 : ἀδίκων ἐκτὸς εἶναι τὰ κολαστήρια διὰ τοῦ λογισμοῦ καὶ 9743 1.49.53.36 : τῆς μνήμης τῶν βεβιωμένων τὰς κολάσεις ἐχόντων. Φαν– 9744 1.49.53.37 : τασίας γὰρ λαμβάνειν τῶν δεινῶν ὅσα ἐν τῷ βίῳ δεδρά– 9745 1.49.53.38 : κασι καὶ κολάζεσθαι, τῆς ἁμαρτίας παρεστώσης αὐτοῖς 9746 1.49.53.39 : κατὰ λογισμὸν καὶ τιμωρούσης διὰ τῶν ἀφωρισμένων ταῖς 9747 1.49.53.40 : ἁμαρτίαις κολάσεων, ὅθεν τὰς μέν τινας τῶν ψυχῶν λίθους 9748 1.49.53.41 : βαστάζειν δοκούσας καὶ ὑπὸ τοῦ θλίβεσθαι τιμωρεῖσθαι, 9749 1.49.53.42 : τὰς δὲ δίψης καὶ λιμοῦ αἰωνίου φαντασίας λαμβανούσας, 9750 1.49.53.43 : τὰς δ´ ἄλλου τινὸς ὧν ἐν τῷ θνητῷ βίῳ ἐπεφρίκεσαν. 9751 1.49.53.44 : Εἶναι γὰρ καὶ κριτὴν ἐκτὸς τοῦ ποταμοῦ διατρίβοντα, 9752 1.49.53.45 : Μίνω, ὃν κατ´ ἀξίαν τῶν ἁμαρτημάτων κολάζειν, τοῖς μὲν 9753 1.49.53.46 : τὸν ἔξω τοῦ ποταμοῦ τόπον ἀφορίσαντα ἐπὶ τὴν δίκην, 9754 1.49.53.47 : τοῖς δὲ περᾶσαι τὸν ποταμὸν ἐπιτρέψαντα, ὃς ἀνάπαυσις 9755 1.49.53.48 : ἦν ταῖς ψυχαῖς τῶν ἀνηνύτων κακῶν διὰ τὴν λήθην. 9756 1.49.53.49 : Τιμωρεῖσθαι δὲ ἐκτὸς ὄντα καὶ τὸν Ἡρακλέα τοὺς ἀδίκους, 9757 1.49.53.50 : φαντασίας φοβερὰς ἐμποιοῦντα τοῦ βάλλοντος καὶ τοξεύ– 9758 1.49.53.51 : οντος, ὥσπερ ζῶν ἠμύνετο, ἀμυνομένου καὶ ἐν Ἅιδου τοὺς 9759 1.49.53.52 : ἀξίους κολάσεως· οὐ γὰρ δὴ καὶ οὗτος τῶν κολαζομένων 9760 1.49.53.53 : ἐστίν, ὡς Ἀριστάρχῳ ἐδόκει, ἀλλὰ τῶν κολαζόντων. Τῶν 9761 1.49.53.54 : δ´ ἐντὸς τοῦ ποταμοῦ καὶ ἀφῃρημένων τὸν λογισμὸν τὸν 9762 1.49.53.55 : ἀνθρώπινον μόνος ὁ Τειρεσίας καὶ τοῦτον ἔχει παρόντα· 9763 1.49.53.56 : οἱ δὲ ἄλλοι ἀλλήλους μὲν γιγνώσκουσι κατ´ ἰδιότητα 9764 1.49.53.57 : φρονήσεως ἣν ἐν Ἅιδου κέκτηνται, τοὺς δὲ ἀνθρώπους 9765 1.49.53.58 : οὐκέτι· οὐδ´ ἂν φθέγξαιντο περὶ τῶν ἀνθρωπίνων τοῖς 9766 1.49.53.59 : ζῶσιν ἔτι ἀνθρώποις, εἰ μὴ ἀτμοῦ μεταλάβοιεν αἵματος 9767 1.49.53.60 : καὶ τούτῳ φρενωθεῖεν τὰ ἀνθρώπινα, ἃ δὴ οἱ ἔξω καὶ 9768 1.49.53.61 : μὴ πιόντες τοῦ αἵματος φρονοῦσι, κατάστασιν ἔχοντες τῆς 9769 1.49.53.62 : ἐξ αἱμοποσίας τῶν θνητῶν ταῖς ψυχαῖς γιγνομένης γνω– 9770 1.49.53.63 : ρίσεως. Τειρεσίας δὲ ἔχει μὲν λογισμὸν τῶν ἀνθρωπίνων, 9771 1.49.53.64 : μαντεύεται δ´ οὐδ´ αὐτὸς περὶ τῶν εἱμαρμένων τοῖς ζῶσι 9772 1.49.53.65 : πρὶν πιεῖν τοῦ αἵματος. Οἴεται γὰρ καὶ Ὅμηρος, [καθὰ 9773 1.49.53.66 : καὶ πλεῖστοι τῶν μετ´ αὐτὸν ὑπέλαβον], ἐν τῷ αἵματι 9774 1.49.53.67 : εἶναι τοῖς ἀνθρώποις τὴν περὶ τὰ θνητὰ φρόνησιν, ἐπεὶ 9775 1.49.53.68 : καὶ τῶν μετ´ αὐτὸν πολλοὶ τοῦτο πιστοῦνται δεικνύντες 9776 1.49.53.69 : ὅτι καὶ ὑπερθερμανθὲν ὑπὸ πυρετοῦ καὶ χολῆς ἀφραίνειν 9777 1.49.53.70 : ποιεῖ καὶ ἀνοηταίνειν. Ἐμπεδοκλῆς τε οὕτω φαίνεται 9778 1.49.53.71 : ὡς ὀργάνου πρὸς σύνεσιν τοῦ αἵματος ὄντος λέγειν (v. 327 9779 1.49.53.72 : –329 Stein.)· 9780 1.49.53.73 : αἵματος ἐν πελάγεσσι τεθραμμένη ἀντιθορόντος, 9781 1.49.53.74 : τῇ τε νόημα μάλιστα κυκλίσκεται ἀνθρώποισιν, 9782 1.49.53.75 : αἷμα γὰρ ἀνθρώποις περικάρδιόν ἐστι νόημα. 9783 1.49.53.76 : Τῶν δὲ ὑπὲρ τὸν ποταμὸν διατριβουσῶν ψυχῶν πρῶται 9784 1.49.53.77 : γυναῖκές εἰσι τεταγμέναι (λέγω δὲ πρώτας 〈τὰς〉 πλησια– 9785 1.49.53.78 : ζούσας τοῖς ἔξω), ἐνδοτάτω δὲ αἱ τῶν ἀνδρῶν, καὶ λοιπὸν 9786 1.49.53.79 : οἱ περὶ τὸν Ἅιδην θεοί. Διὸ καὶ πρῶται αἱ γυναῖκες 9787 1.49.53.80 : πέμπονται, εἶθ´ οἱ ἄνδρες καὶ τούτων οἱ τίμιοι ὕστεροι. 9788 1.49.53.81 : Τὰ μὲν οὖν κατὰ τοὺς ἀνθρώπους οὕτως αὐτῷ δια– 9789 1.49.53.82 : τέτακται· ὑποθέμενος δὲ τοὺς κοσμικοὺς θεούς, ὧν τὰ 9790 1.49.53.83 : γένη διηριθμήκαμεν, οὐ πάντῃ ἀπαθεῖς, 〈θεοὺς〉 καλέσας 9791 1.49.53.84 : κατὰ παλαιὰν συνήθειαν [ὧν τὰ γένη ἐξεθήκαμεν], κατ´ 9792 1.49.53.85 : αὐτὸν μεγάλου δαίμονος ὄντος, ὃν καλεῖ Δία καὶ οἷον 9793 1.49.53.86 : ἄρχοντος τῶν ἄχρις οὐρανοῦ φθανόντων, ὑποθέμενος οὖν 9794 1.49.53.87 : τούτους, καθάπερ καὶ λέγονται, ἐμπαθεῖς καὶ διὰ τοῦτο 9795 1.49.53.88 : καὶ ἐπιθυμίας μετέχοντας καὶ ὀργῆς καὶ μίσους καὶ ἔχθρας 9796 1.49.53.89 : καὶ ὑφ´ εἱμαρμένην ὄντας, εἰκότως καὶ ἁμαρτάνειν οἴεται 9797 1.49.53.90 : καὶ ψεύδεσθαι καὶ ὀμνύναι καὶ εὐορκεῖν ἢ τοὐναντίον 9798 1.49.53.91 : τινὰς πλημμελεῖν εἰς τοὺς ὅρκους. Διὸ καὶ τούτων κολά– 9799 1.49.53.92 : σεις ὑποτίθεται, οὐ μέντοι ἀναμεμιγμένας τοῖς ἀνθρω– 9800 1.49.53.93 : πίνοις κολαστηρίοις, ἀλλ´ ἅτε μείζονας ὄντας, μείζονος 9801 1.49.53.94 : καὶ τιμωρίας πειρᾶσθαι ἀδικήσαντας. Διὸ τῶν μὲν ἀν– 9802 1.49.53.95 : θρωπίνων ψυχῶν ἐν Ἅιδου τὰ κολαστήρια· τῶν δ´ εἰρη– 9803 1.49.53.96 : μένων θεῶν ὑπὸ τὸν Ἅιδην ἐν τῇ Κρόνου ἐπικρατείᾳ κατὰ 9804 1.49.53.97 : τὸν Τάρταρον. Διὸ καὶ τῶν Τιτάνων χῶρος οὗτος κέκλη– 9805 1.49.53.98 : ται ἀπὸ τῶν ἐν αὐτῷ τίσιν διδόντων θεῶν παρὰ τοῖς 9806 1.49.53.99 : τιμωροῖς θεοῖς. Ἔνθα ὑποτίθεται καὶ τὴν Στύγα αὐτήν 9807 1.49.53.100 : τε τὴν δαίμονα καὶ τὴν πηγὴν τῶν ὑδάτων αὐτῆς. Τὸν 9808 1.49.53.101 : γὰρ Κωκυτὸν καὶ τὸν Τιταρήσιον 〈Στυγὸς〉 ἀπορροὴν εἶναι, 9809 1.49.53.102 : ἀλλ´ οὐ πηγήν. Εἶναι δὲ ταύτην ἐπὶ τιμωριῶν ἀπαραί– 9810 1.49.53.103 : τητον ἔχουσαν δύναμιν καὶ φοβερωτάτην· καὶ ὅλως ὅπερ 9811 1.49.53.104 : ἡ Ἐρινὺς ταῖς ἀδίκοις ψυχαῖς, τοῦτο τὴν Στύγα τοῖς ἀδι– 9812 1.49.53.105 : κήσασι δαίμοσιν. Ὅτι δ´ οἱ ἄταφοι ἔξω τοῦ ποταμοῦ 9813 1.49.53.106 : διατρίβουσιν εἴδωλον φέροντες τοῦ σώματος καὶ τῶν 9814 1.49.53.107 : τοῦ ἀναρτημάτων σώματος, δηλοῖ τὰ τοιαῦτα (Ψ 65–67)· 9815 1.49.53.108 : ἦλθε δ´ ἐπὶ ψυχὴ Πατροκλῆος δειλοῖο 9816 1.49.53.109 : πάντ´ αὐτῷ μέγεθός τε καὶ ὄμματα κάλ´ εἰκυῖα, 9817 1.49.53.110 : καὶ φωνήν· καὶ τοῖα περὶ χροῒ εἵματα ἕστο. 9818 1.49.53.111 : Εἶτα λέγει ( 71)· 9819 1.49.53.112 : θάπτε με, ὅττι τάχιστα πύλας Ἀίδαο περήσω. 9820 1.49.53.113 : Εἴρηται δέ, ὅτι τὰ ἔνδον τοῦ ποταμοῦ Ἄιδα προσαγορεύει· 9821 1.49.53.114 : καλεῖται δὲ καὶ τὰ ἔξω ποταμοῦ, ὡς ἐδείκνυμεν, [ἐν] Ἅιδου 9822 1.49.53.115 : δόμοι· 9823 1.49.53.116 : ἀλλ´ αὕτως ἀλάλημαι ἀν´ εὐρυπυλὲς Ἄιδος δῶ (Ψ 74). 9824 1.49.53.117 : Τί οὖν πάσχουσι, φησίν· 9825 1.49.53.118 : 〈τῆλέ με εἴργουσι ψυχαί, εἴδωλα καμόντων,〉 9826 1.49.53.119 : οὐδέ μέ πως μίσγεσθαι ὑπὲρ ποταμοῖο ἐῶσι (Ψ 72. 73). 9827 1.49.53.120 : Ὅτι δὲ ὑπερβᾶσαι τὸν ποταμὸν οὔτε γνωρίζουσι τοὺς 9828 1.49.53.121 : ζῶντας, οὔτε ἐξουσίαν ἔχουσι τούτοις ἐπιφαίνεσθαι, ἐὰν 9829 1.49.53.122 : μὴ πεμφθῶσιν, ἐπάγει (Ψ 75. 76)· 9830 1.49.53.123 : καί μοι δὸς τὴν χεῖρ´, ὀλοφύρομαι, οὐ γὰρ ἔτ´ αὖτις 9831 1.49.53.124 : νίσομαι ἐξ Ἀίδαο, ἐπήν με πυρὸς λελάχητε. 9832 1.49.53.125 : Φαίνεται οὖν ἡ ἄταφος μεμνημένη τῶν κατὰ τὸν βίον καὶ 9833 1.49.53.126 : γλιχομένη αὐτοῦ καὶ διὰ τοῦτ´ ὀδυρομένη· οὕτω δεινὴ ἡ 9834 1.49.53.127 : κόλασις τοῖς οὕτω δι´ αἰῶνος κολαζομένοις· οὕτω καὶ 9835 1.49.53.128 : Ἐλπήνωρ (λ 61)· 9836 1.49.53.129 : ἆσέ με δαίμονος αἶσα κακὴ καὶ ἀθέσφατος ὕπνος. 9837 1.49.53.130 : Καὶ εἰπὼν ἃ πέπονθεν ἀξιοῖ ταφῆναι, ἱκετεύων καὶ 9838 1.49.53.131 : δεόμενος ( 66. 72. 73)· 9839 1.49.53.132 : νῦν δέ σε τῶν ὄπιθεν γουνάζομαι οὐ παρεόντων, 9840 1.49.53.133 : μή μ´ ἄκλαυτον ἄθαπτον ἰὼν ὄπιθεν καταλείπειν, 9841 1.49.53.134 : νοσφισθείς, μήτοι τι θεῶν μήνιμα γένωμαι. 9842 1.49.54.1 : <20Ἐν ταὐτῷ.>20 9843 1.49.54.2 : Τὰ μὲν οὖν ἀνθρώπεια καὶ ὅλως τοὺς ζῶντας ἀγνο– 9844 1.49.54.3 : οῦσιν, ἀλλήλους δὲ ἴσασιν. Εἰ γὰρ μὴ τοῦτο εἶχον, πῶς 9845 1.49.54.4 : ἂν ἦλθον σὺν Ἀγαμέμνονι πάντες οἱ ἅμα ἀνῃρημένοι; 9846 1.49.54.5 : Πῶς δὲ συνελάλει Πάτροκλος καὶ Αἴας καὶ Ἀντίλοχος; 9847 1.49.54.6 : Πῶς δ´ εἴργουσι τοὺς ἀτάφους μὴ πέραν τοῦ ποταμοῦ 9848 1.49.54.7 : διελθεῖν; Λέγει δὲ (Ψ 72)· 9849 1.49.54.8 : τῆλέ με εἴργουσι ψυχαί, εἴδωλα καμόντων. 9850 1.49.54.9 : Συναποτέθειται δ´ αὐτοῖς ἅμα τῇ μνήμῃ καὶ τὰ γνωρί– 9851 1.49.54.10 : σματα τῶν περὶ τὸ σῶμα οἰκείων, ὃ καὶ δῆλον ὅτι διὰ 9852 1.49.54.11 : φαντασίας τὰ περὶ τὸ σῶμα δείκνυσι. Διὰ γὰρ μνήμης 9853 1.49.54.12 : ἡ φαντασία, ὡς Πλάτων ἐν Φιλήβῳ (p. 39A) φησί· μνήμης 9854 1.49.54.13 : δὲ ἀφῃρημένης ἦρται καὶ τὸ φαντασιούμενον, οὗ συν– 9855 1.49.54.14 : εκλιπόντος καὶ τὰ πάθη τὰ περὶ τὸ σῶμα τῆς ψυχῆς 9856 1.49.54.15 : συνεξῆρται. Τούτων δὲ ἐκλελοιπότων καὶ ἡ κόλασις τῆς 9857 1.49.54.16 : ψυχῆς πέπαυται, νοερᾶς μόνον οὔσης περὶ αὐτὴν κατα– 9858 1.49.54.17 : στάσεως καὶ παρὰ τῷ φρονίμῳ θεῷ διατριβούσης. 9859 1.49.54.18 : Πρὸς δὲ τὰ εἰρημένα ἴσως ἄν τις ἀπορήσειε, πῶς, 9860 1.49.54.19 : εἰ μὴ ἀλλήλας ἀγνοοῦσιν, ἔφη (κ 495)· 9861 1.49.54.20 : ταὶ δὲ σκιαὶ ἀίσσουσι. 9862 1.49.54.21 : Πρὸς ὃ ῥητέον, ὅτι σκιαὶ ἀίσσουσι πρὸς τούτους [πρὸς] 9863 1.49.54.22 : ὧν καὶ τὴν μνήμην ἀφῄρηνται. Πρὸς οὖν τὰ θνητά εἰσι 9864 1.49.54.23 : σκιαὶ διὰ τὴν ἀσωματίαν καὶ ἀμνημοσύνην αὐτῶν, ὥς 9865 1.49.54.24 : που καὶ πρὸς τὴν παχύτητα τοῦ σώματος ἡ ψυχὴ παρα– 9866 1.49.54.25 : βαλλομένη καπνῷ ὡμοίωται· 9867 1.49.54.26 : ψυχὴ δ´ ἠΰτε καπνὸς 9868 1.49.54.27 : ᾤχετο τετριγυῖα (Ψ 100. 101). 9869 1.49.54.28 : Εἰ δὴ τοῖς οἰκείοις ἐντυγχάνοντες οὔτε ὁρῶσιν αὐτοὺς 9870 1.49.54.29 : οὔτε προσδιαλέγονται, ἀνενέργητοι δέ εἰσιν αἰσθητικὴν 9871 1.49.54.30 : ἐνέργειαν, πρὸς αὐτοὺς ἐοικότες εἶεν 〈ἂν〉 ταῖς σκιαῖς· 9872 1.49.54.31 : ἡ γοῦν Ἀντίκλεια 9873 1.49.54.32 : ἣ δ´ ἀκέους´ ἧσται σχεδὸν αἵματος, οὐδὲ ὃν υἱὸν 9874 1.49.54.33 : ἔτλη ἐσάντα ἰδεῖν οὐδὲ προτιμυθήσασθαι (λ 142. 143). 9875 1.49.54.34 : Τὸ δ´ αἷμα, ὡς ἔφημεν, ὁλκὸν Ὅμηρος ἡγεῖται τῆς φαν– 9876 1.49.54.35 : ταστικῆς καὶ μνημονικῆς ψυχῆς, ἧς καὶ ὁ λογισμός, συν– 9877 1.49.54.36 : αγερμὸς ὢν μνήμης διὰ φαντασιῶν εἰς τὰ καθόλου κρί– 9878 1.49.54.37 : ματα κεφαλαιουμένης. Ἄλλο δ´ ἦν τὸ διανοητικόν, εἰς 9879 1.49.54.38 : ὃ ἀνατρέχει 〈ἡ〉 ψυχὴ ἔσω τοῦ Ἀχέροντος γενομένη, ὃν 9880 1.49.54.39 : Κωκυτὸς πληροῖ καὶ Πυριφλεγέθων, ἐκ πέτρας ῥέοντες 9881 1.49.54.40 : καὶ Στυγείων φόβων ἀπόρροιαι (κ 512 sq.). Ἀποστέλλον– 9882 1.49.54.41 : ται δὲ εἰς τοὺς ἀτμοὺς τοῦ αἵματος ὑπὸ Περσεφόνης· 9883 1.49.54.42 : ἀδύνατον γὰρ ἐλθεῖν χωρὶς τοῦ πεμφθῆναι πρὸς τῶν 9884 1.49.54.43 : ἐφεστώτων. Διὸ καὶ ἐπεύχεται 9885 1.49.54.44 : ἰφθίμῳ τ´ Ἀίδῃ καὶ ἐπαινῇ Περσεφονείῃ (λ 47). 9886 1.49.54.45 : Ἣ δὲ ἀποστέλλει πρώτας τὰς γυναῖκας, ὡς ἂν πλησίον 9887 1.49.54.46 : οἰκούσας τοῦ Ἀχέροντος καὶ ἡττωμένας τῶν ἀνδρικῶν 9888 1.49.54.47 : ψυχῶν. Αἱ γὰρ δὴ τῶν ἀνδρῶν ἐν τῷ ἀκραιφνεῖ σκότῳ 9889 1.49.54.48 : διάγουσι, πόρρω τοῦ ποταμοῦ καὶ τῶν κολαζομένων οὖσαι. 9890 1.49.54.49 : Ὧν πάντων πολλῆς θεοσοφίας γεμόντων ἡμεῖς ἐπιτρέ– 9891 1.49.54.50 : χομεν, διὰ τὸ μὴ νῦν περὶ τούτων εἶναι τὴν πρόθεσιν, 9892 1.49.54.51 : χάριν δὲ καὶ τῆς κατὰ τὴν Στύγα ἐξηγήσεως ἀναγκαίως 9893 1.49.54.52 : παρειλῆφθαι. 9894 1.49.55.1 : <20Πορφυρίου ἐκ τῶν πρὸς τὰ νοητὰ 9895 1.49.55.2 : ἀφορμῶν>20 (p. 76 Holsten.). 9896 1.49.55.3 : Ὥσπερ τὸ ἐπὶ γῆς εἶναι ψυχῇ ἐστι, οὐ τὸ γῆς ἐπι– 9897 1.49.55.4 : βαίνειν ὡς τὰ σώματα, τὸ δὲ προεστάναι σώματος ὃ γῆς 9898 1.49.55.5 : ἐπιβαίνει, οὕτω καὶ ἐν Ἅιδου εἶναί ἐστι ψυχῇ, ὅταν προ– 9899 1.49.55.6 : εστήκῃ εἰδώλου φύσιν μὲν ἔχοντος εἶναι ἐν τόπῳ, σκο– 9900 1.49.55.7 : τει〈νὴν〉 δὲ τὴν ὑπόστασιν κεκτημένου· ὥστ´ ἐπεὶ ὁ Ἅιδης 9901 1.49.55.8 : ὑπόγειός ἐστι τόπος σκοτεινός, ἡ ψυχὴ καίπερ οὐκ ἀπο– 9902 1.49.55.9 : σπωμένη τοῦ ὄντος ἐν Ἅιδου γίγνεται ἐφελκομένη τὸ 9903 1.49.55.10 : εἴδωλον. Ἐξελθούσῃ γὰρ αὐτῇ τοῦ στερεοῦ σώματος τὸ 9904 1.49.55.11 : πνεῦμα συνομαρτεῖ, ὃ ἐκ τῶν σφαιρῶν συνελέξατο. Ἐκ 9905 1.49.55.12 : δὲ τῆς πρὸς τὸ σῶμα προσπαθείας τὸν λόγον ἔχουσα 9906 1.49.55.13 : τὸν μερικὸν προβεβλημένον, καθ´ ὃν σχέσιν ἔσχε πρὸς 9907 1.49.55.14 : τὸ ποιὸν σῶμα ἐν τῷ βιοῦν, ἐκ τῆς προσπαθείας ἐνα– 9908 1.49.55.15 : πομόργνυται τύπος τῆς φαντασίας εἰς τὸ πνεῦμα καὶ 9909 1.49.55.16 : οὕτως ἐφέλκεται τὸ εἴδωλον. Ἐν Ἅιδου δὲ λέγεται, ὅτι 9910 1.49.55.17 : τῆς ἀειδοῦς φύσεως ἐτύγχανε τὸ πνεῦμα καὶ σκοτεινῆς. 9911 1.49.55.18 : Ἐπεὶ δὲ διήκει τὸ βαρὺ πνεῦμα καὶ ἔνυγρον ἄχρι 9912 1.49.55.19 : τῶν ὑπογείων τόπων, οὕτω καὶ αὕτη λέγεται χωρεῖν ὑπὸ 9913 1.49.55.20 : γῆν· οὐχ ὅτι ἡ ἄυλος οὐσία μεταβαίνει τόπους καὶ ἐν 9914 1.49.55.21 : τόποις γίγνεται, ἀλλ´ ὅτι τῶν πεφυκότων σωμάτων τό– 9915 1.49.55.22 : πους μεταβαίνειν καὶ εἰληχέναι τόπου σχέσεις ἀναδέ– 9916 1.49.55.23 : χεται, δεχομένων αὐτὴν κατὰ τὰς ἐπιτηδειότητας τῶν 9917 1.49.55.24 : τοιούτων σωμάτων ἐκ τῆς κατ´ αὐτὴν ποιᾶς διαθέσεως· 9918 1.49.55.25 : ὡς γὰρ ἂν διατεθῇ, εὑρίσκει σῶμα τάξει καὶ τοῖς οἰκείοις 9919 1.49.55.26 : διωρισμένον. Διὸ καθαρώτερον μὲν διακειμένῃ σύμφυτον 9920 1.49.55.27 : τὸ ἐγγὺς τοῦ ἀύλου σῶμα, ὅπερ ἐστὶ τὸ αἰθέριον· προ– 9921 1.49.55.28 : ελθούσῃ δὲ ἐκ λόγου εἰς φαντασίας προβολὴν σύμφυτον 9922 1.49.55.29 : τὸ ἡλιοειδές· θηλυνθείσῃ δὲ καὶ παθαινομένῃ πρὸς τὸ 9923 1.49.55.30 : εἶδος παράκειται τὸ σεληνοειδές· πεσούσης δὲ εἰς σώ– 9924 1.49.55.31 : ματα, ὅταν κατὰ τὸ αὐτῆς ἄμορφον στῇ εἶδος ἐξ ὑγρῶν 9925 1.49.55.32 : ἀναθυμιάσεων συνεστηκότα, ἄγνοια ἕπεται τοῦ ὄντος 9926 1.49.55.33 : τελεία καὶ σκότωσις καὶ νηπιότης. Καὶ μὴν καὶ ἐν τῇ 9927 1.49.55.34 : ἐξόδῳ ἔτι κατὰ τὴν δίυγρον ἀναθυμίασιν τὸ πνεῦμα 9928 1.49.55.35 : ἔχουσα τεθολωμένον, σκιὰν ἐφέλκεται καὶ βαρεῖται, χω– 9929 1.49.55.36 : ρεῖν σπεύδοντος τοῦ τοιούτου πνεύματος εἰς μυχὸν τῆς 9930 1.49.55.37 : γῆς φύσει, ἂν μὴ ἄλλη τις αὐτὸ αἰτία ἀνθέλκῃ. Ὥσπερ 9931 1.49.55.38 : οὖν τὸ γεῶδες ὄστρεον περικειμένῃ ἀνάγκη ἐπὶ γῆς ἐνί– 9932 1.49.55.39 : σχεσθαι, οὕτω καὶ ὑγρὸν πνεῦμα ἐφελκομένῃ εἴδωλον 9933 1.49.55.40 : περικεῖσθαι ἀνάγκη. Ὑγρὸν δὲ ἐφέλκεται, ὅταν συνεχῶς 9934 1.49.55.41 : μελετήσῃ ὁμιλεῖν τῇ φύσει, ἧς ἐν ὑγρῷ τὸ ἔργον καὶ 9935 1.49.55.42 : ὑπόγειον μᾶλλον. Ὅταν δὲ μελετήσῃ ἀφίστασθαι φύ– 9936 1.49.55.43 : σεως, αὐγὴ ξηρὰ γίγνεται, ἄσκιος καὶ ἀνέφελος. Ὑγρό– 9937 1.49.55.44 : της γὰρ ἐν ἀέρι νέφος συνίστησι· ξηρότης δὲ ἀπὸ τῆς 9938 1.49.55.45 : ἀτμίδος αὐγὴν ξηρὰν ὑφίστησιν. 9939 1.49.56.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδωνος>20 (p. 63B. C). 9940 1.49.56.2 : Ἐγὼ γάρ, ἔφη, ὦ Σιμμία τε καὶ Κέβης, εἰ μὲν μὴ 9941 1.49.56.3 : ᾤμην ἥξειν πρῶτον μὲν παρὰ θεοὺς ἄλλους σοφούς τε 9942 1.49.56.4 : καὶ ἀγαθούς, ἔπειτα παρ´ ἀνθρώπους τετελευτηκότας 9943 1.49.56.5 : ἀμείνους τῶν ἐνθάδε, ἠδίκουν ἂν οὐκ ἀγανακτῶν τῷ θα– 9944 1.49.56.6 : νάτῳ· νῦν δέ, εὖ ἴστε, παρ´ ἄνδρας τε ἐλπίζω ἀφίξεσθαι 9945 1.49.56.7 : ἀγαθούς· καὶ τοῦτο μὲν οὐκ ἂν πάνυ διισχυρισαίμην· 9946 1.49.56.8 : τὸ μέντοι παρὰ θεοὺς δεσπότας πάνυ ἀγαθοὺς ἥξειν, 9947 1.49.56.9 : εὖ ἴστε ὅτι, εἴπερ τι ἄλλο τῶν τοιούτων, διισχυρισαίμην 9948 1.49.56.10 : ἂν καὶ τοῦτο. Ὥστε διὰ ταῦτα οὐχ ὁμοίως ἀγανακτῶ, 9949 1.49.56.11 : ἀλλὰ εὔελπίς εἰμι, 〈εἶναί τι〉 τοῖς τετελευτηκόσι· καί, 9950 1.49.56.12 : ὥσπερ γε καὶ πάλαι λέγεται, πολὺ ἄμεινον τοῖς ἀγαθοῖς 9951 1.49.56.13 : ἢ τοῖς κακοῖς. 9952 1.49.57.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 80D–82C). 9953 1.49.57.2 : Ἡ δὲ ψυχὴ ἄρα, τὸ ἀειδές, τὸ εἰς τοιοῦτον τόπον 9954 1.49.57.3 : ἕτερον οἰχόμενον γενναῖον καὶ καθαρὸν καὶ ἀειδῆ, εἰς 9955 1.49.57.4 : Ἅιδου ὡς ἀληθῶς, παρὰ τὸν ἀγαθὸν καὶ φρόνιμον θεόν, 9956 1.49.57.5 : οἷ, ἂν θεὸς ἐθέλῃ, αὐτίκα τῇ ἐμῇ ψυχῇ ἰτέον, αὕτη δὲ 9957 1.49.57.6 : δὴ ἡμῖν ἡ τοιαύτη καὶ οὕτω πεφυκυῖα ἀπαλλαττομένη 9958 1.49.57.7 : τοῦ σώματος εὐθὺς διαπεφύσηται καὶ ἀπόλωλεν, ὥς 9959 1.49.57.8 : φασιν οἱ πολλοὶ ἄνθρωποι; Πολλοῦ γε δεῖ, ὦ φίλε 9960 1.49.57.9 : Κέβης τε καὶ Σιμμία, ἀλλὰ πολλῷ μᾶλλον ὧδε ἔχει· ἐὰν 9961 1.49.57.10 : μὲν καθαρὰ ἀπαλλάττηται, μηδὲν τοῦ σώματος συνεφέλ– 9962 1.49.57.11 : κουσα, ἅτε οὐδὲν κοινωνοῦσα αὐτῷ ἐν τῷ βίῳ ἑκοῦσα 9963 1.49.57.12 : εἶναι, ἀλλὰ φεύγουσα αὐτὸ καὶ συνηθροισμένη αὐτὴ εἰς 9964 1.49.57.13 : αὑτήν, ἅτε μελετῶσα ἀεὶ τοῦτο, τοῦτο δὲ οὐδὲν ἄλλο ἐστὶν 9965 1.49.57.14 : ἢ ὀρθῶς φιλοσοφοῦσα καὶ τῷ ὄντι τεθνάναι μελετῶσα 9966 1.49.57.15 : ῥᾳδίως· ἢ οὐ τοῦτ´ ἂν εἴη ἡ μελέτη θανάτου; {—}Παντά– 9967 1.49.57.16 : πασί γε. {—}Οὐκοῦν οὕτω μὲν ἔχουσα εἰς τὸ ὅμοιον αὐτῇ 9968 1.49.57.17 : τὸ ἀειδὲς ἀπέρχεται, τὸ θεῖόν τε καὶ ἀθάνατον καὶ φρό– 9969 1.49.57.18 : νιμον, οἷ ἀφικομένῃ ὑπάρχει αὐτῇ εὐδαίμονι εἶναι, πλά– 9970 1.49.57.19 : νης καὶ ἀνοίας καὶ φόβων καὶ ἀγρίων ἐρώτων καὶ τῶν 9971 1.49.57.20 : ἄλλων κακῶν τῶν ἀνθρωπείων ἀπηλλαγμένῃ, ὥσπερ δὲ 9972 1.49.57.21 : λέγεται κατὰ τῶν μεμυημένων, ὡς ἀληθῶς τὸ λοιπὸν 9973 1.49.57.22 : μετὰ θεῶν διάγουσα; Οὕτω φῶμεν, ὦ Κέβης, ἢ ἄλλως; 9974 1.49.57.23 : {—}Οὕτω νὴ Δι´, ἔφη ὁ Κέβης. {—}Ἐὰν δέ γε, οἶμαι, με– 9975 1.49.57.24 : μιασμένη καὶ ἀκάθαρτος τοῦ σώματος ἀπαλλάττηται, ἅτε 9976 1.49.57.25 : τῷ σώματι ἀεὶ ξυνοῦσα καὶ τοῦτο θεραπεύουσα καὶ ἐρῶσα 9977 1.49.57.26 : καὶ γεγοητευμένη ὑπ´ αὐτοῦ ὑπό τε τῶν ἐπιθυμιῶν καὶ 9978 1.49.57.27 : ἡδονῶν, ὥστε μηδὲν ἄλλο δοκεῖν εἶναι ἀληθὲς ἀλλ´ ἢ τὸ 9979 1.49.57.28 : σωματοειδές, οὗ τις ἂν ἅψαιτο καὶ ἴδοι καὶ πίοι καὶ 9980 1.49.57.29 : φάγοι καὶ πρὸς τὰ ἀφροδίσια χρήσαιτο, τὸ δὲ τοῖς ὄμ– 9981 1.49.57.30 : μασι σκοτῶδες καὶ ἀειδές, νοητὸν δὲ καὶ φιλοσοφίᾳ αἱρε– 9982 1.49.57.31 : τόν, τοῦτο δὲ εἰθισμένη μισεῖν τε καὶ τρέμειν καὶ φεύγειν, 9983 1.49.57.32 : οὕτω δὴ ἔχουσαν οἴει ψυχὴν αὐτὴν καθ´ αὑτὴν εἰλικρινῆ 9984 1.49.57.33 : ἀπαλλάξεσθαι; {—}Οὐδ´ ὁπωστιοῦν, ἔφη. {—}Ἀλλὰ διειλημ– 9985 1.49.57.34 : μένην γε οἶμαι ὑπὸ τοῦ σωματοειδοῦς, ὃ αὐτῇ ἡ ὁμιλία 9986 1.49.57.35 : τε καὶ συνουσία τοῦ σώματος διὰ τὸ ἀεὶ ξυνεῖναι καὶ διὰ 9987 1.49.57.36 : τὴν πολλὴν μελέτην ἐνεποίησε ξύμφυτον; {—}Πάνυ γε. {—} 9988 1.49.57.37 : Ἐμβριθὲς δέ γε, ὦ φίλε, τοῦτο οἴεσθαι χρὴ εἶναι καὶ 9989 1.49.57.38 : βαρὺ καὶ γεῶδες καὶ ὁρατόν· ὃ δὴ καὶ ἔχουσα ἡ τοιαύτη 9990 1.49.57.39 : ψυχὴ βαρύνεταί τε καὶ ἕλκεται πάλιν εἰς τὸν ὁρατὸν 9991 1.49.57.40 : τόπον, φόβῳ τοῦ ἀειδοῦς τε καὶ Ἅιδου, ὥσπερ λέγεται, 9992 1.49.57.41 : περὶ τὰ μνήματά τε καὶ τοὺς τάφους κυλινδουμένη, περὶ 9993 1.49.57.42 : ἃ δὴ καὶ ὤφθη [καὶ] ἄττα ψυχῶν σκιοειδῆ φάσματα, οἷα 9994 1.49.57.43 : περιέχονται αἱ τοιαῦται ψυχαὶ εἴδωλα, αἱ μὴ καθαρῶς 9995 1.49.57.44 : ἀπολυθεῖσαι ἀλλὰ τοῦ ὁρατοῦ μετέχουσαι· διὸ καὶ ὁρῶν– 9996 1.49.57.45 : ται. {—}Εἰκός γε, ὦ Σώκρατες. {—}Εἰκὸς μέντοι [γε], ὦ 9997 1.49.57.46 : Κέβης· καὶ οὔ τί γε τὰς τῶν ἀγαθῶν ταύτας εἶναι, ἀλλὰ 9998 1.49.57.47 : τὰς τῶν φαύλων, αἳ περὶ τὰ τοιαῦτα ἀναγκάζονται πλα– 9999 1.49.57.48 : νᾶσθαι δίκην τίνουσαι 〈τῆς προτέρας τροφῆς κακῆς 10000 1.49.57.49 : οὔσης· καὶ μέχρι γε τούτου πλανῶνται,〉 ἕως ἂν τῇ τοῦ 10001 1.49.57.50 : ξυνεπακολουθοῦντος τοῦ σωματοειδοῦς ἐπιθυμίᾳ πάλιν 10002 1.49.57.51 : ἐνδεθῶσιν εἰς σῶμα. Ἐνδοῦνται δέ, ὥσπερ εἰκός, εἰς 10003 1.49.57.52 : τοιαῦτα ἤθη ὁποῖα ἄττ´ 〈ἂν〉 καὶ μεμελετηκυῖαι τύχωσιν 10004 1.49.57.53 : ἐν τῷ βίῳ. {—}Τὰ ποῖα δὴ ταῦτα λέγεις, ὦ Σώκρατες; 10005 1.49.57.54 : {—}Οἷον τοὺς μὲν γαστριμαργίας τε καὶ ὕβρεις καὶ φιλο– 10006 1.49.57.55 : ποσίας μεμελετηκότας καὶ μὴ διευλαβουμένους εἰς τὰ 10007 1.49.57.56 : τῶν ὄνων γένη καὶ τῶν τοιούτων θηρίων εἰκὸς ἐνδύεσθαι· 10008 1.49.57.57 : ἢ οὐκ οἴει; {—}Πάνυ μὲν οὖν εἰκὸς λέγεις. {—}Τοὺς δέ 10009 1.49.57.58 : γε ἀδικίας τε καὶ τυραννίδας καὶ ἔρεις πάσας προτετι– 10010 1.49.57.59 : μηκότας εἰς τὰ τῶν λύκων τε καὶ ἱεράκων καὶ ἰκτίνων 10011 1.49.57.60 : γένη· ἢ ποῖ ἂν ἄλλοσέ φαμεν τὰς τοιαύτας ἰέναι; {—} 10012 1.49.57.61 : Ἀμέλει, ἔφη ὁ Κέβης, εἰς τὰ τοιαῦτα. {—}Οὐκοῦν, ἦ δ´ 10013 1.49.57.62 : ὅς, δῆλα δὴ καὶ τὰ ἄλλα, οἷ ἂν ἕκαστα ἴοι κατὰ τὰς [τῶν] 10014 1.49.57.63 : αὐτῶν ὁμοιότητας τῆς μελέτης; {—}Δῆλον δή, ἔφη· πῶς 10015 1.49.57.64 : δ´ οὔ; {—}Οὐκοῦν εὐδαιμονέστατοι, ἔφη, καὶ τούτων εἰσὶ 10016 1.49.57.65 : καὶ εἰς βέλτιστον τόπον ἰόντες οἱ τὴν δημοτικήν τε καὶ 10017 1.49.57.66 : πολιτικὴν ἀρετὴν ἐπιτετηδευκότες ἣν δὴ καλοῦσι σωφρο– 10018 1.49.57.67 : σύνην καὶ δικαιοσύνην, ἐξ ἔθους τε καὶ μελέτης γεγονυῖαν 10019 1.49.57.68 : ἄνευ φιλοσοφίας τε καὶ νοῦ; {—}Πῇ δὴ εὐδαιμονέστατοι; 10020 1.49.57.69 : {—}Ὅτι τούτους εἰκός ἐστιν εἰς τὸ τοιοῦτον πάλιν ἀφικνεῖ– 10021 1.49.57.70 : σθαι πολιτικὸν καὶ ἥμερον γένος, ἤ που μελιττῶν ἢ σφηκῶν 10022 1.49.57.71 : ἢ μυρμήκων, ἢ καὶ εἰς ταὐτόν γε πάλιν τὸ ἀνθρώπινον 10023 1.49.57.72 : γένος, καὶ γίγνεσθαι ἐξ αὐτῶν ἄνδρας μετρίους. {—}Εἰκός. 10024 1.49.57.73 : {—}Εἰς δέ γε θεῶν γένος μὴ φιλοσοφήσαντι καὶ παντε– 10025 1.49.57.74 : λῶς καθαρῷ ἀπιόντι οὐ θέμις ἀφικνεῖσθαι ἄλλῳ ἢ τῷ 10026 1.49.57.75 : φιλομαθεῖ. 10027 1.49.58.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 107B–114D). 10028 1.49.58.2 : Ἀλλὰ τό γ´ ἔφη, ὦ ἄνδρες, δίκαιον διανοηθῆναι 10029 1.49.58.3 : ὅτι, εἴπερ ἡ ψυχὴ ἀθάνατος, ἐπιμελείας δὴ δεῖται, οὐχ 10030 1.49.58.4 : ὑπὲρ τοῦ χρόνου τούτου μόνον, ἐν ᾧ καλοῦμεν τὸ ζῆν, 10031 1.49.58.5 : ἀλλ´ ὑπὲρ τοῦ παντός, καὶ ὁ κίνδυνος νῦν δὴ καὶ δόξειεν 10032 1.49.58.6 : ἂν δεινὸς εἶναι, εἴ τις αὐτῆς ἀμελήσει. Εἰ μὲν γὰρ ἦν 10033 1.49.58.7 : ὁ θάνατος τοῦ παντὸς ἀπαλλαγή, ἕρμαιον 〈ἂν〉 ἦν τοῖς 10034 1.49.58.8 : κακοῖς ἀποθανοῦσι τοῦ τε σώματος ἅμα ἀπηλλάχθαι καὶ 10035 1.49.58.9 : τῆς αὑτῶν κακίας μετὰ τῆς ψυχῆς· νῦν δέ, ἐπειδὴ ἀθά– 10036 1.49.58.10 : νατος φαίνεται οὖσα, οὐδεμία ἂν εἴη αὐτῇ ἄλλη ἀποφυγὴ 10037 1.49.58.11 : κακῶν οὐδὲ σωτηρία πλὴν τοῦ ὡς βελτίστην τε καὶ φρο– 10038 1.49.58.12 : νιμωτάτην γενέσθαι. Οὐδὲν γὰρ ἄλλο ἔχουσα εἰς Ἅιδου 10039 1.49.58.13 : ἡ ψυχὴ ἔρχεται πλὴν τῆς παιδείας τε καὶ τροφῆς, ἃ δὴ 10040 1.49.58.14 : καὶ λέγεται μέγιστα ὠφελεῖν ἢ βλάπτειν τὸν τελευτή– 10041 1.49.58.15 : σαντα εὐθὺς ἐν ἀρχῇ τῆς ἐκεῖσε πορείας. Λέγεται δὲ 10042 1.49.58.16 : οὕτως, ὡς ἄρα τελευτήσαντα ἕκαστον ὁ ἑκάστου δαίμων 10043 1.49.58.17 : ὥσπερ ζῶντα εἰλήχει, οὕτως ἄγειν ἐπιχειρεῖ εἰς δή τινα 10044 1.49.58.18 : τόπον, οἷ δεῖ τοὺς συλλεγέντας διαδικασαμένους εἰς Ἅιδου 10045 1.49.58.19 : πορεύεσθαι μετὰ ἡγεμόνος ἐκείνου ᾧ δὴ προστέτακται 10046 1.49.58.20 : τοὺς ἐνθένδε ἐκεῖσε πορεῦσαι· τυχόντας δὲ ἐκεῖ ὧν δεῖ 10047 1.49.58.21 : τυχεῖν καὶ μείναντας ὃν χρὴ χρόνον ἄλλος δεῦρο πάλιν 10048 1.49.58.22 : ἡγεμὼν κομίζει ἐν πολλαῖς χρόνου καὶ μακραῖς περιόδοις. 10049 1.49.58.23 : Ἔστι δὲ ἄρα ἡ πορεία οὐχ ὡς ὁ Αἰσχύλου Τήλεφος (fr. 235 10050 1.49.58.24 : Nauck.) λέγει· ἐκεῖνος μὲν γὰρ ἁπλῆν οἶμόν φησιν εἰς 10051 1.49.58.25 : Ἅιδου φέρειν, ἣ δ´ οὔτε ἁπλῆ οὔτε μία φαίνεταί μοι 10052 1.49.58.26 : εἶναι. Οὐδὲν γὰρ ἂν ἡγεμόνων ἔδει· οὐ γάρ πού τις ἂν 10053 1.49.58.27 : ἁμάρτοι οὐδαμόσε μιᾶς οὔσης ὁδοῦ. Νῦν δὲ ἔοικε σχίσεις 10054 1.49.58.28 : τε καὶ περιόδους πολλὰς ἔχειν· ἀπὸ τῶν θυσιῶν τε καὶ 10055 1.49.58.29 : νομίμων τῶν ἐνθάδε τεκμαιρόμενος λέγω. Ἡ μὲν οὖν 10056 1.49.58.30 : κοσμία τε καὶ φρόνιμος ψυχὴ ἕπεταί τε καὶ οὐκ ἀγνοεῖ 10057 1.49.58.31 : τὰ παρόντα· ἡ δ´ ἐπιθυμητικῶς τοῦ σώματος ἔχουσα, 10058 1.49.58.32 : ὅπερ ἐν τῷ ἔμπροσθεν εἶπον, περὶ ἐκεῖνο πολὺν χρόνον 10059 1.49.58.33 : ἐπτοημένη καὶ περὶ τὸν ὁρατὸν τόπον, ἄλλα ἀντιτείνασα 10060 1.49.58.34 : καὶ πολλὰ παθοῦσα, βίᾳ καὶ μόλις ὑπὸ τοῦ προστεταγ– 10061 1.49.58.35 : μένου δαίμονος οἴχεται ἀγομένη. Ἀφικομένην δὲ ὅθι 10062 1.49.58.36 : περ ἄλλαι, τὴν μὲν ἀκάθαρτον καί τι πεποιηκυῖαν τοι– 10063 1.49.58.37 : οῦτον, ἢ φόνων ἀδίκων ἡμμένην ἢ ἄλλ´ ἄττα τοιαῦτα 10064 1.49.58.38 : εἰργασμένην, ἃ τούτων ἀδελφά τε καὶ ἀδελφῶν ψυχῶν 10065 1.49.58.39 : ἔργα τυγχάνει ὄντα, ταύτην μὲν ἅπας φεύγει τε καὶ ὑπο– 10066 1.49.58.40 : κρύπτεται καὶ οὔτε ξυνέμπορος οὔτε ἡγεμὼν ἐθέλει γίγνε– 10067 1.49.58.41 : σθαι· αὕτη δὲ πλανᾶται ἐν πάσῃ ἐχομένη ἀπορίᾳ, ἕως 10068 1.49.58.42 : ἂν δή τινες χρόνοι γένωνται, ὧν ἐλθόντων ὑπ´ ἀνάγκης 10069 1.49.58.43 : φέρεται εἰς τὴν αὐτῇ πρέπουσαν οἴκησιν· ἡ δὲ καθαρῶς 10070 1.49.58.44 : τε καὶ μετρίως τὸν βίον διεξελθοῦσα καὶ ξυνεμπόρων 10071 1.49.58.45 : καὶ ἡγεμόνων θεῶν τυχοῦσα ᾤκησε τὸν αὐτῇ ἑκάστη 10072 1.49.58.46 : τόπον προσήκοντα. Εἰσὶ δὲ πολλοὶ καὶ θαυμαστοὶ τῆς 10073 1.49.58.47 : γῆς τόποι· καὶ αὕτη οὔτε οἵα οὔτε ὅση δοξάζεται ὑπὸ 10074 1.49.58.48 : τῶν περὶ γῆς εἰωθότων λέγειν, ὡς ἐγὼ ὑπὸ [δέ] τινος 10075 1.49.58.49 : πέπεισμαι. {—}Καὶ ὁ Σιμμίας, Πῶς ταῦτα, ἔφη, λέγεις, 10076 1.49.58.50 : ὦ Σώκρατες; περὶ γάρ τοι γῆς καὶ αὐτὸς πολλὰ δὴ ἀκή– 10077 1.49.58.51 : κοα, οὐ μέντοι ταῦτα ἅ σε πείθει· ἡδέως οὖν 〈ἂν〉 ἀκού– 10078 1.49.58.52 : σαιμι. {—}Ἀλλὰ μέντοι, ὦ Σιμμία, οὐχ ἡ Γλαύκου τέχνη 10079 1.49.58.53 : γέ μοι δοκεῖ εἶναι διηγήσασθαι ἅ τε ἐστίν· ὡς μέντοι 10080 1.49.58.54 : ἀληθῆ, χαλεπώτερόν μοι φαίνεται ἢ κατὰ τὴν Γλαύκου 10081 1.49.58.55 : τέχνην, καὶ ἅμα μὲν ἐγὼ ἴσως οὐδ´ ἂν οἷός τε εἴην, 10082 1.49.58.56 : ἅμα δέ, εἰ καὶ ἠπιστάμην, ὁ βίος μοι δοκεῖ ὁ ἐμός, ὦ 10083 1.49.58.57 : Σιμμία, τῷ μήκει οὐκ ἐξαρκεῖν. Τὴν μέντοι ἰδέαν τῆς 10084 1.49.58.58 : γῆς, οἵαν πέπεισμαι εἶναι, καὶ τοὺς τόπους αὐτῆς οὐδέν 10085 1.49.58.59 : με λέγειν κωλύει. {—}Ἀλλ´, ἔφη ὁ Σιμμίας, καὶ ταῦτα ἀρκεῖ. {—} 10086 1.49.58.60 : Πέπεισμαι τοίνυν, ἦ δ´ ὅς, ἐγώ, ὡς πρῶτον μὲν γῆ ἐστιν 10087 1.49.58.61 : ἐν μέσῳ τοῦ οὐρανοῦ περιφερὴς οὖσα, μηδὲν αὐτῇ δεῖν 10088 1.49.58.62 : μήτε ἀέρος πρὸς τὸ μὴ πεσεῖν μήτε ἄλλης ἀνάγκης μη– 10089 1.49.58.63 : δεμιᾶς τοιαύτης, ἀλλ´ ἱκανὴν εἶναι αὐτὴν ἴσχειν τὴν ὁμοι– 10090 1.49.58.64 : ότητα τοῦ οὐρανοῦ αὐτοῦ αὑτῷ πάντῃ καὶ τῆς γῆς αὐτῆς 10091 1.49.58.65 : τὴν 〈ἰσορροπίαν〉· ἰσόρροπον γὰρ πρᾶγμα ὁμοίου τινὸς ἐν 10092 1.49.58.66 : μέσῳ τεθὲν οὐχ ἕξει μᾶλλον οὐδ´ ἧττον οὐδαμόσε κλι– 10093 1.49.58.67 : θῆναι, ὁμοίως δ´ ἔχον ἀκλινὲς μένει. Πρῶτον μέν, ἦ 10094 1.49.58.68 : δ´ ὅς, τοῦτο πέπεισμαι. {—}Καὶ ὀρθῶς γε, ἔφη ὁ Σιμμίας. 10095 1.49.58.69 : {—}Ἔτι τοίνυν, ἔφη, πάμμεγά τι εἶναι αὐτό· καὶ ἡμᾶς 10096 1.49.58.70 : οἰκεῖν τοὺς μέχρι Ἡρακλείων στηλῶν ἀπὸ Φάσιδος ἐν 10097 1.49.58.71 : μικρῷ τινι μορίῳ, ὥσπερ ἐπὶ τέλμα μύρμηκας ἢ βατρά– 10098 1.49.58.72 : χους, περὶ τὴν θάλατταν οἰκοῦντας, καὶ ἄλλους ἄλλοθι 10099 1.49.58.73 : πολλοὺς ἐν πολλοῖς τοιούτοις τόποις οἰκεῖν. Εἶναι γὰρ 10100 1.49.58.74 : πανταχῇ περὶ τὴν γῆν πολλὰ κοῖλα καὶ παντοδαπὰ καὶ 10101 1.49.58.75 : τὰς ἰδέας καὶ τὰ μεγέθη, εἰς ἃ ξυνερρυηκέναι τό τε ὕδωρ 10102 1.49.58.76 : καὶ τὴν ὁμίχλην καὶ τὸν ἀέρα· αὐτὴν δὲ τὴν γῆν καθαρὰν 10103 1.49.58.77 : ἐν καθαρῷ κεῖσθαι τῷ οὐρανῷ, ἐν ᾧπέρ ἐστι τὰ ἄστρα, 10104 1.49.58.78 : ὃν δὴ αἰθέρα ὀνομάζειν τοὺς πολλοὺς τῶν περὶ ταῦτ´ 10105 1.49.58.79 : εἰωθότων λέγειν· οὗ δὴ ὑποστάθμην ταῦτα εἶναι καὶ ξυρ– 10106 1.49.58.80 : ρεῖν ἀεὶ εἰς τὰ κοῖλα τῆς γῆς. Ἡμᾶς οὖν οἰκοῦντας ἐν 10107 1.49.58.81 : τοῖς κοίλοις αὐτῆς λεληθέναι καὶ οἴεσθαι ἄνω ἐπὶ γῆς 10108 1.49.58.82 : οἰκεῖν, ὥσπερ ἂν εἴ τις ἐν μέσῳ τῷ πυθμένι τοῦ πελά– 10109 1.49.58.83 : γους οἰκῶν οἴοιτο ἐπὶ τῆς θαλάττης οἰκεῖν καὶ διὰ τοῦ 10110 1.49.58.84 : ὕδατος ὁρῶν τὸν ἥλιον καὶ τὰ ἄλλα ἄστρα τὴν θάλατταν 10111 1.49.58.85 : ἡγοῖτο οὐρανὸν εἶναι, διὰ δὲ βραδυτῆτά τε καὶ ἀσθένειαν 10112 1.49.58.86 : μηδεπώποτε ἐπὶ τὰ ἄκρα τῆς θαλάττης ἀφιγμένος μηδὲ 10113 1.49.58.87 : ἑωρακὼς εἴη, ἐκδὺς καὶ ἀνακύψας ἐκ τῆς θαλάττης εἰς τὸν 10114 1.49.58.88 : ἐνθάδε τόπον, ὅσον καθαρώτερος καὶ καλλίων τυγχάνει 10115 1.49.58.89 : ὢν τοῦ παρὰ σφίσι, μηδὲ ἄλλου ἀκηκοὼς εἴη τοῦ ἑωρα– 10116 1.49.58.90 : κότος. Ταὐτὸν δὴ τοῦτο καὶ ἡμᾶς πεπονθέναι· οἰκοῦντας 10117 1.49.58.91 : γὰρ ἔν τινι κοίλῳ τῆς γῆς οἴεσθαι ἐπάνω αὐτῆς οἰκεῖν, 10118 1.49.58.92 : καὶ τὸν ἀέρα οὐρανὸν καλεῖν, ὡς διὰ τούτου οὐρανοῦ ὄντος 10119 1.49.58.93 : τὰ ἄστρα χωροῦντα· τὸ δὲ εἶναι ταὐτόν, ὑπ´ ἀσθενείας 10120 1.49.58.94 : καὶ βραδυτῆτος οὐχ οἵους τε εἶναι ἡμᾶς διεξελθεῖν ἐπ´ 10121 1.49.58.95 : ἔσχατον ἀέρα· ἐπεί, εἴ τις αὐτοῦ ἐπ´ ἄκρα ἔλθοι ἢ πτη– 10122 1.49.58.96 : νὸς γενόμενος ἀνάπτοιτο, κατιδεῖν ἀνακύψαντα, ὥσπερ [οἱ] 10123 1.49.58.97 : ἐνθάδε οἱ ἐκ τῆς θαλάττης ἰχθύες ἀνακύπτοντες ὁρῶσι 10124 1.49.58.98 : τὰ ἐνθάδε, οὕτως ἄν τινα καὶ τὰ ἐκεῖ κατιδεῖν· καί, εἰ ἡ 10125 1.49.58.99 : φύσις ἱκανὴ ἦν ἀνασχέσθαι θεωροῦσα, γνῶναι ἂν ὅτι ἐκεῖ– 10126 1.49.58.100 : νός ἐστιν ὁ ἀληθῶς οὐρανὸς καὶ τὸ ἀληθινὸν φῶς καὶ ἡ 10127 1.49.58.101 : ὡς ἀληθῶς γῆ. Ἥδε μὲν γὰρ ἡ γῆ καὶ οἱ λίθοι καὶ ἅπας 10128 1.49.58.102 : ὁ τόπος ὁ ἐνθάδε διεφθαρμένα ἐστὶ καὶ καταβεβρωμένα, 10129 1.49.58.103 : ὥσπερ τὰ ἐν τῇ θαλάττῃ ὑπὸ τῆς ἅλμης· καὶ οὔτε φύεται 10130 1.49.58.104 : ἄξιον λόγου οὐδὲν ἐν τῇ θαλάττῃ, οὔτε τέλειον, ὡς ἔπος 10131 1.49.58.105 : εἰπεῖν, οὐδέν ἐστι, σήραγγες δὲ καὶ ἄμμος καὶ πηλὸς ἀμή– 10132 1.49.58.106 : χανος καὶ βόρβοροί εἰσιν, ὅπου ἂν ἡ γῆ ᾖ· καὶ πρὸς τὰ 10133 1.49.58.107 : παρ´ ἡμῖν 〈κάλλη κρίνεσθαι οὐδ´ ὁπωστιοῦν ἄξια· ἐκεῖνα 10134 1.49.58.108 : δὲ αὖ τῶν παρ´ ἡμῖν〉 πολὺ ἂν ἔτι πλέον φανείη δια– 10135 1.49.58.109 : φέρειν. Εἰ γὰρ δεῖ καὶ μῦθον λέγειν καλόν, ἄξιον ἀκοῦσαι, 10136 1.49.58.110 : ὦ Σιμμία, οἷα τυγχάνει τὰ ἐπὶ γῆς ὑπὸ τῷ οὐρανῷ ὄντα. 10137 1.49.58.111 : {—}Ἀλλὰ μήν, ἔφη ὁ Σιμμίας, ὦ Σώκρατες, ἡμεῖς γε τού– 10138 1.49.58.112 : του τοῦ μύθου ἡδέως ἂν ἀκούσαιμεν. {—}Λέγεται τοίνυν, 10139 1.49.58.113 : ἔφη, ὦ ἑταῖρε, πρῶτον μὲν εἶναι τοιαύτη ἡ γῆ αὕτη ἰδεῖν, 10140 1.49.58.114 : ἥ τις ἄνωθεν θεῷτο, ὥσπερ αἱ δωδεκάσκυτοι σφαῖραι, 10141 1.49.58.115 : ποικίλη, χρώμασι διειλημμένη, ὧν καὶ τὰ ἐνθάδε εἶναι 10142 1.49.58.116 : χρώματα, οἷς δὴ οἱ γραφεῖς καταχρῶνται· ἐκεῖ δὲ πᾶσαν 10143 1.49.58.117 : τὴν γῆν ἐκ τοιούτων εἶναι καὶ πολὺ ἔτι ἐκ λαμπροτέρων 10144 1.49.58.118 : καὶ καθαρωτέρων ἢ τούτων· τὴν μὲν γὰρ ἁλουργῆ εἶναι 10145 1.49.58.119 : καὶ θαυμαστὴν τὸ κάλλος, τὴν δὲ χρυσοειδῆ, τὴν δὲ ὅση 10146 1.49.58.120 : λευκὴ γύψου ἢ χιόνος λευκοτέραν, καὶ ἐκ τῶν ἄλλων χρω– 10147 1.49.58.121 : μάτων συγκειμένην ὡσαύτως, καὶ ἔτι πλειόνων 〈καὶ〉 καλλι– 10148 1.49.58.122 : όνων ἢ ὅσα ἡμεῖς ἑωράκαμεν. Καὶ γὰρ αὐτὰ ταῦτα τὰ 10149 1.49.58.123 : κοῖλα αὐτῆς ὕδατός τε καὶ ἀέρος ἔκπλεα ὄντα, χρώματός 10150 1.49.58.124 : τι εἶδος παρὰ τὸ εἶδος παρέχεται στίλβοντα ἐν τῇ τῶν 10151 1.49.58.125 : ἄλλων χρωμάτων ποικιλίᾳ, ὥστε ἕν τι αὐτῆς εἶδος ξυνεχὲς 10152 1.49.58.126 : ποικίλον φαντάζεσθαι. Ἐν δὲ τοιαύτῃ οὔσῃ τοιαῦτα ἀνά– 10153 1.49.58.127 : λογον τὰ φυόμενα φύεσθαι, δένδρα τε καὶ ἄνθη καὶ τοὺς 10154 1.49.58.128 : καρπούς· καὶ αὖ τὰ ὄρη ὡσαύτως καὶ τοὺς λίθους ἔχειν 10155 1.49.58.129 : ἀνὰ τὸν αὐτὸν λόγον τὴν τελειότητα καὶ τὴν διαφάνειαν 10156 1.49.58.130 : καὶ τὰ χρώματα καλλίω· ὧν καὶ τὰ ἐνθάδε λιθίδια εἶναι 10157 1.49.58.131 : ταῦτα 〈τὰ〉 ἀγαπώμενα μόρια, σάρδιά τε καὶ ἰάσπιδας καὶ 10158 1.49.58.132 : σμαράγδους καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα· ἐκεῖ δὲ οὐδὲν ὃ μὴ 10159 1.49.58.133 : τοιοῦτον εἶναι καὶ ἔτι τούτων καλλίω. Τὸ δ´ αἴτιον τούτου 10160 1.49.58.134 : εἶναι, ὅτι ἐκεῖνοι οἱ λίθοι καθαροί εἰσι καὶ οὐ κατεδηδο– 10161 1.49.58.135 : μένοι οὔτε διεφθαρμένοι ὥσπερ οἱ ἐνθάδε ὑπὸ σηπε– 10162 1.49.58.136 : δόνος καὶ ἅλμης ὑπὸ τῶν δεῦρο ξυνερρυηκότων, 〈ἃ〉 καὶ 10163 1.49.58.137 : λίθοις καὶ γῇ καὶ τοῖς ἄλλοις ζῴοις τε καὶ φυτοῖς αἴσχη 10164 1.49.58.138 : τε καὶ νόσους παρέχει. Τὴν δὲ γῆν αὐτὴν κεκοσμῆσθαι 10165 1.49.58.139 : τούτοις τε ἅπασι καὶ ἔτι χρυσῷ τε καὶ ἀργύρῳ καὶ τοῖς 10166 1.49.58.140 : ἄλλοις αὖ τοῖς τοιούτοις. Ἐκφανῆ γὰρ αὐτὰ πεφυκέναι, 10167 1.49.58.141 : ὄντα πολλὰ πλήθει καὶ μεγάλα καὶ πολλαχοῦ τῆς γῆς 10168 1.49.58.142 : ὥστε αὐτὴν ἰδεῖν εἶναι θέαμα εὐδαιμόνων. Ζῷα δ´ ἐπ´ 10169 1.49.58.143 : αὐτῆς εἶναι ἄλλα τε πολλὰ καὶ ἀνθρώπους, τοὺς μὲν ἐν 10170 1.49.58.144 : μεσογαίᾳ οἰκοῦντας, τοὺς δὲ περὶ τὸν ἀέρα, ὥσπερ ἡμεῖς 10171 1.49.58.145 : περὶ τὴν θάλατταν, τοὺς δὲ ἐν νήσοις ἃς περιρρεῖν [πρὸς] 10172 1.49.58.146 : τὸν ἀέρα πρὸς τῇ ἠπείρῳ οὔσας, καὶ ἑνὶ λόγῳ, ὅπερ ἡμῖν 10173 1.49.58.147 : τὸ ὕδωρ καὶ ἡ θάλαττά ἐστι πρὸς τὴν ἡμετέραν χρείαν, 10174 1.49.58.148 : τοῦτο ἐκεῖ τὸν ἀέρα, ὃ δὲ ἡμῖν ἀήρ, ἐκείνοις τὸν αἰθέρα. 10175 1.49.58.149 : Τὰς δὲ ὥρας αὐτοῖς κρᾶσιν ἔχειν τοιαύτην, ὥστε ἐκείνους 10176 1.49.58.150 : ἀνόσους εἶναι καὶ χρόνον τε ζῆν πολὺ πλείω τῶν ἐνθάδε, 10177 1.49.58.151 : καὶ ὄψει καὶ ἀκοῇ καὶ φρονήσει καὶ πᾶσι τοῖς τοιούτοις 10178 1.49.58.152 : ἡμῶν ἀφεστάναι τῇ αὐτῇ ἀποστάσει, ᾗπερ ἀήρ τε ὕδατος 10179 1.49.58.153 : ἀφέστηκε καὶ αἰθὴρ ἀέρος πρὸς καθαρότητα. Καὶ δὴ 10180 1.49.58.154 : καὶ θεῶν ἄλση τε καὶ ἱερὰ αὐτοῖς εἶναι, ἐν οἷς τῷ ὄντι 10181 1.49.58.155 : οἰκητὰς θεοὺς εἶναι, καὶ φήμας καὶ μαντείας καὶ αἰσθήσεις 10182 1.49.58.156 : τῶν θεῶν καὶ τοιαύτας συνουσίας γίγνεσθαι αὐτοῖς πρὸς 10183 1.49.58.157 : αὐτούς· καὶ τόν γε ἥλιον καὶ σελήνην καὶ ἄστρα ὁρᾶσθαι 10184 1.49.58.158 : ὑπ´ αὐτῶν οἷα τυγχάνει ὄντα, καὶ τὴν ἄλλην εὐδαιμονίαν 10185 1.49.58.159 : τούτων ἀκόλουθον εἶναι. Καὶ ὅλην μὲν δὴ τὴν γῆν οὕτω 10186 1.49.58.160 : πεφυκέναι καὶ τὰ περὶ τὴν γῆν· τόπους δὲ ἐν αὐτῇ εἶναι 10187 1.49.58.161 : κατὰ τὰ ἔγκοιλα αὐτῆς κύκλῳ περὶ ὅλην πολλούς, τοὺς 10188 1.49.58.162 : μὲν βαθυτέρους καὶ ἀναπεπταμένους μᾶλλον ἢ ἐν ᾧ ἡμεῖς 10189 1.49.58.163 : οἰκοῦμεν, τοὺς δὲ βαθυτέρους ὄντας τὸ χάσμα αὐτοὺς 10190 1.49.58.164 : ἔλαττον ἔχειν τοῦ παρ´ ἡμῖν τόπου, ἔστι δ´ οὓς καὶ βρα– 10191 1.49.58.165 : χυτέρους τῷ βάθει τοῦ ἐνθάδε εἶναι καὶ πλατυτέρους· 10192 1.49.58.166 : τούτους δὲ πάντας ὑπὸ γῆν εἰς ἀλλήλους συντετρῆσθαί τε 10193 1.49.58.167 : πολλαχῇ, καὶ 〈κα〉τὰ στενώτερα καὶ εὐρύτερα, καὶ διεξό– 10194 1.49.58.168 : δους ἔχειν· ᾗ πολὺ μὲν ὕδωρ ῥεῖν ἐξ ἀλλήλων εἰς ἀλλήλους 10195 1.49.58.169 : ὥσπερ εἰς κρατῆρας, καὶ ἀεννάων ποταμῶν ἀμήχανα μεγέθη 10196 1.49.58.170 : ὑπὸ τὴν γῆν καὶ θερμῶν ὑδάτων καὶ ψυχρῶν· πολὺ δὲ 10197 1.49.58.171 : πῦρ καὶ πυρὸς μεγάλους ποταμούς, πολλὰ δὲ ὑγροῦ πηλοῦ 10198 1.49.58.172 : καὶ καθαρωτέρου καὶ βορβορωδεστέρου, ὥσπερ ἐν Σικελίᾳ 10199 1.49.58.173 : οἱ πρὸ τοῦ ῥύακος πηλοῦ ῥέοντες ποταμοὶ καὶ αὐτὸς ὁ 10200 1.49.58.174 : ῥύαξ, ὧν δὴ καὶ ἑκάστους τόπους πληροῦσθαι, ὡς ἂν 10201 1.49.58.175 : ἑκάστοις τύχῃ ἑκάστοτε περιρροὴ γιγνομένη. Ταῦτα δὲ 10202 1.49.58.176 : πάντα κινεῖν ἄνω καὶ κάτω ὥσπερ αἰώραν τινὰ ἐνοῦσαν 10203 1.49.58.177 : ἐν τῇ γῇ· ἔστι δὲ αὕτη ἡ αἰώρα διὰ φύσιν τοιάνδε τινά. 10204 1.49.58.178 : Ἕν τι τῶν χασμάτων τῆς γῆς ἄλλως τε μέγιστον τυγχάνει 10205 1.49.58.179 : ὂν καὶ διαμπερὲς τετρημένον δι´ ὅλης τῆς γῆς, τοῦτο ὅπερ 10206 1.49.58.180 : Ὅμηρος εἶπε, λέγων αὐτό (Θ 14)· 10207 1.49.58.181 : τῆλε μάλ´ ᾗχι βάθιστον ὑπὸ χθονός ἐστι βέρεθρον· 10208 1.49.58.182 : ὃ καὶ ἄλλοθι καὶ ἐκεῖνος καὶ ἄλλοι πολλοὶ τῶν ποιητῶν 10209 1.49.58.183 : Τάρταρον κεκλήκασιν. Εἰς γὰρ τοῦτο τὸ χάσμα συρρέουσί 10210 1.49.58.184 : τε πάντες οἱ ποταμοὶ καὶ ἐκ τούτου πάλιν πάντες ἐκρέ– 10211 1.49.58.185 : ουσι· γίγνονται δ´ ἕκαστοι τοιοῦτοι δι´ οἵας ἂν καὶ τῆς 10212 1.49.58.186 : γῆς ῥέωσιν. Ἡ δὲ αἰτία ἐστὶ τοῦ ἐκρεῖν τε ἐντεῦθεν καὶ 10213 1.49.58.187 : εἰσρεῖν πάντα τὰ ῥεύματα, ὅτι πυθμένα οὐκ ἔχει οὐδὲ 10214 1.49.58.188 : βάσιν τὸ ὑγρὸν τοῦτο. Αἰωρεῖται δὲ καὶ κυμαίνει ἄνω 10215 1.49.58.189 : καὶ κάτω, καὶ ὁ ἀὴρ καὶ τὸ πνεῦμα τὸ περὶ αὐτὸν ταὐτὸν 10216 1.49.58.190 : ποιεῖ· ξυνέπεται γὰρ αὐτὸ καὶ ὅταν εἰς τὸ ἐπέκεινα τῆς 10217 1.49.58.191 : γῆς ὁρμήσῃ καὶ ὅταν εἰς τὸ ἐπὶ τάδε, καὶ ὥσπερ ἐπὶ 10218 1.49.58.192 : τῶν ἀναπνεόντων ἀεὶ ἐκπνεῖ τε καὶ ἀναπνεῖ τὸ πνεῦμα 10219 1.49.58.193 : ῥέον, 〈οὕτω καὶ ἐκεῖ ξυναιωρουμένων τῷ ὑγρῷ τὸ πνεῦμα〉 10220 1.49.58.194 : δεινούς τινας ἀνέμους καὶ ἀμηχάνους παρέχεται καὶ εἰσιὸν 10221 1.49.58.195 : καὶ ἐξιόν. Ὅταν δὲ οὖν ὑποχωρήσῃ τὸ ὕδωρ εἰς τὸν τόπον 10222 1.49.58.196 : τὸν δὴ κάτω καλούμενον, τοῖς κατ´ ἐκεῖνα τὰ ῥεύματα τῆς 10223 1.49.58.197 : γῆς εἰσρεῖ καὶ πληροῖ αὐτὰ ὥσπερ ἐπαντλοῦντες· ὅταν 10224 1.49.58.198 : τε αὖ ἐκεῖθεν ἀπολίπῃ, δεῦρο δὴ ὁρμήσῃ, τὰ ἐνθάδε πλη– 10225 1.49.58.199 : ροῖ αὖθις, τὰ δὲ πληρωθέντα ῥεῖ διὰ τῶν ὀχετῶν καὶ διὰ 10226 1.49.58.200 : τῆς γῆς, καὶ εἰς τοὺς τόπους ἕκαστα ἀφικνούμενα, εἰς οὓς 10227 1.49.58.201 : ἑκάστοις ὁδοποιεῖται, θάλαττάν τε καὶ λίμνας καὶ ποτα– 10228 1.49.58.202 : μοὺς καὶ κρήνας ποιεῖ· ἐντεῦθεν δὲ πάλιν κατὰ τῆς γῆς, 10229 1.49.58.203 : τὰ μὲν μακροτέρους τόπους περιελθόντα καὶ πλείους, τὰ 10230 1.49.58.204 : δὲ ἐλάττους καὶ βραχυτέρους, πάλιν εἰς τὸν Τάρταρον 10231 1.49.58.205 : ἐμβάλλει, τὰ μὲν πολὺ κατωτέρω ἢ ἐπηντλεῖτο, τὰ δὲ 10232 1.49.58.206 : ὀλίγον· πάντα δὲ ὑποκάτω εἰσρεῖ τῆς ἐκροῆς. Καὶ ἔνια 10233 1.49.58.207 : μὲν καταντικρὺ ᾗ ἐξέπεσεν, ἔνια δὲ κατὰ τὸ αὐτὸ μέρος· 10234 1.49.58.208 : ἔστι δὲ ἃ παντάπασι κύκλῳ περιελθόντα, ἢ ἅπαξ ἢ καὶ 10235 1.49.58.209 : πλεονάκις περιελιχθέντα περὶ τὴν γῆν ὥσπερ οἱ ὄφεις, 10236 1.49.58.210 : εἰς τὸ δυνατὸν κάτω καθέντα πάλιν ἐμβάλλει. Δυνατὸν 10237 1.49.58.211 : δ´ ἐστὶν ἑκατέρωσε μέχρι τοῦ μέσου καθιέναι, πέρα δ´ οὔ· 10238 1.49.58.212 : ἄναντες γὰρ ἀμφοτέροις τοῖς ῥεύμασι τὸ ἑκατέρωθεν 10239 1.49.58.213 : γίγνεται μέρος. Τὰ μὲν δὴ ἄλλα πολλά τε καὶ μεγάλα 10240 1.49.58.214 : καὶ παντοδαπὰ ῥεύματά ἐστι· τυγχάνει δὲ ἄρα ὄντα ἐν 10241 1.49.58.215 : τούτοις τοῖς πολλοῖς τέτταρα ῥεύματα, ὧν τὸ μὲν μέγι– 10242 1.49.58.216 : στον καὶ ἐξωτάτω ῥέον τὰ περὶ κύκλῳ ὁ καλούμενος 10243 1.49.58.217 : Ὠκεανός ἐστι, τούτου δὲ καταντικρὺ καὶ ἐναντίως ῥέων 10244 1.49.58.218 : Ἀχέρων, ὃς δι´ ἐρήμων τε τόπων ῥεῖ ἄλλων καὶ δὴ καὶ 10245 1.49.58.219 : ὑπὸ γῆν ῥέων εἰς τὴν λίμνην ἀφικνεῖται τὴν Ἀχερουσιάδα 10246 1.49.58.220 : οὗ αἱ τῶν τετελευτηκότων ψυχαὶ τῶν πολλῶν ἀφικνοῦνται 10247 1.49.58.221 : καί τινας εἱμαρμένους 〈χρόνους〉 μείνασαι, αἱ μὲν μακρο– 10248 1.49.58.222 : τέρους, 〈αἱ δὲ βραχυτέρους,〉 πάλιν ἐκπέμπονται εἰς τὰς 10249 1.49.58.223 : τῶν ζῴων γενέσεις. Τρίτος δὲ ποταμὸς τούτων κατὰ 10250 1.49.58.224 : μέσον ἐκβάλλει καὶ ἐγγὺς τῆς ἐκβολῆς ἐκπίπτει εἰς τόπον 10251 1.49.58.225 : μέγαν πυρὶ πολλῷ καιόμενον καὶ λίμνην ποιεῖ μείζω τῆς 10252 1.49.58.226 : παρ´ ἡμῖν θαλάττης, ζέουσαν ὕδατος καὶ πηλοῦ· ἐντεῦθεν 10253 1.49.58.227 : δὲ χωρεῖ κύκλῳ θολερὸς καὶ πηλώδης, περιελιττόμενος 10254 1.49.58.228 : δὲ τῇ γῇ ἄλλοσέ τε ἀφικνεῖται καὶ παρ´ ἔσχατα τῆς Ἀχε– 10255 1.49.58.229 : ρουσίας λίμνης, οὐ συμμιγνύμενος τῷ ὕδατι· περιελιχθεὶς 10256 1.49.58.230 : δὲ πολλάκις ὑπὸ γῆς ἐμβάλλει κατωτέρω τοῦ Ταρτάρου· 10257 1.49.58.231 : οὗτος δ´ ἐστὶν ὃν ἐπονομάζουσι Πυριφλεγέθοντα, οὗ καὶ 10258 1.49.58.232 : οἱ ῥύακες ἀποσπάσματα ἀναφυσῶσιν ὅπῃ ἂν τύχωσι τῆς 10259 1.49.58.233 : γῆς. Τούτου δ´ αὖ καταντικρὺ ὁ τέταρτος ἐκπίπτει εἰς 10260 1.49.58.234 : τόπον πρῶτον δεινόν τε καὶ ἄγριον, ὡς λέγεται, χρῶμα 10261 1.49.58.235 : ἔχοντα ὅλον οἷον ὁ κυανός, ὃν δὴ ἐπονομάζουσι Στύγιον, 10262 1.49.58.236 : καὶ τὴν λίμνην ποιεῖ ὁ ποταμὸς ἐμβάλλων, Στύγα· ὁ δ´ 10263 1.49.58.237 : ἐμπεσὼν ἐνταῦθα καὶ δεινὰς δυνάμεις λαβὼν ἐν τῷ ὕδατι, 10264 1.49.58.238 : δὺς κατὰ τῆς γῆς, περιελιττόμενος χωρεῖ ἐναντίως τῷ 10265 1.49.58.239 : Πυριφλεγέθοντι καὶ ἀπαντᾷ ἐν τῇ Ἀχερουσίᾳ λίμνῃ ἐξ 10266 1.49.58.240 : ἐναντίας· καὶ οὐδὲ τὸ τούτου ὕδωρ οὐδενὶ μίγνυται, ἀλλὰ 10267 1.49.58.241 : καὶ οὗτος κύκλῳ περιελθὼν ἐμβάλλει εἰς τὸν Τάρταρον 10268 1.49.58.242 : ἐναντίως τῷ Πυριφλεγέθοντι· ὄνομα δὲ τούτῳ ἐστίν, 10269 1.49.58.243 : ὡς οἱ ποιηταὶ λέγουσι, Κωκυτός. Τούτων δὲ οὕτω πεφυ– 10270 1.49.58.244 : κότων, ἐπειδὰν ἀφίκωνται οἱ τετελευτηκότες εἰς τὸν τόπον 10271 1.49.58.245 : οἷ ὁ δαίμων ἕκαστον κομίζει, πρῶτον μὲν διεδικάσαντο 10272 1.49.58.246 : οἵ τε καλῶς καὶ ὁσίως βιώσαντες καὶ οἱ μή. Καὶ οἳ μὲν 10273 1.49.58.247 : ἂν δόξωσι μέσως βεβιωκέναι, πορευθέντες ἐπὶ τὸν Ἀχέ– 10274 1.49.58.248 : ροντα, ἀναβάντες ἃ δὴ αὐτοῖς ὀχήματά ἐστιν, ἐπὶ τούτων 10275 1.49.58.249 : ἀφικνοῦνται εἰς τὴν λίμνην, καὶ ἐκεῖ οἰκοῦσί τε καὶ καθαι– 10276 1.49.58.250 : ρόμενοι τῶν τε ἀδικημάτων διδόντες δίκας ἀπολύονται, 10277 1.49.58.251 : εἴ τίς τι ἠδίκησε, τῶν τε εὐεργεσιῶν τιμὰς φέρονται κατὰ 10278 1.49.58.252 : τὴν ἀξίαν ἕκαστος· οἳ δ´ ἂν δόξωσιν ἀνιάτως ἔχειν διὰ 10279 1.49.58.253 : τὰ μεγέθη τῶν ἁμαρτημάτων, ἢ ἱεροσυλίας πολλὰς καὶ 10280 1.49.58.254 : μεγάλας ἢ φόνους ἀδίκους καὶ παρανόμους πολλοὺς ἐξερ– 10281 1.49.58.255 : γασάμενοι, ἢ ἄλλ´ ὅσα τοιαῦτα τυγχάνει ὄντα, τούτους δὲ 10282 1.49.58.256 : 〈ἡ〉 προσήκουσα μοῖρα ῥίπτει εἰς τὸν Τάρταρον, ὅθεν οὔ– 10283 1.49.58.257 : ποτε ἐκβαίνουσιν. Οἳ δ´ ἂν ἰάσιμα μὲν μεγάλα δὲ δόξωσιν 10284 1.49.58.258 : ἡμαρτηκέναι ἁμαρτήματα, οἷον πρὸς πατέρα ἢ μητέρα 10285 1.49.58.259 : ὑπ´ ὀργῆς βίαιόν τι πράξαντες, καὶ μεταμέλον αὐτοῖς τὸν 10286 1.49.58.260 : ἄλλον βίον βιῶσιν, ἢ ἀνδροφόνοι τοιούτῳ τινὶ ἄλλῳ τρόπῳ 10287 1.49.58.261 : γένωνται, τούτους δὲ ἐμπεσεῖν μὲν εἰς τὸν Τάρταρον 10288 1.49.58.262 : ἀνάγκη, ἐμπεσόντας δὲ αὐτοὺς καὶ ἐνιαυτὸν ἐκεῖ γενομέ– 10289 1.49.58.263 : νους ἐκβάλλει τὸ ῥεῦμα, τοὺς μὲν ἀνδροφόνους κατὰ τὸν 10290 1.49.58.264 : Κωκυτόν, τοὺς δὲ πατραλοίας καὶ μητραλοίας κατὰ τὸν 10291 1.49.58.265 : Πυριφλεγέθοντα· ἐπειδὰν δὲ φερόμενοι γένωνται κατὰ 10292 1.49.58.266 : τὴν λίμνην τὴν Ἀχερουσιάδα, ἐνταῦθα βοῶσί τε καὶ κα– 10293 1.49.58.267 : λοῦσιν, οἱ μὲν οὓς ἀπέκτειναν, οἱ δὲ οὓς ὕβρισαν, καλέ– 10294 1.49.58.268 : σαντες δὲ ἱκετεύουσι καὶ δέονται ἐᾶσαι σφᾶς ἐκβῆναι εἰς 10295 1.49.58.269 : τὴν λίμνην καὶ δέξασθαι, καὶ ἐὰν μὲν πείσωσιν, ἀπο– 10296 1.49.58.270 : βαίνουσι καὶ λήγουσι τῶν κακῶν, εἰ δὲ μή, φέρονται αὖθις 10297 1.49.58.271 : εἰς τὸν Τάρταρον καὶ ἐκεῖθεν πάλιν εἰς τοὺς ποταμούς· 10298 1.49.58.272 : καὶ ταῦτα πάσχοντες οὐ πρότερον παύονται, πρὶν ἂν πεί– 10299 1.49.58.273 : σωσιν οὓς ἠδίκησαν. αὕτη γὰρ ἡ δίκη ὑπὸ τῶν δικαστῶν 10300 1.49.58.274 : αὐτοῖς ἐτάχθη. Οἳ δὲ δὴ ἂν δόξωσι διαφερόντως πρὸς 10301 1.49.58.275 : τὸ ὁσίως βιῶναι, οὗτοί εἰσιν οἱ τῶνδε μὲν τῶν τόπων 10302 1.49.58.276 : ἐν τῇ γῇ ἐλευθερούμενοί τε καὶ ἀπαλλαττόμενοι ὥσπερ 10303 1.49.58.277 : δεσμωτηρίων, ἄνω δὲ εἰς τὴν καθαρὰν οἴκησιν ἀφικνού– 10304 1.49.58.278 : μενοι καὶ ἐπὶ τῆς γῆς οἰκιζόμενοι. Τούτων δὲ αὐτῶν οἱ 10305 1.49.58.279 : φιλοσοφίᾳ ἱκανῶς καθηράμενοι ἄνευ τε σωμάτων ζῶσι 10306 1.49.58.280 : τὸ παράπαν εἰς τὸν ἔπειτα χρόνον καὶ εἰς οἰκήσεις ἔτι 10307 1.49.58.281 : τούτων καλλίους ἀφικνοῦνται, ἃς οὔτε ῥᾴδιον δηλῶσαι 10308 1.49.58.282 : οὔτε ὁ χρόνος ἱκανὸς ἐν τῷ παρόντι. Ἀλλὰ τούτων μὲν 10309 1.49.58.283 : χρὴ ἕνεκα ὧν διεληλύθαμεν, ὦ Σιμμία, πᾶν ποιεῖν, ὥστε 10310 1.49.58.284 : ἀρετῆς καὶ φρονήσεως ἐν τῷ βίῳ μετασχεῖν· καλὸν γὰρ 10311 1.49.58.285 : τὸ ἆθλον καὶ ἡ ἐλπὶς μεγάλη. Τὸ μὲν οὖν ταῦτα διισχυ– 10312 1.49.58.286 : ρίσασθαι οὕτως ἔχειν, ὡς ἐγὼ διελήλυθα, οὐ πρέπει νοῦν 10313 1.49.58.287 : ἔχοντι ἀνδρί· ὅτι μέντοι ἢ ταῦτά ἐστιν ἢ τοιαῦτ´ ἄττα 10314 1.49.58.288 : περὶ τὰς ψυχὰς ἡμῶν καὶ τὰς οἰκήσεις, ἐπείπερ ἀθάνατος 10315 1.49.58.289 : ἡ ψυχὴ φαίνεται οὖσα, τοῦτο καὶ πρέπειν μοι δοκεῖ καὶ 10316 1.49.58.290 : ἄξιον κινδυνεῦσαι οἰομένῳ οὕτως ἔχειν· καλὸς γὰρ ὁ 10317 1.49.58.291 : κίνδυνος· καὶ χρὴ τὰ τοιαῦτα ὥσπερ ἐπᾴδειν ἑαυτῷ. 10318 1.49.59.1 : <20Πορφυρίου.>20 10319 1.49.59.2 : Ἡ δὲ τῆς ψυχῆς διαμονὴ καὶ ἀιδιότης ἐν τοῖς μάλιστα 10320 1.49.59.3 : τῶν <20Πυθαγόρου>20 δογμάτων γνώριμόν ἐστι πᾶσι καὶ περι– 10321 1.49.59.4 : βόητον, ὅνγε πρὸς τὸν εἰπόντα δόξαι κατὰ τοὺς ὕπνους 10322 1.49.59.5 : ἰδεῖν τεθνεῶτα τὸν πατέρα, φασὶν εἰπεῖν, "οὐκ ἔδοξας, 10323 1.49.59.6 : ἀλλ´ εἶδες"· τῶν δὲ παραγγελμάτων ἓν εἶναι ‘συνδεῖν ὁση– 10324 1.49.59.7 : μέραι τὸ στρωματόδεσμον’, ὡς ἀποδημίαν οὖσαν τὴν τε– 10325 1.49.59.8 : λευτὴν καὶ δεῖν ἀεὶ συνεσκευασμένους ἡμᾶς τὸν καιρὸν 10326 1.49.59.9 : περιμένειν τῆς ἐκεῖ〈σε〉 πορείας· τὸν δὲ ἀναιροῦντα δικαίως 10327 1.49.59.10 : πρὸς τὸ ἀποθνῆσκον τοῦτον τὸν λόγον ἔχειν, ὃν ὁ γεννῶν 10328 1.49.59.11 : ἔχει πρὸς τὸ γεννώμενον. Ἑκατέραν γὰρ εἶναι τῆς ψυχῆς 10329 1.49.59.12 : μεταβολήν, τὴν μὲν εἰς σῶμα γένεσιν, τὴν δὲ ἀπὸ σώματος 10330 1.49.59.13 : θάνατον προσαγορευομένην. 10331 1.49.60.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ.>20 10332 1.49.60.2 : Τὰ δὲ παρ´ Ὁμήρου περὶ τῆς Κίρκης λεγόμενα θαυ– 10333 1.49.60.3 : μαστὴν ἔχει τῶν περὶ ψυχὴν θεωρίαν. Λέγεται γὰρ οὕτως 10334 1.49.60.4 : (κ 239. 240)· 10335 1.49.60.5 : οἳ δὲ συῶν μὲν ἔχον κεφαλὰς φωνήν τε τρίχας τε 10336 1.49.60.6 : καὶ δέμας· αὐτὰρ νοῦς ἦν ἔμπεδος ὡς τὸ πάρος περ. 10337 1.49.60.7 : Ἔστι τοίνυν ὁ μῦθος αἴνιγμα τῶν περὶ ψυχῆς ὑπό τε 10338 1.49.60.8 : <20Πυθαγόρου>20 λεγομένων καὶ <20Πλάτωνος,>20 ὡς ἄφθαρτος 10339 1.49.60.9 : οὖσα τὴν φύσιν καὶ ἀίδιος, οὔ τι μὴν ἀπαθὴς οὐδὲ ἀμε– 10340 1.49.60.10 : τάβλητος, ἐν ταῖς λεγομέναις φθοραῖς καὶ τελευταῖς μετα– 10341 1.49.60.11 : βολὴν ἴσχει καὶ μετακόσμησιν εἰς ἕτερα σωμάτων εἴδη, 10342 1.49.60.12 : καθ´ ἡδονὴν διώκουσα τὸ πρόσφορον καὶ οἰκεῖον ὁμοιότητι 10343 1.49.60.13 : καὶ συνηθείᾳ βίου διαίτης. Ἔνθα δῆ〈λον〉 τὸ μετὰ παι– 10344 1.49.60.14 : δείας ἑκάστῳ καὶ φιλοσοφίας ὄφελος, ἂν μνημονεύουσα 10345 1.49.60.15 : τῶν καλῶν ἡ ψυχὴ καὶ δυσχεραίνουσα τὰς αἰσχρὰς καὶ 10346 1.49.60.16 : παρανόμους ἡδονὰς δύνηται κρατεῖν καὶ προσέχειν αὑτῆ 10347 1.49.60.17 : καὶ φυλάττειν, μὴ λάθῃ θηρίον γενομένη καὶ στέρξασα 10348 1.49.60.18 : σώματος οὐκ εὐφυοῦς οὐδὲ καθαροῦ πρὸς ἀρετήν, φύσιν 10349 1.49.60.19 : ἄμουσον καὶ ἄλογον καὶ τὸ ἐπιθυμοῦν καὶ θυμούμενον 10350 1.49.60.20 : μᾶλλον ἢ τὸ φρόνιμον αὔξοντος καὶ τρέφοντος. Αὐτῆς 10351 1.49.60.21 : γὰρ τῆς μετακοσμήσεως εἱμαρμένη καὶ φύσις ὑπὸ Ἐμπε– 10352 1.49.60.22 : δοκλέους (v. 402 Stein.) δαίμων ἀνηγόρευται, 10353 1.49.60.23 : ‘σαρκῶν ἀλλογνῶτι περιστέλλουσα χιτῶνι,’ 10354 1.49.60.24 : καὶ μεταμπίσχουσα τὰς ψυχάς. Ὅμηρος δὲ τὴν ἐν κύκλῳ 10355 1.49.60.25 : περίοδον καὶ περιφορὰν παλιγγενεσίας Κίρκην προσηγό– 10356 1.49.60.26 : ρευκεν, Ἡλίου παῖδα τοῦ πᾶσαν φθορὰν γενέσει καὶ γένεσιν 10357 1.49.60.27 : αὖ πάλιν φθορᾷ συνάπτοντος ἀεὶ καὶ συνείροντος. Αἰαίη 10358 1.49.60.28 : δὲ νῆσος ἡ δεχομένη τὸν ἀποθνήσκοντα μοῖρα καὶ χώρα 10359 1.49.60.29 : τοῦ περιέχοντος, εἰς ἣν ἐμπεσοῦσαι πρῶτον αἱ ψυχαὶ 10360 1.49.60.30 : πλανῶνται καὶ ξενοπαθοῦσι καὶ ὀλοφύρονται καὶ οὐκ 10361 1.49.60.31 : ἴσασιν, 10362 1.49.60.32 : ‘ὅπῃ ζόφος, 10363 1.49.60.33 : οὐδ´ ὅπῃ ἠέλιος φαεσίμβροτος εἶς´ ὑπὸ γαῖαν’ (κ 190. 191). 10364 1.49.60.34 : Ποθοῦσαι δὲ καθ´ ἡδονὰς τὴν συνήθη καὶ σύντροφον ἐν 10365 1.49.60.35 : σαρκὶ καὶ μετὰ σαρκὸς δίαιταν ἐμπίπτουσιν αὖθις εἰς τὸν 10366 1.49.60.36 : κυκεῶνα τῆς γενέσεως μιγνύσης εἰς τὸ αὐτὸ καὶ κυκώσης 10367 1.49.60.37 : ὡς ἀληθῶς ἀίδια καὶ θνητὰ καὶ φρόνιμα καὶ παθητὰ καὶ 10368 1.49.60.38 : ὀλύμπια καὶ γηγενῆ, θελγόμεναι καὶ μαλασσόμεναι ταῖς 10369 1.49.60.39 : ἀγούσαις αὖθις ἐπὶ τὴν γένεσιν ἡδοναῖς, ἐν ᾧ δὴ μάλιστα 10370 1.49.60.40 : πολλῆς μὲν εὐτυχίας αἱ ψυχαὶ δέονται πολλῆς δὲ σωφρο– 10371 1.49.60.41 : σύνης, ὅπως μὴ τοῖς κακίστοις ἐπισπόμεναι καὶ συνεν– 10372 1.49.60.42 : δοῦσαι μέρεσιν ἢ πάθεσιν αὑτῶν κακοδαίμονα καὶ θηρι– 10373 1.49.60.43 : ώδη βίον ἀμείψωσιν. Ἡ γὰρ λεγομένη καὶ νομιζομένη 10374 1.49.60.44 : τῶν ἐν Ἅιδου τρίοδος ἐνταῦθά που τέτακται περὶ τὰ τῆς 10375 1.49.60.45 : ψυχῆς σχιζόμενα μέρη, τὸ λογιστικὸν καὶ θυμοειδὲς καὶ 10376 1.49.60.46 : ἐπιθυμητικόν, ὧν ἕκαστον ἀρχὴν ἐξ ἑαυτοῦ καὶ ῥοπὴν 10377 1.49.60.47 : ἐπὶ τὸν οἰκεῖον βίον ἐνδίδωσι. Καὶ οὐκέτι ταῦτα μῦθος 10378 1.49.60.48 : οὐδὲ ποίησις, ἀλλὰ ἀλήθεια καὶ φυσικὸς λόγος. Ὧν μὲν 10379 1.49.60.49 : γὰρ ἐν τῇ μεταβολῇ καὶ γενέσει τὸ ἐπιθυμητικὸν ἐξανθοῦν 10380 1.49.60.50 : ἐπικρατεῖ καὶ δυναστεύει, τούτοις εἰς νωθῆ [καὶ] σώματα 10381 1.49.60.51 : καὶ βίους θολεροὺς καὶ ἀκαθάρτους ὑπὸ φιληδονίας καὶ 10382 1.49.60.52 : γαστριμαργίας φησὶ γενέσθαι τὴν μεταβολήν. Ὅταν δὲ φι– 10383 1.49.60.53 : λονεικίαις σκληραῖς καὶ φονικαῖς ὠμότησιν ἔκ τινος δια– 10384 1.49.60.54 : φορᾶς ἢ δυσμενείας ἐξηγριωμένον ἔχουσα παντάπασιν ἡ 10385 1.49.60.55 : ψυχὴ τὸ θυμοειδὲς εἰς δευτέραν γένεσιν ἀφίκηται, πλήρης 10386 1.49.60.56 : οὖσα προσφάτου πικρίας καὶ βαρυφρόνης, ἔρριψεν ἑαυτὴν 10387 1.49.60.57 : εἰς λύκου φύσιν ἢ λέοντος, ὥσπερ ὄργανον ἀμυντικὸν τὸ 10388 1.49.60.58 : σῶμα τῷ κρατοῦντι προἱεμένη πάθει καὶ περιαρμόσασα. 10389 1.49.60.59 : Διὸ δεῖ μάλιστα περὶ τὸν θάνατον, ὥσπερ ἐν τελετῇ, 10390 1.49.60.60 : καθαρεύοντα παντὸς ἀπέχειν πάθους φαύλου τὴν ψυχὴν 10391 1.49.60.61 : καὶ πᾶσαν ἐπιθυμίαν χαλεπὴν κοιμήσαντα καὶ φθόνους 10392 1.49.60.62 : καὶ δυσμενείας καὶ ὀργὰς ἀπωτάτω τιθέμενον τοῦ φρο– 10393 1.49.60.63 : νοῦντος ἐκβαίνειν τοῦ σώματος. Οὕτως ὁ χρυσόρραπις 10394 1.49.60.64 : Ἑρμῆς (κ 227) ἀληθῶς ὁ λόγος ἐντυγχάνων καὶ δεικνύων 10395 1.49.60.65 : ἐναργῶς τὸ καλόν, ἢ παντάπασιν εἴργει καὶ ἀπέχει τοῦ 10396 1.49.60.66 : κυκεῶνος, ἢ πιοῦσαν ἐν ἀνθρωπίνῳ βίῳ καὶ ἤθει διαφυ– 10397 1.49.60.67 : λάττει πλεῖστον χρόνον, ὡς ἀνυστόν ἐστι. 10398 1.49.61.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ.>20 10399 1.49.61.2 : Πάλιν αἰνιττόμενος, ὅτι ταῖς τῶν εὐσεβῶς βεβιωκότων 10400 1.49.61.3 : ψυχαῖς μετὰ τὴν τελευτὴν οἰκεῖός ἐστι τόπος ὁ περὶ τὴν 10401 1.49.61.4 : σελήνην, ὑπεδήλωσεν εἰπών (δ 563. 564) 10402 1.49.61.5 : ἀλλά ς´ ἐς ἠλύσιον πεδίον καὶ πείρατα γαίης 10403 1.49.61.6 : ἀθάνατοι πέμψουσιν, ὅθι ξανθὸς Ῥαδάμανθυς, 10404 1.49.61.7 : <20Ἠλύσιον>20 μὲν <20πεδίον>20 εἰκότως προσειπὼν τὴν τῆς σελή– 10405 1.49.61.8 : νης ἐπιφάνειαν ὑπὸ ἡλίου καταλαμπομένην, "ὅτ´ ἀέξεται 10406 1.49.61.9 : ἁλίου αὐγαῖς", ὥς φησι Τιμόθεος (fr. 3 p. 1269 B.)· <20πέ– 10407 1.49.61.10 : ρατα>20 δὲ <20γῆς>20 τὰ ἄκρα τῆς νυκτός, ἣν σκιὰν τῆς γῆς εἶναι 10408 1.49.61.11 : λέγουσιν οἱ μαθηματικοὶ πολλάκις ἐπιψαύουσαν τῆς σε– 10409 1.49.61.12 : λήνης, ὡς τοῦτο τῆς γῆς πέρας ἐχούσης οὗ τῇ σκιᾷ μα– 10410 1.49.61.13 : κρότερον οὐκ ἐξικνεῖται. 10411 1.49.62.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τιμαίου>20 (p. 42A–D). 10412 1.49.62.2 : Πρῶτον μὲν [οὖν] αἴσθησιν ἀναγκαῖον εἴη μίαν πᾶσιν 10413 1.49.62.3 : ἐκ βιαίων παθημάτων σύμφυτον γίγνεσθαι, δεύτερον δὲ 10414 1.49.62.4 : ἡδονῇ καὶ λύπῃ μεμιγμένον ἔρωτα, πρὸς δὲ τούτοις φό– 10415 1.49.62.5 : βον τε καὶ θυμὸν ὅσα τε ἑπόμενα αὐτοῖς καὶ ὁπόσα 10416 1.49.62.6 : ἐναντίως πέφυκε διεστηκότα· ὧν εἰ μὲν κρατήσοιεν, δίκῃ 10417 1.49.62.7 : βιώσοιντο, κρατηθέντες δὲ ἀδικίᾳ. Καὶ ὃ μὲν εὖ τὸν 10418 1.49.62.8 : προσήκοντα χρόνον βιούς, πάλιν εἰς τὴν τοῦ ξυννόμου 10419 1.49.62.9 : πορευθεὶς οἴκησιν ἄστρου, βίον εὐδαίμονα ἕξοι· σφαλεὶς 10420 1.49.62.10 : δὲ τούτων εἰς γυναικὸς φύσιν ἐν τῇ δευτέρᾳ γενέσει μετα– 10421 1.49.62.11 : βάλοι· μὴ παυόμενός τε ἐν τούτοις ἔτι κακίας τρόπον 10422 1.49.62.12 : ὃν κακύνοιτο κατὰ τὴν ὁμοιότητα τῆς τοῦ τρόπου γενέ– 10423 1.49.62.13 : σεως εἴς τινα τοιαύτην ἀεὶ μεταβάλλοι θήρειον φύσιν, 10424 1.49.62.14 : ἀλλάττων τε οὐ πρότερον πόνων λήξοι, πρὶν τῇ ταὐτοῦ 10425 1.49.62.15 : καὶ ὁμοίου περιόδῳ τῇ ἐν αὑτῷ ξυνεπισπόμενος τὸν πολὺν 10426 1.49.62.16 : ὄχλον καὶ ὕστερον προσφύντα ἐκ πυρὸς καὶ ὕδατος καὶ 10427 1.49.62.17 : ἀέρος καὶ γῆς θορυβώδη καὶ ἄλογον ὄντα λόγῳ κρατήσας, 10428 1.49.62.18 : εἰς τὸ τῆς πρώτης καὶ ἀρίστης ἀφίκοιτο εἶδος ἕξεως. 10429 1.49.63.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Γοργίου>20 (p. 523A–524A). 10430 1.49.63.2 : Ἄκουε δή, φησί, μάλα καλοῦ λόγου, ὃν σὺ μὲν ἡγήσῃ 10431 1.49.63.3 : μῦθον, ὡς ἐγᾦμαι, ἐγὼ δὲ λόγον· ὡς ἀληθῆ γὰρ ὄντα 10432 1.49.63.4 : σοι λέξω ἃ μέλλω λέγειν. Ὥσπερ γὰρ Ὅμηρος λέγει, διε– 10433 1.49.63.5 : νείμαντο τὴν ἀρχὴν ὁ Ζεὺς καὶ ὁ Ποσειδῶν καὶ ὁ Πλού– 10434 1.49.63.6 : των, ἐπειδὴ παρὰ τοῦ πατρὸς παρέλαβον. Ἦν οὖν νόμος 10435 1.49.63.7 : ὅδε περὶ ἀνθρώπων ἐπὶ Κρόνου, καὶ ἀεὶ καὶ νῦν ἔτ´ ἔστιν 10436 1.49.63.8 : ἐν θεοῖς, τῶν ἀνθρώπων τὸν μὲν δικαίως τὸν βίον διελ– 10437 1.49.63.9 : θόντα καὶ ὁσίως, ἐπειδὰν τελευτήσῃ, εἰς μακάρων νήσους 10438 1.49.63.10 : ἀπιόντα οἰκεῖν ἐν πάσῃ εὐδαιμονίᾳ ἐκτὸς κακῶν, τὸν δὲ 10439 1.49.63.11 : ἀδίκως καὶ ἀθέως εἰς τὸ τῆς τίσεώς τε καὶ δίκης δεσμω– 10440 1.49.63.12 : τήριον, ὃ δὴ Τάρταρον καλοῦσιν, ἰέναι. Τούτων δὲ δικα– 10441 1.49.63.13 : σταὶ ἐπὶ Κρόνου καὶ ἔτι νεωστὶ τοῦ Διὸς τὴν ἀρχὴν 10442 1.49.63.14 : ἔχοντος ζῶντες ἦσαν ζώντων, ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ δικάζοντες 10443 1.49.63.15 : ᾗ μέλλοιεν τελευτᾶν. Κακῶς οὖν αἱ δίκαι ἐκρίνοντο· ὅ 10444 1.49.63.16 : τε οὖν Πλούτων καὶ οἱ ἐπιμεληταὶ ἐκ μακάρων νήσων 10445 1.49.63.17 : ἰόντες ἔλεγον πρὸς τὸν Δία, ὅτι φοιτῷέν σφισιν ἄνθρωποι 10446 1.49.63.18 : ἑκατέρωσε ἀνάξιοι. Εἶπεν οὖν ὁ Ζεύς· ἀλλ´ ἐγώ, ἔφη, 10447 1.49.63.19 : παύσω τοῦτο γιγνόμενον. Νῦν μὲν γὰρ κακῶς αἱ δίκαι 10448 1.49.63.20 : δικάζονται· ἀμπεχόμενοι γάρ, ἔφη, οἱ κρινόμενοι κρίνον– 10449 1.49.63.21 : ται. Πολλοὶ οὖν, ἦ δ´ ὅς, ψυχὰς πονηρὰς ἔχοντες ἠμ– 10450 1.49.63.22 : φιεσμένοι εἰσὶ σώματά τε καλὰ καὶ γένη καὶ πλούτους, 10451 1.49.63.23 : καὶ ἐπειδὰν ἡ κρίσις ᾖ, ἔρχονται αὐτοῖς πολλοὶ μάρτυρες, 10452 1.49.63.24 : μαρτυρήσοντες ὡς δικαίως βεβιώκασιν· οἱ οὖν δικασταὶ 10453 1.49.63.25 : ὑπό τε τούτων ἐκπλήττονται, καὶ ἅμα καὶ αὐτοὶ ἀμπεχό– 10454 1.49.63.26 : μενοι δικάζουσι, πρὸ τῆς ψυχῆς τῆς αὑτῶν ὀφθαλμοὺς 10455 1.49.63.27 : καὶ ὦτα καὶ ὅλον τὸ σῶμα προκεκαλυμμένοι. Ταῦτα δὲ 10456 1.49.63.28 : αὐτοῖς πάντα ἔμπροσθεν γίγνεται, καὶ τὰ αὑτῶν ἀμφι– 10457 1.49.63.29 : άσματα καὶ τὰ τῶν κρινομένων. Πρῶτον μὲν οὖν, ἔφη, 10458 1.49.63.30 : παυστέον ἐστὶ προειδότας αὐτοὺς τὸν θάνατον· νῦν γὰρ 10459 1.49.63.31 : προΐσασι. Τοῦτο μὲν δὴ καὶ εἴρηται τῷ Προμηθεῖ ὅπως 10460 1.49.63.32 : ἂν παύσῃ αὐτῶν. Ἔπειτα γυμνοὺς κριτέον ἁπάντων τού– 10461 1.49.63.33 : των· τεθνεῶτας γὰρ δεῖ κρίνεσθαι. Καὶ τὸν κριτὴν δεῖ 10462 1.49.63.34 : γυμνὸν εἶναι, τεθνεῶτα, αὐτῇ τῇ ψυχῇ αὐτὴν τὴν ψυχὴν 10463 1.49.63.35 : θεωροῦντα ἐξαίφνης ἀποθανόντος ἑκάστου, ἔρημον πάν– 10464 1.49.63.36 : των τῶν συγγενῶν καὶ καταλιπόντα ἐπὶ τῆς γῆς πάντα 10465 1.49.63.37 : ἐκεῖνον τὸν κόσμον, ἵνα δικαία ἡ κρίσις ᾖ. Ἐγὼ μὲν οὖν 10466 1.49.63.38 : ἐγνωκὼς πρότερος ἢ ὑμεῖς ἐποιησάμην δικαστὰς υἱεῖς 10467 1.49.63.39 : ἐμαυτοῦ, δύο μὲν ἐκ τῆς Ἀσίας, Μίνω τε καὶ Ῥαδάμανθυν, 10468 1.49.63.40 : ἕνα δὲ ἐκ τῆς Εὐρώπης, Αἰακόν· οὗτοι οὖν ἐπειδὰν τε– 10469 1.49.63.41 : λευτήσωσι, δικάσουσιν ἐν τῷ λειμῶνι, ἐν τριόδῳ, ἐξ ἧς 10470 1.49.63.42 : φέρετον τὼ ὁδώ, ἣ μὲν εἰς μακάρων νήσους, ἣ δ´ εἰς 10471 1.49.63.43 : Τάρταρον. Καὶ τοὺς μὲν ἐκ τῆς Ἀσίας Ῥαδάμανθυς κρι– 10472 1.49.63.44 : νεῖ, τοὺς δὲ ἐκ τῆς Εὐρώπης Αἰακός· Μίνῳ δὲ πρεσβεῖα 10473 1.49.63.45 : δώσω ἐπιδιακρίνειν, ἐὰν ἀπόρρητόν τι ᾖ τῷ ἑτέρῳ, ἵνα 10474 1.49.63.46 : ὡς δικαιοτάτη ᾖ κρίσις περὶ τῆς πορείας τοῖς ἀνθρώ– 10475 1.49.63.47 : ποις. 10476 1.49.64.1 : <20Πλάτωνος Πολιτείας>20 ιʹ (p. 614B–616C). 10477 1.49.64.2 : Ἀλλ´ οὐ μέντοι σοί, ἦν δ´ ἐγώ, Ἀλκίνου γε ἀπόλογον 10478 1.49.64.3 : ἐρῶ, ἀλλ´ ἀλκίμου μὲν ἀνδρός, Ἠρὸς τοῦ Ἀρμενίου, τὸ 10479 1.49.64.4 : γένος Παμφύλου· ὅς ποτε ἐν πολέμῳ τελευτήσας, ἀναιρε– 10480 1.49.64.5 : θέντων δεκαταίων τῶν νεκρῶν ἤδη διεφθαρμένων, ὑγιὴς 10481 1.49.64.6 : μὲν ἀνῃρέθη, κομισθεὶς δ´ οἴκαδε, μέλλων θάπτεσθαι, 10482 1.49.64.7 : δωδεκαταῖος ἐπὶ τῇ πυρᾷ κείμενος ἀνεβίω, ἀναβιοὺς δ´ 10483 1.49.64.8 : ἔλεγεν ἃ ἐκεῖ ἴδοι. Ἔφη δέ· ἐπειδὴ οὗ ἐκβῆναι τὴν ψυχήν, 10484 1.49.64.9 : πορεύεσθαι μετὰ πολλῶν καὶ ἀφικνεῖσθαι σφᾶς εἰς τόπον 10485 1.49.64.10 : τινὰ δαιμόνιον, ἐν ᾧ τῆς τε γῆς δύο εἶναι χάσματα ἐχο– 10486 1.49.64.11 : μένω ἀλλήλοιν καὶ τοῦ οὐρανοῦ αὖ ἐν τῷ ἄνω ἄλλα 10487 1.49.64.12 : κατ´ ἀντικρύ. Δικαστὰς δὲ μεταξὺ τούτων καθῆσθαι, οὓς 10488 1.49.64.13 : ἐπειδὴ δικάσειαν, τοὺς μὲν δικαίους κελεύειν πορεύεσθαι 10489 1.49.64.14 : τὴν εἰς δεξιάν τε καὶ ἄνω διὰ τοῦ οὐρανοῦ, σημεῖα περι– 10490 1.49.64.15 : άψαντας τῶν δεδικασμένων ἐν τῷ πρόσθεν, τοὺς δὲ ἀδί– 10491 1.49.64.16 : κους τὴν εἰς ἀριστεράν τε καὶ κάτω, ἔχοντας καὶ τούτους 10492 1.49.64.17 : ἐν τῷ ὄπισθεν σημεῖα πάντων ὧν ἔπραξαν. Ἑαυτοῦ δὲ 10493 1.49.64.18 : προσελθόντος εἰπεῖν, ὅτι δέοι αὐτὸν ἄγγελον ἀνθρώποις 10494 1.49.64.19 : γενέσθαι τῶν ἐκεῖ καὶ διακελεύοιντό οἱ ἀκούειν τε καὶ 10495 1.49.64.20 : θεᾶσθαι πάντα τὰ ἐν τῷ τόπῳ. Ὁρᾶν δὴ ταύτῃ μὲν καθ´ 10496 1.49.64.21 : ἑκάτερον τὸ χάσμα τοῦ οὐρανοῦ τε καὶ τῆς γῆς ἀπιούσας 10497 1.49.64.22 : τὰς ψυχάς, ἐπειδὴ αὐταῖς δικασθείη, κατὰ δὲ τὼ ἑτέρω 10498 1.49.64.23 : ἐκ μὲν τοῦ ἀνιέναι ἐκ τῆς γῆς μεστὰς αὐχμοῦ τε καὶ κό– 10499 1.49.64.24 : νεως, ἐκ δὲ τοῦ ἑτέρου καταβαίνειν ἑτέρας ἐκ τοῦ οὐρανοῦ 10500 1.49.64.25 : καθαράς. Καὶ τὰς ἀεὶ ἀφικνουμένας ὥσπερ ἐκ πολλῆς 10501 1.49.64.26 : πορείας φαίνεσθαι ἥκειν, καὶ ἀσμένας εἰς τὸν λειμῶνα 10502 1.49.64.27 : ἀπιούσας οἷον ἐν πανηγύρει κατασκηνοῦσθαι, καὶ ἀσπά– 10503 1.49.64.28 : ζεσθαί τε ἀλλήλας ὅσαι γνώριμαι, καὶ πυνθάνεσθαι τάς 10504 1.49.64.29 : τε ἐκ τῆς γῆς ἡκούσας παρὰ τῶν ἑτέρων τὰ ἐκεῖ 〈καὶ〉 10505 1.49.64.30 : τὰς ἐκ τοῦ οὐρανοῦ τὰ παρ´ ἐκείναις. Διηγεῖσθαι δὲ 10506 1.49.64.31 : ἀλλήλαις τὰς μὲν ὀδυρομένας τε καὶ κλαιούσας, ἀνα– 10507 1.49.64.32 : μιμνησκομένας ὅσα τε καὶ οἷα πάθοιεν καὶ ἴδοιεν ἐν τῇ 10508 1.49.64.33 : ὑπὸ γῆς πορείᾳ (εἶναι δὲ τὴν πορείαν χιλίετιν), τὰς δ´ 10509 1.49.64.34 : αὖ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ εὐπαθείας διηγεῖσθαι καὶ θέας ἀμηχά– 10510 1.49.64.35 : νους τὸ κάλλος. Τὰ μὲν οὖν πολλά, ὦ Γλαύκων, πολλοῦ 10511 1.49.64.36 : χρόνου διηγήσασθαι· τὸ δ´ οὖν κεφάλαιον ἔφη τόδε εἶναι, 10512 1.49.64.37 : ὅσα πώποτέ τινα ἠδίκησαν καὶ ὅσους ἕκαστος, ὑπὲρ 10513 1.49.64.38 : ἁπάντων δίκην δεδωκέναι ἐν μέρει, ὑπὲρ ἑκάστου δεκάκις· 10514 1.49.64.39 : τοῦτο δὲ εἶναι κατὰ ἑκατονταετηρίδα ἑκάστην, ὡς βίου 10515 1.49.64.40 : ὄντος τοσούτου τοῦ ἀνθρωπίνου, ἵνα δεκαπλάσιον τὸ 10516 1.49.64.41 : ἔκτισμα τοῦ ἀδικήματος ἐκτίνοιεν· καὶ οἷον εἴ τινες πολ– 10517 1.49.64.42 : λοῖς θανάτων ἦσαν αἴτιοι, ἢ πόλεις προδόντες ἢ στρα– 10518 1.49.64.43 : τόπεδα καὶ εἰς δουλείας ἐμβεβληκότες, ἤ τινος ἄλλης 10519 1.49.64.44 : κακουχίας μεταίτιοι, πάντων τούτων δεκαπλασίας ἀλγη– 10520 1.49.64.45 : δόνας κομίσαιντο· καὶ αὖ εἴ τινας εὐεργεσίας εὐεργετη– 10521 1.49.64.46 : κότες καὶ δίκαιοι καὶ ὅσιοι γεγονότες εἶεν, κατὰ ταὐτὰ 10522 1.49.64.47 : τὴν ἀξίαν κομίζοιντο. Τῶν δ´ εὐθὺς γενομένων καὶ ὀλί– 10523 1.49.64.48 : γον χρόνον βιούντων πέρι ἄλλα ἔλεγεν οὐκ ἄξια μνήμης. 10524 1.49.64.49 : Εἰς δὲ θεοὺς ἀσεβείας τε καὶ εὐσεβείας καὶ γονέας καὶ 10525 1.49.64.50 : αὐτόχειρας φόνου μείζους ἔτι τοὺς μισθοὺς διηγεῖτο. 10526 1.49.64.51 : Ἔφη γὰρ δὴ καὶ παραγενέσθαι ἐρωτωμένῳ ἑτέρῳ ὑπὸ 10527 1.49.64.52 : ἑτέρου, ὅπου εἴη Ἀρδιαῖος ὁ μέγας. Ὁ δὲ Ἀρδιαῖος οὗτος 10528 1.49.64.53 : τῆς Παμφυλίας ἔν τινι πόλει τύραννος ἐγεγόνει, ἤδη χι– 10529 1.49.64.54 : λιοστὸν ἔτος εἰς ἐκεῖνον τὸν χρόνον, γέροντά τε πατέρα 10530 1.49.64.55 : ἀποκτείνας καὶ πρεσβύτερον ἀδελφόν, ἄλλα τε πολλὰ καὶ 10531 1.49.64.56 : ἀνόσια εἰργασμένος, ὡς ἔλεγεν. Ἔφη οὖν τὸν ἐρωτώμενον 10532 1.49.64.57 : εἰπεῖν· "οὐχ ἥκει", φάναι, "οὐδ´ ἂν ἥξει δεῦρο". Ἐθεασά– 10533 1.49.64.58 : μεθα γὰρ οὖν δὴ καὶ τοῦτο τῶν δεινῶν θεαμάτων. Ἐπειδὴ 10534 1.49.64.59 : ἐγγὺς τοῦ στομίου ἦμεν μέλλοντες ἀνιέναι, καὶ τἆλλα 10535 1.49.64.60 : πάντα πεπονθότες, ἐκεῖνον τότε κατείδομεν ἐξαίφνης καὶ 10536 1.49.64.61 : ἄλλους σχεδόν τι αὐτῶν τοὺς πλείστους τυράννους· ἦσαν 10537 1.49.64.62 : δὲ καὶ ἰδιῶταί τινες τῶν μεγάλα ἡμαρτηκότων. Οὓς οἰο– 10538 1.49.64.63 : μένους ἤδη ἀναβήσεσθαι οὐκ ἐδέχετο τὸ στόμιον, ἀλλ´ 10539 1.49.64.64 : ἐμυκᾶτο, ὁπότε τις τῶν οὕτως ἀνιάτως ἐχόντων εἰς πο– 10540 1.49.64.65 : νηρίαν ἢ μὴ ἱκανῶς δεδωκὼς δίκην ἐπιχειροίη ἀνιέναι. 10541 1.49.64.66 : Ἐνταῦθα δὴ ἄνδρες, ἔφη, ἄγριοι, διάπυροι ἰδεῖν, παρε– 10542 1.49.64.67 : στῶτες καὶ καταμανθάνοντες τὸ θέμα, τοὺς μὲν ἰδίᾳ 10543 1.49.64.68 : λαβόντες ἦγον, τὸν δὲ Ἀρδιαῖον καὶ ἄλλους συμποδίσαντες 10544 1.49.64.69 : χεῖράς τε καὶ πόδας καὶ κεφαλήν, καταβαλόντες καὶ ἐκ– 10545 1.49.64.70 : δείραντες, εἷλκον παρὰ τὴν ὁδὸν ἐκτὸς ἐπ´ ἀσπαλάθων 10546 1.49.64.71 : κνάμπτοντες, καὶ τοῖς ἀεὶ παριοῦσι σημαίνοντες, ὧν ἕνεκά 10547 1.49.64.72 : τι, καὶ ὅτι εἰς τὸν Τάρταρον ἐμπεσούμενοι ἄγοιντο. Ἔνθα 10548 1.49.64.73 : δὴ φόβων πολλῶν καὶ παντοδαπῶν σφίσι γεγονότων 10549 1.49.64.74 : τοῦτον ὑπερβάλλειν, μὴ γένοιτο ἑκάστῳ τὸ φθέγμα ὅτε 10550 1.49.64.75 : ἀναβαίνοι, καὶ ἀσμενέστατα σιγήσαντος ἀναβῆναι. Καὶ τὰς 10551 1.49.64.76 : μὲν δὴ δίκας τε καὶ τιμωρίας τοιαύτας τινὰς εἶναι, καὶ 10552 1.49.64.77 : αὖ τὰς εὐεργεσίας ταύταις ἀντιστρόφους· ἐπειδὴ δὲ τοῖς 10553 1.49.64.78 : ἐν τῷ λειμῶνι ἑκάστοις ἑπτὰ ἡμέραι γένοιντο, ἀναστάντας 10554 1.49.64.79 : ἐντεῦθεν δεῖν τῇ ὀγδόῃ πορεύεσθαι καὶ ἀφικνεῖσθαι 10555 1.49.64.80 : τεταρταίους, ὅθεν καθορᾶν ἄνωθεν διὰ παντὸς τοῦ οὐ– 10556 1.49.64.81 : ρανοῦ καὶ γῆς τεταμένον φῶς εὐθύς, οἷον κίονα, μάλιστα 10557 1.49.64.82 : τῇ Ἴριδι προσφερῆ, λαμπρότερον δὲ καὶ καθαρώτερον. 10558 1.49.64.83 : Εἰς ὃ ἀφικέσθαι προελθόντες ἡμερησίαν ὁδόν, καὶ ἰδεῖν 10559 1.49.64.84 : αὐτόθι κατὰ μέσον τὸ φῶς ἐκ τοῦ οὐρανοῦ τὰ ἄκρα αὐτοῦ 10560 1.49.64.85 : τῶν δεσμῶν τεταμένα. 10561 1.49.65.1 : 〈<20Ἰαμβλίχου ἐκ τοῦ περὶ ψυχῆς.〉 10562 1.49.65.2 : Πλωτῖνος>20 δὲ καὶ οἱ πλεῖστοι τῶν <20Πλατωνικῶν>20 10563 1.49.65.3 : ἀπόθεσιν τῶν παθῶν καὶ τῶν μορφωτικῶν διαγνώσεων, 10564 1.49.65.4 : δόξης τε πάσης ὑπεροψίαν [τε] καὶ τῶν ἐνύλων διανοήσεων 10565 1.49.65.5 : ἀπόστασιν, πλήρωσίν τε ἀπὸ νοῦ καὶ τοῦ ὄντος, ἀφο– 10566 1.49.65.6 : μοίωσίν τε τοῦ κατανοουμένου πρὸς τὸ κατανοοῦν τὴν 10567 1.49.65.7 : τελεωτάτην <20κάθαρσιν>20 ὑπολαμβάνουσιν. <20Ἔνιοι>20 δὲ καὶ 10568 1.49.65.8 : τούτων πολλάκις ἀποφαίνονται περὶ τὴν ἄλογον ψυχὴν 10569 1.49.65.9 : καὶ τὸν δοξαστικὸν λόγον ἐμφύεσθαι τὴν κάθαρσιν· τὸν δὲ 10570 1.49.65.10 : λόγον αὐτὸν τὸν οὐσιώδη καὶ τὸν νοῦν τῆς ψυχῆς ἀεὶ 10571 1.49.65.11 : ὑπερέχειν τοῦ κόσμου καὶ συνῆφθαι τοῖς νοητοῖς αὐτὸν 10572 1.49.65.12 : καὶ οὐδέποτε δεῖσθαι τελειώσεως καὶ ἀπολύσεως τῶν 10573 1.49.65.13 : περιττῶν. 10574 1.49.65.14 : Ἀλλὰ δὴ τὸ μετὰ τοῦτο διελώμεθα, <20ὑπὸ τίνων>20 10575 1.49.65.15 : ἕκαστα τούτων ἐπιτελεῖται, τὸ τῆς <20κρίσεως>20 λέγω, τὸ 10576 1.49.65.16 : τῆς <20δίκης>20 ἔργον, τὸ τῆς <20καθάρσεως.>20 Ὡς μὲν δὴ οἱ 10577 1.49.65.17 : πλεῖστοι <20Πυθαγόρειοι>20 καὶ <20Πλατωνικοὶ>20 λέγουσιν, ὑπ´ 10578 1.49.65.18 : αὐτῶν τῶν μεριστῶν ψυχῶν· ὡς δὲ οἱ <20ἀκριβέστεροι>20 ἐν 10579 1.49.65.19 : αὐτοῖς, ὑπὸ τῶν καθολικωτέρων καὶ τελειοτέρων ψυχῶν 10580 1.49.65.20 : καὶ τῆς μιᾶς καὶ ὅλης ψυχῆς καὶ τῆς τάξεως τοῦ παντὸς 10581 1.49.65.21 : καὶ τοῦ νοῦ τοῦ βασιλεύοντος καὶ τῆς ὅλης διακοσμήσεως· 10582 1.49.65.22 : ὡς δ´ οἱ <20ἀρχαιότεροι>20 διατείνονται, 〈ὑπὸ〉 τῶν ἐμφα– 10583 1.49.65.23 : νῶν θεῶν, καὶ μάλιστα δὴ πάντων ἡλίου, τῶν τε δημι– 10584 1.49.65.24 : ουργικῶν αἰτιῶν τῶν ἀφανῶν, τῶν τε κρειττόνων γενῶν 10585 1.49.65.25 : πάντων, ἡρώων φημὶ καὶ δαιμόνων καὶ ἀγγέλων καὶ θεῶν, 10586 1.49.65.26 : ἐξηγουμένων αὐτῶν τῆς ὅλης συστάσεως. 10587 1.49.65.27 : Τί ποτε οὖν αὐτῶν ἐστι τὸ <20τέλος,>20 οὗ ἕνεκα πρώ– 10588 1.49.65.28 : τως [αὐτῶν] ὑφεστήκασι; <20Κρίσεως>20 μὲν ἄμικτος καθαρό– 10589 1.49.65.29 : της τῶν ἀγαθῶν, χωριστή τε αὐτῶν τῶν καλῶν τελεότης, 10590 1.49.65.30 : ἀφεστηκυῖα τὸ παράπαν ἀπὸ τῶν ἀτελῶν, ὑπερβολή τε 10591 1.49.65.31 : ἐξῃρημένη τῶν κρειττόνων αὐτὴ ἑαυτῇ, πρὸς ἣν οὐδὲν δύ– 10592 1.49.65.32 : ναται συντάττεσθαι τῶν χειρόνων οὐδέποτε. Καὶ ταῦτα 10593 1.49.65.33 : τοῖς <20παλαιοτέροις>20 ἀρέσκει τὰ κεφάλαια αὐτῆς, <20ἄλλοις>20 10594 1.49.65.34 : δ´ ἂν ἴσως εὐταξία καὶ διάστασις τοῦ χείρονος ἀπὸ τοῦ 10595 1.49.65.35 : βελτίονος καὶ τὰ τοιαῦτα μᾶλλον ἂν δόξειεν εἶναι κυ– 10596 1.49.65.36 : ριώτερα τῆς ὠφελείας αὐτῆς αἴτια. <20Δίκης>20 δ´ ἂν εἴη τὸ 10597 1.49.65.37 : τέλεον ἐν τῷ τὰ βελτίονα τῶν χειρόνων ἐπικρατεῖν καὶ ἐν 10598 1.49.65.38 : τῷ τὸ κακὸν κολούειν καὶ ἀνατρέπειν καὶ ἀφανίζειν τὸ 10599 1.49.65.39 : παράπαν καὶ ἐν τῷ τὴν ἀνάλογον καὶ κατ´ ἀξίαν ἰσότητα 10600 1.49.65.40 : τοῖς πᾶσιν ἀπεργάζεσθαι. Πρὸς δὴ ταῦτα δοκοῦντα 10601 1.49.65.41 : τοῖς <20πρεσβυτέροις οἳ μὲν>20 τὴν κατ´ ἀριθμὸν ἰσότητα 10602 1.49.65.42 : ἢ πολλαπλασίωσιν, <20οἳ δὲ>20 τὸ ἀντιπάσχειν τὰ αὐτὰ ἅπερ 10603 1.49.65.43 : οἱ δράσαντες προηδίκησαν, οἳ δὲ τὴν ἀπαλλαγὴν τῆς κα– 10604 1.49.65.44 : κίας, <20οἳ δὲ>20 ἄλλο τι τοιοῦτον ὑποτίθενται ἀπ´ αὐτῆς τὸ 10605 1.49.65.45 : λυσιτελοῦν, καὶ περὶ ταύτας τὰς αἱρέσεις ἑλίσσονται οἱ 10606 1.49.65.46 : πολλοὶ <20Πλατωνικοὶ>20 καὶ <20Πυθαγόρειοι.>20 Καὶ μὴν τῆς 10607 1.49.65.47 : γε <20καθάρσεως>20 ἀφαίρεσις τῶν ἀλλοτρίων, ἀπόδοσις τῆς 10608 1.49.65.48 : οἰκείας οὐσίας, τελειότης, ἀποπλήρωσις, αὐτάρκεια, ἄνο– 10609 1.49.65.49 : δος ἐπὶ τὴν γεννησαμένην αἰτίαν, συναφὴ πρὸς τὰ ὅλα 10610 1.49.65.50 : τῶν μερῶν, δόσις ἀπὸ τῶν ὅλων εἰς τὰ μεριστὰ δυνά– 10611 1.49.65.51 : μεως καὶ ζωῆς καὶ ἐνεργείας καὶ τὰ τοιαῦτα νοείσθω 10612 1.49.65.52 : ὡς πάντων χρησιμώτατα. Οἳ δὲ οὐ πείθονται τοῖς <20ἀρ– 10613 1.49.65.53 : χαιοτέροις>20 ταῦτα προστησαμένοις αὐτῆς τὰ ὄντως συμ– 10614 1.49.65.54 : φέροντα, λύσιν δὲ ἀπὸ σώματος καὶ ἀπαλλαγὴν τῶν κατα– 10615 1.49.65.55 : δέσμων καὶ φθορᾶς ἐλευθέρωσιν καὶ γενέσεως ἄφεσιν 10616 1.49.65.56 : καὶ τὰ τοιαῦτα σμικρὰ τέλη προἵστανται αὐτῆς, ὡς τὰ 10617 1.49.65.57 : προέχοντα τῶν ὅλων, ἐν οἷς εἰσιν οἱ πολλοὶ <20Πλατωνι– 10618 1.49.65.58 : κοὶ>20 καὶ <20Πυθαγόρειοι,>20 ἄλλοι κατ´ ἄλλας αἱρέσεις 10619 1.49.65.59 : διεστηκότες. 10620 1.49.65.60 : Ἔτι δὲ τὰ <20πέρατα>20 τῶν τριῶν τούτων διελώμεθα, 10621 1.49.65.61 : μέχρι πόσου δή τινος ἀποτελευτᾷ αὐτῶν ἕκαστον. <20Κρί– 10622 1.49.65.62 : νονται>20 μὲν δὴ μέχρι τοῦδε αἱ ψυχαί, μέχρις ὅσου συν– 10623 1.49.65.63 : τάττονται εἰς τὴν γένεσιν καὶ τοῦ παντὸς οὐκ ἀφίστανται 10624 1.49.65.64 : καὶ συμμίγνυνταί πως πρὸς τὰ διαφέροντα· αἱ δὲ ἀφει– 10625 1.49.65.65 : μέναι ἀπόλυτοι καὶ ἀμιγεῖς καὶ ἀδέσποτοι παντελῶς καὶ 10626 1.49.65.66 : αὐταὶ ἑαυτῶν οὖσαι καὶ πεπληρωμέναι τῶν θεῶν ὁμοῦ 10627 1.49.65.67 : καὶ τῆς κρίσεως παντάπασιν ἀπελύθησαν. Οὐ μὴν ἔτι γε 10628 1.49.65.68 : <20τοῖς ἀρχαιοτέροις>20 περὶ τοῦδε συμφωνοῦσιν οἱ <20Πλα– 10629 1.49.65.69 : τωνικοὶ>20 καὶ <20Πυθαγόρειοι,>20 πάσας δὲ αὐτὰς ὑπάγουσιν 10630 1.49.65.70 : ὑπὸ τὴν κρίσιν. Ὡσαύτως δὴ οὖν καὶ περὶ τῆς <20δίκης 10631 1.49.65.71 : οἱ μὲν παλαιότεροι>20 τὰς ἀχράντους ψυχὰς καὶ τὰς 10632 1.49.65.72 : ὁμονοητικῶς συναφθείσας τοῖς θεοῖς ἐντεῦθεν ἤδη τοῖς 10633 1.49.65.73 : θεοῖς ἐντιθέασι καὶ ἐκβαινούσας τῶν σωμάτων ἄνευ τῆς 10634 1.49.65.74 : δίκης ἀνάγουσιν εἰς τοὺς θεούς· <20οἱ δὲ Πλατωνικοὶ>20 10635 1.49.65.75 : πάσας μετὰ τὴν δίκην εἰς τὴν οὐσίαν ἀπὸ τῆς γενέσεως 10636 1.49.65.76 : ἀπολύουσι. Γένοιτο δ´ ἂν καὶ περὶ τῆς <20καθάρσεως>20 ἡ 10637 1.49.65.77 : αὐτὴ ἀμφισβήτησις, 〈εἰ〉 οἱ αὐτοὶ μὲν ἄνδρες καὶ ταύτης 10638 1.49.65.78 : ὑπερέχειν φασὶ τὰς ψυχὰς ὅσαι θεοῖς συνέπονται, οἱ δ´ 10639 1.49.65.79 : <20ἄλλοι>20 πάλιν οἳ μὲν περιόδους τῆς ψυχῆς περικοσμίους 10640 1.49.65.80 : καθάρσεως εἶναι διατάττονται, ὥσπερ τινὲς <20Πλατωνι– 10641 1.49.65.81 : κοί, οἳ δὲ>20 καὶ τούτων αὐτὴν ὑπερέχουσαν προτάττουσιν, 10642 1.49.65.82 : ὥσπερ δὴ λέγει <20Πλωτῖνος.>20 10643 1.49.67.1 : <20Ἐν ταὐτῷ.>20 10644 1.49.67.2 : Περὶ τῆς <20ἐπικαρπίας>20 τῶν ψυχῶν, ἣν κομίζονται εἰσ– 10645 1.49.67.3 : αῦθις, ἐπειδὰν <20ἐξέλθωσι>20 τοῦ σώματος*, ἰσαγγέλους δὲ 10646 1.49.67.4 : καὶ ἀγγελικὰς ψυχὰς*, τὸ ὅλον δὴ τοῦτο οἱ πρεσβύτεροι*. 10647 1.49.67.5 : Καὶ τηροῦσι μὲν αὐτὴν ἐπὶ τῆς οἰκείας τάξεως <20Πλούταρ– 10648 1.49.67.6 : χος>20 καὶ <20Πορφύριος>20 καὶ οἱ <20παλαιότεροι· Πλωτῖνος>20 10649 1.49.67.7 : δὲ πάντων τούτων αὐτὴν ἀφίστησιν. Οἱ δ´ <20ἀρχαιότεροι>20 10650 1.49.67.8 : παραπλησίαν τοῖς θεοῖς κατὰ νοῦν διάθεσιν ἀγαθοειδῆ 10651 1.49.67.9 : καὶ προστασίαν τῶν τῇδε αὐτῇ ἀπονέμουσι καλῶς, <20Πορ– 10652 1.49.67.10 : φύριος>20 δὲ καὶ τοῦτο ἀπ´ αὐτῆς ἀφαιρεῖ. Τῶν δὲ <20πρε– 10653 1.49.67.11 : σβυτέρων>20 τινὲς ὑπερέχειν μὲν αὐτὴν λογισμοῦ φασι, τὰ 10654 1.49.67.12 : δὲ ἔργα αὐτῆς οὕτω διηκριβωμένα ἀφορίζονται, ὡς οὐκ ἂν 10655 1.49.67.13 : ἐξεύροι τῶν λογισμῶν ὁ καθαρὸς καὶ τελειότατος. <20Πορ– 10656 1.49.67.14 : φύριος>20 δὲ αὐτὰς ἀφαιρεῖ παντάπασιν ἀπὸ τῆς ἀδε– 10657 1.49.67.15 : σπότου ζωῆς, ὡς οὔσας συμφυεῖς τῇ γενέσει καὶ πρὸς 10658 1.49.67.16 : ἐπικουρίαν δοθείσας τοῖς συνθέτοις ζῴοις. Ὁ δὲ παρὰ 10659 1.49.67.17 : <20Πλάτωνι>20 Τίμαιος ᾗπερ ἐσπάρησαν διαφερόντως ὑπὸ 10660 1.49.67.18 : τοῦ δημιουργοῦ, ἄλλαι μὲν εἰς ἥλιον, ἄλλαι δὲ εἰς γῆν, 10661 1.49.67.19 : ταύτῃ καὶ τὴν ἄνοδον αὐτὰς ἀνάγει, μὴ ὑπερβαινούσας 10662 1.49.67.20 : τὸν ὅρον τῆς οἰκείας ἑκάστην πρόσθεν δημιουργικῆς κατα– 10663 1.49.67.21 : βολῆς. 10664 1.49.67.22 : Ἕνωσιν μὲν οὖν καὶ ταὐτότητα ἀδιάκριτον τῆς ψυχῆς 10665 1.49.67.23 : πρὸς τὰς ἑαυτῆς ἀρχὰς πρεσβεύειν φαίνεται <20Νουμήνιος>20 10666 1.49.67.24 : (fr. 51 p. 70 Theding.), σύμφυσιν δὲ καθ´ ἑτέραν οὐσίαν οἱ 10667 1.49.67.25 : <20πρεσβύτεροι>20 διασῴζουσι. Καὶ ἀναλύσει μὲν ἐκεῖνοι, 10668 1.49.67.26 : συντάξει δὲ οὗτοι προσεοίκασι· καὶ οἳ μὲν ἀδιορίστῳ 10669 1.49.67.27 : συναφῇ, οἳ δὲ διωρισμένῃ χρῶνται. Οὐ μέντοι κρατεῖται 10670 1.49.67.28 : ὁ διορισμὸς αὐτῶν ὑπὸ τοῦ κόσμου ἢ κατέχεται ὑπὸ τῆς 10671 1.49.67.29 : φύσεως, ὥσπερ τινὲς τῶν <20Πλατωνικῶν>20 ὑπειλήφασιν· 10672 1.49.67.30 : ἀνεῖται δὲ πάντῃ ἀφ´ ὅλων, ὥσπερ ἐπὶ τῶν ἀχωρίστων 10673 1.49.67.31 : οὐσιῶν τουτὶ νοοῦμεν. Οἱ δὲ περὶ <20Πορφύριον>20 ἄχρι 10674 1.49.67.32 : τῶν ἀνθρωπίνων βίων **· τὸ δ´ ἀπὸ τούτου ψυχῶν 10675 1.49.67.33 : ἄλλο εἶδος τὸ ἀλόγιστον ὑποτίθενται. Ἔτι τοίνυν <20Πορ– 10676 1.49.67.34 : φύριος>20 μὲν ἀφομοιοῖ τὴν ψυχὴν τοῖς πᾶσι, μένουσαν 10677 1.49.67.35 : καθ´ ἑαυτὴν ἥτις ἐστίν. Κατὰ δὲ τοὺς <20Πλατωνικοὺς>20 10678 1.49.67.36 : ἐπιμελοῦνται τῶν ἀψύχων. Ἀπολυθεῖσαι δὲ τῆς γενέσεως 10679 1.49.67.37 : κατὰ μὲν τοὺς <20παλαιοὺς>20 συνδιοικοῦσι τοῖς θεοῖς τὰ 10680 1.49.67.38 : ὅλα, κατὰ δὲ τοὺς Πλατωνικοὺς θεωροῦσιν αὐτῶν τὴν 10681 1.49.67.39 : τάξιν· καὶ ἀγγέλοις ὡσαύτως κατ´ ἐκείνους μὲν συνδημι– 10682 1.49.67.40 : ουργοῦσι τὰ ὅλα, κατὰ δὲ τούτους συμπεριπολοῦσιν. 10683 1.49.68.1 : <20Ἑρμοῦ λόγος Ἴσιδος πρὸς Ὧρον>20 10684 1.49.68.2 : (p. 34 b Patrit.). 10685 1.49.68.3 : "Θαυμαστῶς", εἶπεν Ὧρος, "ἕκαστά μοι διηγήσω, ὦ 10686 1.49.68.4 : μέγα δυναμένη τεκοῦσα Ἶσι, ὑπὲρ τῆς θαυμαστῆς ψυχο– 10687 1.49.68.5 : ποιίας τοῦ θεοῦ καὶ θαυμάζων διατελῶ· οὔπω δέ μοι 10688 1.49.68.6 : ἀπήγγειλας <20ποῦ τῶν σωμάτων ἀπολυθεῖσαι χωροῦ– 10689 1.49.68.7 : σιν αἱ ψυχαί.>20 Βούλομαι οὖν καὶ τῆς θεωρίας ταύ– 10690 1.49.68.8 : της μύστης γενόμενος εὐχαριστῆσαι σοὶ μόνῃ, ἀθάνατε 10691 1.49.68.9 : μῆτερ." 10692 1.49.68.10 : Καὶ εἶπεν Ἶσις· ‘Πρόσεχε, παῖ· ἀναγκαιοτάτη γὰρ 10693 1.49.68.11 : ζήτησις αὕτη· ἀλλ´ ὧδε γὰρ ἐρεῖ λόγος ἐμός. Τὸ συν– 10694 1.49.68.12 : εστὸς καὶ μὴ ἀφανιζόμενον χῶρον ἔχει. Οὐ γὰρ, ὦ θαυ– 10695 1.49.68.13 : μαστὲ καὶ μεγάλου πατρὸς Ὀσίρεως μέγα τέκνον, ἀκρίτως 10696 1.49.68.14 : καὶ ὁρμηδὸν τῶν σωμάτων προελθοῦσαι εἰς ἀέρα ἀνα– 10697 1.49.68.15 : χύνονταί τε καὶ διασκεδάννυνται μετὰ τοῦ ἄλλου ἀπείρου 10698 1.49.68.16 : πνεύματος, ὥστε οὐκέτι δύνασθαι πάλιν τὰς αὐτὰς οὔσας 10699 1.49.68.17 : εἰς σώματα παλινδρομῆσαι, ἀλλὰ μηδὲ εἰς ἐκεῖνον ἔτι 10700 1.49.68.18 : τὸν χῶρον [εἶναι], ὅθεν ἦλθον τὸ πρότερον, ἀναστρέφειν· 10701 1.49.68.19 : καθάπερ οὐδὲ τὸ λαμβανόμενον ἐκ τῶν κάτω ἀγγείων 10702 1.49.68.20 : ὕδωρ ἔτι τοὺς αὐτοὺς τόπους ὅθεν ἐλήφθη ἐπέχειν ἐστὶ 10703 1.49.68.21 : δυνατόν, ἀλλ´ οὐδ´ αὐτὸ παραυτίκα λαμβανόμενον καὶ 10704 1.49.68.22 : χεόμενον τὴν ἰδίαν λαμβάνει χώραν, πλὴν ἀναμίγνυται τῷ 10705 1.49.68.23 : παντὶ τοῦ ὕδατος χύματι. Ἀλλ´ οὐκ ἔχει οὕτως, ὦ μεγα– 10706 1.49.68.24 : λόφρων Ὧρε. Μύστης δὲ ὥσπερ τῆς ἀθανάτου φύσεως 10707 1.49.68.25 : καὐτὴ τυγχάνουσα καὶ ὡδευκυῖα διὰ τοῦ πεδίου τῆς 10708 1.49.68.26 : Ἀληθείας διεξελεύσομαί σοι τῶν ὄντων τὸ καθ´ ἕκαστον, 10709 1.49.68.27 : ἐκεῖνό σοι φήσασα πρῶτον, ὡς δὴ τὸ ὕδωρ σῶμά ἐστιν 10710 1.49.68.28 : ἄλογον, ἐκ πολλῶν συγκριμάτων παρατεθλιμμένον εἰς 10711 1.49.68.29 : χύσιν, ἡ δὲ ψυχὴ πρᾶγμα ἰδιοφυές, τέκνον, καὶ βασιλικὸν 10712 1.49.68.30 : καὶ ἔργον τῶν τοῦ θεοῦ χειρῶν τε καὶ νοῦ, αὐτό θ´ ἑαυτῷ 10713 1.49.68.31 : εἰς νοῦν ὁδηγούμενον. Τὸ τοίνυν ἐξ ἑνὸς καὶ οὐκ ἐξ ἄλλου 10714 1.49.68.32 : ἀδύνατον ἑτέρῳ ἀναμιγῆναι· ὅθεν δεῖ καὶ τὴν πρὸς τὸ 10715 1.49.68.33 : σῶμα αὐτῆς σύνοδον ἁρμονίαν θεοῦ ὑπὸ ἀνάγκης γενο– 10716 1.49.68.34 : μένην εἶναι. Ὅτι δὲ οὔτε εἰς ἕνα καὶ τὸν αὐτὸν τόπον 10717 1.49.68.35 : χυδαίως, οὔτε εἰκῇ καὶ ὡς ἔτυχεν, ἀλλὰ ἑκάστη ἐπὶ τὴν 10718 1.49.68.36 : ἰδίαν ἀναπέμπεται χώραν, φανερὸν καὶ ἐξ ὧν ἔτι ἐν τῷ 10719 1.49.68.37 : σώματι οὖσα καὶ τῷ πλάσματι πάσχει [γὰρ] παρὰ τὴν 10720 1.49.68.38 : ἰδίαν φύσιν πεπαχυμμένη. 10721 1.49.68.39 : Ἀλλὰ καὶ πρόσχες, ὦ περιπόθητε Ὧρε, τῷ λεγομένῳ 10722 1.49.68.40 : ὁμοιώματι. Φέρε γὰρ εἰς ἓν καὶ τὸ αὐτὸ συσχετήριον 10723 1.49.68.41 : ἐγκεκλεῖσθαι ἀνθρώπους τε καὶ ἀετοὺς καὶ περιστερὰς 10724 1.49.68.42 : καὶ κύκνους καὶ ἱέρακας καὶ χελιδόνας καὶ στρουθοὺς 10725 1.49.68.43 : καὶ μυίας καὶ ὄφεις καὶ λέοντας καὶ παρδάλεις καὶ λύκους 10726 1.49.68.44 : καὶ κύνας καὶ λαγωοὺς καὶ βόας καὶ ποίμνια καί τινα 10727 1.49.68.45 : τῶν τῆς κοινότητος ἐχομένων ζῴων, οἱονεὶ φώκας καὶ 10728 1.49.68.46 : ἐνύδρεις καὶ χελώνας καὶ τοὺς ἡμετέρους κροκοδείλους· 10729 1.49.68.47 : ἔπειτα τούτους, ὦ τέκνον, ὑπὸ μίαν ῥοπὴν ἀπολυθῆναι 10730 1.49.68.48 : τοῦ συσχετηρίου, 〈οὐ〉 πάντως τραπήσονται ὁ μὲν ἄνθρω– 10731 1.49.68.49 : πος εἴς τε ἀγορὰς καὶ στέγας; ὁ δὲ ἀετὸς εἰς τὸν αἰθέρα, 10732 1.49.68.50 : ὅπου καὶ φύσιν ἔχει διαιτᾶσθαι; αἱ δὲ περιστεραὶ εἰς 10733 1.49.68.51 : τὸν πλησίον ἀέρα; οἱ δὲ ἱέρακες ὑπεράνω τούτων; αἱ δὲ 10734 1.49.68.52 : χελιδόνες οὐχὶ ὅπου ἂν οἰκῶσιν ἄνθρωποι; οἱ δὲ στρου– 10735 1.49.68.53 : θοὶ περὶ τὰ καρποφόρα τῶν δένδρων; οἱ δὲ κύκνοι ὅπου 10736 1.49.68.54 : ἔξεστιν αὐτοῖς ᾄδειν, αἱ δὲ μυῖαι περὶ αὐτὴν τὴν γῆν, 10737 1.49.68.55 : τοσοῦτον αὐτῆς ἀπέχουσαι ὅσον ἀναβῆναι δύνανται ἀν– 10738 1.49.68.56 : θρώπων τῇ ὀσμῇ (ἀνθρωπόλιχνον γὰρ ἰδίως, ὦ τέκνον, 10739 1.49.68.57 : ἐστὶν ἡ μυῖα καὶ χαμαιπετές); οἱ δὲ λέοντες καὶ παρδά– 10740 1.49.68.58 : λεις οὐκ ἐπὶ τὰ ὄρη; οἱ δὲ λύκοι ἐπὶ τὰς ἐρημίας; οἱ δὲ 10741 1.49.68.59 : κύνες κατ´ ἴχνος ἀνθρώπων; 〈οἱ〉 λαγωοὶ δὲ 〈εἰς〉 δρυ– 10742 1.49.68.60 : μοὺς καὶ 〈οἱ〉 βόες 〈εἰς〉 αὐλιστήρια καὶ πεδία; καὶ εἰς τὰς 10743 1.49.68.61 : νομὰς τὰ ποίμνια; οἱ δὲ ὄφεις εἰς τὰ μύχια τῆς γῆς; 10744 1.49.68.62 : 〈αἱ〉 φῶκαι δὲ καὶ χελῶναι μετὰ τῶν ὁμοίων εἰς βάθη 10745 1.49.68.63 : καὶ νάματα, ὡς μὴ πεδιάδος γῆς στεροῖντο μηδὲ τοῦ 10746 1.49.68.64 : συγγενοῦς ἀπολειφθεῖεν ὕδατος, ἑκάστου εἰς τὴν οἰκείαν 10747 1.49.68.65 : χώραν ὑπὸ τοῦ ἔνδον κριτηρίου ἀνατρεπομένου; Οὕτως 10748 1.49.68.66 : ἑκάστη ψυχὴ καὶ ἀνθρωπευομένη καὶ ἄλλως ἐπιγεΐζουσα 10749 1.49.68.67 : οἶδεν ὅπου πορευτέον αὐτῇ ἐστι, πλὴν εἰ μή τις τῶν 10750 1.49.68.68 : Τυφωνίων, ὦ τέκνον, παρελθὼν λέγοι, ὅτι δυνατὸν ταῦρον 10751 1.49.68.69 : μὲν ἐν βυθῷ, ἐν δὲ ἀέρι χελώνην διαζῆν. Εἰ δὴ τοῦτο 10752 1.49.68.70 : πάσχουσι σαρκὶ καὶ αἵματι βεβαπτισμέναι, ὡς μηδὲν παρὰ 10753 1.49.68.71 : τάξιν πράσσειν κἂν κολάζωνται (κόλασις γὰρ αὐταῖς ἡ 10754 1.49.68.72 : ἐνσωμάτωσις), πόσου πλέον βαπτισμοῦ καὶ κολάσεως ** 10755 1.49.68.73 : καὶ ἐλευθερίας ἰδίας μετασχοῦσαι; Ἔχει δὲ ἡ διάταξις ἡ 10756 1.49.68.74 : ἱερωτάτη οὕτως. 10757 1.49.68.75 : Ἤδη ποτὲ ἄνω, μεγαλοφυέστατε παῖ, βλέπε ψυχῶν 10758 1.49.68.76 : διατάξεις· τὸ ἀπ´ οὐρανοῦ κορυφῆς μέχρι σελήνης θεοῖς 10759 1.49.68.77 : καὶ ἄστροις καὶ τῇ ἄλλῃ προνοίᾳ σχολάζει· τὸ δὲ ἀπὸ 10760 1.49.68.78 : σελήνης, ὦ τέκνον, ἐφ´ ἡμᾶς ψυχῶν ἐστιν οἰκητήριον. 10761 1.49.68.79 : Ἔχει μέντοι ἐν ἑαυτῷ ὁδὸν ὁ τοσοῦτος ἀήρ, ὃν ἄνεμον 10762 1.49.68.80 : καλεῖν ἔθος ἐστὶν ἡμῖν, ἴδιον μέγεθος ἐν ᾧ κινεῖται πρὸς 10763 1.49.68.81 : ἀνάψυξιν τῶν ἐπιγείων, ὃ δὴ καὶ ὕστερον ἐρῶ· κατ´ 10764 1.49.68.82 : οὐδένα μέντοι τρόπον πρὸς ἑαυτὸν κινούμενος ἐμπόδιον 10765 1.49.68.83 : γίγνεται ψυχαῖς· κινουμένου γὰρ τούτου ἐξὸν ψυχαῖς 10766 1.49.68.84 : ἀναίσσειν καὶ καταίσσειν, ὡς ἂν τύχῃ, ἀδιακωλύτως. 10767 1.49.68.85 : Ῥέουσι γὰρ δι´ αὐτοῦ ἀμιγῶς καὶ ἀκολλητί, ὡς δι´ ἐλαίου 10768 1.49.68.86 : ὕδωρ. Τὸ δὲ διάστημα τοῦτο, ὦ τέκνον Ὧρε, μοιρῶν μέν 10769 1.49.68.87 : ἐστι γενικῶν <20τεσσάρων>20 [εἰδικῶν δὲ χωρῶν ἑξήκοντα]. Ὧν 10770 1.49.68.88 : ἣ <20μὲν>20 ἀπὸ γῆς ἄνω χωρῶν ἐστι τεσσάρων, ὡς τὴν γῆν 10771 1.49.68.89 : κατά τινας λόφους καὶ ἀκρωρείας ἀνατεῖναι καὶ φθάνειν 10772 1.49.68.90 : ἄχρι τοσούτου· ὑπὲρ γὰρ ταύτας αὐτὴν ἀναβῆναι τὸ ὕψος 10773 1.49.68.91 : οὐκ ἔχει φύσιν. Ἡ δ´ ἀπὸ ταύτης <20δευτέρα>20 ἐστὶ χωρῶν 10774 1.49.68.92 : ὀκτώ [ἐν αἷς γίγνονται ἀνέμων κινήσεις] (πρόσεχε, παῖ, 10775 1.49.68.93 : ἀρρήτων γὰρ ἐπακούεις μυστηρίων γῆς τε καὶ οὐρανοῦ 10776 1.49.68.94 : καὶ παντὸς τοῦ μέσου ἱεροῦ πνεύματος), ὅπου ἡ τοῦ ἀνέμου 10777 1.49.68.95 : κίνησις καὶ ἡ τῶν ὀρνέων πτῆσις· ὑπὲρ γὰρ ταύτης 10778 1.49.68.96 : οὔτε ἀὴρ κινεῖται οὔτε ζῷον βαστάζει. Ἔχει μέντοι παρὰ 10779 1.49.68.97 : τῆς φύσεως ταύτην τὴν ἐξουσίαν ὁ ἀὴρ οὗτος, ὥστε καὶ 10780 1.49.68.98 : ἐν ταῖς ἰδίαις ὀκτὼ χώραις καὶ ἐν ταῖς τῆς γῆς τέτταρσι 10781 1.49.68.99 : περιπολεῖν μεθ´ ὧν ἔχει ζῴων, τῆς γῆς εἰς τὰς αὐτοῦ 10782 1.49.68.100 : ἐπαναβῆναι 〈μὴ〉 δυναμένης. Ἡ δὲ <20τρίτη>20 χωρῶν ἐστιν 10783 1.49.68.101 : ἑκκαίδεκα, ἀέρος λεπτοῦ καὶ καθαροῦ πλήρης. Ἡ δὲ 10784 1.49.68.102 : <20τετάρτη>20 ἐστὶ δύο καὶ τριάκοντα, ἐν αἷς ἐστι λεπτότα– 10785 1.49.68.103 : τος καὶ εἰλικρινέστατος ἀὴρ καὶ διαυγής, διορίζων ἐφ´ 10786 1.49.68.104 : ἑαυτοῦ τοὺς ἄνω οὐρανούς, ἐκπύρους ὄντας τὴν φύσιν. 10787 1.49.68.105 : Καὶ ἔστιν ἡ διάταξις αὕτη κατ´ εὐθυτενῆ γραμμὴν ἄνωθεν 10788 1.49.68.106 : κάτω ἀκολλητὶ τὴν φύσιν, ὡς εἶναι μοίρας γενικὰς μὲν 10789 1.49.68.107 : τέσσαρας, διαστηματικὰς δὲ δώδεκα, χώρας δὲ ἑξήκοντα. 10790 1.49.68.108 : Ἐν δὲ ταῖς χώραις ταύταις, ἑξήκοντα οὔσαις τὸν ἀριθμόν, 10791 1.49.68.109 : οἰκοῦσιν αἱ ψυχαί, ἑκάστη πρὸς ἣν ἔχει φύσιν, μιᾶς μὲν 10792 1.49.68.110 : καὶ τῆς αὐτῆς συστάσεως οὖσαι, οὐκέτι δὲ τιμῆς. Ὅσῳ 10793 1.49.68.111 : γὰρ ἑκάστη τῶν χωρῶν ἀπὸ γῆς ὑπερβέβηκε τῆς ἑτέρας, 10794 1.49.68.112 : τοσούτῳ καὶ 〈αἱ〉 ἐν αὐταῖς ψυχαὶ ἑτέρα τὴν ἑτέραν καθ´ 10795 1.49.68.113 : ὑπεροχὴν λείπει, ὦ τέκνον, χώρᾳ καὶ τύχῃ. 10796 1.49.68.114 : Τίνες μὲν οὖν εἰς ἑκάτερα τούτων ἀναλύουσι ψυχαί, 10797 1.49.68.115 : ἐντεῦθέν σοι πάλιν, ὦ μεγαλόδοξε Ὧρε, καταλέγειν ἄρξο– 10798 1.49.68.116 : μαι, ἄνωθεν ἐπὶ τὰ πρόσγεια τὴν τάξιν ποιουμένη.’ 10799 1.49.69.1 : [<20περὶ ἐμψυχώσεως καὶ μετεμψυχώ– 10800 1.49.69.2 : σεως>20]. (p. 35b Patr.). 10801 1.49.69.3 : ‘Τὸ μεταξὺ γῆς καὶ οὐρανοῦ κεχώρισται, τέκνον Ὧρε, 10802 1.49.69.4 : πρὸς μέτρον καὶ ἁρμονίαν. Αἱ δὲ <20χῶραι>20 αὗται ὑπὸ 10803 1.49.69.5 : τῶν προγόνων καλοῦνται ὑφ´ ὧν μὲν ζῶναι, ὑφ´ ὧν δὲ 10804 1.49.69.6 : στερεώματα, ὑπὸ δὲ ἑτέρων πτυχαί. Ἐν δὲ ταύταις φοι– 10805 1.49.69.7 : τῶσιν αἵ τε ἀπολελυμέναι τῶν σωμάτων ψυχαὶ αἵ τε 10806 1.49.69.8 : μηδέπω ἐνσωματισθεῖσαι. Ἑκάστη δὲ τούτων, ὦ τέκνον, 10807 1.49.69.9 : <20κατὰ τὴν ἀξίαν>20 καὶ χώραν ἔχει· ὥστε τὰς μὲν θείας 10808 1.49.69.10 : καὶ βασιλικὰς ἐν τῇ ὑπεράνω πάντων κατοικεῖν, τὰς δὲ 10809 1.49.69.11 : ἐλαχίστας κατὰ τιμὴν καὶ τὰς ἄλλας ὅσαι εἰσὶ χαμαιπετεῖς 10810 1.49.69.12 : ἐν τῇ ὑποκάτω πάντων, τὰς δὲ μέσας 〈ἐν〉 τῇ μέσῃ. Αἱ 10811 1.49.69.13 : μὲν οὖν εἰς τὸ ἄρχειν καταπεμπόμεναι, ὦ τέκνον Ὧρε, ἐκ 10812 1.49.69.14 : τῶν ὑπεράνω ζωνῶν καταπέμπονται, αἳ καὶ λυθεῖσαι εἰς 10813 1.49.69.15 : τὰς αὐτὰς ἢ καὶ ἔτι ὑπεράνω ἀνέρχονται, πλὴν εἰ μή 10814 1.49.69.16 : τινές τι εἶεν 〈παρὰ〉 τὴν ἀξίαν τῆς ἑαυτῶν φύσεως καὶ 10815 1.49.69.17 : τὴν τοῦ θείου νόμου παραγγελίαν πεπραχυῖαι· ἅσπερ ἡ 10816 1.49.69.18 : ἄνω πρόνοια πρὸς μέτρον τῶν ἁμαρτημάτων εἰς τὰς ὑπο– 10817 1.49.69.19 : κάτω χώρας ἐξορίζει, ὥσπερ καὶ τὰς ὑποδεεστέρας δυνά– 10818 1.49.69.20 : μει τε καὶ ἀξίᾳ ** ἐκ γὰρ κατωτέρων ἐπὶ μείζονας καὶ 10819 1.49.69.21 : ὑψηλοτέρας ἀνάγει. Εἰσὶ γὰρ ἄνωθέν οἱ δορυφόροι 〈δύο〉 10820 1.49.69.22 : ὄντες τῆς καθόλου προνοίας, ὧν ὃ μὲν ψυχοταμίας, ὃ 10821 1.49.69.23 : δὲ ψυχοπομπός· καὶ ὁ μὲν ψυχοταμίας ψυχῶν **, ὁ δὲ 10822 1.49.69.24 : ψυχοπομπὸς ἀποστολεύς τε καὶ διατάκτης τῶν ἐνσεσω– 10823 1.49.69.25 : ματωμένων ψυχῶν. Καὶ ὃ μὲν τηρεῖ, ὃ δὲ προἵησι κατὰ 10824 1.49.69.26 : γνώμην τοῦ θεοῦ. Τῷ οὖν λόγῳ τούτῳ, ὦ παῖ, καὶ τῇ 10825 1.49.69.27 : ἄνω τῶν πραγμάτων ἐξαλλαγῇ καὶ ἐπὶ γῆς ἐστιν ἡ Φύσις. 10826 1.49.69.28 : πλάστρια γὰρ οὖσα καὶ σκηνοποιὸς ἀγγείῳ εἰσβάλλει τὰς 10827 1.49.69.29 : ψυχάς. Παρεστᾶσι δὲ δύο ἐνέργειαι καὶ αὐτῇ, μνήμη καὶ 10828 1.49.69.30 : ἐμπειρία· καὶ ἡ μὲν μνήμη ἔργον ἔχει τοῦτο, ὅπως ἡ 10829 1.49.69.31 : Φύσις τηρῇ καὶ περικρατῇ τοῦ τε ἑκάστου τύπου ἐξ ἀρ– 10830 1.49.69.32 : χῆς καταβεβλημένου καὶ τοῦ φυράματος τοῦ ἄνω γίγνη– 10831 1.49.69.33 : ται *· ἡ δὲ ἐμπειρία, ὅπως πρὸς ἀνάλογον ἑκάστης 10832 1.49.69.34 : τῶν καταβαινουσῶν ψυχῶν εἰς τὸ σωματισθῆναι καὶ τὸ 10833 1.49.69.35 : πλάσμα [ἐνεργῆ καὶ] γένηται, καὶ ταῖς μὲν ὀξέσι τῶν 10834 1.49.69.36 : ψυχῶν ὀξέα γένηται καὶ τὰ σώματα, ταῖς δὲ βραδέσι βρα– 10835 1.49.69.37 : δέα, ταῖς δὲ ἐνεργέσιν ἐνεργῆ καὶ ταῖς νωθραῖς νωθρὰ 10836 1.49.69.38 : καὶ ταῖς δυναταῖς δυνατὰ καὶ ταῖς δολίαις δόλια, καὶ 10837 1.49.69.39 : ἁπαξαπλῶς ἑκάσταις κατὰ τὸ εἰκός. Οὐ γὰρ ἀσκόπως 10838 1.49.69.40 : πτηνὰ μὲν ἐπτίλωσε, λογικὰ δὲ περισσαῖς καὶ ἀκριβεστέ– 10839 1.49.69.41 : ραις αἰσθήσεσιν ἐκόσμησε, τετραπόδων δὲ τὰ μὲν κέρασι, 10840 1.49.69.42 : τὰ δὲ ὀδοῦσι, τὰ δὲ ὄνυξι καὶ ὁπλαῖς ἐκαρτέρωσε, τὰ δὲ 10841 1.49.69.43 : ἑρπετὰ εὐχαίτοις σώμασι καὶ εὐυποχωρήτοις ἐμαλάκυνε, 10842 1.49.69.44 : καὶ ὅπως μὴ ἡ τοῦ σώματος ὑγρότης τέλεον ἀσθενὴς 10843 1.49.69.45 : διαμένῃ, ὧν μὲν τὰ στόματα καὶ τοῖς ὀδοῦσιν ἐχαράκωσεν 10844 1.49.69.46 : ὧν δὲ τοὺς ὄγκους ὀξύνας δύναμιν περιέθηκεν (οὕτως 10845 1.49.69.47 : τὰ μὲν τῇ τοῦ θανάτου εὐλαβείᾳ ἰσχυρότερα τῶν ἄλλων)· 10846 1.49.69.48 : τὰ δὲ νηκτά, δειλὰ ὄντα, ἐνοικεῖν ἔδωκε στοιχείῳ, ἐν ᾧ 10847 1.49.69.49 : τὸ φῶς οὐδετέραν ὧν ἔχει δυνάμεων ἐνεργεῖν ἰσχύει (ἐν 10848 1.49.69.50 : γὰρ ὕδατι τὸ πῦρ οὔτε φαίνει οὔτε καίει)· ἕκαστον δὲ 10849 1.49.69.51 : αὐτῶν ἢ φολίσιν ἢ ἀκάνθαις ἐν ὕδατι νηχόμενον φεύγει 10850 1.49.69.52 : ὅπῃ ἂν θέλῃ, τὴν ἰδίαν περιβεβλημένον δειλίαν καὶ σκε– 10851 1.49.69.53 : παστήριον ἔχον εἰς τὸ μὴ ὁρᾶσθαι τὸ ὕδωρ. Εἰς γὰρ 10852 1.49.69.54 : ἕκαστον τῶν σωμάτων τούτων καθ´ ὁμοιότητα ἐγκλείονται 10853 1.49.69.55 : αἱ ψυχαί, ὥστε εἰς μὲν ἀνθρώπους χωρεῖν τὰς κριτικάς, 10854 1.49.69.56 : εἰς δὲ πτηνὰ τὰς ἀπανθρώπους, εἰς δὲ τετράποδα 〈τὰς〉 10855 1.49.69.57 : ἀκρίτους (νόμος γὰρ ἐκείνοις ἐστὶν ἡ ἰσχύς), εἰς δὲ ἑρπετὰ 10856 1.49.69.58 : τὰς δολίας (οὐδὲν γὰρ αὐτῶν ἐξ ἐναντίου ἐπεξέρχεται τοῖς 10857 1.49.69.59 : ἀνθρώποις, λοχήσαντα δὲ καταβάλλει), εἰς δὲ [τὰ] νηκτὰ 10858 1.49.69.60 : τὰς δειλὰς καὶ ὅσα τῶν λοιπῶν στοιχείων ἀπολαύειν 10859 1.49.69.61 : ἀνάξια τυγχάνει. Γίγνεται μὲν οὖν καὶ ἐν ἑκάστῳ 〈εἴδει〉 10860 1.49.69.62 : εὑρεῖν ζῷον τῇ ἰδίᾳ φύσει μὴ καταχρώμενον.’ 10861 1.49.69.63 : "Πῶς πάλιν, ὦ τεκοῦσα;" εἶπεν Ὧρος. 10862 1.49.69.64 : Καὶ ἀπεκρίθη Ἶσις· ‘Ὥστε ἄνθρωπον μέν, ὦ τέκνον, 10863 1.49.69.65 : τὸ κριτικὸν ὑπερβῆναι, τετράπουν δὲ τὴν ἀνάγκην παραλ– 10864 1.49.69.66 : λάξαι, ἑρπετὸν δὲ τὸ δόλιον ἀπολέσαι, καὶ νηκτὸν τῆς 10865 1.49.69.67 : δειλίας καταφρονῆσαι, καὶ πτηνὸν τῆς ἀπανθρωπίας ἐκ– 10866 1.49.69.68 : πεσεῖν. Καὶ τὰ μὲν περὶ τῆς <20διαθέσεως>20 τῶν ἄνω καὶ 10867 1.49.69.69 : τῆς <20καταβάσεως>20 αὐτῶν καὶ τῆς <20σωματουργίας>20 10868 1.49.69.70 : τοσαῦτα. 10869 1.49.69.71 : Συμβαίνει δέ, ὦ τέκνον, ἐν ἑκάστῳ εἴδει εὑρίσκεσθαι 10870 1.49.69.72 : καὶ γένει τῶν προκειμένων <20βασιλικάς>20 τινας ψυχάς, κα– 10871 1.49.69.73 : ταβαίνειν δὲ καὶ ἄλλας ἀλλοίους, τὰς μὲν διαπύρους, τὰς 10872 1.49.69.74 : δὲ ψυχράς, τὰς δὲ ὑπερηφάνους, τὰς μὲν διαπύρους, τὰς 10873 1.49.69.75 : ἐλευθερίους,〉 τὰς δὲ βαναύσους, τὰς δὲ ἐμπείρους, τὰς δὲ 10874 1.49.69.76 : ἀπείρους, τὰς δὲ ἀργάς, τὰς δὲ ἐνεργεῖς, τὰς δὲ ἄλλοτε 10875 1.49.69.77 : ἄλλας οὔσας. Συμβαίνει δὲ τοῦτο παρὰ τὴν τῶν τόπων 10876 1.49.69.78 : θέσιν, ὅθεν εἰς τὸ ἐνσωματισθῆναι καθάλλονται αἱ ψυχαί. 10877 1.49.69.79 : Αἱ μὲν γὰρ ἀπὸ βασιλικοῦ διαζώματος καταπηδῶσι τῆς 10878 1.49.69.80 : ὁμοιοπαθοῦς βασιλικῆς τύχης. Πολλαὶ γάρ εἰσι βασιλεῖαι· 10879 1.49.69.81 : αἳ μὲν γάρ εἰσι ψυχῶν, αἳ δὲ σωμάτων, αἳ δὲ τέχνης, 10880 1.49.69.82 : αἳ δὲ ἐπιστήμης, αἳ δὲ αὖ τῶν καὶ τῶν’. 10881 1.49.69.83 : "Πῶς πάλιν;" εἶπεν Ὧρος. 10882 1.49.69.84 : ‘Οἷον, ὦ τέκνον Ὧρε, ἀπογεγονότων ἤδη ψυχῶν μὲν 10883 1.49.69.85 : Ὄσιρις, ὁ πατήρ σου· σωμάτων δὲ ὁ ἑκάστου ἔθνους 10884 1.49.69.86 : ἡγεμών· βουλῆς δὲ ὁ πατὴρ πάντων καὶ καθηγητὴς ὁ 10885 1.49.69.87 : τρισμέγιστος Ἑρμῆς· ἰατρικῆς δὲ ὁ Ἀσκληπιὸς ὁ Ἡφαί– 10886 1.49.69.88 : στου· ἰσχύος δὲ καὶ ῥώμης πάλιν Ὄσιρις, μεθ´ ὅν, ὦ 10887 1.49.69.89 : τέκνον, αὐτὸς σύ· φιλοσοφίας δὲ Ἀρνεβεσχῆνις, ποιητι– 10888 1.49.69.90 : κῆς δὲ πάλιν ὁ Ἀσκληπιὸς 〈ὁ〉 Ἰμούθης. Καθόλου γάρ, 10889 1.49.69.91 : ὦ τέκνον, εὑρήσεις, ἐὰν ἐξετάζῃς, πολλοὺς καὶ πολλῶν 10890 1.49.69.92 : ἄρχοντας καὶ πολλοὺς πολλῶν βασιλεύοντας. Ἀλλ´ ὁ 10891 1.49.69.93 : μὲν πάντων κρατῶν, τέκνον, ἐκ τῆς ὑπεράνω χώρας ἐστίν, 10892 1.49.69.94 : ὁ δὲ τῶν κατὰ μέρος ἐκείνην ἔσχε τάξιν, ἀφ´ οὗ τόπου 10893 1.49.69.95 : ἐστίν· βασιλικωτέραν 〈μὲν ...... τοῦ βασιλικοῦ〉 δια– 10894 1.49.69.96 : ζώματος τετευχότες· 〈οἱ δὲ ἀπὸ τοῦ πυρώδους〉 πυρὸς ἐρ– 10895 1.49.69.97 : γάται γίγνονται καὶ τροφεῖς· οἱ δὲ ἀπὸ τοῦ ὑγροῦ ἐν 10896 1.49.69.98 : ὑγροῖς διαζῶσιν· οἱ δὲ ἀπὸ 〈τοῦ〉 ἐπιστημονικοῦ καὶ τεχνι– 10897 1.49.69.99 : τικοῦ περὶ ἐπιστήμας καταγίγνονται καὶ τέχνας· οἱ δὲ 10898 1.49.69.100 : ἀπὸ 〈τοῦ〉 ἀργοῦ ἀργῶς καὶ ἐπιρρεμβῶς διαζῶσι. Πάντων 10899 1.49.69.101 : γὰρ τῶν ἐπὶ γῆς, ὦ τέκνον, διὰ λόγου καὶ ἔργου πραγμά– 10900 1.49.69.102 : των ἄνω εἰσὶν αἱ πηγαί, μέτρῳ καὶ σταθμῷ ἐπιχύνουσαι 10901 1.49.69.103 : ἡμῖν τὰς οὐσίας, καὶ οὐκ ἔστιν ὃ μὴ ἄνωθεν καταβέβηκε 10902 1.49.69.104 : καὶ πάλιν ἀνέρχεται ἵνα καταβῇ’. 10903 1.49.69.105 : "Πῶς πάλιν λέγεις τοῦτο, ὦ τεκοῦσα, παράδειξον". 10904 1.49.69.106 : Καὶ ἀπεκρίθη Ἶσις πάλιν· ‘Τῆς <20παλινδρομίας>20 10905 1.49.69.107 : ἐναργὲς τοῦτο σημεῖον τοῖς ζῴοις ἐνέθηκεν ἡ ἱερωτάτη φύ– 10906 1.49.69.108 : σις· τοῦτο γὰρ ὃ σπῶμεν ἄνωθεν ἐξ ἀέρος πνεῦμα, τοῦτο 10907 1.49.69.109 : πάλιν ἄνω πέμπομεν ἵνα λάβωμεν· καὶ εἰσίν, ὦ τέκνον, 10908 1.49.69.110 : τούτου τοῦ ἐνεργήματος τεχνίτιδες ἐν ἡμῖν φῦσαι, αἳ ἐπει– 10909 1.49.69.111 : δὰν μύσωσι τὰ δεκτικὰ ἑαυτῶν τοῦ πνεύματος στόματα, 10910 1.49.69.112 : τότε ἡμεῖς οὐκέτι ὧδέ ἐσμεν, ἀλλ´ ἀναβεβήκαμεν. 10911 1.49.69.113 : Προσεπιγίγνεται δέ, ὦ παῖ μεγαλόδοξε, καὶ ἕτερά 10912 1.49.69.114 : τινα ἡμῖν ἐκτὸς 〈τῆς〉 τοῦ φυράματος συσταθμίας’. 10913 1.49.69.115 : "Τί δέ ἐστιν", Ὧρος εἶπε, "τὸ <20φύραμα>20 τοῦτο, ὦ 10914 1.49.69.116 : τεκοῦσα"; 10915 1.49.69.117 : Σύνοδός ἐστι καὶ κρᾶσις τῶν τεσσάρων στοιχείων, ἐξ 10916 1.49.69.118 : ἧς κράσεως καὶ συνόδου ἀναθυμιᾶταί τις ἀτμός, ὃς περι– 10917 1.49.69.119 : ειλεῖται μὲν τῇ ψυχῇ, διατρέχει δὲ ἐν 〈τῷ〉 σώματι, ἀμ– 10918 1.49.69.120 : φοτέροις μεταδιδοὺς [τουτέστι τῷ σώματι καὶ τῇ ψυχῇ] τῆς 10919 1.49.69.121 : ἰδίας ποιότητος· καὶ οὕτως αἱ <20διαφοραὶ>20 τῶν ψυχικῶν 10920 1.49.69.122 : καὶ τῶν σωματικῶν ἐναλλοιώσεων γίνονται. Εἰ μὲν γὰρ 10921 1.49.69.123 : κατὰ τὴν σωματικὴν διάπηξιν πλεονάσειε τὸ <20πῦρ,>20 τὸ 10922 1.49.69.124 : τηνικαῦτα ἡ ψυχὴ θερμὴ τὴν φύσιν ὑπάρχουσα καὶ ἕτερον 10923 1.49.69.125 : θερμὸν προσλαβοῦσα, ἐκπυρωδεστέρα γενομένη, ποιεῖ τὸ 10924 1.49.69.126 : ζῷον ἐνεργότερον καὶ θυμικόν, τὸ δὲ σῶμα ὀξὺ καὶ εὐκί– 10925 1.49.69.127 : νητον· εἰ δὲ πλεονάσειεν ὁ ἀήρ, τὸ τηνικαῦτα καὶ κοῦφον 10926 1.49.69.128 : καὶ πηδητικὸν καὶ ἀνέδραστον γίνεται τὸ ζῷον καὶ ψυχῇ 10927 1.49.69.129 : καὶ σώματι. Εἰ δὲ τὸ <20ὕδωρ>20 πλεονάσειε, τὸ τηνικαῦτα 10928 1.49.69.130 : καὶ τὸ ζῷον τῇ μὲν ψυχῇ γίγνεται εὔρουν τε καὶ εὐφυὲς 10929 1.49.69.131 : καὶ εὐπερίχυτον ἱκανῶς τε τοῖς ἄλλοις ἐπιπεσεῖν καὶ κολ– 10930 1.49.69.132 : ληθῆναι δυνάμενον, διὰ τὸ πρὸς τὰ ἄλλα ἑνωτικὸν καὶ 10931 1.49.69.133 : κοινωνικὸν τοῦ ὕδατος· ἐφιζάνει γὰρ πᾶσι, καὶ πολὺ μὲν 10932 1.49.69.134 : ὂν εἰς ἑαυτὸ ἀναλύει καὶ περιλαμβάνει, ὀλίγον δ´ ὑπάρ– 10933 1.49.69.135 : χον καὶ καταδῦσαν, ἐκεῖνο γίγνεται ᾧ ἐμίγη. τὰ μέντοι 10934 1.49.69.136 : σώματα ὑπὸ πλαδαρότητος καὶ χαυνότητος εἰς περίσφιγξιν 10935 1.49.69.137 : οὐκ ἄγεται, ἀλλὰ μικρᾷ τινι νόσου ἀφορμῇ λύεται, καὶ 10936 1.49.69.138 : τοῦ ἰδίου συνδέσμου κατ´ ὀλίγον ἐκπίπτει. Εἰ δὲ τὸ 10937 1.49.69.139 : <20γεῶδες>20 πλεονάσειε, τὸ τηνικαῦτα ἀμβλεῖα μὲν τοῦ ζῴου 10938 1.49.69.140 : ἡ ψυχὴ γίνεται, οὐκ ἔχουσα τὴν σωματικὴν ἀραιότητα 10939 1.49.69.141 : εὔλυτον οὐδὲ τὸ δι´ οὗ πηδήσεται, πεπαχυμμένων τῶν 10940 1.49.69.142 : αἰσθητικῶν μερῶν, ἀλλὰ ἔνδον μένει παρ´ ἑαυτῇ ὑπὸ 10941 1.49.69.143 : βάρους καὶ πυκνότητος πεδηθεῖσα, τὸ δὲ σῶμα στερεὸν 10942 1.49.69.144 : μέν, ἀλλὰ ἀργὸν καὶ βαρὺ καὶ μετὰ βίας ὑπὸ τῆς προαιρέ– 10943 1.49.69.145 : σεως μετακινούμενον. Εἰ δὲ <20σύμμετρος>20 γένοιτο ἡ πάν– 10944 1.49.69.146 : των σύστασις, τότε τὸ ζῷον θερμὸν εἰς πρᾶξιν, κοῦφον 10945 1.49.69.147 : δὲ εἰς κίνησιν, εὔκρατον δὲ εἰς ἁφήν, γενναῖον δὲ εἰς πῆξιν 10946 1.49.69.148 : κατασκευάζεται. 10947 1.49.69.149 : Ὅσα οὖν τῷδε τῷ λόγῳ κεκοινώνηκε πλείονος μὲν 10948 1.49.69.150 : πυρὸς καὶ πνεύματος, ταῦτα <20ἀπωρνέωται>20 καὶ ἄνω παρ´ 10949 1.49.69.151 : ἐκείνοις πολιτεύεται τοῖς στοιχείοις, ἐξ ὧν καὶ ἐγένετο. 10950 1.49.69.152 : Ὅσα δὲ πλείονος μὲν πυρός, ὀλίγου δὲ πνεύματος, ὕδατος 10951 1.49.69.153 : δὲ καὶ γῆς ἴσης, ταῦτα <20ἀπηνθρώπισται,>20 καὶ τῷ ζῴῳ τὸ 10952 1.49.69.154 : περισσὸν τοῦ θερμοῦ εἰς σύνεσιν ἐτράπη· ὁ γὰρ ἐν ἡμῖν 10953 1.49.69.155 : νοῦς θερμόν τι χρῆμά ἐστιν, ὃ καίειν μὲν οὐκ οἶδε, δια– 10954 1.49.69.156 : δύνειν δὲ κατὰ πάντων [καὶ] ἐπίσταται. Ὅσα δὲ πλείονος 10955 1.49.69.157 : μὲν ὕδατος, πλείονος δὲ γῆς, μετρίου δὲ πνεύματος, [καὶ] 10956 1.49.69.158 : ὀλίγου δὲ πυρός, ταῦτ´ <20ἀποτεθηρίωται,>20 τῇ δὲ τοῦ θερμοῦ 10957 1.49.69.159 : περιουσίᾳ ἀλκιμώτερα γέγονε τῶν ἄλλων. Ὅσα δὲ γῆς καὶ 10958 1.49.69.160 : ὕδατος ἴσων κεκοινώνηκε, ταῦτα <20ἀφηρπέτωται>20 καὶ τῇ τοῦ 10959 1.49.69.161 : πυρὸς στερήσει ἄτολμα γέγονε καὶ ἀπαρρησίαστα, τῇ δὲ 10960 1.49.69.162 : τοῦ ὕδατος κοινωνίᾳ ψυχρὰ ἐγένετο, τῇ δὲ τῆς γῆς βαρέα 10961 1.49.69.163 : καὶ νωθρά, τῇ δὲ τοῦ πνεύματος εὐκίνητα, εἰ 〈ἐν〉 προ– 10962 1.49.69.164 : αιρέσει τὸ κινεῖσθαι. Ὅσα δὲ πλείονος μὲν ὑγροῦ, ὀλίγου 10963 1.49.69.165 : δὲ ξηροῦ, ταῦτα <20ἀπιχθύωται>20 καὶ τῇ μὲν τοῦ θερμοῦ 10964 1.49.69.166 : καὶ ἀέρος στερήσει δειλά ἐστι καὶ αὐτά, τῇ δὲ τοῦ ὑγροῦ 10965 1.49.69.167 : περιουσίᾳ καὶ τῇ τοῦ γεώδους παρουσίᾳ ἐν λελυμένῃ γῇ 10966 1.49.69.168 : καὶ ὕδατι διὰ τὸ συγγενὲς κατοικεῖ. Καὶ πρὸς μὲν τὴν 10967 1.49.69.169 : τοῦ ἑκάστου στοιχείου μοῖραν καὶ τῆς μοίρας τὴν περιοχὴν 10968 1.49.69.170 : καὶ τὰ σώματα ἡλικιάζεται· καὶ πρὸς τὴν ὀλιγομετρίαν 10969 1.49.69.171 : τὰ λοιπὰ ζῷα μεμετροποίηται, πρὸς ἐνέργειαν τὴν ἑκάστῳ 10970 1.49.69.172 : τῶν στοιχείων οὐσιομετρίαν. 10971 1.49.69.173 : Καὶ ἔτι, ὦ παῖ περιπόθητε, λέγω, ὅτι ἐκ ταύτης τῆς 10972 1.49.69.174 : οὕτω συστάσεως ἡ κατὰ τὴν πρώτην σύνοδον γενομένη 10973 1.49.69.175 : κρᾶσις καὶ ὁ ἐκ ταύτης ἀναθυμιώμενος ἀτμὸς ἐφ´ ὅσον 10974 1.49.69.176 : τὴν ἰδίαν τηροῦσιν ἰδιότητα, ὥστε τὸ μὲν θερμὸν ἕτερον 10975 1.49.69.177 : μὴ λαβεῖν θερμόν, μηδὲ τὸ ἀερῶδες πνεῦμα ἕτερον, μηδὲ 10976 1.49.69.178 : τὸ ὑγρὸν ἑτέραν ὑγρασίαν, μηδὲ τὸ γεῶδες ἑτέραν πυκνό– 10977 1.49.69.179 : τητα, τὸ τηνικαῦτα τὸ ζῷον <20ὑγιαίνει.>20 Ἐπὰν γὰρ μὴ οὕτως 10978 1.49.69.180 : μένῃ, ὦ τέκνον, ἐφ´ οἷς ἔσχεν ἐξ ἀρχῆς μέτροις, ἀλλ´ ἤτοι 10979 1.49.69.181 : πλεονάσῃ ταῦτα, οὐκ ἐνεργείᾳ λέγω 〈τῇ〉 κατὰ περιοχὴν 10980 1.49.69.182 : οὐδὲ τῇ κατ´ αὔξησιν γινομένῃ μεταβολῇ τοῦ γένους καὶ 10981 1.49.69.183 : τῶν σωμάτων, ἀλλὰ τῇ ὡς προέφαμεν συστατικῇ τῶν 10982 1.49.69.184 : στοιχείων κράσει, ὥστε τὸ μὲν θερμὸν ἐπὶ πλέον αὐξη– 10983 1.49.69.185 : θῆναι ἢ ἐπὶ πλέον ἐλαττωθῆναι, τὰ δὲ ἄλλα ὁμοίως, 10984 1.49.69.186 : 〈τὸ〉 τηνικαῦτα [οὕτως] <20νοσεῖ>20 τὸ ζῷον. Ἐπὰν γὰρ οὕτως 10985 1.49.69.187 : διατεθῇ τό τε θερμὸν καὶ τὸ ἀερῶδες, ἃ δὴ σύσκηνά ἐστι 10986 1.49.69.188 : τῆς ψυχῆς, τότε ἐν ἀλληγορίαις καὶ ἐκστάσεσι γίγνεται τὸ 10987 1.49.69.189 : ζῷον· πεπύκνωται γὰρ τὰ στοιχεῖα, δι´ ὧν διαφθείρεται 10988 1.49.69.190 : τὰ σώματα. Αὐτὸ μὲν γὰρ τὸ γεῶδές ἐστιν ἡ τοῦ σώ– 10989 1.49.69.191 : ματος πῆξις, τὸ δὲ ὑγρὸν ἡ ἐν τούτῳ ἐστὶν εἰς συμπαγίαν 10990 1.49.69.192 : περίχυσις, τὸ δὲ ἀερῶδές ἐστι τὸ ἐν ἡμῖν κινητικόν, καὶ 10991 1.49.69.193 : τούτων πάντων διεγερτικὸν τὸ πῦρ. Τοιγαροῦν ὁ ἐκ τῆς 10992 1.49.69.194 : πρώτης συνόδου καὶ κράσεως τῶν στοιχείων γιγνόμενος 10993 1.49.69.195 : ἀτμὸς καὶ ὡσανεὶ ἔξαψις καὶ ἀναθυμίασις[, ὁποῖος ἂν ᾖ,] 10994 1.49.69.196 : παραμιγεὶς τῇ ψυχῇ ἄγει αὐτὴν εἰς ἑαυτόν, ὡς ἂν ἔχῃ 10995 1.49.69.197 : φύσεως, εἴτε σπουδαίως, εἴτε μή. Τῇ γὰρ ἐξ ἀρχῆς πρὸς 10996 1.49.69.198 : αὐτὸν οἰκειότητι καὶ συντροφίᾳ ἐπιμένουσα ἡ ψυχὴ τὴν 10997 1.49.69.199 : τάξιν διατηρεῖ. Ὅταν δὲ ἐπιπροσγένηται ἤτοι τῷ ὅλῳ 10998 1.49.69.200 : συγκράματι ἢ καὶ μέρεσιν ἢ μέρει αὐτοῦ ἔξωθέν τις 10999 1.49.69.201 : πλείων μοῖρα τοῦ προκαταβεβλημένου, τότε καὶ ὁ ἐντεῦ– 11000 1.49.69.202 : θεν μεταλλοιούμενος ἀτμὸς μεταλλοιοῖ ἤτοι τὴν τῆς ψυχῆς 11001 1.49.69.203 : διάθεσιν ἢ τὴν τοῦ σώματος. Τὸ γὰρ πῦρ καὶ τὸ πνεῦμα, 11002 1.49.69.204 : ἀνωφερῆ ὄντα, ἐπὶ τὴν ψυχήν, ὁμοιόχωρον αὐτοῖς ὑπάρ– 11003 1.49.69.205 : χουσαν, ἀνατρέχει· τὸ δὲ ὑγρὸν καὶ τὸ γεῶδες, κατωφερῆ 11004 1.49.69.206 : ὄντα, τῷ σώματι, ὁμοιέδρῳ ὄντι, ἐφιζάνει. 11005 1.50.t.1 : {1Περὶ αἰσθήσεως καὶ αἰσθητῶν καὶ εἰ ἀληθεῖς αἱ 11006 1.50.t.2 : αἰσθήσεις.}1 11007 1.50.1.1 : 〈<21Aetii>21 (IV 8, 2 p. 394, 10 Diels.).〉 11008 1.50.1.2 : <20Ἐπίκουρος·>20 τό 〈τε〉 μόριόν ἐστιν ἡ αἴσθησις, ἥτις 11009 1.50.1.3 : ἐστὶ〈ν ἡ〉 δύναμις, καὶ τὸ ἐπαίσθημα, ὅπερ ἐστὶ τὸ ἐνέρ– 11010 1.50.1.4 : γημα· ὥστε διχῶς παρ´ αὐτῷ λέγεσθαι αἴσθησιν μὲν τὴν 11011 1.50.1.5 : δύναμιν, αἴσθησιν δὲ τὸ ἐνέργημα. 11012 1.50.2a.1 : 〈<21Aetii>21 (IV 8, 3 p. 394, 16 Diels.).〉 11013 1.50.2a.2 : <20Πλάτων>20 τὴν αἴσθησιν ἀποφαίνεται ψυχῆς καὶ σώ– 11014 1.50.2a.3 : ματος κοινωνίαν πρὸς τὰ ἐκτός· ἡ μὲν γὰρ δύναμις ψυχῆς, 11015 1.50.2a.4 : τὸ δὲ ὄργανον σώματος, ἄμφω δὲ διὰ φαντασίας ἀντι– 11016 1.50.2a.5 : ληπτικὰ τῶν ἔξωθεν. 11017 1.50.3.1 : Λέγει δὲ ἐν τῷ Φιλήβῳ 11018 1.50.3.2 : (p. 34A) ὧδε· 11019 1.50.3.3 : "Τὸ δὲ ἐν ἑνὶ πάθει τὴν ψυχὴν καὶ τὸ σῶμα κοινῇ 11020 1.50.3.4 : γιγνόμενον κοινῇ καὶ κινεῖσθαι, ταύτην δὲ τὴν κίνησιν 11021 1.50.3.5 : ὀνομάζων αἴσθησιν οὐκ ἀπὸ τρόπου φθέγγοιο ἄν; — 11022 1.50.3.6 : Ἀληθέστατα λέγεις." 11023 1.50.3-6.n : 〈<21Aetii>21 (IV 8, 4–7 p. 394, 21 Diels.).〉 11024 1.50.3.1 : Κατὰ τοὺς <20Περιπατητικοὺς>20 τετραχῶς· 11025 1.50.3.2 : ἐξ οὗ τὸ ἡγεμονικόν, δι´ οὗ τὸ ὄργανον καὶ αἰσθητήριον, 11026 1.50.3.3 : καθ´ ὃ ἡ ἐνέργεια, καὶ 〈οὗ〉 ἕνεκα τὸ αἰσθητόν. 11027 1.50.4.1 : <20Λεύκιππος, Δημόκριτος>20 τὰς αἰσθή– 11028 1.50.4.2 : σεις καὶ τὰς νοήσεις ἑτεροιώσεις εἶναι τοῦ σώματος. 11029 1.50.5.1 : <20Ἀριστοτέλης>20 τὴν αἴσθη– 11030 1.50.5.2 : σιν ἑτεροίωσιν αἰσθητοῦ καὶ μεσότητα· κοινὴν δὲ αἴσθησιν 11031 1.50.5.3 : τὴν τῶν συνθέτων εἰδῶν κριτικήν, εἰς ἣν πᾶσαι συμ– 11032 1.50.5.4 : βάλλουσιν αἱ ἁπλαῖ τὰς ἰδίας ἑκάστη 〈φαντασίας〉, ἐν ᾗ τὸ 11033 1.50.5.5 : μεταβατικὸν ἀφ´ ἑτέρου εἰς ἕτερον οἷον σχήματος 〈καὶ〉 11034 1.50.5.6 : κινήσεως σώματος, ἐν μεθορίῳ τοῦ λογικοῦ καὶ τοῦ ἀλόγου, 11035 1.50.5.7 : μνήμης καὶ νοῦ μετέχουσα, διατείνουσα καὶ ἐπὶ τὰ ἄλογα 11036 1.50.5.8 : τῶν ζῴων, καθὸ ποσὴν διανοίας ἀναλογίαν ἔχει· κοινὰ δ´ 11037 1.50.5.9 : ἐστὶν ὄψεως μὲν καὶ ἁφῆς σχῆμα, ὄψεως δὲ καὶ ἀκοῆς 11038 1.50.5.10 : διάστημα, πασῶν δὲ κίνησις καὶ μέγεθος καὶ ἀριθμός. 11039 1.50.6.1 : 〈Οἱ〉 <20Στωικοὶ>20 τήνδε τὴν κοινὴν αἴσθησιν 11040 1.50.6.2 : ἐντὸς <20ἁφὴν>20 προσαγορεύουσι, καθ´ ἣν καὶ ἡμῶν αὐτῶν 11041 1.50.6.3 : ἀντιλαμβανόμεθα. 11042 1.50.7.1 : 〈<21Aetii>21 (IV 10, 3 p. 399, 13 Diels.).〉 11043 1.50.7.2 : †<20πελλῆς>20 πλείους αἰσθήσεις εἶναι περὶ τὰ ἄλογα ζῷα. 11044 1.50.8-9.n : 〈<21Aetii>21 (IV 10, 5. 6 p. 399, 19 Diels.).〉 11045 1.50.8.1 : <20Δημόκριτος>20 πλείους μὲν εἶναι τὰς αἰ– 11046 1.50.8.2 : σθήσεις τῶν αἰσθητῶν, τῷ δὲ μὴ ἀναλογίζειν τὰ αἰσθητὰ 11047 1.50.8.3 : τῷ πλήθει λανθάνειν. 11048 1.50.9.1 : Οἱ δ´ <20ἄλλοι>20 παρίσους. 11049 1.50.10-16.n : 〈<21Aetii>21 (IV 8, 8–14 p. 395, 20 Diels.).〉 11050 1.50.10.1 : Οἱ <20Στωικοὶ>20 σωμάτων τὰς αἰσθήσεις. 11051 1.50.11.1 : Οἱ <20ἀπὸ τῶν ἀρχαίων>20 τῶν περὶ τὰ 11052 1.50.11.2 : σώματα ἀσωμάτων λόγων ἅπερ ἤδη σχήματα προσαγο– 11053 1.50.11.3 : ρεύουσι. 11054 1.50.12.1 : <20Λεύκιππος, Δημόκριτος, Ἐπίκου– 11055 1.50.12.2 : ρος>20 τὴν αἴσθησιν καὶ τὴν νόησιν γίνεσθαι εἰδώλων ἔξωθεν 11056 1.50.12.3 : προσιόντων· μηδενὶ γὰρ ἐπιβάλλειν μηδετέραν χωρὶς τοῦ 11057 1.50.12.4 : προσπίπτοντος. 11058 1.50.13.1 : <20Οἱ ἄλλοι>20 εἰδῶν ἢ σχημάτων ἑτεροιώσει 11059 1.50.13.2 : 〈ἢ〉 ἐν ψυχῇ τυπώσει, ἀπορροίαις πάντως μᾶλλον ἢ εἰ– 11060 1.50.13.3 : δώλοις. 11061 1.50.14.1 : Οἱ <20Στωικοὶ>20 πᾶσαν αἴσθησιν εἶναι συγκα– 11062 1.50.14.2 : τάθεσιν καὶ κατάληψιν. 11063 1.50.15.1 : Οἱ <20Ἀκαδημαικοὶ>20 μὴ εἶναι τὰς αἰσθή– 11064 1.50.15.2 : σεις μήτε καταλήψεις μήτε συγκαταθέσεις. 11065 1.50.16.1 : Οἱ <20Περιπατητικοὶ>20 οὐκ ἄνευ μὲν 11066 1.50.16.2 : συγκαταθέσεως τὰς αἰσθήσεις, οὐ μέντοι συγκαταθέσεις. 11067 1.50.7-24.n : 〈<21Aetii>21 (IV 9, 1–8 p. 396, 11 sqq. Diels.).〉 11068 1.50.17.1 : <20Πυθαγόρας, Ἐμπεδοκλῆς, Ξενο– 11069 1.50.17.2 : φάνης, Παρμενίδης, Ζήνων, Μέλισσος, Ἀνα– 11070 1.50.17.3 : ξαγόρας, Δημόκριτος, Μητρόδωρος, Πρωταγό– 11071 1.50.17.4 : ρας, Πλάτων>20 ψευδεῖς εἶναι τὰς αἰσθήσεις. 11072 1.50.18.1 : <20Οἱ ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας>20 ὑγιεῖς μέν, 11073 1.50.18.2 : ὅτι δι´ αὐτῶν οἷόν τε λαβεῖν ἀληθινὰς φαντασίας, οὐ 11074 1.50.18.3 : μὴν ἀκριβεῖς. 11075 1.50.19.1 : <20Ἀριστοτέλης>20 τὴν αἴσθησιν 11076 1.50.19.2 : μὴ πλανᾶσθαι περὶ τὸ ἴδιον, περὶ δὲ τὸ συμβεβηκός. 11077 1.50.20.1 : <20Οἱ Στωικοὶ>20 τὰς μὲν αἰσθήσεις ἀληθεῖς, 11078 1.50.20.2 : τῶν δὲ φαντασιῶν τὰς μὲν ἀληθεῖς τὰς δὲ ψευδεῖς. 11079 1.50.21.1 : <20Ἐπίκουρος>20 πᾶσαν αἴσθησιν καὶ πᾶσαν 11080 1.50.21.2 : φαντασίαν ἀληθῆ, τῶν δὲ δοξῶν τὰς μὲν ἀληθεῖς τὰς δὲ 11081 1.50.21.3 : ψευδεῖς. Καὶ ἡ μὲν αἴσθησις μοναχῶς ψευδοποιεῖται 11082 1.50.21.4 : κατὰ νοητά, ἡ δὲ φαντασία διχῶς [νοεῖται]· καὶ γὰρ αἰσθη– 11083 1.50.21.5 : τῶν ἐστι φαντασία καὶ νοητῶν. 11084 1.50.22.1 : <20Παρμενίδης, Ἐμπεδοκλῆς, Ἀνα– 11085 1.50.22.2 : ξαγόρας, Δημόκριτος, Ἐπίκουρος, Ἡρακλείδης>20 11086 1.50.22.3 : παρὰ τὰς συμμετρίας τῶν πόρων τὰς κατὰ μέρος αἰσθή– 11087 1.50.22.4 : σεις γίνεσθαι τοῦ οἰκείου, τῶν αἰσθητῶν ἑκάστου ἑκάστῃ 11088 1.50.22.5 : ἐναρμόττοντος. 11089 1.50.23.1 : <20Οἱ Περιπατητικοὶ>20 παρὰ τὰς δυνά– 11090 1.50.23.2 : μεις τῶν αἰσθητηρίων. 11091 1.50.24.1 : Οἱ μὲν <20ἄλλοι>20 φύσει τὰ αἰσθητά, <20Λεύ– 11092 1.50.24.2 : κιππος>20 δέ, <20Δημόκριτος>20 καὶ <20Διογένης>20 νόμῳ, τοῦτο 11093 1.50.24.3 : δ´ ἐστὶ δόξῃ καὶ πάθεσι τοῖς ἡμετέροις· μηδὲν δ´ εἶναι 11094 1.50.24.4 : ἀληθὲς μηδὲ καταληπτὸν ἐκτὸς τῶν πρώτων στοιχείων, 11095 1.50.24.5 : ἀτόμων καὶ κενοῦ· ταῦτα γὰρ εἶναι μόνα φύσει, τὰ δ´ ἐκ 11096 1.50.24.6 : τούτων, θέσει καὶ τάξει καὶ σχήματι διαφέροντα ἀλλήλων, 11097 1.50.24.7 : συμβεβηκότα. 11098 1.50.25.1 : 〈<21Aetii>21 (IV 9, 14 p. 398, 8 Diels.).〉 11099 1.50.25.2 : <20Παρμενίδης, Ἐμπεδοκλῆς>20 ἐλλείψει τροφῆς τὴν 11100 1.50.25.3 : ὄρεξιν. 11101 1.50.26-30.1 : 〈<21Aetii>21 (IV 9, 9–13 p. 397, 19 sq. Diels.).〉 11102 1.50.26.1 : <20Οἱ τὰ ἄτομα καὶ οἱ τὰ ὁμοιομερῆ 11103 1.50.26.2 : καὶ οἱ τὰ ἀμερῆ καὶ τὰ ἐλάχιστα>20 πάντ´ ἐν πᾶσι τὰ 11104 1.50.26.3 : αἰσθητὰ ἀναμεμῖχθαι καὶ μηδὲν αὐτῶν εἰλικρινὲς ὑπάρ– 11105 1.50.26.4 : χειν, παρὰ δὲ τὰς ἐπικρατείας ὀνομάζεσθαι τοῖον ἢ τοῖον 11106 1.50.26.5 : καὶ παρὰ τὴν πολυαύγειαν. 11107 1.50.27.1 : <20Πυθαγόρας>20 καὶ <20Πλάτων>20 11108 1.50.27.2 : καθαρὸν ἕκαστον εἶναι τῶν αἰσθητῶν ἐξ ἑκάστου στοι– 11109 1.50.27.3 : χείου προερχόμενον. Πρὸς μὲν οὖν τὴν ὅρασιν τὸ αἰθε– 11110 1.50.27.4 : ρῶδες πεφυκέναι, πρὸς δὲ τὴν ἀκοὴν τὸ πνευματικόν, 11111 1.50.27.5 : πρὸς δὲ τὴν ὄσφρησιν τὸ πυρῶδες, πρὸς δὲ τὴν γεῦσιν 11112 1.50.27.6 : τὸ ὑγρόν, πρὸς δὲ τὴν ἁφὴν τὸ γεῶδες. 11113 1.50.28.1 : <20Ἐπίκουρος>20 τῶν αἰσθητῶν 〈τὰς〉 ἡδονὰς 11114 1.50.28.2 : ἤδη καὶ τὰς λύπας. 11115 1.50.29.1 : <20Οἱ Περιπατητικοὶ>20 τῶν νοητῶν· οὐ 11116 1.50.29.2 : γὰρ πᾶσι φαίνεται τὰ αὐτὰ ἡδέα τε καὶ λυπηρὰ καθάπερ 11117 1.50.29.3 : λευκά τε καὶ μέλανα. 11118 1.50.30.1 : <20Χρύσιππος>20 τὸ μὲν γενικὸν ἡδὺ νοητόν, 11119 1.50.30.2 : τὸ δὲ εἰδικὸν καὶ προσπῖπτον ἤδη αἰσθητόν. 11120 1.50.31-35.n : 〈<21Aetii>21 (IV 9, 15–20) p. 398, 10 sq. Diels.〉 11121 1.50.31.1 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 τὰς ἡδονὰς γίνεσθαι τοῖς 11122 1.50.31.2 : μὲν ὁμοίοις [τῶν ὁμοίων], κατὰ δὲ τὸ ἐλλεῖπον πρὸς 11123 1.50.31.3 : τὴν ἀναπλήρωσιν, ὥστε τῷ ἐλλείποντι ἡ ὄρεξις τοῦ ὁμοίου· 11124 1.50.31.4 : τὰς δ´ ἀλγηδόνας τοῖς ἐναντίοις, ἠλλοτριῶσθαι γὰρ πρὸς 11125 1.50.31.5 : ἄλληλα ὅσα διαφέρει κατά τε τὴν σύγκρισιν καὶ τὴν τῶν 11126 1.50.31.6 : στοιχείων κρᾶσιν. 11127 1.50.32.1 : <20Ἀναξαγόρας>20 πᾶσαν αἴσθησιν μετὰ 11128 1.50.32.2 : πόνου. 11129 1.50.33.1 : <20Οἱ ἄλλοι>20 ἐπιγίγνεσθαι ἤτοι ἡδονὴν ἢ 11130 1.50.33.2 : πόνον οὐδὲ συμπεφυκέναι. 11131 1.50.34.1 : <20Οἱ Στωικοὶ>20 τὸν σοφὸν αἰσθήσει 11132 1.50.34.2 : καταληπτὸν ἀπὸ τοῦ εἴδους τεκμηριωδῶς· <20οἱ Ἀκαδη– 11133 1.50.34.3 : μαικοὶ>20 λόγῳ γνώριμον· <20Ἐπίκουρος>20 σοφῷ μόνῳ τὸν 11134 1.50.34.4 : σοφόν. 11135 1.50.35.1 : <20Δημόκριτος>20 τὰ νεκρὰ τῶν σωμάτων 11136 1.50.35.2 : αἰσθάνεσθαι. 11137 1.50.36.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαί– 11138 1.50.36.2 : δωνος>20 (p. 60B. C). 11139 1.50.36.3 : Ὡς ἄτοπον, ἔφη, ὦ ἄνδρες, ἔοικεν εἶναι τοῦτο ὃ κα– 11140 1.50.36.4 : λοῦσιν οἱ ἄνθρωποι ἡδύ· ὡς θαυμασίως πέφυκε πρὸς τὸ 11141 1.50.36.5 : δοκοῦν ἐναντίον εἶναι, τὸ λυπηρόν, τῷ ἅμα μὲν αὐτὼ μὴ 11142 1.50.36.6 : θέλειν παραγίγνεσθαι τῷ ἀνθρώπῳ, ἐὰν δέ τις διώκῃ τὸ 11143 1.50.36.7 : ἕτερον καὶ λαμβάνῃ, σχεδόν τι ἀναγκάζεσθαι ἀεὶ λαμβά– 11144 1.50.36.8 : νειν καὶ τὸ ἕτερον, ὥσπερ ἐκ μιᾶς κορυφῆς ἡμμένω δύ´ 11145 1.50.36.9 : ὄντε· κἀμοὶ δοκεῖ, ἔφη, εἰ ἐνενόησεν αὐτὰ Αἴσωπος, μῦθον 11146 1.50.36.10 : ἂν συνθεῖναι, ὡς ὁ θεὸς βουλόμενος αὐτὰ διαλλάξαι πο– 11147 1.50.36.11 : λεμοῦντα, ἐπειδὴ οὐκ ἐδύνατο, συνῆψεν εἰς ταὐτὸν αὐτῶν 11148 1.50.36.12 : τὰς κορυφάς, καὶ διὰ ταῦτα ᾧ ἂν τὸ ἕτερον παραγένηται, 11149 1.50.36.13 : ἐπακολουθεῖ ὕστερον καὶ τὸ ἕτερον. Ὥσπερ οὖν καὶ αὐτῷ 11150 1.50.36.14 : μοι ἔοικεν, ἐπειδὴ ὑπὸ τοῦ δεσμοῦ ἦν ἐν τῷ σκέλει τὸ 11151 1.50.36.15 : ἀλγεῖν, ἥκειν δὴ φαίνεται ἐπακολουθοῦν τὸ ἡδύ. 11152 1.50.37.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Θεαιτήτου>20 11153 1.50.37.2 : (p. 152C; 153D–154B). 11154 1.50.37.3 : Φαντασία ἄρα καὶ αἴσθησις ταὐτὸν ἔν τε θερμοῖς καὶ 11155 1.50.37.4 : πᾶσι τοῖς τοιούτοις· οἷα γὰρ αἰσθάνεται ἕκαστος, τοιαῦτα 11156 1.50.37.5 : ἑκάστῳ καὶ κινδυνεύει εἶναι ..... Ὑπόλαβε τοίνυν, ὦ ἄριστε, 11157 1.50.37.6 : οὑτωσὶ καὶ τὰ ὄμματα πρῶτον· ὃ δὴ καλεῖς χρῶμα λευ– 11158 1.50.37.7 : κόν, μὴ εἶναι αὐτὸ ἕτερόν τι ἔξω τῶν σῶν ὀμμάτων μηδ´ 11159 1.50.37.8 : ἐν τοῖς ὄμμασι· μηδέ τιν´ αὐτῷ χώραν ἀποτάξῃς· ἤδη 11160 1.50.37.9 : γὰρ ἂν εἴη τε ἄν που ἐν τάξει καὶ μένον καὶ οὐκ ἂν ἐν 11161 1.50.37.10 : γενέσει γίγνοιτο. {—}Ἀλλὰ πῶς; {—}Ἑπόμεθα τῷ ἄρτι 11162 1.50.37.11 : λόγῳ, μηδὲν αὐτὸ καθ´ αὑτὸ ἓν ὂν τιθέντες· καὶ ἡμῖν 11163 1.50.37.12 : οὕτω μέλαν τε καὶ λευκὸν καὶ ὁτιοῦν ἄλλο χρῶμα ἐκ τῆς 11164 1.50.37.13 : προσβολῆς τῶν ὀμμάτων πρὸς τὴν προσήκουσαν φορὰν 11165 1.50.37.14 : φανεῖται γεγενημένον, καὶ ὃ δὴ ἕκαστον εἶναί φαμεν 11166 1.50.37.15 : χρῶμα, οὔτε τὸ προσβάλλον οὔτε τὸ προσβαλλόμενον ἔσται, 11167 1.50.37.16 : ἀλλὰ μεταξύ τι ἑκάστῳ ἴδιον γεγονός· ἢ σὺ διισχυρίσαι´ 11168 1.50.37.17 : ἂν ὡς οἷον σοὶ φαίνεται ἕκαστον χρῶμα, τοιοῦτον καὶ 11169 1.50.37.18 : κυνὶ καὶ ὁτῳοῦν ζῴῳ; {—}Μὰ Δί´ οὐκ ἔγωγε. {—}Τί; 11170 1.50.37.19 : ἄλλῳ ἀνθρώπῳ ἆρ´ ὅμοιον καὶ σοὶ φαίνεται ὁτιοῦν, ἔχεις 11171 1.50.37.20 : τοῦτο ἰσχυρῶς, ἢ πολὺ μᾶλλον, ὅτι οὐδὲ σοὶ ταὐτὸν 11172 1.50.37.21 : διὰ τὸ μηδέποτε ὁμοίως αὐτὸν σεαυτῷ ἔχειν; {—}Τοῦτο 11173 1.50.37.22 : μᾶλλον δοκεῖ μοι ἢ ἐκεῖνο. {—}Οὐκοῦν εἰ μὲν ᾧ παρε– 11174 1.50.37.23 : μετρούμεθα, ἢ οὗ ἐφαπτόμεθα, μέγα ἢ λευκὸν ἢ θερμὸν 11175 1.50.37.24 : ἦν, οὐκ ἄν ποτε ἄλλῳ προσπεσὸν ἄλλο ἂν ἐγεγόνει, αὐτό 11176 1.50.37.25 : γε μηδὲν μεταβάλλον· εἰ δὲ αὖ τὸ παραμετρούμενον ἢ τὸ 11177 1.50.37.26 : ἐφαπτόμενον ἕκαστον ἦν τούτων, οὐκ ἂν αὖ ἄλλου προσ– 11178 1.50.37.27 : ελθόντος ἤ τι παθόντος αὐτὸ μηδὲν παθὸν ἂν ἄλλο 11179 1.50.37.28 : ἐγένετο. 11180 1.50.38.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 157C). 11181 1.50.38.2 : Μὴ τοίνυν ἀπολίπωμεν ὅσον ἐλλεῖπον αὐτοῦ. Λεί– 11182 1.50.38.3 : πεται δὲ ἐνυπνίων τε πέρι καὶ νόσων τε τῶν ἄλλων καὶ 11183 1.50.38.4 : μανίας, ὅσα τε παρακούειν ἢ παρορᾶν ἤ τι ἄλλο παραι– 11184 1.50.38.5 : σθάνεσθαι λέγεται. Οἶσθα γάρ που ὅτι ἐν πᾶσι τούτοις 11185 1.50.38.6 : ὁμολογουμένως ἐλέγχεσθαι δοκεῖ ὃν ἄρτι διῇμεν λόγον, 11186 1.50.38.7 : ὥστε παντὸς μᾶλλον ἂν ἡμῖν ψευδεῖς αἰσθήσεις ἐν αὐτοῖς 11187 1.50.38.8 : γιγνομένας, καὶ πολλοῦ δεῖ τὰ φαινόμενα ἑκάστῳ ταῦτα 11188 1.50.38.9 : καὶ εἶναι, ἀλλὰ πᾶν τοὐναντίον οὐδὲν ὂν φαίνεται εἶναι. 11189 1.50.38.10 : {—}Ἀληθέστατα λέγεις, ὦ Σώκρατες. {—}Τίς δὴ οὖν, ὦ 11190 1.50.38.11 : παῖ, λείπεται λόγος τῷ τὴν αἴσθησιν ἐπιστήμην τιθε– 11191 1.50.38.12 : μένῳ καὶ τὰ φαινόμενα ἑκάστῳ ταῦτα εἶναι τούτῳ ᾧ 11192 1.50.38.13 : φαίνεται; 11193 1.50.39.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 179A. B. C). 11194 1.50.39.2 : Μετρίως ἄρα ἡμῖν πρὸς τὸν διδάσκαλόν σου εἰρήσε– 11195 1.50.39.3 : ται, ὅτι ἀνάγκη αὐτῷ ὁμολογεῖν σοφώτερόν τε ἄλλον 11196 1.50.39.4 : ἄλλου εἶναι καὶ τὸν μὲν τοιοῦτον μέτρον εἶναι, ἐμοὶ δὲ 11197 1.50.39.5 : τῷ ἀνεπιστήμονι μηδὲ ὁπωστιοῦν ἀνάγκην εἶναι μέτρῳ 11198 1.50.39.6 : γίγνεσθαι ..... Πολλαχῇ οὖν, ὦ Θεόδωρε, καὶ ἄλλῃ ἂν τό 11199 1.50.39.7 : γε τοιοῦτον ἁλοίη μὴ πᾶσαν πάντως ἀληθῆ δόξαν εἶναι· 11200 1.50.39.8 : περὶ δὲ τὸ παρὸν ἑκάστῳ πάθος, ἐξ ὧν αἱ αἰσθήσεις καὶ 11201 1.50.39.9 : αἱ κατὰ ταύτας δόξαι γίγνονται, χαλεπώτερον ἑλεῖν ὡς 11202 1.50.39.10 : οὐκ ἀληθεῖς. 11203 1.50.40.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 183B). 11204 1.50.40.2 : Οὐκοῦν, ὦ Θεόδωρε, τοῦ τε σοῦ ἑταίρου ἀπηλλάγ– 11205 1.50.40.3 : μεθα, καὶ οὔπω συγχωροῦμεν αὐτῷ πάντ´ ἄνδρα πάντων 11206 1.50.40.4 : χρημάτων μέτρον εἶναι. 11207 1.50.41.1 : <20Πλάτωνος ἐν Τιμαίῳ>20 (p. 37B). 11208 1.50.41.2 : Λόγος δὲ ὁ κατὰ ταὐτὸν γιγνόμενος, περί τε θάτερον 11209 1.50.41.3 : ὢν καὶ περὶ τὸ ταὐτόν, ἐν τῷ κινουμένῳ ὑφ´ αὑτοῦ φερό– 11210 1.50.41.4 : μενος ἄνευ φθόγγου καὶ ἠχῆς, ὅταν μὲν περὶ τὸ αἰσθητὸν 11211 1.50.41.5 : γίγνηται καὶ ὁ τοῦ θατέρου κύκλος ὀρθὸς ἰὼν εἰς πᾶσαν 11212 1.50.41.6 : αὐτοῦ τὴν ψυχὴν διαγγείλῃ, δόξαι καὶ πίστεις γίγνονται 11213 1.50.41.7 : βέβαιοι καὶ ἀληθεῖς· ὅταν δὲ αὖ περὶ τὸ λογιστικὸν ᾖ 11214 1.50.41.8 : καὶ ὁ τοῦ ταὐτοῦ κύκλος εὔτροχος ὢν αὐτὰ μηνύσῃ, νοῦς 11215 1.50.41.9 : ἐπιστήμη τε ἐξ ἀνάγκης ἀποτελεῖται, τούτω δὲ ἐν ᾧ τῶν 11216 1.50.41.10 : ὄντων ἐγγίγνεσθον, ἄν ποτέ τις αὐτὸ ἄλλο πλὴν ψυχὴν 11217 1.50.41.11 : εἴπῃ, πᾶν μᾶλλον ἢ τἀληθὲς 〈ἐρεῖ〉. 11218 1.51.t.1 : {1Πόσαι εἰσὶν αἱ αἰσθήσεις καὶ ποίας οὐσίας καὶ 11219 1.51.t.2 : ἐνεργείας ἑκάστη.}1 11220 1.51.1.1 : <20Σιμύλου.>20 11221 1.51.1.2 : Πέντ´ εἰσὶν ἃς ἄνθρωπος αἰσθήσεις ἔχει· 11222 1.51.1.3 : [ἁφὴν ὅρασιν ἀκοὴν γεῦσιν ὄσφρησιν] 11223 1.51.1.4 : τούτων ἁπασῶν κυριωτάτη μία 11224 1.51.1.5 : ἀκοή· φαγὼν γὰρ οὐδὲ εἷς ἔφυ σοφὸς 11225 1.51.1.6 : οὐδ´ ἁψ〈άμενος οὐδ´ ὀσφρ〉όμενος οὐδ´ εἰσιδὼν 11226 1.51.1.7 : τὸ λυσιτελές .......... 11227 1.51.1.8 : ἐκ τοῦ δ´ ἀκούειν μανθάνειν τε τἀγαθὰ 11228 1.51.1.9 : πολλοὶ φρόνιμοι γεγόνασι· ταύτην γὰρ μίαν 11229 1.51.1.10 : ὁ νοῦς ἑαυτῷ κατέλιπεν διδάσκαλον· 11230 1.51.1.11 : ............. 11231 1.51.1.12 : ὥσπερ δικαστὴν ἢ κριτὴν ἢ κύριον. 11232 1.51.2-3.n : 〈<21Aetii>21 (IV 10, 1. 2 p. 399, 3 Diels.).〉 11233 1.51.2.1 : <20Οἱ Στωικοὶ>20 πέντε τὰς εἰδικὰς αἰσθήσεις· 11234 1.51.2.2 : ὅρασιν, ἀκοήν, ὄσφρησιν, γεῦσιν, ἁφήν. 11235 1.51.3.1 : <20Ἀριστοτέλης>20 ἕκτην μὲν οὐ 11236 1.51.3.2 : λέγει, κοινὴν δὲ αἴσθησιν 〈τὴν〉 τῶν συνθέτων εἰδῶν κρι– 11237 1.51.3.3 : τικήν, εἰς ἣν πᾶσαι συμβάλλουσιν αἱ ἁπλαῖ τὰς ἰδίας 11238 1.51.3.4 : ἑκάστη φαντασίας, ἐν ᾗ τὸ μεταβατικὸν ἀφ´ ἑτέρου πρὸς 11239 1.51.3.5 : ἕτερον, οἱονεὶ σχήματος καὶ κινήσεως. 11240 1.51.4.1 : 〈<21Aetii>21 (IV 10, 4 p. 399, 15 Diels.).〉 11241 1.51.4.2 : <20Δημόκριτος>20 πλείους εἶναι αἰσθήσεις περὶ τὰ ἄλογα 11242 1.51.4.3 : ζῷα καὶ περὶ τοὺς σοφοὺς καὶ περὶ τοὺς θεούς. 11243 1.51.5.1 : 〈<21Didymi>21 (epit. phys. fr. 15 p. 455 11244 1.51.5.2 : Diels.).〉 11245 1.51.5.3 : <20Ἀριστοτέλους.>20 Τὸ δὲ αἰσθητικόν, ὃ δὴ κοινῶς 11246 1.51.5.4 : ἁπάντων τῶν ζῴων ἴδιον (αἰσθήσει γὰρ διαφέρειν τὸ ζῷον 11247 1.51.5.5 : τοῦ φυτοῦ), πενταπλοῦν ἐοικέναι. Τοῦτο γὰρ τὸ μὲν ὅρα– 11248 1.51.5.6 : σιν, τὸ δ´ ἀκοήν, τὸ δ´ ὄσφρησιν, τὸ δὲ γεῦσιν, τὸ 11249 1.51.5.7 : δ´ ἁφήν. Ὑπάρχειν δέ τινα καὶ σύνθετον αἴσθησιν, ἐν 11250 1.51.5.8 : ᾗ τό τε φανταστικὸν πᾶν γίγνεσθαι καὶ 〈τὸ〉 μνημονευ– 11251 1.51.5.9 : τικὸν καὶ τὸ δοξαστικόν, ὅπερ οὖν οὐδ´ ἄμοιρον τοῦ νοῦ 11252 1.51.5.10 : τυγχάνειν. Αἰσθάνεσθαι δὲ ἡμᾶς παθούσης τι τῆς αἰ– 11253 1.51.5.11 : σθήσεως. 11254 1.51.6.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδω– 11255 1.51.6.2 : νος>20 (p. 96B). 11256 1.51.6.3 : Ὁ δὲ ἐγκέφαλός ἐστιν ὁ τὰς αἰσθήσεις παρέχων τοῦ 11257 1.51.6.4 : ἀκούειν καὶ ὁρᾶν καὶ ὀσφραίνεσθαι, ἐκ τούτων δὲ γίγνοιτο 11258 1.51.6.5 : μνήμη καὶ δόξα, ἐκ δὲ μνήμης καὶ δόξης λαβούσης τὸ 11259 1.51.6.6 : ἠρεμεῖν, κατὰ ταῦτα γίγνεσθαι ἐπιστήμην. 11260 1.51.7.1 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 (v. 333. 334 Stein.). 11261 1.51.7.2 : Γαίᾳ μὲν γὰρ γαῖαν ὀπώπαμεν, ὕδατι δ´ ὕδωρ, 11262 1.51.7.3 : αἰθέρι δ´ αἰθέρα δῖον, ἀτὰρ πυρὶ πῦρ ἀίδηλον. 11263 1.52.t.1 : {1Περὶ ὁράσεως καὶ κατοπτρικῶν ἐμφάσεων.}1 11264 1.52.1.1 : 〈<21Aetii>21 (IV 13, 1. 2a p. 403, 2 Diels.).〉 11265 1.52.1.2 : <20Λεύκιππος Δημόκριτος Ἐπίκουρος>20 κατὰ εἰ– 11266 1.52.1.3 : δώλων εἴσκρισιν οἴονται τὸ ὁρατικὸν συμβαίνειν πάθος. 11267 1.52.1.4 : [Καὶ κατά τινων ἀκτίνων ἔκκρισιν μετὰ τὴν πρὸς τὸ 11268 1.52.1.5 : ὑποκείμενον ἔνστασιν πάλιν ὑποστρεφουσῶν πρὸς τὴν 11269 1.52.1.6 : ὄψιν.] 11270 1.52.2-8.n : 〈<21Aetii>21 (IV 13, 6–12 p. 403, 22 Diels.).〉 11271 1.52.2.1 : <20Τιμαγόρας,>20 εἷς τῶν παραχαραξάντων ἐν συχνοῖς 11272 1.52.2.2 : τὴν Ἐπικούρειον αἵρεσιν, ἀντὶ τῶν εἰδώλων ταῖς ἀπορροί– 11273 1.52.2.3 : αις χρῆται. 11274 1.52.3.1 : <20Στράτων>20 χρώματά φησιν ἀπὸ τῶν σωμάτων φέ– 11275 1.52.3.2 : ρεσθαι συγχρῴζοντ´ αὐτοῖς τὸν μεταξὺ ἀέρα. 11276 1.52.4.1 : <20Ἀρίσταρχος>20 σχήματα συνδιατυποῦντά πως αὑτοῖς 11277 1.52.4.2 : τὸν ἀέρα. 11278 1.52.5.1 : <20Ἵππαρχος>20 ἀφ´ ἑκατέρου φησὶ τῶν ὀφθαλμῶν 11279 1.52.5.2 : ἀποτεινομένας 〈ἀκτῖνας〉 τοῖς πέρασιν αὑτῶν, οἱονεὶ χει– 11280 1.52.5.3 : ρῶν ἐπαφαῖς, περικαθαπτούσας τοῖς ἐκτὸς σώμασι τὴν 11281 1.52.5.4 : ἀντίληψιν αὐτῶν πρὸς τὸ ὁρατικὸν ἀναδιδόναι. 11282 1.52.6.1 : Ἔνιοι καὶ <20Πυθαγόραν>20 τῇ δόξῃ ταύτῃ συνεπιγρά– 11283 1.52.6.2 : φουσιν, ἅτε δὴ βεβαιωτὴν τῶν μαθημάτων· καὶ πρὸς 11284 1.52.6.3 : τούτῳ <20Παρμενίδην>20 ἐμφαίνοντα τοῦτο διὰ τῶν ποιη– 11285 1.52.6.4 : μάτων. 11286 1.52.7.1 : <20Πλάτων>20 συναύγειαν τοῦ μὲν ἐκ τῶν 11287 1.52.7.2 : ὀφθαλμῶν φωτὸς ἐπὶ ποσὸν ἀπορρέοντος εἰς τὸν ὁμογενῆ 11288 1.52.7.3 : ἀέρα, τοῦ δὲ ἀπὸ τῶν σωμάτων ἀντιφερομένου, τοῦ δὲ 11289 1.52.7.4 : περὶ τὸν μεταξὺ ἀέρα, εὐδιάχυτον ὄντα καὶ εὔτρεπτον, 11290 1.52.7.5 : συντεινομένου τῷ πυρώδει τῆς ὄψεως. αὕτη λέγεται Πλά– 11291 1.52.7.6 : τωνι ἡ συναύγεια. 11292 1.52.8.1 : <20Ἀλκμαίων>20 κατὰ τὴν τοῦ διαφανοῦς ἀντίληψιν. 11293 1.52.9.1 : 〈<21Didymi>21 (epit. phys. fr. 17 p. 456 Diels.).〉 11294 1.52.9.2 : <20Ἀριστοτέλους.>20 Ὁρᾶν ἡμᾶς κατὰ κίνησιν τοῦ κατ´ 11295 1.52.9.3 : ἐνέργειαν διαφανοῦς· διαφανὲς δὲ οὐ μόνον εἶναι τὸν 11296 1.52.9.4 : ἀέρα ἀλλὰ καὶ τὸ ὕδωρ καί τινα τῶν συνισταμένων ποθέν, 11297 1.52.9.5 : οἷον ὕαλον καὶ κρύσταλλον καί τινας τῶν λαμπρῶν λί– 11298 1.52.9.6 : θων. Ἀκούειν δὲ κατ´ ἐνέργειαν τοῦ μεταξὺ διηχοῦς· 11299 1.52.9.7 : διηχὲς δ´ εἶναι καὶ τὸν ἀέρα καὶ τὸ πῦρ καὶ τὸ ὕδωρ καί 11300 1.52.9.8 : τινα τῶν συγκριμάτων. 11301 1.52.10-13.n : 〈 10–13 <21Aetii>21 (IV 13, 2b–5 p. 403, 7 Diels.).〉 11302 1.52.10.1 : Τῶν <20Ἀκαδημαικῶν>20 τινες κατά τινων 11303 1.52.10.2 : 〈ἀκτίνων〉 ἔκχυσιν μετὰ τὴν πρὸς τὸ ὑποκείμενον ἔνστασιν 11304 1.52.10.3 : πάλιν ὑποστρεφουσῶν πρὸς τὴν ὄψιν. 11305 1.52.11.1 : <20Ποσειδώνιος>20 〈αὐ〉γῶν αὐτὴν σύμφυσιν 11306 1.52.11.2 : ὀνομάζει. 11307 1.52.12.1 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 καὶ πρὸς τὸ διὰ τῶν 11308 1.52.12.2 : ἀκτίνων καὶ πρὸς τὸ διὰ τῶν εἰδώλων ἐκδοχὰς παρέχεται· 11309 1.52.12.3 : πλείους δὲ πρὸς 〈τὸ〉 δεύτερον· τὰς γὰρ ἀπορροίας ἀπο– 11310 1.52.12.4 : δέχεται. 11311 1.52.13.1 : <20Ἑστιαῖος>20 ὁ Περίνθιος τοῖς εἰδώλοις 11312 1.52.13.2 : τὰς ἀκτῖνας ἀνέμιξε, προσαγορεύσας τὸ γιγνόμενον ἀκτιν– 11313 1.52.13.3 : είδωλον. 11314 1.52.14-16.n : 〈<21Aetii>21 (IV 14, 1–4 p. 405, 3 sqq. Diels.).〉 11315 1.52.14.1 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 κατ´ ἀπορροίας τὰς συνι– 11316 1.52.14.2 : σταμένας μὲν ἐπὶ τῆς ἐπιφανείας τοῦ κατόπτρου, πιλου– 11317 1.52.14.3 : μένας δ´ ὑπὸ τοῦ ἐκκρινομένου ἐκ τοῦ κατόπτρου πυρώδους 11318 1.52.14.4 : καὶ τὸν προκείμενον ἀέρα, εἰς ὃν φέρεται τὰ ῥεύματα, 11319 1.52.14.5 : συμμεταφέροντος. 11320 1.52.15.1 : <20Λεύκιππος, Δημόκριτος, Ἐπίκου– 11321 1.52.15.2 : ρος>20 τὰς κατοπτρικὰς ἐμφάσεις γίνεσθαι κατ´ εἰδώλων 11322 1.52.15.3 : ἐμφάσεις, ἅ τινα φέρεσθαι μὲν ἀφ´ ἡμῶν, συνίστασθαι 11323 1.52.15.4 : δὲ ἐπὶ τοῦ κατόπτρου κατ´ ἀντιπεριστροφήν. 11324 1.52.16.1 : 〈Οἱ〉 <20ἀπὸ Πυθαγόρου>20 καὶ <20τῶν μαθη– 11325 1.52.16.2 : ματικῶν>20 κατ´ ἀνάκλασιν τῆς ὄψεως. Φέρεσθαι μὲν γὰρ 11326 1.52.16.3 : τὴν ὄψιν τεταμένην ὡς ἐπὶ τὸν χαλκόν, ἐντυχοῦσαν δὲ 11327 1.52.16.4 : πυκνῷ καὶ λείῳ πληχθεῖσαν ὑποστρέφειν αὐτὴν ἐφ´ ἑαυ– 11328 1.52.16.5 : τήν, ὅμοιόν τι πάσχουσαν τῇ ἐκτάσει τῆς χειρὸς καὶ τῇ 11329 1.52.16.6 : ἐπὶ τὸν ὦμον ἀντεπιστροφῇ. 11330 1.52.16.7 : [Δύναται δέ τις πᾶσι τούτοις τοῖς κεφαλαίοις χρή– 11331 1.52.16.8 : σασθαι ἐπὶ τοῦ πῶς ὁρῶμεν.] 11332 1.52.16.9 : 〈<21Aetii>21 (IV 15, 1–3 p. 405, 26 sqq. Diels.).〉 11333 1.52.17.1 : <20Σφαῖρος.>20 ὁ Στωικὸς ὁρατὸν εἶναι τὸ 11334 1.52.17.2 : σκότος, ἐκ γὰρ τῆς ὁράσεως προχεῖσθαί τινα εἰς αὐτὸ 11335 1.52.17.3 : αὐγήν. 11336 1.52.17.4 : [Οἱ Στωικοὶ ὁρατὸν εἶναι τὸ σκότος· ἐκ γὰρ 11337 1.52.17.5 : τῆς ὁράσεως προχεῖσθαί τινα ἐπ´ αὐτὸ αὐγήν. Καὶ οὐ 11338 1.52.17.6 : ψεύδεται ἡ ὅρασις, βλέπεται γὰρ ταῖς ἀληθείαις ὅτι ἔστι 11339 1.52.17.7 : σκότος.] 11340 1.52.18.1 : <20Χρύσιππος>20 κατὰ συνέντασιν [τὰ ὄντα] τοῦ με– 11341 1.52.18.2 : ταξὺ ἀέρος ὁρᾶν ἡμᾶς, νυγέντος μὲν ὑπὸ τοῦ ὀπτικοῦ 11342 1.52.18.3 : πνεύματος, ὅπερ ἀπὸ τοῦ ἡγεμονικοῦ μέχρι τῆς κόρης 11343 1.52.18.4 : διήκει, κατὰ δὲ τὴν πρὸς τὸν περικείμενον ἀέρα ἐπιβολὴν 11344 1.52.18.5 : ἐντείνοντος αὐτὸν κωνοειδῶς, ὅταν ᾖ ὁμογενὴς ὁ ἀήρ· 11345 1.52.18.6 : προχέονται δ´ ἐκ τῆς ὄψεως ἀκτῖνες πύριναι, οὐχὶ μέλαι– 11346 1.52.18.7 : ναι καὶ ὁμιχλώδεις· διόπερ ὁρατὸν εἶναι τὸ σκότος. 11347 1.52.19.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τιμαίου>20 (p. 45B 11348 1.52.19.2 : –46B). 11349 1.52.19.3 : Τῶν δὲ ὀργάνων πρῶτον μὲν φωσφόρα συνετεκτή– 11350 1.52.19.4 : ναντο ὄμματα, τοιᾷδε ἐνδήσαντες αἰτίᾳ· τοῦ πυρὸς ὅσον 11351 1.52.19.5 : τὸ μὲν καίειν οὐκ ἔσχε, τὸ δὲ παρέχειν φῶς ἥμερον, οἰ– 11352 1.52.19.6 : κεῖον ἑκάστης ἡμέρας, σῶμα ἐμηχανήσαντο γίγνεσθαι. Τὸ 11353 1.52.19.7 : γὰρ ἐντὸς ἡμῶν ἀδελφὸν ὂν τούτου πῦρ εἰλικρινὲς ἐποί– 11354 1.52.19.8 : ησαν διὰ τῶν ὀμμάτων ῥεῖν λεῖον καὶ πυκνὸν ὅλον μέν, 11355 1.52.19.9 : μάλιστα δὲ τὸ μέσον ξυμπιλήσαντες τῶν ὀμμάτων, ὥστε 11356 1.52.19.10 : τὸ μὲν ἄλλο ὅσον παχύτερον στέγειν πᾶν, τὸ τοιοῦτον δὲ 11357 1.52.19.11 : μόνον αὐτὸ καθαρὸν διηθεῖν. Ὅταν οὖν μεθημερινὸν ᾖ 11358 1.52.19.12 : φῶς περὶ τὸ τῆς ὄψεως ῥεῦμα, τότε ἐκπῖπτον ὅμοιον πρὸς 11359 1.52.19.13 : ὅμοιον, συμπαγὲς γενόμενον, ἓν σῶμα οἰκειωθὲν συνέστη 11360 1.52.19.14 : κατὰ τὴν τῶν ὀμμάτων εὐθυωρίαν, ὅπῃπερ ἂν ἀντερείδῃ 11361 1.52.19.15 : τὸ προσπῖπτον ἔνδοθεν πρὸς ὃ τῶν ἔξω συνέπεσεν. 11362 1.52.19.16 : Ὁμοιοπαθὲς δὴ δι´ ὁμοιότητα πᾶν γενόμενον, ὅτου τε ἂν 11363 1.52.19.17 : αὐτό ποτε ἐφάπτηται, καὶ ὃ ἂν ἄλλο ἐκείνου, τούτων τὰς 11364 1.52.19.18 : κινήσεις διαδιδὸν εἰς ἅπαν τὸ σῶμα μέχρι τῆς ψυχῆς 11365 1.52.19.19 : αἴσθησιν παρέσχετο ταύτην, ᾗ δὴ ὁρᾶν φαμεν. Ἀπελ– 11366 1.52.19.20 : θόντος δὲ εἰς νύκτα τοῦ ξυγγενοῦς πυρὸς ἀποτέτμηται· 11367 1.52.19.21 : πρὸς γὰρ ἀνόμοιον ἐξιὸν ἀλλοιοῦταί τε αὐτὸ καὶ κατα– 11368 1.52.19.22 : σβέννυται, ξυμφυὲς οὐκέτι τῷ πλησίον ἀέρι γιγνόμενον, 11369 1.52.19.23 : ἅτε πῦρ οὐκ ἔχοντι. Παύεταί τε οὖν ὁρῶν, ἔτι τε ἐπα– 11370 1.52.19.24 : γωγὸν ὕπνου γίγνεται· σωτηρίαν γὰρ ἣν οἱ θεοὶ τῆς ὄψεως 11371 1.52.19.25 : ἕνεκα ἐμηχανήσαντο, τὴν τῶν βλεφάρων φύσιν, ὅταν ταῦτα 11372 1.52.19.26 : συμμύσῃ, καθείργνυσι τὴν τοῦ πυρὸς ἐντὸς δύναμιν, ἡ 11373 1.52.19.27 : δὲ διαχεῖται καὶ ὁμαλύνει τὰς ἐντὸς κινήσεις, ὁμαλυν– 11374 1.52.19.28 : θεισῶν δὲ ἡσυχία γίγνεται, γενομένης δὲ πολλῆς μὲν 11375 1.52.19.29 : ἡσυχίας βραχυόνειρος ὕπνος ξυμπίπτει, καταλειφθεισῶν 11376 1.52.19.30 : δέ τινων κινήσεων μειζόνων, οἷαι καὶ ἐν οἵοις ἂν τόποις 11377 1.52.19.31 : λίπωνται, τοιαῦτα καὶ τοσαῦτα παρέσχον τὰ ἀφομοιω– 11378 1.52.19.32 : θέντα ἐντὸς ἔξωθέν τε ἐγερθεῖσιν ἀπομνημονευόμενα φαν– 11379 1.52.19.33 : τάσματα. Τὸ δὲ περὶ τὴν τῶν κατόπτρων εἰδωλοποιίαν, 11380 1.52.19.34 : καὶ πάντα ὅσα ἐμφανῆ καὶ λεῖα κατιδεῖν οὐδὲν ἔτι χα– 11381 1.52.19.35 : λεπόν· ἐκ γὰρ τῆς ἐντὸς ἐκτός τε τοῦ πυρὸς ἑκατέρου 11382 1.52.19.36 : κοινωνίας ἀλλήλοις, ἑνός τε αὖ περὶ τὴν λειότητα ἑκάστοτε 11383 1.52.19.37 : γενομένου καὶ πολλαχῇ μεταρρυθμισθέντος, πάντα τὰ 11384 1.52.19.38 : τοιαῦτα ἐξ ἀνάγκης ἐμφαίνεται, τοῦ περὶ τὸ πρόσωπον 11385 1.52.19.39 : πυρὸς τῷ περὶ τὴν ὄψιν πυρὶ περὶ τὸ λεῖον καὶ λαμπρὸν 11386 1.52.19.40 : ξυμπαγεῖ γιγνομένῳ. 11387 1.52.20.1 : 〈<20Ἐν ταὐτῷ>20〉 (p. 67C–68D)· [<20εἰς τὸ 11388 1.52.20.2 : περὶ χρωμάτων>20]. 11389 1.52.20.3 : Ἔστι γένος ἡμῖν αἰσθητικόν, ὃ διελέσθαι δεῖ συχνὰ 11390 1.52.20.4 : ἐν αὑτῷ ποικίλματα κεκτημένον, ἃ ξύμπαντα μὲν χρόας 11391 1.52.20.5 : ἐκαλέσαμεν, φλόγα τῶν σωμάτων ἑκάστων ἀπορρέουσαν, 11392 1.52.20.6 : ὄψει σύμμετρα μόρια ἔχουσαν πρὸς αἴσθησιν· ὄψεως δ´ 11393 1.52.20.7 : ἐν τοῖς πρόσθεν αὐτὸ περὶ τῶν αἰτίων τῆς γενέσεως ἐρ– 11394 1.52.20.8 : ρήθη· τῇδ´ οὖν τῶν χρωμάτων πέρι μάλιστα εἰκὸς πρέποι 11395 1.52.20.9 : τ´ ἂν τὸν ἐπιεικῆ λόγῳ διεξελθεῖν, τὰ φερόμενα ἀπὸ τῶν 11396 1.52.20.10 : ἄλλων μόρια ἐμπίπτοντά τε εἰς τὴν ὄψιν, τὰ μὲν ἐλάττω, 11397 1.52.20.11 : τὰ δὲ μείζω, τὰ δὲ ἶσα τῆς αὐτῆς ὄψεως μέρεσιν εἶναι. 11398 1.52.20.12 : Τὰ μὲν οὖν ἶσα ἀναίσθητά τε δὴ διαφανῆ λέγομεν, τὰ δὲ 11399 1.52.20.13 : μείζω καὶ ἐλάττω, τὰ μὲν συγκρίνοντα, τὰ δὲ διακρί– 11400 1.52.20.14 : νοντα αὐτὴν τοῖς περὶ τὴν σάρκα θερμοῖς καὶ ψυχροῖς 11401 1.52.20.15 : καὶ τοῖς περὶ τὴν γλῶτταν στρυφνοῖς καὶ ὅσα θερμαντικὰ 11402 1.52.20.16 : ὄντα δριμέα ἐκαλέσαμεν ἀδελφὰ εἶναι, ταῦτα εἴη ἂν τά 11403 1.52.20.17 : τε λευκὰ καὶ μέλανα, ἐκείνων παθήματα γεγονότα ἐν 11404 1.52.20.18 : ἄλλῳ γένει ταὐτά, φανταζόμενα δὲ ἄλλα διὰ ταύτας αἰ– 11405 1.52.20.19 : τίας. Οὕτως οὖν αὐτὰ προσρητέον· τὸ μὲν διακριτικὸν 11406 1.52.20.20 : τῆς ὄψεως λευκόν, τὸ δ´ ἐναντίον αὐτοῦ μέλαν, τὴν δὲ 11407 1.52.20.21 : ὀξυτέραν φορὰν καὶ γένους πυρὸς ἑτέρου προσπίπτουσαν 11408 1.52.20.22 : καὶ διακρίνουσαν τὴν ὄψιν μέχρι τῶν ὀφθαλμῶν, αὐτάς 11409 1.52.20.23 : τε τῶν ὀμμάτων τὰς διεξόδους βίᾳ διωθοῦσαν, πῦρ μὲν 11410 1.52.20.24 : ἀθρόον καὶ ὕδωρ, ὃ δάκρυον καλοῦμεν, ἐκεῖθεν ἐκχέουσαν, 11411 1.52.20.25 : αὐτὴν δὲ οὖσαν πῦρ, ἐξ ἐναντίας ἀπαντῶσαν, καὶ τοῦ 11412 1.52.20.26 : μὲν ἐκπηδῶντος πυρὸς οἷον ἀπ´ ἀστραπῆς, τοῦ δ´ εἰσιόν– 11413 1.52.20.27 : τος καὶ περὶ τὸ νοτερὸν κατασβεννυμένου, παντοδαπῶν 11414 1.52.20.28 : ἐν τῇ κυκλήσει ταύτῃ γιγνομένων χρωμάτων, μαρμαρυγὰς 11415 1.52.20.29 : μὲν τὸ πάθος προσείπομεν, τὸ δὲ τοῦτο ἀπεργαζόμενον 11416 1.52.20.30 : λαμπρόν τε καὶ στίλβον ἐπωνομάσαμεν. Τὸ δὲ τούτων 11417 1.52.20.31 : αὖ μεταξὺ πυρὸς γένος, πρὸς μὲν τὸ τῶν ὀμμάτων ὑγρὸν 11418 1.52.20.32 : ἀφικνούμενον καὶ κεραννύμενον αὐτῷ, στίλβον δὲ οὔ, τῇ 11419 1.52.20.33 : δὲ διὰ τῆς νοτίδος αὐγῇ τοῦ πυρὸς μιγνυμένῃ χρῶμα 11420 1.52.20.34 : ἔναιμον παρασχομένῃ τοὔνομα ἐρυθρὸν λέγομεν. Λαμ– 11421 1.52.20.35 : πρὸν δὲ ἐρυθρῷ λευκῷ τε μιγνύμενον ξανθὸν γέγονε. Τὸ 11422 1.52.20.36 : δὲ ὅσον μέτρον ὅσον οὔ, οὐδ´ εἴ τις εἰδείη, νοῦν ἔχει τὸ 11423 1.52.20.37 : λέγειν, ὧν μήτε τινὰ ἀνάγκην μήτε τὸν εἰκότα λόγον καὶ 11424 1.52.20.38 : μετρίως ἄν τις εἰπεῖν εἴη δυνατός. Ἐρυθρὸν δὲ δὴ μέ– 11425 1.52.20.39 : λανι λευκῷ τε κραθὲν ἁλουργόν, ὄρφνινον δέ, ὅταν τούτοις 11426 1.52.20.40 : μεμιγμένοις καυθεῖσί τε μᾶλλον συγκραθῇ μέλαν. Πυρρὸν 11427 1.52.20.41 : δὲ ξανθοῦ καὶ φαιοῦ κράσει γίγνεται, φαιὸν δὲ λευκοῦ 11428 1.52.20.42 : τε καὶ μέλανος, τὸ δὲ ὠχρὸν λευκοῦ ξανθῷ μιγνυμένου. 11429 1.52.20.43 : Λαμπρῷ τε λευκὸν συνελθὸν καὶ ἐς μέλαν κατακορὲς ἐμ– 11430 1.52.20.44 : πεσὸν κυανοῦν χρῶμα ἀποτελεῖται, κυανοῦ δὲ λευκῷ 11431 1.52.20.45 : κεραννυμένου γλαυκόν, πυρροῦ δὲ μέλανι πράσινον. Τὰ 11432 1.52.20.46 : δ´ ἄλλα ἀπὸ τούτων σχεδὸν δῆλα, αἷς ἂν ἀφομοιούμενα 11433 1.52.20.47 : μίξεσι διασῴζοι τὸν εἰκότα μῦθον. Εἰ δέ τις τούτων 11434 1.52.20.48 : ἔργῳ σκοπούμενος βάσανον λαμβάνοι, τὸ τῆς ἀνθρωπίνης 11435 1.52.20.49 : καὶ θείας φύσεως ἠγνοηκὼς ἂν εἴη διάφορον, ὅτι θεὸς 11436 1.52.20.50 : μὲν τὰ πολλὰ εἰς ἓν [μὲν] συγκεραννύναι καὶ πάλιν ἐξ 11437 1.52.20.51 : ἑνὸς εἰς πολλὰ διαλύειν ἱκανῶς ἐπιστάμενος ἅμα καὶ 11438 1.52.20.52 : δυνατός, ἀνθρώπων δὲ οὐδεὶς οὐδέτερα τούτων ἱκανὸς 11439 1.52.20.53 : οὔτ´ ἔστι νῦν, οὔτ´ εἰσαῦθίς ποτ´ ἔσται. 11440 1.52.21.1 : <20Ἀριστομβρότου Περὶ ὄψιος.>20 11441 1.52.21.2 : Ὄψις καὶ φάος καὶ ἀὴρ φυσικὰν ἔχει σύγκρασίν τε 11442 1.52.21.3 : καὶ συγγένειαν ποτ´ ἄλλαλα ** λαμπρῶς ὁρῆ· καὶ ἀὴρ 11443 1.52.21.4 : πᾶς τῷ λαμπρῷ διορῆται. συμβέβακε δὲ καὶ τὰν ὄψιν καὶ 11444 1.52.21.5 : τὸν ἀέρα εἶμεν ** ἀλλὰ τὰν μὲν ὄψιν μέλαιναν καὶ 11445 1.52.21.6 : ὑγράν, τὸν δὲ ἀέρα μέλανα καὶ ἀραιόν· ἐνυπόκειται δὲ 11446 1.52.21.7 : καὶ τᾷ ὄψι καὶ τῷ ἀέρι [καὶ] τὸ δυνάμι διαφανές, ἀλλὰ 11447 1.52.21.8 : τᾷ μὲν ὄψι τὸ συγγενὲς φάος, τῷ δὲ ἀέρι τὸ ἀπὸ τῶ 11448 1.52.21.9 : ἁλίω. Ὅτι δὲ ἁ ὄψις ὑγρὰ ἔασσα φάος ἔχει συγγενές, 11449 1.52.21.10 : δείξαιτο κά τις ἐκ τῶνδε· πρᾶτον μὲν τῷ διαφανέα καὶ 11450 1.52.21.11 : λαμπρὰν εἶμεν· πᾶν γὰρ τὸ διαφανὲς καὶ λαμπρὸν οὐκ 11451 1.52.21.12 : ἄνευ τινὸς φάεος ** ἐκ τᾶς ὄψιος ἢ διά τινος παραθλί– 11452 1.52.21.13 : ψιος ἢ καὶ παρατρίψιος. 11453 1.53.t.1 : {1Περὶ ἀκοῆς.}1 11454 1.53.1-4.n : 〈<21Aetii>21 (IV 16, 1–4 p. 406, 16 Diels.).〉 11455 1.53.1.1 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 τὴν ἀκοὴν γίνεσθαι κατὰ 11456 1.53.1.2 : τὴν πρόσπτωσιν πνεύματος τῷ χόνδρῳ, ὅνπερ φησὶν ἐξηρ– 11457 1.53.1.3 : τῆσθαι ἐντὸς τοῦ ὠτός, κώδωνος δίκην αἰωρούμενον καὶ 11458 1.53.1.4 : τυπτόμενον. 11459 1.53.2.1 : <20Ἀλκμαίων>20 ἀκούειν ἡμᾶς τῷ κενῷ τῷ ἐν– 11460 1.53.2.2 : τὸς τοῦ ὠτός· τοῦτο γὰρ εἶναι τὸ διηχοῦν κατὰ τὴν τοῦ 11461 1.53.2.3 : πνεύματος εἰσβολήν· πάντα γὰρ τὰ κοῖλα ἠχεῖ. 11462 1.53.3.1 : <20Διογένης>20 τοῦ ἐν τῇ κεφαλῇ ἀέρος ὑπὸ 11463 1.53.3.2 : τῆς φωνῆς τυπτομένου καὶ κινουμένου. 11464 1.53.4.1 : Οἱ ἀπὸ <20Πλάτωνος>20 πλήττε– 11465 1.53.4.2 : σθαι τὸν ἐν τῇ κεφαλῇ ἀέρα, τοῦτον δ´ ἀνακλᾶσθαι εἰς τὰ 11466 1.53.4.3 : ἡγεμονικὰ καὶ γίγνεσθαι τῆς ἀκοῆς τὴν αἴσθησιν. 11467 1.53.5.1 : <20Πλάτωνος ἐν Τιμαίῳ>20 11468 1.53.5.2 : (p. 67A–C). 11469 1.53.5.3 : Τὸ δὲ αἰσθητικὸν ἐν ἡμῖν μέρος ἐπιζητοῦσι τὸ περὶ 11470 1.53.5.4 : τὴν ἀκοήν, δι´ ἃς αἰτίας τὰ περὶ αὐτὸ συμβαίνει παθή– 11471 1.53.5.5 : ματα, λεκτέον. Ὅλως μὲν οὖν φωνὴν θῶμεν τὴν δι´ ὤτων 11472 1.53.5.6 : ὑπ´ ἀέρος ἐγκεφάλου τε καὶ αἵματος μέχρι ψυχῆς πληγὴν 11473 1.53.5.7 : διαδιδομένην, τὴν δὲ ὑπ´ αὐτῆς κίνησιν ἀπὸ κεφαλῆς μὲν 11474 1.53.5.8 : ἀρχομένην, τελευτῶσαν δὲ περὶ τὴν τοῦ ἥπατος ἕδραν 11475 1.53.5.9 : ἀκοήν· ὅση δὲ αὐτῆς ταχεῖα, ὀξεῖαν, ὅση δὲ βραδυτέρα, 11476 1.53.5.10 : βαρυτέραν· τὴν δὲ ὁμαλὴν λείαν· τὴν δὲ ἐναντίαν τρα– 11477 1.53.5.11 : χεῖαν· μεγάλην δὲ τὴν πολλήν, ὅση δ´ ἐναντία, σμικράν. 11478 1.53.5.12 : Τὰ δὲ περὶ ξυμφωνίας αὐτῶν ἐν τοῖς ὕστερον λεχθησο– 11479 1.53.5.13 : μένοις ἀνάγκη ῥηθῆναι. 11480 1.54.t.1 : {1Περὶ ὀσφρήσεως.}1 11481 1.54.1-2.n : 〈<21Aetii>21 (IV 17, 1. 2 p. 407, 2 Diels.).〉 11482 1.54.1.1 : <20Ἀλκμαίων>20 ἐν τῷ ἐγκεφάλῳ εἶναι τὸ ἡγεμονικόν· 11483 1.54.1.2 : τούτῳ οὖν ὀσφραίνεσθαι ἕλκοντι διὰ τῶν ἀναπνοῶν τὰς 11484 1.54.1.3 : ὀσμάς. 11485 1.54.2.1 : <20Ἐμπεδοκλῆς>20 ταῖς ἀναπνοαῖς ταῖς ἀπὸ τοῦ πνεύ– 11486 1.54.2.2 : ματος συνεισκρίνεσθαι τὴν ὀσμήν· ὅταν γοῦν ἡ ἀναπνοὴ 11487 1.54.2.3 : βαρεῖα γένηται, κατὰ τραχύτητα μὴ συναισθάνεσθαι, ὡς 11488 1.54.2.4 : ἐπὶ τῶν ῥευματιζομένων. 11489 1.54.3.1 : 〈<21Didymi>21 (fr. phys. 17 p. 456 Diels.).〉 11490 1.54.3.2 : <20Ἀριστοτέλους.>20 Ὀσφραίνεσθαι τοῦ μεταξὺ σώματος 11491 1.54.3.3 : ἀναπιμπλαμένου τῶν ὀσφραντῶν. 11492 1.54.4.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τιμαίου>20 11493 1.54.4.2 : (p. 66D–67A). 11494 1.54.4.3 : Περὶ δὲ τὴν τῶν μυκτήρων δύναμιν 〈εἴδη μὲν〉 11495 1.54.4.4 : οὐκ ἔνι. Τὸ γὰρ τῶν ὀσμῶν πᾶν ἡμιγενές, εἴδει δὲ 11496 1.54.4.5 : οὐδενὶ συμβέβηκε συμμετρία πρὸς τό τινα ἔχειν ὀσμήν. 11497 1.54.4.6 : Ἀλλ´ ἡμῶν αἱ περὶ ταῦτα φλέβες πρὸς μὲν τὰ γῆς ὕδα– 11498 1.54.4.7 : τός τε γένη στενώτεραι ξυνέστησαν, πρὸς δὲ τὰ πυρὸς 11499 1.54.4.8 : ἀέρος τε εὐρύτεραι. Διὸ τούτων οὐδεὶς οὐδενὸς ὀσμῆς 11500 1.54.4.9 : πώποτε ᾔσθετό τινος, ἀλλ´ ἢ βρεχομένων ἢ σηπομένων 11501 1.54.4.10 : ἢ τηκομένων ἢ θυμιωμένων γίγνονταί τινων· μεταβάλ– 11502 1.54.4.11 : λοντος γὰρ ὕδατος εἰς ἀέρα ἀέρος τε εἰς ὕδωρ ἐν τῷ 11503 1.54.4.12 : μεταξὺ τούτων γεγόνασιν, εἰσί τε ὀσμαὶ ξύμπασαι κα– 11504 1.54.4.13 : πνὸς ἢ ὁμίχλη. Τούτων δὲ τὸ μὲν ἐξ ἀέρος εἰς ὕδωρ 11505 1.54.4.14 : ἰὸν ὁμίχλη, τὸ δ´ ἐξ ὕδατος εἰς ἀέρα καπνός. Ὅθεν 11506 1.54.4.15 : λεπτότεραι μὲν ὕδατος, παχύτεραι δὲ ὀσμαὶ ξύμπασαι 11507 1.54.4.16 : γεγόνασιν ἀέρος. Δηλοῦται δέ, ὁπόταν τινὸς ἀντιφραχ– 11508 1.54.4.17 : θέντος περὶ τὴν ἀναπνοὴν ἄγῃ τις βίᾳ τὸ πνεῦμα 11509 1.54.4.18 : εἰς αὐτόν· τότε γὰρ ὀσμὴ μὲν οὐδεμία ξυνδιηθεῖται, τὸ 11510 1.54.4.19 : δὲ πνεῦμα τῶν ὀσμῶν ἐρημωθὲν αὐτὸ μόνον ἕπεται. 11511 1.54.4.20 : Δι´ οὖν ταῦτα ἀνώνυμα τούτων ποικίλματα γέγονεν, οὐκ 11512 1.54.4.21 : ἐκ πολλῶν οὐδὲ ἁπλῶν εἰδῶν ὄντα, ἀλλὰ διχῇ τό τε ἡδὺ 11513 1.54.4.22 : καὶ τὸ λυπηρὸν αὐτόθι μόνω διαφανῆ λέγεσθον, τὸ μὲν 11514 1.54.4.23 : τραχῦνόν τε καὶ βιαζόμενον τὸ κύτος ἅπαν, ὅσον ἡμῶν 11515 1.54.4.24 : μεταξὺ κορυφῆς τοῦ τε ὀμφαλοῦ κεῖται, τὸ δὲ ταὐτὸν 11516 1.54.4.25 : τοῦτο καταπραῧνον καὶ πάλιν ᾗ πέφυκεν ἀγαπητῶς 11517 1.54.4.26 : ἀποδιδόν. 11518 1.55.t.1 : {1Περὶ γεύσεως.}1 11519 1.55.1.1 : <21Didymi>21 (epit. phys. fr. 17 p. 456 11520 1.55.1.2 : Diels.). 11521 1.55.1.3 : <20Ἀριστοτέλους.>20 Γεύεσθαι διὰ τοῦ μεταξὺ τῶν γευ– 11522 1.55.1.4 : στῶν ὑγρῶν. 11523 1.55.2.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τι– 11524 1.55.2.2 : μαίου>20 (p. 65C–66D). 11525 1.55.2.3 : Πρῶτον οὖν ὅσα τῶν χυμῶν πέρι λέγοντες ἐν τοῖς 11526 1.55.2.4 : πρόσθεν ἀπελίπομεν, ἴδια ὄντα παθήματα περὶ τὴν γλῶτ– 11527 1.55.2.5 : ταν, ἐμφανιστέον εἰ δυνατόν. Φαίνεται δὲ καὶ ταῦτα, 11528 1.55.2.6 : ὥσπερ οὖν καὶ τὰ πολλά, διὰ συγκρίσεών τέ τινων καὶ 11529 1.55.2.7 : διακρίσεων γίγνεσθαι, πρὸς δὲ αὐταῖς κεχρῆσθαι μᾶλλόν 11530 1.55.2.8 : τι τῶν ἄλλων τραχύτησί τε καὶ λειότησιν. Ὅσα μὲν γὰρ 11531 1.55.2.9 : εἰσιόντα περὶ τὰ φλέβια, οἷόν περ δοκίμια τῆς γλώττης 11532 1.55.2.10 : τεταμένα ἐπὶ τὴν καρδίαν, εἰς τὰ νοτερὰ τῆς σαρκὸς καὶ 11533 1.55.2.11 : ἁπαλὰ ἐμπίπτοντα γήινα μέρη κατατηκόμενα ξυνάγει τὰ 11534 1.55.2.12 : φλέβια καὶ ἀποξηραίνει, τραχύτερα μὲν ὄντα στρυφνά, 11535 1.55.2.13 : ἧττον δὲ τραχύνοντα αὐστηρὰ φαίνεται. Τὰ δὲ τούτων 11536 1.55.2.14 : τε ῥυπτικὰ καὶ πᾶν τὸ περὶ τὴν γλῶτταν ἀποπλύνοντα 11537 1.55.2.15 : πέρα μὲν τοῦ μετρίου τοῦτο δρῶντα καὶ προσεπιλαμβα– 11538 1.55.2.16 : νόμενα, ὥστε ἀποτήκειν αὐτῆς τῆς φύσεως, οἷον ἡ τῶν 11539 1.55.2.17 : νίτρων δύναμις, πικρὰ πάνθ´ οὕτως ὠνόμασται· τὰ δ´ 11540 1.55.2.18 : ὑποδεέστερα τῆς νιτρώδους ἕξεως ἐπὶ τὸ μέτριόν τε τῇ 11541 1.55.2.19 : ῥύψει χρώμενα ἁλυκὰ ἄνευ πικρότητος τραχείας καὶ 11542 1.55.2.20 : φίλα μᾶλλον ἡμῖν φαντάζεται. Τὰ δὲ τοῦ στόματος θερ– 11543 1.55.2.21 : μότητι κοινωνήσαντα καὶ λίαν μὲν ὑπ´ αὐτοῦ συνεκπυ– 11544 1.55.2.22 : ρούμενα καὶ πάλιν αὐτὰ ἀντικάοντα τὸ διαθερμῆναν, 11545 1.55.2.23 : φερόμενά τε ὑπὸ κουφότητος ἄνω πρὸς τὰς κεφαλῆς αἰσθή– 11546 1.55.2.24 : σεις, τέμνοντα πάνθ´ ὅσοις ἂν προσπίπτῃ, διὰ ταύτας 11547 1.55.2.25 : τὰς δυνάμεις δριμέα πάντα τὰ τοιαῦτα ἐλέχθη. Τῶν δὲ 11548 1.55.2.26 : αὐτῶν προλελεπτυσμένων μὲν ὑπὸ σηπεδόνος, εἰς δὲ τὰς 11549 1.55.2.27 : στενὰς φλέβας ἐνδυομένων, καὶ τοῖς ἐνοῦσιν αὐτόθι μέρεσι 11550 1.55.2.28 : γεώδεσι καὶ ὅσα ἀέρος ξυμμετρίαν ἔχοντα, ὥστε κινή– 11551 1.55.2.29 : σαντα περὶ ἄλληλα ποιεῖν κυκᾶσθαι, κυκώμενα δὲ περι– 11552 1.55.2.30 : πίπτειν τε, καὶ εἰς ἕτερα ἐνδυόμενα ἕτερα κοῖλα ἀπερ– 11553 1.55.2.31 : γάζεσθαι, περιγιγνόμενα τοῖς εἰσιοῦσιν· ἃ δὴ νοτίδος 11554 1.55.2.32 : περὶ ἀέρα κοίλης περιταθείσης, τοτὲ μὲν γεώδους, τοτὲ 11555 1.55.2.33 : δὲ καθαρᾶς, νοτερὰ ἀγγεῖα ἀέρος ὕδατα κοῖλα περιφερῆ 11556 1.55.2.34 : τε γενέσθαι, καὶ τὰ μὲν τῆς καθαρᾶς διαφανεῖς περι– 11557 1.55.2.35 : στῆναι, κληθείσας ὄνομα πομφόλυγας, τὰ δὲ τῆς γεώ– 11558 1.55.2.36 : δους, ὁμοῦ κινουμένης τε καὶ ἀναιρουμένης, ζέσιν τε καὶ 11559 1.55.2.37 : ζύμωσιν ἐπικληθῆναι· τὸ δὲ τούτων αἴτιον τῶν παθημά– 11560 1.55.2.38 : των ὀξὺ προσρηθῆναι. Ξύμπασι δὲ περὶ ταῦτα εἰρημένοις 11561 1.55.2.39 : πάθος ἐναντίον ἀπ´ ἐναντίας ἐστὶ προφάσεως, ὁπόταν 11562 1.55.2.40 : ἡ τῶν εἰσιόντων σύστασις ἐν ὑγροῖς, οἰκεία τῇ τῆς γλώτ– 11563 1.55.2.41 : της ἕξει πεφυκυῖα, λειαίνῃ μὲν ἐπαλείφουσα τὰ τραχυ– 11564 1.55.2.42 : θέντα, τὰ δὲ παρὰ φύσιν συνεστῶτα ἢ κεχυμένα τὰ μὲν 11565 1.55.2.43 : συνάγῃ, τὰ δὲ χαλᾷ, καὶ πάνθ´ ὅτι μάλιστα ἱδρύῃ κατὰ 11566 1.55.2.44 : φύσιν, ἡδὺ καὶ προσφιλὲς πάντῃ πᾶν τὸ τοιοῦτον ἴαμα 11567 1.55.2.45 : τῶν βιαίων παθημάτων γιγνόμενον, κέκληται γλυκύ. Καὶ 11568 1.55.2.46 : τὰ μὲν ταύτῃ ταῦτα. 11569 1.55.3.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τι– 11570 1.55.3.2 : μαίου>20 (p. 75D. E). 11571 1.55.3.3 : Τὴν δὲ δὴ τοῦ στόματος ἡμῶν δύναμιν ὀδοῦσι καὶ 11572 1.55.3.4 : γλώττῃ καὶ χείλεσιν ἕνεκα τῶν ἀναγκαίων καὶ τῶν ἀρίστων 11573 1.55.3.5 : διεκόσμησαν οἱ διακοσμοῦντες, ᾗ νῦν διατέτακται, τὴν 11574 1.55.3.6 : μὲν εἴσοδον τῶν ἀναγκαίων μηχανώμενοι χάριν, τὴν δ´ 11575 1.55.3.7 : ἔξοδον τῶν ἀρίστων· ἀναγκαῖον μὲν γὰρ πᾶν ὅσον εἰσ– 11576 1.55.3.8 : έρχεται τροφὴν διδὸν τῷ σώματι, τὸ δὲ λόγων νᾶμα ἔξω 11577 1.55.3.9 : ῥέον καὶ ὑπηρετοῦν φρονήσει κάλλιστον καὶ ἄριστον πάν– 11578 1.55.3.10 : των ναμάτων. 11579 1.56.t.1 : {1Περὶ ἁφῆς.}1 11580 1.56.1.1 : 〈<21Didymi>21 (phys. fr. 17 p. 456 11581 1.56.1.2 : Diels.).〉 11582 1.56.1.3 : <20Ἀριστοτέλους.>20 Ἅπτεσθαι δὲ διὰ τοῦ μεταξὺ 11583 1.56.1.4 : σώματος τῆς σαρκὸς καὶ τοῦ ἁπτοῦ. τὸ δὴ τοιοῦτον 〈ἢ 11584 1.56.1.5 : τὸν〉 ἀέρα ἢ τὸ ὕδωρ ὑπάρχειν, ἢ ἐκ τούτων τι κοι– 11585 1.56.1.6 : νόν. Λανθάνειν δὲ ἐπί τε τῆς γεύσεως καὶ τῆς ἁφῆς 11586 1.56.1.7 : διὰ τὸ μὴ διὰ μακροῦ γίγνεσθαι, καθάπερ ἐπὶ τῶν ὁρα– 11587 1.56.1.8 : τῶν καὶ ἀκουστῶν καὶ ὀσφραντῶν. Τοῦ δὲ κινητικοῦ 11588 1.56.1.9 : κατὰ τόπον ὃ δὴ προσείπομεν ὁρμητικόν, τὸ πρῶτον 11589 1.56.1.10 : κινοῦν, καὶ ἐν ἡμῖν καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις ζῴοις ἀκίνητον 11590 1.56.1.11 : εἶναι. 11591 1.57.t.1 : {1Περὶ φωνῆς καὶ εἰ ἀσώματος ἡ φωνὴ καὶ 〈πόθεν 11592 1.57.t.2 : αἰσθητικὴ ἡ ψυχὴ καὶ〉 τί αὐτῆς τὸ ἡγεμονικόν.}1 11593 1.57.1.1 : 〈<21Aetii>21 (IV 19, 11 p. 407, 13 Diels.).〉 11594 1.57.1.2 : <20Πλάτων>20 τὴν φωνὴν ὁρίζεται πνεῦμα διὰ στόματος 11595 1.57.1.3 : ἀπὸ διανοίας καὶ πληγὴν ὑπ´ ἀέρος δι´ ὤτων καὶ ἐγ– 11596 1.57.1.4 : κεφάλου καὶ αἵματος μέχρι ψυχῆς διαδιδομένην. 11597 1.57.1.5 : Λέγεται δὲ καὶ καταχρηστικῶς ἐπὶ τῶν ἀλόγων ζῴων 11598 1.57.1.6 : φωνὴ καὶ τῶν ἀψύχων, ὡς χρεμετισμοὶ καὶ ψόφοι. Κυ– 11599 1.57.1.7 : ρίως δὲ φωνὴ ἔναρθρός ἐστιν, ἔστι γὰρ φωτίζουσα τὸ 11600 1.57.1.8 : νοούμενον. 11601 1.58.t.1 : {1Περὶ φαντασίας καὶ κριτηρίου.}1 11602 1.58.1.1 : 〈<21Didymi>21 (epit. phys. fr. 16 p. 456 Diels.).〉 11603 1.58.1.2 : <20Ἀριστοτέλους.>20 Φαντασίαν δ´ εἶναι πάθος τι καὶ 11604 1.58.1.3 : κίνησιν τῆς κατ´ ἐνέργειαν αἰσθήσεως. Ὠνομάσθαι δ´ ἀπὸ 11605 1.58.1.4 : μιᾶς τῶν αἰσθήσεων τῆς ὁράσεως· τὸ 〈γὰρ〉 φαίνεσθαι 11606 1.58.1.5 : παρὰ τὸ φάος ἔχειν τὴν ἐπίρρησιν. τοῦτο δ´ οἰκεῖον 11607 1.58.1.6 : εἶναι τῆς ὄψεως, διατείνειν δὲ 〈εἰς〉 πάσας τὰς αἰσθήσεις 11608 1.58.1.7 : καὶ τὰς διανοητικὰς κινήσεις· καὶ γὰρ ταύτας ὁμωνύμως 11609 1.58.1.8 : λέγεσθαι φαντασίας. Κριτήρια δ´ εἶναι τῆς τούτων γνώ– 11610 1.58.1.9 : σεως τόν τε νοῦν καὶ τὴν αἴσθησιν, τὸν μὲν τῶν νοητῶν, 11611 1.58.1.10 : τὴν δὲ τῶν αἰσθητῶν. Οὔτε γὰρ τὸ καθόλου δύναιτ´ ἂν 11612 1.58.1.11 : αἴσθησις ἐπικρίνειν οὔτε τὸ καθ´ ἕκαστον νοῦς. Πάντα 11613 1.58.1.12 : δ´ ἐκ τούτων συνεστάναι καὶ διὰ τούτων. 11614 1.59.t.1 : {1Περὶ δόξης.}1 11615 1.59.1.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Σοφιστοῦ>20 (p. 263E–264B). 11616 1.59.1.2 : Τί δὲ δή; διάνοιά τε καὶ δόξα καὶ φαντασία, μῶν οὐκ 11617 1.59.1.3 : ἤδη δῆλον ὅτι ταῦτά γε ψευδῆ τε καὶ ἀληθῆ πάνθ´ ἡμῶν 11618 1.59.1.4 : ἐν ταῖς ψυχαῖς ἐγγίγνεται; Ὧδ´ εἴσει ῥᾷον, 〈ἂν〉 πρῶτον 11619 1.59.1.5 : λάβῃς αὐτά, τί ποτ´ ἔστι καὶ τί διαφέρουσιν ἕκαστα 11620 1.59.1.6 : ἀλλήλων. —Δίδου μόνον. —Οὐκοῦν διάνοια μὲν καὶ 11621 1.59.1.7 : λόγος ταὐτόν· πλὴν ὁ μὲν ἐντὸς τῆς ψυχῆς πρὸς αὑτὴν 11622 1.59.1.8 : διάλογος ἄνευ φωνῆς γιγνόμενος τοῦτ´ αὐτὸ ἡμῖν ἐπω– 11623 1.59.1.9 : νομάσθη διάνοια; —Πάνυ μὲν οὖν. —Τὸ δ´ ἀπ´ ἐκεί– 11624 1.59.1.10 : νης ῥεῦμα διὰ τοῦ στόματος ἰὸν μετὰ φθόγγου κέκληται 11625 1.59.1.11 : λόγος; —Ἀληθῆ. —Καὶ μὴν ἐν λόγοις γε αὐτὸ ἴσμεν 11626 1.59.1.12 : ἐνόν. —Τὸ ποῖον; —Φάσιν τε καὶ ἀπόφασιν. —Ἴσμεν. 11627 1.59.1.13 : —Ὅταν οὖν τοῦτο ἐν ψυχῇ κατὰ διάνοιαν ἐγγίγνηται 11628 1.59.1.14 : μετὰ σιγῆς, πλὴν δόξης ἔχεις ὅ τι προσείπῃς αὐτό; — 11629 1.59.1.15 : Καὶ πῶς; —Τί δ´ ὅταν δόξα μὴ καθ´ αὑτὴν ἀλλὰ δι´ 11630 1.59.1.16 : αἰσθήσεως παρῇ τινι τὸ τοιοῦτον αὖ πάθος, οἷόν τε 11631 1.59.1.17 : ὀρθῶς εἰπεῖν ἕτερόν τι πλὴν φαντασίαν; —Οὐδέν. — 11632 1.59.1.18 : Οὐκοῦν ἐπείπερ λόγος ἀληθὴς ἦν καὶ ψευδής, τούτων δ´ 11633 1.59.1.19 : ἐφάνη διάνοια μὲν αὐτῆς πρὸς ἑαυτὴν ψυχῆς διάλογος, 11634 1.59.1.20 : δόξα δὲ διανοίας ἀποτελεύτησις, φαίνεται δὲ ὃ λέγομεν 11635 1.59.1.21 : σύμμιξις αἰσθήσεως καὶ δόξης, ἀνάγκη δὴ καὶ τούτων τῶν 11636 1.59.1.22 : λόγων συγγενῶν ὄντων, ψευδῆ τε αὐτῶν ἔνια καὶ ἐνίοτε 11637 1.59.1.23 : εἶναι; —Πῶς δ´ οὔ; —Κατανοεῖς οὖν, ὅτι πρότερον 11638 1.59.1.24 : εὑρέθη ψευδὴς δόξα καὶ λόγος. 11639 1.59.2.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Συμποσίου>20 (p. 219A). 11640 1.59.2.2 : Ἤτοι τῆς διανοίας 〈ὄψις ἄρχεται〉 ὀξὺ βλέπειν, ὅταν 11641 1.59.2.3 : ἡ τῶν ὀμμάτων τῆς ἀκμῆς λήγειν ἐπιχειρῇ. 11642 1.59.3.1 : <20Πλάτωνος Πολιτείας>20 γʹ (p. 412E–413A). 11643 1.59.3.2 : Φαίνεταί μοι δόξα ἐξιέναι ἐκ διανοίας ἢ ἑκουσίως 11644 1.59.3.3 : ἢ ἀκουσίως, ἑκουσίως μὲν ἡ ψευδὴς τοῦ μεταμανθά– 11645 1.59.3.4 : νοντος, ἀκουσίως δὲ πᾶσα ἡ ἀληθής. —Τὸ μὲν τῆς 11646 1.59.3.5 : ἑκουσίου, ἔφη, μανθάνω, τὸ δὲ τῆς ἀκουσίου [οὐ] δέομαι 11647 1.59.3.6 : μαθεῖν. —Τί δαί; οὐ καὶ σὺ ἡγῇ, ἔφην ἐγώ, τῶν μὲν 11648 1.59.3.7 : ἀγαθῶν ἀκουσίως στέρεσθαι τοὺς ἀνθρώπους, τῶν δὲ 11649 1.59.3.8 : κακῶν ἑκουσίως; ἢ οὐ τὸ μὲν ἐψεῦσθαι τῆς ἀληθείας 11650 1.59.3.9 : κακόν, τὸ δὲ ἀληθεύειν ἀγαθόν; ἢ οὐ τὸ τὰ ὄντα δοξά– 11651 1.59.3.10 : ζειν ἀληθεύειν δοκεῖ σοι εἶναι; —Ἀλλ´, ἦ δ´ ὅς, ὀρθῶς 11652 1.59.3.11 : λέγεις, καί μοι δοκοῦσιν ἄκοντες ἀληθοῦς δόξης στερί– 11653 1.59.3.12 : σκεσθαι. 11654 1.60.t.1 : {1Περὶ ἀναπνοῆς καὶ παθῶν.}1 11655 1.60.1.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τιμαίου>20 (p. 79A–81A). 11656 1.60.1.2 : Πάλιν δὲ τὸ τῆς ἀναπνοῆς ἴδωμεν πάθος, αἷς χρώ– 11657 1.60.1.3 : μενον αἰτίαις τοιοῦτον γέγονεν οἷόνπερ τὰ νῦν ἐστιν. 11658 1.60.1.4 : Ὧδ´ οὖν. Ἐπειδὴ κενὸν οὐδέν ἐστιν, εἰς ὃ τῶν φερομένων 11659 1.60.1.5 : δύναιτ´ ἂν εἰσελθεῖν τι, τὸ δὲ πνεῦμα φέρεται παρ´ ἡμῶν 11660 1.60.1.6 : ἔξω, τὸ μετὰ τοῦτο ἤδη παντὶ δῆλον ὡς οὐκ εἰς κενόν, 11661 1.60.1.7 : ἀλλὰ τὸ πλησίον ἐκ τῆς ἕδρας ὠθεῖ· τὸ δ´ ὠθούμενον 11662 1.60.1.8 : ἐξελαύνει τὸ πλησίον ἀεί, καὶ κατ´ αὐτὴν τὴν ἀνάγκην πᾶν 11663 1.60.1.9 : περιελαυνόμενον εἰς τὴν ἕδραν, ὅθεν ἐξῆλθε τὸ πνεῦμα, 11664 1.60.1.10 : εἰσιὸν ἐκεῖσε καὶ ἀναπληροῦν αὐτὴν ξυνέπεται τῷ πνεύ– 11665 1.60.1.11 : ματι, καὶ τοῦτο ἅμα πᾶν οἷον τροχοῦ περιαγομένου γίγνε– 11666 1.60.1.12 : ται διὰ τὸ κενὸν μηδὲν εἶναι. Διὸ δὴ τῶν μὲν στηθῶν 11667 1.60.1.13 : καὶ τοῦ πνεύμονος ἔξω μεθιὲν τὸ πνεῦμα πάλιν ὑπὸ τοῦ 11668 1.60.1.14 : περὶ τὸ σῶμα ἀέρος, εἴσω διὰ μανῶν τῶν σαρκικῶν δυο– 11669 1.60.1.15 : μένου καὶ περιελαυνομένου, γίγνεται πλῆρες· αὖθις δὲ 11670 1.60.1.16 : ἀποτρεπόμενος ὁ ἀὴρ καὶ διὰ τοῦ σώματος ἔξωθεν ἰὼν 11671 1.60.1.17 : εἴσω τὴν ἀναπνοὴν περιωθεῖ κατὰ τὴν στόματος καὶ τὴν 11672 1.60.1.18 : τῶν μυκτήρων δίοδον. Τὴν δ´ αἰτίαν τῆς ἀρχῆς αὐτῶν 11673 1.60.1.19 : θετέον τήνδε. Πᾶν ζῷον αὑτοῦ τὰ ἐντὸς περὶ τὸ αἷμα 11674 1.60.1.20 : καὶ τὰς φλέβας θερμότατα ἔχει, οἷον ἐν αὑτῷ πηγήν τινα 11675 1.60.1.21 : ἐνοῦσαν πυρός· ὃ δὴ καὶ προσεικάζομεν τῷ τοῦ κύρτου 11676 1.60.1.22 : πλέγματι κατὰ μέσον διατεταμένον ἐκ πυρὸς πεπλέχθαι 11677 1.60.1.23 : πᾶν, τὰ δὲ ἄλλα, ὅσα ἔξωθεν, ἀέρος. Τὸ θερμὸν δὴ 11678 1.60.1.24 : κατὰ φύσιν εἰς τὴν αὑτοῦ χώραν ἔξω πρὸς τὸ ξυγγενὲς 11679 1.60.1.25 : ὁμολογητέον ἰέναι. Δυοῖν δὲ ταῖν διεξόδοιν οὔσαιν, τῆς 11680 1.60.1.26 : μὲν κατὰ τὸ σῶμα ἔξω, τῆς δὲ αὖ κατὰ στόμα καὶ τὰς 11681 1.60.1.27 : ῥῖνας, ὅταν μὲν ἐπὶ θάτερα ὁρμήσῃ, θάτερα περιωθεῖ· 11682 1.60.1.28 : τὸ δὲ περιωσθὲν εἰς τὸ πῦρ ἐμπῖπτον θερμαίνεται, τὸ 11683 1.60.1.29 : δ´ ἐξιὸν ψύχεται. Μεταβαλλούσης δὲ τῆς θερμότητος 11684 1.60.1.30 : καὶ τῶν κατὰ τὴν ἑτέραν ἔξοδον θερμοτέρων γιγνομένων 11685 1.60.1.31 : πάλιν ἐκείνῃ ῥέπον αὖ τὸ θερμότερον μᾶλλον, πρὸς τὴν 11686 1.60.1.32 : αὑτοῦ φύσιν φερόμενον, περιωθεῖ τὸ κατὰ θάτερα· τὸ 11687 1.60.1.33 : δὲ τὰ αὐτὰ πάσχον καὶ τὰ αὐτὰ ἀνταποδιδὸν ἀεί, κύκλον 11688 1.60.1.34 : ἀεὶ σαλευόμενον, ἔνθα καὶ ἔνθα ἀπειργασμένον ὑπ´ ἀμ– 11689 1.60.1.35 : φοτέρων τὴν ἀναπνοὴν καὶ ἐκπνοὴν γίγνεσθαι παρέχεται. 11690 1.60.1.36 : Καὶ δὴ καὶ τὰ τῶν περὶ τὰς ἰατρικὰς σικύας παθη– 11691 1.60.1.37 : μάτων αἴτια καὶ τὰ τῆς πόσεως τά τε τῶν ῥιπτουμένων, 11692 1.60.1.38 : ὅσα ἀφεθέντα μετέωρα καὶ ὅσα ἐπὶ γῆς φέρεται, ταύτῃ 11693 1.60.1.39 : διωκτέον, καὶ ὅσοι φθόγγοι ταχεῖς καὶ βραδεῖς, ὀξεῖς τε 11694 1.60.1.40 : καὶ βαρεῖς φαίνονται, τοτὲ μὲν ἀνάρμοστοι φερόμενοι 11695 1.60.1.41 : δι´ ἀνομοιότητα τῆς ἐν ἡμῖν ὑπ´ αὐτῶν κινήσεως· τοτὲ 11696 1.60.1.42 : δὲ ξύμφωνοι δι´ ὁμοιότητα. Τὰς γὰρ τῶν προτέρων 11697 1.60.1.43 : καὶ θαττόνων οἱ βραδύτεροι κινήσεις ἀποπαυομένας 11698 1.60.1.44 : ἤδη τε εἰς ὅμοιον ἐληλυθυίας, αἷς ὕστερον αὐτοὶ προσ– 11699 1.60.1.45 : φερόμενοι κινοῦσιν ἐκείνας, καταλαμβάνουσι, καταλαμβά– 11700 1.60.1.46 : νοντες δὲ οὐκ ἄλλην ἐπεμβάλλοντες ἀνετάραξαν κίνησιν, 11701 1.60.1.47 : ἀλλ´ ἀρχὴν βραδυτέρας φορᾶς [καὶ] κατὰ 〈τὴν〉 τοῦ θάττονος, 11702 1.60.1.48 : ἀποληγούσης δὲ ὁμοιότητα προσάψαντες μίαν ἐξ ὀξείας 11703 1.60.1.49 : καὶ βαρείας συνεκεράσαντο πάθην· ὅθεν ἡδονὴν μὲν τοῖς 11704 1.60.1.50 : ἄφροσιν, εὐφροσύνην δὲ τοῖς ἔμφροσι διὰ τὴν τῆς θείας 11705 1.60.1.51 : ἁρμονίας κίνησιν ἐν θνηταῖς γενομένην φοραῖς παρέσχον. 11706 1.60.1.52 : Καὶ δὴ καὶ τὰ τῶν ὑδάτων πάντα ῥεύματα, ἔτι τε τὰ 11707 1.60.1.53 : τῶν κεραυνῶν πτώματα καὶ τὰ θαυμαζόμενα ἠλέκτρων 11708 1.60.1.54 : περὶ τῆς ἕλξεως καὶ τῶν Ἡρακλείων λίθων, πάντων τού– 11709 1.60.1.55 : των ὁλκὴ μὲν οὐκ ἔστιν οὐδενί ποτε· τὸ δὲ κενὸν εἶναι 11710 1.60.1.56 : μηδὲν περιωθεῖν τε αὑτὰ ταῦτα εἰς ἄλληλα, [τὰ] τὸ δὲ δια– 11711 1.60.1.57 : κρινόμενα καὶ συγκρινόμενα πρὸς τὴν αὑτῶν διαμειβόμενα 11712 1.60.1.58 : ἕδραν ἕκαστα ἰέναι πάντα, τούτοις τοῖς παθήμασι πρὸς 11713 1.60.1.59 : ἄλληλα συμπλεχθεῖσι τεθαυματουργημένα τῷ κατὰ τρό– 11714 1.60.1.60 : πον φανήσεται ζητοῦντι. Καὶ δὴ καὶ τὸ τῆς ἀναπνοῆς 11715 1.60.1.61 : (ὅθεν ὁ λόγος ὥρμησε) κατὰ ταὐτὰ καὶ διὰ τούτων γέγο– 11716 1.60.1.62 : νεν, ὥσπερ ἐν τοῖς ἔμπροσθεν εἴρηται, τέμνοντος μὲν τὰ 11717 1.60.1.63 : σῖτα τοῦ πυρός, αἰωρουμένου δὲ ἐντὸς τῷ πνεύματι συνε– 11718 1.60.1.64 : πομένου, τὰς φλέβας δ´ ἐκ τῆς κοιλίας τῇ συναιωρήσει 11719 1.60.1.65 : πληροῦντος τῷ τὰ τετμημένα αὐτόθεν ἐπαντλεῖν καὶ διὰ 11720 1.60.1.66 : ταῦτα δὴ καθ´ ὅλον τὸ σῶμα πᾶσι τοῖς ζῴοις τὰ τῆς 11721 1.60.1.67 : τροφῆς νάματα οὕτως ἐπίρρυτα γεγονέναι. Νεότμητα δὲ 11722 1.60.1.68 : καὶ ἀπὸ ξυγγενῶν ὄντα, τὰ μὲν καρπῶν, τὰ δὲ χλόης, 11723 1.60.1.69 : ἃ ὁ θεὸς ἐπ´ αὐτὸ τοῦθ´ ἡμῖν ἐφύτευσεν, εἶναι τροφήν, 11724 1.60.1.70 : παντοδαπὰ μὲν χρώματα ἔχει διὰ τὴν σύμμιξιν, ἡ δ´ 11725 1.60.1.71 : ἐρυθρὰ πλείστη περὶ αὐτὰ χρόα διαθεῖ, τῆς τοῦ πυρὸς 11726 1.60.1.72 : τομῆς τε καὶ ἐξομόρξεως ἐν ὑγρῷ δεδημιουργημένη φύσις. 11727 1.60.1.73 : Ὅθεν τοῦ κατὰ σῶμα ῥέοντος τὸ χρῶμα ἔσχεν οἵαν ὄψιν 11728 1.60.1.74 : διεληλύθαμεν, ὃ καλοῦμεν αἷμα, νομὴν σαρκῶν καὶ ξύμ– 11729 1.60.1.75 : παντος τοῦ σώματος, ὅθεν ὑδρευόμενα ἕκαστα πληροῖ 11730 1.60.1.76 : τὴν τοῦ κενουμένου βάσιν. 11731 2.1.t.1 : {1Περὶ τῶν τὰ θεῖα ἑρμηνευόντων, καὶ ὡς εἴη 11732 2.1.t.2 : ἀνθρώποις ἀκατάληπτος ἡ τῶν νοητῶν κατὰ 11733 2.1.t.3 : τὴν οὐσίαν ἀλήθεια.}1 11734 2.1.1.1 : <20Ἀριστάρχου ἐκ Ταντάλου>20 ( 1 N. p. 564). 11735 2.1.1.2 : Καὶ ταῦτ´ ἴσον μὲν εὖ λέγειν, ἴσον δὲ μή· 11736 2.1.1.3 : ἴσον δ´ ἐρευνᾶν, ἐξ ἴσου δὲ μὴ εἰδέναι. 11737 2.1.1.4 : πλεῖον γὰρ οὐδὲν οἱ σοφοὶ τῶν μὴ σοφῶν 11738 2.1.1.5 : εἰς ταῦτα γιγνώσκουσιν. Εἰ δ´ ἄλλου λέγει 11739 2.1.1.6 : ἄμεινον ἄλλος, τῷ λέγειν ὑπερφέρει. 11740 2.1.2.1 : <20Εὐριπίδου Φιλοκτήτῃ>20 (fr. 793 N.). 11741 2.1.2.2 : Τί δῆτα θάκοις ἀρχικοῖς ἐνήμενοι 11742 2.1.2.3 : σαφῶς διόμνυσθ´ εἰδέναι τὰ δαιμόνων; 11743 2.1.2.4 : οἱ τῶνδε χειρώνακτες ἄνθρωποι λόγων. 11744 2.1.2.5 : ὅστις γὰρ αὐχεῖ θεῶν ἐπίστασθαι πέρι, 11745 2.1.2.6 : οὐδέν τι μᾶλλον οἶδεν, ἢ πείθειν λέγων. 11746 2.1.3.1 : <20Ἀναξανδρίδου Κανηφόρῳ>20 (Com. III p. 171). 11747 2.1.3.2 : Ἅπαντες ἐσμὲν πρὸς τὰ θεῖ´ ἀβέλτεροι, 11748 2.1.3.3 : κοὐκ ἴσμεν οὐδέν. 11749 2.1.4.1 : <20Σοφοκλέους>20 (fr. 834 N.). 11750 2.1.4.2 : Ἀλλ´ οὐ γὰρ ἂν τὰ θεῖα κρυπτόντων θεῶν 11751 2.1.4.3 : μάθοις ἄν, οὐδ´ εἰ πάντ´ ἐπεξέλθοις σκοπῶν. 11752 2.1.5a.1 : <20Φιλήμονος>20 (Com. IV p. 43, fr. 26, 1. 2). 11753 2.1.5a.2 : Θεὸν νόμιζε καὶ σέβου, ζήτει δὲ μή· 11754 2.1.5a.3 : πλεῖον γὰρ οὐδὲν ἄλλο τοῦ ζητεῖν ἔχεις. 11755 2.1.6.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20〉 (ibid., 3. 4). 11756 2.1.6.2 : Εἴτ´ ἔστιν εἴτ´ οὐκ ἔστι μὴ βούλου μαθεῖν· 11757 2.1.6.3 : ὡς 〈δ´〉 ὄντα τοῦτον καὶ παρόντ´ ἀεὶ σέβου. 11758 2.1.7.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20〉 (Com. IV p. 59, fr. 86). 11759 2.1.7.2 : Τί ἐστιν, ὁ θεὸς οὐ θέλει σε μανθάνειν. 11760 2.1.6.1 : <20Μενάνδρου Ὑποβολιμαίου>20 (Com. IV p. 215, fr. 10). 11761 2.1.6.2 : Δυσπαρακολούθητόν τι πρᾶγμ´ ἐστὶν τύχη. 11762 2.1.7.1 : <20Ἡσιόδου>20 (Op. et Di. 42). 11763 2.1.7.2 : Κρύψαντες γὰρ ἔχουσι θεοὶ βίον ἀνθρώποισι. 11764 2.1.8.1 : <20Πινδάρου Παιάνων>20 (fr. 39 B.). 11765 2.1.8.2 : Τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεναι, ᾇ τ´ ὀλίγον τοι 11766 2.1.8.3 : ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἰσχύει; 11767 2.1.8.4 : οὐ γὰρ ἔσθ´ ὅπως τὰ θεῶν βουλεύματ´ ἐρευνᾶσαι βρο– 11768 2.1.8.5 : τέᾳ φρενί. 11769 2.1.9.1 : <20Ἰοφῶντος Βακχῶν>20 (fr. 2 p. 590 N.). 11770 2.1.9.2 : Ἐπίσταμαι δὲ καὶ τάδ´, οὖσά περ γυνή, 11771 2.1.9.3 : ὡς μᾶλλον ὅστις εἰδέναι τὰ τῶν θεῶν 11772 2.1.9.4 : ζητεῖ, τοσούτῳ μᾶλλον ἧσσον εἴσεται. 11773 2.1.10.1 : <20Σιμωνίδου>20 (fr. 42 B. 3). 11774 2.1.10.2 : Ῥεῖα θεοὶ κλέπτοισιν ἀνθρώπων νόον. 11775 2.1.11.1 : <20Δημώνακτος.>20 11776 2.1.11.2 : 〈Δημῶναξ〉 ἐξεταζόντων τινῶν, εἰ ὁ κόσμος ἔμψυχος, 11777 2.1.11.3 : καὶ αὖθις εἰ σφαιροειδής, Ὑμεῖς, ἔφη, περὶ μὲν τοῦ 11778 2.1.11.4 : κόσμου πολυπραγμονεῖτε, περὶ δὲ τῆς αὑτῶν ἀκοσμησίας 11779 2.1.11.5 : οὐ φροντίζετε; 11780 2.1.12.1 : <20Δημοκρίτου>20 (fr. 142 Mullach.). 11781 2.1.12.2 : Μὴ πάντα ἐπίστασθαι προθύμεο, μὴ πάντων ἀμα– 11782 2.1.12.3 : θὴς γένῃ. 11783 2.1.13.1 : <20Πλουτάρχου ἐκ τοῦ περὶ Ἴσιδος>20 (c. 79 p. 382F). 11784 2.1.13.2 : Ἀνθρώπων δὲ ψυχαῖς ἐνταυθοῖ μὲν ὑπὸ σωμάτων 11785 2.1.13.3 : καὶ παθῶν περιεχομέναις οὐκ ἔστι μετουσία θεοῦ, πλὴν 11786 2.1.13.4 : ὅσον ὀνείρατος ἀμαυροῦ θιγεῖν νοήσει διὰ φιλοσοφίας. 11787 2.1.14.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Πολιτικοῦ>20 (p. 277D). 11788 2.1.14.2 : Χαλεπόν, ὦ δαιμόνιε, μὴ παραδείγμασι χρώμενον ἱκα– 11789 2.1.14.3 : νῶς ἐνδείξασθαί τι τῶν μειζόνων. Κινδυνεύει γὰρ ἡμῶν 11790 2.1.14.4 : ἕκαστος, οἷον ὄναρ εἰδὼς ἕκαστα, πάντα αὖ πάλιν ὥσπερ 11791 2.1.14.5 : ὕπαρ ἀγνοεῖν. 11792 2.1.15.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τιμαίου>20 (p. 28C). 11793 2.1.15.2 : Τὸν μὲν οὖν ποιητὴν καὶ πατέρα τοῦδε τοῦ παντὸς 11794 2.1.15.3 : εὑρεῖν τε ἔργον, καὶ εὑρόντα εἰς πάντας ἀδύνατον λέγειν. 11795 2.1.16.1 : <20Ἰαμβλίχου ἐκ τοῦ Περὶ ψυχῆς.>20 11796 2.1.16.2 : Πόσῳ δὴ οὖν βέλτιον Ἡράκλειτος (fr. 429 Schleierm., 11797 2.1.16.3 : 79 Bywat.) παίδων ἀθύρματα νενόμικεν εἶναι τὰ ἀνθρώ– 11798 2.1.16.4 : πινα δοξάσματα. 11799 2.1.17.1 : <20Διδύμου ἐκ τοῦ Περὶ αἱρέσεων.>20 11800 2.1.17.2 : Ξενοφάνους πρώτου λόγος ἦλθεν εἰς τοὺς Ἕλληνας 11801 2.1.17.3 : ἄξιος γραφῆς, ἅμα παιδιᾷ τάς τε τῶν ἄλλων τόλμας ἐπι– 11802 2.1.17.4 : πλήττοντος καὶ τὴν αὑτοῦ παριστάντος εὐλάβειαν, ὡς ἄρα 11803 2.1.17.5 : θεὸς μὲν οἶδε τὴν ἀλήθειαν, 11804 2.1.17.6 : δοκὸς δ´ ἐπὶ πᾶσι τέτυκται (fr. XIII Brandis.). 11805 2.1.17.7 : Ἡ μὲν γὰρ φιλοσοφία θήρα τῆς ἀληθείας 11806 2.1.17.8 : ἐστὶ καὶ ὄρεξις. | Τῶν δὲ φιλοσοφησάντων ἔνιοι εὑρεῖν 11807 2.1.17.9 : φασι τὸ θήραμα, ὡς Ἐπίκουρος καὶ οἱ Στωικοί· οἱ δὲ 11808 2.1.17.10 : ἀκμὴν ἔτι ζητεῖν ὥς που παρὰ θεοῖς ὄν, καὶ τῆς σοφίας 11809 2.1.17.11 : οὐκ ἀνθρωπίνου χρήματος ὄντος· οὕτως ἔλεγε Σωκράτης 11810 2.1.17.12 : καὶ Πύρρων. 11811 2.1.19.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τιμαίου>20 (p. 29CD). 11812 2.1.19.2 : Ἐὰν οὖν, ὦ Σώκρατες, πολλὰ πολλῶν εἰπόντων περὶ 11813 2.1.19.3 : θεῶν καὶ τῆς τοῦ παντὸς γενέσεως, μὴ δυνατοὶ γιγνώμεθα 11814 2.1.19.4 : πάντῃ πάντως αὐτοὺς ἑαυτοῖς ὁμολογουμένους λόγους καὶ 11815 2.1.19.5 : ἀπηκριβωμένους ἀποδοῦναι, μὴ θαυμάσῃς· ἀλλ´ ἐὰν ἄρα 11816 2.1.19.6 : μηδενὸς ἧττον παρεχώμεθα εἰκότας, ἀγαπᾶν χρὴ μεμνη– 11817 2.1.19.7 : μένους, ὡς ὁ λέγων ὑμεῖς τε οἱ κριταὶ φύσιν ἀνθρωπίνην 11818 2.1.19.8 : ἔχομεν· ὥστε περὶ τούτων τὸν εἰκότα μῦθον ἀποδεχομένους 11819 2.1.19.9 : πρέπει τούτου μηδὲν ἔτι πέρα ζητεῖν. 11820 2.1.20.1 : <20Βίωνος.>20 11821 2.1.20.2 : Βίων ἔλεγε γελοιοτάτους εἶναι τοὺς ἀστρονομοῦντας, 11822 2.1.20.3 : οἳ [τοὺς πὰρ ποσὶ] τοὺς ἐν τοῖς αἰγιαλοῖς ἰχθῦς οὐ βλέ– 11823 2.1.20.4 : ποντες τοὺς ἐν τῷ οὐρανῷ φάσκουσιν εἰδέναι. 11824 2.1.21.1 : <20Πινδάρου.>20 11825 2.1.21.2 : Τοὺς φυσιολογοῦντας ἔφη Πίνδαρος (fr. 193 B.). 11826 2.1.21.3 : ἀτελῆ σοφίας καρπὸν δρέπειν. 11827 2.1.22.1 : <20Ἐκ τῶν Σερήνου Ἀπομνημονευμάτων.>20 11828 2.1.22.2 : Θαλῆν εἰς τὸν οὐρανὸν ὁρῶντα καὶ ἐμπεσόντα εἰς βό– 11829 2.1.22.3 : θρον ἡ θεράπαινα, Θρᾷττα οὖσα, δίκαια παθεῖν ἔφη, ὃς 11830 2.1.22.4 : τὰ παρὰ ποσὶν ἀγνοῶν τὰ ἐν οὐρανῷ ἐσκόπει. 11831 2.1.23.1 : <20Διογένους.>20 11832 2.1.23.2 : Ἀστρολόγου δέ τινος κατ´ ἀγορὰν ἐπιδεικνύντος ἔν 11833 2.1.23.3 : τινι πινακίῳ καταγράφους τοὺς ἀστέρας, καὶ φάσκοντος 11834 2.1.23.4 : ὅτι οὗτοί εἰσιν οἱ πλανώμενοι τῶν ἀστέρων, ἐπακούσας, 11835 2.1.23.5 : „Μὴ ψεύδου“, εἶπεν, „ὦ ἑταῖρε· οὐ γὰρ οὗτοί εἰσιν οἱ 11836 2.1.23.6 : πλανώμενοι, ἀλλὰ οὗτοι“, δείξας αὐτῷ τοὺς παρακαθε– 11837 2.1.23.7 : ζομένους. 11838 2.1.24.1 : <20Ἀρίστωνος.>20 11839 2.1.24.2 : Ἀρίστων ἔφη τῶν ζητουμένων παρὰ τοῖς φιλοσόφοις 11840 2.1.24.3 : τὰ μὲν εἶναι πρὸς ἡμᾶς, τὰ δὲ μηδὲν πρὸς ἡμᾶς, τὰ δ´ 11841 2.1.24.4 : ὑπὲρ ἡμᾶς. Πρὸς ἡμᾶς μὲν τὰ ἠθικά, μὴ πρὸς ἡμᾶς δὲ 11842 2.1.24.5 : τὰ διαλεκτικά· μὴ γὰρ συμβάλλεσθαι πρὸς ἐπανόρθωσιν 11843 2.1.24.6 : βίου· ὑπὲρ ἡμᾶς δὲ τὰ φυσικά· ἀδύνατα γὰρ ἐγνῶσθαι 11844 2.1.24.7 : καὶ οὐδὲ παρέχειν χρείαν. 11845 2.1.25.1 : <20Εὐσεβίου.>20 11846 2.1.25.2 : Θεοὶ οἷοι ἔασιν οὐ χρὴ δίζησθαι· αὐτόθεν δὲ ἄριστον 11847 2.1.25.3 : πεπιστευκέναι. Ζητήσιος γὰρ προτεθείσης καὶ ὁ τῷ ἀνο– 11848 2.1.25.4 : σιωτάτῳ τῶν λόγων τῷ μὴ εἶναι αὐτοὺς συνιστάμενος 11849 2.1.25.5 : ἐθέλει κρατέειν. 11850 2.1.26.1 : <20Ἑρμοῦ ἐκ τοῦ Πρὸς Τάτ>20 (deest ap. Patric.). 11851 2.1.26.2 : Θεὸν νοῆσαι μὲν χαλεπόν, φράσαι δὲ ἀδύνατον. Τὸ 11852 2.1.26.3 : γὰρ ἀσώματον σώματι σημῆναι ἀδύνατον· καὶ τὸ τέλειον 11853 2.1.26.4 : τῷ ἀτελεῖ καταλαβέσθαι οὐ δυνατόν· καὶ τὸ ἀίδιον τῷ 11854 2.1.26.5 : ὀλιγοχρονίῳ συγγενέσθαι δύσκολον. Τὸ μὲν γὰρ ἀεί ἐστι, 11855 2.1.26.6 : τὸ δὲ παρέρχεται· καὶ τὸ μὲν ἀληθείᾳ ἐστί, τὸ δὲ ὑπὸ 11856 2.1.26.7 : φαντασίας σκιάζεται. Τὸ δὲ ἀσθενέστερον τοῦ ἰσχυροτέρου 11857 2.1.26.8 : καὶ τὸ ἔλαττον τοῦ κρείττονος 〈οὐ〉 διέστηκε τοσοῦτον, ὅσον 11858 2.1.26.9 : τὸ θνητὸν τοῦ θείου. Ἡ δὲ μέση τούτων διάστασις ἀμαυροῖ 11859 2.1.26.10 : τὴν τοῦ καλοῦ θέαν. Ὀφθαλμοῖς μὲν γὰρ τὰ σώματα 11860 2.1.26.11 : θεατά, γλώττῃ δὲ τὰ ὁρατὰ λεκτά· τὸ δὲ ἀσώματον καὶ 11861 2.1.26.12 : ἀφανὲς καὶ ἀσχημάτιστον καὶ μηδὲ ἐξ ὕλης ὑποκείμενον 11862 2.1.26.13 : ὑπὸ τῶν ἡμετέρων αἰσθήσεων καταληφθῆναι οὐ δύναται. 11863 2.1.26.14 : Ἐννοοῦμαι, ὦ Τάτ, ἐννοοῦμαι, ὃ ἐξειπεῖν ἀδύνατον, τοῦτό 11864 2.1.26.15 : ἐστιν ὁ θεός. 11865 2.1.27.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τιμαίου>20 (p. 48B–D). 11866 2.1.27.2 : Τὴν δὴ πρὸ τῆς οὐρανοῦ γενέσεως, πυρὸς ὕδατός τε 11867 2.1.27.3 : καὶ ἀέρος καὶ γῆς φύσιν, θεατέον αὐτὴν καὶ τὰ πρὸ τού– 11868 2.1.27.4 : του πάθη. Νῦν γὰρ οὐδείς πω γένεσιν αὐτῶν μεμήνυκεν, 11869 2.1.27.5 : ἀλλ´ ὡς εἰδόσι πῦρ ὅ τί ποτέ ἐστι, καὶ ἕκαστον αὐτῶν 11870 2.1.27.6 : λέγομεν ἀρχὰς αὐτὰ τιθέμενοι, στοιχεῖα τοῦ παντός, προσ– 11871 2.1.27.7 : ῆκον αὐτοῖς, οὐδ´ 〈ἂν〉 ὡς ἐν συλλαβῆς εἴδεσι μόνον εἰκό– 11872 2.1.27.8 : τως ὑπὸ τοῦ καὶ βραχὺ φρονοῦντος ἀπεικασθῆναι. Νῦν 11873 2.1.27.9 : δ´ οὖν τό γε παρ´ ἡμῶν ὧδε ἐχέτω· τὴν μὲν οὖν ἁπάν– 11874 2.1.27.10 : των εἴτε ἀρχὴν εἴτε ἀρχὰς εἴτε ὅπη δοκεῖ, τούτων πέρι 11875 2.1.27.11 : τὸ νῦν οὐ ῥητέον· δι´ ἄλλο μὲν οὐδέν, διὰ δὲ τὸ χαλεπὸν 11876 2.1.27.12 : εἶναι κατὰ τὸν παρόντα τρόπον τῆς διεξόδου δηλῶσαι τὰ 11877 2.1.27.13 : δοκοῦντα. Μήτε οὖν ὑμεῖς οἴεσθε δεῖν ἐμὲ λέγειν, οὔτε 11878 2.1.27.14 : αὐτὸς αὖ πείθειν ἐμαυτὸν ἂν εἴην δυνατός, ὡς ὀρθῶς 11879 2.1.27.15 : ἐγχειροῖμ´ ἂν τοσοῦτον ἐπιβαλλόμενος ἔργον. Τὸ δὲ κατ´ 11880 2.1.27.16 : ἀρχὰς ῥηθὲν διαφυλάττων, τὴν τῶν εἰκότων λόγων δύναμιν, 11881 2.1.27.17 : πειράσομαι μηδενὸς ἧττον εἰκότα, μᾶλλον δὲ καὶ ἔμπρο– 11882 2.1.27.18 : σθεν ἀπ´ ἀρχῆς περὶ ἑκάστου καὶ ξυμπάντων λέγειν. 11883 2.1.28.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Κριτίου ἢ Ἀτλαντικοῦ>20 11884 2.1.28.2 : (p. 107AB). 11885 2.1.28.3 : Περὶ θεῶν γάρ, ὦ Τίμαιε, λέγοντά τι πρὸς ἀνθρώ– 11886 2.1.28.4 : πους δοκεῖν ἱκανῶς λέγειν ῥᾷον, ἢ περὶ θνητῶν πρὸς 11887 2.1.28.5 : ἡμᾶς. Ἡ γὰρ ἀπειρία καὶ σφόδρα ἄγνοια τῶν ἀκουόντων, 11888 2.1.28.6 : περὶ ὧν ἂν οὕτως ἔχωσι, πολλὴν εὐπορίαν παρέχεσθον 11889 2.1.28.7 : τῷ μέλλοντι λέγειν τι περὶ αὐτῶν. 11890 2.1.29.1 : <20Ξενοφῶντος ἐκ τῆς ἐπιστολῆς τῆς Πρὸς 11891 2.1.29.2 : Αἰσχίνην.>20 11892 2.1.29.3 : Συντυχών μοι Ἑρμογένης τά τε ἄλλα διεξῄει, καὶ 11893 2.1.29.4 : περὶ σοῦ δὲ πυθομένῳ, ἥν τινα ἔχοις φιλοσοφίας ἐπι– 11894 2.1.29.5 : μέλειαν, ἀπεκρίνατο, τὴν αὐτὴν Σωκράτει. Ἐγὼ δὲ καὶ 11895 2.1.29.6 : ἡνίκα Ἀθήνῃσι διέτριβον, τῆς γνώμης σε ἠγάσθην. Ὥσπερ 11896 2.1.29.7 : οὖν ἠρξάμην σε θαυμάζων, οὕτω καὶ νῦν παρ´ ὁντινοῦν 11897 2.1.29.8 : τῶν σοφίαν ἀσπασαμένων τεθαύμακα τὸ ἀμετάκλαστόν σου 11898 2.1.29.9 : τῆς γνώμης (μέγιστον γάρ, ὡς ἐγᾦμαι, τεκμήριον ἀρε– 11899 2.1.29.10 : τῆς) ἁλόντος ὑπὸ τἀνδρὸς ἐκείνου, εἴπερ θνητοῦ καλεῖν 11900 2.1.29.11 : τὸν Σωκράτους οἷόντε βίον. Ὅτι μὲν γὰρ τὰ θεῖα ὑπὲρ 11901 2.1.29.12 : ἡμᾶς, παντὶ δῆλον· ἀπόχρη δὲ τὸ κρεῖττον τῆς δυνάμεως 11902 2.1.29.13 : αὐτοὺς σέβειν. Οἷοι δ´ εἰσίν, οὔτε εὑρεῖν ῥᾴδιον οὔτε ζη– 11903 2.1.29.14 : τεῖν θεμιτόν· οὐδὲ γὰρ δεσποτῶν φύσιν ἢ πρᾶξιν δούλους 11904 2.1.29.15 : δεῖ εἰδέναι, οἷς οὐδὲν πλέον ὑπηρεσίας προσήκει. Πότε 11905 2.1.29.16 : γάρ, ὦ Αἰσχίνη, Σωκράτους ἀκήκοέ τις οὐρανίων πέρι λέ– 11906 2.1.29.17 : γοντος ἢ γραμμὰς εἰς ἐπανόρθωσιν παραινοῦντος μαν– 11907 2.1.29.18 : θάνειν; Μουσικῆς 〈μὲν〉 γὰρ ἴσμεν αὐτὸν μέχρις ὤτων 11908 2.1.29.19 : ξυνιέντα. Διετέλει δὲ ἑκάστοτε αὐτὸς λέγων τί καλὸν καὶ 11909 2.1.29.20 : τί ἀνδρεία τε καὶ δικαιοσύνη καὶ αἱ ἄλλαι ἀρεταί. Ἀνθρώ– 11910 2.1.29.21 : πινα γοῦν ταῦτα ἀγαθὰ ἐκάλει· τὰ δ´ ἄλλα ἢ ἀδύνατα 11911 2.1.29.22 : ἀνθρώποις ἁλῶναι ἔφασκεν ἢ μύθων εἶναι συγγενῆ, μετὰ 11912 2.1.29.23 : ὀφρύος σοφιστῶν 〈παίγνια〉 διεξιόντων. Καὶ οὐκ ἔλεγε 11913 2.1.29.24 : μὲν ταῦτα, οὐκ ᾔδει δὲ πράττειν. Παυσάσθωσαν οὖν 11914 2.1.29.25 : ἐλεγχόμενοι 〈ἢ〉 πρὸς τὸ εἰκὸς ἴτωσαν, οἷς Σωκράτης οὐκ 11915 2.1.29.26 : ἤρεσκεν, ᾧ ζῶντι μὲν ὁ θεὸς σοφίαν ἐμαρτύρησεν· οἱ δὲ 11916 2.1.29.27 : ἑ κτείναντες τῆς μετανοίας ἀποκάθαρσιν οὐχ εὗρον. Τὸ δὲ 11917 2.1.29.28 : καλὸν ἄρα, Αἰγύπτου ἠράσθησαν, καὶ τῆς Πυθαγόρου τερα– 11918 2.1.29.29 : τώδους σοφίας, ὧν τὸ μὲν περιττὸν καὶ τὸ μὴ μόνιμον 11919 2.1.29.30 : ἐπὶ Σωκράτει ἤλεγξεν ἔρως τυραννίδος καὶ ἀντὶ λιτῆς 11920 2.1.29.31 : διαίτης Σικελιῶτις γαστρὸς ἀμέτρου τράπεζα. 11921 2.1.30.1 : <20Ξενοφῶντος ἐν <α> Σωκρατικῶν Ἀπομνημο– 11922 2.1.30.2 : νευμάτων>20 (I 1, 11–14). 11923 2.1.30.3 : Οὐδὲ γὰρ περὶ τῆς τῶν πάντων φύσεως ᾗπερ τῶν 11924 2.1.30.4 : ἄλλων οἱ πλεῖστοι διελέγετο, σκοπῶν ὅπως ὁ καλούμενος 11925 2.1.30.5 : ὑπὸ τῶν σοφιστῶν κόσμος ἔχει, καὶ τίσιν ἀνάγκαις ἕκαστα 11926 2.1.30.6 : γίγνεται τῶν οὐρανίων, ἀλλὰ καὶ τοὺς φροντίζοντας τὰ 11927 2.1.30.7 : τοιαῦτα μωραίνοντας ἐπεδείκνυεν. Ἐθαύμαζε δ´ εἰ μὴ 11928 2.1.30.8 : φανερόν ἐστιν αὐτοῖς, ὅτι ταῦτα ἀδύνατόν ἐστιν ἀνθρώ– 11929 2.1.30.9 : ποις εὑρεῖν, εἴ γε καὶ τοὺς μέγιστον φρονοῦντας ἐπὶ τῷ 11930 2.1.30.10 : περὶ τούτων λέγειν οὐ ταὐτὰ δοξάζειν ἀλλήλοις, ἀλλὰ τοῖς 11931 2.1.30.11 : μαινομένοις ὁμοίως διακεῖσθαι πρὸς ἀλλήλους. Τῶν τε 11932 2.1.30.12 : γὰρ μαινομένων τοὺς μὲν οὐδὲ τὰ δεινὰ δεδιέναι, τοὺς δὲ 11933 2.1.30.13 : καὶ τὰ μὴ δεινὰ φοβεῖσθαι· καὶ τοῖς μὲν οὐδ´ ἐν ὄχλῳ 11934 2.1.30.14 : δοκεῖν αἰσχρὸν εἶναι λέγειν ἢ ποιεῖν ὁτιοῦν, τοῖς δ´ οὐκ 11935 2.1.30.15 : ἐξιτητέον εἰς ἀνθρώπους εἶναι δοκεῖν· καὶ τοὺς μὲν οὔθ´ 11936 2.1.30.16 : ἱερὸν οὔτε βωμὸν οὔτε ἄλλο τῶν θείων οὐδὲν τιμᾶν, 11937 2.1.30.17 : τοὺς δὲ καὶ λίθους καὶ ξύλα τὰ τυχόντα καὶ θηρία σέ– 11938 2.1.30.18 : βεσθαι· τῶν τε περὶ τῆς τῶν πάντων φύσεως μεριμνών– 11939 2.1.30.19 : των τοῖς μὲν δοκεῖν ἓν μόνον τὸ ὂν εἶναι, τοῖς δ´ ἄπειρα 11940 2.1.30.20 : τὸ πλῆθος· καὶ τοῖς μὲν ἀεὶ πάντα κινεῖσθαι, τοῖς δ´ 11941 2.1.30.21 : οὐδὲν ἄν ποτε κινηθῆναι· καὶ τοῖς μὲν πάντα γίγνεσθαί 11942 2.1.30.22 : τε καὶ ἀπόλλυσθαι, τοῖς δ´ οὔτ´ ἂν γενέσθαι ποτὲ οὐδὲν 11943 2.1.30.23 : οὔτε ἀπολέσθαι. 11944 2.1.31.1 : <20Ἀρριανοῦ Ἐπικτητείου Πρὸς τὸν περὶ οὐ– 11945 2.1.31.2 : σίας 〈διαλεγόμενον>20〉 (fr. 175). 11946 2.1.31.3 : Τί μοι μέλει, φησί, πότερον ἐξ ἀτόμων, ἢ ἐξ ἀμέτρων, 11947 2.1.31.4 : ἢ ἐκ πυρὸς καὶ γῆς συνέστηκε τὰ ὄντα; οὐ γὰρ ἀρκεῖ μα– 11948 2.1.31.5 : θεῖν τὴν οὐσίαν τοῦ ἀγαθοῦ καὶ κακοῦ, καὶ τὰ μέτρα τῶν 11949 2.1.31.6 : ὀρέξεων καὶ ἐκκλίσεων, καὶ ἔτι ὁρμῶν καὶ ἀφορμῶν, καὶ 11950 2.1.31.7 : τούτοις ὥσπερ κανόσι χρώμενον διοικεῖν τὰ τοῦ βίου, τὰ 11951 2.1.31.8 : δ´ ὑπὲρ ἡμᾶς ταῦτα χαίρειν ἐᾶν, ἅ τινα τυχὸν μὲν ἀκα– 11952 2.1.31.9 : τάληπτά ἐστι τῇ ἀνθρωπίνῃ γνώμῃ, εἰ δὲ καὶ τὰ μάλιστα 11953 2.1.31.10 : θείη τις εἶναι καταληπτά, ἀλλ´ οὖν τί ὄφελος καταλη– 11954 2.1.31.11 : φθέντων; οὐχὶ δὲ διακενῆς πράγματα ἔχειν φατέον τοὺς 11955 2.1.31.12 : ταῦτα ὡς ἀναγκαῖα τῷ τοῦ φιλοσόφου λόγῳ προσνέμον– 11956 2.1.31.13 : τας; Μή τι οὖν καὶ τὸ ἐν Δελφοῖς παράγγελμα παρέλκον 11957 2.1.31.14 : ἐστί, τὸ γνῶθι σαυτόν; {—}Τοῦτο δὲ μὲν οὔ φησι. {—}Τίς 11958 2.1.31.15 : οὖν ἡ δύναμις αὐτοῦ; Εἰ χορευτῇ τις παρήγγελλε τὸ γνῶ– 11959 2.1.31.16 : ναι ἑαυτόν, οὐκ ἄν, εἰ τῇ προστάξει προσεῖχε, τὸ ἐπιστρα– 11960 2.1.31.17 : φῆναι καὶ τῶν συγχορευτῶν καὶ τῆς πρὸς 11961 2.1.31.18 : αὐτοὺς συμφωνίας φησίν; εἰ δὲ ναύτῃ; εἰ δὲ στρατιώτῃ; 11962 2.1.31.19 : Πότερον οὖν ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἐφ´ αὑτοῦ πεποιῆσθαί 11963 2.1.31.20 : σοι δοκεῖ ζῷον, ἢ πρὸς κοινωνίαν; {—}〈Πρὸς κοινωνίαν.〉 11964 2.1.31.21 : {—}Ὑπὸ τίνος; {—}Ὑπὸ τῆς φύσεως. {—}Τίνος οὔσης καὶ 11965 2.1.31.22 : ποίας; {—}Διοικούσης τὰ ὅλα. {—}Καὶ πότερον 〈κατα– 11966 2.1.31.23 : ληπτοῦ〉 οὔσης ἢ μή; {—}Ταῦτα οὐκέτι ἀναγκαῖον πολυ– 11967 2.1.31.24 : πραγμονεῖν. 11968 2.1.32.1 : <20Πορφυρίου ἐκ τοῦ Περὶ Στυγός.>20 11969 2.1.32.2 : Ἔστι δὲ ἡ τοῦ ποιητοῦ δόξα οὐχ ὡς ἄν τις νομίσειεν 11970 2.1.32.3 : εὔληπτος. Πάντες μὲν γὰρ οἱ παλαιοὶ τὰ περὶ τῶν θεῶν 11971 2.1.32.4 : καὶ δαιμόνων δι´ αἰνιγμῶν ἐσήμαναν, Ὅμηρος δὲ καὶ μᾶλ– 11972 2.1.32.5 : λον τὰ περὶ τούτων ἀπέκρυψε, τῷ μὴ προηγουμένως περὶ 11973 2.1.32.6 : αὐτῶν διαλέγεσθαι, καταχρῆσθαι δὲ τοῖς λεγομένοις εἰς 11974 2.1.32.7 : παράστασιν ἄλλων. Τῶν οὖν ἀναπτύσσειν ἐπιχειρησάντων 11975 2.1.32.8 : τὰ δι´ ὑπονοίας παρ´ αὐτῷ λεγόμενα ἱκανώτατα δοκῶν 11976 2.1.32.9 : ὁ Πυθαγόρειος Κρόνιος τοῦτ´ ἀπεργάσασθαι, ὅμως ἐν τοῖς 11977 2.1.32.10 : πλείστοις ἄλλα τε ἐφαρμόζει ταῖς τεθείσαις ὑποθέσεσι, 11978 2.1.32.11 : τὰ Ὁμήρου μὴ δυνάμενος, οὔ〈τε τοῖς〉 παρὰ τοῦ ποιητοῦ 11979 2.1.32.12 : τὰς δόξας, τοῖς δὲ παρ´ ἑαυτοῦ προσάγειν τὸν ποιητὴν 11980 2.1.32.13 : πεφιλοτίμηται. 11981 2.1.33.1 : <20Ξενοφῶντος.>20 11982 2.1.33.2 : Δαίμονες οἱ τὰ μέγιστα διαπρασσόμενοι ἥκιστα ἀν– 11983 2.1.33.3 : θρώποισιν ἐπιφαίνονται. Ὁ γοῦν πάντα σείων καὶ ἀτρε– 11984 2.1.33.4 : μίζων ὡς μὲν μέγας τις καὶ δυνατός, φανερός· ὁποῖος δὲ 11985 2.1.33.5 : τὴν μορφήν, ἀφανής. Οὐδὲ μὴν ὁ παμφαὴς δοκῶν εἶναι 11986 2.1.33.6 : ἥλιος, οὐδ´ οὗτος αὑτὸν ὡς ἔοικεν ὁρᾶν ἐπιτρέπει, ἀλλ´ 11987 2.1.33.7 : ἤν τις ἀναιδῶς αὐτὸν θεάσηται, τὴν ὄψιν ἀφαιρεῖται. 11988 2.2.t1-7.1 : {1〈Περὶ διαλεκτικῆς.〉}1 11989 2.2.t1-7.2 : PARS PRIOR. 11990 2.2.1.1 : <20Πλάτωνος περὶ Πολιτείας>20 (p. 533BC). 11991 2.2.1.2 : Οὐκοῦν ἡ διαλεκτικὴ μέθοδος μόνη ταύτῃ πορεύεται, 11992 2.2.1.3 : τὰς ὑποθέσεις ἀναιροῦσα ἐπ´ αὐτὴν τὴν ἀρχήν, ἵνα βε– 11993 2.2.1.4 : βαιώσηται, τῷ ὄντι ἐν βορβόρῳ βαρβαρικῷ τινι τὸ τῆς 11994 2.2.1.5 : ψυχῆς ὄμμα κατορωρυγμένον ἠρέμα ἕλκει καὶ ἀνάγει ἄνω, 11995 2.2.1.6 : ξυνερίθοις καὶ συμπεριαγωγοῖς χρωμένη αἷς διήλθομεν 11996 2.2.1.7 : τέχναις· ἃς ἐπιστήμας μὲν πολλάκις προσείπομεν διὰ τὸ 11997 2.2.1.8 : ἔθος, δέονται δὲ ὀνόματος ἄλλου, ἐνεργεστέρου μὲν ἢ δόξης, 11998 2.2.1.9 : ἀμυδροτέρου δ´ ἢ ἐπιστήμης. Διάνοιαν δὲ αὐτὴν ἔν γε 11999 2.2.1.10 : τῷ πρόσθεν που ὡρισάμεθα. 12000 2.2.2.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 534E). 12001 2.2.2.2 : Ἆρ´ οὖν δοκεῖ σοι, ἔφην ἐγώ, ὥσπερ θριγκὸς τοῖς 12002 2.2.2.3 : μαθήμασιν ἡ διαλεκτικὴ ἡμῖν ἐπάνω κεῖσθαι, καὶ οὐκέτι 12003 2.2.2.4 : ἄλλο τούτου ἀνωτέρω μάθημα ὀρθῶς ἂν ἐπιτίθεσθαι, 12004 2.2.2.5 : ἀλλὰ ἔχειν ἤδη τέλος τὰ τῶν μαθημάτων; 12005 2.2.3.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδρου>20 (p. 265C–266C). 12006 2.2.3.2 : Τούτων δέ τινων ἐκ τύχης ῥηθέντων δυοῖν εἰδοῖν, εἰ 12007 2.2.3.3 : αὐτοῖν τὴν δύναμιν τέχνην λαβεῖν δύναιτό τις, οὐκ ἄχαρι. 12008 2.2.3.4 : {—}Τίνων δή; {—}Εἰς μίαν τε ἰδέαν συνορῶντα ἄγειν τὰ 12009 2.2.3.5 : πολλαχῇ διεσπαρμένα, ἵνα ἕκαστον ὁριζόμενος δῆλον ποιῇ 12010 2.2.3.6 : περὶ οὗ ἂν ἀεὶ διδάσκειν ἐθέλῃ. Ὥσπερ τὰ νῦν δὴ περὶ 12011 2.2.3.7 : Ἔρωτος, ὅ ἐστιν, ὁρισθέν, εἴτε εὖ εἴτε κακῶς ἐλέχθη. Τὸ 12012 2.2.3.8 : γοῦν σαφὲς καὶ τὸ αὐτὸ αὑτῷ ὁμολογούμενον διὰ ταῦτα 12013 2.2.3.9 : ἔσχεν εἰπεῖν ὁ λόγος. {—}Τὸ δ´ ἕτερον δὴ εἶδος τί λέγεις, 12014 2.2.3.10 : ὦ Σώκρατες; {—}Τὸ πάλιν κατ´ εἴδη δύνασθαι διατέμνειν, 12015 2.2.3.11 : κατ´ ἄρθρα, ᾗ πέφυκε, καὶ μὴ ἐπιχειρεῖν καταγνύναι μέρος 12016 2.2.3.12 : μηδὲν κακοῦ μαγείρου τρόπῳ χρώμενον· ἀλλὰ ὥσπερ ἄρτι 12017 2.2.3.13 : τὼ λόγω τὸ μὲν ἄφρον τῆς διανοίας ἕν τι κοινῇ εἶδος 12018 2.2.3.14 : ἐλαβέτην, ὥσπερ δὲ σώματι ἐξ ἑνὸς διπλᾶ καὶ ὁμώνυμα 12019 2.2.3.15 : πέφυκε, σκαιά, τὰ δὲ δεξιὰ κληθέντα· οὕτω καὶ τὰ τῆς 12020 2.2.3.16 : παροινίας ὡς ἡμῖν πεφυκὸς εἶδος ἡγησαμένω τὼ λόγω, ὁ 12021 2.2.3.17 : μὲν ἐπ´ ἀριστερᾷ τεμνόμενος μέρος, πάλιν τοῦτο τέμνων 12022 2.2.3.18 : οὐκ ἀνῆκε, πρὶν ἐν αὐτοῖς ἐφευρὼν ὀνομαζόμενον σκαιόν 12023 2.2.3.19 : τινα ἔρωτα ἐλοιδόρησε μάλ´ ἐν δίκῃ· ὁ δ´ εἰς τὸ ἐν δεξιᾷ 12024 2.2.3.20 : τῆς μανίας ἀγαγὼν ἡμᾶς, ὁμώνυμον μὲν ἐκείνῳ, θεῖον δ´ 12025 2.2.3.21 : αὖ τινα ἔρωτα ἐφευρὼν καὶ προτεινόμενος ἐπῄνεσεν ὡς 12026 2.2.3.22 : μεγίστων αἴτιον ἡμῖν ἀγαθῶν. {—}Ἀληθέστατα λέγεις. {—} 12027 2.2.3.23 : Τούτων δὴ ἔγωγε αὐτός τε ἐραστής, ὦ Φαῖδρε, τῶν διαι– 12028 2.2.3.24 : ρέσεων καὶ συναγωγῶν, ἵν´ οἷός τε ὦ λέγειν τε καὶ φρονεῖν· 12029 2.2.3.25 : ἐάν τέ τινα ἄλλον ἡγήσωμαι δυνατὸν εἰς ἓν καὶ ἐπὶ πολλὰ 12030 2.2.3.26 : πεφυκόθ´ ὁρᾶν, τοῦτον διώκω κατόπισθεν ‘μετ´ ἴχνιον ὥστε 12031 2.2.3.27 : θεοῖο’. Καὶ μέντοι καὶ τοὺς δυναμένους αὐτὸ δρᾶν, εἰ μὲν 12032 2.2.3.28 : ὀρθῶς ἢ μὴ προσαγορεύω, θεὸς οἶδε· καλῶ δὲ οὖν μέχρι 12033 2.2.3.29 : τοῦδε διαλεκτικούς. 12034 2.2.4.1 : <20Ἀρχύτου περὶ τοῦ ὄντος>20 (Mullach. Ph. I p. 569). 12035 2.2.4.2 : Παντᾷ μοι δοκέοντι ἁμαρτάνεν οἱ λέγοντες δύο λόγως 12036 2.2.4.3 : περὶ παντὸς λεγέσθαι ἀντίως ἀλλάλοις καὶ ναμαρτέας 12037 2.2.4.4 : ἀμφοτέρως. Ἐγὼ δὲ πρᾶτον τοῦτ´ ἀδύνατον νομίζω, ἀμφο– 12038 2.2.4.5 : τέρων πιστῶν ἐόντων ἀντίως εἶμεν ἀλλάλοις, τὸ καλὸν τῷ 12039 2.2.4.6 : καλῷ καὶ τὸ λευκὸν τῷ λευκῷ. Ἀλλὰ γὰρ οὐχ οὕτως ἔχει· 12040 2.2.4.7 : ἀλλὰ ἔστι τὸ καλὸν καὶ 〈τὸ〉 αἰσχρὸν ἀντία, καὶ τὸ λευκὸν 12041 2.2.4.8 : καὶ τὸ μέλαν. Οὕτω δὲ καὶ τὸ ναμαρτὲς τῷ ψεύδει φαμές, 12042 2.2.4.9 : οὐδὲ ναμαρτέας 〈ἀντίως〉 δύο λόγως λεγέσθαι ἢ δύο ψευ– 12043 2.2.4.10 : δέας, ἀλλὰ τὸν μὲν ἀλαθέα, τὸν δὲ ψεύσταν. Ὁ γὰρ τὰν 12044 2.2.4.11 : ψυχὰν ἐπαινέων τῶ ἀνθρώπω καὶ 〈ὁ〉 τὸ σῶμα μεμφό– 12045 2.2.4.12 : μενος οὐχ ὑπὲρ τὠυτῶ λέγοντι· αἱ μὴ καὶ αἴ τι περὶ τᾶς 12046 2.2.4.13 : γᾶς λέγοιεν καὶ τῶ οὐρανῶ, τὠυτόν. Ταῦτα γὰρ δύο ἐντί, 12047 2.2.4.14 : ἀλλ´ οὐχ ἕν. Ὀνομαστὶ δὲ θέλω καὶ τοῦτο δείξαι. Ὁ γὰρ 12048 2.2.4.15 : λέγων περὶ Ἀθαναίων ὡς ἐντὶ κατὰ λόγον ἄνδρες ἀγαθοί, 12049 2.2.4.16 : καὶ ὁ λέγων ὡς ἐντὶ περὶ χάριτας φαύλοι, οὐκ ἀντία 12050 2.2.4.17 : λέγοντι· τὰ γὰρ ἀντία περὶ τὠυτῶ πράγματος ἀντικέα– 12051 2.2.4.18 : ται ἀλλάλοις, ταῦτα δὲ δύο ἐντὶ πράγματα. 12052 2.2.5.1 : <20Ἐκ τῆς Ἰαμβλίχου ἐπιστολῆς πρὸς Δέξιπ– 12053 2.2.5.2 : πον περὶ διαλεκτικῆς.>20 12054 2.2.5.3 : Θεὸς ἦν τις ὡς ἀληθῶς ὁ καταδείξας τὴν διαλεκτικὴν 12055 2.2.5.4 : καὶ καταπέμψας τοῖς ἀνθρώποις· ὡς μὲν λέγουσί τινες, 12056 2.2.5.5 : ὁ λόγιος Ἑρμῆς, ὁ φέρων ἐν ταῖν χεροῖν τὸ σύνθημα αὐτῆς 12057 2.2.5.6 : 〈τὸ〉 τῶν εἰς ἀλλήλους ἀποβλεπόντων δρακόντων· ὡς δ´ 12058 2.2.5.7 : οἱ δεδοκιμασμένοι καὶ πρόκριτοι τῶν ἐν φιλοσοφίᾳ δια– 12059 2.2.5.8 : τείνονται, ἡ τῶν Μουσῶν πρεσβυτάτη Καλλιόπη τὴν 12060 2.2.5.9 : ἄπταιστον ἀσφάλειαν τοῦ λόγου καὶ ἀνέλεγκτον ‘αἰδοῖ 12061 2.2.5.10 : μειλιχίῃ’ (Hom. θ 172) διαπρέπουσαν παρέσχηκεν. Ὡς δὲ 12062 2.2.5.11 : τὰ ἔργα αὐτὰ δείκνυσιν, αὐτὸς ὁ ἐν Δελφοῖς θεὸς οὔτε 12063 2.2.5.12 : λέγων καθ´ Ἡράκλειτον (fr. 10 Schlei., 11 Byw.), οὔτε κρύ– 12064 2.2.5.13 : πτων ἀλλὰ σημαίνων τὰς μαντείας, ἐγείρει πρὸς δια– 12065 2.2.5.14 : λεκτικὴν διερεύνησιν τοὺς ἐπηκόους τῶν χρησμῶν, ἀφ´ ἧς 12066 2.2.5.15 : ἀμφιβολία τε καὶ ὁμωνυμία ἐκρίθησαν καὶ διττὸν πᾶν 12067 2.2.5.16 : ἀνερευνηθὲν φῶς ἐπιστήμης ἀνῆψεν· ὃ κατιδὼν καὶ Θε– 12068 2.2.5.17 : μιστοκλῆς καλῶς καὶ διερευνήσας δεόντως τὸ ξύλινον τεῖ– 12069 2.2.5.18 : χος, αἴτιος ἀναμφισβητήτως κατέστη τῆς σωτηρίας τοῖς 12070 2.2.5.19 : Ἕλλησιν. Ἀδελφὰ δὲ τούτων καὶ ὁ ἐν Βραγχίδαις θεὸς 12071 2.2.5.20 : ἐκφαίνει τῆς διαλεκτικῆς ἔργα, περιφανῆ τὴν ἐπαγωγὴν 12072 2.2.5.21 : παραδηλῶν, ὅταν λέγῃ· „οὔτ´ ἂν ὠκυπέτης ἰὸς οὔτε λύρη 12073 2.2.5.22 : οὔτε νηῦς οὔτ´ ἄλλο οὐδὲν ἄνευ ἐπιστημονικῆς χρήσιος 12074 2.2.5.23 : γένοιτ´ ἄν κοτε ὠφέλιμον“. 12075 2.2.6.1 : <20Ἐκ τῆς Ἰαμβλίχου ἐπιστολῆς πρὸς Σώπα– 12076 2.2.6.2 : τρον περὶ διαλεκτικῆς.>20 12077 2.2.6.3 : Πάντες ἄνθρωποι χρῶνται τῷ διαλέγεσθαι, ἔμφυτον 12078 2.2.6.4 : ἐκ νέων ἔχοντες τήνδε τὴν δύναμιν καὶ μέχρι τινός, οἳ μὲν 12079 2.2.6.5 : μᾶλλον οἳ δὲ ἧττον αὐτῆς μετέχοντες. Τὸ δὴ τῶν θεῶν 12080 2.2.6.6 : δῶρον οὐδένα τρόπον δεῖ προΐεσθαι· ἀλλὰ καὶ ἐν μελέ– 12081 2.2.6.7 : ταις καὶ ἐμπειρίαις καὶ τέχναις αὐτὸ κρατύνειν ἄξιον. 12082 2.2.6.8 : Ὅρα γὰρ ὅτι καὶ παρ´ ὅλον τὸν βίον διατελεῖ χρησιμώ– 12083 2.2.6.9 : τατον ὂν διαφερόντως, ἐν μὲν ταῖς ἐντεύξεσι προσομιλοῦν 12084 2.2.6.10 : τοῖς ἀνθρώποις κατὰ τὰς κοινὰς ἐννοίας καὶ δόξας· ἐν δὲ 12085 2.2.6.11 : ταῖς εὑρέσεσι τῶν τεχνῶν τὰς πρώτας ἀρχὰς αὐτῶν ἀνευ– 12086 2.2.6.12 : ρίσκον· λογιζόμενον δὲ πρὸ τῶν ἔργων, ὅπως αὐτὰ χρὴ 12087 2.2.6.13 : πράττειν· προγυμνασίᾳ δὲ καὶ πρὸς τὰς κατὰ φιλοσοφίαν 12088 2.2.6.14 : ἐπιστήμας θαυμασίας οἵας μεθόδους παρεχόμενον. Εἰ δὲ 12089 2.2.6.15 : δεῖ καὶ τὰ πρὸ τούτων ἐννοεῖν, οὐκ ἔστιν οὐδὲν μόριον 12090 2.2.6.16 : φιλοσοφίας ἄνευ τοῦ κατὰ διαλεκτικὴν λόγου παραγιγνό– 12091 2.2.6.17 : μενον· ἀλλὰ καὶ εἴ τι φυσικὸν δόγμα ἀνευρίσκομεν, λογι– 12092 2.2.6.18 : κῶς αὐτὸ βεβαιούμεθα, καὶ ὅσα περὶ θεῶν σκεπτόμεθα, 12093 2.2.6.19 : λόγος διαλεκτικός ἐστιν ὁ συγκατασκευάσας· ὅλως δὲ οὐδὲν 12094 2.2.6.20 : οὔτε εἰπεῖν οὔτε ἀκοῦσαι δυνατὸν ἀπαλλαγέντας τῆς με– 12095 2.2.6.21 : θόδου ταύτης· καὶ γὰρ αὐτὸ τὸ μὴ διδάσκειν διαλεκτικὴν 12096 2.2.6.22 : διαλεκτικῶς ἐπιχειροῦντας δεῖ καταμανθάνειν. Εἴτε οὖν 12097 2.2.6.23 : ἐπιτηδευτέον, εἴτε μή, διαλεκτικὴν ἀσκεῖν 〈ἄξιον〉· καὶ γάρ 12098 2.2.6.24 : ἐστιν ἄτοπον, εἰ τὰ μὲν ἅπαντα λόγῳ κρίνομεν, αὐτὴν 12099 2.2.6.25 : 〈δὲ〉 ἀφήσομεν τὴν ἀκριβεστάτην τοῦ λόγου θεωρίαν· καὶ 12100 2.2.6.26 : λόγῳ προέχοντες τῶν ἄλλων ζῴων καὶ τοῦτο ἐξαίρετον 12101 2.2.6.27 : ἀγαθὸν κεκτημένοι τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, εἰκῇ καὶ ὡς 12102 2.2.6.28 : ἔτυχε τὰ κατ´ αὐτὸν ἐνεργήσομεν· καὶ τὴν συμμεμιγμένην 12103 2.2.6.29 : διάσκεψιν τοῦ λόγου πρὸς τὰ ὅλα πράγματα ἀγαπῶμεν, 12104 2.2.6.30 : αὐτὴν δὲ τὴν ἑαυτοῦ γνῶσιν τοῦ λόγου, καθ´ ἣν ἀφέμενος 12105 2.2.6.31 : τῶν ἄλλων τὴν περὶ αὑτοῦ ἐπιστήμην κατεστήσατο σεμνο– 12106 2.2.6.32 : τάτην οὖσαν καὶ τιμιωτάτην, ὡς μαρτυρεῖ καὶ τὸ ἐν Πυ– 12107 2.2.6.33 : θοῖ γράμμα, ἀποδοκιμάσομεν ὡς ἀπόβλητον. 12108 2.2.7.1 : <20Ἐν τῷ αὐτῷ.>20 12109 2.2.7.2 : Μετίωμεν δὴ οὖν ἐπὶ τὰς κατὰ φιλοσοφίαν διατριβάς. 12110 2.2.7.3 : Πασῶν πρῶταί εἰσιν αἱ πρὸς ἀνάμνησιν ἀναγόμεναι· ταύτας 12111 2.2.7.4 : δὴ οὖν, 〈ὡς〉 καὶ ὁ Σωκράτης ἐπιδεικνύει τῷ Μένωνι, διὰ 12112 2.2.7.5 : τοῦ καλῶς ἐρωτᾶν ὁρῶμεν ἐκφαινομένας. Δεύτεραι δ´ ἂν 12113 2.2.7.6 : εἶεν αἱ μαιείας ἕνεκα προσαγόμεναι καὶ τὰ γεννηθέντα 12114 2.2.7.7 : εἰς φῶς προάγουσαι καὶ διακρίνουσαι τίνα μὲν αὐτῶν 12115 2.2.7.8 : ἀληθῆ, τίνα δὲ ψευδῆ. ἀλλὰ καὶ αὗται πᾶσαι διὰ τῆς 12116 2.2.7.9 : διαλεκτικῆς τὸ κῦρος ἔχουσιν· ἐπειδὴ αὗταί εἰσιν αἱ διὰ 12117 2.2.7.10 : τῶν ἐλέγχων καθάρσεις τῆς διανοίας, παρατιθεῖσαι τἀναν– 12118 2.2.7.11 : τία δοξάσματα τῶν προσδιαλεγομένων καὶ συγκρούουσαι 12119 2.2.7.12 : αὐτὰ πρὸς ἄλληλα. Ἄλλαι δὲ πείρας ἕνεκα καὶ γυμνασίας 12120 2.2.7.13 : προσφερόμεναι τοῖς ἐπηκόοις, ἢ ὅσαι εἰς θέσιν ἐπιχει– 12121 2.2.7.14 : ροῦσιν, ἢ εἴ τινες ἐξετάζουσι τὰς τῶν παλαιῶν ἀκροάσεις· 12122 2.2.7.15 : ὧν οὐδεμία 〈δίχα〉 διαλεκτικῆς περαίνει τὸ ἑαυτῆς ἔργον. 12123 2.2.7.16 : Ὅλως δὲ οὐχ οἷόν τε λόγον διδόναι καὶ λαμβάνειν δεόν– 12124 2.2.7.17 : τως, εἰ μή τις κτήσαιτο ταύτην τὴν περὶ τὸν λόγον ἐπι– 12125 2.2.7.18 : στήμην. 12126 2.2.t8-25.1 : {1Εἰς τὸ ἐναντίον.}1 12127 2.2.8.1 : <20Εὐριπίδου Ἱππολύτῳ>20 (fr. 442 N.). 12128 2.2.8.2 : Φεῦ φεῦ, τὸ μὴ τὰ πράγματ´ ἀνθρώποις ἔχειν 12129 2.2.8.3 : φωνήν, ἵν´ ἦσαν μηδὲν οἱ δεινοὶ λέγειν. 12130 2.2.8.4 : νῦν δ´ εὐρύθμοισι στόμασι τἀληθέστατα 12131 2.2.8.5 : κλέπτουσιν, ὥστε μὴ δοκεῖν ἃ χρὴ δοκεῖν. 12132 2.2.9.1 : <20Εὐριπίδου Ἀντιόπῃ>20 (fr. 189 N.). 12133 2.2.9.2 : Ἐκ παντὸς ἄν τις πράγματος δισσῶν λόγων 12134 2.2.9.3 : ἀγῶνα θεῖτ´ ἄν, εἰ λέγειν εἴη σοφός. 12135 2.2.10.1 : <20Εὐήνου>20 (fr. 1 B. p. 594 3). 12136 2.2.10.2 : Πολλοῖς ἀντιλέγειν μὲν ἔθος περὶ παντὸς ὁμοίως, 12137 2.2.10.3 : ὀρθῶς δ´ ἀντιλέγειν οὐκέτι τοῦτ´ ἐν ἔθει. 12138 2.2.10.4 : καὶ πρὸς μὲν τούτους ἀρκεῖ λόγος εἷς ὁ παλαιός· 12139 2.2.10.5 : „σοὶ μὲν ταῦτα δοκοῦντ´ ἔστω, ἐμοὶ δὲ τάδε.“ 12140 2.2.11.1 : Ἀρκεσίλαος ὁ φιλόσοφος ἔφη, Τοὺς διαλεκτικοὺς 12141 2.2.11.2 : ἐοικέναι τοῖς ψηφοπαίκταις, οἵ τινες χαριέντως παρα– 12142 2.2.11.3 : λογίζονται. 12143 2.2.12.1 : <20Ζήνωνος.>20 12144 2.2.12.2 : Ζήνων τὰς τῶν διαλεκτικῶν τέχνας εἴκαζε τοῖς δι– 12145 2.2.12.3 : καίοις μέτροις οὐ πυρὸν οὐδ´ ἄλλο τι τῶν σπουδαίων 12146 2.2.12.4 : μετροῦσιν, ἄλλ´ ἄχυρα καὶ κόπρια. 12147 2.2.13.1 : <20Πυθαγόρου.>20 12148 2.2.13.2 : Κενὸς ἐκείνου φιλοσόφου λόγος, ὑφ´ οὗ μηδὲν ἀν– 12149 2.2.13.3 : θρώπου πάθος θεραπεύεται. Ὥσπερ γὰρ ἰατρικῆς οὐκ 12150 2.2.13.4 : ὄφελος μὴ τὰς νόσους ἐκβαλλούσης ἀπὸ τῶν σωμάτων· 12151 2.2.13.5 : οὕτως οὐδὲ φιλοσοφίας, εἰ μὴ τὸ τῆς ψυχῆς κακὸν ἐκ– 12152 2.2.13.6 : βάλλοι. 12153 2.2.14.1 : <20Ἐκ τῶν Ἀρίστωνος Ὁμοιωμάτων.>20 12154 2.2.14.2 : Οἱ ἐν διαλεκτικῇ βαθύνοντες ἐοίκασι καρκίνους μα– 12155 2.2.14.3 : σωμένοις, οἳ δι´ ὀλίγον τρόφιμον περὶ πολλὰ ὀστᾶ ἀσχο– 12156 2.2.14.4 : λοῦνται. 12157 2.2.15.1 : <20Ἀντισθένους.>20 12158 2.2.15.2 : Οὐκ ἀντιλέγοντα δεῖ τὸν ἀντιλέγοντα παύειν, ἀλλὰ 12159 2.2.15.3 : διδάσκειν· οὐδὲ γὰρ τὸν μαινόμενον ἀντιμαινόμενός τις 12160 2.2.15.4 : ἰᾶται. 12161 2.2.16.1 : <20Κλεάνθους.>20 12162 2.2.16.2 : Κλεάνθης ἐρωτώμενος διὰ τί παρὰ τοῖς ἀρχαίοις οὐ 12163 2.2.16.3 : πολλῶν φιλοσοφησάντων ὅμως πλείους διέλαμψαν ἢ νῦν, 12164 2.2.16.4 : Ὅτι, εἶπε, τότε μὲν ἔργον ἠσκεῖτο, νῦν δὲ λόγος. 12165 2.2.17.1 : <20Ἐκ τῶν Σερήνου ἀπομνημονευμάτων· Ἀρ– 12166 2.2.17.2 : κεσιλάου.>20 12167 2.2.17.3 : Διαλεκτικὴν δὲ φεῦγε, συγκυκᾷ τἄνω κάτω. 12168 2.2.18.1 : <20Ἀρίστωνος.>20 12169 2.2.18.2 : Ἀρίστων ἔλεγεν ἐοικέναι τὴν διαλεκτικὴν τῷ ἐν ταῖς 12170 2.2.18.3 : ὁδοῖς πηλῷ· πρὸς οὐδὲν γὰρ οὐδ´ ἐκεῖνον χρήσιμον ὄντα 12171 2.2.18.4 : καταβάλλειν τοὺς βαδίζοντας. 12172 2.2.19.1 : <20Θεοκρίτου.>20 12173 2.2.19.2 : Θεόκριτος πρός τινα διαλεκτικὸν συντεταμένως αὐτῷ 12174 2.2.19.3 : καὶ ἐριστικῶς ἀποκρινόμενον ἔφη, 12175 2.2.19.4 : „Ὡς ἔρις ἔκ τε θεῶν ἔκ τ´ ἀνθρώπων ἀπόλοιτο“ 12176 2.2.19.5 : (Hom. Σ 107). 12177 2.2.20.1 : <20Καρνεάδου.>20 12178 2.2.20.2 : Καρνεάδης τὴν διαλεκτικὴν ἔλεγε πουλύποδι ἐοικέναι· 12179 2.2.20.3 : καὶ γὰρ ἐκεῖνον αὐξηθείσας τὰς πλεκτάνας κατεσθίειν, καὶ 12180 2.2.20.4 : τούτους προϊούσης τῆς δυνάμεως καὶ τὰ σφέτερα ἀνα– 12181 2.2.20.5 : τρέπειν. 12182 2.2.21.1 : <20Κλειτομάχου.>20 12183 2.2.21.2 : Κλειτόμαχος εἴκαζε τὴν διαλεκτικὴν τῇ σελήνῃ· καὶ 12184 2.2.21.3 : γὰρ ταύτην οὐ παύεσθαι φθίνουσαν καὶ αὐξομένην. 12185 2.2.22.1 : <20Ἀρίστωνος.>20 12186 2.2.22.2 : Ἀρίστων τοὺς λόγους τῶν διαλεκτικῶν εἴκαζεν τοῖς 12187 2.2.22.3 : τῶν ἀραχνίων ὑφάσμασιν οὐδὲν μὲν χρησίμοις, λίαν δὲ 12188 2.2.22.4 : τεχνικοῖς. 12189 2.2.23.1 : <20Ἐκ τῶν Ἀρίστωνος Ὁμοιωμάτων.>20 12190 2.2.23.2 : Ὁ ἑλλέβορος ὁλοσχερέστερος μὲν ληφθεὶς καθαίρει, 12191 2.2.23.3 : εἰς δὲ πάνυ σμικρὰ τριφθεὶς πνίγει· οὕτω καὶ ἡ κατὰ φι– 12192 2.2.23.4 : λοσοφίαν λεπτολογία. 12193 2.2.24.1 : <20Πλάτωνος>20 (Sophist. p. 231A). 12194 2.2.24.2 : Τὸν δὲ ἀσφαλῆ δεῖ πάντων μάλιστα περὶ τὰς ὁμοιό– 12195 2.2.24.3 : τητας ποιεῖσθαι τὴν φυλακήν· ὀλισθηρότατον γὰρ τὸ 12196 2.2.24.4 : γένος. 12197 2.2.25.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (Phaedon. p. 92D). 12198 2.2.25.2 : Ἐγὼ δὲ τοῖς διὰ τῶν εἰκότων τὰς ἀποδείξεις ποι– 12199 2.2.25.3 : ουμένοις λόγοις ξύνοιδα οὖσιν ἀλαζόσι, καὶ ἄν τις αὐτοὺς 12200 2.2.25.4 : μὴ φυλάττηται, εὖ μάλ´ ἐξαπατῶσι καὶ ἐν γεωμετρίᾳ καὶ 12201 2.2.25.5 : ἐν 〈τοῖς〉 ἄλλοις ἅπασι. 12202 2.3.t.1 : {1〈Περὶ ῥητορικῆς.〉}1 12203 2.3.1.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Ἀλκιβιάδου>20 βʹ (p. 145E). 12204 2.3.1.2 : Ποίαν οὖν οἴει πολιτείαν εἶναι τοξοτῶν τε ἀγαθῶν 12205 2.3.1.3 : καὶ αὐλητῶν, ἔτι δὲ καὶ ἀθλητῶν τε καὶ τῶν ἄλλων τε– 12206 2.3.1.4 : χνιτῶν, ἀναμεμιγμένων ἐν τούτοις οἷς ἄρτι εἰρήκαμεν, τῶν 12207 2.3.1.5 : τε αὐτὸ τὸ πολεμεῖν εἰδότων καὶ αὐτὸ τὸ ἀποκτιννύναι, 12208 2.3.1.6 : πρὸς δὲ καὶ ἀνδρῶν ῥητορικῶν πολιτικὸν φύσημα φυσών– 12209 2.3.1.7 : των, ἁπάντων δὲ τούτων ὄντων ἄνευ τῆς τοῦ βελτίστου 12210 2.3.1.8 : ἐπιστήμης καὶ τοῦ εἰδότος ὁπότε βέλτιστον ἑνὶ ἑκάστῳ 12211 2.3.1.9 : τούτων χρήσασθαι καὶ πρὸς τίνα; —Φαύλην τινὰ ἔγωγε, 12212 2.3.1.10 : ὦ Σώκρατες. 12213 2.3.2.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Γοργίου>20 (p. 452E–453A). 12214 2.3.2.2 : Νῦν μοι δοκεῖς δηλῶσαι, ὦ Γοργία, ἐγγύτατα, τὴν 12215 2.3.2.3 : ῥητορικὴν ἥντινα τέχνην ἡγῇ εἶναι, καὶ εἴ τι ἐγὼ συνίημι, 12216 2.3.2.4 : λέγεις ὅτι πειθοῦς δημιουργός ἐστιν ἡ ῥητορική, καὶ ἡ 12217 2.3.2.5 : πραγματεία αὐτῆς ἅπασα καὶ τὸ κεφάλαιον εἰς τοῦτο τε– 12218 2.3.2.6 : λευτᾷ. ἢ ἔχεις τι λέγειν ἐπὶ πλέον τὴν ῥητορικὴν δύνα– 12219 2.3.2.7 : σθαι, ἢ πειθὼ τοῖς ἀκούουσιν ἐν τῇ ψυχῇ ποιεῖν; — 12220 2.3.2.8 : Οὐδαμῶς, ὦ Σώκρατες, ἀλλά μοι δοκεῖς ἱκανῶς ὁρίζεσθαι. 12221 2.3.3a.1 : <20Πλάτωνος>20 (Com. II p. 680 fr. inc. 4). 12222 2.3.3a.2 : ἂν γὰρ ἀποθάνῃ 12223 2.3.3a.3 : εἷς τις πονηρὸς, δύ´ ἀνέφυσαν ῥήτορες· 12224 2.3.3a.4 : οὐδεὶς γὰρ ἡμῖν Ἰόλεως ἐν τῇ πόλει, 12225 2.3.3a.5 : ὅστις ἐπικαύσει τὰς κεφαλὰς τῶν ῥητόρων. 12226 2.3.4.1 : 〈Incerti comici (=Plat. fr. inc. l. s. v. 5)〉. 12227 2.3.4.2 : Κεκολλόπευκας· τοιγαροῦν ῥήτωρ ἔσῃ. 12228 2.3.4.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ.>20 12229 2.3.4.2 : Ἰδών τινα Πλάτων φαῦλα μὲν πράττοντα, δίκας δὲ 12230 2.3.4.3 : ὑπὲρ ἑτέρων λέγοντα, εἶπεν, Οὗτος νοῦν „ἐπὶ γλώσσῃ φέρει“. 12231 2.4.t.1 : {1〈Περὶ λόγου καὶ γραμμάτων〉.}1 12232 2.4.1.1 : 〈<20Ἡσιόδου>20 (Theog. 85–92)〉. 12233 2.4.1.2 : Πάντες ἐς αὐτὸν ὁρῶσι διακρίνοντα θέμιστας 12234 2.4.1.3 : ἰθείῃσι δίκῃσιν· ὁ δ´ ἀσφαλέως ἀγορεύων 12235 2.4.1.4 : αἶψά τε καὶ μέγα νεῖκος ἐπισταμένως κατέπαυσε. 12236 2.4.1.5 : τοὔνεκα γὰρ βασιλῆες ἐχέφρονες, οὕνεκα λαοῖς 12237 2.4.1.6 : βλαπτομένοις ἀγορῇφι μετάτροπα ἔργα τελεῦσι, 12238 2.4.1.7 : ῥηιδίως μαλακοῖσι παραιφάμενοι ἐπέεσσιν. 12239 2.4.1.8 : ἐρχόμενον δ´ ἀνὰ ἄστυ θεὸν ὡς ἱλάσκονται 12240 2.4.1.9 : αἰδοῖ μειλιχίῃ· μετὰ δὲ πρέπει ἀγρομένοισιν. 12241 2.4.2.1 : <20Αἰσχύλου Προμηθέως>20 ( 459–461). 12242 2.4.2.2 : Καὶ μὴν ἀριθμὸν ἔξοχον σοφισμάτων 12243 2.4.2.3 : ἐξηῦρον αὐτοῖς γραμμάτων τε σύνθεσιν, 12244 2.4.2.4 : μνήμην ἁπάντων μουσομήτορ´ ἐργάνην. 12245 2.4.3.1 : <20Φιλήμονος>20 (Com. IV p. 42, fr. inc. sed. 25ab). 12246 2.4.3.2 : Ἆρ´ ἔστι τοῖς νοσοῦσι χρήσιμος λόγος. 12247 2.4.3.3 : ὡς σπληνίον πρὸς ἕλκος οἰκείως τεθὲν 12248 2.4.3.4 : τὴν φλεγμονὴν ἔπαυσεν, οὕτω καὶ λόγος. 12249 2.4.4.1 : <20Εὐριπίδου>20 (fr. 1049 N.). 12250 2.4.4.2 : Καὶ τῶν παλαιῶν πόλλ´ ἔπη καλῶς ἔχει· 12251 2.4.4.3 : λόγοι γὰρ ἐσθλοὶ φάρμακον φόβου βροτοῖς. 12252 2.4.5.1 : <20Φιλητᾶ Παιγνίων>20 (fr. 1 p. 41 ed. Bach.). 12253 2.4.5.2 : Οὐ μέ τις ἐξ ὀρέων ἀποφώλιος ἀγροιώτης 12254 2.4.5.3 : αἱρήσει κλήθρην, αἰρόμενος μακέλην· 12255 2.4.5.4 : ἀλλ´ ἐπέων εἰδὼς κόσμον καὶ πολλὰ μογήσας, 12256 2.4.5.5 : μύθων παντοίων οἶμον ἐπιστάμενος. 12257 2.4.6.1 : <20Εὐριπίδου Ἡρακλέους>20 ( 673–676). 12258 2.4.6.2 : Οὐ παύσομαι τὰς Χάριτας 12259 2.4.6.3 : Μούσαις συγκαταμιγνὺς 12260 2.4.6.4 : ἁδίσταν συζυγίαν. 12261 2.4.6.5 : μὴ ζῴην μετ´ ἀμουσίας. 12262 2.4.7.1 : <20Εὐριπίδου Ἀνδρομέδας>20 (fr. 148 N.). 12263 2.4.7.2 : Ὦ τλῆμον, ὡς σοὶ τὰς τύχας μὲν ἀσθενεῖς 12264 2.4.7.3 : ἔδωχ´ ὁ δαίμων· μέγα φρονοῦσι δ´ οἱ λόγοι. 12265 2.4.8.1 : <20Εὐριπίδου Παλαμήδῃ>20 (fr. 582 N.). 12266 2.4.8.2 : Τὰ τῆς γε λήθης φάρμακ´ ὀρθώσας μόνος 12267 2.4.8.3 : ἄφωνα καὶ φωνοῦντα συλλαβάς τε θεὶς 12268 2.4.8.4 : ἐξεῦρον ἀνθρώποισι γράμματ´ εἰδέναι, 12269 2.4.8.5 : ὥστ´ οὐ παρόντα ποντίας ὑπὲρ πλακὸς 12270 2.4.8.6 : τἀκεῖ κατ´ οἴκους πάντ´ ἐπίστασθαι καλῶς, 12271 2.4.8.7 : παισίν τ´ ἀποθνῄσκοντα χρημάτων μέτρον 12272 2.4.8.8 : γράψαντας εἰπεῖν, τὸν λαβόντα δ´ εἰδέναι. 12273 2.4.8.9 : ἃ δ´ εἰς ἔριν πίπτουσιν ἀνθρώποις κακά, 12274 2.4.8.10 : δέλτος διαιρεῖ, κοὐκ ἐᾷ ψευδῆ λέγειν. 12275 2.4.9.1 : <20Καλλιμάχου 〈αἰτίων>20〉 βʹ (fr. 106 Bentl. p. 371 Schn.). 12276 2.4.9.2 : Καὶ γὰρ ἐγὼ τὰ μὲν ὅσσα καρήατι τῆμος ἔδωκα 12277 2.4.9.3 : ξανθὰ σὺν εὐόδμοις ἁβρὰ λίπη στεφάνοις, 12278 2.4.9.4 : ἄπνοα πάντ´ ἐγένοντο παραχρῆμ´· ὅσσα τ´ ὀδόντων 12279 2.4.9.5 : ἔνδοθι νειαίρην τ´ εἰς ἀχάριστον ἔδυ, 12280 2.4.9.6 : καὶ τῶν οὐδὲν ἔμεινεν ἐς αὔριον· ὅσσα δ´ ἀκουαῖς 12281 2.4.9.7 : εἰσεθέμην, ἔτι μοι μοῦνα πάρεστι τάδε. 12282 2.4.10.1 : <20Φιλήμονος ἐξ Ἀπόλιδος>20 (Com. IV p. 6). 12283 2.4.10.2 : Οὐχὶ μόνον οὗτος εὗρε πῶς λαλήσομεν 12284 2.4.10.3 : αὑτοῖς, ἀπέχοντες πολὺν ἀπ´ ἀλλήλων χρόνον, 12285 2.4.10.4 : οὐδ´ ὃν τρόπον μηδέποτε μηδὲ εἷς πάλιν 12286 2.4.10.5 : ἐπιλήσεθ´ ἡμῶν μηδέν, ἐμβλέψας δέ που 12287 2.4.10.6 : τἀκ τοῦ χρόνου τοῦ παντὸς εἴσετ´· ἀλλὰ καὶ 12288 2.4.10.7 : ψυχῆς ἰατρὸν κατέλιπεν τὰ γράμματα. 12289 2.4.11.1 : <20Ἰσοκράτους Εὐαγόρᾳ>20 ( 73). 12290 2.4.11.2 : Ἐγὼ δέ, ὦ Νικόκλεις, ἡγοῦμαι μὲν εἶναι καλὰ μνη– 12291 2.4.11.3 : μεῖα καὶ τὰς τῶν σωμάτων εἰκόνας· πολὺ μέντοι πλείονος 12292 2.4.11.4 : ἀξίας 〈τὰς〉 τῶν πράξεων καὶ τῆς διανοίας, ἃς ἐν τοῖς 12293 2.4.11.5 : λόγοις ἄν τις μόνον τοῖς τεχνικῶς ἔχουσι θεωρήσειεν. 12294 2.4.12.1 : <20Δημοκρίτου>20 (fr. mor. 222 Mullach.). 12295 2.4.12.2 : Ἰσχυρὸν ἐς πειθὼ λόγος γίγνεται. 12296 2.4.13.1 : <20Σωκράτους.>20 12297 2.4.13.2 : Ἐν μὲν πολέμῳ πρὸς ἀσφάλειαν σίδηρος χρυσοῦ κρείτ– 12298 2.4.13.3 : των, ἐν δὲ τῷ ζῆν ὁ λόγος τοῦ πλούτου. 12299 2.4.14.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ.>20 12300 2.4.14.2 : Ὁ λόγος ὥσπερ πλάστης ἀγαθὸς καλὸν τῇ ψυχῇ 12301 2.4.14.3 : περιτίθησι σχῆμα. 12302 2.4.15.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φιλήβου>20 (p. 18B–D). 12303 2.4.15.2 : Ἐπειδὴ φωνὴν ἄπειρον κατενόησεν, εἴτε τις θεός, εἴτε 12304 2.4.15.3 : καὶ θεῖος ἄνθρωπος, ὡς ὁ λόγος ἐν Αἰγύπτῳ Θεὺθ τινὰ 12305 2.4.15.4 : τοῦτον γενέσθαι λέγων, ὃς πρῶτος τὰ φωνήενται ἐν τῷ 12306 2.4.15.5 : ἀπείρῳ κατενόησεν, οὐχ ἓν ὄντα, ἀλλὰ πλείω· καὶ πάλιν 12307 2.4.15.6 : ἕτερα, φωνῆς μὲν οὔ, φθόγγου δὲ μετέχοντά τινος, ἀριθ– 12308 2.4.15.7 : μὸν δέ τινα καὶ τούτων εἶναι· τρίτον δὲ εἶδος γραμμάτων 12309 2.4.15.8 : διεστήσατο τὰ νῦν λεγόμενα ἄφωνα ἡμῖν· τὸ μετὰ τοῦτο 12310 2.4.15.9 : διῄρει τά τε ἄφθογγα καὶ ἄφωνα μέχρι καὶ ἑνὸς ἑκάστου 12311 2.4.15.10 : καὶ τὰ φωνήεντα καὶ τὰ μέσα κατὰ τὸν 〈αὐτὸν〉 τρόπον, 12312 2.4.15.11 : ἕως ἀριθμὸν αὐτῶν λαβὼν ἑνί τε ἑκάστῳ καὶ ξύμπασι 12313 2.4.15.12 : στοιχεῖον ἐπωνόμασε. Καθορῶν δὲ ὡς οὐδεὶς ἡμῶν οὐδ´ 12314 2.4.15.13 : ἂν ἓν αὐτὸ καθ´ αὑτὸ ἄνευ πάντων αὐτῶν μάθοι, τοῦτον 12315 2.4.15.14 : τὸν δεσμὸν αὖ λογισάμενος ὡς ὄντα ἕνα καὶ πάντα ταῦτα 12316 2.4.15.15 : ἕν πως ποιοῦντα, μίαν ἐπ´ αὐτοῖς ὡς οὖσαν γραμματικὴν 12317 2.4.15.16 : τέχνην ἐπεφθέγξατο προσειπών. 12318 2.4.16.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Θεαιτήτου>20 (p. 202BC). 12319 2.4.16.2 : Ὀνομάτων γὰρ συμπλοκὴν εἶναι λόγου οὐσίαν. Οὕτω 12320 2.4.16.3 : δὴ τὰ μὲν στοιχεῖα ἄλογα καὶ ἄγνωστα εἶναι, αἰσθητὰ δέ· 12321 2.4.16.4 : τὰς δὲ συλλαβὰς γνωστάς τε καὶ ῥητὰς καὶ ἀληθεῖ δόξῃ 12322 2.4.16.5 : δοξαστάς. Ὅταν μὲν οὖν ἄνευ λόγου τὴν ἀληθῆ δόξαν 12323 2.4.16.6 : τινός τις λάβῃ, ἀληθεύειν μὲν αὐτοῦ τὴν ψυχὴν περὶ αὐτό, 12324 2.4.16.7 : γιγνώσκειν δ´ οὔ. Τὸν γὰρ μὴ δυνάμενον δοῦναί τε καὶ 12325 2.4.16.8 : δέξασθαι λόγον, ἀνεπιστήμονα εἶναι περὶ τούτου· προσλα– 12326 2.4.16.9 : βόντα δὲ λόγον δυνατόν τε ταῦτα πάντα γεγονέναι καὶ 12327 2.4.16.10 : τελέως πρὸς ἐπιστήμην ἔχειν. 12328 2.4.17.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Σοφιστοῦ>20 (p. 261D–p. 262E). 12329 2.4.17.2 : Φέρε δή, καθάπερ περὶ τῶν εἰδῶν καὶ τῶν γραμμά– 12330 2.4.17.3 : των ἐλέγομεν, περὶ τῶν ὀνομάτων πάλιν ὡσαύτως ἐπι– 12331 2.4.17.4 : σκεψώμεθα· φαίνεται γάρ πῃ ταύτῃ τὸ νῦν ζητούμενον. 12332 2.4.17.5 : {—}Τὸ ποῖον οὖν δὴ περὶ τῶν ὀνομάτων ὑπακουστέον; {—} 12333 2.4.17.6 : Εἴτε πάντα ἀλλήλοις ξυναρμόττει, εἴτε μηδέν, εἴτε τὰ μὲν 12334 2.4.17.7 : ἐθέλει, τὰ δὲ μή. {—}Δῆλον τοῦτό γε, ὅτι τὰ μὲν ἐθέλει, 12335 2.4.17.8 : τὰ δ´ οὔ. {—}Τὸ τοιόνδε λέγεις ἴσως, ὅτι τὰ μὲν ἐφεξῆς 12336 2.4.17.9 : λεγόμενα καὶ δηλοῦντά τι ξυναρμόττει· τὰ δὲ τῇ συνεχείᾳ 12337 2.4.17.10 : μηδὲν σημαίνοντα ἀναρμοστεῖ. {—}Πῶς τί τοῦτ´ εἶπας; 12338 2.4.17.11 : {—}Ὅπερ ᾠήθην ὑπολαβόντα σὲ προσομολογεῖν· ἔστι γὰρ 12339 2.4.17.12 : ἡμῖν που τῶν τῇ φωνῇ περὶ τὴν οὐσίαν δηλωμάτων διτ– 12340 2.4.17.13 : τὸν γένος. {—}Πῶς; {—}Τὸ μὲν ὀνόματα, τὸ δὲ ῥήματα 12341 2.4.17.14 : κληθέν. {—}Εἰπὲ ἑκάτερον. {—}Τὸ μὲν ἐπὶ ταῖς πράξεσιν 12342 2.4.17.15 : ὂν δήλωμα, ῥῆμά που λεγόμενον. {—}Ναί. {—}Τὸ δέ γε 12343 2.4.17.16 : ἐπ´ αὐτοῖς τοῖς ἐκείνας πράττουσι σημεῖον τῆς φωνῆς 12344 2.4.17.17 : ἐπιτηθὲν ὄνομα. {—}Κομιδῇ μὲν οὖν. {—}Οὐκοῦν ἐξ ὀνο– 12345 2.4.17.18 : μάτων μὲν μόνων συνεχῶς λεγομένων οὐκ ἔστι ποτὲ λόγος, 12346 2.4.17.19 : οὐδ´ αὖ ῥημάτων χωρὶς ὀνομάτων λεχθέντων. {—}Ταῦτ´ 12347 2.4.17.20 : οὐκ ἔμαθον. {—}Δῆλον γὰρ ὡς πρὸς ἕτερόν τι βλέπων 12348 2.4.17.21 : ἄρτι ξυνωμολόγεις· ἐπεὶ τοῦτ´ αὐτὸ ἐβουλόμην εἰπεῖν, 12349 2.4.17.22 : ὅτι ξυνεχῶς ὧδε λεγόμενα ταῦτ´ οὐκ ἔστι λόγος. {—}Πῶς; 12350 2.4.17.23 : {—}Οἷον, βαδίζει, τρέχει, καθεύδει, καὶ τἆλλα ὅσα πράξεις 12351 2.4.17.24 : σημαίνει ῥήματα, κἂν πάντα τις ἐφεξῆς αὐτὰ εἴπῃ, λόγον 12352 2.4.17.25 : οὐδέν τι μᾶλλον ἀπεργάζεται. {—}Πῶς γάρ; {—}Οὐκοῦν καὶ 12353 2.4.17.26 : πάλιν ὅταν λέγηται, λέων, ἔλαφος, ἵππος, ὅσα τε ὀνόματα 12354 2.4.17.27 : τῶν τὰς πράξεις αὖ πραττόντων ὠνομάσθη, καὶ κατὰ ταύ– 12355 2.4.17.28 : την δὴ τὴν συνέχειαν οὐδείς πω ξυνέστη λόγος. Οὐδεμίαν 12356 2.4.17.29 : γὰρ οὔτε οὕτως οὔτ´ ἐκείνως πρᾶξιν οὐδ´ ἀπραξίαν, οὐδὲ 12357 2.4.17.30 : οὐσίαν ὄντος οὐδὲ μὴ ὄντος δηλοῖ τὰ φωνηθέντα, πρὶν 12358 2.4.17.31 : ἄν τις τοῖς ὀνόμασι τὰ ῥήματα κεράσῃ· τότε δ´ ἥρμοσέ 12359 2.4.17.32 : τε καὶ λόγος ἐγένετο εὐθὺς ἡ πρώτη συμπλοκὴ σχεδὸν 12360 2.4.17.33 : τῶν λόγων, ὁ πρῶτός τε καὶ σμικρότατος. {—}Πῶς ἄρ´ 12361 2.4.17.34 : ὧδε λέγεις; {—}Ὅταν εἴπῃ τις, ἄνθρωπος μανθάνει, λόγον 12362 2.4.17.35 : εἶναι φὴς τοῦτον ἐλάχιστόν τε καὶ πρῶτον; {—}Ἔγωγε. {—} 12363 2.4.17.36 : Δηλοῖ γὰρ ἤδη που τότε περὶ τῶν ὄντων ἢ γιγνομένων 12364 2.4.17.37 : ἢ γεγονότων ἢ μελλόντων· καὶ οὐκ ὀνομάζει μόνον, ἀλλά 12365 2.4.17.38 : τι περαίνει συμπλέκων τὰ ῥήματα τοῖς ὀνόμασι. Διὸ 12366 2.4.17.39 : λέγειν τε αὐτόν, ἀλλ´ οὐ μόνον ὀνομάζειν εἴπομεν· καὶ 12367 2.4.17.40 : δὴ καὶ τῷ πλέγματι τούτῳ τὸ ὄνομα ἐπεφθεγξάμεθα λό– 12368 2.4.17.41 : γον. {—}Ὀρθῶς. {—}Οὕτω δὴ καθάπερ τὰ πράγματα τὰ 12369 2.4.17.42 : μὲν ἀλλήλοις ἥρμοττε, τὰ δ´ οὔ· καὶ περὶ τὰ τῆς φωνῆς 12370 2.4.17.43 : αὖ σημεῖα τὰ μὲν οὐχ ἁρμόττει, τὰ δὲ ἁρμόττοντα αὐτῶν 12371 2.4.17.44 : λόγον ἀπειργάσατο. {—}Παντάπασι μὲν οὖν. 12372 2.4.18.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ Φαίδρου>20 (p. 274B–275D). 12373 2.4.18.2 : Οὐκοῦν τὸ μὲν τέχνης τε καὶ ἀτεχνίας λόγων πέρι 12374 2.4.18.3 : ἱκανῶς ἐχέτω. {—}Τί μήν; {—}Τὸ δ´ εὐπρεπείας 〈δὴ γρα– 12375 2.4.18.4 : φῆς πέρι καὶ ἀπρεπείας〉, πῇ γιγνόμενον καλῶς ἂν ἔχοι, 12376 2.4.18.5 : καὶ ὅπῃ ἀπρεπῶς, λοιπόν. ἦ γάρ; {—}Ναί. {—}Οἶσθ´ οὖν 12377 2.4.18.6 : ὅπῃ μάλιστα θεῷ χαριεῖ λόγων πέρι πράττων ἢ λέγων; 12378 2.4.18.7 : {—}Οὐδαμῶς· σὺ δέ; {—}Ἀκοήν γ´ ἔχω λέγειν τῶν προτέ– 12379 2.4.18.8 : ρων· τὸ δ´ ἀληθὲς αὐτοὶ ἴσασιν. Εἰ δὲ τοῦτο εὕροιμεν 12380 2.4.18.9 : αὐτοί, ἆρά γ´ ἂν ἔθ´ ἡμῖν μέλοι τι τῶν ἀνθρωπίνων 12381 2.4.18.10 : δοξασμάτων; {—}Γελοῖον ἤρου· ἀλλ´ ἃ φὴς ἀκηκοέναι, 12382 2.4.18.11 : λέγε. {—}Ἤκουσα τοίνυν περὶ Ναύκρατιν τῆς Αἰγύπτου 12383 2.4.18.12 : γενέσθαι τῶν ἐκεῖ παλαιῶν τινα θεῶν, οὗ καὶ τὸ ὄρνεον 12384 2.4.18.13 : ἱερόν, ὃ δὴ καλοῦσιν Ἶβιν· αὐτῷ δὲ ὄνομα τῷ δαίμονι εἶναι 12385 2.4.18.14 : Θεύθ. Τοῦτον δὴ πρῶτον ἀριθμόν τε καὶ λογισμὸν εὑρεῖν, 12386 2.4.18.15 : καὶ γεωμετρίαν καὶ ἀστρονομίαν, ἔτι δὲ πεττείας τε καὶ 12387 2.4.18.16 : κυβείας, καὶ δὴ καὶ γράμματα. Βασιλέως δ´ αὖ τότε ὄντος 12388 2.4.18.17 : Αἰγύπτου ὅλης Θαμοῦ περὶ τὴν μεγάλην πόλιν τοῦ ἄνω 12389 2.4.18.18 : τόπου, ἣν οἱ Ἕλληνες Αἰγυπτίας Θήβας καλοῦσι, καὶ τὸν 12390 2.4.18.19 : θεὸν Ἄμμωνα, παρὰ τοῦτον ἐλθὼν ὁ Θεὺθ τὰς τέχνας 12391 2.4.18.20 : ἐπέδειξε, καὶ ἔφη δεῖν διαδοθῆναι τοῖς ἄλλοις Αἰγυπτίοις. 12392 2.4.18.21 : Ὁ δὲ ἤρετο ἣν δὴ ἑκάστη ἔχει ὠφέλειαν. Διεξιόντος δέ, 12393 2.4.18.22 : ὅτι καλῶς ἢ μὴ καλῶς δοκοίη λέγειν, τὸ μὲν ἔψεγε, τὸ 12394 2.4.18.23 : δ´ ἐπῄνει. Πολλὰ μὲν δὴ περὶ ἑκάστης τῆς τέχνης ἐπ´ 12395 2.4.18.24 : ἀμφότερα Θαμοῦν τῷ Θεὺθ λέγεται ἀποφήνασθαι, ἃ λό– 12396 2.4.18.25 : γος πολὺς μὲν ἂν εἴη διελθεῖν· ἐπειδὴ δ´ ἐπὶ τοῖς γράμ– 12397 2.4.18.26 : μασιν ἦν, Τοῦτο δέ, ὦ βασιλεῦ, τὸ μάθημα, ἔφη ὁ Θεύθ, 12398 2.4.18.27 : σοφωτέρους Αἰγυπτίους καὶ μνημονικωτέρους παρέξει, 12399 2.4.18.28 : μνήμης τε γὰρ καὶ σοφίας φάρμακον εὑρέθη. Ὁ δ´ εἶπεν, 12400 2.4.18.29 : Ὦ τεχνικώτατε Θεύθ, ἄλλος μὲν δυνατὸς τεκεῖν τὰ τέχνης, 12401 2.4.18.30 : ἄλλος δὲ κρῖναι, τίν´ ἔχει μοῖραν βλάβης τε καὶ ὠφελείας 12402 2.4.18.31 : τοῖς μέλλουσι χρῆσθαι. Καὶ νῦν σὺ πατὴρ ὢν γραμμά– 12403 2.4.18.32 : των δι´ εὔνοιαν τοὐναντίον εἶπες ἢ δύναται. Τοῦτο γὰρ 12404 2.4.18.33 : τῶν μαθόντων λήθην μὲν ἐν ψυχαῖς παρέξει, μνήμης ἀμε– 12405 2.4.18.34 : λετησίᾳ, ἅτε διὰ πίστιν γραφῆς ἔξωθεν ὑπ´ ἀλλοτρίων 12406 2.4.18.35 : τύπων, οὐκ ἔνδοθεν αὐτοὺς ὑφ´ αὑτῶν ἀναμιμνησκομένους. 12407 2.4.18.36 : Οὐκοῦν οὐ μνήμης ἀλλ´ ὑπομνήσεως φάρμακον εὗρες, σο– 12408 2.4.18.37 : φίας δὲ τοῖς μαθηταῖς δόξαν οὐκ ἀλήθειαν πορίζεις. 12409 2.4.18.38 : πολυήκοοι γάρ σοι γενόμενοι ἄνευ διδαχῆς πολυγνώμονες 12410 2.4.18.39 : εἶναι δόξουσιν, ἀγνώμονες ὡς ἐπὶ πλῆθος ὄντες καὶ 12411 2.4.18.40 : χαλεποὶ ξυνεῖναι, δοξόσοφοι γεγονότες ἀντὶ σοφῶν. {—}Ὦ 12412 2.4.18.41 : Σώκρατες, ῥᾳδίως σὺ Αἰγυπτίους καὶ ὁποδαποὺς ἂν ἐθέ– 12413 2.4.18.42 : λῃς λόγους ποιεῖς. {—}Οἱ δέ γ´, ὦ φίλε, ἐν τῷ τοῦ Διὸς 12414 2.4.18.43 : τοῦ Δωδωναίου ἱερῷ δρυὸς λόγους ἔφησαν μαντικοὺς πρώ– 12415 2.4.18.44 : τους γενέσθαι. Τοῖς μὲν οὖν τότε, ἅτε οὐκ οὖσι σοφοῖς, 12416 2.4.18.45 : ὥσπερ ὑμεῖς οἱ νέοι, ἀπέχρη δρυὸς καὶ πέτρας ἀκούειν 12417 2.4.18.46 : ὑπ´ εὐηθείας, εἰ μόνον ἀληθῆ λέγοιεν· σοὶ δ´ ἴσως δια– 12418 2.4.18.47 : φέρει, τίς ὁ λέγων καὶ ποδαπός. Οὐ γὰρ ἐκεῖνο μόνον 12419 2.4.18.48 : σκοπεῖς, εἴτε οὕτως εἴτε ἄλλως ἔχει. {—}Ὀρθῶς ἐπέπληξας. 12420 2.4.18.49 : Καί μοι δοκεῖ περὶ γραμμάτων ἔχειν ᾗπερ ὁ Θηβαῖος 12421 2.4.18.50 : λέγει. {—}Οὐκοῦν ὁ τέχνην οἰόμενος ἐν γράμμασι κατα– 12422 2.4.18.51 : λείπειν, καὶ αὖ ὁ παραδεχόμενος, ὥς τι σαφὲς καὶ βέβαιον 12423 2.4.18.52 : ἐκ γραμμάτων ἐσόμενον, πολλῆς ἂν εὐηθείας γέμοι· καὶ 12424 2.4.18.53 : τῷ ὄντι τὴν Ἄμμωνος μαντείαν ἀγνοοῖ, πλέον τι οἰόμενος 12425 2.4.18.54 : εἶναι λόγους γεγραμμένους καὶ τοῦ τὸν εἰδότα ὑπομνῆσαι 12426 2.4.18.55 : περὶ ὧν ἂν ᾖ τὰ γεγραμμένα. {—}Ὀρθότατα. 12427 2.4.19.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ Φαίδρου>20 (p. 275DE). 12428 2.4.19.2 : Δεινὸν γάρ που, ὦ Φαῖδρε, τοῦτ´ ἔχει γραφὴ καὶ 12429 2.4.19.3 : ὡς ἀληθῶς ὅμοιον ζωγραφίᾳ. Καὶ γὰρ τὰ ἐκείνης ἔκγονα 12430 2.4.19.4 : ἕστηκεν μὲν ὡς ζῶντα· ἐὰν δὲ ἔρῃ τι, σεμνῶς πάνυ σιγᾷ. 12431 2.4.19.5 : Ταὐτὸν δὲ καὶ οἱ λόγοι· δόξαις μὲν ἂν ὥς τι φρονοῦντας 12432 2.4.19.6 : αὐτοὺς λέγειν· ἐὰν δέ τι ἔρῃ τῶν λεγομένων βουλόμενος 12433 2.4.19.7 : μαθεῖν, ἕν τι σημαίνει μόνον ταὐτὸν ἀεί. Ὅταν δὲ ἅπαξ 12434 2.4.19.8 : γραφῇ, κυλινδεῖται μὲν πανταχοῦ πᾶς λόγος ὁμοίως παρὰ 12435 2.4.19.9 : τοῖς ἐπαΐουσιν. 12436 2.5.t.1 : {1〈Περὶ ποιητικῆς〉.}1 12437 2.5.1.1 : <20Πλάτωνος Νόμων>20 δʹ (p. 719C). 12438 2.5.1.2 : Παλαιὸς μῦθος, ὦ νομοθέτα, ὑπό τε αὐτῶν ἡμῶν 12439 2.5.1.3 : ἀεὶ λεγόμενός ἐστι καὶ τοῖς ἄλλοις πᾶσιν ξυνδεδογμένος, 12440 2.5.1.4 : ὅτι ποιητὴς ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, 12441 2.5.1.5 : τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν, οἷον δὲ κρήνη τις τὸ ἐπιὸν ῥεῖν 12442 2.5.1.6 : ἑτοίμως ἐᾷ· καὶ τῆς τέχνης οὔσης μιμήσεως ἀναγκάζεται, 12443 2.5.1.7 : ἐναντίως ἀλλήλοις ἀνθρώπους ποιῶν διατιθεμένους, ἐναν– 12444 2.5.1.8 : τία λέγειν αὑτῷ πολλάκις· οἶδε δὲ οὔτ´ εἰ ταῦτα οὔτ´ εἰ 12445 2.5.1.9 : θάτερα ἀληθῆ τῶν λεγομένων. 12446 2.5.2.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ Φαίδρου>20 (p. 245A). 12447 2.5.2.2 : Ὃς δ´ ἂν ἄνευ μανίας Μουσῶν ἐπὶ ποιητικὰς θύρας 12448 2.5.2.3 : ἀφίκηται, πεισθεὶς ἄρα ὡς ἐκ τέχνης ἱκανὸς ποιητὴς ἐσό– 12449 2.5.2.4 : μενος, ἀτελὴς αὐτός τε καὶ ἡ ποίησις. 12450 2.5.3.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Ἴωνος>20 (p. 533D–534D). 12451 2.5.3.2 : Ἔστι γὰρ τοῦτο τέχνη μὲν οὐκ ἂν παρά σοι περὶ 12452 2.5.3.3 : Ὁμήρου εὖ λέγειν, ὃ νῦν δὴ ἔλεγον, θεία δὲ δύναμις ἥ σε 12453 2.5.3.4 : κινεῖ, ὥσπερ ἐν τῇ λίθῳ, ἣν Εὐριπίδης μὲν Μαγνῆτιν 12454 2.5.3.5 : ὠνόμασεν, οἱ δὲ πολλοὶ Ἡρακλείαν· καὶ γὰρ αὕτη ἡ λίθος 12455 2.5.3.6 : οὐ μόνον αὐτοὺς τοὺς δακτυλίους ἄγει τοὺς σιδηροῦς, ἀλλὰ 12456 2.5.3.7 : καὶ δύναμιν ἐντίθησι τοῖς δακτυλίοις, ὥστε δύνασθαι ταὐ– 12457 2.5.3.8 : τὸν τοῦτο ποιεῖν, ὅπερ ἡ λίθος, ἄλλους ἄγειν δακτυλίους· 12458 2.5.3.9 : ὥστ´ ἐνίοτε ὁρμαθὸς πάνυ μακρὸς σιδηρίων καὶ δακτυλίων 12459 2.5.3.10 : ἐξ ἀλλήλων ἤρτηται, πᾶσι δὲ τούτοις ἐξ ἐκείνης τῆς λίθου 12460 2.5.3.11 : ἡ δύναμις ἀνήρτηται. Οὕτω δὲ καὶ ἡ Μοῦσα ἐνθέους 12461 2.5.3.12 : μὲν ποιεῖ αὐτή, διὰ δὲ τῶν ἐνθέων τούτων ἄλλος ἐνθου– 12462 2.5.3.13 : σιαζόντων ὁρμαθὸς ἐξαρτᾶται. Πάντες γὰρ τῶν ἐπῶν 12463 2.5.3.14 : ποιηταὶ οἱ ἀγαθοὶ οὐκ ἐκ τέχνης, ἀλλ´ ἔνθεοι ὄντες καὶ 12464 2.5.3.15 : κατεχόμενοι πάντα ταῦτα τὰ καλὰ λέγουσι ποιήματα· καὶ 12465 2.5.3.16 : οἱ μελοποιοὶ οἱ ἀγαθοὶ ὡσαύτως, ὥσπερ οἱ κορυβαντιῶν– 12466 2.5.3.17 : τες οὐκ ἔμφρονες ὄντες 〈ὀρχοῦνται, οὕτω καὶ οἱ μελοποιοὶ 12467 2.5.3.18 : οὐκ ἔμφρονες ὄντες〉 τὰ καλὰ μέλη ταῦτα ποιοῦσιν, ἀλλ´ 12468 2.5.3.19 : ἐπειδὰν ἐμβῶσιν εἰς τὴν ἁρμονίαν καὶ εἰς τὸν ῥυθμόν, 12469 2.5.3.20 : βακχεύουσι καὶ κατεχόμενοι ὥσπερ ἀρύτονται ἐκ τῶν πο– 12470 2.5.3.21 : ταμῶν μέλι καὶ γάλα κατεχόμενοι, ἔμφρονες δὲ οὔ, καὶ 12471 2.5.3.22 : τῶν μελοποιῶν ἡ ψυχὴ τοῦτο ἐργάζεται, ὅπερ αὐτοὶ λέ– 12472 2.5.3.23 : γουσι. Λέγουσι γὰρ δήπουθεν πρὸς ἡμᾶς οἱ ποιηταί, 12473 2.5.3.24 : ὅτι ἀπὸ κρηνῶν μελιρρύτων ἢ ἐκ Μουσῶν κήπων τινῶν 12474 2.5.3.25 : καὶ ναπῶν δρεπόμενοι τὰ μέλη ἡμῖν φέρουσιν ὥσπερ αἱ 12475 2.5.3.26 : μέλιτται. καὶ αὐτοὶ οὕτω πετόμενοι, καὶ ἀληθῆ λέγουσι. 12476 2.5.3.27 : Κοῦφον γὰρ χρῆμα ποιητής ἐστι καὶ πτηνὸν καὶ ἱερὸν 12477 2.5.3.28 : καὶ οὐ πρότερον οἷός τε ποιεῖν πρὶν ἂν ἔνθεος γένηται 12478 2.5.3.29 : καὶ ἔκφρων, καὶ ὁ νοῦς ἐν αὐτῷ μηκέτι ᾖ ...... Ἐπεὶ 12479 2.5.3.30 : εἰ περὶ ἑνὸς τέχνῃ καλῶς ἠπίσταντο λέγειν, κἂν περὶ τῶν 12480 2.5.3.31 : ἄλλων πάντων. Διὰ ταῦτα δὲ ὁ θεὸς ἐξαιρούμενος τού– 12481 2.5.3.32 : των τὸν νοῦν τούτοις χρῆται ὑπηρέταις καὶ τοῖς χρη– 12482 2.5.3.33 : σμῳδοῖς καὶ τοῖς μάντεσι τοῖς θείοις, ἵνα ἡμεῖς οἱ ἀκού– 12483 2.5.3.34 : οντες εἰδῶμεν, ὅτι οὐχ οὗτοί εἰσιν οἱ ταῦτα λέγοντες, τὰ 12484 2.5.3.35 : οὕτω πολλοῦ ἄξια, οἷς νοῦς μὴ πάρεστιν, ἀλλὰ ὁ θεός 12485 2.5.3.36 : ἐστιν αὐτὸς ὁ λέγων ταῦτα, διὰ τούτων δὲ φθέγγεται 12486 2.5.3.37 : πρὸς ἡμᾶς. 12487 2.6.t.1 : {1〈Περὶ χαρακτῆρος τῶν παλαιῶν〉.}1 12488 2.6.1.1 : <20Πλάτων>20 τὰ πολλὰ ὧν τινες συγγράφουσι τοῖς Ἀδω– 12489 2.6.1.2 : νιακοῖς κήποις εἴκαζεν, οἳ τὴν χάριν ἐφήμερον ἔχοντες 12490 2.6.1.3 : ῥᾳδίως μαραίνονται. 12491 2.7.t.1 : {1Περὶ τοῦ ἠθικοῦ εἴδους τῆς φιλοσοφίας.}1 12492 2.7.1.1 : 〈<20Ἐκ τῆς Διδύμου ἐπιτομῆς>20〉. 12493 2.7.1.2 : <20Ἠθική>20 ἐστι δύναμις ψυχῆς, δι´ ἧς ἀσκηθείσης καλῶς 12494 2.7.1.3 : ἡ πρακτικὴ κατασκευάζεται ἀρετή, ἢ λόγος καθ´ ὃν χρη– 12495 2.7.1.4 : σόμεθα ἐθιστῇ ἀρετῇ. 12496 2.7.1.5 : <20Ἦθος>20 δέ ἐστι ποιότης τοῦ ἀλόγου μέρους τῆς ψυχῆς 12497 2.7.1.6 : ὑποτακτικῶς ἔχειν ἐθιζομένου τῷ λόγῳ. 12498 2.7.1.7 : <20Ἄλλως·>20 Ἄλογον μέρος τῆς ψυχῆς εἰθισμένον ὑπα– 12499 2.7.1.8 : κούειν τῷ λόγῳ· ἢ πάθος ἢ παθητικὸν μέρος τῆς ψυχῆς 12500 2.7.1.9 : εἰθισμένον ὑπακούειν τῷ λογικῷ. 12501 2.7.1.10 : <20Ἄλλως·>20 Πάθος ἢ τὸ ὀρεκτικὸν μέρος τῆς ψυχῆς 12502 2.7.1.11 : εἰθισμένον ὑπακούειν τοῦ λογικοῦ. 12503 2.7.1.12 : Πάρεστι δὲ κἀκείνως ὁρίζεσθαι· ὁρμὴ ψυχῆς πρα– 12504 2.7.1.13 : κτικὴ ἢ κίνησις τῆς ψυχῆς καθ´ ὁρμὴν ἢ ποιότης ἀλόγου 12505 2.7.1.14 : μορίου ψυχῆς ἢ ψυχῆς τοῦ ἀλόγου μέρους ποιότης καθ´ 12506 2.7.1.15 : ὑποτακτικὸν λόγον δυναμένη τῷ λογικῷ ἐπακολουθεῖν. 12507 2.7.1.16 : Οὕτως μὲν οὖν οἱ κατὰ <20Πλάτωνα>20 φιλοσοφοῦντες 12508 2.7.1.17 : ὁρίζονται· οἱ δὲ κατὰ <20Ζήνωνα τὸν Στωϊκὸν>20 τροπικῶς· 12509 2.7.1.18 : <20ἦθός>20 ἐστι πηγὴ βίου, ἀφ´ ἧς αἱ κατὰ μέρος πράξεις 12510 2.7.1.19 : ῥέουσι. 12511 2.7.1.20 : <20Πάθος>20 δ´ ἐστίν, ὡς μὲν <20Ἀριστοτέλης,>20 ἄλογος 12512 2.7.1.21 : ψυχῆς κίνησις πλεοναστική. Τὸ μὲν οὖν ‘ἄλογον’ κατὰ 12513 2.7.1.22 : τοῦ μὴ ἔχοντος τὸν ἀρχικὸν λόγον τάττει, τὸν γὰρ ὑπο– 12514 2.7.1.23 : τακτικὸν ἔχει, καθ´ ὃν ὑπακούειν πέφυκε τοῦ λογικοῦ· τὸ 12515 2.7.1.24 : δὲ ‘πλεοναστικόν’ κατὰ τοῦ πεφυκότος ἐπιδέχεσθαι πλεο– 12516 2.7.1.25 : νασμόν, οὐ κατὰ τοῦ ἤδη πλεονάζοντος· ποτὲ μὲν γὰρ 12517 2.7.1.26 : πλεονάζει, ποτὲ δ´ ἐλλείπει. 12518 2.7.1.27 : Κἀκείνως δὲ ὁρίζεται· πάθος ἐστὶ κίνησις τοῦ ἀλόγου 12519 2.7.1.28 : μέρους τῆς ψυχῆς πλεοναστικὴ κατὰ φαντασίαν ἡδέος ἢ 12520 2.7.1.29 : λυπηροῦ. 12521 2.7.1.30 : Οἱ μὲν οὖν <20Περιπατητικοὶ>20 οὕτως· ὡς δ´ ὁ <20Στωϊ– 12522 2.7.1.31 : κὸς>20 ὡρίσατο <20Ζήνων, πάθος>20 ἐστὶν ὁρμὴ πλεονάζουσα. 12523 2.7.1.32 : Οὐ λέγει ‘πεφυκυῖα πλεονάζειν’, ἀλλ´ ἤδη ἐν πλεονασμῷ 12524 2.7.1.33 : οὖσα· οὐ γὰρ δυνάμει, μᾶλλον δ´ ἐνεργείᾳ. Ὡρίσατο δὲ 12525 2.7.1.34 : κἀκείνως· πάθος ἐστὶ πτοία ψυχῆς, ἀπὸ τῆς τῶν πτηνῶν 12526 2.7.1.35 : φορᾶς τὸ εὐκίνητον τοῦ παθητικοῦ παρεικάσας. 12527 2.7.1.36 : <20Ἠθοποιία>20 δ´ ἐστὶν ἤθους ἐμποίησις. 12528 2.7.1.37 : <20Ἠθικὴ>20 δ´ ἐστὶν ἀρετὴ μεσότης παθῶν, ἢ ἕξις ὁρί– 12529 2.7.1.38 : ζουσα τοῦ πάθους τὴν ὑπερβολὴν καὶ τὴν ἔλλειψιν τῷ 12530 2.7.1.39 : τῆς φρονήσεως λόγῳ· ἢ ἕξις προαιρετικὴ τοῦ καλοῦ περὶ 12531 2.7.1.40 : ἡδονὰς καὶ λύπας. 12532 2.7.1.41 : Ταῦτα μὲν οὖν αὐτάρκη περὶ τῶν <20ὅρων,>20 πολλάκις 12533 2.7.1.42 : γὰρ οἱ περὶ αὐτῶν λόγοι παρεμπεσοῦνται. Χωρητέον δὲ 12534 2.7.1.43 : ἐπὶ τὴν <20διαίρεσιν τοῦ ἠθικοῦ τόπου,>20 εὐθὺς ἀπ´ 12535 2.7.1.44 : αὐτοῦ τοῦ κατὰ διαφορὰν ἐνδεικνύμενον. 12536 2.7.2.1 : <20Διαίρεσις ἠθικοῦ τόπου. 12537 2.7.2.2 : Φίλων>20 ἐγένετο Λαρισαῖος, φιλόσοφος Ἀκαδημιακός, 12538 2.7.2.3 : ἀκουστὴς Κλειτομάχου, τῶν ἱκανὴν εἰσενεγκαμένων προκο– 12539 2.7.2.4 : πὴν ἐν τοῖς λοιποῖς. Οὗτος ὁ Φίλων τά τε ἄλλα πεπρα– 12540 2.7.2.5 : γμάτευται δεξιῶς καὶ διαίρεσιν τοῦ κατὰ φιλοσοφίαν 12541 2.7.2.6 : λόγου, ἣν ἐγὼ προχειριοῦμαι περὶ ἧς ὁ λόγος. Ἐοικέναι 12542 2.7.2.7 : δή φησι τὸν φιλόσοφον ἰατρῷ. Καθάπερ οὖν ἔργον ἰατροῦ 12543 2.7.2.8 : πρῶτον μὲν πεῖσαι τὸν κάμνοντα παραδέξασθαι τὴν θερα– 12544 2.7.2.9 : πείαν, δεύτερον δὲ τοὺς τῶν ἀντισυμβουλευόντων λόγους 12545 2.7.2.10 : ὑφελέσθαι, οὕτως καὶ τοῦ φιλοσόφου. Κεῖται τοίνυν ἑκά– 12546 2.7.2.11 : τερον τούτων ἐν τῷ προσαγορευομένῳ <20προτρεπτικῷ>20 12547 2.7.2.12 : λόγῳ, ἔστι γὰρ ὃ προτρεπτικὸς ὁ παρορμῶν ἐπὶ τὴν ἀρε– 12548 2.7.2.13 : τήν. Τούτου δ´ ὃ μὲν ἐνδείκνυται τὸ μεγαλωφελὲς αὐτῆς, 12549 2.7.2.14 : ὃ δὲ τοὺς ἀνασκευάζοντας ἢ κατηγοροῦντας ἤ πως ἄλλως 12550 2.7.2.15 : κακοηθιζομένους 〈εἰς〉 τὴν φιλοσοφίαν ἀπελέγχει. <20Δεύ– 12551 2.7.2.16 : τερος>20 δὲ μετὰ τοῦτον ὁ 〈τῇ〉 πρὸς τὴν ἰατρικὴν ἀνα– 12552 2.7.2.17 : λογίᾳ δευτέραν ἔχων τάξιν. Ὡς γὰρ ἰατροῦ μετὰ τὸ πεῖ– 12553 2.7.2.18 : σαι παραδέξασθαι τὴν θεραπείαν τὸ προσάγειν ἐστὶ ταύ– 12554 2.7.2.19 : την [τοῦ μὲν θεραπευτικοῦ] τὰ μὲν ἐν τῷ προεκκομίσαι 12555 2.7.2.20 : τὰ νοσοποιὰ τῶν αἰτίων, τὰ δ´ ἐν τῷ τὰ παρασκευαστικὰ 12556 2.7.2.21 : τῆς ὑγιείας ἐνθεῖναι, οὕτως αὖ κἀπὶ τῆς ἐπιστήμης ἔχει· 12557 2.7.2.22 : μετὰ γὰρ τὰ προτρεπτικὰ πειρᾶται τὰ θεραπευτικὰ προσ– 12558 2.7.2.23 : άγειν, ἐφ´ ὃ καὶ τοῖς παρορμητικοῖς κέχρηται διμερῶς· 12559 2.7.2.24 : τὸ μὲν γὰρ ὑπεξαιρετικὸν τῶν ψευδῶς γεγενημένων δοξῶν, 12560 2.7.2.25 : δι´ ἃς τὰ κριτήρια νοσοποιεῖται τῆς ψυχῆς, προσάγει 12561 2.7.2.26 : λόγον, τὸ δὲ τῶν ὑγιῶς ἐχουσῶν ἐνθετικόν. <20Δεύτερος>20 12562 2.7.2.27 : οὖν ὁ <20περὶ ἀγαθῶν καὶ κακῶν>20 τόπος, ἐφ´ ὃν καὶ δι´ 12563 2.7.2.28 : ὃν ἡ προτροπή. Τῷ δὲ τρίτῳ πάλιν ὁ <20τρίτος>20 ἀναλογήσει. 12564 2.7.2.29 : Καὶ γὰρ τῇ ἰατρικῇ σπουδὴ πᾶσα περὶ τὸ τέλος, τοῦτο 12565 2.7.2.30 : δ´ ἦν ὑγίεια, καὶ τῇ φιλοσοφίᾳ περὶ τὴν εὐδαιμονίαν. Συνά– 12566 2.7.2.31 : πτεται δὲ τῷ <20περὶ τελῶν>20 λόγῳ <20λόγος 〈ὁ〉 περὶ βίων.>20 12567 2.7.2.32 : Ἐπί τε γὰρ τῆς ἰατρικῆς οὐκ ἀρκεῖ τὴν ὑγίειαν ἐμποιῆσαι, 12568 2.7.2.33 : χρεία δὲ καὶ τοῦ παρασχεῖν παραγγέλματα περὶ τῆς ὑγι– 12569 2.7.2.34 : είας, οἷς προσέχοντες τὸν νοῦν τὴν εὐεξίαν τοῦ σώματος 12570 2.7.2.35 : διαφυλάξουσι· καὶ δὴ κἀπὶ τοῦ βίου θεωρημάτων τινῶν 12571 2.7.2.36 : ἐστι χρεία, δι´ ὧν ἡ φυλακὴ γενήσεται τοῦ τέλους. Διττὸς 12572 2.7.2.37 : δὲ καὶ ὁ περὶ βίων λόγος, ὃ μὲν <20ἴδιος,>20 ὃ δὲ <20κοινός·>20 12573 2.7.2.38 : ὧν τὸν μὲν <20ἴδιον>20 ἐπισκοπεῖν δέον ἐστὶ τὰ πρὸς ἕκαστον, 12574 2.7.2.39 : οἷον εἰ τῷ νοῦν ἔχοντι πολιτευτέον ἢ τοῖς ἡγεμονικοῖς 12575 2.7.2.40 : συμβιωτέον, ἢ γαμητέον τῷ σοφῷ· τὸν δὲ <20κοινὸν>20 〈τὰ〉 12576 2.7.2.41 : πρὸς ἅπαντας, οἷόν ἐστι· τίς ἀρίστη πολιτεία; εἰ κοινὰς 12577 2.7.2.42 : ποιητέον τὰς ἀρχὰς ἢ τιμητάς; Τοῦτον δὲ τὸν κοινὸν 12578 2.7.2.43 : προσαγορευτέον μὲν <20πολιτικόν,>20 τακτέον δὲ καθ´ αὑτὸν 12579 2.7.2.44 : καίπερ ὄντα μέρος τοῦ περὶ βίων διά τε τὸ μέγεθος καὶ 12580 2.7.2.45 : τὴν κοινότητα. Εἰ μὲν οὖν ἐνεδέχετο πάντας εἶναι σοφούς, 12581 2.7.2.46 : οὐκ ἂν ἐδέησε πλειόνων ἔτι τόπων· οἱ γὰρ κατὰ λεπτὸν 12582 2.7.2.47 : διαιρούμενοι παραφυάδες εἰσὶ τῶν προκειμένων. ἐπεὶ δὲ 12583 2.7.2.48 : καὶ τῶν μέσως διακειμένων ἀνθρώπων πρόνοιαν ποιητέον, 12584 2.7.2.49 : οὕς τινας ἐκ τῶν παραινετικῶν λόγων ὠφελεῖσθαι συμ– 12585 2.7.2.50 : βαίνει, μὴ δυναμένους προσευκαιρεῖν τοῖς διεξοδικοῖς πλά– 12586 2.7.2.51 : τεσιν ἢ διὰ χρόνου στενοχωρίας ἢ διά τινας ἀναγκαίας 12587 2.7.2.52 : ἀσχολίας, ἐπεισενεκτέον <20τὸν ὑποθετικὸν λόγον,>20 δι´ 12588 2.7.2.53 : οὗ τὰς πρὸς τὴν ἀσφάλειαν καὶ τὴν ὀρθότητα τῆς ἑκάστου 12589 2.7.2.54 : χρήσεως ὑποθήκας ἐν ἐπιτομαῖς ἕξουσιν. 12590 2.7.2.55 : Οὕτως μὲν οὖν ἡ <20Φίλωνος>20 ἔχει διαίρεσις. Ἐγὼ δ´ 12591 2.7.2.56 : εἰ μὲν ἀργοτέρως διεκείμην, ἀρκεσθεὶς ἂν αὐτῇ συνεῖρον 12592 2.7.2.57 : ἤδη τὰ περὶ τῶν ἀρεσκόντων, τῇ τῆς ἑξαμερείας ἐπικου– 12593 2.7.2.58 : φιζόμενος περιγραφῇ· ἡγούμενος δ´ ἐμαυτῷ πρέπειν πρὸ 12594 2.7.2.59 : παντὸς τὴν οὐσίαν δεῖν ἐπισκοπεῖν οὗ τις πραγματεύεται, 12595 2.7.2.60 : κἄπειτα ποιότητα τὴν περὶ αὐτὴν καὶ ποσότητα, καὶ τού– 12596 2.7.2.61 : τοις ἐφεξῆς τὸ πρὸς τί, νομίζω προσεπιπονητέον [τε] εἶναι 12597 2.7.2.62 : καὶ τὰ τῶν ἄλλων ἐπισκοπεῖν, καθάπερ οὐ πάντων, οὕτως 12598 2.7.2.63 : τῶν περὶ ταῦτα διενεγκάντων. 12599 2.7.2.64 : Ἔστιν οὖν <20Εὐδώρου>20 τοῦ Ἀλεξανδρέως, Ἀκαδημιακοῦ 12600 2.7.2.65 : φιλοσόφου, διαίρεσις τοῦ κατὰ φιλοσοφίαν λόγου, βιβλίον 12601 2.7.2.66 : ἀξιόκτητον, ἐν ᾧ πᾶσαν ἐπεξελήλυθε προβληματικῶς τὴν 12602 2.7.2.67 : ἐπιστήμην, ἧς ἐγὼ διαιρέσεως ἐκθήσομαι τὸ τῆς ἠθικῆς 12603 2.7.2.68 : οἰκεῖον. Ἔχει δ´ οὕτως. Τριμεροῦς ὄντος τοῦ κατὰ φιλο– 12604 2.7.2.69 : σοφίαν λόγου τὸ μέν ἐστιν αὐτοῦ ἠθικόν, τὸ δὲ φυσικόν, 12605 2.7.2.70 : τὸ δὲ λογικόν. Τοῦ δ´ <20ἠθικοῦ>20 τὸ μὲν <20περὶ τὴν θεω– 12606 2.7.2.71 : ρίαν>20 τῆς καθ´ ἕκαστον ἀξίας, 〈τὸ δὲ <20περὶ τὴν ὁρμήν>20〉, 12607 2.7.2.72 : τὸ δὲ <20περὶ τὴν πρᾶξιν.>20 ⁋ Ταῦτ´ ἐστὶν ἁδρομερῆ τῆς 12608 2.7.2.73 : ἠθικῆς εἴδη, πρῶτον μὲν τὸ θεάσασθαι τὴν ἀξίαν τοῦ 12609 2.7.2.74 : πράγματος ὅπερ αἱρεῖσθαι μέλλομεν, οὐδὲ γὰρ οἷόν τε 12610 2.7.2.75 : γενέσθαι τὴν ὁρμὴν εὔλογον, εἰ μὴ μετὰ τὴν θεωρίαν· ἡ 12611 2.7.2.76 : θεωρία δ´ ἐστὶ περίσκεψις τοῦ πράγματος καὶ οἷον ἐπί– 12612 2.7.2.77 : κρισις κατὰ τὸν περὶ αὐτοῦ λογισμόν· δεύτερον δὲ τὸ τὴν 12613 2.7.2.78 : ὁρμὴν τῷ περινοηθέντι καλῶς ἐπιβαλεῖν· τρίτον τὸ τὴν 12614 2.7.2.79 : πρᾶξιν αὐτοῖς ἐπισυνάψαι. ⁋ Ταῦτ´ ἐστὶ <20τὰ πρῶτα μέρη 12615 2.7.2.80 : τοῦ ἠθικοῦ λόγου>20 θεωρητικόν, ὁρμητικόν, πρακτικόν. 12616 2.7.2.81 : Τούτων δ´ ἕκαστον <20ὑποδιαιρεῖται.>20 12617 2.7.2.82 : <20Τοῦ γὰρ περὶ τὴν θεωρίαν>20 τῆς καθ´ ἕκαστον 12618 2.7.2.83 : ἀξίας τὸ μὲν <20περὶ τῶν σκοπῶν>20 καὶ τῶν λεγομένων 12619 2.7.2.84 : τελῶν τοῦ βίου, τὸ δὲ <20περὶ>20 τῶν <20συμβαλλομένων>20 εἰς 12620 2.7.2.85 : τὴν τῶν τελῶν περιποίησιν. 〈καὶ τὸ μὲν περὶ <20τῶν τελῶν>20 12621 2.7.2.86 : διαιρεῖται εἴς τε τὸ <20περὶ ἀγαθῶν καὶ κακῶν>20 καὶ τὸ 12622 2.7.2.87 : ...... τοῦ δὲ περὶ <20τῶν συμβαλλομένων>20 εἰς τὴν τῶν 12623 2.7.2.88 : τελῶν περιποίησιν〉 τὸ μέν ἐστι περὶ <20τῶν ἀρετῶν καὶ 12624 2.7.2.89 : τῶν κακιῶν,>20 τὸ δὲ περὶ <20τῶν κατὰ τὰς ἀρετὰς 12625 2.7.2.90 : ποιῶν>20 (ὅπερ καὶ καλεῖται χαρακτηριστικόν), τὸ δὲ περὶ 12626 2.7.2.91 : <20τεχνῶν,>20 τὸ δὲ περὶ <20ἐπιτηδευμάτων.>20 Τοῦ μὲν περὶ 12627 2.7.2.92 : <20ἀρετῶν>20 τὸ μὲν <20ἴδιον,>20 τὸ δὲ <20κοινόν· ἴδιον>20 μέν, οἷον 12628 2.7.2.93 : περὶ δικαιοσύνης, περὶ ἀνδρείας, σωφροσύνης, φρονήσεως, 12629 2.7.2.94 : τῶν ἄλλων· <20κοινὸν>20 δὲ τὸ προτρεπτικόν, τοῦτο γὰρ εἰς 12630 2.7.2.95 : τὸ μόνως ἐνδείξασθαι τὴν ἀρετὴν καὶ τὴν κακίαν. Καὶ ὁ 12631 2.7.2.96 : μὲν περὶ τὴν θεωρίαν τῆς καθ´ ἕκαστον ἀξίας λόγος εἰς 12632 2.7.2.97 : τοσούτους τόπους γενικοὺς τέμνεται· ὁ γὰρ <20περὶ ἀγα– 12633 2.7.2.98 : θῶν καὶ κακῶν>20 πολλὰς περιέχει <20διαιρέσεις,>20 αὐτίκα 12634 2.7.2.99 : τὸν περὶ τῶν λεγομένων προηγμένων, τὸν περὶ φιλίας· 12635 2.7.2.100 : καὶ ἡδονῆς καὶ δόξης καὶ εὐφυΐας. Τῷ δὲ περὶ φιλίας 12636 2.7.2.101 : κατὰ γειτνίασιν ὑπάγει τὸν περὶ ἔρωτος τόν 〈τε〉 περὶ 12637 2.7.2.102 : συμποσίων. Οὐ μὴν ἀλλ´ ὁμοίως τούσδε σύμπαντας εἰς 12638 2.7.2.103 : τὸν περὶ ἀγαθῶν καὶ κακῶν ὡς γενικώτατον ὑπέταξε λόγον. 12639 2.7.2.104 : Τοῦ δὲ <20περὶ τῆς ὁρμῆς>20 λόγου ὁ μέν ἐστι περὶ 12640 2.7.2.105 : <20τῆς εἰδικῆς ὁρμῆς,>20 ὁ δὲ περὶ <20παθῶν.>20 Ἤτοι γὰρ πᾶν 12641 2.7.2.106 : πάθος ὁρμὴ πλεονάζουσα, ἢ τά γε πλεῖστα μεθ´ ὁρμῆς 12642 2.7.2.107 : καὶ [τὰ] ἀρρωστήματα. 12643 2.7.2.108 : Τοῦ δὲ <20περὶ τῆς πράξεως>20 λόγου ὃ μέν ἐστι περὶ 12644 2.7.2.109 : <20τῶν οἰκειούντων>20 πρός τινας πράξεις, ὃ δὲ περὶ τῶν 12645 2.7.2.110 : <20ἀλλοτριούντων>20 ἀπό τινων πράξεων, ὃ δὲ <20τῶν αἰτίων 12646 2.7.2.111 : ἀποδοτικὸς>20 τῶν ἐπιτελούντων τινὰς σχέσεις ἢ κινήσεις, 12647 2.7.2.112 : ὃ δὲ περὶ <20τῆς ἀσκήσεως,>20 ὃ δὲ περὶ τῆς ἰδίως καὶ 12648 2.7.2.113 : ὁμωνύμως τῷ γένει λεγομένης <20πράξεως.>20 Καὶ ὁ μὲν 12649 2.7.2.114 : περὶ <20τῶν οἰκειούντων>20 πρός τινας πράξεις διαιρεῖται 12650 2.7.2.115 : εἴς τε <20τὸν ὑποθετικὸν>20 καὶ <20τὸν προτρεπτικόν·>20 12651 2.7.2.116 : ἔνιοι γὰρ καὶ τοῦτον ὑπὸ τόνδε τάττουσιν. Ὁ δὲ περὶ 12652 2.7.2.117 : τῶν <20ἀποτρεπόντων>20 καλεῖται <20παραμυθητικός,>20 ὃς 12653 2.7.2.118 : καλούμενός ἐστι πρὸς ἐνίων παθολογικός· τοῦ δὲ περὶ 12654 2.7.2.119 : τῆς ὁμωνύμως λεγομένης <20πράξεως>20 καὶ εἰδικῆς ὃ μέν 12655 2.7.2.120 : ἐστι περὶ <20τῶν καθηκόντων,>20 ὃ δὲ περὶ <20τῶν κατορ– 12656 2.7.2.121 : θωμάτων.>20 Ἐπεὶ δὲ τῶν καθηκόντων καὶ τῶν κατορ– 12657 2.7.2.122 : θωμάτων ἃ μέν ἐστι καθ´ ἑαυτά, ἃ δὲ κατὰ τὴν πρὸς 12658 2.7.2.123 : τοὺς πλησίον σχέσιν, συνέστη τόπος ὁ περὶ τῶν <20χαρίτων>20 12659 2.7.2.124 : ἐκ τοῦ λόγου τοῦ κατὰ τὴν πρὸς τοὺς πλησίον σχέσιν 12660 2.7.2.125 : ὑπάρχων. Πάλιν δ´ ἐπεὶ τῶν καθηκόντων καὶ τῶν κατορ– 12661 2.7.2.126 : θωμάτων ἃ μὲν λέγεται σύνθετα, ἃ δὲ ἀσύνθετα, συνέστη 12662 2.7.2.127 : 〈ἐκ τοῦ〉 κατὰ τὰ σύνθετα ὁ περὶ <20βίων>20 λόγος, οὗ μέρος 12663 2.7.2.128 : ὢν ὁ περὶ <20γάμου>20 κατ´ ἰδίαν ἐτάχθη διὰ τὸ πλῆθος τῶν 12664 2.7.2.129 : ἐν αὐτῷ ζητημάτων. Ὥστ´ εἶναι τοὺς πάντας τόπους 12665 2.7.2.130 : κατὰ τὸν 〈περὶ〉 τῆς πράξεως λόγον, 〈ὑποθετικόν, προτρε– 12666 2.7.2.131 : πτικόν〉, παραμυθητικὸν 〈ἢ〉 παθολογικόν, 〈αἰτιολογικόν〉, 12667 2.7.2.132 : περὶ ἀσκήσεως, περὶ καθηκόντων, περὶ κατορθωμάτων. 12668 2.7.2.133 : περὶ χαρίτων, περὶ βίων, περὶ γάμου. 12669 2.7.2.134 : Ὁ μὲν οὖν ἠθικὸς λόγος εἰς ταῦτα καὶ τοσαῦτα τέ– 12670 2.7.2.135 : μνοιτ´ ἄν· ἀρκτέον δὲ τῶν προβλημάτων, προτάττοντα τὰ 12671 2.7.2.136 : γένη κατὰ τὴν <20ἐμοὶ>20 φαινομένην <20διάταξιν,>20 ἥν τινα πεί– 12672 2.7.2.137 : θομαι πρὸς τὸ σαφέστερον διῃρηκέναι. 12673 2.7.3a.1 : <20Περὶ τέλους.>20 12674 2.7.3a.2 : Τέλος λέγεται πολλαχῶς· ὡς τὸ πέρας, ᾧ ἀντιδιαι– 12675 2.7.3a.3 : ρεῖται ἀρχὴ καὶ μέσον· καὶ ὡς τὸ τέλεσμα 〈τὸ〉 φορικόν· 12676 2.7.3a.4 : ὡς τὸ ἀνάλωμα, καθὸ λέγεται αὐτοτελής τε καὶ εὐτελής· 12677 2.7.3a.5 : ὡς ὁ γάμος παρὰ τοῖς Δωριεῦσιν, ἤτοι παρὰ τὸ συμπέ– 12678 2.7.3a.6 : ρασμα τῆς νεότητος, ἢ διὰ τὸ τελειοῦν τὸν ἄνδρα τῇ πρὸς 12679 2.7.3a.7 : τὴν γυναῖκα συνόδῳ, καθὸ τὴν γαμήλιον Ἥραν 〈ἢ〉 συζυ– 12680 2.7.3a.8 : γίαν καὶ τελείαν ἐπονομάζουσι· τέλος δὲ καὶ γνώσεως καὶ 12681 2.7.3a.9 : πράξεως καὶ ποιήματος τὸ ἀποβαῖνον, ὡς παρ´ Εὐρι– 12682 2.7.3a.10 : πίδῃ (Bacch. 386–388) 12683 2.7.3a.11 : Ἀχαλίνων στομάτων 12684 2.7.3a.12 : ἀνόμου τ´ ἀφροσύνας 12685 2.7.3a.13 : τὸ τέλος δυστυχία. 12686 2.7.3a.14 : Τέλη δὲ λέγονται καὶ αἱ τῶν πολιτειῶν ἀρχαί, τὰ τέλη 12687 2.7.3a.15 : Λακεδαιμονίων εἰ τύχοι. Παρὰ δ´ Ὁμήρῳ ἐν τῷ τῆς 12688 2.7.3a.16 : Ἰλιάδος δεκάτῳ ( 470) 12689 2.7.3a.17 : Αἶψα δ´ ἐπὶ Θρηικῶν ἀνδρῶν τέλος ἷξον ἰόντες· 12690 2.7.3a.18 : τοῦτο δ´ ἐστὶν ἔναρχον τάγμα. 12691 2.7.4.1 : Λέγεται δ´ ὑπὸ μὲν τῶν <20Στωϊκῶν>20 ὁρικῶς „τέλος 12692 2.7.4.2 : ἐστὶν οὗ ἕνεκα πάντα πράττεται καθηκόντως, αὐτὸ δὲ 12693 2.7.4.3 : πράττεται οὐδενὸς ἕνεκα“· κἀκείνως „οὗ χάριν τἆλλα, 12694 2.7.4.4 : αὐτὸ δ´ οὐδενὸς ἕνεκα“· καὶ πάλιν „ἐφ´ ὃ πάντα τὰ ἐν 12695 2.7.4.5 : τῷ βίῳ πραττόμενα καθηκόντως τὴν ἀναφορὰν λαμβάνει, 12696 2.7.4.6 : αὐτὸ δ´ ἐπ´ οὐδέν“. Ὑπὸ δὲ τῶν νεωτέρων <20Περιπα– 12697 2.7.4.7 : τητικῶν>20 τῶν ἀπὸ <20Κριτολάου>20 „τὸ ἐκ πάντων <20τῶν>20 12698 2.7.4.8 : ἀγαθῶν συμπεπληρωμένον“ (τοῦτο δὲ ἦν „τὸ ἐκ <20τῶν>20 12699 2.7.4.9 : τριῶν γενῶν“), οὐκ ὀρθῶς. Οὐ γὰρ πάντα τἀγαθὰ μέρη 12700 2.7.4.10 : γίνεται τοῦ τέλους· οὔτε γὰρ τὰ σωματικὰ, οὔτε τᾲ ἀπὸ 12701 2.7.4.11 : τῶν ἐκτός, τὰ δὲ τῆς ψυχικῆς ἀρετῆς ἐνεργήματα μόνης. 12702 2.7.4.12 : Κρεῖττον οὖν ἦν εἰπεῖν ἀντὶ τοῦ „συμπληρούμενον“ „ἐνερ– 12703 2.7.4.13 : γούμενον“, ἵνα τὸ χρηστικὸν τῆς ἀρετῆς ἐμφαίνηται. Τοῦτο 12704 2.7.4.14 : δ´ οἱ κατ´ <20Ἐπίκουρον>20 φιλοσοφοῦντες οὐ προσδέχονται 12705 2.7.4.15 : λέγειν „ἐνεργούμενον“, διὰ τὸ παθητικὸν ὑποτίθεσθαι τὸ 12706 2.7.4.16 : τέλος, οὐ πρακτικόν (ἡδονὴ γάρ)· ὅθεν καὶ τὴν ἔννοιαν 12707 2.7.4.17 : ἀποδιδόασι τοῦ τέλους „τὸ οἰκείως διατιθέναι ἐξ ἑαυ– 12708 2.7.3b.18 : τοῦ πρὸς αὑτὸ χωρὶς τῆς ἐπ´ ἄλλο τι ἁπάσης ἐπιβολῆς“. 12709 2.7.4.1 : Τὸ μὲν οὖν ὄνομα τοῦ τέλους εὑρίσκεται καὶ παρ´ 12710 2.7.4.2 : <20Ὁμήρῳ>20 (ι 5)· 12711 2.7.4.3 : Οὐ γὰρ ἔγωγέ τι φημὶ τέλος χαριέστερον εἶναι. 12712 2.7.4.4 : Ἀλλ´ <20οὗτος>20 μὲν <20δημοτελὲς>20 εἰσήγαγε τὸ τέλος, <20Πλά– 12713 2.7.4.5 : των>20 δὲ διέστιξε πρῶτος τὸ κατ´ ἄνδρα καὶ βίον <20ἰδιάζον>20 12714 2.7.4.6 : ἔν τε τῷ Τιμαίῳ (p. 90D) κἀν τῷ Πρωταγόρᾳ (p. 354D). 12715 2.7.4.7 : Καὶ 〈σημειωτέον〉 γε τὴν τοῦ <20σκοποῦ>20 διαφορὰν πρὸς 12716 2.7.4.8 : τὸ <20τέλος.>20 Καὶ ἔστι σκοπὸς μὲν τὸ προκείμενον εἰς τὸ 12717 2.7.4.9 : τυχεῖν, οἷον ἀσπὶς τοξόταις· τέλος δ´ 〈ἡ〉 τοῦ προκειμένου 12718 2.7.4.10 : τεῦξις. Βούλονται γὰρ ἐνέργημα ἡμέτερον εἶναι πρὸς τὸ 12719 2.7.4.11 : τέλος. 12720 2.7.4.12 : <20Ὑποτελὶς>20 δ´ ἐστὶ τὸ πρῶτον οἰκεῖον τοῦ ζῴου 12721 2.7.4.13 : πάθος, ἀφ´ οὗ κατήρξατο συναισθάνεσθαι τὸ ζῷον τῆς 12722 2.7.4.14 : συστάσεως αὑτοῦ, οὔπω λογικὸν 〈ὂν〉 ἀλλ´ ἄλογον, κατὰ 12723 2.7.4.15 : τοὺς φυσικοὺς καὶ σπερματικοὺς λόγους, ὥσπερ τὸ θρε– 12724 2.7.4.16 : πτικὸν καὶ τὸ αἰσθητικόν, καὶ τῶν τοιούτων ἕκαστον ῥίζης 12725 2.7.4.17 : τόπον ἐπέχει, οὐδέ πω φυτοῦ· γενόμενον γὰρ τὸ ζῷον 12726 2.7.4.18 : ᾠκειώθη τινὶ πάντως εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς, ὅπερ ἐστὶν ὑποτελίς, 12727 2.7.4.19 : κεῖται δ´ ἔν τινι <20τῶν τριῶν·>20 ἢ γὰρ ἐν <20ἡδονῇ>20 ἢ ἐν 12728 2.7.4.20 : <20ἀοχλησίᾳ>20 ἢ ἐν <20τοῖς πρώτοις κατὰ φύσιν.>20 Πρῶτα 12729 2.7.4.21 : δ´ ἐστὶ κατὰ φύσιν περὶ μὲν τὸ σῶμα ἕξις, κίνησις, σχέ– 12730 2.7.4.22 : σις, ἐνέργεια, δύναμις, ὄρεξις, ὑγίεια, ἰσχύς, εὐεξία, εὐαι– 12731 2.7.4.23 : σθησία, κάλλος, τάχος, ἀρτιότης, αἱ τῆς ζωτικῆς ἁρμονίας 12732 2.7.4.24 : ποιότητες· περὶ δὲ τὴν ψυχὴν εὐσυνεσία, εὐφυΐα, φιλο– 12733 2.7.4.25 : πονία, ἐπιμονή, μνήμη, τὰ τούτοις παραπλήσια, ὧν οὐδέπω 12734 2.7.4.26 : τεχνοειδὲς οὐδέν, σύμφυτον δὲ μᾶλλον. Τὴν δ´ ὑποτελίδα 12735 2.7.4.27 : τῶν ἀρχαίων οὐδεὶς ὠνόμασε καίτοι τὸ πρᾶγμα γιγνω– 12736 2.7.4.28 : σκόντων. 12737 2.7.5.1 : Τὴν δ´ <20εὐδαιμονίαν>20 συνωνυμεῖν τῷ τέλει λέ– 12738 2.7.5.2 : γουσιν. Εὐδαιμονία δ´ ἐστὶ τὸ ἄριστον ἐν τῷ βίῳ, ἢ τὸ 12739 2.7.5.3 : μέγιστον τῶν ἀγαθῶν, ἢ τὸ κράτιστον. Ταῦτα γάρ ἐστι 12740 2.7.5.4 : τῶν περὶ αὐτῆς ἐννοημάτων ἁπλούστερα. Κἂν λέγῃ δέ 12741 2.7.5.5 : τις <20μακαριότητα>20 καὶ τὸ μακαρίως ζῆν, εἰς ταὐτὸ συν– 12742 2.7.5.6 : δραμεῖται τοῖς τελικοῖς. Προσδιαιρετέον οὖν. 12743 2.7.5.7 : Τῶν περὶ τέλους διαλεχθέντων οἱ μὲν <20ψυχικὸν>20 εἶναι 12744 2.7.5.8 : διενοήθησαν, οἱ δὲ <20σωματικόν,>20 οἱ δὲ <20μικτὸν>20 ἐξ ἀμ– 12745 2.7.5.9 : φοῖν. Φράσω δὲ παραδείγματος χάριν· ὁ μὲν τοίνυν 12746 2.7.5.10 : ἀρετὴν λέγων τουτέστιν ἐν ἀρετῇ κείμενον ψυχικὸν ὑπεί– 12747 2.7.5.11 : ληφεν· ὁ δ´ ἡδονὴν σωματικόν· ὁ δὲ τὸ καλῶς καὶ ἡδέως 12748 2.7.5.12 : ζῆν κοινόν. Εἴποι δ´ ἄν τις αὖ κἀκείνως· οἱ μὲν <20λογι– 12749 2.7.5.13 : κόν,>20 οἱ δ´ <20ἄλογον,>20 οἱ μὲν <20διανοητικόν,>20 οἱ δὲ <20πα– 12750 2.7.5.14 : θητικόν.>20 Πάντα δὲ τὴν ἐν τούτοις ὀνόμασιν ἔχοντα 12751 2.7.5.15 : διαφορὰν εἰς ταὐτὸ συντρέχει. Ἐκ γὰρ σώματος καὶ ψυχῆς 12752 2.7.5.16 : τἀνθρώπου συνεστῶτος, ἀνάγκη καὶ τὴν εὐζωΐαν αὐτοῦ 12753 2.7.5.17 : περὶ ταῦτα καὶ διὰ τούτων συνίστασθαι. 12754 2.7.6.1 : Λέγωμεν οὖν περὶ τῶν πρώτων εὐθύς, ὁποῖοι ἦσαν 12755 2.7.6.2 : οἱ ἀπὸ τῶν ψυχικῶν ἀναγόμενοι. <20Ὅμηρος,>20 δεδόσθω 12756 2.7.6.3 : γὰρ τῇ ἀρχαιότητι προνομία, ψυχικὸν ἀπεφήνατο τὸ τῆς 12757 2.7.6.4 : εὐδαιμονίας τέλος, καὶ ταῦτα διὰ τοῦ παρεισαγομένου 12758 2.7.6.5 : προσώπου σοφωτάτου παρ´ αὐτῷ. πεποίηται γὰρ Ὀδυσ– 12759 2.7.6.6 : σεὺς ἀναφωνῶν (ι 5. 6)· 12760 2.7.6.7 : Οὐ γὰρ ἔγωγέ τι φημὶ τέλος χαριέστερον εἶναι 12761 2.7.6.8 : ἢ ὅταν εὐφροσύνη μὲν ἔχῃ κατὰ δῆμον ἅπαντα. 12762 2.7.6.9 : Ἡ δ´ εὐφροσύνη ψυχική τίς ἐστι διάθεσις, ἣν ἄν τις ἐξη– 12763 2.7.6.10 : γήσαιτο καλὴν φρόνησιν, τοῦτο δ´ ἂν ἐκδέξαιτο τὴν ἐπὶ 12764 2.7.6.11 : τοῖς καλοῖς φρόνησιν. Ὁμήρῳ μὲν ἀρκέσει προμετρηθὲν 12765 2.7.6.12 : τὸ τῆς τιμῆς διὰ τὴν ἀρχαιότητα, ἐπὶ δὲ τοὺς <20φιλοσό– 12766 2.7.6.13 : φους>20 ἰτέον. 12767 2.7.7.1 : <20Σωκράτης, Πλάτων>20 ταὐτὰ τῷ <20Πυθαγόρᾳ,>20 12768 2.7.7.2 : τέλος ὁμοίωσιν θεῷ. Σαφέστερον δ´ αὐτὸ διήρθρωσε 12769 2.7.7.3 : <20Πλάτων>20 προσθεὶς τὸ ‘κατὰ τὸ δυνατόν’ (Theaet. p. 176B), 12770 2.7.7.4 : φρονήσει δ´ ἐστὶ μόνως δυνατόν, τοῦτο δ´ ἦν τὸ κατ´ 12771 2.7.7.5 : ἀρετὴν 〈ζῆν〉. Ἐν μὲν γὰρ θεῷ τὸ κοσμοποιὸν καὶ κοσμο– 12772 2.7.7.6 : διοικητικόν· ἐν δὲ τῷ σοφῷ βίου κατάστασις καὶ ζωῆς 12773 2.7.7.7 : διαγωγή· ὅπερ αἰνίξασθαι μὲν Ὅμηρον εἰπόντα (ε 193) 12774 2.7.7.8 : κατ´ ἴχνια βαῖνε θεοῖο· 12775 2.7.7.9 : <20Πυθαγόραν>20 δὲ παρ´ αὐτὸν εἰπεῖν· Ἕπου θεῷ· δῆλον 12776 2.7.7.10 : ὡς οὐχ ὁρατῷ καὶ προηγουμένῳ, νοητῷ δὲ καὶ τῆς κοσμικῆς 12777 2.7.7.11 : εὐταξίας ἁρμονικῷ. Εἴρηται δὲ παρὰ <20Πλάτωνι>20 κατὰ τὸ 12778 2.7.7.12 : τῆς φιλοσοφίας τριμερές, ἐν Τιμαίῳ μὲν (p. 90A–D) φυσι– 12779 2.7.7.13 : κῶς (προσθήσω δὲ καὶ Πυθαγορικῶς), σημαίνοντος ἀφθό– 12780 2.7.7.14 : νως τὴν ἐκείνου προεπίνοιαν· ἐν δὲ τῇ Πολιτείᾳ (IX 12781 2.7.7.15 : p. 585B sqq.; X p. 608C sqq.) ἠθικῶς· ἐν δὲ τῷ Θεαιτήτῳ 12782 2.7.7.16 : (p. 176D–E) λογικῶς· περιπέφρασται δὲ κἀν τῷ τετάρτῳ 12783 2.7.7.17 : περὶ Νόμων (p. 716A sq.) ἐπὶ τῆς ἀκολουθίας τοῦ θεοῦ 12784 2.7.7.18 : σαφῶς ἅμα καὶ πλουσίως. Τὸ δέ γε πολύφωνον τοῦ 12785 2.7.7.19 : Πλάτωνος 〈οὐ πολύδοξον〉. Εἴρηται δὲ καὶ τὰ περὶ τοῦ 12786 2.7.7.20 : τέλους αὐτῷ πολλαχῶς. Καὶ τὴν μὲν ποικιλίαν τῆς φρά– 12787 2.7.7.21 : σεως ἔχει διὰ τὸ λόγιον καὶ μεγαλήγορον, εἰς δὲ ταὐτὸ 12788 2.7.7.22 : καὶ σύμφωνον τοῦ δόγματος συντελεῖ. Τοῦτο δ´ ἐστὶ τὸ 12789 2.7.7.23 : κατ´ ἀρετὴν ζῆν. Τοῦτο δ´ αὖ κτῆσις ἅμα καὶ χρῆσις 12790 2.7.7.24 : τῆς τελείας ἀρετῆς. Ὅτι δὲ <20τέλος>20 αὐτὴν ἡγεῖται, τέταχεν 12791 2.7.7.25 : ἐν Τιμαίῳ (l. s.) 〈εἰπὼν〉 καὶ τοὔνομα· φράσω δὲ καὶ τἀκρο– 12792 2.7.7.26 : τελεύτιον τῆς περιοχῆς· ἔχει δ´ οὕτως· „ὁμοιώσαντα δὲ 12793 2.7.7.27 : τέλος ἔχειν τοῦ προτεθέντος ἀνθρώποις ὑπὸ θεῶν ἀρίστου 12794 2.7.7.28 : βίου πρός τε τὸν παρόντα καὶ τὸν μέλλοντα“. 12795 2.7.8.1 : <20Ἀριστοτέλης>20 χρῆσιν ἀρετῆς τελείας ἐν 〈βίῳ τε– 12796 2.7.8.2 : λείῳ〉 χορηγουμένην. Ἡ μὲν οὖν <20‘χρῆσίς’>20 ἐστι πλέον 12797 2.7.8.3 : τῆς κτήσεως· ἐνέργειαν γὰρ εἶναι βούλεται τὴν εὐδαιμο– 12798 2.7.8.4 : νίαν, καὶ τὸ τέλος ἡμετέραν 〈πρᾶξιν〉. Ἡ δ´ <20‘ἀρετὴ’>20 12799 2.7.8.5 : ἕξις ἡ βελτίστη ψυχῆς· <20‘τελεία’>20 δὲ τριχῶς, καὶ γὰρ ᾗ 12800 2.7.8.6 : σύνθετος ἐκ τῶν θεωρητικῶν καὶ πρακτικῶν καὶ ἠθικῶν 12801 2.7.8.7 : (τρία γὰρ ὑποτίθεται γένη), ἣν ἂν εἴποις ἀρετὴν κατὰ 12802 2.7.8.8 : σύνθεσιν· καὶ ᾗ ἐκ τῶν οἰκείων δυνάμεων συμπεπληρω– 12803 2.7.8.9 : μένη, φύσεως, λόγου, ἔθους (ταύτην κατ´ ἀριθμὸν ἐρεῖ τις)· 12804 2.7.8.10 : καὶ ᾗ κατὰ συμφωνίαν τοῦ λογικοῦ μέρους πρὸς τἄλογον 12805 2.7.8.11 : τῆς ψυχῆς, περὶ ὧν ὑποβὰς διαρθρώσω. Πολλαχῶς δ´ 12806 2.7.8.12 : ἔξεστι τὴν εὐδαιμονίαν ὁρίζεσθαι κατ´ αὐτόν· „ἐνέργειαν 12807 2.7.8.13 : κατ´ ἀρετὴν τελείαν ἐν βίῳ τελείῳ χορηγουμένην“ καὶ „βίος 12808 2.7.8.14 : καλὸς καὶ τέλειος χορηγούμενος“· καὶ τὸ πάντων σαφέ– 12809 2.7.8.15 : στατον „χρῆσις ἀρετῆς τελείας ἐν βίῳ τελείῳ χορηγουμένη“. 12810 2.7.8.16 : <20‘〈ἐν〉 βίῳ δὲ τελείῳ’>20 λέγει πρὸς τὴν διάστασιν τῆς χρή– 12811 2.7.8.17 : σεως τῶν ἀγαθῶν· <20‘χορηγουμένην’>20 δὲ χάριν τοῦ τὴν χρῆ– 12812 2.7.8.18 : σιν ἐν ἀγαθοῖς γίγνεσθαι, μὴ ἐν κακοῖς. Τοῦτο μὲν οὖν τὸ 12813 2.7.8.19 : <20τέλος·>20 τὸ δ´ αὐτὸ συνωνύμως <20εὐδαιμονία>20 παρὰ Πλά– 12814 2.7.8.20 : τωνος (Gorg. p. 470E) μετηγμένον. 12815 2.7.8.21 : <20Σκοποὺς>20 δ´ ὑποτίθεται τῆς ἐφέσεως τῶν ἀνθρω– 12816 2.7.8.22 : πίνων ὀρέξεων τρεῖς, τὸν τοῦ καλοῦ, τοῦ συμφέροντος, 12817 2.7.8.23 : τοῦ ἡδέος. <20Καλὸν>20 μὲν οὖν ἐστιν ἀρετὴ καὶ τὸ μέτοχον 12818 2.7.8.24 : τῆς ἀρετῆς, ὥσπερ αὐτὸς ὁ σπουδαῖος, καὶ τὸ ἀπ´ ἀρετῆς 12819 2.7.8.25 : ἔργον· καὶ τὸ ἀγαθὸν [τὸ] καλόν, καθὸ ἐπαινετὸν ἤτοι παρέ– 12820 2.7.8.26 : χον ἐπαινετούς· <20συμφέρον>20 δὲ 〈τὸ〉 πρὸς τὸ ζῆν εὔχρηστον· 12821 2.7.8.27 : συμπαρατείνοι δ´ ἂν ἡ ἔννοια καὶ πρὸς τὸ εὖ ζῆν. Ταῦτα 12822 2.7.8.28 : δ´ ἐστὶ πρῶτα κατὰ φύσιν ψυχῆς καὶ σώματος, περὶ ὧν 12823 2.7.8.29 : προείρηται (p. 47, 20–48, 3). <20Ἡδὺ>20 δ´ ἐστὶν οἰκεῖον ψυχῆς 12824 2.7.8.30 : καὶ σώματος πάθος, εἰς τὸ κατὰ φύσιν ἐκ τοῦ παρὰ φύσιν 12825 2.7.8.31 : ἀγωγόν, ὥσπερ ὁ Πλάτων ἐν τῷ Τιμαίῳ (p. 64D) ὡρίσατο. 12826 2.7.9.1 : Ἀριστοτέλης ἐν τῷ δεκάτῳ τῶν Νικομαχείων (c. 2 12827 2.7.9.2 : init.) <20Εὔδοξον>20 τὸν ἀστρόλογον οἴεται τέλος δογματίζειν 12828 2.7.9.3 : τὴν ἡδονήν. 12829 2.7.10.1 : <20Δημόκριτος>20 καὶ <20Πλάτων>20 κοινῶς ἐν τῇ ψυχῇ 12830 2.7.10.2 : τὴν εὐδαιμονίαν τίθενται. Γέγραφε δ´ ὃ μὲν οὕτως (fr. 12831 2.7.10.3 : mor. 1 Mullach.)· „Εὐδαιμονίη ψυχῆς καὶ κακοδαιμονίη.“ 12832 2.7.10.4 : „Εὐδαιμονίη οὐκ ἐν βοσκήμασι οἰκέει, οὐδὲ ἐν χρυσῷ· ψυχὴ 12833 2.7.10.5 : οἰκητήριον δαίμονος“. Τὴν δ´ 〈εὐδαιμονίαν καὶ〉 εὐθυμίαν 12834 2.7.3i.6 : καὶ εὐεστὼ καὶ ἁρμονίαν, συμμετρίαν τε καὶ ἀταραξίαν 12835 2.7.3i.7 : καλεῖ· συνίστασθαι δ´ αὐτὴν ἐκ τοῦ διορισμοῦ καὶ τῆς 12836 2.7.3i.8 : διακρίσεως τῶν ἡδονῶν· καὶ τοῦτ´ εἶναι τὸ κάλλιστόν τε 12837 2.7.3i.9 : καὶ συμφορώτατον ἀνθρώποις. Ὁ δὲ Πλάτων τῷ Δημο– 12838 2.7.3i.10 : κρίτῳ κατὰ τοῦτο συνᾴδων γράφει (Tim. p. 90A) περὶ τοῦ 12839 2.7.3i.11 : κυριωτάτου τῶν ἐν ἡμῖν δεῖν ὑπολαβεῖν „ὡς ἄρ´ αὐτὸ 12840 2.7.3i.12 : δαίμονα ἡμῖν δέδωκεν ὁ θεός“ καὶ ἐν αὐτῷ τὸ εὔδαιμον. 12841 2.7.3i.13 : Λέγει δὲ τοῦτ´ ἐν τῷ ἡγεμονικῷ τῆς ψυχῆς ἕξιν τινὰ 12842 2.7.3i.14 : ποιὰν καὶ διάθεσιν· τούτου δὲ τἀγαθοῦ τὰ μὲν πάθη 12843 2.7.3i.15 : κατάρχειν, ὅρον δὲ καὶ πέρας εἶναι τὸν λογισμόν. Ἀκού– 12844 2.7.3i.16 : ειν γοῦν πάρεστι (Leg. I p. 636D)· „Δύο γὰρ αὗται φύσει πη– 12845 2.7.3i.17 : γαὶ μεθεῖνται ῥεῖν (ἡδονὴ καὶ λύπη), ὧν ὁ μὲν ἀρυτόμενος 12846 2.7.3i.18 : 〈ὅθεν τε δεῖ καὶ ὅπῃ καὶ ὅπως〉 εὐδαιμονεῖ, ὁ δὲ μή, τοὐ– 12847 2.7.3i.19 : ναντίον“. Ἐν μὲν τοίνυν τῷ τὴν ἡδονὴν καὶ τὴν λύπην 12848 2.7.3i.20 : ὀνομάσαι τὴν ἀπὸ τῶν παθῶν συνίστησι τῆς εὐδαιμονίας 12849 2.7.3i.21 : ἀρχήν· ἐν δὲ τῷ τὸν ἀρυτόμενον ὅθεν τε δεῖ καὶ ὅπῃ 12850 2.7.3i.22 : καὶ ὅπως εὐδαιμονεῖν, τὸ τῷ λογιστικῷ διοριστικὸν εἴρηκε 12851 2.7.3i.23 : τῆς εὐδαιμονίας. Κατὰ τοῦτο μὲν οὖν ἀλλήλοις συμφέ– 12852 2.7.3i.24 : ρονται· καθὰ δὲ Πλάτων ἐν μὲν τῇ εὐλογιστίᾳ τίθεται 12853 2.7.3i.25 : τὸ προηγούμενον ἀγαθὸν καὶ δι´ αὑτὸ αἱρετόν, ἐν δὲ τῇ 12854 2.7.3i.26 : ἡδονῇ τὸ ἐπιγεννηματικόν, ὅπερ οἴεται καὐτὸς εἶναι χαράν 12855 2.7.3i.27 : τε καὶ ἀταραξίαν συνωνύμως, ἐξ ἐπακολουθήματος 〈ἀλλή– 12856 2.7.3i.28 : λοις διαφέρονται〉. 12857 2.7.4a.1 : <20Περὶ ἀγαθῶν καὶ κακῶν.>20 12858 2.7.4a.2 : <20Ἀγαθόν>20 ἐστιν ἀφ´ οὗ συμβαίνει τὸ ὠφελεῖσθαι· 12859 2.7.4a.3 : καὶ οὗ πάντ´ ἐφίεται τὰ λόγον ἔχοντα προηγουμένως· καὶ 12860 2.7.4a.4 : ὃ ἤτοι κατὰ φύσιν ἐστίν, ἢ ποιητικὸν τοῦ κατὰ φύσιν· 12861 2.7.4a.5 : καὶ τὸ ὀρεκτικὸν κατὰ φύσιν· καὶ τὸ κινητικὸν τῆς κατὰ 12862 2.7.4a.6 : φύσιν ἐχούσης ὀρέξεως, καὶ καθ´ ὃ ἕκαστον εὖ ἔχει ὅσον 12863 2.7.4a.7 : ἐπὶ τῇ ἐκείνου παρουσίᾳ, ἢ ποιητικόν ἐστι τοῦ τοιούτου· 12864 2.7.4a.8 : καὶ ὃ ἤτοι δι´ αὑτό ἐστιν αἱρετόν, ἢ τοῦ αἱρετοῦ ποιη– 12865 2.7.4a.9 : τικόν· καὶ ὃ ἤτοι εὐδαιμονία ἐστίν, ἢ συμβαλλόμενον 12866 2.7.4a.10 : πρὸς εὐδαιμονίαν· καὶ καθάπερ Στράτων, τὸ τελειοῦν τὴν 12867 2.7.4a.11 : δύναμιν, δι´ ἣν τῆς ἐνεργείας τυγχάνομεν· καὶ τὸ σωστι– 12868 2.7.4a.12 : κὸν τῆς ἑκάστου οὐσίας, καθ´ ὃ κριθήσεται τῶν κατὰ μέρος 12869 2.7.4a.13 : τὰ μετέχοντα τῆς τοιαύτης δυνάμεως· καὶ πολλαχῶς ἄλλως. 12870 2.7.4a.14 : <20Πλάτων>20 δὲ τοιαύτῃ χρῆται διαιρέσει, θήσω δὲ κατὰ 12871 2.7.4a.15 : λέξιν ἐκ τοῦ πρώτου τῶν Νόμων καὶ διὰ τὸ κάλλος τῆς 12872 2.7.4a.16 : φράσεως καὶ διὰ τὴν σαφήνειαν (p. 631B–D)· „Διττὰ δ´ 12873 2.7.4a.17 : ἀγαθά ἐστι, τὰ μὲν ἀνθρώπινα, τὰ δὲ θεῖα, ἤρτηται 12874 2.7.4a.18 : δ´ ἐκ τῶν θείων θάτερα· καὶ ἐὰν μὲν δέχηταί τις τὰ 12875 2.7.4a.19 : μείζονα, παρίσταται καὶ τὰ ἐλάττονα· εἰ δὲ μή, στέ– 12876 2.7.4a.20 : ρεται ἀμφοῖν. Ἔστι δὲ τὰ μὲν ἐλάττονα, ὧν ἡγεῖται 12877 2.7.4a.21 : μὲν ὑγίεια, κάλλος δὲ δεύτερον, τὸ δὲ τρίτον ἰσχὺς εἴς 12878 2.7.4a.22 : τε δρόμον καὶ εἰς τὰς ἄλλας πάσας κινήσεις τῷ σώματι, 12879 2.7.4a.23 : τέταρτον δὲ δὴ πλοῦτος οὐ τυφλός, ἀλλ´ ὀξὺ βλέπων, 12880 2.7.4a.24 : ἄν περ ἅμα ἕπηται φρονήσει. Ὃ δὴ πρῶτον αὖ τῶν 12881 2.7.4a.25 : θείων ἡγεμονοῦν ἐστιν ἀγαθῶν, ἡ φρόνησις· δεύτερον δὲ 12882 2.7.4a.26 : μετὰ νοῦ σώφρων ψυχῆς ἕξις· ἐκ δὲ τούτων μετ´ ἀν– 12883 2.7.4a.27 : δρείας κραθέντων τρίτον ἂν εἴη δικαιοσύνη, τέταρτον 12884 2.7.4a.28 : ἀνδρεία. Ταῦτα δὲ πάντα ἐκείνων ἔμπροσθεν τέτακται 12885 2.7.4a.29 : φύσει, καὶ δὴ καὶ τῷ νομοθέτῃ τακτέον οὕτως.“ 12886 2.7.4a.30 : Ἔτι καὶ τοῦτον ἐνδιαστελοῦμαι τὸν τρόπον· Πλάτων 12887 2.7.4a.31 : πολύφωνος ὤν, οὐχ ὥς τινες οἴονται πολύδοξος, πολλαχῶς 12888 2.7.4a.32 : διῄρηται τἀγαθόν. Διχῶς μὲν τῷ γένει· τῶν ἀγαθῶν τὰ 12889 2.7.4a.33 : μὲν θεῖα, τὰ δὲ ἀνθρώπινα· θεῖα μὲν τὰς περὶ τὴν ψυχὴν 12890 2.7.4a.34 : ἀρετὰς λέγων, ἀνθρώπινα δὲ τὰς περὶ τὸ σωματικὸν μέρος 12891 2.7.4a.35 : εὐεξίας καὶ τὰς ἀπὸ τῶν ἐκτὸς λεγομένων εὐπορίας. Τρι– 12892 2.7.4a.36 : χῶς δὲ τοῖς τόποις. Τῶν γὰρ ἀγαθῶν τὰς μὲν περὶ 12893 2.7.4a.37 : ψυχήν, τὰς δὲ περὶ σῶμα, τὰς δ´ ἐν τοῖς ἐκτὸς ἀρετὰς 12894 2.7.4a.38 : εἴποις ἂν καὶ εὐεξίας καὶ εὐπορίας. Πενταχῶς δὲ τοῖς 12895 2.7.4a.39 : εἴδεσι. Πρῶτον μὲν γὰρ τἀγαθὸν τὴν ἰδέαν αὐτὴν ἀπο– 12896 2.7.4a.40 : φαίνεται, ὅπερ ἐστὶ θεῖον καὶ χωριστόν· δεύτερον δὲ τὸ 12897 2.7.4a.41 : ἐκ φρονήσεως καὶ ἡδονῆς σύνθετον, ὅπερ ἐνίοις δοκεῖ κατ´ 12898 2.7.4a.42 : αὐτὸν εἶναι τέλος τῆς ἀνθρωπίνου ζωῆς· τρίτον αὐτὴν 12899 2.7.4a.43 : καθ´ αὑτὴν τὴν φρόνησιν· τέταρτον τὸ ἐκ τῶν ἐπιστημῶν 12900 2.7.4a.44 : καὶ τεχνῶν σύνθετον· πέμπτον αὐτὴν καθ´ αὑτὴν τὴν 12901 2.7.4a.45 : ἡδονήν. Ταύταις κέχρηται ταῖς διαστολαῖς ἐν τῷ πρώτῳ 12902 2.7.4a.46 : τῶν Νόμων μάλιστα κἀν τῷ Φιλήβῳ. 12903 2.7.4a.47 : Ἄλλως· Μόνον μὲν τὸ καλὸν ἀγαθόν· καθότι τῶν 12904 2.7.4a.48 : ὄντων οὐδὲν ἀγαθόν, εἰ μή τι μεταλάβοι τῆς ἀρετῆς, ὥσπερ ὁ 12905 2.7.4a.49 : δαλὸς καὶ ὁ σίδηρος τοῦ πυρός, οὗ χωρὶς οὐδὲν ἁπλῶς 12906 2.7.4a.50 : θερμόν· μετὰ δ´ ἄλλων ἀγαθῶν τῶν τριῶν γενῶν, ὅσον 12907 2.7.4a.51 : μετείληφεν αὐτῆς τὰ δύο, τὰ σωματικὰ σὺν τοῖς ἐκτός. 12908 2.7.4a.52 : Ὡς γὰρ τῆς σελήνης ἀφώτιστος μὲν ἡ οὐσία καθ´ αὑτήν, 12909 2.7.4a.53 : μεταλήψει δὲ τῆς ἡλιακῆς αὐγῆς φωτίζεται, οὕτως οὐδὲν 12910 2.7.4a.54 : ὃ μὴ μετέχει τῆς ἀρετῆς ἀγαθόν. Τοῖς γὰρ ἀνθρωπίνοις 12911 2.7.4a.55 : τὸ δύνασθαι ὠφελεῖν ἐκ τῶν θείων πάρεστιν. 12912 2.7.4a.56 : <20Ἀριστοτέλης>20 τὴν μὲν τριάδα τῶν ἀγαθῶν καὐτὸς 12913 2.7.4a.57 : ὁμοίως Πλάτωνι κατὰ τοὺς τόπους. Ἔτι τῶν ἀγαθῶν τὰ 12914 2.7.4a.58 : μέν ἐστι δι´ ἑαυτὰ αἱρετά, τὰ δὲ δι´ ἕτερα. <20Δι´ ἑαυτὰ>20 12915 2.7.4a.59 : μὲν οὖν ἐστιν <20αἱρετά,>20 ὅσα πρὸς τὴν αἵρεσιν αὑτῶν οὐ 12916 2.7.4a.60 : δι´ ἄλλο τι κινεῖ ἢ προτρέπεται· τοιαῦτα δ´ ἐστὶν ἥ τ´ 12917 2.7.4a.61 : εὐδαιμονία, καὶ τὸ γένος τῶν ἀρετῶν, καὶ τὰ σωματικὰ τῶν 12918 2.7.4a.62 : 〈πρώτων〉 κατὰ φύσιν, ὑγίεια, εὐεξία, εὐαισθησία, κάλλος, 12919 2.7.4a.63 : τάχος, ἀρτιότης, ἰσχύς, τὰ παραπλήσια τούτοις, καὶ τῶν 12920 2.7.4a.64 : σωματικῶν ἡδονῶν αἱ μηδεμίαν βλάβην ἐπιφέρουσαι. Ταῦτα 12921 2.7.4a.65 : γὰρ ὁ νοῦν ἔχων ἕλοιτ´ ἂν 〈δι´〉 αὑτά, κἂν μηδὲν ἄλλο 12922 2.7.4a.66 : κεχωρισμένον αὐτῶν περιποιῇ. <20Δι´ ἄλλα>20 δ´ ἐστὶν <20αἱρε– 12923 2.7.4a.67 : τὰ>20 τὰ δι´ ἕτερόν τι κεχωρισμένον αὑτῶν προκαλούμενα 12924 2.7.4a.68 : πρὸς τὴν αἵρεσιν, περίπατος, γυμνασία, μάθησις, ἀνά– 12925 2.7.4a.69 : γνωσις, ἰατρεῖαι, θεραπεῖαι, τροφαί, σκέπαι. Τούτων γὰρ 12926 2.7.4a.70 : οὐδὲν δι´ αὑτὸ ληπτόν, κατὰ δὲ τὴν ἀναφορὰν τὴν ἐφ´ 12927 2.7.4a.71 : ἃ παρέχεται. 12928 2.7.5.1 : <20Εἰ πᾶν τὸ καλὸν δι´ αὑτὸ αἱρετόν;>20 12929 2.7.5.2 : Κατὰ μὲν <20Πλάτωνα>20 πᾶν. Καὶ γὰρ ἀρετὴν πᾶσαν 12930 2.7.5.3 : καὶ τὴν καθ´ ἑκάστην ἕξιν σπουδαίαν καὶ τὴν ἐνέργειαν, 12931 2.7.5.4 : ἥτις ἐστὶ πρᾶξις μετὰ λόγου. Ὠνομάσθαι γοῦν καλόν, ὅτι 12932 2.7.5.5 : κλητικόν ἐστιν ἐφ´ αὑτό. Τῷ δ´ <20Ἀριστοτέλει>20 δοκεῖ 12933 2.7.5.6 : τὰς μὲν ἕξεις οὐκ εἶναι δι´ αὑτὰς αἱρετάς, δι´ ἄλλο γάρ τι, 12934 2.7.5.7 : τὴν ἐνέργειαν. Πᾶσα γὰρ ἕξις διὰ ταύτην ὡς τὸ οὗ ἕνεκα, 12935 2.7.5.8 : τοῦτο 〈δὲ〉 δι´ αὑτὸ αἱρετὸν ὑπάρχει, ὡς χρῆσις καὶ τέλος 12936 2.7.5.9 : τοῦ βίου. Καὶ τὴν εὐδαιμονίαν οὗτος μὲν ἀπὸ τῆς χρή– 12937 2.7.5.10 : σεως ἀναφωνεῖ, <20Πλάτων>20 δὲ καὶ ἀπὸ τῆς κτήσεως. Ἀλλ´ 12938 2.7.5.11 : ὁ μὲν πρεσβύτερος ἐν τοῖς Νόμοις καὶ ἐν τῷ Τιμαίῳ 12939 2.7.5.12 : καί τισιν ἄλλοις ταῦτα κατακεχώρικεν, ὁ δὲ νεώτερος ἐν 12940 2.7.5.13 : τοῖς Ἠθικοῖς. 12941 2.7.5.1 : <20Ζήνωνος καὶ τῶν λοιπῶν Στωικῶν δόγμα– 12942 2.7.5.2 : τα περὶ τοῦ ἠθικοῦ μέρους τῆς φιλοσοφίας.>20 12943 2.7.5.3 : Περὶ δὲ τῶν ἠθικῶν ἑξῆς ποιήσομαι τὸν ὑπομνη– 12944 2.7.5.4 : ματισμὸν τὰ κεφάλαια τῶν ἀναγκαίων δογμάτων ἀναλα– 12945 2.7.5.5 : βών. Ἄρξομαι δ´ ἐντεῦθεν· 12946 2.7.5a.1 : Ταῦτ´ <20εἶναί>20 φησιν ὁ Ζήνων, ὅσα οὐσίας μετέχει· 12947 2.7.5a.2 : τῶν δ´ ὄντων τὰ μὲν <20ἀγαθά,>20 τὰ δὲ <20κακά,>20 τὰ δὲ <20ἀδιά– 12948 2.7.5a.3 : φορα. Ἀγαθὰ>20 μὲν τὰ τοιαῦτα· φρόνησιν, σωφροσύνην, 12949 2.7.5a.4 : δικαιοσύνην, ἀνδρείαν καὶ πᾶν ὅ ἐστιν ἀρετὴ ἢ μετέχον 12950 2.7.5a.5 : ἀρετῆς· κακὰ δὲ τὰ τοιαῦτα· ἀφροσύνην, ἀκολασίαν, 12951 2.7.5a.6 : ἀδικίαν, δειλίαν καὶ πᾶν ὅ ἐστι κακία ἢ μετέχον κακίας· 12952 2.7.5a.7 : <20ἀδιάφορα>20 δὲ τὰ τοιαῦτα· ζωὴν θάνατον, δόξαν ἀδο– 12953 2.7.5a.8 : ξίαν, ἡδονὴν πόνον, πλοῦτον πενίαν, ὑγίειαν νόσον, καὶ 12954 2.7.5a.9 : τὰ τούτοις ὅμοια. 12955 2.7.6.1 : Τῶν δὲ <20ἀγαθῶν>20 τὰ μὲν εἶναι <20ἀρετάς,>20 τὰ δ´ 12956 2.7.6.2 : <20οὔ.>20 Φρόνησιν μὲν οὖν καὶ σωφροσύνην 〈καὶ δικαιοσύνην〉 12957 2.7.6.3 : καὶ ἀνδρείαν 〈καὶ μεγαλοψυχίαν καὶ ῥώμην καὶ ἰσχὺν ψυ– 12958 2.7.6.4 : χῆς〉 <20ἀρετάς·>20 χαρὰν δὲ καὶ εὐφροσύνην καὶ θάρρος 12959 2.7.6.5 : καὶ βούλησιν καὶ τὰ παραπλήσια <20οὐκ>20 εἶναι ἀρετάς. Τῶν 12960 2.7.5b.6 : δὲ <20ἀρετῶν>20 τὰς μὲν <20ἐπιστήμας>20 τινῶν καὶ <20τέχνας,>20 12961 2.7.5b.7 : τὰς δ´ οὔ. Φρόνησιν μὲν οὖν καὶ σωφροσύνην καὶ δικαιο– 12962 2.7.5b.8 : σύνην καὶ ἀνδρείαν <20ἐπιστήμας>20 εἶναι τινῶν καὶ <20τέχνας·>20 12963 2.7.5b.9 : μεγαλοψυχίαν δὲ καὶ ῥώμην καὶ ἰσχὺν ψυχῆς <20οὔτ´ ἐπι– 12964 2.7.5b.10 : στήμας>20 τινῶν εἶναι <20οὔτε τέχνας.>20 Ἀνάλογον δὲ καὶ τῶν 12965 2.7.5b.11 : <20κακῶν>20 τὰ μὲν εἶναι <20κακίας,>20 τὰ δ´ <20οὔ.>20 Ἀφροσύνην 12966 2.7.5b.12 : μὲν οὖν καὶ ἀδικίαν καὶ δειλίαν καὶ μικροψυχίαν καὶ 12967 2.7.5b.13 : ἀδυναμίαν <20κακίας>20 εἶναι· λύπην δὲ καὶ φόβον καὶ τὰ 12968 2.7.5b.14 : παραπλήσια <20οὐκ>20 εἶναι κακίας. Τῶν δὲ κακιῶν τὰς μὲν 12969 2.7.5b.15 : εἶναι <20ἀγνοίας>20 τινῶν καὶ <20ἀτεχνίας,>20 τὰς δ´ <20οὔ.>20 Ἀφρο– 12970 2.7.5b.16 : σύνην μὲν οὖν καὶ ἀκολασίαν καὶ ἀδικίαν καὶ δειλίαν 12971 2.7.5b.17 : <20ἀγνοίας>20 εἶναι τινῶν καὶ <20ἀτεχνίας·>20 μικροψυχίαν δὲ καὶ 12972 2.7.5b.18 : ἀδυναμίαν 〈καὶ ἀσθένειαν〉 <20οὔτε ἀγνοίας>20 τινῶν <20οὔτε 12973 2.7.5b.19 : ἀτεχνίας.>20 12974 2.7.5b1.1 : <20Φρόνησιν>20 δ´ εἶναι ἐπιστήμην ὧν ποιητέον καὶ 12975 2.7.5b1.2 : οὐ ποιητέον καὶ οὐδετέρων, ἢ ἐπιστήμην ἀγαθῶν καὶ 12976 2.7.5b1.3 : κακῶν καὶ οὐδετέρων φύσει πολιτικοῦ 〈λογικοῦ〉 ζῴου (καὶ 12977 2.7.5b1.4 : ἐπὶ τῶν λοιπῶν δὲ ἀρετῶν οὕτως ἀκούειν παραγγέλλουσι)· 12978 2.7.5b1.5 : <20σωφροσύνην>20 δ´ εἶναι ἐπιστήμην αἱρετῶν καὶ φευκτῶν 12979 2.7.5b1.6 : καὶ οὐδετέρων· <20δικαιοσύνην>20 δὲ ἐπιστήμην ἀπονεμητικὴν 12980 2.7.5b1.7 : τῆς ἀξίας ἑκάστῳ· <20ἀνδρείαν>20 δὲ ἐπιστήμην δεινῶν καὶ 12981 2.7.5b1.8 : οὐ δεινῶν καὶ οὐδετέρων· <20ἀφροσύνην>20 δὲ 〈ἄγνοιαν〉 ἀγαθῶν 12982 2.7.5b1.9 : καὶ κακῶν καὶ οὐδετέρων, ἢ ἄγνοιαν ὧν ποιητέον καὶ οὐ 12983 2.7.5b1.10 : ποιητέον καὶ οὐδετέρων· <20ἀκολασίαν>20 δὲ ἄγνοιαν αἱρετῶν 12984 2.7.5b1.11 : καὶ φευκτῶν καὶ οὐδετέρων· 〈<20ἀδικίαν>20 δὲ ἄγνοιαν μὴ 12985 2.7.5b1.12 : ἀπονεμητικὴν τῆς ἀξίας ἑκάστῳ〉· <20δειλίαν>20 δὲ ἄγνοιαν 12986 2.7.5b1.13 : δεινῶν καὶ οὐ δεινῶν καὶ οὐδετέρων. Παραπλησίως δὲ 12987 2.7.5b1.14 : καὶ τὰς ἄλλας ἀρετὰς καὶ κακίας ὁρίζονται, τῶν εἰρημένων 12988 2.7.5b1.15 : ἐχόμενοι. Κοινότερον δὲ τὴν <20ἀρετὴν>20 διάθεσιν εἶναί 12989 2.7.5b1.16 : φασι ψυχῆς σύμφωνον αὑτῇ περὶ ὅλον τὸν βίον. 12990 2.7.6.1 : Τῶν δ´ <20ἀρετῶν>20 τὰς μὲν εἶναι <20πρώτας,>20 τὰς 12991 2.7.6.2 : δὲ ταῖς πρώταις <20ὑποτεταγμένας· πρώτας>20 δὲ τέττα– 12992 2.7.6.3 : ρας εἶναι, φρόνησιν, σωφροσύνην, ἀνδρείαν, δικαιοσύνην. 12993 2.7.6.4 : Καὶ τὴν μὲν <20φρόνησιν>20 περὶ τὰ καθήκοντα γίνεσθαι· 12994 2.7.6.5 : τὴν δὲ <20σωφροσύνην>20 περὶ τὰς ὁρμὰς τοῦ ἀνθρώπου· 12995 2.7.6.6 : τὴν δὲ <20ἀνδρείαν>20 περὶ τὰς ὑπομονάς· τὴν δὲ <20δικαιο– 12996 2.7.6.7 : σύνην>20 περὶ τὰς ἀπονεμήσεις. Τῶν δὲ ὑποτεταγμένων 12997 2.7.6.8 : ταῖς ἀρεταῖς ταύταις τὰς μὲν τῇ φρονήσει ὑποτετάχθαι, 12998 2.7.6.9 : τὰς δὲ τῇ σωφροσύνῃ, τὰς δὲ τῇ ἀνδρείᾳ, τὰς δὲ τῇ 12999 2.7.6.10 : δικαιοσύνῃ. Τῇ μὲν οὖν <20φρονήσει>20 ὑποτάττεσθαι εὐβου– 13000 2.7.6.11 : λίαν, εὐλογιστίαν, ἀγχίνοιαν, νουνέχειαν, 〈εὐστοχίαν,〉 εὐμη– 13001 2.7.6.12 : χανίαν· τῇ δὲ <20σωφροσύνῃ>20 εὐταξίαν, κοσμιότητα, αἰδη– 13002 2.7.6.13 : μοσύνην, ἐγκράτειαν· τῇ δὲ <20ἀνδρείᾳ>20 καρτερίαν, θαρρα– 13003 2.7.6.14 : λεότητα, μεγαλοψυχίαν, εὐψυχίαν, φιλοπονίαν· τῇ δὲ 13004 2.7.6.15 : <20δικαιοσύνῃ>20 εὐσέβειαν, χρηστότητα, εὐκοινωνησίαν, εὐσυν– 13005 2.7.6.16 : αλλαξίαν. <20Εὐβουλίαν>20 μὲν οὖν εἶναι λέγουσιν ἐπιστή– 13006 2.7.6.17 : μην τοῦ ποῖα καὶ πῶς πράττοντες πράξομεν συμφερόντως· 13007 2.7.6.18 : <20εὐλογιστίαν>20 δὲ ἐπιστήμην ἀνταναιρετικὴν καὶ συγκε– 13008 2.7.6.19 : φαλαιωτικὴν τῶν γινομένων καὶ ἀποτελουμένων· <20ἀγχί– 13009 2.7.6.20 : νοιαν>20 δὲ ἐπιστήμην εὑρετικὴν τοῦ καθήκοντος ἐκ τοῦ 13010 2.7.6.21 : παραχρῆμα· <20νουνέχειαν>20 δὲ ἐπιστήμην 〈τῶν χειρόνων 13011 2.7.6.22 : καὶ βελτιόνων· <20εὐστοχίαν>20 δὲ ἐπιστήμην〉 ἐπιτευκτικὴν 13012 2.7.6.23 : τοῦ ἐν ἑκάστῳ σκοποῦ· <20εὐμηχανίαν>20 δὲ ἐπιστήμην εὑρε– 13013 2.7.6.24 : τικὴν διεξόδου πραγμάτων· <20εὐταξίαν>20 δὲ ἐπιστήμην τοῦ 13014 2.7.6.25 : πότε πρακτέον, καὶ τί μετὰ τί, καὶ καθόλου τῆς τάξεως 13015 2.7.6.26 : τῶν πράξεων· <20κοσμιότητα>20 δὲ 〈ἐπιστήμην〉 πρεπουσῶν 13016 2.7.6.27 : καὶ ἀπρεπῶν κινήσεων· <20αἰδημοσύνην>20 δὲ ἐπιστήμην 13017 2.7.6.28 : εὐλαβητικὴν ὀρθοῦ ψόγου· <20ἐγκράτειαν>20 δὲ ἐπιστήμην 13018 2.7.6.29 : ἀνυπέρβατον τῶν κατὰ τὸν ὀρθὸν λόγον φανέντων· <20καρ– 13019 2.7.6.30 : τερίαν>20 δὲ ἐπιστήμην ἐμμενητικὴν τοῖς ὀρθῶς κριθεῖσι· 13020 2.7.6.31 : <20θαρραλεότητα>20 δὲ ἐπιστήμην καθ´ ἣν οἴδαμεν ὅτι 13021 2.7.6.32 : οὐδενὶ δεινῷ μὴ περιπέσωμεν· <20μεγαλοψυχίαν>20 δὲ 13022 2.7.6.33 : ἐπιστήμην ὑπεράνω ποιοῦσαν τῶν πεφυκότων ἐν σπου– 13023 2.7.6.34 : δαίοις τε γίνεσθαι καὶ φαύλοις· <20εὐψυχίαν>20 δὲ ἐπιστή– 13024 2.7.6.35 : μην ψυχῆς παρεχομένης ἑαυτὴν ἀήττητον· <20φιλοπονίαν>20 13025 2.7.6.36 : δὲ ἐπιστήμην ἐξεργαστικὴν τοῦ προκειμένου, οὐ κωλυο– 13026 2.7.6.37 : μένην διὰ πόνον· <20εὐσέβειαν>20 δὲ ἐπιστήμην θεῶν θερα– 13027 2.7.6.38 : πείας· <20χρηστότητα>20 δὲ ἐπιστήμην εὐποιητικήν· <20εὐκοι– 13028 2.7.6.39 : νωνησίαν>20 δὲ ἐπιστήμην ἰσότητος ἐν κοινωνίᾳ· <20εὐσυν– 13029 2.7.6.40 : αλλαξίαν>20 δὲ ἐπιστήμην τοῦ συναλλάττειν ἀμέμπτως τοῖς 13030 2.7.6.41 : πλησίον. 13031 2.7.7.1 : Πασῶν δὲ τούτων τῶν ἀρετῶν τὸ <20τέλος>20 εἶναι 13032 2.7.7.2 : τὸ ἀκολούθως τῇ φύσει ζῆν· <20ἑκάστην>20 δὲ τούτου διὰ 13033 2.7.7.3 : τῶν ἰδίων παρέχεσθαι τυγχάνοντα τὸν ἄνθρωπον. Ἔχειν 13034 2.7.7.4 : γὰρ ἀφορμὰς παρὰ τῆς φύσεως καὶ πρὸς τὴν τοῦ καθή– 13035 2.7.7.5 : κοντος εὕρεσιν καὶ πρὸς τὴν τῶν ὁρμῶν εὐστάθειαν καὶ 13036 2.7.7.6 : πρὸς τὰς ὑπομονὰς καὶ πρὸς τὰς ἀπονεμήσεις. Καὶ 〈κατὰ〉 13037 2.7.7.7 : τὸ σύμφωνον καὶ τὸ ἑαυτῆς ἑκάστη τῶν ἀρετῶν πράτ– 13038 2.7.7.8 : τουσα παρέχεται τὸν ἄνθρωπον ἀκολούθως τῇ φύσει ζῶντα. 13039 2.7.8.1 : Ταύτας μὲν οὖν τὰς ῥηθείσας ἀρετὰς <20τελείας>20 13040 2.7.8.2 : εἶναι λέγουσι περὶ τὸν βίον καὶ συνεστηκέναι ἐκ θεωρη– 13041 2.7.8.3 : μάτων· ἄλλας δὲ <20ἐπιγίνεσθαι>20 ταύταις, οὐκ ἔτι τέχνας 13042 2.7.8.4 : οὔσας, ἀλλὰ δυνάμεις τινάς, ἐκ τῆς ἀσκήσεως περιγιγνο– 13043 2.7.8.5 : μένας, οἷον τὴν ὑγίειαν τῆς ψυχῆς καὶ τὴν ἀρτιότητα 13044 2.7.8.6 : καὶ τὴν ἰσχὺν αὐτῆς καὶ τὸ κάλλος. Ὥσπερ γὰρ τὴν τοῦ 13045 2.7.8.7 : σώματος ὑγίειαν εὐκρασίαν εἶναι τῶν ἐν τῷ σώματι θερ– 13046 2.7.8.8 : μῶν καὶ ψυχρῶν καὶ ξηρῶν καὶ ὑγρῶν, οὕτω καὶ τὴν τῆς 13047 2.7.8.9 : ψυχῆς <20ὑγίειαν>20 εὐκρασίαν εἶναι τῶν ἐν τῇ ψυχῇ δογμά– 13048 2.7.8.10 : των. Καὶ ὁμοίως ὥσπερ ἰσχὺς τοῦ σώματος τόνος ἐστὶν 13049 2.7.8.11 : ἱκανὸς ἐν νεύροις, οὕτω καὶ ἡ τῆς ψυχῆς <20ἰσχὺς>20 τόνος 13050 2.7.8.12 : ἐστὶν ἱκανὸς ἐν τῷ κρίνειν καὶ πράττειν ἢ μή. Ὥσπερ 13051 2.7.8.13 : τε τὸ κάλλος τοῦ σώματός ἐστι συμμετρία τῶν μελῶν 13052 2.7.8.14 : καθεστώτων αὐτῷ πρὸς ἄλληλά τε καὶ πρὸς τὸ ὅλον, οὕτω 13053 2.7.8.15 : καὶ τὸ τῆς ψυχῆς <20κάλλος>20 ἐστὶ συμμετρία τοῦ λόγου καὶ 13054 2.7.8.16 : τῶν μερῶν αὐτοῦ πρὸς 〈τὸ〉 ὅλον τε αὐτῆς καὶ πρὸς ἄλληλα. 13055 2.7.9.1 : Πάσας δὲ τὰς ἀρετάς, ὅσαι ἐπιστῆμαί εἰσι καὶ 13056 2.7.9.2 : τέχναι, κοινά τε θεωρήματα ἔχειν καὶ τέλος, ὡς εἴρηται 13057 2.7.9.3 : (p. 62, 7), τὸ αὐτό, διὸ καὶ <20ἀχωρίστους>20 εἶναι· τὸν 13058 2.7.9.4 : γὰρ μίαν ἔχοντα πάσας ἔχειν, καὶ τὸν κατὰ μίαν πράτ– 13059 2.7.9.5 : τοντα κατὰ πάσας πράττειν. <20Διαφέρειν>20 δ´ ἀλλήλων 13060 2.7.9.6 : <20τοῖς κεφαλαίοις. Φρονήσεως>20 μὲν γὰρ εἶναι κεφά– 13061 2.7.9.7 : λαια τὸ μὲν θεωρεῖν καὶ πράττειν, ὃ ποιητέον, προηγου– 13062 2.7.9.8 : μένως, κατὰ δὲ τὸν δεύτερον λόγον τὸ θεωρεῖν καὶ ἃ δεῖ 13063 2.7.9.9 : ἀπονέμειν 〈καὶ ἃ δεῖ αἱρεῖσθαι καὶ ἃ δεῖ ὑπομένειν〉, 13064 2.7.9.10 : χάριν τοῦ ἀδιαπτώτως πράττειν ὃ ποιητέον. τῆς δὲ 13065 2.7.9.11 : <20σωφροσύνης>20 ἴδιον κεφάλαιόν ἐστι τὸ παρέχεσθαι 13066 2.7.9.12 : τὰς ὁρμὰς εὐσταθεῖς καὶ θεωρεῖν αὐτὰς προηγουμένως, 13067 2.7.9.13 : κατὰ δὲ τὸν δεύτερον λόγον τὰ ὑπὸ τὰς ἄλλας ἀρετάς, 13068 2.7.9.14 : ἕνεκα τοῦ ἀδιαπτώτως ἐν ταῖς ὁρμαῖς ἀναστρέφεσθαι· 13069 2.7.9.15 : καὶ ὁμοίως τὴν <20ἀνδρείαν>20 προηγουμένως μὲν πᾶν ὃ 13070 2.7.9.16 : δεῖ ὑπομένειν, κατὰ δὲ τὸν δεύτερον λόγον τὰ ὑπὸ 13071 2.7.9.17 : τὰς ἄλλας· καὶ τὴν <20δικαιοσύνην>20 προηγουμένως μὲν 13072 2.7.9.18 : τὸ κατ´ ἀξίαν ἑκάστῳ σκοπεῖν, κατὰ δὲ τὸν δεύτερον 13073 2.7.9.19 : λόγον καὶ τὰ λοιπά. <20Πάσας>20 γὰρ τὰς ἀρετὰς <20τὰ πασῶν>20 13074 2.7.9.20 : βλέπειν καὶ τὰ ὑποτεταγμένα ἀλλήλαις. Ὅμοιον γὰρ ἔλε– 13075 2.7.9.21 : γεν εἶναι ὁ Παναίτιος (p. 75 ed. Lynden) τὸ συμβαῖνον ἐπὶ 13076 2.7.9.22 : τῶν ἀρετῶν, ὡς εἰ πολλοῖς τοξόταις εἷς σκοπὸς εἴη κεί– 13077 2.7.9.23 : μενος, ἔχοι δ´ οὗτος ἐν αὑτῷ γραμμὰς διαφόρους τοῖς 13078 2.7.9.24 : χρώμασιν· εἶθ´ ἕκαστος μὲν στοχάζοιτο τοῦ τυχεῖν τοῦ 13079 2.7.9.25 : σκοποῦ, ἤδη δ´ ὁ μὲν διὰ τοῦ πατάξαι εἰς τὴν λευκὴν εἰ 13080 2.7.9.26 : τύχοι γραμμήν, ὁ δὲ διὰ τοῦ εἰς τὴν μέλαιναν, ἄλλος 〈δὲ〉 13081 2.7.9.27 : διὰ τοῦ εἰς ἄλλο τι χρῶμα γραμμῆς. Καθάπερ γὰρ τού– 13082 2.7.9.28 : τους ὡς μὲν ἀνωτάτω τέλος ποιεῖσθαι τὸ τυχεῖν τοῦ σκο– 13083 2.7.5b5.29 : ποῦ, ἤδη δ´ ἄλλον κατ´ ἄλλον τρόπον προτίθεσθαι τὴν 13084 2.7.5b5.30 : τεῦξιν, τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ τὰς ἀρετὰς <20πάσας>20 ποιεῖ– 13085 2.7.5b5.31 : σθαι μὲν <20τέλος>20 τὸ εὐδαιμονεῖν, ὅ ἐστι κείμενον ἐν τῷ 13086 2.7.5b5.32 : ζῆν ὁμολογουμένως τῇ φύσει, τούτου δ´ <20ἄλλην κατ´ 13087 2.7.5b5.33 : ἄλλον>20 τυγχάνειν. 13088 2.7.6.1 : Διττῶς δέ φησιν ὁ Διογένης (ap. Thierry, de Dio- 13089 2.7.6.2 : gene Babyl. p. 72) λέγεσθαι τὰ <20δι´ αὑτὰ αἱρετά,>20 〈τὰ〉 13090 2.7.6.3 : <20καὶ τελικῶς>20 αἱρετά, ὡς ἔχει τὰ ἐν τῇ προειρημένῃ 13091 2.7.6.4 : διαιρέσει κατατεταγμένα, τὰ δὲ ὅσα ἐν <20αὑτοῖς>20 ἔχει τὴν 13092 2.7.6.5 : αἰτίαν τοῦ αἱρετὰ εἶναι, ὅπερ παντὶ ἀγαθῷ ὑπάρχει. 13093 2.7.7.1 : Ἀρετὰς δ´ εἶναι πλείους φασὶ καὶ ἀχωρίστους 13094 2.7.7.2 : ἀπ´ ἀλλήλων, καὶ τὰς αὐτὰς τῷ ἡγεμονικῷ μέρει τῆς 13095 2.7.7.3 : ψυχῆς καθ´ ὑπόστασιν, καθ´ ὃ δὴ καὶ <20σῶμα>20 πᾶσαν ἀρε– 13096 2.7.7.4 : τὴν εἶναί τε καὶ λέγεσθαι, τὴν γὰρ διάνοιαν καὶ τὴν ψυ– 13097 2.7.7.5 : χὴν σῶμα εἶναι· τὸ γὰρ συμφυὲς πνεῦμα ἡμῖν ἔνθερμον 13098 2.7.7.6 : ὂν ψυχὴν ἡγοῦνται. 13099 2.7.7.7 : Βούλονται δὲ καὶ τὴν ἐν ἡμῖν ψυχὴν ζῷον εἶναι, ζῆν 13100 2.7.7.8 : τε γὰρ καὶ αἰσθάνεσθαι· καὶ μάλιστα τὸ ἡγεμονικὸν μέρος 13101 2.7.7.9 : αὐτῆς, ὃ δὴ καλεῖται διάνοια. Διὸ καὶ πᾶσαν ἀρετὴν 13102 2.7.7.10 : ζῷον εἶναι, ἐπειδὴ ἡ αὐτὴ διανοίᾳ ἐστὶ κατὰ τὴν οὐσίαν. 13103 2.7.7.11 : Κατὰ τοῦτο γάρ φασι καὶ τὴν φρόνησιν φρονεῖν, ἀκολουθεῖ 13104 2.7.7.12 : γὰρ αὐτοῖς τὸ οὕτως λέγειν. 13105 2.7.8.1 : Ἀρετῆς δὲ καὶ κακίας <20οὐδὲν>20 εἶναι <20μεταξύ.>20 13106 2.7.8.2 : Πάντας γὰρ ἀνθρώπους ἀφορμὰς ἔχειν ἐκ φύσεως πρὸς 13107 2.7.8.3 : ἀρετήν, καὶ οἱονεὶ τὸν τῶν ἡμιαμβείων λόγον ἔχειν κατὰ 13108 2.7.8.4 : τὸν Κλεάνθην· ὅθεν ἀτελεῖς μὲν ὄντας εἶναι φαύλους, 13109 2.7.8.5 : τελειωθέντας δὲ σπουδαίους. 13110 2.7.8.6 : Φασὶ δὲ καὶ πάντα ποιεῖν τὸν σοφὸν 〈κατὰ〉 <20πάσας 13111 2.7.8.7 : τὰς ἀρετάς.>20 Πᾶσαν γὰρ πρᾶξιν τελείαν αὐτοῦ εἶναι, 13112 2.7.8.8 : διὸ καὶ μηδεμιᾶς ἀπολελεῖφθαι ἀρετῆς. 13113 2.7.9.1 : Ἀκολούθως γὰρ τούτοις δογματίζουσι καὶ ὅτι 13114 2.7.9.2 : καὶ νουνεχόντως καὶ <20διαλεκτικῶς>20 ποιεῖ καὶ <20συμπο– 13115 2.7.9.3 : τικῶς>20 καὶ <20ἐρωτικῶς.>20 Τὸν δὲ <20ἐρωτικὸν>20 καὶ διχῇ 13116 2.7.9.4 : λέγεσθαι, τὸν μὲν κατὰ τὴν ἀρετὴν ποιὸν σπουδαῖον 13117 2.7.9.5 : ὄντα, τὸν δὲ κατὰ τὴν κακίαν ἐν ψόγῳ, ὡς ἂν ἐρωτομανῆ 13118 2.7.9.6 : τινα. εἶναι δ´ <20ἔρωτα>20 **· τόν τ´ ἀξιέραστον ὁμοίως 13119 2.7.9.7 : λέγεσθαι τῷ ἀξιοφιλήτῳ, καὶ οὐ τῷ ἀξιαπολαύστῳ· τὸν 13120 2.7.9.8 : γὰρ ἄξιον σπουδαίου ἔρωτος, τοῦτον εἶναι ἀξιέραστον. 13121 2.7.9.9 : Ὁμοίως δὲ <20τῇ ἐρωτικῇ>20 τὴν <20συμποτικὴν>20 παραλαμ– 13122 2.7.9.10 : βάνουσιν εἰς τὰς ἀρετάς, <20τὴν μὲν>20 περὶ τὸ ἐν συμποσίῳ 13123 2.7.9.11 : καθῆκον ἀναστρεφομένην ἐπιστήμην οὖσαν τοῦ πῶς δεῖ 13124 2.7.9.12 : ἐξάγεσθαι τὰ συμπόσια καὶ τοῦ πῶς δεῖ συμπίνειν· <20τὴν>20 13125 2.7.9.13 : δ´ ἐπιστήμην νέων θήρας εὐφυῶν, προτρεπτικὴν οὖσαν ἐπὶ 13126 2.7.9.14 : τὴν κατ´ ἀρετήν, καὶ καθόλου ἐπιστήμην τοῦ καλῶς ἐρᾶν· 13127 2.7.9.15 : διὸ καί φασιν ἐρασθήσεσθαι τὸν νοῦν ἔχοντα. <20Τὸ δὲ ἐρᾶν>20 13128 2.7.9.16 : αὐτὸ μόνον ἀδιάφορον εἶναι, ἐπειδὴ γίνεταί ποτε καὶ περὶ 13129 2.7.9.17 : φαύλους. Τὸν δὲ ἔρωτα οὔτε ἐπιθυμίαν εἶναι οὔτε τινὸς 13130 2.7.9.18 : φαύλου πράγματος, ἀλλ´ ἐπιβολὴν φιλοποιίας διὰ κάλλους 13131 2.7.9.19 : ἔμφασιν. 13132 2.7.5b10.1 : Λέγουσι δὲ καὶ <20πάντ´ εὖ>20 ποιεῖν τὸν <20σοφόν,>20 13133 2.7.5b10.2 : ἃ ποιεῖ· δῆλον. Ὃν τρόπον γὰρ λέγομεν πάντ´ εὖ ποιεῖν 13134 2.7.5b10.3 : τὸν αὐλητὴν ἢ κιθαρῳδόν, συνυπακουομένου τοῦ ὅτι τὰ 13135 2.7.5b10.4 : μὲν κατὰ τὴν αὔλησιν, τὰ δὲ κατὰ τὴν κιθαρῳδίαν, τὸν 13136 2.7.5b10.5 : αὐτὸν τρόπον πάντ´ εὖ ποιεῖν τὸν φρόνιμον, καὶ ὅσα 13137 2.7.5b10.6 : ποιεῖ ναὶ [οὔ] μὰ Δία, καὶ ἃ μὴ ποιεῖ. Τῷ γὰρ κατὰ 13138 2.7.5b10.7 : λόγον ὀρθὸν ἐπιτελεῖν πάντα καὶ οἷον κατ´ ἀρετήν, περὶ 13139 2.7.5b10.8 : ὅλον οὖσαν τὸν βίον τέχνην, ἀκόλουθον ᾠήθησαν τὸ περὶ 13140 2.7.5b10.9 : τοῦ πάντ´ εὖ ποιεῖν τὸν σοφὸν δόγμα. Κατὰ τὸ ἀνάλογον 13141 2.7.5b10.10 : δὲ καὶ τὸν φαῦλον πάντα ὅσα ποιεῖ κακῶς ποιεῖν καὶ 13142 2.7.5b10.11 : κατὰ πάσας τὰς κακίας. 13143 2.7.6.1 : Φιλομουσίαν δὲ καὶ φιλογραμματίαν καὶ φιλιπ– 13144 2.7.6.2 : πίαν καὶ φιλοκυνηγίαν καὶ καθόλου ἐγκυκλίους λεγομένας 13145 2.7.6.3 : τέχνας <20ἐπιτηδεύματα>20 μὲν καλοῦσιν, ἐπιστήμας δ´ οὔ, 13146 2.7.6.4 : ἔν 〈τε〉 ταῖς σπουδαίαις ἕξεσι ταῦτα καταλείπουσι, καὶ 13147 2.7.6.5 : ἀκολούθως μόνον <20τὸν σοφὸν>20 φιλόμουσον εἶναι λέγουσι 13148 2.7.6.6 : καὶ φιλογράμματον, καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων κατὰ τὸ ἀνάλογον. 13149 2.7.6.7 : Τό τε <20ἐπιτήδευμα>20 τοῦτον ὑπογράφουσι τὸν τρόπον· 13150 2.7.6.8 : ὁδὸν διὰ τέχνης ἢ μέρους ἄγουσαν ἐπὶ 〈τὰ〉 κατ´ ἀρετήν. 13151 2.7.7.1 : Μόνον δέ φασι τὸν <20σοφὸν>20 καὶ <20μάντιν>20 ἀγαθὸν 13152 2.7.7.2 : εἶναι καὶ <20ποιητὴν>20 καὶ <20ῥήτορα>20 καὶ <20διαλεκτικὸν>20 13153 2.7.7.3 : καὶ <20κριτικόν,>20 οὐ πάντα δέ, διὰ τὸ προσδεῖσθαι ἔτι 13154 2.7.7.4 : τινὰ τούτων καὶ θεωρημάτων τινῶν ἀναλήψεως. Εἶναι 13155 2.7.7.5 : δὲ τὴν <20μαντικήν>20 φασιν ἐπιστήμην θεωρητικὴν σημείων 13156 2.7.7.6 : τῶν ἀπὸ θεῶν ἢ δαιμόνων πρὸς ἀνθρώπινον βίον συν– 13157 2.7.7.7 : τεινόντων. Ὁμοίως δὲ καὶ τὰ εἴδη τῆς μαντικῆς. 13158 2.7.7.8 : Λέγουσι δὲ καὶ <20ἱερέα>20 μόνον εἶναι τὸν σοφόν, φαῦ– 13159 2.7.7.9 : λον δὲ μηδένα. Τὸν γὰρ ἱερέα εἶναι δεῖν ἔμπειρον νόμων 13160 2.7.7.10 : τῶν περὶ θυσίας καὶ εὐχὰς καὶ καθαρμοὺς καὶ ἱδρύσεις 13161 2.7.7.11 : καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα, πρὸς δὲ τούτοις καὶ ἁγιστείας τε 13162 2.7.7.12 : καὶ εὐσεβείας δεῖσθαι καὶ ἐμπειρίας τῆς τῶν θεῶν θερα– 13163 2.7.7.13 : πείας, καὶ 〈τοῦ〉 ἐντὸς εἶναι τῆς φύσεως τῆς θείας. Μηδ´ ἓν 13164 2.7.7.14 : 〈δέ τ〉ι τούτων ὑπάρχειν τῷ φαύλῳ, διὸ καὶ πάντας εἶναι 13165 2.7.7.15 : τοὺς ἄφρονας ἀσεβεῖς. Τὴν γὰρ ἀσέβειαν κακίαν οὖσαν, 13166 2.7.7.16 : ἄγνοιαν εἶναι θεῶν θεραπείας, τὴν δ´ εὐσέβειαν, ὡς 13167 2.7.7.17 : εἴπομεν (p. 62, 2), ἐπιστήμην θεῶν θεραπείας. 13168 2.7.7.18 : Ὁμοίως δὲ μηδ´ <20ὁσίους>20 εἶναί φασι τοὺς φαύλους. 13169 2.7.7.19 : Τὴν γὰρ ὁσιότητα ὑπογράφεσθαι δικαιοσύνην πρὸς θεούς· 13170 2.7.7.20 : τοὺς δὲ φαύλους παρεκβαίνειν πολλὰ τῶν πρὸς θεοὺς δι– 13171 2.7.7.21 : καίων, παρ´ ὃ καὶ ἀνοσίους εἶναι καὶ ἀκαθάρους καὶ 13172 2.7.7.22 : ἀνάγνους καὶ μιαροὺς καὶ ἀνεορτάστους. 13173 2.7.7.23 : Τὸ γὰρ <20ἑορτάζειν>20 ἀστείου φασὶν εἶναι, τῆς ἑορτῆς 13174 2.7.7.24 : οὔσης χρόνου τινὸς ἐν ᾧ χρὴ περὶ τὸ θεῖον γίγνεσθαι 13175 2.7.7.25 : τιμῆς χάριν καὶ καθηκούσης ἐπισημασίας, ὅθεν καὶ τὸν 13176 2.7.7.26 : ἑορτάζοντα συγκαθεικέναι δεῖ μετ´ εὐσεβείας εἰς τὴν τοι– 13177 2.7.7.27 : αύτην τάξιν. 13178 2.7.8.1 : Ἔτι δὲ λέγουσι πάντα <20φαῦλον μαίνεσθαι,>20 13179 2.7.8.2 : ἄγνοιαν ἔχοντα αὑτοῦ καὶ τῶν καθ´ αὑτόν, ὅπερ ἐστὶ μανία. 13180 2.7.8.3 : Τὴν δ´ ἄγνοιαν εἶναι ἐναντίαν κακίαν τῇ φρονήσει· ταύτην 13181 2.7.8.4 : δὲ πρός τί πως ἔχουσαν ἀκαταστάτους καὶ πτοιώδεις 13182 2.7.8.5 : παρεχομένην τὰς ὁρμὰς μανίαν εἶναι· διὸ καὶ ὑπογρά– 13183 2.7.8.6 : φουσι τὴν μανίαν οὕτως· ἄγνοιαν πτοιώδη. 13184 2.7.5c.1 : Ἔτι δὲ τῶν <20ἀγαθῶν>20 τὰ μὲν <20πᾶσι τοῖς φρο– 13185 2.7.5c.2 : νίμοις ὑπάρχειν>20 καὶ αἰεί, τὰ δὲ οὔ. Ἀρετὴν μὲν 13186 2.7.5c.3 : πᾶσαν καὶ φρονίμην αἴσθησιν καὶ φρονίμην ὁρμὴν καὶ 13187 2.7.5c.4 : τὰ ὅμοια <20πᾶσι>20 τοῖς φρονίμοις ὑπάρχειν καὶ ἐν <20παντὶ 13188 2.7.5c.5 : καιρῷ·>20 χαρὰν δὲ καὶ εὐφροσύνην καὶ φρονίμην περι– 13189 2.7.5c.6 : πάτησιν <20οὔτε πᾶσι>20 τοῖς φρονίμοις ὑπάρχειν <20οὔτε αἰεί.>20 13190 2.7.5c.7 : Ἀνάλογον δὲ καὶ τῶν <20κακῶν>20 τὰ μὲν <20πᾶσι τοῖς ἄφρο– 13191 2.7.5c.8 : σιν>20 ὑπάρχειν καὶ αἰεί, τὰ δ´ <20οὔ.>20 Κακίαν μὲν οὖν πᾶσαν 13192 2.7.5c.9 : καὶ ἄφρονα αἴσθησιν καὶ ἄφρονα ὁρμὴν καὶ τὰ παρα– 13193 2.7.5c.10 : πλήσια πᾶσι τοῖς ἄφροσιν ὑπάρχειν 〈καὶ〉 <20αἰεί·>20 λύπην 13194 2.7.5c.11 : δὲ καὶ φόβον καὶ ἄφρονα ἀπόκρισιν <20οὔτε πᾶσι>20 τοῖς 13195 2.7.5c.12 : ἄφροσιν ὑπάρχειν <20οὔτ´ ἐν παντὶ καιρῷ.>20 13196 2.7.6.1 : Πάντα δὲ <20τἀγαθὰ ὠφέλιμα>20 εἶναι καὶ εὔχρηστα 13197 2.7.6.2 : καὶ συμφέροντα καὶ λυσιτελῆ καὶ σπουδαῖα καὶ πρέ– 13198 2.7.6.3 : ποντα καὶ καλὰ καὶ οἰκεῖα· τὰ δὲ <20κακὰ>20 ἐκ τῶν ἐναν– 13199 2.7.6.4 : τίων πάντα <20βλαβερὰ>20 καὶ δύσχρηστα καὶ ἀσύμφορα 13200 2.7.6.5 : καὶ ἀλυσιτελῆ καὶ φαῦλα καὶ ἀπρεπῆ καὶ αἰσχρὰ καὶ 13201 2.7.6.6 : ἀνοίκεια. 13202 2.7.6.7 : Τὸ δ´ <20ἀγαθὸν>20 λέγεσθαί φασι <20πλεοναχῶς,>20 τὸ μὲν 13203 2.7.6.8 : <20πρῶτον,>20 οἷον πηγῆς ἔχον χώραν, ὅπερ οὕτως ἀποδί– 13204 2.7.6.9 : δοσθαι· ἀφ´ οὗ συμβαίνει ὠφελεῖσθαι ἢ ὑφ´ οὗ (τὸ δὲ 13205 2.7.6.10 : πρώτως εἶναι αἴτιον)· τὸ 〈δὲ〉 <20δεύτερον,>20 καθ´ ὃ συμ– 13206 2.7.6.11 : βαίνει ὠφελεῖσθαι· <20κοινότερον>20 δὲ καὶ διατεῖνον καὶ 13207 2.7.6.12 : ἐπὶ τὰ προειρημένα, τὸ οἷον ὠφελεῖν. <20Ὁμοίως>20 δὲ καὶ 13208 2.7.6.13 : τὸ <20κακὸν>20 κατὰ τὴν τοῦ ἀγαθοῦ ἀναλογίαν ὑπογράφε– 13209 2.7.6.14 : σθαι. <20Τὸ μὲν>20 οὖν ἀφ´ οὗ συμβαίνει βλάπτεσθαι ἢ 13210 2.7.6.15 : ὑφ´ οὗ· <20τὸ δὲ>20 καθ´ ὃ συμβαίνει βλάπτεσθαι· <20κοινό– 13211 2.7.6.16 : τερον>20 δὲ τούτων τὸ οἷον βλάπτειν. 13212 2.7.5e.1 : Τῶν δ´ ἀγαθῶν τὰ μὲν εἶναι <20περὶ ψυχήν,>20 τὰ 13213 2.7.5e.2 : δ´ <20ἐκτός,>20 τὰ δ´ <20οὔτε περὶ ψυχὴν οὔτ´>20 ἐκτός. <20Περὶ 13214 2.7.5e.3 : ψυχὴν>20 μὲν τὰς ἀρετὰς καὶ 〈τὰς〉 σπουδαίας ἕξεις καὶ καθό– 13215 2.7.5e.4 : λου τὰς ἐπαινετὰς ἐνεργείας· ἐκτὸς δὲ τούς τε φίλους καὶ 13216 2.7.5e.5 : τοὺς γνωρίμους καὶ τὰ παραπλήσια· <20οὔτε>20 δὲ <20περὶ 13217 2.7.5e.6 : ψυχὴν οὔτ´ ἐκτός,>20 τοὺς σπουδαίους καὶ καθόλου 〈τοὺς〉 13218 2.7.5e.7 : τὰς ἀρετὰς ἔχοντας. <20Ὁμοίως>20 δὲ καὶ <20τῶν κακῶν>20 τὰ 13219 2.7.5e.8 : μὲν <20περὶ ψυχήν,>20 τὰ δ´ <20ἐκτός,>20 τὰ δ´ <20οὔτε περὶ 13220 2.7.5e.9 : ψυχὴν οὔτ´ ἐκτός· περὶ ψυχὴν>20 μὲν τάς τε κακίας 13221 2.7.5e.10 : σὺν ταῖς μοχθηραῖς ἕξεσι καὶ καθόλου τὰς ψεκτὰς ἐνερ– 13222 2.7.5e.11 : γείας· <20ἐκτὸς>20 δὲ τοὺς ἐχθροὺς σὺν τοῖς εἴδεσιν· <20οὔτε>20 13223 2.7.5e.12 : 〈δὲ〉 <20περὶ ψυχὴν οὔτ´ ἐκτὸς>20 τοὺς φαύλους καὶ πάν– 13224 2.7.5e.13 : τας τοὺς τὰς κακίας ἔχοντας. 13225 2.7.6.1 : <20Τῶν δὲ περὶ ψυχὴν ἀγαθῶν>20 τὰ μὲν εἶναι 13226 2.7.6.2 : <20διαθέσεις,>20 τὰ δὲ <20ἕξεις>20 μὲν διαθέσεις δ´ οὔ, τὰ δ´ 13227 2.7.6.3 : <20οὔτε ἕξεις οὔτε διαθέσεις. Διαθέσεις>20 μὲν τὰς 13228 2.7.6.4 : ἀρετὰς πάσας, <20ἕξεις>20 δὲ μόνον καὶ οὐ διαθέσεις τὰ ἐπι– 13229 2.7.6.5 : τηδεύματα, ὡς τὴν μαντικὴν καὶ τὰ παραπλήσια· <20οὔτε 13230 2.7.6.6 : δὲ ἕξεις οὔτε διαθέσεις>20 τὰς κατ´ ἀρετὰς ἐνεργείας, 13231 2.7.6.7 : οἷον φρονίμευμα καὶ τὴν τῆς σωφροσύνης κτῆσιν καὶ τὰ 13232 2.7.6.8 : παραπλήσια. Ὁμοίως δὲ καὶ <20τῶν περὶ ψυχὴν κακῶν>20 13233 2.7.6.9 : τὰ μὲν εἶναι <20διαθέσεις,>20 τὰ δ´ <20ἕξεις>20 μὲν διαθέσεις δ´ 13234 2.7.6.10 : οὔ, τὰ δὲ <20οὔτε ἕξεις οὔτε διαθέσεις. Διαθέσεις>20 13235 2.7.6.11 : μὲν τὰς κακίας πάσας, <20ἕξεις>20 δὲ μόνον τὰς εὐκαταφορίας, 13236 2.7.6.12 : οἷον τὴν φθονερίαν, τὴν ἐπιλυπίαν καὶ τὰ ὅμοια καὶ ἔτι 13237 2.7.6.13 : τὰ νοσήματα καὶ ἀρρωστήματα, οἷον φιλαργυρίαν, οἰνο– 13238 2.7.6.14 : φλυγίαν καὶ τὰ παραπλήσια. <20Οὔτε 〈δ´〉 ἕξεις οὔτε δια– 13239 2.7.6.15 : θέσεις>20 τὰς κατὰ κακίας ἐνεργείας, οἷον ἀφρόνευσιν, ἀδί– 13240 2.7.6.16 : κευσιν καὶ τὰ ταύταις παραπλήσια. 13241 2.7.7.1 : Τῶν τε <20ἀγαθῶν>20 τὰ μὲν εἶναι <20τελικά,>20 τὰ δὲ <20ποι– 13242 2.7.7.2 : ητικά,>20 τὰ δὲ <20ἀμφοτέρως>20 ἔχοντα. Ὁ μὲν οὖν φρόνι– 13243 2.7.7.3 : μος ἄνθρωπος καὶ ὁ φίλος <20ποιητικὰ>20 μόνον ἐστὶν ἀγαθά· 13244 2.7.7.4 : χαρὰ δὲ καὶ εὐφροσύνη καὶ θάρρος καὶ φρονίμη περιπά– 13245 2.7.7.5 : τησις <20τελικὰ>20 μόνον ἐστὶν ἀγαθά· αἱ δ´ ἀρεταὶ πᾶσαι 13246 2.7.7.6 : <20καὶ ποιητικά>20 ἐστιν ἀγαθὰ <20καὶ τελικά,>20 καὶ γὰρ ἀπο– 13247 2.7.7.7 : γεννῶσι τὴν εὐδαιμονίαν καὶ συμπληροῦσι, μέρη αὐτῆς 13248 2.7.7.8 : γινόμεναι. Ἀνάλογον δὲ καὶ <20τῶν κακῶν>20 τὰ μέν ἐστι 13249 2.7.7.9 : <20ποιητικὰ>20 τῆς κακοδαιμονίας, τὰ δὲ <20τελικά,>20 τὰ δὲ 13250 2.7.7.10 : <20ἀμφοτέρως>20 ἔχοντα. Ὁ μὲν οὖν ἄφρων ἄνθρωπος καὶ 13251 2.7.7.11 : ὁ ἐχθρὸς <20ποιητικὰ>20 μόνον ἐστὶ κακά· λύπη δὲ καὶ φόβος 13252 2.7.7.12 : καὶ κλοπὴ καὶ ἄφρων ἐρώτησις καὶ τὰ ὅμοια <20τελικά>20 13253 2.7.7.13 : 〈μόνον ἐστὶ κακά〉· αἱ δὲ κακίαι <20καὶ ποιητικὰ καὶ τε– 13254 2.7.7.14 : λικά>20 ἐστι κακά· ἀπογεννῶσι γὰρ τὴν κακοδαιμονίαν καὶ 13255 2.7.7.15 : συμπληροῦσι, μέρη αὐτῆς γινόμεναι. 13256 2.7.8.1 : Ἔτι δὲ τῶν <20ἀγαθῶν>20 τὰ μὲν εἶναι <20δι´ 13257 2.7.8.2 : αὑτὰ αἱρετά,>20 τὰ δὲ <20ποιητικά.>20 Ὁπόσα μὲν οὖν οὐδε– 13258 2.7.8.3 : νὸς ἄλλου ἕνεκεν εἰς εὔλογον αἵρεσιν ἔρχεται, <20δι´ αὑτὰ 13259 2.7.8.4 : αἱρετά·>20 ὁπόσα δὲ τῷ ἑτέρων τινῶν παρασκευαστικὰ γί– 13260 2.7.8.5 : νεσθαι, κατὰ τὸ <20ποιητικὸν>20 λέγεσθαι. 13261 2.7.9.1 : Καὶ πᾶν μὲν <20ἀγαθὸν αἱρετὸν>20 εἶναι· ἀρεστὸν 13262 2.7.9.2 : γὰρ καὶ δοκιμαστὸν καὶ ἐπαινετὸν ὑπάρχειν· πᾶν δὲ 13263 2.7.9.3 : <20κακὸν φευκτόν.>20 Τὸ γὰρ <20ἀγαθὸν>20 καθ´ ὃ μὲν αἵρε– 13264 2.7.9.4 : σιν εὔλογον κινεῖ, <20αἱρετόν>20 ἐστι· καθ´ ὃ δὲ ἀνυπόπτως 13265 2.7.9.5 : εἰς αἵρεσιν ἔρχεται, <20ἀρεστόν·>20 〈καθ´ ὃ δὲ ...., <20δοκι– 13266 2.7.9.6 : μαστόν>20〉· καθ´ ὃ δὲ πάλιν εὐλόγως ἄν τις περὶ αὐτοῦ 13267 2.7.9.7 : καθυπολαμβάνοι τῶν ἀπ´ ἀρετῆς εἶναι, 〈<20ἐπαινετόν>20〉. 13268 2.7.5k.1 : Ἔτι δὲ τῶν ἀγαθῶν τὰ μὲν εἶναι <20ἐν κινήσει,>20 τὰ 13269 2.7.5k.2 : δὲ <20ἐν σχέσει. Ἐν κινήσει>20 μὲν τὰ τοιαῦτα, χαράν, 13270 2.7.5k.3 : εὐφροσύνην, σώφρονα ὁμιλίαν· <20ἐν σχέσει>20 δὲ τὰ τοιαῦτα, 13271 2.7.5k.4 : εὔτακτον ἡσυχίαν, μονὴν ἀτάραχον, προσοχὴν ἔπανδρον. 13272 2.7.5k.5 : <20Τῶν δὲ ἐν σχέσει>20 τὰς μὲν <20καὶ ἐν ἕξει>20 εἶναι, οἷον 13273 2.7.5k.6 : τὰς ἀρετάς· τὰς δ´ <20ἐν σχέσει μόνον,>20 ὡς τὰ ῥηθέντα. 13274 2.7.5k.7 : Ἐν ἕξει δὲ οὐ μόνας εἶναι τὰς ἀρετάς, ἀλλὰ καὶ τὰς 13275 2.7.5k.8 : τέχνας τὰς ἐν τῷ σπουδαίῳ ἀνδρὶ ἀλλοιωθείσας ὑπὸ τῆς 13276 2.7.5k.9 : ἀρετῆς καὶ γενομένας ἀμεταπτώτους, οἱονεὶ γὰρ ἀρετὰς 13277 2.7.5k.10 : γίνεσθαι. Φασὶ δὲ καὶ <20τῶν ἐν ἕξει>20 ἀγαθῶν εἶναι καὶ 13278 2.7.5k.11 : τὰ <20ἐπιτηδεύματα>20 καλούμενα, οἷον φιλομουσίαν, φιλο– 13279 2.7.5k.12 : γραμματίαν, φιλογεωμετρίαν καὶ τὰ παραπλήσια. Εἶναι 13280 2.7.5k.13 : γὰρ ὁδόν τινα ἐκλεκτικὴν τῶν ἐν ταύταις ταῖς τέχναις 13281 2.7.5k.14 : οἰκείων πρὸς ἀρετήν, ἀναφέρουσαν αὐτὰ ἐπὶ τὸ τοῦ βίου 13282 2.7.5k.15 : τέλος. 13283 2.7.6.1 : Ἔτι δὲ τῶν ἀγαθῶν τὰ μὲν εἶναι <20καθ´ ἑαυτά,>20 τὰ 13284 2.7.6.2 : δὲ <20πρός τί πως ἔχειν. Καθ´ ἑαυτὰ>20 μὲν <20ἐπιστή– 13285 2.7.6.3 : μην,>20 <20δικαιοπραγίαν>20 καὶ τὰ ὅμοια· <20πρός τι>20 δὲ <20τι– 13286 2.7.6.4 : μήν, εὔνοιαν, φιλίαν, 〈συμφωνίαν〉.>20 Εἶναι δὲ <20τὴν 13287 2.7.6.5 : ἐπιστήμην>20 κατάληψιν ἀσφαλῆ καὶ ἀμετάπτωτον ὑπὸ 13288 2.7.6.6 : λόγου· ἑτέρως δὲ ἐπιστήμην σύστημα ἐκ καταλήψεων τοι– 13289 2.7.6.7 : ούτων, οἷον ἡ τῶν κατὰ μέρος, λογικὴ ἐν τῷ σπουδαίῳ 13290 2.7.6.8 : ὑπάρχουσα· ἄλλως δὲ σύστημα ἐξ ἐπιστημῶν τεχνικῶν 13291 2.7.6.9 : ἐξ αὑτοῦ ἔχον τὸ βέβαιον, ὡς ἔχουσιν αἱ ἀρεταί· ἄλλως 13292 2.7.6.10 : δὲ ἕξιν φαντασιῶν δεκτικὴν ἀμετάπτωτον ὑπὸ λόγου, ἥν 13293 2.7.6.11 : τινά φασιν ἐν τόνῳ καὶ δυνάμει κεῖσθαι. <20Φιλίαν>20 δ´ εἶναι 13294 2.7.6.12 : κοινωνίαν βίου· <20συμφωνίαν>20 δὲ ὁμοδογματίαν περὶ τῶν 13295 2.7.6.13 : κατὰ τὸν βίον. Τῆς δὲ <20φιλίας>20 εἶναι <20γνωριμότητα>20 13296 2.7.6.14 : μὲν φιλίαν ἐγνωσμένων· <20συνήθειαν>20 δὲ φιλίαν συνει– 13297 2.7.6.15 : θισμένων· <20ἑταιρίαν>20 δὲ φιλίαν καθ´ αἵρεσιν, ὡς ἂν 13298 2.7.6.16 : ὁμηλίκων· <20ξενίαν>20 δὲ φιλίαν ἀλλοδαπῶν. Εἶναι δὲ καὶ 13299 2.7.6.17 : <20συγγενικήν>20 τινα φιλίαν ἐκ συγγενῶν· καὶ <20ἐρωτικὴν>20 13300 2.7.6.18 : ἐξ ἔρωτος. Ἀλυπίαν δὲ καὶ εὐταξίαν τὰς αὐτὰς εἶναι τῇ 13301 2.7.6.19 : σωφροσύνῃ, νοῦν δὲ καὶ φρένας φρονήσει, μεταδοτικὴν δὲ 13302 2.7.6.20 : καὶ ἐπιδοτικὴν χρηστότητι· τῷ μέντοι γε <20πρός τί πως 13303 2.7.6.21 : ἔχειν>20 ὠνομάσθησαν· ὅπερ καθήκει καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων 13304 2.7.6.22 : ἀρετῶν παρατηρεῖν. 13305 2.7.7.1 : Ἔτι δὲ <20τῶν ἀγαθῶν>20 τὰ μὲν εἶναι <20ἄμικτα,>20 13306 2.7.7.2 : οἷον ἐπιστήμην, τὰ δὲ <20μεμιγμένα,>20 οἷον <20εὐτεκνίαν, 13307 2.7.7.3 : εὐγηρίαν, εὐζωίαν.>20 Ἔστι δ´ ἡ μὲν <20εὐτεκνία>20 κτῆσις 13308 2.7.7.4 : τέκνων κατὰ φύσιν ἔχουσα σπουδαία, ἡ δὲ <20εὐγηρία>20 13309 2.7.7.5 : χρῆσις σπουδαία γήρως κατὰ φύσιν ἔχουσα, καὶ ὁμοίως 13310 2.7.7.6 : ἡ <20εὐζωία.>20 13311 2.7.8.1 : Φανερὸν δὲ αἰεὶ ἐπὶ τούτων, ὅτι καὶ τῶν κακῶν 13312 2.7.8.2 : αἱ ὅμοιαι διαιρέσεις ἔσονται. 13313 2.7.9.1 : Διαφέρειν δὲ λέγουσιν <20αἱρετὸν>20 καὶ <20ληπτόν. 13314 2.7.9.2 : Αἱρετὸν>20 μὲν γὰρ εἶναι τὸ ὁρμῆς αὐτοτελοῦς κινητικόν, 13315 2.7.9.3 : 〈<20ληπτὸν>20 δὲ ὃ εὐλογίστως ἐκλεγόμεθα〉. Ὅσῳ δὲ διαφέρει 13316 2.7.9.4 : τὸ αἱρετὸν τοῦ ληπτοῦ, τοσούτῳ καὶ τὸ 〈καθ´〉 αὕθ´ αἱρε– 13317 2.7.9.5 : τὸν τοῦ καθ´ αὑτὸ ληπτοῦ, καὶ καθόλου <20τὸ ἀγαθὸν>20 τοῦ 13318 2.7.9.6 : <20ἀξίαν ἔχοντος.>20 13319 2.7.6.1 : Τοῦ δὲ ἀνθρώπου ὄντος ζῴου λογικοῦ θνητοῦ, 13320 2.7.6.2 : φύσει πολιτικοῦ, φασὶ καὶ τὴν <20ἀρετὴν>20 πᾶσαν τὴν περὶ 13321 2.7.6.3 : ἄνθρωπον καὶ τὴν <20εὐδαιμονίαν>20 ζωὴν ἀκόλουθον ὑπάρ– 13322 2.7.6.4 : χειν καὶ ὁμολογουμένην <20φύσει.>20 13323 2.7.6a.1 : Τὸ δὲ <20τέλος>20 ὁ μὲν <20Ζήνων>20 οὕτως ἀπέδωκε· ‘τὸ 13324 2.7.6a.2 : ὁμολογουμένως ζῆν’· τοῦτο δ´ ἐστὶ καθ´ ἕνα λόγον καὶ 13325 2.7.6a.3 : σύμφωνον ζῆν, ὡς τῶν μαχομένως ζώντων κακοδαιμονούν– 13326 2.7.6a.4 : των. Οἱ δὲ <20μετὰ τοῦτον>20 προσδιαρθροῦντες οὕτως 13327 2.7.6a.5 : ἐξέφερον ‘ὁμολογουμένως τῇ φύσει ζῆν’ ὑπολαβόντες ἔλατ– 13328 2.7.6a.6 : τον εἶναι κατηγόρημα τὸ ὑπὸ τοῦ Ζήνωνος ῥηθέν. <20Κλε– 13329 2.7.6a.7 : άνθης>20 γὰρ πρῶτος διαδεξάμενος αὐτοῦ τὴν αἵρεσιν 13330 2.7.6a.8 : προσέθηκε ‘τῇ φύσει’ καὶ οὕτως ἀπέδωκε· ‘τέλος ἐστὶ τὸ 13331 2.7.6a.9 : ὁμολογουμένως τῇ φύσει ζῆν’. Ὅπερ ὁ <20Χρύσιππος>20 13332 2.7.6a.10 : σαφέστερον βουλόμενος ποιῆσαι, ἐξήνεγκε τὸν τρόπον 13333 2.7.6a.11 : τοῦτον· ‘ζῆν κατ´ ἐμπειρίαν τῶν φύσει συμβαινόντων’. 13334 2.7.6a.12 : <20Διογένης>20 δέ· ‘εὐλογιστεῖν ἐν τῇ τῶν κατὰ φύσιν ἐκλογῇ 13335 2.7.6a.13 : καὶ ἀπεκλογῇ’. <20Ἀρχέδημος>20 δέ· ‘πάντα τὰ καθήκοντα 13336 2.7.6a.14 : ἐπιτελοῦντας ζῆν’. <20Ἀντίπατρος>20 δέ· ‘ζῆν ἐκλεγομένους 13337 2.7.6a.15 : μὲν τὰ κατὰ φύσιν, ἀπεκλεγομένους δὲ τὰ παρὰ φύσιν 13338 2.7.6a.16 : διηνεκῶς’. Πολλάκις δὲ καὶ οὕτως ἀπεδίδου· ‘πᾶν τὸ καθ´ 13339 2.7.6a.17 : αὑτὸν ποιεῖν διηνεκῶς καὶ ἀπαραβάτως πρὸς τὸ τυγχάνειν 13340 2.7.6a.18 : τῶν προηγουμένων κατὰ φύσιν’. 13341 2.7.7.1 : Τὸ δὲ <20τέλος>20 λέγεσθαι <20τριχῶς>20 ὑπὸ τῶν ἐκ τῆς 13342 2.7.7.2 : αἱρέσεως ταύτης· <20τό τε γὰρ>20 τελικὸν ἀγαθὸν λέγεσθαι 13343 2.7.7.3 : τέλος ἐν τῇ φιλολόγῳ συνηθείᾳ, ὡς τὴν ὁμολογίαν λέγουσι 13344 2.7.7.4 : τέλος εἶναι· λέγουσι <20δὲ καὶ>20 τὸν σκοπὸν τέλος, οἷον τὸν 13345 2.7.7.5 : ὁμολογούμενον βίον ἀναφορικῶς λέγοντες ἐπὶ τὸ παρα– 13346 2.7.7.6 : κείμενον κατηγόρημα· κατὰ δὲ τὸ <20τρίτον>20 σημαινόμενον 13347 2.7.7.7 : λέγουσι τέλος τὸ ἔσχατον τῶν ὀρεκτῶν, ἐφ´ ὃ πάντα τὰ 13348 2.7.7.8 : ἄλλα ἀναφέρεσθαι. 13349 2.7.8.1 : Διαφέρειν δὲ <20τέλος>20 καὶ <20σκοπὸν>20 ἡγοῦνται· <20σκο– 13350 2.7.8.2 : πὸν>20 μὲν γὰρ εἶναι τὸ ἐκκείμενον σῶμα, οὗ τυχεῖν ἐφί– 13351 2.7.8.3 : εσθαι *** τοὺς τῆς εὐδαιμονίας στοχαζομένους, διὰ τὸ 13352 2.7.8.4 : πάντα μὲν σπουδαῖον εὐδαιμονεῖν, πάντα δὲ φαῦλον ἐκ 13353 2.7.8.5 : τῶν ἐναντίων κακοδαιμονεῖν. 13354 2.7.9.1 : Καὶ τῶν <20ἀγαθῶν>20 τὰ μὲν <20ἀναγκαῖα>20 εἶναι <20πρὸς 13355 2.7.9.2 : εὐδαιμονίαν,>20 τὰ δὲ <20μή.>20 Καὶ <20ἀναγκαῖα>20 μὲν τάς τε 13356 2.7.9.3 : ἀρετὰς πάσας καὶ τὰς ἐνεργείας τὰς χρηστικὰς αὐτῶν· 13357 2.7.9.4 : <20οὐκ ἀναγκαῖα>20 δὲ χαράν τε καὶ εὐφροσύνην καὶ τὰ ἐπι– 13358 2.7.9.5 : τηδεύματα. Παραπλησίως δὲ καὶ τῶν <20κακῶν>20 τὰ μὲν 13359 2.7.9.6 : <20ἀναγκαῖα>20 ὡς ἂν κακὰ πρὸς <20κακοδαιμονίαν>20 εἶναι, 13360 2.7.9.7 : τὰ δ´ <20οὐκ ἀναγκαῖα· ἀναγκαῖα>20 μὲν τάς τε κακίας 13361 2.7.9.8 : πάσας καὶ τὰς ἐνεργείας τὰς ἐπ´ αὐτῶν· <20οὐκ ἀναγκαῖα>20 13362 2.7.9.9 : δὲ τά τε πάθη πάντα καὶ τὰ ἀρρωστήματα καὶ τὰ τού– 13363 2.7.9.10 : τοις παραπλήσια. 13364 2.7.10.1 : Τέλος δέ φασιν εἶναι τὸ <20εὐδαιμονεῖν,>20 οὗ ἕνεκα 13365 2.7.10.2 : πάντα πράττεται, αὐτὸ δὲ πράττεται μὲν οὐδενὸς δὲ ἕνεκα· 13366 2.7.10.3 : τοῦτο δὲ ὑπάρχειν ἐν τῷ κατ´ ἀρετὴν ζῆν, ἐν τῷ ὁμολο– 13367 2.7.10.4 : γουμένως ζῆν, ἔτι, ταὐτοῦ ὄντος, ἐν τῷ κατὰ φύσιν ζῆν. 13368 2.7.10.5 : Τὴν δὲ <20εὐδαιμονίαν>20 ὁ Ζήνων ὡρίσατο τὸν τρόπον 13369 2.7.10.6 : τοῦτον· εὐδαιμονία δ´ ἐστὶν εὔροια βίου. Κέχρηται δὲ 13370 2.7.10.7 : καὶ Κλεάνθης τῷ ὅρῳ τούτῳ ἐν τοῖς ἑαυτοῦ συγγράμμασι 13371 2.7.10.8 : καὶ ὁ Χρύσιππος καὶ οἱ ἀπὸ τούτων πάντες, τὴν εὐδαι– 13372 2.7.10.9 : μονίαν εἶναι λέγοντες οὐχ ἑτέραν τοῦ εὐδαίμονος βίου, 13373 2.7.10.10 : καίτοι γε λέγοντες, τὴν μὲν εὐδαιμονίαν σκοπὸν ἐκκεῖσθαι, 13374 2.7.10.11 : τέλος δ´ εἶναι τὸ τυχεῖν τῆς εὐδαιμονίας, ὅπερ ταυτὸν 13375 2.7.10.12 : εἶναι τῷ εὐδαιμονεῖν. 13376 2.7.10.13 : Δῆλον οὖν ἐκ τούτων, ὅτι ἰσοδυναμεῖ ‘τὸ κατὰ φύσιν 13377 2.7.10.14 : ζῆν’ καὶ ‘τὸ καλῶς ζῆν’ καὶ ‘τὸ εὖ ζῆν’ καὶ πάλιν ‘τὸ 13378 2.7.10.15 : καλὸν κἀγαθόν’ καὶ ‘ἡ ἀρετὴ καὶ τὸ μέτοχον ἀρετῆς’· καὶ 13379 2.7.10.16 : ὅτι πᾶν ἀγαθὸν καλόν, ὁμοίως δὲ καὶ πᾶν αἰσχρὸν κακόν· 13380 2.7.10.17 : δι´ ὃ καὶ τὸ Στωικὸν τέλος ἶσον δύνασθαι τῷ κατ´ ἀρε– 13381 2.7.10.18 : τὴν βίῳ. 13382 2.7.11.1 : Διαφέρειν δὲ λέγουσι τὸ <20αἱρετὸν>20 καὶ τὸ <20αἱρε– 13383 2.7.11.2 : τέον. Αἱρετὸν>20 μὲν εἶναι 〈ἀγαθὸν〉 πᾶν, <20αἱρετέον>20 δὲ 13384 2.7.11.3 : ὠφέλημα πᾶν, ὃ θεωρεῖται παρὰ τὸ ἔχειν τὸ ἀγαθόν. Δι´ 13385 2.7.11.4 : ὃ αἱρούμεθα μὲν τὸ <20αἱρετέον,>20 οἷον τὸ φρονεῖν, ὃ θεω– 13386 2.7.11.5 : ρεῖται παρὰ τὸ ἔχειν φρόνησιν· τὸ δὲ <20αἱρετὸν>20 οὐχ αἱρού– 13387 2.7.11.6 : μεθα, ἀλλ´ εἰ ἄρα, ἔχειν αὐτὸ αἱρούμεθα. 13388 2.7.11.7 : Ὁμοίως δὲ καὶ τὰ μὲν ἀγαθὰ πάντα ἐστὶν <20ὑπομε– 13389 2.7.11.8 : νετὰ>20 καὶ <20ἐμμενετὰ>20 καὶ ἀνάλογον ἐπὶ τῶν ἄλλων ἀρε– 13390 2.7.11.9 : τῶν ἐστιν, εἰ καὶ μὴ κατωνόμασται· τὰ δὲ ὠφελήματα πάντα 13391 2.7.11.10 : <20ὑπομενετέα>20 καὶ <20ἐμμενετέα.>20 Καὶ κατὰ τὸν αὐτὸν 13392 2.7.11.11 : λόγον ἐπὶ τῶν ἄλλων τῶν κατὰ τὰς κακίας. 13393 2.7.7.1 : Διεληλυθότες δ´ ἱκανῶς περὶ ἀγαθῶν καὶ κακῶν 13394 2.7.7.2 : καὶ αἱρετῶν καὶ φευκτῶν καὶ περὶ τέλους καὶ εὐδαιμονίας, 13395 2.7.7.3 : ἀναγκαῖον ἡγησάμεθα καὶ τὰ περὶ τῶν <20ἀδιαφόρων>20 λε– 13396 2.7.7.4 : γόμενα κατὰ τὴν οἰκείαν τάξιν ἐπελθεῖν. <20Ἀδιάφορα>20 δ´ 13397 2.7.7.5 : εἶναι λέγουσι τὰ μεταξὺ τῶν ἀγαθῶν καὶ τῶν κακῶν, <20δι– 13398 2.7.7.6 : χῶς>20 τὸ ἀδιάφορον νοεῖσθαι φάμενοι, καθ´ <20ἕνα>20 μὲν τρό– 13399 2.7.7.7 : πον τὸ μήτε ἀγαθὸν μήτε κακὸν καὶ τὸ μήτε αἱρετὸν μήτε 13400 2.7.7.8 : φευκτόν· καθ´ <20ἕτερον>20 δὲ τὸ μήτε ὁρμῆς μήτε ἀφορμῆς 13401 2.7.7.9 : κινητικόν, καθ´ ὃ καὶ λέγεσθαί τινα καθάπαξ ἀδιάφορα 13402 2.7.7.10 : εἶναι, οἷον τὸ 〈ἀρτίας ἔχειν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς τρίχας ἢ 13403 2.7.7.11 : περιττάς, ἢ τὸ〉 προτεῖναι τὸν δάκτυλον ὡδὶ ἢ ὡδί, ἢ τὸ 13404 2.7.7.12 : ἀνελέσθαι τι τῶν ἐμποδών, κάρφος ἢ φύλλον. Κατὰ τὸ <20πρό– 13405 2.7.7.13 : τερον>20 δὴ λεκτέον τὰ μεταξὺ ἀρετῆς καὶ κακίας <20ἀδιά– 13406 2.7.7.14 : φορα>20 λέγεσθαι κατὰ τοὺς ἀπὸ τῆς αἱρέσεως ταύτης, οὐ 13407 2.7.7.15 : μὴν πρὸς ἐκλογὴν καὶ ἀπεκλογήν· δι´ ὃ καὶ τὰ μὲν <20ἀξίαν>20 13408 2.7.7.16 : ἐκλεκτικὴν ἔχειν, τὰ δ´ <20ἀπαξίαν>20 ἀπεκλεκτικήν, συμβλη– 13409 2.7.7.17 : τικὴν δ´ οὐδαμῶς πρὸς τὸν εὐδαίμονα βίον. 13410 2.7.7a.1 : Καὶ τὰ μὲν εἶναι <20κατὰ φύσιν,>20 τὰ δὲ <20παρὰ 13411 2.7.7a.2 : φύσιν,>20 τὰ δὲ <20οὔτε παρὰ φύσιν οὔτε κατὰ φύσιν. 13412 2.7.7a.3 : Κατὰ φύσιν>20 μὲν οὖν τὰ τοιαῦτα· ὑγίειαν, ἰσχύν, αἰσθη– 13413 2.7.7a.4 : τηρίων ἀρτιότητα, καὶ τὰ παραπλήσια τούτοις· <20παρὰ 13414 2.7.7a.5 : φύσιν>20 δὲ τὰ τοιαῦτα· νόσον, ἀσθένειαν, πήρωσιν καὶ τὰ 13415 2.7.7a.6 : τοιαῦτα· <20οὔτε>20 δὲ <20παρὰ φύσιν οὔτε κατὰ φύσιν·>20 13416 2.7.7a.7 : ψυχῆς κατάστασιν καὶ σώματος, καθ´ ἣν ἡ μέν ἐστι φαν– 13417 2.7.7a.8 : τασιῶν ψευδῶν δεκτική, τὸ δὲ τραυμάτων καὶ πηρώσεων 13418 2.7.7a.9 : δεκτικόν, καὶ τὰ τούτοις ὅμοια. Ποιεῖσθαι δὲ λέγουσι 13419 2.7.7a.10 : τὸν περὶ τούτων λόγον 〈ἀπὸ〉 <20τῶν πρώτων κατὰ φύσιν>20 13420 2.7.7a.11 : καὶ <20παρὰ φύσιν.>20 Τὸ γὰρ διαφέρον καὶ τὸ ἀδιάφορον 13421 2.7.7a.12 : τῶν πρός τι λεγομένων εἶναι. Διότι κἄν, φασί, λέγωμεν 13422 2.7.7a.13 : ἀδιάφορα τὰ σωματικὰ καὶ τὰ ἐκτός, πρὸς τὸ εὐσχημόνως 13423 2.7.7a.14 : ζῆν (ἐν ᾧπέρ ἐστι τὸ εὐδαιμόνως) ἀδιάφορά φαμεν αὐτὰ 13424 2.7.7a.15 : εἶναι, οὐ μὰ Δία πρὸς τὸ κατὰ φύσιν ἔχειν οὐδὲ πρὸς 13425 2.7.7a.16 : ὁρμὴν καὶ ἀφορμήν. 13426 2.7.8.1 : Ἔτι δὲ τῶν ἀδιαφόρων τὰ μὲν <20πλείω ἀξίαν>20 13427 2.7.8.2 : ἔχειν, τὰ δ´ <20ἐλάττω·>20 καὶ τὰ μὲν <20καθ´ αὑτά,>20 τὰ δὲ 13428 2.7.8.3 : <20ποιητικά·>20 καὶ τὰ μὲν <20προηγμένα,>20 τὰ δ´ <20ἀποπρο– 13429 2.7.8.4 : ηγμένα,>20 τὰ δ´ <20οὐδετέρως>20 ἔχοντα. <20Προηγμένα>20 μέν, 13430 2.7.8.5 : ὅσα ἀδιάφορα ὄντα πολλὴν ἔχει ἀξίαν, ὡς ἐν ἀδιαφόροις· 13431 2.7.8.6 : <20ἀποπροηγμένα>20 δέ, ὅσα πολλὴν ἔχει ἀπαξίαν ὁμοίως· 13432 2.7.8.7 : <20οὔτε>20 δὲ <20προηγμένα οὔτε ἀποπροηγμένα,>20 ὅσα μήτε 13433 2.7.8.8 : πολλὴν ἔχει 〈ἀξίαν μήτε〉 ἀπαξίαν. 13434 2.7.8.9 : <20Τῶν>20 δὲ <20προηγμένων>20 τὰ μὲν εἶναι <20περὶ ψυχήν,>20 13435 2.7.8.10 : τὰ δὲ περὶ <20σῶμα,>20 τὰ δ´ <20ἐκτός.>20 Περὶ ψυχὴν μὲν εἶναι 13436 2.7.8.11 : τὰ τοιαῦτα· εὐφυίαν, προκοπήν, μνήμην, ὀξύτητα διανοίας, 13437 2.7.8.12 : ἕξιν καθ´ ἣν ἐπίμονοί εἰσιν ἐπὶ τῶν καθηκόντων καὶ 13438 2.7.8.13 : τέχνας ὅσαι δύνανται συνεργεῖν ἐπιπλεῖον πρὸς τὸν κατὰ 13439 2.7.8.14 : φύσιν βίον· περὶ <20σῶμα>20 δ´ εἶναι προηγμένα ὑγίειαν, 13440 2.7.8.15 : εὐαισθησίαν καὶ τὰ παραπλήσια τούτοις· τῶν δ´ <20ἐκτὸς>20 13441 2.7.8.16 : γονεῖς, τέκνα, κτῆσιν σύμμετρον, ἀποδοχὴν παρὰ ἀνθρώπων. 13442 2.7.8.17 : Τῶν δ´ <20ἀποπροηγμένων>20 περὶ ψυχὴν μὲν εἶναι τὰ 13443 2.7.8.18 : <20ἐναντία>20 τοῖς εἰρημένοις· περὶ <20σῶμα>20 δὲ καὶ <20ἐκτὸς>20 τὰ 13444 2.7.8.19 : ὁμοίως ἀντιτιθέμενα τοῖς εἰρημένοις περί τε σῶμα καὶ 13445 2.7.8.20 : τοῖς ἐκτὸς προηγμένοις. 13446 2.7.8.21 : <20Οὔτε>20 δὲ <20προηγμένα>20 οὔτ´ <20ἀποπροηγμένα>20 περὶ 13447 2.7.8.22 : <20ψυχὴν>20 〈μὲν〉 φαντασίαν καὶ συγκατάθεσιν καὶ ὅσα τοι– 13448 2.7.8.23 : αῦτα· περὶ δὲ σῶμα λευκότητα καὶ μελανότητα καὶ χαρο– 13449 2.7.8.24 : πότητα καὶ ἡδονὴν πᾶσαν καὶ πόνον καὶ εἴ τι ἄλλο τοι– 13450 2.7.8.25 : οῦτο. Τῶν δ´ <20ἐκτὸς>20 οὔτε προηγμένα 〈οὔτε ἀποπροηγ– 13451 2.7.8.26 : μένα〉 εἶναι τὰ τοιαῦτα, ὅσα εὐτελῆ ὄντα καὶ μηδὲν χρή– 13452 2.7.8.27 : σιμον προσφερόμενα μικρὰν παντελῶς ἔχει τὴν ἀφ´ αὑτῶν 13453 2.7.8.28 : χρείαν. 13454 2.7.8.29 : Τῆς δὲ ψυχῆς οὔσης κυριωτέρας τοῦ σώματος καὶ 13455 2.7.8.30 : πρὸς τὸ κατὰ φύσιν ζῆν φασὶ τὰ περὶ τὴν <20ψυχὴν>20 κατὰ 13456 2.7.8.31 : φύσιν ὄντα καὶ προηγμένα πλείονα τὴν <20ἀξίαν>20 ἔχειν τῶν 13457 2.7.8.32 : περὶ <20σῶμα>20 καὶ τῶν <20ἐκτός,>20 οἷον εὐφυίαν ψυχῆς πρὸς 13458 2.7.8.33 : ἀρετὴν ὑπεράγειν τῆς τοῦ σώματος εὐφυίας καὶ ὁμοίως 13459 2.7.8.34 : ἐπὶ τῶν ἄλλων ἔχειν. 13460 2.7.9.1 : Ἔτι δὲ τῶν ἀδιαφόρων φασὶ τὰ μὲν εἶναι <20ὁρμῆς 13461 2.7.9.2 : κινητικά,>20 τὰ δὲ <20ἀφορμῆς,>20 τὰ δὲ <20οὔτε ὁρμῆς οὔτε 13462 2.7.9.3 : ἀφορμῆς. Ὁρμῆς>20 μὲν οὖν κινητικά, ἅπερ ἐλέγομεν 13463 2.7.9.4 : εἶναι κατὰ φύσιν· <20ἀφορμῆς>20 δὲ ὅσα παρὰ φύσιν· <20οὔτε 13464 2.7.9.5 : δὲ ὁρμῆς οὔτε ἀφορμῆς>20 τὰ <20μηδετέρως>20 ἔχοντα, οἷά 13465 2.7.7c.6 : ἐστι τὸ περιττὰς ἢ ἀρτίας ἔχειν τὰς τρίχας. 13466 2.7.8.1 : Τῶν δὲ <20κατὰ φύσιν>20 ἀδιαφόρων ὄντων τὰ μέν 13467 2.7.8.2 : ἐστι <20πρῶτα κατὰ φύσιν,>20 τὰ δὲ <20κατὰ μετοχήν. Πρῶτα>20 13468 2.7.8.3 : μέν ἐστι <20κατὰ φύσιν>20 κίνησις ἢ σχέσις κατὰ τοὺς σπερ– 13469 2.7.8.4 : ματικοὺς λόγους γινομένη, οἷον 〈ἀρτιότης καὶ〉 ὑγίεια καὶ 13470 2.7.8.5 : αἴσθησις (λέγω δὲ τὴν κατάληψιν) καὶ ἰσχύς. <20Κατὰ 13471 2.7.8.6 : μετοχὴν>20 δέ, ὅσα μετέχει κινήσεως καὶ σχέσεως κατὰ τοὺς 13472 2.7.8.7 : σπερματικοὺς λόγους, οἷον χεὶρ ἀρτία καὶ σῶμα ὑγιεινὸν 13473 2.7.8.8 : καὶ αἰσθήσεις μὴ πεπηρωμέναι. Ὁμοίως δὲ καὶ τῶν 13474 2.7.8.9 : <20παρὰ φύσιν>20 κατὰ τὸ ἀνάλογον. 13475 2.7.9.1 : Πάντα δὲ 〈τὰ〉 κατὰ φύσιν <20ληπτὰ>20 εἶναι καὶ πάντα 13476 2.7.9.2 : τὰ 〈παρὰ〉 φύσιν <20ἄληπτα.>20 Τῶν δὲ <20κατὰ φύσιν>20 τὰ 13477 2.7.9.3 : μὲν <20καθ´ αὑτὰ ληπτὰ>20 εἶναι, τὰ δὲ <20δι´ ἕτερα. Καθ´ 13478 2.7.9.4 : αὑτὰ>20 μέν, ὅσα ἐστὶν ὁρμῆς κινητικὰ προτρεπτικῶς ἐφ´ 13479 2.7.9.5 : ἑαυτὰ ἢ ἐπὶ τὸ ἀντέχεσθαι αὑτῶν, οἷον ὑγίειαν, εὐαισθη– 13480 2.7.9.6 : σίαν, ἀπονίαν καὶ κάλλος σώματος. <20Ποιητικὰ>20 〈δὲ〉, 13481 2.7.9.7 : ὅσα ἐστὶν ὁρμῆς κινητικὰ ἀνετικῶς ἐφ´ ἕτερα καὶ μὴ προ– 13482 2.7.9.8 : τρεπτικῶς 〈ἐφ´ ἑαυτά〉, οἷον πλοῦτον, δόξαν καὶ τὰ τού– 13483 2.7.9.9 : τοις ὅμοια. Παραπλησίως δὲ καὶ τῶν <20παρὰ φύσιν>20 τὰ 13484 2.7.9.10 : μὲν εἶναι <20καθ´ αὑτὰ ἄληπτα,>20 τὰ δὲ τῷ <20ποιητικὰ>20 13485 2.7.9.11 : εἶναι τῶν <20καθ´ αὑτὰ>20 ἀλήπτων. 13486 2.7.10.1 : Πάντα δὲ τὰ κατὰ φύσιν <20ἀξίαν>20 ἔχειν καὶ πάντα 13487 2.7.10.2 : τὰ παρὰ φύσιν <20ἀπαξίαν.>20 Τὴν δὲ <20ἀξίαν>20 λέγεσθαι <20τρι– 13488 2.7.10.3 : χῶς,>20 τήν τε <20δόσιν>20 καὶ <20τιμὴν καθ´ αὑτὸ>20 καὶ τὴν 13489 2.7.10.4 : <20ἀμοιβὴν>20 τοῦ δοκιμαστοῦ· καὶ τὴν <20τρίτην,>20 ἣν ὁ Ἀντί– 13490 2.7.10.5 : πατρος ἐκλεκτικὴν προσαγορεύει, καθ´ ἣν διδόντων τῶν 13491 2.7.10.6 : πραγμάτων τάδε τινὰ μᾶλλον ἀντὶ τῶνδε αἱρούμεθα, οἷον 13492 2.7.10.7 : ὑγίειαν ἀντὶ νόσου καὶ ζωὴν ἀντὶ θανάτου καὶ πλοῦτον 13493 2.7.10.8 : ἀντὶ πενίας. Κατὰ τὸ ἀνάλογον δὲ καὶ <20τὴν ἀπαξίαν 13494 2.7.10.9 : τριχῶς>20 φασὶ λέγεσθαι, ἀντιτιθεμένων τῶν σημαινομένων 13495 2.7.10.10 : τοῖς ἐπὶ τῆς τριττῆς ἀξίας εἰρημένοις. 13496 2.7.10.11 : Τὴν δὲ <20δόσιν>20 φησὶν ὁ <20Διογένης>20 κρίσιν εἶναι, ἐφ´ 13497 2.7.10.12 : ὅσον κατὰ φύσιν ἐστὶν ἢ ἐφ´ ὅσον χρείαν τῇ φύσει παρ– 13498 2.7.10.13 : έχεται. Τὸ δὲ <20δοκιμαστόν,>20 οὐχ ὡς λέγεται τὰ πράγ– 13499 2.7.10.14 : ματα δοκιμαστὰ παραλαμβάνεσθαι, ἀλλ´ ὡς δοκιμαστήν 13500 2.7.10.15 : φαμεν εἶναι τὸν τὰ πράγματα δοκιμάζοντα· τῆς οὖν ἀμοι– 13501 2.7.10.16 : βῆς τὸν τοιοῦτόν φησι δοκιμαστὴν εἶναι. Καὶ ταύτας 13502 2.7.10.17 : μὲν <20τὰς δύο>20 ἀξίας καθ´ ἃς λέγομέν τινα τῇ ἀξίᾳ προ– 13503 2.7.10.18 : ῆχθαι, <20τρίτην>20 δέ φησιν εἶναι, καθ´ ἥν φαμεν ἀξίωμά 13504 2.7.10.19 : τινα ἔχειν καὶ ἀξίαν, ἥπερ περὶ ἀδιάφορα οὐ γίνεται, 13505 2.7.10.20 : ἀλλὰ περὶ μόνα τὰ σπουδαῖα. Χρῆσθαι δ´ ἡμᾶς φησιν 13506 2.7.10.21 : ἐνίοτε τῷ ὀνόματι τῆς <20ἀξίας>20 ἀντὶ τοῦ <20ἐπιβάλλοντος·>20 13507 2.7.10.22 : ὡς ἐν τῷ τῆς δικαιοσύνης ὅρῳ παρείληπται, ὅταν λέγηται 13508 2.7.10.23 : εἶναι ἕξις ἀπονεμητικὴ τοῦ κατ´ ἀξίαν ἑκάστῳ· ἔστι γὰρ 13509 2.7.10.24 : οἷον τοῦ ἐπιβάλλοντος ἑκάστῳ. 13510 2.7.11.1 : Τῶν δ´ <20ἀξίαν ἐχόντων>20 τὰ μὲν ἔχειν <20πολλὴν 13511 2.7.11.2 : ἀξίαν,>20 τὰ δὲ <20βραχεῖαν.>20 Ὁμοίως δὲ καὶ τῶν <20ἀπαξίαν>20 13512 2.7.11.3 : ἐχόντων ἃ μὲν ἔχειν <20πολλὴν ἀπαξίαν,>20 ἃ δὲ <20βραχεῖαν.>20 13513 2.7.11.4 : Τὰ μὲν 〈οὖν〉 <20πολλὴν>20 ἔχοντα <20ἀξίαν προηγμένα>20 λέ– 13514 2.7.11.5 : γεσθαι, τὰ δὲ <20πολλὴν ἀπαξίαν ἀποπροηγμένα,>20 13515 2.7.11.6 : Ζήνωνος ταύτας τὰς ὀνομασίας θεμένου πρώτου τοῖς 13516 2.7.11.7 : πράγμασι. <20Προηγμένον>20 δ´ εἶναι λέγουσιν, ὃ ἀδιάφορον 13517 2.7.11.8 : 〈ὂν〉 ἐκλεγόμεθα κατὰ προηγούμενον λόγον. Τὸν δ´ ὅμοιον 13518 2.7.11.9 : λόγον ἐπὶ τῷ <20ἀποπροηγμένῳ>20 εἶναι, καὶ τὰ παραδείγ– 13519 2.7.11.10 : ματα κατὰ τὴν ἀναλογίαν ταὐτά. Οὐδὲν δὲ τῶν ἀγαθῶν 13520 2.7.11.11 : εἶναι προηγμένον διὰ τὸ τὴν μεγίστην ἀξίαν αὐτὰ ἔχειν. 13521 2.7.11.12 : Τὸ δὲ <20προηγμένον,>20 τὴν δευτέραν χώραν καὶ ἀξίαν ἔχον, 13522 2.7.11.13 : συνεγγίζειν πως τῇ τῶν <20ἀγαθῶν>20 φύσει· οὐδὲ γὰρ ἐν 13523 2.7.11.14 : αὐλῇ τῶν προηγμένων εἶναι τὸν βασιλέα, ἀλλὰ τοὺς μετ´ 13524 2.7.11.15 : αὐτὸν τεταγμένους. <20Προηγμένα>20 δὲ λέγεσθαι, οὐ τῷ 13525 2.7.11.16 : πρὸς εὐδαιμονίαν τινὰ συμβάλλεσθαι συνεργεῖν τε πρὸς 13526 2.7.11.17 : αὐτήν, ἀλλὰ τῷ ἀναγκαῖον εἶναι τούτων τὴν ἐκλογὴν ποι– 13527 2.7.11.18 : εῖσθαι παρὰ τὰ ἀποπροηγμένα. 13528 2.7.8.1 : Ἀκόλουθος δ´ ἐστὶ τῷ λόγῳ τῷ περὶ τῶν προηγ– 13529 2.7.8.2 : μένων ὁ περὶ <20τοῦ καθήκοντος>20 τόπος. Ὁρίζεται δὲ 13530 2.7.8.3 : τὸ καθῆκον· ‘τὸ ἀκόλουθον ἐν ζωῇ, ὃ πραχθὲν εὔλογον 13531 2.7.8.4 : ἀπολογίαν ἔχει’· παρὰ τὸ καθῆκον δὲ τὸ ἐναντίως. Τοῦτο 13532 2.7.8.5 : διατείνει καὶ εἰς τὰ ἄλογα τῶν ζῴων, ἐνεργεῖ γάρ τι κἀ– 13533 2.7.8.6 : κεῖνα ἀκολούθως τῇ ἑαυτῶν φύσει· ἐπὶ 〈δὲ〉 τῶν λογικῶν 13534 2.7.8.7 : ζῴων οὕτως ἀποδίδοται· ‘τὸ ἀκόλουθον ἐν βίῳ’. Τῶν δὲ 13535 2.7.8.8 : <20καθηκόντων>20 τὰ μὲν εἶναί φασι <20τέλεια,>20 ἃ δὴ καὶ 13536 2.7.8.9 : <20κατορθώματα>20 λέγεσθαι. Κατορθώματα δ´ εἶναι τὰ 13537 2.7.8.10 : κατ´ ἀρετὴν ἐνεργήματα, οἷον τὸ φρονεῖν, τὸ δικαιοπρα– 13538 2.7.8.11 : γεῖν. Οὐκ εἶναι δὲ κατορθώματα τὰ μὴ οὕτως ἔχοντα, 13539 2.7.8.12 : ἃ δὴ οὐδὲ τέλεια καθήκοντα προσαγορεύουσιν, ἀλλὰ <20μέσα,>20 13540 2.7.8.13 : οἷον τὸ γαμεῖν, τὸ πρεσβεύειν, τὸ διαλέγεσθαι, τὰ τούτοις 13541 2.7.8.14 : ὅμοια. 13542 2.7.8a.1 : Τῶν δὲ <20κατορθωμάτων>20 τὰ μὲν εἶναι <20ὧν χρή,>20 13543 2.7.8a.2 : τὰ δ´ οὔ. Ὧν χρὴ μὲν εἶναι κατηγορούμενα ὠφελήματα, 13544 2.7.8a.3 : οἷον τὸ φρονεῖν, τὸ σωφρονεῖν· οὐκ εἶναι δὲ ὧν χρὴ τὰ 13545 2.7.8a.4 : μὴ οὕτως ἔχοντα. Ὁμοίως δὲ καὶ τῶν <20παρὰ τὸ καθῆ– 13546 2.7.8a.5 : κον τὴν αὐτὴν>20 γίνεσθαι τεχνολογίαν. 13547 2.7.8a.6 : Πᾶν δὲ τὸ <20παρὰ τὸ καθῆκον>20 ἐν λογικῷ 〈ζῴῳ〉 13548 2.7.8a.7 : γινόμενον <20ἁμάρτημα>20 εἶναι· τὸ δὲ <20καθῆκον τελειω– 13549 2.7.8a.8 : θὲν κατόρθωμα>20 γίνεσθαι. Παραμετρεῖσθαι δὲ τὸ 13550 2.7.8a.9 : <20μέσον καθῆκον ἀδιαφόροις>20 τισί, ἐκλεγομένοις δὲ 13551 2.7.8a.10 : παρὰ φύσιν καὶ κατὰ φύσιν, τοιαύτην δ´ εὐθηνίαν προσ– 13552 2.7.8a.11 : φερομένοις, ὥστ´ εἰ μὴ λαμβάνοιμεν αὐτὰ ἢ διωθοίμεθα 13553 2.7.8a.12 : ἀπεριστάτως, μὴ ἂν εὐδαιμονεῖν. 13554 2.7.9.1 : Τὸ δὲ κινοῦν τὴν <20ὁρμὴν>20 οὐδὲν ἕτερον εἶναι λέγου– 13555 2.7.9.2 : σιν ἀλλ´ ἢ φαντασίαν ὁρμητικὴν τοῦ καθήκοντος αὐτόθεν, 13556 2.7.9.3 : τὴν δὲ ὁρμὴν εἶναι φορὰν ψυχῆς ἐπί τι κατὰ τὸ γένος. 13557 2.7.9.4 : ταύτης δ´ ἐν εἴδει θεωρεῖσθαι τήν τε <20ἐν>20 τοῖς <20λογικοῖς>20 13558 2.7.9.5 : γιγνομένην ὁρμὴν καὶ τὴν <20ἐν>20 τοῖς <20ἀλόγοις>20 ζῴοις· οὐ 13559 2.7.9.6 : κατωνομασμέναι δ´ εἰσίν. ἡ γὰρ <20ὄρεξις>20 οὐκ ἔστι λογικὴ 13560 2.7.9.7 : ὁρμή, ἀλλὰ λογικῆς ὁρμῆς εἶδος. Τὴν δὲ <20λογικὴν ὁρμὴν>20 13561 2.7.9.8 : δεόντως ἄν τις ἀφορίζοιτο, λέγων εἶναι φορὰν διανοίας 13562 2.7.9.9 : ἐπί τι τῶν ἐν τῷ πράττειν· ταύτῃ δ´ ἀντιτίθεσθαι <20ἀφορ– 13563 2.7.9.10 : μήν,>20 φοράν τινα 〈διανοίας ἀπό τινος τῶν ἐν τῷ μὴ 13564 2.7.9.11 : πράττειν〉. Ἰδίως δὲ καὶ τὴν <20ὄρουσιν>20 ὁρμὴν λέγουσι τῆς 13565 2.7.9.12 : πρακτικῆς ὁρμῆς οὖσαν εἶδος. εἶναι δὲ τὴν ὄρουσιν φορὰν 13566 2.7.9.13 : διανοίας ἐπί τι μέλλον. Ὥστε μέχρι μὲν τούτων <20τετρα– 13567 2.7.9.14 : χῶς ὁρμὴν>20 λέγεσθαι, <20διχῶς δ´ ἀφορμήν·>20 προστε– 13568 2.7.9.15 : θείσης δὲ καὶ τῆς <20ἕξεως>20 τῆς <20ὁρμητικῆς,>20 ἣν δὴ καὶ 13569 2.7.9.16 : ἰδίως ὁρμὴν λέγουσιν, ἀφ´ ἧς συμβαίνει ὁρμᾶν, 〈ὁρμὴν〉 13570 2.7.9.17 : <20πενταχῶς.>20 13571 2.7.9a.1 : Τῆς δὲ <20πρακτικῆς ὁρμῆς>20 εἴδη πλείονα εἶναι, 13572 2.7.9a.2 : ἐν οἷς καὶ ταῦτα· πρόθεσιν, ἐπιβολήν, παρασκευήν, ἐγχεί– 13573 2.7.9a.3 : ρησιν, 〈αἵρεσιν,〉 προαίρεσιν, βούλησιν, θέλησιν. <20Πρό– 13574 2.7.9a.4 : θεσιν>20 μὲν οὖν εἶναι λέγουσι σημείωσιν ἐπιτελέσεως· 13575 2.7.9a.5 : <20ἐπιβολὴν>20 δὲ ὁρμὴν πρὸ ὁρμῆς· <20παρασκευὴν>20 δὲ 13576 2.7.9a.6 : πρᾶξιν πρὸ πράξεως· <20ἐγχείρησιν>20 δὲ ὁρμὴν ἐπί τινος 13577 2.7.9a.7 : ἐν χερσὶν ἤδη ὄντος· <20αἵρεσιν>20 δὲ βούλησιν ἐξ ἀναλο– 13578 2.7.9a.8 : γισμοῦ· <20προαίρεσιν>20 δὲ αἵρεσιν πρὸ αἱρέσεως· <20βού– 13579 2.7.9a.9 : λησιν>20 δὲ εὔλογον ὄρεξιν· <20θέλησιν>20 δὲ ἑκούσιον βούλησιν. 13580 2.7.10.1 : Πάσας δὲ τὰς ὁρμὰς <20συγκαταθέσεις>20 εἶναι, 13581 2.7.10.2 : τὰς δὲ <20πρακτικὰς>20 καὶ τὸ <20κινητικὸν>20 περιέχειν. Ἤδη 13582 2.7.10.3 : δὲ ἄλλῳ μὲν εἶναι <20συγκαταθέσεις,>20 ἐπ´ ἄλλο δὲ <20ὁρμάς·>20 13583 2.7.10.4 : καὶ <20συγκαταθέσεις>20 μὲν ἀξιώμασί τισιν, <20ὁρμὰς>20 δὲ ἐπὶ 13584 2.7.10.5 : κατηγορήματα, τὰ περιεχόμενά πως ἐν τοῖς ἀξιώμασιν, 13585 2.7.10.6 : οἷς συγκατατίθεσθαι. Ἐπεὶ δ´ ἐν εἴδει τὸ <20πάθος>20 τῆς 13586 2.7.10.7 : ὁρμῆς ἐστι, λέγωμεν ἑξῆς περὶ παθῶν. 13587 2.7.10.1 : <20Πάθος>20 δ´ εἶναί φασιν ὁρμὴν πλεονάζουσαν καὶ 13588 2.7.10.2 : ἀπειθῆ τῷ αἱροῦντι λόγῳ ἢ κίνησιν ψυχῆς 〈ἄλογον〉 παρὰ 13589 2.7.10.3 : φύσιν (εἶναι δὲ πάθη πάντα τοῦ ἡγεμονικοῦ τῆς ψυχῆς), 13590 2.7.10.4 : διὸ καὶ πᾶσαν πτοίαν πάθος εἶναι, 〈καὶ〉 πάλιν 〈πᾶν〉 13591 2.7.10.5 : πάθος πτοίαν. Τοῦ δὲ πάθους τοιούτου ὄντος ὑπολη– 13592 2.7.10.6 : πτέον, τὰ μὲν <20πρῶτα>20 εἶναι καὶ ἀρχηγά, τὰ δ´ εἰς ταῦτα 13593 2.7.10.7 : τὴν <20ἀναφορὰν>20 ἔχειν. <20Πρῶτα>20 δ´ εἶναι τῷ γένει ταῦτα 13594 2.7.10.8 : τὰ τέσσαρα, <20ἐπιθυμίαν, φόβον, λύπην, ἡδονήν. 13595 2.7.10.9 : Ἐπιθυμίαν>20 μὲν οὖν καὶ <20φόβον προηγεῖσθαι,>20 τὴν 13596 2.7.10.10 : μὲν πρὸς τὸ φαινόμενον ἀγαθόν, τὸν δὲ πρὸς τὸ φαινό– 13597 2.7.10.11 : μενον κακόν. <20Ἐπιγίγνεσθαι>20 δὲ τούτοις <20ἡδονὴν>20 καὶ 13598 2.7.10.12 : <20λύπην,>20 ἡδονὴν μὲν ὅταν τυγχάνωμεν ὧν ἐπεθυμοῦμεν 13599 2.7.10.13 : ἢ ἐκφύγωμεν ἃ ἐφοβούμεθα· λύπην δέ, ὅταν ἀποτυγχά– 13600 2.7.10.14 : νωμεν ὧν ἐπεθυμοῦμεν ἢ περιπέσωμεν οἷς ἐφοβούμεθα. 13601 2.7.10.15 : Ἐπὶ <20πάντων>20 δὲ τῶν τῆς ψυχῆς παθῶν, ἐπεὶ <20δόξας>20 13602 2.7.10.16 : αὐτὰ λέγουσιν εἶναι, παραλαμβάνεσθαι τὴν <20δόξαν>20 ἀντὶ 13603 2.7.10.17 : τῆς ἀσθενοῦς ὑπολήψεως, τὸ δὲ <20πρόσφατον>20 ἀντὶ τοῦ 13604 2.7.10.18 : κινητικοῦ συστολῆς ἀλόγου 〈ἢ〉 ἐπάρσεως. 13605 2.7.10a.1 : Τὸ δὲ <20‘ἄλογον’>20 καὶ τὸ <20‘παρὰ φύσιν’>20 οὐ κοι– 13606 2.7.10a.2 : νῶς, ἀλλὰ τὸ μὲν <20‘ἄλογον’>20 ἴσον τῷ ἀπειθὲς τῷ λόγῳ. 13607 2.7.10a.3 : Πᾶν γὰρ πάθος βιαστικόν ἐστι, ὡς πολλάκις ὁρῶντας 13608 2.7.10a.4 : τοὺς ἐν τοῖς πάθεσιν ὄντας ὅτι συμφέρει τόδε οὐ ποιεῖν, 13609 2.7.10a.5 : ὑπὸ τῆς σφοδρότητος ἐκφερομένους, καθάπερ ὑπό τινος 13610 2.7.10a.6 : ἀπειθοῦς ἵππου, ἀνάγεσθαι πρὸς τὸ ποιεῖν αὐτό, παρ´ 13611 2.7.10a.7 : ὃ καὶ πολλάκις τινὰς ἐξομολογεῖσθαι λέγοντας τὸ θρυ– 13612 2.7.10a.8 : λούμενον τοῦτο (Eurip. fr. 837 Nauck.)· 13613 2.7.10a.9 : Γνώμην δ´ ἔχοντά μ´ ἡ φύσις βιάζεται· 13614 2.7.10a.10 : γνώμην γὰρ λέγει νῦν τὴν εἴδησιν καὶ γνῶσιν τῶν ὀρθῶν 13615 2.7.10a.11 : πραγμάτων. Καὶ τὸ <20‘παρὰ φύσιν’>20 δ´ εἴληπται ἐν τῇ 13616 2.7.10a.12 : τοῦ πάθους ὑπογραφῇ, ὡς συμβαίνοντος παρὰ τὸν ὀρθὸν 13617 2.7.10a.13 : καὶ κατὰ φύσιν λόγον. Πάντες δ´ οἱ ἐν τοῖς πάθεσιν 13618 2.7.10a.14 : ὄντες ἀποστρέφονται τὸν λόγον, οὐ παραπλησίως δὲ τοῖς 13619 2.7.10a.15 : ἐξηπατημένοις ἐν ὁτῳοῦν, ἀλλ´ ἰδιαζόντως. Οἱ μὲν γὰρ 13620 2.7.10a.16 : ἠπατημένοι, λόγου χάριν περὶ 〈τοῦ〉 τὰς ἀτόμους ἀρχὰς 13621 2.7.10a.17 : εἶναι, διδαχθέντες ὅτι οὔκ εἰσιν, ἀφίστανται τῆς κρίσεως· 13622 2.7.10a.18 : οἱ δ´ ἐν τοῖς πάθεσιν ὄντες, κἂν μάθωσι, κἂν μεταδι– 13623 2.7.10a.19 : δαχθῶσιν ὅτι οὐ δεῖ λυπεῖσθαι ἢ φοβεῖσθαι, ἢ ὅλως ἐν 13624 2.7.10a.20 : τοῖς πάθεσιν εἶναι τῆς ψυχῆς, ὅμως οὐκ ἀφίστανται τού– 13625 2.7.10a.21 : των, ἀλλ´ ἄγονται ὑπὸ τῶν παθῶν εἰς τὸ ὑπὸ τῆς τού– 13626 2.7.10a.22 : των κρατεῖσθαι τυραννίδος. 13627 2.7.11.1 : Τὴν μὲν οὖν <20ἐπιθυμίαν>20 λέγουσιν ὄρεξιν εἶναι 13628 2.7.11.2 : ἀπειθῆ λόγῳ· αἴτιον δ´ αὐτῆς τὸ δοξάζειν ἀγαθὸν ἐπι– 13629 2.7.11.3 : φέρεσθαι, οὗ παρόντος εὖ ἀπαλλάξομεν, τῆς δόξης αὐτῆς 13630 2.7.11.4 : ἐχούσης τὸ ἀτάκτως κινητικὸν 〈πρόσφατον τοῦ ὄντως αὐτὸ 13631 2.7.11.5 : ὀρεκτὸν εἶναι〉. <20Φόβον>20 δ´ εἶναι ἔκκλισιν ἀπειθῆ λόγῳ, 13632 2.7.11.6 : αἴτιον δ´ αὐτοῦ τὸ δοξάζειν κακὸν ἐπιφέρεσθαι, τῆς δόξης 13633 2.7.11.7 : τὸ κινητικὸν [καὶ] πρόσφατον ἐχούσης τοῦ ὄντως αὐτὸ 13634 2.7.11.8 : φευκτὸν εἶναι. <20Λύπην>20 δ´ εἶναι συστολὴν ψυχῆς ἀπειθῆ 13635 2.7.11.9 : λόγῳ, αἴτιον δ´ αὐτῆς τὸ δοξάζειν πρόσφατον κακὸν παρεῖ– 13636 2.7.11.10 : ναι, ἐφ´ ᾧ καθήκει 〈συστέλλεσθαι. <20Ἡδονὴν>20 δ´ εἶναι ἔπαρ– 13637 2.7.11.11 : σιν ψυχῆς ἀπειθῆ λόγῳ, αἴτιον δ´ αὐτῆς τὸ δοξάζειν 13638 2.7.11.12 : πρόσφατον ἀγαθὸν παρεῖναι, ἐφ´ ᾧ καθήκει〉 ἐπαίρεσθαι. 13639 2.7.11.13 : Ὑπὸ μὲν οὖν τὴν <20ἐπιθυμίαν>20 ὑπάγεται τὰ τοιαῦτα· 13640 2.7.11.14 : ὀργὴ καὶ τὰ εἴδη αὐτῆς, (θυμὸς καὶ χόλος καὶ μῆνις καὶ 13641 2.7.11.15 : κότος καὶ πικρίαι καὶ τὰ τοιαῦτα,) ἔρωτες σφοδροὶ καὶ 13642 2.7.11.16 : πόθοι καὶ ἵμεροι καὶ φιληδονίαι καὶ φιλοπλουτίαι καὶ 13643 2.7.11.17 : φιλοδοξίαι καὶ τὰ ὅμοια· ὑπὸ δὲ τὴν <20ἡδονὴν>20 ἐπιχαιρε– 13644 2.7.11.18 : κακίαι καὶ ἀσμενισμοὶ καὶ γοητεῖαι καὶ τὰ ὅμοια· ὑπὸ 13645 2.7.11.19 : δὲ τὸν <20φόβον>20 ὄκνοι καὶ ἀγωνίαι καὶ ἔκπληξις καὶ αἰσ– 13646 2.7.11.20 : χύναι καὶ θόρυβοι καὶ δεισιδαιμονίαι καὶ δέος καὶ δείματα· 13647 2.7.11.21 : ὑπὸ δὲ τὴν <20λύπην>20 φθόνος, ζῆλος, ζηλοτυπία, ἔλεος, 13648 2.7.11.22 : πένθος, ἄχθος, ἄχος, ἀνία, ὀδύνη, ἄση. 13649 2.7.12.1 : <20Ὀργὴ>20 μὲν οὖν ἐστιν ἐπιθυμία τιμωρήσασθαι 13650 2.7.12.2 : τὸν δοκοῦντα ἠδικηκέναι παρὰ τὸ προσῆκον· <20θυμὸς>20 δὲ 13651 2.7.12.3 : ὀργὴ ἐναρχομένη· <20χόλος>20 δὲ ὀργὴ διοιδοῦσα· <20μῆνις>20 δὲ 13652 2.7.12.4 : ὀργὴ εἰς παλαίωσιν ἀποτεθειμένη ἢ ἐναποκειμένη· <20κότος>20 13653 2.7.12.5 : δὲ ὀργὴ ἐπιτηροῦσα καιρὸν εἰς τιμωρίαν· <20πικρία>20 δὲ 13654 2.7.12.6 : ὀργὴ παραχρῆμα ἐκρηγνυμένη· <20ἔρως>20 δὲ ἐπιβολὴ φιλο– 13655 2.7.12.7 : ποιίας διὰ κάλλος ἐμφαινόμενον· <20πόθος>20 δὲ ἐπιθυμία 13656 2.7.12.8 : κατ´ ἔρωτα ἀπόντος· <20ἵμερος>20 δὲ ἐπιθυμία φίλου ἀπόν– 13657 2.7.12.9 : τος ὁμιλίας· <20φιληδονία>20 δὲ ἐπιθυμία ἡδονῶν· <20φιλο– 13658 2.7.12.10 : πλουτία>20 δὲ πλούτου· <20φιλοδοξία>20 δὲ δόξης. 13659 2.7.12.11 : <20Ἐπιχαιρεκακία>20 δὲ ἡδονὴ ἐπ´ ἀλλοτρίοις κακοῖς· 13660 2.7.12.12 : <20ἀσμενισμὸς>20 δὲ ἡδονὴ ἐπὶ ἀπροσδοκήτοις· <20γοητεία>20 13661 2.7.12.13 : δὲ ἡδονὴ δι´ ὄψεως κατὰ ἀπάτην. 13662 2.7.12.14 : <20Ὄκνος>20 δὲ φόβος μελλούσης ἐνεργείας· <20ἀγωνία>20 δὲ 13663 2.7.12.15 : φόβος διαπτώσεως καὶ ἑτέρως φόβος ἥττης· <20ἔκπληξις>20 13664 2.7.12.16 : δὲ φόβος ἐξ ἀσυνήθους φαντασίας· <20αἰσχύνη>20 δὲ φόβος 13665 2.7.12.17 : ἀδοξίας· <20θόρυβος>20 δὲ φόβος μετὰ φωνῆς κατεπείγων· <20δει– 13666 2.7.12.18 : σιδαιμονία>20 δὲ φόβος θεῶν ἢ δαιμόνων· <20δέος>20 δὲ φό– 13667 2.7.12.19 : βος δεινοῦ· <20δεῖμα>20 δὲ φόβος ἐκ λόγου. 13668 2.7.12.20 : <20Φθόνος>20 δὲ λύπη ἐπ´ ἀλλοτρίοις ἀγαθοῖς· <20ζῆλος>20 13669 2.7.12.21 : δὲ λύπη ἐπὶ τῷ ἕτερον ἐπιτυγχάνειν ὧν αὐτὸς ἐπιθυμεῖ, 13670 2.7.12.22 : αὐτὸν δὲ μή· λέγεσθαι δὲ καὶ ἑτέρως ζῆλον, μακαρισμὸν 13671 2.7.12.23 : ἐνδεοῦς καὶ ἔτι ἄλλως μίμησιν ὡς ἂν κρείττονος· <20ζηλο– 13672 2.7.12.24 : τυπίαν>20 δὲ λύπην ἐπὶ τῷ 〈καὶ〉 ἕτερον ἐπιτυγχάνειν ὧν 13673 2.7.12.25 : αὐτὸς ἐπεθύμει· <20ἔλεον>20 δὲ λύπην ἐπὶ τῷ δοκοῦντι ἀνα– 13674 2.7.12.26 : ξίως κακοπαθεῖν· <20πένθος>20 δὲ λύπην ἐπὶ θανάτῳ ἀώρῳ· 13675 2.7.12.27 : <20ἄχθος>20 δὲ λύπην βαρύνουσαν· <20ἄχος>20 δὲ λύπην ἀφωνίαν 13676 2.7.12.28 : ἐμποιοῦσαν· <20ἀνίαν>20 δὲ λύπην κατὰ διαλογισμόν· <20ὀδύνην>20 13677 2.7.12.29 : δὲ λύπην εἰσδύνουσαν καὶ καθικνουμένην· <20ἄσην>20 δὲ λύπην 13678 2.7.12.30 : μετὰ ῥιπτασμοῦ. 13679 2.7.13.1 : Τούτων δὲ τῶν παθῶν τὰ μὲν ἐμφαίνειν τὸ ἐφ´ 13680 2.7.13.2 : ᾧ γίγνεται, οἷον ἔλεον, φθόνον, ἐπιχαιρεκακίαν, αἰσχύνην· 13681 2.7.13.3 : τὰ δὲ τὴν ἰδιότητα τῆς κινήσεως, οἷον ὀδύνην, δεῖμα. 13682 2.7.14.1 : <20Εὐεμπτωσίαν>20 δ´ εἶναι εὐκαταφορίαν εἰς πά– 13683 2.7.14.2 : θος, ὥς τι τῶν παρὰ φύσιν ἔργων, οἷον ἐπιλυπίαν, ὀργι– 13684 2.7.14.3 : λότητα, φθονερίαν, ἀκροχολίαν καὶ τὰ ὅμοια. Γίγνεσθαι 13685 2.7.14.4 : δὲ εὐεμπτωσίας καὶ εἰς ἄλλα ἔργα τῶν παρὰ φύσιν, οἷον 13686 2.7.14.5 : εἰς κλοπὰς καὶ μοιχείας καὶ ὕβρεις, καθ´ ἃς κλέπται τε 13687 2.7.14.6 : καὶ μοιχοὶ καὶ ὑβρισταὶ λέγονται. <20Νόσημα>20 δ´ εἶναι δό– 13688 2.7.14.7 : ξαν ἐπιθυμίας ἐρρυηκυῖαν εἰς ἕξιν καὶ ἐνεσκιρωμένην, καθ´ 13689 2.7.14.8 : ἣν ὑπολαμβάνουσι τὰ μὴ αἱρετὰ σφόδρα αἱρετὰ εἶναι, 13690 2.7.14.9 : οἷον φιλογυνίαν, φιλοινίαν, φιλαργυρίαν· εἶναι δέ τινα 13691 2.7.14.10 : καὶ ἐναντία 〈τούτοις〉 τοῖς νοσήμασι κατὰ προσκοπὴν 13692 2.7.14.11 : γινόμενα, οἷον μισογυνίαν, μισοινίαν, μισανθρωπίαν. Τὰ 13693 2.7.14.12 : δὲ νοσήματα μετ´ ἀσθενείας συμβαίνοντα <20ἀρρωστή– 13694 2.7.14.13 : ματα>20 καλεῖσθαι. 13695 2.7.11a.1 : <20Κατόρθωμα>20 δ´ εἶναι λέγουσι καθῆκον πάντας 13696 2.7.11a.2 : ἐπέχον τοὺς ἀριθμούς, ἢ καθάπερ προείπομεν (p. 85, 19), 13697 2.7.11a.3 : τέλειον καθῆκον· <20ἁμάρτημά>20 τε τὸ παρὰ τὸν ὀρθὸν 13698 2.7.11a.4 : λόγον πραττόμενον, ἢ ἐν ᾧ παραλέλειπταί τι καθῆκον 13699 2.7.11a.5 : ὑπὸ λογικοῦ ζῴου. 13700 2.7.12.1 : Τά τε <20ἀγαθὰ>20 πάντα τῶν <20σπουδαίων>20 εἶναι 13701 2.7.12.2 : 〈<20κοινὰ>20〉 λέγουσι, καθ´ ὃ καὶ τὸν ὠφελοῦντά τινα τῶν 13702 2.7.12.3 : πλησίον καὶ ἑαυτὸν ὠφελεῖν. Τήν τε <20ὁμόνοιαν>20 ἐπιστή– 13703 2.7.12.4 : μην εἶναι κοινῶν ἀγαθῶν, δι´ ὃ καὶ τοὺς <20σπουδαίους>20 13704 2.7.12.5 : πάντας <20ὁμονοεῖν>20 ἀλλήλοις διὰ τὸ συμφωνεῖν ἐν τοῖς 13705 2.7.12.6 : κατὰ τὸν βίον· τοὺς δὲ φαύλους διαφωνοῦντας πρὸς ἀλ– 13706 2.7.12.7 : λήλους ἐχθροὺς εἶναι καὶ κακοποιητικοὺς ἀλλήλων καὶ 13707 2.7.12.8 : πολεμίους. 13708 2.7.12.9 : Τό τε <20δίκαιόν>20 φασι φύσει εἶναι καὶ μὴ θέσει. 13709 2.7.12.10 : Ἑπόμενον δὲ τούτοις ὑπάρχειν καὶ τὸ <20πολιτεύεσθαι 13710 2.7.12.11 : τὸν σοφὸν>20 καὶ μάλιστ´ ἐν ταῖς τοιαύταις πολιτείαις 13711 2.7.12.12 : ταῖς ἐμφαινούσαις τινὰ προκοπὴν πρὸς τὰς τελείας πολι– 13712 2.7.12.13 : τείας· καὶ τὸ <20νομοθετεῖν>20 δὲ καὶ τὸ <20παιδεύειν>20 ἀν– 13713 2.7.12.14 : θρώπους, ἔτι δὲ <20συγγράφειν>20 τὰ δυνάμενα ὠφελεῖν τοὺς 13714 2.7.12.15 : ἐντυγχάνοντας τοῖς γράμμασιν οἰκεῖον εἶναι τοῖς <20σπου– 13715 2.7.12.16 : δαίοις>20 καὶ τὸ συγκαταβαίνειν καὶ εἰς <20γάμον>20 καὶ εἰς 13716 2.7.12.17 : <20τεκνογονίαν>20 καὶ αὑτοῦ χάριν καὶ τῆς πατρίδος καὶ 13717 2.7.11b.18 : <20ὑπομένειν περὶ ταύτης,>20 ἐὰν ᾖ μετρία, καὶ πόνους 13718 2.7.11b.19 : καὶ θάνατον. Παρακεῖσθαι δὲ τούτοις <20φαῦλα,>20 τό τε 13719 2.7.11b.20 : δημοκοπεῖν καὶ τὸ σοφιστεύειν καὶ τὸ συγγράφειν ἐπι– 13720 2.7.11b.21 : βλαβῆ τοῖς ἐντυγχάνουσιν, ἅπερ εἰς σπουδαίους οὐκ ἂν 13721 2.7.11b.22 : πέσοι. 13722 2.7.12.1 : Τριχῶς δὲ λεγομένης τῆς <20φιλίας,>20 καθ´ <20ἕνα>20 13723 2.7.12.2 : μὲν <20τρόπον>20 τῆς κοινῆς ἕνεκ´ ὠφελείας, καθ´ ἣν φίλοι 13724 2.7.12.3 : εἶναι λέγονται, ταύτην μὲν οὔ φασι τῶν ἀγαθῶν εἶναι, 13725 2.7.12.4 : διὰ τὸ μηδὲν ἐκ διεστηκότων ἀγαθὸν εἶναι κατ´ αὐτούς· 13726 2.7.12.5 : τὴν δὲ <20κατὰ τὸ δεύτερον>20 σημαινόμενον λεγομένην φι– 13727 2.7.12.6 : λίαν, κατάσχεσιν οὖσαν φιλικὴν πρὸς τῶν πέλας, τῶν 13728 2.7.12.7 : ἐκτὸς λέγουσιν ἀγαθῶν· <20τὴν δὲ>20 περὶ αὐτὸν φιλίαν, καθ´ 13729 2.7.12.8 : ἣν φίλος ἐστὶ τῶν πέλας, τῶν περὶ ψυχὴν ἀποφαίνουσιν 13730 2.7.12.9 : ἀγαθῶν. 13731 2.7.13.1 : Εἶναι δὲ καὶ θάτερον τρόπον <20κοινὰ τὰ ἀγαθά.>20 13732 2.7.13.2 : Πάντα γὰρ τὸν ὁντινοῦν ὠφελοῦντα ἴσην ὠφέλειαν ἀπο– 13733 2.7.13.3 : λαμβάνειν νομίζουσι παρ´ αὐτὸ τοῦτο, μηδένα δὲ φαῦλον 13734 2.7.13.4 : μήτε ὠφελεῖσθαι μήτε ὠφελεῖν. Εἶναι γὰρ τὸ ὠφελεῖν 13735 2.7.13.5 : ἴσχειν κατ´ ἀρετὴν καὶ τὸ ὠφελεῖσθαι κινεῖσθαι κατ´ 13736 2.7.13.6 : ἀρετήν. 13737 2.7.13.7 : <20Οἰκονομικὸν>20 δ´ εἶναι μόνον λέγουσι τὸν σπου– 13738 2.7.13.8 : δαῖον καὶ ἀγαθὸν <20οἰκονόμον,>20 ἔτι δὲ <20χρηματιστικόν.>20 13739 2.7.13.9 : Τὴν μὲν γὰρ <20οἰκονομικὴν>20 εἶναι θεωρητικὴν ἕξιν καὶ 13740 2.7.13.10 : πρακτικὴν τῶν οἴκῳ συμφερόντων· τὴν δ´ <20οἰκονομίαν>20 13741 2.7.13.11 : διάταξιν περὶ ἀναλωμάτων καὶ ἔργων καὶ κτήσεως ἐπι– 13742 2.7.13.12 : μέλειαν καὶ τῶν κατ´ ἀγρὸν ἐργαζομένων· τὴν δὲ <20χρη– 13743 2.7.13.13 : ματιστικὴν>20 ἐμπειρίαν περιποιήσεως χρημάτων ἀφ´ 13744 2.7.13.14 : ὧν δέον καὶ ἕξιν ὁμολογουμένως ἀναστρέφεσθαι ποιοῦσαν 13745 2.7.13.15 : ἐν συναγωγῇ χρημάτων καὶ τηρήσει καὶ ἀναλώσει πρὸς 13746 2.7.13.16 : εὐπορίαν· τὸ δὲ χρηματίζεσθαί τινες μὲν μέσον εἶπον 13747 2.7.13.17 : εἶναι, τινὲς δὲ ἀστεῖον. <20Φαῦλον>20 δὲ μηδένα προστάτην 13748 2.7.13.18 : ἀγαθὸν οἴκου γίνεσθαι, μηδὲ δύνασθαι οἰκίαν εὖ οἰκονου– 13749 2.7.13.19 : μένην παρασχεῖν. Μόνον δὲ τὸν <20σπουδαῖον>20 ἄνδρα χρη– 13750 2.7.13.20 : ματιστικὸν εἶναι, γινώσκοντα ἀφ´ ὧν χρηματιστέον καὶ 13751 2.7.13.21 : πότε καὶ πῶς καὶ μέχρι πότε. 13752 2.7.13.22 : Φασὶ 〈δὲ〉 <20μηδὲ συγγνώμην ἔχειν>20 〈μηδενὶ τὸν 13753 2.7.13.23 : νοῦν ἔχοντα· τοῦ γὰρ αὐτοῦ συγγνώμην τε ἔχειν〉 καὶ νο– 13754 2.7.13.24 : μίζειν τὸν ἡμαρτηκότα μὴ παρ´ αὑτὸν ἡμαρτηκέναι, πάν– 13755 2.7.13.25 : των ἁμαρτανόντων παρὰ τὴν ἰδίαν κακίαν· διὸ καὶ δεόν– 13756 2.7.13.26 : τως λέγεσθαι τὸ μηδὲ συγγνώμην ἔχειν τοῖς ἁμαρτάνουσιν. 13757 2.7.13.27 : Οὐκ ἐπιεικῆ δέ φασιν εἶναι τὸν ἀγαθὸν ἄνδρα, τὸν γὰρ 13758 2.7.13.28 : ἐπιεικῆ παραιτητικὸν εἶναι τῆς κατ´ ἀξίαν κολάσεως καὶ 13759 2.7.13.29 : τοῦ αὐτοῦ εἶναι ἐπιεικῆ τε εἶναι καὶ ὑπολαμβάνειν τὰς 13760 2.7.13.30 : ἐκ τοῦ νόμου τεταγμένας κολάσεις τοῖς ἀδικοῦσι σκληρο– 13761 2.7.13.31 : τέρας εἶναι καὶ τὸ ἡγεῖσθαι παρὰ τὴν ἀξίαν ἀπονέμειν 13762 2.7.13.32 : τὰς κολάσεις τὸν νομοθέτην. 13763 2.7.13.33 : Τόν τε <20νόμον>20 σπουδαῖον εἶναί φασι, λόγον ὀρθὸν 13764 2.7.13.34 : ὄντα προστακτικὸν μὲν ὧν ποιητέον, ἀπαγορευτικὸν δὲ 13765 2.7.13.35 : ὧν οὐ ποιητέον. Τοῦ δὲ νόμου ἀστείου ὄντος καὶ ὁ νό– 13766 2.7.13.36 : μιμος ἀστεῖος ἂν 〈εἴη〉· <20νόμιμον>20 μὲν γὰρ εἶναι ἄνδρα καὶ 13767 2.7.13.37 : ἀκολουθητικὸν τῷ νόμῳ καὶ πρακτικὸν τῶν ὑπ´ αὐτοῦ 13768 2.7.13.38 : προσταττομένων· <20νομικὸν>20 δὲ τὸν ἐξηγητικὸν τοῦ νόμου. 13769 2.7.13.39 : Μηδένα δὲ τῶν <20φαύλων>20 μήτε νόμιμον εἶναι μήτε νο– 13770 2.7.13.40 : μικόν. 13771 2.7.14.1 : Ἔτι δὲ τῶν ἐνεργημάτων φασὶ τὰ μὲν εἶναι <20κα– 13772 2.7.14.2 : τορθώματα,>20 τὰ δὲ <20ἁμαρτήματα,>20 τὰ δ´ <20οὐδέτερα. 13773 2.7.14.3 : Κατορθώματα>20 μὲν τὰ τοιαῦτα· φρονεῖν, σωφρονεῖν, 13774 2.7.14.4 : δικαιοπραγεῖν, χαίρειν, εὐεργετεῖν, εὐφραίνεσθαι, φρονίμως 13775 2.7.14.5 : περιπατεῖν, πάνθ´ ὅσα κατὰ τὸν ὀρθὸν λόγον πράττεται· 13776 2.7.14.6 : <20ἁμαρτήματα>20 δ´ εἶναι, τό τε ἀφραίνειν καὶ τὸ ἀκολα– 13777 2.7.14.7 : σταίνειν καὶ τὸ ἀδικεῖν καὶ τὸ λυπεῖσθαι καὶ τὸ φοβεῖ– 13778 2.7.14.8 : σθαι καὶ τὸ κλέπτειν καὶ καθόλου ὅσα παρὰ τὸν ὀρθὸν 13779 2.7.14.9 : λόγον πράττεται· <20οὔτε>20 δὲ <20κατορθώματα οὔτε ἁμαρ– 13780 2.7.14.10 : τήματα>20 τὰ τοιαῦτα· λέγειν, ἐρωτᾶν, ἀποκρίνεσθαι, περι– 13781 2.7.14.11 : πατεῖν, ἀποδημεῖν καὶ τὰ τούτοις παραπλήσια. Πάντα 13782 2.7.14.12 : δὲ τὰ <20κατορθώματα>20 δικαιοπραγήματα εἶναι καὶ εὐνο– 13783 2.7.14.13 : μήματα καὶ εὐτακτήματα καὶ εὐεπιτηδεύματα καὶ εὐτυχή– 13784 2.7.14.14 : ματα καὶ εὐδαιμονήματα καὶ εὐκαιρήματα καὶ εὐσχημονή– 13785 2.7.14.15 : ματα· οὐκ ἔτι μέντοι γε φρονιμεύματα, ἀλλὰ μόνα τὰ ἀπὸ 13786 2.7.14.16 : φρονήσεως καὶ ὁμοίως ἐπὶ τῶν ἄλλων ἀρετῶν, εἰ καὶ μὴ 13787 2.7.14.17 : ὠνόμασται, οἷον σωφρονήματα μὲν τὰ ἀπὸ σωφροσύνης, 13788 2.7.14.18 : δικαιώματα δὲ τὰ ἀπὸ δικαιοσύνης. Τὰ δὲ <20ἁμαρτή– 13789 2.7.14.19 : ματα>20 ἐκ τῶν ἀντικειμένων ἀδικοπραγήματα καὶ ἀνομή– 13790 2.7.14.20 : ματα καὶ ἀτακτήματα. 13791 2.7.15.1 : Διαφέρειν δὲ λέγουσιν, ὥσπερ <20αἱρετὸν>20 καὶ <20αἱρε– 13792 2.7.15.2 : τέον,>20 οὕτω καὶ <20ὀρεκτὸν>20 καὶ <20ὀρεκτέον>20 καὶ <20βουλη– 13793 2.7.15.3 : τὸν>20 καὶ <20βουλητέον>20 καὶ ἀποδεκτὸν καὶ ἀποδεκτέον. 13794 2.7.15.4 : Αἱρετὰ μὲν γὰρ εἶναι καὶ βουλητὰ καὶ ὀρεκτὰ 〈καὶ ἀπο– 13795 2.7.15.5 : δεκτὰ τἀγαθά· τὰ δ´ ὠφελήματα αἱρετέα καὶ βουλητέα καὶ 13796 2.7.15.6 : ὀρεκτέα〉 καὶ ἀποδεκτέα, κατηγορήματα ὄντα, παρακείμενα 13797 2.7.15.7 : δ´ ἀγαθοῖς. Αἱρεῖσθαι μὲν γὰρ ἡμᾶς τὰ αἱρετέα καὶ 13798 2.7.15.8 : βούλεσθαι τὰ βουλητέα καὶ ὀρέγεσθαι τὰ ὀρεκτέα. Κατη– 13799 2.7.15.9 : γορημάτων γὰρ αἵ τε αἱρέσεις καὶ ὀρέξεις καὶ βουλήσεις 13800 2.7.15.10 : γίνονται, ὥσπερ καὶ αἱ ὁρμαί· ἔχειν μέντοι αἱρούμεθα 13801 2.7.15.11 : καὶ βουλόμεθα καὶ ὁμοίως ὀρεγόμεθα τἀγαθά, διὸ καὶ 13802 2.7.15.12 : αἱρετὰ καὶ βουλητὰ καὶ ὀρεκτὰ τἀγαθά ἐστι. Τὴν γὰρ 13803 2.7.15.13 : φρόνησιν αἱρούμεθα ἔχειν καὶ τὴν σωφροσύνην, οὐ μὰ 13804 2.7.15.14 : Δία τὸ φρονεῖν καὶ σωφρονεῖν, ἀσώματα ὄντα καὶ κατη– 13805 2.7.15.15 : γορήματα. 13806 2.7.15.16 : Λέγουσι δὲ ὁμοίως καὶ τἀγαθὰ πάντα εἶναι <20ὑπο– 13807 2.7.15.17 : μενετὰ>20 καὶ <20ἐμμενετὰ>20 καὶ ἀνάλογον ἐπὶ τῶν ἄλλων 13808 2.7.15.18 : ἀρετῶν, εἰ καὶ μὴ κατωνόμασται· τὰ δὲ ὠφελήματα πάντα 13809 2.7.15.19 : <20ὑπομενετέα>20 καὶ <20ἐμμενετέα>20 καὶ τὰ ὅμοια. Ὡσαύτως 13810 2.7.15.20 : δὲ διαφέρειν ὑπολαμβάνουσι καὶ τὰ <20εὐλαβητὰ>20 καὶ τὰ 13811 2.7.15.21 : <20εὐλαβητέα>20 καὶ <20ἀνυπομενετὰ>20 καὶ <20ἀνυπομενετέα.>20 13812 2.7.15.22 : Τῶν δ´ ἄλλων τῶν κατὰ τὰς κακίας ὁ αὐτὸς λόγος. 13813 2.7.16.1 : Πάντα δὲ τὸν καλὸν καὶ ἀγαθὸν ἄνδρα <20τέλειον>20 13814 2.7.16.2 : εἶναι λέγουσι διὰ τὸ μηδεμιᾶς ἀπολείπεσθαι ἀρετῆς· τὸν 13815 2.7.16.3 : δὲ φαῦλον τοὐναντίον <20ἀτελῆ>20 διὰ τὸ μηδεμιᾶς μετέχειν 13816 2.7.16.4 : ἀρετῆς. Δι´ ὃ καὶ πάντως <20εὐδαιμονεῖν>20 ἀεὶ τῶν ἀν– 13817 2.7.16.5 : θρώπων τοὺς ἀγαθούς, τοὺς δὲ φαύλους <20κακοδαιμο– 13818 2.7.16.6 : νεῖν.>20 καὶ 〈ἐκείνων〉 τὴν εὐδαιμονίαν μὴ διαφέρειν τῆς 13819 2.7.16.7 : θείας εὐδαιμονίας, μηδὲ τὴν ἀμεριαίαν ὁ Χρύσιππός 13820 2.7.16.8 : φησι διαφέρειν τῆς τοῦ Διὸς εὐδαιμονίας, 〈καὶ〉 κατὰ 13821 2.7.16.9 : μηδὲν αἱρετωτέραν εἶναι μήτε καλλίω μήτε σεμνοτέραν 13822 2.7.16.10 : τὴν τοῦ Διὸς εὐδαιμονίαν τῆς τῶν σοφῶν ἀνδρῶν. 13823 2.7.16.11 : Ἀρέσκει γὰρ τῷ τε Ζήνωνι καὶ τοῖς ἀπ´ αὐτοῦ Στωι– 13824 2.7.16.12 : κοῖς φιλοσόφοις δύο γένη τῶν ἀνθρώπων εἶναι, τὸ μὲν 13825 2.7.16.13 : τῶν <20σπουδαίων,>20 τὸ δὲ τῶν <20φαύλων·>20 καὶ τὸ μὲν τῶν 13826 2.7.16.14 : <20σπουδαίων>20 διὰ παντὸς τοῦ βίου χρῆσθαι ταῖς ἀρεταῖς, 13827 2.7.16.15 : τὸ δὲ τῶν <20φαύλων>20 ταῖς κακίαις· ὅθεν <20τὸ μὲν>20 ἀεὶ κα– 13828 2.7.16.16 : τορθοῦν ἐν ἅπασιν οἷς προστίθεται, <20τὸ δὲ>20 ἁμαρτάνειν. 13829 2.7.16.17 : Καὶ τὸν μὲν <20σπουδαῖον>20 ταῖς περὶ τὸν βίον ἐμπειρίαις 13830 2.7.16.18 : χρώμενον ἐν τοῖς πραττομένοις ὑπ´ αὐτοῦ πάντ´ εὖ ποι– 13831 2.7.16.19 : εῖν, καθάπερ φρονίμως καὶ σωφρόνως καὶ κατὰ τὰς ἄλλας 13832 2.7.16.20 : ἀρετάς· τὸν δὲ <20φαῦλον>20 κατὰ τοὐναντίον κακῶς. Καὶ 13833 2.7.16.21 : τὸν μὲν <20σπουδαῖον>20 μέγαν εἶναι καὶ ἁδρὸν καὶ ὑψηλὸν 13834 2.7.16.22 : καὶ ἰσχυρόν. Μέγαν μέν, ὅτι δύναται ἐφικνεῖσθαι τῶν 13835 2.7.16.23 : κατὰ προαίρεσιν ὄντων αὐτῷ καὶ προκειμένων· ἁδρὸν δέ, 13836 2.7.16.24 : ὅτι ἐστὶν ηὐξημένος πάντοθεν· ὑψηλὸν δ´, ὅτι μετείληφε 13837 2.7.16.25 : τοῦ ἐπιβάλλοντος ὕψους ἀνδρὶ γενναίῳ καὶ σοφῷ· καὶ 13838 2.7.16.26 : ἰσχυρὸν δ´, ὅτι τὴν ἐπιβάλλουσαν ἰσχὺν περιπεποίηται, 13839 2.7.16.27 : ἀήττητος ὢν καὶ ἀκαταγώνιστος. Παρ´ ὃ καὶ οὔτε ἀναγ– 13840 2.7.16.28 : κάζεται ὑπό τινος οὔτε ἀναγκάζει τινά, οὔτε κωλύεται 13841 2.7.16.29 : οὔτε κωλύει, οὔτε βιάζεται ὑπό τινος οὔτ´ αὐτὸς βιάζει 13842 2.7.16.30 : τινά, οὔτε δεσπόζει οὔτε δεσπόζεται, οὔτε κακοποιεῖ τινα 13843 2.7.16.31 : οὔτ´ αὐτὸς κακοποιεῖται, οὔτε κακοῖς περιπίπτει 〈οὔτ´ 13844 2.7.16.32 : ἄλλον ποιεῖ κακοῖς περιπίπτειν〉, οὔτ´ ἐξαπατᾶται οὔτε 13845 2.7.16.33 : ἐξαπατᾷ ἄλλον, οὔτε διαψεύδεται οὔτε ἀγνοεῖ οὔτε λαν– 13846 2.7.11g.34 : θάνει ἑαυτὸν οὔτε καθόλου ψεῦδος ὑπολαμβάνει· εὐδαί– 13847 2.7.11g.35 : μων δ´ ἐστὶ μάλιστα καὶ εὐτυχὴς καὶ μακάριος καὶ ὄλβιος 13848 2.7.11g.36 : καὶ εὐσεβὴς καὶ θεοφιλὴς καὶ ἀξιωματικός, βασιλικός τε 13849 2.7.11g.37 : καὶ στρατηγικὸς καὶ πολιτικὸς καὶ οἰκονομικὸς καὶ χρημα– 13850 2.7.11g.38 : τιστικός. Τοὺς δὲ <20φαύλους>20 ἅπαντα τούτοις ἐναντία ἔχειν. 13851 2.7.11g.39 : Καθόλου δὲ τοῖς μὲν <20σπουδαίοις>20 πάντα τἀγαθὰ 13852 2.7.11g.40 : ὑπάρχειν, τοῖς δὲ <20φαύλοις>20 πάντα τὰ κακά. Οὐ νομι– 13853 2.7.11g.41 : στέον δὲ λέγειν αὐτοὺς οὕτως, ὡς εἴ τινά ἐστιν ἀγαθά, 13854 2.7.11g.42 : ἐκεῖνα ὑπάρχει τοῖς σπουδαίοις, ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ τῶν 13855 2.7.11g.43 : κακῶν· ἀλλά τοι τοὺς μὲν τοσαῦτα ἔχειν ἀγαθὰ ὥστε μη– 13856 2.7.11g.44 : δὲν ἐλλείπειν εἰς τὸ τέλειον αὐτοῖς εἶναι τὸν βίον 〈καὶ 13857 2.7.11g.45 : εὐδαίμονα〉, τοὺς δὲ τοσαῦτα κακά, ὥστε τὸν βίον ἀτελῆ 13858 2.7.11g.46 : εἶναι καὶ κακοδαίμονα. 13859 2.7.12.1 : Τὴν δ´ <20ἀρετὴν>20 πολλοῖς ὀνόμασι προσαγορεύ– 13860 2.7.12.2 : ουσιν. <20Ἀγαθόν>20 τε γὰρ λέγουσιν αὐτήν, ὅτι ἄγει ἡμᾶς 13861 2.7.12.3 : ἐπὶ τὸν ὀρθὸν βίον· καὶ <20ἀρεστόν,>20 ὅτι δοκιμαστόν ἐστιν 13862 2.7.12.4 : ἀνυπόπτως· καὶ <20πολλοῦ ἄξιον,>20 〈ὅτι〉 ἀνυπέρβλητον 13863 2.7.12.5 : ἔχει τὴν ἀξίαν· καὶ <20σπουδαῖον,>20 ἄξιον γὰρ εἶναι πολλῆς 13864 2.7.12.6 : σπουδῆς· καὶ <20ἐπαινετόν,>20 εὐλόγως γὰρ ἄν τις αὐτὴν 13865 2.7.12.7 : ἐπαινοίη· καὶ <20καλόν,>20 ὅτι πρὸς ἑαυτὴν καλεῖν πέφυκε τοὺς 13866 2.7.12.8 : ὀρεγομένους αὐτῆς· καὶ <20συμφέρον,>20 φέρειν γὰρ τοιαῦτα 13867 2.7.12.9 : ἃ συντείνει πρὸς τὸ εὖ ζῆν· καὶ <20χρήσιμον,>20 ὅτι ἐν τῇ 13868 2.7.12.10 : χρείᾳ ὠφέλιμόν ἐστι· καὶ <20αἱρετόν,>20 συμβαίνειν γὰρ ἀπ´ 13869 2.7.12.11 : αὐτῆς ἃ εὐλόγως ἔστιν αἱρεῖσθαι· καὶ <20ἀναγκαῖον,>20 ὅτι 13870 2.7.12.12 : παροῦσά τε ὠφελεῖ καὶ μὴ παρούσης οὐκ ἔστιν ὠφελεῖ– 13871 2.7.12.13 : σθαι· καὶ <20λυσιτελές,>20 τὰς γὰρ ἀπ´ αὐτῆς ὠφελείας 13872 2.7.12.14 : κρείττους εἶναι τῆς πραγματείας τῆς εἰς ταύτας συντει– 13873 2.7.12.15 : νούσης· καὶ <20αὔταρκες,>20 ἐξαρκεῖν γὰρ τῷ ἔχοντι· καὶ 13874 2.7.12.16 : <20ἀνενδεές,>20 ὅτι ἐνδείας ἀπαλλάττει πάσης· καὶ <20ἀπο– 13875 2.7.12.17 : χρῶν>20 διὰ τὸ ἐν τῇ χρήσει ἱκανὸν εἶναι καὶ διατείνειν 13876 2.7.12.18 : εἰς πᾶσαν τὴν κατὰ τὸν βίον χρείαν. 13877 2.7.13.1 : Τῶν τε <20ἀγαθῶν>20 μηδενὸς μετέχειν τοὺς <20φαύ– 13878 2.7.13.2 : λους,>20 ἐπειδὴ τὸ ἀγαθὸν ἀρετή ἐστιν ἢ τὸ μετέχον ἀρε– 13879 2.7.13.3 : τῆς· τά τε παρακείμενα τοῖς ἀγαθοῖς, ἅπερ ἐστὶν ὧν χρή, 13880 2.7.13.4 : <20ὠφελήματα>20 ὄντα, μόνοις τοῖς <20σπουδαίοις>20 συμβαί– 13881 2.7.13.5 : νειν· καθάπερ καὶ τὰ παρακείμενα τοῖς <20κακοῖς,>20 ἅπερ 13882 2.7.13.6 : ἐστὶν ὧν οὐ χρή, μόνοις τοῖς κακοῖς· <20βλάμματα>20 γὰρ 13883 2.7.13.7 : εἶναι, καὶ διὰ τοῦτο τοὺς μὲν ἀγαθοὺς ἀβλαβεῖς πάντας 13884 2.7.13.8 : εἶναι κατ´ ἀμφότερα, οὔτε βλάπτειν οἵους τε ὄντας οὔτε 13885 2.7.13.9 : βλάπτεσθαι, τοὺς δὲ φαύλους κατὰ τοὐναντίον. 13886 2.7.13.10 : Τὸν δὲ κατ´ ἀλήθειαν <20πλοῦτον>20 ἀγαθὸν εἶναι λέ– 13887 2.7.13.11 : γουσι, καὶ τὴν κατ´ ἀλήθειαν πενίαν κακόν. Καὶ τὴν 13888 2.7.13.12 : μὲν κατ´ ἀλήθειαν <20ἐλευθερίαν>20 ἀγαθόν, τὴν δὲ κατ´ 13889 2.7.13.13 : ἀλήθειαν δουλείαν κακόν. Δι´ ὃ δὴ καὶ τὸν <20σπουδαῖον>20 13890 2.7.13.14 : εἶναι μόνον <20πλούσιον καὶ ἐλεύθερον,>20 τὸν δὲ φαῦλον 13891 2.7.13.15 : τοὐναντίον πένητα, τῶν εἰς τὸ πλουτεῖν ἀφορμῶν ὑστε– 13892 2.7.13.16 : ρημένον καὶ δοῦλον διὰ τὴν ὑποπτωτικὴν ἐν αὐτῷ διάθεσιν. 13893 2.7.13.17 : Τὰ δ´ <20ἀγαθὰ πάντα κοινὰ>20 εἶναι τῶν <20σπου– 13894 2.7.13.18 : δαίων,>20 τῶν δὲ φαύλων τὰ κακά. Δι´ ὃ καὶ τὸν ὠφε– 13895 2.7.13.19 : λοῦντά τινα καὶ αὐτὸν ὠφελεῖσθαι, τὸν δὲ βλάπτοντα καὶ 13896 2.7.13.20 : ἑαυτὸν βλάπτειν. Πάντας δὲ τοὺς σπουδαίους ὠφελεῖν 13897 2.7.13.21 : ἀλλήλους, οὔτε φίλους ὄντας ἀλλήλων πάντως οὔτε εὔνους 13898 2.7.13.22 : 〈οὔτε〉 εὐδοκίμους οὔτε ἀποδεχομένους παρὰ τὸ μήτε 13899 2.7.13.23 : καταλαμβάνεσθαι μήτ´ ἐν ταὐτῷ κατοικεῖν τόπῳ, εὐνοη– 13900 2.7.13.24 : τικῶς μέντοι γε πρὸς ἀλλήλους διακεῖσθαι καὶ φιλικῶς 13901 2.7.13.25 : καὶ δοκιμαστικῶς καὶ ἀποδεκτικῶς· τοὺς δὲ <20ἄφρονας>20 ἐν 13902 2.7.13.26 : τοῖς ἐναντίοις τούτων ὑπάρχειν. 13903 2.7.13.27 : Τοῦ δὲ νόμου ὄντος σπουδαίου, καθάπερ εἴπομεν 13904 2.7.13.28 : (p. 96, 10–12), ἐπειδὴ λόγος ὀρθός ἐστι προστακτικὸς 13905 2.7.13.29 : μὲν ὧν ποιητέον, ἀπαγορευτικὸς δὲ ὧν οὐ ποιητέον, μόνον 13906 2.7.13.30 : τὸν σοφὸν εἶναι λέγουσι <20νόμιμον,>20 πρακτικὸν ὄντα τῶν 13907 2.7.13.31 : ὑπὸ τοῦ νόμου προσταττομένων καὶ μόνον ἐξηγητικὸν 13908 2.7.13.32 : τούτου, δι´ ὃ καὶ <20νομικὸν>20 εἶναι· τοὺς δ´ <20ἠλιθίους>20 13909 2.7.13.33 : ἐναντίως ἔχειν. 13910 2.7.13.34 : <20Ἀστείοις>20 δ´ ἔτι καὶ <20τὴν ἀρχικὴν>20 κατανέμουσιν 13911 2.7.13.35 : <20ἐπιστασίαν>20 καὶ τὰ ταύτης εἴδη, βασιλείαν, στρατηγίαν, 13912 2.7.13.36 : ναυαρχίαν καὶ τὰς ταύταις παραπλησίους. Κατὰ τοῦτο 13913 2.7.13.37 : δὴ καὶ μόνος ὁ σπουδαῖος ἄρχει καὶ εἰ μὴ πάντως κατ´ 13914 2.7.13.38 : ἐνέργειαν, κατὰ διάθεσιν δὲ καὶ πάντως. Καὶ πειθαρχι– 13915 2.7.13.39 : κὸς μόνος ὁ σπουδαῖός ἐστιν, ἀκολουθητικὸς ὢν ἄρχοντι. 13916 2.7.13.40 : Τῶν δ´ ἀφρόνων οὐδεὶς τοιοῦτος· οὔτε γὰρ ἄρχειν οὔτ´ 13917 2.7.13.41 : ἄρχεσθαι οἷός 〈τ´〉 ἐστιν ὁ ἄφρων, αὐθάδης τις ὢν καὶ 13918 2.7.13.42 : ἀνάγωγος. 13919 2.7.13.43 : <20Πάντα>20 τε <20εὖ>20 ποιεῖ ὁ <20νοῦν ἔχων,>20 καὶ γὰρ φρονίμως 13920 2.7.13.44 : καὶ ἐγκρατῶς καὶ κοσμίως καὶ εὐτάκτως ταῖς περὶ τὸν 13921 2.7.13.45 : βίον ἐμπειρίαις χρώμενος συνεχῶς. ὁ δὲ <20φαῦλος,>20 ἄπει– 13922 2.7.13.46 : ρος ὢν τῆς ὀρθῆς χρήσεως, <20πάντα κακῶς>20 ποιεῖ καθ´ 13923 2.7.13.47 : ἣν ἔχει διάθεσιν ἐνεργῶν, εὐμετάπτωτος ὢν καὶ παρ´ 13924 2.7.13.48 : ἕκαστα μεταμελείᾳ συνεχόμενος. Εἶναι δὲ τὴν <20μεταμέλειαν>20 13925 2.7.13.49 : λύπην ἐπὶ πεπραγμένοις ὡς παρ´ αὑτοῦ ἡμαρτημένοις, 13926 2.7.13.50 : κακοδαιμονικόν τι πάθος ψυχῆς καὶ στασιῶδες· ἐφ´ ὅσον 13927 2.7.13.51 : γὰρ ἄχθεται τοῖς συμβεβηκόσιν ὁ ἐν ταῖς μεταμελείαις 13928 2.7.13.52 : ὤν, ἐπὶ τοσοῦτον ἀγανακτεῖ πρὸς ἑαυτὸν ὡς αἴτιον γεγο– 13929 2.7.13.53 : νότα τούτων· δι´ ὃ καὶ <20ἄτιμον>20 εἶναι πάντα <20φαῦλον,>20 13930 2.7.13.54 : μήτε τιμῆς ἄξιον ὄντα μήτε τίμιον ὑπάρχοντα. Τὴν γὰρ 13931 2.7.13.55 : τιμὴν εἶναι γέρως ἀξίωσιν, τὸ δὲ γέρας ἆθλον ἀρετῆς 13932 2.7.13.56 : εὐεργετικῆς. Τὸ οὖν ἀρετῆς ἀμέτοχον ἄτιμον δικαίως 13933 2.7.13.57 : λέγεσθαι. 13934 2.7.13.58 : Λέγουσι δὲ καὶ <20φυγάδα>20 πάντα <20φαῦλον>20 εἶναι, καθ´ 13935 2.7.13.59 : ὅσον στέρεται νόμου καὶ πολιτείας κατὰ φύσιν ἐπιβαλ– 13936 2.7.13.60 : λούσης. Τὸν γὰρ νόμον εἶναι, καθάπερ εἴπομεν (p. 96, 10), 13937 2.7.13.61 : σπουδαῖον, ὁμοίως δὲ καὶ τὴν <20πόλιν.>20 Ἱκανῶς δὲ καὶ 13938 2.7.13.62 : Κλεάνθης περὶ τὸ σπουδαῖον εἶναι τὴν πόλιν λόγον ἠρώ– 13939 2.7.13.63 : τησε τοιοῦτον· Πόλις μὲν 〈εἰ〉 ἔστιν οἰκητήριον κατασκεύ– 13940 2.7.13.64 : ασμα, εἰς ὃ καταφεύγοντας ἔστι δίκην δοῦναι καὶ λαβεῖν, 13941 2.7.13.65 : οὐκ ἀστεῖον δὴ πόλις ἐστίν; ἀλλὰ μὴν τοιοῦτόν ἐστιν ἡ 13942 2.7.13.66 : πόλις οἰκητήριον· ἀστεῖον ἄρ´ ἔστιν ἡ πόλις. Τριχῶς 13943 2.7.13.67 : δὲ λεγομένης τῆς <20πόλεως,>20 τῆς τε κατὰ τὸ οἰκητήριον 13944 2.7.13.68 : καὶ τῆς κατὰ τὸ σύστημα τῶν ἀνθρώπων καὶ τρίτον τῆς 13945 2.7.13.69 : κατ´ ἀμφότερα τούτων, κατὰ δύο σημαινόμενα λέγεσθαι 13946 2.7.13.70 : τὴν πόλιν ἀστείαν, κατά τε τὸ σύστημα τῶν ἀνθρώπων 13947 2.7.13.71 : καὶ κατὰ τὸ συναμφότερον διὰ 〈τὴν εἰς〉 τοὺς ἐνοικοῦντας 13948 2.7.13.72 : ἀναφοράν. 13949 2.7.11k.1 : Φασὶ δὲ καὶ <20ἄγροικον>20 εἶναι πάντα <20φαῦλον·>20 τὴν 13950 2.7.11k.2 : γὰρ ἀγροικίαν ἀπειρίαν εἶναι τῶν κατὰ πόλιν ἐθῶν καὶ 13951 2.7.11k.3 : νόμων· ᾗ πάντα φαῦλον ἔνοχον ὑπάρχειν. εἶναι δὲ καὶ 13952 2.7.11k.4 : <20ἄγριον,>20 ἐναντιωτικὸν ὄντα τῇ κατὰ νόμον διεξαγωγῇ καὶ 13953 2.7.11k.5 : θηριώδη καὶ βλαπτικὸν ἄνθρωπον. Τὸν δ´ αὐτὸν τοῦτον 13954 2.7.11k.6 : καὶ <20ἀνήμερον>20 ὑπάρχειν καὶ <20τυραννικόν,>20 οὕτως δια– 13955 2.7.11k.7 : κείμενον ὥστε δεσποτικὰ ποιεῖν, ἔτι δὲ ὠμὰ καὶ βίαια καὶ 13956 2.7.11k.8 : παράνομα καιρῶν ἐπιλαβόμενον. Εἶναι δὲ καὶ <20ἀχάρι– 13957 2.7.11k.9 : στον,>20 οὔτε πρὸς ἀνταπόδοσιν χάριτος οἰκείως ἔχοντα 13958 2.7.11k.10 : οὔτε πρὸς μετάδοσιν διὰ τὸ μήτε κοινῶς τι ποιεῖν μήτε 13959 2.7.11k.11 : φιλικῶς μήτ´ ἀμελετήτως. 13960 2.7.11k.12 : Μηδὲ <20φιλόλογον>20 εἶναι τὸν <20φαῦλον>20 μηδὲ <20φιλή– 13961 2.7.11k.13 : κοον,>20 παρὰ τὸ μηδ´ ἀρχὴν παρεσκευάσθαι πρὸς τὴν τῶν 13962 2.7.11k.14 : ὀρθῶν λόγων παραδοχὴν διὰ τὴν ὑπείκουσαν ἐκ τῆς δια– 13963 2.7.11k.15 : στροφῆς ἀφροσύνην, παρὰ τὸ μήτε προτετράφθαι τινὰ 13964 2.7.11k.16 : τῶν φαύλων μήτε προτρέπειν πρὸς ἀρετήν· τὸν γὰρ προ– 13965 2.7.11k.17 : τετραμμένον ἢ προτρέποντα ἑτέρους ἕτοιμον εἶναι δεῖ 13966 2.7.11k.18 : πρὸς τὸ φιλοσοφεῖν, τὸν δ´ ἕτοιμον ἀνεμποδίστως ἔχειν, 13967 2.7.11k.19 : μηδένα 〈δὲ〉 τῶν ἀφρόνων εἶναι τοιοῦτον. Οὐ γὰρ τὸν 13968 2.7.11k.20 : προθύμως ἀκούοντα καὶ ὑπομνηματιζόμενον τὰ λεγόμενα 13969 2.7.11k.21 : ὑπὸ τῶν φιλοσόφων ἕτοιμον εἶναι πρὸς τὸ φιλοσοφεῖν, 13970 2.7.11k.22 : ἀλλὰ τὸν ἑτοίμως ἔχοντα πρὸς τὸ τὰ διὰ τῆς φιλοσοφίας 13971 2.7.11k.23 : παραγγελλόμενα μεταφέρειν ἐπὶ τὰ ἔργα καὶ κατ´ αὐτὰ 13972 2.7.11k.24 : βιοῦν. Οὐδένα δὲ τῶν φαύλων τοιοῦτον εἶναι, προκατει– 13973 2.7.11k.25 : λημμένον τοῖς τῆς κακίας δόγμασιν. Εἰ γὰρ προετέτραπτό 13974 2.7.11k.26 : τις τῶν φαύλων καὶ ἀπὸ τῆς κακίας ἂν ἐτέτραπτο. Οὐδεὶς 13975 2.7.11k.27 : δ´ ἔχων τὴν κακίαν πρὸς ἀρετὴν τέτραπται, ὡς οὐδὲ νοσῶν 13976 2.7.11k.28 : πρὸς ὑγίειαν. Μόνον δὲ προτετράφθαι τὸν σοφὸν καὶ 13977 2.7.11k.29 : μόνον προτρέπειν δύνασθαι, τῶν δ´ ἀφρόνων μηδένα· 13978 2.7.11k.30 : κατὰ γὰρ 〈ἀρετῆς〉 παραγγέλματα βιοῦν μηδένα τῶν ἀφρό– 13979 2.7.11k.31 : νων. Μηδ´ εἶναι φιλόλογον, λογόφιλον δὲ μᾶλλον, μέχρι 13980 2.7.11k.32 : λαλιᾶς ἐπιπολαίου προβαίνοντα, μηκέτι δὲ καὶ τοῖς ἔργοις 13981 2.7.11k.33 : ἐκβεβαιούμενον τὸν τῆς ἀρετῆς λόγον. 13982 2.7.11k.34 : Μηδὲ γὰρ <20φιλόπονόν>20 τινα τῶν <20φαύλων>20 εἶναι· 13983 2.7.11k.35 : τὴν γὰρ φιλοπονίαν διάθεσιν ἐξεργαστικὴν εἶναι τῶν ἐπι– 13984 2.7.11k.36 : βαλλόντων ἀνυπόπτως διὰ πόνον, οὐδένα δὲ τῶν φαύλων 13985 2.7.11k.37 : ἀνυπόπτως ἔχειν πρὸς τὸν πόνον. 13986 2.7.11k.38 : Μηδὲ γὰρ τὴν κατ´ ἀξίαν ποιεῖσθαι <20δόσιν τῆς 13987 2.7.11k.39 : ἀρετῆς>20 τῶν <20φαύλων>20 τινά, σπουδαῖον μὲν γὰρ εἶναι 13988 2.7.11k.40 : τὴν δόσιν, ἐπιστήμην οὖσαν, καθ´ ἣν ἀξιόλογόν τι ἡγού– 13989 2.7.11k.41 : μεθα περιποιεῖσθαι. Τῶν δὲ σπουδαίων μηδὲν εἰς φαύ– 13990 2.7.11k.42 : λους πίπτειν, ὥστε μηδὲ τὴν ἀξίαν τῆς ἀρετῆς δόσιν ποι– 13991 2.7.11k.43 : εῖσθαί τινα τῶν φαύλων. Εἰ γὰρ τὴν κατ´ ἀξίαν τις 13992 2.7.11k.44 : ἐποιεῖτο δόσιν τῶν ἀφρόνων τῆς ἀρετῆς, ἐφ´ ὅσον ἐτίμα 13993 2.7.11k.45 : ταύτην, ἀπῳκονομεῖτο ἂν τὴν κακίαν. Πᾶς δέ τις ἄφρων 13994 2.7.11k.46 : σύνεστιν ἡδέως τῇ ἑαυτοῦ κακίᾳ. Σκοπεῖν γὰρ δεῖ μὴ 13995 2.7.11k.47 : τὸν ἐξώφορον αὐτῶν λόγον, φαῦλον ὄντα, ἀλλὰ τὸν τῶν 13996 2.7.11k.48 : πράξεων. Ἐκ τούτων γὰρ ἀπελέγχονται [καὶ] μὴ περὶ τὰ 13997 2.7.11k.49 : καλὰ καὶ σπουδαῖα παρωρμημένοι, ἀλλὰ περὶ τὰς ἀνδρα– 13998 2.7.11k.50 : ποδώδεις ἀμέτρους ἀπολαύσεις. 13999 2.7.11k.51 : Ἀρέσκει δὲ καὶ πᾶν ἁμάρτημα <20ἀσέβημα>20 εἶναι. Τὸ 14000 2.7.11k.52 : γὰρ παρὰ τὴν βούλησίν τι πράττεσθαι τοῦ θεοῦ, ἀσεβείας 14001 2.7.11k.53 : εἶναι τεκμήριον. Τῶν γὰρ θεῶν οἰκειουμένων μὲν τῇ 14002 2.7.11k.54 : ἀρετῇ καὶ τοῖς ταύτης ἔργοις, ἀλλοτριουμένων δὲ τῇ κακίᾳ 14003 2.7.11k.55 : καὶ τοῖς ἀπὸ ταύτης συντελουμένοις, τοῦ δ´ ἁμαρτήματος 14004 2.7.11k.56 : ὄντος ἐνεργήματος κατὰ κακίαν, κατεφαίνετο πᾶν ἁμάρ– 14005 2.7.11k.57 : τημα ἀπαρεστὸν θεοῖς ὑπάρχον (τοῦτο δ´ ἐστὶν ἀσέβημα)· 14006 2.7.11k.58 : [καὶ] καθ´ ἕκαστον γὰρ ἁμάρτημα ὁ <20φαῦλος>20 ἀπαρεστόν 14007 2.7.11k.59 : τι ποιεῖ θεοῖς. 14008 2.7.11k.60 : Ἔτι δὲ ἐπεὶ πᾶς φαῦλος ὅσα ποιεῖ κατὰ κακίαν ποιεῖ, 14009 2.7.11k.61 : καθάπερ ὁ σπουδαῖος κατ´ ἀρετήν, καὶ ὁ <20μίαν>20 ἔχων <20κα– 14010 2.7.11k.62 : κίαν πάσας>20 ἔχει. Ἐν δὲ ταύταις ὁρᾶσθαι καὶ τὴν <20ἀσέ– 14011 2.7.11k.63 : βειαν,>20 οὐ τὴν τεταγμένην κατὰ τὴν ἐνέργειαν, ἀλλὰ τὴν 14012 2.7.11k.64 : τῇ εὐσεβείᾳ ἐναντίαν ἕξιν. Τὸ δὲ κατὰ ἀσέβειαν πεπραγ– 14013 2.7.11k.65 : μένον ἀσέβημα εἶναι, πᾶν 〈οὖν〉 ἁμάρτημα ἀσέβημα εἶναι. 14014 2.7.11k.66 : Ἔτι δ´ ἀρέσκει αὐτοῖς καὶ πάντ´ εἶναι τὸν <20ἄφρονα 14015 2.7.11k.67 : θεοῖς ἐχθρόν·>20 τὴν γὰρ ἔχθραν ἀσυμφωνίαν εἶναι 〈περὶ〉 14016 2.7.11k.68 : τῶν κατὰ τὸν βίον καὶ διχόνοιαν, ὥσπερ καὶ τὴν φιλίαν 14017 2.7.11k.69 : συμφωνίαν καὶ ὁμόνοιαν. Διαφωνοῦσι δ´ οἱ φαῦλοι πρὸς 14018 2.7.11k.70 : τοὺς θεοὺς περὶ τῶν κατὰ τὸν βίον, διόπερ πᾶς ἄφρων 14019 2.7.11k.71 : θεοῖς ἐχθρός ἐστιν. Ἔτι εἰ πάντες τοὺς ἐναντίους αὐτοῖς 14020 2.7.11k.72 : ἐχθροὺς εἶναι νομίζουσι, τῷ δὲ σπουδαίῳ ὁ φαῦλός ἐστιν 14021 2.7.11k.73 : ἐναντίος καὶ σπουδαῖός ἐστιν ὁ θεός, ὁ φαῦλος θεοῖς 14022 2.7.11k.74 : ἐστιν ἐχθρός. 14023 2.7.12.1 : <20Ἶσά>20 τε πάντα λέγουσιν εἶναι <20τὰ ἁμαρτήματα,>20 14024 2.7.12.2 : οὐκέτι δ´ ὅμοια. Καθάπερ γὰρ ἀπὸ μιᾶς τινος πηγῆς 14025 2.7.12.3 : τῆς κακίας φέρεσθαι πέφυκε, τῆς κρίσεως οὔσης ἐν πᾶσι 14026 2.7.12.4 : τοῖς ἁμαρτήμασι τῆς αὐτῆς· παρὰ δὲ τὴν ἔξωθεν αἰτίαν, 14027 2.7.12.5 : τῶν ἐφ´ οἷς αἱ κρίσεις ἀποτελοῦνται μέσων διαλλαττόν– 14028 2.7.12.6 : των, διάφορα κατὰ ποιότητα γίνεσθαι τὰ ἁμαρτήματα. 14029 2.7.12.7 : Λάβοις δ´ ἂν εἰκόνα σαφῆ τοῦ δηλουμένου τῷδ´ ἐπιστή– 14030 2.7.12.8 : σας· πᾶν γὰρ τὸ ψεῦδος ἐπ´ ἴσης ψεῦδος συμβέβηκεν, οὐ 14031 2.7.12.9 : γὰρ εἶναι ἕτερον ἑτέρου μᾶλλον διεψευσμένον· τὸ [τε] γὰρ 14032 2.7.12.10 : νύκτ´ 〈ἀεὶ〉 εἶναι ψεῦδός ἐστι, καθάπερ τὸ ἱπποκένταυρον 14033 2.7.12.11 : ζῆν· καὶ οὐ μᾶλλον εἰπεῖν ἔστι ψεῦδος εἶναι θάτερον 14034 2.7.12.12 : θατέρου· ἀλλ´ οὐχὶ τὸ ψευδὲς ἐπίσης ψευδές ἐστιν, οὐχὶ 14035 2.7.12.13 : δὲ καὶ οἱ διεψευσμένοι ἐπίσης εἰσὶ διεψευσμένοι. Καὶ 14036 2.7.12.14 : ἁμαρτάνειν δὲ μᾶλλον καὶ ἧττον οὐκ ἔστι, πᾶσαν γὰρ 14037 2.7.12.15 : ἁμαρτίαν κατὰ διάψευσιν πράττεσθαι. Ἔτι οὐχὶ κατόρ– 14038 2.7.12.16 : θωμα μὲν μεῖζον καὶ ἔλαττον οὐ γίγνεσθαι, ἁμάρτημα δὲ 14039 2.7.12.17 : μεῖζον καὶ ἔλαττον γίγνεσθαι· πάντα γάρ ἐστι τέλεια, δι– 14040 2.7.12.18 : όπερ οὔτ´ ἐλλείπειν οὔθ´ ὑπερέχειν δύναιτ´ ἂν ἀλλήλων. 14041 2.7.12.19 : Ἶσα τοίνυν ἐστὶ πάντα τὰ ἁμαρτήματα. 14042 2.7.13.1 : Περὶ δὲ <20εὐφυοῦς,>20 ἔτι δὲ <20εὐγενοῦς>20 οἳ μὲν 14043 2.7.13.2 : τῶν ἐκ τῆς αἱρέσεως ἐπηνέχθησαν ἐπὶ τὸ λέγειν πάντα 14044 2.7.13.3 : <20σοφὸν>20 τοιοῦτον εἶναι, οἳ δ´ οὔ. Οἳ μὲν γὰρ οἴονται 14045 2.7.13.4 : οὐ μόνον εὐφυεῖς γίγνεσθαι πρὸς ἀρετὴν ἐκ φύσεως, ἀλλὰ 14046 2.7.13.5 : καί τινας ἐκ κατασκευῆς, καὶ τὸ ἐν ταῖς παροιμίαις λεγό– 14047 2.7.13.6 : μενον τοῦτο ἀπεδέξαντο (frg. trg. adesp. n. 227 N.) 14048 2.7.13.7 : μελέτη χρονισθεῖς´ εἰς φύσιν καθίσταται. 14049 2.7.13.8 : Τὸ δ´ ὅμοιον καὶ περὶ εὐγενείας ὑπέλαβον, ὥστε <20εὐφυΐαν>20 14050 2.7.13.9 : μὲν εἶναι κοινῶς ἕξιν ἐκ φύσεως ἢ ἐκ κατασκευῆς οἰκείαν 14051 2.7.13.10 : πρὸς ἀρετήν, ἢ ἕξιν καθ´ ἣν εὐανάληπτοι ἀρετῆς εἰσί 14052 2.7.13.11 : τινες· τὴν δ´ <20εὐγένειαν>20 ἕξιν ἐκ γένους ἢ ἐκ κατασκευῆς 14053 2.7.13.12 : οἰκείαν πρὸς ἀρετήν. 14054 2.7.13.13 : Τὸν δὲ <20σπουδαῖον, ὁμιλητικὸν>20 ὄντα καὶ ἐπι– 14055 2.7.13.14 : δέξιον καὶ προτρεπτικὸν καὶ θηρευτικὸν διὰ τῆς ὁμιλίας 14056 2.7.13.15 : εἰς εὔνοιαν καὶ φιλίαν, ὡς δυνατὸν <20εὐάρμοστον>20 εἶναι 14057 2.7.13.16 : πρὸς πλῆθος ἀνθρώπων, παρ´ ὃ καὶ ἐπαφρόδιτον εἶναι 14058 2.7.13.17 : καὶ ἐπίχαριν καὶ πιθανόν, ἔτι δὲ αἱμύλον καὶ εὔστο– 14059 2.7.13.18 : χον καὶ εὔκαιρον καὶ ἀγχίνουν καὶ ἀφελῆ καὶ ἀπερίεργον 14060 2.7.13.19 : καὶ ἁπλοῦν καὶ <20ἄπλαστον·>20 τὸν δὲ <20φαῦλον>20 ἔνοχον πᾶσι 14061 2.7.13.20 : τοῖς <20ἐναντίοις.>20 Τὸ δ´ <20εἰρωνεύεσθαι>20 φαύλων εἶναί 14062 2.7.13.21 : φασιν, οὐδένα γὰρ ἐλεύθερον καὶ σπουδαῖον εἰρωνεύεσθαι· 14063 2.7.13.22 : ὁμοίως δὲ καὶ τὸ <20σαρκάζειν,>20 ὅ ἐστιν εἰρωνεύεσθαι μετ´ 14064 2.7.13.23 : ἐπισυρμοῦ τινος. Ἐν μόνοις τε τοῖς <20σοφοῖς>20 ἀπολεί– 14065 2.7.13.24 : πουσι <20φιλίαν,>20 ἐπεὶ ἐν μόνοις τούτοις ὁμόνοια γίνεται 14066 2.7.13.25 : περὶ τῶν κατὰ τὸν βίον· τὴν δ´ ὁμόνοιαν εἶναι κοινῶν 14067 2.7.13.26 : ἀγαθῶν ἐπιστήμην. Φιλίαν γὰρ ἀληθινὴν καὶ μὴ ψευ– 14068 2.7.13.27 : δώνυμον ἀδύνατον χωρὶς πίστεως καὶ βεβαιότητος ὑπάρ– 14069 2.7.13.28 : χειν· ἐν δὲ τοῖς φαύλοις, ἀπίστοις καὶ ἀβεβαίοις οὖσι 14070 2.7.13.29 : καὶ δόγματα πολεμικὰ κεκτημένοις, οὐκ εἶναι φιλίαν, ἑτέ– 14071 2.7.13.30 : ρας δέ τινας ἐπιπλοκὰς καὶ συνδέσεις ἔξωθεν ἀνάγκαις 14072 2.7.13.31 : καὶ δόξαις κατεχομένας γίνεσθαι. Φασὶ δὲ καὶ τὸ ἀγα– 14073 2.7.13.32 : πᾶν καὶ τὸ ἀσπάζεσθαι καὶ τὸ φιλεῖν μόνων εἶναι σπου– 14074 2.7.13.33 : δαίων. 14075 2.7.13.34 : Καὶ μόνον εἶναι τὸν <20σοφὸν βασιλέα>20 τε καὶ βασι– 14076 2.7.13.35 : λικόν, τῶν δὲ φαύλων μηδένα· τὴν γὰρ βασιλείαν ἀρχὴν 14077 2.7.13.36 : ἀνυπεύθυνον εἶναι καὶ τὴν ἀνωτάτω καὶ τὴν ἐπὶ πάσαις. 14078 2.7.13.37 : Λέγουσι δὲ καὶ ἄριστον αὑτοῦ <20ἰατρὸν>20 εἶναι τὸν 14079 2.7.13.38 : σπουδαῖον ἄνδρα· ἐπιμελῆ γὰρ ὄντα τῆς ἰδίας φύσεως 14080 2.7.13.39 : παρατηρητὴν ὑπάρχειν καὶ τῶν πρὸς ὑγίειαν ἐπιστήμονα 14081 2.7.13.40 : συμφερόντων. 14082 2.7.13.41 : Οὐχ οἷον δὲ <20μεθυσθήσεσθαι>20 τὸν νοῦν ἔχοντα· 14083 2.7.13.42 : τὴν γὰρ μέθην ἁμαρτητικὸν περιέχειν, λήρησιν εἶναι 〈γὰρ〉 14084 2.7.13.43 : παρὰ τὸν οἶνον, ἐν μηδενὶ δὲ τὸν σπουδαῖον ἁμαρτάνειν, 14085 2.7.13.44 : δι´ ὃ πάντα κατ´ ἀρετὴν ποιεῖν καὶ τὸν ἀπὸ ταύτης ὀρ– 14086 2.7.13.45 : θὸν λόγον. 14087 2.7.13.46 : Τρεῖς δὲ προηγουμένους εἶναι βίους, τόν τε βασιλι– 14088 2.7.13.47 : κὸν καὶ τὸν πολιτικὸν καὶ τρίτον τὸν ἐπιστημονικόν· 14089 2.7.13.48 : ὁμοίως δὲ καὶ <20χρηματισμοὺς τρεῖς>20 προηγουμένους, 14090 2.7.13.49 : τόν τε ἀπὸ τῆς <20βασιλείας,>20 καθ´ ὃν ἢ αὐτὸς βασιλεύσει 14091 2.7.13.50 : ἢ μοναρχικῶν χρημάτων εὐπορήσει· δεύτερον δὲ τὸν ἀπὸ 14092 2.7.13.51 : τῆς <20πολιτείας,>20 πολιτεύσεσθαι γὰρ κατὰ τὸν προηγού– 14093 2.7.13.52 : μενον λόγον· καὶ γὰρ γαμήσειν καὶ παιδοποιήσεσθαι, ἀκο– 14094 2.7.13.53 : λουθεῖν 〈γὰρ〉 ταῦτα τῇ τοῦ λογικοῦ ζῴου καὶ κοινωνικοῦ 14095 2.7.13.54 : καὶ φιλαλλήλου 〈φύσει〉. Χρηματιεῖσθαι οὖν καὶ ἀπὸ 14096 2.7.13.55 : τῆς πολιτείας καὶ ἀπὸ τῶν φίλων, τῶν ἐν ὑπεροχαῖς 14097 2.7.13.56 : ὄντων. Περὶ δὲ τοῦ <20σοφιστεύσειν>20 καὶ ἀπὸ σοφιστείας 14098 2.7.13.57 : εὐπορήσειν χρημάτων διέστησαν οἱ ἀπὸ τῆς αἱρέσεως 14099 2.7.13.58 : κατὰ τὸ σημαινόμενον. Τὸ μὲν γὰρ χρηματιεῖσθαι ἀπὸ 14100 2.7.13.59 : τῶν κατὰ τὴν παιδείαν καὶ μισθούς ποτε λήψεσθαι παρὰ 14101 2.7.13.60 : τῶν φιλομαθούντων διωμολογήσαντο· περὶ δὲ τὸ σημαι– 14102 2.7.11m.61 : νόμενον ἐγένετό τις ἐν αὐτοῖς ἀμφισβήτησις, τῶν μὲν αὐτὸ 14103 2.7.11m.62 : τοῦτο λεγόντων σοφιστεύειν, τὸ ἐπὶ μισθῷ μεταδιδόναι 14104 2.7.11m.63 : τῶν τῆς φιλοσοφίας δογμάτων, τῶν δ´ ὑποτοπησάντων 14105 2.7.11m.64 : ἐν τῷ σοφιστεύειν περιέχεσθαί τι φαῦλον, οἱονεὶ λόγους 14106 2.7.11m.65 : καπηλεύειν, οὐ φαμένων δεῖν ἀπὸ παιδείας παρὰ τῶν 14107 2.7.11m.66 : ἐπιτυχόντων χρηματίζεσθαι, καταδεέστερον γὰρ εἶναι τὸν 14108 2.7.11m.67 : τρόπον τοῦτον τοῦ χρηματισμοῦ τοῦ τῆς φιλοσοφίας 14109 2.7.11m.68 : ἀξιώματος. 14110 2.7.11m.69 : Φασὶ δέ ποτε καὶ τὴν <20ἐξαγωγὴν>20 τὴν ἐκ τοῦ βίου 14111 2.7.11m.70 : τοῖς <20σπουδαίοις>20 καθηκόντως 〈γίγνεσθαι〉 κατὰ πολλοὺς 14112 2.7.11m.71 : τρόπους, τοῖς 〈δὲ〉 φαύλοις μονὴν 〈τὴν〉 ἐν τῷ ζῆν καὶ οἳ 14113 2.7.11m.72 : μὴ μέλλοιεν ἔσεσθαι σοφοί· οὔτε γὰρ τὴν ἀρετὴν κατέχειν 14114 2.7.11m.73 : ἐν τῷ ζῆν οὔτε τὴν κακίαν ἐκβάλλειν· τοῖς δὲ καθήκουσι 14115 2.7.11m.74 : καὶ τοῖς παρὰ τὸ καθῆκον 〈παρα〉μετρεῖσθαι τήν τε ζωὴν 14116 2.7.11m.75 : καὶ τὸν θάνατον. 14117 2.7.11m.76 : Λέγουσι δὲ καὶ τὸν <20σοφὸν ἀνύβριστον>20 εἶναι· 14118 2.7.11m.77 : οὔθ´ ὑβρίζεσθαι γὰρ οὔθ´ ὑβρίζειν διὰ τὸ τὴν ὕβριν ἀδι– 14119 2.7.11m.78 : κίαν εἶναι καταισχύνουσαν καὶ βλάβην· μήτε δὲ ἀδικεῖσθαι 14120 2.7.11m.79 : μήτε βλάπτεσθαι τὸν σπουδαῖον (ἀδικητικῶς μέντοι γέ 14121 2.7.11m.80 : τινας αὐτῷ προσφέρεσθαι καὶ ὑβριστικῶς) καὶ κατὰ τοῦτο 14122 2.7.11m.81 : δικαιοπραγεῖν. Πρὸς τούτῳ μηδὲ 〈τὴ〉ν τυχοῦσαν ἀδικίαν 14123 2.7.11m.82 : εἶναι τὴν ὕβριν, ἀλλὰ καταισχύνουσαν καὶ ὑβριστικὴν 14124 2.7.11m.83 : οὖσαν. Ἀπερίπτωτον δ´ ὑπάρχειν τὸν νοῦν ἔχοντα τού– 14125 2.7.11m.84 : τοις καὶ μηδαμῶς καταισχύνεσθαι· ἐν ἑαυτῷ γὰρ ἔχειν τὸ 14126 2.7.11m.85 : ἀγαθὸν καὶ τὴν θείαν ἀρετήν, δι´ ὃ καὶ πάσης ἀπηλλάχ– 14127 2.7.11m.86 : θαι κακίας καὶ βλάβης. 14128 2.7.11m.87 : Καὶ <20βασιλεύσειν>20 τέ ποτε τὸν νοῦν 〈ἔχοντα〉 καὶ 14129 2.7.11m.88 : βασιλεῖ συμβιώσεσθαι καὶ εὐφυΐαν ἐμφαίνοντι καὶ φιλο– 14130 2.7.11m.89 : μάθειαν. Ἔφαμεν (p. 94, 8–11 et 15) δ´ ὅτι καὶ <20πολι– 14131 2.7.11m.90 : τεύεσθαι>20 κατὰ τὸν προηγούμενον λόγον οἷόν ἐστι, μὴ 14132 2.7.11m.91 : πολιτεύεσθαι δὲ ἐάν τι 〈κωλύῃ〉 καὶ μάλιστ´ ἂν μηδὲν ὠφε– 14133 2.7.11m.92 : λεῖν μέλλῃ τὴν πατρίδα, κινδύνους δὲ παρακολουθεῖν ὑπο– 14134 2.7.11m.93 : λαμβάνῃ μεγάλους καὶ χαλεποὺς ἐκ τῆς πολιτείας. 14135 2.7.11m.94 : Λέγεσθαι δὲ <20μὴ ψεύδεσθαι τὸν σοφόν,>20 ἀλλ´ ἐν 14136 2.7.11m.95 : πᾶσιν ἀληθεύειν· οὐ γὰρ ἐν τῷ λέγειν τι ψεῦδος τὸ ψεύ– 14137 2.7.11m.96 : δεσθαι ὑπάρχειν, ἀλλ´ ἐν τῷ διαψευστῶς τὸ ψεῦδος λέ– 14138 2.7.11m.97 : γειν καὶ ἐπὶ ἀπάτῃ τῶν πλησίον. Τῷ μέντοι <20ψεύδει>20 14139 2.7.11m.98 : ποτὲ <20συγχρήσεσθαι>20 νομίζουσιν αὐτὸν κατὰ πολλοὺς 14140 2.7.11m.99 : τρόπους ἄνευ συγκαταθέσεως· καὶ γὰρ κατὰ στρατηγίαν 14141 2.7.11m.100 : 〈κατὰ〉 τῶν ἀντιπάλων καὶ κατὰ τὴν τοῦ συμφέροντος 14142 2.7.11m.101 : προόρασιν καὶ κατ´ ἄλλας οἰκονομίας τοῦ βίου πολλάς. 14143 2.7.11m.102 : <20Ψεῦδος δ´ ὑπολαμβάνειν>20 οὐδέποτέ φασι τὸν σοφόν, 14144 2.7.11m.103 : οὐδὲ τὸ παράπαν ἀκαταλήπτῳ τινὶ συγκατατίθεσθαι, διὰ 14145 2.7.11m.104 : τὸ μηδὲ δοξάζειν αὐτόν, μηδ´ ἀγνοεῖν μηδέν. Τὴν γὰρ 14146 2.7.11m.105 : <20ἄγνοιαν>20 μεταπτωτικὴν εἶναι συγκατάθεσιν καὶ ἀσθενῆ. 14147 2.7.11m.106 : Μηδὲν δ´ ὑπολαμβάνειν ἀσθενῶς, ἀλλὰ μᾶλλον ἀσφαλῶς 14148 2.7.11m.107 : καὶ βεβαίως, διὸ καὶ μηδὲ <20δοξάζειν>20 τὸν σοφόν. Διττὰς 14149 2.7.11m.108 : γὰρ εἶναι δόξας, τὴν μὲν ἀκαταλήπτῳ συγκατάθεσιν, τὴν 14150 2.7.11m.109 : δὲ ὑπόληψιν ἀσθενῆ· ταύτας 〈δ´〉 ἀλλοτρίους εἶναι τῆς 14151 2.7.11m.110 : τοῦ σοφοῦ διαθέσεως· δι´ ὃ καὶ τὸ προπίπτειν πρὸ κατα– 14152 2.7.11m.111 : λήψεως 〈καὶ〉 συγκατατίθεσθαι κατὰ τὸν προπετῆ φαῦλον 14153 2.7.11m.112 : εἶναι καὶ μὴ πίπτειν εἰς τὸν εὐφυῆ καὶ τέλειον ἄνδρα καὶ 14154 2.7.11m.113 : σπουδαῖον. Οὐδὲ <20λανθάνειν>20 δὲ αὐτόν τι, τὴν γὰρ λῆσιν 14155 2.7.11m.114 : εἶναι ψεύδους ὑπόληψιν ἀποφαντικὴν πράγματος. Τούτοις 14156 2.7.11m.115 : δ´ ἀκολούθως <20οὐκ ἀπιστεῖν,>20 τὴν γὰρ ἀπιστίαν εἶναι 14157 2.7.11m.116 : ψεύδους ὑπόληψιν· τὴν δὲ πίστιν ἀστεῖον ὑπάρχειν, εἶναι 14158 2.7.11m.117 : γὰρ κατάληψιν ἰσχυράν, βεβαιοῦσαν τὸ ὑπολαμβανόμενον· 14159 2.7.11m.118 : Ὁμοίως δὲ καὶ τὴν <20ἐπιστήμην>20 ἀμετάπτωτον ὑπὸ λόγου· 14160 2.7.11m.119 : διὰ ταῦτά φασι μήτε ἐπίστασθαί τι τὸν φαῦλον μήτε 14161 2.7.11m.120 : πιστεύειν. Ἐχομένως δὲ τούτων οὔτε <20πλεονεκτεῖσθαι>20 14162 2.7.11m.121 : τὸν σοφὸν οὔτε <20βουκολεῖσθαι>20 οὔτε διαιτᾶσθαι οὔτε 14163 2.7.11m.122 : <20παραριθμεῖν>20 οὔτε ὑφ´ ἑτέρου παραριθμεῖσθαι· ταῦτα 14164 2.7.11m.123 : γὰρ πάντα τὴν ἀπάτην περιέχειν καὶ τοῖς κατὰ τὸν τόπον 14165 2.7.11m.124 : ψεύδεσι πρόσθεσιν. Οὐδένα δὲ τῶν ἀστείων οὔθ´ <20ὁδοῦ 14166 2.7.11m.125 : διαμαρτάνειν>20 οὔτ´ οἰκίας οὔτε σκοποῦ· ἀλλ´ οὐδὲ 14167 2.7.11m.126 : <20παρορᾶν>20 [ἀλλ´] οὐδὲ <20παρακούειν>20 νομίζουσι τὸν σοφόν, 14168 2.7.11m.127 : οὐδὲ τὸ σύνολον παραπαίειν κατά τι τῶν αἰσθητηρίων, καὶ 14169 2.7.11m.128 : γὰρ τούτων ἕκαστον ἔχεσθαι νομίζουσι τῶν[δε] ψευδῶν 14170 2.7.11m.129 : συγκαταθέσεων. Οὐδ´ <20ὑπονοεῖν>20 δέ φασι τὸν σοφόν, καὶ 14171 2.7.11m.130 : γὰρ τὴν ὑπόνοιαν ἀκαταλήπτῳ εἶναι τῷ γένει συγκατά– 14172 2.7.11m.131 : θεσιν· οὐδὲ <20μετανοεῖν>20 δ´ ὑπολαμβάνουσι τὸν νοῦν ἔχοντα, 14173 2.7.11m.132 : καὶ γὰρ τὴν μετάνοιαν ἔχεσθαι ψευδοῦς συγκαταθέσεως, 14174 2.7.11m.133 : 〈ὡς〉 ἂν προδιαπεπτωκότος. Οὐδὲ <20μεταβάλλεσθαι>20 14175 2.7.11m.134 : δὲ κατ´ οὐδένα τρόπον, οὐδὲ μετατίθεσθαι, οὐδὲ σφάλ– 14176 2.7.11m.135 : λεσθαι· ταῦτα γὰρ εἶναι πάντα τῶν τοῖς δόγμασι μετα– 14177 2.7.11m.136 : πιπτόντων, ὅπερ ἀλλότριον εἶναι τοῦ νοῦν ἔχοντος· οὐδὲ 14178 2.7.11m.137 : δοκεῖν αὐτῷ τι φασὶ παραπλησίως τοῖς εἰρημένοις. 14179 2.7.12.1 : Γίνεσθαι δὲ καὶ <20διαλεληθότα>20 τινὰ <20σοφὸν>20 14180 2.7.12.2 : νομίζουσι κατὰ τοὺς πρώτους χρόνους οὔτε ὀρεγόμενόν 14181 2.7.12.3 : τινος οὔτε νομίζειν βουλόμενον ἔν τινι τῶν ἐν τῷ βούλεσθαι 14182 2.7.12.4 : εἰδικῶν ὄντων, διὰ τὸ μὴ κρίνοντι αὐτῷ παρεῖναι ὧν 14183 2.7.12.5 : χρή. Οὐ μόνον δ´ ἐπὶ τῆς φρονήσεως ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῶν 14184 2.7.12.6 : ἄλλων τεχνῶν τὰς τοιαύτας ἔσεσθαι διαλήψεις. 14185 2.7.13.1 : [Ἐκ] πάντων τε τῶν <20ἁμαρτημάτων ἴσων>20 ὄν– 14186 2.7.13.2 : των καὶ τῶν κατορθωμάτων, καὶ τοὺς ἄφρονας ἐπίσης 14187 2.7.13.3 : πάντας ἄφρονας εἶναι, τὴν αὐτὴν καὶ ἴσην ἔχοντας διά– 14188 2.7.13.4 : θεσιν. Ἴσων δὲ ὄντων τῶν ἁμαρτημάτων, εἶναί τινας ἐν 14189 2.7.13.5 : αὐτοῖς <20διαφοράς,>20 καθ´ ὅσον τὰ μὲν αὐτῶν ἀπὸ σκληρᾶς 14190 2.7.13.6 : καὶ δυσιάτου διαθέσεως γίνεται, τὰ δ´ οὔ. 14191 2.7.14.1 : Καὶ τῶν <20σπουδαίων>20 δὲ <20ἄλλους ἄλλων προ– 14192 2.7.14.2 : τρεπτικωτέρους>20 γίγνεσθαι καὶ <20πειστικωτέρους,>20 ἔτι 14193 2.7.14.3 : δὲ καὶ <20ἀγχινουστέρους>20 κατὰ τὰ μέσα τὰ ἐμπεριλαμ– 14194 2.7.14.4 : βανόμενα τῶν ἐπιτάσεων συμβαινουσῶν. 14195 2.7.15.1 : <20Εὐτεκνεῖν>20 δὲ μόνον τὸν ἀστεῖον, οὔ τι μὴν 14196 2.7.15.2 : πάντα ἀστεῖα τέκνα ἔχοντα, δεῖν γὰρ τὸν εὐτεκνοῦντα 14197 2.7.15.3 : χρήσασθαι αὐτοῖς ὡς τοιούτοις. <20Εὐγηρεῖν>20 τε μόνον 14198 2.7.15.4 : καὶ <20εὐθανατεῖν>20 τὸν σπουδαῖον· <20εὐγηρεῖν>20 γὰρ εἶναι 14199 2.7.15.5 : τὸ μετὰ ποιοῦ γήρως διεξάγειν κατ´ ἀρετήν, <20εὐθανατεῖν>20 14200 2.7.15.6 : δὲ τὸ μετὰ ποιοῦ θανάτου κατ´ ἀρετὴν τελευτᾶν. 14201 2.7.16.1 : Καὶ τά τε <20ὑγιεινὰ>20 καὶ <20νοσερὰ>20 πρὸς ἄνθρωπον 14202 2.7.16.2 : λέγεσθαι καὶ ὡς <20τρόφιμα,>20 καὶ τὰ <20λυτικὰ>20 καὶ <20στατικὰ>20 14203 2.7.16.3 : καὶ τὰ τούτοις παραπλήσια. Ὑγιεινὰ μὲν γὰρ εἶναι τὰ 14204 2.7.16.4 : εὐφυῶς ἔχοντα πρὸς τὸ περιποιεῖν ὑγίειαν ἢ συνέχειν· 14205 2.7.16.5 : νοσερὰ δὲ τὰ ἐναντίως ἔχοντα τούτοις. Παραπλήσιον δ´ 14206 2.7.16.6 : εἶναι καὶ τὸν ἐπὶ τῶν ἄλλων λόγον. 14207 2.7.17.1 : Καὶ <20μαντικὸν>20 δὲ μόνον εἶναι τὸν <20σπουδαῖον,>20 14208 2.7.17.2 : ὡς ἂν ἐπιστήμην ἔχοντα διαγνωστικὴν σημείων τῶν ἐκ 14209 2.7.17.3 : θεῶν ἢ δαιμόνων πρὸς ἀνθρώπινον βίον τεινόντων. Δι´ 14210 2.7.17.4 : ὃ καὶ τὰ εἴδη τῆς μαντικῆς εἶναι περὶ αὐτόν, τό τε ὀνει– 14211 2.7.17.5 : ροκριτικὸν καὶ τὸ οἰωνοσκοπικὸν καὶ θυτικὸν καὶ εἴ τινα 14212 2.7.17.6 : ἄλλα τούτοις ἐστὶ παραπλήσια. 14213 2.7.17.7 : <20Αὐστηρόν>20 τε λέγεσθαι τὸν σπουδαῖον καθ´ ὅσον 14214 2.7.17.8 : οὔτε προσφέρει τινὶ οὔτε προσίεται τὸν πρὸς χάριν λόγον. 14215 2.7.17.9 : <20Κυνιεῖν>20 τε τὸν σοφὸν λέγουσιν, ἶσον 〈ὂν〉 τῷ ἐπιμένειν 14216 2.7.17.10 : τῷ κυνισμῷ, οὐ μὴν σοφὸν ὄντα ἐνάρξεσθαι τοῦ κυνισμοῦ. 14217 2.7.17.11 : Τὸν δὲ <20ἔρωτά>20 φασιν ἐπιβολὴν εἶναι φιλοποιίας διὰ 14218 2.7.17.12 : κάλλος ἐμφαινόμενον νέων ὡραίων· δι´ ὃ καὶ ἐρωτικὸν 14219 2.7.17.13 : εἶναι τὸν σοφὸν καὶ ἐρασθήσεσθαι τῶν ἀξιεράστων, εὐγε– 14220 2.7.17.14 : νῶν ὄντων καὶ εὐφυῶν. 14221 2.7.17.15 : Λέγουσι δὲ μήτε παρὰ τὴν ὄρεξιν μήτε παρὰ τὴν 14222 2.7.17.16 : ὁρμὴν μήτε παρὰ τὴν ἐπιβολὴν γίνεσθαί τι περὶ τὸν 14223 2.7.17.17 : <20σπουδαῖον,>20 διὰ τὸ <20μεθ´ ὑπεξαιρέσεως>20 πάντα ποι– 14224 2.7.17.18 : εῖν τὰ τοιαῦτα καὶ μηδὲν αὐτῷ τῶν ἐναντιουμένων ἀπρό– 14225 2.7.17.19 : ληπτον προσπίπτειν. 14226 2.7.17.20 : Εἶναι δὲ καὶ <20πρᾶον,>20 τῆς πραότητος οὔσης ἕξεως 14227 2.7.17.21 : καθ´ ἣν πράως ἔχουσι πρὸς τὸ ποιεῖν τὰ ἐπιβάλλοντα 14228 2.7.17.22 : ἐν πᾶσι καὶ μὴ ἐκφέρεσθαι εἰς ὀργὴν ἐν μηδενί. Καὶ 14229 2.7.17.23 : <20ἡσύχιον>20 δὲ καὶ <20κόσμιον>20 εἶναι, τῆς κοσμιότητος οὔσης 14230 2.7.17.24 : ἐπιστήμης κινήσεων πρεπουσῶν, ἡσυχιότητος δὲ εὐταξίας 14231 2.7.11s.25 : περὶ τὰς κατὰ φύσιν κινήσεις καὶ μονὰς ψυχῆς καὶ σώ– 14232 2.7.11s.26 : ματος, τῶν ἐναντίων τούτοις ἐπὶ πάντων φαύλων γιγνο– 14233 2.7.11s.27 : μένων. 14234 2.7.11s.28 : <20Ἀδιάβολον>20 δ´ εἶναι πάντα τὸν <20καλὸν κἀγαθόν,>20 14235 2.7.11s.29 : ἀπαράδεκτον ὄντα διαβολῆς, ὅθεν καὶ ἀδιάβολον εἶναι 14236 2.7.11s.30 : κατά τε τοῦτον τὸν τρόπον καὶ τῷ μὴ διαβάλλειν ἕτερον. 14237 2.7.11s.31 : Εἶναι δὲ τὴν διαβολὴν διάστασιν φαινομένων φίλων ψευ– 14238 2.7.11s.32 : δεῖ λόγῳ· τοῦτο δὲ μὴ γίνεσθαι περὶ τοὺς ἀγαθοὺς ἄν– 14239 2.7.11s.33 : δρας, μόνους δὲ τοὺς φαύλους καὶ διαβάλλεσθαι καὶ δια– 14240 2.7.11s.34 : βάλλειν, δι´ ὃ καὶ τοὺς μὲν κατ´ ἀλήθειαν φίλους μήτε 14241 2.7.11s.35 : διαβάλλειν μήτε διαβάλλεσθαι, τοὺς δὲ δοκοῦντας καὶ 14242 2.7.11s.36 : φαινομένους. 14243 2.7.11s.37 : Οὐδ´ <20ἀναβάλλεσθαι>20 δέ ποτε τὸν σπουδαῖον οὐδέν, 14244 2.7.11s.38 : εἶναι γὰρ τὴν ἀναβολὴν ὑπέρθεσιν ἐνεργείας δι´ ὄκνον, 14245 2.7.11s.39 : ὑπερτίθεσθαι δέ τινα μόνον ἀνεγκλήτου τῆς ὑπερθέσεως 14246 2.7.11s.40 : οὔσης. Ἐπὶ γὰρ τοῦ ἀναβάλλεσθαι τὸν Ἡσίοδον ταῦτ´ 14247 2.7.11s.41 : εἰρηκέναι (Op. et Di. 408)· 14248 2.7.11s.42 : Μήδ´ ἀναβάλλεσθαι ἔς τ´ αὔριον ἔς τ´ ἔννηφι· 14249 2.7.11s.43 : καὶ (ibid. 411), 14250 2.7.11s.44 : Αἰεὶ δ´ ἀμβολιεργὸς ἀνὴρ ἄτῃσι παλαίει· 14251 2.7.11s.45 : τῆς [δ´] ἀναβολῆς ἔκπτωσίν τινα τῶν προσηκόντων ἔργων 14252 2.7.11s.46 : ἐμποιούσης. 14253 2.7.12.1 : Ταῦτα μὲν ἐπὶ τοσοῦτον. Περὶ γὰρ πάντων τῶν 14254 2.7.12.2 : παραδόξων δογμάτων ἐν πολλοῖς μὲν καὶ ἄλλοις ὁ Χρύ– 14255 2.7.12.3 : σιππος διελέχθη· καὶ γὰρ ἐν τῷ Περὶ δογμάτων καὶ ἐν τῇ 14256 2.7.12.4 : Ὑπογραφῇ τοῦ λόγου καὶ ἐν ἄλλοις πολλοῖς τῶν κατὰ 14257 2.7.12.5 : μέρος συγγραμμάτων. Ἐγὼ δ´ ὁπόσα προὐθέμην ἐπελθεῖν 14258 2.7.12.6 : ἐν κεφαλαίοις τῶν ἠθικῶν δογμάτων 〈τῶν〉 κατὰ τὴν τῶν 14259 2.7.12.7 : Στωικῶν φιλοσόφων αἵρεσιν διεληλυθὼς ἱκανῶς ἤδη τοῦ– 14260 2.7.12.8 : τον τὸν ὑπομνηματισμὸν αὐτόθι καταπαύσω. 14261 2.7.13.1 : <20Ἀριστοτέλους καὶ τῶν λοιπῶν Περιπα– 14262 2.7.13.2 : τητικῶν περὶ τῶν ἠθικῶν.>20 14263 2.7.13.3 : Τὸ μὲν οὖν <20ἦθος>20 τοὔνομα λαβεῖν φησιν ἀπὸ τοῦ 14264 2.7.13.4 : <20ἔθους·>20 ὧν γὰρ ἐκ φύσεως ἀρχὰς ἔχομεν καὶ σπέρματα, 14265 2.7.13.5 : τούτων τὰς τελειότητας περιποιεῖσθαι τοῖς ἔθεσι καὶ ταῖς 14266 2.7.13.6 : ὀρθαῖς ἀγωγαῖς· δι´ ὃ καὶ τὴν ἠθικὴν ἐθικὴν εἶναι καὶ 14267 2.7.13.7 : περὶ μόνα τὰ ζῷα γίνεσθαι καὶ μάλιστα περὶ ἄνθρωπον. 14268 2.7.13.8 : Τὰ μὲν γὰρ λοιπὰ ἐθισθέντα οὐ λόγῳ ἀλλὰ τῇ ἀνάγκῃ 14269 2.7.13.9 : γίνεσθαι ποιὰ ἄττα, τὸν δ´ ἄνθρωπον τῷ λόγῳ πλαττό– 14270 2.7.13.10 : μενον ἐκ τοῦ <20ἐθισμοῦ,>20 〈τοῦ ἀλόγου〉 μέρους τῆς ψυχῆς 14271 2.7.13.11 : διακειμένου κατὰ τὸν λόγον. Ἄλογον δὲ λέγεσθαι ψυχῆς 14272 2.7.13.12 : μέρος οὐ τὸ καθάπαξ ἄλογον, ἀλλὰ τὸ οἷόν τε πείθεσθαι 14273 2.7.13.13 : λόγῳ, ὁποῖόν ἐστι τὸ παθητικόν, τοῦτο 〈δὲ〉 καὶ τῆς ἀρε– 14274 2.7.13.14 : τῆς δεκτικόν. 14275 2.7.13.15 : Τῆς γὰρ ψυχῆς τὸ μὲν εἶναι <20λογικόν,>20 τὸ δ´ <20ἄλο– 14276 2.7.13.16 : γον·>20 λογικὸν μὲν τὸ κριτικόν, ἄλογον δὲ τὸ ὁρμητικόν. 14277 2.7.13.17 : Τοῦ δὲ <20λογικοῦ>20 τὸ μὲν περὶ τὰ ἀίδια καὶ τὰ θεῖα θεω– 14278 2.7.13.18 : ρητικὸν <20ἐπιστημονικὸν>20 καλεῖσθαι· τὸ δὲ περὶ τὰ ἀν– 14279 2.7.13.19 : θρώπινα καὶ τὰ 〈φθαρτὰ〉 πρακτικὸν <20βουλευτικόν.>20 14280 2.7.13.20 : Καὶ τοῦ ἀλόγου τὸ μὲν ὀρεκτικὸν τῶν ἐφ´ ἡμῖν <20ἐπιθυ– 14281 2.7.13.21 : μητικόν·>20 τὸ δὲ πρὸς τοὺς πλησίον οἷον ἀμυντικὸν <20θυ– 14282 2.7.13.22 : μικόν.>20 Ὥστε διττὸν εἶναι καὶ τῶν ἀρετῶν τὸ εἶδος, τὸ 14283 2.7.13.23 : μὲν λογικόν, τὸ δ´ ἄλογον, ἐπειδὴ κατὰ ταῦτα πεφυκέναι 14284 2.7.13.24 : θεωρίαν καὶ πρᾶξιν· ὅθεν καὶ τὴν ἠθικὴν ἀρετὴν οὐκ 14285 2.7.13.25 : εἶναι μὲν ἐπιστήμην, προαιρετικὴν δὲ τῶν καλῶν ὑπάρ– 14286 2.7.13.26 : χειν 〈ἕξιν〉. 14287 2.7.13.27 : Ἐκ τριῶν δὲ συμβεβηκέναι τὴν <20ἀρετὴν>20 τελειοῦσθαι, 14288 2.7.13.28 : <20φύσεως, ἔθους, λόγου.>20 Τὸν γὰρ ἄνθρωπον διαφέ– 14289 2.7.13.29 : ροντα κατά τε σῶμα καὶ ψυχὴν τῶν ἄλλων ζῴων διὰ τὸ 14290 2.7.13.30 : μεταξὺ τῶν ἀθανάτων ὄντα καὶ τῶν θνητῶν κοινωνίαν 14291 2.7.13.31 : ἐξῆφθαι πρὸς ἄμφω, πρὸς μὲν τὰ λογικὰ τῷ κατὰ τὴν 14292 2.7.13.32 : ψυχὴν θείῳ, πρὸς δὲ τὰ ἄλογα τῷ κατὰ τὸ σῶμα θνητῷ, 14293 2.7.13.33 : κατὰ λόγον ἀμφοῖν τῆς τελειότητος ἐφίεσθαι. Καὶ πρῶ– 14294 2.7.13.34 : τον μὲν ὀρέγεσθαι τοῦ εἶναι, <20φύσει>20 γὰρ ᾠκειῶσθαι πρὸς 14295 2.7.13.35 : ἑαυτόν, δι´ ὃ καὶ προσηκόντως ἀσμενίζειν μὲν ἐν τοῖς 14296 2.7.13.36 : <20κατὰ φύσιν,>20 δυσχεραίνειν δὲ ἐπὶ τοῖς <20παρὰ φύσιν.>20 14297 2.7.13.37 : Τήν τε γὰρ ὑγίειαν περιποιεῖσθαι σπουδάζειν καὶ τῆς 14298 2.7.13.38 : ἡδονῆς ἔφεσιν ἔχειν καὶ τοῦ ζῆν ἀντιποιεῖσθαι τῷ ταῦτα 14299 2.7.13.39 : μὲν εἶναι κατὰ φύσιν καὶ 〈δι´〉 αὕθ´ αἱρετὰ καὶ ἀγαθά. 14300 2.7.13.40 : Κατὰ δὲ τἀναντία τὴν νόσον καὶ τὴν ἀλγηδόνα καὶ τὴν 14301 2.7.13.41 : φθορὰν διακρούεσθαι καὶ παρακλίνειν τῷ παρὰ φύσιν 14302 2.7.13.42 : ὑπάρχειν καὶ δι´ αὑτὰ φευκτὰ καὶ κακά. Φίλον γὰρ εἶναι 14303 2.7.13.43 : ἡμῖν τὸ σῶμα, φίλην δὲ τὴν ψυχήν, φίλα δὲ τὰ τούτων 14304 2.7.13.44 : μέρη καὶ τὰς δυνάμεις καὶ τὰς ἐνεργείας, 〈δι´〉 ὧν κατὰ 14305 2.7.13.45 : τὴν πρόνοιαν τῆς σωτηρίας τὴν ἀρχὴν γίγνεσθαι τῆς ὁρμῆς 14306 2.7.13.46 : καὶ τοῦ καθήκοντος καὶ τῆς ἀρετῆς. Εἰ μὲν γὰρ περὶ 14307 2.7.13.47 : τὰς τῶν εἰρημένων αἱρέσεις καὶ φυγὰς μηδεμία συνέβαινε 14308 2.7.13.48 : πλάνη καθάπαξ, ἀλλὰ τῶν μὲν ἀγαθῶν ἐπήβολοι, τῶν δὲ 14309 2.7.13.49 : κακῶν ἄμοιροι διετελοῦμεν ὄντες, οὐδέποτ´ ἂν τὴν ὀρθὴν 14310 2.7.13.50 : καὶ ἄπταιστον ἐν τούτοις ἐπεζητήσαμεν ἐκλογήν. Ἐπεὶ 14311 2.7.13.51 : δὲ πολλάκις δι´ ἄγνοιαν περὶ τὰς αἱρέσεις καὶ φυγὰς 14312 2.7.13.52 : ἠπατώμεθα καὶ τὰ μὲν ἀγαθὰ παρεπέμπομεν, τοῖς κακοῖς 14313 2.7.13.53 : δ´ ὡς ἀγαθοῖς ἐνετυγχάνομεν, ἀναγκαίως τὴν τῆς ἐπικρί– 14314 2.7.13.54 : σεως βέβαιον εἴδησιν ἐπεζητήσαμεν, ἣν καὶ συνῳδὸν εὑρό– 14315 2.7.13.55 : μενοι τῇ φύσει διὰ τὸ τῆς ἐνεργείας μεγαλοπρεπὲς <20ἀρε– 14316 2.7.13.56 : τὴν>20 προσηγορεύσαμεν καὶ δαιμονίως θαυμάσαντες ἐτι– 14317 2.7.13.57 : μήσαμεν πρὸ τῶν ἄλλων ἁπάντων. Τὰς γὰρ πράξεις 14318 2.7.13.58 : ἀπό τε τῆς τῶν <20κατὰ φύσιν>20 ἐκλογῆς καὶ τῆς ἀπεκλογῆς 14319 2.7.13.59 : τῶν <20παρὰ φύσιν>20 τὰς ἀρχὰς ἔχειν συμβέβηκε καὶ τὰ λε– 14320 2.7.13.60 : γόμενα <20καθήκοντα·>20 δι´ ὃ καὶ τάς τε <20κατορθώσεις>20 14321 2.7.13.61 : καὶ τὰς <20ἁμαρτίας>20 ἐν τούτοις καὶ περὶ ταῦτα γίνεσθαι. 14322 2.7.13.62 : Σχεδὸν γὰρ τὴν ὅλην τῆς αἱρέσεως ὑπογραφὴν ἀπὸ τού– 14323 2.7.13.63 : των ὡρμῆσθαι, καθάπερ ἐπιδείξω διὰ βραχυτάτων. 14324 2.7.13.64 : Ὅτι γὰρ οὐ μόνον αἱρετὰ τὰ <20τέκνα>20 τοῖς γειναμένοις 14325 2.7.13.65 : ἐστὶ διὰ τὰς χρείας, ἀλλὰ καὶ δι´ ἑαυτά, γνώριμον ἐκ τῆς 14326 2.7.13.66 : ἐναργείας. Οὐδένα γοῦν οὕτως ὠμὸν εἶναι καὶ θηριώδη 14327 2.7.13.67 : τὴν φύσιν, ὃς οὐκ ἂν σπουδάζοι μετὰ τὴν ἑαυτοῦ τελευ– 14328 2.7.13.68 : τὴν εὐδαιμονεῖν τὰ τέκνα καὶ καλῶς ἔτι διάγειν, μᾶλλον ἢ 14329 2.7.13.69 : τοὐναντίον. Ἀπὸ ταύτης γοῦν τῆς φιλοστοργίας καὶ δια– 14330 2.7.13.70 : θήκας τελευτᾶν μέλλοντας τίθεσθαι καὶ τῶν ἔτι κυοφο– 14331 2.7.13.71 : ρουμένων φροντίζειν, ἐπιτρόπους ἀπολείποντας καὶ κηδε– 14332 2.7.13.72 : μόνας καὶ τοῖς φιλτάτοις παρατιθεμένους καὶ παρακα– 14333 2.7.13.73 : λοῦντας ἐπικουρεῖν αὐτοῖς καί τινας μὴν ἀποθνῄσκουσι 14334 2.7.13.74 : τοῖς τέκνοις συναποθνῄσκειν. Τῶν δὲ <20τέκνων>20 οὕτως 14335 2.7.13.75 : ἀγαπωμένων κατὰ τὸ 〈δι´〉 αὕθ´ αἱρετόν, ἀναγκαῖον καὶ 14336 2.7.13.76 : τοὺς <20γονεῖς>20 καὶ τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τὴν τοῦ λέχους κοι– 14337 2.7.13.77 : νωνὸν καὶ τοὺς <20συγγενεῖς>20 καὶ τοὺς ἄλλους <20οἰκείους>20 14338 2.7.13.78 : καὶ <20πολίτας>20 ὡς δι´ αὑτοὺς <20φιλίας>20 τυγχάνειν· ἔχειν 14339 2.7.13.79 : γὰρ ἐκ φύσεως ἡμᾶς καὶ πρὸς τούτους τινὰς οἰκειότητας· 14340 2.7.13.80 : φιλάλληλον γὰρ εἶναι καὶ κοινωνικὸν ζῷον τὸν ἄνθρωπον. 14341 2.7.13.81 : Εἰ δὲ τῶν φιλιῶν τὰς μὲν εἶναι πόρρω συμβέβηκε, τὰς 14342 2.7.13.82 : δὲ προσεχεῖς ἡμῖν, οὐδὲν πρὸς ἔπος· πᾶσαν γὰρ δι´ αὑτὴν 14343 2.7.13.83 : αἱρετὴν ὑπάρχειν καὶ μὴ μόνον διὰ 〈τὰς〉 χρείας. Εἰ δ´ ἡ 14344 2.7.13.84 : πρὸς τοὺς πολίτας <20φιλία>20 δι´ αὑτὴν αἱρετή, ἀναγκαῖον 14345 2.7.13.85 : εἶναι καὶ τὴν πρὸς ὁμοεθνεῖς καὶ ὁμοφύλους, ὥστε καὶ 14346 2.7.13.86 : τὴν πρὸς <20πάντας ἀνθρώπους.>20 Καὶ γὰρ δὴ πάντας 14347 2.7.13.87 : τοὺς σῴζοντας οὕτως ἔχειν πρὸς τοὺς πλησίον, ὥστε μὴ 14348 2.7.13.88 : πρὸς ἀξίαν, ἀλλὰ κατὰ τὸ δι´ αὕθ´ αἱρετὸν τὰ πλεῖστα 14349 2.7.13.89 : δρᾶν. Τίνα γὰρ οὐκ ἂν ἐξελεῖσθαι θεασάμενον ἄνθρωπον 14350 2.7.13.90 : ὑπὸ θηρίου καταδυναστευόμενον, εἰ δύναιτο; τίνα δ´ οὐκ 14351 2.7.13.91 : ἂν ὁδὸν πλανωμένῳ μηνύσειν; τίνα δ´ οὐκ 〈ἂν〉 ἐπαρκέ– 14352 2.7.13.92 : σειν ὑπ´ ἐνδείας ἀπολλυμένῳ; τίνα δ´ οὐκ ἂν ἐπ´ ἐρημίας 14353 2.7.13.93 : ἀνύδρου νάματι περιτυχόντα γνωρίσμασι διαδηλώσειν τοῖς 14354 2.7.13.94 : τὴν αὐτὴν ὁδὸν βαδίζουσι; τίνα δ´ οὐ τῆς μετὰ τὸν βίον 14355 2.7.13.95 : εὐφημίας πολὺν ποιεῖσθαι λόγον; τίνα δ´ οὐκ ἀποστυγεῖν 14356 2.7.13.96 : τὰς τοιαύτας φωνάς, ὡς παρὰ τὴν ἀνθρωπίνην οὔσας 14357 2.7.13.97 : φύσιν, 14358 2.7.13.98 : „Ἐμοῦ θανόντος γαῖα μιχθήτω πυρί (fr. trag. adesp. n. 14359 2.7.13.99 : 430, 1 N.)“ 14360 2.7.13.100 : „Οὐδὲν μέλει μοι, τἀμὰ γὰρ καλῶς ἔχει (fr. trag. adesp. 14361 2.7.13.101 : n. 430, 2 N.).“ 14362 2.7.13.102 : Φανερὸν οὖν ὅτι πρὸς πάντας ἐστὶν ἡμῖν εὔνοια φυσικὴ 14363 2.7.13.103 : καὶ φιλία, τὸ δι´ αὕθ´ αἱρετὸν ἐμφαίνουσα καὶ τὸ κατὰ 14364 2.7.13.104 : λόγον· 14365 2.7.13.105 : „ἓν“ γὰρ „ἀνδρῶν, ἓν θεῶν γένος· ἐκ μιᾶς δὲ πνέομεν 14366 2.7.13.106 : ματρὸς ἀμφότεροι (Pindar. Nem. VI 1, 1. 2)“, 14367 2.7.13.107 : τῆς φύσεως. 14368 2.7.13.108 : Ἐπεὶ δὲ κοινή τις ἡμῖν ὑπάρχει φιλανθρωπία, πολὺ 14369 2.7.13.109 : μᾶλλον πρὸς τοὺς ἐν συνηθείᾳ <20φίλους>20 τὸ δι´ αὕθ´ αἱρετὸν 14370 2.7.13.110 : φανερώτερον· εἰ δ´ ὁ φίλος δι´ αὑτὸν αἱρετός, καὶ ἡ <20φιλία>20 14371 2.7.13.111 : καὶ ἡ <20εὔνοια>20 καὶ ἡ παρὰ πάντων τῶν τοῦ βίου κοινω– 14372 2.7.13.112 : νούντων καὶ 〈ἡ〉 παρὰ τῶν πλείστων ἀνθρώπων· ὥστε 14373 2.7.13.113 : καὶ τὸν <20ἔπαινον>20 εἶναι δι´ αὑτὸν αἱρετόν, οἰκειοῦσθαι 14374 2.7.13.114 : γὰρ ἡμᾶς πρὸς τοὺς ἐπαινοῦντας. Εἰ δ´ ὁ ἔπαινος δι´ 14375 2.7.13.115 : ἑαυτὸν αἱρετός, καὶ ἡ <20εὐδοξία·>20 καὶ γὰρ οὐδὲν ἕτερον τὴν 14376 2.7.13.116 : εὐδοξίαν κατὰ τὴν ὑπογραφὴν παρειλήφαμεν, εἰ μὴ τὸν 14377 2.7.13.117 : παρὰ τῶν πολλῶν ἔπαινον. Ὥστε ταύτῃ μὲν τὰ γινό– 14378 2.7.13.118 : μενα τῶν ἀγαθῶν <20ἔξωθεν>20 ὅτι δι´ αὕθ´ αἱρετὰ πέφυκεν 14379 2.7.13.119 : ἐπιδεδεῖχθαι σαφῶς· πῶς οὖν οὐ πολὺ μᾶλλον τὰ <20περὶ 14380 2.7.13.120 : ἡμᾶς>20 καὶ <20ἐν ἡμῖν;>20 λέγω δὴ τὰ περὶ σῶμά τε καὶ ψυχήν. 14381 2.7.13.121 : Εἰ γὰρ ὁ <20ἄνθρωπος>20 δι´ αὑτὸν αἱρετός, καὶ τὰ <20μέρη>20 14382 2.7.13.122 : τοῦ ἀνθρώπου δι´ αὑτὰ ἂν εἴη αἱρετά. Μέρη δ´ ἐστὶν 14383 2.7.13.123 : ἀνθρώπου ὁλοσχερέστατα <20σῶμα>20 καὶ <20ψυχή.>20 Ὥστε καὶ 14384 2.7.13.124 : τὸ σῶμα δι´ αὑτὸ ἂν αἱρετὸν εἴη. Πῶς γὰρ τὸ μὲν τοῦ 14385 2.7.13.125 : πλησίον σῶμα δι´ αὑτὸ αἱρετόν ἐστιν ἡμῖν, τὸ δ´ ἡμέ– 14386 2.7.13.126 : τερον οὐκέτι; Ἢ πῶς ὁ μὲν πλησίον ἄνθρωπος δι´ αὑτόν 14387 2.7.13.127 : ἐστιν αἱρετός, οὐχὶ δὲ καὶ ἕκαστος ἡμῶν αὑτῷ δι´ αὑτὸν 14388 2.7.13.128 : αἱρετός; Ἢ πῶς τοῦτο μέν, οὐχὶ δὲ καὶ τὰ μέρη τὰ τοῦ 14389 2.7.13.129 : σώματος καὶ αἱ τῶν μερῶν ἀρεταὶ καὶ αἱ τοῦ ὅλου σώ– 14390 2.7.13.130 : ματος ἂν εἶεν αἱρεταί; Ὥστε δι´ αὑτὰ αἱρετὰ ἡμῖν εἶναι 14391 2.7.13.131 : τὴν <20ὑγίειαν,>20 τὴν <20ἰσχύν,>20 τὸ <20κάλλος,>20 τὴν <20ποδώκειαν,>20 14392 2.7.13.132 : τὴν εὐεξίαν, τὴν <20εὐαισθησίαν,>20 καθόλου πάσας ὡς ἔπος 14393 2.7.13.133 : εἰπεῖν 〈τὰς σωματικὰς ἀρετάς〉. Καὶ γὰρ ὅλως οὐδεὶς 14394 2.7.13.134 : ἂν εὖ φρονῶν δέξαιτο ἄμορφος καὶ λελωβημένος εἶναι κατὰ 14395 2.7.13.135 : τὸ εἶδος, κἂν εἰ μηδεμία μέλλοι δυσχρηστία τὸ παράπαν 14396 2.7.13.136 : ἐπακολουθεῖν διὰ τὴν τοιαύτην εἰδέχθειαν. Ὥστε καὶ δίχα 14397 2.7.13.137 : τῆς δυσχρηστίας εὔλογον φυγὴν φαίνεσθαι τοῦ αἴσχους. 14398 2.7.13.138 : Εἰ δὲ δι´ αὑτὸ φευκτόν ἐστι τὸ αἶσχος, καὶ τὸ <20κάλλος>20 14399 2.7.13.139 : οὐ μόνον διὰ τὴν χρείαν αἱρετὸν ἀλλὰ καὶ δι´ αὑτό· ὅτι 14400 2.7.13.140 : γὰρ ἐξ αὑτοῦ προσκλητικόν 〈τι〉 ἔχει τὸ κάλλος, ἐμφανές· 14401 2.7.13.141 : πάντας γοῦν φυσικῶς οἰκειοῦσθαι τοῖς καλοῖς χωρὶς πά– 14402 2.7.13.142 : σης χρείας, καὶ γὰρ πρὸς τὸ εὖ ποιεῖν αὐτοὺς καὶ εὐερ– 14403 2.7.13.143 : γετεῖν ἑτοίμως ἔχειν, ὅθεν δὴ καὶ δοκεῖν εὐνοίας εἶναι 14404 2.7.13.144 : παρασκευαστικόν· ὥστε καὶ κατὰ τοῦτον τὸν λόγον τὸ μὲν 14405 2.7.13.145 : κάλλος τῶν δι´ αὑτὰ αἱρετῶν ὑπάρχειν, τὸ δὲ αἶσχος τῶν 14406 2.7.13.146 : δι´ αὑτὰ φευκτῶν. Τὸν δ´ αὐτὸν λόγον καὶ ἐπὶ <20ὑγιείας>20 14407 2.7.13.147 : εἶναι καὶ νόσου καὶ <20ἰσχύος>20 καὶ ἀσθενείας καὶ <20ποδω– 14408 2.7.13.148 : κείας>20 καὶ βραδυτῆτος καὶ <20αἰσθήσεως>20 καὶ πηρώσεως. 14409 2.7.13.149 : Ὥστ´ εἰ καὶ τὰ <20σωματικὰ>20 τῶν ἀγαθῶν δέδεικται δι´ 14410 2.7.13.150 : αὕθ´ αἱρετὰ καὶ τἀναντία τούτων κακὰ δι´ αὑτὰ φευκτά, 14411 2.7.13.151 : καὶ τὰ τῆς <20ψυχῆς>20 ἀναγκαῖον μέρη δι´ αὕθ´ αἱρετὰ ὑπάρ– 14412 2.7.13.152 : χειν καὶ τὰς ἀρετὰς αὐτῶν καὶ 〈τὰς〉 τῆς ὅλης ψυχῆς. 14413 2.7.13.153 : Τὴν γὰρ εἴσοδον ἡ ἀρετὴ λαβοῦσα, καθάπερ ὑπεδεί– 14414 2.7.13.154 : ξαμεν (p. 118 sq.), ἀπὸ τῶν σωματικῶν καὶ τῶν ἔξωθεν ἀγα– 14415 2.7.13.155 : θῶν καὶ πρὸς ἑαυτὴν ἐπιστρέψασα καὶ θεασαμένη, διότι καὶ 14416 2.7.13.156 : αὐτὴν τῶν κατὰ φύσιν πολὺ μᾶλλον τῶν τοῦ σώματος ἀρε– 14417 2.7.13.157 : τῶν, ᾠκειώθη πρὸς ἑαυτὴν ὡς πρὸς δι´ αὑτὴν αἱρετὴν καὶ 14418 2.7.13.158 : μᾶλλον γε πρὸς ἑαυτὴν ἢ πρὸς τὰς τοῦ σώματος ἀρετάς· 14419 2.7.13.159 : ὥστε παρὰ πολὺ τιμιωτέρας εἶναι 〈τὰς〉 τῆς ψυχῆς ἀρετάς. 14420 2.7.13.160 : Οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τῶν προεφωδευμένων τοῦτ´ 14421 2.7.13.161 : ἄν τις ἐπιλογίσαιτο. Εἰ γὰρ ἡ τοῦ <20σώματος ὑγίεια>20 14422 2.7.13.162 : αἱρετὴ δι´ αὑτήν, καὶ πολὺ μᾶλλον ἡ τῆς <20ψυχῆς·>20 〈ὑγίεια 14423 2.7.13.163 : δὲ ψυχῆς〉 σωφροσύνη τῆς σφοδρότητος ἀπολύουσα τῶν 14424 2.7.13.164 : παθῶν ἡμᾶς. Καὶ εἰ ἡ <20ἰσχὺς ἡ σωματικὴ>20 τῶν ἀγα– 14425 2.7.13.165 : θῶν ἐστί, πολὺ μᾶλλον ἡ <20ψυχικὴ>20 δι´ αὑτὴν ἂν εἴη αἱρετὴ 14426 2.7.13.166 : καὶ ἀγαθόν· ψυχῆς δέ ἐστιν ἰσχὺς ἀνδρεία καὶ καρτερία, 14427 2.7.13.167 : εὐρώστους τὰς ψυχὰς κατασκευάζουσα· διόπερ ἂν εἴη καὶ 14428 2.7.13.168 : ἡ ἀνδρεία δι´ αὑτὴν αἱρετὴ καὶ ἡ καρτερία. Κατὰ τὸ 14429 2.7.13.169 : ἀνάλογον εἰ τὸ <20κάλλος>20 τὸ <20σωματικὸν>20 δι´ αὑτὸ αἱρετόν, 14430 2.7.13.170 : καὶ τὸ τῆς <20ψυχῆς>20 κάλλος εἴη ἂν δι´ αὑτὸ αἱρετόν, κάλ– 14431 2.7.13.171 : λος δὲ ψυχῆς ἐστιν ἡ δικαιοσύνη· „τὸ“ γὰρ „μηθὲν ἀδι– 14432 2.7.13.172 : κεῖν καὶ καλοὺς ἡμᾶς ποιεῖ“ (Menandr. frg. fab. inc. 34 14433 2.7.13.173 : Com. IV p. 244). 14434 2.7.14.1 : [<20Ὅτι τὰ τρία γένη τῶν ἀγαθῶν, τὰ περὶ 14435 2.7.14.2 : σῶμα, τὰ περὶ ψυχήν, τὰ ἐκτός, ἀναλογίαν πρὸς 14436 2.7.14.3 : ἄλληλα ἔχει, καίτοι διαφέροντα.>20] 14437 2.7.14.4 : Τὸν παραπλήσιον δ´ εἶναι λόγον καὶ ἐπὶ τῶν ἀρετῶν, 14438 2.7.14.5 : διὰ τὸ δοκεῖν τὰ <20τρία γένη τῶν ἀγαθῶν>20 ἐκ πλείστης 14439 2.7.14.6 : διαφορᾶς τῆς ἐν ἀλλήλοις ὅμως ἔχειν τινὰ πρὸς τὸν λόγον 14440 2.7.14.7 : <20ἀναλογίαν,>20 ἣν καὶ δὴ πειράσομαι δηλῶσαι σαφῶς. 14441 2.7.14.8 : Ὅπερ μὲν ἐν 〈τῷ〉 σώματί φαμεν ὑγίειαν, τοῦτ´ ἐν τῇ 14442 2.7.14.9 : ψυχῇ καλεῖσθαι σωφροσύνην, ἐν δὲ τοῖς ἐκτὸς πλοῦτον· 14443 2.7.14.10 : περιστέλλειν γὰρ τὰ πολλὰ τῶν ἁμαρτημάτων καὶ τοῦτον. 14444 2.7.14.11 : Ὅπερ δ´ ἐν τῷ σώματι ἰσχύν, τοῦτ´ ἐν τῇ ψυχῇ [τὴν] ἀν– 14445 2.7.14.12 : δρείαν, ἐν δὲ τοῖς ἐκτὸς [τὴν] ἀρχήν· ὅπερ δ´ ἐν τῷ σώ– 14446 2.7.14.13 : ματι εὐαισθησίαν, τοῦτ´ ἐν 〈τῇ〉 ψυχῆ φρόνησιν, ἐν δὲ τοῖς 14447 2.7.14.14 : ἐκτὸς εὐτυχίαν· ὅ τι δ´ ἐν 〈τῷ〉 σώματι κάλλος, τοῦτ´ ἐν 14448 2.7.14.15 : 〈τῇ〉 ψυχῇ δικαιοσύνην, ἐν δὲ τοῖς ἐκτὸς [τὴν] φιλίαν· 14449 2.7.14.16 : ὥστε τρία γένη τῶν ἀγαθῶν δι´ αὕθ´ αἱρετὰ ὑπάρχειν, 14450 2.7.14.17 : τά τε περὶ 〈τὴν〉 ψυχὴν καὶ τὰ περὶ τὸ σῶμα καὶ τὰ ἐκ– 14451 2.7.14.18 : τός· καὶ μακρῷ αἱρετώτερα τὰ περὶ ψυχὴν τῶν ἄλλων, 14452 2.7.14.19 : ἐπειδὴ καὶ ἡγεμονικώτερον καὶ αἱρετώτερον ψυχὴ σώματος. 14453 2.7.14.20 : Δῆλον οὖν ὅτι τῶν τοῦ σώματος ἀρετῶν καὶ τῶν ἐκ– 14454 2.7.14.21 : τὸς αἱ τῆς ψυχῆς ὑπάρχουσιν αἱρετώτεραι, ὑπεροχὴν ὁμοίως 14455 2.7.14.22 : φερόμεναι· στοχάζονται 〈δὲ〉 καὶ τῶν ἄλλων πρῶτον μὲν 14456 2.7.14.23 : ὡς δι´ αὕθ´ αἱρετῶν, ἔπειθ´ ὡς χρησίμων πρός τε τὸν 14457 2.7.14.24 : <20πολιτικὸν>20 καὶ τὸν <20κοινωνικὸν>20 βίον καὶ δὴ καὶ πρὸς 14458 2.7.14.25 : τὸν <20θεωρητικόν.>20 Παραμετρεῖσθαι γὰρ τὸν βίον ταῖς 14459 2.7.14.26 : πολιτικαῖς καὶ ταῖς κοινωνικαῖς πράξεσι καὶ ταῖς θεω– 14460 2.7.14.27 : ρητικαῖς. Οὐ γὰρ φίλαυτον εἶναι τὴν ἀρετὴν κατὰ τὴν 14461 2.7.14.28 : αἵρεσιν ταύτην, ἀλλὰ κοινωνικὴν καὶ πολιτικήν· ἐπειδὴ 14462 2.7.14.29 : δὲ πρὸς ἑαυτὴν ᾠκειῶσθαι μάλιστα πάντων ἔφαμεν (p. 123, 14463 2.7.14.30 : 23–26) τὴν ἀρετήν, δῆλον ὡς καὶ πρὸς τὴν τῆς ἀληθείας 14464 2.7.14.31 : ἐπιστήμην ἀναγκαίως ᾠκείωται φυσικῶς αὐτή. Τούτοις 14465 2.7.14.32 : δ´ ἀκολούθως καὶ τὰς <20μονὰς>20 τὰς <20ἐν τῷ ζῆν>20 παρα– 14466 2.7.14.33 : μετρεῖσθαι ταῖς κοινωνικαῖς καὶ πολιτικαῖς καὶ θεωρητι– 14467 2.7.14.34 : καῖς πράξεσι καὶ τὰς <20ἀφόδους>20 ἐκ τῶν ἐναντίων· ὥστε 14468 2.7.14.35 : κακῶς τοῖς σοφοῖς εὔλογον ἐξαγωγὴν ἐκ τοῦ ζῆν θεωρεῖ– 14469 2.7.14.36 : σθαι καὶ τοῖς φαύλοις εὔλογον ἐν τῷ ζῆν μονήν· τοῖς 14470 2.7.14.37 : γὰρ ἐκτελεῖν δυναμένοις τὰς κοινωνικὰς καὶ πολιτικὰς 14471 2.7.14.38 : πράξεις καὶ θεωρητικὰς καὶ τῶν σπουδαίων καὶ τῶν φαύ– 14472 2.7.14.39 : λων εὔλογον ἐν τῷ ζῆν εἶναι μονήν, τοῖς δὲ μὴ δυναμέ– 14473 2.7.14.40 : νοις εὔλογον ἐκ τοῦ ζῆν ἀπαλλαγήν. 14474 2.7.14.41 : Ἐπεὶ δὴ μεγάλη τῆς ἀρετῆς ἐστιν ὑπεροχὴ κατά τε 14475 2.7.14.42 : τὸ ποιητικὸν καὶ κατὰ τὸ δι´ αὕθ´ αἱρετὸν παρὰ τὰ σω– 14476 2.7.14.43 : ματικὰ καὶ τὰ ἔξωθεν ἀγαθά, κατὰ τὸν λόγον οὐκ εἶναι 14477 2.7.14.44 : συμπλήρωμα τὸ <20τέλος>20 ἐκ τῶν σωματικῶν καὶ ἐκ τῶν 14478 2.7.14.45 : ἔξωθεν ἀγαθῶν οὐδὲ τὸ τυγχάνειν ἁπάντων, ἀλλὰ μᾶλλον 14479 2.7.14.46 : τὸ κατ´ ἀρετὴν ζῆν ἐν τοῖς περὶ σῶμα καὶ τοῖς ἔξωθεν 14480 2.7.14.47 : ἀγαθοῖς ἢ πᾶσιν ἢ τοῖς πλείστοις καὶ κυριωτάτοις. Ὅθεν 14481 2.7.14.48 : ἐνέργειαν εἶναι τὴν <20εὐδαιμονίαν>20 κατ´ ἀρετὴν ἐν πρά– 14482 2.7.14.49 : ξεσι χορηγουμέναις κατ´ εὐχήν· τὰ δὲ περὶ σῶμα καὶ τὰ 14483 2.7.14.50 : ἔξωθεν ἀγαθὰ ποιητικὰ λέγεσθαι τῆς εὐδαιμονίας τῷ 14484 2.7.14.51 : συμβάλλεσθαί τι παρόντα· τοὺς δὲ νομίζοντας αὐτὰ συμ– 14485 2.7.14.52 : πληροῦν τὴν εὐδαιμονίαν ἀγνοεῖν, ὅτι ἡ μὲν εὐδαιμονία 14486 2.7.14.53 : βίος ἐστίν, ὁ δὲ βίος ἐκ πράξεως συμπεπλήρωται. Τῶν 14487 2.7.14.54 : δὲ σωματικῶν ἢ τῶν ἐκτὸς ἀγαθῶν οὐδὲν οὔτε πρᾶξιν 14488 2.7.14.55 : εἶναι καθ´ ἑαυτὸ οὔθ´ ὅλως ἐνέργειαν. 14489 2.7.14.56 : Τούτων δὴ τοῦτον τὸν λόγον ἐχόντων ἥ τε εὐεργεσία 14490 2.7.14.57 : συστήσεται καὶ ἡ χάρις καὶ ἡ εὐχαριστία καὶ φιλανθρωπία 14491 2.7.14.58 : καὶ φιλοτεκνία καὶ φιλαδελφία καὶ πρὸς ταύταις τό τε 14492 2.7.14.59 : φιλόπατρι καὶ φιλόπατορ καὶ φιλοίκειον καὶ κατὰ τὸ προσ– 14493 2.7.14.60 : ῆκον ἥ τ´ εὐκοινωνησία καὶ ἡ εὔνοια καὶ ἡ φιλία καὶ ἡ 14494 2.7.14.61 : ἰσότης καὶ ἡ δικαιοσύνη καὶ πᾶς ὁ τῶν ἀρετῶν θεῖος 14495 2.7.14.62 : χορός, οὗ τοὺς κατολιγωρήσαντας <20ἁμαρτάνειν>20 φανερῶς 14496 2.7.14.63 : περί τε τὰς <20αἱρέσεις>20 τῶν ἀγαθῶν καὶ τὰς φυγὰς τῶν 14497 2.7.14.64 : κακῶν καὶ περὶ τὴν <20κτῆσιν>20 καὶ περὶ τὴν <20χρῆσιν>20 τῶν 14498 2.7.14.65 : ἀγαθῶν, ὁμολογουμένως τε διασφάλλεσθαι περὶ μὲν τὴν 14499 2.7.14.66 : αἵρεσιν παρὰ τὴν κρίσιν, περὶ δὲ τὴν κτῆσιν παρὰ τὸν 14500 2.7.14.67 : τρόπον, περὶ δὲ τὴν χρῆσιν παρὰ τὴν ἀμαθίαν. Περὶ 14501 2.7.14.68 : μὲν οὖν τὴν <20αἵρεσιν>20 ἁμαρτάνειν, ὅταν τὸ μηδ´ ὅλως ὂν 14502 2.7.14.69 : ἀγαθὸν αἱρῶνται, ἢ τὸ ἧττον σφοδρότερον ἢ δεῖ. τοῦτο 14503 2.7.14.70 : δὲ περὶ τοὺς πλείστους ὑπάρχειν τὸ μὲν ἡδὺ τοῦ συμφέ– 14504 2.7.14.71 : ροντος, τὸ δὲ συμφέρον τοῦ καλοῦ προκρίνοντας καὶ ταῖς 14505 2.7.14.72 : ὁρμαῖς ἀμέτρως προεκφοιτῶντας. Περὶ δὲ τὴν <20κτῆσιν,>20 14506 2.7.14.73 : ὅταν μήτε ὅθεν μήθ´ ὅπως μήτε ἐφ´ ὅσον χρὴ περι– 14507 2.7.14.74 : ποιεῖσθαι ταῦτα προδιαλάβωσι. Περὶ δὲ τὴν <20χρῆσιν,>20 14508 2.7.14.75 : ἐπεὶ πᾶσα χρῆσις ἢ πρὸς αὑτὴν ἔχει τὴν ἀναφορὰν ἢ 14509 2.7.14.76 : πρὸς ἕτερον, ἐν μὲν 〈τῇ〉 πρὸς ἑαυτήν, ὅταν μὴ προσφέ– 14510 2.7.14.77 : ρωνται τοῖς πράγμασι συμμέτρως· ἐν δὲ τῇ πρὸς ἕτερον, 14511 2.7.14.78 : ὅταν τὸ κατ´ ἀξίαν μὴ φυλάττωσι τοῦ πρέποντος. Εἰ 14512 2.7.14.79 : δὲ περὶ ταῦτα ἁμαρτάνουσιν οἱ φαῦλοι, περὶ τὰ ἐναντία 14513 2.7.14.80 : πάντως <20κατορθοῦσιν>20 οἱ σπουδαῖοι, καθηγεμόνα τῶν 14514 2.7.14.81 : πράξεων ἔχοντες τὴν ἀρετήν. Πάσαις γοῦν ὡς ἔοικε ταῖς 14515 2.7.14.82 : ἀρεταῖς κοινὸν ὑπάρχειν τό τε κρίνειν καὶ τὸ προαιρεῖσθαι 14516 2.7.14.83 : καὶ 〈τὸ〉 πράττειν. Οὔτε γὰρ ἄκριτον οὔτ´ ἀπροαίρετον 14517 2.7.14.84 : οὔτ´ ἄπρακτον εἶναι τὴν ἀρετήν, ἀλλὰ τὴν μὲν φρόνησιν 14518 2.7.14.85 : ἐξάρχειν ὥσπερ ἡγεμονικὴν οὖσαν καὶ τῶν ὑφ´ ἑαυτὴν 14519 2.7.14.86 : καὶ τῶν ὑπὸ τὰς ἄλλας αἱρετῶν καὶ φευκτῶν καὶ πρακτῶν 14520 2.7.14.87 : καὶ οὐ πρακτῶν καὶ τῶν μᾶλλον καὶ ἧττον· τῶν δ´ ἄλλων 14521 2.7.14.88 : ἑκάστην ἀποτέμνεσθαι μόνα τὰ καθ´ ἑαυτήν. 14522 2.7.15.1 : [<20Περὶ ἀρετῆς.] 14523 2.7.15.2 : Ἀρετὴν>20 δ´ ὠνομάσθαι τὴν ἀρίστην διάθεσιν ἢ καθ´ 14524 2.7.15.3 : ἣν ἄριστα διάκειται τὸ ἔχον. Τοῦτο δ´ ἐκ τῆς ἐπαγω– 14525 2.7.15.4 : γῆς δῆλον· σκυτοτόμου γὰρ ἀρετὴν λέγεσθαι καθ´ ἣν ἀπο– 14526 2.7.15.5 : τελεῖν ἄριστον ὑπόδημα δύναται, καὶ οἰκοδόμου καθ´ ἣν 14527 2.7.15.6 : ἄριστα διάκειται πρὸς οἰκοδόμησιν οἰκίας καλῆς. Ὅτι μὲν 14528 2.7.15.7 : τὸ ἄριστα διατιθέναι ἐστὶν ἀρετῆς, ὁμολογούμενόν ἐστι. 14529 2.7.15.8 : Δύο δ´ ὥσπερ <20ἀρχὰς>20 τῶν ἀρετῶν ὑπάρχειν, τὸν <20λόγον>20 14530 2.7.15.9 : καὶ τὸ <20πάθος·>20 ταῦτα δὲ ὁτὲ μὲν ἀλλήλοις ὁμονοητικῶς 14531 2.7.15.10 : συμφωνεῖν, ὁτὲ δὲ στασιαστικῶς διαφωνεῖν· τὴν δ´ ἀντί– 14532 2.7.15.11 : ταξιν αὐτῶν γίνεσθαι δι´ ἡδονὰς καὶ λύπας. Τὴν μὲν 14533 2.7.15.12 : οὖν τοῦ λόγου νίκην ἀπὸ τοῦ κράτους παρωνύμως <20ἐγκρά– 14534 2.7.15.13 : τειαν>20 ἐπωνυμίαν ἔχειν, τὴν δὲ τοῦ ἀλόγου διὰ τὸ τῆς 14535 2.7.15.14 : ὁρμῆς ἀπειθὲς <20ἀκρασίαν·>20 τὴν δ´ ἀμφοῖν ἁρμονίαν καὶ 14536 2.7.15.15 : συμφωνίαν <20ἀρετήν,>20 τοῦ μὲν ἄγοντος ἐφ´ ὃ δεῖ, τοῦ δ´ 14537 2.7.15.16 : ἑπομένου πειθηνίως. 14538 2.7.16.1 : [<20Περὶ αἱρετῶν καὶ φευκτῶν.] 14539 2.7.16.2 : Αἱρετὸν>20 δὲ λέγεσθαι, τὸ ὁρμὴν ἐφ´ ἑαυτὸ κινοῦν, 14540 2.7.16.3 : φευκτὸν δὲ τὸ ἀφ´ ἑαυτοῦ, ὅταν ὁ λόγος σύμψηφος ἦ. 14541 2.7.16.4 : Καθάπερ γὰρ τὸ βουλητὸν κατὰ τὴν βούλησιν ἔχειν τὴν 14542 2.7.16.5 : ἐπωνυμίαν ταύτην, οὕτως καὶ τὸ αἱρετὸν κατὰ τὴν αἵρεσιν. 14543 2.7.16.6 : Τὸ δὲ αἱρετὸν καὶ <20ἀγαθὸν>20 ταὐτὸν ἐδόκει τοῖς ἀρχαίοις 14544 2.7.16.7 : εἶναι. Τὸ γοῦν ἀγαθὸν ὑπογράφοντες οὕτως ἀφωρίζοντο· 14545 2.7.16.8 : ‘ἀγαθόν ἐστιν οὗ πάντ´ ἐφίεται’. Τῶν δ´ <20ἀγαθῶν>20 ἔλεγον 14546 2.7.16.9 : τὰ μὲν <20δι´ ἡμᾶς αἱρετὰ>20 ὑπάρχειν, τὰ δὲ <20διὰ τοὺς 14547 2.7.16.10 : πλησίον·>20 τῶν δὲ <20δι´ ἡμᾶς>20 τὰ μὲν <20καλά,>20 τὰ δ´ <20ἀν– 14548 2.7.16.11 : αγκαῖα. Καλὰ>20 μὲν τάς τε ἀρετὰς καὶ τὰς ἐνεργείας τὰς 14549 2.7.16.12 : ἀπ´ αὐτῶν, φρόνησίν τε καὶ τὸ φρονεῖν καὶ δικαιοσύνην 14550 2.7.16.13 : καὶ τὸ δικαιοπραγεῖν καὶ κατὰ τὸ ἀνάλογον ἐπὶ τῶν ἄλλων· 14551 2.7.16.14 : <20ἀναγκαῖα>20 δὲ τό τε ζῆν καὶ τὰ πρὸς τοῦτο συντείνοντα 14552 2.7.16.15 : καὶ τὴν τῶν ποιητικῶν ἔχοντα χώραν, οἷον τό τε σῶμα 14553 2.7.16.16 : καὶ τὰ τούτου μέρη καὶ τὰς χρήσεις αὐτῶν, καὶ τῶν ἐκτὸς 14554 2.7.16.17 : λεγομένων εὐγένειαν, πλοῦτον, δόξαν, εἰρήνην, ἐλευθερίαν, 14555 2.7.16.18 : φιλίαν, τούτων γὰρ ἕκαστον συμβάλλεσθαί τι πρὸς τὴν 14556 2.7.16.19 : τῆς ἀρετῆς χρῆσιν. 14557 2.7.17.1 : [<20Ἐκ τίνων ἡ εὐδαιμονία.>20] 14558 2.7.17.2 : Τὴν δ´ <20εὐδαιμονίαν>20 ἐκ τῶν <20καλῶν>20 γίνεσθαι καὶ 14559 2.7.17.3 : <20προηγουμένων πράξεων·>20 διὸ καὶ <20δι´ ὅλων>20 εἶναι 14560 2.7.17.4 : <20καλήν,>20 καθάπερ καὶ τὴν ἐν τοῖς αὐλοῖς ἐνέργειαν δι´ 14561 2.7.17.5 : ὅλων ἔντεχνον. Οὐ γὰρ ἐκβιβάζειν τὴν παράληψιν τῶν 14562 2.7.17.6 : ὑλικῶν τῆς εἰλικρινείας τοῦ καλοῦ τὴν εὐδαιμονίαν, ὡς 14563 2.7.17.7 : οὐδὲ τὴν τῆς ἰατρικῆς ἔντεχνον δι´ ὅλων ἐνέργειαν τὴν 14564 2.7.17.8 : τῶν ὀργάνων χρῆσιν. Πᾶσαν μὲν γὰρ πρᾶξιν ἐνέργειαν 14565 2.7.17.9 : εἶναί τινα ψυχῆς. Ἐπεὶ δ´ ὁ πράττων συγχρῆταί τισι 14566 2.7.17.10 : πρὸς τὴν τελείωσιν τῆς προθέσεως, μέρη ταῦτα οὐ χρὴ 14567 2.7.17.11 : νομίζειν τῆς ἐνεργείας, καίτοι γε ἐπιζητούσης ἑκατέρας τῶν 14568 2.7.17.12 : εἰρημένων 〈τεχνῶν〉 ἑκάτερον, οὐ μὴν ὡς μέρος, ὡς δὲ ποι– 14569 2.7.17.13 : ητικὸν τῆς τέχνης. Τὰ γὰρ ὧν ἄνευ πράττειν ὁτιοῦν ἀδύ– 14570 2.7.17.14 : νατον, μέρη τῆς ἐνεργείας λέγειν οὐκ ὀρθόν. Τὸ μὲν γὰρ 14571 2.7.17.15 : μέρος ἐπινοεῖσθαι κατὰ τὸ συμπληρωτικὸν εἶναι τοῦ ὅλου, 14572 2.7.17.16 : τὰ δ´ ὧν οὐκ ἄνευ κατὰ τὸ ποιητικόν, τῷ φέρειν καὶ συν– 14573 2.7.17.17 : εργεῖν εἰς τὸ τέλος. 14574 2.7.18.1 : [<20Πόσα μέρη τοῦ ἀγαθοῦ· καὶ περὶ σκο– 14575 2.7.18.2 : ποῦ.>20] 14576 2.7.18.3 : Διαιρεῖσθαι δὲ τἀγαθὸν εἴς τε τὸ <20καλὸν>20 καὶ εἰς τὸ 14577 2.7.18.4 : <20συμφέρον>20 καὶ εἰς τὸ <20ἡδύ·>20 καὶ τῶν μὲν κατὰ μέρος 14578 2.7.18.5 : πράξεων τούτους εἶναι σκοπούς· τὸ δ´ ἐκ πάντων αὐτῶν 14579 2.7.18.6 : εὐδαιμονίαν. <20Εὐδαιμονίαν>20 δ´ εἶναι ‘χρῆσιν ἀρετῆς τε– 14580 2.7.18.7 : λείας ἐν βίῳ τελείῳ χορηγουμένην’ ἢ ‘ζωῆς τελείας ἐνέρ– 14581 2.7.18.8 : γειαν κατ´ ἀρετήν’ ἢ ‘χρῆσιν ἀρετῆς ἐν τοῖς κατὰ φύσιν 14582 2.7.18.9 : ἀνεμπόδιστον’. Τὸ δ´ αὐτὸ καὶ <20τέλος>20 ὑπάρχειν. Εἰ 14583 2.7.18.10 : δὲ τὸ μὲν εὐδαιμονεῖν <20τέλος,>20 ἡ δ´ εὐδαιμονία λέγεται 14584 2.7.18.11 : <20σκοπὸς>20 καὶ ὁ μὲν πλοῦτος <20ἀγαθόν,>20 τὸ δὲ πλουτεῖν 14585 2.7.18.12 : <20ὧν χρή,>20 τοῖς μὲν οὕτω διορίζουσι τῆς ἀκριβείας τῶν 14586 2.7.18.13 : ὀνομάτων χάριν· ἀκολουθητέον μέντοι τῇ τῶν ἀρχαίων 14587 2.7.18.14 : συνηθείᾳ καὶ λεκτέον <20τέλος>20 εἶναι ‘οὗ χάριν πάντα πράτ– 14588 2.7.18.15 : τομεν, αὐτὸ δὲ οὐδενός’, ἢ ‘τὸ ἔσχατον τῶν ὀρεκτῶν’, ἢ 14589 2.7.18.16 : ‘τὸ κατ´ ἀρετὴν ζῆν ἐν ἀγαθοῖς τοῖς περὶ σῶμα καὶ τοῖς 14590 2.7.18.17 : ἔξωθεν ἢ πᾶσιν ἢ τοῖς πλείστοις καὶ κυριωτάτοις’. Τοῦτο 14591 2.7.18.18 : δὲ μέγιστον ὂν τῶν ἀγαθῶν καὶ τελειότατον ἐκ τῶν ἄλλων 14592 2.7.18.19 : ἁπάντων ὑπηρετεῖσθαι. Τὰ μὲν γὰρ συμβαλλόμενα πρὸς 14593 2.7.18.20 : αὐτὸ τῶν <20ἀγαθῶν>20 ὁμολογουμένως χρὴ λέγειν, τὰ δ´ ἐναν– 14594 2.7.18.21 : τιούμενα 〈αὐτῷ τῶν <20κακῶν,>20 τὰ δὲ μήτε συμβαλλόμενα 14595 2.7.18.22 : μήτε ἐναντιούμενα〉 οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε 〈τῶν〉 κακῶν, 14596 2.7.18.23 : ἀλλὰ τῶν <20ἀδιαφόρων.>20 Οὐ πᾶσαν δὲ καλὴν πρᾶξιν 14597 2.7.18.24 : εὐδαιμονικὴν ὑπάρχειν. 14598 2.7.18.25 : <20‘Τελείας’>20 δ´ εἶπον ἀρετῆς χρῆσιν τὴν εὐδαιμονίαν, 14599 2.7.18.26 : ὅτι τῶν <20ἀρετῶν>20 τὰς μὲν ἔλεγον εἶναι <20τελείας,>20 τὰς δὲ 14600 2.7.18.27 : <20ἀτελεῖς·>20 τελείας μὲν τήν τε δικαιοσύνην καὶ τὴν καλο– 14601 2.7.18.28 : κἀγαθίαν· ἀτελεῖς δὲ τὴν εὐφυΐαν καὶ τὴν προκοπήν· 14602 2.7.18.29 : τῷ δὲ τελείῳ τὸ τέλειον ἁρμόττειν. Τέλος οὖν εἶναι τῆς 14603 2.7.18.30 : τοιαύτης ἀρετῆς ἐνέργειαν, ἧς οὐθὲν ἄπεστι μέρος. Καὶ 14604 2.7.18.31 : τὸ <20‘ἐν βίῳ>20 δὲ <20τελείῳ’>20 προσέθεσαν ἐνδείξασθαι βουλη– 14605 2.7.18.32 : θέντες, ὅτι περὶ τοὺς ἤδη προήκοντας ἄνδρας ἡ εὐδαιμονία 14606 2.7.18.33 : γίγνεται· τὸ γὰρ μειράκιον ἀτελὲς καὶ ὁ τούτου βίος, δι´ 14607 2.7.18.34 : ὃ οὐκ ἂν γενέσθαι περὶ τοῦτ´ εὐδαιμονίαν, οὐδ´ ὅλως ἐν 14608 2.7.18.35 : ἀτελεῖ χρόνῳ, ἀλλ´ ἐν τῷ τελείῳ. Τέλειον δ´ εἶναι τοῦ– 14609 2.7.18.36 : τον, ὅσον ὥρισεν ἡμῖν 〈τὸ〉 πλεῖστον ὁ θεός· ‘ὥρισε’ δὲ κατὰ 14610 2.7.18.37 : πλάτος, καθάπερ καὶ τὸ τοῦ σώματος μέγεθος. Ὡς οὖν 14611 2.7.18.38 : ἕνα στίχον μὴ ἂν συστήσειν ὑπόκρισιν μηδὲ μίαν χειρὸς 14612 2.7.18.39 : ἔκτασιν ὄρχησιν, μηδὲ μίαν χελιδόνα ποιήσειν ἔαρ, οὕτως 14613 2.7.18.40 : μηδὲ βραχὺν χρόνον εὐδαιμονίαν. Τελείαν γὰρ εἶναι δεῖν 14614 2.7.18.41 : τὴν εὐδαιμονίαν ἐκ τελείου συνεστῶσαν ἀνδρὸς καὶ χρόνου 14615 2.7.18.42 : καὶ δαίμονος. <20‘Χορηγουμένην’>20 δὲ τὴν τῆς ἀρετῆς ἐνέρ– 14616 2.7.18.43 : γειαν διὰ τὸ πάντως ἀναγκαῖον ἐν τοῖς κατὰ φύσιν ἀγα– 14617 2.7.18.44 : θοῖς ὑπάρχειν, ἐπεὶ καὶ ἐν κακοῖς ἀρετῇ χρήσαιτ´ ἂν κα– 14618 2.7.18.45 : λῶς ὁ σπουδαῖος, οὐ μήν γε μακάριος ἔσται καὶ ἐν αἰκίαις 14619 2.7.18.46 : ἀποδείξαιτ´ ἂν τὸ γενναῖον, οὐ μήν 〈γ´〉 εὐδαιμονήσει. 14620 2.7.18.47 : Αἴτιον δ´ ὅτι ἡ μὲν ἀρετὴ καλῶν μόνον ἐστὶν ἀπεργα– 14621 2.7.18.48 : στικὴ καθ´ ἑαυτήν, ἡ δ´ εὐδαιμονία καὶ καλῶν κἀγαθῶν. 14622 2.7.18.49 : Οὐ γὰρ ἐγκαρτερεῖν βούλεται τοῖς δεινοῖς, ἀλλὰ τῶν ἀγα– 14623 2.7.18.50 : θῶν ἀπολαύειν πρὸς τῷ καὶ σῴζειν τὸ ἐν κοινωνίᾳ δί– 14624 2.7.18.51 : καιον καὶ μήτε ἀποστερεῖν ἑαυτὴν τῶν ἐν τῇ θεωρίᾳ κα– 14625 2.7.18.52 : λῶν μήτε τῶν κατὰ τὸν βίον ἀναγκαίων. 14626 2.7.18.53 : Ἥδιστον γάρ τι καὶ κάλλιστον εἶναι τὴν εὐδαιμονίαν, 14627 2.7.18.54 : οὔτε δ´ ἐπιτείνεσθαι καθάπερ τέχνην ὀργάνων πλήθει καὶ 14628 2.7.18.55 : παρασκευῇ· οὔτε τὴν αὐτὴν εἶναι θεοῦ καὶ ἀνθρώπου, 14629 2.7.18.56 : οὐδὲ γὰρ τὴν ἀρετὴν ἀναπόβλητον ἔτι τῶν σπουδαίων 14630 2.7.18.57 : τὸ παράπαν, δύνασθαι γὰρ ὑπὸ πλήθους καὶ μεγέθους 14631 2.7.18.58 : ἀφαιρεθῆναι κακῶν. Ὅθεν ἐνδοιάσειεν ἄν τις, μήποτ´ 14632 2.7.18.59 : οὐδὲ κυρίως εὐδαιμονιστέον τὸν ἔτι ζῶντα, διὰ τὸ τῆς 14633 2.7.18.60 : τύχης ἄδηλον. Τὸ γὰρ τοῦ Σόλωνος εὖ ἔχειν· τέλος ὅρα 14634 2.7.18.61 : μακροῦ βίου. Μαρτυρεῖν δὲ τούτῳ καὶ τὸν βίον, εὐδαιμο– 14635 2.7.18.62 : νίζοντα τοὺς ἀνθρώπους ἡνίκ´ ἂν θνήσκωσι. Τὸν 〈δ´〉 14636 2.7.18.63 : ἀφαιρεθέντα τὴν εὐδαιμονίαν οὐκ εἶναι κακοδαίμονα, κα– 14637 2.7.18.64 : θάπερ τὸν μηδ´ ὅλως ἔχοντα ταύτην, ἀλλ´ ἔσθ´ ὅτε 14638 2.7.18.65 : μέσον. Βιοῦν γάρ ποτε καὶ σοφὸν καὶ μὴ σοφὸν τὸν 14639 2.7.18.66 : <20μέσον>20 λεγόμενον βίον, τὸν μήτε εὐδαίμονα μήτε κακο– 14640 2.7.18.67 : δαίμονα. Περὶ δὲ <20τοὺς κοιμωμένους>20 οὐκ εἶναι τὴν 14641 2.7.18.68 : εὐδαιμονίαν ἢ οὐκ ἐντελεχείᾳ γε. Τὴν γὰρ ἐνέργειαν τῆς 14642 2.7.18.69 : ψυχῆς περὶ τὴν ἐγρήγορσιν εἶναι, ταύτῃ δὲ προστίθε– 14643 2.7.18.70 : σθαι τὸ ‘κατὰ φύσιν’, διὰ τὸ μὴ πᾶσαν τὴν ἐγρήγορσιν 14644 2.7.18.71 : τῶν σπουδαίων τελείας εἶναι χρῆσιν ἀρετῆς, ἀλλὰ τὴν 14645 2.7.18.72 : κατὰ φύσιν. Ταύτην δ´ εἶναι τὴν τοῦ μὴ μαινομένου 14646 2.7.18.73 : μηδ´ ἐξεστηκότος, ἐπεὶ τήν τε μανίαν καὶ τὴν ἔκστασιν 14647 2.7.18.74 : ὡς τὸν ὕπνον ἐξιστάνειν αὐτὸν ταύτης τῆς χρήσεως, τάχα 14648 2.7.18.75 : δὲ καὶ τῆς τοῦ λόγου καὶ ποιεῖν θηρίον. Οἷς γὰρ λογικόν 14649 2.7.18.76 : ἐστι τὸ ζῆν, τούτοις καὶ τὸ εὐδαιμονεῖν ὑπάρχειν· οὐκ 14650 2.7.18.77 : αἰεὶ δὲ οὐδὲ τούτοις, ἀλλ´ ὁπότε χορηγούμενον ἔχοιεν τὸ 14651 2.7.18.78 : ζῆν. Ὡς δὲ τὴν εὐδαιμονίαν λέγεσθαι χρῆσιν ἀρετῆς, 14652 2.7.18.79 : οὕτως καὶ τὴν <20κακοδαιμονίαν>20 χρῆσιν κακίας· οὐ μὴν ὡς 14653 2.7.18.80 : τὴν κακίαν αὐτάρκη πρὸς κακοδαιμονίαν, οὕτως καὶ τὴν 14654 2.7.18.81 : ἀρετήν, πρὸς εὐδαιμονίαν. Ὡς δὲ τὸν σπουδαῖον τἀγαθὰ 14655 2.7.18.82 : ἔχειν καὶ αὐτῷ συμφέρειν καὶ τοῖς ἄλλοις. Φευκτὸν δὲ 14656 2.7.18.83 : τὸν βίον γίνεσθαι τοῖς μὲν ἀγαθοῖς ἐν ταῖς ἄγαν ἀτυ– 14657 2.7.18.84 : χίαις, τοῖς δὲ κακοῖς καὶ ἐν ταῖς ἄγαν εὐτυχίαις. Πλεῖον 14658 2.7.18.85 : γὰρ ἁμαρτάνειν· δι´ ὃ καὶ μηδὲ κυρίως εὐτυχεῖς εἶναι [καὶ] 14659 2.7.18.86 : τοὺς φαύλους. 14660 2.7.19.1 : [<20Ποσαχῶς λέγεται τὸ ἀγαθόν.>20] 14661 2.7.19.2 : Ἐπεὶ δ´ ἡμῖν εὐδαιμονία τὸ μέγιστον ἀγαθόν, διαι– 14662 2.7.19.3 : ρετέον ποσαχῶς λέγεται <20τὸ ἀγαθόν. Τριχῶς>20 δή φασι 14663 2.7.19.4 : λέγεσθαι τό τε γὰρ πᾶσι τοῖς οὖσι σωτηρίας αἴτιον καὶ τὸ 14664 2.7.19.5 : κατηγορούμενον παντὸς ἀγαθοῦ καὶ τὸ δι´ αὕθ´ αἱρετόν· ὧν 14665 2.7.19.6 : τὸ μὲν θεῖον εἶναι τὸ πρῶτον, τὸ δὲ γένος τῶν ἀγαθῶν 〈τὸ 14666 2.7.19.7 : δεύτερον〉, τὸ δὲ 〈τρίτον τὸ〉 τέλος, ἐφ´ ὃ πάντα ἀναφέρο– 14667 2.7.19.8 : μεν, ὅπερ ἐστὶν εὐδαιμονία. Καὶ τὸ <20δι´ αὕθ´ αἱρετὸν>20 14668 2.7.19.9 : δὲ <20τριχῶς>20 λέγεσθαι· ἢ οὗ χάριν τινὰ πράττομεν ὡς ἐσχά– 14669 2.7.19.10 : του· ἢ οὗ χάριν πάντα· ἢ τρίτον ὃ μέρος γίγνεται τούτων. 14670 2.7.19.11 : Τῶν δὲ δι´ αὕθ´ αἱρετῶν τὰ μὲν εἶναι <20τελικά,>20 τὰ δὲ 14671 2.7.19.12 : <20ποιητικά.>20 Τελικὰ μὲν τὰς κατ´ ἀρετὴν προηγουμένας 14672 2.7.19.13 : πράξεις· ποιητικὰ δὲ τὰ ὑλικὰ τῶν ἀρετῶν. 14673 2.7.19.14 : Τῶν δ´ <20ἀγαθῶν>20 τὰ μὲν εἶναι <20τίμια,>20 τὰ δὲ <20ἐπαι– 14674 2.7.19.15 : νετά,>20 τὰ δὲ <20δυνάμεις,>20 τὰ δὲ <20ὠφέλιμα.>20 Τίμια μὲν 14675 2.7.19.16 : οἷον θεόν, ἄρχοντα, πατέρα· ἐπαινετὰ δὲ οἷον δικαιοσύνην, 14676 2.7.19.17 : φρόνησιν· δυνάμεις δὲ οἷον πλοῦτον, ἀρχήν, ἐξουσίαν· 14677 2.7.19.18 : ὠφέλιμα δὲ τὰ ποιητικὰ τούτων καὶ φυλακτικά, οἷον ὑγιείας 14678 2.7.19.19 : καὶ εὐεξίας. 14679 2.7.19.20 : Ἔτι τῶν [αἱρετῶν καὶ] ἀγαθῶν τὰ μὲν <20καθ´ ἑαυτὰ>20 14680 2.7.19.21 : εἶναι αἱρετά, τὰ δὲ <20δι´ ἕτερα.>20 Τὰ μὲν γὰρ τίμια καὶ 14681 2.7.19.22 : ἐπαινετὰ καὶ τὰς δυνάμεις καθ´ αὑτά· (καὶ γὰρ τὰς δυνά– 14682 2.7.19.23 : μεις ὑπάρχειν τῶν καθ´ αὑτὰ ἀγαθῶν, οἷον πλοῦτον καὶ 14683 2.7.19.24 : ἀρχάς, οἷς 〈εὖ〉 ἂν χρήσαιτο καὶ ἃν ζητήσειεν ὁ ἀγαθὸς 14684 2.7.19.25 : ἀνήρ· καὶ οἷς δύναται εὖ χρῆσθαι ἀγαθὸς [καὶ] καθ´ 14685 2.7.19.26 : αὑτὰ ἀγαθὰ πεφυκέναι, ὥσπερ ὑγιεινά, ἃ καὶ ζητήσειεν 14686 2.7.19.27 : ἂν ὁ ἰατρὸς καὶ δύναιτο χρῆσθαι·) τὰ δὲ ὠφέλιμα δι´ 14687 2.7.19.28 : ἕτερα· τῷ γὰρ ποιεῖν ἕτερα καὶ σῴζειν τῶν αἱρετῶν 14688 2.7.19.29 : ὑπάρχειν. 14689 2.7.19.30 : Ἄλλη διαίρεσις· τῶν καθ´ αὑτὰ ἀγαθῶν τὰ μὲν εἶναι 14690 2.7.19.31 : <20τέλη,>20 τὰ δὲ <20οὐ τέλη·>20 οἷον δικαιοσύνην μὲν καὶ ἀρετὴν 14691 2.7.19.32 : καὶ ὑγίειαν τέλη καὶ ἁπλῶς ὅσα ἐκ τῶν καθ´ ἕκαστα 14692 2.7.19.33 : γενομένων κεκεφαλαιωμένα ὑπάρχειν, ὥσπερ τὴν ὑγίειαν, 14693 2.7.19.34 : οὐ μὴν τό γε ὑγιεινὸν οὐδὲ τὴν θεραπείαν τοῦ κάμνοντος. 14694 2.7.19.35 : Εὐφυΐαν δὲ καὶ ἀναμνήσεις καὶ μαθήσεις οὐ τέλη. 14695 2.7.19.36 : Ἄλλη διαίρεσις· τῶν τελῶν τὰ μὲν <20παντὶ ἀγαθὰ>20 14696 2.7.19.37 : εἶναι, τὰ δ´ <20οὐ παντί.>20 Τὴν μὲν ἀρετὴν καὶ φρόνησιν 14697 2.7.19.38 : παντὶ ἀγαθά, ὅτῳ γὰρ ἂν παραγένηται ὠφελεῖν· πλοῦτον 14698 2.7.19.39 : δὲ καὶ ἀρχὰς καὶ δυνάμεις οὐ παντὶ ὁπωσοῦν ἀγαθά, καθ´ 14699 2.7.19.40 : ὅσον ἀφώρισται τὸ εἶναι ἀγαθὰ τῇ τοῦ ἀγαθοῦ ἀνδρὸς 14700 2.7.19.41 : χρήσει. Φαίνεσθαι δὲ ταῦτα καὶ ζητεῖν καὶ χρωμένους 14701 2.7.19.42 : ὠφελεῖν. Οἷς δὲ τὸν ἀγαθὸν εὖ χρῆσθαι, τούτοις τὸν 14702 2.7.19.43 : κακὸν κακῶς· ὥσπερ οἷς ἂν εὖ τὸν μουσικόν, τούτοις τὸν 14703 2.7.19.44 : ἄμουσον κακῶς. Ἅμα δὲ κακῶς χρώμενον βλάπτεσθαι, 14704 2.7.19.45 : καθάπερ ἵππον ἀγαθὸν ὄντα τὸν μὲν ἱππικὸν ὠφελεῖν, 14705 2.7.19.46 : βλάπτειν δὲ τὸν ἄφιππον οὐ μετρίως. 14706 2.7.19.47 : Ἔτι τῶν ἀγαθῶν τὰ μὲν εἶναι <20περὶ>20 ψυχήν, τὰ δὲ 14707 2.7.19.48 : <20περὶ σῶμα,>20 τὰ δ´ <20ἐκτός.>20 Περὶ ψυχὴν μέν, οἷον 14708 2.7.19.49 : εὐφυΐαν τε καὶ τέχνην καὶ ἀρετὴν καὶ σοφίαν καὶ φρόνησιν 14709 2.7.19.50 : καὶ ἡδονήν· περὶ σῶμα δὲ ὑγίειαν καὶ εὐαισθησίαν καὶ 14710 2.7.19.51 : κάλλος καὶ ἰσχὺν καὶ ἀρτιότητα καὶ πάντα τὰ μόρια σὺν 14711 2.7.19.52 : ταῖς δυνάμεσι καὶ ἐνεργείαις· ἐκτὸς δὲ πλοῦτον καὶ δόξαν 14712 2.7.19.53 : καὶ εὐγένειαν καὶ δυναστείαν καὶ φίλους καὶ συγγενεῖς καὶ 14713 2.7.19.54 : πατρίδα. Τῶν δὲ περὶ <20ψυχὴν>20 ἀγαθῶν τὰ μὲν αἰεὶ <20φύσει 14714 2.7.19.55 : παρεῖναι,>20 καθάπερ [γὰρ] ὀξύτητα καὶ μνήμην, τό τε ὅλον 14715 2.7.19.56 : εὐφυΐαν· τὰ δ´ <20ἐξ ἐπιμελείας παραγίνεσθαι,>20 ὡς τάς 14716 2.7.19.57 : τε προπαιδεύσεις καὶ διαίτας ἐλευθερίους· τὰ δ´ <20ἐκ τε– 14717 2.7.19.58 : λειότητος ὑπάρχειν,>20 οἷον φρόνησιν, δικαιοσύνην, τε– 14718 2.7.19.59 : λευταῖον δὲ σοφίαν. 14719 2.7.19.60 : Ἔτι δὲ τῶν ἀγαθῶν τὰ μὲν εἶναι καὶ <20κτήσασθαι>20 14720 2.7.19.61 : καὶ <20ἀποβαλεῖν,>20 ὡς πλοῦτον· τὰ δὲ <20κτήσασθαι>20 μὲν 14721 2.7.19.62 : <20ἀποβαλεῖν δ´ οὔ,>20 ὡς εὐψυχίαν, ἀθαυμαστίαν· τὰ δὲ 14722 2.7.19.63 : <20ἀποβαλεῖν>20 μὲν <20κτήσασθαι δ´ οὔ,>20 ὡς αἴσθησιν καὶ 14723 2.7.19.64 : τὸ ζῆν· τὰ δ´ <20οὔτε κτήσασθαι οὔτ´ ἀποβαλεῖν,>20 ὡς 14724 2.7.19.65 : εὐγένειαν. 14725 2.7.19.66 : Ἔτι τῶν ἀγαθῶν τὰ μὲν εἶναι <20δι´ αὕθ´ αἱρετὰ>20 14726 2.7.19.67 : μόνον, ὡς ἡδονὴν καὶ ἀοχλησίαν· τὰ δὲ <20ποιητικὰ>20 μόνον, 14727 2.7.19.68 : ὡς πλοῦτον· τὰ δὲ 〈καὶ〉 <20ποιητικὰ καὶ δι´ αὕθ´ αἱρε– 14728 2.7.19.69 : τά,>20 ὡς ἀρετήν, φίλους, ὑγίειαν. 14729 2.7.19.70 : Καὶ ἄλλως δὲ πολλαχῶς διαιρεῖσθαι τἀγαθά, διὰ τὸ 14730 2.7.19.71 : μὴ ἓν εἶναι γένος αὐτῶν, ἀλλὰ κατὰ τὰς δέκα λέγεσθαι 14731 2.7.19.72 : κατηγορίας· ἐν ὁμωνυμίᾳ γὰρ ἐκφέρεσθαι τἀγαθόν, τά τε 14732 2.7.19.73 : τοιαῦτα πάντα ὄνομα κοινὸν ἔχειν μόνον, τὸν δὲ κατὰ 14733 2.7.19.74 : τοὔνομα λόγον ἕτερον. 14734 2.7.20.1 : [<20Περὶ τῆς ἠθικῆς ἀρετῆς, ὅτι μεσότητες.>20] 14735 2.7.20.2 : Τούτων δὲ δὴ διωρισμένων, ἐπελθεῖν ἀκριβέστερον 14736 2.7.20.3 : ἀναγκαῖον τὰ περὶ τῆς <20ἠθικῆς ἀρετῆς>20 λεγόμενα. Ταύ– 14737 2.7.20.4 : την γὰρ ὑπολαμβάνουσι περὶ τὸ ἄλογον μέρος γίνεσθαι 14738 2.7.20.5 : τῆς ψυχῆς, ἐπειδὴ διμερῆ πρὸς τὴν παροῦσαν θεωρίαν 14739 2.7.20.6 : ὑπέθεντο τὴν ψυχήν, τὸ μὲν λόγον ἔχουσαν, τὸ δ´ ἄλογον. 14740 2.7.20.7 : Καὶ περὶ μὲν τὸ <20λογικὸν>20 τὴν καλοκἀγαθίαν γίνεσθαι 14741 2.7.20.8 : καὶ τὴν φρόνησιν καὶ τὴν ἀγχίνοιαν καὶ σοφίαν καὶ εὐμά– 14742 2.7.20.9 : θειαν καὶ μνήμην καὶ τὰς ὁμοίας· περὶ δὲ τὸ <20ἄλογον>20 14743 2.7.20.10 : σωφροσύνην καὶ δικαιοσύνην καὶ ἀνδρείαν καὶ τὰς ἄλλας 14744 2.7.20.11 : τὰς <20ἠθικὰς>20 καλουμένας <20ἀρετάς.>20 14745 2.7.20.12 : Ταύτας δή φασιν ὑπ´ <20ἐνδείας>20 καὶ <20ὑπερβολῆς>20 14746 2.7.20.13 : φθείρεσθαι. Πρὸς δὲ τὴν ἔνδειξιν τούτου τοῖς ἐκ τῶν 14747 2.7.20.14 : αἰσθήσεων μαρτυρίοις χρῶνται, βουλόμενοι 〈ὑπὲρ〉 τῶν 14748 2.7.20.15 : ἀφανῶν τὴν ἐκ τῶν φανερῶν παρέχεσθαι πίστιν. Αὐτίκα 14749 2.7.20.16 : γὰρ ὑπὸ τῶν γυμνασίων πλειόνων τε γινομένων καὶ ἐλατ– 14750 2.7.20.17 : τόνων φθείρεσθαι τὴν ἰσχύν· καὶ ἐπὶ τῶν ποτῶν καὶ σι– 14751 2.7.20.18 : τίων ὡσαύτως· πλειόνων γὰρ προσφερομένων ἢ ἐλαττόνων 14752 2.7.20.19 : φθείρεσθαι τὴν ὑγίειαν, συμμέτρων δὲ τῶν εἰρημένων ὄν– 14753 2.7.20.20 : των σῴζεσθαι τήν τε ἰσχὺν καὶ τὴν ὑγίειαν· παραπλησίως 14754 2.7.20.21 : οὖν ἔχειν καὶ ἐπὶ τῆς σωφροσύνης καὶ ἀνδρείας καὶ τῶν 14755 2.7.20.22 : ἄλλων ἀρετῶν. Τὸν μὲν γὰρ τοιοῦτον ὄντα τὴν φύσιν, 14756 2.7.20.23 : ὥστε μηδὲ τὸν κεραυνὸν φοβεῖσθαι, μαινόμενον, ἀλλ´ οὐκ 14757 2.7.20.24 : ἀνδρεῖον εἶναι· τὸν δ´ ἔμπαλιν πάντα φοβούμενον, ὥστε 14758 2.7.20.25 : καὶ τὴν σκιάν, ἀγεννῆ καὶ δειλόν· ἀνδρεῖον δ´ ὁμολογου– 14759 2.7.20.26 : μένως τὸν μήτε πάντα μήτε μηδὲν φοβούμενον. 14760 2.7.20.27 : Ταῦτ´ ἄρα καὶ αὔξειν καὶ φθείρειν τὴν ἀρετήν, ὥστε 14761 2.7.20.28 : τοὺς μὲν μετρίους φόβους αὔξειν τὴν ἀνδρείαν, τοὺς δὲ 14762 2.7.20.29 : μείζονας ἢ ἐλάττονας φθείρειν. Ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ τῶν 14763 2.7.20.30 : ἄλλων ἀρετῶν τὰς μὲν οὔσας κατὰ ταύτας ὑπερβολὰς 14764 2.7.20.31 : καὶ ἐλλείψεις φθείρειν αὐτάς, τὰς δὲ <20μετριότητας>20 14765 2.7.20.32 : αὔξειν. 14766 2.7.20.33 : Οὐ μόνον δὲ τούτοις ἀφορίζεσθαι τὴν ἀρετήν, ἀλλὰ 14767 2.7.20.34 : καὶ <20ἡδονῇ καὶ λύπῃ.>20 Διὰ γὰρ τὴν ἡδονὴν τὰ φαῦλα 14768 2.7.20.35 : πράττειν ἡμᾶς, διὰ δὲ τὴν λύπην ἀπέχεσθαι τῶν καλῶν· 14769 2.7.20.36 : οὐκ εἶναι δὲ λαβεῖν οὔτ´ ἀρετὴν οὔτε κακίαν ἄνευ λύπης 14770 2.7.20.37 : καὶ ἡδονῆς. Τὴν οὖν ἀρετὴν περὶ ἡδονὰς καὶ λύπας 14771 2.7.20.38 : ὑπάρχειν. 14772 2.7.20.39 : Πρὸς δὲ τὸ σαφῶς δηλῶσαι τὰ περὶ τούτων ἀναγ– 14773 2.7.20.40 : καῖον ἡγοῦντο τὰ περὶ ψυχὴν γινόμενα προσλαβεῖν τῷ 14774 2.7.20.41 : λόγῳ. ταῦτα δή φασιν ὑπάρχειν ἐν ταῖς ψυχαῖς τῶν ἀν– 14775 2.7.20.42 : θρώπων· <20πάθη, δυνάμεις, ἕξεις. Πάθη>20 δ´ εἶναι 14776 2.7.20.43 : ὀργήν, φόβον, μῖσος, πόθον, ζῆλον, ἔλεον, τὰ παραπλήσια 14777 2.7.20.44 : τούτοις, οἷς καὶ παρακολουθεῖν ἡδονὴν καὶ λύπην· <20δυνά– 14778 2.7.20.45 : μεις>20 〈δε〉, καθ´ ἃς παθητικοὶ τούτων εἶναι λεγόμεθα, 14779 2.7.20.46 : οἷον καθ´ ἃς ὀργιζόμεθα, φοβούμεθα, ζηλοῦμεν, τῶν τοι– 14780 2.7.20.47 : ούτων ὁτιοῦν πεπόνθαμεν· <20ἕξεις>20 δέ, καθ´ ἃς πρὸς ταῦτά 14781 2.7.20.48 : πως ἔχομεν καὶ ἀφ´ ὧν ἡ τούτων ἐνέργεια εὖ ἢ κακῶς 14782 2.7.20.49 : ἀποτελεῖται. Δι´ ὃ εἰ μὲν οὕτως τις ὀργίζοιτο ῥᾳδίως, 14783 2.7.20.50 : ὥστε ἐπὶ παντὶ καὶ πάντως, τὴν ἕξιν ἂν ἔχων φανείη τὴν 14784 2.7.20.51 : τῆς ὀργιλότητος· εἰ δὲ οὕτως, ὥστε μηθὲν μηδὲ ἐφ´ ὁτῳ– 14785 2.7.20.52 : οῦν, τὴν τῆς ῥᾳθυμίας· ἀμφοτέρας δ´ εἶναι ψεκτάς, ἐπαι– 14786 2.7.20.53 : νουμένην δὲ ἕξιν ὑπάρχειν τὴν πραότητα, καθ´ ἣν ὅτε δεῖ 14787 2.7.20.54 : καὶ ὡς δεῖ καὶ ᾧ δεῖ ὀργιζόμεθα. Διόπερ ἕξεις εἶναι τὰς 14788 2.7.20.55 : ἀρετάς, ἀφ´ ὧν τὰς ἐν τοῖς πάθεσιν ἐνεργείας ἐπαινεῖ– 14789 2.7.20.56 : σθαι συμβέβηκεν. 14790 2.7.20.57 : Ἐπεὶ οὖν ἡ ἀρετὴ τῶν πρακτῶν, πᾶσαν δὲ πρᾶξιν 14791 2.7.20.58 : ἐν συνεχείᾳ θεωρεῖσθαι συμβέβηκε, παντὸς δὲ συνεχοῦς 14792 2.7.20.59 : ὥσπερ ἐν τοῖς μεγέθεσιν εἶναί τινα ὑπερβολὴν καὶ ἔλλει– 14793 2.7.20.60 : ψιν καὶ μεσότητα καὶ ταῦτα ἢ πρὸς ἄλληλα ὑπάρχειν ἢ 14794 2.7.20.61 : πρὸς ἡμᾶς, ἐν πᾶσι δὴ τὸ <20μέσον>20 τὸ πρὸς ἡμᾶς βέλτι– 14795 2.7.20.62 : στον, τοῦτο γάρ ἐστιν ὡς ἡ ἐπιστήμη κελεύει καὶ ὁ λόγος· 14796 2.7.20.63 : (τὸ γὰρ μέσον οὐ τὸν τοῦ ποσοῦ τόπον ὁρίζειν, ἀλλὰ τὸν 14797 2.7.20.64 : 〈τοῦ〉 ποιοῦ, δι´ ὃ καὶ τέλειον εἶναι τῷ οὕτω καὶ ἄκρως 14798 2.7.20.65 : ἔχειν· τὰ δ´ ἐναντία πως καὶ ἀλλήλοις ἀντικεῖσθαι καὶ τῷ 14799 2.7.20.66 : μέσῳ· ἐναντία δ´ εἶναι τήν τ´ ἔλλειψιν καὶ τὴν ὑπερ– 14800 2.7.20.67 : βολήν, τὸ δὲ μέσον πρὸς ἑκάτερον ἔχειν, ὅπερ τὸ ἶσον 14801 2.7.20.68 : πρὸς τὸ ἄνισον πέπονθε, τοῦ μὲν ἐλάττονος πλεῖον ὄν, 14802 2.7.20.69 : τοῦ δὲ πλείονος ἔλαττον.) 14803 2.7.20.70 : Τὸ οὖν <20πρὸς ἡμᾶς μέσον ἄριστον,>20 οἷον, φησὶν 14804 2.7.20.71 : ὁ Θεόφραστος, ἐν ταῖς ἐντυχίαις ὁδὶ μὲν πολλὰ διελθὼν 14805 2.7.20.72 : καὶ μακρῶς ἀδολεσχήσας, ὁδὶ δ´ ὀλίγα καὶ οὐδὲ τἀναγκαῖα, 14806 2.7.20.73 : οὗτος δὲ αὐτὰ ἃ ἔδει μόνα τὸν καιρὸν ἔλαβεν. Αὕτη 〈ἡ〉 14807 2.7.20.74 : μεσότης πρὸς ἡμᾶς 〈ἀρίστη〉, αὕτη γὰρ ὑφ´ ἡμῶν ὥρισται 14808 2.7.20.75 : τῷ λόγῳ. Διὸ ἔστιν ἡ ἀρετὴ ‘ἕξις προαιρετική, ἐν μεσό– 14809 2.7.20.76 : τητι οὖσα τῇ πρὸς ἡμᾶς, ὡρισμένῃ λόγῳ καὶ ὡς ἂν ὁ 14810 2.7.20.77 : φρόνιμος ὁρίσειεν’ (Arist. Eth. Ni. II 6 p. 1106b 36–p. 1107a 2)· 14811 2.7.20.78 : εἶτα παραθέμενος τινὰς συζυγίας, ἀκολούθως τῷ ὑφηγητῇ 14812 2.7.20.79 : (Arist. l. s. 7 p. 1107a 28 sqq.) σκοπῶν ἔπειτα καθ´ ἕκαστα 14813 2.7.20.80 : ἐπάγειν ἐπειράθη τὸν τρόπον τοῦτον· ἐλήφθησαν δὲ παρα– 14814 2.7.20.81 : δειγμάτων χάριν αἵδε· <20σωφροσύνη,>20 ἀκολασία, ἀναισθη– 14815 2.7.20.82 : σία· <20πραότης,>20 ὀργιλότης, ἀναλγησία· <20ἀνδρεία,>20 θρασύ– 14816 2.7.20.83 : της, δειλία· <20δικαιοσύνη ***** ἐλευθεριότης,>20 14817 2.7.20.84 : ἀσωτία, ἀνελευθερία· <20μεγαλοψυχία,>20 μικροψυχία, χαυ– 14818 2.7.20.85 : νότης· <20μεγαλοπρέπεια,>20 μικροπρέπεια, σαλακωνία. 14819 2.7.20.86 : Τούτων δὴ τῶν ἕξεων αἱ μὲν τῷ ὑπερβάλλειν ἢ ἐλλείπειν 14820 2.7.20.87 : περὶ πάθη φαῦλαί εἰσιν, αἱ δὲ σπουδαῖαι, τῷ μεσότητες 14821 2.7.20.88 : εἶναι δηλονότι. <20Σώφρονά>20 τε γὰρ εἶναι οὔτε τὸν καθά– 14822 2.7.20.89 : παξ ἀνεπιθύμητον οὔτε τὸν ἐπιθυμητικόν· (τὸν μὲν γὰρ 14823 2.7.20.90 : λίθου δίκην μηδὲ τῶν κατὰ φύσιν ὀρέγεσθαι, τὸν δὲ τῷ 14824 2.7.20.91 : ὑπερβάλλειν ταῖς ἐπιθυμίαις ἀκόλαστον εἶναι)· τὸν δὲ 14825 2.7.20.92 : μέσον τούτων, ὧν δεῖ καὶ ὁπότε καὶ ὁπόσον ἐπιθυμοῦντα 14826 2.7.20.93 : καὶ τῷ λόγῳ κατὰ τὸ προσῆκον ὁρίζοντα καθάπερ κανόνι 14827 2.7.20.94 : σώφρονα λέγεσθαί τε καὶ κατὰ φύσιν εἶναι. <20πρᾶόν>20 τε 14828 2.7.20.95 : 〈οὔτε τὸν ἀνάλγητον καὶ μηδενὶ μηδέποτε ὀργιζόμενον〉 14829 2.7.20.96 : οὔτε τὸν ἐπὶ παντὶ ὀργιζόμενον, κἂν μικρότατον ᾖ, ἀλλὰ 14830 2.7.20.97 : τὸν τὴν μέσην ἔχοντα ἕξιν. <20ἀνδρεῖόν>20 τε οὔτε τὸν μηδὲν 14831 2.7.20.98 : φοβούμενον, κἂν ᾖ θεὸς ὁ ἐπιών, οὔτε τὸν πάντα καὶ τὸ 14832 2.7.20.99 : δὴ λεγόμενον τὴν σκιάν ..., <20δίκαιόν>20 τε οὔτε τὸν τὸ πλεῖον 14833 2.7.20.100 : ἑαυτῷ νέμοντα οὔτε τὸν τὸ ἔλαττον, ἀλλὰ τὸν τὸ ἶσον· 14834 2.7.20.101 : τὸ δ´ ἶσον τὸ κατὰ τὸ ἀνάλογον, οὐ κατ´ ἀριθμόν· 〈<20ἐλευ– 14835 2.7.20.102 : θέριόν>20〉 τε οὔτε τὸν προετικὸν ὅπως ἔτυχεν οὔτε τὸν 14836 2.7.20.103 : ἀπρόετον .., <20μεγαλόψυχόν>20 τε οὔτε τὸν μεγάλων 14837 2.7.20.104 : πάντων ἀξιοῦντα ἑαυτὸν οὔτε τὸν μηθενὸς ὅλως, ἀλλὰ 14838 2.7.20.105 : τὸν τὸ δέον ἐφ´ ἑκάστου λαμβάνοντα καὶ εἰς τὸ κατ´ 14839 2.7.20.106 : ἀξίαν. <20μεγαλοπρεπῆ>20 τε οὔτε τὸν πάντοτε καὶ ἔνθα 14840 2.7.20.107 : μὴ δεῖ λαμπρὸν οὔτε τὸν μηδαμοῦ, ἀλλὰ τὸν κατὰ καιρὸν 14841 2.7.20.108 : ἁρμόττοντα εἰς ἕκαστον. 14842 2.7.20.109 : Τοιοῦτο μὲν τὸ τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν εἶδος παθητικὸν 14843 2.7.20.110 : καὶ κατὰ μεσότητα θεωρούμενον, ὃ δὴ καὶ τὴν <20ἀντακο– 14844 2.7.20.111 : λουθίαν>20 ἔχει 〈τῇ <20φρονήσει>20〉, πλὴν οὐχ ὁμοίως ἀλλ´ ἡ 14845 2.7.20.112 : μὲν φρόνησις ταῖς ἠθικαῖς κατὰ τὸ ἴδιον, αὗται δ´ ἐκείνῃ 14846 2.7.20.113 : κατὰ συμβεβηκός. ὁ μὲν γὰρ δίκαιός ἐστι καὶ φρόνιμος, 14847 2.7.20.114 : ὁ γὰρ τοιόσδε αὐτὸν λόγος εἰδοποιεῖ· οὐ μὴν ὁ φρόνιμος 14848 2.7.20.115 : καὶ δίκαιος κατὰ τὸ ἴδιον, ἀλλ´ ὅτι τῶν καλῶν κἀγαθῶν 14849 2.7.20.116 : κοινῶς πρακτικός, φαύλου δ´ οὐδενός. 14850 2.7.21.1 : [<20Περὶ παθῶν ψυχῆς>20]. 14851 2.7.21.2 : Τῶν δὲ <20παθῶν>20 καὶ ὁρμῶν τὰ μὲν εἶναι <20ἀστεῖα,>20 14852 2.7.21.3 : τὰ δὲ <20φαῦλα,>20 τὰ δὲ <20μέσα.>20 Ἀστεῖα μὲν φιλίαν, χάριν, 14853 2.7.21.4 : νέμεσιν, αἰδῶ, θάρσος, ἔλεον· φαῦλα δὲ φθόνον, ἐπιχαι– 14854 2.7.21.5 : ρεκακίαν, ὕβριν· μέσα δὲ λύπην, φόβον, ὀργήν, ἡδονήν, 14855 2.7.21.6 : ἐπιθυμίαν. Τούτων δὲ τὰ μὲν <20αἱρετέον>20 καθάπαξ, τὰ 14856 2.7.21.7 : δὲ <20ὁριστέον.>20 Πᾶν δὲ πάθος περὶ <20ἡδονὴν>20 συνίστασθαι 14857 2.7.21.8 : καὶ <20λύπην,>20 δι´ ὃ καὶ περὶ ταύτας τὰς ἠθικὰς ἀρετὰς 14858 2.7.21.9 : ὑπάρχειν. Φιλαργυρίαν δὲ καὶ φιληδονίαν καὶ ἐρωτομα– 14859 2.7.21.10 : νίαν καὶ τὰ τοιαῦτα ἕξεις εἶναι ἀλλοίας περὶ τὰς κακίας. 14860 2.7.21.11 : <20Ἔρωτα>20 δ´ εἶναι τὸν μὲν φιλίας, τὸν δὲ συνουσίας, τὸν 14861 2.7.21.12 : δὲ ἀμφοῖν· δι´ ὃ καὶ τὸν μὲν <20σπουδαῖον,>20 τὸν δὲ <20φαῦ– 14862 2.7.21.13 : λον,>20 τὸν δὲ <20μέσον.>20 14863 2.7.22.1 : [<20Περὶ φιλίας>20]. 14864 2.7.22.2 : Τῆς <20φιλίας>20 δ´ εἶναι διαφορὰς <20τέσσαρας,>20 ἑταιρι– 14865 2.7.22.3 : κήν, συγγενικήν, ξενικήν, ἐρωτικήν· εἰ δὲ καὶ τὴν εὐεργε– 14866 2.7.22.4 : τικὴν καὶ θαυμαστικὴν συγκαταριθμητέον, λόγου δεῖν. 14867 2.7.22.5 : Ἀρχὴν δὲ τῆς μὲν ἑταιρικῆς εἶναι τὴν συνήθειαν, τῆς δὲ 14868 2.7.22.6 : συγγενικῆς τὴν φύσιν, τῆς δὲ ξενικῆς τὴν χρείαν, τῆς δὲ 14869 2.7.22.7 : ἐρωτικῆς τὸ πάθος, τῆς δ´ εὐεργετικῆς τὴν χάριν, τῆς δὲ 14870 2.7.22.8 : θαυμαστικῆς τὴν δύναμιν. Πασῶν δὲ συλλήβδην εἶναι τέλη 14871 2.7.22.9 : τρία, τὸ καλόν, τὸ συμφέρον, τὸ ἡδύ. Πάντα γὰρ τὸν ὁπωσ– 14872 2.7.22.10 : οῦν πρὸς φιλίαν ἰόντα δι´ ἕν τι τούτων ἢ διὰ πάντα τὴν φι– 14873 2.7.22.11 : λίαν αἱρεῖσθαι. Πρώτην μὲν οὖν, ὡς προέφην (p. 118, 11sq.), 14874 2.7.22.12 : εἶναι τὴν πρὸς ἑαυτὸν φιλίαν, δευτέραν δὲ τὴν πρὸς τοὺς 14875 2.7.22.13 : γειναμένους· ἐφεξῆς δὲ τὰς πρὸς τοὺς ἄλλους οἰκείους καὶ 14876 2.7.22.14 : ὀθνείους· διὸ καὶ ἐν μὲν τῇ πρὸς ἑαυτὸν εὐλαβεῖσθαι δεῖ 14877 2.7.22.15 : τὴν ὑπερβολήν, ἐν δὲ ταῖς πρὸς τοὺς ἄλλους τὴν ἔλλειψιν· 14878 2.7.22.16 : Τὸ μὲν γὰρ φιλαυτίας, τὸ δὲ φειδωλίας ἔχει διαβολήν. 14879 2.7.23.1 : [<20Περὶ χάριτος>20]. 14880 2.7.23.2 : <20Χάριν>20 δὲ λέγεσθαι <20τριχῶς,>20 τὴν μὲν ὑπουργίαν 14881 2.7.23.3 : ὠφελίμου αὐτοῦ ἐκείνου ἕνεκα, τὴν δ´ ἄμειψιν ὑπουργίας 14882 2.7.23.4 : ὠφελίμου, τὴν δὲ μνήμην ὑπουργίας τοιαύτης. Διὰ τοῦτο 14883 2.7.23.5 : δὲ καὶ τὰς δαίμονας τρεῖς ὁ βίος κατεφήμισε. Λέγεσθαι 14884 2.7.23.6 : δὲ χάριν καὶ τὴν ἐν ὄψει ἢ ἐν λόγοις, καθ´ ἣν τὸν μὲν 14885 2.7.23.7 : εὔχαριν ὀνομάζεσθαι, τὸν δ´ ἐπίχαριν. 14886 2.7.24.1 : Βίον δ´ αἱρήσεσθαι τὸν σπουδαῖον τὸν μετ´ ἀρετῆς, 14887 2.7.24.2 : εἴτ´ ἐφ´ ἡγεμονίας ποτὲ γένοιτο, τῶν καιρῶν αὐτὸν προ– 14888 2.7.24.3 : αγαγόντων, εἴτε τινὶ βασιλεῖ δέοι συμβιοῦν εἴτε καὶ νομο– 14889 2.7.24.4 : θετεῖν ἢ ἄλλως πολιτεύεσθαι. Τούτων δὲ μὴ τυγχάνοντα 14890 2.7.24.5 : πρὸς τὸ δημοτικὸν τραπήσεσθαι σχῆμα διαγωγῆς ἢ τὸ 14891 2.7.24.6 : θεωρητικὸν ἢ μέσον 〈τὸ〉 παιδευτικόν. Προαιρήσεσθαι μὲν 14892 2.7.24.7 : γὰρ καὶ πράττειν καὶ θεωρεῖν τὰ καλά. Κωλυόμενον δὲ 14893 2.7.24.8 : περὶ ἄμφω γίνεσθαι διὰ καιρούς, θατέρῳ χρήσεσθαι, 14894 2.7.24.9 : προτιμῶντα μὲν τὸν θεωρητικὸν βίον, διὰ δὲ τὸ κοινωνικὸν 14895 2.7.24.10 : ἐπὶ τὰς πολιτικὰς ὁρμῶντα πράξεις. Δι´ ὃ καὶ γαμήσειν 14896 2.7.24.11 : καὶ παιδοποιήσεσθαι καὶ πολιτεύσεσθαι καὶ ἐρασθήσεσθαι 14897 2.7.24.12 : τὸν σώφρονα ἔρωτα καὶ μεθυσθήσεσθαι κατὰ συμπερι– 14898 2.7.24.13 : φοράς, κἂν εἰ μὴ προηγουμένως. καὶ καθόλου τὴν ἀρετὴν 14899 2.7.24.14 : ἀσκοῦντα καὶ μενεῖν ἐν τῷ βίῳ, καὶ πάλιν, εἰ δέοι ποτὲ 14900 2.7.24.15 : δι´ ἀνάγκας, ἀπαλλαγήσεσθαι, ταφῆς προνοήσαντα κατὰ 14901 2.7.24.16 : νόμον καὶ τὸ πάτριον ἔθος καὶ τῶν ἄλλων, ὅσα τοῖς κατ– 14902 2.7.24.17 : οιχομένοις ἐπιτελεῖν ὅσιον. 14903 2.7.24.18 : Βίων δὲ τριττὰς ἰδέας εἶναι, πρακτικόν, θεωρητικόν, 14904 2.7.24.19 : σύνθετον ἐξ ἀμφοῖν. Τὸν μὲν γὰρ ἀπολαυστικὸν ἥττονα 14905 2.7.24.20 : ἢ κατ´ ἄνθρωπον εἶναι, προκρίνεσθαι δὲ τῶν ἄλλων τὸν 14906 2.7.24.21 : θεωρητικόν. Πολιτεύσεσθαί τε τὸν σπουδαῖον προηγου– 14907 2.7.24.22 : μένως, μὴ κατὰ περίστασιν· τὸν γὰρ πρακτικὸν βίον τὸν 14908 2.7.24.23 : αὐτὸν εἶναι τῷ πολιτικῷ. <20Βίον>20 δὲ κράτιστον μὲν τὸν 14909 2.7.24.24 : κατ´ <20ἀρετὴν>20 ἐν τοῖς κατὰ φύσιν· δεύτερον δὲ τὸν κατὰ 14910 2.7.24.25 : τὴν <20μέσην ἕξιν,>20 τὰ πλεῖστα καὶ κυριώτατα τῶν κατὰ 14911 2.7.24.26 : φύσιν ἔχοντα· τούτους μὲν οὖν αἱρετούς, φευκτὸν δὲ τὸν 14912 2.7.24.27 : κατὰ κακίαν. 14913 2.7.24.28 : Διαφέρειν δὲ τὸν <20εὐδαίμονα βίον>20 τοῦ <20καλοῦ,>20 14914 2.7.24.29 : καθ´ ὅσον ὃ μὲν ἐν τοῖς κατὰ φύσιν εἶναι βούλεται διὰ 14915 2.7.24.30 : παντός, ὃ δὲ καὶ ἐν τοῖς παρὰ φύσιν· καὶ πρὸς ὃν μὲν 14916 2.7.24.31 : οὐκ αὐτάρκης ἡ ἀρετή, πρὸς ὃν δὲ αὐτάρκης. <20Μέσον>20 14917 2.7.24.32 : δέ τινα <20βίον>20 εἶναι τὸν κατὰ τὴν μέσην ἕξιν, ἐν ᾧ καὶ τὰ 14918 2.7.24.33 : <20καθήκοντα>20 ἀποδίδοσθαι· τὰ μὲν γὰρ κατορθώματα ἐν 14919 2.7.24.34 : τῷ κατ´ ἀρετὴν εἶναι βίῳ, τὰ δ´ ἁμαρτήματα ἐν τῷ κατὰ 14920 2.7.24.35 : κακίαν, τὰ δὲ καθήκοντα ἐν τῷ μέσῳ καλουμένῳ βίῳ. 14921 2.7.25.1 : Τεθεωρημένων δὲ τούτων καὶ ταῦτα διαλάβωμεν· 14922 2.7.25.2 : εἶναι μὲν γὰρ τὴν <20ἠθικὴν>20 ἀρετὴν κοινῶς ἕξιν προαιρε– 14923 2.7.25.3 : τικὴν τῶν μέσων ἡδονῶν τε καὶ λυπῶν, στοχαστικὴν τοῦ 14924 2.7.25.4 : καλοῦ ᾗ καλόν, τὴν δὲ κακίαν ὑπεναντίαν εἶναι ταύτῃ· 14925 2.7.25.5 : κοινὴν δὲ <20δοξαστικῆς>20 καὶ <20ἠθικῆς>20 ἕξιν θεωρητικὴν καὶ 14926 2.7.25.6 : προαιρετικὴν καὶ πρακτικὴν τῶν ἐν ταῖς πράξεσι καλῶν· 14927 2.7.25.7 : τὴν δὲ <20διανοητικὴν>20 καὶ τοῦ <20ἐπιστημονικοῦ>20 ** κοινὴν 14928 2.7.25.8 : ἀκρότητα λογικῆς κατασκευῆς εἶναι θεωρητικὴν καὶ πρα– 14929 2.7.25.9 : κτικήν· <20σοφίαν>20 δὲ ἐπιστήμην τῶν πρώτων αἰτίων· <20φρό– 14930 2.7.25.10 : νησιν>20 δὲ ἕξιν βουλευτικὴν καὶ πρακτικὴν ἀγαθῶν καὶ 14931 2.7.25.11 : καλῶν ᾗ 〈ἀγαθὰ καὶ〉 καλά· <20ἀνδρείαν>20 δὲ ἕξιν ἐν θάρρεσι 14932 2.7.25.12 : καὶ φόβοις τοῖς μέσοις ἄμεμπτον· <20σωφροσύνην>20 δὲ ἕξιν 14933 2.7.25.13 : ἐν αἱρέσει καὶ φυγῇ ἀμέμπτους ποιοῦσαν δι´ αὐτὸ τὸ κα– 14934 2.7.25.14 : λόν· <20πραότητα>20 δὲ ἕξιν μέσην ὀργιλότητος καὶ ἀναλγη– 14935 2.7.25.15 : σίας· <20ἐλευθεριότητα>20 δὲ μεσότητα ἀσωτίας καὶ ἀνελευ– 14936 2.7.25.16 : θερίας· <20μεγαλοψυχίαν>20 δὲ μεσότητα χαυνότητος καὶ 14937 2.7.25.17 : μικροψυχίας· <20μεγαλοπρέπειαν>20 δὲ 〈μεσότητα σαλακω– 14938 2.7.25.18 : νείας καὶ μικροπρεπείας· <20νέμεσιν>20 δὲ〉 μεσότητα φθονε– 14939 2.7.25.19 : ρίας καὶ ἐπιχαιρεκακίας· <20σεμνότητα>20 δὲ μεσότητα αὐθα– 14940 2.7.25.20 : δείας καὶ ἀρεσκείας· <20αἰδῶ>20 δὲ μεσότητα ἀναισχυντίας καὶ 14941 2.7.25.21 : καταπλήξεως· <20εὐτραπελίαν>20 δὲ 〈μεσότητα〉 βωμολοχίας 14942 2.7.25.22 : καὶ ἀγροικίας· <20φιλίαν>20 δὲ μεσότητα κολακείας καὶ ἔχθρας· 14943 2.7.25.23 : <20ἀλήθειαν>20 δὲ μεσότητα εἰρωνείας καὶ ἀλαζονείας· <20δι– 14944 2.7.25.24 : καιοσύνην>20 δὲ μεσότητα ὑπεροχῆς καὶ ἐλλείψεως καὶ 14945 2.7.25.25 : πολλοῦ καὶ ὀλίγου. 14946 2.7.25.26 : Πολλῶν δὲ καὶ ἄλλων οὐσῶν ἀρετῶν, τῶν μὲν καθ´ 14947 2.7.25.27 : αὑτάς, τῶν δ´ ἐν <20εἴδεσι>20 τῶν εἰρημένων (οἷον ὑπὸ μὲν 14948 2.7.25.28 : τὴν <20δικαιοσύνην>20 εὐσεβείας, ὁσιότητος, χρηστότητος, 14949 2.7.25.29 : εὐκοινωνησίας, εὐσυναλλαξίας· ὑπὸ δὲ τὴν <20σωφροσύνην>20 14950 2.7.25.30 : εὐκοσμίας, εὐταξίας, αὐταρκείας· 〈ὑπὸ δὲ τὴν <20ἀνδρείαν>20 14951 2.7.25.31 : εὐψυχίας, φιλοπονίας〉), ἐπιδραμεῖν οὐκ ἄτοπον καὶ τοὺς 14952 2.7.25.32 : τούτων ὅρους. <20Εὐσέβειαν>20 μὲν οὖν εἶναι ἕξιν θεῶν καὶ 14953 2.7.25.33 : δαιμόνων θεραπευτικήν, μεταξὺ οὖσαν ἀθεότητος καὶ δει– 14954 2.7.25.34 : σιδαιμονίας· <20ὁσιότητα>20 δὲ ἕξιν δικαίων τῶν πρὸς τοὺς 14955 2.7.25.35 : θεοὺς καὶ κατοιχομένους τηρητικήν, μεταξὺ ἀνοσιότητος 14956 2.7.25.36 : οὖσαν καὶ ἀνωνύμου τινός· <20χρηστότητα>20 δὲ ἕξιν ἑκου– 14957 2.7.25.37 : σίως εὐποιητικὴν ἀνθρώπων, αὐτῶν ἐκείνων χάριν, μεταξὺ 14958 2.7.25.38 : πονηρίας οὖσαν καὶ ἀνωνύμου· <20εὐκοινωνησίαν>20 δὲ ἕξιν 14959 2.7.25.39 : ἀμέμπτους ἐν κοινωνίᾳ παρεχομένην, μεταξὺ ἀκοινωνη– 14960 2.7.25.40 : σίας οὖσαν καὶ ἀνωνύμου· <20εὐσυναλλαξίαν>20 δὲ ἕξιν εὐλα– 14961 2.7.25.41 : βητικὴν τῆς ἐν τοῖς συμβολαίοις ἀδικίας, μεταξὺ ἀσυν– 14962 2.7.25.42 : αλλαξίας οὖσαν καὶ ἀνωνύμου, (τὴν δὲ ἀνώνυμον κατὰ 14963 2.7.25.43 : τὸ ἀκριβοδίκαιον εἶναί πως)· <20εὐκοσμίαν>20 δὲ ἕξιν περί 14964 2.7.25.44 : τε κινήσεις καὶ σχέσεις τηρητικὴν τοῦ πρέποντος, μεταξὺ 14965 2.7.25.45 : οὖσαν ἀκοσμίας καὶ ἀνωνύμου· <20εὐταξίαν>20 δὲ ἕξιν στο– 14966 2.7.25.46 : χαστικὴν τοῦ περὶ τάξιν καλοῦ, μεταξὺ ἀταξίας οὖσαν καὶ 14967 2.7.25.47 : ἀνωνύμου· <20αὐτάρκειαν>20 δὲ ἕξιν ἀρκουμένην τοῖς τυχοῦσι 14968 2.7.25.48 : μετὰ ἐλευθεριότητος, μεταξὺ πτωχείας οὖσαν καὶ πολυ– 14969 2.7.25.49 : τελείας· <20εὐψυχίαν>20 δὲ ἕξιν ἀήττητον ἐν δεινῶν ὑπομο– 14970 2.7.25.50 : ναῖς, μεταξὺ ἀψυχίας καὶ ἀρειμανιότητος· <20φιλοπονίαν>20 14971 2.7.25.51 : δὲ ἕξιν ἀνένδοτον πόνοις ἐξεργαστικὴν τοῦ καλοῦ, μεταξὺ 14972 2.7.25.52 : μαλακίας τε καὶ ματαιοπονίας. 14973 2.7.25.53 : Τὴν δὲ ἐκ πασῶν τῶν ἠθικῶν ἀρετὴν συνεστηκυῖαν 14974 2.7.25.54 : λέγεσθαι μὲν <20καλοκἀγαθίαν,>20 τελείαν δ´ ἀρετὴν εἶναι, 14975 2.7.25.55 : τά τε ἀγαθὰ ὠφέλιμα καὶ καλὰ ποιοῦσαν τά τε καλὰ δι´ 14976 2.7.25.56 : αὑτὰ αἱρουμένην. 14977 2.7.26.1 : Διωρισμένων δ´ ἱκανῶς τῶν περὶ τὰς ἀρετὰς καὶ 14978 2.7.26.2 : σχεδὸν τῶν πλείστων ἀνειλημμένων κεφαλαίων τοῦ ἠθικοῦ 14979 2.7.26.3 : τόπου, ἀναγκαῖον ἐφεξῆς καὶ περὶ τοῦ <20οἰκονομικοῦ>20 τε 14980 2.7.26.4 : καὶ <20πολιτικοῦ>20 διελθεῖν, ἐπειδὴ φύσει πολιτικὸν ζῷον 14981 2.7.26.5 : ἄνθρωπος. 14982 2.7.26.6 : Πολιτεία δὲ πρώτη σύνοδος ἀνδρὸς καὶ γυναικὸς κατὰ 14983 2.7.26.7 : νόμον ἐπὶ τέκνων γεννήσει καὶ βίου κοινωνίᾳ. Τοῦτο δὲ 14984 2.7.26.8 : προσονομάζεται μὲν <20οἶκος,>20 ἀρχὴ δὲ πόλεώς ἐστι· περὶ 14985 2.7.26.9 : οὗ δὴ καὶ λεκτέον. Μικρὰ γάρ τις ἔοικεν εἶναι πόλις ὁ 14986 2.7.26.10 : οἶκος, εἴ γε κατ´ εὐχὴν αὐξομένου τοῦ γάμου καὶ τῶν παί– 14987 2.7.26.11 : δων ἐπιδιδόντων καὶ συνδυαζομένων ἀλλήλοις ἕτερος οἶκος 14988 2.7.26.12 : ὑφίσταται καὶ τρίτος οὕτω καὶ τέταρτος, ἐκ δὲ τούτων 14989 2.7.26.13 : κώμη καὶ πόλις. Πλειόνων γὰρ γενομένων <20κωμῶν πό– 14990 2.7.26.14 : λις>20 ἀπετελέσθη. Διὸ καὶ τὰ σπέρματα καθάπερ τῆς γε– 14991 2.7.26.15 : νέσεως τῇ πόλει παρέσχεν ὁ οἶκος, οὕτω καὶ τῆς πολι– 14992 2.7.26.16 : τείας. Καὶ γὰρ βασιλείας ὑπογραφὴν εἶναι περὶ τὸν <20οἶκον>20 14993 2.7.26.17 : καὶ ἀριστοκρατίας καὶ δημοκρατίας. Γονέων μὲν γὰρ πρὸς 14994 2.7.26.18 : τέκνα κοινωνίας τὸ σχῆμα βασιλικόν· ἀνδρῶν δὲ πρὸς γυ– 14995 2.7.26.19 : ναῖκας ἀριστοκρατικόν· παίδων δὲ πρὸς ἀλλήλους δημο– 14996 2.7.26.20 : κρατικόν. Συνέρχεσθαι γὰρ τῷ θήλει τὸ ἄρρεν κατὰ πόθον 14997 2.7.26.21 : τεκνώσεως καὶ τῆς τοῦ γένους διαμονῆς· ἐφίεσθαι γὰρ 14998 2.7.26.22 : ἑκάτερον γεννήσεως. Συνελθόντων δὲ καὶ συνεργὸν τῆς 14999 2.7.26.23 : κοινωνίας προσλαβομένων, εἴτε φύσει <20δοῦλον,>20 (ἰσχυρὸν 15000 2.7.26.24 : μὲν τῷ σώματι πρὸς ὑπηρεσίαν, νωθῆ δὲ καὶ καθ´ ἑαυτὸν 15001 2.7.26.25 : ἀδύνατον διαζῆν, ᾧ τὸ ἄρχεσθαι συμφέρειν,) εἴτε καὶ νόμῳ 15002 2.7.26.26 : δοῦλον, ἐκ τῆς ἐπὶ τὸ αὐτὸ συνόδου καὶ τῆς πάντων πρὸς 15003 2.7.26.27 : ἓν συμφέρον προμηθείας, οἶκον συνίστασθαι. Τούτου δὲ 15004 2.7.26.28 : τὴν ἀρχὴν κατὰ φύσιν ἔχειν τὸν ἄνδρα. Τὸ γὰρ βουλευ– 15005 2.7.26.29 : τικὸν ἐν γυναικὶ μὲν χεῖρον, ἐν παισὶ δ´ οὐδέπω, περὶ 15006 2.7.26.30 : δούλους 〈δ´〉 οὐδ´ ὅλως· τὴν δ´ <20οἰκονομικὴν>20 φρόνησιν, 15007 2.7.26.31 : διοικητικὴν οὖσαν αὐτοῦ τε 〈οἴκου〉 καὶ τῶν κατ´ οἶκον, 15008 2.7.26.32 : οἰκείαν ἀνδρὸς ὑπάρχειν. Ταύτης δὲ τὸ μὲν εἶναι πατρι– 15009 2.7.26.33 : κόν, τὸ δὲ γαμικόν, τὸ δὲ δεσποτικόν, τὸ δὲ χρηματιστικόν. 15010 2.7.26.34 : Δεῖν γάρ, ὥσπερ στρατιᾷ μὲν παρασκευῆς, πόλει δὲ προ– 15011 2.7.26.35 : σόδων, τέχνῃ δ´ ὀργάνων, οὕτω καὶ οἴκῳ τῶν ἀναγκαίων. 15012 2.7.26.36 : Διττὰ δὲ ταῦτα, πρός τε τὸ κοινότερον ζῆν καὶ πρὸς τὸ 15013 2.7.26.37 : εὖ. Τούτων γὰρ πρῶτον ἔχειν δεῖν πρόνοιαν τὸν οἰκονο– 15014 2.7.26.38 : μικόν, ἢ τὰς προσόδους αὔξοντα διὰ πορισμῶν ἐλευθερίων 15015 2.7.26.39 : ἢ τὰ δαπανήματα συστέλλοντα· μέγιστον γὰρ δὴ τοῦτο 15016 2.7.26.40 : τὸ κεφάλαιον τῆς οἰκονομικῆς. Διὸ καὶ πολλῶν ἔμπειρον 15017 2.7.26.41 : 〈δεῖν〉 εἶναι τὸν οἰκονομικόν, γεωργίας, προβατείας, μεταλ– 15018 2.7.26.42 : λείας, ἵνα τοὺς λυσιτελεστάτους καρποὺς ἅμα καὶ δικαιο– 15019 2.7.26.43 : τάτους διαγινώσκῃ. Τῆς δὲ <20χρηματιστικῆς>20 τὴν μὲν 15020 2.7.26.44 : εἶναι κρείττω, τὴν δὲ χείρω· κρείττω μὲν τὴν φύσει 15021 2.7.26.45 : γιγνομένην, χείρω δὲ τὴν διὰ καπηλικῆς. 〈Καὶ ταῦτα 15022 2.7.26.46 : μὲν περὶ <20οἰκονομικῆς>20〉 ἀπόχρη. 15023 2.7.26.47 : Περὶ δὲ <20πολιτικῆς>20 ταῦτ´ ἂν εἴη κεφάλαια· πρῶ– 15024 2.7.26.48 : τον μέν, ὅτι συνέστησαν αἱ πόλεις τῇ μὲν διὰ τὸ φύσει 15025 2.7.26.49 : κοινωνικὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον, τῇ δὲ διὰ τὸ συμφέρον. 15026 2.7.26.50 : Εἶτα ὅτι ἡ τελειοτάτη κοινωνία πόλις ἐστὶ καὶ ὅτι πολίτης 15027 2.7.26.51 : ἐστὶν ᾧ μέτεστι πολιτικῆς ἀρχῆς. Πόλις δὲ τὸ ἐκ τῶν 15028 2.7.26.52 : τοιούτων πλῆθος ἱκανὸν πρὸς αὐτάρκειαν ζωῆς. Τοῦ δὲ 15029 2.7.26.53 : πλήθους ὅρον εἶναι τοιοῦτον, ὥστε μήτε τὴν πόλιν ἀσυμ– 15030 2.7.26.54 : παθῆ μήτ´ εὐκαταφρόνητον ὑπάρχειν, παρεσκευάσθαι δὲ 15031 2.7.26.55 : καὶ τὰ πρὸς τὴν ζωὴν ἀνενδεῶς καὶ τὰ πρὸς τοὺς ἔξωθεν 15032 2.7.26.56 : ἐπιόντας ἱκανῶς. Εἶναι γὰρ τῆς φρονήσεως τὸ μὲν οἰκο– 15033 2.7.26.57 : νομικόν, τὸ δὲ νομοθετικόν, τὸ δὲ πολιτικόν, τὸ δὲ στρα– 15034 2.7.26.58 : τηγικόν. Οἰκονομικὸν μέν, ὡς εἶπον (p. 149, 8–10), τὸ 15035 2.7.26.59 : διοικητικὸν αὐτοῦ τε 〈οἴκου〉 καὶ τῶν περὶ οἶκον, νομο– 15036 2.7.26.60 : θετικὸν δὲ ... 〈πολιτικὸν δὲ ..., στρατηγικὸν δὲ〉 τὸ 15037 2.7.26.61 : περὶ τὴν θεωρίαν καὶ διοίκησιν τῶν στρατοπέδῳ συμφε– 15038 2.7.26.62 : ρόντων. 15039 2.7.26.63 : <20Ἄρχειν>20 δ´ ἀναγκαῖον τῶν πόλεων ἢ <20ἕνα ἢ ὀλί– 15040 2.7.26.64 : γους ἢ πάντας.>20 Τούτων δ´ ἕκαστον ὀρθῶς ἢ φαύλως 15041 2.7.26.65 : ἔχειν. Ὀρθῶς μέν, ὅταν οἱ ἄρχοντες τοῦ κοινῇ συμφέροντος 15042 2.7.26.66 : στοχάζωνται· φαύλως δέ, ὅταν τοῦ ἰδίου. Τὸ δὲ φαῦλον 15043 2.7.26.67 : παρέκβασιν εἶναι τοῦ ὀρθοῦ. Βασιλείαν μὲν οὖν καὶ ἀρι– 15044 2.7.26.68 : στοκρατίαν καὶ δημοκρατίαν ἐφίεσθαι τοῦ ὀρθοῦ· τυραν– 15045 2.7.26.69 : νίδα δὲ καὶ ὀλιγαρχίαν καὶ ὀχλοκρατίαν τοῦ φαύλου. Γί– 15046 2.7.26.70 : νεσθαι δέ τινα καὶ μικτὴν ἐκ τῶν ὀρθῶν πολιτείαν ἀρίστην. 15047 2.7.26.71 : Μεταβάλλειν δὲ τὰς πολιτείας πολλάκις πρὸς τὸ ἄμεινον 15048 2.7.26.72 : καὶ τὸ χεῖρον. Καθόλου δ´ <20ἀρίστην>20 εἶναι πολιτείαν 15049 2.7.26.73 : τὴν κατ´ ἀρετὴν διακεκοσμημένην, χειρίστην δὲ τὴν κατὰ 15050 2.7.26.74 : κακίαν. Ἄρχειν δὲ καὶ βουλεύειν καὶ δικάζειν ἐν μὲν ταῖς 15051 2.7.26.75 : δημοκρατίαις ἐκ πάντων, ἢ αἱρέσει ἢ κλήρῳ· ἐν δὲ ταῖς 15052 2.7.26.76 : ὀλιγαρχίαις ἐκ τῶν εὐπόρων· ἐν δὲ ταῖς ἀριστοκρατίαις 15053 2.7.26.77 : ἐκ τῶν ἀρίστων. 15054 2.7.26.78 : <20Στάσεις>20 δ´ ἐν ταῖς πόλεσι γίνεσθαι τὰς μὲν κατὰ 15055 2.7.26.79 : λόγον, τὰς δὲ κατὰ πάθος. Κατὰ <20λόγον>20 μέν, ὅταν οἱ 15056 2.7.26.80 : ἴσοι ὄντες 〈ἄνισα, οἱ δὲ ἄνισοι ὄντες〉 ἴσα ἔχειν ἀναγκά– 15057 2.7.26.81 : ζωνται· κατὰ <20πάθος>20 δὲ διὰ τιμὴν ἢ φιλαρχίαν ἢ κέρ– 15058 2.7.26.82 : δος ἢ εὐπορίαν. Καταλύεσθαι δὲ τὰς πολιτείας διὰ δύο 15059 2.7.26.83 : αἰτίας, ἢ βίᾳ ἢ ἀπάτῃ. Μονιμωτέρας δὲ γίνεσθαι τοῦ 15060 2.7.26.84 : κοινῇ συμφέροντος ἐπιμελουμένας. 15061 2.7.26.85 : Δικαστήρια δὲ καὶ βουλευτήρια καὶ ἐκκλησίας καὶ 15062 2.7.26.86 : ἀρχὰς διωρίσθαι ταῖς πολιτείαις οἰκείως. Κοινοτάτας δ´ 15063 2.7.26.87 : <20ἀρχὰς>20 εἶναι ἱερωσύνην θεῶν, στρατηγίαν, ναυαρχίαν, 15064 2.7.26.88 : ἀγορανομίαν, γυμνασιαρχίαν, γυναικονομίαν, παιδονομίαν, 15065 2.7.26.89 : ἀστυνομίαν, ταμιείαν, νομοφυλακίαν, πρακτορείαν. Τού– 15066 2.7.26.90 : των δ´ εἶναι τὰς μὲν κατὰ πόλεις, τὰς δὲ κατὰ πόλεμον, 15067 2.7.26.91 : τὰς δὲ περὶ τοὺς λιμένας καὶ τὰς ἐμπορίας. 15068 2.7.26.92 : <20Πολιτικοῦ>20 δ´ ἀνδρὸς ἔργον εἶναι καὶ τὸ διορθῶσαι 15069 2.7.26.93 : πολιτείαν, ὃ πολὺ χαλεπώτερον φαίνεσθαι τοῦ κτίσαι· 15070 2.7.26.94 : καὶ τὸ διανεῖμαι τὸ πλῆθος τῶν ἀνθρώπων τὸ μὲν πρὸς 15071 2.7.26.95 : <20τἀναγκαῖα,>20 τὸ δὲ πρὸς τὰ <20σπουδαῖα.>20 Δημιουργοὺς 15072 2.7.26.96 : μὲν γὰρ καὶ θῆτας καὶ γεωργοὺς καὶ ἐμπόρους πρὸς τὸ 15073 2.7.26.97 : ἀναγκαῖον, ὑπηρέτας γὰρ εἶναι τοῖς πολιτικοῖς τούτους· τὸ 15074 2.7.26.98 : δὲ μάχιμον πᾶν καὶ βουλευτικὸν κυριώτερον εἶναι διὰ τὸ 15075 2.7.26.99 : ἀρετῆς ἐπιμελεῖσθαι καὶ περὶ τὰ καλὰ σπουδάζειν. Τούτων 15076 2.7.26.100 : δὲ τὸ μὲν πρεσβύτερον προβουλεύειν, τὸ δὲ γεραρώτερον θε– 15077 2.7.26.101 : ραπεύειν τὸ θεῖον, τὸ δὲ νέον ἁπάντων προπολεμεῖν. Ταύ– 15078 2.7.26.102 : την δ´ ἀρχαίαν εἶναι πάνυ τὴν διάταξιν, Αἰγυπτίων πρώ– 15079 2.7.26.103 : των καταστησαμένων. 15080 2.7.26.104 : Πολιτικὸν δὲ καὶ τῶν ἄλλων οὐχ ἧττον καὶ τὸ τὰ 15081 2.7.26.105 : ἱερὰ τῶν θεῶν ἐν τοῖς ἐπιφανεστάτοις ἱδρῦσθαι τόποις· 15082 2.7.26.106 : καὶ τὸ τῆς τῶν ἰδιωτῶν χώρας τὸ μὲν ἕτερον πρὸς ταῖς 15083 2.7.26.107 : ἐσχατιαῖς διατετάχθαι, τὸ δ´ ἕτερον πρὸς τῇ πόλει, ἵνα 15084 2.7.26.108 : δύο κλήρων ἑνὶ ἑκάστῳ νεμηθέντων, ἀμφότερα τὰ μέρη 15085 2.7.26.109 : τῆς χώρας εὐσύνοπτα ὑπάρχῃ. Χρήσιμον δὲ καὶ τὸ νομο– 15086 2.7.26.110 : θετεῖν συσσίτια ποιεῖσθαι καὶ τὸ περὶ τῆς κοινῆς παι– 15087 2.7.26.111 : δείας τῶν τέκνων σπουδάζειν· καὶ τὸ πρὸς τὴν ῥώμην 15088 2.7.26.112 : τῶν σωμάτων καὶ τελειότητα δεῖν μήτε νεωτέρων ἄγαν 15089 2.7.26.113 : μήτε πρεσβυτέρων τοὺς γάμους ποιεῖσθαι, ἀτελῆ γὰρ γί– 15090 2.7.26.114 : γνεσθαι κατ´ ἀμφοτέρας τὰς ἡλικίας καὶ τελείως ἀσθενῆ 15091 2.7.26.115 : τὰ ἔκγονα. Καὶ τὸ νομοθετεῖν δὲ μηθὲν ἐκτρέφειν πεπη– 15092 2.7.26.116 : ρωμένον μηδ´ ἐκτιθέναι τέλειον μηδ´ ἐξαμβλοῦν συμ– 15093 2.7.26.117 : φορώτατον δήπου. Καὶ τῶν μὲν πολιτικῶν τὰ κεφάλαια 15094 2.7.26.118 : ταῦτα. 15095 2.8.t.1 : {1Περὶ τῶν ἐφ´ ἡμῖν.}1 15096 2.8.1.1 : <20Φιλήμονος>20 (Com. IV p. 54, fr. 57). 15097 2.8.1.2 : Ὅσα διὰ τοὺς πράττοντας αὐτοὺς γίγνεται, 15098 2.8.1.3 : οὐδενὶ πρόσεστιν οὐδὲ κοινωνεῖ τύχη. 15099 2.8.2.1 : <20Εὐριπίδου Πελιάσιν>20 (fr. 609 N.). 15100 2.8.2.2 : Οὐκ ἔστι τὰ θεῶν ἄδικ´· ἐν ἀνθρώποισι δὲ 15101 2.8.2.3 : κακῶς νοσοῦντα σύγχυσιν πολλὴν ἔχει. 15102 2.8.3.1 : <20Μενάνδρου>20 (Com. IV p. 254, fr. 74). 15103 2.8.3.2 : Εἰ πάντες ἐβοηθοῦμεν ἀλλήλοις ἀεί, 15104 2.8.3.3 : οὐδεὶς ἂν ὢν ἄνθρωπος ἐδεήθη τύχης. 15105 2.8.4.1 : <20Εὐριπίδου Πειρίθῳ>20 (fr. 601 N.). 15106 2.8.4.2 : Ὁ πρῶτος εἰπὼν οὐκ ἀγυμνάστῳ φρενὶ 15107 2.8.4.3 : ἔρριψεν ὅστις τόνδ´ ἐκαίνισεν λόγον, 15108 2.8.4.4 : ὡς τοῖσιν εὖ φρονοῦσι συμμαχεῖ τύχη. 15109 2.8.5.1 : <20Μενάνδρου>20 (Com. IV p. 247, fr. 43). 15110 2.8.5.2 : Ἀδύνατον ὡς ἔστιν τι σῶμα τῆς τύχης· 15111 2.8.5.3 : ὁ μὴ φέρων δὲ κατὰ φύσιν τὰ πράγματα 15112 2.8.5.4 : τύχην προσηγόρευσε τὸν ἑαυτοῦ τρόπον. 15113 2.8.6.1 : <20Φιλήμονος Παγκρατιαστῇ>20 (Com. IV p. 16, fr. 1). 15114 2.8.6.2 : Καὐτόν τι πράττειν· οὐ μὲν οὖν τὰς ἐλπίδας 15115 2.8.6.3 : ἐπὶ τῇ τύχῃ 〈χρὴ〉, παιδίον, πάντως ἔχειν, 15116 2.8.6.4 : ὧν βούλεταί τις, ἀλλὰ καὐτὸν τῇ τύχῃ 15117 2.8.6.5 : συλλαμβάνεσθαι· ῥᾷον ἡ τύχη πονεῖ, 15118 2.8.6.6 : ἐὰν μεθ´ ἑτέρου τοῦτο, μὴ μόνη, ποιῇ. 15119 2.8.7.1 : <20Μενάνδρου>20 (=<20Ῥαπιζομ.>20 Com. IV p. 189, fr. 2). 15120 2.8.7.2 : Ἀτύχημα κἀδίκημα διαφορὰν ἔχει· 15121 2.8.7.3 : τὸ μὲν διὰ τύχην γίγνεται, τὸ δ´ αἱρέσει. 15122 2.8.8.1 : <20Εὐριπίδου Ὀρέστῃ>20 ( 251. 252). 15123 2.8.8.2 : Σὺ νῦν διάφερε τῶν κακῶν, ἔξεστι γὰρ 15124 2.8.8.3 : καὶ μὴ μόνον λέγ´, ἀλλὰ καὶ φρόνει τάδε. 15125 2.8.9.1 : <20Μενάνδρου Ῥαπιζομένῃ>20 (Com. IV p. 197, fr. 1, v.1. 2). 15126 2.8.9.2 : Ὁ μὴ δεχόμενος τῶν θεῶν τὸ σύμφορον 15127 2.8.9.3 : αὐτῶν διδόντων ἕνεκα τοῦ ζῆν οὐ βούλεται. 15128 2.8.9a.1 : 〈Anonymi (=Menander fr. s. s., v. 3. 4)〉. 15129 2.8.9a.2 : τὸ δ´ ἀτυχεῖν ἢ τὸ μὴ 15130 2.8.9a.3 : θεὸς δίδωσιν, οὐ τρόπου ´σθ´ ἁμαρτία. 15131 2.8.10.1 : <20Αἰσχύλου>20 (fr. 380 N.). 15132 2.8.10.2 : Κοινὸν τύχη, γνώμη δὲ τῶν κεκτημένων. 15133 2.8.11.1 : 〈Euripidis (fr. 1015 N.)〉. 15134 2.8.11.2 : Τὰ πλεῖστα θνητοῖς τῶν κακῶν αὐθαίρετα. 15135 2.8.12.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (=Ῥαδαμάνθ. fr. 660 N.). 15136 2.8.12.2 : Ἔρωτες ἡμῖν εἰσὶ παντοῖοι βίου· 15137 2.8.12.3 : ὃ μὲν γὰρ εὐγένειαν ἱμείρει λαβεῖν, 15138 2.8.12.4 : τῷ δ´ οὐχὶ τούτου φροντίς, ἀλλὰ χρημάτων 15139 2.8.12.5 : πολλῶν κεκλῆσθαι βούλεται πάτωρ δόμοις· 15140 2.8.12.6 : ἄλλῳ δ´ ἀρέσκει μηδὲν ὑγιὲς ἐκ φρενῶν 15141 2.8.12.7 : λέγοντι πείθειν τοὺς πέλας τόλμῃ κακῇ· 15142 2.8.12.8 : οἳ δ´ αἰσχρὰ κέρδη πρόσθε τοῦ καλοῦ βροτῶν 15143 2.8.12.9 : ζητοῦσιν· οὕτω βίοτος ἀνθρώπων πλάνη. 15144 2.8.12.10 : Ἐγὼ 〈δὲ〉 τούτων οὐδενὸς χρῄζω τυχεῖν, 15145 2.8.12.11 : δόξαν δὲ βουλοίμην ἂν εὐκλείας ἔχειν. 15146 2.8.13.1 : <20Ὁμήρου Ὀδυσσείας>20 (λʹ 110–112). 15147 2.8.13.2 : Εἰ μέν κε ἀσινέας ἐάας, νόστου τε μέδηαι, 15148 2.8.13.3 : καί κεν ἔτ´ εἰς Ἰθάκην κακά περ πάσχοντες ἵκοισθε· 15149 2.8.13.4 : εἰ δέ κε σίνηαι, τότε τοι τεκμαίρομ´ ὄλεθρον. 15150 2.8.14.1 : <20Ὁμήρου Ἰλιάδος>20 (I 410–416). 15151 2.8.14.2 : Μήτηρ γάρ τέ μέ φησι, θεὰ Θέτις ἀργυρόπεζα, 15152 2.8.14.3 : διχθαδίας κῆρας φερέμεν θανάτοιο τέλοσδε. 15153 2.8.14.4 : Εἰ μέν κ´ αὖθι μένων Τρώων πόλιν ἀμφιμάχωμαι, 15154 2.8.14.5 : ὤλετο μέν μοι νόστος, ἀτὰρ κλέος ἄφθιτον ἔσται. 15155 2.8.14.6 : Εἰ δέ κεν οἴκαδ´ ἵκωμαι φίλην ἐς πατρίδα γαῖαν, 15156 2.8.14.7 : ὤλετό μοι κλέος ἐσθλόν, ἐπὶ δηρὸν δέ μοι αἰὼν 15157 2.8.14.8 : ἔσσεται, οὐδέ κέ μ´ ὦκα τέλος θανάτοιο κιχείη. 15158 2.8.15.1 : <20Δημοσθένους ἐν τῷ ὑπὲρ τοῦ στεφάνου>20 15159 2.8.15.2 : (XVIII 208 p. 297). 15160 2.8.15.3 : Ὃ μὲν γὰρ ἦν ἀνδρῶν ἀγαθῶν ἔργον ἅπασι πέπρα– 15161 2.8.15.4 : κται· τῇ τύχῃ δ´, ἣν ὁ δαίμων ἔνειμεν ἑκάστῳ, ταύτῃ 15162 2.8.15.5 : κέχρηνται. 15163 2.8.16.1 : <20Δημοκρίτου>20 (fr. eth. 14 ap. Mullach. p. 167). 15164 2.8.16.2 : Ἄνθρωποι Τύχης εἴδωλον ἐπλάσαντο, πρόφασιν ἰδίης 15165 2.8.16.3 : ἀβουλίης. Βαιὰ γὰρ φρονήσι τύχη μάχεται, τὰ δὲ πλεῖστα 15166 2.8.16.4 : ἐν βίῳ εὐξύνετος ὀξυδερκίῃ κατιθύνει. 15167 2.8.17.1 : <20Ἀναξιμένους.>20 15168 2.8.17.2 : Τὸ γὰρ δυσλόγιστον τοῦ βίου τοῖς ἀνθρώποις τύχην 15169 2.8.17.3 : προσαγορεύειν εἰώθαμεν. Εἰ γὰρ ταῖς γνώμαις πάντα 15170 2.8.17.4 : κατωρθοῦμεν, ὄνομα τῆς τύχης οὐκ ἂν ἦν. 15171 2.8.18.1 : <20Ἐπανδρίδου.>20 15172 2.8.18.2 : Φρόνιμος ὁ δι´ ἑαυτὸν εὖ πρήσσων, ὁ δὲ διὰ τὴν 15173 2.8.18.3 : τύχην μακάριος. 15174 2.8.19.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ.>20 15175 2.8.19.2 : Φρόνησις εὐτυχίην ὡς τὰ πολλὰ χαρίζεται, τύχη δὲ 15176 2.8.19.3 : φρόνησιν οὐ ποιέει. 15177 2.8.20.1 : <20Θουκυδίδου δημηγορίας Ἀθηναίων>20 (I 75, 4). 15178 2.8.20.2 : Πᾶσι δὲ ἀνεπίφθονον τὰ ξυμφέροντα τῶν μεγίστων 15179 2.8.20.3 : πέρι κινδύνων εὖ τίθεσθαι. 15180 2.8.21.1 : <20Διογένους.>20 15181 2.8.21.2 : Διογένης ἔφη νομίζειν ὁρᾶν τὴν Τύχην ἐνορούουσαν 15182 2.8.21.3 : αὐτῷ καὶ λέγουσαν (Θ 299) 15183 2.8.21.4 : Τοῦτον δ´ οὐ δύναμαι βαλέειν κύνα λυσσητῆρα. 15184 2.8.22.1 : <20Ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου Ἐγχειριδίου>20 (c. 9). 15185 2.8.22.2 : Νόσος σώματός ἐστιν ἐμπόδιον, προαιρέσεως δὲ οὐκ 15186 2.8.22.3 : ἔστιν, ἐὰν μὴ αὐτὴ θελήσῃ. Χώλωσις σκέλους ἐστὶν ἐμ– 15187 2.8.22.4 : πόδιον, 〈προαιρέσεως δὲ οὔ. Καὶ τοῦτο ἐφ´ ἑκάστου τῶν 15188 2.8.22.5 : ἐμπιπτόντων ἐπίλεγε· εὑρήσεις γὰρ αὐτὸ ἄλλου τινὸς ἐμ– 15189 2.8.22.6 : πόδιον,〉 σὸν δ´ οὔ. 15190 2.8.23.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20〉 (c. 8). 15191 2.8.23.2 : Μὴ ζήτει τὰ γιγνόμενα γίγνεσθαι ὡς θέλεις, ἀλλὰ 15192 2.8.23.3 : θέλε ὡς τὰ γιγνόμενα γίγνεται καὶ εὐροήσεις. 15193 2.8.24.1 : <20Κρίτωνος Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ φρο– 15194 2.8.24.2 : νήσιος>20 (fr. 3 ap. Mullach, phil. Gr. II p. 25). 15195 2.8.24.3 : Ὁ γὰρ θεὸς οὕτως ἐτεχνάσατο τὸν ἄνθρωπον, δηλό– 15196 2.8.24.4 : μενος αὐτὸν μήτ´ ἀδυνάτως ἔχεν ποττὰν τῶν καλῶν ὁρ– 15197 2.8.24.5 : μάν, μήτε μὰν πάλιν ἀπροαιρέτως. Ἀρχὰν γὰρ αὐτῷ ἐνε– 15198 2.8.24.6 : φύτευσε τοιαύταν, ἅ τις καὶ τὸ δυνατὸν ἅμα περιέχει καὶ 15199 2.8.24.7 : τὸ προαιρετόν, ἵνα τᾶς μὲν δυνάμιος καὶ κατοχᾶς τῶν 15200 2.8.24.8 : ἀγαθῶν αὐτὸς αἴτιος ἔῃ, τᾶς δ´ ἐπὶ ταῦτα παρορμάσιος 15201 2.8.24.9 : καὶ κατ´ ὀρθὸν λόγον ὀπαδήσιος ὁ θεός. Καὶ διὰ τοῦτο 15202 2.8.24.10 : ἀναθρῴσκοντα αὐτὸν ἐποίησεν εἰς [τὸν] ὠρανὸν καὶ αὐτὸ 15203 2.8.24.11 : νοατὸν καὶ ὄψιν αὐτῷ ἐνέφυσε τοιαύταν, τὸν προσαγο– 15204 2.8.24.12 : ρευόμενον νόον, ᾧ τὸν θεὸν ὀψεῖται. Οὔτε γὰρ ἄνευ θεῶ 15205 2.8.24.13 : τὸ ἄριστον καὶ τὸ κάλλιστον ἦν εὑρὲν οὔτ´ ἄνευ νόω ἰδὲν 15206 2.8.24.14 : τὸν θεὸν αὐτόν, ἐπειδὴ πᾶν τὸ θνατὸν φύσιν ἔχει μετὰ 15207 2.8.24.15 : ἀφροσύνας συγγενέος ῥιζοῦσθαι· καὶ ταύταν οὐχ ὁ θεός 15208 2.8.24.16 : ἐστιν ὁ δωρούμενος, ἀλλ´ ἁ τᾶς γενέσιος οὐσία καὶ τᾶς 15209 2.8.24.17 : αὐτῶν ψυχᾶς ἁ προαίρεσις. 15210 2.8.25.1 : <20Ἐκ τοῦ Πλουτάρχου εἰ ἡ τῶν μελλόντων 15211 2.8.25.2 : πρόγνωσις ὠφέλιμος>20 (fr. XV, 3). 15212 2.8.25.3 : Ὁ δὲ Νέστωρ οὐκ ἀβέλτερος; ὕπνου φθονῶν τοῖς 15213 2.8.25.4 : τὰς ναῦς φυλάσσουσι καὶ διακελευόμενος, 15214 2.8.25.5 : οὕτω νῦν φίλα τέκνα φυλάσσετε, μηδέ τιν´ ὕπνος 15215 2.8.25.6 : αἱρείτω, μὴ χάρμα γενώμεθα δυσμενέεσσιν (Κ 192. 193); 15216 2.8.25.7 : Οὐ γενησόμεθα, φησί τις, οὐδ´ ἂν καθεύδωμεν, εἰ πεπρω– 15217 2.8.25.8 : μένον ἐστὶ μὴ ἁλῶναι τὸν ναύσταθμον. Τίς οὐκ ἂν εἴποι 15218 2.8.25.9 : πρὸς τοὺς ταῦτα ληροῦντας, ὅτι καθείμαρται μὲν ἴσως 15219 2.8.25.10 : ἅπαντα ταῦτα, συγκαθείμαρται δὲ ἑκάστῳ τὸ διὰ τούτων 15220 2.8.25.11 : καὶ τὸ ἐν τούτοις καὶ 〈τὸ〉 οὕτω καὶ τὸ μὴ ἄλλως συντελεῖ– 15221 2.8.25.12 : σθαι δίχα τούτων; Οὐ γὰρ ἔστι φυλακὴ καθευδόντων οὐδὲ 15222 2.8.25.13 : νίκη φευγόντων οὐδὲ θερίσαι μὴ σπειράντων τὴν ἀγαθὴν 15223 2.8.25.14 : γῆν καὶ καθαρὰν οὐδὲ γεννῆσαι μὴ συγγενόμενον γυναικὶ 15224 2.8.25.15 : ἡλικίαν ἐχούσῃ καὶ σώματος φύσιν γόνιμον οὐδὲ ἄγρας 15225 2.8.25.16 : τυχεῖν ἐν ἀθήροις χωρίοις. 15226 2.8.26.1 : <20Αἰσχίνου>20 (C. F. Hermann. Aesch. Socr. reliqu. p. 26) 15227 2.8.26.2 : Ἀνθρώπῳ δέ τοι οὐκ ἄπορον καλὸν κἀγαθὸν εἶναι. 15228 2.8.27.1 : <20Ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου Ἐγχειριδίου>20 (c. 17). 15229 2.8.27.2 : Μέμνησο ὅτι ὑποκριτὴς εἶ δράματος, οἷον ἂν θέλῃ ὁ 15230 2.8.27.3 : διδάσκαλος· ἂν βραχύ, βραχέος· ἂν μακρόν, μακροῦ· ἂν 15231 2.8.27.4 : πτωχὸν ὑποκρίνασθαί 〈σε〉 θέλῃ, τοῦτον ἵνα καλῶς ὑπο– 15232 2.8.27.5 : κρίνῃ· ἂν χωλόν, ἂν ἄρχοντα, ἂν ἰδιώτην. Σὸν γάρ ἐστι 15233 2.8.27.6 : τὸ δοθὲν πρόσωπον ὑποκρίνασθαι καλῶς, ἐκλέξασθαι δὲ 15234 2.8.27.7 : τὸ πρόσωπον ἄλλου. 15235 2.8.28.1 : <20Ἐπικούρου>20 (sent. select. XVI p. 74 Usener.) 15236 2.8.28.2 : Βραχεῖα σοφῷ τύχη παρεμπίπτει, τὰ δὲ μέγιστα καὶ 15237 2.8.28.3 : κυριώτατα λογισμὸς διῴκηκε κατὰ τὸν βίου συνεχῆ χρόνον. 15238 2.8.29.1 : <20Σωκράτους.>20 15239 2.8.29.2 : Σωκράτης ἔφη μεγίστην μὲν ἀρχὴν εἶναι τὴν βασι– 15240 2.8.29.3 : λείαν, ἀρίστην δὲ τὸ ἑαυτοῦ ἄρχειν. 15241 2.8.30.1 : <20Ῥούφου ἐκ τῶν Ἐπικτήτου Περὶ φιλίας>20 15242 2.8.30.2 : (=Epictet. fr. 169 Schw.). 15243 2.8.30.3 : Τῶν ὄντων τὰ μὲν ἐφ´ ἡμῖν ἔθετο ὁ θεός, τὰ δ´ οὐκ 15244 2.8.30.4 : ἐφ´ ἡμῖν. Ἐφ´ ἡμῖν μὲν τὸ κάλλιστον καὶ σπουδαιότατον, 15245 2.8.30.5 : ᾧ δὴ καὶ αὐτὸς εὐδαίμων ἐστὶ τὴν χρῆσιν τῶν φαντασιῶν. 15246 2.8.30.6 : Τοῦτο γὰρ ὀρθῶς γιγνόμενον ἐλευθερία ἐστίν, εὔροια, εὐθυ– 15247 2.8.30.7 : μία, εὐστάθεια, τοῦτο δὲ καὶ δίκη ἐστὶ καὶ νόμος καὶ 15248 2.8.30.8 : σωφροσύνη καὶ ξύμπασα ἀρετή. Τὰ δ´ ἄλλα πάντα οὐκ 15249 2.8.30.9 : ἐφ´ ἡμῖν ἐποιήσατο. Οὐκοῦν καὶ ἡμᾶς συμψήφους χρὴ 15250 2.8.30.10 : τῷ θεῷ γενέσθαι καὶ ταύτῃ διελόντας τὰ πράγματα, τῶν 15251 2.8.30.11 : μὲν ἐφ´ ἡμῖν πάντα τρόπον ἀντιποιεῖσθαι, τὰ δὲ μὴ ἐφ´ 15252 2.8.30.12 : ἡμῖν ἐπιτρέψαι τῷ κόσμῳ, καὶ εἴτε τῶν παίδων δέοιτο, 15253 2.8.30.13 : εἴτε τῆς πατρίδος, εἴτε τοῦ σώματος, εἴτε ὁτουοῦν, ἀσμέ– 15254 2.8.30.14 : νους παραχωρεῖν. 15255 2.8.31.1 : <20Ἑρμοῦ>20 (p. 42 Patric.). 15256 2.8.31.2 : Ἔστι τοίνυν οὐσία καὶ λόγος καὶ νόημα καὶ διάνοια. 15257 2.8.31.3 : Φέρεται δ´ ἐπὶ τὴν διάνοιαν καὶ δόξα καὶ αἴσθησις. Ἵεται 15258 2.8.31.4 : δ´ ὁ λόγος ἐπὶ τὴν οὐσίαν, τὸ δὲ νόημα δι´ αὑτοῦ ἵεται. 15259 2.8.31.5 : Ἐπιπλέκεται δὲ τὸ νόημα τῇ διανοίᾳ, ἐλθόντα δὲ δι´ ἀλ– 15260 2.8.31.6 : λήλων μία ἰδέα ἐγένοντο, αὕτη δέ ἐστιν ἡ τῆς ψυχῆς. 15261 2.8.31.7 : Φέρεται δ´ ἐπὶ τὴν αὐτῆς διάνοιαν δόξα καὶ αἴσθησις· 15262 2.8.31.8 : ταῦτα δὲ ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ οὐ μένει, ἔνθεν καὶ ὑπερβάλλει 15263 2.8.31.9 : καὶ ἐλλείπει καὶ ἑαυτῷ διαφέρεται· χεῖρον μὲν γίνεται, 15264 2.8.31.10 : ὅταν ἀποσπασθῇ τῆς διανοίας· ὅταν δὲ ἀκολουθῇ καὶ πεί– 15265 2.8.31.11 : θηται, κοινωνεῖ τῷ νοηματικῷ λόγῳ διὰ τῶν μαθημάτων. Τὸ 15266 2.8.31.12 : δὲ αἱρεῖσθαι ἔχομεν, τὸ γὰρ αἱρεῖσθαι τὸ κρεῖττον ἐφ´ ἡμῖν 15267 2.8.31.13 : ἐστίν, ὁμοίως δὲ καὶ τὸ χεῖρον ἀκουσίως· ἐχομένη γὰρ αἵρε– 15268 2.8.31.14 : σις τῶν κακῶν πλησιάζει τῇ σωματικῇ φύσει, διά 〈τε〉 τοῦτο 15269 2.8.31.15 : τῷ ἑλομένῳ εἱμαρμένη δυναστεύει. Ἐπεὶ τοίνυν ἡ ἐν ἡμῖν 15270 2.8.31.16 : ἀσώματος οὐσία αὐτεξούσιός ἐστιν ὥσπερ ὁ νοηματικὸς λό– 15271 2.8.31.17 : γος, αὕτη δ´ ἀεὶ κατὰ ταὐτὰ καὶ ὡσαύτως ἔχει, διὰ τοῦτο 15272 2.8.31.18 : εἱμαρμένη ταύτης οὐχ ἄπτεται, παραθεῖσα δὲ τὸν πρῶτον 15273 2.8.31.19 : ἀπὸ τοῦ πρώτου θεοῦ διανοητικὸν λόγον, προίησι καὶ ὅλον 15274 2.8.31.20 : τὸν λόγον ὃν συνέταξε φύσις τοῖς γιγνομένοις· τούτοις 15275 2.8.31.21 : ψυχὴ κοινωνήσασα κοινωνεῖται ταῖς τούτων εἱμαρμέναις, 15276 2.8.31.22 : ἀμέτοχος οὖσα τῆς τῶν γινομένων φύσεως. 15277 2.8.32.1 : <20Ἐκ τοῦ Πλουτάρχου Περὶ φιλίας>20 (fr. XVII 15278 2.8.32.2 : p. 550= 827). 15279 2.8.32.3 : Ὅθεν οὐ δεῖ παντάπασι ταπεινοῦν τὴν φύσιν ὧς 15280 2.8.32.4 : μηδὲν ἰσχυρὸν μηδὲ μόνιμον μηδὲ ὑπὲρ τὴν τύχην ἔχουσαν, 15281 2.8.32.5 : ἀλλὰ τοὐναντίον εἰδότας ὅτι μικρόν ἐστι μέρος τοῦ ἀνθρώ– 15282 2.8.32.6 : που σαθρόν τε καὶ ἐπίκηρον ὃ δέχεται τὴν τύχην, τῆς δὲ 15283 2.8.32.7 : βελτίονος μερίδος αὐτοὶ κρατοῦμεν, ἐν ᾗ τὰ μέγιστα τῶν 15284 2.8.32.8 : ἀγαθῶν ἱδρυνθέντα, δόξαι τε χρησταὶ καὶ μαθήματα καὶ 15285 2.8.32.9 : λόγοι τελευτῶντες εἰς ἀρετὴν ἀναφαίρετον ἔχουσι τὴν 15286 2.8.32.10 : οὐσίαν καὶ ἀδιάφθορον, ἀνεκπλήκτους πρὸς τὸ μέλλον 15287 2.8.32.11 : εἶναι καὶ θαρραλέους καὶ πρὸς τὴν τύχην λέγοντας, 〈ἃ〉 15288 2.8.32.12 : Σωκράτης, δοκῶν πρὸς τοὺς κατηγόρους λέγειν, πρὸς τοὺς 15289 2.8.32.13 : δικαστὰς ἔλεγεν, ὡς ἀποκτεῖναι μὲν Ἄνυτος καὶ Μέλητος 15290 2.8.32.14 : δύνανται, βλάψαι δὲ οὐ δύνανται. Καὶ γὰρ ἡ τύχη δύνα– 15291 2.8.32.15 : ται νόσῳ περιβαλεῖν, ἀφελέσθαι χρήματα, διαβαλεῖν πρὸς 15292 2.8.32.16 : δῆμον ἢ τύραννον· κακὸν δὲ καὶ δειλὸν καὶ ταπεινόφρονα 15293 2.8.32.17 : καὶ ἀγεννῆ καὶ φθονερὸν οὐ δύναται ποιῆσαι τὸν ἀγαθὸν 15294 2.8.32.18 : καὶ ἀνδρώδη καὶ μεγαλόψυχον 〈καὶ γενναῖον καὶ ἐλευθέ– 15295 2.8.32.19 : ριον〉, οὐδὲ παρελέσθαι τὴν διάθεσιν τῶν καλῶν. 15296 2.8.33.1 : <20Πλάτωνος>20 (Meno p. 99A). 15297 2.8.33.2 : Τὰ ἀπὸ τύχης γιγνόμενα οὐκ ἀνθρωπίνῃ ἡγεμονίᾳ 15298 2.8.33.3 : γίγνεται, ᾧ δ´ ἄνθρωπος ἡγεμών ἐστιν ἐπὶ τὸ ὀρθόν, δύο 15299 2.8.33.4 : ταῦτα ἡγεῖται, δόξα ἀληθὴς καὶ ἐπιστήμη. 15300 2.8.34.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 (ibid. p. 97E–98A)〉. 15301 2.8.34.2 : Αἱ δόξαι αἱ ἀληθεῖς, ὅσον μὲν ἂν χρόνον παραμένωσι, 15302 2.8.34.3 : καλὸν τὸ χρῆμα καὶ πάντα τἀγαθὰ ἀπεργάζονται· πολὺν 15303 2.8.34.4 : δὲ χρόνον οὐκ ἐθέλουσι παραμένειν, ἀλλὰ δραπετεύουσιν 15304 2.8.34.5 : ἐκ τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου· ὥστε οὐ πολλοῦ ἄξιαί εἰσιν, 15305 2.8.34.6 : ἕως ἄν τις αὐτὰς δήσῃ αἰτίας λογισμῷ. Ἐπειδὰν δὲ δε– 15306 2.8.34.7 : θῶσι, πρῶτον μὲν ἐπιστῆμαι γίγνονται, ἔπειτα μόνιμοι. 15307 2.8.34.8 : Καὶ διὰ ταῦτα δὴ τιμιώτερον ἐπιστήμη ὀρθῆς δόξης ἐστὶ 15308 2.8.34.9 : καὶ διαφέρει δεσμῷ. 15309 2.8.35.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (Rep. VI p. 506C). 15310 2.8.35.2 : Τί δέ; οὐκ ᾔσθησαι τὰς ἄνευ ἐπιστήμης δόξας ὡς 15311 2.8.35.3 : ἅπασαι αἰσχραί, ὧν αἱ βέλτισται τυφλαί; Ἢ δοκοῦσί τι 15312 2.8.35.4 : τυφλῶν διαφέρειν ὁδὸν ὀρθῶς πορευομένων οἱ ἄνευ νοῦ 15313 2.8.35.5 : ἀληθές τι δοξάζοντες; 15314 2.8.36.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20〉 (Rep. VII p. 534B–D) 15315 2.8.36.2 : Ὃς ἂν μὴ ἔχῃ διορίσασθαι τῷ λόγῳ ἀπὸ τῶν ἄλλων 15316 2.8.36.3 : ἁπάντων ἀφελὼν τὴν τοῦ ἀγαθοῦ ἰδέαν καὶ ὥσπερ ἐν 15317 2.8.36.4 : μάχῃ διὰ πάντων ἐλέγχων διεξιὼν μὴ κατὰ δόξαν ἀλλὰ 15318 2.8.36.5 : κατ´ οὐσίαν προθυμούμενος ἐλέγχειν, ἐν πᾶσι τούτοις 15319 2.8.36.6 : ἀπτῶτι τῷ λόγῳ διαπορεύηται, οὔτε αὐτὸ τὸ ἀγαθὸν φή– 15320 2.8.36.7 : σει εἰδέναι τὸν οὕτως ἔχοντα οὔτε ἄλλο ἀγαθὸν οὐδέν, 15321 2.8.36.8 : ἀλλ´ εἴ πῃ αὐτοῦ εἰδώλου τινὸς ἐφάπτεται, δόξῃ οὐκ 15322 2.8.36.9 : ἐπιστήμῃ ἐφάπτεσθαι καὶ τὸν νῦν βίον ὀνειροπολοῦντα 15323 2.8.36.10 : καὶ ὑπνώττοντα, πρὶν ἐνθάδε ἐξέγρεσθαι, εἰς ᾅδου πρό– 15324 2.8.36.11 : τερον ἀφικόμενον τελέως ἐπικαταδαρθεῖν. 15325 2.8.37.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (Politic. p. 309C). 15326 2.8.37.2 : Τὴν τῶν καλῶν καὶ δικαίων πέρι 〈καὶ〉 ἀγαθῶν καὶ 15327 2.8.37.3 : τῶν τούτοις ἐναντίων ὄντων οὖσαν ἀληθῆ δόξαν μετὰ βε– 15328 2.8.37.4 : βαιώσεως, ὁπόταν ἐν ψυχαῖς ἐγγίγνηται, θείαν φημὶ ἐν 15329 2.8.37.5 : δαιμονίῳ γίγνεσθαι γένει. 15330 2.8.38.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 (Rep. I p. 340E)〉. 15331 2.8.38.2 : Ἐπιλιπούσης γὰρ ἐπιστήμης ὁ ἁμαρτάνων ἁμαρτάνει, 15332 2.8.38.3 : ἐν ᾧ 〈οὐκ〉 ἔστι δημιουργός. 15333 2.8.39.1 : <20Πορφυρίου περὶ τοῦ ἐφ´ ἡμῖν.>20 15334 2.8.39.2 : Ἐν ταῖς πρῴην ἡμῖν γεγονυίαις, Χρυσαόριε, πρὸς ἀλ– 15335 2.8.39.3 : λήλους διαλέξεσι τὸν περὶ τῆς αἱρέσεως τῶν βίων ἀνακι– 15336 2.8.39.4 : νήσαντες λόγον, ἣν ταῖς ἔξω ψυχαῖς ἀπονείμας ὁ Πλάτων 15337 2.8.39.5 : κινδυνεύει τὸ ἐφ´ ἡμῖν καὶ ὅλως τὸ αὐτεξούσιον λεγόμενον 15338 2.8.39.6 : ἀναιρεῖν, εἴγε ἐκ τῶν προβεβιωμένων κατὰ τὴν προτέραν 15339 2.8.39.7 : περίοδον καὶ ὧν ἠγάπησαν ἢ ἐμίσησαν ἢ ἐφ´ οἷς ἥσθησαν 15340 2.8.39.8 : ἢ ἐλυπήθησαν ἠθοπεποιημέναι ἐπὶ τὴν αἵρεσιν ἔρχονται, 15341 2.8.39.9 : ταῦτα μὲν ἐδόκει ἐᾶν, ὡς εἰς ἀπολογίαν δυνάμενα παρα– 15342 2.8.39.10 : σχεῖν τινας πιθανότητας· ἃ δὲ μετὰ τὸ ἑλέσθαι καὶ μέλ– 15343 2.8.39.11 : λειν τοὺς κατὰ μέρος ἀνθρώπους ἀποφαίνειν, διὰ τῆς 15344 2.8.39.12 : αὐτῶν εἰς τὰ σώματα εἰσκρίσεως παθεῖν αὐτὰς ἔφη, χα– 15345 2.8.39.13 : λεπὰ ἡμῖν ἐφαίνετο, ποτὲ μὲν λέγοντος (Rep. X p. 617E)· 15346 2.8.39.14 : „ὁ πρῶτος αἱρείσθω βίον ᾧ συνέσται ἐξ ἀνάγκης“, ποτὲ 15347 2.8.39.15 : δὲ (ibid. p. 620D–621A), ὅτι ὃν εἰλήχαμεν δαίμονα ἀναπό– 15348 2.8.39.16 : δραστός τις ἡμῖν φρουρός. Τὴν γὰρ Λάχεσιν, ἥτις τῆς 15349 2.8.39.17 : Ἀνάγκης ἐστὶ θυγάτηρ, τῷ λαχόντι καὶ ἑλομένῳ τινὰ βίον 15350 2.8.39.18 : συμπέμπειν φύλακά τε τοῦ βίου καὶ ἐκ παντὸς ἀποπλη– 15351 2.8.39.19 : ρωτὴν τοῦ αἱρεθέντος· ὁ δὲ παραλαβὼν αὐτὸν καὶ πρὸς 15352 2.8.39.20 : Κλωθὼ ὑπὸ τὴν ἐκείνης χεῖρα καὶ τὴν ἐπιστροφὴν τοῦ 15353 2.8.39.21 : ἀτράκτου ἀγαγὼν καὶ μετὰ ταῦτα πρὸς τὴν Ἄτροπον, τὴν 15354 2.8.39.22 : τὰ ἐπικλωσθέντα ποιοῦσαν ἀμετάτροπα, ἐντεῦθεν ἤδη 15355 2.8.39.23 : ἀμεταστρεπτὶ ὑπὸ τὸν τῆς Ἀνάγκης ἄγει θρόνον καὶ δι´ 15356 2.8.39.24 : ἐκείνου διεξελθεῖν ποιήσας ἅμα τοῖς ἄλλοις, ἀπάγει εἰς 15357 2.8.39.25 : τὸ τῆς Λήθης πεδίον παρὰ τὸν Ἀμέλητα ποταμόν, ἀφ´ 15358 2.8.39.26 : οὗ μέτρον μὲν ἀναγκαῖον εἶναι πιεῖν, τοὺς δὲ πιόντας 15359 2.8.39.27 : πάντων ἐκλανθάνεσθαι. Οὕτω δὲ τούτων ἐπικεκλωσμένων 15360 2.8.39.28 : καὶ κατηναγκασμένων καὶ ἐπικεκυρωμένων ὑπὸ Μοιρῶν τε 15361 2.8.39.29 : καὶ Λήθης καὶ Ἀνάγκης, ἑπομένου καὶ παραφυλάττοντος 15362 2.8.39.30 : τὴν εἱμαρμένην τοῦ δαίμονος, τίνος ἂν εἴημεν κύριοι ἢ 15363 2.8.39.31 : πῶς ἔτι „ἡ ἀρετὴ ἀδέσποτος, ἣν τιμῶν καὶ ἀτιμάζων 15364 2.8.39.32 : πλέον καὶ ἔλαττον αὐτῆς ἕκαστος ἕξει“ (Rep. X p. 617E); 15365 2.8.39.33 : Ἐπεὶ τοίνυν τὰ τοῦ Πλάτωνος εἰς τὰς χεῖρας λαβὼν 15366 2.8.39.34 : μακρὰν ἡμᾶς ἀπεσφάλθαι τῆς τοῦ φιλοσόφου γνώμης 15367 2.8.39.35 : κατεῖδον, ἐθαυμάσαμεν τοὺς ἀπορήσαντας. Βίους γὰρ 15368 2.8.39.36 : αὐτοὺς μόνον λέγειν ἡγησάμενοι καὶ καθάπερ οἱ τὰ περὶ 15369 2.8.39.37 : βίων πραγματευσάμενοι μέμνηνται γεωργικοῦ τινος βίου 15370 2.8.39.38 : καὶ πάλιν πολιτικοῦ καὶ ἄλλου στρατιωτικοῦ, οὕτω καὶ 15371 2.8.39.39 : τὸν Πλάτωνα πολλῶν καὶ διαφόρων ἐν ἀνθρώποις θεω– 15372 2.8.39.40 : ρουμένων βίων καὶ τούτων τῆς αἱρέσεως ἐφ´ ἡμῖν ἐν πολ– 15373 2.8.39.41 : λοῖς οὔσης καὶ πάλιν τῆς ἐξ αὐτῶν μεταθέσεως, εἰκότως 15374 2.8.39.42 : θαυμάζουσι πῶς ὁ τούτων ἑλόμενός τινα κατηνάγκασται 15375 2.8.39.43 : ἐκ παντὸς τοῦτον ἀποπλῆσαι μόνον. Οἱ μὲν γὰρ ἀπὸ 15376 2.8.39.44 : τῆς Στοᾶς βίον λέγεσθαι ὑπολαμβάνουσι καθ´ ἕν τι σημαι– 15377 2.8.39.45 : νόμενον λογικῆς ζωῆς, διέξοδον αὐτῷ ἀποδιδόντες ἐξ ἐνερ– 15378 2.8.39.46 : γειῶν καὶ σχέσεων καὶ ποιήσεων καὶ παθημάτων συνεστῶ– 15379 2.8.39.47 : σαν, ὁ δὲ Πλάτων καὶ τὰς τῶν ἀλόγων ζωὰς λέγει βίους 15380 2.8.39.48 : (l. s. p. 620A B). Βίος γὰρ κατ´ αὐτὸν καὶ ἡ τοῦ κύκνου 15381 2.8.39.49 : ζωὴ καὶ πάλιν ἄλλος βίος ὁ λέοντος, καθ´ ὃ λέων, καὶ 15382 2.8.39.50 : ἄλλος ὁ ἀηδόνος· βίος δὲ καὶ ὁ ἀνθρώπειος καὶ τούτου 15383 2.8.39.51 : ὁ μέν τις γυναικεῖος, ὁ δὲ ἀνδρεῖος· λέγει γὰρ εἶναι παν– 15384 2.8.39.52 : τοδαπὰ τῶν βίων τὰ παραδείγματα. Ἓν μὲν οὖν τοιοῦτον 15385 2.8.39.53 : παρ´ αὐτῷ σημαινόμενον βίου, ἕτερον δὲ (l. s. p. 618A) ὃ 15386 2.8.39.54 : παρίστησι συμβεβηκός τι τούτων καὶ δεύτερόν τινα χαρα– 15387 2.8.39.55 : κτῆρα ἐπὶ προηγουμένῳ τῷ ῥηθέντι βίῳ. Προηγούμενος 15388 2.8.39.56 : μὲν γὰρ βίος κυνὶ ὁ κατὰ τὴν κυνὸς ζωήν· ἐπισυμβαίνει 15389 2.8.39.57 : δὲ τῷ τοιούτῳ βίῳ ἢ τῶν θηρευτικῶν κυνῶν ἢ τῶν ἰχνευ– 15390 2.8.39.58 : τικῶν ἢ τῶν περὶ τράπεζαν ἢ τῶν οἰκοφυλάκων, καὶ δεύ– 15391 2.8.39.59 : τερος ἂν εἴη οὗτος βίος. Ἀλλὰ τοῖς μὲν ἀλόγοις, ἀφῃρη– 15392 2.8.39.60 : μένοις τοῦ αὐτεξουσίου, ἢ διὰ φύσεως ὁ χαρακτὴρ οὗτος 15393 2.8.39.61 : ἐπισυνίσταται ἢ διὰ κατατάξεως τοῦ κτησαμένου· ἐπὶ δὲ 15394 2.8.39.62 : τῶν ἀνθρώπων τὸ μὲν ἢ ἐκ προγόνων γενέσθαι ἀγαθῶν 15395 2.8.39.63 : ἢ κάλλους τυχεῖν σωματικοῦ διὰ φύσεως ἐπορίσθη ἢ 15396 2.8.39.64 : τύχης, πλὴν ὅτι τούτων οὐδὲν ἦν ἐφ´ ἡμῖν δῆλον. Τὰς 15397 2.8.39.65 : δέ γε τῶν τεχνῶν ἀναλήψεις καὶ τὰς τῶν ἐπιτηδευμάτων 15398 2.8.39.66 : ἐπιστημῶν τε καὶ 〈τὰς〉 τῶν πολιτικῶν βίων ἀρχῶν τε 15399 2.8.39.67 : διώξεις καὶ ὅσα τοιαῦτα, ἐκ τοῦ ἐφ´ ἡμῖν ἠρτῆσθαι συμ– 15400 2.8.39.68 : βέβηκεν, εἰ καί τινα δυσεπίτευκτα, τῷ καὶ τῆς ἔξωθεν 15401 2.8.39.69 : προσδεῖσθαι συλλήψεως, δι´ οὗ εἰς τὸ τυχεῖν δύσκολα 15402 2.8.39.70 : καὶ ἀποθέσθαι οὐ ῥᾴδια, ὥσπερ ἀρχὰς καὶ τυραννίδας 15403 2.8.39.71 : καὶ δημαγωγίας. Πάντα μὲν οὖν τὰ τοιαῦτα ἠρτῆσθαι 15404 2.8.39.72 : συμβέβηκεν 〈ἐκ〉 τῆς προαιρέσεως, ἡ δὲ τεῦξις αὐτῶν οὐ 15405 2.8.39.73 : πάντως ἐφ´ ἡμῖν, ἀφ´ οὗ δ´ ἄν τινος τύχωμεν, τῇ τάξει 15406 2.8.39.74 : αὐτοῦ ἕπεσθαι ἀνάγκη. Δέδοται μέντοι ἐπὶ πάντων σχεδὸν 15407 2.8.39.75 : τῶν ἐχόντων μεσότητα καὶ μὴ ἤδη εἰς κακίαν ἀνηγμένων 15408 2.8.39.76 : τὸ χρήσασθαι τοῖς βίοις οὗ τις μέτεισιν, ἢ κακῶς ἢ καλῶς. 15409 2.8.39.77 : Καὶ γὰρ ἐπὶ τυραννίδας τινὲς προαχθέντες ἤπιοι καὶ πρᾶοι 15410 2.8.39.78 : γεγόνασι καὶ βασιλείαις πονηρῶς ἐχρήσαντο. Τούτων 〈δὲ〉 15411 2.8.39.79 : οὕτως ἐχόντων ἡ μὲν αἵρεσις τῶν βίων ταῖς ἔξω ψυχαῖς 15412 2.8.39.80 : προηγουμένως τῶν πρώτων ἐστί, κἄπειτα αἱρεθέντος ἥ τε 15413 2.8.39.81 : Ἀνάγκη τὸ ἀπαραίτητον ἐκύρωσεν, ὅ τε δαίμων ἐπηκολού– 15414 2.8.39.82 : θησεν, ὡς ἂν δὴ τοῦ βίου προστάτης ὢν καὶ ἐπόπτης 15415 2.8.39.83 : ἕκαστος ἑκάστου, συναναγκάσων ἐμμένειν τὰς ψυχὰς τῷ 15416 2.8.39.84 : αἱρεθέντι καὶ μὴ προβλέπειν, αἵ τε Μοῖραι τὸν τοιοῦτον 15417 2.8.39.85 : ἐπένησαν ἑκάστῳ βίον, 〈οἷον〉 τά [τε] γιγνόμενα διὰ παντὸς 15418 2.8.39.86 : μαρτυρεῖ τοῦ χρόνου. Οὔτε γὰρ ἀνήρ, κἂν σφόδρα δι´ ἀσέλ– 15419 2.8.39.87 : γειαν μαλακίζηται καὶ πάντ´ αὐτῷ ἡ προαίρεσις μετασχη– 15420 2.8.39.88 : ματίζῃ τὰ ἔξωθεν 〈εἰς〉 τὰ τῆς θηλείας συνήθη, γυνή ποτ´ 15421 2.8.39.89 : ἂν γένοιτο, οὔτε γυνὴ τὰ ἀνδρῶν ἐγχειροῦσα δρᾶν, ἀνήρ 15422 2.8.39.90 : ποτ´ ἂν γένοιτο. Ζῶσι μὲν οὖν τοῦτον τὸν βίον αἱ ψυχαὶ 15423 2.8.39.91 : μετ´ ἀνάγκης, διὰ λήθης αὐτὸν διεξάγουσαι καὶ ὅτι ἐπ´ 15424 2.8.39.92 : αὐταῖς ἡ αἵρεσις αὐτοῦ ποτε γέγονε, παντελῶς ἐπιλελη– 15425 2.8.39.93 : σμέναι. Ἔρχεται δὲ ἐπ´ ἀνθρώπου μάλιστα ἀνειμένον 15426 2.8.39.94 : [ἐλεύθερον] τὸ ἐθελούσιον πρὸς μὲν τὰ τῆς ψυχῆς, ὡς 15427 2.8.39.95 : καθ´ ἑαυτὴν καὶ μὴ ἐν σώματι [δεδεμένην] πεπεδημένην, 15428 2.8.39.96 : πρὸς δὲ τὰ τοῦ ζῴου καὶ συναμφοτέρου 〈πρὸς〉 αὐτεξούσια 15429 2.8.39.97 : ἔργα λελυμένου. Σὺν γὰρ τούτῳ διεξάγει τὸν ἀνθρώπειον 15430 2.8.39.98 : βίον ἕκαστος ἡμῶν, σὺν τῷ ἔχειν πρὸς τὰ τοῦ συναμφο– 15431 2.8.39.99 : τέρου αὐτεξούσια ἔργα τὴν ὁρμὴν προσήκουσαν. 15432 2.8.40.1 : <20Ἐν ταὐτῷ.>20 15433 2.8.40.2 : Διοικεῖται γὰρ τὸ ζῷον ἕκαστον κατὰ τὴν τῇδε προσή– 15434 2.8.40.3 : κουσαν αὐτῷ διάζησιν. Ἔχει δὲ ὁ βίος ὁ τοῦ ἀνθρώπου 15435 2.8.40.4 : τὸ κατάλληλον τῷ ἀνθρώπῳ αὐτεξούσιον ἐφ´ ἑαυτῷ. Διὸ 15436 2.8.40.5 : κἂν ἄγηται ὑπὸ προθυμιῶν φυσικῶν πρός τινα τῶν ἐν– 15437 2.8.40.6 : ταῦθα ἐν αἱρέσει πιπτόντων βίων, ἀλλ´ ἐφ´ αὑτῷ ἔχει 15438 2.8.40.7 : τὸ μὴ ἐμπεσεῖν, κἂν πάντως ἐμπέσῃ. Ὅσα γὰρ τῇ πιθανῇ 15439 2.8.40.8 : φαντασίᾳ συγκατατιθέμεθα διὰ τὸ πιθανόν, ἀλλ´ ἐφ´ 15440 2.8.40.9 : ἡμῖν καὶ τὸ μὴ συγκατατίθεσθαι, ὅ τι μὴ ἡ φαντασία 15441 2.8.40.10 : σύρει ἡμᾶς καὶ νευροσπαστεῖ πρὸς αὑτήν. 15442 2.8.41.1 : <20Ἐν ταὐτῷ.>20 15443 2.8.41.2 : Τὸ γὰρ ὅλον βούλημα τοιοῦτ´ ἔοικεν εἶναι τὸ τοῦ 15444 2.8.41.3 : Πλάτωνος· ἔχειν μὲν τὸ αὐτεξούσιον τὰς ψυχάς, πρὶν εἰς 15445 2.8.41.4 : σώματα καὶ βίους διαφόρους ἐμπεσεῖν, εἰς τὸ 〈τοῦτον〉 15446 2.8.41.5 : ἢ τοῦτον ἑλέσθαι τὸν βίον, ὃν μετὰ ποιᾶς ζωῆς καὶ σώ– 15447 2.8.41.6 : ματος οἰκείου τῇ ζωῇ ἐκτελέσειν μέλλει (καὶ γὰρ λέοντος 15448 2.8.41.7 : βίον ἐπ´ αὐταῖς εἶναι ἑλέσθαι καὶ ἀνδρός)· κἀκεῖνο μὲν 15449 2.8.41.8 : τὸ αὐτεξούσιον ἅμα τῇ πρός τινα τῶν τοιούτων βίων 15450 2.8.41.9 : πτώσει ἐμπεπόδισται. Κατελθοῦσαι δὲ εἰς τὰ σώματα 15451 2.8.41.10 : καὶ ἀντὶ ψυχῶν ἀπολύτων γεγονυῖαι ψυχαὶ ζῴων, τὸ αὐτεξ– 15452 2.8.41.11 : ούσιον φέρουσιν οἰκεῖον τῇ τοῦ ζῴου κατασκευῇ καὶ ἐφ´ 15453 2.8.41.12 : ὧν μὲν εἶναι πολύνουν καὶ πολυκίνητον ὡς ἐπ´ ἀνθρώπου, 15454 2.8.41.13 : ἐφ´ ὧν δὲ ὀλιγοκίνητον καὶ μονότροπον ὡς ἐπὶ τῶν ἄλλων 15455 2.8.41.14 : σχεδὸν πάντων ζῴων. Ἐξηρτῆσθαι δὲ τὸ αὐτεξούσιον 15456 2.8.41.15 : τοῦτο τῆς κατασκευῆς, κινούμενον μὲν ἐξ ἑαυτοῦ, φερό– 15457 2.8.41.16 : μενον δὲ κατὰ τὰς ἐκ τῆς κατασκευῆς γιγνομένας προθυμίας. 15458 2.8.42.1 : <20Ἐν ταὐτῷ.>20 15459 2.8.42.2 : Πανταχοῦ δὲ τὰς ὑπερβολὰς φεύγειν προσήκει, διώκειν 15460 2.8.42.3 : δὲ τὸ μέσον, ἂν μὴ ἤδη τὸ ἐφ´ ἡμῖν πάθεσι κακίας ἀνηκέ– 15461 2.8.42.4 : στοις δεδεμένον δουλεύῃ καὶ ὑποτεταγμένον ᾖ τούτοις. 15462 2.8.42.5 : Ἀρέσκει καὶ τὸ μὴ ἀτάκτως κληροῦσθαι τὰς ψυχὰς 15463 2.8.42.6 : τοὺς βίους καὶ λαμβάνειν αὐτούς, ἀλλὰ τάξει καὶ ὡς ἄγει 15464 2.8.42.7 : αὐτὰς ἡ περίοδος. Ἡ μὲν γὰρ πρώτη παυσαμένη ἐν τῇ 15465 2.8.42.8 : πρώτῃ περιόδῳ πρώτη ἥξει, ἡ δὲ δευτέρα 〈δευτέρα〉 ἐν τῇ 15466 2.8.42.9 : δευτέρᾳ κληρωσομένη· στρεφομένας γὰρ ὑπὸ τοῦ παντὸς 15467 2.8.42.10 : καὶ καταληγούσας τῇ τούτου φορᾷ περιάγεσθαι ὡς εἰς 15468 2.8.42.11 : τάξιν, κλήρων σημαινόντων τὸ πρῶτον καὶ τὸ δεύτερον. 15469 2.8.42.12 : Διὸ καὶ τῆς Λαχέσεως οἱ κλῆροι λαμβάνονται τῷ προφήτῃ 15470 2.8.42.13 : (Plat. Rep. X p. 617D), ἥτις ἀπὸ τοῦ λαγχάνειν καὶ κληροῦ– 15471 2.8.42.14 : σθαι κέκληται. Λάχεσιν δὲ τὴν τοῦ παντὸς περιστροφὴν 15472 2.8.42.15 : πολλοὶ εἶναι εἰρήκασιν. 15473 2.8.42.16 : Ἀρέσκει καὶ τὸ χραίνεσθαι τὸ μὲν ἐπὶ ταῖς ψυχαῖς 15474 2.8.42.17 : αὐτεξούσιον ὑπὸ τῆς ἐγγινομένης ἐνταῦθα προβιοτῆς, τὸ 15475 2.8.42.18 : δ´ ἐπὶ τοῖς ἀνθρώποις αὐτεξούσιον ἐκ τῆς πρός τινα τῶν 15476 2.8.42.19 : τῇδε βίων τῆς 〈ψυχῆς〉 ἔξω ἔτι οὔσης ῥοπῆς, ἣν αἵρεσιν 15477 2.8.42.20 : ὁ Πλάτων λέγει. 15478 2.8.42.21 : Ἀρέσκει καὶ τὸ τοιαύτην εἶναι τὴν εἱμαρμένην, ἐοι– 15479 2.8.42.22 : κυῖαν ταῖς τῶν νόμων διαγορεύσεσι, νόμον οὖσαν καὶ 15480 2.8.42.23 : αὐτὴν καὶ, 15481 2.8.42.24 : θεῶν ψήφισμα παλαιόν, 15482 2.8.42.25 : ἀΐδιον, πλατέεσσι κατεσφρηγισμένον ὅρκοις, 15483 2.8.42.26 : φησὶν Ἐμπεδοκλῆς (v. 369. 370 Stein.). Οἵ τε γὰρ νόμοι, 15484 2.8.42.27 : οὐκ ἀναγκάζοντες, διαγορεύουσιν, ὡς ἐὰν λῃστεύσῃς, τάδε 15485 2.8.42.28 : πείσῃ· ἐὰν δὲ ἀριστεύσῃς, τῶνδε τεύξῃ· οἵ τε καθ´ εἱμαρ– 15486 2.8.42.29 : μένην θεσμοί, ἐὰν βίον ἕλῃ ἀνδρός, οὕτως ζήσῃ, οὐ μὴν ἔτι 15487 2.8.42.30 : καὶ ἑλοῦ ἐκ παντὸς ἀναγκάζουσι· καὶ ἐὰν 〈ἐν〉 ἀνδράσι γενό– 15488 2.8.42.31 : μενος βίον ἕλῃ στρατιώτου, τάδε σε παθεῖν καὶ δρᾶσαι 15489 2.8.42.32 : ἀνάγκη, οὐ μὴν ἔτι βίον σε ἀνάγκη ἑλέσθαι στρατιώτου 15490 2.8.42.33 : καὶ τάδε παθεῖν 〈καὶ δρᾶσαι〉 ἐξ ἀνάγκης. Δι´ ὃ κεῖται 15491 2.8.42.34 : μὲν τὰ παραδείγματα καὶ τῶν πρώτων καὶ δευτέρων· ἐπὶ 15492 2.8.42.35 : δὲ ταῖς ψυχαῖς ἐστι, τούς τε πρώτους ἑλέσθαι βίους καὶ 15493 2.8.42.36 : ζῆσαι, φέρε, βίον ἀνθρώπου, τῶν τε δευτέρων ἑλέσθαι 15494 2.8.42.37 : βίον τινά· ἑλομένῳ δὲ καὶ ζῶντι κατὰ τοῦτον, ἀνάγκη τἀ– 15495 2.8.42.38 : κόλουθα καὶ δρᾶσαι καὶ παθεῖν. 15496 2.8.42.39 : Εἰ μέντοι ἐνδέχεται καταμαντευσάμενον τῆς Πλάτω– 15497 2.8.42.40 : νος γνώμης, ἐπιτυχῶς στοχάσασθαι, πόθεν ταῦτα λαβὼν 15498 2.8.42.41 : Πλάτων περὶ αὐτῶν διελέχθη ὡς τοῖς γιγνομένοις ὄντων 15499 2.8.42.42 : συμφώνων, φαίην ἄν, οἶμαι, ὅτι 〈παρὰ〉 τῶν παρ´ Αἰγυ– 15500 2.8.42.43 : πτίοις σοφῶν τοὺς βίους ἐκ τῶν ὡροσκόπων σημειουμένων 15501 2.8.42.44 : καὶ τῆς ἐν ταῖς γενέσεσι τῶν ἀστέρων πρὸς τὰ ἐν τῷ ζῳ– 15502 2.8.42.45 : διακῷ ἄστρα διαθέσεως, 〈ὡς〉 ἀκολούθους τῇ τοῦ ὡροσκό– 15503 2.8.42.46 : που ἀνατολῇ. Ἀναγκάζειν μὲν τὴν ποιὰν διάθεσιν τῶν 15504 2.8.42.47 : σχηματισμῶν ποιοὺς εἶναι τοὺς βίους ταῖς διὰ τῆς ὡρο– 15505 2.8.42.48 : σκοπούσης μοίρας ἰούσαις ψυχαῖς εἰς τὴν γένεσιν, πὼς 15506 2.8.42.49 : ἐχόντων τότε τῶν σχηματισμῶν, μὴ συντίθεσθαι αὐτὸν 15507 2.8.42.50 : τοῖς Αἰγυπτίοις· τῶν δὲ ψυχῶν κατὰ τὰς ἐνούσας διαθέ– 15508 2.8.42.51 : σεις ἐπὶ τοὺς ὡροσκόπους φερομένων καὶ βίους, 〈οὓς〉 15509 2.8.42.52 : σημαίνουσιν οἱ σχηματισμοί, βλεπουσῶν ὥσπερ ἐν πίνακι 15510 2.8.42.53 : [γεγραμμένα] ἐν τῇ οὐρανίᾳ γῇ γεγραμμένους, τὰς ἑλομένας 15511 2.8.42.54 : διὰ μὲν τὸ αὐτεξούσιον δύνασθαι καὶ μὴ βιῶναι οὕτως, 15512 2.8.42.55 : ἑλομένας δὲ τὰ ἐν τῇ στροφῇ κατὰ στιγμὴν τοῦ χρόνου 15513 2.8.42.56 : τῆς ἀναφορᾶς τοῦ ὡροσκόπου ἐναλλαττόμενα ἀνάγκῃ ἐκτε– 15514 2.8.42.57 : λεῖν τὰ γεγραμμένα. Διὰ τί οὖν ἐν τῇ αὐτῇ ἀναφορᾷ 15515 2.8.42.58 : φέρε καὶ κύων γεννᾶται καὶ ἀνὴρ καὶ γυνὴ καὶ πολλοὶ 15516 2.8.42.59 : ἄνδρες καὶ πάντων οὔτε ὁ πρῶτος βίος ὁ αὐτὸς οὔτε ὁ 15517 2.8.42.60 : δεύτερος; Πρῶτον μὲν οὖν εἴποιμ´ ἂν οὐχ οὕτως ταχυτέραν 15518 2.8.42.61 : ταῖς ψυχαῖς πορείαν πάσαις, ὡς μὴ φθάσαι τὴν ἀναφορὰν 15519 2.8.42.62 : τοῦ ὡροσκόπου τὴν ἐκείνων εἴσοδον· προλαμβανούσης δὲ 15520 2.8.42.63 : ἀεὶ τῆς φορᾶς καὶ ἑκάστης κατὰ κλῆρον διαφορᾶς ἄλλο 15521 2.8.42.64 : παράδειγμα βίου φερούσης, ἀνάγκη μηδέποτε συντρέχειν 15522 2.8.42.65 : πάντῃ τοὺς δοκοῦντας ἐν τῇ 〈αὐτῇ〉 ὥρᾳ εἰς τὸν κόσμον 15523 2.8.42.66 : ἐμβάλλειν. Ἔπειτα ὁ μὲν κλῆρος ἔξω ** πρὶν εἰς τὸν 15524 2.8.42.67 : τῆς σελήνης ὑποκάτω τόπον πεσεῖν· τοῦ 〈δὲ〉 πρώτου 15525 2.8.42.68 : βίου ἡ διέξοδος διὰ τῶν ἑπτὰ σφαιρῶν γιγνομένη, ἄλλως 15526 2.8.42.69 : ἄλλης κατ´ αὐτὰ κινουμένης κατὰ τὰς προθυμίας πρός 15527 2.8.42.70 : τινας τῶν δευτέρων βίων, οὐχ ὁμοίως προσέχειν πάσας 15528 2.8.42.71 : ποιεῖ τοῖς γεγραμμένοις. Ἤδη οὖν ἡ μὲν ἑλομένη κυνὸς 15529 2.8.42.72 : βίον ἔρχεται ἐπὶ τόνδε τὸν ὡροσκόπον· ἡ δὲ ἀνθρώπου 15530 2.8.42.73 : κατὰ τὴν παράκλισιν τῆς στιγμῆς ἐπὶ τόνδε· φέρει δ´ 15531 2.8.42.74 : αὐτὴν ἡ Δίκη κατὰ τῆς ἠθοποιίας ἰδιότητα ἐπί τινα μοῖ– 15532 2.8.42.75 : ραν τῆς περιφορᾶς, ἣ βίον ἔχει γεγραμμένον πρόσφορον 15533 2.8.42.76 : ταῖς αὐτῆς προθυμίαις. Ἡ δὲ Δίκη Τύχη λέγεται, αἰτία 15534 2.8.42.77 : οὖσα ἄδηλος ἀνθρωπείῳ λογισμῷ. Ζῳδίων δὲ ὄντων δώ– 15535 2.8.42.78 : δεκα, δι´ ὧν ἡ ὁδὸς ταῖς ψυχαῖς πεπίστευται τοῖς Αἰγυ– 15536 2.8.42.79 : πτίοις γίγνεσθαι τῇδε πανταχοῦ σχεδόν, αἱ μὲν πρῶται 15537 2.8.42.80 : τοῦ ζῳδιακοῦ μοῖραι, ὡς ἂν ἀγαθῷ νενεμημέναι τῷ κυρίῳ 15538 2.8.42.81 : τοῦ ζῳδίου, παρεδόθησαν εἶναι ἀμφιλαφεῖς· αἱ δὲ τελευ– 15539 2.8.42.82 : ταῖαι ἐπὶ πάντων τοῖς κακοποιοῖς λεγομένοις ἀστράσιν 15540 2.8.42.83 : ἀπενεμήθησαν. Ἐντεῦθεν οὖν ἡ τῶν πρώτων κλήρων 15541 2.8.42.84 : εὐμοιρία ἀποδοχῆς ἠξίωται καὶ ἡ τῶν ὑστέρων ἐστενοχω– 15542 2.8.42.85 : ρεῖσθαι λέγεται. Σημαίνειν μὲν οὖν τὰ ποιὰ σχήματα 15543 2.8.42.86 : τοὺς βίους τίθεται Πλάτων· ἀναγκάζειν δὲ οὐκέτι, ἀλλὰ 15544 2.8.42.87 : τὰς ἑλομένας ζῆν καὶ καθὰ σημαίνει ἐξ ἀνάγκης ἔχειν 15545 2.8.42.88 : τὸν εἱρμὸν τῶν γεγραμμένων. Αἰτία τοίνυν ἑλομένων ἢ 15546 2.8.42.89 : γυναικὸς ἢ ἀνδρὸς βίον ἢ ἄλλου τινὸς ζῴου τῆς εἰς 15547 2.8.42.90 : τὸν ὡροσκόπον φορᾶς· αἰτία δὲ καὶ τῆς ἐνεχθείσης εἰς 15548 2.8.42.91 : τόνδε τὸν ὡροσκόπον τὸ ἑλέσθαι τὸν δεύτερον βίον, ὃν 15549 2.8.42.92 : γεγραμμένον δεικνύει ἡ κατὰ τὸν ὡροσκόπον τεταγμένη 15550 2.8.42.93 : διακόσμησις τῶν ἀστέρων. Εἰ μή τις τὴν μὲν κατὰ τὴν 15551 2.8.42.94 : σπορὰν ὡροσκοπίαν τοῦ ἀνθρώπου ἢ κυνὸς ἑλέσθαι ἐμ– 15552 2.8.42.95 : φαίνειν τὸν κλῆρον εἴποι, τὴν δὲ τῆς ἐκ γαστρὸς ἐκτροπῆς 15553 2.8.42.96 : ὡροσκοπίαν τοῦ δευτέρου βίου καὶ ἐπὶ τῷ προαιρεθέντι 15554 2.8.42.97 : ἐνδεικνύναι τὴν αἵρεσιν. Ἀλλ´ ὅτι μὲν ἐκ τῶν παρ´ 15555 2.8.42.98 : Αἰγυπτίοις παραδεδομένων ἡ τοῦ μύθου πλάσις ἐσκευ– 15556 2.8.42.99 : ώρηται, συγχωρήσειεν ἄν τις· εἰ δὲ κατ´ αὐτὰ τὰ νοήματα 15557 2.8.42.100 : κατὰ μέρος τῷ Πλάτωνι διεσκευάσθη, χαλεπὸν τὸ ἀπο– 15558 2.8.42.101 : φήνασθαι. 15559 2.8.42.102 : Ἐπεὶ δὲ καὶ Ὁμήρου τυγχάνεις ὢν ἐραστής τε καὶ 15560 2.8.42.103 : ἐπαινέτης, ὅρα μοι μὴ καὶ αὐτὸς πρὸ τοῦ Πλάτωνος τὸ 15561 2.8.42.104 : διττὸν οἶδε τῶν βίων, τὸν μέν τινα ἀκίνητον, ὃν ἑλέσθαι 15562 2.8.42.105 : ἡ ψυχὴ ἢ μὴ ἑλέσθαι δύναται, ὅταν δὲ ἕληται ἀφύκτως 15563 2.8.42.106 : ἔχουσα ** μεταβάλλειν, ἢ δι´ ἀρετῆς αὐτὸν διοικεῖ ἢ κα– 15564 2.8.42.107 : κίας· τούτου γὰρ μεμνημένος φησί (Ζ 488. 489)· 15565 2.8.42.108 : Μοῖραν δ´ οὔ τινά φημι πεφυγμένον ἔμμεναι ἀνδρῶν 15566 2.8.42.109 : οὐ κακὸν οὐδὲ μὲν ἐσθλόν, ἐπὴν τὰ πρῶτα γένηται. 15567 2.8.42.110 : Τοῦτο μὲν οὖν περὶ τοῦ πρώτου καὶ ἀπαραβάτου εἴη 15568 2.8.42.111 : ἂν λέγων βίου· περὶ δὲ τοῦ δευτέρου, ὅτι ἐστὶν ἐφ´ ἡμῖν, 15569 2.8.42.112 : τί οὖν φησὶν Ὅμηρος (α 32–34); 15570 2.8.42.113 : οἷον δή νυ θεοὺς βροτοὶ αἰτιόωνται. 15571 2.8.42.114 : ἐξ ἡμέων γάρ φασι κάκ´ ἔμμεναι· οἱ δὲ καὶ αὐτοὶ 15572 2.8.42.115 : σφῇσιν ἀτασθαλίῃσιν ὑπὲρ μόρον ἄλγε´ ἔχουσι. 15573 2.8.42.116 : Διὰ τί οὖν „οἱ δὲ καὶ αὐτοί“; Δηλοῖ γὰρ ὅτι καὶ ἀπὸ 15574 2.8.42.117 : θεῶν τι ἔρχεται εἰς αὐτούς, εἰ καὶ τὸ πλέον δι´ αὐτούς· 15575 2.8.42.118 : ἢ ὅτι τὰ παραδείγματα τῶν βίων παρὰ θεῶν, οὐδὲ αὐτοὺς 15576 2.8.42.119 : ἔξω τῆς αἰτίας τοῦ εἰς κακὰ ἐμπίπτειν; ἀλλ´ ἀπολύεται 15577 2.8.42.120 : αὐτούς, τῷ αὐτεξουσίους ποιῆσαι τὰς ψυχὰς καὶ αὐταῖς 15578 2.8.42.121 : ἐπιτρέψαι ἑλέσθαι βίους, οἱ δὲ ἐξ ἐπιδρομῆς καὶ ἀμαθίας 15579 2.8.42.122 : „σφῇσιν ἀτασθαλίῃσιν ὑπὲρ μόρον ἄλγε´ ἔχουσιν“. 15580 2.8.43.1 : Ἐκ <20τῆς Ἰαμβλίχου ἐπιστολῆς πρὸς 15581 2.8.43.2 : Μακεδόνιον περὶ εἱμαρμένης.>20 15582 2.8.43.3 : Οὐσία ἐστὶν ἄϋλος ἡ τῆς ψυχῆς καθ´ ἑαυτήν, ἀσώ– 15583 2.8.43.4 : ματος, ἀγέννητος πάντῃ καὶ ἀνώλεθρος, παρ´ ἑαυτῆς 15584 2.8.43.5 : ἔχουσα τὸ εἶναι καὶ τὸ ζῆν, αὐτοκίνητος παντελῶς καὶ 15585 2.8.43.6 : ἀρχὴ τῆς φύσεως καὶ τῶν ὅλων κινήσεων. Αὕτη δὴ οὖν 15586 2.8.43.7 : καθ´ ὅσον ἐστὶ τοιαύτη, καὶ τὴν αὐτεξούσιον καὶ τὴν ἀπό– 15587 2.8.43.8 : λυτον περιείληφεν ἐν ἑαυτῇ ζωήν. 〈Καὶ〉 καθ´ ὅσον μὲν 15588 2.8.43.9 : δίδωσιν ἑαυτὴν εἰς τὰ γιγνόμενα καὶ ὑπὸ τὴν τοῦ παντὸς 15589 2.8.43.10 : φορὰν ἑαυτὴν ὑποτάττει, κατὰ τοσοῦτον καὶ ὑπὸ τὴν 15590 2.8.43.11 : εἱμαρμένην ἄγεται καὶ δουλεύει ταῖς τῆς φύσεως ἀνάγκαις· 15591 2.8.43.12 : καθ´ ὅσον δὲ αὖ τὴν νοερὰν ἑαυτῆς καὶ τῷ ὄντι ἄφετον 15592 2.8.43.13 : ἀπὸ πάντων καὶ αὐθαίρετον ἐνέργειαν ἐνεργεῖ, κατὰ το– 15593 2.8.43.14 : σοῦτον τὰ ἑαυτῆς ἑκουσίως πράττει καὶ τοῦ θείου καὶ 15594 2.8.43.15 : ἀγαθοῦ καὶ νοητοῦ μετ´ ἀληθείας ἐφάπτεται. 15595 2.8.44.1 : <20Ἐν ταὐτῷ.>20 15596 2.8.44.2 : Τὸν κατὰ νοῦν ἄρα βίον καὶ τὸν ἐχόμενον τῶν θεῶν 15597 2.8.44.3 : διαζῆν μελετητέον· οὗτος γὰρ ἡμῖν μόνος ἀποδίδωσι τὴν 15598 2.8.44.4 : ἀδέσποτον τῆς ψυχῆς ἐξουσίαν, ἀπολύει τε ἡμᾶς τῶν 15599 2.8.44.5 : ἀναγκαίων δεσμῶν καὶ ποιεῖ ζῆν οὐκ ἀνθρώπινόν τινα 15600 2.8.44.6 : βίον, ἀλλὰ τὸν θεῖον καὶ τῇ βουλήσει τῶν θεῶν ἀγαθῶν 15601 2.8.44.7 : ἀποπληρούμενον. 15602 2.8.45.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ.>20 15603 2.8.45.2 : Καὶ γὰρ ἤδη τὸ ὅλον εἰπεῖν, αἱ μὲν κινήσεις αἱ περὶ 15604 2.8.45.3 : τὸν κόσμον τῆς πεπρωμένης πρὸς τὰς ἀΰλους καὶ νοερὰς 15605 2.8.45.4 : ἐνεργείας καὶ περιφορὰς ἀφομοιοῦνται, ἡ δὲ τάξις αὐτῆς 15606 2.8.45.5 : πρὸς τὴν νοητὴν καὶ ἄχραντον εὐταξίαν ἀπείκασται· τὰ 15607 2.8.45.6 : δ´ αἴτια τὰ δεύτερα τοῖς προηγουμένοις αἰτίοις συνήρτη– 15608 2.8.45.7 : ται καὶ τὸ ἐν γενέσει πλῆθος πρὸς τὴν ἀμέριστον οὐσίαν 15609 2.8.45.8 : καὶ πάντα οὕτω τὰ τῆς εἱμαρμένης συνῆπται πρὸς τὴν 15610 2.8.45.9 : προηγουμένην πρόνοιαν. Κατ´ αὐτὴν τὴν οὐσίαν ἄρα 15611 2.8.45.10 : ἐπιπλέκεται ἡ εἱμαρμένη τῇ προνοίᾳ καὶ τῷ εἶναι τὴν 15612 2.8.45.11 : πρόνοιάν ἐστιν ἡ εἱμαρμένη καὶ ἀπ´ αὐτῆς καὶ περὶ αὐτὴν 15613 2.8.45.12 : ὑφέστηκε. 15614 2.8.45.13 : Τούτων δὲ οὕτως ἐχόντων καὶ ἡ τῶν ἀνθρώπων ἀρχὴ 15615 2.8.45.14 : τοῦ πράττειν ἔχει μὲν συμφωνίαν πρὸς ἀμφοτέρας ταύτας 15616 2.8.45.15 : τὰς τοῦ παντὸς ἀρχάς· ἔστι δὲ καὶ ἀφειμένη ἀπὸ τῆς 15617 2.8.45.16 : φύσεως καὶ ἀπόλυτος ἀπὸ τῆς τοῦ παντὸς κινήσεως ἐν 15618 2.8.45.17 : ἡμῖν τῶν πράξεων ἀρχή. Διὰ τοῦτο οὐκ ἔνεστιν ἐν τῇ 15619 2.8.45.18 : τοῦ παντός. Διότι μὲν γὰρ 〈οὐκ〉 ἀπὸ τῆς φύσεως παρά– 15620 2.8.45.19 : γεται οὐδὲ ἀπὸ τῆς τοῦ παντὸς κινήσεως, πρεσβυτέρα καὶ 15621 2.8.45.20 : οὐκ ἀπὸ τοῦ παντὸς ἐνδιδομένη, προτέτακται· διότι γε 15622 2.8.45.21 : μὴν ἀφ´ ὅλων τῶν τοῦ κόσμου μερίδων καὶ ἀπὸ πάντων 15623 2.8.45.22 : στοιχείων μοίρας τινὰς κατενείματο καὶ ταύταις πάσαις 15624 2.8.45.23 : χρῆται, περιέχεται αὐτὴ καὶ ἐν τῇ τῆς εἱμαρμένης διατάξει, 15625 2.8.45.24 : συντελεῖ τε εἰς αὐτὴν καὶ συμπληροῖ τὴν ἐν αὐτῇ κατα– 15626 2.8.45.25 : σκευὴν καὶ χρῆται αὐτῇ δεόντως. Καὶ καθ´ ὅσον μὲν λό– 15627 2.8.45.26 : γον καθαρὸν αὐθυπόστατον καὶ αὐτοκίνητον ἀφ´ ἑαυτοῦ 15628 2.8.45.27 : τε ἐνεργοῦντα καὶ τέλειον ἡ ψυχὴ συνείληφεν ἐν ἑαυτῇ, 15629 2.8.45.28 : κατὰ τοσοῦτον ἀπόλυτός ἐστι πάντων τῶν ἔξωθεν· καθ´ 15630 2.8.45.29 : ὅσον γε μὴν καὶ ζωὰς ἄλλας προβάλλει ῥεπούσας εἰς τὴν 15631 2.8.45.30 : γένεσιν καὶ ἐπικοινωνεῖ τῷ σώματι, κατὰ τοσοῦτον ἔχει 15632 2.8.45.31 : συμπλοκὴν καὶ πρὸς τὴν τοῦ κόσμου διάταξιν. 15633 2.8.46.1 : <20Ἐν ταὐτῷ.>20 15634 2.8.46.2 : Εἰ δέ τις ταὐτόματον καὶ τὴν τύχην ἐπεισάγων ἀναι– 15635 2.8.46.3 : ρεῖν οἴεται τὴν τάξιν, μαθέτω ὡς οὐδέν ἐστιν ἐν τῷ παντὶ 15636 2.8.46.4 : ἄτακτον οὐδ´ ἐπεισοδιῶδες οὐδὲ ἄνευ αἰτίας οὐδὲ ἀόριστον 15637 2.8.46.5 : οὐδὲ εἰκῇ οὐδ´ ἀπὸ τοῦ μηδενὸς ἐπεισιὸν οὐδὲ κατὰ συμ– 15638 2.8.46.6 : βεβηκός. Οὔκουν ἀναιρεῖται ἡ τάξις καὶ συνέχεια τῶν 15639 2.8.46.7 : αἰτιῶν καὶ ἡ τῶν ἀρχῶν ἕνωσις καὶ ἡ δι´ ὅλων διατεί– 15640 2.8.46.8 : νουσα τῶν πρώτων ἐπικράτεια. Βέλτιον οὖν ἀφορίζεσθαι· 15641 2.8.46.9 : ἡ τύχη τῶν πλειόνων τάξεων ἢ καὶ ἄλλων δή τινων [ἥ] 15642 2.8.46.10 : ἐστιν ἔφορος καὶ συναγωγὸς αἰτία, πρεσβυτέρα τῶν συνι– 15643 2.8.46.11 : όντων, ἣν τότε μὲν θεὸν ἐπικαλοῦμεν, 〈τότε δὲ δαίμονα〉 15644 2.8.46.12 : παρειλήφαμεν. Ἡνίκα μὲν γὰρ ἂν τὰ κρείττονα αἴτια τῶν 15645 2.8.46.13 : συνι〈όντων〉 ᾖ, θεός ἐστιν αὐτῶν ἔφορος, ὁπόταν δὲ τὰ ἐν 15646 2.8.46.14 : τῇ φύσει, δαίμων. Ἀεὶ οὖν μετ´ αἰτίας πάντα ἐπιτελεῖται 15647 2.8.46.15 : καὶ οὐδ´ ὁτιοῦν ἄτακτον ἐν τοῖς γιγνομένοις ἐπεισέρχεται. 15648 2.8.47.1 : <20Ἐν ταὐτῷ.>20 15649 2.8.47.2 : Διὰ τί οὖν παρ´ ἀξίαν αἱ διανομαὶ ἀποδίδονται; ἢ 15650 2.8.47.3 : τοῦτο οὐδὲ τὴν ἀρχὴν ἀμφισβητεῖν ὅσιον; οὐ γὰρ ἐπ´ 15651 2.8.47.4 : ἄλλῳ τινὶ κεῖται, ἐπ´ αὐτῷ δὲ τῷ ἀνθρώπῳ καὶ τῇ τοῦ 15652 2.8.47.5 : ἀνθρώπου αἱρέσει τἀγαθά, καὶ ταῦτα ἐν τῇ προαιρέσει 15653 2.8.47.6 : μόνον κυριώτατα δὴ ἀφώρισται, τὰ δ´ ἀπορούμενα παρὰ 15654 2.8.47.7 : τοῖς πολλοῖς δι´ ἄγνοιαν ἀμφισβητεῖται. Οὐκ ἄλλη οὖν 15655 2.8.47.8 : ἐπικαρπία τῆς ἀρετῆς ἐστιν ἢ αὐτὴ ἑαυτῆς. Οὐ μὴν οὐδὲ 15656 2.8.47.9 : ἐλαττοῦται ὅστις σπουδαῖος ἀπὸ τῆς τύχης, κρείττονα γὰρ 15657 2.8.47.10 : αὐτὸν πάσης συντυχίας ἡ μεγαλοψυχία ἀπεργάζεται. Οὐδὲ 15658 2.8.47.11 : γὰρ παρὰ φύσιν γίγνεται· ἐξαρκεῖ γὰρ ἡ τῆς ψυχῆς ἀκρό– 15659 2.8.47.12 : της καὶ τελειότης τὴν ἀρίστην φύσιν συμπληρῶσαι τοῦ 15660 2.8.47.13 : ἀνθρώπου. Καὶ μὴν τά γε ἐναντία εἶναι δοκοῦντα γυμνά– 15661 2.8.47.14 : ζει καὶ συνέχει καὶ συναύξει τὴν ἀρετὴν καὶ οὐχ οἷόν ἐστι 15662 2.8.47.15 : χωρὶς αὐτῶν καλοὺς κἀγαθοὺς γίγνεσθαι. Καὶ αὕτη τοί– 15663 2.8.47.16 : νυν ἡ διάθεσις τοῦ σπουδαίου τὸ καλὸν προτιμᾷ τε δια– 15664 2.8.47.17 : φερόντως καὶ τὴν τοῦ λόγου τελειότητα μόνην ἐν μακα– 15665 2.8.47.18 : ρίᾳ ζωῇ τίθεται, τὰ δὲ ἄλλα ἐν οὐδενὸς μέρει περιορᾷ 15666 2.8.47.19 : καὶ ἀτιμάζει. 15667 2.8.48.1 : 〈<20Ἐν ταὐτῷ>20〉 15668 2.8.48.2 : Ἐπεὶ τοίνυν ἐν ψυχῇ μέν ἐστιν ὁ ἄνθρωπος, ἡ δὲ 15669 2.8.48.3 : ψυχὴ νοερά τε ἐστὶ καὶ ἀθάνατος, καὶ τὸ καλὸν ἄρα αὐτῆς 15670 2.8.48.4 : καὶ τὸ ἀγαθὸν καὶ τὸ τέλος ἐνυπάρχει τῇ θείᾳ ζωῇ, τῶν 15671 2.8.48.5 : δὲ θνητοειδῶν οὐδὲν κύριον ἢ συμβάλλεσθαί τι πρὸς 15672 2.8.48.6 : τὴν τελείαν ζωήν ἐστιν, ἢ παραιρεῖν αὐτῆς τὴν εὐδαιμο– 15673 2.8.48.7 : νίαν. Ὅλως γὰρ ἐν νοερᾷ μὲν ζωῇ τὸ μακάριον ἡμῖν 15674 2.8.48.8 : ὑπάρχει· ταύτην δὲ οὐδὲν τῶν μέσων οὔτε ἐπιδιδόναι 15675 2.8.48.9 : ποιεῖ οὔτ´ ἐστὶν ἀφαιρεῖσθαι. Μάτην ἄρα αἱ τύχαι καὶ 15676 2.8.48.10 : τὰ ἄνισα δῶρα τῆς τύχης διατεθρύληται παρὰ τοῖς ἀν– 15677 2.8.48.11 : θρώποις. 15678 2.9.t.1 : {1Ὅτι οὐδεὶς ἑκὼν πονηρός.}1 15679 2.9.1.1 : <20Δημοκρίτου>20 (fr. mor. 12 ap. Mullach. p. 166). 15680 2.9.1.2 : Ἀπ´ ὧν ἡμῖν τἀγαθὰ γίνεται, ἀπὸ τῶν αὐτῶν τούτων 15681 2.9.1.3 : καὶ τὰ κακὰ ἐπαυρισκοίμεθ´ ἄν· τῶν δὲ κακῶν ἐκτὸς εἴημεν. 15682 2.9.1.4 : Αὐτίκα ὕδωρ βαθὺ ἐς πολλὰ χρήσιμον καὶ δηὖτε κακόν, 15683 2.9.1.5 : κίνδυνος γὰρ ἀποπνιγῆναι· μηχανὴ ὦν εὑρέθη, νήχεσθαι 15684 2.9.1.6 : διδάσκειν. 15685 2.9.2.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (fr. mor. 11 p. 166 Mullach.). 15686 2.9.2.2 : Ἀνθρώποισι κακὰ ἐξ ἀγαθῶν φύεται, ἐπήν τις τἀγα– 15687 2.9.2.3 : θὰ μὴ ποτῆται ποδηγετέειν μηδὲ ὀχέειν εὐπόρως. Οὐ 15688 2.9.2.4 : δίκαιον 〈ὦν〉 ἐν κακοῖσι τὰ τοιάδε κρίνειν, ἀλλ´ ἐν ἀγαθοῖσι· 15689 2.9.2.5 : τοῖσι δὲ ἀγαθοῖσι οἷόν τε χρῆσθαι καὶ πρὸς τὰ κακά, ᾧ 15690 2.9.2.6 : τινι βουλομένῳ ἂν εἴη. 15691 2.9.3.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 (fr. mor. 118 p. 183 Mullach.).〉 15692 2.9.3.2 : Ὁ μὲν εὔθυμος ἐς ἔργα ἐπιφερόμενος δίκαια καὶ νό– 15693 2.9.3.3 : μιμα καὶ ὕπαρ καὶ ὄναρ χαίρει τε καὶ ἔρρωται καὶ νηκη– 15694 2.9.3.4 : δής ἐστιν· ὃς δ´ ἂν καὶ δίκης ἀλογέῃ καὶ τὰ χρέοντα μὴ 15695 2.9.3.5 : ἔρδῃ, τούτῳ πάντα τὰ τοιάδε ἀτερπέα· ὅταν τ´ εὖ ἀναμνη– 15696 2.9.3.6 : σθῇ, καὶ δέδοικε καὶ ἑωυτὸν κακίζει. 15697 2.9.4.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 (fr. mor. 13 p. 167 Mullach.).〉 15698 2.9.4.2 : Οἱ θεοὶ τοῖσι ἀνθρώποισι διδοῦσι τἀγαθὰ πάντα καὶ 15699 2.9.4.3 : πάλαι καὶ νῦν, πλὴν ὁκόσα κακὰ καὶ βλαβερὰ καὶ ἀνω– 15700 2.9.4.4 : φελέα. Τάδε δ´ οὔτε πάλαι οὔτε νῦν θεοὶ ἀνθρώποισι 15701 2.9.4.5 : δωρέονται, ἀλλ´ αὐτοὶ τοῖσδεσι ἐμπελάζουσι διὰ νόου 15702 2.9.4.6 : τυφλότητα καὶ ἀγνωμοσύνην. 15703 2.9.5.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 (fr. mor. 15 p. 167 Mullach.).〉 15704 2.9.5.2 : Τύχη μεγαλόδωρος, ἀλλ´ ἀβέβαιος, φύσις δὲ αὐτάρ– 15705 2.9.5.3 : κης· διόπερ νικᾷ τῷ ἥσσονι καὶ βεβαίῳ τὸ μέζον τῆς 15706 2.9.5.4 : ἐλπίδος. 15707 2.9.6.1 : <20Εὐσεβίου>20 (fr. 63 III p. 17 Mullach.). 15708 2.9.6.2 : Θεοῦ ἐξ ἀρχῆς φήναντος τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων 15709 2.9.6.3 : κατὰ τὰ φατιζόμενα ὄψεϊ ἐοῦσαι διαφανέες ὁδοὶ <20διφάσιαι>20 15710 2.9.6.4 : προκέαται βίου ψυχῇσι ἀνθρώπων, ἀδαμαντίνῃ αἱμασιῇ 15711 2.9.6.5 : παχυτάτῃ καὶ ἐς πολλὸν ὕψος ἀνηκούσῃ [κατὰ τὰ ὑπὸ 15712 2.9.6.6 : τοῦ ἐξ ἀρχῆς φήναντος] ἀπ´ ἀλληλέων τὰ πρῶτα διειργό– 15713 2.9.6.7 : μεναι. Καὶ ἡ μὲν αὐτέων ἐστίν, ὁκοῖα δὴ τὴν τιμιωτέρην 15714 2.9.6.8 : τάξιν λαχοῦσα, ἐκ δεξιῆς χερὸς ἐσιόντων· αὕτη ἐπὶ τὴν 15715 2.9.6.9 : ἀρετὴν αὐτῇσι ἡγέεται· ἡτέρη δὲ λαιὴ ἐοῦσα ἐπὶ τὴν 15716 2.9.6.10 : κακίην ἐστὶ παραπέμπουσα. Φατίζονται δὲ εἶναι τοιαίδε. 15717 2.9.6.11 : Ἡ μὲν <20τῆς ἀρετῆς>20 τὰ πρῶτα οὐκ εὐήλατά κως παρέχειν 15718 2.9.6.12 : δοκέει οἷά τε μέντοι εὐτυκέι πόνῳ ἀνυσθῆναι, ἀλλὰ καὶ 15719 2.9.6.13 : τοὺς κατηγεομένους ἔχει καὶ παραπέμψαντας 〈ἂν〉 ἀκινδύ– 15720 2.9.6.14 : νως· τὸ δὲ μετὰ τοῦτό ἐστιν ὁδὸς ἰθέη τε καὶ εὐρέη μέχρι 15721 2.9.6.15 : τῆς ἐπὶ τὴν ἀκρόπολιν αὐτοῦ τοῦ καλοῦ· ἐπ´ ἣν ἀνελθὼν ἐν 15722 2.9.6.16 : τοῖσι καλλίστοισι ἔσεαι καὶ 〈ἐν〉 θέῃ ἄλλων τε μυρίων ἀγα– 15723 2.9.6.17 : θῶν [καὶ] τῶν εὐδαιμονεστάτων, ἀτὰρ δὴ καὶ φωτός, παντὸς 15724 2.9.6.18 : τοῦ λοιποῦ κάλλει μυρίῳ προήκοντος καὶ αὐγοειδεστάτου. 15725 2.9.6.19 : Πέριξ δὲ καὶ ἐπὶ πᾶσαν γῆν ἀναπεπταμένην αἱ πόλιες 15726 2.9.6.20 : ἔασι καὶ οἱ τὴν γῆν κατοικέοντες καὶ ἐργαζόμενοι, περὶ 15727 2.9.6.21 : τῶν, ὡς ἕκαστα ἔχει, ὁ ἐπὶ συμβουλίῃ τῶν ψυχέων προ– 15728 2.9.6.22 : πεμφθεὶς ἐρέει λόγος. Καὶ ἥδε μὲν ὧδέ κως ἔχει· ἡ δὲ 15729 2.9.6.23 : ἐπὶ <20τὴν κακίην>20 ἄγουσα ἔστιν οἵη τὰ μὲν κατ´ ἀρχὰς 15730 2.9.6.24 : ὀλίγου πάγχυ καὶ τούτου οὐ γνησίου, ἀπατηλοῦ δὲ καὶ 15731 2.9.6.25 : ἐπὶ παραγωγῇ τῶν προσιόντων γεῦσαί τευ ἡδέος· ὥστε 15732 2.9.6.26 : δὲ μηδενὸς μετὰ ταῦτα ἡγεμόνος εὑρισκομένου εὐθὺς ἄγει 15733 2.9.6.27 : ἐς ὁδὸν σκολίην, σκόλοπάς τε ἔχουσαν, οἵτινες δὴ ὀξέες, 15734 2.9.6.28 : μεγάλοι καὶ πυκνοὶ καταπεπήγασι, καὶ χαράδρας καὶ κρημ– 15735 2.9.6.29 : νοὺς κατὰ κεφαλῆς ὠθέοντας τοὺς ἐπαυρισκομένους κατὰ 15736 2.9.6.30 : τοῦ συμψήσοντος καὶ παρασυρέοντος τοὺς κατενεχθέντας 15737 2.9.6.31 : ἐς αὐτὸν ποταμοῦ κάτω βορβόρῳ καὶ λίθοις ῥέοντος, ὥστε 15738 2.9.6.32 : πολλοὺς εὐθὺς οὕτω διαφθείρεσθαι. Οἱ δὲ λοιποὶ τύχῃ, 15739 2.9.6.33 : οὔ τἄρ´ οἰκείῃ προμηθείῃ, ἐπὶ τὰς αὐτόθι ἐούσας πόλιας 15740 2.9.6.34 : διασκεδαννύαται ἄλλοι ἄλλοσε καὶ ἐπὶ πᾶσαν, πολλὴν 15741 2.9.6.35 : ἐοῦσαν, τὴν χώρην, περὶ τῶν δὴ καὶ αὐτῶν ὁ προειρημένος 15742 2.9.6.36 : ἄγγελος ἀπηγήσεται. Τουτέων ἐουσέων τῶν ὁδῶν τοιουτέων, 15743 2.9.6.37 : ἄγει ὁ προειρημένος καὶ ἔστιν ἐν μέσῳ θεοῦ μεγάλου κῆρυξ 15744 2.9.6.38 : 〈καὶ〉 σύμβουλος λόγος, 〈ὃς〉 ψυχῇσι τῇσι μελλούσῃσι κατι– 15745 2.9.6.39 : έναι τοιάδε προφωνέει· „ψυχαὶ ἀνθρώπων, φύσιν ἔχου– 15746 2.9.6.40 : σαι θνηταί τε εἶναι καὶ ἀθάνατοι καὶ ζωῇ μὲν τῇ ἐπὶ γῆς 15747 2.9.6.41 : νομιζομένῃ θανάτῳ ἐγκυρέουσαι, θανάτῳ δὲ τῷ δοκέοντι 15748 2.9.6.42 : αὐτόθι ζωὴν ἀπολαμβάνουσαι, ἐπεὰν χρόνου τοῦ τετα– 15749 2.9.6.43 : γμένου ὑμῖν ἀνυσθέντος αὖτις ἀπολυθῆτε σώματος, τοῦ 15750 2.9.6.44 : ἐν τῷ αὐτόθι θανάτῳ ὑποδεξαμένου ὑμέας, διαδέξονται 15751 2.9.6.45 : αὖτις ὑμέας τρόπον τῆς ἐπὶ γῆς ζωῆς βίοι οἱ ὀφειλόμενοι· 15752 2.9.6.46 : καὶ διὰ τοῦτο παραινέω, θεοῦ μεγάλου Ἑρμέω καὶ θεῶν 15753 2.9.6.47 : τῶν λοιπῶν προφήτης τε καὶ σύμβουλος λόγος, καὶ ἀπει– 15754 2.9.6.48 : θεούσῃσι μὲν προλέγω θνητὰ κακά, πειθομένῃσι δὲ ἀγαθὰ 15755 2.9.6.49 : ἔσεσθαι τοῖσι τῶν θεῶν ὁμοιεύμενα. Οὐ χρὴ ὦν βραχυ– 15756 2.9.6.50 : τάτης κιβδήλου τε καὶ εὐδιασκεδάστου τεῦ ἡδονῆς ἕνεκα 15757 2.9.6.51 : κακὰ μεγάλα καὶ τὰ παραμενέοντα τὸν πάντα χρόνον 15758 2.9.6.52 : αἱρέεσθαι καὶ βίῳ τῷ βραχυτάτῳ βίον βλάψαι τὸν μετὰ 15759 2.9.6.53 : ταῦτα μακρότατον, οὐδ´ αὖ πόνον ὀλίγον καταδεισάσας 15760 2.9.6.54 : ἀγαθὰ μεγάλα καὶ τὰ παραμενέοντα τὸν πάντα χρόνον 15761 2.9.6.55 : καὶ εὐδαιμονίην βιοτῆς μηκίστης τῆς μετὰ ταῦτα προἵ– 15762 2.9.6.56 : εσθαι.“ 15763 2.9.7.1 : <20Ἱεροκλέους ἐκ τοῦ Τίνα τρόπον θεοῖς χρη– 15764 2.9.7.2 : στέον.>20 15765 2.9.7.3 : Πολὺ δέ μοι δοκεῖ συμβάλλεσθαι πρὸς τὸ καλῶς 15766 2.9.7.4 : χρῆσθαι θεοῖς καὶ τὸ διειληφέναι, ὡς οὐδενός ποτε κακοῦ 15767 2.9.7.5 : γίγνεται θεὸς αἴτιος, ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἐκ τῆς κακίας ἀπαν– 15768 2.9.7.6 : τᾷ μόνης, οἱ δὲ θεοὶ τὸ ἐφ´ ἑαυτοῖς ἀγαθῶν τέ εἰσιν 15769 2.9.7.7 : αἴτιοι καὶ τῶν εὐχρήστων, ἡμεῖς δέ ἐσμεν οἱ τὰς εὐεργε– 15770 2.9.7.8 : σίας αὐτῶν οὐ προσιέμενοι, περιβάλλοντες δ´ ἑαυτοὺς 15771 2.9.7.9 : κακοῖς αὐθαιρέτοις. Ἤδη καιρὸν ἔχειν μοι τὸ ποιητικὸν 15772 2.9.7.10 : ἐκεῖνο δοκεῖ κατὰ τὸν τόπον τοῦτον, ὡς δὴ οἱ ‘βροτοὶ’ 15773 2.9.7.11 : τοὺς ‘θεοὺς αἰτιόωνται’ (Od. α 32) ὡς ἐξ αὐτῶν ἐπιπεμ– 15774 2.9.7.12 : πομένων τῶν κακῶν, 15775 2.9.7.13 : οἱ δὲ καὶ αὐτοὶ 15776 2.9.7.14 : σφῇσιν ἀτασθαλίῃσιν ὑπὲρ μόρον ἄλγε´ ἔχουσιν (αʹ 33. 34). 15777 2.9.7.15 : ἐπείτοιγε ὡς ὁ θεὸς οὐδαμῇ οὐδαμῶς κακῶν αἴτιός ἐστιν, 15778 2.9.7.16 : ἐκ πολλῶν 〈ἂν〉 νοήσειέ τις, πρὸς δὲ τὸ παρὸν ἀποχρή– 15779 2.9.7.17 : σειεν ἂν ἴσως ὁ Πλάτωνος ἐκεῖνος λόγος (Rep. I p. 335D). 15780 2.9.7.18 : Οὐ γὰρ θερμοῦ φησι τὸ ψύχειν ἀλλὰ τοὐναντίου, οὐδὲ 15781 2.9.7.19 : ψυχροῦ τὸ θερμαίνειν ἀλλὰ τοὐναντίου· οὕτως οὖν οὐδὲ 15782 2.9.7.20 : ἀγαθοποιοῦ τὸ κακοποιεῖν, ἀλλὰ τοὐναντίου. Καὶ μὴν 15783 2.9.7.21 : ἀγαθὸς ὁ θεός, πεπληρωμένος εὐθὺς ἀπ´ ἀρχῆς ταῖς 15784 2.9.7.22 : ἁπάσαις ἀρεταῖς, ὥστ´ οὐκ ἂν κακοποιητικὸς ὁ θεὸς εἴη, 15785 2.9.7.23 : οὐδέ τινι κακῶν αἴτιος, πάντα δὲ τοὐναντίον παρέχων 15786 2.9.7.24 : ἀγαθὰ τοῖς λαβεῖν βουλομένοις ἅπασι, χαριζόμενος δὲ σὺν 15787 2.9.7.25 : τοῖς ἀγαθοῖς καὶ τῶν μέσων, ὅσα κατὰ φύσιν ἡμῖν ἐστι 15788 2.9.7.26 : [τὰ] ποιητικά τε τῶν κατὰ φύσιν. Ἓν δὲ καὶ μόνον αἴτιον 15789 2.9.7.27 : τῶν κακῶν 〈ἡ κακία〉. 15790 2.9.7.28 : Ταῦτα χρὴ διειληφέναι, ὡς τῶν μὲν ἀγαθῶν αἰτίων 15791 2.9.7.29 : ὄντων τῶν θεῶν, τῶν δὲ κακῶν τῆς κακίας. Τίνα οὖν 15792 2.9.7.30 : ἡμῖν τοῦ κακῶς πάσχειν αἴτια; Ἐπεὶ δὲ τῶν μέσων ἐστί 15793 2.9.7.31 : τινα παρὰ φύσιν καὶ δύσχρηστα ἢ νὴ Δία ποιητικὰ τῶν 15794 2.9.7.32 : τοιούτων, ἄξιον καὶ περὶ τούτων τὴν νυνὶ διάληψιν ἔχειν, 15795 2.9.7.33 : οἷον νόσου λέγω, πηρώσεως, θανάτου, πενίας, δόξης καὶ 15796 2.9.7.34 : τῶν παραπλησίων. Πολλὰ τοίνυν πέφυκεν αὐτῶν περαί– 15797 2.9.7.35 : νειν καὶ ἡ κακία, καὶ 〈δὴ〉 δι´ ἀκρασίαν καὶ λαγνείαν πολ– 15798 2.9.7.36 : λαὶ μὲν γίνονται νόσοι, πολλαὶ δὲ πηρώσεις· διά τε ἀδι– 15799 2.9.7.37 : κίαν πολλοὶ μὲν ἐχειροκοπήθησαν καὶ ἄλλας τοιαύτας 15800 2.9.7.38 : ἀνεδέξαντο λώβας, πολλοὶ δὲ καὶ ὅλως ἀπέθανον. Ἐμ– 15801 2.9.7.39 : ποδίζεται δὲ πυκνὰ καὶ ἡ φιλάνθρωπος ἰατρικὴ παρὰ τὴν 15802 2.9.7.40 : ἑαυτῆς πρόθεσιν ὑπὸ τῆς κακίας. Ἄπρακτα γὰρ γίνεται 15803 2.9.7.41 : τὰ βοηθήματα τῆς τέχνης δι´ ἀπείθειαν καὶ ἀκρασίαν καὶ 15804 2.9.7.42 : φυγοπονίαν τῶν νοσούντων· καὶ μὴν πολλοὺς μὲν ἀπειρ– 15805 2.9.7.43 : γάσατο πτωχοὺς καὶ ἀπόρους ἀσωτία καὶ πολυτέλεια, πολ– 15806 2.9.7.44 : λοὺς δὲ ἀδόξους αἰσχροκέρδεια καὶ μικροπρέπεια. Μετά 15807 2.9.7.45 : γε μὴν τὴν κακίαν δευτέρα τῶν τοιούτων πρόφασις ἡ ὕλη. 15808 2.9.7.46 : Τὰ μὲν γὰρ μετέωρα καὶ ὑπὲρ ἡμᾶς, ὡς ἂν ἐκ τῆς εἰλι– 15809 2.9.7.47 : κρινεστάτης οὐσίας γεγονότα, δι´ ὁμαλοῦ πορεύεται, πάν– 15810 2.9.7.48 : των ἐν αὐτοῖς κατὰ τοὺς τῆς φύσεως λόγους περαινομένων· 15811 2.9.7.49 : τὰ δ´ ἐπίγεια καθάπερ ὑποστάθμην καὶ ἰλὺν ἔχοντα τῶν 15812 2.9.7.50 : ὅλων τὴν οὐσίαν *** 15813 2.9.8.1 : <20Μουσωνίου>20 (apomn. I c. 1 p. 141 Peerlkamp.). 15814 2.9.8.2 : Πάντες, ἔφη, φύσει πεφύκαμεν οὕτως, ὥστε ζῆν ἀνα– 15815 2.9.8.3 : μαρτήτως καὶ καλῶς, οὐχ ὁ μὲν ἡμῶν ὁ δ´ οὔ· καὶ τούτου 15816 2.9.8.4 : μέγα τεκμήριον ὅτι πᾶσιν ὁμοίως οἱ νομοθέται καὶ προσ– 15817 2.9.8.5 : τάττουσιν ἃ χρὴ ποιεῖν καὶ ἀπαγορεύουσιν ἃ μὴ χρή, οὐχ 15818 2.9.8.6 : ὑπεξαιρούμενοι οὐδένα τῶν ἀπειθούντων ἢ τῶν ἁμαρτα– 15819 2.9.8.7 : νόντων, ὥστε ἀτιμώρητον εἶναι οὐ νέον, οὐ πρεσβύτην, 15820 2.9.8.8 : οὐκ ἰσχυρόν, οὐκ ἀσθενῆ, οὐχ ὁντιναοῦν. Καίτοι ἐχρῆν, 15821 2.9.8.9 : εἰ ὅλον ἐπείσακτον τὸ τῆς ἀρετῆς ἦν, καὶ μηδὲν αὐτοῦ 15822 2.9.8.10 : φύσει ἡμῖν μετῆν, ὥσπερ οὐδ´ ἐν τοῖς ὑπὸ τὰς ἄλλας 15823 2.9.8.11 : τέχνας οὖσιν ἔργοις οὐδεὶς ἀπαιτεῖται εἶναι ἀναμάρτητος, 15824 2.9.8.12 : μὴ μεμαθηκὼς τὴν τέχνην, οὕτως μηδ´ ἐν τοῖς κατὰ τὸν 15825 2.9.8.13 : βίον μηδένα ἀπαιτεῖσθαι εἶναι ἀναρμάρτητον, ὅστις ἀρε– 15826 2.9.8.14 : τὴν μὴ ἐξέμαθεν, ἐπείπερ ἀρετὴ μόνη ποιεῖ μὴ ἁμαρτά– 15827 2.9.8.15 : νειν ἐν βίῳ. Νῦν δὲ ἐν μὲν θεραπείᾳ καμνόντων οὐδεὶς 15828 2.9.8.16 : ἀναμάρτητον ἀξιοῖ εἶναι ἄλλον ἢ τὸν ἰατρὸν καὶ ἐν χρήσει 15829 2.9.8.17 : λύρας οὐδένα ἄλλον ἢ τὸν μουσικόν, 〈καὶ〉 ἐν χρήσει πη– 15830 2.9.8.18 : δαλίων οὐδένα ἄλλον ἢ τὸν κυβερνήτην· ἐν δὲ τῷ βίῳ 15831 2.9.8.19 : οὐκέτι μόνον ἀναμάρτητον εἶναι τὸν φιλόσοφον ἀξιοῦσιν, 15832 2.9.8.20 : ὃς δοκεῖ μόνος ἐπιμελεῖσθαι ἀρετῆς, ἀλλ´ ὁμοίως ἅπαντας 15833 2.9.8.21 : καὶ τοὺς μηδεμίαν ἐπιμέλειαν ταύτης πεποιημένους. Δῆ– 15834 2.9.8.22 : λον οὖν, ὡς οὐδὲν ἕτερον τούτου αἴτιον ἢ τὸ πρὸς ἀρετὴν 15835 2.9.8.23 : γεγονέναι τὸν ἄνθρωπον. Καὶ μὴν κἀκεῖνο μέγα τεκμήριον 15836 2.9.8.24 : τοῦ μετεῖναι ἀρετῆς φύσει ἡμῖν, τὸ πάντας οὕτως διαλέ– 15837 2.9.8.25 : γεσθαι περὶ ἑαυτῶν, ὡς ἐχόντων ἀρετὴν καὶ ὄντων ἀγα– 15838 2.9.8.26 : θῶν. Οὐδεὶς γάρ ἐστι τῶν πολλῶν, ὃς ἐρωτώμενος πό– 15839 2.9.8.27 : τερον ἄφρων ἢ φρόνιμος τυγχάνει ὤν, ἄφρων ὁμολογήσει 15840 2.9.8.28 : εἶναι· οὐδ´ αὖ ἐρωτώμενος πότερον ἄδικος ἢ δίκαιος τυγ– 15841 2.9.8.29 : χάνει ὤν, φήσει ὅτι ἄδικος. Ὁμοίως δὲ κἂν ἐρωτᾷ τις 15842 2.9.8.30 : πότερα σώφρων ἢ ἀκόλαστος, εἶθ´ ἅπας ἀποκρίνεται ἐρω– 15843 2.9.8.31 : τηθείς, ὅτι σώφρων. Καὶ ἁπλῶς ἂν ἐρωτᾶται τις πό– 15844 2.9.8.32 : τερον ἀγαθὸς εἴη ἢ φαῦλος, φαίη ἂν ἀγαθός, καὶ ταῦτ´ 15845 2.9.8.33 : οὐκ ἂν ἔχων εἰπεῖν οὔτε διδάσκαλον αὑτοῦ καλοκἀγαθίας, 15846 2.9.8.34 : οὔτε μάθησιν ἀρετῆς ἢ ἄσκησιν τίνα τυγχάνει πεποιημένος. 15847 2.9.8.35 : Τοῦτ´ οὖν τίνος ἄλλου τεκμήριόν ἐστιν, ἢ τοῦ φυσικὴν 15848 2.9.8.36 : εἶναι ὑποβολὴν τῇ τοῦ ἀνθρώπου ψυχῇ πρὸς καλοκἀγα– 15849 2.9.8.37 : θίαν καὶ σπέρμα ἀρετῆς ἑκάστῳ ἡμῶν ἐνεῖναι. Διὰ δὲ 15850 2.9.8.38 : τὸ πάντως ἀγαθοὺς ὑπάρχειν προσήκειν ἡμῖν, οἱ μὲν 15851 2.9.8.39 : ἀπατώμεθα ὡς καὶ δὴ ὄντες ἀγαθοί, οἱ δὲ αἰσχυνόμεθα 15852 2.9.8.40 : ὁμολογεῖν 〈ὡς〉 οὐκ ἐσμέν. Ἐπεὶ διὰ τί, πρὸς θεῶν, 15853 2.9.8.41 : γράμματα μὲν ἢ μουσικὴν ἢ παλαιστρικὴν οὐδεὶς μὴ μα– 15854 2.9.8.42 : θὼν εἰδέναι φησίν, οὐδὲ ἔχειν τὰς τέχνας ταύτας προσποι– 15855 2.9.8.43 : εῖται, μὴ καὶ διδάσκαλον παρ´ ὃν ἐφοίτα ἔχων εἰπεῖν, 15856 2.9.8.44 : ἀρετὴν δὲ ἔχειν πᾶς ὑπισχνεῖται; ὅτι ἐκείνων μὲν οὐδενὸς 15857 2.9.8.45 : φύσει τῷ ἀνθρώπῳ μέτεστιν, οὐδὲ ἥκει 〈τις〉 εἰς τὸν βίον 15858 2.9.8.46 : ἔχων ὑποβολὰς *** 15859 2.10.t.1 : {1Ὁποῖον χρὴ εἶναι τὸν φιλόσοφον.}1 15860 2.10.1.1 : deest. 15861 2.11.t.1 : {1Ὅτι χρὴ σέβειν τὸ θεῖον.}1 15862 2.11.1.1 : deest. 15863 2.12.t.1 : {1Ὅτι τοῖς εὐσεβέσι καὶ δικαίοις βοηθεῖ τὸ 15864 2.12.t.2 : κρεῖττον.}1 15865 2.12.1.1 : deest. 15866 2.13.t.1 : {1Περὶ μαντικῆς καὶ ὡς εἴη ἀναγκαία τῶι βίωι [καὶ] 15867 2.13.t.2 : ἡ τῶν μελλόντων πρόγνωσις.}1 15868 2.13.1.1 : deest. 15869 2.14.t.1 : {1Ὅτι χρὴ περὶ πολλοῦ ποιεῖσθαι τὰς τῶν σοφῶν 15870 2.14.t.2 : συνουσίας, ἐκκλίνειν δὲ τοὺς φαύλους καὶ ἀπαι– 15871 2.14.t.3 : δεύτους}1 15872 2.14.1.1 : deest. 15873 2.15.t.1 : {1Περὶ τοῦ δοκεῖν καὶ τοῦ εἶναι καὶ ὅτι οὐ τῶι λό– 15874 2.15.t.2 : γωι χρὴ κρίνειν τὸν ἄνθρωπον, ἀλλὰ τῶι τρόπωι· 15875 2.15.t.3 : ἐκτὸς γὰρ ἔργου πᾶς λόγος περιττός.}1 15876 2.15.1.1 : <20Ἀστυδάμαντος Ἀλκμαίωνος>20 ( 1 N. p. 603). 15877 2.15.1.2 : 〈Οὐ〉 τοῦ δοκεῖν μοι, τῆς δ´ ἀληθείας μέλει. 15878 2.15.2.1 : <20Εὐριπίδου Ἱκέτισιν>20 ( 901; 907. 908). 15879 2.15.2.2 : Τυδέως δ´ ἔπαινον ἐν βραχεῖ θήσω μέγαν· 15880 2.15.2.3 : φιλότιμον ἦθος, πλούσιον, φρόνημα δὲ 15881 2.15.2.4 : ἐν τοῖσιν ἔργοις, οὐχὶ τοῖς λόγοις ἔχων. 15882 2.15.3.1 : <20Αἰσχύλου Ἕπτα ἐπὶ Θήβας>20 ( 598–600). 15883 2.15.3.2 : 〈Οὐ〉 γὰρ δοκεῖν ἄριστος, ἀλλ´ εἶναι θέλω 15884 2.15.3.3 : βαθεῖαν ἄλοκα διὰ φρενὸς καρπούμενος, 15885 2.15.3.4 : ἐξ ἧς τὰ κεδνὰ βλαστάνει βουλεύματα. 15886 2.15.4.1 : 〈<20Εὐ〉ήνου>20 (fr. 3 B. p. 595 3). 15887 2.15.4.2 : Ἡγοῦμαι σοφίης εἶναι μέρος οὐκ ἐλάχιστον 15888 2.15.4.3 : ὀρθῶς γιγνώσκειν, οἷος ἕκαστος ἀνήρ. 15889 2.15.5.1 : <20Σοφοκλέους Οἰδίποδος>20 (Colon. 1143. 1144). 15890 2.15.5.2 : Οὐ γὰρ λόγοισι τὸν βίον σπουδάζομεν 15891 2.15.5.3 : λαμπρὸν ποιεῖσθαι μᾶλλον ἢ τοῖς δρωμένοις. 15892 2.15.6.1 : <21Poetae incerti.>21 15893 2.15.6.2 : Ὁ βίος ἔστ´ ἀλαζονείας δεόμενος. 15894 2.15.7.1 : <20Ἐπιχάρμου>20 (fr. inc. 39*, p. 266 Lorenz.). 15895 2.15.7.2 : Πρὸς 〈δὲ〉 τοὺς πέλας πορεύου λαμπρὸν ἱμάτιον ἔχων, 15896 2.15.7.3 : καὶ φρονεῖν πολλοῖσι δόξεις τυχὸν ἴσως 〈οὐδὲν φρονῶν〉. 15897 2.15.8.1 : <20Φωκυλίδου>20 (fr. 9 B. p. 447 3). 15898 2.15.8.2 : Πολλοί τοι δοκέουσι σαόφρονες ἔμμεναι ἄνδρες, 15899 2.15.8.3 : σὺν κόσμῳ στείχοντες, ἐλαφρόνοοί περ ἐόντες. 15900 2.15.9.1 : <20Εὐριπίδου>20 (Com. IV p. 693, fr. adesp. 360) 15901 2.15.9.2 : Πᾶς ὁ καθ´ ἑαυτὸν τεχνολογῶν θαυμάζεται, 15902 2.15.9.3 : διακρινόμενος δὲ πρὸς ἑτέρους ἐλέγχεται, 15903 2.15.9.4 : ὑποβολιμαίαν σύνεσιν ἠμφιεσμένος. 15904 2.15.10.1 : <20Φιλήμονος Ἀδελφοῖς>20 (Com. IV p. 5, fr. 2). 15905 2.15.10.2 : Οὐκ ἂν λαλῇ τις μικρόν, ἐστὶ κόσμιος, 15906 2.15.10.3 : οὐδ´ ἂν πορεύηταί τις εἰς τὴν γῆν βλέπων· 15907 2.15.10.4 : ὁ δ´ ἥλικον μὲν ἡ φύσις φέρει λαλῶν, 15908 2.15.10.5 : μηθὲν ποιῶν δ´ ἄσχημον, οὗτος κόσμιος. 15909 2.15.11.1 : <20Εὐριπίδου Φοίνικι>20 (fr. 806 N.). 15910 2.15.11.2 : 〈Οἱ〉 πεῖραν οὐ δεδωκότες 15911 2.15.11.3 : μᾶλλον δοκοῦντες ἢ πεφυκότες σοφοί. 15912 2.15.12.1 : <20Εὐριπίδου Ἀντιόπῃ>20 (fr. 205 N.). 15913 2.15.12.2 : Ὃς δ´ εὐγλωσσίᾳ 15914 2.15.12.3 : νικᾷ, σοφὸς μέν, ἀλλ´ ἐγὼ τὰ πράγματα 15915 2.15.12.4 : κρείττω νομίζω τῶν λόγων ἀεί ποτε. 15916 2.15.13.1 : <20Εὐριπίδου>20 (Electr. 383–390). 15917 2.15.13.2 : 〈Οὐ〉 μὴ φρονήσεθ´, οἳ κενῶν δοξασμάτων 15918 2.15.13.3 : πλήρεις πλανᾶσθε, τῇ δ´ ὁμιλίᾳ βροτοὺς 15919 2.15.13.4 : κρινεῖτε καὶ τοῖς ἤθεσιν τοὺς εὐγενεῖς; 15920 2.15.13.5 : οἱ γὰρ τοιοίδε τὰς πόλεις οἰκοῦσιν εὖ 15921 2.15.13.6 : καὶ δώμαθ´, αἱ δὲ σάρκες αἱ κεναὶ φρενῶν 15922 2.15.13.7 : ἀγάλματ´ ἀγορᾶς εἰσιν. οὐδὲ γὰρ δόρυ 15923 2.15.13.8 : μᾶλλον βραχίων σθεναρὸς ἀσθενοῦς μένει· 15924 2.15.13.9 : ἐν τῇ φύσει δὲ τοῦτο κἀν εὐψυχίᾳ. 15925 2.15.14.1 : <20ίωνος>20 (=Com. IV p. 48, Philem. fr. 40C). 15926 2.15.14.2 : Ἐκ τῶν λόγων μὴ κρίνε, Κλεινοφῶν, σοφὸν 15927 2.15.14.3 : ἢ χρηστὸν ἄνδρα, τὸν βίον ἐξέταζ´ ἀεί· 15928 2.15.14.4 : πολλοὶ γὰρ 〈εὖ〉 λέγουσιν ἀδικίας χάριν, 15929 2.15.14.5 : τὰ δ´ ἔργ´ ἔχουσι φαῦλα, κοὐ φρονοῦσιν εὖ, 15930 2.15.15.1 : <20Εὐριπίδου Παλαμήδῃ>20 (fr. 587 N.). 15931 2.15.15.2 : Ὅστις λέγει μὲν εὖ, τὰ δ´ ἔργ´ ἐφ´ οἷς λέγει 15932 2.15.15.3 : αἴσχρ´ ἐστί, τούτου τὸ σοφὸν οὐκ αἰνῶ ποτέ. 15933 2.15.16.1 : <20Σοφοκλέους>20 (Electr. 624. 625). 15934 2.15.16.2 : Σύ τοι λέγεις νιν, οὐκ ἐγώ· σὺ γὰρ ποιεῖς 15935 2.15.16.3 : τοὖργον, τὰ δ´ ἔργα τοὺς λόγους εὑρίσκεται. 15936 2.15.17.1 : <20Εὐριπίδου Θυέστῃ>20 (fr. 398 N.). 15937 2.15.17.2 : 〈Οὐ〉 πώποτ´ ἔργου μᾶλλον εἱλόμην λόγους. 15938 2.15.18.1 : 〈<21Poetae incerti.>21〉 15939 2.15.18.2 : Τῷ λόγῳ μὲν εὖ διέρχῃ πάντα, τῷ δ´ ἔργῳ κακῶς. 15940 2.15.19.1 : <20Μενάνδρου>20 (Com. IV p. 324, fr. 463). 15941 2.15.19.2 : Οὐχ ὁ λόγος αὔξει τὴν τέχνην περισσὸς ὤν, 15942 2.15.19.3 : ἀλλ´ αὐτὰ κοσμεῖ τὴν τέχνην τὰ πράγματα. 15943 2.15.20.1 : <20Εὐριπίδου Πελιάσιν>20 (fr. 613 N.). 15944 2.15.20.2 : Φθείρου· τὸ γὰρ δρᾶν οὐκ ἔχων, λόγους ἔχεις. 15945 2.15.21.1 : <20Μενάνδρου>20 (Com. IV p. 324, fr. 464). 15946 2.15.21.2 : Τί δ´ ὄφελος 〈εὖ〉 λαλοῦντος, ἂν κακῶς φρονῇ. 15947 2.15.22.1 : <20Εὐριπίδου Μηδείας>20 ( 579–583). 15948 2.15.22.2 : Ἦ πολλὰ πολλοῖς εἰμι διάφορος βροτῶν· 15949 2.15.22.3 : ἐμοὶ γὰρ ὅστις ἄδικος ὢν σοφὸς λέγειν 15950 2.15.22.4 : πέφυκε, πλείστην ζημίαν ὀφλισκάνει· 15951 2.15.22.5 : γλώσσῃ γὰρ αὐχῶν τἄδικ´ εὖ περιστελεῖν, 15952 2.15.22.6 : τολμᾷ πανουργεῖν, ἔστι δ´ οὐκ ἄγαν σοφός. 15953 2.15.23.1 : <20Μενάνδρου>20 (Com. IV p. 324, fr. 465). 15954 2.15.23.2 : Ὁ μὲν λόγος 〈σου〉 συνέσεως πολλῆς γέμει· 15955 2.15.23.3 : τὰ δ´ ἔργα σύνεσιν οὐκ ἔχοντα φαίνεται. 15956 2.15.24.1 : <20Ποσειδίππου>20 (Com. IV p. 526, fr. 7). 15957 2.15.24.2 : Οὐκ ἔργον ἐστὶν εὖ λέγειν, ἀλλ´ εὖ φρονεῖν· 15958 2.15.24.3 : πολλοὶ γὰρ εὖ λέγοντες οὐκ ἔχουσι νοῦν. 15959 2.15.25.1 : <20Εὐριπίδου>20 (fr. 809 N.). 15960 2.15.25.2 : Ἤδη δὲ πολλῶν ᾑρέθην κρίτης λόγων, 15961 2.15.25.3 : καὶ πόλλ´ ἁμιλληθέντα μαρτύρων ὕπο 15962 2.15.25.4 : τἀναντί´ ἔγνων συμφορᾶς μιᾶς πέρι. 15963 2.15.25.5 : κἀγὼ μὲν οὕτω χὥστις ἔστ´ ἀνὴρ σοφὸς 15964 2.15.25.6 : λογίζομαι τἀληθές, εἰς ἀνδρὸς φύσιν 15965 2.15.25.7 : βλέπων δίαιτάν θ´ ἥντιν´ ἡμερεύεται. 15966 2.15.25a.1 : 〈<21Incerti tragici>21 (fr. adesp. 222 N.).〉 15967 2.15.25a.2 : Καὶ τῷδε δηλώσαιμ´ ἄν, εἰ βούλοιο σύ, 15968 2.15.25a.3 : τἀληθές, ὡς ἔγωγε καὐτὸς ἄχθομαι, 15969 2.15.25a.4 : ὅστις λέγειν μὲν εὐπρεπῶς ἐπίσταται, 15970 2.15.25a.5 : τὰ δ´ ἔργα χείρω τῶν λόγων παρέσχετο. 15971 2.15.26.1 : <20Μενάνδρου>20 (Com. IV p. 324, fr. 467). 15972 2.15.26.2 : Ὁ μὲν λόγος σου, παῖ, κατ´ ὀρθὸν εὐδρομεῖ, 15973 2.15.26.3 : τὸ δ´ ἔργον ἄλλην οἶμον ἐκπορεύεται. 15974 2.15.27.1 : <20Σοφοκλέους Ἐριφύλῃ>20 (fr. 193 N.). 15975 2.15.27.2 : Γλῶσς´ ἐν κενοῖσιν ἀνδράσιν τιμὴν ἔχει, 15976 2.15.27.3 : ὅπου λόγοι σθένουσι τῶν ἔργων πλέον. 15977 2.15.28.1 : <20Μενάνδρου>20 (Com. IV p. 324, fr. 466). 15978 2.15.28.2 : 〈Ὁ〉 μὴ φρονῶν μέν, πολλὰ δ´ ἐφ´ ἑκάστου λαλῶν, 15979 2.15.28.3 : δείκνυσιν αὐτοῖς τὸν τρόπον τοῖς ῥήμασι. 15980 2.15.29.1 : <20Θεμιστίου ἐκ τοῦ Μετριοπαθοῦς ἢ Φιλο– 15981 2.15.29.2 : τέκνου>20 (p. 261D). 15982 2.15.29.3 : Ὅτι ὁ λόγος ἐὰν μὴ τῷ τρόπῳ σύμφωνος ᾖ, ἀλλότριος 15983 2.15.29.4 : γίνεται καὶ οὐ τοῦ λέγοντος, ὥσπερ ἐκεῖνος ὃν Θερσίτης 15984 2.15.29.5 : ἔλεγε τοῖς Ἀχαιοῖς, 15985 2.15.29.6 : ὅν κεν ἐγὼ δήσας ἀγάγω (B 231)· 15986 2.15.29.7 : οὗτος γὰρ Ἀχιλλέως καὶ Αἴαντος ἦν· ὁ κυφὸς δὲ αὐτὸν 15987 2.15.29.8 : οὐδὲν προσήκοντα ὑπεβάλετο. 15988 2.15.30.1 : <20Μύσωνος.>20 15989 2.15.30.2 : Μύσων ὁ Χηνεὺς ἔφη δεῖν οὐκ ἐκ τῶν λόγων τὰ〈ς 15990 2.15.30.3 : πράξεις〉 κρίνειν, ἀλλ´ ἐκ τῶν πράξεων τοὺς λόγους. 15991 2.15.31.1 : <20Θεοφράστου.>20 15992 2.15.31.2 : 〈Οὐ〉 τὸν βίον ἐκ τῆς τοῦ λόγου δεινότητος πιστοῦμεν, 15993 2.15.31.3 : ἀλλὰ τὸν λόγον ἐκ τῆς περὶ τὸν βίον εὐταξίας. 15994 2.15.32.1 : <20Δημοσθένους>20 (II § 12 p. 21, 19). 15995 2.15.32.2 : Ὡς ἅπας μὲν λόγος, ἂν ἀπῇ τὸ ἔργον, μάταιόν τι φαί– 15996 2.15.32.3 : νεται καὶ κενόν. 15997 2.15.33.1 : <20Δημοκρίτου>20 (fr. mor. 103 Mullach.). 15998 2.15.33.2 : Πολλοὶ δρῶντες τὰ αἴσχιστα λόγους τοὺς ἀρίστους 15999 2.15.33.3 : ἀσκέουσιν. 16000 2.15.34.1 : 〈<20Ἀ〉πολλώνιος Γλαύκ〈ῳ>20〉. 16001 2.15.34.2 : 〈Κ〉αλὸν μάζα καὶ τρίβων, μὴ κατ´ ἐπιτήδευμα δοξο– 16002 2.15.34.3 : κοπικὸν καλούμενα, ἀλλ´ ὅταν τὰ πράγματα ἄγῃ πρὸς 16003 2.15.34.4 : αὐτά, σεμνῶς φορούμενα. 16004 2.15.35.1 : <20Πυθαγόρου.>20 16005 2.15.35.2 : Ἐπιδείκνυσο μὴ ἐν τοῖς λόγοις ἃ φρονεῖς, ἀλλ´ ἐν 16006 2.15.35.3 : τοῖς ἔργοις ἃ ποιεῖς. 16007 2.15.36.1 : <20Δημοκρίτου>20 (fr. mor. 105 Mullach.). 16008 2.15.36.2 : Ἔργα καὶ πρήξιας ἀρετῆς, οὐ λόγους ζηλοῦν χρεών. 16009 2.15.37.1 : <20Σωκράτους.>20 16010 2.15.37.2 : Σωκράτης ἐρωτηθείς, τίνων μάλιστα ὁ λόγος ἰσχύει, 16011 2.15.37.3 : „ὧν ἡ πρᾶξις“, εἶπε, „συνακολουθεῖ τῷ λόγῳ.“ 16012 2.15.38.1 : 〈<20Εὐ〉ξιθέου.>20 16013 2.15.38.2 : 〈Εὐ〉ξίθεος ὁ Ἀθηναῖος τοὺς χρηστοὺς μὲν ἐν τοῖς 16014 2.15.38.3 : 〈λόγοις〉, ἀχρήστους δὲ κατὰ τὸν βίον ὁμοίους ἔφη εἶναι 16015 2.15.38.4 : τοῖς ἀγαθοῖς ἐνυπνίοις. 16016 2.15.39.1 : <20Ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου Ἐγχειριδίου>20 (c. 46). 16017 2.15.39.2 : Τὰ πρόβατα οὐ χόρτον φέροντα τοῖς ποιμέσιν ἐπι– 16018 2.15.39.3 : δείκνυσι πόσον ἔφαγεν, ἀλλὰ πέψαντα τὴν νομὴν 〈ἔσω〉, 16019 2.15.39.4 : ἔρια ἔξω φέρει καὶ τυρόν· καὶ σὺ μὴ τὰ θεωρήματα τοῖς 16020 2.15.39.5 : ἰδιώταις ἐπιδείκνυε, ἀλλὰ τὰ ἀπ´ αὐτῶν πραχθέντα ἔργα. 16021 2.15.40.1 : <20Δημοκρίτου>20 (fr. mor. 104 Mullach.). 16022 2.15.40.2 : Οὔτε λόγος ἐσθλὸς φαύλην πρῆξιν ἀμαυρίσκει, οὔτε 16023 2.15.40.3 : πρῆξις ἀγαθὴ λόγου βλασφημίῃ λυμαίνεται. 16024 2.15.41.1 : <20Δημοσθένους Ὀλυνθιακῶν>20 (III § 15 p. 32, 17). 16025 2.15.41.2 : Τὸ γὰρ πράττειν τοῦ λέγειν καὶ χειροτονεῖν ὕστερον 16026 2.15.41.3 : ὂν τῇ τάξει, πρότερον τῇ δυνάμει καὶ κρεῖττόν ἐστι. 16027 2.15.42.1 : <20Φαλάριδος>20 (Ep. 35 p. 417 Hercher.). 16028 2.15.42.2 : Οὐδὲ τοῦτο συνιείς, ὅτι λόγος ἔργου σκιὰ παρὰ τοῖς 16029 2.15.42.3 : σοφοῖς πεπίστευται. 16030 2.15.43.1 : <20Διογένους.>20 16031 2.15.43.2 : Διογένης λόγον τινὰ διεξῄει περὶ σωφροσύνης καὶ 16032 2.15.43.3 : ἐγκρατείας καὶ ὡς ἐπῄνουν αὐτὸν οἱ Ἀθηναῖοι, ὃ δὲ „κά– 16033 2.15.43.4 : κιστα ἀπόλοισθε“ εἶπε, „τοῖς ἔργοις μοι ἀντιλέγοντες.“ 16034 2.15.44.1 : <20Πολυαίνου.>20 16035 2.15.44.2 : Ὅταν μὲν γὰρ τῇ σεμνότητι τῶν λόγων καὶ ἡ πεῖρα 16036 2.15.44.3 : τῶν ἔργων ἕπηται, τοῦτό τοι χρὴ καλεῖν δόγμα φιλοσόφου 16037 2.15.44.4 : ὅταν δὲ ὁ μὲν λόγος ἐπαγγέλληται μεγάλα, ὁ δὲ βίος 16038 2.15.44.5 : πράττῃ μηδὲ τοὐλάχιστον, ἆρα οὐ κόμπος ταῦτα καὶ τερα– 16039 2.15.44.6 : τεία σοφιστοῦ καὶ μειρακίων ἀκοὰς ἐκπλήττειν ἐσπου– 16040 2.15.44.7 : δακότος; 16041 2.15.45.1 : <20Ἐν ταὐτῷ περὶ Δημοσθένους.>20 16042 2.15.45.2 : .. τοῖς λόγοις καλλωπιζόμενος, ἀλλὰ τοῖς ἔργοις 16043 2.15.45.3 : ὑπερβάλλων τοὺς λόγους, εἴγε δὴ βάσανον τῆς ἀληθείας 16044 2.15.45.4 : εἶναι χρὴ νομίζειν ὅταν τῷ λέγειν καὶ τὸ πράττειν ἕπηται. 16045 2.15.46.1 : <20Λυκίου ἐκ τῶν Μουσωνίου, Πότερον ἰσχυ– 16046 2.15.46.2 : ρότερον ἔθος ἢ λόγος>20 (apomn. III c. 6 p. 239 Peerl- 16047 2.15.46.3 : kamp.). 16048 2.15.46.4 : Αὖθις ἐνέπεσεν ἡμῖν ζήτησις, πότερον ἀνυσιμώτερον 16049 2.15.46.5 : πρὸς κτῆσιν ἀρετῆς ἔθος ἢ λόγος 〈εἴη〉, εἰ ὁ μὲν λόγος διδά– 16050 2.15.46.6 : σκοι ὀρθῶς τί εἴη ποιητέον, τὸ δὲ ἔθος γίνοιτο κατὰ τοι– 16051 2.15.46.7 : οῦτον λόγον πράττειν ἐθιζομένων. Τῷ δὲ Μουσωνίῳ τὸ 16052 2.15.46.8 : ἔθος ἐδόκει εἶναι ἀνυσιμώτερον, καὶ συνηγορῶν τῇ ἑαυτοῦ 16053 2.15.46.9 : δόξῃ ἤρετο τῶν παρόντων τινὰ οὕτως· Δυοῖν ὄντοιν 16054 2.15.46.10 : ἰατροῖν, τοῦ μὲν ἱκανοῦ λέγειν καὶ περὶ τῶν ἰατρικῶν 16055 2.15.46.11 : ὡς ὅτι ἐμπειρότατα, περὶ δὲ θεραπείαν τῶν καμνόντων 16056 2.15.46.12 : μηδὲν τετριμμένου, τοῦ δ´ εἰπεῖν μὲν ἀδυνάτου, θεραπεύ– 16057 2.15.46.13 : ειν δ´ εἰθισμένου κατὰ τὸν λόγον τὸν ἰατρικόν, πότερον, 16058 2.15.46.14 : ἔφη, μᾶλλον ἕλοιο ἂν παρεῖναί σοι νοσοῦντι; Ὁ δ´ ἀπε– 16059 2.15.46.15 : κρίνατο, τὸν θεραπεύειν εἰθισμένον. Καὶ ὁ Μουσώνιος· 16060 2.15.46.16 : Τί δέ; δυοῖν ἀνδροῖν τοῦ μὲν πεπλευκότος πολλάκις καὶ 16061 2.15.46.17 : κυβερνήσαντος ἤδη πλοῖα ἱκανά, τοῦ δὲ ὀλιγάκις μὲν πε– 16062 2.15.46.18 : πλευκότος, κυβερνήσαντος δὲ μηδέποτε· ἐὰν οὗτος ὁ μὴ 16063 2.15.46.19 : κυβερνήσας ἱκανώτατα λέγῃ ὃν τρόπον χρὴ κυβερνᾶν, ὁ 16064 2.15.46.20 : δ´ ἕτερος ἐνδεῶς καὶ παντάπασιν ἀσθενῶς, ποτέρῳ ἂν 16065 2.15.46.21 : πλέων χρήσαιο κυβερνήτῃ; Καὶ ὃς εἶπεν, ὅτι τῷ κυβερνή– 16066 2.15.46.22 : σαντι πολλάκις. Πάλιν ὁ Μουσώνιος· Μουσικοῖν δὲ 16067 2.15.46.23 : δυοῖν, τοῦ μὲν τοὺς λόγους ἐπισταμένου τοὺς μουσικοὺς 16068 2.15.46.24 : καὶ λέγοντος αὐτοὺς πιθανώτατα, ᾄδειν δὲ ἢ κιθαρίζειν 16069 2.15.46.25 : ἢ λυρίζειν ἀδυνατοῦντος, τοῦ δὲ περὶ μὲν τοὺς λόγους 16070 2.15.46.26 : ὄντος ἥττονος, κιθαρίζοντος δὲ καλῶς καὶ λυρίζοντος, ἔτι 16071 2.15.46.27 : δὲ ᾄδοντος· ποτέρῳ ἂν ἐπιτρέψαις ἔργον μουσικόν, ἢ 16072 2.15.46.28 : πότερον ἂν ἐθέλοις γενέσθαι διδάσκαλον τῶν μουσικῶν 16073 2.15.46.29 : παιδὸς οὐκ εἰδότος; Ὁ δὲ ἀπεκρίνατο, ὅτι τὸν ἐν τοῖς 16074 2.15.46.30 : 〈ἔργοις〉 ἱκανόν. Τί οὖν, εἶπεν ὁ Μουσώνιος, ταῦτα μὲν 16075 2.15.46.31 : ταύτῃ ἔχει· περὶ δὲ σωφροσύνης ἢ ἐγκρατείας τοῦ ἃ χρὴ 16076 2.15.46.32 : δύνασθαι λέγειν οὐ πολὺ κρεῖττον τὸ ἐγκρατῆ γενέσθαι 16077 2.15.46.33 : καὶ σώφρονα περὶ τὰ πραττόμενα πάντα; Συνεχώρει κἀν– 16078 2.15.46.34 : ταῦθα ὁ νεανίσκος, ἧττον καὶ φαυλότερον εἶναι τοῦ σω– 16079 2.15.46.35 : φρονεῖν ἔργῳ τὸ λέγειν περὶ σωφροσύνης ἱκανῶς. Ὅθεν 16080 2.15.46.36 : ὁ Μουσώνιος συνάπτων τοῖς προειρημένοις, πῶς οὖν ἐπὶ 16081 2.15.46.37 : τούτοις, ἔφη, τὸ τὸν ἑκάστου λόγον ἐπίστασθαι πράγματος 16082 2.15.46.38 : κρεῖττον ἂν εἴη τοῦ ἐθίζεσθαι καὶ πράττειν τὰ πράγματα 16083 2.15.46.39 : κατὰ τὴν ὑφήγησιν τὴν τοῦ λόγου; ἐπείπερ τὸ μὲν ἔθος 16084 2.15.46.40 : πρὸς τὸ δύνασθαι πράττειν ἄγει, τὸ δ´ ἐπίστασθαι λόγον 16085 2.15.46.41 : τοῦ πράγματος πρὸς τὸ δύνασθαι λέγειν. Συνεργεῖ μὲν 16086 2.15.46.42 : γὰρ καὶ τῇ πράξει ὁ λόγος διδάσκων ὅπως πρακτέον καὶ 16087 2.15.46.43 : ἔστι τῇ τάξει πρότερος τοῦ ἔθους· οὐ γὰρ ἐθισθῆναί τι 16088 2.15.46.44 : καλὸν οἷόν τε μὴ κατὰ λόγον ἐθιζόμενον· δυνάμει μέντοι 16089 2.15.46.45 : τὸ ἔθος προτερεῖ τοῦ λόγου, ὅτι ἐστὶ κυριώτερον ἐπὶ τὰς 16090 2.15.46.46 : πράξεις ἄγειν τὸν ἄνθρωπον ἤπερ ὁ λόγος. 16091 2.15.47.1 : <20Ἐκ τοῦ Θεοδώρου τῶν Τέλητος ἐπιτομῆς, 16092 2.15.47.2 : Περὶ τοῦ δοκεῖν καὶ τοῦ εἶναι.>20 16093 2.15.47.3 : Κρεῖττόν φασι τὸ δοκεῖν δίκαιον εἶναι τοῦ εἶναι· μὴ καὶ 16094 2.15.47.4 : τὸ δοκεῖν ἀγαθὸν εἶναι τοῦ εἶναι κρεῖττόν ἐστιν; —Ἀμέλει. 16095 2.15.47.5 : —Πότερον οὖν διὰ τὸ δοκεῖν ἀγαθοὶ ὑποκριταὶ εἶναι 〈εὖ〉 16096 2.15.47.6 : ὑποκρίνονται ἢ διὰ τὸ εἶναι; —〈Διὰ τὸ εἶναι. —〉 Κιθα– 16097 2.15.47.7 : ρίζουσι δὲ 〈εὖ〉 πότερον διὰ τὸ δοκεῖν ἀγαθοὶ κιθαρισταὶ 16098 2.15.47.8 : 〈εἶναι〉 ἢ διὰ τὸ εἶναι; —Διὰ τὸ εἶναι. —Τὰ δ´ ἄλλα πάντα 16099 2.15.47.9 : ἁπλῶς διὰ τὸ δοκεῖν ἀγαθοὶ 〈εἶναι〉 εὖ πράττουσιν ἢ διὰ 16100 2.15.47.10 : τὸ εἶναι; —Διὰ τὸ εἶναι. —Δι´ ὃ δ´ εὖ βιοῦσι κρεῖττον ἢ 16101 2.15.47.11 : δι´ ὃ μή· ὥστε κρεῖττον φαίνοιτ´ ἂν τὸ ἀγαθὸν εἶναι τοῦ 16102 2.15.47.12 : δοκεῖν· ὁ γὰρ δίκαιος ἀγαθός, οὐχ ὁ δοκῶν δίκαιος εἶναι. 16103 2.15.47.13 : Καὶ τί πότε ἐπὶ τῶν ἄλλων ἀγαθῶν, ὅσα δοκοῦσιν ἄνθρω– 16104 2.15.47.14 : ποι; μᾶλλον ἂν βούλοιο εἶναι ἐν αὐτοῖς 〈ἢ δοκεῖν εἶναι〉 16105 2.15.47.15 : καὶ ἔχειν αὐτὰ μᾶλλον ἢ δοκεῖν ἔχειν; εὐθέως, ὁρᾶν ἂν 16106 2.15.47.16 : βούλοιο, ἢ δοκεῖν ὁρᾶν; ὑγιαίνειν μᾶλλον ἢ δοκεῖν; ἰσχύειν 16107 2.15.47.17 : μᾶλλον ἢ δοκεῖν; εὔπορος εἶναι, φίλους ἔχειν μᾶλλον ἢ 16108 2.15.47.18 : δοκεῖν; ἐπὶ τῶν ψυχικῶν πάλιν, φρονεῖν μᾶλλον ἢ δοκεῖν; 16109 2.15.47.19 : ἄλυπος εἶναι μᾶλλον ἢ δοκεῖν; θαρσαλέος εἶναι, ἄφοβος 16110 2.15.47.20 : εἶναι, ἀνδρεῖος εἶναι μᾶλλον ἢ δοκεῖν; ἐπὶ τῆς δικαιο– 16111 2.15.47.21 : σύνης δὲ οὐκέτι δίκαιος εἶναι μᾶλλον ἢ δοκεῖν; —Ἀλλὰ 16112 2.15.47.22 : καὶ ἀνδρεῖος ἂν μᾶλλον βουλοίμην δοκεῖν ἢ εἶναι. —Ἦ 16113 2.15.47.23 : οὐχ ὁ ἀνδρεῖος καὶ ἄφοβος καὶ ἄλυπος, οὐχ ὁ δοκῶν; διὰ 16114 2.15.47.24 : τί δὲ βούλει ἀνδρεῖος δοκεῖν εἶναι; —Τιμήσουσί με. — 16115 2.15.47.25 : Καὶ γὰρ πρωτοστάτην σὲ καταστήσουσι καὶ μονομαχεῖν 16116 2.15.47.26 : κελεύσουσι καὶ ἵνα λάχῃς μηχανήσονται καὶ λαχόντος ἐπι– 16117 2.15.47.27 : χαρήσονται καθάπερ τῷ Αἴαντι· εἶτα τί οἴει πείσεσθαι, 16118 2.15.47.28 : δειλὸς μὲν ὢν, κινδυνεύων δέ; καὶ ἐὰν αἰχμάλωτος γένῃ 16119 2.15.47.29 : δοκῶν ἀνδρεῖος εἶναι πέδας ἕξεις μεγάλας καὶ χειροπέδας, 16120 2.15.47.30 : καὶ οὐθείς σοι μὴ πιστεύσει, ἀλλὰ καὶ κατακεκλεισμένος 16121 2.15.47.31 : ἔσῃ, κἂν βασανίζωσί σε πολλὰς λήψῃ, καὶ λέγων τὴν ἀλή– 16122 2.15.47.32 : θειαν οὐ μὴ πιστευθήσῃ, ἀλλὰ δόξεις μωκᾶσθαι διὰ τὸ 16123 2.15.47.33 : δοκεῖν καρτερικὸς εἶναι· καὶ κελεύσουσί σε δέρειν καὶ ἐπι– 16124 2.15.47.34 : τείνειν καὶ παροπτᾶν. ὅρα πόσα λήψῃ δοκῶν ἀνδρεῖος 16125 2.15.47.35 : εἶναι καὶ καρτερικός· σὺ δὲ ἐκεῖνο μὲν προφέρῃ, ταῦτα 16126 2.15.47.36 : δὲ ἀποκρύπτεις, ὥσπερ οἱ ῥήτορες. 16127 2.15.48.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τῆς πρὸς Ἀριστόδωρον ἐπι– 16128 2.15.48.2 : στολῆς>20 (ep. 10 p. 358C). 16129 2.15.48.3 : Ἀκούω Δίωνος ἐν τοῖς μάλιστα ἑταῖρον εἶναί τέ σε 16130 2.15.48.4 : νῦν καὶ γεγονέναι διὰ παντός, τὸ σοφώτατον ἦθος τῶν 16131 2.15.48.5 : εἰς φιλοσοφίαν παρεχόμενον· τὸ γὰρ βέβαιον καὶ πιστὸν 16132 2.15.48.6 : καὶ ὑγιές, τοῦτο ἐγώ φημι εἶναι τὴν ἀληθινὴν φιλοσοφίαν, 16133 2.15.48.7 : τὰς δὲ ἄλλας τε καὶ εἰς ἄλλα τεινούσας σοφίας τε καὶ δεινό– 16134 2.15.48.8 : τητας κομψότητας οἶμαι προσαγορεύων ὀρθῶς ὀνομάζειν. 16135 2.15.49.1 : <20Αἰσχίνου περὶ Δημοσθένους>20 (III 173. 174 p. 78) 16136 2.15.49.2 : Πλεῖστον δὲ ἐκ πολιτείας εἰληφὼς ἀργύριον ἐλάχιστα 16137 2.15.49.3 : περιεποιήσατο. Νῦν μέντοι τὸ βασιλικὸν χρυσίον ἐπι– 16138 2.15.49.4 : κέκλυκε τὴν δαπάνην αὐτοῦ. Ἔσται δὲ οὐδὲ τοῦθ´ ἱκα– 16139 2.15.49.5 : νόν· οὐδεὶς γὰρ πώποτε πλοῦτος τρόπου περιεγένετο· καὶ 16140 2.15.49.6 : τὸ κεφάλαιον, τὸν βίον οὐκ ἐκ τῶν ἰδίων προσόδων πορί– 16141 2.15.49.7 : ζεται, ἀλλ´ ἐκ τῶν ἡμετέρων κινδύνων. Πρὸς δὲ εὐγνωμο– 16142 2.15.49.8 : σύνην καὶ λόγων δύναμιν πῶς πέφυκε; δεινὸς λέγειν, κα– 16143 2.15.49.9 : κὸς βιῶναι. Οὕτω γὰρ κέχρηται καὶ τῷ αὑτοῦ σώματι 16144 2.15.49.10 : καὶ παιδοποιίᾳ, ὥστ´ 〈ἐμὲ〉 μὴ βούλεσθαι λέγειν ἃ τούτῳ 16145 2.15.49.11 : πέπρακται. Ἤδη γάρ ποτε εἶδον μισηθέντας τοὺς τὰ τῶν 16146 2.15.49.12 : πλησίον αἰσχρὰ λίαν σαφῶς λέγοντας. Ἔπειτα τί συμβαί– 16147 2.15.49.13 : νει τῇ πόλει; οἱ μὲν λόγοι καλοί, τὰ δὲ ἔργα φαῦλα. 16148 2.16.1t.1 : {1Ὅτι οἱ ἄλλοις ἐπιβουλεύοντες ἑαυτοὺς λανθά– 16149 2.16.1t.2 : νουσι καταβλάπτοντες.}1 16150 2.16.1.1 : deest. 16151 2.17.t.1 : {1Περὶ εὐδοξίας.}1 16152 2.17.1.1 : deest. 16153 2.18.t.1 : {1Περὶ φήμης.}1 16154 2.18.1.1 : deest. 16155 2.19.t.1 : {1Ὅτι μέτρον ἄριστον.}1 16156 2.19.1.1 : deest. 16157 2.20.t.1 : {1Ὅτι δυσκατόρθωτον ἡ ἀρετή, εὐμεταχείριστον 16158 2.20.t.2 : δὲ ἡ κακία.}1 16159 2.20.1.1 : deest. 16160 2.21.t.1 : {1Ὅτι οὐ χρὴ λόγον ποιεῖσθαι τῆς τῶν ἀσυνέτων 16161 2.21.t.2 : δοκιμασίας.}1 16162 2.21.1.1 : deest. 16163 2.22.t.1 : {1Ὅτι τὴν ὑπόκρισιν τοῖς κεχρημένοις ἐπι– 16164 2.22.t.2 : βλαβῆ οὖσαν καὶ πρὸς οὓς γίγνεται τῆς ψυχῆς 16165 2.22.t.3 : ἐκβλητέον.}1 16166 2.22.1.1 : deest. 16167 2.23.t.1 : {1Ὅτι οὐ χρὴ πολυπραγμονεῖν, φθόνου γὰρ καὶ δια– 16168 2.23.t.2 : βολῆς αἴτιον γίνεται τὸ τοιοῦτον.}1 16169 2.23.1.1 : deest. 16170 2.24.t.1 : {1Ὅτι ἐν οἷς πλημμελεῖ τις τὸ μεταμελεῖσθαι κάλ– 16171 2.24.t.2 : λιστον.}1 16172 2.24.1.1 : deest. 16173 2.25.t.1 : {1Περὶ λοιδορίας ὡς οὐκ ἀγαθόν.}1 16174 2.25.1.1 : deest. 16175 2.26.t.1 : {1Ὅτι ἐν τῶι λοιδορεῖσθαι χρὴ σκοπεῖν 16176 2.26.t.2 : μὴ τοῖς αὐτοῖς περιπεπτώκαμεν ἐλαττώμασι.}1 16177 2.26.1.1 : deest. 16178 2.27.t.1 : {1Περὶ ἀνάγκης τῆς κατὰ τὸν βίον.}1 16179 2.27.1.1 : deest. 16180 2.28.t.1 : {1Ὅτι εὐκαίρως δεῖ πράττειν.}1 16181 2.28.1.1 : deest. 16182 2.29.t.1 : {1Περὶ τοῦ βούλεσθαι ὅτι οὐ δεῖ ὡς ἔτυχεν ἀνα– 16183 2.29.t.2 : βάλλεσθαι.}1 16184 2.29.1.1 : deest. 16185 2.30.t.1 : {1Ὅτι καὶ τὸ δυστυχῆσαι πολλάκις ἐπωφελὲς γίνε– 16186 2.30.t.2 : ται καὶ μάλιστα τοῖς ἄφροσι.}1 16187 2.30.1.1 : deest. 16188 2.31.t.1 : {1Περὶ ἀγωγῆς καὶ παιδείας.}1 16189 2.31.1.1 : <20Εὐριπίδου Ἑκάβῃ>20 ( 600–602). 16190 2.31.1.2 : Ἔχει γέ 〈τοί〉 τι καὶ τὸ θρεφθῆναι καλῶς 16191 2.31.1.3 : δίδαξιν ἐσθλοῦ· τοῦτο δ´ ἤν τις εὖ μάθῃ, 16192 2.31.1.4 : οἶδεν τό γ´ αἰσχρὸν κανόνι τοῦ καλοῦ μαθών. 16193 2.31.2.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (fr. 926 N.). 16194 2.31.2.2 : Παῖς ὢν φυλάττου πραγμάτων αἰσχρῶν ἄπο· 16195 2.31.2.3 : ὡς ἢν τραφῇ τις μὴ κακῶς, αἰσχύνεται 16196 2.31.2.4 : ἀνὴρ γενόμενος αἰσχρὰ δρᾶν· νέος δ´ ὅταν 16197 2.31.2.5 : πόλλ´ ἐξαμάρτῃ, τὴν ἁμαρτίαν ἔχει 16198 2.31.2.6 : εἰς γῆρας αὐτοῖς τοῖς τρόποισιν ἔμφυτον. 16199 2.31.3.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ Ἱκετίδων>20 ( 911–917). 16200 2.31.3.2 : Τὸ γὰρ τραφῆναι μὴ κακῶς αἰδῶ φέρει· 16201 2.31.3.3 : αἰσχύνεται γὰρ τἀγάθ´ ἀσκήσας ἀνὴρ 16202 2.31.3.4 : κακὸς κεκλῆσθαι πᾶς τις· ἡ δ´ εὐανδρία 16203 2.31.3.5 : διδακτόν, εἴπερ καὶ βρέφη διδάσκεται 16204 2.31.3.6 : λέγειν τ´ ἀκούειν θ´ ὧν μάθησις ἐν λόγῳ. 16205 2.31.3.7 : ἃ δ´ ἂν μάθῃ τις ταῦτα σῴζεσθαι φιλεῖ 16206 2.31.3.8 : εἰς γῆρας· οὕτω παῖδας εὖ παιδεύετε. 16207 2.31.4.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ Πελιάσιν>20 (fr. 612 N.). 16208 2.31.4.2 : Ὁ γὰρ ξυνών, κακὸς μὲν ἢν τύχῃ γεγώς, 16209 2.31.4.3 : τοιούσδε τοὺς ξυνόντας ἐκπαιδεύεται, 16210 2.31.4.4 : χρηστοὺς δ´ ὁ χρηστός· ἀλλὰ τὰς ὁμιλίας 16211 2.31.4.5 : ἐσθλὰς διώκειν, ὦ νέοι, σπουδάζετε. 16212 2.31.5.1 : <20Σοφοκλέους>20 (fr. 736 N.). 16213 2.31.5.2 : Ἐπεὶ πέπρακται πᾶν τὸ τοῦ θεοῦ καλῶς, 16214 2.31.5.3 : χωρῶμεν ἤδη, παῖδες, ἐς τὰ τῶν σοφῶν 16215 2.31.5.4 : διδασκαλεῖα μουσικῆς. παιδεύματα 16216 2.31.5.5 : προσλαμβάνειν γὰρ δεῖ καθ´ ἡμέραν ἀεί, 16217 2.31.5.6 : ἕως 〈τ´〉 ἂν ἐξῇ μανθάνειν βελτίονα. 16218 2.31.5.7 : παῖς δ´ οὖν κακὸν μὲν δρᾶν τι προῖκ´ ἐπίσταται, 16219 2.31.5.8 : αὐτὸς παρ´ αὑτοῦ μανθάνων ἄνευ πόνου· 16220 2.31.5.9 : τὰ χρηστὰ δ´, οὐδ´ ἢν τὸν διδάσκαλον λάβῃ, 16221 2.31.5.10 : ἐμνημόνευσεν, ἀλλὰ κέκτηται μόλις. 16222 2.31.5.11 : ταῦτ´ οὖν φυλαξώμεσθα καὶ μοχθητέον, 16223 2.31.5.12 : ὦ παῖδες, ὡς ἂν μήτ´ ἀπαιδεύτων βροτῶν 16224 2.31.5.13 : δοκῶμεν εἶναι, κἀποδημοῦντος πατρός 16225 2.31.5.14 : .............. 16226 2.31.6.1 : <20Ἐμπεδοκλέους>20 (v. 74 Stein.). 16227 2.31.6.2 : Ἀλλ´ ἄγε, μύθων κλῦθι, μάθησις γὰρ φρένας αὔξει. 16228 2.31.7.1 : <20Σοφοκλέους Αἴαντος>20 ( 964. 965). 16229 2.31.7.2 : Οἱ γὰρ κακοὶ γνώμαισι τἀγαθὸν χεροῖν 16230 2.31.7.3 : ἔχοντες οὐκ ἴσασι πρίν τις ἐκβάλῃ. 16231 2.31.8.1 : <20Εὐριπίδου Ἱππολύτου>20 ( 916–920). 16232 2.31.8.2 : Ὦ πόλλ´ ἁμαρτάνοντες ἄνθρωποι μάτην, 16233 2.31.8.3 : τί δὴ τέχνας μὲν μυρίας διδάσκετε 16234 2.31.8.4 : καὶ πάντα μηχανᾶσθε κἀξευρίσκετε, 16235 2.31.8.5 : ἓν δ´ οὐκ ἐπίστασθ´, οὐδ´ ἐθηράσασθέ πω, 16236 2.31.8.6 : φρονεῖν διδάσκειν οἷσιν οὐκ ἔνεστι νοῦς; 16237 2.31.9.1 : <20Ἀντιφάνους>20 (Com. III p. 156, fr. 73). 16238 2.31.9.2 : Τὸ γὰρ πεπαιδεῦσθαι, μόνον ἄν τις τοῦτ´ ἔχῃ, 16239 2.31.9.3 : ἀληθές ἐστι καὶ τὸ 〈τῶν〉 ἀδικημάτων 16240 2.31.9.4 : μὴ λαμβάνειν τὰς ἀξίας τιμωρίας, 16241 2.31.9.5 : ἐλεεῖν δὲ πάντως. 16242 2.31.10.1 : <20Παροιμία>20 (trag. fr. adesp. n. 227 N.). 16243 2.31.10.2 : Μελέτη χρονισθεῖς´ εἰς φύσιν καθίσταται. 16244 2.31.11.1 : <20Ἀλέξιδος>20 (Com. III p. 522, fr. 47). 16245 2.31.11.2 : Ὦ παῖ, μέγιστος ἔρανός ἐστί μοι τὸ σὲ 16246 2.31.11.3 : θρέψαι κατὰ τρόπον· ὃν γὰρ αὐτὸς ἀπέλαβον 16247 2.31.11.4 : παρὰ τοῦ πατρός, δεῖ τοῦτον ἀποδοῦναί με σοί. 16248 2.31.12.1 : <20Ἀριστοφάνους Νεφελῶν>20 ( 961–1008). 16249 2.31.12.2 : Λέξω τοίνυν τὴν ἀρχαίαν παιδείαν, ὡς διέκειτο, 16250 2.31.12.3 : ὅτ´ ἐγὼ τὰ δίκαια λέγων ἤνθουν καὶ σωφροσύνη ´νενόμιστο. 16251 2.31.12.4 : πρῶτον μὲν ἔδει παιδὸς φωνὴν γρύξαντος μηδέν´ ἀκοῦσαι 16252 2.31.12.5 : εἶτα βαδίζειν ἐν ταῖσιν ὁδοῖς εὐτάκτως εἰς κιθαριστοῦ 16253 2.31.12.6 : τοὺς κωμήτας γυμνοὺς ἀθρόους, κεἰ κριμνώδη κατανίφοι. 16254 2.31.12.7 : εἶτ´ αὖ προμαθεῖν ᾆσμ´ ἐδίδασκεν τὼ μηρὼ 〈μὴ〉 ξυνέχοντας, 16255 2.31.12.8 : ἢ Παλλάδα περσέπτολιν δεινάν, ἢ Τηλέπορόν τι βόημα 16256 2.31.12.9 : ἐντειναμένους τὴν ἁρμονίαν ἣν οἱ πατέρες παρέδωκαν. 16257 2.31.12.10 : εἰ δέ τις αὐτῶν βωμολοχεύσαιτ´ ἢ κάμψειέν τινα καμπήν, 16258 2.31.12.11 : οἵας οἱ νῦν τὰς κατὰ Φρῦνιν ταύτας τὰς δυσκολοκάμπτους, 16259 2.31.12.12 : ἐπετρίβετο τυπτόμενος πολλάς, ὡς τὰς Μούσας βασανίζων. 16260 2.31.12.13 : ἐν παιδοτρίβου δὲ καθίζοντας τὸν μηρὸν ἔδει προβαλέσθαι 16261 2.31.12.14 : τοὺς παῖδας, ὅπως τοῖς ἔξωθεν μηδὲν δείξειαν ἀπηνές· 16262 2.31.12.15 : εἶτ´ αὖ πάλιν αὖθις ἀνισταμένους συμψῆσαι καὶ προνοῆσαι 16263 2.31.12.16 : εἴδωλον τοῖσιν ἐρασταῖσιν τῆς ἥβης μὴ καταλείπειν. 16264 2.31.12.17 : ἠλείψατο δ´ ἂν τοὐμφαλοῦ οὐδεὶς παῖς ὑπένερθεν τότ´ 16265 2.31.12.18 : ἄν, ὥστε 16266 2.31.12.19 : τοῖς αἰδοίοισι δρόσος καὶ χνοῦς ὥσπερ μήλοισιν ἐπήνθει. 16267 2.31.12.20 : οὐδ´ ἂν μαλακὴν φυρασάμενος 〈τὴν〉 φωνὴν πρὸς τὸν 16268 2.31.12.21 : ἐραστὴν 16269 2.31.12.22 : αὐτὸς ἑαυτὸν προαγωγεύων τοῖς ὀφθαλμοῖς ἐβάδιζεν· 16270 2.31.12.23 : οὐδ´ ἀνελέσθαι δειπνοῦντ´ ἐξῆν κεφάλαιον τῆς ῥαφανῖδος, 16271 2.31.12.24 : οὐδ´ ἄννηθον τῶν πρεσβυτέρων ἁρπάζειν οὐδὲ σέλινον, 16272 2.31.12.25 : οὐδ´ ὀψοφαγεῖν, οὐδὲ κιχλίζειν, οὐδ´ ἴσχειν τὼ πόδ´ 16273 2.31.12.26 : ἐναλλάξ. — 16274 2.31.12.27 : Ἀρχαῖα γε καὶ Διιπολιώδη καὶ τεττίγων ἀνάμεστα, 16275 2.31.12.28 : καὶ Κηκείδου καὶ Βουφονίων. —Ἀλλ´ οὖν ταῦτ´ ἐστὶν ἐκεῖνα 16276 2.31.12.29 : ἐξ ὧν ἄνδρας Μαραθωνομάχους ἡμὴ παίδευσις ἔθρεψε. 16277 2.31.12.30 : σὺ δὲ τοὺς νῦν εὐθὺς ἐν ἱματίοισι διδάσκεις ἐντετυλίχθαι· 16278 2.31.12.31 : ὥστε μ´ ἀπάγχεσθ´, ὅταν, ὀρχεῖσθαι Παναθηναίους δέον 16279 2.31.12.32 : αὐτούς, 16280 2.31.12.33 : τὴν ἀσπίδα τῆς αἰδοῦς προέχων ἀμελῇ τῆς Τριτογενείης. 16281 2.31.12.34 : πρὸς ταῦτ´, ὦ μειράκιον, θαρρῶν ἐμὲ τὸν κρείττω λόγον 16282 2.31.12.35 : αἱροῦ· 16283 2.31.12.36 : κἀπιστήσῃ μισεῖν ἀγορὰν καὶ βαλανείων ἀπέχεσθαι, 16284 2.31.12.37 : καὶ τοῖς αἰσχροῖς αἰσχύνεσθαι, κἂν σκώπτῃ τίς σε φλέ– 16285 2.31.12.38 : γεσθαι· 16286 2.31.12.39 : καὶ τῶν θάκων τοῖς πρεσβυτέροις ὑπανίστασθαι προσι– 16287 2.31.12.40 : οῦσιν, 16288 2.31.12.41 : καὶ 〈μὴ〉 περὶ τοὺς σαυτοῦ γονέας σκαιουργεῖν, ἄλλο τε μηδὲν 16289 2.31.12.42 : αἰσχρὸν ποιεῖν, ὅτι τῆς Αἰδοῦς μέλλεις τἄγαλμ´ ἀνα– 16290 2.31.12.43 : πλάττειν· 16291 2.31.12.44 : μηδ´ εἰς ὀρχηστρίδος εἰσᾴττειν, ἵνα μὴ πρὸς ταῦτα κεχηνὼς 16292 2.31.12.45 : μήλῳ βληθῇς ὑπὸ πορνιδίου τῆς εὐκλείας ἀποθραυσθείς· 16293 2.31.12.46 : μηδ´ ἀντειπεῖν τῷ πατρὶ μηδέν, μηδ´ Ἰαπετὸν καλέσαντα 16294 2.31.12.47 : μνησικακῆσαι τὴν ἡλικίαν ἐξ ἧς ἐνεοττοτροφήθης. — 16295 2.31.12.48 : Εἰ ταῦτ´, ὦ μειράκιον, πείσῃ τούτῳ, νὴ τὸν Διόνυσον 16296 2.31.12.49 : τοῖς Ἱπποκράτους υἱέσιν εἴξεις καί σε καλοῦσιν βλιτο– 16297 2.31.12.50 : μάμμαν. — 16298 2.31.12.51 : Ἀλλ´ οὖν λιπαρός γε καὶ εὐανθὴς ἐν γυμνασίοις διατρίψεις, 16299 2.31.12.52 : οὐ στωμύλλων κατὰ τὴν ἀγορὰν τριβολεκτράπελ´, οἷά 16300 2.31.12.53 : περ οἱ νῦν, 16301 2.31.12.54 : οὐδ´ ἑλκόμενος περὶ πραγματίου γλισχαντιλογεξεπιτρίπτου· 16302 2.31.12.55 : ἀλλ´ εἰς Ἀκαδήμειαν κατιὼν ὑπὸ ταῖς μορίαις ἀποθρέξει 16303 2.31.12.56 : στεφανωσάμενος καλάμῳ λευκῷ μετὰ σώφρονος ἡλικιώτου 16304 2.31.12.57 : σμίλακος ὄζων καὶ ἀπραγμοσύνης καὶ λεύκης φυλλοβολούσης 16305 2.31.12.58 : ἦρος ἐν ὥρᾳ χαίρων, ὁπόταν πλάτανος πτελέᾳ ψιθυρίζῃ. 16306 2.31.13.1 : <20Μενάνδρου>20 (Com. IV p. 326, fr. 473). 16307 2.31.13.2 : [Μανθάνειν] 16308 2.31.13.3 : ὅτου δ´ ἂν ἔργου τυγχάνῃς ἄπειρος ὤν, 16309 2.31.13.4 : τὸ πυνθάνεσθαι τῶν κατειδότων καλόν. 16310 2.31.14.1 : <20Εὐριπίδου Ῥήσῳ>20 ( 206). 16311 2.31.14.2 : Σοφοῦ παρ´ ἀνδρὸς χρὴ σοφόν τι μανθάνειν. 16312 2.31.15.1 : <20Μενάνδρου>20 (Com. IV p. 326, fr. 474). 16313 2.31.15.2 : Πολὺ κρεῖττόν ἐστιν ἓν καλῶς μεμαθηκέναι, 16314 2.31.15.3 : ἢ πολλὰ φαύλως περιβεβλῆσθαι πράγματα. 16315 2.31.16.1 : <20Σοφοκλέους Φθιωτίδων>20 (fr. 627 N.). 16316 2.31.16.2 : Νέος πέφυκας· πολλὰ καὶ μαθεῖν σε δεῖ, 16317 2.31.16.3 : καὶ πόλλ´ ἀκοῦσαι καὶ διδάσκεσθαι μακρά. 16318 2.31.16a.1 : 〈Tragici incerti (fr. adesp. 228 N.)〉 16319 2.31.16a.2 : Ἀεί τι βούλου χρήσιμον προσμανθάνειν. 16320 2.31.17.1 : <20Φιλήμονος>20 (Com. IV p. 34, fr. 6). 16321 2.31.17.2 : Ἤκουσα τούτων αὐτός· οὐδὲ φύεται 16322 2.31.17.3 : αὐτόματον ἀνθρώποισιν, ὦ βέλτιστε, νοῦς, 16323 2.31.17.4 : ὥσπερ ἐν ἀγρῷ θύμ´· ἐκ δὲ τοῦ λέγειν τι καὶ 16324 2.31.17.5 : ἑτέρων ἀκούειν καὶ θεωρῆσαί 〈τί που〉 16325 2.31.17.6 : κατὰ μικρὸν ἀεί, φασί, φύονται φρένες. 16326 2.31.18.1 : <20Μενάνδρου>20 (Com. IV p. 326, fr. 475). 16327 2.31.18.2 : Ὅταν λέγῃς μὲν πολλά, μανθάνῃς δὲ μή, 16328 2.31.18.3 : τὸ σὸν διδάξας τοὐμὸν οὐ μαθὼν ἔσῃ. 16329 2.31.19.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ Καρχηδονίῳ>20 (Com. IV p. 146, fr. 3). 16330 2.31.19.2 : Ἔργον ἐκ πολλοῦ χρόνου 16331 2.31.19.3 : ἄνοιαν ἡμέρᾳ μεταστῆσαι μιᾷ. 16332 2.31.20.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ Φιλαδέλφοις>20 (Com. IV p. 219, fr. 3). 16333 2.31.20.2 : Οὐ ῥᾴδιον 16334 2.31.20.3 : ἄνοιαν ἐν μικρῷ μεταστῆσαι χρόνῳ. 16335 2.31.21.1 : <20Εὐριπίδου Μελεάγρῳ>20 (fr. 529 N.). 16336 2.31.21.2 : Ἐκ γὰρ πατρὸς καὶ μητρὸς ὅστις ἐκπονεῖ 16337 2.31.21.3 : σκληρὰς διαίτας, οἱ γόνοι βελτίονες. 16338 2.31.22.1 : <20Ξενοκράτης>20 νέον φιλοσοφεῖν βουλόμενον ἤρετο, 16339 2.31.22.2 : εἰ γεγεωμέτρηκε· τοῦ δὲ ἀποφήσαντος, ἀλλ´ εἰ ἠστρονόμηκε· 16340 2.31.22.3 : καὶ τοῦτο ἀπειπόντος, ἀλλ´ εἰ τὰ τῶν ποιητῶν ἀνέγνωκεν· 16341 2.31.22.4 : ὁ δὲ καὶ τοῦτο ἔξαρνος ἦν· ἄλλως δὲ εἰ γράμματα οἶδεν· 16342 2.31.22.5 : 〈οὐδὲ〉 ταῦτα ἔφη ἐκεῖνος εἰδέναι. „Πόκος τοίνυν“, εἶπεν 16343 2.31.22.6 : ὁ Ξενοκράτης, „ὑπὸ γναφέως οὐ πλύνεται“. 16344 2.31.23.1 : <20Αἰσχίνου Σωκρατικοῦ>20 (Hermann., Aesch. rel. p. 10). 16345 2.31.23.2 : Οὗτός ἐστι Μιλτιάδης ὁ Στησαγόρου, ὃς παῖς μὲν 16346 2.31.23.3 : ὢν ἤσκει Ὀλύμπια καὶ κρείττων ἦν τοὺς πόνους πονῶν 16347 2.31.23.4 : ἢ παιδοτρίβης ἐπιτάττων· ἐκεῖ δὲ μείζους παῖδας αὑτοῦ 16348 2.31.23.5 : καὶ πρεσβυτέρους κατεμαχέσατο καὶ ἀγωνιζόμενος ὑπὲρ τοῦ 16349 2.31.23.6 : στεφάνου ἄκων ὑπὸ τοῦ παιδοτρίβου ἐξήχθη· ἔτι δὲ ἐπί– 16350 2.31.23.7 : τροποι αὐτοῦ ἐγένοντο οὔτε τὰς αὐτὰς ἡλικίας ἔχοντες 16351 2.31.23.8 : οὔτε τοὺς αὐτοὺς τρόπους· καὶ τούτων ἁπάντων ἦν κατή– 16352 2.31.23.9 : κοος. Παιδαγωγὸς αὐτῷ ἠκολούθει οὐ πάνυ σπουδαῖος καὶ 16353 2.31.23.10 : τούτῳ οὐδὲν πώποτε ἠναντιώθη. Ταῦτα μὲν παιδὶ ὄντι 16354 2.31.23.11 : αὐτῷ ἐπιτετήδευται· ἐπεὶ δὲ μειράκιον ἤρχετο γίγνεσθαι, 16355 2.31.23.12 : σιωπᾶν καλὸν ἡγήσατο εἶναι· σεσιώπηται αὐτῷ μᾶλλον 16356 2.31.23.13 : ἢ τοῖς χαλκοῖς ἀνδριᾶσι. Τοῦ σώματος αὐτῷ καλὸν ἐδόκει 16357 2.31.23.14 : εἶναι ἐπιμελεῖσθαι· ἐπιμεμέληται τούτου, ὥστ´ ἔτι καὶ 16358 2.31.23.15 : νῦν τῶν ἡλικιωτῶν ἄριστα ἔχει τὸ σῶμα. 16359 2.31.24.1 : <20Εὐριπίδου κωμ̃>20 (fr. 927 N.). 16360 2.31.24.2 : Ὅστις νέος ὢν Μουσῶν ἀμελεῖ, 16361 2.31.24.3 : τόν τε παρελθόντ´ ἀπόλωλε χρόνον, 16362 2.31.24.4 : καὶ τὸν μέλλοντα τέθνηκε. 16363 2.31.25.1 : 〈<21Comici incerti.>21〉 16364 2.31.25.2 : Φύσιν ἔχειν ἄριστόν ἐστι· δεύτερον δὲ 〈μανθάνειν.〉 16365 2.31.26.1 : <20Πλάτωνος Νόμων>20 ζʹ (p. 794DE). 16366 2.31.26.2 : Ἀγνοεῖται παρὰ τοῖς πᾶσιν ὀλίγου. —Τὸ ποῖον; — 16367 2.31.26.3 : Ὡς τὰ δεξιὰ καὶ τὰ ἀριστερὰ διαφέροντά ἐστιν ἡμῶν 16368 2.31.26.4 : φύσει πρὸς τὰς χρείας εἰς ἑκάστας τῶν πράξεων τὰ περὶ 16369 2.31.26.5 : τὰς χεῖρας· ἐπεὶ τά γε περὶ πόδας τε καὶ 〈τὰ〉 κάτω τῶν 16370 2.31.26.6 : μελῶν, οὐδὲν διαφέροντα εἰς τοὺς πόνους φαίνεται· τὰ 16371 2.31.26.7 : δὲ κατὰ χεῖρας ἀνοίᾳ τροφῶν καὶ μητέρων οἷον χωλοὶ γε– 16372 2.31.26.8 : γόναμεν ἕκαστοι. τῆς φύσεως γὰρ ἑκατέρων τῶν μελῶν 16373 2.31.26.9 : σχεδὸν ἰσορροπούσης, αὐτοὶ διὰ τὰ ἔθη διάφορα αὐτὰ 16374 2.31.26.10 : πεποιήκαμεν οὐκ ὀρθῶς χρώμενοι. 16375 2.31.27.1 : <20Κράντωρ>20 ἔλεγε μήτε δύνασθαί τινα τὰ μεγάλα 16376 2.31.27.2 : πρὸ τῶν μικρῶν μυηθῆναι, μήτ´ ἂν ἐπὶ φιλοσοφίαν ἐλθεῖν 16377 2.31.27.3 : πρὶν ἐν τοῖς ἐγκυκλίοις διαπονηθῆναι. 16378 2.31.28.1 : <20Ἀρκεσίλαος>20 ὁρῶν τινα νεανίσκον φιλοσόφων λό– 16379 2.31.28.2 : γων κατακούοντα πρὶν παιδευθῆναι, οὐδὲ τοὺς τῆς Δήμη– 16380 2.31.28.3 : τρος, ἔφη, καρποὺς καλλίστους καὶ τροφιμωτάτους ὄντας 16381 2.31.28.4 : εὐθὺς ἐκ γενετῆς τοῖς παισὶν ἁρμόζειν, τὸ δὲ γάλα τῶν 16382 2.31.28.5 : τιτθῶν. 16383 2.31.29.1 : <20Δημοσθένης>20 ὁ ῥήτωρ ἔφη τὴν μὲν ῥίζαν τῆς 16384 2.31.29.2 : παιδείας εἶναι πικράν, τοὺς δὲ καρποὺς γλυκεῖς. 16385 2.31.30.1 : <20Ἀριστοτέλης>20 ὁ Περιπατητικὸς ἐρωτηθεὶς ὑπό 16386 2.31.30.2 : τινος, τί μάλιστα δεῖ ἀσκεῖν τοὺς νέους, εἶπε· „παιδείαν“. 16387 2.31.31.1 : <20Θεοφράστου.>20 16388 2.31.31.2 : Ἀναγκαιοτάτη δ´ ἐπὶ γυναικῶν ἡ τῶν γραμμάτων 16389 2.31.31.3 : δοκεῖ παίδευσις εἶναι καὶ αὐτὴ μέχρι χρησίμου πρὸς οἰκο– 16390 2.31.31.4 : νομίαν· τὸ δ´ ἐξακριβούμενον ἐπὶ πλέον ἀργοτέρας τε 16391 2.31.31.5 : ποιεῖ πρὸς τἆλλα καὶ λάλους καὶ περιέργους. 16392 2.31.32.1 : <20Ἰαμβλίχου ἐκ τοῦ Περὶ ψυχῆς.>20 16393 2.31.32.2 : Ἡ γὰρ συνακολουθοῦσα παντὶ τῷ βουλήματι τοῦ δι– 16394 2.31.32.3 : δάσκοντος τῶν μανθανόντων, αὕτη πασῶν ἐστι μουσικω– 16395 2.31.32.4 : τάτη τε καὶ ἀρίστη ἀκρόασις. 16396 2.31.33.1 : <20Ἀντισθένης>20 ὁ Σωκρατικὸς φιλόσοφος ἐρωτηθεὶς 16397 2.31.33.2 : ὑπό τινος, ποῖος στέφανος κάλλιστός ἐστιν, εἶπεν, „ὁ ἀπὸ 16398 2.31.33.3 : παιδείας“. 16399 2.31.34.1 : Ὁ <20αὐτὸς>20 (apophth. 32 Winckelm.) ἐρωτηθείς, τί 16400 2.31.34.2 : ἀναγκαιότατον εἴη μάθημα, „τὸ ἀπομαθεῖν, εἶπε, τὰ κακά“. 16401 2.31.35.1 : <20Ἀριστοτέλης>20 ἔφη τὴν παιδείαν εὐτυχοῦσι μὲν 16402 2.31.35.2 : κόσμον εἶναι, πταίσασι δὲ καταφυγὴν ἐλευθέριον. 16403 2.31.36.1 : <20Πλάτωνος>20 (Legg. V p. 728CD). 16404 2.31.36.2 : Ψυχῆς ἀνθρώπῳ κτῆμα οὐκ ἔστιν εὐφυέστερον εἰς τὸ 16405 2.31.36.3 : φυγεῖν μὲν τὸ κακόν, ἰχνεῦσαι δὲ καὶ ἑλεῖν τὰ πάντων 16406 2.31.36.4 : ἄριστα καὶ ἑλόντα αὖ κοινῇ ξυνοικεῖν τὸν ἐπίλοιπον βίον. 16407 2.31.37.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ.>20 (Menex. p. 246E–247A.) 16408 2.31.37.2 : Πᾶσα ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης 16409 2.31.37.3 : ἀρετῆς πανουργία, ἀλλ´ οὐ σοφία φαίνεται. 16410 2.31.38.1 : <20Αἰλιανοῦ>20 (Var. hist. frg. 4 ed. Teubner.). 16411 2.31.38.2 : Σωκράτης ὁ γενναῖος ᾐτιᾶτο τῶν πατέρων ἐκείνους, 16412 2.31.38.3 : ὅσοι 〈μὴ〉 παιδεύσαντες αὑτῶν τοὺς υἱεῖς, εἶτα ἀπορού– 16413 2.31.38.4 : μενοι ἦγον ἐπὶ τὰς ἀρχὰς τοὺς νεανίσκους καὶ ἔκρινον 16414 2.31.38.5 : αὐτοὺς ἀχαριστίας, ὅτι οὐ τρέφονται ὑπ´ αὐτῶν· εἶπε γὰρ 16415 2.31.38.6 : ἀδύνατον ἀξιοῦν τοὺς πατέρας, μὴ γὰρ οἵους τε εἶναι τοὺς 16416 2.31.38.7 : μὴ μαθόντας τὰ δίκαια ποιεῖν αὐτά. 16417 2.31.39.1 : <20Ἀντιφῶντος>20 (fr. 134 Blass.). 16418 2.31.39.2 : Πρῶτον, οἶμαι, τῶν ἐν ἀνθρώποις ἐστὶ παίδευσις· 16419 2.31.39.3 : ὅταν γάρ τις πράγματος κἂν ὁτουοῦν τὴν ἀρχὴν ὀρθῶς 16420 2.31.39.4 : ποιήσηται, εἰκὸς καὶ τὴν τελευτὴν ὀρθῶς γίγνεσθαι· καὶ 16421 2.31.39.5 : γὰρ τῇ γῇ οἷον ἄν τις τὸ σπέρμα ἐναρόσῃ, τοιαῦτα καὶ 16422 2.31.39.6 : τὰ ἔκφορα δεῖ προσδοκᾶν· καὶ ἐν νέῳ σώματι ὅταν τις 16423 2.31.39.7 : τὴν παίδευσιν γενναίαν ἐναρόσῃ, ζῇ τοῦτο καὶ θάλλει διὰ 16424 2.31.39.8 : παντὸς τοῦ βίου, καὶ αὐτὸ οὔτε ὄμβρος οὔτε ἀνομβρία 16425 2.31.39.9 : ἀφαιρεῖται. 16426 2.31.40.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (fr. 135 Blass.). 16427 2.31.40.2 : Ἀναρχίας δ´ οὐδὲν κάκιον ἀνθρώποις· ταῦτα γινώ– 16428 2.31.40.3 : σκοντες οἱ πρόσθεν ἄνθρωποι ἀπὸ τῆς ἀρχῆς εἴθιζον 16429 2.31.40.4 : τοὺς παῖδας ἄρχεσθαι καὶ τὸ κελευόμενον ποιεῖν, ἵνα μὴ 16430 2.31.40.5 : ἐξανδρούμενοι εἰς μεγάλην μεταβολὴν ἰόντες ἐκπλήσσοιντο. 16431 2.31.41.1 : Οἵῳ τις ἂν τὸ πλεῖστον τῆς ἡμέρας συνῇ, τοιοῦτον 16432 2.31.41.2 : ἀνάγκη γενέσθαι καὶ αὐτὸν τοὺς τρόπους. 16433 2.31.42.1 : <20Πλάτωνος Πολιτείας>20 ζ (p. 537B). 16434 2.31.42.2 : Κόποι καὶ ὕπνοι μαθήμασι πολέμιοι. 16435 2.31.43.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (Rep. VII p. 537C). 16436 2.31.43.2 : Τά τε χύδην μαθήματα ἐν τῇ παιδείᾳ γενόμενα τούτοις 16437 2.31.43.3 : συνακτέον εἰς σύνοψιν οἰκειότητός τε ἀλλήλων τῶν μαθη– 16438 2.31.43.4 : μάτων καὶ τῆς τοῦ ὄντος φύσεως. 16439 2.31.44.1 : <20Σωκράτους.>20 16440 2.31.44.2 : Πανήγυρίς ἐστι ψυχῆς ἡ παιδεία· πολλὰ γάρ ἐστιν 16441 2.31.44.3 : ἐν αὐτῇ [ψυχῆς] θεάματα καὶ ἀκούσματα. 16442 2.31.45.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ.>20 16443 2.31.45.2 : Τοῖς μὲν σταδιοδρομοῦσιν ἐπὶ τῷ τέρματι τὸ βρα– 16444 2.31.45.3 : βεῖον τῆς νίκης, τοῖς δὲ φιλοπονήσασιν ἐπὶ τοῦ γήρως 16445 2.31.45.4 : τὸ πρωτεῖον τῆς φρονήσεως ἀπόκειται. 16446 2.31.46.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ.>20 16447 2.31.46.2 : Οὗτος ἰδὼν πλούσιον ἀπαίδευτον, ἔφη· „ἰδοῦ καὶ τὸ 16448 2.31.46.3 : χρυσοῦν ἀνδράποδον“. 16449 2.31.47.1 : <20Ἀριστοτέλους.>20 16450 2.31.47.2 : Οὗτος ἐρωτηθείς, τί τῶν ζῴων κάλλιστον, ἔφη· „ἄν– 16451 2.31.47.3 : θρωπος τὴν ψυχὴν παιδείᾳ κεκοσμημένος“. 16452 2.31.48.1 : Ὁ <20αὐτὸς>20 ὀνειδιζόμενος ὑπό τινος, ὅτι βαρβαρίζει, 16453 2.31.48.2 : ἔφη· „ἐγὼ μὲν τῷ λόγῳ, ὑμεῖς δὲ τῷ τρόπῳ“. 16454 2.31.49.1 : 〈<21Demosthenis>21 (XIII 14 p. 169).〉 16455 2.31.49.2 : Οὐ μικρὸν ὠφελεῖ τὸ τὰ βέλτιστα ἀκούειν ὑμᾶς συνε– 16456 2.31.49.3 : θίζειν. 16457 2.31.50.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 ([Ps.] Demosth. LXI p. 1413, 27–1414, 2). 16458 2.31.50.2 : Ἅπασα φύσις βελτίων γίγνεται παιδείαν προσλαβοῦσα 16459 2.31.50.3 : τὴν προσήκουσαν, πολὺ δὲ μάλιστα ὅσοις ἐξ ἀρχῆς εὐφυ– 16460 2.31.50.4 : έστερον τῶν ἄλλων ἔχειν ὑπῆρξε· τοῖς μὲν γὰρ αὑτῶν 16461 2.31.50.5 : μόνον βελτίοσι γίγνεσθαι, τοῖς δὲ καὶ τῶν ἄλλων συμ– 16462 2.31.50.6 : βαίνει διενεγκεῖν. 16463 2.31.51.1 : <20Θουκυδίδου>20 (I 84, 4). 16464 2.31.51.2 : Κράτιστον δὲ εἶναι ἐν τοῖς ἀναγκαίοις παιδεύεσθαι. 16465 2.31.52.1 : <20Εὐκλείδου.>20 16466 2.31.52.2 : Οὗτοι γὰρ τῶν ἀνθρώπων κάλλιστα μανθάνουσιν, οἵ 16467 2.31.52.3 : τινες καὶ τὰ κάλλιστα μιμοῦνται. 16468 2.31.53.1 : <20Δημώνακτος Ὑψαίου καὶ Σωκράτους.>20 16469 2.31.53.2 : Τὰς μὲν πόλεις ἀναθήμασι, τὰς δὲ ψυχὰς μαθήμασι 16470 2.31.53.3 : κοσμεῖν δεῖ. 16471 2.31.54.1 : <20Σωκράτης>20 ἐρωτηθείς, πῶς ἄν τις ἄγοι καλῶς τοὺς 16472 2.31.54.2 : ἰδίους παῖδας, εἶπε· „νέους μὲν ὄντας παιδεύσας, ἄνδρας 16473 2.31.54.3 : δὲ γενομένους διδάξας συμπεριφέρεσθαι τοῖς ἀποβαίνουσι 16474 2.31.54.4 : καὶ τὴν οὐσίαν διανείμας αὐτοῖς, ἵνα μὴ διὰ τοῦτο ἐχθροὶ 16475 2.31.54.5 : γένωνται“. 16476 2.31.55.1 : <20Ἰσοκράτους πρὸς Δημόνικον>20 (§ 12 p. 4C). 16477 2.31.55.2 : Τὰ μὲν γὰρ σώματα τοῖς συμμέτροις πόνοις, ἡ δὲ 16478 2.31.55.3 : ψυχὴ σπουδαίοις λόγοις αὔξεσθαι πέφυκε. 16479 2.31.56.1 : <20Δημοκρίτου>20 (fr. mor. 134 Mullach.). 16480 2.31.56.2 : Πάντων κάκιστον ἡ εὐπετείη παιδεῦσαι τὴν νεότητα, 16481 2.31.56.3 : αὕτη γάρ ἐστι ἣ τίκτει τὰς ἡδονὰς ταύτας, ἐκ τῶν ἡ κα– 16482 2.31.56.4 : κότης γίνεται. 16483 2.31.57.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (fr. mor. 235 Mullach.). 16484 2.31.57.2 : Ζηλωτικῶς ὁμῆ πονέειν παῖδες ἀνιέντες, οὔτε γράμ– 16485 2.31.57.3 : ματ´ ἂν μάθοιεν οὔτε μουσικὴν οὔτε ἀγωνίην, οὐδ´, ὅπερ 16486 2.31.57.4 : μάλιστα τὴν ἀρετὴν ξυνέχει, τὸ αἰδέεσθαι· μάλα γὰρ ἐκ 16487 2.31.57.5 : τούτου φιλέει γίνεσθαι ἡ αἰδώς. 16488 2.31.58.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (fr. mor. 132 Mullach). 16489 2.31.58.2 : Ἡ παιδεία εὐτυχοῦσι μέν ἐστι κόσμος, ἀτυχοῦσι δὲ 16490 2.31.58.3 : καταφύγιον. 16491 2.31.59.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (fr. mor. 135 Mullach.). 16492 2.31.59.2 : Κρέσσων ἐπ´ ἀρετὴν φανέεται προτροπῇ χρώμενος 16493 2.31.59.3 : καὶ λόγου πειθοῖ ἤπερ νόμῳ καὶ ἀνάγκῃ. Λάθρῃ μὲν 16494 2.31.59.4 : γὰρ ἁμαρτέειν εἰκὸς τὸν εἰργμένον ἀδικίης ὑπὸ νόμου, τὸν 16495 2.31.59.5 : δὲ ἐς τὸ δέον ἠγμένον πειθοῖ οὐκ εἰκὸς οὔτε λάθρῃ οὔτε 16496 2.31.59.6 : φανερῶς ἔρδειν τι πλημμελές· διόπερ ξυνέσι τε καὶ ἐπι– 16497 2.31.59.7 : στήμῃ ὀρθοπρηγέων τις ἀνδρήιος ἅμα καὶ εὐθύγνωμος 16498 2.31.59.8 : γίνεται. 16499 2.31.60.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Θεάγους>20 (p. 121BC). 16500 2.31.60.2 : Πάντα τὰ φυτὰ κινδυνεύει τὸν αὐτὸν τρόπον ἔχειν 16501 2.31.60.3 : καὶ τὰ ἐκ τῆς γῆς φυόμενα καὶ τὰ ζῷα, τά τε ἄλλα καὶ 16502 2.31.60.4 : ἄνθρωπος. καὶ γὰρ ἐν τοῖς φυτοῖς ῥᾷστον ἡμῖν τοῦτο 16503 2.31.60.5 : γίγνεται, ὅσοι τὴν γῆν γεωργοῦμεν, τὸ παρασκευάσασθαι 16504 2.31.60.6 : πάντα τὰ πρὸ τοῦ φυτεύειν καὶ αὐτὸ τὸ φυτεῦσαι· ἐπει– 16505 2.31.60.7 : δὰν δὲ τὸ φυτευθὲν βιῷ, μετὰ τοῦτο θεραπεία τοῦ φύντος 16506 2.31.60.8 : καὶ πολλὴ καὶ χαλεπὴ καὶ δύσκολος γίγνεται. οὕτως δὲ 16507 2.31.60.9 : ἔχειν ἔοικε καὶ τὸ περὶ τῶν ἀνθρώπων· ἀπὸ τῶν ἐμαυ– 16508 2.31.60.10 : τοῦ ἐγὼ πραγμάτων τεκμαίρομαι καὶ ἐς τὰ ἄλλα. καὶ γὰρ 16509 2.31.60.11 : ἐμοὶ ἡ τοῦ υἱέος τούτου, εἴτε φυτείαν εἴτε παιδοποιίαν 16510 2.31.60.12 : δεῖ αὐτὴν ὀνομάζειν, πάντων ῥᾴστη γέγονεν, ἡ δὲ τροφὴ 16511 2.31.60.13 : δύσκολός τε καὶ ἐν φόβῳ περὶ αὐτοῦ δεδιότι. 16512 2.31.61.1 : <20Διογένους.>20 16513 2.31.61.2 : Ὅταν ἄλλου τινὸς φροντίζῃς, τότε ἀμελεῖς σαυτοῦ. 16514 2.31.62.1 : <20Πλάτων>20 παρεκελεύετο τοῖς μαθηταῖς τρία ταῦτα 16515 2.31.62.2 : ἔχειν· ἐπὶ μὲν τῆς γνώμης σωφροσύνην, ἐπὶ δὲ τῆς γλώτ– 16516 2.31.62.3 : της σιγήν, ἐπὶ δὲ τῶν ὀφθαλμῶν αἰδῶ. 16517 2.31.63.1 : <20Κλεάνθης>20 ἑταίρου ἀπιέναι μέλλοντος καὶ ἐρωτῶν– 16518 2.31.63.2 : τος πῶς ἂν ἥκιστα ἁμαρτάνοι, εἶπεν· „εἰ παρ´ ἕκαστα ὧν 16519 2.31.63.3 : πράττοις δοκοίης με παρεῖναι“. 16520 2.31.64.1 : Ὁ <20αὐτὸς>20 ἔφη τοὺς ἀπαιδεύτους μόνῃ τῇ μορφῇ 16521 2.31.64.2 : τῶν θηρίων διαφέρειν. 16522 2.31.65.1 : <20Δημοκρίτου>20 (fr. mor. 133 Mullach.). 16523 2.31.65.2 : Ἡ φύσις καὶ ἡ διδαχὴ παραπλήσιόν ἐστι· καὶ γὰρ 16524 2.31.65.3 : ἡ διδαχὴ μεταρρυσμοῖ τὸν ἄνθρωπον, μεταρρυσμοῦσα 16525 2.31.65.4 : δὲ 〈καὶ〉 φύσις ποιέει. 16526 2.31.66.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (fr. mor. 236 Mullach.). 16527 2.31.66.2 : Τὰ μὲν καλὰ ἔργματα τοῖσι πόνοισι ἡ μάθησις ἐξερ– 16528 2.31.66.3 : γάζεται, τὰ δ´ αἰσχρὰ ἄνευ πόνων αὐτόματα 〈ἡ ἀμαθίη〉 16529 2.31.66.4 : καρποῦται· καὶ γὰρ ὦν οὐκ ἐθέλοντα πολλάκις ἐξέργει τοι– 16530 2.31.66.5 : οῦτον εἶναι· οὕτω μεγάλης τε τῆς φυτικῆς ἐστι. 16531 2.31.67.1 : <20Μητροδώρου.>20 16532 2.31.67.2 : Νέος ἐν πολυτελέσι βρώμασι καὶ ποτοῖς ἔτι δὲ ἀφρο– 16533 2.31.67.3 : δισίοις ἀναστρεφόμενος λέληθεν ἑαυτὸν ἐν τῷ θέρει τὴν 16534 2.31.67.4 : χλαῖναν κατατρίβων. 16535 2.31.68.1 : <20Ἀντισθένους>20 (apophth. 48 p. 65 Winckelm.). 16536 2.31.68.2 : Δεῖ τοὺς μέλλοντας ἀγαθοὺς ἄνδρας γενήσεσθαι τὸ 16537 2.31.68.3 : μὲν σῶμα γυμνασίοις ἀσκεῖν, τὴν δὲ ψυχὴν παιδεύσει. 16538 2.31.69.1 : <20Δημοσθένης Φιλιππικῶν>20 (XIII 25 p. 173, 22). 16539 2.31.69.2 : Ἔστι δὲ οὐδέποτ´, οἶμαι, δυνατὸν μικρὰ καὶ φαῦλα 16540 2.31.69.3 : πράττοντας μέγα καὶ νεανικὸν φρόνημα λαβεῖν, ὥσπερ 16541 2.31.69.4 : οὐδὲ λαμπρὰ καὶ καλὰ πράττοντας μικρὸν καὶ ταπεινὸν 16542 2.31.69.5 : φρονεῖν. Ὁποῖα γὰρ ἂν τὰ ἐπιτηδεύματα τῶν ἀνθρώπων 16543 2.31.69.6 : ᾖ, τοιοῦτον ἀνάγκη καὶ τὸ φρόνημα ἔχειν. 16544 2.31.70.1 : <20Ξενοφῶντος>20 (Cyneg. 13, 4). 16545 2.31.70.2 : Κράτιστον μέν ἐστι παρὰ τῆς ἑαυτοῦ φύσεως τὸ ἀγα– 16546 2.31.70.3 : θὸν διδάσκεσθαι· δεύτερον δὲ παρὰ τῶν ἀληθῶς ἀγαθῶν. 16547 2.31.71.1 : <20Δημοκρίτου>20 (fr. mor. 131 Mullach.). 16548 2.31.71.2 : Οὔτε τέχνη οὔτε σοφίη ἐφικτόν, ἢν μὴ μάθῃ τις. 16549 2.31.72.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (fr. mor. 139 Mullach.). 16550 2.31.72.2 : Ἔστι κου νέων ξύνεσις καὶ γερόντων ἀξυνεσίη· χρόνος 16551 2.31.72.3 : γὰρ οὐ διδάσκει φρονέειν, ἀλλ´ ὡραίη τροφὴ καὶ φύσις. 16552 2.31.73.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (fr. mor. 143 Mullach). 16553 2.31.73.2 : Ὁ ἀντιλογεόμενος καὶ πολλὰ λεσχηνευόμενος ἀφυὴς 16554 2.31.73.3 : ἐς μάθησιν. 16555 2.31.74.1 : <20Διογένης>20 ἄτοπον ἔφησεν εἶναι ἐπὶ μὲν τὸν λύχνον 16556 2.31.74.2 : ἐπιχεῖν ἔλαιον, ἵνα ἐπὶ τῆς τραπέζης ὁρῶμεν, ὅπως δὲ τῇ 16557 2.31.74.3 : διανοίᾳ φρονιμώτεροι γενόμενοι κατανοήσομεν τὰ τῷ βίῳ 16558 2.31.74.4 : βέλτιστα, μηδὲν ἐθέλειν ἀναλίσκειν. 16559 2.31.75.1 : Ὁ <20αὐτὸς>20 ἐρωτηθείς, τί ἡ γῆ βαστάζει βαρύτατον, 16560 2.31.75.2 : ἔφη, „ἄνθρωπον ἀπαίδευτον“. 16561 2.31.76.1 : <20Ἀντισθένης>20 (apophth. 49 Winckelm.) ἐρωτηθεὶς ὑπό 16562 2.31.76.2 : τινος, τί διδάξει τὸν υἱόν, εἶπεν, „εἰ μὲν θεοῖς μέλλει συμ– 16563 2.31.76.3 : βιοῦν, φιλόσοφον, εἰ δὲ ἀνθρώποις, ῥήτορα“. 16564 2.31.77.1 : <20Σόλων>20 ἐπετίμα τινὶ κυβεύοντι· τοῦ δὲ λέγοντος 16565 2.31.77.2 : περὶ μικροῦ παίζειν, „ἀλλὰ τὸ ἔθος οὐ μικρόν“, ἔφη. 16566 2.31.78.1 : <20Ὑπερίδης>20 (fr. 209 Blass.) ὁ ῥήτωρ ἔλεγε μὴ δύνα– 16567 2.31.78.2 : σθαι καλῶς ζῆν, μὴ μαθόντα 〈τὰ〉 καλὰ τὰ ἐν τῷ βίῳ. 16568 2.31.79.1 : <20Σωκράτης>20 ἐρωτηθείς, τί ἐπιστήμη, ἔφη· „ἐπιμέλεια 16569 2.31.79.2 : ψυχῆς“· πόθεν δὲ μάλιστα κακοὶ γίνονται, „ἐξ ἀγωγῆς 16570 2.31.79.3 : κακῆς καὶ ὁμιλίας πονηρᾶς“ ἔφη. 16571 2.31.80.1 : <20Πλάτων>20 εἶπε τὴν παιδείαν τοῖς ἀνθρώποις δεύ– 16572 2.31.80.2 : τερον ἥλιον εἶναι. 16573 2.31.81.1 : <20Ζήνων>20 ἐρωτηθείς, πῶς ἄν τις νέος ἐλάχιστα ἁμαρ– 16574 2.31.81.2 : τάνοι, „εἰ πρὸ ὀφθαλμῶν ἔχει“, ἔφη, „οὓς μάλιστα τιμᾷ 16575 2.31.81.3 : καὶ αἰσχύνεται“. 16576 2.31.82.1 : <20Ἐκ τῆς Περὶ φιλίας ἐπιστολῆς>20 (Plut. fr. 18, 15). 16577 2.31.82.2 : Ἡ παιδεία κἂν μηδὲν ἕτερον ἀγαθὸν ἔχῃ, τό γε συμ– 16578 2.31.82.3 : φοιτᾶν αὐτὴν νυκτὸς καὶ ἡμέρας ἐκσῴζει κακίας, οἷς ἂν 16579 2.31.82.4 : ᾖ τις αἰδώς· καὶ πολλοὶ σφᾶς αὐτοὺς καὶ ἄλλους ** 16580 2.31.83.1 : <20Ἐκ τῶν Ἀρίστωνος Ὁμοιωμάτων.>20 16581 2.31.83.2 : Τὸ κύμινον, φασί, δεῖ σπείρειν βλασφημοῦντας, οὕτω 16582 2.31.83.3 : γὰρ καλὸν φύεσθαι· καὶ τοὺς νέους χρὴ παιδεύειν ἐπι– 16583 2.31.83.4 : σκώπτοντας, οὕτω γὰρ χρήσιμοι ἔσονται. 16584 2.31.84.1 : <20Πλάτωνος>20 (Legg. VII p. 791BC). 16585 2.31.84.2 : Πᾶσα ψυχὴ δείμασι συνοῦσα ἐκ νέων μᾶλλον ἂν διὰ 16586 2.31.84.3 : φόβων ἐθίζοιτο γίγνεσθαι· τοῦτο δέ που πᾶς ἂν φαίη 16587 2.31.84.4 : δειλίας ἄσκησιν ἀλλ´ οὐκ ἀνδρίας εἶναι. Τὸ δ´ ἐξ ἐναν– 16588 2.31.84.5 : τίας ἀνδρίας ἂν φαῖμεν ἐκ νέων εὐθὺς ἐπιτήδευμα εἶναι, 16589 2.31.84.6 : τὸ νικᾶν τὰ προσπίπτοντα ἡμῖν δείματά τε καὶ φόβους. 16590 2.31.85.1 : Ἐκ τῶν <20Ἀριστωνύμου τομαρίων καὶ Σωκράτους.>20 16591 2.31.85.2 : Ταῖς μὲν πόλεσι τὰ τείχη, ταῖς δὲ ψυχαῖς ὁ ἐκ παι– 16592 2.31.85.3 : δείας νοῦς κόσμον καὶ ἀσφάλειαν παρέχει. 16593 2.31.86.1 : <20Φιλόξενος>20 ὁ μουσικὸς ἐρωτηθείς, τί μάλιστα 16594 2.31.86.2 : συνεργεῖ παιδείᾳ, εἶπε, „χρόνος“. 16595 2.31.87.1 : <20Διογένης>20 ἔλεγε τὴν τῶν παίδων ἀγωγὴν ἐοικέναι 16596 2.31.87.2 : τοῖς τῶν κεραμέων πλάσμασιν· ὡς γὰρ ἐκεῖνοι ἁπαλὸν 16597 2.31.87.3 : μὲν τὸν πηλὸν ὄντα ὅπως θέλουσι σχηματίζουσι καὶ ῥυθ– 16598 2.31.87.4 : μίζουσιν, ὀπτηθέντα δὲ οὐκέτι δύνανται πλάσσειν, οὕτω 16599 2.31.87.5 : καὶ τοὺς ἐν νεότητι μὴ διὰ πόνων παιδαγωγηθέντας, τε– 16600 2.31.87.6 : λείους γενομένους ἀμεταπλάστους γίνεσθαι. 16601 2.31.88.1 : <20Μόνιμος>20 ὁ Κυνικὸς φιλόσοφος ἔφη, κρεῖττον εἶναι 16602 2.31.88.2 : τυφλὸν 〈εἶναι〉 ἢ ἀπαίδευτον· τὸν μὲν γὰρ εἰς τὸν βόθρον, 16603 2.31.88.3 : τὸν δὲ εἰς τὸ βάραθρον ἐμπίπτειν. 16604 2.31.89.1 : <20Ἐκ τῶν Δίωνος Χρειῶν.>20 16605 2.31.89.2 : Ἀθηναίοις ἐρομένοις, ὅπως λῷον 〈ἂν〉 αὐτοῖς γίγνοιτο, 16606 2.31.89.3 : ἔχρησεν ἡ Πυθία· εἰ τὸ κάλλιστον εἰς τὸ δεξιὸν οὖς τῶν 16607 2.31.89.4 : παίδων ἐντιθέναι βούλοιντο· οἱ δὲ τρήσαντες αὐτὸ χρυ– 16608 2.31.89.5 : σίον ἐνέβαλλον, ἀγνοήσαντες, ὅτι τὸν φιλόσοφον λόγον 16609 2.31.89.6 : ἐμήνυσε. 16610 2.31.90.1 : <20Δημοκρίτου>20 (fr. mor. 234 Mullach.). 16611 2.31.90.2 : Φαύλων ὁμιλίη ξυνεχὴς ἕξιν κακίης συναέξει. 16612 2.31.91.1 : <20Πλάτωνος Νόμων>20 αʹ (p. 641BC). 16613 2.31.91.2 : Ἢ τοῦτο οὕτως ἐρωτηθέντες εἴποιμεν 〈ἄν〉, ὡς ἑνὸς μὲν 16614 2.31.91.3 : βραχὺ τῇ πόλει γίγνοιτ´ ἂν ὄφελος, εἰ δ´ ὅλως ἐρωτᾷς 16615 2.31.91.4 : παιδείαν τῶν παιδευθέντων, τί μέγα τὴν πόλιν ὀνίνησιν, 16616 2.31.91.5 : οὐ χαλεπὸν εἰπεῖν, ὅτι παιδευθέντες μὲν εὖ γίγνοιντ´ ἂν 16617 2.31.91.6 : ἄνδρες ἀγαθοί, γενόμενοι δὲ τοιοῦτοι τά τε ἄλλα ἂν πράτ– 16618 2.31.91.7 : τοιεν καλῶς, ἔτι δὲ κἂν νικῷεν τοὺς πολεμίους μαχόμενοι. 16619 2.31.91.8 : παιδεία μὲν οὖν φέρει καὶ νίκην, νίκη δὲ ἐνίοτε ἀπαι– 16620 2.31.91.9 : δευσίαν· πολλοὶ γὰρ ὑβριστότεροι διὰ πολέμων νίκας γενό– 16621 2.31.91.10 : μενοι, μυρίων ἄλλων κακῶν δι´ ὕβριν ἐνεπλήσθησαν, καὶ 16622 2.31.91.11 : παιδεία μὲν οὐδεπώποτε γέγονε Καδμεία, νῖκαι δὲ ἀν– 16623 2.31.91.12 : θρώποις πολλαὶ δὴ τοιαῦται γεγόνασί τε καὶ ἔσονται. 16624 2.31.92.1 : <20Διογένους.>20 16625 2.31.92.2 : Ἡ παιδεία ὁμοία ἐστὶ χρυσῷ στεφάνῳ· καὶ γὰρ τιμὴν 16626 2.31.92.3 : ἔχει καὶ πολυτέλειαν. 16627 2.31.93a.1 : <20Ἰσοκράτους πρὸς Δημόνικον>20 (§ 40 p. 10E). 16628 2.31.93a.2 : Πάντων μὲν ἐπιμελοῦ τῶν περὶ τὸν βίον, μάλιστα 16629 2.31.93a.3 : δὲ τὴν σαυτοῦ φρόνησιν ἄσκει· μέγιστον γὰρ ἐν ἐλαχίστῳ 16630 2.31.93a.4 : νοῦς ἀγαθὸς ἐν ἀνθρώπου σώματι. 16631 2.31.94.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 (§ 19 p. 5E).〉 16632 2.31.94.2 : Ἡγοῦ τῶν ἀκουσμάτων πολλὰ πολλῶν εἶναι χρημά– 16633 2.31.94.3 : των κρείττω· τὰ μὲν γὰρ ταχέως ἀπολείπεται, τὰ δὲ πάν– 16634 2.31.94.4 : τα τὸν χρόνον παραμένει· σοφία γὰρ μόνη τῶν κτημάτων 16635 2.31.94.5 : ἀθάνατος. 16636 2.31.95.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 (§ 52 p. 13B).〉 16637 2.31.95.2 : Ὥσπερ τὴν μέλιτταν ὁρῶμεν ἐφ´ ἅπαντα μὲν τὰ βλα– 16638 2.31.95.3 : στήματα καθιζάνουσαν, ἀφ´ ἑκάστου δὲ τὰ χρήσιμα λαμ– 16639 2.31.95.4 : βάνουσαν, οὕτω χρὴ καὶ τοὺς παιδείας ὀρεγομένους μηδε– 16640 2.31.95.5 : νὸς μὲν ἀπείρως ἔχειν, πανταχόθεν δὲ τὰ χρήσιμα συλ– 16641 2.31.95.6 : λέγειν. 16642 2.31.96.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 (§ 22 p. 6D).〉 16643 2.31.96.2 : Μᾶλλον τήρει τὰς τῶν λόγων ἢ τὰς τῶν χρημάτων 16644 2.31.96.3 : παρακαταθήκας. 16645 2.31.94.1 : <20Δημοκρίτου>20 (fr. mor. 136 Mullach.). 16646 2.31.94.2 : Κρέσσονές εἰσι αἱ τῶν πεπαιδευμένων ἐλπίδες ἢ ὁ 16647 2.31.94.3 : τῶν ἀμαθέων πλοῦτος. 16648 2.31.95.1 : <20Ἐκ τῶν Ἀρίστωνος Ὁμοιωμάτων.>20 16649 2.31.95.2 : Κυβερνήτης μὲν οὔτε ἐν μεγάλῳ πλοίῳ οὔτε ἐν μικρῷ 16650 2.31.95.3 : ναυτιάσει, οἱ δὲ ἄπειροι ἐν ἀμφοῖν· οὕτως ὁ μὲν πεπαι– 16651 2.31.95.4 : δευμένος καὶ ἐν πλούτῳ καὶ ἐν πενίᾳ οὐ ταράττεται, ὁ δ´ 16652 2.31.95.5 : ἀπαίδευτος ἐν ἀμφοῖν. 16653 2.31.96.1 : <20Πυθαγόρου.>20 16654 2.31.96.2 : Ἀπαιδευσία πάντων τῶν παθῶν μήτηρ· τὸ δὲ πε– 16655 2.31.96.3 : παιδεῦσθαι οὐκ ἐν πολυμαθείας λόγων ἀναλήψει, ἐν 16656 2.31.96.4 : ἀπαλλάξει δὲ τῶν φύσει παθῶν θεωρεῖται. 16657 2.31.97.1 : <20Βίων>20 ἔλεγε κατὰ Ἡσίοδον τρία γένη εἶναι μαθητῶν, 16658 2.31.97.2 : χρυσοῦν, ἀργυροῦν, χαλκοῦν· χρυσοῦν μὲν τὸ τῶν διδόν– 16659 2.31.97.3 : των καὶ [μὴ] μανθανόντων· ἀργυροῦν δὲ τὸ τῶν διδόντων 16660 2.31.97.4 : καὶ 〈μὴ〉 μανθανόντων· χαλκοῦν δὲ τὸ τῶν μανθανόντων 16661 2.31.97.5 : μέν, οὐ διδόντων δέ. 16662 2.31.98.1 : <20Σωκράτης>20 παρῄνει τοῖς νέοις πολλάκις ἐσοπτρί– 16663 2.31.98.2 : ζεσθαι καὶ τοὺς μὲν εὐπρεπεῖς ὅμοιον ποιεῖν τῷ εἴδει 16664 2.31.98.3 : καὶ 〈τὸν〉 τρόπον, τοὺς δὲ ἀμόρφους περιστέλλειν τὸ δυσ– 16665 2.31.98.4 : ειδὲς τῇ εὐτροπίᾳ. 16666 2.31.99.1 : Ὁ <20αὐτὸς>20 ἐρωτηθείς, τί ἥδιστον ἐν τῷ βίῳ, ἔφη· 16667 2.31.99.2 : „παιδεία καὶ ἀρετὴ καὶ ἱστορία τῶν ἀγνοουμένων“. 16668 2.31.100.1 : <20Πιττακὸς>20 συνεβούλευε πρὸς τὸ γῆρας ἐφόδιον 16669 2.31.100.2 : παρατίθεσθαι παιδείαν· γηροκομικωτάτη γὰρ αὕτη καὶ 16670 2.31.100.3 : εὐκόλως ποιοῦσα ὑποφέρειν τὰς τοῦ γήρως δυσκολίας. 16671 2.31.101.1 : <20Σωκράτης>20 Ξενοφῶντα νέον 〈ὄντα〉 ὁρῶν εὐφυῆ 16672 2.31.101.2 : ἠρώτησεν, εἰ οἶδεν ὅπου τῆς ἀγορᾶς οἱ ἰχθύες εἶεν, τοῦ δὲ 16673 2.31.101.3 : εἰπόντος, ναί, ἑξῆς ἤρετο, τί δὲ τὰ λάχανα; ὡς δ´ εἶπε 16674 2.31.101.4 : καὶ τοῦτο καὶ τὰ ἄλλα, ἐπὶ πᾶσιν ἤρετο, εἰ οἶδεν ὅπου 16675 2.31.101.5 : οἱ καλοὶ κἀγαθοὶ διατρίβουσι· σιωπῶντος δὲ ἐπιπλήξας 16676 2.31.101.6 : αὐτὸν κατέλιπεν· ὁ δὲ διατραπεὶς ἀπ´ ἐκείνου ἤρξατο 16677 2.31.101.7 : φιλοσοφεῖν. 16678 2.31.102.1 : <20Σωκράτης>20 πρός τινα πάντα εἰδέναι φάσκοντα 16679 2.31.102.2 : καὶ πολυμάθειαν ὑπισχνούμενον (ἐτύγχανε δὲ εἰς Ἀκαδή– 16680 2.31.102.3 : μειαν συγκατιὼν αὐτῷ) ἐπιστὰς χωρίῳ πεφυτευμένῳ, ἤρετο 16681 2.31.102.4 : αὐτόν „οὐ δοκεῖ σοι ὁ γεωργὸς ἀμελῆσαι μὴ καταφυτεύσας 16682 2.31.102.5 : πᾶσαν τὴν γῆν, ἀλλὰ διαλείμματα μεταξὺ τῶν δένδρων 16683 2.31.102.6 : καταλιπών;“· τοῦ δὲ εἰπόντος „καὶ μὴν εἰ μὴ τοῦτο ἐποί– 16684 2.31.102.7 : ησεν, οὐδὲν ἂν τούτων ἔτι ἐβίω, ἀλλ´ ὑπ´ ἀλλήλων ἀπώ– 16685 2.31.102.8 : λετο“, „εἶτα“, ἔφη, „σὺ ἐν τῇ σαυτοῦ ψυχῇ οὐδὲ μικρὸν 16686 2.31.102.9 : τόπον παραλιπών, ἄλλα δ´ ἐπ´ ἄλλοις μαθήματα σω– 16687 2.31.102.10 : ρεύων, οἴει τινὰ καρπὸν ἐξ αὐτῶν δρέψασθαι“; 16688 2.31.103.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ.>20 16689 2.31.103.2 : Ἡ παιδεία καθάπερ εὐδαίμων χώρα πάντα τὰ ἀγαθὰ 16690 2.31.103.3 : φέρει. 16691 2.31.104.1 : Τῷ μὲν Ὀρέστῃ μαινομένῳ τὴν Ἠλέκτραν ὁ μῦθος, 16692 2.31.104.2 : τῇ δὲ τῶν νέων ὁρμῇ τὴν εὐβουλίαν ὁ κατὰ φιλοσοφίαν 16693 2.31.104.3 : λόγος παρίστησιν εἰς ἀντίληψιν. 16694 2.31.105.1 : Ἐν τῷ βίῳ, καθάπερ ἐν ὁδῷ μακρᾷ, δεῖ που καὶ 16695 2.31.105.2 : ἀνάπαυσιν εὐσχήμονα εἶναι. 16696 2.31.106.1 : 〈<20Πλάτωνος>20 (Rep. II p. 370C).〉 16697 2.31.106.2 : Πλείω τε ἕκαστα γίγνεται καὶ ῥᾷον καὶ κάλλιον, ὅταν 16698 2.31.106.3 : εἷς ἓν κατὰ φύσιν καὶ ἐν καιρῷ σχολὴν τῶν ἄλλων ἄγων 16699 2.31.106.4 : πράττῃ. 16700 2.31.107a.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 (Leg. VIII p. 846DE).〉 16701 2.31.107a.2 : Δύο ἐπιτηδεύματα ἢ δύο τέχνας ἀκριβῶς διαπονεῖσθαι 16702 2.31.107a.3 : σχεδὸν οὐδεμία φύσις ἱκανὴ τῶν ἀνθρωπείων· οὐδ´ αὖ 16703 2.31.107a.4 : τὴν μὲν αὑτὸς ἱκανὸς ἀσκεῖν, τὴν δὲ ἄλλον ἀσκοῦντα ἐπι– 16704 2.31.107a.5 : τροπεύειν. 16705 2.31.108.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 (Leg. VII p. 812E).〉 16706 2.31.108.2 : Τὰ γὰρ ἐναντία ἄλληλα ταράττοντα δυσμάθειαν 16707 2.31.108.3 : παρέχει. 16708 2.31.108.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 (Rep. III p. 394E).〉 16709 2.31.108.2 : Πολλὰ ὁ αὐτὸς μιμεῖσθαι 〈εὖ〉 ὥσπερ ἓν οὐ δυνατός. 16710 2.31.109a.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 (Sophist. p. 218C).〉 16711 2.31.109a.2 : Ὅσα δ´ αὖ τῶν μεγάλων δεῖ διαπονεῖσθαι καλῶς, 16712 2.31.109a.3 : περὶ τούτων δέδοκται πᾶσι καὶ πάλαι τὸ πρότερον ἐν 16713 2.31.109a.4 : σμικροῖς καὶ ῥᾴοσιν αὐτὰ δεῖν μελετᾶν, πρὶν ἐν αὐτοῖς 16714 2.31.109a.5 : τοῖς μεγίστοις. 16715 2.31.110.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 (Polit. p. 286A).〉 16716 2.31.110.2 : Ῥᾴων δ´ ἐν τοῖς ἐλάττοσι μελέτη παντὸς πέρι μᾶλλον 16717 2.31.110.3 : ἢ περὶ τὰ μείζω. 16718 2.31.111.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 (Theaet. p. 187E).〉 16719 2.31.111.2 : Κρεῖττον γάρ που σμικρὸν εὖ, ἢ πολὺ μὴ ἱκανῶς 16720 2.31.111.3 : περᾶναι. 16721 2.31.110a.1 : <20Πλάτωνος Νόμων>20 ζʹ (p. 791D–792D). 16722 2.31.110a.2 : Ἡ μὲν τρυφὴ δύσκολα καὶ ἀκράχολα καὶ σφόδρα ἀπὸ 16723 2.31.110a.3 : σμικρῶν κινούμενα τὰ τῶν νέων ἤθη ἀπεργάζεται, τὸ δὲ 16724 2.31.110a.4 : τούτου ἐναντίον ἥ τε σφοδρὰ καὶ ἀγρία δούλωσις ταπει– 16725 2.31.110a.5 : νούς τε καὶ ἀνελευθέρους καὶ μισανθρώπους ποιοῦσα ἀν– 16726 2.31.110a.6 : επιτηδείους ξυνοίκους ἀποτελεῖ .... τοῖς δὲ παιδίοις 16727 2.31.110a.7 : τὸ δήλωμα ὧν ἐρᾷ καὶ μισεῖ κλαυθμοναὶ καὶ βοαί, σημεῖα 16728 2.31.110a.8 : οὐδαμῶς εὐτυχῆ· ἔστι δὲ ὁ χρόνος οὗτος τριῶν οὐκ ἐλάττων 16729 2.31.110a.9 : ἐτῶν, μόριον οὐ σμικρὸν τοῦ βίου διαγαγεῖν χεῖρον ἢ μὴ 16730 2.31.110a.10 : χεῖρον. —Ὀρθῶς λέγεις. —Ὁ δὴ δύσκολος οὐδαμῶς τε 16731 2.31.110a.11 : ἵλεως ἆρ´ οὐ δοκεῖ σφῷν θρηνώδης τε εἶναι καὶ ὀδυρμῶν 16732 2.31.110a.12 : ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ πλήρης μᾶλλον ἢ χρεών ἐστι τὸν ἀγαθόν; 16733 2.31.110a.13 : ... ὁ μὲν γὰρ ἐμὸς λόγος οὔθ´ ἡδονάς φησι δεῖν διώκειν 16734 2.31.110a.14 : τὸν ὀρθὸν βίον οὔτ´ αὖ τὸ παράπαν φεύγειν τὰς λύπας, 16735 2.31.110a.15 : ἀλλ´ αὐτὸ ἀσπάζεσθαι τὸ μέσον, ὃ νῦν δὴ προσεῖπον ὡς 16736 2.31.110a.16 : ἵλεων ὀνομάσας. 16737 2.31.111.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 (Leg. VII p. 819A).〉 16738 2.31.111.2 : Οὐδαμοῦ γὰρ δεινὸν ἀπειρία τῶν πάντων οὐδὲ μέ– 16739 2.31.111.3 : γιστον κακῶν, ἀλλ´ ἡ πολυπειρία καὶ πολυμάθεια μετὰ 16740 2.31.111.4 : κακῆς ἀγωγῆς γίγνεται πολὺ τούτων μείζων ζημία. 16741 2.31.112.1 : <20Πλάτων>20 λέγοντός ποτε Ἰσοκράτους, ὡς δίκαια 16742 2.31.112.2 : ποιεῖ πολὺν μισθὸν τοὺς μαθητὰς εἰσπραττόμενος, τοὺς 16743 2.31.112.3 : μὲν γὰρ εὐφυεῖς ὠφελοῦν, περὶ δὲ τοὺς ἀφυεῖς πονεῖν, 16744 2.31.112.4 : „τοὐναντίον“ ἔφη, „ποιεῖς, Ἰσόκρατες· περὶ μὲν γὰρ τοὺς 16745 2.31.112.5 : εὐφυεῖς οὐ πονεῖς, τοὺς δὲ ἀφυεῖς οὐκ ὠφελεῖς“. 16746 2.31.113.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ Εὐθύφρονος>20 (p. 2D). 16747 2.31.113.2 : Ὀρθῶς γάρ ἐστι τῶν νέων πρῶτον ἐπιμεληθῆναι, 16748 2.31.113.3 : ὅπως ἔσονται ὅτι ἄριστοι, ὥσπερ γεωργὸν ἀγαθὸν τῶν 16749 2.31.113.4 : νέων φυτῶν εἰκὸς πρῶτον ἐπιμεληθῆναι, μετὰ δὲ ταῦτα 16750 2.31.113.5 : καὶ τῶν ἄλλων. 16751 2.31.114.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 (Rep. VI p. 504D).〉 16752 2.31.114.2 : Οὐχ ἧττον μανθάνοντι πονητέον ἢ γυμναζομένῳ. 16753 2.31.115.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 (Phileb. p. 52R).〉 16754 2.31.115.2 : Τὰς τῶν μαθημάτων ἡδονὰς ἀμίκτους τε εἶναι λύπαις 16755 2.31.115.3 : ῥητέον καὶ οὐδαμῶς πολλῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ τῶν σφόδρα 16756 2.31.115.4 : ὀλίγων. 16757 2.31.116.1 : <20Πολιτείας>20 ϛʹ (p. 491D–E). 16758 2.31.116.2 : Παντὸς σπέρματος πέρι ἢ φυτοῦ εἴτ´ ἐγγείων εἴτε 16759 2.31.116.3 : τῶν ζῴων ἴσμεν, ὅτι τὸ μὴ τυχὸν τροφῆς ἧς προσήκει 16760 2.31.116.4 : μηδὲ ὥρας μηδὲ τόπου, ὅσῳ ἂν ἐρρωμενέστερον ᾖ, τοσούτῳ 16761 2.31.116.5 : πλειόνων ἐνδεῖ τῶν πρεπόντων· ἀγαθῷ γάρ που κακὸν 16762 2.31.116.6 : ἐναντιώτερον ἢ τῷ μὴ ἀγαθῷ. —Πῶς δ´ οὔ; —Ἔχει 16763 2.31.116.7 : δή, οἶμαι, λόγον τὴν ἀρίστην φύσιν ἐν ἀλλοτριωτέρᾳ οὖσαν 16764 2.31.116.8 : τροφῇ κακίον´ ἀπαλλάττειν τῆς φαύλης. —Ἔχει. —Οὐκοῦν, 16765 2.31.116.9 : καὶ τὰς ψυχὰς φῶμεν οὕτω τὰς εὐφυεστάτας κακῆς παιδα– 16766 2.31.116.10 : γωγίας τυχούσας διαφερόντως κακὰς γίγνεσθαι; ἢ οἴει τὰ 16767 2.31.116.11 : μεγάλα ἀδικήματα καὶ τὴν ἄκρατον πονηρίαν ἐκ φαύλης, 16768 2.31.116.12 : ἀλλ´ οὐκ ἐκ νεανικῆς φύσεως τροφῇ διολομένης γίγνεσθαι, 16769 2.31.116.13 : ἀσθενῆ δὲ φύσιν μεγάλων οὔτε ἀγαθῶν οὔτε κακῶν ποτε 16770 2.31.116.14 : αἰτίαν ἔσεσθαι; 16771 2.31.117.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (p. 495A). 16772 2.31.117.2 : Ὁρᾶς οὖν ὅτι οὐ καλῶς ἐλέγομεν, ὡς ἄρα καὶ αὐτὰ 16773 2.31.117.3 : τὰ τῆς φιλοσόφου φύσεως μέρη, ὅταν ἐν κακῇ τροφῇ γέ– 16774 2.31.117.4 : νηται, αἴτια τρόπον τινὰ τοῦ ἐκπεσεῖν ἐκ τοῦ ἐπιτηδεύ– 16775 2.31.117.5 : ματος καὶ τὰ λεγόμενα ἀγαθὰ πλοῦτοί τε καὶ πᾶσα ἡ τοι– 16776 2.31.117.6 : αύτη παρασκευή. 16777 2.31.118.1 : <20Νόμων>20 ϛʹ (p. 765E–766A). 16778 2.31.118.2 : Παντὸς φυτοῦ ἡ πρώτη βλάστη καλῶς ὁρμηθεῖσα 16779 2.31.118.3 : πρὸς ἀρετὴν τῆς αὑτοῦ φύσεως κυριωτάτη τέλος ἐπιθεῖναι 16780 2.31.118.4 : τὸ πρόσφορον τῶν τε ἄλλων φυτῶν καὶ τῶν ζῴων ἡμέρων 16781 2.31.118.5 : καὶ ἀγρίων 〈καὶ ἀνθρώπων〉· ἄνθρωπος δέ, ὥς φαμεν, 16782 2.31.118.6 : ἥμερον, ὅμως μὴν παιδείας μὲν ὀρθῆς τυχὸν καὶ φύσεως 16783 2.31.118.7 : εὐτυχοῦς θειότατον ἡμερώτατόν τε ζῷον γίγνεσθαι φιλεῖ, 16784 2.31.118.8 : μὴ ἱκανῶς δὲ ἢ μὴ καλῶς τραφὲν ἀγριώτατον ὁπόσα 16785 2.31.118.9 : φύει γῆ. 16786 2.31.110k.1 : <20Ἐκ τοῦ Τιμαίου>20 (p. 26B). 16787 2.31.110k.2 : Ὡς δή τοι, τὸ λεγόμενον, τὰ παίδων μαθήματα θαυ– 16788 2.31.110k.3 : μαστὸν ἔχει τι μνημεῖον. 16789 2.31.111.1 : 〈<20Νόμων>20 αʹ (p. 643B).〉 16790 2.31.111.2 : Λέγω δὴ καί φημι τὸν ὁτιοῦν ἀγαθὸν ἄνδρα μέλλοντα 16791 2.31.111.3 : ἔσεσθαι, τοῦτο αὐτὸ ἐκ παίδων εὐθὺς μελετᾶν δεῖν παί– 16792 2.31.111.4 : ζοντά τε καὶ σπουδάζοντα ἐν τοῖς τοῦ πράγματος ἑκά– 16793 2.31.111.5 : στοις προσήκουσι. 16794 2.31.112.1 : <20Πολιτείας>20 ζʹ (p. 536D). 16795 2.31.112.2 : Σόλωνι γὰρ οὐ πειστέον, ὡς γηράσκων τις πολλὰ 16796 2.31.112.3 : δυνατὸς μανθάνειν, ἀλλ´ ἧττον ἢ τρέχειν, νέων δὲ πάντες 16797 2.31.112.4 : οἱ μεγάλοι καὶ οἱ πολλοὶ πόνοι. 16798 2.31.113.1 : 〈<20Ἐν ταὐτῷ>20 (II p. 377AB).〉 16799 2.31.113.2 : Ἀρχὴ παντὸς ἔργου μέγιστον, ἄλλως τε δὴ καὶ νέῳ 16800 2.31.113.3 : καὶ ἁπαλῷ ὁτῳοῦν· μάλιστα γὰρ δὴ τότε πλάττεται καὶ 16801 2.31.113.4 : ἐνδύεται τύπος, ὃν ἄν τις βούληται ἐνσημήνασθαι ἑκάστῳ. 16802 2.31.114.1 : 〈<20Ἐν ταὐτῷ>20 (IV p. 425BC).〉 16803 2.31.114.2 : Κινδυνεύει γοῦν ἐκ τῆς παιδείας, ὅποι ἄν τις ὁρμήσῃ, 16804 2.31.114.3 : τοιαῦτα καὶ τὰ ἑπόμενα εἶναι. ἢ οὐκ ἀεὶ τὸ ὅμοιον τὸ 16805 2.31.114.4 : ὅμοιον παρακαλεῖ; 16806 2.31.115.1 : <20Πολιτείας>20 ζʹ (p. 536E). 16807 2.31.115.2 : Μὴ τοίνυν βίᾳ, ὦ ἄριστε, εἶπον τοὺς παῖδας ἐν τοῖς 16808 2.31.115.3 : μαθήμασιν ἀλλὰ παίζοντας τρέφε, ἵνα καὶ μᾶλλον οἷός 16809 2.31.115.4 : τ´ ᾖς καθορᾶν, ἐφ´ ᾧ ἕκαστος πέφυκε. 16810 2.31.116.1 : 〈<20Ἐν ταὐτῷ>20 (VII p. 535B).〉 16811 2.31.116.2 : Πολὺ γάρ τοι μᾶλλον ἀποδειλιῶσιν αἱ ψυχαὶ ἐν 16812 2.31.116.3 : ἰσχυροῖς μαθήμασιν ἢ ἐν γυμνασίοις· οἰκειότερος γὰρ 16813 2.31.116.4 : ὁ πόνος αὐταῖς, ἴδιος ἀλλ´ οὐ κοινὸς ὢν μετὰ τοῦ σώματος. 16814 2.31.117.1 : 〈<20Ἐν ταὐτῷ>20 (III p. 394E).〉 16815 2.31.117.2 : Εἷς ἕκαστος ἓν μὲν ἂν ἐπιτήδευμα καλῶς ἐπιτηδεύοι, 16816 2.31.117.3 : πολλὰ δὲ οὔ· ἀλλ´ εἰ τοῦτ´ ἐπιχειροῖ, πολλῶν ἐφαπτό– 16817 2.31.117.4 : μενος πάντων ἀποτυγχάνοι ἂν, ὥστ´ εἶναί που ἐλλόγιμος. 16818 2.31.118.1 : <20Νόμων>20 ζʹ (p. 808D). 16819 2.31.118.2 : Ἄνευ ποιμένος δὲ οὔτε πρόβατα οὔτε ἄλλο οὐδέν 16820 2.31.118.3 : πω βιωτέον, οὐδὲ δὴ παῖδας ἄνευ τινῶν παιδαγωγῶν οὐδὲ 16821 2.31.118.4 : δούλους ἄνευ δεσποτῶν. ὁ δὲ παῖς πάντων θηρίων ἐστὶ 16822 2.31.118.5 : δυσμεταχειριστότατον· ὅσῳ γὰρ μάλιστα ἔχει πηγὴν τοῦ 16823 2.31.118.6 : φρονεῖν μήπω κατηρτυμένην, ἐπίβουλον καὶ δριμὺ καὶ 16824 2.31.118.7 : ὑβριστότατον θηρίον γίγνεται· διὸ πολλοῖς αὐτὸ οἷον 16825 2.31.118.8 : χαλινοῖς τισι δεῖ δεσμεύειν. 16826 2.31.110t.1 : 〈<20Ἐν ταὐτῷ>20 (VII p. 788C–789A).〉 16827 2.31.110t.2 : Οὐκοῦν ὅτι μὲν σώματα καὶ ψυχὰς τήν γε ὀρθὴν 16828 2.31.110t.3 : πάντως δεῖ τροφὴν φαίνεσθαι δυναμένην ὡς κάλλιστα 16829 2.31.110t.4 : καὶ ἄριστα ἐργάζεσθαι, τοῦτο μὲν ὀρθῶς εἴρηταί που. {—} 16830 2.31.110t.5 : Τί μήν; {—}Σώματα δὲ κάλλιστα, οἶμαι, τό γε ἁπλούστατον, 16831 2.31.110t.6 : ὡς ὀρθότατα δεῖ νέων ὄντων εὐθὺς φύεσθαι τῶν παίδων. 16832 2.31.110t.7 : {—}Πάνυ μὲν οὖν. {—}Τί δέ; τόδε οὐκ ἐννοοῦμεν, ὡς ἡ 16833 2.31.110t.8 : πρώτη βλάστη παντὸς ζῴου πολὺ μεγίστη καὶ πλείστη 16834 2.31.110t.9 : φύεται, ὥστε καὶ ἔριν πολλοῖς παρέσχηκε μὴ γίγνεσθαι 16835 2.31.110t.10 : τά γ´ ἀνθρώπινα μήκη διπλάσια ἀπὸ πέντε ἐτῶν ἐν τοῖς 16836 2.31.110t.11 : λοιποῖς εἴκοσιν ἔτεσιν αὐξανόμενα; {—}Ἀληθῆ. {—}Τί 16837 2.31.110t.12 : οὖν; πολλὴ αὔξη ὅταν ἐπιρρέῃ πόνων χωρὶς πολλῶν καὶ 16838 2.31.110t.13 : συμμέτρων, οὐκ ἴσμεν ὅτι μυρία κακὰ ἐν τοῖς σώμασιν 16839 2.31.110t.14 : ἀποτελεῖ; {—}Καὶ πάνυ γε. {—}Οὐκοῦν τότε δεῖται πλείστων 16840 2.31.110t.15 : πόνων, ὅταν ἡ πλείστη τροφὴ προσγίγνηται τοῖς σώμασιν. 16841 2.31.111.1 : 〈<20Ἐν ταὐτῷ>20 (VII p. 817E–818C).〉 16842 2.31.111.2 : Ἔτι δὴ τοίνυν τοῖς ἐλευθέροις ἔστι τρία μαθήματα, 16843 2.31.111.3 : λογισμοὶ μὲν καὶ τὰ περὶ ἀριθμοὺς ἓν μάθημα, μετρητικὴ 16844 2.31.111.4 : δὲ μήκους καὶ ἐπιπέδου καὶ βάθους ὡς ἓν αὖ δεύτερον, 16845 2.31.111.5 : τρίτον δὲ τῆς τῶν ἄστρων περιόδου πρὸς ἄλληλα ὡς πέ– 16846 2.31.111.6 : φυκε πορεύεσθαι. ταῦτα δὲ ξύμπαντα, οὐχ ὡς ἀκριβείας 16847 2.31.111.7 : ἐχόμενα δεῖ διαπονεῖν τοὺς πολλούς, ἀλλά τινας ὀλίγους· 16848 2.31.111.8 : οὓς δέ, προϊόντες ἐπὶ τῷ τέλει φράσομεν. οὕτω γὰρ πρέ– 16849 2.31.111.9 : πον ἂν εἴη· τῷ δὲ πλήθει ὅσα αὐτῶν ἀναγκαῖα ... ἀλλ´ 16850 2.31.111.10 : ἔοικεν ὁ τὸν θεὸν πρῶτος παροιμιασάμενος εἰς ταῦτα 16851 2.31.111.11 : ἀποβλέψας εἰπεῖν, ὡς οὐδὲ θεὸς ἀνάγκῃ μή ποτε φανῇ 16852 2.31.111.12 : μαχόμενος, ὅσαι θεῖαί γε, οἶμαι, τῶν ἀναγκῶν εἰσιν· ἐπεὶ 16853 2.31.111.13 : τῶν γε ἀνθρωπίνων, εἰς ἃς οἱ πολλοὶ βλέποντες λέγουσι 16854 2.31.111.14 : τὸ τοιοῦτον, οὗτος πάντων 〈τῶν〉 λόγων εὐηθέστατός ἐστι 16855 2.31.111.15 : μακρῷ. {—}Τίνες οὖν, ὦ ξένε, αἱ μὴ τοιαῦται ἀνάγκαι τῶν 16856 2.31.111.16 : μαθημάτων, θεῖαι δέ; {—}Δοκῶ μέν, ἃς μή τις πράξας 16857 2.31.111.17 : μηδὲ αὖ μαθὼν οὐκ ἄν ποτε γένοιτο ἐν ἀνθρώποις θεὸς 16858 2.31.111.18 : οὐδὲ δαίμων οὐδὲ ἥρως. 16859 2.31.112.1 : <20Πολιτείας>20 βʹ (p. 376E–377D). 16860 2.31.112.2 : Τίς οὖν ἡ παιδεία; ἢ χαλεπὸν εὑρεῖν βελτίω τῆς ὑπὸ 16861 2.31.112.3 : τοῦ πολλοῦ χρόνου εὑρημένης; ἔστι δέ που ἡ μὲν ἐπὶ τοῖς 16862 2.31.112.4 : σώμασι γυμναστική, ἡ δὲ ἐπὶ τῇ ψυχῇ μουσική. {—}Ἔστι 16863 2.31.112.5 : γάρ. {—}Ἆρ´ οὖν οὐ μουσικῇ πρότερον ἀρχόμεθα παιδεύ– 16864 2.31.112.6 : οντες ἢ γυμναστικῇ; {—}Πῶς δ´ οὔ; {—}Μουσικῆς δ´, 16865 2.31.112.7 : εἶπον, τίθης λόγους ἢ οὔ; {—}Ἔγωγε. {—}Λόγων δὲ διττὸν 16866 2.31.112.8 : εἶδος, τὸ μὲν ἀληθές, ψεῦδος δὲ θάτερον; {—}Ναί. {—} 16867 2.31.112.9 : Παιδευτέον δ´ ἐν ἀμφοτέροις, πρότερον δὲ ἐν τοῖς ψευ– 16868 2.31.112.10 : δέσιν; {—}Οὐ μανθάνω, ἔφη, πῶς λέγεις. {—}Οὐ μανθά– 16869 2.31.112.11 : νεις, ἦν δ´ ἐγώ, ὅτι πρῶτον τοῖς παιδίοις μύθους λέγο– 16870 2.31.112.12 : μεν; τοῦτο δέ που ὡς τὸ ὅλον εἰπεῖν ψεῦδος, ἔνι δὲ καὶ 16871 2.31.112.13 : ἀληθές. πρότερον δὲ μύθοις πρὸς τὰ παιδία ἢ γυμνα– 16872 2.31.112.14 : σίοις χρώμεθα. {—}Ἔστι ταῦτα. {—}Τοῦτο δὴ ἔλεγον, ὅτι 16873 2.31.112.15 : μουσικῆς πρότερον ἁπτέον ἢ γυμναστικῆς. {—}Ὀρθῶς, ἔφη. 16874 2.31.112.16 : {—}Οὐκοῦν οἶσθα ὅτι ἀρχὴ παντὸς ἔργου μέγιστον, ἄλλως 16875 2.31.112.17 : τε δὴ καὶ νέῳ καὶ ἁπαλῷ ὁτῳοῦν· μάλιστα γὰρ δὴ τό– 16876 2.31.112.18 : τε πλάττεται καὶ ἐνδύεται τύπος ὃν ἄν τις βούληται ἐν– 16877 2.31.112.19 : σημήνασθαι ἑκάστῳ. {—}Κομιδῇ μὲν οὖν. {—}Ἆρ´ οὖν 16878 2.31.112.20 : ῥᾳδίως οὕτω παρήσομεν τοὺς ἐπιτυχόντας ὑπὸ τῶν ἐπι– 16879 2.31.112.21 : τυχόντων μύθους πλασθέντας ἀκούειν τοὺς παῖδας καὶ 16880 2.31.112.22 : λαμβάνειν ἐν ταῖς ψυχαῖς ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ἐναντίας δόξας 16881 2.31.112.23 : ἐκείναις, ἃς ἐπειδὰν τελειωθῶσιν ἔχειν οἰησόμεθα δεῖν 16882 2.31.112.24 : αὐτούς; {—}Οὐδ´ ὁπωστιοῦν παρήσομεν. {—}Πρῶτον δὴ 16883 2.31.112.25 : ἡμῖν, ὡς ἔοικεν, ἐπιστατητέον τοῖς μυθοποιοῖς, καὶ ὃν μὲν 16884 2.31.112.26 : ἂν καλὸν μῦθον ποιήσωσιν, ἐγκριτέον, ὃν δ´ ἂν μή, ἀπο– 16885 2.31.112.27 : κριτέον· τοὺς δ´ ἐγκριθέντας πείσομεν τὰς τροφούς τε 16886 2.31.112.28 : καὶ μητέρας λέγειν τοῖς παισὶ καὶ πλάττειν τὰς ψυχὰς 16887 2.31.112.29 : αὐτῶν τοῖς μύθοις πολὺ μᾶλλον ἢ τὰ σώματα ταῖς χερ– 16888 2.31.112.30 : σίν· ὧν δὲ νῦν λέγουσι, τοὺς πολλοὺς ἐκβλητέον. 16889 2.31.113.1 : 〈<20Ἐν ταὐτῷ>20 (II p. 378C–E).〉 16890 2.31.113.2 : Ἀλλ´ εἴ πως μέλλομεν πείσειν, 〈ὡς〉 οὐδεὶς πώποτε 16891 2.31.113.3 : πολίτης ἕτερος ἑτέρῳ ἀπήχθετο οὐδ´ ἔστι τοῦτο ὅσιον, 16892 2.31.113.4 : τοιαῦτα μᾶλλον λεκτέα πρὸς τὰ παιδία εὐθὺς ἃ καὶ γέ– 16893 2.31.113.5 : ρουσι καὶ γραυσὶ καὶ πρεσβυτέροις γιγνομένοις καὶ τοὺς 16894 2.31.113.6 : ποιητὰς ἐγγὺς τούτων ἀναγκαστέον λογοποιεῖν. Ἥρας δὲ 16895 2.31.113.7 : δεσμοὺς ὑπὸ υἱέος καὶ Ἡφαίστου ῥίψεις ὑπὸ πατρὸς 16896 2.31.113.8 : μέλλοντος τῇ μητρὶ τυπτομένῃ ἀμύνειν, καὶ θεομαχίας 16897 2.31.113.9 : ὅσας Ὅμηρος πεποίηκεν οὐ παραδεκτέον εἰς τὴν πόλιν, 16898 2.31.113.10 : οὔτε ἐν ὑπονοίαις πεποιημένας οὔτε ἄνευ ὑπονοιῶν. ὁ 16899 2.31.113.11 : γὰρ νέος οὐχ οἷός τε κρίνειν ὅ τί τε ὑπόνοια καὶ μή, ἀλλ´ 16900 2.31.113.12 : 〈ἃ〉 ἂν τηλικοῦτος ὢν λάβῃ ἐν ταῖς δόξαις, δυσέκνιπτά τε 16901 2.31.113.13 : καὶ ἀμετάστατα φιλεῖ γίγνεσθαι. ὧν δὴ ἴσως ἕνεκα περὶ 16902 2.31.113.14 : παντὸς ποιητέον ἃ πρῶτον ἀκούουσιν, ὅ τι κάλλιστα μεμυ– 16903 2.31.113.15 : θολογημένα πρὸς ἀρετὴν ἀκούειν. {—}Ἔχει γάρ, ἔφη, λόγον. 16904 2.31.114.1 : <20Πολιτείας>20 γʹ (p. 403C). 16905 2.31.114.2 : Μετὰ μουσικὴν γυμναστικῇ θρεπτέοι οἱ νεανίαι. {—} 16906 2.31.114.3 : Τί μήν; {—}Δεῖ μὲν δὴ καὶ ταύτῃ ἀκριβῶς τρέφεσθαι ἐκ 16907 2.31.114.4 : παίδων διὰ βίου· ἔχει δέ πως, ὡς ἐγᾦμαι, ὧδε· σκόπει 16908 2.31.114.5 : δὲ καὶ σύ. ἐμοὶ μὲν γὰρ οὐ φαίνεται, ὃ ἂν χρηστὸν ᾖ 16909 2.31.114.6 : σῶμα, τῇ αὑτοῦ ἀρετῇ ψυχὴν ἀγαθὴν ἐμποιεῖν, ἀλλὰ τοὐ– 16910 2.31.114.7 : ναντίον ψυχὴ ἀγαθὴ τῇ αὑτῆς ἀρετῇ σῶμα παρέχειν ὡς 16911 2.31.114.8 : οἷόν τε βέλτιστον· σοὶ δὲ πῶς φαίνεται; {—}Καὶ ἐμοὶ οὕτως, 16912 2.31.114.9 : ἔφη. {—}Οὐκοῦν εἰ τὴν διάνοιαν ἱκανῶς θεραπεύσαντες 16913 2.31.114.10 : παραδοῖμεν αὐτῇ τὰ περὶ τὸ σῶμα ἀκριβολογεῖσθαι .... 16914 2.31.115.1 : <20Ἐν ταὐτῷ>20 (III p. 395CD). 16915 2.31.115.2 : Οὐδὲν δὲ δέοι ἂν αὐτοὺς ἄλλο πράττειν οὐδὲ μιμεῖ– 16916 2.31.115.3 : σθαι ἢ τὰ τούτοις προσήκοντα εὐθὺς ἐκ παίδων ἀνδρείους, 16917 2.31.115.4 : σώφρονας, ὁσίους, ἐλευθέρους καὶ τὰ τοιαῦτα πάντα, τὰ 16918 2.31.115.5 : δὲ ἀνελεύθερα μήτε ποιεῖν μήτε δεινοὺς εἶναι μιμήσασθαι, 16919 2.31.115.6 : μηδ´ ἄλλο μηδὲν τῶν αἰσχρῶν, ἵνα μὴ ἐκ τῆς μιμήσεως 16920 2.31.115.7 : τοῦ εἶναι ἀπολαύωσιν. ἢ οὐκ ᾔσθησαι, ὅτι αἱ μιμήσεις, 16921 2.31.115.8 : ἐὰν ἐκ νέων πόρρω διατελέσωσιν, εἰς ἤθη τε καὶ φύσιν 16922 2.31.115.9 : καθίστανται καὶ κατὰ σῶμα καὶ φωνὰς καὶ κατὰ τὴν διά– 16923 2.31.115.10 : νοιαν; {—}Καὶ μάλα, ἦ δ´ ὅς. 16924 2.31.116.1 : <20Πολιτείας>20 ζʹ (p. 536DE). 16925 2.31.116.2 : Τὰ μὲν τοίνυν λογισμῶν τε καὶ γεωμετριῶν καὶ πάσης 16926 2.31.116.3 : τῆς προπαιδείας, ἣν τῆς διαλεκτικῆς δεῖ προπαιδευθῆναι, 16927 2.31.116.4 : παισὶν οὖσι χρὴ προβάλλειν, οὐχ ὡς ἐπάναγκες μαθεῖν 16928 2.31.116.5 : τὸ σχῆμα τῆς διδαχῆς ποιουμένους. {—}Τί δή; {—}Ὅτι, 16929 2.31.116.6 : ἦν δ´ ἐγώ, οὐδὲν μάθημα μετὰ δουλείας τὸν ἐλεύθερον 16930 2.31.116.7 : χρὴ μανθάνειν. οἱ μὲν γὰρ τοῦ σώματος πόνοι βίᾳ πο– 16931 2.31.116.8 : νούμενοι χεῖρον οὐδὲν τὸ σῶμα ἀπεργάζονται, ψυχῇ δὲ 16932 2.31.116.9 : βίαιον οὐδὲν ἔμμονον μάθημα. {—}Ἀληθῆ, ἔφη. {—}Μὴ 16933 2.31.116.10 : τοίνυν βίᾳ, εἶπον, ὦ ἄριστε, τοὺς παῖδας ἐν τοῖς μαθή– 16934 2.31.116.11 : μασιν ἀλλὰ παίζοντας τρέφε, ἵνα καὶ μᾶλλον οἷός τ´ ᾖς 16935 2.31.116.12 : καθορᾶν, ἐφ´ ᾧ ἕκαστος πέφυκε. 16936 2.31.111.1 : <20Ξενοκράτης,>20 ὁπότε τις αὐτῷ σχολάζειν ἤθελεν 16937 2.31.111.2 : οὐδενὸς τῶν ἐγκυκλίων μαθημάτων μετειληφώς, „ἄπιθι“, 16938 2.31.111.3 : εἶπε, „λαβὰς οὐκ ἔχεις πρὸς φιλοσοφίαν· δεῖ γὰρ προμε– 16939 2.31.111.4 : μαλάχθαι διὰ τούτων τὴν ψυχήν“. 16940 2.31.112.1 : <20Ἰσοκράτης>20 τοῖς μαθηταῖς παρεκελεύετο μὴ πραγ– 16941 2.31.112.2 : ματολογεῖν ἀλλὰ 〈τὰ〉 πράγματα παρέχειν τοῖς ἀκροωμένοις. 16942 2.31.113.1 : <20Ἀγησίλαος>20 ἐρωτηθείς, τίνα χρὴ τοὺς ἐλευθέρους 16943 2.31.113.2 : παῖδας ἐκμανθάνειν, „ἃ αἰσχρόν“, ἔφη, „γέροντας μὴ 16944 2.31.113.3 : εἰδέναι“. 16945 2.31.114.1 : <20Ἐκ τῶν Σερήνου.>20 16946 2.31.114.2 : Παρ´ Εὐκλείδῃ τις ἀρξάμενος γεωμετρεῖν, ὡς τὸ πρῶ– 16947 2.31.114.3 : τον θεώρημα ἔμαθεν, ἤρετο τὸν Εὐκλείδην· „τί δέ μοι πλέον 16948 2.31.114.4 : ἔσται ταῦτα μαθόντι;“, καὶ ὁ Εὐκλείδης τὸν παῖδα κα– 16949 2.31.114.5 : λέσας „δός“, ἔφη, „αὐτῷ τριώβολον, ἐπειδὴ δεῖ αὐτῷ ἐξ ὧν 16950 2.31.114.6 : μανθάνει κερδαίνειν“. 16951 2.31.115.1 : <20Μέναιχμον>20 τὸν γεωμέτρην Ἀλέξανδρος ἠξίου 16952 2.31.115.2 : συντόμως αὐτῷ παραδοῦναι τὴν γεωμετρίαν· ὁ δέ „ὦ βα– 16953 2.31.115.3 : σιλεῦ“, εἶπε, „κατὰ μὲν τὴν χώραν ὁδοί εἰσιν ἰδιωτικαὶ καὶ 16954 2.31.115.4 : βασιλικαί, ἐν δὲ τῇ γεωμετρίᾳ πᾶσίν ἐστιν ὁδὸς μία“. 16955 2.31.116.1 : <20Ἐκ τῶν Σερήνου.>20 16956 2.31.116.2 : Ἡράκλειτος (fr. 16 Bywater.) μὲν ἔλεγε πολυμάθειαν 16957 2.31.116.3 : νοῦν μὴ ἐμποιεῖν· Ἀνάξαρχος δὲ πολυμάθειαν κάρτα μὲν 16958 2.31.116.4 : ὠφελεῖν, κάρτα δὲ βλάπτειν. 16959 2.31.117.1 : <20Ἰαμβλίχου Εὐσταθίῳ περὶ μουσικῆς.>20 16960 2.31.117.2 : .... 〈ἓ〉ν ἐκεῖνο εἰδότας, ὡς αἵ τε μεγάλαι φύσεις τὰ 16961 2.31.117.3 : μεγάλα κακὰ γεννῶσι διαφθαρεῖσαι καὶ τὰ κράτιστα ἐπιτη– 16962 2.31.117.4 : δεύματα πάντως ἐστὶ βλαβερώτατα ἐπὶ τὸ κακὸν ῥέψαντα. 16963 2.31.118.1 : Γεωμέτρης τις τὸν <20Διογένην>20 ἀπαίδευτον καὶ ἀμα– 16964 2.31.118.2 : θῆ ἐκάλει· ὁ δέ „συγγίνωσκέ μοι“, ἔφη, „μὴ μαθόντι ἃ 16965 2.31.118.3 : μηδὲ Χείρων τὸν Ἀχιλλέα ἐδίδαξε [τουτέστι γεωμετρεῖν]“. 16966 2.31.119.1 : <20Ἐκ τῶν Ἀριστοξένου Πυθαγορικῶν ἀπο– 16967 2.31.119.2 : φάσεων.>20 16968 2.31.119.3 : Ἔφασκον δὲ καὶ τὰς μαθήσεις πάσας τῶν τε ἐπιστη– 16969 2.31.119.4 : μῶν καὶ τῶν τεχνῶν τὰς μὲν ἑκουσίους ὀρθάς τε εἶναι 16970 2.31.119.5 : καὶ εἰς τέλος ἀφικνεῖσθαι, τὰς δὲ ἀκουσίους φαύλους τε 16971 2.31.119.6 : καὶ ἀτελεῖς γίνεσθαι. 16972 2.31.120.1 : <20Ἀρχύτα Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ παι– 16973 2.31.120.2 : δεύσεως ἠθικῆς>20 (fr. 8, phil. II p. 120 Mull.). 16974 2.31.120.3 : Φιλοσοφίαν φαντὶ ὄρεξιν εἶμεν τῶ ἀναλαμβάνεν ἢ 16975 2.31.120.4 : συνέχεν αὔταυτον ἐν ἀρετᾷ πρακτικᾷ καττὰν ἔφεσιν τᾶς 16976 2.31.120.5 : σοφίας δι´ αὐταύταν· ταύτας δ´ ἀρχὰν μὲν τὰν φύσιν προ– 16977 2.31.120.6 : ειδέμεν, μέσα δὲ τὰν ἄσκησιν, τέρμα δὲ τὰν εἴδησιν φέρεν. 16978 2.31.120.7 : Εὐτυχὲς μὲν ὦν εἶμεν φῦναι εὖ, τραφῆμέν τε καὶ ἀχθῆμεν 16979 2.31.120.8 : καττὸν ὀρθὸν νόμον καθομόλογά τε τᾷ φύσι ἔθεα· δεῖ δ´ 16980 2.31.120.9 : ἀσκηθῆμεν ὑπό τε γενέτορας ἢ ἐπιτρόπως, παιδευτάς τε 16981 2.31.120.10 : σώφρονας γενέσθαι· καλὸν δὲ τὸ αὐτὸν αὑτῷ ποτιτάσσεν 16982 2.31.120.11 : τὰ ἄριστα, μηδὲ ποτιδέεσθαι ἀνάγκας, εὐπειθέα δ´ εἶμεν 16983 2.31.120.12 : τοῖς ὑφαγεομένοις τὰ ἄριστα ποτὶ πρᾶξιν καὶ εἴδησιν· ταὶ 16984 2.31.120.13 : γὰρ εὐφυΐαι καὶ ταὶ καλαὶ τροφαὶ πολλάκις φθάνοντι τὰς 16985 2.31.120.14 : διδασκαλίας ἐς ὀρθότατα ἄγοισαι, ἀποδέοντι δὲ μόνον λό– 16986 2.31.120.15 : γω ἁγεμόνος, τὸν ἐντίθητι ἐπιστάμα. Δύο μὲν ὦν ἔντι 16987 2.31.120.16 : βίοι ἀντίπαλοι, τοὶ τῶν πρατήων ἀντιποιεύμενοι, πρακτι– 16988 2.31.120.17 : κός τε καὶ φιλόσοφος· πολὺ δὲ κάρρων δοκέει εἶμεν ὁ ἐξ 16989 2.31.120.18 : ἀμφοτέρων κεκραμένος ποτὶ καιρὼς τὼς ἁρμόσδοντας συν– 16990 2.31.120.19 : τεταγμένος καθ´ ἑκατέραν διέξοδον. Γεγόναμες γὰρ ποτ´ 16991 2.31.120.20 : ἐνέργειαν νοεράν, ἃν καλέομες πρᾶξιν· τᾶς δὲ διανοίας ἁ 16992 2.31.120.21 : μὲν πρακτικὰ ἐπὶ τὰν πολιτικὰν φέρεται, ἁ δὲ ἐπισταμο– 16993 2.31.120.22 : νικὰ ἐπὶ τὰν θέαν τῶν συμπάντων, αὐτὸς δ´ ὁ καθόλω νόος 16994 2.31.120.23 : ταύτας τὰς δύο δυνάμιας ἀμπέχων ἐπὶ τὰν εὐδαιμονίαν, 16995 2.31.120.24 : τὰν φαμὲς ἐνέργειαν ἀρετᾶς ἐν εὐτυχίᾳ εἶμεν, οὔτε πρακ– 16996 2.31.120.25 : τικὰν ἔασαν μόνον ὥστε καὶ μὴ τὰν ἐπιστάμαν περιέχεν, 16997 2.31.120.26 : οὔτε θεωρητικὰν ὡς ἄπρακτον εἶμεν· ἁ γὰρ τέλῃος διάνοια 16998 2.31.120.27 : ποτὶ δύο ἀρχὰς ἐπικρατέας ῥέπει, ποθ´ ἃς καὶ ὁ ἄνθρωπος 16999 2.31.120.28 : πέφυκε, τάν τε κοινανικὰν καὶ τὰν εἰδημονικάν· καὶ γὰρ 17000 2.31.120.29 : αἰ κατὰ τοίας ἀντιλήψιας δοκέοντι ἀντιθλίβεν ἀλλάλας 17001 2.31.120.30 : ταὶ ἀγωγαί (ταὶ μὲν γὰρ πολιτικαὶ ἀφέλκοισαι τᾶς θεω– 17002 2.31.120.31 : ρίας, ταὶ δὲ θεωρητικαὶ ἀπὸ τᾶς πολιτείας μετάγοισαι ἐς 17003 2.31.120.32 : ἁσυχίαν), ἀλλ´ ὦν τὰ πέρατα συναψαμένα ἁ φύσις ἀπέ– 17004 2.31.120.33 : δειξεν ἐν τὠυτῷ ἁνωμένα· οὐ γὰρ ἀντιπαθέες ἔντι ταὶ 17005 2.31.120.34 : ἀρεταί, ἀλλ´ ἁρμονίας ἁπάσας συμφωνότεραι. Αἰ δέ κά 17006 2.31.120.35 : τις ἐκ νέω ὁρμαθεὶς αὐτὸς ἁρμόσδηται ἐς τὰς ἀρχὰς τᾶν 17007 2.31.120.36 : ἀρετᾶν καὶ τὸν θεῖον νόμον τᾶς τῶ κόσμω ἁρμονίας, εὔροον 17008 2.31.120.37 : βίον διεξαξεῖ· αἰ δέ κα αὐτὸς καθ´ αὑτὸν πλαζόμενος τύχῃ 17009 2.31.120.38 : ἁγεμόνων καρρόνων, ἀπευθύνεν τὸν δρόμον δυνασεῖται ποτὶ 17010 2.31.120.39 : μακαριότατα, ὥσπερ τοὶ ἀτυχέοντες ἐν πλόῳ ἀνύοντι τὰν 17011 2.31.120.40 : θάλασσαν διὰ τᾶς κυβερνατικᾶς 〈τᾶς〉 εὐπλοίας ἐφιέμενοι, 17012 2.31.120.41 : ὅπερ ἐν βίῳ τᾶς εὐδαιμονίας. Αἰ δὲ μήτ´ αὐτὸς νοέοι 17013 2.31.120.42 : τὰ ποτίφορα, μήτ´ ἐπιτρόπων τύχοι ἐμφρόνων, οὐδὲν 17014 2.31.120.43 : ὄφελος χοραγίας ἀφθόνω· ἀφροσύνα γάρ, αἰ καὶ ἐς τἆλλα 17015 2.31.120.44 : εὐτυχεῖ, κακοδαίμων ἐσαιεί ἐστιν. Ἐπεὶ δ´ ἐν ἅπαντι πρᾶ– 17016 2.31.120.45 : τον ἀνάγκα σκοπᾶν μὲν τὸ τέλος (τοῦτο γὰρ ποιέοντι κυβερ– 17017 2.31.120.46 : νᾶται μὲν λιμένα [νεὼς] ἐς ὃν καταχθήσονται προτιθέμενοι, 17018 2.31.120.47 : ἁνίοχοι δὲ τέρμα δρόμω, τοξόται δὲ καὶ σφενδονᾶται σκο– 17019 2.31.120.48 : πόν, ποθ´ ὃν παντᾷ ἁρμόσδονται), ἀνάγκα καὶ τᾷ ἀρετᾷ 17020 2.31.120.49 : προκέεσθαί τινα ὥσπερ τέχνᾳ τῶ βίω σκοπὸν ἢ πρόθεσιν, 17021 2.31.120.50 : ταῦτα γὰρ ὀνυμαίνω καθ´ ἑκατέρων· τοῦτο δὲ φαμὶ εἶμεν 17022 2.31.120.51 : τῶν μὲν πρακτικῶν τὸ κράτιστον, 〈τῶν δὲ ἐπισταμονικῶν 17023 2.31.120.52 : τὸ σοφώτατον〉, τῶ δὲ βίω τὸ τέλῃον ἀγαθόν, τὸ λέγοντι 17024 2.31.120.53 : 〈τοὶ〉 τἀνθρώπεια σοφοὶ εὐδαιμονίαν. Ταύταν δὲ οὔτε 17025 2.31.120.54 : καττὰν ἀλάθειαν κρίνεν δύνανται τοὶ κακῶς ἔχοντες, οὔτε 17026 2.31.120.55 : ἑλέσθαι ἰσχύοντι τοὶ μὴ ἐκδαλότατα ὁρέοντες αὐτάν· τίνοντι 17027 2.31.120.56 : δὲ δίκας ἀφροσύνας τοὶ ἁδονᾷ τὸ ἄριστον διδόντες, κολά– 17028 2.31.120.57 : σδονται τοὶ τὰν ἀναλγησίαν πάντων προτιμέοντες, καθόλω 17029 2.31.120.58 : δ´ εἰπέν, ἄγχονται ἐν κακᾷ ζάλᾳ τοὶ ἐν εὐπαθείᾳ σωμάτων 17030 2.31.120.59 : ἢ ἐν ψυχᾶς ἀλόγῳ κατασκευᾷ ἀπολιπόντες τὰν εὐδαίμονα 17031 2.31.120.60 : ζωάν. Οὐδὲ πολλὸν ἀπὸ τούτων εὐτυχέστεροί ἐντι τοὶ ἐξαί– 17032 2.31.120.61 : ροντες μὲν τὸ καλόν, ὡς καττούτω τί μὴ λέγεν, ὁμότιμον 17033 2.31.120.62 : δὲ αὐτῷ τὰν ἁδονὰν καὶ τὰν ἀναλγησίαν καὶ τὰς εὐπαθείας 17034 2.31.120.63 : τὰς πράτας καὶ φυσικὰς καὶ ἀλόγως ὁρμὰς ἢ σώματος 17035 2.31.120.64 : ἢ ψυχᾶς ἀντέχοντες· ἑκάτερα γὰρ ἀδικέοντι, τὰν μὲν ψυ– 17036 2.31.120.65 : χικὰν ἀκρότατα καὶ τὰ ἔργα αὐτᾶς κατάγοντες ἐς ἰσότατα 17037 2.31.120.66 : ποττὰν τοῦ σώματος τελῃότατα, τὰν δὲ σωματικὰν εὐεξίαν 17038 2.31.120.67 : ἐς ὕψος ἀντικαθιστάντες τᾷ ψυχικᾷ ἁδονᾷ· ἐνεμεσήθη δὲ 17039 2.31.120.68 : καὶ ἁ φύσις καὶ τὸ θεῖον τᾷ τούτων διακράσι· οὐ γὰρ 17040 2.31.120.69 : φυλάσσοντι τὰν ἀξίαν τῶ κάρρονος ποττὸ χεῖρον. Ἀλλ´ 17041 2.31.120.70 : ἁμές γε λέγομες σῶμα μὲν εἶμεν ψυχᾶς ὄργανον, νόον δὲ 17042 2.31.120.71 : ἁγεμόνα τᾶς τε ἄλλας ψυχᾶς καὶ τῶ σκάνεος αὐτᾶς, τὰν 17043 2.31.120.72 : δ´ ἐς τἆλλα εὐτυχίαν φυσικὰν ὀργανικὰν τᾷ νοερᾷ ἐνερ– 17044 2.31.120.73 : γείᾳ εἶμεν, αἴ κα παντελὴς δυνάμι τε καὶ χρόνῳ καὶ χορα– 17045 2.31.120.74 : γίᾳ ᾖ. 17046 2.31.121.1 : <20Ἱερωνύμου>20 (fr. 16 ap. Hiller. in Satura Saupp. p. 103). 17047 2.31.121.2 : Δεῦρο δὴ καὶ σκεψώμεθα περὶ τῆς τῶν παίδων ἀγω– 17048 2.31.121.3 : γῆς, τίνα τρόπον διειλήφασιν οἱ πατέρες· οὐ γὰρ μόνον 17049 2.31.121.4 : ἐν τοῖς πρότερον, ἀλλὰ καὶ ἐν τούτοις εὑρήσομεν αὐτοὺς 17050 2.31.121.5 : οὐ μικρὰ διαφωνοῦντας· οἵτινες πρῶτον μὲν βαρβάροις 17051 2.31.121.6 : παραβαλόντες 〈τοὺς παῖδας〉 παιδαγωγοῖς καὶ τούτων ἀκού– 17052 2.31.121.7 : ειν κελεύσαντες, ἱκανῶς ἐπιμελεῖσθαι νομίζουσιν, ὥσπερ 17053 2.31.121.8 : τοῦ κατὰ πόδας ἀκολουθήσοντος, ἀλλ´ οὐ τοῦ καλῶς ἡγη– 17054 2.31.121.9 : σομένου δεομένων τῶν παιδίων καὶ τοῦ φυλάττοντος καθά– 17055 2.31.121.10 : περ συβώτου μὴ πλανηθῇ, ἀλλ´ οὐχὶ ... διὸ καὶ τὸν ἐκ 17056 2.31.121.11 : τῶν ἐργατῶν ἀποδοκιμασθέντα, τοῦτον ἐπὶ παιδαγωγίᾳ 17057 2.31.121.12 : κατατάττουσι, τὰ φύσει τιμιώτατα τοῖς εὐτελεστάτοις δι– 17058 2.31.121.13 : δόντες· ὅθεν καὶ Περικλῆς, οἰκέτου ποτὲ πεσόντος ἀπὸ 17059 2.31.121.14 : ἐλαίας καὶ τὸ σκέλος συντρίψαντος· „νέος ἄρα“, ἔφη, 17060 2.31.121.15 : „παιδαγωγὸς πέφηνεν“, οὐκ ἀπιθάνως τῆς ὑπουργίας 17061 2.31.121.16 : τὴν ἀτιμίαν σκώψας. 17062 2.31.122.1 : <20Ἐκ τῆς Ἰαμβλίχου ἐπιστολῆς Σωπάτρῳ 17063 2.31.122.2 : Περὶ παίδων ἀγωγῆς.>20 17064 2.31.122.3 : Παντὸς ζῴου καὶ φυτοῦ ἡ πρώτη βλάστη καλῶς ὁρμη– 17065 2.31.122.4 : θεῖσα πρὸς τὴν ἑκάστου ἀρετὴν κυριωτάτη πασῶν ἐστι 17066 2.31.122.5 : τέλος ἐπιθεῖναι τὸ πρόσφορον, καὶ τῆς τῶν παίδων τοίνυν 17067 2.31.122.6 : εὐεξίας ἡ πρώτη βελτίστη τῆς φύσεως πρόοδος ὁδῷ 〈τε〉 17068 2.31.122.7 : πρόεισιν ἐπὶ τὴν τελειότητα τεταγμένως, ἐφ´ ἥνπερ αὐτὴν 17069 2.31.122.8 : προχωρεῖν ἄξιον· ταύτην τοίνυν ἡ ὀρθὴ παιδεία δεόντως 17070 2.31.122.9 : προοδηγεῖ, σπέρματα τῶν ἀρετῶν ἤδη προκαταβαλλομένη 17071 2.31.122.10 : καὶ ἐν ἁπαλαῖς ἔτι καὶ ἀβάτοις ψυχαῖς θαυμαστὴν οἰκεί– 17072 2.31.122.11 : ωσιν ἐμποιοῦσα πρὸς τὴν τῶν καλῶν ἐπιτήδευσιν. Πρῶ– 17073 2.31.122.12 : τον μὲν οὖν διὰ τῶν αἰσθήσεων ἐν πατρὶ καὶ μητρὶ καὶ 17074 2.31.122.13 : παιδαγωγῷ καὶ διδασκάλῳ προτείνει παράδειγμα τῶν κα– 17075 2.31.122.14 : λῶν ἔργων, ἵνα οἱ θεώμενοι παῖδες αὐτὰ ζηλῶσι τὴν πρὸς 17076 2.31.122.15 : αὐτοὺς ἀφομοίωσιν· ἔπειτα τοῖς ἔθεσιν ἄγει καλῶς καὶ 17077 2.31.122.16 : ἐμποιεῖ τὰ σπουδαῖα ἤθη, μήπω δυναμένων αὐτῶν λόγῳ 17078 2.31.122.17 : λαμβάνειν, διά [τε] τῆς συνηθείας τῶν καλῶν τρέπουσα 17079 2.31.122.18 : αὐτῶν τὰς ψυχὰς πρὸς τὸ βέλτιον, ἐπὶ δὲ τούτοις συμ– 17080 2.31.122.19 : φωνίαν ἡδονῆς καὶ λύπης πρὸς τὰ καλὰ 〈καὶ αἰσχρὰ〉 ἔργα 17081 2.31.122.20 : παρασκευάζει, ὥστε μὴ μόνον πράττειν τὰ καλὰ ἔργα, 17082 2.31.122.21 : ἀλλὰ καὶ χαίρειν ἐπ´ αὐτοῖς συμμέτρως, μηδὲ ἀποφεύγειν 17083 2.31.122.22 : μόνον τὰ αἰσχρά, ἀλλὰ καὶ δυσχεραίνειν αὐτὰ ἐγκαιρότατα· 17084 2.31.122.23 : προάγουσι δὲ αὐτοῖς ἐνταῦθα, ὃ χρὴ προηγεῖσθαι παντὸς 17085 2.31.122.24 : [τοῦ] ὀρθοῦ βίου, τὴν ἐπὶ τοῖς αἰσχροῖς αἰσχύνην καὶ ἐπὶ 17086 2.31.122.25 : τοῖς καλοῖς φιλοτιμίαν ἐντίθησι, δι´ ὧν ἀπάγονται μὲν 17087 2.31.122.26 : πάντων τῶν αἰσχρῶν καὶ εὐλάβειάν τινα πρὸς αὐτὰ κτῶν– 17088 2.31.122.27 : ται, ἐφίενται δὲ τῶν ἀγαθῶν καὶ πρὸς αὐτὰ σύντονον 17089 2.31.122.28 : ὁρμὴν προσλαμβάνουσι· μετὰ δὴ ταῦτα προστάγματά τινα 17090 2.31.122.29 : νουθετητικά, μικρὰ μὲν ὄντα τοῖς ῥήμασι, μεγάλην δέ 17091 2.31.122.30 : τινα δύναμιν τοῖς τηλικούτοις παρεχόμενα, οἷον τὸ „δεῖ“ 17092 2.31.122.31 : καί ποτε „οὐ δεῖ“ καὶ τὸ „μέχρι πόσου;“ καὶ „ποῖόν τι τὸ 17093 2.31.122.32 : ἄριστόν ἐστι [μέτρον];“ καί „τίς τὰ τοιαῦτα;“ συμμετρίαν 17094 2.31.122.33 : αὐτοῖς ἐναρμόζει τὴν πρὸς ἀλλότριον λόγον συνταττομένην, 17095 2.31.122.34 : οἷον τοῦ νομοθέτου καὶ διδασκάλου· καὶ τό γε δὴ κράτι– 17096 2.31.122.35 : στόν ἐστι τὰ οἰκεῖα παραγγέλματα καὶ νουθετήματα 〈τὰ〉 17097 2.31.122.36 : φέροντα πρὸς ἑκάστην ἀρετὴν παραδιδόναι δεόντως, τὰ μὲν 17098 2.31.122.37 : ἐν κοιναῖς γνώμαις, τὰ δ´ ἐν ἔργων ἀσκήσει, τὰ δ´ ἐν 17099 2.31.122.38 : τῇ τῶν λόγων μελέτῃ, τὰ δ´ ἐν ταῖς ὑποθήκαις περὶ 17100 2.31.122.39 : τῶν πρακτέων ἢ μὴ πρακτέων, τὰ δ´ ἐν ταῖς τῆς ζωῆς 17101 2.31.122.40 : κατασκευαῖς. Ἐπειδὰν δὲ τούτων ἕνεκα ἱκανῶς ἔχωσι, 17102 2.31.122.41 : τοῖς λόγοις αὐτοὺς παιδευτέον, ἀρχομένους ἀπὸ τῶν 17103 2.31.122.42 : ἁπλουστέρων καὶ γνωριμωτέρων, ἔπειτα προϊόντας ὁση– 17104 2.31.122.43 : μέραι καὶ κατὰ βραχὺ πρὸς τοὺς τῆς αἰτίας ἀπολογι– 17105 2.31.122.44 : σμούς· καὶ ἐπὶ τούτων τὸ μὲν δι´ εὐκρινείας ἐπιστημο– 17106 2.31.122.45 : νικῆς τελέως φυλακτέον ἔτι ἀτελέσι διανοίαις παρακατατί– 17107 2.31.122.46 : θεσθαι, τὸ δ´ ὡς ἔπος εἰπεῖν ... καὶ διὰ πειθοῦς ἐμμελοῦς 17108 2.31.122.47 : [καὶ] προσαγόμενον τὴν διάνοιαν τῶν ἀκουόντων καταβλητέον 17109 2.31.122.48 : εἰς αὐτοὺς ὡς οἷόν τ´ ἐστὶ μάλιστα· γεγυμνασμένων δ´ 17110 2.31.122.49 : αὐτῶν ἱκανῶς ἐν τούτοις ἐπὶ τῷ τέλει τῆς εἰς ἀρετὴν 17111 2.31.122.50 : ἀγωγῆς οἱ ὅροι τῶν ἀρετῶν ἀφοριζέσθωσαν καὶ τῆς αἰτίας 17112 2.31.122.51 : ἡ ἀκροτάτη παραδιδόσθω θεωρία, τελειότης τε τῶν λογι– 17113 2.31.122.52 : σμῶν καὶ ἀναμάρτητος καὶ ἀνέλεγκτος ἐπιστήμη 〈καὶ〉 βε– 17114 2.31.122.53 : βαιότης ἐντιθέσθω τῆς γνώσεως, ἀλήθεια· ἡ γὰρ εἰς τοῦτο 17115 2.31.122.54 : ἀγωγὴ [τῆς παιδείας] τέλος ἔχει τῆς τῶν παίδων ἀγωγῆς 17116 2.31.122.55 : τὸ κράτιστον. 17117 2.31.123.1 : <20Μουσωνίου ἐκ τοῦ Εἰ παραπλησίως παι– 17118 2.31.123.2 : δευτέον τὰς θυγατέρας τοῖς υἱοῖς>20 (apomn. III c. 7 17119 2.31.123.3 : p. 242 Peerlkamp.). 17120 2.31.123.4 : Λόγου δέ ποτέ τινος ἐμπεσόντος, εἰ τὴν αὐτὴν παι– 17121 2.31.123.5 : δείαν παιδευτέον τοὺς υἱέας καὶ τὰς θυγατέρας· Ἵππους 17122 2.31.123.6 : μέν, ἔφη, καὶ κύνας ὁμοῦ οὐδὲν διαφερόντως παιδεύ– 17123 2.31.123.7 : ουσιν οἵ τε ἱππικοὶ καὶ οἱ κυνηγετικοὶ τοὺς ἄρρενας τῶν 17124 2.31.123.8 : θηλειῶν· ἀλλ´ αἵ τε κύνες αἱ θήλειαι παραπλησίως τοῖς 17125 2.31.123.9 : ἄρρεσι διδάσκονται θηρᾶν· ἵππους τε θηλείας ἄν τις θέλῃ 17126 2.31.123.10 : τὰ ἵππων ἔργα ἀποτελεῖν καλῶς, οὐ διάφορον τῶν ἀρρέ– 17127 2.31.123.11 : νων διδασκαλίαν διδασκομένας ἰδεῖν ἔστιν· ἀνθρώπους δὲ 17128 2.31.123.12 : τοὺς ἄρρενας ἐξαίρετόν τι ἄρα δεήσει ἔχειν ἐν τῇ παιδείᾳ 17129 2.31.123.13 : καὶ τροφῇ παρὰ τὰς θηλείας, ὥσπερ οὐχὶ τὰς αὐτὰς παρα– 17130 2.31.123.14 : γίνεσθαι δέον ἀρετὰς ἀμφοῖν ὁμοίως ἀνδρὶ καὶ γυναικί, 17131 2.31.123.15 : ἢ ἐπὶ τὰς αὐτὰς ἀρετὰς μὴ διὰ τῶν αὐτῶν παιδευμάτων 17132 2.31.123.16 : ἀλλὰ δι´ ἑτέρων οἷόν τε ὂν ἐλθεῖν. Ὅτι δὲ οὐκ ἄλλαι 17133 2.31.123.17 : ἀρεταὶ ἀνδρός, ἄλλαι δὲ γυναικός, ῥᾴδιον μαθεῖν. Αὐτίκα, 17134 2.31.123.18 : φρονεῖν δεῖ μὲν τὸν ἄνδρα, δεῖ δὲ καὶ τὴν γυναῖκα· ἢ τί 17135 2.31.123.19 : ὄφελος εἴη ἂν ἄφρονος ἀνδρὸς ἢ γυναικός; Εἶτα 〈δεῖ〉 δικαίως 17136 2.31.123.20 : βιοῦν οὐδέτερον ἧττον θατέρου· ἀλλ´ ὅ τε ἀνὴρ οὐκ ἂν 17137 2.31.123.21 : εἴη πολίτης ἀγαθὸς ἄδικος ὤν, ἥ τε γυνὴ οὐκ ἂν οἰκονο– 17138 2.31.123.22 : μοίη χρηστῶς, ἣ μὴ δίκαιος ἀλλ´ ἄδικος οὖσα πρῶτον 17139 2.31.123.23 : ἀδικήσει τὸν ἄνδρα, ὥσπερ τὴν Ἐριφύλην φασί. Σωφρο– 17140 2.31.123.24 : νεῖν μὲν αὖ καλὸν τὴν γυναῖκα, καλὸν δ´ ὁμοίως καὶ τὸν 17141 2.31.123.25 : ἄνδρα· τὸ γοῦν μοιχεύειν τῷ μοιχεύεσθαι ἐπίσης κολά– 17142 2.31.123.26 : ζουσιν οἱ νόμοι. Καὶ λιχνεῖαι καὶ οἰνοφλυγίαι καὶ ἄλλα 17143 2.31.123.27 : παραπλήσια κακά, ἀκολαστήματα ὄντα καὶ καταισχύνοντα 17144 2.31.123.28 : μεγάλως τοὺς ἐνεχομένους αὐτοῖς, ἀποφαίνει τὴν σωφρο– 17145 2.31.123.29 : σύνην ἀναγκαιοτάτην οὖσαν ἀνθρώπῳ παντί, τῷ τε θήλει 17146 2.31.123.30 : καὶ τῷ ἄρρενι· διὰ γὰρ σωφροσύνης μόνης ἐκφεύγομεν 17147 2.31.123.31 : ἀκολασίαν, ἄλλως δ´ οὐδαμῶς. Τὴν ἀνδρείαν φαίη τις ἂν 17148 2.31.123.32 : ἴσως μόνοις προσήκειν τοῖς ἀνδράσιν· ἔχει δὲ οὐδὲ τοῦτο 17149 2.31.123.33 : ταύτῃ. Δεῖ γὰρ ἀνδρίζεσθαι καὶ τὴν γυναῖκα 〈καὶ〉 καθα– 17150 2.31.123.34 : ρεύειν δειλίας τήν γε ἀρίστην, ὡς μήθ´ ὑπὸ πόνου μήθ´ 17151 2.31.123.35 : ὑπὸ φόβου κάμπτεσθαι· εἰ δὲ μή, πῶς ἔτι σωφρονήσει, ἐάν 17152 2.31.123.36 : τις ἢ φοβῶν ἢ προσάγων πόνους βιάσασθαι δύνηται 17153 2.31.123.37 : αὐτὴν ὑπομεῖναί 〈τι〉 τῶν αἰσχρῶν. Δεῖ δὲ δὴ καὶ ἀμυν– 17154 2.31.123.38 : τικῶς ἔχειν τὰς γυναῖκας, εἰ μὴ νὴ Δία φαίνεσθαι μέλλουσι 17155 2.31.123.39 : κακίους ἀλεκτορίδων καὶ ἄλλων ὀρνίθων θηλειῶν, αἳ πολὺ 17156 2.31.123.40 : μείζοσι ζῴοις ἑαυτῶν ὑπὲρ τῶν νεοττῶν διαμάχονται. Πῶς 17157 2.31.123.41 : οὖν οὐκ ἂν ἀνδρείας αἱ γυναῖκες δέοιντο; Ὅτι δὲ καὶ ἀλκῆς 17158 2.31.123.42 : τῆς δι´ ὅπλων μέτεστιν αὐταῖς, ἐδήλωσε τὸ Ἀμαζόνων 17159 2.31.123.43 : γένος, ἔθνη πολλὰ δι´ ὅπλων καταστρεψάμενον· ὥστ´ εἴ 17160 2.31.123.44 : τι ἐνδεῖ πρὸς τοῦτο ταῖς ἄλλαις γυναιξίν, ἀνασκησία μᾶλ– 17161 2.31.123.45 : λον ἢ τὸ μὴ πεφυκέναι 〈πρὸς ἀνδρείαν αἰτία ἂν εἴη. 17162 2.31.123.46 : Εἰ μὲν οὖν τὰς αὐτὰς εἶναι πέφυκεν〉 ἀρετὰς ἀνδρὸς καὶ 17163 2.31.123.47 : γυναικός, ἀνάγκη πᾶσα καὶ τροφὴν καὶ παιδείαν τὴν αὐτὴν 17164 2.31.123.48 : προσήκειν ἀμφοῖν. Παντὶ γὰρ δὴ ζῴῳ καὶ φυτῷ τὴν ἐπι– 17165 2.31.123.49 : μέλειαν τὴν προσαγομένην ὀρθῶς ἐμποιεῖν χρὴ τὴν ἐκείνῳ 17166 2.31.123.50 : προσήκουσαν ἀρετήν. Ἢ εἰ μὲν ἔδει αὐλεῖν δύνασθαι 17167 2.31.123.51 : παραπλησίως ἄνδρα καὶ γυναῖκα καὶ εἰ τοῦθ´ ἑκατέρῳ 17168 2.31.123.52 : αὐτοῖν ἀναγκαῖον ἦν πρὸς τὸν βίον, ἀμφοτέρους ἂν ἐπ´ 17169 2.31.123.53 : ἴσον τὴν αὐλητικὴν τέχνην ἐξεδιδάσκομεν, καὶ εἰ κιθαρίζειν 17170 2.31.123.54 : ἔδει ἑκάτερον, ...· ἀμφοτέρους δὲ εἰ δεῖ γενέσθαι ἀγαθοὺς 17171 2.31.123.55 : τὴν ἀνθρώπῳ προσήκουσαν ἀρετὴν καὶ φρονεῖν ὁμοίως δύ– 17172 2.31.123.56 : νασθαι καὶ σωφρονεῖν καὶ ἀνδρείας μετέχειν καὶ δικαιοσύνης 17173 2.31.123.57 : μηδὲν ἧττον θατέρου θάτερον, οὐκ ἄρ´ ὁμοίως ἑκάτερον παι– 17174 2.31.123.58 : δεύσομεν; οὐδὲ τὴν τέχνην, ἀφ´ ἧς γένοιτ´ ἂν ἄνθρωπος 17175 2.31.123.59 : ἀγαθός, ἐπ´ ἴσον ἀμφοτέρους διδάξομεν; Ἀλλὰ χρὴ οὕτω 17176 2.31.123.60 : ποιεῖν καὶ οὐχ ἑτέρως. Τί οὖν καὶ ταλασίαν, φησί τις 17177 2.31.123.61 : ἴσως, ἀξιοῖς σὺ παραπλησίως ἐκμανθάνειν ταῖς γυναιξὶν 17178 2.31.123.62 : τοὺς ἄνδρας καὶ γυμναστικὴν μετέρχεσθαι τοῖς ἀνδράσιν 17179 2.31.123.63 : ὁμοίως τὰς γυναῖκας; Τοῦτο μὲν οὐκέτι ἀξιώσω ἐγώ· φημὶ 17180 2.31.123.64 : δὲ ὅτι οὔσης ἐν τῷ γένει 〈τῷ〉 ἀνθρωπίνῳ τῆς μὲν ἰσχυρο– 17181 2.31.123.65 : τέρας φύσεως τῆς τῶν ἀρρένων, τῆς δ´ ἀσθενεστέρας τῆς 17182 2.31.123.66 : τῶν θηλειῶν, ἑκατέρᾳ φύσει τῶν ἔργων ἀπονεμητέον τὰ 17183 2.31.123.67 : προσφορώτατα καὶ τὰ μὲν βαρύτερα τοῖς ἰσχυροτέροις 17184 2.31.123.68 : ἀποδοτέον, τὰ δὲ ἐλαφρότερα τοῖς ἀσθενεστέροις· διὰ 17185 2.31.123.69 : τοῦτο ταλασία μὲν ταῖς γυναιξὶ μᾶλλον πρέποι ἂν ἤπερ 17186 2.31.123.70 : ἀνδράσιν, ὥσπερ 〈καὶ〉 οἰκουρία· γυμναστικὴ δὲ ἀνδράσι 17187 2.31.123.71 : μᾶλλον ἢ γυναιξίν, ὥσπερ καὶ θυραυλία· ἐνίοτε μέντοι 17188 2.31.123.72 : καὶ ἄνδρες τινὲς τῶν ἐλαφροτέρων ἔργων ἔνια καὶ δο– 17189 2.31.123.73 : κούντων γυναικείων μεταχειρίσαιντ´ ἂν εἰκότως, καὶ γυ– 17190 2.31.123.74 : ναῖκες αὖ τῶν σκληροτέρων καὶ δοκούντων μᾶλλον προσή– 17191 2.31.123.75 : κειν ἀνδράσιν ἐργάσαιντ´ ἄν, ὅταν ἢ τὰ τοῦ σώματος 17192 2.31.123.76 : οὕτως ὑφηγῆται ἢ τὰ τῆς χρείας ἢ τὰ τοῦ καιροῦ. Πάντα 17193 2.31.123.77 : μὲν γὰρ ἴσως ἐν κοινῷ κεῖται τὰ ἀνθρώπεια ἔργα [καὶ ἔστι 17194 2.31.123.78 : κοινὰ ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν] καὶ οὐδὲν ἀποτακτὸν ἐξ ἀνάγ– 17195 2.31.123.79 : κης τῷ ἑτέρῳ· ἔνια δὲ δὴ ἐπιτηδειότερα τὰ μὲν τῇδε 17196 2.31.123.80 : τῇ φύσει, τὰ δὲ τῇδε· δι´ ὃ τὰ μὲν ἀνδρεῖα καλεῖται, τὰ 17197 2.31.123.81 : δὲ γυναικεῖα· ὅσα μέντοι τὴν ἀναφορὰν ἔχει εἰς ἀρετήν, 17198 2.31.123.82 : ταῦτα φαίη τις ἂν ὀρθῶς ἐπ´ ἴσον ἑκατέρᾳ προσήκειν 17199 2.31.123.83 : φύσει, εἴγε καὶ τὰς ἀρετὰς προσήκειν φαμὲν οὐδὲν τοῖς 17200 2.31.123.84 : ἑτέροις μᾶλλον ἢ τοῖς ἑτέροις. Ὅθεν εἰκότως οἶμαι καὶ 17201 2.31.123.85 : παιδευτέον ὅσα πρὸς ἀρετὴν παραπλησίως τό τε θῆλυ 17202 2.31.123.86 : καὶ τὸ ἄρρεν· καὶ ἀρξαμένους ἀπὸ νηπίων εὐθὺς διδακτέον, 17203 2.31.123.87 : ὅτι τοῦτο μὲν ἀγαθόν, τοῦτο δὲ κακὸν [κακὸν ταὐτὸν ἀμ– 17204 2.31.123.88 : φοῖν], καὶ τοῦτο μὲν ὠφέλιμον, τοῦτο δὲ βλαβερόν, καὶ τόδε 17205 2.31.123.89 : μὲν πρακτέον, τόδε δὲ οὔ· ἐξ ὧν περιγίνεται φρόνησις 17206 2.31.123.90 : τοῖς μανθάνουσιν ὁμοίως κόραις καὶ κόροις καὶ οὐδὲν δια– 17207 2.31.123.91 : φορώτερον τοῖς ἑτέροις· εἶτα δὲ ἐμποιητέον αἰδῶ πρὸς 17208 2.31.123.92 : ἅπαν αἰσχρόν. ὧν ἐγγενομένων ἀνάγκη σώφρονας εἶναι 17209 2.31.123.93 : καὶ ἄνδρα καὶ γυναῖκα. Καὶ μὴν τὸν παιδευόμενον ὀρθῶς, 17210 2.31.123.94 : ὅστις ἂν ᾖ, εἴτε ἄρρην εἴτε θήλεια, ἐθιστέον μὲν ἀνέχεσθαι 17211 2.31.123.95 : πόνου, ἐθιστέον δὲ μὴ φοβεῖσθαι θάνατον, ἐθιστέον δὲ 17212 2.31.123.96 : μὴ ταπεινοῦσθαι πρὸς συμφορὰν μηδεμίαν· δι´ ὅσων ἄν 17213 2.31.123.97 : τις εἴη ἀνδρεῖος. Ἀνδρείας δὲ μικρῷ πρότερον ἐδείχθη 17214 2.31.123.98 : δεῖν μετεῖναι καὶ γυναιξίν. Ἔτι τοίνυν πλεονεξίαν μὲν 17215 2.31.123.99 : φεύγειν, ἰσότητα δὲ τιμᾶν καὶ εὐποιεῖν μὲν θέλειν, κακο– 17216 2.31.123.100 : ποιεῖν δὲ μὴ θέλειν ἄνθρωπον ὄντα ἀνθρώπους, ἔστι μὲν 17217 2.31.123.101 : δίδαγμα κάλλιστον καὶ δικαίους ἐπιτελεῖ τοὺς μανθάνον– 17218 2.31.123.102 : τας· τί δὲ μᾶλλον ἄνδρα μεμαθηκέναι χρὴ ταῦτα ἢ γυ– 17219 2.31.123.103 : ναῖκα; εἰ γὰρ νὴ Δία πρέπει δικαίας εἶναι γυναῖκας, καὶ 17220 2.31.123.104 : ταὐτὰ δεῖ μεμαθηκέναι ἄμφω τά γε κυριώτατα καὶ μέγιστα. 17221 2.31.123.105 : Εἰ γάρ τί που μικρὸν ὁ μὲν εἴσεται, ἡ δὲ οὔ, ἢ ἀνάπαλιν 17222 2.31.123.106 : ἡ μὲν εἴσεται, ὁ δὲ οὔ, τεχνίτου τινὸς ἐχόμενον, οὔπω τοῦτο 17223 2.31.123.107 : διάφορον ἀποφαίνει τὴν ἑκατέρου παιδείαν· μόνον περὶ 17224 2.31.123.108 : μηδενὸς τῶν μεγίστων ἕτερος ἕτερα μεμαθηκέτω, ἀλλὰ 17225 2.31.123.109 : ταὐτά. Ἂν δέ τις ἐρωτᾷ με, τίς ἐπιστήμη τῆς παιδείας 17226 2.31.123.110 : ταύτης ἐπιστατεῖ, λέξω πρὸς αὐτόν, ὅτι φιλοσοφίας ἄνευ 17227 2.31.123.111 : ὥσπερ ἀνὴρ οὐκ ἂν οὐδείς, οὕτως οὐδ´ ἂν γυνὴ παιδευ– 17228 2.31.123.112 : θείη ὀρθῶς. Καὶ οὐ τοῦτο βούλομαι λέγειν, ὅτι τρανό– 17229 2.31.123.113 : τητα περὶ λόγους καὶ δεινότητά τινα περιττὴν χρὴ προσ– 17230 2.31.123.114 : εῖναι ταῖς γυναιξίν, ᾗπερ φιλοσοφήσουσιν αἱ γυναῖκες 17231 2.31.123.115 : (οὐδὲ γὰρ ἐπ´ ἀνδρῶν ἐγὼ πάνυ τι τοῦτο ἐπαινῶ), ἀλλ´ 17232 2.31.123.116 : ὅτι ἤθους χρηστότητα καὶ καλοκαγαθίαν τρόπου κτητέον 17233 2.31.123.117 : ταῖς γυναιξίν· ἐπειδὴ καὶ φιλοσοφία καλοκαγαθίας ἐστὶν 17234 2.31.123.118 : ἐπιτήδευσις καὶ οὐδὲν ἕτερον. 17235 2.31.124.1 : <20Θεοφράστου.>20 17236 2.31.124.2 : Δοκεῖ γὰρ ἡ παιδεία, καὶ τοῦτο πάντες ὁμολογοῦσιν, 17237 2.31.124.3 : ἡμεροῦν τὰς ψυχάς, ἀφαιροῦσα τὸ θηριῶδες καὶ ἄγνωμον, 17238 2.31.124.4 : ὅθεν καὶ τὰ ἤθη κοινότερα καὶ ὑγρότερα γίνεται. Τοῖς μὲν 17239 2.31.124.5 : γὰρ πολλοῖς οὐκ ἄν τις ἴσως ἐπιτιμῴη διὰ τὸ μὴ ἔχειν 17240 2.31.124.6 : ἐξουσίαν ...· ὅσοι δὲ τραφέντες ἐλευθερίως καὶ χορηγίαν 17241 2.31.124.7 : ἔχοντες ἱκανὴν ὥστ´ εἰς ὁποιονοῦν βίον ἐλθεῖν, ἄσκεπτοι περὶ 17242 2.31.124.8 : τοῦ ἀρίστου τυγχάνουσι, τούτοις ἤδη δίκαιον ἐγκαλεῖν. 17243 2.31.124.9 : Ἄτοπον γὰρ ὥστ´ ἀληθῶς, εἰ αἱρέσεως αὐτοῖς διδομένης 17244 2.31.124.10 : πόλιν μὲν ἂν ἕλοιντο τὴν ἐνδοξοτάτην καὶ φίλους καὶ 17245 2.31.124.11 : οἰκείους τοὺς ἀρίστους, βίον δὲ ἐξὸν ἑλέσθαι τὸν ἄριστον, 17246 2.31.124.12 : κατολιγωρήσαντες τούτου, πρὸς τὸ τυχὸν τὰ ἑαυτῶν ἀπο– 17247 2.31.124.13 : διδοίησαν, μηδὲ εἰς αὐτὸ τὸ κρίνειν καὶ σκοπεῖν ἐλθόντες. 17248 2.31.124.14 : Ἀλλ´ ὁδὸν μὲν βαδίζειν εἰ δέοι, ἄλλων πύθοιντ´ ἂν πολ– 17249 2.31.124.15 : λάκις καὶ ἀναζητήσαιεν ἡγεμόνα μεθ´ οὗ ποιήσαιντο τὴν 17250 2.31.124.16 : κομιδὴν ἀσφαλῶς, ὑπὲρ δὲ τοῦ βίου παντός, τὸ λεγόμενον 17251 2.31.124.17 : δὴ τοῦτο, κυβεύοντες, οὐδενὶ κοινωσάμενοι πρὸς τὸν χεί– 17252 2.31.124.18 : ριστον, ἂν οὕτω τύχῃ, προσπίπτουσι. Καὶ μὴν καὶ πολλῷ 17253 2.31.124.19 : γ´ ἐπισφαλεστέρα τῆς διαιρέσεως ἡ ἐκτροπὴ τῷ μὴ τὴν 17254 2.31.124.20 : ὀρθὴν βαδίζοντι· καὶ γὰρ αἱ βλάβαι μεγάλαι καὶ ἡ ἀνα– 17255 2.31.124.21 : στροφὴ χαλεπή, μᾶλλον δὲ σχεδὸν ἀδύνατος· οὔτε γὰρ ὁ 17256 2.31.124.22 : χρόνος δίδωσιν ἐξουσίαν μεταθέσεως, οὔθ´ ἡ φύσις δύνα– 17257 2.31.124.23 : ται μεταμανθάνειν τὸ βέλτιον ὅταν ἐντραφῇ τοῖς χείροσιν, 17258 2.31.124.24 : ἀλλὰ προαιρεῖται 〈μὲν〉 καὶ ἕτερά γε προκρίνει βελτίω, 17259 2.31.124.25 : καταζῇ δ´ ὅμως ἐν τοῖς εἰωθόσιν· ἀλλ´ ὅπερ πολλάκις 17260 2.31.124.26 : λέγεται, τοῦτο ἀληθὲς ἔοικεν εἶναι, διότι πάντες ἥκιστα 17261 2.31.124.27 : περὶ ἑαυτῶν βουλεύονται. 17262 2.31.125.1 : <20Μουσωνίου ἐκ τοῦ Ὅτι οὐ δεῖ πολλαῖς 17263 2.31.125.2 : ἀποδείξεσι πρὸς ἓν πρᾶγμα χρήσασθαι>20 (apomn. 17264 2.31.125.3 : III c. 5 p. 234 Peerlkamp.). 17265 2.31.125.4 : Λόγου δέ ποτε γενομένου περὶ ἀποδείξεων, ἃς χρὴ 17266 2.31.125.5 : ἀκούειν τοὺς νέους παρὰ τῶν φιλοσόφων πρὸς κατάληψιν 17267 2.31.125.6 : ὧν μανθάνουσιν, ἔφη ὁ Μουσώνιος, οὐχὶ πολλὰς ἐφ´ ἑκά– 17268 2.31.125.7 : στου πράγματος ζητεῖν ἀποδείξεις προσήκειν, ἀλλ´ ἀνυσί– 17269 2.31.125.8 : μους καὶ ἐναργεῖς. Οὔτε γὰρ ἰατρὸς ἐκεῖνος, ἔφη, ἐπαι– 17270 2.31.125.9 : νετὸς ὁ φάρμακα πολλὰ προσφέρων τοῖς νοσοῦσιν, ἀλλ´ 17271 2.31.125.10 : ὁ δι´ ὀλίγων ὧν προσφέρει λόγου ἀξίως ὠφελῶν· οὔτε 17272 2.31.125.11 : φιλόσοφος ὁ διὰ πολλῶν ἀποδείξεων διδάσκων τοὺς ἀκού– 17273 2.31.125.12 : οντας, ἀλλ´ ὁ δι´ ὀλίγων ἐπάγων αὐτοὺς ἐφ´ ὃ μέντοι 17274 2.31.125.13 : βούλεται· καὶ ὁ ἀκουστὴς ὅσῳπερ ἂν ᾖ συνετώτερος, το– 17275 2.31.125.14 : σούτῳ μειόνων δεήσεται τῶν ἀποδείξεων καὶ τοσούτῳ 17276 2.31.125.15 : θᾶττον συναινέσει τῷ κεφαλαίῳ τοῦ λόγου, ὄντι γε ὑγιεῖ. 17277 2.31.125.16 : Ὅστις δὲ πανταχοῦ δεῖται ἀποδείξεως καὶ ὅπου σαφῆ τὰ 17278 2.31.125.17 : πράγματά ἐστιν, ἢ διὰ πολλῶν ἀποδείκνυσθαι βούλεται 17279 2.31.125.18 : αὐτῷ τὰ δι´ ὀλίγων δυνάμενα, παντάπασιν ἄτοπος καὶ 17280 2.31.125.19 : δυσμαθής. Θεοὺς μὲν οὖν εἰκὸς οὐδεμιᾶς ἀποδείξεως 17281 2.31.125.20 : δεῖσθαι πρὸς οὐδέν, ὅτι μήτε ἀσαφὲς μήτε ἄδηλόν ἐστιν 17282 2.31.125.21 : αὐτοῖς μηδέν, πρὸς 〈οἷα〉 μόνα δεῖ τῶν ἀποδείξεων· τοὺς 17283 2.31.125.22 : δὲ ἀνθρώπους ἀνάγκη τὰ μὴ φανερὰ μηδ´ αὐτόθεν γνώ– 17284 2.31.125.23 : ριμα διὰ τῶν φανερῶν καὶ προδήλων ζητεῖν ἀνευρίσκειν, 17285 2.31.125.24 : ὅπερ ἔργον ἀποδείξεώς ἐστιν. Οἷον, ὅτι ἡδονὴ οὐκ ἔστιν 17286 2.31.125.25 : ἀγαθόν, αὐτόθεν μὲν οὐ δοκεῖ εἶναι γνώριμον, ἐπείπερ 17287 2.31.125.26 : ἔργῳ προσκαλεῖται ἡμᾶς, ὡς ἀγαθὸν οὖσα, ἡ ἡδονή· λα– 17288 2.31.125.27 : βόντος δέ τινος λῆμμα γνώριμον, τὸ πᾶν ἀγαθὸν αἱρετὸν 17289 2.31.125.28 : εἶναι καὶ προσλαβόντος ἕτερον γνώριμον τούτῳ, τὸ τινὰς 17290 2.31.125.29 : ἡδονὰς οὐχ αἱρετὰς εἶναι, ἀποδεικνύομεν τὸ μὴ ἀγαθὸν 17291 2.31.125.30 : εἶναι τὴν ἡδονήν, διὰ τῶν γνωρίμων τὸ μὴ γνώριμον. 17292 2.31.125.31 : Πάλιν ὡς ὁ πόνος οὐκ ἔστι κακόν, αὐτόθεν μὲν οὐ φαί– 17293 2.31.125.32 : νεται πιθανόν· τοὐναντίον γὰρ τούτου δοκεῖ πιθανώτερον, 17294 2.31.125.33 : τὸ κακὸν εἶναι τὸν πόνον· τεθέντος δὲ φανεροῦ λήμματος, 17295 2.31.125.34 : τοῦ πᾶν τὸ κακὸν φευκτὸν εἶναι καὶ προστεθέντος αὐτῷ 17296 2.31.125.35 : φανερωτέρου, τοῦ πόνους πολλοὺς οὐκ εἶναι φευκτούς, 17297 2.31.125.36 : περαίνεται τὸ μὴ κακὸν εἶναι τὸν πόνον. Τοιούτου δ´ 17298 2.31.125.37 : ὄντος τοῦ γένους τοῦ τῆς ἀποδείξεως, ἐπειδὴ τῶν ἀνθρώ– 17299 2.31.125.38 : πων οἱ μὲν ὀξύτεροι οἱ δ´ ἀμβλύτεροί εἰσι καὶ οἱ μὲν ἐν 17300 2.31.125.39 : ἔθεσι κρείττοσιν, οἱ δὲ ἐν χείροσι τεθραμμένοι, οἱ μὲν 17301 2.31.125.40 : ἤθους ἢ φύσεως· ὄντες χείρονος, πλειόνων δέοιντ´ ἂν 17302 2.31.125.41 : ἀποδείξεων καὶ πραγματείας μείζονος, ὥστε δέξασθαι 17303 2.31.125.42 : ταυτὶ τὰ δόγματα καὶ τυπωθῆναι κατὰ ταῦτα, καθάπερ 17304 2.31.125.43 : οἶμαι καὶ τὰ πονηρὰ τῶν σωμάτων, ὁπόταν μέλλῃ καλῶς 17305 2.31.125.44 : ἕξειν, πάνυ πολλῆς ἐπιμελείας δεῖται· ὅσοι δὲ τῶν νέων 17306 2.31.125.45 : εὐφυέστεροι καὶ ἀγωγῆς μετεσχηκότες κρείττονος, οὗτοι 17307 2.31.125.46 : ῥᾷόν τε καὶ θᾶττον καὶ δι´ ὀλίγων ἀποδείξεων συναινοῖεν 17308 2.31.125.47 : ἂν τοῖς λεγομένοις ὀρθῶς καὶ ἀκολουθοῖεν. Ὅτι δ´ οὕτως 17309 2.31.125.48 : ἔχει ταῦτα, γνοίημεν ἂν ῥᾳδίως, εἰ νοήσαιμεν μειράκιον 17310 2.31.125.49 : ἢ νεανίαν, τὸν μὲν ἐν τρυφῇ πάσῃ τεθραμμένον καὶ τό τε 17311 2.31.125.50 : σῶμα τεθηλυμμένον καὶ τὴν ψυχὴν ἐκλελυμένον ὑπὸ ἐθῶν 17312 2.31.125.51 : ἀγόντων εἰς μαλακίαν, ἔτι δὲ νωθῆ παρεχόμενον καὶ δυσ– 17313 2.31.125.52 : μαθῆ τὴν φύσιν· τὸν δ´ αὖ Λακωνικῶς πως ἠγμένον καὶ 17314 2.31.125.53 : τρυφᾶν οὐκ εἰθισμένον καὶ καρτερεῖν μεμελετηκότα καὶ 17315 2.31.125.54 : τῶν λεγομένων ὀρθῶς εὐήκοον ὄντα· εἶτα τοὺς δύο τούτους 17316 2.31.125.55 : νεανίας εἰ θείημεν ἀκούοντας φιλοσόφου λέγοντος περὶ 17317 2.31.125.56 : θανάτου, περὶ πόνου, περὶ πενίας, περὶ τῶν ὁμοίων, ὡς 17318 2.31.125.57 : οὐ κακῶν ὄντων· πάλιν δ´ αὖ περὶ ζωῆς, περὶ ἡδονῆς, περὶ 17319 2.31.125.58 : πλούτου, περὶ τῶν παραπλησίων τούτοις, ὡς οὐκ ἀγαθά 17320 2.31.125.59 : ἐστιν, ἆρά γε ὁμοίως ἄμφω προσήσονται τοὺς λόγους καὶ 17321 2.31.125.60 : παραπλησίως ἑκάτερος 〈ἂν〉 πίθοιτο τοῖς λεγομένοις; Οὐκ 17322 2.31.125.61 : ἔστιν εἰπεῖν. Ἀλλ´ ὁ μὲν μόγις καὶ βραδέως καὶ ὥσπερ 17323 2.31.125.62 : μοχλευόμενος ὑπὸ μυρίων λόγων τάχ´ ἂν ἐπινεύσειεν, ὁ 17324 2.31.125.63 : νωθέστερος· ὁ δ´ αὖ ταχέως καὶ ἑτοίμως δέξεται τὰ λε– 17325 2.31.125.64 : γόμενα ὡς οἰκεῖα καὶ προσήκοντα αὑτῷ, μήτε ἀποδείξεων 17326 2.31.125.65 : δεόμενος πολλῶν, μήτε πραγματείας μείζονος. Ἢ οὐ τοι– 17327 2.31.125.66 : οῦτος παῖς ἐκεῖνος ὁ Λάκων; ὃς Κλεάνθην τὸν φιλόσοφον 17328 2.31.125.67 : ἠρώτησεν, εἰ ἀγαθὸν ὁ πόνος ἐστίν· οὕτω γὰρ ἐκεῖνος φαί– 17329 2.31.125.68 : νεται φύσει πεφυκὼς καλῶς καὶ τεθραμμένος εὖ πρὸς 17330 2.31.125.69 : ἀρετήν, ὥστε ἔγγιον εἶναι νομίζειν τὸν πόνον τῆς τἀγαθοῦ 17331 2.31.125.70 : φύσεως ἢ τῆς τοῦ κακοῦ· ὅς γε ὡς ὁμολογουμένου τοῦ 17332 2.31.125.71 : μὴ κακὸν ὑπάρχειν αὐτόν, εἰ ἀγαθὸν τυγχάνει ὤν, ἐπυν– 17333 2.31.125.72 : θάνετο. Ὅθεν καὶ ὁ Κλεάνθης ἀγασθεὶς τοῦ παιδὸς 17334 2.31.125.73 : εἶπεν ἄρα πρὸς αὐτόν· 17335 2.31.125.74 : Αἵματος εἰς ἀγαθοῖο, φίλον τέκος, οἷ´ ἀγορεύεις (Od. δ 611). 17336 2.31.125.75 : Πῶς οὖν ὁ τοιοῦτος οὐ ῥᾳδίως ἐπείσθη ἂν μήτε πενίαν 17337 2.31.125.76 : μήτε θάνατον δεδιέναι μήτ´ ἄλλο μηδὲν τῶν δοκούντων 17338 2.31.125.77 : φοβερῶν, μηδ´ αὖ διώκειν πλοῦτον ἢ ζωὴν ἢ ἡδονήν; 17339 2.31.125.78 : Ἵνα δὲ ἐπὶ τὴν ἀρχὴν ἐπανέλθω τοῦ λόγου, φημὶ δεῖν 17340 2.31.125.79 : τὸν διδάσκαλον τὸν φιλόσοφον μὴ λόγων πλῆθος μηδ´ 17341 2.31.125.80 : ἀποδείξεων ζητεῖν διεξιέναι πρὸς τοὺς μανθάνοντας, ἀλλὰ 17342 2.31.125.81 : καιρίως περὶ ἑκάστου λέγειν καὶ 〈ἃ〉 καθικνεῖται τῆς δια– 17343 2.31.125.82 : νοίας τοῦ ἀκούοντος καὶ *** στικὰ εἶναι λέγειν καὶ 17344 2.31.125.83 : ἀνατραπῆναι μὴ ῥᾴδια· καὶ μάλιστά γε τῷ παρέχειν αὑτὸν 17345 2.31.125.84 : περί τε τῶν χρησιμωτάτων λέγοντα καὶ ὁμολογούμενα οἷς 17346 2.31.125.85 : λέγει πράττοντα, τούτῳ μεταχειριζόμενον τοὺς ἀκούοντας· 17347 2.31.125.86 : τὸν δὲ μαθητὴν ἐντετάσθαι πρὸς τὰ λεγόμενα καὶ σκο– 17348 2.31.125.87 : πεῖν μὲν ὅπως μὴ λάθῃ ψεῦδός τι παραδεξάμενος· τῶν 17349 2.31.125.88 : δὲ ἀληθῶν μὴ μὰ Δία πολλὰς ζητεῖν ἀποδείξεις ἀκούειν, 17350 2.31.125.89 : ἀλλ´ ἐναργεῖς· καὶ ἅπερ ἂν πεισθῇ τῶν παραινουμένων 17351 2.31.125.90 : ἑαυτῷ εἶναι καὶ ἀληθῆ, τούτοις ἐπακολουθεῖν ἐν τῷ βίῳ. 17352 2.31.125.91 : Οὕτω γὰρ μόνως ἔσται τις ἐκ φιλοσοφίας ὠφελημένος, 17353 2.31.125.92 : ἂν οἷς παραδέδεκται λόγοις οὖσιν ὑγιέσι τὰ ἔργα παρέ– 17354 2.31.125.93 : χηται συνῳδά. 17355 2.31.126.1 : <20Μουσωνίου ἐκ τοῦ Ὅτι καὶ γυναιξὶ φιλο– 17356 2.31.126.2 : σοφητέον>20 (apomn. III c. 8 p. 249 Peerlkamp.). 17357 2.31.126.3 : Ἐπεὶ δ´ ἐπύθετό τις αὐτοῦ, εἰ καὶ γυναιξὶ φιλοσο– 17358 2.31.126.4 : φητέον. οὕτω πως ἤρξατο διδάσκειν ὡς φιλοσοφητέον 17359 2.31.126.5 : αὐταῖς. Λόγον μέν, ἔφη, τὸν αὐτὸν εἰλήφασι παρὰ θεῶν 17360 2.31.126.6 : αἱ γυναῖκες τοῖς ἀνδράσιν, ᾧ τε χρώμεθα πρὸς ἀλλήλους 17361 2.31.126.7 : καὶ καθ´ ὃν διανοούμεθα περὶ ἑκάστου πράγματος, 〈εἰ〉 17362 2.31.126.8 : ἀγαθὸν ἢ κακόν ἐστι καὶ καλὸν ἢ αἰσχρόν. Ὁμοίως δὲ 17363 2.31.126.9 : καὶ αἰσθήσεις τὰς αὐτὰς ἔχει τὸ θῆλυ τῷ ἄρρενι, ὁρᾶν, 17364 2.31.126.10 : ἀκούειν, ὀσφραίνεσθαι καὶ τὰ ἄλλα. Ὁμοίως δὲ καὶ μέρη 17365 2.31.126.11 : σώματος τὰ αὐτὰ ὑπάρχει ἑκατέρῳ καὶ οὐδὲν θατέρῳ πλέον. 17366 2.31.126.12 : Ἔτι δὲ ὄρεξις καὶ οἰκείωσις φύσει πρὸς ἀρετὴν οὐ μόνον 17367 2.31.126.13 : γίνεται τοῖς ἀνδράσιν, ἀλλὰ καὶ γυναιξίν· οὐδὲν γὰρ ἧττον 17368 2.31.126.14 : αὗταί γε τῶν ἀνδρῶν τοῖς μὲν καλοῖς καὶ δικαίοις ἔργοις 17369 2.31.126.15 : ἀρέσκεσθαι πεφύκασι, τὰ δ´ ἐναντία τούτων προβάλλεσθαι. 17370 2.31.126.16 : Τούτων δὲ ταύτῃ ἐχόντων, διὰ τί [πρότερον] τοῖς μὲν 17371 2.31.126.17 : ἀνδράσι προσήκοι ἂν ζητεῖν καὶ σκοπεῖν ὅπως βιώσονται 17372 2.31.126.18 : καλῶς, ὅπερ τὸ φιλοσοφεῖν ἐστι, γυναιξὶ δὲ οὔ; πότερον, 17373 2.31.126.19 : ὅτι ἄνδρας μὲν προσήκει ἀγαθοὺς εἶναι, γυναῖκας δὲ οὔ; 17374 2.31.126.20 : Σκοπῶμεν δὲ καὶ καθ´ ἓν ἕκαστον τῶν προσηκόντων γυ– 17375 2.31.126.21 : ναικὶ τῇ ἐσομένῃ ἀγαθῇ· φανεῖται γὰρ ἀπὸ φιλοσοφίας 17376 2.31.126.22 : τούτων ἕκαστον μάλιστ´ ἂν αὐτῇ περιγινόμενον. Αὐτίκα 17377 2.31.126.23 : δεῖ οἰκονομικὴν εἶναι τὴν γυναῖκα καὶ ἐκλογιστικὴν τῶν 17378 2.31.126.24 : οἴκῳ συμφερόντων καὶ ἀρχικὴν τῶν οἰκετῶν. Ταῦτα δ´ 17379 2.31.126.25 : ἐγώ φημι τῇ φιλοσοφούσῃ ὑπάρξαι ἂν μάλιστα· εἴγε ἕκα– 17380 2.31.126.26 : στον μὲν τούτων μέρος τοῦ βίου ἐστίν, ἐπιστήμη δὲ περὶ 17381 2.31.126.27 : βίον οὐχ ἑτέρα τις ἢ φιλοσοφία ἐστὶ καὶ ὁ φιλόσοφος, 17382 2.31.126.28 : ὥσπερ ἔλεγε Σωκράτης, τοῦτο διατελεῖ σκοπῶν, 17383 2.31.126.29 : Ὅττι τοι ἐν μεγάροισι κακόν τ´ ἀγαθόν τε τέτυκται 17384 2.31.126.30 : (Od. δ 392). 17385 2.31.126.31 : Ἀλλὰ δεῖ δὴ καὶ σώφρονα εἶναι τὴν γυναῖκα· οἵαν καθα– 17386 2.31.126.32 : ρεύειν μὲν ἀφροδισίων παρανόμων, καθαρεύειν δὲ τῆς περὶ 17387 2.31.126.33 : τὰς ἄλλας ἡδονὰς ἀκρασίας, μὴ δουλεύειν ἐπιθυμίαις, 17388 2.31.126.34 : μηδὲ φιλόνεικον εἶναι, μὴ πολυτελῆ, μὴ καλλωπίστριαν. 17389 2.31.126.35 : Ταῦτα μὲν ἔργα τῆς σώφρονός ἐστι· καὶ ἔτι πρὸς τούτοις 17390 2.31.126.36 : ἐκεῖνα· κρατεῖν μὲν ὀργῆς, μὴ κρατεῖσθαι δ´ ὑπὸ λύπης, 17391 2.31.126.37 : κρείττονα δὲ πάθους παντὸς εἶναι. Ταῦτα δ´ ὁ φιλό– 17392 2.31.126.38 : σοφος παρεγγυᾷ λόγος· ὁ δὲ μαθὼν αὐτὰ καὶ ἀσκήσας 17393 2.31.126.39 : ἐμοὶ μὲν δοκεῖ γενέσθαι ἂν κοσμιώτατος, εἴτ´ ἀνὴρ εἴη 17394 2.31.126.40 : εἴτε γύνη. Τί οὖν; ταῦτα μὲν ταύτῃ ἔχει· δικαία δ´ οὐκ 17395 2.31.126.41 : ἂν εἴη γυνὴ φιλοσοφοῦσα, οὐδ´ ἄμεμπτος βίου κοινωνός, 17396 2.31.126.42 : οὐδ´ ὁμονοίας ἀγαθὴ συνεργός, οὐδὲ ἀνδρός γε καὶ τέκνων 17397 2.31.126.43 : ἐπιμελὴς κηδεμών, οὐδὲ φιλοκερδείας ἢ πλεονεξίας πάντῃ 17398 2.31.126.44 : καθαρά; Καὶ τίς ἂν μᾶλλον τῆς φιλοσόφου τοιαύτη γέ– 17399 2.31.126.45 : νοιτο, ἥν γε ἀνάγκη πᾶσα, εἴπερ εἴη τῷ ὄντι φιλόσοφος, 17400 2.31.126.46 : τὸ μὲν ἀδικεῖν τοῦ ἀδικεῖσθαι χεῖρον νομίζειν, ὅσῳπερ 17401 2.31.126.47 : αἴσχιον, τὸ δὲ ἐλαττοῦσθαι τοῦ πλεονεκτεῖν κρεῖττον ὑπο– 17402 2.31.126.48 : λαμβάνειν, τὸ δὲ καὶ τέκνα μᾶλλον ἀγαπᾶν ἢ τὸ ζῆν; Τῆς 17403 2.31.126.49 : δὲ ἐχούσης οὕτω τίς ἂν εἴη γυνὴ δικαιοτέρα; Καὶ μὴν 17404 2.31.126.50 : καὶ ἀνδρειοτέραν εἶναι προσήκει γυναῖκα τῆς ἀπαιδεύτου 17405 2.31.126.51 : τὴν πεπαιδευμένην καὶ τὴν φιλόσοφον τῆς ἰδιώτιδος· ὡς 17406 2.31.126.52 : μήτε θανάτου φόβῳ, μήτε ὄκνῳ τῷ πρὸς πόνον ὑπομεῖναι 17407 2.31.126.53 : τι αἰσχρόν, μηδ´ ὑποπτῆξαι μηδενὶ ὅτι εὐγενής, ἢ ὅτι 17408 2.31.126.54 : δυνατός, ἢ ὅτι πλούσιος, ἢ καὶ νὴ Δία ὅτι τύραννος. 17409 2.31.126.55 : Ὑπάρχει γὰρ αὐτῇ μεμελετηκέναι μέγα φρονεῖν, καὶ τὸν 17410 2.31.126.56 : μὲν θάνατον ἡγεῖσθαι μὴ κακόν, τὴν δὲ ζωὴν μὴ ἀγαθόν· 17411 2.31.126.57 : ὡσαύτως δὲ καὶ τὸν μὲν πόνον μὴ ἐκτρέπεσθαι, τὴν δὲ 17412 2.31.126.58 : ἀπονίαν μὴ διώκειν ἐξ ἅπαντος. Ὅθεν εἰκὸς εἶναι τὴν 17413 2.31.126.59 : γυναῖκα ταύτην καὶ αὐτουργικὴν καὶ κακόπαθον, οἵαν ἃ 17414 2.31.126.60 : μὲν ἂν τέκῃ τρέφειν μαστῷ τῷ ἑαυτῆς, τῷ δὲ ἀνδρὶ ὑπη– 17415 2.31.126.61 : ρετεῖν χερσὶ ταῖς ἑαυτῆς· ἃ δὲ δουλικὰ νομίζουσιν ἔνιοι, 17416 2.31.126.62 : ταῦτα ἀόκνως ποιεῖν. Ἆρ´ οὐκ ἂν ἡ τοιαύτη γυνὴ μέγα 17417 2.31.126.63 : μὲν ὄφελος εἴη τῷ γεγαμηκότι, κόσμος δὲ τοῖς προσήκουσι 17418 2.31.126.64 : γένει, παράδειγμα δὲ χρηστὸν ταῖς ἐπισταμέναις αὐτήν; 17419 2.31.126.65 : Ἀλλὰ νὴ Δία, φασί τινες, ὅτι αὐθάδεις ὡς ἐπὶ πολὺ καὶ 17420 2.31.126.66 : θρασείας εἶναι ἀνάγκη τὰς προσιούσας τοῖς φιλοσόφοις 17421 2.31.126.67 : γυναῖκας, ὅταν ἀφέμεναι τοῦ οἰκουρεῖν ἐν μέσοις ἀναστρέ– 17422 2.31.126.68 : φωνται τοῖς ἀνδράσι καὶ μελετῶσι λόγους καὶ σοφίζωνται 17423 2.31.126.69 : καὶ ἀναλύωσι συλλογισμούς, δέον οἴκοι καθημένας ταλα– 17424 2.31.126.70 : σιουργεῖν. Ἐγὼ δὲ οὐχ ὅπως τὰς γυναῖκας τὰς φιλοσο– 17425 2.31.126.71 : φούσας, ἀλλ´ οὐδὲ τοὺς ἄνδρας ἀξιώσαιμ´ ἄν, ἀφεμένους 17426 2.31.126.72 : τῶν προσηκόντων ἔργων, εἶναι περὶ λόγους μόνον· ἀλλὰ 17427 2.31.126.73 : καὶ ὅσους μεταχειρίζονται λόγους, τῶν ἔργων φημὶ δεῖν 17428 2.31.126.74 : ἕνεκα μεταχειρίζεσθαι αὐτούς. Ὥσπερ γὰρ ἰατρικοῦ λόγου 17429 2.31.126.75 : ὄφελος οὐδέν, ἐὰν μὴ πρὸς ὑγίειαν φέρῃ σώματος ἀνθρω– 17430 2.31.126.76 : πίνου, οὕτως οὐδ´ εἴ τινα φιλόσοφος ἔχει ἢ διδάσκει λό– 17431 2.31.126.77 : γον, οὐδὲν ὄφελος αὐτοῦ, ἐὰν μὴ φέρῃ πρὸς ἀρετὴν ψυχῆς 17432 2.31.126.78 : ἀνθρωπίνης. Πρὸ παντὸς δὲ σκοπεῖν τὸν λόγον χρή, ᾧ 17433 2.31.126.79 : ἕπεσθαι τὰς φιλοσοφούσας ἀξιοῦμεν, εἰ δύναται θρασείας 17434 2.31.126.80 : ποιεῖν ὁ τὴν αἰδῶ μέγιστον ἀποφαίνων ἀγαθόν· εἰ ζῆν 17435 2.31.126.81 : ἰταμώτερον ἐθίζει ὁ καταστολὴν πλείστην ὑφηγούμενος· 17436 2.31.126.82 : εἰ μὴ διδάσκει σωφρονεῖν ὁ κακὸν ἀποδεικνὺς ἔσχατον 17437 2.31.126.83 : τὴν ἀκολασίαν· εἰ μὴ προτρέπει οἰκονομεῖν ὁ παριστὰς 17438 2.31.126.84 : ἀρετὴν εἶναι τὴν οἰκονομικήν. καὶ στέργειν δὲ ... καὶ αὐτουρ– 17439 2.31.126.85 : γεῖν ὁ τῶν φιλοσόφων λόγος παρακαλεῖ τὴν γυναῖκα. 17440 2.31.127.1 : <20Ξενοφῶντος ἐν δ´ Σωκρατικῶν ἀπομνη– 17441 2.31.127.2 : μονευμάτων>20 (IV 7, 2–10 fin.). 17442 2.31.127.3 : Γεωμετρίαν μέχρι μὲν τούτου ἔφη δεῖν μανθάνειν, 17443 2.31.127.4 : ἕως ἱκανός 〈τις〉 γένοιτο, εἴ ποτε δεήσειε, γῆν μέτρῳ ὀρ– 17444 2.31.127.5 : θῶς ἢ παραλαβεῖν ἢ παραδοῦναι ἢ διανεῖμαι ἢ ἔργον 17445 2.31.127.6 : ἀποδείξασθαι. οὕτω δὲ τοῦτο ῥᾴδιον εἶναι μαθεῖν, ὥστε 17446 2.31.127.7 : τὸν προσέχοντα τὸν νοῦν τῇ μετρήσει ἅμα τήν τε γῆν 17447 2.31.127.8 : ὁπόση ἐστὶν εἰδέναι καὶ ὡς μετρεῖται ἐπιστάμενον ἀπιέναι. 17448 2.31.127.9 : τὸ δὲ μέχρι τῶν δυσξυνέτων διαγραμμάτων γεωμετρίαν 17449 2.31.127.10 : μανθάνειν ἀπεδοκίμαζεν. ὅ τι μὲν γὰρ ὠφελοίη ταῦτα, οὐκ 17450 2.31.127.11 : ἔφη ὁρᾶν· καίτοι οὐκ ἄπειρός γε αὐτῶν ἦν. ἔφη δὲ ἱκανὰ 17451 2.31.127.12 : εἶναι ἀνθρώπου βίον κατατρίβειν καὶ ἄλλων πολλῶν τε 17452 2.31.127.13 : καὶ ὠφελίμων μαθημάτων ἀποκωλύειν. ἐκέλευε δὲ καὶ 17453 2.31.127.14 : ἀστρολογίας ἐμπείρους γίγνεσθαι καὶ ταύτης μέντοι μέχρι 17454 2.31.127.15 : τοῦ νυκτός τε ὥραν καὶ μηνὸς καὶ ἐνιαυτοῦ δύνασθαι 17455 2.31.127.16 : γιγνώσκειν ἕνεκα πορείας τε καὶ πλοῦ καὶ φυλακῆς, καὶ 17456 2.31.127.17 : ὅσα ἄλλα ἢ νυκτὸς ἢ μηνὸς ἢ ἐνιαυτοῦ πράττεται, πρὸς 17457 2.31.127.18 : ταῦτ´ ἔχειν τεκμηρίοις χρῆσθαι, τὰς ὥρας τῶν εἰρημένων 17458 2.31.127.19 : διαγιγνώσκοντας. καὶ ταῦτα δὲ ῥᾴδια εἶναι μαθεῖν παρά 17459 2.31.127.20 : τε νυκτοθηρῶν καὶ κυβερνητῶν καὶ ἄλλων πολλῶν οἷς 17460 2.31.127.21 : ἐπιμελὲς ταῦτα εἰδέναι. τὸ δὲ μέχρι τούτου ἀστρονομίαν 17461 2.31.127.22 : μανθάνειν, μέχρι τοῦ καὶ τὰ 〈μὴ〉 ἐν τῇ αὐτῇ περιφορᾷ 17462 2.31.127.23 : ὄντα καὶ τοὺς πλάνητάς τε καὶ ἀσταθμήτους ἀστέρας 17463 2.31.127.24 : γνῶναι, καὶ τὰς ἀποστάσεις αὐτῶν ἀπὸ τῆς γῆς καὶ τὰς 17464 2.31.127.25 : περιόδους καὶ τὰς αἰτίας αὐτῶν ζητοῦντας κατατρίβεσθαι, 17465 2.31.127.26 : ἰσχυρῶς ἀπέτρεπεν. ὠφέλειαν οὐδεμίαν οὐδ´ ἐν τούτοις 17466 2.31.127.27 : ἔφη ὁρᾶν· καίτοι οὐδὲ τούτων γε ἀνήκοος ἦν· ἔφη δὲ καὶ 17467 2.31.127.28 : ταῦτα ἱκανὰ εἶναι κατατρίβειν ἀνθρώπου βίον καὶ πολλῶν 17468 2.31.127.29 : καὶ ὠφελίμων ἀποκωλύειν. ὅλως δὲ τῶν οὐρανίων, ᾗ 17469 2.31.127.30 : ἕκαστα ὁ θεὸς μηχανᾶται, φρονιστὴν γίγνεσθαι ἀπέτρεπεν· 17470 2.31.127.31 : οὔτε γὰρ εὑρετὰ ἀνθρώποις αὐτὰ ἐνόμιζεν εἶναι οὔτε χαρί– 17471 2.31.127.32 : ζεσθαι θεοῖς ἂν ἡγεῖτο τὸν ζητοῦντα ἃ ἐκεῖνοι σαφηνίσαι 17472 2.31.127.33 : οὐκ ἠβουλήθησαν. κινδυνεῦσαι δ´ ἂν ἔφη καὶ παραφρο– 17473 2.31.127.34 : νῆσαι τὸν ταῦτα μεριμνῶντα οὐδὲν ἧττον ἢ Ἀναξαγόρας 17474 2.31.127.35 : παρεφρόνησεν ὁ μέγιστον φρονήσας ἐπὶ τῷ τὰς τῶν θεῶν 17475 2.31.127.36 : μηχανὰς ἐξηγεῖσθαι. ἐκεῖνος γὰρ λέγων μὲν τὸ αὐτὸ εἶναι 17476 2.31.127.37 : πῦρ τε καὶ ἥλιον ἠγνόει, ὅτι τὸ μὲν πῦρ οἱ ἄνθρωποι 17477 2.31.127.38 : ῥᾳδίως καθορῶσιν, εἰς δὲ τὸν ἥλιον οὐ δύνανται ἀντι– 17478 2.31.127.39 : βλέπειν, καὶ ὑπὸ μὲν τοῦ ἡλίου καταλαμπόμενοι τὰ χρώ– 17479 2.31.127.40 : ματα μελάντερα ἔχουσιν, ὑπὸ δὲ τοῦ πυρὸς οὔ· ἠγνόει 17480 2.31.127.41 : δὲ καὶ ὅτι τῶν ἐκ τῆς γῆς φυομένων ἄνευ ἡλίου αὐγῆς 17481 2.31.127.42 : οὐδὲν δύναται καλῶς αὔξεσθαι, ὑπὸ δὲ τοῦ πυρὸς θερμαι– 17482 2.31.127.43 : νόμενα πάντα ἀπόλλυται· φάσκων δὲ τὸν ἥλιον λίθον 17483 2.31.127.44 : διάπυρον εἶναι καὶ τοῦτο ἠγνόει, ὅτι λίθος μὲν ἐν πυρὶ 17484 2.31.127.45 : ὢν οὔτε λάμπει οὔτε πολὺν χρόνον ἀντέχει, ὁ δὲ ἥλιος 17485 2.31.127.46 : πάντα τὸν χρόνον πάντων λαμπρότατος ὢν διαμένει. ἐκέ– 17486 2.31.127.47 : λευε δὲ καὶ λογισμοὺς μανθάνειν· καὶ τούτων δὲ ὁμοίως 17487 2.31.127.48 : τοῖς ἄλλοις ἐκέλευε φυλάττεσθαι τὴν μάταιον πραγματείαν, 17488 2.31.127.49 : μέχρι δὲ τοῦ ὠφελίμου πάντα καὶ αὐτὸς συνεσκόπει καὶ 17489 2.31.127.50 : συνδιεξῄει τοῖς συνοῦσι. προύτρεπε δὲ σφόδρα καὶ ὑγιείας 17490 2.31.127.51 : ἐπιμελεῖσθαι τοὺς συνόντας παρά τε τῶν εἰδότων μανθά– 17491 2.31.127.52 : νοντας ὅσα ἐνδέχοιτο καὶ ἑαυτῷ ἕκαστον προσέχοντα διὰ 17492 2.31.127.53 : παντὸς τοῦ βίου, τί βρῶμα ἢ τί πῶμα ἢ ποῖος πόνος 17493 2.31.127.54 : συμφέροι αὐτῷ, καὶ πῶς τούτοις χρώμενος ὑγιεινότατα 17494 2.31.127.55 : 〈ἂν〉 διάγοι. τοῦ γὰρ οὕτω προσέχοντος ἑαυτῷ ἔργον ἔφη 17495 2.31.127.56 : εἶναι εὑρεῖν ἰατρὸν τὰ πρὸς ὑγίειαν συμφέροντα αὐτῷ 17496 2.31.127.57 : μᾶλλον διαγιγνώσκοντα ἑαυτοῦ. εἰ δέ τις μᾶλλον ἢ κατὰ 17497 2.31.127.58 : τὴν ἀνθρωπίνην σοφίαν ὠφελεῖσθαι βούλοιτο, συνεβούλευε 17498 2.31.127.59 : μαντικῆς ἐπιμελεῖσθαι. τὸν γὰρ εἰδότα, δι´ ὧν 〈οἱ〉 θεοὶ 17499 2.31.127.60 : τοῖς ἀνθρώποις περὶ τῶν πραγμάτων σημαίνουσιν, οὐδέ– 17500 2.31.127.61 : ποτε ἔρημον ἔφη γίγνεσθαι συμβουλῆς θεῶν. 17501 2.31.128.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τῆς πρὸς Ἀγησίλαον ἐπι– 17502 2.31.128.2 : στολῆς>20 ( 7 p. 790 ap. Herch. Epistol. Gr.). 17503 2.31.128.3 : Ἀπέστειλάς μοι δεόμενος παρὰ σὲ ἰέναι, φάσκων ἐθέ– 17504 2.31.128.4 : λειν περὶ τοῦ υἱέος συμβουλεύεσθαι, ὅπῃ τε καὶ ὅπως 17505 2.31.128.5 : σῴζων τὰ Λακωνικὰ ἔθη καὶ ξενικῶν παιδευμάτων κοι– 17506 2.31.128.6 : νωνήσει· κάμνω δὲ οὐ μετρίως κἀγώ· καὶ γὰρ τῆς ἡλικίας, 17507 2.31.128.7 : ὥσπερ οἶσθα, πόρρω ἥκω καὶ οἱ ἰατροὶ εὐθυμίας πέρι φρον– 17508 2.31.128.8 : τίζουσιν, ὡς ἐμοῦ βουλευομένου ἄλλο τι ἢ ζωὴν δικαίαν 17509 2.31.128.9 : αἱρουμένου θάνατόν τε μέχρι μὴ αἰσχρός ἐστι τιμῶντος· 17510 2.31.128.10 : ἀλλ´ εἰ μὲν σῳζοίμεθα, ἅπερ ἐπέστειλα [διὰ στόματος] καὶ 17511 2.31.128.11 : συγγινομένων ἀκούσῃ ἡμῶν· εἰ δέ τι 〈τῶν〉 εἰωθότων γέ– 17512 2.31.128.12 : νοιτο κακόν, τότε σοι δίδαγμα ἔστω ἡ ἐπιστολὴ φράζουσα 17513 2.31.128.13 : ὑπὲρ ὧν μαθεῖν ἐβουλήθης. Νόμος μὲν 〈ὁ〉 πρὸς τὸ εἰκὸς 17514 2.31.128.14 : ἄγων, ὦ Ἀγησίλαε, ἀνθρώπου δόγμα πάντως· παντὸς δὲ 17515 2.31.128.15 : ἀμείνων ὃν Λυκοῦργος εὗρε· νόθα δὲ ἐπὶ νόθοις θηρεύειν 17516 2.31.128.16 : κενὸς ὁ πόνος. Μηθὲν οὖν ἀνθρώπινον παίδευμα τῷ 17517 2.31.128.17 : παιδὶ πρόσφερε, ἴθι δὲ ἐπὶ τὸν δεύτερον μὲν ἀναγεγραμ– 17518 2.31.128.18 : μένον, πρῶτον δὲ καὶ μόνον ἐν θεοῖς κείμενον, ὅς ἐστι 17519 2.31.128.19 : νοῦς ἐπιστήμων 〈ἀεὶ〉 κατὰ ταὐτὰ ὡσαύτως ἔχων. Πόθεν 17520 2.31.128.20 : δέ, ὦ γενναῖε, φήσεις, ἔστι τοῦτον λαβεῖν; Παρὰ φιλοσό– 17521 2.31.128.21 : φων ἀνδρῶν, οὓς θείους λέγων ὅσι´ ἂν εἴποιμι. Τούτων 17522 2.31.128.22 : γὰρ νόμος οὐδεὶς ἄρχει γραφεὶς ὑπὸ φαύλων ἀνδρῶν δόξῃ 17523 2.31.128.23 : ψευδεῖ ἐπικεχρωσμένος, τὸ δὲ ξυγγενὲς τῆς φύσεως ἄγει 17524 2.31.128.24 : πρὸς τὰ κρείττω μαθήματα· 〈οὐδὲ〉 φεύξῃ φωραθεὶς παρα– 17525 2.31.128.25 : νόμων δίκην· οὐ γὰρ ἀνθρωπίνων νόμων ἐραστὴς ἁλώσῃ, 17526 2.31.128.26 : οὐδὲ ξενικῶν ἔσῃ ἐπαινέτης, θείων δὲ καὶ αἰωνίων παν– 17527 2.31.128.27 : τὸς πάντῃ ἀξιομαθητοτέρων εἶναι νομιζομένων. Ὁδὸς 17528 2.31.128.28 : μὲν οὖν ὧδέ σοι δεδηλώσθω· δύναμαι δέ σοι ἀφηγήσασθαι, 17529 2.31.128.29 : ὅσα ἀρετῆς ἔρωτα ἐμβάλλει, τὰ δὲ μείζω καὶ πλείω κρειτ– 17530 2.31.128.30 : τόνων ἂν εἴη. Τροφὴ μὲν οὖν ἔστω σώματος ἥπερ ἐν 17531 2.31.128.31 : Λάκωσι· ψυχῆς δὲ νέας καὶ ἀρτιφυοῦς λόγοι ὁδὰς ἔχοντες 17532 2.31.128.32 : ἀνδρῶν ἐπ´ ἀρετῇ τὸν βίον διενηνοχότων· παιδιαὶ δὲ 17533 2.31.128.33 : ἄκοσμοι ἢ μῦθοι γραῶν ἐμβάλλοντες φρόνημα ταπεινὸν 17534 2.31.128.34 : ἀπίτωσαν· τὸ δὲ πλέον ἔστω σὺν ἀνδράσι σώφροσιν, ἔνθα 17535 2.31.128.35 : ὅμοια ὄψεται ἴσα τε ἀκούσεται. Πέφυκε δὲ πάντων μὲν 17536 2.31.128.36 : ζῴων κρατεῖν τὸ ἔθος, παντὸς δὲ μᾶλλον ἀνθρώπου. Κιν– 17537 2.31.128.37 : δυνεύομεν δέ, ὦ Ἀγησίλαε, μιμηταὶ εἶναι τῶν λεγομένων 17538 2.31.128.38 : τε καὶ δρωμένων. 17539 2.31.129.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Σοφιστοῦ>20 (p. 227D–230E). 17540 2.31.129.2 : Δύο μὲν εἴδη κακίας περὶ ψυχὴν ῥητέον. {—}Ποῖα; {—} 17541 2.31.129.3 : Τὸ μὲν οἷον νόσον ἐν σώματι, τὸ δ´ οἷον αἶσχος ἐγγιγνό– 17542 2.31.129.4 : μενον. {—}Οὐκ ἔμαθον. {—}Νόσον ἴσως καὶ στάσιν οὐ 17543 2.31.129.5 : ταὐτὸν νενόμικας. {—}Οὐδ´ αὖ πρὸς τοῦτο ἔχω τί χρή με 17544 2.31.129.6 : ἀποκρίνασθαι. {—}Πότερον ἄλλο τι στάσιν ἡγούμενος ἢ 17545 2.31.129.7 : τὴν τοῦ φύσει ξυγγενοῦς ἔκ τινος διαφορᾶς διαφθοράν; 17546 2.31.129.8 : {—}Οὐδέν. {—}Ἀλλ´ αἶσχος ἄλλο τι πλὴν τὸ τῆς ἀμετρίας 17547 2.31.129.9 : πανταχοῦ δυσειδὲς ἓν ὂν γένος; {—}Οὐδαμῶς ἄλλο. {—}Τί 17548 2.31.129.10 : δέ; ἐν ψυχῇ δόξας ἐπιθυμίαις καὶ θυμὸν ἡδοναῖς καὶ 17549 2.31.129.11 : λόγον λύπαις καὶ πάντ´ ἀλλήλοις ταῦτα τῶν φλαύρως 17550 2.31.129.12 : ἐχόντων οὐκ ᾐσθήμεθα διαφερόμενα; {—}Καὶ σφόδρα γε. 17551 2.31.129.13 : {—}Ξυγγενῆ γε μὴν ἐξ ἀνάγκης ξύμπαντα γέγονε. {—}Πῶς 17552 2.31.129.14 : γὰρ οὔ; {—}Στάσιν ἄρα καὶ νόσον τῆς ψυχῆς πονηρίαν 17553 2.31.129.15 : λέγοντες ὀρθῶς ἐροῦμεν. {—}Ὀρθότατα μὲν οὖν. {—}Τί δ´; 17554 2.31.129.16 : ὅσα κινήσεως μετασχόντα καὶ σκοπόν τινα θέμενον πει– 17555 2.31.129.17 : ρώμενα τούτου τυγχάνειν καὶ καθ´ ἑκάστην ὁρμὴν παρά– 17556 2.31.129.18 : φορα αὐτοῦ γίγνεται καὶ ἀποτυγχάνει, πότερον αὐτὰ φή– 17557 2.31.129.19 : σομεν ὑπὸ συμμετρίας τῆς πρὸς ἄλληλα ἢ τοὐναντίον ὑπὸ 17558 2.31.129.20 : ἀμετρίας αὐτὰ πάσχειν; {—}Δῆλον ὡς ὑπὸ ἀμετρίας. {—} 17559 2.31.129.21 : Ἀλλὰ μὴν ψυχήν γε ἴσμεν ἄκουσαν πᾶσαν πᾶν ἀγνοοῦσαν. 17560 2.31.129.22 : {—}Σφόδρα γε. {—}Τό γε μὴν ἀγνοεῖν ἔστιν ἐπ´ ἀλήθειαν 17561 2.31.129.23 : ὁρμωμένης ψυχῆς, παραφόρου ξυνέσεως γιγνομένης, οὐδὲν 17562 2.31.129.24 : ἄλλο πλὴν παραφροσύνη. {—}Πάνυ μὲν οὖν. {—}Ψυχὴν 17563 2.31.129.25 : ἄρα ἀνόητον αἰσχρὰν καὶ ἄμετρον θετέον. {—}Ἔοικεν. {—} 17564 2.31.129.26 : Ἔστι δὴ δύο ταῦτα, ὡς φαίνεται, κακῶν ἐν αὐτῇ γένη, τὸ 17565 2.31.129.27 : μὲν πονηρία καλούμενον ὑπὸ τῶν πολλῶν, νόσος αὐτῆς 17566 2.31.129.28 : σαφέστατα ὄν. {—}Ναί. {—}Τὸ δέ γε ἄγνοιαν μὲν καλοῦσι, 17567 2.31.129.29 : κακίαν δὲ αὐτὸ ἐν ψυχῇ μόνον γιγνόμενον οὐκ ἐθέλουσιν 17568 2.31.129.30 : ὁμολογεῖν. {—}Κομιδῇ συγχωρητέον, ὃ δὴ νῦν λέξαντος 17569 2.31.129.31 : ἠμφεγνόησά σου, τὸ δύο εἶναι γένη κακίας ἐν ψυχῇ, καὶ 17570 2.31.129.32 : δειλίαν μὲν καὶ ἀκολασίαν καὶ ἀδικίαν ξύμπαντα ἡγητέον 17571 2.31.129.33 : νόσον ἐν ἡμῖν, τὸ δὲ τῆς πολλῆς καὶ παντοδαπῆς ἀγνοίας 17572 2.31.129.34 : πάθος αἶσχος θετέον. {—}Οὐκοῦν ἔν γε σώματι περὶ δύο 17573 2.31.129.35 : παθήματε ταὐτὼ δύο τέχνα τινὲ ἐγενέσθην; {—}Τίνε τού– 17574 2.31.129.36 : τω; {—}Περὶ μὲν αἶσχος γυμναστική, περὶ δὲ νόσον ἰατρι– 17575 2.31.129.37 : κή. {—}Φαίνεται. {—}Οὐκοῦν καὶ περὶ μὲν ὕβριν καὶ ἀδι– 17576 2.31.129.38 : κίαν καὶ δειλίαν ἡ κολαστικὴ πέφυκε τεχνῶν μάλιστα δὴ 17577 2.31.129.39 : πασῶν προσήκουσα δίκη; {—}Τὸ γοῦν εἰκός, ὡς εἰπεῖν 17578 2.31.129.40 : κατὰ τὴν ἀνθρωπίνην δόξαν. {—}Τί δέ; περὶ ξύμπασαν 17579 2.31.129.41 : ἄγνοιαν μῶν ἄλλην τινὰ ἢ διδασκαλικὴν ὀρθότερον εἴποι 17580 2.31.129.42 : τις ἄν; {—}Οὐδεμίαν. {—}Φέρε δή· διδασκαλικῆς δὲ ἆρα 17581 2.31.129.43 : ἓν μόνον γένος φατέον ἢ πλείω, δύο δέ τινε αὐτῆς εἶναι 17582 2.31.129.44 : μεγίστω; σκόπει. {—}Σκοπῶ. {—}Καί μοι δοκοῦμεν τῇδε 17583 2.31.129.45 : ἄν πῃ τάχιστα εὑρεῖν. {—}Πῇ; {—}Τὴν ἄγνοιαν ἰδόντες 17584 2.31.129.46 : εἴ πῃ κατὰ μέσον αὕτη τομὴν ἔχει τινά. διπλῆ γὰρ αὕτη 17585 2.31.129.47 : γιγνομένη δῆλον ὅτι καὶ τὴν διδασκαλικὴν δύο ἀναγκάζει 17586 2.31.129.48 : μόρια ἔχειν, ἓν ἐφ´ ἑνὶ τῶν αὐτῆς ἑκατέρῳ. {—}Τί οὖν; 17587 2.31.129.49 : καταφανές πῄ σοι τὸ νῦν ζητούμενον; {—}Ἀγνοίας δ´ οὖν 17588 2.31.129.50 : μέγα τί μοι δοκῶ καὶ χαλεπὸν ἀφοριζόμενον ὁρᾶν εἶδος, 17589 2.31.129.51 : πᾶσι τοῖς ἄλλοις αὐτῆς ἀντισταθμοῦν μέρεσι. {—}Ποῖον 17590 2.31.129.52 : δή; {—}Τὸ μὴ κατειδότα τι δοκεῖν εἰδέναι· δι´ οὗ κινδυ– 17591 2.31.129.53 : νεύει πάντα ὅσα διανοίᾳ σφαλλόμεθα γίγνεσθαι πᾶσιν. 17592 2.31.129.54 : {—}Ἀληθῆ. {—}Καὶ δὴ καὶ τούτῳ γε οἶμαι μόνῳ τῆς 17593 2.31.129.55 : ἀγνοίας ἀμαθίαν τοὔνομα προσρηθῆναι. {—}Πάνυ γε. {—} 17594 2.31.129.56 : Τί δὲ δὴ 〈τῷ〉 τῆς διδασκαλικῆς ἄρα μέρει τῷ τοῦτο ἀπαλ– 17595 2.31.129.57 : λάττοντι λεκτέον; {—}Οἶμαι μὲν, ὦ ξένε, τὸ μὲν ἄλλο 17596 2.31.129.58 : δημιουργικὰς διδασκαλίας, τοῦτο δὲ ἐνθάδε γε παιδείαν 17597 2.31.129.59 : ὑφ´ ἡμῶν κεκλῆσθαι. {—}Καὶ γὰρ σχεδόν, ὦ Θεαίτητε, ἐν 17598 2.31.129.60 : πᾶσιν Ἕλλησιν. ἀλλὰ γὰρ ἡμῖν καὶ τοῦτο ἐπισκεπτέον, 17599 2.31.129.61 : εἰ ἄτομόν ἐστιν ἤδη πᾶν ἤ τινα ἔχει διαίρεσιν ἀξίαν 17600 2.31.129.62 : ἐπωνυμίας. {—}Οὐκοῦν χρὴ σκοπεῖν. {—}Δοκεῖ τοίνυν μοι 17601 2.31.129.63 : κατὰ τοῦτο ἔτι πῃ σχίζεσθαι. {—}Κατὰ τί; {—}Τῆς ἐν τοῖς 17602 2.31.129.64 : λόγοις διδασκαλικῆς ἡ μὲν τραχυτέρα τις ἔοικεν ὁδὸς εἶναι, 17603 2.31.129.65 : τὸ δὲ ἕτερον μόριον αὐτῆς λειότερον. {—}Τὸ ποῖον δὴ 17604 2.31.129.66 : τούτων ἑκάτερον λέγωμεν; {—}〈Τὸ μὲν〉 ἀρχαιοπρεπές 17605 2.31.129.67 : τι πάτριον, ᾧ πρὸς τοὺς υἱεῖς μάλιστ´ ἐχρῶντό τε καὶ 17606 2.31.129.68 : ἔτι πολλοὶ χρῶνται τὰ νῦν, ὅταν αὐτοῖς ἐξαμαρτάνωσί τι, 17607 2.31.129.69 : τὰ μὲν χαλεπαίνοντες, τὰ δὲ μαλθακωτέρως παραμυθού– 17608 2.31.129.70 : μενοι· τὸ δ´ οὖν ξύμπαν αὐτὸ ὀρθότατα εἴποι τις ἂν 17609 2.31.129.71 : νουθετητικήν. {—}Ἔστιν οὕτω. {—}Τὸ δέ γε εἴξασί τινες 17610 2.31.129.72 : αὖ λόγον ἑαυτοῖς δόντες ἡγήσασθαι πᾶσαν ἀκούσιον ἀμα– 17611 2.31.129.73 : θίαν εἶναι, καὶ μαθεῖν οὐδέν ποτ´ ἂν ἐθέλειν τὸν οἰόμενον 17612 2.31.129.74 : 〈σοφὸν εἶναι〉 τούτων 〈ὧν〉 οἴοιτο πέρι δεινὸς εἶναι, μετὰ 17613 2.31.129.75 : δὲ πολλοῦ πόνου τὸ νουθετητικὸν εἶδος τῆς παιδείας 17614 2.31.129.76 : σμικρὸν ἀνύτειν. {—}Ὀρθῶς γε νομίζοντες. {—}Τῷ τοι ταύτης 17615 2.31.129.77 : τῆς δόξης ἐπὶ ἐκβολὴν ἄλλῳ τρόπῳ στέλλονται. {—}Τίνι 17616 2.31.129.78 : δή; {—}Διερωτῶσιν ὧν ἂν οἴηταί τίς τι πέρι λέγειν λέγων 17617 2.31.129.79 : μηδέν· εἶθ´ ἅτε πλανωμένων τὰς δόξας ῥᾳδίως ἐξετάζουσι, 17618 2.31.129.80 : καὶ συνάγουσι δὴ τοῖς λόγοις εἰς ταὐτόν τε τιθέασι παρ´ 17619 2.31.129.81 : ἀλλήλας, τιθέντες δ´ ἐπιδεικνύουσιν αὐτὰς αὑταῖς ἅμα 17620 2.31.129.82 : περὶ τῶν αὐτῶν πρὸς τὰ αὐτὰ κατὰ ταὐτὰ ἐναντίας· οἱ 17621 2.31.129.83 : δὲ ὁρῶντες ἑαυτοῖς μὲν χαλεπαίνουσι, πρὸς δὲ τοὺς ἄλλους 17622 2.31.129.84 : ἡμεροῦνται καὶ τούτῳ δὴ τῷ τρόπῳ τῶν περὶ αὐτοὺς μεγά– 17623 2.31.129.85 : λων καὶ σκληρῶν δοξῶν ἀπαλλάττονται πασῶν ἀπαλλαγῶν 17624 2.31.129.86 : ἀκούειν τε ἡδίστην καὶ τῷ πάσχοντι βεβαιότατα γιγνο– 17625 2.31.129.87 : μένην. νομίζοντες γάρ, ὦ παῖ φίλε, οἱ καθαίροντες αὐτούς, 17626 2.31.129.88 : ὥσπερ οἱ περὶ τὰ σώματα ἰατροὶ νενομίκασι μὴ πρότερον 17627 2.31.129.89 : ἂν τῆς προσφερομένης τροφῆς ἀπολαύειν δύνασθαι σῶμα, 17628 2.31.129.90 : πρὶν 〈ἂν〉 τὰ ἐμποδίζοντα ἐντός τις ἐκβάλῃ, ταὐτὸν καὶ 17629 2.31.129.91 : περὶ ψυχῆς διενοήθησαν ἐκεῖνοι, μὴ πρότερον αὐτὴν ἕξειν 17630 2.31.129.92 : τῶν προσφερομένων μαθημάτων ὄνησιν, πρὶν ἂν ἐλέγχων 17631 2.31.129.93 : τις τὸν ἐλεγχόμενον εἰς αἰσχύνην καταστήσας, τὰς τοῖς 17632 2.31.129.94 : μαθήμασιν ἐμποδίους δόξας ἐξελών, καθαρὸν ἀποφήνῃ καὶ 17633 2.31.129.95 : ταῦτα ἡγούμενον, ἅπερ οἶδεν, εἰδέναι μόνα, πλείω δὲ μή. {—} 17634 2.31.129.96 : Βελτίστη γοῦν καὶ σωφρονεστάτη τῶν ἕξεων αὕτη. {—}Διὰ 17635 2.31.129.97 : ταῦτα δὴ πάντα ἡμῖν, ὦ Θεαίτητε, καὶ τὸν ἔλεγχον λεκτέον 17636 2.31.129.98 : ὡς ἄρα μεγίστη καὶ κυριωτάτη τῶν καθάρσεών ἐστι, καὶ τὸν 17637 2.31.129.99 : ἀνέλεγκτον αὖ νομιστέον, ἂν καὶ τυγχάνῃ βασιλεὺς ὁ μέγας 17638 2.31.129.100 : ὤν, τὰ μέγιστα ἀκάθαρτον ὄντα, ἀπαίδευτόν τε καὶ αἰσχρὸν 17639 2.31.129.101 : γεγονέναι ταῦτα, ἃ καθαρώτατον καὶ κάλλιστον ἔπρεπε 17640 2.31.129.102 : τὸν ὄντως ἐσόμενον εὐδαίμονα εἶναι. 17641 2.31.130.1 : <20Ξενοφῶντος>20 (Cyneg. XII 14–17). 17642 2.31.130.2 : Παίδευσις γὰρ καλὴ διδάσκει χρῆσθαι νόμοις καὶ 17643 2.31.130.3 : λέγειν περὶ τῶν δικαίων καὶ ἀκούειν. οἱ μὲν οὖν παρα– 17644 2.31.130.4 : σχόντες ἑαυτοὺς ἐπὶ τὸ μοχθεῖν τε καὶ διδάσκεσθαι αὐτοὶ 17645 2.31.130.5 : μὲν μαθήσεις καὶ ἐπιπόνους μελέτας ἔχουσι, σωτηρίαν δὲ 17646 2.31.130.6 : ταῖς αὑτῶν πόλεσιν· οἱ δὲ μὴ θέλοντες διὰ τὸ ἐπίπονον 17647 2.31.130.7 : διδάσκεσθαι, ἀλλ´ ἐν ἡδοναῖς ἀκαίροις διάγειν, φύσει οὗτοι 17648 2.31.130.8 : κάκιστοι· οὔτε γὰρ νόμοις οὔτε λόγοις ἀγαθοῖς πείθονται· 17649 2.31.130.9 : οὐ γὰρ εὑρίσκουσι διὰ τὸ μὴ πονεῖν οἷον χρὴ τὸν ἀγαθὸν 17650 2.31.130.10 : εἶναι· ὥστε οὔτε θεοσεβεῖς δύναιντ´ ἂν εἶναι οὔτε σοφοί. 17651 2.31.130.11 : τῷ τε ἀπαιδεύτῳ χρώμενοι πολλὰ ἐπιτιμῶσι τοῖς πεπαι– 17652 2.31.130.12 : δευμένοις. διὰ μὲν οὖν τούτων οὐδὲν ἂν καλῶς ἔχοι· 17653 2.31.130.13 : διὰ δὲ τῶν ἀμεινόνων ἅπασαι 〈αἱ〉 ὠφέλειαι τοῖς ἀνθρώ– 17654 2.31.130.14 : ποις εὕρηνται· ἀμείνους δὲ οἱ θέλοντες πονεῖν. 17655 2.32.t.1 : {1Ὅτι κάλλιστον ἡ φιλία τῶν ἀγαθῶν.}1 17656 2.32.1.1 : deest. 17657 2.33.t.1 : {1Ὅτι ἡ ὁμοιότης τῶν τρόπων φιλίαν ἀπεργάζεται.}1 17658 2.33.1.1 : <20Εὐριπίδου>20 (fr. 809 N.). 17659 2.33.1.2 : Ὅστις δ´ ὁμιλῶν ἥδεται κακοῖς ἀνήρ, 17660 2.33.1.3 : οὐ πώποτ´ ἠρώτησα, γιγνώσκων ὅτι 17661 2.33.1.4 : τοιοῦτός ἐστιν, οἷσπερ ἥδεται ξυνών. 17662 2.33.2.1 : <20Εὐριπίδου Βελλεροφόντῃ>20 (fr. 298 N.). 17663 2.33.2.2 : Ἀνὴρ δὲ χρηστὸς χρηστὸν οὐ μισεῖ ποτε, 17664 2.33.2.3 : κακῷ κακὸς δὲ συντέτηκεν ἡδοναῖς· 17665 2.33.2.4 : φιλεῖ δὲ θοὑμόφυλον ἀνθρώπους ἄγειν. 17666 2.33.3.1 : <20Εὐριπίδου Πελιάσιν>20 (fr. 612 N.). 17667 2.33.3.2 : 〈Ὁ〉 γὰρ ξυνὼν κακὸς 〈μὲν〉 ἢν τύχῃ γεγὼς 17668 2.33.3.3 : τοιούσδε τοὺς ξυνόντας ἐκπαιδεύεται, 17669 2.33.3.4 : χρηστοὺς δ´ ὁ χρηστός· ἀλλὰ τὰς ὁμιλίας 17670 2.33.3.5 : ἐσθλὰς διώκειν, ὦ νέοι, σπουδάζετε. 17671 2.33.4.1 : <20Μενάνδρου>20 (Com. IV p. 324, fr. inc. 468). 17672 2.33.4.2 : Ἡ τῶν ὁμοίων αἵρεσις μάλιστά πως 17673 2.33.4.3 : τὴν τοῦ βίου σύγκρασιν ὁμόνοιαν ποιεῖ. 17674 2.33.5.1 : <20Εὐριπίδου Ἀντιγόνῃ>20 (fr. 160 N.). 17675 2.33.5.2 : Νέοι νέοισι συννοσοῦσι τἄφρονα. 17676 2.33.6.1 : <20Μενάνδρου Περικειρομένῃ>20 (Com. IV p. 185, fr. 1). 17677 2.33.6.2 : 〈Οὕ〉τω ποθεινόν ἐστιν ὁμότροπος φίλος. 17678 2.33.7.1 : <20Μενάνδρου>20 (Com. l. s. s. fr. 2). 17679 2.33.7.2 : Οὐδείς ἐστί μοι 17680 2.33.7.3 : ἀλλότριος, ἂν ᾖ χρηστός· ἡ φύσις μία 17681 2.33.7.4 : πάντων, τὸ δ´ οἰκεῖον συνίστησιν τρόπος. 17682 2.33.8.1 : <20Ὁμήρου>20 (ρ 218). 17683 2.33.8.2 : Ὡς αἰεὶ τὸν ὁμοῖον ἄγει θεὸς ὡς τὸν ὁμοῖον. 17684 2.33.9.1 : <20Δημοκρίτου>20 (fr. mor. 153 Mullach.). 17685 2.33.9.2 : Ὁμοφροσύνη φιλίην ποιέει. 17686 2.33.10.1 : <20Διογένης>20 ἐρωτηθείς, τί ἐστι φίλος, „μία ψυχή, 17687 2.33.10.2 : 〈ἔφη,〉 ἐν δυσὶ σώμασι κειμένη“. 17688 2.33.11.1 : 〈<20Θουκυδίδου>20 (III 10).〉 17689 2.33.11.2 : Εἰδότες οὔτε φιλίαν ἰδιώταις βεβαίαν γιγνομένην οὔτε 17690 2.33.11.3 : κοινωνίαν πόλεσιν, εἰ μὴ μετὰ ἀρετῆς δοκούσης ἐς ἀλλή– 17691 2.33.11.4 : λους γίγνοιντο καὶ τἆλλα ὁμοιότροποι εἶεν· ἐν γὰρ τῷ διαλ– 17692 2.33.11.5 : λάσσοντι τῆς γνώμης καὶ αἱ διαφοραὶ τῶν ἔργων καθί– 17693 2.33.11.6 : στανται. 17694 2.33.12.1 : <20Ἀριστοτέλους.>20 17695 2.33.12.2 : Ὥσπερ ὁ οἶνος κίρναται τοῖς τῶν πινόντων τρόποις, 17696 2.33.12.3 : οὕτω καὶ ἡ φιλία τοῖς τῶν χρωμένων ἤθεσι. 17697 2.33.13.1 : <20Πυθαγόρας>20 ἐρωτηθείς, τί ἐστι φίλος, ἀπεκρίνατο· 17698 2.33.13.2 : „Ἄλλος ἐγώ“. 17699 2.33.14.1 : Τὴν φιλίαν ἔφη ἰσότητα εἶναι. 17700 2.33.15.1 : <20Ἰάμβλιχος Μακεδονίῳ περὶ Ὁμονοίας.>20 17701 2.33.15.2 : Ἡ ὁμόνοια, καθάπερ αὐτὸ τὸ ὄνομα βούλεται ἐνδείκ– 17702 2.33.15.3 : νυσθαι, συναγωγὴν ὁμοίου τοῦ νοῦ κοινωνίαν τε καὶ ἕνωσιν 17703 2.33.15.4 : ἐν ἑαυτῇ συνείληφεν· ἀφορμηθεῖσα δὴ οὖν ἐντεῦθεν ἐπὶ 17704 2.33.15.5 : πόλεις καὶ οἴκους, κοινούς τε συλλόγους πάντας καὶ ἰδίους 17705 2.33.15.6 : [οἴκους], φύσεις τε καὶ συγγενείας πάσας ἐπιπορεύεται, 17706 2.33.15.7 : κοινάς τε καὶ ἰδίας ὡσαύτως· ἔτι δὲ περιέχει καὶ τὴν ἑνὸς 17707 2.33.15.8 : ἑκάστου πρὸς ἑαυτὸν ὁμογνωμοσύνην· ὑφ´ ἑνὸς μὲν γάρ 17708 2.33.15.9 : τις νοήματος καὶ μιᾶς γνώμης κυβερνώμενος ὁμονοεῖ πρὸς 17709 2.33.15.10 : ἑαυτόν, διχογνωμονῶν δὲ πρὸς ἑαυτὸν καὶ ἀνόμοια λογι– 17710 2.33.15.11 : ζόμενος διαστασιάζει· καὶ ὁ μὲν ἐπὶ τῆς ἀεὶ αὐτῆς ἐπι– 17711 2.33.15.12 : μένων διανοήσεως ὁμοφροσύνης ἐστὶ πλήρης· ὁ δὲ ἄστα– 17712 2.33.15.13 : τος τοῖς λογισμοῖς καὶ ἄλλοτε ἐπ´ ἄλλην δόξην φερόμενος 17713 2.33.15.14 : ἀστάθμητός ἐστι καὶ πολέμιος πρὸς ἑαυτόν. 17714 2.33.15a.1 : 〈<20Πλάτωνος>20 (Leg. VIII p. 837B).〉 17715 2.33.15a.2 : Φιλία ἡ μὲν ἀπὸ ἐναντίων δεινὴ καὶ ἀγρία καὶ τὸ 17716 2.33.15a.3 : κοινὸν οὐ πολλάκις ἔχουσα ἐν ἡμῖν, ἡ δ´ ἐκ τῶν ὁμοίων 17717 2.33.15a.4 : ἥμερός τε καὶ κοινὴ διὰ βίου. 17718 2.33.16.1 : <20Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδρου>20 (p. 255B). 17719 2.33.16.2 : 〈Οὐ〉 γὰρ δή ποτε εἵμαρται κακὸν κακῷ φίλον οὐδ´ 17720 2.33.16.3 : ἀγαθὸν μὴ φίλον ἀγαθῷ εἶναι. 17721 2.34.t.1 : {1Ὅτι χρὴ ἐν ταῖς δυστυχίαις καὶ τοῖς κινδύνοις 17722 2.34.t.2 : μὴ περιορᾶν τοὺς φίλους.}1 17723 2.34.1.1 : deest. 17724 2.35.t.1 : {1Ὅτι οὐ χρὴ συναδικεῖν τοῖς φίλοις.}1 17725 2.35.1.1 : deest. 17726 2.36.t.1 : {1Περὶ γνησίων καὶ ἀβεβαίων φίλων.}1 17727 2.36.1.1 : deest. 17728 2.37.t.1 : {1Ὅτι χρὴ ταχείας ποιεῖσθαι τὰς πρὸς τοὺς φίλους 17729 2.37.t.2 : διαλλαγὰς τὰ ἁμαρτήματα αὐτῶν ῥαῖον φέρον– 17730 2.37.t.3 : τας μετὰ τῆς ἀμνηστίας.}1 17731 2.37.1.1 : deest. 17732 2.38.t.1 : {1Ὅτι ἐν ταῖς ἀτυχίαις τοὺς γνησίους τῶν φίλων 17733 2.38.t.2 : διαγινώσκομεν.}1 17734 2.38.1.1 : deest. 17735 2.39.t.1 : {1Φιλικὰ παραγγέλματα.}1 17736 2.39.1.1 : deest. 17737 2.40.t.1 : {1Περὶ ἔχθρας καὶ τοῦ ὁποῖόν τινα χρὴ εἶναι πρὸς 17738 2.40.t.2 : τοὺς ἐχθρούς.}1 17739 2.40.1.1 : deest. 17740 2.41.t.1 : {1Περὶ τοῦ πῶς ἔστιν ἀπ´ ἐχθρῶν ὠφεληθῆναι.}1 17741 2.41.1.1 : deest. 17742 2.42.t.1 : {1Περὶ τοῦ εὐεργετεῖν.}1 17743 2.42.1.1 : deest. 17744 2.43.t.1 : {1Ὅτι μείζων ἡ χάρις ἐν καιρῶι δοθεῖσα.}1 17745 2.43.1.1 : deest. 17746 2.44.t.1 : {1Περὶ τοῦ ἀντευεργετεῖν.}1 17747 2.44.1.1 : deest. 17748 2.45.t.1 : {1Ὅτι τοὺς πονηροὺς οὐ χρὴ εὖ ποιεῖν οὐδὲ παρ´ 17749 2.45.t.2 : αὐτῶν εὐεργετεῖσθαι.}1 17750 2.45.1.1 : deest. 17751 2.46.t.1 : {1Περὶ ἀχαριστίας.}1 17752 2.46.1.1 : <20Μενάνδρου>20 (Com. IV p. 325, fr. inc. 470). 17753 2.46.1.2 : Ἀχάριστος ἄνθρωπος μὴ νομιζέσθω φίλος· 17754 2.46.1.3 : μήθ´ ὃς πονηρός, κατεχέτω χρηστοῦ τόπον. 17755 2.46.2.1 : <20Σοφοκλέους Οἰδίποδος>20 (Tyr. 611. 612). 17756 2.46.2.2 : Φίλον γὰρ ἐσθλὸν ἐκβαλεῖν ἴσον λέγω 17757 2.46.2.3 : καὶ τὸν παρ´ αὑτῷ βίοτον, ὃν πλεῖστον φιλεῖ. 17758 2.46.3.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ Αἴαντος>20 ( 522–524). 17759 2.46.3.2 : Χάρις χάριν γάρ ἐστιν ἡ τίκτους´ ἀεί. 17760 2.46.3.3 : Ὅτου δ´ ἀπορρεῖ μνῆστις εὖ πεπονθότος, 17761 2.46.3.4 : οὐκ ἂν γένοιτ´ ἔθ´ οὗτος εὐγενὴς ἀνήρ. 17762 2.46.4.1 : 〈<20Τοῦ αὐτοῦ>20 (Ai. 1267).〉 17763 2.46.4.2 : Χάρις διαρρεῖ καὶ προδοῦς´ ἁλίσκεται. 17764 2.46.5.1 : <20Ἀναξανδρίδου>20 (Com. III p. 200, fr. inc. 15). 17765 2.46.5.2 : Οὐχὶ παρὰ πολλοῖς ἡ χάρις τίκτει χάριν. 17766 2.46.6.1 : <20Σοφοκλέους>20 (fr. 735 N.). 17767 2.46.6.2 : Ἀμνήμονος γὰρ ἀνδρὸς ὄλλυται χάρις. 17768 2.46.7.1 : <20Θεοκρίτου>20 (V 38). 17769 2.46.7.2 : Θρέψαι 〈κα〉 λυκιδεῖς, θρέψαι κύνας ὥς ἑ φάγωντι. 17770 2.46.8.1 : <20Μενάνδρου>20 (Com. IV p. 325, fr. inc. 471). 17771 2.46.8.2 : Οὐχὶ τὴν αὐτὴν ἔχει 17772 2.46.8.3 : διάνοιαν αἰτῶν εἷς ἕκαστος καὶ λαβών. 17773 2.46.9.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (Com. IV p. 325, fr. inc. 472, v. 1). 17774 2.46.9.2 : Ἀεὶ δ´ ὁ σωθείς ἐστιν ἀχάριστος φύσει. 17775 2.46.9a.1 : <20Τοῦ αὐτοῦ>20 (l. s. fr. inc. 472, v. 2. 3). 17776 2.46.9a.2 : Ἅμ´ ἠλέηται καὶ τέθνηκεν ἡ χάρις, 17777 2.46.9a.3 : ἣν δεόμενος τότ´ ἀθάνατον σχήσειν ἔφη. 17778 2.46.10.1 : <20Εὐριπίδου Πελιάσιν>20 (fr. 611 N.). 17779 2.46.10.2 : Ἐν τοῖσι μὲν δεινοῖσιν ὡς φίλοι φίλων· 17780 2.46.10.3 : ὅταν δὲ πράξως´ εὖ, διωθοῦνται χάριν, 17781 2.46.10.4 : αὐτοὶ δι´ αὑτοὺς εὐτυχεῖν ἡγούμενοι. 17782 2.46.11.1 : <20Φιλήμονος>20 (Com. IV p. 239, Menandr. fr. inc. 20). 17783 2.46.11.2 : Ὅταν τις ἡμῶν ἀμέριμνον ἔχῃ βίον, 17784 2.46.11.3 : οὐκ ἐπικαλεῖται τὴν τύχην εὐδαίμονα· 17785 2.46.11.4 : ἐπὴν δὲ λύπαις περιπέσῃ καὶ πράγμασιν, 17786 2.46.11.5 : εὐθὺς προσάπτει τῇ τύχῃ τὴν αἰτίαν. 17787 2.46.12.1 : <20Θεόγνιδος>20 (v. 955. 956). 17788 2.46.12.2 : Δείλους εὖ ἔρδοντι δύω κακά· τῶν τε γὰρ αὐτοῦ 17789 2.46.12.3 : χήρωσις κτεάνων καὶ χάρις οὐδεμία. 17790 2.46.13.1 : <20Διογένης>20 ἐρωτηθείς, τί τάχιστα γηράσκει 17791 2.46.13.2 : παρ´ ἀνθρώποις, εἶπε· „Χάρις“. 17792 2.46.14.1 : <20Αἰλιανοῦ>20 (Var. hist. IX 18). 17793 2.46.14.2 : Θεμιστοκλῆς ὁ Νεοκλέους ἑαυτὸν εἴκαζε ταῖς δρυσί, 17794 2.46.14.3 : λέγων ὅτι καὶ ἐκείνας ὑπέρχονται οἱ ἄνθρωποι καὶ δέονται 17795 2.46.14.4 : αὐτῶν, εἰ ὕει, στέγην τὴν ἐκ τῶν κλάδων ποθοῦντες· ὅταν 17796 2.46.14.5 : δὲ οὔσης εὐδίας παρίωσι, τίλλουσιν αὐτὰς καὶ περικλῶσι. 17797 2.46.14.6 : καὶ αὐτὸς οὖν ἔλεγεν ὑπὸ τοῦ δήμου τὰ αὐτὰ πάσχειν. 17798 2.46.15.1 : <20Ἐκ τῆς περὶ φιλίας Ἐπιστολῆς>20 (Plu- 17799 2.46.15.2 : tarch. fragm. XVIII, 16 Dübn.). 17800 2.46.15.3 : Ὡς μέντοι λαμπρόν ἐστιν εὖ ποιεῖν, οὕτως ἀμειπτέον· 17801 2.46.15.4 : ... ἵνα μὴ μόνον ἀχαριστίας ὄφλῃ τις δίκην, ἀλλὰ καὶ βλά– 17802 2.46.15.5 : βους κοινοῦ τῶν εὖ πεισομένων εἰς αὐτοὺς ἑτέρων ἀνα– 17803 2.46.15.6 : κοπῇ πρὸς εὐεργεσίαν. 17804 2.46.16.1 : <20Ἰαμβλίχου Σωπάτρῳ.>20 17805 2.46.16.2 : Φευκτὴ μὲν οὖν ἐστιν ἡ ἀχαριστία δι´ ἑαυτήν· ἀχθε– 17806 2.46.16.3 : σθείη δ´ ἄν τις πρὸς αὐτὴν δικαιότερον, ἐπειδὴ κωλύει 17807 2.46.16.4 : τἀγαθὸν προϊέναι καὶ ἐκφαίνεσθαι, τήν τε χώραν αὐτῶν 17808 2.46.16.5 : παντελῶς ἀνατρέπει καὶ κατακλείει πως εἰς στενὸν τὰς 17809 2.46.16.6 : ἔξω διαφαινομένας τῶν καλῶν ἐνεργείας, ἀποστερεῖ δὲ 17810 2.46.16.7 : καὶ τὸ κοινὸν τῆς θείας βοηθείας πάσης· διὰ τοῦτ´ ἔστι 17811 2.46.16.8 : πάνδεινον. παντὶ 〈δ´〉 ἀνδρὶ παρακελεύομαι πρῶτον, λόγον 17812 2.46.16.9 : ὀρθὸν κατέχειν εὐεργεσιῶν μετὰ φιλίας· δεύτερον, εὐχαρί– 17813 2.46.16.10 : στως τὰς εὐεργεσίας παραλαμβάνειν καὶ προκαλεῖσθαι 17814 2.46.16.11 : τὰς μείζονας εὐποιΐας διὰ τῆς εὐχαριστίας. 17815 2.46.17.1 : <20Θεμιστοκλῆς,>20 διαβαλλόντων αὐτὸν ἐπ´ 17816 2.46.17.2 : ἐκκλησίας τινῶν ὡς εἶδεν τοὺς πολλοὺς ἡδέως ἀκούον– 17817 2.46.17.3 : τας, „κοπιᾶν“, ἔφη, „μοι δοκεῖτε, ἄνδρες Ἀθηναῖοι, εὐερ– 17818 2.46.17.4 : γετούμενοι“· κόπος γὰρ ὡς ἀληθῶς εὐεργεσίας κόρος, δι´ 17819 2.46.17.5 : ὃν συμβαίνει καινότητος ἐπιθυμεῖν. 17820 2.46.18.1 : <20Ἐκ τῶν Ὑψαίου ὑποθηκῶν περὶ τοῦ 17821 2.46.18.2 : εὐεργετεῖν.>20 17822 2.46.18.3 : Οὐδένα μισήσεις ὡς ἀχάριστον, ἐὰν ὡς ἀληθῶς χαρίζῃ. 17823 2.46.18a.1 : Τοὺς μηδεμίαν ὧν ἂν εὖ πάθωσιν ὑπὸ σοῦ χάριν 17824 2.46.18a.2 : ἐκτίνοντας ἄλλοι λεγέτωσαν ἀχαρίστους, σὺ δ´ ἀνοήτους, 17825 2.46.18a.3 : ὅτι τοῦ καλλίστου τῶν ἀγαθῶν οὐ συνιᾶσιν. 17826 2.46.19.1 : Εἰκότως οἱ νομοθέται μόνης ἀχαριστίας δίκας 17827 2.46.19.2 : οὐχ ὁρίζουσιν, ὡς τοῦ μὲν εὖ ποιοῦντος τὴν μεγίστην 17828 2.46.19.3 : ἀμοιβὴν ἐν οἷς ἔτυχεν εὖ ποιῶν ἀπειληφότος, τοῦ δὲ 17829 2.46.19.4 : ἀχαρίστου τὴν ἀξίαν τίνοντος δίκην ἐν ᾧ λανθάνει τῷ 17830 2.46.19.5 : μεγίστῳ κακῷ συνεχόμενος, ἀχαριστίᾳ. 17831 2.46.20.1 : <20Ἀπολλώνιος Ἡρωδιανῷ.>20 17832 2.46.20.2 : Μὴ φεῦγε διὰ τοὺς ἀσημάντους χρήσιμος εἶναι τοῖς 17833 2.46.20.3 : ἀγαθοῖς· ἱκανοὶ γὰρ οὗτοι καὶ τὰς ὑπὲρ ἐκείνων χάριτας 17834 2.46.20.4 : ἀποδοῦναι. 17835 2.46.21.1 : <20Ἀπολλώνιος Νουμηνίῳ.>20 17836 2.46.21.2 : Οὐ παρὰ πολλοῖς ἡ χάρις τίκτει χάριν. 17837 2.46.22.1 : <20Ξενοφῶντος Κύρου παιδείᾳ>20 (I 2, 7). 17838 2.46.22.2 : ... δικάζονται δὲ [οὐχ] ἥκιστα ἀχαριστίας· καὶ ὃν ἂν 17839 2.46.22.3 : γνῶσι δυνάμενον μὲν χάριν ἀποδοῦναι, μὴ ἀποδιδόντα δέ, 17840 2.46.22.4 : κολάζουσι τοῦτον ἰσχυρῶς· οἴονται γὰρ τοὺς ἀχαρίστους 17841 2.46.22.5 : καὶ περὶ θεοὺς ἂν μάλιστα ἀμελῶς ἔχειν καὶ περὶ πατρίδα 17842 2.46.22.6 : καὶ περὶ γονέας καὶ περὶ φίλους· ἕπεσθαι δὲ δοκεῖ μά– 17843 2.46.22.7 : λιστα τῇ ἀχαριστίᾳ 〈ἡ〉 ἀναισχυντία, καὶ γὰρ αὕτη δοκεῖ 17844 2.46.22.8 : εἶναι μεγίστη ἐπὶ πάντα τὰ αἰσχρὰ ἡγεμών. 17845 3.1.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΑΡΕΤΗΣ.}1 17846 3.1.1.1 : Σοφοκλῆς ἐν Ἐριφύλῃ (fr. 195 N. 2). 17847 3.1.1.2 : Ἀρετῆς βέβαιαι δ´ εἰσὶν αἱ κτήσεις μόναι. 17848 3.1.2.1 : Εὐριπίδου ἐξ Ἀνδρομάχης ( 761–764). 17849 3.1.2.2 : Οὔ τοι λείψανα τῶν ἀγαθῶν 17850 3.1.2.3 : ἀνδρῶν ἀφαιρεῖται χρόνος· ἁ δ´ ἀρετὰ 17851 3.1.2.4 : καὶ θανοῦσι λάμπει. 17852 3.1.3.1 : Εὐριπίδου Οἰδίποδος (fr. 542 N. 2). 17853 3.1.3.2 : Οὔ τοι νόμισμα λευκὸς ἄργυρος μόνον 17854 3.1.3.3 : καὶ χρυσός ἐστιν, ἀλλὰ χἁρετὴ βροτοῖς 17855 3.1.3.4 : νόμισμα κεῖται πᾶσιν, ᾗ χρῆσθαι χρεών. 17856 3.1.4.1 : Εὐριπίδου Τημενίδαις (fr. 734 N. 2). 17857 3.1.4.2 : Ἀρετὴ δέ, κἂν θάνῃ τις, οὐκ ἀπόλλυται, 17858 3.1.4.3 : ζῇ δ´ οὐκέτ´ ὄντος σώματος· κακοῖσι δὲ 17859 3.1.4.4 : ἅπαντα φροῦδα συνθανόνθ´ ὑπὸ χθονός. 17860 3.1.5.1 : Εὐριπίδου (Suppl. 914–919). 17861 3.1.5.2 : Αἰσχύνεται δὲ τἀγάθ´ ἀσκήσας ἀνὴρ 17862 3.1.5.3 : κακὸς κεκλῆσθαι πᾶς τις· ἡ δ´ εὐανδρία 17863 3.1.5.4 : διδακτόν, εἴπερ καὶ βρέφος διδάσκεται 17864 3.1.5.5 : λέγειν ἀκούειν θ´, ὧν μάθησιν οὐκ ἔχει. 17865 3.1.5.6 : ἃ δ´ ἂν μάθῃ τις, ταῦτα σῴζεσθαι φιλεῖ 17866 3.1.5.7 : πρὸς γῆρας. οὕτω παῖδας εὖ παιδεύετε. 17867 3.1.6.1 : (Eur. fr. 1029 N. 2) 17868 3.1.6.2 : Οὐκ ἔστιν ἀρετῆς κτῆμα τιμιώτερον. 17869 3.1.6.3 : οὐ γὰρ πέφυκε δοῦλον οὔτε χρημάτων 17870 3.1.6.4 : οὔτ´ ἀσφαλείας οὔτε θωπείας ὄχλου. 17871 3.1.6.5 : ἀρετὴ δ´ ὅσῳ περ μᾶλλον ἂν χρῆσθαι θέλῃς, 17872 3.1.6.6 : τοσῷδε μᾶλλον αὔξεται τελουμένη. 17873 3.1.7.1 : Σοφοκλῆς Αἴαντι ( 1352). 17874 3.1.7.2 : Κλύειν τὸν ἐσθλὸν ἄνδρα χρὴ τῶν ἐν τέλει. 17875 3.1.8.1 : Θεόγνιδος ( 315–318). 17876 3.1.8.2 : Πολλοί 〈τοι〉 πλουτοῦσι κακοί, ἀγαθοὶ δὲ πένονται, 17877 3.1.8.3 : ἀλλ´ ἡμεῖς τούτοις οὐ διαμειψόμεθα 17878 3.1.8.4 : τῆς ἀρετῆς τὸν πλοῦτον· ἐπεὶ τὸ μὲν ἔμπεδον αἰεί, 17879 3.1.8.5 : χρήματα δ´ ἀνθρώπων ἄλλοτε ἄλλος ἔχει. 17880 3.1.9.1 : Φιλιππίδου Ἀνανεούσης (fr. 3 com. IV 17881 3.1.9.2 : p. 469). 17882 3.1.9.3 : Ὅταν 〈δ´〉 ἁμαρτάνῃς τι, χαῖρ´ ἡττώμενος 17883 3.1.9.4 : μάλιστα γὰρ οὕτω σῴζεται τὸ συμφέρον. 17884 3.1.10.1 : Ἐπιχάρμου (fr. inc. * 20 p. 260 Lor.). 17885 3.1.10.2 : Οὐ μετανοεῖν, ἀλλὰ προνοεῖν χρὴ τὸν ἄνδρα τὸν σοφόν. 17886 3.1.11.1 : Πυθαγόρου (Aur. carm. 9–16 ed. Nauck.). 17887 3.1.11.2 : Κρατεῖν δὲ ἐθίζεο τῶνδε, 17888 3.1.11.3 : γαστρὸς 〈μὲν〉 πρώτιστα καὶ ὕπνου λαγνείης τε 17889 3.1.11.4 : καὶ θυμοῦ· πρήξεις δ´ αἰσχρόν ποτε μήτε μετ´ ἄλλου 17890 3.1.11.5 : μήτ´ αὐτός· πάντων δὲ μάλιστ´ αἰσχύνεο σαυτόν. 17891 3.1.11.6 : εἶτα δικαιοσύνην ἄσκει ἔργῳ τε λόγῳ τε. 17892 3.1.11.7 : μήτ´ ἀλογίστως σαυτὸν ἔχειν περὶ μηδὲν ἔθιζε· 17893 3.1.11.8 : ἀλλὰ γνῶθι μὲν ὡς θανέειν πέπρωται ἅπασιν, 17894 3.1.11.9 : χρήματα δ´ ἄλλοτε μὲν κτᾶσθαι φιλεῖ, ἄλλοτ´ ὀλέσθαι. 17895 3.1.12.1 : Βακχυλίδου (fr. 19 p. l. 4 III p. 575). 17896 3.1.12.2 : Εἷς ὅρος, μία βροτοῖσιν ἐστὶν εὐτυχίας ὁδός, 17897 3.1.12.3 : θυμὸν εἴ τις ἔχων ἀπενθῆ δύναται διατελεῖν βίον. 17898 3.1.13.1 : Εὐριπίδου (fr. 1030 N. 2). 17899 3.1.13.2 : Ἀρετὴ μέγιστον τῶν ἐν ἀνθρώποις καλόν. 17900 3.1.14.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 44 com. IV p. 248). 17901 3.1.14.2 : Κἂν σφόδρα σαφῶς εἰδῇς 〈τι〉, τὸν κρύπτοντά σε 17902 3.1.14.3 : μηδέποτ´ ἐλέγξῃς· δύσκολον πρᾶγμ´ ἐστὶ γάρ, 17903 3.1.14.4 : ἃ λανθάνειν τις βούλεται, ταῦτ´ εἰδέναι. 17904 3.1.15.1 : Ἰσοκράτους πρὸς Δημόνικον (§ 7 17905 3.1.15.2 : p. 3 c). 17906 3.1.15.3 : Ἡ δὲ τῆς ἀρετῆς κτῆσις οἷς ἂν ἀκιβδήλως ταῖς δια– 17907 3.1.15.4 : νοίαις συναυξηθῇ, μόνη μὲν συγγηράσκει, πλούτου δὲ 17908 3.1.15.5 : κρείττων, χρησιμωτέρα δ´ εὐγενείας ἐστί, τὰ μὲν τοῖς 17909 3.1.15.6 : ἄλλοις ἀδύνατα δυνατὰ καθιστᾶσα, τὰ δὲ τῷ πλήθει 17910 3.1.15.7 : φοβερὰ θαρσαλέως ὑπομένουσα, καὶ τὸν μὲν ὄκνον ψόγον 17911 3.1.15.8 : τὸν δὲ πόνον ἔπαινον ἡγουμένη. 17912 3.1.16.1 : Ἐκ τοῦ Ἰσοκράτους Παναθηναϊκοῦ 17913 3.1.16.2 : (§§ 30–32 p. 239 a–c). 17914 3.1.16.3 : Τίνας οὖν καλῶ πεπαιδευμένους, ἐπεὶ τὰς τέχνας καὶ 17915 3.1.16.4 : τὰς ἐπιστήμας καὶ τὰς δυνάμεις ἀποδοκιμάζω; πρῶτον 17916 3.1.16.5 : μὲν τοὺς καλῶς χρωμένους τοῖς πράγμασι τοῖς κατὰ τὴν 17917 3.1.16.6 : ἡμέραν ἑκάστην προσπίπτουσι, καὶ τὴν δόξαν ἐπιτυχῆ 17918 3.1.16.7 : τῶν καιρῶν ἔχοντας καὶ δυναμένην ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ στο– 17919 3.1.16.8 : χάζεσθαι τοῦ συμφέροντος· ἔπειτα τοὺς πρεπόντως καὶ 17920 3.1.16.9 : δικαίως ὁμιλοῦντας τοῖς ἀεὶ πλησιάζουσι, καὶ τὰς μὲν 17921 3.1.16.10 : τῶν ἄλλων ἀηδίας καὶ βαρύτητας εὐκόλως καὶ ῥᾳδίως 17922 3.1.16.11 : φέροντας, σφᾶς δ´ αὐτοὺς ὡς δυνατὸν ἐλαφροτάτους καὶ 17923 3.1.16.12 : μετριωτάτους τοῖς συνοῦσι παρέχοντας· ἔτι τοὺς τῶν μὲν 17924 3.1.16.13 : ἡδονῶν ἀεὶ κρατοῦντας, τῶν δὲ συμφορῶν μὴ λίαν ἡττω– 17925 3.1.16.14 : μένους, ἀλλ´ ἀνδρωδῶς ἐν αὐταῖς διακειμένους καὶ τῆς 17926 3.1.16.15 : φύσεως ἀξίως, ἧς μετέχοντες τυγχάνομεν· τέταρτον, ὅπερ 17927 3.1.16.16 : μέγιστον, 〈τοὺς〉 μὴ διαφθειρομένους ὑπὸ τῶν εὐπραγιῶν 17928 3.1.16.17 : μηδ´ ἐξισταμένους αὑτῶν μηδ´ ὑπερηφάνους γιγνομένους 17929 3.1.16.18 : ἀλλ´ ἐμμένοντας τῇ τάξει τῶν εὖ φρονούντων, καὶ μὴ 17930 3.1.16.19 : μᾶλλον χαίροντας τοῖς διὰ τύχην ὑπάρξασιν ἀγαθοῖς ἢ 17931 3.1.16.20 : τοῖς διὰ τὴν αὑτῶν φύσιν καὶ φρόνησιν ἐξ ἀρχῆς γιγνο– 17932 3.1.16.21 : μένοις. τοὺς δὲ μὴ μόνον πρὸς ἓν τούτων ἀλλὰ πρὸς 17933 3.1.16.22 : ἅπαντα ταῦτα τὴν ἕξιν τῆς ψυχῆς εὐάρμοστον ἔχοντας, 17934 3.1.16.23 : τούτους φημὶ φρονίμους εἶναι καὶ τελείους ἄνδρας καὶ 17935 3.1.16.24 : πάσας ἔχειν τὰς ἀρετάς. 17936 3.1.17.1 : Ἐκ τῶν Ἰαμβλίχου πρὸς Σώπατρον 17937 3.1.17.2 : περὶ ἀρετῆς. 17938 3.1.17.3 : Ψυχῆς μὲν οὖν ἂν εἴη ἀρετὴ τελεότης καὶ εὐμετρία 17939 3.1.17.4 : τῆς ζωῆς, λόγου τε καὶ νοῦ καὶ διανοήσεως ἡ ἀκροτάτη 17940 3.1.17.5 : καὶ καθαρωτάτη ἐνέργεια. τὰ δ´ ἔργα τῆς ἀρετῆς ἀγα– 17941 3.1.17.6 : θοειδῆ, κάλλιστα, νοερά, σπουδαῖα, πλήρη μεσότητος, 17942 3.1.17.7 : εὐκαιρίας μετέχοντα, προηγούμενα, τέλους ἀρίστου στοχα– 17943 3.1.17.8 : ζόμενα, χαρίεντα ὅτι μάλιστα θεωρείσθω. 17944 3.1.18.1 : Ἰσοκράτους. 17945 3.1.18.2 : Ἰσοκράτης εἶπεν, ὅτι τὸν χρηστὸν καὶ ἀγαθὸν ἄνδρα 17946 3.1.18.3 : δεῖ τῶν μὲν προγεγενημένων μεμνῆσθαι, τὰ δὲ ἐνεστῶτα 17947 3.1.18.4 : πράττειν, περὶ δὲ τῶν μελλόντων φυλάττεσθαι. 17948 3.1.19.1 : Ἀριστοτέλους. 17949 3.1.19.2 : Ἀριστοτέλης εἶπεν, ἐπειδὴ μὴ γίνεται τὰ πράγματα 17950 3.1.19.3 : ὡς βουλόμεθα, δεῖ βούλεσθαι ὡς γίνεται. 17951 3.1.20.1 : Χίλωνος. 17952 3.1.20.2 : Ζημίαν αἱροῦ μᾶλλον ἢ κέρδος αἰσχρόν· τὸ μὲν γὰρ 17953 3.1.20.3 : ἅπαξ σε λυπήσει, τὸ δὲ διὰ παντός. 17954 3.1.21.1 : Βίαντος. 17955 3.1.21.2 : Βραδέως ἐγχείρει τοῖς πραττομένοις, ἐγχειρήσας δὲ 17956 3.1.21.3 : πρᾶττε βεβαίως. 17957 3.1.22.1 : Θεοβούλου. 17958 3.1.22.2 : Τὰ ἀφανῆ τοῖς φανεροῖς τεκμαίρου. 17959 3.1.23.1 : Σωκράτους. 17960 3.1.23.2 : Σωκράτης παρῄνει ὡς ἥκιστα τοῖς δυνάσταις ἢ ὡς 17961 3.1.23.3 : ἥδιστα ὁμιλεῖν. 17962 3.1.24.1 : Πλάτωνος (de re publ. X p. 618 B). 17963 3.1.24.2 : Μάλιστα ἐπιμελεῖσθαι χρή, ὅπως ἕκαστος ἡμῶν τῶν 17964 3.1.24.3 : ἄλλων μαθημάτων ἀμελήσας τούτου τοῦ μαθήματος καὶ 17965 3.1.24.4 : μιμητὴς καὶ μαθητὴς ἔσται, ἐάν ποθεν οἷός τ´ ᾖ μαθεῖν 17966 3.1.24.5 : καὶ ἐξευρεῖν τίς αὐτὸν ποιήσει δυνατὸν καὶ ἐπιστήμονα, 17967 3.1.24.6 : βίον χρηστὸν καὶ πονηρὸν διαγινώσκοντα, τὰ βελτίω ἐκ 17968 3.1.24.7 : τῶν δυνατῶν ἀεὶ πανταχοῦ αἱρεῖσθαι. 17969 3.1.25.1 : Ἰσαίου (Isaei orat. ed. Schoem. p. 168 17970 3.1.25.2 : fr. III). 17971 3.1.25.3 : Ἡγοῦμαι μεγίστην εἶναι τῶν λειτουργιῶν τὸ καθ´ 17972 3.1.25.4 : ἡμέραν βίον κόσμιον καὶ σώφρονα παρέχειν. 17973 3.1.26.1 : Ἰσοκράτους πρὸς Δημόνικον (§ 21 p. 6 c; 17974 3.1.26.2 : § 46 p. 12 b; § 16 p. 5 b). 17975 3.1.26.3 : Ὑφ´ ὧν κρατεῖσθαι τὴν ψυχὴν αἰσχρόν, τούτων ἐγ– 17976 3.1.26.4 : κράτειαν ἄσκει, κέρδους, ὀργῆς, ἡδονῆς, λύπης. ἔσῃ δὲ 17977 3.1.26.5 : τοιοῦτος, ἐὰν κέρδη μὲν εἶναι νομίζῃς δι´ ὧν εὐδοκιμή– 17978 3.1.26.6 : σεις, ἀλλὰ μὴ δι´ ὧν εὐπορήσεις, τῇ δ´ ὀργῇ παραπλη– 17979 3.1.26.7 : σίως ἔχῃς πρὸς τοὺς ἁμαρτάνοντας, ᾗ περὶ σὲ τοὺς ἄλλους 17980 3.1.26.8 : ἔχειν ἀξιώσειας. ἐν δὲ τοῖς τερπνοῖς, ἐὰν αἰσχρὸν ὑπο– 17981 3.1.26.9 : λάβῃς, τῶν μὲν οἰκετῶν ἄρχειν, ταῖς δ´ ἡδοναῖς δουλεύειν. 17982 3.1.26.10 : ἐν δὲ τοῖς λυπηροῖς, ἐὰν τὰς τῶν ἄλλων ἀτυχίας ἐπι– 17983 3.1.26.11 : βλέπῃς καὶ σαυτὸν ὡς ἄνθρωπος ὢν ὑπομιμνήσκῃς. Μά– 17984 3.1.26.12 : λιστα δ´ ἂν παροξυνθείης ὀρεχθῆναι τῶν καλῶν ἔργων, 17985 3.1.26.13 : εἰ καταμάθοις ὅτι καὶ τὰς ἡδονὰς ἐκ τούτων γνησίως 17986 3.1.26.14 : ἔχομεν. ἐν μὲν γὰρ τῷ ῥᾳθυμεῖν καὶ τὰς πλησμονὰς 17987 3.1.26.15 : ἀγαπᾶν εὐθὺς αἱ λῦπαι ταῖς ἡδοναῖς παραπεπήγασι, τὸ 17988 3.1.26.16 : δὲ περὶ τὴν ἀρετὴν φιλοπονεῖν καὶ σωφρόνως τὸν αὑτοῦ 17989 3.1.26.17 : βίον οἰκονομεῖν ἀεὶ τὰς τέρψεις εἰλικρινεῖς καὶ βεβαιο– 17990 3.1.26.18 : τέρας ἀποδίδωσι. Τοὺς μὲν θεοὺς φοβοῦ, τοὺς δὲ γονεῖς 17991 3.1.26.19 : τίμα, τοὺς δὲ φίλους αἰσχύνου. τὰς ἡδονὰς θήρευε τὰς 17992 3.1.26.20 : μετὰ δόξης· τέρψις γὰρ σὺν τῷ καλῷ μὲν ἄριστον, ἄνευ 17993 3.1.26.21 : δὲ τούτου κάκιστον. 17994 3.1.27.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 128 Mullach.). 17995 3.1.27.2 : Ἀνθρώποις ἁρμόδιον ψυχῆς μᾶλλον ἢ σώματος λόγον 17996 3.1.27.3 : ποιέεσθαι. ψυχὴ μὲν γὰρ τελεωτάτη σκήνεος μοχθηρίην 17997 3.1.27.4 : ὀρθοῖ, σκήνεος δὲ ἰσχὺς ἄνευ λογισμοῦ ψυχὴν οὐδέν τι 17998 3.1.27.5 : ἀμείνω τίθησι. 17999 3.1.28.1 : Ἀντισθένους (apophth. 6 Winckelm.). 18000 3.1.28.2 : Οὔτε συμπόσιον χωρὶς ὁμιλίας οὔτε πλοῦτος χωρὶς 18001 3.1.28.3 : ἀρετῆς ἡδονὴν ἔχει. 18002 3.1.29.1 : Πυθαγόρου. 18003 3.1.29.2 : Πυθαγόρας ἔφη, ὅτι χρὴ βίον αἱρεῖσθαι τὸν ἄριστον, 18004 3.1.29.3 : ἡδὺν γὰρ αὐτὸν ἡ συνήθεια ποιήσει. πλοῦτος ἀσθενὴς 18005 3.1.29.4 : ἄγκυρα, δόξα ἔτι ἀσθενεστέρα· τὸ σῶμα ὁμοίως, αἱ ἀρχαί, 18006 3.1.29.5 : αἱ τιμαί, πάντα ταῦτα ἀσθενῆ καὶ ἀδύνατα. τίνες οὖν 18007 3.1.29.6 : ἄγκυραι δυναταί; φρόνησις, μεγαλοψυχία, ἀνδρεία· ταύ– 18008 3.1.29.7 : τας οὐδεὶς χειμὼν σαλεύει. οὗτος θεοῦ νόμος, ἀρετὴν 18009 3.1.29.8 : εἶναι τὸ ἰσχυρὸν καὶ βέβαιον, τὰ δ´ ἄλλα λῆρον. 18010 3.1.30.1 : Πυθαγόρου γνῶμαι. 18011 3.1.30.2 : Ἀνανεούσθω σοι ὁ περὶ τῶν ἀγαθῶν λόγος καθ´ 18012 3.1.30.3 : ἡμέραν μᾶλλον ἢ τὰ σιτία. 18013 3.1.31.1 : Ἄγρυπνος ἔσο κατὰ νοῦν· συγγενὴς γὰρ τοῦ ἀληθι– 18014 3.1.31.2 : νοῦ θανάτου ὁ περὶ τοῦτον ὕπνος. 18015 3.1.32.1 : Ἃ μὴ δεῖ ποιεῖν, μηδὲ ὑπονοοῦ ποιεῖν. 18016 3.1.33.1 : Ζητεῖν δεῖ καὶ ἄνδρα καὶ τέκνα καὶ φίλους τοὺς 18017 3.1.33.2 : μετὰ τὴν ἀπαλλαγὴν τοῦ βίου παραμένοντας. 18018 3.1.34.1 : Ζῆν κρεῖττόν ἐστιν ἐπὶ στιβάδος κατακείμενον καὶ 18019 3.1.34.2 : θαῤῥεῖν ἢ ταράττεσθαι χρυσῆν ἔχοντα κλίνην. 18020 3.1.35.1 : Ἰσχύειν τῇ ψυχῇ αἱροῦ μᾶλλον ἢ τῷ σώματι. 18021 3.1.36.1 : Πέπεισο μὴ εἶναι σὸν κτῆμα, ὅπερ μὴ ἐντὸς δια– 18022 3.1.36.2 : νοίας ἔχεις. 18023 3.1.37.1 : Πρᾶττε μεγάλα μὴ ὑπισχνούμενος μεγάλα. 18024 3.1.38.1 : Τέκνα μάθε τίκτειν οὐ τὰ γηροβοσκήσοντα τὸ σῶμα, 18025 3.1.38.2 : τὰ δὲ τὴν ψυχὴν θρέψοντα τῇ ἀιδίῳ τροφῇ. 18026 3.1.39.1 : Τὰ ἐπίπονα τῶν ἡδέων μᾶλλον ἡγοῦ συντελεῖν εἰς 18027 3.1.39.2 : ἀρετήν. 18028 3.1.40.1 : Χαλεπὸν πολλὰς ὁδοὺς ἅμα τοῦ βίου βαδίζειν. 18029 3.1.41.1 : Ψυχῆς πᾶν πάθος εἰς σωτηρίαν αὐτῆς πολεμιώτατον. 18030 3.1.42.1 : Ὧν ἡ τύχη κυρία καὶ δοῦναι καὶ ἀφελέσθαι, οὐ δεήσῃ 18031 3.1.42.2 : οὐδενός. 18032 3.1.43.1 : Ὧν τοῦ σώματος ἀπαλλαγεὶς οὐ δεήσῃ, ἐκείνων κατα– 18033 3.1.43.2 : φρόνει πάντων· καὶ ὧν ἀπαλλαγεὶς δεήσῃ, πρὸς ταῦτά σοι 18034 3.1.43.3 : ἀσκουμένῳ τοὺς θεοὺς παρακάλει γίνεσθαι συλλήπτορας. 18035 3.1.44.1 : Ὧν ἕνεκα ζῆν ἐθέλεις, τούτων χάριν καὶ ἀποθανεῖν 18036 3.1.44.2 : μὴ κατόκνει. 18037 3.1.45.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 189 Mullach.). 18038 3.1.45.2 : Νόμῳ καὶ ἄρχοντι καὶ σοφωτέρῳ εἴκειν κόσμιον. 18039 3.1.46.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 8 Mullach.). 18040 3.1.46.2 : Ὅρος συμφόρων καὶ ἀσυμφόρων τέρψις καὶ ἀτερπίη. 18041 3.1.47.1 : (Democr. fr. mor. 2 Mullach.) 18042 3.1.47.2 : Ἄριστον ἀνθρώπῳ τὸν βίον διάγειν ὡς πλεῖστα εὐ– 18043 3.1.47.3 : θυμηθέντι καὶ ἐλάχιστα ἀνιηθέντι. τοῦτο δ´ ἂν εἴη, εἴ 18044 3.1.47.4 : τις μὴ ἐπὶ τοῖσι θνητοῖσι τὰς ἡδονὰς ποιέοιτο. 18045 3.1.48.1 : Μουσωνίου (rel. p. 254 Peerlk.). 18046 3.1.48.2 : Οὐκ ἔστι τὴν ἐνεστηκυῖαν ἡμέραν καλῶς βιῶναι μὴ 18047 3.1.48.3 : προθέμενον αὐτὴν ὡς ἐσχάτην [βιῶσαι]. 18048 3.1.49.1 : Ἰαμβλίχου ἐκ τῆς πρὸς Σώπατρον ἐπι– 18049 3.1.49.2 : στολῆς περὶ ἀρετῆς. 18050 3.1.49.3 : Οὐκοῦν καὶ διὰ νοῦ καθαροῦ καὶ ἀπολυομένου πά– 18051 3.1.49.4 : σης σωματοειδοῦς διαμορφώσεως ἡ θέα τῆς ἀρετῆς 18052 3.1.49.5 : περιγίγνεται· τὸ δ´ ὁποῖον τί ἐστιν ὧδε ἄν τις κατα– 18053 3.1.49.6 : μάθοι· κάλλος καὶ συμμετρία καὶ ἀλήθεια, ταυτότης τε 18054 3.1.49.7 : ἀμετάστατος καὶ ἁπλότης, ἐξῃρημένη τε ἀπὸ τῶν ἄλλων 18055 3.1.49.8 : ὑπεροχή, τελειότης τε ἀνυπέρβλητος καὶ ἀκρότης τῶν 18056 3.1.49.9 : ὄντων, καθαρότης τε ὑπεραίρουσα πάντα καὶ ἄμικτος. εἰ 18057 3.1.49.10 : δὲ ἅπαντα τὰ τοιαῦτα, ἓν δεῖγμα αὐτοῦ παρέχεται ἱκανόν. 18058 3.1.49.11 : ὁπότε δὴ οὖν τὸ νοητὸν εἶδος κατίδοις τῆς ἀρετῆς, θεώρει 18059 3.1.49.12 : τοῦτο λοιπὸν ἀφ´ ἑαυτοῦ περὶ πᾶσαν ζωὴν ἀμερίστως 18060 3.1.49.13 : μεριζόμενον τρόπον τινὰ τοιοῦτον, ὡς πληθυομένων τῶν 18061 3.1.49.14 : μεταλαμβανόντων μένειν αὐτὸ ἕν, καὶ πάντῃ μεριζομένων 18062 3.1.49.15 : 〈τῶν〉 περὶ αὐτὸ ἀμέριστον αὐτὸ ὑπάρχειν, καὶ γιγνομέ– 18063 3.1.49.16 : νων καὶ ἀπολλυμένων ἐκείνων ἀγέννητον αὐτὸ εἶναι καὶ 18064 3.1.49.17 : ἄφθαρτον, καὶ εἰς ἀνομοιότητα προχωρούντων τὸ αὐτὸ 18065 3.1.49.18 : ἀεὶ διαμένειν μήτε κινούμενον ἀπὸ τῆς προόδου τῶν 18066 3.1.49.19 : γιγνομένων μήτε διιστάμενον ἀφ´ ἑαυτοῦ διὰ τὴν ἐν πᾶσι 18067 3.1.49.20 : τοῖς διεστηκόσι παρουσίαν μήτε αὐτοῖς συναφαιρούμενον ἢ 18068 3.1.49.21 : συναυξανόμενον ἤ τινα ἄλλην ἀπ´ αὐτῶν δεχόμενον ἀλ– 18069 3.1.49.22 : λοίωσιν. καίτοι οὕτως αὐτὸ κατόψει τὸ αὐτὸ ὅλον ἐν 18070 3.1.49.23 : πᾶσι παρὸν μετὰ τοῦ μένειν ἑκάστου τὴν οὐσίαν τῶν 18071 3.1.49.24 : μετεχόντων καὶ κατὰ τὴν οἰκείαν ὑπόστασιν ἕκαστον βέλ– 18072 3.1.49.25 : τιστον γίγνεσθαι. κατὰ δὴ τοῦτον τὸν λόγον καὶ τοὺς 18073 3.1.49.26 : ἀνθρώπους διακοσμεῖ τοῖς καλλίστοις ὅροις, νοεραῖς μὲν 18074 3.1.49.27 : ἐνεργείαις ἀκροτάταις, λόγοις δὲ τῆς ψυχῆς τελειοτάτοις, 18075 3.1.49.28 : ζωῆς δὲ δυνάμεσιν ὑπερεχούσαις πᾶσαν γένεσιν. 18076 3.1.50.1 : Ἐκ τῶν Ἰαμβλίχου (protr. 2 p. 8, 17 Pist.). 18077 3.1.50.2 : Ψυχῇ ζῶντας ἡμᾶς τῇ ταύτης ἀρετῇ ῥητέον εὖ ζῆν, 18078 3.1.50.3 : ὡς ὀφθαλμοῖς ὁρῶντας τῇ τούτων ἀρετῇ καλῶς ὁρᾷν. 18079 3.1.51.1 : Ἰαμβλίχου ἐκ τῶν προτρεπτικῶν εἰς 18080 3.1.51.2 : φιλοσοφίαν λόγων ( 2 p. 8, 20 Pist.). 18081 3.1.51.3 : Καθάπερ εἰς ἄσυλον τέμενος τὴν ἀρετὴν ὁρμητέον, 18082 3.1.51.4 : ὅπως πρὸς μηδεμίαν ἀγεννῆ τύχης ὕβριν ὦμεν ἔκδοτοι. 18083 3.1.52.1 : Φωκίωνος. 18084 3.1.52.2 : Οὔτε ἐξ ἱεροῦ βωμὸν οὔτε ἐκ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως 18085 3.1.52.3 : ἀφαιρετέον τὸν ἔλεον. 18086 3.1.53.1 : Πλάτωνος Πολιτείας γʹ (p. 388 E). 18087 3.1.53.2 : Ἀλλὰ μὴν οὐδὲ φιλογέλωτα δεῖ εἶναι. σχεδὸν γὰρ ὅταν 18088 3.1.53.3 : τις ἐφιῇ ἰσχυρῷ γέλωτι, ἰσχυρὰν καὶ μεταβολὴν ζητεῖ τὸ 18089 3.1.53.4 : τοιοῦτον. Δοκεῖ μοι, ἔφη. Οὔτε ἄρα ἀνθρώπους ἀξίους 18090 3.1.53.5 : λόγου κρατουμένους ὑπὸ γέλωτος ἄν τις ποιῇ, ἀπο– 18091 3.1.53.6 : δεκτέον, πολὺ δὲ ἧττον, ἐὰν θεούς. 18092 3.1.54.1 : (trag. adesp. fr. 521 N. 2) 18093 3.1.54.2 : ............ 18094 3.1.54.3 : θάλλουσα λυπῇ τοὺς ἄγαν ὑπέρφρονας. 18095 3.1.55.1 : Διογένους. 18096 3.1.55.2 : Πυνθανομένου τινός, πῶς ἄν τις ἑαυτοῦ διδάσκαλος 18097 3.1.55.3 : γένοιτο ‘εἰ ὑπὲρ ὧν ἐπιτιμᾷ τοῖς ἄλλοις’ ἔφη ‘καὶ ἑαυτῷ 18098 3.1.55.4 : ἐπιτιμῴη μάλιστα’. 18099 3.1.56.1 : Πλάτωνος ἐν Πολιτείᾳ πέμπτῃ (p. 452 D). 18100 3.1.56.2 : Ὅτι μάταιος ὃς γελοῖον ἄλλο τι ἡγεῖται ἢ τὸ κακόν, 18101 3.1.56.3 : καὶ ὁ γελωτοποιεῖν ἐπιχειρῶν εἰς ἄλλην τινὰ ὄψιν ἀπο– 18102 3.1.56.4 : βλέπων ὡς γελοίου 〈ἢ〉 τὴν τοῦ ἄφρονός τε καὶ κακοῦ, 18103 3.1.56.5 : καὶ καλοῦ αὖ σπουδάζει εἰς ἄλλον τινὰ σκοπὸν στησά– 18104 3.1.56.6 : μενος ἢ τὸν τοῦ ἀγαθοῦ. 18105 3.1.57.1 : Τοῦ αὐτοῦ (rei p. 6IX p. 571 B). 18106 3.1.57.2 : Τῶν μὴ ἀναγκαίων ἡδονῶν τε καὶ ἐπιθυμιῶν δοκοῦσί 18107 3.1.57.3 : τινες ἐμοὶ εἶναι παράνομοι, αἳ κινδυνεύουσιν ἐγγίνεσθαι 18108 3.1.57.4 : μὲν ἐν παντί, κολαζόμεναι δὲ ὑπὸ τῶν τυγχανόντων βελ– 18109 3.1.57.5 : τιόνων ἐπιθυμιῶν μετὰ λόγου ἐνίων μὲν ἀνθρώπων ἢ 18110 3.1.57.6 : παντάπασιν ἀπαλλάττεσθαι ἢ ὀλίγαι λείπεσθαι καὶ ἀσθε– 18111 3.1.57.7 : νεῖς, τῶν δὲ ἰσχυρότεραι καὶ πλείους. Λέγεις δὴ τίνας, 18112 3.1.57.8 : ἔφη, ταύτας; Τὰς περὶ τὸν ὕπνον, ἦν δ´ ἐγώ, ἐγειρομένας, 18113 3.1.57.9 : ὅταν τὸ μὲν ἄλλο τῆς ψυχῆς εὕδῃ, ὅσον λογιστικὸν καὶ 18114 3.1.57.10 : ἥμερον καὶ ἄρχον ἐκείνου, τὸ δὲ θηριῶδές τε καὶ ἄγριον, 18115 3.1.57.11 : ἢ σίτου ἢ μέθης πλησθέν, σκιρτᾷ τε καὶ ἀπωσάμενον 18116 3.1.57.12 : τὸν ὕπνον ζητῇ ἰέναι καὶ ἀποπιμπλάναι τὰ αὑτοῦ ἤθη· 18117 3.1.57.13 : οἶσθ´ ὅτι πάντα ἐν τῷ τοιούτῳ τολμᾷ ποιεῖν, ὡς ἀπὸ 18118 3.1.57.14 : πάσης λελυμένον τε καὶ ἀπηλλαγμένον αἰσχύνης καὶ φρο– 18119 3.1.57.15 : νήσεως· μητρί τε γὰρ ἐπιθυμεῖν μίγνυσθαι, ὡς οἴεται, 18120 3.1.57.16 : οὐδὲν ὀκνεῖ, ἄλλῳ τε ὁτῳοῦν ἀνθρώπων καὶ θεῶν καὶ 18121 3.1.57.17 : θηρίων, μιαιφονεῖν τε ὁτιοῦν, βρώματός τε ἀπέχεσθαι 18122 3.1.57.18 : μηδενός· καὶ ἑνὶ λόγῳ οὔτε ἀνοίας οὐδὲν ἐλλείπει οὔτ´ 18123 3.1.57.19 : ἀναισχυντίας. Ἀληθέστατα, ἔφη, λέγεις. Ὅταν δέ γ´, οἶμαι, 18124 3.1.57.20 : ὑγιεινῶς τις ἔχῃ αὐτὸς αὑτοῦ καὶ σωφρόνως, καὶ εἰς τὸν 18125 3.1.57.21 : ὕπνον ἴῃ τὸ λογιστικὸν μὲν ἐγείρας αὑτοῦ καὶ ἑστιάσας 18126 3.1.57.22 : λόγων καλῶν καὶ σκέψεων, εἰς σύννοιαν αὐτὸς αὑτῷ ἀφι– 18127 3.1.57.23 : κόμενος, τὸ ἐπιθυμητικὸν δὲ μήτ´ ἐνδείᾳ δοὺς μήτε 18128 3.1.57.24 : πλησμονῇ, ὅπως ἂν κοιμηθῇ καὶ μὴ παρέχῃ θόρυβον 18129 3.1.57.25 : τῷ βελτίστῳ χαῖρον ἢ λυπούμενον, ἀλλ´ ἐᾷ αὐτὸ καθ´ 18130 3.1.57.26 : ἑαυτὸ μόνον καθαρὸν σκοπεῖν καὶ ὀρέγεσθαι τοῦ αἰσθά– 18131 3.1.57.27 : νεσθαι ὃ μὴ οἶδεν ἤ τι τῶν γεγονότων ἢ ὄντων ἢ καὶ 18132 3.1.57.28 : μελλόντων, ὡσαύτως δὲ καὶ τὸ θυμοειδὲς πραΰνας καὶ 18133 3.1.57.29 : μή τισιν εἰς ὀργὴν ἐλθὼν κεκινημένῳ τῷ θυμῷ καθεύδῃ, 18134 3.1.57.30 : ἀλλ´ ἡσυχάσας μὲν τὼ δύο εἴδη, τὸ τρίτον 〈δὲ κινήσας〉, 18135 3.1.57.31 : ἐν ᾧ τὸ φρονεῖν ἐγγίνεται, οὕτως ἀναπαύηται, οἶσθ´ ὅτι 18136 3.1.57.32 : τῆς 〈τ´〉 ἀληθείας ἐν τῷ τοιούτῳ μάλιστα ἅπτεται καὶ 18137 3.1.57.33 : ἥκιστα παράνομοι τότε αἱ ὄψεις φαντάζονται τῶν ἐνυπ– 18138 3.1.57.34 : νίων. Παντελῶς μὲν οὖν, ἔφη, οὕτω. Ταῦτα μέν τοι ἐπὶ 18139 3.1.57.35 : πλέον ἐξήχθημεν εἰπεῖν· ὃ δὲ βουλόμεθα γνῶναι, τόδ´ 18140 3.1.57.36 : ἐστίν, ὡς ἄρα δεινόν τι καὶ ἄγριον καὶ ἄνομον ἐπι– 18141 3.1.57.37 : θυμιῶν εἶδος ἑκάστῳ ἔνεστι, καὶ πάνυ δοκοῦσιν ἡμῶν 18142 3.1.57.38 : ἐνίοις μετρίοις εἶναι· τοῦτο δὲ ἄρα ἐν τοῖς ὕπνοις γίνε– 18143 3.1.57.39 : ται ἔνδηλον. 18144 3.1.58.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ Κλειτοφῶντος 18145 3.1.58.2 : (p. 407 E–408 B). 18146 3.1.58.3 : Καὶ ὅταν λέγῃς, ὡς ὅτῳ τις μὴ ἐπίσταται χρῆσθαι, 18147 3.1.58.4 : κρεῖττον ἐᾶν τὴν τούτου χρῆσιν. 〈εἰ δή〉 τις μὴ ἐπί– 18148 3.1.58.5 : σταται ὀφθαλμοῖς χρῆσθαι μηδὲ ὠσὶ μηδὲ ξύμπαντι τῷ 18149 3.1.58.6 : σώματι, τούτῳ μήτε ἀκούειν μήθ´ ὁρᾶν μήτε ἄλλην 18150 3.1.58.7 : χρείαν μηδεμίαν [μὴ] χρῆσθαι τῷ σώματι κρεῖττον ἢ 18151 3.1.58.8 : ὁπῃοῦν χρῆσθαι. καὶ δὴ 〈καὶ〉 περὶ τέχνην ὡσαύτως· 18152 3.1.58.9 : ὅστις γὰρ δὴ μὴ ἐπίσταται τῇ ἑαυτοῦ λύρᾳ χρῆσθαι, 18153 3.1.58.10 : δῆλον ὡς οὐδὲ τῇ τοῦ γείτονος, οὐδὲ ὅστις μὴ τῇ τῶν 18154 3.1.58.11 : ἄλλων, οὐδὲ τῇ ἑαυτοῦ, οὐδὲ ἄλλῳ τῶν ὀργάνων, οὐδὲ 18155 3.1.58.12 : κτημάτων οὐδενί. καὶ τελευτᾷ δὴ καλῶς ὁ λόγος οὗτός 18156 3.1.58.13 : σοι, ὡς ὅστις ψυχῇ μὴ ἐπίσταται χρῆσθαι, τούτῳ τὸ 18157 3.1.58.14 : ἄγειν ἡσυχίαν τῇ ψυχῇ καὶ μὴ ζῆν κρεῖττον ἢ ζῆν πράτ– 18158 3.1.58.15 : τοντι καθ´ αὑτόν· εἰ δέ τις ἀνάγκη ζῆν, δούλῳ ἄμεινον 18159 3.1.58.16 : ἢ ἐλευθέρῳ διάγειν τῷ τοιούτῳ τὸν βίον. 18160 3.1.59.1 : Τοῦ αὐτοῦ Ἀλκιβιάδου (p. 146 C). 18161 3.1.59.2 : Οὐκοῦν φαμὲν πάλιν τοὺς πολλοὺς διημαρτηκέναι 18162 3.1.59.3 : τοῦ βελτίστου, ὡς τὰ πολλά γε, οἶμαι, ἄνευ νοῦ δόξῃ πε– 18163 3.1.59.4 : πιστευκότας; {—}Φαμὲν γάρ. {—}Λυσιτελεῖ ἄρα τοῖς πολ– 18164 3.1.59.5 : λοῖς μήτε εἰδέναι μηδὲν μήτε οἴεσθαι εἰδέναι, εἴπερ γε 18165 3.1.59.6 : προθυμήσονται μᾶλλον πράττειν μὲν ταῦτα, ἅττ´ ἂν εἰ– 18166 3.1.59.7 : δῶσιν ἢ οἰηθῶσιν εἰδέναι, πράττοντες δὲ βλάπτεσθαι 18167 3.1.59.8 : τὰ πλείω μᾶλλον ἢ ὠφελεῖσθαι. {—}Ἀληθέστατα λέγεις. {—} 18168 3.1.59.9 : Ὁρᾷς οὖν, ὅτ´ ἔφην κινδυνεύειν τό γε τῶν ἄλλων ἐπιστη– 18169 3.1.59.10 : μῶν κτῆμα, ἐάν τις ἄνευ τῆς τοῦ βελτίστου ἐπιστήμης 18170 3.1.59.11 : κεκτημένος ᾖ, ὀλιγάκις μὲν ὠφελεῖν, βλάπτειν δὲ τὰ πλείω 18171 3.1.59.12 : τὸν ἔχοντα αὐτό, ἆρ´ οὐχὶ τῷ ὄντι ὀρθῶς ἐφαινόμην 18172 3.1.59.13 : λέγων; {—}Καὶ εἰ μὴ τότε, ἀλλὰ νῦν μοι δοκεῖ, ὦ Σώκρατες. 18173 3.1.59.14 : δεῖ ἄρα καὶ πόλιν καὶ ψυχὴν τὴν μέλλουσαν ὀρθῶς βιώ– 18174 3.1.59.15 : σεσθαι ταύτης τῆς ἐπιστήμης ἀντέχεσθαι, ἀτεχνῶς ὥσπερ 18175 3.1.59.16 : ἀσθενοῦντα ἰατροῦ ἤ τινος κυβερνήτου τὸν ἀσφαλῶς μέλ– 18176 3.1.59.17 : λοντα πλεῖν. 18177 3.1.60.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Κλειτοφῶντος (p. 408 B). 18178 3.1.60.2 : Τούτοις δὴ τοῖς λόγοις παγκάλως λεγομένοις, ὡς 18179 3.1.60.3 : διδακτὸν ἀρετὴ καὶ πάντων ἑαυτοῦ δεῖ μάλιστα ἐπιμε– 18180 3.1.60.4 : λεῖσθαι, σχεδὸν οὔτ´ ἀντεῖπον πώποτε οὔτ´ οἶμαι μή 18181 3.1.60.5 : ποτε ὕστερον ἀντείπω. 18182 3.1.61.1 : Εὐριπίδου Αἰγεῖ (fr. 11 N. 2). 18183 3.1.61.2 : Ἔστι καὶ πταίσαντ´ ἀρετὰν 18184 3.1.61.3 : ἀποδείξασθαι θανάτῳ. 18185 3.1.62.1 : Μενάνδρου Γεωργῷ (fr. 3 com. 6IV p. 96). 18186 3.1.62.2 : Οὗτος κράτιστός ἐστ´ ἀνήρ, ὦ Γοργία, 18187 3.1.62.3 : ὅστις ἀδικεῖσθαι πλεῖστ´ ἐπίσταται βροτῶν. 18188 3.1.63.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπῃ (fr. 202 N. 2). 18189 3.1.63.2 : Ἐγὼ μὲν οὖν ᾄδοιμι καὶ λέγοιμί τι 18190 3.1.63.3 : σοφόν, ταράσσων μηδὲν ὧν πόλις νοσεῖ. 18191 3.1.64.1 : (Eur. El. 294–96) 18192 3.1.64.2 : Ἔνεστι δ´ οἶκτος ἀμαθίᾳ μὲν οὐδαμοῦ, 18193 3.1.64.3 : σοφοῖσι δ´ ἀνδρῶν. καὶ γὰρ οὐδ´ ἀζήμιον 18194 3.1.64.4 : γνώμην ἐνεῖναι τοῖς σοφοῖς λίαν σοφόν. 18195 3.1.65.1 : Θεόγνιδος ( 963–968). 18196 3.1.65.2 : Μή ποτ´ ἐπαινήσῃς, πρὶν ἂν εἰδῇς ἄνδρα σαφηνέως, 18197 3.1.65.3 : ὀργὴν καὶ θυμὸν καὶ τρόπον ὅντιν´ ἔχει. 18198 3.1.65.4 : πολλοί τοι κίβδηλον ἐπίκλοπον ἦθος ἔχοντες 18199 3.1.65.5 : κρύπτους´ ἐνθέμενοι θυμὸν ἐφημέριον. 18200 3.1.65.6 : τούτων δ´ ἐκφαίνει πάντων χρόνος ἦθος ἑκάστου. 18201 3.1.65.7 : καὶ γὰρ ἐγὼ γνώμης πολλὸν ἄρ´ ἐκτὸς ἔβην. 18202 3.1.66.1 : Σωτάδου. 18203 3.1.66.2 : Τῆς τύχης σκοπεῖν δεῖ τὸ μέγιστον ὡς ἔλαττον· 18204 3.1.66.3 : καὶ τὸ μὴ παρὸν μὴ θέλειν, οὐδὲ γὰρ σόν ἐστιν. 18205 3.1.66.4 : ἀμφότερα μένειν οὐκ οἶδεν· ἕστηκε γὰρ οὐδέν. 18206 3.1.66.5 : ἂν πλούσιος ὢν καθ´ ἡμέραν σκοπῇς τὸ πλεῖον, 18207 3.1.66.6 : ἐς τοσοῦτον εἶ πενιχρός, ἐς ὅσον εἶ περισσός. 18208 3.1.66.7 : ὡς πένης θέλει σχεῖν καὶ πλούσιος πλέον σχεῖν, 18209 3.1.66.8 : ἴσον ἔχουσιν αὐτῶν αἱ ψυχαὶ τὸ μεριμνᾶν. 18210 3.1.67.1 : Λύπη σε μακρὰν προφεύξεται ἀγαθὰ φρονοῦντα. 18211 3.1.67.2 : Μιμοῦ τὸ καλόν, καὶ μενεῖς ἐν βροτοῖς ἄριστος. 18212 3.1.67.3 : Νόμος ἐστὶ θεός, τοῦτον ἀεὶ πάντοτε τίμα. 18213 3.1.67.4 : Ξένος ὀφείλεις εἶναι τῶν οὐ καλῶς φρονούντων. 18214 3.1.67.5 : Οὗ καλῶς βιοῖς, παράμενε, κεὐτυχεῖς τὰ πάντα. 18215 3.1.67.6 : Παρατήρει τὰ πάντων καλά, καὶ ταῦτα σὺ μιμοῦ. 18216 3.1.67.7 : Ῥῆσιν δ´ ἀγαθὴν δεδομένην 〈εὖ〉 φύλασσε σαυτῷ. 18217 3.1.67.8 : Σοὶ τοῦτο γενέσθω, 〈τὸ〉 φίλων μηδέν´ ἀτακτεῖν. 18218 3.1.67.9 : Τὴν ἡσυχίαν κατὰ βίον ἵνα πάντοτε τηρῇς. 18219 3.1.67.10 : Ὑγιαίνειν εὔχου τοῖς θεοῖς, ἐφ´ ὅσον ἔχεις ζῆν. 18220 3.1.68.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδωνος (p. 67 E). 18221 3.1.68.2 : Τῷ ὄντι ἄρα, ἔφη, ὦ Σιμμία, οἱ ὀρθῶς φιλοσοφοῦντες 18222 3.1.68.3 : ἀποθνῄσκειν μελετῶσι, καὶ 〈τὸ〉 τεθνάναι ἥκιστα αὐτοῖς 18223 3.1.68.4 : ἀνθρώπων φοβερόν. 18224 3.1.69.1 : Ἰσοκράτους Νικοκλῆς ἢ Κύπριοι (§ 59 18225 3.1.69.2 : p. 39 b). 18226 3.1.69.3 : Μὴ τὴν κακίαν οἴεσθε μᾶλλον τῆς ἀρετῆς ὠφελεῖν, 18227 3.1.69.4 : τὸ δ´ ὄνομα ἀτυχέστερον ἔχειν· ἀλλ´ οἵων περ ὀνομάτων 18228 3.1.69.5 : ἕκαστα τῶν πραγμάτων τετύχηκε, τοιαύτας ἡγεῖσθε καὶ 18229 3.1.69.6 : τὰς δυνάμεις αὐτῶν εἶναι. 18230 3.1.70.1 : Λίνου ἐκ τῶν περὶ φύσεως κόσμου 18231 3.1.70.2 : (fragm. phil. gr. I p. 156 Mull.). 18232 3.1.70.3 : Φράζεο δὴ σπουδὴν ἐντυνάμενος δι´ ἀκουῆς 18233 3.1.70.4 : μύθων ἡμετέρων ἀτραπὸν περὶ παντὸς ἀληθῆ, 18234 3.1.70.5 : κῆρας ἀπωσάμενος πολυπήμονας, αἵ τε βεβήλων 18235 3.1.70.6 : ὄχλον ἀιστῶσαι ἄταις περὶ πάντα πεδῶσι 18236 3.1.70.7 : παντοίαις, 〈δολερῶν〉 μορφῶν ἀπατήματ´ ἔχουσαι· 18237 3.1.70.8 : τὰς μὲν ἀπὸ ψυχῆς εἴργειν φυλακαῖσι νόοιο. 18238 3.1.70.9 : οὗτος γάρ σε καθαρμὸς ὄντως δικαίως ὁσιώσει, 18239 3.1.70.10 : εἴ περ ἀληθείῃ μισεῖς ὀλοὸν γένος αὐτῶν. 18240 3.1.70.11 : νηδὺν μὲν πρώτιστ´ αἰσχρῶν δώτειραν ἁπάντων, 18241 3.1.70.12 : ἣν ἐπιθυμία ἡνιοχεῖ μάργοισι χαλινοῖς .... 18242 3.1.71.1 : (auctoris ignoti) 18243 3.1.71.2 : Ἐκ μὲν τῆς μαντικῆς πρόνοιαν ἔφασαν δεῖν ἐπιζη– 18244 3.1.71.3 : τεῖν, ἐκ δὲ τῆς ἰατρικῆς τῆς τε προνοίας ἐπανόρθωσιν· 18245 3.1.71.4 : ταῦτα γὰρ εἶναι πέρατα τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης· ἐκ δὲ 18246 3.1.71.5 : τῆς μουσικῆς αἴσθησιν ἀκριβῆ τε καὶ ἐπιστημονικήν, ἐκ 18247 3.1.71.6 : δὲ τῶν μαθηματικῶν ὀνομαζομένων συλλογισμόν τε καὶ 18248 3.1.71.7 : ἀπόδειξιν τῶν δι´ αὐτῶν νοημάτων. 18249 3.1.72.1 : Ἰσοκράτους Νικοκλῆς ἢ Κύπριοι (§ 61 18250 3.1.72.2 : p. 39 c). 18251 3.1.72.3 : Ἃ πάσχοντες ὑφ´ ἑτέρων ὀργίζεσθε, ταῦτα τοῖς ἄλλοις 18252 3.1.72.4 : μὴ ποιεῖτε. 18253 3.1.73.1 : Σωκράτους. 18254 3.1.73.2 : Μόνῳ τῷ λόγῳ καθάπερ ἐπιτρόπῳ σώφρονι παρα– 18255 3.1.73.3 : καταθετέον τὸν βίον καὶ τὴν νεότητα. 18256 3.1.74.1 : Καὶ ὑποδήματα καὶ βίος ἁρμόζων ἀλυπότερος. 18257 3.1.75.1 : 〈Κλεινίου〉 Πυθαγορείου Ταραντίνου 18258 3.1.75.2 : (fr. 6 II p. 24 Mullach.). 18259 3.1.75.3 : Πᾶσα μὲν ὦν ἀρετὰ τελεοῦται, καθάπερ ἐν ἀρχᾷ 18260 3.1.75.4 : διώρισται, ἐκ λόγω καὶ προαιρέσιος καὶ δυνάμιος. τούτων 18261 3.1.75.5 : δὲ καθ´ ἑαυτὸ ἕκαστον οὐκ ἀρετᾶς μέρος ἐντί, ἀλλ´ 18262 3.1.75.6 : αἴτιον ἀρετᾶς. ὅσοι μὲν ὦν ἔχοντι τὸ νοατικὸν καὶ γνω– 18263 3.1.75.7 : στικὸν μέρος αὐτᾶς, δεινοί τε καὶ συνετοὶ ὀνυμαίνονται· 18264 3.1.75.8 : ὅσοι δὲ τὸ ἠθικόν τε καὶ προαιρετικόν, χρήσιμοί τε καὶ 18265 3.1.75.9 : ἐπιεικέες .... 18266 3.1.76.1 : Κλεινίου Πυθαγορείου Ταραντίνου ἐκ τοῦ 18267 3.1.76.2 : Περὶ ὁσιότητος καὶ εὐσεβείας (fr. 6 1. c. Mull.). 18268 3.1.76.3 : Ὁπόσας δεῖ τὰς αἰτίας ἀναιρέν, δι´ ἃς ἀδικὲν πέφυ– 18269 3.1.76.4 : κεν ἄνθρωπος. αὗται δὲ τρεῖς τυγχάνοντι· φιλαδονία μὲν 18270 3.1.76.5 : ἐν ταῖς ἀπολαύσεσι ταῖς διὰ σώματος, πλεονεξία δὲ 18271 3.1.76.6 : ἐν τῷ κερδαίνεν· φιλοδοξία δὲ ἐν τῷ καθυπερέχεν καὶ 18272 3.1.76.7 : 〈ἄρχεν τῶν〉 ἴσων τε καὶ ὁμοίων. δεῖ τοιγαρῶν γνωρίζεν, 18273 3.1.76.8 : ὅτι τούτοις ἀντιτιθέμεν οἷόν τέ ἐστιν, ἃ μὲν φόβον ἐμ– 18274 3.1.76.9 : παρασκευάζοντι τοῖς ἀνθρώποις, ἃ δὲ αἰσχύναν, ἃ δὲ καὶ 18275 3.1.76.10 : ἐπιθυμίαν· φόβον μὲν δὴ τῶν νόμων, αἰσχύναν δὲ τῶν 18276 3.1.76.11 : θεῶν, ἐπιθυμίαν δὲ τῶν λόγων. διδάσκεν ὦν δεῖ τὼς 18277 3.1.76.12 : νέως ἐξ ἀρχᾶς τάν τε τῶν θεῶν τιμὰν καὶ τὰν τῶν νόμων· 18278 3.1.76.13 : ἐκ τῶνδε κα φανερὸν [ἂν] εἴη, ὅτι πᾶν ἔργον ἀνθρώπινον 18279 3.1.76.14 : καὶ βίος 〈ὃς〉 ὁσιότατός. τε καὶ εὐσεβείας μεθέξει, καὶ 18280 3.1.76.15 : ὀρθοπλοιεῖ. 18281 3.1.77.1 : Μουσωνίου (rel. p. 254 Peerlk.). 18282 3.1.77.2 : Οὐκ ἔστι τὴν ἐνεστηκυῖαν ἡμέραν καλῶς βιῶναι μὴ 18283 3.1.77.3 : προθέμενον αὐτὴν ὡς ἐσχάτην [βιῶσαι]. 18284 3.1.78.1 : Πλάτωνος Πολιτείας εʹ (p. 450 E). 18285 3.1.78.2 : Ἐν γὰρ φρονίμοις τε καὶ φίλοις περὶ τῶν μεγίστων 18286 3.1.78.3 : τἀληθῆ εἰδότα λέγειν ἀσφαλὲς καὶ θαῤῥαλέον, ἀπιστοῦντα 18287 3.1.78.4 : δὲ καὶ ζητοῦντα ἅμα τοὺς λόγους ποιεῖσθαι, ὃ δὴ ἐγὼ 18288 3.1.78.5 : δρῶ, φοβερόν τε καὶ σφαλερὸν οὔ τι γέλωτα ὀφλεῖν. 18289 3.1.79.1 : Ξενοφῶντος ἐν βʹ Ἀπομνημονευμάτων 18290 3.1.79.2 : (II 6, 39). 18291 3.1.79.3 : Ὅσαι δ´ ἐν ἀνθρώποις ἀρεταὶ λέγονται, σκοπούμενος 18292 3.1.79.4 : εὑρήσεις πάσας μαθήσει τε καὶ μελέτῃ αὐξανομένας. 18293 3.1.80.1 : Εὐριπίδου Ἡρακλείδαις (inc. fab. fr. 18294 3.1.80.2 : 853 N. 2). 18295 3.1.80.3 : Τρεῖς εἰσὶν ἀρεταί, τὰς χρεών ς´ ἀσκεῖν, τέκνον· 18296 3.1.80.4 : θεούς τε τιμᾶν τούς τε θρέψαντας γονεῖς 18297 3.1.80.5 : νόμους τε κοινοὺς Ἑλλάδος· καὶ ταῦτα δρῶν 18298 3.1.80.6 : κάλλιστον ἕξεις στέφανον εὐκλείας ἀεί. 18299 3.1.81.1 : Ἐκ τῆς Ξενοφῶντος Σωκράτους ἀπο– 18300 3.1.81.2 : λογίας ( 28. 29). 18301 3.1.81.3 : Παρὼν δέ τις Ἀπολλόδωρος, ἐπιθυμητὴς μὲν ὢν 18302 3.1.81.4 : ἰσχυρῶς αὐτοῦ ἄλλως δ´ εὐήθης, εἶπεν· Ἀλλὰ τοῦτο 18303 3.1.81.5 : ἔγωγε, ὦ Σώκρατες, χαλεπώτατα φέρω 〈ὅτι ὁρῶ〉 σε ἀδί– 18304 3.1.81.6 : κως ἀποθνῄσκοντα. τὸν δὲ λέγεται καταψήσαντα αὐτοῦ 18305 3.1.81.7 : τὴν κεφαλὴν εἰπεῖν· σὺ δέ, ὦ φίλτατε Ἀπολλόδωρε, μᾶλ– 18306 3.1.81.8 : λον ἂν ἐβούλου με ὁρᾶν δικαίως ἀποθνήσκοντα; καὶ ἅμα 18307 3.1.81.9 : ἐπιγελάσαι. λέγεται δὲ καὶ Ἄνυτον παριόντα ἰδὼν εἰπεῖν· 18308 3.1.81.10 : ἀλλ´ ὁ μὲν ἀνὴρ ὅδε γε κυδρός, ὡς μέγα τι καὶ καλὸν 18309 3.1.81.11 : διαπεπραγμένος, εἰ ἀπέκτονέ με οὕτως, ὅτι τῶν μεγί– 18310 3.1.81.12 : στων αὐτὸν ὑπὸ τῆς πόλεως ὁρῶν ἀξιούμενον, οὐκ ἔφην 18311 3.1.81.13 : χρῆναι τὸν υἱὸν περὶ βύρσας παιδεύειν. ὦ μοχθηρὸς 18312 3.1.81.14 : οὗτος, ἔφη, ὃς οὐκ ἔοικεν εἰδέναι, ὅτι ὁπότερος ἡμῶν καὶ 18313 3.1.81.15 : συμφορώτερα καὶ καλλίω εἰς τὸν ἀεὶ χρόνον διαπέπρα– 18314 3.1.81.16 : κται, [χείρων δέ] ἐστιν ὁ νικῶν. 18315 3.1.82.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Μενεξένου ἢ Ἐπι– 18316 3.1.82.2 : ταφίου (p. 240 D). 18317 3.1.82.3 : Ἀλλὰ πᾶν πλῆθος καὶ πᾶς πλοῦτος ἀρετῇ ὑπείκει. 18318 3.1.83.1 : Τοῦ αὐτοῦ Πολιτείας εʹ (p. 457 B). 18319 3.1.83.2 : Κάλλιστα γὰρ δὴ τοῦτο καὶ λέγεται καὶ λελέξεται, 18320 3.1.83.3 : ὅτι τὸ μὲν ὠφέλιμον καλόν, τὸ δὲ βλαβερὸν αἰσχρόν. 18321 3.1.83.4 : Παντάπασι μὲν οὖν. 18322 3.1.84.1 : Σωκράτους. 18323 3.1.84.2 : Οὔτε ἵππος εὐγενὴς κρίνοιτ´ ἂν ὁ πολυτελῆ σκευὴν 18324 3.1.84.3 : ἔχων, ἀλλ´ ὁ τῇ φύσει λαμπρός, οὔτε ἀνὴρ σπουδαῖος 18325 3.1.84.4 : ὁ πολύτιμον οὐσίαν κεκτημένος ἀλλ´ ὁ τὴν ψυχὴν γεν– 18326 3.1.84.5 : ναῖος. 18327 3.1.85.1 : Τοῦ σοφοῦ στόματος ἀνοιχθέντος καθάπερ ἱεροῦ τὰ 18328 3.1.85.2 : τῆς ψυχῆς καλὰ βλέπεται ὥσπερ ἀγάλματα. 18329 3.1.86.1 : Ἐν μὲν τῷ πλεῖν πείθεσθαι δεῖ τῷ κυβερνήτῃ, ἐν 18330 3.1.86.2 : δὲ τῷ ζῆν τῷ λογίζεσθαι δυναμένῳ βέλτιον. 18331 3.1.87.1 : Οὔτε συμπόσιον ἄνευ ὁμιλίας οὔτε πλοῦτος χωρὶς 18332 3.1.87.2 : ἀρετῆς ἡδονὴν ἔχει. 18333 3.1.88.1 : Ὁδὸν μὲν τὴν λειοτάτην ἐκλέγεσθαι δεῖ, βίον δὲ τὸν 18334 3.1.88.2 : ἀλυπότατον. 18335 3.1.89.1 : Τοῦ βίου καθάπερ ἀγάλματος πάντα τὰ μέρη καλὰ 18336 3.1.89.2 : εἶναι δεῖ. 18337 3.1.90.1 : Ἀνδριὰς μὲν ἐπὶ βάσεως, σπουδαῖος δὲ ἀνὴρ ἐπὶ 18338 3.1.90.2 : καλῆς προαιρέσεως ἑστὼς ἀμετακίνητος ὀφείλει εἶναι. 18339 3.1.91.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 97 Mull.). 18340 3.1.91.2 : Φαύλων ἔργων καὶ τοὺς λόγους παραιτητέον. 18341 3.1.92.1 : Θεοβούλου. 18342 3.1.92.2 : Ἀδικούμενος διαλλάσσου, ὑβριζόμενος ἀμύνου. 18343 3.1.93.1 : Βίαντος. 18344 3.1.93.2 : Οὕτω πειρῶ ζῆν ὡς καὶ ὀλίγον καὶ πολὺν χρόνον 18345 3.1.93.3 : βιωσόμενος. 18346 3.1.94.1 : Πιττακοῦ. 18347 3.1.94.2 : Πιττακὸς ἔφη ‘παρακαταθήκην λαβὼν δικαίως ἀπό– 18348 3.1.94.3 : δος’. 18349 3.1.95.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 117 Mull.). 18350 3.1.95.2 : Μὴ διὰ φόβον, ἀλλὰ διὰ τὸ δέον ἀπέχεσθαι χρεὼν 18351 3.1.95.3 : ἁμαρτημάτων. 18352 3.1.96.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστωνύμου Τομαρίων. 18353 3.1.96.2 : Γυμναζόμενον φυλάξασθαι δεῖ τὸν κόπον, εὖ πράτ– 18354 3.1.96.3 : τοντα δὲ τὸν φθόνον. 18355 3.1.97.1 : Ἐν ταὐτῷ. 18356 3.1.97.2 : Κυβερνήτου μὲν ἔργον ἀγαθοῦ πρὸς τὰς τῶν πνευ– 18357 3.1.97.3 : μάτων μεταβολὰς ἁρμόσασθαι, ἀνδρὸς δὲ σοφοῦ πρὸς 18358 3.1.97.4 : τὰς τῆς τύχης. 18359 3.1.98.1 : Ἐκ τοῦ Τέλητος περὶ αὐταρκείας (Te- 18360 3.1.98.2 : letis rel. p. 3 sqq. ed. Hense). 18361 3.1.98.3 : Δεῖ ὥσπερ τὸν ἀγαθὸν ὑποκριτὴν ὅ τι ἂν ὁ ποιητὴς 18362 3.1.98.4 : περιθῇ πρόσωπον τοῦτο ἀγωνίζεσθαι καλῶς, οὕτω καὶ 18363 3.1.98.5 : τὸν ἀγαθὸν ἄνδρα ὅ τι ἂν περιθῇ ἡ τύχη. καὶ γὰρ αὕτη. 18364 3.1.98.6 : φησὶν ὁ Βίων, ὥσπερ ποιήτρια, ὁτὲ μὲν πρωτολόγου, ὁτὲ 18365 3.1.98.7 : δὲ δευτερολόγου περιτίθησι πρόσωπον, καὶ ὁτὲ μὲν βασι– 18366 3.1.98.8 : λέως, ὁτὲ δὲ ἀλήτου. μὴ οὖν βούλου δευτερολόγος ὢν τὸ 18367 3.1.98.9 : πρωτολόγου πρόσωπον· εἰ δὲ μή, ἀνάρμοστόν τι ποιή– 18368 3.1.98.10 : σεις. σὺ μὲν ἄρχεις καλῶς, ἐγὼ δὲ ἄρχομαι, φησί, καὶ 18369 3.1.98.11 : σὺ μὲν πολλῶν, ἐγὼ δὲ ἑνὸς τουτουῒ παιδαγωγὸς γενό– 18370 3.1.98.12 : μενος, καὶ σὺ μὲν εὔπορος γενόμενος δίδως ἐλευθερίως, 18371 3.1.98.13 : ἐγὼ δὲ λαμβάνω εὐθαρσῶς παρὰ σοῦ οὐχ ὑποπίπτων 18372 3.1.98.14 : οὐδὲ ἀγεννίζων οὐδὲ μεμψιμοιρῶν. σὺ κέχρησαι τοῖς πολ– 18373 3.1.98.15 : λοῖς καλῶς, ἐγὼ δὲ τοῖς ὀλίγοις· οὐ γὰρ τὰ πολυτελῆ, 18374 3.1.98.16 : φησί, τρέφει, οὐδὲ ἐκείνοις μὲν ἔστι μετ´ ὠφελείας χρῆ– 18375 3.1.98.17 : σθαι, τοῖς δὲ ὀλίγοις καὶ εὐτελέσι μετὰ σωφροσύνης οὐκ 18376 3.1.98.18 : ἔστι καὶ ἀτυφίας. διὸ καὶ εἰ λάβοι, φησὶν ὁ Βίων, φωνὴν 18377 3.1.98.19 : τὰ πράγματα, ὃν τρόπον καὶ ἡμεῖς, καὶ δύναιτο δικαιο– 18378 3.1.98.20 : λογεῖσθαι, οὐκ ἂν εἴποι, φησίν, [πρῶτον ἡ πενία, ἄνθρωπε, 18379 3.1.98.21 : τί μοι μάχῃ;] ὥσπερ οἰκέτης πρὸς κύριον ἐφ´ ἱερὸν 18380 3.1.98.22 : καθίσας δικαιολογεῖται ‘τί μοι μάχῃ; μή τί σοι κέκλοφα; 18381 3.1.98.23 : οὐ πᾶν τὸ προσταττόμενον ὑπὸ σοῦ ποιῶ; οὐ τὴν ἀποφορὰν 18382 3.1.98.24 : εὐτάκτως σοι φέρω;’ καὶ ἡ Πενία 〈ἂν〉 εἴποι πρὸς τὸν 18383 3.1.98.25 : ἐγκαλοῦντα ‘τί μοι μάχῃ; μὴ καλοῦ τινος δι´ ἐμὲ στε– 18384 3.1.98.26 : ρίσκῃ; μὴ σωφροσύνης; μὴ δικαιοσύνης; 〈μὴ〉 ἀνδρείας; 18385 3.1.98.27 : ἀλλὰ μὴ τῶν ἀναγκαίων ἐνδεὴς εἶ; ἢ οὐ μεσταὶ μὲν αἱ 18386 3.1.98.28 : ὁδοὶ λαχάνων; πλήρεις δὲ αἱ κρῆναι ὕδατος; οὐκ εὐνάς 18387 3.1.98.29 : σοι τοσαύτας παρέχω ὁπόση γῆ; καὶ στρωμνὰς φύλλα; 18388 3.1.98.30 : ἢ εὐφραίνεσθαι μετ´ ἐμοῦ οὐκ ἔστιν; ἢ οὐχ ὁρᾷς γρᾴδια 18389 3.1.98.31 : φυστὴν φαγόντα τερετίζοντα; ἢ οὐκ ὄψον ἀδάπανον καὶ 18390 3.1.98.32 : ἀτρύφερον παρασκευάζω σοι τὴν πεῖναν; ἢ οὐχ ὁ πεινῶν 18391 3.1.98.33 : ἥδιστα ἐσθίει καὶ ἥκιστα ὄψου δεῖται; καὶ ὁ διψῶν 18392 3.1.98.34 : ἥδιστα πίνει καὶ ἥκιστα τὸ μὴ παρὸν ποτὸν ἀναμένει; ἢ 18393 3.1.98.35 : πεινᾷ τις πλακοῦντα ἢ διψᾷ Χῖον; ἀλλ´ οὐ ταῦτα διὰ 18394 3.1.98.36 : τρυφὴν ζητοῦσιν ἄνθρωποι; ἢ οἰκήσεις οὐ παρέχω σοι 18395 3.1.98.37 : προῖκα, τὸν μὲν χειμῶνα τὰ βαλανεῖα, θέρους δὲ τὰ ἱερά; 18396 3.1.98.38 : ποῖον γάρ σοι τοιοῦτον οἰκητήριον, φησὶν ὁ Διογένης, 18397 3.1.98.39 : τοῦ θέρους, οἷον ἐμοὶ ὁ παρθενὼν οὗτος, εὔπνους καὶ 18398 3.1.98.40 : πολυτελής;’ εἰ ταῦτα λέγοι ἡ Πενία, τί ἂν ἔχοις ἀντει– 18399 3.1.98.41 : πεῖν; ἐγὼ μὲν γὰρ 〈ἂν〉 δοκῶ ἄφωνος γενέσθαι. ἀλλ´ 18400 3.1.98.42 : ἡμεῖς πάντα μᾶλλον αἰτιώμεθα ἢ τὴν ἑαυτῶν δυστροπίαν 18401 3.1.98.43 : καὶ κακοδαιμονίαν, τὸ γῆρας, τὴν πενίαν, τὸν ἀπαντή– 18402 3.1.98.44 : σαντα, τὴν ἡμέραν, τὴν ὥραν, τὸν τόπον. διό φησιν ὁ 18403 3.1.98.45 : Διογένης φωνῆς ἀκηκοέναι κακίας ἑαυτὴν αἰτιωμένης, 18404 3.1.98.46 : οὔτις ἐμοὶ τῶνδ´ ἄλλος ἐπαίτιος, ἀλλ´ ἐγὼ αὐτή. 18405 3.1.98.47 : παράφοροι δὲ πολλοὶ οὐχ ἑαυτοῖς ἀλλὰ τοῖς πράγμασι 18406 3.1.98.48 : τὴν αἰτίαν ἐπάγουσιν. ὁ δὲ Βίων, ὥσπερ τῶν θηρίων, 18407 3.1.98.49 : φησί, παρὰ τὴν λῆψιν ἡ δῆξις γίνεται, κἂν μέσου τοῦ 18408 3.1.98.50 : ὄφεως ἐπιλαμβάνῃ, δηχθήσῃ, ἐὰν τοῦ τραχήλου, οὐδὲν 18409 3.1.98.51 : πείσῃ· οὕτω καὶ τῶν πραγμάτων, φησί, παρὰ τὴν ὑπό– 18410 3.1.98.52 : ληψιν ἡ ὀδύνη γίνεται, καὶ ἐὰν μὲν οὕτως ὑπολάβῃς περὶ 18411 3.1.98.53 : αὐτῶν, ὡς ὁ Σωκράτης, οὐκ ὀδυνήσῃ, ἐὰν δὲ ὡς ἑτέρως, 18412 3.1.98.54 : ἀνιάσῃ, οὐχ ὑπὸ τῶν πραγμάτων ἀλλ´ ὑπὸ τῶν ἰδίων 18413 3.1.98.55 : τρόπων καὶ τῆς ψευδοῦς δόξης. διὸ δεῖ μὴ τὰ πράγματα 18414 3.1.98.56 : πειρᾶσθαι μετατιθέναι, ἀλλ´ αὑτὸν παρασκευάζειν πρὸς 18415 3.1.98.57 : ταῦτά πως ἔχοντα, ὅπερ ποιοῦσιν οἱ ναυτικοί· οὐ γὰρ 18416 3.1.98.58 : τοὺς ἀνέμους καὶ τὴν θάλατταν πειρῶνται μετατιθέναι, 18417 3.1.98.59 : ἀλλὰ παρασκευάζουσιν αὑτοὺς δυναμένους πρὸς ἐκεῖνα 18418 3.1.98.60 : στρέφεσθαι. εὐδία, γαλήνη· ταῖς κώπαις πλέουσι. κατὰ 18419 3.1.98.61 : ναῦν ἄνεμος· ἐπῆραν τὰ ἄρμενα. ἀντιπέπνευκεν· ἐστεί– 18420 3.1.98.62 : λαντο [μεθείλαντο]. καὶ σὺ πρὸς τὰ παρόντα χρῶ. γέρων 18421 3.1.98.63 : γέγονας· μὴ ζήτει τὰ τοῦ νέου. ἀσθενὴς πάλιν· μὴ ζήτει 18422 3.1.98.64 : τὰ τοῦ ἰσχυροῦ [φορτία βαστάζειν καὶ διατραχηλίζεσθαι], 18423 3.1.98.65 : ἀλλ´ ὥσπερ Διογένης, ἐπεί τις ὤθει καὶ ἐτραχήλιζεν 18424 3.1.98.66 : ἀσθενῶς ἔχοντα, οὐ διετραχηλίζετο, ἀλλὰ δείξας αὐτῷ 18425 3.1.98.67 : τὸν κίονα ‘βέλτιστε’ ἔφη ‘τοῦτον ὤθει προσστάς’. ἄπο– 18426 3.1.98.68 : ρος πάλιν γέγονας· μὴ ζήτει τὴν τοῦ εὐπόρου δίαιταν, 18427 3.1.98.69 : ἀλλ´ ὡς πρὸς τὸν ἀέρα φράττῃ (εὐδία, καὶ διεστείλω· 18428 3.1.98.70 : ψῦχος, συνεστείλω), οὕτω καὶ πρὸς τὰ ὑπάρχοντα· εὐ– 18429 3.1.98.71 : πορία, διάστειλον· ἀπορία, σύστειλον. ἀλλ´ ἡμεῖς οὐ 18430 3.1.98.72 : δυνάμεθα ἀρκεῖσθαι τοῖς παροῦσιν, ὅταν καὶ τρυφῇ πολὺ 18431 3.1.98.73 : διδῶμεν, καὶ τὸ ἐργάζεσθαι ....αί κρίνωμεν καὶ τὸν 18432 3.1.98.74 : θάνατον ἔσχατόν [τι] τῶν κακῶν. ἐὰν δὲ ποιήσῃ καὶ τῆς 18433 3.1.98.75 : ἡδονῆς καταφρονοῦντά τινα, καὶ πρὸς τοὺς πόνους μὴ 18434 3.1.98.76 : διαβεβλημένον, καὶ πρὸς δόξαν καὶ ἀδοξίαν ἴσως ἔχοντα, 18435 3.1.98.77 : καὶ τὸν θάνατον μὴ φοβούμενον, ὅ τι ἂν θέλῃς ἐξέσται 18436 3.1.98.78 : σοι ἀνωδύνῳ ὄντι ποιεῖν. διὸ ἅπερ λέγω, οὐχ ὁρῶ πῶς 18437 3.1.98.79 : αὐτὰ τὰ πράγματα ἔχει τι δύσκολον, ἢ γῆρας ἢ πενία ἢ 18438 3.1.98.80 : ξενία. οὐκ ἀηδῶς γὰρ Ξενοφῶν ‘ἐάν σοι’ φησί ‘δείξω 18439 3.1.98.81 : δύο ἀδελφῶν τὴν ἴσην οὐσίαν διελομένων τὸν μὲν ἐν τῇ 18440 3.1.98.82 : πάσῃ ἀπορίᾳ, τὸν δὲ ἐν εὐκολίᾳ, οὐ φανερὸν ὅτι οὐ τὰ 18441 3.1.98.83 : χρήματα αἰτιατέον ἀλλ´ ἕτερόν τι;’ οὕτως ἐάν σοι δείξω 18442 3.1.98.84 : δύο γέροντας, δύο πένητας, δύο φεύγοντας, τὸν μὲν ἐν 18443 3.1.98.85 : τῇ πάσῃ εὐκολίᾳ καὶ ἀπαθείᾳ ὄντα, τὸν δὲ ἐν τῇ πάσῃ 18444 3.1.98.86 : ταραχῇ, οὐ φανερὸν ὅτι οὐ τὸ γῆρας, οὐ τὴν πενίαν, οὐ 18445 3.1.98.87 : τὴν ξενίαν αἰτιατέον ἀλλ´ ἕτερόν τι; καὶ ὅπερ Διογένης 18446 3.1.98.88 : ἐποίησεν πρὸς τὸν πολυτελῆ φάμενον πόλιν εἶναι τὰς 18447 3.1.98.89 : Ἀθήνας· λαβὼν γὰρ αὐτὸν ἦγεν εἰς τὸ μυροπωλεῖον καὶ 18448 3.1.98.90 : ἐπυνθάνετο πόσου τῆς κύπρου ἡ κοτύλη. ‘μνᾶς’ φησιν 18449 3.1.98.91 : ὁ μυροπώλης· ἀνέκραγε ‘πολυτελής γε ἡ πόλις’. ἀπῆγεν 18450 3.1.98.92 : αὐτὸν πάλιν εἰς τὸ μαγειρεῖον καὶ ἐπυνθάνετο πόσου τὸ 18451 3.1.98.93 : ἀκροκώλιον. ‘τριῶν δραχμῶν’· ἐβόα ‘πολυτελής γε ἡ 18452 3.1.98.94 : πόλις’. εἰς τὰ ἔρια πάλιν τὰ μαλακὰ καὶ πόσου τὸ πρό– 18453 3.1.98.95 : βατον. ‘μνᾶς’ φησίν· ἐβόα ‘πολυτελής γε ἡ πόλις’. ‘δεῦρο 18454 3.1.98.96 : δή’ φησί. κἀνταῦθα ἄγει αὐτὸν καὶ εἰς τοὺς θέρμους. 18455 3.1.98.97 : ‘πόσου ἡ χοῖνιξ;’ ‘χαλκοῦ’ φησίν· ἀνέκραγεν ὁ Διογένης 18456 3.1.98.98 : ‘εὐτελής γε ἡ πόλις’. πάλιν εἰς τὰς ἰσχάδας, ‘δύο χαλ– 18457 3.1.98.99 : κῶν’· ‘τῶν δὲ μύρτων;’ ‘δύο χαλκῶν’· ‘εὐτελής γε ἡ πόλις’. 18458 3.1.98.100 : ὃν τρόπον οὖν ὧδε οὐχ ἡ πόλις εὐτελὴς καὶ 〈πολυτελής, 18459 3.1.98.101 : ἀλλ´ ἐὰν μὲν οὕτω ζῇ〉 πολυτελής, ἐὰν δὲ οὕτως, εὐτε– 18460 3.1.98.102 : λής, οὕτω καὶ τὰ πράγματα, ἐὰν μὲν αὐτοῖς οὕτω χρῆ– 18461 3.1.98.103 : ται, εὐπετῆ καὶ ῥᾴδια φανεῖται, ἐὰν δὲ οὕτως, δυσχερῆ. 18462 3.1.98.104 : —Ἀλλ´ ὅμως δοκεῖ μοι ἔχειν τι ἡ πενία δυσχερὲς καὶ 18463 3.1.98.105 : ἐπίπονον· καὶ μᾶλλον ἄν τις ἐπαινέσαι τὸν μετὰ πενίας 18464 3.1.98.106 : εὐκόλως 〈τὸ〉 γῆρας ἐνεγκόντα ἢ τὸν μετὰ πλούτου. — 18465 3.1.98.107 : Καὶ τί ἔχει δυσχερὲς ἢ ἐπίπονον ἡ πενία; ἢ οὐ Κράτης 18466 3.1.98.108 : καὶ Διογένης πένητες ἦσαν; καὶ πῶς ῥᾳδίως διεξήγαγον; 18467 3.1.98.109 : ἄτυφοι γενόμενοι καὶ ἐπαῖται καὶ διαίτῃ εὐτελεῖ καὶ λιτῇ 18468 3.1.98.110 : δυνάμενοι χρήσασθαι. ἀπορίᾳ καὶ δάνεια περιέστηκεν· 18469 3.1.98.111 : κόγχον καὶ κύαμον συνάγαγε, φησὶν ὁ Κράτης, καὶ τὰ 18470 3.1.98.112 : τούτοις πρόσφορα· κἂν τάδε δράσῃς, ῥᾳδίως στήσεις τρό– 18471 3.1.98.113 : παιον κατὰ πενίας. ἢ τί δεῖ μᾶλλον ἐπαινέσαι τὸν μετὰ 18472 3.1.98.114 : πενίας εὐκόλως 〈τὸ〉 γῆρας ἐνεγκόντα ἢ τὸν μετὰ πλού– 18473 3.1.98.115 : του; ἐπεί τοι οὐδὲ γνῶναι ῥᾳδιέστερόν ἐστι, ποῖόν τι 18474 3.1.98.116 : ἐστὶ πλοῦτος ἢ ποῖόν τι πενία· ἀλλὰ καὶ πλούτῳ πολλοὶ 18475 3.1.98.117 : μετὰ γήρως δυσκόλως χρῶνται καὶ πενίᾳ ἀγεννῶς καὶ 18476 3.1.98.118 : ὀδυρτικῶς· καὶ οὔτε τούτῳ ῥᾴδιον, ὥστε τῷ πλούτῳ ἐλευ– 18477 3.1.98.119 : θερίως καὶ ἀφόρτως, οὔτε ἐκείνῳ, ὥστε 〈τῇ〉 πενίᾳ γεν– 18478 3.1.98.120 : ναίως, ἀλλὰ τοῦ αὐτοῦ ἀμφότερα, καὶ ὅσπερ τοῖς πολλοῖς 18479 3.1.98.121 : δύναται κατὰ τρόπον, οὗτος καὶ τοῖς ἀνάπαλιν. καὶ ἐὰν 18480 3.1.98.122 : μὲν ἐκποιῇ πενητεύουσι 〈δεῖ〉 μένειν ἐν τῷ βίῳ, εἰ δὲ μή, 18481 3.1.98.123 : ῥᾳδίως ἀπαλλάττεσθαι ὥσπερ ἐκ πανηγύρεως [οὕτω καὶ 18482 3.1.98.124 : ἐκ τοῦ βίου]. καθάπερ καὶ ἐξ οἰκίας, φησὶν ὁ Βίων, ἐξοι– 18483 3.1.98.125 : κιζόμεθα, ὅταν τὸ ἐνοίκιον ὁ μισθώσας οὐ κομιζόμενος 18484 3.1.98.126 : τὴν θύραν ἀφέλῃ, τὸν κέραμον ἀφέλῃ, τὸ φρέαρ ἐγκλείσῃ, 18485 3.1.98.127 : οὕτω, φησί, καὶ ἐκ τοῦ σωματίου ἐξοικίζομαι, ὅταν ἡ 18486 3.1.98.128 : μισθώσασα φύσις τοὺς ὀφθαλμοὺς ἀφαιρῆται τὰ ὦτα τὰς 18487 3.1.98.129 : χεῖρας τοὺς πόδας· οὐχ ὑπομένω, ἀλλ´ ὥσπερ ἐκ συμ– 18488 3.1.98.130 : ποσίου ἀπαλλάττομαι οὐθὲν δυσχεραίνων, οὕτω καὶ ἐκ 18489 3.1.98.131 : τοῦ βίου, ὅταν [ἡ] ὥρα ᾖ, ‘ἔμβα πορθμίδος ἕρμα.’ ὥσπερ 18490 3.1.98.132 : 〈ὁ〉 ἀγαθὸς ὑποκριτὴς εὖ καὶ τὸν πρόλογον εὖ καὶ τὰ 18491 3.1.98.133 : μέσα εὖ καὶ τὴν καταστροφήν, οὕτω καὶ ὁ ἀγαθὸς ἀνὴρ 18492 3.1.98.134 : εὖ καὶ τὰ πρῶτα τοῦ βίου εὖ καὶ τὰ μέσα εὖ καὶ τὴν 18493 3.1.98.135 : τελευτήν· καὶ ὥσπερ ἱμάτιον τρίβωνα γενόμενον ἀπε– 18494 3.1.98.136 : θέμην καὶ οὐ .... παρέλκω οὐδὲ φιλοψυχῶ, ἀλλὰ μὴ 18495 3.1.98.137 : δυνάμενος ἔτι εὐδαιμονεῖν ἀπαλλάττομαι. καθάπερ καὶ 18496 3.1.98.138 : Σωκράτης· ἦν αὐτῷ ἐκ τοῦ δεσμωτηρίου, εἰ ἐβούλετο, 18497 3.1.98.139 : ἐξελθεῖν· καὶ τῶν δικαστῶν κελευόντων ἀργυρίου τιμή– 18498 3.1.98.140 : σασθαι οὐ προσεῖχεν, ἀλλὰ τῆς ἐν πρυτανείῳ σιτήσεως 18499 3.1.98.141 : ἐτιμήσατο· καὶ τριῶν ἡμερῶν αὐτῷ δοθεισῶν τῇ πρώτῃ 18500 3.1.98.142 : ἔπιεν καὶ οὐ προσέμεινεν τῆς τρίτης ἡμέρας τὴν ἐσχάτην 18501 3.1.98.143 : ὥραν παρατηρῶν, εἰ ἔτι ἥλιος ἐπὶ τῶν ὀρῶν, ἀλλ´ εὐ– 18502 3.1.98.144 : θαρσῶς [τῇ πρώτῃ], 〈ὡς Πλάτων φη〉σίν, οὐδὲν τρέσας 18503 3.1.98.145 : 〈οὐδὲ διαφθείρας〉 οὔτε τοῦ προσώπου οὔτε τοῦ χρώ– 18504 3.1.98.146 : ματος, ἀλλὰ μάλα ἱλαρῶς τε καὶ εὐκόλως λαβὼν τὸ ποτή– 18505 3.1.98.147 : ριον ἐξέπιεν, καὶ τὸ τελευταῖον ἀποκοτταβίσας ‘τουτὶ δέ’ 18506 3.1.98.148 : φησίν ‘Ἀλκιβιάδῃ τῷ καλῷ’· ὅρα σχολὴν καὶ παιδιάν. 18507 3.1.98.149 : ἡμεῖς δέ, κἂν ἄλλον ἴδωμεν, πεφρίκαμεν. καὶ μέλλων 18508 3.1.98.150 : ἀποθνῄσκειν, ἐκάθευδε βαθέως, ὥστε μόλις διεγεῖραι 18509 3.1.98.151 : τινά. ταχύ γ´ ἂν καὶ ἡμῶν τις ἂν κοιμηθείη; καὶ γυ– 18510 3.1.98.152 : ναικὸς χαλεπότητα πρᾴως ἔφερε κἀκείνης βοώσης οὐκ 18511 3.1.98.153 : ἐφρόντιζεν, ἀλλὰ Κριτοβούλου εἰπόντος ‘πῶς ἀνέχῃ ταύτης 18512 3.1.98.154 : συμβιούσης;’ ‘πῶς δὲ σὺ τῶν παρὰ σοὶ χηνῶν;’ ‘τί δέ 18513 3.1.98.155 : μοι μέλει ἐκείνων;’ φησίν ‘οὕτως οὐδ´ ἐμοὶ ταύτης, ἀλλ´ 18514 3.1.98.156 : ἀκούω ὥσπερ χηνός’. καὶ πάλιν παρειληφότος αὐτοῦ 18515 3.1.98.157 : Ἀλκιβιάδην ἐπ´ ἄριστον, ὡς ἐκείνη παρελθοῦσα τὴν τρά– 18516 3.1.98.158 : πεζαν ἀνέτρεψεν, οὐκ ἐβόα οὐδ´ ὠδυνᾶτο δεινοπαθῶν ‘ὢ 18517 3.1.98.159 : τῆς παρανομίας, ὥστε ταύτῃ πάσχειν’, ἀλλ´ ἀναλέξας τὰ 18518 3.1.98.160 : πεσόντα, ἀποθέσθαι πάλιν ἐκέλευσε τὸν Ἀλκιβιάδην· ὡς 18519 3.1.98.161 : δὲ ἐκεῖνος οὐ προσεῖχεν ἀλλ´ ἐγκαλυψάμενος ἐκάθητο 18520 3.1.98.162 : αἰσχυνόμενος, ‘προάγωμεν δή’ φησίν ‘ἔξω· φαίνεται γὰρ 18521 3.1.98.163 : ἡ Ξανθίππη ὀξυρεγμίᾳ σπαράττειν ἡμᾶς.’ εἶτα μετ´ ὀλί– 18522 3.1.98.164 : γας ἡμέρας αὐτὸς ἀριστῶν παρὰ τῷ Ἀλκιβιάδῃ, ὡς ἡ 18523 3.1.98.165 : ὄρνις ἡ γενναία ἐπιπτᾶσα κατέβαλε τὸν πίνακα, ἐγκαλυ– 18524 3.1.98.166 : ψάμενος ἐκάθητο καὶ οὐκ ἠρίστα· ὡς δὲ ἐκεῖνος ἐγέλα 18525 3.1.98.167 : καὶ ἐπυνθάνετο εἰ διὰ τοῦτο οὐκ ἀριστᾷ ὅτι ἡ ὄρνις ἐπι– 18526 3.1.98.168 : πτᾶσα καταβάλοι, ‘δῆλον ὅτι’ φησί ‘σὺ μὲν πρῴην Ξαν– 18527 3.1.98.169 : θίππης ἀνατρεψάσης οὐκ ἐβούλου ἀριστᾶν, ἐμὲ δὲ οἴει 18528 3.1.98.170 : νῦν 〈ἂν〉 ἀριστᾶν τῆς ὄρνιθος ἀνατρεψάσης; ἢ διαφέρειν 18529 3.1.98.171 : τι ἐκείνην ὄρνιθος κορυζώσης ἡγῇ;’ ‘ἀλλ´ εἰ μὲν ὗς’ 18530 3.1.98.172 : φησίν ‘ἀνέτρεψεν, οὐκ ἂν ὠργίζου, οὐκ ἂν διηνέχθης, εἰ 18531 3.1.98.173 : δὲ γυνὴ ὑώδης;’ ὅρα παιδιάν. 18532 3.1.99.1 : Ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου Ἐγχειριδίου (c. 43). 18533 3.1.99.2 : Πᾶν πρᾶγμα καὶ πρόσωπον δύο ἔχει λαβάς, μίαν 18534 3.1.99.3 : φορητήν, μίαν ἀφόρητον· ὁ ἀδελφὸς ἐὰν ἀδικῇ, ἔνθεν 18535 3.1.99.4 : αὐτὸ μὴ λάμβανε ὅτι ἀδικεῖ, ἀλλ´ ἐκεῖθεν ὅτι ἀδελφός· 18536 3.1.99.5 : καὶ οὕτω λήψῃ αὐτὸ καθ´ ὃ φορητόν ἐστι. 18537 3.1.100.1 : Διωτογένους Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ 18538 3.1.100.2 : ὁσιότητος (fr. 4 I p. 535 Mullach.). 18539 3.1.100.3 : Περὶ βίω ἐκλογισμὸς καθ´ ὅν κα εἴη ὁ ἀνθρώπινος 18540 3.1.100.4 : βίος ὁσιώτατός τε καὶ νομιμώτατος. πρᾶτον μὲν αἴκα τις 18541 3.1.100.5 : μὴ πολυπραγμονῇ μηδὲ ταχὺ ἐπὶ τὰς δίκας ὁρμῴη, ἀλλὰ 18542 3.1.100.6 : πολὺν χρόνον ἀμβαλλόμενος αὐτός τε προκαλεόμενος ἄνευ 18543 3.1.100.7 : δίκας οἷς τε ὁ ἀντίδικος προεκαλέσατο, ἐμμένων· καὶ 18544 3.1.100.8 : αἴκα τὰ πολλὰ † ἐξηταγόρεν τῷ πράγματι † καμαύλη ἀλλ´ 18545 3.1.100.9 : αὐτὸ τὸ πρᾶγμα· καὶ ἐπὶ μὲν τᾶς ἀλλοτρίας ζαμίας τὸ 18546 3.1.100.10 : ἀκριβὲς μῷτο, ἐπὶ δὲ τᾶς ἰδίας τὸ μέτριον· τὸ γὰρ αὐτὸν 18547 3.1.100.11 : παρ´ αὑτῷ διαιτῆσθαι μετριωτέρω ἤθεος. καὶ μὴ ἐπὶ τᾷ 18548 3.1.100.12 : ζαμίᾳ οὕτως ὡς ἐπὶ τᾷ αἰσχύνᾳ λυποῖτο· τὸ μὲν γὰρ ἐπ´ 18549 3.1.100.13 : ἀργυρίῳ ὀδυνῆσθαι φαύλω ἤθεος, τὸ δὲ ἐπὶ τᾷ αἰσχύνᾳ 18550 3.1.100.14 : καὶ τᾷ ἀτιμίᾳ καλοκαγάθω. 18551 3.1.101.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστοξένου Πυθαγορικῶν 18552 3.1.101.2 : ἀποφάσεων. 18553 3.1.101.3 : Τὴν ἀληθῆ φιλοκαλίαν ἐν τοῖς ἐπιτηδεύμασι καὶ ἐν 18554 3.1.101.4 : ταῖς ἐπιστήμαις ἔλεγεν εἶναι· τὸ γὰρ ἀγαπᾶν καὶ στέρ– 18555 3.1.101.5 : γειν τῶν καλῶν ἐθῶν τε καὶ ἐπιτηδευμάτων ὑπάρχειν· 18556 3.1.101.6 : ὡσαύτως δὲ καὶ τῶν ἐπιστημῶν τε καὶ ἐμπειριῶν τὰς 18557 3.1.101.7 : καλὰς καὶ εὐσχήμονας ἀληθῶς εἶναι φιλοκάλους, τὴν δὲ 18558 3.1.101.8 : λεγομένην ὑπὸ τῶν πολλῶν φιλοκαλίαν, οἷον 〈ἐν〉 τοῖς 18559 3.1.101.9 : ἀναγκαίοις καὶ χρησίμοις πρὸς τὸν βίον γινομένην, λάφυρά 18560 3.1.101.10 : που τῆς ἀληθινῆς κεῖσθαι φιλοκαλίας. 18561 3.1.102.1 : Ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου Ἐγχειριδίου (c. 33). 18562 3.1.102.2 : Τὰ πολλὰ δὲ καὶ τὸ γελᾶν ἀπέστω καὶ τὸ γέλωτα 18563 3.1.102.3 : κινεῖν· ὀλισθηρὸς γὰρ ὁ τόπος εἰς ἰδιωτισμὸν καὶ ἅμα 18564 3.1.102.4 : τὴν αἰδῶ τὴν πρὸς σὲ τῶν πλησίον ἱκανὸς ἀνεῖναι καὶ 18565 3.1.102.5 : διαφθεῖραι. καὶ ἄλλος παράκειται τόπος ἐπισφαλὴς ταῖς 18566 3.1.102.6 : τοιαύταις ἀνέσεσι, τὸ εἰς αἰσχρολογίαν εὐκόλως προ– 18567 3.1.102.7 : αγαγεῖν τὸν πλησίον. ὅταν οὖν τι συμβῇ τοιοῦτον, ἂν 18568 3.1.102.8 : μὲν εὔκαιρον ᾖ, καὶ ἐπίπληξον τῷ αἰσχρολογήσαντι· ἐὰν 18569 3.1.102.9 : δὲ τοιαῦτα ᾖ τὰ πρόσωπα ὥστε μὴ καιρὸν εἶναι, τῷ 18570 3.1.102.10 : ἀποσιωπῆσαι καὶ σκυθρωπάσαι καὶ ἐρυθριᾶσαι δῆλος 18571 3.1.102.11 : γενοῦ δυσαρεστῶν τῷ ῥηθέντι. 18572 3.1.103.1 : Εὐσεβίου (fr. 1 III p. 7 sq. Mullach.). 18573 3.1.103.2 : Ἐχθρὸς γενοίμην μηδενός, φίλος δὲ τοῦ αἰεὶ [καὶ] 18574 3.1.103.3 : παραμενέοντος· καὶ μήκοτε μὲν διενεχθείην πρὸς τοὺς 18575 3.1.103.4 : οἰκειοτάτους, διενεχθεὶς δὲ διαλλαχθείην ὡς τάχιστα. 18576 3.1.103.5 : Μηδενὶ ἐπιβουλεύσαιμι, ἐπιβουλευόμενος δὲ ἄνευ ἀνάγκης 18577 3.1.103.6 : τοῦ τι ἀντιδρᾶσαι ἀνήκεστον ἀπαθὴς διαφύγοιμι. Ὀργῆς 18578 3.1.103.7 : κρατοίην. Ἐρῴην καὶ ἐπιθυμέοιμι καὶ τυγχάνοιμι μού– 18579 3.1.103.8 : νων τῶν καλῶν, τῶν δὲ ἀπ´ ἐναντίης, τῆς ἐπιθυμίης 18580 3.1.103.9 : μηδὲ ἁμαρτών κοτε ὥστε εὔξασθαι τύχοιμι [ἐπιθυμίης] 18581 3.1.103.10 : μόγου. Βουλοίμην πάντας εὐτυχέειν, φθονήσαιμι μηδενὶ 18582 3.1.103.11 : τῶν εὐτυχεόντων. Μήκοτέ τις ἐμὲ τῶν νομιζομένων παρα– 18583 3.1.103.12 : λόγως εὖ πρήσσειν ἐκπλήξειε μηδὲ ἀνιήσειε· τί γὰρ δεῖ 18584 3.1.103.13 : τοῖσι παρὰ τῆς τύχης δεδομένοισι φθονέειν; φίλοι δέ με 18585 3.1.103.14 : καὶ οἱ κατ´ ἀξίην εὐτυχέοντες εὐφραίνοιεν. Μήκοτε τῷ 18586 3.1.103.15 : ἀπὸ οἰκείης γνώμης ἔχθρην κατ´ ἐμέο ἐπανελομένῳ δυσ– 18587 3.1.103.16 : τυχήσαντι ἐπησθείην. Μήκοτε συγγνοίην ἐμεωυτῷ κακοῦ 18588 3.1.103.17 : τευ τινὶ αἰτίην παρασχόντι. Λαθών κοτε ἐμεωυτὸν ὡς 18589 3.1.103.18 : παρὰ μέλος ἤτοι τι εἴπας ἢ πρήξας, μὴ περιμείναιμι τοὺς 18590 3.1.103.19 : μωμησομένους καὶ ἐπιπλήξοντας· αὐτὸς δὲ ἐμεωυτὸν 18591 3.1.103.20 : μωμησαίμην μέχρι τοῦ ἀκέσασθαι. Εἰδείην γενναίως φέ– 18592 3.1.103.21 : ρειν τὰ προσπίπτοντα, καὶ τὰ μὲν μέτρια ἐκδεχοίμην 18593 3.1.103.22 : ὥσπερ αὐτῶν ἔχει ἡ φύσις, τοῖσι δὲ ὑπερβάλλουσι μὴ καὶ 18594 3.1.103.23 : τὸ παρ´ ἐμεωυτοῦ προστιθείην. Εὐτυχίην εἰδείην φέρειν 18595 3.1.103.24 : σωφρόνως· μήκοτε ὑπὸ εὐπρηγίης ἐς ὑπερηφανίην ἄλογον 18596 3.1.103.25 : ἀερθείην. Πλοῦτον νομίζοιμι τὸν ἀρκέοντα βίον τῷ σώ– 18597 3.1.103.26 : φρονι. Ἄπαυστον καὶ ἀκόρεστον ἐπιθυμίην χρημάτων μὲν 18598 3.1.103.27 : μήκοτε σχοίην, μούνων δὲ τῶν ὠφελεόντων τὴν ψυχὴν 18599 3.1.103.28 : μαθημάτων ἐθέλοιμι ἃ δεῖ ἔσεσθαι. Νικῴην νίκην τὴν 18600 3.1.103.29 : καὶ ἐμοὶ καὶ τῷ προσδιαλεγομένῳ ἀβλαβέα. Φιλοτιμέεσθαι 18601 3.1.103.30 : παρὰ καιρὸν πρὸς φίλους καὶ ἐν τῇσι ζητήσεσι φυλασ– 18602 3.1.103.31 : σοίμην. Μήκοτε καὶ παρὰ τὸ ἐμοὶ δοκέον ἐν τῇσι ζητή– 18603 3.1.103.32 : σεσι τοῦ νικᾶν ἕνεκα ἔριν ἀσπασαίμην. Μήκοτε ἐπὶ 18604 3.1.103.33 : βλάβῃ τοῦ ἀληθέος καὶ ὥστε παρ´ ἃ αὐτὸς οἶδα παραλογί– 18605 3.1.103.34 : σασθαι τὸν προσδιαλεγόμενον ἐρίσαι ἐπαρθείην. Τοῖσι 18606 3.1.103.35 : τὸ ἀληθὲς λόγοισι ξυνιστᾶσιν αἰεὶ ξυμμαχοίμην. Ἀκο– 18607 3.1.103.36 : λάστου ἐπιθυμίης μήκοτε τι μηδὲ ἐννοηθείην. Ξυνείην 18608 3.1.103.37 : αἰεὶ τοῖσι σώφροσιν· εἴη τέ μοι αἰεὶ προσδιαλέγεσθαι, 18609 3.1.103.38 : παρ´ ὧν ἔστι τι πάντως ἀπελθεῖν χρηστὸν προσλαβόντι. 18610 3.1.103.39 : Μήκοτε ἐπαρθείην κέρδεος ἕνεκα πλημμελῆσαι. Φίλους 18611 3.1.103.40 : διαφερομένους καταρτίζοιμι. Φίλοισι δυνάμενος καὶ τοῖσι 18612 3.1.103.41 : δεομένοισι τὰ δέοντα ἐπαρκέοιμι. Φίλους ἐν κινδύνοισι 18613 3.1.103.42 : καταστάντας δυνάμενος ὠφελέειν, μήκοτε ἐγκαταλίποιμι. 18614 3.1.103.43 : Φίλων ξυμφοράς, ἀπ´ ὧν οἷόν τε, ἐπανορθοῦσθαι προ– 18615 3.1.103.44 : θυμοίμην. Λυπεομένοισι παρεὼν ἐλαφρύνοιμι ἠπίῳ καὶ 18616 3.1.103.45 : ἀκεσίμῳ λόγῳ τὰς ἀνίας. Εἰδείην ἐμεωυτὸν αἰδέεσθαι. 18617 3.1.103.46 : Τῶν καλῶν φιλομαθείην ἀσκέοιμι. Ζητοίην μὴ τὰ πε– 18618 3.1.103.47 : ρισσά, ἀλλὰ περὶ ὧν ἄριστον καὶ ἃ μαθὼν ὠφελησοίμην. 18619 3.1.103.48 : Θεοὺς τιμώην καὶ νόμῳ πόλιος καὶ σπουδῇ οἰκείῃ νόῳ 18620 3.1.103.49 : εὐσεβέι. Αἰεὶ τὸν ἐν ἐμοὶ θυμὸν ἀγριούμενον ἡμεροίην. 18621 3.1.103.50 : Ἐθίζοιμι ἐμεωυτὸν ἵλεω εἶναι καὶ μὴ πρὸς τὰ πρήγματα 18622 3.1.103.51 : ἔχειν δυσκόλως. Τίς πονηρός, καὶ τίνι τούτων τί πέ– 18623 3.1.103.52 : πρηκται, μὴ μέλοι μοι· εἰδείην δὲ τοὺς ἀγαθούς, καὶ 18624 3.1.103.53 : τούτους μεταδιώκοιμι. Ὀφείλοιμι μηδενὶ μηδέν· εἰ δέ 18625 3.1.103.54 : κοτε ὑπ´ ἀνάγκης μεγάλης ἐς τοῦτο κατασταίην, γένοιτό 18626 3.1.103.55 : μοι τάχιστα ἐλευθέρῳ γενέσθαι δυνηθῆναι. Αἰνέοιμι τοὺς 18627 3.1.103.56 : ἀγαθοὺς ἀφθόνως· φιλόψογον δὲ γλῶσσαν παντὸς ἀπο– 18628 3.1.103.57 : στυγοίην. Εἰδείην σιγᾶν περὶ ὧν ἄμεινον. 18629 3.1.104.1 : Σωκράτους. 18630 3.1.104.2 : Οὔτε ναῦν ἐξ ἑνὸς ἀγκυρίου οὔτε βίον ἐκ μιᾶς ἐλπίδος 18631 3.1.104.3 : ὁρμιστέον. 18632 3.1.105.1 : Ἀρχύτα Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ 18633 3.1.105.2 : παιδεύσεως ἠθικῆς (fr. 12 phil. Gr. I p. 557 18634 3.1.105.3 : Mullach.). 18635 3.1.105.4 : Φαμὶ τὰν ἀρετὰν ἦμεν ποττὸ μὴ κακοδαιμονὲν ἱκα– 18636 3.1.105.5 : νάν, τὰν δὲ κακίαν ποττὸ μὴ εὐδαιμονέν, αἴκα τὰς ἕξιας 18637 3.1.105.6 : αὐτὰς κρίνωμες. αἰεὶ μὲν γὰρ κακοδαιμονὲν ἀνάγκα τὸν 18638 3.1.105.7 : κακόν, αἴτε ἔχει ὕλαν (κακῶς τε γὰρ αὐτᾷ χρέεται) αἴτε 18639 3.1.105.8 : σπανίζει· ὡς καὶ τὸν τυφλόν ..., αἴτε φῶς ἔχει καὶ λαμ– 18640 3.1.105.9 : πρότατα ὁρατάν, αἴτε ἐν σκότει διατελεῖ· οὐκ αἰεὶ δὲ 18641 3.1.105.10 : εὐδαιμονὲν τὸν ἀγαθόν. οὐ γὰρ ἁ κτᾶσις τᾶς ἀρετᾶς 18642 3.1.105.11 : εὐδαιμονία ἦς, ἀλλ´ ἁ χρᾶσις. καὶ γὰρ ὁ ἔχων τὴν ὄψιν 18643 3.1.105.12 : οὐχ ὁρῇ αἰεί· αἰ γὰρ μὴ ἔχει φῶς, οὐκ ὄψεται. δύο δ´ 18644 3.1.105.13 : ὁδοὶ τέμνονται ἐν βίῳ, ἃ μὲν σκυθρωποτέρα, τὰν ὁ τλά– 18645 3.1.105.14 : μων ἐβάδιζεν Ὀδυσσεύς, ἃ δὲ εὐδιεινοτέρα, τὰν ἐπορεύετο 18646 3.1.105.15 : Νέστωρ. τὰν ὦν ἀρετάν φαμι δήλεσθαι μὲν ταύταν, δύ– 18647 3.1.105.16 : νασθαι δὲ καὶ τήναν. ἀλλὰ τὰν εὐδαιμονίαν καρύσσει ἁ 18648 3.1.105.17 : φύσις βίον εὐκταῖον καὶ εὐσταθέα διὰ τὸ γνώμας τελε– 18649 3.1.105.18 : σθῆμεν· ὥστε ἃ μὴ δήληταί τις παριόντα, οὐκ εὐδαίμων 18650 3.1.105.19 : μέν, οὐ μὰν πάντα κακοδαίμων. 18651 3.1.106.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 12 phil. Gr. I p. 558 Mul- 18652 3.1.106.2 : lach.). 18653 3.1.106.3 : Μὴ ὦν ἄνοσον καὶ ἀνάλγητον τολμώντων τὸν ἀγαθὸν 18654 3.1.106.4 : εἰπέν, μηδὲ ἄλυπον θρασυνέσθωσαν λέγεν· ὡς γὰρ σώματι 18655 3.1.106.5 : ἀλγεινά τινα ἀπολείπομες, οὕτω καὶ ψυχᾷ ἐπώδυνα. ἀλλὰ 18656 3.1.106.6 : ταὶ μὲν ἀφρόνων λῦπαι ἀλόγιστοι πέλοντι· ταὶ δὲ φρο– 18657 3.1.106.7 : νίμων ἐς ὅσον κα λόγος ἐπιτρέποι ὁρίδδων τὰ πράγματα. 18658 3.1.106.8 : ἀλλὰ μὰν καὶ τὸ καύχαμα αὐτῶν τᾶς ἀπαθείας ἐκλύει 18659 3.1.106.9 : τᾶς ἀρετᾶς τὸ γενναῖον, αἴκα ἀδιαφόροις καὶ μὴ κακοῖς 18660 3.1.106.10 : θανάτῳ τε καὶ ἀλγηδόνι καὶ πενίᾳ ἀντιβεβάκῃ. εὐκα– 18661 3.1.106.11 : ταγώνιστα γὰρ τὰ μὴ κακά. ἀσκητέον ὦν ποττὰν μετριο– 18662 3.1.106.12 : πάθειαν ἴμεν, ὡς τό τε ἀνάλγητον ἐς ἴσον τῷ ἐμπαθεῖ 18663 3.1.106.13 : φεύγωμες, μηδὲ μέζον φύσιος τᾶς ἁμετέρας φθεγγώμεθα. 18664 3.1.107.1 : Τοῦ αὐτοῦ Περὶ ἀνδρὸς ἀγαθοῦ καὶ 18665 3.1.107.2 : εὐδαίμονος (fr. 1 ap. Mullach phil. Gr. I p. 553). 18666 3.1.107.3 : Πρᾶτον μὲν ὦν χρὴ τοῦτο γινώσκεν, ὅτι ὁ μὲν ἀγα– 18667 3.1.107.4 : θὸς ἀνὴρ οὐκ εὐθέως εὐδαίμων ἐξ ἀνάγκας ἐστίν, ὁ δὲ 18668 3.1.107.5 : εὐδαίμων καὶ ἀγαθὸς ἀνήρ ἐστιν. ὁ μὲν γὰρ εὐδαίμων ἐξ 18669 3.1.107.6 : ἐπαινετῶ καὶ μακαριστῶ γίνεται, ὁ δὲ ἀγαθὸς ἀνὴρ ἐξ 18670 3.1.107.7 : ἐπαινετῶ μόνον. γίνεται δὲ ὁ μὲν ἔπαινος ἐπ´ ἀρετᾷ, ὁ 18671 3.1.107.8 : δὲ μακαρισμὸς ἐπ´ εὐτυχίᾳ. καὶ ὁ μὲν ἀγαθὸς ἀνὴρ ἐπὶ 18672 3.1.107.9 : τοῖς παρ´ ἀρετᾶς ἀγαθοῖς γίνεται τοιοῦτος, ὁ δ´ εὐδαί– 18673 3.1.107.10 : μων καὶ ἐπὶ τοῖς διὰ τύχαν· καὶ ὁ μὲν ἀγαθὸς ἀνὴρ 18674 3.1.107.11 : ἀναφαίρετον ἔχει τὰν ἀρετάν, ὁ δ´ εὐδαίμων ἔστιν ὅκ´ 18675 3.1.107.12 : ἀφαιρέεται τὰν εὐδαιμοσύναν. τᾶς μὲν γὰρ ἀρετᾶς ἀνυπ– 18676 3.1.107.13 : εύθυνος ἁ δύναμις, τᾶς δ´ εὐδαιμοσύνας εὐθυνομένα. 18677 3.1.107.14 : νόσοι τε γὰρ μακραὶ σώματος καὶ πηρώσιες αἰσθαταρίων 18678 3.1.107.15 : ἀπομαραίνοντι τὰν εὐθάλειαν τᾶς εὐδαιμοσύνας. 18679 3.1.108.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 2 phil. Gr. I p. 553 Mul- 18680 3.1.108.2 : lach.). 18681 3.1.108.3 : Διαφέρει δὲ θεὸς ἀνθρώπω ἀγαθῶ, ὅτι θεὸς μὲν 18682 3.1.108.4 : οὐ μόνον εἰλικρινῆ καὶ διυλισμέναν ἔχει τὰν ἀρετὰν 18683 3.1.108.5 : ἀπὸ παντὸς τῶ θνατῶ πάθεος, ἀλλὰ καὶ τὰν δύναμιν 18684 3.1.108.6 : αὐτᾶς ἄτρυτον πέπαται καὶ ἀνυπεύθυνον, ὡς ποτ´ αἰω– 18685 3.1.108.7 : νίων ἔργων σεμνότατά τε καὶ μεγαλοπρέπειαν· ἄνθρωπος 18686 3.1.108.8 : δ´ οὐ μόνον τῷ θνατῷ τᾶς φύσιος καταστάματι μῄονα 18687 3.1.108.9 : ταύταν πέπαται, ἔστι δ´ ὅκα καὶ δι´ ἀγαθῶν ἀμετρίαν 18688 3.1.108.10 : καὶ διὰ συνήθειαν ἰσχυρὰν καὶ διὰ φύσιν μοχθηρὰν καὶ 18689 3.1.108.11 : δι´ ἄλλας αἰτίας πολλὰς ἀδυνατέει κατ´ ἄκρας γεναθῆ– 18690 3.1.108.12 : μεν παναλαθέως ἀγαθός. 18691 3.1.109.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 3 l. s. c. p. 553). 18692 3.1.109.2 : Φαμὶ δὴ τὸν ἀγαθὸν ἄνδρα τοῦτον ἦμεν, τὸν πράγ– 18693 3.1.109.3 : μασι μεγάλοις καὶ καιροῖς καλῶς χρεόμενον. οὗτος δέ κα 18694 3.1.109.4 : εἴη ὁ εὐτυχίαν τε δυνάμενος καλῶς φέρεν καὶ πάλιν ἀτυ– 18695 3.1.109.5 : χίαν, καὶ ὁ ἔν τε τοῖς καλοῖς καὶ τιμίοις ἄξιος γενόμενος 18696 3.1.109.6 : τῶν ὑποκειμένων καὶ μεταβαλοίσας τᾶς τύχας εὖ τὸ παρὸν 18697 3.1.109.7 : ἐκδεχόμενος. εἰ δὲ συντόμως τε καὶ κεφαλαιωδῶς δεῖ 18698 3.1.109.8 : φράσαι, ὁ ἐν πάντεσσι τοῖς καιροῖς καλῶς ἀγωνιζόμενος 18699 3.1.109.9 : ἐκ τῶν ἐνδεχομένων, καὶ μὴ μόνον αὔταυτον οὕτως δια– 18700 3.1.109.10 : τιθείς, ἀλλὰ καὶ τὼς ἐμπιστεύσαντας αὐτῷ καὶ συναγω– 18701 3.1.109.11 : νισαμένως. 18702 3.1.110.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 4 l. s. c. p. 553 sq.). 18703 3.1.110.2 : Ἐπεὶ ὦν τῶν ἀγαθῶν ἃ μὲν αὐτά ἐντι δι´ αὔταυτα 18704 3.1.110.3 : αἱρετά, οὐ μὰν δι´ ἅτερον· ἃ δὲ δι´ ἅτερον, οὐ μὰν δι´ 18705 3.1.110.4 : αὔταυτα· εἴη [ὦν] 〈κα〉 καὶ τρίτον τι εἶδος ἅτερον ἀγα– 18706 3.1.110.5 : θῶν, ὃ καὶ δι´ αὔταυτον αἱρετόν ἐντι καὶ δι´ ἅτερον. 18707 3.1.110.6 : τίν´ ὦν [οὖν] ἐντὶ τὰ τοιαῦτα τῶν ἀγαθῶν, ἅπερ αὐτὰ δι´ 18708 3.1.110.7 : αὔταυτα αἱρετὰ πέφυκεν ἦμεν, οὐ μὰν δι´ ἅτερον; φα– 18709 3.1.110.8 : νερὸν ὅτι ἁ εὐδαιμοσύνα. ταύτας γὰρ ἕνεκα τὰ ἄλλα 18710 3.1.110.9 : αἱρεόμεθα, αὐτὰν δὲ ταύταν οὐδενὸς ἁτέρω. τίνα δὲ πάλιν 18711 3.1.110.10 : ἐντί, ἃ δι´ ἅτερον μὲν αἱρεόμεθα [αὐτὰν δὲ ταύταν αἱ– 18712 3.1.110.11 : ρεόμεθα] οὐ μὰν δι´ αὔταυτά γε; δᾶλον ὅτι τὰ ὠφέλιμα 18713 3.1.110.12 : καὶ τὰ προαιρετικὰ τῶν ἀγαθῶν, ἅπερ αἴτια γίνεται τῶν 18714 3.1.110.13 : ἁτέρων, οἷον πόνοι μὲν σώματος καὶ γυμνάσια καὶ τρίψιες 18715 3.1.110.14 : εὐεκτίας, ἀναγνώσιες δὲ καὶ μελέται καὶ ἐπιταδεύσιες 18716 3.1.110.15 : καλῶν καὶ ἀρετᾶς. τίνα δὲ καὶ δι´ αὔταυτα αἱρετὰ καὶ 18717 3.1.110.16 : [τὰ] δι´ ἅτερον; .... οἷον αἵ τε ἀρεταὶ καὶ αἱ ἕξιες αὐ– 18718 3.1.110.17 : τῶν, καὶ αἱ προαιρέσιες, καὶ αἱ πράξιες, καὶ πᾶν τὸ 18719 3.1.110.18 : ἐχόμενον τᾶς τῶ καλῶ οὐσίας. τὸ μὲν ὦν δι´ αὔταυτο 18720 3.1.110.19 : αἱρετόν, οὐ μὰν δι´ ἅτερον, μονῆρες ἀγαθόν ἐντι καὶ ἕν· 18721 3.1.110.20 : τὸ δὲ καὶ δι´ αὔταυτο καὶ δι´ ἅτερον, τριχᾷ δέδασται. 18722 3.1.110.21 : τὸ μὲν γάρ τι αὐτῶ περὶ ψυχάν ἐστι, τὸ δὲ περὶ σῶμα, 18723 3.1.110.22 : τὸ δέ τι ἐκτός· περὶ ψυχὰν μὲν αἱ τᾶς ψυχᾶς ἀρεταί, 18724 3.1.110.23 : περὶ σῶμα δὲ αἱ τῶ σώματος, ἐκτὸς δὲ φίλοι δόξα τιμὰ 18725 3.1.110.24 : πλοῦτος. παραπλησίως δὲ καὶ τὸ δι´ ἅτερον αἱρετόν· τὸ 18726 3.1.110.25 : μὲν γάρ τι αὐτῶ τὰ ποιητικὰ τῶν τᾶς ψυχᾶς ἀγαθῶν, 18727 3.1.110.26 : περὶ σῶμα δὲ τὰ τῶ σώματος, ἐκτὸς δὲ τὰ αἴτια πλούτω 18728 3.1.110.27 : καὶ δόξας καὶ τιμᾶς καὶ φιλίας. ὅτι δὲ τὰν ἀρετὰν 18729 3.1.110.28 : ἦμεν συμβέβακεν αὐτὰν δι´ αὐταύταν αἱρετάν, δᾶλον 18730 3.1.110.29 : καὶ ἐκ τῶνδε. εἰ γὰρ τὰ καταδεέστερα τᾷ φύσει, λέγω 18731 3.1.110.30 : δὲ τὰ σώματος ἀγαθά, αὐτὰ δι´ αὔταυτα αἱρεόμεθα, κρέσ– 18732 3.1.110.31 : σων δὲ ψυχὰ σώματος, φανερὸν ὅτι καὶ τὰ τᾶς ψυχᾶς 18733 3.1.110.32 : ἀγαθὰ αὐτὰ δι´ αὔταυτα ἀγαπέομες, ἀλλ´ οὐ διὰ τὰ ἀπο– 18734 3.1.110.33 : βαίνοντα ἀπ´ αὐτῶν. 18735 3.1.111.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 7 l. c. p. 555). 18736 3.1.111.2 : Ὅτι ὁ ἀγαθὸς ἀνὴρ οὕτω διάκειται ποτ´ εὐτυχίαν, 18737 3.1.111.3 : ὥσπερ καὶ ὁ τῷ σώματι καλῶς ἔχων καὶ ῥωμαλέως. καὶ 18738 3.1.111.4 : γὰρ ἐκεῖνος οἷός τε καὶ θάλπος καὶ ψῦχος ὑπομένεν καὶ 18739 3.1.111.5 : βάρος ἆραι μέγα καὶ πολλὰς ἁτέρας εὐχερῶς ὑπομένεν 18740 3.1.111.6 : κακοπαθείας. 18741 3.1.112.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 5 l. c. p. 554). 18742 3.1.112.2 : Τῶ δ´ ἀνθρωπίνω βίω καιροὶ τρεῖς, ὃ μὲν ἐν εὐτυχίᾳ 18743 3.1.112.3 : ὃ δ´ ἐν ἀτυχίᾳ ὃ δὲ μεταξὺ τούτων. ἐπεὶ ὦν ἀγαθὸς 18744 3.1.112.4 : ἀνὴρ ὁ ἔχων ἀρετὰν καὶ ὁ χρεόμενος ἀρετᾷ, χρέεται δὲ 18745 3.1.112.5 : αὐτᾷ κατὰ τὼς τρεῖς καιρώς· ἢ γὰρ ἐν ἀτυχίᾳ ἢ ἐν εὐ– 18746 3.1.112.6 : τυχίᾳ ἢ ἐν τοῖς μεταξὺ τούτων· καὶ ἐν ἀτυχίᾳ μέν ἐντι 18747 3.1.112.7 : κακοδαίμων, ἐν δ´ εὐτυχίᾳ εὐδαίμων, ἐν δὲ τᾷ μέσᾳ κατα– 18748 3.1.112.8 : στάσει οὐκ εὐδαίμων· φανερὸν [οὖν] ὅτι οὐδὲν ἅτερόν 18749 3.1.112.9 : ἐστιν εὐδαιμοσύνα ἀλλ´ ἢ χρᾶσις ἀρετᾶς ἐν εὐτυχίᾳ. λέ– 18750 3.1.112.10 : γομες δὲ νῦν εὐδαιμοσύναν τὰν τῶ ἀνθρώπω. ὁ δ´ ἄν– 18751 3.1.112.11 : θρωπος οὐχ ἁ ψυχὰ μόνον, ἀλλὰ καὶ τὸ σῶμα· τὸ γὰρ 18752 3.1.112.12 : ἐξ ἀμφοτέρων ζῷον καὶ τὸ ἐκ τοιούτων ἄνθρωπος. καὶ 18753 3.1.112.13 : γὰρ εἰ τᾶς ψυχᾶς ὄργανον τὸ σῶμα πέφυκεν, ἀλλὰ καὶ 18754 3.1.112.14 : τῶ ἀνθρώπω μέρος καὶ τοῦτο καὶ ἁ ψυχά. διὸ καὶ τῶν 18755 3.1.112.15 : ἀγαθῶν ἃ μὲν ἔντι τῶ ἀνθρώπω, ἃ δὲ τῶν μερέων. καὶ 18756 3.1.112.16 : ἀνθρώπω μὲν ἀγαθὸν εὐδαιμοσύνα· τῶν δὲ μερέων τῶ 18757 3.1.112.17 : ἀνθρώπω ψυχᾶς μὲν φρόνασις ἀνδρεία δικαιοσύνα σω– 18758 3.1.112.18 : φροσύνα, σώματος δὲ κάλλος ὑγίεια εὐεκτία εὐαισθησία. 18759 3.1.112.19 : τὰ δ´ ἐκτὸς πλοῦτος καὶ δόξα καὶ τιμὰ καὶ εὐγένεια 18760 3.1.112.20 : πέφυκεν ἐπιγεννάματα ἦμεν τῶ ἀνθρώπω καὶ ἀκόλουθα 18761 3.1.112.21 : 〈τοῖς〉 φύσει προϋφεστακόσιν ἀγαθοῖς· δορυφορεῖ τε τὰ 18762 3.1.112.22 : μῄονα τῶν ἀγαθῶν τὰ μέζονα· φιλία μὲν καὶ δόξα καὶ 18763 3.1.112.23 : πλοῦτος σῶμα καὶ ψυχάν, ὑγίεια δὲ καὶ ἰσχὺς καὶ εὐαι– 18764 3.1.112.24 : σθησία ψυχάν, φρόνασις δὲ καὶ ἀνδρεία καὶ σωφροσύνα 18765 3.1.112.25 : καὶ δικαιοσύνα τὸν νόον τᾶς ψυχᾶς, ὁ δὲ νόος τὸν θεόν· 18766 3.1.112.26 : οὗτος γὰρ ὁ κράτιστός ἐστι καὶ ὁ ἁγεμονεύων. καὶ τούτω 18767 3.1.112.27 : ἕνεκα καὶ τὰ ἄλλα τῶν ἀγαθῶν δεῖ παρῆμεν. στρατεύ– 18768 3.1.112.28 : ματος μὲν γὰρ ἁγεῖται στραταγός, πλωτήρων δὲ κυβερ– 18769 3.1.112.29 : νάτας, τῶ δὲ κόσμω θεός, τᾶς δὲ ψυχᾶς νόος, τᾶς δὲ 18770 3.1.112.30 : περὶ τὸν βίον εὐδαιμοσύνας φρόνασις· οὐδὲν γὰρ ἅτερόν 18771 3.1.112.31 : ἐστι φρόνασις, εἰ μὴ ἐπιστάμα τᾶς περὶ τὸν βίον εὐδαι– 18772 3.1.112.32 : μοσύνας, ἢ ἐπιστάμα τῶν κατὰ φύσιν ἀνθρώπω ἀγαθῶν. 18773 3.1.113.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 6 l. s. s. p. 555). 18774 3.1.113.2 : Καὶ θεῶ μὲν εὐδαιμοσύνα καὶ βίος ἄριστος, τῶ δ´ 18775 3.1.113.3 : ἀνθρώπω ἐξ ἐπιστάμας καὶ ἀρετᾶς καὶ τρίτω εὐτυχίας 18776 3.1.113.4 : σωματουμένα παραγίνεται. λέγω δὲ ἐπιστάμαν σοφίαν 18777 3.1.113.5 : μὲν τῶν θείων καὶ δαιμονίων, φρόνασιν δὲ τῶν ἀνθρω– 18778 3.1.113.6 : πίνων καὶ 〈τῶν〉 περὶ τὸν βίον· τὰς γὰρ λόγοις καὶ 18779 3.1.113.7 : ἀποδειξίεσσι ποτιχρεομένας ἀρετὰς δέον ἐπιστάμας πο– 18780 3.1.113.8 : ταγορεύεν· ἀρετὰν δὲ τὰν ἠθικὰν καὶ βελτίσταν ἕξιν τῶ 18781 3.1.113.9 : ἀλόγω μέρεος τᾶς ψυχᾶς, καθ´ ἃν καὶ ποιοί τινες ἦμεν 18782 3.1.113.10 : λεγόμεθα κατὰ τὸ ἦθος, οἷον ἐλευθέριοι δίκαιοι καὶ σώ– 18783 3.1.113.11 : φρονες· εὐτυχίαν δὲ τὰν παρὰ τὸν λόγον τῶν ἀγαθῶν 18784 3.1.113.12 : παρουσίαν καὶ μὴ δι´ αὐτὸν γινομέναν. ἐπεὶ ὦν ἁ μὲν 18785 3.1.113.13 : ἀρετὰ καὶ ἐπιστάμα ἐφ´ ἁμῖν, ἁ δ´ εὐτυχία οὐκ ἐφ´ ἁμῖν· 18786 3.1.113.14 : ἐν δὲ θεωρίαις καὶ πράξεσι τῶν καλῶν τὸ εὐδαιμονέν· 18787 3.1.113.15 : αἱ δὲ θεωρίαι καὶ αἱ πράξιες ποτάντεις μὲν οὖσαι λει– 18788 3.1.113.16 : τουργίαν καὶ ἀνάγκαν ἐπιφέροντι, εὐοδοῦσαι δὲ διαγωγὰν 18789 3.1.113.17 : καὶ εὐδαιμοσύναν· γίνεται δὲ ταῦτα ἐν εὐτυχίᾳ· φανερὸν 18790 3.1.113.18 : ὅτι οὐδὲν ἅτερόν ἐστιν εὐδαιμοσύνα, εἰ μὴ χρᾶσις ἀρετᾶς 18791 3.1.113.19 : ἐν εὐτυχίᾳ. 18792 3.1.114.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 8 l. s. c. p. 555). 18793 3.1.114.2 : Ἐπεὶ ὦν εὐδαιμοσύνα χρᾶσις ἀρετᾶς ἐν εὐτυχίᾳ, περὶ 18794 3.1.114.3 : ἀρετᾶς καὶ εὐτυχίας λέγωμες, καὶ πρᾶτον περὶ εὐτυχίας. 18795 3.1.114.4 : τῶν γὰρ ἀγαθῶν ἃ μὲν οὐκ ἐπιδέχεται ὑπερβολάν, οἷον 18796 3.1.114.5 : ἀρετά· οὐ γάρ ἐστιν ὑπερβάλλοισά τις ἀρετὰ καὶ ὑπερ– 18797 3.1.114.6 : βαλλόντως τις ἀγαθός· ἁ γὰρ ἀρετὰ στάθμαν ἔχει τὸ 18798 3.1.114.7 : δέον, καὶ ἔστι τῶ δέοντος ἕξις ἐν τοῖς πρακτοῖς· ἁ δ´ 18799 3.1.114.8 : εὐτυχία καὶ τὰν ὑπερβολὰν ἐπιδέχεται καὶ τὰν μῄωσιν. 18800 3.1.114.9 : ὑπερβάλλοισα δὲ γεννᾷ τινας κακίας καὶ ἐξίστησι τὸν 18801 3.1.114.10 : ἄνθρωπον ἐκ τᾶς κατὰ φύσιν ἕξιος, ὥστε πολλάκις ἀντι– 18802 3.1.114.11 : βαίνεν καὶ τᾷ συστάσει τᾶς ἀρετᾶς. καὶ οὐ μόνον ἁ εὐ– 18803 3.1.114.12 : τυχία, ἀλλὰ καὶ ἅτεραι αἰτίαι πλείονες. οὐδέποκα γὰρ 18804 3.1.114.13 : δεῖ θαυμαίνεν περὶ μὲν αὐλητικὰν ἦμέν τινας ἀλαζόνας, 18805 3.1.114.14 : οἳ τὰ ποτ´ ἀλάθειαν ἐάσαντες φαντασίᾳ τινὶ ψευδεῖ τὼς 18806 3.1.114.15 : ἀμώσως αἱρέοντι, περὶ δὲ τὰν ἀρετὰν μὴ ἦμεν τὸ τοι– 18807 3.1.114.16 : οῦτον γένος, ἀλλ´ ὅσῳ περ σεμνότερόν ἐστι, τοσούτῳ καὶ 18808 3.1.114.17 : τὸ ποτιποιούμενον περὶ αὐτὰν πλέον ἦμεν γένος. πολλὰ 18809 3.1.114.18 : γάρ ἐστι τὰ διαστρέφοντα τὰς περὶ τὰν ἀρετὰν ἐπιφα– 18810 3.1.114.19 : νείας, ὧν ἓν μέν ἐστι τὸ τῶν ἐπιβουλευόντων καὶ ποτι– 18811 3.1.114.20 : ποιουμένων γένος· ἅτερα δὲ φυσικὰ πάθεα παρακολου– 18812 3.1.114.21 : θέοντα ἐνίοκα ποιέοντι ἐναντίαν ἐπιπρέπειαν τᾶς ἀλαθινᾶς 18813 3.1.114.22 : διαθέσιος· τινὰ δὲ καὶ δι´ ἔθος συνεκτεθραμμένα ἐκ 18814 3.1.114.23 : παλαιῶν χρόνων· οὐκ ὀλίγα δὲ καὶ δι´ ἁλικίας ἁβατικάς 18815 3.1.114.24 : τε καὶ γεροντικάς, καὶ δι´ εὐτυχίας ἢ καὶ ἀτυχίας, καὶ 18816 3.1.114.25 : δι´ ἁτέρως παμπληθέας τρόπως. ὥστε οὐδέποκα δεῖ 18817 3.1.114.26 : θαυμαίνεν, εἰ πάντ´ ἀντεστραμμένως ἐνίοκα κρίνεται, τᾶς 18818 3.1.114.27 : ἀλαθινᾶς διαθέσιος μεταπιπτοίσας. ὥσπερ καὶ τέκτονα 18819 3.1.114.28 : τὸν ἄριστον ἦμεν δοκέοντα πολλὰ ἐν τοῖς ὑποκειμένοις 18820 3.1.114.29 : ἔργοις ὁρέομες ἁμαρτάνοντα, καὶ στραταγὸν καὶ κυβερ– 18821 3.1.114.30 : νάταν καὶ γραφέα καὶ πάντας ἁπλῶς, καὶ ὅμως οὐκ ἀπο– 18822 3.1.114.31 : στερέομες τᾶς ὑπαρχοίσας ἕξιος· οὕτως οὐδὲ τὸν ἀκο– 18823 3.1.114.32 : λασταίνοντα ἔν τισι καιροῖς οὐδὲ τὸν ἀδικήσαντα οὐδὲ 18824 3.1.114.33 : τὸν ἀποδειλιάσαντα ἐς τὼς κακὼς τακτέον ἄνδρας, οὐδὲ 18825 3.1.114.34 : μὰν τὼς τούτων τι κατορθώσαντας ἐς τὼς ἀγαθώς· ἀλλὰ 18826 3.1.114.35 : τοῖς τε φαύλοις τὸ τυχὲν ποτὲ δοτέον τοῖς τε ἀγαθοῖς 18827 3.1.114.36 : τὸ διαμαρτάνεν· τὰν δὲ ἀλαθινὰν κρίσιν 〈κριτέον〉 οὐ 18828 3.1.114.37 : ποθ´ ἕνα καιρὸν ἐπιβλέποντας οὐδ´ ἐπὶ χρόνου τι πλᾶ– 18829 3.1.114.38 : θος, ἀλλ´ ἐπὶ πάντα τὸν βίον. ὥσπερ δὲ τὸ σῶμα βλά– 18830 3.1.114.39 : πτει μὲν καὶ τὸ τᾶς ἐνδείας καὶ τὸ τᾶς ὑπερβολᾶς εἶδος, 18831 3.1.114.40 : οὐ μὰν ἀλλὰ νόσως γε μέζονας ἐμποιὲν πέφυκεν ἁ ὑπερ– 18832 3.1.114.41 : βολὰ καὶ τὰ καλεόμενα περισσώματα· οὕτω καὶ 〈τὰν〉 ψυχὰν 18833 3.1.114.42 : βλάπτει μὲν καὶ τὸ τᾶς εὐτυχίας ἢ ἀτυχίας εἶδος ἀκαί– 18834 3.1.114.43 : ρως παραγενόμενον, οὐ μὰν ἀλλὰ νόσως γε μέζονας ποὲν 18835 3.1.114.44 : πέφυκεν ἁ λεγομένα παρὰ πάντεσσιν εὐτυχία, ὥσπερ οἶνος 18836 3.1.114.45 : καταμεθύσκουσα τοῖς ἀγαθοῖς τὰν διάνοιαν. 18837 3.1.115.1 : Μετώπου Πυθαγορείου Μεταπον– 18838 3.1.115.2 : τίνου ἐκ τοῦ Περὶ ἀρετῆς (fr. 5 phil. Gr. II p. 23 Mullach.) 18839 3.1.115.3 : Ἀρετά ἐντι ἀνθρώπω τελειότας φύσιος ἀνθρώπω. 18840 3.1.115.4 : ἕκαστον γὰρ τῶν ἐόντων τέλειον καὶ ἄκρον γίνεται κατ– 18841 3.1.115.5 : τὰν οἰκείαν τᾶς φύσιος ἀρετάν. ἵππω τε γὰρ ἀρετά ἐντι 18842 3.1.115.6 : ἁ ἐς τὸ ἄκρον ἄγοισα τὰν τῶ ἵππω φύσιν, καὶ ἐπὶ τῶν 18843 3.1.115.7 : μερέων δὲ τῶν καθ´ ἕκαστον ὁ αὐτὸς λόγος. ὀπτίλων 18844 3.1.115.8 : τε γὰρ ἀρετὰ ὀξυδορκία· αὕτα δ´ ἀκρότας ἐντὶ τᾶς ὀπτί– 18845 3.1.115.9 : λων φύσιος. καὶ οὐάτων ἀρετὰ ὀξυακοΐα· αὕτα δ´ ἀκρό– 18846 3.1.115.10 : τας ἐντὶ τᾶς οὐάτων φύσιος. καὶ ποδῶν ἀρετὰ ποδώ– 18847 3.1.115.11 : κεια· [καὶ] αὕτα δ´ ἀκρότας ἐντὶ τᾶς ποδῶν φύσιος, 18848 3.1.115.12 : ἀνάγκα δ´ ἀρετὰν πᾶσαν τρία ταῦτα ἔχεν, λόγον καὶ 18849 3.1.115.13 : δύναμιν καὶ προαίρεσιν· λόγον μέν, ᾧ κρίνει καὶ θεωρεῖ· 18850 3.1.115.14 : δύναμιν δέ, ᾇ ἀντέχει καὶ κρατεῖ· προαίρεσιν δέ, ᾇ στέρ– 18851 3.1.115.15 : γει καὶ ἀγαπῇ. τὸ μὲν ὦν κρίνεν καὶ θεωρὲν ἐντὶ τῶ 18852 3.1.115.16 : διανοητικῶ μέρεος τᾶς ψυχᾶς, τὸ δ´ ἀντέχεν καὶ κρατὲν 18853 3.1.115.17 : ἴδιον τῶ ἀλόγω μέρεος τᾶς ψυχᾶς, τὸ δὲ στέργεν καὶ 18854 3.1.115.18 : ἀγαπῆν κοινὸν καὶ τῶ διανοητικῶ καὶ τῶ ἀλόγω μέρεος 18855 3.1.115.19 : τᾶς ψυχᾶς. συνέστακε γὰρ προαίρεσις ἐκ διανοίας καὶ 18856 3.1.115.20 : ὀρέξιος· ὧν ἁ μὲν διάνοια ἀπὸ τῶ λογικῶ μέρεός ἐντι 18857 3.1.115.21 : τᾶς ψυχᾶς, ἁ δὲ ὄρεξις ἀπὸ τῶ ἀλόγω. τὸ δὲ πλῆθος 18858 3.1.115.22 : τᾶν ἀρετᾶν ἁπασᾶν ἐκ τῶν μερέων τᾶς ψυχᾶς κατίδοιτο 18859 3.1.115.23 : κά τις, ὡσαύτως δὲ καὶ τὰν γένεσιν καὶ τὰν σύστασιν 18860 3.1.115.24 : τᾶς ἀρετᾶς. ἐπεὶ γὰρ τῶν μερέων τᾶς ψυχᾶς δύο τὰ 18861 3.1.115.25 : πρᾶτα, τὸ μὲν λογιστικὸν τὸ δ´ ἄλογον· καὶ λογιστικὸν 18862 3.1.115.26 : μέν, ᾧ κρίνομες καὶ θεωρέομες· ἄλογον δέ, ᾧ ὁρμῶμες 18863 3.1.115.27 : καὶ ὀρεγόμεθα· ταῦτα δ´ ἀλλάλοις ἢ συμφωνοῦντι ἢ 18864 3.1.115.28 : διαφωνοῦντι, ἁ δὲ μάχα καὶ διαφωνία γίνεται αὐτοῖς 18865 3.1.115.29 : δι´ ὑπερβολὰν καὶ ἔλλειψιν· φανερὸν ὡς, ὅκκα μὲν τὸ 18866 3.1.115.30 : λογιστικὸν μέρος τᾶς ψυχᾶς ἐπικρατῇ τῶ ἀλόγω, γίνεται 18867 3.1.115.31 : καρτερία καὶ ἐγκράτεια· ὅκκα δὲ τὸ ἄλογον μέρος 18868 3.1.115.32 : τᾶς ψυχᾶς τῶ λογιστικῶ, ἀκρατία καὶ μαλακία· ὅκκα 18869 3.1.115.33 : δὲ τὸ μὲν ἁγῆται, τὸ δ´ ἕπηται, καὶ ἀμφότερα συμ– 18870 3.1.115.34 : φωνῇ ἀλλάλοις, τὸ τανικαῦτα ἀρετά. ἁ μὲν ὦν καρτερία 18871 3.1.115.35 : καὶ ἐγκράτεια γίνεται μετὰ λύπας· ἀλλ´ ἁ μὲν καρτερία 18872 3.1.115.36 : ἐν τῷ ἀντέχεν πόνῳ, ἁ δ´ ἐγκράτεια ἐν τῷ ἀντέχεν ἁδονᾷ. 18873 3.1.115.37 : ἁ δ´ ἀκρατία καὶ μαλακία ἐν τῷ μὴ ἀντέχεν μηδὲ κρατέν. 18874 3.1.115.38 : καὶ διὰ τοῦτο συμβαίνει φεύγεν τἀγαθὰ τὼς ἀνθρώπως 18875 3.1.115.39 : διὰ λύπαν, ἀποβάλλεν δ´ αὐτὰ διὰ ἁδονάν. καὶ τοὶ ἔπαινοι 18876 3.1.115.40 : δὲ καὶ ψόγοι καὶ τὰ καλὰ 〈καὶ κακὰ〉 πάντα τὰ περὶ 18877 3.1.115.41 : τὸν ἄνθρωπον γίνεται ἐν τούτοις τοῖς μέρεσι τᾶς ψυχᾶς. 18878 3.1.115.42 : καὶ καθόλω μὲν ἁ τᾶς ἀρετᾶς σύστασις γίνεται τοῦτον 18879 3.1.115.43 : τὸν τρόπον· τὰ δ´ εἴδεα αὐτᾶς καὶ τὰ μέρεα οὕτως κά 18880 3.1.115.44 : τις ἀθρήσαιτο. ἐπεὶ γὰρ τᾶς ψυχᾶς δύο μέρεα, τὸ μὲν 18881 3.1.115.45 : λογιστικὸν τὸ δὲ ἄλογον, καὶ τὸ μὲν λογιστικόν ἐντι, ᾧ 18882 3.1.115.46 : κρίνομες καὶ θεωρέομες, τὸ δ´ ἄλογον, ᾧ ὁρμῶμες καὶ 18883 3.1.115.47 : ὀρεγόμεθα, τῶ δὲ ἀλόγω τὸ μὲν θυμοειδὲς τὸ δ´ ἐπιθυ– 18884 3.1.115.48 : μητικόν, καὶ τούτω τὸ μὲν οἷον ἀμυντικὸν καὶ ὑπερμα– 18885 3.1.115.49 : χητικὸν ποττὼς πλατίον θυμοειδὲς ὀνυμάζεται, τὸ δ´ 18886 3.1.115.50 : οἷον ὀρεκτικὸν καὶ ποθητικὸν τᾶς οἰκείας τῶ σώματος 18887 3.1.115.51 : συστάσιος ἐπιθυμητικόν· φανερὸν ὡς κατὰ λόγον τοῖς 18888 3.1.115.52 : μέρεσι τούτοις τᾶς ψυχᾶς καὶ τὸ πλῆθος τᾶν ἀρετᾶν 18889 3.1.115.53 : ἀκολούθακεν καὶ ταὶ διαφοραὶ καὶ ἰδιότατες αὐτῶν. τῶ 18890 3.1.115.54 : μὲν γὰρ λογιστικῶ μέρεος τᾶς ψυχᾶς ἀρετὰ ἁ φρόνησις, 18891 3.1.115.55 : κριτικὰ γὰρ ἐντὶ καὶ θεωρητικὰ ἕξις· τῶ δὲ θυμοειδέος 18892 3.1.115.56 : 〈ἁ〉 ἀνδρεία· ἕξις γὰρ ἐντὶ ἀντερειστικὰ καὶ ὑποστατικὰ 18893 3.1.115.57 : τῶν δεινῶν· τῶ δ´ ἐπιθυμητικῶ ἁ σωφροσύνα· μετριότας 18894 3.1.115.58 : γὰρ ἐντὶ καὶ κατοχὰ ποθ´ ἁδονὰν τὰν διὰ σώματος· ὅλας 18895 3.1.115.59 : δὲ τᾶς ψυχᾶς ἁ δικαιοσύνα. φαῦλοι μὲν γὰρ τοὶ ἄν– 18896 3.1.115.60 : θρωποι γίνονται ἢ διὰ κακίαν ἢ δι´ ἀκρατίαν ἢ διὰ 18897 3.1.115.61 : θηριότατα· ἀδικοῦντι δ´ ἀλλάλως ἢ διὰ κέρδος ἢ δι´ 18898 3.1.115.62 : ἁδονὰν ἢ διὰ φιλοτιμίαν. ἁ μὲν ὦν κακία τῶ λογιστικῶ 18899 3.1.115.63 : μέρεος τᾶς ψυχᾶς ἐντὶ οἰκειοτέρα· ποτέοικε γὰρ ἁ μὲν 18900 3.1.115.64 : φρόνησις τᾷ τέχνᾳ, ἁ δὲ κακία τᾷ κακοτεχνίᾳ· ἕξιν μα– 18901 3.1.115.65 : χανάσιος γὰρ ποθὲν εὑρίσκει τὸ ἄδικον· ἁ δ´ ἀκρατία 18902 3.1.115.66 : μᾶλλον τῶ ἐπιθυμητικῶ· ἐν γὰρ τῷ κρατὲν ἁ ἐγκρά– 18903 3.1.115.67 : τεια, καὶ ἐν τῷ μὴ κρατὲν ἁ ἀκρατία, κρατοῦντι δὲ 18904 3.1.115.68 : ἁδονᾶς. ἁ δὲ θηριότας τῶ θυμοειδέος· ὅκκα γὰρ τᾷ 18905 3.1.115.69 : ἐπιθυμίᾳ τῶ κακῶς ποιῆσαι χαρίζηταί τις, οὐχ ὡς ἄν– 18906 3.1.115.70 : θρωπος ἀλλ´ ὡς θηρίον, τὸ τοιόνδε ὀνυμάζεται θηριῶ– 18907 3.1.115.71 : δες. ἀκόλουθα δὲ καὶ τὰ ἀποτελέσματα τᾶν διαθεσίων 18908 3.1.115.72 : ταυτᾶν, ἇν περ ἕνεκα πράσσοντι. ἁ μὲν γὰρ πλεονεξία 18909 3.1.115.73 : ἀπὸ κακίας, ἁ δὲ κακία ἀπὸ τῶ λογιστικῶ μέρεος τᾶς 18910 3.1.115.74 : ψυχᾶς. καὶ ἁ μὲν φιλοτιμία ἀπὸ τῶ θυμοειδέος· αὐτὰ δ´ 18911 3.1.115.75 : ἐν ὑπερβολᾷ γενομένα, γεννῇ τὰν θηριότατα, πάλιν δὲ ἁ 18912 3.1.115.76 : μὲν ἁδονὰ ἐν τῷ ἐπιθυμητικῷ, σφοδρότερον δὲ μαστευο– 18913 3.1.115.77 : μένα, γεννῇ τὴν ἀκρατίαν. ὥστ´ ἐπεὶ τὸ ἀδικὲν γίνεται 18914 3.1.115.78 : δι´ αἰτίας τοσαύτας, φανερὸν ὅτι τὸ δικαιοπραγὲν γίνεται 18915 3.1.115.79 : διὰ τὰς ἴσας. φύσει γὰρ ἁ μὲν ἀρετὰ ἀγαθοποιὸς καὶ 18916 3.1.115.80 : ὠφελητικά, ἁ δὲ κακία κακοποιὸς καὶ βλαπτικά. ἐπεὶ 18917 3.1.115.81 : δὲ τῶν τᾶς ψυχᾶς μερέων τὸ μὲν ἐντὶ ἁγεόμενον τὸ δ´ 18918 3.1.115.82 : ἑπόμενον, αἱ δ´ ἀρεταὶ καὶ αἱ κακίαι περὶ ταῦτα καὶ ἐν 18919 3.1.115.83 : τούτοις· φανερὸν ὅτι καὶ τᾶν ἀρετᾶν ταὶ μὲν ἐντὶ ἁγε– 18920 3.1.115.84 : μονικαὶ ταὶ δ´ ἑπητικαὶ ταὶ δὲ σύνθετοι ἐκ τούτων. 18921 3.1.115.85 : ἁγεμονικαὶ μὲν οἷον ἁ φρόνησις· ἑπητικαὶ δέ, οἷον 〈ἁ〉 18922 3.1.115.86 : ἀνδρεία καὶ σωφροσύνα, σύνθετοι δ´ ἐκ τούτων, οἷον ἁ 18923 3.1.115.87 : δικαιότας. τὰ δὲ πάθεα τᾶς ἀρετᾶς ὕλα· περὶ ταῦτα 18924 3.1.115.88 : γὰρ καὶ ἐν τούτοις ἁ ἀρετά. τῶν δὲ παθέων τὸ μὲν 18925 3.1.115.89 : ἑκούσιον τὸ δ´ ἀκούσιον· καὶ ἑκούσιον μὲν ἁδονά, ἀκού– 18926 3.1.115.90 : σιον δὲ λύπα. ταὐτὰ δὲ ταῦτα καὶ ἐπιτείνοντι καὶ ἀνίεντι 18927 3.1.115.91 : τοὶ πολιτικοὶ συναρμοζόμενοι τὰ ἄλογα μέρεα τᾶς ψυχᾶς 18928 3.1.115.92 : ποτὶ τὰ λόγον ἔχοντα. τᾶς δὲ συναρμογᾶς ὅρος τὸ μήτε 18929 3.1.115.93 : διὰ τὰν ἔνδειαν μήτε διὰ τὰν ὑπερβολὰν ἀπείργεσθαι τὸν 18930 3.1.115.94 : νόον τὸ ἴδιον ἔργον ἐπιτελέν. συντέτακται γὰρ τὸ χέρηον 18931 3.1.115.95 : ἕνεκα τῶ βελτίονος, ὡς ἐν μὲν τῷ κόσμῳ τὸ ἀειπαθὲς 18932 3.1.115.96 : πᾶν μέρος ἕνεκα τῶ ἀεικινάτω, ἐν δὲ τᾷ συζυγίᾳ τῶν 18933 3.1.115.97 : ζῴων τὸ θῆλυ ἕνεκα τῶ ἄρρενος· τὸ μὲν γὰρ σπείρει τὰν 18934 3.1.115.98 : ψυχὰν γεννῶν, τὸ δὲ μόνον τὰν ὕλαν παρέχεται τῷ γεν– 18935 3.1.115.99 : νωμένῳ· ἐν δέ γε τᾷ ψυχᾷ τὸ ἄλογον 〈ἕνεκα〉 τῶ λογικῶ. 18936 3.1.115.100 : συντέτακται γὰρ καὶ ὁ θυμὸς καὶ ἁ ἐπιθυμία ποτὶ τὸ 18937 3.1.115.101 : πρᾶτον μέρος τᾶς ψυχᾶς, τὸ μὲν ὥσπερ δορυφόρος τις 18938 3.1.115.102 : καὶ σωματοφύλαξ, τὸ δ´ ὡς οἰκονόμος καὶ οἰκουρὸς τῶν 18939 3.1.115.103 : ἀναγκαίων· ὁ δὲ νόος ἐπ´ ἄκρας τᾶς κορυφᾶς τῶ σώ– 18940 3.1.115.104 : ματος ἱδρυμένος καὶ ἔχων περιαυγέα καὶ διαυγέα τὰν 18941 3.1.115.105 : ἔποψιν, μαστεύεται τὰν τῶν ἐόντων φρόνησιν· καὶ τοῦτ´ 18942 3.1.115.106 : ἔργον ἐντὶ αὐτῷ κατὰ φύσιν, τὸ μαστευσάμενον καὶ κτη– 18943 3.1.115.107 : σάμενον ἀκολουθῆσαι τοῖς βελτίοσιν αὐτῶ καὶ τιμιω– 18944 3.1.115.108 : τάτοις. ἀρχὰ γὰρ καὶ αἰτία καὶ κανών ἐντι τᾶς ἀνθρω– 18945 3.1.115.109 : πίνας εὐδαιμοσύνας ἁ τῶν θείων καὶ τιμιωτάτων ἐπί– 18946 3.1.115.110 : γνωσις. 18947 3.1.116.1 : Ἐν ταὐτῷ (phil. Graec. II p. 22 Mullach.). 18948 3.1.116.2 : Καθόλω μὲν ὦν ἀρετὰ συναρμογά τις ἐντὶ τῶ ἀλόγω 18949 3.1.116.3 : μέρεος τᾶς ψυχᾶς ποτὶ τὸ λόγον ἔχον. γίνεται δὲ αὐτὰ 18950 3.1.116.4 : τῷ καττὰν ἁδονὰν καὶ τὰν λύπαν ὅρον ἐπιδέξασθαι τὸν 18951 3.1.116.5 : τῶ δέοντος. οὐδὲν γὰρ ἅτερον ἁ ἠθικὰ ἀρετὰ εἰ μὴ ἕξις 18952 3.1.116.6 : τῶ δέοντος· αὐτὸ δὲ τὸ δέον ἐντὶ ὅπερ δεῖ ἦμεν, τὸ δὲ 18953 3.1.116.7 : μὴ δέον ὅπερ οὐ δεῖ ἦμεν. τῶ δὲ μὴ δέοντος εἴδεε δύο, 18954 3.1.116.8 : τὸ μὲν ὑπερβολὰ τὸ δ´ ἔλλειψις. καὶ ὑπερβολὰ μὲν ἐντὶ 18955 3.1.116.9 : τὸ πλέον τῶ δέοντος, ἔλλειψις δὲ τὸ ἔλασσον τῶ δέοντος. 18956 3.1.116.10 : τὸ δὲ δέον αὐτὸ ἐὸν ὅπερ δεῖ ἦμεν καὶ ἄκρον [ἂν] ὑπάρ– 18957 3.1.116.11 : χοι 〈κα〉 καὶ μέσον· ἄκρον μὲν ὅτι οὔτ´ ἀφαιρέσιος οὔτε 18958 3.1.116.12 : προσθέσιος δέεται, μέσον δὲ ὅτι μεταξύ ἐντι τᾶς ὑπερ– 18959 3.1.116.13 : βολᾶς καὶ τᾶς ἐλλείψιος. ἔχει δὲ τὸ δέον καὶ 〈τὸ〉 μὴ 18960 3.1.116.14 : δέον ποτ´ ἄλλαλα οὕτως ὥσπερ τὸ ἴσον καὶ τὸ ἄνισον, 18961 3.1.116.15 : καὶ τὸ τεταγμένον καὶ τὸ ἄτακτον, ταῦτα δ´ ἐντὶ ἀμφό– 18962 3.1.116.16 : τερα τὸ πεπερασμένον καὶ τὸ ἄπειρον καὶ διὰ τοῦτο τῶ 18963 3.1.116.17 : ἀνίσω τὰ μέρεα λέγεται ποτὶ τὸ μέσον, ἀλλ´ οὐ ποτ´ 18964 3.1.116.18 : ἄλλαλα. ἀμβλεῖά τε γὰρ ὀνυμάζεται γωνία ἁ μέζων ὀρ– 18965 3.1.116.19 : θᾶς, ὀξεῖα δὲ ἁ μῄων ὀρθᾶς, καὶ μέζων μὲν εὐθεῖα ἁ 18966 3.1.116.20 : ὑπερέχουσα τὰν ἐκ τῶ κέντρω καὶ μακροτέρα μὲν ἁμέρα 18967 3.1.116.21 : ἰσαμερινᾶς. καὶ ταὶ νόσοι δὲ γίνονται τῶ σώματος 〈τῷ〉 18968 3.1.116.22 : θερμότερον ἢ κρυμωδέστερον γίνεσθαι τὸ σῶμα. τὸ μὲν 18969 3.1.116.23 : γὰρ θερμότερόν ἐντι τὸ πλέον τῶ μετρίω, τὸ δὲ κρυ– 18970 3.1.116.24 : μωδέστερον ἔλασσον τούτω. ἔχει δέ γε καὶ ἁ ψυχὰ καὶ 18971 3.1.116.25 : ἁ περὶ αὐτὰν διάθεσις τὰν ἀναλογίαν ταύταν. ἁ μὲν γὰρ 18972 3.1.116.26 : θρασύτας ἐντὶ ὑπερβολὰ τῶ δέοντος ἐν ὑποστάσει δει– 18973 3.1.116.27 : νῶν, ἁ δὲ δειλότας ἔλλειψις τῶ αὐτῶ. καὶ ἁ μὲν ἀσωτία 18974 3.1.116.28 : ὑπερβολὰ τῶ δέοντος ἐν δαπάνᾳ χρημάτων, ἁ δ´ ἀνελευ– 18975 3.1.116.29 : θερία ἔλλειψις τῶ αὐτῶ. καὶ ἁ μὲν ὀργὰ ἐντὶ ὑπερβολὰ 18976 3.1.116.30 : τῶ δέοντος ἐν ὁρμᾷ θυμῶ, ἁ δ´ ἀναλγησία ἔλλειψις τούτω. 18977 3.1.116.31 : ὁ δ´ αὐτὸς λόγος καὶ ἐπὶ τᾶν ἄλλων διαθεσίων τᾶν ἀντι– 18978 3.1.116.32 : κειμένων. δεῖ δ´ ἕξιν τῶ δέοντος ὑπάρχοισαν τὰν ἀρετὰν 18979 3.1.116.33 : καὶ μεσότατα τῶν παθέων μήτ´ ἀπαθέα μήτ´ ἐμπαθέα 18980 3.1.116.34 : ἦμεν. ἁ μὲν γὰρ ἀπάθεια ἀπαρόρματον καὶ ἀνενθουσία– 18981 3.1.116.35 : στον παρέχεται τὰν ψυχὰν ποτὶ τὸ καλόν, ἁ δ´ ἐμπάθεια 18982 3.1.116.36 : συντεταραγμέναν καὶ ἀνεπιλόγιστον. δεῖ ὦν τὸ πάθος 18983 3.1.116.37 : οὕτω παρεμφαίνεσθαι ἐν τᾷ ἀρετᾷ, ὥσπερ καὶ τὰν σκιὰν 18984 3.1.116.38 : καὶ τὰν γραμμὰν ἐπὶ τᾶς γραφᾶς· τὸ γὰρ ἔμψυχον καὶ 18985 3.1.116.39 : τὸ ἁπαλὸν καὶ τὸ μεμιμαμένον τὰν ἀλάθειαν σὺν τᾷ 18986 3.1.116.40 : χρηστότατι τῶν χρωμάτων μάλιστα γίνεται διὰ τούτων. 18987 3.1.116.41 : ἔμψυχα δὲ ἐκ παρορμάσιος καὶ ἐνθουσιασμῶ ἀρετᾶς τᾶς 18988 3.1.116.42 : κατὰ φύσιν τὰ πάθεα τᾶς ψυχᾶς. γίνεται γὰρ ἐκ τῶν 18989 3.1.116.43 : παθέων ἁ ἀρετά, καὶ γενναθεῖσα πάλιν συναύξεται τού– 18990 3.1.116.44 : τοις, ὡς καὶ τὸ ἁρμοσμένον ἐκ τῶ ὀξέος καὶ βαρέος, καὶ 18991 3.1.116.45 : τὸ εὔκρατον ἐκ τῶ θερμῶ καὶ ψυχρῶ, καὶ τὸ ἰσόρροπον 18992 3.1.116.46 : ἐκ τῶ βαρέος καὶ κούφω. οὐκ ἀφελὲν ὦν δεῖ τὰ πάθεα 18993 3.1.116.47 : τᾶς ψυχᾶς, οὐδὲ γὰρ ὠφέλιμον αὐτὰ ἀφελέν, ἀλλὰ συναρ– 18994 3.1.116.48 : μόξασθαι ποτὶ τὸ λόγον ἔχον τῶ δέοντος καὶ τῶ μετρίω. 18995 3.1.117.1 : Θεάγους Πυθαγορείου ἐκ τοῦ περὶ 18996 3.1.117.2 : ἀρετῆς (fr. 4 phil. Graec. II p. 18 sqq. Mullach.). 18997 3.1.117.3 : Ἀρχαὶ τᾶς συμπάσας ἀρετᾶς τρεῖς· γνῶσις καὶ δύνα– 18998 3.1.117.4 : μις καὶ προαίρεσις. καὶ ἔντι ἁ μὲν γνῶσις οἷον ὄψις 18999 3.1.117.5 : ᾇ θεωρέομες καὶ κρίνομες τὰ πράγματα, ἁ δὲ δύναμις 19000 3.1.117.6 : οἷον ἀλκά τις τῶ σκάνεος ᾇ ὑφιστάμεθα καὶ ἐμμένομες 19001 3.1.117.7 : τοῖς πράγμασιν, ἁ δὲ προαίρεσις, οἷον χεῖρες ψυχᾶς τινες 19002 3.1.117.8 : αἷς ὁρμῶμες καὶ ἀντιλαζύμεθα τῶν πραγμάτων. ἔχει δὲ 19003 3.1.117.9 : καὶ ὁ τᾶς ψυχᾶς διάκοσμος οὕτως. τὸ μὲν γάρ τι αὐτᾶς 19004 3.1.117.10 : ἐντι λογισμὸς τὸ δὲ θυμὸς τὸ δ´ ἐπιθυμία, λογισμὸς μὲν 19005 3.1.117.11 : ὁ κρατέων τᾶς γνώσιος, θυμὸς δὲ ὁ κρατέων τῶ μένεος, 19006 3.1.117.12 : ἐπιθυμία δὲ ἁ κρατεῦσα τῶ ἐπιθυμητικῶ εἴδεος. ὅκκα 19007 3.1.117.13 : ὦν ἐς τὸ ἓν τὰ τρία ταῦτα μόλῃ μίαν ἐπιδεξάμενα συναρ– 19008 3.1.117.14 : μογάν, τόκα δὲ γίνεται ἀρετὰ καὶ ὁμολογία ἐν τᾷ ψυχᾷ· 19009 3.1.117.15 : ὅκκα δὲ στασιάζοντα καὶ ἀπ´ ἀλλάλων ἀπόσπαστα ᾖ, 19010 3.1.117.16 : τόκα δὲ γίνεται κακία καὶ ἀναρμοστία ἐν τᾷ ψυχᾷ. καὶ 19011 3.1.117.17 : ὅκκα μὲν ὁ λογισμὸς ἐπικρατέῃ τῶν ἀλόγων μερέων τᾶς 19012 3.1.117.18 : ψυχᾶς, τόκα δὲ γίνεται καρτερία καὶ ἐγκράτεια, καρτερία 19013 3.1.117.19 : μὲν ἐν τᾷ κατοχᾷ τῶν πόνων, ἐγκράτεια δὲ ἐν τᾷ κατοχᾷ 19014 3.1.117.20 : τῶν ἁδέων. ὅκκα δὲ τὰ ἄλογα μέρεα τᾶς ψυχᾶς ἐπι– 19015 3.1.117.21 : κρατῇ τῶ λογισμῶ, τόκα δὲ γίνεται μαλακία καὶ ἀκρατία· 19016 3.1.117.22 : μαλακία μὲν ἐν τῷ φεύγεν τὼς πόνως, ἀκρατία δὲ ἐν 19017 3.1.117.23 : τῷ νικῆσθαι ὑπὸ τῶν ἁδέων. ὅκκα δὲ τὸ μὲν κρέσσον 19018 3.1.117.24 : ἄρχῃ μέρος τᾶς ψυχᾶς, τὸ δὲ χέρηον ἄρχηται, καὶ τὸ 19019 3.1.117.25 : μὲν ἁγῆται τὸ δ´ ἕπηται, ἀμφότερα δὲ συνευδοκῆται καὶ 19020 3.1.117.26 : συνομολογῆται ἀλλάλοις, τόκα δὲ γίνεται ἀρετὰ καὶ παν– 19021 3.1.117.27 : αγαθία περὶ ὅλαν τὰν ψυχάν. καὶ ὅκκα μὲν τὸ ἐπιθυ– 19022 3.1.117.28 : μητικὸν ἕπηται μέρος τᾶς ψυχᾶς τῷ λογιστικῷ, γίνεται 19023 3.1.117.29 : σωφροσύνα· ὅκκα δὲ τὸ θυμοειδές, ἀνδρειότας· ὅκκα δὲ 19024 3.1.117.30 : τὰ μέρεα πάντα, δικαιότας. αὕτα γάρ ἐστιν ἁ διείργουσα 19025 3.1.117.31 : τάς τε κακίας πάσας τᾶς ψυχᾶς καὶ τὰς ἀρετὰς ἀπ´ 19026 3.1.117.32 : ἀλλάλων. καὶ ἔστιν ἁ δικαιότας οἷον σύσταμά τι τᾶς 19027 3.1.117.33 : ἁρμογᾶς τῶν μερέων τᾶς ψυχᾶς καὶ ἀρετὰ τελεία καὶ 19028 3.1.117.34 : πανυπερτάτα· πάντα γὰρ ἐν ταύτᾳ, τὰ δ´ ἄλλ´ ἀγαθὰ 19029 3.1.117.35 : τᾶς ψυχᾶς οὐκ ἄτερθε ταύτας· διόπερ καὶ ἐν θεοῖς μέγα 19030 3.1.117.36 : κράτος ἔχει ἁ δικαιότας καὶ ἐν ἀνθρώποις· τῶ γὰρ ὅλω 19031 3.1.117.37 : καὶ τῶ παντὸς ἅδ´ ἁρετὰ συνέχει τὰν κοινωνίαν καὶ 19032 3.1.117.38 : τὰν ἐν θεοῖς καὶ τὰν ἐν ἀνθρώποις. θέμις γῶν φατί– 19033 3.1.117.39 : ζεται παρὰ τοῖς οὐρανίοις θεοῖς, δίκα δὲ παρὰ τοῖς χθο– 19034 3.1.117.40 : νίοις, νόμος δὲ παρὰ τοῖς ἀνθρώποις. ταῦτα δ´ ἐντὶ 19035 3.1.117.41 : σαμεῖα καὶ σύμβολα τῶ τὰν δικαιότατα πανυπερτάταν 19036 3.1.117.42 : ἦμεν ἀρετάν. καὶ ἄλλως δὲ πιστοῦται ὁ λόγος ἐξ αὐτῶν· 19037 3.1.117.43 : ὅκκα μὲν γὰρ ὁ νόος τᾶς ψυχᾶς ἀμβλακίσκῃ, ὀνυμάζεται 19038 3.1.117.44 : ἁ τοιάδε διάθεσις ἀφροσύνα· ὅκκα δὲ ὁ θυμός, θρα– 19039 3.1.117.45 : σύτας ἢ δειλία· ὅκκα δὲ 〈ἁ〉 ἐπιθυμία, ἀκρασία· καὶ ὅκκα 19040 3.1.117.46 : μὲν ἐπὶ τὸ μῇον ἀμβλακίσκῃ ὁ νόος, ἀφροσύνα, ὅκκα δ´ 19041 3.1.117.47 : ἐπὶ τὸ μέζον, πανουργία· καὶ ὅκκα μὲν ἐπὶ τὸ μῇον 19042 3.1.117.48 : ἀμβλακίσκῃ ὁ θυμός, δειλία, ὅκκα δ´ ἐπὶ τὸ μέζον, θρά– 19043 3.1.117.49 : σος· καὶ ὅκκα μὲν ἐπὶ τὸ μῇον ἀμβλακίσκῃ ἁ ἐπιθυμία, 19044 3.1.117.50 : μισαδονία· ὅκκα δ´ ἐπὶ τὸ μέζον, ἀκολασία· ὅλως δὲ ἁ 19045 3.1.117.51 : μὲν οὐ κατ´ ὀρθὸν λόγον συναρμογά, κακία· αὕτα δ´ ὅκκα 19046 3.1.117.52 : μὲν μηδενὸς ἕκατι γένηται, καλέεται ἀβελτηρία· ὅκκα δὲ 19047 3.1.117.53 : φόβω, δειλία, ὅκκα δὲ ἁδονᾶς, ἀκολασία, ὅκκα δὲ κέρ– 19048 3.1.117.54 : δεος, ἀδικία. ἁ δὲ κατ´ ὀρθὸν λόγον αὐτᾶς σύνταξις, 19049 3.1.117.55 : ὅκκα μὲν ἐν τῷ θεωρὲν καὶ κρίνεν γένηται, καλέεται φρό– 19050 3.1.117.56 : νασις· ὅκκα δὲ ἐν τῷ ὑφίστασθαι ...... τὰ ἁδέα, σαο– 19051 3.1.117.57 : φροσύνα· ὅκκα δ´ ἐν τῷ κέρδεος ἀποσχέσθαι καὶ βλάβας 19052 3.1.117.58 : τᾶς ἐς τὸν πλατίον, δικαιότας. ἁ δὲ κατὰ τὸν ὀρθὸν 19053 3.1.117.59 : λόγον αὐτᾶς σύνταξις καὶ παρὰ τὸν ὀρθὸν λόγον παρά– 19054 3.1.117.60 : βασις, τῶ δέοντός ἐντι στοχασμὸς καὶ τῶ μὴ δέοντος 19055 3.1.117.61 : ἀπόπτωσις. ἔστι δὲ τὸ μὲν δέον, ὃ δεῖ ἦμεν· τοῦτο δὲ 19056 3.1.117.62 : οὐκ ἀφαιρέσιος οὐδὲ προσθέσιος δέεται· αὐτὸ γάρ ἐστιν 19057 3.1.117.63 : ὃ δεῖ ἦμεν. τῶ δὲ μὴ δέοντος εἴδεα δύο, τὸ μὲν ὑπερ– 19058 3.1.117.64 : βολά, τὸ δ´ ἔλλειψις. καὶ ἁ μὲν ὑπερβολὰ τὸ πλέον τῶ 19059 3.1.117.65 : δέοντός ἐντι, ἁ δ´ ἔλλειψις τὸ ἔλαττον. ἁ δ´ ἀρετὰ ἕξις 19060 3.1.117.66 : τίς ἐντι τῶ δέοντος· διόπερ καὶ ἀκρότας καὶ μεσότας 19061 3.1.117.67 : εὐθέως ἐντί· ἀκρότας μέν, διότι τῶ δέοντος ἔχεται· 19062 3.1.117.68 : μεσότας δέ, ὅτι μεταξὺ τᾶς ὑπερβολᾶς καὶ τᾶς ἐλλείψιός 19063 3.1.117.69 : ἐντι. οὕτως γὰρ καὶ μεσότατες τυγχάνοντι καὶ ἀκρότατες· 19064 3.1.117.70 : μεσότατες μέν, ὅτι ἐκτὸς τᾶς ὑπερβολᾶς καὶ τᾶς ἐλλεί– 19065 3.1.117.71 : ψιος πίπτοντι· ἀκρότατες δέ, ὅτι οὔτε προσθέσιος οὔτ´ 19066 3.1.117.72 : ἀφαιρέσιος δέονται· αὐτὰ γὰρ ἐντὶ ταῦτα, ἃ δεῖ αὐτὰ 19067 3.1.117.73 : ἦμεν. 19068 3.1.118.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. mor. 4 II p. 20 Mullach.). 19069 3.1.118.2 : Ἐπεὶ δὲ ἁ τῶ ἤθεος ἀρετὰ περὶ πάθεα, τῶν δὲ 19070 3.1.118.3 : παθέων ἁδονὰ καὶ λύπα ὑπέρτατα, φανερὸν ὅτι οὐκ ἐν 19071 3.1.118.4 : τῷ ὑπεξελέσθαι τὰ πάθεα τᾶς ψυχᾶς, ἁδονὰν καὶ λύπαν, 19072 3.1.118.5 : ἁ ἀρετὰ πέπτωκεν, ἀλλ´ ἐν τῷ ταῦτα συναρμόξασθαι. 19073 3.1.118.6 : οὐδὲ γὰρ ὑγίεια, εὐκρατία τις ἔασα τᾶν τῶ σώματος 19074 3.1.118.7 : δυναμίων, ἐν τῷ ὑπεξελέσθαι τὸ θερμὸν καὶ τὸ ψυχρὸν 19075 3.1.118.8 : καὶ τὸ ὑγρὸν καὶ τὸ ξηρόν, πέπτωκεν, ἀλλ´ ἐν τῷ ταῦτα 19076 3.1.118.9 : συγκερασθῆμεν· ἔντι γὰρ οἷον συμμετρία τις τούτων· 19077 3.1.118.10 : οὐδ´ ἐν τᾷ μωσικᾷ ἐν τῷ ὑπεξελέσθαι τὸ ὀξὺ καὶ τὸ 19078 3.1.118.11 : βαρὺ τὸ σύμφωνον πέπτωκεν, ἀλλ´ ἐν τῷ ταῦτά πως 19079 3.1.118.12 : συναρμόξασθαι. συναρμοσμένων γὰρ τῶ ὀξέος καὶ τῶ 19080 3.1.118.13 : βαρέος τὸ μὲν σύμφωνον ἐναπολαμβάνεται, τὸ δὲ διά– 19081 3.1.118.14 : φωνον ἐκκρούεται· συναρμοσμένων δὲ καὶ τῶ θερμῶ καὶ 19082 3.1.118.15 : τῶ ψυχρῶ καὶ τῶ ὑγρῶ καὶ τῶ ξηρῶ ἁ μὲν ὑγίεια γί– 19083 3.1.118.16 : νεται, ἁ δὲ νόσος ἀπόλλυται· συναρμοσμένων δὲ καὶ τῶ 19084 3.1.118.17 : θυμῶ καὶ τᾶς ἐπιθυμίας ταὶ μὲν κακίαι καὶ τὰ πάθεα 19085 3.1.118.18 : ἐξαιρέονται, ταὶ δ´ ἀρεταὶ καὶ τὰ ἤθεα ἐγγίνονται. 19086 3.1.118.19 : ἰδιαίτατον δὲ τᾶς τῶ ἤθεος ἀρετᾶς ἁ προαίρεσις ἁ ἐν 19087 3.1.118.20 : τοῖς καλοῖς. λόγῳ γὰρ καὶ δυνάμει συγχρέεσθαι δυνατὸν 19088 3.1.118.21 : καὶ ἄνευ ἀρετᾶς, προαιρέσει δ´ οὐ δυνατόν· τὸ γὰρ 19089 3.1.118.22 : ἀξίωμα τῶ ἤθεος ἁ προαίρεσις σαμαίνει. διὸ καὶ μετὰ 19090 3.1.118.23 : βίας μὲν ἐπικρατέων ὁ λογισμὸς θυμῶ καὶ ἐπιθυμίας 19091 3.1.118.24 : ἐγκράτειαν καὶ καρτερίαν ἐμποιεῖ, μετὰ βίας δὲ πάλιν 19092 3.1.118.25 : ἐκβιασθεὶς αὐτὸς ὑπὸ τῶ ἀλόγω, ἀκρατίαν καὶ μαλα– 19093 3.1.118.26 : κίαν. ταὶ δὲ τοιαῦται διαθέσιες τᾶς ψυχᾶς ἡμιτελέες 19094 3.1.118.27 : μὲν ἀρεταί, ἡμιτελέες δὲ κακίαι τυγχάνοντι. ὁ μὲν γὰρ 19095 3.1.118.28 : λογισμὸς ὑγιαίνει, τὰ δ´ ἄλογα μέρεα τᾶς ψυχᾶς νοσεῖ. 19096 3.1.118.29 : καὶ καθὸ μὲν ἄρχεται καὶ ἄγεται ὁ θυμὸς καὶ ἁ ἐπι– 19097 3.1.118.30 : θυμία ὑπὸ τῶ λόγον ἔχοντος μέρεος τᾶς ψυχᾶς, ἁ ἐγκρά– 19098 3.1.118.31 : τεια καὶ ἁ καρτερία ἀρεταὶ τυγχάνοντι, καθὸ δὲ μετὰ 19099 3.1.118.32 : βίας ἀλλ´ οὐχ ἑκουσίως τοῦτο πράσσοντι, κακίαι τυγχά– 19100 3.1.118.33 : νοντι. δεῖ γὰρ τὰν ἀρετὰν μὴ μετὰ λύπας ἀλλὰ μεθ´ 19101 3.1.118.34 : ἁδονᾶς τὰ δέοντα πράσσεν. πάλιν δέ, καθὸ μὲν ἐπικρα– 19102 3.1.118.35 : τεῖ ὁ θυμὸς καὶ ἁ ἐπιθυμία τῶ λογισμῶ, μαλακίαν καὶ 19103 3.1.118.36 : ἀκρατίαν ἐπιφέροντα, κακίαι τινὲς τυγχάνοντι· καθὸ δὲ 19104 3.1.118.37 : μετὰ λύπας χαρίζονται τοῖς πάθεσιν, εἰδότες ὅτι ἀμβλα– 19105 3.1.118.38 : κίσκοντι τῶ ὑγιὲς ἦμεν τὸ ὄμμα τᾶς ψυχᾶς, ταύτᾳ δ´ 19106 3.1.118.39 : οὐ κακίαι. πάλιν ὦν αὐτό γε τοῦτο φανερόν, ὅτι ἑκου– 19107 3.1.118.40 : σίως δεῖ τὰν ἀρετὰν τὰ δέοντα πράσσεν. τὸ μὲν ἀκού– 19108 3.1.118.41 : σιον οὐκ ἄνευ λύπας καὶ φόβω· τὸ δ´ ἑκούσιον οὐκ ἄνευ 19109 3.1.118.42 : ἁδονᾶς καὶ φιλοφροσύνας. ἅμα δὲ καὶ ὁ λόγος ὁ τᾶς 19110 3.1.118.43 : διαιρέσιος συμπέσοι κα † παρείτω ταῦθ´ οὕτως ἔχεν. ἁ μὲν 19111 3.1.118.44 : γὰρ γνῶσις καὶ ἁ ὅρασις τῶν πραγμάτων τῶ λόγον ἔχον– 19112 3.1.118.45 : τος μέρεος ἐντὶ τᾶς ψυχᾶς· ἁ δὲ δύναμις τῶ ἀλόγω. 19113 3.1.118.46 : τὸ γὰρ ἀντέχεν μὲν δύνασθαι τοῖς πόνοις, ἐπικρατὲν δὲ 19114 3.1.118.47 : τᾶν ἁδονᾶν, οἰκῇόν ἐντι τῶ ἀλόγω μέρεος τᾶς ψυχᾶς. ἁ 19115 3.1.118.48 : δὲ προαίρεσις ἐν ἀμφοτέροις αὐτοῖς γίνεται, καὶ τῷ λόγον 19116 3.1.118.49 : ἔχοντι μέρει τᾶς ψυχᾶς καὶ τῷ ἀλόγῳ· σύγκειται γὰρ ἐκ 19117 3.1.118.50 : διανοίας καὶ ὀρέξιος, ὧν ἁ μὲν διάνοια τῶ λόγον ἔχον– 19118 3.1.118.51 : τός ἐντι, ἁ δ´ ὄρεξις τῶ ἀλόγω. διὸ καὶ ἀρετὰ πᾶσα ἐν 19119 3.1.118.52 : συναρμογᾷ γίνεται τῶν μερέων τᾶς ψυχᾶς, καὶ τὸ ἑκού– 19120 3.1.118.53 : σιον δὲ καὶ τὸ προαιρετὸν πάντως ἐν τᾷ ἀρετᾷ. 19121 3.1.119.1 : Ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου ἐγχειριδίου (c. 42). 19122 3.1.119.2 : Ὅταν τις κακῶς τι ποιῇ ἢ κακῶς τι λέγῃ, μέμνησο 19123 3.1.119.3 : ὅτι καθήκειν αὐτῷ οἰόμενος ποιεῖ. τί οὖν; ἀκολουθήσει 19124 3.1.119.4 : τῷ σοὶ φαινομένῳ ἢ τῷ αὑτῷ; ἀλλὰ κακῶς αὐτῷ φαί– 19125 3.1.119.5 : νεται. τίς οὖν ἐξηπάτηται; ἐκεῖνος. τίς οὖν βέβλαπται; 19126 3.1.119.6 : ὁ ἐξηπατημένος. καὶ γὰρ τὸ ἀληθὲς συμπεπλεγμένον ἐάν 19127 3.1.119.7 : τις ὑπολάβῃ ψεῦδος, οὐ τὸ συμπεπλεγμένον βλάπτεται, 19128 3.1.119.8 : ἀλλ´ ὁ ὑπολαβών. 19129 3.1.120.1 : Περικτιόνης Πυθαγορείας περὶ σο– 19130 3.1.120.2 : φίας (fr. 13 phil. Gr. II p. 32 sq. Mullach.). 19131 3.1.120.3 : Γέγονε δὲ καὶ συνέστα ὁ ἄνθρωπος ποττὸ θεωρῆσαι 19132 3.1.120.4 : τὸν λόγον τᾶς τῶ ὅλω φύσιος· καὶ τᾶς σοφίας ἔργον ἐστὶν 19133 3.1.120.5 : αὐτὸ τοῦτο κτήσασθαι καὶ θεωρῆσαι τὰν τῶν ἐόντων 19134 3.1.120.6 : φρόνασιν. 19135 3.1.121.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 13 l. c. p. 33). 19136 3.1.121.2 : Γαμετρία μὲν ὦν καὶ ἀριθμητικὰ καὶ τἄλλα τὰ θεω– 19137 3.1.121.3 : ρητικὰ καὶ ἐπισταμονικὰ περὶ ... τῶν ἐόντων κατασχο– 19138 3.1.121.4 : λέονται, ἁ δὲ σοφία περὶ πάντα τὰ γένεα τῶν ἐόντων. 19139 3.1.121.5 : οὕτως γὰρ ἔχει σοφία περὶ πάντα τὰ ἐόντα, ὡς ὄψις 19140 3.1.121.6 : περὶ πάντα τὰ ὁρατὰ καὶ ἀκοὰ περὶ πάντα τὰ ἀκουστά. 19141 3.1.121.7 : τὰ δὲ συμβεβακότα τοῖς ἐοῦσιν ἃ μὲν καθόλω πᾶσι συμ– 19142 3.1.121.8 : βέβακεν, ἃ δὲ πλείστοις αὐτῶν, ἃ δέ πᾳ ἑνὶ ἑκάστῳ. 19143 3.1.121.9 : τὰ μὲν ὦν καθόλω πᾶσι συμβεβακότα συνιδὲν καὶ θεω– 19144 3.1.121.10 : ρῆσαι τᾶς σοφίας οἰκῇον, τὰ δὲ τοῖς πλείστοις τᾶς περὶ 19145 3.1.121.11 : φύσιν ἐπιστάμας, τὰ δ´ ἴδια καθ´ ἕκαστον τᾶς περί τι 19146 3.1.121.12 : ἀφωρισμένον ἐπιστάμας. καὶ διὰ τοῦτο σοφία μὲν τὰς 19147 3.1.121.13 : τῶν ἐόντων ἁπάντων ἀρχὰς ἀνευρίσκει, φυσικὰ δὲ τὰς 19148 3.1.121.14 : τῶν φύσει γινομένων, γαμετρία δὲ καὶ ἀριθμητικὰ καὶ 19149 3.1.121.15 : μωσικὰ τὰς περὶ τὸ ποσὸν καὶ τὸ ἐμμελές. ὅστις ὦν 19150 3.1.121.16 : ἀναλῦσαι οἷός 〈τ´〉 ἐστὶ πάντα 〈τὰ〉 γένεα ὑπὸ μίαν καὶ 19151 3.1.121.17 : τὰν αὐτὰν ἀρχάν, καὶ πάλιν ἐκ ταύτας συνθεῖναι καὶ σύν– 19152 3.1.121.18 : αρθμήσασθαι, οὗτος δοκεῖ 〈μοι〉 καὶ σοφώτατος ἦμεν 19153 3.1.121.19 : καὶ ἀλαθέστατος, ἔτι δὲ καὶ καλὰν σκοπιὰν εὑρηκέ– 19154 3.1.121.20 : ναι, ἀφ´ ἇς δυνατὸς ἐσσεῖται τόν τε θεὸν κατοψεῖσθαι 19155 3.1.121.21 : καὶ πάντα τὰ ἐν τᾷ συστοιχίᾳ τε καὶ τάξει τᾷ ἐκείνω 19156 3.1.121.22 : κατακεχωρισμένα. 19157 3.1.122.1 : Θεμιστίου ἐκ τοῦ Μετριοπαθοῦς ἢ 19158 3.1.122.2 : Φιλοτέκνου (p. 434, 14 Dind.). 19159 3.1.122.3 : Οὕτω δὲ καὶ τῷ ἀνθρώπῳ ἐγκεχρῶσθαί ἐστιν ἀναγ– 19160 3.1.122.4 : καῖον ἡδονὴν καὶ λύπην καὶ ξύμπαντα τὰ ἄλλα παθή– 19161 3.1.122.5 : ματα, πλείω δὲ καὶ ἐμμονωτέραν τὴν λύπην. καὶ τοῦτο 19162 3.1.122.6 : αὖ πάλιν Αἴσωπος λέγει· τὸν γὰρ πηλὸν αὐτῷ ὁ Προ– 19163 3.1.122.7 : μηθεύς, ἀφ´ οὗ τὸν ἄνθρωπον διεπλάσατο, οὐκ ἐφύρασεν 19164 3.1.122.8 : ὕδατι, ἀλλὰ δακρύοις. οὐχὶ οὖν ἐκκόπτειν αὐτὰ πειρᾶ– 19165 3.1.122.9 : σθαι χρεών, ἀμήχανον γάρ. ἀλλ´ εἴπερ ἄρα, ἐπι– 19166 3.1.122.10 : κόπτειν τε καὶ πραΰνειν κοιμίζειν τε ἐφ´ ὅσον δυνατὸν 19167 3.1.122.11 : καὶ νουθετεῖν· ταύτην γὰρ εὐμενῶς προσίεται τὴν ἐπι– 19168 3.1.122.12 : μέλειαν. καὶ οὕτως σοι αὐτὰ παιδαγωγοῦντι ἀναφανή– 19169 3.1.122.13 : σεται χρήσιμά τε καὶ ὠφέλιμα ἀντὶ ἀχρήστων καὶ βλα– 19170 3.1.122.14 : βερῶν. οὐ γὰρ ὁ θεὸς αὐτὰ ἐνεκεράσατο τῷ ἀνθρώπῳ, 19171 3.1.122.15 : ὅπως λώβην τε αὐτῷ καὶ αἶσχος προσθείη, ἀλλὰ καὶ 19172 3.1.122.16 : ταῦτα πρὸς διαμονὴν καὶ σωτηρίαν τοῦ γένους προσύ– 19173 3.1.122.17 : φηνέ τε καὶ προσῳκοδόμησε τῇ ψυχῇ. θυμὸν μέν, ὅπως 19174 3.1.122.18 : ἂν τὰ βλάπτοντα ἀμυνώμεθα· ἐπιθυμίαν δὲ ἐδωδῆς καὶ 19175 3.1.122.19 : ποτῶν πρὸς τὴν ξύμφυτον καὶ ἀναγκαίαν ἀπορροήν· καὶ 19176 3.1.122.20 : οὕτω δὴ ἄλλο πρὸς ἄλλην τινὰ τεταγμένον τοῦ σώματος 19177 3.1.122.21 : κῆρα. μένειν δὲ ἕκαστον χρὴ ἐν τῷ μέτρῳ· καὶ τὸ μέ– 19178 3.1.122.22 : τρον τοῦτο ἑκάστου γίνεται ἀρετή· τοῦ μὲν θυμοειδοῦς 19179 3.1.122.23 : ἀνδρεία, τοῦ δὲ ἐπιθυμητικοῦ σωφροσύνη, τοῦ δ´ αὖ 19180 3.1.122.24 : φιλοχρημάτου καὶ φιλοκερδοῦς ἐλευθεριότης τε καὶ μεγα– 19181 3.1.122.25 : λοπρέπεια· ὅσον δὲ ἐπτόηται περὶ τιμὰς καὶ δυνάμεις 19182 3.1.122.26 : καὶ προεδρίας, τούτου ἐστὶ τὸ μέτρον μεγαλοψυχία. εἰ 19183 3.1.122.27 : δὲ ἀκόσμητα ἐαθείη καὶ ἀθεράπευτα ὑπὸ τοῦ λόγου, 19184 3.1.122.28 : καθάπερ φυτὰ ἥμερα καὶ χρηστὰ ἐξαμελήσαντος γεωρ– 19185 3.1.122.29 : γοῦ, ἀπαγριοῦται εὐθὺς καὶ ἐξυβρίζει καὶ παραβλαστάνει 19186 3.1.122.30 : τὰς κακίας καθάπερ ἀκάνθας χαλεπὰς καὶ φαρμακώδεις 19187 3.1.122.31 : τοῖς τε ἄλλοις καὶ μάλιστα τῷ κεκτημένῳ. ἔστι δ´ ἐφ´ 19188 3.1.122.32 : ὧν ἔμπαλιν καταφθίνει καὶ ἀπομαραίνεται εἴσω τῆς 19189 3.1.122.33 : ἀκμῆς· καὶ δέονται οὗτοι τοῦ λόγου οὐ 〈τοῦ〉 κολούοντος 19190 3.1.122.34 : καὶ θλίβοντος καὶ πιέζοντος, 〈ἀλλὰ τοῦ ἐπάρδοντός τε 19191 3.1.122.35 : καὶ ἐπανάγοντος καὶ ἐρεθίζοντος〉 πρὸς τὴν αὔξην τὴν 19192 3.1.122.36 : ἐοικυῖαν. καὶ διὰ τοῦτο ἄρα ἑκάστην ἀρετὴν περικάθην– 19193 3.1.122.37 : ται ἔνθεν καὶ ἔνθεν δύο κακίαι, ἡ μὲν τὸ ἐνδεὲς τοῦ 19194 3.1.122.38 : παθήματος ἀγαπῶσα, ἡ δὲ τὸ πλεονάζον ἀσπαζομένη. 19195 3.1.122.39 : δεῖ δ´ οὐ πρὸς τὰ φαῦλα καὶ διεστραμμένα ὁρῶντας 19196 3.1.122.40 : ἅπαντα ὁμοίως ὑποπτεύειν καὶ διεξελαύνειν, ἀλλὰ τὸ βού– 19197 3.1.122.41 : λημα ἐξετάζειν τῆς φύσεως, καὶ πρὸς ὅ τι ἕκαστον τῶν 19198 3.1.122.42 : παθημάτων ἐνεφύτευσε καὶ ἐνεσημήνατο τῇ ψυχῇ. 19199 3.1.123.1 : Πορφυρίου ἐκ τοῦ Περὶ τῶν πρὸς τὰ 19200 3.1.123.2 : νοητὰ ἀφορμῶν (opusc. Porphyr. p. 80 ed. Holsten.). 19201 3.1.123.3 : Ἄλλαι αἱ ἀρεταὶ τοῦ πολιτικοῦ, καὶ ἄλλαι αἱ τοῦ 19202 3.1.123.4 : πρὸς θεωρίαν ἀνιόντος καὶ διὰ τοῦτο λεγομένου θεωρη– 19203 3.1.123.5 : τικοῦ, καὶ ἄλλαι αἱ τοῦ ἤδη τελείου θεωρητικοῦ καὶ ἤδη 19204 3.1.123.6 : θεατοῦ, καὶ ἄλλαι αἱ τοῦ νοῦ, καθὸ νοῦς, καὶ ἀπὸ ψυχῆς 19205 3.1.123.7 : καθαροῦ. αἱ μὲν τοῦ πολιτικοῦ ἐν μετριοπαθείᾳ τοῦ 19206 3.1.123.8 : ἀλόγου κείμεναι, τῷ ἕπεσθαι καὶ ἀκολουθεῖν τῷ λογισμῷ 19207 3.1.123.9 : τοῦ καθήκοντος κατὰ τὰς πράξεις. διὸ πρὸς κοινωνίαν 19208 3.1.123.10 : βλέπουσαι τὴν ἀβλαβῆ τῶν πλησίον ἐκ τοῦ συναγελασμοῦ 19209 3.1.123.11 : καὶ τῆς κοινωνίας πολιτικαὶ λέγονται. καὶ ἔστι φρόνησις 19210 3.1.123.12 : μὲν περὶ τὸ λογιζόμενον, ἀνδρεία δὲ περὶ τὸ θυμούμε– 19211 3.1.123.13 : νον, σωφροσύνη δ´ 〈ἐν ὁμολογίᾳ καὶ συμφωνίᾳ ἐπιθυ– 19212 3.1.123.14 : μητικοῦ πρὸς λογισμόν, δικαιοσύνη δ´〉 ἡ ἑκάστου τού– 19213 3.1.123.15 : των ὁμοῦ οἰκειοπραγία, ἀρχῆς πέρι καὶ τοῦ ἄρχεσθαι. 19214 3.1.123.16 : αἱ δὲ τοῦ πρὸς θεωρίαν προκόπτοντος θεωρητικοῦ ἐν 19215 3.1.123.17 : ἀποστάσει κεῖνται τῶν ἐντεῦθεν· διὸ καὶ καθάρσεις 19216 3.1.123.18 : αὗται λέγονται ἐν ἀποχῇ θεωρούμεναι τῶν τοῦ σώματος 19217 3.1.123.19 : πράξεων καὶ συμπαθειῶν τῶν πρὸς αὐτό. αὗται μὲν γὰρ 19218 3.1.123.20 : τῆς ψυχῆς ἀφισταμένης πρὸς τὸ ὄντως ὄν, αἱ δὲ πολι– 19219 3.1.123.21 : τικαὶ τὸν θνητὸν ἄνθρωπον κατακοσμοῦσι. καὶ πρόδρο– 19220 3.1.123.22 : μοι δ´ αἱ πολιτικαὶ τῶν καθάρσεων· δεῖ γὰρ κοσμη– 19221 3.1.123.23 : θέντα κατ´ αὐτὰς ἀποστῆναι τοῦ σὺν σώματι πράττειν 19222 3.1.123.24 : τι προηγουμένως. διὸ ἐν ταῖς καθάρσεσι τὸ μὲν μὴ συν– 19223 3.1.123.25 : δοξάζειν τῷ σώματι, ἀλλὰ μόνην ἐνεργεῖν, ὑφίστησι τὸ 19224 3.1.123.26 : φρονεῖν, ὃ διὰ τοῦ καθαρῶς νοεῖν τελειοῦται· τὸ δέ γε 19225 3.1.123.27 : μὴ ὁμοπαθεῖν συνίστησι τὸ σωφρονεῖν, τὸ δὲ μὴ φο– 19226 3.1.123.28 : βεῖσθαι ἀφισταμένην τοῦ σώματος ὡς εἰς κενόν τι καὶ 19227 3.1.123.29 : μὴ ὂν τὴν ἀνδρείαν. ἡγουμένου δὲ λόγου καὶ νοῦ καὶ 19228 3.1.123.30 : μηδενὸς ἀντιτείνοντος, δικαιοσύνη τὸ τοιοῦτον. ἡ μὲν 19229 3.1.123.31 : οὖν κατὰ τὰς πολιτικὰς ἀρετὰς διάθεσις ἐν μετριοπα– 19230 3.1.123.32 : θείᾳ θεωρεῖται, τέλος ἔχουσα τὸ ζῆν ὡς ἄνθρωπον κατὰ 19231 3.1.123.33 : φύσιν· ἡ δὲ κατὰ τὰς θεωρητικὰς ἐν ἀπαθείᾳ, ἧς τέλος 19232 3.1.123.34 : ἡ πρὸς θεὸν ὁμοίωσις. ἐπεὶ δὲ κάθαρσις ἣ μέν τις ἦν 19233 3.1.123.35 : καθαίρουσα ἣ δὲ κεκαθαρμένων, αἱ καθαρτικαὶ ἀρεταὶ 19234 3.1.123.36 : κατ´ ἄμφω θεωροῦνται τὰ σημαινόμενα τῆς καθάρσεως· 19235 3.1.123.37 : καθαίρουσί τε γὰρ τὴν ψυχὴν καὶ καθαρθείσῃ σύνεισι· 19236 3.1.123.38 : τέλος γὰρ τὸ κεκαθάρθαι τοῦ καθαίρειν. ἀλλ´ ἐπεὶ τὸ 19237 3.1.123.39 : καθαίρειν καὶ κεκαθάρθαι ἀφαίρεσις ἦν παντὸς τοῦ ἀλλο– 19238 3.1.123.40 : τρίου, τὸ ἀγαθὸν ἕτερον ἂν εἴη τοῦ καθαίροντος· ὥστ´ εἴ 19239 3.1.123.41 : γε πρὸ τῆς ἀκαθαρσίας 〈ἀγαθὸν ἦν τὸ καθαιρόμενον, ἡ 19240 3.1.123.42 : κάθαρσις〉 ἀρκεῖ· ἀλλ´ ἀρκέσει μὲν ἡ κάθαρσις, τὸ δὲ 19241 3.1.123.43 : καταλειπόμενον ἔσται τὸ ἀγαθόν, καὶ οὐχ ἡ κάθαρσις. 19242 3.1.123.44 : ἀλλ´ ἡ ψυχῆς φύσις οὐκ ἦν ἀγαθόν, ἀλλ´ ἀγαθοῦ μετέχειν 19243 3.1.123.45 : δυνάμενον καὶ ἀγαθοειδές· οὐ γὰρ ἂν ἐγένετο ἐν κακῷ. 19244 3.1.123.46 : τὸ οὖν ἀγαθὸν αὐτῇ ἐν τῷ συνεῖναι τῷ γεννήσαντι, κακία 19245 3.1.123.47 : δὲ τὸ τοῖς ὑστέροις. καὶ διπλῆ γε κακία, τό τε τούτοις 19246 3.1.123.48 : συνεῖναι καὶ μετὰ παθῶν ὑπερβολῆς· διόπερ αἱ πολιτικαὶ 19247 3.1.123.49 : ἀρεταὶ μιᾶς γοῦν αὐτὴν κακίας ἀπαλλάττουσαι ἀρεταὶ 19248 3.1.123.50 : ἐκρίθησαν καὶ τίμιαι, αἱ δὲ καθαρτικαὶ τιμιώτεραι καὶ 19249 3.1.123.51 : τῆς ὡς ψυχικῆς κακίας ἀπαλλάττουσαι. δεῖ τοίνυν καθη– 19250 3.1.123.52 : ραμένην αὐτὴν συνεῖναι τῷ γεννήσαντι. καὶ ἀρετὴ ἄρα 19251 3.1.123.53 : αὐτῆς μετὰ τὴν ἐπιστροφὴν αὕτη, ἥπερ ἐστὶν ἐν γνώσει 19252 3.1.123.54 : καὶ εἰδήσει τοῦ ὄντος· οὐχ ὅτι οὐκ ἔχει παρ´ αὐτῇ ταύ– 19253 3.1.123.55 : την, ἀλλ´ ὅτι ἄνευ τοῦ πρὸ αὐτῆς οὐχ ὁρᾷ τὰ αὐτῆς. 19254 3.1.123.56 : ἀλλ´ οὖν γένος τρίτον ἀρετῶν μετὰ τὰς καθαρτικὰς καὶ 19255 3.1.123.57 : τὰς πολιτικὰς νοερῶς τῆς ψυχῆς ἐνεργούσης· σοφία μὲν 19256 3.1.123.58 : καὶ φρόνησις ἐν θεωρίᾳ ὧν νοῦς ἔχει, δικαιοσύνη δὲ ἐν 19257 3.1.123.59 : οἰκειοπραγίᾳ μὲν ἐν τῇ πρὸς τὸν νοῦν 〈δ´〉 ἀκολουθίᾳ καὶ 19258 3.1.123.60 : τῷ πρὸς νοῦν ἐνεργεῖν. σωφροσύνη δὲ ἡ εἴσω πρὸς νοῦν 19259 3.1.123.61 : στροφή· ἡ δὲ ἀνδρεία ἀπάθεια, καθ´ ὁμοίωσιν τοῦ πρὸς 19260 3.1.123.62 : ὃ βλέπει ἀπαθὲς ὂν τὴν φύσιν. καὶ ἀντακολουθοῦσί γε 19261 3.1.123.63 : αὗται ἀλλήλαις ὥσπερ καὶ 〈αἱ〉 ἄλλαι. τέταρτον 〈δ´〉 εἶδος 19262 3.1.123.64 : ἀρετῶν τὸ τῶν παραδειγματικῶν, αἵπερ ἦσαν ἐν τῷ νῷ 19263 3.1.123.65 : κρείττους οὖσαι τῶν ψυχικῶν, καὶ τούτων παραδείγματα 19264 3.1.123.66 : 〈ὧν καὶ τῆς ψυχῆς ἦσαν ὁμοιώματα· νοῦς μέν, ἐν ᾧ 19265 3.1.123.67 : ἅπαντα〉 ὥσπερ παραδείγματα· ἐπιστήμη δὲ ἡ νόησις, 19266 3.1.123.68 : σοφία δὲ γιγνώσκων ὁ νοῦς· τὸ δὲ πρὸς αὐτὸν ἡ σωφρο– 19267 3.1.123.69 : σύνη, τὸ δ´ οἰκεῖον ἔργον ἡ οἰκειοπραγία, ἡ δὲ ἀνδρεία 19268 3.1.123.70 : ἡ ταυτότης καὶ τὸ ἐφ´ ἑαυτοῦ μένειν καθαρὸν διὰ δυνά– 19269 3.1.123.71 : μεως περιουσίαν. τέτταρα τοίνυν ἀρετῶν γένη πέφηνεν· 19270 3.1.123.72 : 〈ὧν〉 αἱ μὲν ἦσαν αἱ τοῦ νοῦ αἱ παραδειγματικαὶ καὶ 19271 3.1.123.73 : σύνδρομοι αὐτοῦ τῇ οὐσίᾳ· αἱ δὲ ψυχῆς πρὸς νοῦν ἐνο– 19272 3.1.123.74 : ρώσης ἤδη καὶ πληρουμένης ἀπ´ αὐτοῦ· αἱ δὲ ψυχῆς 19273 3.1.123.75 : ἀνθρώπου καθαιρομένης τε καὶ καθαρθείσης ἀπὸ σώ– 19274 3.1.123.76 : ματος καὶ τῶν ἀλόγων παθῶν· αἱ δὲ ψυχῆς ἀνθρώπου 19275 3.1.123.77 : κατακοσμούσης τὸν ἄνθρωπον διὰ τοῦ τὰ μέτρα τῇ ἀλο– 19276 3.1.123.78 : γίᾳ ἀφορίζειν καὶ μετριοπάθειαν ἐνεργάζεσθαι. καὶ ὁ 19277 3.1.123.79 : μὲν ἔχων τὰς μείζους ἐξ ἀνάγκης ἔχει καὶ τὰς ἐλάττους· 19278 3.1.123.80 : οὐ μὴν καὶ ἔμπαλιν. οὐκέτι μέντοι τῷ ἔχειν καὶ τὰς 19279 3.1.123.81 : ἐλάττους ὁ ἔχων τὰς μείζους ἐνεργήσει καὶ κατὰ τὰς 19280 3.1.123.82 : ἐλάττους προηγουμένως, ἀλλὰ μόνον κατὰ περίστασιν τῆς 19281 3.1.123.83 : γενέσεως. ἄλλοι γὰρ οἱ σκοποί, ὥσπερ εἴρηται, καὶ κατὰ 19282 3.1.123.84 : γένος διάφοροι. τῶν μὲν γὰρ πολιτικῶν, μέτρον ἐπιθεῖναι 19283 3.1.123.85 : τοῖς πάθεσι πρὸς τὰς ἐν τοῖς κατὰ φύσιν ἐνεργείας· τῶν 19284 3.1.123.86 : δὲ καθαρτικῶν, τελέως τῶν παθῶν ἀποστῆσαι, τὸ τέως 19285 3.1.123.87 : μέτρον λαμβανουσῶν· τῶν δὲ πρὸς νοῦν ἐνεργῆσαι μηδὲ 19286 3.1.123.88 : τοῦ ἀποστῆσαι ἐκ τῶν παθῶν εἰς ἔννοιαν ἐρχομένους· τῶν 19287 3.1.123.89 : δὲ μηδὲ πρὸς νοῦν ἐχουσῶν τὴν ἐνέργειαν, ἀλλὰ τῇ αὐτοῦ 19288 3.1.123.90 : οὐσίᾳ εἰς συνδρομὴν ἀφιγμένων. διὸ καὶ ὁ μὲν κατὰ 19289 3.1.123.91 : τὰς πρακτικὰς ἐνεργῶν σπουδαῖος ἦν ἄνθρωπος, ὁ δὲ 19290 3.1.123.92 : κατὰ τὰς καθαρτικὰς δαιμόνιος ἦν ἄνθρωπος ἢ καὶ δαί– 19291 3.1.123.93 : μων ἀγαθός, ὁ δὲ κατὰ μόνας τὰς πρὸς τὸν νοῦν θεός, 19292 3.1.123.94 : ὁ δὲ κατὰ τὰς παραδειγματικὰς θεῶν πατήρ. ἐπιμελη– 19293 3.1.123.95 : τέον οὖν μάλιστα τῶν καθαρτικῶν ἡμῖν, σκεψαμένοις 19294 3.1.123.96 : ὅτι τούτων μὲν ἡ τεῦξις ἐν τῷ βίῳ τούτῳ, διὰ τούτων 19295 3.1.123.97 : δὲ καὶ ἡ εἰς τὰς τιμιωτέρας ἄνοδος. διὸ θεωρητέον ἄχρι 19296 3.1.123.98 : τίνος καὶ 〈ἐπὶ〉 πόσον οἵα τε παραλαμβάνεσθαι ἡ κά– 19297 3.1.123.99 : θαρσις. ἔστι μὲν γὰρ ἐν ἀποστάσει σώματος καὶ τῆς 19298 3.1.123.100 : ἀλόγου παθητικῆς κινήσεως. πῶς δ´ ἂν γένοιτο καὶ ἄχρι 19299 3.1.123.101 : τίνος, ῥητέον. πρῶτον μὲν οἷον θεμέλιος καὶ ὑποβάθρα 19300 3.1.123.102 : τῆς καθάρσεως τὸ γνῶναι ἑαυτὸν ψυχὴν ὄντα ἐν ἀλλο– 19301 3.1.123.103 : τρίῳ [τῷ] πράγματι καὶ ἑτερουσίῳ συνδεδεμένον· δεύτερον 19302 3.1.123.104 : δὲ τὸ ἀπὸ τούτου ὁρμώμενον τοῦ πείσματος συναγαγεῖν 19303 3.1.123.105 : αὑτὸν ἀπὸ τοῦ σώματος καὶ τοῖς οἷον τόποις, πάντως γε 19304 3.1.123.106 : μὴν ἀπαθῶς πρὸς αὐτὸ διατιθέμενον. ἐνεργῶν μὲν γὰρ 19305 3.1.123.107 : συνεχῶς τις κατ´ αἴσθησιν, εἰ καὶ μὴ μετὰ προσπαθείας 19306 3.1.123.108 : καὶ τῆς τοῦ ἥδεσθαι ἀπολαύσεως τοῦτο ποιεῖ, ἀλλ´ οὖν 19307 3.1.123.109 : ἐσκέδασται περὶ τὸ σῶμα συναφὴς αὐτῷ κατὰ ταύτην 19308 3.1.123.110 : γινόμενος, προσπάσχων δὲ ταῖς τῶν αἰσθημάτων ἡδοναῖς 19309 3.1.123.111 : ἢ λύπαις σὺν προθυμίᾳ καὶ ἐπινεύσει συμπαθεῖ· ἀφ´ ἧς 19310 3.1.123.112 : δὴ μάλιστα διαθέσεως αὑτὸν προσήκει καθαίρειν. τοῦτο 19311 3.1.123.113 : δ´ ἂν γένοιτο, εἰ καὶ τὰς ἀναγκαίας τῶν ἡδονῶν καὶ τὰς 19312 3.1.123.114 : αἰσθήσεις ἰατρείας ἕνεκα μόνον τις παραλαμβάνοι ἢ ἀπαλ– 19313 3.1.123.115 : λαγῆς πόνων, ἵνα μὴ ἐμποδίζοιτο. ἀφαιρετέον δὲ καὶ 19314 3.1.123.116 : τὰς ἀλγηδόνας· εἰ δὲ μὴ οἷόν τε εἴη, πρᾴως οἰστέον 19315 3.1.123.117 : ἐλάττους τιθέντα τῷ μὴ συμπάσχειν. τὸν δὲ θυμὸν ὡς 19316 3.1.123.118 : οἷόν τε ἀφαιρετέον καὶ 〈μὴ〉 μελετητέον πάντῃ—εἰ 19317 3.1.123.119 : δὲ μή, αὐτὸν γοῦν συναναμιγνύναι τὴν προαίρεσιν, ἀλλ´ 19318 3.1.123.120 : ἄλλου εἶναι τὸ ἀπροαίρετον· τὸ δ´ ἀπροαίρετον ἀσθενὲς 19319 3.1.123.121 : καὶ ὀλίγον—τὸν δὲ φόβον πάντῃ, περὶ οὐδενὸς γὰρ φο– 19320 3.1.123.122 : βήσεται· τὸ δ´ ἀπροαίρετον καὶ ἐνταῦθα. χρηστέον δὴ 19321 3.1.123.123 : ἄρα καὶ θυμῷ καὶ φόβῳ ἐν νουθετήσει· ἐπιθυμίαν δὲ 19322 3.1.123.124 : παντὸς φαύλου ἐξοριστέον· σίτων δὲ καὶ ποτῶν οὐκ 19323 3.1.123.125 : αὐτὸς ἕξει ᾗπερ αὐτός· ἀφροδισίων δὲ τῶν φυσικῶν οὐδὲ 19324 3.1.123.126 : τὸ ἀπροαίρετον, εἰ δ´ ἄρα, ὅσον μέχρι φαντασίας προ– 19325 3.1.123.127 : πετοῦς τῆς κατὰ τοὺς ὕπνους. ὅλως δ´ αὐτὴν μὲν πάν– 19326 3.1.123.128 : των ἡ ψυχὴ 〈ἡ〉 νοερὰ τοῦ καθαιρομένου τούτων ἔστω 19327 3.1.123.129 : καθαρά. βουλέσθω δὲ καὶ τὸ κινούμενον πρὸς τὸ ἄλογον 19328 3.1.123.130 : τῶν σωματικῶν παθῶν ἀσυμπαθῶς κινεῖσθαι καὶ ἀπροσ– 19329 3.1.123.131 : έκτως, ὥστε καὶ τὰς κινήσεις εὐθύς [τε] λύεσθαι τῇ 19330 3.1.123.132 : γειτνιάσει τοῦ λογιζομένου. 19331 3.1.124.1 : Πλάτωνος ἐκ τῆς Σωκράτους ἀπο– 19332 3.1.124.2 : λογίας (p. 29 A–B). 19333 3.1.124.3 : Τὸ γάρ τοι θάνατον δεδιέναι, ὦ ἄνδρες, οὐδὲν ἄλλο 19334 3.1.124.4 : ἐστὶν ἢ δοκεῖν σοφὸν εἶναι μὴ ὄντα· δοκεῖν γὰρ εἰδέναι 19335 3.1.124.5 : ἐστὶν ἃ οὐκ οἶδεν. οἶδε μὲν γὰρ οὐδεὶς τὸν θάνατον 19336 3.1.124.6 : οὐδ´ εἰ τυγχάνει τῷ ἀνθρώπῳ πάντων μέγιστον ὂν τῶν 19337 3.1.124.7 : ἀγαθῶν· δεδίασι δὲ ὡς εὖ εἰδότες, ὅτι μέγιστον τῶν 19338 3.1.124.8 : κακῶν ἐστι. καὶ τοῦτο πῶς οὐκ ἀμαθία ἐστὶν αὕτη ἡ 19339 3.1.124.9 : ἐπονείδιστος, ἡ τοῦ οἴεσθαι εἰδέναι ἃ οὐκ οἶδεν; ἐγὼ 19340 3.1.124.10 : δέ, ὦ ἄνδρες, τούτῳ καὶ ἐνταῦθα ἴσως διαφέρω τῶν πολ– 19341 3.1.124.11 : λῶν ἀνθρώπων, καὶ εἰ δή τῳ σοφώτερός του φαίην εἶναι, 19342 3.1.124.12 : τούτῳ ἄν, ὅτι οὐκ εἰδὼς ἱκανῶς περὶ τῶν ἐν Ἅιδου οὕτω 19343 3.1.124.13 : καὶ οἴομαι οὐκ εἰδέναι· τὸ δὲ ἀδικεῖν καὶ ἀπειθεῖν τῷ 19344 3.1.124.14 : βελτίονι, καὶ θεῷ καὶ ἀνθρώπῳ, ὅτι κακὸν καὶ αἰσχρόν 19345 3.1.124.15 : ἐστιν οἶδα. πρὸ οὖν τῶν κακῶν, ὧν οἶδα ὅτι κακά ἐστιν, 19346 3.1.124.16 : ἃ μὴ οἶδα εἰ καὶ ἀγαθὰ ὄντα τυγχάνει, οὐδέποτε φοβή– 19347 3.1.124.17 : σομαι οὐδὲ φεύξομαι. 19348 3.1.125.1 : Ἐπικτήτου (fr. 1 III p. 65 ed. Schweigh.). 19349 3.1.125.2 : Ὁ τύχῃ βίος συμπεπλεγμένος ἔοικε χειμάρρῳ ποταμῷ· 19350 3.1.125.3 : καὶ γὰρ ταραχώδης καὶ ἰλύος ἀνάμεστος καὶ δυσέμβατος 19351 3.1.125.4 : καὶ τυραννικὸς καὶ πολύηχος καὶ ὀλιγοχρόνιος. 19352 3.1.126.1 : (fr. 2) 19353 3.1.126.2 : Ψυχὴ ὁμιλοῦσα ἀρετῇ ἔοικεν ἀενάῳ πηγῇ· καὶ γὰρ 19354 3.1.126.3 : καθαρὸν καὶ ἀτάραχον καὶ πότιμον καὶ νόστιμον καὶ κοι– 19355 3.1.126.4 : νωνικὸν καὶ πλούσιον καὶ ἀβλαβὲς καὶ ἀνώλεθρον. 19356 3.1.127.1 : (fr. 3) 19357 3.1.127.2 : Εἰ βούλει ἀγαθὸς εἶναι, πρῶτον πίστευσον ὅτι κακὸς εἶ. 19358 3.1.128.1 : (fr. 4 l. c. p. 66) 19359 3.1.128.2 : Βέλτιον ὀλιγάκις πλημμελεῖν ὁμολογοῦντα σωφρονεῖν 19360 3.1.128.3 : πλεονάκις ἢ ὀλιγάκις ἁμαρτάνειν λέγοντα πλημμελεῖν 19361 3.1.128.4 : πολλάκις. 19362 3.1.129.1 : (fr. 5) 19363 3.1.129.2 : Κόλαζε τὰ πάθη, ἵνα μὴ ὑπ´ αὐτῶν τιμωρῇ. 19364 3.1.130.1 : (fr. 6) 19365 3.1.130.2 : Μὴ οὕτω τὸ ἐκ τῆς δόξης 〈αἰσχρὸν〉 αἰσχύνου, ὡς 19366 3.1.130.3 : τὸ ἐκ τῆς ἀληθείας ἀπόφευγε. 19367 3.1.131.1 : (fr. 7) 19368 3.1.131.2 : Εἰ βούλει καλῶς ἀκούειν, μάθε καλῶς λέγειν. μα– 19369 3.1.131.3 : θὼν δὲ καλῶς λέγειν, πειρῶ καλῶς πράττειν, καὶ οὕτω 19370 3.1.131.4 : καρπώσῃ τὸ καλῶς ἀκούειν. 19371 3.1.132.1 : (fr. 19 l. c. p. 71) 19372 3.1.132.2 : Ἐξέταζε σαυτὸν πότερον πλουτεῖν θέλεις ἢ εὐδαιμο– 19373 3.1.132.3 : νεῖν. καὶ εἰ μὲν πλουτεῖν, ἴσθι ὅτι οὔτε ἀγαθὸν οὔτε 19374 3.1.132.4 : ἐπὶ σοὶ πάντῃ, εἰ δὲ εὐδαιμονεῖν, ὅτι καὶ ἀγαθὸν καὶ ἐπὶ 19375 3.1.132.5 : σοί. ἐπεὶ τὸ μὲν τύχης ἐπίκαιρον δάνειον, τὸ δὲ [τῆς 19376 3.1.132.6 : εὐδαιμονίας] προαιρέσεως. 19377 3.1.133.1 : (fr. 20) 19378 3.1.133.2 : Καθάπερ ἔχιν ἢ ἀσπίδα ἢ σκορπίον ἐν ἐλεφαντίνῃ 19379 3.1.133.3 : ἢ χρυσῇ θεώμενος κίστῃ οὐ διὰ τὸ πολυτελὲς τῆς ὕλης 19380 3.1.133.4 : ἀγαπᾷς καὶ εὐδαιμονίζεις, ἀλλ´ ὅτι λυμαντικὴ ἡ φύσις 19381 3.1.133.5 : ἐκτρέπῃ καὶ μυσάττῃ, οὕτω καὶ ἐπειδὰν ἐν πλούτῳ καὶ 19382 3.1.133.6 : ὄγκῳ τύχης θεάσῃ κακίαν ἐνοῦσαν, μὴ καταπλαγῇς τὸ 19383 3.1.133.7 : περιλαμπὲς τῆς ὕλης, ἀλλὰ καταφρόνει τῆς ἐν τῷ τρόπῳ 19384 3.1.133.8 : κιβδηλίας. 19385 3.1.134.1 : (fr. 21) 19386 3.1.134.2 : Ὁ πλοῦτος οὐ τῶν ἀγαθῶν, ἡ πολυτέλεια τῶν κακῶν, 19387 3.1.134.3 : ἡ σωφροσύνη τῶν ἀγαθῶν. καλεῖ δὲ ἡ μὲν σωφροσύνη 19388 3.1.134.4 : ἐπὶ τὴν εὐτέλειαν καὶ τὴν κτῆσιν τῶν ἀγαθῶν· ὁ δὲ 19389 3.1.134.5 : πλοῦτος ἐπὶ τὴν πολυτέλειαν, καὶ ἀφέλκει τῆς σωφρο– 19390 3.1.134.6 : σύνης. δυσχερὲς ἄρα πλουτοῦντα σωφρονεῖν ἢ σωφρο– 19391 3.1.134.7 : νοῦντα πλουτεῖν. 19392 3.1.135.1 : (fr. 22) 19393 3.1.135.2 : Ὥσπερ εἰ ἐν νηὶ ἐσπάρης ἢ ἐτέχθης, οὐκ ἂν ἔσπευ– 19394 3.1.135.3 : δες αὐτῆς κυβερνήτης ὑπάρχειν ...... οὔτε γὰρ ἐκεῖ 19395 3.1.135.4 : σοι φύσει ἡ ναῦς συνέστη οὔτε ἐνταῦθα ὁ πλοῦτος, ἀλλὰ 19396 3.1.135.5 : πάντῃ ὁ λόγος. ὅπερ οὖν σοι φυσικὸν καὶ συγγενές, ὁ 19397 3.1.135.6 : λόγος, τοῦτο καὶ οἰκεῖον ἡγησάμενος τούτου ἐπιμελοῦ. 19398 3.1.136.1 : (fr. 23 l. c. p. 73) 19399 3.1.136.2 : Ἐν Πέρσαις μὲν γεννηθεὶς οὐκ 〈ἂν〉 ἔσπευδες οἰκεῖν 19400 3.1.136.3 : τὴν Ἑλλάδα ἀλλ´ αὐτόθι διάγων εὐτυχεῖν· ἐν πενίᾳ δὲ 19401 3.1.136.4 : γεννηθείς, τί σπεύδεις πλουτεῖν, ἀλλ´ οὐκ αὐτόθι μένων 19402 3.1.136.5 : εὐτυχεῖν; 19403 3.1.137.1 : (fr. 24) 19404 3.1.137.2 : Ὥσπερ ἐπὶ σμικροῦ σκίμποδος θλιβόμενον ὑγιαίνειν 19405 3.1.137.3 : ἄμεινον ἢ ἐπὶ πλατείας κλίνης κυλινδούμενον νοσεῖν· οὕτω 19406 3.1.137.4 : καὶ ἐν μικρᾷ περιουσίᾳ βέλτιον συστελλόμενον εὐθυμεῖν 19407 3.1.137.5 : ἢ ἐν μεγάλῃ τυγχάνοντα δυσθυμεῖν. 19408 3.1.138.1 : (fr. 25) 19409 3.1.138.2 : Οὐ πενία λύπην ἐργάζεται, ἀλλὰ ἐπιθυμία· οὐδὲ 19410 3.1.138.3 : πλοῦτος φόβου ἀπαλλάττει, ἀλλὰ λογισμός. κτησάμενος 19411 3.1.138.4 : τοιγαροῦν τὸν λογισμὸν οὔτε πλούτου ἐπιθυμήσεις οὔτε 19412 3.1.138.5 : πενίαν μέμψῃ. 19413 3.1.139.1 : (fr. 26 l. c. p. 74) 19414 3.1.139.2 : Οὔτε ἵππος ἐπὶ φάτνῃ καὶ φαλάροις καὶ τάπησιν 19415 3.1.139.3 : οὔτε ὄρνις ἐπὶ βρώμῃ καὶ καλιᾷ ὑψοῦται καὶ γαυριᾷ, ἀλλ´ 19416 3.1.139.4 : ἄμφω ἐπὶ ὠκύτητι, ὁ μὲν ποδῶν ὁ δὲ πτερῶν. καὶ σὺ 19417 3.1.139.5 : τοιγαροῦν μὴ ἐπὶ τροφῇ καὶ σκέπῃ καὶ ἁπλῶς τῇ ἔξωθεν 19418 3.1.139.6 : περιουσίᾳ μέγα ὀγκύλλου ἀλλ´ ἐπὶ χρηστότητι καὶ εὐποιίᾳ. 19419 3.1.140.1 : (fr. 27) 19420 3.1.140.2 : Τὸ καλῶς ζῆν τοῦ πολυτελῶς διαφέρει· τὸ μὲν γὰρ 19421 3.1.140.3 : ἐκ σωφροσύνης καὶ αὐταρκείας καὶ εὐταξίας καὶ κοσμιό– 19422 3.1.140.4 : τητος [καὶ εὐτελείας] παραγίνεται, τὸ δὲ ἐξ ἀκολασίας 19423 3.1.140.5 : καὶ τρυφῆς καὶ ἀταξίας καὶ ἀκοσμίας· τέλος δὲ τοῦ μὲν 19424 3.1.140.6 : ἔπαινος ἀληθὴς τοῦ δὲ ψόγος. εἰ τοίνυν βούλει καλῶς 19425 3.1.140.7 : ζῆν, μὴ ζήτει μετὰ πολυτελείας ἐπαινεῖσθαι. 19426 3.1.141.1 : (fr. 28 l. c. p. 75) 19427 3.1.141.2 : Μέτρον ἔστω σοι παντὸς σίτου καὶ ποτοῦ ἡ πρώτη 19428 3.1.141.3 : τῆς ὀρέξεως ἔκπλησις, ὄψον δὲ καὶ ἡδονὴ αὐτὴ ἡ ὄρεξις· 19429 3.1.141.4 : καὶ οὔτε πλείονα τῶν δεόντων προσοίσῃ, οὔτε ὀψοποιῶν 19430 3.1.141.5 : δεήσῃ, ποτῷ τε τῷ παραπεσόντι ἀρκεσθήσῃ. 19431 3.1.142.1 : (fr. 29) 19432 3.1.142.2 : Τὰς σιτήσεις ποιοῦ μὴ πολυτελεῖς καὶ σκυθρωπάς, 19433 3.1.142.3 : ἀλλὰ λαμπρὰς καὶ εὐτελεῖς, ἵνα μήτε διὰ τὰ σωματικὰ 19434 3.1.142.4 : αἱ ψυχαὶ ταράττωνται μήτε φενακιζόμεναι πρὸς τῶν 19435 3.1.142.5 : ἡδονῶν τῶν σωματικῶν ὀλιγωρῶσιν, ἐπεί τοι βλάπτον– 19436 3.1.142.6 : ται τρυφῶντα μὲν παραυτίκα νοσοῦντα δὲ εἰσαῦθις τὰ 19437 3.1.142.7 : σώματα. 19438 3.1.143.1 : (fr. 30) 19439 3.1.143.2 : Φρόντιζε ὅπως σε μὴ τὰ ἐν τῇ γαστρὶ σιτία πιαίνῃ, 19440 3.1.143.3 : ἀλλ´ ἡ ἐν τῇ ψυχῇ εὐφρασία, ἐπεὶ τὰ μὲν ἀποσκυβαλί– 19441 3.1.143.4 : ζεται, καὶ συνεκρεῖ ὁ ἔπαινος· ἣ δὲ κἂν ἡ ψυχὴ χωρισθῇ 19442 3.1.143.5 : διὰ παντὸς ἀκήρατος μένει. 19443 3.1.144.1 : (fr. 31 l. c. p. 76) 19444 3.1.144.2 : Ἐν ταῖς ἑστιάσεσι μέμνησο ὅτι δύο ὑποδέχῃ, σῶμα 19445 3.1.144.3 : καὶ ψυχήν, καὶ ὅ τι ἂν τῷ σώματι δῷς τοῦτο εὐθὺς 19446 3.1.144.4 : ἐξέχεας, ὅ τι δ´ ἂν τῇ ψυχῇ διὰ παντὸς τηρεῖς. 19447 3.1.145.1 : (fr. 32) 19448 3.1.145.2 : Μὴ συγκεράσας ἅμα ὀργὴν πολυτελείᾳ προσενέγκῃς· 19449 3.1.145.3 : πολυτέλεια μὲν ἐμπηδήσασα τῷ σώματι μετ´ οὐ πολὺ 19450 3.1.145.4 : οἴχεται, ἡ δὲ ὀργὴ ἐνδῦσα τῇ ψυχῇ ἐπὶ τὸ μήκιστον 19451 3.1.145.5 : μένει. σκόπει τοιγαροῦν, ὅπως μὴ ὑπ´ ὀργῆς ἐξαχθεὶς 19452 3.1.145.6 : τοὺς δαιτυμόνας πολυτελῶς ὑβρίσῃς, ἀλλὰ μᾶλλον μεθ´ 19453 3.1.145.7 : ἡμερότητος εὐτελῶς εὐφράνῃς. 19454 3.1.146.1 : (fr. 12 l. c. p. 68) 19455 3.1.146.2 : Αἰσχρὸν τοῖς τῶν μελιττῶν δωρήμασι γλυκάζοντα 19456 3.1.146.3 : τὴν κατάποσιν, τὸ τῶν θεῶν δῶρον πικράζειν, τὸν λόγον, 19457 3.1.146.4 : τῇ κακίᾳ. 19458 3.1.147.1 : (fr. 33 l. c. p. 77) 19459 3.1.147.2 : Μελέτω σοι ἐν τοῖς σιτίοις, ὅπως [σοι] οἱ ὑπουρ– 19460 3.1.147.3 : γοῦντες μὴ πλείους τῶν ὑπουργουμένων ὑπάρχωσιν· ἄτο– 19461 3.1.147.4 : πον γὰρ ὀλίγαις στιβάσι πολλὰς δουλεύειν ψυχάς. 19462 3.1.148.1 : (fr. 34) 19463 3.1.148.2 : Ἄριστον μὲν εἰ κἀν ταῖς παρασκευαῖς χειρουργῶν 19464 3.1.148.3 : κἀν ταῖς τροφαῖς ἑστιώμενος κοινωνεῖς τοῖς θεράπουσι 19465 3.1.148.4 : τῶν παρόντων. εἰ δὲ τὸ τοιόνδε δυσχερὲς τῷ καιρῷ 19466 3.1.148.5 : ὑπάρχοι, μέμνησο ὅτι μὴ κάμνων ὑπὸ καμνόντων ὑπουργῇ, 19467 3.1.148.6 : ἐσθίων ὑπὸ μὴ ἐσθιόντων, πίνων ὑπὸ μὴ πινόντων, 19468 3.1.148.7 : [ἐσθίων] λαλῶν ὑπὸ σιωπώντων, ἀνειμένος ὑπὸ συνεσταλ– 19469 3.1.148.8 : μένων· καὶ οὔτε αὐτὸς φλεγμήνας ἄτοπον πείσῃ οὔθ´ 19470 3.1.148.9 : ἕτερον ἀγριάνας χαλεπὸν ἐργάσῃ. 19471 3.1.149.1 : (fr. 35 l. c. p. 78) 19472 3.1.149.2 : Ἐρίζειν καὶ φιλονεικεῖν πάντῃ μὲν ἀνοίκειον, μάλιστα 19473 3.1.149.3 : δὲ ἐν ταῖς παρὰ πότον ὁμιλίαις ἀπρεπές. οὔτε γὰρ ἂν 19474 3.1.149.4 : μεθύων νήφοντα διδάξειέ τις οὔτ´ αὖ μεθύων πρὸς νή– 19475 3.1.149.5 : φοντος πεισθείη. ἔνθα δ´ ἂν μὴ παρῇ πειθοῦς τέλος, 19476 3.1.149.6 : εἰκῇ σε παρέχεις διατείνεσθαι. 19477 3.1.150.1 : (fr. 36) 19478 3.1.150.2 : Οἱ τέττιγες μουσικοὶ οἱ δὲ κοχλίαι ἄφωνοι, χαίρουσι 19479 3.1.150.3 : δὲ οἳ μὲν ὑγραινόμενοι οἳ δὲ ἀλεαινόμενοι. ἔπειτα προ– 19480 3.1.150.4 : καλεῖται τοὺς μὲν ἡ δρόσος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ ἐκδύνουσι· 19481 3.1.150.5 : τοὺς δ´ αὖ διεγείρει ἀκμάζων ὁ ἥλιος, καὶ ἐπ´ αὐτῷ 19482 3.1.150.6 : ᾄδουσι. τοιγαροῦν εἰ βούλει μουσικὸς καὶ εὐάρμοστος 19483 3.1.150.7 : ὑπάρχειν ἀνήρ, ἡνίκ´ ἂν ἐν τοῖς πότοις ὑπὸ τοῦ οἴνου δρο– 19484 3.1.150.8 : σισθῇ ἡ ψυχή, τότε αὐτὴν μὴ ἔα προϊοῦσαν μολύνεσθαι· 19485 3.1.150.9 : ἀλλ´ ἡνίκ´ ἂν ἐν τοῖς συνεδρίοις ὑπὸ τοῦ λόγου δια– 19486 3.1.150.10 : πυρωθῇ, τότε θεσπίζειν καὶ ᾄδειν τὰ τῆς δικαιοσύνης 19487 3.1.150.11 : κέλευε λόγια. 19488 3.1.151.1 : (fr. 37 l. c. p. 79) 19489 3.1.151.2 : Τὸν προσομιλοῦντα τριχῇ διασκοποῦ, ἢ ὡς ἀμείνονα 19490 3.1.151.3 : ἢ ὡς ἥττονα ἢ ὡς ἴσον. καὶ εἰ μὲν ἀμείνονα, ἀκούειν 19491 3.1.151.4 : χρὴ καὶ πείθεσθαι αὐτῷ εἰ δὲ ἥττονα, πείθειν, εἰ δὲ 19492 3.1.151.5 : ἴσον, συμφωνεῖν· καὶ οὔ ποτε ἁλώσῃ φιλονεικίας. 19493 3.1.152.1 : (fr. 38) 19494 3.1.152.2 : Ἄμεινον τῇ ἀληθείᾳ συγχωρήσαντα τὴν δόξαν νικᾶν 19495 3.1.152.3 : ἢ τῇ δόξῃ συγχωρήσαντα πρὸς τῆς ἀληθείας ἡττᾶσθαι. 19496 3.1.153.1 : (fr. 39) 19497 3.1.153.2 : Ζητῶν τὴν ἀλήθειαν οὐ ζητήσεις τὸ ἐκ παντὸς τρό– 19498 3.1.153.3 : που νικᾶν· καὶ εὑρὼν τὴν ἀλήθειαν ἕξεις τὸ μὴ νικᾶσθαι. 19499 3.1.154.1 : (fr. 40 l. c. p. 80) 19500 3.1.154.2 : Ἡ ἀλήθεια παρ´ αὑτῇ νικᾷ, ἡ δὲ δόξα παρὰ τοῖς 19501 3.1.154.3 : ἔξω. 19502 3.1.155.1 : (fr. 8 l. c. p. 66) 19503 3.1.155.2 : Ἐλευθερία καὶ δουλεία τὸ μὲν ἀρετῆς ὄνομα τὸ δὲ 19504 3.1.155.3 : κακίας, ἄμφω δὲ προαιρέσεως ἔργα. οἷς δὲ προαίρεσις 19505 3.1.155.4 : οὐ κοινωνεῖ, τούτων ψαύει μὲν οὐδέτερον· ψυχὴ δὲ δεσπό– 19506 3.1.155.5 : ζειν εἴωθε σώματος καὶ ὅσα τῶν ἀμφὶ σῶμα προαιρέ– 19507 3.1.155.6 : σεως ἀκοινώνητα. οὐδεὶς γὰρ δοῦλος, τὴν προαίρεσιν 19508 3.1.155.7 : ὑπάρχων ἐλεύθερος. 19509 3.1.156.1 : (fr. 9 l. c. p. 67) 19510 3.1.156.2 : [Κακὸς] δεσμὸς σώματος μὲν τύχη ψυχῆς δὲ κακία. 19511 3.1.156.3 : ὁ μὲν γὰρ τὸ σῶμα λελυμένος τὴν δὲ ψυχὴν δεδεμένος 19512 3.1.156.4 : δοῦλος, ὁ δ´ αὖ τὸ σῶμα δεδεμένος τὴν δὲ ψυχὴν λελυ– 19513 3.1.156.5 : μένος ἐλεύθερος. 19514 3.1.157.1 : (fr. 10) 19515 3.1.157.2 : Τὸν μὲν τοῦ σώματος δεσμὸν λύει καὶ φύσις διὰ 19516 3.1.157.3 : θανάτου καὶ κακία διὰ χρημάτων, τὸν δὲ τῆς ψυχῆς ἀρετὴ 19517 3.1.157.4 : διὰ μαθήσεως καὶ ἐμπειρίας καὶ ἀσκήσεως. 19518 3.1.158.1 : (fr. 11) 19519 3.1.158.2 : Εἰ βούλει ἀταράχως καὶ εὐαρέστως ζῆν, πειρῶ τοὺς 19520 3.1.158.3 : συνοικοῦντάς σοι σύμπαντας ἀγαθοὺς ἔχειν. ἕξεις δὲ 19521 3.1.158.4 : ἀγαθούς, εἰ τοὺς μὲν ἑκόντας παιδεύοις, τοὺς δὲ ἄκον– 19522 3.1.158.5 : τας ἔπειτα κεχειρωμένους ἀπολύοις. συμφεύξεται γὰρ 19523 3.1.158.6 : τοῖς φυγοῦσιν ἡ μοχθηρία ἅμα καὶ ἡ δουλεία, συνυπο– 19524 3.1.158.7 : λειφθήσεται δὲ τοῖς συμμένουσί σοι ἡ χρηστότης καὶ ἡ 19525 3.1.158.8 : ἐλευθερία. 19526 3.1.159.1 : (fr. 41 l. c. p. 80) 19527 3.1.159.2 : Βέλτιον μετὰ ἑνὸς ἐλευθέρου ζῶντα ἄφοβον καὶ ἐλεύ– 19528 3.1.159.3 : θερον ὑπάρχειν ἢ μετὰ πολλῶν ... δουλεύειν. 19529 3.1.160.1 : (fr. 42) 19530 3.1.160.2 : Ὅπερ φεύγεις παθεῖν, τοῦτο μὴ ἐπιχείρει διατιθέναι· 19531 3.1.160.3 : φεύγεις δὲ δουλείαν, φυλάσσου τὸ δουλεύεσθαι. ὑπομέ– 19532 3.1.160.4 : νων γὰρ δουλεύεσθαι, αὐτὸς ὑπάρχειν πρότερον ἔοικας 19533 3.1.160.5 : δοῦλος· οὔτε γὰρ κακία ἀρετῇ κοινωνεῖ οὔτε ἐλευθερία 19534 3.1.160.6 : δουλείᾳ. 19535 3.1.161.1 : (fr. 43) 19536 3.1.161.2 : Ὥσπερ ὁ ὑγιαίνων οὐκ ἂν ὑπὸ νοσούντων βούλοιτο 19537 3.1.161.3 : θεραπεύεσθαι οὐδὲ τοὺς συνοικοῦντας ἑαυτῷ νοσεῖν, 19538 3.1.161.4 : οὕτως οὐδ´ ὁ ἐλεύθερος ἀνάσχοιτ´ ἂν ὑπὸ δούλων ὑπη– 19539 3.1.161.5 : ρετεῖσθαι ἢ τοὺς συμβιοῦντας ἑαυτῷ δουλεύειν. 19540 3.1.162.1 : (fr. 44 l. c. p. 81) 19541 3.1.162.2 : Εἰ βούλει δούλων ἐκτὸς ὑπάρχειν, αὐτὸς ἀπολύθητι 19542 3.1.162.3 : δουλείας· ἔσῃ δ´ ἐλεύθερος, ἐὰν ἀπολυθῇς ἐπιθυμίας. οὔτε 19543 3.1.162.4 : γὰρ Ἀριστείδης οὔτε Ἐπαμεινώνδας οὔτε Λυκοῦργος πλου– 19544 3.1.162.5 : τοῦντες καὶ δουλευόμενοι ὃ μὲν δίκαιος ὃ δὲ σωτὴρ ὃ δὲ 19545 3.1.162.6 : θεὸς ἀνηγορεύθησαν, ἀλλ´ ὅτι πενόμενοι τὴν Ἑλλάδα 19546 3.1.162.7 : δουλείας ἀπέλυον. 19547 3.1.163.1 : (fr. 45) 19548 3.1.163.2 : Εἰ βούλει σοι τὴν οἰκίαν εὖ οἰκεῖσθαι, μιμοῦ τὸν 19549 3.1.163.3 : Σπαρτιάτην Λυκοῦργον· ὃν γὰρ τρόπον οὗτος οὐ τείχεσι 19550 3.1.163.4 : τὴν πόλιν ἔφραξεν, ἀλλ´ ἀρετῇ τοὺς ἐνοικοῦντας ὠχύ– 19551 3.1.163.5 : ρωσε καὶ διὰ παντὸς ἐτήρησεν ἐλευθέραν τὴν πόλιν· οὕτω 19552 3.1.163.6 : καὶ σὺ μὴ μεγάλην αὐλὴν περιβάλλου καὶ πύργους ὑψη– 19553 3.1.163.7 : λοὺς ἀνίστα, ἀλλὰ τοὺς ἐνοικοῦντας εὐνοίᾳ καὶ πίστει καὶ 19554 3.1.163.8 : φιλίᾳ στήριζε, καὶ οὐδὲν εἰς αὐτὴν εἰσελεύσεται βλαβε– 19555 3.1.163.9 : ρόν, οὐδ´ ἂν τὸ σύμπαν τῆς κακίας παρατάξηται στῖφος. 19556 3.1.164.1 : (fr. 46 l. c. p. 82) 19557 3.1.164.2 : Μὴ πίναξι καὶ γραφαῖς τὴν οἰκίαν σου περίβαλλε, 19558 3.1.164.3 : ἀλλὰ σωφροσύνῃ κατάγραφε· τὸ μὲν γὰρ ἀλλοῖον, τῶν 19559 3.1.164.4 : ὀφθαλμῶν ἐστιν ἐπίκαιρος γοητεία· τὸ δὲ σύμφυτος καὶ 19560 3.1.164.5 : ἀνεξάλειπτος καὶ ἀίδιος οἰκίας κόσμος. 19561 3.1.165.1 : (fr. 47) 19562 3.1.165.2 : Ἀντὶ βοῶν ἀγέλης πειρῶ φίλων ἀγέλας ἐναγελά– 19563 3.1.165.3 : ζεσθαί σου τῇ οἰκίᾳ. 19564 3.1.166.1 : (fr. 48) 19565 3.1.166.2 : Ὥσπερ λύκος ὅμοιον κυνί, οὕτω καὶ κόλαξ καὶ μοιχὸς 19566 3.1.166.3 : καὶ παράσιτος ὅμοιον φίλῳ. πρόσεχε τοιγαροῦν, μὴ ἀντὶ 19567 3.1.166.4 : κυνῶν φυλάκων λάθῃς λυμεῶνας εἰσδεχόμενος λύκους. 19568 3.1.167.1 : (fr. 49) 19569 3.1.167.2 : Τὸ μὲν γύψῳ λευκανθίζουσαν σπουδάζειν θαυμά– 19570 3.1.167.3 : ζεσθαι τὴν οἰκίαν ἀπειροκάλου, τὸ δὲ ἦθος χρηστότητι 19571 3.1.167.4 : κοινωνίας λαμπρύνειν φιλοκάλου ἅμα καὶ φιλανθρώπου. 19572 3.1.168.1 : (fr. 50) 19573 3.1.168.2 : Ἐὰν θαυμάζῃς τὰ μικρὰ πρὸ τῶν μεγάλων, κατα– 19574 3.1.168.3 : φρονήσῃ, ἐὰν δὲ καταφρονήσῃς τῶν μικρῶν, μεγάλως θαυ– 19575 3.1.168.4 : μασθήσῃ. 19576 3.1.169.1 : (fr. 51) 19577 3.1.169.2 : Οὐδὲν μικρότερον φιληδονίας καὶ φιλοκερδείας καὶ 19578 3.1.169.3 : ἀλαζονείας· οὐδὲν κρεῖσσον μεγαλοψυχίας καὶ πρᾳότητος 19579 3.1.169.4 : καὶ φιλανθρωπίας. 19580 3.1.170.1 : (fr. 13 l. c. p. 68) 19581 3.1.170.2 : Οὐδεὶς φιλοχρήματος καὶ φιλήδονος καὶ φιλόδοξος 19582 3.1.170.3 : φιλάνθρωπος, ἀλλὰ μόνος ὁ φιλόκαλος. 19583 3.1.171.1 : (fr. 14 l. c. p. 69) 19584 3.1.171.2 : Ὥσπερ οὐκ ἂν ἐβούλου ἐν νηὶ μεγάλῃ καὶ γλαφυρᾷ 19585 3.1.171.3 : καὶ πολυχρύσῳ πλέων βαπτίζεσθαι, οὕτω μηδὲ ἐν οἰκίᾳ 19586 3.1.171.4 : αἱροῦ ὑπερμεγέθει καὶ πολυτελεῖ αὐλιζόμενος χειμά– 19587 3.1.171.5 : ζεσθαι. 19588 3.1.172.1 : Δημητρίου Φαληρέως τῶν ἑπτὰ σοφῶν 19589 3.1.172.2 : ἀποφθέγματα. 19590 3.1.172.3 : αʹ Κλεόβουλος Εὐαγόρου Λίνδιος ἔφη· 19591 3.1.172.4 : Μέτρον ἄριστον. Πατέρα δεῖ αἰδεῖσθαι. Εὖ τὸ σῶμα 19592 3.1.172.5 : ἔχειν καὶ τὴν ψυχήν. Φιλήκοον εἶναι καὶ μὴ πολύλαλον. 19593 3.1.172.6 : Πολυμαθῆ † ἢ ἀμαθῆ. Γλῶσσαν εὔφημον κεκτῆσθαι. Ἀρε– 19594 3.1.172.7 : τῆς οἰκεῖον 〈εἶναι〉, κακίας ἀλλότριον. Ἀδικίαν μισεῖν. 19595 3.1.172.8 : Εὐσέβειαν φυλάσσειν. Πολίταις τὰ βέλτιστα συμβουλεύειν. 19596 3.1.172.9 : Ἡδονῆς κρατεῖν. Βίᾳ μηδὲν πράττειν. Τέκνα παιδεύειν. 19597 3.1.172.10 : Τύχῃ εὔχεσθαι. Ἔχθρας διαλύειν. Τὸν τοῦ δήμου ἐχ– 19598 3.1.172.11 : θρὸν πολέμιον νομίζειν. Γυναικὶ μὴ μάχεσθαι μηδὲ 19599 3.1.172.12 : ἄγαν † φρονεῖν ἀλλοτρίων παρόντων· τὸ μὲν γὰρ ἄνοιαν, 19600 3.1.172.13 : τὸ δὲ μανίαν δύναται παρέχειν. Οἰκέτας μεθύοντας μὴ 19601 3.1.172.14 : κολάζειν· εἰ δὲ μή, δόξεις παροινεῖν. Γαμεῖν ἐκ τῶν 19602 3.1.172.15 : ὁμοίων· ἐὰν γὰρ ἐκ τῶν κρειττόνων, δεσπότας, οὐ συγ– 19603 3.1.172.16 : γενεῖς κτήσῃ. Μὴ ἐπιγέλα τῷ σκώπτοντι· ἀπεχθὴς γὰρ 19604 3.1.172.17 : ἔσῃ τοῖς σκωπτομένοις. Εὐποροῦντα μὴ ὑπερήφανον 19605 3.1.172.18 : εἶναι, ἀποροῦντα μὴ ταπεινοῦσθαι. 19606 3.1.172.19 : βʹ Σόλων Ἐξηκεστίδου Ἀθηναῖος ἔφη· 19607 3.1.172.20 : Μηδὲν ἄγαν. Κριτὴς μὴ κάθησο· εἰ δὲ μή, τῷ 19608 3.1.172.21 : ληφθέντι ἐχθρὸς ἔσῃ. Ἡδονὴν φεῦγε, ἥτις λύπην τίκτει. 19609 3.1.172.22 : Φύλασσε τρόπου καλοκαγαθίαν ὅρκου πιστοτέραν. Σφρα– 19610 3.1.172.23 : γίζου τοὺς μὲν λόγους σιγῇ, τὴν δὲ σιγὴν καιρῷ. Μὴ 19611 3.1.172.24 : ψεύδου, ἀλλ´ ἀλήθευε. Τὰ σπουδαῖα μελέτα. Τῶν γο– 19612 3.1.172.25 : νέων μὴ λέγε δικαιότερα. Φίλους μὴ ταχὺ κτῶ, οὓς δ´ 19613 3.1.172.26 : ἂν κτήσῃ, μὴ ταχὺ ἀποδοκίμαζε. Ἄρχεσθαι μαθών, ἄρχειν 19614 3.1.172.27 : ἐπιστήσῃ. Εὐθύνας ἑτέρους ἀξιῶν διδόναι, καὶ αὐτὸς 19615 3.1.172.28 : ὕπεχε. Συμβούλευε μὴ τὰ ἥδιστα, ἀλλὰ τὰ βέλτιστα. Τοῖς 19616 3.1.172.29 : πολίταις μὴ θρασύνου. Μὴ κακοῖς ὁμίλει. Χρῶ τοῖς θεοῖς. 19617 3.1.172.30 : Φίλους εὐσέβει. Ὃ ἂν 〈μὴ〉 ἴδῃς μὴ λέγε. Εἰδὼς σίγα. 19618 3.1.172.31 : Τοῖς ἑαυτοῦ πρᾷος ἴσθι. Τὰ ἀφανῆ τοῖς φανεροῖς τεκ– 19619 3.1.172.32 : μαίρου. 19620 3.1.172.33 : γʹ Χείλων Δαμαγήτου Λακεδαιμόνιος ἔφη· 19621 3.1.172.34 : Γνῶθι σαυτόν. Πίνων, μὴ πολλὰ λάλει· ἁμαρτήσῃ 19622 3.1.172.35 : γάρ. Μὴ ἀπείλει τοῖς ἐλευθέροις· οὐ γὰρ δίκαιον. Μὴ 19623 3.1.172.36 : κακολόγει τοὺς πλησίον· εἰ δὲ μή, ἀκούσῃ ἐφ´ οἷς λυπη– 19624 3.1.172.37 : θήσῃ. Ἐπὶ τὰ δεῖπνα τῶν φίλων βραδέως πορεύου, ἐπὶ 19625 3.1.172.38 : δὲ τὰς ἀτυχίας ταχέως. Γάμους εὐτελεῖς ποιοῦ. Τὸν 19626 3.1.172.39 : τετελευτηκότα μακάριζε. Πρεσβύτερον σέβου. Τὸν τὰ 19627 3.1.172.40 : ἀλλότρια περιεργαζόμενον μίσει. Ζημίαν αἱροῦ μᾶλλον 19628 3.1.172.41 : ἢ κέρδος αἰσχρόν· τὸ μὲν γὰρ ἅπαξ λυπήσει, τὸ δὲ ἀεί. 19629 3.1.172.42 : Τῷ δυστυχοῦντι μὴ ἐπιγέλα. Τραχὺς ὤν, ἥσυχον σεαυτὸν 19630 3.1.172.43 : πάρεχε, ὅπως σε αἰσχύνωνται μᾶλλον, ἢ φοβῶνται. Τῆς 19631 3.1.172.44 : ἰδίας οἰκίας προστάτει. Ἡ γλῶσσά σου μὴ προτρεχέτω 19632 3.1.172.45 : τοῦ νοῦ. Θυμοῦ κράτει. Μὴ ἐπιθύμει ἀδύνατα. Ἐν 19633 3.1.172.46 : ὁδῷ μὴ σπεῦδε προάγειν, μηδὲ τὴν χεῖρα κινεῖν· μανικὸν 19634 3.1.172.47 : γάρ. Νόμοις πείθου. Ἀδικούμενος διαλλάσσου· ὑβρι– 19635 3.1.172.48 : ζόμενος τιμωροῦ. 19636 3.1.172.49 : δʹ Θαλῆς Ἐξαμίου Μιλήσιος ἔφη· 19637 3.1.172.50 : Ἐγγύα, πάρα δ´ ἄτα. Φίλων παρόντων καὶ ἀπόντων 19638 3.1.172.51 : μέμνησο. Μὴ τὴν ὄψιν καλλωπίζου, ἀλλ´ ἐν τοῖς ἐπι– 19639 3.1.172.52 : τηδεύμασιν ἴσθι καλός. Μὴ πλούτει κακῶς. Μή σε δια– 19640 3.1.172.53 : βαλλέτω λόγος πρὸς τοὺς πίστεως κεκοινωνηκότας. Κο– 19641 3.1.172.54 : λακεύειν γονεῖς μὴ ὄκνει. Μὴ προσδέχου τὸ φαῦλον. 19642 3.1.172.55 : Οἵους ἂν ἐράνους ἐνέγκῃς τοῖς γονεῦσι, τούτους αὐτοὺς 19643 3.1.172.56 : ἐν τῷ γήρᾳ παρὰ τῶν τέκνων προσδέχου. Χαλεπὸν τὸ 19644 3.1.172.57 : εὖ γνῶναι. Ἥδιστον τὸ ἐπιθυμίας τυχεῖν. Ἀνιαρὸν ἀργία. 19645 3.1.172.58 : Βλαβερὸν ἀκρασία. Βαρὺ ἀπαιδευσία. Δίδασκε καὶ μάν– 19646 3.1.172.59 : θανε τὸ ἄμεινον. Ἀργὸς μὴ ἴσθι, μηδ´ ἂν πλουτῇς. 19647 3.1.172.60 : Κακὰ ἐν οἴκῳ κρύπτε. † Φθόνου χάριν μὴ οἰκτείρου. 19648 3.1.172.61 : Μέτρῳ χρῷ. Μὴ πᾶσι πίστευε. Ἄρχων κόσμει σεαυτόν. 19649 3.1.172.62 : εʹ Πιττακὸς ᾿Υρραδίου Λέσβιος ἔφη· 19650 3.1.172.63 : Καιρὸν γνῶθι. Ὃ μέλλεις ποιεῖν, μὴ λέγε· ἀποτυχὼν 19651 3.1.172.64 : γὰρ καταγελασθήσῃ. Τοῖς ἐπιτηδείοις χρῶ. Ὅσα νεμε– 19652 3.1.172.65 : σᾷς τῷ πλησίον, αὐτὸς μὴ ποίει. Ἀπραγοῦντα μὴ ὀνεί– 19653 3.1.172.66 : διζε· ἐπὶ γὰρ τούτοις νέμεσις θεῶν κάθηται. Παρα– 19654 3.1.172.67 : καταθήκας ἀπόδος. Ἀνέχου ὑπὸ τῶν πλησίον μικρὰ 19655 3.1.172.68 : ἐλαττούμενος. Τὸν φίλον κακῶς μὴ λέγε, μηδ´ εὖ τὸν 19656 3.1.172.69 : ἐχθρόν· ἀσυλλόγιστον γὰρ τὸ τοιοῦτον. Δεινὸν συνιδεῖν 19657 3.1.172.70 : τὸ μέλλον, ἀσφαλὲς τὸ γενόμενον. Πιστὸν γῆ, ἄπιστον 19658 3.1.172.71 : θάλασσα. Ἄπληστον κέρδος. Κτῆσαι ἀίδια· θεραπείαν, 19659 3.1.172.72 : εὐσέβειαν, παιδείαν, σωφροσύνην, φρόνησιν, ἀλήθειαν, 19660 3.1.172.73 : πίστιν, ἐμπειρίαν, ἐπιδεξιότητα, ἑταιρείαν, ἐπιμέλειαν, 19661 3.1.172.74 : οἰκονομίαν, τέχνην. 19662 3.1.172.75 : ζʹ Βίας Τευταμίδου Πριηνεὺς ἔφη· 19663 3.1.172.76 : Οἱ πλεῖστοι ἄνθρωποι κακοί. Ἐς τὸ ἔσοπτρον [ἔφη] 19664 3.1.172.77 : ἐμβλέψαντα δεῖ, εἰ μὲν καλὸς φαίνῃ, καλὰ ποιεῖν, εἰ δὲ 19665 3.1.172.78 : αἰσχρός, τὸ τῆς φύσεως ἐλλιπὲς διορθοῦσθαι τῇ καλο– 19666 3.1.172.79 : καγαθίᾳ. Βραδέως ἐγχείρει· ὃ δ´ ἂν ἄρξῃ, διαβεβαιοῦ. 19667 3.1.172.80 : Μίσει τὸ ταχὺ λαλεῖν, μὴ ἁμάρτῃς· μετάνοια γὰρ ἀκο– 19668 3.1.172.81 : λουθεῖ. Μήτ´ εὐήθης ἴσθι, μήτε κακοήθης. Ἀφροσύνην 19669 3.1.172.82 : μὴ προσδέχου. Φρόνησιν ἀγάπα. Περὶ θεῶν λέγε, ὡς 19670 3.1.172.83 : εἰσὶ θεοί. Νόει τὸ πραττόμενον. Ἄκουε πολλά. Λάλει 19671 3.1.172.84 : καίρια. Πένης ὢν πλουσίοις μὴ ἐπιτίμα, ἢν μὴ μέγα 19672 3.1.172.85 : ὠφελῇς. Ἀνάξιον ἄνδρα μὴ ἐπαίνει διὰ πλοῦτον. Πεί– 19673 3.1.172.86 : σας λάβε, μὴ βιασάμενος. Ὅ τι ἂν ἀγαθὸν πράσσῃς, θεούς. 19674 3.1.172.87 : μὴ σεαυτὸν αἰτιῶ. Κτῆσαι ἐν μὲν νεότητι εὐπραξίαν, ἐν 19675 3.1.172.88 : δὲ τῷ γήρᾳ σοφίαν. Ἕξεις ἔργῳ μνήμην, καιρῷ εὐλά– 19676 3.1.172.89 : βειαν, τρόπῳ γενναιότητα, πόνῳ ἐγκράτειαν, φόβῳ εὐσέ– 19677 3.1.172.90 : βειαν, πλούτῳ φιλίαν, λόγῳ πειθώ, σιγῇ κόσμον, γνώμῃ 19678 3.1.172.91 : δικαιοσύνην, τόλμῃ ἀνδρείαν, πράξει δυναστείαν, δόξῃ 19679 3.1.172.92 : ἡγεμονίαν. 19680 3.1.172.93 : ηʹ Περίανδρος Κυψέλου Κορίνθιος ἔφη· 19681 3.1.172.94 : Μελέτα τὸ πᾶν. Καλὸν ἡσυχία· ἐπισφαλὲς προ– 19682 3.1.172.95 : πέτεια. Κέρδος αἰσχρὸν φύσεως κατηγορία. Δημοκρατία 19683 3.1.172.96 : κρεῖττον τυραννίδος. Αἱ μὲν ἡδοναὶ θνηταί, αἱ δ´ ἀρεταὶ 19684 3.1.172.97 : ἀθάνατοι. Εὐτυχῶν μὲν μέτριος ἴσθι, ἀτυχῶν δὲ φρό– 19685 3.1.172.98 : νιμος. Φειδόμενον κρεῖττον ἀποθανεῖν ἢ ζῶντα ἐνδεῖ– 19686 3.1.172.99 : σθαι. Σεαυτὸν ἄξιον παρασκεύαζε τῶν γονέων. Ζῶν μὲν 19687 3.1.172.100 : ἐπαινοῦ, ἀποθανὼν δὲ μακαρίζου. Φίλοις εὐτυχοῦσι καὶ 19688 3.1.172.101 : ἀτυχοῦσιν ὁ αὐτὸς ἴσθι. Ὃν ἂν ἑκὼν ὁμολογήσῃς πονη– 19689 3.1.172.102 : ρόν, παράβαινε. Λόγων ἀποῤῥήτων ἐκφορὰν μὴ ποιοῦ. 19690 3.1.172.103 : Λοιδοροῦ ὡς ταχὺ φίλος ἐσόμενος. Τοῖς μὲν νόμοις 19691 3.1.172.104 : παλαιοῖς χρῶ, τοῖς δ´ ὄψοις προσφάτοις. Μὴ μόνον 19692 3.1.172.105 : τοὺς ἁμαρτάνοντας κόλαζε, ἀλλὰ καὶ τοὺς μέλλοντας 19693 3.1.172.106 : κώλυε. Δυστυχῶν κρύπτε, ἵνα μὴ τοὺς ἐχθροὺς εὐφράνῃς. 19694 3.1.173.1 : Σωσιάδου τῶν ἑπτὰ σοφῶν ὑπο– 19695 3.1.173.2 : θῆκαι. 19696 3.1.173.3 : Ἕπου θεῷ. Νόμῳ πείθου. Θεοὺς σέβου. Γονεῖς 19697 3.1.173.4 : αἰδοῦ. Ἡττῶ ὑπὸ δικαίου. Γνῶθι μαθών. Ἀκούσας νόει. 19698 3.1.173.5 : Σαυτὸν ἴσθι. Γαμεῖν μέλλε. Καιρὸν γνῶθι. Φρόνει 19699 3.1.173.6 : θνητά. Ξένος ὢν ἴσθι. Ἑστίαν τίμα. Ἄρχε σεαυτοῦ. 19700 3.1.173.7 : Φίλοις βοήθει. Θυμοῦ κράτει. Φρόνησιν ἄσκει. Πρό– 19701 3.1.173.8 : νοιαν τίμα. Ὅρκῳ μὴ χρῶ. Φιλίαν ἀγάπα. Παιδείας 19702 3.1.173.9 : ἀντέχου. Δόξαν δίωκε. Σοφίαν ζήλου. Καλὸν εὖ λέγε. 19703 3.1.173.10 : Ψέγε μηδένα. Ἐπαίνει ἀρετήν. Πρᾶττε δίκαια. Φίλοις 19704 3.1.173.11 : εὐνόει. Ἐχθροὺς ἀμύνου. Εὐγένειαν ἄσκει. Κακίας ἀπέ– 19705 3.1.173.12 : χου. Κοινὸς γίνου. Ἴδια φύλαττε. Ἀλλοτρίων ἀπέχου. 19706 3.1.173.13 : Ἄκουε πάντα. Εὔφημος ἴσθι. Φίλῳ χαρίζου. Μηδὲν 19707 3.1.173.14 : ἄγαν. Χρόνου φείδου. Ὅρα τὸ μέλλον. Ὕβριν μίσει. 19708 3.1.173.15 : Ἱκέτας αἰδοῦ. Πᾶσιν ἁρμόζου. Υἱοὺς παίδευε. Ἔχων 19709 3.1.173.16 : χαρίζου. Δόλον φοβοῦ. Εὐλόγει πάντας. Φιλόσοφος γίνου. 19710 3.1.173.17 : Ὅσια κρῖνε. Γνοὺς πρᾶττε. Φόνου ἀπέχου. Εὔχου δυ– 19711 3.1.173.18 : νατά. Σοφοῖς χρῶ. Ἦθος δοκίμαζε. Λαβὼν ἀπόδος. 19712 3.1.173.19 : Ὑφορῶ μηδένα. Τέχνῃ χρῶ. Ὃ μέλλεις, δός. Εὐεργεσίας 19713 3.1.173.20 : τίμα. Φθόνει μηδενί. Φυλακῇ πρόσεχε. Ἐλπίδα αἴνει. 19714 3.1.173.21 : Διαβολὴν μίσει. Δικαίως κτῶ. Ἀγαθοὺς τίμα. Κριτὴν 19715 3.1.173.22 : γνῶθι. Γάμους κράτει. Τύχην νόμιζε. Ἐγγύην φεῦγε. 19716 3.1.173.23 : Ἁπλῶς διαλέγου. Ὁμοίοις χρῶ. Δαπανῶν ἄρχου. Κτώ– 19717 3.1.173.24 : μενος ἥδου. Αἰσχύνην σέβου. Χάριν ἐκτέλει. Εὐτυχίαν 19718 3.1.173.25 : εὔχου. Τύχην στέργε. Ἀκούων ὅρα. Ἐργάζου κτητά. Ἔριν 19719 3.1.173.26 : μίσει. Ὄνειδος ἔχθαιρε. Γλῶτταν ἴσχε. Ὕβριν ἀμύνου. 19720 3.1.173.27 : Κρῖνε δίκαια. Χρῶ χρήμασιν. Ἀδωροδόκητος δίκαζε. 19721 3.1.173.28 : Αἰτιῶ παρόντα. Λέγε εἰδώς. Βίας μὴ ἔχου. Ἀλύπως 19722 3.1.173.29 : βίου. Ὁμίλει πρᾴως. Πέρας ἐπιτέλει μὴ ἀποδειλιῶν. 19723 3.1.173.30 : Φιλοφρόνει πᾶσιν. Υἱοῖς μὴ καταρῶ. Γυναικὸς ἄρχε. 19724 3.1.173.31 : Σεαυτὸν εὖ ποίει. Εὐπροσήγορος γίνου. Ἀποκρίνου ἐν 19725 3.1.173.32 : καιρῷ. Πόνει μετ´ εὐκλείας. Πρᾶττε ἀμετανοήτως. Ἁμαρ– 19726 3.1.173.33 : τάνων μετανόει. Ὀφθαλμοῦ κράτει. Βουλεύου χρόνῳ. 19727 3.1.173.34 : Πρᾶττε συντόμως. Φιλίαν φύλαττε. Εὐγνώμων γίνου. 19728 3.1.173.35 : Ὁμόνοιαν δίωκε. Ἄῤῥητον κρύπτε. Τὸ κρατοῦν φοβοῦ. 19729 3.1.173.36 : Τὸ συμφέρον θηρῶ. Καιρὸν προσδέχου. Ἔχθρας διάλυε. 19730 3.1.173.37 : Γῆρας προσδέχου. Ἐπὶ ῥώμῃ μὴ καυχῶ. Εὐφημίαν ἄσκει. 19731 3.1.173.38 : Ἀπέχθειαν φεῦγε. Πλούτει δικαίως. Δόξαν μὴ λεῖπε. 19732 3.1.173.39 : Κακίαν μίσει. Κινδύνευε φρονίμως. Μανθάνων μὴ κάμνε. 19733 3.1.173.40 : Φειδόμενος μὴ λεῖπε. Χρησμοὺς θαύμαζε. Οὓς τρέφεις, 19734 3.1.173.41 : ἀγάπα. Ἀπόντι μὴ μάχου. Πρεσβύτερον αἰδοῦ. Νεώ– 19735 3.1.173.42 : τερον δίδασκε. Πλούτῳ ἀπίστει. Σεαυτὸν αἰδοῦ. Μὴ 19736 3.1.173.43 : ἄρχε ὑβρίζειν. Προγόνους στεφάνου. Θνῆσκε ὑπὲρ πα– 19737 3.1.173.44 : τρίδος. Τῷ βίῳ μὴ ἄχθου. Ἐπὶ νεκρῷ μὴ γέλα. Ἀτυ– 19738 3.1.173.45 : χοῦντι συνάχθου. Χαρίζου ἀβλαβῶς. Μὴ ἐπὶ παντὶ λυ– 19739 3.1.173.46 : ποῦ. Ἐξ εὐγενῶν γέννα. Ἐπαγγέλλου μηδενί. Φθιμέ– 19740 3.1.173.47 : νους μὴ ἀδίκει. Εὖ πάσχε ὡς θνητός. Τύχῃ μὴ πίστευε. 19741 3.1.173.48 : Παῖς ὢν κόσμιος ἴσθι, ἡβῶν ἐγκρατής, μέσος δίκαιος, 19742 3.1.173.49 : πρεσβύτης εὔλογος, τελευτῶν ἄλυπος. 19743 3.1.174.1 : Ἡρακλείτου (Heraclit. Eph. fr. XVIII 19744 3.1.174.2 : Byw.). 19745 3.1.174.3 : Ὁκόσων λόγους ἤκουσα, οὐδεὶς ἀφικνέεται ἐς τοῦτο, 19746 3.1.174.4 : ὥστε γινώσκειν ὅτι σοφόν ἐστι πάντων κεχωρισμένον. 19747 3.1.175.1 : (Heraclit. fr. CIX) 19748 3.1.175.2 : Κρύπτειν ἀμαθίην κρέσσον ἢ ἐς τὸ μέσον φέρειν. 19749 3.1.176.1 : (Heraclit. fr. CIV) 19750 3.1.176.2 : Ἀνθρώποισι γίνεσθαι ὁκόσα θέλουσιν, οὐκ ἄμεινον. 19751 3.1.177.1 : (Heraclit. fr. CIV) 19752 3.1.177.2 : Νοῦσος ὑγιείην ἐποίησεν ἡδὺ καὶ ἀγαθόν, λιμὸς 19753 3.1.177.3 : κόρον, κάματος ἀνάπαυσιν. 19754 3.1.178.1 : (Heraclit. fr. CVII) 19755 3.1.178.2 : Σωφρονεῖν ἀρετὴ μεγίστη· καὶ σοφίη ἀληθέα λέγειν 19756 3.1.178.3 : καὶ ποιεῖν κατὰ φύσιν ἐπαΐοντας. 19757 3.1.179.1 : (Heraclit. fr. XCI) 19758 3.1.179.2 : Ξυνόν ἐστι πᾶσι τὸ φρονέειν. ξὺν νόῳ λέγοντας 19759 3.1.179.3 : ἰσχυρίζεσθαι χρὴ τῷ ξυνῷ πάντων, ὅκως περ νόμῳ πόλις 19760 3.1.179.4 : καὶ πολὺ ἰσχυροτέρως. τρέφονται γὰρ πάντες οἱ ἀνθρώ– 19761 3.1.179.5 : πειοι νόμοι ὑπὸ ἑνὸς τοῦ θείου· κρατέει γὰρ τοσοῦτον 19762 3.1.179.6 : ὁκόσον ἐθέλει καὶ ἐξαρκέει πᾶσι καὶ περιγίνεται. 19763 3.1.180.1 : Σωκράτους. 19764 3.1.180.2 : Ψυχῆς ἐστὶ λόγος ἑαυτὸν αὔξων. ἐν τῷ βίῳ καθά– 19765 3.1.180.3 : περ ἐν δράματι χρῆν τὰ πρῶτα λέγειν οὐ τὸν πλουσιώ– 19766 3.1.180.4 : τατον ἀλλὰ τὸν φρονιμώτατον. 19767 3.1.181.1 : Καλὸν ἐπὶ μὲν τῆς ἑστίας φαίνεσθαι τὸ πῦρ λαμ– 19768 3.1.181.2 : πρόν, ἐπὶ δὲ τῆς εὐτυχίας τὸν νοῦν. 19769 3.1.182.1 : Δεῖ ὥσπερ 〈ἐξ〉 εὐνομουμένης πόλεως φυγαδεύειν 19770 3.1.182.2 : στασιαστὴν ἄνθρωπον, οὕτως ἐκ τῆς σωθησομένης ψυχῆς 19771 3.1.182.3 : τὸν πρὸς τὰ φαῦλα κεκλικότα νοῦν. 19772 3.1.183.1 : Πλάτωνος ἐκ Γοργίου (p. 448 C). 19773 3.1.183.2 : Πολλαὶ τέχναι ἐν ἀνθρώποις εἰσὶν ἐκ τῶν ἐμπει– 19774 3.1.183.3 : ριῶν, ἐμπείρως εὑρημέναι. ἐμπειρία μὲν γὰρ ποιεῖ τὸν 19775 3.1.183.4 : αἰῶνα ἡμῶν πορεύεσθαι κατὰ τέχνην, ἀπειρία δὲ κατὰ 19776 3.1.183.5 : τύχην. ἑκάστων δὲ τούτων μεταλαμβάνουσιν ἄλλοι ἄλλων 19777 3.1.183.6 : ἄλλως, τῶν δὲ ἀρίστων οἱ ἄριστοι. 19778 3.1.184.1 : Τοῦ αὐτοῦ 〈ἐκ τοῦ〉 Σοφιστοῦ 19779 3.1.184.2 : (p. 232 E). 19780 3.1.184.3 : Σὺ δὴ πρὸς θεῶν, ὦ παῖ, δυνατὸν ἡγῇ τοῦτο; τάχα 19781 3.1.184.4 : γὰρ 〈ἂν〉 ὑμεῖς μὲν ὀξύτερον οἱ νέοι πρὸς αὐτὸ βλέ– 19782 3.1.184.5 : ποιτε, ἡμεῖς δὲ ἀμβλύτερον. {—}Τὸ ποῖον, καὶ πρὸς τί 19783 3.1.184.6 : μάλιστα λέγεις; οὐ γάρ πω κατανοῶ τὸ νῦν ἐρωτώμενον. 19784 3.1.184.7 : {—}Εἰ πάντα ἐπίστασθαί τινα ἄνθρωπόν ἐστι δυνατόν. 19785 3.1.184.8 : {—}Μακάριον μέντἂν ἡμῶν, ὦ ξένε, ἦν τὸ γένος. 19786 3.1.185.1 : Σωκράτους. 19787 3.1.185.2 : Οὔτε ἵππῳ χωρὶς χαλινοῦ οὔτε πλούτῳ χωρὶς λογι– 19788 3.1.185.3 : σμοῦ δυνατὸν ἀσφαλῶς χρήσασθαι. 19789 3.1.186.1 : Ὁ βίος ὥσπερ ὄργανον ἀνέσει καὶ ἐπιτάσει ἁρμοτ– 19790 3.1.186.2 : τόμενος ἡδίων γίνεται. 19791 3.1.187.1 : Τὸν λιβανωτὸν τοῖς θεοῖς, τὸν δὲ ἔπαινον τοῖς ἀγα– 19792 3.1.187.2 : θοῖς ἀπονέμειν δεῖ. 19793 3.1.188.1 : Οἱ τὸ ἀπὸ τῶν αἰσχρῶν ἔργων κέρδος εἰς τὰς καλὰς 19794 3.1.188.2 : ἀναλίσκοντες λειτουργίας ὅμοιόν τι ποιοῦσι τοῖς ἀπὸ 19795 3.1.188.3 : ἱεροσυλίας εὐσεβοῦσιν. 19796 3.1.189.1 : Ἀπολογεῖσθαι μὲν γὰρ χρὴ 〈ὑπὲρ〉 τῶν ἀδίκως περὶ 19797 3.1.189.2 : τὸ ἀδικεῖν αἰτίαν ἐχόντων, ἐπαινεῖν δὲ τοὺς ἐπ´ ἀγαθῷ 19798 3.1.189.3 : τινι διαφέροντας. 19799 3.1.190.1 : Ἐπαινεῖν χρὴ τὸ κατὰ τέχνην γινόμενον. 19800 3.1.191.1 : Πλάτωνος (Alcib. I p. 109 E). 19801 3.1.191.2 : Τί δ´ εἰ μὴ ἔχω; οὐκ ἂν οἴει με ἄλλως εἰδέναι περὶ 19802 3.1.191.3 : τῶν 〈δικαίων καὶ〉 ἀδίκων; {—}Ναί, εἴ γε εὕροις. {—}Ἀλλ´ 19803 3.1.191.4 : οὐκ ἂν εὑρεῖν με ἡγῇ; {—}Καὶ μάλα 〈γ´〉, εἰ ζητήσαις. 19804 3.1.191.5 : {—}Εἶτα ζητῆσαι 〈οὐκ ἂν〉 οἴει με; {—}Ἔγωγε, εἰ οἰηθείης 19805 3.1.191.6 : γε μὴ εἰδέναι. 19806 3.1.192.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 110 D). 19807 3.1.192.2 : Εὑρὼν μὲν ἄρα οὐκ οἶσθα τὰ δίκαια καὶ τἄδικα; {—} 19808 3.1.192.3 : Οὐ πάνυ φαίνομαι. {—}Ἀλλὰ μὴν ἄρτι γε οὐδὲ μαθὼν 19809 3.1.192.4 : ἔφησθα εἰδέναι· 〈εἰ δὲ〉 μήθ´ εὗρες μήτ´ ἔμαθες, πῶς 19810 3.1.192.5 : οἶσθα καὶ πόθεν; {—}Ἀλλ´ ἴσως τοῦτό σοι οὐκ ὀρθῶς 19811 3.1.192.6 : ἀπεκρίθην, τὸ φάναι εἰδέναι αὐτὸς ἐξευρών. {—}Τὸ δὲ 19812 3.1.192.7 : πῶς εἶχεν; {—}Ἔμαθον, οἶμαι, καὶ ἐγώ, ὥσπερ καὶ οἱ 19813 3.1.192.8 : ἄλλοι. {—}Πάλιν 〈εἰς〉 τὸν αὐτὸν ἥκομεν λόγον· παρὰ 19814 3.1.192.9 : τοῦ; φράζε κἀμοί. {—}Παρὰ τῶν πολλῶν. {—}Οὐκ † εἰ 19815 3.1.192.10 : σπουδαίους γε νομίζεις τοὺς φαύλους καταφεύγεις εἰς 19816 3.1.192.11 : τοὺς πολλούς. 19817 3.1.193.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 114 E–116 D). 19818 3.1.193.2 : Ἀποκρίνου δή· καὶ ἂν μὴ αὐτὸς ταῦτα ἀκούσῃς, ὅτι 19819 3.1.193.3 : τὰ δίκαια καὶ συμφέροντά ἐστιν, ἄλλῳ γε λέγοντι μὴ 19820 3.1.193.4 : πιστεύσῃς. {—}Οὔ τοι, ἀλλ´ ἀποκριτέον· καὶ γὰρ οὐδὲν 19821 3.1.193.5 : οἶμαι βλαβήσεσθαι. {—}Μαντικὸς γὰρ εἶ. καί μοι λέγε· 19822 3.1.193.6 : τῶν δικαίων φῂς ἔνια μὲν συμφέρειν, ἔνια 〈δ´ οὔ; {—} 19823 3.1.193.7 : Ναί. {—}Τί δέ; τὰ μὲν καλὰ εἶναι αὐτῶν τὰ〉 δ´ οὔ; πῶς 19824 3.1.193.8 : τοῦτο ἐρωτᾷς; {—}Εἴ τις σοι ἤδη ἔδοξεν αἰσχρὰ μέν, 19825 3.1.193.9 : δίκαια δὲ πράττειν; {—}Οὐκ ἔμοιγε. {—}Ἀλλὰ πάντα τὰ 19826 3.1.193.10 : δίκαια καλά; {—}〈Ναί.〉 {—}Τί δ´ αὖ τὰ καλά; πότερον 19827 3.1.193.11 : πάντα ἀγαθά, ἢ τὰ μέν, τὰ δ´ οὔ; {—}Οἶμαι ἔγωγε, ὦ 19828 3.1.193.12 : Σώκρατες, ἔνια τῶν καλῶν κακὰ εἶναι. {—}Ἦ καὶ αἰσχρὰ 19829 3.1.193.13 : ἀγαθά; {—}Ναί. {—}Ἆρα λέγεις τὰ τοιάδε, οἷον πολλοὶ 19830 3.1.193.14 : ἐν πολέμῳ βοηθήσαντες ἑταίρῳ ἢ οἰκείῳ τραύματά τε 19831 3.1.193.15 : ἔλαβον καὶ ἀπέθανον, οἱ δ´ οὐ βοηθήσαντες δέον ὑγι– 19832 3.1.193.16 : εῖς ἀπῆλθον; {—}Πάνυ μὲν οὖν. {—}Οὐκοῦν τὴν τοιαύτην 19833 3.1.193.17 : βοήθειαν καλὴν μὲν λέγεις κατὰ τὴν ἐπιχείρησιν τοῦ 19834 3.1.193.18 : σῶσαι οὓς ἔδει· τοῦτο δέ ἐστιν 〈ἀνδρεία· ἢ οὔ; {—}Ναί. 19835 3.1.193.19 : {—}Κακὴν δέ γε κατὰ τοὺς θανάτους τε καὶ τὰ ἕλκη· 19836 3.1.193.20 : ἦ γάρ; {—}Ναί. {—}Ἆρ´ οὖν οὐκ ἄλλο μὲν ἡ〉 ἀνδρεία, 19837 3.1.193.21 : ἄλλο δὲ ὁ θάνατος; {—}Πάνυ γε. {—}Οὐκ ἄρα κατ´ αὐτόν 19838 3.1.193.22 : γ´ ἐστὶ καλὸν καὶ κακόν, τὸ τοῖς φίλοις βοηθεῖν. {—}Οὐ 19839 3.1.193.23 : φαίνεται. {—}Ὅρα τοίνυν εἰ, 〈ᾗ〉 γε καλόν, καὶ ἀγαθόν, 19840 3.1.193.24 : ὥσπερ καὶ ἐνταῦθα· κατὰ τὴν ἀνδρείαν γὰρ ὁμολογεῖς 19841 3.1.193.25 : καλὸν εἶναι τὴν βοήθειαν· τοῦτ´ οὖν αὐτὸ σκόπει, 〈τὴν 19842 3.1.193.26 : ἀνδρείαν,〉 ἀγαθὸν ἢ κακόν; ὧδε δὲ 〈σκόπει·〉 πότερ´ 19843 3.1.193.27 : ἂν δέξαιο σοι εἶναι ἀγαθὰ ἢ κακά; {—}Ἀγαθά. {—}Οὐκ– 19844 3.1.193.28 : οῦν τὰ μέγιστα μάλιστα, καὶ ἥκιστα τῶν τοιούτων δέξαι´ 19845 3.1.193.29 : ἂν στέρεσθαι; {—}Πῶς γὰρ οὔ; {—}Πῶς οὖν λέγεις περὶ 19846 3.1.193.30 : ἀνδρείας; ἐπὶ πόσῳ ἂν αὐτοῦ δέξαιο στέρεσθαι; {—}Οὐδὲ 19847 3.1.193.31 : ζῆν 〈ἂν〉 ἔγωγε δεξαίμην δειλὸς ὤν. {—}Ἔσχατον ἄρα σοι 19848 3.1.193.32 : δοκεῖ κακὸν εἶναι ἡ δειλία. {—}Ἔμοιγε. {—}Ἐξ ἴσου τῷ 19849 3.1.193.33 : τεθνάναι, ὡς ἔοικε. {—}Φημί. {—}Οὐκοῦν θανάτῳ τε καὶ 19850 3.1.193.34 : δειλίᾳ ἐναντιώτατον ζωὴ καὶ ἀνδρεία; {—}Ναί. {—}Καὶ 19851 3.1.193.35 : τὰ μὲν μάλιστα εἶναι βούλοιό σοι, τὰ δὲ ἥκιστα; {—} 19852 3.1.193.36 : 〈Ναί.〉 {—}Ἆρ´ οὖν τὰ μὲν ἄριστα ἡγῇ, τὰ δὲ κάκιστα; {—} 19853 3.1.193.37 : Πάνυ γε. {—}Ἐν τοῖς ἀρίστοις ἄρα σὺ ἡγῇ ἀνδρείαν εἶναι, 19854 3.1.193.38 : κἀν τοῖς κακίστοις θάνατον; {—}Ἔγωγε. {—}Τὸ ἄρα βοη– 19855 3.1.193.39 : θεῖν 〈ἐν〉 πολέμῳ τοῖς φίλοις, ᾗ μὲν καλόν, κατὰ ἀγαθοῦ 19856 3.1.193.40 : πρᾶξιν τὴν τῆς ἀνδρείας καλὸν αὐτὸ προσεῖπας; {—}Φαί– 19857 3.1.193.41 : νομαι γε. {—}Κατὰ δὲ κακοῦ πρᾶξιν τὴν τοῦ θανάτου 19858 3.1.193.42 : κακόν; {—}Ναί. {—}Οὐκοῦν δίκαιον ὧδε προσαγορεύειν 19859 3.1.193.43 : ἑκάστην τῶν πράξεων· εἴπερ ᾗ κακὸν ἀπεργάζεται κακὴν 19860 3.1.193.44 : καλεῖς, καὶ ᾗ ἀγαθὸν ἀγαθὴν κλητέον. {—}Ἔμοιγε δοκεῖ. 19861 3.1.193.45 : {—}Ἆρ´ οὖν καὶ ᾗ ἀγαθόν, καλόν· ᾗ δὲ κακόν, αἰσχρόν; 19862 3.1.193.46 : {—}Πάνυ γε. {—}Τὴν ἄρ´ ἐν τῷ πολέμῳ τοῖς φίλοις βοή– 19863 3.1.193.47 : θειαν λέγων καλὴν μὲν εἶναι, κακὴν δέ, οὐδὲν διαφε– 19864 3.1.193.48 : ρόντως λέγεις, † ἆρ´ οὖν ἀγαθὴν μέν, κακὴν δὲ οὐδα– 19865 3.1.193.49 : μῶς; {—}Ἀληθῆ μοι δοκεῖς λέγειν, ὦ Σώκρατες. {—}Οὐδὲν 19866 3.1.193.50 : ἄρα τῶν καλῶν, καθ´ ὅσον καλόν, κακόν; οὐδὲ τῶν αἰ– 19867 3.1.193.51 : σχρῶν, καθ´ ὅσον αἰσχρόν, ἀγαθόν; {—}Οὐ φαίνεται. {—} 19868 3.1.193.52 : Ἔτι τοίνυν καὶ ὧδε σκέψαι· ὃς ἀγαθὸν πράττει, οὐχὶ καὶ 19869 3.1.193.53 : εὖ πράττει; {—}Ναί. {—}Οἱ δ´ εὖ πράττοντες οὐκ εὐδαί– 19870 3.1.193.54 : μονες; {—}Πῶς γὰρ οὔ; {—}Οὐκοῦν ἡ εὐδαιμονία δι´ 19871 3.1.193.55 : ἀγαθῶν κτῆσιν; {—}Μάλιστα. {—}Κτῶνται δὲ ταῦτα τῷ 19872 3.1.193.56 : εὖ καὶ καλῶς πράττειν; {—}Ναί. {—}Τὸ γοῦν καλῶς πράτ– 19873 3.1.193.57 : τειν ἀγαθόν; {—}Πῶς δ´ οὔ; {—}Οὐκοῦν καλὸν ἡ εὐπρα– 19874 3.1.193.58 : γία; {—}Ναί. {—}Ταὐτὸν ἄρα ἐφάνη ἡμῖν πάλιν 〈αὖ καλόν 19875 3.1.193.59 : τε καὶ〉 ἀγαθόν. {—}Φαίνεται. {—}Ὅ τι ἂν ἄρα εὕρωμεν 19876 3.1.193.60 : καλόν, καὶ ἀγαθὸν εὑρήσομεν ἔκ γε τούτου τοῦ παρα– 19877 3.1.193.61 : δείγματος. τί δέ; τὰ ἀγαθὰ συμφέρει ἢ οὔ; {—}Συμ– 19878 3.1.193.62 : φέρει. {—}Μνημονεύεις οὖν περὶ τῶν δικαίων, πῶς ὡμο– 19879 3.1.193.63 : λόγησας; {—}Τοὺς τὰ δίκαια πράττοντας ἀναγκαῖον εἶναι 19880 3.1.193.64 : καλὰ πράττειν. {—}Οὐκοῦν καὶ τοὺς † τὰ καίρια λέγοντας. 19881 3.1.193.65 : τὰ δίκαια ἄρα, ὦ Ἀλκιβιάδη, συμφέροντά ἐστιν. 19882 3.1.194.1 : Ἀριστοτέλους Περὶ ἀρετῆς 〈καὶ κα– 19883 3.1.194.2 : κίας〉 (p. 1249a 26–1251b 37). 19884 3.1.194.3 : Ἐπαινετά ἐστι τὰ καλά, ψεκτὰ δὲ τὰ αἰσχρά· καὶ 19885 3.1.194.4 : τῶν μὲν καλῶν ἡγοῦνται αἱ ἀρεταί, τῶν δὲ αἰσχρῶν 19886 3.1.194.5 : αἱ κακίαι. ἐπαινετὰ δέ ἐστι καὶ τὰ αἴτια τῶν ἀρετῶν 19887 3.1.194.6 : καὶ τὰ παρεπόμενα ταῖς ἀρεταῖς καὶ τὰ γινόμενα ἀπ´ 19888 3.1.194.7 : αὐτῶν καὶ τὰ ἔργα αὐτῶν, ψεκτὰ δὲ τὰ ἐναντία. τρι– 19889 3.1.194.8 : μεροῦς δὲ τῆς ψυχῆς λαμβανομένης κατὰ Πλάτωνα, τοῦ 19890 3.1.194.9 : μὲν λογιστικοῦ ἀρετή ἐστιν ἡ φρόνησις, τοῦ δὲ θυμοει– 19891 3.1.194.10 : δοῦς ἥ τε πρᾳότης καὶ ἡ ἀνδρεία, τοῦ δὲ ἐπιθυμητικοῦ 19892 3.1.194.11 : ἥ τε σωφροσύνη καὶ ἡ ἐγκράτεια, ὅλης δὲ τῆς ψυχῆς ἥ 19893 3.1.194.12 : τε δικαιοσύνη καὶ ἡ ἐλευθεριότης καὶ 〈ἡ〉 μεγαλοψυχία. 19894 3.1.194.13 : κακία δέ ἐστι τοῦ μὲν λογιστικοῦ ἡ ἀφροσύνη, τοῦ δὲ 19895 3.1.194.14 : θυμοειδοῦς ἥ τε ὀργιλότης καὶ ἡ δειλία, τοῦ δὲ ἐπιθυ– 19896 3.1.194.15 : μητικοῦ ἥ τε ἀκολασία καὶ ἡ ἀκρασία, ὅλης δὲ τῆς ψυχῆς 19897 3.1.194.16 : ἥ τε ἀδικία καὶ ἡ ἀνελευθερία καὶ ἡ μικροψυχία. 19898 3.1.194.17 : Ἔστι δὲ φρόνησις μὲν ἀρετὴ τοῦ λογιστικοῦ παρα– 19899 3.1.194.18 : σκευαστικὴ τῶν πρὸς εὐδαιμονίαν τεινόντων. πρᾳότης 19900 3.1.194.19 : δέ ἐστιν ἀρετὴ τοῦ θυμοειδοῦς, καθ´ ἣν ὑπὸ ὀργῆς γί– 19901 3.1.194.20 : νονται δυσκίνητοι. ἀνδρεία δέ ἐστιν ἀρετὴ τοῦ θυμοει– 19902 3.1.194.21 : δοῦς, καθ´ ἣν δυσέκπληκτοί εἰσιν ὑπὸ φόβων τῶν περὶ 19903 3.1.194.22 : θάνατον. σωφροσύνη δέ ἐστιν ἀρετὴ τοῦ ἐπιθυμητικοῦ, 19904 3.1.194.23 : καθ´ ἣν ἀνόρεκτοι γίνονται τῶν περὶ τὰς ἀπολαύσεις 19905 3.1.194.24 : φαύλων ἡδονῶν. ἐγκράτεια δέ ἐστιν ἀρετὴ τοῦ ἐπιθυ– 19906 3.1.194.25 : μητικοῦ, καθ´ ἣν κατέχουσι τῷ λογισμῷ τὴν ἐπιθυμίαν 19907 3.1.194.26 : ὁρμῶσαν ἐπὶ τὰς φαύλας ἡδονάς. δικαιοσύνη δέ ἐστιν 19908 3.1.194.27 : ἀρετὴ ψυχῆς διανεμητικὴ τοῦ κατ´ ἀξίαν. ἐλευθεριότης 19909 3.1.194.28 : δέ ἐστιν ἀρετὴ ψυχῆς εὐδάπανος εἰς τὰ καλά. μεγαλο– 19910 3.1.194.29 : ψυχία δέ ἐστιν ἀρετὴ ψυχῆς, καθ´ ἣν δύναται φέρειν 19911 3.1.194.30 : εὐτυχίαν καὶ δυστυχίαν καὶ τιμὴν καὶ ἀτιμίαν. 19912 3.1.194.31 : Ἀφροσύνη δέ ἐστι κακία τοῦ λογιστικοῦ, αἰτία τοῦ 19913 3.1.194.32 : ζῆν κακῶς. ὀργιλότης δέ ἐστι κακία τοῦ θυμοειδοῦς, 19914 3.1.194.33 : καθ´ ἣν εὐκίνητοι γίνονται πρὸς ὀργήν. δειλία δέ ἐστι 19915 3.1.194.34 : κακία τοῦ θυμοειδοῦς, καθ´ ἣν ἐκπλήττονται ὑπὸ φόβων 19916 3.1.194.35 : τῶν περὶ θάνατον. ἀκολασία δέ ἐστι κακία τοῦ ἐπι– 19917 3.1.194.36 : θυμητικοῦ, καθ´ ἣν ὀρεκτικοὶ γίνονται τῶν περὶ τὰς 19918 3.1.194.37 : ἀπολαύσεις φαύλων ἡδονῶν. ἀκρασία δέ ἐστι κακία τοῦ 19919 3.1.194.38 : ἐπιθυμητικοῦ, καθ´ ἣν αἱροῦνται τὰς φαύλας ἡδονὰς μὴ 19920 3.1.194.39 : κωλύοντος τοῦ λογισμοῦ. ἀδικία δέ ἐστι κακία ψυχῆς, 19921 3.1.194.40 : καθ´ ἣν πλεονεκτικοὶ γίνονται παρὰ τὴν ἀξίαν. ἀνελευ– 19922 3.1.194.41 : θερία δέ ἐστι κακία ψυχῆς, καθ´ ἣν αἱρετικοὶ γίνονται 19923 3.1.194.42 : κέρδους αἰσχροῦ. μικροψυχία δέ ἐστι κακία ψυχῆς, καθ´ 19924 3.1.194.43 : ἣν ἀδύνατοί εἰσι φέρειν καὶ εὐτυχίαν καὶ ἀτυχίαν καὶ 19925 3.1.194.44 : τιμὴν καὶ ἀτιμίαν. 19926 3.1.194.45 : Ἔργα δὲ τῆς φρονήσεώς ἐστι τὸ εὖ βουλεύεσθαι, τὸ 19927 3.1.194.46 : 〈εὖ〉 κρῖναι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακὰ καὶ πάντα τὰ ἐν τῷ βίῳ 19928 3.1.194.47 : αἱρετὰ καὶ φευκτά, τὸ χρῆσθαι καλῶς πᾶσι τοῖς ὑπάρ– 19929 3.1.194.48 : χουσιν ἀγαθοῖς, τὸ ὁμιλῆσαι ὀρθῶς, τὸ συνιδεῖν τοὺς 19930 3.1.194.49 : καιρούς, τὸ ἀγχινόως χρῆσθαι καὶ λόγῳ καὶ ἔργω, τὸ τὴν 19931 3.1.194.50 : ἐμπειρίαν ἔχειν τῶν χρησίμων πάντων. μνήμη δὲ καὶ 19932 3.1.194.51 : ἐμπειρία καὶ ἀγχίνοια καὶ δεξιότης καὶ εὐβουλία ἤτοι 19933 3.1.194.52 : ἀπὸ τῆς φρονήσεως ἕκαστον αὐτῶν ἐστὶν ἢ παρέπεται 19934 3.1.194.53 : τῇ φρονήσει. καὶ τὰ μὲν αὐτῶν οἷον παραίτια τῆς φρο– 19935 3.1.194.54 : νήσεώς ἐστι, καθάπερ ἡ ἐμπειρία καὶ ἡ μνήμη· τὰ δὲ 19936 3.1.194.55 : οἷον μέρη, οἷον εὐβουλία τε καὶ ἀγχίνοια. 19937 3.1.194.56 : Πρᾳότητος δέ ἐστι τὸ δύνασθαι φέρειν μετρίως 19938 3.1.194.57 : ἐγκλήματα καὶ ὀλιγωρίας μετρίας, καὶ τὸ μὴ ταχέως 19939 3.1.194.58 : ὁρμᾶν ἐπὶ τὰς τιμωρίας, καὶ τὸ μὴ εὐκίνητον εἶναι πρὸς 19940 3.1.194.59 : τὰς ὀργάς, ἄπικρον δὲ τῷ ἤθει καὶ ἀφιλόνεικον, ἔχοντα 19941 3.1.194.60 : τὸ ἠρεμαῖον ἐν τῇ ψυχῇ καὶ τὸ στάσιμον. 19942 3.1.194.61 : Ἀνδρείας δέ ἐστι τὸ δυσέκπληκτον εἶναι ὑπὸ φόβων 19943 3.1.194.62 : τῶν περὶ θάνατον, καὶ τὸ εὐθαρσῆ εἶναι ἐν τοῖς δεινοῖς, 19944 3.1.194.63 : καὶ τὸ εὔτολμον πρὸς τοὺς κινδύνους, καὶ τὸ μᾶλλον 19945 3.1.194.64 : αἱρεῖσθαι τεθνάναι καλῶς ἢ αἰσχρῶς σωθῆναι, καὶ τὸ 19946 3.1.194.65 : νίκης αἴτιον εἶναι. ἔστι δὲ ἀνδρείας καὶ τὸ πονεῖν καὶ 19947 3.1.194.66 : τὸ καρτερεῖν καὶ αἱρεῖσθαι † καὶ δύνασθαι. παρέ– 19948 3.1.194.67 : πεται δὲ τῇ ἀνδρείᾳ ἥ τε εὐτολμία καὶ ἡ εὐψυχία καὶ τὸ 19949 3.1.194.68 : θάρσος, ἔτι δὲ ἡ φιλοπονία καὶ ἡ καρτερία. 19950 3.1.194.69 : Σωφροσύνης δέ ἐστι τὸ μὴ θαυμάζειν τὰς ἀπολαύ– 19951 3.1.194.70 : σεις τῶν σωματικῶν ἡδονῶν, καὶ τὸ εἶναι πάσης ἀπο– 19952 3.1.194.71 : λαυστικῆς αἰσχρᾶς ἡδονῆς ἀνόρεκτον, καὶ τὸ φοβεῖσθαι 19953 3.1.194.72 : τὴν ἀδοξίαν καὶ τὸ τετάχθαι περὶ τὸν βίον ὁμοίως ἐν 19954 3.1.194.73 : μικροῖς καὶ μεγάλοις. παρέπεται δὲ τῇ σωφροσύνῃ εὐ– 19955 3.1.194.74 : ταξία, κοσμιότης, αἰδώς, εὐλάβεια. 19956 3.1.194.75 : Ἐγκρατείας δέ ἐστι τὸ δύνασθαι κατασχεῖν τῷ λο– 19957 3.1.194.76 : γισμῷ τὴν ἐπιθυμίαν ὁρμῶσαν ἐπὶ φαύλας ἀπολαύσεις 19958 3.1.194.77 : ἡδονῶν, καὶ τὸ καρτερεῖν, καὶ τὸ ὑπομονητικὸν εἶναι τῆς 19959 3.1.194.78 : κατὰ φύσιν ἐνδείας τε καὶ λύπης. 19960 3.1.194.79 : Δικαιοσύνης δέ ἐστι τὸ διανεμητικὸν εἶναι τοῦ κατ´ 19961 3.1.194.80 : ἀξίαν, τὸ σῴζειν τὰ πάτρια ἔθη καὶ τὰ νόμιμα, τὸ 19962 3.1.194.81 : σῴζειν τοὺς γεγραμμένους νόμους, τὸ ἀληθεύειν ἐν τῷ 19963 3.1.194.82 : διαφέροντι, τὸ διαφυλάττειν τὰς ὁμολογίας. ἔστι δὲ πρῶτα 19964 3.1.194.83 : τῶν δικαίων τὰ πρὸς τοὺς θεούς, εἶτα πρὸς δαίμονας, 19965 3.1.194.84 : εἶτα πρὸς πατρίδα καὶ γονεῖς, εἶτα πρὸς τοὺς κατοιχο– 19966 3.1.194.85 : μένους· ἐν οἷς ἐστι καὶ 〈ἡ〉 εὐσέβεια, ἤτοι μέρος οὖσα 19967 3.1.194.86 : τῆς δικαιοσύνης ἢ παρακολουθοῦσα. ἀκολουθεῖ δὲ τῇ 19968 3.1.194.87 : δικαιοσύνῃ καὶ ἡ ὁσιότης καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ πίστις καὶ 19969 3.1.194.88 : ἡ μισοπονηρία. 19970 3.1.194.89 : Ἐλευθεριότητος δέ ἐστι τὸ προετικὸν εἶναι χρημά– 19971 3.1.194.90 : των εἰς τὰ ἐπαινετά, καὶ τὸ ἐπιδαψιλεῖν ἐπὶ τῷ εἰς δέον 19972 3.1.194.91 : τι ἀναλωθῆναι, καὶ τὸ βοηθητικὸν εἶναι ἐν τῷ διαφόρῳ, 19973 3.1.194.92 : καὶ τὸ φιλάνθρωπον, καὶ τὸ μὴ λαβεῖν ὅθεν μὴ δεῖ καὶ 19974 3.1.194.93 : ὅθεν δεῖ λαβεῖν. ἔστι δὲ ὁ ἐλευθέριος καὶ περὶ ἐσθῆτα 19975 3.1.194.94 : καθάριος καὶ περὶ οἴκησιν, κατασκευαστικός τε τῶν 19976 3.1.194.95 : περιττῶν καὶ καλῶν καὶ διαγωγὴν ἐχόντων ἡδεῖαν ἄνευ 19977 3.1.194.96 : τοῦ λυσιτελοῦντος· καὶ θρεπτικὸς τῶν ζῴων τῶν ἴδιόν 19978 3.1.194.97 : τι ἐχόντων ἢ θαυμαστόν. ἀκολουθεῖ δὲ τῇ ἐλευθεριότητι 19979 3.1.194.98 : ἡ τοῦ ἤθους ὑγρότης καὶ εὐαγωγία καὶ φιλανθρωπία 19980 3.1.194.99 : καὶ τὸ εἶναι ἐλεητικὸν καὶ φιλόφιλον καὶ φιλόξενον καὶ 19981 3.1.194.100 : φιλόκαλον. 19982 3.1.194.101 : Μεγαλοψυχίας δέ ἐστι τὸ καλῶς ἐνεγκεῖν καὶ εὐψύχως 19983 3.1.194.102 : καὶ ἀτυχίαν καὶ εὐτυχίαν καὶ τιμὴν καὶ ἀτιμίαν, καὶ τὸ 19984 3.1.194.103 : μὴ θαυμάζειν μήτε τρυφὴν μήτε θεραπείαν μήτε ἐξου– 19985 3.1.194.104 : σίαν μήτε τὰς νίκας τὰς ἐναγωνίους, ἔχειν δέ τι βάθος 19986 3.1.194.105 : τῆς ψυχῆς καὶ μέγεθος. ἔστι δὲ ὁ μεγαλόψυχος οὐδὲ τὸ 19987 3.1.194.106 : ζῆν περὶ πολλοῦ ποιούμενος οὐδὲ φιλόζωος, ἁπλοῦς δὲ 19988 3.1.194.107 : τῷ ἤθει καὶ γενναῖος, καὶ ἀδικεῖσθαι δυνάμενος, καὶ οὐ 19989 3.1.194.108 : τιμωρητικός. ἀκολουθεῖ δὲ τῇ μεγαλοψυχίᾳ ἁπλότης καὶ 19990 3.1.194.109 : γενναιότης καὶ ἀλήθεια. 19991 3.1.194.110 : Ἀφροσύνης δέ ἐστι τὸ κρῖναι κακῶς τὰ πράγματα, 19992 3.1.194.111 : τὸ βουλεύεσθαι κακῶς, τὸ ὁμιλῆσαι κακῶς, τὸ χρῆσθαι 19993 3.1.194.112 : κακῶς τοῖς παροῦσιν ἀγαθοῖς, τὸ ψευδῶς δοξάζειν περὶ 19994 3.1.194.113 : τῶν εἰς τὸν βίον ἀγαθῶν καὶ καλῶν. παρακολουθεῖ δὲ 19995 3.1.194.114 : τῇ ἀφροσύνῃ ἀπειρία, ἀμαθία, ἀκρασία, ἐπαριστερότης, 19996 3.1.194.115 : ἀμνημοσύνη. 19997 3.1.194.116 : Ὀργιλότητος δέ ἐστιν εἴδη τρία· ἀκροχολία, πικρία, 19998 3.1.194.117 : βαρυθυμία. ἔστι δὲ τοῦ ὀργίλου τὸ μὴ δύνασθαι φέρειν 19999 3.1.194.118 : μήτε τὰς μικρὰς ὀλιγωρίας μήτε τὰς ἐλαττώσεις, εἶναι 20000 3.1.194.119 : δὲ κολαστικὸν καὶ τιμωρητικὸν καὶ εὐκίνητον πρὸς ὀργὴν 20001 3.1.194.120 : καὶ ὑπὸ λόγου καὶ ἔργου τοῦ τυχόντος. ἀκολουθεῖ δὲ τῇ 20002 3.1.194.121 : ὀργιλότητι τὸ πάροξυ τοῦ ἤθους καὶ εὐμετάβολον, καὶ ἡ 20003 3.1.194.122 : πικρολογία, καὶ ἡ μεταμέλεια, καὶ τὸ ἐπὶ μικροῖς λυπεῖ– 20004 3.1.194.123 : σθαι καὶ ἥδεσθαι καὶ ταῦτα πάσχειν ταχέως καὶ παρὰ 20005 3.1.194.124 : βραχὺν καιρόν. 20006 3.1.194.125 : Δειλίας δέ ἐστι τὸ ὑπὸ τῶν τυχόντων φόβων εὐκί– 20007 3.1.194.126 : νητον εἶναι, καὶ μάλιστα τῶν περὶ θάνατον καὶ τὰς 20008 3.1.194.127 : σωματικὰς πηρώσεις, καὶ τὸ ὑπολαβεῖν κρεῖττον εἶναι 20009 3.1.194.128 : ὁπωσοῦν σωθῆναι ἢ τελευτῆσαι καλῶς. ἀκολουθεῖ δὲ τῇ 20010 3.1.194.129 : δειλίᾳ μαλακία, ἀνανδρία, φιλοψυχία καὶ ἀπονία· ὕπεστι 20011 3.1.194.130 : δέ τις καὶ εὐλάβεια καὶ τὸ ἀφιλόνεικον τοῦ ἤθους. 20012 3.1.194.131 : Ἀκολασίας δέ ἐστι τὸ αἱρεῖσθαι τὰς ἀπολαύσεις τῶν 20013 3.1.194.132 : ἡδονῶν τῶν βλαβερῶν καὶ αἰσχρῶν, καὶ ὑπολαμβάνειν 20014 3.1.194.133 : εὐδαιμονεῖν μάλιστα τοὺς ἐν ταῖς τοιαύταις ἡδοναῖς ζῶν– 20015 3.1.194.134 : τας, καὶ φιλόγελων εἶναι καὶ φιλόσκωπτον καὶ φιλευτρά– 20016 3.1.194.135 : πελον, καὶ ῥᾳδιουργὸν εἶναι ἐν τοῖς λόγοις καὶ ἐν τοῖς 20017 3.1.194.136 : ἔργοις. ἀκολουθεῖ δὲ τῇ ἀκολασίᾳ ἀταξία, ἀναίδεια, 20018 3.1.194.137 : ἀκοσμία, τρυφή, ῥᾳθυμία, ἀμέλεια, ὀλιγωρία, ἔκλυσις. 20019 3.1.194.138 : Ἀκρασίας δέ ἐστι τὸ κωλύοντος τοῦ λογισμοῦ τὰς 20020 3.1.194.139 : ἀπολαύσεις τῶν ἡδονῶν αἱρεῖσθαι, καὶ ὑπολαμβάνοντα 20021 3.1.194.140 : κρεῖττον εἶναι μὴ μετασχεῖν αὐτῶν, μετέχειν μηδὲν ἧττον, 20022 3.1.194.141 : καὶ τὸ οἴεσθαι μὲν δεῖν πράττειν καὶ τὰ καλὰ καὶ τὰ συμ– 20023 3.1.194.142 : φέροντα, ἀφίστασθαι δὲ αὐτῶν διὰ τὰς ἡδονάς. ἀκολουθεῖ 20024 3.1.194.143 : δὲ τῇ ἀκρασίᾳ μαλακία, μεταμέλεια καὶ τὰ πλεῖστα τὰ 20025 3.1.194.144 : αὐτά, ἃ καὶ τῇ ἀκολασίᾳ. 20026 3.1.194.145 : Ἀδικίας δέ ἐστιν εἴδη τρία· ἀσέβεια, πλεονεξία, 20027 3.1.194.146 : ὕβρις. ἀσέβεια μὲν ἡ περὶ θεοὺς πλημμέλεια καὶ περὶ 20028 3.1.194.147 : δαίμονας καὶ τοὺς κατοιχομένους καὶ περὶ γονεῖς καὶ 20029 3.1.194.148 : πατρίδα. πλεονεξία δὲ ἡ περὶ τὰ συμβόλαια παρὰ τὴν 20030 3.1.194.149 : ἀξίαν αἱρουμένη τὸ διάφορον. ὕβρις δέ, καθ´ ἣν τὰς 20031 3.1.194.150 : ἡδονὰς αὑτοῖς παρασκευάζουσιν εἰς ὄνειδος ἄγοντες ἑτέ– 20032 3.1.194.151 : ρους. ὅθεν καὶ Εὔηνος περὶ αὐτῆς λέγει 20033 3.1.194.152 : ἥτις κερδαίνους´ οὐδὲν ὅμως ἀδικεῖ. 20034 3.1.194.153 : ἔστι δὲ τῆς ἀδικίας τὸ παραβαίνειν τὰ πάτρια ἔθη καὶ 20035 3.1.194.154 : τὰ νόμιμα, τὸ ἀπειθεῖν τοῖς νόμοις καὶ τοῖς ἄρχουσι, τὸ 20036 3.1.194.155 : ψεύδεσθαι, τὸ ἐπιορκεῖν, τὸ παραβαίνειν τὰς ὁμολογίας καὶ 20037 3.1.194.156 : τὰς πίστεις. ἀκολουθεῖ δὲ τῇ ἀδικίᾳ συκοφαντία, ἀλαζο– 20038 3.1.194.157 : νεία, ἀφιλανθρωπία, προσποίησις, κακοήθεια, πανουργία. 20039 3.1.194.158 : Ἀνελευθερίας δέ ἐστιν εἴδη τρία· αἰσχροκέρδεια, 20040 3.1.194.159 : φειδωλία, κιμβικία. ἔστι δὲ αἰσχροκέρδεια μέν, καθ´ ἣν 20041 3.1.194.160 : κερδαίνειν ζητοῦσι πανταχόθεν καὶ τὸ κέρδος τῆς αἰ– 20042 3.1.194.161 : σχύνης περὶ πλείονος ποιοῦνται. φειδωλία δέ, καθ´ ἣν 20043 3.1.194.162 : ἀδάπανοι γίνονται τῶν χρημάτων εἰς τὸ δέον. κιμβικία 20044 3.1.194.163 : δέ ἐστι, καθ´ ἣν δαπανῶσι μέν, κατὰ μικρὸν 〈δὲ〉 καὶ 20045 3.1.194.164 : κακῶς, καὶ πλείω βλάπτονται τῷ μὴ κατὰ καιρὸν ποι– 20046 3.1.194.165 : εῖσθαι τὸ διάφορον. ἔστι δὲ τῆς ἀνελευθερίας τὸ περὶ 20047 3.1.194.166 : πλείστου ποιεῖσθαι χρήματα, καὶ τὸ μηδὲν ὄνειδος ἡγεῖ– 20048 3.1.194.167 : σθαι τῶν ποιούντων κέρδος, καὶ βίος θητικὸς καὶ δου– 20049 3.1.194.168 : λοπρεπὴς καὶ ῥυπαρὸς καὶ φιλοτιμίας καὶ ἐλευθερίας 20050 3.1.194.169 : ἀλλότριος. ἀκολουθεῖ δὲ τῇ ἀνελευθερίᾳ μικρολογία, 20051 3.1.194.170 : βαρυθυμία, μικροψυχία, ταπεινότης, ἀμετρία, ἀγένεια, 20052 3.1.194.171 : μισανθρωπία. 20053 3.1.194.172 : Μικροψυχίας δέ ἐστι τὸ μήτε τιμὴν μήτε ἀτιμίαν 20054 3.1.194.173 : μήτε εὐτυχίαν μήτε ἀτυχίαν δύνασθαι φέρειν, ἀλλὰ τιμώ– 20055 3.1.194.174 : μενον μὲν ἀναχαυνοῦσθαι καὶ μικρὰ εὐτυχήσαντα ἐξορ– 20056 3.1.194.175 : χεῖσθαι, ἀτιμίαν δὲ μηδὲ τὴν ἐλαχίστην ἐνεγκεῖν δύνασθαι, 20057 3.1.194.176 : ἀπότευγμα δὲ ὁτιοῦν ἀτυχίαν κρίνειν μεγάλην, ὀδύρεσθαι 20058 3.1.194.177 : δὲ ἐπὶ πᾶσι καὶ δυσφορεῖν. ἔτι δὲ καὶ τοιοῦτός ἐστιν 20059 3.1.194.178 : ὁ μικρόψυχος, οἷος πάντα τὰ ὀλιγωρήματα καλεῖν ὕβριν 20060 3.1.194.179 : καὶ ἀτιμίαν, καὶ τὰ δι´ ἄγνοιαν ἢ λήθην ἢ ἄνοιαν γινόμενα. 20061 3.1.194.180 : ἀκολουθεῖ δὲ τῇ μικροψυχίᾳ μικρολογία, μεμψιμοιρία, 20062 3.1.194.181 : δυσελπιστία, ταπεινότης. 20063 3.1.194.182 : Καθόλου δὲ τῆς μὲν ἀρετῆς ἐστι τὸ ποιεῖν σπου– 20064 3.1.194.183 : δαίαν τὴν διάθεσιν περὶ τὴν ψυχὴν ἠρεμαίαις καὶ τεταγμέ– 20065 3.1.194.184 : ναις κινήσεσι χρωμένην καὶ συμφωνοῦσαν κατὰ πάντα 20066 3.1.194.185 : τὰ μέρη· διὸ καὶ δοκεῖ παράδειγμα πολιτείας ἀγαθῆς 20067 3.1.194.186 : εἶναι ψυχῆς σπουδαίας διάθεσις. ἔστι δὲ τῆς ἀρετῆς 20068 3.1.194.187 : καὶ τὸ εὐεργετεῖν τοὺς ἀξίους, καὶ τὸ φιλεῖν τοὺς ἀγα– 20069 3.1.194.188 : θούς, καὶ τὸ μισεῖν τοὺς κακούς, καὶ τὸ μήτε κολαστικὸν 20070 3.1.194.189 : εἶναι μήτε τιμωρητικόν, ἀλλὰ ἐλεητικὸν καὶ εὐμενικὸν καὶ 20071 3.1.194.190 : εὐγνωμονικόν. ἀκολουθεῖ δὲ τῇ ἀρετῇ χρηστότης, ἐπι– 20072 3.1.194.191 : είκεια, εὐγνωμοσύνη, ἐλπὶς ἀγαθή, μνήμη ἀγαθή· ἔτι 20073 3.1.194.192 : δὲ καὶ τὰ τοιαῦτα· φιλοίκειον εἶναι καὶ φιλόφιλον καὶ 20074 3.1.194.193 : φιλέταιρον καὶ φιλόξενον καὶ φιλάνθρωπον καὶ φιλόκαλον, 20075 3.1.194.194 : ἃ δὴ πάντα τῶν ἐπαινουμένων ἐστί· τῆς δὲ κακίας ἐστὶ 20076 3.1.194.195 : τὰ ἐναντία, καὶ παρακολουθεῖ τὰ ἐναντία αὐτῇ. πάντα 20077 3.1.194.196 : δὲ τὰ τῆς κακίας καὶ τὰ ἀκολουθοῦντα αὐτῇ τῶν ψεγο– 20078 3.1.194.197 : μένων ἐστίν. 20079 3.1.195.1 : Ἀρχύτα Πυθαγορείου Περὶ ἀνδρὸς 20080 3.1.195.2 : ἀγαθοῦ καὶ εὐδαίμονος (fr. 9 I p. 556 Mullach.). 20081 3.1.195.3 : Ὅθεν οὐκ ἀτυχίαν ἐνεγκὲν ἐμμελῶς χαλεπώτερόν ἐστιν, 20082 3.1.195.4 : ἀλλ´ εὐτυχίαν. πάντες [μὲν] γὰρ ἐν ἀτυχίᾳ μὲν ἐόντες ὡς 20083 3.1.195.5 : ἐπὶ πολὺ μέτριοι καὶ κόσμιοι τὸ ἦθος ἦμεν φαίνονται, 20084 3.1.195.6 : ἐν δ´ εὐπραγίαις ἀνδρεῖοι, μεγαλόφρονες, μεγαλόψυχοι. 20085 3.1.195.7 : δεινὰ γὰρ 〈ἁ〉 ἀτυχία συναγαγὲν καὶ καταρτίσαι τὰν 20086 3.1.195.8 : ψυχάν, ἁ δ´ εὐπραγία τοὐναντίον ἐπᾶραι καὶ κενῶσαι. 20087 3.1.195.9 : διὸ ποθεκτικοὶ μὲν ἅπαντες καὶ συνετοὶ τὸν τρόπον ἀτυ– 20088 3.1.195.10 : χέοντες, ἐπιθετικοὶ δὲ καὶ θαρσαλέοι τὸν τρόπον εὐτυ– 20089 3.1.195.11 : χέοντες. 20090 3.1.196.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 10 l. c. Mullach.). 20091 3.1.196.2 : Ὅρος δέ ἐστιν εὐτυχίας, ἃν προέλοιτο ὁ ἀγαθὸς ἀνὴρ 20092 3.1.196.3 : συνεργὸν αὐτῷ γινομέναν ποττὰς ἰδίας πράξιας· ὥσπερ 20093 3.1.196.4 : καὶ μέγεθος ναὸς καὶ μέγεθος παδαλίω, ᾧ καθικνεῖσθαι 20094 3.1.196.5 : δύναται ὁ ἀγαθὸς κυβερνάτας μεγάλα πελάγεα διαπεραι– 20095 3.1.196.6 : ούμενος καὶ μεγάλαν ναυκλαρίαν στελλόμενος. ἁ δ´ ὑπερ– 20096 3.1.196.7 : βολὰ τᾶς εὐτυχίας τοῖς ἀγαθοῖς οὐ κρατεῖσθαι πέφυκεν 20097 3.1.196.8 : ὑπὸ τᾶς ψυχᾶς, ἀλλὰ κρατὲν αὐτᾶς. ὥσπερ γὰρ τὸ λαμ– 20098 3.1.196.9 : πρὸν φάος μαραυγίαν περιτίθησι τοῖς ὀφθαλμοῖς, οὕτω 20099 3.1.196.10 : καὶ ἁ ὑπερβάλλοισα εὐτυχία τῷ νόῳ τᾶς ψυχᾶς. καὶ περὶ 20100 3.1.196.11 : μὲν ὦν εὐτυχίας ἅλις εἰρήσθω. 20101 3.1.197.1 : Πλάτωνος ἐκ τῆς Σωκράτους ἀπο– 20102 3.1.197.2 : λογίας (p. 30 A). 20103 3.1.197.3 : Οὐδὲν γὰρ ἄλλο πράττων ἐγὼ περιέρχομαι ἢ πεί– 20104 3.1.197.4 : θων ὑμῶν καὶ νεωτέρους καὶ πρεσβυτέρους μήτε σωμά– 20105 3.1.197.5 : των ἐπιμελεῖσθαι μήτε χρημάτων πρότερον μηδὲ οὕτω 20106 3.1.197.6 : σφόδρα ὡς τῆς ψυχῆς, ὅπως ὡς ἀρίστη ἔσται, λέγων ὅτι 20107 3.1.197.7 : οὐκ ἐκ χρημάτων ἡ ἀρετὴ γίνεται, ἀλλ´ ἐξ ἀρετῆς χρή– 20108 3.1.197.8 : ματα καὶ τὰ ἄλλα ἀγαθὰ τοῖς ἀνθρώποις καὶ ἰδίᾳ καὶ 20109 3.1.197.9 : δημοσίᾳ. 20110 3.1.198.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 30 C–D). 20111 3.1.198.2 : Ἀλλὰ μηδαμῶς ποιεῖτε τοῦτο. εὖ γὰρ ἴστε, ἐὰν ἐμὲ 20112 3.1.198.3 : ἀποκτείνητε τοιοῦτον ὄντα, οἷον ἐγὼ λέγω, οὐκ ἐμὲ μείζω 20113 3.1.198.4 : βλάψετε ἢ ὑμᾶς αὐτούς· ἐμὲ μὲν γὰρ οὐδὲν ἂν βλάψειεν 20114 3.1.198.5 : οὔτε Μέλητος οὔτε Ἄνυτος· οὐδὲ γὰρ ὂν δύναιντο· οὐ 20115 3.1.198.6 : γὰρ οἶμαι θεμιτὸν εἶναι ἀμείνονι ἀνδρὶ ὑπὸ χείρονος 20116 3.1.198.7 : βλάπτεσθαι. ἀποκτείνειε μεντἂν ἴσως ἢ ἐξελάσειεν ἢ 20117 3.1.198.8 : ἀτιμώσειεν. 20118 3.1.199.1 : Πυθαγορικά. 20119 3.1.199.2 : Καὶ μὴν οὐδέν ἐστιν οὕτω τῆς Πυθαγορικῆς φιλο– 20120 3.1.199.3 : σοφίας ἴδιον ὡς τὸ συμβολικόν, οἷον ἐν τελετῇ μεμιγμέ– 20121 3.1.199.4 : νον φωνῇ καὶ σιωπῇ διδασκαλίας γένος, ὥστε μὴ λέγειν 20122 3.1.199.5 : ἀείσω ξυνετοῖσι, θύρας δ´ ἐπίθεσθε βέβηλοι, 20123 3.1.199.6 : ἀλλ´ αὐτόθεν ἔχειν φῶς καὶ χαρακτῆρα τοῖς συνήθεσι τὸ 20124 3.1.199.7 : φραζόμενον, τυφλὸν δὲ καὶ ἄσημον εἶναι τοῖς ἀπείροις. 20125 3.1.199.8 : ὡς γὰρ ὁ ἄναξ ὁ ἐν Δελφοῖς οὔτε λέγει οὔτε κρύπτει 20126 3.1.199.9 : ἀλλὰ σημαίνει κατὰ τὸν Ἡράκλειτον, οὕτω τῶν Πυθαγο– 20127 3.1.199.10 : ρικῶν συμβόλων καὶ τὸ φράζεσθαι δοκοῦν κρυπτόμενόν 20128 3.1.199.11 : ἐστι καὶ τὸ κρύπτεσθαι νοούμενον. 20129 3.1.200.1 : Ἐκ τῆς Νικολάου Ἐθῶν συναγωγῆς 20130 3.1.200.2 : (hist. gr. min. ed. L. Dindorf v. I p. 145 fr. 3). 20131 3.1.200.3 : Γαλακτοφάγοι, Σκυθικὸν ἔθνος, ἄοικοί τε εἰσίν, ὥσπερ 20132 3.1.200.4 : καὶ οἱ πλεῖστοι Σκυθῶν, τροφὴν δ´ ἔχουσι γάλα μόνον 20133 3.1.200.5 : ἵππειον, ἐξ οὗ τυροποιοῦντες ἐσθίουσι καὶ πίνουσι, καὶ 20134 3.1.200.6 : εἰσὶ διὰ τοῦτο δυσμαχώτατοι, σὺν αὑτοῖς πάντῃ τὴν τρο– 20135 3.1.200.7 : φὴν ἔχοντες. οὗτοι καὶ Δαρεῖον ἐτρέψαντο. εἰσὶ δὲ καὶ 20136 3.1.200.8 : δικαιότατοι, κοινὰ ἔχοντες τά τε κτήματα καὶ τὰς γυναῖ– 20137 3.1.200.9 : κας, ὥστε τοὺς μὲν πρεσβυτέρους αὐτῶν πατέρας νομί– 20138 3.1.200.10 : ζειν, τοὺς δὲ νεωτέρους παῖδας, τοὺς δ´ ἥλικας ἀδελφούς. 20139 3.1.200.11 : ὧν ἦν καὶ Ἀνάχαρσις, εἷς τῶν ἑπτὰ σοφῶν νομισθείς· 20140 3.1.200.12 : ὃς ἦλθεν εἰς τὴν Ἑλλάδα, ἵνα ἱστορήσῃ τὰ τῶν ἄλλων 20141 3.1.200.13 : νόμιμα. τούτων καὶ Ὅμηρος μέμνηται ἐν οἷς φησι 20142 3.1.200.14 : Μυσῶν τ´ ἀγχεμάχων καὶ ἀγαυῶν Ἱππημολγῶν, 20143 3.1.200.15 : γλακτοφάγων, ἀβίων τε, δικαιοτάτων ἀνθρώπων. 20144 3.1.200.16 : ἀβίους δ´ αὐτοὺς λέγει, ἢ διὰ τὸ γῆν μὴ γεωργεῖν ἢ διὰ 20145 3.1.200.17 : τὸ ἀοίκους εἶναι ἢ διὰ τὸ χρῆσθαι τούτους μόνους τό– 20146 3.1.200.18 : ξοις· βιὸν γὰρ λέγει τὸ τόξον. παρὰ τούτοις οὐδὲ εἷς 20147 3.1.200.19 : οὔτε φθονῶν, ὥς φασιν, οὔτε μισῶν οὔτε φοβούμενος 20148 3.1.200.20 : ἱστορήθη διὰ τὴν τοῦ βίου κοινότητα καὶ δικαιοσύνην. 20149 3.1.200.21 : μάχιμοι δ´ οὐχ ἧττον αὐτῶν αἱ γυναῖκες ἢ οἱ ἄνδρες, 20150 3.1.200.22 : καὶ συμπολεμοῦσιν αὐτοῖς ὅταν δέῃ, καὶ διὰ τοῦτο Ἀμα– 20151 3.1.200.23 : ζόνας γενναιοτάτας εἶναι, ὥστε ποτὲ ἐλάσαι μέχρι Ἀθη– 20152 3.1.200.24 : νῶν καὶ Κιλικίας, ὅτι τούτων παρῴκουν ἐγγὺς τῆς Μαι– 20153 3.1.200.25 : ώτιδος λίμνης. 20154 3.1.201.1 : Πλάτωνος Νόμων εʹ (p. 727 E–728 A). 20155 3.1.201.2 : Οὐδέ γε ὁπόταν χρήματά τις ἐρᾷ κτᾶσθαι μὴ καλῶς 20156 3.1.201.3 : ἢ μὴ δυσχερῶς φέρῃ κτώμενος, δώροις ἄρα τιμᾷ τότε 20157 3.1.201.4 : τὴν αὑτοῦ ψυχήν· παντὸς μὲν οὖν λείπει· τὸ γὰρ αὐτῆς 20158 3.1.201.5 : τίμιον ἅμα καὶ καλὸν ἀποδίδοται σμικροῦ χρυσοῦ· πᾶς 20159 3.1.201.6 : γὰρ ὅ τ´ ἐπὶ γῆς καὶ ὑπὸ γῆς χρυσὸς ἀρετῆς οὐκ ἀντάξιος. 20160 3.1.202.1 : (Plat. de leg. V p. 728 D–729 C; 730 B 20161 3.1.202.2 : –732 B) 20162 3.1.202.3 : Τίμιον εἶναι σῶμα οὐ τὸ καλὸν οὐδὲ τὸ ἰσχυρὸν οὐδὲ 20163 3.1.202.4 : τάχος ἔχον οὐδὲ μέγα οὐδὲ τὸ ὑγιεινὸν (καί τοι πολλοῖς 20164 3.1.202.5 : ἂν τοῦτό γε δοκοῖ), καὶ μὴν οὐδὲ τὰ τούτων γε ἐναντία, 20165 3.1.202.6 : τὰ δ´ ἐν τῷ μέσῳ ἁπάσης ταύτης τῆς ἕξεως ἐφαπτόμενα 20166 3.1.202.7 : σωφρονέστατα ἅμα τε ἀσφαλέστατα εἶναι μακρῷ· τὰ μὲν 20167 3.1.202.8 : γὰρ χαύνους τὰς ψυχὰς καὶ θρασείας ποιεῖ, τὰ δὲ τα– 20168 3.1.202.9 : πεινάς τε καὶ ἀνελευθέρους· ὡς δ´ αὕτως ἡ τῶν χρημά– 20169 3.1.202.10 : των κτῆσις καὶ τιμήσεων κατὰ τὸν αὐτὸν ῥυθμὸν ἔχει. 20170 3.1.202.11 : τὰ μὲν ὑπέρογκα γὰρ ἑκάστων τούτων ἔχθρας καὶ στάσεις 20171 3.1.202.12 : ἀπεργάζεται ταῖς πόλεσιν καὶ ἰδίᾳ, τὰ δ´ ἐλλείποντα 20172 3.1.202.13 : δουλείας ὡς τὸ πολύ. μὴ δή τις φιλοχρηματείτω παί– 20173 3.1.202.14 : δων γε ἕνεκα † ὅτι πλουσιωτάτους καταλείπει· οὔτε 20174 3.1.202.15 : γὰρ ἐκείνοις οὔτε αὖ τῇ πόλει ἄμεινον. ἡ γὰρ τῶν νέων 20175 3.1.202.16 : ἀκολάκευτος οὐσία, τῶν δὲ ἀναγκαίων μὴ ἐνδεής, αὕτη 20176 3.1.202.17 : πασῶν μουσικωτάτη τε καὶ ἀρίστη· ξυμφωνοῦσα γὰρ 20177 3.1.202.18 : ἡμῖν καὶ ξυναρμόττουσα εἰς πάντα ἄλυπον τὸν βίον 20178 3.1.202.19 : ἀπεργάζεται· παισὶ δὲ αἰδῶ χρὴ πολλήν, οὐ χρυσὸν κα– 20179 3.1.202.20 : ταλείπειν. οἰόμεθα δὲ ἐπιπλήττοντες τοῖς νέοις ἀναι– 20180 3.1.202.21 : σχυντοῦσιν τοῦτο καταλείψειν· τὸ δ´ ἔστιν οὐκ ἐκ τοῦ 20181 3.1.202.22 : νῦν παρακελεύσματος τοῖς νέοις γιγνόμενον, ὃ παρα– 20182 3.1.202.23 : κελεύονται λέγοντες ὡς δεῖ πάντα αἰσχύνεσθαι † τοὺς 20183 3.1.202.24 : νέους, καὶ πάντων μάλιστα εὐλαβεῖσθαι, μὴ ποτέ τις 20184 3.1.202.25 : αὐτὸν ἴδῃ τῶν νέων ἢ καὶ ἐπακούσῃ δρῶντα ἢ λέγοντά 20185 3.1.202.26 : τι τῶν αἰσχρῶν, ὡς ὅπου ἀναισχυντοῦσι γέροντες, ἀνάγκη 20186 3.1.202.27 : καὶ νέους ἐνταῦθα εἶναι ἀναιδεστάτους· παιδεία γὰρ 20187 3.1.202.28 : νέων διαφέρουσά ἐστιν ἅμα καὶ αὐτῶν οὐ τὸ νουθετεῖν, 20188 3.1.202.29 : ἀλλ´ ἅπερ ἂν ἄλλον νουθετῶν εἴποι τις, φαίνεσθαι ταῦτα 20189 3.1.202.30 : αὐτὸν δρῶντα διὰ βίου. 20190 3.1.202.31 : Ἀλήθεια δὴ πάντων μὲν ἀγαθῶν θεοῖς ἡγεῖται, πάν– 20191 3.1.202.32 : των δὲ ἀνθρώποις· ἧς ὁ γενήσεσθαι μέλλων μακάριός 20192 3.1.202.33 : τε καὶ εὐδαίμων ἐξ ἀρχῆς εὐθὺς μέτοχος εἴη, ἵνα ὡς 20193 3.1.202.34 : ὅ τι πλεῖστον χρόνον ἀληθὴς ὢν διαβιοῖ. πιστὸς γάρ· 20194 3.1.202.35 : ὁ δὲ ἄπιστος, ᾧ φίλον ψεῦδος ἑκούσιον, ὅτῳ δὲ ἀκού– 20195 3.1.202.36 : σιον, ἄνους· ὧν οὐδέτερον ζηλωτόν. ἄφιλος γὰρ δὴ πᾶς 20196 3.1.202.37 : ὅ γε ἄπιστος καὶ ἀμαθής, χρόνου δὲ προϊόντος γνωσθεὶς 20197 3.1.202.38 : εἰς τὸ χαλεπὸν γῆρας ἐρημίαν αὑτῷ πᾶσαν κατεσκευά– 20198 3.1.202.39 : σατο ἐπὶ τέλει τοῦ βίου, ὥστε ζώντων καὶ μὴ ἑταίρων 20199 3.1.202.40 : καὶ παίδων σχεδὸν ὁμοίως ὀρφανὸν αὐτῷ γενέσθαι τὸν 20200 3.1.202.41 : βίον. τίμιος μὲν δὴ καὶ ὁ μηδὲν ἀδικῶν· ὁ δὲ μηδ´ ἐπι– 20201 3.1.202.42 : τρέπων τοῖς ἀδικοῦσιν ἀδικεῖν πλέον ἢ διπλασίας τιμῆς 20202 3.1.202.43 : ἄξιος ἐκείνου· ὁ μὲν γὰρ ἑνός, ὁ δὲ πολλῶν ἀντάξιος 20203 3.1.202.44 : ἑτέρων, μηνύων τὴν τῶν ἄλλων τοῖς ἄρχουσιν ἀδικίαν· ὁ 20204 3.1.202.45 : δὲ καὶ ξυγκολάζων εἰς δύναμιν τοῖς ἄρχουσιν, ὁ μέγας 20205 3.1.202.46 : ἀνὴρ ἐν πόλει καὶ τέλειος, οὗτος ἀναγορευέσθω νικη– 20206 3.1.202.47 : φόρος ἀρετῇ. τὸν αὐτὸν δὴ τοῦτον ἔπαινον καὶ περὶ 20207 3.1.202.48 : σωφροσύνης χρὴ λέγειν καὶ περὶ φρονήσεως, καὶ ὅσα 20208 3.1.202.49 : ἄλλα ἀγαθά τις κέκτηται δυνατὰ μὴ μόνον αὐτὸν ἔχειν 20209 3.1.202.50 : ἀλλὰ καὶ ἄλλοις μεταδιδόναι· καὶ τὸν μὲν μεταδιδόντα 20210 3.1.202.51 : ὡς ἀκρότατον χρὴ τιμᾶν, τὸν δ´ αὖ μὴ δυνάμενον, ἐθέ– 20211 3.1.202.52 : λοντα δέ, ἐᾶν δεύτερον, τὸν δὲ φθονοῦντα καὶ ἑκόντα 20212 3.1.202.53 : μηδενὶ κοινωνὸν διὰ φιλίας γιγνόμενον ἀγαθῶν τινῶν 20213 3.1.202.54 : αὐτὸν μὲν ψέγειν, τὸ δὲ κτῆμα μηδὲν μᾶλλον διὰ τὸν 20214 3.1.202.55 : κεκτημένον ἀτιμάζειν, ἀλλὰ κτᾶσθαι κατὰ δύναμιν. φιλο– 20215 3.1.202.56 : νεικείτω δὲ ἡμῖν πᾶς πρὸς ἀρετὴν ἀφθόνως. ὁ μὲν γὰρ 20216 3.1.202.57 : τοιοῦτος τὰς πόλεις αὔξει, ἁμιλλώμενος μὲν αὐτός, τοὺς 20217 3.1.202.58 : ἄλλους δὲ οὐ κολούων διαβολαῖς· ὁ δὲ φθονερὸς τῇ τῶν 20218 3.1.202.59 : ἄλλων διαβολῇ δεῖν οἰόμενος ὑπερέχειν αὐτός τε ἧττον 20219 3.1.202.60 : ξυντείνει πρὸς ἀρετὴν τὴν ἀληθῆ, τούς τε ἀνταμιλλωμέ– 20220 3.1.202.61 : νους εἰς ἀθυμίαν καθίστησι τῷ ἀδίκως ψέγεσθαι, καὶ 20221 3.1.202.62 : διὰ ταῦτα ἀγύμναστον τὴν πόλιν ὅλην εἰς ἅμιλλαν ἀρετῆς 20222 3.1.202.63 : ποιῶν σμικροτέραν αὐτὴν πρὸς εὐδοξίαν τὸ ἑαυτοῦ μέρος 20223 3.1.202.64 : ἀπεργάζεται. θυμοειδῆ μὲν δὴ χρὴ πάντα ἄνδρα εἶναι, 20224 3.1.202.65 : πρᾷον δὲ ὡς ὅ τι μάλιστα. τὰ γὰρ τῶν ἄλλων χαλεπὰ 20225 3.1.202.66 : καὶ δυσίατα ἢ καὶ τὸ παράπαν ἀνίατα ἀδικήματα οὐκ 20226 3.1.202.67 : ἔστιν ἄλλως ἐκφυγεῖν, ἢ μαχόμενον καὶ ἀμυνόμενον νι– 20227 3.1.202.68 : κῶντα καὶ τῷ μηδὲν ἀνιέναι κολάζοντα, τοῦτο δὲ ἄνευ 20228 3.1.202.69 : θυμοῦ γενναίου ψυχὴ πᾶσα ἀδύνατος δρᾶν. τὰ δ´ αὖ 20229 3.1.202.70 : τῶν ὅσοι ἀδικοῦσι μέν, ἰατὰ δέ, γιγνώσκειν χρὴ πρῶτον 20230 3.1.202.71 : μέν, ὅτι πᾶς ὁ ἄδικος οὐχ ἑκὼν ἄδικος. τῶν γὰρ μεγί– 20231 3.1.202.72 : στων κακῶν οὐδεὶς οὐδαμῶς οὐδὲν ἑκὼν κεκτῇτο ἄν ποτε, 20232 3.1.202.73 : πολὺ δὲ ἥκιστα ἐν τοῖς τῶν αὑτοῦ τιμιωτάτοις· ψυχὴ 20233 3.1.202.74 : δ´, ὡς εἴπομεν, ἀληθείᾳ γ´ ἐστὶ πᾶσι τιμιώτατον· ἐν οὖν 20234 3.1.202.75 : τῷ τιμιωτάτῳ τὸ μέγιστον κακὸν οὐδεὶς ἑκὼν μή ποτε 20235 3.1.202.76 : λάβῃ καὶ ζῇ διὰ βίου κεκτημένος αὐτό· ἀλλὰ ἐλεεινὸς 20236 3.1.202.77 : μὲν πάντως ὅ γε ἄδικος καὶ ὁ κακὰ ἔχων, ἐλεεῖν δὲ τὸν 20237 3.1.202.78 : μὲν ἰάσιμα ἔχοντα ἐγχωρεῖ καὶ ἀνείργοντα τὸν θυμὸν 20238 3.1.202.79 : πραΰνειν καὶ μὴ ἀκροχολοῦντα, γυναικείως πικραινόμενον, 20239 3.1.202.80 : διατελεῖν, τῷ δὲ ἀκράτως καὶ ἀπαραμυθήτως πλημμελεῖ 20240 3.1.202.81 : καὶ κακῷ ἐφιέναι δεῖ τὴν ὀργήν· διὸ δὴ θυμοειδῆ πρέ– 20241 3.1.202.82 : πειν καὶ πρᾷον ἑκάστοτε φαμὲν εἶναι δεῖν τὸν ἀγαθόν. 20242 3.1.202.83 : πάντων δὲ μέγιστον κακῶν ἀνθρώποις τοῖς πολλοῖς ἔμ– 20243 3.1.202.84 : φυτον ἐν ταῖς ψυχαῖς ἐστιν, οὗ πᾶς αὑτῷ συγγνώμην 20244 3.1.202.85 : ἔχων ἀποφυγὴν οὐδεμίαν μηχανᾶται· τοῦτο δ´ ἔστιν ὃ 20245 3.1.202.86 : λέγουσιν ὡς φίλος αὑτῷ πᾶς ἄνθρωπος φύσει τέ ἐστι καὶ 20246 3.1.202.87 : ὀρθῶς ἔχει τὸ δεῖν εἶναι τοιοῦτον· τὸ δὲ ἀληθείᾳ γε 20247 3.1.202.88 : πάντων ἁμαρτημάτων διὰ τὴν σφόδρα ἑαυτοῦ φιλίαν 20248 3.1.202.89 : αἴτιον ἑκάστῳ γίγνεται ἑκάστοτε. τυφλοῦται γὰρ περὶ τὸ 20249 3.1.202.90 : φιλούμενον ὁ φιλῶν, ὥστε τὰ δίκαια 〈καὶ τὰ〉 ἀγαθὰ καὶ 20250 3.1.202.91 : τὰ καλὰ κακῶς κρίνει, τὸ αὑτοῦ πρὸ τοῦ ἀληθοῦς ἀεὶ 20251 3.1.202.92 : τιμᾶν δεῖν ἡγούμενος· οὔτε γὰρ ἑαυτὸν οὔτε τὰ ἑαυτοῦ 20252 3.1.202.93 : χρὴ τόν γε μέγαν ἄνδρα ἐσόμενον στέργειν, ἀλλὰ τὰ δί– 20253 3.1.202.94 : καια, ἐάν τε παρ´ αὑτῷ ἐάν τε παρ´ ἄλλῳ μᾶλλον πρατ– 20254 3.1.202.95 : τόμενα τυγχάνῃ. ἐκ ταὐτοῦ δὲ ἁμαρτήματος τούτου καὶ 20255 3.1.202.96 : τὸ τὴν ἀμαθίαν τὴν παρ´ αὑτῷ δοκεῖν σοφίαν εἶναι † 20256 3.1.202.97 : γεγονέναι πᾶσιν· ὅθεν οὐκ εἰδότες ὡς ἔπος εἰπεῖν οὐδὲν 20257 3.1.202.98 : οἰόμεθα τὰ πάντα εἰδέναι, οὐκ ἐπιτρέποντες δὲ ἄλλοις 20258 3.1.202.99 : ἃ μὴ ἐπιστάμεθα πράττειν, ἀναγκαζόμεθα ἁμαρτάνειν 20259 3.1.202.100 : αὐτοὶ πράττοντες. διὸ πάντα ἄνθρωπον χρὴ φεύγειν τὸ 20260 3.1.202.101 : σφόδρα φιλεῖν αὑτόν, τὸν δ´ ἑαυτοῦ βελτίω διώκειν 20261 3.1.202.102 : ἀεί, μηδεμίαν αἰσχύνην ἐπὶ τῷ τοιούτῳ πρόσθεν ποιού– 20262 3.1.202.103 : μενον. 20263 3.1.203.1 : Τοῦ αὐτοῦ Νόμων ζʹ (p. 808 B). 20264 3.1.203.2 : Ὕπνος δὲ πολὺς οὔτε τοῖς σώμασιν οὔτε ταῖς ψυχαῖς 20265 3.1.203.3 : ἡμῶν οὐδ´ αὖ ταῖς πράξεσι ταῖς περὶ ταῦτα πάντα ἁρ– 20266 3.1.203.4 : μόττων ἐστὶ κατὰ φύσιν. καθεύδων γὰρ οὐδεὶς οὐδενὸς 20267 3.1.203.5 : ἄξιος, οὐδὲν μᾶλλον τοῦ μὴ ζῶντος· ἀλλ´ ὅστις τοῦ ζῆν 20268 3.1.203.6 : ἡμῶν καὶ τοῦ φρονεῖν μάλιστά ἐστι κηδεμών, ἐγρήγορε 20269 3.1.203.7 : χρόνον ὡς πλεῖστον τὸ πρὸς ὑγίειαν αὐτοῦ μόνον φυλάτ– 20270 3.1.203.8 : των χρήσιμον. ἔστι δ´ οὐ πολὺ καλῶς εἰς ἔθος ἰόν. 20271 3.1.203.9 : ἐγρηγορότες δὲ ἄρχοντες ἐν πόλεσι νύκτωρ φοβεροὶ μὲν 20272 3.1.203.10 : κακοῖς πολεμίοις τε ἅμα καὶ πολίταις, ἀγαστοὶ δὲ καὶ 20273 3.1.203.11 : τίμιοι τοῖς δικαίοις τε καὶ σώφροσιν, ὠφέλιμοι δὲ αὑτοῖς 20274 3.1.203.12 : τε καὶ ξυμπάσῃ τῇ πόλει. 20275 3.1.204.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ Περὶ ἀρετῆς 20276 3.1.204.2 : (p. 379 C–D). 20277 3.1.204.3 : Πῶς οὖν ἄν, ὦ Σώκρατες, σοὶ δοκοῦσι γίγνεσθαι, 20278 3.1.204.4 : εἰ μήτε φύσει μήτε μαθήσει γίγνονται οἱ ἀγαθοί; 20279 3.1.204.5 : οἶμαι μὲν οὐκ 〈ἂν〉 ῥᾳδίως αὐτὸ δηλωθῆναι· τοπάζω 20280 3.1.204.6 : μέντοι μάλιστα θεῖόν τι εἶναι τὸ κτῆμα καὶ γίγνεσθαι 20281 3.1.204.7 : τοὺς ἀγαθοὺς ὥσπερ οἱ θεῖοι τῶν μάντεων καὶ οἱ χρη– 20282 3.1.204.8 : σμολόγοι. οὗτοι γὰρ οὔτε φύσει τοιοῦτοι γίγνονται οὔτε 20283 3.1.204.9 : τέχνῃ, ἀλλ´ ἔπιπνοι ἐκ τῶν θεῶν γιγνόμενοι τοιοῦτοί 20284 3.1.204.10 : εἰσιν· οὕτω δὲ καὶ οἱ ἄνδρες οἱ ἀγαθοὶ λέγουσι ταῖς 20285 3.1.204.11 : πόλεσιν ἑκάστοτε τὰ ἀποβησόμενα καὶ τὰ μέλλοντα 20286 3.1.204.12 : ἔσεσθαι ἐκ θεοῦ ἐπιπνοίας πολὺ μᾶλλον καὶ ἐναργέ– 20287 3.1.204.13 : στερον ἢ οἱ χρησμῳδοί. λέγουσι δέ που καὶ αἱ γυ– 20288 3.1.204.14 : ναῖκες ὅτι θεῖος ἀνὴρ οὗτός ἐστι· καὶ Λακεδαιμόνιοι 20289 3.1.204.15 : ὅταν τινὰ μεγαλοπρεπῶς ἐπαινῶσι, θεῖον ἄνδρα φασὶν 20290 3.1.204.16 : εἶναι. πολλαχοῦ δὲ καὶ Ὅμηρος τῷ αὐτῷ τούτῳ κατα– 20291 3.1.204.17 : χρῆται καὶ οἱ ἄλλοι ποιηταί. καὶ ὅταν βούληται θεὸς 20292 3.1.204.18 : εὖ πρᾶξαι πόλιν, ἄνδρας ἀγαθοὺς ἐνεποίησεν· ὅταν δὲ 20293 3.1.204.19 : μέλλῃ κακῶς πράξειν πόλις. ἐξεῖλε τοὺς ἄνδρας τοὺς 20294 3.1.204.20 : ἀγαθοὺς ἐκ ταύτης τῆς πόλεως ὁ θεός. οὕτως ἔοικεν 20295 3.1.204.21 : οὔτε διδακτὸν εἶναι οὔτε φύσει ἀρετή, ἀλλὰ θείᾳ μοίρᾳ 20296 3.1.204.22 : παραγίγνεται κτωμένοις. 20297 3.1.205a.1 : Ξενοφῶντος ἐν αʹ Ἀπομνημονευ– 20298 3.1.205a.2 : μάτων (I 6, 13–15). 20299 3.1.205a.3 : Ὁ δὲ Σωκράτης πρὸς ταῦτα εἶπεν· Ὦ Ἀντιφῶν, 20300 3.1.205a.4 : παρ´ ἡμῖν νομίζεται τὴν ὥραν καὶ τὴν σοφίαν ὁμοίως 20301 3.1.205a.5 : μὲν καλόν, ὁμοίως δὲ αἰσχρὸν διατίθεσθαι εἶναι. τήν τε 20302 3.1.205a.6 : γὰρ ὥραν ἐὰν μέν τις ἀργυρίου πωλῇ τῷ βουλομένῳ, 20303 3.1.205a.7 : πόρνον αὐτὸν ἀποκαλοῦσιν, ἐὰν δέ τις, ὃν ἂν γνῷ καλόν 20304 3.1.205a.8 : τε κἀγαθὸν ἐραστὴν ὄντα, τοῦτον φίλον ἑαυτῷ ποιῆται, 20305 3.1.205a.9 : σώφρονα νομίζομεν· καὶ τὴν σοφίαν ὡσαύτως τοὺς μὲν 20306 3.1.205a.10 : ἀργυρίου τῷ βουλομένῳ πωλοῦντας σοφιστὰς ὥσπερ 20307 3.1.205a.11 : πόρνους ἀποκαλοῦσιν, ὅστις δέ, ὃν ἂν γνῷ εὐφυῆ ὄντα, 20308 3.1.205a.12 : διδάσκων ὅ τι ἂν ἔχῃ ἀγαθὸν φίλον ποιεῖται, τοῦτον 20309 3.1.205a.13 : νομίζομεν ἃ τῷ καλῷ κἀγαθῷ πολίτῃ προσήκει, ταῦτα 20310 3.1.205a.14 : ποιεῖν. ἐγὼ δ´ οὖν καὶ αὐτός, ὦ Ἀντιφῶν, ὥσπερ ἄλλος 20311 3.1.205a.15 : τις ἢ ἵππῳ ἀγαθῷ ἢ κυνὶ ἢ ὄρνιθι ἥδεται, οὕτω καὶ 20312 3.1.205a.16 : ἔτι μᾶλλον ἥδομαι φίλοις ἀγαθοῖς, καὶ ἐάν τι ἔχω ἀγα– 20313 3.1.205a.17 : θόν, διδάσκω καὶ ἄλλοις συνίστημι, παρ´ ὧν ἂν ἡγῶμαι 20314 3.1.205a.18 : ὠφελήσεσθαί τι αὐτοὺς εἰς ἀρετήν. καὶ τοὺς θησαυροὺς 20315 3.1.205a.19 : τῶν πάλαι σοφῶν ἀνδρῶν, οὓς ἐκεῖνοι κατέλιπον ἐν 20316 3.1.205a.20 : βιβλίοις γράψαντες, ἀνελίττων κοινῇ σὺν τοῖς φίλοις 20317 3.1.205a.21 : διέρχομαι, καὶ ἄν τι ὁρῶμεν ἀγαθόν, ἐκλεγόμεθα, καὶ 20318 3.1.205a.22 : μέγα νομίζομεν κέρδος, ἐὰν ἀλλήλοις φίλοι γινώμεθα. 20319 3.1.205a.23 : Πάλιν ποτὲ τοῦ Ἀντιφῶντος ἐρομένου αὐτὸν πῶς ἄλλους 20320 3.1.205a.24 : μὲν ἡγοῖτο πολιτικοὺς ποιεῖν, αὐτὸς δὲ οὐ πράττοι τὰ 20321 3.1.205a.25 : πολιτικά, εἴπερ ἐπίσταιτο· Ποτέρως δ´ ἄν, ἔφη, ὦ Ἀντι– 20322 3.1.205a.26 : φῶν, μᾶλλον τὰ πολιτικὰ πράττοιμι, εἰ μόνος αὐτὰ πράτ– 20323 3.1.205a.27 : τοιμι, ἢ εἰ ἐπιμελοίμην τοῦ ὡς πλείστους ἱκανοὺς εἶναι 20324 3.1.205a.28 : πράττειν αὐτά; 20325 3.1.206.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἐν τῷ δευτέρῳ Ἀπο– 20326 3.1.206.2 : μνημονευμάτων (II 1, 18–34). 20327 3.1.206.3 : Ἔπειτα ὁ μὲν ἑκουσίως ταλαιπωρῶν ἐπ´ ἀγαθῇ ἐλπίδι 20328 3.1.206.4 : πονῶν εὐφραίνεται, οἷον οἱ τὰ θηρία θηρῶντες ἐλπίδι 20329 3.1.206.5 : τοῦ λήψεσθαι ἡδέως μοχθοῦσι. καὶ τὰ μὲν τοιαῦτα ἆθλα 20330 3.1.206.6 : τῶν πόνων μικροῦ τινος ἄξιά ἐστι· τοὺς δὲ πονοῦντας, 20331 3.1.206.7 : ἢ ἵνα φίλους ἀγαθοὺς κτήσωνται, ἢ ὅπως ἐχθροὺς χει– 20332 3.1.206.8 : ρώσονται, 〈ἢ〉 ἵνα δυνατοὶ γενόμενοι καὶ τοῖς σώμασι 20333 3.1.206.9 : καὶ ταῖς ψυχαῖς καὶ τὸν ἑαυτῶν οἶκον καλῶς οἰκῶσι καὶ 20334 3.1.206.10 : τοὺς φίλους εὖ ποιῶσι καὶ τὴν πατρίδα εὐεργετῶσι, πῶς 20335 3.1.206.11 : οὐκ οἴεσθαι χρὴ τούτους καὶ πονεῖν ἡδέως εἰς τὰ τοι– 20336 3.1.206.12 : αῦτα καὶ ζῆν εὐφραινομένους, ἀγαμένους μὲν ἑαυτούς, 20337 3.1.206.13 : ἐπαινουμένους δὲ καὶ ζηλουμένους ὑπὸ τῶν ἄλλων; ἔτι 20338 3.1.206.14 : δὲ αἱ μὲν ῥᾳδιουργίαι καὶ ἐκ τοῦ παραχρῆμα ἡδοναὶ οὔτε 20339 3.1.206.15 : σώματι εὐεξίαν ἱκαναί εἰσιν ἐνεργάζεσθαι, ὥς φασιν οἱ 20340 3.1.206.16 : γυμνασταί, οὔτε ψυχῇ ἐπιστήμην ἀξιόλογον οὐδεμίαν 20341 3.1.206.17 : ἐμποιοῦσιν· αἱ δὲ διὰ καρτερίας ἐπιμέλειαι τῶν καλῶν 20342 3.1.206.18 : τε κἀγαθῶν ἔργων ἐξικνεῖσθαι ποιοῦσιν, ὡς φασὶν οἱ 20343 3.1.206.19 : ἀγαθοὶ ἄνδρες. λέγει δέ που καὶ Ἡσίοδος 20344 3.1.206.20 : Τὴν μὲν γὰρ κακότητα καὶ ἰλαδὸν ἔστιν ἑλέσθαι 20345 3.1.206.21 : ῥηιδίως· λείη μὲν ὁδός, μάλα δ´ ἐγγύθι ναίει. 20346 3.1.206.22 : τῆς δ´ ἀρετῆς ἱδρῶτα θεοὶ προπάροιθεν ἔθηκαν 20347 3.1.206.23 : ἀθάνατοι· μακρὸς δὲ καὶ ὄρθιος οἶμος ἐς αὐτὴν 20348 3.1.206.24 : καὶ τρηχὺς τὸ πρῶτον· ἐπὴν δ´ εἰς ἄκρον ἵκηται 20349 3.1.206.25 : ῥηιδίη δ´ ἤπειτα πέλει χαλεπή περ ἐοῦσα. 20350 3.1.206.26 : μαρτυρεῖ δὲ καὶ Ἐπίχαρμος ἐν τῷδε· 20351 3.1.206.27 : Τῶν πόνων πωλοῦσιν ἡμῖν πάντα τἀγάθ´ οἱ θεοί. 20352 3.1.206.28 : καὶ ἐν ἄλλῳ δὲ τόπῳ φησίν· 20353 3.1.206.29 : Ὦ πονηρὲ μὴ τὰ μαλακὰ μῶσο, μὴ τὰ σκλήρ´ ἔχῃς. 20354 3.1.206.30 : καὶ Πρόδικος δὲ ὁ σοφὸς ἐν τῷ συγγράμματι τῷ περὶ 20355 3.1.205b.31 : τοῦ Ἡρακλέους, ὅπερ δὴ καὶ πλείστοις ἐπιδείκνυται, 20356 3.1.205b.32 : ὡσαύτως περὶ τῆς ἀρετῆς ἀποφαίνεται, ὧδέ πως λέγων, 20357 3.1.205b.33 : ὅσα ἐγὼ μέμνημαι. φησὶ γὰρ Ἡρακλέα, ἐπεὶ ἐκ παίδων 20358 3.1.205b.34 : εἰς ἥβην ὡρμᾶτο, ἐν ᾗ οἱ νέοι ἤδη αὐτοκράτορες γιγνό– 20359 3.1.205b.35 : μενοι δηλοῦσιν εἴτε τὴν δι´ ἀρετῆς ὁδὸν τρέψονται ἐπὶ 20360 3.1.205b.36 : τὸν βίον εἴτε τὴν διὰ κακίας, ἐξελθόντα εἰς ἡσυχίαν κα– 20361 3.1.205b.37 : θῆσθαι ἀποροῦντα ὁποτέραν τῶν ὁδῶν τράπηται· καὶ 20362 3.1.205b.38 : φανῆναι αὐτῷ δύο γυναῖκας προσιέναι μεγάλας, τὴν μὲν 20363 3.1.205b.39 : ἑτέραν εὐπρεπῆ τε ἰδεῖν καὶ ἐλευθέριον φύσει, κεκοσμη– 20364 3.1.205b.40 : μένην τὸ μὲν χρῶμα καθαριότητι, τὰ δὲ ὄμματα αἰδοῖ, 20365 3.1.205b.41 : τὸ δὲ σχῆμα σωφροσύνῃ, ἐσθῆτι δὲ λευκῇ, τὴν δὲ ἑτέραν 20366 3.1.205b.42 : τεθραμμένην εἰς πολυσαρκίαν τε καὶ ἁπαλότητα, κεκαλ– 20367 3.1.205b.43 : λωπισμένην δὲ τὸ μὲν χρῶμα, ὥστε λευκοτέραν τε καὶ 20368 3.1.205b.44 : ἐρυθροτέραν τοῦ ὄντος δοκεῖν φαίνεσθαι, τὸ δὲ σχῆμα 20369 3.1.205b.45 : ὥστε δοκεῖν ὀρθοτέραν τῆς φύσεως εἶναι, τὰ δὲ ὄμματα 20370 3.1.205b.46 : ἔχειν ἀναπεπταμένα, ἐσθῆτα δὲ ἐξ ἧς ἂν μάλιστα ἡ ὥρα 20371 3.1.205b.47 : διαλάμποι· κατασκοπεῖσθαι δὲ θαμὰ ἑαυτήν, ἐπισκοπεῖν 20372 3.1.205b.48 : δὲ καὶ εἴ τις ἄλλος αὐτὴν θεᾶται, πολλάκις δὲ καὶ εἰς 20373 3.1.205b.49 : τὴν ἑαυτῆς σκιὰν ἀποβλέπειν. ὡς δ´ ἐγένοντο πλησιαί– 20374 3.1.205b.50 : τερον τοῦ Ἡρακλέους, τὴν μὲν πρόσθεν ῥηθεῖσαν ἰέναι 20375 3.1.205b.51 : τὸν αὐτὸν τρόπον, τὴν δὲ ἑτέραν φθάσαι βουλομένην 20376 3.1.205b.52 : προσδραμεῖν τῷ Ἡρακλεῖ καὶ εἰπεῖν· Ὁρῶ σε, ὦ Ἡρά– 20377 3.1.205b.53 : κλεις, ἀποροῦντα ποίαν ὁδὸν ἐπὶ τὸν βίον τραπῇς· ἐὰν 20378 3.1.205b.54 : οὖν ἐμὲ φίλην ποιησάμενος, ἐπὶ τὴν ἡδίστην τε καὶ 20379 3.1.205b.55 : ῥᾴστην ὁδὸν ἄξω σε, καὶ τῶν μὲν τερπνῶν οὐδενὸς ἄγευ– 20380 3.1.205b.56 : στος ἔσῃ, τῶν δὲ χαλεπῶν ἄπειρος διαβιώσῃ. πρῶτον 20381 3.1.205b.57 : μὲν γὰρ οὐ πολέμων οὐδὲ πραγμάτων φροντιεῖς, ἀλλὰ 20382 3.1.205b.58 : σκοπούμενος † διέσῃ τί ἂν κεχαρισμένον ἢ σῖτον ἢ ποτὸν 20383 3.1.205b.59 : εὕροις, ἢ τί ἂν ἰδὼν ἢ ἀκούσας τερφθείης, ἢ τίνων 20384 3.1.205b.60 : ὀσφραινόμενος ἢ ἁπτόμενος, τίσι δὲ παιδικοῖς ὁμιλῶν 20385 3.1.205b.61 : μάλιστ´ ἂν εὐφρανθείης, καὶ πῶς ἂν μαλακώτατα καθεύδοις, 20386 3.1.205b.62 : καὶ πῶς ἂν ἀπονώτατα τούτων πάντων τυγχάνοις. ἐὰν 20387 3.1.205b.63 : δέ ποτε γένηταί τις ὑποψία σπάνεως ἀφ´ ὧν ἔσται ταῦτα, 20388 3.1.205b.64 : οὐ φόβος μή σε ἀγάγω ἐπὶ τὸ πονοῦντα καὶ ταλαιπω– 20389 3.1.205b.65 : ροῦντα τῷ σώματι καὶ τῇ ψυχῇ ταῦτα πορίζεσθαι, ἀλλ´ 20390 3.1.205b.66 : οἷς ἂν οἱ ἄλλοι ἐργάζωνται, τούτοις σὺ χρήσῃ, οὐδενὸς 20391 3.1.205b.67 : ἀπεχόμενος ὅθεν ἂν δυνατὸν ᾖ τι κερδᾶναι. πανταχόθεν 20392 3.1.205b.68 : γὰρ ὠφελεῖσθαι τοῖς ἐμοὶ συνοῦσιν ἐξουσίαν ἐγὼ παρέχω. 20393 3.1.205b.69 : καὶ ὁ Ἡρακλῆς ἀκούσας ταῦτα, Ὦ γύναι, ἔφη, ὄνομα δέ 20394 3.1.205b.70 : σοι τί ἐστιν; ἡ δέ· Οἱ μὲν ἐμοὶ φίλοι καλοῦσί με Εὐ– 20395 3.1.205b.71 : δαιμονίαν, οἱ δὲ μισοῦντές με ὑποκοριζόμενοι ὀνομάζουσι 20396 3.1.205b.72 : Κακίαν. καὶ ἐν τούτῳ ἡ ἑτέρα γυνὴ προσελθοῦσα εἶπε· 20397 3.1.205b.73 : Καὶ ἐγὼ ἥκω πρὸς σέ, ὦ Ἡράκλεις, εἰδυῖα τοὺς γεννή– 20398 3.1.205b.74 : σαντάς σε καὶ τὴν φύσιν τὴν σὴν ἐν τῇ παιδείᾳ κατα– 20399 3.1.205b.75 : μαθοῦσα, ἐξ ὧν ἐλπίζω, εἰ τὴν πρὸς ἐμὲ ὁδὸν τράποιο, 20400 3.1.205b.76 : σφόδρ´ ἄν σε τῶν καλῶν καὶ σεμνῶν ἀγαθὸν ἐργάτην 20401 3.1.205b.77 : γενέσθαι, καὶ ἐμὲ ἔτι πολὺ ἐντιμοτέραν καὶ ἐπ´ ἀγαθοῖς 20402 3.1.205b.78 : διαπρεπεστέραν φανῆναι. οὐκ ἐξαπατήσω δέ σε προοι– 20403 3.1.205b.79 : μίοις ἡδονῆς, ἀλλ´ ᾗπερ οἱ θεοὶ διέθεσαν τὰ ὄντα διη– 20404 3.1.205b.80 : γήσομαι μετὰ ἀληθείας. τῶν γὰρ ὄντων ἀγαθῶν καὶ 20405 3.1.205b.81 : καλῶν οὐδὲν ἄνευ πόνου καὶ ἐπιμελείας οἱ θεοὶ διδόασιν 20406 3.1.205b.82 : ἀνθρώποις, ἀλλ´ εἴτε τοὺς θεοὺς ἵλεως εἶναί σοι βούλει, 20407 3.1.205b.83 : θεραπευτέον τοὺς θεούς, εἴτε ὑπὸ φίλων ἐθέλεις ἀγα– 20408 3.1.205b.84 : πᾶσθαι, τοὺς φίλους εὐεργετητέον, εἴτε ὑπό τινος πό– 20409 3.1.205b.85 : λεως ἐπιθυμεῖς τιμᾶσθαι, τὴν πόλιν ὠφελητέον, εἴτε 20410 3.1.205b.86 : ὑπὸ τῆς Ἑλλάδος πάσης ἀξιοῖς ἐπ´ ἀρετῇ θαυμάζεσθαι, 20411 3.1.205b.87 : τὴν Ἑλλάδα πειρατέον εὖ ποιεῖν, εἴτε γῆν βούλει σοι 20412 3.1.205b.88 : καρποὺς ἀφθόνους φέρειν, τὴν γῆν θεραπευτέον, εἴτε 20413 3.1.205b.89 : ἀπὸ βοσκημάτων οἴει δεῖν πλουτίζεσθαι, τῶν βοσκημά– 20414 3.1.205b.90 : των ἐπιμελητέον, εἴτε διὰ πολέμου ὁρμᾷς αὔξεσθαι καὶ 20415 3.1.205b.91 : βούλει δύνασθαι τούς τε φίλους ἐλευθεροῦν καὶ τοὺς 20416 3.1.205b.92 : ἐχθροὺς χειροῦσθαι, τὰς πολεμικὰς τέχνας αὐτάς τε παρὰ 20417 3.1.205b.93 : τῶν ἐπισταμένων μαθητέον καὶ ὅπως δεῖ αὐταῖς χρῆσθαι 20418 3.1.205b.94 : ἀσκητέον εἰ δὲ τῷ σώματι βούλει δυνατὸς εἶναι, τῇ 20419 3.1.205b.95 : γνώμῃ ὑπηρετεῖν ἐθιστέον τὸ σῶμα καὶ γυμναστέον σὺν 20420 3.1.205b.96 : πόνοις καὶ ἱδρῶτι. καὶ ἡ Κακία ὑπολαβοῦσα εἶπεν, ὥς 20421 3.1.205b.97 : φησι Πρόδικος, Ἐννοεῖς, ὦ Ἡράκλεις, ὡς χαλεπὴν καὶ 20422 3.1.205b.98 : μακρὰν ὁδὸν ἐπὶ τὰς εὐφροσύνας ἡ γυνή σοι αὕτη διη– 20423 3.1.205b.99 : γεῖται; ἐγὼ δὲ ῥᾳδίαν καὶ βραχεῖαν ὁδὸν ἐπὶ τὴν εὐδαι– 20424 3.1.205b.100 : μονίαν ἄξω σε. καὶ ἡ Ἀρετὴ εἶπεν, Ὦ τλῆμον, τί δὲ σὺ 20425 3.1.205b.101 : ἀγαθὸν ἔχεις ἢ τί ἡδὺ οἶσθα μηδὲν τούτων ἕνεκα πράτ– 20426 3.1.205b.102 : τειν ἐθέλουσα; ἥ τις οὐδὲ τὴν τῶν ἡδέων ἐπιθυμίαν 20427 3.1.205b.103 : ἀναμένεις, ἀλλὰ πρὶν ἐπιθυμῆσαι πάντων ἐμπίμπλασαι, 20428 3.1.205b.104 : πρὶν μὲν πεινῆν ἐσθίουσα, πρὶν δὲ διψῆν πίνουσα· ἵνα 20429 3.1.205b.105 : μὲν ἡδέως φάγῃς, ὀψοποιοὺς μηχανωμένη, ἵνα δὲ ἡδέως 20430 3.1.205b.106 : πίῃς, οἴνους τε πολυτελεῖς παρασκευάζῃ καὶ τοῦ θέρους 20431 3.1.205b.107 : χιόνα περιθέουσα ζητεῖς, ἵνα δὲ καθυπνώσῃς ἡδέως, οὐ 20432 3.1.205b.108 : μόνον τὰς στρωμνὰς μαλακάς, ἀλλὰ καὶ τὰς κλίνας καὶ 20433 3.1.205b.109 : τὰ ὑπόβαθρα ταῖς κλίναις παρασκευάζεις· οὐ γὰρ διὰ 20434 3.1.205b.110 : τὸ πονεῖν, ἀλλὰ διὰ τὸ μηδὲν ἔχειν ὅ τι ποιήσεις, ὕπνου 20435 3.1.205b.111 : ἐπιθυμεῖς. τὰ δ´ ἀφροδίσια πρὸ τοῦ δεῖσθαι ἀναγκάζεις 20436 3.1.205b.112 : πάντα μηχανωμένη καὶ γυναιξὶ τοῖς ἀνδράσι χρωμένη· 20437 3.1.205b.113 : οὕτω γὰρ παιδεύεις τοὺς ἑαυτῆς φίλους, τῆς μὲν νυκτὸς 20438 3.1.205b.114 : ὑβρίζουσα, τῆς δὲ ἡμέρας τὸ χρησιμώτατον κατακοιμί– 20439 3.1.205b.115 : ζουσα· ἀθάνατος δὲ οὖσα ἐκ θεῶν μὲν ἀπέῤῥιψαι, ὑπὸ 20440 3.1.205b.116 : δὲ ἀνθρώπων ἀγαθῶν ἀτιμάζῃ· τοῦ δὲ πάντων ἡδίστου 20441 3.1.205b.117 : ἀκούσματος, ἐπαίνου σεαυτῆς, ἀνήκοος εἶ, καὶ τοῦ πάν– 20442 3.1.205b.118 : των ἡδίστου θεάματος 〈ἀθέατος〉· οὐδὲν γὰρ πώποτε 20443 3.1.205b.119 : σεαυτῆς ἔργον καλὸν τεθέασαι. τίς δ´ ἄν σοι λεγούσῃ 20444 3.1.205b.120 : 〈τι〉 πιστεύσειε; τίς δ´ ἂν δεομένῃ τινὸς ἐπαρκέσειεν; 20445 3.1.205b.121 : ἢ τίς ἂν εὖ φρονῶν τοῦ σοῦ θιάσου τολμήσειεν εἶναι; 20446 3.1.205b.122 : οἱ νέοι μὲν ὄντες τοῖς σώμασιν ἀδύνατοί εἰσι, πρεσβύ– 20447 3.1.205b.123 : τεροι δὲ γενόμενοι ταῖς ψυχαῖς ἀνόητοι, ἀπόνως μὲν 20448 3.1.205b.124 : λιπαροὶ διὰ νεότητος τρεφόμενοι, ἐπιπόνως δὲ αὐχμηροὶ 20449 3.1.205b.125 : διὰ γήρως περῶντες, τοῖς μὲν πεπραγμένοις αἰσχυνόμενοι, 20450 3.1.205b.126 : τοῖς δὲ πραττομένοις βαρυνόμενοι, τὰ μὲν ἡδέα ἐν τῇ 20451 3.1.205b.127 : νεότητι διαδραμόντες, τὰ δὲ χαλεπὰ εἰς τὸ γῆρας ἀπο– 20452 3.1.205b.128 : θέμενοι. ἐγὼ δὲ σύνειμι μὲν θεοῖς, σύνειμι δὲ ἀνθρώ– 20453 3.1.205b.129 : ποις τοῖς ἀγαθοῖς· ἔργον δὲ καλὸν οὔτε θεῖον οὔτε 20454 3.1.205b.130 : ἀνθρώπειον χωρὶς ἐμοῦ γίγνεται. τιμῶμαι δὲ μάλιστα 20455 3.1.205b.131 : πάντων καὶ παρὰ θεοῖς καὶ παρ´ ἀνθρώποις οἷς προσ– 20456 3.1.205b.132 : ήκει, ἀγαπητὴ μὲν γὰρ συνεργὸς τεχνίταις, πιστὴ δὲ 20457 3.1.205b.133 : φύλαξ οἴκων δεσπόταις, εὐμενὴς δὲ παραστάτις οἰκέταις, 20458 3.1.205b.134 : ἀγαθὴ δὲ συλλήπτειρα τῶν ἐν εἰρήνῃ πόνων, βεβαία δὲ 20459 3.1.205b.135 : τῶν ἐν πολέμῳ σύμμαχος ἔργων. ἔστι δὲ τοῖς ἐμοῖς φίλοις 20460 3.1.205b.136 : ἡδεῖα μὲν καὶ ἀπράγμων σίτων καὶ ποτῶν ἀπόλαυσις, 20461 3.1.205b.137 : ἀνέχονται γὰρ ἕως ἂν ἐπιθυμήσωσιν αὐτῶν, ὕπνος δὲ 20462 3.1.205b.138 : αὐτοῖς πάρεστιν ἡδίων ἢ τοῖς ἀμόχθοις, καὶ οὔτε ἀπο– 20463 3.1.205b.139 : λιπόντες αὐτὸν ἄχθονται οὔτε διὰ τοῦτον μεθιᾶσι τὰ 20464 3.1.205b.140 : δέοντα πράττειν. καὶ οἱ μὲν νέοι τοῖς τῶν πρεσβυτέρων 20465 3.1.205b.141 : ἐπαίνοις χαίρουσιν, οἱ δὲ γεραίτεροι ταῖς τῶν νέων τι– 20466 3.1.205b.142 : μαῖς ἀγάλλονται, καὶ ἡδέως μὲν τῶν παλαιῶν πράξεων 20467 3.1.205b.143 : μέμνηνται, εὖ δὲ τὰς παρούσας ἥδονται πράττοντες, δι´ 20468 3.1.205b.144 : ἐμὲ φίλοι μὲν θεοῖς ὄντες, ἀγαπητοὶ δὲ φίλοις, τίμιοι 20469 3.1.205b.145 : δὲ πατρίσιν. ὅταν δὲ δὴ ἔλθῃ τὸ πεπρωμένον τέλος, οὐ 20470 3.1.205b.146 : μετὰ λήθης ἄτιμοι κεῖνται, ἀλλὰ μετὰ μνήμης τὸν ἀεὶ 20471 3.1.205b.147 : χρόνον ὑμνούμενοι θάλλουσι. τοιαῦτά σοι, ὦ παῖ τοκέων 20472 3.1.205b.148 : ἀγαθῶν Ἡράκλεις, ἔξεστι διαπονησαμένῳ τὴν μακαρι– 20473 3.1.205b.149 : στοτάτην εὐδαιμονίαν κτήσασθαι. οὕτω πως διοικεῖ Πρό– 20474 3.1.205b.150 : δικος τὴν ὑπ´ Ἀρετῆς Ἡρακλέους παίδευσιν. 20475 3.1.206.1 : Ξενοφῶντος Ἀπομνημονευμάτων γʹ 20476 3.1.206.2 : (III 9, 14–15). 20477 3.1.206.3 : Ἐρομένου δέ τινος αὐτὸν τί δοκοίη αὐτῷ κράτιστον 20478 3.1.206.4 : ἀνδρὶ ἐπιτήδευμα εἶναι, ἀπεκρίνατο· Εὐπραξία. ἐρομένου 20479 3.1.206.5 : δὲ πάλιν, εἰ καὶ τὴν εὐτυχίαν ἐπιτήδευμα νομίζοι εἶναι· 20480 3.1.206.6 : Πᾶν μὲν οὖν τοὐναντίον ἔγωγ´, ἔφη, πρᾶξιν καὶ τύχην 20481 3.1.206.7 : ἡγοῦμαι εἶναι· τὸ μὲν γὰρ μὴ ζητοῦντα ἐπιτυχεῖν τινι 20482 3.1.206.8 : τῶν δεόντων εὐτυχίαν οἴομαι εἶναι, τὸ δὲ μαθόντα τι 20483 3.1.206.9 : καὶ μελετήσαντα εὖ ποιεῖν εὐπραξίαν νομίζω, καὶ οἱ 20484 3.1.206.10 : τοῦτο ἐπιτηδεύοντες δοκοῦσί μοι εὖ πράττειν. καὶ ἀρί– 20485 3.1.206.11 : στους δὲ καὶ θεοφιλεστάτους ἔφη εἶναι ἐν μὲν γεωργίᾳ 20486 3.1.206.12 : τοὺς τὰ γεωργικὰ εὖ πράττοντας, ἐν δ´ ἰατρείᾳ τοὺς τὰ 20487 3.1.206.13 : ἰατρικά, ἐν δὲ πολιτείᾳ τοὺς τὰ πολιτικά· τὸν δὲ μηδὲν 20488 3.1.206.14 : εὖ πράττοντα οὔτε χρήσιμον οὐδὲν ἔφη εἶναι οὔτε θεο– 20489 3.1.206.15 : φιλῆ. 20490 3.1.207.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἐν δʹ Ἀπομνημονευμά– 20491 3.1.207.2 : των (IV 1). 20492 3.1.207.3 : Οὕτω δὲ Σωκράτης ἦν ἐν παντὶ πράγματι καὶ πάντα 20493 3.1.207.4 : τρόπον ὠφέλιμος, ὥστε σκοπουμένῳ τῷ καὶ μετρίως 20494 3.1.207.5 : αἰσθανομένῳ φανερὸν εἶναι, διότι οὐδὲν ὠφελιμώτερον 20495 3.1.207.6 : ἦν τοῦ Σωκράτει συνεῖναι. καὶ γὰρ παίζων οὐδὲν ἧττον 20496 3.1.207.7 : ἢ σπουδάζων ἐλυσιτέλει τοῖς συνδιατρίβουσι. πολλάκις 20497 3.1.207.8 : γὰρ ἔφη μὲν ἄν τινος ἐρᾶν, φανερὸς δ´ ἦν οὐ τῶν τὰ 20498 3.1.207.9 : σώματα πρὸς ὥραν ἀλλὰ τῶν τὰς ψυχὰς πρὸς ἀρετὴν εὖ 20499 3.1.207.10 : πεφυκότων ἐφιέμενος. ἐτεκμαίρετο δὲ τὰς ἀγαθὰς φύσεις 20500 3.1.207.11 : ἐκ τοῦ ταχύτερον μανθάνειν οἷς προσέχοιεν καὶ μνημο– 20501 3.1.207.12 : νεύειν ἃ μάθοιεν καὶ ἐπιθυμεῖν τῶν μαθημάτων πάντων 20502 3.1.207.13 : δι´ ὧν ἔστιν οἰκίαν τε καλῶς οἰκεῖν καὶ πόλιν καὶ τὸ 20503 3.1.207.14 : ὅλον ἀνθρώποις τε καὶ τοῖς ἀνθρωπίνοις πράγμασιν εὖ 20504 3.1.207.15 : χρῆσθαι· τοὺς γὰρ τοιούτους ἡγεῖτο παιδευθέντας οὐκ 20505 3.1.207.16 : ἂν μόνον αὐτούς τε εὐδαίμονας εἶναι καὶ τοὺς ἑαυτῶν 20506 3.1.207.17 : οἴκους καλῶς οἰκεῖν, ἀλλὰ καὶ ἄλλους ἀνθρώπους καὶ 20507 3.1.207.18 : πόλεις δύνασθαι εὐδαίμονας ποιεῖν. οὐ τὸν αὐτὸν δὲ 20508 3.1.207.19 : τρόπον ἐπὶ πάντας ᾔει, ἀλλὰ τοὺς μὲν οἰομένους φύσει 20509 3.1.207.20 : ἀγαθοὺς εἶναι μαθήσεως δὲ καταφρονοῦντας ἐδίδασκεν 20510 3.1.207.21 : ὅτι αἱ ἄρισται δοκοῦσαι εἶναι φύσεις μάλιστα παιδείας 20511 3.1.207.22 : δέονται, ἐπιδεικνύων τῶν τε ἵππων τοὺς εὐφυεστάτους, 20512 3.1.207.23 : θυμοειδεῖς τε καὶ σφοδροὺς ὄντας, εἰ μὲν ἐκ νέων δα– 20513 3.1.207.24 : μασθεῖεν, εὐχρηστοτάτους καὶ ἀρίστους γιγνομένους, εἰ 20514 3.1.207.25 : δὲ ἀδάμαστοι γένοιντο, δυσκαθεκτοτάτους καὶ φαυλοτά– 20515 3.1.207.26 : τους· καὶ τῶν κυνῶν τῶν εὐφυεστάτων, φιλοπόνων τε 20516 3.1.207.27 : οὐσῶν καὶ ἐπιθετικῶν τοῖς θηρίοις, τὰς μὲν καλῶς 20517 3.1.207.28 : ἀχθείσας ἀρίστας γίγνεσθαι πρὸς τὰς θήρας καὶ χρησι– 20518 3.1.207.29 : μωτάτας, ἀναγώγους δὲ γιγνομένας ματαίους τε καὶ μα– 20519 3.1.207.30 : νιώδεις καὶ δυσπειθεστάτας. ὁμοίως δὲ καὶ τῶν ἀνθρώ– 20520 3.1.207.31 : πων τοὺς εὐφυεστάτους, ἐρρωμενεστάτους τε ταῖς ψυχαῖς 20521 3.1.207.32 : ὄντας καὶ ἐξεργαστικωτάτους ὧν ἂν ἐγχειρῶσι, παιδευ– 20522 3.1.207.33 : θέντας μὲν καὶ μαθόντας ἃ δεῖ πράττειν, ἀρίστους τε 20523 3.1.207.34 : καὶ ὠφελιμωτάτους γίγνεσθαι· πλεῖστα γὰρ καὶ μέγιστα 20524 3.1.207.35 : ἀγαθὰ ἐξεργάζεσθαι· ἀπαιδεύτους δὲ καὶ ἀμαθεῖς γενο– 20525 3.1.207.36 : μένους κακίστους τε καὶ βλαβερωτάτους γίγνεσθαι· κρίνειν 20526 3.1.207.37 : γὰρ οὐκ ἐπισταμένους ἃ δεῖ πράττειν, πολλάκις πονη– 20527 3.1.207.38 : ροῖς ἐπιχειρεῖν πράγμασιν, μεγαλείους δὲ καὶ σφοδροὺς 20528 3.1.207.39 : ὄντας δυσκαθέκτους τε καὶ δυσαποτρέπτους εἶναι· διὸ 20529 3.1.207.40 : πλεῖστά τε καὶ μέγιστα κακὰ ἐργάζεσθαι. τοὺς δ´ ἐπὶ 20530 3.1.207.41 : πλούτῳ μέγα φρονοῦντας καὶ νομίζοντας οὐδὲν προσδεῖ– 20531 3.1.207.42 : σθαι παιδείας, ἐξαρκέσειν δὲ σφίσι τὸν πλοῦτον οἰομέ– 20532 3.1.207.43 : νους πρὸς τὸ διαπράττεσθαι ὅτι ἂν βούλωνται καὶ τιμᾶ– 20533 3.1.207.44 : σθαι ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων, ἐφρένου λέγων ὅτι μῶρος μὲν 20534 3.1.207.45 : εἴη, εἴ τις οἴεται μὴ μαθὼν τά τε ὠφέλιμα καὶ τὰ βλα– 20535 3.1.207.46 : βερὰ τῶν πραγμάτων διαγνώσεσθαι, μῶρος δέ, εἴ τις 20536 3.1.207.47 : μὴ διαγιγνώσκων μὲν ταῦτα, διὰ δὲ τὸν πλοῦτον ὅ τι 20537 3.1.207.48 : ἂν βούληται ποριζόμενος οἴεται δυνήσεσθαι τὰ συμφέ– 20538 3.1.207.49 : ροντα πράττειν, ἠλίθιος δέ, εἴ τις μὴ δυνάμενος τὰ συμ– 20539 3.1.207.50 : φέροντα πράττειν εὖ τε πράττειν οἴεται καὶ τὰ πρὸς τὸν 20540 3.1.207.51 : βίον αὐτῷ ἱκανῶς ἢ καλῶς παρεσκευάσθαι, ἠλίθιος δὲ 20541 3.1.207.52 : καί, εἴ τις οἴεται διὰ τὸν πλοῦτον μηδὲν ἐπιστάμενος 20542 3.1.207.53 : δόξειν τι ἀγαθὸς εἶναι ἢ μηδὲν ἀγαθὸς εἶναι δοκῶν 20543 3.1.207.54 : εὐδοκιμήσειν. 20544 3.1.208.1 : Πλάτωνος Πολιτείας εʹ (p. 457 B). 20545 3.1.208.2 : Κάλλιστα γὰρ δὴ τοῦτο καὶ λέγεται καὶ λελέξεται, 20546 3.1.208.3 : ὅτι τὸ μὲν ὠφέλιμον καλόν, τὸ δὲ βλαβερὸν αἰσχρόν. 20547 3.1.209.1 : Μουσωνίου ἐκ τοῦ Περὶ σκέπης (rel. 20548 3.1.209.2 : p. 199 Peerlkamp.). 20549 3.1.209.3 : Ταῦτα μὲν περὶ τροφῆς εἶπεν. ἠξίου δὲ καὶ σκέπην 20550 3.1.209.4 : τὴν σώφρονα τῷ σώματι ζητεῖν, οὐ τὴν πολυτελῆ καὶ 20551 3.1.209.5 : περιττήν· εὐθὺς γὰρ ἐσθῆτι καὶ ὑποδέσει τὸν αὐτὸν τρό– 20552 3.1.209.6 : πον ἔφη εἶναι χρηστέον, ὅνπερ πανοπλίᾳ, φυλακῆς ἕνεκεν 20553 3.1.209.7 : τοῦ σώματος, ἀλλ´ οὐκ ἐπιδείξεως. ὥσπερ οὖν ὅπλα 20554 3.1.209.8 : κάλλιστα τὰ ἰσχυρότατα καὶ σῴζειν μάλιστα δυνάμενα τὸν 20555 3.1.209.9 : χρώμενον, οὐ τὰ περίβλεπτα καὶ λαμπρά, οὕτως ἀμπεχόνη 20556 3.1.209.10 : καὶ ὑπόδεσις ἡ χρησιμωτάτη τῷ σώματι κρατίστη καὶ 20557 3.1.209.11 : οὐχ ἡ δυναμένη τὰς τῶν ἀνοήτων ὄψεις ἐπιστρέφειν. δεῖ 20558 3.1.209.12 : γὰρ τὴν σκέπην ἑαυτῆς κρεῖττον ἀποφαίνειν τὸ σκεπό– 20559 3.1.209.13 : μενον καὶ ἰσχυρότερον, ἀλλ´ οὐκ ἀσθενέστερόν τε καὶ 20560 3.1.209.14 : χεῖρον. οἱ μὲν οὖν λειότητά τε καὶ ἁπαλότητα σαρκὸς 20561 3.1.209.15 : διὰ τῶν σκεπασμάτων μηχανώμενοι χείρω τὰ σώματα 20562 3.1.209.16 : ποιοῦσιν, εἴγε τὸ τεθρυμμένον σῶμα καὶ μαλακὸν πολὺ 20563 3.1.209.17 : κάκιον τοῦ σκληροῦ τε καὶ διαπεπονημένου ἐστίν· οἱ δὲ 20564 3.1.209.18 : ῥωννύντες καὶ κρατύνοντες τῇ σκέπῃ, οὗτοι τὰ σκεπό– 20565 3.1.209.19 : μενα μόνοι ὠφελοῦσιν. διὰ τοῦτο οὐδαμῶς καλὸν οὔτε 20566 3.1.209.20 : ἐσθῆσι πολλαῖς κατασκέπειν τὸ σῶμα οὔτε ταινίαις κα– 20567 3.1.209.21 : τειλεῖν οὔτε χεῖράς τε καὶ πόδας περιδέσει πίλων ἢ 20568 3.1.209.22 : ὑφασμάτων τινῶν μαλακύνειν, τούς γε μὴ νοσοῦντας· οὐδ´ 20569 3.1.209.23 : ὅλως εἶναι ἀγεύστους καλὸν ψύχους τε καὶ θάλπους, 20570 3.1.209.24 : ἀλλὰ ῥιγοῦν χρὴ τὰ μέτρια χειμῶνος καὶ ἡλιοῦσθαι θέ– 20571 3.1.209.25 : ρους καὶ σκιατροφεῖσθαι ἥκιστα. καὶ τὸ μὲν ἑνὶ χρῆ– 20572 3.1.209.26 : σθαι χιτῶνι τοῦ δεῖσθαι δυοῖν προτιμητέον, τοῦ δ´ ἑνὶ 20573 3.1.209.27 : χρῆσθαι χιτῶνι τὸ μηδενί, ἀλλὰ ἱματίῳ μόνον. καὶ τοῦ 20574 3.1.209.28 : γε ὑποδεδέσθαι τὸ ἀνυποδετεῖν τῷ δυναμένῳ κρεῖττον· 20575 3.1.209.29 : κινδυνεύει γὰρ τὸ μὲν ὑποδεδέσθαι τῷ δεδέσθαι ἐγγὺς 20576 3.1.209.30 : εἶναι, ἡ δ´ ἀνυποδησία πολλὴν εὐλυσίαν τινὰ καὶ εὐκο– 20577 3.1.209.31 : λίαν παρέχει τοῖς ποσίν, ὅταν ἠσκημένοι ὦσιν. ὅθεν καὶ 20578 3.1.209.32 : τοὺς ἡμεροδρόμους ὁρᾶν ἔστιν οὐ χρωμένους ὑποδήμασιν 20579 3.1.209.33 : ἐν ταῖς ὁδοῖς καὶ τῶν ἀθλούντων τοὺς δρομεῖς οὐκ ἂν 20580 3.1.209.34 : δυναμένους σῴζειν τὸ τάχος, εἰ δέοι τρέχειν αὐτοὺς ἐν 20581 3.1.209.35 : ὑποδήμασιν. ἐπεὶ δὲ σκέπης ἕνεκα καὶ τὰς οἰκίας ποι– 20582 3.1.209.36 : ούμεθα, φημὶ καὶ ταύτας δεῖν ποιεῖσθαι πρὸς τὸ τῆς 20583 3.1.209.37 : χρείας ἀναγκαῖον, ὡς ἀπερύκειν μὲν κρύος, ἀπερύκειν δὲ 20584 3.1.209.38 : θάλπους τὸ σφοδρόν, εἶναι δ´ ἡλίου καὶ ἀνέμων ἐπικού– 20585 3.1.209.39 : ρημα τοῖς δεομένοις. καθόλου δὲ ὅπερ ἂν παρέχοι σπή– 20586 3.1.209.40 : λαιον αὐτοφυές, ἔχον μετρίαν ὑπόδυσιν ἀνθρώπῳ, τοῦτο 20587 3.1.209.41 : χρὴ παρέχειν ἡμῖν τὴν οἰκίαν, τοσοῦτον εἴπερ ἄρα περιτ– 20588 3.1.209.42 : τεύουσαν, ὅσον καὶ ἀπόθεσιν τροφῆς ἀνθρωπίνης ἐπι– 20589 3.1.209.43 : τηδείαν ἔχειν. τί δ´ αἱ περίστυλοι αὐλαί; τί δ´ αἱ ποικίλαι 20590 3.1.209.44 : χρίσεις; τί δ´ αἱ χρυσόροφοι στέγαι; τί δ´ αἱ πολυτέλειαι 20591 3.1.209.45 : τῶν λίθων, τῶν μὲν χαμαὶ συνηρμοσμένων, τῶν δ´ εἰς 20592 3.1.209.46 : τοίχους ἐγκειμένων, ἐνίων καὶ πάνυ πόρρωθεν ἠγμένων 20593 3.1.209.47 : [λίθων] καὶ δι´ ἀναλωμάτων πλείστων; οὐ ταῦτα πάντα 20594 3.1.209.48 : περιττὰ καὶ οὐκ ἀναγκαῖα ὧν τε χωρὶς καὶ ζῇν καὶ ὑγι– 20595 3.1.209.49 : αίνειν ἔστι, πραγματείαν δ´ ἔχει πλείστην, καὶ διὰ χρη– 20596 3.1.209.50 : μάτων γίνεται πολλῶν, ἀφ´ ὧν ἄν τις ἐδυνήθη καὶ δη– 20597 3.1.209.51 : μοσίᾳ καὶ ἰδίᾳ πολλοὺς ἀνθρώπους εὐεργετῆσαι; καί τοι 20598 3.1.209.52 : πόσῳ μὲν εὐκλεέστερον τοῦ πολυτελῶς οἰκεῖν τὸ πολλοὺς 20599 3.1.209.53 : εὐεργετεῖν; πόσῳ δὲ καλοκαγαθικώτερον τοῦ ἀναλίσκειν 20600 3.1.209.54 : εἰς ξύλα καὶ λίθους τὸ εἰς ἀνθρώπους ἀναλίσκειν; πόσῳ 20601 3.1.209.55 : δὲ ὠφελιμώτερον τοῦ περιβεβλῆσθαι μεγάλην οἰκίαν τὸ 20602 3.1.209.56 : κεκτῆσθαι φίλους πολλούς; ὃ περιγίνεται τῷ προθύμως 20603 3.1.209.57 : εὐεργετοῦντι. τί δ´ ἂν ὄναιτό τις τηλικοῦτον ἀπ´ οἰκίας 20604 3.1.209.58 : μεγέθους τε καὶ κάλλους, ἡλίκον ἀπὸ τοῦ χαρίζεσθαι 20605 3.1.209.59 : πόλει καὶ πολίταις ἐκ τῶν ἑαυτοῦ; 20606 3.1.210.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 20 Mullach.). 20607 3.1.210.2 : Ἀνθρώποισι γὰρ εὐθυμίη γίνεται μετριότητι τέρψιος 20608 3.1.210.3 : καὶ βίου συμμετρίῃ τὰ δ´ ἐλλείποντα καὶ ὑπερβάλλοντα 20609 3.1.210.4 : μεταπίπτειν τε φιλέει καὶ μεγάλας κινήσιας ἐμποιέειν τῇ 20610 3.1.210.5 : ψυχῇ. αἱ δ´ ἐκ μεγάλων διαστημάτων κινεόμεναι τῶν 20611 3.1.210.6 : ψυχέων οὔτε εὐσταθέες εἰσὶν οὔτε εὔθυμοι. ἐπὶ τοῖσι 20612 3.1.210.7 : δυνατοῖς ὦν δεῖ ἔχειν τὴν γνώμην καὶ τοῖσι παρεοῦσιν 20613 3.1.210.8 : ἀρκέεσθαι τῶν μὲν ζηλουμένων καὶ θαυμαζομένων ὀλίγην 20614 3.1.210.9 : μνήμην ἔχοντα καὶ τῇ διανοίῃ μὴ προσεδρεύοντα, τῶν 20615 3.1.210.10 : δὲ ταλαιπωρεόντων τοὺς βίους θεωρέειν, ἐννοούμενον ἃ 20616 3.1.210.11 : πάσχουσι κάρτα, ὅκως ἂν τὰ παρεόντα σοὶ καὶ ὑπάρ– 20617 3.1.210.12 : χοντα μεγάλα καὶ ζηλωτὰ φαίνηται, καὶ μηκέτι πλεόνων 20618 3.1.210.13 : ἐπιθυμέοντι συμβαίνῃ κακοπαθέειν τῇ ψυχῆ. ὁ γὰρ θαυ– 20619 3.1.210.14 : μάζων τοὺς ἔχοντας καὶ μακαριζομένους ὑπὸ τῶν ἄλλων 20620 3.1.210.15 : ἀνθρώπων, καὶ τῇ μνήμῃ πᾶσαν ὥραν προσεδρεύων. 20621 3.1.210.16 : αἰεὶ ἐπικαινουργέειν ἀναγκάζεται, καὶ ἐπιβάλλεσθαι δ´ 20622 3.1.210.17 : ἐπιθυμίην τοῦ τι πρήσσειν ἀνήκεστον ὧν νόμοι κωλύ– 20623 3.1.210.18 : ουσιν. διόπερ τὰ μὲν μὴ δίζησθαι χρεών, ἐπὶ δὲ τοῖς 20624 3.1.210.19 : εὐθυμέεσθαι χρεὼν παραβάλλοντα τὸν ἑωυτοῦ βίον πρὸς 20625 3.1.210.20 : τὸν τῶν φαυλότερον πρησσόντων καὶ μακαρίζειν ἑωυτὸν 20626 3.1.210.21 : ἐνθυμεύμενον ἃ πάσχουσιν, ὁκόσῳ αὐτῶν βέλτιον πρήσσει 20627 3.1.210.22 : τε καὶ διάγει. ταύτης γὰρ ἐχόμενος τῆς γνώμης εὐθυ– 20628 3.1.210.23 : μότερόν τε διάξεις καὶ οὐκ ὀλίγας κῆρας ἐν τῷ βίῳ διώ– 20629 3.1.210.24 : σεαι, φθόνον καὶ ζῆλον καὶ δυσμενίην. 20630 3.2.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΚΑΚΙΑΣ.}1 20631 3.2.1.1 : Δημητρίου (fab. inc. fr. 2 com. II 2 p. 878). 20632 3.2.1.2 : Σφόδρ´ εὐάλωτόν ἐστιν ἡ πονηρία· 20633 3.2.1.3 : εἰς γὰρ τὸ κέρδος μόνον ἀποβλέπους´ ἀεὶ 20634 3.2.1.4 : ἀφρόνως ἅπαντα καὶ προπετῶς συμπείθεται. 20635 3.2.2.1 : Ἀξιονίκου (fab. inc. fr. 1 com. III p. 536). 20636 3.2.2.2 : Ὅταν δανείζῃ τὶς πονηρῷ χρήματα 20637 3.2.2.3 : ἀνήρ, δικαίως ἂν τόκον λύπας ἔχοι. 20638 3.2.3.1 : Ἀντιφάνους (fab. inc. fr. 60 com. III p. 153). 20639 3.2.3.2 : Ὅταν εὐπορῶν τις αἰσχρὰ πράττῃ πράγματα. 20640 3.2.3.3 : τί τοῦτον ἀπορήσαντα πράξειν προσδοκᾷς; 20641 3.2.4.1 : Μενάνδρου Παλλακή (fr. 1 com. IV p. 182). 20642 3.2.4.2 : Πολλοὺς λογισμοὺς ἡ πονηρία κυκλοῖ. 20643 3.2.5.1 : Μενάνδρου. 20644 3.2.5.2 : Μισῶ πονηρόν, χρηστὸν ὅταν εἴπῃ λόγον. 20645 3.2.6.1 : Μενάνδρου. 20646 3.2.6.2 : Ἀσυλλόγιστόν ἐστιν ἡ πονηρία. 20647 3.2.7.1 : Σκληρίου. 20648 3.2.7.2 : Πολλοῖσι θνητῶν ἡ μὲν ὄψις εὐγενής, 20649 3.2.7.3 : ὁ νοῦς δ´ ἐν αὐτοῖς δυσγενὴς εὑρίσκεται. 20650 3.2.8.1 : Φιλιππίδου (fab. inc. fr. 7 com. IV p. 476). 20651 3.2.8.2 : Ὁ τραχύτατος δὲ συκοφάντης μνᾶς δύο 20652 3.2.8.3 : λαβὼν ἄπεισιν ἀρνίου μαλακώτερος. 20653 3.2.9.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 190–96). 20654 3.2.9.2 : Οὐδέ τις εὐόρκου χάρις ἔσσεται οὐδὲ δικαίου 20655 3.2.9.3 : οὐδ´ ἀγαθοῦ· μᾶλλον δὲ κακῶν ῥεκτῆρα καὶ ὕβριν 20656 3.2.9.4 : ἀνέρα τιμήσουσι· δίκη δ´ ἐν χερσὶ καὶ αἰδὼς 20657 3.2.9.5 : οὐκ ἔσται· βλάψει δ´ ὁ κακὸς τὸν ἀρείονα φῶτα 20658 3.2.9.6 : μύθοισι σκολιοῖς ἐνέπων, ἐπὶ δ´ ὅρκον ὀμεῖται. 20659 3.2.9.7 : ζῆλος δ´ ἀνθρώποισιν ὀιζυροῖσιν ἅπασιν 20660 3.2.9.8 : δυσκέλαδος κακόχαρτος ὁμαρτήσει στυγερώπης. 20661 3.2.10.1 : Ζηνοδότου (fr. 1 p. 831 N. 2). 20662 3.2.10.2 : Κηρύσσεται ἀεὶ ἡ ἀρετή· κακὸς δ´ ἀνὴρ 20663 3.2.10.3 : σιγηλὸν ἔσχε ζῶν τε καὶ θανὼν βίον. 20664 3.2.11.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 270–72). 20665 3.2.11.2 : Νῦν δὴ ἐγὼ μήτ´ αὐτὸς ἐν ἀνθρώποισι δίκαιος 20666 3.2.11.3 : εἴην, μήτ´ ἐμὸς υἱός· ἐπεὶ κακὸν ἄνδρα δίκαιον 20667 3.2.11.4 : ἔμμεναι, εἰ μείζω τιμὴν ἀδικώτερος ἕξει. 20668 3.2.12.1 : Ἐν ταὐτῷ ( 346–48). 20669 3.2.12.2 : Πῆμα κακὸς γείτων, ὅσσον τ´ ἀγαθὸς μέγ´ ὄνειαρ. 20670 3.2.12.3 : ἔμμορέ τοι τιμῆς, ὅς κ´ ἔμμορε γείτονος ἐσθλοῦ. 20671 3.2.12.4 : οὐδ´ ἂν βοῦς ἀπόλοιτ´, εἰ μὴ γείτων κακὸς εἴη. 20672 3.2.13.1 : Εὐριπίδου ἐκ Βελλεροφόντου (fr. 303 N. 2). 20673 3.2.13.2 : Οὐδέ ποτ´ εὐτυχίαν κακοῦ ἀνδρὸς ὑπέρφρονά τ´ ὄλβον 20674 3.2.13.3 : βέβαιον εἰκάσαι χρεών, 20675 3.2.13.4 : οὐδ´ ἀδίκων γενεάν· ὁ γὰρ οὐδενὸς ἐκφὺς 20676 3.2.13.5 : Χρόνος δικαίους ἐπάγων κανόνας 20677 3.2.13.6 : δείκνυσιν ἀνθρώπων κακότητας ἐμοί. 20678 3.2.14.1 : Εὐριπίδου Μηδείᾳ ( 516–519). 20679 3.2.14.2 : Ὦ Ζεῦ, τί δὴ χρυσοῦ μέν, ὃς κίβδηλος ἦν, 20680 3.2.14.3 : τεκμήρι´ ἀνθρώποισιν ὤπασας σαφῆ, 20681 3.2.14.4 : ἀνδρῶν δ´ ὅτῳ χρὴ τὸν κακὸν διειδέναι, 20682 3.2.14.5 : οὐδεὶς χαρακτὴρ ἐμπέφυκε σώματι. 20683 3.2.15.1 : Εὐριπίδου Τέννῃ (fr. 695 N. 2). 20684 3.2.15.2 : Φεῦ· 20685 3.2.15.3 : οὐδὲν δίκαιόν ἐστιν ἐν τῷ νῦν γένει. 20686 3.2.16.1 : Σοφοκλέους (fr. 835 N. 2). 20687 3.2.16.2 : Σκαιοῖσι πολλοῖς εἷς σοφὸς διόλλυται. 20688 3.2.17.1 : Δίωνος ἐκ τοῦ Εὐβοϊκοῦ (or. VII p. 269 20689 3.2.17.2 : Reisk.). 20690 3.2.17.3 : Ὡς οὔποτε φιλεῖ τὰ μοχθηρὰ μένειν ἐπὶ τοῖς αὐτοῖς· 20691 3.2.17.4 : ἀλλ´ ἀεὶ κινεῖται καὶ πρόεισιν ἐπὶ τὸ ἀσελγέστερον μη– 20692 3.2.17.5 : δενὸς ἀναγκαίου μέτρου τυγχάνοντα. 20693 3.2.18.1 : Φιλίππου. 20694 3.2.18.2 : Φίλιππος ἐρωτώμενος ὑπὸ Βυζαντίων τί ἀδικηθεὶς 20695 3.2.18.3 : πολιορκεῖ αὐτούς, εὐήθεις ἔφησεν εἶναι καὶ ὁμοίους τῷ 20696 3.2.18.4 : εἴ τις ἔχων καλὴν γυναῖκα τοὺς ἐπικωμάζοντας ἐρωτῴη 20697 3.2.18.5 : διὰ τί ἐπικωμάζουσιν. 20698 3.2.19.1 : Θαλῆς (Plut. septem sap. conv. p. 153 D). 20699 3.2.19.2 : Θαλῆς ἐρωτηθεὶς τί βλαβερώτατον, ἔφη ‘κακία· καὶ 20700 3.2.19.3 : γὰρ τὰ χρηστὰ βλάπτει παραγενομένη’. 20701 3.2.20.1 : Δημοσθένους. 20702 3.2.20.2 : Δημοσθένης ἔλεγεν ὡς πολλάκις ἐπιὸν αὐτῷ εὔξασθαι 20703 3.2.20.3 : τοὺς πονηροὺς ἀπολέσθαι φοβοῖτο μὴ ἔρημον ἄρδην ἐκ 20704 3.2.20.4 : τῆς εὐχῆς ποιήσῃ τὴν πόλιν. 20705 3.2.21.1 : Πυθαγόρου. 20706 3.2.21.2 : Νόμου θείου τὸ φαῦλον ἀνήκοον, διὸ καὶ παρανομεῖ. 20707 3.2.22.1 : Λυσίου (fr. 266 ed. Bait. et Saupp.). 20708 3.2.22.2 : Ὅστις τοῦ μὲν μὴ ἀδικεῖν οὐ προνοεῖται, τοῦ δὲ μὴ 20709 3.2.22.3 : δοῦναι δίκην ἐπιμελεῖται, κακουργεῖ. 20710 3.2.23.1 : Δημοσθένους Φιλιππικῶν (IX § 17 20711 3.2.23.2 : p. 115). 20712 3.2.23.3 : Ὁ γὰρ οἷς ἂν ἐγὼ ληφθείην ταῦτα πράττων καὶ κατα– 20713 3.2.23.4 : σκευαζόμενος, οὗτος ἐμοὶ πολεμεῖ, κἂν μή πω βάλλῃ μηδὲ 20714 3.2.23.5 : τοξεύῃ. 20715 3.2.24.1 : Φιλήμονος Ἀγύρτου (com. IV p. 3). 20716 3.2.24.2 : Ὦ πῶς πονηρόν ἐστιν ἀνθρώπου φύσις 20717 3.2.24.3 : τὸ σύνολον· οὐ γὰρ ἄν ποτ´ ἐδεήθη νόμου. 20718 3.2.25.1 : (comici incerti) 20719 3.2.25.2 : Οἴει τι τῶν ἄλλων διαφέρειν θηρίων 20720 3.2.25.3 : ἄνθρωπον; οὐδὲ μικρόν, ἀλλ´ ἢ σχήματι· 20721 3.2.25.4 : πλάγι´ ἐστὶ τἄλλα, τοῦτο δ´ ὀρθὸν θηρίον. 20722 3.2.26.1 : Φιλήμονος (fab. inc. fr. 3 com. IV p. 32). 20723 3.2.26.2 : Τί ποτε Προμηθεύς, ὃν λέγους´ ἡμᾶς πλάσαι 20724 3.2.26.3 : καὶ τἄλλα πάντα ζῷα, τοῖς μὲν θηρίοις 20725 3.2.26.4 : ἔδωχ´ ἑκάστῳ κατὰ γένος μίαν φύσιν; 20726 3.2.26.5 : ἅπαντες οἱ λέοντές εἰσιν ἄλκιμοι· 20727 3.2.26.6 : δειλοὶ πάλιν ἑξῆς πάντες εἰσὶν οἱ λαγοί· 20728 3.2.26.7 : οὐκ ἔστ´ ἀλώπηξ ἡ μὲν εἴρων τῇ φύσει, 20729 3.2.26.8 : ἡ δ´ αὐθέκαστος· ἀλλ´ ἐὰν τρισμυρίας 20730 3.2.26.9 : ἀλωπεκάς τις συναγάγῃ, μίαν φύσιν 20731 3.2.26.10 : ἁπαξαπασῶν ὄψεται τρόπον θ´ ἕνα. 20732 3.2.26.11 : ἡμῶν δ´ ὅσα καὶ τὰ σώματ´ ἐστί, τὸν ἀριθμὸν 20733 3.2.26.12 : καθ´ ἑνός, τοσούτους ἐστὶ καὶ τρόπους ἰδεῖν. 20734 3.2.27.1 : Σοφοκλῆς Αἴαντι ( 1159–1160). 20735 3.2.27.2 : Ἄπειμι· καὶ γὰρ αἰσχρὸν εἰ πύθοιτό τις 20736 3.2.27.3 : λόγοις κολάζειν, ᾧ βιάζεσθαι παρῇ. 20737 3.2.28.1 : Ὁ αὐτὸς ἐν Φαίδρᾳ. 20738 3.2.28.2 : *** 20739 3.2.29.1 : (Soph. El. 1050 sq.) 20740 3.2.29.2 : Ἄπειμι τοίνυν· οὔτε γὰρ σὺ τἄμ´ ἔπη 20741 3.2.29.3 : τολμᾷς ἐπαινεῖν, οὔτ´ ἐγὼ τοὺς σοὺς τρόπους. 20742 3.2.30.1 : Λυκούργου (fr. 96 Saupp.). 20743 3.2.30.2 : Ὅσοι τοῖς ἀπὸ τῆς φύσεως ἀγαθοῖς ἐπὶ τὰ χείρω 20744 3.2.30.3 : χρῶνται, τούτοις πολέμια τὰ εὐτυχήματά ἐστιν. ὡς εἴ τις 20745 3.2.30.4 : ἀνδρεῖος ὢν λῄζεσθαι μᾶλλον ἢ στρατεύεσθαι προῄρηται, 20746 3.2.30.5 : καὶ ἰσχυρὸς ὢν λωποδυτεῖν μᾶλλον ἢ ... συμβουλεύειν, 20747 3.2.30.6 : ἢ καλὸς ὢν μοιχεύειν μᾶλλον ἢ γαμεῖν, οὗτος τῶν ἀπὸ 20748 3.2.30.7 : τῆς φύσεως ἀγαθῶν ὑπαρξάντων προδότης ἐστίν. 20749 3.2.31.1 : Μουσωνίου (rel. p. 254 Peerlk.). 20750 3.2.31.2 : Τί προβαλλόμεθα τοὺς τυράννους μακρῷ χείρονες 20751 3.2.31.3 : αὐτῶν καθεστῶτες; τὰς γὰρ ὁμοίας αὐτοῖς ἔχομεν ὁρμὰς 20752 3.2.31.4 : ἐν ταῖς οὐχ ὁμοίαις τύχαις. 20753 3.2.32.1 : Θεοδώρου. 20754 3.2.32.2 : Θεόδωρος ὁ Κυρηναϊκὸς Λυσιμάχου τοῦ βασιλέως 20755 3.2.32.3 : ἀπειλήσαντος αὐτὸν ἀναιρήσειν ‘ἐλελήθεις με’ εἶπεν ‘οὐ 20756 3.2.32.4 : βασιλέως, ἀλλὰ κωνείου δύναμιν ἔχων’. 20757 3.2.33.1 : Θεοκρίτου. 20758 3.2.33.2 : Θεόκριτος ἐρωτηθεὶς ποῖα τῶν θηρίων ἐστὶ τὰ χαλε– 20759 3.2.33.3 : πώτατα, εἶπεν ‘ἐν μὲν τοῖς ὄρεσιν ἄρκοι καὶ λέοντες, 20760 3.2.33.4 : ἐν δὲ ταῖς πόλεσι τελῶναι καὶ συκοφάνται.’ 20761 3.2.34.1 : Ἐκ τῆς ἐπιστολῆς τῆς Περὶ φιλίας 20762 3.2.34.2 : (Plut. fr. XVIII 1). 20763 3.2.34.3 : Κακίας αὑτῶν πλάσσονταί τινες ῥημάτων εὐπρεπείᾳ, 20764 3.2.34.4 : τὸ μὲν φιλοσώματον ἁπλοῦν, τὸ δὲ φιλάργυρον προμηθὲς 20765 3.2.34.5 : ἀποκαλούμενοι. 20766 3.2.35.1 : Ἐν ταὐτῷ (Plut. fr. XVIII 2). 20767 3.2.35.2 : Πολύβουλον εἶναι καὶ πολύτροπον, ἔνθα δεῖ καὶ τέχνης, 20768 3.2.35.3 : κατ´ ἀλλοφύλων πολεμίων χρήσιμον καὶ ἀναγκαῖον· ἐπί– 20769 3.2.35.4 : βουλον δ´ ἦθος καὶ κακομηχανώτατον διὰ παντὸς ἔχειν 20770 3.2.35.5 : καὶ κατὰ πάντων, οὐ τῇ τῶν ἀγχινόων, ὥς τινες οἴονται, 20771 3.2.35.6 : τῇ δὲ τοῦ πονηροτάτου μερίδι προστίθημι. 20772 3.2.36.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 120 Mullach.). 20773 3.2.36.2 : Ἔστι ῥηίδιον μὲν ἐπαινέειν ἃ μὴ χρὴ καὶ ψέγειν, 20774 3.2.36.3 : ἑκάτερον δὲ πονηροῦ τινος ἤθεος. 20775 3.2.37.1 : Διονυσίου Ἁλικαρνασέως. 20776 3.2.37.2 : Ἀπὸ γὰρ τῆς αὐτῆς διανοίας οἱ ἄνθρωποι ἀπογι– 20777 3.2.37.3 : γνώσκουσί τε ἑαυτῶν καὶ ἑτέροις ἀπιστοῦσιν. 20778 3.2.38.1 : Βίωνος ἐν τῷ Περὶ δουλείας. 20779 3.2.38.2 : Φησὶν ὁ Βίων· οἱ ἀγαθοὶ οἰκέται ἐλεύθεροι, οἱ δὲ 20780 3.2.38.3 : πονηροὶ ἐλεύθεροι δοῦλοι πολλῶν ἐπιθυμιῶν. 20781 3.2.39.1 : Ἰαμβλίχου ἐκ τῶν Προτρεπτικῶν εἰς 20782 3.2.39.2 : φιλοσοφίαν λόγων (c. 2 p. 9, 8 Pist.). 20783 3.2.39.3 : Ὁμοίως ἐπισφαλὲς μαινομένῳ δοῦναι μάχαιραν καὶ 20784 3.2.39.4 : μοχθηρῷ δύναμιν. 20785 3.2.40.1 : Σωκρατικοῦ. 20786 3.2.40.2 : Σωκρατικὸς ὁ κυνικὸς ἀκούσας ποτὲ πονηροῦ τὸν 20787 3.2.40.3 : τρόπον κακῶς λέγοντος Πλάτωνα ‘παῦσαι’ ἔφη ‘οὔτε 20788 3.2.40.4 : γὰρ κακῶς λέγων ἐκεῖνον πιστευθήσῃ οὔτε ἐκεῖνος σὲ 20789 3.2.40.5 : ἐπαινῶν’. 20790 3.2.41.1 : Σιμωνίδου. 20791 3.2.41.2 : Σιμωνίδης ὁ μελοποιὸς εἰπόντος τινός, ὅτι πολλοὶ 20792 3.2.41.3 : αὐτὸν παρ´ αὐτῷ κακῶς λέγουσιν· ‘οὐ παύσῃ’ ἔφη ‘ποτὲ 20793 3.2.41.4 : σὺ τοῖς ὠσί με βλασφημῶν;’ 20794 3.2.42.1 : Ἀνάχαρσις. 20795 3.2.42.2 : Ἀνάχαρσις ὁ Σκύθης ἐρωτηθεὶς ὑπό τινος, τί ἐστι 20796 3.2.42.3 : πολέμιον ἀνθρώποις, ‘αὐτοί’ ἔφη ‘ἑαυτοῖς’. 20797 3.2.43.1 : Πλάτωνος Πολιτείας γʹ (p. 405 B). 20798 3.2.43.2 : ................. 20799 3.2.43.3 : Πάντων μὲν οὖν, ἔφη, αἴσχιστον. Ἢ δοκεῖ σοι, ἦν 20800 3.2.43.4 : δ´ ἐγώ, τούτου αἴσχιον εἶναι τοῦτο; ὅταν δή τις μὴ μόνον 20801 3.2.43.5 : τὸ πολὺ τοῦ βίου ἐν δικαστηρίοις φεύγων τε καὶ διώκων 20802 3.2.43.6 : κατατρίβηται, ἀλλὰ καὶ ὑπὸ ἀπειροκαλίας ἐπ´ αὐτῷ δὴ 20803 3.2.43.7 : τούτῳ πεισθῇ καλλωπίζεσθαι, ὡς δεινὸς ὢν περὶ τὸ ἀδι– 20804 3.2.43.8 : κεῖν καὶ ἱκανὸς πάσας μὲν στροφὰς στρέφεσθαι, πάσας 20805 3.2.43.9 : δὲ διεξόδους διεξελθὼν ἀποστραφῆναι λογιζόμενος, 〈ὥστε〉 20806 3.2.43.10 : μὴ παρασχεῖν δίκην, καὶ ταῦτα σμικρῶν τε καὶ οὐδενὸς 20807 3.2.43.11 : ἀξίων ἕνεκα, ἀγνοῶν, ὅσῳ κάλλιον καὶ ἄμεινον τὸ παρα– 20808 3.2.43.12 : σκευάζειν τὸν βίον αὑτῷ μηδὲν δεῖσθαι νυστάζοντος δι– 20809 3.2.43.13 : καστοῦ; Οὔκ, ἀλλὰ τοῦτ´, ἔφη, ἐκείνου ἔτι αἴσχιον. 20810 3.2.44.1 : Πλάτωνος Νόμων βʹ (p. 661 D). 20811 3.2.44.2 : Ἐγὼ μὲν γὰρ λέγω σαφῶς τὰ μὲν κακὰ λεγόμενα 20812 3.2.44.3 : ἀγαθὰ τοῖς ἀδίκοις εἶναι, τοῖς δὲ δικαίοις κακά, τὰ δὲ 20813 3.2.44.4 : ἀγαθὰ τοῖς μὲν ἀγαθοῖς ὄντως ἀγαθά, τοῖς δὲ κακοῖς 20814 3.2.44.5 : κακά. 20815 3.2.45.1 : Σωκράτους. 20816 3.2.45.2 : Ταὐτὸν ἐξ ἀσθενοῦς ἀγκυρίου σκάφος ὁρμίζειν καὶ 20817 3.2.45.3 : ἐκ φαύλης γνώμης ἐλπίδα. 20818 3.2.46.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τῆς Κύρου ἀναβάσεως 20819 3.2.46.2 : (II 6, 21–25). 20820 3.2.46.3 : Μένων δ´ ὁ Θετταλὸς 〈δῆλος〉 ἦν ἐπιθυμῶν 〈μὲν〉 20821 3.2.46.4 : πλούτου ἰσχυρῶς, ἐπιθυμῶν δὲ ἄρχειν, ὅπως [ὡς] πλείω 20822 3.2.46.5 : λαμβάνοι· ἐπιθυμῶν δὲ τιμᾶσθαι, ἵνα [ἐπὶ] πλείω κερ– 20823 3.2.46.6 : δαίνοι· φίλος δ´ ἐβούλετο εἶναι τοῖς μέγιστον δυναμένοις, 20824 3.2.46.7 : ἵνα ἀδικῶν μὴ διδοίη δίκην· ἐπὶ δὲ τὸ κατεργάζεσθαι 20825 3.2.46.8 : ὧν ἐπιθυμοίη συντομωτάτην ᾤετο ὁδὸν εἶναι διὰ τοῦ ἐπι– 20826 3.2.46.9 : ορκεῖν τε καὶ ψεύδεσθαι καὶ ἐξαπατᾶν, τὸ δὲ ἁπλοῦν 20827 3.2.46.10 : καὶ ἀληθὲς ἐνόμιζε τὸ αὐτὸ τῷ ἠλιθίῳ εἶναι. στέργων 20828 3.2.46.11 : δὲ φανερὸς μὲν ἦν οὐδένα, ὅτῳ δὲ φαίη φίλος εἶναι, 20829 3.2.46.12 : τούτῳ ἔνδηλος ἦν ἐπιβουλεύων. καὶ πολεμίου μὲν οὐδενὸς 20830 3.2.46.13 : κατεγέλα, τῶν δὲ συνόντων πάντων ὡς καταγελῶν ἀεὶ 20831 3.2.46.14 : διελέγετο. καὶ τοῖς μὲν τῶν πολεμίων κτήμασιν οὐκ ἐπε– 20832 3.2.46.15 : βούλευεν· χαλεπὸν γὰρ ᾤετο εἶναι τὰ τῶν φυλαττομένων 20833 3.2.46.16 : λαμβάνειν· τὰ δὲ τῶν φίλων μόνος ᾤετο εἰδέναι ὅτι 20834 3.2.46.17 : ῥᾷστον ἀφύλακτα λαμβάνειν. καὶ ὅσους μὲν αἰσθάνοιτο 20835 3.2.46.18 : ἐπιόρκους καὶ ἀδίκους, ὡς εὖ ὡπλισμένους ἐφοβεῖτο· τοῖς 20836 3.2.46.19 : δὲ ὁσίοις καὶ ἀλήθειαν ἀσκοῦσιν ὡς ἀνάνδροις ἐπειρᾶτο 20837 3.2.46.20 : χρῆσθαι. 20838 3.2.47.1 : Αἰσχίνου (III 99). 20839 3.2.47.2 : Καὶ γὰρ τοῦτ´ ἄνθρωπος ἴδιον καὶ οὐ κοινὸν ποιεῖ· 20840 3.2.47.3 : οἱ μὲν γὰρ ἄλλοι ἀλαζόνες ὁπόταν τι ψεύδωνται, ἀόριστα 20841 3.2.47.4 : καὶ ἀσαφῆ πειρῶνται λέγειν, φοβούμενοι τὸν ἔλεγχον· 20842 3.2.47.5 : Δημοσθένης δὲ ὅταν ἀλαζονεύηται, πρῶτον 〈μὲν〉 μεθ´ 20843 3.2.47.6 : ὅρκου ψεύδεται ἐξώλειαν ἐπαρώμενος αὑτῷ· δεύτερον δέ, 20844 3.2.47.7 : ἃ οἶδεν οὐδέποτε ἐσόμενα, τολμᾷ λέγειν εἰς ὁπότε ἔσται, 20845 3.2.47.8 : καὶ ὧν τὰ σώματα οὐχ ἑώρακε, τούτων τὰ ὀνόματα λέγει 20846 3.2.47.9 : κλέπτων τὴν ἀκρόασιν καὶ μιμούμενος τοὺς τἀληθῆ λέ– 20847 3.2.47.10 : γοντας. ᾗ καὶ σφόδρα ἄξιός ἐστι μισεῖσθαι, ὅτι πονηρὸς 20848 3.2.47.11 : ὢν καὶ τὰ τῶν χρηστῶν σημεῖα διαφθείρει. 20849 3.3.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΦΡΟΝΗΣΕΩΣ.}1 20850 3.3.1.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 276 com. IV 20851 3.3.1.2 : p. 292). 20852 3.3.1.3 : Ἅπαντα δοῦλα τῷ φρονεῖν καθίσταται. 20853 3.3.2.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπῃ (fr. 199 N. 2). 20854 3.3.2.2 : Τὸ δ´ ἀσθενές μου καὶ τὸ θῆλυ σώματος 20855 3.3.2.3 : κακῶς ἐμέμφθης· εἰ γὰρ εὖ φρονεῖν ἔχω, 20856 3.3.2.4 : κρεῖσσον τόδ´ ἐστὶ καρτεροῦ βραχίονος. 20857 3.3.3.1 : (Aristot. top. I 17 p. 108a 11) 20858 3.3.3.2 : Ὡς ὄψις ἐν ὀφθαλμῷ, νοῦς ἐν ψυχῇ. 20859 3.3.4.1 : Σοφοκλέους (fr. 836 N. 2). 20860 3.3.4.2 : Ἐσθλοῦ γὰρ ἀνδρὸς τοὺς πονοῦντας ὠφελεῖν. 20861 3.3.4.3 : —Ἀλλ´ ἡ φρόνησις ἁγαθὴ θεὸς μέγας. 20862 3.3.5.1 : Σοφοκλῆς Αἴαντι ( 1246–54). 20863 3.3.5.2 : Ἐκ τῶνδε μέντοι τῶν τρόπων οὐκ ἄν ποτε 20864 3.3.5.3 : κατάστασις γένοιτ´ ἂν οὐδενὸς νόμου· 20865 3.3.5.4 : εἰ τοὺς δίκῃ νικῶντας ἐξωθήσομεν 20866 3.3.5.5 : καὶ τοὺς ὄπισθεν εἰς τὸ πρόσθεν ἄξομεν. 20867 3.3.5.6 : ἀλλ´ εἰρκτέον τάδ´ ἐστίν· οὐ γὰρ οἱ πλατεῖς 20868 3.3.5.7 : οὐδ´ εὐρύνωτοι φῶτες ἀσφαλέστατοι, 20869 3.3.5.8 : ἀλλ´ οἱ φρονοῦντες εὖ κρατοῦσι πανταχοῦ. 20870 3.3.5.9 : μέγας δὲ πλευρὰ βοῦς ὑπὸ σμικρᾶς ὅμως 20871 3.3.5.10 : μάστιγος ὀρθὸς εἰς ὁδὸν πορεύεται. 20872 3.3.6.1 : Μενάνδρου Θεοφορουμένῃ (fr. 1 com. IV p. 134). 20873 3.3.6.2 : Ὁ πλεῖστον νοῦν ἔχων 20874 3.3.6.3 : μάντις τ´ ἄριστός ἐστι σύμβουλός θ´ ἅμα. 20875 3.3.7.1 : Μενάνδρου (fr. 4 com. IV p. 198). 20876 3.3.7.2 : Ἆρ´ ἔστιν ἀγαθῶν πᾶσι πλείστων αἰτία 20877 3.3.7.3 : ἡ σύνεσις, ἂν ᾖ πρὸς τὰ βελτίω σοφή. 20878 3.3.8.1 : Σοφοκλῆς Ἀλήτῃ (fr. 97 N. 2). 20879 3.3.8.2 : Ψυχὴ γὰρ εὔνους καὶ φρονοῦσα τοὔνδικον 20880 3.3.8.3 : κρείσσων σοφιστοῦ παντός ἐστιν εὑρέτις. 20881 3.3.9.1 : Μενάνδρου Ἰμβρίοις (fr. 1 com. IV p. 141). 20882 3.3.9.2 : Οὐκ ἔστιν οὐδέν, πάτερ, ἐν ἀνθρώπου φύσει 20883 3.3.9.3 : μεῖζον λογισμοῦ· τῷ διαθέσθαι πράγματα 20884 3.3.9.4 : ἕκαστός ἐστιν καὶ λογίσασθαι κατὰ τρόπον 20885 3.3.9.5 : ἄρχων, στρατηγός, ἡγεμὼν δήμου, πάλιν 20886 3.3.9.6 : σύμβουλος ὁ λογισμῷ διαφέρων πάντ´ ἔχει. 20887 3.3.10.1 : Αἰσχύλου (trag. adesp. fr. 517 N. 2). 20888 3.3.10.2 : Ἃ δεῖ παρὼν φρόντιζε, μὴ παρὼν ἀπῇς. 20889 3.3.11.1 : Αἰσχύλου (Aesch. fr. 390 N. 2). 20890 3.3.11.2 : Ὁ χρήσιμ´ εἰδώς, οὐχ ὁ πόλλ´ εἰδὼς σοφός. 20891 3.3.12.1 : (comici ignoti) 20892 3.3.12.2 : Ἦ χαρίεν ἔστ´ ἄνθρωπος, ἂν ἄνθρωπος ᾖ. 20893 3.3.13.1 : Αἰσχύλου (fr. 301 N. 2). 20894 3.3.13.2 : Ἀπάτης δικαίας οὐκ ἀποστατεῖ θεός. 20895 3.3.14.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 391 N. 2). 20896 3.3.14.2 : Ἁμαρτάνει τι καὶ σοφοῦ σοφώτερος. 20897 3.3.15.1 : Ἀγάθωνος (inc. fab. fr. 20 p. 767 N. 2). 20898 3.3.15.2 : Οὐ τῇ φρονήσει, τῇ τύχῃ δ´ ἐσφάλμεθα. 20899 3.3.16.1 : (trag. adesp. fr. 518 N. 2) 20900 3.3.16.2 : Οὐχ ὡς νομίζεις, τὸ φρονεῖν εἶπας κακῶς. 20901 3.3.17.1 : Χαιρήμονος (trag. adesp. fr. 518 N. 2 Chaerem. fr. 23 20902 3.3.17.2 : p. 788 N. 2). 20903 3.3.17.3 : Τό τοι κράτιστον πανταχοῦ τιμητέον· 20904 3.3.17.4 : ὁ γὰρ φρονῶν εὖ πάντα συλλαβὼν ἔχει. 20905 3.3.18.1 : Εὐριπίδου Ἐρεχθέως (fr. 362 N. 2). 20906 3.3.18.2 : Ὀρθῶς μ´ ἐπήρου, βούλομαι δέ σοι, τέκνον, 20907 3.3.18.3 : φρονεῖς γὰρ ἤδη κἀποσώσαι´ ἂν πατρὸς 20908 3.3.18.4 : γνώμας φράσαντος, ἂν θάνω, παραινέσαι 20909 3.3.18.5 : κειμήλι´ ἐσθλὰ καὶ νέοισι χρήσιμα. 20910 3.3.18.6 : βραχεῖ δὲ μύθῳ πολλὰ συλλαβὼν ἐρῶ. 20911 3.3.18.7 : πρῶτον φρένας μὲν ἠπίους ἔχειν χρεών· 20912 3.3.18.8 : τῷ πλουσίῳ τε τῷ τε μὴ διδοὺς μέρος 20913 3.3.18.9 : ἴσον σεαυτὸν εὐσεβεῖν πᾶσιν δίδου. 20914 3.3.18.10 : δυοῖν παρόντοιν πραγμάτοιν πρὸς θάτερον 20915 3.3.18.11 : γνώμην προσάπτων, τὴν ἐναντίαν μέθες. 20916 3.3.18.12 : ἀδίκως δὲ μὴ κτῶ χρήματ´, ἢν βούλῃ πολὺν 20917 3.3.18.13 : χρόνον μελάθροις ἐμμένειν· τὰ γὰρ κακῶς 20918 3.3.18.14 : οἴκους ἐσελθόντ´ οὐκ ἔχει σωτηρίαν. 20919 3.3.18.15 : ἔχειν δὲ πειρῶ· τοῦτο γὰρ τό τ´ εὐγενὲς 20920 3.3.18.16 : 〈καὶ τοὺς γάμους δίδωσι τοὺς πρώτους ἔχειν.〉 20921 3.3.18.17 : ἐν τῷ πένεσθαι δ´ ἐστὶν ἥ τ´ ἀδοξία, 20922 3.3.18.18 : κἂν ᾖ σοφός τις, ἥ τ´ ἀτιμία βίου. 20923 3.3.18.19 : φίλους δὲ τοὺς μὲν μὴ χαλῶντας ἐν λόγοις 20924 3.3.18.20 : κέκτησο· τοὺς δὲ πρὸς χάριν σὺν ἡδονῇ 20925 3.3.18.21 : τῇ σῇ πονηροὺς κλῇθρον εἰργέτω στέγης. 20926 3.3.18.22 : ὁμιλίας τε τὰς γεραιτέρας φίλει. 20927 3.3.18.23 : βραχεῖα τέρψις ἡδονῆς τίκτει λύπην. 20928 3.3.18.24 : ἐξουσίᾳ δὲ μή ποτ´ ἐντυχών, τέκνον, 20929 3.3.18.25 : αἰσχροὺς ἔρωτας δημοτῶν διωκαθεῖν· 20930 3.3.18.26 : ὃ καὶ σίδηρον ἀγχόνας τ´ ἐφέλκεται, 20931 3.3.18.27 : χρηστῶν πενήτων ἤν τις αἰσχύνῃ τέκνα. 20932 3.3.18.28 : καὶ τοὺς πονηροὺς μή ποτ´ αὔξαν´ ἐν πόλει· 20933 3.3.18.29 : κακοὶ γὰρ ἐμπλησθέντες ἢ νομίσματος 20934 3.3.18.30 : ἢ πόλεος ἐμπεσόντες εἰς ἀρχήν τινα 20935 3.3.18.31 : σκιρτῶσιν ἀδίκως εὐτυχησάντων δόμων. 20936 3.3.18.32 : ἀλλ´ ὦ τέκνον μοι δὸς χέρ´, ὡς θίγῃ πατήρ, 20937 3.3.18.33 : καὶ χαῖρ´· ὑπ´ αἰδοῦς δ´ οὐ λίαν ἀσπάζομαι· 20938 3.3.18.34 : γυναικόφρων γὰρ θυμὸς ἀνδρὸς οὐ σοφοῦ. 20939 3.3.19.1 : Θεόγνιδος ( 1163–1164). 20940 3.3.19.2 : Ὀφθαλμοὶ καὶ γλῶσσα καὶ οὔατα καὶ νόος ἀνδρὸς 20941 3.3.19.3 : ἐν μέσσῳ στηθέων εὐξύνετος φύεται. 20942 3.3.20.1 : Εὐριπίδου Πολυείδῳ (fr. 634 N. 2). 20943 3.3.20.2 : Ὅστις νέμει κάλλιστα τὴν αὑτοῦ φύσιν, 20944 3.3.20.3 : οὗτος σοφὸς πέφυκε πρὸς τὸ συμφέρον. 20945 3.3.21.1 : Πυθαγόρου ἐκ τῶν Χρυσῶν ἐπῶν ( 21–26. 39 20946 3.3.21.2 : ed. Nauck). 20947 3.3.21.3 : Πολλοὶ δ´ ἀνθρώποισι λόγοι δειλοί τε καὶ ἐσθλοὶ 20948 3.3.21.4 : προσπίπτους´, ὧν μήτ´ ἐκπλήσσεο μήτ´ ἄρ´ ἐάσῃς 20949 3.3.21.5 : εἴργεσθαι σαυτόν· ψεῦδος δ´ ἤν σοί τι γένηται, 20950 3.3.21.6 : πρᾴως εἶχ´. ὃ δέ τοι ἐρέω, ἐπὶ πᾶσι τελείσθω· 20951 3.3.21.7 : μηδεὶς μήτε λόγῳ σε παρείπῃ μήτε τι ἔργῳ 20952 3.3.21.8 : πρῆξαι μηδ´ εἰπεῖν ὅ τι τοι μὴ βέλτερόν ἐστι. 20953 3.3.21.9 : πρῆσσε δὲ ταῦθ´ ἅ σε μὴ βλάπτει· λόγισαι δὲ πρὸ ἔργου. 20954 3.3.22.1 : Εὐριπίδου Πελιάσιν (fr. 604 N. 2). 20955 3.3.22.2 : Πρὸς κέντρα μὴ λάκτιζε τοῖς κρατοῦσί σου. 20956 3.3.23.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 45 com. IV p. 248). 20957 3.3.23.2 : Ὅταν ἕτερός σοι μηδὲν ἔμπλεων διδῷ, 20958 3.3.23.3 : δέξαι τὸ μόριον· τοῦ λαβεῖν γὰρ μηδὲ ἓν 20959 3.3.23.4 : τὸ λαβεῖν ἔλαττον πλεῖον ἔσται σοι πολύ. 20960 3.3.24.1 : Πυθαγόρου. 20961 3.3.24.2 : Ἰσχὺς καὶ τεῖχος καὶ ὅπλον σοφοῦ ἡ φρόνησις. 20962 3.3.25.1 : Ἀριστοτέλους (fr. 57 Rose 3). 20963 3.3.25.2 : Νόμιζε δὲ τὴν εὐδαιμονίαν οὐκ ἐν τῷ πολλὰ κεκτῆ– 20964 3.3.25.3 : σθαι γίγνεσθαι, μᾶλλον δ´ ἐν τῷ τὴν ψυχὴν εὖ διακεῖσθαι. 20965 3.3.25.4 : καὶ γὰρ οὐδὲ τὸ σῶμα οὐ τὸ λαμπρᾷ ἐσθῆτι κεκοσμη– 20966 3.3.25.5 : μένον φαίη τις ἂν εἶναι μακάριον, ἀλλὰ τὸ τὴν ὑγίειαν 20967 3.3.25.6 : ἔχον καὶ σπουδαίως διακείμενον, κἂν μηδὲν τῶν προ– 20968 3.3.25.7 : ειρημένων αὐτῷ παρῇ· τὸν αὐτὸν δὲ τρόπον καὶ ψυχὴν 20969 3.3.25.8 : ἐὰν ᾖ πεπαιδευμένη, τὴν τοιαύτην καὶ τὸν τοιοῦτον 20970 3.3.25.9 : ἄνθρωπον εὐδαίμονα προσαγορευτέον ἐστίν, οὐκ ἂν τοῖς 20971 3.3.25.10 : ἐκτὸς ᾖ λαμπρῶς κεκοσμημένος, αὐτὸς μηδενὸς ἄξιος ὤν. 20972 3.3.25.11 : οὐδὲ γὰρ ἵππον, ἐὰν ψέλλια χρυσᾶ καὶ σκευὴν ἔχῃ 20973 3.3.25.12 : πολυτελῆ φαῦλος ὤν, τὸν τοιοῦτον ἄξιόν τινος νομί– 20974 3.3.25.13 : ζομεν εἶναι· ἀλλ´ ὃς ἂν διακείμενος ᾖ σπουδαίως, τοῦτον 20975 3.3.25.14 : μᾶλλον ἐπαινοῦμεν. ὥσπερ γὰρ εἴ τις τῶν οἰκετῶν αὑτοῦ 20976 3.3.25.15 : χείρων εἴη, καταγέλαστος ἂν γένοιτο, τὸν αὐτὸν τρόπον 20977 3.3.25.16 : οἷς πλείονος ἀξίαν τὴν κτῆσιν εἶναι συμβέβηκε τῆς ἰδίας 20978 3.3.25.17 : φύσεως, ἀθλίους τούτους εἶναι δεῖ νομίζειν. καὶ τοῦτο 20979 3.3.25.18 : κατ´ ἀλήθειαν οὕτως ἔχει· τίκτει γάρ, ὥσπερ φησὶν ἡ 20980 3.3.25.19 : παροιμία, κόρος μὲν ὕβριν, ἀπαιδευσία δὲ μετ´ ἐξουσίας 20981 3.3.25.20 : ἄνοιαν. τοῖς γὰρ διακειμένοις τὰ περὶ τὴν ψυχὴν κακῶς 20982 3.3.25.21 : οὔτε πλοῦτος οὔτ´ ἰσχὺς οὔτε κάλλος τῶν ἀγαθῶν ἐστίν· 20983 3.3.25.22 : ἀλλ´ ὅσῳ περ ἂν αὗται μᾶλλον αἱ διαθέσεις καθ´ ὑπερ– 20984 3.3.25.23 : βολὴν ὑπάρξωσι, τοσούτῳ καὶ πλείω καὶ μείζω τὸν κεκτη– 20985 3.3.25.24 : μένον βλάπτουσι χωρὶς φρονήσεως παραγενόμεναι. 20986 3.3.26.1 : Ἰαμβλίχου ἐκ τῆς ἐπιστολῆς τῆς πρὸς 20987 3.3.26.2 : Ἀσφάλιον περὶ φρονήσεως. 20988 3.3.26.3 : Τὴν ἡγεμόν´ οὖσαν τῶν ἀρετῶν φρόνησιν καὶ χρω– 20989 3.3.26.4 : μένην αὐταῖς ὅλαις, καθάπερ ὄμμα νοερόν, τάξεις τε καὶ 20990 3.3.26.5 : μέτρα αὐτῶν καὶ τὴν ἐγκαιροτάτην διάθεσιν εὖ διακο– 20991 3.3.26.6 : σμοῦσαν ἐπιδείκνυσιν ὁ λόγος ὑπ´ αὐγὰς ἐν τῷ παρόντι. 20992 3.3.26.7 : αὕτη τοίνυν προηγουμένη μὲν παραδέχεται τὴν ἀπογέν– 20993 3.3.26.8 : νησιν ἀπὸ τοῦ καθαροῦ καὶ τελείου νοῦ· γενομένη δ´ 20994 3.3.26.9 : οὕτως εἰς αὐτὸν τὸν νοῦν ἀποβλέπει καὶ τελειοῦται ἀπ´ 20995 3.3.26.10 : αὐτοῦ μέτρον τε καὶ παράδειγμα αὐτὸν ἔχει κάλλιστον 20996 3.3.26.11 : τῶν ἐν αὐτῇ πασῶν ἐνεργειῶν. εἰ δέ τίς ἐστι καὶ πρὸς 20997 3.3.26.12 : θεοὺς ἡμῖν κοινωνία, διὰ ταύτης μάλιστα τῆς ἀρετῆς 20998 3.3.26.13 : αὕτη συνίσταται, καὶ κατὰ ταύτην διαφερόντως πρὸς 20999 3.3.26.14 : αὐτοὺς ἀφομοιούμεθα· ἀγαθῶν τε καὶ συμφερόντων καὶ 21000 3.3.26.15 : καλῶν καὶ τῶν ἐναντίων διάγνωσις ἀπὸ ταύτης ἡμῖν 21001 3.3.26.16 : πάρεστιν, ἔργων τε προσηκόντων κρίσις καὶ κατόρθωσις 21002 3.3.26.17 : δι´ αὐτῆς κατευθύνεται. καὶ συλλήβδην φάναι, κυβερ– 21003 3.3.26.18 : νητική τις ἐστὶ τῶν ἀνθρώπων καὶ τῆς ὅλης ἐν αὐτοῖς 21004 3.3.26.19 : διατάξεως ἀρχηγός, πόλεις τε καὶ οἴκους καὶ τὸν ἴδιον 21005 3.3.26.20 : ἑκάστου βίον εἰς παράδειγμα τὸ θεῖον ἀναφέρουσα δια– 21006 3.3.26.21 : ζωγραφεῖ κατὰ τὴν ἀρίστην ὁμοιότητα, τὸ μὲν ἐξαλεί– 21007 3.3.26.22 : φουσα, τὸ δὲ ἐναπομοργνυμένη, τὰ δὲ ἀμφότερα συμ– 21008 3.3.26.23 : μέτρως ἀπεικάζουσα. εἰκότως ἄρα καὶ θεοειδεῖς ἀπερ– 21009 3.3.26.24 : γάζεται τοὺς ἔχοντας αὐτὴν ἡ φρόνησις. 21010 3.3.27.1 : Φωκυλίδου (Ps.–Phoc. 111. 113 21011 3.3.27.2 : Bergk). 21012 3.3.27.3 : Πάντες ἴσον νέκυες, ψυχῶν δὲ θεὸς βασιλεύει. 21013 3.3.27.4 : κοινὸς χῶρος ἅπασι, πένησί τε καὶ βασιλεῦσιν. 21014 3.3.28.1 : (Ps.–Phoc. 125–130 Bergk) 21015 3.3.28.2 : Ὅπλον ἑκάστῳ νεῖμε θεός, φύσιν ἠερόφοιτον 21016 3.3.28.3 : ὄρνισιν, πολλὴν ταχυτῆτ´ ἀλκήν τε λέουσι, 21017 3.3.28.4 : ταύροις δ´ † αὐτοχύτοις κεράεσσιν, κέντρα μελίσσαις 21018 3.3.28.5 : ἔμφυτον ἄλκαρ ἔδωκε, λόγον δ´ † ὃς ἐστὶν ἄριστος 21019 3.3.28.6 : ἀνθρώπῳ νεῖμεν. 21020 3.3.28.7 : βέλτερος ἀλκήεντος ἔφυ σεσοφισμένος ἀνήρ. 21021 3.3.29.1 : † Μενάνδρου (Eur. fr. 959 N. 2). 21022 3.3.29.2 : Ἐγὼ δ´ 21023 3.3.29.3 : οὐδὲν πρεσβύτερον νομί– 21024 3.3.29.4 : ζω τῆς σωφροσύνης, ἐπεὶ 21025 3.3.29.5 : τοῖς ἀγαθοῖς ἀεὶ ξύνεστι. 21026 3.3.30.1 : (trag. adesp. fr. 356 N. 2) 21027 3.3.30.2 : Φόβος [δὲ] τὰ θεῖα τοῖσι σώφροσιν βροτῶν. 21028 3.3.31.1 : (Eur. fr. 20 N. 2) 21029 3.3.31.2 : Μὴ πλοῦτον εἴπῃς· οὐχὶ θαυμάζω θεόν, 21030 3.3.31.3 : ὃν χὡ κάκιστος ῥᾳδίως ἐκτήσατο. 21031 3.3.32.1 : (Soph. fr. 755 N. 2) 21032 3.3.32.2 : Οὐκ ἔστ´ ἀπ´ ἔργων μὴ καλῶν ἔπη καλά. 21033 3.3.33.1 : (Eur. fr. 841 N. 2) 21034 3.3.33.2 : Αἰαῖ, τόδ´ ἤδη θεῖον ἀνθρώποις κακόν, 21035 3.3.33.3 : ὅταν τις εἰδῇ τἀγαθόν, χρῆται δὲ μή. 21036 3.3.34.1 : (Eur. fr. 892 N. 2) 21037 3.3.34.2 : Ἐπεὶ τί δεῖ βροτοῖσι, πλὴν δυοῖν μόνον, 21038 3.3.34.3 : Δήμητρος ἀκτῆς, πώματός θ´ ὑδρηχόου; 21039 3.3.35.1 : (trag. adesp. fr. 352 N. 2) 21040 3.3.35.2 : Εἱμαρμένον δὲ τῶν κακῶν βουλευμάτων 21041 3.3.35.3 : κακὰς ἀμοιβάς ἐστι καρποῦσθαι βροτοῖς. 21042 3.3.36.1 : (Eur. fr. 972 N. 2) 21043 3.3.36.2 : Πολλαῖσι μορφαῖς οἱ θεοὶ σοφισμάτων 21044 3.3.36.3 : σφάλλουσιν ἡμᾶς, κρείσσονες πεφυκότες. 21045 3.3.37.1 : (Aesch. fr. 156 N. 2) 21046 3.3.37.2 : Θεὸς μὲν αἰτίαν φύει βροτοῖς, 21047 3.3.37.3 : ὅταν κακῶσαι δῶμα παμπήδην θέλῃ. 21048 3.3.38.1 : (trag. adesp. fr. 4 N. 2) 21049 3.3.38.2 : Τοῦ μὲν δικαίου τὴν δόκησιν ἄρνυσο, 21050 3.3.38.3 : τὰ δ´ ἔργα τοῦ πᾶν δρῶντος, ἔνθα κερδανεῖς. 21051 3.3.39.1 : Εὐριπίδου (fr. 130 N. 2). 21052 3.3.39.2 : Τὰς συμφορὰς γὰρ τῶν κακῶς πεπραγότων 21053 3.3.39.3 : οὐ πώποθ´ ὕβρις´, αὐτὸς ὀρρωδῶν παθεῖν. 21054 3.3.40.1 : (Eur. fr. 654 N. 2) 21055 3.3.40.2 : Δυοῖν λεγόντοιν, θατέρου θυμουμένου, 21056 3.3.40.3 : ὁ μὴ ἀντιτείνων τοῖς λόγοις σοφώτερος. 21057 3.3.41.1 : Ἐκ τοῦ Πλουτάρχου Εἰ ἡ τῶν μελ– 21058 3.3.41.2 : λόντων πρόγνωσις ὠφέλιμος (fr. XV, 1). 21059 3.3.41.3 : Ἀλλὰ μὴν ἡ φρόνησις οὐ σωμάτων ἀλλὰ πραγμάτων 21060 3.3.41.4 : ὄψις ἐστί, πρὶν ἐν αὐτοῖς γενέσθαι τὸν ἄνθρωπον, ὅπως 21061 3.3.41.5 : ἄριστα χρήσεται τοῖς ἀπαντῶσι καὶ προστυγχάνουσι, παρέ– 21062 3.3.41.6 : χουσα διασκοπεῖν τὸ μέλλον. τὸ μὲν οὖν σῶμα πρόσω 21063 3.3.41.7 : μόνον ὠμμάτωται, τοῖς δ´ ὄπισθεν τυφλόν ἐστιν ἀτεχνῶς· 21064 3.3.41.8 : ἡ δὲ διάνοια καὶ τὰ παρῳχημένα βλέπειν τῇ μνήμῃ πέ– 21065 3.3.41.9 : φυκεν. ὁ γὰρ ἐγκαθήμενος ἀεὶ καὶ οἰκουρῶν γραμματεὺς 21066 3.3.41.10 : ἐν ἡμῖν, ὥς φησιν ὁ Πλάτων, οὗτός ἐστι, καὶ προγεγονὸς 21067 3.3.41.11 : ἐνταῦθα τῆς ψυχῆς εἴτε μέρος εἴτε ὄργανον, ᾧ τῶν 21068 3.3.41.12 : πραγμάτων ἀντιλαμβάνεται φερομένων καὶ φυλάττει καὶ 21069 3.3.41.13 : ἵστησι καὶ κυκλοποιεῖ τὸ παρῳχημένον ἐπιστρέφουσα, 21070 3.3.41.14 : καὶ συνάπτουσα τῷ παρόντι, καὶ παραρρεῖν εἰς τὸ ἄπει– 21071 3.3.41.15 : ρον οὐκ ἐῶσα καὶ ἀνύπαρκτον καὶ ἄγνωστον. 21072 3.3.42.1 : Θεοφράστου (fr. CLII ed. Wimmer). 21073 3.3.42.2 : Χρὴ τοίνυν τὸν μέλλοντα θαυμασθήσεσθαι περὶ τὸ 21074 3.3.42.3 : θεῖον φιλοθύτην εἶναι, μὴ τῷ πολλὰ θύειν, ἀλλὰ τῷ 21075 3.3.42.4 : πυκνὰ τιμᾶν τὸ θεῖον· τὸ μὲν γὰρ εὐπορίας, τὸ δ´ ὁσιό– 21076 3.3.42.5 : τητος σημεῖον. ἔπειτα γονεῖς γηροτροφεῖν καλῶς ταῖς 21077 3.3.42.6 : 〈τ´〉 ἐκείνων βουλήσεσι τὸν αὑτοῦ βίον εὐπειθῆ κατα– 21078 3.3.42.7 : σκευάζειν. ὁ γὰρ μὴ τοιοῦτος, ἀλλὰ τῶν τε τῆς φύσεως 21079 3.3.42.8 : τῶν τε τῆς πόλεως νόμων ὀλιγωρῶν ἀμφοτέρους τοὺς 21080 3.3.42.9 : τῆς δικαιοσύνης τρόπους παραβέβηκε. καὶ μὴν καὶ γυ– 21081 3.3.42.10 : ναικὸς καὶ παίδων ἐπιμελητέον καλῶς καὶ φιλανθρώπως· 21082 3.3.42.11 : οἱ μὲν γὰρ εἰς τὸ γῆρας ἀμείβονται ταῖς θεραπείαις, ἡ 21083 3.3.42.12 : δ´ ἐν ταῖς νόσοις καὶ ταῖς καθ´ ἡμέραν οἰκονομίαις ἀπο– 21084 3.3.42.13 : δώσει τὴν εὐεργεσίαν ..... ἐάν τινι συμβάλλειν ἀνάγκη 21085 3.3.42.14 : ᾖ, μετὰ τοῦ βεβαίου πειρῶ τοῦτο πράττειν· φρονιμωτέρου 21086 3.3.42.15 : γὰρ ἀνδρὸς δανείσαντα φρονίμως ἀπολαβεῖν φιλικῶς, ἢ 21087 3.3.42.16 : συναλλάξαντα φιλανθρώπως κομίσασθαι φιλαπεχθημόνως. 21088 3.3.43.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 201 Mullach). 21089 3.3.43.2 : Φρονήσιος ἔργον 〈τὸ〉 μέλλουσαν ἀδικίην φυλάξασθαι, 21090 3.3.43.3 : ἀναλγησίης δὲ τὸ γενομένην μὴ ἀμύνασθαι. 21091 3.3.44.1 : Σωκράτους. 21092 3.3.44.2 : Σωκράτης ἐρωτηθείς[, τί φρόνησις, εἶπεν ‘εὐαρμο– 21093 3.3.44.3 : στία ψυχῆς’. Σωκράτης ἐρωτηθείς], τίνες φρόνιμοι, εἶπεν 21094 3.3.44.4 : οἱ μὴ ῥᾳδίως ἐξαμαρτάνοντες‘. 21095 3.3.45.1 : Περιάνδρου. 21096 3.3.45.2 : Περίανδρος ἐρωτηθείς, τί μέγιστον ἐν ἐλαχίστῳ, εἶπε 21097 3.3.45.3 : ’φρένες ἀγαθαὶ ἐν σώματι ἀνθρώπου‘. 21098 3.3.46.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 17 Mull.). 21099 3.3.46.2 : Αἱ μεγάλαι τέρψιες ἀπὸ τοῦ θεᾶσθαι τὰ καλὰ τῶν 21100 3.3.46.3 : ἔργων γίνονται. 21101 3.3.47.1 : Πλάτωνος (Phaedr. p. 239 A–B). 21102 3.3.47.2 : Φθονερὸν δὴ ἀνάγκη εἶναι, καὶ πολλῶν μὲν ἄλλων 21103 3.3.47.3 : συνουσιῶν ἀπείργοντα καὶ ὠφελίμων, ὅθεν ἂν μάλιστ´ 21104 3.3.47.4 : ἀνὴρ γίγνοιτο, μεγάλης αἴτιον εἶναι βλάβης, μεγίστης δὲ 21105 3.3.47.5 : τῆς ὅθεν ἂν φρονιμώτατός [τις] εἴη. τοῦτο δὲ ἡ θεία 21106 3.3.47.6 : φιλοσοφία τυγχάνει ὄν, ἧς ἐραστὴν παιδικὰ ἀνάγκη πόρ– 21107 3.3.47.7 : ρωθεν εἴργειν, περίφοβον ὄντα τοῦ καταφρονηθῆναι. 21108 3.3.48.1 : Τοῦ αὐτοῦ (epist. 2 p. 493 Herch.). 21109 3.3.48.2 : Πέφυκε ξυνιέναι εἰς τὸ αὐτὸ φρόνησίς τε καὶ δύ– 21110 3.3.48.3 : ναμις μεγάλη· καὶ ταῦτα ἄλληλα ἀεὶ διώκει καὶ ζητεῖ καὶ 21111 3.3.48.4 : συγγίνεται. 21112 3.3.49.1 : Πυθαγόρου. 21113 3.3.49.2 : Ὑπομίμνησκε σεαυτὸν ὅτι πάντες ἄνθρωποι μέγιστον 21114 3.3.49.3 : ἀγαθὸν τὴν φρόνησιν εἶναι λέγουσιν, ὀλίγοι δέ εἰσιν οἱ 21115 3.3.49.4 : τὸ μέγιστον ἀγαθὸν τοῦτο κτήσασθαι εὐτονήσαντες. 21116 3.3.50.1 : Σωκράτους. 21117 3.3.50.2 : Σωκράτης ὁ φιλόσοφος, πολλὰ τῶν φίλων αὐτῷ πεμ– 21118 3.3.50.3 : πόντων, ἐπειδὴ μηδὲν δεχόμενος ἐπὶ τούτῳ παρὰ τῆς 21119 3.3.50.4 : Ξανθίππης ηὐθύνετο, ἔφη ’ἂν τὰ διδόμενα πάντα ἑτοί– 21120 3.3.50.5 : μως λαμβάνωμεν, οὐδ´ αἰτοῦντες τοὺς διδόντας ἕξομεν‘. 21121 3.3.51.1 : Διογένους. 21122 3.3.51.2 : Ἔφη τις τὸν Διογένην ἀνόητον εἶναι· ὃ δὲ ’ἀνόητος 21123 3.3.51.3 : μὲν οὐκ εἰμί‘ ἔφη ’τὸν δὲ αὐτὸν ὑμῖν νοῦν οὐκ ἔχω‘. 21124 3.3.52.1 : Διογένης πωλούμενος ἐν Κορίνθῳ, ἐρομένου τοῦ κή– 21125 3.3.52.2 : ρυκος ’τί ἐπίστασαι;‘ ’ἀνθρώπων‘ ἔφη ’ἄρχειν‘. καὶ ὁ 21126 3.3.52.3 : κῆρυξ γελάσας ’μέγα ἐπιτήδευμα πωλῶ, εἴ τις θέλει 21127 3.3.52.4 : πρίασθαι κύριον‘. 21128 3.3.53.1 : Γαΐου ὑπὲρ δεσποτῶν. 21129 3.3.53.2 : Σωφρονέστερον δὲ οἶμαι τοῦ μετὰ τὸ παθεῖν ἐγκα– 21130 3.3.53.3 : λεῖν τὸ πρὶν παθεῖν φυλάξασθαι τὸ μὴ παθεῖν. 21131 3.3.54.1 : Διονυσίου (Ps.–Plut. apophth. reg. et duc. 21132 3.3.54.2 : p. 175 F). 21133 3.3.54.3 : Ξένου τινὸς ἰδίᾳ φράσειν φάσκοντος αὐτῷ, ὅπως 21134 3.3.54.4 : προειδήσει τοὺς ἐπιβουλεύοντας, ἐκέλευσεν εἰπεῖν. ὃ δὲ 21135 3.3.54.5 : προελθὼν ’δός‘ ἔφη ’μοι τάλαντον, ἵνα δόξῃς μεμαθη– 21136 3.3.54.6 : κέναι τὰ σημεῖα τῶν ἐπιβουλευόντων‘. ἔδωκεν οὖν θαυ– 21137 3.3.54.7 : μάζων τὴν μέθοδον τοῦ ἀνθρώπου. 21138 3.3.55.1 : Χρυσίππου. 21139 3.3.55.2 : Χρύσιππος ὁ Στωϊκὸς ἔφη τὴν διάνοιαν εἶναι λόγου 21140 3.3.55.3 : πηγήν. 21141 3.3.56.1 : Σωκράτους. 21142 3.3.56.2 : Ὥσπερ οἱ ἐν εὐδίᾳ πλέοντες καὶ τὰ πρὸς τὸν χει– 21143 3.3.56.3 : μῶνα ἔχουσιν ἕτοιμα, οὕτως οἱ ἐν εὐτυχίᾳ φρονοῦντες 21144 3.3.56.4 : καὶ τὰ πρὸς τὴν ἀτυχίαν ἡτοιμάκασι βοηθήματα. 21145 3.3.57.1 : Ἡροδότου ἱστορίας ζʹ (VII 16). 21146 3.3.57.2 : Ἶσον ἐκεῖνο, ὦ βασιλεῦ, παρ´ ἐμοὶ κέκριται φρονέειν 21147 3.3.57.3 : τε εὖ καὶ τῷ λέγοντι χρηστὰ ἐθέλειν πείθεσθαι. 21148 3.3.58.1 : Ἡροδότου ἱστορίας γʹ (III 52). 21149 3.3.58.2 : Σὺ δὲ μαθὼν ὅσῳ φθονέεσθαι κρέσσον ἐστὶν ἢ οἰ– 21150 3.3.58.3 : κτείρεσθαι, ἅμα τε ὁκοῖον ἐς τοὺς τοκέας καὶ ἐς τοὺς 21151 3.3.58.4 : κρέσσονας τεθυμῶσθαι, ἄπιθι ἐς τὰ οἰκεῖα. 21152 3.3.59.1 : Πλάτωνος Νόμων ιβʹ (p. 963 C). 21153 3.3.59.2 : Οἷον ὅτε τέτταρα ἐφήσαμεν ἀρετῆς εἴδη γεγονέναι, 21154 3.3.59.3 : δῆλον ὡς ἓν ἕκαστον ἀνάγκη φάναι, τεττάρων ὄντων. {—} 21155 3.3.59.4 : Τί μήν; {—}Καὶ μὴν ἕν γε ἅπαντα ταῦτα προσαγορεύο– 21156 3.3.59.5 : μεν· ἀνδρείαν γὰρ φαμὲν ἀρετὴν εἶναι, καὶ τὴν φρόνησιν 21157 3.3.59.6 : ἀρετήν, καὶ τὰ δύο τἄλλα, ὡς 〈ὄντως〉 ὄντα οὐ πολλά, 21158 3.3.59.7 : ἀλλ´ ἓν τοῦτο μόνον ἀρετήν. {—}Πάνυ μὲν οὖν. {—}Ἧι 21159 3.3.59.8 : μὲν τοίνυν διαφέρετον αὐτοῖν τούτω τὼ δύο καὶ δύ´ ὀνό– 21160 3.3.59.9 : ματα ἐλαβέτην καὶ τὰ ἄλλα, οὐδὲν χαλεπὸν εἰπεῖν· ᾗ δὲ 21161 3.3.59.10 : ἓν ἀμφοῖν ἐπωνομάσαμεν ἀρετὴν καὶ τοῖς ἄλλοις, οὐκ 21162 3.3.59.11 : εὐπετὲς ἔτι. {—}Πῶς λέγεις; {—}Οὐδὲν χαλεπὸν ὅ γε λέγω 21163 3.3.59.12 : δηλῶσαι· διανειμώμεθα γὰρ ἀλλήλοις τὴν ἐρώτησιν καὶ 21164 3.3.59.13 : ἀπόκρισιν. {—}Πῶς αὖ φράζεις; {—}Ἐρώτησόν με, τί ποτε 21165 3.3.59.14 : ἓν προσαγορεύοντες ἀρετὴν ἀμφότερα δύο πάλιν αὐτὰ 21166 3.3.59.15 : προσείπομεν, τὸ μὲν ἀνδρείαν, τὸ δὲ φρόνησιν. ἐρῶ γάρ 21167 3.3.59.16 : σοι τὴν αἰτίαν, ὅτι τὸ μέν ἐστι περὶ φόβον, οὗ καὶ τὰ 21168 3.3.59.17 : θηρία μετέχει τῆς ἀνδρείας, καὶ τά γε τῶν παίδων ἤθη 21169 3.3.59.18 : τῶν πάνυ νέων· ἄνευ γὰρ λόγου καὶ φύσει γίγνεται ἀν– 21170 3.3.59.19 : δρεία ψυχή· ἄνευ δὲ αὖ λόγου ψυχὴ φρόνιμός τε καὶ 21171 3.3.59.20 : νοῦν ἔχουσα οὔτ´ ἐγένετο πώποτε, οὔτ´ ἔστιν, οὐδ´ αὖθίς 21172 3.3.59.21 : ποτε γενήσεται, ὡς ὄντος ἑτέρου. {—}Ἀληθῆ λέγεις. 21173 3.3.60.1 : (scriptoris nescio cuius) 21174 3.3.60.2 : Πῶς γὰρ, ὦ φίλε, δύναιτο ἄν τις ἀρχόμενος ἀπὸ δό– 21175 3.3.60.3 : ξης ψευδοῦς ἐπί τι τῆς ἀληθείας καὶ μικρὸν μέρος ἀφι– 21176 3.3.60.4 : κόμενος κτήσασθαι σχεδὸν φρόνησιν; Οὐδαμῶς. 21177 3.3.61.1 : Σωκράτους. 21178 3.3.61.2 : Ὥσπερ εἰς κενὸν σκάφος τὸ ἀπὸ τῆς φρονήσεως 21179 3.3.61.3 : ἕρμα δεῖ προσεμβάλλειν. 21180 3.3.62.1 : Ὁ φρόνιμος ὥσπερ εἰς ὁδὸν τὸν βίον οὐ τὰ πολλοῦ 21181 3.3.62.2 : ἄξια συντίθησιν ἐφόδια, ἀλλὰ τὰ ἀναγκαιότερα. 21182 3.3.63.1 : Κρίτωνος ἤτοι Δαμίππου Πυθαγορείου 21183 3.3.63.2 : ἐκ τοῦ Περὶ φρονήσεως καὶ εὐτυχίας (fr. 1 21184 3.3.63.3 : phil. Gr. II p. 25 Mull.). 21185 3.3.63.4 : Φρόνασις καὶ εὐτυχία ὧδε ἔχοντι ποτ´ ἄλλαλα. φρό– 21186 3.3.63.5 : νασις μὲν τὸ ῥητὸν καὶ λόγον ἔχον· τεταγμένον γάρ τι 21187 3.3.63.6 : καὶ ὡρισμένον ἐντί· εὐτυχία δὲ τὸ ἄρρητον καὶ τὸ ἄλο– 21188 3.3.63.7 : γον· ἄτακτον γάρ τι καὶ ἀόριστόν ἐντι. καὶ τὸ μὲν ἀρχᾷ καὶ 21189 3.3.63.8 : δυνάμει πρᾶτον, τὸ δὲ ἀρχᾷ καὶ δυνάμει δεύτερον· τὸ μὲν 21190 3.3.63.9 : γὰρ κυβερνῆν καὶ ὁρίζεν πέφυκε, τὸ δὲ κυβερνῆσθαι καὶ 21191 3.3.63.10 : ὁρίζεσθαι. λαμβάνοντι μάν τοί γε συναρμογὰν ἀμφότερα, 21192 3.3.63.11 : φρονάσιος καὶ εὐτυχίας ἐς ταυτὸ συνδραμοίσας. αἰεὶ γὰρ 21193 3.3.63.12 : δεῖ τὰν μὲν ῥητὰν καὶ λόγον ἔχοισαν φύσιν ἔχεν ὃ περανεῖ 21194 3.3.63.13 : τε καὶ συντάξει, τὰν δὲ ἄρρητον καὶ ἄλογον ἔχεν ὑφ´ ὧ 21195 3.3.63.14 : περανθήσεταί τε καὶ συνταχθήσεται. ἔχει γὰρ οὕτως ὁ 21196 3.3.63.15 : λόγος κατὰ πάντων, ὅ τε τᾶς ἀπείρω φύσιος καὶ τᾶς 21197 3.3.63.16 : περαινοίσας. τὰ μὲν γὰρ ἄπειρα φύσιν ἔχει περαίνεσθαί 21198 3.3.63.17 : τε καὶ συντετάχθαι ὑπὸ τῶν λόγον ἐχόντων αἰεὶ καὶ φρό– 21199 3.3.63.18 : νασιν· ὕλας γὰρ καὶ οὐσίας ἔχοντι τάξιν· τὰ δὲ περαί– 21200 3.3.63.19 : νοντα [τε], ἐξ αὐτῶν συντετάχθαι τε καὶ ὡρίσθαι· τέχνας 21201 3.3.63.20 : γὰρ καὶ αἰτίας ἐνεργατικᾶς ἐπέχοντι τάξιν. 21202 3.3.64.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 2 phil. Graec. II p. 25 21203 3.3.64.2 : Mull.). 21204 3.3.64.3 : Ἁ δὲ συναρμογὰ ταυτᾶν τᾶν φυσίων κατ´ ἄλλα καὶ 21205 3.3.64.4 : ἄλλα γινομένα μεγάλαν καὶ ποικίλαν πεποίηκε τὰν δια– 21206 3.3.64.5 : φορὰν τῶν συναρμοσμένων. ἔν τε γὰρ τᾷ τῶ ὅλω περι– 21207 3.3.64.6 : οχᾷ 〈ἁ〉 συναρμογὰ ἀμφοτερᾶν [συναμφοτέρων] τᾶν φυ– 21208 3.3.64.7 : σίων, τᾶς τε ἀεικινάτω φύσιος καὶ τᾶς ἀειπαθέος, κό– 21209 3.3.64.8 : σμος ἐντί· ἄλλως γὰρ οὐκ ἐνεδέχετο σῴζεσθαι τό τε 21210 3.3.64.9 : ὅλον καὶ τὸ πᾶν, μὴ συναρμογὰν ἔχοντος τῶ γεννατῶ 21211 3.3.64.10 : ποτὶ τὸ θεῖον καὶ τῶ ἀειπαθέος ποτὶ τὸ ἀεικίνατον. 21212 3.3.64.11 : ἔν τε τῷ ἀνθρώπῳ ἁ συναρμογὰ τῶ ἀλόγω μέρεος τᾶς 21213 3.3.64.12 : ψυχᾶς ποτὶ τὸ λόγον ἔχον, ἀρετά. οὔτε γὰρ ἐν τούτοις 21214 3.3.64.13 : ἐνδέχεται στάσιος ἐοίσας ἐν ἀμφοτέροις τοῖς μέρεσιν 21215 3.3.64.14 : ἀποτελεσθῆμεν ἀρετάν. καὶ ἐν πόλει δὲ τῶν μὲν ἀρχο– 21216 3.3.64.15 : μένων ποτὶ τὼς ἄρχοντας ἀποτελεῖ κράτος καὶ ὁμόνοιαν· 21217 3.3.64.16 : τὸ μὲν γὰρ ἄρχεν ἴδιον τῶ κρέσσονος, τὸ δ´ ἄρχεσθαι 21218 3.3.64.17 : ἴδιον τῶ χερῄονος, τὸ δὲ κρατὲν καὶ ὁμονοὲν κοινὸν 21219 3.3.64.18 : ἀμφοτέρων. ὁ δὲ αὐτὸς τρόπος τᾶς ἐπὶ τῶ ὅλω καὶ τᾶς 21220 3.3.64.19 : ἐπὶ τῶ οἴκω συναρμογᾶς συντίθεταί τε καὶ συντάσσεται 21221 3.3.64.20 : σπωδᾶς καὶ παιδιᾶς ποτὶ λόγον ἐς τὸ αὐτὸ συνδραμοίσας, 21222 3.3.64.21 : καὶ λύπας δὲ καὶ ἁδονᾶς, καὶ εὐτυχίας καὶ ἀτυχίας. χρῄζει 21223 3.3.64.22 : γὰρ ὁ βίος τυγχάνεν καὶ ἀνέσιος καὶ ἐπιτάσιος, καὶ σκυ– 21224 3.3.64.23 : θρωπότατος καὶ διαχύσιος, καὶ εὐτυχίας δὲ καὶ ἀτυχίας. 21225 3.3.64.24 : ἃ μὲν γὰρ συνέχεν καὶ συνάγεν δύναται τὸν νόον ἐς τὰν 21226 3.3.64.25 : εὐμαχανίαν καὶ ἐς τὰν φρόνασιν, ἃ δ´ ἄμπαυσιν καὶ διά– 21227 3.3.64.26 : χυσιν παρεχόμενα καινότερον καὶ εὔψυχον αὐτὸν αὖ παρα– 21228 3.3.64.27 : σκευάζοντι ποτὶ τὰς πράξιας. αἰ δέ κα τὸ ἓν τούτων 21229 3.3.64.28 : ἐνδυναστεύῃ κατὰ τὸν βίον, ἁτερομερής τε καὶ ἁτεροκλι– 21230 3.3.64.29 : νὴς γίνεται ὁ βίος, ὅκα μὲν ἐπὶ τὸ σκυθρωπόν τε καὶ 21231 3.3.64.30 : χαλεπὸν καταφερόμενος, ὅκα δὲ ἐπὶ τὸ ἀνειμένον καὶ 21232 3.3.64.31 : κοῦφον· ἁ δὲ συναρμογὰ τούτων ἁπάντων ὀφείλει γίνε– 21233 3.3.64.32 : σθαι ποττὰν φρόνασιν· αὕτα γὰρ ἁ διενεργοῦσα ἐντὶ τό 21234 3.3.64.33 : τε ἄπειρον καὶ τὸ περαῖνον ἐν ταῖς πράξεσι, διόπερ καὶ 21235 3.3.64.34 : τᾶν ἀλλᾶν ἀρετᾶν αὕτα ἁγεμών ἐντι καὶ μάτηρ. πᾶσαι 21236 3.3.64.35 : γὰρ ποτὶ τὸν λόγον καὶ νόμον τὸν ταύτας συναρμοσμέναι 21237 3.3.64.36 : τε καὶ συντεταγμέναι τυγχάνοντι. περαίνεται δὴ ὁ λόγος 21238 3.3.64.37 : ἤδη μοι κατ´ εὐθεῖαν· τὸ γὰρ ἄλογον καὶ τὸ ῥητὸν ἐν 21239 3.3.64.38 : πᾶσιν ἔνι, καὶ τὸ μὲν ὁρίζει καὶ περαίνει, τὸ δ´ ὁρίζεται 21240 3.3.64.39 : καὶ περαίνεται· τὸ δ´ ἐξ ἀμφοτέρων αὐτῶν συγκείμενον 21241 3.3.64.40 : ἁ τῶ τε ὅλω καὶ τῶ παντὸς συναρμογά ἐντι. 21242 3.3.65.1 : Ἀρχύτα Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ 21243 3.3.65.2 : ἀνδρὸς ἀγαθοῦ καὶ εὐδαίμονος (fr. 11 phil. 21244 3.3.65.3 : Graec. I p. 556 Mull.). 21245 3.3.65.4 : Φρόνιμος δὲ ἀνὴρ οὕτως ἂν μάλιστα γένοιτο· φύσιος 21246 3.3.65.5 : πρᾶτον εὐστόχω τε καὶ μναμονικᾶς καὶ φιλοπόνω τυχὼν, 21247 3.3.65.6 : ἐν λογισμοῖς τε καὶ μαθημάτεσσι καὶ ταῖς ποτ´ ἀκρί– 21248 3.3.65.7 : βειαν θεωρίαις εὐθὺς ἐκ νέω γυμνάσαιτο τὰν διάνοιαν, 21249 3.3.65.8 : φιλοσοφίας ἁπτόμενος ὀρθᾶς, μετὰ δὲ ταῦτα ἐθέων τε 21250 3.3.65.9 : καὶ νόμων καὶ βίων ἀνθρωπίνων ἐμπειρίαν λάβοι. δύο 21251 3.3.65.10 : γάρ ἐντι ἐξ ὧν τῶ φρονίμω διάθεσις παραγίνεται, ὧν 21252 3.3.65.11 : τὸ μέν ἐντι ἕξιν μαθηματικάν τε καὶ γνωστικὰν λαβέν, 21253 3.3.65.12 : τὸ δὲ θεωρήματα καὶ πράγματα πολλὰ ἐπελθέν, τὰ μὲν 21254 3.3.65.13 : καὶ αὐτὸν ἰδόντα, τὰ δὲ καὶ δι´ ἁτέρω τινὸς τρόπω 21255 3.3.65.14 : κατανοήσαντα. οὔτε γὰρ ὁ ἐν λογισμοῖς καὶ μαθημά– 21256 3.3.65.15 : τεσσι καὶ ταῖς ποτ´ ἀκρίβειαν θεωρίαις εὐθὺς ἐκ νέω 21257 3.3.65.16 : γυμνάσας τὰν διάνοιαν ἱκανός ἐντι ποτὶ φρόνασιν· οὔθ´ 21258 3.3.65.17 : ὁ τούτων μὲν ἀπολειφθεὶς, ἐν〈δ´〉 ἀκροαμάτεσσι πολλοῖς 21259 3.3.65.18 : καὶ πραγμάτεσσιν ἀναστρεφθείς. ἀλλ´ ὁ μὲν ἐν τῷ καθ´ 21260 3.3.65.19 : ἕκαστα κρίνεν τυφλὸς ἐγένετο τὰν διάνοιαν· ὁ δ´ ἐν τῷ 21261 3.3.65.20 : καθόλω θεωρὲν αἰεί. καθάπερ 〈γὰρ ἔνι〉 ἐπὶ τῶν λογι– 21262 3.3.65.21 : σμῶν τὰ μέρεα συντιθέντας τὸ ὅλον ἐξ αὐτῶν λογίζεσθαι, 21263 3.3.65.22 : οὕτω καὶ ἐπὶ τῶν πραγμάτων δύναται ὁ μὲν λόγος τὰν 21264 3.3.65.23 : καθόλω θεωρίαν ὑπογράφεν, ἁ δ´ ἐμπειρία καθ´ ἕκαστα 21265 3.3.65.24 : κρίνεν. 21266 3.3.66.1 : [(Bacchyl. fr. * 9 p. 1. 4 III p. 571) 21267 3.3.66.2 : Βακχυλίδης δὲ τὴν Νίκην γλυκύδωρόν φησι καὶ ἐν 21268 3.3.66.3 : πολυχρύσῳ Ὀλύμπῳ Ζηνὶ παρισταμένην κρίνειν τέλος 21269 3.3.66.4 : ἀθανάτοισί τε καὶ θνητοῖς ἀρετῆς.] 21270 3.4.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΑΦΡΟΣΥΝΗΣ.}1 21271 3.4.1.1 : Σοφοκλέους (inc. fab. fr. 837 N. 2). 21272 3.4.1.2 : Ἀλλ´ οἱ κακῶς πράσσοντες οὐ κωφοὶ μόνον, 21273 3.4.1.3 : ἀλλ´ οὐδ´ ὁρῶντες εἰσορῶσι τἀμφανῆ. 21274 3.4.2.1 : Εὐριπίδου (inc. fab. fr. 1031 N. 2). 21275 3.4.2.2 : Τὸ μὴ εἰδέναι σε μηδὲν ὧν ἁμαρτάνεις, 21276 3.4.2.3 : ἔκκαυμα τόλμης ἱκανόν ἐστι καὶ θράσους. 21277 3.4.3.1 : Ἡσιόδου (op. 210–211). 21278 3.4.3.2 : Ἄφρων δ´ ὅς κ´ ἐθέλῃ πρὸς κρείσσονας ἀντιφερίζειν· 21279 3.4.3.3 : νίκης τε στέρεται πρός τ´ αἴσχεσιν ἄλγεα πάσχει. 21280 3.4.4.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 116 com. IV p. 262). 21281 3.4.4.2 : Ἄνοια θνητοῖς δυστύχημ´ αὐθαίρετον. 21282 3.4.5.1 : Σοφοκλέους (fr. 838 N. 2). 21283 3.4.5.2 : Ὡς δυσπάλαιστον ἀμαθία κακόν. 21284 3.4.6.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 116 com. IV p. 262). 21285 3.4.6.2 : Τί σαυτὸν ἀδικῶν τὴν τύχην καταιτιᾷ; 21286 3.4.7.1 : Τοῦ αὐτοῦ Στρατιῶται (fr. 2 com. IV p. 202). 21287 3.4.7.2 : Οὐδεὶς ξύνοιδεν ἐξαμαρτάνων πόσον 21288 3.4.7.3 : ἁμαρτάνει τὸ μέγεθος, ὕστερον δ´ ὁρᾷ. 21289 3.4.8.1 : Μενάνδρου (fab. inc. 75 com. IV p. 254). 21290 3.4.8.2 : Χαλεπόν γε τοιαῦτ´ ἐστὶν ἐξαμαρτάνειν, 21291 3.4.8.3 : ἃ καὶ λέγειν ὀκνοῦμεν οἱ πεπραχότες. 21292 3.4.9.1 : Εὐριπίδου Ἰνοῦς (fr. 416 N. 2). 21293 3.4.9.2 : Πολλοί γε θνητῶν τῷ θράσει τὰς συμφορὰς 21294 3.4.9.3 : ζητοῦς´ ἀμαυροῦν κἀποκρύπτεσθαι κακά. 21295 3.4.10.1 : Εὐριπίδου Τημενίδαις (fr. 735 N. 2). 21296 3.4.10.2 : Ἀσύνετος, ὅστις ἐν φόβῳ μὲν ἀσθενής, 21297 3.4.10.3 : λαβὼν δὲ μικρὸν τῆς τύχης φρονεῖ μέγα. 21298 3.4.11.1 : Τοῦ αὐτοῦ Αἰόλῳ (fr. 32 N. 2). 21299 3.4.11.2 : Κακῆς 〈ἀπ´〉 ἀρχῆς γίγνεται τέλος κακόν. 21300 3.4.12.1 : Σαπφοῦς πρὸς ἀπαίδευτον γυναῖκα (fr. 68 p. I. 4 III 21301 3.4.12.2 : p. 111). 21302 3.4.12.3 : Κατθανοῖσα δὲ κείσεαι, οὐδέ ποτε μναμοσύνα σέθεν 21303 3.4.12.4 : ἔσσετ´, οὐδέποκ´ ὔστερον· οὐ γὰρ πεδέχεις ῥόδων 21304 3.4.12.5 : τῶν ἐκ Πιερίας· ἀλλ´ ἀφανὴς κἠν ´ΐδα δόμοις 21305 3.4.12.6 : φοιτάσεις πεδ´ ἀμαυρῶν νεκύων ἐκπεποταμένα. 21306 3.4.13.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 248 com. IV p. 289). 21307 3.4.13.2 : Τυφλόν τι τἀνόητον εἶναί μοι δοκεῖ. 21308 3.4.14.1 : Χαιρήμονος (inc. fab. fr. 24 N. 2). 21309 3.4.14.2 : Οὐ ζῶσιν οἵ τι μὴ συνιέντες σοφόν. 21310 3.4.15.1 : Τοῦ αὐτοῦ (inc. fab. fr. 25 N. 2). 21311 3.4.15.2 : Πρὶν γὰρ φρονεῖν εὖ, καταφρονεῖν ἐπίστασαι. 21312 3.4.16.1 : (trag. adesp. fr. 519 N. 2) 21313 3.4.16.2 : Οὐ χρὴ ποδώκη τὸν τρόπον λίαν φορεῖν. 21314 3.4.17.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Chaerem. fr. 26 N. 2). 21315 3.4.17.2 : Σφαλεὶς γὰρ οὐδεὶς εὖ βεβουλεῦσθαι δοκεῖ. 21316 3.4.18.1 : Αἰσχύλου (inc. fab. fr. 392 N. 2). 21317 3.4.18.2 : Ἦ βαρὺ φόρημ´ ἄνθρωπος εὐτυχῶν ἄφρων. 21318 3.4.19.1 : Σοφοκλέους (inc. fab. fr. 839 N. 2). 21319 3.4.19.2 : Ἡ δὲ μωρία 21320 3.4.19.3 : μάλιστ´ ἀδελφὴ τῆς πονηρίας ἔφυ. 21321 3.4.20.1 : Εὐριπίδου (Bacch. 480). 21322 3.4.20.2 : Δόξει τις ἀμαθεῖ σοφὰ λέγων οὐκ εὖ λέγειν. 21323 3.4.21.1 : Τοῦ αὐτοῦ (inc. fab. fr. 1032 N. 2). 21324 3.4.21.2 : Τὸ δ´ ὠκὺ τοῦτο καὶ τὸ λαιψηρὸν φρενῶν 21325 3.4.21.3 : εἰς συμφορὰν καθῆκε πόλλ´ ἤδη βροτούς. 21326 3.4.22.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Iph. T. 1193). 21327 3.4.22.2 : Θάλασσα κλύζει πάντα τἀνθρώπων κακά. 21328 3.4.22.3 : [φέρεται δὲ εἰς τοὺς δεισιδαίμονας οἳ θαλάσσῃ περι– 21329 3.4.22.4 : καθαίρονται.] 21330 3.4.23.1 : Αἰσχύλος ἐν Φρυξί. 21331 3.4.23.2 : ..................... 21332 3.4.24.1 : (poetae ignoti) 21333 3.4.24.2 : Πολλάκι τοι καὶ μωρὸς ἀνὴρ κατακαίριον εἶπεν. 21334 3.4.25.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 293–297). 21335 3.4.25.2 : Κεῖνος μὲν πανάριστος, ὃς αὑτῷ πάντα νοήσῃ, 21336 3.4.25.3 : φρασσάμενος, τά κ´ ἔπειτα καὶ ἐς τέλος ᾖσιν ἀμείνω. 21337 3.4.25.4 : ἐσθλὸς δ´ αὖ κἀκεῖνος, ὃς εὖ εἰπόντι πίθηται. 21338 3.4.25.5 : ὃς δέ κε μήτ´ αὐτὸς νοέῃ μήτ´ ἄλλου ἀκούων 21339 3.4.25.6 : ἐν θυμῷ βάλληται, ὁ δ´ αὖτ´ ἀχρήιος ἀνήρ. 21340 3.4.26.1 : Θεόγνιδος ( 221–226). 21341 3.4.26.2 : Ὅστις τοι δοκέει τὸν πλησίον ἔμμεναι οὐδέν, 21342 3.4.26.3 : ἀλλ´ αὐτὸς μοῦνος ποικίλα δήνε´ ἔχειν, 21343 3.4.26.4 : κεῖνός γ´ ἄφρων ἐστί, νόου βεβλαμμένος ἐσθλοῦ. 21344 3.4.26.5 : ἴσως γὰρ πάντες ποικίλ´ ἐπιστάμεθα, 21345 3.4.26.6 : ἀλλ´ ὁ μὲν οὐκ ἐθέλει κακοκερδείῃσιν ἕπεσθαι, 21346 3.4.26.7 : τῷ δὲ δολοπλοκίαι μᾶλλον ἔτ´ εἰσὶ φίλαι. 21347 3.4.27.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 76 com. IV p. 255). 21348 3.4.27.2 : Εὐηθία μοι φαίνεται, Φιλουμένη, 21349 3.4.27.3 : τὸ νοεῖν μὲν ὅσα δεῖ, μὴ φυλάττεσθαι δ´ ἃ δεῖ. 21350 3.4.28.1 : (fab. inc. fr. 171 com. IV p. 272). 21351 3.4.28.2 : Ἐπὰν ἐν ἀγαθοῖς εὐνοούμενός τις ὢν 21352 3.4.28.3 : ζητῇ τι κρεῖττον ὧν ἔχει, ζητεῖ κακά. 21353 3.4.29.1 : Εὐριπίδου (inc. fab. fr. 899 N. 2). 21354 3.4.29.2 : Οὐκ ἂν δυναίμην μὴ στέγοντα πιμπλάναι, 21355 3.4.29.3 : σοφοὺς ἐπαντλῶν ἀνδρὶ μὴ σοφῷ λόγους. 21356 3.4.30.1 : Τοῦ αὐτοῦ (inc. fab. fr. 1033 N. 2). 21357 3.4.30.2 : Εὖ γὰρ τόδ´ ἴσθι, κεἴ ς´ ἐλάνθανεν πάρος, 21358 3.4.30.3 : τὸ σκαιὸν εἶναι πρῶτ´ ἀμουσίαν ἔχει. 21359 3.4.31.1 : Εὐριπίδου Ἀλεξάνδρου (fr. 47 N. 2). 21360 3.4.31.2 : Ὅθεν δὲ νικᾶν χρῆν σε, δυστυχεῖς, ἄναξ· 21361 3.4.31.3 : ὅθεν δέ ς´ οὐ χρῆν, εὐτυχεῖς· δούλοισι γὰρ 21362 3.4.31.4 : τοῖς σοῖσι νικᾷς, τοῖς δ´ ἐλευθέροισιν οὔ. 21363 3.4.32.1 : Εὐπόλιδος (fab. inc. fr. 1 com. II 1 p. 546). 21364 3.4.32.2 : Ἀλλ´ ἀκούετ´, ὦ θεαταί, τἀμὰ καὶ ξυνίετε 21365 3.4.32.3 : ῥήματ´, εὐθὺ γὰρ πρὸς ὑμᾶς πρῶτον ἀπολογήσομαι, 21366 3.4.32.4 : ὅ τι παθόντες τοὺς ξένους μὲν λέγετε ποιητὰς σοφούς· 21367 3.4.32.5 : ἢν δέ τις τῶν ἐνθάδ´ αὐτοῦ, μηδὲ ἓν χεῖρον φρονῶν, 21368 3.4.32.6 : ἐπιτιθῆται τῇ ποιήσει, πάνυ δοκεῖ κακῶς φρονεῖν, 21369 3.4.32.7 : μαίνεταί τε καὶ παραρρεῖ τῶν φρενῶν τῷ σῷ λόγῳ. 21370 3.4.32.8 : ἀλλ´ ἐμοὶ πείθεσθε, πάντως μεταβαλόντες τοὺς τρόπους, 21371 3.4.32.9 : μὴ φθονεῖθ´ ὅταν τις ἡμῶν μουσικῇ χαίρῃ νέων. 21372 3.4.33.1 : Ῥιανοῦ (Meineke anal. Al. p. 199). 21373 3.4.33.2 : Ἦ ἄρα δὴ μάλα πάντες ἁμαρτίνοοι πελόμεσθα 21374 3.4.33.3 : ἄνθρωποι, φέρομεν δὲ θεῶν ἑτερόρροπα δῶρα 21375 3.4.33.4 : ἀφραδέι κραδίῃ· βιότοιο μὲν ὅς κ´ ἐπιδευὴς 21376 3.4.33.5 : στρωφᾶται, μακάρεσσιν ἐπὶ ψόγον αἰνὸν ἰάπτει 21377 3.4.33.6 : ἀχνύμενος, σφετέρην δ´ ἀρετὴν καὶ θυμὸν ἀτίζει, 21378 3.4.33.7 : οὐδέ τι θαρσαλέος νοέειν ἔπος οὐδέ τι ῥέξαι 21379 3.4.33.8 : ἐρριγώς, ὅθι τ´ ἄνδρες ἐχεκτέανοι παρέωσι, 21380 3.4.33.9 : καί οἱ θυμὸν ἔδουσι κατηφείη καὶ ὀιζύς. 21381 3.4.33.10 : ὃς δέ κεν εὐοχθῇσι, θεὸς δέ οἱ ὄλβον ὀπάζῃ 21382 3.4.33.11 : καὶ πολυκοιρανίην, ἐπιλήθεται οὕνεκα γαῖαν 21383 3.4.33.12 : ποσσὶν ἐπιστείβει, θνητοὶ δέ οἱ εἰσὶ τοκῆες· 21384 3.4.33.13 : ἀλλ´ ὑπεροπλίῃ [τε] καὶ ἁμαρτωλῇσι νόοιο 21385 3.4.33.14 : ἶσα Διὶ βρομέει, κεφαλὴν δ´ ὑπέραυχον ἀνίσχει 21386 3.4.33.15 : καί περ ἐὼν ὀλίγος, μνᾶται δ´ εὔπηχυν Ἀθήνην, 21387 3.4.33.16 : ἠέ τιν´ ἀτραπιτὸν τεκμαίρεται Οὔλυμπόνδε, 21388 3.4.33.17 : ὥς κε μετ´ ἀθανάτοισιν ἀρίθμιος εἰλαπινάζῃ. 21389 3.4.33.18 : ἡ δ´ Ἄτη ἁπαλοῖσι μετατρωχῶσα πόδεσσιν 21390 3.4.33.19 : ἄκρῃς ἐν κεφαλῇσιν ἀνώιστος καὶ ἄφαντος 21391 3.4.33.20 : ἄλλοτε μὲν γραίῃσι νεωτέρη, ἄλλοτε δ´ αὖτε 21392 3.4.33.21 : ὁπλοτέρῃσι γρηῢς ἐφίσταται ἀμπλακίῃσι, 21393 3.4.33.22 : Ζηνὶ θεῶν κρείοντι Δίκῃ τ´ ἐπίηρα φέρουσα. 21394 3.4.34.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 194 com. IV 21395 3.4.34.2 : p. 277). 21396 3.4.34.3 : Οὐκ ἔστ´ ἀνοίας οὐδέν, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ, 21397 3.4.34.4 : τολμηρότερον. 21398 3.4.35.1 : Ἡσιόδου (scut. 92). 21399 3.4.35.2 : Σχέτλιος· ἦ που πολλὰ μετεστοναχίζετ´ ὀπίσσω, 21400 3.4.35.3 : ἣν ἄτην ἀχέων· ἡ δ´ οὐ παλινάγρετός ἐστιν. 21401 3.4.36.1 : Σοφοκλέους (fr. 74 N. 2). 21402 3.4.36.2 : Ἐνταῦθα μέντοι πάντα τἀνθρώπων νοσεῖ, 21403 3.4.36.3 : κακοῖς ὅταν θέλωσιν ἰᾶσθαι κακά. 21404 3.4.37.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 324 N. 2). 21405 3.4.37.2 : Ταῦτ´ ἐστὶν ἄλγιστ´, ἢν παρὸν θέσθαι καλῶς 21406 3.4.37.3 : αὐτός τις αὑτῷ τὴν βλάβην προσθῇ φέρων. 21407 3.4.38.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 77 com. IV 21408 3.4.38.2 : p. 255). 21409 3.4.38.3 : Ὁ μὴ φέρων γὰρ εὖ τι τῶν ἐν τῷ βίῳ 21410 3.4.38.4 : ἀγαθῶν, ἀλόγιστός ἐστιν, 〈ἀλλ´〉 οὐ μακάριος. 21411 3.4.39.1 : Μενάνδρου Θετταλῇ (fr. 1 com. IV p. 133). 21412 3.4.39.2 : Μικρά γε πρόφασίς ἐστι τοῦ πρᾶξαι κακῶς. 21413 3.4.40.1 : Φιλήμονος (com. IV p. 54 fab. inc. fr. 58). 21414 3.4.40.2 : Ἐπὰν ὁ νοῦς ᾖ μὴ καθεστηκώς τινι, 21415 3.4.40.3 : οὐκ ἔστ´ ἀκούειν τοῦτον οὐθὲν οὐδ´ ὁρᾶν. 21416 3.4.41.1 : Κερκίδας (p. l. 4 II p. 514 B.). 21417 3.4.41.2 : Νοῦς ὁρῇ καὶ νοῦς ἀκούει, 21418 3.4.41.3 : πῶς κεν ἴδοιεν τὰν σοφίαν πέλας ἑστακυῖαν 21419 3.4.41.4 : ἀνέρες, ὧν τὸ κέαρ 21420 3.4.41.5 : παλῶ σέσακται καὶ δυσεκνίπτω τρυγός; 21421 3.4.42.1 : Παροιμία. 21422 3.4.42.2 : Ὄνος λύρας ἤκουε καὶ σάλπιγγος ὗς. 21423 3.4.43.1 : Θεόγνιδος ( 693–694). 21424 3.4.43.2 : Πολλούς τοι κόρος ἄνδρας ἀπώλεσεν ἀφραίνοντας· 21425 3.4.43.3 : γνῶναι γὰρ χαλεπὸν † παῦρον, ὅτ´ ἐσθλὰ παρῇ. 21426 3.4.44.1 : Ῥηγίνου ἐκ τοῦ Περὶ φιλίας. 21427 3.4.44.2 : Καθάπερ δὲ τὸ τοῦ ἡλίου φῶς οὐκ ἔστι θεάσασθαι 21428 3.4.44.3 : ἀσθενεῖ καὶ ἀδυνάτῳ τῇ ὄψει· οὕτω καὶ ἔτι μᾶλλον τὴν 21429 3.4.44.4 : ἀλήθειαν οὐκ ἔστιν ἰδεῖν ἀσθενεῖ καὶ ἀδυνάτῳ τῇ 21430 3.4.44.5 : διανοίᾳ. 21431 3.4.45.1 : Κορνηλιανοῦ κατὰ Βερονίκης. 21432 3.4.45.2 : Ἀλλ´ ὅμως τὰ μεγάλα ταῦτα καὶ δεινὰ ὡμολόγει 21433 3.4.45.3 : Κοίτη καθ´ αὑτῆς. τοῦτο γὰρ αὐτῶν καὶ μόνον τῇ προ– 21434 3.4.45.4 : αιρέσει πρόσεστιν ἀγαθόν, ὅπερ ἐστὶ μέγιστον τῶν κακῶν, 21435 3.4.45.5 : ὅτι περὶ ὧν πράττουσι κακῶν καὶ παρρησιάζονται. 21436 3.4.46.1 : Ἰσοκράτους Βουσίριδι (§ 3 p. 221 sq). 21437 3.4.46.2 : Γιγνώσκω μὲν οὖν ὅτι τοῖς πλείστοις τῶν νουθετου– 21438 3.4.46.3 : μένων ἔμφυτόν ἐστι μὴ πρὸς τὰς ὠφελείας ἀποβλέπειν, 21439 3.4.46.4 : ἀλλὰ τοσούτῳ χαλεπώτερον ἀκούειν τῶν λεγομένων, ὅσῳ 21440 3.4.46.5 : περ ἄν τις αὐτῶν ἀκριβέστερον ἐξετάζῃ τὰς ἁμαρτίας. 21441 3.4.47.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδωνος (p. 89 C- 21442 3.4.47.2 : 90 A). 21443 3.4.47.3 : Ἀλλὰ πρῶτον μὲν εὐλαβηθῶμέν τι πάθος μὴ πάθω– 21444 3.4.47.4 : μεν. Τὸ ποῖον; ἦν δ´ ἐγώ. Μὴ γενώμεθα, ἦ δ´ ὅς, 21445 3.4.47.5 : μισόλογοι, ὥσπερ οἱ μισάνθρωποι γιγνόμενοι· ὡς οὐκ 21446 3.4.47.6 : ἔστιν, ἔφη, ὅ τι ἄν τις μεῖζον τούτου κακὸν πάθοι ἢ 21447 3.4.47.7 : λόγους μισήσας. γίγνεται δὲ ἐκ τοῦ αὐτοῦ τρόπου μισο– 21448 3.4.47.8 : λογία τε καὶ μισανθρωπία. ἥ τε γὰρ μισανθρωπία ἐν– 21449 3.4.47.9 : δύεται ἐκ τοῦ σφόδρα τινὶ πιστεῦσαι ἄνευ τέχνης, καὶ 21450 3.4.47.10 : ἡγήσασθαι παντάπασί τε ἀληθῆ εἶναι καὶ ὑγιῆ καὶ πιστὸν 21451 3.4.47.11 : τὸν ἄνθρωπον, ἔπειτα ὀλίγον ὕστερον εὑρεῖν τοῦτον πο– 21452 3.4.47.12 : νηρόν τε καὶ ἄπιστον καὶ αὖθις ἕτερον· καὶ ὅταν τοῦτο 21453 3.4.47.13 : πολλάκις πάθῃ τις, καὶ ὑπὸ τούτων μάλιστα οὓς ἂν 21454 3.4.47.14 : ἡγήσαιτο οἰκειοτάτους καὶ ἑταιροτάτους, τελευτῶν δὴ 21455 3.4.47.15 : θαμὰ προσκρούων μισεῖ τε πάντας καὶ ἡγεῖται οὐδενὸς 21456 3.4.47.16 : οὐδὲν ὑγιὲς εἶναι. ἢ οὐκ ᾔσθησαι σὺ τοῦτο γιγνόμενον; 21457 3.4.47.17 : Πάνυ γε, ἦν δ´ ἐγώ. Οὐκοῦν, ἦ δ´ ὅς, αἰσχρόν, καὶ δῆ– 21458 3.4.47.18 : λον ὅτι ἄνευ τέχνης τῆς περὶ τὰ ἀνθρώπεια ὁ τοιοῦτος 21459 3.4.47.19 : χρῆσθαι ἐπεχείρει τοῖς ἀνθρώποις; εἰ γάρ που μετὰ 21460 3.4.47.20 : τέχνης ἐχρῆτο, ὥσπερ ἔχει, οὕτως ἂν ἡγήσατο, τοὺς μὲν 21461 3.4.47.21 : χρηστοὺς καὶ πονηροὺς σφόδρα ὀλίγους εἶναι ἑκατέρους, 21462 3.4.47.22 : τοὺς δὲ μεταξὺ [τούτων] πλείστους. 21463 3.4.48.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 91 A). 21464 3.4.48.2 : Ὡς κινδυνεύω ἔγωγε ἐν τῷ παρόντι περὶ αὐτοῦ τού– 21465 3.4.48.3 : του οὐ φιλοσόφως ἔχειν, ἀλλ´ ὥσπερ οἱ πάνυ ἀπαίδευτοι 21466 3.4.48.4 : φιλονείκως. καὶ γὰρ ἐκεῖνοι ὅταν περί του ἀμφισβη– 21467 3.4.48.5 : τῶσιν, ὅπῃ μὲν ἔχει περὶ ὧν ἂν ὁ λόγος ᾖ οὐ φροντί– 21468 3.4.48.6 : ζουσιν, ὅπως δὲ ἃ αὐτοὶ ἔθεντο ταῦτα δόξει τοῖς παροῦσι, 21469 3.4.48.7 : τοῦτο προθυμοῦνται. 21470 3.4.49.1 : Δημοσθένους. 21471 3.4.49.2 : Δημοσθένης ὁ ῥήτωρ θεασάμενός τινα δημαγωγὸν 21472 3.4.49.3 : ἀφυῆ μέγα βοῶντα ἔφη ’ἀλλ´ οὐ τὸ μέγα εὖ ἐστι, τὸ δὲ 21473 3.4.49.4 : εὖ μέγα‘. 21474 3.4.50.1 : Κράτητος. 21475 3.4.50.2 : Κράτης ἀπείκαζε τοὺς ἀνοήτους τῶν ἀνθρώπων τοῖς 21476 3.4.50.3 : τρυπάνοις· ἄνευ γὰρ δεσμοῦ καὶ ἀνάγκης μηδὲν ἐθέλειν 21477 3.4.50.4 : τῶν δεόντων ποιεῖν. 21478 3.4.51.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 11 Mullach.). 21479 3.4.51.2 : Ἀνθρώποισι κακὰ ἐξ ἀγαθῶν φύεται, ἐπήν τις τἀ– 21480 3.4.51.3 : γαθὰ μὴ ´πίστηται ποδηγετέειν μηδὲ ὀχέειν εὐπόρως. 21481 3.4.52.1 : Βίωνος. 21482 3.4.52.2 : Βίων ἔλεγε τοὺς γραμματικοὺς ζητοῦντας περὶ τῆς 21483 3.4.52.3 : Ὀδυσσέως πλάνης μὴ ἐξετάζειν τὴν ἰδίαν μηδὲ καθορᾶν 21484 3.4.52.4 : ὅτι καὶ ἐν αὐτῷ τούτῳ πλανῶνται πονοῦντες περὶ τὰ 21485 3.4.52.5 : μηδὲν χρήσιμα. 21486 3.4.53.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Κλειτοφῶντος (p. 407 E). 21487 3.4.53.2 : Καὶ ὁπόταν αὖ φῇς τοὺς ἀσκοῦντας μὲν τὰ σώματα, 21488 3.4.53.3 : τῆς δὲ ψυχῆς ἠμεληκότας ἕτερόν τι πράττειν τοιοῦτον, 21489 3.4.53.4 : τοῦ μὲν ἄρξοντος ἀμελεῖν, περὶ δὲ τὸ ἀρξόμενον ἐσπου– 21490 3.4.53.5 : δακέναι. 21491 3.4.54.1 : Ἡρακλείτου (fr. IV p. 3 ed. Byw.). 21492 3.4.54.2 : Κακοὶ γίνονται ὀφθαλμοὶ καὶ ὦτα ἀφρόνων ἀνθρώ– 21493 3.4.54.3 : πων ψυχὰς βαρβάρους ἐχόντων. 21494 3.4.55.1 : Σωκράτους. 21495 3.4.55.2 : Ὁ μὲν δειλὸς τῆς πατρίδος, ὁ δὲ φιλόδοξος τῆς πα– 21496 3.4.55.3 : τρῴας οὐσίας ἐστὶ προδότης. 21497 3.4.56.1 : Οἱ δραπέται κἂν μὴ διώκωνται φοβοῦνται, οἱ δὲ 21498 3.4.56.2 : ἄφρονες κἂν μὴ κακῶς πράττωσι ταράττονται. 21499 3.4.57.1 : Ἐν μὲν ταῖς μέθαις παροινοῦσιν, ἐν δὲ ταῖς εὐτυ– 21500 3.4.57.2 : χίαις παρανοοῦσιν οἱ ἀνόητοι. 21501 3.4.58.1 : Οὔθ´ οἱ ἄμουσοι τοῖς ὀργάνοις οὔθ´ οἱ ἀπαίδευτοι 21502 3.4.58.2 : ταῖς τύχαις δύνανται συναρμόσασθαι. 21503 3.4.59.1 : Τῷ τῶν ἀπαιδεύτων βίῳ καθάπερ ὑποκριτῇ πολλὰ 21504 3.4.59.2 : τύφου μετεκδύματα παράκειται. 21505 3.4.60.1 : Τοῖς ἄφροσιν ὥσπερ τοῖς παιδίοις μικρὰ πρόφασις 21506 3.4.60.2 : εἰς τὸ κλαίειν ἱκανή. 21507 3.4.61.1 : Οἱ μὲν ξένοι ἐν ταῖς ὁδοῖς, οἱ δὲ ἀπαίδευτοι ἐν τοῖς 21508 3.4.61.2 : πράγμασι πλανῶνται. 21509 3.4.62.1 : Ταὐτόν ἐστιν ἀρρωστοῦντι φορτίον ἀναθέσθαι καὶ 21510 3.4.62.2 : ἀπαιδεύτοις εὐτυχίαν. 21511 3.4.63.1 : Οὔτε πλέοντας παρὰ τόπον ὁρμεῖν ἀσφαλὲς οὔτε 21512 3.4.63.2 : ζῶντας παρὰ τὸν νόμον βιοῦν ἀκίνδυνον. 21513 3.4.64.1 : Ὁ μὲν Πρωτεὺς τῇ μορφῇ, ὁ δ´ ἀπαίδευτος τῇ ψυχῇ 21514 3.4.64.2 : παρ´ ἕκαστον ἀλλοιοῦται. 21515 3.4.65.1 : Πολλοὺς ὥσπερ ἀσθενοῦντας οὕτω καὶ εὐτυχοῦντας 21516 3.4.65.2 : τὸ πλῆθος τῶν παρακειμένων λυπεῖ. 21517 3.4.66.1 : Φίλιππος τοὺς Ἀθηναίους εἴκαζε τοῖς ἑρμαῖς ὡς 21518 3.4.66.2 : στόμα μόνον ἔχουσι καὶ αἰδοῖα μεγάλα. 21519 3.4.67.1 : Δημάδου. 21520 3.4.67.2 : Δημάδης τοὺς Ἀθηναίους εἴκαζεν αὐλοῖς, ὧν εἴ τις 21521 3.4.67.3 : ἀφέλοι τὴν γλῶτταν τὸ λοιπὸν οὐδέν ἐστι. 21522 3.4.68.1 : Θεόκριτος γραμματοδιδασκάλῳ φαύλως ἀναγινώσκοντι 21523 3.4.68.2 : προσελθὼν εἶπε ’διὰ τί γεωμετρεῖν οὐ διδάσκεις;‘ τοῦ 21524 3.4.68.3 : δ´ εἰπόντος ὅτι οὐκ οἶδα, ’καὶ τί τοῦτ´;‘ εἶπεν· ’οὐδὲ 21525 3.4.68.4 : γὰρ ἀναγινώσκειν‘. 21526 3.4.69.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 18 Mullach.). 21527 3.4.69.2 : Εἴδωλα ἐσθῆτι καὶ κόσμῳ διαπρεπέα πρὸς θεωρίην, 21528 3.4.69.3 : ἀλλὰ καρδίης κενεά. 21529 3.4.70.1 : (fr. 93) 21530 3.4.70.2 : Λήθη τῶν ἰδίων κακῶν θρασύτητα γεννᾷ. 21531 3.4.71.1 : (fr. 16) 21532 3.4.71.2 : Ἀνοήμονες ῥυσμοῦνται τοῖσι τῆς τύχης κέρδεσιν, οἱ 21533 3.4.71.3 : δὲ τῶν τοιῶνδε δαήμονες τοῖσι τῆς σοφίης. 21534 3.4.72.1 : (fr. 28) 21535 3.4.72.2 : Τὸ χρῇζον οἶδεν ὁκόσον χρῄζει, ὁ δὲ χρῄζων οὐ 21536 3.4.72.3 : γινώσκει. 21537 3.4.73.1 : (fr. 54) 21538 3.4.73.2 : Ἀνοήμονες τὸ ζῆν ὡς στυγέοντες, ζῆν ἐθέλουσι δεί– 21539 3.4.73.3 : ματι ἀίδεω. 21540 3.4.74.1 : (fr. 51) 21541 3.4.74.2 : Ἀνοήμονες βιοῦσιν οὐ τερπόμενοι βιοτῇ. 21542 3.4.75.1 : (fr. 52) 21543 3.4.75.2 : Ἀνοήμονες δηναιότητος ὀρέγονται οὐ τερπόμενοι 21544 3.4.75.3 : δηναιότητι. 21545 3.4.76.1 : (fr. 31) 21546 3.4.76.2 : Ἀνοήμονες τῶν ἀπεόντων ὀρέγονται, τὰ δὲ παρεόντα 21547 3.4.76.3 : καὶ παρῳχημένων κερδαλεώτερα ἐόντα ἀμαλδύνουσιν. 21548 3.4.77.1 : (fr. 55) 21549 3.4.77.2 : Ἄνθρωποι τὸν θάνατον φεύγοντες διώκουσιν. 21550 3.4.78.1 : (fr. 56) 21551 3.4.78.2 : Ἀνοήμονες οὐδὲν † ἁνδάνουσιν ἐν ὅλῃ τῇ βιοτῇ. 21552 3.4.79.1 : Ἀνοήμονες ζωῆς ὀρέγονται γήραος θάνατον δεδοι– 21553 3.4.79.2 : κότες. 21554 3.4.80.1 : (fr. 53) 21555 3.4.80.2 : Ἀνοήμονες θάνατον δεδοικότες γηράσκειν ἐθέλουσι. 21556 3.4.81.1 : (fr. 140) 21557 3.4.81.2 : Πολλοὶ πολυμαθέες νόον οὐκ ἔχουσι. 21558 3.4.82.1 : (fr. 58) 21559 3.4.82.2 : Δόξα καὶ πλοῦτος ἄνευ ξυνέσιος οὐκ ἀσφαλέα κτήματα. 21560 3.4.83.1 : Διογένους. 21561 3.4.83.2 : Ἐπεὶ δὲ ἐν τῇ στοᾷ ἀνάπαλιν περιπατοῦντος αὐτοῦ 21562 3.4.83.3 : ἐγέλων τινές, ’εἶτ´ οὐκ αἰσχύνεσθε‘ εἶπεν ’ὑμεῖς τὴν ἐν 21563 3.4.83.4 : τῷ βίῳ ὁδὸν ἀνάπαλιν πορευόμενοι, ἐμοῦ τὴν ἐν τῷ περι– 21564 3.4.83.5 : πατεῖν κατεγνωκότες;‘ 21565 3.4.84.1 : Σωκράτης ἰδὼν μειράκιον πλούσιον καὶ ἀπαίδευτον 21566 3.4.84.2 : ’ἰδού‘ φησίν ’χρυσοῦν ἀνδράποδον‘. 21567 3.4.85.1 : Διογένους. 21568 3.4.85.2 : Διογένης ἔλεγε τοὺς ἀνθρώπους τὰ μὲν πρὸς τὸ ζῆν 21569 3.4.85.3 : πορίζεσθαι, τὰ δὲ πρὸς τὸ εὖ ζῆν οὐ πορίζεσθαι. 21570 3.4.86.1 : Ἀριστοτέλους. 21571 3.4.86.2 : Ἀριστοτέλης τοὺς τὰ ἐναργῆ πράγματα πειρωμένους 21572 3.4.86.3 : δεικνύναι ὅμοιον ἔφη ποιεῖν τοῖς διὰ λύχνου τὸν ἥλιον 21573 3.4.86.4 : φιλοτιμουμένοις δεικνύναι. 21574 3.4.87.1 : Βίωνος. 21575 3.4.87.2 : Βίων ἐρωτηθεὶς τί ἐστιν ἄνοια, εἶπε ’προκοπῆς 21576 3.4.87.3 : ἐμπόδιον‘. 21577 3.4.88.1 : Στίλπωνος Σωκρατικοῦ. 21578 3.4.88.2 : Στίλπων ἐρωτηθεὶς τί ἰσχυρότερον ἀνδριάντος, εἶπεν 21579 3.4.88.3 : ’ἄνθρωπος ἀναίσθητος‘. 21580 3.4.89.1 : Κλεάνθους. 21581 3.4.89.2 : Κλεάνθης ἔφη τοὺς ἀπαιδεύτους μόνῃ τῇ μορφῇ τῶν 21582 3.4.89.3 : θηρίων διαφέρειν. 21583 3.4.90.1 : Φαβωρίνου (fr. 103 Marres.). 21584 3.4.90.2 : Φαβωρῖνος εἶπε τοὺς ἀνθρώπους πῇ μὲν εἶναι 21585 3.4.90.3 : γελοίους, πῇ δὲ μισητούς, πῇ δὲ ἐλεεινούς· γελοίους μὲν 21586 3.4.90.4 : θρασύτητι μειζόνων ὀρεγομένους, μισητοὺς δὲ ἐπιτυχόν– 21587 3.4.90.5 : τας, ἐλεεινοὺς δὲ ἁμαρτάνοντας, ζηλωτοὺς δὲ πότε; 21588 3.4.91.1 : Ἐπικτήτου (fr. 15 III p. 69 ed. 21589 3.4.91.2 : Schweigh.). 21590 3.4.91.3 : Εἰς συμπόσιον μὲν οὖν παρακληθέντες τῷ παρόντι 21591 3.4.91.4 : χρώμεθα, εἰ δέ τις κελεύοι τὸν ὑποδεχόμενον ἰχθῦς αὐτῷ 21592 3.4.91.5 : παρατιθέναι ἢ πλακοῦντας, ἄτοπος ἂν δόξειεν· ἐν δὲ τῷ 21593 3.4.91.6 : κόσμῳ αἰτοῦμεν τοὺς θεοὺς ἃ μὴ διδόασι, καὶ ταῦτα 21594 3.4.91.7 : πολλῶν ὄντων ἅ γε ἡμῖν δεδώκασι. 21595 3.4.92.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 16). 21596 3.4.92.2 : Χαρίεντες, ἔφη, εἰσὶν οἱ μέγα φρονοῦντες ἐπὶ τοῖς 21597 3.4.92.3 : οὐκ ἐφ´ ἡμῖν. ’ἐγώ σου‘ φησί ’κρείττων εἰμί, ἀγροὺς 21598 3.4.92.4 : γὰρ ἔχω πολλούς, σὺ δὲ λιμῷ παρατείνῃ‘. ἄλλος λέγει 21599 3.4.92.5 : ’ἐγὼ ὑπατικός εἰμι‘. ἄλλος ’ἐγὼ ἐπίτροπος.‘ ἄλλος ’ἐγὼ 21600 3.4.92.6 : ... οὔλας τρίχας‘. ἵππος δ´ ἵππῳ οὐ λέγει ὅτι ’κρείτ– 21601 3.4.92.7 : των εἰμί σου· πολὺν γὰρ κέκτημαι χιλὸν καὶ κριθὰς 21602 3.4.92.8 : πολλάς, καὶ χαλινοί μοι εἰσὶ χρυσοῖ καὶ ἐφίππια ποικίλα‘, 21603 3.4.92.9 : ἀλλ´ ὅτι ’ὠκύτερός σου εἰμί‘. καὶ πᾶν ζῷον κρεῖττον καὶ 21604 3.4.92.10 : χεῖρόν ἐστιν ἐκ τῆς ἑαυτοῦ ἀρετῆς καὶ κακίας. ἆρ´ οὖν 21605 3.4.92.11 : ἀνθρώπου μόνου ἀρετὴ οὐκ ἔστιν, ἀλλὰ δεῖ ἡμᾶς εἰς 〈τὰς〉 21606 3.4.92.12 : τρίχας ἀφορᾶν καὶ τὰ ἱμάτια καὶ τοὺς πάππους; 21607 3.4.93.1 : (fr. 17 l. c. p. 70) 21608 3.4.93.2 : Τῷ μὲν ἰατρῷ μηδὲν συμβουλεύοντι ἄχθονται οἱ 21609 3.4.93.3 : κάμνοντες καὶ ἡγοῦνται ἀπεγνῶσθαι ὑπ´ αὐτοῦ· πρὸς δὲ 21610 3.4.93.4 : τὸν φιλόσοφον διὰ τί οὐκ ἄν τις οὕτω διατεθείη, ὥστε 21611 3.4.93.5 : οἰηθῆναι ἀπεγνῶσθαι ὑπ´ αὐτοῦ σωφρονήσειν, εἰ μηδὲν 21612 3.4.93.6 : λέγοι [τι] πρὸς αὐτὸν τῶν χρησίμων; 21613 3.4.94.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 18 l. c. p. 71). 21614 3.4.94.2 : Οἱ τὸ σῶμα εὖ διακείμενοι καὶ καύματα καὶ ψύχη 21615 3.4.94.3 : ὑπομένουσιν· οὕτω δὲ καὶ οἱ τὴν ψυχὴν καλῶς διακεί– 21616 3.4.94.4 : μενοι καὶ ὀργὴν καὶ λύπην καὶ περιχάρειαν καὶ τἄλλα 21617 3.4.94.5 : πάθη φέρουσι. 21618 3.4.95.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Εὐθύφρονος (P. 3 A). 21619 3.4.95.2 : Βουλοίμην ἄν, ὦ Σώκρατες, ἀλλ´ ὀρρωδῶ μὴ τοὐναν– 21620 3.4.95.3 : τίον γένηται· ἀτεχνῶς γάρ μοι δοκεῖ ἀφ´ ἑστίας ἄρχεσθαι 21621 3.4.95.4 : κακουργεῖν τὴν πόλιν, ἐπιχειρῶν ἀδικεῖν σέ. καί μοι 21622 3.4.95.5 : λέγε, τί καὶ ποιοῦντά σέ φησι διαφθείρειν τοὺς νέους; 21623 3.4.95.6 : —Ἄτοπα, ὦ θαυμάσιε, ὡς οὕτως ἀκοῦσαι. φησὶ γάρ 21624 3.4.95.7 : με ποιητὴν εἶναι θεῶν, καὶ ὡς καινοὺς ποιοῦντα θεούς, 21625 3.4.95.8 : τοὺς δ´ ἀρχαίους οὐ νομίζοντα ἐγράψατο. 21626 3.4.96.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 3 C). 21627 3.4.96.2 : Ἀθηναίοις γάρ, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ, οὐ σφόδρα μέλει, ἄν 21628 3.4.96.3 : τινα δεινὸν οἴωνται 〈εἶναι〉, μὴ μέντοι διδασκαλικὸν τῆς 21629 3.4.96.4 : αὑτοῦ σοφίας· ὃν δ´ ἂν καὶ ἄλλους οἴωνται ποιεῖν τοιού– 21630 3.4.96.5 : τους, θυμοῦνται, εἴτ´ οὖν φθόνῳ, ὡς σὺ λέγεις, εἴτε δι´ 21631 3.4.96.6 : ἄλλο τι. 21632 3.4.97.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Σοφιστοῦ (p. 228 D). 21633 3.4.97.2 : Ψυχὴν ἀνόητον αἰσχρὰν καὶ ἄμετρον θετέον. 21634 3.4.98.1 : (Plat. Tim. p. 86 B) 21635 3.4.98.2 : Νόσον μὲν ψυχῆς ἄνοιαν συγχωρητέον, δύο δὲ ἀνοίας 21636 3.4.98.3 : γένη, τὸ μὲν μανίαν τὸ δὲ ἀμαθίαν. 21637 3.4.99.1 : Εὐσεβίου (fr. 2 phil. graec. III p. 8 21638 3.4.99.2 : Mullach). 21639 3.4.99.3 : Ἄνθρωποι πολυμαθίης ἔχειν δόξαν ἢ τοῦ ἀληθί– 21640 3.4.99.4 : ζεσθαι ἔρωτα πλεῦνα ἐκτέαται. πολλοὶ γοῦν τοῖσι πρὸ 21641 3.4.99.5 : ἑωυτῶν ἐναντίας δόξας συστησάμενοι τὴν γνῶσιν τοῦ 21642 3.4.99.6 : ἀληθέος περὶ τῶν ἀναγκαιοτάτων ἀφείλοντο, τὴν πίστιν 21643 3.4.99.7 : αὐτῶν μὴ ἐν βεβαίῳ ἑστάναι, ὑπὸ δὲ τοῦ ἀπὸ τῆς 21644 3.4.99.8 : προτέρης δόξης περιτρέψαι ἐς τοὐναντίον 〈τὸν〉 λόγον 21645 3.4.99.9 : παρασκευάσαντες ἐν τῷ ἀσταθμητοτάτῳ αἰωρέεσθαι. 21646 3.4.100.1 : Εὐσεβίου (fr. 3 III p. 8 Mullach). 21647 3.4.100.2 : Πολλοὶ τῶν ἀνθρώπων ἐν τῇσι ζητήσεσι τῶν πρηγ– 21648 3.4.100.3 : μάτων ὁμοίως τοῖς ἀλόγοισι τῶν ζῴων, ὥσπερ ἐκεῖνα 21649 3.4.100.4 : μαχόμενα, οὕτω καὶ αὐτοὶ μούνου τοῦ νικᾶν μεταποιέον– 21650 3.4.100.5 : ται· ὅκως δὲ (τοῦ περ χρὴ πάντα ἄνδρα προμηθέεσθαι 21651 3.4.100.6 : καὶ λέγοντα καὶ πρήσσοντα) μὴ παρὰ τὸ ξυμφέρον καὶ 21652 3.4.100.7 : σφέων αὐτῶν καὶ τῶν παρεόντων, καὶ ὥστε μὴ τὸ ἀλη– 21653 3.4.100.8 : θὲς αὐτὸ βλάψαι, οὐκέτι λόγον τούτου ποιέονται. 21654 3.4.101.1 : (fr. 4) 21655 3.4.101.2 : Ἀνθρώποισιν ἔριδες προσφιλέες, καὶ τοῦ περὶ παν– 21656 3.4.101.3 : τὸς τοῦ προτεθέντος ἀντιλέγοντας ἐθέλειν κρατέειν ἄπλε– 21657 3.4.101.4 : τος καὶ ἄλογος ἐπιθυμίη, ὁκότε πολλοὶ οὐκ αἰδέονται καὶ 21658 3.4.101.5 : κατὰ τῶν σπουδαιεστάτων καὶ τῶν οὐ χρὴ τῷ χείρονι 21659 3.4.101.6 : λόγῳ νικᾶν, νικῶντες ἀξίην κεκλῆσθαι νίκην Καδμηίην. 21660 3.4.102.1 : (fr. 5 l. c. p. 9) 21661 3.4.102.2 : Ἄνθρωποι τοὺς μὲν παρὰ φύσιν καὶ ἐν τεράτων 21662 3.4.102.3 : λόγῳ ἐόντας ἀσπάζονται, καὶ μεγάλων χρημάτων ὠνεό– 21663 3.4.102.4 : μενοι ὡς ἐπὶ μεγίστῳ κτήματι χαίρουσι καὶ μεγαλοφρο– 21664 3.4.102.5 : νέονται, περὶ δὲ τὰ σπουδαιότατα καὶ [τὰ] σμικρὰ ἄχθον– 21665 3.4.102.6 : ται ἀναλίσκοντες. 21666 3.4.103.1 : (fr. 6) 21667 3.4.103.2 : Οἱ πλεῦνες τῶν ἀνθρώπων περὶ πάντα τὰ λοιπὰ 21668 3.4.103.3 : φειδωλοὺς σφέας παρεχόμενοι καὶ εἰ δαπανοῖεν ἀσχάλ– 21669 3.4.103.4 : λοντες, ὑπὲρ τοῦ παρὰ τῶν δήμων κροτηθῆναι καὶ τὰ 21670 3.4.103.5 : ἐόντα σφι πάντα ἡδέως προΐενται. 21671 3.4.104.1 : (fr. 7) 21672 3.4.104.2 : Οἱ μάταιοι τῶν ἀνθρώπων τοὺς μὲν μεγάλα χρήματα 21673 3.4.104.3 : ἔχοντας καὶ φαύλους ἐόντας τιμῶσί τε καὶ τεθωυμάκασι· 21674 3.4.104.4 : τῶν δὲ σπουδαίων, ἐπειδὰν ἀχρηματίην καταγνῶσιν, ὑπερ– 21675 3.4.104.5 : φρονέουσιν. 21676 3.4.105.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστωνύμου Τομαρίων. 21677 3.4.105.2 : Πολλοὶ ἀδικηθέντες ὑπὸ ῥητόρων τοὺς υἱοὺς ῥήτορας 21678 3.4.105.3 : διδάσκουσιν, οὐδεὶς δὲ δηχθεὶς ὑπὸ λύκου αὐτὸς λύκος 21679 3.4.105.4 : γίνεται καὶ ἀντιδάκνει. 21680 3.4.106.1 : Ζήνωνος. 21681 3.4.106.2 : Ζήνων δὲ ἔφη γελοῖον ἑκάστου μὲν τοῖς παραγγέλμα– 21682 3.4.106.3 : σιν ὡς δεῖ ζῆν μὴ προσέχειν, ὡς οὐκ εἰδότων, τὸν δὲ 21683 3.4.106.4 : παρὰ πάντων ἔπαινον θαυμάζειν, ὡς ἐχόμενον κρίσεως. 21684 3.4.107.1 : Σωκράτους. 21685 3.4.107.2 : Οἱ μὲν ἀκρατεῖς ἐν ταῖς ἀρρωστίαις, οἱ δὲ ἄφρονες 21686 3.4.107.3 : ἐν ταῖς ἀτυχίαις εἰσὶ δυσθεράπευτοι. 21687 3.4.108.1 : Πυθαγόρου. 21688 3.4.108.2 : Θυηπολίαι ἀφρόνων πυρὸς τροφή, τὰ δὲ ἀναθήματα 21689 3.4.108.3 : ἱεροσύλων χορηγία. 21690 3.4.109.1 : Ἐκ τῶν Ἀρίστωνος Ὁμοιωμάτων. 21691 3.4.109.2 : Ἀρίστων ὁ Χῖος τοὺς περὶ τὰ ἐγκύκλια μαθήματα 21692 3.4.109.3 : πονουμένους, ἀμελοῦντας δὲ φιλοσοφίας, ἔλεγεν ὁμοίους 21693 3.4.109.4 : εἶναι τοῖς μνηστῆρσι τῆς Πηνελόπης, οἳ ἀποτυγχάνοντες 21694 3.4.109.5 : ἐκείνης περὶ τὰς θεραπαίνας ἐγίνοντο. 21695 3.4.110.1 : Ὁ αὐτὸς τοὺς πολλοὺς εἴκαζε τῷ Λαέρτῃ, ὅστις τῶν 21696 3.4.110.2 : κατὰ τὸν ἀγρὸν ἐπιμελούμενος πάντων, ὀλιγώρως εἶχεν 21697 3.4.110.3 : ἑαυτοῦ· καὶ γὰρ τούτους τῶν κτημάτων πλείστην ἐπιμέ– 21698 3.4.110.4 : λειαν ποιουμένους περιορᾶν τὴν ψυχὴν ἑαυτῶν πλήρη 21699 3.4.110.5 : παθῶν ἀγρίων οὖσαν. 21700 3.4.111.1 : Διογένους. 21701 3.4.111.2 : Διογένης ἔλεγε διαπαλαίοντας μὲν πολλοὺς ὁρᾶν καὶ 21702 3.4.111.3 : διατρέχοντας, διακαλοκἀγαθιζομένους δὲ οὔ. 21703 3.4.112.1 : Πλάτωνος (Men. p. 77 B–78 B). 21704 3.4.112.2 : Ἆρα λέγεις τὸν τῶν καλῶν ἐπιθυμοῦντα ἀγαθῶν 21705 3.4.112.3 : ἐπιθυμητὴν εἶναι; {—}Μάλιστά γε. {—}Ἆρα ὡς ὄντων 21706 3.4.112.4 : τινῶν οἳ τῶν κακῶν ἐπιθυμοῦσιν, ἑτέρων δὲ οἳ τῶν 21707 3.4.112.5 : ἀγαθῶν; οὐ πάντες, ὦ ἄριστε, δοκοῦσί σοι τῶν ἀγαθῶν 21708 3.4.112.6 : ἐπιθυμεῖν; {—}Οὐκ ἔμοιγε. {—}Ἀλλά τινες τῶν κακῶν; {—} 21709 3.4.112.7 : Ναί. {—}Οἰόμενοι τὰ κακὰ ἀγαθὰ εἶναι λέγεις, ἢ καὶ 21710 3.4.112.8 : γιγνώσκοντες ὅτι κακά ἐστιν, ὅμως ἐπιθυμοῦσιν αὐτῶν; {—} 21711 3.4.112.9 : Ἀμφότερα ἔμοιγε δοκεῖ. {—}Ἦ γὰρ δοκεῖ τίς σοι, ὦ Μέ– 21712 3.4.112.10 : νων, γιγνώσκων τὰ κακὰ ὅτι κακά ἐστιν, ὅμως ἐπιθυ– 21713 3.4.112.11 : μεῖν αὐτῶν; {—}Μάλιστα. {—}Τί ἐπιθυμεῖν λέγεις; ἦ γε– 21714 3.4.112.12 : νέσθαι αὐτῷ; {—}Γενέσθαι· τί γὰρ ἄλλο; {—}Πότερον 21715 3.4.112.13 : ἡγούμενος τὰ κακὰ ὠφελεῖν ἐκεῖνον ᾧ ἂν γένηται, ἢ γι– 21716 3.4.112.14 : γνώσκων τὰ κακά, ὅτι βλάπτει ᾧ ἂν παρῇ; {—}Εἰσὶ μὲν 21717 3.4.112.15 : οἳ ἡγούμενοι τὰ κακὰ ὠφελεῖν, εἰσὶ δὲ καὶ οἳ γιγνώ– 21718 3.4.112.16 : σκοντες ὅτι βλάπτει. {—}Ἦ καὶ δοκοῦσί σοι γιγνώσκειν 21719 3.4.112.17 : τὰ κακά, ὅτι κακά ἐστιν, οἱ ἡγούμενοι τὰ κακὰ ὠφελεῖν; {—} 21720 3.4.112.18 : Οὐ πάνυ μοι δοκεῖ τοῦτό γε. {—}Οὐκοῦν δῆλον ὅτι οὗ– 21721 3.4.112.19 : τοι μὲν οὐ τῶν κακῶν ἐπιθυμοῦσιν οἱ ἀγνοοῦντες αὐτά, 21722 3.4.112.20 : ἀλλ´ ἐκείνων, ἃ ᾤοντο ἀγαθὰ εἶναι· ἔστι δὲ ταῦτά γε 21723 3.4.112.21 : κακά· ὥστε οἱ ἀγνοοῦντες αὐτὰ καὶ οἰόμενοι ἀγαθὰ 21724 3.4.112.22 : εἶναι δῆλον ὅτι τῶν ἀγαθῶν ἐπιθυμοῦσιν. ἢ οὔ; {—}Κιν– 21725 3.4.112.23 : δυνεύουσιν οὗτοί γε. {—}Τί δαί; οἱ τῶν κακῶν μὲν ἐπι– 21726 3.4.112.24 : θυμοῦντες, ὡς φῂς σύ, ἡγούμενοι δὲ τὰ κακὰ βλάπτειν 21727 3.4.112.25 : ἐκεῖνον, ᾧ ἂν γίγνηται, γιγνώσκουσι δήπου ὅτι βλαβή– 21728 3.4.112.26 : σονται ὑπ´ αὐτῶν; {—}Ἀνάγκη. {—}Ἀλλὰ τοὺς βλαπτο– 21729 3.4.112.27 : μένους οὗτοι οὐκ οἴονται ἀθλίους εἶναι καθόσον βλάπ– 21730 3.4.112.28 : τονται; {—}Καὶ τοῦτο ἀνάγκη. {—}Τους δὲ ἀθλίους οὐ 21731 3.4.112.29 : κακοδαίμονας; {—}Οἶμαι ἔγωγε. {—}Ἔστιν οὖν ὅστις βού– 21732 3.4.112.30 : λεται ἄθλιος καὶ κακοδαίμων εἶναι; {—}Οὔ μοι δοκεῖ, ὦ 21733 3.4.112.31 : Σώκρατες. {—}Οὐκ ἄρα βούλεται τὰ κακά, ἆ Μένων, 21734 3.4.112.32 : οὐδείς, εἴπερ μὴ βούλεται τοιοῦτος εἶναι. τί γὰρ ἄλλο 21735 3.4.112.33 : ἐστὶν ἄθλιον εἶναι, ἢ ἐπιθυμεῖν τε τῶν κακῶν καὶ κτᾶ– 21736 3.4.112.34 : σθαι; {—}Κινδυνεύεις ἀληθῆ λέγειν, ὦ Σώκρατες, καὶ 21737 3.4.112.35 : οὐδεὶς βούλεται τὰ κακά. 21738 3.4.113.1 : Πλάτωνος ἐκ τῆς πρὸς τοὺς Δίωνος 21739 3.4.113.2 : οἰκείους ἐπιστολῆς (p. 511 Herch.). 21740 3.4.113.3 : Νῦν δὲ ἤ πού τις δαίμων ἤ τις ἀλιτήριος ἐμπεσὼν 21741 3.4.113.4 : ἀνομίᾳ καὶ ἀθεότητι, καὶ τὸ μέγιστον τόλμαις ἀμαθίας, 21742 3.4.113.5 : ἐξ ἧς πάντα κακὰ πᾶσιν ἐρρίζωται καὶ βλαστάνει καὶ 21743 3.4.113.6 : εἰς ὕστερον ἀποτελεῖ καρπὸν τοῖς γεννήσασι πικρότατον, 21744 3.4.113.7 : αὕτη πάντα τὸ δεύτερον ἀνέτρεψέ τε καὶ ἀπώλεσεν. 21745 3.4.114.1 : Σωκράτους. 21746 3.4.114.2 : Ὁ μὲν δειλὸς καθ´ ἑαυτοῦ τὰ ὅπλα ἔχει, ὁ δὲ ἀνόητος 21747 3.4.114.3 : τὰ χρήματα. 21748 3.4.115.1 : Οὔθ´ ὁ αὐστηρὸς οἶνος εἰς πόσιν εὔθετος, οὔθ´ ὁ 21749 3.4.115.2 : ἄγροικος τρόπος εἰς ὁμιλίαν. 21750 3.4.116.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Περὶ εὐθυμίας 21751 3.4.116.2 : (p. 466 C–D). 21752 3.4.116.3 : Ἀλλ´ ὥσπερ οἱ δειλοὶ καὶ ναυτιῶντες ἐν τῷ πλεῖν 21753 3.4.116.4 : † ἀνομοιότερον οἰόμενοι διάξειν, ἐὰν εἰς γαῦλον ἐξ ἀκάτου, 21754 3.4.116.5 : καὶ πάλιν ἐὰν εἰς τριήρη μεταβῶσιν, οὐδὲν περαίνουσι, 21755 3.4.116.6 : τὴν χολὴν καὶ τὴν δειλίαν συμμεταφέροντες ἑαυτοῖς· 21756 3.4.116.7 : οὕτως αἱ τῶν βίων ἀντιμεταλήψεις οὐκ ἐξαιροῦσι τῆς 21757 3.4.116.8 : ψυχῆς τὰ λυποῦντα καὶ ταράττοντα· ταῦτα δέ ἐστιν 21758 3.4.116.9 : ἀπειρία πραγμάτων καὶ ἀλογιστία, τὸ μὴ δύνασθαι 21759 3.4.116.10 : μηδὲ ἐπίστασθαι χρῆσθαι τοῖς παροῦσιν ὀρθῶς. ταῦτα 21760 3.4.116.11 : καὶ πλουσίους χειμάζει καὶ πένητας, ταῦτα καὶ γεγαμη– 21761 3.4.116.12 : κότας ἀνιᾷ καὶ ἀγάμους· 〈διὰ ταῦτα φεύγουσι τὴν ἀγο– 21762 3.4.116.13 : ράν, εἶτα τὴν ἡσυχίαν οὐ φέρουσι·〉 διὰ ταῦτα προαγωγὰς 21763 3.4.116.14 : ἐν αὐλαῖς διώκουσι, καὶ παρελθόντες εὐθὺς βαρύνονται. 21764 3.4.116.15 : δυσάρεστον οἱ νοσοῦντες ἀπορίας ὕπο· 21765 3.4.116.16 : καὶ γὰρ ἡ γυνὴ λυπεῖ, καὶ τὸν ἰατρὸν αἰτιῶνται, καὶ 21766 3.4.116.17 : δυσχεραίνει πρὸς τὸ κλινίδιον· 21767 3.4.116.18 : φίλων δ´ ὅ τ´ ἐλθὼν † λυπηρὸς ὅ τ´ ἀπιὼν βαρύς, 21768 3.4.116.19 : ὡς ὁ Ἴων φησίν. εἶτα τῆς νόσου διαλυθείσης καὶ κρά– 21769 3.4.116.20 : σεως ἑτέρας ἐγγενομένης, ἦλθεν ἡ ὑγίεια φίλα πάντα 21770 3.4.116.21 : ποιοῦσα καὶ προσηνῆ· ὁ γὰρ χθὲς ᾠὰ καὶ ἀμύλια καὶ 21771 3.4.116.22 : σίτινον ἄρτον διαπτύων, σήμερον αὐτόπυρον ἐπ´ ἐλαίαις 21772 3.4.116.23 : ἢ καρδαμίδι ἐσθίει καὶ προθύμως. τοιαύτην ὁ λογισμὸς 21773 3.4.116.24 : εὐκολίαν καὶ μεταβολὴν ἐγγενόμενος ποιεῖ πρὸς τὸν βίον. 21774 3.4.117.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Ἀλκιβιάδου βʹ 21775 3.4.117.2 : (p. 140 E). 21776 3.4.117.3 : Ἆρ´ οὖν τούτους φρονίμους ὑπολαμβάνεις, οἳ ἂν εἰ– 21777 3.4.117.4 : δῶσιν ἅττα δεῖ πράττειν ἢ λέγειν; —Ἔγωγε. —Ἄφρονας 21778 3.4.117.5 : δὲ ποτέρους; ἆρά γε τοὺς μηδ´ ἕτερα τούτων εἰδότας; — 21779 3.4.117.6 : Τούτους. —Οὐκοῦν οἵ γε μὴ εἰδότες μηδ´ ἕτερα τούτων 21780 3.4.117.7 : λήσουσιν αὑτοὺς καὶ λέγοντες καὶ πράττοντες ἅττα μὴ 21781 3.4.117.8 : δεῖ; —Φαίνεται. 21782 3.4.118.1 : Σωκράτους. 21783 3.4.118.2 : Οὔτε τὰ τοῦ Ἀχιλλέως ὅπλα τῷ Θερσίτῃ οὔτε τὰ 21784 3.4.118.3 : τῆς τύχης ἀγαθὰ τῷ ἄφρονι ἁρμόττει. 21785 3.4.119.1 : Νοσοῦντος δίαιτα καὶ ἄφρονος εὐτυχία πολὺ ἔχει τὸ 21786 3.4.119.2 : δυσάρεστον. 21787 3.4.120.1 : Αἱ μὲν βρονταὶ μάλιστα τοὺς παῖδας, αἱ δ´ ἀπειλαὶ 21788 3.4.120.2 : τοὺς ἄφρονας καταπλήττουσιν. 21789 3.4.121.1 : Ἱέρακος ἐκ τοῦ Περὶ δικαιοσύνης. 21790 3.4.121.2 : Ἢ τί φαίη τις ἂν περὶ τοῦ τοὺς τρόπους ἐριστικοῦ, 21791 3.4.121.3 : κἂν μηδενὸς πώποτε κτήματος τῶν μηδὲν αὐτῷ προση– 21792 3.4.121.4 : κόντων ἐφίηται; πῶς ἂν δίκαιόν τι πράττοι, εἰ καθ´ 21793 3.4.121.5 : αὑτὸν ἐνθυμοῖτο μηδενὶ συντίθεσθαι τῶν ὁμολογουμένων 21794 3.4.121.6 : ἀξίων, ἀλλ´ ἐρίζειν πρὸς ἅπαντας παρεσκευασμένος, 21795 3.4.121.7 : μέτρον δὲ οὐδέν, ἀλλ´ οὐδὲ καιρὸν οὐδένα τιθέμενος εἰς 21796 3.4.121.8 : φιλονεικίαν; οὐ γὰρ δὴ μόνον ἐν τοῖς λόγοις τὸ ὀρθῶς 21797 3.4.121.9 : ἔχον ὁ τοιοῦτος ἀναιρεῖν πειρᾶται, ἀλλὰ καὶ ἐν τῷ πράτ– 21798 3.4.121.10 : τειν τὰ πολλὰ τῷ φιλονεικεῖν διδοὺς βιαίους πολλάκις 21799 3.4.121.11 : καὶ διαστρόφους τὰς πράξεις ποιήσεται, ἑαυτὸν μὴ συναι– 21800 3.4.121.12 : νοῦντα ταῖς τῶν πολλῶν δόξαις ἐπιδεικνύς· ἐκ τούτων 21801 3.4.121.13 : δὲ αὐτὸς μὲν τοῖς ἄλλοις ἀπεχθής, τοὺς φεύγοντας δὲ 21802 3.4.121.14 : αὐτὸν καὶ τὰς τοιαύτας συνουσίας μισήσει· τοὺς δ´ ὑπ´ 21803 3.4.121.15 : ἐλευθερίας ἐλέγχοντας αὐτοῦ τὸ σκαιὸν τοῦ ἤθους οὐδὲ 21804 3.4.121.16 : ὀρθοῖς ἰδεῖν ὀφθαλμοῖς ἀνέξεται· εἰ δὲ εἰς τοὺς ὁμοίους 21805 3.4.121.17 : ἐμπέσοι (οὐ γὰρ δὴ πολλὴ σπάνις τῶν τοιούτων) εὐθὺς 21806 3.4.121.18 : στάσεις, λοιδορίαι καὶ πόλεμος ἄσπονδος, ἑξῆς ψευδεῖς 21807 3.4.121.19 : διαβολαὶ καὶ πᾶν εἶδος ἐπιβουλῆς καὶ σκέψεις, ὅπως 21808 3.4.121.20 : ἂν ἀλλήλους ἀπολέσειαν. τὰ γὰρ μεγάλα κακὰ οὐκ ἄλ– 21809 3.4.121.21 : λως ἢ ἐκ τῆς τυχούσης φιλονεικίας συνίσταται. 21810 3.4.122.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδωνος (p. 68 B). 21811 3.4.122.2 : Οὐκοῦν ἱκανόν σοι τεκμήριον, ἔφη, τοῦτο ἀνδρὸς ὃν 21812 3.4.122.3 : ἂν ἴδῃς ἀγανακτοῦντα μέλλοντα ἀποθανεῖσθαι, ὅτι οὐκ 21813 3.4.122.4 : ἄρ´ ἦν φιλόσοφος ἀλλά τις φιλοσώματος; 〈ὁ〉 αὐτὸς δέ 21814 3.4.122.5 : που οὗτος τυγχάνει ὢν καὶ φιλοχρήματος καὶ φιλότιμος, 21815 3.4.122.6 : ἤτοι τὰ ἕτερα τούτων ἢ ἀμφότερα. Πάνυ, ἔφη, ἔχει, οὕ– 21816 3.4.122.7 : τως ὡς λέγεις. Ἆρ´ οὖν, ἔφη, ὦ Σιμμία, οὐ καὶ ἡ ὀνο– 21817 3.4.122.8 : μαζομένη ἀνδρεία τοῖς οὕτω διακειμένοις μάλιστα προσ– 21818 3.4.122.9 : ήκει; Πάντως 〈δή〉 που, ἔφη. Οὐκοῦν καὶ ἡ σωφροσύνη, 21819 3.4.122.10 : ἣν καὶ οἱ πολλοὶ ὀνομάζουσι σωφροσύνην, τὸ περὶ τὰς 21820 3.4.122.11 : ἐπιθυμίας μὴ ἐπτοῆσθαι, ἀλλ´ ὀλιγώρως ἔχειν καὶ κοσ– 21821 3.4.122.12 : μίως, ἆρ´ οὐ τούτοις μόνοις προσήκει τοῖς μάλιστα τοῦ 21822 3.4.122.13 : σώματος ὀλιγωροῦσί τε καὶ ἐν φιλοσοφίᾳ ζῶσιν; Ἀνάγκη, 21823 3.4.122.14 : ἔφη. Εἰ γὰρ ἐθέλεις, ἦ δ´ ὅς, ἐννοῆσαι τήν γε τῶν 21824 3.4.122.15 : ἄλλων ἀνδρείαν τε καὶ σωφροσύνην, δόξει σοι εἶναι ἄτο– 21825 3.4.122.16 : πος. Πῶς δή, ὦ Σώκρατες; Οἶσθα, ἦ δ´ ὅς, ὅτι τὸν 21826 3.4.122.17 : θάνατον ἡγοῦνται πάντες οἱ ἄλλοι τῶν μεγάλων κακῶν; 21827 3.4.122.18 : Καὶ μάλ´, ἔφη. Οὐκοῦν φόβῳ μειζόνων κακῶν ὑπο– 21828 3.4.122.19 : μένουσιν αὐτῶν οἱ ἀνδρεῖοι τὸν θάνατον, ὅταν ὑπο– 21829 3.4.122.20 : μένωσιν; Ἔστι ταῦτα. Τῷ δεδιέναι ἄρα καὶ δέει ἀν– 21830 3.4.122.21 : δρεῖοί εἰσι πάντες πλὴν οἱ φιλόσοφοι. καίτοι ἄλογόν γε 21831 3.4.122.22 : δέει τινὰ καὶ δειλίᾳ ἀνδρεῖον εἶναι. Πάνυ μὲν οὖν. Τί 21832 3.4.122.23 : δὲ οἱ κόσμιοι αὐτῶν; οὐ ταὐτὸ τοῦτο πεπόνθασιν· ἀκο– 21833 3.4.122.24 : λασίᾳ τινὶ σώφρονές εἰσι; καίτοι φαμέν γε ἀδύνατον 21834 3.4.122.25 : εἶναι, ἀλλ´ ὅμως 〈αὐτοῖς〉 συμβαίνει τούτῳ ὅμοιον τὸ 21835 3.4.122.26 : πάθος τὸ περὶ ταύτην τὴν εὐήθη σωφροσύνην· φοβού– 21836 3.4.122.27 : μενοι γὰρ ἑτέρων ἡδονῶν στερηθῆναι καὶ ἐπιθυμοῦντες 21837 3.4.122.28 : ἐκείνων, ἄλλων ἀπέχονται ὑπ´ ἄλλων κρατούμενοι. καί– 21838 3.4.122.29 : τοι καλοῦσί γε ἀκολασίαν τὸ ὑπὸ τῶν ἡδονῶν ἄρχεσθαι· 21839 3.4.122.30 : ἀλλ´ ὅμως συμβαίνει αὐτοῖς κρατουμένοις ὑφ´ ἡδονῶν 21840 3.4.122.31 : 〈κρατεῖν ἄλλων ἡδονῶν〉. τοῦτο δὲ ὅμοιόν ἐστιν ᾧ νῦν 21841 3.4.122.32 : δὴ ἐλέγετο, τῷ τρόπον τινὰ δι´ ἀκολασίαν αὐτοὺς σεσω– 21842 3.4.122.33 : φρονίσθαι. Ἔοικε γάρ. Ὦ μακάριε Σιμμία, μὴ γὰρ οὐχ 21843 3.4.122.34 : αὕτη 〈ᾖ〉 ἡ ὀρθὴ πρὸς ἀρετὴν ἀλλαγή, ἡδονὰς 〈πρὸς 21844 3.4.122.35 : ἡδονὰς〉 καὶ λύπας 〈πρὸς λύπας〉 καὶ φόβον πρὸς φόβον 21845 3.4.122.36 : καταλλάττεσθαι, μείζω πρὸς ἐλάττω, ὥσπερ νομίσματα, 21846 3.4.122.37 : ἀλλ´ ᾖ ἐκεῖνο μόνον τὸ νόμισμα ὀρθόν, ἀντὶ οὗ δεῖ ταῦτα 21847 3.4.122.38 : πάντα καταλλάττεσθαι, φρόνησις, καὶ τούτου μὲν πάντα 21848 3.4.122.39 : καὶ μετὰ τούτου ὠνούμενά τε καὶ πιπρασκόμενα τῷ ὄντι ᾖ 21849 3.4.122.40 : καὶ ἀνδρεία καὶ σωφροσύνη καὶ δικαιοσύνη καὶ ξυλλήβδην 21850 3.4.122.41 : ἀληθὴς ἀρετὴ μετὰ φρονήσεως, καὶ προσγινομένων καὶ 21851 3.4.122.42 : ἀπογινομένων καὶ ἡδονῶν καὶ φόβων καὶ τῶν ἄλλων πάν– 21852 3.4.122.43 : των τῶν τοιούτων· χωριζόμενα δὲ φρονήσεως καὶ ἀλλατ– 21853 3.4.122.44 : τόμενα ἀντὶ ἀλλήλων, μὴ σκιαγραφία τις ᾖ 〈ἡ〉 τοιαύτη 21854 3.4.122.45 : ἀρετὴ καὶ τῷ ὄντι ἀνδραποδώδης τε καὶ οὐδὲν ὑγιὲς 21855 3.4.122.46 : οὐδ´ ἀληθὲς ἔχῃ, τὸ δ´ ἀληθὲς τῷ ὄντι ᾖ κάθαρσίς 21856 3.4.122.47 : 〈τις〉 τῶν τοιούτων πάντων, καὶ ἡ σωφροσύνη καὶ ἡ 21857 3.4.122.48 : δικαιοσύνη καὶ ἔτι αὐτὴ ἡ φρόνησις μὴ καθαρμός τις ᾖ. 21858 3.4.122.49 : καὶ κινδυνεύουσι καὶ οἱ τὰς τελετὰς ἡμῖν οὗτοι κατα– 21859 3.4.122.50 : στήσαντες οὐ φαῦλοι εἶναι, ἀλλὰ τῷ ὄντι πάλαι αἰνίτ– 21860 3.4.122.51 : τεσθαι ὅτι ὃς ἂν ἀμύητος καὶ ἀτέλεστος εἰς Ἅιδου 21861 3.4.122.52 : ἀφίκηται, ἐν βορβόρῳ κείσεται, ὁ δὲ κεκαθαρμένος τε 21862 3.4.122.53 : καὶ τετελεσμένος ἐκεῖσε ἀφικόμενος μετὰ θεῶν οἰκήσει. 21863 3.4.122.54 : εἰσὶ γὰρ δή, ὥς φασιν οἱ περὶ τὰς τελετάς, ναρθηκο– 21864 3.4.122.55 : φόροι μὲν πολλοί, βάκχοι δέ τε παῦροι· οὗτοι δ´ εἰσὶ 21865 3.4.122.56 : κατὰ τὴν ἐμὴν δόξαν οὐκ ἄλλοι ἢ οἱ πεφιλοσοφηκότες. 21866 3.5.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΣΩΦΡΟΣΥΝΗΣ.}1 21867 3.5.1.1 : Εὐριπίδου Βακχῶν ( 307–309). 21868 3.5.1.2 : Οὐχ ὁ Διόνυσος † μὴ σωφρονεῖν ἀναγκάσει 21869 3.5.1.3 : γυναῖκας εἰς τὴν Κύπριν, ἀλλ´ ἐν τῇ φύσει 21870 3.5.1.4 : τὸ σωφρονεῖν ἔνεστιν εἰς τὰ πάντ´ ἀεί. 21871 3.5.2.1 : Εὐριπίδου ἐξ Ἱππολύτου (fr. 446 N. 2). 21872 3.5.2.2 : Ὦ μάκαρ, οἵας ἔλαχες τιμάς, 21873 3.5.2.3 : Ἱππόλυθ´ ἥρως, διὰ σωφροσύνην. 21874 3.5.2.4 : οὔ ποτε θνητοῖς ἀρετῆς ἄλλη 21875 3.5.2.5 : δύναμις μείζων. ἦλθε γὰρ ἢ πρόσθ´ 21876 3.5.2.6 : ἢ μετόπισθεν 21877 3.5.2.7 : τῆς εὐσεβίας χάρις ἐσθλή. 21878 3.5.3.1 : Σοφοκλέους (fr. 840 N. 2). 21879 3.5.3.2 : Χαίρειν ἐπ´ αἰσχραῖς ἡδοναῖς οὐ χρή ποτε. 21880 3.5.4.1 : Σοφοκλέους ἐξ Αἴαντος ( 131–133). 21881 3.5.4.2 : Ὡς ἡμέρα κλίνει τε κἀνάγει πάλιν 21882 3.5.4.3 : ἅπαντα τἀνθρώπεια· τοὺς δὲ σώφρονας 21883 3.5.4.4 : θεοὶ φιλοῦσι, καὶ στυγοῦσι τοὺς κακούς. 21884 3.5.5.1 : Μενάνδρου. 21885 3.5.5.2 : Ταμιεῖόν ἐστιν ἀρετῆς ἡ σωφροσύνη. 21886 3.5.6.1 : Ἡρακλείτου (fr. CVI Byw.). 21887 3.5.6.2 : Ἀνθρώποισι πᾶσι μέτεστι γινώσκειν ἑωυτοὺς καὶ 21888 3.5.6.3 : σωφρονεῖν. 21889 3.5.7.1 : (eiusd. fr. LXXIII Byw.) 21890 3.5.7.2 : Ἀνὴρ ὁκόταν μεθυσθῇ, ἄγεται ὑπὸ παιδὸς ἀνήβου 21891 3.5.7.3 : σφαλλόμενος, οὐκ ἐπαΐων ὅκη βαίνει, ὑγρὴν τὴν ψυχὴν 21892 3.5.7.4 : ἔχων. 21893 3.5.8.1 : (eiusd. fr. LXXIV Byw.) 21894 3.5.8.2 : Αὔη ψυχὴ σοφωτάτη καὶ ἀρίστη. 21895 3.5.9.1 : Ἰαμβλίχου ἐκ τῆς ἐπιστολῆς τῆς πρὸς 21896 3.5.9.2 : Ἀρετὴν περὶ σωφροσύνης. 21897 3.5.9.3 : Τὰ αὐτὰ δὴ οὖν καὶ περὶ πασῶν τῶν δυνάμεων τῆς 21898 3.5.9.4 : ψυχῆς ἀποφαίνομαι, τὴν συμμετρίαν αὐτῶν πρὸς ἀλλή– 21899 3.5.9.5 : λας καὶ εὐταξίαν θυμοῦ τε καὶ ἐπιθυμίας καὶ λόγου κατὰ 21900 3.5.9.6 : τὴν προσήκουσαν ἑκάστῳ τάξιν εὐκοσμίαν· καὶ τούτων 21901 3.5.9.7 : ἡ τοῦ ἄρχειν τε καὶ ἄρχεσθαι ἐν δέοντι γιγνομένη δια– 21902 3.5.9.8 : νομὴ σωφροσύνη ἂν εἴη πολυειδής. 21903 3.5.10.1 : Ξενοκράτους. 21904 3.5.10.2 : Χρημάτων αὐτῷ κομισθέντων ἀπ´ Ἀλεξάνδρου, ἑστιά– 21905 3.5.10.3 : σας τοὺς κομίζοντας τὸν αὑτοῦ τρόπον ’ἀπαγγείλατε‘ ἔφη 21906 3.5.10.4 : ’Ἀλεξάνδρῳ, ὅτι ἔστ´ ἂν οὕτω ζῶ, οὐ δέομαι ταλάντων 21907 3.5.10.5 : πεντήκοντα‘. τοσαῦτα γὰρ ἦν τὰ πεμφθέντα. 21908 3.5.11.1 : Πλάτωνος Πολιτείας γʹ (p. 389 D). 21909 3.5.11.2 : Τί δέ; σωφροσύνης ἆρα οὐ δεήσει ἡμῖν τοῖς νεανίαις; 21910 3.5.11.3 : Πῶς δὲ οὔ; Σωφροσύνης δὲ ὡς πλήθει οὐ τὰ τοιάδε 21911 3.5.11.4 : μέγιστα, ἀρχόντων μὲν ὑπηκόους εἶναι, αὐτοὺς δὲ ἄρ– 21912 3.5.11.5 : χοντας τῶν περὶ πότους καὶ ἀφροδίσια καὶ περὶ ἐδωδὰς 21913 3.5.11.6 : ἡδονῶν; Ἔμοιγε δοκεῖ. 21914 3.5.12.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ Συμποσίου (p. 181 A). 21915 3.5.12.2 : Πᾶσα γὰρ πρᾶξις ὧδε ἔχει· αὐτὴ ἐφ´ ἑαυτὴς πραττο– 21916 3.5.12.3 : μένη οὔτε καλὴ οὔτε αἰσχρά. οἷον ὃ νῦν ἡμεῖς ποιοῦ– 21917 3.5.12.4 : μεν, ἢ πίνειν ἢ ᾄδειν ἢ διαλέγεσθαι, οὐκ ἔστι τούτων 21918 3.5.12.5 : αὐτὸ καλὸν οὐδέν, ἀλλ´ ἐν 〈τῇ〉 πράξει, ὡς ἂν πραχθῇ, 21919 3.5.12.6 : τοιοῦτον ἀπέβη· καλῶς μὲν γὰρ πραττόμενον καὶ ὀρθῶς 21920 3.5.12.7 : καλὸν γίγνεται, μὴ ὀρθῶς δὲ αἰσχρόν· οὕτω δὴ καὶ τὸ 21921 3.5.12.8 : ἐρᾶν καὶ ὁ Ἔρως οὐ πᾶς ἐστι καλὸς οὐδὲ ἄξιος ἐγκω– 21922 3.5.12.9 : μιάζεσθαι, ἀλλ´ ὁ καλῶς προτρέπων ἐρᾶν. 21923 3.5.13.1 : Πλάτωνος (Gorg. p. 507 C–508 A). 21924 3.5.13.2 : Ἐγὼ μὲν οὖν ταῦτα οὕτω τίθεμαι καί φημι ταῦτα 21925 3.5.13.3 : ἀληθῆ εἶναι· εἰ δ´ ἔστιν ἀληθῆ, τὸν βουλόμενον, ὡς 21926 3.5.13.4 : ἔοικεν, εὐδαίμονα εἶναι σωφροσύνην μὲν διωκτέον καὶ 21927 3.5.13.5 : ἀσκητέον, ἀκολασίαν δὲ φευκτέον ὡς ἔχει ποδῶν ἕκα– 21928 3.5.13.6 : στος ἡμῶν, καὶ παρασκευαστέον ἑαυτὸν μάλιστα μὲν μη– 21929 3.5.13.7 : δὲν δεῖσθαι τοῦ κολάζεσθαι, ἐὰν δὲ δεηθῇ ἢ αὐτὸς ἢ 21930 3.5.13.8 : ἄλλος τις τῶν οἰκείων, ἢ ἰδιώτης ἢ πόλις, ἐπιθετέον 21931 3.5.13.9 : δίκην καὶ κολαστέον, εἰ μέλλει εὐδαίμων εἶναι. οὗτος 21932 3.5.13.10 : ἔμοιγε δοκεῖ 〈ὁ〉 σκοπὸς εἶναι, πρὸς ὃν βλέποντα δεῖ ζῇν, 21933 3.5.13.11 : καὶ πάντα εἰς τοῦτο τὰ αὑτοῦ συντείνοντα καὶ τὰ τῆς 21934 3.5.13.12 : πόλεως, ὅπως δικαιοσύνη παρέσται καὶ σωφροσύνη τῷ 21935 3.5.13.13 : μακαρίῳ μέλλοντι ἔσεσθαι, οὕτω πράττειν, οὐκ ἐπιθυ– 21936 3.5.13.14 : μίας ἐῶντα ἀκολάστους εἶναι καὶ ταύτας ἐπιχειροῦντα 21937 3.5.13.15 : πληροῦν, ἀνήνυτον κακόν, λῃστοῦ βίον ζῶντα. οὔτε γὰρ 21938 3.5.13.16 : ἂν ἄλλῳ ἀνθρώπῳ προσφιλὴς εἴη ὁ τοιοῦτος οὔτε θεῷ· 21939 3.5.13.17 : κοινωνεῖν γὰρ ἀδύνατος· ὅτῳ δὲ μὴ ἔνι κοινωνία, φιλία 21940 3.5.13.18 : οὐκ ἂν εἴη. φασὶ δ´ οἱ σοφοί, ὦ Καλλίκλεις, καὶ οὐρα– 21941 3.5.13.19 : νὸν καὶ γῆν καὶ θεοὺς καὶ ἀνθρώπους τὴν κοινωνίαν 21942 3.5.13.20 : συνέχειν καὶ φιλίαν καὶ κοσμιότητα καὶ σωφροσύνην καὶ 21943 3.5.13.21 : δικαιότητα, καὶ τὸ ὅλον τοῦτο διὰ ταῦτα κόσμον καλοῦ– 21944 3.5.13.22 : σιν, ὦ ἑταῖρε, οὐκ ἀκοσμίαν οὐδὲ ἀκολασίαν. σὺ δέ μοι 21945 3.5.13.23 : δοκεῖς οὐ προσέχειν τὸν νοῦν τούτοις, καὶ ταῦτα σοφὸς 21946 3.5.13.24 : ὤν· ἀλλὰ λέληθέν σε ὅτι 〈ἡ〉 ἰσότης ἡ γεωμετρικὴ καὶ 21947 3.5.13.25 : ἐν θεοῖς καὶ ἐν ἀνθρώποις μέγα δύναται· σὺ δὲ πλεο– 21948 3.5.13.26 : νεξίαν οἴει δεῖν ἀσκεῖν· γεωμετρίας γὰρ ἀμελεῖς. 21949 3.5.14.1 : Ἐκ τῆς Νικολάου Ἐθῶν συναγωγῆς. 21950 3.5.14.2 : Ἰβήρων αἱ γυναῖκες κατ´ ἔτος ὅ τι ἂν ἐξυφήνωσιν 21951 3.5.14.3 : ἐν κοινῷ δεικνύουσιν· ἄνδρες δὲ χειροτονητοὶ κρίναντες 21952 3.5.14.4 : τὴν πλεῖστα ἐργασαμένην προτιμῶσιν. ἔχουσι δὲ καὶ 21953 3.5.14.5 : μέτρον τι ζώνης, ᾗ τὴν γαστέρα περιλαβεῖν ἂν μὴ δυνη– 21954 3.5.14.6 : θῶσιν, αἰσχρὸν ἡγοῦνται. 21955 3.5.15.1 : Ἐκ τῆς Νικολάου Ἐθῶν συναγωγῆς 21956 3.5.15.2 : (hist. gr. min. ed. L. Dind. v. I p. 145 fr. 1). 21957 3.5.15.3 : Ἀρίτονοι τῶν ἐμψύχων οὐδὲν ἀποκτείνουσι, τὰ δὲ 21958 3.5.15.4 : κεράμεα τῶν χρηστηρίων ἐν χρυσοῖς ἐλύτροις φυλάτ– 21959 3.5.15.5 : τουσιν. 21960 3.5.16.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ibid. fr. 2). 21961 3.5.16.2 : Δαρδανεῖς, Ἰλλυρικὸν ἔθνος, τρὶς ἐν τῷ βίῳ λούον– 21962 3.5.16.3 : ται μόνον, ὅταν γεννῶνται καὶ ἐπὶ γάμοις καὶ τελευτῶντες. 21963 3.5.17.1 : Θουκυδίδου δημηγορίας Λακεδαιμο– 21964 3.5.17.2 : νίων (IV 18, 4). 21965 3.5.17.3 : Σωφρόνων δὲ ἀνδρῶν, οἵ τινες τἀγαθὰ ἐς ἀμφίβολον 21966 3.5.17.4 : ἀσφαλῶς ἔθεντο, καὶ ταῖς ξυμφοραῖς οἱ αὐτοὶ εὐξυνετώ– 21967 3.5.17.5 : τερον ἂν προσφέροιντο. 21968 3.5.18.1 : Μενεδήμου. 21969 3.5.18.2 : Μενέδημος νεανίσκου τινὸς εἰπόντος ’μέγα ἐστὶ τὸ 21970 3.5.18.3 : τυχεῖν ὧν ἄν τις ἐπιθυμῇ‘ εἶπε ’πολλῷ μεῖζόν ἐστι τὸ 21971 3.5.18.4 : μηδ´ ἐπιθυμεῖν ὧν μὴ δεῖ‘. 21972 3.5.19.1 : Αἰσχίνου ἐν τῷ Κατὰ Τιμάρχου ( 48). 21973 3.5.19.2 : Οὕτω γὰρ χρὴ καθαρὸν εἶναι τὸν βίον τοῦ σώφρο– 21974 3.5.19.3 : νος ἀνδρός, ὥστε μήδ´ ἐνδέχεσθαι δόξαν αἰτίας πονηρᾶς. 21975 3.5.20.1 : Ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου Ἐγχειριδίου (c. 15). 21976 3.5.20.2 : Ἐν συμποσίῳ σε οὕτω δεῖ ἀναστρέφεσθαι· περι– 21977 3.5.20.3 : φερόμενόν τι γέγονε κατὰ σέ· ἐκτείνας τὴν χεῖρα μετρίως 21978 3.5.20.4 : ἔφαψαι. παρέρχεται· μὴ κάτεχε. οὔπω ἐλήλυθε· μὴ ἐπί– 21979 3.5.20.5 : βαλλε πόρρω τὴν ὄρεξιν, ἀλλ´ ἐκδέχου κατὰ σὲ γενέσθαι 21980 3.5.20.6 : αὐτό. οὕτω πρὸς πλοῦτον, οὕτω πρὸς ἀρχάς, οὕτω 21981 3.5.20.7 : πρὸς γάμον, καὶ ἔσῃ ἄξιος συμπότης τῶν θεῶν. [ἂν δὲ 21982 3.5.20.8 : καὶ παρατεθέντων σοι μὴ λάβῃς, ἀλλ´ ὑπερίδῃς, τότε 21983 3.5.20.9 : οὐ μόνον συμπότης τῶν θεῶν ἔσῃ, ἀλλὰ καὶ συνάρχων· 21984 3.5.20.10 : οὕτω γὰρ ποιῶν Διογένης καὶ Ἡράκλειτος καὶ οἱ ὅμοιοι 21985 3.5.20.11 : ἀξίως θεῖοί τε ἦσαν καὶ ἐλέγοντο.] 21986 3.5.21.1 : Μουσωνίου (Muson. rel. p. 255 ed. Peerlk.). 21987 3.5.21.2 : Κἂν ἡδονῇ κανονιστέον ᾖ τὰ ἀρεστά, οὐδὲν τῆς σω– 21988 3.5.21.3 : φροσύνης ἥδιον· κἂν πόνῳ κανονιστέον ᾖ τὰ φευκτά, 21989 3.5.21.4 : οὐδὲν τῆς ἀκρασίας ἐπιπονώτερον. 21990 3.5.22.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 3 Mullach). 21991 3.5.22.2 : Ἡδονὴν οὐ πᾶσαν, ἀλλὰ τὴν ἐπὶ τῷ καλῷ αἱρέεσθαι 21992 3.5.22.3 : χρεών. 21993 3.5.23.1 : (fr. 4) 21994 3.5.23.2 : Δίκαιος ἔρως, ἀνυβρίστως ἐφίεσθαι τῶν καλῶν. 21995 3.5.24.1 : (fr. 72) 21996 3.5.24.2 : Πατρὸς σωφροσύνη μέγιστον τέκνοισι παράγγελμα. 21997 3.5.25.1 : (fr. 39) 21998 3.5.25.2 : Αὐταρκείῃ τροφῆς μακρὴ νὺξ οὐδέκοτε γίνεται. 21999 3.5.26.1 : (fr. 36) 22000 3.5.26.2 : Τράπεζαν πολυτελέα μὲν τύχη παρατίθησιν, αὐταρ– 22001 3.5.26.3 : κέα δὲ σωφροσύνη. 22002 3.5.27.1 : (fr. 35) 22003 3.5.27.2 : Σωφροσύνη τὰ τερπνὰ ἀέξει καὶ ἡδονὴν ἐπιμέζονα 22004 3.5.27.3 : ποιέει. 22005 3.5.28.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τῆς πρὸς Λαμπροκλέα 22006 3.5.28.2 : ἐπιστολῆς (epistologr. gr. rec. Hercher p. 789, IV). 22007 3.5.28.3 : Πρῶτον γὰρ ἂν δέξαιο Σωκράτους ὑπερφυὲς δίδαγμα, 22008 3.5.28.4 : πλοῦτον μετρεῖν χρήσει. οὐ γὰρ ἔφη Σωκράτης εἶναι τὴν 22009 3.5.28.5 : ὑπέρμετρον κτῆσιν πλοῦτον, τὸ δ´ ὅσοις προσήκει χρῆ– 22010 3.5.28.6 : σθαι, ἔπειτα δὲ τούτων μὴ διαμαρτάνειν· τῷ γὰρ ὄντι 22011 3.5.28.7 : τούτους κεκλῆσθαι εὐπόρους. τοὺς δ´ ἄλλους πένητας 22012 3.5.28.8 : ἀπεκάλει καὶ ἀνίατον αὐτοὺς ἔφασκε πενίαν πένεσθαι· 22013 3.5.28.9 : ψυχῆς γὰρ εἶναι τὸ ἀρρώστημα, οὐ κτήσεως. 22014 3.5.29.1 : Ἐν ταὐτῷ (ibid. V). 22015 3.5.29.2 : Κακὸν οὐδὲν φύεται ἐν ἀνδρὶ θεμέλια θεμένῳ σο– 22016 3.5.29.3 : φίας σωφροσύνην καὶ ἐγκράτειαν. 22017 3.5.30.1 : Σωκράτους. 22018 3.5.30.2 : Δεῖ ὥσπερ Σειρῆνας τὰς ἡδονὰς παρελθεῖν τὸν σπεύ– 22019 3.5.30.3 : δοντα τὴν ἀρετὴν ἰδεῖν ὥσπερ πατρίδα. 22020 3.5.31.1 : Σωκράτους. 22021 3.5.31.2 : Σωκράτης πρὸς τὸν πυθόμενον τίς πλουσιώτατος 22022 3.5.31.3 : εἶπεν ’ὁ ἐλαχίστοις ἀρκούμενος.‘ αὐτάρκεια γὰρ φύσεώς 22023 3.5.31.4 : ἐστι πλοῦτος. 22024 3.5.32.1 : Σωκράτης ἐρωτηθεὶς τίνων δεῖ μάλιστα ἀπέχεσθαι, 22025 3.5.32.2 : ’τῶν αἰσχρῶν καὶ ἀδίκων ἡδονῶν‘ ἔφη. 22026 3.5.33.1 : Σωκράτης ἔλεγεν θεοῦ μὲν εἶναι τὸ μηδενὸς δεῖ– 22027 3.5.33.2 : σθαι, τὸ δ´ ὡς ἐλαχίστων ἐγγυτάτω θεοῦ. 22028 3.5.34.1 : Ἡ αὐτάρκεια καθάπερ ὁδὸς βραχεῖα καὶ ἐπιτερπὴς 22029 3.5.34.2 : χάριν μὲν ἔχει μεγάλην πόνον δὲ μικρόν. 22030 3.5.35.1 : Σωκράτης ἔλεγε δεῖν τὰς ἡδονὰς μὴ παρ´ ἄλλων 22031 3.5.35.2 : ἀλλὰ παρ´ ἑαυτῶν θηρᾶσθαι, προδιατίθεσθαι δὲ τὸ 22032 3.5.35.3 : σῶμα ὃν χρὴ τρόπον. 22033 3.5.36.1 : Ἐκ τῶν Σερήνου. 22034 3.5.36.2 : Εὐριπίδης ηὐδοκίμησεν ἐν θεάτρῳ εἰπών, 22035 3.5.36.3 : Τί δ´ αἰσχρόν, ἂν μὴ τοῖς γε χρωμένοις δοκῇ; 22036 3.5.36.4 : καὶ Πλάτων ἐντυχὼν αὐτῷ ’ὦ Εὐριπίδη‘ ἔφη 22037 3.5.36.5 : ’αἰσχρὸν τό γ´ αἰσχρόν, κἂν δοκῇ κἂν μὴ δοκῇ‘. 22038 3.5.37.1 : Ἡ Φωκίωνος γυνὴ πρὸς τὴν ἐπιδεικνυμένην αὐτῇ τὸν 22039 3.5.37.2 : κόσμον χρυσοῦν ὄντα καὶ διάλιθον ’ἐμοὶ δ´‘ ἔφη ’κόσμος 22040 3.5.37.3 : ὑπέρλαμπρός ἐστι Φωκίων πένης ὢν καὶ εἰκοστὸν ἤδη 22041 3.5.37.4 : τοῦτο ἔτος Ἀθηναίων στρατηγῶν.‘ 22042 3.5.38.1 : Διονύσιος Ἀρίστιππον ἔπειθεν ἀποθέμενον τὸν τρί– 22043 3.5.38.2 : βωνα πορφυροῦν ἱμάτιον περιβαλέσθαι, καὶ ἐπείσθη 22044 3.5.38.3 : ἐκεῖνος. τὰ αὐτὰ καὶ Πλάτωνα ποιεῖν ἠξίου, ὃ δὲ ἔφη 22045 3.5.38.4 : ’οὐκ ἂν δυναίμην θῆλυν ἐνδῦναι στολήν‘. 22046 3.5.38.5 : καὶ Ἀρίστιππος ’τοῦ αὐτοῦ‘ ἔφη ’ἐστὶ ποιητοῦ 22047 3.5.38.6 : καὶ γὰρ ἐν βακχεύμασιν 22048 3.5.38.7 : οὖς´ ἥ γε σώφρων, οὐ διαφθαρήσεται.‘ 22049 3.5.39.1 : Διογένους. 22050 3.5.39.2 : Δεινὸν ἔλεγεν ὁ Διογένης, εἰ οἱ μὲν ἀθληταὶ καὶ οἱ 22051 3.5.39.3 : κιθαρῳδοὶ γαστρὸς καὶ ἡδονῶν κρατοῦσιν, οἳ μὲν τῆς 22052 3.5.39.4 : φωνῆς χάριν οἳ δὲ τοῦ σώματος, σωφροσύνης δ´ ἕνεκα 22053 3.5.39.5 : οὐδεὶς τούτων καταφρονήσει. 22054 3.5.40.1 : Πυθαγόρου. 22055 3.5.40.2 : Ῥώμη ψυχῆς σωφροσύνη· αὕτη γὰρ ψυχῆς ἀπαθοῦς 22056 3.5.40.3 : φῶς ἐστιν. 22057 3.5.41.1 : Ἀλεξάνδρου. 22058 3.5.41.2 : Ἀλέξανδρος προτρεπομένων τινῶν αὐτὸν ἰδεῖν τὰς 22059 3.5.41.3 : Δαρείου θυγατέρας καὶ τὴν γυναῖκα διαφέρουσαν κάλλει 22060 3.5.41.4 : ’αἰσχρόν‘ ἔφη ’τοὺς ἄνδρας νικήσαντας ὑπὸ γυναικῶν 22061 3.5.41.5 : ἡττᾶσθαι.‘ 22062 3.5.42.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστοτέλους Χρειῶν. 22063 3.5.42.2 : Γέλων ὁ Σικελίας τύραννος σαπρόστομος ἦν. ὡς οὖν 22064 3.5.42.3 : τῶν φίλων τις εἶπεν αὐτῷ, ὠργίζετο τῇ γυναικὶ ὅτι οὐκ 22065 3.5.42.4 : ἐμήνυσεν αὐτῷ· ἣ δὲ ἔφη, ’ᾤμην γὰρ καὶ τῶν λοιπῶν 22066 3.5.42.5 : ὁμοίως ὄζειν τὸ στόμα.‘ 22067 3.5.43.1 : Ἐκ τῆς Ἑρμίππου συναγωγῆς τῶν κα– 22068 3.5.43.2 : λῶς ἀναφωνηθέντων ἐξ Ὁμήρου. 22069 3.5.43.3 : Δημήτριος ὁ Φαληρεὺς εἰς σωφροσύνην ἔλεγεν ταῦτα 22070 3.5.43.4 : ποιεῖν, 22071 3.5.43.5 : ἀσπάσιοι λέκτροιο παλαιοῦ θεσμὸν ἵκοντο. 22072 3.5.44.1 : Ἱέρακος ἐκ τοῦ Περὶ δικαιοσύνης. 22073 3.5.44.2 : Ὅθεν τὴν λειπομένην ἀρετὴν ἐπιστῆσαι δεῖ τῇ τῶν 22074 3.5.44.3 : ἡδονῶν φυλακῇ, μὴ συγχωροῦσαν ἀποδιδράσκειν τῇ φρο– 22075 3.5.44.4 : νήσει τὸ ἑαυτῆς ἔργον. ἕως μὲν γὰρ φρονεῖ τις, οὐδὲ 22076 3.5.44.5 : ἀνακύπτειν συγχωρήσει ταῖς ἐπὶ τὰ τοιαῦτα φερούσαις 22077 3.5.44.6 : ἐπιθυμίαις· ἐν δὲ τῷ καταδαρθάνειν ὑπὸ γοητείας ἐπ– 22078 3.5.44.7 : ανίστασθαι εἴωθεν ἀφροσύνη συγχορεύειν αὑτῇ παρακα– 22079 3.5.44.8 : λοῦσα τὴν ἀκολασίαν. ὅθεν τὴν ἀρετὴν τὴν ἀμφοτέρας 22080 3.5.44.9 : φυγαδεύουσαν σωφροσύνην ἐκάλεσαν οἱ σοφοί, σωτηρίαν 22081 3.5.44.10 : οὖσαν φρονήσεως· κυριώτερον δὴ κεκλήκασι ποιητῶν 22082 3.5.44.11 : παῖδες σαοφροσύνην· σαῶσαι γὰρ τὸ σῶσαι λέγουσι. 22083 3.5.44.12 : τὴν οὖν σαοφροσύνην, τήρησιν οὖσαν φρονήσεως καὶ 22084 3.5.44.13 : σωτηρίαν, ὅταν τις προσλάβῃ, τελείαν ἔσχε παρ´ ἑαυτῷ 22085 3.5.44.14 : τὴν τῆς δικαιοσύνης κτῆσιν· εἰ δὲ μή, σφάλλεται πολλὰ 22086 3.5.44.15 : καὶ ἀδικεῖ πολυτρόπως, τὰ μὲν ὑπὲρ χρημάτων, τὰ δὲ 22087 3.5.44.16 : ὑπὲρ δόξης, τὰ δὲ ὑπὲρ ἡδονῶν. 22088 3.5.45.1 : Ἰαμβλίχου ἐκ τῆς ἐπιστολῆς τῆς περὶ 22089 3.5.45.2 : σωφροσύνης. 22090 3.5.45.3 : Πᾶσα μὲν γὰρ ἀρετὴ τὸ θνητοειδὲς μὲν ἀτιμάζει, τὸ 22091 3.5.45.4 : δὲ ἀθάνατον ἀσπάζεται· πολὺ δὲ διαφερόντως ἡ σωφρο– 22092 3.5.45.5 : σύνη ταύτην ἔχει τὴν σπουδήν, ἅτε δὴ τὰς προσηλούσας 22093 3.5.45.6 : τῷ σώματι τὴν ψυχὴν ἡδονὰς ἀτιμάζουσα, καὶ ἐν ἁγνοῖς 22094 3.5.45.7 : βάθροις βεβῶσα, ὡς φησὶ Πλάτων. 22095 3.5.46.1 : Ἐν ταὐτῷ. 22096 3.5.46.2 : Πῶς γὰρ ἡ σωφροσύνη τελέους ἡμᾶς οὐ ποιεῖ, τὸ 22097 3.5.46.3 : ἀτελὲς καὶ ἐμπαθὲς ὅλον ἀφ´ ἡμῶν ἐξορίζουσα; γνοίης 22098 3.5.46.4 : δ´ ἂν ὡς τοῦτο οὕτως ἔχει, τὸν Βελλεροφόντην ἐννοή– 22099 3.5.46.5 : σας, ὃς μετὰ τῆς κοσμιότητος συναγωνιζομένης τὴν Χί– 22100 3.5.46.6 : μαιραν καὶ τὸ θηριῶδες καὶ ἄγριον καὶ ἀνήμερον φῦλον 22101 3.5.46.7 : πᾶν ἀνεῖλεν. ὅλως γὰρ ἡ τῶν παθῶν ἄμετρος ἐπικρά– 22102 3.5.46.8 : τεια οὐδὲ ἀνθρώπους ἐφίησιν εἶναι τοὺς ἀνθρώπους, 22103 3.5.46.9 : πρὸς δὲ τὴν ἀλόγιστον αὐτοὺς ἕλκει φύσιν καὶ θηριώδη 22104 3.5.46.10 : καὶ ἄτακτον. 22105 3.5.47.1 : Ἐν ταὐτῷ. 22106 3.5.47.2 : Ἡ δὲ μέτροις ὡρισμένοις κατέχουσα τὰς ἡδονὰς εὐ– 22107 3.5.47.3 : ταξία σῴζει μὲν οἴκους σῴζει δὲ πόλεις κατὰ τὴν Κρά– 22108 3.5.47.4 : τητος γνώμην· ἔτι δὲ πλησιάζει πως ἤδη πρὸς τὸ τῶν 22109 3.5.47.5 : θεῶν εἶδος. τοιγὰρ οὖν Περσεὺς ἐπ´ αὐτὸ τὸ ἀκρότατον 22110 3.5.47.6 : ἐλαύνων τῆς σωφροσύνης ἀγαθὸν ἡγουμένης τῆς Ἀθηνᾶς 22111 3.5.47.7 : ἀπέκοψε τὴν Γοργόνα, τὴν εἰς τὴν ὕλην οἶμαι καθέλ– 22112 3.5.47.8 : κουσαν καὶ ἀπολιθοῦσαν τοὺς ἀνθρώπους ἀνοήτῳ τῶν 22113 3.5.47.9 : παθημάτων πλησμονῇ. 22114 3.5.48.1 : Ἐν ταὐτῷ. 22115 3.5.48.2 : Ὅτι τοίνυν κρηπὶς τῆς ἀρετῆς, ὡς ἔλεγε Σωκράτης, 22116 3.5.48.3 : ἡ ἐγκράτειά ἐστι τῆς γλυκυθυμίας· κόσμος δὲ τῶν ἀγα– 22117 3.5.48.4 : θῶν πάντων ἡ σωφροσύνη θεωρεῖται, ὥσπερ δὴ ἀπεφή– 22118 3.5.48.5 : νατο Πλάτων. ἀσφάλεια δὲ τῶν καλλίστων ἕξεων ἡ αὐτή 22119 3.5.48.6 : ἐστιν ἀρετή, ὥσπερ ἐγὼ λέγω. 22120 3.5.49.1 : Ἐν ταὐτῷ. 22121 3.5.49.2 : Ὃ δ´ ἐστὶν ὄντως ὁμολογούμενον θαρρῶν διισχυρί– 22122 3.5.49.3 : ζομαι, ὅτι δὴ δι´ ὅλων τῶν ἀρετῶν τὸ κάλλος διατείνει 22123 3.5.49.4 : τῆς σωφροσύνης καὶ συναρμόζει τὰς πάσας ἀρετὰς κατὰ 22124 3.5.49.5 : μίαν ἁρμονίαν συμμετρίαν τε αὐταῖς καὶ κρᾶσιν πρὸς 22125 3.5.49.6 : ἀλλήλας ἐντίθησι. τοιαύτη δὴ οὖν οὖσα καὶ ἀφορμὴν 22126 3.5.49.7 : παρέχει ταῖς ὅλαις ὥστε ἐγγενέσθαι, καὶ ἐγγενομέναις 22127 3.5.49.8 : αὐταῖς ἀσφαλῆ παρέχει σωτηρίαν. 22128 3.5.50.1 : Ἐν ταὐτῷ. 22129 3.5.50.2 : Καὶ ἡ τῶν ὡρῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ σύστασις καὶ ἡ 22130 3.5.50.3 : τῶν στοιχείων πρὸς ἄλληλα σύγκρασις συμφωνίαν ἀπο– 22131 3.5.50.4 : σῴζει καλλίστην καὶ σώφρονα. καὶ τό γε πᾶν τοῦτο 22132 3.5.50.5 : διὰ τὴν κοσμιότητα τῶν καλλίστων μέτρων κόσμος ἐπι– 22133 3.5.50.6 : καλεῖται. 22134 3.5.51.1 : Ἐπαμεινώνδου. 22135 3.5.51.2 : Πρέσβεις ἧκον παρὰ βασιλέως χρυσίον κομίζοντες 22136 3.5.51.3 : βουλόμενοι δωροδοκῆσαι τὸν Ἐπαμεινώνδαν. ὃ δὲ αὐ– 22137 3.5.51.4 : τοὺς εἰς ἄριστον εἰσεδέξατο, ᾔδει γὰρ ἐφ´ ᾧ τινι ἧκον. 22138 3.5.51.5 : καὶ ἐκέλευσεν αὐτοὺς πρότερον ἀριστᾶν, εἶτα λέγειν περὶ 22139 3.5.51.6 : ὅτου βούλοιντο. παρακειμένης δὲ τραπέζης φαύλης καὶ 22140 3.5.51.7 : ὀξίνην ἔπινον. οἳ μὲν οὖν οὐκ εἶχον ὅ τι καὶ εἴποιεν 22141 3.5.51.8 : ἐπὶ τούτοις, ὃ δὲ διαμειδιάσας ’ἄπιτε‘ ἔφη ’καὶ λέγετε 22142 3.5.51.9 : τῷ δεσπότῃ τῷ ὑμετέρῳ οἷα ἄριστα ἀριστῶ, καὶ συνήσει, 22143 3.5.51.10 : ὅτι οὐκ ἂν προδοίη ὁ τούτοις ἀρκούμενος.‘ 22144 3.5.52.1 : Κράτητος. 22145 3.5.52.2 : Κράτης εἰς τὴν ἀγορὰν ἐμβαλὼν καὶ ὁρῶν τοὺς μὲν 22146 3.5.52.3 : πιπράσκοντας τοὺς δὲ ὠνουμένους ’οὗτοι‘ ἔφη ’διὰ τὸ 22147 3.5.52.4 : ἐναντίον πρᾶγμα ἀλλήλους μακαρίζουσιν, ἐγὼ δ´ ἐμαυ– 22148 3.5.52.5 : τόν, ὅτι ἀμφοτέρων ἀπήλλαγμαι, μήτε ὠνούμενος μήτε 22149 3.5.52.6 : πωλῶν.‘ 22150 3.5.53.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Συμποσίου (p. 184 B). 22151 3.5.53.2 : Ἔστι γὰρ ἡμῖν νόμος ὅσπερ ἐπὶ τοῖς ἐρασταῖς ἦν, 22152 3.5.53.3 : δουλεύειν ἐθελοντὰς ἡντινοῦν δουλείαν παιδικοῖς μὴ κο– 22153 3.5.53.4 : λακείαν μηδὲ ἐπονείδιστον εἶναι, οὕτω δὴ καὶ ἄλλη 22154 3.5.53.5 : μόνη μία δουλεία ἑκούσιος λείπεται οὐκ ἐπονείδιστος· 22155 3.5.53.6 : αὕτη δ´ ἐστὶν ἡ περὶ τὴν ἀρετήν. νενόμισται γὰρ δὴ 22156 3.5.53.7 : ἡμῖν, ἐάν τίς τινα θέλῃ θεραπεύειν ἡγούμενος δι´ ἐκεῖ– 22157 3.5.53.8 : νον ἀμείνων ἔσεσθαι ἢ κατὰ σοφίαν τινὰ ἢ κατὰ ἄλλο 22158 3.5.53.9 : ὁτιοῦν μέρος ἀρετῆς, αὕτη αὖ ἡ ἐθελοδουλεία οὐκ αἰσχρὰ 22159 3.5.53.10 : εἶναι οὐδὲ κολακεία. 22160 3.5.54.1 : Ἐκ τοῦ Φιλήβου (p. 63–64). 22161 3.5.54.2 : Εἰ δέ γε καὶ καθάπερ τὰς τέχνας πάσας ἀβλαβές 22162 3.5.54.3 : τε καὶ ὠφέλιμον ἦν ἐπίστασθαι διὰ βίου, καὶ νῦν δὴ 22163 3.5.54.4 : ταὐτὰ λέγομεν περὶ τῶν ἡδονῶν, εἴ περ πάσας ἡδονὰς 22164 3.5.54.5 : ἥδεσθαι διὰ βίου συμφέρον τε ἡμῖν ἐστὶ καὶ ἀβλαβὲς 22165 3.5.54.6 : ἅπασι, πάσας συγκρατέον. {—}Πῶς οὖν δὴ περὶ αὐτῶν 22166 3.5.54.7 : τούτων λέγομεν; καὶ πῶς ποιῶμεν; {—}Οὐχ ἡμᾶς, ὦ 22167 3.5.54.8 : Πρώταρχε, διερωτᾶν χρή, τὰς ἡδονὰς δὲ αὐτὰς καὶ τὰς 22168 3.5.54.9 : φρονήσεις διαπυνθανομένους τὸ τοιόνδε ἀλλήλων πέρι. {—} 22169 3.5.54.10 : Τὸ ποῖον; {—}Ὦ φίλαι, εἴτε ἡδονὰς ὑμᾶς χρὴ προσαγο– 22170 3.5.54.11 : ρεύειν εἴτε ἄλλῳ ὁτῳοῦν ὀνόματι, μῶν οὐκ ἂν δέξαισθε 22171 3.5.54.12 : οἰκεῖν μετὰ φρονήσεως πάσης ἢ χωρὶς τοῦ φρονεῖν; οἶ– 22172 3.5.54.13 : μαι μὲν πρὸς ταῦτα τόδ´ αὐτὰς ἀναγκαιότατον εἶναι 22173 3.5.54.14 : λέγειν. {—}Τὸ ποῖον; {—}Ὅτι καθάπερ ἔμπροσθεν ἐρρήθη, 22174 3.5.54.15 : τὸ μόνον καὶ ἔρημον [καὶ] εἰλικρινὲς εἶναί τι γένος οὔτε 22175 3.5.54.16 : πάνυ τι δυνατὸν οὔτ´ ὠφέλιμον· πάντων γε μὴν ἡγού– 22176 3.5.54.17 : μεθα γενῶν ἄριστον ἓν ἀνθ´ ἑνὸς συνοικεῖν ἡμῖν τὸ 22177 3.5.54.18 : τοῦ γιγνώσκειν τὰ ἄλλα τε πάντα καὶ αὐτὴν ἡμῶν 22178 3.5.54.19 : τελέως εἰς δύναμιν ἑκάστην. {—}Καὶ καλῶς γε εἰρή– 22179 3.5.54.20 : κατε τὰ νῦν, φήσομεν. {—}Ὀρθῶς. πάλιν τοίνυν μετὰ 22180 3.5.54.21 : τοῦτο τὴν φρόνησιν καὶ τὸν νοῦν ἀνερωτητέον· ἆρ´ ἡδο– 22181 3.5.54.22 : νῶν τι προσδεῖσθε ἐν τῇ συγκράσει; φαῖμεν ἂν αὖ τὸν 22182 3.5.54.23 : νοῦν τε καὶ τὴν φρόνησιν ἀνερωτῶντες. ποίων, φαῖεν 22183 3.5.54.24 : ἂν ἴσως, ἡδονῶν; {—}Εἰκός. {—}Ὁ δέ γ´ ἡμέτερος λόγος 22184 3.5.54.25 : [ὁ] μετὰ τοῦτ´ ἐστὶν ὅδε. πρὸς ταῖς ἀληθέσιν ἐκείναις 22185 3.5.54.26 : ἡδοναῖς, φήσομεν, ἆρ´ ἔτι προσδεῖσθε ἡμῖν τὰς μεγίστας 22186 3.5.54.27 : 〈ἡδονὰς〉 ξυνοίκους εἶναι καὶ τὰς σφοδροτάτας; 〈καὶ 22187 3.5.54.28 : πῶς,〉 ὦ 〈Σώκρατες;〉 φαῖεν ἂν ἴσως, αἵ γ´ ἐμποδίσματά 22188 3.5.54.29 : τε μυρία ἡμῖν ἔχουσι, τὰς ψυχὰς ἐν αἷς οἰκοῦμεν ταράτ– 22189 3.5.54.30 : τουσαι διὰ μανικὰς ἡδονάς, καὶ γίγνεσθαί τε ἡμᾶς τὴν 22190 3.5.54.31 : ἀρχὴν οὐκ ἐῶσι, τά τε γιγνόμενα ἡμῶν τέκνα ὡς τὸ 22191 3.5.54.32 : πολύ, δι´ ἀμέλειαν λήθην ἐμποιοῦσαι, παντάπασι δια– 22192 3.5.54.33 : φθείρουσιν; ἄλλας τε ἡδονὰς ἀληθεῖς καὶ καθαρὰς ἃς 22193 3.5.54.34 : εἶπες, σχεδὸν οἰκείας ἡμῖν νόμιζε, καὶ πρὸς ταύταις τὰς 22194 3.5.54.35 : μεθ´ ὑγιείας καὶ τοῦ σωφρονεῖν, καὶ δὴ καὶ ξυμπάσης 22195 3.5.54.36 : ἀρετῆς ὁπόσαι καθάπερ θεοῦ ὀπαδοὶ γιγνόμεναι αὐτῇ 22196 3.5.54.37 : συνακολουθοῦσι πάντῃ, ταύτας † μιγνύντας ἀεὶ μετ´ ἀφρο– 22197 3.5.54.38 : σύνης καὶ τῆς ἄλλης κακίας ἑπομένας πολλή που ἀλογία 22198 3.5.54.39 : τῷ νῷ μιγνύναι τὸν βουλόμενον ὅ τι καλλίστην ἰδόντα 22199 3.5.54.40 : καὶ ἀστασιαστοτάτην μῖξιν καὶ κρᾶσιν ἐν ταύτῃ μαθεῖν 22200 3.5.54.41 : πειρᾶσθαι, τί ποτε ἔν τε ἀνθρώπῳ καὶ τῷ παντὶ πέ– 22201 3.5.54.42 : φυκεν ἀγαθὸν καὶ τίνα ἰδέαν αὐτὴν εἶναί ποτε μαντευ– 22202 3.5.54.43 : τέον. ἆρ´ οὐκ ἐμφρόνως ταῦτα καὶ ἐχόντως ἑαυτὸν τὸν 22203 3.5.54.44 : νοῦν φήσομεν ὑπέρ τε ἑαυτοῦ καὶ μνήμης καὶ δόξης 22204 3.5.54.45 : ὀρθῆς ἀποκρίνασθαι τὰ νῦν ῥηθέντα; {—}Παντάπασι 22205 3.5.54.46 : μὲν οὖν. 22206 3.5.55.1 : Ἐκ τοῦ Χαρμίδου (p. 173 A–D). 22207 3.5.55.2 : Ἄκουε δή, ἔφην, τὸ ἐμὸν ὄναρ, εἴτε διὰ κεράτων 22208 3.5.55.3 : εἴτε δι´ ἐλέφαντος ἐλήλυθεν. εἰ γὰρ ὅ τι μάλιστα ἡμῶν 22209 3.5.55.4 : ἄρχοι ἡ σωφροσύνη, οὖσα οἵαν δὴ νῦν ὁριζόμεθα, ἄλλο 22210 3.5.55.5 : τι κατὰ τὰς ἐπιστήμας ἂν πράττοιτο, καὶ οὔτε τις κυ– 22211 3.5.55.6 : βερνήτης φάσκων εἶναι, οὔτε ἰατρὸς οὔτε στρατηγὸς 22212 3.5.55.7 : οὔτ´ ἄλλος τις οὐδείς, προσποιούμενός τι εἰδέναι ὃ μὴ 22213 3.5.55.8 : οἶδε, λανθάνοι ἄν· ἐκ δὴ τούτων οὕτως ἐχόντων ἄλλο 22214 3.5.55.9 : τι ἂν ἡμῖν συμβαίνοι ἢ ὑγιέσι τε τὰ σώματα εἶναι 22215 3.5.55.10 : μᾶλλον ἢ νῦν, καὶ ἐν θαλάττῃ κινδυνεύοντας καὶ ἐν πο– 22216 3.5.55.11 : λέμῳ σῴζεσθαι, καὶ τά τε σκεύη καὶ τὴν ἀμπεχόνην καὶ 22217 3.5.55.12 : ὑπόδεσιν πᾶσαν καὶ τὰ χρήματα 〈πάντα〉 τεχνικῶς ἡμῖν 22218 3.5.55.13 : εἰργασμένα εἶναι καὶ 〈ἄλλα〉 πολλὰ διὰ τὸ ἀληθινοῖς 22219 3.5.55.14 : δημιουργοῖς χρῆσθαι; εἰ δὲ βούλοιό γε, καὶ τὴν μαντι– 22220 3.5.55.15 : κὴν εἶναι συγχωρήσωμεν ἐπιστήμην τοῦ μέλλοντος ἔσε– 22221 3.5.55.16 : σθαι, καὶ τὴν σωφροσύνην, αὐτῆς ἐπιστατοῦσαν, τοὺς μὲν 22222 3.5.55.17 : ἀλαζόνας ἀποτρέπειν, τοὺς δὲ ὡς ἀληθεῖς μάντεις καθι– 22223 3.5.55.18 : στάναι ἡμῖν 〈προφήτας τῶν μελλόντων. κατεσκευασμέ– 22224 3.5.55.19 : νον δὴ οὕτω τὸ ἀνθρώπινον γένος ὅτι μὲν〉 ἐπιστημόνως 22225 3.5.55.20 : ἂν πράττοι καὶ ζῴη, ἕπομαι· ἡ γὰρ σωφροσύνη φυλάτ– 22226 3.5.55.21 : τουσα οὐκ ἂν ἐῴη παρεμπίπτουσαν τὴν ἀνεπιστημοσύνην 22227 3.5.55.22 : συνεργὸν ἡμῖν εἶναι. 22228 3.5.56.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ Γοργίου (p. 499 C 22229 3.5.56.2 : –500 B). 22230 3.5.56.3 : Ἔστι δὲ 〈δή〉, ὡς ἔοικεν, ὃ νῦν λέγεις, ὅτι ἡδοναὶ 22231 3.5.56.4 : εἰσί τινες, αἳ μὲν ἀγαθαὶ αἳ δὲ κακαί· ἦ γάρ; {—}Ναί. {—} 22232 3.5.56.5 : Ἆρ´ οὖν ἀγαθαὶ μὲν αἱ ὠφέλιμοι, κακαὶ δὲ αἱ βλα– 22233 3.5.56.6 : βεραί; {—}Πάνυ γε. {—}Ὠφέλιμοι δὲ αἱ ἀγαθόν 〈τι〉 22234 3.5.56.7 : ποιοῦσαι, κακαὶ δὲ αἱ κακόν τι; {—}Φημί. {—}Ἆρ´ οὖν 22235 3.5.56.8 : τὰς τοιάσδε λέγεις, οἷον κατὰ τὸ σῶμα ἃς δὴ νῦν ἐλέγο– 22236 3.5.56.9 : μεν ἐν τῷ ἐσθίειν καὶ πίνειν ἡδονάς, εἰ ἄρα τούτων αἱ 22237 3.5.56.10 : μὲν ὑγίειαν ποιοῦσαι ἐν τῷ σώματι, ἢ ἰσχὺν ἢ ἄλλην 22238 3.5.56.11 : τινὰ ἀρετὴν τοῦ σώματος, αὗται μὲν ἀγαθαί, αἱ δὲ 22239 3.5.56.12 : τἀναντία τούτων, κακαί; {—}Πάνυ γε. {—}Οὐκοῦν καὶ λῦ– 22240 3.5.56.13 : παι ὡσαύτως αἳ μὲν χρησταί εἰσιν αἳ δὲ πονηραί; {—} 22241 3.5.56.14 : Πῶς γὰρ οὔ; {—}Οὐκοῦν τὰς μὲν χρηστὰς καὶ ἡδονὰς καὶ 22242 3.5.56.15 : λύπας καὶ αἱρετέον ἐστὶ καὶ πρακτέον; {—}Πάνυ γε, {—} 22243 3.5.56.16 : Τὰς δὲ πονηρὰς οὔ; {—}Δῆλον δή. {—}Ἕνεκα γάρ που 22244 3.5.56.17 : τῶν ἀγαθῶν ἅπαντα ἡμῖν ἔδοξε πρακτέον εἶναι, εἰ μνη– 22245 3.5.56.18 : μονεύεις, ἐμοί τε καὶ Πώλῳ. ἆρα καὶ σοὶ 〈συν〉δοκεῖ οὕ– 22246 3.5.56.19 : τως, 〈τέλος εἶναι〉 ἁπασῶν τῶν πράξεων τὸ ἀγαθόν, καὶ 22247 3.5.56.20 : ἐκείνου ἕνεκα δεῖν πάντα τἄλλα πράττεσθαι, ἀλλ´ οὐκ 22248 3.5.56.21 : ἐκεῖνο τῶν ἄλλων; σύμψηφος ἡμῖν εἶ καὶ σὺ ἐκ τρί– 22249 3.5.56.22 : των; {—}Ἔγωγε. {—}Τῶν ἀγαθῶν ἄρα ἕνεκα δεῖ καὶ τἄλλα 22250 3.5.56.23 : καὶ τὰ ἡδέα πράττειν, ἀλλ´ οὐ τἀγαθὰ τῶν ἡδέων; {—} 22251 3.5.56.24 : Πάνυ γε. {—}Ἆρ´ οὖν παντὸς ἀνδρός ἐστιν ἐκλέξασθαι, 22252 3.5.56.25 : ποῖα ἀγαθὰ τῶν ἡδέων ἐστὶ καὶ ποῖα κακά, ἢ τεχνικοῦ 22253 3.5.56.26 : δεῖ εἰς ἕκαστον; {—}Τεχνικοῦ. {—}Ἀναμνησθῶμεν δὴ ὧν 22254 3.5.56.27 : αὖ ἐγὼ πρὸς Πῶλον καὶ Γοργίαν ἐτύγχανον λέγων· ἔλεγε 22255 3.5.56.28 : γὰρ αὐτός, εἰ μνημονεύεις, ὅτι εἶεν παρασκευαί, αἳ μὲν 22256 3.5.56.29 : μέχρι ἡδονῆς αὐτὸ τοῦτο παρασκευάζουσαι, ἀγνοοῦσαι 22257 3.5.56.30 : δὲ τὸ βέλτιον καὶ τὸ χεῖρον, αἳ δὲ γινώσκουσαι ὅ τι τε 22258 3.5.56.31 : ἀγαθὸν καὶ ὅ τι κακόν· καὶ ἐτίθουν τῶν μὲν περὶ τὰς 22259 3.5.56.32 : ἡδονὰς τὴν μαγειρικὴν ἐμπειρίαν, ἀλλ´ οὐ τέχνην· τῶν δὲ 22260 3.5.56.33 : περὶ τὸ ἀγαθὸν τὴν ἰατρικὴν τέχνην. 22261 3.5.57.1 : Ἀντιφῶντος (fr. 130 Blass. 2). 22262 3.5.57.2 : Ὅστις δὲ τῶν αἰσχρῶν ἢ τῶν κακῶν μήτε ἐπεθύ– 22263 3.5.57.3 : μησε μήτε ἥψατο, οὐκ ἔστι σώφρων· οὐ γὰρ ἔσθ´ ὅπου 22264 3.5.57.4 : κρατήσας αὐτὸς ἑαυτὸν κόσμιον παρέχεται. 22265 3.5.58.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδωνος (p. 68 C). 22266 3.5.58.2 : Ἄριστον δὲ τὸ περὶ τὰς ἐπιθυμίας μὴ ἐπτοῆσθαι, 22267 3.5.58.3 : ἀλλ´ ὀλιγώρως ἔχειν καὶ κοσμίως. 22268 3.5.59.1 : Ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου Ἐγχειριδίου 22269 3.5.59.2 : (c. 33, 4). 22270 3.5.59.3 : Γέλως μὴ πολὺς ἔστω μηδὲ ἐπὶ πολλοῖς. 22271 3.5.60.1 : (ibid. 6) 22272 3.5.60.2 : Δείπνοις τοῖς ἔξω καὶ ἰδιωτικοῖς τὸ πολὺ ἀπόταξαι· 22273 3.5.60.3 : ἂν δὲ γίνηται καιρός, φυλάσσου. ἴσθι γὰρ ὅτι ἂν ἕτε– 22274 3.5.60.4 : ρος ᾖ μεμολυσμένος, καὶ τὸν ἕτερον ἐμπλησθῆναι ἀνάγκη, 22275 3.5.60.5 : ὅταν γυμνοὶ συνδιατρίβωνται. 22276 3.5.61.1 : Εὐριπίδου Θησέως (fr. 388 N. 2). 22277 3.5.61.2 : Ἀλλ´ ἔστι δή τις ἄλλος ἐν βροτοῖς ἔρως 22278 3.5.61.3 : ψυχῆς δικαίας σώφρονός τε κἀγαθῆς. 22279 3.6.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΑΚΟΛΑΣΙΑΣ.}1 22280 3.6.1.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπῃ (fr. 201 N. 2). 22281 3.6.1.2 : Καὶ μὴν ὅσοι μὲν σαρκὸς εἰς εὐεξίαν 22282 3.6.1.3 : ἀσκοῦσι βίοτον, ἢν σφαλῶσι χρημάτων, 22283 3.6.1.4 : κακοὶ πολῖται· δεῖ γὰρ ἄνδρ´ εἰθισμένον 22284 3.6.1.5 : ἀκόλαστον ἦθος γαστρὸς ἐν ταὐτῷ μένειν. 22285 3.6.2.1 : Φιλήμονος (fab. inc. fr. 27a com. IV p. 43). 22286 3.6.2.2 : Σοὶ γὰρ τίς ἐστιν, εἰπέ μοι, παρρησία; 22287 3.6.2.3 : σὺ λαλεῖς ἐν ἀνθρώποισιν ὡς ἄνθρωπος ὤν, 22288 3.6.2.4 : τὸ δ´ ὅλον περιπατεῖς, ἢ τὸν αὐτὸν ἀέρα 22289 3.6.2.5 : ἑτέροισιν ἕλκεις, εἰπέ μοι, τοιοῦτος ὤν; 22290 3.6.3.1 : Κλεάνθους. 22291 3.6.3.2 : Ὅστις ἐπιθυμῶν ἀνέχετ´ αἰσχροῦ πράγματος, 22292 3.6.3.3 : οὗτος ποιήσει τοῦτ´ ἐὰν καιρὸν λάβῃ. 22293 3.6.4.1 : Πόθεν ποτ´ ἆρα γίνεται μοιχῶν γένος; 22294 3.6.4.2 : ἐκ κριθιῶντος ἀνδρὸς ἐν ἀφροδισίοις. 22295 3.6.5.1 : Εὔφρονος (fab. inc. fr. 2 com. IV p. 495). 22296 3.6.5.2 : Οὐκ ἔστι μοιχοῦ μεῖζον οὐδὲ ἓν κακόν· 22297 3.6.5.3 : ἐν ταῖς γὰρ ἑτέρων βούλετ´ ἀτυχίαις τρυφᾶν. 22298 3.6.6.1 : Ἀναξανδρίδου (fab. inc. fr. 9 com. III 22299 3.6.6.2 : p. 199). 22300 3.6.6.3 : Μηδέποτε δοῦλον ἡδονῆς σαυτὸν ποίει. 22301 3.6.6.4 : λάγνης γυναικός ἐστιν, οὐκ ἀνδρὸς τόδε. 22302 3.6.7.1 : Ἀλέξιδος (fab. inc. fr. 44 com. III p. 522). 22303 3.6.7.2 : Φεῦγ´ ἡδονὴν φέρουσαν ὕστερον βλάβην. 22304 3.6.8.1 : Μενάνδρου Ὀργῇ (fr. 5 com. IV p. 180). 22305 3.6.8.2 : Οὐκ ἔστι μοιχοῦ πρᾶγμα τιμιώτερον, 22306 3.6.8.3 : θανάτου γάρ ἐστιν ὤνιον. 22307 3.6.9.1 : (fab. inc. fr. 217 com. IV p. 282) 22308 3.6.9.2 : Ὄνειδος αἰσχρὸς βίος ὅμως, κἂν ἡδὺς ᾖ. 22309 3.6.10.1 : Ἀριστοφῶντος Ἰατροῦ (fr. 2 com. III 22310 3.6.10.2 : p. 358). 22311 3.6.10.3 : Αἱ τῶν ἑταιρῶν γὰρ διοπετεῖς οἰκίαι· 22312 3.6.10.4 : γεγόνασιν ἄβατοι τοῖς ἔχουσι μηδὲ ἕν. 22313 3.6.11.1 : Ἀπολλοδώρου Διαβόλου (fr. 1 com. IV 22314 3.6.11.2 : p. 444). 22315 3.6.11.3 : Καὶ κλείεθ´ ἡ θύρα μοχλοῖς· ἀλλ´ οὐδὲ εἷς 22316 3.6.11.4 : τέκτων ὀχυρὰν οὕτως ἐποίησεν θύραν, 22317 3.6.11.5 : δι´ ἧς γαλῆ καὶ μοιχὸς οὐκ εἰσέρχεται. 22318 3.6.12.1 : Βάθωνος (fab. inc. fr. 2 com. IV p. 503). 22319 3.6.12.2 : Πολλῶν σφόδρ´ ὄντων χἀτέρων ἐν τῷ βίῳ, 22320 3.6.12.3 : ἐφ´ οἷς ἅπαντες εἰκότως θορυβούμεθα, 22321 3.6.12.4 : μάλιστ´ ἐμοὶ δήπουθε κινοῦσιν χολὴν 22322 3.6.12.5 : οἱ τῶν τρόπων φάσκοντες ἐπιεικῶς ἐρᾶν, 22323 3.6.12.6 : καὶ λανθάνειν δοκοῦντες, ὅτι πεπλασμένως 22324 3.6.12.7 : τὸ πρᾶγμα παρακεντοῦσι κοὐκ ἀληθινῶς. 22325 3.6.12.8 : τίνα γὰρ ἔχει, πρὸς τῆς Ἀθηνᾶς, διαφορὰν 22326 3.6.12.9 : ὁ τῶν νεωτέρων τε καὶ λείων τρόπος 22327 3.6.12.10 : παρ´ ὃν οἱ δασεῖς ἔχουσι καὶ προβεβηκότες; 22328 3.6.13.1 : Φοινικίδου (com. IV p. 511). 22329 3.6.13.2 : Μὰ τὴν Ἀφροδίτην, οὐκ ἂν ὑπομείναιμ´ ἔτι, 22330 3.6.13.3 : Πυθιάς, ἑταιρεῖν· χαιρέτω· μή μοι λέγε, 22331 3.6.13.4 : ἀπέτυχον, οὐδὲν πρὸς ἐμέ, καταλῦσαι θέλω. 22332 3.6.13.5 : εὐθὺς ἐπιχειρήσασα φίλον ἔσχον τινὰ 22333 3.6.13.6 : στρατιωτικόν· διαπαντὸς οὗτος τὰς μάχας 22334 3.6.13.7 : ἔλεγεν, ἐδείκνυ 〈δ´〉 ἅμα λέγων τὰ τραύματα, 22335 3.6.13.8 : εἰσέφερε δ´ οὐδέν. δωρεὰν ἔφη τινὰ 22336 3.6.13.9 : παρὰ τοῦ βασιλέως λαμβάνειν, καὶ ταῦτ´ ἀεὶ 22337 3.6.13.10 : ἔλεγεν· διὰ ταύτην ἣν λέγει τὴν δωρεὰν 22338 3.6.13.11 : ἐνιαυτὸν ἔσχε μ´ ὁ κακοδαίμων δωρεάν. 22339 3.6.13.12 : ἀφῆκα τοῦτον, λαμβάνω δ´ ἄλλον τινά, 22340 3.6.13.13 : ἰατρόν. οὗτος εἰσάγων πολλούς τινας 22341 3.6.13.14 : ἔτεμν´ ἔκαε· πτωχὸς ἦν καὶ δήμιος. 22342 3.6.13.15 : δεινότερος οὗτος θατέρου μοι κατεφάνη. 22343 3.6.13.16 : ὁ μὲν διήγημ´ ἔλεγεν, ὁ δ´ ἐποίει νεκρούς. 22344 3.6.13.17 : τρίτῳ συνέζευξ´ ἡ τύχη με φιλοσόφῳ 22345 3.6.13.18 : πώγων´ ἔχοντι καὶ τρίβωνα καὶ λόγον· 22346 3.6.13.19 : εἰς προῦπτον ἦλθον ἐμπεσοῦσα δὴ κακόν. 22347 3.6.13.20 : οὐδὲν ἐδίδου γάρ· † ταῦτ´ ἀλλ´ ἂν αἰτῶντι ἔφη, 22348 3.6.13.21 : οὐκ ἀγαθὸν εἶναι τἀργύριον. ἔστω κακόν, 22349 3.6.13.22 : διὰ τοῦτο δός μοι, ῥῖψον· οὐκ ἐπείθετο. 22350 3.6.14.1 : Σωκράτους. 22351 3.6.14.2 : Οὔτε πῦρ ἱματίῳ περιστεῖλαι δυνατὸν οὔτε αἰσχρὸν 22352 3.6.14.3 : ἁμάρτημα χρόνῳ. 22353 3.6.15.1 : Τὸ μὲν πῦρ ὁ ἄνεμος, τὸν δὲ ἔρωτα ἡ συνήθεια 22354 3.6.15.2 : ἐκκαίει. 22355 3.6.16.1 : Σωκράτης ἔφη τοὺς μοιχοὺς ὅμοιόν τι ποιεῖν τοῖς 22356 3.6.16.2 : μὴ βουλομένοις ἐκ τῶν ἀπορρεουσῶν πίνειν, ἀλλ´ ἐκ τοῦ 22357 3.6.16.3 : ὕδατος τοῦ ἐν τῷ βάθει χείρονος ὑπάρχοντος. 22358 3.6.17.1 : Ἐκ τῶν Σερήνου. 22359 3.6.17.2 : Διογένης κατεγέλα τῶν τὰ μὲν ταμιεῖα κατασημαι– 22360 3.6.17.3 : νομένων μοχλοῖς καὶ κλεισὶ καὶ σημάντροις, τὸ δὲ σῶμα 22361 3.6.17.4 : τὸ αὑτῶν πολλαῖς θυρίσι καὶ θύραις ἀνοιγόντων διά τε 22362 3.6.17.5 : στόματος καὶ αἰδοίων καὶ ὤτων καὶ ὀφθαλμῶν. 22363 3.6.18.1 : Περὶ Εὐριπίδου τις ἔλεγεν ὅτι μισογύνης εἴη· καὶ ὁ 22364 3.6.18.2 : Σοφοκλῆς ’ἀλλ´ οὐκ ἔν γε τῇ κλίνῃ‘ ἔφη. 22365 3.6.19.1 : Χαλεπὸν ἔλεγεν εἶναι ὁ Πλάτων εὑρεῖν τοῖς μὲν ἀκο– 22366 3.6.19.2 : λάστοις ἀγαθὴν ἡδονὴν τοῖς δὲ νοσοῦσιν ὑγιεινήν. 22367 3.6.20.1 : Ζήνωνος. 22368 3.6.20.2 : Ὁ Ζήνων ᾐτιᾶτο τοὺς πλείστους λέγων ἐξὸν ἀπὸ 22369 3.6.20.3 : τῶν πόνων τὰς ἡδονὰς φέρειν ἀπὸ τῶν μαγειρείων 22370 3.6.20.4 : λαμβάνοντας. 22371 3.6.21.1 : Μουσωνίου (rel. p. 255 Peerlk.). 22372 3.6.21.2 : Μουσώνιος ἔλεγεν ὑπερβολὴν ἀναισχυντίας εἶναι 22373 3.6.21.3 : τὸ πρὸς μὲν τὰς τῶν πόνων ὑπομονὰς μεμνῆσθαι τῆς 22374 3.6.21.4 : τοῦ σώματος ἀσθενείας, πρὸς δὲ τὰς τῶν ἡδονῶν ἐκ– 22375 3.6.21.5 : λανθάνεσθαι. 22376 3.6.22.1 : Μουσωνίου (ibid. p. 255). 22377 3.6.22.2 : Ἀρχὴ τοῦ μὴ κατοκνεῖν τὰ ἀσχήμονα 〈πράττειν〉 τὸ 22378 3.6.22.3 : μὴ κατοκνεῖν τὰ ἀσχήμονα λέγειν. 22379 3.6.23.1 : Μουσωνίου ἐκ τοῦ Περὶ ἀφροδισίων 22380 3.6.23.2 : (rel. p. 210 Peerlk.). 22381 3.6.23.3 : Μέρος μέντοι τρυφῆς οὐ μικρότατον κἀν τοῖς ἀφρο– 22382 3.6.23.4 : δισίοις ἐστίν, ὅτι ποικίλων δέονται παιδικῶν οἱ τρυ– 22383 3.6.23.5 : φῶντες οὐ νομίμων μόνον ἀλλὰ καὶ παρανόμων, οὐδὲ 22384 3.6.23.6 : θηλειῶν μόνον ἀλλὰ καὶ ἀρρένων, ἄλλοτε ἄλλους θη– 22385 3.6.23.7 : ρῶντες ἐρωμένους, καὶ τοῖς μὲν ἐν ἑτοίμῳ οὖσιν οὐκ 22386 3.6.23.8 : ἀρκούμενοι, τῶν δὲ σπανίων ἐφιέμενοι, συμπλοκὰς δ´ 22387 3.6.23.9 : ἀσχήμονας ζητοῦντες, ἅπερ ἅπαντα μεγάλα ἐγκλήματα 22388 3.6.23.10 : ἀνθρώπου ἐστίν. χρὴ δὲ τοὺς μὴ τρυφῶντας ἢ μὴ κα– 22389 3.6.23.11 : κοὺς μόνα μὲν ἀφροδίσια νομίζειν δίκαια τὰ ἐν γάμῳ 22390 3.6.23.12 : καὶ ἐπὶ γενέσει παίδων συντελούμενα, ὅτι καὶ νόμιμά 22391 3.6.23.13 : ἐστιν· τὰ δέ γε ἡδονὴν θηρώμενα ψιλὴν ἄδικα καὶ 22392 3.6.23.14 : παράνομα, κἂν ἐν γάμῳ ᾖ. συμπλοκαὶ δ´ ἄλλαι αἱ μὲν 22393 3.6.23.15 : κατὰ μοιχείαν παρανομώταται, καὶ μετριώτεραι τούτων 22394 3.6.23.16 : οὐδὲν αἱ πρὸς ἄρρενας τοῖς ἄρρεσιν, ὅτι παρὰ φύσιν 22395 3.6.23.17 : τὸ τόλμημα· ὅσαι δὲ μοιχείας ἐκτὸς συνουσίαι πρὸς 22396 3.6.23.18 : θηλείας εἰσὶν ἐστερημέναι τοῦ γίνεσθαι κατὰ νόμον, 22397 3.6.23.19 : καὶ αὗται πᾶσαι αἰσχραί, αἵγε πράττονται δι´ ἀκολα– 22398 3.6.23.20 : σίαν· ὡς μετά γε σωφροσύνης οὔτ´ ἂν ἑταίρᾳ πλησιά– 22399 3.6.23.21 : ζειν ὑπομείνειέ τις, οὔτ´ ἂν ἐλευθέρᾳ γάμου χωρὶς οὔτε 22400 3.6.23.22 : μὰ Δία θεραπαίνῃ τῇ αὑτοῦ. τὸ γὰρ μὴ νόμιμον μηδ´ 22401 3.6.23.23 : εὐπρεπὲς τῶν συνουσιῶν τούτων αἶσχός τε καὶ ὄνειδος 22402 3.6.23.24 : μέγα τοῖς θηρωμένοις αὐτάς· ὅθεν οὐδὲ πράττειν φα– 22403 3.6.23.25 : νερῶς οὐδὲν ἀνέχεται τῶν τοιούτων οὐδείς, κἂν ἐπ´ 22404 3.6.23.26 : ὀλίγον ἐρυθριᾶν οἷός τε ᾖ, ἐπικρυπτόμενοι δὲ καὶ λάθρᾳ 22405 3.6.23.27 : οἵγε μὴ τελέως ἀπερρωγότες ταῦτα τολμῶσιν. καίτοι 22406 3.6.23.28 : τό γε πειρᾶσθαι λανθάνειν ἐφ´ οἷς πράττει τις ὁμο– 22407 3.6.23.29 : λογοῦντος ἁμαρτάνειν ἐστί. ’νὴ Δία·‘ φησίν ’ἀλλ´ οὐχ 22408 3.6.23.30 : ὥσπερ ὁ μοιχεύων ἀδικεῖ τὸν ἄνδρα τῆς διεφθαρμένης 22409 3.6.23.31 : γυναικός, οὐχ οὕτως καὶ ὁ τῇ ἑταίρᾳ συνὼν ἀδικεῖ τινὰ 22410 3.6.23.32 : ἢ νὴ Δία τῇ μὴ ἐχούσῃ ἄνδρα· οὐδὲ γὰρ ἐλπίδα παί– 22411 3.6.23.33 : δων οὐδενὸς διαφθείρει οὗτος.‘ ἐγὼ δ´ ἐπέχω μὲν λέ– 22412 3.6.23.34 : γειν, ὡς πᾶς ὅστις ἁμαρτάνει καὶ ἀδικεῖ εὐθύς, εἰ 22413 3.6.23.35 : καὶ μηδένα τῶν πέλας, ἀλλ´ αὑτόν γε πάντως χείρονα 22414 3.6.23.36 : ἀποφαίνων καὶ ἀτιμότερον· ὁ γὰρ ἁμαρτάνων, παρ´ ὅσον 22415 3.6.23.37 : ἁμαρτάνει, χείρων καὶ ἀτιμότερος. ἵνα οὖν ἐῶ τὴν ἀδι– 22416 3.6.23.38 : κίαν, ἀλλ´ ἀκολασίαν γε πᾶσα ἀνάγκη πάντως προσεῖναι 22417 3.6.23.39 : τῷ ἡττωμένῳ αἰσχρᾶς ἡδονῆς καὶ χαίροντι τῷ μολύνε– 22418 3.6.23.40 : σθαι ὥσπερ αἱ ὕες· οἷος οὐχ ἥκιστά ἐστι καὶ ὁ δούλῃ 22419 3.6.23.41 : ἰδίᾳ πλησιάζων, ὅπερ νομίζουσί τινες μάλιστά πως εἶναι 22420 3.6.23.42 : ἀναίτιον, ἐπεὶ καὶ δεσπότης πᾶς αὐτεξούσιος εἶναι δοκεῖ 22421 3.6.23.43 : ὅ τι βούλεται χρῆσθαι δούλῳ τῷ ἑαυτοῦ. πρὸς τοῦτο 22422 3.6.23.44 : δὲ ἁπλοῦς μοι ὁ λόγος· εἰ γάρ τῳ δοκεῖ μὴ αἰσχρὸν 22423 3.6.23.45 : μηδ´ ἄτοπον εἶναι δούλῃ δεσπότην πλησιάζειν τῇ ἑαυ– 22424 3.6.23.46 : τοῦ, καὶ μάλιστα εἰ τύχοι οὖσα χήρα, λογισάσθω ποῖόν 22425 3.6.23.47 : τι καταφαίνεται αὐτῷ, εἰ δέσποινα δούλῳ πλησιάζοι. 22426 3.6.23.48 : οὐ γὰρ ἂν δόξειεν εἶναι ἀνεκτόν, οὐ μόνον εἰ κεκτημένη 22427 3.6.23.49 : ἄνδρα νόμιμον ἡ γυνὴ προσοῖτο δοῦλον, ἀλλ´ εἰ καὶ 22428 3.6.23.50 : ἄνανδρος οὖσα τοῦτο πράττοι; καίτοι τοὺς ἄνδρας οὐ 22429 3.6.23.51 : δήπου τῶν γυναικῶν ἀξιώσει τις εἶναι χείρονας, οὐδ´ 22430 3.6.23.52 : ἧττον δύνασθαι τὰς ἐπιθυμίας παιδαγωγεῖν τὰς ἑαυτῶν, 22431 3.6.23.53 : τοὺς ἰσχυροτέρους τὴν γνώμην τῶν ἀσθενεστέρων, τοὺς 22432 3.6.23.54 : ἄρχοντας τῶν ἀρχομένων. πολὺ γὰρ κρείττονας εἶναι 22433 3.6.23.55 : προσήκει τοὺς ἄνδρας, εἴπερ καὶ προεστάναι ἀξιοῦνται 22434 3.6.23.56 : τῶν γυναικῶν· ἂν μέντοι ἀκρατέστεροι φαίνωνται ὄν– 22435 3.6.23.57 : τες, ... καὶ κακίονες. ὅτι δ´ ἀκρασίας ἔργον καὶ οὐδενὸς 22436 3.6.23.58 : ἄλλου ἐστὶ τὸ δεσπότην δούλῃ πλησιάζειν, τί δεῖ καὶ 22437 3.6.23.59 : λέγειν; [γνώριμον γάρ.] 22438 3.6.24.1 : Ἐκ τοῦ Περὶ κουρᾶς (Musonii rel. p. 207 22439 3.6.24.2 : Peerlk.). 22440 3.6.24.3 : Ἔφη μὲν παραπλησίως τὸν ἄνδρα χρῆναι τῇ κεφαλῇ 22441 3.6.24.4 : προσφέρειν κουράν, ὡς ἀμπέλῳ προσφέρομεν τομήν, τοῦ 22442 3.6.24.5 : μόνον ἀφαιρεῖν χάριν τὸ ἄχρηστον ...... οὔτε γενείῳ 22443 3.6.24.6 : πώγωνα, ἀλλ´ εἶναί τινα καὶ ταύτην σκέπην ὑπὸ τῆς 22444 3.6.24.7 : φύσεως ἡμῖν πεπορισμένην· τὸν δὲ πώγωνα καὶ σύμ– 22445 3.6.24.8 : βολον γεγονέναι τοῦ ἄρρενος, ὥσπερ ἀλεκτρυόνι λόφον 22446 3.6.24.9 : καὶ λέοντι χαίτην· ὅθεν τῆς μὲν κόμης ἀφαιρετέον εἶναι 22447 3.6.24.10 : τὸ ἐνοχλοῦν, τοῦ δὲ πώγωνος οὐδέν. οὐδὲ γὰρ ἐνοχλεῖν 22448 3.6.24.11 : αὐτὸν οὐδέν, ἕως ἂν ὑγιαίνῃ τὸ σῶμα ἢ νόσον μὴ τοι– 22449 3.6.24.12 : αύτην νοσῇ, ἧς ἕνεκα γένοιτ´ ἂν ἀφαίρεσις τῶν ἐπὶ τοῦ 22450 3.6.24.13 : γενείου τριχῶν. εὖ γὰρ εἴρηται, ἔφη, τὸ τοῦ Ζήνωνος, 22451 3.6.24.14 : ὅτι τούτου ἕνεκα καρτέον οὗ καὶ κομητέον, τοῦ κατὰ 22452 3.6.24.15 : φύσιν, ἵνα μὴ βαρούμενός τις ὑπὸ τῆς κόμης μηδ´ ἐνο– 22453 3.6.24.16 : χλούμενος ᾖ πρὸς μηδεμίαν ἐνέργειαν. ἡ γὰρ δὴ φύσις 22454 3.6.24.17 : τὸ μὲν ἐνδεὲς μᾶλλον φαίνεται φυλαξαμένη, τὸ δὲ περιτ– 22455 3.6.24.18 : τὸν ἧττον, ἐπί τε φυτῶν καὶ ἐπὶ ζῴων, ὅτι τῆς προσθέ– 22456 3.6.24.19 : σεως τοῦ ἐνδεοῦς ἡ ἀφαίρεσις τοῦ περιττοῦ πολὺ ῥᾴων 22457 3.6.24.20 : καὶ εὐπετεστέρα ἐστίν. χρὴ δ´ ἐφ´ ἑκάτερα τὸν λογισ– 22458 3.6.24.21 : μὸν τὸν ἀνθρώπινον τῇ φύσει βοηθεῖν, ὥστ´ ἀναπιμ– 22459 3.6.24.22 : πλάναι τὰς ἐνδείας ἐφ´ ὅσον οἷόν τε ἀναπληροῦν, ἐλατ– 22460 3.6.24.23 : τοῦν δὲ καὶ ἀφαιρεῖν τὰς περιττότητας. ὅθεν καὶ 22461 3.6.24.24 : καρτέον μόνης ἕνεκα τῆς ἀφαιρέσεως τοῦ περιττοῦ καὶ 22462 3.6.24.25 : οὐχὶ κόσμου χάριν, ὅπερ οἴονται δεῖν ἔνιοι τὰ μὲν 22463 3.6.24.26 : γένεια λεαινόμενοι καὶ μιμούμενοι τοὺς ἀγενείους ἢ νὴ 22464 3.6.24.27 : Δία τοὺς ἄρτι γενειάσκοντας, τὴν δὲ κεφαλὴν οὐχ ὁμοίως 22465 3.6.24.28 : κειρόμενοι, διαφόρως δὲ τὰ πρόσω τῶν ὀπίσω. καὶ γάρ 22466 3.6.24.29 : τοι δοκῶν εἶναι κόσμος οὗτος πολλὴν ἀκοσμίαν ἔχει 22467 3.6.24.30 : καὶ διαφέρει οὐδὲν τοῦ καλλωπισμοῦ τοῦ τῶν γυναικῶν. 22468 3.6.24.31 : ἐκεῖναί τε γὰρ τὰ μέν τινα μέρη πλέκουσι τῶν τριχῶν 22469 3.6.24.32 : τὰ δὲ καθιᾶσι τὰ δὲ ἕτερόν τινα σκευάζουσι τρόπον, 22470 3.6.24.33 : ἵνα φαίνωνται καλλίονες, οἵ τε κειρόμενοι οὕτως ἄνδρες 22471 3.6.24.34 : κατάδηλοί εἰσι δι´ ἐπιθυμίαν τοῦ φαίνεσθαι καλοὶ οἷς 22472 3.6.24.35 : βούλονται ἀρέσκειν, τὰς μὲν τέλεον ἀφαιροῦντες τῶν 22473 3.6.24.36 : τριχῶν, τὰς δὲ πλάττοντες οὕτως ὡς ἂν εὐοπτότατα ᾖ 22474 3.6.24.37 : γυναιξί τε καὶ παισὶν ὑφ´ ὧν ἐπαινεῖσθαι δέονται. ἤδη 22475 3.6.24.38 : δέ τινες καὶ αὐτῷ τῷ βαρύνεσθαι τὰς τρίχας κείρον– 22476 3.6.24.39 : ται, καὶ λεαίνουσι τὰ γένεια, σαφῶς οὗτοί γε κατεα– 22477 3.6.24.40 : γότες ὑπὸ τῆς τρυφῆς καὶ ἐκνενευρισμένοι παντάπασιν, 22478 3.6.24.41 : οἵ γε ἀνέχονται ἀνδρόγυνοι καὶ γυναικώδεις ὁρᾶσθαι ὄν– 22479 3.6.24.42 : τες, ὅπερ ἔδει φεύγειν ἐξ ἅπαντος, εἰ δὴ τῷ ὄντι ἄν– 22480 3.6.24.43 : δρες ἦσαν. τί γὰρ δὴ καὶ εἰσὶν αἱ τρίχες ἀνθρώποις 22481 3.6.24.44 : βάρος; εἰ μὴ νὴ Δία καὶ τοῖς ὀρνέοις τὰ πτερὰ φαίη 22482 3.6.24.45 : τις [ἂν] εἶναι βάρος. 22483 3.6.25.1 : Σόλωνος. 22484 3.6.25.2 : Ἡδονὴν φεῦγε ἥ τις ὕστερον λύπην τίκτει. 22485 3.6.26.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 181 Mull.). 22486 3.6.26.2 : Ἔνιοι πολίων μὲν δεσπόζουσι, γυναιξὶ δὲ δουλεύουσι. 22487 3.6.27.1 : (fr. mor. 91 Mull.) 22488 3.6.27.2 : Ἡμερήσιοι ὕπνοι σώματος ὄχλησιν ἢ ψυχῆς ἀδημο– 22489 3.6.27.3 : σύνην ἢ ἀργίην ἢ ἀπαιδευσίην σημαίνουσι. 22490 3.6.28.1 : (fr. mor. 50 Mull.) 22491 3.6.28.2 : Ξυνουσίη ἀποπληξίη σμικρή· ἐξέσσυται γὰρ ἄνθρω– 22492 3.6.28.3 : πος ἐξ ἀνθρώπου. 22493 3.6.29.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδωνος (p. 68 E). 22494 3.6.29.2 : Καίτοι καλοῦσί γε ἀκολασίαν τὸ ὑπὸ τῶν ἡδονῶν 22495 3.6.29.3 : ἄρχεσθαι. 22496 3.6.30.1 : Εὐσεβίου (fr. 8 III p. 9 Mullach). 22497 3.6.30.2 : Τῶν τῇσιν αἰσχρῇσιν ἐπιθυμίῃσιν ἐπιχειρεόντων 22498 3.6.30.3 : ἐλεύθερον μηδένα νόμιζε. τῶν γὰρ τοὺς τῇ τύχῃ δού– 22499 3.6.30.4 : λους κεκτημένων πολὺ βαρυτέροις οὗτοι δεσπόταις τοῖσι 22500 3.6.30.5 : καταναγκάζουσι ταῦτα δουλεύουσιν. 22501 3.6.31.1 : (fr. 9 l. c.) 22502 3.6.31.2 : Γαστριμαργίη σῶμα πιαίνει, ἀλογίην ἐγείρει, ψυχῆς 22503 3.6.31.3 : δὲ τὸ κάλλιστον λογισμὸν κοιμίζει. 22504 3.6.32.1 : (fr. 10 l. c.) 22505 3.6.32.2 : Ψυχῇ σῶμα ἀνθρώπου ἔδοσαν οἱ θεοί, ὥστε τῇ ψυχῇ 22506 3.6.32.3 : τὸ σῶμα ὑπηρετέεσθαι. οἱ δὲ πολλοὶ τὸ ἔμπαλιν ποι– 22507 3.6.32.4 : έουσι, σώματι πρὸς πάντα καὶ ἐς μοῦνα τὰ ἐκείνου 22508 3.6.32.5 : ὑπουργήματα τὸ κρέσσον τῷ χείρονι καὶ θνητῷ ἀθάνα– 22509 3.6.32.6 : τον ψυχὴν καταδουλεύμενοι. 22510 3.6.33.1 : (fr. 11 l. c.) 22511 3.6.33.2 : Ἀκολασίη ψυχὴν λυμαίνεται καὶ σῶμα διαφθείρει, 22512 3.6.33.3 : τόπερ ἕνεκα τῆς ἡδονῆς καὶ ὥστε αὐτῷ χαρίζεσθαι τὸν 22513 3.6.33.4 : ἔχοντά μιν καταναγκάσει τὰ αἴσχιστα πάντα ποιέειν. 22514 3.6.34.1 : (fr. 12 l. c.) 22515 3.6.34.2 : Ἀκολασίη ψυχὴν ὥσπερ νῆα ἄνεμοι ὑπολαβόντες 22516 3.6.34.3 : τῇ καὶ τῇ φορέοντες συγκλονέουσι καὶ ἀπειθέα ποιέουσι 22517 3.6.34.4 : τῷ κυβερνήτῃ, οὕτω καὶ ψυχὴν δονέουσα καὶ ἀπειθέα 22518 3.6.34.5 : νόῳ εἶναι καταναγκάζουσα εἰρηνεύειν καὶ ἐν τῷ εὐδίῳ 22519 3.6.34.6 : καὶ ἀσφαλεστάτῳ ὁρμέειν οὐ ξυγχωρέει. 22520 3.6.35.1 : Διογένους. 22521 3.6.35.2 : Διογένης ’παρὰ μὲν τῶν θεῶν‘ φησίν ’ὑγίειαν εὔ– 22522 3.6.35.3 : χονται· πάντα δὲ οἱ πλεῖστοι τἀναντία τῇ ὑγιείᾳ πράτ– 22523 3.6.35.4 : τουσιν‘ 22524 3.6.36.1 : Ὁ Διογένης τοὺς πολλοὺς ἔφασκεν ζῶντας μὲν ἑαυ– 22525 3.6.36.2 : τοὺς σήπειν λουτροῖς τέγγοντας καὶ ἀφροδισίοις τήκον– 22526 3.6.36.3 : τας, ἀποθνῄσκοντας δ´ ἐν θυμιάμασι τὸ σῶμα κελεύειν 22527 3.6.36.4 : ἀποτίθεσθαι, τοὺς δ´ ἐν μέλιτι, ὑπὲρ τοῦ μὴ ταχέως 22528 3.6.36.5 : κατασαπῆναι. 22529 3.6.37.1 : Διογένης ἔλεγεν τῶν οἴκων ἔνθα πλείστη τροφὴ 22530 3.6.37.2 : πολλοὺς μῦς εἶναι καὶ γαλᾶς· καὶ σώματα δὲ τὰ πολλὴν 22531 3.6.37.3 : τροφὴν δεχόμενα καὶ νόσους ἴσας ἐφέλκεσθαι. 22532 3.6.38.1 : Διογένης πρός τινα νέον περιττῶς καλλωπιζόμενον 22533 3.6.38.2 : ’εἰ μὲν πρὸς ἄνδρας, ἀτυχεῖς‘ εἶπεν, ’εἰ δὲ πρὸς γυναῖ– 22534 3.6.38.3 : κας, ἀδικεῖς‘. 22535 3.6.39.1 : Διογένης οὐδὲν εὐωνότερον εἶναι μοιχοῦ διωρίζετο 22536 3.6.39.2 : τὴν ψυχὴν τῶν δραχμῆς ὠνίων προϊεμένου. 22537 3.6.40.1 : Διογένης ἐσθίειν ἔλεγε τοὺς ἀνθρώπους τοῦ ἥδεσθαι 22538 3.6.40.2 : ἕνεκα, ἀποπαύεσθαι δὲ αὐτοῦ τούτου χάριν μὴ ἐθέλειν. 22539 3.6.41.1 : Διογένης τοὺς μὲν ἄλλους ἔφησε ζῆν, ἵνα ἐσθίωσιν, 22540 3.6.41.2 : αὐτὸν δὲ ἐσθίειν, ἵνα ζῇ. 22541 3.6.42.1 : Σοφοκλέους. 22542 3.6.42.2 : Σοφοκλῆν ἤρετό τις πρεσβύτην ὄντα, εἰ ἔτι πλη– 22543 3.6.42.3 : σιάζοι γυναικί· ὃ δ´ ’εὐφήμει‘ ἔφη ’ἀσμενέστατα ἀπέ– 22544 3.6.42.4 : φυγον ὥσπερ λυττῶντα καὶ ἄγριον δεσπότην‘. 22545 3.6.43.1 : Ἀντισθένους (apophth. 8 Winckelm.). 22546 3.6.43.2 : Ἀντισθένης ἔλεγεν τὰς μὴ κατὰ θύραν εἰσιούσας 22547 3.6.43.3 : ἡδονὰς ἀναγκαῖον μὴ κατὰ θύραν πάλιν ἐξιέναι· δεήσει 22548 3.6.43.4 : οὖν τμηθῆναι ἢ ἐλλεβορισθῆναι. 22549 3.6.44.1 : Ἐρυξιμάχου. 22550 3.6.44.2 : Ἐρυξίμαχος τὴν συνουσίαν μικρὰν ἐπιληψίαν ἔλεγεν, 22551 3.6.44.3 : καὶ χρόνῳ μόνῳ διαλλάττειν. 22552 3.6.45.1 : Ἀντιφῶντος (fr. 130 Blass 2). 22553 3.6.45.2 : Ἔνθα τὸ ἡδύ ἐστι, πλησίον που καὶ τὸ λυπηρόν· αἱ 22554 3.6.45.3 : γὰρ ἡδοναὶ οὐκ ἐπὶ σφῶν αὐτῶν ἐμπορεύονται, ἀλλ´ ἀκο– 22555 3.6.45.4 : λουθοῦσιν αὐταῖς λῦπαι καὶ πόνοι. 22556 3.6.46.1 : Κράτης (Plut. de Alex. fort. p. 336 C). 22557 3.6.46.2 : Κράτης ἰδὼν χρυσῆν εἰκόνα Φρύνης τῆς ἑταίρας ἐν 22558 3.6.46.3 : Δελφοῖς ἑστῶσαν ἀνέκραγεν ὅτι τοῦτο τῆς Ἑλλήνων ἀκρα– 22559 3.6.46.4 : σίας τρόπαιον ἕστηκεν. 22560 3.6.47.1 : Αἰσώπου. 22561 3.6.47.2 : Αἴσωπος πρὸς τὸν τῷ κάλλει κακῶς κεχρημένον εἶ– 22562 3.6.47.3 : πεν ’ὁποίῳ ἱματίῳ ἠμφιεσμένος κακῶς αὐτὸ ἀποδύῃ‘. 22563 3.6.48.1 : 〈Ἰαμβλίχου ἐκ τῶν προτρεπτικῶν〉 εἰς 22564 3.6.48.2 : φιλοσοφίαν λόγων (p. 32, 13 Pist.). 22565 3.6.48.3 : Καὶ μὴν τό γε ἀκολασταίνειν πάλαι ψέγεται, ὅτι 22566 3.6.48.4 : ἀνίεται ἐν τῷ τοιούτῳ τὸ ἐπιθυμητικὸν εἰς ἐλευθερίαν 22567 3.6.48.5 : πέρα τοῦ δέοντος. 22568 3.6.49.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Κατὰ ἡδονῆς 22569 3.6.49.2 : (fr. XX 1 Wyttenb.). 22570 3.6.49.3 : Ὅτι τὰ σώματα ἀνίησιν ἡ ἡδονὴ καθ´ ἡμέραν ἐκ– 22571 3.6.49.4 : μαλάττουσα ταῖς τρυφαῖς, ὧν ἡ συνέχεια παραιρεῖται 22572 3.6.49.5 : τὸν τόνον ἀναχαλῶσα τὴν ἰσχὺν αὐτῶν. ἐξ ὧν ῥᾳστώνη 22573 3.6.49.6 : μὲν νόσων, ῥᾳστώνη δὲ καμάτων, προμελετώμενον δ´ ἐν 22574 3.6.49.7 : νεότητι γῆρας. 22575 3.6.50.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. XX 2 Wyttenb.). 22576 3.6.50.2 : Θηρίον ἐστὶ δουλαγωγὸν 〈ἡ〉 ἡδονή, ἀλλ´ οὐκ ἄγριον· 22577 3.6.50.3 : εἴθε γὰρ ἦν· φανερῶς ἂν πολεμοῦσα ταχέως ἑάλω· νῦν 22578 3.6.50.4 : δὲ καὶ ταύτῃ μισητότερον, ὅτι κλέπτει τὴν ἔχθραν ὑπο– 22579 3.6.50.5 : δυομένη σχῆμα εὐνοίας. ὥστε διχῇ ἀποτρόπαιον, καὶ ὧν 22580 3.6.50.6 : βλάπτει καὶ ὧν ψεύδεται. 22581 3.6.51.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. XX 3 Wyttenb.). 22582 3.6.51.2 : Τὰς μὲν οὖν δικαίας ἡδονὰς οὐκ ἔτ´ ἂν ἡδονὰς οὔτε 22583 3.6.51.3 : καλέσαιμεν οὔτε ἴσμεν, ἀλλὰ θεραπείας. ὅσαι δὲ παρὰ 22584 3.6.51.4 : ταύτας πᾶσαι ὕβρεις περιτταί εἰσι πεπηρωμέναι, βια– 22585 3.6.51.5 : ζόμεναι καὶ ταῖς ποικιλίαις κολακεύουσαι, λανθάνουσι 22586 3.6.51.6 : βλάπτουσαι. οὐδ´ εἰς τὰ ἡμέτερα νόμος ὁ καὶ τῶν 22587 3.6.51.7 : ἀλόγων ζῴων, 〈ὧν〉 μετὰ τὸ ἀκέσασθαι τὰς ἐπιθυμίας 22588 3.6.51.8 : οὐδενὸς ὄρεξις, ἀλλὰ κόρος τῶν ἐπειγόντων ἀβιάστοις 22589 3.6.51.9 : ἡδοναῖς. 22590 3.6.52.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. XX 4 Wyttenb.). 22591 3.6.52.2 : Μή τις προδότας ἐπαινεῖ; τοιοῦτόν ἐστιν ἡ ἡδονή, 22592 3.6.52.3 : προδίδωσι τὰ τῆς ἀρετῆς. μή τις βασανιστάς; τοιοῦτόν 22593 3.6.52.4 : ἐστιν τὸ ἥδεσθαι, βασανίζει τὰ τῆς σωφροσύνης. μή τις 22594 3.6.52.5 : φιλαργυρίαν; ἀπλήρωτόν ἐστιν ἑκάτερον. τί τηλικούτῳ 22595 3.6.52.6 : χαίρομεν θηρίῳ, ὃ κολακεῦον ἡμᾶς ἀναλίσκει; 22596 3.6.53.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. XX 5 Wyttenb.). 22597 3.6.53.2 : Τί δ´ οὐ πάντων ὁρώντων ἀκρατεύεις, ἀλλὰ καὶ 22598 3.6.53.3 : σαυτὸν αἰδούμενος φεύγεις νυκτὶ καὶ σκότῳ τοῖς ἀμαρ– 22599 3.6.53.4 : τύροις πιστεύων τὴν ὕβριν; οὐδεὶς γὰρ τῶν καλῶν ἔργων 22600 3.6.53.5 : σκότος προβάλλει τὸ φῶς αὐτοῖς μαρτυρεῖν αἰσχυνό– 22601 3.6.53.6 : μενος, ἀλλ´ ὅλον ἅμα τὸν κόσμον ἥλιον γενέσθαι πρὸς 22602 3.6.53.7 : ἃ κατορθοῖ βούλοιτ´ ἄν· ἅπασα δὲ κακία ὁρᾶσθαι γυμνὴ 22603 3.6.53.8 : φυλάττεται σκέπην προβαλλομένη τὰ πάθη. ἀποκόψαν– 22604 3.6.53.9 : τες οὖν αὐτὰ γυμνὰς βλέπωμεν τὰς ἡδονάς· μεθύουσιν 22605 3.6.53.10 : εἰς ἀναισθησίαν, λαγνεύουσιν εἰς † αἰῶνα, καθεύδουσιν 22606 3.6.53.11 : εἰς † ἔργα, οὐκ ἐπιστρέφονται πόλεων, οὐ φροντίζουσι 22607 3.6.53.12 : γονέων, οὐκ αἰσχύνονται νόμους. 22608 3.6.54.1 : Πυθαγόρου. 22609 3.6.54.2 : Δουλεύειν πάθεσι χαλεπώτερον ἢ τυράννοις. 22610 3.6.55.1 : Ἐλεύθερον ἀδύνατον εἶναι τὸν πάθεσι δουλεύοντα 22611 3.6.55.2 : καὶ ὑπὸ παθῶν κρατούμενον. 22612 3.6.56.1 : Οὐδεὶς ἐλεύθερος ἑαυτοῦ μὴ κρατῶν. 22613 3.6.57.1 : Ἐκ τῶν Ἐπικτήτου (fr. 52 III p. 83 22614 3.6.57.2 : Schweigh.). 22615 3.6.57.3 : Τοὺς δυσχερεῖς δὲ φιλοσόφους εἰς μέσον ἄγοντες, 22616 3.6.57.4 : οἷς οὐ δοκεῖ κατὰ φύσιν ἡδονὴ εἶναι, ἀλλ´ ἐπιγίγνεσθαι 22617 3.6.57.5 : τοῖς κατὰ φύσιν, δικαιοσύνῃ σωφροσύνῃ ἐλευθερίᾳ. τί 22618 3.6.57.6 : ποτ´ οὖν ἡ ψυχὴ ἐπὶ μὲν τοῖς τοῦ σώματος ἀγαθοῖς 22619 3.6.57.7 : μικροτέροις οὖσι χαίρει καὶ γαληνιᾷ, ὥς φησιν Ἐπίκου– 22620 3.6.57.8 : ρος, ἐπὶ δὲ τοῖς αὑτῆς ἀγαθοῖς μεγίστοις οὖσιν οὐχ 22621 3.6.57.9 : ἥδεται; καί τοι καὶ δέδωκέ μοι ἡ φύσις αἰδῶ, καὶ 22622 3.6.57.10 : πολλὰ ὑπερυθριῶ, ὅταν τι ὑπολάβω αἰσχρὸν λέγειν. 22623 3.6.57.11 : τοῦτό με τὸ κίνημα οὐκ ἐᾷ τὴν ἡδονὴν θέσθαι ἀγαθὸν 22624 3.6.57.12 : καὶ τέλος τοῦ βίου. 22625 3.6.58.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τῶν Ἀπομνημονευμάτων (fr. 53 l. c. 22626 3.6.58.2 : p. 84). 22627 3.6.58.3 : Ἐν Ῥώμῃ αἱ γυναῖκες μετὰ χεῖρας ἔχουσι τὴν Πλά– 22628 3.6.58.4 : τωνος πολιτείαν, ὅτι κοινὰς ἀξιοῖ εἶναι τὰς γυναῖκας. 22629 3.6.58.5 : τοῖς γὰρ ῥήμασι προσέχουσι τὸν νοῦν, οὐ τῇ διανοίᾳ 22630 3.6.58.6 : τἀνδρός, ὅτι οὐ γαμεῖν κελεύων καὶ συνοικεῖν ἕνα μιᾷ 22631 3.6.58.7 : εἶτα κοινὰς εἶναι βούλεται τὰς γυναῖκας, ἀλλ´ ἐξαιρῶν 22632 3.6.58.8 : τὸν τοιοῦτον γάμον καὶ ἄλλο τι εἶδος γάμου εἰσφέρων. 22633 3.6.58.9 : καὶ τὸ ὅλον οἱ ἄνθρωποι χαίρουσιν ἀπολογίας τοῖς ἑαυ– 22634 3.6.58.10 : τῶν ἁμαρτήμασι πορίζοντες. ἐπεί τοι φιλοσοφία φησὶν 22635 3.6.58.11 : ὅτι οὐδὲ τὸν δάκτυλον ἐκτείνειν εἰκῆ προσήκει. 22636 3.6.59.1 : † Τοῦ αὐτοῦ (Democriti fr. mor. 34 Mull.). 22637 3.6.59.2 : Τῶν ἡδέων τὰ σπανιώτατα γινόμενα μάλιστα τέρπει. 22638 3.6.60.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. mor. 37 Mull.). 22639 3.6.60.2 : Εἴ τις ὑπερβάλλοι τὸ μέτριον, τὰ ἐπιτερπέστατα 22640 3.6.60.3 : ἀτερπέστατα ἂν γίνοιτο. 22641 3.6.61.1 : Κάτωνος πρεσβυτέρου (Ps. –Plut. apo- 22642 3.6.61.2 : phth. reg. et duc. p. 198 D). 22643 3.6.61.3 : Κάτων τῆς πολυτελείας καθαπτόμενος εἶπεν ’ὡς χαλε– 22644 3.6.61.4 : πόν ἐστι λέγειν πρὸς γαστέρα ὦτα μὴ ἔχουσαν‘. 22645 3.6.62.1 : (Ps.–Plut. l. c. p. 199 A) 22646 3.6.62.2 : Τοὺς σπουδάζοντας ἐν τοῖς γελοίοις ἔλεγεν ἐν τοῖς 22647 3.6.62.3 : σπουδαίοις γίγνεσθαι καταγελάστους. 22648 3.6.63.1 : Εὐκλείδου. 22649 3.6.63.2 : Ἔστι δὲ ὁ μὲν ὕπνος νεώτερος καὶ μειρακιώδης 22650 3.6.63.3 : δαίμων, εὔπειστος καὶ ῥᾴδιος ἀποφυγεῖν· ὁ δὲ ἕτερος 22651 3.6.63.4 : οὗτος πολιὸς καὶ γέρων, ἐν τοῖς πρεσβυτέροις τῶν ἀν– 22652 3.6.63.5 : θρώπων μάλιστα ἐμπεφυκώς, ἄσπειστος καὶ ἀπαραίτη– 22653 3.6.63.6 : τος. τούτου δὲ τοῦ δαίμονος ἐργῶδες ἐστὶν ἀπαλλα– 22654 3.6.63.7 : γῆναι, ὅταν ἅπαξ παρῇ· οὔτε γὰρ λόγοις προσέχει 22655 3.6.63.8 : οὐδὲν [οὔτε ἀκούειν τὸ σύνολον δύναται]· κωφὸς γάρ 22656 3.6.63.9 : ἐστιν. οὔτ´ αὖ δεικνύων αὐτῷ ἐμφανίσαις τὶ ἄν· τυφλὸς 22657 3.6.63.10 : γάρ ἐστιν. 22658 3.6.64.1 : Εὐσεβίου (fr. 62 III p. 17 Mull.). 22659 3.6.64.2 : Σωφροσύνην, τό περ δὴ καὶ ἀναγκαιότατον, παρὰ 22660 3.6.64.3 : τῶν ξυνοικουσέων γυναικῶν ἄνδρες ἀπαιτέουσι, καὶ ὡς 22661 3.6.64.4 : κρέσσονες ὑποδεεστέρων ἄρχειν ἀξιεῦσι· ταῦτα δὲ ἀξιεῦν– 22662 3.6.64.5 : τες οὐκ αἰδέονται ὁκόσα ἑκαστάτω ἐστὶ σωφροσύνης καὶ 22663 3.6.64.6 : τῶν ἐν τῇ τοῦ χείρονος ἐόντων μοίρᾳ τὸ ἐξαμαρτάνειν 22664 3.6.64.7 : ταῦτα αὐτοί, ὥσπερ σφίσι μούνοις ἐξεόν, καὶ μετὰ τοῦ 22665 3.6.64.8 : ἀνεπιπλήκτου παρὰ σφέων παντελέως καὶ ἀνέδην οὕτω 22666 3.6.64.9 : πλημμελέοντες. 22667 3.6.65.1 : † Ἐπικτήτου Ἀπομνημονευμάτων (De- 22668 3.6.65.2 : mocr. fr. mor. 47 Mullach). 22669 3.6.65.3 : Ὅσοι ἀπὸ γαστρὸς τὰς ἡδονὰς ποιέονται, ὑπερβε– 22670 3.6.65.4 : βληκότες τὸν καιρόν, ἐπὶ βρώσεσιν ἢ ἐπὶ πόσεσιν ἢ ἐπὶ 22671 3.6.65.5 : ἀφροδισίοισιν, τούτοισι πᾶσιν αἱ μὲν ἡδοναὶ βραχέαι 22672 3.6.65.6 : τε καὶ δι´ ὀλίγου γίνονται, ὁκόσον ἂν χρόνον ἐσθίωσιν 22673 3.6.65.7 : ἢ πίνωσιν, αἱ δὲ λῦπαι πολλαί. τοῦτο μὲν γὰρ τὸ ἐπι– 22674 3.6.65.8 : θυμέειν αἰεὶ τῶν αὐτῶν πάρεστι, καὶ ὁκόταν γένηται, 22675 3.6.65.9 : ὁκοίων ἐπιθυμέουσι, διὰ ταχέος γε ἡ ἡδονὴ παροίχεται, 22676 3.6.65.10 : καὶ οὐδὲν ἐν αὐτοῖσι χρηστόν ἐστιν, ἀλλ´ ἢ τέρψις βρα– 22677 3.6.65.11 : χέα, καὶ αὖτις τῶν αὐτῶν δεῖ. 22678 3.6.66.1 : Κλεάνθους. 22679 3.6.66.2 : Κλεάνθης ἔλεγεν, εἰ τέλος ἐστὶν ἡ ἡδονή, πρὸς κα– 22680 3.6.66.3 : κοῦ τοῖς ἀνθρώποις τὴν φρόνησιν δεδόσθαι. 22681 3.6.67.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Πρωταγόρου 22682 3.6.67.2 : (p. 357 B–E). 22683 3.6.67.3 : Τοσοῦτον ἐξαρκεῖ πρὸς τὴν ἀπόδειξιν, ἣν ἐμὲ δεῖ 22684 3.6.67.4 : καὶ Πρωταγόραν ὑμῖν ἀποδεῖξαι περὶ ὧν ἤρεσθε ἡμᾶς. 22685 3.6.67.5 : ἤρεσθε δέ, εἰ μέμνησθε, ἡνίκα ἡμεῖς ἀλλήλοις ὡμολο– 22686 3.6.67.6 : γοῦμεν ἐπιστήμης μὴ εἶναι μηδὲν κρεῖττον, ἀλλὰ τοῦτο 22687 3.6.67.7 : ἀεὶ κρατεῖν, ὅπου ἂν ἐνῇ, καὶ ἡδονῆς καὶ τῶν ἄλλων 22688 3.6.67.8 : ἁπάντων· ὑμεῖς δὲ δὴ ἔφατε τὴν ἡδονὴν πολλάκις κρα– 22689 3.6.67.9 : τεῖν καὶ τοῦ εἰδότος ἀνθρώπου. ἐπειδὴ 〈δὲ〉 ὑμῖν οὐχ 22690 3.6.67.10 : ὡμολογοῦμεν, μετὰ τοῦτ´ ἤρεσθε ἡμᾶς· ὦ Πρωταγόρα 22691 3.6.67.11 : τε καὶ Σώκρατες, εἰ δὲ μὴ ἔστι τοῦτο τὸ πάθημα ἡδο– 22692 3.6.67.12 : νῆς ἡττᾶσθαι, ἀλλὰ τί ποτ´ ἐστὶ καὶ τί ὑμεῖς αὐτό φατε 22693 3.6.67.13 : εἶναι; εἴπατε ἡμῖν. εἰ μὲν οὖν τότε εὐθὺς ὑμῖν εἴπομεν 22694 3.6.67.14 : ὅτι ἀμαθία, κατεγελᾶτε ἂν ἡμῶν· νῦν δὲ ἂν ἡμῶν κατα– 22695 3.6.67.15 : γελᾶτε, καὶ ὑμῶν αὐτῶν καταγελάσεσθε. καὶ γὰρ ὑμεῖς 22696 3.6.67.16 : ὡμολογήκατε ἐπιστήμης ἐνδείᾳ ἐξαμαρτάνειν περὶ τὴν 22697 3.6.67.17 : τῶν ἡδονῶν αἵρεσιν καὶ λυπῶν τοὺς ἐξαμαρτάνοντας· 22698 3.6.67.18 : ταῦτα δ´ ἐστὶν ἀγαθά τε καὶ κακά· καὶ οὐκέτι ἐπιστή– 22699 3.6.67.19 : μης, ἀλλὰ καὶ ἧς τὸ πρόσθεν ἔτι ὡμολογήκατε ὅτι μετρη– 22700 3.6.67.20 : τικῆς· ἡ δὲ ἐξαμαρτανομένη πρᾶξις ἄνευ ἐπιστήμης ἴστε 22701 3.6.67.21 : που καὶ αὐτοὶ ὅτι ἀμαθίᾳ πράττεται· ὥστε τοῦτ´ ἐστὶ 22702 3.6.67.22 : τὸ ἡδονῆς ἥττω εἶναι ἀμαθία ἡ μεγίστη. 22703 3.6.68.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φιλήβου (p. 65 B–66 C). 22704 3.6.68.2 : Καθ´ ἓν ἕκαστον τοίνυν τῶν τριῶν πρὸς τὴν ἡδονὴν 22705 3.6.68.3 : καὶ τὸν νοῦν κρίνωμεν. δεῖ γὰρ ἰδεῖν ποτέρῳ μᾶλλον 22706 3.6.68.4 : ξυγγενὲς ἕκαστον αὐτῶν ἀπονεμοῦμεν. {—}Κάλλους καὶ 22707 3.6.68.5 : ἀληθείας καὶ μετριότητος πέρι λέγεις; {—}Ναί. πρῶτον 22708 3.6.68.6 : δέ γε ἀληθείας σὺ λαβοῦ, ὦ Πρώταρχε· καὶ λαβόμενος 22709 3.6.68.7 : βλέψας εἰς τρία, νοῦν καὶ ἀλήθειαν καὶ ἡδονήν, πολὺν 22710 3.6.68.8 : ἐπισχὼν χρόνον ἀπόκριναι σαυτῷ, πότερον ἡδονὴ ξυγγενέ– 22711 3.6.68.9 : στερον ἢ νοῦς ἀληθείᾳ. {—}Τί δὲ χρόνου δεῖ; πολὺ γάρ, 22712 3.6.68.10 : οἶμαι, διαφέρετον. ἡδονὴ μὲν γὰρ ἁπάντων ἀλαζονέστα– 22713 3.6.68.11 : τον, ὡς δὲ λόγος, καὶ ἐν ταῖς ἡδοναῖς ταῖς περὶ τὰ 22714 3.6.68.12 : ἀφροδίσια, αἳ δὴ μέγισται δοκοῦσιν εἶναι, καὶ τὸ ἐπιορ– 22715 3.6.68.13 : κεῖν συγγνώμην εἴληφε παρὰ θεῶν, ὡς καθάπερ παίδων 22716 3.6.68.14 : 〈τῶν〉 ἡδονῶν νοῦν οὐδὲ τὸν ὀλίγιστον κεκτημένων. νοῦς 22717 3.6.68.15 : δὲ ἤτοι ταὐτὸν καὶ ἀλήθειά ἐστιν ἢ πάντων ὁμοιότατόν 22718 3.6.68.16 : τε καὶ ἀληθέστατον. {—}Οὐκοῦν τὸ [μὴ] μετὰ τοῦτο τὴν με– 22719 3.6.68.17 : τριότητα ὡσαύτως σκέψαι, πότερον ἡδονὴ φρονήσεως ἢ 22720 3.6.68.18 : φρόνησις ἡδονῆς πλείω κέκτηται; {—}Εὔσκεπτόν γε καὶ 22721 3.6.68.19 : ταύτην σκέψιν προβέβληκας. οἶμαι γὰρ ἡδονῆς μὲν καὶ 22722 3.6.68.20 : περιχαρείας οὐδὲν τῶν ὄντων πεφυκὸς ἀμετρότερον εὑρεῖν 22723 3.6.68.21 : ἄν τινα, νοῦ δὲ καὶ ἐπιστήμης ἐμμετρότερον οὐδ´ ἂν ἕν 22724 3.6.68.22 : ποτε. {—}Καλῶς εἴρηκας. ὅμως δ´ ἔτι λέγε τὸ τρίτον. 22725 3.6.68.23 : νοῦς ἡμῖν κάλλους μετείληφε πλεῖον ἢ τὸ τῆς ἡδονῆς 22726 3.6.68.24 : γένος, ὥστ´ εἶναι καλλίω νοῦν ἡδονῆς, ἢ τοὐναντίον; {—} 22727 3.6.68.25 : Ἆρ´ οὖν φρόνησιν μὲν καὶ νοῦν, ὦ Σώκρατες, οὐδεὶς 22728 3.6.68.26 : πώποτε οὔθ´ ὕπαρ οὔτ´ ὄναρ αἰσχρὸν οὔτε εἶδεν οὔτε 22729 3.6.68.27 : ἐπενόησεν οὐδαμῇ οὐδαμῶς οὔτε γιγνόμενον οὔτε ὄντ´ 22730 3.6.68.28 : οὔτ´ ἐσόμενον; {—}Ὀρθῶς. {—}Ἡδονὰς δέ 〈γέ〉 που, καὶ 22731 3.6.68.29 : ταύτας σχεδὸν τὰς μεγίστας, ὅταν ἴδωμεν ἡδόμενον ὁντι– 22732 3.6.68.30 : νοῦν, ἢ τὸ γελοῖον ἐπ´ αὐταῖς ἢ τὸ πάντων αἴσχιστον 22733 3.6.68.31 : ἑπόμενον ὁρῶντες αὐτοί τε αἰσχυνόμεθα καὶ ἀφανίζον– 22734 3.6.68.32 : τες κρύπτομεν ὅ τι μάλιστα, νυκτὶ πάντα τὰ τοιαῦτα 22735 3.6.68.33 : διδόντες, ὡς φῶς οὐ δέον ὁρᾶν αὐτά. {—}Πάντῃ δὴ φή– 22736 3.6.68.34 : σεις, ὦ Πρώταρχε, ὑπό τε ἀγγέλων πέμπων καὶ παροῦσι 22737 3.6.68.35 : φράζων, ὡς ἡδονὴ κτῆμα οὐκ ἔστι πρῶτον οὐδ´ αὖ δεύ– 22738 3.6.68.36 : τερον, ἀλλὰ πρῶτον μέν πῃ περὶ μέτρον καὶ τὸ μέτριον 22739 3.6.68.37 : καὶ καίριον καὶ πάντα ὁπόσα τοιαῦτα χρὴ νομίζειν, τὴν 22740 3.6.68.38 : ἀίδιον ᾑρῆσθαι 〈φύσιν〉. {—}Φαίνεται γοῦν ἐκ τῶν νῦν 22741 3.6.68.39 : λεγομένων. {—}Δεύτερον μὴν περὶ τὸ σύμμετρον καὶ κα– 22742 3.6.68.40 : λὸν καὶ τὸ τέλεον καὶ ἱκανὸν καὶ πάνθ´ ὁπόσα τῆς γε– 22743 3.6.68.41 : νέσεως αὖ ταύτης ἐστίν. {—}Ἔοικε γοῦν. {—}Τὸ τοίνυν τρί– 22744 3.6.68.42 : τον, ὡς 〈ἡ〉 ἐμὴ μαντεία, νοῦν καὶ φρόνησιν τιθεὶς οὐκ 22745 3.6.68.43 : ἂν μέγα τι τῆς ἀληθείας παρεξέλθοις. {—}Ἴσως. {—}Ἆρ´ 22746 3.6.68.44 : οὖν οὐ τέταρτα, ἃ τῆς ψυχῆς αὐτῆς ἔθεμεν, ἐπιστήμας 22747 3.6.68.45 : τε καὶ τέχνας καὶ δόξας ὀρθὰς λεχθείσας, ταῦτ´ εἶναι 22748 3.6.68.46 : τὰ πρὸς τοῖς τρισὶ τέταρτα, εἴπερ τοῦ ἀγαθοῦ γέ ἐστι 22749 3.6.68.47 : μᾶλλον ἢ τῆς ἡδονῆς ξυγγενῆ; {—}Τάχ´ ἄν. {—}Πέμπτας 22750 3.6.68.48 : τοίνυν, ἃς ἡδονὰς ἔθεμεν ἀλύπους ὁρισάμενοι, καθαρὰς 22751 3.6.68.49 : ἐπονομάσαντες τῆς ψυχῆς αὐτῆς ἐπιστήμας, ταῖς 〈δὲ〉 22752 3.6.68.50 : αἰσθήσεσιν ἑπομένας. {—}Ἴσως. {—} 22753 3.6.68.51 : Ἕκτῃ δ´ ἐν γενεᾷ 22754 3.6.68.52 : φησὶν Ὀρφεύς, 22755 3.6.68.53 : καταπαύσατε κόσμον ἀοιδῆς· 22756 3.6.68.54 : ἀτὰρ κινδυνεύει καὶ ὁ ἡμέτερος λόγος ἐν ἕκτῃ καταπε– 22757 3.6.68.55 : παυμένος εἶναι κρίσει. 22758 3.7.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΑΝΔΡΕΙΑΣ.}1 22759 3.7.1.1 : Εὐριπίδης Βελλεροφόντῃ (fr. 302 N. 2). 22760 3.7.1.2 : Θάρσος δὲ πρὸς τὰς συμφορὰς μέγα σθένει. 22761 3.7.2.1 : Σοφοκλέους Αἴαντος ( 473–80). 22762 3.7.2.2 : Αἰσχρὸν γὰρ ἄνδρα τοῦ μακροῦ χρῄζειν βίου. 22763 3.7.2.3 : κακοῖσιν ὅστις μηδὲν ἐξαλλάσσεται. 22764 3.7.2.4 : τί γὰρ παρ´ ἦμαρ ἡμέρα τέρπειν ἔχει 22765 3.7.2.5 : προσθεῖσα κἀναθεῖσα τοῦ γε κατθανεῖν; 22766 3.7.2.6 : οὐκ ἂν πριαίμην οὐδενὸς λόγου βροτόν, 22767 3.7.2.7 : ὅστις καλαῖσιν ἐλπίσιν θερμαίνεται· 22768 3.7.2.8 : ἀλλ´ ἢ καλῶς ζῆν ἢ καλῶς τεθνηκέναι 22769 3.7.2.9 : τὸν εὐγενῆ χρή. πάντ´ ἀκήκοας λόγον. 22770 3.7.3.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 47 com. IV p. 248). 22771 3.7.3.2 : Ὅταν τι πράττῃς ὅσιον, ἀγαθὴν ἐλπίδα 22772 3.7.3.3 : πρόβαλλε σαυτῷ, τοῦτο γιγνώσκων ὅτι 22773 3.7.3.4 : τόλμῃ δικαίᾳ καὶ θεὸς συλλαμβάνει. 22774 3.7.4.1 : Εὐριπίδης Ἀρχελάῳ (fr. 245 N. 2). 22775 3.7.4.2 : Ἓν δέ σοι μόνον προφωνῶ, μὴ ´πὶ δουλείαν ποτὲ 22776 3.7.4.3 : ζῶν ἑκὼν ἔλθῃς παρὸν σοὶ κατθανεῖν ἐλευθέρως. 22777 3.7.5.1 : Εὐριπίδης Δανάῃ (fr. 329 N. 2). 22778 3.7.5.2 : Φεῦ, τοῖσι γενναίοισιν ὡς ἁπανταχοῦ 22779 3.7.5.3 : πρέπει χαρακτὴρ χρηστὸς εἰς εὐψυχίαν. 22780 3.7.6.1 : Σοφοκλῆς Ἐριφύλῃ (fr. 196 N. 2). 22781 3.7.6.2 : Ἀνδρῶν γὰρ ἐσθλῶν στέρνον οὐ μαλάσσεται. 22782 3.7.7.1 : Σοφοκλῆς Κρέουσα (fr. 325 N. 2). 22783 3.7.7.2 : Ὅστις δὲ τόλμῃ πρὸς τὸ δεινὸν ἔρχεται, 22784 3.7.7.3 : ὀρθὴ μὲν ἡ γλῶσς´ ἐστίν, ἀσφαλὴς δ´ ὁ νοῦς. 22785 3.7.8.1 : Εὐριπίδης Ἡρακλεῖ (fr. 854 N. 2). 22786 3.7.8.2 : Τὸ μὲν σφαγῆναι δεινόν, εὔκλειαν δ´ ἔχει· 22787 3.7.8.3 : τὸ μὴ θανεῖν δὲ δειλόν, ἡδονὴ δ´ ἔνι. 22788 3.7.9.1 : Εὐριπίδου Οἰδίποδι (fr. 552 N. 2). 22789 3.7.9.2 : Πότερα γενέσθαι δῆτα χρησιμώτερον 22790 3.7.9.3 : συνετὸν ἄτολμον ἢ θρασύν τε κἀμαθῆ; 22791 3.7.9.4 : τὸ μὲν γὰρ αὐτῶν σκαιόν, ἀλλ´ ἀμύνεται· 22792 3.7.9.5 : τὸ δ´ ἡσυχαῖον ἀργόν· ἐν δ´ ἀμφοῖν νόσος. 22793 3.7.10.1 : Αἰσχύλου (Septem 42–56). 22794 3.7.10.2 : Ἄνδρες γὰρ ἑπτά, θούριοι λοχαγέται, 22795 3.7.10.3 : ταυροσφαγοῦντες εἰς μελάνδετον σάκος 22796 3.7.10.4 : καὶ θιγγάνοντες χερσὶ ταυρείου φόνου, 22797 3.7.10.5 : Ἄρη τ´, Ἐνυώ, καὶ φιλαίματον Φόβον 22798 3.7.10.6 : ὡρκωμότησαν ἢ πόλει κατασκαφὰς 22799 3.7.10.7 : θέντες λαπάξειν ἄστυ Καδμείων βίᾳ, 22800 3.7.10.8 : ἢ γῆν θανόντες πρόσθε φυράσειν φόνῳ. 22801 3.7.10.9 : σημεῖα δ´ αὐτῶν τοῖς τεκοῦσιν εἰς δόμους 22802 3.7.10.10 : πρὸς ἅρμ´ Ἀδράστου χερσὶν ἔστεφον, δάκρυ 22803 3.7.10.11 : λείβοντες· οἶκτος δ´ οὔ τις ἦν ἀνὰ στόμα. 22804 3.7.10.12 : σιδηρόφρων γὰρ θυμὸς ἀνδρείᾳ φλέγων 22805 3.7.10.13 : ἔπνει, λεόντων ὡς Ἄρη δεδορκότων. 22806 3.7.10.14 : καὶ τῷδε πίστις οὐκ ὄκνῳ χρονίζεται. 22807 3.7.10.15 : κληρουμένους δ´ ἔλειπον, ὡς πάλῳ λαχὼν 22808 3.7.10.16 : ἕκαστος αὐτῶν πρὸς πύλας ἄγοι λόχον. 22809 3.7.11.1 : Μιμνέρμου (p. l. 4 II p. 31 Bergk. fr. 14). 22810 3.7.11.2 : Οὐ μὲν δὴ κείνου γε μένος καὶ ἀγήνορα θυμὸν 22811 3.7.11.3 : τοῖον ἐμεῦ προτέρων πεύθομαι, οἵ μιν ἴδον 22812 3.7.11.4 : Λυδῶν ἱππομάχων πυκινὰς κλονέοντα φάλαγγας, 22813 3.7.11.5 : Ἕρμιον ἂμ πεδίον φῶτα φερεμμελίην. 22814 3.7.11.6 : τοῦ μὲν ἄρ´ οὔ ποτε πάμπαν ἐμέμψατο Παλλὰς Ἀθήνη 22815 3.7.11.7 : δριμὺ μένος κραδίης, εὖθ´ ὅγ´ ἀνὰ προμάχους 22816 3.7.11.8 : σεύαιθ´ αἱματόεντος ἐν ὑσμίνῃ πολέμοιο, 22817 3.7.11.9 : πικρὰ βιαζομένου δυσμενέων βέλεα. 22818 3.7.11.10 : οὐ γάρ τις κείνου δηίων ἔτ´ ἀμεινότερος φὼς 22819 3.7.11.11 : ἔσκεν ἐποίχεσθαι φυλόπιδος κρατερῆς 22820 3.7.11.12 : ἔργον, ὅτ´ αὐγῇσιν φέρετ´ ὠκέος ἠελίοιο. 22821 3.7.12.1 : Μελιννοῦς Λεσβίας εἰς Ῥώμην (anth. 22822 3.7.12.2 : lyr. 2 p. 520 Bergk). 22823 3.7.12.3 : Χαῖρέ μοι Ῥώμα, θυγάτηρ Ἄρηος, 22824 3.7.12.4 : χρυσεομίτρα δαΐφρων ἄνασσα, 22825 3.7.12.5 : σεμνὸν ἃ ναίεις ἐπὶ γᾶς Ὄλυμπον 22826 3.7.12.6 : αἰὲν ἄθραυστον. 22827 3.7.12.7 : σοὶ μόνᾳ, πρέσβιστα, δέδωκε Μοῖρα 22828 3.7.12.8 : κῦδος ἀρρήκτω βασιλῇον ἀρχᾶς· 22829 3.7.12.9 : ὄφρα κοιρανῇον ἔχοισα κάρτος 22830 3.7.12.10 : ἀγεμονεύῃς. 22831 3.7.12.11 : σᾷ δ´ ὐπὰ σδεύγλᾳ κρατερῶν λεπάδνων 22832 3.7.12.12 : στέρνα γαίας καὶ πολιᾶς θαλάσσας 22833 3.7.12.13 : σφίγγεται· σὺ δ´ ἀσφαλέως κυβερνᾷς 22834 3.7.12.14 : ἄστεα λαῶν. 22835 3.7.12.15 : πάντα δὲ σφάλλων ὁ μέγιστος αἰὼν 22836 3.7.12.16 : καὶ μεταπλάσσων βίον ἄλλοτ´ ἄλλως 22837 3.7.12.17 : σοὶ μόνᾳ πλησίστιον οὖρον ἀρχᾶς 22838 3.7.12.18 : οὐ μεταβάλλει. 22839 3.7.12.19 : ἦ γὰρ ἐκ πάντων σὺ μόνα κρατίστους 22840 3.7.12.20 : ἄνδρας αἰχματὰς μεγάλους λοχεύεις, 22841 3.7.12.21 : εὔσταχυν Δάματρος ὅπως ἀνεῖσα 22842 3.7.12.22 : καρπὸν ἀπ´ ἀνδρῶν. 22843 3.7.13.1 : Ὁμήρου (Il. XIII 288–291). 22844 3.7.13.2 : Εἴπερ γάρ κε βλεῖο πονεύμενος ἠὲ τυπείης, 22845 3.7.13.3 : οὐκ ἂν ἐπ´ αὐχέν´ ὄπισθε πέσοι 〈βέλος〉 οὐδ´ ἐνὶ νώτῳ, 22846 3.7.13.4 : ἀλλά κεν ἢ στέρνων ἢ νηδύος ἀντιάσειεν 22847 3.7.13.5 : πρόσσω ἱεμένοιο μετὰ προμάχων ὀαριστύν. 22848 3.7.14.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Il. XXII 283 sq.). 22849 3.7.14.2 : Οὐ μέν μοι φεύγοντι μεταφρένῳ ἐν δόρυ πήξεις, 22850 3.7.14.3 : ἀλλ´ ἰθὺς μεμαῶτι διὰ στήθεσφιν ἔλασσον. 22851 3.7.15.1 : Σωκράτους. 22852 3.7.15.2 : Σωκράτης ἐρωτηθεὶς τί ῥώμη, εἶπε ’κίνησις ψυχῆς 22853 3.7.15.3 : μετὰ σώματος‘. 22854 3.7.16.1 : Ἐπικτήτου (fr. 56 III p. 85 Schweigh.). 22855 3.7.16.2 : Διὰ τοῦτο ἐπαινεῖν Ἀγριππῖνον δίκαιον, ὅτι πλεί– 22856 3.7.16.3 : στου ἄξιος ἀνὴρ γενόμενος οὐδεπώποτε ἐπῄνεσεν ἑαυ– 22857 3.7.16.4 : τόν· ἀλλ´ εἰ καὶ ἄλλος τις αὐτὸν ἐπῄνει, ἠρυθρία. οὗτος 22858 3.7.16.5 : δ´, ἔφη, ὁ ἀνὴρ τοιοῦτος ἦν, ὥστε τοῦ συμβαίνοντος ἀεὶ 22859 3.7.16.6 : ἑαυτῷ δυσκόλου ἔπαινον γράφειν· εἰ μὲν πυρέττοι, πυ– 22860 3.7.16.7 : ρετοῦ, εἰ δὲ ἀδοξοῖ, ἀδοξίας, εἰ δὲ φεύγοι, φυγῆς. καί 22861 3.7.16.8 : ποτε μέλλοντι, ἔφη, αὐτῷ ἀριστήσειν ἐπέστη ὁ λέγων 22862 3.7.16.9 : ὅτι φεύγειν αὐτὸν κελεύει Νέρων· καὶ ὃς [ἔφη] ’οὐκοῦν‘ 22863 3.7.16.10 : εἶπεν ’ἐν Ἀρικίᾳ ἀριστήσομεν‘. 22864 3.7.17.1 : Διογένους. 22865 3.7.17.2 : Οὐδένα καλὸν ἔφησεν εἶναι πόνον, οὗ μὴ τέλος 22866 3.7.17.3 : εἴη εὐψυχία καὶ τόνος ψυχῆς, ἀλλ´ οὐχὶ σώματος. 22867 3.7.18.1 : Θουκυδίδου δημηγορίας Περικλέους 22868 3.7.18.2 : (II 63). 22869 3.7.18.3 : Τὸ γὰρ ἄπραγμον οὐ σῴζεται μὴ μετὰ τοῦ δραστη– 22870 3.7.18.4 : ρίου τεταγμένον. 22871 3.7.19.1 : Ἀντιγόνου. 22872 3.7.19.2 : Ἀντίγονος δὲ ἔφη τὰ μέγιστα καλὰ ἄνευ μεγάλων 22873 3.7.19.3 : κακῶν οὐκ εἶναι. 22874 3.7.20.1 : Χρυσίππου. 22875 3.7.20.2 : Ἔλεγεν δὲ ὁ Χρύσιππος ἀλγεῖν μὲν τὸν σοφόν, μὴ 22876 3.7.20.3 : βασανίζεσθαι δέ· μὴ γὰρ ἐνδιδόναι τῇ ψυχῇ. καὶ δεῖσθαι 22877 3.7.20.4 : μέν, μὴ προσδέχεσθαι δέ. 22878 3.7.21.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 90 Mullach.). 22879 3.7.21.2 : Ἀνδρείη τὰς ἄτας σμικρὰς ἔρδει. 22880 3.7.22.1 : Μουσωνίου (rel. p. 256 Peerlk.). 22881 3.7.22.2 : Καὶ ἂν τοῦ συμφέροντος μάλιστα προαιρῇ ἔχεσθαι, 22882 3.7.22.3 : μὴ δυσχέραινε ταῖς περιστάσεσιν, ἐνθυμούμενος πόσα ἤδη 22883 3.7.22.4 : σοι τῶν ἐν βίῳ οὐχ ὡς σὺ ἐβούλου συνέπεσεν, ἀλλ´ ὡς 22884 3.7.22.5 : συνέφερεν. 22885 3.7.23.1 : Μουσωνίου (ibid. p. 256). 22886 3.7.23.2 : Ἅρπαζε τὸ καλῶς ἀποθνῄσκειν, ὅτε ἔξεστι, μὴ μετὰ 22887 3.7.23.3 : μικρὸν τὸ μὲν ἀποθνῄσκειν σοι παρῇ, τὸ δὲ καλῶς μη– 22888 3.7.23.4 : κέτι ἐξῇ. 22889 3.7.24.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ibid. p. 256). 22890 3.7.24.2 : Οὐκ ἔστιν ἐπὶ πολλῶν συμφέροντι ζῶντα καθηκόν– 22891 3.7.24.3 : τως ἀποθανεῖν, μὴ ἐπὶ πλειόνων ἀποθνῄσκοντα συμ– 22892 3.7.24.4 : φέροντι. 22893 3.7.25.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 76. 181 Mullach.). 22894 3.7.25.2 : Ἀνδρήιος οὐχ ὁ τῶν πολεμίων [κρατῶν] μόνον ἀλλὰ 22895 3.7.25.3 : καὶ ὁ τῶν ἡδονέων κρέσσων. ἔνιοι δὲ πολίων μὲν δε– 22896 3.7.25.4 : σπόζουσι, γυναιξὶ δὲ δουλεύουσιν. 22897 3.7.26.1 : Πλάτωνος. 22898 3.7.26.2 : Πλάτων ἔφη τοὺς ἀγαθοὺς ἄνδρας βίου μὴ μακροῦ, 22899 3.7.26.3 : ἀλλὰ λαμπροῦ δεῖσθαι. 22900 3.7.27.1 : Δαρείου (Ps.–Plut. apophth. reg. et duc. 22901 3.7.27.2 : p. 172 F). 22902 3.7.27.3 : Δαρεῖος ὁ Ξέρξου πατὴρ ἑαυτὸν ἐγκωμιάζων ἔλεγεν 22903 3.7.27.4 : ἐν ταῖς μάχαις καὶ παρὰ τὰ δεινὰ γίγνεσθαι φρονι– 22904 3.7.27.5 : μώτερος. 22905 3.7.28.1 : Ἐκ τῶν Δίωνος Χρειῶν. 22906 3.7.28.2 : Λάκαινα γυνὴ τοῦ υἱοῦ αὐτῆς ἐν παρατάξει χωλω– 22907 3.7.28.3 : θέντος καὶ δυσφοροῦντος ἐπὶ τούτῳ ’μὴ λυποῦ, τέκνον‘ 22908 3.7.28.4 : εἶπεν ’καθ´ ἕκαστον γὰρ βῆμα τῆς ἰδίας ἀρετῆς ὑπο– 22909 3.7.28.5 : μνησθήσῃ‘. 22910 3.7.29.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστοτέλους Χρειῶν. 22911 3.7.29.2 : Ἀνάξαρχος ὁ φυσικός, εἰπόντος αὐτῷ Ἀλεξάνδρου 22912 3.7.29.3 : ὅτι κρεμῶ σε, ’ἀπείλει τούτοις‘ ἔφη ’τοῖς πολλοῖς· 22913 3.7.29.4 : ἐμοὶ δὲ οὐδὲν διαφέρει ὑπὲρ γῆς ἢ κατὰ γῆς σή– 22914 3.7.29.5 : πεσθαι‘. 22915 3.7.30.1 : Ἐν ταὐτῷ. 22916 3.7.30.2 : Γοργὼ ἡ Λακεδαιμονία Λεωνίδου γυνή, τοῦ υἱοῦ αὐ– 22917 3.7.30.3 : τῆς ἐπὶ στρατείαν πορευομένου, τὴν ἀσπίδα ἐπιδιδοῦσα 22918 3.7.30.4 : εἶπεν ’ἢ ταύταν ἢ ἐπὶ ταύτας‘. 22919 3.7.31.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 111 Mullach.). 22920 3.7.31.2 : Δίκης κῦδος γνώμης θάρσος καὶ ἀθαμβίη, ἀδικίης 22921 3.7.31.3 : δὲ δεῖμα ξυμφορῆς τέρμα. 22922 3.7.32.1 : Ἡροδότου ἱστορίας ζʹ (VII 50). 22923 3.7.32.2 : Μεγάλα γὰρ πρήγματα μεγάλοισι κινδύνοισιν ἐθέλει 22924 3.7.32.3 : καταιρέεσθαι. 22925 3.7.33.1 : Πλάτωνος ἐκ τῆς Ἀπολογίας Σω– 22926 3.7.33.2 : κράτους (p. 28 B). 22927 3.7.33.3 : Ἴσως ἂν οὖν εἴποι τις· εἶτ´ οὐκ αἰσχύνῃ, ὦ Σώκρα– 22928 3.7.33.4 : τες, τοιοῦτον ἐπιτήδευμα ἐπιτηδεύσας, ἐξ οὗ κινδυνεύεις 22929 3.7.33.5 : νυνὶ ἀποθανεῖν; ἐγὼ δὲ τούτῳ ἂν δίκαιον λόγον ἀντεί– 22930 3.7.33.6 : ποιμι, ὅτι οὐ καλῶς λέγεις, ὦ ἄνθρωπε, εἰ οἴει δεῖν 22931 3.7.33.7 : κίνδυνον ὑπολογίζεσθαι τοῦ ζῆν ἢ τεθνάναι ἄνδρα ὅτου 22932 3.7.33.8 : τι καὶ σμικρὸν ὄφελός ἐστιν, ἀλλ´ οὐκ ἐκεῖνο 〈μόνον〉 22933 3.7.33.9 : σκοπεῖν, ὅταν πράττῃ, πότερον δίκαια ἢ ἄδικα πράττει, 22934 3.7.33.10 : καὶ ἀνδρὸς ἀγαθοῦ ἔργα ἢ κακοῦ. 22935 3.7.34.1 : Θουκυδίδου δημηγορίας Κνήμου (II 87, 4). 22936 3.7.34.2 : Ἄνευ δὲ εὐψυχίας οὐδεμία τέχνη πρὸς τοὺς κινδύνους 22937 3.7.34.3 : ἰσχύει· φόβος γὰρ μνήμην ἐκπλήσσει, τέχνη δὲ ἄνευ αὐ– 22938 3.7.34.4 : τῆς οὐδὲν ὠφελεῖ. 22939 3.7.35.1 : Θουκυδίδου ἐκ τοῦ Ἐπιταφίου (II 43, 6). 22940 3.7.35.2 : Ἀλγεινοτέρα γὰρ ἀνδρὶ φρόνημα ἔχοντι ἡ μετὰ τοῦ 22941 3.7.35.3 : ἐν τῷ μαλακισθῆναι κάκωσις ἢ ὁ μετὰ ῥώμης καὶ κοι– 22942 3.7.35.4 : νῆς ἐλπίδος ἅμα γιγνόμενος ἀναίσθητος θάνατος. 22943 3.7.36.1 : Ἐν ταὐτῷ (II 40, 3). 22944 3.7.36.2 : Διαφερόντως γὰρ δὴ καὶ τόδε ἔχομεν ὥστε τολμᾶν 22945 3.7.36.3 : τε οἱ αὐτοὶ μάλιστα καὶ περὶ ὧν ἐπιχειρήσομεν ἐκλογί– 22946 3.7.36.4 : ζεσθαι· ὃ τοῖς ἄλλοις ἀμαθία μὲν θράσος, λογισμὸς δὲ 22947 3.7.36.5 : ὄκνον φέρει. κράτιστοι δ´ ἂν 〈τὴν〉 ψυχὴν δικαίως κρι– 22948 3.7.36.6 : θεῖεν οἱ τά τε δεινὰ καὶ ἡδέα σαφέστατα γινώσκοντες 22949 3.7.36.7 : καὶ διὰ ταῦτα μὴ ἀποτρεπόμενοι ἐκ τῶν κινδύνων. 22950 3.7.37.1 : Ζήνωνος. 22951 3.7.37.2 : Ζήνων ὁ Ἐλεάτης ὑπὸ τοῦ τυράννου στρεβλούμενος, 22952 3.7.37.3 : ὅπως εἴποι τοὺς συνωμότας· ’εἰ γὰρ ἦσαν‘ εἶπεν 〈’οὐκ ἂν〉 22953 3.7.37.4 : ἐτυράννεις‘. 22954 3.7.38.1 : Ἐκ τῆς Νικολάου Ἐθῶν συναγωγῆς 22955 3.7.38.2 : (hist. gr. min. ed. L. Dindorf I p. 146 fr. 4). 22956 3.7.38.3 : Ὀμβρικοὶ ἐν ταῖς πρὸς τοὺς πολεμίους μάχαις αἴ– 22957 3.7.38.4 : σχιστον ἡγοῦνται ἡττημένοι ζῆν, ἀλλ´ ἀναγκαῖον ἢ νι– 22958 3.7.38.5 : κᾶν ἢ ἀποθνῄσκειν. 22959 3.7.39.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ib. fr. 5). 22960 3.7.39.2 : Κελτοὶ οἱ τῷ ὠκεανῷ γειτνιῶντες αἰσχρὸν ἡγοῦνται 22961 3.7.39.3 : τοῖχον καταπίπτοντα ἢ οἰκίαν φεύγειν, πλημμυρίδος δὲ 22962 3.7.39.4 : ἐκ τῆς ἔξω θαλάττης ἐπερχομένης μεθ´ ὅπλων ἀπαν– 22963 3.7.39.5 : τῶντες ὑπομένουσιν ἕως κατακλύζονται, ἵνα μὴ δοκῶσι 22964 3.7.39.6 : φεύγοντες τὸν θάνατον φοβεῖσθαι. 22965 3.7.40.1 : Ἰαμβλίχου ἐκ τῆς ἐπιστολῆς τῆς πρὸς 22966 3.7.40.2 : Ὀλύμπιον περὶ ἀνδρείας. 22967 3.7.40.3 : Ἀνδρεία νοείσθω ἡ κυριωτάτη, ὅση τέ ἐστιν ἄτρεπτος 22968 3.7.40.4 : νοερὰ δύναμις, καὶ ὅση ἀκμαιοτάτη νοερὰ ἐνέργεια, ἥτε 22969 3.7.40.5 : τοῦ νοῦ ταυτότης καὶ μόνιμος ἕξις ἐν ἑαυτῇ· τοιαῦτα ἂν 22970 3.7.40.6 : εἴη τὰ περὶ τὴν ζωὴν εἴδη θεωρούμενα τῆς ἀνδρείας, ἤτοι 22971 3.7.40.7 : καθ´ ἑαυτὰ ὑφεστηκότα ἢ κοινωνήσαντα τὴν ἑαυτῶν ῥώ– 22972 3.7.40.8 : μην πρὸς τὴν ἐν τοῖς λόγοις μόνιμον κατάστασιν. 22973 3.7.41.1 : Ἐν ταὐτῷ. 22974 3.7.41.2 : Ἀπὸ δὴ τούτων τὰ ἐν τοῖς πάθεσιν περί τε δεινὰ 22975 3.7.41.3 : καὶ μὴ δεινὰ καὶ περὶ φόβον καὶ θάρσος περί τε ἡδονὴν 22976 3.7.41.4 : καὶ λύπην γενναίως ἀνθιστάμενα, καὶ τὰ διαφυλάττοντα 22977 3.7.41.5 : ἀεὶ τὰς αὐτὰς ὀρθὰς δόξας, τά τε σύμμετρα καὶ μέσα 22978 3.7.41.6 : ἤδη διασῴζοντα, καὶ τὰ πραΰνοντα τὸν ὑπὸ τῷ λόγῳ 22979 3.7.41.7 : καὶ ἀνεγείροντα αὐτὸν κατὰ καιρόν, καὶ τὰ κοινὰ τούτων 22980 3.7.41.8 : ἐκ πάθους καὶ λόγου καὶ προαιρέσεως, τίθεμαι εἶναι 22981 3.7.41.9 : πολυμέριστα εἴδη τῆς ἀνδρείας· ἀφ´ ὧν ἐπιρρεῖ τοῖς 22982 3.7.41.10 : βίοις ἡ ἀνδραγαθία τῶν πράξεων ἀήττητος πάντῃ καὶ 22983 3.7.41.11 : ἀβίαστος, ἑκουσίως τὰ καλὰ καὶ δι´ ἑαυτὰ αἱρουμένη καὶ 22984 3.7.41.12 : πράττουσα, καὶ τῶν ἀγαθῶν ἕνεκα πάντας πόνους καὶ 22985 3.7.41.13 : κινδύνους ὑπομένουσα διδοῦσά τε ἑαυτὴν ἑτοίμως εἰς 22986 3.7.41.14 : τὰ δοκοῦντα εἶναι δυσχερῆ, καὶ θαρροῦσα τὸν θάνατον 22987 3.7.41.15 : καὶ μελετῶσα τάς τε ἀλγηδόνας εὐκόλως φέρουσα καὶ 22988 3.7.41.16 : μεταχειριζομένη. 22989 3.7.42.1 : Πλάτωνος. 22990 3.7.42.2 : Πλάτων ἐρωτηθεὶς πῶς ἔχειν δεῖ πρὸς τὰ περιπτώ– 22991 3.7.42.3 : ματα, ’οὕτως‘ εἶπεν ’ὥστε προϊδόντα μὴ ἐμβῆναι, ἐμ– 22992 3.7.42.4 : βάντα δὲ κατ´ ἄγνοιαν μηδὲ φροντίσαι‘. 22993 3.7.43.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 22994 3.7.43.2 : Οὐ τὸ ζῆν περὶ πλείστου ποιητέον, ἀλλὰ τὸ εὖ ζῆν. 22995 3.7.44.1 : Ζήνωνος. 22996 3.7.44.2 : Ζήνων ὡς ἤδη γέρων ὢν πταίσας κατέπεσεν ’ἔρχο– 22997 3.7.44.3 : μαι‘ εἶπε ’τί με αὔεις;‘ καὶ εἰσελθὼν ἑαυτὸν ἐξήγαγεν. 22998 3.7.45.1 : Λεωνίδου. 22999 3.7.45.2 : Λεωνίδης ἀκούσας ἐπισκιάζεσθαι τὸν ἥλιον τοῖς Περ– 23000 3.7.45.3 : σῶν τοξεύμασιν ’χαρίεν‘ ἔφη ’ὅτι καὶ ὑπὸ σκιᾷ μαχού– 23001 3.7.45.4 : μεθα‘. 23002 3.7.46.1 : Διογένους. 23003 3.7.46.2 : Ὁρῶν Μεγαρέας ὁ Διογένης τὰ μακρὰ τείχη ἱστάν– 23004 3.7.46.3 : τας ’ὦ μοχθηροί‘ εἶπε ’μὴ τοῦ μεγέθους προνοεῖτε τῶν 23005 3.7.46.4 : τειχῶν, ἀλλὰ τῶν ἐπ´ αὐτῶν στησομένων‘. 23006 3.7.47.1 : Ἆγις (Ps.–Plut. apophth. reg. et imp. 23007 3.7.47.2 : p. 190 C. D). 23008 3.7.47.3 : Ἆγις ὁ βασιλεὺς ἔφη τοὺς Λακεδαιμονίους μὴ ἐρω– 23009 3.7.47.4 : τᾶν ὁπόσοι εἰσίν, ἀλλὰ ποῦ εἰσὶν οἱ πολέμιοι. καὶ ἐρω– 23010 3.7.47.5 : τῶντός τινος πόσοι εἰσὶν Λακεδαιμόνιοι, ἔφη ’ἱκανοὶ τοὺς 23011 3.7.47.6 : κακοὺς ἀπερύκειν‘. 23012 3.7.48.1 : Ξενοφῶντος. 23013 3.7.48.2 : Ξενοφῶντι ἐν Σκιλλοῦντι ἐστεφανωμένῳ καὶ θύοντι 23014 3.7.48.3 : ἀπήγγειλέ τις Γρύλλον τὸν υἱὸν περὶ Μαντίνειαν πολε– 23015 3.7.48.4 : μοῦντα ἀνῃρῆσθαι. ὃ δὲ ἀποθέμενος τὸν στέφανον ἤρετο 23016 3.7.48.5 : ὅπως ἀγωνιζόμενος τελευτήσειε· τοῦ δ´ εἰπόντος ’ἄριστα‘ 23017 3.7.48.6 : ἐπιθέμενος τὸν στέφανον πάλιν ἔθυεν. 23018 3.7.49.1 : Δημοσθένους ἐν τῷ Ὑπὲρ τοῦ στε– 23019 3.7.49.2 : φάνου (XVIII § 97 p. 258). 23020 3.7.49.3 : Πέρας μὲν γὰρ ἅπασιν ἀνθρώποις τοῦ βίου θάνατος, 23021 3.7.49.4 : κἂν ἐν οἰκίσκῳ τις ἑαυτὸν καθείρξας τηρῇ. δεῖ δὲ τοὺς 23022 3.7.49.5 : ἀγαθοὺς ἄνδρας ἐγχειρεῖν μὲν ἅπασιν ἀεὶ τοῖς καλοῖς, 23023 3.7.49.6 : τὴν ἀγαθὴν προβαλλομένους ἐλπίδα, φέρειν δ´ ὃ ἂν ὁ 23024 3.7.49.7 : θεὸς διδῷ γενναίως. 23025 3.7.50.1 : Πλάτωνος ἐκ τῆς Σωκράτους ἀπολο– 23026 3.7.50.2 : γίας (p. 28 D–29 B). 23027 3.7.50.3 : Οὕτω γὰρ ἔχει, ὦ Ἀθηναῖοι, τῇ ἀληθείᾳ· οὗ ἄν 23028 3.7.50.4 : τις ἑαυτὸν τάξῃ ἡγησάμενος βέλτιστον εἶναι ἢ ὑπὸ ἄρ– 23029 3.7.50.5 : χοντος ταχθῇ, ἐνταῦθα δεῖ, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ, μένοντα κιν– 23030 3.7.50.6 : δυνεύειν, μηδὲν ὑπολογιζόμενον μήτε θάνατον μήτε ἄλλο 23031 3.7.50.7 : μηδὲν πρὸ τοῦ αἰσχροῦ. ἐγὼ οὖν δεινὰ ἂν εἴην εἰργασ– 23032 3.7.50.8 : μένος, ὦ Ἀθηναῖοι, εἰ ὅτε μέν με οἱ ἄρχοντες ἔταττον, 23033 3.7.50.9 : οὓς ὑμεῖς εἵλεσθε ἄρχειν μου, καὶ ἐν Ποτιδαίᾳ καὶ ἐν 23034 3.7.50.10 : Ἀμφιπόλει καὶ ἐπὶ Δηλίῳ, τότε μὲν οὗ ἐκεῖνοι ἔταττον 23035 3.7.50.11 : ἔμενον ὥσπερ καὶ ἄλλος 〈τις〉 καὶ ἐκινδύνευον ἀποθα– 23036 3.7.50.12 : νεῖν, τοῦ δὲ θεοῦ τάττοντος, ὡς ἐγὼ ᾠήθην τε καὶ 23037 3.7.50.13 : ὑπέλαβον, φιλοσοφοῦντά με δεῖν ζῆν καὶ ἐξετάζοντα 23038 3.7.50.14 : ἐμαυτὸν καὶ τοὺς ἄλλους, ἐνταῦθα δὲ [εἰ] φοβηθεὶς ἢ 23039 3.7.50.15 : θάνατον ἢ ἄλλο ὁτιοῦν πρᾶγμα λίποιμι τὴν τάξιν. δει– 23040 3.7.50.16 : νὸν ἂν εἴη, καὶ ὡς ἀληθῶς τότ´ ἄν με δικαίως εἰσαγάγοι 23041 3.7.50.17 : τις εἰς δικαστήριον, ὅτι οὐ νομίζω θεοὺς εἶναι ἀπειθῶν 23042 3.7.50.18 : τῇ μαντείᾳ καὶ δεδιὼς θάνατον καὶ οἰόμενος σοφὸς εἶναι 23043 3.7.50.19 : οὐκ ὤν. τὸ γάρ τοι θάνατον δεδιέναι, ὦ Ἀθηναῖοι, 23044 3.7.50.20 : οὐδὲν ἄλλο ἐστὶν ἢ δοκεῖν σοφὸν εἶναι, μὴ ὄντα· δοκεῖν 23045 3.7.50.21 : γὰρ εἰδέναι ἐστὶν ἃ οὐκ οἶδεν. οἶδε μὲν γὰρ οὐδεὶς 23046 3.7.50.22 : τὸν θάνατον οὐδ´ εἰ τυγχάνει τῷ ἀνθρώπῳ 〈πάντων〉 23047 3.7.50.23 : μέγιστον ὂν τῶν ἀγαθῶν· δεδίασι δ´ ὡς εὖ εἰδότες ὅτι 23048 3.7.50.24 : μέγιστον τῶν κακῶν ἐστί. καὶ τοῦτο πῶς οὐκ ἀμαθία 23049 3.7.50.25 : ἐστὶν αὕτη ἡ ἐπονείδιστος, ἡ τοῦ οἴεσθαι εἰδέναι ἃ 23050 3.7.50.26 : οὐκ οἶδεν; 23051 3.7.51.1 : Πλάτωνος (Phaedr. p. 274 A). 23052 3.7.51.2 : Ἀλλὰ καὶ ἐπιχειροῦντα τοῖς καλοῖς καλὸν καὶ πά– 23053 3.7.51.3 : σχειν ὅ τι ἂν ξυμβῇ τῳ παθεῖν. 23054 3.7.52.1 : Ἀλεξάνδρου. 23055 3.7.52.2 : Ἐν Ἰλίῳ θύοντι τῷ Ἀλεξάνδρῳ ἔφη ὁ ἱερεὺς δείξειν 23056 3.7.52.3 : τὴν Πάριδος λύραν· ὃ δὲ ’τὴν Ἀχιλλέως‘ εἶπεν ’εἰ ἔχεις, 23057 3.7.52.4 : δεῖξον, καὶ πρό γε τῆς λύρας τὴν μελίαν‘. 23058 3.7.53.1 : Κορίσκου. 23059 3.7.53.2 : Κορίσκος εὖ μάλα γέρων ὢν ὡς ἀπό τινος χαλεπῆς 23060 3.7.53.3 : ἀρρωστίας ἀνερράισεν ’ἄπαγε‘ ἔφη ’ὡς ἀηδῶς ἀνέστροφα, 23061 3.7.53.4 : ἤδη πολὺ τῆς ὁδοῦ προκεκοφὼς ἣν δεῖ πάντως πορευ– 23062 3.7.53.5 : θῆναι‘. 23063 3.7.54.1 : Κλεάνθους. 23064 3.7.54.2 : Κλεάνθης ὑπὸ γλώττης ἕλκους αὐτῷ γενομένου τὴν 23065 3.7.54.3 : τροφὴν οὐκ ἐδύνατο παραπέμπειν· ὡς δὲ ῥᾷον ἔσχε, καὶ 23066 3.7.54.4 : ὁ ἰατρὸς αὐτῷ τροφὴν προσήγαγεν ’σὺ δέ με‘ ἔφη ’βού– 23067 3.7.54.5 : λει ἤδη τὸ πλέον τῆς ὁδοῦ κατανύσαντα ἀναστρέφειν, 23068 3.7.54.6 : εἶτα πάλιν ἐξ ὑπαρχῆς τὴν αὐτὴν ἔρχεσθαι;‘ καὶ ἐξῆλθεν 23069 3.7.54.7 : τοῦ βίου. 23070 3.7.55.1 : Κλειτομάχου. 23071 3.7.55.2 : Κλειτόμαχος νοσήσας καὶ ληθάργῳ περιπεσὼν ὡς 23072 3.7.55.3 : ἀνένηψεν ’οὐδέν με‘ ἔφη ’ἐξαπατήσει ἡ φιλοζωία‘, καὶ 23073 3.7.55.4 : ἐξήγαγεν ἑαυτὸν τοῦ βίου. 23074 3.7.56.1 : Σωκράτους. 23075 3.7.56.2 : Σωκράτους φεύγοντος τὴν δίκην, Λυσίας λόγον τινὰ 23076 3.7.56.3 : συγγράψας ἦλθεν αὐτῷ κομίζων καὶ ἐκέλευε χρήσασθαι· 23077 3.7.56.4 : τοῦ δὲ Λυσίου εἰπόντος καὶ μὴν κάλλιστον αὐτὸν εἶναι· 23078 3.7.56.5 : ’καὶ τὰ ῥόδα‘ ἔφη ’κάλλιστά ἐστιν‘, ἀλλ´ οὐ πρέπειν 23079 3.7.56.6 : αὑτῷ τὸ στεφάνωμα. ’τεθνήξῃ τοίνυν‘ ἔφη ὁ Λυσίας 23080 3.7.56.7 : ’εἰ μὴ οὕτως ἀπολογήσῃ‘· ὃ δὲ ’οὐ γάρ‘ ἔφη ’κἂν μὴ νῦν, 23081 3.7.56.8 : πάντως τεθνήξομαι;‘ 23082 3.7.57.1 : Ἐρασιστράτου. 23083 3.7.57.2 : Ἐρασίστρατος ὁ Κῷος ἤδη γηραιὸς ὢν ἕλκος ἐπὶ τοῦ 23084 3.7.57.3 : ποδὸς δυσίατον ἔχων ’εὖ γε‘ εἶπεν ’ὅτι τῆς πατρίδος 23085 3.7.57.4 : ὑπομιμνήσκομαι‘, καὶ κώνειον πιὼν κατέστρεψεν. 23086 3.7.58.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τῆς Σωκράτους ἀπο– 23087 3.7.58.2 : λογίας (p. 25–26 init. 27). 23088 3.7.58.3 : Θαυμαστὸν ἔμοιγε δοκεῖ εἶναι ὅπως ποτὲ ὑμῖν 23089 3.7.58.4 : ἐφάνη τοῦ θανάτου ἔργον ἄξιον ἐμοὶ εἰργασμένον. ἀλλ´ 23090 3.7.58.5 : οὐδὲ μέντοι ὅτι ἀδίκως ἀποθνῄσκω, διὰ τοῦτο μεῖον 23091 3.7.58.6 : φρονητέον· οὐ γὰρ ἐμοὶ ἀλλὰ τοῖς καταγνοῦσι τοῦτο 23092 3.7.58.7 : αἰσχρόν ἐστιν. Εἰπὼν δὴ ταῦτα μάλα ὁμολογουμένως 23093 3.7.58.8 : τοῖς εἰρημένοις ἀπῄει καὶ ὄμματι καὶ σχήματι καὶ βα– 23094 3.7.58.9 : δίσματι φαιδρός. ὡς δὲ ᾔσθετο ἄρα τοὺς παρεπομένους 23095 3.7.58.10 : δακρύοντας, τί τοῦτο; εἰπεῖν αὐτόν, ἢ ἄρτι δακρύετε; 23096 3.7.58.11 : οὐ γὰρ πάλαι ἴστε, ὅτι ἐξ ὅτουπερ ἐγενόμην, κατεψη– 23097 3.7.58.12 : φισμένος ἦν μου ὑπὸ τῆς φύσεως θάνατος; 23098 3.7.59.1 : Ἡροδότου ἱστορίας ζʹ (VII 102). 23099 3.7.59.2 : Λέγει Δημάρατος τάδε· ’ἐπειδὴ ἀληθείῃ διαχρήσα– 23100 3.7.59.3 : σθαι πάντως κελεύεις ταῦτα λέγοντα τὰ μὴ ψευδόμενός 23101 3.7.59.4 : τις ὕστερον ὑπὸ σεῦ ἁλώσεται, τῇ Ἑλλάδι πενίη μὲν 23102 3.7.59.5 : αἰεί κοτε σύντροφος σύνεστιν, ἀρετὴ δὲ ἔπακτός ἐστιν, 23103 3.7.59.6 : ἀπό τε σοφίης κατεργασμένη καὶ νόμου ἰσχυροῦ· τῇ δια– 23104 3.7.59.7 : χρεωμένη 〈ἡ〉 Ἑλλὰς τήν τε πενίην ἀπαμύνεται καὶ τὴν 23105 3.7.59.8 : δεσποσύνην‘. 23106 3.7.60.1 : Φιλίππου. 23107 3.7.60.2 : Φίλιππος ἦλθεν ἐπὶ Λακεδαίμονα καὶ προσστρατο– 23108 3.7.60.3 : πεδεύσας, ἔπεμψεν ἀπειλῶν πολλὰ καὶ χαλεπά, ἢν μὴ 23109 3.7.60.4 : ποιῶσι τὰ προστασσόμενα· τῶν δὲ Λακεδαιμονίων τις 23110 3.7.60.5 : ἀκούσας τῶν ἀπειλῶν χάριν αὐτῷ ἔφη εἰδέναι, ὅτι οὐ 23111 3.7.60.6 : κωλύει ὃ ἐπὶ τοῖς μαχομένοις ἐστὶν ἀποθανεῖν. 23112 3.7.61.1 : Πύρρου. 23113 3.7.61.2 : Πύρρου ἐπιστρατεύσαντος Λακεδαιμονίοις καὶ πολλὰ 23114 3.7.61.3 : ἀπειλοῦντος, Δερκυλλίδας εἷς τῶν γερόντων ἀναστὰς ἐν 23115 3.7.61.4 : τῇ ἐκκλησίᾳ εἶπεν ’εἰ μὲν θεός ἐστιν ὁ ἀπειλῶν, μὴ φο– 23116 3.7.61.5 : βώμεθα, οὐδὲν γὰρ ἀδικοῦμεν· εἰ δ´ ἄνθρωπος, γνώτω 23117 3.7.61.6 : ἀνδράσιν ἀπειλῶν‘. 23118 3.7.62.1 : Σερήνου. 23119 3.7.62.2 : Ἀλέξανδρον τὸν Φεραίων τύραννον Θήβη ἀπέκτεινε 23120 3.7.62.3 : γυνὴ καὶ τοὺς Φεραίους ἠλευθέρωσεν. συνέβη δὲ καὶ 23121 3.7.62.4 : θεωροὺς ἥκοντας αὐτῶν παρ´ Ἄμμωνος λέγειν αὐτοῖς 23122 3.7.62.5 : κελεύειν τὸν Ἄμμωνα Ἥβης ἱερὸν ἱδρύσασθαι. τῶν δὲ 23123 3.7.62.6 : πρεσβυτέρων τις παρακοῦσαι ἔφη τοὺς θεωρούς· τὸν 23124 3.7.62.7 : γὰρ Ἄμμωνα Θήβης εἰπεῖν τῆς αὐτοὺς ἐξελομένης τῆς 23125 3.7.62.8 : δουλείας. 23126 3.7.63.1 : Ἐκ τῶν Πλουτάρχου διηγήσεων (Plut. 23127 3.7.63.2 : parall. min. p. 305 B). 23128 3.7.63.3 : Δαρεῖος ὁ Περσῶν βασιλεὺς μετὰ τριάκοντα μυριά– 23129 3.7.63.4 : δων ἐν Μαραθῶνι ἐστρατοπεδεύσατο. Ἀθηναῖοι δὲ χι– 23130 3.7.63.5 : λίους ἔπεμψαν στρατηγοὺς αὐτοῖς δόντες Πολύζηλον 23131 3.7.63.6 : Καλλίμαχον Κυνέγειρον Μιλτιάδην· συμβληθείσης δὲ τῆς 23132 3.7.63.7 : παρατάξεως, Πολύζηλος μὲν ὑπεράνθρωπον φαντασίαν 23133 3.7.63.8 : θεασάμενος τὴν ὅρασιν ἀπέβαλεν καὶ τυφλὸς ὢν ἀνεῖλε 23134 3.7.63.9 : τεσσαράκοντα καὶ ὀκτώ· Καλλίμαχος δὲ πολλοῖς περι– 23135 3.7.63.10 : πεπαρμένος δόρασιν καὶ νεκρὸς ἐστάθη· Κυνέγειρος δὲ 23136 3.7.63.11 : Περσικὴν ἀναγομένην ναῦν κατέχων ἐχειροκοπήθη. ὅθεν 23137 3.7.63.12 : καὶ εἰς αὐτοὺς ὑπὸ Παντελέου τοιάδε γεγράφθαι λέγεται· 23138 3.7.63.13 : ὦ κενεοῦ καμάτοιο καὶ ἀπρήκτου πολέμοιο, 23139 3.7.63.14 : ἡμετέρῳ βασιλῆι τί λέξομεν ἀντιάσαντες; 23140 3.7.63.15 : ὦ βασιλεῦ, τί μ´ ἔπεμπες ἐπ´ ἀθανάτους πολεμιστάς; 23141 3.7.63.16 : βάλλομεν, οὐ πίπτουσι· τιτρώσκομεν, οὐ φοβέονται. 23142 3.7.63.17 : μοῦνος ἀνὴρ σύλησεν ὅλον στρατόν· ἐν δ´ ἄρα μέσσῳ 23143 3.7.63.18 : αἱματόεις ἕστηκεν ἀτειρέος Ἄρεος εἰκών. 23144 3.7.63.19 : δένδρον δ´ ὡς ἕστηκε σιδηρείαις ὑπὸ ῥίζαις, 23145 3.7.63.20 : κοὐκ ἐθέλει πεσέειν, τάχα δ´ ἔρχεται ἔνδοθι νηῶν. 23146 3.7.63.21 : λῦε, κυβερνῆτα, νέκυος προφύγωμεν ἀπειλάς. 23147 3.7.64.1 : Ἀγαθαρχίδου Σαμίου ἐν δʹ Περσικῶν 23148 3.7.64.2 : (Plut. parall. min. p. 305 D). 23149 3.7.64.3 : Ξέρξης μετὰ πεντακοσίων μυριάδων. Ἀρτεμισίῳ προσ– 23150 3.7.64.4 : ορμίσας πόλεμον τοῖς ἐγχωρίοις κατήγγειλεν. Ἀθηναῖοι 23151 3.7.64.5 : δὲ συγκεχυμένοι κατάσκοπον ἔπεμψαν Ἀγησίλαον τὸν 23152 3.7.64.6 : Θεμιστοκλέους ἀδελφόν, καίπερ Νεοκλέους τοῦ πατρὸς 23153 3.7.64.7 : αὐτοῦ κατ´ ὄναρ ἑωρακότος ἀμφοτέρας ἀποβεβληκέναι 23154 3.7.64.8 : τὰς χεῖρας. παραγενόμενος δὲ ὁ ἀνὴρ εἰς πλῆθος τῶν 23155 3.7.64.9 : βαρβάρων ἐν σχήματι Περσικῷ Μαρδόνιον ἕνα τῶν σω– 23156 3.7.64.10 : ματοφυλάκων ἀνεῖλεν, ὑπολαβὼν Ξέρξην ὑπάρχειν. συλ– 23157 3.7.64.11 : ληφθεὶς δὲ ὑπὸ τῶν δορυφόρων πρὸς τὸν βασιλέα δέσ– 23158 3.7.64.12 : μιος ἤχθη. βουθυτεῖν δὲ τοῦ προειρημένου μέλλοντος 23159 3.7.64.13 : ἐπὶ τὸν βωμὸν τοῦ Ἡλίου τὴν δεξιὰν ἐπέθηκε χεῖρα καὶ 23160 3.7.64.14 : ἀστένακτος ὑπομείνας τὴν ἀνάγκην τῶν βασάνων ἠλευ– 23161 3.7.64.15 : θερώθη καὶ τῶν δεσμῶν εἰπών ’τοιοῦτοι πάντες ἐσμὲν 23162 3.7.64.16 : Ἀθηναῖοι· εἰ δ´ ἀπιστεῖς, καὶ τὴν ἀριστερὰν ἐπιθήσω‘. 23163 3.7.64.17 : φοβηθεὶς δ´ ὁ Ξέρξης φρουρεῖσθαι τὸν Ἀγησίλαον προσ– 23164 3.7.64.18 : έταξεν. 23165 3.7.65.1 : Ἀριστείδου ἐν τῷ γʹ Περσικῶν (Plut. 23166 3.7.65.2 : parall. min. p. 306 C). 23167 3.7.65.3 : Περσῶν μετὰ πεντακοσίων μυριάδων ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα 23168 3.7.65.4 : φερομένων, Λακεδαιμόνιοι τριακοσίους εἰς Θερμοπύλας 23169 3.7.65.5 : ἔπεμψαν στρατηγὸν αὐτοῖς δόντες Λεωνίδαν. οὗτος τὸ 23170 3.7.65.6 : ἐπερχόμενον θεασάμενος τῶν πολεμίων πλῆθος εὐωχου– 23171 3.7.65.7 : μένοις εἶπε τοῖς συμμάχοις ’οὕτως ἀριστᾶτε, ὦ τρια– 23172 3.7.65.8 : κόσιοι, ὡς ἐν ᾅδου δειπνήσοντες‘. ἐπιφανέντων οὖν 23173 3.7.65.9 : τῶν βαρβάρων Λεωνίδας πολλοῖς περιπεπαρμένος δό– 23174 3.7.65.10 : ρασι μεθ´ ὁρμῆς ἐπὶ Ξέρξην ἠνέχθη καὶ περιελόμενος 23175 3.7.65.11 : αὐτοῦ τὸ διάδημα πρὸ τῶν τραυμάτων κατέσχε καὶ αἱ– 23176 3.7.65.12 : μορραγήσας ἐξέπνευσεν. ἀνατεμὼν δὲ ὁ βασιλεὺς τοῦ 23177 3.7.65.13 : προειρημένου τὸ στῆθος εὗρεν αὐτοῦ τὴν καρδίαν τριχῶν 23178 3.7.65.14 : γέμουσαν. 23179 3.7.66.1 : Καλλισθένους ἐν δευτέρῳ Μεταμορ– 23180 3.7.66.2 : φώσεων (Plut. parall. min. p. 306 E). 23181 3.7.66.3 : Κατὰ Κελαινάς, πόλιν τῆς Φρυγίας, διὰ μῆνιν Ἰδαίου 23182 3.7.66.4 : Διὸς χάσμα μεθ´ ὕδατος γενόμενον πολλὰς οἰκίας αὐτάν– 23183 3.7.66.5 : δρους εἰς τὸν βυθὸν καθείλκυσε. τοῦ δὲ δήμου κινδυ– 23184 3.7.66.6 : νεύοντος, Μίδας ὁ βασιλεὺς χρησμὸν ἔλαβε, συνελεύσεσθαι 23185 3.7.66.7 : τὴν γῆν, ἐὰν εἰς τὸ βάραθρον βάλῃ τὸ τιμιώτατον ἐν 23186 3.7.66.8 : ἀνθρωπίνῳ βίῳ. τῶν δὲ Κελαινιτῶν χρυσόν τε καὶ ἄρ– 23187 3.7.66.9 : γυρον καὶ τὸν κόσμον τῶν γυναικῶν εἰς τὸ χάσμα ῥιψάν– 23188 3.7.66.10 : των, καὶ μηδ´ οὕτω τοῦ κακοῦ λήξαντος, Ἀγχοῦρος ὁ 23189 3.7.66.11 : υἱὸς Μίδα λογισάμενος μηδὲν εἶναι τιμιώτερον ἐν βίῳ 23190 3.7.66.12 : ψυχῆς ἀνθρωπίνης, δοὺς περιπλοκὰς τῷ γεννήσαντι καὶ 23191 3.7.66.13 : ἀποταξάμενος τῇ γυναικὶ Τιμοθέᾳ, μεθ´ ὁρμῆς ἔφιππος 23192 3.7.66.14 : εἰς τὸν τόπον τοῦ χάσματος ἠνέχθη. τῆς δὲ γῆς εἰς τὴν 23193 3.7.66.15 : φυσικὴν ἁρμονίαν συνελθούσης, Μίδας βωμὸν ἱδρύσατο 23194 3.7.66.16 : Διὸς Ἰδαίου, ὃν χρύσεον ἐποίησε ταῖς χερσὶν ἁψάμενος. 23195 3.7.66.17 : οὗτος ὁ βωμὸς περὶ ἐκεῖνον τὸν καιρόν, ἐν ᾧ τὸ χάσμα 23196 3.7.66.18 : συνέβη γενέσθαι, λίθινος γίνεται· τῆς δ´ ὡρισμένης προ– 23197 3.7.66.19 : θεσμίας παρελθούσης, χρύσεος ὁρᾶται. 23198 3.7.67a.1 : Καλλισθένους ἐν τρίτῳ Μακεδονικῶν 23199 3.7.67a.2 : (Plut. parall. min. p. 307 D). 23200 3.7.67a.3 : Φίλιππος ὁ τῶν Μακεδόνων βασιλεὺς δύο καὶ τριά– 23201 3.7.67a.4 : κοντα Χαλκιδικὰς πόλεις τοῖς ἰδίοις ὑποτάξας σκήπτροις, 23202 3.7.67a.5 : Μεθωναίους καὶ Ὀλυνθίους λεηλατεῖν ἤρξατο. γενόμενος 23203 3.7.67a.6 : δὲ κατὰ γέφυραν ποταμοῦ Σάρδωνος καὶ εἰς τὸ πέραν 23204 3.7.67a.7 : διαβῆναι βιαζόμενος, ὑπὸ τοῦ πλήθους τῶν Ὀλυνθίων 23205 3.7.67a.8 : ἐπεσχέθη. τοξότης δέ τις, Ἀστὴρ τοὔνομα, τόξον ἐν– 23206 3.7.67a.9 : τείνας ἐτύφλωσε τὸν Φίλιππον εἰπών· 23207 3.7.67a.10 : Ἀστὴρ Φιλίππῳ θανάσιμον πέμπει βέλος. 23208 3.7.67a.11 : ἀποβαλὼν δὲ ὁ βασιλεὺς τὸν ὀφθαλμὸν εἰς τὸν ποτα– 23209 3.7.67a.12 : μὸν ἑαυτὸν ἔρριψε καὶ πρὸς τοὺς οἰκείους διανηξάμενος 23210 3.7.67a.13 : τὸν κίνδυνον ἐξέφυγεν. 23211 3.7.68.1 : Σωστράτου ἐν δευτέρῳ Θρᾳκικῶν (Plut. 23212 3.7.68.2 : parall. min. p. 310 A). 23213 3.7.68.3 : Ἀθηναῖοι πρὸς Θρᾷκας πόλεμον ἔχοντες στρατηγὸν 23214 3.7.68.4 : ἐχειροτόνησαν Κόδρον. οὗτος ἀκούσας ὅτι χρησμὸν εἰλή– 23215 3.7.68.5 : φασιν οἱ πολέμιοι ἐγκρατεῖς γενήσεσθαι τῆς νίκης αὐ– 23216 3.7.68.6 : τούς, ἐὰν τοῦ στρατηγοῦ φείσωνται τῶν Ἀθηναίων, ἐν 23217 3.7.68.7 : δρυτόμου σχήματι συνέβαλε μάχην μετά τινων Θρᾳκῶν 23218 3.7.68.8 : ξυλιζομένων καὶ τῷ δρεπάνῳ καιρίως ἐξ αὐτῶν ἕνα 23219 3.7.68.9 : πλήξας ἀνεῖλεν· οἱ δὲ λοιποὶ τὴν περίστασιν τοῦ στρα– 23220 3.7.68.10 : τηγήματος μὴ γινώσκοντες ἀπέκτειναν τὸν Κόδρον θέ– 23221 3.7.68.11 : λοντα· συμβαλόντες δὲ τὸν πόλεμον Ἀθηναῖοι τῆς νίκης 23222 3.7.68.12 : ἐγκρατεῖς ἐγένοντο. 23223 3.7.68.1 : Ἐκ τῶν Θησέως (fragm. hist. gr. ed. 23224 3.7.68.2 : Mueller. IV p. 519 fr. 3). 23225 3.7.68.3 : Λακεδαιμόνιοι καὶ Ἀργεῖοι περὶ χωρίου Θυρέας ἐν 23226 3.7.68.4 : μεθορίῳ κειμένης μέχρι μέν τινος ὅλοις τοῖς στρατεύ– 23227 3.7.68.5 : μασι παρετάσσοντο πρὸς ἀλλήλους, τέλος ἔδοξεν αὐτοῖς 23228 3.7.68.6 : ἐπιλέξαι παρ´ ἑκατέρων τριακοσίους, κἀκείνων μαχεσα– 23229 3.7.68.7 : μένων τοῖς κρατήσασιν διαφέρειν τὸ χωρίον· οὗπερ γενο– 23230 3.7.68.8 : μένου, Ὀθρυάδης Λακεδαιμόνιος στρατιώτης πολλοὺς 23231 3.7.68.9 : ἀποκτείνας καὶ πολλὰ τετρωμένος ἔκειτο μεταξὺ τῶν 23232 3.7.68.10 : ἀνῃρημένων Λακεδαιμονίων μόνος περιλειφθείς, Ἀρ– 23233 3.7.68.11 : γείων δὲ δύο Ἀλκήνωρ καὶ Χρόμιος· ὧν ἀπελθόντων 23234 3.7.68.12 : εἰς Ἄργος ἀπαγγεῖλαι τὴν νίκην, Ὀθρυάδης πολλοὺς σκυ– 23235 3.7.68.13 : λεύσας τῶν πολεμίων τρόπαιον ἔστησε καὶ χρησάμενος 23236 3.7.68.14 : τῷ τῶν τραυμάτων αἵματι ἐπέγραψεν ’Λακεδαιμόνιοι 23237 3.7.68.15 : κατ´ Ἀργείων‘, καὶ τοῦτο πράξας ἀπέθανεν. 23238 3.7.69.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 23239 3.7.69.2 : Λοιμοῦ κατασχόντος τὴν Λακεδαίμονα διὰ τὴν ἀναί– 23240 3.7.69.3 : ρεσιν τῶν κηρύκων τῶν ἀποσταλέντων παρὰ Ξέρξου αἰ– 23241 3.7.69.4 : τοῦντος γῆν καὶ ὕδωρ ὥσπερ ἀπαρχὰς δουλείας, χρησμὸς 23242 3.7.69.5 : ἐδόθη, ἀπαλλαγήσεσθαι αὐτούς, εἴ γέ τινες ἕλοιντο Λακε– 23243 3.7.69.6 : δαιμονίων παρὰ τοῦ βασιλέως ἀναιρεθῆναι. τότε Βοῦλις 23244 3.7.69.7 : καὶ Σπερθίης ἀφικόμενοι πρὸς βασιλέα ἠξίουν ἀναιρε– 23245 3.7.69.8 : θῆναι· ὃ δὲ θαυμάσας αὐτῶν τὴν ἀρετὴν ἐπανιέναι 23246 3.7.69.9 : προσέταξεν. 23247 3.7.70.1 : Ἐκ τῆς Φαλάριδος ἐπιστολῆς πρὸς Περι– 23248 3.7.70.2 : σθένην (epistologr. gr. LXXII p. 427 sq. Herch.). 23249 3.7.70.3 : Τὴν Εὐβούλου καὶ τὴν Ἀριστοφῶντος γυναῖκα τῶν 23250 3.7.70.4 : ἐπιβουλευσάντων μοι ἔπεμψας ὡς ἀπολουμένας· πάντως 23251 3.7.70.5 : που θαυμάζεις ὅτι ὑφῄρηκα τῆς ὀργῆς. εἰ δὲ πύθοιο 23252 3.7.70.6 : τὴν αἰτίαν, ὅτι δι´ εὐγενείας ὑπερβάλλουσαν ἀπόκρισιν 23253 3.7.70.7 : οὐδὲν πρὸς ἐμοῦ πεπόνθασι, 〈μᾶλλον ἂν ἔτι θαυμάσειας·〉 23254 3.7.70.8 : ἐρωτώμεναι γὰρ παρ´ ἐμοῦ τὴν ἐπιβουλὴν εἰ συνῄδεσαν 23255 3.7.70.9 : τοῖς ἀνδράσιν, οὐ μόνον ἔφασαν, ἀλλὰ καὶ συνορμῆσαι 23256 3.7.70.10 : τυραννοκτονεῖν, ’ἀντὶ ποίας ἀδικίας;‘ εἰπόντος μου ’ἰδίας 23257 3.7.70.11 : μὲν οὐδεμιᾶς, τῆς δὲ κοινῆς‘ ἀπεκρίναντο· κοινὴν γὰρ 23258 3.7.70.12 : ἀδικίαν εἶναι τὸ καταδουλοῦσθαι πόλεις ἐλευθέρας. ’τί 23259 3.7.70.13 : παθοῦσαι τοιγάρτοι‘ πάλιν ἐπανερομένου μου ’δίκην 23260 3.7.70.14 : ἀποτίσαιτ´ ἄν μοι τοῦ μίσους τὴν κατ´ ἀξίαν;‘ ’ἀποθα– 23261 3.7.70.15 : νοῦσαι‘ προσέθηκαν. ζῆν δή, οὐ τεθνάναι ἔκρινα τὰς 23262 3.7.70.16 : μετὰ τοιαύτης ἀρετῆς ἀποθνῃσκούσας. 23263 3.7.71.1 : Πλάτωνος ἐκ τῆς Σωκράτους ἀπολο– 23264 3.7.71.2 : γίας (p. 38 E–39 A). 23265 3.7.71.3 : Οὔτε γὰρ ἐν δίκῃ οὔτ´ ἐν πολέμῳ οὔτ´ ἐμὲ οὔτ´ ἄλ– 23266 3.7.71.4 : λων οὐδένα δεῖ τοῦτο μηχανήσασθαι, ὅπως ἀποφεύξεται 23267 3.7.71.5 : πᾶν ποιῶν θάνατον. καὶ γὰρ ἐν ταῖς μάχαις πολλάκις 23268 3.7.71.6 : δῆλον γίγνεται ὅτι τό γε ἀποθανεῖν ἄν τις ὑπεκφύγοι 23269 3.7.71.7 : καὶ ὅπλα ἀφεὶς καὶ ἐφ´ ἱκετείαν τραπόμενος τῶν διω– 23270 3.7.71.8 : κόντων· καὶ ἄλλαι μηχαναὶ πολλαί εἰσιν ἐν ἑκάστοις 〈τοῖς〉 23271 3.7.71.9 : κινδύνοις, ὥστε διαφυγεῖν θάνατον, ἐάν τις τολμᾷ πᾶν 23272 3.7.71.10 : ποιεῖν καὶ λέγειν. ἀλλὰ μὴ οὐ τοῦτ´ ᾖ χαλεπόν, ὦ ἄν– 23273 3.7.71.11 : δρες, θάνατον ἐκφυγεῖν, ἀλλὰ πολὺ χαλεπώτερον πονη– 23274 3.7.71.12 : ρίαν· θᾶττον γὰρ θανάτου θεῖ. 23275 3.7.72.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδωνος (p. 84 D–E). 23276 3.7.72.2 : Βαβαί, ὦ Σιμμία, ἦ που χαλεπῶς ἂν τοὺς ἄλλους 23277 3.7.72.3 : ἀνθρώπους πείσαιμι ὡς οὐ συμφορὰν ἡγοῦμαι τὴν παροῦ– 23278 3.7.72.4 : σαν τύχην, ὅτε γε μηδ´ ὑμᾶς δύναμαι πείθειν· ἀλλὰ φο– 23279 3.7.72.5 : βεῖσθε μὴ δυσκολώτερον νῦν διάκειμαι ἢ ἐν τῷ πρό– 23280 3.7.72.6 : σθεν βίῳ. 23281 3.7.73.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Πρωταγόρου (p. 350 E 23282 3.7.73.2 : –351 B). 23283 3.7.73.3 : Ἐγὼ δὲ οὐδαμοῦ οὐδ´ ἐνταῦθα ὁμολογῶ τοὺς δυνα– 23284 3.7.73.4 : τοὺς ἰσχυροὺς εἶναι, τοὺς μέντοι ἰσχυροὺς δυνατούς. οὐ 23285 3.7.73.5 : γὰρ ταὐτὸν εἶναι δύναμίν τε καὶ ἰσχύν, ἀλλὰ τὸ μὲν καὶ 23286 3.7.73.6 : ἀπὸ ἐπιστήμης γίγνεσθαι, τὴν δύναμιν, καὶ ἀπὸ μανίας 23287 3.7.73.7 : γε καὶ θυμοῦ, ἰσχὺν δὲ ἀπὸ φύσεως καὶ [ἀπὸ] εὐτροφίας 23288 3.7.73.8 : τῶν σωμάτων. οὕτω δὲ κἀκεῖ οὐ ταὐτὸν εἶναι θάρσος 23289 3.7.73.9 : τε καὶ ἀνδρείαν· ὥστε συμβαίνει τοὺς μὲν ἀνδρείους 23290 3.7.73.10 : θαρραλέους εἶναι, μὴ μέντοι τούς γε θαρραλέους ἀν– 23291 3.7.73.11 : δρείους 〈πάντας〉. θάρσος μὲν γὰρ καὶ ἀπὸ τέχνης γί– 23292 3.7.73.12 : γνεται ἀνθρώποις καὶ ἀπὸ θυμοῦ γε καὶ ἀπὸ μανίας, 23293 3.7.73.13 : ὥσπερ ἡ δύναμις, ἀνδρεία δὲ ἀπὸ φύσεως καὶ εὐτροφίας 23294 3.7.73.14 : τῶν ψυχῶν γίγνεται. 23295 3.7.74.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 81 Mullach.). 23296 3.7.74.2 : Σοφίη ἄθαμβος ἀξίη πάντων τιμιωτάτη ἐοῦσα. 23297 3.7.75.1 : Ξενοφῶντος Ἀπομνημονευμάτων (III 9, 1). 23298 3.7.75.2 : Πάλιν δὲ ἐρωτώμενος, ἡ ἀνδρεία πότερον εἴη διδακτὸν 23299 3.7.75.3 : ἢ φυσικόν· οἶμαι μέν, ἔφη, ὥσπερ σῶμα σώματος ἰσχυρό– 23300 3.7.75.4 : τερον πρὸς τοὺς πόνους φύεται, οὕτω καὶ ψυχὴν ψυχῆς 23301 3.7.75.5 : ἐρρωμενεστέραν πρὸς τὰ δεινὰ φύσει γίγνεσθαι· ὁρῶ γὰρ 23302 3.7.75.6 : ἐν τοῖς αὐτοῖς νόμοις τε καὶ ἔθεσι τρεφομένους, πολὺ 23303 3.7.75.7 : διαφέροντας ἀλλήλων τόλμῃ. νομίζω μέντοι πᾶσαν φύ– 23304 3.7.75.8 : σιν μαθήσει καὶ μελέτῃ πρὸς ἀνδρείαν αὔξεσθαι· δῆλον 23305 3.7.75.9 : μὲν γὰρ ὅτι Σκύθαι καὶ Θρᾷκες οὐκ ἂν τολμήσειαν 23306 3.7.75.10 : ἀσπίδας καὶ δόρατα λαβόντες Λακεδαιμονίοις διαμάχε– 23307 3.7.75.11 : σθαι· φανερὸν δ´ ὅτι Λακεδαιμόνιοι οὔτ´ ἂν Θρᾳξὶν πέλ– 23308 3.7.75.12 : ταις καὶ ἀκοντίοις, οὔτε Σκύθαις τόξοις ἐθέλοιεν δια– 23309 3.7.75.13 : γωνίζεσθαι. ὁρῶ δ´ ἔγωγε καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων πάντων 23310 3.7.75.14 : ὁμοίως καὶ φύσει διαφέροντας ἀλλήλων τοὺς ἀνθρώπους, 23311 3.7.75.15 : καὶ ἐπιμελείᾳ πολὺ ἐπιδιδόντας. ἐκ δὲ τούτων δῆλόν 23312 3.7.75.16 : ἐστιν ὅτι πάντας χρὴ καὶ τοὺς εὐφυεστέρους καὶ τοὺς 23313 3.7.75.17 : ἀμβλυτέρους φύσιν, ἐν οἷς ἂν ἀξιόλογοι βούλωνται γενέ– 23314 3.7.75.18 : σθαι, ταῦτα καὶ μανθάνειν καὶ μελετᾶν. 23315 3.7.76.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἐν δʹ Ἀπομνημονευμάτων 23316 3.7.76.2 : (IV 6, 10). 23317 3.7.76.3 : Ἀνδρείαν, ὦ Εὐθύδημε, ἆρα τῶν καλῶν νομίζεις 23318 3.7.76.4 : εἶναι; Κάλλιστον μὲν οὖν ἔγωγ´, ἔφη. Χρήσιμον ἄρα οὐ 23319 3.7.76.5 : πρὸς τὰ ἐλάχιστα νομίζεις τὴν ἀνδρείαν; Νὴ Δί´, ἔφη, 23320 3.7.76.6 : πρὸς τὰ μέγιστα μὲν οὖν. Ἆρ´ οὖν δοκεῖ σοι πρὸς τὰ 23321 3.7.76.7 : δεινά τε καὶ ἐπικίνδυνα χρήσιμον εἶναι τὸ ἀγνοεῖν αὐτά; 23322 3.7.76.8 : Ἥκιστά γ´, ἔφη. Οἱ ἄρα μὴ φοβούμενοι τὰ τοιαῦτα διὰ 23323 3.7.76.9 : τὸ μὴ εἰδέναι τί ἐστιν οὐκ ἀνδρεῖοι εἰσίν; Νὴ Δί´, ἔφη· 23324 3.7.76.10 : πολλοὶ γὰρ ἂν οὕτω γε τῶν τε μαινομένων καὶ τῶν δει– 23325 3.7.76.11 : λῶν ἀνδρεῖοι εἶεν. Τί δὲ οἱ καὶ τὰ μὴ δεινὰ δεδοικό– 23326 3.7.76.12 : τες; Ἔτι γε, νὴ Δία, ἧττον, ἔφη. Ἆρ´ οὖν τοὺς μὲν 23327 3.7.76.13 : ἀγαθοὺς πρὸς τὰ δεινὰ καὶ ἐπικίνδυνα ὄντας ἀνδρείους 23328 3.7.76.14 : ἡγῇ εἶναι, τοὺς δὲ κακοὺς δειλούς; Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη. 23329 3.7.76.15 : Ἀγαθοὺς δὲ πρὸς τὰ τοιαῦτα νομίζεις ἄλλους τινὰς ἢ 23330 3.7.76.16 : τοὺς δυναμένους αὐτοῖς καλῶς χρῆσθαι; Οὐκ ἀλλὰ τού– 23331 3.7.76.17 : τους, ἔφη. Κακοὺς δὲ ἄρα τοὺς οἵους τούτοις κακῶς 23332 3.7.76.18 : χρῆσθαι; Τίνας γὰρ ἄλλους; ἔφη. Ἆρ´ οὖν ἕκαστοι ἑκά– 23333 3.7.76.19 : στοις χρῶνται ὡς οἴονται δεῖν; Πῶς γὰρ ἄλλως; ἔφη. 23334 3.7.76.20 : Ἆρ´ οὖν οἱ μὴ δυνάμενοι καλῶς χρῆσθαι ἴσασιν ὡς δεῖ 23335 3.7.76.21 : χρῆσθαι; Οὐ δήπου γε, ἔφη. Οἱ ἄρα εἰδότες ὡς δεῖ χρῆ– 23336 3.7.76.22 : σθαι, οὗτοι καὶ δύνανται; Μόνοι γ´, ἔφη. Τί δαὶ οἱ μὴ 23337 3.7.76.23 : διημαρτηκότες, ἆρα κακῶς χρῶνται τοῖς τοιούτοις; Οὐκ 23338 3.7.76.24 : οἴομαι, ἔφη. Οἱ ἄρα κακῶς χρώμενοι διημαρτήκασιν; 23339 3.7.76.25 : Εἰκός γ´, ἔφη. Οἱ μὲν ἄρα ἐπιστάμενοι τοῖς δεινοῖς τε 23340 3.7.76.26 : καὶ ἐπικινδύνοις καλῶς χρῆσθαι ἀνδρεῖοί εἰσιν, οἱ δὲ δια– 23341 3.7.76.27 : μαρτάνοντες τούτου δειλοί; Ἔμοιγε δοκοῦσιν, ἔφη. 23342 3.8.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΔΕΙΛΙΑΣ.}1 23343 3.8.1.1 : Εὐριπίδου Βελλεροφόντῃ (fr. 288 N. 2). 23344 3.8.1.2 : Δόλοι δὲ καὶ σκοτεινὰ μηχανήματα 23345 3.8.1.3 : χρείας ἀνάνδρου φάρμαχ´ εὕρηται βροτοῖς. 23346 3.8.2.1 : Σοφοκλέους Ἀκρίσιος (fr. 58 N. 2). 23347 3.8.2.2 : ΧΟ. Βοᾷ τις, ὦ· 23348 3.8.2.3 : ἀκούετ´; ἢ μάτην ὑλακτῶ; 23349 3.8.2.4 : ἅπαντα γάρ τοι τῷ φοβουμένῳ ψοφεῖ. 23350 3.8.3.1 : Εὐριπίδου Μελεάγρῳ (fr. 519 N. 2). 23351 3.8.3.2 : Δειλοὶ γὰρ ἄνδρες οὐκ ἔχουσιν ἐν μάχῃ 23352 3.8.3.3 : ἀριθμόν, ἀλλ´ ἄπεισι κἂν παρῶς´ ὅμως. 23353 3.8.4.1 : Ὁμήρου Ἰλιάδος μʹ ( 244–247). 23354 3.8.4.2 : Τίπτε σὺ δείδοικας πόλεμον καὶ δηιοτῆτα; 23355 3.8.4.3 : εἴπερ γάρ τ´ ἄλλοι γε περὶ κτεινώμεθα πάντες 23356 3.8.4.4 : νηυσὶν ἐπ´ Ἀργείων, σοὶ δ´ οὐ δέος ἔστ´ ἀπολέσθαι. 23357 3.8.4.5 : οὐ γάρ τοι κραδίη μενεδήιος οὐδὲ μαχήμων. 23358 3.8.5.1 : Σοφοκλέους Φρυγῶν (fr. 657 N. 2). 23359 3.8.5.2 : Τοὺς εὐγενεῖς γὰρ κἀγαθούς, ὦ παῖ, φιλεῖ 23360 3.8.5.3 : Ἄρης ἐναίρειν. οἱ δὲ τῇ γλώσσῃ θρασεῖς 23361 3.8.5.4 : φεύγοντες ἄτας ἐκτός εἰσι τῶν κακῶν· 23362 3.8.5.5 : Ἄρης γὰρ οὐδὲν τῶν κακῶν λωτίζεται. 23363 3.8.6.1 : Εὐριπίδου Ἰφιγενείᾳ (Taur. 472–473). 23364 3.8.6.2 : Οὔ τοι νομίζω σοφόν, ὃς ἂν μέλλων θανεῖν 23365 3.8.6.3 : οἴκτῳ τὸ δεῖμα τοὐλέθρου νικᾶν θέλῃ. 23366 3.8.7.1 : Τοῦ αὐτοῦ Φρίξῳ (fr. 829 N. 2). 23367 3.8.7.2 : Ἀνὴρ δ´ ὃς εἶναι φής, † ἀνδρὸς οὐκ ἄξιον 23368 3.8.7.3 : δειλὸν κεκλῆσθαι καὶ νοσεῖν αἰσχρὰν νόσον. 23369 3.8.8.1 : Μενάνδρου Ἀδελφοῖς (fr. 7 com. IV p. 71). 23370 3.8.8.2 : Τί πολλὰ τηρεῖν πολλὰ δεῖ [τὸν] δεδοικότα; 23371 3.8.9.1 : Θεόγνιδος (( 1221–1222)). 23372 3.8.9.2 : Πολλὰ φέρειν εἴωθε λόγος θνητοῖσι βροτοῖσι 23373 3.8.9.3 : πταίσματα τῆς γνώμης, Κύρνε, ταρασσομένης. 23374 3.8.10.1 : Φιλήμονος ἐν Ἐγχειριδίῳ (com. IV p. 8). 23375 3.8.10.2 : Κακὴ μὲν ὄψις, ἐν δὲ δείλαιαι φρένες. 23376 3.8.11.1 : Σοφοκλέους (fr. 841 N. 2). 23377 3.8.11.2 : Οὐ τοῖς ἀθύμοις ἡ τύχη ξυλλαμβάνει. 23378 3.8.12.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμέωνος (fr. 67 N. 2). 23379 3.8.12.2 : Ὁ φόβος, ὅταν τις αἵματος μέλλῃ πέρι 23380 3.8.12.3 : λέγειν καταστὰς εἰς ἀγῶν´ ἐναντίον, 23381 3.8.12.4 : τό τε στόμ´ εἰς ἔκπληξιν ἀνθρώπων ἄγει, 23382 3.8.12.5 : τὸν νοῦν τ´ ἀπείργει μὴ λέγειν ἃ βούλεται· 23383 3.8.12.6 : τῷ μὲν γὰρ ἔνι κίνδυνος, ὃ δ´ ἀθῷος μένει. 23384 3.8.12.7 : ὅμως δ´ ἀγῶνα τόνδε δεῖ μ´ ὑπεκδραμεῖν. 23385 3.8.12.8 : ψυχὴν γὰρ ἆθλα τιθεμένην ἐμὴν ὁρῷ. 23386 3.8.13.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάῳ (fr. 239 N. 2). 23387 3.8.13.2 : Ὁ δ´ ἡδὺς αἰὼν ἡ κακή τ´ ἀνανδρία 23388 3.8.13.3 : οὔτ´ οἶκον οὔτε πόλιν ἀνορθώσειεν ἄν. 23389 3.8.14.1 : Ἀντισθένους (apophth. 9 Winckelm.). 23390 3.8.14.2 : Ὅστις δὲ ἑτέρους δέδοικε, δοῦλος ὢν λέληθεν ἑαυτόν. 23391 3.8.15.1 : Διογένους (Dionis Chrys. or. VI p. 212 sq. R. 104, 12- 23392 3.8.15.2 : 14; 18–21 Dind.). 23393 3.8.15.3 : Πάντα μὲν οὖν τὰ δεινὰ πέφυκε μᾶλλον ἐκπλήττειν 23394 3.8.15.4 : τοὺς προσδεχομένους ἢ λυπεῖν τοὺς πειραθέντας. ὁ δὲ 23395 3.8.15.5 : φόβος οὕτω χαλεπός ἐστιν, ὥστε πολλοὶ ἤδη προέλαβον 23396 3.8.15.6 : τὸ ἔργον, οἱ μὲν ἐν νηὶ χειμαζόμενοι οὐ περιμείναντες 23397 3.8.15.7 : καταδῦναι τὴν ναῦν, ἀλλὰ πρότερον αὑτοὺς ἀποσφάξαντες. 23398 3.8.16.1 : Ὑπερείδου (fr. 205 Blass 2). 23399 3.8.16.2 : Ὑπερείδης ὁ ῥήτωρ τὴν ἀγωνίαν ἔφησε τοῦ λέγειν 23400 3.8.16.3 : πέδην εἶναι. 23401 3.8.17.1 : Θουκυδίδου ἱστορίας βʹ δημηγορίας Φορμίωνος 23402 3.8.17.2 : ( 89, 11). 23403 3.8.17.3 : Ἡσσημένων δὲ ἀνδρῶν οὐκ ἐθέλουσιν αἱ γνῶμαι πρὸς 23404 3.8.17.4 : τοὺς αὐτοὺς κινδύνους ὅμοιαι εἶναι. 23405 3.8.18.1 : Ἀντιφῶντος (fr. 125 Blass 2). 23406 3.8.18.2 : Νόσος δειλοῖσιν ἑορτή· οὐ γὰρ ἐκπορεύονται ἐπὶ 23407 3.8.18.3 : πρᾶξιν. 23408 3.8.19.1 : Ἱέρακος ἐκ τοῦ Περὶ δικαιοσύνης. 23409 3.8.19.2 : Ἴδωμεν γὰρ εἰ τοὺς δειλοὺς οἷόν τε δικαίους εἶναι· 23410 3.8.19.3 : τοὺς γὰρ ἐναντίως ἔχοντας τούτοις, τοὺς θρασεῖς, ἀδί– 23411 3.8.19.4 : κους ὄντας εὑρίσκομεν, διὰ τὸ πρὸς βίαν τὰ πολλὰ ποιεῖν. 23412 3.8.19.5 : δειλία τοίνυν ἐστὶ διαφθορὰ δόξης ἐννόμου δεινῶν τε 23413 3.8.19.6 : πέρι καὶ μή· ἢ ἄγνοια δεινῶν τε καὶ οὐ δεινῶν καὶ οὐδε– 23414 3.8.19.7 : τέρων. πῶς ἂν οὖν οἱ δόξαις διεφθαρμέναις καὶ παρα– 23415 3.8.19.8 : νόμοις συζῶντες εἶεν ἂν δίκαιοι; οὐ γὰρ δὴ εἰκάζοιεν ἂν 23416 3.8.19.9 : περὶ ὅτου δήποτε καλῶς, μὴ συγχωροῦντος αὐτοῖς τοῦ 23417 3.8.19.10 : περὶ τὴν ψυχὴν δέους εἰς ἥντινα ζήτησιν προκύπτειν. 23418 3.8.20.1 : Δημητρίου. 23419 3.8.20.2 : Αὐτίκα γὰρ εἰ τῷ πολεμοῦντι καὶ παρατεταγμένῳ 23420 3.8.20.3 : παρασταῖεν ἥ τε Ἀνδρεία καὶ ἡ Δειλία, πόσον ἂν οἴεσθε 23421 3.8.20.4 : διαφόρους εἰπεῖν λόγους; ἆρ´ οὐχ ἡ μὲν Ἀνδρεία μένειν 23422 3.8.20.5 : 〈ἂν〉 κελεύοι καὶ τὴν τάξιν διαφυλάττειν; "Ἀλλὰ βάλλου– 23423 3.8.20.6 : σιν"· ’Ὑπόμενε.‘ "Ἀλλὰ τρωθήσομαι"· ’Καρτέρει.‘ "Ἀλλ´ 23424 3.8.20.7 : ἀποθανοῦμαι"· ’Ἀπόθανε μᾶλλον ἢ λίπῃς τὴν τάξιν.‘ 23425 3.8.20.8 : Ἀτενὴς οὗτος ὁ λόγος καὶ σκληρός. ἀλλ´ ὁ τῆς Δειλίας 23426 3.8.20.9 : νὴ Δία φιλάνθρωπος καὶ μαλακός· ὑπάγειν γὰρ δῆτα 23427 3.8.20.10 : κελεύει τὸν φοβούμενον. "Ἀλλ´ ἡ ἀσπὶς ἐνοχλεῖ"· ’Ῥῖ– 23428 3.8.20.11 : ψον.‘ "Ἀλλὰ καὶ ὁ θώραξ"· ’Παράλυσον.‘ Παντὶ δήπου 23429 3.8.20.12 : πραΰτερα ταῦτ´ ἐκείνων. ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων. 23430 3.8.20.13 : ’μὴ λάβῃς‘ φησὶν ἡ Ἐγκράτεια ’ὅθεν οὐ δεῖ· μὴ φάγῃς, 23431 3.8.20.14 : μὴ πίῃς, ἀνέχου, καρτέρει· τὸ τελευταῖον, ἀπόθανε πρό– 23432 3.8.20.15 : τερον ἢ πράξῃς ὅπερ οὐ δεῖ.‘ ἡ δ´ Ἀκρασία ’πῖθι, ὅτε 23433 3.8.20.16 : βούλει, φάγε, ὅ τι ἂν ἥδιστα φάγοις. ἡ τοῦ γείτονος 23434 3.8.20.17 : ἀρέσκει σοι γυνή· πέραινε. χρημάτων ἀπορεῖς· δάνει– 23435 3.8.20.18 : σαι. δανεισάμενος ἀδυναμεῖς· μὴ ἀποδῷς. οὐ πιστεύου– 23436 3.8.20.19 : σιν ἔτι δανείζειν· ἅρπασον.‘ πολύ γε κἀνταῦθα τὸ με– 23437 3.8.20.20 : ταξύ. ἀλλὰ τίς οὐκ οἶδεν ὅτι ἡ μὲν τοιαύτη χάρις 23438 3.8.20.21 : ὀλέθριος γίνεται τοῖς προσδεξαμένοις, ἡ δ´ ἐκ τῶν ἐναν– 23439 3.8.20.22 : τίων σωτήριος; 23440 3.9.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ.}1 23441 3.9.1.1 : Σοφοκλέους Ἀλεάδαι (fr. 75 N. 2). 23442 3.9.1.2 : Τοῖς γὰρ δικαίοις ἀντέχειν οὐ ῥᾴδιον. 23443 3.9.2.1 : Εὐριπίδου Ἰνοῦς (fr. 417 N. 2). 23444 3.9.2.2 : Κέκτησο δ´ ὀρθῶς· ἃν 〈δ´〉 ἔχῃς ἄνευ ψόγου, 23445 3.9.2.3 : κἂν σμικρὰ σῴζου τῇ δίκῃ ξυνοῦς´ ἀεί. 23446 3.9.3.1 : Εὐριπίδου Ἑκάβης ( 827–28). 23447 3.9.3.2 : Ἐσθλοῦ γὰρ ἀνδρὸς τῇ δίκῃ θ´ ὑπηρετεῖν 23448 3.9.3.3 : καὶ τοὺς κακοὺς δρᾶν πανταχοῦ κακῶς ἀεί. 23449 3.9.4.1 : Σοφοκλέους Αἴαντι ( 1334–35). 23450 3.9.4.2 : Μηδ´ ἡ βία σε μηδαμῶς νικησάτω 23451 3.9.4.3 : τοσόνδε μισεῖν ὥστε τὴν δίκην πατεῖν. 23452 3.9.5.1 : Εὐριπίδου Θησεῖ (Aegei fr. 7 N. 2). 23453 3.9.5.2 : Κρεῖσσον δὲ πλούτου καὶ πολυχρύσου χλιδῆς 23454 3.9.5.3 : ἀνδρῶν δικαίων κἀγαθῶν παρουσίαι. 23455 3.9.6.1 : Μενάνδρου. 23456 3.9.6.2 : Δίκαιος ἂν ᾖς, τῷ τρόπῳ χρήσῃ νόμῳ. 23457 3.9.7.1 : Μενάνδρου. 23458 3.9.7.2 : Χρηστοῦ πρὸς ἀνδρὸς μηδὲν ἐννοεῖν κακόν. 23459 3.9.8.1 : Δίκαιος ἀδικεῖν οὐκ ἐπίσταται τρόπος. 23460 3.9.9.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 282 com. IV 23461 3.9.9.2 : p. 293). 23462 3.9.9.3 : Τὸ μηδὲν ἀδικεῖν πᾶσιν ἀνθρώποις πρέπει. 23463 3.9.10.1 : Μενάνδρου Δεισιδαίμονι (fr. 3 com. IV 23464 3.9.10.2 : p. 102). 23465 3.9.10.3 : Οὐ δεῖ γὰρ ἀδικεῖν τοὺς ἱκέτας· ἄλλως τε καὶ 23466 3.9.10.4 : ὅταν μετ´ εὐνοίας τι μὴ πονηρίᾳ 23467 3.9.10.5 : πταίσωσιν. αἰσχρὸν τοῦτο τἆρ´ ἐστιν πάνυ. 23468 3.9.11.1 : Μενάνδρου (Epitrep. fr. 1 com. IV p. 119). 23469 3.9.11.2 : Ἐν παντὶ δεῖ 23470 3.9.11.3 : καιρῷ τὸ δίκαιον ἐπικρατεῖν. 23471 3.9.12.1 : Εὐριπίδου Παλαμήδει (fr. 584 N. 2). 23472 3.9.12.2 : Εἷς τοι δίκαιος μυρίων οὐκ ἐνδίκων 23473 3.9.12.3 : κρατεῖ τὸ θεῖον τὴν δίκην τε συλλαβών. 23474 3.9.13.1 : Φιλωνίδου (com. II 1 p. 425). 23475 3.9.13.2 : Οὐκ ἔστιν οὐδεὶς δειλὸς 〈ὁ〉 δεδοικὼς νόμον· 23476 3.9.13.3 : πρὸς τοὺς πολεμίους δ´ ἐστὶν ἀνδρείας κρίσις. 23477 3.9.13.4 : ὑπὸ τοῦ δικαίου δ´ ἐστὶν ἡττᾶσθαι καλόν. 23478 3.9.14.1 : Εὐριπίδου (fr. 1034 N. 2). 23479 3.9.14.2 : Φεῦ φεῦ, τὸ νικᾶν τἄνδιχ´ ὡς καλὸν γέρας, 23480 3.9.14.3 : τὰ μὴ δίκαια δ´ ὡς ἁπανταχοῦ κακόν· 23481 3.9.14.4 : καὶ γλῶσσα φλαύρα καὶ φθόνος τοῦ μὴ φθονεῖν 23482 3.9.14.5 : ὅσῳ κάκιον μὴ καλῶς ὠγκωμένοις. 23483 3.9.15.1 : Ἀντιφάνους (fab. inc. 39 com. III p. 148). 23484 3.9.15.2 : Ὁ μηδὲν ἀδικῶν οὐδενὸς δεῖται νόμου. 23485 3.9.16.1 : Μενάνδρου Καρχηδονίου (fr. 5 com. IV 23486 3.9.16.2 : p. 146). 23487 3.9.16.3 : Τὸ καλῶς ἔχον που κρεῖττόν ἐστι καὶ νόμου. 23488 3.9.17.1 : Μενάνδρου Κιθαριστῇ (fr. 3 com. IV 23489 3.9.17.2 : p. 150). 23490 3.9.17.3 : Εἰ τοὺς ἀδικηθέντας, πάτερ, φευξούμεθα, 23491 3.9.17.4 : τίσιν ἂν βοηθήσαιμεν ἄλλοις ῥᾳδίως; 23492 3.9.18.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 4 l. c.). 23493 3.9.18.2 : Τὸ μηδὲν ἀδικεῖν ἐκμαθεῖν γάρ, ὦ Λάχης, 23494 3.9.18.3 : ἀστεῖον ἐπιτήδευμα κρίνω τῷ βίῳ. 23495 3.9.19.1 : Μενάνδρου Τροφωνίῳ (fr. 2 com. IV 23496 3.9.19.2 : p. 207). 23497 3.9.19.3 : Τὸ μηδὲν ἀδικεῖν καὶ φιλανθρώπους ποιεῖ. 23498 3.9.20.1 : † Φιλήμονος ἐκ Παλαμήδους (Eur. 23499 3.9.20.2 : fr. 585 N. 2). 23500 3.9.20.3 : Τοῦ γὰρ δικαίου κἀν βροτοῖσι κἀν θεοῖς 23501 3.9.20.4 : ἀθάνατος ἀεὶ δόξα διατελεῖ μόνου. 23502 3.9.21.1 : Φιλήμονος (fab. inc. 10 com. IV p. 37). 23503 3.9.21.2 : Ἀνὴρ δίκαιός ἐστιν οὐχ ὁ μὴ ἀδικῶν, 23504 3.9.21.3 : ἀλλ´ ὅστις ἀδικεῖν δυνάμενος μὴ βούλεται· 23505 3.9.21.4 : οὐδ´ ὃς τὰ μικρὰ λαμβάνειν ἀπέσχετο, 23506 3.9.21.5 : ἀλλ´ ὃς τὰ μεγάλα καρτερεῖ μὴ λαμβάνων 23507 3.9.21.6 : ἔχειν δυνάμενος καὶ κρατεῖν ἀζημίως· 23508 3.9.21.7 : οὐδ´ ὅς γε ταῦτα πάντα διατηρεῖ μόνον, 23509 3.9.21.8 : ἀλλ´ ὅστις ἄδολον γνησίαν τ´ ἔχων φύσιν 23510 3.9.21.9 : εἶναι δίκαιος κοὐ δοκεῖν εἶναι θέλει. 23511 3.9.22.1 : Ἱππάρχου (inscr. gr. m. 197 Pr.). 23512 3.9.22.2 : Μνῆμα τόδ´ Ἱππάρχου· στεῖχε δίκαια φρονῶν. 23513 3.9.23.1 : Σόλωνος (fr. 13 p. l. 4 II p. 41 Bergk). 23514 3.9.23.2 : Μνημοσύνης καὶ Ζηνὸς Ὀλυμπίου ἀγλαὰ τέκνα, 23515 3.9.23.3 : Μοῦσαι Πιερίδες, κλῦτέ μοι εὐχομένῳ· 23516 3.9.23.4 : ὄλβον μοι πρὸς θεῶν μακάρων δότε καὶ πρὸς ἁπάντων 23517 3.9.23.5 : ἀνθρώπων αἰεὶ δόξαν ἔχειν ἀγαθήν· 23518 3.9.23.6 : εἶναι δὲ γλυκὺν ὧδε φίλοις, ἐχθροῖσι δὲ πικρόν, 23519 3.9.23.7 : τοῖσι μὲν αἰδοῖον, τοῖσι δὲ δεινὸν ἰδεῖν. 23520 3.9.23.8 : χρήματα δ´ ἱμείρω μὲν ἔχειν, ἀδίκως δὲ πεπᾶσθαι 23521 3.9.23.9 : οὐκ ἐθέλω· πάντως ὕστερον ἦλθε δίκη. 23522 3.9.23.10 : πλοῦτον δ´ ὃν μὲν δῶσι θεοί, παραγίγνεται ἀνδρὶ 23523 3.9.23.11 : ἔμπεδος ἐκ νεάτου πυθμένος ἐς κορυφήν· 23524 3.9.23.12 : ὃν δ´ ἄνδρες τιμῶσιν ὑφ´ ὕβριος, οὐ κατὰ κόσμον 23525 3.9.23.13 : ἔρχεται, ἀλλ´ ἀδίκοις ἔργμασι πειθόμενος 23526 3.9.23.14 : οὐκ ἐθέλων ἕπεται· ταχέως δ´ ἀναμίσγεται ἄτῃ· 23527 3.9.23.15 : ἀρχὴ δ´ ἐξ ὀλίγου γίγνεται ὥστε πυρός, 23528 3.9.23.16 : φλαύρη μὲν τὸ πρῶτον, ἀνιηρὴ δὲ τελευτᾷ· 23529 3.9.23.17 : οὐ γὰρ δὴν θνητοῖς ὕβριος ἔργα πέλει. 23530 3.9.23.18 : ἀλλὰ Ζεὺς πάντων ἐφορᾷ τέλος, ἐξαπίνης δὲ 23531 3.9.23.19 : ὥστ´ ἄνεμος νεφέλας αἶψα διεσκέδασεν 23532 3.9.23.20 : ἠρινός, ὃς πόντου πολυκύμονος ἀτρυγέτοιο 23533 3.9.23.21 : πυθμένα κινήσας, γῆν κατὰ πυροφόρον 23534 3.9.23.22 : δῃώσας καλὰ ἔργα, θεῶν ἕδος αἰπὺν ἱκάνει 23535 3.9.23.23 : οὐρανόν, αἰθρίην δ´ αὖτις ἔθηκεν ἰδεῖν· 23536 3.9.23.24 : λάμπει δ´ ἠελίοιο μένος κατὰ πίονα γαῖαν 23537 3.9.23.25 : καλόν, ἀτὰρ νεφέων οὐδὲν ἔτ´ ἔστιν ἰδεῖν· 23538 3.9.23.26 : τοιαύτη Ζηνὸς πέλεται τίσις, οὐδ´ ἐφ´ ἑκάστῳ, 23539 3.9.23.27 : ὥσπερ θνητὸς ἀνήρ, γίγνεται ὀξύχολος. 23540 3.9.23.28 : αἰεὶ δ´ οὔ ἑ λέληθε διαμπερές, ὅστις ἀλιτρὸν 23541 3.9.23.29 : θυμὸν ἔχει, πάντως δ´ ἐς τέλος ἐξεφάνη· 23542 3.9.23.30 : ἀλλ´ ὁ μὲν αὐτίκ´ ἔτισεν, ὁ δ´ ὕστερον· οἳ δὲ φύγωσιν 23543 3.9.23.31 : αὐτοί, μηδὲ θεῶν μοῖρ´ ἐπιοῦσα κίχῃ, 23544 3.9.23.32 : ἤλυθε πάντως αὖτις· ἀναίτιοι ἔργα τίνουσιν 23545 3.9.23.33 : ἢ παῖδες τούτων ἢ γένος ἐξοπίσω. 23546 3.9.23.34 : θνητοὶ δ´ ὧδε νοεῦμεν ὁμῶς ἀγαθός τε κακός τε, 23547 3.9.23.35 : † ἐν δηνην αὐτὸς δόξαν ἕκαστος ἔχει, 23548 3.9.23.36 : πρίν τι παθεῖν· τότε δ´ αὐτίκ´ ὀδύρεται· ἄχρι δὲ τούτου 23549 3.9.23.37 : χάσκοντες κούφαις ἐλπίσι τερπόμεθα. 23550 3.9.23.38 : χὤστις μὲν νούσοισιν ὑπ´ ἀργαλέῃσι πιεσθῇ, 23551 3.9.23.39 : ὡς ὑγιὴς ἔσται, τοῦτο κατεφράσατο· 23552 3.9.23.40 : ἄλλος δειλὸς ἐὼν ἀγαθὸς δοκεῖ ἔμμεναι ἀνήρ, 23553 3.9.23.41 : καὶ καλλός, μορφὴν οὐ χαρίεσσαν ἔχων· 23554 3.9.23.42 : εἰ δέ τις ἀχρήμων, πενίης δέ μιν ἔργα βιᾶται, 23555 3.9.23.43 : κτήσεσθαι πάντως χρήματα πολλὰ δοκεῖ. 23556 3.9.23.44 : σπεύδει δ´ ἄλλοθεν ἄλλος· ὁ μὲν κατὰ πόντον ἀλᾶται 23557 3.9.23.45 : ἐν νηυσὶν χρῄζων οἴκαδε κέρδος ἄγειν· 23558 3.9.23.46 : ἰχθυόεντ´ ἀνέμοισι φορεύμενος ἀργαλέοισι, 23559 3.9.23.47 : φειδωλὴν ψυχῆς οὐδεμίην θέμενος· 23560 3.9.23.48 : ἄλλος γῆν τέμνων πολυδένδρεον εἰς ἐνιαυτὸν 23561 3.9.23.49 : λατρεύει, τοῖσιν καμπύλ´ ἄροτρα μέλει· 23562 3.9.23.50 : ἄλλος Ἀθηναίης τε καὶ Ἡφαίστου πολυτέχνεω 23563 3.9.23.51 : ἔργα δαεὶς χειροῖν ξυλλέγεται βίοτον· 23564 3.9.23.52 : ἄλλος Ὀλυμπιάδων Μουσέων πάρα δῶρα διδαχθείς, 23565 3.9.23.53 : ἱμερτῆς σοφίης μέτρον ἐπιστάμενος· 23566 3.9.23.54 : ἄλλον μάντιν ἔθηκεν ἄναξ ἑκάεργος Ἀπόλλων, 23567 3.9.23.55 : ἔγνω δ´ ἀνδρὶ κακὸν τηλόθεν ἐρχόμενον, 23568 3.9.23.56 : ᾧ συνομαρτήσωσι θεοί· τὰ δὲ μόρσιμα πάντως 23569 3.9.23.57 : οὔτε τὶς οἰωνὸς ῥύσεται οὔθ´ ἱερά· 23570 3.9.23.58 : ἄλλοι Παιῶνος πολυφαρμάκου ἔργον ἔχοντες 23571 3.9.23.59 : ἰητροί· καὶ τοῖς οὐδὲν ἔπεστι τέλος· 23572 3.9.23.60 : πολλάκι δ´ ἐξ ὀλίγης ὀδύνης μέγα γίγνεται ἄλγος, 23573 3.9.23.61 : κοὐκ ἄν τις λύσαιτ´ ἤπια φάρμακα δούς. 23574 3.9.23.62 : τὸν δὲ κακαῖς νούσοισι κυκώμενον ἀργαλέαις τε 23575 3.9.23.63 : ἁψάμενος χειροῖν αἶψα τίθης´ ὑγιῆ. 23576 3.9.23.64 : μοῖρα δέ τοι θνητοῖσι κακὸν φέρει ἠδὲ καὶ ἐσθλόν· 23577 3.9.23.65 : δῶρα δ´ ἄφυκτα θεῶν γίγνεται ἀθανάτων. 23578 3.9.23.66 : πᾶσι δέ τοι κίνδυνος ἐπ´ ἔργμασιν, οὐδέ τις οἶδεν, 23579 3.9.23.67 : ᾗ μέλλει σχήσειν, χρήματος ἀρχομένου. 23580 3.9.23.68 : ἀλλ´ ὁ μὲν εὖ ἕρδειν πειρώμενος οὐ προνοήσας 23581 3.9.23.69 : εἰς μεγάλην ἄτην καὶ χαλεπὴν ἔπεσεν, 23582 3.9.23.70 : τῷ δὲ καλῶς ἕρδοντι θεὸς περὶ πάντα δίδωσι 23583 3.9.23.71 : συντυχίην ἀγαθήν, ἔκλυσιν ἀφροσύνης. 23584 3.9.23.72 : πλούτου δ´ οὐδὲν τέρμα πεφασμένον ἀνδράσι κεῖται· 23585 3.9.23.73 : οἳ γὰρ νῦν ἡμέων πλεῖστον ἔχουσι βίον, 23586 3.9.23.74 : διπλασίως σπεύδουσι· τίς ἂν κορέσειεν ἅπαντας; 23587 3.9.23.75 : κέρδεά τοι θνητοῖς ὤπασαν ἀθάνατοι· 23588 3.9.23.76 : ἄτη δ´ ἐξ αὐτῶν ἀναφαίνεται, ἣν ὁπόταν Ζεὺς 23589 3.9.23.77 : πέμψῃ τισομένην, ἄλλοτεν ἄλλος ἔχει. 23590 3.9.24.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ αʹ τῆς πολιτείας 23591 3.9.24.2 : (p. 336 E). 23592 3.9.24.3 : Μὴ γὰρ δὴ οἴου, εἰ μὲν χρυσὸν ἐζητοῦμεν, οὐκ ἄν 23593 3.9.24.4 : ποτε ἡμᾶς ἑκόντας εἶναι ὑποκατακλίνεσθαι ἀλλήλοις ἐν 23594 3.9.24.5 : τῇ ζητήσει καὶ διαφθείρειν τὴν εὕρεσιν αὐτοῦ, δικαιο– 23595 3.9.24.6 : σύνην δὲ ζητοῦντας, πρᾶγμα πολλῷ χρυσίου τιμιώτερον, 23596 3.9.24.7 : ἔπειθ´ οὕτως ἀνοήτως ὑπείκειν ἀλλήλοις 〈καὶ〉 οὐ σπου– 23597 3.9.24.8 : δάζειν ὅ τι μάλιστα φανῆναι αὐτό. 23598 3.9.25.1 : Ἀγησιλάου (Plut. Agesil. c. 23). 23599 3.9.25.2 : Ἀνδρείας μὲν γὰρ οὐδὲν ὄφελος μὴ παρούσης δι– 23600 3.9.25.3 : καιοσύνης· εἰ δὲ δίκαιοι πάντες γένοιντο, μηδὲν ἀνδρείας 23601 3.9.25.4 : δεήσεσθαι. 23602 3.9.26.1 : Ἰσοκράτους Κατὰ τῶν σοφιστῶν (§ 21 23603 3.9.26.2 : p. 295 d). 23604 3.9.26.3 : Καὶ μηδεὶς οἰέσθω με λέγειν, ὡς ἔστι δικαιοσύνη 23605 3.9.26.4 : διδακτόν· ὅλως μὲν γὰρ οὐδεμίαν ἡγοῦμαι τοιαύτην τέχ– 23606 3.9.26.5 : νην εἶναι, ἥ τις τοῖς κακῶς πεφυκόσι πρὸς αὐτὴν δι– 23607 3.9.26.6 : καιοσύνην ἂν ἐμποιήσειεν. 23608 3.9.27.1 : Δημοσθένους (fr. 20 Sauppe). 23609 3.9.27.2 : Ἄξιον τούτους ἐπαινεῖν τῶν ἀνθρώπων, οἳ μηδεμίαν 23610 3.9.27.3 : ὠφέλειαν προαιροῦνται τοῦ δικαίου. χρήματα μὲν γὰρ 23611 3.9.27.4 : ἔστι κτήσασθαι, δόξαν δὲ χρημάτων οὐ ῥᾴδιον πρίασθαι. 23612 3.9.28.1 : Πλάτωνος (Menex. p. 246 E). 23613 3.9.28.2 : Πᾶσα ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλ– 23614 3.9.28.3 : λης ἀρετῆς πανουργία, ἀλλ´ οὐ σοφία φαίνεται. 23615 3.9.29.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 109 Mullach.). 23616 3.9.29.2 : Ἀγαθὸν οὐ τὸ μὴ ἀδικέειν ἀλλὰ τὸ μηδὲ ἐθέλειν. 23617 3.9.30.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 107 Mullach.). 23618 3.9.30.2 : Μοῦνοι θεοφιλέες, ὅσοις ἐχθρὸν τὸ ἀδικέειν. 23619 3.9.31.1 : Πιττακοῦ. 23620 3.9.31.2 : Πιττακὸς ἔφη ’ἡδονὴ σὺν τῷ καλῷ δίκαιον‘. 23621 3.9.32.1 : Ἀριστείδου. 23622 3.9.32.2 : Ἀριστείδης ὁ δίκαιος ἐρωτηθεὶς τί ἐστι τὸ δίκαιον 23623 3.9.32.3 : ’τὸ μὴ ἀλλοτρίων ἐπιθυμεῖν‘ ἔφη. 23624 3.9.33.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Πρωταγόρου (p. 331 B). 23625 3.9.33.2 : Ἐγὼ μὲν γὰρ αὐτὸς ὑπέρ γε ἐμαυτοῦ φαίην ἂν καὶ 23626 3.9.33.3 : τὴν δικαιοσύνην ὅσιον εἶναι καὶ τὴν ὁσιότητα δίκαιον· 23627 3.9.33.4 : καὶ ὑπὲρ σοῦ δέ, εἴ με ἐῴης, ταῦτα ἂν αὐτὰ ἀποκρινοί– 23628 3.9.33.5 : μην, ὅτι ἤτοι ταὐτόν γ´ ἐστὶ δικαιότης ὁσιότητι ἢ ὅ τι 23629 3.9.33.6 : ὁμοιότατον, καὶ μάλιστα πάντων ἥ τε δικαιοσύνη οἷον 23630 3.9.33.7 : ὁσιότης καὶ ἡ ὁσιότης οἷον δικαιοσύνη. 23631 3.9.34.1 : Πυθαγόρου. 23632 3.9.34.2 : Ξένος ἀνὴρ δίκαιος οὐ μόνον πολίτου ἀλλὰ καὶ συγ– 23633 3.9.34.3 : γενοῦς διαφέρει. 23634 3.9.35.1 : Ἰαμβλίχου ἐκ τῆς ἐπιστολῆς τῆς πρὸς 23635 3.9.35.2 : Ἀνατόλιον περὶ δικαιοσύνης. 23636 3.9.35.3 : Ἐπ´ αὐτὸ δὴ τὸ τῶν ὅλων ἀρετῶν τέλος καὶ τὴν 23637 3.9.35.4 : συναγωγὴν αὐτῶν συμπασῶν, ἐν ᾗ δὴ πᾶσαι ἔνεισι συλ– 23638 3.9.35.5 : λήβδην κατὰ τὸν παλαιὸν λόγον, γένοιτο ἄν τις εἰς τὴν 23639 3.9.35.6 : δικαιοσύνην ἀγόμενος. 23640 3.9.36.1 : Ἐν ταὐτῷ. 23641 3.9.36.2 : Ἐν δὲ τῷ ἀνθρωπίνῳ βίῳ διανομὴ τῶν κατ´ ἀξίαν 23642 3.9.36.3 : ἔργων τε καὶ τιμῶν καὶ τῶν ἄλλων τῶν ἐπιβαλλόντων 23643 3.9.36.4 : ἑκάστοις ὑφίστησι τὴν εἰς τὸν ἀνθρώπινον βίον τείνουσαν 23644 3.9.36.5 : δικαιοσύνην. ἔργα τοίνυν τῇ δικαιοσύνῃ τὰ πρόσφορα 23645 3.9.36.6 : καὶ ἐπιτηδεύματα εἴη ἄν, ὅσα κοινωνικὰ καὶ ἥμερα τυγ– 23646 3.9.36.7 : χάνει καὶ εὐσύμβολα καὶ εὐσυνάλλακτα καὶ ὠφέλιμα, τῶν 23647 3.9.36.8 : βλαβερῶν κωλυτικὰ διαπράξεων, τῶν δ´ ἐναντίων τὴν ὅλην 23648 3.9.36.9 : κατάστασιν εὐτρεπῆ παρασκευάζοντα. 23649 3.9.37.1 : Ἐπικτήτου (fr. 58 t. III p. 86 Schweigh.). 23650 3.9.37.2 : Ὥσπερ ἀληθὴς ζυγὸς οὔτε πρὸς ἀληθοῦς εὐθύνεται ζυ– 23651 3.9.37.3 : γοῦ οὔθ´ ὑπὸ ψευδοῦς κρίνεται, οὕτω καὶ ὁ δίκαιος κριτὴς 23652 3.9.37.4 : οὔθ´ ὑπὸ δικαίων εὐθύνεται οὔτε παρ´ ἀδίκοις δικάζεται. 23653 3.9.38.1 : (fr. 59 l. c.) 23654 3.9.38.2 : Ὥσπερ τὸ εὐθὺ εὐθέος οὐ δεῖται, οὕτως οὐδὲ τὸ δί– 23655 3.9.38.3 : καιον δικαίου. 23656 3.9.39.1 : (fr. 60 l. c. p. 87) 23657 3.9.39.2 : Μὴ πρότερον ἑτέρῳ δικαστηρίῳ δικάσῃς, πρὶν 〈ἂν〉 23658 3.9.39.3 : αὐτὸς παρὰ τῇ δίκη κριθῇς. 23659 3.9.40.1 : (fr. 61 l. c.) 23660 3.9.40.2 : Εἰ βούλει τὰς κρίσεις δικαίας ποιεῖσθαι, μηδένα 23661 3.9.40.3 : τῶν δικαζομένων καὶ δικαιολογούντων ἐπιγίγνωσκε, ἀλλ´ 23662 3.9.40.4 : αὐτὴν τὴν δίκην. 23663 3.9.41.1 : (fr. 62 l. c.) 23664 3.9.41.2 : Ἥκιστα πταίσεις ἐν ταῖς κρίσεσιν, ἐὰν αὐτὸς ἐν τῷ 23665 3.9.41.3 : βίῳ ἄπταιστος διατελῇς. 23666 3.9.42.1 : (fr. 63 l. c.) 23667 3.9.42.2 : Ἄμεινον δικαίως κρίναντα πρὸς τοῦ καταδικασθέν– 23668 3.9.42.3 : τος ἀδίκως μεμφθῆναι ἢ ἀδίκως κρίναντα παρὰ τῇ φύσει 23669 3.9.42.4 : δικαίως ψέγεσθαι. 23670 3.9.43.1 : (fr. 64 l. c.) 23671 3.9.43.2 : Καθάπερ ἡ τὸν χρυσὸν δοκιμάζουσα λίθος οὐκέτι 23672 3.9.43.3 : καὶ αὐτὴ πρὸς τοῦ χρυσοῦ δοκιμάζεται, οὕτω καὶ ὁ τὸ 23673 3.9.43.4 : κριτήριον ἔχων. 23674 3.9.44.1 : (fr. 65 l. c. p. 88) 23675 3.9.44.2 : Αἰσχρὸν τὸν δικαστὴν πρὸς ἑτέρων δικάζεσθαι. 23676 3.9.45.1 : (fr. 66 l. c.) 23677 3.9.45.2 : Καθάπερ ὀρθοῦ οὐδὲν ὀρθότερον, οὕτως οὐδὲ δι– 23678 3.9.45.3 : καίου οὐδὲν δικαιότερον. 23679 3.9.46.1 : Διογένους. 23680 3.9.46.2 : Ἡ τοίνυν δικαιοσύνη πολλὴν ἔχει ῥᾳστώνην τῇ ψυχῇ. 23681 3.9.46.3 : τὸ γὰρ μηδένα μήτε φοβούμενον μήτε αἰσχυνόμενον ζῆν 23682 3.9.46.4 : ἡδονή τις ἐστὶν καὶ ἱκανότης τῷ βίῳ· ὁ δὲ τὴν δικαιο– 23683 3.9.46.5 : σύνην ἔχων ἐν τῇ ψυχῇ οὐ μόνον τοῖς ἄλλοις ὠφέλιμός 23684 3.9.46.6 : ἐστιν, ἀλλὰ πολὺ μάλιστα αὐτὸς αὑτῷ· οὐ γὰρ πειράσε– 23685 3.9.46.7 : ται αὑτὸν ἀδικεῖν οὐδὲ καθ´ ἓν μέρος. οὐδὲ γὰρ λύπης 23686 3.9.46.8 : αὑτῷ αἴτιός ἐστιν οὐδὲ νόσου· ἀλλὰ τὰ αἰσθητήρια τὰ 23687 3.9.46.9 : τῆς φύσεως θεοὺς ὑπολαμβάνων εἶναι, δικαίως χρήσεται 23688 3.9.46.10 : αὐτοῖς· οὐδὲν μὲν ὑπὲρ τὴν δύναμιν πράττων, φυλάττων 23689 3.9.46.11 : δὲ τὰ μάλιστα καὶ ἡδονὰς καὶ ὠφελείας λαμβάνων διὰ 23690 3.9.46.12 : τούτων. καὶ γὰρ ἀπὸ ἀκοῆς καὶ ἀπὸ ὁράσεως καὶ ἀπὸ 23691 3.9.46.13 : τῆς τροφῆς καὶ ἀπὸ 〈τῶν〉 ἀφροδισίων ἡδοναὶ ἔσονται 23692 3.9.46.14 : τῷ δικαίως ἑαυτῷ χρωμένῳ ... καὶ κίνδυνοι γίνονται 23693 3.9.46.15 : περὶ τὰ πλείστου ἄξια καὶ ἀναγκαιότατα. ἢ οὐχ ἑώρα– 23694 3.9.46.16 : κας τὴν ψυχὴν ταραττομένους καὶ νυκτὸς καὶ ἡμέρας, 23695 3.9.46.17 : καὶ εἰς τὴν θάλατταν ἑαυτοὺς ῥιπτοῦντας εἰκῆ καὶ εἰς 23696 3.9.46.18 : † ἑταίραν; 23697 3.9.47.1 : Λυκούργου (fr. 8 Sauppe). 23698 3.9.47.2 : Ζηλωτὸν ἴσως ὁ πλοῦτος· τίμιον μέντοι καὶ θαυμα– 23699 3.9.47.3 : στὸν ἡ δικαιοσύνη. 23700 3.9.48.1 : Δημοσθένους Ὀλυνθιακῶν βʹ (II § 10 23701 3.9.48.2 : p. 21). 23702 3.9.48.3 : Ὥσπερ γὰρ οἰκίας οἶμαι καὶ πλοίου καὶ τῶν ἄλλων 23703 3.9.48.4 : τῶν τοιούτων τὰ κάτωθεν ἰσχυρότατα εἶναι δεῖ, οὕτω 23704 3.9.48.5 : καὶ τῶν πράξεων τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ὑποθέσεις ἀληθεῖς 23705 3.9.48.6 : καὶ δικαίας. 23706 3.9.49.1 : Ἐκ τῆς Νικολάου Ἐθῶν συναγωγῆς 23707 3.9.49.2 : (hist. gr. min. ed. L. Dindorf v. I p. 146 fr. 6). 23708 3.9.49.3 : Ἐν Παιδαλίοις, Ἰνδικῷ ἔθνει, οὐχ ὁ θύων, ἀλλ´ ὁ 23709 3.9.49.4 : συνετώτατος τῶν παρόντων κατάρχεται τῶν ἱερῶν. αἰ– 23710 3.9.49.5 : τεῖται δ´ ἀεὶ παρὰ τῶν θεῶν οὐδὲν ἄλλο πλὴν δικαιο– 23711 3.9.49.6 : σύνης. 23712 3.9.50.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Θεαιτήτου (p. 176 C). 23713 3.9.50.2 : Θεὸς οὐδαμῆ οὐδαμῶς ἄδικος, ἀλλ´ ὡς οἷόν τε δι– 23714 3.9.50.3 : καιότατος, καὶ οὐκ ἔστιν αὐτῷ ὁμοιότερον οὐδὲν, ἢ ὃς ἂν 23715 3.9.50.4 : ἡμῶν αὖ γένηται ὅ τι δικαιότατος περὶ τοῦτο. 23716 3.9.51.1 : Ἐκ Πώλου Πυθαγορείου Λευκανοῦ Περὶ 23717 3.9.51.2 : δικαιοσύνης (fr. 8 phil. Gr. II p. 26 Mullach.). 23718 3.9.51.3 : Δοκεῖ μοι τῶν ἀνδρῶν τὰν δικαιοσύναν ματέρα τε 23719 3.9.51.4 : καὶ τιθηνὰν τᾶν ἀλλᾶν ἀρετᾶν προσειπέν· ἄτερ γὰρ ταύ– 23720 3.9.51.5 : τας οὔτε σώφρονα οὔτε ἀνδρεῖον οὔτε φρόνιμον οἷόν τε 23721 3.9.51.6 : ἦμεν. ἁρμονία γάρ ἐστι καὶ εἰράνα τᾶς ὅλας ψυχᾶς μετ´ 23722 3.9.51.7 : εὐρυθμίας. διαφανέστερον δέ κα γένοιτο τὸ ταύτας κρά– 23723 3.9.51.8 : τος ἐτάζουσιν ἁμῖν τὰς ἄλλας ἕξιας. μερικὰν γὰρ ἔχοντι 23724 3.9.51.9 : αὗται τὰν ὠφέλειαν, καὶ ποθ´ ἕν· ἃ δὲ ποθ´ ὅλα τὰ 23725 3.9.51.10 : συστάματα, καὶ ἐν πλάθει. ἐν κόσμῳ μὲν ὦν αὐτὰ τὰν 23726 3.9.51.11 : ὅλαν ἀρχὰν διαστραταγοῦσα πρόνοιά τε καὶ ἁρμονία καὶ 23727 3.9.51.12 : δίκα καὶ νῶς τινὸς θεῶν οὕτω ψαφιξαμένω· ἐν πόλει 23728 3.9.51.13 : δὲ εἰράνα τε καὶ εὐνομία δικαίως κέκληται· ἐν οἴκῳ δ´ 23729 3.9.51.14 : ἔστι ἀνδρὸς μὲν καὶ γυναικὸς ποτ´ ἀλλάλως ὁμοφροσύνα. 23730 3.9.51.15 : οἰκετᾶν δὲ ποτὶ δεσπότας εὔνοια, δεσποτᾶν δὲ ποτὶ 23731 3.9.51.16 : θεράποντας καδεμονία· ἐν σώματι δὲ καὶ ψυχᾷ πρᾶτα 23732 3.9.51.17 : μὲν ἃ πᾶσιν ἀγαπατότατα ζῴοις, ἅ τε ὑγίεια καὶ ἀρ– 23733 3.9.51.18 : τιότας, σοφία τ´ ἐκ τᾶς ἐπιστάμας τε καὶ δικαιοσύνας 23734 3.9.51.19 : γενομένα † τε παρ´ ἀνθρώποις. εἰ δ´ αὐτὰ τὸ ὅλον καὶ 23735 3.9.51.20 : τὰ μέρεα οὕτω παιδαγωγεῖ τε καὶ σῴζει ὁμόφρονα καὶ 23736 3.9.51.21 : ποτάγορα ἀλλάλοις ἀπεργαζομένα, πῶς οὔ 〈κα〉 μάτηρ καὶ 23737 3.9.51.22 : τιθηνὰ πασᾶν τε καὶ πάντων παμψαφεὶ λέγοιτο; 23738 3.9.52.1 : Πλάτωνος Νόμων εʹ (p. 730 D). 23739 3.9.52.2 : Τίμιος μὲν δὴ καὶ ὁ μηδὲν ἀδικῶν· ὁ δὲ μηδ´ ἐπι– 23740 3.9.52.3 : τρέπων τοῖς ἀδικοῦσιν ἀδικεῖν πλέον ἢ διπλασίας τιμῆς 23741 3.9.52.4 : ἄξιος ἐκείνου. ὁ μὲν γὰρ ἑνός, ὁ δὲ πολλῶν ἀντάξιος 23742 3.9.52.5 : ἑτέρων, μηνύων τὴν τῶν ἄλλων τοῖς ἄρχουσιν ἀδικίαν· 23743 3.9.52.6 : ὁ δὲ καὶ ξυγκολάζων εἰς δύναμιν τοῖς ἄρχουσιν, ὁ μέγας 23744 3.9.52.7 : ἀνὴρ ἐν πόλει καὶ τέλειος οὗτος ἀναγορευέσθω νικηφό– 23745 3.9.52.8 : ρος ἀρετῇ. 23746 3.9.53.1 : Ἱέρακος ἐκ τοῦ Περὶ δικαιοσύνης. 23747 3.9.53.2 : Φέρε γὰρ ἴδωμεν, τί τοῖς πολλοῖς δοκεῖ περὶ δι– 23748 3.9.53.3 : καιοσύνης. οἱ μὲν οὖν ἕξιν· εἶναι φασὶ ψυχῆς ἀδωροδό– 23749 3.9.53.4 : κητον, τοῦ κατὰ δύναμιν ἑκάστου στοχαζομένην· οἱ δὲ 23750 3.9.53.5 : ἕξιν ἐν ψυχῇ, μήτε τῇ χείρονι τύχῃ μήτε τῇ κρείττονι 23751 3.9.53.6 : πλέον ἢ ἔλαττον ἀπονέμουσαν, τὸ δ´ ἴσον πᾶσι φυλάτ– 23752 3.9.53.7 : τουσαν. δοκοῦσι δέ μοι οἱ μὲν πρότεροι τὸν μὴ ἀλλο– 23753 3.9.53.8 : τρίων ἐπιθυμοῦντα χρημάτων θαυμάζειν, τηρήσαντα δ´ 23754 3.9.53.9 : ἂν καὶ τὸ κατὰ δύναμιν ἑκάστῳ, εἰ κελεύειν τισὶ συγχω– 23755 3.9.53.10 : ρηθείη· οἱ δεύτεροι δὲ, τὸν μὴ τῇ τύχῃ τὸ πλέον με– 23756 3.9.53.11 : τροῦντα, πάντας δὲ τῶν αὐτῶν ἀξιοῦντα. τί οὖν εἰ τοῦτο 23757 3.9.53.12 : μαθών τις ἐν τοῖς ἄλλοις ἀδικώτατος εἴη; καὶ εἰ χρη– 23758 3.9.53.13 : μάτων μὲν 〈μη〉δ´ ἅπαξ ἀλλοτρίων ἐπιθυμοῖ, ὑβριστὴς δὲ 23759 3.9.53.14 : ὑπάρχοι καὶ ἀκόλαστος περὶ ἡδονάς, ἆρα ὁ τοιούτων κακῶν 23760 3.9.53.15 : ἀνάπλεως δίκαιος ἂν εἴη; ὅταν δὲ καὶ τῶν αὐτῶν ἀξιώσῃ 23761 3.9.53.16 : πάντας, πῶς μὲν οὐκ ἄφρων, πῶς δὲ οὐκ ἄδικος, εἰ 23762 3.9.53.17 : ὁμοίως τιμήσει τόν τε σώφρονα καὶ τὸν ἀκόλαστον, καὶ 23763 3.9.53.18 : τὸν ἄφρονα καὶ τὸν φρόνιμον; ἀλλ´ οὐδὲ τὸ μὴ χρη– 23764 3.9.53.19 : μάτων ἀλλοτρίων ἐπιθυμεῖν δικαιοσύνης ὅρος, εὐτύχημα 23765 3.9.53.20 : δὲ περὶ ἕν τι τῶν παθῶν. ὑποκείσθω γὰρ ὑπερβολῇ 23766 3.9.53.21 : πλούσιον εἶναί τινα, δυνάμενον ἄλλοις ἐπαρκεῖν πολλοῖς 23767 3.9.53.22 : ἐκ τῶν ἰδίων, δόξης δὲ τοῦτον ἡττώμενον καὶ φιλοτι– 23768 3.9.53.23 : μίας, καὶ μηδενὸς ἐλευθεριάζοντος ἀνέχεσθαι, ἀλλὰ τοὺς 23769 3.9.53.24 : μὲν ὑβρίζειν, τοὺς δὲ τύπτειν, τοῖς δὲ κελεύειν, τερπό– 23770 3.9.53.25 : μενον τῷ πάντας ὑπακούειν αὐτῷ· τί οὖν ἄν τις τοῦτον 23771 3.9.53.26 : εἴποι, ὅταν μηδενὸς μὲν τῶν ἀλλοτρίων ἐπιθυμῇ, βίαιος 23772 3.9.53.27 : δὲ ἄλλως ᾖ καὶ τύραννος; καὶ πρώτοις μὲν τοῖς οἰκέ– 23773 3.9.53.28 : ταις καὶ ταῖς θεραπαινίσι χρῆσθαι κακῶς, τοὺς μὲν ὑπὲρ 23774 3.9.53.29 : τὸ μέτρον κολάζοντα, ταῖς δὲ συγγιγνόμενον ἀνέδην, 23775 3.9.53.30 : ἔπειτα μηδὲν ἀδικεῖν ἡγεῖσθε ταῦτα ποιοῦντα; 23776 3.9.54.1 : Ἐν ταὐτῷ. 23777 3.9.54.2 : Οἱ μὲν ἀπὸ τοῦ περιπάτου μεσότητα πλεονεξίας καὶ 23778 3.9.54.3 : μειονεξίας τὴν δικαιοσύνην εἰρήκασιν· οἱ δὲ ἀπὸ τῆς 23779 3.9.54.4 : στοᾶς ἕξιν ἰσότητος ἀπονεμητικήν. καὶ ὡς μὲν οὐ μόνον 23780 3.9.54.5 : οὐ δίκαιον, ἀλλὰ καὶ ἀδικώτατον τὸ πάντας τῶν αὐτῶν 23781 3.9.54.6 : ἀξιοῦν, ἐν τοῖς ἔμπροσθεν εἴρηται· τὸ δὲ μεταξὺ πλεο– 23782 3.9.54.7 : νεξίας καὶ μειονεξίας, ἔκβασίς ἐστι πράξεως ἀκατονό– 23783 3.9.54.8 : μαστος, ἀλλ´ οὐκ ἀρετὴ ψυχῆς. πᾶσα δὲ πρᾶξις ἐνέργεια 23784 3.9.54.9 : ψυχῆς διὰ σώματος· ἡ δ´ ἐνέργεια οὐκ ἀρετή, ἢ πᾶς´ ἂν 23785 3.9.54.10 : ἐνέργεια ἦν ἀρετή. τὴν δὲ δικαιοσύνην πάντες ἁπαξα– 23786 3.9.54.11 : πλῶς ἀρετὴν ψυχῆς ὁμολογοῦσιν, ἀλλ´ οὐ πρᾶξιν, οὐδὲ 23787 3.9.54.12 : πράξεως ἀποτέλεσμα. τρία γάρ ἐστι περὶ ἕκαστον, ἢ 23788 3.9.54.13 : ἕξις ἢ πρᾶξις ἢ ἀποτέλεσμα. ἕξις μέν, καθ´ ἣν πλεο– 23789 3.9.54.14 : νεκτικοί τινες ἢ μειονεκτικοὶ ἐσμέν· πρᾶξις δὲ τὸ μειο– 23790 3.9.54.15 : νεκτεῖν καὶ 〈τὸ〉 πλεονεκτεῖν· ἀποτέλεσμα δὲ ἡ μειονεξία 23791 3.9.54.16 : καὶ ἡ πλεονεξία. ὥσπερ ἕξις μὲν ἡ ζωγραφική, πρᾶξις 23792 3.9.54.17 : δὲ ἡ ζωγραφία, ἀποτέλεσμα δὲ ἡ γραφή. καὶ πάλιν· 23793 3.9.54.18 : ἕξις μὲν ἡ ἀγαλματοποιική, πρᾶξις δὲ τὸ ἀγαλματοποιεῖν, 23794 3.9.54.19 : ἀποτέλεσμα δὲ τὸ ἄγαλμα. εἰ δέ τις τὴν ἕξιν ὁρίζοιτο 23795 3.9.54.20 : γραφὴν καὶ ἄγαλμα, τῷ τοῦ ἀποτελέσματος ὀνόματι κα– 23796 3.9.54.21 : λῶν, σφάλλεσθαι ἂν ὁμολογοῖτο καὶ σύγχυσιν ποιεῖν· 23797 3.9.54.22 : οὕτως ὁ πλεονεξίαν καὶ μειονεξίαν τὴν ἕξιν ὀνομάζων, 23798 3.9.54.23 : τῷ τοῦ ἀποτελέσματος ὀνόματι χρῆται κατὰ τῆς ἐν τῇ 23799 3.9.54.24 : ψυχῇ ἕξεως. καὶ ἡ μεσότης τοίνυν τῶν ἀποτελεσμάτων 23800 3.9.54.25 : ἀποτέλεσμα ἂν εἴη· τεταγμένων γὰρ ἐν τοῖς ἐκ τῶν 23801 3.9.54.26 : πραγμάτων ἀποτελουμένοις πλεονεξίας καὶ μειονεξίας, 23802 3.9.54.27 : καὶ ἡ τούτων μεσότης εἴη ἂν ἀποτέλεσμα, οὐχ ἕξις. 23803 3.9.54.28 : ἔστω δὲ μὴ ἔκβασις, ἀλλ´ ἕξις ψυχῆς, οὔτε πλεονεκτικὴ 23804 3.9.54.29 : 〈οὔτε μειονεκτική〉· ὁ περί τι τοίνυν, ἢ τινὶ μήτε πλεο– 23805 3.9.54.30 : νεκτῶν μήτε μειονεκτῶν, ἔσται δίκαιος. περὶ μὲν δὴ 23806 3.9.54.31 : τὰ σωματικὰ ἀγαθὰ οὐκ ἂν φαῖεν εἶναι ταύτην, οὔτε ὡς 23807 3.9.54.32 : τούτων ἀκρότητα οὔτε ὡς μεσότητα· οὐ γὰρ δὴ κτητὰ 23808 3.9.54.33 : ταῦτα γίγνεται κατὰ τὴν ἡμετέραν πρόθεσίν τε καὶ 23809 3.9.54.34 : σπουδήν, ἀλλὰ τὰ πολλὰ τούτων ἐστὶ φύσεως. κάλλος 23810 3.9.54.35 : μὲν γάρ ἐστι φύσει καὶ ἰσχὺς σώματος καὶ ὑγίεια· εἰ δὲ 23811 3.9.54.36 : πειρώμεθα τὴν μὲν ἰσχὺν ἐπιτείνειν τροφαῖς τε καὶ 23812 3.9.54.37 : γυμνασίοις, τὴν δὲ ὑγίειαν διαίτῃ ποιᾷ τηρεῖν καὶ ἐκ– 23813 3.9.54.38 : πίπτουσαν ἀνακαλέσασθαι, ἀλλ´ ὅμως ὡς οὐκ ἐφ´ ἡμῖν 23814 3.9.54.39 : οὔσης ἐξ ἀρχῆς τῆς τούτων κτήσεως, ἀπονεμητέον τῇ τοῦ 23815 3.9.54.40 : σώματος φύσει. καίτοι καὶ τούτοις πλεονεκτεῖν λέγον– 23816 3.9.54.41 : ταί τινες, ἰσχύι μὲν, εἰ τύχοι, Μίλων ὁ Κροτωνιάτης, 23817 3.9.54.42 : κάλλει δὲ Λαῒς ἡ Κορινθία, καὶ εἴ τινες τούτοις παρα– 23818 3.9.54.43 : πλήσιοι. τίς οὖν ἂν γένοιτο Μίλωνος ἀδικία; ἢ τίς 23819 3.9.54.44 : Λαΐδος πλεονεξία; ἆρα εἰ μὲν Μίλων περιέλθοι τοὺς 23820 3.9.54.45 : ἀσθενεστέρους τύπτων τε καὶ τὰ τούτων χρήματα διαρ– 23821 3.9.54.46 : πάζων καὶ τὰς τούτων γυναῖκας, καὶ Λαῒς ὁμοίως, μι– 23822 3.9.54.47 : σθὸν μὲν πλεῖστον εἰσπράττουσα παρὰ τῶν ἐραστῶν, 23823 3.9.54.48 : ἐνίων δὲ γυναικῶν καὶ γάμους διαλύουσα, τοῦτ´ ἂν εἴη 23824 3.9.54.49 : τὸ πλεονεκτεῖν; περὶ ποίαν οὖν ὕλην τὴν αἵρεσίν τις 23825 3.9.54.50 : ποιήσεται τοῦ μήτε ὑπερβάλλοντος μήτ´ αὖ ἐλλείποντος; 23826 3.9.54.51 : ἢ τὸ ἀγελαῖον ἐκεῖνο καὶ κοινόν ’ἀρκοῦ τοῖς αὑτοῦ, καὶ 23827 3.9.54.52 : μὴ διάρπαζε τὰ 〈τῶν〉 πλησίον. μηδ´ αὖ προΐεσο τῶν 23828 3.9.54.53 : σῶν ὡς κατὰ τοῦτο μειονεκτῶν‘; τὸ μὲν δὴ μὴ βιάζε– 23829 3.9.54.54 : σθαι [δυναίμην], εἴποι τις ἄν, ἐπ´ ἐμοὶ [γὰρ τοῦτο]· τὸ 23830 3.9.54.55 : δὲ μὴ πλεονεκτεῖσθαι πῶς ἂν γένοιτο; πολλοὶ γὰρ οἱ 23831 3.9.54.56 : κρείττους. ἀλλ´ εἴ τις βούλοιτο δεομένοις ἐπαρκεῖν καὶ 23832 3.9.54.57 : ὀρφανὰς συνεκδιδόναι καὶ αἰχμαλώτους λύσασθαι, ταῦτα 23833 3.9.54.58 : μὲν ἴσως δυνατόν ἐστι ποιεῖν, ἀλλ´ οὐ τῷ γε τιμῶντι 23834 3.9.54.59 : τὴν προειρημένην μεσότητα· πλεονεκτεῖσθαι γάρ ἐστι 23835 3.9.54.60 : καὶ μειονεκτεῖν τὸν ταῦτα ποιεῖν ἀνεχόμενον. 23836 3.9.55.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 23837 3.9.55.2 : Πῶς οὖν αὐτὴν ὁρίζεται ὁ καθ´ ἡμᾶς λόγος; ἕξιν 23838 3.9.55.3 : εὔλογον ψυχῆς ὀρθότητος ἐπιμελουμένην· ἢ τιμωρίας 23839 3.9.55.4 : ἀπαίτησιν παρὰ τῶν προηδικηκότων· οὐχ ὡς τοῦ ἢ συν– 23840 3.9.55.5 : δέσμου τὴν ἑτέραν τῶν προτάσεων .... 23841 3.9.56.1 : Ξενοφῶντος ἐν δʹ Ἀπομνημονευμά– 23842 3.9.56.2 : των (IV 2, 11). 23843 3.9.56.3 : Καὶ ὁ Σωκράτης ἔφη· Οὐ δήπου, ὦ Εὐθύδημε, ταύ– 23844 3.9.56.4 : της τῆς ἀρετῆς ἐφίεσαι, δι´ ἣν ἄνθρωποι πολιτικοὶ 23845 3.9.56.5 : γίγνονται καὶ οἰκονομικοὶ καὶ ἄρχειν ἱκανοὶ καὶ ὠφέλι– 23846 3.9.56.6 : μοι τοῖς τε ἄλλοις ἀνθρώποις καὶ ἑαυτοῖς; καὶ ὁ Εὐθύ– 23847 3.9.56.7 : δημος· Σφόδρα γ´, ἔφη, ὦ Σώκρατες, ταύτης τῆς ἀρετῆς 23848 3.9.56.8 : δέομαι. Νὴ Δί´, ἔφη ὁ Σωκράτης, 〈τῆς〉 καλλίστης ἀρετῆς 23849 3.9.56.9 : καὶ μεγίστης ἐφίεσαι τέχνης· ἔστι γὰρ τῶν βασιλέων 23850 3.9.56.10 : αὕτη καὶ καλεῖται βασιλική. ἀτάρ, ἔφη, κατανενόηκας, 23851 3.9.56.11 : εἰ οἷόν τέ ἐστι μὴ ὄντα δίκαιον ἀγαθὸν ταῦτα γενέσθαι; 23852 3.9.56.12 : Καὶ μάλα, ἔφη· οὐχ οἷόν τέ γε ἄνευ δικαιοσύνης ἀγα– 23853 3.9.56.13 : θὸν πολίτην γενέσθαι. Τί οὖν, ἔφη, σὺ ἤδη τοῦτο κατ– 23854 3.9.56.14 : είργασαι; Οἶμαί γε, ἔφη, ὦ Σώκρατες, οὐδενὸς ἂν ἧτ– 23855 3.9.56.15 : τον φανῆναι δίκαιος. Ἆρ´ οὖν, ἔφη, τῶν δικαίων ἐστὶν 23856 3.9.56.16 : ἔργα ὥσπερ τῶν τεκτόνων; Ἔστι μέντοι, ἔφη. Ἆρ´ οὖν, 23857 3.9.56.17 : ἔφη, ὥσπερ οἱ τέκτονες ἔχουσι τὰ ἑαυτῶν ἔργα ἐπιδεῖξαι, 23858 3.9.56.18 : οὕτως οἱ δίκαιοι τὰ ἑαυτῶν ἔχοιεν ἂν ἐξηγήσασθαι; 23859 3.9.56.19 : Μὴ οὖν, ἔφη 〈ὁ〉 Εὐθύδημος, ἐγὼ οὐ δύναμαι τὰ τῆς δι– 23860 3.9.56.20 : καιοσύνης ἔργα ἐξηγήσασθαι; καὶ νὴ Δί´ ἔγωγε τὰ τῆς 23861 3.9.56.21 : ἀδικίας· ἐπεὶ οὐκ ὀλίγα ἔστι καθ´ ἑκάστην ἡμέραν ὁρᾶν 23862 3.9.56.22 : τε τοιαῦτα καὶ ἀκούειν. Βούλει οὖν, ἔφη ὁ Σωκράτης, 23863 3.9.56.23 : γράψωμεν ἐνταυθοῖ μὲν δέλτα, ἐνταυθοῖ δὲ ἄλφα, εἶτα ὅ 23864 3.9.56.24 : τι μὲν ἂν δοκῇ ἡμῖν τῆς δικαιοσύνης ἔργον εἶναι, πρὸς 23865 3.9.56.25 : τὸ δέλτα τιθῶμεν, ὅ τι δ´ ἂν τῆς ἀδικίας, πρὸς τὸ ἄλφα; 23866 3.9.56.26 : Εἴ τί σοι, ἔφη, δοκεῖ προσδεῖν τούτων, ποίει ταῦτα. καὶ 23867 3.9.56.27 : ὁ Σωκράτης γράψας ὥσπερ εἶπεν· Οὐκοῦν, ἔφη, ἔστιν ἐν 23868 3.9.56.28 : ἀνθρώποις ψεύδεσθαι; Ἔστι μέντοι, ἔφη. Ποτέρωσε οὖν, 23869 3.9.56.29 : ἔφη, θῶ τοῦτο; Δῆλον ὅτι, ἔφη, πρὸς τὴν ἀδικίαν. 23870 3.9.56.30 : Οὐκοῦν, ἔφη, καὶ ἐξαπατᾶν ἔστι; Καὶ μάλα, ἔφη. Τοῦτο 23871 3.9.56.31 : οὖν ποτέρωσε θῶ; Καὶ τοῦτο δῆλον ὅτι, ἔφη, πρὸς τὴν 23872 3.9.56.32 : ἀδικίαν. Τί δαί; τὸ κλέπτειν; Καὶ τοῦτο, ἔφη. Τί δ´ ἀν– 23873 3.9.56.33 : δραποδίζεσθαι; Καὶ τοῦτο. Πρὸς δὲ τῇ δικαιοσύνῃ οὐ– 23874 3.9.56.34 : δὲν ἡμῖν τούτων κείσεται, ὦ Εὐθύδημε; Δεινὸν γὰρ ἂν 23875 3.9.56.35 : εἴη, ἔφη. Τί δαί, ἐὰν στρατηγὸς αἱρεθεὶς ἄδικόν τε καὶ 23876 3.9.56.36 : αἰσχρὰν πόλιν ἐξανδραποδίσηται, φήσομεν τοῦτον ἀδι– 23877 3.9.56.37 : κεῖν; Οὐ δῆτα, ἔφη. Δίκαια δὲ ποιεῖν οὐ φήσομεν; Καὶ 23878 3.9.56.38 : μάλα. Τί δ´; ἐὰν ἐξαπατᾷ πολεμῶν αὐτοῖς; Δίκαιον, ἔφη, 23879 3.9.56.39 : καὶ τοῦτο. Ἐὰν δὲ κλέπτῃ τε καὶ ἁρπάζῃ τὰ τούτων, οὐ 23880 3.9.56.40 : δίκαια ποιήσει; Καὶ μάλα, ἔφη· ἀλλ´ ἐγώ σε τὸ πρῶτον 23881 3.9.56.41 : ὑπέλαβον πρὸς τοὺς φίλους μόνους ταῦτα ἐρωτᾶν. Οὐκ– 23882 3.9.56.42 : οῦν, ἔφη, ὅσα πρὸς τῇ ἀδικίᾳ ἐθήκαμεν, ταῦτα καὶ πρὸς 23883 3.9.56.43 : τῇ δικαιοσύνῃ θετέον ἂν εἴη; Ἔοικεν, ἔφη. Βούλει οὖν, 23884 3.9.56.44 : ἔφη, ταῦτα οὕτω θέντες, διορισώμεθα πάλιν πρὸς μὲν 23885 3.9.56.45 : τοὺς πολεμίους δίκαιον εἶναι ταῦτα ποιεῖν, πρὸς δὲ τοὺς 23886 3.9.56.46 : φίλους ἄδικον, ἀλλὰ δεῖν πρός γε τούτους ὡς ἁπλού– 23887 3.9.56.47 : στατον εἶναι; Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη. Τί οὖν; ἔφη ὁ Σω– 23888 3.9.56.48 : κράτης, ἐάν τις στρατηγὸς ὁρῶν ἀθύμως ἔχον τὸ στρά– 23889 3.9.56.49 : τευμα ψευσάμενος φήσῃ συμμάχους προσιέναι καὶ τῷ 23890 3.9.56.50 : ψεύδει τούτῳ παύσῃ τῆς ἀθυμίας τοὺς στρατιώτας, ποτέ– 23891 3.9.56.51 : ρωθι τὴν ἀπάτην ταύτην θήσομεν; Δοκεῖ μοι, ἔφη, πρὸς 23892 3.9.56.52 : τὴν δικαιοσύνην. Ἐὰν δέ τις υἱὸν ἑαυτοῦ δεόμενον φαρ– 23893 3.9.56.53 : μακείας 〈καὶ μὴ προσιέμενον φάρμακον〉 ἐξαπατήσας ὡς 23894 3.9.56.54 : σῖτον τὸ φάρμακον δῷ καὶ τῷ ψεύδει χρησάμενος οὕ– 23895 3.9.56.55 : τως ὑγιῆ ποιήσῃ, ταύτην αὖ τὴν ἀπάτην ποῖ θετέον; 23896 3.9.56.56 : Δοκεῖ μοι, ἔφη, καὶ ταύτην εἰς τὸ αὐτό. Τί δαί, ἐάν τις, 23897 3.9.56.57 : ἐν ἀθυμίᾳ ὄντος φίλου, δείσας μὴ διαχρήσηται ἑαυτόν, 23898 3.9.56.58 : κλέψῃ ἢ ἁρπάσῃ 〈ἢ〉 ξίφος ἢ ἄλλο τι τοιοῦτον, τοῦτο 23899 3.9.56.59 : αὖ ποτέρωσε θετέον; Καὶ τοῦτο νὴ Δία πρὸς τὴν δι– 23900 3.9.56.60 : καιοσύνην. Λέγεις, ἔφη, σὺ οὐδὲ πρὸς τοὺς φίλους ἅπαντα 23901 3.9.56.61 : δεῖν ἁπλοίζεσθαι; Μὰ Δί´ οὐ δῆτα, ἔφη· ἀλλὰ μετατί– 23902 3.9.56.62 : θεμαι τὰ εἰρημένα, εἴπερ ἔξεστιν. Δεῖ γέ τοι, ἔφη ὁ 23903 3.9.56.63 : Σωκράτης, ἐξεῖναι πολὺ μᾶλλον ἢ μὴ ὀρθῶς τιθέναι. 23904 3.9.56.64 : τῶν δὲ δὴ τοὺς φίλους ἐξαπατώντων ἐπὶ βλάβῃ, ἵνα 23905 3.9.56.65 : μηδὲ τοῦτο παραλίπωμεν ἄσκεπτον, πότερος ἀδικώτερός 23906 3.9.56.66 : ἐστιν, ὁ ἑκὼν ἢ ὁ ἄκων; Ἀλλ´, ὦ Σώκρατες, οὐκέτι μὲν 23907 3.9.56.67 : ἔγωγε πιστεύω οἷς ἀποκρίνομαι· καὶ γὰρ τὰ πρόσθεν 23908 3.9.56.68 : πάντα νῦν ἄλλως· ἔχειν δοκεῖ μοι ἢ ὡς ἐγὼ τότε ᾤμην· 23909 3.9.56.69 : ὅμως δὲ εἰρήσθω μοι ἀδικώτερον εἶναι τὸν ἑκόντα ψευ– 23910 3.9.56.70 : δόμενον τοῦ ἄκοντος. Δοκεῖ δέ σοι μάθησις καὶ ἐπιστήμη 23911 3.9.56.71 : τοῦ δικαίου εἶναι ὥσπερ τῶν γραμμάτων; Ἔμοιγε. Πό– 23912 3.9.56.72 : τερον δὲ γραμματικώτερον κρίνεις, ὃς ἂν ἑκὼν μὴ ὀρθῶς 23913 3.9.56.73 : γράφῃ καὶ ἀναγινώσκῃ ἢ ὃς ἂν ἄκων; Ὃς ἂν ἑκών, 23914 3.9.56.74 : ἔγωγε· δύναιτο γάρ, ὁπότε βούλοιτο, καὶ ὀρθῶς αὐτὰ 23915 3.9.56.75 : ποιεῖν. Οὐκοῦν ὁ μὲν ἑκὼν μὴ ὀρθῶς γράφων γραμ– 23916 3.9.56.76 : ματικὸς ἂν εἴη, ὁ δὲ ἄκων ἀγράμματος; Πῶς γὰρ οὔ; 23917 3.9.56.77 : Τὰ δίκαια δὲ πότερον ὁ ἑκὼν ψευδόμενος καὶ ἐξαπατῶν 23918 3.9.56.78 : οἶδεν ἢ ὁ ἄκων; Δῆλον ὅτι ὁ ἑκών. Οὐκοῦν γραμματι– 23919 3.9.56.79 : κώτερον μὲν τὸν ἐπιστάμενον γράμματα τοῦ μὴ ἐπιστα– 23920 3.9.56.80 : μένου φὴς εἶναι; Ναί. Δικαιότερον δὲ τὸν ἐπιστάμενον 23921 3.9.56.81 : τὰ δίκαια τοῦ μὴ ἐπισταμένου; Φαίνεται· δοκῶ δέ μοι 23922 3.9.56.82 : καὶ ταῦτα οὐκ οἶδ´ ὅπως λέγειν. Τί δὲ δή, ὃς ἂν βου– 23923 3.9.56.83 : λόμενος τἀληθῆ λέγειν μηδέποτε ταὐτὰ περὶ τῶν αὐτῶν 23924 3.9.56.84 : λέγῃ, ἀλλ´ ὁδόν τε φράζων τὴν αὐτὴν τοτὲ μὲν πρὸς 23925 3.9.56.85 : ἕω, τοτὲ δὲ πρὸς ἑσπέραν φράζῃ, καὶ λογισμὸν ἀπο– 23926 3.9.56.86 : φαινόμενος τὸν αὐτὸν τοτὲ μὲν πλείω, τοτὲ δὲ ἐλάττω 23927 3.9.56.87 : ἀποφαίνηται, τί σοι δοκεῖ ὁ τοιοῦτος; Δῆλος νὴ δί´ εἶ– 23928 3.9.56.88 : ναι ὅτι ἃ ᾤετο εἰδέναι οὐκ οἶδεν. Οἶσθα δέ τινας ἀν– 23929 3.9.56.89 : δραποδώδεις καλουμένους; Ἔγωγε. Πότερον δι´ ἀμαθίαν 23930 3.9.56.90 : ἢ διὰ σοφίαν; Δῆλον ὅτι δι´ ἀμαθίαν. Ἆρ´ οὖν διὰ τὴν 23931 3.9.56.91 : τοῦ χαλκεύειν ἀμαθίαν τοῦ ὀνόματος τούτου τυγχάνουσιν; 23932 3.9.56.92 : Οὐ δῆτα. Ἀλλ´ ἄρα διὰ τὴν τοῦ τεκταίνεσθαι; Οὐδὲ διὰ 23933 3.9.56.93 : ταύτην. Ἀλλὰ διὰ τὴν τοῦ σκυτεύειν; Οὐδὲ δι´ ἓν τού– 23934 3.9.56.94 : των, ἔφη, ἀλλὰ καὶ τοὐναντίον· οἱ γὰρ πλεῖστοι τῶν τὰ 23935 3.9.56.95 : τοιαῦτα ἐπισταμένων ἀνδραποδώδεις εἰσίν. Ἆρ´ οὖν 23936 3.9.56.96 : τῶν τὰ καλὰ καὶ ἀγαθὰ καὶ τὰ δίκαια μὴ εἰδότων τὸ 23937 3.9.56.97 : ὄνομα τοῦτό ἐστιν; Ἔμοιγε δοκεῖ, ἔφη. Οὐκοῦν δεῖ 23938 3.9.56.98 : παντὶ τρόπῳ διατειναμένους φεύγειν, ὅπως μὴ ἀνδρά– 23939 3.9.56.99 : ποδα ὦμεν; 23940 3.9.57.1 : Ἐν ταὐτῷ (IV 4, 5–25). 23941 3.9.57.2 : Οἶδα δέ ποτε αὐτὸν καὶ πρὸς Ἱππίαν τὸν Ἠλεῖον 23942 3.9.57.3 : περὶ τοῦ δικαίου τοιάδε διαλεχθέντα. διὰ χρόνου γὰρ 23943 3.9.57.4 : ἀφικόμενος ὁ Ἱππίας Ἀθήναζε παρεγένετο τῷ Σωκράτει 23944 3.9.57.5 : λέγοντι πρός τινας, ὡς θαυμαστὸν εἴη τὸ εἰ μέν τις 23945 3.9.57.6 : βούλοιτο σκυτέα διδάξασθαί τινα ἢ τέκτονα ἢ χαλκέα ἢ 23946 3.9.57.7 : ἱππέα, μὴ ἀπορεῖν ὅποι ἂν πέμψας τούτου τύχοι· φασὶ 23947 3.9.57.8 : δέ τινες καὶ ἵππον καὶ βοῦν τῷ βουλομένῳ δικαίους 23948 3.9.57.9 : ποιήσασθαι πάντα μεστὰ εἶναι τῶν διδαξόντων· ἐὰν δέ 23949 3.9.57.10 : τις βούληται ἢ αὐτὸς μαθεῖν τὸ δίκαιον ἢ υἱὸν ἢ οἰκέ– 23950 3.9.57.11 : την διδάξασθαι, μὴ εἰδέναι ποῖ ἂν ἐλθὼν τύχοι τούτου. 23951 3.9.57.12 : καὶ ὁ μὲν Ἱππίας ἀκούσας ταῦτα ὥσπερ ἐπισκώπτων 23952 3.9.57.13 : αὐτόν· Ἔτι γὰρ σύ, ὦ Σώκρατες, ἐκεῖνα τὰ αὐτὰ λέγεις 23953 3.9.57.14 : ἃ ἐγὼ πάλαι ποτέ σου ἤκουσα; καὶ ὁ Σωκράτης· Ὃ δέ 23954 3.9.57.15 : γε τούτου δεινότερον, ἔφη, 〈ὦ〉 Ἱππία, οὐ μόνον ἀεὶ 23955 3.9.57.16 : ταὐτὰ λέγω, ἀλλὰ καὶ περὶ τῶν αὐτῶν· σὺ δ´ ἴσως διὰ 23956 3.9.57.17 : τὸ πολυμαθὴς εἶναι περὶ τῶν αὐτῶν οὐδέποτε τὰ αὐτὰ 23957 3.9.57.18 : λέγεις. Ἀμέλει, ἔφη, πειρῶμαι καινόν τι λέγειν ἀεί. 23958 3.9.57.19 : Πότερον, ἔφη, καὶ περὶ ὧν ἐπίστασαι; οἷον περὶ γραμ– 23959 3.9.57.20 : μάτων ἐάν τις ἔρηταί σε, πόσα καὶ ποῖα Σωκράτους 23960 3.9.57.21 : ἐστίν, ἄλλα μὲν πρίν, ἄλλα δὲ νῦν λέγειν; ἢ περὶ 23961 3.9.57.22 : ἀριθμῶν τοῖς ἐρωτῶσιν εἰ τὰ δὶς πέντε δέκα γίνον– 23962 3.9.57.23 : ται, οὐ τὰ αὐτὰ νῦν καὶ πρότερον ἀποκρίνῃ; Περὶ 23963 3.9.57.24 : μὲν τούτων, ἔφη, ὦ Σώκρατες, ὥσπερ σύ, καὶ ἐγὼ ἀεὶ 23964 3.9.57.25 : τὰ αὐτὰ λέγω· περὶ μέντοι τοῦ δικαίου πάνυ οἶμαι νῦν 23965 3.9.57.26 : ἔχειν εἰπεῖν, πρὸς ἃ οὔτε σὺ οὔτ´ ἂν ἄλλος οὐδεὶς δύ– 23966 3.9.57.27 : ναιτο εἰπεῖν. Νὴ τὴν Ἥραν, ἔφη, μέγα λέγεις ἀγαθὸν 23967 3.9.57.28 : εὑρηκέναι, εἰ παύσονται μὲν οἱ δικασταὶ δίχα ψηφιζό– 23968 3.9.57.29 : μενοι, παύσονται δ´ οἱ πολῖται περὶ τῶν δικαίων ἀντι– 23969 3.9.57.30 : λέγοντές τε καὶ ἀντιδικοῦντες καὶ στασιάζοντες, παύ– 23970 3.9.57.31 : σονται δ´ αἱ πόλεις διαφερόμεναι περὶ τῶν δικαίων καὶ 23971 3.9.57.32 : πολεμοῦσαι. καὶ ἐγὼ μὲν οὐκ οἶδ´ ὅπως ἀπολειφθείην 23972 3.9.57.33 : ἄν σου πρὸ τοῦ ἀκοῦσαι τηλικοῦτον ἀγαθὸν εὑρηκότος. 23973 3.9.57.34 : Ἀλλὰ μὰ Δί´, ἔφη, οὐκ ἀκούσῃ, πρίν γ´ ἂν αὐτὸς ἀπο– 23974 3.9.57.35 : φήνῃ ὅ τι νομίζεις τὸ δίκαιον εἶναι. ἀρκεῖ γάρ, ὅτι τῶν 23975 3.9.57.36 : ἄλλων καταγελᾷς ἐρωτῶν μὲν καὶ ἐλέγχων πάντας, αὐ– 23976 3.9.57.37 : τὸς δ´ οὐδενὶ ἐθέλων ὑπέχειν λόγον οὐδὲ γνώμην ἀπο– 23977 3.9.57.38 : φαίνεσθαι περὶ οὐδενός. Τί δαί, ὦ Ἱππία, 〈ἔφη,〉 οὐκ 23978 3.9.57.39 : ᾔσθησαι, ὅτι ἐγὼ ἃ δοκεῖ μοι δίκαια εἶναι οὐδὲν παύο– 23979 3.9.57.40 : μαι ἀποδεικνύμενος; Καὶ ποῖος δή σοι, ἔφη, οὗτος ὁ 23980 3.9.57.41 : λόγος ἐστίν; Εἰ δὲ μὴ λόγῳ, ἔφη, ἀλλ´ ἔργῳ ἀποδείκνυ– 23981 3.9.57.42 : μαι· ἢ οὐ δοκεῖ σοι ἀξιοτεκμαρτότερον τοῦ λόγου τὸ ἔργον 23982 3.9.57.43 : εἶναι; Πολύ γε νὴ Δί´, ἔφη· δίκαια μὲν γὰρ λέγοντες 23983 3.9.57.44 : πολλοὶ ἄδικα ποιοῦσι, δίκαια δὲ πράττων οὐδ´ ἂν εἷς 23984 3.9.57.45 : ἄδικος εἴη. Ἤισθησαι οὖν πώποτέ μου ἢ ψευδομαρτυ– 23985 3.9.57.46 : ροῦντος ἢ συκοφαντοῦντος ἢ πόλιν ἢ φίλους εἰς στάσιν 23986 3.9.57.47 : ἐμβάλλοντος ἢ ἄλλο τι ἄδικον πράττοντος; Οὐκ ἔγωγ´, 23987 3.9.57.48 : ἔφη. Τὸ δὲ τῶν ἀδίκων ἀπέχεσθαι οὐ δίκαιον ἡγῇ; 23988 3.9.57.49 : Δῆλος εἶ, ἔφη, ὦ Σώκρατες, καὶ νῦν διαφεύγειν ἐγχει– 23989 3.9.57.50 : ρῶν τὸ ἀποδείκνυσθαι γνώμην ὅ τι νομίζεις τὸ δίκαιον· 23990 3.9.57.51 : οὐ γὰρ ἃ πράττουσιν οἱ δίκαιοι, ἀλλ´ ἃ μὴ πράττουσι, 23991 3.9.57.52 : ταῦτα λέγεις. Ἀλλ´ ᾤμην ἔγωγε, ἔφη ὁ Σωκράτης, τὸ μὴ 23992 3.9.57.53 : θέλειν ἀδικεῖν ἱκανὸν δικαιοσύνης ἐπίδειγμα εἶναι. εἰ 23993 3.9.57.54 : δέ σοι μὴ δοκεῖ, σκέψαι, ἐὰν τόδε σοι μᾶλλον ἀρέσκῃ· 23994 3.9.57.55 : φημὶ γὰρ ἐγὼ τὸ νόμιμον δίκαιον εἶναι. Ἆρα τὸ αὐτὸ 23995 3.9.57.56 : λέγεις, ὦ Σώκρατες, νόμιμόν τε καὶ δίκαιον εἶναι; Ἔγωγε, 23996 3.9.57.57 : ἔφη. Οὐκ ἄρα αἰσθάνομαί σου ὁποῖον νόμιμον ἢ ποῖον 23997 3.9.57.58 : δίκαιον λέγεις. Νόμους δὲ πόλεως, ἔφη, γιγνώσκεις; 23998 3.9.57.59 : Ἔγωγε, ἔφη. Καὶ τίνας τούτους νομίζεις; Ἃ οἱ πολῖται, 23999 3.9.57.60 : ἔφη, συνθέμενοι ἅ τε δεῖ ποιεῖν καὶ ὧν ἀπέχεσθαι 24000 3.9.57.61 : ἐγράψαντο. Οὐκοῦν, ἔφη, νόμιμος μὲν ἂν εἴη ὁ κατὰ 24001 3.9.57.62 : ταῦτα πολιτευόμενος, ἄνομος δὲ ὁ ταῦτα παραβαίνων; 24002 3.9.57.63 : Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη. Οὐκοῦν καὶ δίκαια μὲν ἂν πράτ– 24003 3.9.57.64 : τοι ὁ πειθόμενος, ἄδικα δὲ ὁ τούτοις ἀπειθῶν; Πάνυ 24004 3.9.57.65 : μὲν οὖν. Οὐκοῦν ὁ μὲν τὰ δίκαια πράττων δίκαιος, ὁ 24005 3.9.57.66 : δὲ τὰ ἄδικα ἄδικος; Πῶς γὰρ οὔ; Ὁ μὲν ἄρα νόμιμος 24006 3.9.57.67 : δίκαιός ἐστιν, ὁ δὲ ἄνομος ἄδικος; καὶ ὁ Ἱππίας, Νό– 24007 3.9.57.68 : μους δ´, ἔφη, ὦ Σώκρατες, πῶς ἄν τις ἡγήσαιτο σπου– 24008 3.9.57.69 : δαῖον πρᾶγμα εἶναι ἢ τὸ πείθεσθαι αὐτοῖς, οὕς γε πολ– 24009 3.9.57.70 : λάκις αὐτοὶ οἱ θέμενοι ἀποδοκιμάσαντες μετατίθενται; 24010 3.9.57.71 : Καὶ γὰρ πόλεμον, ἔφη ὁ Σωκράτης, πολλάκις ἀράμεναι 24011 3.9.57.72 : 〈αἱ〉 πόλεις πάλιν εἰρήνην ποιοῦνται. καὶ μάλα, ἔφη. 24012 3.9.57.73 : Διάφορον οὖν τι οἴει ποιεῖν, ἔφη, τοὺς τοῖς νόμοις πει– 24013 3.9.57.74 : θομένους φαυλίζων, ὅτι καταλυθεῖεν ἂν οἱ νόμοι, ἢ εἰ 24014 3.9.57.75 : τοὺς ἐν τοῖς πολέμοις εὐτακτοῦντας ψέγοις, ὅτι γένοιτ´ 24015 3.9.57.76 : ἂν εἰρήνη; 〈ἢ〉 καὶ τοὺς ἐν τοῖς πολέμοις ταῖς πατρίσι 24016 3.9.57.77 : προθύμως βοηθοῦντας μέμφῃ; Μὰ Δί´ οὐκ ἔγωγ´, ἔφη. 24017 3.9.57.78 : Λυκοῦργον δὲ τὸν Λακεδαιμόνιον, ἔφη ὁ Σωκράτης, κατα– 24018 3.9.57.79 : μεμάθηκας ὅτι οὐδὲν ἂν διάφορον τῶν ἄλλων πόλεων 24019 3.9.57.80 : τὴν Σπάρτην ἐποίησεν, εἰ μὴ τὸ πείθεσθαι τοῖς νόμοις 24020 3.9.57.81 : μάλιστα ἐνειργάσατο αὐτῇ; τῶν δὲ ἀρχόντων ἐν ταῖς 24021 3.9.57.82 : πόλεσιν οὐκ οἶσθα ὅτι οἵ τινες ἂν τοῖς πολίταις αἰτιώ– 24022 3.9.57.83 : τατοι ὦσι 〈τοῦ〉 τοῖς νόμοις πείθεσθαι, οὗτοι ἄριστοί 24023 3.9.57.84 : εἰσι, καὶ πόλις, ἐν ᾗ μάλιστα οἱ πολῖται τοῖς νόμοις 24024 3.9.57.85 : πείθονται, ἐν εἰρήνῃ τε ἄριστα διάγει καὶ ἐν πολέμῳ 24025 3.9.57.86 : ἀνυπόστατός ἐστιν; ἀλλὰ μὴν καὶ ὁμόνοιά γε μέγιστόν 24026 3.9.57.87 : τε ἀγαθὸν δοκεῖ ταῖς πόλεσιν εἶναι καὶ πλειστάκις ἐν 24027 3.9.57.88 : αὐταῖς αἵ 〈τε〉 γερουσίαι καὶ οἱ ἄριστοι ἄνδρες παρα– 24028 3.9.57.89 : κελεύονται τοῖς πολίταις ὁμονοεῖν, καὶ πανταχοῦ ἐν τῇ 24029 3.9.57.90 : Ἑλλάδι νόμος κεῖται τοὺς πολίτας ὀμνύναι ὁμονοήσειν, 24030 3.9.57.91 : καὶ πανταχοῦ ὀμνύουσι τὸν ὅρκον τοῦτον· οἶμαι δ´ ἐγὼ 24031 3.9.57.92 : ταῦτα γίγνεσθαι οὐχ ὅπως τοὺς αὐτοὺς χοροὺς κρίνωσιν 24032 3.9.57.93 : οἱ πολῖται, οὐδ´ ὅπως τοὺς αὐτοὺς αὐλητὰς ἐπαινῶσιν, 24033 3.9.57.94 : οὐδ´ ὅπως τοὺς αὐτοὺς ποιητὰς αἱρῶνται, οὐδ´ ἵνα τοῖς 24034 3.9.57.95 : αὐτοῖς ἥδωνται, ἀλλ´ ἵνα τοῖς νόμοις πείθωνται. τού– 24035 3.9.57.96 : τοις γὰρ τῶν πολιτῶν ἐμμενόντων, αἱ πόλεις ἰσχυρόταταί 24036 3.9.57.97 : τε καὶ εὐδαιμονέσταται γίγνονται· ἄνευ δ´ ὁμονοίας οὔτ´ 24037 3.9.57.98 : ἂν πόλις εὖ πολιτευθείη οὔτ´ οἶκος καλῶς οἰκηθείη. 24038 3.9.57.99 : ἰδία δὲ πῶς μὲν ἄν τις ἧττον ὑπὸ πόλεως ζημιοῖτο, 24039 3.9.57.100 : πῶς δ´ ἂν μᾶλλον τιμῷτο, ἢ εἰ τοῖς νόμοις πείθοιτο; 24040 3.9.57.101 : πῶς δ´ ἂν ἧττον ἐν τοῖς δικαστηρίοις ἡττῷτο ἢ πῶς ἂν 24041 3.9.57.102 : μᾶλλον νικῴη; τίνι δ´ ἄν τις μᾶλλον πιστεύσειεν παρα– 24042 3.9.57.103 : καταθέσθαι ἢ χρήματα ἢ θυγατέρας ἢ υἱούς; τίνα δ´ 24043 3.9.57.104 : ἂν ἡ πόλις ὅλη ἀξιοπιστότερον ἡγήσαιτο τοῦ νομίμου; 24044 3.9.57.105 : παρὰ τίνος δ´ ἂν μᾶλλον τῶν δικαίων τύχοιεν ἢ γονεῖς 24045 3.9.57.106 : ἢ οἰκεῖοι ἢ οἰκέται ἢ φίλοι ἢ πολῖται ἢ ξένοι; τίνι δ´ 24046 3.9.57.107 : ἂν μᾶλλον πολέμιοι πιστεύσειαν ἢ ἀνοχὰς ἢ σπονδὰς ἢ 24047 3.9.57.108 : συνθήκας περὶ εἰρήνης; τίνι δ´ ἂν μᾶλλον ἢ τῷ νομίμῳ 24048 3.9.57.109 : σύμμαχοι ἐθέλοιεν γίγνεσθαι; τίνι δ´ ἂν μᾶλλον οἱ σύμ– 24049 3.9.57.110 : μαχοι πιστεύσειαν 〈ἢ〉 ἡγεμονίαν ἢ φρουραρχίαν ἢ πό– 24050 3.9.57.111 : λεις; τίνα δ´ ἄν τις εὐεργετήσας ὑπολάβοι κομιεῖσθαι 24051 3.9.57.112 : χάριν μᾶλλον ἢ τὸν νόμιμον; ἢ τίνα μᾶλλον ἄν τις εὐ– 24052 3.9.57.113 : εργετήσειεν ἢ παρ´ οὗ χάριν ἀπολήψεσθαι νομίζει; τῷ 24053 3.9.57.114 : δ´ ἄν τις βούλοιτο μᾶλλον φίλος εἶναι ἢ τῷ τοιούτῳ ἢ 24054 3.9.57.115 : τῷ ἧττον ἐχθρός; τῷ δ´ ἄν τις ἧττον πολεμήσειεν ἢ ᾧ 24055 3.9.57.116 : μάλιστα μὲν φίλος εἶναι βούλοιτο, ἥκιστα δ´ ἐχθρός, καὶ 24056 3.9.57.117 : ᾧ πλεῖστοι μὲν φίλοι καὶ σύμμαχοι βούλοιντο εἶναι, ἐλά– 24057 3.9.57.118 : χιστοι δ´ ἐχθροὶ καὶ πολέμιοι; ἐγὼ μὲν οὖν, ὦ Ἱππία, 24058 3.9.57.119 : τὸ αὐτὸ ἀποδείκνυμαι νόμιμόν τε καὶ δίκαιον εἶναι· σὺ 24059 3.9.57.120 : δὲ τἀναντία ἃ γιγνώσκεις, δίδασκε. καὶ ὁ Ἱππίας, 24060 3.9.57.121 : Ἀλλὰ μὰ τὸν Δί´, ἔφη, ὦ Σώκρατες, οὔ μοι δοκῶ τἀναν– 24061 3.9.57.122 : τία γιγνώσκειν οἷς εἴρηκας περὶ τοῦ δικαίου. Ἀγράφους 24062 3.9.57.123 : δέ τινας οἶσθα, ἔφη, ὦ Ἱππία, νόμους; Τούς γε ἐν 24063 3.9.57.124 : πάσῃ χώρᾳ, ἔφη, κατὰ ταὐτὰ νομιζομένους. Ἔχοις ἂν 24064 3.9.57.125 : οὖν εἰπεῖν, ἔφη, ὅτι οἱ ἄνθρωποι αὐτοὺς ἔθεντο; Καὶ 24065 3.9.57.126 : πῶς ἂν, ἔφη, οἵ γε οὔτε συνελθεῖν ἅπαντες δυνηθεῖεν 24066 3.9.57.127 : οὔτε ὁμόφωνοί εἰσι; Τίνας, ἔφη, νομίζεις τοὺς νόμους 24067 3.9.57.128 : τεθεικέναι τούτους; Ἐγὼ μὲν, ἔφη, θεοὺς οἶμαι τοὺς 24068 3.9.57.129 : νόμους τούτους τοῖς ἀνθρώποις θεῖναι· καὶ γὰρ παρὰ 24069 3.9.57.130 : πᾶσιν ἀνθρώποις πρῶτον νομίζεται θεοὺς εὐσεβεῖν. Οὐκ– 24070 3.9.57.131 : οῦν καὶ γονέας τιμᾶν πανταχοῦ νομίζεται; Καὶ τοῦτο, 24071 3.9.57.132 : ἔφη. Οὐκοῦν καὶ μήτε γονεῖς παισὶ μίγνυσθαι μήτε 24072 3.9.57.133 : παῖδας γονεῦσιν; Οὐκέτι μοι δοκεῖ, ἔφη, ὦ Σώκρατες, 24073 3.9.57.134 : οὗτος θεοῦ νόμος εἶναι. Τί δή; ἔφη. Ὅτι, ἔφη, αἰσθά– 24074 3.9.57.135 : νομαί τινας παραβαίνοντας αὐτόν. Καὶ γὰρ ἄλλα πολλά, 24075 3.9.57.136 : ἔφη, παρανομοῦσιν· ἀλλὰ δίκην γέ τοι διδόασιν οἱ παρα– 24076 3.9.57.137 : βαίνοντες τοὺς ὑπὸ τῶν θεῶν κειμένους νόμους, ἣν οὐ– 24077 3.9.57.138 : δενὶ τρόπῳ δυνατὸν ἀνθρώπῳ διαφυγεῖν, ὥσπερ τοὺς 24078 3.9.57.139 : ὑπ´ ἀνθρώπων κειμένους νόμους ἔνιοι παραβαίνοντες 24079 3.9.57.140 : διαφεύγουσι τὸ δίκην δοῦναι. Καὶ ποίαν, ἔφη, δίκην, ὦ 24080 3.9.57.141 : Σώκρατες, οὐ δύνανται διαφεύγειν γονεῖς τε παισὶ καὶ 24081 3.9.57.142 : παῖδες γονεῦσι μιγνύμενοι; Τὴν μεγίστην νὴ Δί´, 〈ἔφη〉· 24082 3.9.57.143 : τί γὰρ ἂν μεῖζον πάθοιεν ἄνθρωποι τεκνοποιούμενοι 24083 3.9.57.144 : τοῦ κακῶς τεκνοποιεῖσθαι; Πῶς οὖν, ἔφη, κακῶς οὗτοι 24084 3.9.57.145 : τεκνοποιοῦνται, ὅτε οὐδὲν κωλύει ἀγαθοὺς αὐτοὺς ὄντας 24085 3.9.57.146 : ἐξ ἀγαθῶν τεκνοποιεῖσθαι; Ὅτι νὴ Δί´, ἔφη, οὐ μόνον 24086 3.9.57.147 : ἀγαθοὺς δεῖ τοὺς ἐξ ἀλλήλων παιδοποιουμένους εἶναι, 24087 3.9.57.148 : ἀλλὰ καὶ ἀκμάζοντας τοῖς σώμασιν· ἢ δοκεῖ σοι ὅμοια 24088 3.9.57.149 : τὰ σπέρματα εἶναι τὰ τῶν ἀκμαζόντων τοῖς τῶν μήπω 24089 3.9.57.150 : ἀκμαζόντων ἢ τῶν παρηκμακότων; Ἀλλὰ μὰ Δί´, ἔφη, 24090 3.9.57.151 : οὐκ εἰκὸς ὅμοια εἶναι. Πότερα οὖν, 〈ἔφη, βελτίω; Δῆλον,〉 24091 3.9.57.152 : ἔφη, ὅτι τὰ τῶν 〈ἀκμαζόντων. Τὰ τῶν μὴ〉 ἀκμαζόντων 24092 3.9.57.153 : ἄρα οὐ σπουδαῖα; Οὐκ εἰκὸς μὰ Δί´, ἔφη. Οὐκοῦν οὕτω 24093 3.9.57.154 : γε οὐ δεῖ παιδοποιεῖσθαι; Οὐ γὰρ οὖν, ἔφη. Οὐκοῦν οἵ 24094 3.9.57.155 : γε οὕτω παιδοποιούμενοι ὡς οὐ δεῖ παιδοποιοῦνται; 24095 3.9.57.156 : Ἔμοιγε δοκεῖ, ἔφη. Τίνες οὖν, ἔφη, ἄλλοι κακῶς ἂν 24096 3.9.57.157 : παιδοποιοῖντο, εἴ γε μὴ οὗτοι; Ὁμογνωμονῶ σοι, ἔφη, 24097 3.9.57.158 : καὶ τοῦτο. Τί δαί; τοὺς εὖ ποιοῦντας ἀντευεργετεῖν οὐ 24098 3.9.57.159 : πανταχοῦ νόμιμόν ἐστι; Νόμιμον, ἔφη· παραβαίνεται δὲ 24099 3.9.57.160 : καὶ τοῦτο. Οὐκοῦν καὶ οἱ τοῦτο παραβαίνοντες δίκην 24100 3.9.57.161 : διδόασι, φίλων μὲν ἀγαθῶν ἔρημοι γιγνόμενοι, τοὺς δὲ 24101 3.9.57.162 : μισοῦντας ἑαυτοὺς ἀναγκαζόμενοι διώκειν; ἢ οὐχ οἱ μὲν 24102 3.9.57.163 : εὖ ποιοῦντες τοὺς χρωμένους ἑαυτοῖς ἀγαθοὶ φίλοι εἰσίν, 24103 3.9.57.164 : οἱ δὲ μὴ ἀντευεργετοῦντες τοὺς τοιούτους διὰ μὲν τὴν 24104 3.9.57.165 : ἀχαριστίαν μισοῦνται ὑπ´ αὐτῶν, διὰ δὲ τὸ μάλιστα 24105 3.9.57.166 : λυσιτελεῖν τοῖς τοιούτοις χρῆσθαι τούτους μάλιστα διώ– 24106 3.9.57.167 : κουσι; Νὴ τὸν Δί´, ὦ Σώκρατες, ἔφη, θεοῖς πάντα 24107 3.9.57.168 : ταῦτ´ ἔοικε· τὸ γὰρ τοὺς νόμους αὐτοὺς τοῖς παραβαί– 24108 3.9.57.169 : νουσι τὰς τιμωρίας ἔχειν βελτίονος ἢ κατὰ ἄνθρωπον 24109 3.9.57.170 : νομοθέτου δοκεῖ μοι εἶναι. Πότερον οὖν, ὦ Ἱππία, τοὺς 24110 3.9.57.171 : θεοὺς ἡγεῖ τὰ δίκαια νομοθετεῖν ἢ ἄλλα τῶν δικαίων; 24111 3.9.57.172 : Οὐκ ἄλλα μὰ Δί´, ἔφη· σχολῇ γὰρ ἂν ἄλλος γέ τις 24112 3.9.57.173 : τὰ δίκαια νομοθετήσειεν, εἰ μὴ θεός. Καὶ τοῖς θεοῖς 24113 3.9.57.174 : ἄρα, ὦ Ἱππία, τὸ αὐτὸ δίκαιόν τε καὶ νόμιμον 〈εἶναι〉 24114 3.9.57.175 : ἀρέσκει. 24115 3.9.58.1 : Πλάτωνος Πολιτείας αʹ (p. 348 E). 24116 3.9.58.2 : Τοῦτο, ἦν δ´ ἐγώ, ἤδη στερεώτερον, ὦ ἑταῖρε, καὶ 24117 3.9.58.3 : οὐκ ἔτι ῥᾴδιον ἔχειν, ὅ τί τις εἴπῃ. εἰ γὰρ λυσιτελεῖν 24118 3.9.58.4 : μὲν τὴν ἀδικίαν ἐτίθεσο, κακίαν μέντοι ἢ αἰσχρὸν αὐτὸ 24119 3.9.58.5 : ὡμολόγεις εἶναι ὥσπερ ἄλλοι τινές, εἴχομεν ἄν τι λέ– 24120 3.9.58.6 : γειν κατὰ τὰ νομιζόμενα λέγοντες· νῦν δὲ δῆλος εἶ ὅτι 24121 3.9.58.7 : φήσεις αὐτὸ καὶ καλὸν καὶ ἰσχυρὸν εἶναι καὶ τἄλλα 24122 3.9.58.8 : αὐτῷ πάντα προσθήσεις, ἃ ἡμεῖς τῷ δικαίῳ προσετίθε– 24123 3.9.58.9 : μεν, ἐπειδή γε καὶ ἐν ἀρετῇ αὐτὸ καὶ σοφίᾳ ἐτόλμησας 24124 3.9.58.10 : θεῖναι. Ἀληθέστατα, ἔφη, μαντεύῃ. Ἀλλὰ τόδε μοι 24125 3.9.58.11 : πειρῶ ἀποκρίνασθαι· ὁ δίκαιος τοῦ δικαίου δοκεῖ τί σοι 24126 3.9.58.12 : ἂν ἐθέλειν πλέον ἔχειν; Οὐδαμῶς, ἔφη· οὐ γὰρ ἂν ἦν 24127 3.9.58.13 : ἀστεῖος, ὥσπερ νῦν, καὶ εὐήθης. Τί δαί; τῆς δικαίας 24128 3.9.58.14 : πράξεως; Οὐδὲ τῆς δικαίας, ἔφη. Τοῦ δὲ ἀδίκου πότε– 24129 3.9.58.15 : ρον ἀξιοῖ ἂν πλέον ἔχειν καὶ ἡγοῖτο δίκαιον εἶναι, ἢ 24130 3.9.58.16 : οὐκ ἂν ἡγοῖτο 〈δίκαιον〉; Ἡγοῖτ´ ἄν, ἦ δ´ ὅς, καὶ ἀξιοῖ, 24131 3.9.58.17 : ἀλλ´ οὐκ ἂν δύναιτο. Ἀλλ´ οὐ τοῦτο, ἦν δ´ ἐγώ, ἐρωτῶ, 24132 3.9.58.18 : ἀλλὰ εἰ τοῦ μὲν δικαίου μὴ ἀξιοῖ πλέον ἔχειν μηδὲ βού– 24133 3.9.58.19 : λεται ὁ δίκαιος, τοῦ δὲ ἀδίκου; Ἀλλ´ οὕτως, ἔφη, ἔχει 24134 3.9.58.20 : Τί δὲ δὴ ὁ ἄδικος; ἆρα ἀξιοῖ τοῦ δικαίου πλεονεκτεῖν 24135 3.9.58.21 : καὶ τῆς δικαίας πράξεως; Πῶς γὰρ οὔκ; ἔφη, ὅς γε 24136 3.9.58.22 : πάντων πλέον ἔχειν ἀξιοῖ; Οὐκοῦν καὶ ἀδίκου γε ἀνθρώ– 24137 3.9.58.23 : που τε καὶ πράξεως ὁ ἄδικος πλεονεκτήσει; Ἔστι ταῦτα. 24138 3.9.58.24 : Ὧδε δὴ λέγωμεν, ἔφην, ὁ δίκαιος τοῦ μὲν ὁμοίου οὐ 24139 3.9.58.25 : πλεονεκτεῖ, τοῦ δὲ ἀνομοίου, ὁ δὲ ἄδικος τοῦ τε ὁμοίου 24140 3.9.58.26 : καὶ τοῦ ἀνομοίου. Ἄριστα, ἔφη, εἴρηκας. Ἔστι δέ γε, 24141 3.9.58.27 : 〈ἔφην,〉 φρόνιμός τε καὶ ἀγαθὸς ὁ ἄδικος, ὁ δὲ δίκαιος 24142 3.9.58.28 : οὐδέτερα; Καὶ τοῦτ´, ἔφη, εὖ. Οὐκοῦν, ἦν δ´ ἐγώ, καὶ 24143 3.9.58.29 : ἔοικε τῷ φρονίμῳ καὶ ἀγαθῷ ὁ ἄδικος, ὁ δὲ δίκαιος 24144 3.9.58.30 : οὐκ ἔοικε; Πῶς γὰρ οὐ μέλλει, ἔφη, 〈ὁ〉 τοιοῦτος ὢν 24145 3.9.58.31 : καὶ ἐοικέναι τοῖς τοιούτοις, ὁ δὲ μὴ ἐοικέναι; Καλῶς. 24146 3.9.58.32 : τοιοῦτος ἄρα ἐστὶν ἑκάτερος αὐτῶν οἷσπερ ἔοικεν. Ἀλλὰ 24147 3.9.58.33 : τί μέλλει; ἔφη. Εἶεν, ὦ Θρασύμαχε· μουσικὸν δέ τινα 24148 3.9.58.34 : λέγεις, ἕτερον δὲ ἄμουσον; Ἔγωγε. Πότερον φρόνιμον, 24149 3.9.58.35 : καὶ πότερον ἄφρονα; Τὸν μὲν μουσικὸν δήπου φρόνι– 24150 3.9.58.36 : μον, τὸν δὲ ἄμουσον ἄφρονα. Οὐκοῦν ἅπερ φρόνιμον, 24151 3.9.58.37 : ἀγαθόν, ἃ δὲ ἄφρονα, κακόν; 〈Ναί.〉 Τί δὲ ἰατρικόν; 24152 3.9.58.38 : οὐχ οὕτως; Οὕτως. Ἆρ´ οὖν τίς σοι, ὦ ἄριστε, δοκεῖ 24153 3.9.58.39 : μουσικὸς ἀνὴρ ἁρμοττόμενος λύραν ἐθέλειν μουσικοῦ ἀν– 24154 3.9.58.40 : δρὸς ἐν τῇ ἐπιτάσει καὶ ἀνέσει τῶν χορδῶν πλεονεκτεῖν 24155 3.9.58.41 : ἢ ἀξιοῦν πλέον ἔχειν; Οὐκ ἔμοιγε. Τί δαί, ἀμούσου; 24156 3.9.58.42 : Ἀνάγκη, ἔφη. Περὶ πάσης δὴ ὅρα ἐπιστήμης τε καὶ ἀν– 24157 3.9.58.43 : επιστημοσύνης εἴ τίς σοι δοκεῖ ἐπιστήμων ὁστισοῦν 24158 3.9.58.44 : πλείω ἂν ἐθέλειν αἱρεῖσθαι ἢ ὅς´ ἄλλος ἐπιστήμων ἢ 24159 3.9.58.45 : πράττειν ἢ λέγειν, καὶ οὐ ταὐτὰ τῷ ὁμοίῳ ἑαυτῷ εἰς τὴν 24160 3.9.58.46 : αὐτὴν [ὁμοίαν] πρᾶξιν; Ἀλλ´ ἴσως, ἔφη, ἀνάγκη τοῦτό 24161 3.9.58.47 : γε οὕτως ἔχειν. Τί δ´ ὁ ἀνεπιστήμων; οὐχ ὁμοίως μὲν 24162 3.9.58.48 : ἐπιστήμονος πλεονεκτήσειεν ἄν, ὁμοίως δὲ ἀνεπιστήμο– 24163 3.9.58.49 : νος; Ἴσως. Ὁ δ´ ἐπιστήμων σοφός; Ναί. Ὁ δὲ σοφὸς 24164 3.9.58.50 : ἀγαθός; Φημί. Ὁ ἄρα ἀγαθός τε καὶ σοφὸς τοῦ μὲν 24165 3.9.58.51 : ὁμοίου οὐκ ἐθελήσει πλεονεκτεῖν, τοῦ δ´ ἀνομοίου τε 24166 3.9.58.52 : καὶ ἐναντίου; Ἔοικεν, ἔφη. Ὁ δὲ κακός τε καὶ ἀμαθὴς 24167 3.9.58.53 : τοῦ τε ὁμοίου καὶ τοῦ ἐναντίου; Φαίνεται. Οὐκοῦν, ὦ 24168 3.9.58.54 : Θρασύμαχε, ἦν δ´ ἐγώ, ὁ ἄδικος ἡμῖν τοῦ ἀνομοίου τε 24169 3.9.58.55 : καὶ ὁμοίου πλεονεκτεῖ; ἢ οὐχ οὕτως ἔλεγες; Ἔγωγε, ἔφη. 24170 3.9.58.56 : Ὁ δὲ δίκαιος τοῦ μὲν ὁμοίου οὐ πλεονεκτήσει, τοῦ δ´ 24171 3.9.58.57 : ἀνομοίου; Ναί. Ἔοικεν ἄρα, ἦν δ´ ἐγώ, ὁ μὲν δίκαιος 24172 3.9.58.58 : τῷ σοφῷ τε καὶ ἀγαθῷ, ὁ δὲ ἄδικος τῷ κακῷ τε καὶ 24173 3.9.58.59 : ἀμαθεῖ. Κινδυνεύει. Ἀλλὰ μὴν ὡμολογοῦμεν, ᾧ γε ὅμοιος 24174 3.9.58.60 : ἑκάτερος εἴη, τοιοῦτον καὶ ἑκάτερον εἶναι. Ὡμολογοῦμεν 24175 3.9.58.61 : γάρ. Ὁ μὲν ἄρα δίκαιος ἡμῖν ἀναπέφανται ὢν ἀγαθός 24176 3.9.58.62 : τε καὶ σοφός, ὁ δ´ ἄδικος ἀμαθής τε καὶ κακός. 24177 3.9.59.1 : (eiusdem p. 350 D) 24178 3.9.59.2 : Ἐπειδὴ δ´ οὖν διωμολογησάμεθα τὴν δικαιοσύνην 24179 3.9.59.3 : ἀρετὴν εἶναι καὶ σοφίαν, τὴν δ´ ἀδικίαν κακίαν τε καὶ 24180 3.9.59.4 : ἀμαθίαν, Εἶεν, ἦν δ´ ἐγώ, τοῦτο μὲν ἡμῖν οὕτω κείσθω· 24181 3.9.59.5 : ἔφαμεν δὲ δὴ καὶ ἰσχυρότερον εἶναι τὴν ἀδικίαν. 24182 3.9.60.1 : (eiusdem p. 351 A–354 A) 24183 3.9.60.2 : Ἀλλὰ τῇδέ πῃ σκέψασθαι χρή. πόλιν φαίης ἂν ἄδι– 24184 3.9.60.3 : κον εἶναι καὶ ἄλλας πόλεις ἐπιχειρεῖν δουλοῦσθαι ἀδί– 24185 3.9.60.4 : κως; Πῶς γὰρ οὔκ; ἔφη· πότερον οὖν ἡ κρείττων γιγνο– 24186 3.9.60.5 : μένη πόλις πόλεως ἄνευ δικαιοσύνης τὴν δύναμιν ταύτην 24187 3.9.60.6 : ἕξει, ἢ ἀνάγκη αὐτῇ μετὰ δικαιοσύνης; Εἰ μὲν, ἔφη, ὡς 24188 3.9.60.7 : σὺ ἄρτι ἔλεγες ἔχει, ἡ δικαιοσύνη σοφία, μετὰ δικαιο– 24189 3.9.60.8 : σύνης, εἰ δ´ ὡς ἐγώ, μετ´ ἀδικίας. Πάνυ γε ἄγαμαι, ἦν 24190 3.9.60.9 : δ´ ἐγώ, ὦ Θρασύμαχε, δοκεῖς ἂν οὖν ἢ πόλιν ἢ στρατό– 24191 3.9.60.10 : πεδον ἢ λῃστὰς ἢ κλέπτας ἢ ἄλλο τι ἔθνος, ὅσα κοινῇ 24192 3.9.60.11 : ἐπί τι ἔρχεται ἀδίκως, πρᾶξαι ἄν τι δύνασθαι, εἰ ἀδι– 24193 3.9.60.12 : κοῖεν ἀλλήλους; Οὐ δῆτα, ἦ δ´ ὅς. Τί δ´ εἰ μὴ ἀδικοῖεν; 24194 3.9.60.13 : οὐ μᾶλλον; Πάνυ γε. Στάσεις γάρ που, ὦ Θρασύμαχε, ἥ 24195 3.9.60.14 : γε ἀδικία καὶ μίση καὶ μάχας ἐν ἀλλήλοις παρέχει, ἡ 24196 3.9.60.15 : δὲ δικαιοσύνη ὁμόνοιαν καὶ φιλίαν. ἦ γάρ; Ἔστω, ἦ δ´ 24197 3.9.60.16 : ὅς, ἆρα εἰ τοῦτο ἔργον ἀδικίας, μῖσος ἐμποιεῖν ὅπου 24198 3.9.60.17 : ἂν ἐνῇ ....... Πάνυ γε. Καὶ ἐν ἑνὶ δή, οἶμαι, ἐνοῦσα 24199 3.9.60.18 : ταῦτα 〈πάντα〉 ποιήσει, ἅπερ πέφυκεν ἐργάζεσθαι· πρῶ– 24200 3.9.60.19 : τον μὲν ἀδύνατον αὐτὸν ποιήσει πράττειν στασιάζοντα 24201 3.9.60.20 : καὶ οὐχ ὁμονοοῦντα αὐτὸν ἑαυτῷ, ἔπειτα ἐχθρὸν καὶ 24202 3.9.60.21 : ἑαυτῷ καὶ τοῖς δικαίοις. ἦ γάρ; Ναί. Δίκαιοι δέ γ´ εἰ– 24203 3.9.60.22 : σίν, ὦ φίλε, καὶ οἱ θεοί; Ἔστωσαν, ἔφη. Καὶ θεοῖς ἄρα 24204 3.9.60.23 : ἐχθρὸς ἔσται, ὦ Θρασύμαχε, ὁ ἄδικος, ὁ δὲ δίκαιος, φί– 24205 3.9.60.24 : λος. Εὐωχοῦ τοῦ λόγου, ἔφη, θαρρῶν· οὐ γὰρ ἔγωγέ σοι 24206 3.9.60.25 : ἐναντιώσομαι, ἵνα μὴ τοῖσδε ἀπέχθωμαι. Ἴθι δή, ἠν δ´ 24207 3.9.60.26 : ἐγώ, καὶ τὰ λοιπά μοι τῆς ἑστιάσεως ἀποπλήρωσον ἀπο– 24208 3.9.60.27 : κρινόμενος ὥσπερ καὶ νῦν. ὅτι μὲν γὰρ καὶ σοφώτεροι 24209 3.9.60.28 : καὶ ἀμείνους καὶ δυνατώτεροι πράττειν οἱ δίκαιοι φαί– 24210 3.9.60.29 : νονται, οἱ δὲ ἄδικοι οὐδὲν πράττειν μετ´ ἀλλήλων οἷοί 24211 3.9.60.30 : τε, ἀλλὰ καὶ οὕς φαμεν ἐρρωμένως πώποτέ τι μετ´ ἀλ– 24212 3.9.60.31 : λήλων κοινῇ πρᾶξαι ἀδίκους ὄντας, τοῦτο οὐ παντάπασιν 24213 3.9.60.32 : ἀληθὲς λέγομεν· οὐ γὰρ ἂν ἀπείχοντο ἀλλήλων κομιδῆ 24214 3.9.60.33 : ὄντες ἄδικοι, ἀλλὰ δῆλον ὅτι ἐνῆν τις αὐτοῖς δικαιοσύνη, 24215 3.9.60.34 : ἣ αὐτοὺς ἐποίει μή τοι καὶ ἀλλήλους γε καὶ ἐφ´ οὓς 24216 3.9.60.35 : ᾔεσαν, ἀδικεῖν ἅμα, δι´ ἣν ἔπραξαν 〈ἃ ἔπραξαν〉, ὥρμη– 24217 3.9.60.36 : σαν δὲ ἐπὶ τὰ ἄδικα ἀδικίᾳ ἡμιμόχθηροι ὄντες, ἐπεὶ οἵ 24218 3.9.60.37 : γε παμπόνηροι καὶ τελέως 〈ἄδικοι τελέως〉 εἰσὶ καὶ πράτ– 24219 3.9.60.38 : τειν ἀδύνατοι· ταῦτα μὲν οὖν ὅτι οὕτως ἔχει, μανθάνω, 24220 3.9.60.39 : εἰ δὲ καὶ ἄμεινον ζῶσιν οἱ δίκαιοι τῶν ἀδίκων καὶ εὐ– 24221 3.9.60.40 : δαιμονέστεροί εἰσιν, ὅπερ τὸ ὕστερον προὐθέμεθα σκέ– 24222 3.9.60.41 : ψασθαι, σκεπτέον. δοκεῖ τί σοι εἶναι ἵππου ἔργον; 24223 3.9.60.42 : Ἔμοιγε. Ἆρ´ οὖν τοῦτο ἂν θείης καὶ ἵππου καὶ ἄλλου 24224 3.9.60.43 : ὁτουοῦν ἔργον, ὃ ἂν ἢ μόνῳ ἐκείνῳ ποιῇ τις ἢ ἄριστα; 24225 3.9.60.44 : Οὐ μανθάνω. Ἀλλ´ ὧδε· ἔσθ´ ὅτῳ ἂν ἄλλῳ ἴδοις ἢ 24226 3.9.60.45 : ὀφθαλμοῖς; Οὐ δῆτα. Τί δαί; ἀκούσαις ἄλλῳ ἢ ὠσίν; 24227 3.9.60.46 : Οὐδαμῶς. Οὐκοῦν δικαίως ἂν ταῦτα τούτων φαμὲν ἔργα 24228 3.9.60.47 : εἶναι; Πάνυ γε. Τί δαί; μαχαίρᾳ ἂν ἀμπέλου κλῆμα ἀπο– 24229 3.9.60.48 : τέμοις καὶ σμίλῃ καὶ ἄλλοις πολλοῖς; Πῶς γὰρ οὔ; Ἀλλ´ 24230 3.9.60.49 : οὐδενί γ´ ἄν, οἶμαι, οὕτω καλῶς, ὡς δρεπάνῳ τῷ ἐπὶ 24231 3.9.60.50 : τούτῳ ἐργασθέντι. Ἀληθῆ. Ἆρ´ οὖν οὐ τοῦτο τούτου 24232 3.9.60.51 : ἔργον θήσομεν; Θήσομεν μὲν οὖν. Ὀφθαλμῶν μὲν ἔστι 24233 3.9.60.52 : τὶ ἔργον; Ἔστιν. Ἆρ´ οὖν καὶ ἀρετὴ ὀφθαλμῶν ἐστιν; 24234 3.9.60.53 : Καὶ ἀρετή. Τί δέ; ὤτων ἦν τι ἔργον; Ναί. Οὐκοῦν καὶ 24235 3.9.60.54 : ἀρετή; Καὶ ἀρετή. Τί δὲ πάντων περὶ τῶν ἄλλων; οὐχ 24236 3.9.60.55 : οὕτως; Οὕτως. Ἔχε δή· ἆρ´ ἄν ποτε ὄμματα τὸ αὑτῶν 24237 3.9.60.56 : ἔργον καλῶς ἀπεργάσαιντο μὴ ἔχοντα τὴν αὑτῶν οἰκείαν 24238 3.9.60.57 : ἀρετήν, ἀλλ´ ἀντὶ τῆς ἀρετῆς κακίαν; Καὶ πῶς ἄν; ἔφη· 24239 3.9.60.58 : τυφλότητα γὰρ ἴσως λέγεις ἀντὶ τῆς ὄψεως. Ἥτις ἦν 24240 3.9.60.59 : 〈δ´〉 ἐγώ, 〈αὐτῶν ἡ〉 ἀρετή· οὐ γάρ πω τοῦτο ἐρωτῶ, ἀλλὰ 24241 3.9.60.60 : εἰ τῇ οἰκείᾳ ἀρετῇ τὸ αὑτῶν ἔργον εὖ ἐργάσεται τὰ ἐργα– 24242 3.9.60.61 : ζόμενα, κακίᾳ δὲ κακῶς. Ἀληθές, ἔφη, τοῦτό 〈γε〉 λέ– 24243 3.9.60.62 : γεις. Οὐκοῦν καὶ ὦτα στερόμενα τῆς αὑτῶν ἀρετῆς 24244 3.9.60.63 : κακῶς τὸ 〈αὑτῶν〉 ἔργον ἀπεργάσεται; Πάνυ γε. Τίθε– 24245 3.9.60.64 : μεν οὖν καὶ τὰ ἄλλα πάντα εἰς τὸν αὐτὸν τοῦτον λόγον; 24246 3.9.60.65 : Ἔμοιγε δοκεῖ. Ἴθι δή, μετὰ ταῦτα τόδε σκέψαι· ψυχῆς 24247 3.9.60.66 : ἔστι τι ἔργον, ὃ ἄλλῳ τῶν ὄντων οὐδ´ ἂν ἑνὶ πράξαις, 24248 3.9.60.67 : οἷον τὸ τοιόνδε· τὸ ἐπιμελεῖσθαι καὶ ἄρχειν καὶ [τὸ] βου– 24249 3.9.60.68 : λεύεσθαι καὶ τὰ τοιαῦτα πάντα, ἔστιν ὅτῳ ἄλλῳ ἢ ψυχῇ 24250 3.9.60.69 : δικαίως ἂν αὐτὰ ἀποδοῖμεν καὶ φαῖμεν ἴδια ἐκείνης εἶ– 24251 3.9.60.70 : ναι; Οὐδενὶ ἄλλῳ. Τί δ´ αὖ τὸ ζῆν; οὐ ψυχῆς ἔργον 24252 3.9.60.71 : φήσομεν εἶναι; Μάλιστά γ´, ἔφη. Οὐκοῦν καὶ ἀρετήν 24253 3.9.60.72 : φαμέν τινα ψυχῆς εἶναι; Φαμέν. Ἄρ´ οὖν ποτε, ὦ Θρα– 24254 3.9.60.73 : σύμαχε, ψυχὴ τὰ αὑτῆς ἔργα εὖ ἀπεργάσεται στερομένη 24255 3.9.60.74 : τῆς οἰκείας ἀρετῆς, ἢ ἀδύνατον; Ἀδύνατον. Ἀνάγκη ἄρα 24256 3.9.60.75 : κακῇ ψυχῇ κακῶς ἄρχειν καὶ ἐπιμελεῖσθαι, τῇ δὲ ἀγαθῇ 24257 3.9.60.76 : πάντα ταῦτα εὖ πράττειν. Ἀνάγκη. Οὐκοῦν ἀρετὴν μὲν 24258 3.9.60.77 : ξυνεχωρήσαμεν ψυχῆς εἶναι δικαιοσύνην, κακίαν δὲ ἀδι– 24259 3.9.60.78 : κίαν; Ξυνεχωρήσαμεν γάρ. Ἡ μὲν ἄρα δικαία ψυχὴ καὶ 24260 3.9.60.79 : ὁ δίκαιος ἀνὴρ εὖ βιώσεται, κακῶς δὲ ὁ ἄδικος; Φαί– 24261 3.9.60.80 : νεται, ἔφη, κατὰ τὸν σὸν λόγον. Ἀλλὰ μὴν ὅ γε εὖ 24262 3.9.60.81 : ζῶν μακάριός τε καὶ εὐδαίμων, ὁ δὲ μὴ τἀναντία; Πῶς 24263 3.9.60.82 : γὰρ οὔ; Ὁ μὲν δίκαιος ἄρα εὐδαίμων, ὁ δ´ 〈ἄδικος〉 ἄθ– 24264 3.9.60.83 : λιος; Ἔστω, ἔφη. Ἀλλὰ μὴν ἄθλιόν γε οὐ λυσιτελεῖ εἶ– 24265 3.9.60.84 : ναι, εὐδαίμονα δέ. Πῶς γὰρ οὔ; Οὐδέποτε ἄρα, ὦ μα– 24266 3.9.60.85 : κάριε Θρασύμαχε, λυσιτελέστερον ἀδικία δικαιοσύνης. 24267 3.9.61.1 : Ἐν ταὐτῷ (IV p. 441 C–445 B). 24268 3.9.61.2 : Ταῦτα μὲν ἄρα, ἦν δ´ ἐγὼ, μόγις διανενεύκαμεν, 24269 3.9.61.3 : καὶ ἡμῖν ἐπιεικῶς ὡμολόγηται, ταὐτὰ μὲν ἐν πόλει, ταὐτὰ 24270 3.9.61.4 : δὲ ἐν ἑνὸς ἑκάστου τῇ ψυχῇ γένη ἐνεῖναι καὶ ἴσα τὸν 24271 3.9.61.5 : ἀριθμόν. Ἔστι ταῦτα. Οὐκοῦν ἐκεῖνό γε ἤδη ἀναγκαῖον, 24272 3.9.61.6 : ὡς πόλις ἦν σοφὴ καὶ ᾧ, οὕτω καὶ τὸν ἰδιώτην καὶ 24273 3.9.61.7 : τούτῳ σοφὸν εἶναι; Τί μήν; Καὶ ᾧ δὴ ἀνδρεῖος ἰδιώτης 24274 3.9.61.8 : καὶ ὥς, τούτῳ καὶ πόλιν ἀνδρείαν καὶ οὕτω καὶ τἄλλα 24275 3.9.61.9 : πάντα πρὸς ἀρετὴν ὡσαύτως ἀμφότερα ἔχειν. Ἀνάγκη. 24276 3.9.61.10 : Καὶ δίκαιον δή, [ἔφη,] ὦ Γλαύκων, οἶμαι, φήσομεν ἄνδρα 24277 3.9.61.11 : εἶναι τῷ αὐτῷ τρόπῳ, ᾧπερ καὶ πόλις ἦν δικαία; Καὶ 24278 3.9.61.12 : τοῦτο πᾶσα ἀνάγκη. Ἀλλ´ οὔ πω μὴν τοῦτό γε ἐπιλε– 24279 3.9.61.13 : λήσμεθα, ὅτι ἐκείνη γε τῷ τὸ ἑαυτοῦ ἕκαστον ἐν αὐτῇ 24280 3.9.61.14 : πράττειν τριῶν ὄντων γενῶν δικαία ἦν. Οὔ μοι δοκοῦ– 24281 3.9.61.15 : μεν, ἔφη, ἐπιλελῆσθαι. Μνημονευτέον ἄρα ἡμῖν, ὅτι καὶ 24282 3.9.61.16 : ἡμῶν ἕκαστος, ὅτου ἂν τὰ αὑτοῦ ἕκαστον τῶν ἐν αὐτῷ 24283 3.9.61.17 : πράττῃ, οὗτος δικαιότερός τε ἔσται καὶ τὰ αὑτοῦ πράτ– 24284 3.9.61.18 : των. Καὶ μάλα, ἦ δ´ ὅς, μνημονευτέον. Οὐκοῦν τῷ μὲν 24285 3.9.61.19 : λογιστικῷ ἄρχειν προσῆκον, σοφῷ ὄντι καὶ ἔχοντι τὴν 24286 3.9.61.20 : ὑπὲρ ἁπάσης τῆς ψυχῆς προμήθειαν; τῷ δὲ θυμοει– 24287 3.9.61.21 : δεῖ ὑπηκόῳ εἶναι ξυμμάχῳ τούτου; Πάνυ γε. Ἆρ´ οὖν 24288 3.9.61.22 : οὐχ, ὥσπερ ἐλέγομεν, μουσικῆς καὶ γυμναστικῆς κρᾶσις 24289 3.9.61.23 : σύμφωνα αὐτὰ ποιήσει, τὸ μὲν ἐπιτείνουσα καὶ τρέ– 24290 3.9.61.24 : φουσα λόγοις τε καλοῖς καὶ μαθήμασι, τὸ δ´ ἀνιεῖσα 24291 3.9.61.25 : καὶ παραμυθουμένη, ἡμεροῦσα ἁρμονίᾳ τε καὶ ῥυθμῷ; 24292 3.9.61.26 : Κομιδῇ γε, ἦ δ´ ὅς. Καὶ τούτω δὴ οὕτω τραφέντε καὶ 24293 3.9.61.27 : ὡς ἀληθῶς τὰ αὑτῶν μαθόντε καὶ παιδευθέντε προστή– 24294 3.9.61.28 : σετον τοῦ ἐπιθυμητικοῦ, ὃ δὴ πλεῖστον τῆς ψυχῆς ἐν 24295 3.9.61.29 : ἑκάστῳ ἐστὶ καὶ χρημάτων φύσει ἀπληστότατον· ὃ τηρή– 24296 3.9.61.30 : σετον μὴ τῷ πίμπλασθαι τῶν περὶ τὸ σῶμα καλουμέ– 24297 3.9.61.31 : νων ἡδονῶν πολὺ καὶ ἰσχυρὸν γενόμενον οὐκ αὖ τὰ αὑτοῦ 24298 3.9.61.32 : πράττῃ, καταδουλώσασθαι καὶ ἄρχειν ἐθέλῃ ὧν οὐ 24299 3.9.61.33 : προσῆκεν αὐτῷ γένει, καὶ ξύμπαντα τὸν βίον πάντων 24300 3.9.61.34 : ἀνατρέψῃ. Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη. Ἆρ´ οὖν, ἦν δ´ ἐγώ, 24301 3.9.61.35 : καὶ τοὺς ἔξωθεν πολεμίους τούτω ἂν κάλλιστα φυλατ– 24302 3.9.61.36 : τοίτην ὑπὲρ ἁπάσης τῆς ψυχῆς τε καὶ τοῦ σώματος, τὸ 24303 3.9.61.37 : μὲν βουλευόμενον, τὸ δὲ προπολεμοῦν ἑπόμενον τῷ ἄρ– 24304 3.9.61.38 : χοντι καὶ τῇ ἀνδρείᾳ ἐπιτελοῦν τὰ βουλευθέντα; Ἔστι 24305 3.9.61.39 : ταῦτα. Καὶ ἀνδρεῖον δή, οἶμαι, τούτῳ τῷ μέρει καλοῦμεν 24306 3.9.61.40 : ἕνα ἕκαστον, ὅταν αὐτοῦ τὸ θυμοειδὲς διασῴζῃ διά τε 24307 3.9.61.41 : λυπῶν καὶ ἡδονῶν τὸ ὑπὸ τοῦ λόγου παραγγελθὲν δει– 24308 3.9.61.42 : νόν τε καὶ μή. Ὀρθῶς γ´, ἔφη. Σοφὸν δέ γε ἐκείνῳ τῷ 24309 3.9.61.43 : σμικρῷ μέρει, τῷ ὃ ἦρχέ τε ἐν αὐτῷ καὶ ταῦτα παρήγ– 24310 3.9.61.44 : γελλεν, ἔχον αὖ κἀκεῖνο ἐπιστήμην ἐν αὑτῷ τὴν τοῦ ξυμ– 24311 3.9.61.45 : φέροντος ἑκάστῳ τε καὶ ὅλῳ τῷ κοινῷ σφῶν αὐτῶν τριῶν 24312 3.9.61.46 : ὄντων. Πάνυ μὲν οὖν. Τί δαί; σώφρονα οὐ τῇ φιλίᾳ καὶ 24313 3.9.61.47 : τῇ ξυμφωνίᾳ τῇ αὐτῶν τούτων, ὅταν τό τε ἄρχον καὶ τὼ 24314 3.9.61.48 : ἀρχομένω τὸ λογιστικὸν ὁμοδοξῶσι δεῖν ἄρχειν καὶ μὴ 24315 3.9.61.49 : στασιάζωσιν αὐτῷ; Σωφροσύνη γοῦν, ἦ δ´ ὅς, οὐκ ἄλλο 24316 3.9.61.50 : 〈τί〉 ἐστιν ἢ τοῦτο, πόλεώς τε καὶ ἰδιώτου. Ἀλλὰ μὲν 24317 3.9.61.51 : δὴ δίκαιός γε, ᾧ πολλάκις λέγομεν, τούτῳ καὶ οὕτως 24318 3.9.61.52 : ἔσται. Πολλὴ ἀνάγκη. Τί οὖν; εἶπον ἐγώ· μή πῃ ἡμῖν 24319 3.9.61.53 : ἀπαμβλύνεται ἄλλο τι δικαιοσύνη δοκεῖν εἶναι ἢ ὅπερ 24320 3.9.61.54 : ἐν τῇ πόλει ἐφάνη; Οὐκ ἔμοιγε, ἔφη, δοκεῖ. Ὧδε γὰρ, ἦν 24321 3.9.61.55 : δ´ ἐγώ, πάντα παντάπασιν ἂν βεβαιωσαίμεθα, εἴ τι ἡμῶν 24322 3.9.61.56 : ἔτι ἐν τῇ ψυχῇ ἀμφισβητεῖ, τὰ φορτικὰ αὐτῷ προσφέ– 24323 3.9.61.57 : ροντες. Ποῖα δή; Οἷον εἰ δέοι ἡμᾶς ἀνομολογεῖσθαι 24324 3.9.61.58 : περί τε ἐκείνης τῆς πόλεως καὶ τοῦ ἐκείνῃ ὁμοίως πε– 24325 3.9.61.59 : φυκότος τε καὶ τεθραμμένου ἀνδρός, εἰ δοκεῖ ἂν παρα– 24326 3.9.61.60 : καταθήκην χρυσίου ἢ ἀργυρίου δεξάμενος ὁ τοιοῦτος 24327 3.9.61.61 : ἀποστερῆσαι, τίνα ἂν οἴει οἰηθῆναι τοῦτο αὐτὸν δρᾶσαι 24328 3.9.61.62 : μᾶλλον ἢ ὅσοι μὴ τοιοῦτοι; Οὐδένα ἄν, ἔφη. Οὐκοῦν 24329 3.9.61.63 : καὶ ἱεροσυλιῶν καὶ κλοπῶν καὶ προδοσιῶν, ἢ ἰδίᾳ ἑταί– 24330 3.9.61.64 : ρων ἢ δημοσίᾳ πόλεων, ἐκτὸς ἂν οὗτος εἴη; Ἐκτός. Καὶ 24331 3.9.61.65 : μὴν οὐδ´ ὁπωστισγεοῦν ἄπιστος ἢ κατὰ ὅρκους, ἢ κατὰ 24332 3.9.61.66 : τὰς ἄλλας ὁμολογίας. Πῶς γὰρ ἄν; Μοιχεῖαί γε μὴν 24333 3.9.61.67 : καὶ γονέων ἀμέλειαι καὶ θεῶν ἀθεραπευσίαι παντὶ ἄλλῳ 24334 3.9.61.68 : μᾶλλον ἢ τῷ τοιούτῳ προσήκουσιν. Παντὶ μέντοι, ἔφη. 24335 3.9.61.69 : Οὐκοῦν τούτων πάντων αἴτιον, ὅτι αὐτοῦ τῶν ἐν αὐτῷ 24336 3.9.61.70 : ἕκαστον 〈τὰ〉 αὑτοῦ πράττει ἀρχῆς τε πέρι καὶ τοῦ ἄρ– 24337 3.9.61.71 : χεσθαι; Τοῦτο μὲν οὖν, καὶ οὐδὲν ἄλλο. Ἔτι οὖν ἕτε– 24338 3.9.61.72 : ρον ζητεῖς δικαιοσύνην εἶναι ἢ ταύτην τὴν δύναμιν, ἣ 24339 3.9.61.73 : τοὺς τοιούτους ἄνδρας τε παρέχεται καὶ πόλεις; Μὰ 24340 3.9.61.74 : Δί´, ἦ δ´ ὅς, οὐκ ἔγωγε. Τέλεον ἄρα ἡμῖν τὸ ἐνύπνιον 24341 3.9.61.75 : ἀποτετέλεσται, ὃ ἔφαμεν ὑποπτεῦσαι, ὡς εὐθὺς ἀρχό– 24342 3.9.61.76 : μενοι τῆς πόλεως οἰκίζειν κατὰ θεόν τινα εἰς ἀρχήν τε 24343 3.9.61.77 : καὶ τύπον τινὰ τῆς δικαιοσύνης κινδυνεύομεν ἐμβεβη– 24344 3.9.61.78 : κέναι. Παντάπασι μὲν οὖν. Τὸ δέ γε ἦν ἄρα, ὦ Γλαύ– 24345 3.9.61.79 : κων, δι´ ὃ καὶ ὠφελεῖ, εἴδωλόν τι τῆς δικαιοσύνης, τὸ 24346 3.9.61.80 : τὸν μὲν σκυτοτομικὸν φύσει ὀρθῶς ἔχειν σκυτοτομεῖν καὶ 24347 3.9.61.81 : ἄλλο μηδὲν πράττειν, τὸν δὲ τεκτονικὸν τεκταίνεσθαι, 24348 3.9.61.82 : καὶ τὰ ἄλλα δὴ οὕτω. Φαίνεται. Τὸ δέ γε ἀληθὲς τοιοῦ– 24349 3.9.61.83 : τόν τι ἦν, ὡς ἔοικεν, ἡ δικαιοσύνη, ἀλλ´ οὐ [τι] περὶ τὴν 24350 3.9.61.84 : ἔξω πρᾶξιν τῶν αὑτοῦ, ἀλλὰ περὶ τὴν ἐντὸς ὡς ἀληθῶς 24351 3.9.61.85 : περὶ ἑαυτὸν καὶ τὰ αὑτοῦ, μὴ ἐάσαντα τὰ ἀλλότρια πράτ– 24352 3.9.61.86 : τειν ἕκαστον ἐν ἑαυτῷ μηδὲ πολυπραγμονεῖν πρὸς ἄλ– 24353 3.9.61.87 : ληλα τὰ ἐν τῇ ψυχῇ γένη, ἀλλὰ τῷ ὄντι τὰ οἰκεῖα ἐν– 24354 3.9.61.88 : θυμούμενον καὶ ἄρξαντα αὐτὸν αὑτοῦ καὶ κοσμήσαντα 24355 3.9.61.89 : καὶ φίλον γενόμενον ἑαυτῷ καὶ συναρμόσαντα 〈τρία ὄντα〉 24356 3.9.61.90 : ὥσπερ ὅρους, τρεῖς ἁρμονίας ἀτεχνῶς νεάτης τε καὶ ὑπά– 24357 3.9.61.91 : της καὶ μέσης, καὶ εἰ ἄλλ´ ἄττα μεταξὺ τυγχάνει ὄντα, 24358 3.9.61.92 : πάντα ταῦτα ξυνδήσαντα καὶ παντάπασιν ἕνα γενόμενον 24359 3.9.61.93 : ἐκ πολλῶν, σώφρονα καὶ ἡρμοσμένον, οὕτω δὴ πράττειν 24360 3.9.61.94 : ἤδη, ἐάν τι πράττῃ ἢ περὶ χρημάτων κτῆσιν ἢ περὶ σώ– 24361 3.9.61.95 : ματος θεραπείαν ἢ καὶ πολιτικόν τι ἢ περὶ τὰ ἴδια 24362 3.9.61.96 : ξυμβόλαια, ἐν πᾶσι τούτοις ἡγούμενον καὶ ὀνομάζοντα 24363 3.9.61.97 : δικαίαν μὲν καὶ καλὴν πρᾶξιν, ἣ ἂν ταύτην τὴν ἕξιν 24364 3.9.61.98 : σῴζῃ τε καὶ συναπεργάζηται, σοφίαν δὲ τὴν ἐπιστατοῦ– 24365 3.9.61.99 : σαν ταύτῃ τῇ πράξει ἐπιστήμην, ἄδικον δὲ πρᾶξιν, ἣ ἂν 24366 3.9.61.100 : ἀεὶ ταύτην λύῃ, ἀμαθίαν δὲ τὴν ταύτῃ αὖ ἐπιστατοῦσαν 24367 3.9.61.101 : δόξαν. Παντάπασιν, ἦ δ´ ὅς, ὦ Σώκρατες, ἀληθῆ λέ– 24368 3.9.61.102 : γεις. Εἶεν, ἦν δ´ ἐγώ· τὸν μὲν δίκαιον καὶ ἄνδρα καὶ 24369 3.9.61.103 : πόλιν καὶ δικαιοσύνην, ὃ τυγχάνει ἐν αὐτοῖς ὄν, εἰ φαῖ– 24370 3.9.61.104 : μεν εὑρηκέναι, οὐκ ἂν πάνυ τι, οἶμαι, δόξαιμεν ψεύδε– 24371 3.9.61.105 : σθαι. Μὰ Δί´ οὐ μέντοι, ἔφη. Φῶμεν ἄρα; Φῶμεν. 24372 3.9.61.106 : Ἔστω δή, ἦν δ´ ἐγώ· μετὰ γὰρ τοῦτο σκεπτέον, οἶμαι, 24373 3.9.61.107 : ἀδικίαν. Δῆλον 〈ὅτι〉. Οὐκοῦν στάσιν τινὰ αὖ τριῶν ὄν– 24374 3.9.61.108 : των τούτων δεῖ αὐτὴν εἶναι καὶ πολυπραγμοσύνην 〈καὶ 24375 3.9.61.109 : ἀλλοτριοπραγμοσύνην〉 καὶ ἐπανάστασιν μέρους τινὸς τῷ 24376 3.9.61.110 : ὅλῳ τῆς ψυχῆς, ἵνα ἄρχῃ ἐν αὐτῇ οὐ προσῆκον, ἀλλὰ 24377 3.9.61.111 : τοιούτου ὄντος φύσει, οἵου πρέπειν αὐτῷ δουλεύειν τοῦ 24378 3.9.61.112 : δ´ αὖ δουλεύειν ἀρχικοῦ γένους ὄντι· τοιαῦτ´ ἄττα, οἶ– 24379 3.9.61.113 : μαι, φήσομεν καὶ τὴν τούτων ταραχὴν καὶ πλάνην εἶναι 24380 3.9.61.114 : τήν τε ἀδικίαν καὶ ἀκολασίαν καὶ δειλίαν καὶ ἀμαθίαν 24381 3.9.61.115 : καὶ ξυλλήβδην πᾶσαν κακίαν. Ταὐτὰ μὲν οὖν ταῦτα, ἔφη. 24382 3.9.61.116 : Οὐκοῦν, ἦν δ´ ἐγώ, καὶ τὸ ἄδικα πράττειν καὶ τὸ ἀδικεῖν 24383 3.9.61.117 : καὶ αὖ τὸ δίκαια ποιεῖν, πάντα ταῦτα τυγχάνει ὄντα κα– 24384 3.9.61.118 : τάδηλα ἤδη σαφῶς, ᾗπερ καὶ ἡ ἀδικία καὶ δικαιοσύνη; 24385 3.9.61.119 : Πῶς δή; Ὅτι, ἦν δ´ ἐγώ, τυγχάνει οὐδὲν διαφέροντα τῶν 24386 3.9.61.120 : ὑγιεινῶν τε καὶ νοσωδῶν, ὡς ἐκεῖνα ἐν σώματι, ταῦτα ἐν 24387 3.9.61.121 : ψυχῇ. Πῆ; ἔφη. Τὰ μέν που ὑγιεινὰ ὑγίειαν ἐμποιεῖ, 24388 3.9.61.122 : τὰ δὲ νοσώδη νόσον. Ναί. Οὐκοῦν καὶ τὸ μὲν δίκαια 24389 3.9.61.123 : πράττειν δικαιοσύνην ἐμποιεῖ, τὸ δὲ ἄδικα ἀδικίαν; 24390 3.9.61.124 : Ἀνάγκη. Ἔστι δὲ τὸ μὲν ὑγίειαν ἐμποιεῖν τὰ ἐν τῷ σώ– 24391 3.9.61.125 : ματι κατὰ φύσιν καθιστάναι κρατεῖν τε καὶ κρατεῖσθαι 24392 3.9.61.126 : ὑπ´ ἀλλήλων, τὸ δὲ νόσον παρὰ φύσιν ἄρχειν τε καὶ ἄρ– 24393 3.9.61.127 : χεσθαι ἄλλο ὑπ´ ἄλλου. Ἔστι γάρ. Οὐκοῦν αὖ, ἔφην, τὸ 24394 3.9.61.128 : δικαιοσύνην ἐμποιεῖν τὰ ἐν τῇ ψυχῇ κατὰ φύσιν καθι– 24395 3.9.61.129 : στάναι κρατεῖν 〈τε〉 καὶ κρατεῖσθαι ὑπ´ ἀλλήλων, τὸ δὲ 24396 3.9.61.130 : ἀδικίαν παρὰ φύσιν ἄρχειν τε καὶ ἄρχεσθαι 〈ἄλλο〉 ὑπ´ 24397 3.9.61.131 : ἄλλου; Κομιδῆ, ἔφη. Ἀρετὴ μὲν ἄρα, ὡς ἔοικεν, ὑγίειά 24398 3.9.61.132 : τέ τις ἂν εἴη καὶ κάλλος καὶ εὐεξία ψυχῆς, κακία δὲ 24399 3.9.61.133 : νόσος τε καὶ αἶσχος καὶ ἀσθένεια. Ἔστιν οὕτως. Ἆρ´ 24400 3.9.61.134 : οὖν οὐ καὶ τὰ μὲν καλὰ ἐπιτηδεύματα εἰς ἀρετῆς κτῆσιν 24401 3.9.61.135 : φέρει, τὰ δὲ αἰσχρὰ εἰς κακίας; Ἀνάγκη. Τὸ δὴ λοι– 24402 3.9.61.136 : πὸν ἤδη, ὡς ἔοικεν, ἡμῖν ἐστὶ σκέψασθαι, πότερον αὖ 24403 3.9.61.137 : λυσιτελεῖ δίκαιά τε πράττειν καὶ καλὰ ἐπιτηδεύειν καὶ 24404 3.9.61.138 : εἶναι δίκαιον, ἐάν τε λανθάνῃ ἐάν τε μὴ τοιοῦτος ὤν, ἢ 24405 3.9.61.139 : ἀδικεῖν τε καὶ ἄδικον εἶναι, ἐάν περ μὴ διδῷ δίκην 24406 3.9.61.140 : μηδὲ βελτίων γίγνηται κολαζόμενος. Ἀλλά, ἔφη, ὦ Σώ– 24407 3.9.61.141 : κρατες, γελοῖον ἔμοιγε φαίνεται τὸ σκέμμα γίγνεσθαι 24408 3.9.61.142 : ἤδη, εἰ τοῦ μὲν σώματος τῆς φύσεως διαφθειρομένης 24409 3.9.61.143 : δοκεῖ οὐ βιωτὸν εἶναι οὐδὲ μετὰ πάντων σιτίων τε καὶ 24410 3.9.61.144 : ποτῶν καὶ παντὸς πλούτου καὶ πάσης ἀρχῆς, τῆς δὲ αὐ– 24411 3.9.61.145 : τοῦ τούτου ᾧ ζῶμεν φύσεως ταραττομένης τε καὶ δια– 24412 3.9.61.146 : φθειρομένης βιωτὸν ἄρα ἔσται, ἄνπερ τις ποιῇ ὃ ἂν βου– 24413 3.9.61.147 : ληθῇ ἄλλο πλὴν τοῦτο, ὁπόθεν κακίας μὲν καὶ ἀδικίας 24414 3.9.61.148 : ἀπαλλαγήσεται, δικαιοσύνην δὲ καὶ ἀρετὴν κτήσεται, ἐπ– 24415 3.9.61.149 : ειδή περ ἐφάνη γε ὄντα ἑκάτερα οἷα ἡμεῖς διεληλύθαμεν. 24416 3.9.61.150 : 〈Γελοῖον γάρ, ἦν δ´ ἐγώ· ἀλλ´ ὅμως ἐπείπερ ἐνταῦθα 24417 3.9.61.151 : ἐληλύθαμεν,〉 ὅσον οἷόν τε σαφέστατα κατιδεῖν ὅτι ταῦτα 24418 3.9.61.152 : οὕτως ἔχει, οὐ χρὴ ἀποκάμνειν. Ἥκιστα, νὴ τὸν Δί´, ἔφη, 24419 3.9.61.153 : πάντων ἀποκνητέον. 24420 3.9.62.1 : Πλάτωνος πολιτείας θʹ (IX p. 588 B). 24421 3.9.62.2 : Εἶεν δή, εἶπον· ἐπειδὴ ἐνταῦθα λόγου γεγόναμεν, 24422 3.9.62.3 : ἀναλάβωμεν τὰ πρῶτα λεχθέντα, δι´ ἃ δεῦρ´ ἥκομεν· ἦν 24423 3.9.62.4 : δέ που λεγόμενον λυσιτελεῖν ἀδικεῖν τῷ τελέως μὲν ἀδίκῳ, 24424 3.9.62.5 : δοξαζομένῳ δὲ δικαίῳ. ἢ οὐχ οὕτως ἐλέχθη; Οὕτω μὲν 24425 3.9.62.6 : οὖν. Νῦν δή, ἔφην, αὐτῷ διαλεγώμεθα, ἐπειδὴ διωμολο– 24426 3.9.62.7 : γησάμεθα τό τε ἀδικεῖν καὶ τὸ δίκαια πράττειν ἣν ἑκά– 24427 3.9.62.8 : τερον ἔχει δύναμιν. Πῶς; ἔφη. Εἰκόνα πλάσαντες τῆς 24428 3.9.62.9 : ψυχῆς λόγῳ, ἵνα εἰδῇ ὁ ἐκεῖνα λέγων οἷα ἔλεγεν. Ποίαν 24429 3.9.62.10 : τινά; ἦ δ´ ὅς. Τῶν τοιούτων τινά, ἦν δ´ ἐγώ, οἷαι μυθο– 24430 3.9.62.11 : λογοῦνται παλαιαὶ γενέσθαι φύσεις, ἥ τε Χιμαίρας καὶ 24431 3.9.62.12 : ἡ Σκύλλης καὶ Κερβέρου, καὶ ἄλλαι τινὲς συχναὶ λέγονται 24432 3.9.62.13 : ξυμπεφυκυῖαι ἰδέαι πολλαὶ εἰς ἓν γενέσθαι. Λέγονται 24433 3.9.62.14 : γάρ, ἔφη. Πλάττε τοίνυν μίαν μὲν ἰδέαν θηρίου ποικί– 24434 3.9.62.15 : λου καὶ πολυκεφάλου, ἡμέρων δὲ θηρίων ἔχοντος κεφα– 24435 3.9.62.16 : λὰς κύκλῳ καὶ ἀγρίων, καὶ δυνατοῦ μεταβάλλειν καὶ φύειν 24436 3.9.62.17 : ἐξ αὑτοῦ πάντα ταῦτα. Δεινοῦ πλάστου, ἔφη, τὸ ἔργον· 24437 3.9.62.18 : ὅμως δ´ ἐπειδὴ εὐπλαστότερον κηροῦ καὶ τῶν τοιούτων 24438 3.9.62.19 : λόγος, πεπλάσθω. Μίαν δὴ τοίνυν ἄλλην ἰδέαν λέοντος, 24439 3.9.62.20 : μίαν δὲ ἀνθρώπου· πολὺ δὲ μέγιστον ἔστω τὸ πρῶτον 24440 3.9.62.21 : καὶ δεύτερον τὸ δεύτερον. Ταῦτα, ἔφη, ῥᾴω· καὶ πέπλα– 24441 3.9.62.22 : σται. Σύναπτε τοίνυν αὐτὰ εἰς ἓν τρία ὄντα, ὥστε πῃ 24442 3.9.62.23 : ξυμπεφυκέναι ἀλλήλοις. Συνῆπται, ἔφη. Περίπλασον δὴ 24443 3.9.62.24 : αὐτοῖς ἔξωθεν ἑνὸς εἰκόνα, τὴν τοῦ ἀνθρώπου, ὥστε 24444 3.9.62.25 : τῷ μὴ δυναμένῳ τὰ ἐντὸς ὁρᾶν, ἀλλὰ τὸ ἔξω μόνον ἔλυ– 24445 3.9.62.26 : τρον ὁρῶντι ἓν ζῷον φαίνεσθαι, ἄνθρωπον. Περιπέ– 24446 3.9.62.27 : πλασται, ἔφη. Λέγωμεν δὴ τῷ λέγοντι ὡς λυσιτελεῖ 24447 3.9.62.28 : τούτῳ ἀδικεῖν τῷ ἀνθρώπῳ, δίκαια δὲ πράττειν οὐ ξυμ– 24448 3.9.62.29 : φέρει, ὅτι οὐδὲν ἄλλο φησὶν ἢ λυσιτελεῖν αὐτῷ τὸ παν– 24449 3.9.62.30 : τοδαπὸν θηρίον εὐωχοῦντι ποιεῖν ἰσχυρὸν καὶ τὸν λέοντα 24450 3.9.62.31 : καὶ τὰ περὶ τὸν λέοντα, τὸν δὲ ἄνθρωπον λιμοκτονεῖν 24451 3.9.62.32 : καὶ ποιεῖν ἀσθενῆ, ὥστε ἕλκεσθαι ὅπη ἂν ἐκείνων ὁπό– 24452 3.9.62.33 : τερον ἄγῃ, καὶ μηδὲν ἕτερον ἑτέρῳ συνεθίζειν μηδὲ φίλον 24453 3.9.62.34 : ποιεῖν, ἀλλ´ ἐᾶν αὐτὰ ἐν αὑτοῖς δάκνεσθαί τε καὶ μαχό– 24454 3.9.62.35 : μενα ἐσθίειν ἄλληλα. Παντάπασι γάρ, ἔφη, ταῦτ´ ἂν 24455 3.9.62.36 : λέγοι ὁ τὸ ἀδικεῖν ἐπαινῶν. Οὐκοῦν αὖ ὁ τὰ δίκαια 24456 3.9.62.37 : λέγων λυσιτελεῖν φαίη ἂν δεῖν ταῦτα 〈πράττειν〉 καὶ 24457 3.9.62.38 : ταῦτα λέγειν, ὅθεν τοῦ ἀνθρώπου ὁ ἐντὸς ἄνθρωπος 24458 3.9.62.39 : ἔσται ἐγκρατέστατος, καὶ τοῦ πολυκεφάλου θρέμματος 24459 3.9.62.40 : ἐπιμελήσεται ὥσπερ γεωργός, τὰ μὲν ἥμερα τρέφων καὶ 24460 3.9.62.41 : τιθασσεύων, τὰ δ´ ἄγρια ἀποκωλύων φύεσθαι, ξύμμαχον 24461 3.9.62.42 : ποιησάμενος τὴν τοῦ λέοντος φύσιν, καὶ κοινῇ πάντων 24462 3.9.62.43 : κηδόμενος, φίλα ποιησάμενος ἀλλήλοις τε καὶ αὑτῷ, 24463 3.9.62.44 : οὕτω θρέψει; Κομιδῇ γὰρ αὖ λέγει ταῦτα ὁ τὸ δίκαιον 24464 3.9.62.45 : ἐπαινῶν. Κατὰ πάντα δὴ τρόπον ὁ μὲν τὰ δίκαια ἐγκω– 24465 3.9.62.46 : μιάζων ἀληθῆ ἂν λέγοι, ὁ δὲ τὰ ἄδικα ψεύδοιτο. πρὸς 24466 3.9.62.47 : γὰρ ἡδονὴν καὶ πρὸς εὐδοξίαν καὶ ὠφέλειαν σκοπου– 24467 3.9.62.48 : μένῳ ὁ μὲν ἐπαινέτης τοῦ δικαίου ἀληθεύει. ὁ δὲ ψέκτης 24468 3.9.62.49 : οὐδὲν ὑγιὲς οὐδὲ εἰδὼς ψέγει ὅ τι ψέγει. Οὔ μοι δοκεῖ, 24469 3.9.62.50 : ἦ δ´ ὅς, οὐδαμῇ γε. Πείθωμεν τοίνυν αὐτὸν πρᾴως, οὐ 24470 3.9.62.51 : γὰρ ἑκὼν ἁμαρτάνει, ἐρωτῶντες· ὦ μακάριε, οὐ καὶ τὰ 24471 3.9.62.52 : καλὰ καὶ αἰσχρὰ νόμιμα διὰ τὰ τοιαῦτ´ ἂν φαῖμεν γε– 24472 3.9.62.53 : γονέναι· τὰ μὲν καλὰ τὰ ὑπὸ τῷ ἀνθρώπῳ, μᾶλλον δ´ 24473 3.9.62.54 : ἴσως τὰ ὑπὸ τῷ θείῳ τὰ θηριώδη ποιοῦντα τῆς φύσεως, 24474 3.9.62.55 : αἰσχρὰ δὲ 〈τὰ〉 ὑπὸ τῷ ἀγρίῳ τὸ ἥμερον δουλούμενα; 24475 3.9.62.56 : ξυμφήσει ἢ πῶς; Ἐὰν ἐμοί, ἔφη, πίθηται. Ἔστιν οὖν, 24476 3.9.62.57 : εἶπον, ὅτῳ λυσιτελεῖ ἐκ τούτου τοῦ λόγου χρυσίον λαμ– 24477 3.9.62.58 : βάνειν ἀδίκως, εἴπερ τοιόνδε 〈τι〉 γίγνεται, λαμβάνων 24478 3.9.62.59 : τὸ χρυσίον ἅμα καταδουλοῦται τὸ βέλτιστον ἑαυτοῦ τῷ 24479 3.9.62.60 : μοχθηροτάτῳ; ἢ εἰ μὲν λαβὼν χρυσίον υἱὸν ἢ θυγατέρα 24480 3.9.62.61 : ἐδουλοῦτο, καὶ ταῦτ´ εἰς ἀγρίων τε καὶ κακῶν ἀνδρῶν, 24481 3.9.62.62 : οὐκ ἂν αὐτῷ ἐλυσιτέλει οὐδ´ ἂν πάμπολυ ἐπὶ τούτῳ λαμ– 24482 3.9.62.63 : βάνειν, εἰ δὲ τὸ αὑτοῦ θειότατον ὑπὸ τῷ ἀθεωτάτῳ τε 24483 3.9.62.64 : καὶ μιαρωτάτῳ δουλοῦται καὶ μηδὲν ἐλεεῖ, οὐκ ἄρα ἄθλιός 24484 3.9.62.65 : ἐστι καὶ πολὺ ἐπὶ δεινοτέρῳ ὀλέθρῳ χρυσὸν δωροδοκεῖ 24485 3.9.62.66 : ἢ Ἐριφύλη ἐπὶ τῇ τοῦ ἀνδρὸς ψυχῇ τὸν ὅρμον δεξαμένη; 24486 3.9.62.67 : Πολὺ μέντοι, ἦ δ´ ὃς ὁ Γλαύκων· ἐγὼ γάρ σοι ὑπὲρ ἐκ– 24487 3.9.62.68 : είνου ἀποκρινοῦμαι. Οὐκοῦν καὶ τὸ ἀκολασταίνειν οἴει 24488 3.9.62.69 : διὰ τὰ τοιαῦτα πάλαι ψέγεσθαι, ὅτι ἀνίεται ἐν τῷ τοι– 24489 3.9.62.70 : ούτῳ τὸ δεινὸν τὸ μέγα ἐκεῖνο καὶ πολυειδὲς θρέμμα εἰς 24490 3.9.62.71 : ἐλευθερίαν πέρα τοῦ δέοντος; Δῆλον, ἔφη. Ἡ δ´ αὐθά– 24491 3.9.62.72 : δεια καὶ δυσκολία ψέγεται οὐχ ὅταν τὸ λεοντῶδές τε καὶ 24492 3.9.62.73 : ὀφεῶδες αὔξηται καὶ συντείνηται ἀναρμόστως; Πάνυ μὲν 24493 3.9.62.74 : οὖν. Τρυφὴ μὲν οὖν καὶ μαλθακία οὐκ ἐπὶ τῇ αὐτοῦ 24494 3.9.62.75 : τούτου χαλάσει τε καὶ ἀνέσει ψέγεται, ὅταν ἐν αὐτῷ 24495 3.9.62.76 : δειλίαν ἐμποιῇ; Τί μήν; Κολακεία δὲ καὶ ἀνελευθερία 24496 3.9.62.77 : οὐχ ὅταν τις τὸ αὐτὸ τοῦτο, τὸ θυμοειδές, ὑπὸ τῷ ὀχ– 24497 3.9.62.78 : λώδει θηρίῳ 〈ποιῇ〉, καὶ ἕνεκα χρημάτων καὶ τῆς ἐκείνου 24498 3.9.62.79 : ἀπληστίας προπηλακιζόμενον ἐθίζῃ ἐκ νέου ἀντὶ λέοντος 24499 3.9.62.80 : πίθηκον γίγνεσθαι; Καὶ μάλα, ἔφη. Βαναυσία δὲ καὶ 24500 3.9.62.81 : χειροτεχνία διὰ τί, οἴει, ὄνειδος φέρει; ἢ δι´ ἄλλο τι 24501 3.9.62.82 : φήσομεν ἢ ὅταν τις ἀσθενὲς φύσει ἔχῃ τὸ τοῦ βελτί– 24502 3.9.62.83 : στου εἶδος, ὥστε μὴ ἂν δύνασθαι ἄρχειν τῶν ἐν αὑτῷ 24503 3.9.62.84 : θρεμμάτων, ἀλλὰ θεραπεύειν ἐκεῖνα, καὶ τὰ θωπεύματα 24504 3.9.62.85 : αὐτῶν μόνον δύνηται μανθάνειν; Ἔοικεν, ἔφη. Οὐκοῦν 24505 3.9.62.86 : ἵνα καὶ ὁ τοιοῦτος ὑφ´ ὁμοίου ἄρχηται οἵουπερ ὁ βέλ– 24506 3.9.62.87 : τιστος, δοῦλον αὐτὸν φαμὲν δεῖν εἶναι ἐκείνου τοῦ βελ– 24507 3.9.62.88 : τίστου καὶ ἔχοντος ἐν αὑτῷ τὸ θεῖον ἄρχον, οὐκ ἐπὶ 24508 3.9.62.89 : βλάβῃ τῇ τοῦ δούλου οἰόμενοι δεῖν ἄρχεσθαι αὐτόν, ὥσπερ 24509 3.9.62.90 : Θρασύμαχος ᾤετο τοὺς ἀρχομένους, ἀλλ´ ὡς ἄμεινον 〈ὂν〉 24510 3.9.62.91 : παντὶ ὑπὸ θείου καὶ φρονίμου ἄρχεσθαι, μάλιστα μὲν 24511 3.9.62.92 : οἰκεῖον ἔχοντος ἐν ἑαυτῷ, εἰ δὲ μή, ἔξωθεν ἐφεστῶτος, 24512 3.9.62.93 : ἵνα εἰς δύναμιν πάντες ὅμοιοι ὦμεν καὶ φίλοι τῷ αὐτῷ 24513 3.9.62.94 : κυβερνώμενοι; Καὶ ὀρθῶς γ´, ἔφη. Δηλοῖ δέ γε, ἦν δ´ 24514 3.9.62.95 : ἐγώ, καὶ ὁ νόμος, ὅτι τοιοῦτον βούλεται, πᾶσι τοῖς ἐν 24515 3.9.62.96 : τῇ πόλει ξύμμαχος ὤν· καὶ ἡ τῶν παίδων ἀρχή, τὸ μὴ 24516 3.9.62.97 : ἐᾶν ἐλευθέρως εἶναι, ἕως ἂν ἐν αὐτοῖς ὥσπερ ἐν πόλει 24517 3.9.62.98 : πολιτείαν καταστήσωμεν, καὶ τὸ βέλτιστον θεραπεύσαντες 24518 3.9.62.99 : τῷ παρ´ ἡμῖν τοιούτῳ ἀντικαταστήσωμεν φύλακα ὅμοιον 24519 3.9.62.100 : καὶ ἄρχοντα ἐν αὐτῷ, καὶ τότε δὴ ἐλεύθερον ἀφίεμεν. 24520 3.9.62.101 : Δηλοῖ γάρ, ἦ δ´ ὅς. 24521 3.9.63.1 : Πλάτωνος Πολιτείας ιʹ (X p. 612 A). 24522 3.9.63.2 : Οὐκοῦν, ἦν δ´ ἐγώ, τά τε ἄλλα ἀπελυσάμεθα ἐν τῷ 24523 3.9.63.3 : λόγῳ, καὶ οὐ τοὺς μισθοὺς οὐδὲ τὰς δόξας δικαιοσύνης 24524 3.9.63.4 : ἀπηνέγκαμεν, ὥσπερ Ἡσίοδόν τε καὶ Ὅμηρον ὑμεῖς ἔφατε, 24525 3.9.63.5 : ἀλλ´ αὐτὸ δικαιοσύνην αὐτῇ ψυχῇ ἄριστον εὕρομεν, καὶ 24526 3.9.63.6 : ποιητέον εἶναι αὐτῇ τὰ δίκαια, ἐάν τ´ ἔχῃ τὸν Γύγου δακ– 24527 3.9.63.7 : τύλιον, ἐάν τε μή, καὶ πρὸς τοιούτῳ δακτυλίῳ τὴν Ἄιδος 24528 3.9.63.8 : κυνέην; Ἀληθέστατα, ἔφη, λέγεις. Ἆρ´ οὖν, ἦν δ´ ἐγώ, 24529 3.9.63.9 : ὦ Γλαύκων, νῦν ἤδη ἀνεπιφθονόν ἐστι πρὸς ἐκείνοις καὶ 24530 3.9.63.10 : τοὺς μισθοὺς τῇ δικαιοσύνῃ καὶ τῇ ἄλλῃ ἀρετῇ ἀποδοῦ– 24531 3.9.63.11 : ναι, ὅσους καὶ οἵους τῇ ψυχῇ παρέχει παρ´ ἀνθρώπων 24532 3.9.63.12 : τε καὶ θεῶν, ζῶντός τε ἔτι τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἐπειδὰν 24533 3.9.63.13 : τελευτήσῃ; Παντάπασι μὲν οὖν, ἦ δ´ ὅς. Ἆρ´ οὖν ἀπο– 24534 3.9.63.14 : δώσετέ μοι ἃ ἐδανείσασθε ἐν τῷ λόγῳ; Τί μάλιστα; 24535 3.9.63.15 : Ἔδωκα ὑμῖν τὸν δίκαιον δοκεῖν ἄδικον εἶναι καὶ τὸν 24536 3.9.63.16 : ἄδικον δίκαιον. ὑμεῖς γὰρ ἡγεῖσθε, κἂν εἰ μὴ δυνατὸν 24537 3.9.63.17 : εἴη ταῦτα λανθάνειν καὶ θεοὺς καὶ ἀνθρώπους, ὅμως 24538 3.9.63.18 : δοτέον εἶναι τοῦ λόγου ἕνεκα, ἵνα αὐτὴ δικαιοσύνη πρὸς 24539 3.9.63.19 : ἀδικίαν αὐτὴν κριθείη. ἢ οὐ μνημονεύεις; Ἀδικοίην 24540 3.9.63.20 : μέντἂν, ἔφη, 〈εἰ μή〉. Ἐπειδὴ τοίνυν, ἦν δ´ ἐγώ, κεκρι– 24541 3.9.63.21 : μέναι εἰσίν, ἐγὼ πάλιν ἀπαιτῶ ὑπὲρ δικαιοσύνης, ὥσπερ 24542 3.9.63.22 : ἔχει δόξης καὶ παρὰ θεῶν καὶ παρ´ ἀνθρώπων, καὶ ἡμᾶς 24543 3.9.63.23 : ὁμολογεῖν περὶ αὐτῆς δοκεῖσθαι οὕτως, ἵνα καὶ τὰ νικη– 24544 3.9.63.24 : τήρια κομίσηται, ἃ ἀπὸ τοῦ δοκεῖν κτωμένη δίδωσι τοῖς 24545 3.9.63.25 : ἔχουσιν αὐτήν, ἐπειδὴ καὶ τὰ ἀπὸ τοῦ εἶναι ἀγαθὰ δι– 24546 3.9.63.26 : δοῦσα ἐφάνη καὶ οὐκ ἐξαπατῶσα τοὺς τῷ ὄντι λαμβά– 24547 3.9.63.27 : νοντας αὐτήν. Δίκαια, ἔφη, αἰτῇ. Οὐκοῦν, ἦν δ´ ἐγώ, 24548 3.9.63.28 : πρῶτον μὲν τοῦτο ἀποδώσετε, ὅτι θεούς γε οὐ λανθάνει 24549 3.9.63.29 : ἑκάτερος αὐτῶν οἷός ἐστιν; Ἀποδώσομεν, ἔφη. Εἰ δὲ μὴ 24550 3.9.63.30 : λανθάνετον, ὁ μὲν θεοφιλὴς ἂν εἴη, ὁ δὲ θεομισής, ὥσπερ 24551 3.9.63.31 : καὶ κατ´ ἀρχὰς ὡμολογοῦμεν. Ἔστι ταῦτα. Τῷ δὲ θεο– 24552 3.9.63.32 : φιλεῖ οὐχ ὁμολογήσομεν, ὅσα γε ἀπὸ θεῶν γίγνεται, 24553 3.9.63.33 : πάντα γίγνεσθαι ὡς οἷόν τε ἄριστα, εἰ μή τι ἀναγκαῖον 24554 3.9.63.34 : αὐτῷ κακὸν ἐκ προτέρας ἁμαρτίας ὑπῆρχεν; Πάνυ μὲν 24555 3.9.63.35 : οὖν. Οὕτως ἄρα ὑποληπτέον περὶ τοῦ δικαίου ἀνδρός, 24556 3.9.63.36 : ἐάν τ´ ἐν πενίᾳ γίγνηται, ἐάν τ´ ἐν νόσοις ἤ τινι ἄλλῳ 24557 3.9.63.37 : τῶν δοκούντων κακῶν, ὡς τούτῳ ταῦτα εἰς ἀγαθόν τι 24558 3.9.63.38 : τελευτήσει ζῶντι ἢ καὶ ἀποθανόντι. οὐ γὰρ δὴ ὑπό γε 24559 3.9.63.39 : θεῶν ποτε ἀμελεῖται, ὃς ἂν προθυμεῖσθαι ἐθέλῃ δίκαιος 24560 3.9.63.40 : γίγνεσθαι καὶ ἐπιτηδεύων ἀρετὴν εἰς ὅσον δυνατὸν ἀν– 24561 3.9.63.41 : θρώπῳ ὁμοιοῦσθαι θεῷ. Εἰκός γ´, ἔφη, τὸν τοιοῦτον 24562 3.9.63.42 : μὴ ἀμελεῖσθαι ὑπὸ τοῦ ὁμοίου. Οὐκοῦν περὶ τοῦ ἀδίκου 24563 3.9.63.43 : τἀναντία τούτων δεῖ διανοεῖσθαι; Σφόδρα γε. Τὰ μὲν 24564 3.9.63.44 : δὴ παρὰ θεῶν τοιαῦτ´ ἄττ´ ἂν εἴη νικητήρια τῷ δικαίῳ. 24565 3.9.63.45 : Κατὰ γοῦν ἐμὴν δόξαν, ἔφη. Τί δ´, ἦν δ´ ἐγώ, παρ´ ἀν– 24566 3.9.63.46 : θρώπων; ἆρα οὐχ ὧδε ἔχει, εἰ δεῖ τὸ ὂν τιθέναι; οὐχ 24567 3.9.63.47 : οἱ μὲν δεινοί τε καὶ ἄδικοι δρῶσιν ὅπερ οἱ δρομεῖς, ὅσοι 24568 3.9.63.48 : ἂν θέωσιν εὖ ἀπὸ τῶν κάτω, ἀπὸ δὲ τῶν ἄνω μή; τὸ 24569 3.9.63.49 : μὲν πρῶτον ὀξέως ἀποπηδῶσι, τελευτῶντες δὲ καταγέ– 24570 3.9.63.50 : λαστοι γίγνονται, τὰ ὦτα ἐπὶ τῶν ὤμων ἔχοντες καὶ 24571 3.9.63.51 : ἀστεφάνωτοι ἀποτρέχοντες. οἱ δὲ τῇ ἀληθείᾳ δρομικοὶ 24572 3.9.63.52 : εἰς τέλος ἐλθόντες τά τε ἆθλα λαμβάνουσι καὶ στεφα– 24573 3.9.63.53 : νοῦνται. οὐχ οὕτω καὶ περὶ τῶν δικαίων τὸ πολὺ ξυμ– 24574 3.9.63.54 : βαίνει· πρὸς τὸ τέλος ἑκάστης πράξεως καὶ ὁμιλίας καὶ 24575 3.9.63.55 : τοῦ βίου εὐδοκιμοῦσί τε καὶ τὰ ἆθλα παρὰ τῶν ἀνθρώ– 24576 3.9.63.56 : πων φέρονται; Καὶ μάλα. Ἀνέξῃ ἄρα λέγοντος ἐμοῦ περὶ 24577 3.9.63.57 : τούτων, ἅπερ αὐτὸς ἔλεγες περὶ τῶν ἀδίκων; ἐρῶ γὰρ δή, 24578 3.9.63.58 : ὅτι οἱ μὲν δίκαιοι, ἐπειδὰν πρεσβύτεροι γένωνται, ἐν τῇ 24579 3.9.63.59 : αὑτῶν πόλει ἄρχουσί τε ἃς ἂν βούλωνται ἀρχάς, γαμοῦσί 24580 3.9.63.60 : τε ὁπόθεν ἂν βούλωνται, ἐκδιδόασί τε εἰς οὓς ἂν ἐθέ– 24581 3.9.63.61 : λωσι, καὶ πάντα ἃ σὺ περὶ ἐκείνων, ἐγὼ νῦν λέγω περὶ 24582 3.9.63.62 : τῶνδε· καὶ αὖ 〈καὶ〉 περὶ τῶν ἀδίκων, ὅτι οἱ πολλοὶ αὐ– 24583 3.9.63.63 : τῶν, καὶ ἐὰν νέοι ὄντες λάθωσιν, ἐπὶ τέλους τοῦ δρόμου 24584 3.9.63.64 : αἱρεθέντες καταγέλαστοί εἰσι καὶ γέροντες γιγνόμενοι 24585 3.9.63.65 : ἄθλιοι προπηλακίζονται ὑπὸ ξένων τε καὶ ἀστῶν, μαστι– 24586 3.9.63.66 : γούμενοι καὶ ἃ ἄγροικα ἔφησθα σὺ εἶναι, ἀληθῆ λέγων, 24587 3.9.63.67 : εἶτα στρεβλώσονται καὶ ἐκκαυθήσονται· πάντα ἐκεῖνα 24588 3.9.63.68 : οἴου καὶ ἐμοῦ ἀκηκοέναι ὡς πάσχουσιν. ἀλλ´, ὃ λέγω, 24589 3.9.63.69 : ὅρα, εἰ ἀνέξῃ. Καὶ πάνυ, ἔφη· δίκαια γὰρ λέγεις. Ἃ 24590 3.9.63.70 : μὲν τοίνυν, ἦν δ´ ἐγώ, ζῶντι τῷ δικαίῳ παρὰ θεῶν τε 24591 3.9.63.71 : καὶ ἀνθρώπων ἆθλά τε καὶ μισθοὶ καὶ δῶρα γίγνεται 24592 3.9.63.72 : πρὸς ἐκείνοις τοῖς ἀγαθοῖς οἷς αὐτὴ παρείχετο ἡ δικαιο– 24593 3.9.63.73 : σύνη, τοιαῦτ´ ἂν εἴη. Καὶ μάλα, ἔφη, καλά τε καὶ βέβαια. 24594 3.9.63.74 : Ταῦτα τοίνυν, ἦν δ´ ἐγώ, οὐδέν ἐστι πλήθει οὐδὲ μεγέθει 24595 3.9.63.75 : πρὸς ἐκεῖνα, ἃ τελευτήσαντα ἑκάτερον περιμένει. 24596 3.9.64.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Κλειτοφῶντος (p. 408 E 24597 3.9.64.2 : –410 B). 24598 3.9.64.3 : Τί τοὐντεῦθεν; πῶς ἄρχεσθαι δεῖν φαμὲν δικαιο– 24599 3.9.64.4 : σύνης περὶ μαθήσεως; ὥσπερ ἂν εἴ τις ἡμᾶς προὔτρεπεν 24600 3.9.64.5 : τοῦ σώματος ἐπιμέλειαν ποιεῖσθαι, μηδὲν προνοοῦντας 24601 3.9.64.6 : ὁρῶν καθάπερ παῖδας, ὡς ἔστι τις γυμναστικὴ καὶ ἰατρική, 24602 3.9.64.7 : καὶ ἔπειτα ὠνείδιζε λέγων, ὡς αἰσχρὸν πυρῶν μὲν καὶ 24603 3.9.64.8 : κριθῶν καὶ ἀμπέλων ἐπιμέλειαν πᾶσαν ποιεῖσθαι, καὶ 24604 3.9.64.9 : ὅσα τοῦ σώματος ἕνεκα διαπονούμεθά τε καὶ κτώμεθα, 24605 3.9.64.10 : τούτου δ´ αὐτοῦ μηδεμίαν τέχνην μηδὲ μηχανήν, ὅπως 24606 3.9.64.11 : ὡς βέλτιστον ἔσται τὸ σῶμα, ἐξευρίσκειν, καὶ ταῦτα οὖ– 24607 3.9.64.12 : σαν· εἰ δ´ ἐπανηρόμεθα τὸν ταῦθ´ ἡμᾶς προτρέποντα· 24608 3.9.64.13 : λέγεις δὲ εἶναι τίνας ταύτας τὰς τέχνας; εἶπεν ἂν ἴσως 24609 3.9.64.14 : ὅτι γυμναστικὴ καὶ ἰατρική. καὶ νῦν δὴ τίνα φαμὲν εἶ– 24610 3.9.64.15 : ναι τὴν ἐπὶ τῇ τῆς ψυχῆς ἀρετῇ τέχνην; λεγέσθω. Ὁ δὴ 24611 3.9.64.16 : δοκῶν αὐτῶν ἐρρωμενέστατος εἶναι πρὸς ταῦτα ἀποκρι– 24612 3.9.64.17 : νόμενος εἶπεν, ταύτην τὴν τέχνην εἶναι ἥνπερ ἀκούεις 24613 3.9.64.18 : σὺ λέγοντος, ἔφη, Σωκράτους, οὐκ ἄλλην ἢ δικαιοσύνην. 24614 3.9.64.19 : εἰπόντος δέ μου· μή μοι τὸ ὄνομα εἴπῃς μόνον, ἀλλὰ 24615 3.9.64.20 : ὡδί· ἰατρική πού τις λέγεται τέχνη, ταύτης δέ ἐστι διττὰ 24616 3.9.64.21 : τὰ ἀποτελούμενα, τὸ μὲν ἰατροὺς ἀεὶ πρὸς τοῖς οὖσιν 24617 3.9.64.22 : ἑτέρους ἐξεργάζεσθαι, τὸ δὲ ὑγίειαν· ἔστι δὲ τούτων 24618 3.9.64.23 : θάτερον οὐκέτι τέχνη, τῆς τέχνης δὲ τῆς διδασκούσης 24619 3.9.64.24 : τε καὶ διδασκομένης ἔργον, ὃ δὴ λέγομεν ὑγίειαν· καὶ 24620 3.9.64.25 : τεκτονικῆς δὲ κατὰ ταὐτὰ οἰκία τε καὶ τεκτονικὴ τὸ μὲν 24621 3.9.64.26 : ἔργον, τὸ δὲ δίδαγμα· τῆς δὴ δικαιοσύνης ὡσαύτως τὸ 24622 3.9.64.27 : μὲν δικαίους ἔστω ποιεῖν, καθάπερ ἐκεῖ τοὺς τεχνίτας 24623 3.9.64.28 : ἑκάστους· τὸ δ´ ἕτερον, ὃ δύναται ποιεῖν ἡμῖν ἔργον ὁ 24624 3.9.64.29 : δίκαιος, τί τοῦτό φαμεν; εἰπέ· —οὗτος μὲν, ὡς οἶμαι, τὸ 24625 3.9.64.30 : συμφέρον ἀπεκρίνατο· ἄλλος δὲ τὸ δέον· ἕτερος δὲ τὸ 24626 3.9.64.31 : ὠφέλιμον· ὃ δὲ τὸ λυσιτελοῦν. ἐπανῄειν δὴ ἐγὼ λέγων, 24627 3.9.64.32 : ὅτι ἐκεῖ τά γε ὀνόματα ταῦτ´ ἐστὶν ἐν ἑκάστῃ τῶν τεχ– 24628 3.9.64.33 : νῶν, ὀρθῶς πράττειν, λυσιτελοῦντα, ὠφέλιμα, καὶ τὰ 24629 3.9.64.34 : τοιαῦτα· ἀλλὰ πρὸς ὅ τι ταῦτα πάντα τείνει, ἐρεῖ τὸ ἴδιον 24630 3.9.64.35 : ἑκάστη ἡ τέχνη, οἷον ἡ τεκτονικὴ τὸ εὖ, τὸ καλῶς, τὸ 24631 3.9.64.36 : δεόντως, ὥστε τὰ ξύλινα, φήσει, σκεύη γίγνεσθαι, ἃ δὴ 24632 3.9.64.37 : οὐκ ἔστι τέχνη· λεγέσθω δὴ καὶ τὸ τῆς δικαιοσύνης 24633 3.9.64.38 : ὡσαύτως. Τελευτῶν ἀπεκρίνατό τις ὦ Σώκρατές μοι τῶν 24634 3.9.64.39 : σῶν ἑταίρων, ὃς δὴ κομψότατα ἔδοξεν εἰπεῖν, ὅτι τοῦτ´ 24635 3.9.64.40 : εἴη τὸ τῆς δικαιοσύνης ἴδιον ἔργον, ὃ τῶν ἄλλων οὐδε– 24636 3.9.64.41 : μιᾶς, φιλίαν ἐν ταῖς πόλεσι ποιεῖν· οὗτος δ´ αὖ ἐρω– 24637 3.9.64.42 : τώμενος τὴν φιλίαν ἀγαθόν τ´ ἔφη εἶναι καὶ οὐδέποτε 24638 3.9.64.43 : κακόν, τὰς δὲ τῶν παίδων φιλίας καὶ τὰς τῶν θηρίων, 24639 3.9.64.44 : ἃς ἡμεῖς τοῦτο τοὔνομα ἐπονομάζομεν, οὐκ ἀπεδέχετο 24640 3.9.64.45 : εἶναι φιλίας ἐπανερωτώμενος· συνέβαινε γὰρ αὐτῷ τὰ 24641 3.9.64.46 : πλείω τὰς τοιαύτας βλαβερὰς ἢ ἀγαθὰς εἶναι. φεύγων 24642 3.9.64.47 : δὴ τὸ τοιοῦτον οὐδὲ φιλίας ἔφη τὰς τοιαύτας εἶναι, 24643 3.9.64.48 : ψευδῶς δὲ ὀνομάζειν αὐτὰς τοὺς οὕτως ὀνομάζοντας· 24644 3.9.64.49 : τὴν δὲ ὄντως καὶ ἀληθῶς φιλίαν εἶναι σαφέστατα ὁμό– 24645 3.9.64.50 : νοιαν. τὴν δὲ ὁμόνοιαν ἐρωτώμενος εἰ ὁμοδοξίαν εἶναι 24646 3.9.64.51 : λέγοι ἢ ἐπιστήμην, τὴν μὲν ὁμοδοξίαν ἠτίμαζεν· ἠναγκά– 24647 3.9.64.52 : ζοντο γὰρ πολλαὶ καὶ βλαβεραὶ γίγνεσθαι ὁμοδοξίαι ἀν– 24648 3.9.64.53 : θρώπων, τὴν δὲ φιλίαν ἀγαθὸν ὡμολογήκει πάντως εἶναι 24649 3.9.64.54 : καὶ δικαιοσύνης ἔργον, ὥστε ταὐτὸν ἔφησεν εἶναι ὁμό– 24650 3.9.64.55 : νοιαν καὶ ἐπιστήμην οὖσαν, ἀλλὰ οὐ δόξαν. ὅτε δὴ ἐν– 24651 3.9.64.56 : ταῦθα ἦμεν τοῦ λόγου ἀποροῦντες, οἱ παρόντες ἱκανοὶ 24652 3.9.64.57 : ἦσαν ἐπιπλήττειν τε αὐτῷ καὶ λέγειν, ὅτι περιδεδράμηκεν 24653 3.9.64.58 : εἰς ταὐτὸν ὁ λόγος τοῖς πρώτοις· καὶ ἔλεγον ὅτι καὶ ἡ 24654 3.9.64.59 : ἰατρικὴ ὁμόνοιά τίς ἐστιν καὶ ἅπασαι αἱ τέχναι, καὶ 24655 3.9.64.60 : περὶ ὅτου εἰσὶν ἔχουσι λέγειν· τὴν δὲ ὑπὸ σοῦ λεγομένην 24656 3.9.64.61 : δικαιοσύνην ἢ ὁμόνοιαν, ὅπου τείνουσά ἐστιν, διαπέ– 24657 3.9.64.62 : φευγεν, καὶ ἄδηλον αὐτῆς ὅ τί ποτε ἔστι τὸ ἔργον. 24658 3.9.64.63 : Ταῦτα, ὦ Σώκρατες, ἐγὼ τελευτῶν καὶ σὲ αὐτὸν ἠρώ– 24659 3.9.64.64 : των, καὶ εἶπάς μοι δικαιοσύνης εἶναι τοὺς μὲν ἐχθροὺς 24660 3.9.64.65 : βλάπτειν, τοὺς δὲ φίλους εὖ ποιεῖν· ὕστερον δ´ ἐφάνη 24661 3.9.64.66 : βλάπτειν γε οὐδέποτε ὁ δίκαιος οὐδένα· πάντα γὰρ ἐπ´ 24662 3.9.64.67 : ὠφελείᾳ πάντας δρᾶν. 24663 3.10.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΑΔΙΚΙΑΣ [ΚΑΙ ΦΙΛΑΡΓΥΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΛΕΟΝΕΞΙΑΣ].}1 24664 3.10.1.1 : Εὐριπίδου Ἡρακλειδῶν ( 1–4). 24665 3.10.1.2 : Πάλαι ποτ´ ἐστὶ τοῦτό μοι δεδογμένον· 24666 3.10.1.3 : ὁ μὲν δίκαιος τοῖς πέλας πέφυκ´ ἀνήρ, 24667 3.10.1.4 : ὁ δ´ εἰς τὸ κέρδος λῆμ´ ἔχων ἀνειμένον 24668 3.10.1.5 : φίλοις τ´ ἄχρηστος καὶ συναλλάξαι βαρύς. 24669 3.10.2.1 : Σεραπίωνος (fr. 1 p. 831 N. 2). 24670 3.10.2.2 : Οὐ τῆς ἐμῆς ἕκατι καρδίας φέρεις 24671 3.10.2.3 : λόγους προσηνεῖς, τοῦ δὲ σοῦ κέρδους χάριν. 24672 3.10.3.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 31 com. IV p. 243). 24673 3.10.3.2 : Πλεονεξία μέγιστον ἀνθρώποις κακόν· 24674 3.10.3.3 : οἱ γὰρ θέλοντες προσλαβεῖν τὰ τῶν πέλας 24675 3.10.3.4 : ἀποτυγχάνουσι πολλάκις νικώμενοι, 24676 3.10.3.5 : τὰ δ´ ἴδια προστιθέασι τοῖς ἀλλοτρίοις. 24677 3.10.4.1 : Διφίλου (fab. inc. fr. 13 com. IV p. 421). 24678 3.10.4.2 : Ἆρ´ ἔστιν ἀνοητότατον αἰσχροκερδία· 24679 3.10.4.3 : πρὸς τῷ λαβεῖν γὰρ ὢν ὁ νοῦς τἄλλ´ οὐχ ὁρᾷ. 24680 3.10.5.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fab. inc. fr. 14 com. IV p. 421). 24681 3.10.5.2 : Εἰ μὴ τὸ λαβεῖν ἦν, οὐδὲ εἷς πονηρὸς ἦν. 24682 3.10.5.3 : φιλαργυρία τοῦτ´ ἐστίν, ὅταν ἀφεὶς σκοπεῖν 24683 3.10.5.4 : τὰ δίκαια τοῦ κέρδους διὰ παντὸς δοῦλος ᾖς. 24684 3.10.6.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 284 com. IV p. 294). 24685 3.10.6.2 : Λέγεις, ἃ δὲ λέγεις, ἕνεκα τοῦ λαβεῖν λέγεις. 24686 3.10.7.1 : Εὐριπίδου Ἰξίονος (fr. 425 N. 2). 24687 3.10.7.2 : Ὅστις γὰρ ἐπὶ τὸ πλέον ἔχειν πέφυκ´ ἀνήρ, 24688 3.10.7.3 : οὐδὲν φρονεῖ δίκαιον οὐδὲ βούλεται, 24689 3.10.7.4 : φίλοις τ´ ἄμικτός ἐστι καὶ πάσῃ πόλει. 24690 3.10.8.1 : Θεοδέκτου (inc. fab. fr. 10 p. 805 N. 2). 24691 3.10.8.2 : Ὦ καλλιφεγγῆ λαμπάδ´ εἱλίσσων φλογὸς 24692 3.10.8.3 : Ἥλιε, ποθεινὸν πᾶσιν ἀνθρώποις σέλας. 24693 3.10.8.4 : εἶδές τιν´ ἄλλον πώποτ´ εἰς οὕτω μέγαν 24694 3.10.8.5 : ἐλθόντ´ ἀγῶνα καὶ δυσέκφευκτον κρίσιν; 24695 3.10.8.6 : ὅπου κατηγορεῖ μὲν ἐν λόγοισί μου 24696 3.10.8.7 : γυνή, πρὸς ὃν δ´ εἴρηκε. τυγχάνει πόσις, 24697 3.10.8.8 : κρινοῦσι δ´ οἵπερ καὶ κατηγοροῦσί μου; 24698 3.10.9.1 : Ἀριστοφάνους (Eccles. 206–8). 24699 3.10.9.2 : Τὰ δημόσια γὰρ μισθοφοροῦντες χρήματα 24700 3.10.9.3 : ἴδια σκοπεῖσθ´ ἕκαστος ὅ τι τις κερδανεῖ· 24701 3.10.9.4 : τὸ δὲ κοινὸν ὥσπερ Αἴσιμος κυλίνδεται. 24702 3.10.10.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 320). 24703 3.10.10.2 : Χρήματα δ´ οὐχ ἁρπακτά, θεόσδοτα πολλὸν ἀμείνω. 24704 3.10.11.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 40–41). 24705 3.10.11.2 : Νήπιοι, οὐδὲ ἴσασιν, ὅσῳ πλέον ἥμισυ παντὸς 24706 3.10.11.3 : οὐδ´ ὅσον ἐν μαλάχῃ τε καὶ ἀσφοδέλῳ ἒν ὄνειαρ. 24707 3.10.12.1 : Ἐν ταὐτῷ ( 352). 24708 3.10.12.2 : Μὴ κακὰ κερδαίνειν· κακὰ κέρδεα ἶσα ἄτῃσιν. 24709 3.10.13.1 : Ἐπιχάρμου (fr. 53 p. 274 Lorenz). 24710 3.10.13.2 : Ἁ δὲ χεὶρ τὰν χεῖρα νίζει. 24711 3.10.14.1 : Βακχυλίδου Ἐπινίκων (p. l. 4 III p. 570 fr. 4 Bergk). 24712 3.10.14.2 : Ὡς δ´ ἅπαξ εἰπεῖν; φρένα καὶ πυκινὰν 24713 3.10.14.3 : κέρδος ἀνθρώπων βιᾶται. 24714 3.10.15.1 : Πινδάρου (Pyth. 3, 54). 24715 3.10.15.2 : Ἀλλὰ κέρδει καὶ σοφία δέδεται. 24716 3.10.16.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 356–60). 24717 3.10.16.2 : Δὼς ἀγαθή, ἅρπαξ δὲ κακή, θανάτοιο δότειρα. 24718 3.10.16.3 : ὃς μὲν γάρ κεν ἀνὴρ ἐθέλων ὅ γε καὶ μέγα δοίη· 24719 3.10.16.4 : χαίρει τῷ δώρῳ καὶ τέρπεται ὃν κατὰ θυμόν· 24720 3.10.16.5 : ὃς δέ κεν αὐτὸς ἕληται ἀναιδείηφι πιθήσας, 24721 3.10.16.6 : καί τε σμικρὸν ἐόν, τό γ´ ἐπάχνωσεν φίλον ἦτορ. 24722 3.10.17.1 : Εὐριπίδου Βελλεροφόντου (fr. 297 N. 2). 24723 3.10.17.2 : Ὡς ἔμφυτος μὲν πᾶσιν ἀνθρώποις κάκη· 24724 3.10.17.3 : ὅστις δὲ μεῖστον μισθὸν εἰς χεῖρας λαβὼν 24725 3.10.17.4 : κακὸς γένηται, τῷδε συγγνώμη μὲν οὔ, 24726 3.10.17.5 : πλείω δὲ μισθὸν μείζονος τόλμης ἔχων 24727 3.10.17.6 : τὸν τῶν ψεγόντων ῥᾷον ἂν φέροι λόγον. 24728 3.10.18.1 : Εὐριπίδου Δανάης (fr. 325 N. 2). 24729 3.10.18.2 : Κρείσσων γὰρ οὐδεὶς χρημάτων πέφυκ´ ἀνήρ, 24730 3.10.18.3 : πλὴν εἷς τις· ὅστις δ´ οὗτός ἐστιν οὐχ ὁρῶ. 24731 3.10.19.1 : Σοφοκλέους Οἰδίποδος (tyr. 387–89). 24732 3.10.19.2 : Ὑφεὶς μάγον τοιόνδε μηχανορράφον, 24733 3.10.19.3 : δόλιον ἀγύρτην, ὅστις ἐν τοῖς κέρδεσιν 24734 3.10.19.4 : μόνον δέδορκε, τὴν τέχνην δ´ ἔφυ τυφλός. 24735 3.10.20.1 : Μενάνδρου Λευκαδίᾳ (fr. 2 com. IV p. 159). 24736 3.10.20.2 : Ὅστις ὑπέχει χρυσίῳ 24737 3.10.20.3 : τὴν χεῖρα, κἂν μὴ φῇ, πονηρὰ βούλεται. 24738 3.10.21.1 : Μενάνδρου Κόλακι (fr. 6 com. IV p. 154). 24739 3.10.21.2 : Οὐδεὶς ἐπλούτησεν ταχέως δίκαιος ὤν· 24740 3.10.21.3 : ὁ μὲν γὰρ αὑτῷ συλλέγει, καὶ φείδεται, 24741 3.10.21.4 : ὁ δὲ τὸν πάλαι τηροῦντ´ ἐνεδρεύσας πάντ´ ἔχει. 24742 3.10.22.1 : Ἀντιφάνους (fab. inc. fr. 40 com. III p. 148). 24743 3.10.22.2 : Τὰ πονηρὰ κέρδη τὰς μὲν ἡδονὰς ἔχει 24744 3.10.22.3 : μικράς, κριθέντα δ´ ὕστερον [τὰς] λύπας μακράς. 24745 3.10.23.1 : Εὐριπίδου Ἰνοῦς (fr. 419 N. 2). 24746 3.10.23.2 : Βίᾳ νυν ἕλκετ´ ὦ κακοὶ τιμὰς βροτοί, 24747 3.10.23.3 : καὶ κτᾶσθε πλοῦτον πάντοθεν θηρώμενοι, 24748 3.10.23.4 : σύμμικτα μὴ δίκαια καὶ δίκαι´ ὁμοῦ· 24749 3.10.23.5 : ἔπειτ´ ἀμᾶσθε τῶνδε δύστηνον θέρος. 24750 3.10.24.1 : Μενάνδρου Ἀδελφοῖς (fr. 8 com. IV p. 71). 24751 3.10.24.2 : Ἔργον εὑρεῖν συγγενῆ 24752 3.10.24.3 : πένητός ἐστιν· οὐδὲ εἷς γὰρ ὁμολογεῖ 24753 3.10.24.4 : αὐτῷ προσήκειν τὸν βοηθείας τινὸς 24754 3.10.24.5 : δεόμενον, αἰτεῖσθαι γὰρ ἅμα τι προσδοκᾷ. 24755 3.10.25.1 : Σοφοκλέους Τηρεῖ (fr. 528 N. 2). 24756 3.10.25.2 : Φιλάργυρον μὲν πᾶν τὸ βάρβαρον γένος. 24757 3.10.26.1 : Εὐριπίδου Ὑψιπύλῃ (fr. 758 N. 2). 24758 3.10.26.2 : Κακοῖς τὸ κέρδος τῆς δίκης ὑπέρτερον. 24759 3.10.27.1 : Πλάτωνος ἐν τῷ Κρίτωνι (p. 49 B). 24760 3.10.27.2 : Ὅμως τό γε ἀδικεῖν τῷ ἀδικοῦντι καὶ κακὸν καὶ 24761 3.10.27.3 : αἰσχρὸν τυγχάνει ὂν παντὶ τρόπῳ; φαμὲν, ἢ οὔ; —Φα– 24762 3.10.27.4 : μέν. —Οὐδαμῶς ἄρα δεῖ ἀδικεῖν; —Οὐ δῆτα. —Οὐδὲ 24763 3.10.27.5 : ἀδικούμενον ἄρα ἀνταδικεῖν, ὡς οἱ πολλοὶ οἴονται, ἐπειδή 24764 3.10.27.6 : γε οὐδαμῶς δεὶ ἀδικεῖν; —Οὐ φαίνεται. —Τί δαὶ δή; 24765 3.10.27.7 : κακουργεῖν δεῖ, ὦ Κρίτων, ἢ οὔ; —Οὐ δεῖ δήπου, ὦ 24766 3.10.27.8 : Σώκρατες. —Τί δαί; ἀντικακουργεῖν κακῶς πάσχοντα, ὡς 24767 3.10.27.9 : οἱ πολλοί φασι, δίκαιον, ἢ οὐ δίκαιον; —Οὐδαμῶς. — 24768 3.10.27.10 : Τὸ γάρ που κακῶς ποιεῖν ἀνθρώπους τοῦ ἀδικεῖν οὐδὲν 24769 3.10.27.11 : διαφέρει. —Ἀληθῆ λέγεις. —Οὔτε ἄρα ἀνταδικεῖν δεῖ, 24770 3.10.27.12 : οὔτε κακῶς ποιεῖν οὐδέν´ ἀνθρώπων, οὐδ´ ἂν ὁτιοῦν 24771 3.10.27.13 : πάσχῃ ὑπ´ αὐτῶν. καὶ ὅρα, ὦ Κρίτων, ταῦτα καθομο– 24772 3.10.27.14 : λογῶν, ὅπως μὴ παρὰ δόξαν ὁμολογῇς· οἶδα γὰρ ὅτι 24773 3.10.27.15 : ὀλίγοις τισὶ ταῦτα καὶ 〈δοκεῖ καὶ〉 δόξει. οἷς οὖν οὕτω 24774 3.10.27.16 : δέδοκται καὶ οἷς μή, τούτοις οὐκ ἔστι κοινὴ βουλή, ἀλλ´ 24775 3.10.27.17 : ἀνάγκη τούτους ἀλλήλων καταφρονεῖν, ὁρῶντας τὰ ἀλλή– 24776 3.10.27.18 : λων βουλεύματα. 24777 3.10.28.1 : Εὐσεβίου (fr. 12 phil. gr. III p. 9 Mull.). 24778 3.10.28.2 : Φιλοχρηματίη τοῦ κτήσασθαι εὑρεῖν ἀρκέοντα οὖρον 24779 3.10.28.3 : οὐκ οἶδεν. 24780 3.10.29.1 : (fr. 13) 24781 3.10.29.2 : Φιλοχρηματίην ἐπ´ ἡμέρῃ ἑκάστῃ ἐπιρρέων πλοῦτος 24782 3.10.29.3 : οὐκ ἵστησιν, ὥσπερ οὐδὲ πυρκαϊὴν ὕλη ἐπιβαλλομένη· 24783 3.10.29.4 : ἐπιγινόμενος δ´ αἰεὶ ἐκ τοῦ πλεῦνος τὴν ἐπιθυμίην ἐξ– 24784 3.10.29.5 : άπτει μεζόνως. νόος δὲ μοῦνος παραστὰς καὶ τοῦτο οἶδεν 24785 3.10.29.6 : ἀκέσασθαι. 24786 3.10.30.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 15 p. 10). 24787 3.10.30.2 : Φιλοχρηματίην ἄλογον τὰ κτώμενα ἀποβαλλόμενα 24788 3.10.30.3 : μᾶλλον ἂν ἄσειεν ἢ ὁ ἐπ´ ἑκάστῃ ἡμέρῃ πλοῦτος ἄπλε– 24789 3.10.30.4 : τος ἐπιγινόμενος. 24790 3.10.31.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 16). 24791 3.10.31.2 : Τὸ οἰκονομέειν τὰ παρεόντα ἀνδρὸς προνόου· τὸ δὲ 24792 3.10.31.3 : μηδ´ ὅλως ἐθέλειν ἔς τι τῶν δεόντων χρέεσθαι οὐ δεσπό– 24793 3.10.31.4 : τεω τῶν κτηθέντων, καταδεδουλωμένου δὲ ἑωυτὸν τῶν 24794 3.10.31.5 : χρημάτων ἐστὶ τῇ κτήσει. 24795 3.10.32.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 17). 24796 3.10.32.2 : Οἱ πλεῦνες τῶν ἀνθρώπων παρὰ λόγον φειδόμενοι 24797 3.10.32.3 : ἀξιεῦσι πολυχρήματοι πεπιστευμένοι ἠλίθιοι καὶ σκαιοὶ 24798 3.10.32.4 : νομίζεσθαι ἢ περὶ τὰ δεῖ ἀναλίσκοντες δεξιοὶ κεκλῆσθαι. 24799 3.10.33.1 : Ἡροδότου ἱστορίας ζ (VII 18). 24800 3.10.33.2 : Ἐγὼ μέν, ὦ βασιλεῦ, οἷα ἄνθρωπος· ἰδὼν ἤδη πολλά 24801 3.10.33.3 : τε καὶ μεγάλα πεσόντα πρήγματα ὑπὸ ἡσσόνων, οὐκ ἔων 24802 3.10.33.4 : σε τὰ πάντα τῇ ἡλικίῃ εἴκειν, ἐπιστάμενος ὡς κακὸν εἴη 24803 3.10.33.5 : τὸ πολλῶν ἐπιθυμέειν. 24804 3.10.34.1 : Προδίκου. 24805 3.10.34.2 : Δός τι. καὶ λάβοις τι. 24806 3.10.35.1 : Εὐσεβίου (fr. 18 l. c. p. 10). 24807 3.10.35.2 : Πλούσιον χρὴ νομίζειν τὸν ἡγεόμενον ἔχειν τὰ ἀρ– 24808 3.10.35.3 : κέοντα· τὸν δὲ αἰεὶ ἐπιθυμέοντα προσκτήσασθαι καὶ 24809 3.10.35.4 : πληθώρην μηδέκοτε τοῦ τοιούτου λαμβάνοντα, καὶ εἰ 24810 3.10.35.5 : Μίδεω πλουτέοι μᾶλλον, πένητα καλέω, καὶ Ἴρου ἣν 24811 3.10.35.6 : ἐκεῖνος ἐξ ἀνάγκης εἶχεν τύχην κεκτῆσθαι. 24812 3.10.36.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 63 Mullach.). 24813 3.10.36.2 : Πλοῦτος ἀπὸ κακῆς ἐργασίης περιγινόμενος ἐπιφανέ– 24814 3.10.36.3 : στερον τὸ ὄνειδος κέκτηται. 24815 3.10.37.1 : Βίωνος. 24816 3.10.37.2 : Βίων ὁ σοφιστὴς τὴν φιλαργυρίαν μητρόπολιν ἔλεγε 24817 3.10.37.3 : πάσης κακίας εἶναι. 24818 3.10.38.1 : Σιμωνίδου. 24819 3.10.38.2 : Σιμωνίδην παρακαλοῦντος τινὸς ἐγκώμιον ποιῆσαι 24820 3.10.38.3 : καὶ χάριν ἕξειν λέγοντος. ἀργύριον δὲ μὴ διδόντος ’δύο‘ 24821 3.10.38.4 : εἶπεν οὗτος ’ἔχω κιβωτούς, τὴν μὲν χαρίτων, τὴν δὲ ἀρ– 24822 3.10.38.5 : γυρίου· καὶ πρὸς τὰς χρείας τὴν μὲν τῶν χαρίτων κενὴν 24823 3.10.38.6 : εὑρίσκω, ὅταν ἀνοίξω, τὴν δὲ χρησίμην μόνην‘. 24824 3.10.39.1 : Ἀντιφῶντος (fr. 126 Blass. 2). 24825 3.10.39.2 : Οἱ δὲ ἐργαζόμενοι μὲν καὶ φειδόμενοι καὶ ταλαιπω– 24826 3.10.39.3 : ροῦντες καὶ προστιθέντες ἥδονται οἷα δή τις ἂν εἰκά– 24827 3.10.39.4 : σειεν ἥδεσθαι· ἀφαιροῦντες δὲ καὶ χρώμενοι ἀλγοῦσιν, 24828 3.10.39.5 : ὥσπερ ἀπὸ τῶν σαρκῶν ἀφαιρούμενοι. 24829 3.10.40.1 : Ἡροδότου (VII 16). 24830 3.10.40.2 : Ὡς κακὸν εἴη, διδάσκειν τὴν ψυχὴν πλέον τὶ δίζεσθαι 24831 3.10.40.3 : καὶ ἔχειν τοῦ παρεόντος. 24832 3.10.41.1 : Ἀντισθένους (apophth. 10 Winckelm.). 24833 3.10.41.2 : Φιλάργυρος οὐδεὶς ἀγαθὸς οὔτε βασιλεὺς οὔτε ἐλεύ– 24834 3.10.41.3 : θερος. 24835 3.10.42.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 59 Mullach.). 24836 3.10.42.2 : Χρυσοῦ τὸν οἰόμενον νόον ἔχειν ὁ νουθετέων τι μα– 24837 3.10.42.3 : ταιοπονέει. 24838 3.10.43.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. mor. 66 Mullach.). 24839 3.10.43.2 : Χρημάτων ὄρεξις, ἢν μὴ ὁρίζηται κόρῳ, πενίης ἐσχά– 24840 3.10.43.3 : της πολλὸν χαλεπωτέρη· μέζονες γὰρ ὀρέξιες μέζονας ἐν– 24841 3.10.43.4 : δείας ποιεῦσιν. 24842 3.10.44.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 64 Mullach.). 24843 3.10.44.2 : Κακὰ κέρδεα ζημίην ἀρετῆς φέρει. 24844 3.10.45.1 : Διογένους. 24845 3.10.45.2 : Διογένης ὡμοίου τοὺς φιλαργύρους τοῖς ὑδρωπικοῖς. 24846 3.10.45.3 : ἐκείνους μὲν γὰρ πλήρεις ὄντας ὑγροῦ ἐπιθυμεῖν ποτοῦ 24847 3.10.45.4 : τούς τε φιλαργύρους πλήρεις ὄντας ἀργυρίου ἐπιθυμεῖν 24848 3.10.45.5 : πλείονος, ἀμφοτέρους δὲ πρὸς κακοῦ. ἐπιτείνεσθαι γὰρ 24849 3.10.45.6 : μᾶλλον τὰ πάθη, ὅσῳ τὰ ἐπιθυμούμενα πορίζεται. 24850 3.10.46.1 : Σωκράτους. 24851 3.10.46.2 : Σωκράτης ἐρωτηθεὶς τίνες φιλοχρήματοι, ’οἱ τὰ αἰσχρὰ 24852 3.10.46.3 : κέρδη θηρώμενοι‘ εἶπε ’καὶ τοὺς ἀναγκαίους τῶν φίλων 24853 3.10.46.4 : ὑπερορῶντες‘. 24854 3.10.47.1 : Πιττακός. 24855 3.10.47.2 : Ἄπληστον τὸ διὰ παντὸς κέρδος. 24856 3.10.48.1 : Περίανδρος. 24857 3.10.48.2 : Κέρδος αἰσχρὸν βαρὺ κειμήλιον. 24858 3.10.49.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστωνύμου Τομαρίων. 24859 3.10.49.2 : Ἀριστοτέλης φησὶν ὅτι ὀκτώ τινες κοινῇ λῃστεύον– 24860 3.10.49.3 : τες ἐστασίασαν πρὸς ἀλλήλους περὶ τῶν σύλων καὶ τέσ– 24861 3.10.49.4 : σαρες αὐτῶν κατελείφθησαν· πάλιν οὗτοι πρὸς ἀλλήλους 24862 3.10.49.5 : διηνέχθησαν, καὶ δύο κατελείφθησαν, εἶτα εἷς· καὶ τί ὑπό– 24863 3.10.49.6 : λοιπον ἢ στασιάσαι τὰ δεξιὰ πρὸς τὰ εὐώνυμα; 24864 3.10.50.1 : Ἐν τῷ αὐτῷ. 24865 3.10.50.2 : Τοῦ Πύρρου ὀνειροπολοῦντος αὑτῷ Σικελίαν καὶ μετὰ 24866 3.10.50.3 : ταῦτα Καρχηδόνα καὶ πολλὴν γῆν, ὁ συζῶν αὐτῷ Κεινέας 24867 3.10.50.4 : ἔφη ’εἶτα μετὰ τοῦτο τί;‘ τοῦ δὲ εἰπόντος ὅτι ζησό– 24868 3.10.50.5 : μεθα λοιπόν, ὃ δὲ ἔφη ’τί οὖν κωλύει ἀπὸ τοῦ νῦν ζῆν 24869 3.10.50.6 : πρὶν πολλὰς πόλεις ἀπολέσαι;‘ 24870 3.10.51.1 : Ἔοικεν οὖν ὁ τῶν φιλαργύρων βίος νεκροῦ δείπνῳ· 24871 3.10.51.2 : πάντα γὰρ ἔχων τὸν εὐφρανθησόμενον οὐκ ἔχει. 24872 3.10.52.1 : Σεμιράμιδος (Ps.–Plut. apophth. reg. et 24873 3.10.52.2 : duc. p. 173 A. B). 24874 3.10.52.3 : Σεμίραμις δὲ ἑαυτῇ κατασκευάσασα τάφον ἐπέγρα– 24875 3.10.52.4 : ψεν· ὅστις 〈ἂν〉 χρημάτων δεηθῇ βασιλεύς, διελόντα τὸ 24876 3.10.52.5 : μνημεῖον ὅσα βούλεται λαβεῖν. Δαρεῖος οὖν διελὼν χρή– 24877 3.10.52.6 : ματα μὲν οὐχ εὗρε, γράμμασι δὲ ἑτέροις ἐνέτυχε τάδε 24878 3.10.52.7 : φράζουσιν· εἰ μὴ κακὸς ἦσθ´ ἀνὴρ καὶ χρημάτων ἄπλη– 24879 3.10.52.8 : στος, οὐκ ἂν νεκρῶν θήκας ἐκίνεις. 24880 3.10.53.1 : Τίμωνος. 24881 3.10.53.2 : Τίμων ὁ μισάνθρωπος στοιχεῖα ἔφη τῶν κακῶν εἶ– 24882 3.10.53.3 : ναι ἀπληστίαν καὶ φιλοδοξίαν. 24883 3.10.54.1 : Σωκράτους. 24884 3.10.54.2 : Ὑποστάθμη ἐστὶν οἴνου μὲν τρύξ, φιλαργύρου δὲ 24885 3.10.54.3 : ἀνελευθερία. 24886 3.10.55.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 24887 3.10.55.2 : Οὔτε παρὰ νεκροῦ ὁμιλίαν οὔτε παρὰ φιλαργύρου 24888 3.10.55.3 : χάριν δεῖ ζητεῖν. 24889 3.10.56.1 : Ξενοφῶντος ἐν δʹ ἀπομνημονευμάτων 24890 3.10.56.2 : (IV 2, 37). 24891 3.10.56.3 : Τί νομίζεις δῆμον εἶναι; Τοὺς πένητας τῶν πολι– 24892 3.10.56.4 : τῶν ἔγωγε. Καὶ τοὺς πένητας ἄρα οἶσθα; Πῶς γὰρ οὔ; 24893 3.10.56.5 : Ἆρ´ οὖν καὶ τοὺς πλουσίους οἶσθα; Οὐδέν γε ἧττον ἢ 24894 3.10.56.6 : καὶ τοὺς πένητας. Ποίους δὲ πένητας, καὶ ποίους πλου– 24895 3.10.56.7 : σίους καλεῖς; Τοὺς μὲν, οἶμαι, μὴ ἱκανὰ ἔχοντας εἰς ἃ 24896 3.10.56.8 : δεῖ τελεῖν πένητας, τοὺς δὲ πλείω τῶν ἱκανῶν πλου– 24897 3.10.56.9 : σίους. Καταμεμάθηκας οὖν ὅτι ἐνίοις μὲν πάνυ ὀλίγα 24898 3.10.56.10 : ἔχουσιν οὐ μόνον ἀρκεῖ ταῦτα, ἀλλὰ καὶ περιποιοῦνται 24899 3.10.56.11 : ἀπ´ αὐτῶν, ἐνίοις δὲ πάνυ πολλὰ οὐχ ἱκανά ἐστι; Καὶ 24900 3.10.56.12 : νὴ Δι´, ἔφη ὁ Εὐθύδημος· ὀρθῶς γάρ με ἀναμιμνήσκεις· 24901 3.10.56.13 : οἶδα καὶ τυράννους τινάς, οἳ δι´ ἔνδειαν ὥσπερ οἱ ἀπορώ– 24902 3.10.56.14 : τατοι ἀναγκάζονται ἀδικεῖν. Οὐκοῦν, ἔφη ὁ Σωκράτης, 24903 3.10.56.15 : εἴ γε ταῦτα οὕτως ἔχει, τοὺς μὲν τυράννους εἰς τὸν δῆ– 24904 3.10.56.16 : μον θήσομεν, τοὺς δὲ ὀλίγα κεκτημένους, ἐὰν οἰκονομικοὶ 24905 3.10.56.17 : ὦσιν, εἰς τοὺς πλουσίους. 24906 3.10.57.1 : Διογένους. 24907 3.10.57.2 : Οἱ φιλάργυροι καθάπερ μαχαίρᾳ τῷ βίῳ χρῶνται, 24908 3.10.57.3 : πάντα ποιοῦντες κατὰ τὴν λαβήν. 24909 3.10.58.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 65 Mullach.). 24910 3.10.58.2 : Ἐλπὶς κακοῦ κέρδεος ἀρχὴ ζημίης. 24911 3.10.59.1 : Πλάτωνος. 24912 3.10.59.2 : Πλάτων πρὸς τὸν ἀεὶ ζητοῦντα χρηματίζεσθαι ’ὦ 24913 3.10.59.3 : πονηρέ‘ εἶπε ’μὴ πειρῶ τὴν κτῆσιν αὔξειν, ἀλλὰ τὴν ἐπι– 24914 3.10.59.4 : θυμίαν μειῶσαι.‘ 24915 3.10.60.1 : Διογένους. 24916 3.10.60.2 : Διογένης ὁ κύων θεασάμενός τινα πλουσίας γραίας 24917 3.10.60.3 : προσποιούμενον ἐρᾶν ἔφη ’ταύτῃ οὐ τὸν ὀφθαλμόν, ἀλλὰ 24918 3.10.60.4 : τὸν ὀδόντα ἐπιβέβληκεν.‘ 24919 3.10.61.1 : Σιμωνίδου. 24920 3.10.61.2 : Σιμωνίδης ἐρωτηθεὶς διὰ τί ἐσχατογήρως ὢν φιλάρ– 24921 3.10.61.3 : γυρος εἴη, ’ὅτι‘ εἶπε ’βουλοίμην ἂν ἀποθανὼν τοῖς 24922 3.10.61.4 : ἐχθροῖς μᾶλλον ἀπολιπεῖν ἢ ζῶν δεῖσθαι τῶν φίλων‘ 24923 3.10.61.5 : κατεγνωκὼς τῆς τῶν πολλῶν φιλίας τὸ ἀβέβαιον. 24924 3.10.62.1 : Διογένους. 24925 3.10.62.2 : Διογένης τοὺς μεγάλα καὶ ἀθρόα λαμβάνοντας μεγα– 24926 3.10.62.3 : λοπτώχους ἐκάλει. 24927 3.10.63.1 : Ἀπολλώνιος Εὐφράτῃ (epistologr. gr. 24928 3.10.63.2 : LXXIX p. 125 Herch.). 24929 3.10.63.3 : Οὐκ ἐπιλογιζομένη ἡ ψυχὴ τὸ τοῦ σώματος αὔταρκες 24930 3.10.63.4 : οὐ δύναται ἑαυτὴν αὐτάρκη ποιῆσαι. 24931 3.10.64.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 69 Mullach.). 24932 3.10.64.2 : Ἡ τέκνοις ἄγαν χρημάτων συναγωγὴ πρόφασίς ἐστι 24933 3.10.64.3 : φιλαργυρίης τρόπον ἴδιον ἐλέγχουσα. 24934 3.10.65.1 : Τοῦ αὐτοῦ (l. c. 22). 24935 3.10.65.2 : Ὧν τὸ σκῆνος χρῄζει, πᾶσι πάρεστιν εὐμαρέως ἄτερ 24936 3.10.65.3 : μόχθου καὶ ταλαιπωρίης· ὁκόσα δὲ μόχθου καὶ ταλαι– 24937 3.10.65.4 : πωρίης χρῄζει καὶ βίον ἀλγύνει, τούτων οὐκ ἱμείρεται 24938 3.10.65.5 : τὸ σκῆνος, ἀλλ´ ἡ τῆς γνώμης κακοηθίη. 24939 3.10.66.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστοξένου Πυθαγορικῶν 24940 3.10.66.2 : ἀποφάσεων (Aristox. p. 17 Muell.). 24941 3.10.66.3 : Περὶ δὲ ἐπιθυμίας τάδε ἔλεγον· εἶναι τὸ πάθος 24942 3.10.66.4 : τοῦτο ποικίλον καὶ πολυειδέστατον· εἶναι δὲ τῶν ἐπι– 24943 3.10.66.5 : θυμιῶν τὰς μὲν ἐπικτήτους τε καὶ παρασκευαστάς, τὰς 24944 3.10.66.6 : δὲ συμφύτους· αὐτὴν μέντοι τὴν ἐπιθυμίαν ἐπιφοράν 24945 3.10.66.7 : τινα τῆς ψυχῆς καὶ ὁρμὴν καὶ ὄρεξιν εἶναι πληρώσεως 24946 3.10.66.8 : ἢ παρουσίας αἰσθήσεως, ἢ κενώσεως καὶ ἀπουσίας καὶ 24947 3.10.66.9 : τοῦ μὴ αἰσθάνεσθαι. ἐπιθυμίας δὲ ἡμαρτημένης τε καὶ 24948 3.10.66.10 : φαύλης τρία εἶναι εἴδη τὰ γνωριμώτατα, ἀσχημοσύνην 24949 3.10.66.11 : ἀσυμμετρίαν ἀκαιρίαν· ἢ γὰρ αὐτόθεν εἶναι τὴν ἐπιθυ– 24950 3.10.66.12 : μίαν ἀσχήμονά τε καὶ φορτικὴν καὶ ἀνελεύθερον· ἢ τοῦτο 24951 3.10.66.13 : μὲν οὔ, σφοδρότερον δὲ καὶ χρονιώτερον τοῦ προσήκον– 24952 3.10.66.14 : τος· ἢ τρίτον πρὸς ταῦτα ὅτε οὐ δεῖ καὶ πρὸς ἃ οὐ δεῖ. 24953 3.10.67.1 : Πλάτωνος (leg. V p. 736 E). 24954 3.10.67.2 : Πενίαν ἡγητέον εἶναι μὴ τὸ τὴν οὐσίαν ἐλάττω ποιεῖν, 24955 3.10.67.3 : ἀλλὰ τὸ τὴν ἀπληστίαν πλείω. 24956 3.10.68.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 21 Mullach.). 24957 3.10.68.2 : 〈Ἡ〉 τοῦ πλέονος ἐπιθυμίη τὸ παρεὸν ἀπόλλυσι, τῇ 24958 3.10.68.3 : Αἰσωπίῃ κυνὶ ἰκέλη γινομένη. 24959 3.10.69.1 : Ἐκ τῆς Νικολάου Ἐθῶν συναγωγῆς 24960 3.10.69.2 : (hist. gr. min. ed. L. Dindorf v. I p. 146 fr. 7). 24961 3.10.69.3 : Ὀμβρικοὶ ὅταν πρὸς ἀλλήλους ἔχωσιν ἀμφισβήτησιν, 24962 3.10.69.4 : καθοπλισθέντες ὡς ἐν πολέμῳ μάχονται· καὶ δοκοῦσι 24963 3.10.69.5 : δικαιότερα λέγειν οἱ τοὺς ἐναντίους ἀποσφάξαντες. 24964 3.10.70.1 : Κλειτοφῶντος ἐκ τοῦ εʹ Ἰταλικῶν. 24965 3.10.70.2 : Βρέννος ὁ τῶν Γαλατῶν βασιλεὺς λεηλατῶν τὴν 24966 3.10.70.3 : Ἀσίαν εἰς Ἔφεσον ἦλθε καὶ στρατοπεδευσάμενος περιέ– 24967 3.10.70.4 : μενε τοῦ πολέμου τὴν προθεσμίαν. παρθένος δέ τις 24968 3.10.70.5 : τῶν ἐπισήμων, τοὔνομα Δημονίκη, εἰς ἐπιθυμίαν ἐμπε– 24969 3.10.70.6 : σοῦσα τοῦ βαρβάρου, προδώσειν αὐτῷ τὴν Ἔφεσον ὑπέ– 24970 3.10.70.7 : σχετο, ἐὰν μισθὸν λάβῃ τὰ ψέλια καὶ τοὺς ὅρμους· ὁ δὲ 24971 3.10.70.8 : Βρέννος δεξάμενος αὐτὴν εἰς τόπον ὡρισμένον ἤγαγε 24972 3.10.70.9 : τοὺς ὑποτεταγμένους, καὶ προσέταξεν αὐτοῖς τὸν χρυσὸν 24973 3.10.70.10 : ὅσον εἶχον κόσμου χάριν βάλλειν εἰς τὸν τῆς φιλαργύρου 24974 3.10.70.11 : κόλπον. ποιησάντων δὲ αὐτῶν τὸ παραγγελθὲν ἡ Δη– 24975 3.10.70.12 : μονίκη ὑπὸ τῆς δαψιλείας τοῦ βαλλομένου χρυσίου ζῶσα 24976 3.10.70.13 : κατεχώσθη. 24977 3.10.71.1 : Πλάτωνος Πολιτείας βʹ (p. 361 A). 24978 3.10.71.2 : Ἐσχάτη γὰρ ἀδικία δοκεῖν δίκαιον εἶναι μὴ ὄντα. 24979 3.10.72.1 : Πλάτωνος Πολιτείας αʹ (p. 347 B). 24980 3.10.72.2 : Ἢ οὐκ οἶσθα ὅτι φιλάργυρόν τε καὶ φιλότιμον εἶ– 24981 3.10.72.3 : ναι ὄνειδος λέγεταί τε καὶ ἐστίν; 24982 3.10.73.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 350 D). 24983 3.10.73.2 : Ἐπειδὴ δ´ οὖν διωμολογησάμεθα τὴν δικαιοσύνην ἀρε– 24984 3.10.73.3 : τὴν εἶναι καὶ σοφίαν, τὴν δὲ ἀδικίαν κακίαν τε καὶ ἀμα– 24985 3.10.73.4 : θίαν· εἶεν, ἦν δ´ ἐγώ, τοῦτο μὲν ἡμῖν οὕτω κείσθω. 24986 3.10.74.1 : Πλάτωνος Πολιτείας ιʹ. 24987 3.10.74.2 : *** 24988 3.10.75.1 : (eiusd. leg. XII p. 941 B) 24989 3.10.75.2 : Κλοπὴ μὲν χρημάτων ἀνελεύθερον, ἁρπαγὴ δὲ ἀναί– 24990 3.10.75.3 : σχυντον. 24991 3.10.76.1 : Ἐν ταὐτῷ (leg. XII p. 941 C). 24992 3.10.76.2 : Ἐάν τίς τι κλέπτῃ δημόσιον μέγα ἢ καὶ σμικρόν, τῆς 24993 3.10.76.3 : αὐτῆς δίκης δεῖ. σμικρόν τι γὰρ ὁ κλέπτων ἔρωτι μὲν 24994 3.10.76.4 : ταὐτῷ, δυνάμει δὲ ἐλάττονι κέκλοφεν. 24995 3.10.77.1 : Ἱέρακος ἐκ τοῦ Περὶ δικαιοσύνης. 24996 3.10.77.2 : Ἐπειδὴ δὲ ὁ κατάρχων αὐτὸς πρὸ τῶν ἀδικεῖσθαι 24997 3.10.77.3 : μελλόντων ἑαυτὸν ἀδικῶν ἀγνοεῖ, ἴστω ὡς διπλῆς οὔσης 24998 3.10.77.4 : τῆς ἀδικίας αὐτὸς ἀπολαύει πρότερος, ἔπειτα καὶ τὸ ἀδι– 24999 3.10.77.5 : κούμενον ὑπ´ αὐτοῦ μέρος· μὴ γὰρ οὕτως ἀναισθητεῖν 25000 3.10.77.6 : εἴη μηδενὶ τῶν ἀνοήτων, εἰ δυνατὸν δέ, μηδὲ τῶν πονη– 25001 3.10.77.7 : ρῶν, ὑπὲρ γὰρ ὑγείας ψυχῆς ἡ εὐχή, ὡς δι´ ἀναισθη– 25002 3.10.77.8 : σίαν νομίζειν τοὺς ἀδικουμένους μᾶλλον τῶν ἀδικούντων 25003 3.10.77.9 : βλάπτεσθαι. ἓν μὲν γὰρ μόνον ἐστὶ τὸ ἀδικούμενον ἐκ 25004 3.10.77.10 : παντός, ἡ ψυχή· τὸ δὲ ἀδικοῦν καὶ ἐπιβουλεῦον, ἡ κακία, 25005 3.10.77.11 : καὶ ἐν τῷ ἀδικοῦντι καὶ κατὰ τοῦ ἀδικουμένου, ἀλλὰ 25006 3.10.77.12 : τὸν μὲν ἔλαττον, τὸν δὲ πλεῖστον· ἔλαττον μὲν τὸν ἀδι– 25007 3.10.77.13 : κεῖσθαι μέλλοντα, πλεῖστον δὲ τὸν ἀδικεῖν διανοούμε– 25008 3.10.77.14 : νον, ἐπεὶ καὶ ἀπ´ αὐτοῦ τὴν κίνησιν λαμβάνει καὶ τὴν 25009 3.10.77.15 : ἔπαρσιν. ἐγειρομένη τοίνυν τὸν τεκόντα πρῶτον ἀνάπτει, 25010 3.10.77.16 : καὶ πρὶν τεκεῖν ἐν ταῖς ὠδῖσι φλέγει, καὶ διιοῦσα λυμαί– 25011 3.10.77.17 : νεται, καὶ τῷ ἀπ´ αὐτῆς ἰῷ χρῴζει δευσοποιῷ τῇ βαφῇ. 25012 3.10.77.18 : οὔτε γὰρ τῷ πυρὶ τὴν τεκοῦσαν ὕλην διελθεῖν δυνατὸν 25013 3.10.77.19 : ἐπὶ τὴν τῶν ἄλλων λύμην, πρὶν παντελῶς αὐτὴν ἀναλῶ– 25014 3.10.77.20 : σαι, οὔτε τῇ μυραίνῃ τοὺς ἐνύδρους ὄφεις εἰς ἄλλων 25015 3.10.77.21 : ὄλεθρον ἀπογεννᾶν, πρὶν τὴν κυήσασαν γαστέρα κατα– 25016 3.10.77.22 : φαγεῖν, ὡς Νίκανδρος ὁ Κολοφώνιος καὶ Ἀρχέλαος ὁ 25017 3.10.77.23 : φυσικὸς γράφουσιν· οὕτω καὶ πᾶς ἄδικος αὐτὸς πρῶ– 25018 3.10.77.24 : τος τῆς κακίας γεύεται πρὶν εἰς ἄλλους ἀφιέναι. πολ– 25019 3.10.77.25 : λοὶ γοῦν ἀνεγείραντες τὴν ἐν αὐτοῖς χολὴν ἐκ τῆς πρὸς 25020 3.10.77.26 : ἄλλους ὀργῆς αὐτοὶ προαπέθανον πρὶν τοὺς ἐχθροὺς τι– 25021 3.10.77.27 : μωρήσασθαι. τοῦτο τοίνυν ἀγνοήσαντες πολλοὶ ταῖς κατὰ 25022 3.10.77.28 : τῶν ἀσθενεστέρων ἀδικίαις ἀνέδην ἐχρήσαντο, μηδὲν εἶ– 25023 3.10.77.29 : ναι πρὸς αὑτοὺς οἰηθέντες τὸ λυπηρόν. τούτου δὲ ὁμο– 25024 3.10.77.30 : λογουμένου δεῖ καθάπαξ παραιτεῖσθαι τὸ ἀδικεῖν. 25025 3.11.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ.}1 25026 3.11.1.1 : Εὐριπίδου Φοινίσσαις ( 470–73). 25027 3.11.1.2 : Ἁπλοῦς ὁ μῦθος τῆς ἀληθείας ἔφυ, 25028 3.11.1.3 : κοὐ ποικίλων δεῖ τἄνδιχ´ ἑρμηνευμάτων· 25029 3.11.1.4 : ἔχει γὰρ αὐτὰ καιρόν· ὁ δ´ ἄδικος λόγος 25030 3.11.1.5 : νοσῶν ἐν αὑτῷ φαρμάκων δεῖται σοφῶν. 25031 3.11.2.1 : Ἰλιάδος Ὁμήρου αʹ ( 526–27). 25032 3.11.2.2 : Οὐ γὰρ ἐμὸν παλινάγρετον οὐδ´ ἀπατηλὸν 25033 3.11.2.3 : οὐδ´ ἀτελεύτητον, ὅ τι κεν κεφαλῇ κατανεύσω. 25034 3.11.3.1 : (Hom. Od. III 20). 25035 3.11.3.2 : Ψεῦδος δ´ οὐκ ἐρέει, μάλα γὰρ πεπνυμένος ἐστί. 25036 3.11.4.1 : (Hom. Od. XVII 14–15). 25037 3.11.4.2 : Ὁ ξεῖνος δ´ εἴπερ μάλα μηνίει, ἄλγιον αὐτῷ 25038 3.11.4.3 : ἔσσεται· ἦ γὰρ ἐμοὶ φίλ´ ἀληθέα μυθήσασθαι. 25039 3.11.5.1 : Σοφοκλέους (fr. 869 N. 2). 25040 3.11.5.2 : Τἀληθὲς ἀεὶ πλεῖστον ἰσχύει λόγου. 25041 3.11.6.1 : Σοφοκλέους Ἠλέκτρα ( 466–67). 25042 3.11.6.2 : Δράσω· τὸ γὰρ δίκαιον οὐκ ἔχει λόγον 25043 3.11.6.3 : δυοῖν ἐρίζειν, ἀλλ´ ἐπισπεύδει τὸ δρᾶν. 25044 3.11.7.1 : Σοφοκλέους Οἰδίποδι (Col. 880). 25045 3.11.7.2 : Τοῖς τοι δικαίοις χὡ βραχὺς νικᾷ μέγαν. 25046 3.11.8.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 476 com. IV 25047 3.11.8.2 : p. 326). 25048 3.11.8.3 : Οὐδὲν γὰρ αἰσχρόν ἐστι τἀληθῆ λέγειν. 25049 3.11.9.1 : (fab. inc. fr. 477 l. c.). 25050 3.11.9.2 : Ἀδύνατον ὡς ἔοικε τἀληθὲς λαθεῖν. 25051 3.11.10.1 : (fab. inc. fr. 478 l. c. p. 327). 25052 3.11.10.2 : Ἐὰν ἐγὼ φῶ νῦν ἔχειν βακτηρίαν 25053 3.11.10.3 : χρυσῆν, τί μοι σεμνότερον ἔσται τὸ ξύλον; 25054 3.11.10.4 : ἀληθὲς εἶναι δεῖ τὸ σεμνόν, οὐ κενόν. 25055 3.11.11.1 : Μενάνδρου Ὑποβολιμαίῳ (fr. 7 com. IV p. 214). 25056 3.11.11.2 : Ἀεὶ κράτιστόν ἐστι τἀληθῆ λέγειν, 25057 3.11.11.3 : ἐν παντὶ καιρῷ· τοῦτ´ ἐγὼ παρεγγυῶ 25058 3.11.11.4 : εἰς ἀσφάλειαν τῷ βίῳ πλεῖστον μέρος. 25059 3.11.12.1 : Μιμνέρμου Ναννοῦς (p. l. 4 II p. 28 fr. 8). 25060 3.11.12.2 : Ἀληθείη δὲ παρέστω 25061 3.11.12.3 : σοὶ καὶ ἐμοί, πάντων χρῆμα δικαιότατον. 25062 3.11.13.1 : Μενάνδρου Ῥαπιζομένη (fr. 3 com. IV 25063 3.11.13.2 : p. 198). 25064 3.11.13.3 : Ἔρχεται τἀληθὲς εἰς φῶς ἐνίοτ´ οὐ ζητούμενον. 25065 3.11.14.1 : Αἰσχύλου Ὅπλων κρίσεως (fr. 176 N. 2). 25066 3.11.14.2 : Ἁπλᾶ γάρ ἐστι τῆς ἀληθείας ἔπη. 25067 3.11.15.1 : Πινδάρου (Ol. 10, 65). 25068 3.11.15.2 : Ὅ τ´ ἐξελέγχων μόνος 25069 3.11.15.3 : ἀλάθειαν ἐτήτυμον 25070 3.11.15.4 : Χρόνος τό τε σαφανὲς ἰὼν πρόσω κατέφρασεν. 25071 3.11.16.1 : (Pind. Nem. 5, 30) 25072 3.11.16.2 : Οὔ τοι ἅπασα κερδίων 25073 3.11.16.3 : φαίνουσα πρόσωπον ἀλάθει´ ἀτρεκές· 25074 3.11.16.4 : καίτοι σιγᾶν πολλάκις σοφώτατον ἀνδρὶ νοῆσαι. 25075 3.11.17.1 : (Pind. Pyth. 1, 165) 25076 3.11.17.2 : Μὴ παρίει καλά. νώμα δικαίῳ πηδαλίῳ στρατόν. 25077 3.11.17.3 : ἀψευδεῖ δὲ πρὸς ἄκμονι χάλκευε γλῶσσαν. 25078 3.11.18.1 : Πινδάρου (fr. inc. 205 Bergk 4). 25079 3.11.18.2 : Ἀρχὰ μεγάλας ἀρετᾶς, ὤνασς´ Ἀλάθεια, 25080 3.11.18.3 : μὴ πταίσῃς ἐμὰν σύνθεσιν τραχεῖ ποτὶ ψεύδει. 25081 3.11.19.1 : Βακχυλίδου Ὑπορχημάτων (p. l. 4 III 25082 3.11.19.2 : p. 576 fr. 22 Bergk). 25083 3.11.19.3 : Λυδία μὲν γὰρ λίθος μανύει χρυσόν· 25084 3.11.19.4 : ἀνδρῶν δ´ ἀρετὰν σοφίαν τε παγκρατὴς ἐλέγχει ἀλήθεια. 25085 3.11.20.1 : Ὀλυμπιάδος. 25086 3.11.20.2 : Ἀλάθεια θεῶν ὁμόπολις, μόνα θεοῖς συνδιαιτωμένα. 25087 3.11.21.1 : Ἰσοκράτους (Nicocl. § 22 p. 19 b). 25088 3.11.21.2 : Διὰ παντὸς 〈τοῦ〉 χρόνου τὴν ἀλήθειαν φαίνου προτι– 25089 3.11.21.3 : μῶν, ὡς πιστοτέρους εἶναι τοὺς σοὺς λόγους ἢ τοὺς ἄλλων 25090 3.11.21.4 : ὅρκους. 25091 3.11.22.1 : Θουκυδίδου (VI 33, 1). 25092 3.11.22.2 : Οἱ τὰ μὴ πιστὰ δοκοῦντα εἶναι λέγοντες ἢ ἀπαγ– 25093 3.11.22.3 : γέλλοντες οὐ μόνον οὐ πείθουσιν ἀλλὰ καὶ ἄφρονες 25094 3.11.22.4 : δοκοῦσιν. 25095 3.11.23.1 : Ἐκ τῶν Σερήνου Ἀπομνημονευμάτων. 25096 3.11.23.2 : Πλάτων μὲν ἥδιστον εἶναι τῶν ἀκουσμάτων τὴν ἀλή– 25097 3.11.23.3 : θειαν ἔλεγε, Πολέμων δὲ πολὺ ἥδιον τοῦ ἀκούειν τὸ λέ– 25098 3.11.23.4 : γειν εἶναι τἀληθῆ. 25099 3.11.24.1 : Αἰσχίνου κατὰ Τιμάρχου (I 84). 25100 3.11.24.2 : Ὑμεῖς δ´ ἐξεβάλετε αὐτὸν ὑπολαμβάνοντες· ἴσμεν, 25101 3.11.24.3 : ὦ Πύρρανδρε, ὅτι οὐ δεῖ γελᾶν τούτων ἐναντίον· ἀλλ´ 25102 3.11.24.4 : οὕτως ἰσχυρόν ἐστιν ἀλήθεια, ὥστε πάντων ἐπικρατεῖν 25103 3.11.24.5 : τῶν ἀνθρωπίνων λογισμῶν. 25104 3.11.25.1 : Γαΐου ἐκ τοῦ Κατὰ Μουσαίου μοι– 25105 3.11.25.2 : χείας. 25106 3.11.25.3 : Τότ´ οὖν ἀπολαβὼν ἤδη θεράπαιναν, ἠρώτα πῶς 25107 3.11.25.4 : ἔχοι τὰ περὶ τὴν γυναῖκα· ἣ δὲ οὐδὲ μελλήσασα εὐθὺς 25108 3.11.25.5 : εἶπεν. οὕτω τὸ ἀληθὲς ἀμελέτητόν ἐστιν. 25109 3.11.26.1 : Πλάτωνος Νόμων εʹ (p. 730 B–C). 25110 3.11.26.2 : Ἀλήθεια δὴ πάντων μὲν ἀγαθῶν θεοῖς ἡγεῖται, πάν– 25111 3.11.26.3 : των δὲ ἀνθρώποις· ἧς ὁ γενήσεσθαι μέλλων μακάριός 25112 3.11.26.4 : τε καὶ εὐδαίμων ἐξ ἀρχῆς εὐθὺς μέτοχος εἴη, ἵνα ὅ τι 25113 3.11.26.5 : πλεῖστον χρόνον ἀληθὴς ὢν διαβιοῖ. πιστὸς γάρ· ὁ δὲ 25114 3.11.26.6 : ἄπιστος, ᾧ φίλον ψεῦδος ἑκούσιον· ὅτῳ δ´ ἀκούσιον, 25115 3.11.26.7 : ἄνους· ὧν οὐδέτερον ζηλωτόν. ἄφιλος γὰρ δὴ πᾶς ὅ γε 25116 3.11.26.8 : ἄπιστος καὶ ἀμαθής. 25117 3.11.27.1 : (eiusdem de rep. p. 490 C) 25118 3.11.27.2 : Ἡγουμένης δὲ ἀληθείας οὐκ ἄν ποτε, οἶμαι, φαμὲν 25119 3.11.27.3 : αὐτῇ χορὸν κακῶν ἀκολουθῆσαι. 25120 3.11.28.1 : Ἀπολλώνιος Δηλίῳ (ep. 83 p. 126 25121 3.11.28.2 : Herch.). 25122 3.11.28.3 : Ψεύδεσθαι ἀνελεύθερον, ἀλήθεια γενναῖον. 25123 3.11.29.1 : Εὐσεβίου (fr. 19 phil. graec. III p. 10 25124 3.11.29.2 : Mullach.). 25125 3.11.29.3 : Ἀληθείην νόος ἀσπάζεται, καὶ αἰεὶ αὐτῇ συνοικέει· 25126 3.11.29.4 : ἐὼν δὲ ἐν τοῖς ἑωυτοῦ ἀψευδέστατος, ὅμως ἔστιν ὅτε καὶ 25127 3.11.29.5 : ψεῦδος ἀγαθῷ κεράσας παρέχεται ἐπ´ ὠφελείῃ ἀνθρώ– 25128 3.11.29.6 : πων τῶν τούτου χρῃζόντων καὶ ἐπὶ χρηστῷ τῷ σφετέρῳ 25129 3.11.29.7 : παραλογισθησομένων πρὸς αὐτοῦ. τότε γὰρ δὴ μοῦνον 25130 3.11.29.8 : καὶ οὔκοτε ἄλλοτε νόος, καὶ ἐν καιρῷ τῷ αὐτὸς οἶδεν, 25131 3.11.29.9 : πάντα τὰ ἄλλα ψεύδεα ἀποστυγέων, ψεῦδος τὸ τοιοῦτον 25132 3.11.29.10 : εἰσφέρεται, ἀπὸ τῆς τῶν λοιπῶν ἁπάντων ψευδέων φύ– 25133 3.11.29.11 : σιος ἐς ἄλλο εἶδος μεταμειφθὲν χρησιμώτατον τέχνῃ καὶ 25134 3.11.29.12 : σοφίῃ αὐτοῦ τοῦ νόου τοῦ φαῦλον πρῆγμα ἐς τοῦτο μετα– 25135 3.11.29.13 : κοσμήσαντος. 25136 3.11.30.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 20 l. c. p. 10). 25137 3.11.30.2 : Ψεύδεσθαι ἐν πόλει μηδὲ εἷς νόμος ξυγχωρεέτω μη– 25138 3.11.30.3 : δενὶ πλὴν τοῦ φιλαληθέος καὶ νοήμονος ἐπισταμένου τε 25139 3.11.30.4 : ὁκότε καὶ ὅκως ὠφελείη ψεύδεος, τῆς δὲ ἀπὸ τούτου γινο– 25140 3.11.30.5 : μένης χρείης ἀναγκαίης καὶ τοῦτο ποιέειν. 25141 3.11.31.1 : Ἑρμοῦ ἐκ τῶν πρὸς Τάτ (p. 46 b 25142 3.11.31.2 : Patrit.). 25143 3.11.31.3 : Περὶ ἀληθείας, ὦ Τάτ, οὐκ ἔστι δυνατὸν ἄνθρωπον 25144 3.11.31.4 : ὄντα ζῶον ἀτελὲς ἐξ ἀτελῶν συγκείμενον μελῶν καὶ ἐξ 25145 3.11.31.5 : ἀλλοτρίων σωμάτων καὶ πολλῶν τὸ σκῆνος συνεστός, τολ– 25146 3.11.31.6 : μήσαντα εἰπεῖν· ὃ δέ ἐστι δυνατὸν ἢ δίκαιον, τοῦτο φημί, 25147 3.11.31.7 : ἀλήθειαν εἶναι ἐν μόνοις τοῖς ἀιδίοις σώμασιν, ὧν καὶ 25148 3.11.31.8 : τὰ σώματα αὐτὰ ἀληθῆ ἐστι, πῦρ αὐτόπυρ μόνον καὶ 25149 3.11.31.9 : οὐδὲν ἄλλο, γῆ αὐτόγη καὶ οὐδὲν ἄλλο, ἀὴρ αὐτοάηρ 〈καὶ 25150 3.11.31.10 : οὐδὲν ἄλλο〉, ὕδωρ αὐτοΰδωρ καὶ οὐδὲν ἄλλο· τὰ δὲ ἡμέ– 25151 3.11.31.11 : τερα σώματα ἐκ πάντων τούτων συνέστηκεν· ἔχει μὲν 25152 3.11.31.12 : γὰρ πυρός, ἔχει δὲ καὶ γῆς, ἔχει καὶ ὕδατος καὶ ἀέρος, 25153 3.11.31.13 : καὶ οὔτε πῦρ ἐστιν οὔτε γῆ οὔτε ὕδωρ οὔτε ἀὴρ οὔτε 25154 3.11.31.14 : οὐδὲν ἀληθές· εἰ δὲ μὴ τὴν ἀρχὴν ἡ σύσταοις ἡμῶν ἔσχε 25155 3.11.31.15 : τὴν ἀλήθειαν, πῶς ἂν δύναιτο ἀλήθειαν ἢ ἰδεῖν ἢ εἰ– 25156 3.11.31.16 : πεῖν; νοήσει δὲ μόνον, ἐὰν ὁ θεὸς θέλῃ. πάντα οὖν, 25157 3.11.31.17 : ὦ Τάτ, τὰ ἐπὶ γῆς ἀλήθεια μὲν οὐκ ἔστι, τῆς δὲ ἀλη– 25158 3.11.31.18 : θείας μιμήματα· καὶ οὐ πάντα, ὀλίγα δὲ ταῦτα, ἄλλα 25159 3.11.31.19 : 〈δὲ〉 ψεῦδος καὶ πλάνος, ὦ Τάτ, καὶ δόξαι φαντασίας 25160 3.11.31.20 : καθάπερ εἰκόνες συνεστῶτα. ὅταν δ´ ἄνωθεν τὴν ἐπίρ– 25161 3.11.31.21 : ροιαν ἔχῃ ἡ φαντασία, τῆς ἀληθείας γίγνεται μίμησις· 25162 3.11.31.22 : χωρὶς δὲ τῆς ἄνωθεν ἐνεργείας, ψεῦδος καταλείπεται· 25163 3.11.31.23 : καθάπερ καὶ ἡ εἰκὼν τὸ μὲν σῶμα τῆς γραφῆς δείκνυ– 25164 3.11.31.24 : σιν, αὐτὴ δὲ οὐκ ἔστι σῶμα κατὰ τὴν φαντασίαν τοῦ 25165 3.11.31.25 : ὁρωμένου. καὶ ὀφθαλμοὺς μὲν ὁρᾶται ἔχουσα, βλέπει 25166 3.11.31.26 : δὲ οὐδέν· 〈καὶ ὦτα,〉 ἀκούει δὲ οὐδὲν ὅλως. καὶ τὰ ἄλλα 25167 3.11.31.27 : πάντα ἔχει μὲν ἡ γραφή, ψευδῆ δέ ἐστι τὰς τῶν ὁρών– 25168 3.11.31.28 : των ὄψεις ἐξαπατῶντα, τῶν μὲν δοκούντων ἀλήθειαν 25169 3.11.31.29 : ὁρᾶν, τῶν δὲ ὡς ἀληθῶς ὄντων ψευδῶν. ὅσοι μὲν οὖν 25170 3.11.31.30 : οὐ ψεῦδος ὁρῶσιν, ἀλήθειαν ὁρῶσιν. ἐὰν οὖν ἕκαστον 25171 3.11.31.31 : τούτων οὕτω νοῶμεν ἢ ὁρῶμεν ὡς ἔστιν, ἀληθῆ καὶ 25172 3.11.31.32 : νοοῦμεν καὶ ὁρῶμεν· ἐὰν δὲ παρὰ τὸ ὄν, οὐδὲν ἀληθὲς 25173 3.11.31.33 : οὔτε νοήσομεν οὔτ´ εἰσόμεθα. —Ἔστιν οὖν, πάτερ, ἀλή– 25174 3.11.31.34 : θεια καὶ ἐν τῇ γῇ, καὶ οὐκ ἀσκόπως; —Σφάλλῃ, ὦ 25175 3.11.31.35 : τέκνον. ἀλήθεια μὲν οὐδαμῶς ἐστιν ἐν τῇ γῇ, ὦ Τάτ, 25176 3.11.31.36 : οὔτε γενέσθαι δύναται· περὶ δὲ ἀληθείας νοῆσαι ἐνίους 25177 3.11.31.37 : τῶν ἀνθρώπων, οἷς ἂν ὁ θεὸς τὴν θεοπτικὴν δωρήσηται 25178 3.11.31.38 : δύναμιν, 〈δύναται〉 γενέσθαι. οὕτως ἀληθὲς οὐδὲν ἔστιν 25179 3.11.31.39 : ἐν τῇ γῇ. νοῶ καὶ λέγω· φαντασίαι εἰσὶ καὶ δόξαι πάντα, 25180 3.11.31.40 : ἀληθῆ νοῶ καὶ λέγω. —Οὐκ οὖν τό τε ἀληθῆ νοεῖν καὶ 25181 3.11.31.41 : λέγειν, τοῦτο ἀλήθειαν δεῖ καλεῖν; —Τί δέ; τὰ ὄντα δεῖ 25182 3.11.31.42 : νοεῖν καὶ λέγειν· ἔστι δὲ οὐδὲν ἀληθὲς ἐπὶ τῆς γῆς. 25183 3.11.31.43 : τοῦτο ἀληθές ἐστι τὸ μὴ εἶναι μηδὲν ἀληθὲς ἐνθάδε. 25184 3.11.31.44 : πῶς ἂν καὶ δύναιτο γενέσθαι, ὦ τέκνον; ἡ γὰρ ἀλήθεια 25185 3.11.31.45 : τελεωτάτη ἀρετή ἐστιν, αὐτὸ τὸ ἄκρατον ἀγαθόν, τὸ μὴ 25186 3.11.31.46 : ὑπὸ ὕλης θολούμενον μήτε ὑπὸ σώματος περιβαλλόμε– 25187 3.11.31.47 : νον, γυμνὸν φανὸν ἄτρεπτον σεμνὸν ἀναλλοίωτον ἀγα– 25188 3.11.31.48 : θόν· τὰ δὲ ἐνθάδε, ὦ τέκνον, οἷά ἐστιν ὁρᾷς ἄδεκτα 25189 3.11.31.49 : τούτου τοῦ ἀγαθοῦ, φθαρτὰ παθητὰ διαλυτὰ τρεπτὰ 25190 3.11.31.50 : ἀεὶ ἐναλλοιούμενα, ἄλλα ἐξ ἄλλων γινόμενα. ἃ οὖν μηδὲ 25191 3.11.31.51 : πρὸς ἑαυτὰ ἀληθῆ ἐστι, πῶς 〈ἂν〉 δύναιτο ἀληθῆ εἶναι; 25192 3.11.31.52 : πᾶν γὰρ τὸ ἀλλοιούμενον ψεῦδός ἐστι, μὴ μένον ἐν ᾧ 25193 3.11.31.53 : ἐστί, φαντασίας δὲ μετατρεπόμενον ἄλλας καὶ ἄλλας 25194 3.11.31.54 : ἐπιδείκνυται ἡμῖν. —Οὐδὲ ἄνθρωπος ἀληθές ἐστιν, ὦ 25195 3.11.31.55 : πάτερ; —Καθότι ἄνθρωπος, οὐκ ἔστιν ἀληθές, ὦ τέκνον. 25196 3.11.31.56 : τὸ γὰρ ἀληθές ἐστι τὸ ἐξ αὑτοῦ μόνον τὴν σύστασιν 25197 3.11.31.57 : ἔχον, καὶ μένον καθ´ αὑτὸ οἷον ἐστίν· ὁ δὲ ἄνθρωπος 25198 3.11.31.58 : ἐκ πολλῶν συνέστηκε καὶ οὐ μένει καθ´ αὑτόν, τρέπε– 25199 3.11.31.59 : ται δὲ καὶ μεταβάλλεται ἡλικίαν ἐξ ἡλικίας καὶ ἰδέαν ἐξ 25200 3.11.31.60 : ἰδέας, καὶ ταῦτα ἔτι ὢν ἐν τῷ σκήνει. καὶ πολλοὶ τέκνα 25201 3.11.31.61 : οὐκ ἐγνώρισαν χρόνου ὀλίγου μεταξὺ γενομένου, καὶ πά– 25202 3.11.31.62 : λιν τέκνα γονεῖς ὁμοίως. τὸ οὖν οὕτως μεταβαλλόμενον 25203 3.11.31.63 : ὥστε ἀγνοεῖσθαι, δύναται ἀληθὲς εἶναι, ὦ Τάτ; οὐ 25204 3.11.31.64 : τοὐναντίον ψεῦδός ἐστιν ἐν ποικίλαις γιγνόμενον φαντα– 25205 3.11.31.65 : σίαις τῶν μεταβολῶν; σὺ δὲ νόει ἀληθές τι εἶναι τὸ 25206 3.11.31.66 : μένον καὶ ἀίδιον· ὁ δὲ ἄνθρωπος οὐκ ἔστιν ἀεί· ἄρα 25207 3.11.31.67 : οὐδὲ ἀληθές ἐστι. φαντασία δέ ἐστι τὶς 〈ὁ〉 ἄνθρωπος, 25208 3.11.31.68 : ἡ δὲ φαντασία ψεῦδος ἂν εἴη ἀκρότατον. —Οὐδὲ ταῦτα 25209 3.11.31.69 : οὖν, ὦ πάτερ, τὰ ἀίδια σώματα, ἐπεὶ μεταβάλλεται, 25210 3.11.31.70 : ἀληθῆ ἐστι; —Πᾶν μὲν οὖν τὸ γεννητὸν καὶ μεταβλη– 25211 3.11.31.71 : τὸν οὐκ ἀληθές· ὑπὸ δὲ τοῦ προπάτορος γενόμενα τὴν 25212 3.11.31.72 : ὕλην δύναται ἀληθῆ ἐσχηκέναι. ἔχει δέ τι καὶ ταῦτα 25213 3.11.31.73 : ψεῦδος ἐν τῇ μεταβολῇ· οὐδὲν γὰρ μὴ μένον ἐφ´ ἑαυτῷ 25214 3.11.31.74 : ἀληθές ἐστιν. —Ἀληθές, ὦ πάτερ, τί οὖν ἂν εἴποι τις; 25215 3.11.31.75 : —Μόνον τὸν ἥλιον παρὰ τὰ ἄλλα πάντα μὴ μεταβαλλό– 25216 3.11.31.76 : μενον, μένοντα δὲ ἐφ´ ἑαυτῷ, [ἀλήθειαν,] διὸ καὶ τὴν ἐν 25217 3.11.31.77 : τῷ κόσμῳ πάντων δημιουργίαν αὐτὸς μόνος πεπίστευται, 25218 3.11.31.78 : ἄρχων πάντων καὶ ποιῶν πάντα, ὃν καὶ σέβομαι καὶ 25219 3.11.31.79 : προσκυνῶ· αὐτοῦ τὴν ἀλήθειαν μετὰ τὸν ἕνα καὶ πρῶ– 25220 3.11.31.80 : τον τοῦτον δημιουργὸν γνωρίζω. —Τί οὖν ἂν † εἶναι 25221 3.11.31.81 : τὴν πρώτην ἀλήθειαν, ὦ πάτερ; —Ἕνα καὶ μόνον, ὦ 25222 3.11.31.82 : Τάτ, τὸν μὴ ἐξ ὕλης, τὸν μὴ ἐν σώματι, τὸν ἀχρώματον, 25223 3.11.31.83 : τὸν ἀσχημάτιστον, τὸν ἄτρεπτον, τὸν μὴ ἀλλοιούμενον, 25224 3.11.31.84 : τὸν ἀεὶ ὄντα. τὸ δὲ ψεῦδος, ὦ τέκνον, φθείρεται. πάντα 25225 3.11.31.85 : δὲ τὰ ἐπὶ γῆς φθορᾷ κατέλαβε καὶ ἐμπεριέχει καὶ ἐμ– 25226 3.11.31.86 : περιέξει ἡ τοῦ ἀληθοῦς πρόνοια. χωρὶς γὰρ φθορᾶς 25227 3.11.31.87 : οὐδὲ γένεσις δύναται συστῆναι· πάσῃ δὲ γενέσει φθορὰ 25228 3.11.31.88 : ἕπεται, ἵνα πάλιν γένηται· τὰ γὰρ γιγνόμενα ἐκ τῶν 25229 3.11.31.89 : φθειρομένων ἀνάγκη γίγνεσθαι, φθείρεσθαι δὲ τὰ γιγνό– 25230 3.11.31.90 : μενα ἀνάγκη, ἵνα μὴ στῇ ἡ γένεσις τῶν ὄντων. πρῶτον 25231 3.11.31.91 : οὖν τὸν δημιουργὸν γνώριζε εἰς τὴν γένεσιν τῶν ὄντων. 25232 3.11.31.92 : τὰ οὖν ἐκ φθορᾶς γιγνόμενα ψευδῆ ἂν εἴη, ὡς ποτὲ 25233 3.11.31.93 : μὲν ἄλλα ποτὲ δὲ ἄλλα γιγνόμενα· τὰ γὰρ αὐτὰ γίγνε– 25234 3.11.31.94 : σθαι ἀδύνατον· τὸ δὲ μὴ αὐτό, πῶς ἂν ἀληθὲς εἴη; 25235 3.11.31.95 : φαντασίας οὖν καλεῖν δεῖ ταῦτα, ὦ τέκνον, εἴ γε ὀρθῶς 25236 3.11.31.96 : προσαγορεύομεν, τὸν ἄνθρωπον ἀνθρωπότητος φαντα– 25237 3.11.31.97 : σίαν, τὸ δὲ παιδίον παιδίου φαντασίαν, τὸν δὲ νεανίσκον 25238 3.11.31.98 : νεανίσκου φαντασίαν, τὸν δὲ ἄνδρα ἀνδρὸς φαντασίαν, 25239 3.11.31.99 : τὸν δὲ γέροντα γέροντος φαντασίαν. οὔτε γὰρ ὁ ἄνθρω– 25240 3.11.31.100 : πος ἄνθρωπος, οὔτε τὸ παιδίον παιδίον, οὔτε ὁ νεανί– 25241 3.11.31.101 : σκος νεανίσκος, οὔτε ὁ ἀνὴρ ἀνήρ, οὔτε ὁ γέρων γέρων· 25242 3.11.31.102 : μεταβαλλόμενα δὲ ψεύδεται καὶ τὰ προόντα καὶ τὰ ὄντα. 25243 3.11.31.103 : ταῦτα μέντοι οὕτω νόει, ὦ τέκνον, ὡς καὶ τῶν ψευδῶν 25244 3.11.31.104 : τούτων ἐνεργειῶν ἄνωθεν ἠρτημένων ἀπ´ αὐτῆς τῆς ἀλη– 25245 3.11.31.105 : θείας· τούτου δὲ οὕτως ἔχοντος, τὸ ψεῦδος φημὶ τῆς 25246 3.11.31.106 : ἀληθείας ἐνέργημα εἶναι. 25247 3.11.32.1 : Ἐκ τῶν Ὁμήρου. 25248 3.11.32.2 : Ὅτι ἡ ἀλήθεια κάλλιστον, ὡς καὶ ἐν θεοῖς ὑπάρχειν 25249 3.11.32.3 : μέγιστον· δηλοῖ δὲ διὰ τῶν ἐπῶν τούτων 25250 3.11.32.4 : τοῦτο γὰρ ἐξ ἐμέθεν γε μετ´ ἀθανάτοισι μέγιστον 25251 3.11.32.5 : τέκμωρ· οὐ γὰρ ἐμὸν παλινάγρετον οὐδ´ ἀπατηλὸν 25252 3.11.32.6 : οὐδ´ ἀτελεύτητον, ὅ τι κεν κεφαλῇ κατανεύσω. 25253 3.11.32.7 : τριῶν γὰρ αἰτιῶν οὐσῶν, δι´ ἃς ἄνθρωποι παραβαίνουσιν 25254 3.11.32.8 : ὑποσχέσεις καὶ ψεύδονται· ἢ γὰρ εὐθὺς ἐξαπατῶν τις 25255 3.11.32.9 : ἔφησεν ἢ φήσας ὕστερον μετενόησεν ἢ βουλόμενος ἐξη– 25256 3.11.32.10 : σθένησε· τούτων δὲ τὸ μέν ἐστι φαύλης προαιρέσεως 25257 3.11.32.11 : τὸ δὲ ἀσθενοῦς κρίσεως τὸ δὲ ἐνδεοῦς δυνάμεως. πάντα 25258 3.11.32.12 : δὲ ὁ θεὸς ἐκπέφευγε· τῷ φιλαγάθῳ τὸ ἀπατηλόν, καὶ 25259 3.11.32.13 : τῷ βεβαίῳ τὸ παλινάγρετον, καὶ τῷ τελεσιουργῷ τὸ 25260 3.11.32.14 : ἀτελεύτητον. 25261 3.11.33.1 : Πυθαγόρου. 25262 3.11.33.2 : Πυθαγόρας ἐρωτηθεὶς τί ποιοῦσιν ἄνθρωποι θεοῖς 25263 3.11.33.3 : ὅμοιον, ἔφη ’ἐὰν ἀληθεύωσιν‘. οἱ δὲ μάγοι ἀποφαίνον– 25264 3.11.33.4 : ται τοῦ μεγίστου τῶν θεῶν, ὃν Ὠρομάγδην καλοῦσιν, 25265 3.11.33.5 : ἐοικέναι τὸ μὲν σῶμα φωτὶ τὴν δὲ ψυχὴν ἀληθείᾳ. 25266 3.11.34.1 : Ἡροδότου ἱστοριῶν γʹ (III 72). 25267 3.11.34.2 : Ἔνθα γάρ τι δεῖ καὶ ψεῦδος λέγεσθαι, λεγέσθω. 25268 3.11.35.1 : Ἰαμβλίχου Σωπάτρῳ. 25269 3.11.35.2 : Ἀλήθεια μέν, ὥσπερ καὶ τοὔνομα δηλοῖ, περὶ θεοὺς 25270 3.11.35.3 : ποιεῖ τὴν ἐπιστροφὴν καὶ τῶν θεῶν τὴν ἀκήρατον ἐνέρ– 25271 3.11.35.4 : γειαν· ἡ δὲ δοξομιμητικὴ αὕτη εἰδωλοποιία, ὥς φησι 25272 3.11.35.5 : Πλάτων, περὶ τὸ ἄθεον καὶ σκοτεινὸν πλανᾶται. καὶ ἣ 25273 3.11.35.6 : μὲν τοῖς νοητικοῖς εἴδεσι καὶ θείοις καὶ τοῖς ὄντως 25274 3.11.35.7 : οὖσι καὶ κατὰ τὰ αὐτὰ ἀεὶ ἔχουσι τελεοῦται, ἣ δὲ τὸ 25275 3.11.35.8 : ἀνείδεον καὶ μὴ ὂν καὶ ἄλλοτε ἄλλως ἔχον ἀποβλέπει 25276 3.11.35.9 : καὶ περὶ αὐτοῦ ἀμβλυώττει. καὶ ἣ μὲν αὐτὸ ὃ ἐστὶ 25277 3.11.35.10 : θεωρεῖ, ἣ δ´ οἷον φαίνεται τοῖς πολλοῖς τοιοῦτον ὑπο– 25278 3.11.35.11 : δύεται πρόσχημα. διόπερ δὴ ἣ μὲν πρὸς νοῦν ὁμιλεῖ καὶ 25279 3.11.35.12 : τὸ ἐν ἡμῖν νοερὸν αὔξει, ἣ δὲ τῷ ἀεὶ δοκοῦντι θηρεύε– 25280 3.11.35.13 : ται τὴν ἄνοιαν καὶ ἐξαπατᾷ. 25281 3.12.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΨΕΥΔΟΥΣ.}1 25282 3.12.1.1 : Εὐριπίδου (fr: 1035 N. 2). 25283 3.12.1.2 : Δύστηνος, ὅστις τὰ καλὰ καὶ ψευδῆ λέγων 25284 3.12.1.3 : οὐ τοῖσδε χρῆται τοῖς καλοῖς ἀληθέσιν. 25285 3.12.2.1 : Σοφοκλέους Ἀκρισίῳ (fr. 59 N. 2). 25286 3.12.2.2 : Ἀλλ´ οὐδὲν ἕρπει ψεῦδος εἰς γῆρας χρόνου. 25287 3.12.3.1 : Τοῦ αὐτοῦ Ἀλεάδαις (fr. 76 N. 2). 25288 3.12.3.2 : Κακὸν τὸ κεύθειν κοὐ πρὸς ἀνδρὸς εὐγενοῦς. 25289 3.12.4.1 : Τοῦ αὐτοῦ Κρέουσα (fr. 326 N. 2). 25290 3.12.4.2 : Καλὸν μὲν οὖν οὐκ ἔστι τὰ ψευδῆ λέγειν· 25291 3.12.4.3 : ὅτῳ δ´ ὄλεθρον δεινὸν ἡ ἀλήθει´ ἄγει, 25292 3.12.4.4 : συγγνωστὸν εἰπεῖν ἐστι καὶ τὸ μὴ καλόν. 25293 3.12.5.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 270 com. IV p. 292). 25294 3.12.5.2 : Κρεῖττον 〈δ´〉 ἑλέσθαι ψεῦδος ἢ ἀληθὲς κακόν. 25295 3.12.6.1 : Πεισάνδρου (fr. 8 Kink.). 25296 3.12.6.2 : Οὐ νέμεσις καὶ ψεῦδος ὑπὲρ ψυχῆς ἀγορεύειν. 25297 3.12.7.1 : Ὁμήρου (Od. III 20). 25298 3.12.7.2 : Ψεῦδος δ´ οὐκ ἐρέει· μάλα γὰρ πεπνυμένος ἐστί. 25299 3.12.8.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 78 com. IV p. 255). 25300 3.12.8.2 : Τἀπιθανὸν ἰσχὺν τῆς ἀληθείας ἔχει 25301 3.12.8.3 : ἐνίοτε μείζω καὶ πιθανωτέραν ὄχλῳ. 25302 3.12.9.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 270 com. IV p. 292). 25303 3.12.9.2 : Ἦ πού 〈τι〉 χαλεπόν ἐστι τὸ ψευδῆ λέγειν. 25304 3.12.10.1 : Εὐριπίδου Ἱππολύτου (fr. 433 N. 2). 25305 3.12.10.2 : Ἔγωγέ φημι καὶ νόμον γε μὴ σέβειν 25306 3.12.10.3 : ἐν τοῖσι δεινοῖς τῶν ἀναγκαίων πλέον. 25307 3.12.11.1 : Διφίλου (fab. inc. fr. 30 com. IV p. 425). 25308 3.12.11.2 : Καιρῷ τιθέμενον κέρδος ὡς καρπὸν φέρει. 25309 3.12.12.1 : Διφίλου Θησαυροῦ (com. IV p. 399). 25310 3.12.12.2 : Ὑπολαμβάνω τὸ ψεῦδος ἐπὶ σωτηρίᾳ 25311 3.12.12.3 : λεγόμενον οὐθὲν περιποιεῖσθαι δυσχερές. 25312 3.12.13.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 125 Mullach.). 25313 3.12.13.2 : Ἀληθομυθέειν χρεών, ὃ πολὺ λώιον. 25314 3.12.14.1 : Θαλῆς. 25315 3.12.14.2 : Θαλῆς ὁ Μιλήσιος ἐρωτηθεὶς πόσον ἀπέχει τὸ ψεῦ– 25316 3.12.14.3 : δος τοῦ ἀληθοῦς ’ὅσον‘ ἔφη ’ὀφθαλμοὶ τῶν ὤτων.‘ 25317 3.12.15.1 : Χαιρήμονος (fr. 27 p. 789 N. 2). 25318 3.12.15.2 : Ψευδῆ δὲ τοῖς ἐσθλοῖσιν οὐ πρέπει λέγειν. 25319 3.12.16.1 : Θεόγνιδος ( 607–610). 25320 3.12.16.2 : Ἀρχῇ ἔπι ψεύδους μικρὰ χάρις, εἰς δὲ τελευτὴν 25321 3.12.16.3 : αἰσχρὸν δὴ κέρδος καὶ κακὸν ἀμφότερα 25322 3.12.16.4 : γίνεται. οὐδέ τι καλὸν ὅτῳ ψεῦδος προσομαρτῇ 25323 3.12.16.5 : ἀνδρὶ καὶ ἐξέλθῃ πρῶτον ἀπὸ στόματος. 25324 3.12.17.1 : Θεοφράστου (fr. 153 Wimm.). 25325 3.12.17.2 : Ἐκ διαβολῆς καὶ φθόνου ψεῦδος ἐπ´ ὀλίγον ἰσχῦ– 25326 3.12.17.3 : σαν ἀπεμαράνθη. 25327 3.12.18.1 : Δημητρίου. 25328 3.12.18.2 : Δημήτριος ἐρωτηθεὶς τί φαῦλον τοῖς ψευδομένοις 25329 3.12.18.3 : παρακολουθεῖ, εἶπε ’τὸ μηδ´ ἂν τἀληθῆ λέγωσιν ἔτι 25330 3.12.18.4 : πιστεύεσθαι‘. 25331 3.12.19.1 : Αἰλιανοῦ (var. hist. VII 20). 25332 3.12.19.2 : Ἀνὴρ εἰς Λακεδαίμονα ἀφίκετο Κεῖος γέρων ἤδη 25333 3.12.19.3 : ὤν, τὰ μὲν ἄλλα ἀλαζών, ᾐδεῖτο δὲ ἐπὶ τῷ γήρᾳ καὶ τὴν 25334 3.12.19.4 : τρίχα πολιὰν οὖσαν ἐπειρᾶτο βαφῇ ἀφανίζειν. παρελ– 25335 3.12.19.5 : θὼν οὖν εἶπεν ἐκεῖνα ὑπὲρ ὧν καὶ ἀφίκετο. ἀναστὰς 25336 3.12.19.6 : οὖν ὁ Ἀρχίδαμος ’τί ἄν‘ ἔφη ’οὗτος ὑγιὲς εἴποι, ὃς οὐ 25337 3.12.19.7 : μόνον ἐπὶ τῇ ψυχῇ τὸ ψεῦδος, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῇ κεφαλῇ 25338 3.12.19.8 : περιφέρει;‘ 25339 3.12.20.1 : Λυσίου (fr. 267 Sauppe). 25340 3.12.20.2 : Ψεύδεσθαι προχειρότατον τοῖς πολλάκις ἁμαρτά– 25341 3.12.20.3 : νουσιν. 25342 3.12.21.1 : Θεμιστίου ἐκ τοῦ Μετριοπαθοῦς ἢ 25343 3.12.21.2 : Φιλοτέκνου (Themist. p. 258 b). 25344 3.12.21.3 : Οὐδεμία γὰρ μοχθηρία μᾶλλον δυσκοινώνητος ἀπι– 25345 3.12.21.4 : στίας· ἀλλ´ αὕτη ἐστὶν ἡ κακία, πρὸς ἣν μόνην καὶ φυ– 25346 3.12.21.5 : λακῆς ἐξαποροῦμεν. καὶ γὰρ δὴ ὃ μόνον ἐπορισάμεθα 25347 3.12.21.6 : φυλακτήριον, λέγω δὲ τὸν ὅρκον, τούτῳ αὐτῷ μάλιστα 25348 3.12.21.7 : καταχρῆται, ὅταν δέῃ τι ἄπιστον ἄνδρα κακῶς δράσαντα 25349 3.12.21.8 : ἐξαρνήσασθαι. Ἔστι δὲ δή τι καὶ ἕτερον ψεῦδος, ὃ 25350 3.12.21.9 : τοὺς μὲν ἄλλους οὐ πάνυ δή τι λυμαίνεται, αἶσχος δέ 25351 3.12.21.10 : ἐστι τοῦ χρωμένου· γίνεται γὰρ οὐκ ἐν τῷ καθ´ ἑτέρου 25352 3.12.21.11 : τὶ λέγειν ἢ πράττειν, ἀλλ´ ἐν τῷ περὶ ἑαυτοῦ τε καὶ 25353 3.12.21.12 : τῶν ἑαυτοῦ. διπλοῦν δὲ τοῦτο καὶ δισχιδές· ἢ γὰρ ἐν 25354 3.12.21.13 : τῷ φαυλότερα καὶ ἐλάττω λέγειν τῶν προσόντων ἀλη– 25355 3.12.21.14 : θινῶς, ἢ ἐν τῷ μείζω τε καὶ σεμνότερα. καλεῖται δὲ 25356 3.12.21.15 : τὸ μὲν ἐνδεέστερον εἰρωνεία, τὸ δὲ πλέον ἀλαζονεία. τὸ 25357 3.12.21.16 : μὲν δὴ ἐλλεῖπον τοῦ ἀληθοῦς κομψόν τέ ἐστι καὶ αἱμύ– 25358 3.12.21.17 : λον καὶ ἐνίοτε οὐκ ἄχρηστον τῷ φιλοσόφῳ, καὶ διὰ τοῦτο 25359 3.12.21.18 : αὐτὸ καὶ Σωκράτης παρελάμβανεν ἐν τοῖς λόγοις, ὁπότε 25360 3.12.21.19 : ἐδεῖτο ἐπισκῶψαί τινα σοφιστὴν τύφου μεστὸν καὶ γέ– 25361 3.12.21.20 : μοντα περιφροσύνης. μᾶλλον γάρ τι αἰσθάνονται τῆς 25362 3.12.21.21 : ἑαυτῶν οὐδενείας, ὅταν ἀμαθέστεροι ἐξελέγχωνται τοῦ 25363 3.12.21.22 : μηδὲν εἰδέναι προσποιουμένου. τὸ δὲ ἕτερον τὸ ὑπερ– 25364 3.12.21.23 : βάλλον βαρύ τε καὶ ἐπαχθές, καὶ οὐδὲν οὕτως ἄκουσμα 25365 3.12.21.24 : φορτικὸν ὡς ὁ καθ´ ἑαυτοῦ ἔπαινος, καὶ ταῦτα ἐπὶ παι– 25366 3.12.21.25 : δείᾳ, ἐφ´ ᾗ καὶ ἄλλων ἐπαινούντων ἐρυθριᾶν χρεὼν 25367 3.12.21.26 : τοὺς ἀληθινῶς αὐτῆς ἐπηβόλους. 25368 3.12.22.1 : (Platonis de rep. VII p. 535 D–E) 25369 3.12.22.2 : Οὐκοῦν καὶ πρὸς ἀλήθειαν ταὐτὸν τοῦτο ἀνάπηρον 25370 3.12.22.3 : ψυχὴν θήσομεν, ἣ ἂν τὸ μὲν ἑκούσιον ψεῦδος μισῇ καὶ 25371 3.12.22.4 : χαλεπῶς φέρῃ αὐτή τε καὶ ἑτέρων ψευδομένων ὑπερ– 25372 3.12.22.5 : αγανακτῇ, τὸ δὲ ἀκούσιον εὐκόλως προσδέχηται καὶ ἀμα– 25373 3.12.22.6 : θαίνουσά που ἁλισκομένη μὴ ἀγανακτῇ, ἀλλ´ εὐχερῶς 25374 3.12.22.7 : ὥσπερ θηρίον ὕειον ἐν ἀμαθίᾳ μολύνηται; 25375 3.12.23.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Σοφιστοῦ (p. 240 C–E). 25376 3.12.23.2 : Ὁρᾷς γοῦν ὅτι καὶ νῦν διὰ τῆς ἐπαλλάξεως ταύτης 25377 3.12.23.3 : πολυκέφαλος σοφιστὴς ἠνάγκασεν ἡμᾶς τὸ μὴ ὂν οὐχ 25378 3.12.23.4 : ἑκόντας ὁμολογεῖν εἶναί πως; {—}Ὁρῶ καὶ μάλα. {—}Τί 25379 3.12.23.5 : δαὶ δή; τὴν τέχνην αὐτοῦ τίνα ἀφορίζοντες ἡμῖν αὐτοῖς 25380 3.12.23.6 : συμφωνεῖν οἷοί τε ἐσόμεθα; {—}Πῇ καὶ τὸ ποῖόν τι φο– 25381 3.12.23.7 : βούμενος οὕτω λέγεις; {—}Ὅταν περὶ τὸ φάντασμα αὐτὸν 25382 3.12.23.8 : ἀπατᾶν φῶμεν καὶ τὴν τέχνην εἶναί τινα ἀπατητικὴν 25383 3.12.23.9 : αὐτοῦ, τότε πότερον ψευδῆ δοξάζειν τὴν ψυχὴν ἡμῶν 25384 3.12.23.10 : φήσομεν ὑπὸ τῆς ἐκείνου τέχνης, ἢ τί ποτ´ ἐροῦμεν; {—} 25385 3.12.23.11 : Τοῦτο· τί γὰρ ἂν ἄλλο εἴποιμεν; {—}Ψευδὴς δ´ αὖ δόξα 25386 3.12.23.12 : ἔσται τἀναντία τοῖς οὖσι δοξάζουσα, ἢ πῶς; {—}[οὕτως] Τὰ 25387 3.12.23.13 : ἐναντία. {—}Λέγεις ἄρα 〈τὰ〉 μὴ ὄντα δοξάζειν τὴν ψευδῆ 25388 3.12.23.14 : δόξαν; {—}Ἀνάγκη. {—}Πότερον μὴ εἶναι τὰ μὴ ὄντα 25389 3.12.23.15 : δοξάζουσαν, ἢ πῶς λέγεις εἶναι τὰ μηδαμῶς ὄντα; {—} 25390 3.12.23.16 : Εἶναί πως τὰ μὴ ὄντα δή γε, εἴπερ ψεύσεταί ποτέ τίς 25391 3.12.23.17 : τι καὶ κατὰ βραχύ. {—}Τί δ´; οὐ καὶ μηδαμῶς εἶναι τὰ 25392 3.12.23.18 : πάντως ὄντα δοξάζεται; {—}Ναί. {—}Καὶ τοῦτο δὴ ψεῦ– 25393 3.12.23.19 : δος; {—}Καὶ τοῦτο. {—}Καὶ λόγος, οἶμαι, ψευδὴς οὕτω 25394 3.12.23.20 : κατὰ ταὐτὰ νομισθήσεται τά τε ὄντα λέγων μὴ εἶναι 25395 3.12.23.21 : καὶ τὰ μὴ ὄντα εἶναι. {—}Πῶς γὰρ ἂν ἄλλως τοιοῦτος 25396 3.12.23.22 : γένοιτο; 25397 3.12.24.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 260 B–C). 25398 3.12.24.2 : Τὸ μὲν μὴ ὂν ἡμῖν ἕν τι τῶν ἄλλων γένος ὂν ἀνε– 25399 3.12.24.3 : φάνη, κατὰ πάντα τὰ ὄντα διεσπαρμένον. {—}Οὕτως. {—} 25400 3.12.24.4 : Οὐκοῦν τὸ μετὰ τοῦτο σκεπτέον, εἰ δόξῃ τε καὶ λόγῳ 25401 3.12.24.5 : μίγνυται; {—}Τί δή; {—}Μὴ μιγνυμένου μὲν αὐτοῦ τού– 25402 3.12.24.6 : τοις ἀναγκαῖον ἀληθῆ πάντ´ εἶναι, μιγνυμένου δὲ δόξα 25403 3.12.24.7 : τε ψευδὴς γίγνεται καὶ λόγος· τὸ γὰρ τὰ μὴ ὄντα δοξά– 25404 3.12.24.8 : ζειν ἢ λέγειν, τοῦτ´ ἐστί που τὸ ψεῦδος ἐν διανοίᾳ τε 25405 3.12.24.9 : καὶ λόγοις γιγνόμενον. {—}Οὕτως. {—}Ὄντος δέ γε ψεύ– 25406 3.12.24.10 : δους ἔστιν ἀπάτη. {—}Ναί. {—}Καὶ μὴν ἀπάτης οὔσης εἰ– 25407 3.12.24.11 : δώλων τε καὶ εἰκόνων ἤδη καὶ φαντασίας ἅπαντα ἀνάγκη 25408 3.12.24.12 : μεστὰ εἶναι. {—}Πῶς γὰρ οὔ; 25409 3.12.25.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Περὶ δικαίου 25410 3.12.25.2 : (p. 374 B–375 B). 25411 3.12.25.3 : Φέρε δή, πότερον ἡγῇ δίκαιον εἶναι ψεύδεσθαι ἢ 25412 3.12.25.4 : ἀληθῆ λέγειν; Ἀληθῆ ἔγωγε. Ψεύδεσθαι ἄρα ἄδικον; 25413 3.12.25.5 : Ναί. Πότερον δὲ ἐξαπατᾶν δίκαιον ἢ μὴ ἐξαπατᾶν; Μὴ 25414 3.12.25.6 : ἐξαπατᾶν δήπου. Ἐξαπατᾶν ἄρα ἄδικον; Ναί. Τί δαί; 25415 3.12.25.7 : βλάπτειν δίκαιον ἢ ὠφελεῖν; Ὠφελεῖν. Βλάπτειν ἄρα 25416 3.12.25.8 : ἄδικον; Ναί. Ἔστιν ἄρα ἀληθῆ μὲν λέγειν καὶ μὴ ἐξαπα– 25417 3.12.25.9 : τᾶν καὶ ὠφελεῖν δίκαιον, ψεύδεσθαι δὲ καὶ βλάπτειν 25418 3.12.25.10 : καὶ ἐξαπατᾶν ἄδικον; Ναὶ μὰ Δία σφόδρα γε. Ἢ καὶ 25419 3.12.25.11 : τοὺς πολεμίους; Οὐδαμῶς. Ἀλλὰ βλάπτειν δίκαιον τοὺς 25420 3.12.25.12 : πολεμίους, ὠφελεῖν δὲ ἄδικον; Ναί. Οὐκοῦν καὶ ἐξαπα– 25421 3.12.25.13 : τῶντας δίκαιον βλάπτειν τοὺς πολεμίους; Πῶς γὰρ οὔ; 25422 3.12.25.14 : Τί δαί; ψεύδεσθαι, ἵνα ἐξαπατῶμεν καὶ βλάπτωμεν αὐ– 25423 3.12.25.15 : τούς, οὐ δίκαιον; Ναί. Τί δαί; τοὺς φίλους οὐκ ὠφε– 25424 3.12.25.16 : λεῖν φὴς δίκαιον εἶναι; Ἔγωγε. Πότερον μὴ ἐξαπα– 25425 3.12.25.17 : τῶντας ἢ καὶ ἐξαπατῶντας ἐπ´ ὠφελείᾳ τῇ ἐκείνων; Καὶ 25426 3.12.25.18 : ἐξαπατῶντας νὴ Δία. Ἀλλ´ ἐξαπατῶντας μὲν δίκαιον 25427 3.12.25.19 : ἄρα ὠφελεῖν, οὐ μέντοι ψευδομένους γε· ἢ καὶ ψευδο– 25428 3.12.25.20 : μένους; Καὶ ψευδομένους δίκαιον. Ἔστιν ἄρα, ὡς ἔοικεν, 25429 3.12.25.21 : ψεύδεσθαί τε, καὶ ἀληθῆ λέγειν δίκαιον καὶ ἄδικον; 25430 3.12.25.22 : Ναί. Καὶ μὴ ἐξαπατᾶν καὶ ἐξαπατᾶν δίκαιον καὶ ἄδι– 25431 3.12.25.23 : κον; Ἔοικεν. Καὶ βλάπτειν καὶ ὠφελεῖν δίκαιον καὶ ἄδι– 25432 3.12.25.24 : κον; Ναί. Ταὐτὰ δή, ὡς ἔοικε πάντα τὰ τοιαῦτα ὄντα, 25433 3.12.25.25 : καὶ δίκαια καὶ ἄδικά ἐστιν; Ἔμοιγε φαίνεται. Ἄκουε 25434 3.12.25.26 : δή. ὀφθαλμὸν ἐγὼ ἔχω δεξιὸν καὶ ἀριστερόν, ὥσπερ καὶ 25435 3.12.25.27 : οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι; Ναί. Καὶ μυκτῆρα δεξιὸν καὶ ἀρι– 25436 3.12.25.28 : στερὸν καὶ χεῖρα δεξιὰν καὶ ἀριστεράν; Ναί. Οὐκοῦν 25437 3.12.25.29 : ἐπειδὴ ταὐτὰ ὀνομάζων τὰ μὲν δεξιὰ φὴς εἶναι, τὰ δὲ 25438 3.12.25.30 : ἀριστερὰ τῶν ἐμῶν, εἴ σε ἐγὼ ἐροίμην, ὁπότερα, 〈ἆρ´〉 25439 3.12.25.31 : ἂν ἔχοις εἰπεῖν ὅτι τὰ μὲν πρὸς τοῦ δεξιά ἐστι, τὰ δὲ 25440 3.12.25.32 : πρὸς τοῦ ἀριστερά; 〈Ναί.〉 Ἴθι δὴ καὶ ἐκεῖ. ἐπειδὴ 25441 3.12.25.33 : ταὐτὰ ὀνομάζων τὰ μὲν δίκαια φὴς εἶναι, τὰ δὲ ἄδικα, 25442 3.12.25.34 : ἔχεις εἰπεῖν ὁπότερα τὰ δίκαια καὶ ὁπότερα τὰ ἄδικα; 25443 3.12.25.35 : Ἐμοὶ μὲν τοίνυν δοκεῖ, ἐν μὲν τῷ δέοντι καιρῷ ἕκαστα 25444 3.12.25.36 : τούτων γιγνόμενα δίκαια εἶναι, ἐν δὲ τῷ μὴ δέοντι 25445 3.12.25.37 : ἄδικα. Καλῶς γέ σοι δοκοῦν. ὁ μὲν ἄρα ἐν τῷ δέοντι 25446 3.12.25.38 : ἕκαστα τούτων ποιῶν δίκαια ποιεῖ, ὁ δὲ μὴ ἐν τῷ 25447 3.12.25.39 : δέοντι ἄδικα; Ναί. Οὐκοῦν ὁ μὲν τὰ δίκαια ποιῶν δί– 25448 3.12.25.40 : καιος, ὁ δὲ τὰ ἄδικα ἄδικος; Ἔστι ταῦτα. Τίς οὖν ὁ 25449 3.12.25.41 : ἐν τῷ δέοντι καιρῷ οἷός τε τέμνειν καὶ κάειν καὶ ἰσχναί– 25450 3.12.25.42 : νειν; Ὁ ἰατρός. Ὅτι ἐπίσταται ἢ δι´ ἄλλο τι; Ὅτι ἐπί– 25451 3.12.25.43 : σταται. Τίς δὲ ἐν τῷ δέοντι σκάπτειν καὶ ἀροῦν καὶ 25452 3.12.25.44 : φυτεύειν οἷός τε; Ὁ γεωργός. Ὅτι ἐπίσταται ἢ ὅτι οὔ; 25453 3.12.25.45 : Ὅτι ἐπίσταται. Οὐκοῦν καὶ τὰ ἄλλα οὕτως; ὁ μὲν ἐπι– 25454 3.12.25.46 : στάμενος οἷός τε τὰ δέοντα ποιεῖν ἐστὶ καὶ ἐν τῷ δέοντι 25455 3.12.25.47 : καιρῷ, ὁ δὲ μὴ ἐπιστάμενος οὔ; Οὕτως. Καὶ ψεύδε– 25456 3.12.25.48 : σθαι ἄρα καὶ ἐξαπατᾶν καὶ ὠφελεῖν, [ὁ ἐπιστάμενος] ὁ 25457 3.12.25.49 : μὲν ἐπιστάμενος οἷός τε ποιεῖν ἕκαστα τούτων ἐν τῷ 25458 3.12.25.50 : δέοντι καιρῷ, ὁ δὲ μὴ ἐπιστάμενος οὔ; Ἀληθῆ λέγεις. 25459 3.13.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΠΑΡΡΗΣΙΑΣ.}1 25460 3.13.1.1 : Εὐριπίδου (fr. 1036 N. 2). 25461 3.13.1.2 : Πότερα θέλεις σοι μαλθακὰ ψευδῆ λέγω 25462 3.13.1.3 : ἢ σκλήρ´ ἀληθῆ; φράζε· σὴ γὰρ ἡ κρίσις. 25463 3.13.2.1 : Εὐριπίδου ἐκ Τημενιδῶν (fr. 737 N. 2). 25464 3.13.2.2 : Καλόν γ´ ἀληθὴς κἀτενὴς παρρησία. 25465 3.13.3.1 : Εὐριπίδου ἐκ Τηλέφου (fr. 706 N. 2). 25466 3.13.3.2 : Ἀγάμεμνον, οὐδ´ εἰ πέλεκυν ἐν χεροῖν ἔχων 25467 3.13.3.3 : μέλλοι τις εἰς τράχηλον ἐμβαλεῖν ἐμόν, 25468 3.13.3.4 : σιγήσομαι δίκαιά γ´ ἀντειπεῖν ἔχων. 25469 3.13.4.1 : Εὐριπίδου Ἑκάβης ( 1216–1217). 25470 3.13.4.2 : Φεῦ φεῦ· βροτοῖσιν ὡς τὰ χρηστὰ πράγματα 25471 3.13.4.3 : χρηστῶν ἀφορμὰς ἐνδίδως´ ἀεὶ λόγων. 25472 3.13.5.1 : Εὐριπίδου ἐκ Δικτύος (fr. 343 N. 2). 25473 3.13.5.2 : Θάρσει· τό τοι δίκαιον ἰσχύει μέγα. 25474 3.13.6.1 : Εὐριπίδου (fr. 1037 N. 2). 25475 3.13.6.2 : Ἀτὰρ σιωπᾶν τά γε δίκαι´ οὐ χρή ποτε. 25476 3.13.7.1 : Ἐξ Ἀντιγόνης (fr. 165 N. 2). 25477 3.13.7.2 : Ἄκουσον· οὐ γὰρ οἱ κακῶς πεπραγότες 25478 3.13.7.3 : σὺν ταῖς τύχαισι τοὺς λόγους ἀπώλεσαν. 25479 3.13.8.1 : (fr. adesp. 553 N. 2) 25480 3.13.8.2 : Ἐπέχω· τὸ γὰρ πρᾶγμ´ αὐτό μοι καλῶς ἔχον 25481 3.13.8.3 : καλοὺς παρασχεῖν τοὺς λόγους δυνήσεται. 25482 3.13.9.1 : (Eur. Archel. fr. 253 N. 2) 25483 3.13.9.2 : Ἁπλοῦς ὁ μῦθος, μὴ λέγ´ εὖ· τὸ γὰρ λέγειν 25484 3.13.9.3 : εὖ δεινόν ἐστιν, εἰ φέρει τινὰ βλάβην. 25485 3.13.10.1 : (Eur. Or. 899–902) 25486 3.13.10.2 : Ὅταν γὰρ ἡδὺς τοῖς λόγοις φρονῶν κακῶς 25487 3.13.10.3 : πείθῃ τὸ πλῆθος, τῇ πόλει κακὸν τόδε· 25488 3.13.10.4 : ὅσοι δὲ σὺν νῷ χρηστὰ βουλεύους´ ἀεί, 25489 3.13.10.5 : κἂν μὴ παραυτίκ´, αὖθις εἰσὶ χρήσιμοι, 25490 3.13.11.1 : (Eur. Phoen. 393) 25491 3.13.11.2 : Δούλου τάδ´ εἶπας μὴ λέγειν ἅ τις φρονεῖ. 25492 3.13.12.1 : Εὐριπίδου Ἰνοῦς (fr. 412 N. 2). 25493 3.13.12.2 : Ἐμοὶ γένοιτο πτωχός, εἰ δὲ βούλεται, 25494 3.13.12.3 : πτωχοῦ κακίων, ὅστις ὢν εὔνους ἐμοὶ 25495 3.13.12.4 : φόβον παρελθὼν τἀπὸ καρδίας ἐρεῖ. 25496 3.13.13.1 : (Eur. Phoen. 527 sq.) 25497 3.13.13.2 : Οὐκ εὖ λέγειν χρὴ μὴ ´πὶ τοῖς ἔργοις καλοῖς. 25498 3.13.13.3 : οὐ γὰρ καλὸν τόδ´, ἀλλὰ τῇ δίκῃ βαρύ. 25499 3.13.14.1 : (trag. adesp. 515 N. 2) 25500 3.13.14.2 : Ὅστις λέγειν μὲν εὐπρεπῶς ἐπίσταται, 25501 3.13.14.3 : τὰ δ´ ἔργα χείρω τῶν λόγων παρέσχετο. 25502 3.13.15.1 : Σοφοκλέους (Oed. Col. 806–809). 25503 3.13.15.2 : Γλώσσῃ σὺ δεινός· ἄνδρα δ´ οὐδέν´ οἶδ´ ἐγὼ 25504 3.13.15.3 : δίκαιον ὅστις ἐξ ἅπαντος εὖ λέγει. 25505 3.13.16.1 : (trag. adesp. fr. 554 N. 2) 25506 3.13.16.2 : Ἐλευθέρα γὰρ γλῶσσα τῶν ἐλευθέρων. 25507 3.13.17.1 : (trag. adesp. fr. 555 N. 2) 25508 3.13.17.2 : Ἐλευθερία Διὸς ὄλβιον τέκος. 25509 3.13.18.1 : Σοφοκλέους ἐξ Οἰδίποδος (tyr. 354 25510 3.13.18.2 : –356). 25511 3.13.18.3 : Οὕτως ἀναιδῶς ἐξεκίνησας τόδε 25512 3.13.18.4 : τὸ ῥῆμα· καὶ ποῦ τοῦτο φεύξεσθαι δοκεῖς; 25513 3.13.18.5 : {—}Πέφευγα· τἀληθὲς γὰρ ἰσχυρὸν τρέφω. 25514 3.13.19.1 : Σοφοκλέους ἐξ Αἴαντος ( 1118–1119). 25515 3.13.19.2 : Οὐδ´ αὖ τοιαύτην γλῶσσαν ἐν κακοῖς φιλῶ· 25516 3.13.19.3 : τὰ σκληρὰ γάρ τοι, κἂν ὑπέρδικ´ ᾖ, δάκνει. 25517 3.13.20.1 : Ἐν τῷ αὐτῷ ( 1124–1125). 25518 3.13.20.2 : Ἡ γλῶσσά σου τὸν θυμὸν ὡς δεινὸν τρέφει. 25519 3.13.20.3 : {—}Ξὺν τᾷ δικαίῳ γὰρ μέγ´ ἔξεστιν φρονεῖν. 25520 3.13.21.1 : Σοφοκλέους ἐκ Τηρέως (fr. 529 N. 2). 25521 3.13.21.2 : Θάρσει· λέγων τἀληθὲς οὐ σφαλῇ ποτε. 25522 3.13.22.1 : Σοφοκλέους ἐξ Ἀλεαδῶν (fr. 77 N. 2). 25523 3.13.22.2 : Καὶ γὰρ δικαία γλῶσς´ ἔχει κράτος μέγα. 25524 3.13.23.1 : Φιλήμονος Ἐπιδικαζομένου (fr. 2 com. IV 25525 3.13.23.2 : p. 9). 25526 3.13.23.3 : Πρόχειρον ἐπὶ τὴν γλῶτταν εὐλόγῳ τρέχειν. 25527 3.13.24.1 : (com. V 1 p. CCCLXX) 25528 3.13.24.2 : Περὶ μεγάλων 〈γὰρ〉 πραγμάτων σκοπουμένοις 25529 3.13.24.3 : εὐνουστάτη σύμβουλος ἡ παρρησία. 25530 3.13.25.1 : (com. V 1 p. CCCLXX) 25531 3.13.25.2 : Παρρησίαν δὲ παντὸς ὠνοῦ χρυσίου. 25532 3.13.26.1 : Νικοστράτου (fr. 5 com. III p. 289). 25533 3.13.26.2 : Ἆρ´ οἶσθ´ ὅτι τῆς πενίας ὅπλον ἐστὶν ἡ 25534 3.13.26.3 : παρρησία; ταύτην ἐάν τις ἀπολέσῃ, 25535 3.13.26.4 : τὴν ἀσπίδ´ ἀποβέβληκεν οὗτος τοῦ βίου. 25536 3.13.27.1 : Σοφοκλέους (fr. 842 N. 2). 25537 3.13.27.2 : Αἰδὼς γὰρ ἐν κακοῖσιν οὐδὲν ὠφελεῖ· 25538 3.13.27.3 : ἡ γὰρ σιωπὴ τὠγκαλοῦντι σύμμαχος. 25539 3.13.28.1 : (Soph. Phil. 96–99) 25540 3.13.28.2 : Ἐσθλοῦ πατρὸς παῖ, καὐτὸς ὢν νέος ποτὲ 25541 3.13.28.3 : γλῶσσαν μὲν ἀργὸν χεῖρα δ´ εἶχον ἐργάτιν· 25542 3.13.28.4 : νῦν δ´ εἰς ἔλεγχον ἐξιὼν ὁρῶ βροτοῖς 25543 3.13.28.5 : τὴν γλῶσσαν, οὐχὶ τἄργα, πάνθ´ ἡγουμένην. 25544 3.13.29.1 : Ἀριστοφάνους (Thesm. 528–530). 25545 3.13.29.2 : Τὴν παροιμίαν ἐπαινῶ 25546 3.13.29.3 : τὴν παλαιάν· ὑπὸ λίθῳ γὰρ 25547 3.13.29.4 : παντί που χρὴ 25548 3.13.29.5 : μὴ δάκῃ ῥήτωρ ἀθρεῖν. 25549 3.13.30.1 : Μοσχίωνος (fr. 4 p. 813 N. 2). 25550 3.13.30.2 : Ὅμως τό γ´ ὀρθὸν καὶ δίκαιον οὔποτε 25551 3.13.30.3 : σιγῇ παρήσω· τὴν γὰρ ἐντεθραμμένην 25552 3.13.30.4 : ἀστοῖς Ἀθάνας τῇ τε Θησέως πόλει 25553 3.13.30.5 : καλὸν φυλάξαι γνησίως παρρησίαν. 25554 3.13.31.1 : Φιλοξένου. 25555 3.13.31.2 : Φιλόξενος παραδοθεὶς ὑπὸ Διονυσίου ποτὲ εἰς τὰς 25556 3.13.31.3 : λατομίας διὰ τὸ φαυλίζειν τὰ ποιήματα αὐτοῦ, καὶ ἀνα– 25557 3.13.31.4 : κληθεὶς ἔπειτα πάλιν ἐπὶ τὴν ἀκρόασιν αὐτῶν [ἐκλήθη], 25558 3.13.31.5 : μέχρι τινὸς ὑπομείνας ἀνέστη· πυθομένου δὲ τοῦ Διονυ– 25559 3.13.31.6 : σίου ’ποῖ δὴ σύ;‘ ’εἰς τὰς λατομίας‘ εἶπεν. 25560 3.13.32.1 : Δημοσθένους (fr. 21 Sauppe). 25561 3.13.32.2 : Οὐδὲν ἂν εἴη τοῖς ἐλευθέροις μεῖζον ἀτύχημα τοῦ 25562 3.13.32.3 : στέρεσθαι τῆς παρρησίας. 25563 3.13.33.1 : Δημοσθένους Ὀλυνθιακῶν γʹ (III § 21 25564 3.13.33.2 : p. 34). 25565 3.13.33.3 : Ἀλλὰ δικαίου πολίτου κρίνω τὴν τῶν πραγμάτων 25566 3.13.33.4 : σωτηρίαν ἀντὶ τῆς ἐν τῷ λέγειν χάριτος αἱρεῖσθαι. 25567 3.13.34.1 : Ἐκ τοῦ Περὶ στεφάνου (XVIII § 280–81 25568 3.13.34.2 : p. 319). 25569 3.13.34.3 : Ἔστι δὲ οὐχ ὁ λόγος τοῦ ῥήτορος, Αἰσχίνη, τίμιον, 25570 3.13.34.4 : οὐδ´ ὁ τόνος τῆς φωνῆς, ἀλλὰ τὸ τὰ αὐτὰ αἱρεῖσθαι 25571 3.13.34.5 : τοῖς πολλοῖς, καὶ τὸ τοὺς αὐτοὺς μισεῖν καὶ φιλεῖν 25572 3.13.34.6 : οὕσπερ ἂν ἡ πατρίς. ὁ γὰρ οὕτως ἔχων τὴν ψυχήν, 25573 3.13.34.7 : οὗτος ὑπ´ εὐνοίας πάντ´ ἐρεῖ· ὁ δ´ ἀφ´ ὧν ἡ πόλις 25574 3.13.34.8 : προορᾶταί τινα κίνδυνον ἑαυτῇ, τούτους θεραπεύων, οὐκ 25575 3.13.34.9 : ἐπὶ τῆς αὐτῆς ὁρμεῖ τοῖς πολλοῖς, οὔκουν οὐδὲ τῆς ἀσφα– 25576 3.13.34.10 : λείας τὴν αὐτὴν ἔχει προσδοκίαν. 25577 3.13.35.1 : (Demosth. XIX § 184 p. 399) 25578 3.13.35.2 : Οἷς γάρ ἐστιν ἐν λόγοις ἡ πολιτεία, πῶς ἐὰν οὗτοι 25579 3.13.35.3 : μὴ ἀληθεῖς ὦσιν, ἀσφαλῶς ἔστι πολιτεύεσθαι; εἰ δὲ δὴ 25580 3.13.35.4 : καὶ πρὸς ἃ τοῖς ἐχθροῖς συμφέρει δῶρά τις λαμβάνων 25581 3.13.35.5 : λέγει, πῶς οὐχὶ καὶ κινδυνεύσεται; 25582 3.13.36.1 : (Thucyd. III 42, 2) 25583 3.13.36.2 : Τοὺς δὲ λόγους ὅστις διαμάχεται μὴ διδασκάλους 25584 3.13.36.3 : τῶν πραγμάτων γενέσθαι, ἢ ἀξύνετός ἐστιν ἢ ἰδίᾳ τι αὐ– 25585 3.13.36.4 : τῷ διαφέρει [ἢ χρήμασι διέφθαρται καὶ ὑπὲρ τοῦ ἰδίου 25586 3.13.36.5 : κέρδους ἀγωνίζεται]. 25587 3.13.37.1 : Ἐκ τῶν Διογένους Διατριβῶν (Dionis 25588 3.13.37.2 : Chrys. or. IX p. 289 sq. R.). 25589 3.13.37.3 : Ὥσπερ οὖν τοῦ Ποντικοῦ μέλιτος γεύσασθαι ἐπι– 25590 3.13.37.4 : χειροῦσιν οἱ ἄπειροι, γευσάμενοι δὲ παραχρῆμα ἐξέπτυ– 25591 3.13.37.5 : σαν δυσχεράναντες, ὅτι πικρόν ἐστι καὶ ἀηδές, οὕτω καὶ 25592 3.13.37.6 : τοῦ Διογένους ἀποπειρᾶσθαι μὲν ἤθελον διὰ πολυπραγ– 25593 3.13.37.7 : μοσύνην, ἐλεγχόμενοι δὲ ἀπεστρέφοντο καὶ ἔφευγον. καὶ 25594 3.13.37.8 : ἄλλων μὲν ἥδοντο λοιδορουμένων, αὐτοὶ δ´ ἐφοβοῦντο 25595 3.13.37.9 : καὶ ἀνεχώρουν. καὶ εἰ μὲν ἔσκωπτε καὶ ἔπαιζεν, ὥσπερ 25596 3.13.37.10 : εἰώθει ἐνίοτε, ὑπερφυῶς ἔχαιρον· ἀνατειναμένου δὲ καὶ 25597 3.13.37.11 : σπουδάσαντος οὐχ ὑπέμενον τὴν παρρησίαν. 25598 3.13.38.1 : Ἐν ταὐτῷ (Dionis Chrys. or. VIII p. 275 R.). 25599 3.13.38.2 : Ἐπεὶ αὐτόν γε τὸν Ἀντισθένην παραβάλλων πρὸς 25600 3.13.38.3 : τοὺς λόγους ἐνίοτε ἤλεγχεν ὡς πολὺ μαλακώτερον, καὶ 25601 3.13.38.4 : ἔφη αὐτὸν εἶναι σάλπιγγα λοιδορῶν· αὑτοῦ γὰρ οὐκ 25602 3.13.38.5 : ἀκούειν φθεγγομένου μέγιστον. καὶ 〈ὁ〉 Ἀντισθένης ἀμυ– 25603 3.13.38.6 : νόμενος ἀντὶ τῆς σάλπιγγος ἔλεγε σφηξὶν ὅμοιον αὐτὸν 25604 3.13.38.7 : εἶναι. καὶ γὰρ τῶν σφηκῶν τὸν μὲν ψόφον τῶν πτερῶν 25605 3.13.38.8 : εἶναι μικρόν, τὸ δὲ κέντρον δριμύτατον. ἔχαιρεν οὖν τῇ 25606 3.13.38.9 : παρρησίᾳ τοῦ Διογένους. 25607 3.13.39.1 : Σόλωνος. 25608 3.13.39.2 : Συμβούλευε μὴ τὰ ἥδιστα, ἀλλὰ τὰ ἄριστα. 25609 3.13.40.1 : Ἐκ τῶν Ἀρίστωνος Ὁμοιωμάτων. 25610 3.13.40.2 : Ὅμοιον ἀψινθίου τὸ δριμὺ καὶ λόγου παρρησίαν 25611 3.13.40.3 : ἐκκόψαι. 25612 3.13.41.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστωνύμου Τομαρίων. 25613 3.13.41.2 : Ὥσπερ τὸ μέλι τὰ ἡλκωμένα δάκνει, τοῖς δὲ κατὰ 25614 3.13.41.3 : φύσιν ἡδύ ἐστιν, οὕτω καὶ οἱ ἐκ φιλοσοφίας λόγοι. 25615 3.13.42.1 : Ἐκ τῶν Δίωνος Χρειῶν. 25616 3.13.42.2 : Τὴν ἐπιτίμησιν ὁ Διογένης ἀλλότριον ἀγαθὸν ἔλεγεν 25617 3.13.42.3 : εἶναι. 25618 3.13.43.1 : Διογένους. 25619 3.13.43.2 : Διογένης Ἀττικοῦ τινὸς ἐγκαλοῦντος αὐτῷ διότι Λακε– 25620 3.13.43.3 : δαιμονίους μᾶλλον ἐπαινῶν παρ´ ἐκείνοις οὐ διατρίβει 25621 3.13.43.4 : ’οὐδὲ γὰρ ἰατρός‘ εἶπεν ’ὑγιείας ὢν ποιητικὸς ἐν τοῖς 25622 3.13.43.5 : ὑγιαίνουσι τὴν διατριβὴν ποιεῖται.‘ 25623 3.13.44.1 : Διογένους. 25624 3.13.44.2 : Ὁ Διογένης ἔλεγεν, ὅτι οἱ μὲν ἄλλοι κύνες τοὺς 25625 3.13.44.3 : ἐχθροὺς δάκνουσιν, ἐγὼ δὲ τοὺς φίλους, ἵνα σώσω. 25626 3.13.45.1 : Διογένους. 25627 3.13.45.2 : Διογένης ἤρετο Πλάτωνα εἰ νόμους γράφει· ὃ δὲ 25628 3.13.45.3 : ἔφη. Τί δαί; πολιτείαν ἔγραψας; Πάνυ μὲν οὖν. Τί 25629 3.13.45.4 : οὖν, ἡ πολιτεία νόμους οὐκ εἶχεν; Εἶχεν. Τί οὖν ἔδει 25630 3.13.45.5 : σε πάλιν νόμους γράφειν; 25631 3.13.46.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 94 Mullach.). 25632 3.13.46.2 : Κρέσσον τὰ οἰκήια ἁμαρτήματα ἐλέγχειν ἢ τὰ ὀθνήια. 25633 3.13.47.1 : Δημοκρίτου (l. c. 124). 25634 3.13.47.2 : Οἰκήιον ἐλευθερίης παρρησίη, κίνδυνος δὲ ἡ τοῦ 25635 3.13.47.3 : καιροῦ διάγνωσις. 25636 3.13.48.1 : Ἐκ τῶν Σερήνου. 25637 3.13.48.2 : Ἀντιπάτρῳ ἀγροῖκος ἄνθρωπος ἐπεδίδου βιβλίον ἐν– 25638 3.13.48.3 : τυχίαν ἔχον, ὃ δὲ οὐ σχολάζειν ἔφη. ’καὶ μὴ βασίλευε‘ 25639 3.13.48.4 : εἶπεν ἐκεῖνος ’εἰ μὴ σχολὴν ἄγεις.‘ 25640 3.13.49.1 : Ἐν ταὐτῷ. 25641 3.13.49.2 : Πρεσβῦτις δικαζομένη ἐπὶ Φιλίππου, ὡς ἑώρα νυ– 25642 3.13.49.3 : στάζοντα ἔπειτα μέλλοντα ἀποφαίνεσθαι, ἐδεῖτο συγ– 25643 3.13.49.4 : χωρῆσαι αὐτῇ ἐφεῖναι. ὃ δὲ ’ἐπὶ τίνα;‘ εἶπεν. ’ἐπὶ 25644 3.13.49.5 : Φίλιππον‘ ἀπεκρίνατο ’ἐγρηγορότα‘. 25645 3.13.50.1 : Δημοκράτους. 25646 3.13.50.2 : Δημοκράτης ἰδὼν κλέπτην ὑπὸ τῶν ἕνδεκα ἀπαγό– 25647 3.13.50.3 : μενον ’ἄθλιε‘ εἶπε ’τί γὰρ τὰ μικρὰ ἔκλεπτες, ἀλλ´ οὐ 25648 3.13.50.4 : τὰ μεγάλα, ἵνα καὶ σὺ ἄλλους ἀπῆγες;‘ 25649 3.13.51.1 : Ἱπποκράτους. 25650 3.13.51.2 : Ἱπποκράτην ἔπειθέ τις πρὸς Ξέρξην ἀπαίρειν χρη– 25651 3.13.51.3 : στὸν εἶναι φάσκων βασιλέα, ὃ δέ ’οὐ δέομαι‘ ἔφη ’χρη– 25652 3.13.51.4 : στοῦ δεσπότου‘. 25653 3.13.52.1 : Δημοσθένους (fr. 59 Sauppe). 25654 3.13.52.2 : Δημοσθένης πρὸς κλέπτην εἰπόντα ’οὐκ ᾔδειν ὅτι 25655 3.13.52.3 : σόν ἐστιν‘ ’ὅτι δέ‘ ἔφη ’σὸν οὐκ ἔστιν ᾔδεις‘. 25656 3.13.53.1 : Πυθαγόρου. 25657 3.13.53.2 : Τὰ ἁμαρτήματά σου πειρῶ μὴ λόγοις ἐπικαλύπτειν, 25658 3.13.53.3 : ἀλλὰ θεραπεύειν ἐλέγχοις. 25659 3.13.54.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 25660 3.13.54.2 : Οὐχ οὕτω χαλεπὸν ἁμαρτάνειν ὡς τὸν ἁμαρτάνοντα 25661 3.13.54.3 : μὴ ἐξελέγχειν. 25662 3.13.55.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 25663 3.13.55.2 : Ὥσπερ σωματικὸν πάθος οὐ κρυπτόμενον οὐδὲ ἐπαι– 25664 3.13.55.3 : νούμενον ὑγιάζεται, οὕτως οὐδὲ ψυχὴ κακῶς φρουρου– 25665 3.13.55.4 : μένη καὶ συναγορευομένη θεραπεύεται. 25666 3.13.56.1 : Πλάτωνος. 25667 3.13.56.2 : Διονύσιος ὁ τύραννος ἀτιμάζων αὐτὸν διὰ τὴν πρὸς 25668 3.13.56.3 : Δίωνα φιλίαν, κατέκλινεν αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχάτῃ χώρᾳ· καὶ 25669 3.13.56.4 : μυκτηρίζων 〈εἶπεν〉 ’ἦ που, ὦ Πλάτων, ἐνθένδε ἀπελ– 25670 3.13.56.5 : θὼν πολὺν ἐν Ἀκαδημείᾳ λόγον καθ´ ἡμῶν διαθήσεις‘. 25671 3.13.56.6 : ὃ δέ ’μὴ γένοιτο‘ ἔφη ’τοσαύτη λόγων ἀπορία, ὥστε περὶ 25672 3.13.56.7 : σοῦ διαλέγεσθαι.‘ 25673 3.13.57.1 : Ἐκ τῶν Ἀρίστωνος Ὁμοιωμάτων. 25674 3.13.57.2 : Φήσαντός τινος ’λίαν μοι ἐπισκώπτεις‘ ἔφη ’καὶ 25675 3.13.57.3 : γὰρ τοῖς σπληνικοῖς τὰ μὲν δριμέα καὶ πικρὰ ὠφέλιμα, 25676 3.13.57.4 : τὰ δὲ γλυκέα βλαβερά‘. 25677 3.13.58.1 : Ἐκ τῶν Σερήνου. 25678 3.13.58.2 : Ἡ Λάκαινα πωλουμένη πρὸς τὸν ἐρόμενον τί ἐπί– 25679 3.13.58.3 : σταται, ’ἐλευθέρα‘ ἔφη ’εἶναι‘. 25680 3.13.59.1 : Εὐσεβίου (fr. 21 phil. Graec. III p. 10 25681 3.13.59.2 : Mullach). 25682 3.13.59.3 : Παρρησίη ἀπὸ γνώμης ἐλευθέρης καὶ ἀληθείην 25683 3.13.59.4 : ἀσπαζομένης προέρχεται· παρέξεαι δὲ αὐτὴν ἀμώμητον, 25684 3.13.59.5 : οὐ τῷ πᾶσι καὶ ὡς ἔτυχεν ἐπιτιμᾶν καὶ λοιδορέεσθαι 25685 3.13.59.6 : νομίζων τοῦτο εἶναι τὴν παρρησίην· ἀλλ´ εἰ πρὸς οὓς 25686 3.13.59.7 : δεῖ καὶ ὑπὲρ τίνων χρὴ καὶ ἐν ᾧ χρὴ μετὰ τοῦ χρησίμου 25687 3.13.59.8 : [περὶ] τῶν παρισταμένων ξὺν νόῳ προσδιαλέγοιο. 25688 3.13.60.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 22 l. c. p. 11). 25689 3.13.60.2 : Ἐχθρὸς τἀληθέα εἰπὼν τοῦ προσποιευμένου φίλου 25690 3.13.60.3 : πρὸς χάριν εἰπόντος αἱρετώτερος. 25691 3.13.61.1 : Σωκράτους. 25692 3.13.61.2 : Τῆς παρρησίας, ὥσπερ ὥρας, ἐν καιρῷ ἡ χάρις 25693 3.13.61.3 : ἡδίων. 25694 3.13.62.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 25695 3.13.62.2 : Οὔτε μάχαιραν ἀμβλεῖαν οὔτε παρρησίαν ἄπρακτον 25696 3.13.62.3 : ἔχειν δεῖ. 25697 3.13.63.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 25698 3.13.63.2 : Οὔτε ἐκ τοῦ κόσμου τὸν ἥλιον οὔτε ἐκ τῆς παι– 25699 3.13.63.3 : δείας ἀρτέον τὴν παρρησίαν. 25700 3.13.64.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 25701 3.13.64.2 : Ἔστιν ὥσπερ τρίβωνα ῥυπαρὸν ἀμπεχόμενον εὐεκτεῖν, 25702 3.13.64.3 : οὑτωσὶ καὶ βίον ἔχοντα πενιχρὸν παρρησιάζεσθαι. 25703 3.13.65.1 : Ἑρμοῦ ἐκ τοῦ Ἴσιδος πρὸς Ὧρον 25704 3.13.65.2 : (p. 45 a Patrit.). 25705 3.13.65.3 : Ἔλεγχος γὰρ ἐπιγνωσθείς, ὦ μέγιστε βασιλεῦ, εἰς 25706 3.13.65.4 : ἐπιθυμίαν φέρει τὸν ἐλεγχθέντα ὧν πρότερον οὐκ ᾔδει. 25707 3.13.66.1 : Πυθαγόρου. 25708 3.13.66.2 : Συγγενεῖ καὶ ἄρχοντι πλὴν ἐλευθερίας πάντα εἶκε. 25709 3.13.67.1 : Αἰλιανοῦ (v. h. XIV 3 Herch.). 25710 3.13.67.2 : Τιμόθεος ὁ Κόνωνος πρὸς Ἀριστοφῶντα τὸν Ἀζηνιέα 25711 3.13.67.3 : πάντων ἄριστα ἔχοντα λόγον εἶπεν. ἐπεὶ γὰρ ἄσωτος 25712 3.13.67.4 : ἦν ὁ Ἀριστοφῶν, πικρότατα αὐτοῦ καθίκετο ὁ Τιμόθεος 25713 3.13.67.5 : εἰπών ’ᾧ ἱκανὸν οὐδέν, τούτῳ γε αἰσχρὸν οὐδέν‘. 25714 3.13.68.1 : Θεμιστίου ἐκ τοῦ Περὶ ψυχῆς. 25715 3.13.68.2 : Εἰ μὲν οὖν ὀρθῶς ἐπὶ Πλάτωνος εἶπε Διογένης ’τί 25716 3.13.68.3 : δαὶ ὄφελος ἡμῖν ἀνδρός, ὃς πολὺν ἤδη χρόνον φιλοσοφῶν 25717 3.13.68.4 : οὐδένα λελύπηκεν;‘ ἕτεροι κρινοῦσιν. ἴσως γὰρ ὡς τὸ 25718 3.13.68.5 : μέλι δεῖ καὶ τὸν λόγον τοῦ φιλοσόφου τὸ γλυκὺ δηκτι– 25719 3.13.68.6 : κὸν ἔχειν τῶν ἡλκωμένων. 25720 3.14.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΚΟΛΑΚΕΙΑΣ.}1 25721 3.14.1.1 : Ποσειδίππου (fab. inc. fr. 5 com. IV p. 526). 25722 3.14.1.2 : Τὴν χλανίδα πάντες, ὡς ἔοικεν, οὐκ ἐμὲ 25723 3.14.1.3 : προσηγόρευον. οὐδὲ εἷς νῦν μοι λαλεῖ. 25724 3.14.2.1 : Κριτίου (fr. 3 p. 774 N. 2). 25725 3.14.2.2 : Ὅστις δὲ τοῖς φίλοισι πάντα πρὸς χάριν 25726 3.14.2.3 : πράσσων ὁμιλεῖ, τὴν παραυτίχ´ ἡδονὴν 25727 3.14.2.4 : ἔχθραν καθίστης´ εἰς τὸν ὕστερον χρόνον. 25728 3.14.3.1 : Εὐριπίδου Ἐρεχθεῖ (fr. 362 N. 2). 25729 3.14.3.2 : Φίλους δὲ τοὺς μὲν μὴ χαλῶντας ἐν λόγοις 25730 3.14.3.3 : κέκτησο· τοὺς δὲ πρὸς χάριν σὺν ἡδονῇ 25731 3.14.3.4 : τῇ σῇ πονηροὺς κλῇθρον εἰργέτω στέγης. 25732 3.14.4.1 : Ζήνωνος. 25733 3.14.4.2 : Ἔλεγχε σαυτὸν ὅστις εἶ, [καὶ] μὴ πρὸς χάριν 25734 3.14.4.3 : ἄκου´, ἀφαιροῦ δὲ κολάκων παρρησίαν. 25735 3.14.5.1 : Εὐριπίδου Ἰφιγενείας (Aul. 979–980). 25736 3.14.5.2 : Αἰνούμενοι γὰρ ἁγαθοὶ τρόπον τινὰ 25737 3.14.5.3 : μισοῦσι τοὺς αἰνοῦντας, ἢν αἰνῶς´ ἄγαν. 25738 3.14.6.1 : Εὐριπίδου Ὀρέστου ( 1163). 25739 3.14.6.2 : Βάρος τι καὶ τόδ´ ἐστίν, αἰνεῖσθαι λίαν. 25740 3.14.7.1 : Νικολάου (com. IV p. 579). 25741 3.14.7.2 : Τὸ τῶν παρασίτων, ἄνδρες, ἐξεῦρεν γένος 25742 3.14.7.3 : Διὸς πεφυκώς, ὡς λέγουσι, Τάνταλος. 25743 3.14.7.4 : οὐ δυνάμενος δὲ τῇ τέχνῃ χρῆσθαι καλῶς 25744 3.14.7.5 : ἀκόλαστον ἔσχε γλῶσσαν, εἶτ´ ἀκουσίῳ 25745 3.14.7.6 : δίφρῳ περιπεσὼν δυναμένῳ λιμὸν ποεῖν, 25746 3.14.7.7 : ἀπὸ τῆς τραπέζης ἐξαπίνης ἀπεστράφη. 25747 3.14.7.8 : ἄφνω δὲ πληγεὶς εἰς μέσην τὴν γαστέρα 25748 3.14.7.9 : ἔδοξεν αὐτῷ γεγονέναι τἄνω κάτω 25749 3.14.7.10 : Σίπυλόν τε τοῦτον ἀνατετράφθαι τὸν τρόπον, 25750 3.14.7.11 : καὶ μάλα δικαίως· Φρὺξ γὰρ ὢν οὐχ ἱκανὸς ἦν 25751 3.14.7.12 : τὴν τοῦ τρέφοντος εὖ φέρειν παρρησίαν. 25752 3.14.7.13 : διὸ δὴ τοιαύτης παντελῶς καχεξίας 25753 3.14.7.14 : ἐν τοῖς βίοις παρὰ πᾶσιν ἐζηλωμένης, 25754 3.14.7.15 : πικρῶς ἐπιπλῆξαι βούλομ´, ἄν περ νὴ Δία 25755 3.14.7.16 : παρρησίαν μοι δῶτε, τοὺς ἀσυμβόλους 25756 3.14.7.17 : τἀλλότρια δειπνεῖν ἑλομένους ἄνευ πόνου. 25757 3.14.7.18 : τί γὰρ μαθών, ἄνθρωπε, πρὸς τῶν δαιμόνων 25758 3.14.7.19 : βούλει παρασιτεῖν; ἢ τί τῶν ἐν τῷ βίῳ 25759 3.14.7.20 : ηὔξηκας; εἶπον· ἄξιον γὰρ εἰδέναι· 25760 3.14.7.21 : τίνος μαθητὴς γέγονας; αἵρεσιν τίνα 25761 3.14.7.22 : ζηλοῖς; ἀπὸ τίνων δογμάτων ὁρμώμενος 25762 3.14.7.23 : τολμᾷς παρασιτεῖν; ἃ μόλις ἡμεῖς τὸν βίον 25763 3.14.7.24 : ἅπαντα κατατρίψαντες, οὐδὲ νῦν ἔτι 25764 3.14.7.25 : ἀνεῳγμένην δυνάμεθα τὴν θύραν ἰδεῖν, 25765 3.14.7.26 : διὰ τοὺς ἀνοδίᾳ τἀλλότρια μασωμένους. 25766 3.14.7.27 : οὐ παντὸς ἀνδρὸς ἐπὶ τράπεζαν ἔσθ´ ὁ πλοῦς. 25767 3.14.7.28 : πλευρὰν ἔχειν πρώτιστον ἐν τούτοισι δεῖ. 25768 3.14.7.29 : πρόσωπον ἰταμόν, χρῶμα διαμένον, γνάθον 25769 3.14.7.30 : ἀκάματον, εὐθὺς δυναμένην πληγὰς φέρειν· 25770 3.14.7.31 : στοιχεῖα μὲν ταῦτ´ ἐστὶ τῆς ὅλης τέχνης. 25771 3.14.7.32 : ἔπειτα δεῖ σκωπτόμενον ἐφ´ ἑαυτῷ γελᾶν· 25772 3.14.7.33 : αἰσχρὸν γὰρ οἶμαι δοῦλον εἶναι σκώμματος. 25773 3.14.7.34 : ἀπὸ τῶν ἐτῶν κλέπτει τις ἢ καὶ βάπτεται 25774 3.14.7.35 : θέλων καλὸς εἶναι, καὶ παρ´ ἡλικίαν νοσεῖ· 25775 3.14.7.36 : ἔστω Γανυμήδης οὗτος ἀποθεούμενος· 25776 3.14.7.37 : πρὸς χάριν ὁμίλει τοῦ τρέφοντος. ἐπ´ ὀλέθρῳ 25777 3.14.7.38 : παρατάττεταί τις καὶ ποεῖ πάντας νεκροὺς 25778 3.14.7.39 : δείπνῳ· σιωπῇ τοῦτον ὑπομυκτηρίσας 25779 3.14.7.40 : εἰς τὴν τράπεζαν καὶ σὺ τὴν χολὴν ἄφες. 25780 3.14.7.41 : οἶμαι δ´ ἐμαυτὸν εὔθετον τῷ πράγματι, 25781 3.14.7.42 : παῖδες, γεγονέναι· πάντα γὰρ πρόσεστί μοι 25782 3.14.7.43 : ὅσα περ ἔχειν τἀλλότρια τὸν δειπνοῦντα δεῖ, 25783 3.14.7.44 : λιμός, ἀπόνοια, τόλμα, γαστήρ, ἀργία. 25784 3.14.7.45 : καὶ νῦν μ´ ὁ Λυδῶν τῶν πολυχρύσων ἄναξ 25785 3.14.7.46 : σύνδειπνον αὐτῷ κέκρικεν εἶναι 〈καὶ〉 φίλον. 25786 3.14.8.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 122 Mullach.). 25787 3.14.8.2 : Εὐλογέειν ἐπὶ καλοῖς ἔργμασι καλόν· τὸ γὰρ ἐπὶ 25788 3.14.8.3 : φλαύροισι κίβδηλον καὶ ἀπατεῶνος ἔργον. 25789 3.14.9.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστωνύμου Τομαρίων. 25790 3.14.9.2 : Τὰ μὲν ξύλα τὸ πῦρ αὔξοντα ὑπ´ αὐτοῦ καταναλί– 25791 3.14.9.3 : σκεται, ὁ δὲ πλοῦτος ἐκτρέφων τοὺς κόλακας ὑπ´ αὐτῶν 25792 3.14.9.4 : τούτων διαφθείρεται. 25793 3.14.10.1 : Σωτίωνος ἐκ τοῦ Περὶ ὀργῆς. 25794 3.14.10.2 : Οἱ δελφῖνες μέχρι τοῦ κλύδωνος συνδιανήχονται τοῖς 25795 3.14.10.3 : κολυμβῶσι, πρὸς δὲ τὸ ξηρὸν οὐκ ἐξοκέλλουσιν· οὕτως 25796 3.14.10.4 : οἱ κόλακες ἐν εὐδίᾳ παραμένουσιν, ὡς καὶ οἱ τοὺς φίλους 25797 3.14.10.5 : εἰς ἀποδημίαν προπέμποντες μέχρι τῆς λείας συμπαρα– 25798 3.14.10.6 : κολουθοῦσιν, ἐπειδὰν δὲ εἰς τραχεῖαν ἔλθωσιν, ἀπίασιν. 25799 3.14.11.1 : Φαβωρίνου (fr. 104 Marres.). 25800 3.14.11.2 : Ἔστι δὲ οὐκ ἀξιόπιστος ἔπαινος, ὃν ἐπαινεῖ τις 25801 3.14.11.3 : ἕτερον διὰ τὸ ἑαυτοῦ συμφέρον. 25802 3.14.12.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 105 Marres.). 25803 3.14.12.2 : Ὥσπερ ὁ Ἀκταίων ὑπὸ τῶν τρεφομένων ὑπ´ αὐτοῦ 25804 3.14.12.3 : κυνῶν ἀπέθανεν, οὕτως οἱ κόλακες τοὺς τρέφοντας κατε– 25805 3.14.12.4 : σθίουσιν. 25806 3.14.13.1 : Θεοδώρου ὑπὲρ Ἐλπιδηφοριανῆς. 25807 3.14.13.2 : Εἴσοδος δὲ ἦν παρ´ αὐτὴν οὐκ ὀλίγη τῶν μὲν τοῦ 25808 3.14.13.3 : ἤθους τὴν ἀφέλειαν ἀποδεχομένων, τῶν δέ τι καὶ δεο– 25809 3.14.13.4 : μένων ἴσως, τῶν δὲ πολλῶν συνήθη νοσούντων καὶ οἰ– 25810 3.14.13.5 : κείᾳ φύσει χρωμένων, οἳ τοὺς πλουτοῦντας ὥσπερ τι 25811 3.14.13.6 : κρεῖττον θαυμάζοντες, φθείρεσθαι πρὸς τὰς τούτων 25812 3.14.13.7 : θύρας εἰώθασιν, κἂν μηδ´ ὁτιοῦν τῆς εὐπορίας μεθέξειν 25813 3.14.13.8 : μέλλωσιν. 25814 3.14.14.1 : Διογένους. 25815 3.14.14.2 : Ἐπὶ τῆς κολακείας ὥσπερ ἐπὶ μνήματος αὐτὸ μόνον 25816 3.14.14.3 : τὸ ὄνομα τῆς φιλίας ἐπιγέγραπται. 25817 3.14.15.1 : Ἰσοκράτους πρὸς Δημόνικον (§ 30 p. 8 c). 25818 3.14.15.2 : Μίσει τοὺς κολακεύοντας ὥσπερ τοὺς ἐξαπατῶν– 25819 3.14.15.3 : τας· ἀμφότεροι γὰρ πιστευθέντες τοὺς πιστεύσαντας 25820 3.14.15.4 : ἀδικοῦσιν. 25821 3.14.16.1 : Κράτητος. 25822 3.14.16.2 : Κράτης τοὺς κόλακάς φησι συγκατανευσιφάγους. 25823 3.14.17.1 : Ἀντισθένους. 25824 3.14.17.2 : Ἀντισθένης αἱρετώτερόν φησιν εἰς κόρακας ἐμπε– 25825 3.14.17.3 : σεῖν ἢ εἰς κόλακας· οἱ μὲν γὰρ ἀποθανόντος τὸ σῶμα, 25826 3.14.17.4 : οἱ δὲ ζῶντος τὴν ψυχὴν λυμαίνονται. 25827 3.14.18.1 : Πυθαγόρου. 25828 3.14.18.2 : Χαῖρε τοῖς ἐλέγχουσί σε μᾶλλον ἢ τοῖς κολακεύου– 25829 3.14.18.3 : σιν· ὡς δ´ ἐχθρῶν χείρονας ἐκτρέπου τοὺς κολακεύοντας. 25830 3.14.19.1 : Ἀντισθένους (apophth. 11 Winckelm.). 25831 3.14.19.2 : Ἀντισθένης ἔλεγεν, ὥσπερ τὰς ἑταίρας τἀγαθὰ πάντα 25832 3.14.19.3 : εὔχεσθαι τοῖς ἐρασταῖς παρεῖναι, πλὴν νοῦ καὶ φρονή– 25833 3.14.19.4 : σεως, οὕτω καὶ τοὺς κόλακας οἷς σύνεισιν. 25834 3.14.20.1 : Κράτητος. 25835 3.14.20.2 : Κράτης πρὸς νέον πλούσιον πολλοὺς κόλακας ἐπι– 25836 3.14.20.3 : συρόμενον ’νεανίσκε‘ εἶπεν ’ἐλεῶ σου τὴν ἐρημίαν‘. 25837 3.14.21.1 : Σωκράτους. 25838 3.14.21.2 : Ἡ τῶν κολάκων εὔνοια καθάπερ ἐκ τροπῆς φεύγει 25839 3.14.21.3 : τὰς ἀτυχίας. 25840 3.14.22.1 : Σωκράτους. 25841 3.14.22.2 : Θηρεύουσι τοῖς μὲν κυσὶ τοὺς λαγωοὺς οἱ κυνηγοί, 25842 3.14.22.3 : τοῖς δὲ ἐπαίνοις τοὺς ἀνοήτους οἱ πολλοί. 25843 3.14.23.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 25844 3.14.23.2 : Οἱ μὲν λύκοι τοῖς κυσίν, οἱ δὲ κόλακες τοῖς φίλοις 25845 3.14.23.3 : ὄντες ὅμοιοι, ἀνομοίων ἐπιθυμοῦσιν. 25846 3.14.24.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 25847 3.14.24.2 : Ἔοικεν ἡ κολακεία γραπτῇ πανοπλίᾳ, διὸ τέρψιν μὲν 25848 3.14.24.3 : ἔχει, χρείαν δὲ οὐδεμίαν παρέχεται. 25849 3.14.25.1 : Πλάτωνος ἐκ τῆς πρὸς Διόνυσον ἐπιστολῆς (episto- 25850 3.14.25.2 : logr. gr. rec. Herch. p. 498, 23). 25851 3.14.25.3 : Ἑώρων γὰρ καὶ τότε καὶ νῦν ὁρῶ τὰς μεγάλας οὐ– 25852 3.14.25.4 : σίας καὶ ὑπερόγκους τῶν τε ἰδιωτῶν καὶ τῶν μονάρχων, 25853 3.14.25.5 : σχεδὸν ὅσῳ περ ἂν μείζους ὦσι, τοσούτῳ πλείους καὶ 25854 3.14.25.6 : μείζους τοὺς διαβάλλοντας καὶ πρὸς ἡδονὴν μετὰ αἰ– 25855 3.14.25.7 : σχρᾶς βλάβης τοὺς ὁμιλοῦντας τρεφούσας, οὗ κακὸν οὐ– 25856 3.14.25.8 : δὲν μεῖζον γεννᾷ πλοῦτός τε καὶ ἡ τῆς ἄλλης ἐξουσίας 25857 3.14.25.9 : δύναμις. 25858 3.14.26.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ Μενεξένου ἢ Ἐπιταφίου (p. 235 D). 25859 3.14.26.2 : Ὅταν δέ τις ἐν τούτοις ἀγωνίζηται, οὕσπερ καὶ ἐπαι– 25860 3.14.26.3 : νεῖ, οὐδὲν μέγα δοκεῖν εὖ λέγειν. 25861 3.15.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΑΣΩΤΙΑΣ.}1 25862 3.15.1.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 79 com. IV p. 255). 25863 3.15.1.2 : Τοὺς τὸν ἴδιον δαπανῶντας ἀλογίστως βίον 25864 3.15.1.3 : τὸ καλῶς ἀκούειν ταχὺ ποεῖ πράττειν κακῶς. 25865 3.15.2.1 : Εὔφρονος Διδύμων (fr. 1 com. IV p. 490). 25866 3.15.2.2 : Ὁ γὰρ τὸν ἴδιον οἰκονομῶν κακῶς βίον, 25867 3.15.2.3 : πῶς οὗτος ἂν σώσειε τῶν ἔξω τινά; 25868 3.15.3.1 : Διφίλου (fab. inc. fr. 19 com. IV p. 422). 25869 3.15.3.2 : Ἔργον συναγαγεῖν σωρὸν ἐν πολλῷ χρόνῳ, 25870 3.15.3.3 : ἐν ἡμέρᾳ δὲ διαφορῆσαι ῥᾴδιον. 25871 3.15.4.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 172 com. IV p. 272). 25872 3.15.4.2 : Λαμπρῶς ἐνίοτε ζῶσιν, οἷς χαλεπώτερον 25873 3.15.4.3 : τοῦ περιποιήσασθαί τι τὸ φυλάξαι βίον. 25874 3.15.5.1 : Φιλήμονος (fr. 120 com. II p. 516 Kock.). 25875 3.15.5.2 : Ἂν μὲν πλέωμεν ἡμερῶν που τεττάρων, 25876 3.15.5.3 : σκεπτόμεθα τἀναγκαῖ´ ἑκάστης ἡμέρας· 25877 3.15.5.4 : ἂν ᾖ δὲ φείσασθαί τι τοῦ γήρως χάριν, 25878 3.15.5.5 : οὐ φεισόμεσθ´ ἐφόδια περιποιούμενοι; 25879 3.15.6.1 : Θεόγνιδος ( 331–332). 25880 3.15.6.2 : Ὥσπερ ἐγώ, μέσσην ὁδὸν ἔρχεο ποσσίν. 25881 3.15.6.3 : μηδ´ ἑτέροισι δίδου, Κύρνε, τὰ τῶν ἑτέρων. 25882 3.15.7.1 : Πυθαγόρου (aur. carm. 37–38 ed. Nauck). 25883 3.15.7.2 : Μὴ δαπανᾶν παρὰ καιρὸν ὁποῖα καλῶν ἀδαήμων. 25884 3.15.7.3 : μηδ´ ἀνελεύθερος ἴσθι· μέτρον δ´ ἐπὶ πᾶσιν ἄριστον. 25885 3.15.8.1 : Σωκράτους. 25886 3.15.8.2 : Σωκράτης ἰδών τινα προχείρως πᾶσι χαριζόμενον 25887 3.15.8.3 : καὶ ἀνεξετάστως ὑπηρετούμενον ’κακῶς‘ εἶπεν ’ἀπόλοιο, 25888 3.15.8.4 : ὅτι τὰς Χάριτας, παρθένους οὔσας, πόρνας ἐποίησας‘. 25889 3.15.9.1 : Διογένους. 25890 3.15.9.2 : Διογένης ἄσωτον ᾔτει μνᾶν· τοῦ δὲ εἰπόντος ’διὰ 25891 3.15.9.3 : τί τοὺς ἄλλους τριώβολα, ἐμὲ δὲ μνᾶν αἰτεῖς;‘ ἔφη 25892 3.15.9.4 : ’παρὰ μὲν τῶν ἄλλων ἐλπίζω πάλιν λαβεῖν, παρὰ δὲ 25893 3.15.9.5 : σοῦ οὐκέτι‘. 25894 3.15.10.1 : Κράτητος. 25895 3.15.10.2 : Κράτης τὰ τῶν πλουσίων καὶ ἀσώτων χρήματα ταῖς 25896 3.15.10.3 : ἐπὶ τῶν κρημνῶν συκαῖς εἴκαζεν, ἀφ´ ὧν ἄνθρωπον μη– 25897 3.15.10.4 : δὲν λαμβάνειν, κόρακας δὲ καὶ ἰκτίνους· ὥσπερ παρὰ 25898 3.15.10.5 : τούτων ἑταίρας καὶ κόλακας. 25899 3.15.11.1 : Δημοσθένους ἐν τῷ πρὸς Λεπτίνην (XX § 50 25900 3.15.11.2 : p. 472). 25901 3.15.11.3 : Τῶν γὰρ ἀνθρώπων οἱ πλεῖστοι κτῶνται μὲν τἀγαθὰ 25902 3.15.11.4 : τῷ καλῶς βουλεύεσθαι καὶ μηδενὸς καταφρονεῖν, φυ– 25903 3.15.11.5 : λάττειν δ´ οὐκ ἐθέλουσι τοῖς αὐτοῖς τούτοις. 25904 3.15.12.1 : Ζήνωνος. 25905 3.15.12.2 : Ζήνων πρὸς τοὺς ἀπολογουμένους ὑπὲρ τῆς αὑτῶν 25906 3.15.12.3 : ἀσωτίας καὶ λέγοντας ἐκ πολλοῦ τοῦ περιόντος ἀναλί– 25907 3.15.12.4 : σκειν ἔλεγεν ’ἦ που καὶ τοῖς μαγείροις συγγνώσεσθε. 25908 3.15.12.5 : ἐὰν ἁλμυρὰ λέγωσι πεποιηκέναι τὰ ὄψα, ὅτι πλῆθος 25909 3.15.12.6 : ἁλῶν αὐτοῖς ὑπῆρχεν;‘ 25910 3.15.13.1 : Ξενοφῶντος ἐν τῷ ζʹ τῆς Κύρου παιδείας (VII 25911 3.15.13.2 : 5, 82). 25912 3.15.13.3 : Οὐ γὰρ τὸ μὴ λαβεῖν τἀγαθὰ οὕτω χαλεπὸν ὡς τὸ 25913 3.15.13.4 : λαβόντα στερηθῆναι. 25914 3.16.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΦΕΙΔΩΛΙΑΣ.}1 25915 3.16.1.1 : Φιλήμονος (fab. inc. fr. 41 com. IV p. 49). 25916 3.16.1.2 : Ἂν οἷς ἔχομεν τούτοισι μηδὲ χρώμεθα, 25917 3.16.1.3 : ἃ δ´ οὐκ ἔχομεν ζητῶμεν, ὧν μὲν διὰ τύχην, 25918 3.16.1.4 : ὧν δὲ δι´ ἑαυτοὺς ἐσόμεθ´ ἐστερημένοι. 25919 3.16.2.1 : Ἀπολλοδώρου (fab. inc. fr. 3 com. IV p. 456). 25920 3.16.2.2 : Μισῶ τύχην συνοῦσαν ἀτυχεῖ σώματι· 25921 3.16.2.3 : ὅστις γὰρ εὐπορῶν, παρὸν ζῆν ἡδέως, 25922 3.16.2.4 : κακῶς διάγει, τί ἄν τις ἄλλ´ ἢ τῇ τύχῃ 25923 3.16.2.5 : μέμφοιτο, διότι δυστυχεῖ συνδυστυχεῖ; 25924 3.16.3.1 : scriptoris nescio cuius. 25925 3.16.3.2 : Ἐγὼ γὰρ οὐ τὸν πλοῦτον ἴδοιμι ὅσος ἐστίν, ἀλλ´ 25926 3.16.3.3 : ὅστις αὐτὸν κέκτηται εἰ ὑπέρτερός ἐστιν ὧν ἔχει. 25927 3.16.4.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπης (fr. 198 N. 2). 25928 3.16.4.2 : Εἰ δ´ εὐτυχῶν τις καὶ βίον κεκτημένος 25929 3.16.4.3 : μηδὲν δόμοισι τῶν καλῶν θηράσεται, 25930 3.16.4.4 : ἐγὼ μὲν αὐτὸν οὔποτ´ ὄλβιον καλῶ, 25931 3.16.4.5 : φύλακα δὲ μᾶλλον χρημάτων εὐδαίμονα. 25932 3.16.5.1 : Τοῦ αὐτοῦ Ἰνοῖ (fr. 407 N. 2). 25933 3.16.5.2 : Ἀμουσία τοι μηδ´ ἐπ´ οἰκτροῖσιν δάκρυ 25934 3.16.5.3 : στάζειν. κακὸν δὲ χρημάτων ὄντων ἅλις 25935 3.16.5.4 : φειδοῖ πονηρᾷ μηδέν´ εὖ ποιεῖν βροτῶν. 25936 3.16.6.1 : Τοῦ αὐτοῦ Δανάης (fr. 328 N. 2). 25937 3.16.6.2 : Ὅστις δόμους μὲν ἥδεται πληρουμένους, 25938 3.16.6.3 : γαστρὸς δ´ ἀφαιρῶν σῶμα δύστηνος κακοῖ, 25939 3.16.6.4 : τοῦτον νομίζω κἂν θεῶν συλᾶν βρέτη 25940 3.16.6.5 : τοῖς φιλτάτοις τε πολέμιον πεφυκέναι. 25941 3.16.7.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 81 com. IV p. 256). 25942 3.16.7.2 : Οὐ πώποτ´ ἐζήλωσα πλουτοῦντα σφόδρα 25943 3.16.7.3 : ἄνθρωπον, ἀπολαύοντα μηδὲν ὧν ἔχει. 25944 3.16.8.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fab. inc. fr. 80 a com. IV p. 255). 25945 3.16.8.2 : Μὴ πάντοθεν κέρδαιν´· ἐπαισχύνου δέ μοι· 25946 3.16.8.3 : τὸ μὴ δικαίως εὐτυχεῖν ἔχει φόβον. 25947 3.16.9.1 : (fr. 80 b l. c.) 25948 3.16.9.2 : Ὦ τρὶς κακοδαίμων, ὅστις ἐκ φειδωλίας 25949 3.16.9.3 : κατέθετο μῖσος διπλάσιον τῆς οὐσίας. 25950 3.16.10.1 : Θεοκρίτου (X 54). 25951 3.16.10.2 : Κάλλιον, ὦ ´πιμελητὰ φιλάργυρε, τὸν φακὸν ἑψῆν, 25952 3.16.10.3 : μὴ ´πιτάμῃς τὰν χεῖρα διαπρίων τὸ κύμινον. 25953 3.16.11.1 : Μενάνδρου ἐν Ψευδηρακλεῖ (fr. 5 com. IV 25954 3.16.11.2 : p. 224). 25955 3.16.11.3 : Ἀστοργίαν ἔχει τιν´ ὁ σκληρὸς βίος. 25956 3.16.12.1 : Ἀπολλοδώρου Ἀποκαρτερῶν (fr. 2 25957 3.16.12.2 : com. IV p. 439). 25958 3.16.12.3 : Ἀλλὰ σχεδόν τι τὸ κεφάλαιον τῶν κακῶν 25959 3.16.12.4 : εἴρηκας, ἐν φιλαργυρίᾳ γὰρ πάντ´ ἔνι. 25960 3.16.13.1 : Ἀντιφάνους (fab. inc. fr. 41 com. III 25961 3.16.13.2 : p. 148). 25962 3.16.13.3 : Ὡς δυστυχεῖς, ὅσοισι τοῦ κέρδους χάριν 25963 3.16.13.4 : ἐπίπροσθε τᾀσχρὰ φαίνετ´ εἶναι τῶν καλῶν· 25964 3.16.13.5 : ἐπισκοτεῖ γὰρ τῷ φρονεῖν τὸ λαμβάνειν. 25965 3.16.14.1 : Μενάνδρου ἐκ Δυσκόλου (fr. 2 25966 3.16.14.2 : com. IV p. 107). 25967 3.16.14.3 : Περὶ χρημάτων λαλεῖς, ἀβεβαίου πράγματος· 25968 3.16.14.4 : εἰ μὲν γὰρ οἶσθα ταῦτα παραμενοῦντά σοι 25969 3.16.14.5 : εἰς πάντα τὸν χρόνον, φύλαττε μηδενὶ 25970 3.16.14.6 : ἄλλῳ μεταδιδούς, αὐτὸς ὢν δὲ κύριος· 25971 3.16.14.7 : εἰ μὴ δὲ σεαυτοῦ, τῆς Τύχης δὲ πάντ´ ἔχεις, 25972 3.16.14.8 : τί ἂν φθονοίης, ὦ πάτερ, τούτων τινί; 25973 3.16.14.9 : αὐτὴ γὰρ ἄλλῳ τυχὸν ἀναξίῳ τινὶ 25974 3.16.14.10 : παρελομένη σοῦ πάντα προσθήσει πάλιν. 25975 3.16.14.11 : διόπερ ἔγωγέ φημι δεῖν, ὅσον χρόνον 25976 3.16.14.12 : εἶ κύριος, χρῆσθαί σε γενναίως, πάτερ, 25977 3.16.14.13 : αὐτόν, ἐπικουρεῖν πᾶσιν, εὐπόρους ποιεῖν 25978 3.16.14.14 : ὡς ἂν δύνῃ πλείστους διὰ σαυτοῦ· τοῦτο γὰρ 25979 3.16.14.15 : ἀθάνατόν ἐστι, κἄν ποτε πταίσας τύχῃς, 25980 3.16.14.16 : ἐκεῖθεν ἔσται ταὐτὸ τοῦτό σοι πάλιν. 25981 3.16.14.17 : πολλῷ δὲ κρεῖττόν ἐστιν ἐμφανὴς φίλος 25982 3.16.14.18 : ἢ πλοῦτος ἀφανής, ὃν σὺ κατορύξας ἔχεις. 25983 3.16.15.1 : Εὐσεβίου (fr. 23 phil. graec. III p. 11 Mull.). 25984 3.16.15.2 : Ἀνὴρ μεγάλα ἔχων χρήματα ἀποτεθησαυρισμένα, 25985 3.16.15.3 : ἔπειτα γνώμῃ [μὴ] τῇ ἑωυτοῦ ἐς μηδὲν τῶν δεόντων οἷός 25986 3.16.15.4 : τε ἐὼν αὐτοῖσι χρέεσθαι, ἔοικε τῷ τὰ ἐν τοῖσι δημοσίοις 25987 3.16.15.5 : ἀποκείμενα πεπιστευκότι ἑωυτοῦ εἶναι. δόξῃ μὲν γὰρ 25988 3.16.15.6 : ὁμοίῃ πλουτέουσι· τόπερ δὲ τοῦ κεκτῆσθαί ἐστιν οἰκήιον, 25989 3.16.15.7 : τοῦ αὐτοῖσι χρέεσθαι ἀπεστερέαται ὁμοίως ἀμφότεροι. 25990 3.16.16.1 : Θεοπόμπου (fr. 284 hist. gr. v. I p. 327 25991 3.16.16.2 : Muell.). 25992 3.16.16.3 : Εἴ τις πλεῖστα τῶν ἀγαθῶν κεκτημένος μετὰ τοῦ 25993 3.16.16.4 : λυπεῖσθαι διάγοι τὸν βίον, ἁπάντων ἂν εἴη καὶ τῶν ὄν– 25994 3.16.16.5 : των καὶ τῶν ἐσομένων ἀθλιώτατος. 25995 3.16.17.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 68 Mullach.). 25996 3.16.17.2 : Οἱ φειδωλοὶ τὸν τῆς μελίσσης οἶτον ἔχουσιν ἐργα– 25997 3.16.17.3 : ζόμενοι ὡς αἰεὶ βλισσόμενοι. 25998 3.16.18.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. mor. 70 Mullach.). 25999 3.16.18.2 : Οἱ τῶν φειδωλῶν παῖδες ἀμαθέες γινόμενοι, ὥσπερ 26000 3.16.18.3 : οἱ ὀρχησταὶ οἱ ἐς τὰς μαχαίρας ὀρούοντες, ἢν ἑνὸς μού– 26001 3.16.18.4 : νου μὴ τύχωσι καταφερόμενοι, ἔνθα δεῖ τοὺς πόδας 26002 3.16.18.5 : ἐρεῖσαι, ἀπόλλυνται· χαλεπὸν δὲ τυχεῖν ἑνός, τὸ γὰρ 26003 3.16.18.6 : ἴχνιον μοῦνον λέλειπται τῶν ποδῶν· οὕτω δὲ καὶ οὗτοι, 26004 3.16.18.7 : ἢν ἁμάρτωσι τοῦ πατρικοῦ τύπου τοῦ ἐπιμελέος καὶ φει– 26005 3.16.18.8 : δωλοῦ, φιλέουσι διαφθείρεσθαι. 26006 3.16.19.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. mor. 33 Mullach.). 26007 3.16.19.2 : Φειδώ τοι καὶ λιμὸς χρηστή, ἐν καιρῷ δὲ καὶ δα– 26008 3.16.19.3 : πάνη· γινώσκειν δὲ ἀγαθοῦ. 26009 3.16.20.1 : Ἀντιφῶντος (fr. 127 Blass. 2). 26010 3.16.20.2 : Εἰσί τινες οἳ τὸν παρόντα μὲν βίον οὐ ζῶσιν, ἀλλὰ 26011 3.16.20.3 : παρασκευάζονται πολλῇ σπουδῇ ὡς ἕτερόν τινα βίον 26012 3.16.20.4 : βιωσόμενοι, οὐ τὸν παρόντα· καὶ ἐν τούτῳ παραλειπό– 26013 3.16.20.5 : μενος ὁ χρόνος οἴχεται. 26014 3.16.21.1 : Μητροδώρου (fr. 53 Koerte). 26015 3.16.21.2 : Ἑτοιμάζονταί τινες διὰ βίου τὰ πρὸς τὸν βίον 〈ὡς〉 26016 3.16.21.3 : βιωσόμενοι μετὰ τὸ λεγόμενον ζῆν οὐ συνορῶντες ὡς 26017 3.16.21.4 : πᾶσιν ἡμῖν θανάσιμον ἐγκέχυται τὸ τῆς γενέσεως φάρ– 26018 3.16.21.5 : μακον. 26019 3.16.22.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 32 Mullach.). 26020 3.16.22.2 : Βίος ἀνεόρταστος μακρὴ ὁδὸς ἀπανδόκευτος. 26021 3.16.23.1 : Πλουτάρχου ἐκ τῶν Ὑγιεινῶν παραγ– 26022 3.16.23.2 : γελμάτων (p. 125 E). 26023 3.16.23.3 : Οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ μικρολογία καὶ γλισχρότης ἐνίους 26024 3.16.23.4 : ἀναγκάζει πιεζομένους οἴκοι τὰς ἐπιθυμίας καὶ κατισχναί– 26025 3.16.23.5 : νοντας, ἐμπίπλασθαι παρ´ ἑτέροις τῶν πολυτελῶν καὶ 26026 3.16.23.6 : ἀπολαύειν καθάπερ ἐκ πολεμίας ἀφειδῶς ἐπισιτιζομέ– 26027 3.16.23.7 : νους· εἶτα κακῶς διατεθέντες ἀπίασιν εἰς τὴν ὑστεραίαν 26028 3.16.23.8 : ἐφόδιον τῆς ἀσωτίας τὴν ἀπεψίαν ἔχοντες. 26029 3.16.24.1 : Θεοκρίτου. 26030 3.16.24.2 : Θεόκριτος τοὺς πολλοὺς τῶν πλουσίων ἔλεγεν ἐπι– 26031 3.16.24.3 : τρόπους εἶναι, ἀλλὰ μὴ δεσπότας τῶν χρημάτων. 26032 3.16.25.1 : Εὐσεβίου (fr. 24 phil. graec. III p. 11 26033 3.16.25.2 : Mullach). 26034 3.16.25.3 : Ἄνδρα χρήματα μεγάλα ἔχοντα ἀποτεθησαυρισμένα, 26035 3.16.25.4 : καὶ [τοῦ θησαυρίζειν] αὐτοῦ τούτου μούνου εἵνεκα ἐπι– 26036 3.16.25.5 : κτώμενον, καὶ ὅκως αἰεί τι τοῖσι παρεοῦσι προσθέῃ, 26037 3.16.25.6 : χρήματα ἔχοντα, μήτε δὲ ἐς ἑωυτὸν μήτε ἐς ἄλλο τι 26038 3.16.25.7 : τῶν χρησίμων ἀναλίσκοντα, μήκοτε πλουτέειν ἀποφήνῃ, 26039 3.16.25.8 : φύλακα δὲ καὶ ποριστὴν εἶναι ἀλλοτρίων χρημάτων, καὶ 26040 3.16.25.9 : πόνους ἔχειν αἱρέεσθαι πολλάκις καὶ τοῖς ἑωυτῷ μηδὲν 26041 3.16.25.10 : προσήκουσιν ἐπικτώμενον. 26042 3.16.26.1 : Ξενοφῶντος ἐν τῷ ηʹ περὶ παιδείας 26043 3.16.26.2 : (VIII 2, 23). 26044 3.16.26.3 : Ὅπως δὲ καὶ τοῦτο εἰδείης, ὦ Κροῖσε, ἐγὼ οὐ τοὺς 26045 3.16.26.4 : πλεῖστα ἔχοντας καὶ φυλάττοντας πλεῖστα εὐδαιμονεστά– 26046 3.16.26.5 : τους ἡγοῦμαι· οἱ γὰρ τὰ τείχη φυλάττοντες οὕτως ἂν 26047 3.16.26.6 : εὐδαιμονέστατοι εἴησαν· πάντα γὰρ τὰ ἐν ταῖς πόλεσι 26048 3.16.26.7 : φυλάττουσιν· ἀλλ´ ὃς ἂν πλεῖστα κτᾶσθαί τε δύνηται 26049 3.16.26.8 : σὺν τῷ δικαίῳ καὶ χρῆσθαι πλείστοις σὺν τῷ καλῷ, 26050 3.16.26.9 : τοῦτον ἐγὼ εὐδαιμονέστατον νομίζω κατὰ χρήματα. 26051 3.16.27.1 : Σωκράτους. 26052 3.16.27.2 : Ὁ τῶν φιλαργύρων βίος ἔοικε νεκροῦ δείπνῳ· πάντα 26053 3.16.27.3 : γὰρ ἔχων, τὸν εὐφρανθησόμενον οὐκ ἔχει. 26054 3.16.28.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 26055 3.16.28.2 : Ὁ τῶν φιλαργύρων πλοῦτος, ὥσπερ ὁ ἥλιος καταδὺς 26056 3.16.28.3 : εἰς τὴν γῆν, οὐδένα τῶν ζώντων εὐφραίνει. 26057 3.16.29.1 : Ἐπικούρου (fr. 204 Vsener.). 26058 3.16.29.2 : Γεγόναμεν ἅπαξ, δὶς οὐκ ἔστι γενέσθαι· δεῖ δὲ τὸν 26059 3.16.29.3 : αἰῶνα μηκέτ´ εἶναι. σὺ δὲ τῆς αὔριον οὐκ ὢν κύριος 26060 3.16.29.4 : ἀναβάλλῃ τὸν καιρόν· ὁ δὲ πάντων βίος μελλησμῷ παρα– 26061 3.16.29.5 : πόλλυται καὶ διὰ τοῦτο ἕκαστος ἡμῶν ἀσχολούμενος ἀπο– 26062 3.16.29.6 : θνῄσκει. 26063 3.16.30.1 : Ἀντιφῶντος (fr. 128 Blass 2). 26064 3.16.30.2 : Ἔστι δέ τις λόγος, ὡς ἄρα ἰδὼν ἀνὴρ ἄνδρα ἕτερον 26065 3.16.30.3 : ἀργύριον ἀναιρούμενον πολὺ ἐδεῖτό οἱ δανεῖσαι ἐπὶ τόκῳ, 26066 3.16.30.4 : ὃ δ´ οὐκ ἠθέλησεν, ἀλλ´ ἦν οἷος ἀπιστεῖν τε καὶ μὴ 26067 3.16.30.5 : ὠφελεῖν μηδένα, φέρων δ´ ἀπέθετο ὅποι δή· καί τις 26068 3.16.30.6 : καταμαθὼν τοῦτο ποιοῦντα ὑφείλετο· ὑστέρῳ δὲ χρόνῳ 26069 3.16.30.7 : ἐλθὼν οὐχ εὕρισκε τὰ χρήματα ὁ καταθέμενος. περιαλ– 26070 3.16.30.8 : γῶν οὖν τῇ συμφορᾷ τά τε ἄλλα καὶ ὅτι οὐκ ἔχρησε 26071 3.16.30.9 : τῷ δεομένῳ, ὃ ἂν αὐτῷ καὶ σῷον ἦν καὶ ἕτερον προσ– 26072 3.16.30.10 : έφερεν, ἀπαντήσας δὴ τῷ ἀνδρὶ τῷ τότε δανειζομένῳ 26073 3.16.30.11 : ἀπωλοφύρετο τὴν συμφοράν, ὅτι ἐξήμαρτε καὶ ὅτι οἱ 26074 3.16.30.12 : μεταμέλει οὐ χαρισαμένῳ, ἀλλ´ ἀχαριστήσαντι, ὡς πάν– 26075 3.16.30.13 : τως οἱ ἀπολόμενον τὸ ἀργύριον. ὃ δ´ αὐτὸν ἐκέλευε μὴ 26076 3.16.30.14 : φροντίζειν, ἀλλὰ νομίζειν αὑτῷ εἶναι καὶ μὴ ἀπολωλέναι, 26077 3.16.30.15 : καταθέμενον λίθον εἰς τὸ αὐτὸ χωρίον· πάντως γὰρ οὐδ´ 26078 3.16.30.16 : ὅτε ἦν σοι ἐχρῶ αὐτῷ, ὅθεν μηδὲ νῦν νόμιζε στέρεσθαι 26079 3.16.30.17 : μηδενός. ὅτῳ γάρ τις μὴ ἐχρήσατο μηδὲ χρήσεται, ὄν– 26080 3.16.30.18 : τος ἢ μὴ ὄντος αὐτῷ οὐδὲν οὔτε πλέον οὔτε ἔλασσον 26081 3.16.30.19 : βλάπτεται. ὅταν γὰρ ὁ θεὸς μὴ παντελῶς βούληται ἀγαθὰ 26082 3.16.30.20 : διδόναι ἀνδρί, χρημάτων πλοῦτον παρασχών, τοῦ φρονεῖν 26083 3.16.30.21 : 〈δὲ〉 καλῶς πένητα ποιήσας, τὸ ἕτερον ἀφελόμενος ἑκα– 26084 3.16.30.22 : τέρων ἀπεστέρησεν. 26085 3.17.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΕΓΚΡΑΤΕΙΑΣ.}1 26086 3.17.1.1 : Σοφοκλέους Ἠλέκτρας ( 989). 26087 3.17.1.2 : Ζῆν αἰσχρὸν αἰσχρῶς τοῖς καλῶς πεφυκόσιν. 26088 3.17.2.1 : Σοφοκλέους Φαίδρα (fr. 616 N. 2). 26089 3.17.2.2 : Οὐ γὰρ δίκαιον ἄνδρα γενναῖον φρένας 26090 3.17.2.3 : τέρπειν, ὅπου γε μὴ δίκαια τέρψεται. 26091 3.17.3.1 : Χάρητος (fr. 1 p. 826 N. 2). 26092 3.17.3.2 : Γαστρὸς δὲ πειρῶ πᾶσαν ἡνίαν κρατεῖν· 26093 3.17.3.3 : μόνη γὰρ ὧν πέπονθεν οὐκ ἔχει χάριν, 26094 3.17.3.4 : ἀεὶ δὲ τοῦ δέοντος ἐνδεῖται πλέον. 26095 3.17.3.5 : ὅστις δὲ γαστρὸς μὴ κρατεῖν ἐπίσταται, 26096 3.17.3.6 : οὗτος τὰ πλείω τῶν κακῶν ἔχει κακά. 26097 3.17.4.1 : Σοφοκλέους Οἰδίποδι (tyr. 1410). 26098 3.17.4.2 : Ἀλλ´ οὐ γὰρ αὐδᾶν ἔσθ´, ἃ μηδὲ δρᾶν καλά. 26099 3.17.5.1 : (trag. fr. adesp. 522 N. 2). 26100 3.17.5.2 : Ὅσοι δὲ φιλοσοφοῦντες ἐκμοχθοῦσί τι, 26101 3.17.5.3 : ἐνταῦθ´ ὑπάρχει τῷ βίῳ γαστρὸς κρατεῖν· 26102 3.17.5.4 : διδάσκαλος γὰρ [οὖσα] ἡ εὐτέλεια τῶν σοφῶν 26103 3.17.5.5 : καὶ τῶν ἀρίστων γίνεται βουλευμάτων. 26104 3.17.6.1 : Εὐριπίδου Ἐρεχθεῖ (fr. 362 N. 2). 26105 3.17.6.2 : Ἐξουσίᾳ δὲ μή ποτ´ ἐντυχών, τέκνον, 26106 3.17.6.3 : αἰσχροὺς ἔρωτας δημοτῶν διωκαθεῖν. 26107 3.17.6.4 : ὃ καὶ σίδηρον ἀγχόνας τ´ ἐφέλκεται, 26108 3.17.6.5 : χρηστῶν πενήτων ἤν τις αἰσχύνῃ τέκνα. 26109 3.17.7.1 : Πυθαγόρου. 26110 3.17.7.2 : Παντὸς καλοῦ κτήματος πόνος προηγεῖται ὁ κατ´ ἐγ– 26111 3.17.7.3 : κράτειαν. 26112 3.17.8.1 : Ἰαμβλίχου. 26113 3.17.8.2 : Τί δαὶ τοῖς ἀνθρώποις χρωμένοις; ἐμμελῆ καὶ εὐάρ– 26114 3.17.8.3 : μοστον ἕξιν, πρός τε τοὺς διαφέροντας τρόπους εὐκοι– 26115 3.17.8.4 : νώνητον, ἄρχειν τε καὶ ἄρχεσθαι δυναμένην ἐν μέρει τῷ 26116 3.17.8.5 : προσήκοντι· τούτοις δ´ ἕπεται τὰ ἔθη καὶ τὰ ἐπιτηδεύ– 26117 3.17.8.6 : ματα περί τε ἐγκράτειαν ἡδονῶν καὶ περὶ τὴν ἀρχὴν 26118 3.17.8.7 : τῶν ἐπιθυμιῶν, ἄλλα δ´ εἴδη τῶν ἡδονῶν τὸ ἀκόλαστον 26119 3.17.8.8 : ἐξ ἅπαντος τρόπου καὶ ἄμετρον ἐξορίζοντα. 26120 3.17.9.1 : Φωκίωνος. 26121 3.17.9.2 : Φωκίωνι ὁ παῖς πλείω τῶν εἰωθότων ὄψων ἐπρίατο. 26122 3.17.9.3 : ὃ δέ ’οἰμώξῃ‘ ἔφη ’ἐὰν τοῦ φαγεῖν πλείω ἐπιφαγεῖν παρα– 26123 3.17.9.4 : σκευάζῃς‘. 26124 3.17.10.1 : Ἐκ τῆς Σίμωνος ἐπιστολῆς πρὸς Ἀρί– 26125 3.17.10.2 : στιππον (epistologr. gr. rec. Herch. p. 618). 26126 3.17.10.3 : Μέμνησο μέντοι λιμοῦ καὶ δίψης· ταῦτα γὰρ δύνα– 26127 3.17.10.4 : ται μεγάλα τοῖς σωφροσύνην διώκουσιν. 26128 3.17.11.1 : Πυθαγόρου. 26129 3.17.11.2 : Ῥώμην μεγίστην καὶ πλοῦτον τὴν ἐγκράτειαν κτῆσαι. 26130 3.17.12.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 26131 3.17.12.2 : Πυθαγόρας παρηγγύα, μὴ πυκνὰ τὸν ἄνθρωπον ἀπὸ 26132 3.17.12.3 : τοῦ ἀνθρώπου, μὴ δεῖν συνεχῶς ἀφροδισιάζειν αἰνιτ– 26133 3.17.12.4 : τόμενος. 26134 3.17.13.1 : Ἀπολλώνιος Εἰδομένῃ (epistologr. gr. 26135 3.17.13.2 : rec. Herch. p. 126). 26136 3.17.13.3 : Ἐζηλώσαμεν τὴν αὐτάρκειαν οὐχ ὅπως τοῖς εὐτελέσι 26137 3.17.13.4 : καὶ λιτοῖς πάντως χρώμεθα, ἀλλ´ ὅπως θαρρῶμεν πρὸς 26138 3.17.13.5 : αὐτά. 26139 3.17.14.1 : Ἀπολλώνιος τοῖς γνωρίμοις (ib. p. 126). 26140 3.17.14.2 : Μηδέν με δόξητε ῥᾳδίως ἄλλοις παραινεῖν· αὐτὸς 26141 3.17.14.3 : γὰρ ἐπὶ τῆς μάζης καὶ τῆς ἄλλης τῆς ἀκολούθου ταύτῃ 26142 3.17.14.4 : διαίτης ὢν τοιαῦτα ὑμῖν παρεγγυῶ. 26143 3.17.15.1 : Διογένους. 26144 3.17.15.2 : Ὁ Διογένης καθαρὸν λαβὼν ἄρτον, ἐξέβαλε τῆς πή– 26145 3.17.15.3 : ρας τὸν αὐτόπυρον εἰπών 26146 3.17.15.4 : ὦ ξένε, τυράννοις ἐκποδὼν μεθίστασο. 26147 3.17.16.1 : Σωκράτους (Aelian. var. hist. IX 29). 26148 3.17.16.2 : Ἑορτῆς οὔσης παρὰ τοῖς Ἀθηναίοις ἐφιλοτιμήσατο 26149 3.17.16.3 : ὁ Ἀλκιβιάδης δῶρα πολλὰ πέμψαι τῷ Σωκράτει. τῆς οὖν 26150 3.17.16.4 : Ξανθίππης καταπλαγείσης καὶ τὸν Σωκράτην λαβεῖν αὐτὰ 26151 3.17.16.5 : ἀξιούσης ἔφη ’ἀλλὰ καὶ ἡμεῖς τῇ φιλοτιμίᾳ τῇ τοῦ Ἀλκι– 26152 3.17.16.6 : βιάδου παραταξώμεθα, μὴ λαβεῖν τὰ πεμφθέντα ἀντι– 26153 3.17.16.7 : φιλοτιμησάμενοι‘. 26154 3.17.17.1 : Ἀριστίππου. 26155 3.17.17.2 : Κρατεῖ ἡδονῆς οὐχ ὁ ἀπεχόμενος, ἀλλ´ ὁ χρώμενος 26156 3.17.17.3 : μέν, μὴ παρεκφερόμενος δέ· ὥσπερ καὶ νεὼς καὶ ἵππου 26157 3.17.17.4 : οὐχ ὁ μὴ χρώμενος, ἀλλ´ ὁ μετάγων ὅποι βούλεται. 26158 3.17.18.1 : Περικλέους. 26159 3.17.18.2 : Περικλῆς Σοφοκλέους εὐπρεπῆ παῖδα δεικνύντος αὐ– 26160 3.17.18.3 : τῷ ’ὦ Σοφόκλεις‘ εἶπε ’τὸν σώφρονα στρατηγὸν οὐ μόνον 26161 3.17.18.4 : τὰς χεῖρας, ἀλλὰ καὶ τὴν ὄψιν ἔχειν παρ´ ἑαυτῷ δεῖ‘. 26162 3.17.19.1 : Ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου Ἐγχειριδίου (c. 34). 26163 3.17.19.2 : Ὅταν ἡδονῆς τινος φαντασίαν λάβῃς, ὅπερ καὶ ἐπὶ 26164 3.17.19.3 : τῶν ἄλλων φαντασιῶν, φυλάσσου, μὴ συναρπάζου ταχέως, 26165 3.17.19.4 : ἀλλὰ ἐκδεξάσθω σε τὸ πρᾶγμα, καὶ μικρὰν ἀναβολὴν αὐ– 26166 3.17.19.5 : τὸς παρὰ σαυτοῦ λάβε· εἶτα ἐπισκοπήσας τὴν φαντασίαν 26167 3.17.19.6 : καθ´ οὓς ἔχεις κανόνας, μνήσθητι ἀμφοτέρων τῶν χρό– 26168 3.17.19.7 : νων, καθ´ ὧν ἀπολαύσας μὲν τῆς ἡδονῆς ἡττημένος μετα– 26169 3.17.19.8 : νοήσεις καὶ λοιδορήσεις σεαυτῷ, ἀπεσχημένος δὲ χαίρεις 26170 3.17.19.9 : καὶ ἐπαινεῖς αὐτὸς ἑαυτόν. ἐὰν δὲ εὔκαιρον φαίνηται 26171 3.17.19.10 : ἅψασθαι τοῦ πράγματος, μέμνησο ἵνα σου μὴ κρατήσῃ 26172 3.17.19.11 : τὸ προσηνὲς αὐτοῦ καὶ ἀγωγόν, ἀλλὰ πειρῶ κρατεῖν τῶν 26173 3.17.19.12 : ἡνιῶν. 26174 3.17.20.1 : Δημοσθένους (prooem. XXVIII p. 1438, 11). 26175 3.17.20.2 : Δεῖ τὸν εὖ φρονοῦντα τὸν λογισμὸν ἀεὶ τῶν ἐπιθυ– 26176 3.17.20.3 : μιῶν κρείττω πειρᾶσθαι ποιεῖν. 26177 3.17.21.1 : Σωκράτους. 26178 3.17.21.2 : Σωκράτης ἐρωτηθεὶς τίνι τῶν ἄλλων ἀνθρώπων δια– 26179 3.17.21.3 : φέρει, εἶπε ’καθόσον οἱ μὲν λοιποὶ ζῶσιν, ἵν´ ἐσθίωσιν, 26180 3.17.21.4 : αὐτὸς δὲ ἐσθίω, ἵνα ζῶ‘. 26181 3.17.22.1 : Ἐπικούρου (fr. 469 p. 300 Vsener.). 26182 3.17.22.2 : Χάρις τῇ μακαρίᾳ Φύσει, ὅτι τὰ ἀναγκαῖα ἐποίησεν 26183 3.17.22.3 : εὐπόριστα, τὰ δὲ δυσπόριστα οὐκ ἀναγκαῖα. 26184 3.17.23.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 135 p. 142 Vsener.). 26185 3.17.23.2 : Εἰ βούλει πλούσιόν τινα ποιῆσαι, μὴ χρημάτων προσ– 26186 3.17.23.3 : τίθει, τῆς δὲ ἐπιθυμίας ἀφαίρει. 26187 3.17.24.1 : Ξενοκράτους. 26188 3.17.24.2 : Ξενοκράτης εἴ ποτε σταμνίον οἴνου ἀνοίξειεν, ἔφθα– 26189 3.17.24.3 : νεν ὁ οἶνος τρεπόμενος πρὶν ἀναλωθῆναι· καὶ τὰ ὄψα δὲ 26190 3.17.24.4 : πολλάκις ἕωλα ἐξέρριπτεν. ἔνθεν καὶ ἡ παροιμία, τὸ 26191 3.17.24.5 : Ξενοκράτους τυρίον, ἐπὶ τῶν ἐπὶ πολὺ παραμενόντων καὶ 26192 3.17.24.6 : μὴ τάχιστα ἀναλισκομένων. 26193 3.17.25.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 29 Mullach.). 26194 3.17.25.2 : Εὐγνώμων ὁ μὴ λυπεόμενος ἐπ´ οἷσιν οὐκ ἔχει, ἀλλὰ 26195 3.17.25.3 : χαίρων ἐπ´ οἷσιν ἔχει. 26196 3.17.26.1 : Πυθαγόρου. 26197 3.17.26.2 : Τεθνάναι πολλῷ κρεῖττον ἢ δι´ ἀκρασίαν τὴν ψυχὴν 26198 3.17.26.3 : ἀμαυρῶσαι. 26199 3.17.27.1 : Σωκράτους. 26200 3.17.27.2 : Σωκράτης ἐγκράτειαν τὸ κρατεῖν τῆς ἐν τῷ σώματι 26201 3.17.27.3 : ἡδονῆς ἔφη. 26202 3.17.28.1 : Αἰλιανοῦ ἐκ τῆς συμμίκτου ἱστορίας 26203 3.17.28.2 : (fr. 1 ed. Teubn.). 26204 3.17.28.3 : Χρύσιππος ὁ Σολεὺς ἐποιεῖτο τὸν βίον ἐκ πάνυ ὀλί– 26205 3.17.28.4 : γων, Κλεάνθης δὲ καὶ ἀπὸ ἐλαττόνων. 26206 3.17.29.1 : (eiusd. v. h. IV 13) 26207 3.17.29.2 : Ἐπίκουρος ὁ Γαργήττιος ἐκεκράγει λέγων ’ᾧ ὀλίγον 26208 3.17.29.3 : οὐχ ἱκανόν, τούτῳ γε οὐδὲν ἱκανόν‘. ἔλεγε δὲ ἑτοίμως 26209 3.17.29.4 : ἔχειν καὶ τῷ Διὶ ὑπὲρ εὐδαιμονίας διαγωνίζεσθαι μᾶζαν 26210 3.17.29.5 : ἔχων καὶ ὕδωρ. 26211 3.17.30.1 : Σωκράτους. 26212 3.17.30.2 : Σωκράτης ἐρωτηθεὶς πῶς ἂν γένοιτό τις πλούσιος, 26213 3.17.30.3 : ’εἰ τῶν ἐπιθυμιῶν‘ ἔφη ’εἴη πένης‘. 26214 3.17.31.1 : Ξενοφῶντος ἐν αʹ Ἀπομνημονευμάτων 26215 3.17.31.2 : (I 5, 1). 26216 3.17.31.3 : Εἰ δὲ δὴ καὶ ἐγκράτεια καλόν τε κἀγαθὸν ἀνδρὶ 26217 3.17.31.4 : κτῆμά ἐστιν, ἐπισκεψώμεθα, εἴ πη προυβίβαζε λέγων εἰς 26218 3.17.31.5 : ταύτην τοιάδε· Ὦ ἄνδρες, εἰ πολέμου ἡμῖν γενομένου βου– 26219 3.17.31.6 : λοίμεθα ἑλέσθαι ἄνδρα, ὑφ´ οὗ μάλιστ´ ἂν αὐτοὶ μὲν 26220 3.17.31.7 : σῳζοίμεθα, τοὺς δὲ πολεμίους χειροίμεθα, ἆρ´ ὅντινα ἂν 26221 3.17.31.8 : αἰσθανοίμεθα ἥττω γαστρὸς ἢ οἴνου ἢ ἀφροδισίων ἢ 26222 3.17.31.9 : πόνου ἢ ὕπνου, τοῦτον 〈ἂν〉 αἱροίμεθα; καὶ πῶς ἂν οἰη– 26223 3.17.31.10 : θείημεν τὸν τοιοῦτον ἢ ἡμᾶς σῶσαι ἢ τοὺς πολεμίους 26224 3.17.31.11 : κρατῆσαι; εἰ δὲ ἐπὶ τελευτῇ τοῦ βίου γενόμενοι βουλοί– 26225 3.17.31.12 : μεθά τῳ ἐπιτρέψαι ἢ παῖδας ἄρρενας παιδεῦσαι ἢ θυγα– 26226 3.17.31.13 : τέρας παρθένους διαφυλάξαι ἢ χρήματα διασῶσαι, ἆρ´ 26227 3.17.31.14 : ἀξιόπιστον εἰς ταῦτα ἡγησαίμεθ´ ἂν τὸν ἀκρατῆ; δούλῳ 26228 3.17.31.15 : δ´ ἀκρατεῖ ἐπιτρέψαιμεν ἂν ἢ βοσκήματα ἢ ταμιεῖα ἢ 26229 3.17.31.16 : ἔργων ἐπιστασίαν; διάκονον δὲ καὶ ἀγοραστὴν τὸν τοι– 26230 3.17.31.17 : οῦτον ἐθελήσαιμεν ἂν προῖκα λαβεῖν; ἀλλὰ μὴν εἴ γε 26231 3.17.31.18 : μηδὲ δοῦλον ἀκρατῆ δεξαίμεθ´ ἄν, πῶς οὐκ ἄξιον αὐτόν 26232 3.17.31.19 : γε φυλάξασθαι τοιοῦτον γενέσθαι; καὶ γὰρ οὐχ ὥσπερ 26233 3.17.31.20 : οἱ πλεονέκται τῶν ἄλλων ἀφαιρούμενοι χρήματα ἑαυτοὺς 26234 3.17.31.21 : δοκοῦσι πλουτίζειν, οὕτως ὁ ἀκρατὴς τοῖς μὲν ἄλλοις βλα– 26235 3.17.31.22 : βερός, ἑαυτῷ δ´ ὠφέλιμος, ἀλλὰ κακοῦργος μὲν τῶν ἄλλων, 26236 3.17.31.23 : ἑαυτοῦ δὲ πολὺ κακουργότερος, εἴ γε κακουργότατόν ἐστι 26237 3.17.31.24 : μὴ μόνον τὸν οἶκον τὸν ἑαυτοῦ φθείρειν, ἀλλὰ καὶ τὸ 26238 3.17.31.25 : σῶμα καὶ τὴν ψυχήν. ἐν συνουσίᾳ δὲ τίς ἂν ἡσθείη τῷ 26239 3.17.31.26 : τοιούτῳ, ὃν εἰδείη τῷ ὄψῳ καὶ τῷ οἴνῳ χαίροντα μᾶλλον 26240 3.17.31.27 : ἢ τοῖς φίλοις καὶ τὰς πόρνας ἀγαπῶντα μᾶλλον ἢ τοὺς 26241 3.17.31.28 : ἑταίρους; ἆρά γε οὐ χρὴ πάντα ἄνδρα ἡγησάμενον τὴν 26242 3.17.31.29 : ἐγκράτειαν ἀρετῆς εἶναι κρηπῖδα, ταύτην πρώτην ἐν τῇ 26243 3.17.31.30 : ψυχῇ κατασκευάσασθαι; τίς γὰρ 〈ἂν〉 ἄνευ ταύτης ἢ μάθοι 26244 3.17.31.31 : τι ἀγαθὸν ἢ μελετήσειεν ἀξιολόγως; ἢ τίς οὐκ ἂν ταῖς 26245 3.17.31.32 : ἡδοναῖς δουλεύων αἰσχρῶς διατεθείη καὶ τὸ σῶμα καὶ τὴν 26246 3.17.31.33 : ψυχήν; ἐμοὶ μὲν δοκεῖ, νὴ τὴν Ἥραν, ἐλευθέρῳ μὲν ἀνδρὶ 26247 3.17.31.34 : εὐκτὸν εἶναι μὴ τυχεῖν δούλου τοιούτου, δουλεύοντι δὲ 26248 3.17.31.35 : ταῖς τοιαύταις ἡδοναῖς ἱκετευτέον τοὺς θεοὺς δεσποτῶν 26249 3.17.31.36 : ἀγαθῶν τυχεῖν· οὕτω γὰρ ἂν μόνως ὁ τοιοῦτος σωθείη. 26250 3.17.32.1 : Ξενοφῶντος ἐν αʹ Ἀπομνημονευμά– 26251 3.17.32.2 : των (I 6, 5). 26252 3.17.32.3 : Οὐκ οἶσθ´ ὅτι ὁ μὲν ἥδιστα ἐσθίων ἥκιστα ὄψου 26253 3.17.32.4 : δεῖται, ὁ δὲ ἥδιστα πίνων ἥκιστα τοῦ μὴ παρόντος ἐπι– 26254 3.17.32.5 : θυμεῖ ποτοῦ; τά γε μὴν ἱμάτια οἶσθ´ ὅτι οἱ μεταβαλλό– 26255 3.17.32.6 : μενοι ψύχους καὶ θάλπους ἕνεκα μεταβάλλονται, καὶ ὑπο– 26256 3.17.32.7 : δήματα ὑποδοῦνται, ὅπως μὴ διὰ τὰ λυποῦντα τοὺς πόδας 26257 3.17.32.8 : κωλύωνται πορεύεσθαι ... οὐκ οἶσθ´ ὅτι οἱ φύσει ἀσθε– 26258 3.17.32.9 : νέστατοι τῷ σώματι μελετήσαντες τῶν ἰσχυροτάτων ἀμε– 26259 3.17.32.10 : λησάντων κρείττους τε γίνονται πρὸς ἃ ἂν μελετήσωσι 26260 3.17.32.11 : καὶ ῥᾷον αὐτὰ φέρουσιν; ... ἐὰν δὲ δὴ φίλους ἢ πόλιν 26261 3.17.32.12 : ὠφελεῖν δέῃ, ποτέρῳ πλείων σχολὴ τούτων ἐπιμελεῖσθαι, 26262 3.17.32.13 : τῷ ὡς ἐγὼ νῦν ἢ τῷ ὡς σὺ μακαρίζεις διαιτωμένῳ; 26263 3.17.32.14 : στρατεύοιτο δὲ πότερος ἂν ῥᾷον, ὁ μὴ δυνάμενος ἄνευ 26264 3.17.32.15 : πολυτελοῦς διαίτης ζῆν ἢ ᾧ τὸ παρὸν ἀρκοίη; ἐκπολι– 26265 3.17.32.16 : ορκηθείη δὲ πότερος ἂν θᾶττον, ὁ τῶν χαλεπωτάτων 26266 3.17.32.17 : εὑρεῖν δεόμενος, ἢ ὁ τοῖς ῥᾴστοις ἐντυγχάνειν ἀρκούντως 26267 3.17.32.18 : χρώμενος; ἔοικας, ὦ Ἀντιφῶν, τὴν εὐδαιμονίαν οἰομένῳ 26268 3.17.32.19 : τρυφὴν καὶ πολυτέλειαν εἶναι· ἐγὼ δὲ νομίζω τὸ μὲν 26269 3.17.32.20 : μηδενὸς δέεσθαι θεῖον εἶναι, τὸ δὲ ὡς ἐλαχίστων ἐγγυ– 26270 3.17.32.21 : τάτω τοῦ θείου, καὶ τὸ μὲν θεῖον κράτιστον, τὸ δ´ ἐγγυ– 26271 3.17.32.22 : τάτω τοῦ θείου ἐγγυτάτω τοῦ κρατίστου. 26272 3.17.33.1 : Ἐπικούρου (fr. 181 p. 156 Vsener.). 26273 3.17.33.2 : Βρυάζω τῷ κατὰ τὸ σωμάτιον ἡδεῖ, ὕδατι καὶ ἄρτῳ 26274 3.17.33.3 : χρώμενος, καὶ προσπτύω ταῖς ἐκ πολυτελείας ἡδοναῖς οὐ 26275 3.17.33.4 : δι´ αὐτάς, ἀλλὰ διὰ τὰ ἐξακολουθοῦντα αὐταῖς δυσχερῆ. 26276 3.17.34.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 422 p. 283 Vsener.). 26277 3.17.34.2 : Τότε χρείαν ἔχομεν τῆς ἡδονῆς, ὅταν ἐκ τοῦ μὴ 26278 3.17.34.3 : παρεῖναι αὐτὴν ἀλγῶμεν· ὅταν δὲ τοῦτο μὴ πάσχωμεν, ἐν 26279 3.17.34.4 : αἰσθήσει καθεστῶτες, τότε οὐδεμία χρεία τῆς ἡδονῆς· οὐ 26280 3.17.34.5 : γὰρ ἡ τῆς φύσεως ἔνδεια τὴν ἀδικίαν ποιεῖ ἔξωθεν, ἀλλ´ 26281 3.17.34.6 : ἡ περὶ τὰς κενὰς δόξας ὄρεξις. 26282 3.17.35.1 : Πλάτωνος. 26283 3.17.35.2 : Πλάτων πολλάκις διψῶν ἐκ τοῦ φρέατος ἀνιμᾶτο 26284 3.17.35.3 : 〈τὸ〉 ὕδωρ, καὶ ἐξέχει, κολάζων τὴν ἐπιθυμίαν. 26285 3.17.36.1 : Ἐπικούρου. 26286 3.17.36.2 : Ἐπίκουρος ἐρωτηθεὶς πῶς ἄν τις πλουτήσειεν, ’οὐ 26287 3.17.36.3 : τοῖς οὖσι προστιθείς‘ ἔφη ’τῆς δὲ χρείας τὰ πολλὰ περι– 26288 3.17.36.4 : τέμνων‘. 26289 3.17.37.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 34 Mullach.). 26290 3.17.37.2 : Τῶν ἡδέων τὰ σπανιώτατα γινόμενα μάλιστα τέρπει. 26291 3.17.38.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. mor. 37 Mullach.). 26292 3.17.38.2 : Εἴ τις ὑπερβάλλοι τὸ μέτριον, τὰ ἐπιτερπέστατα 26293 3.17.38.3 : ἀτερπέστατα ἂν γίνοιτο. 26294 3.17.39.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. mor. 76 Mullach.). 26295 3.17.39.2 : Ἀνδρήιος οὐχ ὁ τῶν πολεμίων μόνον, ἀλλὰ καὶ ὁ τῶν 26296 3.17.39.3 : ἡδονέων κρέσσων. 26297 3.17.40.1 : Εὐσεβίου (fr. 25 phil. graec. III p. 11 26298 3.17.40.2 : Mullach.). 26299 3.17.40.3 : Γνώμης ἀνδρὸς ἀρίστου ἀπόδεξις ἥδε· μὴ ἐπὶ τῷ 26300 3.17.40.4 : σιτέεσθαι ἑωυτὸν νομίζειν γεγονέναι μηδὲ ἐν τούτῳ τὴν 26301 3.17.40.5 : ζωὴν ἡγέεσθαι, μούνου δὲ αὐτοῦ τοῦ ζώειν ἕνεκα ἀν– 26302 3.17.40.6 : θρώποισι τροφὴν νομίζειν εὑρῆσθαι. 26303 3.17.41.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 26 Mullach.). 26304 3.17.41.2 : Ἐγκράτεια καὶ σώματι ἀγαθόν, πρὸς γὰρ ὑγιείην 26305 3.17.41.3 : αὐτῷ ξυμμάχεται καὶ σωφροσύνην ἐν ψυχῇ τίκτει· σω– 26306 3.17.41.4 : φροσύνη δὲ ἀστασίαστον καὶ εὔδιον, καὶ βίον εἰρηναῖον 26307 3.17.41.5 : ψυχῇ παρασκευάζει. 26308 3.17.42.1 : Μουσωνίου ἐκ τοῦ Περὶ τροφῆς (rel. 26309 3.17.42.2 : p. 189 Peerlk.). 26310 3.17.42.3 : Περὶ δὲ τροφῆς εἰώθει μὲν πολλάκις λέγειν καὶ πάνυ 26311 3.17.42.4 : ἐντεταμένως ὡς οὐ περὶ μικροῦ πράγματος οὐδ´ εἰς μικρὰ 26312 3.17.42.5 : διαφέροντος· ᾤετο γὰρ ἀρχὴν καὶ ὑποβολὴν τοῦ σωφρο– 26313 3.17.42.6 : νεῖν εἶναι τὴν ἐν σίτοις καὶ ποτοῖς ἐγκράτειαν. ἅπαξ 26314 3.17.42.7 : δέ ποτε τῶν ἄλλων ἀφέμενος λόγων, οὓς ἑκάστοτε διεξῄει, 26315 3.17.42.8 : τοιάδε τινὰ εἶπεν· ὡς χρὴ καθάπερ τὴν εὐτελῆ τῆς πο– 26316 3.17.42.9 : λυτελοῦς τροφὴν προτιμᾶν καὶ τὴν εὐπόριστον τῆς δυσ– 26317 3.17.42.10 : πορίστου, οὕτω καὶ τὴν σύμφυλον ἀνθρώπῳ τῆς μὴ τοι– 26318 3.17.42.11 : αύτης· εἶναι δὲ σύμφυλον ἡμῖν τὴν ἐκ τῶν φυομένων 26319 3.17.42.12 : ἐκ γῆς, ὅσα τε σιτώδη ὄντα καὶ ὅσα μὴ τοιαῦτα ὄντα 26320 3.17.42.13 : δύναται τρέφειν οὐ κακῶς τὸν ἄνθρωπον· καὶ τὴν ἀπὸ 26321 3.17.42.14 : τῶν ζῴων οὐκ ἀναιρουμένων, ἄλλως δὲ χρησιμευόντων. 26322 3.17.42.15 : τούτων δὲ τῶν βρωμάτων ἐπιτηδειότατα μὲν οἷς αὐτόθεν 26323 3.17.42.16 : χρῆσθαι ὑπάρχει δίχα πυρός, ἐπεὶ καὶ ἑτοιμότατα· οἷα 26324 3.17.42.17 : δὴ τά τε ὡραῖα καὶ τῶν λαχάνων ἔνια καὶ γάλα καὶ τυ– 26325 3.17.42.18 : ρὸς καὶ κηρία. καὶ ὅσα μέντοι δεῖται πυρὸς ἢ σιτώδη 26326 3.17.42.19 : ἢ λαχανώδη ὄντα, καὶ ταῦτ´ οὐκ ἀνεπιτήδεια, ἀλλὰ σύμ– 26327 3.17.42.20 : φυλα ἀνθρώπῳ πάντα. τὴν μέντοι κρεώδη τροφὴν θη– 26328 3.17.42.21 : ριωδεστέραν ἀπέφηνε καὶ τοῖς ἀγρίοις ζῴοις προσφορω– 26329 3.17.42.22 : τέραν. εἶναι δὲ ταύτην ἔλεγε καὶ βαρυτέραν καὶ τῷ νοεῖν 26330 3.17.42.23 : τι καὶ φρονεῖν ἐμπόδιον· τὴν γὰρ ἀναθυμίασιν τὴν ἀπ´ 26331 3.17.42.24 : αὐτῆς θολωδεστέραν οὖσαν ἐπισκοτεῖν τῇ ψυχῇ· παρὸ 26332 3.17.42.25 : καὶ βραδυτέρους φαίνεσθαι τὴν διάνοιαν τοὺς πλείονι 26333 3.17.42.26 : ταύτῃ χρωμένους. δεῖν δὲ τὸν ἄνθρωπον, ὥσπερ συγ– 26334 3.17.42.27 : γενέστατον τοῖς θεοῖς τῶν ἐπιγείων ἐστίν, οὕτω καὶ 26335 3.17.42.28 : ὁμοιότατα τρέφεσθαι τοῖς θεοῖς. ἐκείνοις μὲν οὖν ἀρ– 26336 3.17.42.29 : κεῖν τοὺς ἀπὸ γῆς καὶ ὕδατος ἀναφερομένους ἀτμούς, 26337 3.17.42.30 : ἡμᾶς δ´ ὁμοιοτάτην ταύτῃ προσφέρεσθαι τροφὴν ἂν εἶπεν 26338 3.17.42.31 : τὴν κουφοτάτην καὶ καθαρωτάτην· οὕτω δ´ ἂν καὶ τὴν 26339 3.17.42.32 : ψυχὴν ἡμῶν ὑπάρχειν καθαράν τε καὶ ξηράν, ὁποία οὖσα 26340 3.17.42.33 : ἀρίστη καὶ σοφωτάτη εἴη ἄν, καθάπερ Ἡρακλείτῳ δοκεῖ 26341 3.17.42.34 : λέγοντι οὕτως ’αὐγὴ ξηρὴ ψυχὴ σοφωτάτη καὶ ἀρίστη‘· 26342 3.17.42.35 : νῦν δέ, ἔφη, πολὺ χεῖρον ἡμεῖς τῶν ἀλόγων ζῴων τρεφό– 26343 3.17.42.36 : μεθα. τὰ μὲν γάρ, εἰ καὶ σφόδρα τῇ ἐπιθυμίᾳ ὥσπερ 26344 3.17.42.37 : μάστιγί τινι ἐλαυνόμενα φέρεται πρὸς τὴν τροφήν, ὅμως 26345 3.17.42.38 : τοῦ γε πανουργεῖν περὶ τὰ βρώματα καὶ τοῦ τεχνιτεύειν 26346 3.17.42.39 : ἀπήλλακται, ἀρκούμενα τοῖς παραπεσοῦσι καὶ πλησμο– 26347 3.17.42.40 : νὴν θηρώμενα μόνον, προσωτέρω δ´ οὐδέν. ἡμεῖς δὲ τέχ– 26348 3.17.42.41 : νας καὶ μηχανὰς ποικίλας ἐπινοοῦμεν, ὥστε τὴν ἐδωδὴν 26349 3.17.42.42 : τῆς τροφῆς ἐφηδύνειν καὶ τὴν κατάποσιν κολακεύειν μει– 26350 3.17.42.43 : ζόνως. εἰς τοῦτο δὲ προεληλύθαμεν λιχνείας καὶ ὀψο– 26351 3.17.42.44 : φαγίας, ὥστε καθάπερ μουσικὰ καὶ ἰατρικὰ οὕτω καὶ 26352 3.17.42.45 : μαγειρικὰ πεποίηνται τινὲς συγγράμματα, ἃ τὴν μὲν ἡδο– 26353 3.17.42.46 : νὴν καὶ πάνυ αὔξει τὴν ἐν τῷ φάρυγι, τὴν δ´ ὑγίειαν 26354 3.17.42.47 : διαφθείρει. πολὺ γοῦν κάκιον διακειμένους ὁρᾶν ἔστι 26355 3.17.42.48 : τὰ σώματα τοὺς περὶ τὰ βρώματα τρυφῶντας, ὧν εἰσιν 26356 3.17.42.49 : ἔνιοι παραπλήσιοι ταῖς κιττώσαις γυναιξίν· καὶ γὰρ οὗτοι, 26357 3.17.42.50 : καθάπερ ἐκεῖναι, τὰ συνηθέστατα τῶν βρωμάτων δυσχε– 26358 3.17.42.51 : ραίνουσι, καὶ τοὺς στομάχους διεφθαρμένους ἔχουσιν, 26359 3.17.42.52 : ὅθεν ὥσπερ ὁ ἀχρεῖος σίδηρος συνεχῶς δεῖται στομώ– 26360 3.17.42.53 : σεως, οὕτω καὶ οἱ ἐκείνων στόμαχοι ἐν τῷ ἐσθίειν συνεχὲς 26361 3.17.42.54 : στομοῦσθαι θέλουσιν ἢ ὑπὸ ἀκράτου ἢ ὑπὸ ὄξους ἢ ὑπὸ 26362 3.17.42.55 : βρώματός τινος στρυφνοῦ. ἀλλ´ οὐχὶ ὁ Λάκων τοιοῦτος, 26363 3.17.42.56 : ὃς ἰδών τινα, παρακειμένου αὐτῷ ὀρνιθίου τῶν πιόνων 26364 3.17.42.57 : καὶ πολυτελῶν, ὑπὸ τρυφῆς ἀναινόμενον φαγεῖν αὐτὸ καὶ 26365 3.17.42.58 : φάσκοντα μὴ δύνασθαι, ’ἀλλ´ ἐγώ‘ ἔφη ’καὶ γυπὸς δύνα– 26366 3.17.42.59 : μαι καὶ τόργου‘. Ζήνων δέ γε ὁ Κιτιεὺς οὐδὲ νοσῶν 26367 3.17.42.60 : ᾤετο δεῖν τροφὴν προσφέρεσθαι τρυφερωτέραν, ἀλλ´ ἐπεὶ 26368 3.17.42.61 : ὁ θεραπεύων ἰατρὸς ἐκέλευεν αὐτὸν φαγεῖν νεοττὸν περι– 26369 3.17.42.62 : στερᾶς, οὐκ ἀνασχόμενος ’ὡς Μάνην‘ ἔφη ’με θεράπευε‘. 26370 3.17.42.63 : ἠξίου γὰρ οἶμαι μηδὲν μαλακώτερον ἐν τῇ θεραπείᾳ 26371 3.17.42.64 : γίνεσθαι αὐτῷ ἢ τῶν δούλων τινὶ νοσοῦντι· ὡς γὰρ 26372 3.17.42.65 : ἐκεῖνοι θεραπεύεσθαι δύνανται δίχα τοῦ τροφὴν λαμβά– 26373 3.17.42.66 : νειν πολυτελεστέραν, δύνασθαι ἂν καὶ ἡμᾶς. δεῖ γὰρ 26374 3.17.42.67 : μηδαμῶς τὸν ἀγαθὸν ἄνδρα δούλου μηδενὸς εἶναι μαλα– 26375 3.17.42.68 : κώτερον. διόπερ ὁ Ζήνων εἰκότως ἠξίου εὐλαβεῖσθαι τὴν 26376 3.17.42.69 : πολυτέλειαν ἐν τῇ τροφῇ καὶ μηδ´ ἐπ´ ὀλίγον ἐνδιδόναι 26377 3.17.42.70 : πρὸς τὸ τοιοῦτον· ἐπείπερ ὁ ἐνδοὺς ἅπαξ προέλθοι ἂν 26378 3.17.42.71 : ἐπὶ πλεῖστον, ἅτε τῆς ἡδονῆς πολλὴν ἐχούσης αὔξησιν ἔν 26379 3.17.42.72 : τε πόμασι καὶ βρώμασι. ταῦτα μὲν τότε καινότερα ἔδοξεν 26380 3.17.42.73 : ἡμῖν εἰπεῖν περὶ τροφῆς, ὧν εἰώθει λέγειν ἑκάστοτε. 26381 3.17.43.1 : Ξενοφῶντος ἐν αʹ Ἀπομνημονευμά– 26382 3.17.43.2 : των (I 3, 5). 26383 3.17.43.3 : Διαίτῃ δὲ τήν τε ψυχὴν ἐπαίδευσε καὶ τὸ σῶμα ᾗ 26384 3.17.43.4 : χρώμενος ἄν τις, εἰ μή τι δαιμόνιον εἴη, θαρραλέως καὶ 26385 3.17.43.5 : ἀσφαλῶς διάγοι καὶ οὐκ ἂν ἀπορήσειε τοσαύτης δαπά– 26386 3.17.43.6 : νης. οὕτω γὰρ εὐτελὴς ἦν, ὥστ´ οὐκ οἶδ´ εἴ τις οὕτως 26387 3.17.43.7 : ἂν ὀλίγα ἐργάζοιτο ὥστε μὴ λαμβάνειν τὰ Σωκράτει 26388 3.17.43.8 : ἀρκοῦντα. σίτῳ μὲν γὰρ τοσούτῳ ἐχρῆτο, ὅσον ἡδέως 26389 3.17.43.9 : ἤσθιε, καὶ ἐπὶ τούτῳ οὕτω παρεσκευασμένος ᾔει ὥστε 26390 3.17.43.10 : τὴν ἐπιθυμίαν τοῦ σίτου ὄψον αὐτῷ εἶναι· ποτὸν δὲ πᾶν 26391 3.17.43.11 : ἡδὺ ἦν αὐτῷ διὰ τὸ μὴ πίνειν, εἰ μὴ διψῴη. εἰ δέ ποτε 26392 3.17.43.12 : κληθεὶς ἐθελήσειεν ἐλθεῖν ἐπὶ δεῖπνον, ὃ τοῖς πλείστοις 26393 3.17.43.13 : ἐργωδέστατόν ἐστιν, ὥστε φυλάξασθαι τὸ ὑπὲρ τὸν και– 26394 3.17.43.14 : ρὸν ἐμπίμπλασθαι, τοῦτο ῥᾳδίως πάνυ ἐφυλάττετο. τοῖς 26395 3.17.43.15 : δὲ μὴ δυναμένοις· τοῦτο ποιεῖν συνεβούλευε φυλάττεσθαι 26396 3.17.43.16 : τὰ ἀναπείθοντα μὴ πεινῶντας ἐσθίειν μηδὲ διψῶντας 26397 3.17.43.17 : πίνειν· καὶ γὰρ τὰ λυμαινόμενα γαστέρας καὶ κεφαλὰς 26398 3.17.43.18 : καὶ ψυχὰς ταῦτα ἔφη εἶναι. οἴεσθαι δ´ ἔφη ἐπισκώ– 26399 3.17.43.19 : πτων καὶ τὴν Κίρκην ὗς ποιεῖν τοιούτοις πολλοῖς δει– 26400 3.17.43.20 : πνίζουσαν· τὸν δὲ Ὀδυσσέα Ἑρμοῦ τε ὑποθημοσύνῃ καὶ 26401 3.17.43.21 : αὐτὸν ἐγκρατῆ ὄντα καὶ ἀποσχόμενον τοῦ ὑπὲρ τὸν και– 26402 3.17.43.22 : ρὸν τῶν τοιούτων ἅπτεσθαι, διὰ ταῦτα οὐ γενέσθαι ὗν. 26403 3.17.43.23 : τοιαῦτα μὲν περὶ τούτων ἔπαιζεν ἅμα σπουδάζων. ἀφρο– 26404 3.17.43.24 : δισίων δὲ παρῄνει τῶν καλῶν ἰσχυρῶς ἀπέχεσθαι· οὐ γὰρ 26405 3.17.43.25 : ἔφη ῥᾴδιον εἶναι τῶν τοιούτων ἁπτόμενον σωφρονεῖν. 26406 3.17.44.1 : Ξενοφῶντος ἐν δʹ Ἀπομνημονευμάτων 26407 3.17.44.2 : (IV 5, 2–12). 26408 3.17.44.3 : Εἰπέ μοι, ἔφη, ὦ Εὐθύδημε, ἆρα καλὸν καὶ μεγα– 26409 3.17.44.4 : λεῖον νομίζεις εἶναι καὶ ἀνδρὶ καὶ πόλει κτῆμα ἐλευθε– 26410 3.17.44.5 : ρίαν; Ὡς οἷόν τέ γε μάλιστα, 〈ἔφη〉. Ὅστις οὖν ἄρχεται 26411 3.17.44.6 : ὑπὸ τῶν τοῦ σώματος ἡδονῶν καὶ διὰ ταύτας μὴ δύναται 26412 3.17.44.7 : πράττειν τὰ βέλτιστα, νομίζεις τοῦτον ἐλεύθερον εἶναι; 26413 3.17.44.8 : Ἥκιστα, ἔφη. Ἴσως γὰρ ἐλευθέριον φαίνεταί σοι τὸ πράτ– 26414 3.17.44.9 : τειν τὰ βέλτιστα· εἶτα τὸ ἔχειν τοὺς κωλύσοντας τὸ ταῦτα 26415 3.17.44.10 : ποιεῖν ἀνελεύθερον νομίζεις; Παντάπασί γ´, ἔφη. Παν– 26416 3.17.44.11 : τάπασιν ἄρα σοι δοκοῦσιν οἱ ἀκρατεῖς ἀνελεύθεροι εἶ– 26417 3.17.44.12 : ναι; Νὴ τὸν Δί´ εἰκότως. Πότερα δέ σοι δοκοῦσιν οἱ 26418 3.17.44.13 : ἀκρατεῖς κωλύεσθαι μόνον τὰ κάλλιστα πράττειν, ἢ καὶ 26419 3.17.44.14 : ἀναγκάζεσθαι τὰ αἴσχιστα ποιεῖν; Οὐδὲν ἧττον ἔμοιγ´, 26420 3.17.44.15 : ἔφη, δοκοῦσι ταῦτα ἀναγκάζεσθαι ἢ ἐκεῖνα κωλύεσθαι. 26421 3.17.44.16 : Ποίους δέ τινας δεσπότας ἡγῇ τοὺς τὰ μὲν ἄριστα κω– 26422 3.17.44.17 : λύοντας, τὰ δὲ κάκιστα ἀναγκάζοντας; Ὡς δυνατὸν νὴ 26423 3.17.44.18 : Δί´, ἔφη, κακίστους. Δουλείαν 〈δὲ〉 ποίαν κακίστην νο– 26424 3.17.44.19 : μίζεις εἶναι; Ἐγὼ μέν, ἔφη, τὴν παρὰ τοῖς κακίστοις 26425 3.17.44.20 : δεσπόταις. Τὴν κακίστην ἄρα δουλείαν οἱ ἀκρατεῖς δου– 26426 3.17.44.21 : λεύουσιν; Ἔμοιγε δοκεῖ, ἔφη. Σοφίαν δὲ τὸ μέγιστον 26427 3.17.44.22 : ἀγαθὸν οὐ δοκεῖ σοι ἀπείργουσα τῶν ἀνθρώπων ἡ ἀκρα– 26428 3.17.44.23 : σία εἰς τοὐναντίον αὐτοὺς ἐμβάλλειν; ἢ οὐ δοκεῖ σοι 26429 3.17.44.24 : προσέχειν τε τοῖς ὠφελοῦσι καὶ καταμανθάνειν αὐτὰ κω– 26430 3.17.44.25 : λύειν ἀφέλκουσα ἐπὶ τὰ ἡδέα, καὶ πολλάκις αἰσθανομέ– 26431 3.17.44.26 : νους τῶν ἀγαθῶν τε καὶ τῶν κακῶν ἐκπλήξασα ποιεῖν 26432 3.17.44.27 : τὸ χεῖρον ἀντὶ τοῦ βελτίονος αἱρεῖσθαι; Γίνεται τοῦτο, 26433 3.17.44.28 : ἔφη. Σωφροσύνην δέ, ὦ Εὐθύδημε, τίνι ἂν φαίημεν ἧτ– 26434 3.17.44.29 : τον ἢ τῷ ἀκρατεῖ προσήκειν; αὐτὰ γὰρ δήπου τὰ ἐναντία 26435 3.17.44.30 : σωφροσύνης καὶ ἀκρασίας ἔργα ἐστίν. Ὁμολογῶ καὶ τοῦτο, 26436 3.17.44.31 : ἔφη. Τοῦ δ´ ἐπιμελεῖσθαι ὧν προσήκει οἴει τι κωλυτι– 26437 3.17.44.32 : κώτερον ἀκρασίας εἶναι; Οὔκουν ἔγωγ´, ἔφη. Τοῦ δὲ ἀντὶ 26438 3.17.44.33 : τῶν ὠφελούντων τὰ βλάπτοντα προαιρεῖσθαι ποιοῦντος, 26439 3.17.44.34 : καὶ τούτων μὲν ἐπιμελεῖσθαι, ἐκείνων δὲ ἀμελεῖν πεί– 26440 3.17.44.35 : θοντος, καὶ τοῖς σωφρονοῦσι τὰ ἐναντία ποιεῖν ἀναγκά– 26441 3.17.44.36 : ζοντος οἴει τι ἀνθρώπῳ κάκιον εἶναι; Οὐδέν, ἔφη. Οὐκ– 26442 3.17.44.37 : οῦν τὴν ἐγκράτειαν τῶν ἐναντίων ἢ τὴν ἀκρασίαν εἰκὸς 26443 3.17.44.38 : τοῖς ἀνθρώποις αἰτίαν εἶναι; Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη. Οὐκοῦν 26444 3.17.44.39 : καὶ τῶν ἐναντίων τὸ αἴτιον εἰκὸς ἄριστον εἶναι; Εἰκὸς 26445 3.17.44.40 : γάρ, ἔφη. Ἔοικεν ἄρα, ἔφη, ὦ Εὐθύδημε, ἄριστον ἀν– 26446 3.17.44.41 : θρώπῳ ἐγκράτειαν εἶναι; Εἰκότως γάρ, ἔφη, ὦ Σώκρατες. 26447 3.17.44.42 : Ἐκεῖνο δ´, ἔφη, ὦ Εὐθύδημε, ἤδη πώποτε ἐνεθυμήθης; 26448 3.17.44.43 : Ποῖον; ἔφη. Ὅτι καὶ ἐπὶ τὰ ἡδέα, ἐφ´ ἅπερ μόνα δοκεῖ 26449 3.17.44.44 : ἡ ἀκρασία τοὺς ἀνθρώπους ἄγειν, αὐτὴ μὲν οὐ δύναται 26450 3.17.44.45 : ἄγειν, ἡ δ´ ἐγκράτεια πάντων μάλιστα ἥδεσθαι ποιεῖ. 26451 3.17.44.46 : Πῶς; ἔφη. Ἡ μὲν ἀκρασία οὐκ ἐῶσα καρτερεῖν οὔτε λι– 26452 3.17.44.47 : μὸν οὔτε δίψος οὔτε ἀφροδισίων ἐπιθυμίαν οὔτε ἀγρυ– 26453 3.17.44.48 : πνίαν, δι´ ὧν μόνων ἔστιν ἡδέως μὲν φαγεῖν τε καὶ πιεῖν 26454 3.17.44.49 : καὶ ἀφροδισιάσαι, ἡδέως δ´ ἀναπαύσασθαί τε καὶ κοι– 26455 3.17.44.50 : μηθῆναι, περιμείναντας καὶ ἀνασχομένους, ἕως ἂν ταῦτα 26456 3.17.44.51 : ὡς ἔνι ἥδιστα γένηται, κωλύει τοῖς ἀναγκαιοτάτοις τε 26457 3.17.44.52 : καὶ συνεχεστάτοις ἀξιολόγως ἥδεσθαι. ἡ δ´ ἐγκράτεια 26458 3.17.44.53 : μόνη ποιοῦσα καρτερεῖν τὰ εἰρημένα, μόνη καὶ ἥδεσθαι 26459 3.17.44.54 : ποιεῖ ἀξίως μνήμης ἐπὶ τοῖς εἰρημένοις. Παντάπασιν, 26460 3.17.44.55 : ἔφη, ἀληθῆ λέγεις. Ἀλλὰ μὴν τοῦ μαθεῖν τι καλὸν καὶ 26461 3.17.44.56 : ἀγαθὸν καὶ τοῦ ἐπιμεληθῆναι τῶν τοιούτων τινός, δι´ 26462 3.17.44.57 : ὧν ἄν τις καὶ τὸ ἑαυτοῦ σῶμα καλῶς διοικήσειε καὶ τὸν 26463 3.17.44.58 : ἑαυτοῦ οἶκον καλῶς οἰκονομήσειε καὶ φίλοις καὶ πόλει 26464 3.17.44.59 : ὠφέλιμος γένοιτο καὶ ἐχθροὺς κρατήσειεν, ἀφ´ ὧν οὐ 26465 3.17.44.60 : μόνον ὠφέλειαι, ἀλλὰ καὶ ἡδοναὶ μέγισται γίγνονται, οἱ 26466 3.17.44.61 : μὲν ἐγκρατεῖς ἀπολαύουσι πράττοντες αὐτά, οἱ δὲ ἀκρα– 26467 3.17.44.62 : τεῖς οὐδενὸς μετέχουσι. τῷ γὰρ ἂν ἧττον φήσαιμεν τῶν 26468 3.17.44.63 : τοιούτων προσήκειν, ἢ ᾧ ἥκιστα ἔξεστι ταῦτα πράττειν, 26469 3.17.44.64 : κατεχομένῳ ἐπὶ τῷ σπουδάζειν περὶ τὰς ἐγγυτάτω ἡδο– 26470 3.17.44.65 : νάς; καὶ ὁ Εὐθύδημος, Δοκεῖς μοι, ἔφη, ὦ Σώκρατες, 26471 3.17.44.66 : λέγειν, ὡς ἀνδρὶ ἥττονι τῶν διὰ τοῦ σώματος ἡδονῶν πάμ– 26472 3.17.44.67 : παν οὐδεμιᾶς ἀρετῆς προσήκει. Τί γὰρ διαφέρει, 〈ἔφη,〉 ὦ 26473 3.17.44.68 : Εὐθύδημε, ἄνθρωπος ἀκρατὴς θηρίου τοῦ ἀκρατεστάτου; 26474 3.17.44.69 : ὅστις γὰρ τὰ μὲν κράτιστα μὴ σκοπεῖ, τὰ ἥδιστα δ´ ἐκ 26475 3.17.44.70 : παντὸς τρόπου ζητεῖ ποιεῖν, τί ἂν διαφέροι τῶν ἀφρο– 26476 3.17.44.71 : νεστάτων βοσκημάτων; ἀλλὰ τοῖς ἐγκρατέσι μόνοις ἔξεστι 26477 3.17.44.72 : σκοπεῖν τὰ κράτιστα τῶν πραγμάτων, καὶ λόγῳ καὶ ἔργῳ, 26478 3.17.44.73 : καὶ διαλέγοντας κατὰ γένη τὰ μὲν ἀγαθὰ προαιρεῖσθαι, 26479 3.17.44.74 : τῶν δὲ κακῶν ἀπέχεσθαι. καὶ οὕτως ἔφη ἀρίστους τε 26480 3.17.44.75 : καὶ εὐδαιμονεστάτους ἄνδρας γίγνεσθαι καὶ διαλέγεσθαι 26481 3.17.44.76 : δυνατωτάτους. ἔφη δὲ καὶ τὸ διαλέγεσθαι ὀνομασθῆναι 26482 3.17.44.77 : ἐκ τοῦ συνιόντας κοινῇ βουλεύεσθαι διαλέγοντας κατὰ 26483 3.17.44.78 : γένη τὰ πράγματα. 26484 3.18.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΑΚΡΑΣΙΑΣ.}1 26485 3.18.1.1 : Σοφοκλέους (fr. 843 N. 2). 26486 3.18.1.2 : Τί ταῦτ´ ἐπαινεῖς; πᾶς γὰρ οἰνωθεὶς ἀνὴρ 26487 3.18.1.3 : ἥσσων μὲν ὀργῆς ἐστι, τοῦ δὲ νοῦ κενός· 26488 3.18.1.4 : φιλεῖ δὲ πολλὴν γλῶσσαν ἐκχέας μάτην 26489 3.18.1.5 : ἄκων ἀκούειν, οὓς ἑκὼν εἶπεν κακῶς. 26490 3.18.2.1 : Σκληρίου. 26491 3.18.2.2 : Ὡς οὐκ ἀνεκτός, ὅστις ἢ πάροινος ὢν 26492 3.18.2.3 : ἢ καὶ μεμηνὼς εἰς μὲν αὑτὸν ἀσφαλὴς 26493 3.18.2.4 : ἀεί ποτ´ ἐστίν, εἰς δὲ τοὺς πέλας νοσεῖ. 26494 3.18.3.1 : Ἐρατοσθένους (fr. XXXIV Hiller). 26495 3.18.3.2 : Οἶνός τοι πυρὶ ἶσον ἔχει μένος, εὖτ´ ἂν ἐς ἄνδρα 26496 3.18.3.3 : ἔλθῃ, κυμαίνει δ´ οἷα Λίβυσσαν ἅλα 26497 3.18.3.4 : βορρῆς ἠὲ νότος· τὰ δὲ καὶ κεκρυμμένα φαίνει 26498 3.18.3.5 : βυσσόθεν· ἐκ δ´ ἀνδρῶν πάντ´ ἐτίναξε νόον. 26499 3.18.4.1 : Μενάνδρου (fr. 779 p. 216 K.). 26500 3.18.4.2 : Ὁ πολὺς ἄκρατος ὀλίγ´ ἀναγκάζει φρονεῖν. 26501 3.18.5.1 : (Men. fab. inc. fr. 82 com. IV p. 256 M.) 26502 3.18.5.2 : Οὐ γὰρ τὸ πλῆθος, ἂν σκοπῇ τις, τοῦ ποτοῦ 26503 3.18.5.3 : ποιεῖ παροινεῖν, τοῦ πιόντος δ´ ἡ φύσις. 26504 3.18.6.1 : Φιλήμονος (fab. inc. fr. 42 com. IV p. 49). 26505 3.18.6.2 : Τί δὴ 26506 3.18.6.3 : ζῆν ὄφελος ᾧ 〈γε〉 μή ´στι τὸ ζῆν εἰδέναι; 26507 3.18.6.4 : {—}Ἀλλ´ οἶνος ἦν· οὐδεὶς δὲ μεθύων, ἂν σκοπῇς, 26508 3.18.6.5 : ὃς οὐχὶ δοῦλός ἐστι τοῦ πεπωκέναι. 26509 3.18.6.6 : ὅσα μ´ οὗτος ἠνάγκαζεν, ἐποίουν ταῦτ´ ἐγώ. 26510 3.18.6.7 : {—}Ὁ πονηρὸς οἶνος οὗτός ἐστι, Νικοφῶν. 26511 3.18.7.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fab. inc. fr. 99 com. IV p. 62). 26512 3.18.7.2 : Ἅπας πονηρὸς οἶνος ὁ πολὺς ἔστ´ ἀεί. 26513 3.18.8.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ibid. fr. 100). 26514 3.18.8.2 : Ἐμέθυον· ἱκανὴ πρόφασις εἰς θἀμαρτάνειν. 26515 3.18.9.1 : Θεόγνιδος ( 605–606). 26516 3.18.9.2 : Πολλῷ τοι πλέονας λιμοῦ κόρος ὤλεσεν ἤδη 26517 3.18.9.3 : ἄνδρας, ὅσοι μοίρης πλεῦν ἐθέλουσιν ἔχειν. 26518 3.18.10.1 : Τοῦ αὐτοῦ ( 627–628). 26519 3.18.10.2 : Αἰσχρόν τοι μεθύοντα παρ´ ἀνδράσι νήφοσιν εἶναι, 26520 3.18.10.3 : αἰσχρὸν δ´ εἰ νήφων πὰρ μεθύουσι μένει. 26521 3.18.11.1 : Τοῦ αὐτοῦ ( 509–510). 26522 3.18.11.2 : Οἶνος πινόμενος πουλύς, κακός· ἢν δέ τις αὐτὸν 26523 3.18.11.3 : πίνῃ ἐπισταμένως, οὐ κακός, ἀλλ´ ἀγαθός. 26524 3.18.12.1 : Αἰσχύλου (fr. 393 N. 2). 26525 3.18.12.2 : Κάτοπτρον εἴδους χαλκός ἐστ´, οἶνος δὲ νοῦ. 26526 3.18.13.1 : Θεόγνιδος ( 479–486). 26527 3.18.13.2 : Ὃς δ´ ἂν ὑπερβάλλῃ πόσιος μέτρον, οὐκέτ´ ἐκεῖνος 26528 3.18.13.3 : τῆς αὐτοῦ γλώσσης καρτερὸς οὐδὲ νόου· 26529 3.18.13.4 : μυθεῖται δ´ ἀπάλαμνα, τὰ νήφοσι γίνεται αἰσχρά· 26530 3.18.13.5 : αἰδεῖται δ´ ἕρδων οὐδέν, ὅταν μεθύῃ, 26531 3.18.13.6 : τὸ πρὶν ἐὼν σώφρων, τότε νήπιος· ἀλλὰ σὺ ταῦτα 26532 3.18.13.7 : γινώσκων μὴ πῖν´ οἶνον ὑπερβολάδην, 26533 3.18.13.8 : ἀλλ´ ἢ πρὶν μεθύειν ὑπανίστασο, μὴ σὲ βιάσθω 26534 3.18.13.9 : γαστήρ, ὥστε κακὸν λάτριν ἐφημέριον. 26535 3.18.14.1 : (Theogn. 497–98) 26536 3.18.14.2 : Ἄφρονος ἀνδρὸς ἄγαν καὶ σώφρονος οἶνος, ὅταν δὴ 26537 3.18.14.3 : πίνῃ ὑπὲρ μέτρον, κοῦφον ἔθηκε νόον. 26538 3.18.15.1 : Τοῦ αὐτοῦ ( 499–502). 26539 3.18.15.2 : Ἐν πυρὶ μὲν χρυσόν τε καὶ ἄργυρον ἴδριες ἄνδρες 26540 3.18.15.3 : γινώσκους´, ἀνδρὸς δ´ οἶνος ἔδειξε νόον, 26541 3.18.15.4 : καὶ μάλα περ πινυτοῦ· κακότητα δὲ πᾶσαν ἐλέγχει, 26542 3.18.15.5 : ὥστε καταισχύνειν καὶ τὸν ἐόντα σοφόν. 26543 3.18.16.1 : ( 503–508) 26544 3.18.16.2 : Οἰνοβαρέω κεφαλήν, Ὀνομάκριτε, καί με βιᾶται 26545 3.18.16.3 : οἶνος, ἀτὰρ γνώμης οὐκέτ´ ἐγὼ ταμίης 26546 3.18.16.4 : ἡμετέρης, τὸ δὲ δῶμα περιτρέχει· ἀλλ´ ἄγ´ ἀναστὰς 26547 3.18.16.5 : πειρήσω, μή πως καὶ πόδας οἶνος ἔχῃ 26548 3.18.16.6 : καὶ νόον ἐν στήθεσσι· δέδοικα δὲ μή τι μάταιον 26549 3.18.16.7 : ἔρξω θωρηχθεὶς καὶ μέγ´ ὄνειδος ἔχω. 26550 3.18.17.1 : Ὁμήρου (Od. XIV 463–466). 26551 3.18.17.2 : Οἶνος πολύφρονά περ μάλ´ ἀεῖσαι, 26552 3.18.17.3 : καί θ´ ἁπαλὸν γελάσαι, καί τ´ ὀρχήσασθαι ἀνῆκεν, 26553 3.18.17.4 : καί τι ἔπος προέηκεν ὅ πέρ τ´ ἄρρητον ἄμεινον. 26554 3.18.18.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 83 com. IV p. 256). 26555 3.18.18.2 : Χαλεπὸν ὅταν τις ὧν πίῃ πλέον λαλῇ, 26556 3.18.18.3 : μηδὲν κατειδώς, ἀλλὰ προσποιούμενος. 26557 3.18.19.1 : Εὐριπίδου Αὔγης (fr. 265 N. 2). 26558 3.18.19.2 : Νῦν δ´ οἶνος ἐξέστησέ μ´· ὁμολογῶ δέ σε 26559 3.18.19.3 : ἀδικεῖν, τὸ δ´ ἀδίκημ´ ἐγένετ´ οὐχ ἑκούσιον. 26560 3.18.20.1 : Φιλιππίδου (fab. inc. fr. 4 com. IV p. 475). 26561 3.18.20.2 : Οὐκ ἔστιν ’ἐμεθύσθην, πάτερ‘ λέγοντά 〈ς´ ἢ〉 26562 3.18.20.3 : ’ἥμαρτον‘, ὥστε πρὸς ἐμὲ συγγνώμης τυχεῖν. 26563 3.18.20.4 : ὁ γὰρ εἰς τὸν ἀσθενῆ βίᾳ τι, Πάμφιλε, 26564 3.18.20.5 : ποιῶν ὑβρίζειν, οὐχ ἁμαρτάνειν δοκεῖ. 26565 3.18.21.1 : Πανυάσσιδος (fr. 12 Kink.). 26566 3.18.21.2 : Ξεῖν´ ἄγε δὴ καὶ πῖν´, ἀρετὴ νύ τις ἔστι καὶ αὐτή, 26567 3.18.21.3 : ὅς κ´ ἀνδρῶν πολὺ πλεῖστον ἐν εἰλαπίνῃ μέθυ πίνῃ 26568 3.18.21.4 : εὖ καὶ ἐπισταμένως, ἅμα τ´ ἄλλον φῶτα κελεύῃ. 26569 3.18.21.5 : ἶσόν θ´ ὅστ´ ἐν δαιτὶ καὶ ἐν πολέμῳ θοὸς ἀνὴρ 26570 3.18.21.6 : ὑσμίνας διέπων ταλαπενθέας, ἔνθα τε παῦροι 26571 3.18.21.7 : θαρσαλέοι τελέθουσι μένουσί τε θοῦρον Ἄρηα. 26572 3.18.21.8 : τοῦ κεν ἐγὼ θείμην ἶσον κλέος, ὅστ´ ἐνὶ δαιτὶ 26573 3.18.21.9 : τέρπηται παρεὼν ἅμα τ´ ἄλλον λαὸν ἀνώγῃ. 26574 3.18.21.10 : οὐ γάρ μοι ζώειν γε δοκεῖ βροτὸς οὐδὲ βιῶναι 26575 3.18.21.11 : ἀνθρώποιο βίον ταλασίφρονος, ὅστις ἀπ´ οἴνου 26576 3.18.21.12 : θυμὸν ἐρητύσας πίνει ποτόν, ἀλλ´ ἐνεόφρων. 26577 3.18.21.13 : οἶνος γὰρ πυρὶ ἶσον ἐπιχθονίοισιν ὄνειαρ 26578 3.18.21.14 : ἐσθλόν, ἀλεξίκακον, πάσης συνοπηδὸν ἀοιδῆς. 26579 3.18.21.15 : ἐν μὲν γὰρ θαλίης ἱλαρὸν μέρος ἀγλαΐης τε, 26580 3.18.21.16 : ἐν δὲ χοροιτυπίης, ἐν δ´ ἱμερτῆς φιλότητος. 26581 3.18.21.17 : ἐν δέ τε μενθήρης καὶ δυσφροσύνης ἀλεωρή· 26582 3.18.21.18 : τῷ σε χρὴ παρὰ δαιτὶ δεδεγμένον εὔφρονι θυμῷ 26583 3.18.21.19 : πίνειν, μηδὲ βορῇ κεκακωμένον ἠύτε γῦπα 26584 3.18.21.20 : ἧσθαι πλημμύροντα, λελασμένον εὐφροσυνάων. 26585 3.18.22.1 : Πυθαγόρου. 26586 3.18.22.2 : Ἐλεύθερον ἀδύνατον εἶναι τὸν πάθεσι δουλεύοντα 26587 3.18.22.3 : καὶ ὑπὸ παθῶν κρατούμενον. 26588 3.18.23.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 26589 3.18.23.2 : Πυθαγόρας ἔλεγε τὴν μέθην μανίας εἶναι μελέτην. 26590 3.18.24.1 : Χρυσίππου. 26591 3.18.24.2 : Μικρὰν φασὶ μανίαν εἶναι τὴν μέθην. 26592 3.18.25.1 : Ἀναχάρσιδος. 26593 3.18.25.2 : Ἀνάχαρσις ἔφη, κιρναμένου κρατῆρος ἐφεστίου, τὸν 26594 3.18.25.3 : μὲν πρῶτον ὑγιείας πίνεσθαι, τὸν δὲ δεύτερον ἡδονῆς, 26595 3.18.25.4 : τὸν δὲ τρίτον ὕβρεως, τὸν δὲ τελευταῖον μανίας. 26596 3.18.26.1 : Ἀντισθένους (apophth. 8 Winckelm.). 26597 3.18.26.2 : Τὰς μὴ κατὰ θύραν, φησὶν ὁ Ἀντισθένης, εἰσιούσας 26598 3.18.26.3 : ἀπολαύσεις δεήσει ἢ σχασθῆναι ἢ ἐλλεβορισθῆναι ἢ πάν– 26599 3.18.26.4 : τως λιμαγχονηθῆναι, κακὰς ἀμοιβὰς ἐκτίνοντα τῆς προ– 26600 3.18.26.5 : γεγενημένης ἀπληστίας ἕνεκα μικρᾶς καὶ ὀλιγοχρονίου 26601 3.18.26.6 : ἡδονῆς. 26602 3.18.27.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Ὅτι καὶ γυναῖκα 26603 3.18.27.2 : παιδευτέον (fr. XXII 4). 26604 3.18.27.3 : Τῷ Διονύσῳ νάρθηκα καὶ λήθην συγκαθιεροῦσιν, ὡς 26605 3.18.27.4 : μὴ δέον μνημονεύειν τῶν ἐν οἴνῳ πλημμεληθέντων, ἀλλὰ 26606 3.18.27.5 : νουθεσίας παιδικῆς δεομένων. ᾧ συνᾴδει καὶ τὸ 26607 3.18.27.6 : μισῶ μνήμονα συμπόταν. 26608 3.18.27.7 : ὁ δ´ Εὐριπίδης τῶν ἀτόπων τὴν λήθην σοφὴν εἴρηκεν. 26609 3.18.28.1 : Πλάτωνος (leg. I p. 640 E–641 A). 26610 3.18.28.2 : Μεθύων κυβερνήτης καὶ πᾶς παντὸς ἄρχων ἀνατρέ– 26611 3.18.28.3 : πει πάντα, εἴτε πλοῖον εἴτε ἅρμα εἴτε στρατόπεδον εἴτε ὅ 26612 3.18.28.4 : τί ποτε εἴη τὸ κυβερνώμενον ὑπ´ αὐτοῦ. 26613 3.18.29.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ibid. I p. 646 A). 26614 3.18.29.2 : Οὐ μόνον ὡς ἔοικεν ὁ γέρων δὶς παῖς γίνοιτ´ ἄν, 26615 3.18.29.3 : ἀλλὰ καὶ ὁ μεθυσθείς. 26616 3.18.30.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 46 Mullach.). 26617 3.18.30.2 : Ὑγιηίην εὐχῇσι παρὰ θεῶν αἰτέονται ἄνθρωποι, τὴν 26618 3.18.30.3 : δὲ ταύτης δύναμιν ἐν ἑωυτοῖς ἔχοντες οὐκ ἴσασιν· ἀκρα– 26619 3.18.30.4 : σίῃ δὲ τἀναντία πρήσσοντες αὐτοὶ προδόται τῆς ὑγιηίης 26620 3.18.30.5 : τῇσιν ἐπιθυμίῃσι γίνονται. 26621 3.18.31.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Ὅτι καὶ γυναῖκα 26622 3.18.31.2 : παιδευτέον (fr. XXII 1). 26623 3.18.31.3 : Ἀμαθίην, ὥς φησιν Ἡράκλειτος, καὶ ἄλλως κρύπτειν 26624 3.18.31.4 : ἔργον ἐστίν, ἐν οἴνῳ δὲ χαλεπώτερον· καὶ Πλάτων δέ φη– 26625 3.18.31.5 : σιν ἐν οἴνῳ τὰ ἤθη φανερὰ γίνεσθαι. ὥσπερ καὶ Ὅμηρος 26626 3.18.31.6 : οὐδὲ τραπέζῃ 26627 3.18.31.7 : γνώτην ἀλλήλων. 26628 3.18.32.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. XXII 2). 26629 3.18.32.2 : Σοφοκλῆς ἐμέμφετο Αἰσχύλῳ, ὅτι μεθύων ἔγραφε· 26630 3.18.32.3 : ’καὶ γὰρ εἰ τὰ δέοντα ποιεῖ‘ φησίν ’ἀλλ´ οὐκ εἰδώς γε‘. 26631 3.18.33.1 : Πυθαγόρου. 26632 3.18.33.2 : Πυθαγόρας ἐρωτηθεὶς πῶς ἂν οἰνόφλυξ τοῦ μεθύειν 26633 3.18.33.3 : παύσαιτο, ’εἰ συνεχῶς‘ ἔφη ’θεωροίη τὰ ὑπ´ αὐτοῦ πρασ– 26634 3.18.33.4 : σόμενα‘. 26635 3.18.34.1 : Ἀνάχαρσις. 26636 3.18.34.2 : Ἀνάχαρσις ἐρωτηθεὶς πῶς ἄν τις μὴ μεθύσκοιτο, 26637 3.18.34.3 : ’εἰ‘ φησίν ’ὁρῴη τοὺς μεθύοντας οἷα ποιοῦσιν‘. 26638 3.18.35.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 47 Mullach.). 26639 3.18.35.2 : Ὅσοι ἀπὸ γαστρὸς τὰς ἡδονὰς ποιέονται ὑπερβε– 26640 3.18.35.3 : βληκότες τὸν καιρὸν ἐπὶ βρώσεσιν ἢ πόσεσιν ἢ ἀφροδι– 26641 3.18.35.4 : σίοισιν, τούτοισι πᾶσιν αἱ μὲν ἡδοναὶ βραχέαι τε καὶ δι´ 26642 3.18.35.5 : ὀλίγου γίνονται, ὁκόσον ἂν χρόνον ἐσθίωσιν ἢ πίνωσιν, 26643 3.18.35.6 : αἱ δὲ λῦπαι πολλαί. τοῦτο μὲν γὰρ τὸ ἐπιθυμέειν αἰεὶ 26644 3.18.35.7 : τῶν αὐτῶν πάρεστι, καὶ ὁκόταν γένηται ὁκοίων ἐπιθυ– 26645 3.18.35.8 : μέουσι, διὰ ταχέος τε ἡ ἡδονὴ παροίχεται, καὶ οὐδὲν [ἐν] 26646 3.18.35.9 : αὐτοῖσι χρηστόν ἐστιν ἀλλ´ ἢ τέρψις βραχέα καὶ αὖτις 26647 3.18.35.10 : τῶν αὐτῶν δέει. 26648 3.18.36.1 : Πλάτωνος (Alcib. I p. 131 B). 26649 3.18.36.2 : Ὅστις σῶμα θεραπεύει, τὸ ἑαυτοῦ, οὐχ ἑαυτὸν θερα– 26650 3.18.36.3 : πεύει· ὅστις δὲ χρήματα, οὔθ´ ἑαυτὸν οὔτε τὰ ἑαυτοῦ, 26651 3.18.36.4 : ἀλλ´ ἔτι πορρωτέρω τῶν ἑαυτοῦ. 26652 3.18.37.1 : Μουσωνίου ἐκ τοῦ Περὶ τροφῆς (rel. 26653 3.18.37.2 : ed. Peerlkamp. p. 193 sqq.). 26654 3.18.37.3 : Αἴσχιστον, ἔφη, γαστριμαργία καὶ ὀψοφαγία ἐστίν, 26655 3.18.37.4 : οὐκ ἀντερεῖ οὐδείς· σκοποῦντας δὲ ὅπως διαφεύξονται 26656 3.18.37.5 : ταῦτα πάνυ ὀλίγους ᾔσθημαι ἐγώ, τοὺς δὲ πολλοὺς ὁρῶ 26657 3.18.37.6 : καὶ ἀπόντων ὀρεγομένους τῶν τοιούτων βρωμάτων, καὶ 26658 3.18.37.7 : παρόντων ἀπέχεσθαι μὴ δυναμένους, καὶ χρωμένους αὐ– 26659 3.18.37.8 : τοῖς, ὅταν χρῶνται, ἀφειδῶς, ὡς καὶ πρὸς βλάβην χρῆσθαι 26660 3.18.37.9 : τὴν τοῦ σώματος. καίτοι γαστριμαργία τί ἂν εἴη ἄλλο 26661 3.18.37.10 : ἢ ἀκρασία περὶ τροφήν, δι´ ἣν ἄνθρωποι τὸ ἡδὺ τὸ ἐν 26662 3.18.37.11 : σίτῳ τοῦ ὠφελίμου προτιμῶσιν; καὶ ὀψοφαγία δὲ οὐδὲν 26663 3.18.37.12 : ἕτερόν ἐστιν ἢ ἀμετρία περὶ χρῆσιν ὄψου. πανταχοῦ δὲ 26664 3.18.37.13 : κακὸν οὖσα ἡ ἀμετρία ἐν τοῖς μάλιστα τῇδε τὴν ἑαυτῆς 26665 3.18.37.14 : ἐπιδείκνυται φύσιν, παρεχομένη τοὺς ὀψοφάγους ἀντὶ ἀν– 26666 3.18.37.15 : θρώπων ὑσὶν ἢ κυσὶν ὁμοιουμένους τὴν λαβρότητα καὶ 26667 3.18.37.16 : εὐσχημονεῖν μὴ δυναμένους, οὐ ταῖς χερσίν, οὐ τοῖς ὄμ– 26668 3.18.37.17 : μασιν, οὐ τῇ καταπόσει· οὕτως ἄρα αὐτοὺς ἐξίστησιν ἡ 26669 3.18.37.18 : ἐπιθυμία τῆς ἐν ὄψῳ ἡδονῆς. ὅτι μὲν δὴ οὕτως ἔχειν 26670 3.18.37.19 : πρὸς τροφὴν αἴσχιστόν ἐστιν, γνώριμον, ἐν ᾧ γε ζῴοις 26671 3.18.37.20 : ἄφροσι μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις φρονίμοις ὁμοιούμεθα. αἰ– 26672 3.18.37.21 : σχίστου δὲ τούτου ὄντος, κάλλιστον ἂν εἴη τοὐναντίον, 26673 3.18.37.22 : τάξει καὶ κοσμίως ἐσθίειν καὶ τὴν σωφροσύνην ἐνταῦθα 26674 3.18.37.23 : ἐπιδείκνυσθαι πρῶτον, οὐκ ὂν ῥᾴδιον, ἀλλὰ δεόμενον πολ– 26675 3.18.37.24 : λῆς ἐπιμελείας καὶ ἀσκήσεως [καὶ καθόλου μὲν ἴσως τὸ 26676 3.18.37.25 : σωφρονεῖν]. διὰ τί δὴ τοῦτο; ὅτι πολλῶν ἡδονῶν οὐσῶν, 26677 3.18.37.26 : αἳ τὸν ἄνθρωπον ἀναπείθουσιν ἁμαρτάνειν καὶ ἐνδιδόναι 26678 3.18.37.27 : αὐταῖς βιάζονται παρὰ τὸ συμφέρον, δυσμαχωτάτη εἶναι 26679 3.18.37.28 : κινδυνεύει πασῶν ἡ περὶ τροφὴν ἡδονή. ταῖς μὲν γὰρ 26680 3.18.37.29 : ἄλλαις ἡδοναῖς σπανιώτερον ὁμιλοῦμεν, καὶ ἐνίων γε μῆ– 26681 3.18.37.30 : νας καὶ ἐνιαυτοὺς ὅλους ἀπέχεσθαι δυνάμεθα· ταύτης δὲ 26682 3.18.37.31 : ἀνὰ πᾶσαν ἡμέραν πάντως πειρᾶσθαι ἀνάγκη, καὶ τά γε 26683 3.18.37.32 : πολλὰ δὶς ἑκάστης ἡμέρας· οὐ γὰρ ἔνι ζῆν ἄλλως τὸν ἄν– 26684 3.18.37.33 : θρωπον. ὥσθ´ ὅσῳ πλεονάκις τῆς ἐν βρώσει ἡδονῆς 26685 3.18.37.34 : πειρώμεθα, τοσούτῳ πλείους οἱ ἐνταῦθα κίνδυνοι. καὶ 26686 3.18.37.35 : μὴν καθ´ ἑκάστην προσφορὰν τροφῆς οὐχ εἷς κίνδυνος 26687 3.18.37.36 : ἁμαρτήματος, ἀλλὰ πλείονες. καὶ γὰρ ὁ παρὰ πλέον ἢ δεῖ 26688 3.18.37.37 : ἐσθίων ἁμαρτάνει, καὶ ὁ κατασπεύδων ἐν τῷ ἐσθίειν 26689 3.18.37.38 : οὐδὲν ἧττον, καὶ ὁ μολυνόμενος ὑπὸ τοῦ ὄψου μᾶλλον ἢ 26690 3.18.37.39 : χρή, καὶ ὁ τὰ ἡδίω τῶν ὑγιεινοτέρων βρώματα προτιμῶν, 26691 3.18.37.40 : καὶ ὁ μὴ νέμων τὰ ἴσα τοῖς συνεσθίουσιν. ἔστι δὲ καὶ 26692 3.18.37.41 : ἄλλη τις ἁμαρτία περὶ τροφήν, ὅταν παρὰ καιρὸν προσ– 26693 3.18.37.42 : φερώμεθα αὐτήν, καὶ δέον ἄλλο τι πράττειν, ἀφέμενοι 26694 3.18.37.43 : τούτου ἐσθίωμεν. τοσούτων δὴ καὶ ἔτι ἄλλων ἁμαρτιῶν 26695 3.18.37.44 : οὐσῶν περὶ τροφήν, δεῖ μὲν ἁπασῶν καθαρεύειν αὐτῶν 26696 3.18.37.45 : καὶ μηδεμιᾷ ἔνοχον εἶναι τὸν μέλλοντα σωφρονήσειν. 26697 3.18.37.46 : καθαρεύοι δ´ ἄν τις καὶ ἀναμάρτητος εἴη ἀσκῶν καὶ 26698 3.18.37.47 : ἐθίζων αὑτὸν αἱρεῖσθαι σῖτον οὐχ ἵνα ἥδηται, ἀλλ´ ἵνα 26699 3.18.37.48 : τρέφηται, οὐδ´ ἵνα λεαίνηται τὴν κατάποσιν, ἀλλ´ ἵνα 26700 3.18.37.49 : ῥωννύηται τὸ σῶμα. καὶ γὰρ γέγονεν ἡ μὲν κατάποσις 26701 3.18.37.50 : δίοδος εἶναι τροφῆς, οὐχ ἡδονῆς ὄργανον, ἡ δὲ γαστὴρ 26702 3.18.37.51 : τοῦ αὐτοῦ χάριν οὗπερ ἕνεκα καὶ φυτῷ παντὶ ῥίζα γέ– 26703 3.18.37.52 : γονεν. καθάπερ γὰρ ἐκεῖ τρέφει τὸ φυτὸν ἡ ῥίζα ἀπὸ 26704 3.18.37.53 : τῶν ἐκτὸς τὴν τροφὴν λαμβάνουσα· οὕτω τρέφει τὸ ζῷον 26705 3.18.37.54 : ἡ γαστὴρ ἀπὸ τῶν εἰσφερομένων σίτων καὶ ποτῶν. ὥσπερ 26706 3.18.37.55 : τε αὖ τούτοις διαμονῆς ἕνεκα συμβαίνει τρέφεσθαι, καὶ 26707 3.18.37.56 : οὐχ ἡδονῆς, παραπλησίως καὶ ἡμῖν ζωῆς καὶ φάρμακον 26708 3.18.37.57 : ἡ τροφὴ [τῷ ἀνθρώπῳ] ἐστί. διὸ καὶ προσήκει ἐσθίειν 26709 3.18.37.58 : ἡμῖν ἵνα ζῶμεν, οὐχ ἵνα ἡδώμεθα, εἴ γε μέλλομεν στοι– 26710 3.18.37.59 : χεῖν ἀρίστῳ ὄντι τῷ λόγῳ Σωκράτους, ὃς ἔφη τοὺς μὲν 26711 3.18.37.60 : πολλοὺς ἀνθρώπους ζῆν ἵνα ἐσθίωσιν, αὐτὸς δὲ ἐσθίειν 26712 3.18.37.61 : ἵνα ζῇ. οὐ γὰρ δὴ ἐπιεικής τις βουλόμενος εἶναι ἄνθρω– 26713 3.18.37.62 : πος, ἀξιώσει παραπλήσιός τις εἶναι τοῖς πολλοῖς, καὶ 26714 3.18.37.63 : ζῆν ἐπὶ τῷ ἐσθίειν, ὥσπερ ἐκεῖνοι θηρώμενοι ἐξ ἅπαν– 26715 3.18.37.64 : τος τὴν ἀπὸ τῆς τροφῆς ἡδονήν. 26716 3.18.37.65 : Ὅτι δὲ καὶ θεὸς ὁ ποιήσας τὸν ἄνθρωπον τοῦ σῴ– 26717 3.18.37.66 : ζεσθαι χάριν, οὐχὶ τοῦ ἥδεσθαι σῖτα καὶ ποτὰ παρεσκεύα– 26718 3.18.37.67 : σεν αὐτοῖς, μάθοι τις ἂν ἐκεῖθεν μάλιστα. ἡ γὰρ δὴ τροφὴ 26719 3.18.37.68 : ὅτε ἐργάζεται μάλιστα τὸ ἑαυτῆς ἔργον, τότε οὐδαμῶς ἥδει 26720 3.18.37.69 : τὸν ἄνθρωπον κατά τε τὴν πέψιν καὶ τὴν ἀνάδοσιν, ἀλλὰ 26721 3.18.37.70 : τρεφόμεθα μὲν τότε ὑπ´ αὐτῆς καὶ ῥωννύμεθα, ἡδόμεθα 26722 3.18.37.71 : δὲ τότε οὐδεμίαν ἡδονήν, καίτοι πλείων ὁ χρόνος οὗτός 26723 3.18.37.72 : ἐστιν ἢ ἐν ᾧ ἐσθίομεν. ἔδει δέ γε, εἴπερ ὁ θεὸς ἡδονῆς 26724 3.18.37.73 : χάριν τὴν τροφὴν ἐμηχανήσατο ἡμῖν, τὸν πλείω τοῦτον 26725 3.18.37.74 : χρόνον ἥδεσθαι ἡμᾶς ὑπ´ αὐτῆς, καὶ οὐ τὸν ἐλάχιστον 26726 3.18.37.75 : ἐκεῖνον ἐν ᾧ καταπίνομεν. ἀλλ´ ὅμως χάριν ἐκείνου τοῦ 26727 3.18.37.76 : ἐλαχίστου χρόνου, ὃν ἡδόμεθα, παρασκευὴ μὲν ὄψων γί– 26728 3.18.37.77 : νεται μυρίων· πλεῖται δ´ ἡ θάλαττα μέχρι περάτων· μά– 26729 3.18.37.78 : γειροι δὲ γεωργῶν περισπουδαστότεροί εἰσιν· δεῖπνα δὲ 26730 3.18.37.79 : παρατίθενταί τινες ἀγρῶν ἀναλίσκοντες τιμάς, καὶ ταῦτ´ 26731 3.18.37.80 : οὐδαμῶς ὠφελουμένων τῶν σωμάτων ἐκ τῆς πολυτελείας 26732 3.18.37.81 : τῶν βρωμάτων. πᾶν γὰρ τοὐναντίον οἱ ταῖς εὐτελεστά– 26733 3.18.37.82 : ταις χρώμενοι τροφαῖς ἰσχυρότατοί εἰσιν. τοὺς γοῦν οἰκέ– 26734 3.18.37.83 : τας τῶν δεσποτῶν καὶ τοὺς χωρίτας τῶν ἀστικῶν καὶ 26735 3.18.37.84 : τοὺς πένητας τῶν πλουσίων ἴδοις ἂν ὡς ἐπὶ τὸ πλῆθος 26736 3.18.37.85 : ῥωμαλεωτέρους ὄντας καὶ μᾶλλον μὲν πονεῖν δυναμένους, 26737 3.18.37.86 : ἧττον δὲ κάμνοντας ἐν τοῖς ἔργοις, νοσοῦντας δὲ σπα– 26738 3.18.37.87 : νιώτερον, ἀνεχομένους δὲ εὐκολώτερον κρύος, θάλπος, 26739 3.18.37.88 : ἀγρυπνίαν, πᾶν εἴ τι τοιοῦτον. καίτοι κἂν ἐπίσον ἥ τε 26740 3.18.37.89 : πολυτελὴς καὶ ἡ εὐτελὴς τροφὴ ῥωννύῃ τὸ σῶμα, ὅμως 26741 3.18.37.90 : αἱρετέον ἐστὶ τὴν εὐτελῆ, ὅτι αὕτη σωφρονικωτέρα καὶ 26742 3.18.37.91 : πρέπει ἀνδρὶ ἀγαθῷ μᾶλλον, ᾗ καὶ τὸ εὐπόριστον τοῦ 26743 3.18.37.92 : δυσπορίστου, καὶ τὸ ἀπραγμάτευτον τοῦ μετὰ πραγμάτων, 26744 3.18.37.93 : καὶ τὸ ἕτοιμον τοῦ ἀνετοίμου πρὸς τροφὴν πρεπωδέστε– 26745 3.18.37.94 : ρον τοῖς ἐπιεικέσιν. ἵνα δὲ συνελὼν εἴπω περὶ τροφῆς 26746 3.18.37.95 : τὸ πᾶν, φημὶ δεῖν σκοπὸν μὲν αὐτῆς ποιεῖσθαι ὑγίειάν 26747 3.18.37.96 : τε καὶ ἰσχύν, ὡς τούτων μόνον ἕνεκα βρωτέον, ἃ δὴ δεῖ– 26748 3.18.37.97 : ται πολυτελείας οὐδεμιᾶς· ἐσθίοντα δ´ ἐπιμελεῖσθαι κόσ– 26749 3.18.37.98 : μου τε καὶ μέτρου τοῦ προσήκοντος καὶ τοῦ διαφέρειν 26750 3.18.37.99 : πλεῖστον τῷ τε ἀμολύντῳ καὶ τῷ σχολαίῳ. 26751 3.19.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΑΝΕΞΙΚΑΚΙΑΣ.}1 26752 3.19.1.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 642–644). 26753 3.19.1.2 : Σμικρᾶς ἀπ´ ἀρχῆς νεῖκος ἀνθρώποις μέγα 26754 3.19.1.3 : γλῶσς´ ἐκπορίζει· τοῦτο δ´ οἱ σοφοὶ βροτῶν 26755 3.19.1.4 : ἐξευλαβοῦνται, μὴ φίλοις τεύχειν ἔριν. 26756 3.19.2.1 : Φιλήμονος Ἐπιδικαζομένου (fr. 1 com. IV p. 9). 26757 3.19.2.2 : Ἥδιον οὐδὲν οὐδὲ μουσικώτερον 26758 3.19.2.3 : ἔστ´ ἢ δύνασθαι λοιδορούμενον φέρειν. 26759 3.19.2.4 : ὁ λοιδορῶν γὰρ, ἂν ὁ λοιδορούμενος 26760 3.19.2.5 : μὴ προσποιῆται, λοιδορεῖται [ὁ] λοιδορῶν. 26761 3.19.3.1 : Εὐριπίδου ἐκ Πρωτεσιλάου (fr. 654 N. 2). 26762 3.19.3.2 : Δυοῖν λεγόντοιν, θατέρου θυμουμένου, 26763 3.19.3.3 : ὁ μὴ ἀντιτείνων τοῖς λόγοις σοφώτερος. 26764 3.19.4.1 : Δημοσθένους. 26765 3.19.4.2 : Δημοσθένης λοιδορουμένου τινὸς αὐτῷ ’οὐ συγκατα– 26766 3.19.4.3 : βαίνω‘ εἶπεν ’εἰς ἀγῶνα, ἐν ᾧ ὁ ἡττώμενος τοῦ νικῶν– 26767 3.19.4.4 : τός ἐστι κρείττων‘. 26768 3.19.5.1 : Πλάτωνος. 26769 3.19.5.2 : Πλάτων λοιδορούμενος ὑπό τινος ’λέγε‘ ἔφη ’κακῶς, 26770 3.19.5.3 : ἐπεὶ καλῶς οὐκ ἔμαθες‘. 26771 3.19.6.1 : Ἀριστίππου. 26772 3.19.6.2 : Ἀρίστιππος λοιδοροῦντος αὐτὸν τινὸς ἔφη ’τοῦ μὲν 26773 3.19.6.3 : λέγειν κακῶς σὺ κύριος εἶ, τοῦ δὲ δικαίως ἀκούειν ἐγώ‘. 26774 3.19.7.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Πῶς ἔστιν ἀπ´ ἐχθρῶν ὠφελη– 26775 3.19.7.2 : θῆναι (p. 90 C–D). 26776 3.19.7.3 : Λόγων δέ, κουφοτάτου πράγματος, βαρυτάτη ζημία 26777 3.19.7.4 : κατὰ τὸν θεῖον Πλάτωνα, καὶ παρὰ θεῶν ἕπεται καὶ 26778 3.19.7.5 : παρ´ ἀνθρώπων. ἡ δὲ σιγὴ πανταχοῦ μὲν ἀνυπεύθυ– 26779 3.19.7.6 : νον, οὐ μόνον ἄδιψον, ὥς φησιν Ἱπποκράτης, ἐν δὲ λοι– 26780 3.19.7.7 : δορίαις σεμνὸν καὶ Σωκρατικόν, μᾶλλον δὲ Ἡράκλειον, 26781 3.19.7.8 : 〈εἴ γε κἀκεῖνος〉 26782 3.19.7.9 : οὐδ´ ὅσσον μυίας στυγερῶν ἐμπάζετο μύθων. 26783 3.19.8.1 : Πυθαγόρου. 26784 3.19.8.2 : Μεγάλην παιδείαν νόμιζε, δι´ ἧς δυνήσῃ φέρειν ἀπαι– 26785 3.19.8.3 : δευσίαν. 26786 3.19.9.1 : Εὐσεβίου (fr. 27 phil. graec. III p. 11 Mullach.). 26787 3.19.9.2 : Ὀργῆς κρατέειν ἄριστον ἐθίζειν ἑωυτόν, μάλιστα μὲν 26788 3.19.9.3 : καὶ πρὸς τὸ μὴ εὐπετέως πρὸς αὐτῆς ξυγκινέεσθαι· εἰ δὲ 26789 3.19.9.4 : μή, ἀλλ´ ὥστε γε πάντως μὴ τὸ καταναγκαζόμενον ὑπ´ 26790 3.19.9.5 : αὐτῆς αὐτίκα καὶ ἐν τῷ ἀλογίστῳ ἀποπιμπλάναι. 26791 3.19.10.1 : Σοφοκλέους Αἴαντι ( 1357). 26792 3.19.10.2 : Νικᾷ γὰρ ἁρετή με τῆς ἔχθρας πολύ. 26793 3.19.11.1 : Θεόγνιδος ( 695–696). 26794 3.19.11.2 : Οὐ δύναμαί σοι, θυμέ, παρασχεῖν ἄρμενα πάντα, 26795 3.19.11.3 : τέτλαθι· τῶν δὲ καλῶν οὐχὶ σὺ μοῦνος ἐρᾷς. 26796 3.19.12.1 : Θεοφράστου (fr. CLIV Wimmer.). 26797 3.19.12.2 : Οὐ μὴν οὐδὲ μετ´ ὀργῆς πρακτέον τοῖς φρονίμοις 26798 3.19.12.3 : οὐδέν. ἀλόγιστον γὰρ θυμός, καὶ μετὰ προνοίας οὐδὲν 26799 3.19.12.4 : ἄν ποτε ποιήσειεν, ἀλλὰ μεθύων ταῖς φιλονεικίαις, ὡς 26800 3.19.12.5 : ἔτυχε, χρῆται ταῖς ὁρμαῖς. ὥστε δεῖ μὴ ἐξ ὑπογύου 26801 3.19.12.6 : τῶν ἁμαρτημάτων τὰς τιμωρίας μήτε παρὰ τῶν οἰκετῶν 26802 3.19.12.7 : μήτε παρὰ τῶν ἄλλων λαμβάνειν, ἵνα τὸ τῷ λογισμῷ 26803 3.19.12.8 : κράτιστον, μὴ τὸ τῷ θυμῷ φίλον, ἀεὶ πράττῃς καὶ δίκην 26804 3.19.12.9 : παρὰ τῶν ἐχθρῶν λαμβάνῃς, ἐξ ἧς μέλλεις σαυτὸν μὴ 26805 3.19.12.10 : λυπῶν ἐκείνους βλάψειν. τὸ γὰρ τιμωρεῖσθαί τινα κα– 26806 3.19.12.11 : κῶς ἑαυτὸν ποιοῦντα, δίκην διδόναι οὐχ ἧττον ἢ λαμβά– 26807 3.19.12.12 : νειν ἐστίν. ὥστε δεῖ σχολῇ μᾶλλον ἀμύνεσθαι ζητεῖν ἢ 26808 3.19.12.13 : ταχέως ἀλυσιτελῶς ἑαυτῷ κολάσαι τὸν ἐχθρόν. 26809 3.19.13.1 : Ῥούφου ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου περὶ Φιλίας (Epict. fr. 67 26810 3.19.13.2 : III p. 88 Schweigh.). 26811 3.19.13.3 : Τὸ δὲ Λυκούργου τοῦ Λακεδαιμονίου τίς ἡμῶν οὐ 26812 3.19.13.4 : θαυμάζει; πηρωθεὶς γὰρ ὑπό τινος τῶν πολιτῶν τῶν 26813 3.19.13.5 : ὀφθαλμῶν τὸν ἕτερον καὶ παραλαβὼν τὸν νεανίσκον παρὰ 26814 3.19.13.6 : τοῦ δήμου, ἵνα τιμωρήσαιτο ὅπως αὐτὸς βούλεται· τού– 26815 3.19.13.7 : του μὲν ἀπέσχετο, παιδεύσας δὲ αὐτὸν καὶ ἀποφήνας 26816 3.19.13.8 : ἄνδρα ἀγαθόν, παρήγαγεν εἰς τὸ θέατρον. θαυμαζόντων 26817 3.19.13.9 : δὲ τῶν Λακεδαιμονίων ’τοῦτον μέν τοι λαβών‘ ἔφη ’παρ´ 26818 3.19.13.10 : ὑμῶν ὑβριστὴν καὶ βίαιον, ἀποδίδωμι ὑμῖν ἐπιεικῆ καὶ 26819 3.19.13.11 : δημοτικόν‘. 26820 3.19.14.1 : Πιττακοῦ. 26821 3.19.14.2 : Πιττακὸς ἀδικηθεὶς ὑπό τινος καὶ ἔχων ἐξουσίαν αὐ– 26822 3.19.14.3 : τὸν κολάσαι ἀφῆκεν εἰπών ’συγγνώμη τιμωρίας ἀμείνων· 26823 3.19.14.4 : τὸ μὲν γὰρ ἡμέρου φύσεώς ἐστι, τὸ δὲ θηριώδους‘. 26824 3.19.15.1 : Ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου Ἐγχειριδίου (c. 12). 26825 3.19.15.2 : Ἄρξαι οὖν ἀπὸ τῶν μικρῶν. ἐκχεῖται τὸ ἔλαιον, 26826 3.19.15.3 : κλέπτεται τὸ οἰνάριον· λέγε, ὅτι τοσοῦδε πωλεῖται ἀπά– 26827 3.19.15.4 : θεια, τοσούτου ἀταραξία, προῖκα οὐθὲν γίνεται. ὅταν δὲ 26828 3.19.15.5 : καλῇς τὸν παῖδα, προεπινόει, ὅτι δύναται καὶ μὴ ὑπα– 26829 3.19.15.6 : κοῦσαι καὶ μηδὲν ποιῆσαι ὧν θέλεις. ἀλλ´ οὐχ οὕτως 26830 3.19.15.7 : ἐστὶν αὐτῷ 〈καλῶς〉, ἵνα ἐπ´ ἐκείνῳ ᾖ τὸ ἐμὲ ταραχθῆναι. 26831 3.19.16.1 : Μουσωνίου ἐκ τοῦ Εἰ γραφὴν ὕβρεως γράψεταί τινα 26832 3.19.16.2 : ὁ φιλόσοφος (Musonii rel. p. 159 ed. Peerlkamp.). 26833 3.19.16.3 : Ὕβρεως δὲ γραφὴν οὔτ´ ἂν αὐτὸς ἔφη γράψασθαί 26834 3.19.16.4 : τινά ποτε οὔτ´ ἂν ἑτέρῳ συμβουλεῦσαι οὐδενὶ τῶν φιλο– 26835 3.19.16.5 : σοφεῖν ἀξιούντων. ἃ γὰρ πάσχοντές τινες ὑβρίζεσθαι 26836 3.19.16.6 : δοκοῦσιν, τούτων οὐδὲν εἶναι ὕβριν ἢ αἰσχύνην τοῖς πά– 26837 3.19.16.7 : σχουσιν· οἷον λοιδορηθῆναι ἢ πληγῆναι ἢ ἐμπτυσθῆναι, 26838 3.19.16.8 : ὧν τὸ χαλεπώτατον πληγαί. ὡς δὲ οὔτε αἰσχρὸν οὔτε 26839 3.19.16.9 : ὑβριστικὸν ἔχουσιν οὐδέν, δηλοῦν Λακεδαιμονίων παῖδας 26840 3.19.16.10 : δημοσίᾳ μαστιγουμένους καὶ ἐπ´ αὐτῷ τούτῳ ἀγαλλομέ– 26841 3.19.16.11 : νους. ὁ δὲ φιλόσοφος εἰ μὴ δύναιτο καταφρονεῖν πλη– 26842 3.19.16.12 : γῶν ἢ λοιδορίας, τί ἂν ὄφελος αὐτοῦ εἴη, ὅν γε φαίνε– 26843 3.19.16.13 : σθαι δεῖ καὶ θανάτου καταφρονοῦντα; νὴ Δία, ἀλλ´ ἡ 26844 3.19.16.14 : διάνοια τοῦ δρῶντος αὐτὰ δεινή, τὸ ἐπεγγελῶντα καὶ 26845 3.19.16.15 : ὑβρίζειν νομίζοντα ῥαπίσαι ἢ λοιδορῆσαι ἤ τι τοιοῦτον 26846 3.19.16.16 : ποιῆσαι· Δημοσθένης γοῦν καὶ τῷ βλέμματι ὑβρίζειν τι– 26847 3.19.16.17 : νάς, καὶ ἀφόρητα εἶναι τὰ τοιαῦτα, καὶ ἐξίστασθαι τοὺς 26848 3.19.16.18 : ἀνθρώπους ὑπ´ αὐτῶν ταύτῃ ἢ ἐκείνῃ οἴεται. ταῦτα δὲ 26849 3.19.16.19 : οἱ μὲν τὸ καλὸν καὶ τὸ αἰσχρὸν ὅ τι τῇ ἀληθείᾳ ἐστὶν 26850 3.19.16.20 : ἀγνοοῦντες καὶ πρὸς τὴν δόξαν κεχηνότες, καὶ αὐτοὶ 26851 3.19.16.21 : ὑβρίζεσθαι νομίζουσιν, εἴ τις ἢ προσβλέποι αὐτοὺς πι– 26852 3.19.16.22 : κρότερον ἢ καταγελῴη αὐτῶν ἢ πλήττοι ἢ λοιδοροίη. 26853 3.19.16.23 : ἀνὴρ δὲ εὖ φρονῶν καὶ νοῦν ἔχων, οἷον εἶναι δεῖ τὸν 26854 3.19.16.24 : φιλόσοφον, ὑπὸ οὐδενὸς τούτων ταράττεται, οὐδ´ οἴεται 26855 3.19.16.25 : τὸ πάσχειν αὐτὰ αἰσχρόν, ἀλλὰ τὸ ποιεῖν μᾶλλον· ἐπεὶ τί 26856 3.19.16.26 : καὶ ὁ πάσχων ἁμαρτάνει; ὁ δὲ ἁμαρτάνων εὐθὺς καὶ ἐν 26857 3.19.16.27 : αἰσχύνῃ ἐστίν, ὁ μέντοι πάσχων ὡς οὖν οὐχ ἁμαρτάνει 26858 3.19.16.28 : καθόσον πάσχει, οὕτως οὐδὲ ἐν αἰσχρῷ οὐδενὶ γίνεται. 26859 3.19.16.29 : ὅθεν οὐδ´ ἐπὶ δίκας οὐδ´ ἐπ´ ἐγκλήματα προέλθοι ἂν ὁ 26860 3.19.16.30 : νοῦν ἔχων, ἐπείπερ οὐδ´ ὑβρίσθαι ἂν δόξειεν· καὶ γὰρ 26861 3.19.16.31 : μικρόψυχον τὸ ἀγανακτεῖν ἢ ἐπιτείνεσθαι περὶ τῶν τοι– 26862 3.19.16.32 : ούτων· πρᾴως δὲ καὶ ἡσύχως οἴσει τὸ συμβάν, ἐπεὶ καὶ 26863 3.19.16.33 : πρέπον τοῦτο τῷ βουλομένῳ εἶναι μεγαλόφρονι. Σωκρά– 26864 3.19.16.34 : της γοῦν οὕτω διακείμενος φανερὸς ἦν, ὃς δημοσίᾳ λοι– 26865 3.19.16.35 : δορηθεὶς ὑπ´ Ἀριστοφάνους, οὐχ ὅπως ἠγανάκτησεν, ἀλλὰ 26866 3.19.16.36 : καὶ ἐντυχὼν ἠξίου αὐτὸν εἰ καὶ πρὸς ἄλλο τι τοιοῦτον 26867 3.19.16.37 : βούλοιτο χρῆσθαι αὐτῷ. ταχύ γ´ ἂν ἐκεῖνος ἐν ὀλίγοις 26868 3.19.16.38 : λοιδορούμενος ἐχαλέπηνεν, ὃς οὐδὲ ἐν θεάτρῳ λοιδορη– 26869 3.19.16.39 : θεὶς ἠγανάκτει; Φωκίων δὲ ὁ χρηστός, τῆς γυναικὸς αὐ– 26870 3.19.16.40 : τοῦ προπηλακισθείσης πρός τινος, τοσοῦτον ἐδέησεν ἐγ– 26871 3.19.16.41 : καλεῖν τῷ προπηλακίσαντι, ὥστε ἐπεὶ δείσας ἐκεῖνος 26872 3.19.16.42 : προσῆλθέ τε καὶ συγγνώμην ἔχειν ἠξίου τὸν Φωκίωνα, 26873 3.19.16.43 : φάσκων ἠγνοηκέναι ὅτι ἦν ἐκείνου γυνή, εἰς ἣν ἐπλημ– 26874 3.19.16.44 : μέλει· ’ἀλλὰ ἥ γε ἐμὴ γυνὴ οὐδέν‘ ἔφη ’ὑπὸ σοῦ πέπονθεν, 26875 3.19.16.45 : ἑτέρα δέ τις ἴσως, ὥστε οὐδὲ χρὴ ἐμοί σε ἀπολογεῖσθαι.‘ 26876 3.19.16.46 : καὶ ἄλλους δὲ παλαιοὺς ἄνδρας ἔχοιμ´ ἂν λέγειν πειρα– 26877 3.19.16.47 : θέντας ὕβρεως, τοὺς μὲν ἔκ τινων γλώσσῃ πλημμεληθέν– 26878 3.19.16.48 : τας, τοὺς δὲ χερσὶν ὥστε αἰκισθῆναι τὸ σῶμα· καὶ οὔτε 26879 3.19.16.49 : ἀμυνάμενοι φαίνονται τοὺς πλημμελήσαντας οὔτε ἄλλον 26880 3.19.16.50 : τρόπον ἐπεξελθόντες, ἀλλὰ πάνυ πρᾴως ἐνεγκόντες τὴν 26881 3.19.16.51 : ἀδικίαν αὐτῶν. καὶ γὰρ δὴ τὸ μὲν σκοπεῖν ὅπως ἀντι– 26882 3.19.16.52 : δήξεταί τις τὸν δακόντα καὶ ἀντιποιήσει κακῶς τὸν ὑπάρ– 26883 3.19.16.53 : ξαντα, θηρίου τινὸς οὐκ ἀνθρώπου ἐστίν, ὡς οὐδὲ τοῦτο 26884 3.19.16.54 : λογίσασθαι δύναται, ὅτι τὰ πολλὰ τῶν ἁμαρτανομένων 26885 3.19.16.55 : ὑπ´ ἀγνοίας τε καὶ ἀμαθίας τοῖς ἀνθρώποις ἁμαρτάνεται, 26886 3.19.16.56 : ὧν ὁ μεταδιδαχθεὶς εὐθὺς παύεται· τὸ δὲ δέχεσθαι τὰς 26887 3.19.16.57 : ἁμαρτίας μὴ ἀγρίως, μηδὲ ἀνήκεστον εἶναι τοῖς πλημ– 26888 3.19.16.58 : μελήσασιν, ἀλλ´ αἴτιον εἶναι αὐτοῖς ἐλπίδος χρηστῆς, 26889 3.19.16.59 : ἡμέρου τρόπου καὶ φιλανθρώπου ἐστίν. πόσῳ δὴ κρεῖτ– 26890 3.19.16.60 : τον οὕτως ἔχοντα φαίνεσθαι τὸν φιλόσοφον, ὥστε συγ– 26891 3.19.16.61 : γνώμης ἀξιοῦν εἴ τις πλημμελήσειεν εἰς αὐτόν, ἢ δοκεῖν 26892 3.19.16.62 : μὲν ἀμύνειν ἑαυτῷ δικαζόμενον καὶ ἐγκαλοῦντα, τῇ δὲ ἀλη– 26893 3.19.16.63 : θείᾳ ἀσχημονεῖν, ἀνακόλουθα τοῖς ἑαυτοῦ λόγοις πράτ– 26894 3.19.16.64 : τοντα; εἴ γε λέγει μέν, ὡς οὐκ ἂν ἀδικηθείη ποτὲ ὁ ἀγα– 26895 3.19.16.65 : θὸς ἀνὴρ ὑπὸ κακοῦ ἀνδρός· ἐγκαλεῖ δ´ ὡς ἀδικούμενος 26896 3.19.16.66 : ὑπὸ ἀνθρώπων πονηρῶν αὐτὸς ἀξιῶν ἀγαθὸς εἶναι. 26897 3.19.17.1 : Δίωνος. 26898 3.19.17.2 : Δίωνι τῷ Ἀκαδημιακῷ ἀπὸ συμποσίου ἀναστρέφοντι 26899 3.19.17.3 : παρεπόμενος κακῶς τις ἔλεγε καὶ βλασφημίας οὐδὲν ἀπε– 26900 3.19.17.4 : λίμπανεν· ὃ δ´ ἡσύχως εἶχεν. ὡς δὲ καὶ ἐπὶ τὴν οἰκίαν 26901 3.19.17.5 : ἦλθε, μέλλοντι αὐτῷ εἰσιέναι ὁ λοιδορῶν ’τί δαί;‘ ἔφη· 26902 3.19.17.6 : πρὸς ὃν εἶπεν ὁ Δίων ’οὐδὲ γρῦ‘. 26903 3.19.18.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τοῦ Συμποσίου (II 24–26). 26904 3.19.18.2 : Ὁ δ´ αὖ Σωκράτης εἶπεν· Ἀλλὰ πίνειν μὲν, ὦ ἄν– 26905 3.19.18.3 : δρες, κἀμοὶ πάνυ δοκεῖ· τῷ γὰρ ὄντι ὁ οἶνος ἄρδων τὰς 26906 3.19.18.4 : ψυχὰς τὰς μὲν λύπας, ὥσπερ ὁ μανδραγόρας τοὺς ἀν– 26907 3.19.18.5 : θρώπους, κοιμίζει, τὰς δὲ φιλοφροσύνας, ὥσπερ ἔλαιον 26908 3.19.18.6 : φλόγα, ἐγείρει. δοκεῖ γε μέντοι μοι καὶ τὰ τῶν ἀνδρῶν 26909 3.19.18.7 : συμπόσια ταῦτα πάσχειν, ἅπερ καὶ τὰ τῶν ἐν τῇ γῇ φυο– 26910 3.19.18.8 : μένων. καὶ γὰρ ἐκεῖνα, ὅταν μὲν αὐτὰ ὁ θεὸς ἄγαν 26911 3.19.18.9 : ἀθρόως ποτίζῃ, οὐ δύναται ὀρθοῦσθαι οὐδὲ ταῖς αὔραις 26912 3.19.18.10 : διαπνεῖσθαι· ὅταν δὲ ὅσῳ ἥδεται τοσοῦτον πίνῃ, καὶ μάλα 26913 3.19.18.11 : ὀρθά τε αὔξεται καὶ θάλλοντα ἀφικνεῖται εἰς τὴν καρ– 26914 3.19.18.12 : πογονίαν· οὕτω δὲ καὶ ἡμεῖς ἢν μὲν ἀθρόον τὸ ποτὸν 26915 3.19.18.13 : ἐγχεώμεθα, ταχὺ ἡμῶν καὶ τὰ σώματα καὶ αἱ γνῶμαι 26916 3.19.18.14 : σφάλλονται, καὶ οὐδὲ ἀναπνεῖν, μὴ ὅτι λέγειν τι δυνησό– 26917 3.19.18.15 : μεθα· ἢν δὲ ἡμῖν οἱ παῖδες μικραῖς κύλιξι πυκνὰ ἐπι– 26918 3.19.18.16 : ψακάζωσιν, ἵνα καὶ ἐγὼ ἐν Γοργιείοις ῥήμασιν εἴπω, οὕτως 26919 3.19.18.17 : οὐ βιαζόμενοι μεθύειν ὑπὸ τοῦ οἴνου, ἀλλ´ ἀναπειθόμενοι 26920 3.19.18.18 : πρὸς τὸ παιγνιωδέστερον ἀφιξόμεθα. 26921 3.19.19.1 : Ἡροδότου ἱστορίας ζʹ (VII 160). 26922 3.19.19.2 : Ὦ ξεῖνε Σπαρτιῆτα, ὀνείδεα κατιόντα ἀνθρώπῳ φιλέει 26923 3.19.19.3 : ἐπανάγειν τὸν θυμόν. σὺ μέντοι ἀποδεξάμενος ὑβρίσ– 26924 3.19.19.4 : ματα ἐν τῷ λόγῳ, οὔ μ´ ἔπεισας ἀσχήμονα ἐν τῇ ἀμοιβῇ 26925 3.19.19.5 : γενέσθαι. 26926 3.20.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΟΡΓΗΣ.}1 26927 3.20.1.1 : Θεόγνιδος ( 1223). 26928 3.20.1.2 : Οὐδέν, Κύρν´, ὀργῆς ἀδικώτερον, ἣ τὸν ἔχοντα 26929 3.20.1.3 : πημαίνει. θυμῷ δειλὰ χαριζομένη. 26930 3.20.2.1 : Εὐήνου (fr. 5 p. l. 4 II p. 270 Bergk.). 26931 3.20.2.2 : Πολλάκις ἀνθρώπων ὀργὴ νόον ἐξεκάλυψεν 26932 3.20.2.3 : κρυπτόμενον, μανίας 〈οὐ〉 πολὺ χειρότερον. 26933 3.20.3.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 64 com. IV p. 252). 26934 3.20.3.2 : Ὀργῇ παραλογισμός ποτ´ οὐδεὶς φεύγεται. 26935 3.20.3.3 : αὕτη κρατεῖ νῦν, ἂν δὲ μικρὸν παρακμάσῃ, 26936 3.20.3.4 : κατόψεταί τι μᾶλλον εἰς τὸ συμφέρον. 26937 3.20.4.1 : Φιλήμονος (fab. inc. 59a. b com. IV p. 54). 26938 3.20.4.2 : Μαινόμεθα πάντες, ὁπόταν ὀργιζώμεθα. 26939 3.20.4.3 : τὸ γὰρ κατασχεῖν ἐστι τὴν ὀργὴν πόνος. 26940 3.20.5.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 26941 3.20.5.2 : Ἅπανθ´ ὅς´ ὀργιζόμενος ἄνθρωπος ποεῖ, 26942 3.20.5.3 : ταῦθ´ ὕστερον λάβοις ἂν ἡμαρτημένα. 26943 3.20.6.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 629 Kock.). 26944 3.20.6.2 : Ἐπίσχες ὀργιζόμενος. {—}Ἀλλὰ βούλομαι. 26945 3.20.6.3 : {—}Οὐδεὶς γὰρ ὀργῆς χάριν ἀπείληφεν, πάτερ. 26946 3.20.7.1 : Εὐριπίδου Αἰόλῳ (fr. 31 N. 2). 26947 3.20.7.2 : Ὀργῇ γὰρ ὅστις εὐθέως χαρίζεται, 26948 3.20.7.3 : κακῶς τελευτᾷ· πλεῖστα γὰρ σφάλλει βροτούς. 26949 3.20.8.1 : Ἐπιχάρμου (fr. * 21 p. 261 Lor.). 26950 3.20.8.2 : Μὴ ´πὶ μικροῖς αὐτὸς αὑτὸν ὀξύθυμον δείκνυε. 26951 3.20.9.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. * 22 ibid.). 26952 3.20.9.2 : Ἐπιπολάζειν οὔ τι χρὴ τὸν θυμόν, ἀλλὰ τὸν νόον. 26953 3.20.10.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. * 23 ibid.). 26954 3.20.10.2 : Οὐδὲ εἷς οὐδὲν μετ´ ὀργῆς κατὰ τρόπον βουλεύεται. 26955 3.20.11.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάῳ (fr. 257 N. 2). 26956 3.20.11.2 : Πολλοὺς δ´ ὁ θυμὸς ὁ μέγας ὤλεσεν βροτῶν 26957 3.20.11.3 : ἥ τ´ ἀξυνεσία, δύο κακὼ τοῖς χρωμένοις. 26958 3.20.12.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάῳ (fr. 259 N. 2). 26959 3.20.12.2 : Ὀργῇ δὲ φαύλῃ πόλλ´ ἔνεστ´ ἀσχήμονα. 26960 3.20.12a.1 : (Eur. Hypsip. fr. 760 N. 2) 26961 3.20.12a.2 : Ἔξω γὰρ ὀργῆς πᾶς ἀνὴρ σοφώτερος. 26962 3.20.13.1 : (trag. fr. adesp. 523 N. 2) 26963 3.20.13.2 : Πόλλ´ ἐστὶν ὀργῆς ἐξ ἀπαιδεύτου κακά. 26964 3.20.13.1 : Αἰσχύλου. 26965 3.20.13.2 : Ὀργῆς ματαίας εἰσὶν αἴτιοι λόγοι. 26966 3.20.14.1 : Σοφοκλέους (Ant. 1028). 26967 3.20.14.2 : Αὐθαδία τοι σκαιότητ´ ὀφλισκάνει. 26968 3.20.15.1 : Χαιρήμονος (fr. 28 p. 789 N. 2). 26969 3.20.15.2 : Ἡγοῦ δ´ ἐν ὀργῇ πάντα γίγνεσθαι κακά. 26970 3.20.16.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 29 p. 789 N. 2). 26971 3.20.16.2 : Ὀργὴ δὲ πολλοὺς δρᾶν ἀναγκάζει κακά. 26972 3.20.17.1 : Εὐριπίδου Φιλοκτήτου (fr. 799 N. 2). 26973 3.20.17.2 : Ὥσπερ δὲ θνητὸν καὶ τὸ σῶμ´ ἡμῶν ἔφυ, 26974 3.20.17.3 : οὕτω προσήκει μηδὲ τὴν ὀργὴν ἔχειν 26975 3.20.17.4 : ἀθάνατον, ὅστις σωφρονεῖν ἐπίσταται. 26976 3.20.18.1 : Σωσιφάνους (fr. 2 p. 820 N. 2). 26977 3.20.18.2 : Νῦν σοι πρὸς ὄψιν θυμὸς ἡβάτω, γέρον, 26978 3.20.18.3 : νυνὶ † δεῖ γ´ ὀργήν, ἡνίκ´ † ουδείκου, λαβεῖν. 26979 3.20.19.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 285 com. IV p. 294). 26980 3.20.19.2 : Ὅσος τὸ κατέχειν ἐστὶ τὴν ὀργὴν πόνος. 26981 3.20.20.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fab. inc. fr. 84 com. IV p. 256). 26982 3.20.20.2 : Οὐκ ἔστιν ὀργῆς, ὡς ἔοικε, φάρμακον 26983 3.20.20.3 : ἄλλ´ ἢ λόγος σπουδαῖος ἀνθρώπου φίλου. 26984 3.20.21.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fab. inc. fr. 25 com. IV p. 241). 26985 3.20.21.2 : Εἰ καὶ σφόδρ´ ἀλγεῖς, μηδὲν ἠρεθισμένος 26986 3.20.21.3 : πράξῃς [τι] προπετῶς· ὀργῆς γὰρ ἀλογίστου κρατεῖν 26987 3.20.21.4 : ἐν ταῖς ταραχαῖς μάλιστα τὸν φρονοῦντα δεῖ. 26988 3.20.22.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Georg. fr. 3 com. IV p. 96). 26989 3.20.22.2 : Τὸ δ´ ὀξύθυμον τοῦτο καὶ λίαν πικρὸν 26990 3.20.22.3 : δεῖγμ´ ἐστὶν εὐθὺς πᾶσι μικροψυχίας. 26991 3.20.23.1 : Θεοκρίτου (I 15). 26992 3.20.23.2 : Οὐ θέμις, ὦ ποιμήν, τὸ μεσαμβρινόν, οὐ θέμις ἇμιν 26993 3.20.23.3 : συρίσδειν· τὸν Πᾶνα δεδοίκαμες· ἦ γὰρ ἀπ´ ἄγρας 26994 3.20.23.4 : τανίκα κεκμακὼς ἀμπαύεται, ἔστι δὲ πικρός, 26995 3.20.23.5 : καί οἱ ἀεὶ δριμεῖα χολὰ ποτὶ ῥῖνα κάθηται. 26996 3.20.24.1 : Ὁμήρου (Il. I 103–104). 26997 3.20.24.2 : Ἀχνύμενος, μένεος δὲ μέγα φρένες ἀμφιμέλαιναι 26998 3.20.24.3 : πίμπλαντ´, ὄσσε δέ οἱ πυρὶ λαμπετόωντι ἐίκτην. 26999 3.20.25.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάῳ (fr. 258 N. 2). 27000 3.20.25.2 : Τῷ γὰρ βιαίῳ κἀγρίῳ τὸ μαλθακὸν 27001 3.20.25.3 : εἰς ταὐτὸν ἐλθὸν τοῦ λίαν παρείλετο. 27002 3.20.26.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 1038 N. 2). 27003 3.20.26.2 : Ὀργαὶ γὰρ ἀνθρώποισι συμφορᾶς ὕπο 27004 3.20.26.3 : δειναί, πλάνος τε καρδίᾳ προσίσταται. 27005 3.20.27.1 : Σοφοκλέους Οἰδίποδος (Col. 592). 27006 3.20.27.2 : Ὦ μωρέ, θυμὸς ἐν κακοῖς οὐ ξύμφορος. 27007 3.20.28.1 : Ἀρχιλόχου (fr. 66 p. l. II 4 p. 400). 27008 3.20.28.2 : Θυμέ, θύμ´ ἀμηχάνοισι κήδεσιν κυκώμενε, 27009 3.20.28.3 : † ἀναδευ, δυσμενῶν δ´ ἀλέξευ προσβαλὼν ἐναντίον 27010 3.20.28.4 : στέρνον, ἐνδόκοισιν ἐχθρῶν πλησίον κατασταθεὶς 27011 3.20.28.5 : ἀσφαλέως· καὶ μήτε νικῶν ἀμφάδην ἀγάλλεο, 27012 3.20.28.6 : μήτε νικηθεὶς ἐν οἴκῳ καταπεσὼν ὀδύρεο, 27013 3.20.28.7 : ἀλλὰ χαρτοῖσίν τε χαῖρε καὶ κακοῖσιν ἀσχάλα 27014 3.20.28.8 : μὴ λίην· γίγνωσκε δ´ οἷος ῥυσμὸς ἀνθρώπους ἔχει. 27015 3.20.29.1 : Σοφοκλέους ἐν Τυροῖ (fr. 600 N. 2). 27016 3.20.29.2 : Πόλλ´ ἐν κακοῖσι θυμὸς εὐνηθεὶς ὁρᾷ. 27017 3.20.30.1 : Εὐριπίδου Μηδείας ( 109–110). 27018 3.20.30.2 : Μεγαλόσπλαγχνος δυσκατάπαυστος 27019 3.20.30.3 : ψυχὴ δηχθεῖσα κακοῖσιν. 27020 3.20.31.1 : Εὐριπίδου Ὑψιπύλῃ (fr. 760 N. 2). 27021 3.20.31.2 : Ἔξω γὰρ ὀργῆς πᾶς ἀνὴρ σοφώτερος. 27022 3.20.32.1 : Σοφοκλέους Τηρεῖ (fr. 530 N. 2). 27023 3.20.32.2 : Ἄνους ἐκεῖνος, αἱ δ´ ἀνούστεραί γ´ ἔτι 27024 3.20.32.3 : ἐκεῖνον ἠμύναντο † καρτερόν. 27025 3.20.32.4 : ὅστις γὰρ ἐν κακοῖσι θυμωθεὶς βροτῶν 27026 3.20.32.5 : μεῖζον προσάπτει τῆς νόσου τὸ φάρμακον, 27027 3.20.32.6 : ἰατρός ἐστιν οὐκ ἐπιστήμων ἀκῶν. 27028 3.20.33.1 : Νεόφρονος ἐν Μηδείᾳ (fr. 2 p. 730 N. 2). 27029 3.20.33.2 : Εἶεν· τί δράσεις, θυμέ; βούλευσαι καλῶς 27030 3.20.33.3 : πρὶν ἐξαμαρτεῖν καὶ τὰ προσφιλέστατα 27031 3.20.33.4 : ἔχθιστα θέσθαι. ποῖ ποτ´ ἐξῇξας, τάλας; 27032 3.20.33.5 : κάτισχε λῆμα καὶ σθένος θεοστυγές. 27033 3.20.33.6 : καὶ πρὸς τί ταῦτα δύρομαι, ψυχὴν ἐμὴν 27034 3.20.33.7 : ὁρῶς´ ἔρημον καὶ παρημελημένην 27035 3.20.33.8 : πρὸς ὧν ἐχρῆν ἥκιστα; μαλθακοὶ δὲ δὴ 27036 3.20.33.9 : τοιαῦτα γιγνόμεσθα πάσχοντες κακά; 27037 3.20.33.10 : οὐ μὴ προδώσεις, θυμέ, σαυτὸν ἐν κακοῖς; 27038 3.20.33.11 : οἴμοι, δέδοκται· παῖδες, ἐκτὸς ὀμμάτων 27039 3.20.33.12 : ἀπέλθετ´· ἤδη γάρ με φοινία μέγαν 27040 3.20.33.13 : δέδυκε λύσσα θυμόν. ὦ χέρες χέρες, 27041 3.20.33.14 : πρὸς οἷον ἔργον ἐξοπλιζόμεσθα· φεῦ, 27042 3.20.33.15 : τάλαινα τόλμης, ἣ πολὺν πόνον βραχεῖ 27043 3.20.33.16 : διαφθεροῦσα τὸν ἐμὸν ἔρχομαι χρόνῳ. 27044 3.20.34.1 : Εὐριπίδου Μηδείας ( 446–447). 27045 3.20.34.2 : Οὐ νῦν κατεῖδον πρῶτον, ἀλλὰ πολλάκις, 27046 3.20.34.3 : τραχεῖαν ὀργὴν ὡς ἀμήχανον κακόν. 27047 3.20.35.1 : Ἐν ταὐτῷ ( 520–521). 27048 3.20.35.2 : Δεινή τις ὀργὴ καὶ δυσίατος πέλει, 27049 3.20.35.3 : ὅταν φίλοι φίλοισι συμβάλως´ ἔριν. 27050 3.20.36.1 : Εὐριπίδου Τήλεφος (fr. 718 N. 2). 27051 3.20.36.2 : Ὥρα σε θυμοῦ κρείσσονα γνώμην ἔχειν. 27052 3.20.37.1 : (Eur. Med. 1079–1080) 27053 3.20.37.2 : Θυμὸς δὲ κρείσσων τῶν ἐμῶν βουλευμάτων, 27054 3.20.37.3 : ὅσπερ μεγίστων αἴτιος κακῶν βροτοῖς. 27055 3.20.38.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 1039 N. 2). 27056 3.20.38.2 : Ὁ θυμὸς ἀλγῶν ἀσφάλειαν οὐκ ἔχει. 27057 3.20.39.1 : (trag. adesp. fr. 524 N. 2) 27058 3.20.39.2 : Ἐν τοῖς κακοῖσι δ´ ηὑγένει´ ὅταν παρῇ 27059 3.20.39.3 : τραχεῖα καὶ ὀξύθυμος, ἀμαθίαν ἔχει. 27060 3.20.40.1 : Ὁμήρου (Il. IX 496–497). 27061 3.20.40.2 : Ἀλλ´ Ἀχιλεῦ, δάμασον θυμὸν μέγαν· οὐδέ τί σε χρὴ 27062 3.20.40.3 : νηλεὲς ἦτορ ἔχειν· στρεπτοὶ δέ τε καὶ θεοὶ αὐτοί. 27063 3.20.41.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Il. XV 201–203). 27064 3.20.41.2 : Οὕτω γὰρ δή τοι, γαιήοχε κυανοχαῖτα, 27065 3.20.41.3 : τόνδε φέρω Διὶ μῦθον ἀπηνέα τε κρατερόν τε, 27066 3.20.41.4 : ἤ τι μεταστρέψεις; στρεπταὶ δέ τε φρένες ἐσθλῶν. 27067 3.20.42.1 : Πλάτωνος. 27068 3.20.42.2 : Πλάτων ὀργισθείς ποτέ τινι τῶν δούλων, χάριν ἔχειν 27069 3.20.42.3 : τοῖς θεοῖς ἐκέλευεν αὐτὸν ὅτι ὀργίζεται· κολασθῆναι γὰρ 27070 3.20.42.4 : ἂν πάντως, εἰ μὴ ὠργίζετο. 27071 3.20.43.1 : Ἀντιφῶντος (de caede Herodis 72). 27072 3.20.43.2 : Οὐκ ἔστιν ὅ τι ἂν ὀργιζόμενος ἄνθρωπος εὖ γνοίη· 27073 3.20.43.3 : αὐτὸ γὰρ ὃ βουλεύεται, τὴν γνώμην διαφθείρει τοῦ ἀν– 27074 3.20.43.4 : θρώπου. 27075 3.20.44.1 : Ἡροδότου (VII 160). 27076 3.20.44.2 : Τὰ ὀνείδεα κατιόντα ἀνθρώπῳ φιλέει ἐπανάγειν τὸν 27077 3.20.44.3 : θυμόν. 27078 3.20.45.1 : Τοῦ αὐτοῦ (VII 39). 27079 3.20.45.2 : Ὡς ἐν τοῖσιν ὠσὶ τῶν ἀνθρώπων οἰκέει ὁ θυμός· 27080 3.20.45.3 : χρηστὰ μὲν ἀκούσας τέρψιος ἐμπιπλεῖ τὸ σῶμα, ὑπεναν– 27081 3.20.45.4 : τία δὲ τουτέοισιν ἀκούσας ἀνοιδαίνει. 27082 3.20.46.1 : Ἀριστοτέλους (fr. 661 Rose 3). 27083 3.20.46.2 : Ἢ οὐχ ὁρᾷς, ὅτι τῶν ἐν ὀργῇ διαπραττομένων ἁπάν– 27084 3.20.46.3 : των ὁ λογισμὸς ἀποδημεῖ φεύγων τὸν θυμὸν ὡς πικρὸν 27085 3.20.46.4 : τύραννον; 27086 3.20.47.1 : Ἀρριανοῦ (deest ap. Schweigh.). 27087 3.20.47.2 : Μεγαλόθυμοι πρᾴως εἰσί τινες, ἡσυχῇ καὶ οἷον ἀορ– 27088 3.20.47.3 : γήτως πράττοντες ὅσα καὶ οἱ σφόδρα τῷ θυμῷ φερό– 27089 3.20.47.4 : μενοι. φυλακτέον οὖν καὶ τὸ τούτων ἀβλέπτημα ὡς πολὺ 27090 3.20.47.5 : χεῖρον ὂν τοῦ διατεινόμενον ὀργίζεσθαι. οὗτοι μὲν γὰρ 27091 3.20.47.6 : ταχὺ κόρον τῆς τιμωρίας λαμβάνουσιν, οἳ δὲ εἰς μακρὸν 27092 3.20.47.7 : παρατείνουσιν ὡς οἱ λεπτῶς πυρέττοντες. 27093 3.20.48.1 : Ἀπολλώνιος Μακεδόνι (p. 126 Herch.). 27094 3.20.48.2 : Τῆς ὀξυθυμίας τὸ ἄνθος μανία. 27095 3.20.49.1 : Ἀπολλώνιος Ἀριστοκλεῖ (ibid. p. 126). 27096 3.20.49.2 : Τὸ τῆς ὀργῆς πόθος μὴ καθομιλούμενον μηδὲ θερα– 27097 3.20.49.3 : πευόμενον φυσικὴ νόσος γίνεται. 27098 3.20.50.1 : Ἀπολλώνιος Δημοκράτει (ibid. p. 127). 27099 3.20.50.2 : Ὁ ὑπὲρ μικρῶν ἁμαρτημάτων ἀνυπερβλήτως ὀργιζό– 27100 3.20.50.3 : μενος οὐκ ἐᾷ διαγνῶναι τὸν ἁμαρτάνοντα, πότε ἔλαττον 27101 3.20.50.4 : καὶ πότε μεῖζον ἠδίκησεν. 27102 3.20.51.1 : Διονυσίου Ἁλικαρνασέως. 27103 3.20.51.2 : *** 27104 3.20.52.1 : (Plut. quomodo adol. poetas audire debeat p. 31 A) 27105 3.20.52.2 : Ὅτι μεγάλου καὶ δοκοῦντος εἶναι καὶ ὄντος τοῦ κρα– 27106 3.20.52.3 : τεῖν ὀργῆς ἡ πρόνοια καὶ ἡ φυλακὴ τοῦ μὴ περιπεσεῖν 27107 3.20.52.4 : μεῖζον. 27108 3.20.53.1 : Σωτίωνος ἐκ τοῦ Περὶ ὀργῆς βʹ. 27109 3.20.53.2 : Τοῖς δὲ σοφοῖς ἀντὶ ὀργῆς Ἡρακλείτῳ μὲν δάκρυα, 27110 3.20.53.3 : Δημοκρίτῳ δὲ γέλως ἐπῄει. 27111 3.20.54.1 : Ὥσπερ δὲ πλοῖα γενναῖα οὐχ ὅσα ἐν εὐδίᾳ πλεῖ, ἀλλ´ 27112 3.20.54.2 : ὅσα πρὸς χειμῶνα ἀντέχει καὶ σῴζεται· οὕτω καὶ ἄνθρω– 27113 3.20.54.3 : ποι ὀργῇ καὶ κινήσει ἀντέχοντες μεγάλοι καὶ ἀνδρεῖοι. 27114 3.20.54a.1 : Ὑποκριταῖς μὲν οὖν καὶ μὴ ὀργιζομένοις ὑποκρινα– 27115 3.20.54a.2 : μένοις ὀργὴν συνήνεγκεν, οἱ δὲ σπουδαῖοι ἄνδρες, οὐδ´ 27116 3.20.54a.3 : ἐὰν ὡς ἀληθῶς ὀργίζωνται, οὕτω χρῶνται τῷ σχήματι. 27117 3.20.55.1 : Ἀριστοτέλους (fr. 660 Rose 3). 27118 3.20.55.2 : Ὥσπερ ὁ καπνὸς ἐπιδάκνων τὰς ὄψεις οὐκ ἐᾷ βλέ– 27119 3.20.55.3 : πειν τὸ κείμενον ἐν τοῖς ποσίν· οὕτως ὁ θυμὸς ἐπαιρό– 27120 3.20.55.4 : μενος τῷ λογισμῷ ἐπισκοτεῖ καὶ τὸ συμβησόμενον ἐξ αὐτοῦ 27121 3.20.55.5 : ἄτοπον οὐκ ἐφίησι τῇ διανοίᾳ προλαβεῖν. 27122 3.20.56.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 77 Mullach.). 27123 3.20.56.2 : Θυμῷ μάχεσθαι μὲν χαλεπόν· ἀνδρὸς δὲ τὸ κρατέειν 27124 3.20.56.3 : εὐλογίστου. 27125 3.20.57.1 : Πλάτων ὀργιζόμενος ποτὲ τῷ οἰκέτῃ ἐπιστάντος Ξενο– 27126 3.20.57.2 : κράτους ’λαβών‘ ἔφη ’τοῦτον μαστίγωσον· ἐγὼ γὰρ ὀργί– 27127 3.20.57.3 : ζομαι‘ 27128 3.20.58.1 : Πλουτάρχου (de cohib. ira p. 458 F). 27129 3.20.58.2 : Ἀριστοτέλης φησὶ Σατύρου τοῦ Σαμίου τοὺς φίλους 27130 3.20.58.3 : φράξαι τὰ ὦτα κηρῷ δίκην ἔχοντος, ὅπως μὴ συγχέῃ τὸ 27131 3.20.58.4 : πρᾶγμα διὰ θυμὸν ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν λοιδορούμενος. 27132 3.20.59.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Περὶ διαβολῆς (fr. XXIII 1 27133 3.20.59.2 : Wyttenb.). 27134 3.20.59.3 : Οἱ νεώνητοι δοῦλοι πυνθάνονται οὐκ εἰ δεισιδαίμων 27135 3.20.59.4 : ἢ φθονερὸς ὁ δεσπότης, ἀλλ´ εἰ ὀργίλος. 27136 3.20.60.1 : Ῥούφου ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου Περὶ φιλίας (fr. 69 III 27137 3.20.60.2 : p. 89 Schweigh.). 27138 3.20.60.3 : Ἀλλὰ παντὸς μᾶλλον τῆς μὲν φύσεως ἐκεῖνο τὸ ἔργον, 27139 3.20.60.4 : συνδῆσαι καὶ συναρμόσαι τὴν ὁρμὴν τῇ τοῦ προσήκον– 27140 3.20.60.5 : τος καὶ ὠφελίμου φαντασίᾳ. 27141 3.20.61.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 70 l. c.). 27142 3.20.61.2 : Τὸ δὲ οἴεσθαι εὐκαταφρονήτους τοῖς ἄλλοις ἔσεσθαι, 27143 3.20.61.3 : ἐὰν μὴ τοὺς πρώτους ἐχθροὺς παντὶ τρόπῳ βλάψωμεν, 27144 3.20.61.4 : σφόδρα ἀγεννῶν καὶ ἀνοήτων ἀνθρώπων. φαμὲν γὰρ τὸν 27145 3.20.61.5 : εὐκαταφρόνητον νοεῖσθαι μὲν καὶ κατὰ τὸ ἀδύνατον εἶ– 27146 3.20.61.6 : ναι βλάψαι· ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον νοεῖται κατὰ τὸ ἀδύνατον 27147 3.20.61.7 : εἶναι ὠφελεῖν. 27148 3.20.62.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 147 Mullach.). 27149 3.20.62.2 : Φιλονεικίη πᾶσα ἀνόητος· τὸ γὰρ κατὰ τοῦ δυσμενέος 27150 3.20.62.3 : βλαβερὸν θεωρεῦσα τὸ ἴδιον συμφέρον οὐ βλέπει. 27151 3.20.63.1 : Ἀριστίππου. 27152 3.20.63.2 : Ἀρίστιππος ὁ Κυρηναῖος φιλόσοφος θεασάμενός τινα 27153 3.20.63.3 : ὀργιζόμενον καὶ διὰ τῶν λόγων χαλεπαίνοντα ἔφη ’μὴ 27154 3.20.63.4 : τοὺς λόγους δι´ ὀργῆς ἄγωμεν, ἀλλὰ τὴν ὀργὴν διὰ τῶν 27155 3.20.63.5 : λόγων καταπαύωμεν‘. 27156 3.20.64.1 : Ναυκράτους. 27157 3.20.64.2 : Ναυκράτης ὁ σοφὸς τοὺς ὀξυθύμους ἔφη παραπλή– 27158 3.20.64.3 : σιον τοῖς λύχνοις πάσχειν· καὶ γὰρ τούτους πλείονι ἐλαίῳ 27159 3.20.64.4 : ἐκκαίεσθαι. 27160 3.20.65.1 : Ἀριστοτέλους. 27161 3.20.65.2 : Ὁ θυμός ἐστι πάθος θηριῶδες μὲν τῇ διαθέσει, 27162 3.20.65.3 : συνεχὲς 〈δὲ〉 τῇ λήψει, σκληρὸν δὲ καὶ βίαιον τῇ δυνάμει, 27163 3.20.65.4 : φόνων αἴτιον, συμφορᾶς σύμμαχον, βλάβης συνεργόν, ἀτι– 27164 3.20.65.5 : μίας καὶ χρημάτων ἀπωλείας ἔτι δὲ καὶ φθορᾶς ἀρχηγόν. 27165 3.20.66.1 : Ἀντιφῶντος (fr. 129 Blass. 2). 27166 3.20.66.2 : Ὅστις δὲ ἰὼν ἐπὶ τὸν πλησίον κακῶς ποιήσων δει– 27167 3.20.66.3 : μαίνει, μὴ ἃ θέλει ποιῆσαι, ἁμαρτὼν τούτων, ἃ μὴ θέλει 27168 3.20.66.4 : ἀπενέγκηται, σωφρονέστερος. ἐν ᾧ γὰρ δειμαίνει, μέλ– 27169 3.20.66.5 : λει· ἐν ᾧ δὲ μέλλει, πολλάκις ὁ διὰ μέσου χρόνος ἀπέ– 27170 3.20.66.6 : στρεψε τὸν νοῦν τῶν θελημάτων· καὶ ἐν μὲν τῷ γεγενῆσθαι 27171 3.20.66.7 : οὐκ ἔνεστιν, ἐν δὲ τῷ μέλλειν ἐνδέχεται 〈μὴ〉 γενέσθαι. 27172 3.20.66.8 : ὅστις δὲ δράσειν μὲν οἴεται τοὺς πέλας κακῶς, πείσεσθαι 27173 3.20.66.9 : δ´ οὔ, 〈οὐ〉 σωφρονεῖ. ἐλπίδες δ´ οὐ πανταχοῦ ἀγαθόν· 27174 3.20.66.10 : πολλοὺς γὰρ τοιαῦται ἐλπίδες κατέβαλον εἰς ἀνηκέστους 27175 3.20.66.11 : συμφοράς, ἃ δ´ ἐδόκουν τοὺς πέλας ποιήσειν, παθόντες 27176 3.20.66.12 : ταῦτα ἀνεφάνησαν αὐτοί. σωφροσύνην δὲ ἀνδρὸς οὐκ ἂν 27177 3.20.66.13 : ἄλλος ὀρθότερόν τις κρίνειεν, ἢ ὅστις τοῦ θυμοῦ ταῖς 27178 3.20.66.14 : παραχρῆμα ἡδοναῖς ἐμφράσσει αὐτὸς ἑαυτὸν κρατεῖν τε 27179 3.20.66.15 : καὶ νικᾶν ἠδυνήθη αὐτὸς ἑαυτόν. ὃς δὲ θέλει χαρίσα– 27180 3.20.66.16 : σθαι τῷ θυμῷ, παραχρῆμα θέλει τὰ κακίω ἀντὶ τῶν 27181 3.20.66.17 : ἀμεινόνων. 27182 3.20.67.1 : Ἐπικτήτου (fr. 71 III p. 90 Schweigh.). 27183 3.20.67.2 : Ὅτῳ μετὰ ἀνατάσεως καὶ ἀπειλῆς ἐπιχειρεῖς, μέμνησο 27184 3.20.67.3 : προλέγειν, ὅτι ἥμερος εἶ· καὶ οὐδὲν ἄγριον δράσας ἀμετα– 27185 3.20.67.4 : νόητος καὶ ἀνεύθυνος διαγενήσῃ. 27186 3.20.68.1 : Κάτωνος πρεσβυτέρου (Ps.–Plut. apophth. reg. et duc. 27187 3.20.68.2 : p. 199 A). 27188 3.20.68.3 : Τὸν ὀργιζόμενον ἐνόμιζε τοῦ μαινομένου χρόνῳ δια– 27189 3.20.68.4 : φέρειν. 27190 3.20.69.1 : Ἀρίστωνος. 27191 3.20.69.2 : Τὴν κακολογίαν ἡ ὀργὴ φαίνεται ἀπογεννῶσα ὥστε 27192 3.20.69.3 : † ἡ μήτηρ οὐκ ἀστεῖα. 27193 3.20.70.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Περὶ ὀργῆς (fr. XXVII Wyttenb.). 27194 3.20.70.2 : Ὅσα δὲ ὀργῇ χρώμενοι πράττουσιν ἄνθρωποι, ταῦτα 27195 3.20.70.3 : ἀνάγκη τυφλὰ εἶναι καὶ ἀνόητα καὶ τοῦ παντὸς ἁμαρ– 27196 3.20.70.4 : τάνειν. οὐ γὰρ οἷόν τε ὀργῇ χρώμενον λογισμῷ χρῆσθαι· 27197 3.20.70.5 : τὸ δὲ ἄνευ λογισμοῦ ποιούμενον πᾶν ἄτεχνόν τε καὶ 27198 3.20.70.6 : διεστραμμένον. λόγον οὖν ἡγεμόνα χρὴ ποιησάμενον οὕ– 27199 3.20.70.7 : τως ἐπιχειρεῖν τοῖς κατὰ τὸν βίον ἔργοις τὰς ἑκάστοτε 27200 3.20.70.8 : προσπιπτούσας ὀργὰς διωθούμενον καὶ διανέοντα ὥσπερ 27201 3.20.70.9 : οἱ κυβερνῆται τὰ κύματα προσφερόμενα. ἔστι γοῦν οὐκ 27202 3.20.70.10 : ἔλαττον τὸ δέος ὀργῆς ἀντιπρώρου κυλινδομένης, αὑτόν 27203 3.20.70.11 : τε καὶ σύμπαντα οἶκον ἔστιν ἄρδην ἀπολέσαι καὶ ἀνα– 27204 3.20.70.12 : τρέψαι μὴ διαπλεύσαντα δεξιῶς. οὐ μὴν ἀλλ´ ἐπιμελείας 27205 3.20.70.13 : εἰς αὐτὰ δεῖ καὶ μελέτης. ᾗ καὶ μάλιστα ἁλίσκονται κατ´ 27206 3.20.70.14 : ἄκρας οἱ παραδεξάμενοι τὸν θυμὸν ὡς σύμμαχον ἀρε– 27207 3.20.70.15 : τῆς, ἀπολαύοντες ὅσον αὐτοῦ χρήσιμόν ἐστιν ἔν τε πο– 27208 3.20.70.16 : λέμῳ καὶ νὴ Δία ἐν πολιτείαις, τὸ πολὺ δὲ αὐτοῦ καὶ 27209 3.20.70.17 : τὸ ἐπιπόλαιον ἐκκρίνειν καὶ ἐκβάλλειν τῆς ψυχῆς, ὅπερ 27210 3.20.70.18 : ὀργή τε καὶ πικρία δι´ ὀξυθυμίαν λέγεται, νομίσματα 27211 3.20.70.19 : ἥκιστα ταῖς ἀνδρείαις ψυχαῖς πρέποντα. τίς οὖν ἐν 27212 3.20.70.20 : ἡλικίᾳ τούτων γίγνεται μελέτη; ἐμοὶ μὲν δοκεῖ μάλιστ´ 27213 3.20.70.21 : ἂν ὧδε γίγνεσθαι πόρρωθεν ἡμῶν προμελετώντων καὶ 27214 3.20.70.22 : προαπλούντων πλεῖστον οἷον ἐν οἰκέταις τε καὶ πρὸς 27215 3.20.70.23 : γυναῖκας τὰς γαμετάς. ὁ γὰρ οἴκοι πρᾷος καὶ δημοσίᾳ 27216 3.20.70.24 : πρᾷος πολὺ μᾶλλον ἔσται, τοιοῦτος ἔνδοθεν καὶ ὑπὸ 27217 3.20.70.25 : τῶν οἴκοι πεποιημένος αὐτῷ τῆς αὑτοῦ ψυχῆς † εἶναι 27218 3.20.70.26 : ἀγαθός. 27219 3.21.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ.}1 27220 3.21.1.1 : Φιλήμονος (fab. inc. fr. 101 com. IV p. 62). 27221 3.21.1.2 : Ἄνθρωπος ὢν τοῦτ´ ἴσθι καὶ μέμνης´ ἀεί. 27222 3.21.2.1 : Μενάνδρου Κωνειαζομέναις (fr. 2 com. IV p. 156). 27223 3.21.2.2 : Τὸ γνῶθι σαυτὸν ἔστιν, ἂν τὰ πράγματα 27224 3.21.2.3 : ἴδῃς τὰ σαυτοῦ, καὶ τί σοὶ ποιητέον. 27225 3.21.3.1 : Διφίλου (fab. inc. fr. 31 com. IV p. 425). 27226 3.21.3.2 : Ἂν γνῷς τί ἐστ´ ἄνθρωπος, ἡδίων ἔσῃ. 27227 3.21.4.1 : Ἀντιφάνους (fr. inc. 42a com. III p. 148). 27228 3.21.4.2 : Εἰ θνητὸς εἶ, βέλτιστε, θνητὰ καὶ φρόνει. 27229 3.21.5.1 : Μενάνδρου Θρασυλέοντος (fr. 1 com. IV p. 139). 27230 3.21.5.2 : Κατὰ πόλλ´ ἄρ´ ἐστὶν οὐ καλῶς εἰρημένον 27231 3.21.5.3 : τὸ γνῶθι σαυτόν· χρησιμώτερον γὰρ ἦν 27232 3.21.5.4 : τὸ γνῶθι τοὺς ἄλλους. 27233 3.21.6.1 : Ἐκ τῆς Αἰλιανοῦ συμμίκτου ἱστορίας (VIII 15). 27234 3.21.6.2 : Ἐν Χαιρωνείᾳ τοὺς Ἀθηναίους ἡνίκα ἐνίκησεν ὁ Φί– 27235 3.21.6.3 : λιππος, ἐπαρθεὶς τῇ εὐπραγίᾳ, ὅμως λογισμοῦ ἐκράτησε 27236 3.21.6.4 : καὶ οὐχ ὕβρισε, καὶ διὰ ταῦτα ᾤετο δεῖν αὐτὸν ὑπομι– 27237 3.21.6.5 : μνήσκεσθαι ὑπό τινος τῶν παίδων ἕωθεν, ὅτι ἄνθρω– 27238 3.21.6.6 : πός ἐστιν. 27239 3.21.7.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστωνύμου Τομαρίων. 27240 3.21.7.2 : Ἡράκλειτος νέος ὢν πάντων γέγονε σοφώτερος, ὅτι 27241 3.21.7.3 : ᾔδει ἑαυτὸν μηδὲν εἰδότα. 27242 3.21.8.1 : Δημῶναξ ἐρωτηθεὶς πότε ἤρξατο φιλοσοφεῖν, ’ὅτε 27243 3.21.8.2 : καταγιγνώσκειν‘ ἔφη ’ἐμαυτοῦ ἠρξάμην‘. 27244 3.21.9.1 : Σωκράτης ἐρωτηθεὶς διὰ τί οὐ συγγράφει, ’ὅτι‘ εἶ– 27245 3.21.9.2 : πεν ’ὁρῶ τὰ χαρτία πολὺ τῶν γραφησομένων τιμιώτερα‘. 27246 3.21.10.1 : Θεόκριτος ἐρωτηθεὶς διὰ τί οὐ συγγράφει, ’ὅτι‘ εἶ– 27247 3.21.10.2 : πεν ’ὡς μὲν βούλομαι, οὐ δύναμαι· ὡς δὲ δύναμαι, οὐ 27248 3.21.10.3 : βούλομαι‘. 27249 3.21.11.1 : Βίαντος. 27250 3.21.11.2 : Θεώρει ὥσπερ ἐν κατόπτρῳ τὰς σαυτοῦ πράξεις, ἵνα 27251 3.21.11.3 : τὰς μὲν καλὰς ἐπικοσμῇς, τὰς δὲ αἰσχρὰς καλύπτῃς. 27252 3.21.12.1 : Γνῶθι σαυτὸν ὡς παροιμία παραλαμβάνεται, μαρ– 27253 3.21.12.2 : τυρεῖ Θεόφραστος ἐν τῷ περὶ παροιμιῶν. οἱ πολλοὶ δὲ 27254 3.21.12.3 : Χείλωνος εἶναι τὸ ἀπόφθεγμα, Κλέαρχος δὲ ὑπὸ τοῦ 27255 3.21.12.4 : θεοῦ λεχθῆναι Χείλωνι. 27256 3.21.13.1 : Χείλωνος. 27257 3.21.13.2 : Χείλων ἐρωτηθεὶς τί χαλεπώτατον, ’τὸ γιγνώσκειν 27258 3.21.13.3 : ἑαυτόν‘ ἔφη· πολλὰ γὰρ ὑπὸ φιλαυτίας ἕκαστον ἑαυτῷ 27259 3.21.13.4 : προστιθέναι. 27260 3.21.14.1 : Βίαντος. 27261 3.21.14.2 : Τὸ δὲ γνῶθι σαυτὸν χρήσιμον εἰς νουθεσίαν τῶν 27262 3.21.14.3 : ἀλαζόνων, οἳ ὑπὲρ τὴν ἑαυτῶν δύναμιν φλυαροῦσιν. 27263 3.21.15.1 : Ἀλεξάνδρου (Ps.–Plut. apophth. reg. et duc. p. 182 B). 27264 3.21.15.2 : Ἀλέξανδρος νοσήσας μακρὰν νόσον ὡς ἀνέρρωσεν, 27265 3.21.15.3 : οὐδὲν ἔφη διατεθῆναι χεῖρον· ’ὑπέμνησε γὰρ ἡμᾶς ἡ νό– 27266 3.21.15.4 : σος μὴ μέγα φρονεῖν ὡς θνητοὺς ὄντας‘. 27267 3.21.16.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Περὶ εὐθυμίας (p. 472 B–C). 27268 3.21.16.2 : Καὶ μὴν οἶνοί τε καὶ σαρκῶν ἐμφορήσεις σῶμα μὲν 27269 3.21.16.3 : ἰσχυρὸν ποιοῦσι καὶ ῥωμαλέον, ψυχὴν δὲ ἀσθενῆ· καὶ 27270 3.21.16.4 : χρημάτων ἐπιμέλεια μὲν συνεχὴς καὶ τήρησις αὔξει πλοῦ– 27271 3.21.16.5 : τον, ὑπεροψία δὲ καὶ σωφροσύνη μέγα πρὸς φιλοσοφίαν 27272 3.21.16.6 : ἐφόδιον. ὅθεν οὐ πάντα πάντων ἐστίν, ἀλλὰ δεῖ τῷ Πυ– 27273 3.21.16.7 : θικῷ γράμματι πειθόμενον αὑτὸν καταμαθεῖν, εἶτα χρῆ– 27274 3.21.16.8 : σθαι πρὸς ἓν ὃ πέφυκε, καὶ μὴ πρὸς ἄλλον ἄλλοτε βίου 27275 3.21.16.9 : ζῆλον ἕλκειν καὶ παραβιάζεσθαι τὴν φύσιν. 27276 3.21.17.1 : Ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου Ἐγχειριδίου (c. 6). 27277 3.21.17.2 : Ἐπὶ μηδενὶ ἐπαρθῇς ἀλλοτρίῳ προτερήματι. εἰ ὁ 27278 3.21.17.3 : ἵππος ἔλεγεν ἐπαιρόμενος ὅτι ’καλός εἰμι‘, ἀνεκτὸν ἂν 27279 3.21.17.4 : ἦν· σὺ δὲ ὅταν λέγῃς ὅτι ’ἵππον καλὸν ἔχω‘, ἴσθι ὅτι 27280 3.21.17.5 : ἐφ´ ἵππῳ ἀγαθῷ μέγα φρονεῖς. τί οὖν ἐστι σόν; χρῆσις 27281 3.21.17.6 : φαντασιῶν, ἣν ὅταν κατὰ φύσιν ἔχῃς, τότε ἐπάρθητι· 27282 3.21.17.7 : τότε γὰρ ἐπὶ τῷ σῷ πλεονεκτήματι ἐπαρθήσῃ. 27283 3.21.18.1 : Δημοσθένους ἐν τῷ Πρὸς Λεπτίνην (XX § 161 p. 506). 27284 3.21.18.2 : Καὶ τὰ ἀγαθὰ μὲν προσδοκᾶν, καὶ τοῖς θεοῖς εὔχε– 27285 3.21.18.3 : σθαι διδόναι· πάντα δ´ ἀνθρώπινα ἡγεῖσθαι. 27286 3.21.19.1 : Ἐν ταὐτῷ (XX § 162 p. 506). 27287 3.21.19.2 : Ἀλλ´ οἶμαι τὸ μέλλον ἅπασιν ἀνθρώποις ἄδηλον, καὶ 27288 3.21.19.3 : μικροὶ καιροὶ μεγάλων πραγμάτων αἴτιοι γίγνονται· διὸ 27289 3.21.19.4 : δεῖ μετριάζειν ἐν ταῖς εὐπραξίαις καὶ προορωμένους τὸ 27290 3.21.19.5 : μέλλον φαίνεσθαι. 27291 3.21.20.1 : Πλάτωνος ἐκ τῶν Ἀντεραστῶν (p. 137 E–138 B). 27292 3.21.20.2 : Τί δ´; ἐπειδὰν ἄνθρωπος ὤν τις ἀγνοῇ τοὺς χρη– 27293 3.21.20.3 : στοὺς καὶ τοὺς μοχθηροὺς ἀνθρώπους, ἆρ´ οὐ καὶ αὑτὸν 27294 3.21.20.4 : ἀγνοεῖ, πότερον χρηστός ἐστιν ἢ μοχθηρός, ἐπειδὴ καὶ 27295 3.21.20.5 : αὐτὸς ἄνθρωπός ἐστι; Συνεχώρει. Τὸ δὲ αὑτὸν ἀγνοεῖν 27296 3.21.20.6 : σωφρονεῖν ἢ οὐ σωφρονεῖν ἐστιν; Οὐ σωφρονεῖν. Τὸ 27297 3.21.20.7 : ἑαυτὸν ἄρα γιγνώσκειν ἐστὶ σωφρονεῖν; Φημί, ἔφη. Τοῦτο 27298 3.21.20.8 : ἄρα, ὡς ἔοικε, καὶ τὸ ἐν Δελφοῖς γράμμα παρακελεύε– 27299 3.21.20.9 : ται, σωφροσύνην ἀσκεῖν καὶ δικαιοσύνην. Ἔοικεν. Τῇ 27300 3.21.20.10 : αὐτῇ δὲ ταύτῃ καὶ κολάζειν ὀρθῶς ἐπιστάμεθα; Φημί. 27301 3.21.20.11 : Οὐκοῦν ᾗ μὲν κολάζειν ὀρθῶς ἐπιστάμεθα, δικαιοσύνη 27302 3.21.20.12 : αὕτη ἐστίν, ᾗ δὲ γιγνώσκειν καὶ ἑαυτὸν καὶ ἄλλους, σω– 27303 3.21.20.13 : φροσύνη; Ἔοικεν, ἔφη. Ταὐτὸν ἄρα ἐστὶ δικαιοσύνῃ σω– 27304 3.21.20.14 : φροσύνη; Φαίνεται. Καὶ μὴν οὕτω γε καὶ αἱ πόλεις 27305 3.21.20.15 : εὖ οἰκοῦνται, ὅταν οἱ ἀδικοῦντες δίκην διδῶσιν. Ἀληθῆ 27306 3.21.20.16 : λέγεις. 27307 3.21.21.1 : Ξενοφῶντος ἐν δ´ Ἀπομνημονευμάτων (IV 2, 24–36). 27308 3.21.21.2 : Καὶ ὁ Σωκράτης, Εἰπέ μοι, ἔφη, ὦ Εὐθύδημε, εἰς Δελ– 27309 3.21.21.3 : φοὺς δὲ ἤδη πώποτε ἀφίκου; Καὶ δίς γε νὴ Δί´, ἔφη. 27310 3.21.21.4 : Κατέμαθες οὖν πρὸς τῷ ναῷ που γεγραμμένον 〈τὸ〉 Γνῶθι 27311 3.21.21.5 : σαυτόν; Ἔγωγε. Πότερον οὖν οὐδέν σοι τοῦ γράμματος 27312 3.21.21.6 : ἐμέλησεν, ἢ προσέσχες τε καὶ ἐπεχείρησας σεαυτὸν ἐπι– 27313 3.21.21.7 : σκοπεῖν ὅστις εἴης; Μὰ Δί´ οὐ δῆτα, ἔφη· καὶ γὰρ δὴ 27314 3.21.21.8 : τοῦτο πάνυ ᾤμην εἰδέναι· σχολῇ γὰρ ἂν ἄλλο τι ᾔδειν, 27315 3.21.21.9 : εἴ γε μηδ´ ἐμαυτὸν ἐγίγνωσκον. Πότερα δέ σοι δοκεῖ 27316 3.21.21.10 : γιγνώσκειν ἑαυτὸν ὅστις τοὔνομα μόνον τὸ ἑαυτοῦ οἶδεν, 27317 3.21.21.11 : ἢ ὅστις, ὥσπερ οἱ τοὺς ἵππους ὠνούμενοι οὐ πρότερον 27318 3.21.21.12 : οἴονται γιγνώσκειν ὃν ἂν βούλωνται γνῶναι, πρὶν ἂν ἐπι– 27319 3.21.21.13 : σκέψωνται πότερον εὐπειθής ἐστιν ἢ δυσπειθής, καὶ πό– 27320 3.21.21.14 : τερον ἰσχυρὸς ἢ ἀσθενής, καὶ πότερον ταχὺς ἢ βραδύς, 27321 3.21.21.15 : καὶ τἄλλα τὰ πρὸς τὴν τοῦ ἵππου χρείαν ἐπιτήδειά τε 27322 3.21.21.16 : καὶ ἀνεπιτήδεια ὅπως ἔχει, οὕτως ἑαυτὸν ἐπισκεψάμε– 27323 3.21.21.17 : νος ὁποῖός ἐστι πρὸς τὴν ἀνθρωπίνην χρείαν, ἔγνωκε 27324 3.21.21.18 : τὴν ἑαυτοῦ δύναμιν; Οὕτως ἔμοιγε δοκεῖ, ἔφη, ὁ μὴ εἰ– 27325 3.21.21.19 : δὼς τὴν ἑαυτοῦ δύναμιν ἀγνοεῖν ἑαυτόν. Ἐκεῖνο δὲ οὐ 27326 3.21.21.20 : φανερόν, ἔφη, ὅτι διὰ μὲν τὸ εἰδέναι ἑαυτοὺς πλεῖστα 27327 3.21.21.21 : ἀγαθὰ ἴσχουσιν ἄνθρωποι, διὰ δὲ τὸ ἐψεῦσθαι ἑαυτῶν 27328 3.21.21.22 : πλεῖστα κακά; οἱ μὲν γὰρ εἰδότες ἑαυτοὺς τὰ ἐπιτήδεια 27329 3.21.21.23 : ἑαυτοῖς ἴσασι καὶ διαγιγνώσκουσιν ἅ τε δύνανται καὶ ἃ 27330 3.21.21.24 : μή. καὶ ἃ μὲν ἐπίστανται πράττοντες πορίζονταί τε ὧν 27331 3.21.21.25 : δέονται καὶ εὖ πράττουσιν, ὧν δὲ μὴ ἐπίστανται ἀπεχό– 27332 3.21.21.26 : μενοι ἀναμάρτητοι γίγνονται καὶ διαφεύγουσι τὸ κακῶς 27333 3.21.21.27 : πράττειν· διὰ τὸ αὐτὸ δὲ καὶ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους 27334 3.21.21.28 : δυνάμενοι δοκιμάζειν καὶ διὰ τῆς τῶν ἄλλων χρείας τά 27335 3.21.21.29 : τε ἀγαθὰ πορίζονται καὶ τὰ κακὰ φυλάττονται. οἱ δὲ μὴ 27336 3.21.21.30 : εἰδότες, ἀλλὰ διεψευσμένοι τῆς αὑτῶν δυνάμεως πρός τε 27337 3.21.21.31 : τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους καὶ τἄλλα ἀνθρώπινα πράγματα 27338 3.21.21.32 : ὁμοίως διάκεινται, καὶ οὔτε ὧν δέονται ἴσασιν οὔτε ὅ τι 27339 3.21.21.33 : πράττουσιν οὔτε οἷς χρῶνται, ἀλλὰ πάντων τούτων δια– 27340 3.21.21.34 : μαρτάνοντες τῶν τε ἀγαθῶν ἀποτυγχάνουσι καὶ τοῖς κα– 27341 3.21.21.35 : κοῖς περιπίπτουσι. καὶ οἱ μὲν εἰδότες ὅ τι ποιοῦσιν, 27342 3.21.21.36 : ἐπιτυγχάνοντες ὧν πράττουσιν, εὔδοξοί τε καὶ τίμιοι 27343 3.21.21.37 : γίγνονται· καὶ οἵ τε ὅμοιοι τούτοις ἡδέως χρῶνται, οἵ 27344 3.21.21.38 : τε ἀποτυγχάνοντες τῶν πραγμάτων ἐπιθυμοῦσι καὶ ἐλ– 27345 3.21.21.39 : πίδας τῶν ἀγαθῶν ἐν τούτοις ἔχουσι, καὶ διὰ ταῦτα πάν– 27346 3.21.21.40 : των μάλιστα τούτους ἀγαπῶσιν. οἱ δὲ μὴ εἰδότες τί 27347 3.21.21.41 : ποιοῦσι, κακῶς τε αἱρούμενοι καὶ οἷς ἂν ἐπιχειρήσωσιν 27348 3.21.21.42 : ἀποτυγχάνοντες, οὐ μόνον ἐν αὐτοῖς τούτοις ζημιοῦν– 27349 3.21.21.43 : ταί τε καὶ κολάζονται, ἀλλὰ καὶ ἀδοξοῦσι διὰ ταῦτα καὶ 27350 3.21.21.44 : καταγέλαστοι γίγνονται καὶ καταφρονούμενοι καὶ ἀτιμα– 27351 3.21.21.45 : ζόμενοι ζῶσιν. ὁρᾷς δὲ καὶ τῶν πόλεων ὅτι ὅσαι ἂν 27352 3.21.21.46 : ἀγνοήσασαι τὴν ἑαυτῶν δύναμιν κρείττοσι πολεμήσωσιν, 27353 3.21.21.47 : αἱ μὲν ἀνάστατοι γίγνονται, αἱ δὲ ἐξ ἐλευθέρων δοῦλαι. 27354 3.21.21.48 : καὶ ὁ Εὐθύδημος, ὡς πάνυ μοι δοκοῦν, ὦ Σώκρατες, 27355 3.21.21.49 : ἔφη, περὶ πολλοῦ ποιητέον εἶναι τὸ ἑαυτὸν γιγνώσκειν, 27356 3.21.21.50 : οὕτως ἴσθι· ὁπόθεν δὲ χρὴ ἄρξασθαι ἐπισκοπεῖν ἑαυτόν, 27357 3.21.21.51 : τοῦτο πρὸς σὲ ἀποβλέπω εἴ μοι ἐθελήσαις ἂν ἐξηγή– 27358 3.21.21.52 : σασθαι. Οὐκοῦν, ἔφη ὁ Σωκράτης, τὰ μὲν ἀγαθὰ καὶ 27359 3.21.21.53 : τὰ κακὰ ὁποῖά ἐστι πάντως που γιγνώσκεις; Νὴ Δί´, ἔφη· 27360 3.21.21.54 : εἰ γὰρ μηδὲ ταῦτα οἶδα, καὶ τῶν ἀνδραπόδων φαυλότε– 27361 3.21.21.55 : ρος ἂν εἴην. Ἴθι δή, ἔφη, καὶ ἐμοὶ ἐξήγησαι ταῦτα. Ἀλλ´ 27362 3.21.21.56 : οὐ χαλεπόν, ἔφη· πρῶτον μὲν γὰρ τὸ ὑγιαίνειν ἀγαθὸν 27363 3.21.21.57 : εἶναι νομίζω, τὸ δὲ νοσεῖν κακόν. ἔπειτα τὰ αἴτια ἑκα– 27364 3.21.21.58 : τέρου αὐτῶν καὶ ποτὰ καὶ βρωτὰ καὶ ἐπιτηδεύματα τὰ 27365 3.21.21.59 : μὲν πρὸς τὸ ὑγιαίνειν φέροντα ἀγαθά, τὰ δὲ πρὸς τὸ 27366 3.21.21.60 : νοσεῖν κακά. Οὐκοῦν, ἔφη, καὶ τὸ ὑγιαίνειν καὶ τὸ νο– 27367 3.21.21.61 : σεῖν, ὅταν μὲν ἀγαθοῦ τινος αἴτια γίγνηται, ἀγαθὰ ἂν 27368 3.21.21.62 : εἴη, ὅταν δὲ κακοῦ, κακά; Πότε δ´ ἂν, ἔφη, τὸ μὲν ὑγιαί– 27369 3.21.21.63 : νειν κακοῦ αἴτιον γένοιτο, τὸ δὲ νοσεῖν ἀγαθοῦ; Ὅταν 27370 3.21.21.64 : νὴ Δί´, ἔφη, στρατείας τε αἰσχρᾶς καὶ ναυτιλίας βλαβερᾶς 27371 3.21.21.65 : καὶ ἄλλων πολλῶν τοιούτων οἱ μὲν διὰ ῥώμην μετασχόν– 27372 3.21.21.66 : τες ἀπόλωνται, οἱ δὲ δι´ ἀσθένειαν ἀπολειφθέντες σω– 27373 3.21.21.67 : θῶσιν. Ἀληθῆ λέγεις· ἀλλ´ ὁρᾷς, ἔφη, ὅτι καὶ τῶν ὠφε– 27374 3.21.21.68 : λίμων οἱ μὲν διὰ ῥώμην μετέχουσιν, οἱ δὲ δι´ ἀσθένειαν 27375 3.21.21.69 : ἀπολείπονται. Ταῦτα οὖν, ἔφη, ποτὲ μὲν ὠφελοῦντα, ποτὲ 27376 3.21.21.70 : δὲ βλάπτοντα, τί μᾶλλον ἀγαθὰ ἢ κακά ἐστιν; Οὐδὲν μὰ 27377 3.21.21.71 : Δία φαίνεται κατά γε τοῦτον τὸν λόγον. ἀλλ´ ἥ γέ τοι 27378 3.21.21.72 : σοφία, ὦ Σώκρατες, ἀναμφισβητήτως ἀγαθόν ἐστιν· ποῖον 27379 3.21.21.73 : γὰρ ἄν τις πρᾶγμα οὐ βέλτιον πράττοι σοφὸς ὢν ἢ ἀμα– 27380 3.21.21.74 : θής; Τί δαί; τὸν Δαίδαλον, ἔφη, οὐκ ἀκήκοας ὅτι ληφθεὶς 27381 3.21.21.75 : ὑπὸ Μίνω διὰ τὴν σοφίαν ἠναγκάζετο ἐκείνῳ δουλεύειν, 27382 3.21.21.76 : καὶ τῆς τε πατρίδος ἅμα καὶ τῆς ἐλευθερίας ἐστερήθη, 27383 3.21.21.77 : καὶ ἐπιχειρῶν ἀποδιδράσκειν μετὰ τοῦ υἱοῦ τόν τε παῖδα 27384 3.21.21.78 : ἀπώλεσε καὶ αὐτὸς οὐκ ἠδυνήθη σωθῆναι, ἀλλ´ ἀπενεχ– 27385 3.21.21.79 : θεὶς εἰς τοὺς βαρβάρους, πάλιν ἐκεῖ ἐδούλευεν; Λέγεται 27386 3.21.21.80 : νὴ Δί´, ἔφη, ταῦτα. Τὰ δὲ Παλαμήδους οὐκ ἀκήκοας 27387 3.21.21.81 : πάθη; τοῦτον γὰρ δὴ πάντες ὑμνοῦσιν ὡς διὰ σοφίαν 27388 3.21.21.82 : φθονηθεὶς ὑπὸ τοῦ Ὀδυσσέως ἀπόλλυται. Λέγεται καὶ 27389 3.21.21.83 : ταῦτα, ἔφη. Ἄλλους δὲ πόσους οἴει διὰ σοφίαν ἀνασπά– 27390 3.21.21.84 : στους πρὸς βασιλέα γεγονέναι καὶ ἐκεῖ δουλεύειν; Κινδυ– 27391 3.21.21.85 : νεύει, ἔφη, ὦ Σώκρατες, ἀναμφιλογώτατον ἀγαθὸν εἶναι 27392 3.21.21.86 : τὸ εὐδαιμονεῖν. Εἴ γε μή τις αὐτό, ἔφη, ὦ Εὐθύδημε, 27393 3.21.21.87 : ἐξ ἀμφιλόγων ἀγαθῶν συντιθείη. Τί δ´ ἄν, ἔφη, τῶν εὐ– 27394 3.21.21.88 : δαιμονικῶν ἀμφίλογον εἴη; Οὐδέν, 〈ἔφη,〉 εἴ γε μὴ προσ– 27395 3.21.21.89 : θήσομεν αὐτῷ κάλλος ἢ ἰσχὺν ἢ πλοῦτον ἢ δόξαν ἢ καί 27396 3.21.21.90 : τι ἄλλο τῶν τοιούτων. Ἀλλὰ νὴ Δία προσθήσομεν, ἔφη· 27397 3.21.21.91 : πῶς γὰρ ἄν τις ἄνευ τούτων εὐδαίμων εἴη; Νὴ Δί´, ἔφη, 27398 3.21.21.92 : προσθήσομεν ἄρα, ἐξ ὧν πολλὰ καὶ χαλεπὰ συμβαίνει 27399 3.21.21.93 : τοῖς ἀνθρώποις· πολλοὶ μὲν γὰρ διὰ τὸ κάλλος ὑπὸ τῶν 27400 3.21.21.94 : ἐπὶ τοῖς ὡραίοις παρακεκινημένων διαφθείρονται, πολλοὶ 27401 3.21.21.95 : δὲ διὰ τὴν ἰσχὺν μείζοσιν ἔργοις ἐπιχειροῦντες οὐ μικροῖς 27402 3.21.21.96 : κακοῖς περιπίπτουσιν, πολλοὶ δὲ διὰ τὸν πλοῦτον δια– 27403 3.21.21.97 : θρυπτόμενοί τε καὶ ἐπιβουλευόμενοι ἀπόλλυνται, πολλοὶ 27404 3.21.21.98 : δὲ διὰ δόξαν καὶ πολιτικὴν δύναμιν μεγάλα κακὰ πε– 27405 3.21.21.99 : πόνθασιν. Ἀλλὰ μήν, ἔφη, εἴ γε μηδὲ τὸ εὐδαιμονεῖν 27406 3.21.21.100 : ἐπαινῶν ὀρθῶς λέγω, ὁμολογῶ μηδὲ ὅ τι πρὸς τοὺς θεοὺς 27407 3.21.21.101 : εὔχεσθαι χρὴ εἰδέναι. Ἀλλὰ ταῦτα μὲν, ἔφη ὁ Σωκράτης, 27408 3.21.21.102 : ἴσως διὰ τὸ σφόδρα πιστεύειν εἰδέναι οὐδ´ ἔσκεψαι. 27409 3.21.22.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φιλήβου (p. 48 C). 27410 3.21.22.2 : Τῆς δ´ αὖ πάσης πονηρίας ἐστὶ τοὐναντίον πάθος 27411 3.21.22.3 : ἔχον, ἢ τὸ λεγόμενον ὑπὸ τῶν ἐν Δελφοῖς γραμμάτων. {—} 27412 3.21.22.4 : Τὸ Γνῶναι σαυτὸν λέγεις, ὦ Σώκρατες; {—}Ἔγωγε. τοὐ– 27413 3.21.22.5 : ναντίον μὴν ἐκεῖνο δῆλον ὅτι τὸ μηδαμῆ γινώσκειν αὑτὸν 27414 3.21.22.6 : λεγόμενον ὑπὸ τοῦ γράμματος ἂν εἴη. {—}Τί μήν; {—}Ὦ 27415 3.21.22.7 : Πρώταρχε, πειρῶ δὲ αὐτὸ τοῦτο τριχῇ τέμνειν. {—}Πῇ 27416 3.21.22.8 : φής; οὐ γὰρ μὴ δυνατὸς ὦ. {—}Λέγεις δὴ δεῖν ἐμὲ τοῦτο 27417 3.21.22.9 : διελέσθαι τὰ νῦν; {—}Λέγω καὶ δέομαί γε πρὸς τῷ λέ– 27418 3.21.22.10 : γειν. {—}Ἆρ´ οὖν οὐ τῶν ἀγνοούντων αὑτοὺς κατὰ τρία 27419 3.21.22.11 : ἀνάγκη τοῦτο τὸ πάθος πάσχειν ἕκαστον; {—}Πῶς; {—}Πρῶ– 27420 3.21.22.12 : τον μὲν κατὰ χρήματα δοξάζειν εἶναι πλουσιώτερον ἢ 27421 3.21.22.13 : κατὰ τὴν αὐτῶν οὐσίαν. {—}Πολλοὶ γοῦν εἰσι τοιοῦτον 27422 3.21.22.14 : πάθος ἔχοντες. {—}Πλείους δέ γε, οἳ μείζους καὶ καλλίους 27423 3.21.22.15 : αὑτοὺς δοξάζουσι καὶ πάντα ὅσα κατὰ τὸ σῶμα εἶναι 27424 3.21.22.16 : διαφερόντως τῆς οὔσης αὐτοῖς ἀληθείας. {—}Πάνυ γε. {—} 27425 3.21.22.17 : Πολὺ δὲ πλεῖστοί γε, οἶμαι, περὶ τὸ τρίτον εἶδος τούτων 27426 3.21.22.18 : ἐν ταῖς ψυχαῖς διημαρτήκασιν, ἀρετῇ δοξάζοντες βελτίους 27427 3.21.22.19 : ἑαυτοὺς οὐκ ὄντες. {—}Σφόδρα μὲν οὖν. {—}Τῶν ἀρετῶν 27428 3.21.22.20 : δ´ ἆρα οὐ σοφίας πέρι τὸ πλῆθος πᾶν ἀντεχόμενον, μεστὸν 27429 3.21.22.21 : ἐρίδων καὶ δοξοσοφίας ἐστὶ ψευδοῦς; {—}Πῶς δ´ οὔ; {—} 27430 3.21.22.22 : Κακὸν μὲν δὴ πᾶν ἄν τις τὸ τοιοῦτον εἰπὼν ὀρθῶς ἂν 27431 3.21.22.23 : εἴποι πάθος. {—}Σφόδρα γε. 27432 3.21.23.1 : Πλάτωνος Ἀλκιβιάδου αʹ (p. 127 E–p. 131 D). 27433 3.21.23.2 : Φέρε δή, τί ἐστι τὸ ἑαυτοῦ ἐπιμελεῖσθαι; μὴ πολ– 27434 3.21.23.3 : λάκις λάθωμεν οὐχ ἡμῶν αὐτῶν ἐπιμελούμενοι, οἰόμενοι 27435 3.21.23.4 : δέ· καὶ πότ´ ἄρ´ αὐτὸ ποιεῖ ἅνθρωπος; ἆρ´ ὅταν τῶν 27436 3.21.23.5 : ἑαυτοῦ ἐπιμελῆται, τότε καὶ αὑτοῦ; {—}Ἐμοὶ γοῦν δοκεῖ. {—} 27437 3.21.23.6 : Τί δαί; ποδῶν ἅνθρωπος πότε ἐπιμελεῖται; ἆρ´ ὅταν 27438 3.21.23.7 : ἐκείνων ἐπιμελῆται ἅ ἐστι τῶν ποδῶν; {—}Οὐ μανθάνω. {—} 27439 3.21.23.8 : Καλεῖς δέ τι χειρός· οἷον δακτύλιον ἔστιν ὅτου ἂν ἄλλου 27440 3.21.23.9 : τῶν τοῦ ἀνθρώπου φαίης ἢ δακτύλου; {—}Οὐ δῆτα. {—} 27441 3.21.23.10 : Οὐκοῦν καὶ ποδὸς ὑπόδημα τὸν αὐτὸν τρόπον; {—}Ναί. {—} 27442 3.21.23.11 : [Καὶ ἱμάτια καὶ στρώματα τοῦ ἄλλου σώματος ὁμοίως; {—} 27443 3.21.23.12 : Ναί.] {—}Ἆρ´ οὖν ὅταν ὑποδημάτων ἐπιμελώμεθα, τότε 27444 3.21.23.13 : ποδῶν ἐπιμελούμεθα; {—}Οὐ πάνυ μανθάνω, ὦ Σώκρα– 27445 3.21.23.14 : τες. {—}Τί δ´, ὦ Ἀλκιβιάδη; ὀρθῶς ἐπιμελεῖσθαι καλεῖς 27446 3.21.23.15 : τι ὁτουοῦν πράγματος; {—}Ἔγωγε. {—}Ἆρ´ οὖν ὅταν τις 27447 3.21.23.16 : βέλτιον ποιῇ, τότε ὀρθὴν λέγεις ἐπιμέλειαν; {—}Ναί. {—} 27448 3.21.23.17 : Τίς οὖν τέχνη ὑποδήματα βελτίω ποιεῖ; {—}Σκυτική. {—} 27449 3.21.23.18 : Σκυτικῇ ἄρα ὑποδημάτων ἐπιμελούμεθα; {—}Ναί. {—}Ἦ 27450 3.21.23.19 : καὶ ποδὸς σκυτικῇ, ἢ ἐκείνῃ ᾗ πόδας βελτίους ποιοῦμεν; 27451 3.21.23.20 : {—}Ἐκείνῃ. {—}Βελτίους δὲ πόδας οὐχ ᾗπερ καὶ τὸ ἄλλο 27452 3.21.23.21 : σῶμα; {—}Ἔμοιγε δοκεῖ. {—}Αὕτη δ´ οὐ γυμναστική; {—} 27453 3.21.23.22 : Μάλιστα. {—}Γυμναστικῇ μὲν ἄρα ποδὸς ἐπιμελούμεθα, 27454 3.21.23.23 : σκυτικῇ δὲ τῶν τοῦ ποδός; {—}Πάνυ γε. {—}Καὶ γυμνα– 27455 3.21.23.24 : στικῇ μὲν χειρῶν, δακτυλιογλυφίᾳ δὲ τῶν τῆς χειρός; {—} 27456 3.21.23.25 : Ναί. {—}Καὶ γυμναστικῇ μὲν σώματος, ὑφαντικῇ δὲ καὶ 27457 3.21.23.26 : ταῖς ἄλλαις τῶν τοῦ σώματος; {—}Παντάπασιν. {—}Ἄλλῃ 27458 3.21.23.27 : μὲν ἄρα τέχνῃ αὐτοῦ ἑκάστου ἐπιμελούμεθα, ἄλλῃ δὲ τῶν 27459 3.21.23.28 : αὐτοῦ. {—}Φαίνεται. {—}Οὐκ ἄρα, ὅταν τῶν ἑαυτοῦ ἐπι– 27460 3.21.23.29 : μελῇ, σαυτοῦ ἐπιμελῇ. {—}Οὐδαμῶς. {—}Οὐ γὰρ ἡ αὐτὴ 27461 3.21.23.30 : τέχνη, ὡς ἔοικεν, ᾗ τις ἂν αὑτοῦ τε ἐπιμελοῖτο καὶ τῶν 27462 3.21.23.31 : αὑτοῦ. {—}Οὐ φαίνεται. {—}Φέρε δή, ποίᾳ ποτ´ ἂν ἡμῶν 27463 3.21.23.32 : αὐτῶν ἐπιμεληθείημεν; {—}Οὐκ ἔχω λέγειν. {—}Ἀλλὰ το– 27464 3.21.23.33 : σόνδε γε ὡμολόγηται, ὅτι οὐχ ᾗ ἂν τῶν ἡμετέρων καὶ 27465 3.21.23.34 : ὁτιοῦν βέλτιον ποιῶμεν, ἀλλ´ ᾗ ἡμᾶς αὐτούς. {—}Ἀληθῆ 27466 3.21.23.35 : λέγεις. {—}Ἦ οὖν ἔγνωμεν ἄν ποτε, τίς τέχνη ὑπόδημα 27467 3.21.23.36 : βέλτιον ποιεῖ, μὴ εἰδότες ὑπόδημα; {—}Ἀδύνατον. {—}Οὐδέ 27468 3.21.23.37 : γε τίς τέχνη δακτυλίους βελτίους ποιεῖ, ἀγνοοῦντες δακτύ– 27469 3.21.23.38 : λιον; {—}Ἀληθῆ. {—}Τί δέ; τίς τέχνη βελτίω ποιεῖ αὐ– 27470 3.21.23.39 : τόν, ἆρ´ ἄν ποτε γνοίημεν ἀγνοοῦντες τί ποτ´ ἐσμὲν 27471 3.21.23.40 : αὐτοί; {—}Ἀδύνατον. {—}Πότερον οὖν ῥᾴδιον τυγχάνει τὸ 27472 3.21.23.41 : γνῶναι ἑαυτόν, καί τις ἦν φαῦλος ὁ τοῦτο ἀναθεὶς εἰς τὸν 27473 3.21.23.42 : ἐν Πυθοῖ νεών, ἢ χαλεπόν τι καὶ οὐχὶ παντός; {—}Ἐμοὶ 27474 3.21.23.43 : μέν, ὦ Σώκρατες, πολλάκις μὲν ἔδοξε παντὸς εἶναι, πολ– 27475 3.21.23.44 : λάκις δὲ παγχάλεπον. {—}Ἀλλ´ ὦ Ἀλκιβιάδη, εἴτε ῥᾴδιον 27476 3.21.23.45 : εἴτε μή ἐστιν, ὅμως γε ἡμῖν ὧδ´ ἔχει· γνόντες μὲν αὐτὸ 27477 3.21.23.46 : τάχ´ ἂν γνοίημεν τὴν ἐπιμέλειαν ἡμῶν αὐτῶν, ἀγνοοῦν– 27478 3.21.23.47 : τες δὲ οὐκ ἄν ποτε. {—}Ἔστι ταῦτα. {—}Φέρε δή, τίν´ ἂν 27479 3.21.23.48 : τρόπον εὑρεθείη αὐτὸ τοῦτο; οὕτω μὲν γὰρ ἂν τάχ´ εὕ– 27480 3.21.23.49 : ροιμεν τί ποτ´ ἐσμὲν αὐτοί, τούτου δ´ ἔτι ὄντες ἐν ἀγνοίᾳ 27481 3.21.23.50 : ἀδύνατοί που. {—}Ὀρθῶς λέγεις. {—}Ἔχε οὖν πρὸς Διός, 27482 3.21.23.51 : τῷ διαλέγῃ σὺ νῦν; ἄλλο τι ἢ ἐμοί; {—}Ναί. {—}Οὐκοῦν 27483 3.21.23.52 : καὶ ἐγὼ σοί; {—}Ναί. {—}Σωκράτης ἄρ´ ἐστὶν ὁ διαλεγό– 27484 3.21.23.53 : μενος; {—}Πάνυ γε. {—}Ἀλκιβιάδης δ´ ὁ ἀκούων; {—}Ναί. {—} 27485 3.21.23.54 : Οὐκοῦν λόγῳ διαλέγεται ὁ Σωκράτης; {—}Τί μήν; {—}Τὸ 27486 3.21.23.55 : δὲ διαλέγεσθαι καὶ τὸ λόγῳ χρῆσθαι ταὐτόν που κα– 27487 3.21.23.56 : λεῖς; {—}Πάνυ γε. {—}Ὁ δὲ χρώμενος καὶ ᾧ χρῆται οὐκ 27488 3.21.23.57 : ἄλλο; {—}Πῶς λέγεις; {—}Ὥσπερ σκυτοτόμος τέμνει που 27489 3.21.23.58 : τομεῖ καὶ σμίλῃ καὶ ἄλλοις ὀργάνοις. {—}Ναί. {—}Οὐκοῦν 27490 3.21.23.59 : ἄλλο μὲν ὁ τέμνων καὶ χρώμενος, ἄλλο δὲ οἷς τέμνων 27491 3.21.23.60 : χρῆται; {—}Πῶς γὰρ οὔ; {—}Ἆρ´ οὖν οὕτως καὶ οἷς ὁ κι– 27492 3.21.23.61 : θαριστὴς κιθαρίζει καὶ αὐτὸς ὁ καθαριστὴς ἄλλο ἂν εἴη; 27493 3.21.23.62 : {—}Ναί. {—}Τοῦτο τοίνυν ἀρτίως ἠρώτων, εἰ ὁ χρώμενός 27494 3.21.23.63 : τε καὶ ᾧ χρῆται ἀεὶ δοκεῖ ἕτερον εἶναι. {—}Δοκεῖ. {—}Τί 27495 3.21.23.64 : οὖν; φῶμεν τὸν σκυτοτόμον τέμνειν ὀργάνοις μόνον ἢ καὶ 27496 3.21.23.65 : χερσί; {—}Καὶ χερσί. {—}Χρῆται ἄρα καὶ ταύταις; {—}Ναί. {—} 27497 3.21.23.66 : Ἦ καὶ τοῖς ὀφθαλμοῖς χρώμενος σκυτοτομεῖ; {—}Ναί. {—} 27498 3.21.23.67 : Τὸν δὲ χρώμενον καὶ οἷς χρῆται ἕτερα ὁμολογοῦμεν; {—} 27499 3.21.23.68 : 〈Ναί.〉 {—}Ἕτερον ἄρα σκυτοτόμος καὶ κιθαριστὴς χειρῶν 27500 3.21.23.69 : καὶ ὀφθαλμῶν οἷς ἐργάζονται; {—}Φαίνεται. {—}Οὐκοῦν καὶ 27501 3.21.23.70 : παντὶ τῷ σώματι χρῆται ἅνθρωπος; {—}Πάνυ γε. {—}Ἕτε– 27502 3.21.23.71 : ρον δ´ ἦν τό τε χρώμενον καὶ ᾧ χρῆται; {—}Ναί. {—}Ἕτε– 27503 3.21.23.72 : ρον ἄρ´ ἅνθρωπός ἐστι τοῦ ἑαυτοῦ σώματος; {—}Ἔοικεν. {—} 27504 3.21.23.73 : Τί ποτ´ οὖν ἐστιν ἅνθρωπος; {—}Οὐκ ἔχω λέγειν. {—}Ἔχεις 27505 3.21.23.74 : μὲν οὖν, ὅτι γε 〈τὸ〉 τῷ σώματι χρώμενον. {—}Ναί. {—}Ἦ 27506 3.21.23.75 : οὖν ἄλλο τι χρῆται αὐτῷ ἢ ψυχή; {—}Οὐκ ἄλλο. {—}Οὐκοῦν 27507 3.21.23.76 : ἄρχουσα; {—}Ναί. {—}Καὶ μὴν τόδε γ´ οἶμαι οὐδένα ἂν 27508 3.21.23.77 : ἄλλως οἰηθῆναι. {—}Τὸ ποῖον; {—}Μὴ οὐ τριῶν ἕν γέ τι 27509 3.21.23.78 : εἶναι τὸν ἄνθρωπον. {—}Τίνων; {—}Ψυχὴν ἢ σῶμα ἢ συναμ– 27510 3.21.23.79 : φότερον, τὸ ὅλον τοῦτο. {—}Τί μήν; {—}Ἀλλὰ μὴν αὐτό 27511 3.21.23.80 : γε 〈τὸ〉 τοῦ σώματος ἄρχον ὡμολογήσαμεν ἄνθρωπον εἶ– 27512 3.21.23.81 : ναι; {—}Ὡμολογήσαμεν. {—}Ἆρ´ οὖν σῶμα αὐτὸ αὑτοῦ ἄρ– 27513 3.21.23.82 : χει; {—}Οὐδαμῶς. {—}Ἄρχεσθαι γὰρ αὐτὸ εἴπομεν; {—} 27514 3.21.23.83 : 〈Ναί.〉 {—}Οὐκ ἂν δὴ τοῦτό γε εἴη τὸ ζητούμενον. {—}Οὐκ 27515 3.21.23.84 : ἔοικεν. {—}Ἀλλὰ τὸ συναμφότερον τοῦ σώματος ἄρχει, καὶ 27516 3.21.23.85 : ἔστι δὴ τοῦτο ὁ ἄνθρωπος; {—}Ἴσως δῆτα. {—}Πάντων γε 27517 3.21.23.86 : ἥκιστα· μὴ γὰρ συνάρχοντος τοῦ ἑτέρου οὐδεμία που 27518 3.21.23.87 : μηχανὴ τὸ συναμφότερον ἄρχειν. {—}Ὀρθῶς. {—}Ἐπειδὴ δὲ 27519 3.21.23.88 : οὔτε τὸ σῶμα οὔτε τὸ συναμφότερόν ἐστιν ἄνθρωπος, 27520 3.21.23.89 : λείπεται, οἶμαι, ἢ μηδὲν αὐτὸ εἶναι, ἢ εἴπερ τί ἐστι, μη– 27521 3.21.23.90 : δὲν ἄλλο 〈τὸν〉 ἄνθρωπον συμβαίνειν ἢ ψυχήν. {—}Κομιδῆ 27522 3.21.23.91 : μὲν οὖν. {—}Ἔτι οὖν σαφέστερον δεῖ ἀποδειχθῆναί σοι, 27523 3.21.23.92 : ὅτι 〈ἡ〉 ψυχή ἐστιν ἄνθρωπος; {—}Μὰ Δί´, ἀλλ´ ἱκανῶς 27524 3.21.23.93 : μοι δοκεῖ ἔχειν. {—}Εἰ δέ γε μὴ ἀκριβῶς ἀλλὰ καὶ μετρίως, 27525 3.21.23.94 : ἐξαρκεῖ ἡμῖν· ἀκριβῶς μὲν γὰρ εἰσόμεθα τότε, ὅταν εὕρω– 27526 3.21.23.95 : μεν ὃ νῦν δὴ παρήλθομεν διὰ τὸ πολλῆς εἶναι σκέψεως. {—} 27527 3.21.23.96 : Τί τοῦτο; {—}Ὃ ἄρτι οὕτω πως ἐρρήθη, ὅτι πρῶτον σκε– 27528 3.21.23.97 : πτέον εἴη αὐτὸ τὸ αὐτό· νῦν δ´ ἀντὶ τοῦ αὐτοῦ † αὑτὸν 27529 3.21.23.98 : ἕκαστον ἐσκέμμεθα ὅ τι ἐστίν, καὶ ἴσως ἐξαρκέσει· οὐ γάρ 27530 3.21.23.99 : που κυριώτερόν γε οὐδὲν ἂν ἡμῶν αὐτῶν φήσαιμεν ἢ τὴν 27531 3.21.23.100 : ψυχήν. {—}Οὐ δῆτα. {—}Οὐκοῦν καλῶς ἔχει οὕτω νομίζειν, 27532 3.21.23.101 : ἐμὲ καὶ σὲ προσομιλεῖν ἀλλήλοις τοῖς λόγοις χρωμένους 27533 3.21.23.102 : τῇ ψυχῇ πρὸς τὴν ψυχήν; {—}Πάνυ μὲν οὖν. {—}Τοῦτο δ´ 27534 3.21.23.103 : ἄρα ἦν, ὃ ἔγωγε καὶ ὀλίγῳ ἔμπροσθεν εἶπον, ὅτι Σωκρά– 27535 3.21.23.104 : της Ἀλκιβιάδῃ διαλέγεται λόγῳ χρώμενος, οὐ πρὸς τὸ 27536 3.21.23.105 : σὸν πρόσωπον, ὡς ἔοικεν, ἀλλὰ πρὸς τὸν Ἀλκιβιάδην 27537 3.21.23.106 : ποιούμενος τοὺς λόγους· τοῦτο δ´ ἐστὶν 〈ἡ〉 ψυχή. {—}Ἐμοὶ 27538 3.21.23.107 : γοῦν δοκεῖ. {—}Ψυχὴν ἄρα ἡμᾶς κελεύει γνωρίζειν [καὶ] ὁ 27539 3.21.23.108 : ἐπιτάττων γνῶναι ἑαυτόν. {—}Ἔοικεν. {—}Ὅστις ἄρα τῶν 27540 3.21.23.109 : τοῦ σώματός τι γιγνώσκει, τὰ αὑτοῦ ἀλλ´ οὐχ ἑαυτὸν 27541 3.21.23.110 : ἔγνωκεν. {—}Οὕτως. {—}Οὐδεὶς ἄρα τῶν ἰατρῶν ἑαυτὸν γι– 27542 3.21.23.111 : γνώσκει, καθ´ ὅσον ἰατρός, οὐδὲ τῶν παιδοτριβῶν, καθ´ 27543 3.21.23.112 : ὅσον παιδοτρίβης. {—}Οὐκ ἔοικεν. {—}Πολλοῦ ἄρα δέουσιν 27544 3.21.23.113 : οἱ γεωργοὶ καὶ οἱ ἄλλοι δημιουργοὶ γιγνώσκειν ἑαυτούς· 27545 3.21.23.114 : οὐδὲ γὰρ τὰ ἑαυτῶν οὗτοί γε, ὡς ἔοικε, γιγνώσκουσιν, 27546 3.21.23.115 : ἀλλ´ ἔτι πορρωτέρω τῶν ἑαυτῶν κατά γε τὰς τέχνας ἃς 27547 3.21.23.116 : ἔχουσιν· τὰ γὰρ τοῦ σώματος γιγνώσκουσιν, οἷς τοῦτο 27548 3.21.23.117 : θεραπεύεται. {—}Ἀληθῆ λέγεις. {—}Εἰ ἄρα σωφροσύνης 27549 3.21.23.118 : ἐστὶ τὸ ἑαυτὸν γιγνώσκειν, οὐδεὶς τούτων σώφρων κατὰ 27550 3.21.23.119 : τὴν τέχνην. {—}Οὔ μοι δοκεῖ. {—}Διὰ ταῦτα δὴ καὶ βά– 27551 3.21.23.120 : ναυσοι αὗται αἱ τέχναι δοκοῦσιν εἶναι, καὶ οὐκ ἀνδρὸς 27552 3.21.23.121 : ἀγαθοῦ μαθήματα. {—}Πάνυ μὲν οὖν. {—}Οὐκοῦν πάλιν 27553 3.21.23.122 : ὅστις αὖ σῶμα θεραπεύει, τὰ ἑαυτοῦ ἀλλ´ οὐχ ἑαυτὸν 27554 3.21.23.123 : θεραπεύει; {—}Κινδυνεύει. {—}Ὅστις δέ γε τὰ χρήματα, 27555 3.21.23.124 : οὔτε ἑαυτὸν οὔτε τὰ ἑαυτοῦ, ἀλλ´ ἔτι πορρωτέρω τῶν ἑαυ– 27556 3.21.23.125 : τοῦ; {—}Ἔμοιγε δοκεῖ. {—}Οὐ τὰ αὑτοῦ ἄρ´ ἔτι πράττει 27557 3.21.23.126 : ὁ χρηματιστής. {—}Ὀρθῶς. {—}Εἰ δ´ ἄρα τις γέγονεν ἐρα– 27558 3.21.23.127 : στὴς τοῦ Ἀλκιβιάδου σώματος, οὐχὶ Ἀλκιβιάδου ἠράσθη, 27559 3.21.23.128 : ἀλλά τινος τῶν Ἀλκιβιάδου; {—}Ἀληθῆ λέγεις. {—}Ὅστις 27560 3.21.23.129 : δὲ σοῦ, τῆς ψυχῆς ἐρᾷ; {—}Ἀνάγκη φαίνεται ἐκ τοῦ λό– 27561 3.21.23.130 : γου. {—}Οὐκοῦν ὁ μὲν τοῦ σώματός σου ἐρῶν, ἐπειδὴ λήγει 27562 3.21.23.131 : ἀνθοῦν, ἀπιὼν οἴχεται; {—}Φαίνεται. {—}Ὁ δὲ τῆς ψυχῆς 27563 3.21.23.132 : ἐρῶν οὐκ ἄπεισιν, ἕως ἂν ἐπὶ τὸ βέλτιον ἴῃ; {—}Εἰκός 27564 3.21.23.133 : γε. {—}Οὐκοῦν ἐγώ εἰμι ὁ οὐκ ἀπιὼν ἀλλὰ παραμένων λή– 27565 3.21.23.134 : γοντος τοῦ σώματος τῶν ἄλλων ἀπεληλυθότων; 27566 3.21.24.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 132 B–p. 134 B). 27567 3.21.24.2 : Εὖ μοι δοκεῖς λέγειν, ὦ Σώκρατες, ἀλλὰ πειρῶ ἐξ– 27568 3.21.24.3 : ηγεῖσθαι ὅντιν´ ἂν τρόπον ἐπιμεληθείημεν ἡμῶν αὐτῶν. {—} 27569 3.21.24.4 : Οὐκοῦν τοσοῦτον μὲν ἡμῖν εἰς τὸ πρόσθεν πεπέρανται; ὃ 27570 3.21.24.5 : γὰρ ἐσμέν, ἐπιεικῶς ὡμολόγηται· ἐφοβούμεθα δὲ μὴ τού– 27571 3.21.24.6 : του σφαλέντες λάθωμεν ἑτέρου τινὸς ἐπιμελόμενοι, ἀλλ´ 27572 3.21.24.7 : οὐχ ἡμῶν. {—}Ἔστι ταῦτα. {—}Καὶ μετὰ τοῦτο δὴ ὅτι ψυχῆς 27573 3.21.24.8 : ἐπιμελητέον καὶ εἰς τοῦτο βλεπτέον. {—}Δῆλον. {—}Σωμά– 27574 3.21.24.9 : των δὲ καὶ χρημάτων τὴν ἐπιμέλειαν ἑτέροις παραδοτέον. 27575 3.21.24.10 : {—}Τί μήν; {—}Τίν´ οὖν ἂν τρόπον γνοίημεν αὐτὰ ἐναρ– 27576 3.21.24.11 : γέστατα; ἐπειδὴ τοῦτο γνόντες, ὡς ἔοικεν, ἡμᾶς αὐ– 27577 3.21.24.12 : τοὺς γνωσόμεθα. ἆρα πρὸς θεῶν εὖ λέγοντος οὗ νῦν δὴ 27578 3.21.24.13 : ἐμνήσθημεν τοῦ Δελφικοῦ γράμματος οὐ ξυνίεμεν; {—}Τὸ 27579 3.21.24.14 : ποῖόν τι διανοούμενος λέγεις, ὦ Σώκρατες; {—}Ἐγώ σοι 27580 3.21.24.15 : φράσω, ὅ γε ὑποπτεύω λέγειν καὶ συμβουλεύειν ἡμῖν τοῦτο 27581 3.21.24.16 : τὸ γράμμα· κινδυνεύει γὰρ οὐδὲ πολλαχοῦ εἶναι παρά– 27582 3.21.24.17 : δειγμα αὐτοῦ, ἀλλὰ κατὰ τὴν ὄψιν μόνον. {—}Πῶς τοῦτο 27583 3.21.24.18 : λέγεις; {—}Σκόπει καὶ σύ. εἰ ἡμῶν τῷ ὄμματι ὥσπερ ἀν– 27584 3.21.24.19 : θρώπῳ συμβουλεύων εἶπεν ἰδὲ ἑαυτόν, πῶς ἂν ὑπελά– 27585 3.21.24.20 : βομεν τί παραινεῖν; ἆρ´ οὐχὶ εἰς τοῦτο βλέπειν, εἰς ὃ 27586 3.21.24.21 : βλέπων ὁ ὀφθαλμὸς ἔμελλεν αὑτὸν ἰδεῖν; {—}Δῆλον. {—} 27587 3.21.24.22 : Ἐννοῶμεν δή, εἰς τί βλέποντες τῶν ὄντων ἐκεῖνό τε ὁρῷ– 27588 3.21.24.23 : μεν ἅμα ἂν καὶ ἡμᾶς αὐτούς; {—}Δῆλον δή, ὦ Σώκρατες, 27589 3.21.24.24 : ὅτι εἰς κάτοπτρά τε καὶ τὰ τοιαῦτα. {—}Ὀρθῶς λέγεις. 27590 3.21.24.25 : οὐκοῦν καὶ τῷ ὀφθαλμῷ, ᾧ ὁρῶμεν, ἔνεστι τῶν τοιού– 27591 3.21.24.26 : των; {—}Πάνυ γε. {—}Ἐννενόηκας οὖν ὅτι τοῦ ἐμβλέποντος 27592 3.21.24.27 : εἰς τὸν ὀφθαλμὸν τὸ πρόσωπον ἐμφαίνεται ἐν τῇ τοῦ 27593 3.21.24.28 : καταντικρὺ ὄψει ὥσπερ ἐν κατόπτρῳ; ὃ δὴ καὶ κόρην 27594 3.21.24.29 : καλοῦμεν, εἴδωλον ὂν τοῦ ἐμβλέποντος. {—}Ἀληθῆ λέγεις. 27595 3.21.24.30 : {—}Ὀφθαλμὸς ἄρ´ ὀφθαλμὸν θεώμενος, καὶ ἐμβλέπων εἰς 27596 3.21.24.31 : τουτὶ ὅπερ βέλτιστον αὐτοῦ καὶ ᾧ ὁρᾷ, οὕτως ἂν αὑτὸν 27597 3.21.24.32 : ἴδοι. {—}Φαίνεται. {—}Εἰ δέ γ´ εἰς ἄλλο τῶν τοῦ ἀν– 27598 3.21.24.33 : θρώπου βλέποι ἤ τι τῶν ὄντων, πλὴν εἰς ἐκεῖνο ὃ τυγ– 27599 3.21.24.34 : χάνει ὅμοιον, οὐχὶ ὄψεται αὑτόν; {—}Ἀληθῆ λέγεις. {—} 27600 3.21.24.35 : Ὀφθαλμὸς ἄρα εἰ μέλλει ἰδεῖν αὑτόν, εἰς ὀφθαλμὸν αὐτῷ 27601 3.21.24.36 : βλεπτέον, καὶ τοῦ ὄμματος εἰς ἐκεῖνον τὸν τόπον, ἐν ᾧ 27602 3.21.24.37 : τυγχάνει ἡ τοῦ ὀφθαλμοῦ ἀρετὴ ἐγγιγνομένη; ἔστι δὲ 27603 3.21.24.38 : τοῦτό που ὄψις. {—}Οὕτως. {—}Ἆρ´ οὖν, ὦ Ἀλκιβιάδη, 27604 3.21.24.39 : καὶ ψυχὴ εἰ μέλλει γνώσεσθαι αὑτήν, εἰς ψυχὴν αὐτῇ 27605 3.21.24.40 : βλεπτέον, καὶ μάλιστα εἰς τοῦτον αὐτῆς τὸν τόπον, ἐν ᾧ 27606 3.21.24.41 : ἐγγίγνεται ἡ ψυχῆς ἀρετή, σοφία, καὶ εἰς ἄλλο ᾧ τοῦτο 27607 3.21.24.42 : τυγχάνει ὅμοιον ὄν; {—}Ἔμοιγε δοκεῖ, ὦ Σώκρατες. {—}Ἔχο– 27608 3.21.24.43 : μεν οὖν εἰπεῖν, ὅ τι ἐστὶ τῆς ψυχῆς θειότερον ἢ τοῦτο, 27609 3.21.24.44 : περὶ ὃ τὸ εἰδέναι καὶ φρονεῖν ἐστιν; {—}Οὐκ ἔχομεν. {—} 27610 3.21.24.45 : Τῷ θείῳ ἄρα τοῦτ´ ἔοικεν αὐτῆς, καί τις εἰς τοῦτο βλέ– 27611 3.21.24.46 : πων καὶ πᾶν τὸ θεῖον γνούς, θεόν τε καὶ φρόνησιν, οὕτω 27612 3.21.24.47 : καὶ ἑαυτὸν 〈ἂν〉 γνοίη μάλιστα. {—}Φαίνεται. {—}Τὸ δὲ 27613 3.21.24.48 : γιγνώσκειν αὑτὸν ὡμολογοῦμεν σωφροσύνην εἶναι; {—}Πάνυ 27614 3.21.24.49 : γε. {—}Ἆρ´ ὥσπερ κάτοπτρα σαφέστερά ἐστι τοῦ ἐν τῷ 27615 3.21.24.50 : ὀφθαλμῷ ἐνόπτρου καὶ καθαρώτερά τε καὶ λαμπρότερα, 27616 3.21.24.51 : οὕτω καὶ ὁ θεὸς τοῦ ἐν τῇ ἡμετέρᾳ ψυχῇ βελτίστου καθα– 27617 3.21.24.52 : ρώτερόν τε καὶ λαμπρότερον τυγχάνει ὄν. {—}Ἔοικέ γε, ὦ 27618 3.21.24.53 : Σώκρατες. {—}Εἰς τὸν θεὸν ἄρα βλέποντες, ἐκείνῳ καλ– 27619 3.21.24.54 : λίστῳ ἐνόπτρῳ χρῴμεθ´ ἂν καὶ τῶν ἀνθρωπίνων εἰς τὴν 27620 3.21.24.55 : ψυχῆς ἀρετήν, καὶ οὕτως ἂν μάλιστα ὁρῷμεν καὶ γιγνώ– 27621 3.21.24.56 : σκοιμεν ἡμᾶς αὐτούς; {—}Ναί. {—}Τὸ δὲ γιγνώσκειν αὑτὸν 27622 3.21.24.57 : ὡμολογοῦμεν σωφροσύνην εἶναι; {—}Πάνυ γε. {—}Ἆρ´ οὖν 27623 3.21.24.58 : μὴ γιγνώσκοντες ἡμᾶς αὐτοὺς μηδὲ σώφρονες ὄντες δυνά– 27624 3.21.24.59 : μεθα εἰδέναι τὰ ἡμέτερα αὐτῶν κακά τε καὶ ἀγαθά; {—} 27625 3.21.24.60 : Καὶ πῶς ἂν τοῦτο γένοιτο, ὦ Σώκρατες; {—}Ἀδύνατον 27626 3.21.24.61 : ἴσως σοι φαίνεται μὴ γιγνώσκοντα Ἀλκιβιάδην τὰ Ἀλκι– 27627 3.21.24.62 : βιάδου γιγνώσκειν ὅτι Ἀλκιβιάδου ἐστίν. {—}Ἀδύνατον μέν– 27628 3.21.24.63 : τοι νὴ Δία. {—}Οὐδ´ ἄρα τὰ ἡμέτερα, ὅτι ἡμέτερα, εἰ μὴ 27629 3.21.24.64 : δι´ ἡμᾶς αὐτούς; {—}Πῶς γάρ; {—}Εἰ ἄρα μηδὲ τὰ ἡμέ– 27630 3.21.24.65 : τερα, οὐδὲ τὰ τῶν ἡμετέρων; {—}Οὐ φαίνεται. {—}Οὐκ 27631 3.21.24.66 : ἄρα πάνυ τι ὀρθῶς ὡμολογοῦμεν ὁμολογοῦντες ἄρτι εἶ– 27632 3.21.24.67 : ναι τινάς, οἳ ἑαυτοὺς μὲν οὐ γιγνώσκουσι, τὰ δὲ αὑτῶν· 27633 3.21.24.68 : ἄλλους δὲ τὰ τῶν ἑαυτῶν· ἔοικε γὰρ πάντα ταῦτ´ εἶναι 27634 3.21.24.69 : κατιδεῖν ἑνός τε καὶ μιᾶς τέχνης, ἑαυτόν, τὰ αὑτοῦ, τὰ 27635 3.21.24.70 : τῶν ἑαυτοῦ. {—}Κινδυνεύει. {—}Ὅστις δὲ τὰ αὑτοῦ ἀγνοεῖ, 27636 3.21.24.71 : καὶ τὰ τῶν ἄλλων που 〈ἂν〉 ἀγνοοῖ κατὰ ταῦτα. {—}Τί 27637 3.21.24.72 : μήν; {—}Οὐκοῦν εἰ τὰ τῶν ἄλλων, καὶ τὰ τῶν πόλεων 27638 3.21.24.73 : ἀγνοήσει; {—}Ἀνάγκη. {—}Οὐκ ἄρα ἂν γένοιτο ὁ τοιοῦτος 27639 3.21.24.74 : ἀνὴρ πολιτικός. {—}Οὐ δῆτα. {—}Οὐ μὴν οὐδὲ οἰκονομικός 27640 3.21.24.75 : γε. {—}Οὐ δῆτα. {—}Οὐδέ γ´ εἴσεται ὅ τι πράττει. {—}Οὐ 27641 3.21.24.76 : γὰρ οὖν. {—}Ὁ δὲ μὴ εἰδώς, τί πράττει, οὐχ ἁμαρτήσε– 27642 3.21.24.77 : ται; {—}Πάνυ γε. {—}Ἐξαμαρτάνων δὲ οὐ κακῶς πράξει 27643 3.21.24.78 : ἰδίᾳ τε καὶ δημοσίᾳ; {—}Πῶς δ´ οὔ; {—}Κακῶς δὲ πράτ– 27644 3.21.24.79 : των οὐκ ἄθλιος; {—}Σφόδρα γε. {—}Τί δ´ οἷς οὗτος πράτ– 27645 3.21.24.80 : τει; {—}Καὶ οὗτοι. {—}Οὐκ ἄρα οἷόν τε, ἐὰν μή τις σώφρων 27646 3.21.24.81 : καὶ ἀγαθὸς ᾖ, εὐδαίμονα εἶναι. {—}Οὐχ οἷόν τε. {—}Οἱ ἄρα 27647 3.21.24.82 : κακοὶ τῶν ἀνθρώπων ἄθλιοι. {—}Σφόδρα γε. {—}Οὐκ ἄρα 27648 3.21.24.83 : οὐδὲ ὁ πλουτήσας ἀθλιότητος ἀπαλλάττεταί γε, ἀλλ´ ὁ 27649 3.21.24.84 : σωφρονήσας. {—}Φαίνεται. 27650 3.21.25.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Χαρμίδου (p. 164 D–165 A). 27651 3.21.25.2 : Καὶ οὐκ ἂν αἰσχυνθείην μὴ οὐχὶ ὀρθῶς φάναι ποτὲ 27652 3.21.25.3 : ἢ τοῦτο συγχωρήσαιμ´ ἂν ἀγνοοῦντα ἄνθρωπον αὐτὸν ἑαυ– 27653 3.21.25.4 : τὸν σωφρονεῖν. σχεδὸν γάρ τι ἔγωγε αὐτὸ τοῦτό φημι 27654 3.21.25.5 : εἶναι σωφροσύνην, τὸ γιγνώσκειν ἑαυτόν, καὶ συμφέρομαι 27655 3.21.25.6 : τῷ ἐν Δελφοῖς ἀναθέντι τὸ τοιοῦτον γράμμα. καὶ γὰρ 27656 3.21.25.7 : τοῦτο οὕτω μοι δοκεῖ τὸ γράμμα ἀνακεῖσθαι, ὡς δὴ πρόσ– 27657 3.21.25.8 : ρησις οὖσα τοῦ θεοῦ τῶν εἰσιόντων ἀντὶ τοῦ χαῖρε· ὡς 27658 3.21.25.9 : τούτου μὲν οὐκ ὀρθοῦ ὄντος τοῦ προσρήματος, τοῦ χαί– 27659 3.21.25.10 : ρειν, οὐδὲ δεῖν τοῦτο παρακελεύεσθαι ἀλλήλοις ἀλλὰ σω– 27660 3.21.25.11 : φρονεῖν. οὕτω μὲν δὴ ὁ θεὸς προσαγορεύει τοὺς εἰσιόντας 27661 3.21.25.12 : εἰς τὸ ἱερὸν διαφέρον τι ἢ οἱ ἄνθρωποι, ὡς διανοούμενος 27662 3.21.25.13 : ἀνέθηκεν 〈ὁ〉 ἀναθείς, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ· καὶ λέγει πρὸς τὸν 27663 3.21.25.14 : ἀεὶ εἰσιόντα οὐκ ἄλλο τι ἢ ’σωφρόνει‘, φησίν. αἰνιγματω– 27664 3.21.25.15 : δέστερον δὲ δή, ὡς μάντις, λέγει· τὸ γὰρ ’γνῶθι σαυτόν‘ 27665 3.21.25.16 : καὶ τὸ ’σωφρόνει‘ ἔστι μὲν ταὐτόν, ὡς τὰ γράμματά φησι 27666 3.21.25.17 : καὶ ἐγώ, τάχα δ´ ἄν τις οἰηθείη ἄλλο εἶναι, ὃ δή μοι 27667 3.21.25.18 : δοκοῦσι παθεῖν καὶ οἱ τὰ ὕστερον γράμματα ἀναθέντες, 27668 3.21.25.19 : τό τε ’μηδὲν ἄγαν‘ καὶ τὸ ’ἐγγύα, πάρα δ´ ἄτα‘. καὶ γὰρ 27669 3.21.25.20 : οὗτοι συμβουλὴν ᾠήθησαν εἶναι τὸ ’γνῶθι σαυτόν‘, ἀλλ´ 27670 3.21.25.21 : οὐ τῶν εἰσιόντων ἕνεκεν ὑπὸ τοῦ θεοῦ πρόσρησιν· ἵνα 27671 3.21.25.22 : δὴ καὶ αὐτοὶ μηδὲν ἧττον χρησίμους συμβουλὰς ἀναθεῖεν, 27672 3.21.25.23 : ταῦτα γράψαντες ἀνέθεσαν. 27673 3.21.26.1 : Πορφυρίου ἐκ τοῦ αʹ 〈Περὶ τοῦ γνῶθι σαυτόν〉. 27674 3.21.26.2 : Τί ποτε ἦν ἄρα καὶ τίνος τὸ ἱερὸν πρόσταγμα τὸ ἐν 27675 3.21.26.3 : Πυθοῖ, ὃ γνῶναι ἑαυτὸν τοῖς τοῦ θεοῦ δεησομένοις προσ– 27676 3.21.26.4 : αγορεύει; μήτε γὰρ τιμῆσαι θεὸν τὰ προσήκοντα μηδ´ 27677 3.21.26.5 : αὖ τυχεῖν τοῦ θεοῦ δεηθέντα τὸν ἀγνοίᾳ τῇ ἑαυτοῦ ἐνι– 27678 3.21.26.6 : σχόμενον παραγγέλλειν ἔοικεν. ἀλλ´ εἴτε Φημονόη ἐπὶ 27679 3.21.26.7 : πάντα λυσιτελοῦν τὰ ἀνθρώπινα τοῦτο ἐθέσπισεν, δι´ ἧς 27680 3.21.26.8 : πρώτης ὁ Πύθιος λέγεται τὰς εἰς ἀνθρώπους διαδοῦναι 27681 3.21.26.9 : χάριτας, εἴτε Φανοθέα ἡ Δελφοῦ, εἴτε καὶ Βίαντος ἢ Θα– 27682 3.21.26.10 : λοῦ ἢ Χείλωνος ἦν ἀνάθημα, ὁρμηθὲν ἀπό τινος θείας 27683 3.21.26.11 : ἐπιπνοίας· εἴτε Κλεάρχῳ προσεκτέον μᾶλλον τοῦ μὲν Πυ– 27684 3.21.26.12 : θίου φράζοντι εἶναι παράγγελμα, χρησθῆναι δὲ Χείλωνι, 27685 3.21.26.13 : τί ἄριστον ἀνθρώποις μαθεῖν πυνθανομένῳ· εἴτε καὶ πρὸ 27686 3.21.26.14 : Χείλωνος ἦν ἔτι ἀνάγραπτον ἐν τῷ ἱδρυθέντι νεῷ μετὰ 27687 3.21.26.15 : τὸν πτέρινόν τε καὶ χαλκοῦν, καθάπερ Ἀριστοτέλης ἐν 27688 3.21.26.16 : τοῖς περὶ φιλοσοφίας εἴρηκεν· τὸ μὲν ὅτου ἂν εἴη, Ἰάμ– 27689 3.21.26.17 : βλιχε, ἀμφισβητήσιμον ἔστω· πάντως δ´ ὅτι ὑπὸ θεοῦ 27690 3.21.26.18 : ἢ οὐκ ἄνευ θεοῦ ἐρρήθη, ἐξ αὐτοῦ φαίνοιτ´ ἂν τοῦ ἐν 27691 3.21.26.19 : τοῖς Πυθίοις αὐτὸ κεῖσθαι ἀμφήριστον. τί ποτε δ´ ἐστὶν 27692 3.21.26.20 : ὃ φράζει καὶ πρό γε τῶν περιρραντηρίων προτελεῖσθαι 27693 3.21.26.21 : τῷ θεῷ ἐπιτάττει, ἀναγκαῖον ἂν εἴη γνῶναι. 27694 3.21.27.1 : Πορφυρίου ἐκ τοῦ αʹ Περὶ τοῦ Γνῶθι σαυτόν. 27695 3.21.27.2 : Ἀλλὰ μήποτε ’σωφρόνει‘ ἔνεστιν ἀκοῦσαι λέγοντος ἀντὶ 27696 3.21.27.3 : τοῦ ’σῷζε τὴν φρόνησιν‘· καὶ γὰρ σωφροσύνη σαοφροσύνη 27697 3.21.27.4 : τις ἦν· οὕτω δὲ πρὸς τὸ φρονοῦν καὶ τοῦ φρονεῖν αἴτιον 27698 3.21.27.5 : διαλέγοιτ´ ἂν, σῴζειν ἑαυτὸ παρακελευόμενος· τοῦτο δ´ 27699 3.21.27.6 : ἂν εἴη ὁ νοῦς. ἀλλ´ εἰ τοῦτο, δεῖ πάλιν γνῶναι τὴν οὐ– 27700 3.21.27.7 : σίαν ἡμῶν ἥ τις ἐστίν. ἄλλοι γε μὴν μικρὸν διάκοσμον 27701 3.21.27.8 : καλῶς εἰρῆσθαι φάμενοι τὸν ἄνθρωπον, παρακελεύεσθαι 27702 3.21.27.9 : μέν φασι τὸ γράμμα γνῶναι τὸν ἄνθρωπον· ὄντος δὲ 27703 3.21.27.10 : μικροῦ διακόσμου τοῦ ἀνθρώπου, οὐδὲν ἄλλο κελεύειν ἢ 27704 3.21.27.11 : φιλοσοφεῖν· εἴπερ οὖν ἀπταίστως φιλοσοφεῖν σπουδάζο– 27705 3.21.27.12 : μεν, προθυμώμεθα γνῶναι ἑαυτούς, καὶ ἔσται ἡμῖν τεῦξις 27706 3.21.27.13 : ὀρθῆς φιλοσοφίας ἐκ τῆς ἡμετέρας κατανοήσεως ἀναβαί– 27707 3.21.27.14 : νουσιν ἐπὶ τὴν τοῦ παντὸς θεωρίαν. ἀλλ´ ὅτι μὲν ἀπὸ 27708 3.21.27.15 : τῶν ἐν ἡμῖν συλλογιζόμεθα καὶ περὶ τῶν ἐν τῷ ὅλῳ καὶ 27709 3.21.27.16 : ἡμᾶς ἐτάζοντες καὶ εὑρίσκοντες ῥᾷον μεταβαίνομεν ἐπὶ 27710 3.21.27.17 : τὴν τοῦ παντὸς θεωρίαν, λέγεται ὀρθῶς· μήποτε δὲ τὴν 27711 3.21.27.18 : ἑαυτοῦ θεωρίαν οὐ φιλοσοφίας ἕνεκα θεὸς ποιεῖσθαι παρα– 27712 3.21.27.19 : κελεύεται, ἄλλου δέ τινος μείζονος ἕνεκα, δι´ ὃ καὶ φιλο– 27713 3.21.27.20 : σοφία παρελήφθη. φιλοσοφία μὲν γὰρ ἐπετηδεύθη ἐκ 27714 3.21.27.21 : προσπαθείας ἡμῶν τῆς πρὸς τὸ σοφὸν καὶ τῆς πρὸς τὴν 27715 3.21.27.22 : θεωρητικὴν σοφίαν ἀγαπήσεως· ἡ δὲ σπουδὴ τῆς πρὸς 27716 3.21.27.23 : τὸ γνῶναι ἑαυτὸν παρακελεύσεως εἰς τεῦξιν τῆς ἀληθι– 27717 3.21.27.24 : νῆς εὐδαιμονίας ἀποτείνεται, ἥ τις συνίστατο ἐκ τῆς 27718 3.21.27.25 : κατὰ σοφίαν διαθέσεως καὶ κατὰ κτῆσιν τῆς σοφίας 27719 3.21.27.26 : θεωρίας τοῦ ἀγαθοῦ καὶ τῶν ὄντως ὄντων γνώσεως. θεω– 27720 3.21.27.27 : ρεῖν οὖν καὶ μανθάνειν παρακελεύεται τοὺς ὄντως ἑαυ– 27721 3.21.27.28 : τούς, οὐχ ἵνα φιλοσοφήσωμεν, ἀλλ´ ἵνα σοφοὶ γενόμενοι 27722 3.21.27.29 : εὐδαιμονήσωμεν. ἡ γὰρ τεῦξις τῆς ὄντως οὔσης οὐσίας 27723 3.21.27.30 : ἡμῶν καὶ ἡ ταύτης ἀληθὴς γνῶσις σοφίας ἦν τεῦξις, εἴ 27724 3.21.27.31 : γε σοφίας ἴδιον ἡ τῆς ὄντως οὐσίας τῶν πραγμάτων ἀλη– 27725 3.21.27.32 : θὴς ἐπιστήμη, διὰ σοφίας δὲ ἡ τῆς τελείας εὐδαιμονίας 27726 3.21.27.33 : γίγνεται κτῆσις. 27727 3.21.28.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ δʹ. 27728 3.21.28.2 : Ἐπεὶ δὲ ἦν τις κατάβασις ἡμῖν εἰς τὰ τῇδε, καὶ τὸν 27729 3.21.28.3 : ἐκτὸς περικειμένοις ἄνθρωπον καὶ ἠπατημένοις γε, ὅτι 27730 3.21.28.4 : τοῦτό ἐσμεν τὸ ὁρώμενον, παραίνεσις οἰκεία εἰς τὴν γνῶ– 27731 3.21.28.5 : σιν τῆς ἑαυτοῦ δυνάμεως. ὁ γὰρ δὴ Πλάτων ἐν τῷ Φι– 27732 3.21.28.6 : λήβῳ μνησθεὶς τοῦ γνῶθι σαυτὸν τριχῇ διαιρεῖται τὴν 27733 3.21.28.7 : ἄγνοιαν. πανταχοῦ τοίνυν ἡ ἑαυτοῦ ἄγνοια πονηρόν, ἄν 27734 3.21.28.8 : τε κατὰ τὸ εἴσω τὸ μέγεθος τῆς ἀξίας ἀγνοήσας τις τα– 27735 3.21.28.9 : πεινώσῃ τὸ θεῖον, ἄν τε κατὰ τὸ ἔξω ἀγνοήσας τὸ φύσει 27736 3.21.28.10 : προσὸν αὑτῷ ταπεινὸν ἐπαίρηται ἐπ´ αὐτῷ. ἢ οὐ πᾶν 27737 3.21.28.11 : γε τὸ θνητὸν ἄντικρυς 27738 3.21.28.12 : ὡς ὅτε τις ψάμαθον πάις ἄγχι θαλάσσης; 27739 3.21.28.13 : ὅς τ´ ἐπεὶ οὖν ποιήσῃ ἀθύρματα νηπιέῃσιν, 27740 3.21.28.14 : ἂψ αὖτις συνέχευε ποσὶν καὶ χερσὶν ἀθύρων. 27741 3.21.28.15 : πᾶς οὖν ἀγνοίᾳ ἑαυτοῦ τὸ καθ´ αὑτὸν ἐπαίρων ἁλίσκεται 27742 3.21.28.16 : ὑπὲρ τῆς δημιουργησάσης αὐτὸν φύσεως πλεῖον ἢ ἐκείνη 27743 3.21.28.17 : βεβούληται, τὰ αὐτῆς ὡς σεμνὰ θαυμάζων παίγνια· ἣ δὲ 27744 3.21.28.18 : τηρεῖν ἔοικεν ἐν πᾶσι τῆς ἀξίας τὸ πρέπον, οὐδὲν τοῖς 27745 3.21.28.19 : ἐπαίρουσι συνεξαπατωμένη. τὸ γνῶθι οὖν σαυτὸν διήκει 27746 3.21.28.20 : εἰς πᾶσαν ὑπόληψιν τῆς προσούσης δυνάμεως, παραγγέλ– 27747 3.21.28.21 : λον γιγνώσκειν τὰ μέτρα ἐπὶ πάντων. τὸ μὲν οὖν γιγνώ– 27748 3.21.28.22 : σκειν ἑαυτὸν τὴν ἀναφορὰν ἔοικεν ἔχειν ἐπὶ τὸ γιγνώσκειν 27749 3.21.28.23 : δεῖν τὴν ψυχὴν καὶ τὸν νοῦν, ὡς ἐν τούτῳ ἡμῶν οὐσιω– 27750 3.21.28.24 : μένων· τὸ δὲ πάντῃ γιγνώσκειν ἑαυτὸν συμπεριλαμβάνειν 27751 3.21.28.25 : ἔοικεν ἡμᾶς καὶ τὰ ἡμέτερα καὶ τὰ τῶν ἡμετέρων. τοι– 27752 3.21.28.26 : αύτη μὲν καὶ ἡ ἐν τούτοις τοῦ Πλάτωνος ἀκρίβεια φιλο– 27753 3.21.28.27 : τιμηθέντος ἐκτὸς τῶν ἄλλων καὶ δίχα τῶν περὶ ἡμᾶς 27754 3.21.28.28 : ἁπάντων γνῶναι ἑαυτόν, καὶ πάλιν πάντῃ γνῶναι ἑαυ– 27755 3.21.28.29 : τόν, ἵνα καὶ ὁ ἐντὸς ἀθάνατος γνωσθῇ ἄνθρωπος καὶ ὁ 27756 3.21.28.30 : ἐκτὸς εἰκονικὸς μὴ ἀγνοηθῇ καὶ τὰ τούτοις διαφέροντα 27757 3.21.28.31 : γνώριμα γένηται. διαφέρει μὲν γὰρ τῷ ἐντὸς παντέλειος 27758 3.21.28.32 : νοῦς, ἐν ᾧ αὐτὸς ἄνθρωπος, οὗ εἰκὼν ἕκαστος ἡμῶν· δια– 27759 3.21.28.33 : φέρει δὲ τῷ ἐκτὸς εἰδώλῳ τὰ περὶ τὸ σῶμα καὶ τὰς κτή– 27760 3.21.28.34 : σεις. ὧν δεῖ καὶ τὰς δυνάμεις γιγνώσκειν καὶ τὸ ἄχρι 27761 3.21.28.35 : τίνος τούτων φροντιστέον, ἵνα μήτε τὴν τοῦ ἀθανάτου 27762 3.21.28.36 : ἀξίαν περιτιθέντες τῷ φθαρτῷ καὶ γηίνῳ καταγέλαστον 27763 3.21.28.37 : αὐτὸ ποιῶμεν καὶ πάλιν ἄξιον δακρύων ἐν τῇ κωμῳδο– 27764 3.21.28.38 : τραγῳδίᾳ τῇ τῶν ἀνοήτων βίων ἐνεχόμενον, μήτε τὴν τοῦ 27765 3.21.28.39 : θνητοῦ ταπεινότητα τῷ ἀθανάτῳ προσάπτοντες ἐλεεινοὶ 27766 3.21.28.40 : ὦμεν καὶ διὰ πάντων ἄδικοι τῇ τοῦ κατ´ ἀξίαν ἀγνοίᾳ. 27767 3.22.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΥΠΕΡΟΨΙΑΣ.}1 27768 3.22.1.1 : Εὐριπίδου Γλαύκῳ (fr. 643 N. 2). 27769 3.22.1.2 : Βαρὺ τὸ φόρημ´ οἴησις ἀνθρώπου κακοῦ. 27770 3.22.2.1 : (Eur. fr. 425 N. 2) 27771 3.22.2.2 : Ὅστις γὰρ ἀστῶν πλέον ἔχειν πέφυκ´ ἀνήρ, 27772 3.22.2.3 : φίλοις τ´ ἄμικτός ἐστι καὶ πάσῃ πόλει. 27773 3.22.3.1 : Σωσιφάνους (fr. 3 p. 820 N. 2). 27774 3.22.3.2 : Ὦ δυστυχεῖς μὲν πολλά, παῦρα δ´ ὄλβιοι 27775 3.22.3.3 : βροτοί, τί σεμνύνεσθε ταῖς ἐξουσίαις, 27776 3.22.3.4 : ἃς ἕν τ´ ἔδωκε φέγγος ἕν τ´ ἀφείλετο; 27777 3.22.3.5 : ἢν δ´ εὐτυχῆτε, μηδὲν ὄντες εὐθέως 27778 3.22.3.6 : ἴς´ οὐρανῷ φρονεῖτε, τὸν δὲ κύριον 27779 3.22.3.7 : Ἅιδην παρεστῶτ´ οὐχ ὁρᾶτε πλησίον. 27780 3.22.4.1 : Φιλήμονος (fab. inc. fr. 60 com. IV p. 55). 27781 3.22.4.2 : Τὸ γνῶθι σαυτόν, οὐ μάτην εὖ ἴσθ´ ὅτι 27782 3.22.4.3 : τὸ ῥῆμα τοῦτο δόξαν ἐν Δελφοῖς ἔχει. 27783 3.22.5.1 : Εὐριπίδου (fr. 1040 N. 2). 27784 3.22.5.2 : Ὅταν ἴδῃς πρὸς ὕψος ἠρμένον τινὰ 27785 3.22.5.3 : λαμπρῷ τε πλούτῳ καὶ γένει γαυρούμενον 27786 3.22.5.4 : ὀφρύν τε μείζω τῆς τύχης ἐπηρκότα, 27787 3.22.5.5 : τούτου ταχεῖαν νέμεσιν εὐθὺς προσδόκα. 27788 3.22.6.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 1041 N. 2). 27789 3.22.6.2 : Κρινεῖ τίς αὑτὸν πώποτ´ ἀνθρώπων μέγαν, 27790 3.22.6.3 : ὃν ἐξαλείφει πρόφασις ἡ τυχοῦς´ ὅλον; 27791 3.22.7.1 : Τοῦ αὐτοῦ Αὔγης (fr. 277 N. 2). 27792 3.22.7.2 : Ποῖ; πῶς δὲ λήσει; τίς δὲ νῷν πιστὸς φίλος; 27793 3.22.7.3 : ζητῶμεν· ἡ δόκησις ἀνθρώποις κακόν, 27794 3.22.7.4 : καὶ τοὐπιχειρεῖν γ´ ἐξαμαρτάνειν φιλεῖ. 27795 3.22.8.1 : Τοῦ αὐτοῦ Ἀλκμέωνι (fr. 79 N. 2). 27796 3.22.8.2 : Βροτοῖς τὰ μείζω τῶν μέσων τίκτει νόσους· 27797 3.22.8.3 : θεῶν δὲ θνητοὺς κόσμον οὐ πρέπει φέρειν. 27798 3.22.9.1 : Μενάνδρου Τίτθῃ (fr. 2 com. IV p. 205). 27799 3.22.9.2 : Οἱ τὰς ὀφρῦς αἴροντες ὡς ἀβέλτεροι, 27800 3.22.9.3 : καὶ ’σκέψομαι‘ λέγοντες· ἄνθρωπος γὰρ ὢν 27801 3.22.9.4 : σκέψῃ σὺ περί του; δυστυχὴς ὅταν τύχῃ; 27802 3.22.9.5 : αὐτόματα γὰρ τὰ πράγματ´ ἐπὶ τὸ συμφέρον 27803 3.22.9.6 : ῥεῖ, κἂν καθεύδῃς, ἢ πάλιν τἀναντία. 27804 3.22.10.1 : Χαιρήμονος (fr. 30 N. 2). 27805 3.22.10.2 : Ὅλως τὸ κρεῖσσον οὐκ ἐᾷ φρονεῖν μέγα. 27806 3.22.11.1 : Μενάνδρου Κυβερνήταις (fr. 2 com. IV p. 157). 27807 3.22.11.2 : Ὦ τρισάθλιοι 27808 3.22.11.3 : ἅπαντες οἱ φυσῶντες ἐφ´ ἑαυτοῖς μέγα. 27809 3.22.11.4 : αὐτοὶ γὰρ οὐκ ἴσασιν ἀνθρώπου φύσιν. 27810 3.22.12.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 195 com. IV p. 277). 27811 3.22.12.2 : Πᾶς ὁ μὴ φρονῶν 27812 3.22.12.3 : ἀλαζονείᾳ καὶ ψόφοις ἁλίσκεται. 27813 3.22.13.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμέωνος (fr. 76 N. 2). 27814 3.22.13.2 : Ὁρᾶτε τὸν τύραννον, ὡς ἄπαις γέρων 27815 3.22.13.3 : φεύγει· φρονεῖν δὲ θνητὸν ὄντ´ οὐ χρὴ μέγα. 27816 3.22.14.1 : Εὐριπίδου Αἰόλου (fr. 29 N. 2). 27817 3.22.14.2 : Σιγᾶν φρονοῦντα κρεῖσσον εἰς ὁμιλίαν 27818 3.22.14.3 : πεσόντα· τούτῳ δ´ ἀνδρὶ μήτ´ εἴην φίλος 27819 3.22.14.4 : μήτε ξυνείην, ὅστις αὐτάρκη φρονεῖν 27820 3.22.14.5 : πέποιθε δούλους τοὺς φίλους ἡγούμενος. 27821 3.22.15.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 189). 27822 3.22.15.2 : Οἱ γὰρ πνέοντες μεγάλα τοὺς κρείσσους λόγους 27823 3.22.15.3 : πικρῶς φέρουσι τῶν ἐλασσόνων ὕπο. 27824 3.22.16.1 : Δημώνακτος (fr. 1 p. 827 N. 2). 27825 3.22.16.2 : Θνητοὶ γεγῶτες μὴ φρονεῖθ´ ὑπὲρ θεούς. 27826 3.22.17.1 : Εὐριπίδου Βάκχαις ( 395). 27827 3.22.17.2 : Τὸ σοφὸν οὐ σοφία 27828 3.22.17.3 : τό τε μὴ θνητὰ φρονεῖν. 27829 3.22.17.4 : βραχὺς αἰών· ἐπὶ τούτῳ 27830 3.22.17.5 : δέ τις ἂν μεγάλα διώκων 27831 3.22.17.6 : τὰ παρόντ´ οὐχὶ φέρει. 27832 3.22.17.7 : μαινομένων δ´ οἵδε τρόποι 27833 3.22.17.8 : καὶ κακοβούλων παρ´ ἔμοιγε φωτῶν. 27834 3.22.18.1 : Εὐριπίδου Ἡρακλεῖδαι ( 388). 27835 3.22.18.2 : Ὁ Ζεὺς κολαστὴς τῶν ἄγαν ὑπερφρόνων. 27836 3.22.19.1 : Μενάνδρου (gubernat. fr. 1 com. IV p. 156). 27837 3.22.19.2 : Τἀργύριον εἶναι, μειράκιόν, σοι φαίνεται 27838 3.22.19.3 : οὐ τῶν ἀναγκαίων καθ´ ἡμέραν μόνον 27839 3.22.19.4 : τιμὴν παρασχεῖν δυνατόν, ἄρτων, ἀλφίτων, 27840 3.22.19.5 : ὄξους, ἐλαίου, μείζονος 〈δ´〉 ἄλλου τινός. 27841 3.22.19.6 : ἀθανασίας δ´ οὐκ ἔστιν, οὐδ´ ἂν συναγάγῃς 27842 3.22.19.7 : τὰ Ταντάλου τάλαντ´ ἐκεῖνα λεγόμενα· 27843 3.22.19.8 : ἀλλ´ ἂν ἀποθάνῃς, ταῦτα καταλείψεις τισίν. 27844 3.22.19.9 : τί οὖν λέγω; μήτ´ αὐτὸς εἰ σφόδρ´ εὐπορεῖς 27845 3.22.19.10 : πίστευε τούτῳ μήτε τῶν πτωχῶν πάλιν 27846 3.22.19.11 : ἡμῶν καταφρόνει, τοῦ δέ γ´ εὐτυχεῖν ἀεὶ 27847 3.22.19.12 : πάρεχε σεαυτὸν τοῖς ὁρῶσιν ἄξιον. 27848 3.22.20.1 : Σοφοκλέους Αἴαντι ( 125–130). 27849 3.22.20.2 : Ὁρῶ γὰρ ἡμᾶς οὐδὲν ὄντας ἄλλο πλὴν 27850 3.22.20.3 : εἴδωλ´, ὅσοι περ ζῶμεν, ἢ κούφην σκιάν. 27851 3.22.20.4 : {—}Τοιαῦτα τοίνυν εἰσορῶν ὑπέρκοπον 27852 3.22.20.5 : μηδέν ποτ´ εἴπῃς αὐτὸς εἰς θεοὺς ἔπος, 27853 3.22.20.6 : μηδ´ ὄγκον ἄρῃ μηδέν´, εἴ τινος πλέον 27854 3.22.20.7 : ἢ χειρὶ βρίθεις ἢ μακροῦ πλούτου βάθει. 27855 3.22.21.1 : Ἐν ταὐτῷ ( 758–761). 27856 3.22.21.2 : Τὰ γὰρ περισσὰ κἀνόνητα σώματα 27857 3.22.21.3 : πίπτειν βαρείαις πρὸς θεῶν δυσπραγίαις 27858 3.22.21.4 : ἔφασχ´ ὁ μάντις, ὅστις ἀνθρώπου φύσει 27859 3.22.21.5 : βλαστὼν ἔπειτα μὴ κατ´ ἄνθρωπον φρονῇ. 27860 3.22.22.1 : Σοφοκλέους Τηρεῖ (fr. 531 N. 2). 27861 3.22.22.2 : ΧΟΡ. Θνητὰ φρονεῖν χρὴ θνητὴν † φύσιν 27862 3.22.22.3 : τοῦτο κατειδότας, ὡς οὐκ ἔστιν 27863 3.22.22.4 : πλὴν Διὸς οὐδεὶς τῶν μελλόντων 27864 3.22.22.5 : ταμίας ὅ τι χρὴ τετελέσθαι. 27865 3.22.23.1 : Σοφοκλέους Κολχίδες (fr. 321 N. 2). 27866 3.22.23.2 : Καλὸν φρονεῖν τὸν θνητὸν ἀνθρώποις ἴσα. 27867 3.22.24.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμέωνι (fr. 81 N. 2). 27868 3.22.24.2 : Ταπεινὰ γὰρ χρὴ τοὺς κακῶς πεπραγότας 27869 3.22.24.3 : λέγειν, ἐξ ὄγκον δ´ οὐκ ἄνω βλέπειν τύχης. 27870 3.22.25.1 : Ἱπποθόου (Hippothoont. fr. 1 p. 827 N. 2). 27871 3.22.25.2 : Ἄνθρωπος ὢν μέμνησο τῆς κοινῆς τύχης. 27872 3.22.26.1 : Σωτᾶ. 27873 3.22.26.2 : Εἰ καὶ βασιλεὺς πέφυκας, ὡς θνητὸς ἄκουσον. 27874 3.22.26.3 : ἂν μακρὰ πτύῃς, φλέγματί τῳ κρατεῖ περισσῷ. 27875 3.22.26.4 : ἂν εὐιματῇς, ταῦτα πρὸ σοῦ προβάτιον εἶχεν. 27876 3.22.26.5 : ἂν χρυσοφορῇς, τοῦτο τύχης ἐστὶν ἔπαρμα. 27877 3.22.26.6 : ἂν πλούσιος ᾖς, τοῦτο χρόνων ἄδηλος ἰσχύς. 27878 3.22.26.7 : ἂν ἀλαζὼν ᾖς, τοῦτ´ ἀνοίας ἐστὶ φρύαγμα. 27879 3.22.26.8 : ἂν δὲ σωφρονῇς, τοῦτο θεῶν δῶρον ὑπάρχει. 27880 3.22.26.9 : ἡ σωφροσύνη πάρεστιν, ἂν μετρῇς σεαυτόν. 27881 3.22.27.1 : Ἰσιδώρου (fr. 2 p. 829 N. 2). 27882 3.22.27.2 : Θνητὸς πεφυκὼς τὰ ὀπίσω πειρῶ βλέπειν. 27883 3.22.28.1 : Μενάνδρου Ἐμπιμπραμένη (fr. 3 com. IV p. 114). 27884 3.22.28.2 : Ἐφ´ ᾧ φρονεῖς μέγιστον, ἀπολεῖ τοῦτό σε, 27885 3.22.28.3 : τὸ δοκεῖν τιν´ εἶναι· καὶ γὰρ ἄλλους μυρίους. 27886 3.22.29.1 : Μενάνδρου Ἐπαγγελλόμενος (fr. 1 com. IV p. 115). 27887 3.22.29.2 : Τὸ σὸν ταπεινόν, ἂν σὺ σεμνύνῃ, καλὸν 27888 3.22.29.3 : ἔξω φανεῖται, φίλ´ ἄνερ· ἂν δ´ αὐτὸς ποιῇς 27889 3.22.29.4 : ταπεινὸν αὐτὸ καὶ τιθῇς ἐν μηδενί, 27890 3.22.29.5 : οἰκεῖος οὗτος κατάγελως νομίζεται. 27891 3.22.30-31.1 : Τοῦ αὐτοῦ Κανηφόρος (fr. 1 com. IV p. 143). 27892 3.22.30-31.2 : Τὸ γὰρ προθύμως μὴ πονήσαντας τυχεῖν 27893 3.22.30-31.3 : εὐδαιμονίας εἴωθ´ ὑπερηφανίας ποιεῖν. 27894 3.22.32.1 : Εὐριπίδου Τηλέφου (fr. 716 N. 2). 27895 3.22.32.2 : Σὺ δ´ εἶκ´ ἀνάγκῃ καὶ θεοῖσι μὴ μάχου· 27896 3.22.32.3 : τόλμα δὲ προσβλέπειν με καὶ φρονήματος 27897 3.22.32.4 : χάλα. τά τοι μέγιστα πολλάκις θεὸς 27898 3.22.32.5 : ταπείν´ ἔθηκε καὶ συνέστειλεν πάλιν. 27899 3.22.33.1 : Αἰλιανοῦ ἱστοριῶν (var. hist. III 28). 27900 3.22.33.2 : Ὁρῶν ὁ Σωκράτης τὸν Ἀλκιβιάδην τετυφωμένον ἐπὶ 27901 3.22.33.3 : τῷ πλούτῳ, καὶ μέγα φρονοῦντα ἐπὶ τῇ περιουσίᾳ καὶ 27902 3.22.33.4 : ἔτι πλέον ἐπὶ τοῖς ἀγροῖς, ἤγαγεν αὐτὸν εἴς τινα τῆς 27903 3.22.33.5 : πόλεως τόπον, ἔνθα ἀνέκειτο πινάκιον ἔχον γῆς περίοδον, 27904 3.22.33.6 : καὶ προσέταξε τῷ Ἀλκιβιάδῃ τὴν Ἀττικὴν ἐνταῦθ´ ἀνα– 27905 3.22.33.7 : ζητεῖν. ὡς δ´ εὗρε, προσέταξεν αὐτῷ καὶ τοὺς ἀγροὺς 27906 3.22.33.8 : τοὺς ἰδίους αὐτοῦ διαθρῆσαι· τοῦ δὲ εἰπόντος ’ἀλλ´ οὐ– 27907 3.22.33.9 : δαμοῦ γεγραμμένοι εἰσίν‘ ’ἐπὶ τούτοις οὖν‘ εἶπε ’μέγα 27908 3.22.33.10 : φρονεῖς, οἵπερ οὐδὲν μέρος τῆς γῆς εἰσίν;‘ 27909 3.22.34.1 : Δημοσθένους (XVIII § 128 p. 269 sq.). 27910 3.22.34.2 : Παιδείας τῶν μὲν ἀληθῶς τετυχηκότων οὐδ´ ἂν εἷς 27911 3.22.34.3 : εἴποι μέγα οὐδὲν περὶ ἑαυτοῦ, ἀλλὰ καὶ ἑτέρου λέγοντος 27912 3.22.34.4 : ἐρυθριάσειεν ἄν· τοῖς δ´ ἀπολειφθεῖσι μέν, προσποιου– 27913 3.22.34.5 : μένοις δὲ ὑπὸ ἀναισθησίας τοὺς ἀκούοντας ἀλγεῖν ποιεῖ. 27914 3.22.35.1 : Σωκράτους. 27915 3.22.35.2 : Παρὰ τῷ τύφῳ, καθάπερ παρὰ κακῷ πλάστῃ, διε– 27916 3.22.35.3 : στραμμένας τὰς τῶν πραγμάτων εἰκόνας ἰδεῖν ἔστιν. 27917 3.22.36.1 : Σωκράτους. 27918 3.22.36.2 : Ἡ δεισιδαιμονία καθάπερ πατρὶ τῷ τύφῳ πείθεται. 27919 3.22.37.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 27920 3.22.37.2 : Τοὺς μὲν κενοὺς ἀσκοὺς τὸ πνεῦμα διίστησι, τοὺς 27921 3.22.37.3 : δὲ ἀνοήτους ἀνθρώπους τὸ οἴημα. 27922 3.22.38.1 : Σωκράτους. 27923 3.22.38.2 : Σωκράτης ἐρωτηθεὶς τίνες βάναυσοι, ’οἱ τῶν ὁμοίων‘ 27924 3.22.38.3 : ἔφη ’καταφρονοῦντες‘. 27925 3.22.39.1 : Φαβωρίνου (fr. 106 Marres.). 27926 3.22.39.2 : Φρονήσῃς μὲν οὖν μηδέποτε ἐπὶ σεαυτῷ μέγα· ἀλλὰ 27927 3.22.39.3 : μηδὲ καταφρονήσῃς σεαυτοῦ. 27928 3.22.40.1 : Διογένους. 27929 3.22.40.2 : Τῆς ἀλαζονείας καθάπερ τῶν κεχρυσωμένων ὅπλων 27930 3.22.40.3 : οὐχ ὅμοιά ἐστι τὰ ἐντὸς τοῖς ἐκτός. 27931 3.22.41.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 27932 3.22.41.2 : Ὁ τῦφος ὥσπερ ποιμὴν οὗ θέλει τοὺς πολλοὺς ἄγει. 27933 3.22.42.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 190 Mullach.). 27934 3.22.42.2 : Τελευτᾷ γὰρ ἐς κακοδοξίην κακὴν ὁ παρεκτεινόμενος 27935 3.22.42.3 : τῷ κρέσσονι. 27936 3.22.43.1 : Δημοκράτους. 27937 3.22.43.2 : Δημοκράτης ἀναβαίνων εἰς τὴν ἀκρόπολιν ἐν γήρᾳ καὶ 27938 3.22.43.3 : πνευστιῶν ποιεῖν ἔφη ὅπερ καὶ σύμπασα ἡ Ἀθηναίων 27939 3.22.43.4 : πόλις· πνεῖν μὲν γὰρ μέγα, ἰσχύειν δὲ μικρόν. 27940 3.22.44.1 : Ξενοφῶντος ἐν βʹ Κύρου παιδείας (II 2, 12). 27941 3.22.44.2 : Ὁ μὲν γὰρ ἀλαζὼν ἔμοιγε δοκεῖ ὄνομα κεῖσθαι ἐπὶ 27942 3.22.44.3 : τοῖς προσποιουμένοις καὶ πλουσιωτέροις εἶναι ἢ εἰσὶ καὶ 27943 3.22.44.4 : ἀνδρειοτέροις, καὶ ποιήσειν ἃ μὴ ἱκανοί εἰσιν ὑπισχνου– 27944 3.22.44.5 : μένοις, καὶ ταῦτα φανεροῖς γιγνομένοις, ὅτι τοῦ λαβεῖν 27945 3.22.44.6 : τι ἕνεκα καὶ κερδᾶναι ποιοῦσιν· οἱ δὲ μηχανώμενοι γέλωτα 27946 3.22.44.7 : τοῖς συνοῦσι μήτε ἐπὶ τῷ αὑτῶν κέρδει μήτε ἐπὶ ζημίᾳ 27947 3.22.44.8 : τῶν ἀκουόντων μήτ´ ἐπὶ βλάβῃ μηδεμιᾷ, πῶς οὐχ οὗτοι 27948 3.22.44.9 : ἀστεῖοι ἂν καὶ εὐχάριτοι δικαιότερον ὀνομάζοιντο ἢ ἀλα– 27949 3.22.44.10 : ζόνες; 27950 3.22.45.1 : Ξενοφῶντος ἐν τῷ ηʹ τῆς Κύρου παιδείας (VIII 4, 14). 27951 3.22.45.2 : Δοκεῖ δέ μοι, ὦ Κῦρε, χαλεπώτερον εἶναι εὑρεῖν ἄνδρα 27952 3.22.45.3 : τἀγαθὰ καλῶς ἢ τὰ κακὰ φέροντα. τὰ μὲν γὰρ ὕβριν τοῖς 27953 3.22.45.4 : πολλοῖς, τὰ δὲ σωφροσύνην τοῖς πᾶσιν ἐμποιεῖ. 27954 3.22.46.1 : Ἡροδότου ἱστορίας ζʹ (VII 10). 27955 3.22.46.2 : Ὁρᾷς τὰ ὑπερέχοντα ζῷα ὡς κεραυνοῖ ὁ θεὸς οὐδὲ 27956 3.22.46.3 : ἐᾷ φαντάζεσθαι, τὰ δὲ σμικρὰ οὐδέν μιν κνίζει· ὁρᾷς δὲ 27957 3.22.46.4 : ὡς ἐς οἰκήματα τὰ μέγιστα αἰεὶ καὶ δένδρεα τὰ τοιαῦτα 27958 3.22.46.5 : ἀποσκήπτει βέλεα· φιλέει γὰρ ὁ θεὸς τὰ ὑπερέχοντα 27959 3.22.46.6 : πάντα κολούειν. οὕτω δὲ καὶ στρατὸς πολὺς ὑπὸ ὀλί– 27960 3.22.46.7 : γου διαφθείρεται κατὰ τοιόνδε· ἐπεάν σφιν ὁ θεὸς φθο– 27961 3.22.46.8 : νήσας φόβον ἐμβάλῃ ἢ βροντήν, δι´ ὧν ἐφθάρησαν ἀν– 27962 3.22.46.9 : αξίως ἑωυτῶν. οὐ γὰρ ἐᾷ φρονέειν μέγα ὁ θεὸς ἄλλον ἢ 27963 3.22.46.10 : ἑωυτόν. 27964 3.23.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΦΙΛΑΥΤΙΑΣ.}1 27965 3.23.1.1 : Κριτίου (fr. 4 p. 774 N. 2). 27966 3.23.1.2 : Δεινὸν δ´, ὅταν τις μὴ φρονῶν δοκῇ φρονεῖν. 27967 3.23.2.1 : Σωσικράτους (inc. fab. com. IV p. 592). 27968 3.23.2.2 : Ἀγαθοὶ δὲ τὸ κακὸν ἐσμὲν ἐφ´ ἑτέρων ἰδεῖν· 27969 3.23.2.3 : αὐτοὶ δ´ ὅταν ποιῶμεν, οὐ γιγνώσκομεν. 27970 3.23.3.1 : Μενάνδρου (inc. fab. fr. 85 com. IV p. 256). 27971 3.23.3.2 : Οὐθεὶς ἑαυτοῦ τὰ κακὰ συνορᾷ, Πάμφιλε, 27972 3.23.3.3 : σαφῶς, ἑτέρου δ´ ἀσχημονοῦντος ὄψεται. 27973 3.23.4.1 : Μενάνδρου Ἀσπίδος (fr. 4 com. IV p. 92). 27974 3.23.4.2 : Ὃ βούλεται γὰρ μόνον ὁρῶν καὶ προσδοκῶν 27975 3.23.4.3 : ἀλόγιστος ἔσται τῆς ἀληθείας κριτής. 27976 3.23.5.1 : Εὐριπίδου (inc. fab. fr. 1042 N. 2). 27977 3.23.5.2 : Ἅπαντές ἐσμεν εἰς τὸ νουθετεῖν σοφοί, 27978 3.23.5.3 : αὐτοὶ δ´ ὅταν σφαλῶμεν, οὐ γιγνώσκομεν. 27979 3.23.6.1 : Αἰσώπου. 27980 3.23.6.2 : Αἴσωπος ἔφη δύο πήρας ἕκαστον ἡμῶν φέρειν, τὴν 27981 3.23.6.3 : μὲν ἔμπροσθεν, τὴν δὲ ὄπισθεν· καὶ εἰς μὲν τὴν ἔμ– 27982 3.23.6.4 : προσθεν ἀποτιθέναι τὰ τῶν ἄλλων ἁμαρτήματα, εἰς δὲ 27983 3.23.6.5 : τὴν ὄπισθεν τὰ ἑαυτῶν, διὸ οὐδὲ καθορῶμεν αὐτά. 27984 3.23.7.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστωνύμου Τομαρίων. 27985 3.23.7.2 : Οὕτως ἔνιοι αὑτοῖς δοκοῦσι φιλοσοφεῖν ὡς καὶ νήφειν 27986 3.23.7.3 : οἱ μεθύοντες. 27987 3.23.8.1 : Σωκράτους. 27988 3.23.8.2 : Σωκράτης ἔλεγεν, εἴ τις ἐν θεάτρῳ ὑποκηρύττοι ἀνί– 27989 3.23.8.3 : στασθαι τοὺς σκυτοτόμους, ἐκείνους μόνους ἀναστήσεσθαι, 27990 3.23.8.4 : ὁμοίως εἰ τοὺς χαλκοτύπους, τοὺς ὑφάντας, τοὺς ἄλλους 27991 3.23.8.5 : κατὰ γένος· εἰ δὲ τοὺς φρονίμους ἢ δικαίους, πάντας 27992 3.23.8.6 : ἀναστήσεσθαι. καὶ ἔστιν ἐν βίῳ βλάπτον μάλιστα τὸ 27993 3.23.8.7 : ἀνοήτους ὄντας τοὺς πολλοὺς οἴεσθαι φρονίμους εἶναι. 27994 3.23.9.1 : Δημοσθένους (III § 19 p. 33). 27995 3.23.9.2 : Διόπερ ῥᾷστόν ἐστιν ἁπάντων ἑαυτὸν ἐξαπατᾶν· ὃ 27996 3.23.9.3 : γὰρ βούλεται, τοῦθ´ ἕκαστος καὶ οἴεται, τὰ δὲ πράγματα 27997 3.23.9.4 : πολλάκις οὐχ οὕτω πέφυκεν. 27998 3.23.10.1 : Διογένους. 27999 3.23.10.2 : Διογένης ἔφη τῶν ἀνθρώπων ἐνίους τὰ δέοντα λέγον– 28000 3.23.10.3 : τας ἑαυτῶν οὐκ ἀκούειν, ὥσπερ καὶ τὰς λύρας καλὸν 28001 3.23.10.4 : φθεγγομένας οὐκ αἰσθάνεσθαι. 28002 3.23.11.1 : Ἡροδότου ἱστορίας γʹ (III 38). 28003 3.23.11.2 : Εἰ γάρ τις προθείη πᾶσιν ἀνθρώποισιν ἐκλέξασθαι 28004 3.23.11.3 : κελεύων νόμους τοὺς καλλίστους ἐκ τῶν πάντων νόμων, 28005 3.23.11.4 : διασκεψάμενοι ἂν ἑλοίατο ἕκαστοι τοὺς ἑαυτῶν· οὕτω 28006 3.23.11.5 : νομίζουσι πολύ τι καλλίστους τοὺς ἑαυτῶν νόμους ἕκαστοι 28007 3.23.11.6 : εἶναι. 28008 3.23.12.1 : Ἐν ταὐτῷ ( 53). 28009 3.23.12.2 : Ἡ φιλοτιμίη κτῆμα σκαιόν. μὴ τῷ κακῷ τὸ κακὸν 28010 3.23.12.3 : ἰῶ. πολλοὶ τῶν δικαίων τὰ ἐπιεικέστερα προτιθέασι, 28011 3.23.12.4 : πολλοὶ δὲ ἤδη τὰ μητρώια διζήμενοι τὰ πατρώια ἀπέ– 28012 3.23.12.5 : βαλον. 28013 3.23.13.1 : Πλάτωνος. 28014 3.23.13.2 : Πλάτων συνεβούλευεν, ὅτε καταγελάσομεν τινῶν, ἐπι– 28015 3.23.13.3 : στρέφειν ἐφ´ ἑαυτοὺς καὶ σκοπεῖν, μὴ καὶ αὐτοὶ τοῖς 28016 3.23.13.4 : αὐτοῖς ἐσμὲν ἔνοχοι. πολλὰ γὰρ τὸ φίλαυτον ἐπικρύπτει 28017 3.23.13.5 : καὶ περιβάλλει † παρὰ τῷ μᾶλλον καταγελῶντι. 28018 3.23.14.1 : Ἀπολλώνιος Σατύρῳ (ep. LXXXVIII p. 126 Herch.). 28019 3.23.14.2 : Οἱ πολλοὶ τῶν ἀνθρώπων τῶν μὲν ἰδίων ἁμαρτη– 28020 3.23.14.3 : μάτων συνήγοροι γίνονται, τῶν δὲ ἀλλοτρίων κατήγοροι. 28021 3.23.15.1 : Εὐσεβίου (fr. 28 phil. Graec. III p. 11 Mullach.). 28022 3.23.15.2 : Πολλοὶ δοκέοντες ἑωυτοὺς φιλέειν οὐ φιλέουσιν ἀλη– 28023 3.23.15.3 : θέως· πάντα γοῦν αὐτοῦ τούτου ἕνεκα εἴκοντες ἑωυτοῖσι 28024 3.23.15.4 : καὶ παρὰ τὸ ἀτρεκὲς χαριζόμενοι αὐτοῖσι τοῖς ἐναντιωτά– 28025 3.23.15.5 : τοισι περιπίπτουσιν. 28026 3.23.16.1 : Εὐσεβίου (ib. fr. 29). 28027 3.23.16.2 : Πολλοὶ βουλόμενοι δοκέειν εἶναι εὐβουλότατοι πρὸς 28028 3.23.16.3 : τῶν οἰκειοτάτων καὶ εὖ φρονεόντων ἀναποδιζόμενοι οὐκ 28029 3.23.16.4 : ἀξιεῦσιν ἀπὸ τῶν δοξάντων ἅπαξ ἀναχωρέειν· ἀλλ´ ὅκως 28030 3.23.16.5 : μὴ ἐλεγχοίατο ὡς ἀπὸ ἡμαρτημένης ἀφιστάμενοι ἐμμέ– 28031 3.23.16.6 : νουσι τῇ γνώμῃ, ἐς ὃ δὴ καὶ τοῖς ἀπ´ αὐτῆς κακοῖς 28032 3.23.16.7 : ἐγκυρήσωσιν. 28033 3.23.17.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Κρατύλου (p. 428 D). 28034 3.23.17.2 : Τὸ ἐξαπατᾶσθαι αὐτὸν ὑφ´ αὑτοῦ πάντων χαλεπώτα– 28035 3.23.17.3 : τον· ὅταν γὰρ μηδὲ σμικρὸν ἀποστατῇ, ἀλλ´ ἀεὶ παρῇ 28036 3.23.17.4 : ὁ ἐξαπατήσων, πῶς οὐ δεινόν; 28037 3.23.18.1 : Τοῦ αὐτοῦ Νόμων εʹ (p. 731 D–732 B). 28038 3.23.18.2 : Πάντων δὲ μέγιστον κακὸν ἀνθρώποις τοῖς πολλοῖς 28039 3.23.18.3 : ἔμφυτον ἐν ταῖς ψυχαῖς ἐστιν, οὗ πᾶς αὑτῷ ξυγγνώμην 28040 3.23.18.4 : ἔχων ἀποφυγὴν οὐδεμίαν μηχανᾶται· τοῦτο δ´ ἔστιν ὃ 28041 3.23.18.5 : λέγουσιν ὡς φίλος αὑτῷ πᾶς ἄνθρωπος φύσει τέ ἐστι 28042 3.23.18.6 : καὶ ὀρθῶς ἔχει τὸ δεῖν εἶναι τοιοῦτον· τὸ δὲ ἀληθείᾳ γε 28043 3.23.18.7 : πάντων ἁμαρτημάτων διὰ τὴν σφόδρα ἑαυτοῦ φιλίαν 28044 3.23.18.8 : αἴτιον ἑκάστῳ γίγνεται ἑκάστοτε. τυφλοῦται γὰρ περὶ τὸ 28045 3.23.18.9 : φιλούμενον ὁ φιλῶν, ὥστε τὰ δίκαια καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ 28046 3.23.18.10 : τὰ καλὰ κακῶς κρίνει, τὸ αὑτοῦ πρὸ τοῦ ἀληθοῦς ἀεὶ 28047 3.23.18.11 : τιμᾶν δεῖν ἡγούμενος· οὔτε γὰρ ἑαυτὸν οὔτε τὰ ἑαυ– 28048 3.23.18.12 : τοῦ χρὴ τὸν μέγαν ἄνδρα ἐσόμενον στέργειν, ἀλλὰ τὰ 28049 3.23.18.13 : δίκαια, ἐάν τε παρ´ αὑτῷ ἐάν τε παρ´ ἄλλῳ μᾶλλον 28050 3.23.18.14 : πραττόμενα τυγχάνῃ. ἐκ ταὐτοῦ δὲ ἁμαρτήματος τούτου 28051 3.23.18.15 : καὶ τὸ τὴν ἀμαθίαν τὴν παρ´ αὑτῷ δοκεῖν σοφίαν εἶναι 28052 3.23.18.16 : † γεγονέναι πᾶσιν· ὅθεν οὐκ εἰδότες ὡς ἔπος εἰπεῖν 28053 3.23.18.17 : οὐδὲν οἰόμεθα τὰ πάντα εἰδέναι, οὐκ ἐπιτρέποντες δὲ 28054 3.23.18.18 : ἄλλοις ἃ μὴ ἐπιστάμεθα πράττειν, ἀναγκαζόμεθα ἁμαρ– 28055 3.23.18.19 : τάνειν αὐτοὶ πράττοντες. διὸ πάντα ἄνθρωπον χρὴ φεύ– 28056 3.23.18.20 : γειν τὸ σφόδρα φιλεῖν αὑτόν, τὸν δ´ ἑαυτοῦ βελτίω διώ– 28057 3.23.18.21 : κειν δεῖ, μηδεμίαν αἰσχύνην ἐπὶ τῷ τοιούτῳ πρόσθεν 28058 3.23.18.22 : ποιούμενον. 28059 3.24.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΣΥΝΕΙΔΟΤΟΣ.}1 28060 3.24.1.1 : Διφίλου (fab. inc. fr. 15 com. IV p. 421). 28061 3.24.1.2 : Ὅστις γὰρ αὐτὸς αὑτὸν οὐκ αἰσχύνεται 28062 3.24.1.3 : συνειδόθ´ αὑτῷ φαῦλα διαπεπραγμένῳ, 28063 3.24.1.4 : πῶς τόν γε μηδὲν εἰδότ´ αἰσχυνθήσεται; 28064 3.24.2.1 : Πυθαγόρου (Aur. carm. 12 ed. Nauck.). 28065 3.24.2.2 : Πάντων δὲ μάλιστ´ αἰσχύνεο σαυτόν. 28066 3.24.3.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 86 com. IV p. 257). 28067 3.24.3.2 : Ὁ συνιστορῶν αὑτῷ τι κἂν ᾖ θρασύτατος, 28068 3.24.3.3 : ἡ σύνεσις αὐτὸν δειλότατον εἶναι ποιεῖ. 28069 3.24.4.1 : Σοφοκλέους (fr. 844 N. 2). 28070 3.24.4.2 : Κλέπτων δ´ ὅταν τις ἐμφανῶς ἐφευρεθῇ, 28071 3.24.4.3 : σιγᾶν ἀνάγκη, κἂν καλὸν φορῇ στόμα. 28072 3.24.5.1 : Εὐριπίδου Ὀρέστῃ ( 395–396). 28073 3.24.5.2 : Ὀρέστα τλῆμον, τίς ς´ ἀπόλλυσιν νόσος; 28074 3.24.5.3 : {—}Ἡ σύνεσις, ὅτι σύνοιδα δείν´ εἰργασμένος. 28075 3.24.6.1 : Σοφοκλέους (fr. 845 N. 2). 28076 3.24.6.2 : Ἦ δεινὸν ἀργεῖν, ἡνίκ´ ἄν τις ἐσθλὸς ὢν 28077 3.24.6.3 : αὑτῷ συνειδῇ. 28078 3.24.7.1 : Ἀντιφάνους (fab. inc. 42 b com. III p. 149). 28079 3.24.7.2 : Τὸ μὴ συνειδέναι γὰρ αὑτοῦ τῷ βίῳ 28080 3.24.7.3 : ἀδίκημα μηδὲν ἡδονὴν πολλὴν ἔχει. 28081 3.24.8.1 : Πυθαγόρου. 28082 3.24.8.2 : Κακὰ μείζω πάσχει διὰ τοῦ συνειδότος ὁ ἀδικῶν 28083 3.24.8.3 : βασανιζόμενος ἢ [ὁ] τῷ σώματι [καὶ ταῖς] πληγαῖς μαστι– 28084 3.24.8.4 : γούμενος. 28085 3.24.9.1 : Ἰσοκράτους πρὸς Δημόνικον (§ 16 p. 5 b). 28086 3.24.9.2 : Μηδέποτε μηδὲν αἰσχρὸν ποιήσας ἔλπιζε λήσειν· καὶ 28087 3.24.9.3 : γὰρ ἂν τοὺς ἄλλους λάθῃς, σαυτῷ συνειδήσεις. 28088 3.24.10.1 : Ἰσοκράτους Νικοκλῆς ἢ Κύπριοι (§ 52 p. 37 d). 28089 3.24.10.2 : Μηδὲν ἀποκρύπτεσθε μήθ´ ὧν κέκτησθε μήθ´ ὧν 28090 3.24.10.3 : ποιεῖτε μήθ´ ὧν μέλλετε πράττειν, εἰδότες ὅτι περὶ τὰ 28091 3.24.10.4 : κεκρυμμένα τῶν πραγμάτων ἀναγκαῖόν ἐστι πολλοὺς φό– 28092 3.24.10.5 : βους γίγνεσθαι. 28093 3.24.11.1 : Βίαντος. 28094 3.24.11.2 : Βίας ἐρωτηθεὶς τί ἂν εἴη τῶν κατὰ τὸν βίον ἄφοβον, 28095 3.24.11.3 : εἶπεν ’ὀρθὴ συνείδησις‘. 28096 3.24.12.1 : Περιάνδρου. 28097 3.24.12.2 : Περίανδρος ἐρωτηθεὶς τί ἐστιν ἐλευθερία, εἶπεν 28098 3.24.12.3 : ’ἀγαθὴ συνείδησις‘. 28099 3.24.13.1 : Σωκράτους. 28100 3.24.13.2 : Σωκράτης ἐρωτηθεὶς τίνες ἀταράχως ζῶσιν, εἶπεν 28101 3.24.13.3 : ’οἱ μηδὲν ἑαυτοῖς ἄτοπον συνειδότες‘. 28102 3.24.14.1 : Διογένους. 28103 3.24.14.2 : Τίς γὰρ ἂν ἧττον φοβοῖτό τι ἢ θαρσοίη μάλιστα, ἢ 28104 3.24.14.3 : ὅστις αὑτῷ μηδὲν συνειδείη κακόν; 28105 3.24.15.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Περὶ εὐθυμίας (p. 476 F–477 A). 28106 3.24.15.2 : Τὸ γὰρ συνειδὸς οἷον ἕλκος ἐν σαρκὶ τῇ ψυχῇ τὴν 28107 3.24.15.3 : μεταμέλειαν αἱμάσσουσαν ἀεὶ καὶ νύσσουσαν ἐναπολείπει. 28108 3.24.15.4 : τὰς μὲν γὰρ ἄλλας ἀναιρεῖ λύπας ὁ λόγος, τὴν δὲ μετά– 28109 3.24.15.5 : νοιαν αὐτὸς ἐνεργάζεται δακνομένῃ σὺν αἰσχύνῃ καὶ 28110 3.24.15.6 : κολαζομένῃ ὑφ´ αὑτῆς. ὡς γὰρ οἱ ῥιγοῦντες καὶ πυρε– 28111 3.24.15.7 : τοῖς διακαιόμενοι τῶν ταὐτὰ πασχόντων ἔξωθεν ὑπὸ καύ– 28112 3.24.15.8 : ματος ἢ κρύους μᾶλλον ἐνοχλοῦνται καὶ κάκιον ἔχουσιν, 28113 3.24.15.9 : οὕτως ἐλαφροτέρας ἔχει τὰ τυχηρὰ τὰς λύπας ὥσπερ ἔξω– 28114 3.24.15.10 : θεν ἐπιφερομένας. τὸ δὲ 28115 3.24.15.11 : οὔ τις ἐμοὶ τῶν ἄλλος ἐπαίτιος, ἀλλ´ ἐγὼ αὐτός 28116 3.24.15.12 : ἐπιθρηνούμενον τοῖς ἁμαρτανομένοις ἔνδοθεν ἐξ αὐτοῦ, 28117 3.24.15.13 : βαρύτερον ποιεῖ τῷ αἰσχρῷ τὸ ἀλγεινόν. 28118 3.24.16.1 : Ἰσοκράτους Νικοκλῆς ἢ Κύπριοι (§ 59 p. 39 a). 28119 3.24.16.2 : Ζηλοῦτε μὴ τοὺς πλεῖστα κεκτημένους, ἀλλὰ τοὺς 28120 3.24.16.3 : μηδὲν κακὸν σφίσιν αὐτοῖς συνειδότας· μετὰ γὰρ τοιαύ– 28121 3.24.16.4 : της ψυχῆς ἥδιστα ἄν τις δύναιτο τὸν βίον διαγαγεῖν. 28122 3.25.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΜΝΗΜΗΣ.}1 28123 3.25.1.1 : Ἐκ τοῦ Πορφυρίου Περὶ τῶν τῆς ψυχῆς δυνάμεων. 28124 3.25.1.2 : Ὥσπερ γὰρ ἐκ τῶν ἐνεργειῶν καὶ τὰς ἄλλας κατελα– 28125 3.25.1.3 : βόμεθα, οὕτως ἀναθεωροῦντες κατὰ συναναφορὰν γιγνο– 28126 3.25.1.4 : μένην καὶ μνήμην τῶν ἢ δι´ αἰσθήσεως καταληφθέντων 28127 3.25.1.5 : ἢ διὰ λόγου, ἐθέμεθα καὶ ταύτην ψυχῆς δύναμιν, ἣ τῇ 28128 3.25.1.6 : συναναφορᾷ καλεῖται μνήμη, ἣν ἀφορίζεται Ἀριστοτέλης 28129 3.25.1.7 : κατοχὴν φαντάσματος, ὡς εἰκόνος, οὗ φάντασμα εἰκών, 28130 3.25.1.8 : οἷον ὅταν γένηται ἡ αἴσθησις, ἀνεδόθη ἐπὶ τὴν φαντα– 28131 3.25.1.9 : στικὴν κατασκευήν· τὸ γενόμενον ἐν τῇ φανταστικῇ τὸ 28132 3.25.1.10 : πάθος ὅ τι δή ποτε ὄν, φάντασμα καλεῖται, ἔτι οὖν καὶ 28133 3.25.1.11 : ἀρθέντος τοῦ αἰσθητικοῦ ἐκ τῆς αἰσθήσεως, τὸ προσπῖπτον 28134 3.25.1.12 : ἐν τῇ εἰκόνι τοῦ αἰσθητοῦ, ἀφ´ οὗ συνέστηκε τὸ φάν– 28135 3.25.1.13 : τασμα, εἰκόνος λόγον ἔχον πρὸς τὸ φανταστόν· οἷον γὰρ 28136 3.25.1.14 : εἰκών τις ἐγένετο ἐν τῇ φανταστικῇ τοῦ ὑποπεσόντος 28137 3.25.1.15 : ὑπὸ τὴν αἴσθησιν. ὅταν οὖν γένηται κατοχὴ περὶ τὴν 28138 3.25.1.16 : φανταστικὴν τοῦ φαντάσματος, καλεῖται μνήμη. τοῦτο 28139 3.25.1.17 : μὲν οὖν κοινὸν καὶ ἐν τοῖς ἀλόγοις ζῴοις· ἡ δὲ διηρθρω– 28140 3.25.1.18 : μένη, καθ´ ἣν καὶ ἀναμιμνησκόμεθα, ἐν μόνοις ἐστὶ τοῖς 28141 3.25.1.19 : λογικοῖς· ἴδιον γὰρ λογισμοῦ τὸ διηρθρωμένον. διὸ καὶ 28142 3.25.1.20 : φασὶν οἱ περὶ τὸν Ἀριστοτέλην τὰ ἄλογα ζῷα μεμνῆσθαι 28143 3.25.1.21 : μέν, ἀναμιμνήσκεσθαι δὲ μή, μόνον δὲ τὸν ἄνθρωπον 28144 3.25.1.22 : καὶ μνημονεύειν καὶ ἀναμιμνήσκεσθαι. 28145 3.25.2.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Κρατύλου (p. 437 B). 28146 3.25.2.2 : Ἡ μνήμη παντί που μηνύει ὅτι μονή ἐστιν ἐν τῇ 28147 3.25.2.3 : ψυχῇ, ἀλλ´ οὐ φορά. 28148 3.25.3.1 : Ἀριστοτέλους Περὶ μνήμης (I p. 450 ed. Berol.). 28149 3.25.3.2 : Τὴν δὲ κατοχὴν τῶν φαντασμάτων μνήμην ἐπονο– 28150 3.25.3.3 : μάζεσθαι, τὴν δ´ ἀναπόλησιν τούτων ἀνάμνησιν· οὐ τοὺς 28151 3.25.3.4 : αὐτοὺς δ´ εἶναι μνημονικούς τε καὶ ἀναμνηστικούς, ἀλλ´ 28152 3.25.3.5 : ὡς ἐπὶ πολὺ μνημονικωτέρους μὲν ὑπάρχειν τοὺς βραδεῖς, 28153 3.25.3.6 : ἀναμνηστικωτέρους δὲ τοὺς ταχεῖς καὶ εὐμαθεῖς. δια– 28154 3.25.3.7 : φέρειν δὲ τῆς φαντασίας τὴν μνήμην, ὅτι ἣ μὲν κίνησίς 28155 3.25.3.8 : ἐστιν αἰσθήσεως ἐνεργούσης ἢ διανοίας· φαντάσματα 28156 3.25.3.9 : γὰρ ἄμφω λέγειν ὁμοίως ἡμᾶς· ἣ δ´ οἷον ζωγράφημά τι 28157 3.25.3.10 : τῆς ψυχῆς· τὴν γὰρ γινομένην κίνησιν τῆς αἰσθήσεως 28158 3.25.3.11 : σημαίνεσθαί τινα τύπον ἐν αὐτῇ παραπλησίως τοῖς 28159 3.25.3.12 : σφραγιζομένοις διὰ τῶν δακτυλίων. διὸ καὶ τοῖς μὲν ἐν 28160 3.25.3.13 : κινήσει πολλῇ διὰ πάθος ἢ δι´ ἡλικίαν οὖσιν οὐ γίνεσθαι, 28161 3.25.3.14 : καθάπερ εἰς ὕδωρ ῥέον ἐμπιπτούσης τῆς κινήσεως καὶ 28162 3.25.3.15 : τῆς σφραγῖδος, τοῖς δὲ διὰ τὸ ψύχεσθαι, καθάπερ καὶ 28163 3.25.3.16 : τὰ παλαιὰ τῶν οἰκοδομημάτων, καὶ διὰ σκληρότητα δὲ 28164 3.25.3.17 : τοῦ δεχομένου τὸ πάθος οὐ γίνεσθαι τοὺς τύπους. διόπερ 28165 3.25.3.18 : τούς τε νέους σφόδρα καὶ τοὺς γέροντας ἀμνήμονας εἶναι· 28166 3.25.3.19 : ὑπορρεῖν γὰρ τῶν μὲν διὰ τὴν αὔξησιν, τῶν δὲ διὰ τὴν 28167 3.25.3.20 : φθίσιν. ὁμοίως δὲ καὶ [διὰ] τοὺς λίαν ταχεῖς ἢ βραδεῖς· 28168 3.25.3.21 : οὐδετέρους γὰρ τούτων φαίνεσθαι μνημονεύοντας· τοὺς 28169 3.25.3.22 : μὲν γὰρ ὑγροτέρους εἶναι τοῦ δέοντος, τοὺς δὲ σκληρο– 28170 3.25.3.23 : τέρους, παρ´ ὃ καὶ τῶν μὲν οὐ μένειν ἐν τῇ ψυχῇ τὸ 28171 3.25.3.24 : φάντασμα, τῶν δ´ οὐχ ἅπτεσθαι τὸ παράπαν. 28172 3.25.4.1 : Ἐκ τῆς Πλάτωνος πρὸς Διονύσιον ἐπιστολῆς (ep. II 28173 3.25.4.2 : p. 496 Herch.). 28174 3.25.4.3 : Μεγίστη δὲ φυλακὴ τὸ μὴ γράφειν ἀλλ´ ἐκμανθάνειν· 28175 3.25.4.4 : οὐ γὰρ ἔστι τὰ γραφέντα μὴ οὐκ ἐκπεσεῖν. διὰ ταῦτ´ 28176 3.25.4.5 : οὐδὲν πώποτ´ ἐγὼ περὶ τούτων γέγραφα, οὐδ´ ἔστι σύγ– 28177 3.25.4.6 : γραμμα Πλάτωνος οὐδὲν οὐδ´ ἔσται, τὰ δὲ νῦν λεγόμενα 28178 3.25.4.7 : Σωκράτους ἐστὶ καλοῦ καὶ νέου γεγονότος. 28179 3.25.5.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φιλήβου (p. 34 A–C). 28180 3.25.5.2 : Τὸ δ´ ἐν ἑνὶ πάθει τὴν ψυχὴν καὶ τὸ σῶμα κοινῇ 28181 3.25.5.3 : γιγνόμενον κοινῇ καὶ κινεῖσθαι, ταύτην δὴ τὴν κίνησιν 28182 3.25.5.4 : ὀνομάζων αἴσθησιν οὐκ ἀπὸ τρόπου φθέγγοι´ ἄν. {—} 28183 3.25.5.5 : Ἀληθέστατα λέγεις. {—}Οὐκοῦν ἤδη μανθάνομεν, ὃ βουλό– 28184 3.25.5.6 : μεθα καλεῖν τὴν αἴσθησιν; {—}Τί μήν; {—}Σωτηρίαν 28185 3.25.5.7 : τοίνυν αἰσθήσεως τὴν μνήμην λέγων ὀρθῶς ἄν τις λέγοι 28186 3.25.5.8 : κατά γε τὴν ἐμὴν γνώμην. {—}Ὀρθῶς γὰρ οὖν. {—}Μνήμης 28187 3.25.5.9 : δὲ ἀνάμνησιν ἆρ´ οὐ διαφέρουσαν λέγομεν; {—}Ἴσως. {—} 28188 3.25.5.10 : Ἆρ´ οὐ τόδε; {—}Τὸ ποῖον; {—}Ὅταν ἃ μετὰ τοῦ σώματος 28189 3.25.5.11 : ἔπασχε πάθη ψυχή, ταῦτα ἄνευ σώματος αὐτὴ ἐν ἑαυτῇ 28190 3.25.5.12 : ὅ τι μάλιστα ἀναλαμβάνῃ, τότε ἀναμιμνήσκεσθαί που 28191 3.25.5.13 : λέγομεν. ἦ γάρ; {—}Πάνυ μὲν οὖν. {—}Καὶ μὴν καὶ ὅταν 28192 3.25.5.14 : ἀπολέσασα μνήμην, εἴτ´ αἰσθήσεως εἴτ´ αὖ μαθήματος, 28193 3.25.5.15 : αὖθις ταύτην ἀναπολήσῃ πάλιν αὐτὴ ἐν ἑαυτῇ, καὶ ταῦτα 28194 3.25.5.16 : ξύμπαντα ἀναμνήσεις καὶ μνήμας που λέγομεν. {—}Ὀρθῶς 28195 3.25.5.17 : λέγεις. 28196 3.25.6.1 : Ἰαμβλίχου ἐκ τοῦ Περὶ ψυχῆς. 28197 3.25.6.2 : Τούτων οὐσῶν τῶν κοινοτάτων δυνάμεων εἰσὶ καὶ 28198 3.25.6.3 : ἄλλαι τῆς ψυχῆς δυνάμεις, κατ´ αὐτὴν μέν, οὐ μὴν συμ– 28199 3.25.6.4 : πληρωτικαὶ αὐτῆς, ὡς ἡ μνήμη κατοχὴ οὖσα φαντάσ– 28200 3.25.6.5 : ματος. 28201 3.26.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΛΗΘΗΣ.}1 28202 3.26.1.1 : Σοφοκλέους ἐκ Συνδείπνου (fr. 145 N. 2). 28203 3.26.1.2 : Λάθα Πιερίδων στυγερὰ καὶ ἀνάρατος· 28204 3.26.1.3 : ὦ δύνασις θανάτοις εὐποτμοτάτα μελέων 28205 3.26.1.4 : ἀνέχουσα βίου βραχὺν ἰσθμόν. 28206 3.26.2.1 : Εὐριπίδου Ὀρέστου ( 213–214). 28207 3.26.2.2 : Ὦ πότνια λήθη τῶν κακῶν, ὡς εἶ σοφή, 28208 3.26.2.3 : καὶ τοῖσι δυστυχοῦσιν εὐκταία θεός. 28209 3.26.3.1 : Σοφοκλέους Ὕβρεως σατύρου (fr. 609 N. 2). 28210 3.26.3.2 : Λήθην τε τὴν πάντ´ ἀπεστερημένην, 28211 3.26.3.3 : κωφὴν ἄναυδον. 28212 3.26.4.1 : Τοῦ αὐτοῦ Μυσῶν (fr. 375 N. 2). 28213 3.26.4.2 : Ὡς τοῖς κακῶς πράσσουσιν ἡδὺ κἂν βραχὺν 28214 3.26.4.3 : χρόνον λαθέσθαι τῶν παρεστώτων κακῶν. 28215 3.26.5.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φιλήβου (p. 33 E). 28216 3.26.5.2 : Ἔστι γὰρ λήθη μνήμης ἔξοδος. 28217 3.26.6.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Συμποσίου (p. 208 A). 28218 3.26.6.2 : Ὃ γὰρ καλεῖται μελετᾶν, ὡς ἐξιούσης ἐστὶ τῆς ἐπιστή– 28219 3.26.6.3 : μης· λήθη γὰρ ἐπιστήμης ἔξοδός ἐστιν. 28220 3.27.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΟΡΚΟΥ.}1 28221 3.27.1.1 : Χοιρίλου Περσηίδος (fr. 7 Kink.). 28222 3.27.1.2 : Ὅρκον δ´ οὔτ´ ἄδικον χρεὼν ὀμνύναι οὔτε δίκαιον. 28223 3.27.2.1 : Αἰσχύλου (fr. 394 N. 2). 28224 3.27.2.2 : Οὐκ ἀνδρὸς ὅρκοι πίστις, ἀλλ´ ὅρκων ἀνήρ. 28225 3.27.3.1 : Ἀλέξιδος ἐκ Θητευόντων (com. III p. 420). 28226 3.27.3.2 : Ὅρκος βέβαιός ἐστιν, ἂν νεύσω μόνον. 28227 3.27.4.1 : Ἄμφιδος (fab. inc. fr. 8 com. III p. 319). 28228 3.27.4.2 : Ὅστις γὰρ ὀμνύοντι μηδὲν πείθεται, 28229 3.27.4.3 : αὐτὸς ἐπιορκεῖν ῥᾳδίως ἐπίσταται. 28230 3.27.5.1 : Ἀντιφάνους (fab. inc. fr. 43 com. III p. 149). 28231 3.27.5.2 : Δέσποιν´, ὅταν τις ὀμνύοντος καταφρονῇ, 28232 3.27.5.3 : ᾧ μὴ σύνοιδε πρότερον ἐπιωρκηκότι, 28233 3.27.5.4 : οὗτος καταφρονεῖν τῶν θεῶν ἐμοὶ δοκεῖ 28234 3.27.5.5 : καὶ πρότερον ὀμόσας αὐτὸς ἐπιωρκηκέναι. 28235 3.27.6.1 : Σοφοκλέους Ἱπποδαμείας (fr. 431 N. 2). 28236 3.27.6.2 : Ὅρκου δὲ προστεθέντος ἐπιμελεστέρα 28237 3.27.6.3 : ψυχὴ κατέστη· δισσὰ γὰρ φυλάσσεται, 28238 3.27.6.4 : φίλων τε μέμψιν κεἰς θεοὺς ἁμαρτάνειν. 28239 3.27.7.1 : Ἀπολλοδώρου (fab. inc. fr. 6 com. IV p. 457). 28240 3.27.7.2 : Μάστιγος οὔσης ὅρκον οἰκέτῃ δίδως; 28241 3.27.8.1 : Ἀντιφάνους (fab. inc. fr. 44 com. III p. 149). 28242 3.27.8.2 : Ὁ διδοὺς τὸν ὅρκον τῷ πονηρῷ μαίνεται· 28243 3.27.8.3 : τοὐναντίον γὰρ νῦν ποιοῦσιν οἱ θεοί. 28244 3.27.8.4 : ἐὰν ἐπιορκήσῃ τις, αὐτὸς εὐθέως 28245 3.27.8.5 : ὁ δοὺς τὸν ὅρκον ἐγένετ´ ἐμβρόντητος, 〈ὡς〉 28246 3.27.8.6 : οἶμαι, δικαίως, ὅτι πεπίστευκέν τινι. 28247 3.27.9.1 : Ἀλέξιδος Ὀλυνθίων (fr. 3 com. III p. 458). 28248 3.27.9.2 : Οὐ τοῖς γὰρ ὀμνύουσι τὸν φρονοῦντα δεῖ, 28249 3.27.9.3 : τοῖς πράγμασιν δ´ αὐτοῖσι πιστεύειν ἀεί. 28250 3.27.10.1 : Λυκούργου (fr. 98 Sauppe). 28251 3.27.10.2 : Δεῖ φίλοις καὶ τοῖς οἰκείοις βοηθεῖν ἄχρι τοῦ μὴ 28252 3.27.10.3 : ἐπιορκεῖν. 28253 3.27.11.1 : Ἰσοκράτους πρὸς Δημόνικον (§ 23 p. 6 e). 28254 3.27.11.2 : Ὅρκον ἐπακτὸν προσδέχου διὰ δύο προφάσεις, ἢ 28255 3.27.11.3 : σαυτὸν αἰτίας αἰσχρᾶς ἀπολύων, ἢ φίλους ἐκ μεγάλων 28256 3.27.11.4 : κινδύνων διασῴζων. ἕνεκα δὲ χρημάτων μηδένα θεῶν 28257 3.27.11.5 : ὀμόσῃς, μηδ´ ἂν εὐορκεῖν μέλλῃς· δόξεις γὰρ τοῖς μὲν 28258 3.27.11.6 : ἐπιορκεῖν, τοῖς δὲ φιλοχρημάτως ἔχειν. 28259 3.27.12.1 : Ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου Ἐγχειριδίου (c. 33, 5). 28260 3.27.12.2 : Ὅρκον παραίτησαι, εἰ μὲν οἷόν τε, εἰς ἅπαν· εἰ δὲ 28261 3.27.12.3 : μή, ἐκ τῶν ἐνόντων. 28262 3.27.13.1 : Εὐσεβίου (fr. 30 phil. graec. III p. 12 Mullach.). 28263 3.27.13.2 : Οἱ πολλοὶ τοῖς ἀνθρώποισι τὸ εὐόρκους εἶναι αὐτοῖς 28264 3.27.13.3 : παραινέουσιν, ἐγὼ δὲ καὶ τὸ ἀρχὴν μηδ´ εὐπετέως ὀμνύναι 28265 3.27.13.4 : ὅσιον ἀποφαίνομαι. 28266 3.27.14.1 : Ἡροδότου ἱστορίας ϛʹ (VI 86). 28267 3.27.14.2 : Ἔλεξέ σφιν Λευτυχίδης τάδε· ὦ Ἀθηναῖοι, ποιέετε 28268 3.27.14.3 : μὲν ὁκότερα βούλεσθε αὐτοί· καὶ γὰρ ἀποδιδόντες ποιέετε 28269 3.27.14.4 : ὅσια, καὶ μὴ ἀποδιδόντες τὰ ἐναντία τούτων. ὁκοῖον 28270 3.27.14.5 : μέντοι τι ἐν τῇ Σπάρτῃ συνηνέχθη γενέσθαι περὶ παρα– 28271 3.27.14.6 : θήκης, βούλομαι ὑμῖν εἰπεῖν. λέγομεν ἡμεῖς οἱ Σπαρτιῆται 28272 3.27.14.7 : [μὴ] γενέσθαι ἐν Λακεδαίμονι κατὰ τρίτην γενεὴν τὴν 28273 3.27.14.8 : ἀπ´ ἐμέο Γλαῦκον Ἐπικυδέος παῖδα· τοῦτον τὸν ἄνδρα 28274 3.27.14.9 : φαμὲν τά τε ἄλλα πάντα περιήκειν τὰ πρῶτα, καὶ δὴ 28275 3.27.14.10 : 〈καὶ〉 ἀκούειν ἄριστα δικαιοσύνης πέρι πάντων ὅσοι τὴν 28276 3.27.14.11 : Λακεδαίμονα τοῦτον τὸν χρόνον οἴκεον. συνενεχθῆναι 28277 3.27.14.12 : δέ οἱ χρόνῳ ἱκνευμένῳ τάδε λέγομεν. ἄνδρα Μιλήσιον 28278 3.27.14.13 : ἀπικόμενον ἐς Σπάρτην βούλεσθαί οἱ ἐλθεῖν ἐς λόγους 28279 3.27.14.14 : προϊσχόμενον τοιάδε· εἰμὶ μὲν Μιλήσιος, ἥκω δὲ τῆς 28280 3.27.14.15 : σῆς, Γλαῦκε, δικαιοσύνης βουλόμενος ἀπολαῦσαι· ἔδοξέ 28281 3.27.14.16 : μοι οὖν τὰ ἡμίσεα τῆς οὐσίης ἐξαργυρώσαντα θέσθαι 28282 3.27.14.17 : παρὰ σέ. χρόνου δὲ διελθόντος ἦλθον ἐς Σπάρτην τοῦ 28283 3.27.14.18 : παραθεμένου τὰ χρήματα οἱ παῖδες, ἐλθόντες δὲ ἐς λόγους 28284 3.27.14.19 : τῷ Γλαύκῳ, ἀπῄτεον τὰ χρήματα· ὃ δὲ διωθέετο· οἱ μὲν 28285 3.27.14.20 : Μιλήσιοι συμφορὴν ποιεύμενοι ἀπηλλάσσοντο, Γλαῦκος 28286 3.27.14.21 : δ´ ἐπορεύετο ἐς Δελφοὺς χρησόμενος τῷ χρηστηρίῳ. 28287 3.27.14.22 : ἐπερωτῶντα δὲ αὐτόν, εἰ ὅρκῳ τὰ χρήματα ληίσεται, ἡ 28288 3.27.14.23 : Πυθίη μετέρχεται τοῖσδε τοῖς ἔπεσι· 28289 3.27.14.24 : Γλαῦκ´ Ἐπικυδείδη, τὸ μὲν αὐτίκα κέρδιον οὕτω 28290 3.27.14.25 : ὅρκῳ νικῆσαι καὶ χρήματα ληίσσασθαι. 28291 3.27.14.26 : ὄμνυ´, ἐπεὶ θάνατός γε καὶ εὔορκον μένει ἄνδρα. 28292 3.27.14.27 : ἀλλ´ ὅρκου πάις ἐστίν, ἀνώνυμος, οὐδ´ ἔπι χεῖρες 28293 3.27.14.28 : οὐδὲ πόδες· κραιπνῶς δὲ μετέρχεται, εἰς ὅ κε πᾶσαν 28294 3.27.14.29 : συμμάρψας ὀλέσῃ γενεὴν καὶ οἶκον ἅπαντα. 28295 3.27.14.30 : ἀνδρὸς δ´ εὐόρκου γενεὴ κατόπισθεν ἀμείνων. 28296 3.27.14.31 : ταῦτα ἀκούσας ὁ Γλαῦκος συγγνώμην τὸν θεὸν παραι– 28297 3.27.14.32 : τέετο αὐτῷ ἴσχειν τῶν ῥηθέντων. ἡ δὲ Πυθίη ἔφη τὸ 28298 3.27.14.33 : πειρηθῆναι τοῦ θεοῦ καὶ 〈τὸ〉 ποιῆσαι ἴσον δύνασθαι. 28299 3.27.14.34 : Γλαῦκος μὲν δὴ μεταπεμψάμενος τοὺς Μιλησίους ξείνους 28300 3.27.14.35 : ἀποδίδωσί σφιν τὰ χρήματα. τοῦ δὲ εἵνεκα ὁ λόγος ὅδε, 28301 3.27.14.36 : ὦ Ἀθηναῖοι, ὡρμήθη λέγεσθαι ἐς ὑμέας, εἰρήσεται· 28302 3.27.14.37 : Γλαύκου νῦν οὔτε τι ἀπόγονόν ἐστιν οὐδὲν οὔτε ἱστίη 28303 3.27.14.38 : οὐδεμία νομιζομένη εἶναι Γλαύκου, ἐκτέτριπταί τε πρόρρι– 28304 3.27.14.39 : ζος ἐκ Σπάρτης. οὕτω ἀγαθὸν μηδὲ διανοέεσθαι περὶ 28305 3.27.14.40 : παραθήκης ἄλλο γε ἢ ἀπαιτεόντων ἀποδιδόναι. 28306 3.28.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΕΠΙΟΡΚΙΑΣ.}1 28307 3.28.1.1 : Εὐριπίδου (Hippol. 612). 28308 3.28.1.2 : Ἡ γλῶσς´ ὀμώμοχ´, ἡ δὲ φρὴν ἀνώμοτος. 28309 3.28.2.1 : Εὐριπίδου (Iph. Aul. 394–395). 28310 3.28.2.2 : Οὐ γὰρ ἀσύνετον τὸ θεῖον, ἀλλ´ ἔχει συνιέναι 28311 3.28.2.3 : τοὺς κακῶς παγέντας ὅρκους καὶ κατηναγκασμένους. 28312 3.28.3.1 : Εὐριπίδου (fr. 645 N. 2). 28313 3.28.3.2 : Συγγνώμονάς τοι τοὺς θεοὺς εἶναι δόκει, 28314 3.28.3.3 : ἐάν τις ὅρκοις θάνατον ἐκφεύγειν θέλῃ 28315 3.28.3.4 : ἢ δεσμὸν ἢ βίαια πολεμίων κακά. 28316 3.28.4.1 : Σοφοκλέους (fr. 846 N. 2). 28317 3.28.4.2 : Ὅρκοισι γάρ τοι καὶ γυνὴ φεύγει πικρὰν 28318 3.28.4.3 : ὠδῖνα παίδων, ἀλλ´ ἐπὰν λήξῃ κακοῦ, 28319 3.28.4.4 : ἐν τοῖσιν αὐτοῖς δικτύοις ἁλίσκεται 28320 3.28.4.5 : πρὸς τοῦ παρόντος ἱμέρου νικωμένη. 28321 3.28.5.1 : (trag. adesp. fr. 525 N. 2). 28322 3.28.5.2 : Ἀφροδίσιος 〈γὰρ〉 ὅρκος οὐκ ἐμποίνιμος. 28323 3.28.6.1 : Σοφοκλέους (fr. 847 N. 2). 28324 3.28.6.2 : Ὅρκος γὰρ οὐδεὶς ἀνδρὶ φιλήτῃ βαρύς. 28325 3.28.7.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 286 com. IV p. 294). 28326 3.28.7.2 : Συγκέχυκε νυν τὴν πίστιν ὁ καθ´ ἡμᾶς βίος. 28327 3.28.8.1 : Ἡσιόδου Θεογονίας ( 231–232). 28328 3.28.8.2 : Ὅρκον θ´, ὃς δὴ πλεῖστον ἐπιχθονίους ἀνθρώπους 28329 3.28.8.3 : πημαίνει, ὅτε κέν τις ἑκὼν ἐπίορκον ὀμόσσῃ. 28330 3.28.9.1 : Καλλιμάχου (epigr. 25 Wilam.). 28331 3.28.9.2 : Ὤμοσεν, ἀλλὰ λέγουσιν ἀλαθέα τοὺς ἐν ἔρωτι 28332 3.28.9.3 : ὅρκους μὴ δύνειν οὔατ´ ἐς ἀθανάτων. 28333 3.28.10.1 : Διφίλου (fab. inc. fr. 16 com. IV p. 421). 28334 3.28.10.2 : Ὅρκος δ´ ἑταίρας ταὐτὸ καὶ δημηγόρου· 28335 3.28.10.3 : ἑκάτερος αὐτῶν ὀμνύει πρὸς ὃν λαλεῖ. 28336 3.28.11.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 469 com. IV 28337 3.28.11.2 : p. 325). 28338 3.28.11.3 : Γυναικὶ δ´ ὅστις ὅρκον ὀμνύων ἀνὴρ 28339 3.28.11.4 : μηδὲν ποιεῖ δίκαιον, οὗτος εὐσεβής; 28340 3.28.12.1 : Τιμοθέου (com. III p. 589). 28341 3.28.12.2 : θ´ ὁ πτερωτὸς ἰξὸς ὀμμάτων ἔρως, 28342 3.28.12.3 : ὁ Κύπριδος κυναγός, ἡ φρενῶν ἀκίς, 28343 3.28.12.4 : ὁ μὴ τίνων θεοῖσιν ὁρκίων δίκας. 28344 3.28.13.1 : Δημοκρίτου. 28345 3.28.13.2 : Ὅρκους οὓς ποιέονται ἐν ἀνάγκῃσιν ἐόντες, οὐ τηρέ– 28346 3.28.13.3 : ουσιν οἱ φλαῦροι ἐπὴν διαφύγωσιν. 28347 3.28.14.1 : Εὔφρονος Θεῶν ἀγορᾶς (com. IV p. 491). 28348 3.28.14.2 : Καινοὺς πορίζου πρός με θεῶν θεούς, 28349 3.28.14.3 : ἵνα τοὺς παλαιοὺς μὴ ἐπιορκῇς πολλάκις. 28350 3.28.15.1 : Χρησμός (Herodot. VI 86). 28351 3.28.15.2 : Γλαῦκ´ Ἐπικυδείδη, τὸ μὲν αὐτίκα κέρδιον οὕτω 28352 3.28.15.3 : ὅρκῳ νικῆσαι καὶ χρήματα ληίσσασθαι. 28353 3.28.15.4 : ὄμνυ´, ἐπεὶ θάνατός γε καὶ εὔορκον μένει ἄνδρα. 28354 3.28.15.5 : ἀλλ´ ὅρκου πάις ἐστίν, ἀνώνυμος, οὐδ´ ἔπι χεῖρες 28355 3.28.15.6 : οὐδὲ πόδες· κραιπνῶς δὲ μετέρχεται, εἰς ὅ κε πᾶσαν 28356 3.28.15.7 : συμμάρψας γενεὴν ὀλέσῃ καὶ οἶκον ἅπαντα. 28357 3.28.15.8 : ἀνδρὸς δ´ εὐόρκου γενεὴ μετόπισθεν ἀμείνων. 28358 3.28.16.1 : Εὐσεβίου (fr. 31 phil. graec. III p. 12 28359 3.28.16.2 : Mullach.). 28360 3.28.16.3 : Φημὶ πάντα τὸν προαίρεσιν τοῦ ἐπιορκῆσαι ἀνα– 28361 3.28.16.4 : δεξάμενον καὶ ἐπορμήσαντα ἐπὶ τὸν ὅρκον, εἰ καὶ μὴ 28362 3.28.16.5 : ἐπελάσει τὸ ἔργον τῆς ἐπιορκίης τύχῃ τινὶ ἢ καὶ τῷ μὴ 28363 3.28.16.6 : βουληθῆναι τὸν ἀπαιτέοντα, ὅμως αὐτὸν ἔχειν γνώμην 28364 3.28.16.7 : τὴν τοῦ ψευδόρκου καὶ εἶναι τῆς ἐπὶ τῇ ἐπιορκίῃ ἁμαρ– 28365 3.28.16.8 : τάδος τῇς ὀφειλομένῃσι κατὰ τῶν καὶ ἔργῳ ἐπιορκησάν– 28366 3.28.16.9 : των ἔνοχον τιμωρίῃς. 28367 3.28.17.1 : Κλεάνθους. 28368 3.28.17.2 : Κλεάνθης ἔφη τὸν ὀμνύοντα ἤτοι εὐορκεῖν ἢ ἐπιορ– 28369 3.28.17.3 : κεῖν καθ´ ὃν ὄμνυσι χρόνον. ἐὰν μὲν γὰρ οὕτως ὀμνύῃ 28370 3.28.17.4 : ὡς ἐπιτελέσων τὰ κατὰ τὸν ὅρκον, εὐορκεῖν· ἐὰν δὲ 28371 3.28.17.5 : πρόθεσιν ἔχων μὴ ἐπιτελεῖν, ἐπιορκεῖν. 28372 3.28.18.1 : Χρυσίππου. 28373 3.28.18.2 : Χρύσιππος διαφέρειν ἔφη τὸ ἀληθορκεῖν τοῦ εὐορ– 28374 3.28.18.3 : κεῖν καὶ τὸ ἐπιορκεῖν τοῦ ψευδορκεῖν· τὸν μὲν ὀμνύντα 28375 3.28.18.4 : καθ´ ὃν ὀμνύει καιρὸν πάντως ἢ ἀληθορκεῖν ἢ ψευδορ– 28376 3.28.18.5 : κεῖν· τὸ γὰρ ὀμνύμενον ὑπ´ αὐτοῦ ἢ ἀληθὲς εἶναι ἢ 28377 3.28.18.6 : ψεῦδος, ἐπειδὴ ἀξίωμα τυγχάνει ὄν· τὸν δὲ ὀμνύντα μὴ 28378 3.28.18.7 : πάντως καθ´ ὃν ὀμνύει χρόνον ἢ εὐορκεῖν ἢ ἐπιορκεῖν, 28379 3.28.18.8 : ὅτε μὴ πάρεστιν ὁ χρόνος, εἰς ὃν ἡ ἀναφορὰ τῶν ὅρκων 28380 3.28.18.9 : ἐγίγνετο. ὃν τρόπον γὰρ λέγεσθαί τινα εὐσυνθετεῖν ἢ 28381 3.28.18.10 : ἀσυνθετεῖν, οὐχ ὅτε συντίθεται, ἀλλ´ ὅτε οἱ χρόνοι ἐνί– 28382 3.28.18.11 : στανται τῶν κατὰ τὰς ὁμολογίας· οὕτω καὶ εὐορκεῖν τις 28383 3.28.18.12 : καὶ ἐπιορκεῖν ῥηθήσεται, ὅταν οἱ καιροὶ παραστῶσι, καθ´ 28384 3.28.18.13 : οὓς ὡμολόγησεν ἐπιτελέσειν τὰ κατὰ τοὺς ὅρκους. 28385 3.28.19.1 : Ξενοφῶντος ἐν τῇ Κύρου ἀναβάσει 28386 3.28.19.2 : βιβλίον βʹ (II 5, 7). 28387 3.28.19.3 : Πρῶτον μὲν γὰρ καὶ μέγιστον οἱ θεῶν ὅρκοι κω– 28388 3.28.19.4 : λύουσιν ἡμᾶς πολεμίους εἶναι ἀλλήλοις· ὅστις δὲ τούτων 28389 3.28.19.5 : σύνοιδεν ἑαυτῷ παρημεληκώς, τοῦτον οὔ ποτ´ ἂν ἐγὼ 28390 3.28.19.6 : εὐδαιμονίσαιμι. τὸν γὰρ θεῶν πόλεμον οὐκ οἶδα οὔτε 28391 3.28.19.7 : ἀπὸ ποίου ἂν τάχους φεύγων τις ἀποφεύγοι, οὔτε εἰς 28392 3.28.19.8 : ὁποῖον ἂν σκότος ἀποδραίη, οὔτε ὅπως ἂν εἰς ὀχυρὸν 28393 3.28.19.9 : χωρίον ἀποσταίη. πάντη γὰρ πάντα τοῖς θεοῖς ὕποχα, 28394 3.28.19.10 : καὶ πάντη πάντων ἴσον οἱ θεοὶ κρατοῦσιν. 28395 3.28.20.1 : Ἡροδότου ἱστορίας αʹ ( 74). 28396 3.28.20.2 : Ἄνευ γὰρ ἀναγκαίης ἰσχυρῆς πίστιες ἰσχυραὶ οὐκ 28397 3.28.20.3 : ἐθέλουσι συμμένειν. 28398 3.28.21.1 : [Ἡροδότου]. 28399 3.28.21.2 : Χρυσὸν μὲν ἄνθρωποι βαναύσῳ τέχνῃ προσθάλψαν– 28400 3.28.21.3 : τες ἔγνωσαν τὸ κρήγυον· ἄνδρα δὲ οὐκ ἔστι δεξιὸν γνώμῃ 28401 3.28.21.4 : σταθμησάμενον ἀθρῆσαι. τοιήδε τις τὸ παλαιὸν ἡμέας 28402 3.28.21.5 : ἐκ θεῶν συνέστησε μοῖρα. χρὴ δὲ πίστιν ἐν φιλίῃ τί– 28403 3.28.21.6 : θεσθαι κραδίῃ μὴ διπλόῃ πεφυρμένους, μηδ´ ὅρκον ἐπι– 28404 3.28.21.7 : ορκίης προσφιλέστερον ἡγεομένους· ὁ τοιόσδε τῶν ἀν– 28405 3.28.21.8 : δρῶν τὴν μὲν ἐκ θεῶν ἀναβάλλεται τιμωρίην, ἐπὶ δὲ τοῦ 28406 3.28.21.9 : κατεστεῶτος πικρὴν ψυχαγωγίην ἔχων τέρπεται μωρὸς 28407 3.28.21.10 : ἐών. τίς γὰρ οὐκ οἶδεν, ὡς μένει τὸν κακὸν δίκη; εἰ δ´ 28408 3.28.21.11 : οὐ παρὰ πόδα τιμωρίης ἔτυχεν, ἀλλ´ ἐν χρόνῳ· κέρ– 28409 3.28.21.12 : δος ἡγεέσθω τοὺς διεστεῶτας ἡλίους, οὓς περιεὼν ἐκτὸς 28410 3.28.21.13 : ἀμηρύτους ἄθεος παρεπιδημέειν εἶχεν ἐν ζωοῖς. ὡς δ´ 28411 3.28.21.14 : οὐ νωθρὴν ἔχει τὸ δαιμόνιον ἀνθρώπων ἐπίσκεψιν, ἐξ 28412 3.28.21.15 : ἔργων ἀληθείης εὐόρητόν ἐστι. λέγεται γὰρ ἐν Τενέδῳ 28413 3.28.21.16 : παρεπιδημίην ποιησάμενον Ἀρχέτιμον ἐξ Ἐρυθραίης τῆς 28414 3.28.21.17 : Ἰώνων πόλιος ἐπιξένωσιν θέσθαι Κυδίῃ, χρυσοῦ δ´ ἠλισ– 28415 3.28.21.18 : μένην οὐκ ὀλίγην ἐμπολὴν ἔχοντα, ταύτην δὲ παραθέσθαι 28416 3.28.21.19 : Κυδίῃ οὕτως ἔχοντα, ’ὡς οὐδὲν ἂν βίαιον ἐξ ἀνδρὸς πά– 28417 3.28.21.20 : θοι‘, δοκέοντός γε δὴ ὡς τὰ πρὸς ἑωυτὸν ἀρτίως ἐν φιλίῃ 28418 3.28.21.21 : συγκεκρῆσθαι. ἔνθα Κυδίῃ κακὴν βουλὴν ἐς φρένας ἐμ– 28419 3.28.21.22 : βάλλει φιλοκερδίη. ἀπαιτεύμενος γὰρ τὸν δοθέντα χρυ– 28420 3.28.21.23 : σὸν ἐν παραθέσει, σκληρὴν ἄρνησιν ἐποιήσατο, τῶν δ´ 28421 3.28.21.24 : ἐς ἀμφιβολίην πιπτόντων τέλος ἔδοξεν ὅρκῳ κυρῶσαι. 28422 3.28.21.25 : Κυδίης μὲν ὦν ἐς τρίτην ἡμέρην ἀναβαλλόμενος κυρώσειν 28423 3.28.21.26 : πίστιν τοῖς θεοῖς ἐπιτρεφθεῖσαν, ἀπελθὼν ἐς οἶκον μη– 28424 3.28.21.27 : χανὴν τοιήνδε ἔθετο. νάρθηκα γὰρ κοιλήνας παντὸς χρυ– 28425 3.28.21.28 : σοῦ φόρτον ἐς αὐτὸν ἤρεισε· πρὸς δὲ χερὸς ἀντίληψιν 28426 3.28.21.29 : εἵλημα μίτρης ἐδέσμευσε πάντοθεν, ὡς ἂν κρύπτοιτο τὴν 28427 3.28.21.30 : κατεσκευασμένην πρόφασιν· ἐπεὶ δ´ ἡ τεταγμένη παρῆν 28428 3.28.21.31 : ἡμέρη, ’νωθρὴν πορείης ἔκλυσιν ποιεύμενος‘, διήρειδε 28429 3.28.21.32 : τὸν νάρθηκα † νοσευτίην ἐπιφέρων σώματι· καταστὰς δὲ 28430 3.28.21.33 : ἐναντίον τοῦ νεώ, ὅνπερ ἔμελλε συνίστορα ποιέεσθαι, 28431 3.28.21.34 : δίδωσι Κυδίης Ἀρχετίμῳ νάρθηκα, τὸν ἐντὸς ἀδικίην 28432 3.28.21.35 : πᾶσαν κεύθοντα, μέχρι περ τελευτήσῃ τὸν τεταγμένον 28433 3.28.21.36 : ὅρκον· ἀνατείνας δὲ τῶν ἑῶν χερῶν φορὴν εἶπεν, ὡς λά– 28434 3.28.21.37 : βοι μὲν παρ´ Ἀρχετίμου παραθήκην, ἀποδοίη δὲ ταύ– 28435 3.28.21.38 : την· ὅπερ ἦν ἐκ τέχνης πεπλασμένον ψεῦδος. βαρυν– 28436 3.28.21.39 : θεὶς δ´ ἐπὶ τοῖς λελεγμένοις Ἀρχέτιμος, ῥήσσει πρὸς 28437 3.28.21.40 : ἔδαφος νάρθηκα πληγῇ βαρείῃ· τοῦ δὲ ἀραχθέντος ἐκτὸς 28438 3.28.21.41 : ἐρρύη παραθήκης ὄγκος. Ἀρχέτιμος μὲν ὦν ἐκ θεῶν 28439 3.28.21.42 : προνοίης τοιῆσδε ἔτυχε, Κυδίῃ δὲ λέγεται κακὴν βίου 28440 3.28.21.43 : καταστροφὴν γενέσθαι. ἐς ἃ δεῖ βλέποντας μὴ κατα– 28441 3.28.21.44 : φρόνησιν ποιέεσθαι πρὸς πίστιν ὅρκων ἰόντας ἀνθρώ– 28442 3.28.21.45 : πους, οἷς ἐπισφαλὴς ὀπηδέει τύχη παντοίῃ φορῇ πνεύ– 28443 3.28.21.46 : ματος αἰωρευμένη. 28444 3.29.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΦΙΛΟΠΟΝΙΑΣ [ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗΣ ΚΑΙ ΟΤΙ 28445 3.29.t.2 : ΑΣΥΜΦΟΡΟΝ ΤΟ ΟΚΝΕΙΝ].}1 28446 3.29.1.1 : Σοφοκλέους Θυέστῃ (fr. 236 N. 2). 28447 3.29.1.2 : Ὡς νῦν τάχος στείχωμεν· οὐ γὰρ ἔσθ´ ὅπως 28448 3.29.1.3 : σπουδῆς δικαίας μῶμος ἅψεταί ποτε. 28449 3.29.2.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 21–24). 28450 3.29.2.2 : Εἰς ἕτερον γὰρ τίς τε ἰδὼν ἔργοιο χατίζων 28451 3.29.2.3 : πλούσιον ὃς σπεύδει μὲν ἀρώμεναι ἠδὲ φυτεύειν 28452 3.29.2.4 : οἶκόν τ´ εὖ θέσθαι· ζηλοῖ δέ τε γείτονα γείτων 28453 3.29.2.5 : εἰς ἄφενον σπεύδων. ἀγαθὴ δ´ ἔρις ἥδε βροτοῖσιν. 28454 3.29.3.1 : Τοῦ αὐτοῦ ( 308–313). 28455 3.29.3.2 : Ἐξ ἔργων δ´ ἄνδρες πολύμηλοί τ´ ἀφνειοί τε. 28456 3.29.3.3 : καί τ´ ἐργαζόμενος πολὺ φίλτερος ἀθανάτοισιν. 28457 3.29.3.4 : ἔργον δ´ οὐδὲν ὄνειδος, ἀεργίη δέ τ´ ὄνειδος. 28458 3.29.3.5 : εἰ δέ κεν ἐργάζῃ, τάχα σὲ ζηλώσει ἀεργὸς 28459 3.29.3.6 : πλουτεῦντα· πλούτῳ δ´ ἀρετὴ καὶ κῦδος ὀπηδεῖ. 28460 3.29.4.1 : Ἐν ταὐτῷ ( 317–320). 28461 3.29.4.2 : Αἰδὼς δ´ οὐκ ἀγαθὴ κεχρημένον ἄνδρα κομίζει, 28462 3.29.4.3 : αἰδώς, ἥ τ´ ἄνδρας μέγα σίνεται ἠδ´ ὀνίνησιν. 28463 3.29.4.4 : αἰδώς τοι πρὸς ἀνολβίῃ, θάρσος δὲ πρὸς ὄλβῳ. 28464 3.29.4.5 : χρήματα δ´ οὐχ ἁρπακτά, θεόσδοτα, πολλὸν ἀμείνω. 28465 3.29.5.1 : Εὐριπίδου Ἡρακλειδῶν ( 625). 28466 3.29.5.2 : Ἁ δ´ ἀρετὰ βαίνει διὰ μόχθων. 28467 3.29.6.1 : Εὐριπίδου Ἰφιγενείας (Taur. 114–115). 28468 3.29.6.2 : Τοὺς πόνους γὰρ ἁγαθοὶ 28469 3.29.6.3 : τολμῶσι, δειλοὶ δ´ εἰσὶν οὐδὲν οὐδαμοῦ. 28470 3.29.7.1 : Εὐριπίδης Λικυμνίῳ (fr. 474 N. 2). 28471 3.29.7.2 : Πόνος γάρ, ὡς λέγουσιν, εὐκλείας πατήρ. 28472 3.29.8.1 : Ἐπιχάρμου (fr. 364 N. 2). 28473 3.29.8.2 : Τῶν πόνων πωλοῦσιν ἁμὶν πάντα τἀγάθ´ οἱ θεοί. 28474 3.29.9.1 : Εὐριπίδου Ἐρεχθέως (fr. 264 N. 2). 28475 3.29.9.2 : Ἐκ τῶν πόνων τοι τἀγάθ´ αὔξεται βροτοῖς. 28476 3.29.10.1 : Εὐριπίδου Τηλέφῳ (fr. 701 N. 2). 28477 3.29.10.2 : Μοχθεῖν ἀνάγκη τοὺς θέλοντας εὐτυχεῖν. 28478 3.29.11.1 : Κριτίου (p. l. 4 II p. 282 fr. 6). 28479 3.29.11.2 : Ἐκ μελέτης πλείους ἢ φύσεως ἀγαθοί. 28480 3.29.12.1 : Ἀναξανδρίδου (fr. 12 com. III p. 199). 28481 3.29.12.2 : Τὸ συνεχὲς ἔργου παντὸς εὑρίσκει τέλος. 28482 3.29.13.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάῳ (fr. 233 N. 2). 28483 3.29.13.2 : Σοὶ δ´ εἶπον, ὦ παῖ, τὰς τύχας ἐκ τῶν πόνων 28484 3.29.13.3 : θηρᾶν· ὁρᾷς γὰρ πατέρα σὸν τιμώμενον. 28485 3.29.14.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάου (fr. 238 N. 2). 28486 3.29.14.2 : Οὐκ ἔστιν ὅστις ἡδέως ζητῶν βιοῦν 28487 3.29.14.3 : εὔκλειαν εἶτ´ ἐκτήσατ´, ἀλλὰ χρὴ πονεῖν. 28488 3.29.15.1 : Τοῦ αὐτοῦ Φιλοκτήτῃ (fr. 788 N. 2). 28489 3.29.15.2 : Τοὺς γὰρ περισσοὺς καί τι πράττοντας πλέον 28490 3.29.15.3 : τιμῶμεν ἄνδρας τ´ ἐν πόλει νομίζομεν. 28491 3.29.16.1 : (eiusdem fr. 789 N. 2). 28492 3.29.16.2 : Ὀκνῶ δὲ μόχθων τῶν πρὶν ἐκχέαι χάριν. 28493 3.29.17.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 93 com. IV p. 258). 28494 3.29.17.2 : Δεῖ τούς 〈γε〉 πενομένους, μέχρι ἂν ζῶσιν, πονεῖν. 28495 3.29.17.3 : ἀπραξία γὰρ λιτὸν οὐ τρέφει βίον. 28496 3.29.18.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 361–362). 28497 3.29.18.2 : Εἰ γάρ κεν καὶ σμικρὸν ἐπὶ σμικρῷ καταθεῖο, 28498 3.29.18.3 : καὶ θαμὰ τοῦτ´ ἔρδοις, τάχα κεν μέγα καὶ τὸ γένοιτο. 28499 3.29.19.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 191 com. IV p. 276). 28500 3.29.19.2 : Πάντα γὰρ 28501 3.29.19.3 : ταῖς ἐνδελεχείαις καταπονεῖται πράγματα. 28502 3.29.20.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομέδας (fr. 134 N. 2). 28503 3.29.20.2 : Εὔκλειαν ἔλαβον οὐκ ἄνευ πολλῶν πόνων. 28504 3.29.21.1 : Αἰσχύλου (fr. 395 N. 2). 28505 3.29.21.2 : Φιλεῖ δὲ τῷ κάμνοντι συσπεύδειν θεός. 28506 3.29.22.1 : Εὐριπίδου Ἐρεχθεῖ (fr. 364 N. 2). 28507 3.29.22.2 : Ἐκ τῶν πόνων τοι τἀγάθ´ αὔξεται βροτοῖς. 28508 3.29.22.3 : ὁ δ´ ἡδὺς αἰὼν ἡ κακή τ´ ἀτολμία 28509 3.29.22.4 : οὔτ´ οἶκον οὔτε βίοτον οὐδὲν ὠφελεῖ. 28510 3.29.23.1 : Εὐριπίδου Κρήσσαις (fr. 461 N. 2). 28511 3.29.23.2 : Οὐκ ἂν δύναιο μὴ καμὼν εὐδαιμονεῖν, 28512 3.29.23.3 : αἰσχρόν τε μοχθεῖν μὴ θέλειν νεανίαν. 28513 3.29.24.1 : Αἰσχύλου (fr. 396 N. 2). 28514 3.29.24.2 : Καλὸν δὲ καὶ γέροντα μανθάνειν σοφά. 28515 3.29.25.1 : Σοφοκλέους Μάντεων (fr. 365 N. 2). 28516 3.29.25.2 : Οὔτοι ποθ´ ἥξει τῶν ἄκρων ἄνευ πόνου. 28517 3.29.25a.1 : (Eur. fr. 701 N. 2). 28518 3.29.25a.2 : Μοχθεῖν ἀνάγκη τοὺς θέλοντας εὐτυχεῖν. 28519 3.29.26.1 : (fr. 343a com. IV p. 689) 28520 3.29.26.2 : Ἅπαντα τὰ καλὰ τοῦ πονοῦντος γίνεται. 28521 3.29.27.1 : (fr. 343b com. IV p. 689) 28522 3.29.27.2 : Ἅπανθ´ ὁ τοῦ ζητοῦντος εὑρίσκει πόνος. 28523 3.29.28.1 : Φιλήμονος Καταψευδομένου (com. IV p. 13). 28524 3.29.28.2 : Πάντ´ ἐστὶν ἐξευρεῖν, ἐὰν μὴ τὸν πόνον 28525 3.29.28.3 : φεύγῃ τις, ὃς πρόσεστι τοῖς ζητουμένοις. 28526 3.29.29.1 : (Philem. fab. inc. fr. 102 com. IV p. 62) 28527 3.29.29.2 : Ἐκ τοῦ φιλοπονεῖν γίνεθ´ ὧν θέλεις κρατεῖν. 28528 3.29.30.1 : Φιλήμονος (fab. inc. fr. 61 com. IV p. 55). 28529 3.29.30.2 : Ὡς ἡδέως μοι γέγονε τὰ πρότερον κακά. 28530 3.29.30.3 : εἰ μὴ τότ´ ἐπόνουν, νῦν ἂν οὐκ εὐφραινόμην. 28531 3.29.31.1 : Καρκίνου 28532 3.29.31.2 : *** 28533 3.29.31a.1 : (Eur. fr. inc. fab. 1043 N. 2) 28534 3.29.31a.2 : Οὐδεὶς ἔπαινον ἡδοναῖς ἐκτήσατο. 28535 3.29.32.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάου (fr. 237 N. 2). 28536 3.29.32.2 : Οὐδεὶς γὰρ ὢν ῥᾴθυμος εὐκλεὴς ἀνήρ, 28537 3.29.32.3 : ἀλλ´ οἱ πόνοι τίκτουσι τὴν εὐανδρίαν. 28538 3.29.33.1 : Εὐριπίδου Ἱππολύτου (fr. 432 N. 2). 28539 3.29.33.2 : Τῷ γὰρ πονοῦντι καὶ θεὸς συλλαμβάνει. 28540 3.29.34.1 : Ἀλέξιδος Ἀχαιίδος (fr. 1 com. III p. 397). 28541 3.29.34.2 : Ὅτι πάντα τὰ ζητούμεν´ ἐξευρίσκεται, 28542 3.29.34.3 : ἂν μὴ προαποστῇς μηδὲ τὸν πόνον φύγῃς. 28543 3.29.34.4 : ὅπου γὰρ εὑρήκασιν ἄνθρωποί τινες 28544 3.29.34.5 : μέρος τι τῶν θείων, τοσούτῳ τῷ τόπῳ 28545 3.29.34.6 : ἀπέχοντες, ἄστρων ἐπιτολάς, δύσεις, τροπάς, 28546 3.29.34.7 : ἔκλειψιν ἡλίου· τί τῶν κοινῶν ... 28547 3.29.34.8 : καὶ συγγενικῶν δύναιτ´ ἂν ἄνθρωπον φυγεῖν; 28548 3.29.35.1 : Θεοδέκτου (fr. 11 p. 805 N. 2). 28549 3.29.35.2 : Πολλὰ δεῖ 28550 3.29.35.3 : μοχθεῖν τὸν ἥξοντ´ εἰς ἔπαινον εὐκλεῶς· 28551 3.29.35.4 : ῥᾳθυμία δὲ τὴν παραυτίχ´ ἡδονὴν 28552 3.29.35.5 : λαβοῦσα λύπας τῷ χρόνῳ τίκτειν φιλεῖ. 28553 3.29.36.1 : Εὐριπίδου Σθενεβοίας (fr. 668 N. 2). 28554 3.29.36.2 : Ἄνευ τύχης γάρ, ὥσπερ ἡ παροιμία, 28555 3.29.36.3 : πόνος μονωθεὶς οὐκέτ´ ἀλγύνει βροτούς. 28556 3.29.37.1 : Σοφοκλέους Λαοκόωντος (fr. 346 N. 2). 28557 3.29.37.2 : Μόχθου γὰρ οὐδεὶς τοῦ παρελθόντος λόγος. 28558 3.29.38.1 : Σοφοκλέους Λαοκόωντος (fr. 345 N. 2). 28559 3.29.38.2 : Πόνου μεταλλαχθέντος οἱ πόνοι γλυκεῖς. 28560 3.29.39.1 : Ἀγάθωνος (fr. 21 p. 767 N. 2). 28561 3.29.39.2 : Ἰδίας ὁδοὺς ζητοῦσι φιλόπονοι φύσεις. 28562 3.29.40.1 : Φιλίσκου (p. 819 N. 2). 28563 3.29.40.2 : Οὐκ ἔστιν, ὦ μάταιε, σὺν ῥᾳθυμίᾳ 28564 3.29.40.3 : τὰ τῶν πονούντων μὴ πονήσαντας λαβεῖν. 28565 3.29.41.1 : Ξενοφάνους (fr. XII Brandis. p. 60). 28566 3.29.41.2 : Οὔ τοι ἀπ´ ἀρχῆς πάντα θεοὶ θνητοῖς ὑπέδειξαν, 28567 3.29.41.3 : ἀλλὰ χρόνῳ ζητοῦντες ἐφευρίσκουσιν ἄμεινον. 28568 3.29.42.1 : Ἱππώνακτος (fr. 28 p. l. 4 II p. 472 B.). 28569 3.29.42.2 : Χρόνος δὲ φευγέτω σε μηδὲ εἷς ἀργός. 28570 3.29.43.1 : Ἀπολλοδώρου (fr. 7 com. IV p. 457). 28571 3.29.43.2 : Χρόνον γὰρ εἰς τὰ πράγματ´ ἂν λάβῃς βραχύν, 28572 3.29.43.3 : ἅπαντα λήξει καὶ κατασταλήσεται. 28573 3.29.44.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάῳ (fr. 236 N. 2). 28574 3.29.44.2 : Σὺν μυρίοισι τὰ καλὰ γίγνεται πόνοις. 28575 3.29.45.1 : Μενάνδρου Δυσκόλου (fr. 5 com. IV p. 109). 28576 3.29.45.2 : Οὐδενὸς χρὴ πράγματος 28577 3.29.45.3 : τὸν εὖ ποιοῦνθ´ ὅλως ἀπογνῶναί ποτε. 28578 3.29.46.1 : (ibid.) 28579 3.29.46.2 : Ἁλωτὰ γίνετ´ ἐπιμελείᾳ καὶ πόνῳ 28580 3.29.46.3 : ἅπαντα. 28581 3.29.47.1 : Μενάνδρου Εὐνούχου (fr. 4 com. IV p. 124). 28582 3.29.47.2 : Πάντα τὰ ζητούμενα 28583 3.29.47.3 : δεῖσθαι μερίμνης φασὶν οἱ σοφώτεροι. 28584 3.29.48.1 : Σοφοκλέους Οἰδίποδος (tvr. 110–111). 28585 3.29.48.2 : Τὸ ζητούμενον 28586 3.29.48.3 : ἁλωτόν, ἐκφεύγει δὲ τἀμελούμενον. 28587 3.29.48a.1 : Ἐπιχάρμου (fr. 15 Lor.). 28588 3.29.48a.2 : Τῶν πόνων πωλοῦσιν ἁμὶν πάντα τἀγάθ´ οἱ θεοί. 28589 3.29.49-50.1 : (Eur. Suppl. 323–325) 28590 3.29.49-50.2 : Σὴ πατρὶς ἐν γὰρ τοῖς πόνοισιν αὔξεται· 28591 3.29.49-50.3 : αἳ δ´ ἥσυχοι σκοτεινὰ πράσσουσιν πόλεις. 28592 3.29.49-50.4 : σκοτεινὰ καὶ βλέπουσιν εὐλαβούμεναι. 28593 3.29.51.1 : Ἀντιφάνους (fab. inc. fr. 45 com. III p. 149). 28594 3.29.51.2 : Τῆς ἐπιμελείας δοῦλα πάντα γίνεται. 28595 3.29.52.1 : Ἐκ τῶν Βίωνος Σμυρναίου βουκολικῶν (fr. XV Mein.). 28596 3.29.52.2 : Ἐκ θαμινᾶς ῥαθάμιγγος, ὅκως λόγος, ἀισσοίσας 28597 3.29.52.3 : χἁ λίθος ἐς ῥωχμὸν κοιλαίνεται. 28598 3.29.53.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. XIII Mein.). 28599 3.29.53.2 : Οὐ καλόν, ὦ φίλε, πάντα λόγον ποτὶ τέκτονα φοιτῆν, 28600 3.29.53.3 : μηδ´ ἐπὶ πάντ´ ἄλλω χρέος ἰσχέμεν· ἀλλὰ καὶ αὐτὸς 28601 3.29.53.4 : τεχνᾶσθαι σύριγγα, πέλει δέ τοι εὐμαρὲς ἔργον. 28602 3.29.54.1 : Ἐπιχάρμου (fr. * 24 p. 261 Lorenz.). 28603 3.29.54.2 : Ἁ δὲ μελέτα φύσιος ἀγαθᾶς πλέονα δωρεῖται φίλοις. 28604 3.29.55.1 : Εὐριπίδου Τηλέφῳ (fr. 715 N. 2). 28605 3.29.55.2 : Οὐ τἄρ´ Ὀδυσσεύς ἐστιν αἱμύλος μόνος. 28606 3.29.55.3 : χρεία διδάσκει, κἂν βραδύς τις ᾖ, σοφόν. 28607 3.29.56.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 757, 9 N. 2). 28608 3.29.56.2 : Οὐκ αἰσχρὸν οὐδὲν τῶν ἀναγκαίων βροτοῖς. 28609 3.29.57.1 : Ἀνδρομέδᾳ (fr. 133 N. 2). 28610 3.29.57.2 : Ἀλλ´ ἡδύ τοι σωθέντα μεμνῆσθαι πόνων. 28611 3.29.58.1 : Αἰλιανοῦ (fr. 187 ed. Teubn.). 28612 3.29.58.2 : Σόλων ὁ Ἀθηναῖος ὁ Ἐξηκεστίδου παρὰ πότον τοῦ 28613 3.29.58.3 : ἀδελφιδοῦ αὐτοῦ μέλος τι Σαπφοῦς ᾄσαντος. ἥσθη τῷ 28614 3.29.58.4 : μέλει καὶ προσέταξε τῷ μειρακίῳ διδάξαι αὐτόν. ἐρω– 28615 3.29.58.5 : τήσαντος δέ τινος διὰ ποίαν αἰτίαν τοῦτο ἐσπούδασεν, 28616 3.29.58.6 : ὃ δὲ ἔφη ’ἵνα μαθὼν αὐτὸ ἀποθάνω‘. 28617 3.29.59.1 : Εὐσεβίου (fr. 32 phil. graec. III p. 12 Mullach). 28618 3.29.59.2 : Πόνοι οἱ ἑκούσιοι πόνοισι τοῖσι μετὰ ταῦτα ἀναγ– 28619 3.29.59.3 : καίοις, ὥστε αὐτοὺς εὐπετεστέρους παρασκευασθῆναι, 28620 3.29.59.4 : προπονέονται. 28621 3.29.60.1 : Αἰλιανοῦ (var. hist. VII 7). 28622 3.29.60.2 : Δημοσθένης ὁ Δημοσθένους, εἰ ἔμελλε τῆς ὑστεραίας 28623 3.29.60.3 : ἔσεσθαι ἐκκλησία, ἀλλὰ ἐκεῖνός γε διὰ τῆς νυκτὸς ἠγρύ– 28624 3.29.60.4 : πνει πάσης, διαφροντίζων δηλονότι καὶ ἐκμανθάνων ταῦτα, 28625 3.29.60.5 : ἃ ἔμελλεν ἐρεῖν. ὁ τοίνυν Πυθέας ἐκ τούτων ἐμοὶ δο– 28626 3.29.60.6 : κεῖν ἐπέσκωπτεν εἰς αὐτὸν ἐπιλέγων αὐτοῦ τὰ ἐνθυμή– 28627 3.29.60.7 : ματα ἐλλυχνίων ὄζειν. 28628 3.29.61.1 : Δημοσθένους κατὰ Φιλίππου (IV § 5 p. 41). 28629 3.29.61.2 : Φύσει δ´ ὑπάρχει τοῖς παροῦσι τὰ τῶν ἀπόντων, 28630 3.29.61.3 : καὶ τοῖς ἐθέλουσι πονεῖν καὶ κινδυνεύειν τὰ τῶν ἀμε– 28631 3.29.61.4 : λούντων. 28632 3.29.62.1 : Θουκυδίδου (V 69). 28633 3.29.62.2 : Ἔργων ἐκ πολλοῦ μελέτη πλεῖον σῴζει ἢ λόγων δι´ 28634 3.29.62.3 : ὀλίγου καλῶς ῥηθέντων παραίνεσις. 28635 3.29.63.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 86 Mullach.). 28636 3.29.63.2 : Οἱ ἑκούσιοι πόνοι τὴν τῶν ἀκουσίων ὑπομονὴν ἐλα– 28637 3.29.63.3 : φροτέρην παρασκευάζουσι. 28638 3.29.64.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. mor. 84 Mullach.). 28639 3.29.64.2 : Πόνος συνεχὴς ἐλαφρότερος ἑωυτοῦ συνηθίῃ γίνεται. 28640 3.29.65.1 : Ἀντισθένους. 28641 3.29.65.2 : Ἡδονὰς τὰς μετὰ τοὺς πόνους διωκτέον, ἀλλ´ οὐχὶ 28642 3.29.65.3 : τὰς πρὸ τῶν πόνων. 28643 3.29.66.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 115 Mullach.). 28644 3.29.66.2 : Πλέονες ἐξ ἀσκήσιος ἀγαθοὶ γίνονται ἢ ἀπὸ φύσιος. 28645 3.29.67.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. mor. 88 Mullach.). 28646 3.29.67.2 : Τὸ αἰεὶ μέλλειν ἀτελέας ποιέει τὰς πρήξιας. 28647 3.29.68.1 : Σωκράτους. 28648 3.29.68.2 : 〈Σωκράτης〉 ἐν γήρᾳ κιθαρίζων παρὰ Κόννῳ τῷ κι– 28649 3.29.68.3 : θαρῳδῷ καί τινος εἰπόντος ’κιθαρίζεις τηλικοῦτος ὤν; 28650 3.29.68.4 : ‘κρεῖττον’ εἶπεν ‘ὀψιμαθῆ εἶναι ἢ ἀμαθῆ’. 28651 3.29.69.1 : Φαβωρίνου (fr. 107 Marres.). 28652 3.29.69.2 : Γραῦν τινά φασι μόσχον μικρὸν ἀραμένην καὶ τοῦτο 28653 3.29.69.3 : καθ´ ἡμέραν ποιοῦσαν λαθεῖν βοῦν φέρουσαν. 28654 3.29.70.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστοτέλους Χρειῶν. 28655 3.29.70.2 : Λᾶσος 〈ὁ〉 Ἑρμιονεὺς ἐρωτηθεὶς τί εἴη σοφώτατον, 28656 3.29.70.3 : ‘πεῖρα’ ἔφη. 28657 3.29.71.1 : Ξενοφῶντος ἐξ Ἀγησιλάου (XI 9). 28658 3.29.71.2 : Δόξης δ´ οὐδεμιᾶς ἤρα, ἧς οὐκ ἐξεπονεῖτο. 28659 3.29.72.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τοῦ πρώτου τῆς Παιδείας (I 4, 5). 28660 3.29.72.2 : Οὐκ ἀπεδίδρασκεν ἐκ τοῦ ἡττᾶσθαι εἰς τὸ μὴ ποιεῖν 28661 3.29.72.3 : ἃ ἡττῷτο· ἀλλ´ ἐκαλινδεῖτο ἐν τῷ πειρᾶσθαι αὖθις ἄμει– 28662 3.29.72.4 : νον ποιεῖν. 28663 3.29.73.1 : Ξενοφῶντος. 28664 3.29.73.2 : Κῦρος ἐστὶ βασιλέως καὶ ἀδελφὸς καὶ υἱὸς καὶ ἄρχει 28665 3.29.73.3 : πολλῆς χώρας, κἀκεῖνος οὔτ´ ἂν ἀριστήσειεν οὔτε δει– 28666 3.29.73.4 : πνήσειεν, πρὶν ἱδρῶσαι. 28667 3.29.74.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τοῦ αʹ τῆς Κύρου παιδείας (I 5. 9–10). 28668 3.29.74.2 : Καίτοι ἔγωγε οἶμαι οὐδεμίαν ἀρετὴν ἀσκεῖσθαι ὑπ´ 28669 3.29.74.3 : ἀνθρώπων, ὡς μηδὲν πλέον ἔχωσιν οἱ ἀγαθοὶ γενόμενοι 28670 3.29.74.4 : τῶν πονηρῶν· ἀλλ´ οἵ τε τῶν παραυτίκα ἡδονῶν ἀπεχό– 28671 3.29.74.5 : μενοι οὐχ ἵνα μηδέποτ´ εὐφρανθῶσι, τοῦτο πράττουσιν, 28672 3.29.74.6 : ἀλλ´ ὅπως διὰ ταύτην τὴν ἐγκράτειαν πολλαπλάσια εἰς 28673 3.29.74.7 : τὸν ἔπειτα χρόνον εὐφραίνωνται, οὕτω παρασκευάζονται· 28674 3.29.74.8 : οἵ τε λέγειν προθυμούμενοι δεινοὶ γενέσθαι οὐχ ἵνα εὖ 28675 3.29.74.9 : λέγοντες μηδέποτε παύσωνται, τοῦτο μελετῶσιν, ἀλλ´ ἐλ– 28676 3.29.74.10 : πίζοντες τῷ λέγειν εὖ πείθοντες πολλοὺς ἀνθρώπους 28677 3.29.74.11 : μεγάλα ἀγαθὰ διαπράξασθαι· οἵ τ´ αὖ τὰ πολεμικὰ 28678 3.29.74.12 : ἀσκοῦντες οὐχ ὡς μαχόμενοι μηδέποτε παύσωνται, τοῦτ´ 28679 3.29.74.13 : ἐκπονοῦνται, ἀλλὰ νομίζουσι καὶ οὗτοι τὰ πολεμικὰ ἀγα– 28680 3.29.74.14 : θοὶ γενόμενοι πολὺν μὲν ὄλβον, πολλὴν δὲ εὐδαιμονίαν, 28681 3.29.74.15 : μεγάλας δὲ τιμὰς καὶ τῇ πόλει καὶ αὑτοῖς περιάψειν. 28682 3.29.74.16 : εἰ δέ τινες ταῦτα ἐκπονήσαντες, πρίν τινα ἀπ´ αὐτῶν 28683 3.29.74.17 : καρπὸν κομίσασθαι περιεῖδον αὑτοὺς γήρᾳ ἀδυνάτους 28684 3.29.74.18 : γενομένους, ὅμοιον ἔμοιγε δοκοῦσι πεπονθέναι, οἷον εἴ 28685 3.29.74.19 : τις γεωργὸς ἀγαθὸς προθυμηθεὶς γενέσθαι καὶ εὖ σπεί– 28686 3.29.74.20 : ρων καὶ εὖ φυτεύων, ὅτε ἀποκαρποῦσθαι ταῦτα δέοι, 28687 3.29.74.21 : ἐῴη τὸν καρπὸν ἀσυγκόμιστον εἰς τὴν γῆν πάλιν καταρ– 28688 3.29.74.22 : ρεῖν· καὶ εἴ τις ἀθλητὴς πολλὰ πονήσας καὶ ἀξιόνικος 28689 3.29.74.23 : γενόμενος ἀναγώνιστος διατελέσειεν, οὐδ´ ἂν οὗτος ἔμοιγε 28690 3.29.74.24 : δοκεῖ δικαίως ἀναίτιος εἶναι ἀφροσύνης. 28691 3.29.75.1 : Μουσωνίου ἐκ τοῦ Ὅτι πόνου καταφρονητέον (rel. 28692 3.29.75.2 : p. 182 Peerlk.). 28693 3.29.75.3 : Πρὸς δὲ τὸ ῥᾷον καὶ προθυμότερον ὑφίστασθαι τῶν 28694 3.29.75.4 : πόνων ἐκείνους, οὓς ἂν ὑπὲρ ἀρετῆς καὶ καλοκαγαθίας 28695 3.29.75.5 : μέλλωμεν πονεῖν, ταῦτα λελογίσθαι χρήσιμα· πόσα μὲν 28696 3.29.75.6 : πονοῦσιν ἔνιοι δι´ ἐπιθυμίας κακάς, ὥσπερ οἱ ἐρῶντες 28697 3.29.75.7 : ἀκολάστως, πόσα δ´ ὑπομένουσιν ἄλλοι τοῦ κερδαίνειν 28698 3.29.75.8 : χάριν, πόσα δ´ αὖ κακοπαθοῦσιν ἔνιοι θηρώμενοι δόξαν· 28699 3.29.75.9 : καὶ ὅτι οὗτοι πάντες ὑπομένουσιν αὐθαίρετοι πᾶσαν τα– 28700 3.29.75.10 : λαιπωρίαν. ἆρ´ οὖν οὐχὶ δεινὸν ἐκείνους μὲν ὑπὲρ οὐ– 28701 3.29.75.11 : δενὸς τῶν καλῶν ἀνέχεσθαι ταῦτα πάσχοντας, ἡμᾶς δ´ 28702 3.29.75.12 : ὑπὲρ καλοκαγαθίας καὶ τοῦ κακίαν μὲν ἐκφυγεῖν τὴν λυ– 28703 3.29.75.13 : μαινομένην ἡμῶν τὸν βίον, κτήσασθαι δὲ ἀρετήν, ἥ τις 28704 3.29.75.14 : ἁπάντων τῶν ἀγαθῶν ἐστι χορηγός, μὴ πάντα πόνον ἑτοί– 28705 3.29.75.15 : μως ὑφίστασθαι; καίτοι οὐδ´ ἂν εἴποι τις ὅσῳ κρεῖττον, 28706 3.29.75.16 : ἀντὶ μὲν τοῦ πονεῖν ἵνα τύχῃ τις γυναικὸς ἀλλοτρίας, 28707 3.29.75.17 : τὸ πονεῖν ἵνα παιδαγωγήσῃ τὰς ἐπιθυμίας τὰς ἑαυτοῦ· 28708 3.29.75.18 : ἀντὶ δὲ τοῦ περὶ χρημάτων ταλαιπωρεῖν τὸ ἀσκεῖν ὥστε 28709 3.29.75.19 : ὀλίγων δεῖσθαι· πρὸ δὲ τοῦ πράγματα ἔχειν ὑπὲρ δόξης 28710 3.29.75.20 : τὸ πραγματεύεσθαι ὅπως μὴ δοξοκόπος ᾖ· πρὸ δέ γε 28711 3.29.75.21 : τοῦ ζητεῖν ὅπως ᾧ φθονεῖ τις κακοποιήσῃ τοῦτον, τὸ 28712 3.29.75.22 : σκοπεῖν ὅπως μηδὲν φθονήσῃ μηδενί· καὶ πρό γε τοῦ 28713 3.29.75.23 : δουλεύειν τισὶ καλουμένοις φίλοις, ὥσπερ οἱ κόλακες, τὸ 28714 3.29.75.24 : κακοπαθεῖν ἵνα κτήσηται φίλους ἀληθινούς· καθόλου δὲ 28715 3.29.75.25 : τοῦ πονεῖν πᾶσιν ἀνθρώποις ἀναγκαίου ὄντος, τοῖς τε 28716 3.29.75.26 : τῶν κρειττόνων ὀρεγομένοις καὶ τοῖς τῶν χειρόνων, τὸ 28717 3.29.75.27 : μὴ πολλῷ εἶναι προθυμοτέρους πονεῖν τοὺς τὰ κρείττω 28718 3.29.75.28 : μετιόντας 〈ἢ〉 οἷς ἐλπίδες μικραὶ τῶν πόνων εἰσίν, ἀτο– 28719 3.29.75.29 : πώτατον. ἀλλ´ οἱ μὲν ἄρα θαυματοποιοὶ δύσκολα οὕτως 28720 3.29.75.30 : ὑφίστανται πράγματα καὶ τὴν ζωὴν παραβάλλονται τὴν 28721 3.29.75.31 : ἑαυτῶν, οἱ μὲν εἰς μαχαίρας κυβιστῶντες, οἱ δ´ ἐπὶ κά– 28722 3.29.75.32 : λων μετέωροι βαδίζοντες, οἱ δ´ ὥσπερ ὄρνεα πετόμενοι 28723 3.29.75.33 : διὰ τοῦ ἀέρος, ὧν τὸ σφάλμα θάνατός ἐστιν. καὶ ταῦτα 28724 3.29.75.34 : πάντα δρῶσι μικροῦ χάριν μισθοῦ· ἡμεῖς δ´ οὐκ ἀνεξό– 28725 3.29.75.35 : μεθα ταλαιπωρεῖν ὑπὲρ εὐδαιμονίας ὅλης; οὐ γὰρ ἄλλο 28726 3.29.75.36 : τί γε τέλος ἐστὶ τοῦ γενέσθαι ἀγαθὸν ἢ τὸ εὐδαιμονεῖν 28727 3.29.75.37 : καὶ ζῆν μακαρίως εἰς τὸ λοιπόν. εἰκότως δ´ ἄν τις λογί– 28728 3.29.75.38 : ζοιτο καὶ τὸ τῶν ζῴων ἐνίων ὁποῖόν ἐστι, πάνυ τι δυνά– 28729 3.29.75.39 : μενον ἐντρέπειν ἡμᾶς φιλοπόνους εἶναι. οἱ γοῦν ὄρτυγες 28730 3.29.75.40 : καὶ ἀλεκτρυόνες οὔτ´ ἀρετῆς ἐπαΐοντες οὐδὲν ὥσπερ ὁ 28731 3.29.75.41 : ἄνθρωπος οὔτε τὸ καλὸν καὶ δίκαιον εἰδότες οὐδ´ ὑπὲρ 28732 3.29.75.42 : τοιούτου πονοῦντες οὐθενός, ὅμως μαχόμενοι πρὸς ἀλλή– 28733 3.29.75.43 : λους καὶ πηρούμενοι ἀνέχονται καὶ μέχρι θανάτου καρτε– 28734 3.29.75.44 : ροῦσιν, ὥστε μὴ ἡττᾶσθαι θατέρου ὁ ἕτερος. πόσῳ δὴ 28735 3.29.75.45 : μᾶλλον εἰκὸς ἡμᾶς ἀνέχεσθαί τε καὶ καρτερεῖν, ὅταν ἐπι– 28736 3.29.75.46 : στώμεθα διά τι τῶν καλῶν κακοπαθοῦντες, ἢ ἵνα φίλοις 28737 3.29.75.47 : βοηθήσωμεν ἢ πόλιν ὠφελήσωμεν ἢ ἵνα γυναικῶν ἢ τέκ– 28738 3.29.75.48 : νων ὑπερμαχήσωμεν, τὸ δὲ μέγιστον καὶ κυριώτατον, ἵνα 28739 3.29.75.49 : ἀγαθοὶ ὦμεν καὶ δίκαιοι καὶ σώφρονες; ὃ δίχα πόνων οὐ 28740 3.29.75.50 : παραγίνεται οὐδενί. ὅθεν ἔπεισί μοι λέγειν, ὡς ὁ μὴ 28741 3.29.75.51 : θέλων πονεῖν σχεδὸν καταδικάζει αὐτὸς αὑτοῦ μηδενὸς 28742 3.29.75.52 : εἶναι ἀγαθοῦ ἄξιος, ὅτι τὰ ἀγαθὰ πόνῳ πάντα κτώμεθα. 28743 3.29.75.53 : ταῦτα μὲν καὶ τοιαῦθ´ ἕτερα εἶπε τότε, ἐπεγείρων καὶ 28744 3.29.75.54 : παρορμῶν τοὺς παρόντας πόνου καταφρονεῖν. 28745 3.29.76.1 : Ξενοφῶντος (Cyneg. XII 1–5). 28746 3.29.76.2 : Περὶ μὲν αὐτῶν τῶν πράξεων τῶν ἐν τοῖς κυνηγε– 28747 3.29.76.3 : σίοις εἴρηται. ὠφελήσονται δ´ οἱ ἐπιθυμήσαντες τούτου 28748 3.29.76.4 : τοῦ ἔργου πολλά. ὑγείαν τε γὰρ τοῖς σώμασι παρα– 28749 3.29.76.5 : σκευάζει καὶ ὁρᾶν καὶ ἀκούειν μᾶλλον, γηράσκειν δὲ ἧτ– 28750 3.29.76.6 : τον, τὰ δὲ πρὸς τὸν πόλεμον μάλιστα παιδεύει. πρῶτον 28751 3.29.76.7 : μὲν γὰρ τὰ ὅπλα ὅταν ἔχοντες πορεύωνται ὁδοὺς χαλε– 28752 3.29.76.8 : πάς, οὐκ ἀποροῦσιν· ἀνέξονται γὰρ τοὺς πόνους διὰ τὸ 28753 3.29.76.9 : εἰθίσθαι μετὰ τούτων αἱρεῖν τὰ θηρία. ἔπειτα εὐνάζε– 28754 3.29.76.10 : σθαί τε σκληρῶς δυνατοὶ ἔσονται καὶ φύλακες εἶναι ἀγα– 28755 3.29.76.11 : θοὶ τοῦ ἐπιταττομένου. ἐν δὲ ταῖς προσόδοις ταῖς πρὸς 28756 3.29.76.12 : τοὺς πολεμίους ἅμ´ οἷοί τε ἔσονται ἐπιέναι καὶ τὰ παραγ– 28757 3.29.76.13 : γελλόμενα ποιεῖν διὰ τὸ οὕτω καὶ αὐτοὶ αἱρεῖν τὰς ἄγρας. 28758 3.29.76.14 : τεταγμένοι δὲ ἐν τῷ πρόσθεν οὐ λείψουσι τὰς τάξεις 28759 3.29.76.15 : διὰ τὸ καρτερεῖν δύνασθαι. ἐν φυγῇ δὲ τῶν πολεμίων 28760 3.29.76.16 : ὀρθῶς καὶ ἀσφαλῶς διώξονται τοὺς ἐναντίους ἐν παντὶ 28761 3.29.76.17 : χωρίῳ διὰ συνήθειαν. δυστυχήσαντος δὲ οἰκείου στρατο– 28762 3.29.76.18 : πέδου ἐν χωρίοις ὑλώδεσι καὶ ἀποκρήμνοις ἢ ἄλλως χα– 28763 3.29.76.19 : λεποῖς οἷοί τ´ ἔσονται [τε] καὶ αὐτοὶ σῴζεσθαι μὴ αἰ– 28764 3.29.76.20 : σχρῶς καὶ ἑτέρους σῴζειν· ἡ γὰρ συνήθεια τοῦ ἔργου 28765 3.29.76.21 : παρέξει αὐτοῖς πλέον τι εἰδέναι. καὶ ἤδη τινὲς τῶν 28766 3.29.76.22 : τοιούτων πολλοῦ ὄχλου συμμάχων τρεφθέντος τῇ αὑτῶν 28767 3.29.76.23 : εὐταξίᾳ καὶ θράσει διὰ δυσχωρίαν ἁμαρτόντας τοὺς πο– 28768 3.29.76.24 : λεμίους νενικηκότας ἀναμαχόμενοι ἐτρέψαντο· αἰεὶ γάρ 28769 3.29.76.25 : ἐστι τοῖς τὰ σώματα καὶ τὰς ψυχὰς εὖ ἔχουσιν ἐγγὺς τὸ 28770 3.29.76.26 : εὐτυχῆσαι. 28771 3.29.77.1 : (ibidem XII 10–13). 28772 3.29.77.2 : Λέγουσι δέ τινες, ὡς οὐ χρὴ ἐρᾶν κυνηγεσίων, ἵνα 28773 3.29.77.3 : μὴ τῶν οἰκείων ἀμελῶσιν, οὐκ εἰδότες ὅτι οἱ τὰς πόλεις 28774 3.29.77.4 : καὶ τοὺς φίλους εὖ ποιοῦντες πάντες τῶν οἰκείων ἐπι– 28775 3.29.77.5 : μελέστεροί εἰσιν. εἰ οὖν οἱ φιλοκυνηγέται παρασκευά– 28776 3.29.77.6 : ζουσιν αὑτοὺς τῇ πατρίδι χρησίμσυς εἶναι εἰς τὰ μέγιστα, 28777 3.29.77.7 : οὐδ´ ἂν τὰ ἴδια ἀργοῖεν· σὺν γὰρ τῇ πόλει καὶ σῴζε– 28778 3.29.77.8 : ται καὶ ἀπόλλυται τὰ οἰκεῖα ἑκάστου· ὥστε πρὸς τοῖς 28779 3.29.77.9 : αὑτῶν καὶ τὰ τῶν ἄλλων ἰδιωτῶν οἱ τοιοῦτοι σῴζουσιν. 28780 3.29.77.10 : πολλοὶ δὲ ὑπὸ φόβου ἀλόγιστοι τῶν ταῦτα λεγόντων αἱ– 28781 3.29.77.11 : ροῦνται διὰ τὴν αὑτῶν κακίαν ἀπολέσθαι μᾶλλον ἢ ἑτέ– 28782 3.29.77.12 : ρων ἀρετῇ σῴζεσθαι. αἱ γὰρ ἡδοναὶ 〈αἱ〉 πολλαὶ καὶ 28783 3.29.77.13 : κακαί, ὧν ἡττώμενοι λέγειν ἢ πράττειν ἐπαίρονται τὰ 28784 3.29.77.14 : χείρω. εἶτα ἐκ μὲν τῶν ματαίων λόγων ἔχθρας ἀναιροῦν– 28785 3.29.77.15 : ται, ἐκ δὲ τῶν κακῶν ἔργων νόσους καὶ ζημίας καὶ θα– 28786 3.29.77.16 : νάτους καὶ αὑτῶν καὶ παίδων καὶ φίλων, ἀναισθήτως 28787 3.29.77.17 : μὲν τῶν κακῶν ἔχοντες, τῶν δὲ ἡδονῶν πλέον τῶν πολ– 28788 3.29.77.18 : λῶν αἰσθανόμενοι. 28789 3.29.78.1 : Μουσωνίου Περὶ ἀσκήσεως (rel. p. 177 Peerlk.). 28790 3.29.78.2 : Παρώρμα δὲ πρὸς ἄσκησιν τοὺς συνόντας ἐντεταμένως 28791 3.29.78.3 : ἀεὶ τοιοῖσδέ τισι λόγοις χρώμενος. ἡ ἀρετή, ἔφη, ἐπι– 28792 3.29.78.4 : στήμη ἐστὶν οὐ θεωρητικὴ μόνον, ἀλλὰ καὶ πρακτικὴ 28793 3.29.78.5 : καθάπερ ἥ τε ἰατρικὴ καὶ ἡ μουσική. δεῖ οὖν ὥσπερ 28794 3.29.78.6 : τὸν ἰατρὸν καὶ τὸν μουσικὸν μὴ μόνον ἀνειληφέναι τὰ 28795 3.29.78.7 : θεωρήματα τῆς αὑτοῦ τέχνης ἑκάτερον, ἀλλὰ καὶ γεγυμ– 28796 3.29.78.8 : νάσθαι πράττειν κατὰ τὰ θεωρήματα, οὕτω καὶ τὸν ἐσό– 28797 3.29.78.9 : μενον ἀγαθὸν ἄνδρα μὴ μόνον ἐκμανθάνειν ὅσα μαθή– 28798 3.29.78.10 : ματα φέρει πρὸς ἀρετήν, ἀλλὰ καὶ γυμνάζεσθαι κατὰ 28799 3.29.78.11 : ταῦτα φιλοτίμως καὶ φιλοπόνως. ἐπεὶ πῶς μὲν ἂν εὐθὺς 28800 3.29.78.12 : γένοιτό τις σώφρων, εἰ μόνον εἰδείη ὅτι οὐ χρὴ ἡττᾶσθαι 28801 3.29.78.13 : ἡδονῶν, ἀγύμναστος δ´ εἴη ἀντέχειν ταῖς ἡδοναῖς; πῶς 28802 3.29.78.14 : δ´ ἂν δίκαιός τις γένοιτο, μεμαθηκὼς μὲν ὅτι χρὴ τὸ 28803 3.29.78.15 : ἴσον ἀγαπᾶν, μὴ μεμελετηκὼς δὲ φεύγειν τὸ πλεονεκτεῖν; 28804 3.29.78.16 : πῶς δ´ ἂν ἀνδρείαν κτησαίμεθα, τὸ μὲν ὅτι μὴ φοβερὰ 28805 3.29.78.17 : τὰ δοκοῦντα τοῖς πολλοῖς δεινὰ κατανενοηκότες, ἄφοβοι 28806 3.29.78.18 : δ´ εἶναι εἰς αὐτὰ μὴ μεμελετηκότες; πῶς δ´ ἂν φρόνι– 28807 3.29.78.19 : μοι γενοίμεθα, τὰ μὲν ὡς ἀληθῶς ἀγαθὰ καὶ κακὰ τίνα 28808 3.29.78.20 : ἐστὶν ἐγνωκότες, μὴ γεγυμνασμένοι δὲ καταφρονεῖν τῶν 28809 3.29.78.21 : δοκούντων ἀγαθῶν; διὸ χρὴ τῇ μαθήσει τῶν προσηκόν– 28810 3.29.78.22 : των ἀρετῇ ἑκάστῃ μαθημάτων καὶ τὴν ἄσκησιν ἐπακο– 28811 3.29.78.23 : λουθεῖν πάντως, εἴγε μέλλει καὶ αὐτῆς τῆς μαθήσεως 28812 3.29.78.24 : ὄφελός τι γενήσεσθαι ἡμῖν. καὶ τοσούτῳ γε χρὴ μᾶλλον 28813 3.29.78.25 : ἀσκεῖν τὸν φιλοσοφεῖν ἀξιοῦντα ἤπερ τὸν ἰατρικῆς ἤ 28814 3.29.78.26 : τινος τέχνης ὁμοίας ἐφιέμενον, ὅσῳ μεῖζον καὶ δυσκα– 28815 3.29.78.27 : τεργαστότερον φιλοσοφία παντὸς ἐπιτηδεύματος ἑτέρου. 28816 3.29.78.28 : καὶ γὰρ οὖν ἐπὶ μὲν τὰς ἄλλας τέχνας † εἶναι οἱ ἐφιέμε– 28817 3.29.78.29 : νοι αὐτῶν, οὐ προδιεφθαρμένοι τὰς ψυχὰς οὐδ´ ἐναντία 28818 3.29.78.30 : μεμαθηκότες οἷς μαθήσεσθαι μέλλουσιν· οἱ δὲ φιλοσο– 28819 3.29.78.31 : φεῖν ἐπιχειροῦντες, ἐν διαφθορᾷ γεγενημένοι πρότερον 28820 3.29.78.32 : πολλῇ καὶ ἐμπεπλησμένοι κακίας, οὕτω μετίασι τὴν ἀρε– 28821 3.29.78.33 : τήν, ὥστε καὶ ταύτῃ πλείονος δεηθῆναι τῆς ἀσκήσεως. 28822 3.29.78.34 : πῶς οὖν καὶ τίνα τρόπον τούτοις ἀσκητέον; ἐπεὶ τὸν 28823 3.29.78.35 : ἄνθρωπον οὔτε ψυχὴν μόνον εἶναι συμβέβηκεν οὔτε σῶμα 28824 3.29.78.36 : μόνον, ἀλλά τι σύνθετον ἐκ τοῖν δυοῖν τούτοιν, ἀνάγκη 28825 3.29.78.37 : τὸν ἀσκοῦντα ἀμφοῖν ἐπιμελεῖσθαι, τοῦ μὲν κρείττονος 28826 3.29.78.38 : μᾶλλον, ὥσπερ ἄξιον, τουτέστι τῆς ψυχῆς· καὶ θατέρου 28827 3.29.78.39 : δέ, εἴγε μέλλει μηδὲν ἐνδεῶς ἔχειν τοῦ ἀνθρώπου μέρος. 28828 3.29.78.40 : δεῖ γὰρ δὴ καὶ τὸ σῶμα παρεσκευάσθαι καλῶς πρὸς τὰ 28829 3.29.78.41 : σώματος ἔργα τὸ τοῦ φιλοσοφοῦντος, ὅτι πολλάκις αἱ 28830 3.29.78.42 : ἀρεταὶ καταχρῶνται τούτῳ ὄντι ὀργάνῳ ἀναγκαίῳ πρὸς 28831 3.29.78.43 : τὰς τοῦ βίου πράξεις. τῆς οὖν ἀσκήσεως ἡ μέν τις ἰδία 28832 3.29.78.44 : τῆς ψυχῆς μόνης γίνοιτ´ ἂν ὀρθῶς· ἡ δέ τις κοινὴ ταύ– 28833 3.29.78.45 : της τε καὶ τοῦ σώματος. κοινὴ μὲν οὖν ἄσκησις ἀμφοῖν 28834 3.29.78.46 : γενήσεται, συνεθιζομένων ἡμῶν ῥίγει θάλπει, δίψει λι– 28835 3.29.78.47 : μῷ, τροφῆς λιτότητι κοίτης σκληρότητι, ἀποχῇ τῶν ἡδέων 28836 3.29.78.48 : ὑπομονῇ τῶν ἐπιπόνων. διὰ γὰρ τούτων καὶ τῶν τοιού– 28837 3.29.78.49 : των ῥώννυται μὲν τὸ σῶμα καὶ γίνεται δυσπαθές τε καὶ 28838 3.29.78.50 : στερεὸν καὶ χρήσιμον πρὸς ἅπαν ἔργον, ῥώννυται δὲ ἡ 28839 3.29.78.51 : ψυχὴ γυμναζομένη διὰ μὲν τῆς ὑπομονῆς τῶν ἐπιπόνων 28840 3.29.78.52 : πρὸς ἀνδρείαν, διὰ δὲ τῆς ἀποχῆς τῶν ἡδέων πρὸς σω– 28841 3.29.78.53 : φροσύνην. ἰδία δὲ τῆς ψυχῆς ἄσκησίς ἐστι πρῶτον μὲν 28842 3.29.78.54 : τὰς ἀποδείξεις προχείρους ποιεῖσθαι τάς τε περὶ τῶν 28843 3.29.78.55 : ἀγαθῶν τῶν δοκούντων ὡς οὐκ ἀγαθά, καὶ τὰς περὶ τῶν 28844 3.29.78.56 : κακῶν τῶν δοκούντων ὡς οὐ κακά, καὶ τὰ ἀληθῶς ἀγαθὰ 28845 3.29.78.57 : γνωρίζειν τε καὶ διακρίνειν ἀπὸ τῶν μὴ ἀληθῶς ἐθίζε– 28846 3.29.78.58 : σθαι· εἶτα δὲ μελετᾶν μήτε φεύγειν μηδὲν τῶν δοκούν– 28847 3.29.78.59 : των κακῶν μήτε διώκειν μηδὲν τῶν δοκούντων ἀγαθῶν, 28848 3.29.78.60 : καὶ τὰ μὲν ἀληθῶς κακὰ πάσῃ μηχανῇ ἐκτρέπεσθαι, τὰ 28849 3.29.78.61 : δὲ ἀληθῶς ἀγαθὰ παντὶ τρόπῳ μετέρχεσθαι. 28850 3.29.78.62 : Ἐν κεφαλαίῳ μὲν οὖν σχεδὸν εἴρηται ὁποῖος ἑκάτε– 28851 3.29.78.63 : ρος τρόπος ἀσκήσεως· οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ κατὰ μέρος ὡς 28852 3.29.78.64 : ποιητέον ἕκαστα. πειράσομαι εἰπεῖν, οὐ διακρίνων οὐδὲ 28853 3.29.78.65 : χωρίζων οὐκέτι τά τε κοινὰ τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος 28854 3.29.78.66 : ἀσκήματα καὶ τὰ ἴδια τῆς ψυχῆς, ἀλλὰ ἀναμὶξ τὰ ἑκα– 28855 3.29.78.67 : τέρου μέρους διεξιών. οὐκοῦν ἐπειδὴ ταῦτα μὲν τυγχάνο– 28856 3.29.78.68 : μεν ἀκηκοότες τε καὶ ὑπειληφότες, ὅσοι γε φιλοσόφου 28857 3.29.78.69 : διατριβῆς μετεσχήκαμεν, ὡς οὔτε πόνος οὔτε θάνατος 28858 3.29.78.70 : οὔτε πενία κακὸν οὐδαμῶς ἐστιν οὐδ´ ἄλλο τι τῶν κακίας 28859 3.29.78.71 : ἀπηλλαγμένων, οὐδ´ αὖ πάλιν ἀγαθὸν πλοῦτος ζωὴ ἡδονὴ 28860 3.29.78.72 : ἤ τι ἕτερον τῶν μὴ μετεχόντων ἀρετῆς· ὅμως δὲ καὶ 28861 3.29.78.73 : ταῦθ´ ὑπειληφότες διὰ τὴν ἀπὸ παίδων εὐθὺς γεγονυῖαν 28862 3.29.78.74 : ἡμῖν διαφθορὰν καὶ τὴν ὑπὸ τῆς διαφθορᾶς συνήθειαν 28863 3.29.78.75 : πονηρὰν πόνου μὲν προσερχομένου κακὸν ἡγούμεθα προσ– 28864 3.29.78.76 : έρχεσθαι ἑαυτοῖς, ἡδονῆς δὲ παραγινομένης ἀγαθὸν 28865 3.29.78.77 : ἡγούμεθα παραγίνεσθαι ἡμῖν, καὶ τὸν μὲν θάνατον ὡς 28866 3.29.78.78 : ἐσχάτην συμφορὰν πεφρίκαμεν, τὴν δὲ ζωὴν ὡς τῶν ἀγα– 28867 3.29.78.79 : θῶν μέγιστον ἀσπαζόμεθα, καὶ διδόντες μὲν ἀργύριον 28868 3.29.78.80 : ὡς βλαπτόμενοι λυπούμεθα, λαμβάνοντες δὲ ὡς ὠφελού– 28869 3.29.78.81 : μενοι χαίρομεν, παραπλησίως δὲ καὶ ἐπὶ πλειόνων ἄλλων 28870 3.29.78.82 : οὐκ ἀκολούθως ταῖς ὀρθαῖς ὑπολήψεσι τοῖς πράγμασι 28871 3.29.78.83 : χρώμεθα, τῷ δὲ φαύλῳ ἔθει μᾶλλον ἀκολουθοῦμεν· ἐπεὶ 28872 3.29.78.84 : οὖν ταῦτα φημὶ ταύτῃ ἔχειν, δεῖ τὸν ἀσκοῦντα ζητεῖν 28873 3.29.78.85 : περιγίνεσθαι ἑαυτῷ τῇ μὲν ἡδονῇ μὴ ἀσμενίζειν, τὸν 28874 3.29.78.86 : πόνον δὲ μὴ ἐκτρέπεσθαι, καὶ τῷ μὲν ζῆν μὴ φιληδεῖν, 28875 3.29.78.87 : τὸν δὲ θάνατον μὴ δεδιέναι, καὶ ἐπὶ χρημάτων μὴ προ– 28876 3.29.78.88 : τιμᾶν τοῦ προΐεσθαι τὸ λαμβάνειν. 28877 3.29.79.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Περὶ εὐθυμίας (p. 465 C–D). 28878 3.29.79.2 : Ὁ μὲν οὖν εἰπὼν ὅτι δεῖ τὸν εὐθυμεῖσθαι μέλλοντα 28879 3.29.79.3 : μὴ πολλὰ πρήσσειν μήτε ἰδίῃ μήτε ξυνῇ, πρῶτον μὲν 28880 3.29.79.4 : ἡμῖν πολυτελῆ τὴν εὐθυμίαν καθίστησι γινομένην ὤνιον 28881 3.29.79.5 : ἀπραξίας, οἷον ἀρρώστῳ παραινῶν ἑκάστῳ 28882 3.29.79.6 : μέν´ ὦ ταλαίπωρ´ ἀτρέμα σοῖς ἐν δεμνίοις. 28883 3.29.79.7 : καίτοι κακὸν μὲν ἀναισθησία σώματι φάρμακον ἀπο– 28884 3.29.79.8 : νίας· οὐδὲν δὲ βελτίων ψυχῆς ἰατρὸς ὁ ῥαθυμίᾳ καὶ μα– 28885 3.29.79.9 : λακίᾳ καὶ προδοσίᾳ φίλων καὶ οἰκείων καὶ πατρίδος 28886 3.29.79.10 : ἐξαίρων τὸ ταραχῶδες αὐτῆς καὶ λυπηρόν. 28887 3.29.79a.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 465 F). 28888 3.29.79a.2 : Ὅθεν οὐδὲ Ἐπίκουρος οἴεται δεῖν ἡσυχάζειν, ἀλλὰ 28889 3.29.79a.3 : τῇ φύσει χρῆσθαι πολιτευομένους καὶ πράσσοντας τὰ 28890 3.29.79a.4 : κοινὰ τοὺς φιλοτίμους καὶ φιλοδόξους, ὡς μᾶλλον ὑπὸ 28891 3.29.79a.5 : ἀπραγμοσύνης ταράττεσθαι καὶ κακοῦσθαι πεφυκότας, ἂν 28892 3.29.79a.6 : ὧν ὀρέγονται μὴ τυγχάνωσιν. ἀλλ´ ἐκεῖνος μὲν ἄτοπος 28893 3.29.79a.7 : οὐ τοὺς δυναμένους τὰ κοινὰ πράττειν προτρεπόμενος, 28894 3.29.79a.8 : ἀλλὰ τοὺς ἡσυχίαν ἄγειν μὴ δυναμένους. δεῖ δὲ μὴ πλή– 28895 3.29.79a.9 : θει μηδὲ ὀλιγότητι πραγμάτων, ἀλλὰ τῷ καλῷ καὶ τῷ 28896 3.29.79a.10 : αἰσχρῷ τὸ εὔθυμον ὁρίζειν καὶ τὸ δύσθυμον. τῶν γὰρ 28897 3.29.79a.11 : καλῶν 〈ἡ〉 παράλειψις οὐχ ἧττον ἢ τῶν βλαβερῶν ἡ 28898 3.29.79a.12 : πρᾶξις ἀνιαρόν ἐστι καὶ ταραχῶδες. 28899 3.29.80.1 : Πρωταγόρου. 28900 3.29.80.2 : Πρωταγόρας ἔλεγε μηδὲν εἶναι μήτε τέχνην ἄνευ 28901 3.29.80.3 : μελέτης μήτε μελέτην ἄνευ τέχνης. 28902 3.29.81.1 : Πλάτωνος (de republ. VII p. 535 D). 28903 3.29.81.2 : Πρῶτον μὲν φιλοπονίᾳ οὐ χωλὸν δεῖ εἶναι τὸν ἁψό– 28904 3.29.81.3 : μενον, τὰ μὲν ἡμίσεα φιλόπονον, τὰ δὲ ἡμίσεα ἄπονον. 28905 3.29.81.4 : ἔστι δὲ τοῦτο, ὅταν τις φιλογυμναστὴς μὲν ᾖ καὶ φιλο– 28906 3.29.81.5 : μόχθηρος καὶ πάντα τὰ διὰ τοῦ σώματος διαπονῇ, φιλο– 28907 3.29.81.6 : μαθὴς δὲ 〈μή〉, μηδὲ φιλήκοος μηδὲ ζητητικός, ἀλλ´ ἐν 28908 3.29.81.7 : πᾶσι τούτοις μισοπονῇ. χωλὸς δὲ καὶ ὁ τἀναντία τούτου 28909 3.29.81.8 : μεταβεβληκὼς τὴν φιλοπονίαν. 28910 3.29.82.1 : Ἀπολλώνιος Δίωνι (epist. XC p. 126 Herch.). 28911 3.29.82.2 : Τὸ μὴ γενέσθαι οὐδέν, τὸ δὲ γενέσθαι πόνος. 28912 3.29.83.1 : Ἀπολλώνιος Δαναῷ (epist. LXXXIX p. 126 Herch.). 28913 3.29.83.2 : Οὐ κάμνει τὰ πράγματα πρασσόμενα. 28914 3.29.84.1 : Ἐκ τῶν Ἐπικτήτου Ἀπομνημονευμάτων (fr. 72 III 28915 3.29.84.2 : p. 90 Schweigh.). 28916 3.29.84.3 : Εἰδέναι χρή, ὅτι οὐ ῥᾴδιον δόγμα παραγενέσθαι ἀν– 28917 3.29.84.4 : θρώπῳ, εἰ μὴ καθ´ ἑκάστην ἡμέραν τὰ αὐτὰ καὶ λέγοι 28918 3.29.84.5 : τις καὶ ἀκούοι καὶ ἅμα χρῷτο πρὸς τὸν βίον. 28919 3.29.85.1 : Νικίας (Plut. an seni res p. gerenda sit p. 786 B). 28920 3.29.85.2 : Νικίας οὕτως ἦν φιλόπονος, ὥστε πολλάκις ἐρωτᾶν 28921 3.29.85.3 : τοὺς οἰκέτας, εἰ λέλουται καὶ εἰ ἠρίστηκεν. 28922 3.29.86.1 : Ἀρχιμήδης (Plut. l. c. p. 786 C). 28923 3.29.86.2 : Ἀρχιμήδην δὲ τῇ σανίδι προσκείμενον ἀποσπῶντες 28924 3.29.86.3 : βίᾳ οἱ θεράποντες ἤλειφον· ὃ δὲ ἐπὶ τοῦ σώματος ἀλη– 28925 3.29.86.4 : λιμμένου διέγραφε τὰ σχήματα. 28926 3.29.87.1 : Λάμπις (Plut. l. c. p. 787 A). 28927 3.29.87.2 : Λάμπις ὁ ναύκληρος ἐρωτηθεὶς πῶς ἐκτήσατο τὸν 28928 3.29.87.3 : πλοῦτον, ‘οὐ χαλεπῶς’ ἔφη ‘τὸν μέγαν, τὸν δὲ βραχὺν 28929 3.29.87.4 : ἐπιπόνως’. 28930 3.29.88.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 87 Mullach.). 28931 3.29.88.2 : Τῆς ἡσυχίης πάντες οἱ πόνοι ἡδίονες, ὅταν ὧν 28932 3.29.88.3 : εἵνεκεν πονέουσι τυγχάνωσιν ἢ εἰδέωσι κύρσοντες. ἓν δὲ 28933 3.29.88.4 : ἄκος τῇ ἀποτυχίῃ τὸ πᾶν ὁμοίως ἀνιηρὸν καὶ ταλαί– 28934 3.29.88.5 : πωρον. 28935 3.29.89.1 : Αἰσχύλου (Plut. mor. p. 79 E). 28936 3.29.89.2 : Αἰσχύλος ἐν Ἰσθμῷ ἀγῶνα ὁρῶν πυκτῶν καὶ ἐπὶ τῇ 28937 3.29.89.3 : πληγῇ τοῦ θεάτρου ἐκβοήσαντος, πρὸς Ἴωνα ἔφη ‘ὁρᾷς 28938 3.29.89.4 : οἷόν ἐστιν ἡ ἄσκησις; ὁ πεπληγὼς σιωπᾷ, οἱ δὲ θεώ– 28939 3.29.89.5 : μενοι βοῶσιν’. 28940 3.29.90.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστοτέλους Χρειῶν. 28941 3.29.90.2 : Δημοσθένης ἐρωτηθεὶς ‘πῶς τῆς ῥητορικῆς περιεγέ– 28942 3.29.90.3 : νου;’ ‘πλέον’ ἔφη ‘ἔλαιον οἴνου δαπανήσας’. 28943 3.29.91.1 : Δημάδης. 28944 3.29.91.2 : Δημάδης ἐρωτηθεὶς τίς αὐτοῦ διδάσκαλος γεγονὼς 28945 3.29.91.3 : εἴη, ‘τὸ τῶν Ἀθηναίων’ ἔφη ‘βῆμα’, ἐμφαίνων, ὅτι ἡ διὰ 28946 3.29.91.4 : τῶν πραγμάτων ἐμπειρία κρείττων πάσης σοφιστικῆς δι– 28947 3.29.91.5 : δασκαλίας ἐστίν. 28948 3.29.92.1 : Διογένους. 28949 3.29.92.2 : Ὁ Διογένης ἔλεγε τὴν Μήδειαν σοφήν, ἀλλ´ οὐ φαρ– 28950 3.29.92.3 : μακίδα γενέσθαι· λαμβάνουσαν γὰρ μαλακοὺς ἀνθρώπους 28951 3.29.92.4 : καὶ τὰ σώματα διεφθαρμένους ὑπὸ τρυφῆς ἐν τοῖς γυμ– 28952 3.29.92.5 : νασίοις καὶ τοῖς πυριατηρίοις διαπονεῖν καὶ ἰσχυροὺς 28953 3.29.92.6 : ποιεῖν σφριγῶντας· ὅθεν περὶ αὐτῆς ῥυῆναι τὴν δόξαν, 28954 3.29.92.7 : ὅτι τὰ κρέα ἕψουσα νέους ἐποίει. 28955 3.29.93.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδρου (p. 258 D). 28956 3.29.93.2 : Τίς οὖν ὁ τρόπος τοῦ καλῶς τε καὶ μὴ γράφειν; 28957 3.29.93.3 : δεόμεθά τι, ὦ Φαῖδρε, Λυσίαν τε περὶ τούτων ἐξετάσαι 28958 3.29.93.4 : 〈καὶ ἄλλον, ὅστις πώποτέ τι γέγραφεν ἢ γράψει, εἴτε 28959 3.29.93.5 : πολιτικὸν σύγγραμμα εἴτε ἰδιωτικόν, ἐν μέτρῳ ὡς ποιη– 28960 3.29.93.6 : τής, ἢ ἄνευ μέτρου ὡς ἰδιώτης; —Ἐρωτᾷς εἰ δεόμεθα;〉 28961 3.29.93.7 : τίνος μὲν οὖν ἕνεκα 〈κἄν〉 τις ὡς εἰπεῖν ζῴη, ἀλλ´ ἢ τῶν 28962 3.29.93.8 : τοιούτων ἡδονῶν ἕνεκα; οὐ γάρ που ἐκείνων γε ὧν προ– 28963 3.29.93.9 : λυπηθῆναι δεῖ ἢ μὴ ἡσθῆναι, ὃ δὴ ὀλίγου πᾶσαι αἱ 28964 3.29.93.10 : περὶ τὸ σῶμα ἡδοναὶ ἔχουσι· διὸ καὶ δικαίως ἀνδραπο– 28965 3.29.93.11 : δώδεις κέκληνται. 28966 3.29.94.1 : Ξενοφῶντος ἐν αʹ Ἀπομνημονευμάτων (I 2, 57). 28967 3.29.94.2 : Σωκράτης ἐπεὶ διομολογήσαιτο τὸ μὲν ἐργάτην εἶναι 28968 3.29.94.3 : ὠφέλιμόν τε ἀνθρώπῳ καὶ ἀγαθόν, τὸ δὲ ἀργὸν βλαβε– 28969 3.29.94.4 : ρόν τε καὶ κακόν, καὶ τὸ μὲν ἐργάζεσθαι ἀγαθόν, τὸ δὲ 28970 3.29.94.5 : ἀργεῖν κακόν, τοὺς μὲν ἀγαθόν τι ποιοῦντας ἐργάζεσθαι 28971 3.29.94.6 : ἔφη καὶ ἐργάτας ἀγαθοὺς εἶναι, τοὺς δὲ κυβεύοντας ἤ 28972 3.29.94.7 : τι ἄλλο πονηρὸν καὶ ἐπιζήμιον ποιοῦντας ἀργοὺς ἀπεκά– 28973 3.29.94.8 : λει. ἐκ δὲ τούτων ὀρθῶς ἂν ἔχοι 〈τὸ〉 28974 3.29.94.9 : ἔργον δ´ οὐδὲν ὄνειδος, ἀεργίη δέ τ´ ὄνειδος. 28975 3.29.95.1 : Ξενοφῶντος ἐν αʹ Ἀπομνημονευμάτων (I 2, 19–23). 28976 3.29.95.2 : Ἴσως οὖν εἴποιεν ἂν πολλοὶ τῶν φασκόντων φιλοσο– 28977 3.29.95.3 : φεῖν, ὅτι οὐκ ἄν ποτε ὁ δίκαιος ἄδικος γένοιτο, οὐδὲ ὁ 28978 3.29.95.4 : σώφρων ὑβριστής, οὐδὲ ἄλλο οὐδὲν ὧν μάθησίς ἐστιν ὁ 28979 3.29.95.5 : μαθὼν ἀνεπιστήμων ἄν ποτε γένοιτο. ἐγὼ δὲ περὶ τού– 28980 3.29.95.6 : των οὐχ οὕτω γιγνώσκω· ὁρῶ γὰρ ὥσπερ τὰ τοῦ σώμα– 28981 3.29.95.7 : τος ἔργα τοὺς μὴ τὰ τοῦ σώματος ἀσκοῦντας οὐ δυνα– 28982 3.29.95.8 : μένους ποιεῖν, οὕτω καὶ τὰ τῆς ψυχῆς ἔργα τοὺς μὴ τὴν 28983 3.29.95.9 : ψυχὴν ἀσκοῦντας οὐ δυναμένους· οὔτε γὰρ ἃ δεῖ πράτ– 28984 3.29.95.10 : τειν οὔτε ὧν δεῖ ἀπέχεσθαι δύνανται. διὸ 〈καὶ〉 τοὺς 28985 3.29.95.11 : υἱεῖς οἱ πατέρες, κἂν ὦσι σώφρονες, ὅμως ἀπὸ τῶν πο– 28986 3.29.95.12 : νηρῶν ἀνθρώπων εἴργουσιν, ὡς τὴν μὲν τῶν χρηστῶν 28987 3.29.95.13 : ὁμιλίαν, ἄσκησιν οὖσαν τῆς ἀρετῆς, τὴν δὲ τῶν πονηρῶν 28988 3.29.95.14 : κατάλυσιν. μαρτυρεῖ δὲ καὶ τῶν ποιητῶν ὅ τε λέγων 28989 3.29.95.15 : ἐσθλῶν μὲν γὰρ ἀπ´ ἐσθλὰ μαθήσεαι· ἢν δὲ κακοῖσι 28990 3.29.95.16 : † συμμιγῇς, ἀπολεῖς καὶ τὸν ἐόντα νόον 28991 3.29.95.17 : καὶ ὁ λέγων 28992 3.29.95.18 : αὐτὰρ ἀνὴρ ἀγαθὸς τοτὲ μὲν κακός, ἄλλοτε δ´ ἐσθλός. 28993 3.29.95.19 : κἀγὼ δὲ μαρτυρῶ τοῦτό γε· ὁρῶ γὰρ ὥσπερ τῶν ἐν 28994 3.29.95.20 : μέτρῳ πεποιημένων ἐπῶν τοὺς μὴ μελετῶντας ἐπιλαν– 28995 3.29.95.21 : θανομένους, οὕτω καὶ τῶν διδασκαλικῶν λόγων τοῖς ἀμε– 28996 3.29.95.22 : λοῦσι λήθην ἐγγιγνομένην. ὅταν δὲ τῶν νουθετικῶν λό– 28997 3.29.95.23 : γων ἐπιλάθηταί τις, ἐπιλέλησται καὶ ὧν ἡ ψυχὴ πάσχουσα 28998 3.29.95.24 : τῆς σωφροσύνης ἐπιθυμεῖ· τούτων δ´ ἐπιλαθόμενον οὐδὲν 28999 3.29.95.25 : θαυμαστὸν καὶ τῆς σωφροσύνης ἐπιλαθέσθαι. ὁρῶ δὲ 29000 3.29.95.26 : καὶ τοὺς εἰς φιλοποσίαν προαχθέντας καὶ τοὺς εἰς ἔρω– 29001 3.29.95.27 : τας ἐγκυλισθέντας ἧττον δυναμένους τῶν τε δεόντων 29002 3.29.95.28 : ἐπιμελεῖσθαι καὶ τῶν μὴ δεόντων ἀπέχεσθαι. πολλοὶ 29003 3.29.95.29 : γὰρ καὶ χρημάτων δυνάμενοι φείδεσθαι πρὶν ἐρᾶν, ἐρα– 29004 3.29.95.30 : σθέντες οὐκέτι δύνανται, καὶ τὰ χρήματα καταναλώσαν– 29005 3.29.95.31 : τες, ὧν πρόσθεν ἀπείχοντο κερδῶν, αἰσχρὰ νομίζοντες 29006 3.29.95.32 : εἶναι, τούτων οὐκ ἀπέχονται. πῶς οὖν οὐκ ἐνδέχεται 29007 3.29.95.33 : σωφρονήσαντα πρόσθεν αὖθις μὴ σωφρονεῖν καὶ δίκαια 29008 3.29.95.34 : δυνηθέντα πράττειν αὖθις ἀδυνατεῖν; πάντα μὲν οὖν 29009 3.29.95.35 : ἔμοιγε δοκεῖ τὰ καλὰ καὶ τὰ ἀγαθὰ ἀσκητὰ εἶναι, οὐχ 29010 3.29.95.36 : ἥκιστα δὲ σωφροσύνη· ἐν τῷ γὰρ αὐτῷ σώματι συμπε– 29011 3.29.95.37 : φυτευμέναι τῇ ψυχῇ αἱ ἡδοναὶ πείθουσιν αὐτὴν μὴ σω– 29012 3.29.95.38 : φρονεῖν, ἀλλὰ τὴν ταχίστην ἑαυταῖς τε καὶ τῷ σώματι 29013 3.29.95.39 : χαρίζεσθαι. 29014 3.29.96.1 : Ἐκ τῶν Σερήνου. 29015 3.29.96.2 : Συβαρίτης ἐπιδημήσας Λακεδαίμοσι καὶ τὰ ἔθη ἰδὼν 29016 3.29.96.3 : καὶ τὰς καρτερήσεις οἷς ἐκ παίδων ἀνατρέφονται, οὐδὲν 29017 3.29.96.4 : ἔφη θαυμαστὸν αὐτοὺς ποιεῖν ῥᾳδίως ἐν τοῖς πολέμοις 29018 3.29.96.5 : ἀποθνῄσκοντας ὑπὲρ τοῦ μὴ οὕτω ζῆν. 29019 3.29.97.1 : Πλάτωνος (Theaet. p. 153 B). 29020 3.29.97.2 : Ἡ τῶν σωμάτων ἕξις ὑπὸ ἡσυχίας μὲν καὶ ἀργίας 29021 3.29.97.3 : διόλλυται, ὑπὸ γυμνασίων δὲ καὶ κινήσεων ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ 29022 3.29.97.4 : σῴζεται· ἡ δ´ ἐν τῇ ψυχῇ ἕξις ὑπὸ μαθήσεως μὲν καὶ 29023 3.29.97.5 : μελέτης, κινήσεων οὐσῶν, κτᾶται μαθήματα καὶ σῴζεται 29024 3.29.97.6 : καὶ γίγνεται βελτίων· ὑπὸ δ´ ἡσυχίας, ἀμελετησίας τε καὶ 29025 3.29.97.7 : ἀμαθίας οὔσης, οὔτε τι μανθάνει ἅ τε ἂν μάθῃ ἐπιλαν– 29026 3.29.97.8 : θάνεται. 29027 3.29.98.1 : Κηφισοδώρου. 29028 3.29.98.2 : Κηφισόδωρος ἔλεγεν, ὅτι οὐδεὶς οὐσίαν, ἣν αὐτὸς 29029 3.29.98.3 : ἐκτήσατο, κατέφαγεν, ἣν δὲ παρ´ ἄλλου παρέλαβεν. 29030 3.29.99.1 : Πυθαγόρου. 29031 3.29.99.2 : Πυθαγόρας παρῄνει τοῖς ἑταίροις αἱρεῖσθαι βίον τὸν 29032 3.29.99.3 : ἄριστον· καὶ γὰρ εἰ ὁ ἐπιπονώτατος εἴη, ἀλλὰ τῇ συνη– 29033 3.29.99.4 : θείᾳ ἡδὺν αὐτὸν ποιήσειν. 29034 3.29.100.1 : Διονυσίου. 29035 3.29.100.2 : Διονύσιος Λακωνικὸν μάγειρον πριάμενος, ἐκέλευσεν 29036 3.29.100.3 : αὐτὸν σκευάσαι τὸν Λακωνικὸν ζωμόν· καὶ σκευάσαντος 29037 3.29.100.4 : οὐκ ἤσθιεν, ἤρετο δὲ κατί αὐτῷ ἥδονται ἀηδεστάτῳ ὄντι 29038 3.29.100.5 : οἱ Λάκωνες· ὃ δὲ οὐκ ἔχειν ἔφη τοῦτον τὰ ἡδύσματα, 29039 3.29.100.6 : ἃ ἐκείνους ἔχειν, διὰ τοῦτο αὐτῷ μὴ ἀρέσαι. καὶ ὃς ἐπύ– 29040 3.29.100.7 : θετο τίνα εἴη ταῦτα, αὐτὸς γὰρ κελεῦσαι τῷ ταμίᾳ πάντα 29041 3.29.100.8 : ἔκπλεα αὐτῷ δοῦναι· ὃ δ´ εἶπεν ‘ἃ μὴ ἔστι παρὰ σοί, 29042 3.29.100.9 : 〈οἱ〉 πρὸ τοῦ δείπνου πόνοι καὶ τὸ ἐν τῷ Εὐρώτᾳ λουτρόν’. 29043 3.29.101.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Λάχητος (p. 188 A). 29044 3.29.101.2 : Καὶ οὐδὲν οἶμαι κακὸν εἶναι τὸ ὑπομιμνήσκεσθαι 29045 3.29.101.3 : ὅ τι μὴ καλῶς ἢ πεποιήκαμεν ἢ ποιοῦμεν· ἀλλ´ εἰς τὸν 29046 3.29.101.4 : ἔπειτα βίον προμηθέστερον ἀνάγκη εἶναι τὸν ταῦτα μὴ 29047 3.29.101.5 : φεύγοντα, ἀλλ´ ἐθέλοντα κατὰ τὸ τοῦ Σόλωνος καὶ ἀξι– 29048 3.29.101.6 : οῦντα μανθάνειν ἕωσπερ ἂν ζῇ, καὶ μὴ οἰόμενον αὐτῷ τὸ 29049 3.29.101.7 : γῆρας νοῦν ἔχον προσιέναι. 29050 3.29.102.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 194 D). 29051 3.29.102.2 : Πολλάκις ἀκήκοά σου λέγοντος, ὅτι ταὐτὰ ἀγαθὸς 29052 3.29.102.3 : ἕκαστος ἡμῶν, ἅπερ σοφός· ἃ δὲ ἀμαθής, ταῦτα δὲ κακός. 29053 3.29.103.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδρου (p. 258 E–259 D). 29054 3.29.103.2 : Σχολὴ μὲν δή, ὡς ἔοικεν· καὶ ἅμα μοι δοκοῦσιν ὡς 29055 3.29.103.3 : ἐν τῷ πνίγει ὑπὲρ κεφαλῆς ἡμῶν οἱ τέττιγες ᾄδοντες 29056 3.29.103.4 : καὶ ἀλλήλοις διαλεγόμενοι καθορᾶν καὶ ἡμᾶς. εἰ οὖν 29057 3.29.103.5 : ἴδοιεν καὶ νὼ καθάπερ τοὺς πολλοὺς ἐν μεσημβρίᾳ μὴ 29058 3.29.103.6 : διαλεγομένους, ἀλλὰ νυστάζοντας καὶ κηλουμένους ὑφ´ 29059 3.29.103.7 : αὑτῶν δι´ ἀργίαν τῆς διανοίας, δικαίως ἂν καταγελῷεν, 29060 3.29.103.8 : ἡγούμενοι ἀνδράποδ´ ἄττα σφίσιν ἐλθόντα εἰς τὸ κατα– 29061 3.29.103.9 : γώγιον ὥσπερ προβάτια μεσημβριάζοντα περὶ τὴν κρή– 29062 3.29.103.10 : νην εὕδειν· ἐὰν δὲ ὁρῶσι διαλεγομένους καὶ παραπλέον– 29063 3.29.103.11 : τας σφᾶς ὥσπερ Σειρῆνας ἀκηλήτους, ὃ γέρας παρὰ θεῶν 29064 3.29.103.12 : ἔχουσιν ἀνθρώποις διδόναι, τάχ´ ἂν δοῖεν ἀγασθέντες. — 29065 3.29.103.13 : Ἔχουσι δὲ δὴ τί τοῦτο; ἀνήκοος γάρ, ὡς ἔοικε, τυγχάνω 29066 3.29.103.14 : ὤν. —Οὐ μὲν δὴ πρέπει γε φιλόμουσον ἄνδρα τῶν τοι– 29067 3.29.103.15 : ούτων ἀνήκοον εἶναι· λέγεται δ´ ὥς ποτ´ ἦσαν οὗτοι 29068 3.29.103.16 : ἄνθρωποι τῶν πρὶν Μούσας γεγονέναι, γενομένων δὲ 29069 3.29.103.17 : Μουσῶν καὶ φανείσης ᾠδῆς οὕτως ἄρα τινὲς τῶν τότε 29070 3.29.103.18 : ἐξεπλάγησαν ὑφ´ ἡδονῆς, ὥστε ᾄδοντες ἠμέλησαν σίτων 29071 3.29.103.19 : τε καὶ ποτῶν, καὶ ἔλαθον τελευτήσαντες αὑτούς· ἐξ ὧν 29072 3.29.103.20 : τὸ τεττίγων γένος μετ´ ἐκεῖνο φύεται, γέρας τοῦτο παρὰ 29073 3.29.103.21 : Μουσῶν λαβόν, μηδὲν τροφῆς δεῖσθαι γενόμενον, ἀλλ´ 29074 3.29.103.22 : ἄσιτόν τε καὶ ἄποτον εὐθὺς ᾄδειν, ἕως ἂν τελευτήσῃ, καὶ 29075 3.29.103.23 : μετὰ ταῦτα ἐλθὸν παρὰ Μούσας ἀπαγγέλλειν, τίς τίνα 29076 3.29.103.24 : αὐτῶν τιμᾷ τῶν ἐνθάδε. Τερψιχόρᾳ μὲν οὖν τοὺς ἐν τοῖς 29077 3.29.103.25 : χοροῖς τετιμηκότας αὐτὴν ἀπαγγέλλοντες ποιοῦσι προσ– 29078 3.29.103.26 : φιλεστέρους, τῇ δὲ Ἐρατοῖ τοὺς ἐν τοῖς ἐρωτικοῖς, καὶ 29079 3.29.103.27 : ταῖς ἄλλαις οὕτω, κατὰ τὸ εἶδος ἑκάστης τιμῆς· τῇ δὲ 29080 3.29.103.28 : πρεσβυτάτῃ Καλλιόπῃ καὶ τῇ μετ´ αὐτὴν Οὐρανίᾳ τοὺς 29081 3.29.103.29 : ἐν φιλοσοφίᾳ διάγοντάς τε καὶ τιμῶντας τὴν ἐκείνων 29082 3.29.103.30 : μουσικὴν ἀγγέλλουσιν, αἳ δὴ μάλιστα τῶν Μουσῶν περί 29083 3.29.103.31 : τε οὐρανὸν καὶ λόγους οὖσαι θείους τε καὶ ἀνθρωπίνους 29084 3.29.103.32 : ἱᾶσι καλλίστην φωνήν. 29085 3.30.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΑΡΓΙΑΣ.}1 29086 3.30.1.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπῃ (fr. 187 N. 2). 29087 3.30.1.2 : Ἀνὴρ γὰρ ὅστις εὖ βίον κεκτημένος 29088 3.30.1.3 : τὰ μὲν κατ´ οἴκους ἀμελίᾳ παρεὶς ἐᾷ, 29089 3.30.1.4 : μολπαῖσι δ´ ἡσθεὶς τοῦτ´ ἀεὶ θηρεύεται, 29090 3.30.1.5 : ἀργὸς μὲν οἴκοις καὶ πόλει γενήσεται, 29091 3.30.1.6 : φίλοισι δ´ οὐδείς· ἡ φύσις γὰρ οἴχεται, 29092 3.30.1.7 : ὅταν γλυκείας ἡδονῆς ἥσσων τις ᾖ. 29093 3.30.2.1 : Εὐριπίδου Ἱππολύτου ( 380–384). 29094 3.30.2.2 : Τὰ χρήστ´ ἐπιστάμεσθα καὶ γιγνώσκομεν, 29095 3.30.2.3 : οὐκ ἐκπονοῦμεν δ´· οἱ μὲν ἀργίας ὕπο, 29096 3.30.2.4 : οἱ δ´ ἡδονὴν προθέντες ἀντὶ τοῦ καλοῦ 29097 3.30.2.5 : ἄλλην τιν´· εἰσὶ δ´ ἡδοναὶ πολλαὶ βίου, 29098 3.30.2.6 : μακραὶ δὲ λέσχαι καὶ σχολὴ τερπνὸν κακόν. 29099 3.30.3.1 : Εὐριπίδου Ἑκάβῃ ( 375–378). 29100 3.30.3.2 : Ὅστις γὰρ οὐκ εἴωθε γεύεσθαι πόνων, 29101 3.30.3.3 : φέρει μέν, ἀλγεῖ δ´ αὐχέν´ ἐντιθεὶς ζυγῷ· 29102 3.30.3.4 : θανὼν δ´ ἂν εἴη μᾶλλον εὐτυχέστερος 29103 3.30.3.5 : ἢ ζῶν· τὸ γὰρ ζῆν ἐν κακοῖς πόνος μέγας. 29104 3.30.4.1 : Φιλήμονος (fab. inc. fr. 1 com. IV p. 30). 29105 3.30.4.2 : Ὦ Κλέων, παῦσαι φλυαρῶν· ἂν ὀκνῇς τὸ μανθάνειν, 29106 3.30.4.3 : ἀνεπικούρητον σεαυτοῦ τὸν βίον λήσεις ποῶν. 29107 3.30.4.4 : οὔτε γὰρ ναυαγός, ἂν μὴ γῆς λάβηται φερόμενος, 29108 3.30.4.5 : οὔποτ´ ἂν σώσειεν αὑτόν· οὔτ´ ἀνὴρ πένης γεγώς, 29109 3.30.4.6 : μὴ οὐ τέχνην μαθὼν δύναιτ´ ἂν ἀσφαλῶς ζῆν τὸν βίον. 29110 3.30.4.7 : ἀλλὰ χρήματ´ ἔστιν ἡμῖν. ἅ γε τάχιστ´ ἀπόλλυται. 29111 3.30.4.8 : κτήματ´, οἰκίαι. τύχης δὲ μεταβολὰς οὐκ ἀγνοεῖς, 29112 3.30.4.9 : ὅτι τὸν εὔπορον τίθησι πτωχὸν εἰς τὴν αὔριον· 29113 3.30.4.10 : κἂν μὲν ὁρμισθῇ τις ἡμῶν εἰς λιμένα τὸν 〈τῆς〉 τύχης, 29114 3.30.4.11 : ἐβάλετ´ ἄγκυραν καθάψας ἀσφαλείας εἵνεκα· 29115 3.30.4.12 : ἂν δ´ ἀπαιδεύτου μετάσχῃ πνεύματος φορούμενος, 29116 3.30.4.13 : τῆς ἀπορίας εἰς τὸ γῆρας οὐκ ἔχει σωτηρίαν. 29117 3.30.4.14 : ἀλλ´ ἑταῖροι καὶ φίλοι σοι καὶ συνήθεις, νὴ Δία, 29118 3.30.4.15 : ἔρανον εἰσοίσουσιν. εὔχου μὴ λαβεῖν πεῖραν φίλων. 29119 3.30.4.16 : εἰ δὲ μή, γνώσῃ σεαυτὸν ἄλλο μηδὲν πλὴν σκιάν. 29120 3.30.5.1 : Ἡσιόδου Ἔργων καὶ ἡμερῶν ( 303 sqq.). 29121 3.30.5.2 : Τῷ δὲ θεοὶ νεμεσῶσι καὶ ἀνέρες, ὅστις ἀεργὸς 29122 3.30.5.3 : ζώῃ, κηφήνεσσι κοθούροις εἴκελος ὀργήν, 29123 3.30.5.4 : οἵ τε μελισσάων κάματον νήποινον ἔδουσιν. 29124 3.30.6.1 : Σοφοκλέους Ἰφιγενείας (fr. 287 N. 2). 29125 3.30.6.2 : Τίκτει γὰρ οὐδὲν ἐσθλὸν εἰκαία σχολή. 29126 3.30.6a.1 : (trag. adesp. fr. 527 N. 2) 29127 3.30.6a.2 : Θεὸς δὲ τοῖς ἀργοῦσιν οὐ παρίσταται. 29128 3.30.7.1 : Μενάνδρου Ἐπιτρεπόντων (fr. 2 com. IV p. 119). 29129 3.30.7.2 : Ἀργὸς δ´ ὑγιαίνων τοῦ πυρέττοντος πολὺ 29130 3.30.7.3 : ἔστ´ ἀθλιώτερος, διπλάσια † γοῦν ἐσθίει μάτην. 29131 3.30.8.1 : Ἀλέξιδος ἐξ Ἀτθίδος (fr. 3 com. V 1 p. CCII). 29132 3.30.8.2 : Ὅστις ἥδεται γὰρ ἐσθίων 29133 3.30.8.3 : ὁσημέραι, δεῖ καὶ ποιεῖν τῶν σιτίων 29134 3.30.8.4 : ἐπάξιόν τι, μηδὲ περινοστεῖν [δὲ] σχολὴν 29135 3.30.8.5 : ἄγοντα, τῷ ζῆν πολεμιώτατον κακόν. 29136 3.30.9.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπης (fr. 220 N. 2). 29137 3.30.9.2 : Πολλοὶ δὲ θνητῶν τοῦτο πάσχουσιν κακόν· 29138 3.30.9.3 : γνώμῃ φρονοῦντες οὐ θέλους´ ὑπηρετεῖν 29139 3.30.9.4 : ψυχῇ, τὰ πολλὰ πρὸς φίλων νικώμενοι. 29140 3.30.10.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 498–501). 29141 3.30.10.2 : Πολλὰ δ´ ἀεργὸς ἀνὴρ κενεὴν ἐπὶ ἐλπίδα μίμνων, 29142 3.30.10.3 : χρηίζων βιότοιο, κακὰ προσελέξατο θυμῷ. 29143 3.30.10.4 : ἐλπὶς δ´ οὐκ ἀγαθὴ κεχρημένον ἄνδρα κομίζει 29144 3.30.10.5 : ἥμενον ἐν λέσχῃ, τῷ μὴ βίος ἄρκιος εἴη. 29145 3.30.11.1 : Εὐριπίδου Μελανίππῃ (fr. 512 N. 2). 29146 3.30.11.2 : Ἀργὸς πολίτης κεῖνος, ὡς κακός γ´ ἀνήρ. 29147 3.30.12.1 : (Eur. El. 80–81) 29148 3.30.12.2 : Ἀργὸς γὰρ οὐδεὶς θεοὺς ἔχων ἀνὰ στόμα 29149 3.30.12.3 : βίον δύναιτ´ ἂν συλλέγειν ἄνευ πόνων. 29150 3.30.13.1 : Ἀναξάρχου. 29151 3.30.13.2 : Ἀνάξαρχος ἔλεγεν, εἰ μέν τινί τις καταράσαιτο ἀχρή– 29152 3.30.13.3 : στους αὐτῷ γενέσθαι τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας, ὀργί– 29153 3.30.13.4 : ζεσθαι ἂν αὐτῷ, τοὺς δὲ πλουσίους ἔργῳ ἀχρήστους τοὺς 29154 3.30.13.5 : πόδας καὶ τὰς χεῖρας ποιοῦντας αὑτῶν μακαρίζειν σφᾶς 29155 3.30.13.6 : ἐπὶ τούτῳ. 29156 3.30.14.1 : Δημοσθένους Ὀλυνθιακῶν αʹ (I § 15 p. 13). 29157 3.30.14.2 : Πρὸς θεῶν, τίς οὕτως εὐήθης ὑμῶν, ὅστις ἀγνοεῖ τὸν 29158 3.30.14.3 : ἐκεῖθεν πόλεμον δεῦρ´ ἥξοντα, ἂν ἀμελήσωμεν; ἀλλὰ μὴν 29159 3.30.14.4 : εἰ τοῦτο γενήσεται, δέδοικα, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, μὴ τὸν 29160 3.30.14.5 : αὐτὸν τρόπον ὥσπερ οἱ δανειζόμενοι ῥᾳδίως ἐπὶ τοῖς με– 29161 3.30.14.6 : γάλοις τόκοις, μικρὸν εὐπορήσαντες χρόνον ὕστερον καὶ 29162 3.30.14.7 : τῶν ἀρχαίων ἀπέστησαν, οὕτω καὶ ἡμεῖς ἂν ἐπὶ πολὺ 29163 3.30.14.8 : φανῶμεν ἐρρᾳθυμηκότες, καὶ ἅπαντα πρὸς ἡδονὴν ζη– 29164 3.30.14.9 : τοῦντες, πολλὰ καὶ χαλεπὰ ὧν ἐβουλόμεθα ὕστερον εἰς 29165 3.30.14.10 : ἀνάγκην ἔλθωμεν ποιεῖν, καὶ κινδυνεύσωμεν περὶ τῶν ἐν 29166 3.30.14.11 : αὐτῇ τῇ χώρᾳ. 29167 3.30.15.1 : Εὐσεβίου (fr. 33 phil. gr. III p. 12 Mull.). 29168 3.30.15.2 : Σῶμα ἀργίη τήκει, ψυχὴν δὲ ἀμελετησίη ἀσκήσιος 29169 3.30.15.3 : τῶν αὐτὴν ἀειρόντων πρὸς τὸ θεοειδέστατον. 29170 3.30.16.1 : Ξενοφῶντος ἐν γʹ Ἀπομνημονευμάτων (III 9, 9). 29171 3.30.16.2 : Σχολὴν δὲ σκοπῶν τί εἴη, ποιοῦντας μέν τι τοὺς 29172 3.30.16.3 : πλείστους εὑρίσκειν ἔφη· καὶ γὰρ τοὺς πεττεύοντας καὶ 29173 3.30.16.4 : τοὺς γελωτοποιοῦντας ποιεῖν τι, πάντας δὲ τούτους ἔφη 29174 3.30.16.5 : σχολάζειν ἰέναι πράξοντας τὰ βελτίω τούτων· ἀπὸ μέν– 29175 3.30.16.6 : τοι τῶν βελτιόνων ἐπὶ τὰ χείρω ἰέναι οὐδένα σχολά– 29176 3.30.16.7 : ζειν· εἰ δέ τις ἴοι, τοῦτον ἀσχολίας αὐτῷ οὔσης τοῦτο 29177 3.30.16.8 : πράττειν. 29178 3.30.17.1 : Πλάτωνος (de leg. VII p. 807 E–808 C). 29179 3.30.17.2 : Τὸ γὰρ ὅλην διατελεῖν ἡντινοῦν νύκτα καθεύδοντα, 29180 3.30.17.3 : καὶ ὁντινοῦν τῶν πολιτῶν, καὶ μὴ φανερὸν εἶναι πᾶσι 29181 3.30.17.4 : τοῖς οἰκέταις ἐγειρόμενόν τε καὶ ἐξανιστάμενον αἰεὶ πρῶ– 29182 3.30.17.5 : τον, τοῦτ´ αἰσχρὸν δεῖ δεδόχθαι πᾶσι, καὶ οὐκ ἐλευθέρου, 29183 3.30.17.6 : εἴτ´ οὖν νόμον εἴτ´ ἐπιτήδευμα τὸ τοιοῦτον καλεῖν ἐστι 29184 3.30.17.7 : χρεών. καὶ δέσποιναν ἐν οἰκίᾳ ὑπὸ θεραπαινίδων ἐγεί– 29185 3.30.17.8 : ρεσθαί τινων, καὶ μὴ πρώτην αὐτὴν ἐγείρειν τὰς ἄλλας, 29186 3.30.17.9 : αἰσχρὸν λέγειν χρὴ πρὸς αὑτοὺς δούλην τε καὶ δοῦλον 29187 3.30.17.10 : καὶ παῖδα καὶ εἴ πως οἷόν τε ὅλην καὶ πᾶσαν τὴν οἰ– 29188 3.30.17.11 : κίαν. ἐξεγειρομένους δὲ νύκτωρ δεῖ πάντας πράττειν 29189 3.30.17.12 : τῶν τε πολιτικῶν μέρη πολλὰ καὶ τῶν οἰκονομικῶν, ἄρ– 29190 3.30.17.13 : χοντας μὲν κατὰ πόλιν, δεσποίνας δὲ καὶ δεσπότας ἐν 29191 3.30.17.14 : ἰδίαις οἰκίαις. ὕπνος γὰρ δὴ πολὺς οὔτε τοῖς σώμασιν 29192 3.30.17.15 : οὔτε ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν οὐδ´ αὖ ταῖς πράξεσι ταῖς περὶ 29193 3.30.17.16 : ταῦτα πάντα ἁρμόττων ἐστὶ κατὰ φύσιν. καθεύδων γὰρ 29194 3.30.17.17 : οὐδεὶς οὐδενὸς ἄξιος, οὐδὲν μᾶλλον τοῦ μὴ ζῶντος· ἀλλ´ 29195 3.30.17.18 : ὅστις τοῦ ζῆν ἡμῶν καὶ τοῦ φρονεῖν μάλιστά ἐστι κηδε– 29196 3.30.17.19 : μών, ἐγρήγορε χρόνον ὡς πλεῖστον, τὸ πρὸς ὑγίειαν αὐ– 29197 3.30.17.20 : τοῦ φυλάττων μόνον χρήσιμον· ἔστι δὲ τοῦτο οὐ πολὺ 29198 3.30.17.21 : καλῶς εἰς ἔθος ἰόν. ἐγρηγορότες δὲ ἄρχοντες ἐν πόλεσι 29199 3.30.17.22 : νύκτωρ φοβεροὶ μὲν κακοῖς, πολεμίοις ἅμα καὶ πολίταις, 29200 3.30.17.23 : ἀγαστοὶ δὲ καὶ τίμιοι τοῖς δικαίοις τε καὶ σώφροσιν, 29201 3.30.17.24 : ὠφέλιμοι δὲ αὑτοῖς τε καὶ ξυμπάσῃ τῇ πόλει. 29202 3.31.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΑΙΔΟΥΣ.}1 29203 3.31.1.1 : Εὐριπίδου Τημένῳ (fr. 746 N. 2). 29204 3.31.1.2 : Αἰδὼς γὰρ ὀργῆς πλείον´ ὠφελεῖ βροτούς. 29205 3.31.2.1 : Εὐριπίδου Ἰφιγενείας (Aul. 378–380). 29206 3.31.2.2 : Βούλομαί ς´ εἰπεῖν κακῶς εὖ, βραχέα, μὴ λίαν ἄνω 29207 3.31.2.3 : βλέφαρα πρὸς τἀναιδὲς ἀγαγών, ἀλλὰ σωφρονεστέρως, 29208 3.31.2.4 : ὡς ἀδελφὸν ὄντ´. ἀνὴρ γὰρ χρηστὸς αἰδεῖσθαι φιλεῖ. 29209 3.31.3.1 : Εὐριπίδου Ἱππολύτου (fr. 436 N. 2). 29210 3.31.3.2 : Ὦ πότνι´ αἰδώς, εἴθε τοῖς πᾶσιν βροτοῖς 29211 3.31.3.3 : συνοῦσα τἀναίσχυντον ἐξῄρου φρενῶν. 29212 3.31.4.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 318). 29213 3.31.4.2 : Αἰδώς, ἥ τ´ ἄνδρας μέγα σίνεται ἠδ´ ὀνίνησιν. 29214 3.31.5.1 : Μενάνδρου Ὁμοπάτριοι (fr. 1 com. IV p. 178). 29215 3.31.5.2 : Πᾶς ἐρυθριῶν χρηστὸς εἶναί μοι δοκεῖ. 29216 3.31.6.1 : Μουσωνίου (p. 256 Peerlk.). 29217 3.31.6.2 : Αἰδοῦς παρὰ πᾶσιν ἄξιος ἔσῃ, ἐὰν πρῶτον ἄρξῃ 29218 3.31.6.3 : σαυτὸν αἰδεῖσθαι. 29219 3.31.7.1 : Δημοκρίτου (cf. fr. mor. 98 Mullach.). 29220 3.31.7.2 : Φαῦλον, κἂν μόνος ᾖς, μήτε λέξῃς μήτ´ ἐργάσῃ· 29221 3.31.7.3 : μάθε δὲ πολὺ μᾶλλον τῶν ἄλλων σεαυτὸν αἰσχύνεσθαι. 29222 3.31.8.1 : Πυθιάδος. 29223 3.31.8.2 : Πυθιὰς ἡ Ἀριστοτέλους τοῦ φιλοσόφου θυγάτηρ ἐρω– 29224 3.31.8.3 : τηθεῖσα ποῖον κάλλιστον χρῶμα, ἔφη ‘τὸ διὰ τὴν αἰδῶ 29225 3.31.8.4 : τοῖς ἐλευθέροις ἐπιγιγνόμενον’. 29226 3.31.9.1 : Ἰαμβλίχου Σωπάτρῳ περὶ ἀρετῆς. 29227 3.31.9.2 : Τοιαῦτα δ´ ἂν εἴη καὶ τὰ τῆς αἰδοῦς ἀντεχόμενα, 29228 3.31.9.3 : τιμῶντα δὲ τὰ χρηστὰ ἤθη, δι´ ἣν τῶν αἰσχρῶν πάντων 29229 3.31.9.4 : ἀπεχόμεθα· τὴν δὲ ἀναίδειαν ἐξορίζοντα τῆς ψυχῆς, δι´ 29230 3.31.9.5 : ἣν ὑπὸ τῶν αἰσχρῶν οἱ πολλοὶ ἁλίσκονται. 29231 3.31.10.1 : Θεοφράστου (fr. CLV Wimmer.). 29232 3.31.10.2 : Αἰδοῦ σαυτόν, καὶ ἄλλον οὐκ αἰσχυνθήσῃ. 29233 3.31.11.1 : Κάτωνος. 29234 3.31.11.2 : Μάλιστα δ´ ἐνόμιζε δεῖν ἕκαστον αἰδεῖσθαι ἑαυτόν· 29235 3.31.11.3 : μηδένα γὰρ ἑαυτοῦ μηδέποτε χωρὶς εἶναι. 29236 3.31.12.1 : Στασίνου ἐκ τῶν Κυπρίων (fr. 20 Kinkel.). 29237 3.31.12.2 : Ζῆνα δὲ τὸν ῥέξαντα καὶ ὃς τάδε πάντ´ ἐφύτευσεν, 29238 3.31.12.3 : οὐκ ἐθέλεις εἰπεῖν· ἵνα γὰρ δέος, ἔνθα καὶ αἰδώς. 29239 3.31.13.1 : Ὁμήρου (Il. III 172). 29240 3.31.13.2 : Αἰδοῖός τέ μοι ἐσσί, φίλε ἑκυρέ, δεινός τε. 29241 3.31.14.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Od. XVII 188). 29242 3.31.14.2 : Ἀλλὰ τὸν αἰδέομαι καὶ δείδια. 29243 3.31.15.1 : Εὐριπίδου ἐκ Κρεσφόντου (fr. 457 N. 2). 29244 3.31.15.2 : Αἰδὼς ἐν ὀφθαλμοῖσι γίγνεται, τέκνον. 29245 3.31.16.1 : Θεόγνιδος ( 1161–1162). 29246 3.31.16.2 : Οὐδένα θησαυρὸν καταθήσεαι ἔνδον ἀμείνω 29247 3.31.16.3 : αἰδοῦς, ἢν ἀγαθοῖς ἀνδράσι, Κύρνε, διδῷς. 29248 3.31.17.1 : Ἀγάθωνος (fr. 22 p. 767 N. 2). 29249 3.31.17.2 : Ἀδικεῖν νομίζων ὄψιν αἰδοῦμαι φίλων. 29250 3.31.18.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Εὐθύφρονος (p. 12 A–C). 29251 3.31.18.2 : Λέγω γὰρ δὴ τὸ ἐναντίον ἢ ὁ ποιητὴς ἐποίησεν ὁ 29252 3.31.18.3 : ποιήσας 29253 3.31.18.4 : Ζῆνα δὲ τὸν ῥέξαντα καὶ ὃς τάδε πάντ´ ἐφύτευσεν, 29254 3.31.18.5 : οὐκ ἐθέλεις εἰπεῖν· ἵνα γὰρ δέος, ἔνθα καὶ αἰδώς. 29255 3.31.18.6 : ἐγὼ οὖν τούτῳ διαφέρομαι τῷ ποιητῇ. εἴπω σοι ὅπῃ; 29256 3.31.18.7 : {—}Πάνυ γε. {—}Οὐ δοκεῖ μοι εἶναι ἵνα δέος, ἔνθα καὶ 29257 3.31.18.8 : αἰδώς· πολλοὶ γάρ μοι δοκοῦσι καὶ νόσους καὶ πενίας καὶ 29258 3.31.18.9 : ἄλλα πολλὰ τοιαῦτα δεδιότες δεδιέναι μέν, αἰδεῖσθαι 29259 3.31.18.10 : δὲ μηδὲν ταῦτα ἃ δεδίασιν. οὐ καὶ σοὶ δοκεῖ; {—}Πάνυ 29260 3.31.18.11 : γε. {—}Ἀλλ´ ἵνα γε αἰδώς, ἔνθα καὶ δέος εἶναι· ἐπεὶ ἔστιν 29261 3.31.18.12 : ὅστις αἰδούμενός τι πρᾶγμα καὶ αἰσχυνόμενος οὐ πεφό– 29262 3.31.18.13 : βηταί τε καὶ δέδοικεν ἅμα δόξαν πονηρίας; {—}Δέδοικε 29263 3.31.18.14 : μὲν οὖν. {—}Οὐκ ἄρα ὀρθῶς ἔχει λέγειν· ἵνα γὰρ δέος, 29264 3.31.18.15 : ἔνθα καὶ αἰδώς· ἀλλ´ ἵνα μὲν αἰδώς, ἔνθα καὶ δέος, οὐ 29265 3.31.18.16 : μέντοι γε ἵνα γε δέος, πανταχοῦ αἰδώς· ἐπὶ πλέον γὰρ 29266 3.31.18.17 : οἶμαι δέος αἰδοῦς· μόριον γὰρ αἰδὼς δέους, ὥσπερ ἀριθ– 29267 3.31.18.18 : μοῦ περιττόν, ὥστε οὐχ ἵνα περ ἀριθμός, ἔνθα καὶ περιτ– 29268 3.31.18.19 : τόν, ἵνα δὲ περιττόν, ἔνθα καὶ ἀριθμός. 29269 3.32.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΑΝΑΙΔΕΙΑΣ.}1 29270 3.32.1.1 : Εὐριπίδου Μηδείᾳ ( 469–472). 29271 3.32.1.2 : Οὔ τοι θράσος τόδ´ ἐστὶν, οὐδ´ εὐτολμία, 29272 3.32.1.3 : φίλους κακῶς δράσαντ´ ἐναντίον βλέπειν· 29273 3.32.1.4 : ἀλλ´ ἡ μεγίστη τῶν ἐν ἀνθρώποις νόσων 29274 3.32.1.5 : πασῶν, ἀναίδει´. εὖ δ´ ἐποίησας μολών. 29275 3.32.2.1 : (trag. fr. adesp. 556 N. 2) 29276 3.32.2.2 : Αἰδὼς ἀπώλες´ αὐτόν, ἐρρέτω κακή· 29277 3.32.2.3 : πολλὴν γὰρ αὐτὴν δειλὸς ὢν ἐκτήσατο. 29278 3.32.3.1 : (Eur. fr. 285 N. 2) 29279 3.32.3.2 : *** 29280 3.32.3.3 : κἀγὼ μετ´ ἀνδρῶν ἡνίκ´ εὐτύχουν βίῳ. 29281 3.32.4.1 : (trag. fr. adesp. 557 N. 2) 29282 3.32.4.2 : Τοῖς γὰρ κακῶς πράσσουσιν οἱ σεμνοὶ λόγοι 29283 3.32.4.3 : κόσμον μὲν ἂν δοίησαν· ἡ δ´ εὐπραξία 29284 3.32.4.4 : ξὺν τοῖς ἀναισχύντοισιν ὥρισται βροτῶν. 29285 3.32.5.1 : (trag. fr. adesp. 558 N. 2) 29286 3.32.5.2 : Ὦ παῖ, τὸ δεῖσθαι τῶν πέλας θνητοῖς μέγα 29287 3.32.5.3 : διδασκαλεῖον τῆς ἀναιδείας ἔφυ. 29288 3.32.6.1 : Ὁμήρου (Il. XXIV 44–45). 29289 3.32.6.2 : Ὣς Ἀχιλεὺς ἔλεον μὲν ἀπώλεσεν, οὐδέ οἱ αἰδὼς 29290 3.32.6.3 : γίνεται, ἥ τ´ ἄνδρας μέγα σίνεται ἠδ´ ὀνίνησιν. 29291 3.32.7.1 : *ωκειῶν. 29292 3.32.7.2 : Αἰδώς τοι ξυνετοῖσιν ἐπὶ βλεφάροισι κάθηται, 29293 3.32.7.3 : ὕβρις δ´ ἀξυνέτοισι· σοφὸς δέ κε τοῦτο δαείη. 29294 3.32.8.1 : Θεόγνιδος ( 647–648). 29295 3.32.8.2 : Ἤδη νῦν αἰδὼς μὲν ἐν ἀνθρώποισιν ὄλωλεν, 29296 3.32.8.3 : αὐτὰρ ἀναιδείη γαῖαν ἐπέρχεθ´ ὁμῶς. 29297 3.32.9.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 287 com. IV p. 294). 29298 3.32.9.2 : Ἀπερυθριᾷ πᾶς, ἐρυθριᾷ δ´ οὐδεὶς ἔτι. 29299 3.32.10.1 : (Menandri fab. inc. fr. 173 com. IV p. 273). 29300 3.32.10.2 : Ὃς 29301 3.32.10.3 : οὔτ´ ἐρυθριᾶν ἐπίστατ´ οὔτε δεδιέναι, 29302 3.32.10.4 : τὰ πρῶτα πάσης τῆς ἀναιδείας ἔχει. 29303 3.32.11.1 : Μενάνδρου Καρίνῃ (fr. 2 com. IV p. 144). 29304 3.32.11.2 : Ὦ μεγίστη τῶν θεῶν 29305 3.32.11.3 : νῦν οὖς´ ἀναίδει´, εἰ θεὸν καλεῖν σε δεῖ. 29306 3.32.11.4 : δεῖ δέ· τὸ κρατοῦν γὰρ νῦν νομίζεται θεός. 29307 3.32.11.5 : ἐφ´ ὅσον βαδίζεις, ἐφ´ ὅσον ἥξειν μοι δοκεῖς. 29308 3.32.12.1 : Διφίλου (fr. 29 com. IV p. 425). 29309 3.32.12.2 : Οὐκ ἔστ´ ἀναιδοῦς ζῷον εὐθαρσέστερον. 29310 3.32.13.1 : (trag. fr. adesp. 528 N. 2) 29311 3.32.13.2 : Κακὴ γὰρ αἰδὼς ἔνθα τἀναιδὲς κρατεῖ. 29312 3.32.14.1 : Θεοδέκτου (fr. 12 p. 805 N. 2). 29313 3.32.14.2 : Ἅπαντ´ ἐν ἀνθρώποισι γηράσκειν ἔφυ 29314 3.32.14.3 : καὶ πρὸς τελευτὴν ἔρχεται τακτοῦ χρόνου, 29315 3.32.14.4 : πλὴν, ὡς ἔοικε, τῆς ἀναιδείας μόνον. 29316 3.32.14.5 : αὕτη δ´ ὅσῳπερ αὔξεται θνητῶν γένος, 29317 3.32.14.6 : τοσῷδε μείζων γίγνεται καθ´ ἡμέραν. 29318 3.32.15.1 : Ἡροδότου ἱστορίας αʹ (I 8). 29319 3.32.15.2 : Ἅμα δὲ κιθῶνι ἐκδυομένῳ ἐκδύεται καὶ τὴν αἰδῶ γυνή. 29320 3.32.16.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τῆς Κύρου παιδείας 29321 3.32.16.2 : (I 2, 7). 29322 3.32.16.3 : Ἕπεσθαι δὲ δοκεῖ μάλιστα τῇ ἀχαριστίᾳ ἀναισχυντία· 29323 3.32.16.4 : καὶ γὰρ αὕτη δοκεῖ εἶναι μεγίστη ἐπὶ πάντα τὰ αἰσχρὰ 29324 3.32.16.5 : ἡγεμών. 29325 3.32.17.1 : Δημοσθένους (I § 27 p. 17). 29326 3.32.17.2 : Καὶ ἔτι ἡ τῶν πραγμάτων αἰσχύνη οὐδεμιᾶς ἐλάττων 29327 3.32.17.3 : ζημίας τοῖς γε σώφροσιν. 29328 3.32.18.1 : (Demosth. IV § 10 p. 43) 29329 3.32.18.2 : Ἐγὼ μὲν οἶμαι τοῖς ἐλευθέροις μεγίστην ἀνάγκην τὴν 29330 3.32.18.3 : ὑπὸ τῶν πραγμάτων αἰσχύνην εἶναι. 29331 3.32.19.1 : Θουκυδίδου (I 84). 29332 3.32.19.2 : Πολεμικοί τε καὶ εὔβουλοι διὰ τὸ εὔκοσμον γινόμεθα, 29333 3.32.19.3 : τὸ μὲν ὅτι αἰδὼς σωφροσύνης πλεῖστον μετέχει, αἰσχύνης 29334 3.32.19.4 : δὲ εὐψυχία. 29335 3.33.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΣΙΓΗΣ.}1 29336 3.33.1.1 : Καρκίνου (fr. 7 p. 800 N. 2). 29337 3.33.1.2 : Πολλοῖς γὰρ ἀνθρώποισι φάρμακον κακῶν 29338 3.33.1.3 : σιγή, μάλιστα δ´ ἐστὶ σώφρονος τρόπου. 29339 3.33.1a.1 : (deest Mein.: Soph. Ai. 293) 29340 3.33.1a.2 : Γύναι, γυναιξὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει. 29341 3.33.2.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 288 com. IV p. 294). 29342 3.33.2.2 : Οὐθὲν σιωπῆς ἔστι χρησιμώτερον. 29343 3.33.3.1 : Σοφοκλέους Ἀλεάδαις (fr. 78 N. 2). 29344 3.33.3.2 : Ὦ παῖ, σιώπα· πόλλ´ ἔχει σιγὴ καλά. 29345 3.33.4.1 : Χάρητος (fr. 2 p. 826 N. 2). 29346 3.33.4.2 : Γλώσσης μάλιστα πανταχοῦ πειρῶ κρατεῖν, 29347 3.33.4.3 : ὃ καὶ γέροντι καὶ νέῳ τιμὴν φέρει, 29348 3.33.4.4 : ἡ γλῶσσα σιγὴν καιρίαν κεκτημένη. 29349 3.33.5.1 : Ἀθηνοδώρου (Ps.–Plut. apophth. reg. et duc. p. 207 C). 29350 3.33.5.2 : Ἔστι καὶ τὸ σιγᾶν ἀκίνδυνον γέρας. 29351 3.33.6.1 : Ἄμφιδος (fab. inc. fr. 9 com. III p. 319). 29352 3.33.6.2 : Οὐκ ἔστι κρεῖττον τοῦ σιωπᾶν οὐδὲ ἕν. 29353 3.33.7.1 : Φιλωνίδου (com. II 1 p. 425). 29354 3.33.7.2 : Κρεῖττον σιωπᾶν ἐστιν ἢ λαλεῖν μάτην. 29355 3.33.8.1 : Κλεάνθους. 29356 3.33.8.2 : Σιωπῶντος τοῦ Κλεάνθους, ἐπεί τις ἔφη ‘τί σιγᾷς; 29357 3.33.8.3 : καὶ μὴν ἡδὺ τοῖς φίλοις ὁμιλεῖν’, ‘ἡδύ’ ἔφη ‘ἀλλ´ ὅσῳ 29358 3.33.8.4 : ἥδιον, τοσῷδε μᾶλλον αὐτοῦ τοῖς φίλοις παραχωρητέον’. 29359 3.33.9.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Πῶς ἔστιν ἀπὸ ἐχθρῶν ὠφελη– 29360 3.33.9.2 : θῆναι (p. 90 B). 29361 3.33.9.3 : Ἄνευ δὲ τούτου τὴν περὶ τὴν γλῶτταν ἐγκράτειαν, οὐ 29362 3.33.9.4 : μικρὸν ἀρετῆς μέρος οὖσαν, ὑπήκοον ἀεὶ τῷ λογισμῷ καὶ 29363 3.33.9.5 : πειθήνιον ἔχειν *** 29364 3.33.10.1 : Ζήνωνος. 29365 3.33.10.2 : Ζήνων Ἀντιγόνου πρέσβεις Ἀθήναζε πέμψαντος, 29366 3.33.10.3 : κληθεὶς ὑπ´ αὐτῶν σὺν ἄλλοις φιλοσόφοις ἐπὶ δεῖπνον, 29367 3.33.10.4 : κἀκείνων παρὰ πότον σπευδόντων ἐπιδείκνυσθαι τὴν αὑ– 29368 3.33.10.5 : τῶν ἕξιν, αὐτὸς ἐσίγα. τῶν δὲ πρέσβεων ζητούντων τί 29369 3.33.10.6 : ἀπαγγείλωσι περὶ αὐτοῦ πρὸς Ἀντίγονον ‘τοῦτ´ αὐτό’ 29370 3.33.10.7 : ἔφη ‘ὃ βλέπετε’ δυσκρατέστατον γὰρ πάντων ὁ λόγος. 29371 3.33.11.1 : Ξενοκράτους. 29372 3.33.11.2 : Ξενοκράτης διαιρῶν ἕκαστον μέρος τῆς ἡμέρας εἰς 29373 3.33.11.3 : πρᾶξίν τινα καὶ τῇ σιωπῇ μέρος ἀπένεμεν. 29374 3.33.12.1 : Σιμωνίδου (Plut. de tuenda sanit. p. 125 D). 29375 3.33.12.2 : Σιμωνίδης ἔλεγε μηδέποτε αὐτῷ μεταμελῆσαι σιγή– 29376 3.33.12.3 : σαντι, φθεγξαμένῳ δὲ πολλάκις. 29377 3.33.13.1 : Ἀπολλώνιος τοῖς γνωρίμοις (deest edit. Hercher.). 29378 3.33.13.2 : Πολλὴν ἐπιμέλειαν ποιεῖσθε περὶ τοῦ μὴ λέγειν ἃ 29379 3.33.13.3 : μὴ δεῖ. παντελῶς γὰρ ἀπαιδεύτου τινός ἐστι τὸ μὴ δύ– 29380 3.33.13.4 : νασθαι σιωπᾶν, ἀλλ´ ἐκλαλεῖν τὰ μὴ καλῶς ἔχοντα. 29381 3.33.14.1 : Διογένους. 29382 3.33.14.2 : Διογένης πρὸς τὸν φιλόσοφον εἶναι φήσαντα, ἐρω– 29383 3.33.14.3 : τῶντα δὲ ἐριστικῶς ‘κακόδαιμον’ ἔφη ‘τὸ βέλτιστον τῶν 29384 3.33.14.4 : ἐν τῷ βίῳ τοῦ φιλοσόφου λυμαινόμενος τῷ λόγῳ φιλο– 29385 3.33.14.5 : σοφεῖν φής’. 29386 3.33.15.1 : Θεοκρίτου. 29387 3.33.15.2 : Θεόκριτος ἐρωτηθεὶς ὑπὸ ἀδολέσχου ὅπου αὐτὸν αὔ– 29388 3.33.15.3 : ριον ὄψοιτο, ‘ὅπου’ ἔφη ‘ἐγὼ σὲ οὐκ ὄψομαι’. 29389 3.33.16.1 : Πλουτάρχου (fr. XXXIV 1). 29390 3.33.16.2 : Περὶ τῆς καθ´ Ὅμηρον ἐχεμυθίας διὰ τούτων σαφῶς 29391 3.33.16.3 : δείκνυται. λέγει γάρ 29392 3.33.16.4 : Θερσῖτ´ ἀκριτόμυθε, λιγύς περ ἐὼν ἀγορητὴς 29393 3.33.16.5 : ἴσχεο μηδ´ ἔθελ´ οἶος ἐριζέμεναι βασιλῆι. 29394 3.33.16.6 : καὶ τοῦ Τηλεμάχου εἰπόντος 29395 3.33.16.7 : ἦ μάλα τις θεῶν ἔνδον, οἳ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσιν 29396 3.33.16.8 : ἐπιλαμβανόμενος ὁ πατὴρ ἔφη 29397 3.33.16.9 : σίγα καὶ κατὰ σὸν νόον ἴσχανε μηδ´ ἐρέεινε· 29398 3.33.16.10 : αὕτη τοι δίκη ἐστὶ θεῶν οἳ Ὄλυμπον ἔχουσι. 29399 3.33.16.11 : τοῦτο ἐκσίγησιν οἱ Πυθαγορικοὶ καλοῦντες οὐδὲν ἀπεκρί– 29400 3.33.16.12 : νοντο τοῖς περὶ θεῶν ὅ τι τύχοιεν ἰταμῶς καὶ εὐχερῶς 29401 3.33.16.13 : ἐρωτῶσιν. 29402 3.33.17.1 : Δημοσθένους (?). 29403 3.33.17.2 : Μὴ νομίσητέ με, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ἀγνοεῖν, ὅτι ἀσφαλὲς 29404 3.33.17.3 : τὸ σιγᾶν ἐστι. 29405 3.34.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΥΚΑΙΡΩΣ ΛΕΓΕΙΝ.}1 29406 3.34.1.1 : Διονυσίου (fr. 6 p. 795 N. 2). 29407 3.34.1.2 : Ἢ λέγε τι σιγῆς κρεῖττον ἢ σιγὴν ἔχε. 29408 3.34.2.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάῳ (fr. 253 N. 2). 29409 3.34.2.2 : Ἁπλοῦς ὁ μῦθος, μὴ λέγ´ εὖ· τὸ γὰρ λέγειν 29410 3.34.2.3 : εὖ δεινόν ἐστιν, εἰ φέροι τινὰ βλάβην. 29411 3.34.3.1 : Εὐριπίδου Αἰγέως (fr. 5 N. 2). 29412 3.34.3.2 : Εἰ μὴ καθέξεις γλῶσσαν, ἔσται σοι κακά. 29413 3.34.4.1 : Ἀντιφάνους (fab. inc. fr. 46 com. III p. 149). 29414 3.34.4.2 : Οὐκ ἔστιν οὐδὲν λεγόμενον μακρῶς, ὅτε 29415 3.34.4.3 : ὁ λέγων ὑποτάττει τοῖς λόγοις τὰ πράγματα. 29416 3.34.5.1 : Αἰσχύλου (fr. 397 N. 2). 29417 3.34.5.2 : Πρὸ τῶν τοιούτων χρὴ λόγων δάκνειν στόμα. 29418 3.34.6.1 : Ἐκ τοῦ Ἰσοκράτους πρὸς Δημόνικον (§ 41 p. 11 b). 29419 3.34.6.2 : Δύο ποιοῦ καιροὺς τοῦ λέγειν, ἢ περὶ ὧν οἶσθα σα– 29420 3.34.6.3 : φῶς, ἢ περὶ ὧν ἀναγκαῖον εἰπεῖν. ἐν τούτοις γὰρ μόνοις 29421 3.34.6.4 : ὁ λόγος τῆς σιγῆς κρείττων, ἐν δὲ τοῖς ἄλλοις ἄμεινον 29422 3.34.6.5 : σιγᾶν ἢ λέγειν. 29423 3.34.7.1 : Πυθαγόρου. 29424 3.34.7.2 : Ἔλεγεν ὁ Πυθαγόρας ‘χρὴ σιγᾶν ἢ κρείσσονα σιγῆς 29425 3.34.7.3 : λέγειν’. 29426 3.34.8.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 29427 3.34.8.2 : Ἢ σιγὴν καίριον ἢ λόγον ὠφέλιμον ἔχε. 29428 3.34.9.1 : Σόλωνος. 29429 3.34.9.2 : Σφραγίζου τοὺς μὲν λόγους σιγῇ, τὴν δὲ σιγὴν καιρῷ. 29430 3.34.10.1 : Αἰσχίνου (C. Fr. Hermann. disput. de Aesch. Socrat. 29431 3.34.10.2 : rel. p. 11). 29432 3.34.10.3 : Αἰσχίνης ὁ Σωκρατικὸς ἐπιπληχθείς. ὅτι Σωκράτει 29433 3.34.10.4 : ἐσχολακὼς σιωπᾷ, ‘οὐ γὰρ μόνον’ εἶπε ‘λέγειν ἔμαθον 29434 3.34.10.5 : παρὰ Σωκράτει, ἀλλὰ καὶ σιωπᾶν’. 29435 3.34.11.1 : Πυθαγόρου. 29436 3.34.11.2 : Αἱρετώτερόν σοι ἔστω λίθον εἰκῆ βάλλειν, ἢ λόγον 29437 3.34.11.3 : ἀργόν. 29438 3.34.12.1 : Εὐριπίδου ἐν Ἀνδρομέδᾳ (fr. 126 N 2.). 29439 3.34.12.2 : Σιγᾷς· σιωπὴ δ´ ἄπορος ἑρμηνεὺς λόγων. 29440 3.34.13.1 : Θεόγνιδος ( 625–626). 29441 3.34.13.2 : Ἀργαλέον φρονέοντα παρ´ ἄφροσι πόλλ´ ἀγορεύειν, 29442 3.34.13.3 : καὶ σιγᾶν αἰεί· τοῦτο γὰρ οὐ δυνατόν. 29443 3.34.14.1 : Ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου Ἐγχειριδίου (c. 33). 29444 3.34.14.2 : Τάξον τινὰ ἤδη σεαυτῷ χαρακτῆρα καὶ τύπον, ὃν 29445 3.34.14.3 : φυλάξεις ἐπί τε σαυτοῦ ὢν καὶ ἀνθρώποις ἐντυγχάνων. 29446 3.34.14.4 : σιωπὴ τὰ πολλὰ ἔστω ἢ λαλείσθω τὰ ἀναγκαῖα καὶ δι´ 29447 3.34.14.5 : ὀλίγων. σπανίως δέ ποτε καιροῦ καλοῦντος ἐπὶ τὸ λέ– 29448 3.34.14.6 : γειν τι ἥξομεν, ἀλλὰ περὶ οὐδενὸς τῶν εἰκαίων, μὴ περὶ 29449 3.34.14.7 : ἀθλητῶν ἢ μονομάχων ἢ περὶ ἵππων ἢ βρωμάτων ἢ πο– 29450 3.34.14.8 : μάτων τῶν ἑκασταχοῦ, μὴ περὶ ἀνθρώπων ψέγοντα ἢ 29451 3.34.14.9 : ἐπαινοῦντα ἢ συγκρίνοντα. λοιπὸν ἐκείνου ἔχου τοῦ μὴ 29452 3.34.14.10 : καθιέναι εἰς ὁμιλίας ἰδιωτικάς, ἀλλὰ ἂν οἷός τε ᾖς, μέ– 29453 3.34.14.11 : ταγε τοὺς λόγους ἐπὶ τὸ προσῆκον· εἰ δὲ μή, ἀπόλειπε 29454 3.34.14.12 : σιωπᾶν. 29455 3.34.15.1 : Σόλωνος. 29456 3.34.15.2 : Σόλων ἐρωτηθεὶς ὑπὸ Περιάνδρου παρὰ πότον, ἐπεὶ 29457 3.34.15.3 : σιωπῶν ἐτύγχανε, πότερα διὰ λόγων σπάνιν ἢ διὰ μω– 29458 3.34.15.4 : ρίαν σιωπᾷ, ‘ἀλλ´ οὐδεὶς ἄν’ εἶπε ‘μωρὸς σιωπᾶν ἐν 29459 3.34.15.5 : συμποσίῳ δύναιτο’. 29460 3.34.16.1 : Ἐκ τῶν Δίωνος Χρειῶν. 29461 3.34.16.2 : Τῶν συνόντων τις μειρακίων Διογένει, ἐρωτώμενος 29462 3.34.16.3 : ὑπ´ αὐτοῦ ἐσιώπα· ὃ δὲ ἔφη ‘οὐκ οἴει τοῦ αὐτοῦ εἶναι 29463 3.34.16.4 : εἰδέναι τε ἃ λεκτέον καὶ πότε, καὶ τίνα σιωπητέον, καὶ 29464 3.34.16.5 : πρὸς τίνα; 29465 3.34.17.1 : Κλεοστράτου. 29466 3.34.17.2 : Κλεόστρατος πρὸς τὸν εἰπόντα ’οὐκ αἰσχύνῃ μεθύων;‘ 29467 3.34.17.3 : ’σὺ δὲ οὐκ αἰσχύνῃ‘ ἔφη ’μεθύοντα νουθετῶν;‘ 29468 3.34.18.1 : Σωκράτους. 29469 3.34.18.2 : Τῷ γελοίῳ καθάπερ ἁλὶ πεφεισμένως δεῖ χρῆσθαι. 29470 3.34.19.1 : Ἀναξάρχου. 29471 3.34.19.2 : Πολυμαθίη κάρτα μὲν ὠφελέει, κάρτα δὲ βλάπτει τὸν 29472 3.34.19.3 : ἔχοντα. ὠφελέει μὲν τὸν δεξιὸν ἄνδρα, βλάπτει δὲ τὸν 29473 3.34.19.4 : ῥηιδίως φωνεῦντα πᾶν ἔπος καὶ ἐν παντὶ δήμῳ. χρὴ δὲ 29474 3.34.19.5 : καιροῦ μέτρα εἰδέναι· σοφίης γὰρ οὗτος ὅρος. οἳ δὲ ἔξω 29475 3.34.19.6 : καιροῦ ῥῆσιν μουσικὴν 〈ἀείδουσιν, κἢν〉 πεπνυμένως ἀεί– 29476 3.34.19.7 : σωσιν, οὐ παραδέκονται ἐναργίῃ γνώμην, αἰτίην δ´ ἔχουσι 29477 3.34.19.8 : μωρίης. 29478 3.35.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΒΡΑΧΥΛΟΓΙΑΣ.}1 29479 3.35.1.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 719–720). 29480 3.35.1.2 : Γλώσσης τοι θησαυρὸς ἐν ἀνθρώποισι μέγιστος 29481 3.35.1.3 : φειδωλῆς, πλείστη δὲ χάρις κατὰ μέτρον ἰούσης. 29482 3.35.2.1 : Εὔπολις ἐν Δήμοις (fr. 18 com. II 1 p. 467). 29483 3.35.2.2 : Καὶ τοῦ μὲν 〈ἐν〉 κύκλῳ γε παύσομαι λόγου, 29484 3.35.2.3 : φράσω δέ σοι τὸ πρᾶγμα διὰ τῶν χωρίων. 29485 3.35.3.1 : Εὐριπίδου Αἰόλῳ (fr. 28 N. 2). 29486 3.35.3.2 : Παῖδες, σοφοῦ πρὸς ἀνδρός, ὅστις ἐν βραχεῖ 29487 3.35.3.3 : πολλοὺς λόγους οἷός τε συντέμνειν καλῶς. 29488 3.35.4.1 : Σοφοκλέους Ἀλήτῃ (fr. 98 N. 2). 29489 3.35.4.2 : Βραχεῖ λόγῳ δὲ πολλὰ πρόσκειται σοφά. 29490 3.35.5.1 : Μενάνδρου Ἐπαγγελλομένῳ (fr. 3 com. IV p. 115). 29491 3.35.5.2 : Τοῖς ἀναιδέσιν βοηθεῖ γὰρ λόγοις τοῦθ´ ἓν μόνον, 29492 3.35.5.3 : ἂν βραχεῖς αὐτοὺς ποῇ τις τόν τε καιρὸν εὖ λάβῃ. 29493 3.35.6.1 : Φιλωνίδου (com II 1 p. 425). 29494 3.35.6.2 : Ἅπαντ´ ἐρίζεις καὶ συνίης οὐδὲ ἕν. 29495 3.35.6a.1 : Γράμματα μαθεῖν δεῖ καὶ μαθόντα νοῦν ἔχειν. 29496 3.35.7.1 : Φιλωνίδου (com. IV p. 690). 29497 3.35.7.2 : Οὐκ ἄν τις εἴπῃ πολλά, θαυμασθήσεται, 29498 3.35.7.3 : ὁ μικρὰ δ´ εἰπὼν μᾶλλον, ἂν ᾖ χρήσιμα. 29499 3.35.8.1 : Πυθαγόρου. 29500 3.35.8.2 : Μὴ ἐν πολλοῖς ὀλίγα λέγε, ἀλλ´ ἐν ὀλίγοις πολλά. 29501 3.35.9.1 : Λυκούργου. 29502 3.35.9.2 : Λυκοῦργος πρὸς τὸν εἰπόντα ’διὰ τί Λακεδαιμόνιοι 29503 3.35.9.3 : τὴν βραχυλογίαν ἀσκοῦσιν;‘ εἶπεν ’ὅτι ἐγγύς ἐστι τοῦ σιγᾶν‘. 29504 3.35.10.1 : (Epict. fr. 77 Schweigh.) 29505 3.35.10.2 : Μηδενὸς οὕτως ἐν παντὶ προνόει ὡς τοῦ ἀσφαλοῦς· 29506 3.35.10.3 : ἀσφαλέστερον γὰρ τοῦ λέγειν τὸ σιγᾶν. ἔα δὲ τὸ λέγειν 29507 3.35.10.4 : ὅσα δίχα ἔσται νοῦ καὶ ψόγου .... 29508 3.35.10a.1 : Ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου Ἐγχειριδίου (c. 33). 29509 3.35.10a.2 : Ἀπέστω δὲ τὸ πολὺ καὶ αὑτοῦ τινων ἔργων μεμνῆ– 29510 3.35.10a.3 : σθαι ἢ κινδύνων, οὐ γὰρ ὡς σοὶ ἡδύ ἐστι τὸ τῶν σῶν 29511 3.35.10a.4 : κινδύνων μεμνῆσθαι, οὕτω καὶ τοῖς ἄλλοις ἡδύ ἐστι τὸ 29512 3.35.10a.5 : τῶν σοὶ συμβαινόντων ἀκούειν. 29513 3.35.11.1 : Πλάτωνος Νόμων αʹ (I p. 641 E). 29514 3.35.11.2 : Τὴν πόλιν ἅπαντες ἡμῶν Ἕλληνες ὑπολαμβάνουσιν, 29515 3.35.11.3 : ὡς φιλόλογός τέ ἐστι καὶ πολύλογος, Λακεδαίμονα δὲ καὶ 29516 3.35.11.4 : Κρήτην, τὴν μὲν βραχύλογον, τὴν δὲ πολύνοιαν μᾶλλον ἢ 29517 3.35.11.5 : πολυλογίαν ἀσκοῦσαν. 29518 3.36.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΑΔΟΛΕΣΧΙΑΣ.}1 29519 3.36.1.1 : Θεόγνιδος ( 421–424). 29520 3.36.1.2 : Πολλοῖς ἀνθρώπων γλώσσῃ θύρα οὐκ ἐπίκειται 29521 3.36.1.3 : ἁρμοδίη, καί σφιν πόλλ´ ἀλάλητα μέλει. 29522 3.36.1.4 : πολλάκι γὰρ τὸ κακὸν κατακείμενον ἔνδοθεν ἦλθεν· 29523 3.36.1.5 : ἐσθλὸν δ´ ἐξελθεῖν λώιον ἢ τὸ κακόν. 29524 3.36.2.1 : Εὐριπίδου Ἱππολύτῳ ( 395–397). 29525 3.36.2.2 : Γλώσσῃ γὰρ οὐδὲν πιστόν, ἣ θυραῖα μὲν 29526 3.36.2.3 : φρονήματ´ ἀνδρῶν νουθετεῖν ἐπίσταται, 29527 3.36.2.4 : αὐτὴ δ´ ὑφ´ αὑτῆς πλεῖστα κέκτηται κακά. 29528 3.36.3.1 : Εὐριπίδου Μηδείας ( 292–293). 29529 3.36.3.2 : Οὐ νῦν με πρῶτον, ἀλλὰ πολλάκις, Κρέον, 29530 3.36.3.3 : ἔβλαψε γλῶσσα, μεγάλα τ´ εἴργασται κακά. 29531 3.36.4.1 : Ἀστυδάμαντος (fr. 7 p. 780 N. 2). 29532 3.36.4.2 : Γλώσσης περίπατός ἐστιν ἀδολεσχία. 29533 3.36.5.1 : (comici ignoti fr. 345 IV p. 690) 29534 3.36.5.2 : Ληρεῖς ἐν οὐ δέοντι καιρῷ φιλοσοφῶν. 29535 3.36.6.1 : Ὁμήρου (Od. XIV 466). 29536 3.36.6.2 : Καί τι ἔπος προέηκεν ὅ πέρ τ´ ἄρρητον ἄμεινον. 29537 3.36.7.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Il. XXIII 478–479). 29538 3.36.7.2 : Ἀλλ´ αἰεὶ μύθοις λαβρεύεαι. οὐδέ τι σε χρὴ 29539 3.36.7.3 : λαβραγόρην [τ´] ἔμεναι. 29540 3.36.8.1 : Νικοστράτου (inc. fab. fr. 1 com. III p. 288). 29541 3.36.8.2 : Εἰ τὸ συνεχῶς καὶ πολλὰ καὶ ταχέως λαλεῖν 29542 3.36.8.3 : ἦν τοῦ φρονεῖν παράσημον, αἱ χελιδόνες 29543 3.36.8.4 : ἐλέγοντ´ ἂν ἡμῶν σωφρονέστεραι πολύ. 29544 3.36.9.1 : Εὐριπίδου Πενθεῖ (Bacch. 268–269). 29545 3.36.9.2 : Σὺ δ´ εὔτροχον μὲν γλῶσσαν ὡς φρονῶν ἔχεις, 29546 3.36.9.3 : ἐν τοῖς λόγοισι δ´ οὐκ ἔνεισί σοι φρένες. 29547 3.36.10.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπῃ (fr. 219 N. 2). 29548 3.36.10.2 : Κόσμος δὲ σιγὴ στεγανὸς ἀνδρὸς οὐ κακοῦ. 29549 3.36.10.3 : τὸ δ´ ἐκλαλοῦν τοῦθ´ ἡδονῆς μὲν ἅπτεται, 29550 3.36.10.4 : κακὸν δ´ ὁμίλημ´, ἀσθενὲς δὲ καὶ πόλει. 29551 3.36.11.1 : Σοφοκλέους Ἀλεάδαις (fr. 79 N. 2). 29552 3.36.11.2 : Τί ταῦτα πολλῶν ῥημάτων ἔτ´ ἔστι σοι; 29553 3.36.11.3 : τὰ γὰρ περισσὰ πανταχοῦ λυπήρ´ ἔπη. 29554 3.36.12.1 : Μενάνδρου. 29555 3.36.12.2 : *** 29556 3.36.12a.1 : (trag. adesp. 529 N. 2). 29557 3.36.12a.2 : Αἰσχρόν γ´ ὅταν τις † ἐπὶ γλώσσῃ φυεὶς 29558 3.36.12a.3 : γλώσσῃ ματαίους ἐξακοντίσῃ λόγους. 29559 3.36.13.1 : Εὐριπίδου Βάκχαις ( 386–388). 29560 3.36.13.2 : Ἀχαλίνων στομάτων 29561 3.36.13.3 : ἀνόμου τ´ ἀφροσύνας 29562 3.36.13.4 : τὸ τέλος δυστυχία. 29563 3.36.14.1 : Μενάνδρου. 29564 3.36.14.2 : *** 29565 3.36.14a.1 : (Eur. fr. 1044 N. 2) 29566 3.36.14a.2 : Οὔτ´ ἐκ χερὸς μεθέντα καρτερὸν λίθον 29567 3.36.14a.3 : ῥᾷον κατασχεῖν οὔτ´ ἀπὸ γλώσσης λόγον. 29568 3.36.15.1 : Τοῦ αὐτοῦ Δικτύος (fr. 335 N. 2). 29569 3.36.15.2 : Τυραννικόν τοι πόλλ´ ἐπίστασθαι λέγειν. 29570 3.36.16.1 : Σοφοκλῆς Ἀλήτῃ (fr. 99 N. 2). 29571 3.36.16.2 : Ἀνὴρ γὰρ ὅστις ἥδεται λέγων ἀεί, 29572 3.36.16.3 : λέληθεν αὑτὸν τοῖς ξυνοῦσιν ὢν βαρύς. 29573 3.36.17.1 : Αἰσχύλου (Prom. 329). 29574 3.36.17.2 : Γλώσσῃ ματαίᾳ ζημία προστρίβεται. 29575 3.36.18.1 : Φιλήμονος (fab. inc. fr. 11 com. IV p. 37). 29576 3.36.18.2 : Τὸν μὴ λέγοντα τῶν δεόντων μηδὲ ἓν 29577 3.36.18.3 : μακρὸν νόμιζε, κἂν δύ´ εἴπῃ συλλαβάς· 29578 3.36.18.4 : τὸν δ´ εὖ λέγοντα μὴ νόμιζ´ εἶναι μακρόν, 29579 3.36.18.5 : μηδ´ ἂν σφόδρ´ εἴπῃ πολλὰ καὶ πολὺν χρόνον. 29580 3.36.18.6 : τεκμήριον δὲ τοῦδε τὸν Ὅμηρον λάβε· 29581 3.36.18.7 : οὗτος γὰρ ἡμῖν μυριάδας ἐπῶν γράφει, 29582 3.36.18.8 : ἀλλ´ οὐδὲ εἷς Ὅμηρον εἴρηκεν μακρόν. 29583 3.36.19.1 : Ζήνωνος. 29584 3.36.19.2 : Ζήνων πρὸς τὸν πλείω λαλεῖν θέλοντα ἢ ἀκούειν 29585 3.36.19.3 : ’νεανίσκε‘ εἶπεν ’ἡ φύσις ἡμῖν γλῶτταν μὲν μίαν, δύο δὲ 29586 3.36.19.4 : ὦτα παρέσχεν, ἵνα διπλασίονα ὧν λέγομεν ἀκούωμεν‘. 29587 3.36.20.1 : Θεοκρίτου. 29588 3.36.20.2 : Θεόκριτος Ἀναξιμένους λέγειν μέλλοντος ’ἄρχεται‘ 29589 3.36.20.3 : εἶπεν ’λέξεων μὲν ποταμός, νοῦ δὲ σταλαγμός‘. 29590 3.36.21.1 : Διογένους. 29591 3.36.21.2 : Διογένης ᾔτησέν ποτε Πλάτωνα τῶν ἐκ τοῦ κήπου ἰσχά– 29592 3.36.21.3 : δων τρεῖς· ὡς δ´ ἐκεῖνος μέδιμνον ἀπέστειλεν, ’οὕτως‘ ἔφη 29593 3.36.21.4 : ’καὶ ἀποκρίνῃ 〈ἓν〉 ἐρωτηθεὶς μυρία‘. 29594 3.36.22.1 : Πλάτωνος. 29595 3.36.22.2 : Πλάτων Ἀντισθένους ἐν τῇ διατριβῇ ποτε μακρο– 29596 3.36.22.3 : λογήσαντος ’ἀγνοεῖς‘ εἶπεν ’ὅτι τοῦ λόγου μέτρον ἐστὶν 29597 3.36.22.4 : οὐχ ὁ λέγων, ἀλλ´ ὁ ἀκούων‘. 29598 3.36.23.1 : Ζήνωνος. 29599 3.36.23.2 : Τῶν τις ἐν Ἀκαδημίᾳ νεανίσκων περὶ ἐπιτηδευμάτων 29600 3.36.23.3 : διελέγετο ἀφρόνων· ὁ δὲ Ζήνων ’ἐὰν μὴ τὴν γλῶσσαν‘ 29601 3.36.23.4 : ἔφη ’εἰς νοῦν ἀποβρέξας διαλέγῃ, πολὺ πλείω ἔτι καὶ ἐν 29602 3.36.23.5 : τοῖς λόγοις πλημμελήσεις‘. 29603 3.36.24.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 144 Mullach.). 29604 3.36.24.2 : Πλεονεξίη τὸ πάντα λέγειν, μηδὲν δὲ ἐθέλειν ἀκούειν. 29605 3.36.25.1 : Ἰσοκράτους. 29606 3.36.25.2 : Ἰσοκράτης ὁ ῥήτωρ Καρίωνος ὄντος λάλου καὶ σχο– 29607 3.36.25.3 : λάζειν αὐτῷ βουλομένου, διττοὺς ᾔτησε μισθούς. τοῦ δὲ 29608 3.36.25.4 : τὴν αἰτίαν πυθομένου ’ἕνα μέν‘ ἔφη ’ἵνα λαλεῖν μάθῃ· 29609 3.36.25.5 : τὸν δ´ ἕτερον, ἵνα σιγᾶν‘. 29610 3.36.26.1 : Ζήνωνος. 29611 3.36.26.2 : Ζήνων τῶν μαθητῶν ἔφασκεν τοὺς μὲν φιλολόγους 29612 3.36.26.3 : εἶναι, τοὺς δὲ λογοφίλους. 29613 3.36.27.1 : Θεοκρίτου. 29614 3.36.27.2 : 〈Θεόκριτος〉 ἐριστικοῦ ἀνδρὸς ἐρωτῶντος αὐτόν, εἰ ἡ 29615 3.36.27.3 : ἀρετὴ ὠφέλιμος, ἀνένευσεν, οὐ βουλόμενος παρασχεῖν αὐτῷ 29616 3.36.27.4 : ἐκ τῆς ἀποκρίσεως ἀφορμὴν εἰς ἔριν. 29617 3.36.28.1 : Ἀπολλώνιος τοῖς γνωρίμοις (epistologr. gr. p. 126 29618 3.36.28.2 : Herch.). 29619 3.36.28.3 : Πολυλογία πολλὰ σφάλματα ἔχει, τὸ δὲ σιγᾶν ἀσφαλές. 29620 3.36.29.1 : Ἀπολλώνιος Εὐφράτῃ (ibid. p. 125). 29621 3.36.29.2 : Οἱ κράτιστοι τῶν ἀνθρώπων βραχυλογώτατοι. οἱ 29622 3.36.29.3 : οὖν ἀδολέσχαι, εἰ ἠνιῶντο ὡς ἀνιῶσιν, οὐκ ἂν ἐμακρη– 29623 3.36.29.4 : γόρουν. 29624 3.36.30.1 : Εὐσεβίου (fr. 34 phil. graec. III p. 12 Mull.). 29625 3.36.30.2 : Ἄνθρωποι λόγων κούφων μέγα ὀδόντας ἕρκος ἐκτέα– 29626 3.36.30.3 : ται. ἀλλὰ γὰρ ἐπὶ παντὶ νόου χρῄζομεν· ἐπεὶ ἐὰν οὗτος 29627 3.36.30.4 : μὴ κατιθύνῃ αὐτὰ τὰ ἔπεα, πρὶν βουλευθῆναι ἐκφεύγει 29628 3.36.30.5 : πολλάκις καὶ κατηλογήσαντα τοσούτου ἕρκεος ἄκριτα προ– 29629 3.36.30.6 : εκθρώσκει. 29630 3.36.31.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τῆς Κύρου παιδείας (I 4, 3). 29631 3.36.31.2 : Ἔτι δὲ καὶ διὰ τὸ φιλομαθὴς εἶναι πολλὰ μὲν αὐ– 29632 3.36.31.3 : τὸς τοὺς παρόντας ἀνηρώτα, πῶς ἔχοντα τυγχάνοι, καὶ 29633 3.36.31.4 : ὅσα αὐτὸς ὑπὸ ἄλλων ἐρωτῷτο, διὰ τὸ ἀγχίνους εἶναι, 29634 3.36.31.5 : ταχὺ ἀπεκρίνετο, ὥστ´ ἐκ πάντων τούτων πολυλογία συνε– 29635 3.36.31.6 : λέγετο αὐτῷ. ἀλλ´ ὥσπερ ἐν σώμασιν, ὅσοι νέοι ὄντες 29636 3.36.31.7 : μέγεθος ἔλαβον, ὅμως ἐμφαίνεταί τι αὐτοῖς νεαρὸν ὃ κατη– 29637 3.36.31.8 : γορεῖ τὴν ὀλιγοετίαν, οὕτω καὶ Κύρου ἐκ τῆς πολυλογίας 29638 3.36.31.9 : οὐ θράσος διεφαίνετο, ἀλλὰ πρᾳότης τις καὶ φιλοστορ– 29639 3.36.31.10 : γία, ὥστ´ ἐπεθύμει ἄν τις ἔτι πλείω ἀκούειν αὐτοῦ ἢ 29640 3.36.31.11 : σιωπῶντι παρεῖναι. 29641 3.37.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΧΡΗΣΤΟΤΗΤΟΣ.}1 29642 3.37.1.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 273 com. IV p. 292). 29643 3.37.1.2 : Οὐθεὶς πονηρὸν πρᾶγμα χρηστὸς ὢν ποεῖ. 29644 3.37.2.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ibid. fr. 274). 29645 3.37.2.2 : Ὡς ἡδὺ συνέσει χρηστότης κεκραμένη. 29646 3.37.3.1 : Θεόγνιδος ( 319–322). 29647 3.37.3.2 : Κύρν´, ἀγαθὸς μὲν ἀνὴρ γνώμην ἔχει ἔμπεδον αἰεί, 29648 3.37.3.3 : τολμᾷ δ´ ἔν τ´ ἀγαθοῖς κείμενος ἔν τε κακοῖς. 29649 3.37.3.4 : εἰ δὲ θεὸς κακῷ ἀνδρὶ βίον καὶ πλοῦτον ὀπάσσῃ, 29650 3.37.3.5 : ἀφραίνων βίοτον οὐ δύναται κατέχειν. 29651 3.37.4.1 : Σοφοκλῆς Ἠλέκτρᾳ ( 1082 sq.). 29652 3.37.4.2 : ΧΟΡ. Οὐδεὶς τῶν ἀγαθῶν ζῶν κακῶς 29653 3.37.4.3 : εὔκλειαν αἰσχῦναι θέλει. 29654 3.37.5.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 48 com. IV p. 249). 29655 3.37.5.2 : Σὺ μὲν παραινεῖς ταῦτα· πῶς οὔ; σοὶ πρέπει. 29656 3.37.5.3 : ἐμὲ δὲ ποιεῖν τὸ καθῆκον οὐχ ὁ σὸς λόγος, 29657 3.37.5.4 : εὖ ἴσθ´ ἀκριβῶς, ὁ δ´ ἴδιος πείθει τρόπος. 29658 3.37.6.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 246 com. IV p. 288). 29659 3.37.6.2 : Ὁ χρηστός ἐστι πολλαχοῦ σωτήριος. 29660 3.37.7.1 : Μενάνδρου (ibid. fr. 246 b). 29661 3.37.7.2 : Τὸ χρηστὰ πράττειν ἔργον ἔστ´ ἐλευθέρου. 29662 3.37.8.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ibid. fr. 246 c). 29663 3.37.8.2 : Μέγιστον ἀγαθόν ἐστι μετὰ νοῦ χρηστότης. 29664 3.37.9.1 : Διφίλου (fab. inc. fr. 32 com. IV p. 425). 29665 3.37.9.2 : Ὡς μακάριον φρόνησις ἐν χρηστῷ τρόπῳ. 29666 3.37.10.1 : Μενάνδρου Ὁμοπάτριοι (fr. 2 com. IV p. 178). 29667 3.37.10.2 : Χρηστοὺς νομιζομένους, ἐφόδιον ἀσφαλὲς 29668 3.37.10.3 : εἰς πάντα καιρὸν καὶ τύχης πᾶσαν ῥοπήν. 29669 3.37.11.1 : Μενάνδρου Παλλακῇ (fr. 2 com. IV p. 182). 29670 3.37.11.2 : Ἀλλὰ τῶν χρηστῶν ἔχει τιν´ ἐπιμέλειαν καὶ θεός. 29671 3.37.12.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 479 com. IV p. 327). 29672 3.37.12.2 : Κἀν ταῖς ἀπορίαις ἔσθ´ ὁ χρηστὸς χρήσιμος. 29673 3.37.13.1 : Ἀντιφάνους (fab. inc. fr. 47 com. III p. 150). 29674 3.37.13.2 : Τρόπος δίκαιος κτῆμα τιμιώτατον. 29675 3.37.14.1 : Ποσειδίππου (fab. inc. fr. 6 com. IV p. 526). 29676 3.37.14.2 : Διὰ τὴν τέχνην μὲν γνωρίμους ἐκτησάμην 29677 3.37.14.3 : πολλούς, διὰ τὸν τρόπον δὲ τοὺς πλείστους φίλους. 29678 3.37.15.1 : Πειρίθου (Eur. fr. 597 N. 2). 29679 3.37.15.2 : Τρόπος δὲ χρηστὸς ἀσφαλέστερος νόμου· 29680 3.37.15.3 : τὸν μὲν γὰρ οὐδεὶς ἂν διαστρέψαι ποτὲ 29681 3.37.15.4 : ῥήτωρ δύναιτο, τὸν δ´ ἄνω τε καὶ κάτω 29682 3.37.15.5 : λόγοις ταράσσων πολλάκις λυμαίνεται. 29683 3.37.16.1 : Θεόγνιδος ( 635–636). 29684 3.37.16.2 : Ἀνδράσι τοῖς ἀγαθοῖς ἕπεται γνώμη τε καὶ αἰδώς, 29685 3.37.16.3 : οἳ νῦν ἐν πολλοῖς ἀτρεκέως ὀλίγοι. 29686 3.37.17.1 : Μενάνδρου Ὕμνις (fr. 1 com. IV p. 209). 29687 3.37.17.2 : Νὴ τὴν Ἀθηνᾶν, μακάριόν τι χρηστότης 29688 3.37.17.3 : πρὸς πάντα καὶ θαυμαστὸν ἐφόδιον [τῷ] βίῳ. 29689 3.37.17.4 : τούτῳ λαλήσας ἡμέρας σμικρὸν μέρος 29690 3.37.17.5 : εὔνους ἐγὼ νῦν εἰμι. ’πειστικὸν λόγος‘ 29691 3.37.17.6 : πρὸς τοῦτ´ ἂν εἴποι τις μάλιστα τῶν σοφῶν· 29692 3.37.17.7 : τί οὖν ἑτέρους λαλοῦντας εὖ βδελύττομαι; 29693 3.37.17.8 : τρόπος ἔσθ´ ὁ πείθων τοῦ λέγοντος, οὐ λόγος. 29694 3.37.18.1 : Ἐπιχάρμου (fr. * 25 p. 261 Lorenz.). 29695 3.37.18.2 : Ὁ τρόπος ἀνθρώποισι δαίμων ἀγαθός, οἷς δὲ καὶ κακός. 29696 3.37.19.1 : Εὐριπίδου Αὔγης (fr. 274 N. 2). 29697 3.37.19.2 : Τὸ δ´ ἐπιεικὲς ὠφελεῖ τὰς ξυμφοράς. 29698 3.37.20.1 : Θεοφράστου (fr. CVI Wimmer.). 29699 3.37.20.2 : Ὀλίγων οἱ ἀγαθοὶ νόμων δέονται· οὐ γὰρ τὰ πράγ– 29700 3.37.20.3 : ματα πρὸς τοὺς νόμους, ἀλλ´ οἱ νόμοι πρὸς τὰ πράγματα 29701 3.37.20.4 : τίθενται. 29702 3.37.21.1 : Δημοσθένους (XXXVI § 52 p. 960). 29703 3.37.21.2 : Πολλῶν χρημάτων τὸ χρηστὸν εἶναι λυσιτελέστερόν 29704 3.37.21.3 : ἐστιν. 29705 3.37.22.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 114 Mullach.). 29706 3.37.22.2 : Ἀγαθὸν ἢ εἶναι χρεὼν ἢ μιμέεσθαι. 29707 3.37.23.1 : Λυκούργου. 29708 3.37.23.2 : Λυκοῦργος ὁ νομοθέτης εἶπεν τὸ μὲν ἀξιόχρεων τῶν 29709 3.37.23.3 : ἀνθρώπων ἐν τῇ οὐσίᾳ κεῖσθαι, τὸ δὲ ἀξιόπιστον ἐν τοῖς 29710 3.37.23.4 : τρόποις. 29711 3.37.24.1 : Ἀριστίππου. 29712 3.37.24.2 : Ἀρίστιππος ἐρωτηθεὶς τί θαυμαστόν ἐστιν ἐν τῷ βίῳ, 29713 3.37.24.3 : εἶπεν ’ἄνθρωπος ἐπιεικὴς καὶ μέτριος, ὅτι ἐν πολλοῖς 29714 3.37.24.4 : ὑπάρχων μοχθηροῖς οὐ διέστραπται‘. 29715 3.37.25.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 45 Mullach.). 29716 3.37.25.2 : Οἷσιν ὁ τρόπος ἐστὶν εὔτακτος, τουτέοισι καὶ 〈ὁ〉 βίος 29717 3.37.25.3 : εὖ τέτακται. 29718 3.37.26.1 : Σωκράτους. 29719 3.37.26.2 : Ἡ μὲν ἐσθὴς τὴν ἀρρυθμίαν, ἡ δὲ εὔνοια τὴν ἁμαρ– 29720 3.37.26.3 : τίαν περιστέλλει. 29721 3.37.27.1 : Ἐκτοῦ Ξενοφῶντος Οἰκονομικοῦ (VI 12–16). 29722 3.37.27.2 : Τί οὖν, ἔφη ὁ Σωκράτης, ὦ Κριτόβουλε, ἐάν σοι ἐξ 29723 3.37.27.3 : ἀρχῆς διηγήσωμαι ὡς συνεγενόμην ποτὲ ἀνδρί, ὃς ἐμοὶ 29724 3.37.27.4 : ἐδόκει εἶναι τῷ ὄντι τούτων τῶν ἀνδρῶν ἐφ´ οἷς τοῦτο 29725 3.37.27.5 : τοὔνομα δικαίως ἐστὶν ὃ καλεῖται καλός τε καὶ ἀγαθὸς 29726 3.37.27.6 : ἀνήρ; Πάνυ ἄν, ἔφη, βουλοίμην, ὁ Κριτόβουλος, οὕτως 29727 3.37.27.7 : σου ἀκούειν, ὡς καὶ ἔγωγε ἐρῶ τούτου τοῦ ὀνόματος ἄξιος 29728 3.37.27.8 : γενέσθαι. Λέξω τοίνυν ἔφη σοι ὁ Σωκράτης, ὡς καὶ ἦλ– 29729 3.37.27.9 : θον ἐπὶ τὴν σκέψιν αὐτοῦ. τοὺς μὲν γὰρ ἀγαθοὺς τέκτο– 29730 3.37.27.10 : νας, ἀγαθοὺς χαλκεῖς, ἀγαθοὺς ζωγράφους, ἀγαθοὺς ἀν– 29731 3.37.27.11 : δριαντοποιούς, καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα, πάνυ ὀλίγος μοι 29732 3.37.27.12 : χρόνος ἐγένετο περιελθεῖν τε καὶ θεάσασθαι τὰ δεδοκι– 29733 3.37.27.13 : μασμένα καλὰ ἔργα αὐτῶν εἶναι. ὅπως δὲ δὴ καὶ τοὺς 29734 3.37.27.14 : ἔχοντας τὸ σεμνὸν ὄνομα τοῦτο 〈τὸ〉 καλός τε κἀγαθὸς 29735 3.37.27.15 : ἐπισκεψαίμην, τί ποτε ἐργασάμενοι τοῦτο ἀξιοῦνται καλεῖ– 29736 3.37.27.16 : σθαι, πάνυ μοι ἡ ψυχὴ ἐπεθύμει αὐτῶν τινι συγγενέσθαι. 29737 3.37.27.17 : καὶ πρῶτον μὲν ὅτι προσέκειτο τὸ καλὸς τῷ ἀγαθῷ, ὅν– 29738 3.37.27.18 : τινα ἴδοιμι καλόν, τούτῳ προσῄειν καὶ ἐπειρώμην κατα– 29739 3.37.27.19 : μανθάνειν εἴ που ἴδοιμι προσηρτημένον τῷ καλῷ τὸ ἀγα– 29740 3.37.27.20 : θόν. ἀλλ´ οὐκ ἄρα εἶχεν οὕτως, ἀλλ´ ἐνίους ἐδόκουν κατα– 29741 3.37.27.21 : μανθάνειν τῶν καλῶν τὰς μορφὰς πάνυ μοχθηροὺς ὄντας 29742 3.37.27.22 : τὰς ψυχάς. ἔδοξεν οὖν μοι ἀφέμενον τῆς καλῆς ὄψεως, 29743 3.37.27.23 : ἐπ´ αὐτῶν τινα ἐλθεῖν τῶν καλουμένων καλῶν τε κἀγαθῶν. 29744 3.37.28.1 : (eiusd. VII 43) 29745 3.37.28.2 : Τὰ γὰρ καλά τε καὶ ἀγαθά, ἔφην ἐγώ, οὐ διὰ τὰς 29746 3.37.28.3 : ὡραιότητας, ἀλλὰ διὰ τὰς ἐν τῷ βίῳ ἀρετὰς τοῖς ἀνθρώ– 29747 3.37.28.4 : ποις ἐπαύξεται. 29748 3.37.29.1 : Θεμιστοκλέους (Ps.–Plut. apophth. reg. et 29749 3.37.29.2 : duc. p. 185 E). 29750 3.37.29.3 : Θεμιστοκλῆς χωρίον πωλῶν ἐκέλευσε κηρύττειν, ὅτι 29751 3.37.29.4 : καὶ γείτονα χρηστὸν ἔχει. 29752 3.37.30.1 : Σόλωνος. 29753 3.37.30.2 : Τρόπου καλοκαγαθίαν ὅρκου πιστοτέραν ἔχε. 29754 3.37.31.1 : Ἀριστοτέλους. 29755 3.37.31.2 : Ἀριστοτέλης ὁ φιλόσοφος αἰτηθείς ποτε ἔρανον ὑπὸ 29756 3.37.31.3 : μοχθηροῦ καὶ παρασχόμενος, ἐπειδὴ ἐπελάβετό τις αὐ– 29757 3.37.31.4 : τοῦ ὅτι τοιούτῳ ἔδωκεν, ’οὐ τῷ ἀνθρώπῳ‘ ἔφη ’ἀλλὰ τῷ 29758 3.37.31.5 : ἀνθρωπίνῳ‘. 29759 3.37.32.1 : Ἐκ τῆς Ἰαμβλίχου Σωπάτρῳ περὶ ἀρετῆς. 29760 3.37.32.2 : Ἀγαθὸς νομιζέσθω ὁ τὴν τελειοτάτην κατὰ τὸν χω– 29761 3.37.32.3 : ριστὸν νοῦν ἐνέργειαν διασῴζων καὶ τὴν μετουσίαν τοῦ 29762 3.37.32.4 : νοητοῦ κάλλους παραδεχόμενος καὶ τῆς τοῦ θεοῦ οὐσίας 29763 3.37.32.5 : καὶ δυνάμεως μέτοχος. 29764 3.37.33.1 : Δημοσθένους. 29765 3.37.33.2 : Δημοσθένης λέγων ποτὲ ἐπ´ ἐκκλησίας ὡς εἶδε Φω– 29766 3.37.33.3 : κίωνα παριόντα, ’ἔρχεται‘ εἶπεν ’ἡ τῶν ἐμῶν λόγων σφῦρα 29767 3.37.33.4 : καὶ κοπίς‘. οὕτως οὐ τοσοῦτον ὁ λόγος, ὅσον ὁ τρόπος 29768 3.37.33.5 : πείθειν δύναται. 29769 3.37.34.1 : Σκηπίωνος (Ps.–Plut. apophth. reg. et duc. 29770 3.37.34.2 : p. 199 F). 29771 3.37.34.3 : Ὁ Σκηπίων τὸ Πολυβίου παράγγελμα διαφυλάττων 29772 3.37.34.4 : ἐπειρᾶτο μὴ πρότερον ἐξ ἀγορᾶς ἀνελθεῖν, ἢ ποιήσασθαί 29773 3.37.34.5 : τινα συνήθη καὶ φίλον. 29774 3.37.35.1 : Βίαντος. 29775 3.37.35.2 : Βίας ἔφη ’οἱ ἀγαθοὶ εὐαπάτητοι‘. 29776 3.37.36.1 : Φωκίωνος (Ps.–Plut. apophth. reg. et duc. 29777 3.37.36.2 : p. 188 C). 29778 3.37.36.3 : Ἀλεξάνδρου τοῦ βασιλέως ἑκατὸν τάλαντα δωρεὰν τῷ 29779 3.37.36.4 : Φωκίωνι πέμψαντος, ἠρώτησεν τοὺς κομίσαντας τί δὴ 29780 3.37.36.5 : πολλῶν ὄντων Ἀθηναίων αὐτῷ μόνῳ ταῦτα δίδωσιν· εἰ– 29781 3.37.36.6 : πόντων δ´ ἐκείνων, ὅτι μόνον αὐτὸν ἡγεῖται καλόν τε 29782 3.37.36.7 : κἀγαθόν, ’οὐκοῦν‘ ἔφη ’ἐασάτω με καὶ δοκεῖν καὶ εἶναι 29783 3.37.36.8 : τοιοῦτον‘. 29784 3.37.37.1 : Ἐκ τῆς Νικολάου Ἐθῶν συναγωγῆς (hist. 29785 3.37.37.2 : gr. min. ed. L. Dindorf. v. I p. 146 fr. 8. 9). 29786 3.37.37.3 : Πραΰσιοι τοὺς ἀστυγείτονας, ἐὰν λιμῷ πιεσθῶσιν, τρέ– 29787 3.37.37.4 : φουσιν. Θῦνοι τοὺς ναυαγοὺς φιλανθρώπως δεχόμενοι φί– 29788 3.37.37.5 : λους ποιοῦνται, τῶν δὲ ξένων τοὺς μὲν ἀκουσίως ἐλθόν– 29789 3.37.37.6 : τας σφόδρα τιμῶσιν, τοὺς δ´ ἑκουσίως κολάζουσιν. 29790 3.38.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΦΘΟΝΟΥ.}1 29791 3.38.1.1 : Φιλήμονος (inc. fab. fr. 43 com. IV p. 50). 29792 3.38.1.2 : Ὁ φθόνος [ἐν] ἑαυτῷ τοῦθ´ ἓν ἐπιεικῶς ποεῖ· 29793 3.38.1.3 : τὸν αἱρετιστὴν ὄντα τῶν αὑτοῦ τρόπων 29794 3.38.1.4 : λυμαίνεται μάλιστα διὰ παντὸς συνών. 29795 3.38.2.1 : Διονυσίου (com. III p. 555). 29796 3.38.2.2 : Ἔπειτα δ´ οὐδὲ τοῦτο γινώσκεις, ὅτι 29797 3.38.2.3 : τοῖς οὐδὲν οὖσιν οὐδὲ εἷς ὅλως φθονεῖ; 29798 3.38.2a.1 : (trag. adesp. fr. 530 N. 2) 29799 3.38.2a.2 : Ἀεὶ τὰ σεμνὰ πάντα κέκτηται φθόνον. 29800 3.38.3.1 : (trag. adesp. fr. 531 N. 2) 29801 3.38.3.2 : Ἅπαν τὸ λίαν συνετόν ἐστ´ ἐπίφθονον. 29802 3.38.3.1 : Χάρητος (fr. 3 p. 826 N. 2). 29803 3.38.3.2 : Μὴ φθόνει τοῖς εὐτυχοῦσι, μὴ δοκῇς εἶναι κακός. 29804 3.38.4.1 : (trag. adesp. fr. 532 N. 2) 29805 3.38.4.2 : Ἀδικώτατον πρᾶγμ´ ἐστὶ τῶν πάντων φθόνος. 29806 3.38.5.1 : (com. adesp. fr. 385 Kock.) 29807 3.38.5.2 : Ἐγὼ δ´ ἐν ἀνθρώποισι μέχρι τοῦδ´ οὐ δοκῶ 29808 3.38.5.3 : πράττειν 〈τιν´〉 εὖ, μέχρι ἂν φθονεῖσθαί μοι δοκῇ. 29809 3.38.6.1 : Διονυσίου (fr. 8 p. 725 N. 2). 29810 3.38.6.2 : Αὐτὸς πενόμενος τοῖς ἔχουσι μὴ φθόνει. 29811 3.38.6a.1 : (trag. adesp. fr. 533 N. 2) 29812 3.38.6a.2 : Εἰσίν τινες νῦν οὓς τὸ βασκαίνειν τρέφει. 29813 3.38.7.1 : Ἀγάθωνος (fr. 23 p. 768 N. 2). 29814 3.38.7.2 : Ὄλοιθ´ ὁ τοῖς ἔχουσι τἀγαθὰ φθονῶν. 29815 3.38.8.1 : Εὐριπίδου ἐξ Ἰνοῦς (fr. 403 N. 2). 29816 3.38.8.2 : Τίς ἆρα μήτηρ ἢ πατὴρ κακὸν μέγα 29817 3.38.8.3 : βροτοῖς ἔφυσε τὸν δυσώνυμον φθόνον; 29818 3.38.8.4 : ποῦ καί ποτ´ οἰκεῖ σώματος λαχὼν μέρος; 29819 3.38.8.5 : ἐν χερσὶν ἢ σπλάγχνοισιν ἢ παρ´ ὄμματα 29820 3.38.8.6 : ᾐσθημένοις ἦν μόχθος ἰατροῖς μέγας 29821 3.38.8.7 : τομαῖς ἀφαιρεῖν ἢ ποτοῖσι φαρμάκοις 29822 3.38.8.8 : πασῶν μεγίστην τῶν ἐν ἀνθρώποις νόσων. 29823 3.38.9.1 : Εὐριπίδου Οἰδίποδι (fr. 555 N. 2). 29824 3.38.9.2 : Φθόνος δ´ ὁ πολλῶν φρένα διαφθείρων βροτῶν 29825 3.38.9.3 : ἀπώλες´ αὐτὸν κἀμὲ συνδιώλεσεν. 29826 3.38.10.1 : Νικομάχου Ναυμαχίας (com. IV p. 587). 29827 3.38.10.2 : Ἐργῶδές ἐστιν ἐν βίῳ βεβιωκότα 29828 3.38.10.3 : τοὺς τῶν φθονούντων πάντας ὀφθαλμοὺς λαθεῖν. 29829 3.38.11.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 70 com. IV p. 254). 29830 3.38.11.2 : Ὁ φθονερὸς αὑτῷ πολέμιος καθίσταται. 29831 3.38.11.3 : αὐθαιρέτοις γὰρ συνέχεται λύπαις ἀεί. 29832 3.38.12.1 : Ἀγάθωνος (fr. 24 p. 768 N. 2). 29833 3.38.12.2 : Οὐκ ἦν ἂν ἀνθρώποισιν ἐν βίῳ φθόνος, 29834 3.38.12.3 : εἰ πάντες ἦμεν ἐξ ἴσου πεφυκότες. 29835 3.38.13.1 : Εὐριπίδου (fr. 294 N. 2). 29836 3.38.13.2 : Φθονοῦσιν αὐτοὶ χείρονες πεφυκότες. 29837 3.38.13.3 : εἰς τἀπίσημα δ´ ὁ φθόνος πηδᾶν φιλεῖ. 29838 3.38.14.1 : Εὐριπίδου Φοίνικι (fr. 814 N. 2). 29839 3.38.14.2 : ΧΟΡ. Φθόνον οὐ σέβω, φθονεῖσθαι δὲ 29840 3.38.14.3 : θέλοιμ´ ἂν ἐπ´ ἐσθλοῖς. 29841 3.38.15.1 : Ἱπποθόωντος (fr. 2 p. 827 N. 2). 29842 3.38.15.2 : Φθόνος κάκιστος κἀδικώτατος θεός. 29843 3.38.15.3 : κακοῖς τε χαίρει κἀγαθοῖς ἀλγύνεται. 29844 3.38.16.1 : (trag. adesp. fr. 534 N. 2) 29845 3.38.16.2 : Οὐδεὶς ἂν εἴποι κεῖνον ἀνθρώπων κακῶς, 29846 3.38.16.3 : οὐδ´ εἰ Φθόνου γένοιτο δυσμενέστερος. 29847 3.38.17.1 : (trag. adesp. fr. 534 N. 2) 29848 3.38.17.2 : Χρὴ δ´ ἢ λέγειν τι χρηστὸν ἢ λέγουσιν εὖ 29849 3.38.17.3 : μὴ δυσμεναίνειν τῷ φθόνῳ νικώμενον. 29850 3.38.18.1 : Καρκίνου (fr. 8 p. 800 N. 2). 29851 3.38.18.2 : Χαίρω ς´ ὁρῶν φθονοῦντα, τοῦτ´ εἰδὼς ὅτι 29852 3.38.18.3 : ἓν δρᾷ μόνον δίκαιον ὧν ποιεῖ φθόνος· 29853 3.38.18.4 : λυπεῖ γὰρ αὐτὸ τὸ κτῆμα τοὺς κεκτημένους. 29854 3.38.19.1 : Εὐριπίδου Βελλεροφόντης (fr. 295 N. 2). 29855 3.38.19.2 : Ἤδη γὰρ εἶδον καὶ δίκης παραστάτας 29856 3.38.19.3 : ἐσθλοὺς πονηρῷ τῷ φθόνῳ νικωμένους. 29857 3.38.20.1 : Εὐριπίδου Ἀλεξάνδρου (fr. 58 N. 2). 29858 3.38.20.2 : Οἴμοι, θανοῦμαι διὰ τὸ χρήσιμον φρενῶν, 29859 3.38.20.3 : ἣ τοῖσιν ἄλλοις γίγνεται σωτηρία. 29860 3.38.21.1 : Ἐπιχάρμου (fr. * 33 Lorenz.). 29861 3.38.21.2 : Τίς δέ κα λῴη γενέσθαι μὴ φθονούμενος, φίλοι; 29862 3.38.21.3 : δῆλον ὡς ἀνὴρ παρ´ οὐδέν ἐσθ´ ὁ μὴ φθονούμενος. 29863 3.38.21.4 : τυφλὸν ἠλέης´ ἰδών τις, ἐφθόνησε δ´ οὐδὲ εἷς. 29864 3.38.22.1 : Πινδάρου (Pyth. I 164). 29865 3.38.22.2 : Κρέσσων γὰρ οἰκτιρμοῦ φθόνος. 29866 3.38.23.1 : Ἀγάθωνος (fr. 25 p. 768 N. 2). 29867 3.38.23.2 : Σοφίας φθονῆσαι μᾶλλον ἢ πλούτου καλόν. 29868 3.38.24.1 : Φιλήμονος (fab. inc. fr. 62 com. IV p. 55). 29869 3.38.24.2 : Πολλά με διδάσκεις ἀφθόνως διὰ φθόνον, 29870 3.38.24.3 : ὅπως ἀκούων πολλὰ μηδὲ ἓν μάθω. 29871 3.38.25.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 25 sq.). 29872 3.38.25.2 : Καὶ κεραμεὺς κεραμεῖ κοτέει καὶ τέκτονι τέκτων, 29873 3.38.25.3 : καὶ πτωχὸς πτωχῷ φθονέει καὶ ἀοιδὸς ἀοιδῷ. 29874 3.38.26.1 : Σοφοκλέους Κρέουσα (fr. 327 N. 2). 29875 3.38.26.2 : ΧΟΡ. Οὔτε γὰρ γάμον, ὦ φίλαι, 29876 3.38.26.3 : οὔτ´ ἂν ἔκμετρον ὄλβον 29877 3.38.26.4 : ἔνδον εὐξαίμαν ἔχειν· 29878 3.38.26.5 : φθονεραὶ γὰρ ὁδοὶ .. 29879 3.38.27.1 : Σοφοκλέους Ἐπίγονοι (fr. 186 N. 2). 29880 3.38.27.2 : Φιλεῖ γὰρ ἡ δύσκλεια τοῖς φθονουμένοις 29881 3.38.27.3 : νικᾶν ἐπ´ αἰσχροῖς ἢ ἐπὶ τοῖς καλοῖς πλέον. 29882 3.38.28.1 : Αἰσχύλου (Agam. 796–797). 29883 3.38.28.2 : Παύροις γὰρ ἀνδρῶν ἐστι συγγενὲς τόδε, 29884 3.38.28.3 : φίλον τὸν εὐτυχοῦντ´ ἄνευ ψόγου σέβειν. 29885 3.38.29.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 12 com. IV p. 235). 29886 3.38.29.2 : Μειράκιον, οὔ μοι κατανοεῖν δοκεῖς ὅτι 29887 3.38.29.3 : ὑπὸ τῆς ἰδίας ἕκαστα κακίας σήπεται, 29888 3.38.29.4 : καὶ πᾶν τὸ λυμαινόμενον ἐστὶν ἔνδοθεν. 29889 3.38.29.5 : οἷον ὁ μὲν ἰὸς τὸν σίδηρον ἂν σκοπῇς, 29890 3.38.29.6 : τὸ δ´ ἱμάτιον οἱ σῆτες, ὁ δὲ θρὶψ τὸ ξύλον. 29891 3.38.29.7 : ᾧ δὲ τὸ κάκιστον τῶν κακῶν πάντων φθόνος, 29892 3.38.29.8 : φθισικὸν πεποίηκε καὶ ποήσει καὶ ποεῖ, 29893 3.38.29.9 : ψυχῆς πονηρᾶς δυσσεβὴς παράστασις. 29894 3.38.30.1 : Θεοφράστου (deest ap. Wimmer.). 29895 3.38.30.2 : Θεόφραστος ἔφη τοὺς μοχθηροὺς τῶν ἀνθρώπων οὐχ 29896 3.38.30.3 : οὕτως ἥδεσθαι ἐπὶ τοῖς ἰδίοις ἀγαθοῖς ὡς ἐπὶ τοῖς ἀλλο– 29897 3.38.30.4 : τρίοις κακοῖς. 29898 3.38.31.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ διαβάλλειν (fr. XXIII 2). 29899 3.38.31.2 : Τὸν φθόνον ἔνιοι τῷ καπνῷ εἰκάζουσι· πολὺς γὰρ ἐν 29900 3.38.31.3 : τοῖς ἀρχομένοις ὤν, ὅταν ἐκλάμψωσιν, ἀφανίζεται. ἥκιστα 29901 3.38.31.4 : γοῦν τοῖς πρεσβυτέροις φθονοῦσιν. 29902 3.38.32.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ διαβάλλειν (fr. XXIII 3). 29903 3.38.32.2 : Ἱππίας λέγει δύο εἶναι φθόνους· τὸν μὲν δίκαιον, 29904 3.38.32.3 : ὅταν τις τοῖς κακοῖς φθονῇ τιμωμένοις· τὸν δὲ ἄδικον, 29905 3.38.32.4 : ὅταν τοῖς ἀγαθοῖς. καὶ διπλᾶ τῶν ἄλλων οἱ φθονεροὶ 29906 3.38.32.5 : κακοῦνται· οὐ γὰρ μόνον τοῖς ἰδίοις κακοῖς ἄχθονται, 29907 3.38.32.6 : ὥσπερ ἐκεῖνοι, ἀλλὰ καὶ τοῖς ἀλλοτρίοις ἀγαθοῖς. 29908 3.38.33.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τιμαίου (p. 29 E). 29909 3.38.33.2 : Ἀγαθὸς ἦν· ἀγαθῷ δὲ οὐδεὶς περὶ οὐδενὸς οὐδέ– 29910 3.38.33.3 : ποτε ἐγγίνεται φθόνος. 29911 3.38.34.1 : Σωκράτους. 29912 3.38.34.2 : Τὸ τῆς δόξης κάλλος ὥσπερ ὑπὸ νόσου τοῦ φθόνου 29913 3.38.34.3 : ταχὺ μαραίνεται. 29914 3.38.35.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 29915 3.38.35.2 : Τοῖς μὲν διὰ τοῦ ἡλίου πορευομένοις ἕπεται κατ´ 29916 3.38.35.3 : ἀνάγκην σκιά, τοῖς δὲ διὰ τῆς δόξης βαδίζουσιν ἀκο– 29917 3.38.35.4 : λουθεῖ φθόνος. 29918 3.38.36.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστωνύμου Τομαρίων. 29919 3.38.36.2 : Ὁ φθόνος, ὥσπερ φαῦλος δημαγωγός, ταῖς καλαῖς 29920 3.38.36.3 : ἀντιπολιτεύεται πράξεσιν. 29921 3.38.37.1 : Ἐκ τῶν κοινῶν Ἀριστοτέλους διατριβῶν. 29922 3.38.37.2 : Οὐχ ἡ λύπη μέγιστον κακὸν ἀκολουθεῖ τῷ φθόνῳ, 29923 3.38.37.3 : ἀλλὰ πολὺ μεῖζον τὸ καὶ πρὸς τοὺς γνωρίμους γίνεσθαι· 29924 3.38.37.4 : τῷ γὰρ αἰσχρῷ καὶ φαύλῳ τὴν ὑπεροχὴν δοτέον, οὐ τῇ 29925 3.38.37.5 : λύπῃ. 29926 3.38.38.1 : Εὐσεβίου (fr. 35 phil. graec. III p. 12 Mullach.). 29927 3.38.38.2 : Ἀνδρὶ ἀγαθῷ εὖ πρήσσοντι φθονέων τις καὶ πατρίδι 29928 3.38.38.3 : καὶ παντὶ τῷ κοινῷ καὶ ἑωυτῷ φθονέει. 29929 3.38.38.4 : ἀνὴρ ἀγαθὸς γὰρ εὖ πρήσσων πόλιος καὶ παντὸς 29930 3.38.38.5 : τοῦ δυναμένου τῆς εὐμοιρίης αὐτοῦ μεταλαγχάνειν κοινὴ 29931 3.38.38.6 : εὐδαιμονίη. 29932 3.38.39.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 36 l. s. p. 12). 29933 3.38.39.2 : Φθόνος ὁ κατὰ τῶν εὐδοκιμεόντων ἐπὶ τοῖσι καλλί– 29934 3.38.39.3 : στοις ἀργῶν καὶ ἀπράκτων, τῶν δὲ ἀγαθῶν καὶ οἵων τε 29935 3.38.39.4 : τεκέειν τι παρ´ ἑωυτῶν χρηστὸν οὐκ ἅπτεται. 29936 3.38.40.1 : Ἰσοκράτους Νικοκλῆς ἢ Κύπριοι (§ 60 p. 39 b). 29937 3.38.40.2 : Μὴ φθονεῖτε τοῖς παρ´ ἐμοὶ πρωτεύουσιν, ἀλλ´ ἁμιλ– 29938 3.38.40.3 : λᾶσθε χρηστοὺς ὑμᾶς αὐτοὺς παρέχοντες ἐξισοῦσθαι τοῖς 29939 3.38.40.4 : προέχουσιν. 29940 3.38.40a.1 : Δημοσθένους (Lept. § 151). 29941 3.38.40a.2 : Πολὺ γὰρ βελτίονος ἀνδρός ἐστιν ἐφ´ οἷς αὐτὸς εὖ 29942 3.38.40a.3 : πεποίηκεν ἀξιοῦν τιμᾶσθαι ἢ ἐφ´ οἷς ἕτεροι ποιήσαντες 29943 3.38.40a.4 : ἐτιμήθησαν φθονεῖν. 29944 3.38.41.1 : Θουκυδίδου (II 45, 1). 29945 3.38.41.2 : Φθόνος τοῖς ζῶσι πρὸς τὸ ἀντίπαλον, τὸ δὲ μὴ ἐμ– 29946 3.38.41.3 : ποδὼν ἀνανταγωνίστῳ εὐνοίᾳ τετίμηται. 29947 3.38.42.1 : Ἰσοκράτους Εὐαγόρᾳ (§ 6 p. 190 b). 29948 3.38.42.2 : Τούτων δ´ αἴτιος ὁ φθόνος, ᾧ τοῦτο μόνον ἀγαθὸν 29949 3.38.42.3 : πρόσεστιν, ὅτι μέγιστον κακὸν τοῖς ἔχουσίν ἐστιν. 29950 3.38.43.1 : Θεοφράστου (fr. CLVI Wimmer.). 29951 3.38.43.2 : Τοσούτῳ δέ εἰσιν οἱ φθονεροὶ δυστυχέστεροι τῶν 29952 3.38.43.3 : ἄλλων, ὅσον οἱ μὲν ἐπὶ ταῖς αὑτῶν συμφοραῖς ἀλγοῦσιν· 29953 3.38.43.4 : οἱ δὲ φθονοῦντες πρὸς τοῖς ἑαυτῶν κακοῖς καὶ ἐπὶ τοῖς 29954 3.38.43.5 : τῶν ἄλλων ἀγαθοῖς λυπούμενοι διατελοῦσιν. 29955 3.38.44.1 : Ἀναξιμένους. 29956 3.38.44.2 : Οἱ γὰρ μετὰ φθόνου κρίνοντες τὸ πρωτεῖον ἀπονέ– 29957 3.38.44.3 : μουσι τοῖς χειρίστοις, οὐ τοῖς βελτίστοις. 29958 3.38.45.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 29959 3.38.45.2 : Ὅσοι γὰρ τὰ καλῶς ῥηθέντα ἢ πραχθέντα διὰ φθό– 29960 3.38.45.3 : νον οὐκ ἐπαινοῦσι, πῶς οὗτοι ἂν τοῖς ἔργοις ὠφελήσειαν; 29961 3.38.46.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 123 Mullach.). 29962 3.38.46.2 : Μωμεομένων φλαύρων ὁ ἀγαθὸς οὐ ποιέεται λόγον. 29963 3.38.47.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. mor. 30 Mullach.). 29964 3.38.47.2 : Ὁ φθονέων ἑωυτὸν ὡς ἐχθρὸν λυπέει. 29965 3.38.48.1 : Σωκράτους. 29966 3.38.48.2 : Σωκράτης τὸν φθόνον εἶπεν ἕλκος εἶναι τῆς ψυχῆς. 29967 3.38.49.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Μενεξένου ἢ Ἐπιταφίου (p. 242 A). 29968 3.38.49.2 : Εἰρήνης δὲ γενομένης καὶ τῆς πόλεως τιμωμένης 29969 3.38.49.3 : ἦλθεν ἐπ´ αὐτήν, ὃ δὴ φιλεῖ ἐκ τῶν ἀνθρώπων τοῖς εὖ 29970 3.38.49.4 : πράττουσι προσπίπτειν, πρῶτον μὲν ζῆλος, ἀπὸ ζήλου δὲ 29971 3.38.49.5 : φθόνος. 29972 3.38.50.1 : Βίωνος. 29973 3.38.50.2 : Βίων ὁ σοφιστὴς ἰδών τινα φθονερὸν σφόδρα κεκυ– 29974 3.38.50.3 : φότα εἶπεν ’ἢ τούτῳ μέγα κακὸν συμβέβηκεν ἢ ἄλλῳ 29975 3.38.50.4 : μέγα ἀγαθόν‘. 29976 3.38.51.1 : Κάτωνος πρεσβυτέρου (Ps.–Plut. apophth. 29977 3.38.51.2 : reg. et duc. p. 199 A). 29978 3.38.51.3 : Ἥκιστα φθονεῖσθαι ἔλεγε τοὺς τῇ τύχῃ χρωμένους 29979 3.38.51.4 : ἐπιεικῶς καὶ μετρίως· οὐ γὰρ ἡμῖν, ἀλλὰ τοῖς περὶ ἡμᾶς 29980 3.38.51.5 : φθονοῦσιν. 29981 3.38.52.1 : Ἐκ τῆς Νικολάου ἐθῶν συναγωγῆς 29982 3.38.52.2 : (Hist. gr. min. ed. L. Dindorf v. I p. 147 fr. 10). 29983 3.38.52.3 : Τελχῖνες ἄνθρωποι ὀνομαζόμενοι τὸ ἀνέκαθεν Κρῆ– 29984 3.38.52.4 : τες, οἰκήσαντες δὲ καὶ ἐν Κύπρῳ, μεταναστάντες δ´ εἰς 29985 3.38.52.5 : Ῥόδον καὶ πρῶτοι τὴν νῆσον κατασχόντες, βάσκανοί τε 29986 3.38.52.6 : σφόδρα ἦσαν καὶ φθονεροί· τεχνῖται δὲ ὄντες καὶ τὰ τῶν 29987 3.38.52.7 : προτέρων ἔργα μωμησάμενοι Ἀθηνᾶς Τελχινίας ἄγαλμα 29988 3.38.52.8 : πρῶτοι ἱδρύσαντο, ὥσπερ εἴ τις λέγοι Ἀθηνᾶς βασκάνου. 29989 3.38.53.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 196 Mullach.). 29990 3.38.53.2 : Οὐκ ἂν ἐκώλυον οἱ νόμοι ζῆν ἕκαστον κατ´ ἰδίην 29991 3.38.53.3 : ἐξουσίην, εἰ μὴ ἕτερος ἕτερον ἐλυμαίνετο. φθόνος γὰρ 29992 3.38.53.4 : στάσιος ἀρχὴν ἀπεργάζεται. 29993 3.38.54.1 : Ἀπολλώνιος τοῖς ἀδελφοῖς (ep. XCI 29994 3.38.54.2 : p. 127 Herch.). 29995 3.38.54.3 : Οὐδενὶ φθονητέον. ἀγαθοὶ μὲν γὰρ 〈εὐπραξιῶν〉 29996 3.38.54.4 : ἄξιοι, κακοὶ δ´ ἐὰν εὐτυχῶσι, κακῶς ζῶσιν. 29997 3.38.55.1 : Εὐσεβίου (fr. 37 phil. graec. III p. 12 Mull.). 29998 3.38.55.2 : Ἀνὴρ πολλὰ ἔχων χρηστὰ μαθήματα, ἔπειτα γνώμῃ 29999 3.38.55.3 : πονηρῇ διαχρεόμενος καὶ μὴ βουλόμενος τοῖσι μεταποιευ– 30000 3.38.55.4 : μένοις ὑπὸ φθόνου μεταδιδόναι, ἔοικεν ἀγγείῳ πονηρῷ 30001 3.38.55.5 : πολλὰ καὶ χρηστὰ ἔχοντι ἐν ἑωυτῷ ἀποκείμενα καὶ τὰ 30002 3.38.55.6 : ἐνεόντα πρὶν φανῆναι διαφθείροντι. 30003 3.38.56.1 : Ξενοφῶντος ἐν τρίτῳ Ἀπομνημονευ– 30004 3.38.56.2 : μάτων (III 9, 8). 30005 3.38.56.3 : Φθόνον δὲ σκοπῶν ὅ τι εἴη, λύπην μέν τινα ἐξεύρι– 30006 3.38.56.4 : σκεν αὐτὸν ὄντα, οὔτε μέντοι τὴν ἐπὶ φίλων ἀτυχίαις 30007 3.38.56.5 : οὔτε τὴν ἐπ´ ἐχθρῶν εὐτυχίαις γιγνομένην, ἀλλὰ μόνους 30008 3.38.56.6 : ἔφη φθονεῖν τοὺς ἐπὶ ταῖς τῶν φίλων εὐπραξίαις ἀνιω– 30009 3.38.56.7 : μένους. θαυμαζόντων δέ τινων εἴ τις φιλῶν τινα ἐπὶ τῇ 30010 3.38.56.8 : εὐπραξίᾳ αὐτοῦ λυποῖτο, ὑπεμίμνησκεν ὅτι πολλοὶ οὕτω 30011 3.38.56.9 : πρός τινας ἔχουσιν ὥστε κακῶς μὲν πράττοντας μὴ δύ– 30012 3.38.56.10 : νασθαι περιορᾶν, ἀλλὰ βοηθεῖν ἀτυχοῦσιν, εὐτυχούντων 30013 3.38.56.11 : δὲ λυπεῖσθαι. τοῦτο μέντοι φρονίμῳ μὲν ἀνδρὶ οὐκ ἂν 30014 3.38.56.12 : συμβῆναι, τοὺς ἠλιθίους δὲ πάσχειν αὐτό. 30015 3.38.57.1 : Ἡροδότου ἱστορίας ζʹ (VII 237). 30016 3.38.57.2 : Ὅτι πολιήτης μὲν πολιήτῃ εὖ πρήσσοντι φθονέει 30017 3.38.57.3 : καὶ ἔστι δυσμενὴς τῇ σιγῇ· οὐδ´ ἂν συμβουλευομένου τοῦ 30018 3.38.57.4 : ἀστοῦ πολιήτης ἀνὴρ τὰ ἄριστά οἱ δοκέοντα ὑποθέοιτο, 30019 3.38.57.5 : εἰ μὴ πρόσω ἀρετῆς ἀνήκοι· σπάνιοι δέ εἰσιν οἱ τοιοῦ– 30020 3.38.57.6 : τοι. ξεῖνος δὲ ξείνῳ εὖ πρήσσοντί ἐστιν εὐμενέστατον πάν– 30021 3.38.57.7 : των· συμβουλευομένου τε ἂν συμβουλεύσειε τὰ ἄριστα. 30022 3.38.58.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φιλήβου (p. 48 D). 30023 3.38.58.2 : Ἀλλὰ μὴν ὁ φθονῶν γε ἐπὶ κακοῖς τοῖς τῶν πέλας 30024 3.38.58.3 : ἡδόμενος ἀναφανήσεται. —Σφόδρα γε. 30025 3.38.59.1 : Ἰωσήπου ἐκ τῆς Ἁλώσεως (I 3, 4). 30026 3.38.59.2 : Οὐδὲν οὕτως τῶν ἀγαθῶν παθῶν ἰσχυρὸν ὃ τῷ 30027 3.38.59.3 : φθόνῳ μέχρι παντὸς ἀντέχει. 30028 3.39.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΠΑΤΡΙΔΟΣ.}1 30029 3.39.1.1 : Εὐριπίδου Τημενίδαις (fr. 729 N. 2). 30030 3.39.1.2 : Εἰκὸς δὲ παντὶ καὶ λόγῳ καὶ μηχανῇ 30031 3.39.1.3 : πατρίδος ἐρῶντας ἐκπονεῖν σωτηρίαν. 30032 3.39.2.1 : 〈Εὐριπίδου (fr. 1045 N. 2).〉 30033 3.39.2.2 : Μὴ κάμνε πατρίδα σὴν λαβεῖν πειρώμενος. 30034 3.39.3.1 : Εὐριπίδου Φοινίσσαις ( 406–407). 30035 3.39.3.2 : Ἡ πατρίς, ὡς ἔοικε, φίλτατον βροτοῖς· 30036 3.39.3.3 : οὐδ´ ὀνομάσαι δύναι´ ἂν ὡς ἔστιν φίλον. 30037 3.39.4.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 1046 N. 2). 30038 3.39.4.2 : Πολλοῦ γὰρ χρυσοῦ καὶ πλούτου 30039 3.39.4.3 : κρείσσων πάτρα σώφρονι ναίειν. 30040 3.39.4.4 : τὸ δὲ σύντροφον ἁδύ τι θνητοῖς 30041 3.39.4.5 : ἐν βίῳ χωρεῖ. 30042 3.39.5.1 : Τοῦ αὐτοῦ Αἰόλου (fr. 30 N. 2). 30043 3.39.5.2 : Ἀλλ´ ὅμως 30044 3.39.5.3 : οἰκτρός τις αἰὼν πατρίδος ἐκλιπεῖν ὅρους. 30045 3.39.6.1 : Εὐριπίδου Αἰγέως (fr. 6 N. 2). 30046 3.39.6.2 : Τί γὰρ πατρῴας ἀνδρὶ φίλτερον χθονός; 30047 3.39.7.1 : Εὐριπίδου Δίκτυος (fr. 347 N. 2). 30048 3.39.7.2 : Εἰ δ´ ἦσθα μὴ κάκιστος, οὔποτ´ ἂν πάτραν 30049 3.39.7.3 : τὴν σὴν ἀτίζων, τήνδ´ ἂν εὐλόγεις πόλιν. 30050 3.39.8.1 : Εὐριπίδου Δίκτυος (fr. 347 N. 2). 30051 3.39.8.2 : Ὡς ἔν γ´ ἐμοὶ κρίνοιτ´ ἂν οὐ καλῶς φρονεῖν, 30052 3.39.8.3 : ὅστις πατρῴας γῆς ἀτιμάζων ὅρους 30053 3.39.8.4 : ἄλλην ἐπαινεῖ καὶ τρόποισιν ἥδεται. 30054 3.39.9.1 : Εὐριπίδου Τήλεφος (fr. 723 N. 2). 30055 3.39.9.2 : Σπάρτην ἔλαχες, κείνην κόσμει, 30056 3.39.9.3 : τὰς δὲ Μυκήνας ἡμεῖς ἰδίᾳ. 30057 3.39.10.1 : Εὐριπίδου Φοίνικι (fr. 817 N. 2). 30058 3.39.10.2 : Σὺ δ´ ὦ πατρῴα χθὼν ἐμῶν γεννητόρων, 30059 3.39.10.3 : χαῖρ´. ἀνδρὶ γάρ τοι, κἂν ὑπερβάλλῃ κακοῖς, 30060 3.39.10.4 : οὐκ ἔστι τοῦ θρέψαντος ἥδιον πέδον. 30061 3.39.11.1 : Μενάνδρου Ἑαυτὸν τιμωρουμένου (fr. 6 com. IV 30062 3.39.11.2 : p. 111). 30063 3.39.11.3 : Οἴκοι μένειν χρὴ καὶ μένειν ἐλεύθερον, 30064 3.39.11.4 : ἢ μηκέτ´ εἶναι τὸν καλῶς εὐδαίμονα. 30065 3.39.12.1 : Σοφοκλέους Τηρέως (fr. 525 N. 2). 30066 3.39.12.2 : Πολλά σε ζηλῶ βίου, 30067 3.39.12.3 : μάλιστα δ´ εἰ γῆς μὴ πεπείρασαι ξένης. 30068 3.39.13.1 : Εὐριπίδου Φιλοκτήτῃ (fr. 793 N. 2). 30069 3.39.13.2 : Μακάριος ὅστις εὐτυχῶν οἴκοι μένει. 30070 3.39.14.1 : Σοφοκλέους (fr. 848 N. 2). 30071 3.39.14.2 : Οἴκοι μένειν δεῖ τὸν καλῶς εὐδαίμονα. 30072 3.39.15.1 : Θεόγνιδος ( 947–948). 30073 3.39.15.2 : Πατρίδα κοσμήσω λιπαρὴν πόλιν οὔτ´ ἐπὶ δήμῳ 30074 3.39.15.3 : τρέψας, οὔτ´ ἀδίκοις ἀνδράσι πειθόμενος. 30075 3.39.16.1 : Σοφοκλέους (Ant. 187–191). 30076 3.39.16.2 : Οὔτ´ ἂν φίλον ποτ´ ἄνδρα δυσμενῆ χθονὸς 30077 3.39.16.3 : θείμην ἐμαυτῷ, τοῦτο γιγνώσκων ὅτι 30078 3.39.16.4 : ἥδ´ ἐστὶν ἡ σῴζουσα, καὶ ταύτης ἔπι 30079 3.39.16.5 : πλέοντες ὀρθῆς τοὺς λόγους ποιούμεθα. 30080 3.39.16.6 : τοιοῖσδ´ ἐγὼ νόμοισι τήνδ´ αὔξω πόλιν. 30081 3.39.17.1 : Εὐριπίδου Φοινίσσαις ( 388–391). 30082 3.39.17.2 : Τί τὸ στέρεσθαι πατρίδος, ἦ κακὸν μέγα; 30083 3.39.17.3 : {—}Μέγιστον· ἔργῳ δ´ ἐστὶ μεῖζον ἢ λόγῳ. 30084 3.39.17.4 : {—}Τίς ὁ τρόπος αὐτοῦ; τί φυγάσιν τὸ δυσχερές; 30085 3.39.17.5 : {—}Ἓν μὲν μέγιστον, οὐκ ἔχει παρρησίαν. 30086 3.39.18.1 : Ὁμήρου (Il. XII 243). 30087 3.39.18.2 : Εἷς οἰωνὸς ἄριστος ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης. 30088 3.39.19.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Il. XV 494–496). 30089 3.39.19.2 : Ἀλλὰ μάχεσθ´ ἐπὶ νηυσὶν ἀολλέες, εἰσόκεν ὑμέων 30090 3.39.19.3 : βλήμενος ἠὲ τυπεὶς θάνατον καὶ πότμον ἐπίσπῃ, 30091 3.39.19.4 : τεθνάτω· οὔ οἱ ἀεικὲς ἀμυνομένῳ περὶ πάτρης. 30092 3.39.20.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Od. I 57–59). 30093 3.39.20.2 : Αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς ἱμείρετο 30094 3.39.20.3 : ἧς γαίης καὶ καπνὸν ἀποθρῴσκοντα νοῆσαι. 30095 3.39.21.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Od. IX 34). 30096 3.39.21.2 : Ὡς οὐδὲν γλύκιον ἧς πατρίδος ἠδὲ τοκήων. 30097 3.39.22.1 : Εὐριπίδου (Phoen. 357–360). 30098 3.39.22.2 : Μῆτερ, φρονῶν εὖ κοὐ φρονῶν ἀφικόμην 30099 3.39.22.3 : ἐχθροὺς ἐς ἄνδρας· ἀλλ´ ἀναγκαίως ἔχει 30100 3.39.22.4 : πατρίδος ἐρᾶν ἅπαντας· ὃς δ´ ἄλλως λέγει, 30101 3.39.22.5 : λόγοισι χαίρει, τὸν δὲ νοῦν ἐκεῖς´ ἔχει. 30102 3.39.23.1 : Πλάτωνος ἐν τῷ Κρίτωνι (p. 51 A). 30103 3.39.23.2 : Ἢ οὕτως εἶ σοφός, ὥστε λέληθέν σε ὅτι μητρός τε 30104 3.39.23.3 : καὶ πατρὸς καὶ τῶν ἄλλων προγόνων ἁπάντων τιμιώτε– 30105 3.39.23.4 : ρον πατρὶς καὶ σεμνότερον καὶ ἁγιώτερον καὶ ἐν μείζονι 30106 3.39.23.5 : μοίρᾳ καὶ παρὰ θεοῖς καὶ παρ´ ἀνθρώποις τοῖς νοῦν 30107 3.39.23.6 : ἔχουσι, καὶ σέβεσθαι δεῖ καὶ μᾶλλον ὑπείκειν καὶ θω– 30108 3.39.23.7 : πεύειν πατρίδα χαλεπαίνουσαν ἢ πατέρα καὶ μητέρα, καὶ 30109 3.39.23.8 : ἢ πείθειν ἢ ποιεῖν ᾗ ἂν κελεύῃ, καὶ πάσχειν, ἐάν τι 30110 3.39.23.9 : προστάττῃ παθεῖν, ἡσυχίαν ἄγοντα, ἐάν τε τύπτεσθαι 30111 3.39.23.10 : ἐάν τε δεῖσθαι, ἐάν τε εἰς πόλεμον ἄγῃ τρωθησόμενον 30112 3.39.23.11 : ἢ ἀποθανούμενον, ποιητέα ταῦτα, καὶ τὸ δίκαιον οὕτως 30113 3.39.23.12 : ἔχει, καὶ οὐχ ὑπεικτέον οὐδ´ ἀναχωρητέον οὐδὲ λειπτέον 30114 3.39.23.13 : τὴν τάξιν, ἀλλὰ καὶ ἐν πολέμῳ καὶ ἐν δικαστηρίῳ καὶ 30115 3.39.23.14 : πανταχοῦ ποιητέον ὃ ἂν κελεύῃ ἡ πόλις καὶ ἡ πατρίς; 30116 3.39.23.15 : ἢ καὶ πείθειν αὐτὴν δίκαιον πέφυκε, βιάζεσθαι δὲ οὐχ 30117 3.39.23.16 : ὅσιον οὔτε μητέρα οὔτε πατέρα, πολὺ δὲ τούτων ἔτι ἧτ– 30118 3.39.23.17 : τον τὴν πατρίδα. 30119 3.39.24.1 : Εὐσεβίου (fr. 38 phil. gr. III p. 13 Mull.). 30120 3.39.24.2 : Πατράσι παῖδας ἐπιζώειν εὐτυχές, καὶ χρὴ τοῦτο 30121 3.39.24.3 : παρὰ τῆς Τύχης αἰτέειν καὶ τοὺς μετὰ ταῦτα διαδεξομέ– 30122 3.39.24.4 : νους, καὶ ὅκως καὶ αὐτῶν ἕκαστοι τάξι τῇ εἰρημένῃ τοὺς 30123 3.39.24.5 : πρὸ ἑωυτῶν διαδεχοίατο. κοινὴ δὲ εὐχὴ δικαιοτάτη αὕτη 30124 3.39.24.6 : ἂν παρὰ πάντων φυλαχθείη ἐπὶ τῇ διαμονῇ τοῦ μηκίστου, 30125 3.39.24.7 : τὴν ὑποδεχομένην ἑκάστοτε καὶ ἐκτρέφουσαν πάντας πα– 30126 3.39.24.8 : τρίδα καὶ δοῦσαν τοὺς προηγησαμένους αὐτήν τε καὶ 30127 3.39.24.9 : θεῶν τῶν ἐγχωρίων τὰς κατεστεώσας τιμὰς τῷ πλεῦνι 30128 3.39.24.10 : αἰεὶ ὑπερβάλλειν. 30129 3.39.25.1 : Πυθαγόρου. 30130 3.39.25.2 : Πυθαγόρας ἐρωτηθεὶς πῶς δεῖ ἀγνωμονούσῃ πατρίδι 30131 3.39.25.3 : προσφέρεσθαι, εἶπεν ’ὡς μητρί‘. 30132 3.39.26.1 : Τιμοθέου. 30133 3.39.26.2 : Τιμόθεος ὁ τῶν Ἀθηναίων στρατηγὸς ἀκούσας τινὸς 30134 3.39.26.3 : τῶν συστρατηγούντων αὐτῷ λέγοντος ’ἆρά γε, Τιμόθεε, 30135 3.39.26.4 : ἡ πατρὶς ἡμῶν χάριτας ἀποδώσει;‘ ἔφη ’ἀλλ´ ἡμῖν γέ– 30136 3.39.26.5 : νοιτο τὰς ἀξίας ἀποδοῦναι‘. 30137 3.39.27.1 : Ἐκ τῶν Σερήνου. 30138 3.39.27.2 : Οἱ Λάκωνες οἱ ἐπὶ τῷ ὑποσχεῖν δίκας ὑπὲρ τῶν 30139 3.39.27.3 : κηρύκων ὡς τὸν μέγαν βασιλέα ἐλθόντες ἀφείθησάν τε 30140 3.39.27.4 : καὶ διὰ τὴν ἀρετὴν ἠξίου αὐτοὺς παρ´ αὑτῷ μένειν. ’καὶ 30141 3.39.27.5 : πῶς‘ ἔφασαν ’ἂν δυναίμεθα τοιαύτην πατρίδα καταλι– 30142 3.39.27.6 : πεῖν, ὑπὲρ ἧς τοσαύτην ὁδὸν ἤλθομεν ἀποθανούμενοι;‘ 30143 3.39.28.1 : Ἀριστείδου. 30144 3.39.28.2 : Ἀριστείδης ἐρωτώμενος τί μάλιστα αὐτὸν ἐν τῇ φυγῇ 30145 3.39.28.3 : ἐλύπει, τὸ τῆς πατρίδος ὄνειδος ἔφη κακῶς ἀκουούσης 30146 3.39.28.4 : ἐπὶ τῇ αὑτοῦ φυγῇ. 30147 3.39.29.1 : Σεριφίου. 30148 3.39.29.2 : Σερίφιος ὀνειδιζόμενος ὑπὸ Ἀθηναίου τὴν μικρο– 30149 3.39.29.3 : πολιτείαν, ’ἐμοὶ μέν‘ ἔφη ’ἡ πατρὶς ὄνειδος, σὺ δὲ τῇ 30150 3.39.29.4 : πατρίδι‘. 30151 3.39.30.1 : Ἀριστείδου. 30152 3.39.30.2 : Ἡ γυνὴ τῷ Ἀριστείδῃ περὶ τὰ πολιτικὰ διατρί– 30153 3.39.30.3 : βοντι ’εἴθε‘ ἔφη ’τὰ μὲν ἴδια κοινὰ ἐνόμισας, τὰ δὲ 30154 3.39.30.4 : κοινὰ ἴδια‘. 30155 3.39.31.1 : Χρυσέρμου ἐν βʹ Περσικῶν (Plut. parall. min. p. 308 B). 30156 3.39.31.2 : Περσῶν τὴν Ἑλλάδα λεηλατούντων καὶ πάντων τῶν 30157 3.39.31.3 : ἐγχωρίων συγκεχυμένων, Παυσανίας ὁ τῶν Λακεδαιμο– 30158 3.39.31.4 : νίων στρατηγὸς ἀπὸ Ξέρξου πεντακόσια τάλαντα χρυσίου 30159 3.39.31.5 : λαβὼν ἔμελλε προδιδόναι τὴν Σπάρτην. τῶν δὲ ἐπιστο– 30160 3.39.31.6 : λῶν μεσολαβηθεισῶν, Ἡγησίλαος ὁ πατὴρ τοῦ προειρη– 30161 3.39.31.7 : μένου περὶ τῶν συμβεβηκότων ἀκούσας τὸν υἱὸν μέχρι 30162 3.39.31.8 : τοῦ ναοῦ τῆς χαλκιοίκου συνεδίωξεν Ἀθηνᾶς, καὶ τὰς 30163 3.39.31.9 : θύρας τοῦ τεμένους πλίνθοις ἐμφράξας μετὰ τῆς γυναι– 30164 3.39.31.10 : κὸς τὴν εἴσοδον ἐφρούρησε καὶ λιμῷ τὸν προδότην ἀνεῖ– 30165 3.39.31.11 : λεν, ὃν ἡ μήτηρ ἀείρασα ὑπὲρ τοὺς ὅρους ἔρριψεν. 30166 3.39.32.1 : Δημαράτου 〈ἐν〉 βʹ Ἀρκαδικῶν (ib. p. 309 C). 30167 3.39.32.2 : Τεγεατῶν πρὸς Φενεάτας πόλεμον ἐχόντων καὶ χρο– 30168 3.39.32.3 : νίου τῆς παρατάξεως ὑπαρχούσης, συνεφώνησε τοῖς δήμοις 30169 3.39.32.4 : τριδύμους ἀδελφοὺς πέμψαι τοὺς μαχησομένους ὑπὲρ τῆς 30170 3.39.32.5 : νίκης. ἀρέσαντος δὲ τοῦ δόγματος ἔπεμψαν Τεγεᾶται 30171 3.39.32.6 : μὲν τοὺς Ῥηξιμάχου παῖδας, Φενεᾶται δὲ τοὺς Δημο– 30172 3.39.32.7 : στράτου. συμβληθείσης δὲ τῆς παρατάξεως ἐφονεύθησαν 30173 3.39.32.8 : ἐκ τῶν Ῥηξιμάχου δύο, ὁ δὲ τρίτος, τοὔνομα Κριτόλαος, 30174 3.39.32.9 : στρατηγήματι τῶν ἀντιπάλων περιεγένετο· προσποιητὴν 30175 3.39.32.10 : γὰρ σκηψάμενος φυγὴν καθ´ ἕνα τῶν ἐπιδιωκόντων 30176 3.39.32.11 : ἀνεῖλεν, καὶ ἐγκρατὴς γενόμενος τῆς νίκης περιχαρὴς 30177 3.39.32.12 : πρὸς τοὺς οἰκείους ἔδραμε· πάντων δ´ αὐτῷ περιπλοκὰς 30178 3.39.32.13 : συμπαθεῖς διδόντων, οὐ συνεχάρη μόνη τῷ προειρημένῳ 30179 3.39.32.14 : ἡ ἀδελφὴ Δημοδίκη· πεφονεύκει γὰρ αὐτῆς τὸν κατηγ– 30180 3.39.32.15 : γυημένον ἄνδρα Δημόδικον. ἀναξιοπαθήσας δὲ ἐπὶ τού– 30181 3.39.32.16 : τοις ὁ νέος τὴν παρθένον ἀπέκτεινε, καὶ ὑπὸ τῆς μητρὸς 30182 3.39.32.17 : φόνου κριθεὶς ἀπελύθη τοῦ ἐγκλήματος. 30183 3.39.33.1 : Δημαράτου ἐν τρίτῳ Τραγῳδουμένων (Plut. parall. 30184 3.39.33.2 : min. p. 310 D). 30185 3.39.33.3 : Ἀθηναίων πρὸς Εὔμολπον τὸν Θρᾳκῶν βασιλέα πό– 30186 3.39.33.4 : λεμον ἐχόντων, Ἐρεχθεὺς ὁ τῆς Ἀττικῆς προϊστάμενος 30187 3.39.33.5 : χρησμὸν ἔλαβεν, ὅτι νικήσει τοὺς ἐχθρούς, ἐὰν τὴν πρεσ– 30188 3.39.33.6 : βυτάτην τῶν θυγατέρων Περσεφόνῃ θύσῃ. παραγενόμε– 30189 3.39.33.7 : νος [ὁ] δ´ εἰς Ἀθήνας Πραξιθέᾳ τῇ γυναικὶ τὴν πυθό– 30190 3.39.33.8 : χρηστον μαντείαν ἀπήγγειλεν· εἶθ´ οὕτω τὴν κόρην 30191 3.39.33.9 : προσαγαγὼν τοῖς βωμοῖς ἀνεῖλεν, καὶ συμβαλὼν τὸν πό– 30192 3.39.33.10 : λεμον ἐγκρατὴς ἐγένετο τῆς νίκης. 30193 3.39.34.1 : Ἱεροκλέους ἐκ τοῦ Πῶς πατρίδι χρηστέον. 30194 3.39.34.2 : Μετὰ τὸν περὶ θεῶν λόγον εὐλογώτατόν ἐστιν ὑπο– 30195 3.39.34.3 : θέσθαι πῶς πατρίδι χρηστέον. ἔστι γὰρ ὡσανεὶ δεύτερός 30196 3.39.34.4 : τις θεὸς αὕτη 〈ἢ〉 νὴ Δία πρῶτος καὶ μείζων γονεύς· παρ´ 30197 3.39.34.5 : ὃ δὴ καὶ ὁ τοὔνομα τῷ πράγματι θέμενος οὐκ ἀνεντρε– 30198 3.39.34.6 : χὲς ἔθετο, παρασχηματίσας μὲν τῷ πατρί, θηλυκῶς δ´ 30199 3.39.34.7 : ἐξενεγκών, ἵν´ οἷον μῖγμα τυγχάνοι τῆς τε τοῦ πατρὸς 30200 3.39.34.8 : καὶ τῆς μητρῴας ... καὶ δὴ οὗτος μὲν ὁ λόγος ὑπαγορεύει 30201 3.39.34.9 : πατρίδα τιμᾶν ἐπίσης τοῖς δυσὶ γονεῦσι τὴν μίαν, ὥστε 30202 3.39.34.10 : θατέρου μὲν τῶν γειναμένων ὁποτερουοῦν καὶ δὴ προ– 30203 3.39.34.11 : κρίνειν τὴν πατρίδα, προτιμᾶν δ´ αὐτῆς μηδ´ ἅμα τοὺς 30204 3.39.34.12 : δύο, δι´ ἴσης δὲ μοίρας ἄγειν. ἀλλ´ ἕτερος αὖ λόγος 30205 3.39.34.13 : ἐστίν, ὃς παρακαλεῖ καὶ προτιμᾶν αὐτὴν τῶν γονέων 30206 3.39.34.14 : ἅμα τοῖν δυεῖν, καὶ οὔ τοι μόνον τούτων, ἀλλὰ καὶ γυ– 30207 3.39.34.15 : ναικὸς σὺν αὐτοῖς καὶ τέκνων καὶ φίλων καὶ ἁπαξαπλῶς 30208 3.39.34.16 : μετὰ θεοὺς τῶν ἄλλων ἁπάντων. 30209 3.39.35.1 : Ἐν ταὐτῷ. 30210 3.39.35.2 : Ὥσπερ οὖν ἀνόητος μὲν ὁ τῶν πέντε δακτύλων τὸν 30211 3.39.35.3 : ἕνα προκρίνων, εὐλόγιστος δὲ ὁ τοὺς πέντε τοῦ ἑνός· ὁ 30212 3.39.35.4 : μὲν γὰρ ἀτιμάζει καὶ τὸν προκεκριμένον, ὁ δ´ ἐν τοῖς 30213 3.39.35.5 : πέντε καὶ τὸν ἕνα περισῴζει· τοῦτον δ´ αὖ τὸν τρόπον 30214 3.39.35.6 : καὶ ὁ μὲν ἑαυτὸν τῆς πατρίδος πλέον σῴζειν βουλόμενος 30215 3.39.35.7 : πρὸς τῷ δρᾶν ἀθέμιτα καὶ ἄλλως ἀνόητος ἱμείρων ἀδυ– 30216 3.39.35.8 : νάτων, ὁ δὲ ἑαυτοῦ προτιμῶν τὴν πατρίδα θεοφιλής τε 30217 3.39.35.9 : καὶ τοῖς λογισμοῖς ἀραρώς. εἴρηται δ´ ὅμως, ὡς κἂν εἰ 30218 3.39.35.10 : μὴ συναριθμοῖτό τις τῷ συστήματι, κατ´ ἰδίαν δ´ ἐξετά– 30219 3.39.35.11 : ζοιτο, καθήκειν τῆς ἑαυτοῦ σωτηρίας τὴν τοῦ συστήμα– 30220 3.39.35.12 : τος προκρίνειν, ὅτι τὴν ὡς πολίτου σωτηρίαν ἀνύπαρκτον 30221 3.39.35.13 : ἀπέφαινεν ἡ τῆς πόλεως ἀπώλεια, καθάπερ καὶ τὴν ὡς 30222 3.39.35.14 : δακτύλου, ὡς μέρους χειρός, ἡ τῆς χειρὸς ἀναίρεσις. καὶ 30223 3.39.35.15 : δὴ κατὰ τούτων ἡμῖν συγκεκεφαλαιώσθω, διότι χρὴ τὸ 30224 3.39.35.16 : κοινῇ συμφέρον τοῦ ἰδίᾳ μὴ χωρίζειν, ἀλλ´ ἓν ἡγεῖσθαι 30225 3.39.35.17 : καὶ ταὐτόν· τό τε γὰρ τῇ πατρίδι συμφέρον κοινόν ἐστι 30226 3.39.35.18 : καὶ τῶν κατὰ μέρος ἑκάστῳ, τὸ γὰρ ὅλον δίχα τῶν με– 30227 3.39.35.19 : ρῶν ἐστιν οὐδέν, τό τε τῷ πολίτῃ συμφέρον προσήκει 30228 3.39.35.20 : καὶ τῇ πόλει, ἐάν γε ὡς πολίτῃ συμφέρον λαμβάνηται. 30229 3.39.35.21 : καὶ γὰρ 〈τὸ〉 τῷ χορευτῇ ὡς χορευτῇ λυσιτελὲς καὶ τῷ 30230 3.39.35.22 : ὅλῳ χορῷ κερδαλέον ἂν εἴη. τοῦτον οὖν τὸν λόγον ἐν– 30231 3.39.35.23 : θέμενοι πάντα ταῖς διανοίαις πολὺ φῶς ἕξομεν ἐν τοῖς 30232 3.39.35.24 : κατὰ μέρος, ὥστε ἐν μηδενὶ παραλιπεῖν καιρῷ τὸ πρὸς 30233 3.39.35.25 : τὴν πατρίδα καθῆκον. 30234 3.39.36.1 : Ἐν ταὐτῷ. 30235 3.39.36.2 : Ὧν οὕνεκα φημὶ δεῖν ἀποικονομεῖσθαι πᾶν καὶ πά– 30236 3.39.36.3 : θος καὶ νόσημα τῆς ἑαυτοῦ ψυχῆς τὸν πατρίδι χρησόμενον 30237 3.39.36.4 : καλῶς. δεῖ δὲ καὶ τοὺς νόμους τῆς πατρίδος καθάπερ 30238 3.39.36.5 : τινὰς θεοὺς δευτέρους συντηρεῖν αὐτόν τε βιοῦντα κατὰ 30239 3.39.36.6 : τὴν τούτων ὑφήγησιν, κἂν εἰ παραβαίνειν τις αὐτοὺς ἢ 30240 3.39.36.7 : νεοχμοῦν ἐπιχειροίη σπουδῇ πάσῃ κωλύοντα καὶ πάντα 30241 3.39.36.8 : τρόπον ἐναντιούμενον. οὐ γὰρ ἀγαθὸν ἐπιτήδευμα πόλει 30242 3.39.36.9 : δι´ ἀτιμίας ἀγόμενοι νόμοι καὶ τὰ νέα προκρινόμενα 30243 3.39.36.10 : τῶν παλαιῶν. ὅθεν καὶ τῶν ψηφισμάτων καὶ τῆς παρα– 30244 3.39.36.11 : θέρμου ταύτης καινουργίας εἰρκτέον τοὺς αὐθαδέστερον 30245 3.39.36.12 : ἐπὶ τοῦτ´ ἰόντας. ἀποδέχομαι δ´ οὖν ἔγωγε καὶ τὸν τῶν 30246 3.39.36.13 : Λοκρῶν νομοθέτην Ζάλευκον, ὃς ἐνομοθέτησε τὸν και– 30247 3.39.36.14 : νὸν εἰσοίσοντα νόμον βρόχου περικειμένου τῷ τραχήλῳ 30248 3.39.36.15 : τοῦτο ποιεῖν, ὡς ἀκαρὴς οἴχοιτο πνιγείς, εἰ μὴ μάλα 30249 3.39.36.16 : σφόδρα λυσιτελῶς τῷ κοινῷ παραδιατάττοιτο τὴν ἐξ ἀρ– 30250 3.39.36.17 : χῆς τῆς πολιτείας κατάστασιν. οὐδὲν δ´ ἧττον τῶν νό– 30251 3.39.36.18 : μων καὶ τὰ ἔθη φυλακτέον τά γε ὄντως πάτρια καὶ τάχα 30252 3.39.36.19 : που πρεσβύτερα καὶ τῶν νόμων αὐτῶν· ἐπεὶ τά τε χθιζὰ 30253 3.39.36.20 : ταῦτα καὶ πρωιζά, τὰ νῦν εἰς ἅπασαν εἰσηγμένα πόλιν 30254 3.39.36.21 : οὔτε πάτρια ἡγητέον καὶ τάχ´ οὐδὲ ἔθη τὸ σύνολον. εἶτα 30255 3.39.36.22 : τὸ μὲν ἔθος ἄγραφός τις εἶναι βούλεται νόμος, καλὸν 30256 3.39.36.23 : ἐπιγεγραμμένος νομοθέτην, τὴν τῶν χρωμένων ἁπάντων 30257 3.39.36.24 : εὐαρέστησιν, ἴσως δέ που καὶ τοῖς φύσει δικαίοις ἐγγὺς 30258 3.39.36.25 : βάλλων. 30259 3.40.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΞΕΝΗΣ.}1 30260 3.40.1.1 : Εὐριπίδου Φιλοκτήτῃ (fr. 798 N. 2). 30261 3.40.1.2 : Πατρὶς καλῶς πράσσουσα τὸν † εὐτυχοῦντ´ ἀεὶ 30262 3.40.1.3 : μείζω τίθησι, δυστυχοῦσα δ´ ἀσθενῆ. 30263 3.40.2.1 : Τοῦ αὐτοῦ Φαέθοντι (fr. 777 N. 2). 30264 3.40.2.2 : Ὡς πανταχοῦ γε πατρὶς ἡ βόσκουσα γῆ. 30265 3.40.2a.1 : Ἀριστοφάνους. 30266 3.40.2a.2 : Πατρὶς δὲ πᾶσα τῷ πένητι προσφιλής, 30267 3.40.2a.3 : ἀφ´ ἧς τροφήν τε καὶ τὸ μὴ πεινῆν ἔχει. 30268 3.40.3-4.1 : Ἐκ τῶν Πλουτάρχου Περὶ φυγῆς (p. 600 F. 601 C. 30269 3.40.3-4.2 : 601 F. 602 B. 605 A–B). 30270 3.40.3-4.3 : Ὅθεν εὖ μὲν ὁ Ἡρακλῆς εἶπεν ἐρωτηθεὶς 30271 3.40.3-4.4 : Ἀργεῖος, ἢ Θηβαῖος; οὐ γὰρ εὔχομαι 30272 3.40.3-4.5 : μιᾶς· ἅπας μοι πύργος Ἑλλήνων πατρίς. 30273 3.40.3-4.6 : ἀλλ´ ἡμεῖς, ὥσπερ μύρμηκες ἢ μέλιτται μυρμηκιᾶς μιᾶς 30274 3.40.3-4.7 : ἢ κυψέλης ἐκπεσόντες, ἀδημονοῦμεν 〈καὶ ξενοπαθοῦμεν〉, 30275 3.40.3-4.8 : οὐκ εἰδότες οὐδὲ μεμαθηκότες οἰκεῖα τὰ πάντα ποιεῖσθαι, 30276 3.40.3-4.9 : καὶ νομίζειν ὥσπερ ἐστίν. εἶτα· ἐὰν ἀμφιγνοῶμεν ἐπὶ ξένης 30277 3.40.3-4.10 : γενόμενοι τὴν γῆν, τὴν θάλατταν, τὸν ἀέρα, τὸν οὐρανόν, ὡς 30278 3.40.3-4.11 : ἕτερα καὶ διαφέροντα τῶν συνήθων. ἡ μὲν γὰρ φύσις ἐλευ– 30279 3.40.3-4.12 : θέρους ἡμᾶς καὶ λελυμένους ἀφίησιν, αὐτοὶ δὲ ἡμεῖς συν– 30280 3.40.3-4.13 : δέομεν ἑαυτοὺς στενοχωροῦμεν ... πλοῦτον δὲ ἀποβαλόντα 30281 3.40.3-4.14 : ῥᾳδίως καὶ ταχέως οὐκ ἔστιν ἄλλον συναγαγεῖν· πατρὶς 30282 3.40.3-4.15 : δὲ γίνεται πᾶσα πόλις εὐθὺς ἀνθρώπῳ χρῆσθαι μεμα– 30283 3.40.3-4.16 : θηκότι· ἂν γὰρ σκοπῇς ἄνευ κενῆς δόξης τὴν ἀλήθειαν, 30284 3.40.3-4.17 : ὁ μίαν πόλιν ἔχων, ξένος ἐστὶ τῶν ἄλλων ἁπασῶν καὶ 30285 3.40.3-4.18 : ἀλλότριος. Ἀριστοτέλης ἦν ἐκ Σταγείρων, Θεόφραστος 30286 3.40.3-4.19 : ἐξ Ἐρέσου, Στράτων ἐκ Λαμψάκου, Γλαύκων [δὲ] ἐκ 30287 3.40.3-4.20 : Τρωάδος, Ἀρίστων ἐκ Κέω. τίς οὖν τούτους ἐδίωξεν; 30288 3.40.3-4.21 : οὐδείς, ἀλλ´ αὐτοὶ διώκοντες ἡσυχίαν καὶ σπουδήν, ἧς 30289 3.40.3-4.22 : οὐ πάνυ μέτεστιν οἴκοι τοῖς ἡντινοῦν δόξαν ἢ δύναμιν 30290 3.40.3-4.23 : ἔχουσι, τὰ μὲν ἄλλα λόγοις, τοῦτο δὲ ἡμᾶς ἔργῳ διδά– 30291 3.40.3-4.24 : σκουσι. καὶ γὰρ νῦν οἱ δοκιμώτατοι καὶ κράτιστοι ζῶσιν 30292 3.40.3-4.25 : ἐπὶ ξένης, οὐ μετασταθέντες, ἀλλὰ μεταστάντες. 30293 3.40.5.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 607 D). 30294 3.40.5.2 : Τὸ δ´ ἀληθέστατον, ἡ ψυχὴ φεύγει καὶ πλανᾶται 30295 3.40.5.3 : θείοις ἐλαυνομένη δόγμασι καὶ νόμοις, εἶτα ὥσπερ ἐν 30296 3.40.5.4 : νήσῳ σάλον ἐχούσῃ, καθάπερ φησὶν ὁ Πλάτων, ὀστρέου 30297 3.40.5.5 : τρόπον ἐνδεδεμένη τῷ σώματι, διὰ τὸ μὴ ἀναφέρειν μηδὲ 30298 3.40.5.6 : μνημονεύειν, 30299 3.40.5.7 : ἐξ οἵης τιμῆς τε καὶ ὅσσου μήκεος ὄλβου 30300 3.40.5.8 : μεθέστηκεν, οὐ Σάρδεων Ἀθήνας οὐδὲ Κορίνθου Λῆμνον, 30301 3.40.5.9 : ἀλλ´ οὐρανοῦ καὶ σελήνης γῆν ἀμειψαμένη καὶ τὸν ἐπὶ 30302 3.40.5.10 : γῆς βίον· ἂν μικρὸν δὲ ἐνταῦθα τόπον ἐκ τόπου παραλ– 30303 3.40.5.11 : λάξῃ, δυσανασχετεῖ καὶ ξενοπαθεῖ, καθάπερ φυτὸν ἀγεν– 30304 3.40.5.12 : νὲς ἀπομαραινομένη. καίτοι φυτῷ μὲν ἔστι τις χώρα 30305 3.40.5.13 : μᾶλλον ἑτέρας ἑτέρα πρόσφορος, ἐν ᾗ τρέφεται καὶ βλα– 30306 3.40.5.14 : στάνει βέλτιον· ἀνθρώπου δὲ οὐδεὶς ἀφαιρεῖται τόπος 30307 3.40.5.15 : εὐδαιμονίαν, ὥσπερ οὐδὲ ἀρετὴν οὐδὲ φρόνησιν. 30308 3.40.6.1 : Δημοκρίτου (fr. mor. 38 Mullach.). 30309 3.40.6.2 : Ξενιτείη βίου αὐταρκείην διδάσκει· μᾶζα γὰρ καὶ 30310 3.40.6.3 : στιβὰς λιμοῦ καὶ κόπου γλυκύτατα ἰήματα. 30311 3.40.7.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. mor. 225 Mullach.). 30312 3.40.7.2 : Ἀνδρὶ σοφῷ πᾶσα γῆ βατή· ψυχῆς γὰρ ἀγαθῆς 30313 3.40.7.3 : πατρὶς ὁ ξύμπας κόσμος. 30314 3.40.8.1 : Τέλητος περὶ φυγῆς (p. 14 Hense.). 30315 3.40.8.2 : Μήποτε πρὸς μὲν τὸν οἰόμενον ἀλογιστοτέρους τὴν 30316 3.40.8.3 : φυγὴν ποιεῖν ὀρθῶς ἂν παραβάλλοιτο τὰ ἐπὶ τῶν τεχνῶν, 30317 3.40.8.4 : ὅτι ὃν τρόπον οὐδὲ αὐλεῖν οὐδὲ ὑποκρίνεσθαι χεῖρον ἔστιν 30318 3.40.8.5 : ἐπὶ ξένης ὄντα, οὕτως οὐδὲ βουλεύεσθαι· πρὸς δὲ τὸν 30319 3.40.8.6 : κατ´ ἄλλο τι ἡγούμενον τὴν φυγὴν βλαβερὸν εἶναι, μὴ 30320 3.40.8.7 : οὐδὲν λέγηται παρὰ τὸ τοῦ Στίλπωνος, ὃ καὶ πρῴην εἶπον· 30321 3.40.8.8 : τί λέγεις, φησί, καὶ τίνων ἡ φυγὴ 〈ἢ〉 ποίων ἀγαθῶν 30322 3.40.8.9 : στερίσκει; τῶν περὶ 〈τὴν〉 ψυχήν, ἢ τῶν περὶ τὸ σῶμα, ἢ 30323 3.40.8.10 : τῶν ἐκτός; εὐλογιστίας, ὀρθοπραγίας, εὐπραγίας ἡ φυγὴ 30324 3.40.8.11 : στερίσκει; οὐ δή. ἀλλὰ μὴ ἀνδρείας ἢ δικαιοσύνης ἢ 30325 3.40.8.12 : ἄλλης τινὸς ἀρετῆς; οὐδὲ τοῦτο. ἀλλὰ μὴ τῶν περὶ τὸ 30326 3.40.8.13 : σῶμά τινος ἀγαθῶν; ἢ οὐχ ὁμοίως ἔστιν ἐπὶ ξένης ὄντα 30327 3.40.8.14 : ὑγιαίνειν καὶ ἰσχύειν καὶ ὀξὺ ὁρᾶν καὶ ὀξὺ ἀκούειν, ἐνίοτε 30328 3.40.8.15 : δὲ μᾶλλον 〈ἢ〉 ἐν τῇ ἰδίᾳ μένοντα; καὶ μάλα. ἀλλὰ μὴ 30329 3.40.8.16 : τῶν ἐκτὸς στερίσκει ἡ φυγή; ἢ οὐ πολλοῖς ὤφθη τὰ πρά– 30330 3.40.8.17 : γματα κατὰ τὴν τῶν τοιούτων ὕπαρξιν ἐπιφανέστερα γε– 30331 3.40.8.18 : γονότα φυγάδων γενομένων; ἢ οὐ Φοῖνιξ ἐκ Δολοπίας 30332 3.40.8.19 : ἐκπεσὼν ὑπὸ Ἀμύντορος εἰς Θετταλίαν φεύγει; 30333 3.40.8.20 : Πηλέα δ´ ἐξικόμην, 30334 3.40.8.21 : καί μ´ ἀφνειὸν ἔθηκε, πολὺν δέ μοι ὤπασε λαόν. 30335 3.40.8.22 : Θεμιστοκλῆς ἐκεῖνος ’ὦ παῖ‘ φησίν ’ἀπωλόμεθ´ ἂν εἰ μὴ 30336 3.40.8.23 : ἀπωλόμεθα‘. νῦν δὲ πολλὴ τῶν τοιούτων ἀφθονία. ποίων 30337 3.40.8.24 : οὖν ἀγαθῶν ἡ φυγὴ στερίσκει, ἢ τίνος κακοῦ παραιτία 30338 3.40.8.25 : ἐστίν; ἐγὼ μὲν γὰρ οὐχ ὁρῶ. ἀλλ´ ἡμεῖς πολλαχοῦ αὑτοὺς 30339 3.40.8.26 : κατορύττομεν καὶ φυγάδες γενόμενοι καὶ ἐν τῇ ἰδίᾳ μέ– 30340 3.40.8.27 : νοντες. οὐκ ἄρχουσι, φασίν, οὐ πιστεύονται, οὐ παρρη– 30341 3.40.8.28 : σίαν ἔχουσιν. ἔνιοι δέ γε καὶ φρουροῦσι τὰς πόλεις παρὰ 30342 3.40.8.29 : βασιλεῦσι, καὶ ἔθνη πιστεύονται, καὶ δωρεὰς μεγάλας καὶ 30343 3.40.8.30 : συντάξεις λαμβάνουσι. Λυκῖνος ἐκεῖνος οὐ παρ´ ἡμῖν 30344 3.40.8.31 : ἐφρούρει φυγὰς ὢν ἐκ τῆς Ἰταλίας, πιστευόμενος παρ´ 30345 3.40.8.32 : Ἀντιγόνῳ, καὶ τὸ προσταττόμενον ἐποιοῦμεν Λυκίνῳ 30346 3.40.8.33 : ἡμεῖς ἐν τῇ ἰδίᾳ μένοντες; Ἱππομέδων ὁ Λακεδαιμόνιος 30347 3.40.8.34 : ὁ νῦν ἐπὶ Θρᾴκης καθεσταμένος ὑπὸ Πτολεμαίου, Χρε– 30348 3.40.8.35 : μωνίδης καὶ Γλαύκων οἱ Ἀθηναῖοι οὐ πάρεδροι καὶ σύμ– 30349 3.40.8.36 : βουλοι; ἵνα μὴ τὰ παλαιά σοι λέγω, ἀλλὰ τὰ καθ´ ἡμᾶς. 30350 3.40.8.37 : καὶ τὸ τελευταῖον οὐκ ἐπὶ στόλου τηλικούτου ἐξαπεστάλη 30351 3.40.8.38 : καὶ χρημάτων τοσοῦτον πιστευόμενος καὶ τὴν ἐξουσίαν 30352 3.40.8.39 : ἔχων ὡς βούλοιτο χρῆσθαι; {—}Ἀλλ´ ἔν γε τῇ ἰδίᾳ οὐκ 30353 3.40.8.40 : ἄρχουσιν οἱ φυγάδες. {—}Οὐδὲ γὰρ αἱ γυναῖκες οἴκοι μέ– 30354 3.40.8.41 : νουσαι, οὐδ´ οἱ παῖδες, οὐδὲ τὰ μειράκια ταυτί, οὐδ´ οἱ 30355 3.40.8.42 : ἔξωροι τῇ ἡλικίᾳ. ἀλλὰ μή τι δυσχερὲς αὐτοῖς; εἰ δ´ 30356 3.40.8.43 : ὠδυνῶντο ἐπὶ τούτῳ, οὐκ ἂν ἦσαν βάκηλοι; τί δὲ καὶ 30357 3.40.8.44 : διαφέρει ἄρχειν ἢ ἰδιωτεύειν; σὺ πολλῶν [ἢ ὀλίγων] καὶ 30358 3.40.8.45 : ἡβώντων βασιλεύεις, ἐγὼ δὲ ὀλίγων καὶ ἀνήβων παιδα– 30359 3.40.8.46 : γωγὸς γενόμενος, καὶ τὸ τελευταῖον ἐμαυτοῦ· τῇ γὰρ αὐτῇ 30360 3.40.8.47 : ἐμπειρίᾳ χειρούμενον καὶ τοὺς πολλοὺς καὶ τὸν ἕνα, καὶ 30361 3.40.8.48 : δημοσιεύοντα καὶ κατ´ οἰκίας ἐργολαβοῦντα, καὶ ἐπὶ ξένης 30362 3.40.8.49 : ὄντα καὶ ἐν τῇ ἰδίᾳ μένοντα, καὶ κατὰ τὴν αὐτὴν εὐβου– 30363 3.40.8.50 : λίαν καὶ τῇ ἀρχῇ καλῶς καὶ τῇ ἰδιωτείᾳ ἔστι χρῆσθαι. 30364 3.40.8.51 : τί οὖν διοίσει μοι, εἰ μὴ ἄρξω ἀλλὰ ἰδιωτεύσω; {—}Ἀλλ´ 30365 3.40.8.52 : οὐδὲ ἐξουσίαν ἕξεις εἰσελθεῖν εἰς τὴν ἰδίαν. {—}Οὐδὲ γὰρ 30366 3.40.8.53 : νῦν εἰς τὸ Θεσμοφόριον ἐξουσίαν ἔχω, οὐδὲ γυναῖκες 30367 3.40.8.54 : εἰς τὸ τοῦ Ἐνυαλίου, οὐδ´ εἰς τὰ ἄβατα ἕξομεν. ἀλλ´ 30368 3.40.8.55 : εἰ ἐπὶ τούτῳ ἄχθοιτό τις, οὐκ ἂν παιδαριώδης εἴη; οὐδὲ 30369 3.40.8.56 : εἰς τὸ γυμνάσιον ἐνίοτε ἐξουσίαν ἔχω, ἀλλ´ ἀπελθὼν 〈ἂν〉 30370 3.40.8.57 : εἰς τὸ βαλανεῖον ἠλειψάμην τῇ αὐτῇ παλαιστρικῇ χρώ– 30371 3.40.8.58 : μενος ᾗ καὶ πρὸ τοῦ ἐν τῷ γυμνασίῳ. οὕτω καὶ δεῦρο 30372 3.40.8.59 : ἄβατον ἡγησάμενος τὴν ἰδίαν μεταβὰς ἀλλαχοῦ κατοικῶ, 30373 3.40.8.60 : δύναμαι δὲ μεταβὰς ὥσπερ ἐξ ἑτέρας νεὼς εἰς ἑτέραν 30374 3.40.8.61 : ὁμοίως εὐπλοεῖν, οὕτως ἐξ ἑτέρας πόλεως εἰς ἑτέραν 30375 3.40.8.62 : ὁμοίως εὐδαιμονεῖν. οὔκουν ἀκλήρημά τι καὶ ὄνειδος 30376 3.40.8.63 : ἐμόν, εἰ μὴ μετὰ πονηρῶν οἰκήσω. ἢ ἐμὸν ὄνειδος, ἀλλ´ 30377 3.40.8.64 : οὐ τῶν ἐμὲ ἐκβαλόντων ἐπιεικῆ καὶ δίκαιον ὄντα; οὐκ 30378 3.40.8.65 : ἀηδῶς Φιλήμων· ἠγωνισμένου γάρ ποτε αὐτοῦ καὶ ἀπηλ– 30379 3.40.8.66 : λαχότος ἀστείως συναντῶντές τινες ’ὡς εὐημέρηκας‘ ἔφα– 30380 3.40.8.67 : σαν ’Φιλῆμον‘· ’ὑμεῖς μὲν οὖν‘ φησίν ’οἴεσθε οὕτω τε– 30381 3.40.8.68 : θεαμένοι· ἐγὼ μὲν γὰρ ἀεὶ ἀγαθὸς ὢν διατελῶ.‘ {—}Τί 30382 3.40.8.69 : οὖν; ὑπὸ χειρόνων φυγαδεύεσθαι οὐ παροινία; {—}Σὺ δ´ 30383 3.40.8.70 : ἂν ἐβούλου, φησίν, ὑπὸ καλῶν καὶ ἀγαθῶν; ἢ οὐχ οὕτω 30384 3.40.8.71 : μὲν σὸν ἔγκλημα; οὐθένα γὰρ ἀγνωμόνως καὶ ἀδίκως 30385 3.40.8.72 : ἄνδρες ἀγαθοὶ φυγαδεύουσιν· οὐ γὰρ ἂν ἦσαν δίκαιοι. 30386 3.40.8.73 : {—}Παρευδοκιμεῖσθαι οὖν ὑπὸ τῶν τοιούτων καὶ χειρο– 30387 3.40.8.74 : τονίᾳ καὶ ψήφῳ οὐκ ὄνειδος; {—}Οὐ σόν γε, ἀλλὰ τῶν 30388 3.40.8.75 : τούτους χειροτονούντων καὶ ψηφοφορούντων· ὥσπερ εἰ 30389 3.40.8.76 : τὸν ἄριστον ἰατρὸν ἀφέντες φαρμακοπώλην εἵλοντο καὶ 30390 3.40.8.77 : τούτῳ τὸ δημόσιον ἔργον ἐνεχείρισαν, πότερον τοῦ ἰατροῦ 30391 3.40.8.78 : εἶπας ἂν ὄνειδος καὶ ἀκλήρημα τοῦτο ἢ τῶν ἑλομένων; 30392 3.40.8.79 : {—}Ἀλλὰ τοῦτό γε, εὑρεθῆναι τὴν πατρίδα μοχθηρὰν καὶ 30393 3.40.8.80 : ἀχάριστον οὖσαν, εἰς ἣν πολλά τις ἐπόνησε, πῶς οὐκ 30394 3.40.8.81 : ἀκλήρημα; {—}Καὶ πῶς ἂν εἴη τοῦτο ἀκλήρημα, ἀλλ´ οὐκ 30395 3.40.8.82 : εἰ δεῖ εἰπεῖν οὕτως εὐκλήρημα τὸ γνῶναι ποία τις πρό– 30396 3.40.8.83 : τερον μὴ εἰδότα; ἀλλ´ εἰ μὲν τὴν γυναῖκα ᾔσθου πονηρὰν 30397 3.40.8.84 : καὶ ἐπίβουλον οὖσαν πρότερον μὴ εἰδώς, ἂν ἔσχες χάριν, 30398 3.40.8.85 : καὶ εἰ τὸν οἰκέτην δραπέτην καὶ κλέπτην, ἵνα φυλάττῃ· 30399 3.40.8.86 : εἰ δὲ τὴν πατρίδα πονηρὰν καὶ ἀχάριστον ᾔσθου, ἀκλη– 30400 3.40.8.87 : ρεῖν ἡγῇ σύ, ἀλλ´ οὐ χάριν ἔχεις; {—}Ἀλλ´ ὅμως μέγα μοι 30401 3.40.8.88 : δοκεῖ τὸ ἐν ᾗ ἐγένετό τις καὶ ἐτράφη, ἐν ταύτῃ κατα– 30402 3.40.8.89 : γενέσθαι. {—}Πότερον καὶ ἐν οἰκίᾳ ἐν ᾗ ἐτράφης καὶ 30403 3.40.8.90 : ἐγένου ἐν ταύτῃ καταγενέσθαι, κἂν ᾖ σαπρὰ καὶ ῥέουσα 30404 3.40.8.91 : καὶ καταπίπτουσα; καὶ ἐν νηῒ ἐν ᾗ ἐγένου καὶ ἐκ παιδίου 30405 3.40.8.92 : ἔπλεις, ἐνταῦθα κἂν ἀκάτιον ᾖ, οὐδ´ εἰ κωπηλατοῦντα 30406 3.40.8.93 : διαρρήγνυσθαι δέοι, εἰς τὴν εἰκόσορον μεταβάντα ἀσφα– 30407 3.40.8.94 : λῶς καὶ ἀκόπως; καὶ ὀνειδίζουσι μὲν ὅτι Κυθήριος, ὅτι 30408 3.40.8.95 : Μυκόνιος, ὅτι Βελβινείτης· ὅμως δὲ μέγα τι φασὶ τὸ ἐν 30409 3.40.8.96 : ᾗ ἐγένετό τις καὶ ἐτράφη, ἐν ταύτῃ καταβιῶναι, καὶ τὰς 30410 3.40.8.97 : πλείους μὲν ἐξώλεις τῶν πόλεων καὶ τοὺς ἐνοικοῦντας 30411 3.40.8.98 : ἀσεβεῖς, μέγα δὲ καὶ προσηνὲς τὴν πατρίδα ὥσπερ καὶ 30412 3.40.8.99 : † αὐτή. ἀλλὰ καὶ ὅτι μέτοικος ὀνειδίζουσι † δὲ πολλοὶ 30413 3.40.8.100 : λέγοντες 30414 3.40.8.101 : μέτοικε σύ, 30415 3.40.8.102 : οὐδ´ ἐγγενὴς ὢν τήνδε δουλώσας ἔχεις. 30416 3.40.8.103 : καὶ Κάδμον μὲν τὸν κτίστην Θηβῶν θαυμάζεις, ἐμὲ δὲ 30417 3.40.8.104 : εἰ μή 〈εἰμι〉 πολίτης, ὀνειδίζεις; καὶ Ἡρακλέα μὲν ὡς 30418 3.40.8.105 : ἄριστον ἄνδρα γεγονότα ἐπαινοῦμεν, τὸ δὲ μέτοικον εἶναι 30419 3.40.8.106 : ὄνειδος ἡγούμεθα; Ἡρακλῆς δ´ ἐξ Ἄργους ἐκπεσὼν Θή– 30420 3.40.8.107 : βαις κατῴκει. Λακεδαιμόνιοι οὐδὲν τῶν τοιούτων ὄνειδος 30421 3.40.8.108 : ἡγοῦνται· ἀλλὰ τὸν μὲν μετασχόντα τῆς ἀγωγῆς καὶ ἐμ– 30422 3.40.8.109 : μείναντα, κἂν ξένος κἂν ἐξ εἵλωτος, ὁμοίως τοῖς ἀρίστοις 30423 3.40.8.110 : τιμῶσι· τὸν δὲ μὴ ἐμμείναντα, κἂν ἐξ αὐτοῦ τοῦ βασι– 30424 3.40.8.111 : λέως, εἰς τοὺς εἵλωτας ἀποστέλλουσι, καὶ τῆς πολιτείας 30425 3.40.8.112 : ὁ τοιοῦτος οὐ μετέχει. {—}Ἀλλὰ τό γε ἐν τῇ ἰδίᾳ μὴ 30426 3.40.8.113 : ἐξεῖναι ταφῆναι πῶς οὐκ ὄνειδος; {—}Καὶ πῶς μέλλει 30427 3.40.8.114 : τοῦτο ὄνειδος εἶναι ὃ τοῖς ἀρίστοις πολλάκις συνέβη; ἢ 30428 3.40.8.115 : τίς τιμὴ αὕτη ἥ τις τοῖς κακίστοις περιγίνεται; καὶ Σω– 30429 3.40.8.116 : κράτην μὲν ἐπαινοῦσιν, ὅταν ἐπιλαμβανόμενος Ἀθηναίων 30430 3.40.8.117 : λέγῃ· οἱ μὲν γὰρ στρατηγοὶ ἐφ´ οἷς καλλωπίζονται, ὑπερ– 30431 3.40.8.118 : όριοι τεθαμμένοι εἰσί, τὰ δὲ ὀνείδη τῆς δημοκρατίας 30432 3.40.8.119 : ἐν τοῖς δημοσίοις τάφοις· ὅμως δὲ τὸ μὲν ἐπὶ ξένης τα– 30433 3.40.8.120 : φῆναι ὄνειδος, τὸ δ´ ἐν τοῖς δημοσίοις τάφοις τίμιον; 30434 3.40.8.121 : τί δὲ καὶ διαφέρειν ἂν δόξαι ἐπὶ ξένης ταφῆναι ἢ ἐν τῇ 30435 3.40.8.122 : ἰδίᾳ; οὐκ ἀηδῶς γάρ τις τῶν Ἀττικῶν φυγάδων λοιδο– 30436 3.40.8.123 : ρουμένου τινὸς αὐτῷ καὶ λέγοντος ’ἀλλ´ οὐδὲ ταφήσῃ ἐν 30437 3.40.8.124 : τῇ ἰδίᾳ, ἀλλ´ ὥσπερ οἱ ἀσεβεῖς Ἀθηναίων ἐν τῇ Μεγα– 30438 3.40.8.125 : ρικῇ‘, ’ὥσπερ μὲν οὖν οἱ εὐσεβεῖς Μεγαρέων ἐν τῇ Με– 30439 3.40.8.126 : γαρικῇ‘. τί γὰρ τὸ διάφορον; ἢ οὐ πανταχόθεν, φησὶν ὁ 30440 3.40.8.127 : Ἀρίστιππος, ἴση καὶ ὁμοία ἡ εἰς ᾅδου ὁδός; ἢ τὴν 30441 3.40.8.128 : ἀρχὴν εἰ μὴ ταφήσῃ, τί σοι μέλει; ἀλλ´ ἡ περὶ ταφῆς 30442 3.40.8.129 : ἀγωνία, φησὶν ὁ Βίων, πολλὰς τραγῳδίας ἐποίησεν. ὥσπερ 30443 3.40.8.130 : καὶ ὁ Πολυνείκης ἐντέλλεται 30444 3.40.8.131 : θάψον δέ μ´ ὦ τεκοῦσα, καὶ σύ, σύγγονε, 30445 3.40.8.132 : ἐν γῇ πατρῴᾳ, καὶ πόλιν θυμουμένην 30446 3.40.8.133 : παρηγορεῖτον, ὡς τοσόνδε γοῦν τύχω 30447 3.40.8.134 : χθονὸς πατρῴας, κεἰ δόμους ἀπώλεσα. 30448 3.40.8.135 : εἰ δὲ μὴ τύχοις χθονὸς πατρῴας, ἀλλ´ ἐπὶ ξένης ταφείης. 30449 3.40.8.136 : τί ἔσται τὸ διάφορον; ἢ ἐκ Θηβῶν μὲν εἰς ᾅδου ὁ Χάρων 30450 3.40.8.137 : πορθμεύει ...; 30451 3.40.8.138 : καὶ γῆς φίλης ὄχθοισι κρυφθῆναι καλόν. 30452 3.40.8.139 : εἰ δὲ μὴ κρυφθείης, ἀλλὰ ἄταφος 〈ῥιφθείης〉, τί τὸ δυσ– 30453 3.40.8.140 : χερές; ἢ τί διαφέρει ὑπὸ πυρὸς κατακαυθῆναι ἢ ὑπὸ 30454 3.40.8.141 : κυνὸς καταβρωθῆναι ἢ ἐπάνω τῆς γῆς ὄντα ὑπὸ κοράκων 30455 3.40.8.142 : ἢ κατορυχθέντα ὑπὸ σκωλήκων; 30456 3.40.8.143 : συνάρμοσον δέ μου βλέφαρα τῇ σῇ χερί, 30457 3.40.8.144 : μῆτερ. 30458 3.40.8.145 : ἂν δὲ μὴ συναρμόσῃ σου, ἀλλὰ βλέπων καὶ κεχηνὼς ἀπο– 30459 3.40.8.146 : θάνῃς, τί ἔσται τὸ χαλεπόν; ἢ καὶ τῶν ἐν τῇ θαλάττῃ 30460 3.40.8.147 : καὶ ἐν τοῖς πολέμοις ἀποθνῃσκόντων συναρμόζει τις; 30461 3.40.8.148 : ἀλλ´ ἔμοιγε δοκεῖ ταῦτα παιδιά τις ἡμετέρα εἶναι ... 30462 3.40.8.149 : καὶ ἡμεῖς μὲν καὶ ἰδεῖν καὶ ἅψασθαι ὀκνοῦμεν· οἳ δὲ 30463 3.40.8.150 : σκελετεύσαντες ἔνδον ἔχουσι ὡς καλόν τι καὶ ἐνέχυρα τοὺς 30464 3.40.8.151 : νεκροὺς λαμβάνουσιν. οὕτως ἀντέστραπται τῷ ἡμετέρῳ 30465 3.40.8.152 : ὁ ἐκείνων τρόπος. 30466 3.40.9.1 : Μουσωνίου ἐκ τοῦ Ὅτι οὐ κακὸν ἡ φυγή (Muson. rel. 30467 3.40.9.2 : ed. Peerlkamp. p. 163 sqq.). 30468 3.40.9.3 : Φυγάδος δέ τινος ὀδυρομένου ὅτι φεύγει, οὕτω πως 30469 3.40.9.4 : παρεμυθήσατο αὐτόν. φυγὴν γάρ, ἔφη, πῶς ἄν τις μὴ 30470 3.40.9.5 : ἀνόητος ὢν βαρύνοιτο; ἥτις ὕδατος μὲν καὶ γῆς καὶ 30471 3.40.9.6 : ἀέρος, ἔτι δὲ ἡλίου καὶ τῶν ἄλλων ἄστρων οὐκ ἀπείργει 30472 3.40.9.7 : ἡμᾶς οὐδαμῶς, ἀλλ´ οὐδὲ ἀνθρώπων ὁμιλίας, ἁπανταχοῦ 30473 3.40.9.8 : γὰρ καὶ πάντῃ τούτων μετουσία ἐστίν. εἰ δὲ μέρους τινὸς 30474 3.40.9.9 : τῆς γῆς ἀφαιρούμεθα καὶ τινῶν ἀνθρώπων συνουσίας, τί 30475 3.40.9.10 : τοῦτο δεινόν; οὐδὲ γὰρ οἴκοι ὄντες ἁπάσῃ τῇ γῇ ἐχρώ– 30476 3.40.9.11 : μεθα, οὐδὲ ἀνθρώποις ἅπασι συνῆμεν· τοῖς μέντοι φίλοις 30477 3.40.9.12 : καὶ νῦν συνείημεν ἄν, τοῖς γε ἀληθινοῖς καὶ ὧν προσήκει 30478 3.40.9.13 : ποιεῖσθαί τινα λόγον· οὐ γὰρ ἂν οὗτοι προδοῖεν ποτὲ 30479 3.40.9.14 : ἡμᾶς οὐδ´ ἐγκαταλίποιεν· εἰ δέ τινες πλαστοὶ καὶ οὐκ 30480 3.40.9.15 : ἀληθινοὶ φίλοι εἰσί, τούτων ἀπηλλάχθαι κρεῖττον ἢ συν– 30481 3.40.9.16 : εῖναι αὐτοῖς. τί δ´; οὐχὶ κοινὴ πατρὶς ἀνθρώπων ἁπάν– 30482 3.40.9.17 : των ὁ κόσμος ἐστίν, ὥσπερ ἠξίου Σωκράτης; ὥστ´ οὐδὲ 30483 3.40.9.18 : φεύγειν τῇ γε ἀληθείᾳ τὴν πατρίδα νομιστέον, ἂν ἀπέλ– 30484 3.40.9.19 : θῃς ἐντεῦθεν ἔνθα ἔφυς τε καὶ ἐτράφης, πόλεως δὲ 30485 3.40.9.20 : μόνον ἐστερῆσθαί τινος, ἄλλως τε κἂν ἀξιοῖς τις εἶναι 30486 3.40.9.21 : ἐπιεικής. ὁ γὰρ τοιοῦτος χωρίον μὲν οὐδὲν οὔτε τιμᾷ 30487 3.40.9.22 : οὔτ´ ἀτιμάζει οὕτως ὡς εὐδαιμονίας 〈ἢ κακοδαιμονίας〉 30488 3.40.9.23 : αἴτιον· αὐτὸς δὲ ἐν αὑτῷ τίθεται τὸ πᾶν, καὶ νομίζει 30489 3.40.9.24 : εἶναι πολίτης τῆς τοῦ Διὸς πόλεως, ἣ συνέστηκεν ἐξ 30490 3.40.9.25 : ἀνθρώπων καὶ θεῶν. σύμφωνα δὲ τούτοις λέγει καὶ Εὐρι– 30491 3.40.9.26 : πίδης ἐν οἷς φησιν 30492 3.40.9.27 : ἅπας μὲν ἀὴρ ἀετῷ περάσιμος, 30493 3.40.9.28 : ἅπασα δὲ χθὼν ἀνδρὶ γενναίῳ πατρίς. 30494 3.40.9.29 : ὥσπερ οὖν εἴ τις ἐν τῇ πατρίδι ὢν καὶ ἑτέραν οἰκίαν 30495 3.40.9.30 : οἰκῶν, οὐκ ἐν ᾗ ἐτέχθη, δεινοπαθοίη διὰ τοῦτο καὶ ὀδύ– 30496 3.40.9.31 : ροιτο, μάταιος ἂν εἴη καὶ καταγέλαστος· οὕτω καὶ ὅστις 30497 3.40.9.32 : ἑτέραν πόλιν οἰκῶν, οὐκ ἐν ᾗ τυγχάνει γεγονώς, συμφο– 30498 3.40.9.33 : ρὰν ἡγεῖται, ὁ τοιοῦτος εἰκότως ἂν ἄφρων νομίζοιτο καὶ 30499 3.40.9.34 : ἀνόητος. καὶ μὴν πρός γε τὴν ἐπιμέλειαν τὴν ἑαυτῶν 30500 3.40.9.35 : καὶ πρὸς κτῆσιν ἀρετῆς πῶς ἂν τὸ φεύγειν ἐνίσταιτο; 30501 3.40.9.36 : ὁπότε γε μήτε μαθήσεως μήτε ἀσκήσεως [καὶ] ὧν χρὴ 30502 3.40.9.37 : εἴργεταί τις διὰ τὴν φυγήν. πῶς μὲν οὐκ ἂν ἡ φυγὴ καὶ 30503 3.40.9.38 : συνεργοίη πρὸς τὸ τοιοῦτον, παρέχουσά γε σχολὴν καὶ 30504 3.40.9.39 : ἐξουσίαν τοῦ μανθάνειν τε τὰ καλὰ καὶ πράττειν μᾶλλον 30505 3.40.9.40 : ἢ πρότερον, ἅτε μήθ´ ὑπὸ πατρίδος τῆς δοκούσης περι– 30506 3.40.9.41 : ελκομένοις εἰς ὑπηρεσίας πολιτικὰς μήτε ὑπὸ φίλων τῶν 30507 3.40.9.42 : δοκούντων ἢ συγγενῶν ἐνοχλουμένοις, οἵ τινες ἐμποδίσαι 30508 3.40.9.43 : δεινοὶ καὶ ἀποσπάσαι τῆς ἐπὶ τὰ κρείττω ὁρμῆς; ἤδη δέ 30509 3.40.9.44 : τισι καὶ παντάπασι τὸ φεύγειν συνήνεγκεν, ὥσπερ Διο– 30510 3.40.9.45 : γένει, ὃς ἐκ μὲν ἰδιώτου φιλόσοφος ἐγένετο φυγών, ἀντὶ 30511 3.40.9.46 : δὲ τοῦ καθῆσθαι εἰς Σινώπην διέτριψεν ἐν τῇ Ἑλλάδι, 30512 3.40.9.47 : ἀσκήσει δὲ τῇ πρὸς ἀρετὴν τῶν φιλοσόφων διήνεγκεν. 30513 3.40.9.48 : ἄλλοις δέ γε κακῶς τὰ σώματα διακειμένοις ὑπὸ μαλα– 30514 3.40.9.49 : κίας καὶ τρυφῆς ἔρρωσεν ἡ φυγή, βιασθεῖσιν ἀνδρικώ– 30515 3.40.9.50 : τερον διαιτᾶσθαι· καὶ ἴσμεν τινὰς χρονίων νοσημάτων 30516 3.40.9.51 : ἐν τῷ φεύγειν ἀπολυθέντας, ὥσπερ ἀμέλει Σπαρτιατικὸς 30517 3.40.9.52 : οὗτος ὁ Λακεδαιμόνιος, ὃς ἀπὸ πολλοῦ ἔχων τὸ πλευρὸν 30518 3.40.9.53 : κακῶς κἀκ τούτου πολλάκις νοσῶν διὰ τὴν τρυφήν, ἐπειδὴ 30519 3.40.9.54 : ἐπαύσατο τρυφῶν, ἐπαύσατο καὶ νοσηλευόμενος. ἄλλους 30520 3.40.9.55 : δέ γε τῶν ἁβροδιαίτων ποδάγρας ἀπολυθῆναί φασι, πάνυ 30521 3.40.9.56 : δὴ κατατεινομένους πρότερον ὑπὸ τούτου τοῦ πάθους, 30522 3.40.9.57 : οὓς ἡ φυγὴ σκληρότερον διαιτᾶσθαι συνεθίσασα κατ´ 30523 3.40.9.58 : αὐτὸ τοῦτο ὑγιεῖς γενέσθαι παρεσκεύασεν. οὕτως ἄρα 30524 3.40.9.59 : 〈πρὸς〉 τὸ διακεῖσθαι κρεῖττον αὐτοὺς ἑαυτῶν καὶ σῶμα 30525 3.40.9.60 : καὶ ψυχὴν συνεργεῖ μᾶλλον ἢ ἀντιπράττει ἡ φυγή. 30526 3.40.9.61 : Ἀλλ´ οὐδ´ ἀπορεῖν τῶν ἀναγκαίων πάντως ὑπάρχει 30527 3.40.9.62 : τοῖς φεύγουσιν. ὅσοι μὲν γὰρ ἀργοὶ καὶ ἀμήχανοι καὶ 30528 3.40.9.63 : οὐχ οἷοί τε ἀνδρίζεσθαι, οὗτοι μὲν κἀν τῇ πατρίδι ὄντες 30529 3.40.9.64 : ἀποροῦσιν ὡς τὸ πολὺ καὶ ἀμηχανοῦσιν· οἱ δὲ γεννικοὶ 30530 3.40.9.65 : καὶ φιλόπονοι καὶ συνετοί, κἂν ὅποι ποτὲ ἔλθωσιν, εὐ– 30531 3.40.9.66 : ποροῦσι καὶ διάγουσιν ἀνενδεῶς· καὶ γὰρ οὐδὲ δεόμεθα 30532 3.40.9.67 : πολλῶν, ἂν μὴ βουλώμεθα τρυφᾶν· 30533 3.40.9.68 : ἐπεὶ τί δεῖ βροτοῖσι πλὴν δυοῖν μόνον, 30534 3.40.9.69 : Δήμητρος ἀκτῆς πώματός θ´ ὑδρηχόου, 30535 3.40.9.70 : ἅπερ πάρεστι καὶ πέφυχ´ ἡμᾶς τρέφειν; 30536 3.40.9.71 : λέγω δὲ τούς γε λόγου ἀξίους ἄνδρας οὐ τῶν ἀναγκαιο– 30537 3.40.9.72 : τάτων μόνον πρὸς τὸν βίον ῥᾳδίως ἂν εὐπορεῖν ἔξω τῆς 30538 3.40.9.73 : οἰκίας ὄντας, ἀλλὰ καὶ πολλὰ περιποιήσεσθαι χρήματα 30539 3.40.9.74 : πολλάκις. ὁ γοῦν Ὀδυσσεὺς παντὸς φυγάδος ὡς ἄν τις 30540 3.40.9.75 : εἴποι ἀθλιώτερον διακείμενος καὶ μόνος ὢν καὶ γυμνὸς 30541 3.40.9.76 : καὶ ναυαγός, ὅμως ἀφικόμενος εἰς ἀνθρώπους ἀγνῶτας 30542 3.40.9.77 : τοὺς Φαίακας ἐδυνήθη χρηματίσασθαι ἀφθόνως. Θεμι– 30543 3.40.9.78 : στοκλῆς δ´ ἐπεὶ ἔφευγεν οἴκοθεν, οὐ παρὰ μὴ φίλους 30544 3.40.9.79 : μόνον, ἀλλὰ καὶ παρὰ πολεμίους καὶ βαρβάρους ἐλθὼν 30545 3.40.9.80 : τοὺς Πέρσας, τρεῖς ἔλαβε πόλεις δῶρον, Μυοῦντα καὶ 30546 3.40.9.81 : Μαγνησίαν καὶ Λάμψακον, ὥστ´ ἀπὸ τούτων βιοῦν. Δίων 30547 3.40.9.82 : δὲ ὁ Συρακούσιος, ἀφαιρεθεὶς ὑπὸ Διονυσίου τοῦ τυ– 30548 3.40.9.83 : ράννου τὴν οὐσίαν πᾶσαν, ὅτ´ ἐξέπιπτε τῆς πατρίδος, 30549 3.40.9.84 : οὕτως ἐν τῇ φυγῇ χρημάτων εὐπόρησεν, ὥστε καὶ ξενι– 30550 3.40.9.85 : κὸν θρέψαι στράτευμα, μεθ´ οὗ ἦλθεν ἐπὶ Σικελίαν καὶ 30551 3.40.9.86 : ἠλευθέρωσεν αὐτὴν ἀπὸ τοῦ τυράννου. τίς ἂν οὖν εὖ 30552 3.40.9.87 : φρονῶν εἰς ταῦτ´ ἀφορῶν, ἔτι τὴν φυγὴν ἀπορίας αἰ– 30553 3.40.9.88 : τίαν εἶναι πᾶσι τοῖς φεύγουσιν ὑπολαμβάνοι; ἀλλ´ οὐδὲ 30554 3.40.9.89 : κακοδοξεῖν πάντως ἀνάγκη τοὺς φυγόντας διὰ τὴν φυγήν, 30555 3.40.9.90 : γνωρίμου γε πᾶσιν ὄντος, ὅτι καὶ δίκαι πολλαὶ δικά– 30556 3.40.9.91 : ζονται κακῶς καὶ ἐκβάλλονται πολλοὶ τῆς πατρίδος ἀδί– 30557 3.40.9.92 : κως, καὶ ὅτι ἤδη τινὲς ἄνδρες ἀγαθοὶ ὄντες ἐξηλάθησαν 30558 3.40.9.93 : ὑπὸ τῶν πολιτῶν· ὥσπερ Ἀθήνηθεν μὲν Ἀριστείδης ὁ 30559 3.40.9.94 : δίκαιος, ἐξ Ἐφέσου δὲ Ἑρμόδωρος, ἐφ´ ᾧ καὶ Ἡράκλει– 30560 3.40.9.95 : τος ὅτι ἔφυγεν ἡβηδὸν ἐκέλευεν Ἐφεσίους ἀπάγξασθαι. 30561 3.40.9.96 : ἔνιοι δέ γε καὶ ἐνδοξότατοι φεύγοντες ἐγένοντο, καθάπερ 30562 3.40.9.97 : Διογένης ὁ Σινωπεύς, καὶ Κλέαρχος ὁ Λακεδαιμόνιος 30563 3.40.9.98 : ὁ μετὰ Κύρου στρατεύσας ἐπ´ Ἀρταξέρξην, καὶ ἄλλους 30564 3.40.9.99 : ἄν τις ἔχοι βουλόμενος λέγειν πολλούς. καίτοι πῶς ἂν 30565 3.40.9.100 : εἴη τοῦτο κακοδοξίας αἴτιον, ἐν ᾧ τινες ἐνδοξότεροι γε– 30566 3.40.9.101 : γόνασιν, ἢ πρότερον ἦσαν; 30567 3.40.9.102 : Νὴ Δί´ ἀλλ´ Εὐριπίδης φησὶν ἐλευθερίας στέρε– 30568 3.40.9.103 : σθαι τοὺς φυγάδας, ἐπεὶ καὶ παρρησίας. πεποίηκε γὰρ 30569 3.40.9.104 : τὴν μὲν Ἰοκάστην πυνθανομένην Πολυνείκους τοῦ υἱέος, 30570 3.40.9.105 : τίνα δυσχερῆ τῷ φεύγοντί ἐστιν· ὃ δ´ ἀποκρίνεται ὅτι 30571 3.40.9.106 : ἓν μὲν μέγιστον, οὐκ ἔχει παρρησίαν, 30572 3.40.9.107 : ἣ δ´ αὖ πρὸς αὐτὸν 30573 3.40.9.108 : δούλου τόδ´ εἶπας, μὴ λέγειν ἅ τις φρονεῖ. 30574 3.40.9.109 : ἐγὼ δὲ φαίην ἂν πρὸς τὸν Εὐριπίδην ὅτι, ὦ Εὐριπίδη, 30575 3.40.9.110 : τοῦτο μὲν ὀρθῶς ὑπολαμβάνεις, ὡς δούλου ἐστίν, ἃ φρο– 30576 3.40.9.111 : νεῖ μὴ λέγειν, ὅταν γε δέῃ λέγειν· οὐ γὰρ ἀεὶ καὶ παν– 30577 3.40.9.112 : ταχοῦ καὶ πρὸς ὁντινοῦν λεκτέον ἃ φρονοῦμεν. ἐκεῖνο 30578 3.40.9.113 : δὲ οὔ μοι δοκεῖς εὖ εἰρηκέναι, τὸ μὴ μετεῖναι τοῖς φεύ– 30579 3.40.9.114 : γουσι παρρησίας, εἴπερ παρρησία σοι δοκεῖ τὸ μὴ σιγᾶν 30580 3.40.9.115 : ἃ φρονῶν τυγχάνει τις. οὐ γὰρ οἱ φεύγοντες ὀκνοῦσι 30581 3.40.9.116 : λέγειν ἃ φρονοῦσιν, ἀλλ´ οἱ δεδιότες μὴ ἐκ τοῦ εἰπεῖν 30582 3.40.9.117 : γένηται αὐτοῖς πόνος ἢ θάνατος ἢ ζημία ἤ τι τοιοῦτον 30583 3.40.9.118 : ἕτερον. τοῦτο δὲ τὸ δέος μὰ Δία οὐχ ἡ φυγὴ ποιεῖ. 30584 3.40.9.119 : πολλοῖς γὰρ ὑπάρχει καὶ τῶν ἐν τῇ πατρίδι ὄντων, μᾶλ– 30585 3.40.9.120 : λον δὲ τοῖς πλείστοις, τὰ δοκοῦντα δεινὰ δεδιέναι. ὁ δὲ 30586 3.40.9.121 : ἀνδρεῖος οὐδὲν ἧττον φυγὰς ὢν ἤπερ οἴκοι θαρρεῖ πρὸς 30587 3.40.9.122 : ἅπαντα τὰ τοιαῦτα, διὸ καὶ λέγει ἃ φρονεῖ θαρρῶν οὐ– 30588 3.40.9.123 : δὲν μᾶλλον ἢ ὅταν ᾖ μὴ φυγάς, ὅταν φεύγων τύχῃ. 30589 3.40.9.124 : ταῦτα μὲν πρὸς Εὐριπίδην εἴποι τις ἄν· σὺ δ´ εἰπέ μοι, 30590 3.40.9.125 : ὦ ἑταῖρε, ὅτε Διογένης φεύγων ἦν Ἀθήνησιν, ἢ ὅτε πρα– 30591 3.40.9.126 : θεὶς ὑπὸ τῶν λῃστῶν ἦλθεν εἰς Κόρινθον, ἆρα τότε 30592 3.40.9.127 : πλείω παρρησίαν ἄλλος τις ἐπεδείξατο Διογένους ἢ Ἀθη– 30593 3.40.9.128 : ναῖος ἢ Κορίνθιος; τί δ´; ἐλευθεριώτερος ἄλλος τις ἢ 30594 3.40.9.129 : Διογένης τῶν τότε ἀνθρώπων ἦν; ὃς καὶ Ξενιάδου τοῦ 30595 3.40.9.130 : πριαμένου αὐτὸν ὡς δεσπότης δούλου ἦρχεν. καὶ τί δεῖ 30596 3.40.9.131 : τὰ παλαιὰ λέγειν; ἀλλ´ ἐγώ σοι οὐ δοκῶ εἶναι φυγάς; 30597 3.40.9.132 : ἆρ´ οὖν ἐστέρημαι παρρησίας; ἆρα ἀφῄρημαι τὴν ἐξου– 30598 3.40.9.133 : σίαν τοῦ ἃ φρονῶ λέγειν; ἤδη δέ με εἶδες ἢ σὺ ἢ ἕτε– 30599 3.40.9.134 : ρος ὑποπτήσσοντά τῳ ὅτι φεύγω; ἢ χεῖρον ἔχειν τὰ 30600 3.40.9.135 : πράγματα νομίζοντα νῦν ἢ πρότερον; ἀλλ´ οὐδὲ μὰ Δία 30601 3.40.9.136 : λυπούμενον ἢ ἀθυμοῦντα διὰ τὴν φυγὴν φαίης ἂν ἑωρα– 30602 3.40.9.137 : κέναι με. καὶ γὰρ εἰ τὴν πατρίδα τις [ἡμᾶς] ἀφῄρηται, 30603 3.40.9.138 : τό γε δύνασθαι φέρειν φυγὴν οὐκ ἀφῄρηται. 30604 3.40.9.139 : Οἷς δὲ λογισμοῖς χρῶμαι πρὸς ἐμαυτόν, ὥστε μὴ 30605 3.40.9.140 : ἄχθεσθαι τῇ φυγῇ, τούτους καὶ πρὸς σὲ εἴποιμι ἄν. 30606 3.40.9.141 : δοκεῖ μοι ἡ φυγὴ στερίσκειν μὲν ἄνθρωπον οὐ πάντως 30607 3.40.9.142 : οὐδ´ ὧν οἱ πολλοὶ νομίζουσιν ἀγαθῶν, καθάπερ ἄρτι 30608 3.40.9.143 : ἐδείκνυον. εἰ δ´ οὖν καὶ στερίσκοι ἢ τινὸς ἢ πάντων 30609 3.40.9.144 : τούτων, τῶν γε ἀληθῶς ἀγαθῶν οὐ στερίσκει· οὔτε γὰρ 30610 3.40.9.145 : ἀνδρείαν ἢ δικαιοσύνην ὁ φεύγων ἔχειν κωλύεται, διὸ 30611 3.40.9.146 : φεύγει, οὔτε σωφροσύνην ἢ φρόνησιν, οὐδ´ αὖ ἀρετὴν 30612 3.40.9.147 : ἄλλην ἡντινοῦν, αἳ παροῦσαί τε κοσμεῖν καὶ ὠφελεῖν πε– 30613 3.40.9.148 : φύκασι τὸν ἄνθρωπον καὶ ἐπαινετὸν ἀποφαίνειν καὶ 30614 3.40.9.149 : εὐκλεῆ, ἀποῦσαί τε βλάπτειν καὶ καταισχύνειν κακὸν 30615 3.40.9.150 : ἀποφαίνουσαι καὶ ἀκλεῆ. τούτων δὲ ταύτῃ ἐχόντων, εἰ 30616 3.40.9.151 : μὲν ἀγαθὸς εἶ οὗτος καὶ τὰς ἀρετὰς ἔχεις, οὐκ ἄν σε 30617 3.40.9.152 : βλάπτοι ἡ φυγὴ οὐδ´ ἂν ταπεινοίη, παρόντων γε τῶν 30618 3.40.9.153 : ὠφελεῖν καὶ ἐπαίρειν μάλιστα δυναμένων· εἰ δὲ τυγχά– 30619 3.40.9.154 : νεις κακὸς ὤν, ἡ κακία σε βλάπτει καὶ οὐχ ἡ φυγή· 30620 3.40.9.155 : καὶ τήν γε λύπην ἡ κακία σοι ἐπάγει, οὐχ ἡ φυγή· διὸ 30621 3.40.9.156 : ταύτης ἀπολυθῆναι δεῖ σε σπεύδειν μᾶλλον ἢ τῆς φυ– 30622 3.40.9.157 : γῆς. ταῦτα καὶ πρὸς ἐμαυτὸν ἔλεγον ἀεὶ καὶ πρὸς σὲ 30623 3.40.9.158 : λέγω νῦν. σὺ δ´, ἂν σωφρονῇς, οὐ τὴν φυγὴν δεινὸν 30624 3.40.9.159 : ἡγήσῃ εἶναι, ἥν γε φέρουσιν ἕτεροι εὐπετῶς, τὴν δὲ κα– 30625 3.40.9.160 : κίαν, ἧς ἐνούσης ἄθλιος πᾶς ὅστις ἂν ἔχῃ αὐτήν. καὶ 30626 3.40.9.161 : γὰρ δὴ δυοῖν ἀνάγκη τὸ ἕτερον, ἢ ἀδίκως ἢ δικαίως σε 30627 3.40.9.162 : φεύγειν· εἰ μὲν δὴ δικαίως, πῶς ποτε ὀρθὸν ἢ προσῆκον 30628 3.40.9.163 : ἄχθεσθαι τοῖς δικαίοις; εἰ δ´ ἀδίκως, τῶν ἐξελασάντων 30629 3.40.9.164 : τοῦτ´ ἂν εἴη κακόν, οὐχ ἡμέτερον· εἴπερ νὴ Δία τὸ μὲν 30630 3.40.9.165 : ἀδικεῖν θεομισέστατόν ἐστιν, ὅπερ [ἐν] ἐκείνοις συμβέ– 30631 3.40.9.166 : βηκε· τὸ δ´ ἀδικεῖσθαι, ὅπερ συμβέβηκεν ἡμῖν, καὶ παρὰ 30632 3.40.9.167 : θεοῖς καὶ παρ´ ἀνθρώποις τοῖς ἐπιεικέσιν ἐπικουρίας, 30633 3.40.9.168 : ἀλλ´ οὐχὶ μίσους ἄξιον εἶναι ὑπείληπται. 30634 3.41.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΑΠΟΡΡΗΤΩΝ.}1 30635 3.41.1.1 : Εὐριπίδου Ἰνοῖ (fr. 411 N. 2). 30636 3.41.1.2 : Ἴστω δὲ μηδεὶς ταῦθ´ ἃ σιγᾶσθαι χρεών· 30637 3.41.1.3 : μικροῦ γὰρ ἐκ λαμπτῆρος Ἰδαῖον λέπας 30638 3.41.1.4 : πρήσειεν ἄν τις· κἂν πρὸς † ἕνα εἴποις ποτέ, 30639 3.41.1.5 : πύθοιντ´ ἂν ἀστοὶ πάντες ἃ κρύπτειν χρεών. 30640 3.41.2.1 : Ἀναξανδρίδου (fab. inc. fr. IV com. III p. 197). 30641 3.41.2.2 : Ὅστις λόγους. παρακαταθήκην γὰρ λαβὼν 30642 3.41.2.3 : ἐξεῖπεν, ἄδικός ἐστιν ἢ ἀκρατὴς ἄγαν· 30643 3.41.2.4 : ὁ μὲν διὰ κέρδος, ἄδικος· ὁ δὲ τούτου δίχα, 30644 3.41.2.5 : ἀκρατής· ἴσως δέ γ´ εἰσὶν ἀμφότεροι κακοί. 30645 3.41.3.1 : Σοφοκλέους (fr. 849 N. 2). 30646 3.41.3.2 : Μή μοι κρυφαῖον μηδὲν ἐξείπῃς ἔπος· 30647 3.41.3.3 : κλῇθρον γὰρ οὐδέν· ὡς δ´ ἂν εὐπετὲς λάβοις, 30648 3.41.3.4 : γλώσσης κρυφαῖον οὐδὲν οὐ διέρχεται. 30649 3.41.4.1 : Σοφοκλέους Ἀλεάδαις (fr. 80 N. 2). 30650 3.41.4.2 : Μὴ πάντ´ ἐρεύνα, πολλὰ καὶ λαθεῖν καλόν. 30651 3.41.5.1 : Σωκράτους. 30652 3.41.5.2 : Σωκράτης ἔλεγεν, ὅτι ῥᾷον ἄν τις διάπυρον ἄνθρακα 30653 3.41.5.3 : ἐπὶ τῆς γλώττης κατάσχοι ἢ λόγον ἀπόρρητον. 30654 3.41.6.1 : Εὐριπίδου. 30655 3.41.6.2 : Εὐριπίδης, ὀνειδίζοντος αὐτῷ τινὸς ὅτι τὸ στόμα 30656 3.41.6.3 : δυσῶδες ἦν, ’πολλὰ γάρ‘ εἶπεν ’αὐτῷ ἀπόρρητα ἐγκατε– 30657 3.41.6.4 : σάπη‘. 30658 3.41.7.1 : Περιάνδρου. 30659 3.41.7.2 : Λόγων ἀπορρήτων ἐκφορὰς μὴ ποιοῦ. 30660 3.41.8.1 : Ἀριστοτέλους. 30661 3.41.8.2 : Ἀριστοτέλης ἐρωτηθεὶς τί δυσκολώτατόν ἐστιν ἐν τῷ 30662 3.41.8.3 : βίῳ, εἶπε ’τὸ σιωπᾶν ἃ μὴ δεῖ λαλεῖν‘. 30663 3.41.9.1 : Πυθαγόρου. 30664 3.41.9.2 : Ἀείσω συνετοῖσι, θύρας δ´ ἐπίθεσθε βέβηλοι. 30665 3.41.10.1 : Ἰσοκράτους ἐκ τοῦ Πρὸς Δημόνικον (§ 22 p. 6 d). 30666 3.41.10.2 : Μᾶλλον τήρει τὰς τῶν λόγων ἢ τὰς τῶν χρημάτων 30667 3.41.10.3 : παρακαταθήκας· δεῖ γὰρ τοὺς ἀγαθοὺς ἄνδρας τρόπον 30668 3.41.10.4 : ὅρκου πιστότερον φαίνεσθαι παρεχομένους. 30669 3.42.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΔΙΑΒΟΛΗΣ.}1 30670 3.42.1.1 : Μενάνδρου Βοιωτία (fr. 1 com. IV p. 94). 30671 3.42.1.2 : Οὐ δεῖ διαβολῆς καταφρονεῖν, οὐδ´ ἂν σφόδρ´ ᾖ 30672 3.42.1.3 : ψευδής· ἐπίσταντ´ αὐξάνειν αὐτήν τινες, 30673 3.42.1.4 : δι´ οὓς φυλάττεσθαι τὰ τοιαῦτ´ ὀρθῶς ἔχει. 30674 3.42.2.1 : Κλεάνθους. 30675 3.42.2.2 : Κακουργότερον οὐδὲν διαβολῆς ἔστι πω. 30676 3.42.2.3 : λάθρᾳ γὰρ ἀπατήσασα τὸν πεπεισμένον 30677 3.42.2.4 : μῖσος ἀναπλάττει πρὸς τὸν οὐδὲν αἴτιον. 30678 3.42.3.1 : Εὐριπίδου Ἀλεξάνδρου (fr. 56 N. 2). 30679 3.42.3.2 : Ἄναξ, διαβολαὶ δεινὸν ἀνθρώποις κακόν· 30680 3.42.3.3 : ἀγλωσσίᾳ δὲ πολλάκις ληφθεὶς ἀνὴρ 30681 3.42.3.4 : δίκαια λέξας ἧσσον εὐγλώσσου φέρει. 30682 3.42.4.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 50 com. IV p. 249). 30683 3.42.4.2 : Οὐδὲν διαβολῆς ἐστιν ἐπιπονώτερον. 30684 3.42.4.3 : τὴν ἐν ἑτέρῳ γὰρ κειμένην ἁμαρτίαν 30685 3.42.4.4 : δεῖ μέμψιν ἰδίαν αὐτὸν ἐπάναγκες λαβεῖν. 30686 3.42.5.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fab. inc. fr. 250 com. IV p. 289). 30687 3.42.5.2 : Τὸ δοκεῖν διαβολὴν ἔσχε μείζω τοῦ ποιεῖν. 30688 3.42.6.1 : Μενάνδρου (fab. inc. fr. 49 com. IV p. 249), 30689 3.42.6.2 : Ὅστις δὲ διαβολαῖσι πείθεται ταχύ, 30690 3.42.6.3 : ἤτοι πονηρὸς αὐτός ἐστι τοὺς τρόπους, 30691 3.42.6.4 : ἢ παντάπασι παιδαρίου γνώμην ἔχει. 30692 3.42.7.1 : Ἰσοκράτους Πρὸς Δημόνικον (§ 17 p. 5 c). 30693 3.42.7.2 : Εὐλαβοῦ τὰς διαβολάς, κἂν ψευδεῖς ὦσιν. οἱ γὰρ 30694 3.42.7.3 : πολλοὶ τὴν μὲν ἀλήθειαν ἀγνοοῦσι, πρὸς δὲ τὴν δόξαν 30695 3.42.7.4 : ἀποβλέπουσιν. 30696 3.42.8.1 : Δημοσθένους (fr. 36 Sauppe). 30697 3.42.8.2 : Διαβολὴ καιρῷ μὲν ἰσχυρὰν ἀπεργάζεται τοῖς ἀκούουσι 30698 3.42.8.3 : τὴν ὑπόληψιν, χρόνῳ δὲ πάντων ἀσθενεστέρα γίνεται. 30699 3.42.9.1 : Θουκυδίδου (VI 41). 30700 3.42.9.2 : Διαβολὰς οὐ σῶφρον οὔτε λέγειν πρὸς ἀλλήλους 30701 3.42.9.3 : οὔτε ἀκούοντας ἀποδέχεσθαι. 30702 3.42.10.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ διαβάλλειν (fr. XXIII 4 Wyttenb.). 30703 3.42.10.2 : Ἱππίας φησίν, ὅτι δεινόν ἐστιν ἡ διαβολία, οὕτως 30704 3.42.10.3 : ὀνομάζων, ὅτι οὐδὲ τιμωρία τις κατ´ αὐτῶν γέγραπται 30705 3.42.10.4 : ἐν τοῖς νόμοις, ὥσπερ τῶν κλεπτῶν· καίτοι ἄριστον ὂν 30706 3.42.10.5 : κτῆμα τὴν φιλίαν κλέπτουσιν, ὥστε ἡ ὕβρις κακοῦργος 30707 3.42.10.6 : οὖσα, δικαιοτέρα ἐστὶ τῆς διαβολῆς διὰ τὸ μὴ ἀφανὴς 30708 3.42.10.7 : εἶναι. 30709 3.42.11.1 : Ῥηγίνου ἐκ τοῦ Περὶ φιλίας. 30710 3.42.11.2 : Πολλοὶ γοῦν ἤδη μείζω κακὰ πεπόνθασιν ὑπὸ τῶν 30711 3.42.11.3 : διαβόλων ἢ τῶν πολεμίων· καὶ πολλοὶ ἤδη μείζω ἠδί– 30712 3.42.11.4 : κηνται ὑπὸ τῆς τῶν ὤτων ἀσθενείας ἢ ὑπὸ τῆς τῶν 30713 3.42.11.5 : ἐχθρῶν ἐπιβουλῆς. 30714 3.42.12.1 : Δίωνος ἐκ τοῦ Οἰκονομικοῦ. 30715 3.42.12.2 : Ἀρξόμεθα δὲ ἀπὸ τοῦ μάλιστα ὠφελοῦντος οἰκίαν· 30716 3.42.12.3 : εἴη δ´ ἂν τοῦτο ἐπιτίμησις διαβολῆς. διαβολὴ γὰρ κακῶν 30717 3.42.12.4 : τὸ πολλῷ ὀξύτατον. 30718 3.42.13.1 : Πελοπίδου. 30719 3.42.13.2 : Πελοπίδας, ἀνδρείου στρατιώτου διαβληθέντος αὐτῷ 30720 3.42.13.3 : ὡς βλασφημοῦντος αὐτόν, ’ἐγὼ τὰ μὲν ἔργα‘ ἔφη ’αὐ– 30721 3.42.13.4 : τοῦ βλέπω, τῶν δὲ λόγων οὐκ ἤκουσα‘. 30722 3.42.14.1 : Φιλο.. 30723 3.42.14.2 : ..λὰς ἄνδρα τοιοῦτον εἰς προκλήσεις αἰσχράς. τὸ γὰρ 30724 3.42.14.3 : ’ἔλεγξον‘ καὶ τὸ ’προσταχθείς‘, ταῦτα πάντα ἔρρωται μέν, 30725 3.42.14.4 : τὸ δ´ ἀνδρὸς ἀρετῇ πρέπον οὐκ ἔχει. 30726 3.42.15.1 : ... 30727 3.42.15.2 : Τὸ νικᾶν τὰ τοιαῦτα φέρει τινὰ αἰσχύνην τοῖς δια– 30728 3.42.15.3 : βληθεῖσιν, ἃ μηδὲ δοκεῖν ἔδει. 30729 3.42.16.1 : Ἡροδότου Ἱστορίας ζʹ (VII 10). 30730 3.42.16.2 : Διαβολὴ γάρ ἐστι δεινότατον· ἐν τῇ δύο μέν εἰσιν 30731 3.42.16.3 : οἱ ἀδικέοντες, εἷς δὲ ὁ ἀδικεόμενος. ὁ μὲν γὰρ δια– 30732 3.42.16.4 : βάλλων ἀδικέει οὐ παρεόντι κατηγορέων, ὁ δὲ ἀδικέει 30733 3.42.16.5 : ἀναπειθόμενος πρὶν ἢ ἀτρεκέως ἐκμάθῃ. ὁ δὲ δὴ ἀπεὼν 30734 3.42.16.6 : τοῦ λόγου τάδε ἐν αὐτοῖσιν ἀδικέεται, διαβληθείς τε 30735 3.42.16.7 : ὑπὸ τοῦ ἑτέρου καὶ νομισθεὶς πρὸς τοῦ ἑτέρου κακὸς 30736 3.42.16.8 : εἶναι. 30737 3.42.17.1 : Ἰωσήπου ἐκ τῆς Ἁλώσεως (I 3, 4). 30738 3.42.17.2 : Πᾶσαν εὔνοιαν καὶ φύσιν κόπτει διαβολή. 30739 4.1.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ.}1 30740 4.1.1.1 : Εὐριπίδου Φοίνισσαι ( 1015 ss.). 30741 4.1.1.2 : Εἰ γὰρ λαβὼν ἕκαστος ὅ τι δύναιτό τις 30742 4.1.1.3 : χρηστὸν διέλθοι τοῦτο κεἰς κοινὸν φέροι 30743 4.1.1.4 : πατρίδι, κακῶν 〈ἂν〉 αἱ πόλεις ἐλασσόνων 30744 4.1.1.5 : πειρώμεναι τὸ λοιπὸν εὐτυχοῖεν ἄν. 30745 4.1.2.1 : Εὐριπίδου Φαέθοντι (fr. 784 N. 2). 30746 4.1.2.2 : Ἐν τοῖσι μώροις τοῦτ´ ἐγὼ κρίνω βροτῶν, 30747 4.1.2.3 : ὅστις [τῶν] πατὴρ ὡς παισὶ μὴ φρονοῦσιν εὖ 30748 4.1.2.4 : εἰκῆ πολίταις παραδίδως´ ἐξουσίαν. 30749 4.1.3.1 : (eiusd. fr. 774 N. 2). 30750 4.1.3.2 : Ναῦν τοι μί´ ἄγκυρ´ οὐδαμῶς σῴζειν φιλεῖ 30751 4.1.3.3 : ὡς τρεῖς ἀφέντι· προστάτης θ´ ἁπλοῦς πόλει 30752 4.1.3.4 : σφαλερός, ὑπὼν δὲ κἄλλος οὐ κακὸν πέλει. 30753 4.1.4.1 : Εὐριπίδου Φρίξῳ (fr. 828 N. 2). 30754 4.1.4.2 : Αἱ γὰρ πόλεις εἴς´ ἄνδρες, οὐκ ἐρημία. 30755 4.1.5.1 : Σοφοκλέους Φαίδρα (fr. 622 N. 2). 30756 4.1.5.2 : Οὐ γάρ ποτ´ ἂν γένοιτ´ ἂν ἀσφαλὴς πόλις, 30757 4.1.5.3 : ἐν ᾗ τὰ μὲν δίκαια καὶ τὰ σώφρονα 30758 4.1.5.4 : λάγδην πατεῖται, κωτίλος δ´ ἀνὴρ λαβὼν 30759 4.1.5.5 : πανοῦργα χερσὶν κέντρα κηδεύει πόλιν. 30760 4.1.6.1 : Σοφοκλέους Ἀλεάδαι (fr. 81 N. 2). 30761 4.1.6.2 : Κοὐκ οἶδ´ ὅ τι χρὴ πρὸς ταῦτα λέγειν, 30762 4.1.6.3 : ὅταν οἵ τ´ ἀγαθοὶ πρὸς τῶν ἀγενῶν 30763 4.1.6.4 : κατανικῶνται· 30764 4.1.6.5 : ποία πόλις ἂν τάδ´ ἐνέγκοι; 30765 4.1.7.1 : Τοῦ αὐτοῦ Ἐριφύλη (fr. 193 N. 2). 30766 4.1.7.2 : Ὅπου δὲ μὴ τἄριστ´ ἐλευθέρως λέγειν 30767 4.1.7.3 : ἔξεστι, νικᾷ δ´ ἐν πόλει τὰ χείρονα, 30768 4.1.7.4 : ἁμαρτίαι σφάλλουσι τὴν σωτηρίαν. 30769 4.1.8.1 : Βίωνος Βουκολικά (fr. III p. 140 Wil.). 30770 4.1.8.2 : Μηδὲ λίπῃς μ´ ἀγέραστον, ἐπὴν χὡ Φοῖβος ἀείδειν 30771 4.1.8.3 : μισθὸν ἔδωκε· τιμὰ δὲ τὰ πράγματα κρέσσονα ποιεῖ. 30772 4.1.9.1 : Εὐπόλιδος (fr. 117 K.). 30773 4.1.9.2 : Καὶ μὴν ἐγὼ πολλῶν παρόντων οὐκ ἔχω τί λέξω. 30774 4.1.9.3 : οὕτω σφόδρ´ ἀλγῶ τὴν πολιτείαν ὁρῶν παρ´ ἡμῖν. 30775 4.1.9.4 : ἡμεῖς γὰρ οὐχ οὕτω τέως ᾠκοῦμεν οἱ γέροντες, 30776 4.1.9.5 : ἀλλ´ ἦσαν ἡμῖν τῇ πόλει πρῶτον μὲν οἱ στρατηγοὶ 30777 4.1.9.6 : ἐκ τῶν μεγίστων οἰκιῶν, πλούτῳ γένει τε πρῶτοι, 30778 4.1.9.7 : οἷς ὡσπερεὶ θεοῖσιν ηὐχόμεσθα· καὶ γὰρ ἦσαν· 30779 4.1.9.8 : ὥστ´ ἀσφαλῶς ἐπράττομεν· νυνὶ δ´, ὅταν τύχωμεν, 30780 4.1.9.9 : στρατευόμεσθ´ αἱρούμενοι καθάρματα στρατηγούς. 30781 4.1.10.1 : Εὐριπίδου Ἱκετίδων ( 238 ss.). 30782 4.1.10.2 : Τρεῖς γὰρ πολιτῶν μερίδες· οἱ μὲν ὄλβιοι 30783 4.1.10.3 : ἀνωφελεῖς τε πλειόνων τ´ ἐρῶς´ ἀεί, 30784 4.1.10.4 : οἱ δ´ οὐκ ἔχοντες καὶ σπανίζοντες βίου 30785 4.1.10.5 : δεινοὶ νέμοντες τῷ φθόνῳ πλεῖον μέρος 30786 4.1.10.6 : εἰς τοὺς ἔχοντας κέντρ´ ἀφιᾶσιν κακὰ 30787 4.1.10.7 : γλώσσῃ πονηρῶν προστατῶν φηλούμενοι. 30788 4.1.10.8 : τριῶν δὲ μοιρῶν ἡ μέση σῴζει πόλιν, 30789 4.1.10.9 : κόσμον φυλάσσους´, ὅντιν´ ἂν δόξῃ πόλει. 30790 4.1.11.1 : Σοφοκλέους (fr. 850 N. 2). 30791 4.1.11.2 : Ὅπου γὰρ οἱ φύσαντες ἡσσῶνται τέκνων, 30792 4.1.11.3 : οὐκ ἔστιν αὕτη σωφρόνων ἀνδρῶν πόλις. 30793 4.1.12.1 : Εὐριπίδου Αὔγῃ (fr. 267 N. 2). 30794 4.1.12.2 : Δεινὴ πόλις νοσοῦς´ ἀνευρίσκειν κακά. 30795 4.1.13.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 1048 N. 2). 30796 4.1.13.2 : Οὐκ ἔστιν οὐδὲν τῶν ἐν ἀνθρώποις ἴσον. 30797 4.1.13.3 : χρῆν γὰρ τύχας μὲν τὰς μάτην πλανωμένας 30798 4.1.13.4 : μηδὲν δύνασθαι, τἀμφανῆ δ´ ὑψήλ´ ἄγειν. 30799 4.1.13.5 : ὅστις κατ´ ἰσχὺν πρῶτος ὠνομάζετο 30800 4.1.13.6 : ἢ τόξα πάλλων ἢ μάχῃ δορὸς σθένων, 30801 4.1.13.7 : τοῦτον τυραννεῖν τῶν κακιόνων ἐχρῆν. 30802 4.1.14.1 : Σοφοκλέους Αἴαντι ( 1071 ss.). 30803 4.1.14.2 : Καίτοι κακοῦ πρὸς ἀνδρὸς ἄνδρα δημότην 30804 4.1.14.3 : μηδὲν δικαιοῦν τῶν ἐφεστώτων κλύειν. 30805 4.1.14.4 : οὐ γάρ ποτ´ οὔτ´ ἂν ἐν πόλει νόμοι καλῶς 30806 4.1.14.5 : φέροιντ´ ἄν, ἔνθα μὴ παρεστήκῃ δέος, 30807 4.1.14.6 : οὔτ´ ἂν στρατός γε σωφρόνως ἄρχοιτ´ ἔτι 30808 4.1.14.7 : μηδὲν φόβου πρόβλημα μηδ´ αἰδοῦς ἔχων. 30809 4.1.15.1 : Μενάνδρου Ἐμπιμπραμένῃ (fr. 155 K.). 30810 4.1.15.2 : Τρία γάρ ἐστι, δέσποτα, 30811 4.1.15.3 : δι´ ὧν ἅπαντα γίνετ´, ἢ κατὰ 〈τοὺς〉 νόμους, 30812 4.1.15.4 : ἢ ταῖς ἀνάγκαις, ἢ 〈τὸ〉 τρίτον ἔθει τινί. 30813 4.1.16.1 : Εὐριπίδου Φοίνικι (fr. 806 N. 2). 30814 4.1.16.2 : Ἀλλ´ οὔποτ´ αὐτὸς ἀμπλακὼν ἄλλον βροτὸν 30815 4.1.16.3 : παραινέσαιμ´ ὂν παισὶ προσθεῖναι κράτη, 30816 4.1.16.4 : πρὶν ἂν κατ´ ὄσσων τυγχάνῃ με καὶ σκότος, 30817 4.1.16.5 : εἰ χρὴ διελθεῖν πρὸς τέκνων νικώμενον. 30818 4.1.17.1 : Σοφοκλῆς Αἴαντι ( 1081 ss.). 30819 4.1.17.2 : Ὅπου δ´ ὑβρίζειν δρᾶν θ´ ἃ βούλεται παρῇ, 30820 4.1.17.3 : ταύτην νόμιζε τὴν πόλιν χρόνῳ ποτὲ 30821 4.1.17.4 : ἐξ οὐρίων δραμοῦσαν εἰς βυθὸν πεσεῖν. 30822 4.1.17.5 : ἀλλ´ ἑστάτω μοι καὶ δέος τι καίριον, 30823 4.1.17.6 : καὶ μὴ δοκῶμεν δρῶντες ἃν ἡδώμεθα, 30824 4.1.17.7 : οὐκ ἀντιτίσειν αὖθις ἃν λυπώμεθα· 30825 4.1.17.8 : ἕρπει [γὰρ] παραλλὰξ ταῦτα. 30826 4.1.18.1 : Εὐριπίδου Ἑκάβῃ ( 306 ss.). 30827 4.1.18.2 : Ἐν τῷδε γὰρ κάμνουσιν αἱ πολλαὶ πόλεις, 30828 4.1.18.3 : ὅταν τις ἐσθλὸς καὶ πρόθυμος ὢν ἀνὴρ 30829 4.1.18.4 : μηδὲν φέρηται τῶν κακιόνων πλέον. 30830 4.1.19.1 : Σοφοκλῆς Αἴαντι ( 157 ss.). 30831 4.1.19.2 : Πρὸς γὰρ τὸν ἔχονθ´ ὁ φθόνος ἕρπει. 30832 4.1.19.3 : καίτοι σμικροὶ μεγάλων χωρὶς 30833 4.1.19.4 : σφαλερὸν πύργου ῥῦμα πέλονται· 30834 4.1.19.5 : μετὰ γὰρ μεγάλων βαιὸς ἄριστ´ ἂν 30835 4.1.19.6 : καὶ μέγας ὀρθοῖθ´ ὑπὸ μικροτέρων. 30836 4.1.19.7 : ἀλλ´ οὐ δυνατὸν τοὺς ἀνοήτους 30837 4.1.19.8 : τούτων γνώμας προδιδάσκειν. 30838 4.1.20.1 : Εὐριπίδου Αἰόλῳ (fr. 21 N. 2). 30839 4.1.20.2 : Δοκεῖτ´ ἂν οἰκεῖν ῥᾷον, εἰ πένης ἅπας 30840 4.1.20.3 : λαὸς πολιτεύοιτο πλουσίων ἄτερ; 30841 4.1.20.4 : οὐκ ἂν γένοιτο χωρὶς ἐσθλὰ καὶ κακά, 30842 4.1.20.5 : ἀλλ´ ἔστι τις σύγκρασις, ὥστ´ ἔχειν καλῶς. 30843 4.1.20.6 : ἃ μὴ γὰρ ἔστι τῷ πένητι, πλούσιος 30844 4.1.20.7 : δίδως´· ἃ δ´ οἱ πλουτοῦντες οὐ κεκτήμεθα, 30845 4.1.20.8 : τοῖσιν πένησι χρώμενοι τιμώμεθα. 30846 4.1.21.1 : Μενάνδρου (fr. 265 K.). 30847 4.1.21.2 : Τὸ καλῶς ἔχον που κρεῖττόν ἐστι καὶ νόμου. 30848 4.1.22.1 : Εὐριπίδου Ἀντιγόνη (fr. 173 N. 2). 30849 4.1.22.2 : Οἰκεῖος ἀνθρώποισι γίγνεσθαι φιλεῖ 30850 4.1.22.3 : πόλεμος ἐν ἀστοῖς, ἢν διχοστατῇ πόλις. 30851 4.1.23.1 : Μενάνδρου (fr. 791 K.). 30852 4.1.23.2 : Κοινὸν ἀγαθόν ἐστι τοῦτο χρηστὸς εὐτυχῶν. 30853 4.1.24.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμήνης (fr. 91 N. 2). 30854 4.1.24.2 : Ἀτρέκεια δ´ ἄριστον ἀνδρὸς ἐν πόλει δικαίου πέλει. 30855 4.1.25.1 : Σοφοκλέους (fr. 851 N. 2). 30856 4.1.25.2 : Νόμοις ἕπεσθαι τοῖσιν ἐγχώροις καλόν. 30857 4.1.26.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Ant. 672). 30858 4.1.26.2 : Ἀναρχίας δὲ μεῖζον οὐκ ἔστιν κακόν. 30859 4.1.27.1 : Ἡνιόχου (fr. 5 com. II p. 433 K.). 30860 4.1.27.2 : Ἐγὼ δ´ ὄνομα τὸ μὲν καθ´ ἑκάστην αὐτίκα 30861 4.1.27.3 : λέξω· συνάπασαι δ´ εἰσὶ παντοδαπαὶ πόλεις, 30862 4.1.27.4 : αἳ νῦν ἀνοηταίνουσι πολὺν ἤδη χρόνον. 30863 4.1.27.5 : τάχ´ ἄν τις ὑποκρούσειεν ὅ τι ποτ´ ἐνθάδε 30864 4.1.27.6 : νῦν εἰσι, κἂν ἔροιτο, παρ´ ἐμοῦ πεύσεται· 30865 4.1.27.7 : τὸ χωρίον μὲν γὰρ τόδ´ ἐστὶ πᾶν κύκλῳ 30866 4.1.27.8 : Ὀλυμπία, τηνδὶ δὲ τὴν σκηνὴν ἐκεῖ 30867 4.1.27.9 : σκηνὴν ὁρᾶν θεωρικὴν νομίζετε. 30868 4.1.27.10 : εἶεν· τί οὖν ἐνταῦθα δρῶσιν αἱ πόλεις; 30869 4.1.27.11 : ἐλευθέρι´ ἀφίκοντο θύσουσαί ποτε, 30870 4.1.27.12 : ὅτε τῶν φόρων ἐγένοντ´ ἐλεύθεραι σχεδόν. 30871 4.1.27.13 : κἄπειτ´ ἀπ´ ἐκείνης τῆς θυσίας διέφθορεν 30872 4.1.27.14 : αὐτὰς ξενίζους´ ἡμέραν ἐξ ἡμέρας 30873 4.1.27.15 : ἀβουλία κατέχουσα πολὺν ἤδη χρόνον. 30874 4.1.27.16 : γυναῖκε δ´ αὐτὴν δύο ταράττετόν τινε 30875 4.1.27.17 : ἀεὶ συνοῦσαι, δημοκρατία θατέρᾳ 30876 4.1.27.18 : ὄνομ´ ἐστί, τῇ δ´ ἀριστοκρατία θατέρᾳ, 30877 4.1.27.19 : δι´ ἃς πεπαρῳνήκασιν ἤδη πολλάκις. 30878 4.1.28.1 : Ἀριστοφάνους (ran. 727–37). 30879 4.1.28.2 : Τῶν πολιτῶν θ´ οὓς μὲν ἴσμεν εὐγενεῖς καὶ σώφρονας 30880 4.1.28.3 : ἄνδρας ὄντας καὶ δικαίους καὶ καλούς τε κἀγαθοὺς 30881 4.1.28.4 : καὶ τραφέντας ἐν παλαίστρᾳ καὶ χοροῖς καὶ μουσικῇ, 30882 4.1.28.5 : προυσελοῦμεν, τοῖς δὲ χαλκοῖς καὶ ξένοις καὶ πυρρίαις 30883 4.1.28.6 : καὶ πονηροῖς κἀκ πονηρῶν εἰς ἅπαντα χρώμεθα 30884 4.1.28.7 : ὑστάτοις ἀφιγμένοισιν, οἷσιν ἡ πόλις πρὸ τοῦ 30885 4.1.28.8 : οὐδὲ φαρμακοῖσιν εἰκῆ ῥᾳδίως ἐχρήσατ´ ἄν. 30886 4.1.28.9 : ἀλλὰ καὶ νῦν, ὦ ´νόητοι, μεταβαλόντες τοὺς τρόπους 30887 4.1.28.10 : χρῆσθε τοῖς χρηστοῖσιν αὖθις· καὶ κατορθώσασι γὰρ 30888 4.1.28.11 : εὔλογον· κἄν τι σφαλῆτ´, ἐξ ἀξίου γὰρ τοῦ ξύλου, 30889 4.1.28.12 : ἤν τι καὶ πάσχητε, πάσχειν τοῖς σοφοῖς δοκήσετε. 30890 4.1.29.1 : Εὐριπίδου (Suppl. 312–13). 30891 4.1.29.2 : Παῦσαι· τὸ γάρ 〈τοι〉 συνέχον ἀνθρώπων πόλεις 30892 4.1.29.3 : τοῦτ´ ἔσθ´, ὅταν τις τοὺς νόμους σῴζῃ καλῶς. 30893 4.1.30.1 : Μενάνδρου (fr. 542 K.). 30894 4.1.30.2 : Εἴπερ τὸν ἀδικοῦντα † μενως ἠμύνετο 30895 4.1.30.3 : ἕκαστος ἡμῶν καὶ συνηγωνίζετο 30896 4.1.30.4 : ἴσως, νομίζων ἴδιον εἶναι τὸ γεγονὸς 30897 4.1.30.5 : ἀδίκημα, καὶ συνέπραττον ἀλλήλοις πικρῶς, 30898 4.1.30.6 : οὐκ ἂν ἐπὶ πλεῖον τὸ κακὸν ἡμῖν ηὔξετο 30899 4.1.30.7 : τὸ τῶν πονηρῶν, ἀλλὰ παρατηρούμενοι 30900 4.1.30.8 : καὶ τυγχάνοντες ἧς ἔδει τιμωρίας 30901 4.1.30.9 : ἤτοι σπάνιοι σφόδρ´ ἂν ἦσαν ἢ πεπαυμένοι. 30902 4.1.31.1 : Μενάνδρου (fr. 726 K.). 30903 4.1.31.2 : Ἔργον ἐστί, Φανία, 30904 4.1.31.3 : μακρὰν συνήθειαν [ἐν] βραχεῖ λῦσαι χρόνῳ. 30905 4.1.32.1 : Αἰσχίνου ἐν τῷ κατὰ Τιμάρχου ( 30 p. 55). 30906 4.1.32.2 : Τὸν γὰρ τὴν ἰδίαν οἰκίαν κακῶς οἰκήσαντα καὶ τὸ 30907 4.1.32.3 : κοινὰ τὰ τῆς πόλεως παραπλησίως ἡγήσατο διαθήσειν. 30908 4.1.33.1 : Δημοκρίτου (fr. 248 Diels 2). 30909 4.1.33.2 : Ὁ νόμος βούλεται μὲν εὐεργετεῖν βίον ἀνθρώπων· 30910 4.1.33.3 : δύναται δέ, ὅταν αὐτοὶ βούλωνται πάσχειν 〈εὖ〉· τοῖσι γὰρ 30911 4.1.33.4 : πειθομένοισι τὴν ἰδίην ἀρετὴν ἐνδείκνυται. 30912 4.1.34.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 249 Diels 2). 30913 4.1.34.2 : Στάσις ἐμφύλιος ἐς ἑκάτερα κακόν· καὶ γὰρ νικέουσι 30914 4.1.34.3 : καὶ ἡσσωμένοις ὁμοίη φθορή. 30915 4.1.35.1 : Αἰσχίνου (c. Ctes. 147 p. 537). 30916 4.1.35.2 : Πονηρὰ φύσις μεγάλης ἐξουσίας λαβομένη μεγάλας 30917 4.1.35.3 : ἀπεργάζεται συμφοράς. 30918 4.1.36.1 : Δημοσθένους ἐκ τοῦ Κατ´ Ἀνδροτίωνος (p. 613). 30919 4.1.36.2 : Τὸν γὰρ ὑπὲρ τῆς πόλεως πράττοντά τι δεῖ τὸ τῆς 30920 4.1.36.3 : πόλεως ἦθος μιμεῖσθαι, καὶ σῴζειν ὑμῖν τοὺς τοιούτους, 30921 4.1.36.4 : ὦ Ἀθηναῖοι, προσήκει, καὶ μισεῖν τοὺς οἷός περ οὗτος. 30922 4.1.36.5 : ὡς ἐκεῖνο εἰδόσι μὲν ἴσως, ὅμως δὲ ἐρῶ· ὁποίους τινὰς 30923 4.1.36.6 : ἂν φαίνησθε ἀγαπῶντες καὶ σῴζοντες, τούτοις ὅμοιοι 30924 4.1.36.7 : δόξετε εἶναι. 30925 4.1.37.1 : Ξενοφῶντος ἐν δʹ Σωκρατικῶν ἀπομνημονευμάτων 30926 4.1.37.2 : (IV 6, 12). 30927 4.1.37.3 : Βασιλείας δὲ καὶ τυραννίδας ἀρχὰς μὲν ἀμφοτέρας 30928 4.1.37.4 : ἡγεῖτο εἶναι, διαφέρειν δὲ ἀλλήλων ἐνόμιζε. τὴν μὲν γὰρ 30929 4.1.37.5 : ἑκόντων τε τῶν ἀνθρώπων καὶ κατὰ τοὺς νόμους τῶν 30930 4.1.37.6 : πόλεων ἀρχὴν βασιλείαν ἡγεῖτο, τὴν δὲ ἀκόντων τε καὶ μὴ 30931 4.1.37.7 : κατὰ νόμους, ἀλλ´ ὅπως ὁ ἄρχων βούλοιτο, τυραννίδα. 30932 4.1.37.8 : καὶ ὅπου μὲν ἐκ τῶν τὰ νόμιμα ἐπιτελούντων αἱ ἀρχαὶ 30933 4.1.37.9 : καθίστανται, ταύτην μὲν τὴν πολιτείαν ἀριστοκρατίαν 30934 4.1.37.10 : ἐνόμιζεν εἶναι, ὅπου δὲ ἐκ τιμημάτων, πλουτοκρατίαν, 30935 4.1.37.11 : ὅπου δ´ ἐκ πάντων, δημοκρατίαν. 30936 4.1.38.1 : Ἡροδότου ἱστορίας εʹ ( 78). 30937 4.1.38.2 : Δηλοῖ δὲ οὐ καθ´ ἓν μοῦνον, ἀλλὰ πανταχῆ, ἡ ἰση– 30938 4.1.38.3 : γορίη ὡς ἐστὶ χρῆμα σπουδαῖον. 30939 4.1.39.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἱστορίας ϛʹ ( 27). 30940 4.1.39.2 : Φιλέει δέ κως προσημαίνειν, εὖτ´ ἂν μέλλῃ μεγάλα 30941 4.1.39.3 : κακὰ ἢ πόλι ἢ ἔθνεϊ ἔσεσθαι. 30942 4.1.40.1 : Δημοκρίτου (fr. 250 Diels 2). 30943 4.1.40.2 : Ἀπὸ ὁμονοίης τὰ μεγάλα ἔργα καὶ ταῖς πόλισι τοὺς 30944 4.1.40.3 : πολέμους δυνατὸν κατεργάζεσθαι, ἄλλως δ´ οὔ. 30945 4.1.41.1 : Πολυαίνου ἐν τῷ Ὑπὲρ τοῦ συνεδρίου. 30946 4.1.41.2 : Οὐ γὰρ ἀγνοεῖς ὡς ἐν τοῖς κοινοῖς, κἂν τοὐλάχιστόν τις 30947 4.1.41.3 : παρέληται, ἀφορμὴ τῆς τῶν πλειόνων ἀπωλείας γίνεται. 30948 4.1.42.1 : Δημοκρίτου (fr. 251 Diels 2). 30949 4.1.42.2 : Ἡ ἐν δημοκρατίῃ πενίη τῆς παρὰ τοῖς δυνάστῃσι 30950 4.1.42.3 : καλεομένης εὐδαιμονίης τοσοῦτόν ἐστιν αἱρετωτέρη, ὁκόσον 30951 4.1.42.4 : ἐλευθερίη δουλείης. 30952 4.1.43.1 : (fr. 252 Diels 2). 30953 4.1.43.2 : Τὰ κατὰ τὴν πόλιν χρεὼν τῶν λοιπῶν μέγιστα ἡγεῖ– 30954 4.1.43.3 : σθαι, ὅκως ἄξεται εὖ, μήτε φιλονεικέοντα παρὰ τὸ 30955 4.1.43.4 : ἐπιεικὲς μήτε ἰσχὺν ἑαυτῷ περιτιθέμενον παρὰ τὸ χρη– 30956 4.1.43.5 : στὸν τὸ τοῦ ξυνοῦ. πόλις γὰρ εὖ ἀγομένη μεγίστη ὄρθωσίς 30957 4.1.43.6 : ἐστι, καὶ ἐν τούτῳ πάντα ἔνι, καὶ τούτου σῳζομένου 30958 4.1.43.7 : 〈τὰ〉 πάντα σῴζεται καὶ τούτου διαφθειρομένου τὰ 30959 4.1.43.8 : πάντα διαφθείρεται. 30960 4.1.44.1 : (fr. 253 Diels 2) 30961 4.1.44.2 : Τοῖς χρηστοῖσιν οὐ συμφέρον ἀμελέοντας τῶν ἑωυ– 30962 4.1.44.3 : τῶν ἄλλα πρήσσειν· τὰ γὰρ ἴδια κακῶς 〈ἂν〉 ἔσχεν. εἰ 30963 4.1.44.4 : δὲ ἀμελέοι τις τῶν δημοσίων, κακῶς ἀκούειν γίγνεται, καὶ 30964 4.1.44.5 : ἢν μηδὲν μήτε κλέπτῃ μήτε ἀδικῇ. ἐπεὶ καὶ 〈μὴ〉 ἀμε– 30965 4.1.44.6 : λέοντι ἢ ἀδικέοντι κίνδυνος κακῶς ἀκούειν καὶ δὴ καὶ 30966 4.1.44.7 : παθεῖν τι. ἀνάγκη δὲ ἁμαρτάνειν, συγγιγνώσκεσθαι δὲ 30967 4.1.44.8 : τοὺς ἀνθρώπους οὐκ εὐπετές. 30968 4.1.45.1 : (fr. 254 Diels 2) 30969 4.1.45.2 : Οἱ κακοὶ ἰόντες ἐς τὰς τιμὰς ὁκόσῳ ἂν μᾶλλον ἀνά– 30970 4.1.45.3 : ξιοι ἐόντες ἴωσι, τοσούτῳ μᾶλλον ἀνακηδέες γίγνονται καὶ 30971 4.1.45.4 : ἀφροσύνης καὶ θράσεος πίμπλανται. 30972 4.1.46.1 : (fr. 255 Diels 2) 30973 4.1.46.2 : Ὅταν οἱ δυνάμενοι τοῖς μὴ ἔχουσι καὶ προτελεῖν 30974 4.1.46.3 : τολμέωσι καὶ ὑπουργεῖν καὶ χαρίζεσθαι, ἐν τούτῳ ἤδη καὶ 30975 4.1.46.4 : τὸ οἰκτίρειν ἔνεστι καὶ 〈τὸ〉 μὴ ἐρήμους εἶναι καὶ τὸ 30976 4.1.46.5 : ἑταίρους γίγνεσθαι, καὶ τὸ ἀμύνειν ἀλλήλοισι καὶ 〈τὸ〉 30977 4.1.46.6 : τοὺς πολιήτας ὁμονόους εἶναι καὶ ἄλλα ἀγαθά, ἅσσα 30978 4.1.46.7 : οὐδεὶς ἂν δύναιτο καταλέξαι. 30979 4.1.47.1 : Σωκράτους. 30980 4.1.47.2 : Τῆς εὐτυχίας ὥσπερ τῆς πολιτικῆς ὁμιλίας κοινὴν 30981 4.1.47.3 : εἶναι δεῖ τοῖς ἀξίοις τὴν ἀπόλαυσιν. 30982 4.1.48.1 : Ὅρκος τῶν Ἀθήνησιν ἐφήβων. 30983 4.1.48.2 : Οὐ καταισχυνῶ ὅπλα τὰ ἱερά, οὐδ´ ἐγκαταλείψω τὸν 30984 4.1.48.3 : παραστάτην, ὅτῳ ἂν στοιχήσω, ἀμυνῶ δὲ καὶ ὑπὲρ ἱερῶν 30985 4.1.48.4 : καὶ ὑπὲρ ὁσίων καὶ μόνος καὶ μετὰ πολλῶν· τὴν πατρίδα 30986 4.1.48.5 : δὲ οὐκ ἐλάσσω παραδώσω, πλείω δὲ καὶ ἀρείω ὅσης ἂν 30987 4.1.48.6 : παραδέξωμαι· καὶ εὐηκοήσω τῶν ἀεὶ κρινόντων ἐμφρό– 30988 4.1.48.7 : νως, καὶ τοῖς θεσμοῖς τοῖς ἱδρυμένοις πείσομαι καὶ οὕς 30989 4.1.48.8 : τινας ἂν ἄλλους τὸ πλῆθος ἱδρύσηται ὁμοφρόνως· καὶ 30990 4.1.48.9 : ἄν τις ἀναιρῇ τοὺς θεσμοὺς ἢ μὴ πείθηται, οὐκ ἐπι– 30991 4.1.48.10 : τρέψω, ἀμυνῶ δὲ καὶ μόνος καὶ μετὰ πάντων· καὶ ἱερὰ 30992 4.1.48.11 : τὰ πάτρια τιμήσω. ἵστορες θεοὶ τούτων. 30993 4.1.49.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστοξένου Πυθαγορικῶν ἀποφάσεων 30994 4.1.49.2 : (Diels Vorsokr. 2 I p. 283). 30995 4.1.49.3 : Καθόλου δὲ ᾤοντο δεῖν ὑπολαμβάνειν μηδὲν εἶναι 30996 4.1.49.4 : μεῖζον κακὸν ἀναρχίας· οὐ γὰρ πεφυκέναι τὸν ἄνθρωπον 30997 4.1.49.5 : διασῴζεσθαι μηδενὸς ἐπιστατοῦντος. περὶ δὲ ἀρχόντων 30998 4.1.49.6 : καὶ ἀρχομένων οὕτως ἐφρόνουν· τοὺς μὲν γὰρ ἄρχοντας 30999 4.1.49.7 : ἔφασκον οὐ μόνον ἐπιστήμονας ἀλλὰ καὶ φιλανθρώπους 31000 4.1.49.8 : δεῖν εἶναι· καὶ τοὺς ἀρχομένους οὐ μόνον πειθηνίους ἀλλὰ 31001 4.1.49.9 : καὶ φιλάρχοντας. ἐπιμελητέον δὲ πάσης ἡλικίας ἡγοῦντο 31002 4.1.49.10 : καὶ τοὺς μὲν παῖδας ἐν γράμμασι καὶ τοῖς ἄλλοις μαθή– 31003 4.1.49.11 : μασιν ἀσκεῖσθαι· τοὺς δὲ νεανίσκους τοῖς τῆς πόλεως ἔθεσί 31004 4.1.49.12 : τε καὶ νόμοις γυμνάζεσθαι· τοὺς δὲ ἄνδρας ταῖς πράξεσί 31005 4.1.49.13 : τε καὶ δημοσίαις λειτουργίαις προσέχειν· τοὺς δὲ πρεσβύ– 31006 4.1.49.14 : τας ἐνθυμήσεσι καὶ κριτηρίοις καὶ συμβουλίαις δεῖν ἐνα– 31007 4.1.49.15 : ναστρέφεσθαι μετὰ πάσης ἐπιστήμης ὑπελάμβανον, ὅπως 31008 4.1.49.16 : μήτε οἱ παῖδες νηπιάζοιεν μήτε οἱ νεανίσκοι παιδαριεύ– 31009 4.1.49.17 : οιντο μήτε οἱ ἄνδρες νεανιεύοιντο μήτε οἱ γέροντες παρα– 31010 4.1.49.18 : φρονοῖεν. δεῖν δὲ ἔφασκον εὐθὺς ἐκ παίδων καὶ τὴν τρο– 31011 4.1.49.19 : φὴν τεταγμένως προσφέρεσθαι, † διδάσκουσαν ὡς ἡ μὲν 31012 4.1.49.20 : τάξις καὶ συμμετρία καλὰ καὶ σύμφορα, ἡ δὲ ἀταξία καὶ 31013 4.1.49.21 : ἀσυμμετρία αἰσχρά τε καὶ ἀσύμφορα. 31014 4.1.50.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τῆς Ἀθηναίων πολιτείας (I 14). 31015 4.1.50.2 : Ὅτι μισεῖσθαι μὲν ἀνάγκη τὸν ἄρχοντα ὑπὸ τοῦ ἀρ– 31016 4.1.50.3 : χομένου. εἰ δὲ ἰσχύσουσιν οἱ πλούσιοι καὶ ἰσχυροὶ ἐν 31017 4.1.50.4 : ταῖς πόλεσιν, ὀλίγιστον χρόνον ἡ ἀρχὴ ἔσται τοῦ δήμου. 31018 4.1.50.5 : διὰ ταῦτα τοὺς μὲν χρηστοὺς ἀτιμοῦσι καὶ χρήματα ἀφαι– 31019 4.1.50.6 : ροῦνται καὶ ἐξελαύνονται καὶ ἀποκτείνουσι, τοὺς δὲ πονη– 31020 4.1.50.7 : ροὺς αὔξουσιν. 31021 4.1.51.1 : Ἐν ταὐτῷ (II 20). 31022 4.1.51.2 : Δημοκρατίαν δ´ ἐγὼ αὐτῷ μὲν τῷ δήμῳ συγγιγνώσκω. 31023 4.1.51.3 : ἑαυτὸν μὲν γὰρ εὖ ποιεῖν πάντη συγγνώμη ἐστίν· ὅστις δὲ 31024 4.1.51.4 : μὴ ὢν τοῦ δήμου εἵλετο ἐν δημοκρατουμένῃ πόλει οἰκεῖν 31025 4.1.51.5 : μᾶλλον ἢ 〈ἐν〉 ὀλιγαρχουμένῃ, ἀδικεῖν παρεσκευάσατο καὶ 31026 4.1.51.6 : ἔγνω ὅτι μᾶλλον οἷόν τε διαλαθεῖν κακῷ ὄντι ἐν δημο– 31027 4.1.51.7 : κρατουμένῃ πόλει ἢ ἐν ὀλιγαρχουμένῃ. 31028 4.1.52.1 : Δημοσθένους Φιλιππικῶν (VI p. 71). 31029 4.1.52.2 : Ἔστι τοίνυν νὴ Δί´, ἔφην ἐγώ, παντοδαπὰ εὑρημένα 31030 4.1.52.3 : ταῖς πόλεσιν πρὸς φυλακὴν καὶ σωτηρίαν, οἷον χαρακώ– 31031 4.1.52.4 : ματα καὶ τείχη καὶ τάφροι καὶ τἄλλα ὅσα τοιαῦτα. καὶ 31032 4.1.52.5 : ταῦτα μέν ἐστιν ἅπαντα χειροποίητα καὶ δαπάνης προσ– 31033 4.1.52.6 : δεῖται· ἓν δέ τι κοινὸν ἡ φύσις τῶν εὖ φρονούντων ἐν 31034 4.1.52.7 : ἑαυτῇ κέκτηται φυλακτήριον, ὃ πᾶσι μέν ἐστ´ ἀγαθὸν καὶ 31035 4.1.52.8 : σωτήριον, μάλιστα δὲ τοῖς πλήθεσι πρὸς τοὺς τυράννους. 31036 4.1.52.9 : τί οὖν ἐστι τοῦτο; ἀπιστία. ταύτην φυλάττετε, ταύτης 31037 4.1.52.10 : ἀντέχεσθε· ἂν ταύτην σῴζητε, οὐδὲν μὴ δεινὸν πάθητε. 31038 4.1.53.1 : Ἐκ τοῦ Πολυαίνου Ὑπὲρ τοῦ κοινοῦ τῶν Μακε– 31039 4.1.53.2 : δόνων. 31040 4.1.53.3 : Πρὸς μὲν δὴ τὸ μικρὸν τέλος φήμ´ ἔγωγε· ἀλλὰ τὸ 31041 4.1.53.4 : ἔθος μέγα. ἔστι δὲ ὁ λόγος οὐ περὶ τῆς ποσότητος, ἀλλὰ 31042 4.1.53.5 : περὶ τοῦ δικαίου· καὶ πρόδηλον ὡς ἀεὶ τὰ πονηρὰ τῶν 31043 4.1.53.6 : ἐθῶν ἄρχεται μὲν ἀπὸ μικρῶν, ἀμελούμενα δὲ ἰσχὺν μείζω 31044 4.1.53.7 : λαμβάνει. 31045 4.1.54.1 : Θουκυδίδου ἱστορίας 〈αʹ〉 ( 71). 31046 4.1.54.2 : Νῦν δέ, ὅπερ καὶ ἄρτι ἐδηλώσαμεν, ἀρχαιότροπα 31047 4.1.54.3 : ὑμῶν τὰ ἐπιτηδεύματα πρὸς αὐτούς ἐστιν. ἀνάγκη δὲ 31048 4.1.54.4 : ὥσπερ τέχνης ἀεὶ τὰ ἐπιγιγνόμενα κρατεῖν, καὶ ἡσυχα– 31049 4.1.54.5 : ζούσῃ μὲν πόλει τὰ ἀκίνητα νόμιμα ἄριστα, πρὸς πολλὰ 31050 4.1.54.6 : δὲ ἀναγκαζομένοις ἰέναι πολλῆς καὶ τῆς ἐπιτεχνήσεως δεῖ. 31051 4.1.55.1 : Ἐκ τοῦ Πολυαίνου Ὑπὲρ Μακεδόνων. 31052 4.1.55.2 : Οὐκ εἰδὼς ὅτι πᾶν τὸ νεωτεριζόμενον ἐν ταῖς πολι– 31053 4.1.55.3 : τείαις ἀρχὴ δυνάμεως μείζονος γίνεται· ἄνδρας δὲ γεωρ– 31054 4.1.55.4 : γοὺς οὐκ ὀξεῖα τῶν κοινῶν ἀδικημάτων ἡ αἴσθησις εἰσέρ– 31055 4.1.55.5 : χεται. 31056 4.1.56.1 : Θουκυδίδου ἱστορίας αʹ δημηγορίας Ἀθηναίων 31057 4.1.56.2 : ( 77, 5). 31058 4.1.56.3 : Ὑπὸ γοῦν τοῦ Μήδου δεινότερα τούτων πάσχοντες 31059 4.1.56.4 : ἠνείχοντο, ἡ δὲ ἡμετέρα ἀρχὴ χαλεπὴ δοκεῖ εἶναι, εἰκό– 31060 4.1.56.5 : τως· τὸ παρὸν γὰρ ἀεὶ βαρὺ τοῖς ὑπηκόοις. 31061 4.1.57.1 : Αἰσχίνου ἐν τῷ Κατὰ Τιμάρχου ( 2 p. 28). 31062 4.1.57.2 : Αἱ γὰρ ἴδιαι ἔχθραι πολλὰ πάνυ τῶν κοινῶν ἐπ– 31063 4.1.57.3 : ανορθοῦσιν. 31064 4.1.58.1 : Θουκυδίδου ἱστορίας τρίτης δημηγορίας Κλέωνος 31065 4.1.58.2 : ( 37, 3). 31066 4.1.58.3 : Πάντων δὲ δεινότατον, εἰ βέβαιον ἡμῖν μηδὲν καθε– 31067 4.1.58.4 : στήξει ὧν ἂν δόξῃ πέρι, μηδὲ γνωσόμεθα ὅτι χείροσι νό– 31068 4.1.58.5 : μοις ἀκινήτοις χρωμένη πόλις κρείσσων ἐστὶν ἢ καλῶς 31069 4.1.58.6 : ἔχουσιν ἀκύροις, ἀμαθία τε μετὰ σωφροσύνης ὠφελιμώ– 31070 4.1.58.7 : τερον ἢ δεξιότης μετὰ ἀκολασίας. 31071 4.1.59.1 : Ἐν ταὐτῷ (III 37, 3 s.). 31072 4.1.59.2 : Οἵ τε φαυλότεροι τῶν ἀνθρώπων πρὸς τοὺς ξυνετω– 31073 4.1.59.3 : τέρους ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖον ἄμεινον οἰκοῦσι τὰς πόλεις. οἱ 31074 4.1.59.4 : μὲν γὰρ τῶν τε νόμων σοφώτεροι βούλονται φαίνεσθαι 31075 4.1.59.5 : τῶν τε ἀεὶ λεγομένων ἐς τὸ κοινὸν περιγίγνεσθαι, ὡς ἐν 31076 4.1.59.6 : ἄλλοις μείζοσιν οὐκ ἂν δηλώσοντες τὴν γνώμην, καὶ ἐκ 31077 4.1.59.7 : τοῦ τοιούτου τὰ πολλὰ σφάλλουσι τὰς πόλεις· οἱ δὲ 31078 4.1.59.8 : ἀπιστοῦντες τῇ ἑαυτῶν ξυνέσει ἀμαθέστεροι μὲν τῶν νό– 31079 4.1.59.9 : μων ἀξιοῦσιν εἶναι, ἀδυνατώτεροι δὲ τὸν τοῦ καλῶς εἰπόν– 31080 4.1.59.10 : τος μέμφεσθαι λόγον, κριταὶ δὲ ὄντες ἀπὸ τοῦ ἴσου μᾶλ– 31081 4.1.59.11 : λον ἢ ἀγωνισταὶ διορθοῦνται τὰ πλείω. 31082 4.1.60.1 : Δημοσθένους Φιλιππικῶν (X p. 132). 31083 4.1.60.2 : Τοιγάρτοι διεστηκότων εἰς δύο ταῦτα τῶν ἐν ταῖς 31084 4.1.60.3 : πόλεσι, τῶν μὲν εἰς τὸ μήτ´ ἄρχειν βίᾳ βούλεσθαι μη– 31085 4.1.60.4 : δενὸς μήτε δουλεύειν ἄλλῳ, ἀλλ´ ἐν ἐλευθερίᾳ καὶ νόμοις 31086 4.1.60.5 : ἐξ ἴσου πολιτεύεσθαι, τῶν δ´ εἰς τὸ ἄρχειν μὲν τῶν πο– 31087 4.1.60.6 : λιτῶν ἐπιθυμεῖν, ἑτέρῳ δ´ ὑπακούειν, δι´ ὅτου ποτ´ ἂν 31088 4.1.60.7 : οἴωνται τοῦτο δυνήσεσθαι ποιῆσαι, οἱ τῆς ἐκείνου προαι– 31089 4.1.60.8 : ρέσεως, οἱ τυραννίδων καὶ δυναστειῶν ἐπιθυμοῦντες, κε– 31090 4.1.60.9 : κρατήκασι πανταχοῦ. 31091 4.1.61.1 : Θουκυδίδου ἱστορίας ϛʹ ἐκ τῆς δημηγορίας Νικίου 31092 4.1.61.2 : ( 9, 2). 31093 4.1.61.3 : Νομίζω ὁμοίως ἀγαθὸν πολίτην εἶναι, ὃς ἂν καὶ τοῦ 31094 4.1.61.4 : σώματός τι καὶ τῆς οὐσίας πρόηται· μάλιστα γὰρ ἂν ὁ 31095 4.1.61.5 : τοιοῦτος καὶ τὰ τῆς πόλεως δι´ αὑτὸν βούλοιτο ὀρθοῦ– 31096 4.1.61.6 : σθαι. 31097 4.1.62.1 : Αἰσχίνου ἐν τῷ Κατὰ Τιμάρχου ( 4). 31098 4.1.62.2 : Ὁμολογοῦνται τρεῖς εἶναι πολιτεῖαι ἐν ἅπασιν ἀν– 31099 4.1.62.3 : θρώποις, τυραννὶς καὶ ὀλιγαρχία καὶ δημοκρατία. διοι– 31100 4.1.62.4 : κοῦνται δ´ αἱ μὲν τυραννίδες καὶ ὀλιγαρχίαι τοῖς τρόποις 31101 4.1.62.5 : τῶν ἐφεστηκότων, αἱ δὲ πόλεις αἱ δημοκρατούμεναι τοῖς 31102 4.1.62.6 : νόμοις τοῖς κειμένοις. 31103 4.1.63.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Πολιτικοῦ (p. 291 D–292 A). 31104 4.1.63.2 : Ἆρ´ οὐ μοναρχία τῶν πολιτικῶν ἡμῖν ἀρχῶν ἐστι 31105 4.1.63.3 : μία; {—}Ναί. {—}Καὶ μετὰ μοναρχίαν εἴποι τις ἂν οἶμαι 31106 4.1.63.4 : τὴν ὑπὸ τῶν ὀλίγων δυναστείαν. {—}Πῶς δ´ οὔ; {—}Τρί– 31107 4.1.63.5 : τον δὲ σχῆμα πολιτείας οὐχ ἡ τοῦ πλήθους ἀρχή, δημο– 31108 4.1.63.6 : κρατία τοὔνομα κληθεῖσα; {—}Καὶ πάνυ γε. {—}Τρεῖς δ´ 31109 4.1.63.7 : οὖσαι μῶν οὐ πέντε τρόπον τινὰ γίγνονται, δύ´ ἐξ αὑ– 31110 4.1.63.8 : τῶν ἄλλα πρὸς αὑταῖς ὀνόματα τίκτουσαι; {—}Ποῖα δή; 31111 4.1.63.9 : {—}Πρὸς τὸ βίαιόν που καὶ ἑκούσιον ἀποσκοποῦντες νῦν καὶ 31112 4.1.63.10 : πενίαν καὶ πλοῦτον καὶ νόμον καὶ ἀνομίαν ἐν αὐταῖς 31113 4.1.63.11 : γιγνόμενα διπλῆν ἑκατέραν τοῖν δυοῖν διαιροῦντες μοναρ– 31114 4.1.63.12 : χίαν μὲν προσαγορεύουσιν ὡς δύο παρεχομένην εἴδη δυοῖν 31115 4.1.63.13 : ὀνόμασιν, τὸ μὲν τυραννίδι, τὸ δὲ βασιλικῇ; {—}Τί μήν; 31116 4.1.63.14 : {—}Τὴν δὲ ὑπὸ ὀλίγων γε ἑκάστοτε κρατηθεῖσαν πόλιν 31117 4.1.63.15 : ἀριστοκρατίᾳ καὶ ὀλιγαρχίᾳ. {—}Καὶ πάνυ γε. {—}Δημο– 31118 4.1.63.16 : κρατίας γε μήν, ἐάν τ´ οὖν βιαίως ἐάν τε ἑκουσίως τῶν 31119 4.1.63.17 : τὰς οὐσίας ἐχόντων τὸ πλῆθος ἄρχῃ, καὶ ἐάν τε τοὺς νό– 31120 4.1.63.18 : μους ἀκριβῶς φυλάττον ἐάν τε μή, πάντως τοὔνομα οὐ– 31121 4.1.63.19 : δεὶς αὐτῆς εἴωθε μεταλλάττειν. {—}Ἀληθῆ. 31122 4.1.64.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ Κριτίου ἢ Ἀτλαντικοῦ (p. 110 A–C). 31123 4.1.64.2 : Λέγω δὲ ταῦτα τεκμαιρόμενος, ὅτι Κέκροπός τε καὶ 31124 4.1.64.3 : Ἐρεχθέως καὶ Ἐριχθονίου καὶ Ἐρυσίχθονος τῶν τε ἄλλων 31125 4.1.64.4 : τὰ πλεῖστα ὅσαπερ καὶ Θησέως τῶν ἄνω περὶ τῶν ὀνο– 31126 4.1.64.5 : μάτων ἑκάστων ἀπομνημονεύεται, τούτων ἐκείνους τὸ 31127 4.1.64.6 : πολλὰ ἐπονομάζοντας 〈τοὺς ἱερέας〉 ἔφη Σόλων τὸν τότε 31128 4.1.64.7 : διηγεῖσθαι πόλεμον, καὶ τὰ τῶν γυναικῶν κατὰ ταὐτά. 31129 4.1.64.8 : καὶ δὴ καὶ τὸ τῆς θεοῦ σχῆμα καὶ ἄγαλμα, ὡς κοινὰ τότε 31130 4.1.64.9 : ἦν ἐπιτηδεύματα ταῖς τε γυναιξὶ καὶ τοῖς ἀνδράσι τὰ περὶ 31131 4.1.64.10 : τὸν πόλεμον, οὕτω κατ´ ἐκεῖνον τὸν νόμον ὡπλισμένην 31132 4.1.64.11 : τὴν θεὸν ἀνάθημα θεῖναι τοῖς τότε, ἔνδειγμα ὅτι πάνθ´ 31133 4.1.64.12 : ὅσα ξύννομα ζῷα θήλεα καὶ ὅσα ἄρρενα, τὴν προσήκου– 31134 4.1.64.13 : σαν ἀρετὴν ἑκάστῳ γένει πᾶν κοινῇ δυνατὸν ἐπιτηδεύειν 31135 4.1.64.14 : πέφυκεν. 31136 4.1.65.1 : Ἰσοκράτους Νικοκλῆς ἢ Κύπριοι ( 14 p. 29 c). 31137 4.1.65.2 : Περὶ μὲν οὖν τῶν πολιτειῶν, ἐντεῦθεν γὰρ ὑποτιθέ– 31138 4.1.65.3 : μενος ἠρξάμην, οἶμαι πᾶσι δεινότατον μὲν εἶναι τὸ τῶν 31139 4.1.65.4 : αὐτῶν ἀξιοῦσθαι τοὺς χρηστοὺς καὶ τοὺς πονηρούς, δι– 31140 4.1.65.5 : καιότατον δὲ τὸ διορθώσασθαι περὶ τούτων καὶ μὴ τοὺς 31141 4.1.65.6 : ἀνομοίους τῶν ὁμοίων τυγχάνειν, ἀλλὰ καὶ πράττειν καὶ 31142 4.1.65.7 : τιμᾶσθαι κατὰ τὴν ἀξίαν. 31143 4.1.66a.1 : Θουκυδίδου δημηγορίας Ἀλκιβιάδου. 31144 4.1.66a.2 : *** 31145 4.1.67.1 : (Thuc. VI 39, 1). 31146 4.1.67.2 : Ἐγὼ δέ φημι πρῶτα μὲν δῆμον ξύμπαν ὠνομάσθαι, 31147 4.1.67.3 : ὀλιγαρχίαν δὲ μέρος· ἔπειτα φύλακας μὲν ἀρίστους εἶναι 31148 4.1.67.4 : χρημάτων τοὺς πλουσίους, βουλεῦσαι δ´ ἂν βέλτιστα τοὺς 31149 4.1.67.5 : ξυνετούς, κρῖναι δ´ ἂν ἀκούσαντας ἄριστα τοὺς πολλούς, 31150 4.1.67.6 : καὶ ταῦτα ὁμοίως καὶ κατὰ μέρη καὶ ξύμπαντα ἐν δημο– 31151 4.1.67.7 : κρατίᾳ ἰσομοιρεῖ. ὀλιγαρχία δὲ τῶν μὲν κινδύνων τοῖς 31152 4.1.67.8 : πολλοῖς μεταδίδωσι, τῶν δὲ ὠφελίμων οὐ πλεονεκτεῖ μό– 31153 4.1.67.9 : νον, ἀλλὰ καὶ ξύμπαντ´ ἀφελομένη ἔχει. 31154 4.1.67.1 : Δημοσθένους Φιλιππικῶν (VIII p. 107). 31155 4.1.67.2 : Οὐδέ γ´ ἐμοὶ δοκεῖ δικαίου τοῦτ´ εἶναι πολίτου, τοι– 31156 4.1.67.3 : αῦτα πολιτεύμαθ´ εὑρίσκειν, ἐξ ὧν ἐγὼ μὲν πρῶτος ὑμῶν 31157 4.1.67.4 : ἔσομαι εὐθέως, ὑμεῖς δὲ τῶν ἄλλων ὕστατοι· ἀλλὰ συναυ– 31158 4.1.67.5 : ξάνεσθαι δεῖ τὴν πόλιν τοῖς τῶν ἀγαθῶν πολιτῶν πολι– 31159 4.1.67.6 : τεύμασι, καὶ τὸ βέλτιστον ἀεί, μὴ τὸ ῥᾷστον ἅπαντας 31160 4.1.67.7 : λέγειν· ἐπ´ ἐκεῖνο μὲν γὰρ ἡ φύσις αὐτὴ βαδιεῖται, ἐπὶ 31161 4.1.67.8 : τοῦτο δὲ τῷ λόγῳ δεῖ προσάγεσθαι διδάσκοντα τὸν ἀγα– 31162 4.1.67.9 : θὸν πολίτην. 31163 4.1.68.1 : Θουκυδίδου δημηγορίας Εὐφήμου (VI 31164 4.1.68.2 : 85, 1). 31165 4.1.68.3 : Ἀνδρὶ δὲ τυράννῳ ἢ πόλει ἀρχὴν ἐχούσῃ οὐδὲν ἄλο– 31166 4.1.68.4 : γον ὅ τι ξυμφέρον οὐδ´ οἰκεῖον ὅ τι μὴ πιστόν· πρὸς 31167 4.1.68.5 : ἕκαστα δὲ δεῖ ἢ ἐχθρὸν ἢ φίλον μετὰ καιροῦ γίγνεσθαι. 31168 4.1.69.1 : Δημοσθένους Φιλιππικῶν (X p. 133). 31169 4.1.69.2 : Ἵν´ ὑμῶν ἕκαστος, ὦ Ἀθηναῖοι, τοῦτο γνῷ καὶ εἰδῇ, 31170 4.1.69.3 : ὅτι ἡ καθ´ ἡμέραν ῥᾳστώνη καὶ ῥᾳθυμία, ὥσπερ τοῖς 31171 4.1.69.4 : ἰδίοις βίοις, οὕτω καὶ ταῖς πόλεσιν οὐκ εὐθέως, ἀλλ´ ἐπὶ 31172 4.1.69.5 : τῷ κεφαλαίῳ τῶν πραγμάτων ἀπαντᾷ. 31173 4.1.70.1 : Ἰαμβλίχου ἐκ τῶν Προτρεπτικῶν εἰς 31174 4.1.70.2 : φιλοσοφίαν λόγων (c. 2 p. 9, 8 Pist.) 31175 4.1.70.3 : Ὁμοίως ἐπισφαλὲς μαινομένῳ δοῦναι μάχαιραν καὶ 31176 4.1.70.4 : μοχθηρῷ δύναμιν. 31177 4.1.71.1 : Δημοσθένους Φιλιππικῶν (X p. 142). 31178 4.1.71.2 : Ὥσπερ τοίνυν ἑνὸς ἡμῶν ἑκάστου τίς ἐστι γονεύς, 31179 4.1.71.3 : οὕτω συμπάσης τῆς πόλεως κοινοὺς δεῖ τοὺς γονέας τοὺς 31180 4.1.71.4 : σύμπαντας ἡγεῖσθαι, καὶ προσήκειν τούτους οὐχ ὅπως ὧν 31181 4.1.71.5 : ἡ πόλις δίδωσιν ἀφελέσθαι τι, ἀλλ´ εἰ καὶ μηδὲν ἦν τού– 31182 4.1.71.6 : των, ἄλλοθεν σκοπεῖν ὅπως μηδενὸς ὄντες ἐνδεεῖς περιο– 31183 4.1.71.7 : φθήσονται. 31184 4.1.72.1 : Θεοφράστου. (fr. LXXXVI e Wimm.) 31185 4.1.72.2 : Θεόφραστος ἐρωτηθεὶς ὑπό τινος, τί συνέχει τὸν τῶν 31186 4.1.72.3 : ἀνθρώπων βίον, ἔφη ’εὐεργεσία καὶ τιμὴ καὶ τιμωρία.‘ 31187 4.1.73.1 : Χαρίλλου (Plut. reg. et imp. apophth. p. 189 F). 31188 4.1.73.2 : Χάριλλος ὁ βασιλεὺς ἐρωτηθείς, διὰ τί νόμους ὀλί– 31189 4.1.73.3 : γους ὁ Λυκοῦργος ἔθηκεν, ἀπεκρίνατο τοὺς ὀλίγοις χρω– 31190 4.1.73.4 : μένους λόγοις μὴ πολλῶν δεῖσθαι νόμων. 31191 4.1.74.1 : Ἡροδότου ἱστορίας βʹ ( 35). 31192 4.1.74.2 : Ἐσθίουσι δὲ ἔξω ἐν τῇσιν ὁδοῖσιν ἐπιλέγοντες ὡς τὰ 31193 4.1.74.3 : μὲν αἰσχρὰ ἀναγκαῖα δὲ ἐν ἀποκρύφῳ ἐστὶ ποιέειν χρεών, 31194 4.1.74.4 : τὰ δὲ μὴ αἰσχρὰ ἀναφανδόν. 31195 4.1.75.1 : Ξενοφῶντος ἐν αʹ Ἀπομνημονευμάτων (c. 2, 10). 31196 4.1.75.2 : Ἐγὼ δ´ οἶμαι τοὺς φρόνησιν ἀσκοῦντας καὶ νομί– 31197 4.1.75.3 : ζοντας ἱκανοὺς ἔσεσθαι τὰ συμφέροντα διδάσκειν τοὺς 31198 4.1.75.4 : πολίτας ἥκιστα γίγνεσθαι βιαίους, εἰδότας ὅτι τῇ μὲν 31199 4.1.75.5 : βίᾳ πρόσεστιν ἔχθρα καὶ κίνδυνος, διὰ δὲ τοῦ πείθειν 31200 4.1.75.6 : ἀκινδύνως τε καὶ μετὰ φιλίας τὰ αὐτὰ γίγνεται. οἱ μὲν 31201 4.1.75.7 : γὰρ βιασθέντες ὡς ἀφαιρεθέντες μισοῦσιν, οἱ δὲ πει– 31202 4.1.75.8 : σθέντες ὡς κεχαρισμένοι φιλοῦσιν. οὐκοῦν οὐ τῶν φρό– 31203 4.1.75.9 : νησιν ἀσκούντων τὸ βιάζεσθαι, ἀλλὰ τῶν ἰσχὺν ἄνευ γνώ– 31204 4.1.75.10 : μης ἐχόντων τὰ τοιαῦτα πράττειν ἐστίν. ἀλλὰ μὴν καὶ 31205 4.1.75.11 : συμμάχων ὁ μὲν βιάζεσθαι τολμῶν δέοιτ´ ἂν οὐκ ὀλίγων, 31206 4.1.75.12 : ὁ δὲ πείθειν δυνάμενος οὐδενός· καὶ γὰρ μόνος ἡγοῖτ´ 31207 4.1.75.13 : ἂν δύνασθαι πείθειν. καὶ φονεύειν δὲ τοῖς τοιούτοις 31208 4.1.75.14 : ἥκιστα συμβαίνει· τίς γὰρ ἀποκτεῖναί τινα βούλοιτ´ ἂν 31209 4.1.75.15 : μᾶλλον ἢ ζῶντι πειθομένῳ χρῆσθαι; 31210 4.1.76.1 : Σόλωνος. 31211 4.1.76.2 : Σόλων ἐκείνην εἶπεν ἄριστα τὴν πόλιν οἰκεῖσθαι, ἐν 31212 4.1.76.3 : ᾗ τοὺς ἀγαθοὺς ἄνδρας συμβαίνει τιμᾶσθαι, καὶ τὸ ἐναν– 31213 4.1.76.4 : τίον ἐν ᾗ τοὺς κακοὺς ἀμύνεσθαι. 31214 4.1.77.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 31215 4.1.77.2 : Σόλων ἐρωτηθεὶς πῶς ἂν μὴ γίγνοιτο ἀδίκημα ἐν 31216 4.1.77.3 : πόλει, εἶπεν ’εἰ ὁμοίως ἀγανακτοῖεν οἱ μὴ ἀδικούμενοι 31217 4.1.77.4 : τοῖς ἀδικουμένοις‘. 31218 4.1.78.1 : Δημοσθένους Φιλιππικῶν (X p. 142). 31219 4.1.78.2 : Δεῖ γάρ, ὦ Ἀθηναῖοι, δικαίως ἀλλήλοις τῆς πολι– 31220 4.1.78.3 : τείας κοινωνεῖν, τοὺς μὲν εὐπόρους εἰς μὲν τὸν βίον τὸν 31221 4.1.78.4 : ἑαυτῶν ἀσφαλῶς ἔχειν νομίζοντας καὶ ὑπὲρ τούτων μὴ 31222 4.1.78.5 : δεδοικότας, εἰς δὲ τοὺς κινδύνους κοινὰ ὑπὲρ τῆς σωτη– 31223 4.1.78.6 : ρίας τὰ ὄντα τῇ πατρίδι παρέχοντας, τοὺς δὲ λοιποὺς 31224 4.1.78.7 : τὰ μὲν κοινὰ κοινὰ νομίζοντας καὶ μετέχοντας τὸ μέρος, 31225 4.1.78.8 : τὰ δὲ ἑκάστου ἴδια τοῦ κεκτημένου. οὕτω καὶ ἡ μικρὰ 31226 4.1.78.9 : πόλις μεγάλη γίγνεται καὶ μεγάλη σῴζεται. 31227 4.1.79.1 : Περιάνδρου. 31228 4.1.79.2 : Περίανδρος ἐρωτηθείς, διὰ τί οὐκ ἀποτίθεται τὴν 31229 4.1.79.3 : ἀρχήν, εἶπεν ’ὅτι τῷ κατ´ ἀνάγκην ἄρχοντι καὶ τὸ ἑκου– 31230 4.1.79.4 : σίως ἀποστῆναι κίνδυνον φέρει‘. 31231 4.1.80.1 : Πυθαγόρου. 31232 4.1.80.2 : Πυθαγόρας εἶπεν εἰσιέναι εἰς τὰς πόλεις πρῶτον 31233 4.1.80.3 : τρυφήν, ἔπειτα κόρον, εἶτα ὕβριν, μετὰ δὲ ταῦτα ὄλεθρον. 31234 4.1.81.1 : Ὁ αὐτὸς τῶν πόλεων ἐκείνην εἶπεν ἀρίστην τὴν ἄν– 31235 4.1.81.2 : δρας ἀγαθοὺς ἔχουσαν. 31236 4.1.82.1 : Σωκράτους. 31237 4.1.82.2 : Σωκράτης ἐρωτηθείς, ποία πόλις ἄριστα οἰκεῖται, 31238 4.1.82.3 : 〈ἔφη〉 ’ἡ μετὰ νόμου ζῶσα καὶ τοῖς ἀδικοῦσιν ἐπεξιοῦσα.‘ 31239 4.1.83.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 31240 4.1.83.2 : Σωκράτης ἐρωτηθείς, ποία ἀνομεῖται πόλις, ’ἐν ᾗ‘ 31241 4.1.83.3 : ἔφη ’οἱ ἄρχοντες μεθ´ ἑταιρείας καθίστανται.‘ 31242 4.1.84.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 31243 4.1.84.2 : Σωκράτης ἐρωτηθείς, ποία ἰσχυροτάτη τῶν πόλεων, 31244 4.1.84.3 : εἶπεν ’ἡ ἄνδρας ἀγαθοὺς ἔχουσα.‘ 31245 4.1.85.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 31246 4.1.85.2 : Σωκράτης ἐρωτηθείς, εἰς τὰς ἀρχὰς ὁποίους τινὰς δεῖ 31247 4.1.85.3 : καθιστάναι, εἶπεν ’οἵτινες ἐκ παίδων καλῶς ἤχθησαν καὶ 31248 4.1.85.4 : εἰς ἡλικίαν ἐλθόντες μὴ γεγόνασι προδόται τῆς αὑτῶν 31249 4.1.85.5 : † ἡλικίας λήμματος χάριν.‘ 31250 4.1.86.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Μενεξένου ἢ Ἐπιταφίου (p. 238 C). 31251 4.1.86.2 : Πολιτεία γὰρ ἀνατροφὴ ἀνθρώπων ἐστίν, καλὴ μὲν 31252 4.1.86.3 : ἀγαθῶν, μὴ καλὴ δὲ κακῶν. 31253 4.1.87.1 : Αἰσχίνου (Ctesiph. 180). 31254 4.1.87.2 : Κἀκεῖνο ἐκλογίσασθε, ὅτι, ἐὰν μὲν τὰς δωρεὰς ὀλί– 31255 4.1.87.3 : γοις καὶ ἀξίοις καὶ κατὰ τοὺς νόμους διδῶτε, πολλοὺς 31256 4.1.87.4 : ἀγωνιστὰς ἕξετε τῆς ἀρετῆς, ἐὰν δὲ τῷ βουλομένῳ καὶ 31257 4.1.87.5 : τοῖς διαπραξαμένοις χαρίζησθε, καὶ τὰς ἐπιεικεῖς φύσεις 31258 4.1.87.6 : διαφθερεῖτε. 31259 4.1.88.1 : Ζήνωνος (fr. 266 Arn.). 31260 4.1.88.2 : Ζήνων ἔφη δεῖν τὰς πόλεις κοσμεῖν οὐκ ἀναθήμασιν, 31261 4.1.88.3 : ἀλλὰ ταῖς τῶν οἰκούντων ἀρεταῖς. 31262 4.1.89.1 : Σόλωνος. 31263 4.1.89.2 : Σόλων ὁ νομοθέτης ἐρωτηθεὶς ὑπό τινος, πῶς ἄριστα 31264 4.1.89.3 : αἱ πόλεις οἰκοῖντο, ἔφη ’ἐὰν οἱ μὲν πολῖται τοῖς ἄρχουσι 31265 4.1.89.4 : πείθωνται, οἱ δὲ ἄρχοντες τοῖς νόμοις.‘ 31266 4.1.90.1 : Θουκυδίδου ἐκ τοῦ Ἐπιταφίου (II 46). 31267 4.1.90.2 : Ἆθλα γὰρ οἷς κεῖται ἀρετῆς μέγιστα, τοῖς δὲ καὶ 31268 4.1.90.3 : ἄνδρες ἄριστοι πολιτεύουσιν. 31269 4.1.91.1 : Σόλωνος. 31270 4.1.91.2 : Σόλων ἐρωτηθείς, τίς ἀρίστη πόλις, ’ἐν ᾗ‘ ἔφη ’πλεῖ– 31271 4.1.91.3 : στα ἀρετῆς ἆθλα.‘ 31272 4.1.92.1 : Ἀρκεσιλάου. 31273 4.1.92.2 : Ἀρκεσίλαος ἔλεγεν, ὥσπερ ὅπου φάρμακα πολλὰ καὶ 31274 4.1.92.3 : ἰατροὶ πολλοί, ἐνταῦθα νόσοι πλεῖσται, οὕτω δὴ καὶ ὅπου 31275 4.1.92.4 : νόμοι πλεῖστοι, ἐκεῖ καὶ ἀδικίαν εἶναι μεγίστην. 31276 4.1.93.1 : Ἱπποδάμου Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ 31277 4.1.93.2 : πολιτείας. 31278 4.1.93.3 : Φαμὶ δ´ ἐγὼν ἐς μοίρας τρεῖς διεστάσθαι τὰν σύμ– 31279 4.1.93.4 : πασαν πολιτείαν· καὶ μίαν μὲν εἶμεν μοῖραν τῶν ἀρετᾷ 31280 4.1.93.5 : κυβερνώντων τὰ κοινά, δευτέραν δὲ τῶν δυνάμει, τρίταν 31281 4.1.93.6 : δὲ τῶν ἐκπλαρώσει καὶ χορηγίᾳ τῶν ἀναγκαίων. ὀνυμαίνω 31282 4.1.93.7 : δὲ τὸ μὲν πρᾶτον πλᾶθος βουλευτικόν, τὸ δὲ δεύτερον 31283 4.1.93.8 : ἐπίκουρον, τὸ δὲ τρίτον βάναυσον. καὶ τὰ μὲν πρᾶτα τῶν 31284 4.1.93.9 : ἐλευθέραν βιοτὰν ἐχόντων οἰκῇα φαμὶ εἶμεν, τὸ δὲ τρί– 31285 4.1.93.10 : τον τῶν βιοπόνων. καὶ τὸ μὲν βουλευτικὸν ἄριστον εἶμεν, 31286 4.1.93.11 : τὸ δὲ βάναυσον χερήϊον, τὸ δ´ ἐπίκουρον μέσον. καὶ τὸ 31287 4.1.93.12 : μὲν βουλευτικὸν ἄρχεν δεῖ, τὸ δὲ βάναυσον ἄρχεσθαι, τὸ 31288 4.1.93.13 : δὲ ἐπίκουρον καὶ ἄρχεν καὶ ἄρχεσθαι. τὸ μὲν γὰρ καὶ τί δεῖ 31289 4.1.93.14 : πράσσεν προβουλεύει, τὸ δ´ ἐπίκουρον τῷ μὲν προπολεμὲν 31290 4.1.93.15 : ἄρχει τῶ βαναύσω παντός, τῷ δὲ προβουλεύεσθαι ἄρχεται. 31291 4.1.94.1 : Ἐν ταὐτῷ. 31292 4.1.94.2 : Ταυτᾶν δὲ τᾶν μοιρᾶν ἑκάστα πάλιν ἐς τρία τέτακ– 31293 4.1.94.3 : ται. τῶ τε γὰρ βουλευτικῶ μέρεος τὸ μέν ἐστι πρόεδρον, 31294 4.1.94.4 : τὸ δὲ ἀρχοντικόν, τὸ δὲ κοινοβουλευτικόν· πρόεδρον μὲν 31295 4.1.94.5 : τὸ προσυνεδρεῦον καὶ [τὸ] προβουλευόμενον περὶ τῶν πρα– 31296 4.1.94.6 : γμάτων καὶ ὕστερον ἐπαναφέρον ἐπὶ τὰν βουλάν· ἀρχον– 31297 4.1.94.7 : τικὸν δὲ τὸ ἤτοι ἄρχον ἢ γεγεναμένον ἀρχοντικόν· κοι– 31298 4.1.94.8 : νοβουλευτικὸν δὲ τὸ ἄλλο πλᾶθος τὸ παραδεχόμενον τὰ 31299 4.1.94.9 : προσυνηδρευμένα καὶ ἐπιψαφιζόμενον καὶ ἐπικυροῦν τὰ 31300 4.1.94.10 : ἐπὶ κρίσει. ὡς δ´ ἁπλῶς εἰπέν, δεῖ τὼς μὲν προέδρως 31301 4.1.94.11 : ἐπὶ τὸ κοινοβουλευτικὸν ἀναφέρεν, τὸ δὲ κοινοβουλευτι– 31302 4.1.94.12 : κὸν διὰ τῶν στραταγῶν ἐπὶ τὰν ἐκκλησίαν. ὡσαύτως δὲ 31303 4.1.94.13 : καὶ τῶ ἐπικούρω καὶ [τῶ] δυναμικῶ μέρεος τὸ μέν τι ἐστὶν 31304 4.1.94.14 : ἀρχοντικόν, τὸ δὲ προμαχατικόν, τὸ δὲ λοιπὸν καὶ πλῇον 31305 4.1.94.15 : μέρος ἀγελαῖον καὶ στρατιωτικόν· ἀρχοντικὸν μὲν ὦν 31306 4.1.94.16 : ἐστιν, ἐξ ὧν στρατοπεδάρχαι καὶ ταξιάρχαι καὶ λοχαγοὶ 31307 4.1.94.17 : καὶ πρόμαχοι καθίστανται καὶ καθόλω πάντες οἱ ἁγεμο– 31308 4.1.94.18 : νίαν ἔχοντες· προμαχατικὸν δὲ τὸ τῶν ἀνδρικωτάτων καὶ 31309 4.1.94.19 : θυμικωτάτων καὶ τολματικωτάτων πᾶν γένος· ἀγε– 31310 4.1.94.20 : λαῖον δὲ καὶ στρατιωτικὸν τὸ λοιπὸν πλᾶθος. τῶ δὲ 31311 4.1.94.21 : βαναύσω καὶ βιοπονητικῶ τὸ μέν ἐστι γεωπόνον καὶ περὶ 31312 4.1.94.22 : τὰν κατεργασίαν τᾶς χώρας κατασχολούμενον, τὸ δὲ τεχ– 31313 4.1.94.23 : νατικόν, ὄργανα καὶ ἐπιμαχανάματα τοῖς τῶ βίω πρά– 31314 4.1.94.24 : γμασιν ἐκποριζόμενον· τὸ δὲ μεταβλατικὸν καὶ ἐμπορι– 31315 4.1.94.25 : κόν, ὃ τὰ μὲν ἐν τᾷ πόλει περιουσιάζοντα ἐπὶ τὰν ξέναν 31316 4.1.94.26 : διάγεται, τὰ δὲ ἀπὸ τᾶς ξένας ἐς τὰν πόλιν. τὰ μὲν ὦν 31317 4.1.94.27 : συστάματα τᾶς πολιτικᾶς κοινωνίας διὰ τοσούτων καὶ 31318 4.1.94.28 : τοιῶνδε μερέων συντέτακται· ἔπειτα δὲ καὶ περὶ ἁρμο– 31319 4.1.94.29 : γᾶς καὶ ἑνώσιος αὐτῶν ῥητέον. 31320 4.1.94.30 : Ἐπεὶ δὲ πᾶσα πολιτικὰ κοινωνία λύρας παντελῄᾳ ποτέ– 31321 4.1.94.31 : οικεν, 〈ποθεκτέον〉 τῷ ἐξαρτύσιός τε δέεσθαι καὶ συναρμογᾶς 31322 4.1.94.32 : καὶ τὸ τελευταῖον ἐπαφᾶς τινος καὶ προσχράσιος μωσικᾶς. 31323 4.1.94.33 : περὶ μὲν ὦν ἐξαρτύσιος πολιτείας ἐκ τίνων καὶ πόσων 31324 4.1.94.34 : συνέστακεν, εἴρηταί μοι καὶ ἐν τοῖς ἔμπροσθεν· περὶ δὲ 31325 4.1.94.35 : συναρμογᾶς καὶ ἑνώσιος αὐτῶν πειρασοῦμαι νῦν λέγεν. 31326 4.1.94.36 : φαμὶ δὲ ἔγωγε τρισὶ τούτοις συναρμόζεσθαι τὰν πολιτι– 31327 4.1.94.37 : κὰν κοινωνίαν· λόγοις ἐπιταδεύμασιν ἐθῶν νόμοις, καὶ 31328 4.1.94.38 : διὰ τριῶν τούτων παιδεύεσθαι τὸν ἄνθρωπον καὶ σπου– 31329 4.1.94.39 : δαιότερον γίνεσθαι. τοὶ μὲν γὰρ λόγοι διδάσκοντι καὶ 31330 4.1.94.40 : ἐπιθυμίας ἐμποιεῦντι προτρεπόμενοι πρὸς ἀρετάν· τοὶ 31331 4.1.94.41 : δὲ νόμοι τὰ μὲν φόβοις κατέχοντες ἀπερύκοντι, τὰ δὲ τι– 31332 4.1.94.42 : μαῖς τε καὶ δωρεαῖς δελεάζοντες ἐκκαλέονται· τὰ δὲ ἔθεα 31333 4.1.94.43 : καὶ ἐπιταδεύματα πλάσσει καὶ κηροχυτεῖ τὰν ψυχάν, φυ– 31334 4.1.94.44 : σίωσιν ἐμποιεῦντα διὰ τᾶς συνεχέος ἐνεργῄας. δεῖ δὲ τὰ 31335 4.1.94.45 : τρία ταῦτα συντετάχθαι ποτί τε τὸ καλὸν καὶ τὸ συμ– 31336 4.1.94.46 : φέρον καὶ τὸ δίκαιον, καὶ ἐν ἑκάστῳ αὐτῶν εἰ μὲν δυνα– 31337 4.1.94.47 : τὸν στοχάζεσθαι πάντων, εἰ δὲ μή γε, δυῶν 〈ἢ〉 ἑνός· ὥστ´ 31338 4.1.94.48 : εἶμεν καὶ τὸν λόγον καλὸν καὶ δίκαιον καὶ συμφέροντα 31339 4.1.94.49 : καὶ τὸ ἔθος καὶ τὸν νόμον· προτιμῆσθαι δὲ πρᾶτον τὸ 31340 4.1.94.50 : καλόν, δεύτερον δὲ τὸ δίκαιον, τρίτον δὲ τὸ συμφέρον. 31341 4.1.94.51 : τὸ καθόλω δὲ πειρᾶσθαι διὰ τούτων ὡς ὅ τι μάλιστα 31342 4.1.94.52 : ποιὲν τὰν πόλιν, ὅπως ὁμόλογος ᾖ καὶ σύμφωνος τοῖς 31343 4.1.94.53 : αὑτᾶς μέρεσιν, ἀλλὰ μὴ στασιάζουσα καὶ διαμαχομένα. 31344 4.1.94.54 : ἐσσεῖται δὲ τοῦτο, αἴκα τὰ πάθεα τᾶς ψυχᾶς παιδεύηται 31345 4.1.94.55 : τῶν νέων καὶ ἐς τὸ μέτριον ἀγινῆται τοῖς ἁδέσι τε καὶ 31346 4.1.94.56 : λυπαροῖς, καὶ αἴκα περὶ τὰς οὐσίας μέτρια καὶ ἀπὸ γεω– 31347 4.1.94.57 : πονίας ἔχοντα τὰν πρόσοδον· καὶ αἴκα τὰς ἀρχὰς ἄρ– 31348 4.1.94.58 : χωντι τὰς μὲν ἀρετᾶς δεομένας τοὶ ἀγαθοί, τὰς δ´ ἐμ– 31349 4.1.94.59 : πειρίας τινὸς τοὶ ἔμπειροι, τὰς δὲ παροχᾶς τινος καὶ δα– 31350 4.1.94.60 : πάνας τοὶ εὔποροι, καὶ τούτοις πᾶσι κατὰ τρόπον ἄρξασι 31351 4.1.94.61 : τὰς καταξίας [ἀρχὰς] διανέμωντι τιμάς. ἐπεὶ δὲ τᾶς 31352 4.1.94.62 : ἀρετᾶς αἰτίαι τυγχάνοντι τρεῖς, φόβος ἐπιθυμία αἰδώς, 31353 4.1.94.63 : δυνασεῖται τὸν μὲν φόβον ὁ νόμος ἐμπαρασκευάζεν, 31354 4.1.94.64 : τὰν δὲ αἰδῶ τὰ ἔθεα (τοὶ γὰρ ἐθισθέντες καλῶς αἰδέ– 31355 4.1.94.65 : ονται τὰ αἰσχρὰ πράσσεν) ὁ δὲ λόγος τὰν ἐπιθυμίαν, 31356 4.1.94.66 : ἀγωγὸν γὰρ τᾶς αἰτίας ἀπόδοσις ἅμα καὶ ἐφελκυστικὸν 31357 4.1.94.67 : τᾶς ψυχᾶς, ἄλλως τε δὴ καὶ γινόμενον μετὰ προτροπᾶς. 31358 4.1.94.68 : διὸ καὶ φρατρίας καὶ συσσίτια καὶ συσκανίας καὶ συνα– 31359 4.1.94.69 : γελισμώς, τὰ μὲν στρατιωτικώς, τὰ δὲ καὶ πολιτικώς, 31360 4.1.94.70 : ἐγκατασκευάζεν δεῖ ταῖς τῶν νέων ψυχαῖς, συναρμόζεν δὲ 31361 4.1.94.71 : καὶ τὸ τῶν πρεσβυτέρων γένος αὐτοῖς, ἐπειδήπερ τοὶ μὲν 31362 4.1.94.72 : νέοι δέονται σωφρονισμῶ καὶ καταρτύσιος, τοὶ δὲ πρεσ– 31363 4.1.94.73 : βύτεροι φιλοφροσύνας καὶ διαγωγᾶς ἀλύπω. 31364 4.1.95.1 : Ἐν ταὐτῷ. 31365 4.1.95.2 : Ἐπεὶ ὦν διὰ τριῶν ἐλέγομες σπουδαῖον ἀποτελέεσθαι 31366 4.1.95.3 : τὸν ἄνθρωπον, διά τε τῶν ἐθέων καὶ τῶν νόμων καὶ τῶ 31367 4.1.95.4 : λόγω, σκοπιάζεσθαι δεῖ πῶς τε διαφθείρεσθαι πέφυκε 31368 4.1.95.5 : τὰ ἔθεα καὶ πῶς διαμένεν. εὑρήσομες δὴ τὰ ἔθεα φθει– 31369 4.1.95.6 : ρόμενα κατὰ δύο τρόπως, ἢ γὰρ δι´ αὑτὼς ἢ διὰ τὼς 31370 4.1.95.7 : ἐκτός. καὶ διὰ μὲν αὑτώς, ἤτοι διὰ τὸ φεύγεν τὰς λύπας 31371 4.1.95.8 : ἢ διὰ τὸ αἱρέεσθαι τὰς ἁδονάς· διὰ μὲν γὰρ τὸ φεύγεν 31372 4.1.95.9 : τὰς λύπας τὼς πόνως οὐχ ὑπομένοντι, διὰ δὲ τὸ διώκεν 31373 4.1.95.10 : τὰς ἁδονὰς τὰ ἀγαθὰ [τοῖς] ἀποβάλλοντι. ἐργατεύοντι 31374 4.1.95.11 : δὲ τοὶ μὲν πόνοι τὰ ἀγαθὰ τοῖς ἀνθρώποις, ταὶ δὲ ἁδο– 31375 4.1.95.12 : ναὶ τὰ κακά· ἀκρατέες ὦν καὶ μαλακοὶ γινόμενοι θηλύ– 31376 4.1.95.13 : τεροι γίνονται ταῖς ψυχαῖς καὶ ποτὶ τὰς ἀναλώσιας πολυ– 31377 4.1.95.14 : δαπανώτεροι. διὰ δὲ τὼς ἐκτός, αἴκα ξενικὸς ἐπίδαμος 31378 4.1.95.15 : ὄχλος γένηται εὐαμερίαις ἐμπορικαῖς χαίρων, ἢ καὶ τοὶ 31379 4.1.95.16 : ἀστυγείτονες φιλάδονοι καὶ τρύφακες ἐόντες μεταδιδῶντι 31380 4.1.95.17 : τοῖς πλατιάζουσι τῶν παρ´ αὐτοῖς ἐθέων. διὸ δεῖ τὼς 31381 4.1.95.18 : νομοθέτας καὶ τὼς ἀγελάρχας ἐπιμελῶς παρατηρέν, εἰ 31382 4.1.95.19 : ἐπιμελῶς συνασκεῖται τὰ ἔθεα καὶ ὁμαλῶς πορεύεται διὰ 31383 4.1.95.20 : πάντων· ἔτι δ´ εἰ τὸ γνάσιον καὶ τὸ αὐθιγενὲς πλᾶθος 31384 4.1.95.21 : τᾶς πολιτείας διαμένει ἀκέραιον καὶ ἀπαράμικτον ὑπάρ– 31385 4.1.95.22 : χον ἀπὸ τῶ ἄλλω γένεος· καὶ εἰ τὰ μεγέθεα τῶν βίων 31386 4.1.95.23 : ἐν τοῖς αὐτοῖς διαμένει καὶ οὐ παρὰ πολὺ ...· ἅμα γὰρ 31387 4.1.95.24 : τῷ τὰ περισσὰ κτᾶσθαι καὶ τὰ περισσὰ μαστεύοντι. 31388 4.1.95.25 : Καὶ τὰ μὲν ἔθεα οὕτως ἀσφαλίζεσθαι χρή· τὼς δὲ 31389 4.1.95.26 : λόγως, τὸ τῶν σοφιστᾶν γένος ἐπικρίνοντας καὶ δοκιμά– 31390 4.1.95.27 : ζοντας εἰ ποτὶ τὼς νόμως καὶ τὰ πολιτικὰ δόγματα καὶ 31391 4.1.95.28 : τὰς ἰδίας οἰκονομίας τῶν βίων ὠφέλιμα λέγοντι· οὐ γὰρ 31392 4.1.95.29 : τὰν τυχοῦσαν ἀλλὰ τὰν μεγίσταν κακοδαιμοσύναν ἐντίκ– 31393 4.1.95.30 : τοντι τοὶ τῶν σοφιστᾶν λόγοι ταῖς τῶν ἀνθρώπων ψυ– 31394 4.1.95.31 : χαῖς, αἴκα τι τολμῶντι κινῆν παρὰ τὰς κοινὰς ἐννοίας ἢ 31395 4.1.95.32 : τῶν θείων ἢ τῶν ἀνθρωπίνων, 〈ὃ〉 οὐδὲ ποτὶ ἀλάθῃαν οὐδὲ 31396 4.1.95.33 : ποτὶ ἀσφάλῃαν οὐδὲ ποτὶ δόξαν κύριόν ἐστι, ζόφωσιν δὲ 31397 4.1.95.34 : καὶ σύγχυσιν ἐπιφέρει τῷ κοινῷ βίῳ τῶν ἀνθρώπων. 31398 4.1.95.35 : τοιοῦτοι δὲ λόγοι τυγχάνοντι τοὶ φάντες, ἤτοι μὴ εἶμεν 31399 4.1.95.36 : τὸ θεῖον ἢ καὶ ἐὸν μὴ ἔχεν οὕτως ποτὶ τὸ τῶν ἀνθρώ– 31400 4.1.95.37 : πων γένος ὥστ´ ἐπιβλέπεν αὐτὸ καὶ φροντίζεν, ἀλλ´ ἐᾶν 31401 4.1.95.38 : καὶ κατολιγωρέν. καὶ γὰρ ἁ τοιαύτα παραδοχὰ τοῖς ἀν– 31402 4.1.95.39 : θρώποις ἀφροσύναν καὶ ἀδικίαν ἐντίκτει 〈ὅσσαν〉 οὐδ´ 31403 4.1.95.40 : εἰπὲν δηλομένοις εὐμαρές ἐστι. πᾶς γὰρ ἄνθρωπος ἀναρ– 31404 4.1.95.41 : χίας πλαρωθεὶς καὶ τὸν ὕποπτον ἀπωσάμενος φόβον 31405 4.1.95.42 : σκιρτᾷ τε καὶ παρανομεῖ παντοδαπὸς γινόμενος. χρέε– 31406 4.1.95.43 : σθαι δὲ 〈δεῖ〉 τῷ λόγῳ πολιτικῷ καὶ σεμνῷ καὶ οἰκῄῳ τᾶς 31407 4.1.95.44 : διαθέσιος τῶ λέγοντος, ἀλλὰ μὴ προσποιητῷ· οὕτω γὰρ 31408 4.1.95.45 : ἁ λέξις ἐσσεῖται τὸ τῶ λέγοντος ἦθος ἐμφαίνουσα. 31409 4.1.95.46 : Ἐκ δὲ τῶν νόμων δεῖ τὰν ἀσφάλῃαν οὕτως ἐπιφέρεν, 31410 4.1.95.47 : αἴκα σύνθετος ἁ πολιτεία ᾖ καὶ συντεταγμένα ἐκ πασᾶν 31411 4.1.95.48 : τᾶν ἀλλᾶν, λέγω δὲ οὐ τᾶν παρὰ φύσιν, ἀλλὰ τᾶν κατὰ 31412 4.1.95.49 : φύσιν. τυραννίδος γὰρ οὐδεμία χρῄα ταῖς πόλισιν, εἰ μή 31413 4.1.95.50 : ποκα τᾶς ὀλιγαρχίας ἐπὶ βραχύ. δεῖ τοίνυν βασιλῄαν 31414 4.1.95.51 : πρᾶτον ἐντετάχθαι, καὶ δεύτερον ἀριστοκρατίαν. βασι– 31415 4.1.95.52 : λῄα μὲν γὰρ θεομίματον πρᾶγμα καὶ δυσφύλακτον ὑπὸ 31416 4.1.95.53 : ἀνθρωπίνας ψυχᾶς, ταχέως γὰρ ὑπὸ τρυφᾶς καὶ ὕβριος 31417 4.1.95.54 : ἀλλάσσεται· διόπερ οὐ δεῖ κατὰ πᾶν αὐτᾷ χρέεσθαι, 31418 4.1.95.55 : μέχρι δὲ τῶ δυνατῶ καὶ ποτὶ τὰν πολιτείαν χρησίμω· τὰν 31419 4.1.95.56 : δ´ ἀριστοκρατίαν ἐπιπλέον ἐμπλέκεν, τῷ πλῄονας εἶμεν τὼς 31420 4.1.95.57 : ἄρχοντας καὶ φιλοζάλως διατίθεσθαι ποτ´ αὐτὼς καὶ 31421 4.1.95.58 : πολλάκις ἀντιμεταλαμβάνεσθαι τὰς ἀρχάς. δαμοκρατίαν 31422 4.1.95.59 : 〈δ´〉 ἀναγκαῖον μὲν εἶμεν πάντως· δεῖ γὰρ τὸν πολίταν 31423 4.1.95.60 : μέρος ὑπάρχοντα τᾶς συμπάσας πολιτείας φέρεσθαί τι 31424 4.1.95.61 : ἀπ´ αὐτᾶς γέρας· ἐπέχεσθαι δ´ ἱκανῶς αὐτὰν δεῖ, θρασὺ 31425 4.1.95.62 : γὰρ καὶ προπετὲς τὸ πολὺ πλᾶθος. 31426 4.1.96.1 : Διωτογένους Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ 31427 4.1.96.2 : ὁσιότητος. 31428 4.1.96.3 : Τὼς δὲ νόμως οὐκ ἐν οἰκήμασι καὶ θυρώμασιν ἐνῆ– 31429 4.1.96.4 : μεν δεῖ, ἀλλ´ ἐν τοῖς ἠθέεσσι τῶν πολιτευομένων. τίς 31430 4.1.96.5 : ὦν ἀρχὰ πολιτείας ἁπάσας; νέων τροφά. οὐ γὰρ μή– 31431 4.1.96.6 : ποκα τὸν καρπὸν ὀνασιφόρον ἄμπελοι γεννάσωντι, μὴ 31432 4.1.96.7 : φυτοτροφηθεῖσαι καλῶς· οὐδ´ ἵπποι μήποκα γένωνται 31433 4.1.96.8 : καλοὶ πωλοτροφίαν παρέντεσι. τὰ γὰρ νεόθρεπτα τῶν 31434 4.1.96.9 : σητείων μάλιστα τῷ ἁψαμένῳ καὶ πλατιάζοντι ὅμοιον τὸ 31435 4.1.96.10 : σχῆμα λαμβάνει. τοῖς 〈δ´〉 ἀνθρώποις περὶ μὲν ἀμπέ– 31436 4.1.96.11 : λων πῶς χρὴ τμηθῆμέν τε καὶ ἐποφθῆμεν πεφρονημένως 31437 4.1.96.12 : ἔχει, τὰ δ´ ἐπὶ τῶν ἀνθρώπων ἀμελέως τε καὶ εἰκαίως· 31438 4.1.96.13 : καί τοι οὐχ ἁ ἄμπελος οὐδ´ ὁ οἶνος τᾶς πολιτείας ἁγε– 31439 4.1.96.14 : μών, ἀλλ´ ὁ ἄνθρωπος καὶ ἁ ψυχὰ τῶ ἀνθρώπω. καὶ 31440 4.1.96.15 : τῷ μὲν φυτῷ πλῄονος εἰώθαμες ἄξιον παρακαθιστάμεν 31441 4.1.96.16 : καὶ τὸν ἐπιμελησόμενον οὐ μῇον ἢ δύο μνᾶν ἄξιον, τοῖς 31442 4.1.96.17 : δὲ νέοις Ἰλλυριὸν ἢ Θρᾷκα οὐδενὸς ἄξιον. οἱ δ´ ἐξ ἀρ– 31443 4.1.96.18 : χᾶς νομοθέται τὸ μέσον τῶν ἀνθρώπων στάσιμον οὔ κα 31444 4.1.96.19 : ἐδύναντο ποιῆσαι, κινάσι δὲ μονᾶς καὶ τάξιος κεκοινωνη– 31445 4.1.96.20 : κυῖαν παρακατέζευξαν ὄρχησιν καὶ ῥυθμόν, ἔτι δὲ παι– 31446 4.1.96.21 : γνιὰς τὰς μὲν ἐς κοινωνίαν προτραπομένας, τὰς δ´ ἐς ἀλά– 31447 4.1.96.22 : θῃαν καὶ ὀξύτατα ψυχᾶς· ὁμοίως δὲ καὶ τοῖς ὑπὸ μέθας 31448 4.1.96.23 : ἢ πλασμονᾶς φαῦλόν τι καταπράξασιν τὸν αὐλὸν καὶ τὰν 31449 4.1.96.24 : ἁρμονίαν ἐς τὰς συνωσίας κατέταξαν, ὅπως πεπαινόμε– 31450 4.1.96.25 : νον τὸ ἦθος δύναιτο καὶ κατακοσμεῖσθαι. 31451 4.1.97.1 : Πλάτωνος Πολιτείας δʹ (p. 425 A). 31452 4.1.97.2 : Ὅταν δὴ ἄρα καλῶς ἀρξάμενοι παῖδες παίζειν εὐνο– 31453 4.1.97.3 : μίαν διὰ τῆς μουσικῆς εἰσδέξωνται, πάλιν τοὐναντίον ἢ 31454 4.1.97.4 : ´κείνοις εἰς πάντα συνέπεταί τε καὶ αὔξει, ἐπανορθοῦσα 31455 4.1.97.5 : εἴ τι καὶ πρότερον τῆς πόλεως ἔκειτο. Ἀληθῆ μέντοι, 31456 4.1.97.6 : ἔφη. Καὶ τὰ σμικρὰ ἄρα, εἶπον, δοκοῦντα εἶναι νόμιμα 31457 4.1.97.7 : ἐξευρίσκουσιν οὗτοι, ἃ οἱ πρότερον ἀπώλλυσαν ἅπαντα. 31458 4.1.97.8 : Ποῖα; Τὰ τοιάδε· σιγάς τε τῶν νεωτέρων παρὰ πρεσ– 31459 4.1.97.9 : βυτέροις ἃς πρέπει, καὶ κατακλίσεις καὶ ὑπαναστάσεις 31460 4.1.97.10 : καὶ γονέων θεραπείας, καὶ κουράς τε καὶ ἀμπεχόνας καὶ 31461 4.1.97.11 : ὑποδέσεις καὶ ὅλον τὸν τοῦ σώματος σχηματισμὸν καὶ 31462 4.1.97.12 : τἄλλα ὅσα τοιαῦτα. ἢ οὐκ οἴει; Ἔγωγε. Νομοθετεῖν δ´ 31463 4.1.97.13 : αὐτὰ οἶμαι εὔηθες· οὔτε γάρ που γίγνεται οὔτ´ ἂν μεί– 31464 4.1.97.14 : νειεν λόγῳ τε καὶ γράμμασιν νομοθετηθέντα. Πῶς γάρ; 31465 4.1.97.15 : Κινδυνεύει γοῦν, ἦν δ´ ἐγώ, ὦ Ἀδείμαντε, ἐκ τῆς παι– 31466 4.1.97.16 : δείας ὅποι ἄν τις ὁρμήσῃ, τοιαῦτα καὶ τὰ ἑπόμενα εἶναι. 31467 4.1.97.17 : ἢ οὐκ ἀεὶ τὸ ὅμοιον 〈ὂν〉 ὅμοιον παρακαλεῖ; Τί μήν; Καὶ 31468 4.1.97.18 : τελευτῶν δὴ οἶμαι φαῖμεν ἂν εἰς ἕν τι τέλεον καὶ νεα– 31469 4.1.97.19 : νικὸν ἀποβαίνειν αὐτὸ ἢ ἀγαθὸν ἢ καὶ τοὐναντίον. 31470 4.1.98.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 429 C–430 B). 31471 4.1.98.2 : Σωτηρίαν ἔγωγε, εἶπον, λέγω τινὰ εἶναι τὴν ἀνδρείαν. 31472 4.1.98.3 : Ποίαν δὴ σωτηρίαν; Τὴν τῆς δόξης τῆς ὑπὸ νόμου διὰ 31473 4.1.98.4 : τῆς παιδείας γεγονυῖαν περὶ τῶν δεινῶν, ἅ τέ ἐστι καὶ 31474 4.1.98.5 : οἷα· διὰ παντὸς δὲ ἔλεγον αὐτὴν σωτηρίαν τὸ ἔν τε λύ– 31475 4.1.98.6 : παις ὄντα διασῴζεσθαι αὐτὴν καὶ ἐν ἡδοναῖς καὶ ἐν ἐπι– 31476 4.1.98.7 : θυμίαις καὶ ἐν φόβοις καὶ μὴ ἐκβάλλειν. ᾧ δέ μοι δο– 31477 4.1.98.8 : κεῖ ὅμοιον εἶναι ἐθέλω ἀπεικάσαι, εἰ βούλει. Ἀλλὰ βού– 31478 4.1.98.9 : λομαι. Οὐκοῦν οἶσθα, ἦν δ´ ἐγώ, ὅτι οἱ βαφεῖς, ἐπει– 31479 4.1.98.10 : δὰν βουληθῶσι βάψαι ἔρια ὥστ´ εἶναι ἁλουργά, πρῶτον 31480 4.1.98.11 : μὲν ἐκλέγονται ἐκ τοσούτων χρωμάτων μίαν φύσιν 〈τὴν〉 31481 4.1.98.12 : τῶν λευκῶν, ἔπειτα προπαρασκευάζουσιν οὐκ ὀλίγῃ παρα– 31482 4.1.98.13 : σκευῇ θεραπεύσαντες, ὅπως δέξεται ὅ τι μάλιστα τὸ ἄνθος, 31483 4.1.98.14 : καὶ οὕτω δὴ βάπτουσιν. καὶ ὃ μὲν ἂν τούτῳ τῷ τρόπῳ 31484 4.1.98.15 : 〈βαφῇ〉, δευσοποιὸν γίγνεται τὸ βαφέν, καὶ ἡ πλύσις οὔτ´ 31485 4.1.98.16 : ἄν〈ευ ῥυμμάτων οὔτε〉 μετὰ ῥυμμάτων δύναται αὐ– 31486 4.1.98.17 : τῶν τὸ ἄνθος ἀφαιρεῖσθαι· ἃ δ´ ἂν μή, οἶσθα οἷα 31487 4.1.98.18 : δὴ γίγνεται, ἐάν τέ τις ἄλλα χρώματα βάπτῃ ἐάν τε καὶ 31488 4.1.98.19 : ταῦτα μὴ προθεραπεύσας. Οἶδα, ἔφη, ὅτι καὶ ἔκπλυτα 31489 4.1.98.20 : καὶ γελοῖα. Τοιοῦτον τοίνυν, ἦν δ´ ἐγώ, φρονῶ κατὰ δύ– 31490 4.1.98.21 : ναμιν ἐργάζεσθαι καὶ ἡμᾶς, ὅτε ἐξελεγόμεθα τοὺς στρα– 31491 4.1.98.22 : τιώτας καὶ ἐπαιδεύομεν ἐν μουσικῇ καὶ γυμναστικῇ· καὶ 31492 4.1.98.23 : μηδὲν οἴου ἄλλο μηχανᾶσθαι, ἢ ὅπως ἡμῖν ὅ τι κάλλιστα 31493 4.1.98.24 : τοὺς νόμους πεισθέντες δέξοιντο ὥσπερ βαφήν, ἵνα δευ– 31494 4.1.98.25 : σοποιὸς αὐτῶν ἡ δόξα γίγνοιτο καὶ περὶ δεινῶν καὶ περὶ 31495 4.1.98.26 : τῶν ἄλλων διὰ τὸ τήν τε φύσιν καὶ τὴν τροφὴν ἐπιτη– 31496 4.1.98.27 : δείαν ἐσχηκέναι, καὶ μὴ αὐτῶν ἐκπλύναι τὴν βαφὴν τὰ 31497 4.1.98.28 : ῥύμματα ταῦτα, δεινὰ ὄντα ἐκκλύζειν, ἥ τε ἡδονή, παν– 31498 4.1.98.29 : τὸς χαλαστραίου δεινοτέρα οὖσα τοῦτο δρᾶν καὶ κονίας, 31499 4.1.98.30 : λύπη τε καὶ φόβος καὶ ἐπιθυμία, παντὸς ἄλλου ῥύμμα– 31500 4.1.98.31 : τος. τὴν δὴ τοιαύτην δύναμιν καὶ σωτηρίαν διὰ παντὸς 31501 4.1.98.32 : δόξης ὀρθῆς τε καὶ νομίμου δεινῶν τε πέρι καὶ μὴ ἀν– 31502 4.1.98.33 : δρείαν ἔγωγε καλῶ καὶ τίθεμαι, εἰ μή τι σὺ ἄλλο λέγεις. 31503 4.1.98.34 : Ἀλλ´ οὐδέν, ἦ δ´ ὅς, λέγω· δοκεῖς γάρ μοι τὴν ὀρθὴν 31504 4.1.98.35 : δόξαν περὶ τῶν αὐτῶν τούτων ἄνευ παιδείας γεγονυῖαν, 31505 4.1.98.36 : τήν τε θηριώδη καὶ ἀνδραποδώδη, οὔτε πάνυ νόμιμον 31506 4.1.98.37 : ἡγεῖσθαι, ἄλλο τέ τι ἢ ἀνδρείαν καλεῖν. 31507 4.1.99.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 430 E–432 B). 31508 4.1.99.2 : Κόσμος πού τις, ἦν δ´ ἐγώ, ἡ σωφροσύνη ἐστὶν καὶ 31509 4.1.99.3 : ἡδονῶν τινων καὶ ἐπιθυμιῶν ἐγκράτεια, ὥς φασι κρείττω 31510 4.1.99.4 : δὴ αὑτοῦ λέγοντες οὐκ οἶδα ὅντινα τρόπον, καὶ ἄλλα τινὰ 31511 4.1.99.5 : τοιαῦτα ὥσπερ ἴχνη αὐτῆς λέγεται. ἦ γάρ; Πάντων μά– 31512 4.1.99.6 : λιστα, ἔφη. Οὐκοῦν τὸ μὲν κρείττω αὑτοῦ γελοῖον; ὁ 31513 4.1.99.7 : γὰρ ἑαυτοῦ κρείττων καὶ ἥττων δήπου ἂν αὑτοῦ εἴη καὶ 31514 4.1.99.8 : ὁ ἥττων κρείττων· ὁ αὐτὸς γὰρ ἐν ἅπασι τούτοις προσ– 31515 4.1.99.9 : αγορεύεται. Τί δ´ οὔ; Ἀλλ´, ἦν δ´ ἐγώ, φαίνεταί μοι βού– 31516 4.1.99.10 : λεσθαι λέγειν οὗτος ὁ λόγος ὥς τι ἐν αὐτῷ τῷ ἀνθρώπῳ 31517 4.1.99.11 : περὶ τὴν ψυχὴν τὸ μὲν βέλτιον ἔνι, τὸ δὲ χεῖρον· καὶ 31518 4.1.99.12 : ὅταν μὲν τὸ βέλτιον φύσει τοῦ χείρονος ἐγκρατέστερον ᾖ, 31519 4.1.99.13 : τοῦτο λέγειν τὸ κρείττω αὑτοῦ· ἐπαινεῖ γοῦν· ὅταν δὲ 31520 4.1.99.14 : ὑπὸ τροφῆς κακῆς ἤ τινος ὁμιλίας κρατηθῇ ὑπὸ πλή– 31521 4.1.99.15 : θους τοῦ χείρονος σμικρότερον τὸ βέλτιον ὄν, τοῦτο δὲ 31522 4.1.99.16 : ὡς ἐν ὀνείδει ψέγειν τε καὶ καλεῖν ἥττω ἑαυτοῦ καὶ ἀκό– 31523 4.1.99.17 : λαστον τὸν οὕτω διακείμενον. Καὶ γὰρ ἔοικεν, ἔφη. 31524 4.1.99.18 : Ἀπόβλεπε τοίνυν, ἦν δ´ ἐγώ, πρὸς τὴν νέαν ἡμῖν πόλιν, 31525 4.1.99.19 : καὶ εὑρήσεις ἐν αὐτῇ τὸ ἕτερον τούτων ἐνόν· κρείττω 31526 4.1.99.20 : γὰρ αὐτὴν αὑτῆς δικαίως φήσεις προσαγορεύειν, εἴπερ 31527 4.1.99.21 : οὖν τὸ ἄμεινον τοῦ χείρονος ἄρχει, σῶφρον κλητέον καὶ 31528 4.1.99.22 : κρεῖττον αὑτοῦ. Ἀλλ´ ἀποβλέπω, ἔφη, καὶ ἀληθῆ λέ– 31529 4.1.99.23 : γεις. Καὶ μὴν καὶ τάς τε πολλὰς καὶ παντοδαπὰς ἐπι– 31530 4.1.99.24 : θυμίας καὶ ἡδονάς τε καὶ λύπας ἐν πᾶσι μάλιστ´ ἄν τις 31531 4.1.99.25 : εὕροι καὶ γυναιξὶ καὶ οἰκέταις καὶ τῶν ἐλευθέρων λεγο– 31532 4.1.99.26 : μένων ἐν τοῖς πολλοῖς τε καὶ φαύλοις. Πάνυ μὲν οὖν. 31533 4.1.99.27 : Τὰς δέ γε ἁπλᾶς τε καὶ μετρίας, αἳ δὴ μετὰ νοῦ τε καὶ 31534 4.1.99.28 : δόξης ὀρθῆς λογισμῷ ἄγονται, ἐν ὀλίγοις τε ἐπιτεύξῃ καὶ 31535 4.1.99.29 : τοῖς βέλτιστα μὲν τραφεῖσιν βέλτιστα δὲ παιδευθεῖσιν; 31536 4.1.99.30 : Ἀληθῆ, ἔφη. Οὐκοῦν καὶ ταῦτα ὁρᾷς ἐνόντα σοι ἐν τῇ 31537 4.1.99.31 : πόλει καὶ κρατουμένας αὐτόθι τὰς ἐπιθυμίας τὰς ἐν τοῖς 31538 4.1.99.32 : πολλοῖς τε καὶ φαύλοις ὑπό τε τῶν ἐπιθυμιῶν καὶ τῆς 31539 4.1.99.33 : φρονήσεως τῆς ἐν τοῖς ἐλάττοσί τε καὶ ἐπιεικεστέροις; 31540 4.1.99.34 : Ἔγωγε, ἔφη. Εἰ ἄρα δεῖ τινα πόλιν προσαγορεύειν κρείττω 31541 4.1.99.35 : ἡδονῶν τε καὶ ἐπιθυμιῶν καὶ αὐτὴν 〈αὑτῆς, καὶ ταύτην〉 31542 4.1.99.36 : προσρητέον. Παντάπασι μὲν οὖν, ἔφη. Ἆρ´ οὖν οὐ καὶ 31543 4.1.99.37 : σώφρονα κατὰ πάντα ταῦτα; Καὶ μάλα, ἔφη. Καὶ μὴν 31544 4.1.99.38 : αὖ εἴπερ ἐν ἄλλῃ πόλει ἡ αὐτὴ δόξα ἔνεστι τοῖς τε ἄρ– 31545 4.1.99.39 : χουσι καὶ ἀρχομένοις περὶ τοῦ οὕς τινας δεῖ ἄρχειν, καὶ 31546 4.1.99.40 : ἐν ταύτῃ ἂν εἴη τοῦτο ἐνόν. ἢ οὐ δοκεῖ; Καὶ μάλα, ἔφη, 31547 4.1.99.41 : σφόδρα. Ἐν ποτέροις οὖν φήσεις τῶν πολιτῶν τὸ σω– 31548 4.1.99.42 : φρονεῖν ἐνεῖναι, ὅταν οὕτως ἔχωσιν; ἐν τοῖς ἄρχουσιν ἢ 31549 4.1.99.43 : ἐν τοῖς ἀρχομένοις; Ἐν ἀμφοτέροις που, ἔφη. Ὁρᾷς οὖν, 31550 4.1.99.44 : ἦν δ´ ἐγώ, ὅτι ἐπιεικῶς ἐμαντευόμεθα ἀρτίως ὡς ἁρμο– 31551 4.1.99.45 : νίᾳ τινὶ 〈ἡ〉 σωφροσύνη ὡμοίωται; Τί δή; Ὅτι οὐχ 31552 4.1.99.46 : ὥσπερ ἡ ἀνδρεία καὶ ἡ σοφία ἐν μέρει τινὶ ἑκατέρα 31553 4.1.99.47 : ἐνοῦσα ἡ μὲν σοφήν, ἡ δὲ ἀνδρείαν τὴν πόλιν παρείχετο, 31554 4.1.99.48 : οὐχ οὕτω ποιεῖ αὕτη, ἀλλὰ δι´ ὅλης ἀτεχνῶς τέταται διὰ 31555 4.1.99.49 : πασῶν παρεχομένη ξυνᾴδοντας τούς τε ἀσθενεστάτους 31556 4.1.99.50 : ταὐτὸν καὶ τοὺς ἰσχυροτάτους καὶ τοὺς μέσους, εἰ μὲν 31557 4.1.99.51 : βούλει, φρονήσει, εἰ δὲ βούλει, ἰσχύι, εἰ δέ, καὶ πλήθει 31558 4.1.99.52 : ἢ χρήμασιν ἢ ἄλλῳ ὁτῳοῦν τῶν τοιούτων· ὥστε ὀρθό– 31559 4.1.99.53 : τατα ἂν φαῖμεν ταύτην τὴν ὁμόνοιαν σωφροσύνην εἶναι, 31560 4.1.99.54 : χείρονός τε καὶ ἀμείνονος κατὰ φύσιν ξυμφωνίαν ὁπότε– 31561 4.1.99.55 : ρον δεῖ ἄρχειν καὶ ἐν πόλει καὶ ἐν ἑνὶ ἑκάστῳ. Πάνυ 31562 4.1.99.56 : μοι, ἔφη. ξυνδοκεῖ. 31563 4.1.100.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 433 A–434 A). 31564 4.1.100.2 : Ἀλλ´, ἦν δ´ ἐγώ, ἄκουε εἴ τι ἄρα λέγω. ὃ γὰρ ἐξ 31565 4.1.100.3 : ἀρχῆς ἐθέμεθα 〈δεῖν〉 ποιεῖν διὰ παντός, ὅτε τὴν πόλιν 31566 4.1.100.4 : κατῳκίζομεν, τοῦτό ἐστιν, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ, ἤτοι τούτου 31567 4.1.100.5 : εἶδος 〈ἡ〉 δικαιοσύνη. ἐθέμεθα δὲ δήπου καὶ πολλάκις 31568 4.1.100.6 : ἐλέγομεν, εἰ μέμνησαι, ὅτι ἕνα ἕκαστον ἓν δέοι ἐπιτη– 31569 4.1.100.7 : δεύειν τῶν περὶ τὴν πόλιν, εἰς ὃ αὐτοῦ ἡ φύσις ἐπιτη– 31570 4.1.100.8 : δειοτάτη πεφυκυῖα εἴη. Ἐλέγομεν γάρ. Καὶ μὴν ὅτι γε 31571 4.1.100.9 : 〈τὸ〉 τὰ αὑτοῦ πράττειν καὶ μὴ πολυπραγμονεῖν δικαιο– 31572 4.1.100.10 : σύνη ἐστί, καὶ τοῦτο ἄλλων τε πολλῶν ἀκηκόαμεν καὶ 31573 4.1.100.11 : αὐτοὶ πολλάκις 〈εἰρήκαμεν〉. Εἰρήκαμεν γάρ. Τοῦτο τοί– 31574 4.1.100.12 : νυν, ἦν δ´ ἐγώ, ὦ φίλε, κινδυνεύει τρόπον τινὰ γιγνόμε– 31575 4.1.100.13 : νον 〈ἡ〉 δικαιοσύνη εἶναι, τὸ τὰ αὑτοῦ πράττειν· οἶσθα 31576 4.1.100.14 : ὅθεν τεκμαίρομαι; Οὔκ, ἀλλὰ λέγε, ἔφη. Δοκεῖ μοι, ἦν 31577 4.1.100.15 : δ´ ἐγώ, τὸ ὑπόλοιπον ἐν τῇ πόλει ὧν ἐσκέμμεθα, σω– 31578 4.1.100.16 : φροσύνης καὶ ἀνδρείας καὶ φρονήσεως, τοῦτο εἶναι τὸ 31579 4.1.100.17 : πᾶσιν ἐκείνοις τὴν δύναμιν παρέχον, ὥστε ἐγγενέσθαι, 31580 4.1.100.18 : καὶ ἐγγενομένοις σωτηρίαν παρέχειν, ἕως περ ἂν 〈ἐν〉ῇ. 31581 4.1.100.19 : καίτοι ἔφαμεν δικαιοσύνην ἔσεσθαι τὸ ὑπολειφθὲν ἐκεί– 31582 4.1.100.20 : νων, εἰ τὰ τρία εὕροιμεν. Καὶ γὰρ ἀνάγκη, ἔφη. Ἀλλὰ 31583 4.1.100.21 : μέντοι, ἦν δ´ ἐγώ, εἰ δέοι κρῖναι, [τινα] τὴν πόλιν ἡμῖν 31584 4.1.100.22 : τί τούτων μάλιστα ἀγαθὴν ἀπεργάσεται ἐγγενόμενον, 31585 4.1.100.23 : δύσκριτον ἂν εἴη πότερον ἡ ὁμοδοξία τῶν ἀρχόντων τε 31586 4.1.100.24 : καὶ ἀρχομένων, ἢ ἡ περὶ δεινῶν τε καὶ μή, ἅττα ἐστί, 31587 4.1.100.25 : δόξης ἐννόμου σωτηρία ἐν τοῖς στρατιώταις ἐγγενομένη, 31588 4.1.100.26 : ἢ ἡ ἐν τοῖς ἄρχουσι φρόνησίς τε καὶ φυλακὴ ἐνοῦσα, ἢ 31589 4.1.100.27 : τοῦτο μάλιστα ἀγαθὴν αὐτὴν ποιεῖ ἐνὸν καὶ ἐν παιδὶ 31590 4.1.100.28 : καὶ ἐν γυναικὶ καὶ δούλῳ καὶ ἐλευθέρῳ καὶ δημιουργῷ 31591 4.1.100.29 : καὶ ἄρχοντι καὶ ἀρχομένῳ, ὅτι τὸ αὑτοῦ ἕκαστος εἷς ὢν 31592 4.1.100.30 : ἓν ἔπραττεν καὶ οὐκ ἐπολυπραγμόνει. Δύσκριτον, ἔφη· 31593 4.1.100.31 : πῶς δ´ οὔ; Ἐνάμιλλον ἄρα, ὡς ἔοικε, [τι] πρὸς ἀρετὴν 31594 4.1.100.32 : πόλεως τῇ τε σοφίᾳ αὐτῆς καὶ τῇ σωφροσύνῃ καὶ τῇ ἀν– 31595 4.1.100.33 : δρείᾳ ἡ τοῦ ἕκαστον ἐν αὐτῇ τὰ αὑτοῦ πράττειν δύνα– 31596 4.1.100.34 : μις. Καὶ μάλα, ἔφη. Οὐκοῦν δικαιοσύνην τό γε τούτοις 31597 4.1.100.35 : ἐνάμιλλον ἂν εἰς ἀρετὴν πόλεως θείης; Παντάπασι μὲν 31598 4.1.100.36 : οὖν. Σκόπει δὴ καὶ τῇδε, εἰ οὕτω δόξει· ἆρα τοῖς ἄρ– 31599 4.1.100.37 : χουσιν ἐν τῇ πόλει τὰς δίκας προστάξεις δικάζειν; Τί 31600 4.1.100.38 : μήν; Ἢ ἄλλου τινὸς οὖν μᾶλλον ἐφιέμενοι δικάσουσιν ἢ 31601 4.1.100.39 : τούτου, ὅπως ἂν ἕκαστοι μήτ´ ἔχωσι τἀλλότρια μήτε τῶν 31602 4.1.100.40 : αὑτῶν στέρωνται; Οὔκ, ἀλλὰ τούτου. Ὡς δικαίου ὄντος; 31603 4.1.100.41 : Ναί. Καὶ ταύτῃ ἄρα πῃ ἡ τοῦ οἰκείου τε καὶ ἑαυτοῦ 31604 4.1.100.42 : ἕξις τε καὶ πρᾶξις δικαιοσύνη ἂν ὁμολογοῖτο. Ἔστι 31605 4.1.100.43 : ταῦτα. 31606 4.1.101.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 445 C–E). 31607 4.1.101.2 : Δεῦρο νῦν, ἦν δ´ ἐγώ, ἵνα καὶ εἰδῇς, ὅσα εἴδη ἔχει 31608 4.1.101.3 : ἡ κακία, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ, ἅ γε δὴ καὶ ἄξια θέας. Ἕπο– 31609 4.1.101.4 : μαι, ἔφη· μόνον λέγε. Καὶ μήν, ἦν δ´ ἐγώ, ὥσπερ ἀπὸ 31610 4.1.101.5 : σκοπιᾶς μοι φαίνεται, ἐπειδὴ ἐνταῦθα ἀναβεβήκαμεν τοῦ 31611 4.1.101.6 : λόγου, ἓν μὲν εἶναι εἶδος τῆς ἀρετῆς, ἄπειρα δὲ τῆς κα– 31612 4.1.101.7 : κίας, τέτταρα δὲ ἐν αὐτῇ ὄντα, ὧν καὶ ἄξιον ἐπιμνησθῆ– 31613 4.1.101.8 : ναι. Πῶς λέγεις; ἔφη. Ὅσοι, ἦν δ´ ἐγώ, πολιτειῶν 31614 4.1.101.9 : τρόποι εἰσὶν 〈εἴδη ἔχοντες, τοσοῦτοι κινδυνεύουσι καὶ ψυ– 31615 4.1.101.10 : χῆς τρόποι εἶναι〉. Πόσοι δή; Πέντε μέν, ἦν δ´ ἐγώ, 31616 4.1.101.11 : πολιτειῶν, πέντε δὲ ψυχῆς. Λέγ´, ἔφη, τίνες. Λέγω, 31617 4.1.101.12 : εἶπον, ὅτι εἷς μὲν οὗτος ὃν ἡμεῖς διεληλύθαμεν πολι– 31618 4.1.101.13 : τείας εἴη ἂν τρόπος, ἐπονομασθείη δ´ ἂν καὶ διχῇ· 31619 4.1.101.14 : ἐγγενομένου γὰρ ἀνδρὸς ἑνὸς ἐν τοῖς ἄρχουσι διαφέρον– 31620 4.1.101.15 : τος βασιλεία ἂν κληθείη, πλειόνων δὲ ἀριστοκρατία. 31621 4.1.101.16 : Ἀληθῆ, ἔφη. Τοῦτο μὲν τοίνυν, ἦν δ´ ἐγώ, ἓν εἶδος 31622 4.1.101.17 : λέγω· οὔτε γὰρ ἂν πλείους οὔτε εἷς ἐγγενόμενος κινή– 31623 4.1.101.18 : σειεν ἄν τινα τῶν ἀξίων λόγου νόμων τῆς πόλεως, τρο– 31624 4.1.101.19 : φῇ τε καὶ παιδείᾳ χρησάμενος ᾗ διεληλύθαμεν. 31625 4.1.102.1 : Πλάτωνος Πολιτείας εʹ (p. 457 A–B). 31626 4.1.102.2 : Ἀποδυτέον δὴ ταῖς τῶν φυλάκων γυναιξίν, ἐπείπερ 31627 4.1.102.3 : ἀρετὴν ἀντὶ ἱματίων ἀμφιέσονται, καὶ κοινωνητέον πολέ– 31628 4.1.102.4 : μου τὲ καὶ τῆς ἄλλης φυλακῆς τῆς περὶ τὴν πόλιν, καὶ 31629 4.1.102.5 : οὐκ ἄλλο πρακτέον· τούτων δὲ αὐτῶν τὰ ἐλαφρότερα 31630 4.1.102.6 : ταῖς γυναιξὶν ἢ τοῖς ἀνδράσιν ἀποδοτέον διὰ τὴν τοῦ 31631 4.1.102.7 : γένους ἀσθένειαν. ὁ δὲ γελῶν ἀνὴρ ἐπὶ γυμναῖς γυναιξί, 31632 4.1.102.8 : τοῦ βελτίστου ἕνεκα γυμναζομέναις, ἀτελῆ τοῦ γελοίου 31633 4.1.102.9 : σοφίας δρέπων καρπόν, οὐδὲν οἶδεν, ὡς ἔοικεν, ἐφ´ ᾧ 31634 4.1.102.10 : γελᾷ, οὐδὲ τί πράττει· κάλλιστα γὰρ δὴ τοῦτο καὶ λέ– 31635 4.1.102.11 : γεται καὶ λελέξεται, ὅτι τὸ μὲν ὠφέλιμον καλόν, τὸ δὲ 31636 4.1.102.12 : βλαβερὸν αἰσχρόν. 31637 4.1.103.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 457 C–D). 31638 4.1.103.2 : Τούτῳ, ἦν δ´ ἐγώ, ἕπεται νόμος καὶ τοῖς ἔμπροσθεν 31639 4.1.103.3 : τοῖς ἄλλοις, ὡς ἐγᾦμαι, ὅδε. Τίς; Τὰς γυναῖκας ταύ– 31640 4.1.103.4 : τας τῶν ἀνδρῶν τούτων 〈πάντων〉 πάσας εἶναι κοινάς, 31641 4.1.103.5 : ἰδίᾳ δὲ μηδενὶ μηδεμίαν συνοικεῖν, καὶ τοὺς παῖδας αὖ 31642 4.1.103.6 : κοινούς, καὶ μήτε γονέα εἰδέναι ἔκγονον τὸν αὑτοῦ μήτε 31643 4.1.103.7 : παῖδα γονέα. Πολύ, ἔφη, τοῦτο ἐκείνου μεῖζον πρὸς ἀπι– 31644 4.1.103.8 : στίαν καὶ τοῦ δυνατοῦ πέρι καὶ ὠφελίμου· Οὐκ οἶμαι, 31645 4.1.103.9 : ἦν δ´ ἐγώ, περί γε τοῦ ὠφελίμου ἀμφισβητεῖσθαι ἄν, 31646 4.1.103.10 : ὡς οὐ μέγιστον ἀγαθὸν κοινὰς μὲν τὰς γυναῖκας εἶναι, 31647 4.1.103.11 : κοινοὺς δὲ τοὺς παῖδας. 31648 4.1.104.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 461 E–465 E). 31649 4.1.104.2 : Ἡ μὲν δὴ κοινωνία, ὦ Γλαύκων, αὕτη τε καὶ τοι– 31650 4.1.104.3 : αύτη γυναικῶν τε καὶ παίδων τοῖς φύλαξί σοι τῆς πό– 31651 4.1.104.4 : λεως· ὧδε ἑπομένη τε τῇ ἄλλῃ πολιτείᾳ καὶ μακρῷ βελ– 31652 4.1.104.5 : τίστη, δεῖ δὴ τὸ μετὰ τοῦτο βεβαιώσασθαι παρὰ τοῦ 31653 4.1.104.6 : λόγου· ἢ πῶς ποιῶμεν; Οὕτω νὴ Δία, ἦ δ´ ὅς. Ἆρ´ 31654 4.1.104.7 : οὖν οὐχ ἥδε ἀρχὴ τῆς ὁμολογίας, ἐρέσθαι ἡμᾶς τί ποτε 31655 4.1.104.8 : τὸ μέγιστον ἀγαθὸν ἔχομεν εἰπεῖν εἰς πόλεως κατασκευήν, 31656 4.1.104.9 : οὗ δεῖ στοχαζόμενον τὸν νομοθέτην τιθέναι τοὺς νόμους, 31657 4.1.104.10 : καὶ τί μέγιστον κακόν, εἶτα ἐπισκέψασθαι, ἆρα ἃ νῦν 31658 4.1.104.11 : διήλθομεν εἰς μὲν τὸ τοῦ ἀγαθοῦ ἴχνος ἡμῖν ἁρμόττει, 31659 4.1.104.12 : τῷ δὲ τοῦ κακοῦ ἀναρμοστεῖ; Πάντων μάλιστα, ἔφη. 31660 4.1.104.13 : Ἔχομεν οὖν τι μεῖζον κακὸν πόλει ἢ ἐκεῖνο ὃ ἂν αὐτὴν 31661 4.1.104.14 : διασπᾷ καὶ ποιῇ πολλὰς ἀντὶ μιᾶς; ἢ μεῖζον ἀγαθὸν 31662 4.1.104.15 : τοῦ ὃ δὴ ξυνδεῖ τε καὶ ποιεῖ μίαν; Οὐκ ἔχομεν. Οὐκοῦν 31663 4.1.104.16 : ἡ μὲν ἡδονῆς τε καὶ λύπης κοινωνία ξυνδεῖ, ὅταν ὅ τι 31664 4.1.104.17 : μάλιστα πάντες οἱ πολῖται τῶν αὐτῶν γιγνομένων τε καὶ 31665 4.1.104.18 : ἀπολλυμένων παραπλησίως χαίρωσι καὶ λυπῶνται; Παν– 31666 4.1.104.19 : τάπασι μὲν οὖν, ἔφη. Ἡ δέ γε τῶν τοιούτων ἰδίωσις 31667 4.1.104.20 : διαλύει, ὅταν οἱ μὲν περιαλγεῖς, οἱ δὲ περιχαρεῖς γίγνων– 31668 4.1.104.21 : ται ἐπὶ τοῖς αὐτοῖς παθήμασι τῆς πόλεώς τε καὶ τῶν ἐν 31669 4.1.104.22 : τῇ πόλει; Τί δ´ οὔ; Ἆρ´ οὖν ἐκ τοῦδε τὸ τοιόνδε γί– 31670 4.1.104.23 : γνεται, ὅταν μὴ ἅμα φθέγγωνται ἐν τῇ πόλει τὰ τοιάδε 31671 4.1.104.24 : ῥήματα, τό τε ἐμὸν καὶ τὸ οὐκ ἐμόν; καὶ περὶ τοῦ ἀλ– 31672 4.1.104.25 : λοτρίου κατὰ ταὐτά; Κομιδῇ μὲν οὖν. Ἐν ᾗ τινι δὴ πό– 31673 4.1.104.26 : λει πλεῖστοί σοι τὸ αὐτὸ κατὰ ταὐτὰ τοῦτο λέγουσι τὸ 31674 4.1.104.27 : ἐμὸν καὶ τὸ οὐκ ἐμόν, αὕτη ἄριστα διοικεῖται; Πολύ γε. 31675 4.1.104.28 : Καὶ ἥ τις δὴ ἐγγύτατα ἑνὸς ἀνθρώπου ἔχει; οἷον ὅταν 31676 4.1.104.29 : που ἡμῶν δάκτυλός του πληγῇ, πᾶσα ἡ κοινωνία ἡ κατὰ 31677 4.1.104.30 : τὸ σῶμα πρὸς τὴν ψυχὴν τεταμένη εἰς μίαν σύνταξιν 31678 4.1.104.31 : τὴν τοῦ ἄρχοντος ἐν αὐτῇ ᾔσθετό τε καὶ πᾶσα ἅμα συν– 31679 4.1.104.32 : ήλγησε μέρους πονήσαντος ὅλη, καὶ οὕτω δὴ λέγομεν ὅτι 31680 4.1.104.33 : ὁ ἄνθρωπος τὸν δάκτυλον ἀλγεῖ· καὶ περὶ ἄλλου ὁτου– 31681 4.1.104.34 : οῦν τῶν τοῦ ἀνθρώπου ὁ αὐτὸς λόγος, περί τε λύπης πο– 31682 4.1.104.35 : νοῦντος μέρους καὶ περὶ ἡδονῆς ῥαΐζοντος. Ὁ αὐτὸς γάρ, 31683 4.1.104.36 : ἔφη· καὶ τοῦτο ὃ ἐρωτᾷς, τοῦ τοιούτου ἐγγύτατα ἡ ἄρι– 31684 4.1.104.37 : στα πολιτευομένη πόλις οἰκεῖ. Ἑνὸς δή, οἶμαι, πάσχοντος 31685 4.1.104.38 : τῶν πολιτῶν ὁτιοῦν ἢ ἀγαθὸν ἢ κακὸν ἡ τοιαύτη πόλις 31686 4.1.104.39 : μάλιστά τε φήσει ἑαυτῆς εἶναι τὸ πάσχον καὶ ἢ ξυνησθή– 31687 4.1.104.40 : σεται ἅπασα ἢ ξυλλυπήσεται. Ἀνάγκη, ἔφη, τήν γε εὔ– 31688 4.1.104.41 : νομον. Ὥρα ἂν εἴη, ἦν δ´ ἐγώ, ἐπανιέναι ἡμῖν ἐπὶ τὴν 31689 4.1.104.42 : ἡμετέραν πόλιν, καὶ τὰ τοῦ λόγου ὁμολογήματα σκοπεῖν 31690 4.1.104.43 : ἐν αὐτῇ, εἰ αὐτὴ μάλιστα ἔχει εἴτε καὶ ἄλλη τις μᾶλλον. 31691 4.1.104.44 : Οὐκοῦν χρή, ἔφη. Τί οὖν; ἔστι μέν που καὶ ἐν ταῖς 31692 4.1.104.45 : ἄλλαις πόλεσιν ἄρχοντές τε καὶ δῆμος, ἔστι δὲ καὶ ἐν 31693 4.1.104.46 : ταύτῃ; Ἔστι. Πολίτας μὲν δὴ πάντες οὗτοι ἀλλήλους 31694 4.1.104.47 : προσεροῦσι; Πῶς δ´ οὔ; Ἀλλὰ πρὸς τῷ πολίτας τί ὁ 31695 4.1.104.48 : ἐν ταῖς ἄλλαις δῆμος τοὺς ἄρχοντας προσαγορεύει; Ἐν 31696 4.1.104.49 : μὲν ταῖς πολλαῖς δεσπότας, ἐν δὲ ταῖς δημοκρατουμέναις 31697 4.1.104.50 : αὐτὸ τοῦτο τοὔνομα, ἄρχοντας. Τί δ´ ὁ ἐν τῇ ἡμετέρᾳ 31698 4.1.104.51 : δῆμος; πρὸς τῷ πολίτας τί τοὺς ἄρχοντάς φησιν εἶναι; 31699 4.1.104.52 : Σωτῆράς τε καὶ ἐπικούρους, ἔφη. Τί δ´ οὗτοι τὸν δῆ– 31700 4.1.104.53 : μον; Μισθοδότας τε καὶ τροφέας. Οἱ δὲ ἐν ταῖς ἄλλαις 31701 4.1.104.54 : ἄρχοντες τοὺς δήμους; Δούλους, ἔφη. Τί δ´ οἱ ἄρχον– 31702 4.1.104.55 : τες ἀλλήλους; Ξυνάρχοντας, ἔφη. Ἔχεις οὖν εἰπεῖν τῶν 31703 4.1.104.56 : ἀρχόντων ἐν ταῖς ἄλλαις πόλεσιν, εἴ τίς τινα ἔχει προσ– 31704 4.1.104.57 : ειπεῖν τῶν ξυναρχόντων τὸν μὲν ὡς οἰκεῖον, τὸν δ´ ὡς 31705 4.1.104.58 : ἀλλότριον; Καὶ πολλούς γε. Οὐκοῦν τὸν μὲν οἰκεῖον ὡς 31706 4.1.104.59 : ἑαυτοῦ νομίζει τε καὶ λέγει, τὸν δ´ ἀλλότριον ὡς οὐχ 31707 4.1.104.60 : ἑαυτοῦ; Οὕτω. Τί δ´ οἱ παρὰ σοὶ φύλακες; ἔσθ´ ὅσ– 31708 4.1.104.61 : τις αὐτῶν ἔχοι ἂν τῶν ξυμφυλάκων νομίσαι τινὰ ἢ προσ– 31709 4.1.104.62 : ειπεῖν ὡς ἀλλότριον; Οὐδαμῶς, ἔφη. παντὶ γὰρ ᾧ ἂν 31710 4.1.104.63 : ἐντυγχάνῃ, ἢ ὡς ἀδελφῷ ἢ ὡς ἀδελφῇ ἢ ὡς πατρὶ ἢ ὡς 31711 4.1.104.64 : μητρὶ ἢ ὡς υἱεῖ ἢ θυγατρὶ ἢ τούτων ἐγγόνοις ἢ προγό– 31712 4.1.104.65 : νοις νομιεῖ ἐντυγχάνειν. Κάλλιστα, ἦν δ´ ἐγώ, λέγεις· 31713 4.1.104.66 : ἀλλ´ ἔτι καὶ τόδε εἰπέ· πότερον αὐτοῖς τὰ ὀνόματα μό– 31714 4.1.104.67 : νον οἰκεῖα νομοθετήσεις, ἢ καὶ τὰς πράξεις πάσας κατὰ 31715 4.1.104.68 : τὰ ὀνόματα πράττειν, περί τε τοὺς πατέρας, ὅσα νόμος 31716 4.1.104.69 : περὶ πατέρας αἰδοῦς τε πέρι καὶ κηδεμονίας καὶ τοῦ 31717 4.1.104.70 : ὑπήκοον δεῖν εἶναι τῶν γονέων, ἢ μήτε πρὸς θεῶν μήτε 31718 4.1.104.71 : πρὸς ἀνθρώπων αὐτῷ ἄμεινον ἔσεσθαι, ὡς οὔτε δίκαια 31719 4.1.104.72 : οὔτε ὅσια πράττοντος ἄν, εἰ ἄλλα πράττοι ἢ ταῦτα; αὗ– 31720 4.1.104.73 : ταί σοι ἢ ἄλλαι φῆμαι ἐξ ἁπάντων τῶν πολιτῶν ὑμνή– 31721 4.1.104.74 : σουσιν εὐθὺς περὶ τὰ τῶν παίδων ὦτα καὶ περὶ πατέ– 31722 4.1.104.75 : ρων, οὓς ἂν αὐτοῖς τις ἀποφήνῃ καὶ περὶ τῶν ἄλλων 31723 4.1.104.76 : ξυγγενῶν; Αὗται, ἔφη· γελοῖον γὰρ ἂν εἴη, εἰ ἄνευ ἔρ– 31724 4.1.104.77 : γων ὀνόματα οἰκεῖα διὰ τῶν στομάτων μόνον φθέγγοιντο. 31725 4.1.104.78 : Πασῶν ἄρα πόλεων μάλιστα ἐν αὐτῇ ξυμφωνήσουσιν ἑνός 31726 4.1.104.79 : τινος ἢ εὖ ἢ κακῶς πράττοντος ὃ νῦν δὴ ἐλέγομεν τὸ 31727 4.1.104.80 : ῥῆμα, 〈τὸ〉 ὅτι τὸ ἐμὸν εὖ πράττει ἢ ὅτι τὸ ἐμὸν κα– 31728 4.1.104.81 : κῶς. Ἀληθέστατα αὖ, ἦ δ´ ὅς. Οὐκοῦν μετὰ τούτου 31729 4.1.104.82 : τοῦ δόγματός τε καὶ ῥήματος ἔφαμεν ξυνακολουθεῖν τός 31730 4.1.104.83 : τε ἡδονὰς καὶ λύπας κοινῇ; Καὶ ὀρθῶς γε ἔφαμεν. Οὐκ– 31731 4.1.104.84 : οῦν μάλιστα τοῦ αὐτοῦ κοινωνήσουσιν οἱ πολῖται ἡμῖν, 31732 4.1.104.85 : ὃ δὴ ἐμὸν ὀνομάσουσι; τούτου δὲ κοινωνοῦντες οὕτω δὴ 31733 4.1.104.86 : λύπης τε καὶ ἡδονῆς μάλιστα κοινωνίαν ἕξουσι; Πολύ 31734 4.1.104.87 : γε. Ἆρ´ οὖν τούτων αἰτία πρὸς τῇ ἄλλῃ καταστάσει ἡ 31735 4.1.104.88 : τῶν γυναικῶν τε καὶ παίδων κοινωνία τοῖς φύλαξι; Πάνυ 31736 4.1.104.89 : μὲν οὖν μάλιστα, ἔφη. Ἀλλὰ μὴν μέγιστόν γε πόλει 31737 4.1.104.90 : αὐτὸ ὡμολογήσαμεν ἀγαθόν, ἀπεικάζοντες εὖ οἰκουμένην 31738 4.1.104.91 : πόλιν σώματι πρὸς μέρος αὑτοῦ λύπης τε πέρι καὶ ἡδο– 31739 4.1.104.92 : νῆς ὡς ἔχει. Καὶ ὀρθῶς γε, ἔφη, ὡμολογήσαμεν. Τοῦ 31740 4.1.104.93 : μεγίστου ἄρα ἀγαθοῦ τῇ πόλει αἰτία ἡμῖν πέφανται ἡ 31741 4.1.104.94 : κοινωνία τοῖς ἐπικούροις τῶν τε παίδων καὶ τῶν γυναι– 31742 4.1.104.95 : κῶν. Καὶ μάλα, ἔφη. Καὶ μὲν δὴ καὶ τοῖς πρόσθεν γε 31743 4.1.104.96 : ὡμολογοῦμεν· ἔφαμεν γάρ που οὔτε οἰκίας τούτοις ἰδίας 31744 4.1.104.97 : δεῖν εἶναι οὔτε γῆν οὔτε κτῆμα, ἀλλὰ παρὰ τῶν ἄλ– 31745 4.1.104.98 : λων τροφὴν λαμβάνοντας, μισθὸν τῆς φυλακῆς, κοινῇ πάν– 31746 4.1.104.99 : τας ἀναλίσκειν, εἰ μέλλοιεν ὄντως φύλακες εἶναι. Ὀρ– 31747 4.1.104.100 : θῶς, ἔφη. Ἆρ´ οὖν οὐχ, ὅπερ λέγω, τά τε πρόσθεν 31748 4.1.104.101 : εἰρημένα καὶ τὰ νῦν λεγόμενα ἔτι μᾶλλον ἀπεργάζεται 31749 4.1.104.102 : αὐτοὺς ἀληθινοὺς φύλακας, καὶ ποιεῖ μὴ διασπᾶν τὴν 31750 4.1.104.103 : πόλιν τὸ ἐμὸν ὀνομάζοντας μὴ τὸ αὐτὸ ἀλλ´ ἄλλον ἄλλο, 31751 4.1.104.104 : τὸν μὲν εἰς τὴν αὑτοῦ οἰκίαν ἕλκοντα ὅ τι ἂν δύνηται 31752 4.1.104.105 : χωρὶς τῶν ἄλλων κτήσασθαι, τὸν δὲ εἰς τὴν ἑαυτοῦ ἑτέ– 31753 4.1.104.106 : ραν οὖσαν, καὶ γυναῖκά τε καὶ παῖδας ἑτέρους, ἡδονάς τε 31754 4.1.104.107 : καὶ ἀλγηδόνας ἐμποιοῦντας ἰδίων ὄντων ἰδίας, ἀλλ´ ἑνὶ 31755 4.1.104.108 : δόγματι, [οὐ] τοῦ οἰκείου πέρι ἐπὶ τὸ αὐτὸ τείνοντας 31756 4.1.104.109 : πάντας εἰς τὸ δυνατὸν ὁμοιοπαθεῖς λύπης τε καὶ ἡδο– 31757 4.1.104.110 : νῆς εἶναι; Κομιδῇ μὲν οὖν, ἔφη. Τί δέ; δίκαι τε καὶ 31758 4.1.104.111 : ἐγκλήματα πρὸς ἀλλήλους οὐκ οἰχήσεται ἐξ αὐτῶν ὡς 31759 4.1.104.112 : ἔπος εἰπεῖν διὰ τὸ μηδὲν ἴδιον κεκτῆσθαι πλὴν τὸ σῶμα, 31760 4.1.104.113 : τὰ δὲ ἄλλα κοινά; ὅθεν δὴ ὑπάρχει τούτοις ἀστασιά– 31761 4.1.104.114 : στοις εἶναι, ὅσα γε διὰ χρημάτων ἢ παίδων ἢ ξυγγενῶν 31762 4.1.104.115 : κτῆσιν ἄνθρωποι στασιάζουσι. Πολλή, ἔφη, ἀνάγκη 31763 4.1.104.116 : ἀπηλλάχθαι. Καὶ μὴν οὐδὲ βιαίων γε οὐδὲ αἰκίας δίκαι 31764 4.1.104.117 : δικαίως ἂν εἶεν ἐν αὐτοῖς· ἥλιξι μὲν γὰρ ἥλικας ἀμύ– 31765 4.1.104.118 : νεσθαι καλὸν καὶ δίκαιόν που φήσομεν, ἀνάγκην σωμά– 31766 4.1.104.119 : των ἐπιμελείᾳ τιθέντες. Ὀρθῶς, ἔφη. Καὶ γὰρ καὶ 31767 4.1.104.120 : τόδε ὀρθὸν ἔχει, ἦν δ´ ἐγώ, οὗτος ὁ νόμος· εἴ πού τίς 31768 4.1.104.121 : τῳ θυμοῖτο, ἐν τῷ τοιούτῳ πληρῶν τὸν θυμὸν ἧττον ἐπὶ 31769 4.1.104.122 : μείζους ἂν ἴοι στάσεις. Πάνυ μὲν οὖν. Πρεσβυτέρῳ μὴν 31770 4.1.104.123 : νεωτέρων πάντῃ ἄρχειν τε καὶ κολάζειν προστετάξεται. 31771 4.1.104.124 : Δῆλον. Καὶ μὴν ὅτι γε νεώτερος πρεσβύτερον, ἂν μὴ 31772 4.1.104.125 : ἄρχοντες προστάττωσιν, οὔτε ἄλλο βιάζεσθαι ἐπιχειρήσει 31773 4.1.104.126 : ποτὲ οὔτε τύπτειν, ὡς τὸ εἰκός. οἶμαι δὲ οὐδ´ ἄλλως 31774 4.1.104.127 : ἀτιμάσει· ἱκανὼ γὰρ τὼ φύλακε κωλύοντε, δέος τε καὶ 31775 4.1.104.128 : αἰδώς· αἰδὼς μὲν ὡς γονέων μὴ ἅπτεσθαι εἴργουσα, 31776 4.1.104.129 : δέος δὲ τὸ τῷ πάσχοντι τοὺς ἄλλους βοηθεῖν, τοὺς μὲν 31777 4.1.104.130 : ὡς υἱεῖς, τοὺς δὲ ὡς ἀδελφούς, τοὺς δὲ ὡς πατέρας. 31778 4.1.104.131 : Ξυμβαίνει γὰρ οὕτως, ἔφη. Πανταχῇ δὴ ἐκ τῶν νόμων 31779 4.1.104.132 : εἰρήνην πρὸς ἀλλήλους οἱ ἄνδρες ἄξουσι. Πολλήν γε. 31780 4.1.104.133 : Τούτων μὴν ἐν ἑαυτοῖς μὴ στασιαζόντων οὐδὲν δεινὸν 31781 4.1.104.134 : μή ποτε ἡ ἄλλη πόλις πρὸς τούτους ἢ πρὸς ἀλλήλους 31782 4.1.104.135 : διχοστατήσῃ. Οὐ γὰρ οὖν. Τά γε μὴν σμικρότατα τῶν 31783 4.1.104.136 : κακῶν δι´ ἀπρέπειαν ὀκνῶ καὶ λέγειν, ὧν ἀπηλλαγμένοι 31784 4.1.104.137 : ἂν εἶεν, κολακείας τε πλουσίων πένητες ἀπορίας τε καὶ 31785 4.1.104.138 : ἀλγηδόνας ὅσας ἐν παιδοτροφίᾳ καὶ χρηματισμοῖς διὰ 31786 4.1.104.139 : τροφὴν οἰκετῶν ἀναγκαίαν ἴσχουσι, τὰ μὲν δανειζόμενοι, 31787 4.1.104.140 : τὰ δ´ ἐξαρνούμενοι, τὰ δὲ πάντως πορισάμενοι θέμενοι 31788 4.1.104.141 : παρὰ γυναῖκάς τε καὶ οἰκέτας, ταμιεύειν παραδόντες, ὅσα 31789 4.1.104.142 : τε, ὦ φίλε, περὶ αὐτὰ καὶ οἷα πάσχουσι, δῆλά τε καὶ 31790 4.1.104.143 : ἀγεννῆ καὶ οὐκ ἄξια λέγειν. Δῆλα γάρ, ἔφη, καὶ τυφλῷ. 31791 4.1.104.144 : Πάντων τε δὴ τούτων ἀπαλλάξονται, ζήσουσί τε τοῦ μα– 31792 4.1.104.145 : καριστοῦ βίου ὃν οἱ ὀλυμπιονῖκαι ζῶσι μακαριώτερον. 31793 4.1.104.146 : Πῇ; Διὰ σμικρόν που μέρος εὐδαιμονίζονται ἐκεῖνοι ὧν 31794 4.1.104.147 : τούτοις ὑπάρχει. ἥ τε γὰρ τῶνδε νίκη καλλίων. ἥ τ´ ἐκ 31795 4.1.104.148 : τοῦ δημοσίου τροφὴ τελεωτέρα. νίκην τε γὰρ νικῶσι 31796 4.1.104.149 : ξυναπάσης τῆς πόλεως σωτηρίαν, τροφῇ τε καὶ τοῖς ἄλ– 31797 4.1.104.150 : λοις πᾶσιν, ὅσων βίος δεῖται, αὐτοί τε καὶ παῖδες ἀνα– 31798 4.1.104.151 : δοῦνται καὶ γέρα δέχονται παρὰ τῆς αὑτῶν πόλεως ζῶν– 31799 4.1.104.152 : τές τε καὶ τελευτήσαντες ταφῆς ἀξίας μετέχουσι. Καὶ 31800 4.1.104.153 : μάλα, ἔφη, καλά. 31801 4.1.105.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 470 B). 31802 4.1.105.2 : Φαίνεταί μοι, ὥσπερ καὶ ὀνομάζεται δύο ταῦτα τὰ 31803 4.1.105.3 : ὀνόματα, πόλεμός τε καὶ στάσις, οὕτω καὶ εἶναι δύο, ὄντα 31804 4.1.105.4 : ἐπὶ δυοῖν τινοιν διαφοραῖν. λέγω δὲ τὰ δύο τὸ μὲν 31805 4.1.105.5 : οἰκεῖον καὶ ξυγγενές, τὸ δὲ ἀλλότριον καὶ ὀθνεῖον. ἐπὶ 31806 4.1.105.6 : μὲν οὖν τῇ τοῦ οἰκείου ἔχθρᾳ στάσις κέκληται, ἐπὶ δὲ τῇ 31807 4.1.105.7 : τοῦ ἀλλοτρίου πόλεμος. 31808 4.1.106.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 471 C–D). 31809 4.1.106.2 : Τιθῶμεν δὴ καὶ τοῦτον τὸν νόμον τοῖς φύλαξι, μήτε 31810 4.1.106.3 : γῆν τέμνειν μήτε οἰκίας ἐμπιμπράναι; Θῶμεν, ἔφη, καὶ 31811 4.1.106.4 : ἔχειν γε καλῶς ταῦτά τε καὶ τὰ πρόσθεν. Ἀλλὰ γάρ 31812 4.1.106.5 : μοι δοκεῖς, ὦ Σώκρατες, ἐάν τίς σοι τὰ τοιαῦτα ἐπι– 31813 4.1.106.6 : τρέπῃ λέγειν, οὐδέποτε μνησθήσεσθαι ὃ ἐν τῷ πρόσθεν 31814 4.1.106.7 : παρωσάμενος πάντα ταῦτα εἴρηκας, τὸ ὡς δυνατὴ αὕτη 31815 4.1.106.8 : ἡ πολιτεία γενέσθαι καὶ τίνα τρόπον ποτὲ δυνατή· ἐπεὶ 31816 4.1.106.9 : ὅτι γε, εἰ γένοιτο, πάντ´ ἂν εἴη ἀγαθὰ πόλει 〈ᾗ γένοιτο〉, 31817 4.1.106.10 : καὶ ἃ σὺ παραλείπεις ἐγὼ λέγω, ὅτι καὶ τοῖς πολεμίοις 31818 4.1.106.11 : ἄριστ´ ἂν μάχοιντο τῷ ἥκιστα ἀπολείπειν ἀλλήλους, γι– 31819 4.1.106.12 : γνώσκοντές τε καὶ ἀνακαλοῦντες ταῦτα τὰ ὀνόματα ἑαυ– 31820 4.1.106.13 : τούς, ἀδελφούς, πατέρας, υἱεῖς. 31821 4.1.107.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 473 C–E). 31822 4.1.107.2 : Σκόπει δὲ ὃ μέλλω λέγειν. Λέγε, ἔφη. Ἐὰν μή, ἦν 31823 4.1.107.3 : δ´ ἐγώ, ἢ οἱ φιλόσοφοι βασιλεύσωσιν ἐν ταῖς πόλεσιν ἢ 31824 4.1.107.4 : οἱ βασιλεῖς τε νῦν λεγόμενοι καὶ δυνάσται φιλοσοφήσωσι 31825 4.1.107.5 : γνησίως τε καὶ ἱκανῶς, καὶ τοῦτο εἰς ταὐτὸν ξυμπέσῃ, 31826 4.1.107.6 : δύναμίς τε πολιτικὴ καὶ φιλοσοφία, τῶν δὲ νῦν πορευο– 31827 4.1.107.7 : μένων χωρὶς ἐφ´ ἑκάτερον αἱ πολλαὶ φύσεις ἀποκλεισθῶ– 31828 4.1.107.8 : σιν, οὐκ ἔστι κακῶν παῦλα, ὦ φίλε Γλαύκων, ταῖς πό– 31829 4.1.107.9 : λεσιν ἀλλὰ μή, δοκῶ δὲ οὐδὲ τῷ ἀνθρωπίνῳ γένει, 31830 4.1.107.10 : οὐδὲ αὕτη ἡ πολιτεία μή ποτε πρότερον φυῇ τε εἰς τὸ 31831 4.1.107.11 : δυνατὸν καὶ φῶς ἡλίου ἴδῃ, ἣν νῦν λόγῳ διεληλύθαμεν. 31832 4.1.107.12 : ἀλλὰ τοῦτό ἐστιν ὃ ἐμοὶ πάλαι ὄκνον ἐντίθησι λέγειν 31833 4.1.107.13 : ὁρῶντι ὡς πολὺ παρὰ δόξαν ῥηθήσεται. χαλεπὸν γὰρ 31834 4.1.107.14 : ἰδεῖν, ὅτι οὐκ ἂν ἄλλη τις εὐδαιμονήσειεν οὔτε ἰδίᾳ οὔτε 31835 4.1.107.15 : δημοσίᾳ. 31836 4.1.108.1 : Πλάτωνος Πολιτείας ϛʹ (p. 497 B–C). 31837 4.1.108.2 : Ἀλλὰ τοῦτο καὶ ἐπαιτιῶμαι, μηδεμίαν ἀξίαν εἶναι 31838 4.1.108.3 : τῶν νῦν κατάστασιν πόλεως φιλοσόφου· φύσεως· διὸ καὶ 31839 4.1.108.4 : στρέφεσθαί τε καὶ ἀλλοιοῦσθαι αὐτήν· ὥσπερ ξενικὸν 31840 4.1.108.5 : σπέρμα ἐν γῇ ἄλλῃ σπειρόμενον ἐξίτηλον εἰς τὸ ἐπιχώ– 31841 4.1.108.6 : ριον φιλεῖ κρατούμενον ἰέναι, οὕτω καὶ τοῦτο τὸ γένος 31842 4.1.108.7 : νῦν μὲν οὐκ ἴσχειν τὴν αὑτοῦ δύναμιν, ἀλλ´ εἰς ἀλλό– 31843 4.1.108.8 : τριον ἦθος ἐκπίπτειν· εἰ δὲ λήψεται τὴν ἀρίστην πολι– 31844 4.1.108.9 : τείαν, ὥσπερ καὶ αὐτὸ ἄριστόν ἐστιν, τότε δηλώσει, ὅτι 31845 4.1.108.10 : τοῦτο μὲν τῷ ὄντι θεῖον ἦν, τὰ δὲ ἄλλα ἀνθρώπινα, τά 31846 4.1.108.11 : τε τῶν φύσεων καὶ τῶν ἐπιτηδευμάτων. 31847 4.1.109.1 : Πλάτωνος Πολιτείας ζʹ (p. 520 D). 31848 4.1.109.2 : Τὸ δέ που ἀληθὲς ὧδ´ ἔχει· ἐν πόλει ᾗ ἥκιστα 31849 4.1.109.3 : πρόθυμοι ἄρχειν οἱ μέλλοντες ἄρξειν, ταύτην ἄριστα καὶ 31850 4.1.109.4 : ἀστασιαστότατα ἀνάγκη οἰκεῖσθαι. 31851 4.1.110.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 521 A). 31852 4.1.110.2 : Ἐν μόνῃ γὰρ αὐτῇ ἄρξουσιν οἱ τῷ ὄντι πλούσιοι, οὐ 31853 4.1.110.3 : χρυσίου, ἀλλ´ οὗ δεῖ τὸν εὐδαίμονα πλουτεῖν, ζωῆς ἀγα– 31854 4.1.110.4 : θῆς τε καὶ ἔμφρονος. εἰ δὲ πτωχοὶ καὶ πεινῶντες ἀγα– 31855 4.1.110.5 : θῶν ἰδίων ἐπὶ τὰ δημόσια ἴασιν, ἐντεῦθεν οἰόμενοι τἀ– 31856 4.1.110.6 : γαθὸν δεῖν ἁρπάζειν, οὐκ ἔστι· περιμάχητον γὰρ τὸ 31857 4.1.110.7 : ἄρχειν γιγνόμενον, οἰκεῖος ὢν καὶ ἔνδον ὁ τοιοῦτος πό– 31858 4.1.110.8 : λεμος αὐτούς τε ἀπόλλυσι καὶ τὴν ἄλλην πόλιν. 31859 4.1.111.1 : (Platonis de re publ. V p. 472 E–473 D). 31860 4.1.111.2 : 〈Τὸ μὲν〉 τοίνυν ἀληθές, ἦν δ´ ἐγώ, οὕτω· εἰ δὲ καὶ 31861 4.1.111.3 : τοῦτο προθυμηθῆναι χρὴ σὴν χάριν, ἀποδεῖξαι πῇ μά– 31862 4.1.111.4 : λιστα καὶ κατὰ τί δυνατώτατα ἂν εἴη, πάλιν μοι πρὸς 31863 4.1.111.5 : τὴν τοιαύτην ἀπόδειξιν τὰ αὐτὰ διομολόγησαι. Τὰ ποῖα; 31864 4.1.111.6 : Ἆρ´ οἷόν τέ τι πραχθῆναι ὡς λέγεται, ἢ φύσιν ἔχει πρᾶ– 31865 4.1.111.7 : ξιν λέξεως ἧττον ἀληθείας ἐφάπτεσθαι, κἂν εἰ μή τῳ 31866 4.1.111.8 : δοκεῖ; ἀλλὰ σὺ πότερον ὁμολογεῖς οὕτως ἢ οὔ; Ὁμο– 31867 4.1.111.9 : λογῶ, ἔφη. Τοῦτο μὲν δὴ μὴ ἀνάγκαζέ με, οἷα τῷ λόγῳ 31868 4.1.111.10 : διήλθομεν, τοιαῦτα παντάπασι καὶ τῷ ἔργῳ δεῖν γιγνό– 31869 4.1.111.11 : μενα ἀποφαίνειν· ἀλλ´ ἐὰν οἷοί τε γενώμεθα εὑρεῖν ὡς 31870 4.1.111.12 : ἂν ἐγγύτατα τῶν εἰρημένων πόλις οἰκήσειε, φάναι ἡμᾶς 31871 4.1.111.13 : ἐξευρηκέναι ὡς δυνατὰ ταῦτα γίγνεσθαι, ἃ σὺ ἐπιτάττεις. 31872 4.1.111.14 : ἢ οὐκ ἀγαπήσεις τούτων τυγχάνων; ἐγὼ μὲν γὰρ 〈ἂν〉 31873 4.1.111.15 : ἀγαπῴην. Καὶ γὰρ ἔγωγε, ἔφη. Τὸ δὲ δὴ μετὰ τοῦτο, 31874 4.1.111.16 : ὡς ἔοικε, πειρώμεθα ζητεῖν τε καὶ ἀποδεικνύναι τί ποτε 31875 4.1.111.17 : νῦν κακῶς ἐν ταῖς πόλεσι πράττεται δι´ ὃ οὐχ οὕτως 31876 4.1.111.18 : οἰκοῦνται, καὶ τίνος ἂν σμικροτάτου μεταβαλόντος ἔλθοι 31877 4.1.111.19 : εἰς τοῦτον τὸν τρόπον τῆς πολιτείας πόλις, μάλιστα μὲν 31878 4.1.111.20 : ἑνός, εἰ δὲ μή, δυοῖν, εἰ δὲ μή, ὅ τι ὀλιγίστων τὸν ἀριθ– 31879 4.1.111.21 : μὸν καὶ σμικροτάτων τὴν δύναμιν. Παντάπασι μὲν οὖν, 31880 4.1.111.22 : ἔφη. Ἑνὸς μὲν τοίνυν, ἦν δ´ ἐγώ, μεταβαλόντος δοκοῦ– 31881 4.1.111.23 : μέν μοι ἔχειν δεῖξαι ὅτι μεταπέσοι ἄν, οὐ μέντοι μικροῦ 31882 4.1.111.24 : γε οὐδὲ ῥᾳδίου, δυνατοῦ δέ. Τίνος; ἔφη. Ἐπ´ αὐτῷ δή, 31883 4.1.111.25 : ἦν δ´ ἐγώ, εἶμι ὃ τῷ μεγίστῳ προσεικάζομεν σχήματι. 31884 4.1.111.26 : εἰρήσεται δ´ οὖν, εἰ καὶ μέλλει γέλωτί τε ἀτεχνῶς ὥσ– 31885 4.1.111.27 : περ κῦμα ἐκγελῶν καὶ ἀδοξίᾳ κατακλύσειν· σκόπει δὲ 31886 4.1.111.28 : ὃ μέλλω λέγειν. Λέγε, ἔφη. Ἐὰν μή, ἦν δ´ ἐγώ, ἢ οἱ 31887 4.1.111.29 : φιλόσοφοι βασιλεύσωσιν ἐν ταῖς πόλεσιν ἢ οἱ βασιλεῖς 31888 4.1.111.30 : τε νῦν λεγόμενοι .. φιλοσοφήσωσιν .... 31889 4.1.112.1 : (Platonis de re p. II p. 376 B–C) 31890 4.1.112.2 : Ἀλλὰ μέντοι, εἶπον, τό γε φιλομαθὲς καὶ φιλόσοφον 31891 4.1.112.3 : ταὐτόν ἐστι; Ταὐτὸν γάρ, ἔφη. Οὐκοῦν θαρροῦντες τι– 31892 4.1.112.4 : θῶμεν καὶ ἐν τῷ ἀνθρώπῳ, εἰ μέλλει πρὸς τοὺς οἰκεί– 31893 4.1.112.5 : ους γε καὶ γνωρίμους πρᾶός τις ἔσεσθαι, φύσει καὶ φι– 31894 4.1.112.6 : λόσοφον καὶ φιλομαθῆ αὐτὸν δεῖν εἶναι; Τιθῶμεν, ἔφη. 31895 4.1.112.7 : Φιλόσοφος δὴ καὶ θυμοειδὴς καὶ ἰσχυρὸς καὶ ταχὺς ἡμῖν 31896 4.1.112.8 : τὴν φύσιν ἔσται ὁ μέλλων καλὸς κἀγαθὸς φύλαξ ἔσεσθαι 31897 4.1.112.9 : πόλεως; Παντάπασι μὲν οὖν, ἔφη. 31898 4.1.113.1 : (Platonis de re p. VII p. 540 D–E) 31899 4.1.113.2 : Χαλεπὸν μὲν οὖν πόλεώς τε καὶ πολιτείας μὴ παν– 31900 4.1.113.3 : τάπασιν εὐχὰς εἰρηκέναι, ἀλλὰ χαλεπὸν μέν, δυνατὸν δέ 31901 4.1.113.4 : πῃ, καὶ οὐκ ἄλλῃ ἢ εἴρηται, ὅταν οἱ ἀληθῶς φιλόσοφοι 31902 4.1.113.5 : δυνάσται, ἢ πλείους ἢ εἷς, ἐν πόλει γενόμενοι τῶν μὲν 31903 4.1.113.6 : νῦν τιμῶν καταφρονήσωσιν, ἡγησάμενοι ἀνελευθέρους εἶ– 31904 4.1.113.7 : ναι καὶ οὐδενὸς ἀξίας, τὸ δὲ ὀρθὸν περὶ πλείστου ποιη– 31905 4.1.113.8 : σάμενοι καὶ τὰς ἀπὸ τούτου τιμός, μέγιστον δὲ καὶ 31906 4.1.113.9 : ἀναγκαιότατον τὸ δίκαιον, καὶ τούτῳ δὴ ὑπηρετοῦντές τε 31907 4.1.113.10 : καὶ αὔξοντες αὐτὸ διασκευωρήσωνται τὴν ἑαυτῶν πόλιν. 31908 4.1.113.11 : Πῶς; ἔφη. Ὅσοι μὲν ἄν, ἦν δ´ ἐγώ, πρεσβύτεροι τυγ– 31909 4.1.113.12 : χάνωσι δεκετῶν ἐν τῇ πόλει, πάντας ἐκπέμψωσιν εἰς τοὺς 31910 4.1.113.13 : ἀγρούς, τοὺς δὲ παῖδας αὐτῶν παραλαβόντες ἐκτὸς τῶν 31911 4.1.113.14 : νῦν ἠθῶν, ἃ καὶ οἱ γονεῖς ἔχουσι, θρέψωνται ἐν τοῖς 31912 4.1.113.15 : σφετέροις τρόποις καὶ νόμοις, οὖσιν οἵοις διεληλύθαμεν 31913 4.1.113.16 : τότε, καὶ οὕτω τάχιστά τε καὶ ῥᾷστα πόλιν τε καὶ πο– 31914 4.1.113.17 : λιτείαν, ἣν ἐλέγομεν, καταστᾶσαν αὐτήν τε εὐδαιμονήσειν 31915 4.1.113.18 : καὶ τὸ ἔθνος, ἐν ᾧ ἂν ἐγγένηται, πλεῖστα ὀνήσειν. 31916 4.1.114.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Men. p. 80 E–82 A). 31917 4.1.114.2 : Ὁρᾷς τοῦτον ὡς ἐριστικὸν λόγον κατάγεις, ὡς οὐκ 31918 4.1.114.3 : ἄρα ἐστὶ ζητεῖν ἀνθρώπῳ, οὔτε ὃ οἶδεν, οὔτε ὃ μὴ οἶ– 31919 4.1.114.4 : δεν; οὔτε γὰρ ἂν ὅ γε οἶδε ζητοῖ· οἶδε γάρ, καὶ οὐδὲν 31920 4.1.114.5 : δεῖ τῷ γε τοιούτῳ ζητήσεως· οὔτε ὃ μὴ οἶδεν· οὐδὲ γὰρ 31921 4.1.114.6 : οἶδεν ὅ τι ζητήσει. —Οὐκοῦν καλῶς σοι δοκεῖ λέγεσθαι 31922 4.1.114.7 : ὁ λόγος οὗτος, ὦ Σώκρατες; —Οὐκ ἔμοιγε. —Ἔχεις λέ– 31923 4.1.114.8 : γειν ὅπῃ; —Ἔγωγε· ἀκήκοα γὰρ ἀνδρῶν τε καὶ γυναι– 31924 4.1.114.9 : κῶν σοφῶν περὶ τὰ θεῖα πράγματα—Τίνα λόγον λε– 31925 4.1.114.10 : γόντων; —Ἀληθῆ, ἔμοιγε δοκεῖν, καὶ καλόν. —Τίνα 31926 4.1.114.11 : τοῦτον, καὶ τίνες οἱ λέγοντες; —Οἱ μὲν λέγοντές εἰσι 31927 4.1.114.12 : τῶν ἱερέων τε καὶ τῶν ἱερειῶν, ὅσοις μεμέληκε περὶ ὧν 31928 4.1.114.13 : μεταχειρίζονται λόγον οἵοις τε εἶναι διδόναι· λέγει δὲ 31929 4.1.114.14 : καὶ Πίνδαρος καὶ ἄλλοι πολλοὶ τῶν ποιητῶν, ὅσοι θεῖοί 31930 4.1.114.15 : εἰσιν. ἃ δὲ λέγουσι, ταυτί ἐστιν· ἀλλὰ σκόπει, εἴ σοι 31931 4.1.114.16 : δοκοῦσιν ἀληθῆ λέγειν. φασὶ γὰρ τὴν ψυχὴν τοῦ ἀν– 31932 4.1.114.17 : θρώπου εἶναι ἀθάνατον, καὶ τοτὲ μὲν τελευτᾶν, ὃ δὴ 31933 4.1.114.18 : ἀποθνῄσκειν, τοτὲ δὲ πάλιν γίγνεσθαι, ἀπόλλυσθαι δὲ 31934 4.1.114.19 : οὐδέποτε· δεῖν δὴ διὰ ταῦτα 〈ὡς〉 ὁσιώτατα διαβιῶναι 31935 4.1.114.20 : τὸν βίον· 31936 4.1.114.21 : Οἷσι γὰρ ἂν Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος 31937 4.1.114.22 : δέξηται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτεϊ 31938 4.1.114.23 : ἀνδιδοῖ ψυχὰν πάλιν, 31939 4.1.114.24 : ἐκ τῶν βασιλῆες ἀγαυοὶ καὶ σθένει κραιπνοὶ σοφίᾳ 31940 4.1.114.25 : τε μέγιστοι 31941 4.1.114.26 : ἄνδρες αὔξονται· ἐς δὲ τὸν λοιπὸν χρόνον ἥρωες 31942 4.1.114.27 : ἁγνοὶ πρὸς ἀνθρώπων καλεῦνται. 31943 4.1.114.28 : Ἅτε οὖν ἡ ψυχὴ ἀθάνατος οὖσα καὶ πολλάκις γεγονυῖα, 31944 4.1.114.29 : καὶ ἑωρακυῖα καὶ τὰ ἐνθάδε καὶ τὰ ἐν Ἅιδου καὶ πάντα 31945 4.1.114.30 : πράγματα, οὐκ ἔστιν ὅ τι οὐ μεμάθηκεν· ὥστε οὐδὲν 31946 4.1.114.31 : θαυμαστὸν καὶ περὶ ἀρετῆς καὶ περὶ ἄλλων οἷόν τε εἶ– 31947 4.1.114.32 : ναι αὐτὴν ἀναμνησθῆναι, ἅ γε καὶ πρότερον ἠπίστατο. 31948 4.1.114.33 : ἅτε γὰρ τῆς φύσεως ἁπάσης συγγενοῦς οὔσης, καὶ μεμα– 31949 4.1.114.34 : θηκυίας ἅπαντα τῆς ψυχῆς, οὐδὲν κωλύει ἓν μόνον ἀνα– 31950 4.1.114.35 : μνησθέντα, ὃ δὴ μάθησιν καλοῦσιν ἄνθρωποι, τἄλλα 31951 4.1.114.36 : πάντα αὐτὸν ἀνευρεῖν, ἐάν τις ἀνδρεῖος ᾖ καὶ μὴ ἀπο– 31952 4.1.114.37 : κάμῃ ζητῶν· τὸ γὰρ ζητεῖν ἄρα καὶ τὸ μανθάνειν ἀνά– 31953 4.1.114.38 : μνησις ὅλον ἐστίν. Οὔκουν [οὐ] δεῖ πείθεσθαι τούτῳ 31954 4.1.114.39 : 〈τῷ〉 ἐριστικῷ λόγῳ· οὗτος μὲν γὰρ 〈ἂν〉 ἡμᾶς ἀργοὺς 31955 4.1.114.40 : ποιήσειε καὶ ἔστι τοῖς μαλακοῖς τῶν ἀνθρώπων ἡδὺς 31956 4.1.114.41 : ἀκοῦσαι, ὅδε δὲ ἐργαστικούς τε καὶ ζητητικοὺς ποιεῖ· ᾧ 31957 4.1.114.42 : ἐγὼ πιστεύων ἀληθεῖ εἶναι ἐθέλω † διὰ τὸ ζητεῖν ὅ τι 31958 4.1.114.43 : ἀρετή ἐστι. —Ναί, ὦ Σώκρατες. 〈Ἀλλὰ〉 πῶς λέγεις 31959 4.1.114.44 : τοῦτο, ὅτι οὐ μανθάνομεν, ἀλλὰ ἣν καλοῦμεν μάθησιν 31960 4.1.114.45 : ἀνάμνησίς ἐστιν; ἔχεις με τοῦτο διδάξαι ὡς οὕτως ἔχει; 31961 4.1.114.46 : —Καὶ ἄρτι εἶπον, ὦ Μένων, ὅτι πανοῦργος εἶ, καὶ νῦν 31962 4.1.114.47 : ἐρωτᾷς εἰ ἔχω σε διδάξαι, ὃς οὔ φημι διδαχὴν εἶναι ἀλλ´ 31963 4.1.114.48 : ἀνάμνησιν, ἵνα δὴ εὐθὺς φαίνωμαι αὐτὸς ἐμαυτῷ τἀναν– 31964 4.1.114.49 : τία λέγων. —Οὐ μὰ τὸν Δία, ὦ Σώκρατες, οὐ πρὸς 31965 4.1.114.50 : τοῦτο βλέψας .... 31966 4.1.115.1 : Πλάτωνος (De leg. V p. 726–731 A). 31967 4.1.115.2 : Ἀκούοι δὴ πᾶς ὅσπερ νῦν τὰ περὶ θεῶν τε ἤκουε 31968 4.1.115.3 : καὶ τῶν φίλων προπατόρων· πάντων γὰρ τῶν ἐν τῷ βίῳ 31969 4.1.115.4 : κτημάτων μετὰ θεοὺς ψυχὴ θειότατον, οἰκειότατον ὄν. 31970 4.1.115.5 : τὰ δ´ αὑτοῦ διττὰ παρὰ πᾶσι, τὰ μὲν οὖν κρείττω καὶ 31971 4.1.115.6 : ἀμείνω δεσπόζοντα, τὰ δ´ ἥττω καὶ χείρω δοῦλα· τῶν 31972 4.1.115.7 : οὖν δύο τὰ δεσπόζοντα προτιμητέον τῶν δουλευόντων. 31973 4.1.115.8 : οὕτω δὴ τὴν αὑτοῦ ψυχὴν μετὰ θεοὺς ὄντας δεσπότας 31974 4.1.115.9 : καὶ τοὺς τούτοις ἑπομένους τιμᾶν δεῖν λέγων δευτέραν 31975 4.1.115.10 : ὀρθῶς παρακελεύομαι. τιμᾷ δ´ ὡς ἔπος εἰπεῖν ἡμῶν 31976 4.1.115.11 : οὐδεὶς ὀρθῶς, δοκεῖ δέ· θεῖον γὰρ ἀγαθόν που τιμή, τῶν 31977 4.1.115.12 : δὲ κακῶν οὐδὲν τίμιον, ὁ δ´ ἡγούμενος ἤ τισι λόγοις ἢ 31978 4.1.115.13 : δώροις αὐτὴν αὔξειν ἤ τισιν ὑπείξεσι, 〈μηδὲν〉 βελτίω δ´ 31979 4.1.115.14 : ἐκ χείρονος αὐτὴν ἀπεργαζόμενος τιμᾶν μὲν δοκεῖ, δρᾷ 31980 4.1.115.15 : δὲ τοῦτο οὐδαμῶς. αὐτίκα παῖς γενόμενος εὐθὺς ἄνθρω– 31981 4.1.115.16 : πος πᾶς ἡγεῖται πάντα ἱκανὸς εἶναι γινώσκειν, καὶ τιμᾶν 31982 4.1.115.17 : οἴεται ἐπαινῶν τὴν αὑτοῦ ψυχήν, καὶ προθυμούμενος ἐπι– 31983 4.1.115.18 : τρέπει πράττειν ὅ τι ἂν ἐθέλῃ· τὸ δὲ νῦν λεγόμενόν 31984 4.1.115.19 : ἐστιν, ὡς δρῶν ταῦτα βλάπτει καὶ οὐ τιμᾷ· δεῖ δέ, ὥς 31985 4.1.115.20 : φαμεν, μετά γε θεοὺς δευτέραν. οὐδέ γε ὅταν ἄνθρωπος 31986 4.1.115.21 : τῶν αὑτοῦ ἑκάστοθ´ ἁμαρτημάτων μὴ ἑαυτὸν αἴτιον ἡγῆ– 31987 4.1.115.22 : ται καὶ τῶν πλείστων κακῶν καὶ μεγίστων, ἀλλὰ ἄλλους, 31988 4.1.115.23 : ἑαυτὸν δὲ αἰεὶ ἀναίτιον ἐξαιρῇ τιμῶν τὴν αὑτοῦ ψυχήν, 31989 4.1.115.24 : ὡς δὴ δοκεῖ· ὁ δὲ πολλοῦ δεῖ δρᾶν τοῦτο, βλάπτει γάρ. 31990 4.1.115.25 : οὐδὲ ὁπόταν ἡδοναῖς παρὰ λόγον τὸν τοῦ νομοθέτου καὶ 31991 4.1.115.26 : ἔπαινον χαρίζηται, τότε οὐδαμῶς τιμᾷ, ἀτιμάζει δὲ κα– 31992 4.1.115.27 : κῶν καὶ μεταμελείας ἐμπιπλὰς αὐτήν. οὐδέ γε ὁπόταν 31993 4.1.115.28 : αὖ τἀναντία τοὺς ἐπαινουμένους φόβους καὶ ἀλγη– 31994 4.1.115.29 : δόνας καὶ λύπας μὴ διαπονῇ καρτερῶν ἀλλ´ ὑπείκῃ, 31995 4.1.115.30 : τότε οὐ τιμᾷ ἀτιμάζων· ἄτιμον γὰρ αὐτὴν ἀπεργάζεται 31996 4.1.115.31 : δρῶν τὰ τοιαῦτα σύμπαντα. οὐδ´ ὁπόταν ἡγῆται ζῆν 31997 4.1.115.32 : τοῦτο ἀγαθὸν εἶναι, τιμᾷ, ἀτιμάζει δ´ αὐτὴν καὶ τότε· 31998 4.1.115.33 : τὰ γὰρ ἐν Ἅιδου πράγματα πάντα κακὰ ἡγούμενος τῆς 31999 4.1.115.34 : ψυχῆς εἶναι ὑπείκει τε καὶ οὐκ ἀντιτείνει διδάσκων τε 32000 4.1.115.35 : καὶ ἐλέγχων, ὡς οὐκ οἶδεν οὐδ´ εἰ τἀναντία πέφυκε μέ– 32001 4.1.115.36 : γιστα εἶναι πάντων ἀγαθῶν ἡμῖν τὰ περὶ τοὺς θεοὺς 32002 4.1.115.37 : 〈τοὺς〉 ἐκεῖ. οὐδὲ μὴν πρὸ ἀρετῆς ὁπόταν αὖ προτιμᾷ 32003 4.1.115.38 : τις κάλλος, τοῦτ´ ἔστιν οὐχ ἕτερον ἢ 〈ἡ〉 τῆς ψυχῆς ὄν– 32004 4.1.115.39 : τως ἀτιμία· ψυχῆς γὰρ σῶμα ἐντιμότερον οὗτος ὁ λόγος 32005 4.1.115.40 : φησὶν εἶναι, ψευδόμενος· οὐδὲν γὰρ γηγενὲς Ὀλυμπίων 32006 4.1.115.41 : ἐντιμότερον, ἀλλ´ ὁ περὶ ψυχῆς ἄλλως δοξάζων ἀγνοεῖ, 32007 4.1.115.42 : ὡς θαυμαστοῦ τούτου κτήματος ἀμελεῖ. οὐδέ γε ὁπόταν 32008 4.1.115.43 : χρήματά τις 〈ἐρᾷ〉 κτᾶσθαι μὴ καλῶς ἢ μὴ δυσχερῶς 32009 4.1.115.44 : φέρῃ κτώμενος, δώροις ἄρα τιμᾷ τότε τὴν αὑτοῦ ψυχήν· 32010 4.1.115.45 : παντὸς μὲν οὖν λείπει· τὸ γὰρ αὐτῆς τίμιον ἅμα καὶ 32011 4.1.115.46 : καλὸν ἀποδίδοται τοῦ χρυσοῦ. πᾶς γὰρ ὅ τ´ ἐπὶ γῆς 32012 4.1.115.47 : καὶ ὑπὸ γῆς χρυσὸς ἀρετῆς οὐκ ἀντάξιος, οὐδ´, ὡς εἰ– 32013 4.1.115.48 : πεῖν ξυλλήβδην, † ὅσα περ νομοθέτης αἰσχρὰ εἶναι καὶ 32014 4.1.115.49 : κακὰ διαριθμούμενος τάττῃ καὶ τοὐναντίον ἀγαθὰ καὶ 32015 4.1.115.50 : καλά, τῶν μὲν ἀπέχεσθαι μὴ ἐθέλῃ πάσῃ μηχανῇ, τὰ δ´ 32016 4.1.115.51 : ἐπιτηδεύειν ξύμπασαν κατὰ δύναμιν, οὐκ οἶδεν ἐν τού– 32017 4.1.115.52 : τοις πᾶσι πᾶς ἄνθρωπος ψυχὴν θειότατον ὂν ἀτιμότατα 32018 4.1.115.53 : καὶ κακοσχημονέστατα διατιθείς. τὴν γὰρ λεγομένην δί– 32019 4.1.115.54 : κην τῆς κακουργίας τὴν μεγίστην οὐδεὶς ὡς ἔπος εἰπεῖν 32020 4.1.115.55 : λογίζεται, ἔστι δὲ ἡ μεγίστη τὸ ὁμοιοῦσθαι τοῖς οὖσι κα– 32021 4.1.115.56 : κοῖς ἀνδράσιν, ὁμοιούμενον δὲ τοὺς μὲν ἀγαθοὺς φεύγειν 32022 4.1.115.57 : ἄνδρας καὶ λόγους, καὶ τῶν μὲν ἀποσχίζεσθαι, τοῖς δὲ 32023 4.1.115.58 : προσκολλᾶσθαι διώκοντα κατὰ τὰς ξυνουσίας· προσπε– 32024 4.1.115.59 : φυκότα δὲ τοῖς τοιούτοις ἀνάγκη ποιεῖν καὶ πάσχειν ἃ 32025 4.1.115.60 : πεφύκασιν ἀλλήλους οἱ τοιοῦτοι ποιεῖν καὶ λέγειν. τοῦτο 32026 4.1.115.61 : οὖν δὴ τὸ πάθος δίκη μὲν οὐκ ἔστι, καλὸν γὰρ τό γε δί– 32027 4.1.115.62 : καιον καὶ ἡ δίκη, τιμωρία δέ, ἀδικίας ἀκόλουθος πάθη, 32028 4.1.115.63 : ἧς ὅ τε τυχὼν καὶ μὴ τυγχάνων ἄθλιος, ὁ μὲν οὐκ ἰα– 32029 4.1.115.64 : τρευόμενος, ὁ δ´, ἵνα ἕτεροι πολλοὶ σῴζωνται, ἀπολλύ– 32030 4.1.115.65 : μενος. τιμὴ δ´ ἐστὶν ἡμῖν, ὡς τὸ ὅλον εἰπεῖν, τοῖς μὲν 32031 4.1.115.66 : ἀμείνοσιν ἕπεσθαι, τὰ δὲ χείρονα, γενέσθαι 〈δὲ〉 βελτίω 32032 4.1.115.67 : δυνατά, τοῦτ´ αὐτὸ ὡς ἄριστα ἀποτελεῖν. Ψυχῆς οὖν ἀν– 32033 4.1.115.68 : θρώπῳ κτῆμα οὐκ ἔστιν εὐφυέστερον εἰς τὸ φυγεῖν μὲν τὸ 32034 4.1.115.69 : κακόν, ἰχνεῦσαι δὲ καὶ ἑλεῖν τὸ πάντων ἄριστον, καὶ 32035 4.1.115.70 : ἑλόντα αὖ ξυνοικεῖν κοινῇ τὸν ἐπίλοιπον βίον· διὸ δεύτε– 32036 4.1.115.71 : ρον ἐτάχθη 〈τιμῇ〉. τὸ δὲ τρίτον, πᾶς ἂν τοῦτό γε νοήσειε 32037 4.1.115.72 : τὴν τοῦ σώματος εἶναι κατὰ φύσιν τιμήν· τὰς δ´ αὖ τιμὰς 32038 4.1.115.73 : δεῖ σκοπεῖν, καὶ τούτων τίνες ἀληθεῖς καὶ ὅσαι κίβδηλοι· 32039 4.1.115.74 : τοῦτο δὲ νομοθέτου. μηνύειν δὴ φαίνεται τάσδε καὶ 32040 4.1.115.75 : τοιάσδε τινὰς αὐτὰς εἶναι, τίμιον εἶναι σῶμα οὐ τὸ κα– 32041 4.1.115.76 : λὸν οὐδὲ τὸ ἰσχυρὸν οὐδὲ τὸ τάχος ἔχον οὐδὲ μέγα οὐδὲ 32042 4.1.115.77 : τὸ ὑγιεινόν (καί τοί γε πολλοῖς ἂν τοῦτο δοκοῖ), καὶ μὴν 32043 4.1.115.78 : οὐδὲ τὰ τούτων γε ἐναντία, τὰ δ´ ἐν τῷ μέσῳ ἁπάσης 32044 4.1.115.79 : ταύτης τῆς ἕξεως ἐφαπτόμενα σωφρονέστατα ἅμα τε 32045 4.1.115.80 : ἀσφαλέστατα εἶναι μακρῷ· τὰ μὲν γὰρ χαύνους τὰς ψυ– 32046 4.1.115.81 : χὰς καὶ θρασείας ποιεῖ, τὰ δὲ ταπεινάς τε καὶ ἀνελευ– 32047 4.1.115.82 : θέρους· ὡς δ´ αὕτως ἡ τῶν χρημάτων κτῆσις καὶ τι– 32048 4.1.115.83 : μήσεων κατὰ τὸν αὐτὸν ῥυθμὸν ἔχει. τὰ μὲν ὑπέρογκα 32049 4.1.115.84 : γὰρ ἑκάστων τούτων ἔχθρας καὶ στάσεις ἀπεργάζεται ἐν 32050 4.1.115.85 : ταῖς πόλεσι καὶ ἰδίᾳ, τὰ δ´ ἐλλείποντα δοῦλον. μὴ δή 32051 4.1.115.86 : τις φιλοχρηματείτω παίδων γε ἕνεκα, † ὅ τι πλουσιω– 32052 4.1.115.87 : τάτους καταλείπει· οὔτε γὰρ 〈ἐκείνοις〉 [καλὸν] οὔτε αὖ 32053 4.1.115.88 : τῇ πόλει ἄμεινον. ἡ γὰρ τῶν νέων ἀκολάκευτος οὐσία, 32054 4.1.115.89 : τῶν δὲ ἀναγκαίων μὴ ἐνδεχομένη † μουσικωτάτη τε καὶ 32055 4.1.115.90 : ἀρίστη· ξυμφωνοῦσα γὰρ ἡμῖν καὶ ξυναρμόττουσα εἰς 32056 4.1.115.91 : πάντα ἄλυπον 〈τὸν βίον〉 ἀπεργάζεται. παισὶ δὲ αἰδῶ 32057 4.1.115.92 : χρὴ πολλήν, οὐ χρυσὸν καταλείπειν. οἰόμεθα δὲ ἐπι– 32058 4.1.115.93 : πλήττοντες 〈τοῖς νέοις〉 ἀναισχυντοῦσι τοῦτο καταλείψειν· 32059 4.1.115.94 : τὸ δ´ ἐστὶν οὐκ ἐκ τοῦ νῦν παρακελεύσματος τοῖς νέοις 32060 4.1.115.95 : γιγνόμενον, ὃ παρακελεύονται λέγοντες ὡς δεῖ πάντα αἰ– 32061 4.1.115.96 : σχύνεσθαι † τοὺς νέους, καὶ πάντων μάλιστα εὐλαβεῖ– 32062 4.1.115.97 : σθαι, μή ποτέ τις ἴδῃ τῶν νέων ἢ καὶ ἐπακούσῃ δρῶντα 32063 4.1.115.98 : ἢ λέγοντά τι τῶν αἰσχρῶν, ὡς ὅπου ἀναισχυντοῦσι γέ– 32064 4.1.115.99 : ροντες, ἀνάγκη καὶ νέους ἐνταῦθα εἶναι ἀναιδεστάτους· 32065 4.1.115.100 : παιδεία γὰρ νέων διαφέρουσά ἐστιν ἅμα καὶ αὐ〈τῶν οὐ〉 32066 4.1.115.101 : τὸ νουθετεῖν, ἀλλ´ ἅπερ ἂν ἄλλον νουθετῶν εἴποι τις, 32067 4.1.115.102 : φαίνεσθαι ταῦτα αὐτὸν δρῶντα διὰ βίου. ξυγγένειαν δὲ 32068 4.1.115.103 : καὶ ὁμογνίων θεῶν κοινωνίαν πᾶσαν ταὐτοῦ φύσιν αἵ– 32069 4.1.115.104 : ματος ἔχουσαν τιμῶν τις καὶ σεβόμενος εὔνους ἂν γενε– 32070 4.1.115.105 : θλίους θεοὺς εἰς παίδων αὑτοῦ σπορὰν ἴσχοι κατὰ λό– 32071 4.1.115.106 : γον· καὶ μὴν 〈τό γε〉 φίλων καὶ ἑταίρων πρὸς τὰς ἐν 32072 4.1.115.107 : βίῳ ὁμιλίας 〈εὐμενεῖς〉 ἄν τις κτῷτο μείζους μὲν καὶ 32073 4.1.115.108 : σεμνοτέρας τὰς ἐκείνων ὑπηρεσίας εἰς αὑτὸν ἡγούμενος 32074 4.1.115.109 : ἢ ´κεῖνοι, ἐλάττους δ´ αὖ τὰς αὑτοῦ διανοούμενος εἰς 32075 4.1.115.110 : τοὺς φίλους χάριτας † ὑπὲρ αὐτῶν τῶν φίλων καὶ ἑταίρων· 32076 4.1.115.111 : εἴς γε μὴν πόλιν καὶ πολίτας μακρῷ ἄριστος, ὅστις πρὸ 32077 4.1.115.112 : τοῦ [νικῆσαι] Ὀλυμπίασι καὶ ἁπάντων ἀγώνων πολεμι– 32078 4.1.115.113 : κῶν τε καὶ εἰρηνικῶν νικᾶν δέξαιτ´ ἂν δόξῃ ὑπηρεσίας 32079 4.1.115.114 : τῶν οἴκοι νόμων, ὡς ὑπηρετηκὼς πάντων μάλιστ´ ἀν– 32080 4.1.115.115 : θρώπων αὐτοῖς ἐν τῷ βίῳ. πρὸς δ´ αὖ τοὺς ξένους δια– 32081 4.1.115.116 : νοητέον ὡς ἁγιώτατα ξυμβόλαια ὄντα· σχεδὸν γὰρ πάντα 32082 4.1.115.117 : ἐστὶ τὰ τῶν ξένων καὶ εἰς τοὺς ξένους ἁμαρτήματα παρὸ 32083 4.1.115.118 : τῶν πολιτῶν εἰς θεὸν ἀνηρτημένα τιμωρὸν μᾶλλον· ἔρη– 32084 4.1.115.119 : μος γὰρ ὢν ὁ ξένος ἑταίρων τε καὶ ξυγγενῶν ἐλεεινότε– 32085 4.1.115.120 : ρος ἀνθρώποις καὶ θεοῖς. ὁ δυνάμενος οὖν τιμωρεῖν 32086 4.1.115.121 : μᾶλλον βοηθεῖ προθυμότερον· δύναται δὲ διαφερόντως 32087 4.1.115.122 : ὁ ξένιος ἑκάστων δαίμων καὶ θεὸς τῷ ξενίῳ συνεπόμε– 32088 4.1.115.123 : νοι Διί· πολλῆς οὖν εὐλαβείας, ᾧ καὶ σμικρὸν προμη– 32089 4.1.115.124 : θείας ἔνι, μηδὲν ἁμάρτημα περὶ ξένους ἁμαρτόντα ἐν τῷ 32090 4.1.115.125 : βίῳ πρὸς τὸ τέλος αὐτοῦ πορευθῆναι. ξενικῶν δ´ αὖ καὶ 32091 4.1.115.126 : ἐπιχωρίων ἁμαρτημάτων τὸ περὶ τοὺς ἱκέτας μέγιστον 32092 4.1.115.127 : γίνεται ἁμάρτημα ἑκάστοις· μεθ´ οὗ γὰρ ἱκετεύσας μάρ– 32093 4.1.115.128 : τυρος ὁ ἱκέτης θεοῦ ἔτυχεν ὁμολογιῶν, φύλαξ διαφέρων 32094 4.1.115.129 : οὗτος τοῦ παθόντος γίνεται, ὥστ´ οὐκ ἄν ποτε ἀτιμώρη– 32095 4.1.115.130 : τος πάθοι ὁ τυχὼν ὧν ἔπαθε. τὰ μὲν οὖν περὶ γονέας 32096 4.1.115.131 : τε καὶ ἑαυτὸν καὶ τὰ ἑαυτοῦ, περὶ πόλιν τε καὶ φίλους 32097 4.1.115.132 : καὶ ξυγγένειαν ξενικά τε καὶ ἐπιχώρια διεληλύθαμεν σχε– 32098 4.1.115.133 : δὸν ὁμιλήματα· τὸ δὲ ποῖός τις ὢν 〈αὐτὸς〉 ἂν κάλλι– 32099 4.1.115.134 : στα διαγάγοι τὸν βίον, ἑπόμενον τούτῳ διεξελθεῖν· ὅς´ 32100 4.1.115.135 : οὖν μὴ νόμος ἀλλ´ ἔπαινος παιδεύων καὶ ψόγος ἑκάστους 32101 4.1.115.136 : εὐηνίους μᾶλλον τοῖς τεθήσεσθαι μέλλουσι νόμοις ἀπερ– 32102 4.1.115.137 : γάζεται, ταῦτ´ ἐστὶ μετὰ τοῦτο ἡμῖν ῥητέον. ἀλήθεια δὴ 32103 4.1.115.138 : πάντων μὲν ἀγαθῶν θεοῖς ἡγεῖται, πάντων δὲ ἀνθρώ– 32104 4.1.115.139 : ποις· ἧς ὁ γενήσεσθαι μέλλων μακάριός τε καὶ εὐδαίμων 32105 4.1.115.140 : ἐξ ἀρχῆς εὐθὺς μέτοχος εἴη, ἵνα ὡς ὅ τι πλεῖστον χρό– 32106 4.1.115.141 : νον ἀληθὴς ὢν διαβιοῖ· καὶ 〈πιστὸς γάρ· ὁ δὲ〉 ἄπι– 32107 4.1.115.142 : στος, ᾧ φίλον ψεῦδος ἑκούσιον· ὅτῳ δὲ ἀκούσιον, ἄνους. 32108 4.1.115.143 : ὧν οὐδέτερον ζηλωτόν· ἀλλὰ πᾶς ὅ γε ἄπιστος καὶ 32109 4.1.115.144 : ἀμαθής, χρόνου δὲ προϊόντος γνωσθεὶς εἰς τὸ χαλεπὸν 32110 4.1.115.145 : γῆρας † κατὰ πᾶσαν κατεσκευάσατο ἐπὶ τέλει τοῦ βίου, 32111 4.1.115.146 : ὥστε ζώντων καὶ μὴ ἑταίρων καὶ παίδων σχεδὸν ὀρφα– 32112 4.1.115.147 : νὸν αὐτῷ γενέσθαι τὸν βίον. τίμιος μὲν δὴ καὶ ὁ μηδὲν 32113 4.1.115.148 : ἀδικῶν· ὁ δὲ μηδ´ ἐπιτρέπων τοῖς θέλουσιν ἀδικεῖν 32114 4.1.115.149 : πλέον ἢ διπλασίας τιμῆς ἄξιος ἐκείνου· ὁ μὲν γὰρ ἑνός, 32115 4.1.115.150 : ὁ δὲ ἀντάξιος ἑτέρων, μηνύων τὴν τῶν ἄλλων τοῖς ἄρ– 32116 4.1.115.151 : χουσιν ἀδικίαν· ὁ δὲ καὶ ξυγκολάζων εἰς δύναμιν τοῖς 32117 4.1.115.152 : ἄρχουσιν, ὁ μέγας ἀνὴρ ἐν πόλει καὶ τέλειος, οὗτος ἀνα– 32118 4.1.115.153 : γορευέσθω νικηφόρος ἀρετῇ. τὸν αὐτὸν δὴ τοῦτον ἔπαι– 32119 4.1.115.154 : νον καὶ περὶ σωφροσύνης χρὴ λέγειν καὶ περὶ φρονήσεως, 32120 4.1.115.155 : καὶ ὅσα ἄλλα ἀγαθά τις κέκτηται καλὰ μὴ μόνον αὐτὸν 32121 4.1.115.156 : ἔχειν ἀλλὰ καὶ ἄλλοις μεταδιδόναι· 〈καὶ〉 τὸν μὲν μετα– 32122 4.1.115.157 : διδόντα ὡς ἀκρότατον χρὴ τιμᾶν, τὸν δὲ αὖ μὴ δυνάμε– 32123 4.1.115.158 : νον, ἐθέλοντα δέ, ἐᾶν δεύτερον, τὸν δὲ φθονοῦντα καὶ 32124 4.1.115.159 : θέλοντα μηδενὶ κοινωνὸν διὰ φιλίας γιγνόμενον ἀγαθῶν 32125 4.1.115.160 : τινῶν αὐτὸν μὲν ψέγειν, τὸ δὲ κτῆμα μηδὲν μᾶλλον διὰ 32126 4.1.115.161 : τὸν κεκτημένον ἀτιμάζειν, ἀλλὰ κτᾶσθαι κατὰ δύναμιν. 32127 4.1.116.1 : Πλάτωνος Πολιτείας ηʹ (p. 543 A–B). 32128 4.1.116.2 : Εἶεν· ταῦτα μὲν δὴ ὡμολόγηται, ὦ Γλαύκων, τῇ μελ– 32129 4.1.116.3 : λούσῃ ἄκρως οἰκεῖν πόλει κοινὰς μὲν γυναῖκας, κοινοὺς 32130 4.1.116.4 : δὲ παῖδας εἶναι καὶ πᾶσαν παιδείαν, ὡσαύτως δὲ τὰ ἐπι– 32131 4.1.116.5 : τηδεύματα κοινὰ ἐν πολέμῳ τε καὶ εἰρήνῃ, βασιλέας δὲ 32132 4.1.116.6 : αὐτῶν εἶναι τοὺς ἐν φιλοσοφίᾳ τε καὶ πρὸς τὸν πόλεμον 32133 4.1.116.7 : γεγονότας ἀρίστους. Ὡμολόγηται, ἔφη. Καὶ μὴν καὶ 32134 4.1.116.8 : τάδε ξυνεχωρήσαμεν, ὡς, ὅταν δὴ καταστῶσιν οἱ ἄρχον– 32135 4.1.116.9 : τες, ἄγοντες τοὺς στρατιώτας κατοικιοῦσιν εἰς οἰκήσεις 32136 4.1.116.10 : οἵας προείπομεν, ἴδιον μὲν οὐδὲν οὐδενὶ ἐχούσας, κοινὰς 32137 4.1.116.11 : δὲ πᾶσι. 32138 4.1.117.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 543 C–544 E). 32139 4.1.117.2 : Σχεδὸν γάρ, καθάπερ νῦν, ὡς διεληλυθὼς περὶ τῆς 32140 4.1.117.3 : πόλεως τοὺς λόγους ἐποιοῦ, λέγων ὡς ἀγαθὴν μὲν τὴν 32141 4.1.117.4 : τοιαύτην, οἵαν τότε διῆλθες, τιθείης πόλιν, καὶ ἄνδρα 32142 4.1.117.5 : τὸν ἐκείνῃ ὅμοιον. ἀλλ´ οὖν δὴ τὰς ἄλλας ἡμαρτημένας 32143 4.1.117.6 : ἔλεγες, εἰ αὕτη ὀρθή. τῶν δὲ λοιπῶν πολιτειῶν ἔφησθα, 32144 4.1.117.7 : ὡς μνημονεύω, τέτταρα εἴδη εἶναι. Καὶ μήν, ἦ δ´ ὅς, 32145 4.1.117.8 : ἐπιθυμῶ γε καὶ αὐτὸς ἀκοῦσαι, τίνας λέγεις τὰς τέττα– 32146 4.1.117.9 : ρας πολιτείας. Οὐ χαλεπῶς, ἦν δ´ ἐγώ, ἀκούσῃ. εἰσὶ 32147 4.1.117.10 : γὰρ ἃς λέγω, αἵπερ καὶ ὀνόματ´ ἔχουσιν, ἥ τε ὑπὸ τῶν 32148 4.1.117.11 : πολλῶν ἐπαινουμένη, ἡ Κρητική τε καὶ Λακωνικὴ αὕτη· καὶ 32149 4.1.117.12 : δευτέρα καὶ δευτέρως ἐπαινουμένη, καλουμένη δὲ ὀλιγαρχία, 32150 4.1.117.13 : συχνῶν γέμουσα κακῶν πολιτεία· ἥ τε ταύτῃ διάφορος καὶ 32151 4.1.117.14 : ἐφεξῆς γιγνομένη δημοκρατία, καὶ ἡ γενναία δὴ τυραννὶς 32152 4.1.117.15 : καὶ πασῶν τούτων διαφέρουσα, τέταρτόν τε καὶ ἔσχατον 32153 4.1.117.16 : πόλεως νόσημα. ἤ τινα ἄλλην ἔχεις ἰδέαν πολιτείας, 32154 4.1.117.17 : ἥτις καὶ ἐν εἴδει διαφανεῖ τινι κεῖται; δυναστεῖαι γὰρ 32155 4.1.117.18 : καὶ ὠνηταὶ βασιλεῖαι καὶ τοιαῦταί τινες πολιτεῖαι με– 32156 4.1.117.19 : ταξύ τι τούτων πού εἰσιν, εὕροι δ´ ἄν τις αὐτὰς οὐκ 32157 4.1.117.20 : ἐλάττους περὶ τοὺς βαρβάρους ἢ τοὺς Ἕλληνας. Πολλαὶ 32158 4.1.117.21 : γοῦν καὶ ἄτοποι, ἔφη, λέγονται. Οἶσθ´ οὖν, ἦν δ´ ἐγώ, 32159 4.1.117.22 : ὅτι καὶ ἀνθρώπων εἴδη τοσαῦτα ἀνάγκη τρόπων εἶναι, 32160 4.1.117.23 : ὅσαπερ καὶ πολιτειῶν; ἢ οἴει ἐκ δρυός ποθεν ἢ ἐκ πέ– 32161 4.1.117.24 : τρας τὰς πολιτείας γίγνεσθαι, ἀλλ´ οὐχὶ ἐκ τῶν ἠθῶν 32162 4.1.117.25 : τῶν ἐν ταῖς πόλεσιν, ἃ ἂν ὥσπερ ῥέψαντα τὰ ἄλλα ἐφελ– 32163 4.1.117.26 : κύσηται; Οὐδαμῶς ἔγωγ´, ἔφη, ἄλλοθεν ἢ ἐντεῦθεν. 32164 4.1.117.27 : Οὐκοῦν εἰ τὰ τῶν πόλεων πέντε, καὶ αἱ τῶν ἰδιωτῶν 32165 4.1.117.28 : κατασκευαὶ τῆς ψυχῆς πέντε ἂν εἶεν. Τί μήν; 32166 4.1.118.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 564 A). 32167 4.1.118.2 : Ἡ γὰρ ἄγαν ἐλευθερία ἔοικεν οὐκ εἰς ἄλλο τι ἢ εἰς 32168 4.1.118.3 : ἄγαν δουλείαν μεταβάλλειν καὶ ἰδιώτῃ καὶ πόλει. Εἰκὸς 32169 4.1.118.4 : γάρ. Εἰκότως τοίνυν, εἶπον, οὐκ ἐξ ἄλλης πολιτείας τυ– 32170 4.1.118.5 : ραννὶς καθίσταται ἢ ἐκ δημοκρατίας. 32171 4.1.119.1 : Τοῦ αὐτοῦ Πολιτείας θʹ (p. 576 D–E). 32172 4.1.119.2 : Μὴ ἐκπληττώμεθα πρὸς τὸν τύραννον ἕνα ὄντα βλέ– 32173 4.1.119.3 : ποντες, μηδ´ εἴ τινες ὀλίγοι περὶ ἐκεῖνον, ἀλλ´ ὡς χρὴ 32174 4.1.119.4 : ὅλην τὴν πόλιν εἰσελθόντας θεάσασθαι, καταδύντες εἰς 32175 4.1.119.5 : ἅπασαν καὶ ἰδόντες, οὕτω δόξαν ἀποφαινώμεθα. Ἀλλ´ 32176 4.1.119.6 : ὀρθῶς, ἔφη, προκαλῇ· καὶ δῆλον παντὶ ὅτι τυραννου– 32177 4.1.119.7 : μένης μὲν οὐκ ἔστιν ἀθλιωτέρα, βασιλευομένης δὲ οὐκ 32178 4.1.119.8 : εὐδαιμονεστέρα. 32179 4.1.120.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 580 A–C). 32180 4.1.120.2 : Ἴθι δή μοι, ἔφην ἐγώ, νῦν ἤδη ὥσπερ ὁ διὰ πάν– 32181 4.1.120.3 : των κριτὴς ἀποφαίνεται, καὶ σὺ οὕτω, τίς πρῶτος κατὰ 32182 4.1.120.4 : τὴν σὴν δόξαν εὐδαιμονίᾳ καὶ τίς δεύτερος, καὶ τοὺς ἄλ– 32183 4.1.120.5 : λους ἑξῆς πέντε ὄντας κρῖνε, βασιλικόν, τιμοκρατικόν, ὀλι– 32184 4.1.120.6 : γαρχικόν, δημοκρατικόν, τυραννικόν. Ἀλλὰ ῥᾳδία, ἔφη, 32185 4.1.120.7 : 〈ἡ〉 κρίσις. καθάπερ γὰρ εἰσῆλθον ἔγωγε ὥσπερ χοροὺς 32186 4.1.120.8 : κρίνω ἀρετῇ καὶ κακίᾳ καὶ εὐδαιμονίᾳ καὶ τῷ ἐναντίῳ. 32187 4.1.120.9 : Μισθωσώμεθα οὖν κήρυκα, ἦν δ´ ἐγώ, ἢ αὐτὸς ἀνείπω, 32188 4.1.120.10 : ὅτι ὁ Ἀρίστωνος υἱὸς τὸν ἄριστόν τε καὶ δικαιότατον 32189 4.1.120.11 : εὐδαιμονέστατον ἔκρινε, τοῦτον 〈δ´〉 εἶναι τὸν βασιλικώ– 32190 4.1.120.12 : τατον καὶ βασιλεύοντα αὑτοῦ, τὸν δὲ κάκιστόν τε καὶ 32191 4.1.120.13 : ἀδικώτατον [καὶ] ἀθλιώτατον· τοῦτον δ´ αὖ τυγχάνειν 32192 4.1.120.14 : ὄντα ὃς ἂν τυραννικώτατος ὢν ἑαυτοῦ τε ὅ τι μάλιστα 32193 4.1.120.15 : τυραννῇ καὶ τῆς πόλεως; 32194 4.1.121.1 : Πλάτωνος Νόμων γʹ (p. 679 B–680 C). 32195 4.1.121.2 : Ἧι δ´ ἄν ποτε ξυνοικίᾳ μήτε πλοῦτος ξυνοικῇ μήτε 32196 4.1.121.3 : πενία, σχεδὸν ἐν ταύτῃ γενναιότατα ἤθη γίγνοιτ´ ἄν· 32197 4.1.121.4 : οὔτε γὰρ ὕβρις οὔτ´ ἀδικία, ζῆλοί τε αὖ καὶ φθόνοι οὐκ 32198 4.1.121.5 : ἐγγίγνονται. ἀγαθοὶ μὲν δὴ διὰ ταῦτά τε ἦσαν καὶ διὸ τὴν 32199 4.1.121.6 : λεγομένην εὐήθειαν· ἃ γὰρ ἤκουον καλὰ καὶ αἰσχρά, εὐή– 32200 4.1.121.7 : θεις ὄντες ἡγοῦντο ἀληθέστατα λέγεσθαι καὶ ἐπείθοντο. 32201 4.1.121.8 : ψεῦδος γὰρ ὑπονοεῖν οὐδεὶς ἠπίστατο διὰ σοφίαν, ὥσ– 32202 4.1.121.9 : περ τὰ νῦν, ἀλλὰ περὶ θεῶν τε καὶ ἀνθρώπων τὰ λεγό– 32203 4.1.121.10 : μενα ἀληθῆ νομίζοντες ἔζων κατὰ ταῦτα· διόπερ ἦσαν 32204 4.1.121.11 : τοιοῦτοι παντάπασιν, οἵους αὐτοὺς ἡμεῖς ἄρτι διεληλύ– 32205 4.1.121.12 : θαμεν. {—}Ἐμοὶ γοῦν δὴ καὶ τῷδε οὕτως ταῦτα ξυνδοκεῖ. 32206 4.1.121.13 : {—}Οὐκοῦν εἴπομεν, ὅτι γενεαὶ διαβιοῦσαι πολλαὶ τοῦτον 32207 4.1.121.14 : τὸν τρόπον τῶν πρὸ κατακλυσμοῦ γεγονότων καὶ τῶν νῦν 32208 4.1.121.15 : ἀτεχνότεροι μὲν καὶ ἀμαθέστεροι πρός τε τὰς ἄλλας μέλ– 32209 4.1.121.16 : λουσιν εἶναι τέχνας καὶ πρὸς τὰς πολεμικάς, ὅσαι τε πε– 32210 4.1.121.17 : ζαὶ καὶ ὅσαι κατὰ θάλατταν γίγνονται τὰ νῦν, καὶ ὅσαι 32211 4.1.121.18 : δὴ κατὰ πόλιν μόνον αὐτοῦ, δίκαι καὶ στάσεις λεγόμε– 32212 4.1.121.19 : ναι, λόγοις ἔργοις τε μεμηχανημέναι πάσας μηχανὰς εἰς 32213 4.1.121.20 : τὸ κακουργεῖν τε ἀλλήλους καὶ ἀδικεῖν, εὐηθέστεροι δὲ 32214 4.1.121.21 : καὶ ἀνδρειότεροι καὶ ἅμα σωφρονέστεροι καὶ ξύμπαντα 32215 4.1.121.22 : δικαιότεροι; τὸ δὲ τούτων αἴτιον ἤδη διεληλύθαμεν. {—} 32216 4.1.121.23 : Ὀρθῶς λέγεις. {—}Λελέχθω δὴ ταῦτα ἡμῖν καὶ τὰ τού– 32217 4.1.121.24 : τοις ξυνεπόμενα ἔτι πάντα εἰρήσθω τοῦδ´ ἕνεκα, ἵνα νοή– 32218 4.1.121.25 : σωμεν, τοῖς τότε νόμων τίς ποτ´ ἦν χρεία καὶ τίς ἦν ὁ 32219 4.1.121.26 : νομοθέτης αὐτοῖς. {—}Καὶ καλῶς γε εἴρηκας. {—}Ἆρ´ οὖν 32220 4.1.121.27 : ἐκεῖνοι μὲν οὔτε ἐδέοντο νομοθετῶν οὔτε πω ἐφίλει κατὰ 32221 4.1.121.28 : τούτους τοὺς χρόνους γίγνεσθαι τὸ τοιοῦτον; οὐδὲ γὰρ 32222 4.1.121.29 : γράμματα ἔστι πω τοῖς ἐν τούτῳ τῷ μέρει τῆς περιόδου 32223 4.1.121.30 : γεγονόσιν, ἀλλ´ ἔθεσι καὶ τοῖς λεγομένοις πατρίοις νό– 32224 4.1.121.31 : μοις ἑπόμενοι ζῶσιν. {—}Εἰκὸς γοῦν. {—}Πολιτείας δέ γε 32225 4.1.121.32 : ἤδη καὶ τρόπος ἐστίν τις οὗτος. {—}Τίς; {—}Δοκοῦσί μοι 32226 4.1.121.33 : πάντες τὴν ἐν τούτῳ τῷ χρόνῳ πολιτείαν δυναστείαν κα– 32227 4.1.121.34 : λεῖν, ἣ καὶ νῦν ἔτι πολλαχοῦ καὶ ἐν Ἕλλησι καὶ κατὰ 32228 4.1.121.35 : βαρβάρους ἐστίν· λέγει δ´ αὐτήν που καὶ Ὅμηρος γεγο– 32229 4.1.121.36 : νέναι περὶ τὴν τῶν Κυκλώπων οἴκησιν, εἰπὼν 32230 4.1.121.37 : τοῖσιν δ´ οὔτ´ ἀγοραὶ βουληφόροι οὔτε θέμιστες, 32231 4.1.121.38 : ἀλλ´ οἵ γ´ ὑψηλῶν ὀρέων ναίουσι κάρηνα 32232 4.1.121.39 : ἐν σπέσσι γλαφυροῖσι, θεμιστεύει δὲ ἕκαστος 32233 4.1.121.40 : παίδων ἠδ´ ἀλόχων, οὐδ´ ἀλλήλων ἀλέγουσιν. 32234 4.1.121.41 : {—}Ἔοικέν γε ὁ ποιητὴς ὑμῖν οὗτος γεγονέναι χαρίεις. 32235 4.1.121.42 : καὶ γὰρ δὴ καὶ ἄλλα αὐτοῦ διεληλύθαμεν μάλα ἀστεῖα, 32236 4.1.121.43 : οὐ μὴν πολλά γε· οὐ γὰρ σφόδρα χρώμεθα οἱ Κρῆτες 32237 4.1.121.44 : τοῖς ξενικοῖς ποιήμασιν. 32238 4.1.122.1 : (Ibid. p. 690 E) 32239 4.1.122.2 : Ἆρ´ οὐκ ἀγνοήσαντες τὸν Ἡσίοδον ὀρθότατα λέγοντα, 32240 4.1.122.3 : ὡς τὸ ἥμισυ τοῦ παντὸς πολλάκις ἐστὶ πλέον; ὁπόταν 32241 4.1.122.4 : ᾖ τὸ μὲν ὅλον λαμβάνειν ζημιῶδες, τὸ δ´ ἥμισυ μέτριον, 32242 4.1.122.5 : τότε τὸ μέτριον τοῦ ἀμέτρου πλέον ἡγήσατο, ἄμεινον ἂν 32243 4.1.122.6 : χείρονος. 32244 4.1.123.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 688 A–B) 32245 4.1.123.2 : Τὸ δὲ ἐμὸν ἔλεγον, ὅτι τοῦτο μὲν πρὸς μίαν ἀρετὴν 32246 4.1.123.3 : οὐσῶν τεττάρων κελεύοι τίθεσθαι τοὺς νόμους, δέοι δὲ 32247 4.1.123.4 : δὴ πρὸς πᾶσαν μὲν βλέπειν, μάλιστα δὲ πρὸς τὴν πρώ– 32248 4.1.123.5 : την καὶ τῆς ξυμπάσης ἡγεμόνα ἀρετῆς, φρόνησις δ´ εἴη 32249 4.1.123.6 : τοῦτο καὶ νοῦς καὶ δόξα μετ´ ἔρωτός τε καὶ ἐπιθυμίας 32250 4.1.123.7 : τούτοις ἑπομένης. 32251 4.1.124.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 688 E–689 E). 32252 4.1.124.2 : Φαμὲν δὲ δὴ νῦν καθ´ ὁδὸν ἰόντες τὴν λοιπὴν τοῦ 32253 4.1.124.3 : λόγου, τὴν μεγίστην ἀμαθίαν τότε ἐκείνην τὴν δύναμιν 32254 4.1.124.4 : ἀπολέσαι καὶ νῦν ταὐτὸ πεφυκέναι ποιεῖν, ὥστε τόν γε 32255 4.1.124.5 : νομοθέτην, εἰ τοῦθ´ οὕτως ἔχει, πειρατέον ταῖς πόλεσι 32256 4.1.124.6 : φρόνησιν μὲν ὅσην δυνατὸν ἐμποιεῖν, τὴν δὲ ἄνοιαν ὅ τι 32257 4.1.124.7 : μάλιστα ἐξαιρεῖν. {—}Δῆλον. {—}Τίς οὖν ἡ μεγίστη δι– 32258 4.1.124.8 : καίως ἂν λέγοιτο ἀμαθία; σκοπεῖτε εἰ συνδόξει καὶ σφῷν 32259 4.1.124.9 : λεγόμενον· ἐγὼ μὲν δὴ τὴν τοιάνδε τίθεμαι. {—}Ποίαν; 32260 4.1.124.10 : {—}Τὴν ὅταν τῴ τι δόξῃ καλὸν ἢ ἀγαθὸν εἶναι μὴ 32261 4.1.124.11 : φιλῇ τοῦτο ἀλλὰ μισῇ, τὸ δὲ πονηρὸν καὶ ἄδικον 32262 4.1.124.12 : δοκοῦν εἶναι φιλῇ τε καὶ ἀσπάζηται. ταύτην δια– 32263 4.1.124.13 : φωνίαν λύπης τε καὶ ἡδονῆς πρὸς τὴν κατὰ λόγον δόξαν 32264 4.1.124.14 : ἀμαθίαν φημὶ εἶναι τὴν ἐσχάτην, μεγίστην δέ, ὅτι τοῦ 32265 4.1.124.15 : πλήθους ἐστὶ τῆς ψυχῆς· τὸ γὰρ λυπούμενον καὶ ἡδό– 32266 4.1.124.16 : μενον αὐτῆς ὅπερ δῆμός τε καὶ πλῆθος πόλεώς ἐστιν. 32267 4.1.124.17 : ὅταν οὖν ἐπιστήμαις ἢ δόξαις ἢ λόγῳ ἐναντιῶται, τοῖς 32268 4.1.124.18 : φύσει ἀρχικοῖς, ἡ ψυχή, τοῦτο ἄνοιαν προσαγορεύω, πό– 32269 4.1.124.19 : λεώς τε, ὅταν ἄρχουσι καὶ νόμοις μὴ πείθηται τὸ πλῆ– 32270 4.1.124.20 : θος, ταὐτόν, καὶ δὴ καὶ ἑνὸς ἀνδρός, ὁπόταν καλοὶ ἐν 32271 4.1.124.21 : ψυχῇ λόγοι ἐνόντες μηδὲν ποιῶσι πλέον, ἀλλὰ ζῇ τού– 32272 4.1.124.22 : τοις πᾶν τοὐναντίον. ταύτας πάσας ἀμαθίας τὰς πλημ– 32273 4.1.124.23 : μελεστάτας ἔγωγ´ ἂν θείην πόλεώς τε καὶ ἑνὸς ἑκάστου 32274 4.1.124.24 : τῶν πολιτῶν, ἀλλ´ οὐ τὰς τῶν δημιουργῶν, εἰ ἄρα που 32275 4.1.124.25 : καταμανθάνετε, ὦ ξένοι, ὃ λέγω. {—}Μανθάνομέν γε, ὦ 32276 4.1.124.26 : φίλε, καὶ ξυγχωροῦμεν ἃ λέγεις. {—}Τοῦτο μὲν τοίνυν οὕτω 32277 4.1.124.27 : κείσθω δεδογμένον καὶ λεγόμενον, ὡς τοῖς εἰς ταῦτα ἀμα– 32278 4.1.124.28 : θαίνουσι τῶν πολιτῶν οὐδὲν ἐπιτρεπτέον ἀρχῆς ἐχόμενον 32279 4.1.124.29 : καὶ ὡς ἀμαθέσιν ὀνειδιστέον, ἂν καὶ πάνυ λογιστικοί τε ὦσι 32280 4.1.124.30 : καὶ πάντα τὰ κομψὰ καὶ ὅσα πρὸς τάχος τῆς ψυχῆς πε– 32281 4.1.124.31 : φυκότα διαπεπονημένοι ἅπαντα, τοὺς δὲ τοὐναντίον ἔχον– 32282 4.1.124.32 : τας τούτων ὡς σοφούς τε προσρητέον, ἂν καὶ τὸ λεγό– 32283 4.1.124.33 : μενον μήτε γράμματα μήτε νεῖν ἐπίστωνται, καὶ τὰς ἀρ– 32284 4.1.124.34 : χὰς δοτέον ὡς ἔμφροσιν· πῶς γὰρ ἄν, ὦ φίλοι, ἄνευ 32285 4.1.124.35 : ξυμφωνίας γένοιτ´ ἂν φρονήσεως καὶ τὸ σμικρότατον εἶ– 32286 4.1.124.36 : δος; οὐκ ἔστιν, ἀλλ´ ἡ καλλίστη καὶ μεγίστη τῶν ξυμ– 32287 4.1.124.37 : φωνιῶν μεγίστη δικαιότατ´ ἂν λέγοιτο σοφία, ἧς ὁ μὲν 32288 4.1.124.38 : κατὰ λόγον ζῶν μέτοχος, ὁ δὲ ἀπολειπόμενος οἰκοφθό– 32289 4.1.124.39 : ρος καὶ περὶ πόλιν οὐδαμῇ σωτήρ, ἀλλὰ πᾶν τοὐναντίον 32290 4.1.124.40 : ἀμαθαίνων εἰς ταῦτα ἑκάστοτε φαίνεται. 32291 4.1.125.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 691 C). 32292 4.1.125.2 : Ἐάν τις μείζονα διδῷ τοῖς ἐλάττοσι παρεὶς τὸ μέ– 32293 4.1.125.3 : τριον, πλοίοις τε ἱστία καὶ σώμασι τροφὴν καὶ ψυχαῖς 32294 4.1.125.4 : ἀρχάς, ἀνατρέπεταί που πάντα καὶ ἐξυβρίζοντα τὼ μὲν 32295 4.1.125.5 : εἰς νόσους θεῖ, τὰ δ´ εἰς ἔκγονον ὕβρεως ἀδικίαν. 32296 4.1.126.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 697 A–C). 32297 4.1.126.2 : Λέγομεν τοίνυν, ὅτι πόλιν, ὡς ἔοικεν, τὴν μέλλου– 32298 4.1.126.3 : σαν σῴζεσθαί τε καὶ εὐδαιμονήσειν εἰς δύναμιν ἀνθρω– 32299 4.1.126.4 : πίνην δεῖ καὶ ἀναγκαῖον τιμάς τε καὶ ἀτιμίας διανέμειν 32300 4.1.126.5 : ὀρθῶς. ἔστιν δὲ ὀρθῶς ἄρα τιμιώτατα μὲν καὶ πρῶτα 32301 4.1.126.6 : τὰ περὶ τὴν ψυχὴν ἀγαθὰ κεῖσθαι, σωφροσύνης ὑπαρ– 32302 4.1.126.7 : χούσης αὐτῇ, δεύτερα δὲ τὰ περὶ τὸ σῶμα καλὰ καὶ ἀγα– 32303 4.1.126.8 : θά, καὶ τρίτα τὰ περὶ τὴν οὐσίαν καὶ χρήματα λεγόμενα· 32304 4.1.126.9 : τούτων δὲ ἂν ἐκτός τις βαίνῃ νομοθέτης ἢ πόλις, εἰς τι– 32305 4.1.126.10 : μὰς 〈ἢ〉 χρήματα προάγουσα ἤ τι τῶν ὕστερον εἰς τὸ πρό– 32306 4.1.126.11 : σθεν τιμαῖς τάττουσα, οὔθ´ ὅσιον οὔτε πολιτικὸν ἂν δρῴη 32307 4.1.126.12 : πρᾶγμα. 32308 4.1.127.1 : Τοῦ αὐτοῦ Νόμων δʹ (p. 705 A–B). 32309 4.1.127.2 : Πρόσοικος γὰρ θάλαττα χώρᾳ τὸ μὲν παρ´ ἑκάστην 32310 4.1.127.3 : ἡμέραν ἡδύ, μάλα γε μὴν ὄντως ἁλμυρὸν καὶ πικρὸν γει– 32311 4.1.127.4 : τόνημα· ἐμπορίας γὰρ καὶ χρηματισμοῦ διὰ καπηλείας 32312 4.1.127.5 : ἐμπιπλᾶσα αὐτήν, ἤθη παλίμβολα καὶ ἄπιστα ταῖς ψυ– 32313 4.1.127.6 : χαῖς ἐντίκτουσα, αὐτήν τε πρὸς αὑτὴν τὴν πόλιν ἄπιστον 32314 4.1.127.7 : καὶ ἄφιλον ποιεῖ καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους ὡσαύ– 32315 4.1.127.8 : τως. παραμύθιον δὲ δὴ πρὸς ταῦτα καὶ τὸ πάμφορος 32316 4.1.127.9 : εἶναι κέκτηται, τραχεῖα δὲ οὖσα δῆλον ὡς οὐκ ἂν πολύ– 32317 4.1.127.10 : φορός τε εἴη καὶ πάμφορος ἅμα· τοῦτο γὰρ ἔχουσα, 32318 4.1.127.11 : πολλὴν ἐξαγωγὴν ἂν παρεχομένη, νομίσματος ἀργύρου καὶ 32319 4.1.127.12 : χρυσοῦ πάλιν ἀντεμπίπλαιτ´ ἄν, οὗ μεῖζον κακόν, ὡς 32320 4.1.127.13 : ἔπος εἰπεῖν, πόλει ἀνθ´ ἑνὸς ἓν οὐδὲν ἂν γίγνοιτο εἰς 32321 4.1.127.14 : γενναίων καὶ δικαίων ἠθῶν κτῆσιν, ὡς ἔφαμεν, εἰ μεμ– 32322 4.1.127.15 : νήμεθα, τοῖς πρόσθεν λόγοις. {—}Ἀλλὰ μεμνήμεθα, καὶ 32323 4.1.127.16 : συγχωροῦμεν τότε λέγειν ἡμᾶς ὀρθῶς καὶ τὰ νῦν. 32324 4.1.128.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 709 A–C). 32325 4.1.128.2 : Ὡς οὐδείς ποτε ἀνθρώπων οὐδὲν νομοθετεῖ, τύχαι 32326 4.1.128.3 : δὲ καὶ ξυμφοραὶ παντοῖαι πίπτουσαι παντοίως νομοθε– 32327 4.1.128.4 : τοῦσιν ἅπαντα ἡμῖν. ἢ γὰρ πόλεμός τις βιασάμενος ἀνέ– 32328 4.1.128.5 : τρεψε πολιτείας καὶ μετέβαλε νόμους, ἢ πενίας χαλεπῆς 32329 4.1.128.6 : ἀπορία· πολλὰ δὲ καὶ νόσοι ἀναγκάζουσι καινοτομεῖν 32330 4.1.128.7 : λοιμῶν τε ἐμπιπτόντων καὶ χρόνον ἐπὶ πολὺν ἐνιαυτῶν 32331 4.1.128.8 : πολλῶν πολλάκις ἀκαιρία. ταῦτα δὴ πάντα προϊδών τις 32332 4.1.128.9 : ἄρξειεν ἂν εἰπεῖν, ὅπερ ἐγὼ νῦν δή, θνητὸν 〈μὲν〉 μη– 32333 4.1.128.10 : δένα νομοθετεῖν μηδέν, τύχας δ´ εἶναι σχεδὸν ἅπαντα 32334 4.1.128.11 : τἀνθρώπινα πράγματα. τὸ δ´ ἔστιν περί τε ναυτιλίαν 32335 4.1.128.12 : καὶ κυβερνητικὴν καὶ ἰατρικὴν καὶ στρατηγικὴν πάντα 32336 4.1.128.13 : ταῦτ´ εἰπόντα δοκεῖν εὖ λέγειν, ἀλλὰ γὰρ ὅμως αὖ καὶ τόδ´ 32337 4.1.128.14 : ἔστιν εὖ λέγοντα λέγειν ἐν τοῖς αὐτοῖς τούτοις. {—}Τὸ ποῖον; 32338 4.1.128.15 : {—}ὡς θεὸς μὲν πάντα καὶ μετὰ θεοῦ τύχη καὶ καιρὸς 32339 4.1.128.16 : τἀνθρώπινα διακυβερνῶσι ξύμπαντα. ἡμερώτερον μὴν τρί– 32340 4.1.128.17 : τον συγχωρῆσαι τούτοις δεῖν ἕπεσθαι τέχνην· καιρῷ γὰρ 32341 4.1.128.18 : χειμῶνος συλλαβέσθαι κυβερνητικήν, μέγα πλεονέκτημα 32342 4.1.128.19 : ἔγωγ´ ἂν θείην. ἢ πῶς; {—}〈Οὕτως.〉 {—}Οὐκοῦν καὶ 32343 4.1.128.20 : τοῖς ἄλλοις ὡσαύτως κατὰ τὸν αὐτὸν ἂν ἔχοι λόγον, καὶ 32344 4.1.128.21 : δὴ καὶ νομοθεσίᾳ ταὐτὸν τοῦτο δοτέον· τῶν ἄλλων ξυμ– 32345 4.1.128.22 : πιπτόντων, ὅσα δεῖ χώρᾳ συντυχεῖν, εἰ μέλλει ποτὲ εὐ– 32346 4.1.128.23 : δαιμόνως οἰκήσειν, τὸν νομοθέτην ἀληθείας ἐχόμενον τῇ 32347 4.1.128.24 : τοιαύτῃ παραπεσεῖν ἑκάστοτε πόλει δεῖν. {—}Ἀληθέστατα 32348 4.1.128.25 : λέγεις. 32349 4.1.129.1 : Τοῦ αὐτοῦ Νόμων εʹ (p. 743 C–744 A). 32350 4.1.129.2 : Ἡμῖν δὲ ἡ τῶν νόμων ὑπόθεσις ἐνταῦθα ἔβλεπεν, 32351 4.1.129.3 : ὅπως ὡς εὐδαιμονέστατοι ἔσονται καὶ ὅ τι μάλιστα ἀλ– 32352 4.1.129.4 : λήλοις φίλοι· εἶεν δὲ οὐκ ἄν ποτε πολῖται φίλοι, ὅπου 32353 4.1.129.5 : πολλαὶ μὲν δίκαι ἐν ἀλλήλοις εἶεν, πολλαὶ δὲ ἀδικίαι, 32354 4.1.129.6 : ἀλλ´ ὅπου ὡς ὅ τι σμικρόταται καὶ ὀλίγισται. λέγομεν 32355 4.1.129.7 : δὴ μήτε εἶναι χρυσὸν δεῖν μήτε ἄργυρον ἐν τῇ πόλει, 32356 4.1.129.8 : μήτε αὖ χρηματισμὸν πολὺν διὰ βαναυσίας καὶ τόκων 32357 4.1.129.9 : μηδὲ βοσκημάτων αἰσχρῶν, ἀλλ´ ὅσα γεωργία δίδωσι καὶ 32358 4.1.129.10 : φέρει, καὶ τούτων ὁπόσα μὴ χρηματιζόμενον ἀναγκάσειεν 32359 4.1.129.11 : ἀμελεῖν ὧν ἕνεκα πέφυκε τὰ χρήματα· ταῦτα δ´ ἐστὶ 32360 4.1.129.12 : ψυχὴ καὶ σῶμα, 〈ἃ〉 χωρὶς γυμναστικῆς καὶ τῆς ἄλλης 32361 4.1.129.13 : παιδείας οὐκ ἄν ποτε γένοιτο ἄξια λόγου. διὸ δὴ χρη– 32362 4.1.129.14 : μάτων ἐπιμέλειαν οὐχ ἅπαξ εἰρήκαμεν ὡς χρὴ τελευταῖον 32363 4.1.129.15 : τιμᾶν· ὄντων γὰρ τριῶν τῶν ἁπάντων, περὶ ἃ πᾶς ἄν– 32364 4.1.129.16 : θρωπος σπουδάζει, τελευταῖον καὶ τρίτον ἐστὶν ἡ τῶν 32365 4.1.129.17 : χρημάτων ὀρθῶς σπουδαζομένη σπουδή, σώματος δὲ πέρι 32366 4.1.129.18 : μέση, πρώτη δὲ ἡ τῆς ψυχῆς. καὶ δὴ καὶ νῦν ἣν διεξερ– 32367 4.1.129.19 : χόμεθα πολιτείαν, εἰ μὲν τὰς τιμὰς οὕτω τάττεται, ὀρ– 32368 4.1.129.20 : θῶς νομοθετεῖται· εἰ δέ τις τῶν προσταττομένων αὐ– 32369 4.1.129.21 : τόθι νόμων σωφροσύνης ἔμπροσθεν ὑγίειαν ἐν τῇ πόλει 32370 4.1.129.22 : φανεῖται ποιῶν τιμίαν ἢ πλοῦτον ὑγιείας καὶ τοῦ σω– 32371 4.1.129.23 : φρονεῖν, οὐκ ὀρθῶς ἀναφανεῖται τιθέμενος. 32372 4.1.130.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 744 D). 32373 4.1.130.2 : Δεῖ γὰρ ἐν πόλει που, φαμέν, τῇ τοῦ μεγίστου νο– 32374 4.1.130.3 : σήματος οὐ μετεχούσῃ, ὃ διάστασιν ἢ στάσιν ὀρθότερον 32375 4.1.130.4 : ἂν εἴη κεκλῆσθαι, μήτε πενίαν τὴν χαλεπὴν ἐνεῖναι παρά 32376 4.1.130.5 : τισι τῶν πολιτῶν μήτ´ αὖ πλοῦτον, ὡς † ἀμφότερα τικ– 32377 4.1.130.6 : τόντων ταῦτα ἀμφότερα. 32378 4.1.131.1 : Πλάτωνος Νόμων θʹ (p. 874 E–875 A). 32379 4.1.131.2 : Ὡς ἄρα νόμους ἀνθρώποις ἀναγκαῖον τίθεσθαι καὶ 32380 4.1.131.3 : ζῆν κατὰ νόμους ἢ μηδὲν διαφέρειν τῶν πάντῃ ἀγριω– 32381 4.1.131.4 : τάτων θηρίων. ἡ δὲ αἰτία τούτων ἥδε, ὅτι φύσις ἀν– 32382 4.1.131.5 : θρώπων οὐδενὸς ἱκανὴ φύεται, ὥστε γνῶναί τε τὰ συμ– 32383 4.1.131.6 : φέροντα ἀνθρώποις εἰς πολιτείαν καὶ γνοῦσα τὸ βέλτιστον 32384 4.1.131.7 : ἀεὶ δύνασθαι καὶ ἐθέλειν πράττειν. γνῶναι μὲν γὰρ 32385 4.1.131.8 : πρῶτον χαλεπόν, ὅτι πολιτικῇ καὶ ἀληθεῖ τέχνῃ οὐ τὸ 32386 4.1.131.9 : ἴδιον ἀλλὰ τὸ κοινὸν ἀνάγκη μέλειν· τὸ μὲν γὰρ κοινὸν 32387 4.1.131.10 : ξυνδεῖ, τὸ δὲ ἴδιον διασπᾷ τὰς πόλεις· καὶ ὅτι ξυμφέ– 32388 4.1.131.11 : ρει τῷ κοινῷ τε καὶ ἰδίῳ τοῖν ἀμφοῖν, ἢν τὸ κοινὸν τι– 32389 4.1.131.12 : θῆται καλῶς. 32390 4.1.132.1 : Ἀρχύτα. 32391 4.1.132.2 : Πονηρῶν ἀθέων νόμοι θεῶν ἄγραφοι ἀντινομιζόμε– 32392 4.1.132.3 : νοι πονηρὰν μοῖραν καὶ ζημίαν τῷ μὴ πειθομένῳ διδόντες, 32393 4.1.132.4 : πατέρες καὶ ἁγεμόνες τῶν γεγραμμένων νόμων καὶ δογ– 32394 4.1.132.5 : μάτων ἀνθρώποις τεθέντων. 32395 4.1.133.1 : Διωτογένους Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ 32396 4.1.133.2 : ὁσιότητος. 32397 4.1.133.3 : Καλῶς δὲ καὶ τὸ τὸν θεὸν ἐν ἀρχᾷ τῶ δείπνω καὶ 32398 4.1.133.4 : τῶ ἀρίστω ἐπικαλεῖσθαι, οὐχ ὡς δεόμενον τινὸς τῶν τοι– 32399 4.1.133.5 : ούτων, ἀλλ´ ἐς τὸ μνασθέντας κατακοσμηθῆμεν τὰν ψυ– 32400 4.1.133.6 : χάν· ἐπειδὴ γὰρ ἀπ´ αὐτῶν ἐσμὲν καὶ κεκοινωνήκαμεν 32401 4.1.133.7 : τῶ θείω, 〈τῷ θείῳ〉 ποθᾶκόν τι κρίνοντι ἄμμε· διὸ καὶ βού– 32402 4.1.133.8 : λονται ἰκέλως αὐτοῖς ἅπαντα ἡμᾶς ἐπιτελὲν δικαιοπρα– 32403 4.1.133.9 : γέοντας. ἔπειτα γὰρ τέτορες αἰτίαι τὰ σύμπαντα περαί– 32404 4.1.133.10 : νοντι καὶ ἐπὶ τέλος ἐπιτίθεντι, φύσις καὶ νόμος καὶ 32405 4.1.133.11 : τέχνα καὶ τύχα· καὶ τῶν μὲν ... 〈τῶν δὲ〉 ἐξ ἄθεος 32406 4.1.133.12 : ποτὶ συμφωνίαν πολιτικὰν φερόντων νόμος ἐπιστάτας 32407 4.1.133.13 : καὶ δαμιουργός· τῶν δὲ διὰ φρονάσιος ἀνθρωπίνας τε– 32408 4.1.133.14 : λεωθέντων, τέχνα 〈κα〉 λέγοιτο δικαίως μάτηρ τε καὶ 32409 4.1.133.15 : ἁγεμὼν ἦμεν· τῶν δὲ εἰκᾷ τε καὶ ὡς ἔτυχεν ἀπὸ τῶ αὐ– 32410 4.1.133.16 : τομάτω ὁμοίως ποτιπιπτόντων τοῖς χρηστοῖς τε καὶ πο– 32411 4.1.133.17 : νηροῖς τύχαν τῶν τοιούτων αἰτίαν φασοῦμες· ταύταν δ´ 32412 4.1.133.18 : οὔτ´ ἐν μέτρῳ οὔτ´ ἐν ὅρῳ τεταγμέναν καὶ † πεφρονη– 32413 4.1.133.19 : μένως ἕκαστα ποιέν· γενναθείσα δὲ δὴ ἐξ αὐταυτῶ γένεος 32414 4.1.133.20 : ἄμφω κινεῖσθαι. 32415 4.1.134.1 : Τῶν ἑπτὰ σοφῶν Περὶ πολιτείας 32416 4.1.134.2 : (Plut. Septem sap. conviv. p. 154 D–F.) 32417 4.1.134.3 : Εἰ δὲ βούλει καὶ νῦν, ἔφη ὁ Σόλων, περὶ πολιτείας 32418 4.1.134.4 : ἀκοῦσαι, δοκεῖ μοι πόλις ἄριστα πράττειν καὶ μάλιστα 32419 4.1.134.5 : σῴζειν δημοκρατίαν, ἐν ᾗ τὸν ἀδικήσαντα τοῦ ἀδικηθέν– 32420 4.1.134.6 : τος 〈οὐδὲν ἧττον οἱ μὴ ἀδικηθέντες〉 προβάλλονται καὶ 32421 4.1.134.7 : κολάζουσι. 32422 4.1.134.8 : Δεύτερος δὲ ὁ Βίας ἔφη κρατίστην εἶναι δημοκρα– 32423 4.1.134.9 : τίαν, ἐν ᾗ πάντες ὡς τύραννον φοβοῦνται τὸν νόμον. 32424 4.1.134.10 : Ἔπειτα Θαλῆς τὴν μήτε πλουσίους ἄγαν μήτε πέ– 32425 4.1.134.11 : νητας ἔχουσαν πολίτας. 32426 4.1.134.12 : Μετὰ δὲ τοῦτον ὁ Περίανδρος, ἐν ᾗ τῶν ἄλλων ἴσων 32427 4.1.134.13 : νομιζομένων ἀρετῇ τὸ βέλτιον ὁρίζεται, κακίᾳ δὲ τὸ 32428 4.1.134.14 : χεῖρον. 32429 4.1.134.15 : Πέμπτος δὲ ὁ Κλεόβουλος ἔφη μάλιστα σωφρονεῖν 32430 4.1.134.16 : δῆμον, ὅπου τὸν ψόγον μᾶλλον οἱ πολιτευόμενοι δεδοί– 32431 4.1.134.17 : κασιν ἢ τὸν νόμον. 32432 4.1.134.18 : Ἕκτος δὲ Πιττακός, ὅπου τοῖς πονηροῖς οὐκ ἔξεστιν 32433 4.1.134.19 : ἄρχειν. 32434 4.1.134.20 : Ὁ δὲ Χίλων ἀπεφήνατο τὴν μάλιστα νόμων ἥκιστα 32435 4.1.134.21 : δὲ ῥητόρων ἀκούουσαν πολιτείαν ἀρίστην εἶναι. 32436 4.1.135.1 : Ἀρχύτα Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ 32437 4.1.135.2 : νόμου καὶ δικαιοσύνης. 32438 4.1.135.3 : Νόμος ποτ´ ἀνθρώπω ψυχάν τε καὶ βίον ὅπερ ἁρ– 32439 4.1.135.4 : μονία ποτ´ ἀκοάν τε καὶ φωνάν· ὅ τε γὰρ νόμος παι– 32440 4.1.135.5 : δεύει μὲν τὰν ψυχάν, συνίστησι δὲ τὸν βίον, ἅ τε ἁρμο– 32441 4.1.135.6 : νία ἐπιστάμονα μὲν ποιεῖ τὰν ἀκοάν, ὁμόλογον δὲ τὰν 32442 4.1.135.7 : φωνάν. φαμὶ δὴ ἐγὼ πᾶσαν κοινωνίαν ἐξ ἄρχοντος καὶ 32443 4.1.135.8 : ἀρχομένω συνεστάμεν καὶ τρίτον νόμων. νόμων δὲ ὁ μὲν 32444 4.1.135.9 : ἔμψυχος βασιλεύς, ὁ δὲ ἄψυχος γράμμα. πρᾶτος ὦν ὁ 32445 4.1.135.10 : νόμος· τούτω γὰρ 〈ἐμμονᾷ〉 ὁ μὲν βασιλεὺς νόμιμος, ὁ 32446 4.1.135.11 : δ´ ἄρχων ἀκόλουθος, ὁ δ´ ἀρχόμενος ἐλεύθερος, ἁ δ´ 32447 4.1.135.12 : ὅλα κοινωνία εὐδαίμων· καὶ τούτω παραβάσει 〈ὁ〉 μὲν 32448 4.1.135.13 : βασιλεὺς τύραννος, ὁ δ´ ἄρχων ἀνακόλουθος, ὁ δ´ ἀρχό– 32449 4.1.135.14 : μενος δοῦλος, ὁ δ´ ὅλα κοινωνία κακοδαίμων. συνεί– 32450 4.1.135.15 : ρονται μὲν γὰρ ταὶ πράξιες ἐκ τῶ ἄρχεν καὶ τῶ ἄρ– 32451 4.1.135.16 : χεσθαι καὶ τρίτον ἐκ τῷ κρατέν. τὸ μὲν ὦν ἄρχεν τῶ 32452 4.1.135.17 : κρέσσονος οἰκῇον, τὸ δ´ ἄρχεσθαι τῶ χερῄονος, τὸ δὲ 32453 4.1.135.18 : κρατὲν ἀμφοτέρων· ἄρχει μὲν γὰρ τὸ λόγον ἔχον τᾶς ψυ– 32454 4.1.135.19 : χᾶς, ἄρχεται δὲ τὸ ἄλογον, κρατοῦντι δὲ τῶν παθέων ἀμ– 32455 4.1.135.20 : φότερα. γίνεται γὰρ ἐκ τᾶς ἑκατέρων συναρμογᾶς ἀρετά, 32456 4.1.135.21 : αὕτα δὲ καὶ ἀπὸ τᾶν ἁδονᾶν καὶ ἀπὸ τᾶν λυπᾶν ἐς ἀρε– 32457 4.1.135.22 : μίαν καὶ ἀπάθειαν ἀπάγει τὰν ψυχάν. 32458 4.1.136.1 : Ἐν ταὐτῷ. 32459 4.1.136.2 : Δεῖ δὲ τὸν νόμον ἀκόλουθον ἦμεν τᾷ φύσει, δυνα– 32460 4.1.136.3 : τὸν τοῖς πράγμασι, συμφέροντα τᾷ πολιτικᾷ κοινωνίᾳ· 32461 4.1.136.4 : αἴτε γὰρ ἑνὸς τούτων αἴτε πλῃόνων αἴτε πάντων ἀπο– 32462 4.1.136.5 : λείπεται, ἤτοι οὐ νόμος ἢ οὐ τέλῃος νόμος ἐσεῖται. ἀκό– 32463 4.1.136.6 : λουθος μὲν ὦν κα εἴη τᾷ φύσει, μιμεόμενος τὸ τᾶς φύ– 32464 4.1.136.7 : σιος δίκαιον· τοῦτο δέ ἐστιν τὸ ἀνάλογον καὶ τὸ ἐπι– 32465 4.1.136.8 : βάλλον ἑκάστῳ κατὰ τὰν ἑκάστω ἀξίαν. δυνατὸς δέ, αἰ 32466 4.1.136.9 : ποτὶ τὼς νομοθετουμένως ἔχει τὰν συναρμογάν· πολλοὶ 32467 4.1.136.10 : γὰρ τὸ τᾷ φύσει καὶ πρᾶτον ἀγαθὸν 〈οὐχ〉 ἱκανοὶ δέξα– 32468 4.1.136.11 : σθαι, τὸ δὲ ποθ´ αὑτὼς καὶ τὸ ἐνδεχόμενον· οὕτω γὰρ 32469 4.1.136.12 : καὶ τοὶ νοσέοντες καὶ τοὶ κάμνοντες τυγχάνοντι ἐπιμε– 32470 4.1.136.13 : λείας. 32471 4.1.137.1 : Ἐν ταὐτῷ. 32472 4.1.137.2 : Συμφέρων δὲ τᾷ πολιτικᾷ κοινωνίᾳ, αἴκα μὴ μό– 32473 4.1.137.3 : ναρχος ᾖ καὶ ἰδιωφελὴς ὁ νόμος, κοινωφελὴς δὲ καὶ διὰ 32474 4.1.137.4 : πάντων διατείνων· δεῖ δὲ καὶ ποτὶ τὰν χώραν καὶ ποτὶ 32475 4.1.137.5 : τὼς τόπως ἀποβλέπεν τὸν νόμον, οὔτε γὰρ γᾶ τὼς αὐ– 32476 4.1.137.6 : τὼς καρπὼς οὔτε ψυχὰ ἀνθρώπων τὰν αὐτὰν ἀρετὰν 32477 4.1.137.7 : παραδέξασθαι δύναται. διὸ τὸ δίκαιον τοὶ μὲν ἀριστο– 32478 4.1.137.8 : κρατικὸν τοὶ δὲ δαμοκρατικὸν τοὶ δὲ ὀλιγαρχικὸν ποι– 32479 4.1.137.9 : οῦντι· καὶ τὸ ἀριστοκρατικὸν κατὰ τὰν ὑπεναντίαν μεσό– 32480 4.1.137.10 : τατα· τοῖς μὲν γὰρ μέζοσι μέζονας τὼς [δὲ] λόγως, τοῖς 32481 4.1.137.11 : δὲ μῄοσι μῄονας διανέμει ἁ ἀναλογία αὕτα· τὸ δὲ δα– 32482 4.1.137.12 : μοκρατικὸν κατὰ τὰν γεωμετρικάν· ἐν γὰρ ταύτᾳ τοὶ λόγοι 32483 4.1.137.13 : ἶσοι τῶν μεζόνων καὶ μῃόνων μεγεθέων· τὸ δὲ ὀλιγαρ– 32484 4.1.137.14 : χικὸν καὶ τυραννικὸν κατὰ τὰν ἀριθμητικάν· ἀντιάζει γὰρ 32485 4.1.137.15 : αὕτα τᾷ ὑπεναντίᾳ· τοῖς γὰρ μῄοσι μέζονας τὼς λόγως, 32486 4.1.137.16 : τοῖς δὲ μέζοσι μῄονας. ταὶ μὲν ὦν ἰδέαι τᾶς διανομᾶς το– 32487 4.1.137.17 : σαῦται, ταὶ δὲ εἰκόνες ἐν ταῖς πολιτείαις καὶ τοῖς οἴκοις 32488 4.1.137.18 : θεωρέονται· τιμαί τε γὰρ καὶ κολάσιες καὶ ἀρχαὶ 〈ἢ〉 32489 4.1.137.19 : ἐξ ἴσω τοῖς μέζοσι καὶ μῄοσι διανέμονται, ἢ ἐξ ἀνίσω 32490 4.1.137.20 : ἢ τῷ ἀρετᾷ ὑπερέχεν ἢ τῷ πλούτῳ ἢ καὶ δυνάμει. τὸ 32491 4.1.137.21 : μὲν ὦν ἐξ ἴσω δαμοκρατικόν, τὸ δὲ ἐξ ἀνίσω ἀριστοκρα– 32492 4.1.137.22 : τικὸν ἢ ὀλιγαρχικόν. 32493 4.1.138.1 : Ἐν ταὐτῷ. 32494 4.1.138.2 : Δεῖ δὲ τὸν νόμον τὸν κάρρονα καὶ τὰν πόλιν ἐκ πα– 32495 4.1.138.3 : σᾶν σύνθετον εἶμεν τᾶν ἀλλᾶν πολιτειᾶν· καὶ ἔχεν τι δα– 32496 4.1.138.4 : μοκρατίας, ἔχεν τι ὀλιγαρχίας, ἔχεν τι βασιλῄας καὶ ἀριστο– 32497 4.1.138.5 : κρατίας· ὥσπερ καὶ ἐν τᾷ Λακεδαίμονι· τοὶ μὲν γὰρ 32498 4.1.138.6 : βασιλέες τᾶς μοναρχίας, τοὶ δὲ γέροντες τᾶς ἀριστοκρα– 32499 4.1.138.7 : τίας, τοὶ δὲ ἔφοροι τᾶς ὀλιγαρχίας, ἱππαγρέται δὲ καὶ 32500 4.1.138.8 : κόροι τᾶς δαμοκρατίας. δεῖ τοίνυν τὸν νόμον μὴ μόνον 32501 4.1.138.9 : ἀγαθὸν καὶ καλὸν ἦμεν, ἀλλὰ καὶ ἀντιπεπονθέναι τοῖς 32502 4.1.138.10 : αὑτῶ μερέεσσιν· οὗτος γὰρ ἰσχυρὸς καὶ βέβαιος· τὸ δ´ 32503 4.1.138.11 : ἀντιπεπονθέναι λέγω αὐτῶ, καὶ ἄρχεν καὶ ἄρχεσθαι τὰν 32504 4.1.138.12 : αὐτὰν ἀρχάν, ὥσπερ καὶ ἐν τᾷ εὐνομωτάτᾳ Λακεδαίμονι. 32505 4.1.138.13 : τοῖς μὲν γὰρ βασιλεῦσιν τοὶ ἔφοροι ἀντικάθηνται, τού– 32506 4.1.138.14 : τοις δ´ οἱ γέροντες, μέσοι δ´ οἱ κόροι καὶ ἱππαγρέται· 32507 4.1.138.15 : ἐφ´ ὃ γὰρ ἂν ῥέψωντι τοὶ πλεονεκτίοντες τῶν ἀρχόντων, 32508 4.1.138.16 : οὗτοι τοῖς ἄλλοις ὑποτίθενται. 32509 4.1.138.17 : Δεῖ τὸν νόμον τὰ περὶ θεὼς καὶ δαίμονας καὶ γο– 32510 4.1.138.18 : νέας καὶ ὅλως τὰ καλὰ καὶ τίμια πρᾶτα τίθεσθαι, δεύ– 32511 4.1.138.19 : τερον δὲ τὰ συμφέροντα· τὰ γὰρ μῄονα τοῖς μέζοσιν 32512 4.1.138.20 : ἀκολουθὲν ποθάκει· καὶ μὴ ἐν οἰκήμασι καὶ θυρώμασιν 32513 4.1.138.21 : ἐνῆμεν, ἀλλ´ ἐν τοῖς ἤθεσι τῶν πολιτευομένων. οὐδὲ γὰρ 32514 4.1.138.22 : ἐν Λακεδαίμονι τᾷ εὐνομωτάτᾳ πλάθει γραμμάτων ἁ πό– 32515 4.1.138.23 : λις διοικῆται, πολὺ δὲ μᾶλλον [ἐν] τοῖς τρόποις τῶν πο– 32516 4.1.138.24 : λιτευομένων. συμφέροντι δὲ τᾷ πολιτικᾷ κοινωνίᾳ, αἴκα 32517 4.1.138.25 : μὴ μόναρχος ᾖ καὶ ἰδιωφελής, κοινωφελὴς δὲ καὶ διὰ 32518 4.1.138.26 : πάντων διατείνων ὁ νόμος καὶ τὰν ζαμίαν ἐς τὰν αἰσχύ– 32519 4.1.138.27 : ναν καὶ τὰν ἀτιμίαν ἀμφέρῃ, μὴ ἐς τὰν τῶν χρημάτων 32520 4.1.138.28 : ἀποβολάν. ἐκ μὲν γὰρ τῶ αἰσχύνᾳ ζαμιοῦσθαι κοσμιό– 32521 4.1.138.29 : τατα καὶ χρηστότατα σπουδάζοντι, ὅπως τὰν ἐν τοῖς νό– 32522 4.1.138.30 : μοις ζαμίαν ἀκοινώνατον ἔχωντι· ἐκ δὲ τῶ χρήμασι χρή– 32523 4.1.138.31 : ματα περὶ πλείστω ποιησοῦνται, μέγιστον φάρμακον 32524 4.1.138.32 : ὑπολαμβάνοντες ἦμεν τῶν ἁμαρτημάτων. ἄριστον μὲν 32525 4.1.138.33 : ὦν τὰν ὅλαν πόλιν οὕτως συντετάχθαι, ὥστε μηδενὸς πο– 32526 4.1.138.34 : τιδεῖσθαι ἔξωθεν, μήτε κατ´ ἀρετὰν μήτε κατὰ δύναμιν 32527 4.1.138.35 : μήτε κατ´ ἄλλαν μηδεμίαν αἰτίαν· οὕτω γὰρ καὶ σῶμα 32528 4.1.138.36 : καὶ οἰκία καὶ στράτευμα συντέτακται καλῶς, τὸ ἐν αὑτῷ 32529 4.1.138.37 : ἔχον τὰν αἰτίαν τᾶς σωτηρίας, ἀλλὰ μὴ ἔξωθεν· σῶμα 32530 4.1.138.38 : μὲν τὸ κάρρον, οἰκία δ´ ἁ συγκειμένα καλῶς, στράτευμα 32531 4.1.138.39 : δὲ τὸ μὴ μισθοφόρον μηδ´ ἀγύμναστον· κρέσσονα γὰρ 32532 4.1.138.40 : τὰ οὕτως συνταχθέντα γίνεται τῶν ἄλλων· καὶ ἐλεύθερα 32533 4.1.138.41 : μὲν καὶ ἀδούλωτα, οὐ πολλῶν ποτιδεόμενα ποτὶ τὰν δια– 32534 4.1.138.42 : μονάν, ὀλίγων δὲ καὶ εὐπαρακομίστων. οὕτω γὰρ ὦν ὁ 32535 4.1.138.43 : μὲν ἰσχυρὸς τῶ βάρεος, ὁ δὲ γυμνάτας τῶ ῥίγεος περι– 32536 4.1.138.44 : γίνεται· γυμνάζοντι γὰρ ταὶ τύχαι καὶ ταὶ συμφοραὶ τὼς 32537 4.1.138.45 : ἀνθρώπως· ἐπεὶ καὶ τῷ σώφρονι καὶ διαποναθέντι καὶ 32538 4.1.138.46 : σώματι καὶ ψυχᾷ καὶ τροφὰ ἁδέα φαίνεται πᾶσα καὶ 32539 4.1.138.47 : ποτόν, καὶ εὐνὰ δὲ ἁ μετὰ φυλλάδος, τῷ δὲ τρυφᾶν καὶ 32540 4.1.138.48 : συβαρίζεν ἐκποριουμένῳ καὶ ἁ τῶ μεγάλω βασιλέος πα– 32541 4.1.138.49 : ρασκευὰ δυσάρεστος καὶ ἀλλοτρία. τὸν νόμον ὦν ἐν τοῖς 32542 4.1.138.50 : ἤθεσι καὶ τοῖς ἐπιταδεύμασι τῶν πολιτᾶν ἐγχρῴζεσθαι 32543 4.1.138.51 : δεῖ· τὼς γὰρ πολίτας αὐτάρκεας θήσει καὶ διανεμεῖ τὸ 32544 4.1.138.52 : κατ´ ἀξίαν ἑκάστῳ καὶ τὸ ἐπιβάλλον· οὕτω γὰρ καὶ ὁ 32545 4.1.138.53 : ἅλιος φερόμενος διὰ τῶ ζῳοφόρω διανέμει τοῖς ἐπὶ γᾶς 32546 4.1.138.54 : πᾶσι καὶ γενέσιος καὶ τροφᾶς καὶ βιοτᾶς τὰν ποθάκου– 32547 4.1.138.55 : σαν μοῖραν, οἷον εὐνομίαν τὰν εὐκρασίαν τᾶν ὡρᾶν παρα– 32548 4.1.138.56 : σκευαζόμενος. διὸ καὶ νόμιος καὶ νεμήιος Ζεὺς καλέε– 32549 4.1.138.57 : ται, καὶ νομεὺς ὁ διανέμων τὰς τροφὰς τοῖς ὀίεσσιν· καὶ 32550 4.1.138.58 : τὸ τῶν κιθαρῳδῶν δὲ ᾄσματα νόμοι· συντάσσοντι γὰρ 32551 4.1.138.59 : καὶ ταῦτα τὰν ψυχάν, ἁρμονίᾳ καὶ ῥυθμοῖς καὶ μέτροις 32552 4.1.138.60 : ἀειδόμενα. 32553 4.1.139.1 : Ἐκ τοῦ Ἀρχύτου Περὶ μαθημάτων 32554 4.1.139.2 : (Diels fragm. d. Vorsokr. 2 p. 262). 32555 4.1.139.3 : Δεῖ γὰρ ἢ μαθόντα παρ´ ἄλλω ἢ αὐτὸν ἐξευρόντα, 32556 4.1.139.4 : ὧν ἀνεπιστάμων ἦσθα, ἐπιστάμονα γενέσθαι. τὸ μὲν ὦν 32557 4.1.139.5 : μαθὲν παρ´ ἄλλω καὶ ἀλλοτρίᾳ, τὸ δ´ ἐξευρὲν αὐτὸν 32558 4.1.139.6 : δι´ αὐτῶ καὶ ἰδίᾳ. ἐξευρὲν δὲ μὴ ζατοῦντα 〈ἄπορον καὶ 32559 4.1.139.7 : σπάνιον, ζατοῦντα δὲ〉 εὔπορον καὶ ῥᾴδιον· μὴ ἐπιστά– 32560 4.1.139.8 : μενον δὲ ζατὲν ἀδύνατον. 32561 4.1.139.9 : Στάσιν μὲν ἔπαυσεν, ὁμόνοιαν δὲ αὔξησεν λογισμὸς 32562 4.1.139.10 : εὑρεθείς· πλεονεξία τε γὰρ οὐκ ἔστι τούτω γενομένω καὶ 32563 4.1.139.11 : ἰσότας ἔστιν· τούτῳ γὰρ περὶ τῶν συναλλαγμάτων διαλ– 32564 4.1.139.12 : λασσόμεθα. διὰ τοῦτον ὦν οἱ πένητες λαμβάνοντι παρὰ 32565 4.1.139.13 : τῶν δυναμένων, οἵ τε πλούσιοι διδόντι τοῖς δεομένοις, 32566 4.1.139.14 : πιστεύοντες ἀμφότεροι διὰ τούτω τὸ ἶσον ἕξειν. κανὼν 32567 4.1.139.15 : δὲ καὶ κωλυτὴρ τῶν ἀδικούντων 〈ἐὼν〉 τὼς μὲν ἐπιστα– 32568 4.1.139.16 : μένως λογίζεσθαι πρὶν ἀδικὲν ἔπαυσε, πείσας ὅτι οὐ δυ– 32569 4.1.139.17 : νασοῦνται λαθέν, ὅταν ἐπ´ αὐτὸν ἔλθωντι, τὼς δὲ μὴ 32570 4.1.139.18 : ἐπισταμένως, ἐν αὐτῷ δηλώσας ἀδικοῦντας, ἐκώλυσεν ἀδι– 32571 4.1.139.19 : κῆσαι. 32572 4.1.140.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Ὅτι 〈καὶ〉 γυναῖκα 32573 4.1.140.2 : παιδευτέον (Plut. mor. vol. VII p. 126 Bern.). 32574 4.1.140.3 : Μὴ παιδὶ μάχαιραν, ἡ παροιμία φησίν· ἐγὼ δὲ 32575 4.1.140.4 : φαίην 〈ἄν〉, μὴ παιδὶ πλοῦτον μηδὲ ἀνδρὶ ἀπαιδεύτῳ δυ– 32576 4.1.140.5 : ναστείαν. 32577 4.1.141.1 : Αἰσώπου. 32578 4.1.141.2 : Αἴσωπος τότε ἔλεγεν κακῶς ἔσεσθαι πᾶσιν, ὅταν 32579 4.1.141.3 : πάντες πάντα ἐπιτηδεύωσιν. 32580 4.1.142.1 : Ἐκ τῶν Δημοσθένους Φιλιππικῶν 32581 4.1.142.2 : (VI p. 66). 32582 4.1.142.3 : Αἴτιον δὲ τούτων, ὅτι πάντας, ὦ Ἀθηναῖοι, τοὺς 32583 4.1.142.4 : πλεονεκτεῖν ζητοῦντας ἔργῳ κωλύειν καὶ πράξεσιν, οὐχὶ 32584 4.1.142.5 : λόγοις δέον. 32585 4.1.143.1 : Ἐπικούρου (fr. 530 p. 320 Vs.) 32586 4.1.143.2 : Οἱ νόμοι χάριν τῶν σοφῶν κεῖνται, οὐχ ὅπως μὴ ἀδι– 32587 4.1.143.3 : κῶσιν, ἀλλ´ ὅπως μὴ ἀδικῶνται. 32588 4.1.144.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστοτέλους Χρειῶν. 32589 4.1.144.2 : Δημοσθένης ὁ ῥήτωρ ἔφη πόλεως εἶναι ψυχὴν τοὺς 32590 4.1.144.3 : νόμους· ’ὥσπερ γὰρ σῶμα στερηθὲν ψυχῆς πίπτει, οὕτω 32591 4.1.144.4 : καὶ πόλις μὴ ὄντων νόμων καταλύεται‘. 32592 4.1.145.1 : 〈Πλάτωνος〉 Πολιτείας ηʹ (p. 550 E 32593 4.1.145.2 : –551 D). 32594 4.1.145.3 : Τοὐντεῦθεν τοίνυν, εἶπον, προϊόντες εἰς τὸ πρόσθεν 32595 4.1.145.4 : χρηματίζεσθαι, ὅσῳ ἂν τοῦτο τιμιώτερον ἡγῶνται, το– 32596 4.1.145.5 : σούτῳ ἀρετὴν ἀτιμοτέραν· ἢ οὐχ οὕτω πλούτου ἀρετὴ 32597 4.1.145.6 : διέστηκεν, ὥσπερ ἐν πλάστιγγι ζυγοῦ κειμένου ἑκατέρου, 32598 4.1.145.7 : ἀεὶ τοὐναντίον ῥέποντε; Καὶ μάλ´, ἔφη. Τιμωμένου δὴ 32599 4.1.145.8 : πλούτου ἐν πόλει καὶ τῶν πλουσίων ἀτιμοτέρα ἀρετή τε 32600 4.1.145.9 : καὶ οἱ ἀγαθοί. Δῆλον. Ἀσκεῖται δὴ τὸ ἀεὶ τιμώμενον, 32601 4.1.145.10 : ἀμελεῖται δὲ τὸ ἀτιμαζόμενον. Οὕτω. Ἀντὶ δὴ φιλο– 32602 4.1.145.11 : νίκων καὶ φιλοτίμων ἀνδρῶν φιλοχρηματισταὶ καὶ φιλο– 32603 4.1.145.12 : χρήματοι τελευτῶντες ἐγένοντο, καὶ τὸν μὲν πλούσιον 32604 4.1.145.13 : ἐπαινοῦσί τε καὶ θαυμάζουσι καὶ εἰς τὰς ἀρχὰς ἄγουσι, 32605 4.1.145.14 : τὸν δὲ πένητα ἀτιμάζουσι. Πάνυ γε. Οὐκοῦν τότε δὴ 32606 4.1.145.15 : νόμον τίθενται ὅρον πολιτείας ὀλιγαρχικῆς ταξάμενοι 32607 4.1.145.16 : πλῆθος χρημάτων, οὗ μὲν μᾶλλον ὀλιγαρχία, πλέον, 32608 4.1.145.17 : οὗ δ´ ἧττον, ἔλαττον, προειπόντες ἀρχῶν μὴ μετέχειν 32609 4.1.145.18 : ᾧ ἂν μὴ 〈ᾖ〉 οὐσία εἰς τὸ ταχθὲν τίμημα, ταῦτα δὲ 32610 4.1.145.19 : ἢ βίᾳ μεθ´ ὅπλων διαπράττονται, ἢ καὶ πρὸ τούτου φο– 32611 4.1.145.20 : βήσαντες κατεστήσαντο τὴν τοιαύτην πολιτείαν. ἢ οὐχ 32612 4.1.145.21 : οὕτως; Οὕτω μὲν οὖν. Ἡ μὲν δὴ κατάστασις ὡς ἔπος 32613 4.1.145.22 : εἰπεῖν αὕτη. Ναί, ἔφη· ἀλλὰ τίς δὴ ὁ τρόπος τῆς πο– 32614 4.1.145.23 : λιτείας; καὶ ποῖά ἐστιν ἃ ἔφαμεν αὐτὴν ἁμαρτήματα 32615 4.1.145.24 : ἔχειν; Πρῶτον μέν, ἔφην, τοῦτο αὐτό, ὅρος αὐτῆς οἷός 32616 4.1.145.25 : ἐστιν· ἄθρει γάρ, εἰ νεῶν οὕτω τις ποιοῖτο κυβερνήτας, 32617 4.1.145.26 : ἀπὸ τιμημάτων, τῷ δὲ πένητι, εἰ καὶ κυβερνητικώτερος 32618 4.1.145.27 : εἴη, μὴ ἐπιτρέποι. —Πονηράν, ἦ δ´ ὅς, τὴν ναυτιλίαν 32619 4.1.145.28 : αὐτοὺς ναυτίλλεσθαι. Οὐκοῦν καὶ περὶ ἄλλου οὕτως ὁτου– 32620 4.1.145.29 : οῦν ἤ τινος ἀρχῆς; Οἶμαι ἔγωγε. Πλὴν πόλεως; ἦν δ´ 32621 4.1.145.30 : ἐγώ· ἢ καὶ πόλεως πέρι; Πολύ γ´, ἔφη, μάλιστα, ὅσῳ 32622 4.1.145.31 : χαλεπωτάτη καὶ μεγίστη ἡ ἀρχή. Ἓν μὲν δὴ τοῦτο το– 32623 4.1.145.32 : σοῦτον ὀλιγαρχία ἂν ἔχοι ἁμάρτημα. Φαίνεται. 32624 4.1.146.1 : Θουκυδίδου ἱστορίας εʹ δημηγορίας 32625 4.1.146.2 : Ἀθηναίων ( 111, 4). 32626 4.1.146.3 : Ὡς οἵτινες τοῖς μὲν ἴσοις μὴ εἴκουσι, τοῖς δὲ κρείτ– 32627 4.1.146.4 : τοσι καλῶς προσφέρονται, πρὸς δὲ τοὺς ἥσσους μέτριοί 32628 4.1.146.5 : εἰσι, πλεῖστ´ ἂν ὀρθοῖντο. 32629 4.1.147.1 : Εὐσεβίου (fr. 39 Mull.). 32630 4.1.147.2 : Πλοῦτος ἐν πόλι τῇ μελλούσῃ εὐδαιμονέειν ἀρετῆς 32631 4.1.147.3 : μήκοτε προτιμηθείη, ὅκως μὴ διὰ τοῦτο ἐς τὴν ἐκείνου 32632 4.1.147.4 : ἐπιθυμίην πάντων συρρεόντων ὀλιγωρίη καὶ ἀνασκησίη 32633 4.1.147.5 : ἀρετῆς ψυχαῖς τῶν κατὰ τὴν πόλιν ἐμφύῃ. ἀρετῆς γὰρ 32634 4.1.147.6 : ἀτιμαζομένης πλοῦτος μοῦνος σπουδαζόμενος καὶ ἐνδυ– 32635 4.1.147.7 : ναστεύσας ὕβριός τε καὶ ὑπερηφανίης ὑπηρέτης καὶ πάν– 32636 4.1.147.8 : των κακῶν ὑπ´ ἐξουσίης τε καὶ τοῦ ἀνεπιπλήκτου † τὰ 32637 4.1.147.9 : ἀπεστώσης ἀρετῆς οὐδεὶς ἀνακαλέσεται χορηγὸς γίνεται. 32638 4.1.148.1 : Εὐσεβίου (fr. 40 Mull.). 32639 4.1.148.2 : Ἄρχουσιν ἡ ὀφειλομένη αἰδὼς καὶ τιμὴ φυλασσο– 32640 4.1.148.3 : μένη κόσμον σῴζει πόλιος καὶ διατηρέει. 32641 4.1.149.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Γοργίου (p. 476 A 32642 4.1.149.2 : –479 C). 32643 4.1.149.3 : Μετὰ τοῦτο δὲ περὶ οὗ τὸ δεύτερον ἠμφισβητήσα– 32644 4.1.149.4 : μεν σκεψώμεθα, τὸ ἀδικοῦντα διδόναι δίκην ἆρα μέγι– 32645 4.1.149.5 : στον τῶν κακῶν ἐστιν, ὡς σὺ ᾤου, ἢ μεῖζον τὸ μὴ διδό– 32646 4.1.149.6 : ναι, ὡς αὖ ἐγὼ ᾤμην. σκοπώμεθα δὲ τῇδε· τὸ διδόναι 32647 4.1.149.7 : δίκην καὶ τὸ κολάζεσθαι δικαίως ἀδικοῦντα ἆρα τὸ αὐ– 32648 4.1.149.8 : τὸ καλεῖς; {—}Ἔγωγε. {—}Ἔχεις οὖν λέγειν, ὡς οὐχὶ 32649 4.1.149.9 : τά γε δίκαια πάντα καλά ἐστιν, καθ´ ὅσον καὶ δίκαια; 32650 4.1.149.10 : καὶ διασκεψάμενος εἰπέ. {—}Ἀλλά μοι δοκεῖ, ὦ Σώ– 32651 4.1.149.11 : κρατες. {—}Σκόπει δὴ καὶ τόδε· ἆρα εἴ τίς τι ποιεῖ, 32652 4.1.149.12 : ἀνάγκη τι εἶναι καὶ πάσχειν ὑπὸ τούτου τοῦ ποιοῦντος; 32653 4.1.149.13 : {—}Ἔμοιγε δοκεῖ. {—}Ἆρα τοῦτο πάσχον, ὃ τὸ ποιοῦν 32654 4.1.149.14 : ποιεῖ, καὶ τοιοῦτον, οἷον ποιεῖ τὸ ποιοῦν; λέγω δὲ 〈τὸ〉 32655 4.1.149.15 : τοιόνδε· εἴ τις τύπτει, ἀνάγκη τι τύπτεσθαι; {—}Ἀνάγκη. 32656 4.1.149.16 : {—}Καὶ εἰ σφόδρα τύπτει ἢ ταχὺ ὁ τύπτων, οὕτω καὶ τὸ 32657 4.1.149.17 : τυπτόμενον τύπτεσθαι; {—}Ναί. {—}Τοιοῦτον ἄρα πάθος 32658 4.1.149.18 : τῷ τυπτομένῳ ἐστίν, οἷον ἂν τὸ τύπτον ποιῇ; {—}Πάνυ 32659 4.1.149.19 : γε. {—}Οὐκοῦν καὶ εἰ καίει τις, ἀνάγκη τι καίεσθαι; {—} 32660 4.1.149.20 : Πῶς γὰρ οὔ; {—}Καὶ εἰ σφόδρα γε καίει ἢ ἀλγεινῶς, 32661 4.1.149.21 : οὕτως καίεσθαι τὸ καιόμενον, ὡς ἂν τὸ καῖον καίῃ; 32662 4.1.149.22 : {—}Πάνυ γε. {—}Οὐκοῦν καὶ εἰ τέμνει τις, ὁ αὐτὸς 32663 4.1.149.23 : λόγος; τέμνεται γάρ τι. {—}Ναί. {—}Καὶ εἰ μέγα γε ἢ 32664 4.1.149.24 : βαθὺ τὸ τμῆμα ἢ ἀλγεινόν, τοιοῦτον τμῆμα τέμνεται 32665 4.1.149.25 : τὸ τεμνόμενον, οἷον τὸ τέμνον τέμνει; {—}Φαίνεται. 32666 4.1.149.26 : {—}Συλλήβδην δὴ ὅρα εἰ ὁμολογεῖς, ὃ ἄρτι ἔλεγον, περὶ 32667 4.1.149.27 : πάντων, οἷον ἂν ποιῇ τὸ ποιοῦν, τοιοῦτον τὸ πάσχον 32668 4.1.149.28 : πάσχειν. {—}Ἀλλ´ ὁμολογῶ. {—}Τούτων δὴ ὁμολογουμέ– 32669 4.1.149.29 : νων, τὸ δίκην διδόναι πότερον πάσχειν τί ἐστιν ἢ ποι– 32670 4.1.149.30 : εῖν; {—}Ἀνάγκη, ὦ Σώκρατες, πάσχειν. {—}Οὐκοῦν ὑπό 32671 4.1.149.31 : τινος ποιοῦντος; {—}Πῶς γὰρ οὔ; ὑπό γε τοῦ κολά– 32672 4.1.149.32 : ζοντος. {—}Ὁ δὲ ὀρθῶς κολάζων δικαίως κολάζει; 32673 4.1.149.33 : {—}Ναί. {—}Δίκαια ποιῶν ἢ οὔ; {—}Δίκαια. {—}Οὐ– 32674 4.1.149.34 : κοῦν ὁ κολαζόμενος δίκην διδοὺς δίκαια πάσχει; {—} 32675 4.1.149.35 : Φαίνεται. {—}Τὰ δὲ δίκαιά που καλὰ ὡμολόγηται; {—} 32676 4.1.149.36 : Πάνυ γε. {—}Τούτων ἄρα ὁ μὲν ποιεῖ καλά, ὁ δὲ 32677 4.1.149.37 : πάσχει, ὁ κολαζόμενος; {—}Ναί. {—}Οὐκοῦν εἴπερ 32678 4.1.149.38 : καλά, ἀγαθά; ἢ γὰρ ἡδέα ἢ ὠφέλιμα. {—}Ἀνάγκη. 32679 4.1.149.39 : {—}Ἀγαθὰ ἄρα πάσχει ὁ δίκην διδούς; {—}Ἔοικεν. {—} 32680 4.1.149.40 : Ὠφελεῖται ἄρα; {—}Ναί. {—}Ἆρα ἥνπερ ἐγὼ ὑπολαμβάνω 32681 4.1.149.41 : τὴν ὠφέλειαν; βελτίων τὴν ψυχὴν γίγνεται, εἴπερ δι– 32682 4.1.149.42 : καίως κολάζεται; {—}Εἰκός γε. {—}Κακίας ἄρα ψυχῆς 32683 4.1.149.43 : ἀπαλλάττεται ὁ δίκην διδούς; {—}Ναί. {—}Ἆρ´ οὖν τοῦ 32684 4.1.149.44 : μεγίστου ἀπαλλάττεται κακοῦ; ὧδε δὲ σκόπει· ἐν χρημάτων 32685 4.1.149.45 : κατασκευῇ ἀνθρώπου κακίαν ἄλλην τινὰ ἐνορᾷς ἢ πε– 32686 4.1.149.46 : νίαν; {—}Οὔκ, ἀλλὰ πενίαν. {—}Τί δ´ ἐν σώματος κατα– 32687 4.1.149.47 : σκευῇ; κακίαν 〈ἂν〉 φήσαις ἀσθένειαν εἶναι καὶ νόσον 32688 4.1.149.48 : καὶ αἶσχος καὶ τὰ τοιαῦτα; {—}Ἔγωγε. {—}Οὐκοῦν καὶ ἐν 32689 4.1.149.49 : ψυχῇ πονηρίαν ἡγῇ τινα εἶναι; {—}Πῶς γὰρ οὔ; {—}Ταύ– 32690 4.1.149.50 : την οὖν οὐκ ἀδικίαν καλεῖς καὶ ἀμαθίαν καὶ δειλίαν καὶ 32691 4.1.149.51 : τὰ τοιαῦτα; {—}Πάνυ μὲν οὖν. {—}Οὐκοῦν χρημάτων καὶ 32692 4.1.149.52 : σώματος καὶ ψυχῆς, τριῶν ὄντων, τριττὰς εἴρηκας πονηρίας, 32693 4.1.149.53 : πενίαν, νόσον, ἀδικίαν; {—}Ναί. {—}Τίς τούτων τῶν πο– 32694 4.1.149.54 : νηριῶν αἰσχίστη; οὐχ ἡ ἀδικία καὶ συλλήβδην ἡ τῆς ψυ– 32695 4.1.149.55 : χῆς πονηρία; {—}Πολύ γε. {—}Εἰ δὴ αἰσχίστη, καὶ κακί– 32696 4.1.149.56 : στη; {—}Πῶς, ὦ Σώκρατες, λέγεις; {—}Ὡδί· ἀεὶ τὸ 32697 4.1.149.57 : αἴσχιστον ἤτοι λύπην μεγίστην παρέχον ἢ βλάβην ἢ ἀμ– 32698 4.1.149.58 : φότερον αἴσχιστόν ἐστιν ἐκ τῶν ὡμολογημένων ἐν τῷ ἔμ– 32699 4.1.149.59 : προσθεν. {—}Μάλιστα. {—}Αἴσχιστον δὲ ἀδικία καὶ ξύμ– 32700 4.1.149.60 : πασα ψυχῆς πονηρία νῦν δὴ ὡμολόγηται ἡμῖν; {—} 32701 4.1.149.61 : Ὡμολόγηται γάρ. {—}Οὐκοῦν ἢ ἀνιαρότατόν ἐστι καὶ ἀνίᾳ 32702 4.1.149.62 : ὑπερβάλλον αἴσχιστον τούτων ἐστὶν ἢ βλάβῃ ἢ ἀμφότερα; 32703 4.1.149.63 : {—}Ἀνάγκη. {—}Ἆρ´ οὖν ἀλγεινότερόν ἐστιν τοῦ πένεσθαι 32704 4.1.149.64 : καὶ κάμνειν τὸ ἄδικον εἶναι καὶ ἀκόλαστον καὶ δειλὸν καὶ 32705 4.1.149.65 : ἀμαθῆ; {—}Οὐκ ἔμοιγε δοκεῖ, ὦ Σώκρατες, ἀπὸ τούτων 32706 4.1.149.66 : γε. {—}Ὑπερφυεῖ τινι ἄρα ὡς μεγάλῃ βλάβῃ καὶ κακῷ 32707 4.1.149.67 : θαυμασίῳ ὑπερβάλλουσα τὰ ἄλλα ἡ τῆς ψυχῆς πονηρία 32708 4.1.149.68 : αἴσχιστόν ἐστι πάντων, ἐπειδὴ οὐκ ἀλγηδόνι γε, 〈ὡς ὁ 32709 4.1.149.69 : σὸς〉 λόγος. {—}Φαίνεται. {—}Ἀλλὰ μήν που τὸ με– 32710 4.1.149.70 : γίστῃ βλάβῃ ὑπερβάλλον μέγιστον ἂν κακὸν εἴη τῶν ὄν– 32711 4.1.149.71 : των. {—}Ναί. {—}Ἡ ἀδικία ἄρα καὶ ἡ ἀκολασία καὶ ἡ 32712 4.1.149.72 : ἄλλη ψυχῆς πονηρία μέγιστον τῶν ὄντων κακόν ἐστιν; {—} 32713 4.1.149.73 : Φαίνεται. {—}Τίς οὖν τέχνη πενίας ἀπαλλάττει; οὐ χρη– 32714 4.1.149.74 : ματιστική; {—}Ναί. {—}Τίς δὲ νόσου; οὐκ ἰατρική; {—} 32715 4.1.149.75 : Ἀνάγκη. {—}Τίς δὲ πονηρίας καὶ ἀδικίας; εἰ μὴ οὕτως 32716 4.1.149.76 : εὐπορεῖς, ὧδε σκόπει· ποῖ ἄγομεν καὶ παρὰ τίνας τοὺς 32717 4.1.149.77 : κάμνοντας τὰ σώματα; {—}Παρὰ τοὺς ἰατρούς, ὦ Σώκρα– 32718 4.1.149.78 : τες [φής]. {—}Ποῖ δὲ τοὺς ἀδικοῦντας καὶ ἀκολασταίνον– 32719 4.1.149.79 : τας; {—}Παρὰ τοὺς δικαστὰς λέγεις; {—}Οὐκοῦν δίκην 32720 4.1.149.80 : δώσοντας; {—}Φημί. {—}Ἀρ´ οὖν οὐ δικαιοσύνῃ τινὶ χρώ– 32721 4.1.149.81 : μενοι κολάζουσιν οἱ ὀρθῶς κολάζοντες; {—}Δῆλον δή. {—} 32722 4.1.149.82 : Χρηματιστικὴ μὲν ἄρα πενίας ἀπαλλάττει, ἰατρικὴ δὲ νό– 32723 4.1.149.83 : σου, δίκη δὲ ἀκολασίας καὶ ἀδικίας. {—}Φαίνεται. {—}Τί 32724 4.1.149.84 : τούτων κάλλιστόν ἐστιν ὧν λέγεις; {—}Τίνων λέγεις; {—} 32725 4.1.149.85 : Χρηματιστικῆς, ἰατρικῆς, δίκης. {—}Πολὺ διαφέρει, ὦ Σώ– 32726 4.1.149.86 : κρατες, ἡ δίκη. {—}Οὐκοῦν αὖ ἤτοι ἡδονὴν πλείστην ποιεῖ 32727 4.1.149.87 : ἢ ὠφέλειαν ἢ ἀμφότερα, εἴπερ κάλλιστόν ἐστιν; {—}Ναί. 32728 4.1.149.88 : {—}Ἆρ´ οὖν τὸ ἰατρεύεσθαι ἡδύ ἐστι, καὶ χαίρουσιν οἱ ἰα– 32729 4.1.149.89 : τρευόμενοι; {—}Οὐκ ἔμοιγε δοκεῖ. {—}Ἀλλὰ ὠφέλιμόν γε. 32730 4.1.149.90 : ἦ γάρ; {—}Ναί. {—}Μεγάλου γὰρ κακοῦ ἀπαλλάττεται, 32731 4.1.149.91 : ὥστε λυσιτελεῖ ὑπομεῖναι τὴν ἀλγηδόνα καὶ ὑγιῆ εἶναι. 32732 4.1.149.92 : {—}Πῶς γὰρ οὔ; {—}Ἆρ´ οὖν οὕτως ἂν περὶ σῶμα εὐδαι– 32733 4.1.149.93 : μονέστατος ἄνθρωπος εἴη, ἰατρευόμενος, ἢ μηδὲ κάμνων 32734 4.1.149.94 : ἀρχήν; {—}Δηλονότι μηδὲ κάμνων. {—}Οὐ γὰρ τοῦτ´ ἦν 32735 4.1.149.95 : εὐδαιμονία, ὡς ἔοικεν, κακοῦ ἀπαλλαγή, ἀλλὰ τὴν ἀρχὴν 32736 4.1.149.96 : μηδὲ κτῆσις. {—}Ἔστι ταῦτα. {—}Τίς δέ; ἀθλιώτερος πό– 32737 4.1.149.97 : τερος δυοῖν ἐχόντοιν κακὸν εἴτε ἐν σώματι εἴτε ἐν ψυχῇ, 32738 4.1.149.98 : ὁ ἰατρευόμενος καὶ ὁ ἀπαλλαττόμενος τοῦ κακοῦ, ἢ ὁ μὴ 32739 4.1.149.99 : ἰατρευόμενος, ἔχων δέ; {—}Φαίνεται ὁ μὴ ἰατρευόμενος. 32740 4.1.149.100 : {—}Οὐκοῦν τὸ δίκην διδόναι μεγάλου κακοῦ ἀπαλλαγὴ ἦν, 32741 4.1.149.101 : πονηρίας; {—}Ἦν γάρ. {—}Σωφρονίζει γάρ που καὶ δι– 32742 4.1.149.102 : καιοτέρους ποιεῖ καὶ ἰατρικὴ γίγνεται πονηρίας ἡ δίκη. 32743 4.1.149.103 : {—}Ναί. {—}Εὐδαιμονέστατος μὲν ἄρα ὁ μὴ ἔχων κακίαν 32744 4.1.149.104 : ἐν ψυχῇ, ἐπειδὴ τοῦτο μέγιστον τῶν κακῶν ἐφάνη. {—} 32745 4.1.149.105 : Δῆλον δή. {—}Δεύτερος δέ που ὁ ἀπαλλαττόμενος. {—} 32746 4.1.149.106 : Ἔοικεν. {—}Οὗτος δ´ ἦν ὁ νουθετούμενός τε καὶ ἐπιπλητ– 32747 4.1.149.107 : τόμενος καὶ δίκην διδούς. {—}Ναί. {—}Κάκιστ´ ἄρα ζῇ ὁ 32748 4.1.149.108 : ἔχων καὶ μὴ ἀπαλλαττόμενος. {—}Φαίνεται. {—}Οὐκοῦν 32749 4.1.149.109 : οὗτος τυγχάνει ὢν ὃς ἂν τὰ μέγιστα ἀδικῶν καὶ χρώμε– 32750 4.1.149.110 : νος μεγίστῃ ἀδικίᾳ διαπράξηται ὥστε μήτε νουθετεῖσθαι 32751 4.1.149.111 : μήτε κολάζεσθαι μήτε δίκην διδόναι, ὥσπερ σὺ φῂς Ἀρ– 32752 4.1.149.112 : χέλαον παρεσκευάσθαι καὶ τοὺς ἄλλους τυράννους καὶ ῥή– 32753 4.1.149.113 : τορας καὶ δυνάστας; σχεδὸν γάρ που οὗτοι, ὦ ἄριστε. 32754 4.1.149.114 : τὸ αὐτὸ διαπεπραγμένοι εἰσὶν ὥσπερ ἂν 〈εἴ〉 τις τοῖς νο– 32755 4.1.149.115 : σήμασι συνισχόμενος διαπράξαιτο μὴ διδόναι δίκην τῶν 32756 4.1.149.116 : περὶ τὸ σῶμα ἁμαρτημάτων τοῖς ἰατροῖς μηδὲ ἰατρεύε– 32757 4.1.149.117 : σθαι, φοβούμενος ὥσπερ ἂν † εἰ εἴποις τὸ καίεσθαι καὶ 32758 4.1.149.118 : τὸ τέμνεσθαι, ὅτι ἀλγεινόν. ἢ οὐ δοκεῖ καὶ σοὶ οὕτως; {—} 32759 4.1.149.119 : Ἔμοιγε. {—}Ἀγνοῶν γε, ὡς ἔοικεν, οἷόν ἐστιν ἡ ὑγίεια καὶ 32760 4.1.149.120 : ἀρετὴ σώματος. κινδυνεύουσι γὰρ ἐκ τῶν νῦν ἡμῖν ὡμο– 32761 4.1.149.121 : λογημένων τοιοῦτόν τι ποιεῖν καὶ οἱ τὴν δίκην φεύγον– 32762 4.1.149.122 : τες, ὦ Πῶλε, τὸ ἀλγεινὸν αὐτοῦ καθορᾶν, πρὸς δὲ τὸ 32763 4.1.149.123 : ὠφέλιμον τυφλῶς ἔχειν καὶ ἀγνοεῖν ὅσῳ ἀθλιώτερόν ἐστι 32764 4.1.149.124 : μὴ ὑγιοῦς σώματος μὴ ὑγιεῖ ψυχῇ συνοικεῖν, ἀλλὰ σαθρᾷ 32765 4.1.149.125 : καὶ ἀδίκῳ καὶ ἀνοσίῳ, ὅθεν καὶ πᾶν ποιοῦσιν ὥστε δί– 32766 4.1.149.126 : κην μὴ διδόναι μηδὲ ἀπαλλάττεσθαι τοῦ μεγίστου κα– 32767 4.1.149.127 : κοῦ, καὶ χρήματα παρασκευαζόμενοι καὶ φίλους καὶ ὅπως 32768 4.1.149.128 : ἂν ὦσιν ὡς πιθανώτατοι λέγειν. 32769 4.1.150.1 : Τοῦ αὐτοῦ Νόμων ηʹ (p. 846 D). 32770 4.1.150.2 : Τέχνην γὰρ ἱκανήν, πολλῆς ἀσκήσεως ἅμα καὶ μαθη– 32771 4.1.150.3 : μάτων πολλῶν δεομένην, κέκτηται πολίτης ἀνὴρ τὸν κοι– 32772 4.1.150.4 : νὸν τῆς πόλεως κόσμον σῴζων καὶ κτώμενος, οὐκ ἐν παρ– 32773 4.1.150.5 : έργῳ δεόμενον ἐπιτηδεύειν. δύο δὲ ἐπιτηδεύματα ἢ δύο 32774 4.1.150.6 : τέχνας ἀκριβῶς διαπονεῖσθαι σχεδὸν οὐδεμία φύσις ἱκανή. 32775 4.1.151.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Ἀλκιβιάδου 32776 4.1.151.2 : (p. 162 B–127 D). 32777 4.1.151.3 : Τί δὲ δή; πόλις τίνος παραγιγνομένου καὶ ἀπογι– 32778 4.1.151.4 : γνομένου βελτίων τε γίγνεται καὶ ἄμεινον θεραπεύεται 32779 4.1.151.5 : καὶ διοικεῖται; {—}Ἐμοὶ μὲν δοκεῖ, ὦ Σώκρατες, ὅταν φι– 32780 4.1.151.6 : λία μὲν αὐτοῖς γίγνηται πρὸς ἀλλήλους, τὸ δὲ μισεῖν τε 32781 4.1.151.7 : καὶ στασιάζειν ἀπογίγνηται. {—}Ἆρ´ οὖν φιλίαν λέγεις 32782 4.1.151.8 : ὁμόνοιαν ἢ διχόνοιαν; {—}Ὁμόνοιαν. {—}Διὰ τίνα οὖν 32783 4.1.151.9 : τέχνην ὁμονοοῦσιν αἱ πόλεις περὶ ἀριθμούς; {—}Διὰ τὴν 32784 4.1.151.10 : ἀριθμητικήν. {—}Τί δέ οἱ ἰδιῶται; οὐ διὰ τὴν αὐτήν; 32785 4.1.151.11 : {—}Ναί. {—}Οὐκοῦν καὶ αὐτὸς αὑτῷ ἕκαστος; {—}Ναί. {—} 32786 4.1.151.12 : Διὰ τίνα δὲ τέχνην αὐτὸς αὑτῷ ἕκαστος ὁμονοεῖ περὶ 32787 4.1.151.13 : σπιθαμῆς καὶ πήχεως πότερον μεῖζον; οὐ διὰ τὴν με– 32788 4.1.151.14 : τρητικήν; {—}Τί μήν; {—}Οὐκοῦν καὶ οἱ ἰδιῶται ἀλλή– 32789 4.1.151.15 : λοις καὶ αἱ πόλεις; {—}Ναί. {—}Τί δὲ [αἱ] περὶ σταθ– 32790 4.1.151.16 : μοῦ οὐχ ὡσαύτως; {—}Φημί. {—}Ἣν δὲ δὴ σὺ λέγεις 32791 4.1.151.17 : ὁμόνοιαν, τίς ἐστι καὶ περὶ τοῦ, καὶ τίς αὐτὴν † τέχνην 32792 4.1.151.18 : παρασκευάζει; καὶ ἆρα ἥπερ πόλει, αὐτὴ καὶ ἰδιώτῃ, 32793 4.1.151.19 : αὐτῷ τε πρὸς αὑτὸν καὶ πρὸς ἄλλον; {—}Εἰκός γέ 〈τοι〉. 32794 4.1.151.20 : {—}Τίς οὖν ἔστι; μὴ κάμῃς ἀποκρινόμενος, ἀλλὰ προ– 32795 4.1.151.21 : θυμοῦ εἰπεῖν. {—}Ἐγὼ μὲν οἶμαι φιλίαν τε λέγειν καὶ 32796 4.1.151.22 : ὁμόνοιαν, ἥνπερ πατήρ τε [καὶ] υἱὸν φιλῶν ὁμονοεῖ καὶ 32797 4.1.151.23 : μήτηρ, καὶ ἀδελφὸς ἀδελφῷ καὶ γυνὴ ἀνδρί. {—}Οἴει οὖν 32798 4.1.151.24 : ἄν, ὦ Ἀλκιβιάδη, ἄνδρα γυναικὶ περὶ ταλασιουργίας δύ– 32799 4.1.151.25 : νασθαι ὁμονοεῖν, τὸν μὴ ἐπιστάμενον τῇ ἐπισταμένῃ; {—} 32800 4.1.151.26 : Οὐ δῆτα. {—}Οὐδέ γε δεῖ οὐδέν· γυναικεῖον γὰρ τοῦτο μά– 32801 4.1.151.27 : θημα. {—}Ναί. {—}Τί δέ; γυνὴ ἀνδρὶ περὶ ὁπλιτικῆς δύναιτ´ 32802 4.1.151.28 : ἂν ὁμονοεῖν μὴ μαθοῦσα; {—}Οὐ δῆτα. {—}Ἀνδρεῖον γὰρ 32803 4.1.151.29 : τοῦτό γε ἴσως ἂν φαίης εἶναι; {—}Ἔγωγε. {—}Ἔστιν ἄρα 32804 4.1.151.30 : τὰ μὲν γυναικεῖα, τὰ δὲ ἀνδρεῖα μαθήματα κατὰ τὸν σὸν 32805 4.1.151.31 : λόγον. {—}Πῶς δ´ οὔ; {—}Οὐκ ἄρα ἔν γε τούτοις ἐστὶν 32806 4.1.151.32 : ὁμόνοια γυναιξὶ πρὸς ἄνδρας. {—}Οὔ. {—}Οὐδ´ ἄρα φι– 32807 4.1.151.33 : λία, εἴπερ ἡ φιλία ὁμόνοια ἦν. {—}Οὐ φαίνεται. {—}Ἧι 32808 4.1.151.34 : ἄρα αἱ γυναῖκες τὰ αὑτῶν πράττουσιν, οὐ φιλοῦνται ὑπὸ 32809 4.1.151.35 : τῶν ἀνδρῶν. {—}Οὐκ ἔοικεν. {—}Οὐδ´ ἄρα οἱ ἄνδρες ὑπὸ 32810 4.1.151.36 : τῶν γυναικῶν ᾗ τὰ αὑτῶν. {—}Οὔ. {—}Οὐδ´ εὖ ἄρα ταύ– 32811 4.1.151.37 : τῃ οἰκοῦνται αἱ πόλεις, ὅταν τὰ αὑτῶν ἕκαστοι πράτ– 32812 4.1.151.38 : τωσιν; {—}Οἶμαί [γε] ἔγωγε, ὦ Σώκρατες. {—}Πῶς λέ– 32813 4.1.151.39 : γεις, φιλίας μὴ παρούσης, ἧς ἔφαμεν ἐγγιγνομένης εὖ 32814 4.1.151.40 : οἰκεῖσθαι τὰς πόλεις, ἄλλως δ´ οὔ; {—}Ἀλλά μοι δοκεῖ 32815 4.1.151.41 : καὶ κατὰ τοῦτ´ αὐτοῖς φιλία ἐγγίγνεσθαι, ὅτι τὰ αὑ– 32816 4.1.151.42 : τῶν ἑκάτεροι πράττουσιν. {—}Οὐκ ἄρτι γε· νῦν δὲ πῶς 32817 4.1.151.43 : αὖ λέγεις; ὁμονοίας μὴ ἐγγιγνομένης φιλία ἐγγίγνεται; 32818 4.1.151.44 : ἢ οἷόν τε ὁμόνοιαν ἐγγίγνεσθαι περὶ τούτων ὧν οἱ μὲν 32819 4.1.151.45 : ἴσασιν, οἱ δ´ οὔ; {—}Ἀδύνατον. {—}Δίκαια δὲ πράττου– 32820 4.1.151.46 : σιν ἢ ἄδικα, ὅταν τὰ αὑτῶν ἕκαστοι πράττωσιν; {—}Δί– 32821 4.1.151.47 : καια· πῶς γὰρ οὔ; {—}Τὰ δίκαια οὖν πραττόντων ἐν τῇ 32822 4.1.151.48 : πόλει τῶν πολιτῶν φιλία οὐκ ἐγγίγνεται πρὸς ἀλλήλους; 32823 4.1.151.49 : {—}Ἀνάγκη αὖ δοκεῖ μοι εἶναι, ὦ Σώκρατες. {—}Τίν´ οὖν 32824 4.1.151.50 : ποτε λέγεις τὴν φιλίαν ἢ ὁμόνοιαν περὶ ἧς δεῖ ἡμᾶς σο– 32825 4.1.151.51 : φούς τε εἶναι καὶ εὐβούλους, ἵνα ἀγαθοὶ ἄνδρες ὦμεν; 32826 4.1.152.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 134 B–135 C). 32827 4.1.152.2 : Οὐκ ἄρα τειχῶν οὐδὲ τριήρων οὐδὲ νεωρίων δέονται 32828 4.1.152.3 : αἱ πόλεις, ὦ Ἀλκιβιάδη, εἰ μέλλουσιν εὐδαιμονεῖν. οὐδὲ 32829 4.1.152.4 : πλήθους οὐδὲ μεγέθους ἄνευ ἀρετῆς. {—}Οὐ μέντοι. {—} 32830 4.1.152.5 : Εἰ δὲ μέλλεις τὰ τῆς πόλεως πράξειν ὀρθῶς καὶ καλῶς, 32831 4.1.152.6 : ἀρετῆς σοι μεταδοτέον τοῖς πολίταις. {—}Πῶς γὰρ οὔ; {—} 32832 4.1.152.7 : Δύναιτο δ´ ἄν τις μεταδιδόναι οὗ μὴ ἔχοι; {—}Καὶ πῶς; 32833 4.1.152.8 : {—}Αὐτῷ ἄρα σοὶ πρῶτον κτητέον ἀρετήν, καὶ ἄλλῳ ὃς 32834 4.1.152.9 : μέλλει μὴ ἰδίᾳ μόνον αὑτοῦ τε καὶ τῶν αὑτοῦ ἄρξειν καὶ 32835 4.1.152.10 : ἐπιμελήσεσθαι, ἀλλὰ πόλεως καὶ τῶν τῆς πόλεως. {—} 32836 4.1.152.11 : Ἀληθῆ λέγεις. {—}Οὐκ ἄρα ἐξουσίαν σοι οὐδ´ ἀρχὴν πα– 32837 4.1.152.12 : ρασκευαστέον σεαυτῷ ποιεῖν ὅ τι ἂν βούλῃ, οὐδὲ τῇ πό– 32838 4.1.152.13 : λει, ἀλλὰ δικαιοσύνην καὶ σωφροσύνην, {—}Φαίνεται. {—} 32839 4.1.152.14 : Δικαίως μὲν γὰρ πράττοντες καὶ σωφρόνως σύ τε καὶ ἡ 32840 4.1.152.15 : πόλις θεοφιλῶς πράξετε. {—}Εἰκός γε. {—}Καὶ ὅπερ γε 32841 4.1.152.16 : ἐν τοῖς πρόσθεν ἐλέγομεν, εἰς τὸ θεῖον καὶ τὸ λαμπρὸν 32842 4.1.152.17 : ὁρῶντες πράξετε. {—}Φαίνεται. {—}Ἀλλὰ μὴν ἐνταῦθά γε 32843 4.1.152.18 : βλέποντες ὑμᾶς τε [καὶ] αὐτοὺς καὶ τὰ ὑμέτερα ἀγαθὰ 32844 4.1.152.19 : κατόψεσθε καὶ γνώσεσθε. {—}Ναί. {—}Οὐκοῦν ὀρθῶς καὶ 32845 4.1.152.20 : εὖ πράξετε; {—}Ναί. {—}Ἀλλὰ μὴν οὕτω γε πράττοντας 32846 4.1.152.21 : ὑμᾶς ἐθέλω ἐγγυήσασθαι ἦ μὲν εὐδαιμονήσειν. {—}Ἀσφα– 32847 4.1.152.22 : λὴς γὰρ εἶ ἐγγυητής. {—}Ἀδίκως δὲ πράττοντες, εἰς τὸ 32848 4.1.152.23 : ἄθεον καὶ τὸ σκοτεινὸν βλέποντες, ὡς τὰ εἰκότα, ὅμοια 32849 4.1.152.24 : τούτοις πράξετε ἀγνοοῦντες ὑμᾶς αὐτούς. {—}Ἔοικεν. {—} 32850 4.1.152.25 : Ὧι γάρ, ὦ φίλε Ἀλκιβιάδη, ἐξουσία μὲν ᾖ ποιεῖν ὃ βού– 32851 4.1.152.26 : λεται, νοῦν δὲ μὴ ἔχῃ, τί τὸ εἰκὸς συμβαίνειν, ἰδιώτῃ ἢ 32852 4.1.152.27 : καὶ πόλει; οἷον νοσοῦντι ἐξουσίας οὔσης δρᾶν ὃ βούλε– 32853 4.1.152.28 : ται, νοῦν ἰατρικὸν μὴ ἔχοντι, τυραννοῦντι δὲ ὡς μηδ´ ἐπι– 32854 4.1.152.29 : πλήττοι τις αὐτῷ, τί τὸ συμβησόμενον; ἆρ´ οὐχ, ὡς τὸ 32855 4.1.152.30 : εἰκός, διαφθαρῆναι τὸ σῶμα; τί δ´ ἐν νηί, εἴ τῳ ἐξου– 32856 4.1.152.31 : σία εἴη ποιεῖν ὃ δοκεῖ, νοῦ τε καὶ ἀρετῆς κυβερνητικῆς 32857 4.1.152.32 : ἐστερημένῳ, καθορᾷς ὃ ἂν ξυμβαίη αὐτῷ τε καὶ τοῖς συν– 32858 4.1.152.33 : ναύταις; {—}Ἔγωγε, ὅτι ἀπόλοιντο πάντες ἄν. {—}Οὐκοῦν 32859 4.1.152.34 : ὡσαύτως ἐν πόλει τε καὶ πάσαις ἀρχαῖς καὶ ἐξουσίαις 32860 4.1.152.35 : ἀπολειπομέναις ἀρετῆς ἕπεται τὸ κακῶς πράττειν; {—} 32861 4.1.152.36 : Ἀνάγκη. {—}Οὐκ ἄρα τυραννίδα χρή, ὦ ἄριστε Ἀλκιβι– 32862 4.1.152.37 : άδη, παρασκευάζεσθαι οὔτε ἑαυτῷ οὔτε τῇ πόλει, εἰ μέλ– 32863 4.1.152.38 : λετε εὐδαιμονεῖν, ἀλλ´ ἀρετήν. {—}Ἀληθῆ λέγεις. {—}Πρὶν 32864 4.1.152.39 : δέ γε ἀρετὴν ἔχειν, τὸ ἄρχεσθαι ἄμεινον ὑπὸ τοῦ βελτί– 32865 4.1.152.40 : ονος ἢ τὸ ἄρχειν ἀνδρί, οὐ μόνον παιδί. {—}Φαίνεται. {—} 32866 4.1.152.41 : Οὐκοῦν τό γ´ ἄμεινον καὶ κάλλιον; {—}Ναί. {—}Τὸ δὲ 32867 4.1.152.42 : κάλλιον πρεπωδέστερον; {—}Πῶς δ´ οὔ; {—}Πρέπει ἄρα 32868 4.1.152.43 : τῷ κακῷ δουλεύειν· ἄμεινον γάρ. {—}Ναί. {—}Δουλοπρε– 32869 4.1.152.44 : πὲς ἄρα ἡ κακία. {—}Φαίνεται. {—}Ἐλευθεροπρεπὲς δὲ ἡ 32870 4.1.152.45 : ἀρετή. {—}Ναί. {—}Οὐκοῦν φεύγειν χρή, ὦ ἑταῖρε, τὴν 32871 4.1.152.46 : δουλοπρέπειαν; {—}Μάλιστά γε, ὦ Σώκρατες. {—}Αἰ– 32872 4.1.152.47 : σθάνῃ δὲ νῦν πῶς ἔχεις, δουλοπρεπῶς ἢ οὔ; {—}Δοκῶ μοι 32873 4.1.152.48 : καὶ μάλα σφόδρα αἰσθάνεσθαι. 32874 4.1.153.1 : Ξενοφῶντος ἐν τῷ ηʹ τῆς Κύρου παι– 32875 4.1.153.2 : δείας (c. 1, 2–3). 32876 4.1.153.3 : Ἐννοήσατε γὰρ τίς ἂν πόλις πολεμία ὑπὸ μὴ πει– 32877 4.1.153.4 : θομένων ἁλοίη· [ἢ] τίς δ´ ἂν φιλία ὑπὸ μὴ πειθομένων 32878 4.1.153.5 : διαφυλαχθείη· ποῖον δ´ ἂν ἀπειθοῦν στράτευμα νίκης 32879 4.1.153.6 : τύχοι· πῶς δ´ ἂν μᾶλλον ἡττῷντ´ ἐν μάχαις ἄνθρωποι 32880 4.1.153.7 : ἢ ἐπειδὰν ἄρξωνται ἰδίᾳ ἕκαστος περὶ τῆς σωτηρίας βου– 32881 4.1.153.8 : λεύεσθαι· τί δ´ ἂν ἄλλο ἀγαθὸν τελεσθείη ὑπὸ μὴ πει– 32882 4.1.153.9 : θομένων· ποῖαι δὲ πόλεις νομίμως ἂν οἰκήσειαν· ποῖοι 32883 4.1.153.10 : δ´ οἶκοι σωθείησαν· πῶς δ´ ἂν νῆες ὅποι δεῖ ἀφίκοιντο· 32884 4.1.153.11 : ἡμεῖς δέ γ´ ἃ νῦν ἔχομεν ἀγαθὰ διὰ τί ἄλλο μᾶλλον κατ– 32885 4.1.153.12 : επράξαμεν ἢ διὰ τὸ πείθεσθαι τῷ ἄρχοντι; εἰ τοίνυν 32886 4.1.153.13 : μέγιστον ἀγαθὸν τὸ πειθαρχεῖν φαίνεται εἰς τὸ κατα– 32887 4.1.153.14 : πράττειν τὰ ἀγαθά, εὖ ἴστε ὅτι τὸ αὐτὸ τοῦτο καὶ εἰς 32888 4.1.153.15 : τὸ διασῴζειν ἃ δεῖ μέγιστον ἀγαθόν ἐστιν. 32889 4.1.154.1 : Πλάτωνος Πολιτείας βʹ (p. 374 E- 32890 4.1.154.2 : 376 A). 32891 4.1.154.3 : Ἡμέτερον δ´ ἂν εἴη ἔργον, ὡς ἔοικεν, εἴπερ οἷοί τε 32892 4.1.154.4 : ἐσμέν, ἐκλέξασθαι, τίνες τε καὶ ποῖαι φύσεις ἐπιτήδειαι 32893 4.1.154.5 : εἰς πόλεως φυλακήν. Ἡμέτερον μέντοι. Μὰ Δί´, ἦν δ´ 32894 4.1.154.6 : ἐγώ, οὐκ ἄρα φαῦλον πρᾶγμα ἠράμεθα· ὅμως δὲ οὐκ 32895 4.1.154.7 : ἀποδειλιατέον εἰς ὅσον δὴ δύναμις παρήκει. Οὐ γὰρ 32896 4.1.154.8 : οὖν, ἔφη. Οἴει οὖν τι, ἦν δ´ ἐγώ, διαφέρειν τὴν φύσιν 32897 4.1.154.9 : γενναίου σκύλακος εἰς φυλακὴν νεανίσκου εὐγενοῦς; Τὸ 32898 4.1.154.10 : ποῖον λέγεις; Οἷον ὀξύν τέ που δεῖ αὐτοῖν ἑκάτερον εἶ– 32899 4.1.154.11 : ναι καὶ ἐλαφρὸν πρὸς τὸ αἰσθανόμενον διωκάθειν, καὶ 32900 4.1.154.12 : ἰσχυρὸν αὖ, ἐὰν δέῃ ἑλόντα διαμάχεσθαι. Δεῖ γὰρ οὖν, 32901 4.1.154.13 : ἔφη, πάντων τούτων. Καὶ μὴν ἀνδρεῖόν γε, εἴπερ εὖ μα– 32902 4.1.154.14 : χεῖται. Πῶς δ´ οὔ; Ἀνδρεῖος δ´ εἶναι ἆρ´ ἂν ἐθέλοι ὁ 32903 4.1.154.15 : μὴ θυμοειδὴς 〈εἴτε〉 ἵππος εἴτε κύων εἴτε ἄλλο ὁτιοῦν 32904 4.1.154.16 : ζῷον; ἢ οὐκ ἐννενόηκας ὡς ἄμαχόν τε καὶ ἀνίκητον θυ– 32905 4.1.154.17 : μός, οὗ παρόντος ψυχὴ πᾶσα πρὸς πάντα ἄφοβός τε καὶ 32906 4.1.154.18 : ἀήττητος; Ἐννενόηκα. Τὰ μὲν τοίνυν τοῦ σώματος οἷον 32907 4.1.154.19 : δεῖ τὸν φύλακα εἶναι, δῆλα. Ναί. Καὶ μὴν καὶ τὰ τῆς ψυ– 32908 4.1.154.20 : χῆς, ὅτι γε θυμοειδῆ. Καὶ τοῦτο. Πῶς οὖν, ἦν δ´ ἐγώ, 32909 4.1.154.21 : ὦ Γλαύκων, οὐκ ἄγριοι ἀλλήλοις τε ἔσονται καὶ τοῖς ἄλ– 32910 4.1.154.22 : λοις πολίταις, ὄντες τοιοῦτοι τὰς φύσεις; Μὰ Δί´, ἦ δ´ 32911 4.1.154.23 : ὅς, οὐ ῥᾳδίως. Ἀλλὰ μέντοι δεῖ γε πρὸς μὲν τοὺς οἰκεί– 32912 4.1.154.24 : ους πράους αὐτοὺς εἶναι, πρὸς δὲ τοὺς πολεμίους χαλε– 32913 4.1.154.25 : πούς· εἰ δὲ μή, οὐ μενοῦσιν ἄλλους σφᾶς διολέσαι, ἀλλ´ 32914 4.1.154.26 : αὐτοὶ φθήσονται αὐτὸ δράσαντες. Ἀληθῆ, ἔφη. Τί οὖν, 32915 4.1.154.27 : ἦν δ´ ἐγώ, ποιήσομεν; πόθεν πρᾶόν τε ἅμα καὶ μεγα– 32916 4.1.154.28 : λόθυμον ἦθος εὑρήσομεν; ἐναντία γάρ που θυμοειδεῖ 32917 4.1.154.29 : πραεῖα φύσις. Φαίνεται. Ἀλλὰ μέντοι τούτων γε ὁπο– 32918 4.1.154.30 : τέρου ἂν στέρηται, φύλαξ ἀγαθὸς οὐ μὴ γένηται· ταῦτα 32919 4.1.154.31 : δὲ ἀδυνάτοις ἔοικεν, καὶ οὕτω δὴ ξυμβαίνει ἀγαθὸν φύ– 32920 4.1.154.32 : λακα ἀδύνατον γενέσθαι. Κινδυνεύει, ἔφη. Καὶ ἐγὼ ἀπο– 32921 4.1.154.33 : ρήσας τε καὶ ἐπισκεψάμενος τὰ ἔμπροσθεν, εἶπον, Δι– 32922 4.1.154.34 : καίως γε, ἦν δ´ ἐγώ, ὦ φίλε, ἀποροῦμεν· ἧς γὰρ 32923 4.1.154.35 : προυθέμεθα εἰκόνος ἀπελείφθημεν. Πῶς λέγεις; ἔφη. 32924 4.1.154.36 : Οὐκ ἐνενοήσαμεν, ὅτι ἄρα τοιαῦταί εἰσι φύσεις οἵας ἡμεῖς 32925 4.1.154.37 : οὐκ ᾠήθημεν, ἔχουσαι τἀναντία ταῦτα; Ποῦ δή; Ἴδοι 32926 4.1.154.38 : μὲν ἄν τις καὶ ἐν ἄλλοις πολλοῖς ζῴοις, οὐ μεντἂν ἥκι– 32927 4.1.154.39 : στα ἐν ᾧ ἡμεῖς παρεβάλλομεν τῷ φύλακι. οἶσθα γάρ που 32928 4.1.154.40 : τῶν γενναίων κυνῶν, ὅτι τοῦτο αὐτῶν φύσει τὸ ἦθος, πρὸς 32929 4.1.154.41 : μὲν τοὺς συνήθεις τε καὶ γνωρίμους ὡς οἷόν τε πραοτά– 32930 4.1.154.42 : τους εἶναι, πρὸς δὲ τοὺς ἀγνῶτας τἀναντία. Οἶδα μέν– 32931 4.1.154.43 : τοι, ἔφη. Τοῦτο μὲν ἄρα, ἦν δ´ ἐγώ, δυνατόν, καὶ οὐ 32932 4.1.154.44 : παρὰ φύσιν ζητοῦμεν τοιοῦτον εἶναι τὸν φύλακα. Οὐκ 32933 4.1.154.45 : ἔοικεν. Ἆρ´ οὖν σοι δοκεῖ ἔτι τοῦδε προσδεῖσθαι ὁ φυ– 32934 4.1.154.46 : λακικὸς ἐσόμενος, πρὸς τῷ θυμοειδεῖ ἔτι προσγενέσθαι 32935 4.1.154.47 : φιλόσοφος τὴν φύσιν; Πῶς δή; ἔφη· οὐ γὰρ ἐννοῶ. Καὶ 32936 4.1.154.48 : τοῦτο, ἦν δ´ ἐγώ, ἐν τοῖς κυσὶ κατόψει, ὃ καὶ ἄξιον θαυ– 32937 4.1.154.49 : μάσαι τοῦ θηρίου. Τὸ ποῖον; Ὅτι ὃν μὲν ἂν ἴδῃ ἀγνῶτα, 32938 4.1.154.50 : μισεῖ καὶ χαλεπαίνει, οὐδὲν κακὸν πεπονθώς· ὃν δ´ ἂν 32939 4.1.154.51 : γνώριμον, ἀσπάζεται, κἂν μηδὲν πώποτε ὑπ´ αὐτοῦ πε– 32940 4.1.154.52 : πόνθῃ ἀγαθόν. ἢ οὔπω τοῦτο ἐθαύμασας; Οὐ πάνυ, 32941 4.1.154.53 : ἔφη, μέχρι τούτου προσέσχον τὸν νοῦν· ὅτι δέ που δρᾷ 32942 4.1.154.54 : ταῦτα, δῆλον. 32943 4.1.155.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 376 C). 32944 4.1.155.2 : Φιλόσοφος δὴ καὶ θυμοειδὴς καὶ ἰσχυρὸς καὶ ταχὺς 32945 4.1.155.3 : ἡμῖν τὴν φύσιν ἔσται ὁ μέλλων καλὸς κἀγαθὸς φύλαξ 32946 4.1.155.4 : ἔσεσθαι πόλεως. Παντάπασι μὲν οὖν, ἔφη. 32947 4.1.156.1 : Πλάτωνος Πολιτείας γʹ (p. 395 B–D). 32948 4.1.156.2 : Εἰ ἄρα τὸν πρῶτον λόγον διασώσομεν, τοὺς φύλα– 32949 4.1.156.3 : κας ἡμῖν τῶν ἄλλων πασῶν δημιουργιῶν ἀφειμένους δεῖν 32950 4.1.156.4 : εἶναι δημιουργοὺς ἐλευθερίας τῆς πόλεως πάνυ ἀκριβεῖς 32951 4.1.156.5 : καὶ μηδὲν ἄλλο ἐπιτηδεύειν ὅ τι μὴ εἰς τοῦτο φέρει, οὐ– 32952 4.1.156.6 : δὲν † δὲ δὴ δέοι ἂν αὐτοὺς ἄλλο πράττειν οὐδὲ μιμεῖσθαι 32953 4.1.156.7 : 〈ἢ〉 τὰ τούτοις προσήκοντα εὐθὺς ἐκ παίδων ἀνδρείους. 32954 4.1.156.8 : σώφρονας, ὁσίους, ἐλευθέρους, καὶ τὰ τοιαῦτα πάντα, τὰ 32955 4.1.156.9 : δὲ ἀνελεύθερα μήτε ποιεῖν μήτε δεινοὺς εἶναι μιμήσα– 32956 4.1.156.10 : σθαι, μηδ´ ἄλλο μηδὲν τῶν αἰσχρῶν, ἵνα μὴ ἐκ τῆς μι– 32957 4.1.156.11 : μήσεως τοῦ εἶναι ἀπολαύσωσιν. ἢ οὐκ ᾔσθησαι, ὅτι αἱ 32958 4.1.156.12 : μιμήσεις, ἐὰν ἐκ νέων πόρρω διατελέσωσιν, εἰς ἤθη τε 32959 4.1.156.13 : καὶ φύσιν καθίστανται καὶ κατὰ σῶμα καὶ φωνὰς καὶ 32960 4.1.156.14 : κατὰ τὴν διάνοιαν; Καὶ μάλα, ἦ δ´ ὅς. 32961 4.1.157.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 412 B–414 B). 32962 4.1.157.2 : Τὸ δὴ μετὰ τοῦτο τί ἂν ἡμῖν διαιρετέον εἴη; ἆρ´ 32963 4.1.157.3 : οὐκ αὐτῶν τούτων οἵτινες ἄρξουσί τε καὶ ἄρξονται; Τί 32964 4.1.157.4 : μήν; Οὐκοῦν ὅτι μὲν πρεσβυτέρους τοὺς ἄρχοντας δεῖ 32965 4.1.157.5 : εἶναι, νεωτέρους δὲ τοὺς ἀρχομένους, ..; Δῆλον. Καὶ ὅτι 32966 4.1.157.6 : γε τοὺς ἀρίστους αὐτῶν τούτων; Καὶ τοῦτο. Οἱ δὲ γε– 32967 4.1.157.7 : ωργῶν ἄριστοι ἆρ´ οὐ γεωργικώτατοι γίγνονται; Ναί. 32968 4.1.157.8 : Νῦν δ´, ἐπειδὴ φυλάκων αὐτοὺς ἀρίστους δεῖ εἶναι, ἆρ´ 32969 4.1.157.9 : οὐ φυλακικωτάτους πόλεως; Ναί. Οὐκοῦν φρονίμους τε 32970 4.1.157.10 : εἰς τοῦτο δεῖ ὑπάρχειν καὶ δυνατοὺς καὶ ἔτι κηδεμόνας 32971 4.1.157.11 : τῆς πόλεως; Ἔστι ταῦτα. Κήδοιτο δ´ ἄν τις μάλιστα 32972 4.1.157.12 : τούτου ὃ τυγχάνει φιλῶν. Ἀνάγκη. Καὶ μὴν τοῦτό γ´ 32973 4.1.157.13 : ἂν μάλιστα φιλοῖ, ᾧ ξυμφέρειν ἡγοῖτο ταὐτὰ καὶ ἑαυτῷ καὶ ὅ– 32974 4.1.157.14 : τι μάλιστα ἐκείνου μὲν εὖ πράττοντος οἴοιτο ξυμβαίνειν 32975 4.1.157.15 : καὶ ἑαυτῷ εὖ πράττειν, μὴ δέ, τοὐναντίον. Οὕτως, ἔφη. 32976 4.1.157.16 : Λεκτέον ἄρα ἐκ τῶν ἄλλων φυλάκων τοιούτους ἄνδρας, 32977 4.1.157.17 : οἳ ἂν σκοποῦσιν ἡμῖν φαίνωνται παρὰ πάντα τὸν βίον, 32978 4.1.157.18 : ὃ μὲν ἂν τῇ πόλει ἡγήσωνται ξυμφέρειν, πάσῃ προθυ– 32979 4.1.157.19 : μίᾳ ποιεῖν, ὃ δ´ ἂν μή, μηδενὶ τρόπῳ πρᾶξαι ἂν ἐθέ– 32980 4.1.157.20 : λειν. Ἐπιτήδειοι γάρ, ἔφη. Δοκεῖ δή μοι τηρητέον αὐ– 32981 4.1.157.21 : τοὺς εἶναι ἐν ἁπάσαις ταῖς ἡλικίαις, εἰ φυλακικοί εἰσι 32982 4.1.157.22 : τούτου τοῦ δόγματος καὶ μήτε γοητευόμενοι μήτε βιαζό– 32983 4.1.157.23 : μενοι † οἳ ἐκβάλλοιεν ἐπιλανθανόμενοι δόξαν τὴν τοῦ 32984 4.1.157.24 : ποιεῖν δεῖν ἃ τῇ πόλει βέλτιστα. Τίνα, ἔφη, λέγεις τὴν 32985 4.1.157.25 : ἐκβολήν; Ἐγώ σοι, ἔφην, ἐρῶ. φαίνεταί μοι δόξα ἐξιέ– 32986 4.1.157.26 : ναι ἐκ διανοίας ἢ ἑκουσίως ἢ ἀκουσίως, ἑκουσίως μὲν ἡ 32987 4.1.157.27 : ψευδὴς τοῦ μεταμανθάνοντος, ἀκουσίως δὲ πᾶσα ἡ ἀλη– 32988 4.1.157.28 : θής. Τὸ μὲν τῆς ἑκουσίου, ἔφη, μανθάνω, τὸ δὲ τῆς 32989 4.1.157.29 : ἀκουσίου δέομαι μαθεῖν. Τί δαί; οὐ καὶ σὺ ἡγῇ, ἔφην 32990 4.1.157.30 : ἐγώ, τῶν μὲν ἀγαθῶν ἀκουσίως στέρεσθαι τοὺς ἀνθρώ– 32991 4.1.157.31 : πους, τῶν δὲ κακῶν ἑκουσίως; ἢ οὐ τὸ μὲν ἐψεῦσθαι 32992 4.1.157.32 : τῆς ἀληθείας κακόν, τὸ δὲ ἀληθεύειν ἀγαθόν; ἢ οὐ τὸ 32993 4.1.157.33 : τὰ ὄντα δοξάζειν ἀληθεύειν δοκεῖ σοι εἶναι; Ἀλλ´, ἦ δ´ 32994 4.1.157.34 : ὅς, ὀρθῶς λέγεις, καί μοι δοκοῦσιν ἄκοντες ἀληθοῦς 32995 4.1.157.35 : δόξης στερίσκεσθαι. Οὐκοῦν κλαπέντες ἢ γοητευθέντες 32996 4.1.157.36 : ἢ βιασθέντες τοῦτο πάσχουσιν; Οὐδὲ νῦν, ἔφη, μανθάνω. 32997 4.1.157.37 : Τραγικῶς ἄρα, ἦν δ´ ἐγώ, κινδυνεύω λέγειν. κλαπέντας 32998 4.1.157.38 : γὰρ τοὺς μεταπεισθέντας λέγω καὶ τοὺς ἐπιλανθανομέ– 32999 4.1.157.39 : νους, ὅτι τῶν μὲν χρόνος, τῶν δὲ λόγος ἐξαιρούμενος λαν– 33000 4.1.157.40 : θάνει· νῦν γάρ που μανθάνεις; Ναί. Τοὺς τοίνυν βια– 33001 4.1.157.41 : σθέντας λέγω οὓς ἂν ὀδύνη τις ἢ ἀλγηδὼν μεταδοξάσαι 33002 4.1.157.42 : ποιήσῃ. Καὶ τοῦτο, ἔφη, ἔμαθον, καὶ ὀρθῶς λέγεις. 33003 4.1.157.43 : Τοὺς μὴν γοητευθέντας, ὡς ἐγᾦμαι, κἂν σὺ φαίης εἶναι 33004 4.1.157.44 : οἳ ἂν μεταδοξάσωσιν ἢ ὑφ´ ἡδονῆς κηληθέντες ἢ ὑπὸ 33005 4.1.157.45 : φόβου τι δείσαντες. Ἔοικε γάρ, ἦ δ´ ὅς, γοητεύειν πάντα 33006 4.1.157.46 : ὅσα ἀπατᾷ. Ὃ τοίνυν ἄρτι ἔλεγον, ζητητέον τίνες ἄρι– 33007 4.1.157.47 : στοι φύλακες τοῦ παρ´ αὑτοῖς δόγματος, τοῦτο ὡς ποιη– 33008 4.1.157.48 : τέον ὃ [δ´] ἂν τῇ πόλει ἀεὶ δοκῶσι βέλτιστον εἶναι αὐ– 33009 4.1.157.49 : τοῖς ποιεῖν. τηρητέον δὴ εὐθὺς ἐκ παίδων προθεμένοις 33010 4.1.157.50 : ἔργα ἐν οἷς ἄν τις τὸ τοιοῦτον μάλιστα ἐπιλανθάνοιτο 33011 4.1.157.51 : καὶ ἐξαπατῷτο, καὶ τὸν μὲν μνήμονα καὶ δυσεξαπάτητον 33012 4.1.157.52 : ἐγκριτέον, τὸν δὲ μὴ ἀποκριτέον. ἦ γάρ; Ναί. Καὶ πό– 33013 4.1.157.53 : νους γε αὖ καὶ ἀλγηδόνας καὶ ἀγῶνας αὐτοῖς θετέον, ἐν οἷς 33014 4.1.157.54 : ταὐτὰ ταῦτα τηρητέον. Ὀρθῶς, ἔφη. Οὐκοῦν, ἦν δ´ ἐγώ, καὶ 33015 4.1.157.55 : τρίτου εἴδους τοῦ τῆς γοητείας ἅμιλλαν ποιητέον καὶ θεα– 33016 4.1.157.56 : τέον, ὥσπερ τοὺς πώλους ἐπὶ τοὺς ψόφους τε καὶ θο– 33017 4.1.157.57 : ρύβους ἄγοντες σκοποῦσιν εἰ φοβεροί, οὕτως νέους ὄντας 33018 4.1.157.58 : εἰς δείματα κομιστέον καὶ εἰς ἡδονὰς αὖ μεταβλητέον, 33019 4.1.157.59 : βασανίζοντας πολὺ μᾶλλον ἢ χρυσὸν ἐν πυρί, εἰ δυσγο– 33020 4.1.157.60 : ήτευτος καὶ εὐσχήμων ἐν ἅπασι φαίνεται, φύλαξ αὑτοῦ 33021 4.1.157.61 : ὢν ἀγαθὸς καὶ τῆς μουσικῆς ἧς ἐμάνθανεν, εὔρυθμόν τε 33022 4.1.157.62 : καὶ εὐάρμοστον ἑαυτὸν ἐν πᾶσι τούτοις παρασχών, οἷος 33023 4.1.157.63 : δὴ ὢν καὶ ἑαυτῷ καὶ πόλει χρησιμώτατος ἂν εἴη. καὶ 33024 4.1.157.64 : τὸν ἀεὶ ἔν τε παισὶ καὶ νεανίσκοις καὶ ἀνδράσι βασανι– 33025 4.1.157.65 : ζόμενον καὶ ἀκήρατον ἐκβαίνοντα καταστατέον ἄρχοντα 33026 4.1.157.66 : τῆς πόλεως καὶ φύλακα, καὶ τιμὰς δοτέον καὶ ζῶντι καὶ 33027 4.1.157.67 : τετελευτηκότι, τάφων τε καὶ τῶν ἄλλων μνημείων μέγι– 33028 4.1.157.68 : στα γέρα λαγχάνοντα· τὸν δὲ μὴ τοιοῦτον ἀποκριτέον. 33029 4.1.157.69 : τοιαύτη τις, ἦν δ´ ἐγώ, ὦ Γλαύκων, δοκεῖ μοι ἡ ἐκλογὴ 33030 4.1.157.70 : εἶναι καὶ κατάστασις τῶν ἀρχόντων τε καὶ φυλά– 33031 4.1.157.71 : κων, ὡς ἐν τύποις, μὴ δι´ ἀκριβείας, εἰρῆσθαι. Καὶ 33032 4.1.157.72 : ἐμοί, ἦ δ´ ὅς, οὕτω πῃ φαίνεται. Ἆρ´ οὖν ὡς ἀλη– 33033 4.1.157.73 : θῶς ὀρθότατον καλεῖν τούτους μὲν φύλακας παντελεῖς 33034 4.1.157.74 : τῶν τε ἔξωθεν πολεμίων τῶν τε ἐντὸς φίλων, ὅπως 〈οἱ 33035 4.1.157.75 : μὲν〉 μὴ βουλήσονται, οἱ δὲ μὴ δυνήσονται κακουργεῖν, 33036 4.1.157.76 : τοὺς δὲ νέους, οὓς δὴ νῦν φύλακας ἐκαλοῦμεν, ἐπικούρους 33037 4.1.157.77 : τε καὶ βοηθοὺς τοῖς τῶν ἀρχόντων δόγμασιν; 33038 4.1.158.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 416 B–417 B). 33039 4.1.158.2 : Ὃ μέντοι ἄρτι ἐλέγομεν, ἄξιον, ὅτι δεῖ αὐτοὺς τῆς 33040 4.1.158.3 : ὀρθῆς τυχεῖν παιδείας, ἥ τις ποτ´ ἐστίν. εἰ μέλλουσι τὸ 33041 4.1.158.4 : μέγιστον ἕξειν πρὸς τὸ ἥμεροι εἶναι αὑτοῖς τε καὶ τοῖς 33042 4.1.158.5 : φυλαττομένοις ὑπ´ αὐτῶν. Καὶ ὀρθῶς γε, ἦ δ´ ὅς. Πρὸς 33043 4.1.158.6 : τοίνυν τῇ παιδείᾳ ταύτῃ φαίη ἄν τις νοῦν ἔχων δεῖν καὶ 33044 4.1.158.7 : τὰς οἰκήσεις καὶ τὴν ἄλλην οὐσίαν τοιαύτην αὐτοῖς παρ– 33045 4.1.158.8 : εσκευάσθαι, ἥτις μήτε τοὺς φύλακας ὡς ἀρίστους εἶναι 33046 4.1.158.9 : παύσει αὐτούς, κακουργεῖν τε μὴ ἐπαίρει περὶ τοὺς ἄλ– 33047 4.1.158.10 : λους πολίτας. Καὶ ἀληθῶς γε φήσει. Ὅρα δή, εἶπον 33048 4.1.158.11 : ἐγώ, εἰ τοιόνδε τινὰ τρόπον δεῖ αὐτοὺς ζῆν τε καὶ οἰκεῖν, 33049 4.1.158.12 : εἰ μέλλουσι τοιοῦτοι ἔσεσθαι· πρῶτον μὲν οὐσίαν κε– 33050 4.1.158.13 : κτημένον μηδεμίαν μηδένα ἰδίαν, ἢν μὴ πᾶσα ἀνάγκη· 33051 4.1.158.14 : ἔπειτα οἴκησιν καὶ ταμιεῖον μηδενὶ εἶναι μηδὲν τοιοῦτον, 33052 4.1.158.15 : εἰς ὃ οὐ πᾶς ὁ βουλόμενος εἴσεισι· τὰ δ´ ἐπιτήδεια, 33053 4.1.158.16 : ὅσων δέονται ἄνδρες ἀθληταὶ πολέμου σώφρονές τε καὶ 33054 4.1.158.17 : ἀνδρεῖοι, ταξαμένους παρὰ τῶν ἄλλων πολιτῶν δέχεσθαι 33055 4.1.158.18 : μισθὸν τῆς φυλακῆς τοσοῦτον ὅσον μήτε περιεῖναι αὐ– 33056 4.1.158.19 : τοῖς εἰς τὸν ἐνιαυτὸν μήτε ἐνδεῖν· φοιτῶντας δ´ εἰς ξυσ– 33057 4.1.158.20 : σίτια ὥσπερ ἐξεστρατοπεδευμένους κοινῇ ζῆν· χρυσίον 33058 4.1.158.21 : δὲ καὶ ἀργύριον εἰπεῖν αὐτοῖς ὅτι θεῖον παρὰ θεῶν ἀεὶ 33059 4.1.158.22 : ἐν τῇ ψυχῇ ἔχουσι καὶ οὐδὲν προσδέονται τοῦ ἀνθρω– 33060 4.1.158.23 : πείου, οὐδὲ ὅσια τὴν ἐκείνου κτῆσιν τῇ τοῦ θνητοῦ χρυ– 33061 4.1.158.24 : σοῦ κτήσει ξυμμιγνύντας μιαίνειν, διότι πολλὰ καὶ ἀνό– 33062 4.1.158.25 : σια περὶ τὸ τῶν πολλῶν νόμισμα γέγονε, τὸ παρ´ ἐκείνοις 33063 4.1.158.26 : δὲ ἀκήρατον· ἀλλὰ μόνοις αὐτοῖς τῶν ἐν τῇ πόλει με– 33064 4.1.158.27 : ταχειρίζεσθαι καὶ ἅπτεσθαι χρυσοῦ καὶ ἀργύρου οὐ θέ– 33065 4.1.158.28 : μις, οὐδὲ ὑπὸ τὸν αὐτὸν ὄροφον ἰέναι οὐδὲ περιάψασθαι 33066 4.1.158.29 : οὐδὲ πίνειν ἐξ ἀργύρου ἢ χρυσοῦ. καὶ οὕτω μὲν σῴζοιντό 33067 4.1.158.30 : τε ἂν καὶ σῴζοιεν τὴν πόλιν· ὁπότε δὲ αὐτοὶ γῆν τε 33068 4.1.158.31 : ἰδίαν καὶ οἰκίας καὶ νομίσματα κτήσονται, οἰκονόμοι μὲν 33069 4.1.158.32 : καὶ γεωργοὶ ἀντὶ φυλάκων ἔσονται, δεσπόται δὲ καὶ ἐχ– 33070 4.1.158.33 : θροὶ ἀντὶ ξυμμάχων τῶν ἄλλων πολιτῶν γενήσονται, μι– 33071 4.1.158.34 : σοῦντες δὲ καὶ μισούμενοι καὶ ἐπιβουλεύοντες καὶ ἐπιβου– 33072 4.1.158.35 : λευόμενοι διάξουσι πάντα τὸν βίον, πολὺ πλείω καὶ μᾶλ– 33073 4.1.158.36 : λον δεδιότες τοὺς ἔνδον ἢ τοὺς ἔξωθεν πολεμίους, θέον– 33074 4.1.158.37 : τες ἤδη τότε ἐγγύτατα ὀλέθρου αὐτοί τε καὶ ἡ ἄλλη πόλις. 33075 4.1.159.1 : Πλάτωνος Πολιτείας δʹ (p. 421 A). 33076 4.1.159.2 : Νευρορράφοι γὰρ φαῦλοι γενόμενοι καὶ διαφθαρέν– 33077 4.1.159.3 : τες καὶ προσποιησάμενοι εἶναι μὴ ὄντες πόλει οὐδὲν δει– 33078 4.1.159.4 : νόν, φύλακες δὲ νόμων τε καὶ πόλεως μὴ ὄντες ἀλλὰ 33079 4.1.159.5 : δοκοῦντες ὁρᾷς δὴ ὅτι πᾶσαν ἄρδην πόλιν ἀπολλύασιν. 33080 4.1.160.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 421 D–422 A). 33081 4.1.160.2 : Τοὺς ἄλλους αὖ δημιουργοὺς σκόπει εἰ τάδε δια– 33082 4.1.160.3 : φθείρει, ὥστε κακοὺς γίγνεσθαι. Τὰ ποῖα δὴ ταῦτα· Πλοῦ– 33083 4.1.160.4 : τος, ἦν δ´ ἐγώ, καὶ πενία. Πῶς δή; Ὧδε· πλουτήσας 33084 4.1.160.5 : χυτρεὺς δοκεῖ σοι ἔτι θελήσειν ἐπιμελεῖσθαι τῆς τέχνης; 33085 4.1.160.6 : Οὐδαμῶς, ἔφη. Ἀργὸς δὲ καὶ ἀμελὴς γενήσεται μᾶλλον 33086 4.1.160.7 : αὐτὸς αὑτοῦ; Πολύ γε. Οὐκοῦν κακίων χυτρεὺς γίγνεται; 33087 4.1.160.8 : Καὶ τοῦτο, ἔφη, πολύ. Καὶ μὴν καὶ ὄργανά γε μὴ ἔχων 33088 4.1.160.9 : παρέχεσθαι ὑπὸ πενίας ἤ τι ἄλλο τῶν εἰς τὴν τέχνην τά 33089 4.1.160.10 : τε ἔργα πονηρότερα ἐργάσεται καὶ τοὺς υἱεῖς ἢ ἄλλους 33090 4.1.160.11 : οὓς ἂν διδάσκῃ χείρους δημιουργοὺς διδάξεται; Πῶς δ´ 33091 4.1.160.12 : οὔ; Ὑπ´ ἀμφοτέρων δή, πενίας τε καὶ πλούτου, χείρω 33092 4.1.160.13 : μὲν τὰ τῶν τεχνῶν ἔργα, χείρους δὲ αὐτοί. Φαίνονται. 33093 4.1.160.14 : Ἕτερα δή, ὡς ἔοικε, τοῖς φύλαξιν εὑρήκαμεν, ἃ παντὶ 33094 4.1.160.15 : τρόπῳ φυλακτέον ὅπως μή ποτε αὐτοὺς λήσῃ εἰς τὴν 33095 4.1.160.16 : πόλιν παραδύντα. Τὰ τοῖα ταῦτα; Πλοῦτος, ἦν δ´ ἐγώ, 33096 4.1.160.17 : καὶ πενία, ὡς τοῦ μὲν τρυφὴν καὶ ἀργίαν καὶ νεωτερισ– 33097 4.1.160.18 : μὸν ἐμποιοῦντος, τοῦ δὲ ἀνελευθερίαν καὶ κακουργίαν 33098 4.1.160.19 : πρὸς τῷ νεωτερισμῷ. Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη. 33099 4.1.161.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 423 D–424 E). 33100 4.1.161.2 : Οὔτοι, ἦν δ´ ἐγώ, ὦ ἀγαθὲ Ἀδείμαντε, ὡς δόξειεν 33101 4.1.161.3 : ἄν τις, ταῦτα πολλὰ καὶ μεγάλα αὐτοῖς προστάττομεν 33102 4.1.161.4 : ἀλλὰ πάντα φαῦλα, ἐὰν τὸ λεγόμενον [μὴ] ἓν μέγα φυ– 33103 4.1.161.5 : λάττωσι, μᾶλλον δὲ ἀντὶ μεγάλου ἱκανόν. Τί τοῦτο; 33104 4.1.161.6 : ἔφη. Τὴν παιδείαν, ἦν δ´ ἐγώ, καὶ τροφήν. ἐὰν γὰρ εὖ 33105 4.1.161.7 : παιδευόμενοι μέτριοι ἄνδρες γίγνωνται, πάντα ταῦτα ῥᾳ– 33106 4.1.161.8 : δίως διόψονται καὶ ἄλλα γε, ὅσα νῦν ἡμεῖς παραλείπο– 33107 4.1.161.9 : μεν, τήν τε τῶν γυναικῶν κτῆσιν καὶ γάμων καὶ παιδο– 33108 4.1.161.10 : ποιίας, ὅτι δεῖ ταῦτα κατὰ τὴν παροιμίαν πάντα ὅ τι 33109 4.1.161.11 : μάλιστα κοινὰ τὰ φίλων ποιεῖσθαι. Ὀρθότατα γάρ, ἔφη. 33110 4.1.161.12 : γίγνοιτ´ ἄν. Καὶ μήν, εἶπον, πολιτεία, ἐάν περ ἅπαξ 33111 4.1.161.13 : ὁρμήσῃ εὖ, ἔρχεται ὥσπερ κύκλος αὐξανομένη. τροφὴ 33112 4.1.161.14 : γὰρ καὶ παίδευσις χρηστὴ σῳζομένη φύσεις ἀγαθὰς ἐμ– 33113 4.1.161.15 : ποιεῖ, καὶ αὖ φύσεις χρησταὶ τοιαύτης παιδείας ἀντι– 33114 4.1.161.16 : λαμβανόμεναι ἔτι βελτίους τῶν προτέρων φύονται εἴς τε 33115 4.1.161.17 : τἄλλα καὶ εἰς τὸ γεννᾶν, ὥσπερ καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις ζῴοις. 33116 4.1.161.18 : Εἰκός γ´, ἔφη. Ὡς τοίνυν διὰ βραχέων εἰπεῖν, τούτου 33117 4.1.161.19 : ἀνθεκτέον τοῖς ἐπιμεληταῖς τῆς πόλεως, ὅπως ἂν αὐτοὺς 33118 4.1.161.20 : μὴ λάθῃ διαφθαρέν, ἀλλὰ παρὰ πάντα αὐτὸ φυλάττωσι. 33119 4.1.161.21 : τὸ 〈μὴ〉 νεωτερίζειν περὶ γυμναστικήν τε καὶ μουσικὴν 33120 4.1.161.22 : παρὰ τὴν τάξιν, ἀλλ´ ὡς οἷόν τε μάλιστα φυλάττειν, 33121 4.1.161.23 : φοβουμένους ὅταν τις λέγῃ, ὡς τὴν ἀοιδὴν 33122 4.1.161.24 : μᾶλλον ἐπιφρονέους´ ἄνθρωποι, 33123 4.1.161.25 : ἥ τις ἀειδόντεσσι νεωτάτη ἀμφιπέληται, 33124 4.1.161.26 : μὴ πολλάκις τὸν ποιητήν τις οἴηται λέγειν οὐκ ᾄσματα 33125 4.1.161.27 : νέα ἀλλὰ τρόπον ᾠδῆς νέον, καὶ τοῦτ´ ἐπαινῇ. δεῖ δὲ 33126 4.1.161.28 : οὔτ´ ἐπαινεῖν τὸ τοιοῦτον οὔτε ὑπολαμβάνειν. εἶδος γὰρ 33127 4.1.161.29 : καινὸν μουσικῆς μεταβάλλειν εὐλαβητέον ὡς ἐν ὅλῳ κιν– 33128 4.1.161.30 : δυνεύοντα· οὐδαμοῦ γὰρ κινοῦνται μουσικῆς τρόποι ἄνευ 33129 4.1.161.31 : πολιτικῶν νόμων τῶν μεγίστων, ὡς φησί τε Δάμων κἀγὼ 33130 4.1.161.32 : πείθομαι. Καὶ ἐμὲ τοίνυν, ἔφη ὁ Ἀδείμαντος, θὲς τῶν 33131 4.1.161.33 : πεπεισμένων. Τὸ δὴ φυλακτήριον, ἦν δ´ ἐγώ, ὡς ἔοικεν, 33132 4.1.161.34 : ἐνταῦθά που οἰκοδομητέον τοῖς φύλαξιν, ἐν μουσικῇ. Ἡ 33133 4.1.161.35 : γοῦν παρανομία, ἔφη, ῥᾳδίως αὕτη λανθάνει παραδυο– 33134 4.1.161.36 : μένη. Ναί, ἔφην, ὡς ἐν παιδιᾶς γε μέρει καὶ ὡς κακὸν 33135 4.1.161.37 : οὐδὲν ἐργαζομένη. Οὐδὲ γὰρ ἐργάζεται, ἔφη, ἄλλο γε ἢ 33136 4.1.161.38 : κατὰ σμικρὸν εἰσοικησαμένη ἠρέμα ὑπορρεῖ πρὸς τὰ ἤθη 33137 4.1.161.39 : τε καὶ τὰ ἐπιτηδεύματα· ἐκ δὲ τούτων εἰς τὰ πρὸς ἀλ– 33138 4.1.161.40 : λήλους ξυμβόλαια μείζων ἐκβαίνει, ἐκ δὲ δὴ τῶν ξυμβο– 33139 4.1.161.41 : λαίων ἔρχεται ἐπὶ τοὺς νόμους καὶ πολιτείας πολλή, ὦ 33140 4.1.161.42 : Σώκρατες, ἀσέλγεια, ἕως ἂν τελευτῶσα πάντα ἰδίᾳ καὶ 33141 4.1.161.43 : δημοσίᾳ ἀνατρέψαι. Εἶεν, ἦν δ´ ἐγώ· οὕτω τοῦτ´ ἔχει; 33142 4.1.161.44 : Δοκεῖ μοι, ἔφη. Οὐκοῦν, ὃ ἐξ ἀρχῆς ἐλέγομεν, τοῖς ἡμε– 33143 4.1.161.45 : τέροις παισὶν ἐννομωτέρου εὐθὺς παιδιᾶς μεθεκτέον ὡς 33144 4.1.161.46 : παρανόμου γιγνομένης αὐτῆς καὶ παίδων τοιούτων ἐννό– 33145 4.1.161.47 : μους τε καὶ σπουδαίους ἐξ αὐτῶν ἄνδρας αὐξάνεσθαι 33146 4.1.161.48 : ἀδύνατον ὄν; Πῶς δ´ οὐχί; ἔφη. 33147 4.2.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΕΘΩΝ.}1 33148 4.2.1.1 : Εὐριπίδου (fr. 1107 N. 2). 33149 4.2.1.2 : Ἄρχεσθαι χρεὼν 33150 4.2.1.3 : κακοὺς ὑπ´ ἐσθλῶν καὶ κλύειν τῶν κρεισσόνων. 33151 4.2.2.1 : Εὐριπίδου Δικτύος (fr. 337 N. 2). 33152 4.2.2.2 : Μὴ νεῖκος, ὦ γεραιέ, κοιράνοις τίθου. 33153 4.2.2.3 : σέβειν δὲ τοὺς κρατοῦντας ἀρχαῖος νόμος. 33154 4.2.3.1 : Μενάνδρου Ἀδελφοῖς (fr. 5 K.). 33155 4.2.3.2 : Οὐ παντελῶς δεῖ τοῖς πονηροῖς ἐπιτρέπειν, 33156 4.2.3.3 : ἀλλ´ ἀντιτάττεσθ´· εἰ δὲ μή, τἄνω κάτω 33157 4.2.3.4 : ἡμῶν ὁ βίος λήσει μεταστραφεὶς ὅλος. 33158 4.2.4.1 : Εὐριπίδου Ἐρεχθεῖ (fr. 362, 28 N. 2). 33159 4.2.4.2 : Καὶ τοὺς πονηροὺς μή ποτ´ αὔξαν´ ἐν πόλει. 33160 4.2.4.3 : κακοὶ γὰρ ἢ ἐμπλησθέντες νομίσματος 33161 4.2.4.4 : ἢ πόλεος ἐμπεσόντες εἰς ἀρχήν τινα 33162 4.2.4.5 : σκιρτῶσιν ἀδόκητ´ εὐτυχησάντων δόμων. 33163 4.2.5.1 : Μενάνδρου Ἀνδρογύνῳ (fr. 53 K.). 33164 4.2.5.2 : Τὸ γὰρ σύνηθες οὐδαμοῦ παροπτέον. 33165 4.2.6.1 : Εὐριπίδου Ἱκετίδων ( 433 ss.). 33166 4.2.6.2 : Οὐκ ἔστιν οὐδὲν κρεῖσσον ἢ νόμοι πόλει 33167 4.2.6.3 : καλῶς τεθέντες· ὅ τε γὰρ ἀσθενέστερος 33168 4.2.6.4 : ὁ πλούσιός τε τὴν δίκην ἴσην ἔχει, 33169 4.2.6.5 : νικᾷ δ´ ὁ μείων τὸν μέγαν δίκαι´ ἔχων. 33170 4.2.7.1 : Μενάνδρου (fr. 635 K.). 33171 4.2.7.2 : Καλὸν οἱ νόμοι σφόδρ´ εἰσίν· ὁ δ´ ὁρῶν τοὺς νόμους 33172 4.2.7.3 : λίαν ἀκριβῶς, συκοφάντης φαίνεται. 33173 4.2.8.1 : Σοφοκλῆς Αἴαντι ( 666–676). 33174 4.2.8.2 : Τοιγὰρ τὸ λοιπὸν εἰσόμεσθα μὲν θεοῖς 33175 4.2.8.3 : εἴκειν, μαθησόμεσθα δ´ Ἀτρείδας σέβειν. 33176 4.2.8.4 : ἄρχοντές εἰσιν, ὥσθ´ ὑπεικτέον· τί μή; 33177 4.2.8.5 : καὶ γὰρ τὰ δεινὰ καὶ τὰ καρτερώτατα 33178 4.2.8.6 : τιμαῖς ὑπείκει· τοῦτο μὲν νιφοστιβεῖς 33179 4.2.8.7 : χειμῶνες ἐκχωροῦσιν εὐκάρπῳ θέρει· 33180 4.2.8.8 : ἐξίσταται δὲ νυκτὸς αἰανὴς κύκλος 33181 4.2.8.9 : τῇ λευκοπώλῳ φέγγος ἡμέρᾳ φλέγειν· 33182 4.2.8.10 : δεινῶν τ´ ἄημα πνευμάτων ἐκοίμισε 33183 4.2.8.11 : στένοντα πόντον· ἐν δ´ ὁ παγκρατὴς ὕπνος 33184 4.2.8.12 : λύει πεδήσας, οὐδ´ ἀεὶ λαβὼν ἔχει. 33185 4.2.9.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τιμαίου (p. 17 C–19 B). 33186 4.2.9.2 : Χθές που τῶν ὑπ´ ἐμοῦ ῥηθέντων λόγων περὶ πο– 33187 4.2.9.3 : λιτείας ἦν τὸ κεφάλαιον, οἵα τε καὶ ἐξ οἵων ἀνδρῶν ἀρί– 33188 4.2.9.4 : στη κατεφαίνετ´ ἄν μοι γενέσθαι. {—}Καὶ μάλα γε ἡμῖν, 33189 4.2.9.5 : ὦ Σώκρατες, ῥηθεῖσα πᾶσι κατὰ νοῦν. {—}Ἆρ´ οὖν οὐ 33190 4.2.9.6 : τὸ τῶν γεωργῶν ὅσαι τε ἄλλαι τέχναι πρῶτον ἐν αὐτῇ 33191 4.2.9.7 : χωρὶς διειλόμεθα ἀπὸ τοῦ γένους τοῦ τῶν προπολεμη– 33192 4.2.9.8 : σόντων; {—}Ναί. {—}Καὶ κατὰ φύσιν δὴ δόντες τὸ καθ´ 33193 4.2.9.9 : αὑτὸν ἑκάστῳ πρόσφορον ἓν μόνον ἐπιτήδευμα, † μίαν ἑκά– 33194 4.2.9.10 : στην τέχνην, τούτους οὓς πρὸ πάντων ἔδει πολεμεῖν, εἴ– 33195 4.2.9.11 : πομεν, ὡς ἄρα αὐτοὺς δέοι φύλακας εἶναι μόνον τῆς πό– 33196 4.2.9.12 : λεως, εἴτε τις ἔξωθεν ἢ καὶ τῶν ἔνδοθεν ἴοι κακουργήσων, 33197 4.2.9.13 : δικάζοντας μὲν πράως τοῖς ἀρχομένοις ὑπ´ αὐτῶν καὶ 33198 4.2.9.14 : φύσει φίλοις οὖσι, χαλεποὺς δὲ ἐν ταῖς μάχαις τοῖς ἐν– 33199 4.2.9.15 : τυγχάνουσι τῶν ἐχθρῶν γιγνομένους. {—}Παντάπασι μὲν 33200 4.2.9.16 : οὖν. {—}Φύσιν γὰρ οἶμαί τινα τῶν φυλάκων τῆς ψυχῆς 33201 4.2.9.17 : ἐλέγομεν ἅμα μὲν θυμοειδῆ, ἅμα δὲ φιλόσοφον δεῖν εἶ– 33202 4.2.9.18 : ναι διαφερόντως, ἵνα πρὸς ἑκατέρους δύναιντο ὀρθῶς 33203 4.2.9.19 : πρᾶοι καὶ χαλεποὶ γίγνεσθαι. {—}Ναί. {—}Τί δὲ τροφήν; 33204 4.2.9.20 : ἆρ´ οὐ γυμναστικῇ καὶ μουσικῇ μαθήμασί τε ὅσα προσ– 33205 4.2.9.21 : ήκει τούτοις, ἐν ἅπασι τεθράφθαι; {—}Πάνυ μὲν οὖν. 33206 4.2.9.22 : {—}Τοὺς δέ γε οὕτω τραφέντας ἐλέχθη που μήτε χρυσὸν 33207 4.2.9.23 : μήτε ἄργυρον μήτε ἄλλο ποτὲ μηδὲν κτῆμα ἑαυτῶν ἴδιον 33208 4.2.9.24 : νομίζειν δεῖν, ἀλλ´ ὡς ἐπικούρους μισθὸν λαμβάνοντας 33209 4.2.9.25 : τῆς φυλακῆς παρὰ τῶν σῳζομένων ὑπ´ αὐτῶν. ὅσος σώ– 33210 4.2.9.26 : φροσι μέτριος, ἀναλίσκειν τε δὴ κοινῇ καὶ ξυνδιαιτωμέ– 33211 4.2.9.27 : νους μετ´ ἀλλήλων ζῆν, ἐπιμέλειαν ἔχοντας διὰ παντὸς 33212 4.2.9.28 : ἀρετῆς, τῶν ἄλλων ἐπιτηδευμάτων ἄγοντας σχολήν. {—} 33213 4.2.9.29 : Ἐλέχθη καὶ ταῦτα ταύτῃ. {—}Καὶ μὲν δὴ καὶ περὶ γυναι– 33214 4.2.9.30 : κῶν ἐπεμνήσθημεν, ὡς τὰς φύσεις τοῖς ἀνδράσι παρα– 33215 4.2.9.31 : πλησίας εἴη ξυναρμοστέον, καὶ τὰ ἐπιτηδεύματα πάντα 33216 4.2.9.32 : κοινὰ κατά τε πόλεμον καὶ κατὰ τὴν ἄλλην δίαιταν δο– 33217 4.2.9.33 : τέον πάσαις. {—}Ταύτῃ καὶ ταῦτα ἐλέγετο. {—}Τί δὲ δὴ 33218 4.2.9.34 : τὸ περὶ τῆς παιδοποιίας; ἢ τοῦτο μὲν διὰ τὴν ἀήθειαν 33219 4.2.9.35 : τῶν λεχθέντων εὐμνημόνευτον, ὅτι κοινὰ τὰ τῶν γάμων 33220 4.2.9.36 : καὶ τὰ τῶν παίδων πᾶσιν ἁπάντων ἐτίθεμεν, μηχανω– 33221 4.2.9.37 : μένους ὅπως μηδείς ποτε τὸ γεγενημένον αὐτῶν ἰδίᾳ γνώ– 33222 4.2.9.38 : σοιτο, νομιοῦσι δὲ πάντες πάντας αὐτοὺς ὁμογενεῖς, ἀδελ– 33223 4.2.9.39 : φὰς μὲν καὶ ἀδελφοὺς ὅσοιπερ ἂν τῆς πρεπούσης ἐντὸς 33224 4.2.9.40 : ἡλικίας γίγνωνται, τοὺς δὲ ἔμπροσθεν καὶ ἄνωθεν γονέας 33225 4.2.9.41 : τε καὶ γονέων προγόνους, τοὺς δὲ εἰς τὸ κάτωθεν ἐκγόνους 33226 4.2.9.42 : παῖδάς τε ἐκγόνων; {—}Ναὶ καὶ ταῦτα εὐμνημόνευτα ᾗ λέ– 33227 4.2.9.43 : γεις. {—}Ὅπως δὲ δὴ κατὰ δύναμιν εὐθὺς γίγνοινθ´ ὡς ἄρι– 33228 4.2.9.44 : στοι τὰς φύσεις, ἆρ´ οὐ μεμνήμεθα ὡς τοὺς ἄρχοντας ἔφαμεν 33229 4.2.9.45 : καὶ τὰς ἀρχούσας δεῖν εἰς τὴν τῶν γάμων σύνερξιν λά– 33230 4.2.9.46 : θρᾳ μηχανᾶσθαι κλήροις τισὶν ὅπως οἱ κακοὶ χωρὶς οἵ 33231 4.2.9.47 : τ´ ἀγαθοὶ ταῖς ὁμοίαις ἑκάτεροι συλλήξονται, καὶ μή τις 33232 4.2.9.48 : αὐτοῖς ἔχθρα διὰ ταῦτα γίγνηται, τύχην ἡγουμένοις αἰ– 33233 4.2.9.49 : τίαν τῆς συλλήξεως; {—}Μεμνήμεθα. {—}Καὶ μὴν ὅτι γε 33234 4.2.9.50 : τὰ μὲν τῶν ἀγαθῶν θρεπτέον ἔφαμεν εἶναι, τὰ δὲ τῶν 33235 4.2.9.51 : κακῶν εἰς τὴν ἄλλην λάθρᾳ διαδοτέον πόλιν· ἐπαυξα– 33236 4.2.9.52 : νομένων δὲ σκοποῦντας ἀεὶ τοὺς ἀξίους πάλιν ἀνάγειν 33237 4.2.9.53 : δεῖν, τοὺς δὲ παρὰ σφίσιν ἀναξίους εἰς τὴν τῶν ἐπανι– 33238 4.2.9.54 : όντων χώραν μεταλλάττειν; {—}Οὕτως. {—}Ἆρ´ οὖν δὴ 33239 4.2.9.55 : διεληλύθαμεν ἤδη καθάπερ χθές, ὡς ἐν κεφαλαίοις πάλιν 33240 4.2.9.56 : ἐπανελθεῖν, ἢ ποθοῦμέν τι τῶν ῥηθέντων; {—}Οὐδαμῶς. 33241 4.2.10.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Μίνωος (p. 317 C 33242 4.2.10.2 : –318 A). 33243 4.2.10.3 : Οὐκοῦν καὶ ἐν τοῖς συγγράμμασι τοῖς περὶ τῶν δι– 33244 4.2.10.4 : καίων καὶ ἀδίκων καὶ ὅλως περὶ πόλεως διακοσμήσεώς 33245 4.2.10.5 : τε καὶ περὶ τοῦ ὡς χρὴ πόλιν διοικεῖν, τὸ μὲν ὀρθὸν νό– 33246 4.2.10.6 : μος ἐστὶ βασιλικός, τὸ δὲ μὴ ὀρθὸν οὔ, ὃ δοκεῖ νόμος 33247 4.2.10.7 : εἶναι τοῖς μὴ εἰδόσιν· ἔστι γὰρ ἄνομον. {—}Ναί. {—}Ὀρθῶς 33248 4.2.10.8 : ἄρα ὡμολογήσαμεν νόμον εἶναι τοῦ ὄντος εὕρεσιν. {—}Φαίνε– 33249 4.2.10.9 : ται. {—}Ἔτι δὲ καὶ τόδε ἐν αὐτῷ θεασώμεθα· τίς ἐπι– 33250 4.2.10.10 : στήμων διανεῖμαι ἐπὶ γῇ τὰ σπέρματα; {—}Γεωργός. {—} 33251 4.2.10.11 : Οὗτος δὲ τὰ ἄξια σπέρματα ἑκάστῃ γῇ διανέμει; {—}Ναί. 33252 4.2.10.12 : {—}Ὁ γεωργὸς ἄρα νομεὺς ἀγαθὸς τούτων, καὶ οἱ τούτου 33253 4.2.10.13 : νόμοι καὶ διανομαὶ ἐπὶ ταῦτα ὀρθαί εἰσιν; {—}Ναί. 33254 4.2.10.14 : {—}Τίς δὲ κρουμάτων ἐπὶ τὰ μέλη ἀγαθὸς νομεύς, καὶ τὰ 33255 4.2.10.15 : ἄξια νεῖμαι; καὶ οἱ τίνος νόμοι ὀρθοί εἰσιν; {—}Οἱ τοῦ 33256 4.2.10.16 : αὐλητοῦ καὶ κιθαριστοῦ. {—}Ὁ νομικώτατος ἄρα ἐν τού– 33257 4.2.10.17 : τοις, οὗτος αὐλητικώτατος. {—}Ναί. {—}Τίς δὲ τὴν τρο– 33258 4.2.10.18 : φὴν ἐπὶ τὰ τῶν ἀνθρώπων σώματα διανεῖμαι ἄριστος, 33259 4.2.10.19 : οὐχ ὅσπερ τὴν ἀξίαν; {—}Ναί. {—}Αἱ τούτου ἄρα διανο– 33260 4.2.10.20 : μαὶ καὶ οἱ νόμοι βέλτιστοι· καὶ ὅστις περὶ ταῦτα νομι– 33261 4.2.10.21 : κώτατος, καὶ νομεὺς ἄριστος. {—}Πάνυ γε. {—}Τίς οὗτος; 33262 4.2.10.22 : {—}Παιδοτρίβης. {—}Οὗτος τὴν ἀνθρωπείαν ἀγέλην τοῦ 33263 4.2.10.23 : σώματος νέμειν κράτιστος; {—}Ναί. {—}Τίς δὲ τὴν τῶν 33264 4.2.10.24 : προβάτων ἀγέλην κράτιστος νέμειν; τί ὄνομα αὐτῷ; {—} 33265 4.2.10.25 : Ποιμήν. {—}Οἱ τοῦ ποιμένος ἄρα νόμοι ἄριστοι τοῖς προ– 33266 4.2.10.26 : βάτοις. {—}Ναί. {—}Οἱ δὲ τοῦ βουκόλου τοῖς βουσί. {—} 33267 4.2.10.27 : Ναί. {—}Οἱ δὲ τοῦ τίνος νόμοι ἄριστοι ταῖς ψυχαῖς τῶν 33268 4.2.10.28 : ἀνθρώπων; οὐχ οἱ τοῦ βασιλέως; φάθι. {—}Φημὶ δή. 33269 4.2.11.1 : Στωϊκῶν. 33270 4.2.11.2 : Τόν τε νόμον σπουδαῖον εἶναί φασι, λόγον ὀρθὸν 33271 4.2.11.3 : ὄντα, προστακτικὸν μὲν ὧν ποιητέον, ἀπαγορευτικὸν δὲ 33272 4.2.11.4 : ὧν οὐ ποιητέον. τοῦ δὲ νόμου ἀστείου ὄντος καὶ ὁ νό– 33273 4.2.11.5 : μιμος ἀστεῖος ἂν εἴη· νόμιμον μὲν γὰρ εἶναι ἄνδρα καὶ 33274 4.2.11.6 : ἀκολουθητικὸν τῷ νόμῳ καὶ πρακτικὸν τῶν ὑπ´ αὐτοῦ 33275 4.2.11.7 : προσταττομένων· νομικὸν δὲ τὸν ἐξηγητικὸν τοῦ νόμου. 33276 4.2.11.8 : μηδένα δὲ τῶν φαύλων μήτε νόμιμον εἶναι μήτε νομικόν. 33277 4.2.12.1 : Αἰσχίνου ἐκ τοῦ Κατὰ Τιμάρχου ( 30). 33278 4.2.12.2 : Οὐδ´ ὡς ᾤετο δεῖν ὁ νομοθέτης τὸν ῥήτορα ἥκειν 33279 4.2.12.3 : ἐπὶ τὸ βῆμα τῶν λόγων ἐπιμεληθέντα πρότερον, ἀλλὰ 33280 4.2.12.4 : τοῦ βίου. 33281 4.2.13.1 : Δημοκρίτου (fr. 75 Diels 2). 33282 4.2.13.2 : Κρέσσον ἄρχεσθαι τοῖσιν ἀνοήτοισιν ἢ ἄρχειν. 33283 4.2.14.1 : (fr. 256 Diels 2). 33284 4.2.14.2 : Δίκη μέν ἐστιν ἔρδειν τὰ χρὴ ἐόντα, ἀδικίη δὲ μὴ 33285 4.2.14.3 : ἔρδειν τὰ χρὴ ἐόντα, ἀλλὰ παρατρέπεσθαι. 33286 4.2.15.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 257 Diels 2). 33287 4.2.15.2 : Κατὰ δὲ ζῴων ἔστιν ὧν φόνου καὶ μὴ φόνου ὧδε 33288 4.2.15.3 : ἔχει· τὰ ἀδικέοντα καὶ θέλοντα ἀδικεῖν ἀθῷος ὁ κτεί– 33289 4.2.15.4 : νων, καὶ πρὸς εὐεστοῦν τοῦτο ἔρδειν μᾶλλον ἢ μή. 33290 4.2.16.1 : (fr. 258 Diels 2) 33291 4.2.16.2 : Κτείνειν χρὴ τὰ πημαίνοντα παρὰ δίκην πάντα περὶ 33292 4.2.16.3 : παντός· καὶ ταῦτα ὁ ποιῶν εὐθυμίης καὶ δίκης καὶ 33293 4.2.16.4 : θάρσεος καὶ κτήσεως ἐν παντὶ κόσμῳ μέζω μοῖραν μεθ– 33294 4.2.16.5 : έξει. 33295 4.2.17.1 : (fr. 259 Diels 2) 33296 4.2.17.2 : Ὅκωσπερ περὶ κιναδέων τε καὶ ἑρπετέων 〈νόμοι〉 γε– 33297 4.2.17.3 : γράφαται τῶν πολεμίων, οὕτω καὶ κατὰ ἀνθρώπων δοκεῖ 33298 4.2.17.4 : μοι χρεὼν εἶναι ποιεῖν· κατὰ νόμους τοὺς πατρίους κτείνειν 33299 4.2.17.5 : πολέμιον ἐν παντὶ κόσμῳ, ἐν ᾧ μὴ νόμος ἀπείργει· † νόμος 33300 4.2.17.6 : δὲ ἀπείργει ἱερὰ ἑκάστοισιν ἐπιχώρια καὶ σπονδαὶ καὶ ὅρκοι. 33301 4.2.18.1 : (fr. 260 Diels 2) 33302 4.2.18.2 : Κιξάλλην καὶ λῃστὴν πάντα κτείνων τις ἀθῷος ἂν 33303 4.2.18.3 : εἴη καὶ αὐτοχειρίῃ καὶ κελεύων καὶ ψήφῳ. 33304 4.2.19.1 : Ζαλεύκου Προοίμια νόμων. 33305 4.2.19.2 : Τοὺς κατοικοῦντας τὴν πόλιν καὶ τὴν χώραν πάντας 33306 4.2.19.3 : πρῶτον πεπεῖσθαι χρὴ καὶ νομίζειν θεοὺς εἶναι ἀναβλέ– 33307 4.2.19.4 : ποντας ἐς οὐρανὸν καὶ τὸν κόσμον καὶ τὴν ἐν αὐτοῖς δια– 33308 4.2.19.5 : κόσμησιν καὶ τάξιν· οὐ γὰρ τύχης οὐδ´ ἀνθρώπων εἶ– 33309 4.2.19.6 : ναι δημιουργήματα· σέβεσθαι δὲ τούτους καὶ τιμᾶν, ὡς 33310 4.2.19.7 : αἰτίους ὄντας ἁπάντων ἡμῖν ἀγαθῶν τῶν κατὰ λόγον γι– 33311 4.2.19.8 : γνομένων. ἕκαστον οὖν ἔχειν καὶ παρασκευάζειν δεῖ τὴν 33312 4.2.19.9 : αὑτοῦ ψυχὴν πάντων τῶν κακῶν καθαράν· ὡς οὐ τιμᾶ– 33313 4.2.19.10 : ται θεὸς ὑπ´ ἀνθρώπου φαύλου οὐδὲ θεραπεύεται δα– 33314 4.2.19.11 : πάναις οὐδὲ τραγῳδίαις τῶν ἀναλισκομένων καθάπερ 33315 4.2.19.12 : μοχθηρὸς ἄνθρωπος, ἀλλ´ ἀρετῇ καὶ προαιρέσει τῶν κα– 33316 4.2.19.13 : λῶν ἔργων καὶ δικαίων. διὸ ἕκαστον εἰς δύναμιν ἀγαθὸν 33317 4.2.19.14 : εἶναι καὶ πράξει καὶ προαιρέσει τὸν μέλλοντα ἔσεσθαι 33318 4.2.19.15 : θεοφιλῆ, καὶ μὴ φοβεῖσθαι τὰς εἰς χρήματα ζημίας μᾶλ– 33319 4.2.19.16 : λον τῶν εἰς αἰσχύνην τεινόντων, καὶ πολίτην ἀμείνονα 33320 4.2.19.17 : νομίζειν τὸν τὴν οὐσίαν προϊέμενον μᾶλλον τοῦ καλοῦ καὶ 33321 4.2.19.18 : δικαίου. ὅσοις δὲ μὴ ῥᾴδιον πρὸς ταῦτα τὴν ὁρμὴν ποι– 33322 4.2.19.19 : εῖσθαι, τὴν δὲ ψυχὴν ἔχουσιν εὐκίνητον πρὸς ἀδικίαν, 33323 4.2.19.20 : ὧδ´ ἡμῖν παρηγγέλθω πᾶσι τοῖς τοιούτοις πολίταις καὶ 33324 4.2.19.21 : συνοίκοις, μεμνῆσθαι θεῶν ὡς ὄντων καὶ δίκας ἐπιπεμ– 33325 4.2.19.22 : πόντων τοῖς ἀδίκοις, καὶ τίθεσθαι πρὸ ὀμμάτων τὸν 33326 4.2.19.23 : καιρὸν τοῦτον, ἐν ᾧ γίνεται τὸ τέλος ἑκάστῳ τῆς ἀπαλ– 33327 4.2.19.24 : λαγῆς τοῦ ζῆν. πᾶσι γὰρ ἐμπίπτει μεταμέλεια τοῖς μέλ– 33328 4.2.19.25 : λουσι τελευτᾶν, μεμνημένοις ὧν ἠδικήκασι, καὶ ὁρμὴ τοῦ 33329 4.2.19.26 : βούλεσθαι πάντα πεπρᾶχθαι δικαίως αὐτοῖς. διὸ δεῖ 33330 4.2.19.27 : ἕκαστον παρ´ ἑκάστην πρᾶξιν αἰεὶ συνοικειοῦν τὸν καιρὸν 33331 4.2.19.28 : τοῦτον ὡς δὴ παρόντα· οὕτω γὰρ ἂν μάλιστα τοῦ καλοῦ 33332 4.2.19.29 : καὶ τοῦ δικαίου φροντιεῖν. ἐὰν δέ τῳ παραστῇ δαίμων 33333 4.2.19.30 : κακὸς τρέπων πρὸς ἀδικίαν, διατρίβειν πρὸς ναοῖς καὶ 33334 4.2.19.31 : βωμοῖς καὶ τεμένεσι, φεύγοντα τὴν ἀδικίαν ὡς δέσποι– 33335 4.2.19.32 : ναν ἀσεβεστάτην καὶ χαλεπωτάτην, ἱκετεύοντα τοὺς θε– 33336 4.2.19.33 : οὺς συναποτρέπειν αὐτήν. ἰέναι δὲ καὶ πρὸς ἄνδρας δό– 33337 4.2.19.34 : ξαν ἔχοντας ἐπ´ ἀνδραγαθίᾳ, ἀκουσόμενον περὶ εὐδαίμονος 33338 4.2.19.35 : βίου καὶ κακῶν ἀνδρῶν τιμωρίας, ἵνα ἀποτρέπηται τῶν 33339 4.2.19.36 : ἀδίκων ἔργων, δεισιδαιμονῶν δαίμονας ἀλάστορας. πάν– 33340 4.2.19.37 : τας δὲ τιμῶν † τοὺς οἱ κατοικοῦντες τὴν πόλιν καὶ τοῖς 33341 4.2.19.38 : ἄλλοις νομίμοις τοῖς πατρίοις τοὺς θεούς· πάτρια 33342 4.2.19.39 : δὲ εἶναι τὰ κάλλιστα. πεπεῖσθαι δὲ τοῖς νόμοις ἅπαν– 33343 4.2.19.40 : τας καὶ τοὺς ἄρχοντας αἰδεῖσθαι καὶ ἐξίστασθαι καὶ 33344 4.2.19.41 : ποιεῖν τὸ παραγγελλόμενον· ὡς μετὰ θεοὺς καὶ δαί– 33345 4.2.19.42 : μονας καὶ ἥρωας γονεῖς τε καὶ νόμοι καὶ ἄρχοντες 33346 4.2.19.43 : σύνεγγύς εἰσι ταῖς τιμαῖς παρ´ ἀνθρώποις 〈τοῖς〉 33347 4.2.19.44 : νοῦν ἔχουσι καὶ σωθησομένοις. πόλιν δὲ φιλαιτέραν 33348 4.2.19.45 : μηδεὶς ἄλλην ποιείσθω τῆς αὑτοῦ πατρίδος, ὡς θεῶν 33349 4.2.19.46 : πατρῴων νεμεσώντων· ἀρχὴ γὰρ προδοσίας φύεται 33350 4.2.19.47 : τοῖς τοιαῦτα βουλομένοις. ἔτι δὲ χαλεπώτερον τῆς 33351 4.2.19.48 : οἰκείας γῆς στερόμενον ζῆν ἐπ´ ἀλλοτρίας· οὐδὲν γάρ 33352 4.2.19.49 : ἐστιν οἰκειότερον πατρίδος. μηδὲ ἐχθρὸν ἀκατάλλακτον 33353 4.2.19.50 : μηδεὶς μηδένα νομιζέτω τῶν πολιτῶν, οἷς ἐφείκασιν οἱ 33354 4.2.19.51 : νόμοι μετέχειν τῆς πολιτείας· ὡς ὁ τοιοῦτος οὔτε ἄρξαι 33355 4.2.19.52 : δύναιτ´ ἂν οὔτε δικάσαι καλῶς, τὸν θυμὸν ἔχων κυριώ– 33356 4.2.19.53 : τερον τοῦ λογισμοῦ. μηδεὶς δὲ λεγέτω κακῶς μήτε κοινῇ 33357 4.2.19.54 : τὴν πόλιν μήτε ἰδίᾳ τὸν πολίτην· ἀλλ´ οἱ τῶν νόμων 33358 4.2.19.55 : φύλακες ἐπιμελείσθωσαν τῶν πλημμελούντων, πρῶτον μὲν 33359 4.2.19.56 : νουθετοῦντες, ἐὰν δὲ μὴ πείθωνται, ζημιοῦντες. τῶν δὲ 33360 4.2.19.57 : κειμένων νόμων ἐάν τις δοκῇ μὴ καλῶς κεῖσθαι, μετατι– 33361 4.2.19.58 : θέναι ἐπὶ τὸ βέλτιον· μενόντων δέ, πάντας πειθαρχεῖν· 33362 4.2.19.59 : 〈ὡς〉 ὑπ´ ἀνθρώπων μὲν ἡττᾶσθαι τοὺς κειμένους νόμους 33363 4.2.19.60 : οὐ καλὸν οὐδὲ συμφέρον· ὑπὸ δὲ νόμου βελτίονος ἡττώμε– 33364 4.2.19.61 : νον κατακρατεῖσθαι καὶ καλὸν καὶ συμφέρον. τοὺς δὲ 33365 4.2.19.62 : ταῦτα παραβαίνοντας χρὴ καὶ κολάζειν ὡς κατασκευά– 33366 4.2.19.63 : ζοντας τῇ πόλει μεγίστων κακῶν ἀρχήν, ἀναρχίαν. ἄρ– 33367 4.2.19.64 : χοντας δὲ μὴ εἶναι αὐθάδεις, μηδὲ πρὸς ἐπήρειαν κρί– 33368 4.2.19.65 : νειν, μηδὲ μεμνῆσθαι κρίνοντας φιλίας ἢ ἔχθρας, ἀλλὰ 33369 4.2.19.66 : τοῦ δικαίου· οὕτω γὰρ ἀποδώσουσι τὰς κρίσεις δικαιο– 33370 4.2.19.67 : τάτας καὶ τῆς ἀρχῆς ἔσονται ἄξιοι. τοὺς μὲν οὖν δού– 33371 4.2.19.68 : λους προσήκει διὰ φόβον πράττειν τι τῶν δικαίων, τοὺς 33372 4.2.19.69 : δ´ ἐλευθέρους δι´ αἰδῶ καὶ τὸ καλόν· διὸ χρὴ καὶ τοὺς 33373 4.2.19.70 : ἄρχοντας εἶναι τοιούτους, ἵν´ ἔχωσιν οἱ ἀρχόμενοι τοὺς 33374 4.2.19.71 : ἀξίους αἰσχύνης. ἐὰν δέ τις βούληται τῶν κειμένων νό– 33375 4.2.19.72 : μων κινεῖν ἢ ἄλλον εἰσφέρειν νόμον, εἰς βρόχον εἴρας 33376 4.2.19.73 : τὸν τράχηλον λεγέτω τοῖς πολίταις περὶ αὐτοῦ· καὶ ἐὰν 33377 4.2.19.74 : μὲν διαψηφιζομένων δόξῃ λελύσθαι τὸν νόμον ἢ ὑπάρ– 33378 4.2.19.75 : χειν τὸν εἰσφερόμενον, καὶ αὐτὸν ἀθῷον εἶναι· ἐὰν δὲ ὁ 33379 4.2.19.76 : προϋπάρχων μᾶλλον δοκῇ καλῶς ἔχειν ἢ ὁ εἰσφερόμενος 33380 4.2.19.77 : ᾖ ἄδικος, τεθνάναι τὸν κινοῦντα ἢ εἰσφέροντα νόμον 33381 4.2.19.78 : ἐπισπασθέντος τοῦ βρόχου. 33382 4.2.20.1 : Ἐκ τῶν Θεοφράστου Περὶ συμβολαίων 33383 4.2.20.2 : (fr. 97 Wimm.). 33384 4.2.20.3 : Οἱ μὲν οὖν ὑπὸ κήρυκος κελεύουσι πωλεῖν καὶ προ– 33385 4.2.20.4 : κηρύττειν ἐκ πλειόνων ἡμερῶν, οἱ δὲ παρ´ ἀρχῇ τινι, 33386 4.2.20.5 : καθάπερ καὶ Πιττακὸς παρὰ βασιλεῦσι καὶ πρυτάνει. 33387 4.2.20.6 : ἔνιοι δὲ προγράφειν παρὰ τῇ ἀρχῇ πρὸ ἡμερῶν μὴ 33388 4.2.20.7 : ἔλαττον ἢ ἑξήκοντα, καθάπερ Ἀθήνησι, καὶ τὸν πριά– 33389 4.2.20.8 : μενον ἑκατοστὴν τιθέναι τῆς τιμῆς, ὅπως διαμφισβητῆσαί 33390 4.2.20.9 : τε ἐξῇ καὶ διαμαρτύρασθαι τῷ βουλομένῳ, καὶ ὁ δικαίως 33391 4.2.20.10 : ἐωνημένος φανερὸς ᾖ τῷ τέλει. παρὰ δέ τισι προκη– 33392 4.2.20.11 : ρύττειν κελεύουσι πρὸ τοῦ κατακυρωθῆναι πένθ´ ἡμέρας 33393 4.2.20.12 : συνεχῶς, εἴ τις ἐνίσταται ἢ ἀντιποιεῖται τοῦ κτήματος ἢ 33394 4.2.20.13 : τῆς οἰκίας· ὡσαύτως δὲ καὶ ἐπὶ τῶν ὑποθέσεων, ὥσπερ 33395 4.2.20.14 : καὶ ἐν τοῖς Κυζικηνῶν. οἱ δὲ Θουριακοὶ τὰ μὲν τοιαῦτα 33396 4.2.20.15 : πάντα ἀφαιροῦσιν, οὐδ´ ἐν ἀγορᾷ προστάττουσιν, ὥσπερ 33397 4.2.20.16 : τἄλλα, διδόναι δὲ κελεύουσι κοινῇ τῶν γειτόνων τοῖς 33398 4.2.20.17 : ἐγγυτάτω τρισὶ νόμισμά τι βραχὺ μνήμης ἕνεκα καὶ μαρ– 33399 4.2.20.18 : τυρίας. ἀναγκαῖον δηλονότι τοῖς μὲν τὰς ἀρχὰς ὑπευ– 33400 4.2.20.19 : θύνους ποιεῖν, τοῖς δὲ τοὺς γείτονας, ἐὰν μὴ λάβωσιν ἢ 33401 4.2.20.20 : δὶς παρὰ τοῦ αὐτοῦ λάβωσιν ἢ ἔχοντες μὴ λέγωσι τῷ 33402 4.2.20.21 : ὠνουμένῳ. οὐ χρὴ δ´ ἀγνοεῖν, ὅτι αἱ προγραφαὶ καὶ αἱ 33403 4.2.20.22 : προκηρύξεις καὶ ὅλως ὅσα πρὸς τὰς ἀμφισβητήσεις ἐστὶ 33404 4.2.20.23 : πάντ´ ἢ τὰ πλεῖστα δι´ ἔλλειψιν ἑτέρου νόμου τίθεται· 33405 4.2.20.24 : παρ´ οἷς γὰρ ἀναγραφὴ τῶν κτημάτων ἐστὶ καὶ τῶν 33406 4.2.20.25 : συμβολαίων, ἐξ ἐκείνων ἔστι μαθεῖν, εἰ ἐλεύθερα καὶ 33407 4.2.20.26 : ἀνέπαφα καὶ τὰ αὑτοῦ πωλεῖ δικαίως· εὐθὺς γὰρ καὶ 33408 4.2.20.27 : μετεγγράφει ἡ ἀρχὴ τὸν ἐωνημένον. Ἐπεὶ δὲ καὶ προ– 33409 4.2.20.28 : στασίᾳ τινὲς ὠνοῦνται καὶ πωλοῦσιν ἀπαλλοτριοῦν 33410 4.2.20.29 : ἐθέλοντες, ὀρθῶς ἔχει καὶ πρὸς ταῦτα νομοθετεῖν, ὅπερ 33411 4.2.20.30 : καὶ ποιοῦσιν, ἅμα ταῦτά τε βουλόμενοι κωλύειν καὶ τὴν 33412 4.2.20.31 : 〈ὠνὴν〉 ἐμφανῆ ποιεῖν, ὥσπερ ἐν τοῖς Αἰνίων. κελεύουσι 33413 4.2.20.32 : γάρ, ἐὰν μέν τις οἰκίαν πρίηται, θύειν ἐπὶ τοῦ Ἀπόλ– 33414 4.2.20.33 : λωνος τοῦ ἐπικωμαίου, ἐὰν δὲ χωρίον ἐπὶ τῆς κώμης ᾗ 33415 4.2.20.34 : αὐτὸς οἰκεῖ, ... καὶ ὀμνύειν ἐναντίον τῆς ἀρχῆς 〈τῆς〉 ἐγγρα– 33416 4.2.20.35 : φούσης καὶ κωμητῶν τριῶν, ἦ μὴν ὠνεῖσθαι δικαίως, 33417 4.2.20.36 : μηδὲν συγκακουργοῦντα μήτε τέχνῃ μήτε μηχανῇ μηδεμιᾷ· 33418 4.2.20.37 : τὸν αὐτὸν δὲ τρόπον καὶ τὸν πωλοῦντα πωλεῖν ἀδόλως· 33419 4.2.20.38 : τὸν δὲ μὴ οἰκοῦντα ἐν ἄστει θύειν τὸν ὅρκον ἐπὶ τοῦ 33420 4.2.20.39 : Διὸς τοῦ ἀγοραίου, τὴν δὲ θυσίαν τῶν ἐλαττόνων εἶναι 33421 4.2.20.40 : θυλήμασιν, ἄνευ δὲ τούτων μὴ ἐγγράφειν τὴν ἀρχήν· 33422 4.2.20.41 : ἅμα καὶ ἐν τῷ ὅρκῳ προσορκίζειν αὐτήν, ἐὰν μὴ ὀμνύωσι, 33423 4.2.20.42 : μηδὲ ἐγγράψειν τὴν ὠνήν· οὗτοι μὲν δὴ πρὸς ἀμφότερα. 33424 4.2.20.43 : μᾶλλον δὲ πρὸς πάντα βούλονται πεφυλάχθαι, καθάπερ 33425 4.2.20.44 : ἴσως καὶ δεῖ. κυρία ἡ ὠνὴ καὶ ἡ πρᾶσις εἰς μὲν 33426 4.2.20.45 : κτῆσιν, ὅταν ἡ τιμὴ δοθῇ καὶ τὰ ἐκ τῶν νόμων ποιή– 33427 4.2.20.46 : σωσιν, οἷον ἀναγραφὴν ἢ ὅρκον ἢ τοῖς γείτοσι τὸ γιγνό– 33428 4.2.20.47 : μενον· εἰς δὲ τὴν παράδοσιν καὶ εἰς αὐτὸ τὸ πωλεῖν, 33429 4.2.20.48 : ὅταν ἀρραβῶνα λάβῃ· σχεδὸν γὰρ οὕτως οἱ πολλοὶ νομο– 33430 4.2.20.49 : θετοῦσιν· ἀλλὰ τοῦτο προσδιοριστέον, ἐὰν μὴ παρὰ με– 33431 4.2.20.50 : θύοντος μηδ´ ἐξ ὀργῆς μηδὲ φιλονεικίας, μηδὲ παρανο– 33432 4.2.20.51 : οῦντος, ἀλλὰ φρονοῦντος, καὶ τὸ ὅλον δικαίως, ὅπερ 33433 4.2.20.52 : κἀκεῖ προσθετέον, ὅταν ἀφορίζῃ παρ´ ὧν δεῖ ὠνεῖσθαι. 33434 4.2.20.53 : ἔοικε γὰρ ἐκ καιροῦ τὰ τοιαῦτα καὶ πάθους γίγνεσθαι· 33435 4.2.20.54 : δεῖ δ´ ἐκ προαιρέσεως· οὕτω γὰρ ἔσται τὸ δίκαιον. 33436 4.2.20.55 : τάττουσι δέ τινες καὶ τὸν ἀρραβῶνα πόσον δεῖ διδόναι, 33437 4.2.20.56 : πρὸς τὸ πλῆθος τῆς τιμῆς μερίζοντες· ἄτοπον γὰρ ἐὰν 33438 4.2.20.57 : δακτύλιον δῷ τῶν δέκα ταλάντων. ἐὰν δὲ λαβὼν ἀρρα– 33439 4.2.20.58 : βῶνα μὴ δέχηται τὴν τιμὴν ἢ δοὺς μὴ καταβάλῃ ἐν τῷ 33440 4.2.20.59 : ὡρισμένῳ χρόνῳ· δεῖ γὰρ ὡρίσθαι, καθάπερ ἐν τοῖς 33441 4.2.20.60 : Θουρίων τὸν μὲν ἀρραβῶνα παραχρῆμα τὴν δὲ τιμὴν 33442 4.2.20.61 : αὐθημερόν, οἱ δὲ καὶ πλείους ἡμέρας τίθενται τῆς τιμῆς, 33443 4.2.20.62 : οἱ δ´ ἁπλῶς ὅσας ἂν ὁμολογήσωσι· τὸ δ´ ἐπιτίμιον ἑκα– 33444 4.2.20.63 : τέρῳ, πότερον τῷ μὲν στέρησις τοῦ ἀρραβῶνος; οὕτω 33445 4.2.20.64 : γὰρ σχεδὸν οἵ τ´ ἄλλοι κελεύουσι καὶ οἱ Θουριακοί· τῷ 33446 4.2.20.65 : δὲ μὴ δεχομένῳ ἔκτισις ὅσου ἂν ἀποδῶται; καὶ γὰρ τοῦτο 33447 4.2.20.66 : ἐν τοῖς Θουρίων, ἢ ἄνισος 〈ἡ〉 ζημία; πολλαπλασία γὰρ 33448 4.2.20.67 : ἡ τιμὴ τοῦ ἀρραβῶνος· ἔτι δὲ καὶ βλάπτοιτ´ ἂν ὁ ἀπο– 33449 4.2.20.68 : δόμενος ἀφεὶς ἑκάτερον, ἐπειδή τις ἐφ´ ἡμέραν μίαν 33450 4.2.20.69 : ὁρίσειεν, οὕτω γὰρ μάλιστ´ ἐνδέχεται· παρ´ ἐνίοις δὲ 33451 4.2.20.70 : δικάσασθαι κελεύουσι τῷ μὴ δεχομένῳ τὴν τιμήν. πό– 33452 4.2.20.71 : τερον δὲ ἕως ἂν κομίσηται κύριον εἶναι τοῦ κτήματος; 33453 4.2.20.72 : οὕτω γὰρ οἱ πολλοὶ νομοθετοῦσιν· ἢ ὥσπερ Χαρώνδας 33454 4.2.20.73 : καὶ Πλάτων; οὗτοι γὰρ παραχρῆμα κελεύουσι διδόναι 33455 4.2.20.74 : καὶ λαμβάνειν, ἐὰν δέ τις πιστεύσῃ, μὴ εἶναι δίκην· αὐ– 33456 4.2.20.75 : τὸν γὰρ αἴτιον εἶναι τῆς ἀδικίας. 33457 4.2.21.1 : Πλάτωνος ἐκ τῆς πρὸς τοὺς οἰκείους 33458 4.2.21.2 : Δίωνος Ἐπιστολῆς (p. 355 A–C). 33459 4.2.21.3 : Δέξασθε, ὦ Συρακούσιοι, πάντων πρῶτον νόμους, οἵ 33460 4.2.21.4 : τινες ἂν ὑμῖν φαίνωνται μὴ πρὸς χρηματισμὸν καὶ πλοῦ– 33461 4.2.21.5 : τον τρέψοντες τὰς γνώμας ὑμῶν μετ´ ἐπιθυμίας, ἀλλ´ 33462 4.2.21.6 : ὄντων τριῶν, ψυχῆς καὶ σώματος ἔτι δὲ χρημάτων, τὴν 33463 4.2.21.7 : τῆς ψυχῆς ἀρετὴν ἐντιμοτάτην ποιοῦντες, δευτέραν δὲ 33464 4.2.21.8 : τὴν τοῦ σώματος, ὑπὸ τῇ τῆς ψυχῆς κειμένην, τρίτην δὲ 33465 4.2.21.9 : καὶ ὑστάτην τὴν τῶν χρημάτων τιμήν, δουλεύουσαν τῷ 33466 4.2.21.10 : σώματί τε καὶ τῇ ψυχῇ. καὶ ὁ μὲν ταῦτα ἀπεργαζόμενος 33467 4.2.21.11 : θεσμὸς νόμος ἂν ὀρθῶς ὑμῖν εἴη κείμενος, ὄντως εὐδαί– 33468 4.2.21.12 : μονας ἀποτελῶν τοὺς χρωμένους· ὁ δὲ τοὺς πλουσίους 33469 4.2.21.13 : εὐδαίμονας ὀνομάζων λόγος αὐτός τε ἄθλιος, γυναικῶν 33470 4.2.21.14 : καὶ παίδων ὢν λόγος ἄνους, τοὺς πειθομένους τε ἀπερ– 33471 4.2.21.15 : γάζεται τοιούτους. ὅτι δ´ ἀληθῆ ταῦτ´ ἐγὼ παρακελεύ– 33472 4.2.21.16 : ομαι, ἐὰν γεύσησθε τῶν νῦν λεγομένων περὶ νόμων, 33473 4.2.21.17 : ἔργῳ γνώσεσθε· ἣ δὴ βάσανος ἀληθεστάτη δοκεῖ γί– 33474 4.2.21.18 : νεσθαι τῶν πάντων πέρι. 33475 4.2.22.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τῆς Κύρου παιδείας 33476 4.2.22.2 : (I 2, 1–15). 33477 4.2.22.3 : Φῦναι δὲ ὁ Κῦρος λέγεται καὶ ᾄδεται ἔτι καὶ νῦν 33478 4.2.22.4 : ὑπὸ τῶν βαρβάρων εἶδος μὲν κάλλιστος, ψυχὴν δὲ φιλαν– 33479 4.2.22.5 : θρωπότατος καὶ φιλομαθέστατος, ὥστε πάντα μὲν πόνον 33480 4.2.22.6 : ἀνατλῆναι πάντα δὲ κίνδυνον ὑπομεῖναι τοῦ ἐπαινεῖσθαι 33481 4.2.22.7 : ἕνεκα. φύσιν μὲν δὴ τῆς ψυχῆς καὶ τῆς μορφῆς τοιαύτην 33482 4.2.22.8 : ἔχων διαμνημονεύεται· ἐπαιδεύθη γε μὴν ἐν Περσῶν 33483 4.2.22.9 : νόμοις· οὗτοι δὲ δοκοῦσιν οἱ νόμοι ἄρχεσθαι τοῦ κοινοῦ 33484 4.2.22.10 : ἀγαθοῦ ἐπιμελούμενοι οὐκ ἔνθεν ὅθεν περ ἐν ταῖς πλεί– 33485 4.2.22.11 : σταις πόλεσιν ἄρχονται. αἱ μὲν γὰρ πλεῖσται πόλεις 33486 4.2.22.12 : ἀφεῖσαι παιδεύειν ὅπως τις ἐθέλει τοὺς ἑαυτοῦ παῖδας, 33487 4.2.22.13 : καὶ αὐτοὺς τοὺς πρεσβυτέρους ὅπως ἐθέλουσι διάγειν, 33488 4.2.22.14 : ἔπειτα προστάττουσιν αὐτοῖς μὴ κλέπτειν μηδ´ ἁρπάζειν, 33489 4.2.22.15 : μὴ βίᾳ εἰς οἰκίαν παριέναι, μὴ παίειν ὃν μὴ δίκαιον, 33490 4.2.22.16 : μὴ μοιχεύειν, μὴ ἀπειθεῖν ἄρχοντι, καὶ τἄλλα τὰ τοι– 33491 4.2.22.17 : αῦτα ὡσαύτως· ἐὰν δέ τις τούτων παραβαίνῃ τι, ζημίας 33492 4.2.22.18 : αὐτοῖς ἐπανέθεσαν. οἱ δὲ Περσικοὶ νόμοι προλαβόντες 33493 4.2.22.19 : ἐπιμέλονται ὅπως τὴν ἀρχὴν μὴ τοιοῦτοι ἔσονται οἱ πο– 33494 4.2.22.20 : λῖται οἷοι πονηροῦ τινος ἢ αἰσχροῦ ἔργου ἐφίεσθαι. ἐπι– 33495 4.2.22.21 : μέλονται δὲ δὴ ὧδε. ἔστιν αὐτοῖς ἐλευθέρα ἀγορὰ καλουμέ– 33496 4.2.22.22 : νη, ἔνθα τά τε βασίλεια καὶ τὰ ἄλλα ἀρχεῖα πεποίηται. ἐν– 33497 4.2.22.23 : τεῦθεν τὰ μὲν ὤνια καὶ οἱ ἀγοραῖοι καὶ αἱ τούτων φωναὶ 33498 4.2.22.24 : καὶ αἱ ἀπειροκαλίαι ἀπελήλανται εἰς ἄλλον τόπον, ὡς 33499 4.2.22.25 : μὴ μιγνύηται ἡ τούτων τύρβη τῇ τῶν πεπαιδευμένων 33500 4.2.22.26 : εὐκοσμίᾳ. διῄρηται δὲ αὕτη ἡ ἀγορὰ ἡ περὶ τὰ ἀρχεῖα 33501 4.2.22.27 : εἰς τέσσαρα μέρη· τούτων δ´ ἔστιν ἓν μὲν παισίν, ἓν δὲ 33502 4.2.22.28 : ἐφήβοις, ἄλλο δὲ τελείοις ἀνδράσιν, ἄλλο δὲ τοῖς ὑπὲρ 33503 4.2.22.29 : τὰ στρατεύσιμα ἔτη γεγονόσι. νόμῳ δὲ εἰς τὰς ἑαυτῶν 33504 4.2.22.30 : χώρας ἕκαστοι τούτων πάρεισιν, οἱ μὲν παῖδες ἅμα τῇ 33505 4.2.22.31 : ἡμέρᾳ καὶ οἱ τέλειοι ἄνδρες, οἱ δὲ γεραίτεροι ἡνίκα ἂν 33506 4.2.22.32 : ἑκάστῳ προχωρῇ, πλὴν ἐν ταῖς τεταγμέναις ἡμέραις, αἷς 33507 4.2.22.33 : αὐτοὺς δεῖ παρεῖναι. οἱ δὲ ἔφηβοι καὶ κοιμῶνται περὶ 33508 4.2.22.34 : τὰ ἀρχεῖα σὺν τοῖς γυμνητικοῖς ὅπλοις πλὴν τῶν γεγαμη– 33509 4.2.22.35 : κότων· οὗτοι δὲ οὔτε ἐπιζητοῦνται, ἂν μὴ προρρηθῇ παρ– 33510 4.2.22.36 : εῖναι, οὔτε πολλάκις ἀπεῖναι καλόν. ἄρχοντες δὲ ἐφ´ 33511 4.2.22.37 : ἑκάστοις τούτων τῶν μερῶν εἰσι δώδεκα· δώδεκα γὰρ καὶ 33512 4.2.22.38 : φυλαὶ Περσῶν διῄρηνται. καὶ ἐπὶ μὲν τοῖς παισὶν ἐκ τῶν 33513 4.2.22.39 : γεραιτέρων ᾑρημένοι εἰσὶν οἳ ἂν δοκῶσι τοὺς παῖδας βελ– 33514 4.2.22.40 : τίστους ἀποδεικνύναι· ἐπὶ δὲ τοῖς ἐφήβοις ἐκ τῶν τε– 33515 4.2.22.41 : λείων ἀνδρῶν οἳ ἂν αὖ τοὺς ἐφήβους βελτίστους δοκῶσι 33516 4.2.22.42 : παρέξειν· ... αὐτοὺς μάλιστα τὰ τεταγμένα ποιοῦντας καὶ 33517 4.2.22.43 : τὰ παραγγελλόμενα ὑπὸ τῆς μεγίστης ἀρχῆς· εἰσὶ καὶ 33518 4.2.22.44 : τῶν γεραιτέρων προστάται ᾑρημένοι, οἳ προστατεύουσιν, 33519 4.2.22.45 : ὅπως καὶ οὗτοι τὰ καθήκοντα ἀποτελῶσιν. ἃ δὲ ἑκάστῃ 33520 4.2.22.46 : ἡλικίᾳ προστέτακται ποιεῖν διηγησόμεθα, ὡς μᾶλλον 33521 4.2.22.47 : δῆλον γένηται, ᾗ ἐπιμέλονται ὡς ἂν βέλτιστοι εἶεν οἱ 33522 4.2.22.48 : πολῖται. οἱ μὲν δὴ παῖδες οἱ εἰς τὰ διδασκαλεῖα φοι– 33523 4.2.22.49 : τῶντες διάγουσι μανθάνοντες δικαιοσύνην· καὶ λέγουσιν 33524 4.2.22.50 : ὅτι ἐπὶ τούτῳ ἔρχονται ὥσπερ παρ´ ἡμῖν ὅτι γράμματα 33525 4.2.22.51 : μαθησόμενοι. οἱ δὲ ἄρχοντες αὐτῶν διατελοῦσι τὸ πλεῖ– 33526 4.2.22.52 : στον τῆς ἡμέρας δικάζοντες αὐτοῖς. γίγνεται γὰρ δὴ 33527 4.2.22.53 : πρὸς ἀλλήλους καὶ παισὶν ὥσπερ ἀνδράσιν ἐγκλήματα 33528 4.2.22.54 : καὶ κλοπῆς καὶ ἁρπαγῆς καὶ βίας καὶ ἀπάτης καὶ κακο– 33529 4.2.22.55 : λογίας καὶ ἄλλων οἵων εἰκός. οὓς δ´ ἂν γνῶσι τούτων 33530 4.2.22.56 : τι ἀδικοῦντας, τιμωροῦνται. κολάζουσι δὲ καὶ οὓς ἂν 33531 4.2.22.57 : ἀδίκως ἐγκαλοῦντας εὑρίσκωσι· δικάζουσι δὲ καὶ ἐγκλή– 33532 4.2.22.58 : ματος, οὗ ἕνεκα ἄνθρωποι μισοῦσι μὲν ἀλλήλους μάλιστα, 33533 4.2.22.59 : δικάζονται δὲ οὐχ ἥκιστα, ἀχαριστίας, καὶ ὃν ἂν γνῶσι 33534 4.2.22.60 : δυνάμενον μὲν χάριν ἀποδοῦναι, μὴ ἀποδιδόντα δέ, 33535 4.2.22.61 : κολάζουσι τοῦτον ἰσχυρῶς. οἴονται γὰρ τοὺς ἀχαρίστους 33536 4.2.22.62 : καὶ περὶ θεοὺς ἂν μάλιστα ἀμελῶς ἔχειν καὶ περὶ γο– 33537 4.2.22.63 : νέας καὶ περὶ πατρίδα καὶ περὶ φίλους. ἕπεσθαι δὲ 33538 4.2.22.64 : δοκεῖ μάλιστα τῇ ἀχαριστίᾳ ἀναισχυντία· καὶ γὰρ αὕτη 33539 4.2.22.65 : δοκεῖ εἶναι μεγίστη ἐπὶ πάντα τὰ αἰσχρὰ ἡγεμών. διδά– 33540 4.2.22.66 : σκουσι δὲ τοὺς παῖδας καὶ σωφροσύνην· μέγα δὲ συμ– 33541 4.2.22.67 : βάλλεται καὶ εἰς τὸ μανθάνειν σωφρονεῖν αὐτοὺς ὅτι 33542 4.2.22.68 : καὶ τοὺς πρεσβυτέρους ὁρῶσιν ἀνὰ πᾶσαν ἡμέραν σωφρό– 33543 4.2.22.69 : νως διάγοντας. διδάσκουσι δὲ καὶ πείθεσθαι αὐτοὺς τοῖς 33544 4.2.22.70 : ἄρχουσι· μέγα δὲ καὶ εἰς τοῦτο συμβάλλεται ὅτι ὁρῶσι 33545 4.2.22.71 : καὶ τοὺς πρεσβυτέρους πειθομένους ἰσχυρῶς τοῖς ἄρχουσι. 33546 4.2.22.72 : διδάσκουσι δὲ καὶ ἐγκρατεῖς εἶναι καὶ γαστρὸς καὶ πο– 33547 4.2.22.73 : τοῦ· μέγα δὲ καὶ εἰς τοῦτο συμβάλλεται ὅτι ὁρῶσι τοὺς 33548 4.2.22.74 : πρεσβυτέρους οὐ πρόσθεν ἀπιόντας γαστρὸς ἕνεκα πρὶν 33549 4.2.22.75 : ἂν ἀφῶσιν οἱ ἄρχοντες, καὶ ὅτι οὐ παρὰ μητρὶ σιτοῦνται 33550 4.2.22.76 : οἱ παῖδες, ἀλλὰ παρὰ τῷ διδασκάλῳ, ὅταν οἱ ἄρχοντες 33551 4.2.22.77 : σημήνωσιν. φέρονται δὲ οἴκοθεν σῖτον μὲν ἄρτους, ὄψον 33552 4.2.22.78 : δὲ κάρδαμον, πιεῖν δ´, ἐάν τις διψῇ, κώθωνα, ὡς ἀπὸ 33553 4.2.22.79 : τοῦ ποταμοῦ ἀρύσασθαι. πρὸς δὲ τούτοις μανθάνουσι 33554 4.2.22.80 : καὶ τοξεύειν καὶ ἀκοντίζειν. μέχρι μὲν δὴ ἑπτακαίδεκα 33555 4.2.22.81 : ἐτῶν ἀπὸ γενεᾶς οἱ παῖδες ταῦτα πράττουσιν, ἐκ τούτου 33556 4.2.22.82 : δ´ εἰς τοὺς ἐφήβους ἐξέρχονται. οὗτοι δὲ αὖ οἱ ἔφηβοι 33557 4.2.22.83 : διάγουσιν ὧδε. δέκα ἔτη ἀφ´ οὗ ἂν ἐκ παίδων ἐξέλθωσι 33558 4.2.22.84 : κοιμῶνται μὲν περὶ τὰ ἀρχεῖα, ὥσπερ προείρηται, καὶ 33559 4.2.22.85 : φυλακῆς ἕνεκα τῆς πόλεως καὶ σωφροσύνης· δοκεῖ γὰρ 33560 4.2.22.86 : αὕτη ἡ ἡλικία ἐπιμελείας μάλιστα δεῖσθαι· παρέχουσι 33561 4.2.22.87 : δὲ καὶ τὴν ἡμέραν ἑαυτοὺς [μάλιστα] τοῖς ἄρχουσι χρῆσθαι, 33562 4.2.22.88 : ἄν τι δέωνται ὑπὲρ τοῦ κοινοῦ. καὶ ὅταν μὲν δέῃ τι, 33563 4.2.22.89 : πάντες μένουσι περὶ τὰ ἀρχεῖα, ὅταν δὲ ἐξάρῃ βασιλεὺς 33564 4.2.22.90 : ἐπὶ θήραν, τὰς ἡμισείας φυλὰς καταλείπει· ποιεῖ δὲ 33565 4.2.22.91 : τοῦτο πολλάκις τοῦ μηνός. ἔχειν δὲ δεῖ τοὺς ἐξιόντας 33566 4.2.22.92 : τόξα καὶ παρὰ τὴν φαρέτραν ἐν κολεῷ κοπίδα ἢ σάγαριν, 33567 4.2.22.93 : ἔτι 〈δὲ〉 γέρρον καὶ παλτὰ δύο, ὥστε τὸ μὲν ἀφιέναι, 33568 4.2.22.94 : τῷ δέ, ἐὰν δέῃ, ἐκ χειρὸς χρῆσθαι. διὰ τοῦτο δὲ δημοσίᾳ 33569 4.2.22.95 : τοῦ θηρᾶν ἐπιμέλονται, καὶ βασιλεὺς ὥσπερ καὶ ἐν πο– 33570 4.2.22.96 : λέμῳ ἡγεμὼν αὐτοῖς ἐστι καὶ αὐτός τε θηρᾷ καὶ τῶν 33571 4.2.22.97 : ἄλλων ἐπιμελεῖται ὅπως ἂν θηρῶσιν, ὅτι ἀληθεστάτη 33572 4.2.22.98 : αὐτοῖς δοκεῖ αὕτη ἡ μελέτη τῶν πρὸς τὸν πόλεμον εἶναι. 33573 4.2.22.99 : καὶ γὰρ πρωῒ ἀνίστασθαι ἐθίζει καὶ ψύχη καὶ θάλπη 33574 4.2.22.100 : ἀνέχεσθαι, γυμνάζει δὲ καὶ ὁδοιπορίαις καὶ δρόμοις, 33575 4.2.22.101 : ἀνάγκη δὲ καὶ τοξεῦσαι θηρίον καὶ ἀκοντίσαι ὅπου ἂν 33576 4.2.22.102 : παραπίπτῃ. καὶ τὴν ψυχὴν δὲ πολλάκις ἀνάγκη θή– 33577 4.2.22.103 : γεσθαι ἐν τῇ θήρᾳ, ὅταν τι τῶν ἀλκίμων θηρίων ἀνθ– 33578 4.2.22.104 : ιστῆται· παίειν μὲν γὰρ δήπου δεῖ τὸ ὁμόσε γινόμενον, 33579 4.2.22.105 : φυλάξασθαι δὲ τὸ ἐπιφερόμενον· ὥστε οὐ ῥᾴδιον εὑρεῖν 33580 4.2.22.106 : τι ἐν τῇ θήρᾳ, ὃ ἄπεστι τῶν ἐν τῷ πολέμῳ παρόντων. 33581 4.2.22.107 : ἐξέρχονται δὲ ἐπὶ τὴν θήραν ἄριστον ἔχοντες πλέον μέν, 33582 4.2.22.108 : ὡς καὶ εἰκότως, παίδων, τἄλλα δ´ ὅμοιον. καὶ θηρῶντες 33583 4.2.22.109 : μὲν οὐκ 〈ἂν〉 ἀριστήσαιεν, ἢν δέ τι δεήσῃ θηρίου ἕνεκα 33584 4.2.22.110 : ἐπικαταμεῖναι ἢ ἄλλως βουληθῶσι διατρῖψαι περὶ τὴν 33585 4.2.22.111 : θήραν, τὸ ἄριστον τοῦτο δειπνήσαντες τῇ ὑστεραίᾳ θη– 33586 4.2.22.112 : ρῶσι μέχρι δείπνου, καὶ μίαν ἄμφω τούτω τὼ ἡμέρα 33587 4.2.22.113 : λογίζονται, ὅτι μιᾶς ἡμέρας σῖτον δαπανῶσι. τοῦτο δὲ 33588 4.2.22.114 : ποιοῦσι τοῦ ἐθίζεσθαι ἕνεκα, ἵνα καὶ ἄν τι ἐν πολέμῳ 33589 4.2.22.115 : δεήσῃ, δύνωνται τοῦτο ποιεῖν. καὶ ὄψον δὲ τοῦτο ἔχουσιν 33590 4.2.22.116 : οἱ τηλικοῦτοι ὅ τι ἂν θηράσωσιν· εἰ δὲ μή, τὸ κάρδα– 33591 4.2.22.117 : μον. εἰ δέ τις αὐτοὺς οἴεται ἢ ἐσθίειν ἀηδῶς, ὅταν 33592 4.2.22.118 : κάρδαμον μόνον ἐσθίωσιν ἐπὶ τῷ σίτῳ, ἢ πίνειν ἀηδῶς, 33593 4.2.22.119 : ὅταν ὕδωρ πίνωσιν, ἀναμνησθήτω πῶς μὲν ἡδὺ μᾶζα 33594 4.2.22.120 : καὶ ἄρτος πεινῶντι φαγεῖν, πῶς δὲ ἡδὺ ὕδωρ πιεῖν δι– 33595 4.2.22.121 : ψῶντι. αἱ δ´ αὖ μένουσαι φυλαὶ διατρίβουσι μελετῶσαι 33596 4.2.22.122 : τά τε ἄλλα ἃ παῖδες ὄντες ἐμάνθανον καὶ τοξεύειν καὶ 33597 4.2.22.123 : ἀκοντίζειν, καὶ διαγωνιζόμενοι ταῦτα πρὸς ἀλλήλους δια– 33598 4.2.22.124 : τελοῦσιν. εἰσὶ δὲ καὶ δημόσιοι τούτων ἀγῶνες καὶ ἆθλα 33599 4.2.22.125 : προτίθεται· ἐν ᾗ δ´ ἂν φυλῇ πλεῖστοι ὦσιν δαημονέ– 33600 4.2.22.126 : στατοι καὶ ἀνδρικώτατοι καὶ εὐπιστότατοι, ἐπαινοῦσιν 33601 4.2.22.127 : οἱ πολῖται καὶ τιμῶσιν οὐ μόνον τὸν νῦν ἄρχοντα αὐτῶν, 33602 4.2.22.128 : ἀλλὰ καὶ ὅστις παῖδας ὄντας αὐτοὺς ἐπαίδευσε. χρῶνται 33603 4.2.22.129 : δὲ τοῖς μένουσι τῶν ἐφήβων αἱ ἀρχαὶ πᾶσαι, ἤν τι ἢ 33604 4.2.22.130 : φρουρῆσαι δέῃ ἢ κακούργους ἐρευνῆσαι ἢ λῃστὰς ὑποδρα– 33605 4.2.22.131 : μεῖν ἢ καὶ ἄλλα ὅσα τάχους καὶ ἰσχύος ἔργα ἐστίν. ταῦτα 33606 4.2.22.132 : μὲν δὴ οἱ ἔφηβοι πράττουσιν. ἐπειδὰν δὲ τὰ δέκα ἔτη 33607 4.2.22.133 : διατελέσωσιν, ἐξέρχονται εἰς τοὺς τελείους ἄνδρας. ἀφ´ 33608 4.2.22.134 : οὗ δ´ ἂν ἐξέλθωσι χρόνου ἐκ τῶν ἐφήβων, οὗτοι αὖ πέντε 33609 4.2.22.135 : καὶ εἴκοσιν ἔτη ὧδε διάγουσι· πρῶτον μὲν ὥσπερ οἱ 33610 4.2.22.136 : ἔφηβοι παρέχουσιν ἑαυτοὺς ταῖς ἀρχαῖς χρῆσθαι, ἐάν τι 33611 4.2.22.137 : δέῃ περὶ τοῦ κοινοῦ, ὅσα φρονούντων τε ἤδη ἔργα ἐστὶ 33612 4.2.22.138 : καὶ ἔτι δυναμένων. ἐὰν δέ που δέῃ στρατεύεσθαι, τόξα 33613 4.2.22.139 : μὲν οἱ οὕτω παιδευόμενοι οὐκέτι ἔχοντες οὐδὲ παλτὰ 33614 4.2.22.140 : στρατεύονται, τὰ δὲ ἀγχίμαχα ὅπλα καλούμενα, θώρακά 33615 4.2.22.141 : τε περὶ τοῖς στέρνοις καὶ γέρρον ἐν τῇ ἀριστερᾷ, ἐν δὲ 33616 4.2.22.142 : τῇ δεξιᾷ μάχαιραν ἢ κοπίδα. καὶ αἱ ἀρχαὶ δὲ πᾶσαι ἐκ 33617 4.2.22.143 : τούτων καθίστανται πλὴν οἱ τῶν παίδων διδάσκαλοι. 33618 4.2.22.144 : ἐπειδὰν δὲ τὰ πέντε καὶ εἴκοσιν ἔτη διατελέσωσιν, εἴησαν 33619 4.2.22.145 : μὲν ἂν οὗτοι πλέον ἢ πεντήκοντα ἔτη γεγονότες ἀπὸ γε– 33620 4.2.22.146 : νεᾶς· ἐξέρχονται δὲ τηνικαῦτα εἰς τοὺς γεραιτέρους ὄντας 33621 4.2.22.147 : τε καὶ καλουμένους. οἱ δ´ αὖ γεραίτεροι οὗτοι στρατεύ– 33622 4.2.22.148 : ονται μὲν οὐκέτι ἔξω τῆς αὐτῶν, οἴκοι δὲ μένοντες δικά– 33623 4.2.22.149 : ζουσι τά τε κοινὰ πάντα καὶ τὰ ἴδια. καὶ θανάτου δὲ 33624 4.2.22.150 : οὗτοι κρίνουσι, καὶ τὰς ἀρχὰς οὗτοι αἱροῦνται πάσας· 33625 4.2.22.151 : καὶ ἐάν τις ἢ ἐν ἐφήβοις ἢ ἐν τελείοις ἀνδράσιν ἐλλίπῃ 33626 4.2.22.152 : τι τῶν νομίμων, φαίνουσι μὲν οἱ φύλαρχοι ἕκαστον καὶ 33627 4.2.22.153 : τῶν ἄλλων ὁ βουλόμενος, οἱ δὲ γεραίτεροι ἀκούσαντες 33628 4.2.22.154 : ἐκκρίνουσιν· ὁ δὲ ἐκκριθεὶς ἄτιμον τὸν λοιπὸν βίον δια– 33629 4.2.22.155 : τελεῖ. ἵνα δὲ σαφέστερον δηλωθῇ πᾶσα ἡ Περσῶν πο– 33630 4.2.22.156 : λιτεία, μικρὸν ἐπάνειμι· νῦν γὰρ ἐν βραχυτάτῳ ἂν δη– 33631 4.2.22.157 : λωθείη διὰ τὰ προειρημένα. λέγονται μὲν γὰρ Πέρσαι 33632 4.2.22.158 : ἀμφὶ τὰς δώδεκα μυριάδας εἶναι· τούτων δὲ οὐδεὶς ἀπε– 33633 4.2.22.159 : λήλαται νόμῳ τιμῶν καὶ ἀρχῶν, ἀλλ´ ἔξεστι πᾶσι Πέρ– 33634 4.2.22.160 : σαις πέμπειν τοὺς ἑαυτῶν παῖδας εἰς τὰ κοινὰ τῆς δι– 33635 4.2.22.161 : καιοσύνης διδασκαλεῖα. ἀλλ´ οἱ μὲν δυνάμενοι τρέφειν 33636 4.2.22.162 : τοὺς ἑαυτῶν παῖδας ἀργοῦντας πέμπουσιν, οἱ δὲ μὴ δυ– 33637 4.2.22.163 : νάμενοι οὐ πέμπουσιν, ἵνα παιδευθῶσι παρὰ τοῖς δη– 33638 4.2.22.164 : μοσίοις διδασκάλοις· ἔξεστι δὲ αὐτοῖς ἐν τοῖς ἐφήβοις 33639 4.2.22.165 : νεανισκεύεσθαι· τοῖς δὲ μὴ διαπαιδευθεῖσιν οὕτως οὐκ 33640 4.2.22.166 : ἔξεστιν. οἳ δ´ ἂν αὖ ἐν τοῖς ἐφήβοις διατελέσωσι τὰ 33641 4.2.22.167 : νόμιμα ποιοῦντες, ἔξεστι τούτοις εἰς τοὺς τελείους ἄνδρας 33642 4.2.22.168 : συναλίζεσθαι καὶ ἀρχῶν καὶ τιμῶν μετέχειν, οἳ δ´ ἂν αὖ 33643 4.2.22.169 : ἐν τοῖς παισὶ μὴ διαγένωνται ἢ ἐν τοῖς ἐφήβοις, οὐκ 33644 4.2.22.170 : ἔρχονται εἰς τοὺς τελείους· οἳ δ´ ἂν αὖ ἐν τοῖς τελείοις 33645 4.2.22.171 : διαγένωνται ἀνεπίληπτοι, οὗτοι τῶν γεραιτέρων γίγνονται. 33646 4.2.22.172 : οὕτω μὲν δὴ οἱ γεραίτεροι διὰ πάντων τῶν καλῶν διελη– 33647 4.2.22.173 : λυθότες καθίστανται. 33648 4.2.23.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τῆς Λακώνων πο– 33649 4.2.23.2 : λιτείας (I 4 ss. II 1. 2–6. 7–8. 10 III 4–5 33650 4.2.23.3 : IV 1. 2–4. 6. 7 VI 1–2 VII 2 IX 1 X 1–3 33651 4.2.23.4 : XI 3–4 VIII 3. 4. 5). 33652 4.2.23.5 : Ὁ δὲ Λυκοῦργος ἐσθῆτας μὲν καὶ δούλας παρέχειν 33653 4.2.23.6 : ἱκανὰς ἡγήσατο εἶναι, ταῖς δὲ ἐλευθέραις μέγιστον νομί– 33654 4.2.23.7 : σας εἶναι τὴν τεκνοποιίαν πρῶτον μὲν σωμασκεῖν ἔταξεν 33655 4.2.23.8 : οὐδὲν ἧττον τὸ θῆλυ τοῦ ἄρρενος φύλου· ἔπειτα δὲ δρό– 33656 4.2.23.9 : μου καὶ ἰσχύος, ὥσπερ τοῖς ἀνδράσιν, οὕτω καὶ ταῖς 33657 4.2.23.10 : θηλείαις ἀγῶνας πρὸς ἀλλήλας ἐποίησε, νομίζων ὡς 33658 4.2.23.11 : ἀμφοτέρων ἰσχυρῶν καὶ ἔκγονα ἐρρωμενέστερα γίγνεσθαι. 33659 4.2.23.12 : ἐπεί γε μὴν 〈γυνὴ〉 πρὸς ἄνδρα ἔλθοι, ὁρῶν τοὺς ἄλλους 33660 4.2.23.13 : τὸν πρῶτον τοῦ χρόνου ἀμέτρως ταῖς γυναιξὶ συνόντας, 33661 4.2.23.14 : καὶ τούτου τἀναντία ἔγνω· ἔθηκε γὰρ αἰδεῖσθαι μὲν εἰσ– 33662 4.2.23.15 : ιόντα ὀφθῆναι, αἰδεῖσθαι δὲ ἐξιόντα· οὕτω δὲ συνόντων 33663 4.2.23.16 : ποθεινοτέρως μὲν ἀνάγκη σφῶν αὐτῶν ἔχειν, ἐρρωμενέ– 33664 4.2.23.17 : στερα δὲ γίγνεσθαι, εἴ τι βλαστάνοιεν οὕτω, μᾶλλον ἢ 33665 4.2.23.18 : 〈εἰ〉 διάκοροι ἀλλήλων εἶεν. πρὸς δὲ τούτοις καὶ ἀπο– 33666 4.2.23.19 : παύσας τοῦ ὁπότε βούλοιντο ἕκαστοι γυναῖκας ἄγεσθαι, 33667 4.2.23.20 : ἔταξεν ἐν ἀκμαῖς τῶν σωμάτων τοὺς γάμους ποιεῖσθαι, 33668 4.2.23.21 : καὶ τοῦτο συμφέρον τῇ † εὐγενείᾳ νομίζων. εἴ γε μέντοι 33669 4.2.23.22 : συμβαίη γεραιῷ νέαν ἔχειν, ὁρῶν τοὺς τηλικούτους φυ– 33670 4.2.23.23 : λάττοντας μάλιστα τὰς γυναῖκας, τἀναντία καὶ τούτου 33671 4.2.23.24 : ἐνόμισε· τῷ γὰρ πρεσβύτῃ ἐποίησεν, ὁποίου ἀνδρὸς καὶ 33672 4.2.23.25 : σῶμα καὶ ψυχὴν ἀγασθείη, τοῦτον ἐπαγαγομένῳ τεκνο– 33673 4.2.23.26 : ποιήσασθαι. εἰ δέ τις αὖ γυναικὶ μὲν συνοικεῖν μὴ βού– 33674 4.2.23.27 : λοιτο, τέκνων δὲ ἀξιολόγων ἐπιθυμοίη, καὶ τοῦτο νόμιμον 33675 4.2.23.28 : ἐποίησεν, ἥν τινα εὔτεκνον καὶ γενναίαν ὁρῴη, πείσαντα 33676 4.2.23.29 : τὸν ἔχοντα ἐκ ταύτης † ποιεῖσθαι. καὶ πολλὰ μὲν τοιαῦτα 33677 4.2.23.30 : συνεχώρει· αἱ μὲν γὰρ γυναῖκες διττοὺς οἴκους βούλονται 33678 4.2.23.31 : κατέχειν, οἱ δὲ ἄνδρες ἀδελφοὺς τοῖς παισὶ λαμβά– 33679 4.2.23.32 : νειν, οἳ 〈τοῦ〉 μὲν γένους καὶ τῆς δυνάμεως κοινωνή– 33680 4.2.23.33 : σουσι, τῶν δὲ χρημάτων οὐκ ἀντιποιοῦνται. περὶ μὲν 33681 4.2.23.34 : δὴ τεκνοποιίας οὕτω τἀναντία γνοὺς τοῖς ἄλλοις εἴ τι 33682 4.2.23.35 : διαφέροντας καὶ μέγεθος καὶ ἰσχὺν ἄνδρας τῇ Σπάρτῃ 33683 4.2.23.36 : ἀπετέλεσεν, ὁ βουλόμενος σκοπείτω. βούλομαι δὲ καὶ 33684 4.2.23.37 : τὴν παιδείαν σαφηνίσαι 33685 4.2.23.38 : Ὁ γὰρ Λυκοῦργος ἀντὶ μὲν τοῦ ἰδίᾳ ἑκάστοις παιδα– 33686 4.2.23.39 : γωγοὺς δούλους ἐφιστάναι, ἄνδρας ἐπέστησε κρατεῖν 33687 4.2.23.40 : αὐτῶν, ἐξ ὧνπερ αἱ μέγισται ἀρχαὶ καθίστανται, ὃ δὴ 33688 4.2.23.41 : καὶ παιδονόμος καλεῖται. τοῦτον δὲ κύριον ἐποίησε καὶ 33689 4.2.23.42 : καθίζειν τοὺς παῖδας καὶ ἐπισκοποῦντα, εἴ τις ῥᾳδιουρ– 33690 4.2.23.43 : γοίη, κολάζειν. ἔδωκε δ´ αὐτῷ καὶ τῶν ἡβώντων μαστιγο– 33691 4.2.23.44 : φόρους, ὅπως τιμωροῖεν ὅτε δέοι, ὡς πολλὴν μὲν αἰδῶ 33692 4.2.23.45 : πολλὴν δὲ πειθὼ ἐκεῖ συμπαρεῖναι. ἀντί γε μὴν τοῦ 33693 4.2.23.46 : ἀπαλύνειν τοὺς πόδας ὑποδήμασιν ἔταξεν ἀνυποδησίᾳ 33694 4.2.23.47 : κρατύνειν, νομίζων, εἰ τοῦτο ἀσκήσαιεν, πολὺ μὲν ῥᾷον ἂν 33695 4.2.23.48 : ὄρθια ἐκβαίνειν, 〈ἀσφαλέστερον δὲ πρανῆ καταβαίνειν〉, 33696 4.2.23.49 : καὶ πηδῆσαι δὲ καὶ ἀναθορεῖν καὶ δραμεῖν θᾶττον. ἀντὶ 33697 4.2.23.50 : δὲ τοῦ ἱματίοις διαθρύπτεσθαι ἐνόμισε δερματίῳ δι´ 33698 4.2.23.51 : ἔτους προσεθίζεσθαι. σῖτόν γε μὴν τοσοῦτον ἔχειν συνε– 33699 4.2.23.52 : βούλευεν, ὡς ὑπὸ πλησμονῆς μὲν μήποτε βαρύνεσθαι, 33700 4.2.23.53 : τοῦ δὲ ἐνδεεστέρως διάγειν μὴ ἀπείρως ἔχειν, ὑγιεινοτέ– 33701 4.2.23.54 : ρως δ´ ἂν διάγειν, καὶ εἰς μῆκος δ´ ἂν αὐξάνεσθαι τὴν 33702 4.2.23.55 : ῥαδινὰ τὰ σώματα ποιοῦσαν τροφὴν μᾶλλον συλλαμβά– 33703 4.2.23.56 : νειν ἡγησάμενος ἢ τὴν διαπλατύνουσαν τῷ σίτῳ. ὡς δὲ 33704 4.2.23.57 : μὴ ὑπὸ λιμοῦ ἄγαν αὖ πιέζοιντο, ἀπραγμόνως μὲν οὐκ 33705 4.2.23.58 : ἔδωκεν αὐτοῖς λαμβάνειν ὧν προσδέονται, κλέπτειν δὲ 33706 4.2.23.59 : ἐφῆκεν. δῆλον δ´ ὅτι τὸν μέλλοντα κλωπεύειν καὶ νυκ– 33707 4.2.23.60 : τὸς ἀγρυπνεῖν δεῖ καὶ μεθ´ ἡμέραν ἀπατᾶν καὶ ἐνε– 33708 4.2.23.61 : δρεύειν, καὶ κατασκόπους δὲ ἑτοιμάζειν τὸν μέλλοντά τι 33709 4.2.23.62 : λήψεσθαι. ταῦτα οὖν δῆλον ὅτι πάντα μηχανικωτέρους 33710 4.2.23.63 : τῶν ἐπιτηδείων βουλόμενος τοὺς παῖδας ποιεῖν καὶ πο– 33711 4.2.23.64 : λεμικωτέρους οὕτως ἐπαίδευεν. πολλὰς δὲ πληγὰς ἐπέ– 33712 4.2.23.65 : βαλε τῷ ἁλισκομένῳ, ὅτι, φημὶ ἐγώ, καὶ τἄλλα, ὅσα 33713 4.2.23.66 : ἄνθρωποι διδάσκουσι, κολάζουσι τὸν μὴ καλῶς ὑπηρε– 33714 4.2.23.67 : τοῦντα. 33715 4.2.23.68 : Ὅπως δὲ μηδ´ εἰ ὁ παιδονόμος ἀπέλθοι, ἔρημοί ποτε 33716 4.2.23.69 : οἱ παῖδες εἶεν ἄρχοντος, ἐποίησε τὸν αἰεὶ παρόντα τῶν 33717 4.2.23.70 : πολιτῶν κύριον εἶναι καὶ ἐπιτάττειν τοῖς παισίν, εἴ τι 33718 4.2.23.71 : ἀγαθὸν δοκοίη εἶναι, καὶ κολάζειν, εἴ τι ἁμαρτάνοιεν. 33719 4.2.23.72 : Πρὸς δὲ τούτοις τό τε αἰδεῖσθαι ἰσχυρῶς ἐμφῦσαι 33720 4.2.23.73 : βουλόμενος αὐτοῖς καὶ ἐν ταῖς ὁδοῖς ἐπέδειξεν ἐντὸς μὲν 33721 4.2.23.74 : τοῦ ἱματίου τὼ χεῖρε ἔχειν, σιγῇ δὲ πορεύεσθαι, περιω– 33722 4.2.23.75 : πεῖν δὲ μηδαμῶς, ἀλλ´ αὐτὰ τὰ πρὸ ποδῶν ὁρᾶν. ἔνθα 33723 4.2.23.76 : δὴ καὶ δῆλον γεγένηται, ὅτι τὸ ἄρρεν φῦλον καὶ εἰς τὸ 33724 4.2.23.77 : σῶφρον ἰσχυρότερόν ἐστι τῆς τῶν θηλειῶν φύσεως. [ὡς] 33725 4.2.23.78 : ἐκείνων γοῦν ἧττον μὲν ἂν φωνὴν ἦν ἀκοῦσαι ἢ τῶν λιθί– 33726 4.2.23.79 : νων, ἧττον δὲ ὄμματα † στρεψάντων ἢ τῶν χαλκῶν, αἰδη– 33727 4.2.23.80 : μονεστέρους δ´ ἂν αὐτοὺς ἡγήσαιο καὶ αὐτῶν τῶν ἐν τοῖς 33728 4.2.23.81 : ὀφθαλμοῖς παρθένων. καὶ ἐπειδὰν εἰς τὸ φιλίτιον ἀφ– 33729 4.2.23.82 : ίκωνται, ἀγαπητὸν αὐτῶν καὶ τὸ ἐρωτηθὲν ἀκοῦσαι. περί 33730 4.2.23.83 : γε μὴν τῶν ἤδη ἡβώντων πολὺ μάλιστα ἐσπούδασεν. 33731 4.2.23.84 : Ὡς οὖν τούτους αὖ συνέβαλλεν, ἐξηγήσομαι. αἱροῦνται 33732 4.2.23.85 : τοίνυν οἱ ἔφοροι αὐτῶν ἐκ τῶν ἀκμαζόντων τρεῖς ἄνδρας· 33733 4.2.23.86 : οὗτοι δὲ ἱππαγρέται καλοῦνται. τούτων δὲ ἕκαστος ἄνδρας 33734 4.2.23.87 : ἑκατὸν καταλέγει διασαφηνίζων, ὅτου ἕνεκα τοὺς μὲν 33735 4.2.23.88 : προτιμᾷ, τοὺς δ´ ἀποδοκιμάζει. οἱ οὖν μὴ τυγχάνοντες 33736 4.2.23.89 : τῶν καλῶν πολεμοῦσι τοῖς τε ἀποστείλασιν αὐτοὺς καὶ 33737 4.2.23.90 : τοῖς αἱρεθεῖσιν ἀντ´ αὐτῶν. 33738 4.2.23.91 : Διαλύειν μέντοι τοὺς μαχομένους πᾶς ὁ παραγιγνόμε– 33739 4.2.23.92 : νος κύριος. 33740 4.2.23.93 : Τοῖς γε μὴν τὴν ἡβητικὴν ἡλικίαν πεπερακόσιν, ἐξ 33741 4.2.23.94 : ὧν ἤδη καὶ αἱ μέγισται ἀρχαὶ καθίστανται, ὁ Λυκοῦργος 33742 4.2.23.95 : νόμιμον ἐποίησε κάλλιστον εἶναι τὸ θηρᾶν, εἰ μή τι 33743 4.2.23.96 : δημόσιον κωλύοι, ὅπως καὶ οὗτοι δύνωνται μηδὲν ἧττον 33744 4.2.23.97 : τῶν ἡβώντων στρατιωτικοὺς πόνους ὑποφέρειν. 33745 4.2.23.98 : Ὡσαύτως ὁ Λυκοῦργος ἐποίησε παίδων ἕκαστον 33746 4.2.23.99 : ὁμοίως τῶν ἑαυτοῦ καὶ τῶν ἀλλοτρίων ἄρχειν. ὅταν δέ 33747 4.2.23.100 : τις εἰδῇ, ὅτι † οὗτοι πατέρες εἰσὶ τῶν παίδων, ὧν αὐτὸς 33748 4.2.23.101 : ἄρχει, ἀνάγκη ἄρχειν οὕτως, ὥσπερ ἂν καὶ τῶν ἑαυτοῦ 33749 4.2.23.102 : ἄρχεσθαι βούλοιτο. 33750 4.2.23.103 : Ἐν τῇ Σπάρτῃ ὁ Λυκοῦργος τοῖς ἐλευθέροις τῶν μὲν 33751 4.2.23.104 : ἀμφὶ χρηματισμὸν ἀπεῖπε μηδενὸς ἅπτεσθαι, ὅσα δὲ 33752 4.2.23.105 : ἐλευθερίαν ἐν ταῖς πόλεσι παρασκευάζει, ταῦτα ἔταξεν 33753 4.2.23.106 : μόνα ἔργα ἑαυτῶν νομίζειν· οὐ γὰρ δή τι πλοῦτος ἐκεῖ 33754 4.2.23.107 : γε ἐσπούδασται. 33755 4.2.23.108 : Ἄξιον δὲ τοῦ Λυκούργου καὶ τόδε ἀγασθῆναι, τὸ 33756 4.2.23.109 : κατεργάζεσθαι ἐν τῇ πόλει αἱρετώτερον εἶναι τὸν καλὸν 33757 4.2.23.110 : θάνατον ἀντὶ τοῦ αἰσχροῦ βίου. 33758 4.2.23.111 : Καλῶς δέ μοι δοκεῖ Λυκοῦργος νομοθετῆσαι καὶ ᾗ 33759 4.2.23.112 : μέχρι γήρως ἀσκοῖτ´ ἂν ἡ ἀρετή. ἐπὶ γὰρ τῷ τέρματι 33760 4.2.23.113 : τοῦ βίου τὴν κρίσιν τῆς γεροντίας προθεὶς ἐποίησε μηδ´ 33761 4.2.23.114 : ἐν τῷ γήρᾳ ἀμελεῖσθαι τὴν καλοκαγαθίαν. ἀξιάγαστον 33762 4.2.23.115 : δ´ αὐτοῦ καὶ τὸ ἐπικουρῆσαι τῷ τῶν ἀγαθῶν γήρᾳ. θεὶς 33763 4.2.23.116 : γὰρ τοὺς γέροντας κυρίους τοῦ περὶ τῆς ψυχῆς ἀγῶνος 33764 4.2.23.117 : διέπραξεν ἐντιμότερον εἶναι τὸ γῆρας τῆς τῶν ἀκμαζόντων 33765 4.2.23.118 : ῥώμης. εἰκότως δέ τοι καὶ σπουδάζεται οὗτος ὁ ἀγὼν 33766 4.2.23.119 : μάλιστα τῶν ἀνθρωπίνων. καλοὶ μὲν γὰρ οἱ γυμνικοί· 33767 4.2.23.120 : ἀλλ´ οὗτοι μὲν σωμάτων, ὁ δὲ περὶ τῆς γεροντίας ἀγὼν 33768 4.2.23.121 : ψυχῶν ἀγαθῶν κρίσιν παρέχει. ὅσῳ οὖν κρείσσων ψυχὴ 33769 4.2.23.122 : σώματος, τοσούτῳ καὶ οἱ ἀγῶνες οἱ τῶν ψυχῶν ἢ οἱ 33770 4.2.23.123 : τῶν σωμάτων ἀξιοσπουδαστότεροι. 33771 4.2.23.124 : Εἴς γε μὴν τὸν ἐν ὅπλοις ἀγῶνα τοιάδε ἐμηχανήσατο· 33772 4.2.23.125 : στολὴν μὲν ἔχειν φοινικίδα καὶ χαλκῆν ἀσπίδα. 33773 4.2.23.126 : Ἐφῆκε δὲ καὶ κομᾶν τοῖς ὑπὲρ τὴν ἡβητικὴν ἡλικίαν, 33774 4.2.23.127 : νομίζων οὕτω καὶ μείζους ἂν καὶ ἐλευθεριωτέρους φαί– 33775 4.2.23.128 : νεσθαι. οὕτω γε μὴν κατεσκευασμένων μοίρας ἔδειξεν 33776 4.2.23.129 : ἓξ καὶ ἱππέων καὶ ὁπλιτῶν. ἑκάστη δὲ τῶν ὁπλιτικῶν 33777 4.2.23.130 : ἔχει μοιρῶν πολέμαρχον ἕνα, λοχαγοὺς τέτταρας, πεντη– 33778 4.2.23.131 : κοστῆρας ὀκτώ, ἐνωμοτάρχους ιϛʹ. ἐκ δὲ τούτων τῶν 33779 4.2.23.132 : μερῶν διὰ παρεγγυήσεως καθίστανται τοτὲ μὲν εἰς ἐνωμο– 33780 4.2.23.133 : τίας, τοτὲ δὲ εἰς τρεῖς, τοτὲ δὲ εἰς ἕξ. 33781 4.2.23.134 : Ἐπεὶ δὲ ἔγνω τὸ πείθεσθαι μέγιστον ἀγαθὸν εἶναι 33782 4.2.23.135 : καὶ ἐν πόλει καὶ ἐν στρατιᾷ καὶ ἐπ´ οἴκῳ, τὴν τῆς ἐφορείας 33783 4.2.23.136 : δύναμιν κατεσκεύασεν. 33784 4.2.23.137 : Ἔφοροι οὖν δυνατοὶ μέν εἰσι ζημιοῦν ὃν ἂν βούλων– 33785 4.2.23.138 : ται, κύριοι δὲ πράττειν παραχρῆμα, κύριοι δὲ καὶ ἄρχον– 33786 4.2.23.139 : τας μεταξὺ καταπαῦσαι καὶ εἷρξαί τε καὶ περὶ τῆς ψυχῆς 33787 4.2.23.140 : εἰς ἀγῶνα καταστῆσαι. 33788 4.2.23.141 : Πολλῶν δὲ ὄντων καλῶν μηχανημάτων τῷ Λυκούργῳ 33789 4.2.23.142 : εἰς τὸ πείθεσθαι τοῖς νόμοις ἐθέλειν τοὺς πολίτας, ἐν 33790 4.2.23.143 : τοῖς καλλίστοις καὶ τό μοι δοκεῖ εἶναι, ὅτι οὐ πρότερον 33791 4.2.23.144 : ἀπέδωκε τῷ πλήθει τοὺς νόμους, πρὶν ἐλθὼν σὺν τοῖς 33792 4.2.23.145 : κρατίστοις εἰς Δελφοὺς ἐπήρετο τὸν θεόν, εἰ λῷον καὶ 33793 4.2.23.146 : ἄμεινον εἴη τῇ Σπάρτῃ πειθομένῃ οἷς αὐτὸς ἔθηκε νόμοις. 33794 4.2.23.147 : ἐπεὶ δ´ ἀνεῖλε τῷ παντὶ ἄμεινον εἶναι, τότε ἀπέδωκεν 33795 4.2.23.148 : οὐ μόνον ἄνομον δείξας ἀλλὰ καὶ ἀνόσιον τὸ πυθοχρήστοις 33796 4.2.23.149 : νόμοις μὴ πείθεσθαι. 33797 4.2.24.1 : Χαρώνδα Καταναίου Προοίμια νόμων. 33798 4.2.24.2 : Τὼς βουλευομένως καὶ πράσσοντάς τι ἀπὸ θεῶν 33799 4.2.24.3 : ἄρχεσθαι χρή· τὸ γὰρ ἄριστον, ὥσπερ ἁ παροιμία φατί. 33800 4.2.24.4 : τὸν θεὸν ἦμεν αἴτιον πάντων τούτων. ἔτι δὲ φαύλων 33801 4.2.24.5 : πράξεων ἀπέχεσθαι καὶ μάλιστα διὰ τὰν πρὸς τὸν θεὸν 33802 4.2.24.6 : ξυμβουλίαν· οὐδενὸς γὰρ ἀδίκου θεὸν κοινωνεῖν. βοηθεῖν 33803 4.2.24.7 : δὲ ἕκαστον ἑαυτῷ καὶ ποτικελεύεσθαι κατ´ ἀξίαν τῶν 33804 4.2.24.8 : δικαίων μεταλαμβάνεν καὶ πράσσεν· τὸ γὰρ ὑπὲρ μικρῶν 33805 4.2.24.9 : καὶ μεγάλων ὁμοίως διατείνεσθαι ἄγαν μικροπρεπὲς δοκεῖ 33806 4.2.24.10 : ἦμεν καὶ ἀνελεύθερον. διὸ δεῖ φροντίζεν τῶ μὴ σφόδρα 33807 4.2.24.11 : ἐς τὰ μάκιστα καὶ τὰ μεγάλα ἐμπίπτεν· ἀλλὰ κατ´ ἀξίαν 33808 4.2.24.12 : τὰν ἑαυτῶ καὶ δυναμίαν μετρέοντα ἑκάστῳ πράγματι 33809 4.2.24.13 : ἐπιβάλλεν, ὅπως τίμιος ᾖς καὶ σεμνός. 33810 4.2.24.14 : Ἀδίκῳ δὲ ἀνδρὶ ἢ γυναικὶ κεκριμένοις ὑπὸ πόλεως 33811 4.2.24.15 : ἐπαρωγὴν μὴ ποιεῖσθαι μηδὲ ὁμιλεῖν μηδένα ἢ ὀνειδίζεσθαι 33812 4.2.24.16 : ὡς ὄντα ὅμοιον ᾧ ὁμιλεῖ. τοὺς δὲ προκεκριμένους ἄνδρας 33813 4.2.24.17 : ἀγαθοὺς ἀγαπᾶν καὶ ἐντυγχάνειν αὐτοῖς, τελεῖσθαι τε 33814 4.2.24.18 : τὴν μεγίστην καὶ τελειοτάτην τελετήν, ἀνδραγαθίαν, μιμου– 33815 4.2.24.19 : μένους ἐπ´ ἀληθείᾳ καὶ κτωμένους τὴν ἀρετήν· οὐδεὶς 33816 4.2.24.20 : γὰρ ἀνὴρ τέλειος ἄνευ ταύτης. πολίτῃ δὲ ἀδικουμένῳ 33817 4.2.24.21 : βοηθεῖν καὶ οἴκοι καὶ ἐπὶ ξένης· ξένον δὲ πάντα τὸν ἐν 33818 4.2.24.22 : τῇ ἑαυτοῦ πατρίδι σεβόμενον καὶ κατὰ τοὺς οἰκείους 33819 4.2.24.23 : νόμους εὐφήμως καὶ οἰκείως προσδέχεσθαι καὶ ἀποστέλλειν, 33820 4.2.24.24 : μεμνημένους Διὸς ξενίου ὡς παρὰ πᾶσιν ἱδρυμένου κοινοῦ 33821 4.2.24.25 : θεοῦ καὶ ὄντος ἐπισκόπου φιλοξενίας τε καὶ κακοξενίας. 33822 4.2.24.26 : Ἡγεῖσθαι δὲ καὶ παραγγέλλειν πρεσβυτέρους νεωτέ– 33823 4.2.24.27 : ροις τὸ αἰδεῖσθαι καὶ αἰσχύνεσθαι τὰ κακά, φανεροὺς 33824 4.2.24.28 : ὄντας αὐτοὺς αἰσχυνομένους καὶ αἰδουμένους· ὡς ἐν αἷς 33825 4.2.24.29 : πόλεσι πρεσβυτέρων ἀναισχυντίαι, φύονται παῖδες αὐτῶν 33826 4.2.24.30 : καὶ παίδων παῖδες ἀναίσχυντοι. ἀκολουθεῖ δὲ ἀναισχυντίᾳ 33827 4.2.24.31 : καὶ ἀναιδείᾳ ὕβρις καὶ ἀδικία, τούτοις δ´ ἕπεται ὄλεθρος. 33828 4.2.24.32 : μηδεὶς δ´ ἔστω ἀναιδής, ἀλλὰ σωφρονείτω ἕκαστος, ὡς 33829 4.2.24.33 : οὕτω τευξόμενος θεῶν ἵλεων καὶ σωτηρίας· οὐδεὶς γὰρ 33830 4.2.24.34 : κακὸς θεοφιλής. τιμάτω δὲ ἕκαστος τὸ καλὸν καὶ τὸ 33831 4.2.24.35 : ἀληθὲς καὶ μισείτω τὸ αἰσχρὸν καὶ τὸ ψεῦδος· ταῦτα 33832 4.2.24.36 : γὰρ ἀρετῆς σημεῖα καὶ κακίας. διὸ χρὴ συνεθίζειν ἐκ 33833 4.2.24.37 : παίδων κολάζοντας μὲν τοὺς φιλοψευδεῖς, φιλοῦντας δὲ 33834 4.2.24.38 : τοὺς φιλαλήθεις, ἵν´ ἐμφυσιῶται ἑκάστῳ τὸ κάλλιστον 33835 4.2.24.39 : καὶ σπερματωδέστατον τῆς ἀρετῆς. προσποιείσθω δὲ 33836 4.2.24.40 : ἕκαστος τῶν πολιτῶν σωφρονεῖν μᾶλλον ἢ φρονεῖν· ὡς 33837 4.2.24.41 : ἡ προσποίησις τοῦ φρονεῖν μέγα σημεῖον ἀπειροκαλίας 33838 4.2.24.42 : καὶ σμικρότητος. ἔστω δὲ ἡ προσποίησις τοῦ σωφρονεῖν 33839 4.2.24.43 : ἀληθής· μηδεὶς γὰρ πλαττέσθω γλώσσῃ καλὰ ἔργα, πρά– 33840 4.2.24.44 : ξεως καὶ διανοίας ἀγαθῆς στερόμενος. 33841 4.2.24.45 : Χρὴ δὲ καὶ πρὸς τοὺς ἄρχοντας εὔνοιαν διαφυλάττειν 33842 4.2.24.46 : καθάπερ πατράσιν εὐπειθοῦντας καὶ σεβομένους· ὡς ὁ 33843 4.2.24.47 : μὴ διανοούμενος οὕτω τίσει δίκην κακῆς βουλῆς δαίμοσιν 33844 4.2.24.48 : ἑστιούχοις. ἄρχοντες γὰρ ἑστιουχοῦσι πόλεως καὶ πολιτῶν 33845 4.2.24.49 : σωτηρίας. 33846 4.2.24.50 : Χρὴ δὲ καὶ τοὺς ἄρχοντας δικαίως προεστάναι τῶν 33847 4.2.24.51 : ἀρχομένων καθάπερ τέκνων ἰδίων, ἔχθραν καὶ φιλίαν 33848 4.2.24.52 : καὶ θυμὸν ἐν τῷ κρίνειν κοιμίσαντας. 33849 4.2.24.53 : Ἐπαινείσθωσαν δὲ καὶ εὐδοκιμείτωσαν, ὅσοι ἂν ὄντες 33850 4.2.24.54 : εὔποροι τοῖς ἐνδεεστέροις ἐπαρκῶσιν, ὡς τέκνα καὶ ἀμύν– 33851 4.2.24.55 : τορας σῴζοντες τῆς ἑαυτῶν πατρίδος. ἐπαρκείτωσαν δὲ 33852 4.2.24.56 : τοῖς διὰ τύχην πενομένοις, καὶ μὴ διὰ βίον ἀργὸν καὶ 33853 4.2.24.57 : ἀκρατῆ. ἡ μὲν γὰρ τύχη πᾶσι κοινόν, ὁ δὲ ἀργὸς καὶ 33854 4.2.24.58 : ἀκρατὴς βίος κακοῖς ἀνδράσιν ἴδιος. 33855 4.2.24.59 : Καλὸν δ´ ἔστω καὶ μηνύειν ἐάν τίς τῳ συνειδῇ 33856 4.2.24.60 : ἀδικοῦντι, ἵνα ἡ πολιτεία σῴζηται πολλοὺς ἔχουσα τῆς 33857 4.2.24.61 : εὐκοσμίας φύλακας. ὁ δὲ μηνύων εὐσεβὴς ἔστω καὶ κατὰ 33858 4.2.24.62 : τῶν οἰκειοτάτων ἐξαγγέλλων· οὐδὲν γάρ ἐστιν οἰκειότερον 33859 4.2.24.63 : πατρίδος. ἐμφανιζόντων δὲ μὴ τὰ δι´ ἀκούσιον ἄγνοιαν 33860 4.2.24.64 : γιγνόμενα, ἀλλ´ ὅσον ἂν ἐκ προνοίας τι ἁμαρτάνωσιν. ὁ 33861 4.2.24.65 : δ´ ἐμφανισθείς, ἂν ἐθελεχθρῇ τῷ μηνύσαντι, μισείσθω 33862 4.2.24.66 : ὑπὸ πάντων, δίκην διδοὺς ἀχαριστίας, 〈ᾗ τιμ〉ῆς ἀποστερεῖ 33863 4.2.24.67 : τὸν ἰατρεύοντα, μεγίστην νόσον ἰατρευόμενος ἀδικίαν. 33864 4.2.24.68 : Ἔστω δὲ μέγιστα ἀδικήματα θεῶν καταφρόνησις καὶ 33865 4.2.24.69 : γονέων κάκωσις ἑκούσιος καὶ ἀρχόντων καὶ νόμων ὀλιγω– 33866 4.2.24.70 : ρία καὶ ἑκούσιος ἀτιμία δικαιοσύνης. δικαιότατος δὲ ἔστω 33867 4.2.24.71 : καὶ ὁσιώτατος πολίτης ὁ ταῦτα τιμῶν καὶ ἐμφανίζων 33868 4.2.24.72 : πρὸς πολίτας καὶ ἄρχοντας κατὰ τῶν καταφρονούντων. 33869 4.2.24.73 : Ὑπὲρ πατρίδος ἀποθνῄσκειν σεμνότερον ἔστω ἢ γλι– 33870 4.2.24.74 : χόμενον τοῦ ζῆν ἐγκαταλιπεῖν αὐτὴν καὶ τὸ καλόν. κρεῖτ– 33871 4.2.24.75 : τον γὰρ τεθνάναι καλῶς ἢ ζῆν αἰσχρῶς καὶ ἐπονειδίστως. 33872 4.2.24.76 : Χρὴ δὲ καὶ τῶν τελευτώντων ἕκαστον τιμᾶν μὴ δακρύοις 33873 4.2.24.77 : μηδὲ οἴκτοις, ἀλλὰ μνήμῃ ἀγαθῇ καὶ τῇ τῶν κατ´ ἔτος 33874 4.2.24.78 : ὡραίων ἐπιφορᾷ, ὡς ἀχαριστίας οὔσης πρὸς δαίμονας 33875 4.2.24.79 : χθονίους λύπης ὑπὲρ τὸ μέτρον γιγνομένης. 33876 4.2.24.80 : Βλασφημείτω δὲ μηδεὶς ἐπ´ ἀδίκῳ βλάβῃ περὶ μηδε– 33877 4.2.24.81 : νός· ὁσιώτερον γὰρ εὐφημία κακηγορίας. 33878 4.2.24.82 : Νομιζέσθω δὲ πολίτης ἀμείνων ὁ τῆς ὀργῆς κρείττων 33879 4.2.24.83 : μᾶλλον τοῦ διὰ ταύτην πλημμελοῦντος. 33880 4.2.24.84 : Ὁ 〈τὰ〉 ἱερὰ καὶ ἀρχεῖα ὑπεραίρων τῇ πολυτελείᾳ τῶν 33881 4.2.24.85 : ἰδίων μὴ εὐδοξείτω, ἀλλ´ ὀνειδιζέσθω· μηδὲν γὰρ ἔστω 33882 4.2.24.86 : ἰδιωτικὸν μεγαλοπρεπέστερον καὶ σεμνότερον τῶν δημοσίων. 33883 4.2.24.87 : Ὁ πλούτῳ καὶ χρήμασι δουλεύων καταφρονείσθω 33884 4.2.24.88 : ὡς μικρόψυχος ὢν καὶ ἀνελεύθερος καὶ καταπληττόμενος 33885 4.2.24.89 : ὑπὸ κτημάτων πολυτελῶν καὶ βίου τραγῳδουμένου, καὶ 33886 4.2.24.90 : εὐτελὴς εἶναι τὴν ψυχὴν ὑπολαμβανέσθω. ὁ γὰρ μεγα– 33887 4.2.24.91 : λόψυχος προδιανοεῖται πάντα παρ´ ἑαυτῷ τὰ παρ´ ἀν– 33888 4.2.24.92 : θρώποις, καὶ δι´ οὐδενὸς θορυβεῖται τοιούτου ὅταν 33889 4.2.24.93 : παραπέσῃ. 33890 4.2.24.94 : Αἰσχρορρημονείτω δὲ μηδείς, ὅπως ἂν μὴ παρελκύῃ 33891 4.2.24.95 : τὴν διάνοιαν ἔργοις αἰσχροῖς μηδὲ ἀναπιμπλῇ τὴν ψυχὴν 33892 4.2.24.96 : ἀναιδείας καὶ μιασμάτων. τὰ μὲν γὰρ εὐσχήμονα καὶ 33893 4.2.24.97 : φίλα τοῖς οἰκείοις ὀνόμασι καὶ κειμένοις ὑπὸ τοῦ νόμου 33894 4.2.24.98 : προσαγορεύομεν, πρὸς ἃ δ´ ἂν ἐχθρῶς ἔχωμεν, ἐξιστάμεθα 33895 4.2.24.99 : καὶ τῆς προσηγορίας διὰ τὸ αἰσχρόν. ἔστω δὲ καὶ αἰσχρὸν 33896 4.2.24.100 : εἰπεῖν τὸ αἰσχρόν. 33897 4.2.24.101 : Γυναῖκα δὲ τὴν κατὰ νόμους ἕκαστος στεργέτω καὶ 33898 4.2.24.102 : ἐκ ταύτης τεκνοποιείσθω, εἰς ἄλλο δὲ μηδὲν προϊέσθω 33899 4.2.24.103 : τέκνων τῶν αὑτοῦ σποράν· μηδὲ τὸ φύσει καὶ νόμῳ 33900 4.2.24.104 : τίμιον ἀνόμως ἀναλισκέτω καὶ ὑβριζέτω. ἡ γὰρ φύσις 33901 4.2.24.105 : τεκνοποιίας ἕνεκεν, οὐκ ἀκολασίας ἐποίησε τὴν σποράν. 33902 4.2.24.106 : Γυναῖκα δὲ σωφρονεῖν χρὴ καὶ μὴ προσδέχεσθαι 33903 4.2.24.107 : συνουσίαν ἀσεβῆ παρ´ ἄλλων ἀνδρῶν, ὡς ἀπαντώσης 33904 4.2.24.108 : νεμέσεως παρὰ δαιμόνων ἐξοικιστῶν καὶ ἐχθροποιῶν. 33905 4.2.24.109 : Ὁ μητρυιὰν ἐπιγαμῶν μὴ εὐδοξείτω, ἀλλ´ ὀνειδιζέσθω 33906 4.2.24.110 : ὡς παραίτιος ὢν οἰκείας διαστάσεως. 33907 4.2.24.111 : Χρὴ δὲ ἐμμένειν τοῖς εἰρημένοις, τὸν δὲ παραβαί– 33908 4.2.24.112 : νοντα ἔνοχον εἶναι τῇ πολιτικῇ ἀρᾷ. 33909 4.2.24.113 : Προστάσσει δὲ ὁ νόμος, ἐπίστασθαι τὰ προοίμια 33910 4.2.24.114 : τοὺς πολίτας ἅπαντας, καὶ ἐν ταῖς ἑορταῖς μετὰ τοὺς 33911 4.2.24.115 : παιᾶνας λέγειν ᾧ ἂν προστάσσῃ ὁ ἱστιάτωρ, ἵν´ ἐμφυσιῶ– 33912 4.2.24.116 : ται ἑκάστῳ τὰ παραγγέλματα. 33913 4.2.25.1 : Ἐκ τῶν Νικολάου Περὶ ἐθῶν (fr. hist. 33914 4.2.25.2 : Gr. III p. 457 Mueller). 33915 4.2.25.3 : Παρὰ Ταρτησίοις νεωτέρῳ πρεσβυτέρου καταμαρτυ– 33916 4.2.25.4 : ρεῖν οὐκ ἔξεστι. 33917 4.2.25.5 : Λευκανοὶ δικάζονται ἀλλήλοις ὥσπερ ἄλλου τινὸς 33918 4.2.25.6 : ἀδικήματος, οὕτω καὶ ἀσωτίας καὶ ἀργίας. ἐὰν δέ τις 33919 4.2.25.7 : ἀσώτῳ δανείσας χρέος ἐλεγχθῇ, στέρεται αὐτοῦ. καὶ 33920 4.2.25.8 : Ἀθήνησι δὲ τῆς ἀργίας εἰσὶ δίκαι. 33921 4.2.25.9 : Παρὰ Σαυνίταις κατ´ ἔτος οἵ τε ᾔθεοι κρίνονται δη– 33922 4.2.25.10 : μοσίᾳ καὶ αἱ παρθένοι· ὁ δὲ κριθεὶς ἄριστος εἶναι λαμ– 33923 4.2.25.11 : βάνει ἣν βούλεται, εἶθ´ ὁ μετ´ ἐκεῖνον δεύτερος καὶ οὕ– 33924 4.2.25.12 : τως ἐφεξῆς. 33925 4.2.25.13 : Λιβύρνιοι κοινὰς τὰς γυναῖκας ἔχουσι καὶ τὰ τέκνα 33926 4.2.25.14 : ἐν κοινῷ τρέφουσι μέχρι ἐτῶν πέντε· εἶτα τῷ ἕκτῳ συν– 33927 4.2.25.15 : ενέγκαντες ἅπαντα τὰ παιδία τὰς ὁμοιότητας πρὸς τοὺς 33928 4.2.25.16 : ἄνδρας εἰκάζουσι, καὶ ἑκάστῳ τὸ ὅμοιον ἀποδιδόασι 33929 4.2.25.17 : πατρί· ἀφ´ ἧς δ´ ἂν ἀπολάβῃ τὸ παιδίον, ἕκαστος υἱὸν 33930 4.2.25.18 : ὑπολαμβάνει. 33931 4.2.25.19 : Κελτοὶ σιδηροφοροῦντες τὰ κατὰ πόλιν πάντα πράτ– 33932 4.2.25.20 : τουσι. μείζω δ´ ἐστὶν ἐπιτίμια κατὰ τοῦ ξένον ἀνελόν– 33933 4.2.25.21 : τος ἢ πολίτην· ὑπὲρ τοῦ μὲν γὰρ θάνατος ἡ ζημία, 33934 4.2.25.22 : ὑπὲρ τοῦ δὲ [πολίτου] φυγή. τιμῶσι δὲ μάλιστα τοὺς 33935 4.2.25.23 : χώραν τῷ κοινῷ προσκτωμένους. τὰς δὲ θύρας τῶν 33936 4.2.25.24 : οἰκιῶν οὐδέποτε κλείουσι. 33937 4.2.25.25 : Σαυρομάται διὰ τριῶν ἡμερῶν σιτοῦνται εἰς πλή– 33938 4.2.25.26 : ρωσιν. ταῖς δὲ γυναιξὶ πάντα πείθονται ὡς δεσποίναις 33939 4.2.25.27 : παρθένον δὲ οὐ πρότερον συνοικίζουσι πρὸς γάμον, πρὶν 33940 4.2.25.28 : ἂν πολέμιον ἄνδρα κτείνῃ. 33941 4.2.25.29 : Κερκέται τοὺς ἀδικήσαντας ὁτιοῦν τῶν ἱερῶν ἀπείρ– 33942 4.2.25.30 : γουσιν. ἐὰν δέ τις κυβερνῶν σκάφος διαμάρτῃ, προσιόν– 33943 4.2.25.31 : τες ἐφεξῆς ἕκαστοι ἐμπτύουσιν αὐτῷ. 33944 4.2.25.32 : Μόσυνοι τὸν ἑαυτῶν βασιλέα τρέφουσιν ἐν πύργῳ 33945 4.2.25.33 : κατάκλειστον· ἐὰν δέ τις δόξῃ κακῶς ποτὲ βεβουλεῦσθαι 33946 4.2.25.34 : τῷ λιμῷ αὐτὸν ἀποκτείνουσι. τὸν δὲ τρεφόμενον σῖτον 33947 4.2.25.35 : ἐξ ἴσου διαιροῦσι, μέρος κοινῇ ἐξελόντες τοῖς ἀφικνουμέ– 33948 4.2.25.36 : νοις ξένοις. 33949 4.2.25.37 : Φρύγες ὅρκοις οὐ χρῶνται οὔτ´ ὀμνύντες οὔτε ἄλλους 33950 4.2.25.38 : ἐξορκοῦντες. ἐὰν δέ τις παρ´ αὐτοῖς γεωργικὸν βοῦν 33951 4.2.25.39 : ἀποκτείνῃ ἢ σκεῦος τῶν περὶ γεωργίαν κλέψῃ, θανάτῳ 33952 4.2.25.40 : ζημιοῦσι. 33953 4.2.25.41 : Λύκιοι τὰς γυναῖκας μᾶλλον ἢ τοὺς ἄνδρας τιμῶσι 33954 4.2.25.42 : καὶ καλοῦνται μητρόθεν τός τε κληρονομίας ταῖς θυγα– 33955 4.2.25.43 : τράσι λείπουσιν, οὐ τοῖς υἱοῖς. ὃς δ´ ἂν ἐλεύθερος ἁλῷ 33956 4.2.25.44 : κλέπτων, δοῦλος γίνεται. τὰς δὲ μαρτυρίας ἐν ταῖς δί– 33957 4.2.25.45 : καις οὐκ εὐθὺ παρέχονται ἀλλὰ μετὰ μῆνα. 33958 4.2.25.46 : Πισίδαι δειπνοῦντες ἀπάρχονται τοῖς γονεῦσιν, ὡς 33959 4.2.25.47 : ἡμεῖς τοῖς θεοῖς † παρασπονδίοις. ἡ δὲ μεγίστη κρίσις 33960 4.2.25.48 : ἐστὶ περὶ παρακαταθήκης· τὸν δὲ ἀποστερήσαντα θανα– 33961 4.2.25.49 : τοῦσιν. ἐὰν δὲ μοιχὸς ἁλῷ, περιάγεται τὴν πόλιν ἐπὶ ὄνου 33962 4.2.25.50 : μετὰ τῆς γυναικὸς ἐπὶ ἡμέρας τακτάς. 33963 4.2.25.51 : Αἰθίοπες τὰς ἀδελφὰς μάλιστα τιμῶσι, καὶ τὰς 33964 4.2.25.52 : διαδοχὰς καταλείπουσιν οἱ βασιλεῖς οὐ τοῖς ἑαυτῶν ἀλλὰ 33965 4.2.25.53 : τοῖς τῶν ἀδελφῶν υἱοῖς. ὅταν δ´ ὁ διαδεξόμενος μὴ ᾖ, 33966 4.2.25.54 : τὸν κάλλιστον ἐκ πάντων καὶ μαχιμώτατον αἱροῦνται 33967 4.2.25.55 : βασιλέα. ἀσκοῦσι δὲ εὐσέβειαν καὶ δικαιοσύνην. ἄθυροι 33968 4.2.25.56 : δ´ αὐτῶν αἱ οἰκίαι, καὶ ἐν ταῖς ὁδοῖς κειμένων πολλῶν 33969 4.2.25.57 : οὐδὲ εἷς κλέπτει. 33970 4.2.25.58 : Ἐν Βυάοις Λίβυσιν ἀνὴρ μὲν ἀνδρῶν βασιλεύει, 33971 4.2.25.59 : γυνὴ δὲ γυναικῶν. 33972 4.2.25.60 : Βασουλιεῖς Λίβυες ὅταν πολεμῶσι, τὰς μὲν νύκτας 33973 4.2.25.61 : μάχονται, τὰς δ´ ἡμέρας εἰρήνην ἄγουσι. 33974 4.2.25.62 : Δαψολίβυες ὅταν συναχθῶσι, πάντες ἅμα γαμοῦσιν 33975 4.2.25.63 : ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ μετὰ δύσιν πλειάδος, καὶ μετὰ τὴν ἑστίασιν 33976 4.2.25.64 : χωρὶς τῶν γυναικῶν κατακειμένων κατασβέσαντες τὸν 33977 4.2.25.65 : λύχνον εἰσέρχονται, καὶ ὁ τυχὼν ἣν ἂν τύχῃ λαμβάνει. 33978 4.2.25.66 : Μαχλυεῖς Λίβυες ὅταν πολλοὶ μνηστεύωνται γυναῖκα, 33979 4.2.25.67 : παρὰ τῷ κηδεστῇ δειπνοῦσι παρούσης τῆς γυναικός· 33980 4.2.25.68 : πολλὰ δὲ σκωπτόντων, ἐφ´ ᾧ ἂν ἡ γυνὴ γελάσῃ, τούτῳ 33981 4.2.25.69 : συνοικεῖ. 33982 4.2.25.70 : Σαρδολίβυες οὐδὲν κέκτηνται σκεῦος ἔξω κύλικος καὶ 33983 4.2.25.71 : μαχαίρας. 33984 4.2.25.72 : Ἀλιτέμνιοι Λίβυες τοὺς ταχυτάτους αὐτῶν αἱροῦνται 33985 4.2.25.73 : βασιλεῖς, τῶν δ´ ἄλλων τιμῶσι τὸν δικαιότατον. 33986 4.2.25.74 : Οἱ Νομάδες τῶν Λιβύων οὐ ταῖς ἡμέραις ἀλλὰ ταῖς 33987 4.2.25.75 : νυξὶν αὐτῶν ἀριθμοῦσι τὸν χρόνον. 33988 4.2.25.76 : Ἀτάραντες Λίβυες ὀνόματα οὐκ ἔχουσιν. ἡλίῳ δὲ 33989 4.2.25.77 : ἀνίσχοντι λοιδοροῦνται ὡς πολλὰ κακὰ φήναντι. τῶν δὲ 33990 4.2.25.78 : θυγατέρων ἀρίστας κρίνουσι τὰς πλεῖστον χρόνον μεμε– 33991 4.2.25.79 : νηκυίας παρθένους. 33992 4.2.25.80 : Βοιωτῶν ἔνιοι τοὺς χρέος οὐκ ἀποδιδόντας εἰς 33993 4.2.25.81 : ἀγορὰν ἄγοντες καθίσαι κελεύουσιν, εἶτα κόφινον ἐπιβάλ– 33994 4.2.25.82 : λουσιν αὐτῷ· ὃς δ´ ἂν κοφινωθῇ, ἄτιμος γίνεται. δο– 33995 4.2.25.83 : κεῖ δὲ τοῦτο πεπονθέναι καὶ ὁ Εὐριπίδου πατὴρ Βοιω– 33996 4.2.25.84 : τὸς ὢν τὸ γένος. 33997 4.2.25.85 : Ἀσσύριοι τὰς παρθένους ἐν ἀγορᾷ πωλοῦσι τοῖς 33998 4.2.25.86 : θέλουσι συνοικεῖν, πρώτας μὲν τὰς εὐγενεστάτας καὶ καλ– 33999 4.2.25.87 : λίστας, εἶτα τὰς λοιπὰς ἐφεξῆς· ὅταν δ´ ἔλθωσιν ἐπὶ 34000 4.2.25.88 : τὰς φαυλοτάτας, κηρύττουσι πόσον τις θέλει προσλαβὼν 34001 4.2.25.89 : ταύταις συνοικεῖν, καὶ τὸ συναχθὲν ἐκ τῆς τῶν εὐπρεπῶν 34002 4.2.25.90 : τιμῆς ταύταις προστίθενται. ἀσκοῦσι δὲ μάλιστα † βαθύ– 34003 4.2.25.91 : τητα καὶ ἀοργησίαν. 34004 4.2.25.92 : Πέρσαις ὃ μὴ ποιεῖν ἔξεστιν οὐδὲ λέγουσιν. ἐὰν δέ 34005 4.2.25.93 : τις πατέρα κτείνῃ, ὑποβλητὸν αὐτὸν οἴονται. ἐὰν δέ τινα 34006 4.2.25.94 : προστάξῃ βασιλεὺς μαστιγῶσαι, εὐχαριστεῖ ὡς ἀγαθοῦ 34007 4.2.25.95 : τυχὼν ὅτι αὐτοῦ ἐμνήσθη βασιλεύς. ἆθλα δὲ λαμ– 34008 4.2.25.96 : βάνουσι παρὰ βασιλέως πολυτεκνίας. οἱ δὲ παῖδες παρ´ 34009 4.2.25.97 : αὐτοῖς ὥσπερ μάθημα τὸ ἀληθεύειν διδάσκονται. 34010 4.2.25.98 : Παρ´ Ἰνδοῖς ἐάν τις ἀποστερηθῇ δανείου ἢ παρα– 34011 4.2.25.99 : καταθήκης, οὐκ ἔστι κρίσις, ἀλλ´ αὑτὸν αἰτιᾶται ὁ πισ– 34012 4.2.25.100 : τεύσας. ὁ δὲ τεχνίτου πηρώσας χεῖρα ἢ ὀφθαλμὸν θα– 34013 4.2.25.101 : νάτῳ ζημιοῦται. τὸν δὲ μέγιστα ἀδικήσαντα ὁ βασιλεὺς 34014 4.2.25.102 : κελεύει κείρασθαι, ὡς ἐσχάτης οὔσης ταύτης ἀτιμίας. 34015 4.2.25.103 : Λακεδαιμονίοις τέχνας μανθάνειν ἄλλας ἢ τὰς εἰς πό– 34016 4.2.25.104 : λεμον εὐθέτους αἰσχρόν ἐστιν. ἑστιῶνται δὲ πάντες ἐν 34017 4.2.25.105 : κοινῷ. τοὺς δὲ γέροντας αἰσχύνονται οὐδὲν ἧττον ἢ πατέ– 34018 4.2.25.106 : ρας. γυμνάσια δ´ ὥσπερ ἀνδρῶν ἐστιν, οὕτω καὶ παρθένων. 34019 4.2.25.107 : ξένοις δ´ ἐμβιοῦν οὐκ ἔξεστιν ἐν Σπάρτῃ οὐδὲ Σπαρτιά– 34020 4.2.25.108 : ταις ξενιτεύειν. ταῖς δὲ αὑτῶν γυναιξὶ παρακελεύονται 34021 4.2.25.109 : ἐκ τῶν εὐειδεστάτων κύεσθαι καὶ ἀστῶν καὶ ξένων. χρη– 34022 4.2.25.110 : ματίζεσθαι δ´ αἰσχρὸν Σπαρτιάτῃ. νομίσματι δὲ χρῶνται 34023 4.2.25.111 : σκυτίνῳ· ἐὰν δὲ παρά τινι εὑρεθῇ χρυσὸς ἢ ἄργυρος, 34024 4.2.25.112 : θανάτῳ ζημιοῦται. σεμνύνονται δὲ πάντες ἐπὶ τῷ ταπει– 34025 4.2.25.113 : νοὺς αὑτοὺς παρέχειν καὶ κατηκόους ταῖς ἀρχαῖς. μακα– 34026 4.2.25.114 : ρίζονται δὲ μᾶλλον παρ´ αὐτοῖς οἱ γενναίως ἀποθνῄ– 34027 4.2.25.115 : σκοντες ἢ οἱ εὐτυχῶς ζῶντες. οἱ δὲ παῖδες νομίμως περί 34028 4.2.25.116 : τινα βωμὸν περιϊόντες μαστιγοῦνται, ἕως ἂν ὀλίγοι λειφ– 34029 4.2.25.117 : θέντες στεφανωθῶσιν. αἰσχρὸν δ´ ἐστὶ δειλῶν σύσκηνον 34030 4.2.25.118 : ἢ συγγυμναστὴν [φίλον] γενέσθαι. κρίσις δὲ ταῖς γερον– 34031 4.2.25.119 : τίαις ἐπὶ τῷ τέρματι τοῦ βίου προτίθεται τοῖς τε εὖ ἢ 34032 4.2.25.120 : κακῶς ζήσασιν. ὅταν δὲ στρατεύωνται ἔξω χώρας, πῦρ 34033 4.2.25.121 : ἀπὸ τοῦ βωμοῦ τοῦ Ἀγήτορος Διὸς ἐναυσάμενος 〈ὁ〉 πυρ– 34034 4.2.25.122 : φόρος λεγόμενος σύνεστι τῷ βασιλεῖ ἄσβεστον αὐτὸ τηρῶν. 34035 4.2.25.123 : συνεκπέμπονται δὲ τῷ βασιλεῖ μάντεις καὶ ἰατροὶ καὶ 34036 4.2.25.124 : αὐληταί, οἷς ἐν ταῖς μάχαις ἀντὶ σαλπίγγων ἀεὶ χρῶνται. 34037 4.2.25.125 : μάχονται δ´ ἐστεφανωμένοι. ὑπανίστανται δὲ τῷ βασιλεῖ 34038 4.2.25.126 : πάντες πλὴν ἐφόρων. ὀμνύει τε πρὸ τῆς ἀρχῆς ὁ βασι– 34039 4.2.25.127 : λεὺς κατὰ τοὺς τῆς πόλεως νόμους βασιλεύσειν. 34040 4.2.25.128 : Κρῆτες πρῶτοι Ἑλλήνων νόμους ἔσχον Μίνωος θε– 34041 4.2.25.129 : μένου, ὃς καὶ πρῶτος ἐθαλασσοκράτησεν. προσεποιεῖτο 34042 4.2.25.130 : δὲ Μίνως παρὰ τοῦ Διὸς αὐτοῦ μεμαθηκέναι, δι´ ἐννέα 34043 4.2.25.131 : ἐτῶν εἴς τι ὄρος φοιτῶν, ἐν ᾧ Διὸς ἄντρον ἐλέγετο, 34044 4.2.25.132 : κἀκεῖθεν ἀεί τινας νόμους φέρων τοῖς Κρησί. μέμνηται 34045 4.2.25.133 : δὲ τούτου καὶ Ὅμηρος, ἐν οἷς λέγει· 34046 4.2.25.134 : τοῖσι δ´ ἐνὶ Κνωσσὸς μεγάλη πόλις, ἔνθα γε Μίνως 34047 4.2.25.135 : ἐννέωρος βασίλευε, Διὸς μεγάλου ὀαριστής. 34048 4.2.25.136 : οἱ δὲ Κρητῶν παῖδες ἀγελάζονται κοινῇ μετ´ ἀλλήλων 34049 4.2.25.137 : σκληραγωγούμενοι, καὶ θήρας καὶ δρόμους τε ἀνάντεις 34050 4.2.25.138 : ἀνυπόδητοι κατανύοντες, καὶ τὴν ἐνόπλιον Πυρρίχην ἐκπο– 34051 4.2.25.139 : νοῦντες, ἥντινα πρῶτος εὗρε Πύρριχος Κυδωνιάτης [Κρὴς] 34052 4.2.25.140 : τὸ γένος. συσσιτοῦσι δ´ ἐν κοινῷ οἱ ἄνδρες τὴν αὐτὴν 34053 4.2.25.141 : δίαιταν ἔχοντες ἐξ ἴσου πάντες. δῶρα δὲ αὐτοῖς ἐστιν 34054 4.2.25.142 : ὅπλα τιμιώτατα. 34055 4.2.26.1 : Ἐκ τῶν Σερήνου. 34056 4.2.26.2 : Οἱ Περσῶν βασιλεῖς πρὸ μὲν τῶν θυσιῶν περὶ εὐσε– 34057 4.2.26.3 : βείας διαλέγονται, πρὸ δὲ τοῦ πίνειν περὶ σωφροσύνης, 34058 4.2.26.4 : πολεμεῖν δὲ μέλλοντες περὶ ἀνδρείας. 34059 4.2.26.5 : Πέρσαις νόμος ἦν, ὁπότε βασιλεὺς ἀποθάνοι, ἀνομίαν 34060 4.2.26.6 : εἶναι πέντε ἡμερῶν, ἵν´ αἴσθοιντο ὅσου ἄξιός ἐστιν ὁ 34061 4.2.26.7 : βασιλεὺς καὶ ὁ νόμος. 34062 4.2.27.1 : Ἐκ τῶν Πλουτάρχου Περὶ Ἴσιδος 34063 4.2.27.2 : (p. 354 B). 34064 4.2.27.3 : Οἱ δὲ βασιλεῖς ἀπεδείκνυντο μὲν ἐκ τῶν ἱερέων ἢ 34065 4.2.27.4 : τῶν μαχίμων, τοῦ μὲν δι´ ἀνδρείαν τοῦ δὲ διὰ σοφίαν 34066 4.2.27.5 : γένους ἀξίωμα καὶ τιμὴν ἔχοντος. ὁ δ´ ἐκ μαχίμων ἀπο– 34067 4.2.27.6 : δεικνύμενος εὐθὺς ἐγίνετο τῶν ἱερέων, καὶ μετεῖχε τῆς 34068 4.2.27.7 : φιλοσοφίας ἐπικρυπτομένης τὰ πολλὰ μύθοις καὶ λόγοις 34069 4.2.27.8 : ἀμυδρὰς ἐμφάσεις τῆς ἀληθείας ἔχουσιν· ὥσπερ ἀμέλει 34070 4.2.27.9 : καὶ παραδηλοῦσιν αὐτοὶ πρὸ τῶν ἱερῶν τὰς σφίγγας ἐπι– 34071 4.2.27.10 : εικῶς ἱστάντες, ὡς αἰνιγματώδη σοφίαν τῆς θεολογίας 34072 4.2.27.11 : αὐτῶν ἐχούσης. τὸ δὲ ἐν Σάι τῆς Ἀθηνᾶς ἣν Ἶσιν νομί– 34073 4.2.27.12 : ζουσιν, ἕδος, ἐπιγραφὴν εἶχε τοιαύτην ’ἐγώ εἰμι πᾶν τὸ 34074 4.2.27.13 : γεγονὸς καὶ ὂν καὶ ἐσόμενον, καὶ τὸν ἐμὸν πέπλον οὐδείς 34075 4.2.27.14 : πω θνητὸς ἀνεκάλυψεν‘. 34076 4.2.28.1 : Ἡροδότου ἱστορίας τετάρτης ( 104). 34077 4.2.28.2 : Ἀγάθυρσοι ἁβρότατοι ἄνδρες εἰσὶ καὶ χρυσοφόροι 34078 4.2.28.3 : τὰ μάλιστα, ἐπίκοινον δὲ τῶν γυναικῶν τὴν μῖξιν ποιεῦν– 34079 4.2.28.4 : ται, ἵνα κασίγνητοί τε ἀλλήλων ἔωσι καὶ οἰκήιοι ἐόντες 34080 4.2.28.5 : πάντες μήτε φθόνῳ μήτε ἔχθεϊ χρέωνται ἐς ἀλλήλους. 34081 4.2.29.1 : Πλάτωνος Νόμων βʹ (p. 666 A–C). 34082 4.2.29.2 : Ἆρ´ οὖν νομοθετήσομεν πρῶτον μὲν τοὺς παῖδας μέχρι 34083 4.2.29.3 : ἐτῶν ὀκτωκαίδεκα τὸ παράπαν οἴνου μὴ γεύεσθαι, διδά– 34084 4.2.29.4 : σκοντες ὡς οὐ χρὴ πῦρ ἐπὶ πῦρ ὀχετεύειν εἴς τε τὸ σῶμα 34085 4.2.29.5 : καὶ τὴν ψυχήν, πρὶν ἐπὶ τοὺς πόνους ἐγχειρεῖν πορεύεσθαι, 34086 4.2.29.6 : τὴν ἐμμανῆ εὐλαβουμένους ἕξιν τῶν νέων· μετὰ τοῦτο 34087 4.2.29.7 : οἴνου μὲν δὴ γεύεσθαι τοῦ μετρίου μέχρι τριάκοντα ἐτῶν, 34088 4.2.29.8 : μέθης δὲ καὶ πολυοινίας τὸ παράπαν τὸν νέον ἀπέχεσθαι. 34089 4.2.29.9 : τετταράκοντα δὲ ἐπιβαίνοντα ἐτῶν ἐν τοῖς ξυσσιτίοις 34090 4.2.29.10 : εὐωχηθέντα καλεῖν τούς τε ἄλλους θεοὺς καὶ δὴ καὶ Διό– 34091 4.2.29.11 : νυσον παρακαλεῖν εἰς τὴν τῶν πρεσβυτέρων τελετὴν ἅμα 34092 4.2.29.12 : καὶ παιδιάν, ἣν τοῖς ἀνθρώποις ἐπίκουρον τῆς τοῦ γήρως 34093 4.2.29.13 : αὐστηρότητος ἐδωρήσατο τὸν οἶνον φάρμακον, ὥστε ἀνη– 34094 4.2.29.14 : βᾶν ἡμᾶς, καὶ δυσθυμίας † λήθην γίγνεσθαι μαλακώτερον 34095 4.2.29.15 : ἐκ σκληροτέρου τὸ τῆς ψυχῆς ἦθος, καθάπερ εἰς πῦρ 34096 4.2.29.16 : σίδηρον ἐντεθέντα γιγνόμενον, καὶ οὕτως εὐπλαστότερον 34097 4.2.29.17 : εἶναι; πρῶτον μὲν δὴ διατεθεὶς οὕτως ἕκαστος ἆρ´ οὐκ 34098 4.2.29.18 : ἂν ἐθέλοι προθυμότερόν † τε, ἧττον αἰσχυνόμενος, οὐκ ἐν 34099 4.2.29.19 : πολλοῖς ἀλλὰ ἐν μετρίοις, οὐκ ἐν ἀλλοτρίοις ἀλλ´ ἐν 34100 4.2.29.20 : οἰκείοις, ᾄδειν τε καὶ ὃ πολλάκις εἰρήκαμεν ἐπᾴδειν; {—} 34101 4.2.29.21 : Καὶ πολύ γε. 34102 4.2.30.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 674 A–C). 34103 4.2.30.2 : Μηδέποτε μηδένα ἐπὶ στρατοπέδου γεύεσθαι τούτου 34104 4.2.30.3 : τοῦ πόματος, ἀλλὰ ὑδροποσίᾳ συγγίγνεσθαι τοῦτον τὸν 34105 4.2.30.4 : χρόνον ἅπαντα, καὶ κατὰ πόλιν μήτε δούλην μήτε δοῦλον 34106 4.2.30.5 : γεύεσθαι μηδέποτε, μηδὲ ἄρχοντας τοῦτον τὸν ἐνιαυτὸν 34107 4.2.30.6 : ὃν ἂν ἄρχωσιν, μηδ´ αὖ κυβερνήτας μηδὲ δικαστὰς ἐνερ– 34108 4.2.30.7 : γοὺς ὄντας οἴνου γεύεσθαι τὸ παράπαν, μηδ´ ὅστις βου– 34109 4.2.30.8 : λευσόμενος εἰς βουλὴν ἀξίαν τινὰ λόγου ξυνέρχεται, μηδέ 34110 4.2.30.9 : γε μεθ´ ἡμέραν μηδένα τὸ παράπαν, εἰ μὴ σωμασκίας ἢ 34111 4.2.30.10 : νόσων ἕνεκα, μηδ´ αὖ νύκτωρ, ὅταν ἐπινοῇ τις παῖδας ποι– 34112 4.2.30.11 : εῖσθαι ἀνὴρ ἢ καὶ γυνή. καὶ ἄλλα δὲ πάμπολλα ἄν τις 34113 4.2.30.12 : λέγοι, ἐν οἷς τοῖς νοῦν τε καὶ νόμον ἔχουσιν ὀρθὸν οὐ ποτέος 34114 4.2.30.13 : οἶνος· ὥστε κατὰ τὸν λόγον τοῦτον οὐδ´ ἀμπέλων ἂν 34115 4.2.30.14 : πολλῶν δέοι οὐδ´ ᾗτινι πόλει, τακτὰ δὲ τὰ ἄλλα 〈ἂν〉 34116 4.2.30.15 : εἴη γεωργήματα καὶ πᾶσα ἡ δίαιτα, καὶ δὴ τά γε περὶ 34117 4.2.30.16 : οἶνον σχεδὸν ἁπάντων ἐμμετρότατα καὶ ὀλίγιστα γίγνοιτ´ 34118 4.2.30.17 : ἄν. οὗτος, ὦ ξένοι, ἡμῖν, εἰ ξυνδοκεῖ, κολοφὼν ἐπὶ τῷ 34119 4.2.30.18 : περὶ οἴνου λόγῳ ῥηθέντι εἰρήσθω. 34120 4.2.31.1 : Τοῦ αὐτοῦ Νόμων γʹ (p. 689 E–690 C). 34121 4.2.31.2 : Ἄρχοντας δὲ δὴ καὶ ἀρχομένους ἀναγκαῖον ἐν ταῖς 34122 4.2.31.3 : πόλεσιν εἶναί που. {—}Τί μήν; {—}Εἶεν· ἀξιώματα δὲ δὴ τοῦ 34123 4.2.31.4 : τε ἄρχειν καὶ ἄρχεσθαι ποῖά ἐστι καὶ πόσα, ἔν τε πόλεσι 34124 4.2.31.5 : μεγάλαις καὶ σμικραῖς ἔν τε οἰκίαις ὡσαύτως; ἆρ´ οὐχὶ ἓν 34125 4.2.31.6 : μὲν τό τε πατρὸς καὶ μητρός; καὶ ὅλως γονέας ἐκγόνων 34126 4.2.31.7 : ἄρχειν ἀξίωμα ὀρθὸν πανταχοῦ ἂν εἴη; {—}Καὶ μάλα. {—} 34127 4.2.31.8 : Τούτῳ δέ γε ἑπόμενον γενναίους ἀγεννῶν ἄρχειν· καὶ 34128 4.2.31.9 : τρίτον ἔτι τούτοις ξυνέπεται τὸ πρεσβυτέρους μὲν ἄρχειν 34129 4.2.31.10 : δεῖν, νεωτέρους δὲ ἄρχεσθαι. {—}Τί μήν; {—}Τέταρτον δ´ αὖ 34130 4.2.31.11 : δούλους μὲν ἄρχεσθαι, δεσπότας δὲ ἄρχειν. {—}Πῶς γὰρ 34131 4.2.31.12 : οὔ; {—}Καὶ πέμπτον γε οἶμαι τὸν κρείττονα μὲν ἄρχειν, τὸν 34132 4.2.31.13 : ἥττω δὲ ἄρχεσθαι. {—}Μάλα γε ἀναγκαίαν ἀρχὴν εἴρηκας. 34133 4.2.31.14 : {—}Καὶ πλείστην γε ἐν ξύμπασι τοῖς ζῴοις οὖσαν καὶ κατὰ 34134 4.2.31.15 : φύσιν, ὡς ὁ Θηβαῖος ἔφη ποτὲ Πίνδαρος. τὸ δὲ μέγιστον. 34135 4.2.31.16 : ὡς ἔοικεν, ἀξίωμα ἕκτον ἂν γίγνοιτο, ἕπεσθαι μὲν τὸν 34136 4.2.31.17 : ἀνεπιστήμονα κελεῦον, τὸν δὲ φρονοῦντα ἡγεῖσθαί τε καὶ 34137 4.2.31.18 : ἄρχειν. καίτοι τοῦτό γε, ὦ Πίνδαρε σοφώτατε, σχεδὸν 34138 4.2.31.19 : οὐκ ἂν παρὰ φύσιν ἔγωγε φαίην γίγνεσθαι, κατὰ φύσιν 34139 4.2.31.20 : δὲ τὴν τοῦ νόμου ἑκόντων ἀρχὴν ἀλλ´ οὐ βίαιον πεφυκυῖαν. 34140 4.2.31.21 : {—}Ὀρθότατα λέγεις. {—}Θεοφιλῆ δέ γε καὶ εὐτυχῆ τινα 34141 4.2.31.22 : λέγοντες ἑβδόμην ἀρχὴν εἰς κλῆρόν τινα προάγομεν καὶ 34142 4.2.31.23 : λαχόντα μὲν ἄρχειν, δυσκληροῦντα δὲ ἀπιόντα ἄρχεσθαι 34143 4.2.31.24 : τὸ δικαιότατον εἶναί φαμεν. {—}Ἀληθέστατα λέγεις. 34144 4.2.32.1 : Τοῦ αὐτοῦ Νόμων δ´ (p. 715 B–E). 34145 4.2.32.2 : Λέγεται δὲ τοῦδ´ ἕνεκα ταῦθ´ ἡμῖν, ὡς ἡμεῖς τῇ σῇ 34146 4.2.32.3 : πόλει ἀρχὰς οὔθ´ ὅτι πλούσιός ἐστί τις δώσομεν, οὔθ´ 34147 4.2.32.4 : ὅτι τῶν τοιούτων ἄλλο οὐδὲν κεκτημένος, ἰσχὺν ἢ μέγεθος 34148 4.2.32.5 : ἤ τι γένος· ὃς δ´ ἂν τοῖς τεθεῖσι νόμοις εὐπειθέστατός 34149 4.2.32.6 : τε ᾖ καὶ νικᾷ ταύτην τὴν νίκην ἐν τῇ πόλει, τούτῳ φαμὲν 34150 4.2.32.7 : καὶ τὴν τῶν θεῶν ὑπηρεσίαν δοτέον εἶναι τὴν μεγίστην 34151 4.2.32.8 : τῷ πρώτῳ, καὶ δευτέραν τῷ τὰ δεύτερα κρατοῦντι, καὶ 34152 4.2.32.9 : κατὰ λόγον οὕτω τοῖς ἐφεξῆς τὰ μετὰ ταῦθ´ ἕκαστα ἀπο– 34153 4.2.32.10 : δοτέον εἶναι. τοὺς δ´ ἄρχοντας λεγομένους νῦν ὑπηρέτας 34154 4.2.32.11 : τοῖς νόμοις ἐκάλεσα οὔ τι καινοτομίας ὀνομάτων ἕνεκα, 34155 4.2.32.12 : ἀλλ´ ἡγοῦμαι παντὸς μᾶλλον εἶναι παρὰ τοῦτο σωτηρίαν 34156 4.2.32.13 : τε πόλει καὶ τοὐναντίον. ἐν ᾗ μὲν γὰρ ἂν ἀρχόμενος ᾖ 34157 4.2.32.14 : καὶ ἄκυρος νόμος, φθορὰν ὁρῶ τῇ τοιαύτῃ ἑτοίμην οὖσαν· 34158 4.2.32.15 : ἐν ᾗ δὲ ἂν δεσπότης τῶν ἀρχόντων, οἱ δὲ ἄρχοντες δοῦλοι 34159 4.2.32.16 : τοῦ νόμου, σωτηρίαν καὶ πάντα ὅσα οἱ θεοὶ πόλεσιν 34160 4.2.32.17 : ἔδοσαν ἀγαθὰ γιγνόμενα καθορῶ. {—}Ναὶ μὰ Δία, ὦ ξένε· 34161 4.2.32.18 : καθ´ ἡλικίαν γὰρ ὀξὺ βλέπεις. {—}Νέος μὲν γὰρ ὢν πᾶς 34162 4.2.32.19 : ἄνθρωπος τὰ τοιαῦτα ἀμβλύτατα αὐτὸς αὑτοῦ ὁρᾷ, [ὁ] 34163 4.2.32.20 : γέρων δὲ ὀξύτατα. {—}Ἀληθέστατα. 34164 4.2.33.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 720 E–721 D). 34165 4.2.33.2 : Φέρε δὴ πρὸς θεῶν, τίνα πρῶτον νόμον θεῖτ´ ἂν 34166 4.2.33.3 : 〈ὁ〉 νομοθέτης; ἆρ´ οὐ κατὰ φύσιν τὴν περὶ γενέσεως 34167 4.2.33.4 : ἀρχὴν πρώτην πόλεων πέρι κατακοσμήσει ταῖς τάξεσι; {—} 34168 4.2.33.5 : Τί μήν; {—}Ἀρχὴ δ´ ἐστὶ τῶν γενέσεων πάσαις πόλεσιν 34169 4.2.33.6 : ἆρ´ οὐχ ἡ τῶν γάμων σύμμιξις καὶ κοινωνία; {—}Πῶς 34170 4.2.33.7 : γὰρ οὔ; {—}Γαμικοὶ δὴ νόμοι πρῶτοι κινδυνεύουσι τιθέ– 34171 4.2.33.8 : μενοι καλῶς ἂν τίθεσθαι πρὸς ὀρθότητα πάσῃ πόλει. 34172 4.2.33.9 : Παντάπασι μὲν οὖν. Λέγωμεν δὴ πρῶτον τὸν ἁπλοῦν, 34173 4.2.33.10 : ἔχοι δ´ ἄν πως ἴσως ὧδε· γαμεῖν δέ, ἐπειδὰν ἐτῶν ᾖ τις 34174 4.2.33.11 : τριάκοντα, μέχρι ἐτῶν πέντε καὶ τριάκοντα, εἰ δὲ μή, 34175 4.2.33.12 : ζημιοῦσθαι χρήμασί τε καὶ ἀτιμίᾳ, χρήμασι μὲν τό– 34176 4.2.33.13 : σοις καὶ τόσοις, τῇδε καὶ τῇδε ἀτιμίᾳ. ὁ μὲν ἁπλοῦς 34177 4.2.33.14 : ἔστω τις τοιοῦτος περὶ γάμων, ὁ δὲ διπλοῦς ὅδε· γαμεῖν 34178 4.2.33.15 : δέ, ἐπει〈δὰν〉 ἐτῶν ᾖ τις τριάκοντα, μέχρι τῶν πέντε καὶ 34179 4.2.33.16 : τριάκοντα, διανοηθέντα ὡς ἔστιν ᾗ τὸ ἀνθρώπινον γένος 34180 4.2.33.17 : φύσει τινὶ μετείληφεν ἀθανασίας, οὗ καὶ πέφυκεν ἐπι– 34181 4.2.33.18 : θυμίαν ἴσχειν πᾶς πᾶσαν· τὸ γὰρ γενέσθαι κλεινὸν καὶ μὴ 34182 4.2.33.19 : ἀνώνυμον κεῖσθαι τετελευτηκότα τοῦ τοιούτου ἐστὶν ἐπι– 34183 4.2.33.20 : θυμία. γένος οὖν ἀνθρώπων ἐστίν τι ξυμφυὲς τοῦ παντὸς 34184 4.2.33.21 : χρόνου, ὃ διὰ τέλους αὐτῷ ξυνέπεται καὶ συνέψεται, τούτῳ 34185 4.2.33.22 : τῷ τρόπῳ ἀθάνατον ὄν, τῷ παῖδας παίδων καταλειπό– 34186 4.2.33.23 : μενον ταὐτὸν καὶ ἓν ὂν ἀεὶ γενέσει τῆς ἀθανασίας μετει– 34187 4.2.33.24 : ληφέναι· τούτου δὴ ἀποστερεῖν ἑκόντα ἑαυτὸν οὐδέποτε 34188 4.2.33.25 : ὅσιον, ἐκ προνοίας δὲ ἀποστερεῖ ὃς ἂν παίδων καὶ γυναικὸς 34189 4.2.33.26 : ἀμελῇ. πειθόμενος μὲν οὖν τῷ νόμῳ ἀζήμιος ἀπαλλάττοιτο 34190 4.2.33.27 : ἄν, μὴ πειθόμενος δὲ αὖ, μηδὲ γαμῶν ἔτη τριάκοντα 34191 4.2.33.28 : γεγονὼς καὶ πέντε, ζημιούσθω μὲν κατ´ ἐνιαυτὸν τόσῳ 34192 4.2.33.29 : καὶ τόσῳ, ἵνα μὴ δοκῇ τὴν μοναυλίαν οἱ κέρδος καὶ ῥᾳστώ– 34193 4.2.33.30 : νην φέρειν, μὴ μετεχέτω δὲ τιμῶν, ὧν ἂν οἱ νεώτεροι ἐν 34194 4.2.33.31 : τῇ πόλει τοὺς πρεσβυτέρους αὑτῶν τιμῶσιν ἑκάστοτε. 34195 4.2.34.1 : Νόμων εʹ (p. 734 E–736 C). 34196 4.2.34.2 : Καθάπερ οὖν δή τινα ξυνυφὴν 〈ἢ〉 καὶ πλέγμα ἄλλ´ 34197 4.2.34.3 : ὁτιοῦν, οὐκ ἐκ τῶν αὐτῶν οἷόν τέ ἐστι τήν τε ἐφυφὴν καὶ 34198 4.2.34.4 : τὸν στήμονα ἀπεργάζεσθαι, διαφέρειν δὲ ἀναγκαῖον τὸ 34199 4.2.34.5 : τῶν στημονίων πρὸς ἀρετὴν γένος· ἰσχυρόν τε γὰρ καί 34200 4.2.34.6 : τινα βεβαιότητα ἐν τοῖς τρόποις εἰληφός, τὸ δὲ μαλα– 34201 4.2.34.7 : κώτερον καὶ ἐπιεικείᾳ τινὶ δικαίᾳ χρώμενον· ὅθεν δὴ 34202 4.2.34.8 : τοὺς μεγάλας ἀρχὰς ἐν ταῖς πόλεσιν ἄρξοντας δεῖ δια– 34203 4.2.34.9 : κρίνεσθαί τινα τρόπον ταύτῃ καὶ τοὺς σμικρᾷ παιδείᾳ 34204 4.2.34.10 : βασανισθέντας ἑκάστοτε καὶ κατὰ λόγον. ἐστὸν γὰρ δὴ 34205 4.2.34.11 : δύο πολιτείας εἴδη τὸ μὲν ἀρχῶν καταστάσεις ἑκάστοις, 34206 4.2.34.12 : τὸ δὲ νόμοι ταῖς ἀρχαῖς ἀποδοθέντες. τὸ δὲ πρὸ τούτων 34207 4.2.34.13 : ἁπάντων δεῖ διανοεῖσθαι τὰ τοιάδε. πᾶσαν ἀγέλην ποι– 34208 4.2.34.14 : μὴν καὶ βουκόλος τροφεύς τε ἵππων καὶ ὅσα ἄλλα παρα– 34209 4.2.34.15 : λαβὼν τοιαῦτα, οὐκ ἄλλως μή ποτε ἐπιχειρήσῃ θεραπεύειν 34210 4.2.34.16 : ἢ πρῶτον μὲν τὸν ἑκάστῃ προσήκοντα καθαρμὸν καθάρῃ 34211 4.2.34.17 : τῇ ξυνοικήσει, διαλέξας δὲ τά τε ὑγιῆ καὶ τὰ μὴ καὶ τὰ 34212 4.2.34.18 : 〈γενναῖα καὶ〉 ἀγεννῆ, τὰ μὲν ἀποπέμψει πρὸς ἄλλας τινὰς 34213 4.2.34.19 : ἀγέλας τὰ δὲ θεραπεύσει, διανοούμενος ὡς μάταιος ἂν ὁ 34214 4.2.34.20 : πόνος εἴη καὶ ἀνήνυτος περί τε σῶμα καὶ ψυχάς, ἃς 34215 4.2.34.21 : φύσις καὶ πονηρὰ τροφὴ διεφθαρκυῖα προσαπόλλυσι τὸ 34216 4.2.34.22 : τῶν ὑγιῶν καὶ ἀκηράτων ἠθῶν τε καὶ σωμάτων γένος ἐν 34217 4.2.34.23 : ἑκάστοις, ἄν τις τὰ ὑπάρχοντα μὴ διακαθαίρηται. τὰ 34218 4.2.34.24 : μὲν δὴ τῶν ἄλλων ζῴων ἐλάττων τε σπουδὴ καὶ παρα– 34219 4.2.34.25 : δείγματος ἕνεκα μόνον ἄξια παραθέσθαι τῷ λόγῳ, τὰ δὲ 34220 4.2.34.26 : τῶν ἀνθρώπων σπουδῆς τῆς μεγίστης τῷ γε νομοθέτῃ 34221 4.2.34.27 : διερευνᾶσθαι καὶ φράζειν τὸ προσῆκον ἑκάστοις καθαρμοῦ 34222 4.2.34.28 : τε πέρι καὶ ξυμπασῶν τῶν ἄλλων πράξεων. αὐτίκα γὰρ 34223 4.2.34.29 : τὸ περὶ καθαρμοὺς πόλεως ὧδ´ ἔχον ἂν εἴη· πολλῶν 34224 4.2.34.30 : οὐσῶν τῶν διακαθάρσεων αἱ μὲν ῥᾴους εἰσίν, αἱ δὲ χαλε– 34225 4.2.34.31 : πώτεραι, καὶ τὰς μὲν τύραννος μὲν ὢν καὶ νομοθέτης ὁ 34226 4.2.34.32 : αὐτός, ὅσαι χαλεπαί εἰσι καὶ ἄρισται, δύναιτ´ ἂν καθῆραι, 34227 4.2.34.33 : νομοθέτης δὲ ἄνευ τυραννίδος καθιστὰς πολιτείαν καινὴν 34228 4.2.34.34 : καὶ νόμους, εἰ καὶ τὸν πραότατον τῶν καθαρμῶν καθή– 34229 4.2.34.35 : ρειεν, ἀγαπώντως ἂν καὶ τὸ τοιοῦτον δράσειεν. ἔστι δ´ 34230 4.2.34.36 : ὁ μὲν ἄριστος ἀλγεινός, καθάπερ ὅσα τῶν φαρμάκων 34231 4.2.34.37 : τοιουτότροπα, ὁ τῇ δίκῃ μετὰ τιμωρίας εἰς τὸ κολάζειν 34232 4.2.34.38 : ἄγων, θάνατον ἢ φυγὴν τῇ τιμωρίᾳ τὸ τέλος ἐπιτιθείς· 34233 4.2.34.39 : τοὺς γὰρ μέγιστα ἐξημαρτηκότας, ἀνιάτους δὲ ὄντας, με– 34234 4.2.34.40 : γίστην βλάβην οὖσαν πόλεως, ἀπαλλάττειν εἴωθεν. ὁ δὲ 34235 4.2.34.41 : πραότερός ἐστι τῶν καθαρμῶν ὁ τοιόσδε ἡμῖν· ὅσοι διὰ 34236 4.2.34.42 : τὴν τῆς τροφῆς ἀπορίαν τοῖς ἡγεμόσιν ἐπὶ τὰ τῶν ἐχόν– 34237 4.2.34.43 : των μὴ ἔχοντες ἑτοίμους αὑτοὺς ἐνδείκνυνται παρεσκευα– 34238 4.2.34.44 : κότες ἕπεσθαι, τούτοις ὡς νοσήματι πόλεως ἐμπεφυκότι, 34239 4.2.34.45 : δι´ εὐφημίας ἀπαλλαγήν, ὄνομα ἀποικίαν τιθέμενος, εὐ– 34240 4.2.34.46 : μενῶς ὅ τι μάλιστα ἐξεπέμψατο. παντὶ μὲν οὖν νομο– 34241 4.2.34.47 : θετοῦντι τοῦτο ἁμῶς γέ πως κατ´ ἀρχὰς δραστέον, ἡμῖν 34242 4.2.34.48 : μὴν ἔτι τούτων ἀτοπώτερα τὰ περὶ ταῦτ´ ἐστὶ ξυμβεβη– 34243 4.2.34.49 : κότα νῦν· οὔτε γὰρ ἀποικίαν οὔτ´ ἐκλογήν τινα καθάρ– 34244 4.2.34.50 : σεως δεῖ μηχανᾶσθαι πρὸς τὸ παρὸν, οἷον δέ τινων ξυρ– 34245 4.2.34.51 : ρεόντων ἐκ πολλῶν τὰ μὲν πηγῶν τὰ δὲ χειμάρρων εἰς 34246 4.2.34.52 : μίαν λίμνην, ἀναγκαῖον προσέχοντας τὸν νοῦν φυλάττειν, 34247 4.2.34.53 : ὅπως ὅ τι καθαρώτατον ἔσται τὸ ξυρρέον ὕδωρ, τὰ μὲν 34248 4.2.34.54 : ἐξαντλοῦντας, τὰ δ´ ἀποχετεύοντας καὶ παρατρέποντας. 34249 4.2.34.55 : πόνος δ´, ὡς ἔοικε, καὶ κίνδυνός ἐστιν ἐν πάσῃ πολιτικῇ 34250 4.2.34.56 : κατασκευῇ· τὰ δ´ ἐπειδήπερ λόγῳ γε ἐστὶ τὰ νῦν ἀλλ´ 34251 4.2.34.57 : οὐκ ἔργῳ πραττόμενα, πεπεράνθω τε ἡμῖν ἡ ξυλλογὴ καὶ 34252 4.2.34.58 : κατὰ νοῦν ἡ καθαρότης αὐτῆς ἔστω ξυμβεβηκυῖα. τοὺς 34253 4.2.34.59 : γὰρ κακοὺς τῶν ἐπιχειρούντων εἰς τὴν νῦν πόλιν ὡς 34254 4.2.34.60 : πολιτευσομένους ξυνιέναι πειθοῖ πάσῃ καὶ ἱκανῷ χρόνῳ 34255 4.2.34.61 : διαβασανίσαντες, διακωλύσωμεν ἀφικνεῖσθαι, τοὺς δ´ ἀγα– 34256 4.2.34.62 : θοὺς εἰς δύναμιν εὐμενεῖς ἵλεῴ τε προσαγώμεθα. 34257 4.2.35.1 : Τοῦ αὐτοῦ Νόμων εʹ (p. 742 A–C). 34258 4.2.35.2 : Μηδὲ ἐξεῖναι χρυσὸν μηδὲ ἄργυρον κεκτῆσθαι μηδένα 34259 4.2.35.3 : μηδενὶ ἰδιώτῃ, νόμισμα δὲ ἕνεκα ἀλλαγῆς τῆς καθ´ ἡμέραν, 34260 4.2.35.4 : ἣν δημιουργοῖς τε. ἀλλάττεσθαι σχεδὸν ἀναγκαῖον, καὶ πᾶ– 34261 4.2.35.5 : σιν ὁπόσων χρεία τῶν τοιούτων μισθοὺς μισθωτοῖς, 34262 4.2.35.6 : δούλοις καὶ ἐποίκοις, ἀποτίνειν. ὧν ἕνεκά φαμεν τὸ 34263 4.2.35.7 : νόμισμα κτητέον αὐτοῖς μὲν ἔντιμον, τοῖς δὲ ἄλλοις ἀν– 34264 4.2.35.8 : θρώποις ἀδόκιμον· κοινὸν δὲ Ἑλληνικὸν νόμισμα ἕνεκά τε 34265 4.2.35.9 : στρατειῶν καὶ ἀποδημιῶν εἰς τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, 34266 4.2.35.10 : οἷον πρεσβειῶν ἢ καί τινος ἀναγκαίας ἄλλης τῇ πόλει 34267 4.2.35.11 : κηρυκείας, ἐκπέμπειν τινὰ ἂν δέῃ, τούτων χάριν ἀνάγκη 34268 4.2.35.12 : ἑκάστοτε κεκτῆσθαι τῇ πόλει νόμισμα Ἑλληνικόν. ἰδιώτῃ 34269 4.2.35.13 : δὲ ἂν ἄρα ποτὲ ἀνάγκη τις γίγνηται ἀποδημεῖν, παρέ– 34270 4.2.35.14 : μενος μὲν τοὺς ἄρχοντας ἀποδημείτω, νόμισμα δὲ ἄν 34271 4.2.35.15 : ποθεν ἔχων ξενικὸν οἴκαδε ἀφίκηται περιγενόμενον, τῇ 34272 4.2.35.16 : πόλει αὐτὸ καταβαλλέτω πρὸς λόγον ἀπολαμβάνων τὸ 34273 4.2.35.17 : ἐπιχώριον· ἰδιούμενος δὲ ἐάν τις φαίνηται, δημόσιόν τε 34274 4.2.35.18 : γιγνέσθω καὶ ὁ ξυνειδὼς καὶ μὴ φράζων ἀρᾷ καὶ ὀνείδει 34275 4.2.35.19 : μετὰ τοῦ ἀγαγόντος ἔνοχος ἔστω, καὶ ζημίᾳ πρὸς τούτοις 34276 4.2.35.20 : μὴ ἐλάττονι τοῦ ξενικοῦ κομισθέντος νομίσματος. γα– 34277 4.2.35.21 : μοῦντα δὲ καὶ ἐκδιδόντα μήτ´ οὖν διδόναι μήτε δέχεσθαι 34278 4.2.35.22 : προῖκα τὸ παράπαν μηδ´ ἡντινοῦν, μηδὲ νόμισμα πα– 34279 4.2.35.23 : ρακατατίθεσθαι, ὅτῳ μή τις πιστεύει· μηδὲ δανείζειν ἐπὶ 34280 4.2.35.24 : τόκῳ, ὡς ἐξὸν μὴ ἀποδιδόναι τὸ παράπαν τῷ δανεισαμένῳ 34281 4.2.35.25 : μήτε τόκον μήτε κεφάλαιον. 34282 4.2.36.1 : Τοῦ αὐτοῦ Νόμων ϛʹ (p. 757 A–758 A). 34283 4.2.36.2 : Δοῦλοι γὰρ ἂν καὶ δεσπόται οὐκ ἄν ποτε γένοιντο 34284 4.2.36.3 : φίλοι, οὐδ´ ἐν ἴσαις τιμαῖς διαγόμενοι φαῦλοι καὶ σπου– 34285 4.2.36.4 : δαῖοι· τοῖς γὰρ ἀνίσοις τὰ ἴσα ἄνισα γίγνοιτ´ ἄν, εἰ μὴ 34286 4.2.36.5 : τυγχάνοι τοῦ μέτρου· διὰ γὰρ ἀμφότερα ταῦτα στάσεων 34287 4.2.36.6 : αἱ πολιτεῖαι πληροῦνται. παλαιὸς γὰρ λόγος ἀληθὴς 34288 4.2.36.7 : ὤν, ὡς ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται, μάλα μὲν ὀρθῶς 34289 4.2.36.8 : εἴρηται καὶ ἐμμελῶς· ἥτις δ´ ἐστί ποτε ἰσότης ἡ τοῦτο 34290 4.2.36.9 : αὐτὸ δυναμένη, διὰ τὸ μὴ σφόδρα σαφὴς εἶναι σφόδρα 34291 4.2.36.10 : ἡμᾶς διαταράττει. δυοῖν γὰρ ἰσοτήτοιν οὔσαιν ὁμωνύμοιν 34292 4.2.36.11 : μέν, ἔργῳ δὲ εἰς πολλὰ σχεδὸν ἐναντίαιν, τὴν μὲν ἑτέραν εἰς 34293 4.2.36.12 : τὰς τιμὰς πᾶσα πόλις ἱκανὴ παραγαγεῖν καὶ πᾶς νομο– 34294 4.2.36.13 : θέτης, τὴν μέτρῳ ἴσην καὶ σταθμῷ καὶ ἀριθμῷ, κλήρῳ 34295 4.2.36.14 : ἀπευθύνων εἰς τὰς διανομὰς αὐτήν· τὴν δὲ ἀληθεστάτην 34296 4.2.36.15 : καὶ ἀρίστην ἰσότητα οὐκέτι ῥᾴδιον παντὶ ἰδεῖν. Διὸς γὰρ 34297 4.2.36.16 : δὴ κρίσις ἐστί, καὶ τοῖς ἀνθρώποις ἀεὶ σμικρὰ μὲν 34298 4.2.36.17 : ἐπαρκεῖ, πᾶν δὲ ὅσον ἂν ἐπαρκέσῃ πόλεσιν ἢ καὶ ἰδιώ– 34299 4.2.36.18 : ταις, πάντα ἀγαθὰ ἀπεργάζεται· τῷ μὲν γὰρ μείζονι 34300 4.2.36.19 : πλείω, τῷ δὲ ἐλάττονι σμικρότερα νέμει, μέτρια διδοῦσα 34301 4.2.36.20 : πρὸς τὴν αὐτῶν φύσιν ἑκατέρῳ· καὶ δὴ καὶ τιμὰς μείζοσι 34302 4.2.36.21 : μὲν πρὸς ἀρετὴν ἀεὶ μείζους, τοῖς δὲ τοὐναντίον ἔχουσιν 34303 4.2.36.22 : ἀρετῆς τε καὶ παιδείας τὸ πρέπον ἑκατέροις ἀπονέμει 34304 4.2.36.23 : κατὰ λόγον. ἔστι γὰρ δήπου καὶ τὸ πολιτικὸν ἡμῖν ἀεὶ 34305 4.2.36.24 : τοῦτ´ αὐτὸ τὸ δίκαιον· οὗ καὶ νῦν ἡμᾶς ὀρεγομένους δεῖ 34306 4.2.36.25 : καὶ πρὸς ταύτην τὴν ἰσότητα, ὦ Κλεινία, ἀποβλέποντας, 34307 4.2.36.26 : τὴν νῦν φυομένην κατοικίζειν πόλιν. ἄλλην τε ἄν ποτέ τις 34308 4.2.36.27 : οἰκίζῃ πρὸς ταὐτὸ τοῦτο σκοπούμενον χρεὼν νομοθετεῖν, 34309 4.2.36.28 : ἀλλ´ οὐ πρὸς ὀλίγους τυράννους ἢ πρὸς ἕνα ἢ καὶ κράτος 34310 4.2.36.29 : δήμου τι, πρὸς δὲ τὸ δίκαιον ἀεί, τοῦτο δ´ ἐστὶ τὸ νῦν 34311 4.2.36.30 : δὴ λεχθέν, τὸ κατὰ φύσιν ἴσον ἀνίσοις ἑκάστοτε δοθέν· 34312 4.2.36.31 : ἀναγκαῖόν γε μὴν καὶ τούτοις παρωνυμίοισί ποτε προσ– 34313 4.2.36.32 : χρήσασθαι πόλιν ἅπασαν, εἰ μέλλει στάσεων ἑαυτῇ μὴ 34314 4.2.36.33 : προσκοινωνήσειν κατά τι μέρος· τὸ γὰρ ἐπιεικὲς καὶ 34315 4.2.36.34 : ξύγγνωμον τοῦ τελέου καὶ ἀκριβοῦς παρὰ δίκην τὴν 34316 4.2.36.35 : ὀρθήν ἐστι παρατεθραυσμένον, ὅταν γίγνηται· διὸ τῷ 34317 4.2.36.36 : τοῦ κλήρου ἴσῳ ἀνάγκη προσχρήσασθαι δυσκολίας τῶν 34318 4.2.36.37 : πολλῶν ἕνεκα, θεὸν καὶ ἀγαθὴν τύχην καὶ τότε ἐν εὐχαῖς 34319 4.2.36.38 : ἐπικαλουμένους ἀπορθοῦν αὐτοὺς τὸν κλῆρον πρὸς τὸ 34320 4.2.36.39 : δικαιότατον. οὕτω δὴ χρηστέον ἀναγκαίως μὲν τοῖν ἰσο– 34321 4.2.36.40 : τήτοιν ἀμφοῖν, ὡς δ´ ὅ τι μάλιστα ἐπ´ ὀλιγίστοις τῇ 34322 4.2.36.41 : ἑτέρᾳ, τῇ τῆς τύχης δεομένῃ. ταῦτα οὕτω διὰ ταῦτα, 34323 4.2.36.42 : ὦ φίλοι, ἀναγκαῖον τὴν μέλλουσαν σῴζεσθαι δρᾶν πόλιν. 34324 4.2.37.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 759 A–D). 34325 4.2.37.2 : Ἑλέσθαι δὲ δεῖ τρία μὲν ἀρχόντων εἴδη, περὶ μὲν 34326 4.2.37.3 : τὸ νῦν δὴ λεχθὲν ἀστυνόμους ἐπονομάζοντα, τὸ δὲ περὶ 34327 4.2.37.4 : ἀγορᾶς κόσμον ἀγορανόμους, ἱερῶν δὲ ἱερέας, οἷς μέν 34328 4.2.37.5 : εἰσι πάτριαι ἱερωσύναι καὶ αἷς, μὴ κινεῖν· εἰ δέ, οἷον τὸ 34329 4.2.37.6 : πρῶτον κατοικιζομένοις εἰκὸς γίγνεσθαι περὶ τὰ τοιαῦτα, 34330 4.2.37.7 : ἢ μηδενὶ ἤ τισιν ὀλίγοις, οἷς μὴ καθεστήκοι καταστατέον 34331 4.2.37.8 : ἱερέας τε καὶ ἱερείας νεωκόρους γίγνεσθαι τοῖς θεοῖς· τού– 34332 4.2.37.9 : των δὴ πάντων τὰ μὲν αἱρετὰ χρή, τὰ δὲ κληρωτὰ ἐν ταῖς 34333 4.2.37.10 : καταστάσεσι γίγνεσθαι, μιγνύντας πρὸς φιλίαν ἀλλήλοις 34334 4.2.37.11 : δῆμον καὶ μὴ δῆμον ἐν ἑκάστῃ χώρᾳ καὶ πόλει, ὅπως ἂν 34335 4.2.37.12 : μάλιστα ὁμονοῶν εἴη. τὰ μὲν οὖν τῶν ἱερέων, τῷ θεῷ 34336 4.2.37.13 : ἐπιτρέποντα αὐτῷ τὸ κεχαρισμένον γίγνεσθαι, κληροῦν 34337 4.2.37.14 : οὕτω τῇ θείᾳ τύχῃ ἀποδιδόντα, δοκιμάζειν δὲ τὸν ἀεὶ 34338 4.2.37.15 : λαγχάνοντα πρῶτον μὲν ὁλόκληρον καὶ γνήσιον, ἔπειτα 34339 4.2.37.16 : ὡς ὅ τι μάλιστα ἐκ καθαρευουσῶν οἰκήσεων, φόνου δὲ 34340 4.2.37.17 : ἁγνὸν καὶ πάντων τῶν περὶ τὰ τοιαῦτα εἰς τὰ θεῖα 34341 4.2.37.18 : ἁμαρτανομένων αὐτὸν καὶ πατέρα καὶ μητέρα κατὰ ταὐτὰ 34342 4.2.37.19 : βεβιωκότας. ἐκ Δελφῶν δὲ χρὴ νόμους περὶ τὰ θεῖα 34343 4.2.37.20 : πάντα κομισαμένους καὶ καταστήσαντας ἐπ´ αὐτοῖς ἐξη– 34344 4.2.37.21 : γητάς, τούτοις χρῆσθαι. κατ´ ἐνιαυτὸν δὲ εἶναι καὶ μὴ 34345 4.2.37.22 : μακρότερον τὴν ἱερωσύνην ἑκάστην, ἔτη δὲ μὴ ἔλαττον 34346 4.2.37.23 : ἑξήκοντα ἡμῖν εἴη γεγονὼς ὁ μέλλων καθ´ ἱεροὺς νόμους 34347 4.2.37.24 : περὶ τὰ θεῖα ἱκανῶς ἁγιστεύσειν· ταῦτα δὲ καὶ περὶ 34348 4.2.37.25 : τῶν ἱερειῶν ἔστω τὰ νόμιμα. τοὺς δ´ ἐξηγητὰς τρὶς 34349 4.2.37.26 : φερέτωσαν μὲν αἱ τέτταρες φυλαὶ τέτταρας, ἕκαστον ἐξ 34350 4.2.37.27 : αὑτῶν, τρεῖς δέ, οἷς ἂν πλείστη γένηται ψῆφος, δοκιμά– 34351 4.2.37.28 : σαντας ἐννέα πέμπειν εἰς Δελφοὺς ἀνελεῖν ἐξ ἑκάστης 34352 4.2.37.29 : τριάδος ἕνα· τὴν δὲ δοκιμασίαν αὐτῶν καὶ τοῦ χρόνου 34353 4.2.37.30 : τὴν ἡλικίαν εἶναι καθάπερ τῶν ἱερέων. 34354 4.2.38.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 762 D–E). 34355 4.2.38.2 : Τούτων δὲ οἱ νομοφύλακες ἐπίσκοποι ἀκριβεῖς ἔστω– 34356 4.2.38.3 : σαν, ὅπως ἢ μὴ γίγνηται τὴν ἀρχὴν ἢ γιγνόμενα τῆς ἀξίας 34357 4.2.38.4 : δίκης τυγχάνῃ. δεῖ δὴ πάντ´ ἄνδρα διανοεῖσθαι περὶ 34358 4.2.38.5 : ἁπάντων ἀνθρώπων, ὡς ὁ μὴ δουλεύσας οὐδ´ ἂν δεσπό– 34359 4.2.38.6 : της γένοιτο ἄξιος ἐπαίνου, καὶ καλλωπίζεσθαι χρὴ τῷ 34360 4.2.38.7 : καλῶς δουλεῦσαι μᾶλλον ἢ τῷ καλῶς ἄρξαι, πρῶτον μὲν 34361 4.2.38.8 : τοῖς νόμοις, ὡς ταύτην τοῖς θεοῖς οὖσαν δουλείαν, ἔπειτ´ 34362 4.2.38.9 : ἀεὶ τοῖς πρεσβυτέροις τε καὶ ἐντίμως βεβιωκόσι τοὺς 34363 4.2.38.10 : νέους. 34364 4.2.39.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 765 D–766 C). 34365 4.2.39.2 : Λοιπὸς δὲ ἄρχων περὶ τὰ προειρημένα ἡμῖν ὁ τῆς 34366 4.2.39.3 : παιδείας ἐπιμελητὴς πάσης θηλειῶν τε καὶ ἀρρένων. εἷς 34367 4.2.39.4 : μὲν δὴ καὶ ὁ τούτων ἄρξων ἔστω κατὰ νόμους, ἐτῶν μὲν 34368 4.2.39.5 : γεγονὼς μὴ ἔλαττον ἢ πεντήκοντα, παίδων δὲ γνησίων 34369 4.2.39.6 : πατήρ, μάλιστα μὲν υἱέων καὶ θυγατέρων, εἰ δὲ μή, 34370 4.2.39.7 : θάτερα· διανοηθήτω δὲ αὐτός τε ὁ προκριθεὶς καὶ ὁ 34371 4.2.39.8 : προκρίνων ὡς οὖσαν ταύτην τὴν ἀρχὴν τῶν ἐν τῇ πόλει 34372 4.2.39.9 : ἀκροτάτων ἀρχῶν πολὺ μεγίστην. παντὸς γὰρ δὴ φυτοῦ ἡ 34373 4.2.39.10 : πρώτη βλάστη καλῶς ὁρμηθεῖσα πρὸς ἀρετὴν τῆς αὑτοῦ 34374 4.2.39.11 : φύσεως κυριωτάτη τέλος ἐπιθεῖναι τὸ πρόσφορον, τῶν 34375 4.2.39.12 : τε ἄλλων φυτῶν καὶ τῶν ζῴων ἡμέρων καὶ ἀγρίων καὶ 34376 4.2.39.13 : ἀνθρώπων· ἄνθρωπος δέ, ὥς φαμεν, ἥμερον, ὅμως μὴν 34377 4.2.39.14 : παιδείας μὲν ὀρθῆς τυχὸν καὶ φύσεως εὐτυχοῦς, θειότατον 34378 4.2.39.15 : ἡμερώτατόν τε ζῷον γίγνεσθαι φιλεῖ, μὴ ἱκανῶς δὲ ἢ μὴ 34379 4.2.39.16 : καλῶς τραφὲν ἀγριώτατον, ὁπόσα φύει γῆ. ὧν ἕνεκα οὐ 34380 4.2.39.17 : δεύτερον οὐδὲ πάρεργον δεῖ τὴν παίδων τροφὴν τὸν 34381 4.2.39.18 : νομοθέτην ἐᾶν γίγνεσθαι, πρῶτον δὲ ἄρξασθαι χρεὼν 34382 4.2.39.19 : τὸν μέλλοντα αὐτῶν ἐπιμελήσεσθαι καλῶς αἱρεθῆναι, τῶν 34383 4.2.39.20 : ἐν τῇ πόλει ὃς ἂν ἄριστος εἰς πάντα ᾖ, τοῦτον κατὰ 34384 4.2.39.21 : δύναμιν ὅ τι μάλιστα αὐτοῖς καθιστάντα προστάττειν ἐπι– 34385 4.2.39.22 : μελητήν. αἱ πᾶσαι τοίνυν ἀρχαὶ πλὴν βουλῆς καὶ πρυ– 34386 4.2.39.23 : τάνεων εἰς τὸ τοῦ Ἀπόλλωνος ἱερὸν ἐλθοῦσαι φερόντων 34387 4.2.39.24 : ψῆφον κρύβδην, τῶν νομοφυλάκων ὅντιν´ ἂν ἕκαστος 34388 4.2.39.25 : ἡγῆται κάλλιστα ἂν τῶν περὶ παιδείαν ἄρξαι γενομένων· 34389 4.2.39.26 : ᾧ δ´ ἂν πλεῖσται ψῆφοι ξυμβῶσι, δοκιμασθεὶς ὑπὸ τῶν 34390 4.2.39.27 : ἄλλων ἀρχόντων τῶν ἑλομένων, πλὴν νομοφυλάκων, ἀρ– 34391 4.2.39.28 : χέτω ἔτη πέντε, ἕκτῳ δὲ κατὰ ταὐτὰ ἄλλον ἐπὶ ταύτην 34392 4.2.39.29 : τὴν ἀρχὴν αἱρεῖσθαι. 34393 4.2.40.1 : Τοῦ αὐτοῦ Νόμων ζʹ (p. 801 E–802 A). 34394 4.2.40.2 : Μετά γε μὴν ταῦτα ὕμνοι θεῶν καὶ ἐγκώμια κεκοι– 34395 4.2.40.3 : νωνημένα εὐχαῖς ᾄδοιτ´ ἂν ὀρθότατα, καὶ μετὰ θεοὺς 34396 4.2.40.4 : ὡσαύτως περὶ δαίμονάς τε καὶ ἥρωας μετ´ ἐγκωμίων 34397 4.2.40.5 : εὐχαὶ γίγνοιντ´ ἂν τούτοις πᾶσι πρέπουσαι. —Πῶς γὰρ 34398 4.2.40.6 : οὔ; —Μετά γε μὴν ταῦτ´ ἤδη νόμος ἄνευ φθόνων 34399 4.2.40.7 : εὐθὺς γίγνοιντ´ ἂν ὅδε· τῶν πολιτῶν ὁπόσοι τέλος ἔχοιεν 34400 4.2.40.8 : τοῦ βίου, κατὰ σώματα ἢ κατὰ ψυχὰς ἔργα ἐξειργασμένοι 34401 4.2.40.9 : καλὰ καὶ ἐπίπονα καὶ τοῖς νόμοις εὐπειθεῖς γεγονότες, 34402 4.2.40.10 : ἐγκωμίων αὐτοὺς τυγχάνειν πρέπον ἂν εἴη. —Πῶς δ´ 34403 4.2.40.11 : οὔ; —Τούς γε μὴν ἔτι ζῶντας ἐγκωμίοις τε καὶ ὕμνοις 34404 4.2.40.12 : τιμᾶν οὐκ ἀσφαλές, πρὶν ἂν ἅπαντά τις τὸν βίον δια– 34405 4.2.40.13 : δραμὼν τέλος ἐπιστήσηται καλόν· ταῦτα δὲ πάντα ἡμῖν 34406 4.2.40.14 : ἔστω κοινὰ ἀνδράσι τε καὶ γυναιξὶν ἀγαθοῖς καὶ ἀγαθαῖς 34407 4.2.40.15 : διαφανῶς γενομένοις. 34408 4.2.41.1 : Τοῦ αὐτοῦ Νόμων θʹ (p. 856 C–D). 34409 4.2.41.2 : Πατρὸς ὀνείδη καὶ τιμωρίας παίδων μηδενὶ ξυν– 34410 4.2.41.3 : έπεσθαι, πλὴν ἐάν τινι πατὴρ καὶ πάππος καὶ πάππου 34411 4.2.41.4 : πατὴρ ἐφεξῆς ὄφλωσι θανάτου δίκην. 34412 4.2.42.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 879 A). 34413 4.2.42.2 : Δοῦλος δ´ ἐάν τις ἐλεύθερον ὀργῇ τρώσῃ, παραδότω 34414 4.2.42.3 : τὸν δοῦλον ὁ κεκτημένος τῷ τρωθέντι χρῆσθαι ὅ τι ἂν 34415 4.2.42.4 : ἐθέλῃ. 34416 4.2.43.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 879 B). 34417 4.2.43.2 : Ὃς δ´ ἂν ἄκων ἄλλος ἄλλον τρώσῃ, τὸ βλάβος 34418 4.2.43.3 : ἁπλοῦν ἀποτινέτω· τύχης γὰρ νομοθέτης οὐδεὶς ἱκανὸς 34419 4.2.43.4 : ἄρχειν. 34420 4.2.44.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 879 B–D). 34421 4.2.44.2 : Ὧδε οὖν χρὴ περὶ τῶν τοιούτων πάντ´ ἄνδρα καὶ 34422 4.2.44.3 : παῖδα καὶ γυναῖκα ἀεὶ διανοεῖσθαι, τὸ πρεσβύτερον ὡς 34423 4.2.44.4 : οὐ σμικρῷ τοῦ νεωτέρου ἐστὶ πρεσβευόμενον ἔν τε θεοῖσι 34424 4.2.44.5 : καὶ ἐν ἀνθρώποις τοῖς μέλλουσι σῴζεσθαι καὶ εὐδαιμονεῖν. 34425 4.2.44.6 : αἰκίαν οὖν περὶ πρεσβύτερον ἐν πόλει γενομένην ὑπὸ 34426 4.2.44.7 : νεωτέρου ἰδεῖν αἰσχρὸν καὶ θεομισές· ἔοικε δὲ νέῳ παντὶ 34427 4.2.44.8 : ὑπὸ γέροντος πληγέντι ῥᾳθύμως ὀργὴν ὑποφέρειν, αὑτῷ 34428 4.2.44.9 : τιθεμένῳ τιμὴν ταύτην εἰς γῆρας. ὧδ´ οὖν ἔστω· πᾶς 34429 4.2.44.10 : ἡμῖν αἰδείσθω τὸν ἑαυτοῦ πρεσβύτερον ἔργῳ τε καὶ ἔπει· 34430 4.2.44.11 : τὸν δὲ προέχοντα εἴκοσιν ἡλικίας ἔτεσιν, ἄρρενα ἢ θῆλυν, 34431 4.2.44.12 : νομίζων ὡς πατέρα ἢ μητέρα διευλαβείσθω, καὶ πάσης 34432 4.2.44.13 : τῆς δυνατῆς ἡλικίας αὐτὸν φυτεῦσαι καὶ τεκεῖν ἀπέχοιτ´ 34433 4.2.44.14 : ἀεὶ θεῶν γενεθλίων χάριν. 34434 4.2.45.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 880 D–881 B). 34435 4.2.45.2 : Νόμοι δὲ, ὡς ἔοικεν, οἱ μὲν τῶν χρηστῶν ἀνθρώπων 34436 4.2.45.3 : ἕνεκα γίγνονται, διδαχῆς χάριν τοῦ τίνα τρόπον ὁμιλοῦντες 34437 4.2.45.4 : ἀλλήλοις ἂν φιλοφρόνως οἰκοῖεν, οἱ δὲ τῶν τὴν παιδείαν 34438 4.2.45.5 : διαφυγόντων, ἀτεράμονι χρωμένων τινὶ φύσει καὶ μηδὲν 34439 4.2.45.6 : τεγχθέντων, ὥστε μὴ οὐκ ἐπὶ πᾶσαν ἰέναι κάκην. οὗτοι 34440 4.2.45.7 : τοὺς μέλλοντας λόγους ῥηθήσεσθαι πεποιηκότες ἂν εἶεν· 34441 4.2.45.8 : οἷς δὴ τοὺς νόμους ἐξ ἀνάγκης ὁ νομοθέτης 〈ἂν〉 νομο– 34442 4.2.45.9 : θετοῖ. βουλόμενος αὐτῶν μηδέποτε χρείαν γίγνεσθαι. 34443 4.2.45.10 : πατρὸς γὰρ ἢ μητρὸς ἢ τούτων ἔτι προγόνων ὅστις τολ– 34444 4.2.45.11 : μήσει ἅψασθαί ποτε βιαζόμενος αἰκίᾳ τινί, μήτε τῶν 34445 4.2.45.12 : ἄνω δείσας θεῶν μῆνιν μήτε τῶν ὑπὸ γῆς τιμωριῶν 34446 4.2.45.13 : λεγομένων, ἀλλ´ ὡς εἰδὼς ἃ μηδαμῶς οἶδε, καταφρονῶν 34447 4.2.45.14 : τῶν παλαιῶν καὶ ὑπὸ πάντων εἰρημένων, παρανομεῖ. 34448 4.2.45.15 : τούτῳ δεῖ τινος ἀποτροπῆς ἐσχάτης. θάνατος μὲν οὖν 34449 4.2.45.16 : οὐκ ἔστιν ἔσχατον, οἱ δ´ ἐν Ἅιδου τούτοισι λεγόμενοι 34450 4.2.45.17 : πόνοι ἔτι τε τούτων εἰσὶ μᾶλλον ἐν ἐσχάτοις, καὶ ἀλη– 34451 4.2.45.18 : θέστατα λέγοντες οὐδὲν ἀνύτουσι ταῖς τοιαύταις ψυχαῖς 34452 4.2.45.19 : ἀποτροπῆς· οὐ γὰρ ἂν ἐγίγνοντό ποτε μητραλοῖαί τε καὶ 34453 4.2.45.20 : τῶν ἄλλων γεννητόρων ἀνόσιοι πληγῶν τόλμαι· δεῖ δὴ 34454 4.2.45.21 : τὰς ἐνθάδε κολάσεις περὶ τὰ τοιαῦτα τούτοισι τὰς ἐν 34455 4.2.45.22 : τῷ ζῆν μηδὲν τῶν ἐν Ἅιδου λείπεσθαι κατὰ δύναμιν. 34456 4.2.46.1 : 〈Τοῦ αὐτοῦ〉 Νόμων ιαʹ (p. 917 B–C). 34457 4.2.46.2 : Ὁ πωλῶν ὁτιοῦν ἐν ἀγορᾷ μηδέποτε δύο εἴπῃ τιμὰς 34458 4.2.46.3 : ὧν ἂν πωλῇ, ἁπλῆν δὲ εἰπών, ἂν μὴ τυγχάνῃ ταύτης. 34459 4.2.46.4 : ἀποφέρω〈ν ὀρθ〉ῶς ἂν ἀποφέροι πάλιν καὶ ταύτης τῆς 34460 4.2.46.5 : ἡμέρας μὴ τιμήσῃ πλέονος μηδὲ ἐλάττονος, ἔπαινος δὲ 34461 4.2.46.6 : ὅρκος τε περὶ παντὸς τοῦ πωλουμένου ἀπέστω. ἐὰν δέ 34462 4.2.46.7 : τις ἀπειθῇ τούτοις, ὁ παρατυγχάνων τῶν ἀστῶν, μὴ 34463 4.2.46.8 : ἔλαττον ἢ τριάκοντα γεγονὼς ἔτη, κολάζων μὲν τὸν ὀμ– 34464 4.2.46.9 : νύντα ἀνατεὶ τυπτέτω τις, ἀφροντιστῶν δὲ καὶ ἀπειθῶν 34465 4.2.46.10 : ἔνοχος ἔστω ψόγῳ προδοσίας νόμων. 34466 4.2.47.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 918 C–E). 34467 4.2.47.2 : Σμικρὸν γένος ἀνθρώπων καὶ φύσει ὀλίγον καὶ ἄκρᾳ 34468 4.2.47.3 : τροφῇ τεθραμμένον, ὅταν εἰς χρείας τε καὶ ἐπιθυμίας 34469 4.2.47.4 : τινῶν ἐμπίπτῃ, καρτερεῖν πρὸς τὸ μέτριον δυνατόν ἐστι, 34470 4.2.47.5 : καὶ ὅταν ἐξῇ χρήματα λαβεῖν πολλά, νήφει καὶ πρότερον 34471 4.2.47.6 : αἱρεῖται τοῦ πολλοῦ τὸ τοῦ μέτρου ἐχόμενον· τὰ δὲ τῶν 34472 4.2.47.7 : ἀνθρώπων πλήθη πᾶν τοὐναντίον ἔχει τούτοις, δεόμενά 34473 4.2.47.8 : τε ἀμέτρως δεῖται καὶ ἐξὸν κερδαίνειν τὰ μέτρια, ἀπλήστως 34474 4.2.47.9 : αἱρεῖται κερδαίνειν. διὸ πάντα τὰ περὶ τὴν καπηλείαν 34475 4.2.47.10 : καὶ ἐμπορίαν καὶ πανδοκείαν γένη 〈δια〉βέβληταί τε καὶ 34476 4.2.47.11 : 〈ἐν〉 αἰσχροῖς γέγονεν ὀνείδεσιν· ἐπεὶ εἴ τις, ὃ μή ποτε 34477 4.2.47.12 : γένοιτο οὐδ´ ἔσται, προσαναγκάσειε· γελοῖον μὲν εἰπεῖν, 34478 4.2.47.13 : ὅμως δὲ εἰρήσεται· πανδοκεῦσαι τοὺς πανταχῇ ἀρίστους 34479 4.2.47.14 : ἄνδρας ἐπί τινα χρόνον, ἢ καπηλεύειν ἤ τι τῶν τοιούτων 34480 4.2.47.15 : πράττειν, ἢ καὶ γυναῖκας ἔκ τινος ἀνάγκης εἱμαρμένης 34481 4.2.47.16 : τοῦ τοιούτου μετασχεῖν τρόπου, γνοίημεν ἂν ὡς φίλον 34482 4.2.47.17 : καὶ ἀγαπητόν ἐστιν ἕκαστον τούτων, καὶ εἰ κατὰ λόγον 34483 4.2.47.18 : ἀδιάφθορον γίγνοιτο, ἐν μητρὸς ἂν καὶ τροφοῦ σχήματι 34484 4.2.47.19 : τιμῷτο 〈τὰ〉 τοιαῦτα πάντα. 34485 4.2.48.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 934 D–935 C). 34486 4.2.48.2 : Μαίνονται μὲν οὖν πολλοὶ πολλοὺς τρόπους· οὓς μὲν 34487 4.2.48.3 : νῦν εἴπομεν, ὑπὸ νόσων, εἰσὶ δὲ οἳ διὰ θυμοῦ κακὴν 34488 4.2.48.4 : φύσιν ἅμα καὶ τροφὴν γενομένην, οἳ δὴ σμικρᾶς ἔχθρας 34489 4.2.48.5 : γενομένης, πολλὴν φωνὴν ἱέντες κακῶς ἀλλήλους βλασφη– 34490 4.2.48.6 : μοῦντες λέγουσιν, οὐ πρέπον εὐνόμων πόλεως γίγνεσθαι 34491 4.2.48.7 : τοιοῦτον οὐδὲν οὐδαμῇ οὐδαμῶς. εἷς δὴ περὶ κακηγορίας 34492 4.2.48.8 : ἔστω νόμος περὶ πάντας ὅδε· μηδένα κακηγορείτω μηδείς. 34493 4.2.48.9 : ὁ δὲ ἀμφισβητῶν ἔν τισι λόγοις ἄλλος ἄλλῳ διδασκέτω 34494 4.2.48.10 : καὶ μανθανέτω τόν τε ἀμφισβητοῦντα καὶ τοὺς παρόντας 34495 4.2.48.11 : ἀπεχόμενος πάντως τοῦ κακηγορεῖν. ἐκ γὰρ τοῦ κατεύ– 34496 4.2.48.12 : χεσθαί τε ἀλλήλοις ἐπαρωμένους καὶ δι´ αἰσχρῶν ὀνομά– 34497 4.2.48.13 : των ἐπιφέρειν γυναικείους ἑαυτοῖς φήμας, πρῶτον μὲν 34498 4.2.48.14 : ἐκ λόγων, κούφου πράγματος, ἔργῳ μίση τε καὶ ἔχθραι 34499 4.2.48.15 : βαρύταται γίγνονται· πράγματι γὰρ ἀχαρίστῳ, θυμῷ, 34500 4.2.48.16 : χαριζόμενος ὁ λέγων, ἐμπιπλὰς ὀργὴν κακῶν ἑστιαμάτων, 34501 4.2.48.17 : ὅσον ὑπὸ παιδείας ἡμερώθη ποτέ, πάλιν ἐξαγριῶν τῆς 34502 4.2.48.18 : ψυχῆς τὸ τοιοῦτον, θηριούμενος ἐν δυσκολίᾳ ζῶν γίγνεται, 34503 4.2.48.19 : πικρὰν τοῦ θυμοῦ χάριν ἀποδεχόμενος. μετεκβαίνειν δὲ 34504 4.2.48.20 : αὖ πως εἰώθασι πάντες θαμὰ ἐν τοῖς τοιούτοις εἰς τό 34505 4.2.48.21 : τι γελοῖον περὶ τοῦ ἐναντίου φθέγγεσθαι· ὅ τις ἐθιζόμενος 34506 4.2.48.22 : οὐδεὶς πώποτε ὃς οὐ τοῦ σπουδαίου τρόπου ἤ〈τοι〉 τὸ 34507 4.2.48.23 : παράπαν διήμαρτεν ἢ μεγαλονοίας ἀπώλεσε μέρη πολλά. 34508 4.2.48.24 : ὧν δὴ χάριν ἐν μὲν ἱερῷ τὸ παράπαν μηδεὶς τοιοῦτον 34509 4.2.48.25 : φθέγξηται μηδέποτε μηδὲν μηδ´ ἔν τισι δημοτελέσι 34510 4.2.48.26 : θυσίαις, μηδ´ αὖ ἐν ἄθλοις μηδ´ ἐν ἀγορᾷ μηδ´ ἐν 34511 4.2.48.27 : δικαστηρίῳ μηδ´ ἐν ξυλλόγῳ κοινῷ μηδενί· κολαζέτω δὲ 34512 4.2.48.28 : ὁ τούτων ἄρχων ἕκαστον ἀνατεί, ἢ μηδέποτ´ ἀριστείων 34513 4.2.48.29 : πέρι φιλονεικήσῃ, νόμων ὡς οὐ κηδόμενος οὐδὲ ποιῶν τὰ 34514 4.2.48.30 : προσταχθέντα ὑπὸ τοῦ νομοθέτου. 34515 4.2.49.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 930 C). 34516 4.2.49.2 : Παίδων δὲ ἱκανότης ἀκριβὴς ἄρρην καὶ θήλεια ἔστω 34517 4.2.49.3 : τῷ νόμῳ. 34518 4.2.50.1 : 〈Τοῦ αὐτοῦ〉 Νόμων 〈ι〉βʹ (p. 955 C–D). 34519 4.2.50.2 : Τοὺς τῇ πατρίδι διακονοῦντάς τι δώρων χωρὶς χρὴ 34520 4.2.50.3 : διακονεῖν, πρόφασιν δ´ εἶναι μηδεμίαν μηδὲ λόγον ἐπαι– 34521 4.2.50.4 : νούμενον, ὡς ἐπ´ ἀγαθοῖς μὲν δεῖ δέχεσθαι δῶρα, ἐπὶ δὲ 34522 4.2.50.5 : φλαύροις οὔ· τὸ γὰρ γνῶναι καὶ γνόντα καρτερεῖν οὐκ 34523 4.2.50.6 : εὐπετές, ἀκούοντα δὲ ἀσφαλέστατον πείθεσθαι τῷ νόμῳ, 34524 4.2.50.7 : μηδὲν ἐπὶ δώροις διακονεῖν. ὁ δὲ μὴ πειθόμενος ἁπλῶς 34525 4.2.50.8 : τεθνάτω ἁλοὺς τῇ δίκῃ. 34526 4.3.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΔΗΜΟΥ.}1 34527 4.3.1.1 : deest. 34528 4.4.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΝ ΤΑΙΣ ΠΟΛΕΣΙ ΔΥΝΑΤΩΝ.}1 34529 4.4.1.1 : Εὐριπίδου Θησεῖ (fr. 389 N. 2). 34530 4.4.1.2 : Ἀνὴρ γὰρ ὅστις χρημάτων μὲν ἐνδεής, 34531 4.4.1.3 : δρᾶσαι δὲ χειρὶ δυνατός, οὐκ ἀνέξεται, 34532 4.4.1.4 : τὰ τῶν δ´ ἐχόντων χρήμαθ´ ἁρπάζειν φιλεῖ. 34533 4.4.2.1 : Εὐριπίδου Πενθεῖ (Bacch. 270 s.). 34534 4.4.2.2 : Θρασύς τε δυνατὸς καὶ λέγειν οἷός τ´ ἀνὴρ 34535 4.4.2.3 : κακὸς πολίτης γίνεται νοῦν οὐκ ἔχων. 34536 4.4.3.1 : Τοῦ αὐτοῦ Γλαύκῳ (fr. 644 N. 2). 34537 4.4.3.2 : Ὅταν κακός τις ἐν πόλει πράσσῃ καλῶς, 34538 4.4.3.3 : νοσεῖν τίθησι τὰς ἀμεινόνων φρένας 34539 4.4.3.4 : παράδειγμ´ ἐχόντων τὴν κακῶν ἐξουσίαν. 34540 4.4.4.1 : Ἐν ταὐτῷ (Ion. 605 s.). 34541 4.4.4.2 : Οἱ τὰς πόλεις ἔχοντες ἀξίωμά τε 34542 4.4.4.3 : τοῖς ἀνθαμίλλοις εἰσὶ πολεμιώτατοι. 34543 4.4.5.1 : Εὐριπίδου Ὀρέστῃ ( 907 ss.). 34544 4.4.5.2 : Ὅταν γὰρ ἡδὺς τοῖς λόγοις φρονῶν κακῶς 34545 4.4.5.3 : πείθῃ τὸ πλῆθος, τῇ πόλει κακὸν μέγα· 34546 4.4.5.4 : ὅσοι δὲ σὺν νῷ χρηστὰ βουλεύους´ ἀεί, 34547 4.4.5.5 : κἂν μὴ παραυτίκ´, αὖθίς εἰσι χρήσιμοι. 34548 4.4.6.1 : Εὐριπίδου Ἑκάβης ( 293 ss.). 34549 4.4.6.2 : Τὸ δ´ ἀξίωμα, κἂν κακῶς λέγῃ, τὸ σὸν 34550 4.4.6.3 : πείσει· λόγος γὰρ ἔκ τ´ ἀδοξούντων ἰὼν 34551 4.4.6.4 : κἀκ τῶν δοκούντων αὑτὸς οὐ ταὐτὸν σθένει. 34552 4.4.7.1 : Ἀλκμήνη (fr. 94 N. 2). 34553 4.4.7.2 : Τῶν γὰρ δυναστῶν πλεῖστος ἐν πόλει λόγος. 34554 4.4.8.1 : Μενάνδρου (fr. 578 K.). 34555 4.4.8.2 : Δεῖ τὸν πολιτῶν προστατεῖν αἱρούμενον 34556 4.4.8.3 : τὴν τοῦ λόγου μὲν δύναμιν οὐκ ἐπίφθονον, 34557 4.4.8.4 : ἤθει δὲ χρηστῷ συγκεκραμένην ἔχειν. 34558 4.4.9.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμήνης (fr. 92 N. 2). 34559 4.4.9.2 : Ἴστω τ´ ἄφρων ὢν ὅστις ἄνθρωπος γεγὼς 34560 4.4.9.3 : δῆμον κολούει χρήμασιν γαυρούμενος. 34561 4.4.10.1 : Εὐριπίδου Μηδείας ( 222 ss.). 34562 4.4.10.2 : Χρὴ δὲ ξένον μὲν κάρτα προσχωρεῖν πόλει. 34563 4.4.10.3 : οὐδ´ ἀστὸν ᾔνες´ ὅστις αὐθάδης γεγὼς 34564 4.4.10.4 : πικρὸς πολίταις ἐστὶν ἀμαθίας ὕπο. 34565 4.4.11.1 : Σοφοκλέους (fr. 852 N. 2). 34566 4.4.11.2 : Πολλῶν καλῶν δεῖ τῷ καλῶς τιμωμένῳ· 34567 4.4.11.3 : μικροῦ δ´ ἀγῶνος οὐ μέγ´ ἔρχεται κλέος. 34568 4.4.12.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμήνη (fr. 99 N. 2). 34569 4.4.12.2 : Τὸν εὐτυχοῦντα χρὴ σοφὸν πεφυκέναι. 34570 4.4.13.1 : Εὐριπίδου Αἰόλῳ (fr. 16 N. 2). 34571 4.4.13.2 : Λαμπροὶ δ´ ἐν αἰχμαῖς Ἄρεος ἔν τε συλλόγοις, 34572 4.4.13.3 : μή μοι τὰ κομψὰ ποικίλοι γενοίατο, 34573 4.4.13.4 : ἀλλ´ ὧν πόλει δεῖ μεγάλα βουλεύοντες εὖ. 34574 4.4.14.1 : Αἰσχύλου (fr. 398 N. 2). 34575 4.4.14.2 : Κακοὶ γὰρ εὖ πράσσοντες οὐκ ἀνασχετοί. 34576 4.4.15.1 : Σοφοκλέους (Ant. 175 ss.). 34577 4.4.15.2 : Ἀμήχανον δὲ παντὸς ἀνδρὸς ἐκμαθεῖν 34578 4.4.15.3 : ψυχήν τε καὶ φρόνημα καὶ γνώμην, πρὶν ἂν 34579 4.4.15.4 : ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ. 34580 4.4.15.5 : ἐμοὶ γὰρ ὅστις πᾶσαν εὐθύνων πόλιν 34581 4.4.15.6 : μὴ τῶν ἀρίστων ἅπτεται βουλευμάτων, 34582 4.4.15.7 : ἀλλ´ ἐκ φόβου του γλῶσσαν ἐγκλείσας ἔχει, 34583 4.4.15.8 : κάκιστος εἶναι νῦν τε καὶ πάλαι δοκεῖ. 34584 4.4.15.9 : καὶ μείζον´ εἴ τις ἀντὶ τῆς αὑτοῦ πάτρας 34585 4.4.15.10 : φίλον νομίζει, τοῦτον οὐδαμοῦ λέγω. 34586 4.4.15.11 : ἐγὼ γάρ, ἴστω Ζεὺς ὁ πάνθ´ ὁρῶν ἀεί, 34587 4.4.15.12 : οὔτ´ ἂν σιωπήσαιμι τὴν ἄτην ὁρῶν 34588 4.4.15.13 : στείχουσαν ἀστοῖς ἀντὶ τῆς σωτηρίας. 34589 4.4.16.1 : Ξενοφῶντος ἐν δʹ Ἀπομνημονευμάτων (c. 6, 5–6). 34590 4.4.16.2 : Ἀνθρώποις δὲ ἆρα ἔστιν ὃν ἄν τις τρόπον βούληται 34591 4.4.16.3 : χρῆσθαι; Οὐκ ἀλλὰ καὶ περὶ τούτους ὁ εἰδὼς ἅ ἐστι 34592 4.4.16.4 : νόμιμα, καθ´ ἃ δεῖ πρὸς ἀλλήλους χρῆσθαι. Οὐκοῦν οἱ 34593 4.4.16.5 : κατὰ ταῦτα χρώμενοι ἀλλήλοις ὡς δεῖ χρῶνται; Πῶς γὰρ 34594 4.4.16.6 : οὔ; Οὐκοῦν οἵ γε ὡς δεῖ χρώμενοι καλῶς χρῶνται; Πάνυ 34595 4.4.16.7 : μὲν οὖν, ἔφη. Οὐκοῦν οἵ γε τοῖς ἀνθρώποις καλῶς χρώ– 34596 4.4.16.8 : μενοι καλῶς πράττουσι τἀνθρώπεια πράγματα; Εἰκός, 34597 4.4.16.9 : ἔφη. Οὐκοῦν οἱ τοῖς νόμοις πειθόμενοι δίκαια οὗτοι 34598 4.4.16.10 : ποιοῦσι; Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη. Δίκαια δὲ οἶσθα, ἔφη, 34599 4.4.16.11 : ὁποῖα καλεῖται; Ἃ οἱ νόμοι κελεύουσιν, ἔφη. Οἱ ἄρα 34600 4.4.16.12 : ποιοῦντες ἃ οἱ νόμοι κελεύουσι δίκαιά τε ποιοῦσι καὶ ἃ 34601 4.4.16.13 : δεῖ; Πῶς γὰρ οὔ; Οὐκοῦν οἵ γε τὰ δίκαια ποιοῦντες 34602 4.4.16.14 : δίκαιοί εἰσι; Οἶμ´ ἔγωγε, ἔφη. Οἴει οὖν τινας πείθεσθαι 34603 4.4.16.15 : τοῖς νόμοις μὴ εἰδότας ἃ οἱ νόμοι κελεύουσιν; Οὐκ ἔγωγ´, 34604 4.4.16.16 : ἔφη. Εἰδότας δὲ καὶ ἃ δεῖ ποιεῖν οἴει τινὰς οἴεσθαι 34605 4.4.16.17 : δεῖν μὴ ταῦτα ποιεῖν; Οὐκ οἴομαι, ἔφη. Οἶδας δέ τινας 34606 4.4.16.18 : ἄλλα ποιεῖν, εἰ οἴονται ποιεῖν ἐθέλοντας δεῖν; Οὐκ 34607 4.4.16.19 : ἔγωγε, 〈ἔφη〉. Οἱ ἄρα τὰ περὶ ἀνθρώπους νόμιμα εἰδότες 34608 4.4.16.20 : οὗτοι τὰ δίκαια ποιοῦσι; Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη. Οὐκοῦν 34609 4.4.16.21 : οἵ γε τὰ δίκαια ποιοῦντες δίκαιοί εἰσι; Τίνες γὰρ ἄλλοι; 34610 4.4.16.22 : ἔφη. Ὀρθῶς ἄν ποτε ἄρα ὁριζοίμεθα δικαίους εἶναι τοὺς 34611 4.4.16.23 : εἰδότας τὰ περὶ ἀνθρώπους νόμιμα; Ἔμοιγε δοκεῖ, ἔφη. 34612 4.4.17.1 : Θουκυδίδου ἱστοριῶν εʹ ( 89). 34613 4.4.17.2 : Ἐπισταμένους πρὸς εἰδότας ὅτι δίκαια μὲν ἐν τῷ 34614 4.4.17.3 : ἀνθρωπίνῳ λόγῳ ἀπὸ τῆς ἴσης ἀνάγκης κρίνεται, δυνατὰ 34615 4.4.17.4 : δὲ οἱ προὔχοντες πράσσουσι καὶ οἱ ἀσθενεῖς ξυγχωροῦσιν. 34616 4.4.18.1 : Ἀριστοτέλους (epist. ad Philipp. 1 p. 172 Herch.). 34617 4.4.18.2 : Δεῖ τοὺς νοῦν ἔχοντας τῶν δυναστευόντων μὴ διὰ 34618 4.4.18.3 : τὰς ἀρχὰς ἀλλὰ διὰ τὰς ἀρετὰς θαυμάζεσθαι, ἵνα τῆς 34619 4.4.18.4 : τύχης μεταπεσούσης τῶν αὐτῶν ἐγκωμίων ἀξιῶνται. 34620 4.4.19.1 : Ἐπικτήτου (fr. 57 p. 476 Schenkl). 34621 4.4.19.2 : Ὥσπερ οἱ ἐπὶ τῶν λιμένων πυρσοὶ δι´ ὀλίγων φρυ– 34622 4.4.19.3 : γάνων πολλὴν ἀνάψαντες φλόγα ταῖς ἀλωμέναις ἀνὰ τὸ 34623 4.4.19.4 : πέλαγος ναυσὶν ἱκανὴν ἐργάζονται βοήθειαν, οὕτω καὶ 34624 4.4.19.5 : ἀνὴρ λαμπρὸς ἐν πόλει χειμαζομένῃ αὐτὸς ὀλίγοις ἀρκού– 34625 4.4.19.6 : μενος μεγάλα τοὺς πολίτας εὐεργετεῖ. 34626 4.4.20.1 : Ἐκ τοῦ Πλουτάρχου Εἰ πολιτευτέον πρεσβυτέρῳ 34627 4.4.20.2 : (p. 783 E). 34628 4.4.20.3 : Τῶν μέντοι πολιτικῶν ἀνδρῶν καλὸν ἐντάφιον ἡ 34629 4.4.20.4 : πολιτεία· τοῦτο γὰρ ’ἔσχατον δύεται κατὰ γᾶς‘ ὥς φησι 34630 4.4.20.5 : Σιμωνίδης, ὁ τῶν καλῶν ζῆλος. οὐ γὰρ τὸ φιλότιμον 34631 4.4.20.6 : κατὰ Θουκυδίδην ἀγήρων μόνον, ἀλλὰ μᾶλλον τὸ κοινω– 34632 4.4.20.7 : νικὸν καὶ πολιτικόν, ὃ καὶ μύρμηξιν ἄχρι τέλους παραμένει 34633 4.4.20.8 : καὶ μελίτταις. οὐδεὶς γὰρ πώποτε κηφῆνα εἶδεν ἐκ με– 34634 4.4.20.9 : λίττης γινόμενον, ὥσπερ ἀξιοῦσι τοὺς πολιτικούς, ὅταν 34635 4.4.20.10 : παρακμάσωσιν, οἴκοι καθημένους σιτεῖσθαι. 34636 4.4.21.1 : Ἐκ τῶν κοινῶν Ἀριστοτέλους διατριβῶν. 34637 4.4.21.2 : Αἱ πλεῖσται στάσεις διὰ φιλοτιμίαν ἐν· ταῖς πόλεσι 34638 4.4.21.3 : γίγνονται· περὶ τιμῆς γὰρ οὐχ οἱ τυχόντες, ἀλλ´ οἱ δυνα– 34639 4.4.21.4 : τώτατοι διαμφισβητοῦσι. 34640 4.4.22.1 : Δημοσθένους (fr. 38 Sauppe). 34641 4.4.22.2 : Δημοσθένης εἶπε ’πάντων ἐστὶ δυσχερέστατον τὸ 34642 4.4.22.3 : πολλοῖς ἀρέσκειν‘. 34643 4.4.23.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 39 Sauppe). 34644 4.4.23.2 : Δημοσθένης δυοῖν ἔφησεν οὔσαιν ὁδοῖν, τῆς μὲν ἐπὶ 34645 4.4.23.3 : τὸ βῆμα τῆς δὲ εἰς ᾄδου, μᾶλλον ἂν ἑλέσθαι τὴν εἰς 34646 4.4.23.4 : ᾅδου τὸν εὖ φρονοῦντα. 34647 4.4.24.1 : Πλάτωνος ἐκ τῆς πρὸς Ἀρχύταν ἐπιστολῆς (p. 34648 4.4.24.2 : 357 E–358 B). 34649 4.4.24.3 : Τὰ δὲ παρὰ σοῦ διῆλθον ἡμῖν, λέγοντες ὑποδυσφορεῖν 34650 4.4.24.4 : σε ὅτι οὐ δύνασαι τῆς περὶ τὰ κοινὰ ἀσχολίας ἀπολυθῆναι. 34651 4.4.24.5 : ὅτι μὲν οὖν ἥδιστόν γ´ ἐστὶν ἐν τῷ βίῳ τὸ τὰ αὑτοῦ πράττειν, 34652 4.4.24.6 : ἄλλως τε καὶ εἴ τις ἔχοι τοιαῦτα πράττειν οἷα καὶ σύ, 34653 4.4.24.7 : σχεδὸν παντὶ δῆλον· ἀλλὰ κἀκεῖνο δεῖ 〈ς´〉 ἐνθυμεῖσθαι, 34654 4.4.24.8 : ὅτι ἕκαστος ἡμῶν οὐχ αὑτῷ μόνον γέγονεν, ἀλλὰ τῆς 34655 4.4.24.9 : γενέσεως ἡμῶν τὸ μέν τι ἡ πατρὶς μερίζεται, τὸ δέ τι οἱ 34656 4.4.24.10 : γεννήσαντες, τὸ δὲ οἱ λοιποὶ φίλοι, πολλὰ δὲ καὶ τοῖς 34657 4.4.24.11 : καιροῖς δίδοται τοῖς τὸν βίον ἡμῶν καταλαμβάνουσι. 34658 4.4.24.12 : καλούσης δὲ τῆς πατρίδος αὐτῆς πρὸς τὰ κοινά, ἄτοπον 34659 4.4.24.13 : ἴσως τὸ μὴ ὑπακούειν· ἅμα γὰρ συμβαίνει καὶ χώραν 34660 4.4.24.14 : καταλιμπάνειν φαύλοις ἀνθρώποις, οἳ οὐκ ἀπὸ τοῦ βελ– 34661 4.4.24.15 : τίστου πρὸς τὰ κοινὰ προσέρχονται. 34662 4.4.25.1 : Ζαλεύκου. 34663 4.4.25.2 : Ζάλευκος ὁ τῶν Λοκρῶν νομοθέτης τοὺς νόμους 34664 4.4.25.3 : ἔφησε τοῖς ἀραχνίοις ὁμοίους εἶναι· ὥσπερ γὰρ εἰς ἐκεῖνα 34665 4.4.25.4 : ἐὰν μὲν ἐμπέσῃ μυῖα ἢ κώνωψ, κατέχεται· ἐὰν δὲ σφὴξ 34666 4.4.25.5 : ἢ μέλιττα, διαρρήξασα ἀφίπταται· οὕτω καὶ εἰς τοὺς 34667 4.4.25.6 : νόμους ἐὰν μὲν ἐμπέσῃ πένης, συνέχεται· ἐὰν δὲ πλούσιος 34668 4.4.25.7 : ἢ δυνατὸς λέγειν, διαρρήξας ἀποτρέχει. 34669 4.4.26.1 : Μητροδώρου (fr. 60 Koerte). 34670 4.4.26.2 : Ἐν πόλει μήτε ὡς λέων ἀναστρέφου μήτε ὡς κώνωψ· 34671 4.4.26.3 : τὸ μὲν γὰρ ἐκπατεῖται, τὸ δὲ καιροφυλακεῖται. 34672 4.4.27.1 : Δημοκρίτου (fr. 49 Diels 2). 34673 4.4.27.2 : Χαλεπὸν ἄρχεσθαι ὑπὸ χερείονος. 34674 4.4.28.1 : Ἀντισθένους (apophth. 13 Winck.). 34675 4.4.28.2 : Ἀντισθένης ἐρωτηθείς. πῶς ἄν τις προσέλθοι πολι– 34676 4.4.28.3 : τείᾳ, εἶπε ’καθάπερ πυρί, μήτε λίαν ἐγγύς, ἵνα μὴ καῇς, 34677 4.4.28.4 : μήτε πόρρω, ἵνα μὴ ῥιγώσῃς‘. 34678 4.4.29.1 : Χρυσίππου (fr. mor. 694 Arn.). 34679 4.4.29.2 : Χρύσιππος ἐρωτηθείς, διὰ τί οὐ πολιτεύεται, εἶπε· 34680 4.4.29.3 : διότι εἰ μὲν πονηρὰ πολιτεύεται, τοῖς θεοῖς ἀπαρέσει· εἰ 34681 4.4.29.4 : δὲ χρηστά, τοῖς πολίταις. 34682 4.4.30.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Λάχητος (p. 180 B). 34683 4.4.30.2 : Ὡς ὅ γε ἔλεγεν Λυσίμαχος ἄρτι περὶ τοῦ πατρὸς 34684 4.4.30.3 : τοῦ αὑτοῦ καὶ τοῦ Μελησίου, πάνυ μοι δοκεῖ εὖ εἰρῆσθαι 34685 4.4.30.4 : καὶ εἰς ἐκείνους καὶ εἰς ἡμᾶς καὶ εἰς ἅπαντας ὅσοι τὰ 34686 4.4.30.5 : τῶν πόλεων πράττουσιν, ὅτι αὐτοῖς σχεδόν τι ταῦτα 34687 4.4.30.6 : συμβαίνει ἃ οὗτος λέγει καὶ περὶ παῖδας καὶ περὶ τἄλλα 34688 4.4.30.7 : τὰ ἴδια ὀλιγωρεῖσθαί τε καὶ ἀμελῶς διατίθεσθαι. 34689 4.4.31.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Γοργίου (p. 466 D–469 C). 34690 4.4.31.2 : Λέγω τοίνυν σοι ὅτι δύο ταῦτ´ ἐστὶ τὰ ἐρωτήματα, 34691 4.4.31.3 : καὶ ἀποκρινοῦμαί γέ σοι πρὸς ἀμφότερα. φημὶ γάρ, ὦ 34692 4.4.31.4 : Πῶλε, ἐγὼ καὶ τοὺς ῥήτορας καὶ τοὺς τυράννους δύνασθαι 34693 4.4.31.5 : μὲν ἐν ταῖς πόλεσι σμικρότατον, ὥσπερ νῦν δὴ ἔλεγον· 34694 4.4.31.6 : οὐδὲν γὰρ ποιεῖν ὧν βούλονται ὡς ἔπος εἰπεῖν, ποιεῖν 34695 4.4.31.7 : μέντοι ὅ τι ἂν αὐτοῖς δόξῃ βέλτιστον εἶναι. {—}Οὐκοῦν 34696 4.4.31.8 : τοῦτ´ ἐστὶν τὸ μέγα δύνασθαι; {—}Οὔχ, ὥς γέ φησιν ὁ 34697 4.4.31.9 : Πῶλος. Ἐγὼ οὔ φημι; φημὶ μὲν οὖν ἔγωγε. {—}Μὰ τὸν 34698 4.4.31.10 : κύνα, οὐ σύ γε, ἐπεὶ τὸ μέγα δύνασθαι ἔφης ἀγαθὸν 34699 4.4.31.11 : εἶναι τῷ δυναμένῳ. {—}Φημὶ γὰρ οὖν. {—}Ἀγαθὸν οὖν 34700 4.4.31.12 : οἴει εἶναι, ἐάν τις ποιῇ ταῦτα ἃ ἂν δοκῇ αὐτῷ βέλτιστα 34701 4.4.31.13 : εἶναι, νοῦν μὴ ἔχων; καὶ τοῦτο καλεῖς σὺ μέγα δύνασθαι; 34702 4.4.31.14 : {—}Οὐκ ἔγωγε. {—}Οὐκοῦν ἀποδείξεις τοὺς ῥήτορας νοῦν 34703 4.4.31.15 : ἔχοντας καὶ τέχνην τὴν ῥητορικὴν ἀλλὰ μὴ κολακείαν, 34704 4.4.31.16 : ἐμὲ ἐξελέγξας; εἰ δέ με ἐάσεις ἀνέλεγκτον, οἱ ῥήτορες οἱ 34705 4.4.31.17 : ποιοῦντες ἐν ταῖς πόλεσιν ἃ δοκεῖ αὐτοῖς καὶ οἱ τύραννοι 34706 4.4.31.18 : οὐδὲν ἀγαθὸν τοῦτο κεκτήσονται, εἰ δὲ δύναμίς ἐστιν, 34707 4.4.31.19 : ὡς σὺ φῄς, ἀγαθόν, τὸ δὲ ποιεῖν ἄνευ νοῦ ἃ δοκεῖ καὶ 34708 4.4.31.20 : σὺ ὁμολογεῖς κακὸν εἶναι· ἢ οὔ; {—}Ἔγωγε. {—}Πῶς ἂν 34709 4.4.31.21 : οὖν οἱ ῥήτορες μέγα δύναιντο ἢ οἱ τύραννοι ἐν ταῖς πό– 34710 4.4.31.22 : λεσιν, ἐὰν μὴ Σωκράτης ἐξελεγχθῇ ὑπὸ Πώλου ὅτι ποι– 34711 4.4.31.23 : οῦσιν ἃ βούλονται; {—}Οὗτος ἀνήρ{—}Οὔ φημι ποιεῖν 34712 4.4.31.24 : αὐτοὺς ἃ βούλονται· ἀλλά με ἔλεγχε. {—}Οὐκ ἄρτι ὡμο– 34713 4.4.31.25 : λόγεις ποιεῖν ἃ δοκεῖ αὐτοῖς βέλτιστα εἶναι τούτου 34714 4.4.31.26 : πρόσθεν; {—}Καὶ γὰρ νῦν ὁμολογῶ. {—}Οὐκ οὖν ποιοῦσιν 34715 4.4.31.27 : ἃ βούλονται; {—}Οὔ φημι. {—}Ποιοῦντες ἃ δοκεῖ αὐτοῖς; 34716 4.4.31.28 : {—}Φημί. {—}Σχέτλιά γε λέγεις καὶ ὑπερφυῆ, ὦ Σώκρατες. 34717 4.4.31.29 : {—}Μὴ κατηγόρει, ὦ λῷστε Πῶλε, ἵνα προσείπω σε κατὰ 34718 4.4.31.30 : σέ· ἀλλ´ εἰ μὲν ἔχεις ἐμὲ ἐρωτᾶν, ἐπίδειξον ὅτι ψεύδομαι, 34719 4.4.31.31 : εἰ δὲ μή, αὐτὸς ἀποκρίνου. {—}Ἀλλ´ ἐθέλω ἀποκρίνεσθαι, 34720 4.4.31.32 : ἵνα καὶ εἰδῶ ὅ τι λέγεις. {—}Πότερον οὖν σοι δοκοῦσιν 34721 4.4.31.33 : οἱ ἄνθρωποι τοῦτο βούλεσθαι ὃ ἂν πράττωσιν ἑκάστοτε, 34722 4.4.31.34 : ἢ ἐκεῖνο οὗ ἕνεκα πράττουσιν τοῦθ´ ὃ πράττουσιν; οἷον 34723 4.4.31.35 : οἱ τὰ φάρμακα πίνοντες παρὰ τῶν ἰατρῶν πότερόν σοι 34724 4.4.31.36 : δοκοῦσιν τοῦτο βούλεσθαι ὅπερ ποιοῦσιν, πίνειν τὸ φάρ– 34725 4.4.31.37 : μακον καὶ ἀλγεῖν, ἢ ἐκεῖνο, τὸ ὑγιαίνειν, οὗ ἕνεκα πίνουσι; 34726 4.4.31.38 : {—}Δῆλον ὅτι τὸ ὑγιαίνειν. {—}Οὐκοῦν καὶ οἱ πλέοντές τε 34727 4.4.31.39 : καὶ τὸν ἄλλον χρηματισμὸν χρηματιζόμενοι οὐ τοῦτ´ ἐστὶν 34728 4.4.31.40 : ὃ βούλονται, ὃ ποιοῦσιν ἑκάστοτε; τίς γὰρ βούλεται 34729 4.4.31.41 : πλεῖν καὶ κινδυνεύειν καὶ πράγματα ἔχειν; ἀλλ´ ἐκεῖνο 34730 4.4.31.42 : οἶμαι οὗ ἕνεκα πλέουσι, πλουτεῖν· πλούτου γὰρ ἕνεκα 34731 4.4.31.43 : πλέουσι. {—}Πάνυ γε. {—}Ἄλλο τι οὖν οὕτω καὶ περὶ 34732 4.4.31.44 : ἁπάντων; ἐάν τις πράττῃ ἕνεκά του, οὐ τοῦτο βούλεται 34733 4.4.31.45 : ὃ πράττει, ἀλλ´ ἐκεῖνο οὗ ἕνεκα πράττει; {—}Ναί. {—} 34734 4.4.31.46 : Ἆρ´ οὖν ἔστι τι τῶν ὄντων ὃ οὐχὶ ἤτοι ἀγαθόν γε ἐστὶν 34735 4.4.31.47 : ἢ κακὸν ἢ μεταξὺ τούτων, οὔτε ἀγαθὸν οὔτε κακόν; {—} 34736 4.4.31.48 : Πολλὴ ἀνάγκη, ὦ Σώκρατες. {—}Οὐκοῦν λέγεις ἀγαθὰ 34737 4.4.31.49 : μὲν σοφίαν καὶ ὑγίειαν καὶ πλοῦτον καὶ τἄλλα τὰ τοι– 34738 4.4.31.50 : αῦτα, κακὰ δὲ τὰ ἐναντία τούτων; {—}Ἔγωγε. {—}Τὰ δὲ 34739 4.4.31.51 : μήτε ἀγαθὰ μήτε κακὰ ἆρα τοιάδε λέγεις, ἃ ἐνίοτε μὲν 34740 4.4.31.52 : μετέχει τοῦ ἀγαθοῦ, ἐνίοτε δὲ τοῦ κακοῦ, ἐνίοτε δὲ οὐδε– 34741 4.4.31.53 : τέρου, οἷον καθῆσθαι καὶ βαδίζειν καὶ τρέχειν καὶ πλεῖν, 34742 4.4.31.54 : καὶ οἷον αὖ λίθους καὶ ξύλα καὶ τἄλλα τὰ τοιαῦτα; οὐ 34743 4.4.31.55 : ταῦτα λέγεις; ἢ ἄλλ´ ἄττα καλεῖς τὰ μήτε ἀγαθὰ μήτε 34744 4.4.31.56 : κακά; {—}Οὔκ, ἀλλὰ ταῦτα. {—}Πότερον οὖν τὰ μεταξὺ 34745 4.4.31.57 : ταῦτα ἕνεκεν τῶν ἀγαθῶν πράττουσιν ὅταν πράττωσιν, 34746 4.4.31.58 : ἢ τἀγαθὰ τῶν μεταξύ; {—}Τὰ μεταξὺ δήπου τῶν ἀγα– 34747 4.4.31.59 : θῶν. {—}Τὸ ἀγαθὸν ἄρα διώκοντες καὶ βαδίζομεν ὅταν 34748 4.4.31.60 : βαδίζωμεν, οἰόμενοι βέλτιον εἶναι, καὶ τὸ ἐναντίον ἕστα– 34749 4.4.31.61 : μεν ὅταν ἑστῶμεν, τοῦ αὐτοῦ ἕνεκα, τοῦ ἀγαθοῦ· ἢ οὔ; 34750 4.4.31.62 : {—}Ναί. {—}Οὐκοῦν καὶ ἀποκτείνυμεν, εἴ τινα ἀποκτεί– 34751 4.4.31.63 : νυμεν, καὶ ἐκβάλλομεν καὶ ἀφαιρούμεθα χρήματα, οἰό– 34752 4.4.31.64 : μενοι ἄμεινον εἶναι ἡμῖν ταῦτα ποιεῖν ἢ μή; {—}Πάνυ γε. 34753 4.4.31.65 : {—}Ἕνεκα ἄρα τοῦ ἀγαθοῦ ἅπαντα ταῦτα ποιοῦσιν οἱ 34754 4.4.31.66 : ποιοῦντες. {—}Φημί. {—}Οὐκοῦν ὡμολογήσαμεν, ἃ ἕνεκά 34755 4.4.31.67 : του ποιοῦμεν, μὴ ´κεῖνα βούλεσθαι, ἀλλ´ ἐκεῖνο οὗ ἕνεκα 34756 4.4.31.68 : ταῦτα ποιοῦμεν; {—}Μάλιστα. {—}Οὐκ ἄρα σφάττειν 34757 4.4.31.69 : βουλόμεθα οὐδ´ ἐκβάλλειν ἐκ τῶν πόλεων οὐδὲ χρήματα 34758 4.4.31.70 : ἀφαιρεῖσθαι ἁπλῶς οὕτως, ἀλλ´ ἐὰν μὲν ὠφέλιμα ᾖ 34759 4.4.31.71 : ταῦτα, βουλόμεθα πράττειν αὐτά, βλαβερὰ δ´ ὄντα οὐ 34760 4.4.31.72 : βουλόμεθα. τὰ γὰρ ἀγαθὰ βουλόμεθα, ὡς φῂς σύ, τὰ δὲ 34761 4.4.31.73 : μήτε κακὰ μήτε ἀγαθὰ οὐ βουλόμεθα, οὐδὲ τὰ κακά. 34762 4.4.31.74 : ἦ γάρ; ἀληθῆ σοι δοκῶ λέγειν, ὦ Πῶλε, ἢ οὔ; τί οὐκ 34763 4.4.31.75 : ἀποκρίνῃ; {—}Ἀληθῆ. {—}Οὐκοῦν εἴπερ ταῦτα ὁμολογοῦ– 34764 4.4.31.76 : μεν, εἴ τις ἀποκτείνει τινὰ ἢ ἐκβάλλει ἐκ πόλεως ἢ 34765 4.4.31.77 : ἀφαιρεῖται χρήματα, εἴτε τύραννος ὢν εἴτε ῥήτωρ, οἰό– 34766 4.4.31.78 : μενος ἄμεινον εἶναι αὐτῷ, τυγχάνει δὲ ὂν κάκιον, οὗτος 34767 4.4.31.79 : δήπου ποιεῖ ἃ δοκεῖ αὐτῷ; ἦ γάρ; {—}Ναί. {—}Ἆρ´ οὖν 34768 4.4.31.80 : καὶ ἃ βούλεται, εἴπερ τυγχάνει ταῦτα κακὰ ὄντα; τί οὐκ 34769 4.4.31.81 : ἀποκρίνῃ; {—}Ἀλλ´ οὔ μοι δοκεῖ ποιεῖν ἃ βούλεται. {—} 34770 4.4.31.82 : Ἔστιν οὖν ὅπως ὁ τοιοῦτος μέγα δύναται ἐν τῇ πόλει 34771 4.4.31.83 : ταύτῃ, εἴπερ ἐστὶ τὸ μέγα δύνασθαι ἀγαθόν τι κατὰ τὴν 34772 4.4.31.84 : σὴν ὁμολογίαν; {—}Οὐκ ἔστιν. {—}Ἀληθῆ ἄρα ἐγὼ ἔλε– 34773 4.4.31.85 : γον, λέγων ὅτι ἔστιν ἄνθρωπον ποιοῦντα ἐν πόλει ἃ 34774 4.4.31.86 : δοκεῖ αὐτῷ μὴ μέγα δύνασθαι μηδὲ ποιεῖν ἃ βούλεται. 34775 4.4.31.87 : {—}Ὡς δὴ σύ, ὦ Σώκρατες, οὐκ ἂν δέξαιο ἐξεῖναί σοι 34776 4.4.31.88 : ποιεῖν ὅ τι δοκεῖ σοι ἐν τῇ πόλει μᾶλλον ἢ μή, οὐδὲ 34777 4.4.31.89 : ζηλοῖς ὅταν ἴδῃς τινὰ ἢ ἀποκτείναντα ὃν ἔδοξεν αὐτῷ ἢ 34778 4.4.31.90 : ἀφελόμενον χρήματα ἢ δήσαντα; {—}Δικαίως λέγεις ἢ 34779 4.4.31.91 : ἀδίκως; {—}Ὁπότερ´ ἂν ποιῇ, οὐκ ἀμφοτέρως ζηλωτόν 34780 4.4.31.92 : ἐστιν; {—}Εὐφήμει, ὦ Πῶλε. {—}Τί δή; {—}Ὅτι οὐ χρὴ 34781 4.4.31.93 : οὔτε τοὺς ἀζηλώτους ζηλοῦν οὔτε τοὺς ἀθλίους, ἀλλ´ 34782 4.4.31.94 : ἐλεεῖν. {—}Τί δέ; οὕτω σοι δοκεῖ ἔχειν περὶ ὧν ἐγὼ λέγω 34783 4.4.31.95 : τῶν ἀνθρώπων; {—}Πῶς γὰρ οὔ; {—}Ὅστις ἀποκτείνυσιν 34784 4.4.31.96 : ὃν ἂν δόξῃ αὐτῷ, δικαίως ἀποκτεινύς, ἄθλιος δοκεῖ σοι 34785 4.4.31.97 : εἶναι καὶ ἐλεεινός; {—}Οὐκ ἔμοιγε, οὐδὲ μέντοι ζηλωτός. 34786 4.4.31.98 : {—}Οὐκ ἄρτι ἄθλιον ἔφησθα εἶναι; {—}Τὸν ἀδίκως γε, 34787 4.4.31.99 : ὦ ἑταῖρε, ἀποκτείναντα, καὶ ἐλεεινόν γε πρός· τὸν δὲ 34788 4.4.31.100 : δικαίως ἀζήλωτον. {—}Ἦ που ὅ γε ἀποθνῄσκων ἀδίκως 34789 4.4.31.101 : ἐλεεινός τε καὶ ἄθλιός ἐστιν; {—}Ἧττον ἢ ὁ ἀποκτεινύς, 34790 4.4.31.102 : ὦ Πῶλε, καὶ ἧττον ἢ ὁ δικαίως ἀποθνῄσκων. {—}Πῶς 34791 4.4.31.103 : δή, ὦ Σώκρατες; {—}Οὕτως, ὡς μέγιστον τῶν κακῶν 34792 4.4.31.104 : τυγχάνει ὂν τὸ ἀδικεῖν. {—}Ἦ γὰρ τοῦτο μέγιστον; οὐ τὸ 34793 4.4.31.105 : ἀδικεῖσθαι μεῖζον; {—}Ἥκιστά γε. {—}Σὺ ἄρα βούλοι´ ἂν 34794 4.4.31.106 : ἀδικεῖσθαι μᾶλλον ἢ ἀδικεῖν; {—}Βουλοίμην μὲν ἂν ἔγωγε 34795 4.4.31.107 : οὐδέτερα· εἰ δὲ ἀναγκαῖον εἴη ἀδικεῖν ἢ ἀδικεῖσθαι, ἑλοί– 34796 4.4.31.108 : μην ἂν μᾶλλον ἀδικεῖσθαι ἢ ἀδικεῖν. 34797 4.5.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΑΡΧΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΝ ΧΡΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟΝ ΑΡΧΟΝΤΑ.}1 34798 4.5.1.1 : Εὐριπίδου ἐκ Συλέως (fr. 692 N. 2). 34799 4.5.1.2 : Τοῖς μὲν δικαίοις ἔνδικος, τοῖς δ´ αὖ κακοῖς 34800 4.5.1.3 : πάντων μέγιστος πολέμιος κατὰ χθόνα. 34801 4.5.2.1 : Εὐριπίδου Ἡρακλειδῶν ( 179). 34802 4.5.2.2 : Τίς ἂν δίκην κρίνοιεν ἢ δοίη λόγον, 34803 4.5.2.3 : πρὶν ἂν παρ´ ἀμφοῖν μῦθον ἐκμάθῃ σαφῶς; 34804 4.5.3.1 : Μενάνδρου (fr. 636 K.). 34805 4.5.3.2 : Ὁ προκαταγιγνώσκων δὲ πρὶν ἀκοῦσαι σαφῶς 34806 4.5.3.3 : αὐτὸς πονηρός ἐστι πιστεύσας κακῶς. 34807 4.5.4.1 : Χαιρήμονος (fr. 31 N. 2). 34808 4.5.4.2 : Σοφῶν γὰρ ἀνδρῶν τὰς ἁμαρτίας καλῶς 34809 4.5.4.3 : κρίνειν, τὸ δ´ εἰκῆ καὶ μετὰ σπουδῆς κακόν. 34810 4.5.5.1 : Εὐριπίδου ἐξ Αὔγης (fr. 270 N. 2). 34811 4.5.5.2 : Οὐ τῶν κακούργων οἶκτος, ἀλλὰ τῆς δίκης. 34812 4.5.6.1 : Τοῦ αὐτοῦ Σκίρωνι ( 678 N. 2). 34813 4.5.6.2 : Ἔστι τοι καλὸν 34814 4.5.6.3 : [τοὺς] κακοὺς κολάζειν. 34815 4.5.7.1 : Μενάνδρου (fr. 579 K.). 34816 4.5.7.2 : Ἡ νῦν ὑπό τινων χρηστότης καλουμένη 34817 4.5.7.3 : μεθῆκε τὸν ὅλον εἰς πονηρίαν βίον· 34818 4.5.7.4 : οὐδεὶς γὰρ ἀδικῶν τυγχάνει τιμωρίας. 34819 4.5.8.1 : Πινδάρου (Nem. IV 51). 34820 4.5.8.2 : Ἐπεὶ 34821 4.5.8.3 : ῥέζοντά τι καὶ παθεῖν ἔοικε. 34822 4.5.9.1 : Σοφοκλέους ἐν Ἰνάχῳ (fr. 260 N. 2). 34823 4.5.9.2 : Ἐπῄνες´· ἴσθι δ´, ὥσπερ ἡ παροιμία, 34824 4.5.9.3 : ἐκ κάρτα βαιῶν γνωτὸς ἂν γένοιτ´ ἀνήρ. 34825 4.5.10.1 : Μοσχίωνος (fr. 5 p. 813 N. 2). 34826 4.5.10.2 : Μόνον σὺ θυμοῦ χωρὶς ἔνδεξαι λόγους 34827 4.5.10.3 : οὓς σοὶ κομίζω· τὸν κλύοντα γὰρ λαβὼν 34828 4.5.10.4 : ὁ μῦθος εὔνουν οὐ μάτην λεχθήσεται. 34829 4.5.11.1 : Εὐριπίδου (fr. 1049 N. 2). 34830 4.5.11.2 : Ἐγὼ γὰρ ὅστις μὴ δίκαιος ὢν ἀνὴρ 34831 4.5.11.3 : βωμὸν προσίζει, τὸν νόμον χαίρειν ἐῶν 34832 4.5.11.4 : πρὸς τὴν δίκην ἄγοιμ´ ἂν οὐ τρέσας θεούς· 34833 4.5.11.5 : κακὸν γὰρ ἄνδρα χρὴ κακῶς πάσχειν ἀεί. 34834 4.5.12.1 : Σοφοκλέους Τυροῖ (fr. 604 N. 2). 34835 4.5.12.2 : Ἄκων δ´ ἁμαρτὼν οὔτις ἀνθρώπων κακός. 34836 4.5.13.1 : Εὐριπίδου Ἱκετίδων ( 875 ss.). 34837 4.5.13.2 : Φίλων δὲ χρυσὸν πολλάκις δωρουμένων 34838 4.5.13.3 : οὐκ εἰσεδέξατ´ οἶκον οὐδὲ τοὺς τρόπους 34839 4.5.13.4 : δούλους παρέσχε χρημάτων πεισθεὶς ὕπο. 34840 4.5.13.5 : τοὺς δ´ ἐξαμαρτάνοντας, οὐχὶ τὴν τύχην, 34841 4.5.13.6 : ἤχθαιρ´· ἐπεί τοι κοὐδὲν αἰτία πέλει 34842 4.5.13.7 : κακῶς ἀκούειν διὰ κυβερνήτην κακόν. 34843 4.5.14.1 : Τοῦ αὐτοῦ Ὀρέστῃ ( 696 ss.). 34844 4.5.14.2 : Ὅταν γὰρ ὀργῇ δῆμος εἰς θυμὸν πέσῃ, 34845 4.5.14.3 : ὅμοιον ὥσπερ πῦρ κατασβέσαι λάβρον. 34846 4.5.14.4 : εἰ δ´ ἡσύχως τις αὐτὸν ἐντείνοντι μὲν 34847 4.5.14.5 : χαλῶν ἕποιτο καιρὸν εὐλαβούμενος, 34848 4.5.14.6 : ἴσως ἂν ἐκπνεύσειεν· † ὅταν δ´ ἀνῇ πνοάς, 34849 4.5.14.7 : τύχοις ἂν αὐτοῦ ῥᾳδίως ὅσον θέλεις. 34850 4.5.15.1 : Ἀπολλοδώρου (Com. III p. 291 K.). 34851 4.5.15.2 : Δεῖ τὸν ἀκροατὴν καὶ συνετὸν ὄντως κριτὴν 34852 4.5.15.3 : πρὸ τοῦ λεγομένου τὸν βίον διασκοπεῖν, 34853 4.5.15.4 : ποῖός τις ὁ λέγων καὶ πόθεν καὶ τὴν ἀκμὴν 34854 4.5.15.5 : ἐκ παιδὸς αὐτοῦ πρὸς τί καταθέμενος 34855 4.5.15.6 : αὑτοῦ προδότης κακός τε τῆς ὥρας φύλαξ· 34856 4.5.15.7 : μάλισθ´ ὁ τοιοῦτος ἀνατρέπει πᾶσαν πόλιν. 34857 4.5.15.8 : οὐδὲν γὰρ αἰσχρόν ἐστιν αὐτὸν ἀποτυχεῖν. 34858 4.5.15.9 : πράττουσι πάντα· τὴν γὰρ αἰσχύνην πάλαι 34859 4.5.15.10 : πᾶσαν ἀπολωλέκασι καθ´ ἑτέρας θύρας. 34860 4.5.15.11 : ὅθεν ἐπιχειρεῖ πάντ´ ἀπηρυθριακότως 34861 4.5.15.12 : ἕκαστος αὐτῶν, πρὸς δὲ πάντ´ ἐστὶν θρασύς, 34862 4.5.15.13 : ψεύδετ´, ἐπιορκεῖ, μαρτυρεῖ, δικορραφεῖ, 34863 4.5.15.14 : κλέπτει, τελωνεῖ, ῥᾳδιουργεῖ· τὸ δὲ πέρας, 34864 4.5.15.15 : οὐ πόλιν ὅλην, φυλὴν δὲ μαλακὸς ἀνατρέπει. 34865 4.5.15.16 : ἐπεὶ κατὰ μέρος τὰς πόλεις, ὦ φίλε, θεῶ, 34866 4.5.15.17 : ὑπὸ † λεσπριδίων εἰσὶν γὰρ ἀνατετραμμέναι. 34867 4.5.15.18 : σκόπει· νεῶν δὲ κατάλογον δόξεις μ´ ἐρεῖν. 34868 4.5.16.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Γοργίου (p. 478 D). 34869 4.5.16.2 : Οὐκοῦν τὸ δίκην διδόναι μεγίστου κακοῦ ἀπαλλαγὴ 34870 4.5.16.3 : ἦν, πονηρίας; Ἦν γάρ. —Σωφρονίζει γάρ που καὶ 34871 4.5.16.4 : δικαιοτέρους ποιεῖ καὶ ἰατρικὴ γίγνεται πονηρίας ἡ δίκη. 34872 4.5.17.1 : Λυσίου (fr. 87 p. 376 Th.). 34873 4.5.17.2 : Τὴν αὐτὴν γνώμην ἔχειν δικάζοντας ἄξιον, ἥνπερ 34874 4.5.17.3 : νομοθετοῦντας. 34875 4.5.18.1 : Αἰσχίνου (c. Ctesiph. 16). 34876 4.5.18.2 : Χρὴ τὸ αὐτὸ φθέγγεσθαι τὸν ῥήτορα καὶ τὸν νόμον· 34877 4.5.18.3 : ὅταν δὲ ἑτέραν μὲν φωνὴν ἀφιῇ ὁ νόμος, ἑτέραν δὲ ὁ 34878 4.5.18.4 : ῥήτωρ, τῷ τοῦ νόμου δικαίῳ διδόναι χρὴ τὴν ψῆφον, μὴ 34879 4.5.18.5 : τῇ τοῦ λέγοντος ἀναισχυντίᾳ. 34880 4.5.19.1 : Ἀντιφῶντος (De caede Her. 91 p. 91 Blass 2). 34881 4.5.19.2 : Εἰ δέοι τι ἁμαρτεῖν, τὸ ἀδίκως ἀπολῦσαι ὁσιώτερον 34882 4.5.19.3 : ἢ τὸ ἀδίκως ἀπολέσαι· τὸ μὲν γὰρ ἁμάρτημά ἐστι· τὸ δὲ 34883 4.5.19.4 : ἀδίκως ἀποκτεῖναι ἀσέβημα. 34884 4.5.20.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Εὐθύφρονος (p. 8 D). 34885 4.5.20.2 : Ἐπεὶ ἐκεῖνό γε δήπου, ὦ θαυμάσιε, οὐδεὶς οὔτε θεῶν 34886 4.5.20.3 : οὔτε ἀνθρώπων τολμᾷ λέγειν, ὡς οὐ τῷ γε ἀδικοῦντι 34887 4.5.20.4 : δοτέον δίκην. 34888 4.5.21.1 : Ἐκ τοῦ Ἰσοκράτους πρὸς Δημόνικον ( 10 p. 37 b). 34889 4.5.21.2 : Εἰς ἀρχὴν κατασταθεὶς μηδενὶ χρῶ πονηρῷ πρὸς τὰς 34890 4.5.21.3 : διοικήσεις· ὧν γὰρ ἂν ἐκεῖνος ἁμάρτῃ, σοὶ τὰς αἰτίας 34891 4.5.21.4 : ἀναθήσουσιν. 34892 4.5.22.1 : Σόλωνος. 34893 4.5.22.2 : Ἄρχε πρῶτον μαθὼν ἄρχεσθαι· ἄρχεσθαι γὰρ μαθὼν 34894 4.5.22.3 : ἄρχειν ἐπιστήσῃ. 34895 4.5.23.1 : Βίωνος. 34896 4.5.23.2 : Βίων ἔφη δεῖν τὸν ἀγαθὸν ἄρχοντα παυόμενον τῆς 34897 4.5.23.3 : ἀρχῆς μὴ πλουσιώτερον ἀλλ´ ἐνδοξότερον γεγονέναι. 34898 4.5.24.1 : Ἀγάθωνος. 34899 4.5.24.2 : Ἀγάθων ἔφη τὸν ἄρχοντα τριῶν δεῖ μεμνῆσθαι· 34900 4.5.24.3 : πρῶτον μὲν ὅτι ἀνθρώπων ἄρχει, δεύτερον ὅτι νόμους 34901 4.5.24.4 : ἄρχει, τρίτον ὅτι οὐκ ἀεὶ ἄρχει. 34902 4.5.25.1 : Ἰσαίου (ed. Schoem. p. 168 fr. IV). 34903 4.5.25.2 : Ὅσοι τοὺς ἀδικοῦντας κολάζουσιν, οὗτοι τοὺς ἄλλους 34904 4.5.25.3 : ἀδικεῖσθαι κωλύουσιν. 34905 4.5.26.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Περὶ Ἴσιδος (p. 355 A). 34906 4.5.26.2 : Ἐν δὲ Θήβαις εἰκόνες εἰσὶν ἀνακείμεναι δικαστῶν 34907 4.5.26.3 : ἄχειρες, ἡ δὲ τοῦ ἀρχιδικαστοῦ καταμύουσα τοῖς ὄμμασιν, 34908 4.5.26.4 : ὡς ἄδωρον ἅμα τὴν δικαιοσύνην καὶ ἀνέντευκτον οὖσαν. 34909 4.5.27.1 : Θεμιστίου ἐκ τοῦ Μετριοπαθοῦς ἢ Φιλοτέκνου 34910 4.5.27.2 : (p. 414, 11 Dind.). 34911 4.5.27.3 : Ὅτι μοι δοκεῖ ὁ ἄρχων ἐκεῖνος ἐπαληθεύειν τοὔνομα 34912 4.5.27.4 : τῆς ἀρχῆς, ὅστις δυσάλωτος μὲν ὑπὸ χρυσίου, εὐάλωτος 34913 4.5.27.5 : δὲ ὑπὸ λόγου, ἐλευθερίας δὲ ἐραστής, μεγαλοφροσύνην δὲ 34914 4.5.27.6 : ἐπαινῶν φυλάττεται ἐγγὺς οὖσαν τὴν αὐθάδειαν. 34915 4.5.28.1 : Εὐσεβίου (fr. 41 Mullach). 34916 4.5.28.2 : Τὸν τοῖς ἄλλοις ἐπιστατέοντα καὶ ἐπιτάσσοντα χρὴ 34917 4.5.28.3 : οὐ τῇ ἐξουσίῃ μούνῃ τοῦ ἐπιστατέειν τε καὶ ἐπιτάσσειν, 34918 4.5.28.4 : ἀλλὰ ἀξίῃ καὶ γνώμῃ προέχειν τῶν ἐπιτασσομένων. 34919 4.5.29.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 42 Mull.). 34920 4.5.29.2 : Πρὸς τοὺς παρὰ δίκην ζώοντας ἔπειτα ἀξιεῦντας 34921 4.5.29.3 : ἄλλων ἡγέεσθαι ἀπειθέες ἄνθρωποι. εὐπειθείην δὲ 34922 4.5.29.4 : εὐπετέα ἐπὶ τὰ παραγγελλόμενα ἑωυτῷ καὶ ἄλλῳ παρὰ 34923 4.5.29.5 : τῶν ἀρχομένων παρασκευάζει ἅπας ὅ γε παρ´ ἑωυτοῦ τὰ 34924 4.5.29.6 : δέοντα σπουδῇ ποιέειν ἐπιστάμενος καὶ παράδειγμα τῶν 34925 4.5.29.7 : περ χρὴ πρήσσειν τοῖς ὑποτεταγμένοις ἑωυτὸν παρ– 34926 4.5.29.8 : εχόμενος. 34927 4.5.30.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 43 Mull.). 34928 4.5.30.2 : Ἄρχοντος ἀγαθοῦ κέρδος μοῦνον τοῦτο οἰκήιον καὶ 34929 4.5.30.3 : μυρίων κερδέων ἄλλων ἀντάξιον, πάντα μιν πρήσσειν, 34930 4.5.30.4 : ὥστε καὶ παρὰ τὸν καιρὸν τῆς ἀρχῆς καὶ παυσαμένῳ οἱ 34931 4.5.30.5 : πάντα χρηστὰ καὶ δικαιοσύνην παρὰ τῶν ἀρχθέντων 34932 4.5.30.6 : μαρτυρέεσθαι. 34933 4.5.31.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 44 Mull.). 34934 4.5.31.2 : Ἀνὴρ ἄρχων, καὶ ἰδιώτης δὲ ἅπας, ἴστω ἀπὸ τῆς 34935 4.5.31.3 : φύσιος τῶν πρηγμάτων, ὁκοῖα ἂν αὐτὰ παρέχηται, τοιαύ– 34936 4.5.31.4 : της καὶ τῆς ἐπ´ αὐτοῖσι μνήμης ἤτοι ἀγαθῆς ἢ πονηρῆς 34937 4.5.31.5 : τευξόμενος· καὶ τοῦτο ἐπιφρασθεὶς οὕτω κρινέτω, ἐπ´ ὁκο– 34938 4.5.31.6 : τέρην τῶν ὁδῶν καὶ τὴν ἐπ´ ὁκοτέρην τῶν μνημέων ἄγου– 34939 4.5.31.7 : σαν τρέψηται, καὶ κοίην αὐτέων τῶν μνημέων αὐτῷ ἄμεινον 34940 4.5.31.8 : προτιμῆσαι. 34941 4.5.32.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 45 Mull.). 34942 4.5.32.2 : Ἀρχὴν ἔχων μὴ ἀπομνησικάκεε πρὸς τοὺς ἐν διχοστα– 34943 4.5.32.3 : σίῃ σοι πρότερον γεγενημένους· οὐ γὰρ ὅκως ἀμύνηαι 34944 4.5.32.4 : ἔχθρην ἐπὶ τὴν ἀρχὴν εἶ ἀραιρημένος, ἀλλ´ ὅκως καὶ 34945 4.5.32.5 : τῆς παρ´ ἄλλων ἐπιβουλῆς ἀσφαλέας καὶ ἀνεπιβουλεύτους 34946 4.5.32.6 : φυλάξῃς τοὺς ὑπὸ σοὶ τεταγμένους, καὶ ὅκως τοῦ ὀρθοῦ 34947 4.5.32.7 : φύλαξ ἔῃς καὶ θεοῦ μεγάλης, Δικαιοσύνης, ὑπηρέτης τε 34948 4.5.32.8 : καὶ ἐξηγητής. ὥστε παρὰ τὰ αὐτῇ δοκέοντα ποιέων καὶ 34949 4.5.32.9 : αὐτῆς καταψευδόμενος, ὡς ἐς θεὸν μεγίστην ἁμαρτάνων, 34950 4.5.32.10 : καὶ παρ´ αὐτῆς καὶ τῶν περὶ αὐτὴν τεταγμένων δαι– 34951 4.5.32.11 : μόνων ἐφόρων τε καὶ τιμωρῶν εἶναι τῶν ποιευμένων 34952 4.5.32.12 : μῆνιν προσδέχεο. 34953 4.5.33.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 46 Mull.). 34954 4.5.33.2 : Μεταξὺ ἐχθρῶν δικάζων τοῦ δικαίου γίνεο ἐξεταστὴς 34955 4.5.33.3 : καὶ πρὸς τοῦτο ῥέπε τῇ κρίσει· δικαιοσύνη γὰρ καὶ δαίμων 34956 4.5.33.4 : ὁ τούτων ἔφορος τοῦ ἔχθρῃ χαρίζεσθαι προτετιμῆσθαι 34957 4.5.33.5 : δικαιότεροι. 34958 4.5.34.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 47 Mull.). 34959 4.5.34.2 : Ἐν ἀρχῇ ἐὼν ἔπειτα ἔχθρης μεμνημένος τῇ χείρονι 34960 4.5.34.3 : μοίρᾳ σεωυτὸν νεμέεις καὶ τῆς ἀπαιτεομένης ἐν τῷ ἄρ– 34961 4.5.34.4 : χοντι σεμνότητος σεωυτὸν ἀποστερήσεαι παρὰ τῶν ξυνε– 34962 4.5.34.5 : πισταμένων ὅτι ἔχθρῃ 〈ἐν〉διδοῖς ἀντὶ τῶν σεμνοτάτων 34963 4.5.34.6 : οὐνομάτων [ἀντὶ δικαστοῦ καὶ ἄρχοντος] τὸ εὐδιαβλητό– 34964 4.5.34.7 : τατον οὔνομα ἀντιλαβὼν τῶν δικαζομένων ἐχθρὸς 34965 4.5.34.8 : κεκλήσεαι. 34966 4.5.35.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 48 Mull.). 34967 4.5.35.2 : Τοῦ ἐπιτιμᾶν τινι θανάτου ζημίην τὴν ἐξουσίην 34968 4.5.35.3 : εἶναι ἡγέομαι οὐκ ἐν τῷ κύριόν τινα εἶναι τούτου τοῦ 34969 4.5.35.4 : καταψηφίσασθαι, ἀλλ´ ἐν τῷ οἷόν τε εἶναι τὸν ἔχοντα 34970 4.5.35.5 : τὴν ἐξουσίην ἑωυτοῦ κρατέειν ἐν οὕτω ἀσφαλεστάτῃ ὀφει– 34971 4.5.35.6 : λεύσῃ εἶναι κρίσει, ὥστε καὶ ἐς ὁμογενέας, εἴ τι ἁμαρτηθείη, 34972 4.5.35.7 : καὶ τὴν οὐκ οἷά τέ ἐστι ἔτι ἀνακαλέσασθαι γινομένης τῆς 34973 4.5.35.8 : ἁμαρτάδος. 34974 4.5.36.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 49 Mull.). 34975 4.5.36.2 : Ἃ τοῖς ἄλλοισιν ὡς φαῦλα ἐπιτιμᾷς, ταῦτα πρό– 34976 4.5.36.3 : τερος αὐτὸς ποιέειν φυλάσσεο. 34977 4.5.37.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 50 Mull.). 34978 4.5.37.2 : Ἄνθρωποι ἀνθρώπων ἐπὶ κατηγορίας ἀφικνέονται 34979 4.5.37.3 : οἱ μὲν ἐκ συγκειμένων ψευδέων ἐγκλημάτων οἱ δὲ ἀληθέα 34980 4.5.37.4 : κατηγορέοντες, οἱ δ´ αὖ ἐπαινέουσιν. οἱ μὲν τὰ ἐόντα 34981 4.5.37.5 : μαρτυρέοντες οἱ δὲ παρὰ τὸ ἀληθὲς χαριζόμενοι. ἄριστον 34982 4.5.37.6 : ὦν ἐν τοῖσι τοιούτοισι καὶ ἰδιώτῃ καὶ ἄρχοντι μήτε αὐτὸν 34983 4.5.37.7 : πιστεύειν αὐτόθεν μήτε ἀπιστέειν παντελέως, ἐκ δὲ τῶν 34984 4.5.37.8 : πρηγμάτων ἐξεταζομένων ὅκως χρὴ περὶ αὐτῶν διανοέε– 34985 4.5.37.9 : σθαι καὶ τὸ ἀτρεκὲς αὐτῶν μανθάνειν. 34986 4.5.38.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 51 Mull.). 34987 4.5.38.2 : Ἀρχὴν ἔχων κόσμεε, αὐτὸς δὲ μὴ μεταβάλλεο. οὐ γὰρ 34988 4.5.38.3 : προσλελάβηκάς τι οὐκ ἐὸν οὐδὲ παυόμενος ἔλασσόν τι 34989 4.5.38.4 : τῶν πρὶν ἢ † ει λαβεῖν εἶχες, εἰ πενόμενος τὴν ἀρχὴν κατα– 34990 4.5.38.5 : θήσεαι. 34991 4.5.39.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 52 Mull.). 34992 4.5.39.2 : Ἀρχὴν λαβὼν μὴ ἐπαίρεο, ὡυτὸς δὲ διατέλεε· οὕτω 34993 4.5.39.3 : γὰρ καὶ ἀποθέμενος οὐκ ἀπαραιρῆσθαι τοῦ σεμνύνοντός 34994 4.5.39.4 : σε νομισθήσεαι. 34995 4.5.40.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 53 Mull.). 34996 4.5.40.2 : Ἀνὴρ ἀγαθὸς ἔθνεός τευ ἢ πόλιος ἀρχὴν εἰληφὼς 34997 4.5.40.3 : οὐκ ἕνεκα τῶν δημοσίων χρημάτων καὶ τοῦ δωροδοκέεσθαι 34998 4.5.40.4 : καὶ τοῦ παρὰ τῶν πλουσίων χρηματίζεσθαι, ἔοικε τῷ 34999 4.5.40.5 : ἀνδρὶ παρακαταθήκην εἰληφότι μεγάλων χρημάτων· ὥσπερ 35000 4.5.40.6 : γὰρ καὶ ἐκεῖνος οὐκ ἐπὶ τῷ κατασχεῖν λαμβάνει οὐδὲ 35001 4.5.40.7 : κτῆμα ἴδιον ποιήσασθαι τὰ δοθέντα ἀλλ´ ὥστε φυλάξαι 35002 4.5.40.8 : καὶ ἀποδοῦναι σῷα τῷ παραθεμένῳ, ἐπεὰν ἀπαιτέηται· 35003 4.5.40.9 : οὕτω δὲ καὶ αὐτὸν χρὴ οὐκ ἐπὶ κέρδεσιν οἰκείοις ἀλλ´ 35004 4.5.40.10 : ἐπὶ σωτηρίῃ καὶ φυλακῇ πάντα πρήσσειν τῶν ἀρχομένων, 35005 4.5.40.11 : ὥστε αὐτοὺς τὸ ἐς ἑωυτὸν ἧκον ἀσινέας καὶ εὐθηνέοντας 35006 4.5.40.12 : ἀποδοῦναι τῷ καταπεπιστευκότι. 35007 4.5.41.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 54 Mull.). 35008 4.5.41.2 : Ἀνὴρ ἀνυποίστους καὶ ἀγρίας καὶ ἀμέτρους ζητέων 35009 4.5.41.3 : τὰς τιμωρίας καὶ ταῖς κατὰ νόμον οὐκ ἀρκεόμενος θυμῷ 35010 4.5.41.4 : ἀλόγῳ ξυγχωρέων καὶ γυναικείως ἐμπικραινόμενος, οὐκ 35011 4.5.41.5 : αἰσθάνεται ἔξω τῆς δίκης ἐς τὸ ὁμογενὲς ἐξυβρίζων. 35012 4.5.41.6 : ἀγνοέει δὲ τὸ μέγιστον, καὶ τόπερ χρὴ εἰδέναι πάντα 35013 4.5.41.7 : τὸν μέλλοντα ἀνθρώπου καταδικᾶν, ὅτι καὶ ὁ θάνατος 35014 4.5.41.8 : αὐτὸς παρὰ τῶν πρώτως δικαιωσάντων οὐκ ὥς τι κακὸν 35015 4.5.41.9 : ἐπετιμήθη, ἀλλ´ ὡς ἔσχατον καὶ ἐν φαρμάκου λόγῳ κατὰ 35016 4.5.41.10 : τῶν οὐ δυναμένων τῆς κακίης ἐλευθερωθῆναι, ὅκως, 35017 4.5.41.11 : ἐπειδὴ οὐκ οἷά τε ἦν ἄλλως, τούτῳ γε ὦν τῷ τρόπῳ ἀπο– 35018 4.5.41.12 : λυθέντες τοῦ ἐνταῦθα δεσμοῦ αὐτῆς πορίσωνται φυγήν. 35019 4.5.42.1 : Πυθαγόρου. 35020 4.5.42.2 : Ποίει ἃ κρίνεις εἶναι καλά, κἂν ποιῶν μέλλῃς ἀδοξεῖν. 35021 4.5.42.3 : φαῦλος γὰρ κριτὴς παντὸς καλοῦ πράγματος ὄχλος. δι– 35022 4.5.42.4 : όπερ ὧν ἂν τῶν ἐπαίνων καταφρονῇς, καὶ τῶν ψόγων 35023 4.5.42.5 : καταφρόνει. 35024 4.5.43.1 : Δημοκρίτου (fr. 261 Diels 2). 35025 4.5.43.2 : Ἀδικουμένοισι τιμωρεῖν κατὰ δύναμιν χρὴ καὶ μὴ 35026 4.5.43.3 : παριέναι· τὸ μὲν γὰρ τοιοῦτον δίκαιον καὶ ἀγαθόν, τὸ 35027 4.5.43.4 : δὲ μὴ τοιοῦτον ἄδικον καὶ κακόν. 35028 4.5.44.1 : Δημοκρίτου (fr. 262 Diels 2). 35029 4.5.44.2 : Καὶ οἳ φυγῆς ἄξια ἔρδουσιν ἢ δεσμῶν, ἢ θωιῆς ἄξιοι, 35030 4.5.44.3 : καταψηφιστέον, καὶ μὴ ἀπολύειν· ὃς δ´ ἂν παρὰ νόμον 35031 4.5.44.4 : ἀπολύῃ κέρδει ὁρίζων ἢ ἡδονῇ, ἀδικεῖ, καί οἱ τοῦτο ἐγ– 35032 4.5.44.5 : κάρδιον ἀνάγκη εἶναι. 35033 4.5.45.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 263 Diels 2). 35034 4.5.45.2 : Δίκης καὶ ἀρετῆς μεγίστην μετέχει μοῖραν ὁ [τιμὰς] 35035 4.5.45.3 : ἀξίας τὰς μεγίστας τάμνων. 35036 4.5.46.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 264 Diels 2). 35037 4.5.46.2 : Μηδέν τι μᾶλλον τοὺς ἀνθρώπους αἰδεῖσθαι ἑωυτοῦ 35038 4.5.46.3 : μηδέ τι μᾶλλον ἐξεργάζεσθαι κακόν, εἰ μέλλει μηδεὶς εἰ– 35039 4.5.46.4 : δήσειν ἢ 〈εἰ〉 οἱ πάντες ἄνθρωποι· ἀλλ´ ἑωυτὸν μάλιστα 35040 4.5.46.5 : αἰδεῖσθαι, καὶ τοῦτον νόμον τῇ ψυχῇ καθεστάναι, ὥστε 35041 4.5.46.6 : μηδὲν ποιεῖν ἀνεπιτήδειον. 35042 4.5.47.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 265 Diels 2). 35043 4.5.47.2 : Τῶν ἡμαρτημένων ἄνθρωποι μεμνέαται μᾶλλον ἢ 35044 4.5.47.3 : τῶν εὖ πεποιημένων. καὶ γὰρ δίκαιον οὕτως· ὥσπερ 35045 4.5.47.4 : 〈γὰρ τὸν〉 τὰς παρακαταθήκας ἀποδιδόντα οὐ χρὴ ἐπαι– 35046 4.5.47.5 : νεῖσθαι, τὸν δὲ μὴ ἀποδιδόντα κακῶς ἀκούειν καὶ πάσχειν 35047 4.5.47.6 : οὕτω καὶ τὸν ἄρχοντα. οὐ γὰρ ἐπὶ τούτῳ ᾑρέθη ὡς κακῶς 35048 4.5.47.7 : ποιήσων, ἀλλ´ ὡς εὖ. 35049 4.5.48.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 266 Diels 2). 35050 4.5.48.2 : Οὐδεμία μηχανὴ τῷ νῦν καθεστῶτι ῥυθμῷ μὴ οὐκ 35051 4.5.48.3 : ἀδικέειν τοὺς ἄρχοντας, ἢν καὶ πάνυ ἀγαθοὶ ἔωσιν. οὐ– 35052 4.5.48.4 : δενὶ γὰρ ἄλλῳ ἔοικεν ἢ † ἑωυτῷ τὸν αὐτὸν ὑφ´ ἑτέροισι 35053 4.5.48.5 : γίγνεσθαι· δεῖ δέ κως οὕτω καὶ ταῦτα κοσμηθῆναι, ὅκως 35054 4.5.48.6 : ὁ μηδὲν ἀδικέων, ἢν καὶ πάνυ ἐτάζῃ τοὺς ἀδικέοντας, μὴ 35055 4.5.48.7 : ὑπ´ ἐκείνοις γενήσεται, ἀλλά τις ἢ θεσμὸς ἤ τι ἄλλο 35056 4.5.48.8 : ἀμυνεῖ τῷ τὰ δίκαια ποιεῦντι. 35057 4.5.49.1 : Θουκυδίδου ἱστορίας πρώτης δημηγορίας Κορινθίων 35058 4.5.49.2 : β ( 69, 1). 35059 4.5.49.3 : Οὐ γὰρ ὁ δουλωσάμενος, ἀλλ´ ὁ δυνάμενος μὲν παῦσαι, 35060 4.5.49.4 : περιορῶν δὲ ἀληθέστερον αὐτὸ δρᾷ. 35061 4.5.50.1 : Στωϊκῶν. 35062 4.5.50.2 : Φασὶ μηδὲ συγγνώμην ἔχειν μηδενὶ τὸν νοῦν ἔχοντα 35063 4.5.50.3 : τοῦ γὰρ αὐτοῦ συγγνώμην ἔχειν καὶ νομίζειν τὸν ἡμαρτη– 35064 4.5.50.4 : κότα μὴ παρ´ αὑτὸν ἡμαρτηκέναι, πάντων ἁμαρτανόντων 35065 4.5.50.5 : παρὰ τὴν ἰδίαν κακίαν· διὸ καὶ δεόντως λέγεσθαι τὸ 35066 4.5.50.6 : μηδὲ συγγνώμην ἔχειν τοῖς ἁμαρτάνουσιν. οὐκ ἐπιεικῆ δέ 35067 4.5.50.7 : φασιν εἶναι τὸν ἀγαθὸν ἄνδρα, τὸν γὰρ ἐπιεικῆ παραι– 35068 4.5.50.8 : τητικὸν εἶναι τῆς κατ´ ἀξίαν κολάσεως καὶ τοῦ αὐτοῦ 35069 4.5.50.9 : εἶναι ἐπιεικῆ τε εἶναι καὶ ὑπολαμβάνειν τὰς ἐκ τοῦ νόμου 35070 4.5.50.10 : τεταγμένας κολάσεις τοῖς ἀδικοῦσι σκληροτέρας εἶναι καὶ 35071 4.5.50.11 : τὸ ἡγεῖσθαι παρὰ τὴν ἀξίαν ἀπονέμειν τὰς κολάσεις τὸν 35072 4.5.50.12 : νομοθέτην. 35073 4.5.51.1 : Ἐκ τῆς Σωπάτρου ἐπιστολῆς πρὸς Ἡμέριον τὸν 35074 4.5.51.2 : ἀδελφὸν τὸ Πῶς δεῖ πράττειν τὴν ἐγκεχειρισ– 35075 4.5.51.3 : μένην αὐτῷ ἡγεμονίαν. 35076 4.5.51.4 : Τίς οὖν οὕτω κατὰ τὸν Σιμωνίδου λόγον τετράγωνος 35077 4.5.51.5 : ὃς κατὰ πᾶσαν τύχην καὶ πραγμάτων μετάστασιν ἀσφα– 35078 4.5.51.6 : λῶς ἑστήξεται, συναρμόζων μὲν ἑαυτὸν τοῖς τε ἄρχουσι 35079 4.5.51.7 : καὶ ἀρχομένοις καὶ πρὸς ἑαυτὸν ἁρμόζων ἅπαντας, 35080 4.5.51.8 : πᾶσαν δὲ πάντων διαφορὰν πρὸς ἕνα τὸν τοῦ καλοῦ 35081 4.5.51.9 : συνυφαίνων λόγον; τίς δὲ ἀνδρῶν καὶ πραγμάτων πολυ– 35082 4.5.51.10 : ειδεῖ δουλεύων φύσει τὸ τῆς ψυχῆς ἀδούλωτον διαφυλάξει 35083 4.5.51.11 : φρόνημα; τῷ μέν γε τὸν λόγον διατιθεμένῳ χαλεπὸν 35084 4.5.51.12 : οὐδὲν ἐκ τῶν ἄκρων παραγγελμάτων τὸν ὄρθιον τῆς ἀρε– 35085 4.5.51.13 : τῆς ᾄδειν νόμον, τῷ δ´ εἰς πράξεις ἀληθινὰς τοὺς λόγους 35086 4.5.51.14 : ἐντείνειν μέλλοντι τὸν ἐκ τῶν δοθέντων ἄριστον ἀντὶ τοῦ 35087 4.5.51.15 : πρώτου τὴν φύσιν δοκιμάζειν ὁ τῆς ὑποθέσεως προσ– 35088 4.5.51.16 : τάττει λόγος. 35089 4.5.52.1 : Ἐν ταὐτῷ. 35090 4.5.52.2 : Τιμῆς μὲν ὁπόσης ἐν γράμμασί τε καὶ προσηγορίαις 35091 4.5.52.3 : καὶ πάσῃ τῇ φαινομένῃ ταύτῃ τοῦ βίου δραματουργίᾳ οἱ 35092 4.5.52.4 : μείζους τῶν ἀρχόντων μεταποιοῦνται, μὴ ὅπως ἐλλείπων 35093 4.5.52.5 : τὸ μέτρον, ἀλλ´ εἰ δυνατὸν καὶ πρὸς πλεονάζων φαίνου. 35094 4.5.52.6 : γελοῖον γὰρ περὶ ὀνομάτων διαφερόμενον τῶν πραγμάτων, 35095 4.5.52.7 : ἐφ´ οἷς τὰ ὀνόματα κεῖται, μηδεμίαν ἔχειν φροντίδα· καὶ 35096 4.5.52.8 : τῆς ψευδωνύμου τιμῆς ἀφιέμενον ὀλίγου μὲν ἄγαν ἑαυτὸν 35097 4.5.52.9 : ἀξιοῦντα φαίνεσθαι, τοῖς δ´ ἀρχομένοις πολλὴν ἐνίοτε 35098 4.5.52.10 : βλάβην προξενεῖν. Τῶν δ´ ἔργων ἃ μὲν οὐκ ἔστι προσ– 35099 4.5.52.11 : ταττόντων ἀρνήσασθαι, τῷ τρόπῳ καὶ χρόνῳ τῆς πράξεως 35100 4.5.52.12 : πειθοῖ τε ἐμμελεῖ τὸ φαινόμενον ἐπαχθὲς παραμυθητέον. 35101 4.5.52.13 : ἔνια δ´ οὐκ ἔστιν ἀναγκασθῆναι, φησὶν Ἀριστοτέλης, 35102 4.5.52.14 : οὐδ´ εἰ τὸν λεγόμενον Ταντάλου λίθον ἐπηρτημένον τις 35103 4.5.52.15 : ἔχοι, ἀλλ´ ὑπομενετέον πάντα ἑτοίμως τὸ δρᾶν κακῶς 35104 4.5.52.16 : πρὸ τοῦ παθεῖν κακῶς εὐλαβουμένῳ. ἃ δ´ οὐκ ἔχει μὲν 35105 4.5.52.17 : ἀπαραίτητον τὴν ἀποπλήρωσιν, λαθεῖν δὲ ἢ ἀγνοῆσαι 35106 4.5.52.18 : τοὺς ἐπιτάξαντας συνέβη, διδασκαλίαν ἐμμελῆ † προσ– 35107 4.5.52.19 : αγωνίζεσθαι παρασκευάζων μὴ ´μφανῶς ἐπισκήπτων· 35108 4.5.52.20 : βαρὺ γὰρ ἔλεγχος ἐμφανὴς τοῖς ἐν ἐξουσίᾳ· ἀλλ´ ὡς 35109 4.5.52.21 : εἰδότας ὑπομιμνήσκων ἢ προβάλλων εἰς κρίσιν ἢ πυνθα– 35110 4.5.52.22 : νόμενος, ἃ γιγνώσκων οὐδὲν ἧττον αὐτὸς τυγχάνεις, καὶ 35111 4.5.52.23 : φιλοτίμους μὲν ὄντας τιμῇ καὶ θεραπείᾳ προσάγου, τῶν 35112 4.5.52.24 : δὲ ἀρχομένων ἐπιστρεφομένους τῆς προαιρέσεως ὑπο– 35113 4.5.52.25 : μίμνησκε. 35114 4.5.53.1 : Ἐν ταὐτῷ. 35115 4.5.53.2 : Ἔστω δέ ποτε καὶ παρρησίας ἐλευθερίου καιρός, ἥτις 35116 4.5.53.3 : μὴ βλάβην τοῖς ἀρχομένοις παρασκευάζειν μέλλει. τὸ 35117 4.5.53.4 : μὲν γὰρ αὐτόν τινα, ἤν τι καὶ δέῃ, παθεῖν αἱρετώτερον 35118 4.5.53.5 : τῆς λεγομένης εὐπραξίας πολλάκις· τὸ δ´ ἐφ´ οἷς ἂν 35119 4.5.53.6 : αὐτὸς νεανιεύεσθαι δόξῃ λαθεῖν τοσούτους προδόντα 35120 4.5.53.7 : κενοδοξίας ἐσχάτης ὑπεύθυνον ἀποφαίνει. 35121 4.5.54.1 : Αἰδοῦ πρὸς τὰς διημαρτημένας τῶν πολλῶν ἀπο– 35122 4.5.54.2 : βλέπειν δόξας, τὸν δ´ ἀπὸ τῆς ἀληθείας λόγον πάντων 35123 4.5.54.3 : ἐπίπροσθεν ἄγε· καὶ οὔτε φαινομένην εὐπρέπειαν μετὰ 35124 4.5.54.4 : βλάβης τῶν ἀρχομένων αἱρεῖσθαι οὔτε δοκοῦσαν ἀδοξίαν 35125 4.5.54.5 : ἐπ´ ὠφελείᾳ τῶν ὑπηκόων φεύγειν, εἰ μὴ τῆς τυχούσης 35126 4.5.54.6 : φαντασίας, ἀλλὰ τῆς ἀρίστης ζωῆς μεταποιεῖσθαι μέλ– 35127 4.5.54.7 : λοιμεν. τὴν μὲν πολιτικὴν τιμὴν ἡ τῆς πολιτείας ἀπο– 35128 4.5.54.8 : νέμει τάξις τοῖς μείζοσι παρὰ τῶν ἐλαττόνων· τὴν δὲ ἄλλην 35129 4.5.54.9 : θεραπείαν ἢ τυχεῖν αὐτῆς 〈ἀξίως〉 ἀξιώσουσιν ἢ δι´ ὠφέ– 35130 4.5.54.10 : λειαν τῶν ἀρχομένων ἐν εἴδει φαρμάκου προσάγομεν. 35131 4.5.54.11 : ἐπεὶ κολακείας μὲν τὰ φαῦλα ἐπαινεῖν αὐτῆς ἕνεκα μόνης 35132 4.5.54.12 : τῆς ἀρεσκείας, πολιτικῆς δὲ φρονήσεως τοὺς ἐν δυνάμει 35133 4.5.54.13 : καθομιλεῖν πρὸς ὠφέλειαν ἀνθρώπων. ὁ μὲν γὰρ κόλαξ 35134 4.5.54.14 : τὴν πονηρὰν ἀποδέχεται πρᾶξιν οὐδένα ὠφελῆσαι μέλλων, 35135 4.5.54.15 : ὁ δ´, ἵνα τῆς πονηρᾶς ἀπαγάγῃ προθέσεως, φιλότιμον 35136 4.5.54.16 : ὄντα ἐπαινέσει. ὥσθ´ ὁ μὲν δι´ ὧν ἐπαινεῖ βλάπτει τὸν 35137 4.5.54.17 : ἐπαινούμενον καὐτὸς καθ´ ἑαυτοῦ πονηρίας ἐσχάτης ἐκ– 35138 4.5.54.18 : φέρει δεῖγμα, ὁ δ´ εἰς τὸ πράττειν ἄξια ἐπαίνου τῷ 35139 4.5.54.19 : τρόπῳ τῆς θεραπείας ἐπάγεται. 35140 4.5.55.1 : Ἐν τῷ αὐτῷ. 35141 4.5.55.2 : Καὶ γίγνου μὲν ἄξιος τῆς ἀρχῆς οὐ θέσει πολιτείας, 35142 4.5.55.3 : ἀλλ´ ἀρετῆς καὶ προαιρέσεως τῇ πρὸς τοὺς ἀρχομένους 35143 4.5.55.4 : ὑπεροχῇ· πλέον δ´ ἔχειν ἑκάστου τῶν ὑπηκόων ταῖς 35144 4.5.55.5 : κοιναῖς ὑπὲρ ἁπάντων ἐπιμελείαις καὶ τῇ μεμεριμνημένῃ 35145 4.5.55.6 : τῶν ὅλων ἐπιστασίᾳ γίγνωσκε. 35146 4.5.55.7 : Οὓς δὲ ἠγνόεις πρότερον καὶ σαυτῷ προσήκειν οὐδὲν 35147 4.5.55.8 : ὑπελάμβανες, πλὴν ὅσον ὡς ἄνθρωπος τὴν κοινὴν φύσιν 35148 4.5.55.9 : ἀνθρώπων αἰδούμενος, τούτους ὡς ἤδη γνωρίμους καὶ 35149 4.5.55.10 : φίλους ἅπαντας † θεώμενος εἶναι. Ὁμήρῳ γοῦν οὐκ 35150 4.5.55.11 : ἀπέχρησε πατέρα ἁπλῶς τῶν ἀρχομένων τὸν ἄρχοντα 35151 4.5.55.12 : προσειπεῖν· καίτοι τί ποτ´ ἂν εὑρεθείη τούτου πραότερον 35152 4.5.55.13 : ἀνθρώποις ὄνομα; ἀλλὰ καὶ τὸν ἤπιον φέρων ἐπέθηκε 35153 4.5.55.14 : τῷ πατρί, ὁμοῦ μὲν γονεῦσιν ὁμοῦ δὲ ἄρχουσιν ἀγαθοῖς 35154 4.5.55.15 : ταύτην πρέπειν τὴν προσηγορίαν ἡγούμενος. 35155 4.5.55.16 : Τὴν μὲν οὖν ὡς ἀρχομένων πρόνοιαν κοινὴν ἀπονέμειν 35156 4.5.55.17 : πᾶσι, τοῖς δ´ ἐκ πείρας φαινομένοις χρηστοῖς δευτέραν 35157 4.5.55.18 : τὴν ἐκ τῶν τρόπων οἰκειότητα προστιθέναι προαιροῦ. 35158 4.5.55.19 : καὶ ὑπεροψίαν μὲν καὶ τὰς συνερίθους ταύτῃ κακίας, 35159 4.5.55.20 : ἀλαζονείαν καὶ αὐθάδειαν, ὡς μικροπρεπεῖς ψυχῆς δια– 35160 4.5.55.21 : θέσεις ἀποδιδράσκωμεν· τὸ γὰρ ἑαυτῶν ἐπιλανθάνεσθαι 35161 4.5.55.22 : διὰ τὴν ἐφήμερον τῆς ἀρχῆς φαντασίαν πολλὴν διανοίας 35162 4.5.55.23 : ἀπελέγχει σμικρότητα. οὐ μὴν τὰς ἐπονειδίστους ταύτας 35163 4.5.55.24 : τῆς κακίας ὑπερβολὰς ἀποδιδράσκοντες πρὸς θάτερον 35164 4.5.55.25 : τῆς πονηρίας ἄκρον αἰσχρῶς ἂν μεταπίπτοιμεν, εὐτέλειαν 35165 4.5.55.26 : καὶ ταπεινότητα ἤθους, φαῦλα ἀντὶ φαύλων τῶν πρόσθεν 35166 4.5.55.27 : ἠθῶν ἀνταλλαττόμενοι· ἀλλ´ ἥμερον χρὴ καὶ σεμνὸν τοῖς 35167 4.5.55.28 : ὑπηκόοις δοκεῖν τε καὶ εἶναι τὸν ἀληθῶς ἄρχοντα. 35168 4.5.56.1 : Ἐν ταὐτῷ. 35169 4.5.56.2 : Δεῖ δὲ μήτε ὀργῇ προσομιλεῖν τοῖς ἀρχομένοις μήτε 35170 4.5.56.3 : ἀνεπίπληκτον τοῖς ἁμαρτάνουσι τὴν προαίρεσιν κατα– 35171 4.5.56.4 : λείπειν. τὸ μὲν γὰρ οὐδὲν τῶν μαινομένων διαφέρειν 35172 4.5.56.5 : τὸν ἄρχοντα δείκνυσι, τὸ δ´ εὐχέρειαν ἁμαρτημάτων τοῖς 35173 4.5.56.6 : ὑπηκόοις ἐντίκτει. 35174 4.5.56.7 : Ἀνεξίκακον δὲ ὁμοῦ καὶ μισοπόνηρον σεαυτὸν ἐπι– 35175 4.5.56.8 : δείκνυε, τῷ μὲν [γὰρ] ἠρέμα κολάζειν τὴν ἀνεξικακίαν, τῷ 35176 4.5.56.9 : δ´ ἀπεχθάνεσθαι τοῖς κακοῖς τὴν μισοπονηρίαν ἐλέγχων, 35177 4.5.56.10 : ἵνα τὸ μὲν φεύγειν τὰ φαῦλα, τὸ δὲ μὴ λίαν ἀπαραμύ– 35178 4.5.56.11 : θητον εἶναι τοῖς ἐπταικόσι τὴν τύχην ἀποδεικνύῃ. 35179 4.5.56.12 : Ἀφεκτέον δὲ καὶ σκωμμάτων τοῖς ὡς ἀληθῶς ἄρ– 35180 4.5.56.13 : χουσιν, ἢ καθαιρήσει τις τὸ σεμνὸν τῆς ἀρχῆς γελωτοποιεῖν 35181 4.5.56.14 : πειρώμενος. 35182 4.5.56.15 : Καὶ λοιδοριῶν καθαρευτέον· ἰδιωτικῆς γὰρ ἀκροχολίας 35183 4.5.56.16 : τοῦτο σύμβολον. 35184 4.5.56.17 : Νουθετήσεις δὲ καὶ παραινέσεων τὸ διττὸν εἶδος, πῆ 35185 4.5.56.18 : μὲν σφοδρῶς καθαπτόμενον πῆ δὲ προσηνῶς θεραπεῦον, 35186 4.5.56.19 : γνωρίσματα ἐμοὶ δοκεῖν ἐπιεικοῦς ἄρχοντος. 35187 4.5.57.1 : Ἐν ταὐτῷ. 35188 4.5.57.2 : Συνάρμοζε δὲ τοῖς ἤθεσιν ἑκάστων τὸν πρόσφορον 35189 4.5.57.3 : τῆς ἐπιστασίας τρόπον, τοῖς μὲν ἐπιεικέσιν ἐμμελῶς, τοῖς 35190 4.5.57.4 : δ´ ὑπτίοις συντόνως, αὐστηρῶς δὲ τοῖς θρασέσι, πράως 35191 4.5.57.5 : δὲ τοῖς εὐλαβεστέροις προσιών. 35192 4.5.58.1 : Ἐν ταὐτῷ. 35193 4.5.58.2 : Δεῖ δὲ ἀπείργειν μὲν τῶν ἁμαρτημάτων ἀνάγκῃ πειθὼ 35194 4.5.58.3 : συναρμόσαντα, σφαλεῖσι δὲ σύμμετρον τῆς δίκης ἐπάγειν 35195 4.5.58.4 : τὴν ἐπανόρθωσιν, ὅσα μὲν μικρὰ καὶ συνήθη τῶν ἁμαρ– 35196 4.5.58.5 : τημάτων ἀγνοεῖν δοκοῦντα (οὔτε γὰρ ἐπὶ πᾶσιν ἁπλῶς 35197 4.5.58.6 : καὶ τοῖς τυχοῦσιν ἐπεξιέναι οὔτε γιγνώσκοντα παρορᾶν 35198 4.5.58.7 : ὠφέλιμον), τὰ δὲ ἤδη τοῖς ἀρχομένοις ἐπαχθῆ ταῖς ἐκ 35199 4.5.58.8 : τῶν νόμων θεραπείαις ἰώμενον. 35200 4.5.59.1 : Ἐν ταὐτῷ. 35201 4.5.59.2 : Καὶ βούλου μὲν ἁμαρτημάτων τὴν ψυχὴν ὡς δυνατὸν 35202 4.5.59.3 : καθαρεύειν· ἐννόει δὲ ὡς σύμφυτον τὸ ἁμαρτάνειν ἀνθρώ– 35203 4.5.59.4 : ποις· ὥσθ´ ἕως τις ὡς ἀναμαρτήτους κολάζῃ, τὸ μέτρον 35204 4.5.59.5 : ὑπερβαίνει τῆς κατὰ φύσιν ἐπανορθώσεως. ἀπόδειξον 35205 4.5.59.6 : δὲ σαυτὸν τῆς ἀρχῆς πρέποντα κόσμον, ἀλλὰ μὴ ταῖς 35206 4.5.59.7 : ἔξωθεν καὶ ἐφημέροις σκιαγραφίαις καλλωπίζου. 35207 4.5.60.1 : Ἐν ταὐτῷ. 35208 4.5.60.2 : Χάριτας μὲν τὸ δίκαιον ὑπερβαινούσας οὐδ´ ὀνομα– 35209 4.5.60.3 : στέον ἐμοὶ δοκεῖν χάριτας· τὰς δὲ τῆς δικαιοσύνης φίλας 35210 4.5.60.4 : οὐδεὶς ἂν ὃς οὐκ ἀπὸ δρυός ἐστιν ἢ πέτρας ἑκὼν ἀρνησά– 35211 4.5.60.5 : μενος τύχοι. ἐπεὶ γὰρ πολλάκις ὁ νόμος πικροτέρας τῶν 35212 4.5.60.6 : ἁμαρτημάτων ὁρίζει τὰς τιμωρίας, τὸ λεγόμενον ἐπιεικὲς 35213 4.5.60.7 : δίκαιον, τὴν αὐστηρὰν τῶν νόμων φωνὴν παραμυθούμενον, 35214 4.5.60.8 : ἀμεμφὴς ἐμοὶ δοκεῖ χαρίτων ἀληθινῶν καὶ ἐλευθέρων 35215 4.5.60.9 : πρόφασις. τὸ μὲν οὖν περὶ τὰ συναλλάγματα τῆς δίκης 35216 4.5.60.10 : ἐπανορθωτικὸν ἐκφεύγει παντελῶς τὸ τῶν χαρίτων γένος, 35217 4.5.60.11 : τὸ δ´ ἐπὶ τοῖς ἐγκλήμασι κείμενον οὐκ ἀναίνεται τὸ πρᾶον 35218 4.5.60.12 : καὶ φιλάνθρωπον τῶν χαρίτων πρόσωπον. 35219 4.5.61.1 : Ἀρχύτα Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ νόμου καὶ δικαιο– 35220 4.5.61.2 : σύνης. 35221 4.5.61.3 : Δεῖ δὲ τὸν ἀλαθινὸν ἄρχοντα μὴ μόνον ἐπιστάμονά 35222 4.5.61.4 : τε καὶ δυνατὸν ἦμεν περὶ τὸ καλῶς ἄρχεν, ἀλλὰ καὶ 35223 4.5.61.5 : φιλάνθρωπον· ἄτοπον γὰρ ἦμεν ποιμένα μισοπρόβατον 35224 4.5.61.6 : καὶ τοιοῦτον οἷον καὶ δυσμενῶς ἔχεν τοῖς αὑτῶ θρεμμά– 35225 4.5.61.7 : τεσσι. δεῖ δ´ αὐτὸν καὶ νόμιμον ἦμεν· οὕτω γὰρ ἐσσεῖται 35226 4.5.61.8 : τὰν τῶ ἄρχοντος ἐπίστασιν ἔχων. διὰ μὲν γὰρ τᾶς ἐπι– 35227 4.5.61.9 : στάμας κρίνεν ὀρθῶς δυνασεῖται, διὰ δὲ τᾶς δυνάμιος 35228 4.5.61.10 : κολάζεν, διὰ δὲ τᾶς χρηστότατος τὸ εὐεργετέν, διὰ δὲ 35229 4.5.61.11 : τῶν νόμων τὸ ποτὶ τὸν λόγον πάντα ταῦτα ποιέν. 35230 4.5.61.12 : ἄριστος δέ κ´ εἴη ἄρχων ὁ ἀγχοτάτω τῷ νόμῳ· οὗτος δέ 35231 4.5.61.13 : κ´ εἴη ὁ μηθὲν αὑτῶ ἕνεκα ποιέων ἀλλὰ τῶν ὑπ´ αὐτόν, 35232 4.5.61.14 : ἐπειδήπερ οὐδὲ νόμος αὑτῶ ἕνεκα, ἀλλὰ τῶν ὑπ´ αὐτόν. 35233 4.5.62.1 : Ἰαμβλίχου. 35234 4.5.62.2 : Πᾶν γὰρ τὸ τιμώμενον αὔξεται, ἐλαττοῦται δὲ τὸ 35235 4.5.62.3 : ἀτιμαζόμενον· καὶ τοῦτό ἐστι τὸ διαφανέστατον σημεῖον 35236 4.5.62.4 : ἀρχῆς εὖ διοικουμένης. προτρέπει τε γὰρ τοὺς ἀρχο– 35237 4.5.62.5 : μένους ἐπὶ τὰ καλὰ ἐπιτηδεύματα, 〈ὡς〉 καὶ τὴν ἐπιβάλλουσαν 35238 4.5.62.6 : ἀξίαν ἑκάστοις διανέμει, καὶ πληροῖ τὰς πόλεις τῶν 35239 4.5.62.7 : ἀρίστων ἐπιτηδευμάτων. 35240 4.5.63.1 : Ὑπερίδου (fr. 204 Bl. 3). 35241 4.5.63.2 : Ἀρχομένων δεῖ τῶν ἀδικημάτων ἐμφράσσειν τὰς 35242 4.5.63.3 : ὁδούς· ὅταν δ´ ἅπαξ ῥιζωθῇ κακία καὶ παλαιὰ γένηται, 35243 4.5.63.4 : καθάπερ σύντροφος ἀρρωστία, χαλεπὸν αὐτὴν κατασβέσαι. 35244 4.5.64.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Δημοδόκου (p. 383 A–C). 35245 4.5.64.2 : Πῶς γὰρ ἄν τις ἢ δίκην καλῶς δικάσαι ἢ ἀνθρώπους 35246 4.5.64.3 : κατὰ τρόπον κρῖναι δύναιτο, μὴ ἀμφοτέρων τῶν ἀντιδίκων 35247 4.5.64.4 : ἀκούσας; τοὺς γὰρ λόγους παραβαλλομένους, ὥσπερ τὴν 35248 4.5.64.5 : πορφύραν καὶ τὸ χρυσίον, ἄμεινον κρίνεσθαι. ἢ τίνος 35249 4.5.64.6 : ἕνεκεν ἢ χρόνον ἀμφοτέροις δίδοσθαι τοῖς ἀντιδίκοις, ἢ 35250 4.5.64.7 : ὀμνύειν τοὺς δικαστὰς ἀκροάσασθαι ὁμοίως ἀμφοτέρων, 35251 4.5.64.8 : εἰ μὴ ὑπελάμβανεν ὁ νομοθέτης τὰς δίκας δικαιότερον 35252 4.5.64.9 : ἂν καὶ βέλτιον κρίνεσθαι ὑπὸ τῶν δικαστῶν; σὺ δέ μοι 35253 4.5.64.10 : δοκεῖς οὐδὲ τοῦτο τὸ ὑπὸ τῶν πολλῶν λεγόμενον ἀκηκο– 35254 4.5.64.11 : έναι. Τὸ ποῖον; ἔφη. 35255 4.5.64.12 : Μηδὲ δίκην δικάσῃς, πρὶν ἀμφοῖν μῦθον ἀκούσῃς. 35256 4.5.64.13 : καίτοι οὐκ ἂν οὕτω τοῦτο περιεφέρετο, εἰ μὴ καλῶς ἐλέγε– 35257 4.5.64.14 : το καὶ ὡς προσήκει. ξυμβουλεύω οὖν σοι, ἔφη, τοῦ λοι– 35258 4.5.64.15 : ποῦ μὴ προπετῶς οὕτω τοὺς ἀνθρώπους μήτε μέμφεσθαι 35259 4.5.64.16 : μήτε ἐπαινεῖν. 35260 4.5.65.1 : Ἀντιφῶντος. 35261 4.5.65.2 : Οὐ δίκαιον οὔτε ἔργῳ ἁμαρτόντα ῥήματι σωθῆναι 35262 4.5.65.3 : οὔτε ἔργῳ ὀρθῶς πράξαντα διὰ ῥῆμα ἀπολέσθαι· τὸ μὲν 35263 4.5.65.4 : γὰρ ῥῆμα τῆς γλώσσης ἁμάρτημά ἐστι, τὸ δὲ ἔργον τῆς 35264 4.5.65.5 : γνώμης. 35265 4.5.66.1 : Δημοσθένους (c. Aphob. XXVII p. 835). 35266 4.5.66.2 : Δίκαιόν ἐστιν ἐλεεῖν οὐ τοὺς ἀδίκους τῶν ἀνθρώπων, 35267 4.5.66.3 : ἀλλὰ τοὺς παρὰ λόγον δυστυχοῦντας. 35268 4.5.67.1 : Βίαντος. 35269 4.5.67.2 : Βίας θανάτῳ μέλλων καταδικάζειν ἐδάκρυσεν. εἰ– 35270 4.5.67.3 : πόντος δέ τινος ’τί παθὼν αὑτὸς καταδικάζεις καὶ κλαί– 35271 4.5.67.4 : εις;‘ εἶπεν ’ὅτι ἀναγκαῖόν ἐστι τῇ μὲν φύσει τὸ συμπαθὲς 35272 4.5.67.5 : ἀποδοῦναι, τῷ δὲ νόμῳ τὴν ψῆφον.‘ 35273 4.5.68.1 : Ἐκ τῆς ἐπιστολῆς τῆς Περὶ φιλίας (Plut. v. VII 35274 4.5.68.2 : p. 115 Bernard.). 35275 4.5.68.3 : Μάρτυς δ´ ἄριστος ὁ μηθὲν μὲν εὖ παθών, ἀπὸ δὲ 35276 4.5.68.4 : τῆς εἰς ἄλλους εὐνοίας κρίνων. 35277 4.5.69.1 : Ὀβρίμου 〈ὑπὲρ〉 Πρωτογόνου κρινομένου φαρμάκων. 35278 4.5.69.2 : Ἀεὶ δὲ ἐν πάσαις μὲν ταῖς δίκαις ἐξετάζειν χρὴ τὰ 35279 4.5.69.3 : βεβιωμένα, μάλιστα δ´ ἐν τοῖς τοιούτοις τῶν ἀγώνων ἐν 35280 4.5.69.4 : οἷς ὁ βίος ἔστι τὸ ἔγκλημα. 35281 4.5.70.1 : Ἰαμβλίχου ἐκ τῶν Προτρεπτικῶν εἰς φιλοσοφίαν 35282 4.5.70.2 : λόγων (c. 2 p. 9, 10 Pist.). 35283 4.5.70.3 : Καθάπερ τῷ ὑποπύῳ βέλτιον τὸ κάεσθαι τοῦ δια– 35284 4.5.70.4 : μένειν, οὕτω καὶ τῷ μοχθηρῷ τὸ τεθνάναι τοῦ ζῆν. 35285 4.5.71.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 35286 4.5.71.2 : Ἡ κακὴ κρίσις παντὸς κακοῦ αἰτία. 35287 4.5.72.1 : Δημοσθένους (XLV p. 1121. LVII p. 1313). 35288 4.5.72.2 : Μᾶλλον ἄξιον ὀργίλως ἔχειν τοῖς μετ´ εὐπορίας πονη– 35289 4.5.72.3 : ροῖς, ἢ τοῖς μετ´ ἐνδείας. τοῖς μὲν γὰρ ὁ τῆς ἀνάγκης 35290 4.5.72.4 : χρεία φέρει τινὰ συγγνώμην παρὰ τοῖς ἀνθρωπίνως λογι– 35291 4.5.72.5 : ζομένοις· οἱ δ´ ἐκ περιουσίας πονηροὶ οὐδεμίαν δικαίαν 35292 4.5.72.6 : πρόφασιν ἔχουσι. πολλὰ δ´ οὖν κακὰ πράγματα τοὺς 35293 4.5.72.7 : ἐλευθέρους ἡ πενία βιάζεται ποιεῖν, ἐφ´ οἷς ἂν ἐλεοῖντο 35294 4.5.72.8 : δικαιότερον ἢ προσαπολλύοιντο. 35295 4.5.73.1 : Διονυσίου ὑπὲρ τῶν παίδων. 35296 4.5.73.2 : Ἀξιοπιστότερός ἐστιν ἀντιδίκων καταψευδομένων 35297 4.5.73.3 : ἀληθεύων πατήρ. 35298 4.5.74.1 : Ἰαμβλίχου ἐκ τῆς Ἐπιστολῆς τῆς πρὸς Δυσκόλιον. 35299 4.5.74.2 : Προηγεῖται δ´ ὡς ἀληθῶς ἄρχων μειζόνως αὐτῶν καὶ 35300 4.5.74.3 : ἔτι βελτιόνως, 〈ὃς〉 τὴν μεγαλοπρεπῆ δόσιν τῶν ἀγαθῶν 35301 4.5.74.4 : παρέχει χορηγίαν τε ἄπλετον τοῦ βίου καὶ σωτηρίαν 35302 4.5.74.5 : πλείστην καὶ ζωῆς ῥᾳστώνην ἐντίθησιν. καὶ γὰρ δὴ καὶ 35303 4.5.74.6 : τοῦτό ἐστι τέλος ἄρχοντος σπουδαίου τοὺς ἀρχομένους 35304 4.5.74.7 : ποιεῖν εὐδαίμονας· καὶ τότε δὴ διαφερόντως εὐσθενεῖ ὁ 35305 4.5.74.8 : προεστηκὼς τῶν ὑφ´ ἑαυτοῦ διοικουμένων, ὅταν οἱ ἐπι– 35306 4.5.74.9 : τρέψαντες αὐτῷ ἑαυτοὺς μακαρίως διάγωσιν. οὐ γὰρ δὴ 35307 4.5.74.10 : κεχώρισται τὸ κοινὸν συμφέρον τοῦ ἰδίου· πολὺ δὲ μᾶλλον 35308 4.5.74.11 : ἐν τῷ ὅλῳ καὶ τὸ καθ´ ἕκαστα λυσιτελοῦν περιέχεται 35309 4.5.74.12 : καὶ σῴζεται ἐν τῷ παντὶ τὸ κατὰ μέρος ἐπί τε τῶν ζῴων 35310 4.5.74.13 : καὶ τῶν πόλεων καὶ τῶν ἄλλων φύσεων. 35311 4.5.75.1 : Ἐν ταὐτῷ. 35312 4.5.75.2 : Ἄγαμαι δ´ ἔγωγε καὶ τὴν μεγαλοφροσύνην καὶ τὴν 35313 4.5.75.3 : μεγαλοπρέπειαν ἐν ἅπασι τοῖς τῆς ἀρχῆς ἔργοις, καὶ δια– 35314 4.5.75.4 : φερόντως ἐν ταῖς τῶν ἀνθρώπων εὐεργεσίαις, ὅταν μήτε 35315 4.5.75.5 : ἀκριβολογῶνται μήτε φείδωνταί τινος ἐν ταῖς δόσεσι 35316 4.5.75.6 : μήτε ὥσπερ ἐν πλάστιγγι ζυγοῦ ἴσα ἀντὶ ἴσων ἀντι– 35317 4.5.75.7 : καταλλάττωνται, εὐγενῶς δὲ τὰς χάριτας ὀρέγωσι, μὴ 35318 4.5.75.8 : μόνον ἐκ πίθου αὐτὰς προχέοντες, ὡς οἱ ποιηταὶ λέγουσιν, 35319 4.5.75.9 : μηδ´ ἄλλοις τισὶν ὀργάνοις τοιούτοις εἴσω κατεχομένας, 35320 4.5.75.10 : γυμνὰς δὲ καὶ ἀπαρακαλύπτους καὶ χωρὶς τῶν ἔξωθεν 35321 4.5.75.11 : παραπετασμάτων συνεχεῖς ἐχομένας ἀλλήλων προτείνωσι 35322 4.5.75.12 : χρηστῶς καὶ εὐμενῶς, οἷα δὴ καὶ χαρίεντα. τῶν χαρίτων 35323 4.5.75.13 : γὰρ δὴ τοιοῦτον κόσμον στέφανον ἂν εἰκότως εἴποιμι 35324 4.5.75.14 : τῆς ἀρχῆς. 35325 4.5.76.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τῆς Ἐπιστολῆς τῆς πρὸς Ἀγρίππαν. 35326 4.5.76.2 : Ἐπίφθονος εἶναι δοκεῖ τοῖς πολλοῖς ἡ ὑπεροχὴ τῆς 35327 4.5.76.3 : ἀρχῆς, καὶ τὸ ὑπέρογκον μισητὸν αὐτοῖς καθίσταται· 35328 4.5.76.4 : ἀλλ´ ὅταν χρηστότητι καὶ φιλανθρωπίᾳ κραθῇ τὸ σεμνὸν 35329 4.5.76.5 : καὶ αὐστηρὸν τῆς ἐπικρατείας, ἐμμελὲς καὶ πρᾶον καὶ 35330 4.5.76.6 : προσηνὲς καὶ εὐπρόσιτον καθίσταται. καὶ τοῦτο μάλιστα 35331 4.5.76.7 : τὸ εἶδος ἡγεμονίας φιλεῖται ὑπὸ τῶν ἀρχομένων. 35332 4.5.77.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 35333 4.5.77.2 : Λέγεται μὲν εἶναι πάντων βασιλεὺς ὁ νόμος· ὁ δὲ 35334 4.5.77.3 : αὐτὸς δοκεῖ καὶ προστάττειν τἀγαθὰ καὶ τἀναντία ἀπα– 35335 4.5.77.4 : γορεύειν. τί δὴ οὖν οἰόμεθα τὴν παρισουμένην πρὸς 35336 4.5.77.5 : αὐτὸν εὐνομίαν οἵῳ δὴ κάλλει τινὶ προέχειν μεγέθει τε 35337 4.5.77.6 : ἡλίκῳ [δικαιοσύνῃ] ὑπερβάλλειν πάντα πράγματα; ὅσα 35338 4.5.77.7 : γὰρ δήπου καὶ οἷα γένη καὶ εἴδη τῶν ἀρετῶν ἐστι, κατὰ 35339 4.5.77.8 : τοσαῦτα καὶ τοιαῦτα διήκει κάλλη τὰ τῶν νόμων ἐπιτάγ– 35340 4.5.77.9 : ματα, καὶ δὴ καθ´ ὅλας τὰς διοικήσεις τῶν πόλεων καὶ 35341 4.5.77.10 : τοὺς ὅλους τῶν ἀνθρώπων βίους διατείνει τὸ ἀπ´ αὐτῶν 35342 4.5.77.11 : ὄφελος. ἔστι μὲν οὖν κοινὸν ἀγαθὸν ὁ νόμος, καὶ ἄνευ 35343 4.5.77.12 : τούτου οὐδὲν ἄν ποτε γένοιτο τῶν ἀγαθῶν· δεῖ γε μὴν 35344 4.5.77.13 : τὸν προϊστάμενον τῶν νόμων ἄρχοντα εἰλικρινῶς ἀπο– 35345 4.5.77.14 : κεκαθαρμένον εἶναι πρὸς αὐτὴν τὴν ἄκραν τῶν νόμων 35346 4.5.77.15 : ὀρθότητα, καὶ μήτε παραγωγαῖς ἢ φενακισμοῖς ἐξαπατᾶ– 35347 4.5.77.16 : σθαι δι´ ἄγνοιαν, μήτε βιαζομένοις τισὶ συγχωρεῖν, μήτε 35348 4.5.77.17 : ἀδίκῳ προφάσει μηδεμιᾷ δελεάζεσθαι. τὸν γὰρ σωτῆρα 35349 4.5.77.18 : καὶ φύλακα τῶν νόμων ἀδιάφθορον εἶναι δεῖ εἰς δύναμιν 35350 4.5.77.19 : ἀνθρωπίνην. 35351 4.5.78.1 : Κάτωνος πρεσβυτέρου (Ps.–Plut. reg. et imp. 35352 4.5.78.2 : apophth. p. 198 E). 35353 4.5.78.3 : Κάκιστον ἔλεγεν ἄρχοντα εἶναι τὸν ἄρχειν ἑαυτοῦ μὴ 35354 4.5.78.4 : δυνάμενον. 35355 4.5.79.1 : Ἐπικτήτου (fr. 58 p. 476 Schenkl). 35356 4.5.79.2 : Ὥσπερ εἰ ναῦν κυβερνᾶν ἐπεχείρεις, πάντως ἂν τὴν 35357 4.5.79.3 : κυβερνητικὴν ἐξεμάνθανες τέχνην ..... ἐξέσται γάρ σοι 35358 4.5.79.4 : ὥσπερ ἐκεῖσε πᾶσαν 〈ναῦν〉, οὕτω κἀνθάδε πᾶσαν κυβερ– 35359 4.5.79.5 : νᾶν πόλιν. 35360 4.5.80.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 59 Sch.). 35361 4.5.80.2 : Εἰ πρόκειταί σοι τὴν πόλιν ἀναθήμασι κοσμεῖν, 35362 4.5.80.3 : σεαυτῷ πρῶτον ἀνάθες τὸ κάλλιστον ἡμερότητος καὶ 35363 4.5.80.4 : δικαιοσύνης καὶ εὐποιίας ἀνάθημα. 35364 4.5.81.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 60 Sch.). 35365 4.5.81.2 : Εὖ ποιήσεις σὺ τὰ μέγιστα τὴν πόλιν, εἰ μὴ τοὺς 35366 4.5.81.3 : ὀρόφους ὑψώσεις, ἀλλὰ τὰς ψυχὰς αὐξήσεις. ἄμεινον 35367 4.5.81.4 : γὰρ ἐν μικροῖς οἰκήμασι μεγάλας οἰκεῖν ψυχὰς ἢ ἐν με– 35368 4.5.81.5 : γάλαις οἰκίαις ταπεινὰ φωλεύειν ἀνδράποδα. 35369 4.5.82.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 61 Sch.). 35370 4.5.82.2 : Μὴ τοῖς ἐξ Εὐβοίας καὶ Σπάρτης λίθοις τοὺς τοίχους 35371 4.5.82.3 : τῆς κατασκευῆς ποίκιλλε, ἀλλὰ γὰρ τῇ ἐκ τῆς Ἑλλάδος 35372 4.5.82.4 : παιδείᾳ τὰ στέρνα τῶν πολιτῶν καὶ τῶν πολιτευομένων 35373 4.5.82.5 : διακόσμει. ’γνώμαις γὰρ ἀνδρῶν εὖ οἰκοῦνται πόλεις‘ 35374 4.5.82.6 : ἀλλ´ οὐ λίθοις καὶ ξύλοις. 35375 4.5.83.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 62 Sch.). 35376 4.5.83.2 : Ὥσπερ εἰ λέοντας ἐβούλου τρέφειν, οὐκ ἄν σοι τῆς 35377 4.5.83.3 : πολυτελείας τῶν ζωγρείων ἔμελεν, ἀλλὰ τῆς πράξεως τῶν 35378 4.5.83.4 : ζῴων, οὕτως εἰ πολιτῶν πειρᾷ προΐστασθαι, μὴ τοσοῦτον 35379 4.5.83.5 : τῆς πολυτελείας τῶν ἀναστημάτων φρόντιζε, ὁπόσον τῆς 35380 4.5.83.6 : ἀνδρείας τῶν ἐνδιατριβόντων ἐπιμελοῦ. 35381 4.5.84.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 63 Sch.). 35382 4.5.84.2 : Καθάπερ ἀγαθὸς πωλοδάμνης οὐ τῶν πώλων τοὺς 35383 4.5.84.3 : μὲν ἀγαθοὺς τρέφει, τοὺς δὲ δυσηνίους λιμώττειν ἐᾷ, ἀλλὰ 35384 4.5.84.4 : τρέφει μὲν ἐπίσης ἄμφω, κολάζει δὲ μᾶλλον θάτερον ἐξι– 35385 4.5.84.5 : σοῦν θατέρῳ βιαζόμενος μέρει, οὕτω καὶ κηδεμονικὸς 35386 4.5.84.6 : ἀνὴρ καὶ πολιτικῆς ἐπιστήμων δυνάμεως τῶν πολιτῶν 35387 4.5.84.7 : τοὺς μὲν εὐγνώμονας ποιεῖν ἐπιχειρεῖ, τοὺς δὲ ἔμπαλιν 35388 4.5.84.8 : οὐ καθάπαξ διαφθείρεσθαι, ἀλλὰ τροφῆς μὲν ἀμφοῖν 35389 4.5.84.9 : ἥκιστα φθονεῖ, παιδεύει δὲ καὶ σφοδρότερον ἐπισπέρχει 35390 4.5.84.10 : τὸν ἀντιβαίνοντα τῷ λόγῳ καὶ τῷ νόμῳ. 35391 4.5.85.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 64 Sch.). 35392 4.5.85.2 : Καθάπερ οὔτε κλαγγῇ χὴν οὔτε βληχῇ καταπλήσσε– 35393 4.5.85.3 : ται πρόβατον, οὕτω μηδὲ πλήθους ἀνοήτου σε δεδιττέ– 35394 4.5.85.4 : σθω φωνή. 35395 4.5.86.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 65 Sch.). 35396 4.5.86.2 : Ὥσπερ πλῆθος ἀκρίτως αἰτοῦν τί σε τῶν ἰδίων οὐ 35397 4.5.86.3 : δυσωπεῖ, οὕτω μηδὲ ὄχλον ἀδίκως σε δυσωποῦντα δια– 35398 4.5.86.4 : τραπῇς. 35399 4.5.87.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 66 Sch.). 35400 4.5.87.2 : Ὅπερ ἐπιβάλλει τῇ πόλει, τοῦτο εἴσφερε φθάνων, 35401 4.5.87.3 : καὶ οὐδέποτε αἰτηθήσῃ τὰ μὴ ἐπιβάλλοντα. 35402 4.5.88.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 67 Sch.). 35403 4.5.88.2 : Ὥσπερ ὁ ἥλιος οὐ περιμένει λιτὰς καὶ γοητείας, ἵνα 35404 4.5.88.3 : ἀνατείλῃ, ἀλλ´ εὐθὺς λάμπει καὶ πρὸς ἁπάντων ἀσπά– 35405 4.5.88.4 : ζεται, οὕτω μηδὲ σὺ περίμενε κρότους καὶ ψόφους καὶ 35406 4.5.88.5 : ἐπαίνους ἵν´ εὖ ποιήσῃς, ἀλλ´ ἑκοντὴς εὐεργέτει, καὶ ἴσα 35407 4.5.88.6 : τῷ ἡλίῳ φιληθήσῃ. 35408 4.5.89.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Λάχητος (p. 184 E). 35409 4.5.89.2 : Ἐπιστήμῃ γὰρ οἶμαι δεῖ κρίνεσθαι ἀλλ´ οὐ πλήθει 35410 4.5.89.3 : τὸ μέλλον καλῶς κριθήσεσθαι. 35411 4.5.90.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 197 E). 35412 4.5.90.2 : Πρέπει μέν που, ὦ μακάριε, τῷ τῶν μεγίστων 35413 4.5.90.3 : προστατοῦντι μεγίστης φρονήσεως μετέχειν. 35414 4.5.91.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Πρωταγόρου (Gorg. p. 474 B). 35415 4.5.91.2 : Ἐγὼ γὰρ δὴ οἶμαι καὶ ἐμὲ καὶ σὲ καὶ τοὺς ἄλλους 35416 4.5.91.3 : ἀνθρώπους τὸ ἀδικεῖν τοῦ ἀδικεῖσθαι κάκιον ἡγεῖσθαι 35417 4.5.91.4 : καὶ τὸ μὴ διδόναι δίκην τοῦ διδόναι. 35418 4.5.92.1 : Τοῦ αὐτοῦ Νόμων ιβʹ (p. 944 D). 35419 4.5.92.2 : Τὸν γὰρ κακὸν ἀεὶ δεῖ κολάζειν, ἵν´ ᾖ ἀμείνων, οὐ 35420 4.5.92.3 : τὸν δυστυχῆ. 35421 4.5.93.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ Πρωταγόρου (p. 324 A–B). 35422 4.5.93.2 : Οὐδεὶς γὰρ κολάζει τοὺς ἀδικοῦντας πρὸς τούτῳ 35423 4.5.93.3 : τὸν νοῦν ἔχων καὶ τούτου ἕνεκα, ὅτι ἠδίκησεν, ὅστις μὴ 35424 4.5.93.4 : ὥσπερ θηρίον ἀλογίστως τιμωρεῖται· ὁ δὲ μετὰ λόγου 35425 4.5.93.5 : ἐπιχειρῶν κολάζειν οὐ τοῦ παρεληλυθότος ἕνεκα ἀδική– 35426 4.5.93.6 : ματος τιμωρεῖται, οὐ γὰρ ἂν τό γε πραχθὲν ἀγένητον 35427 4.5.93.7 : θείη, ἀλλὰ τοῦ μέλλοντος χάριν, ἵνα μὴ αὖθις ἀδικήσῃ 35428 4.5.93.8 : μήτε αὐτὸς οὗτος μήτε ἄλλος ὁ τοῦτον ἰδὼν κολασθέντα. 35429 4.5.94.1 : Ἐν ταὐτῷ (Gorg. p. 486 E–487 A). 35430 4.5.94.2 : Ἐννοῶ γὰρ ὅτι τὸν μέλλοντα βασανιεῖν ἱκανῶς ψυχῆς 35431 4.5.94.3 : [τε] πέρι ὀρθῶς τε ζώσης καὶ μὴ τρία ἄρα δεῖ ἔχειν ἃ σὺ 35432 4.5.94.4 : πάντ´ ἔχεις, ἐπιστήμην τε καὶ δόξαν καὶ παρρησίαν. 35433 4.5.95.1 : Πλάτωνος Πολιτείας γʹ (p. 389 B–D). 35434 4.5.95.2 : Ἀλλὰ μὴν καὶ ἀλήθειάν γε περὶ πολλοῦ ποιητέον. 35435 4.5.95.3 : εἰ γὰρ ὀρθῶς ἐλέγομεν ἄρτι, καὶ τῷ ὄντι θεοῖσι μὲν 35436 4.5.95.4 : ἄχρηστον ψεῦδος, ἀνθρώποις δὲ χρήσιμον ὡς ἐν φαρμάκου 35437 4.5.95.5 : εἴδει, δῆλον ὅτι τό γε τοιοῦτον ἰατροῖς δοτέον, ἰδιώταις 35438 4.5.95.6 : δὲ οὐχ ἁπτέον. Δῆλον, ἔφη. Τοῖς ἄρχουσι δὴ τῆς πόλε– 35439 4.5.95.7 : ως, εἴπερ τισὶν ἄλλοις, προσήκει ψεύδεσθαι ἢ πολεμίων 35440 4.5.95.8 : ἢ πολιτῶν ἕνεκα ἐπ´ ὠφελείᾳ τῆς πόλεως, τοῖς δ´ ἄλλοις 35441 4.5.95.9 : πᾶσιν οὐχ ἁπτέον τοῦ τοιούτου· ἀλλὰ πρός γε δὴ τοὺς 35442 4.5.95.10 : τοιούτους ἄρχοντας ἰδιώτῃ ψεύσασθαι ταὐτὸν καὶ μεῖζον 35443 4.5.95.11 : ἁμάρτημα φήσομεν ἢ κάμνοντι πρὸς ἰατρὸν ἢ ἀσκοῦντι 35444 4.5.95.12 : πρὸς παιδοτρίβην περὶ τῶν τοῦ αὑτοῦ σώματος παθη– 35445 4.5.95.13 : μάτων μὴ τἀληθῆ λέγειν, ἢ πρὸς κυβερνήτην περὶ τῆς 35446 4.5.95.14 : νεώς τε καὶ τῶν ναυτῶν μὴ τὰ ὄντα λέγοντι ὅπως ἢ αὐτὸς 35447 4.5.95.15 : ἤ τις τῶν ξυνναυτῶν πράξεως ἔχει. Ἀληθέστατα, ἔφη. 35448 4.5.95.16 : Ἂν ἄρ´ ἄλλον τινὰ λαμβάνῃ ψευδόμενον ἐν τῇ πόλει 35449 4.5.95.17 : τῶν οἳ † δημιουργοὶ ἔασιν, 35450 4.5.95.18 : μάντιν ἢ ἰητῆρα 〈κακῶν〉 ἢ τέκτονα δούρων, 35451 4.5.95.19 : κολάσει ὡς ἐπιτήδευμα εἰσάγοντα πόλεως ὥσπερ νεὼς 35452 4.5.95.20 : ἀνατρεπτικόν τε καὶ ὀλέθριον. Ἐάνπερ, ἦ δ´ ὅς, ἐπὶ 35453 4.5.95.21 : λόγῳ ἔργα τελῆται. 35454 4.5.96.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 408 C–410 A). 35455 4.5.96.2 : Ἀλλὰ περὶ τοῦδε τί λέγεις, ὦ Σώκρατες; ἆρα οὐκ 35456 4.5.96.3 : ἀγαθοὺς δεῖ ἐν τῇ πόλει κεκτῆσθαι ἰατρούς; εἶεν δ´ ἄν 35457 4.5.96.4 : που μάλιστα τοιοῦτοι ὅσοι πλείστους μὲν ὑγιεινούς, 35458 4.5.96.5 : πλείστους δὲ νοσώδεις μετεχειρίσαντο, καὶ δικασταὶ αὖ 35459 4.5.96.6 : ὡσαύτως οἱ παντοδαπαῖς φύσεσιν ὡμιληκότες. Καὶ μάλα, 35460 4.5.96.7 : εἶπον, ἀγαθοὺς λέγω. ἀλλ´ οἶσθα οὓς ἡγοῦμαι τοιούτους; 35461 4.5.96.8 : Ἐὰν εἴπῃς, ἔφη. 〈Ἀλλὰ πειράσομαι, ἦν δ´ ἐγώ· σὺ 35462 4.5.96.9 : μέντοι οὐχ ὅμοιον πρᾶγμα τῷ αὐτῷ λόγῳ ἤρου. Πῶς; 35463 4.5.96.10 : ἔφη.〉 Ἰατροὶ μέν, εἶπον, δεινότατοι ἂν γένοιντο, 〈εἰ〉 ἐκ 35464 4.5.96.11 : παίδων ἀρξάμενοι πρὸς τὸ μανθάνειν τὴν τέχνην ὡς 35465 4.5.96.12 : πλείστοις τε καὶ πονηροτάτοις σώμασιν ὁμιλήσαιεν καὶ 35466 4.5.96.13 : αὐτοὶ πάσας νόσους κάμοιεν καὶ εἶεν μὴ πάνυ ὑγιεινοὶ 35467 4.5.96.14 : φύσει. οὐ γὰρ οἶμαι σώματι σῶμα θεραπεύουσιν· οὐ 35468 4.5.96.15 : γὰρ ἂν αὐτὰ κακὰ εἶναι ἐνεχώρει ποτὲ καὶ γενέσθαι· 35469 4.5.96.16 : ἀλλὰ ψυχῇ σῶμα, ᾗ οὐκ ἐγχωρεῖ κακὴν γενομένην τε καὶ 35470 4.5.96.17 : οὖσαν εὖ τι θεραπεύειν. Ὀρθῶς, ἔφη. Δικαστὴς δέ γε, 35471 4.5.96.18 : ὦ φίλε, ψυχῇ ψυχῆς ἄρχει, ᾗ οὐκ ἐγχωρεῖ ἐκ νέας ἐν 35472 4.5.96.19 : πονηραῖς ψυχαῖς τεθράφθαι τε καὶ ὡμιληκέναι καὶ πάντα 35473 4.5.96.20 : ἀδικήματα αὐτὴν ἠδικηκυῖαν 〈διεξεληλυθέναι〉, ὥστε ὀξέως 35474 4.5.96.21 : ἀφ´ ἑαυτῆς τεκμαίρεσθαι τὰ τῶν ἄλλων ἀδικήματα οἷον 35475 4.5.96.22 : κατὰ σῶμα νόσους· ἀλλ´ ἄπειρον αὐτὴν καὶ ἀκέραιον δεῖ 35476 4.5.96.23 : κακῶν ἠθῶν νέαν οὖσαν γεγονέναι, εἰ μέλλει καλὴ κἀγαθὴ 35477 4.5.96.24 : οὖσα κρίνειν ὑγιῶς τὰ δίκαια. διὸ δὴ καὶ εὐήθεις νέοι 35478 4.5.96.25 : ὄντες οἱ ἐπιεικεῖς φαίνονται καὶ εὐεξαπάτητοι ὑπὸ τῶν 35479 4.5.96.26 : ἀδίκων, ἅτε οὐκ ἔχοντες ἐν αὑτοῖς παραδείγματα ὁμοιο– 35480 4.5.96.27 : παθῆ τοῖς πονηροῖς. Καὶ μὲν δή, ἔφη, σφόδρα γε αὐτὸ 35481 4.5.96.28 : πάσχουσι. Τῷ τοι, ἦν δ´ ἐγώ, οὐ νέον ἀλλὰ γέροντα δεῖ 35482 4.5.96.29 : τὸν ἀγαθὸν δικαστὴν εἶναι, ὀψιμαθῆ γεγονότα τῆς ἀδικίας 35483 4.5.96.30 : οἷόν ἐστιν, οὐκ οἰκείαν ἐν τῇ αὑτοῦ ψυχῇ ἐνοῦσαν ᾐσθη– 35484 4.5.96.31 : μένον, ἀλλ´ ἀλλοτρίαν ἐν ἀλλοτρίαις μεμελετηκότα ἐν 35485 4.5.96.32 : πολλῷ χρόνῳ διαισθάνεσθαι οἷον πέφυκε κακόν, ἐπι– 35486 4.5.96.33 : στήμῃ, οὐκ ἐμπειρίᾳ οἰκείᾳ κεχρημένον. Γενναιότατος γοῦν, 35487 4.5.96.34 : ἔφη, ἔοικεν εἶναι ὁ τοιοῦτος δικαστής. Καὶ ἀγαθός, ἦν 35488 4.5.96.35 : δ´ ἐγώ, ὃ σὺ ἠρώτας· ὁ γὰρ ἔχων ψυχὴν ἀγαθὴν ἀγαθός. 35489 4.5.96.36 : ὁ δὲ δεινὸς ἐκεῖνος καὶ καχύποπτος, 〈ὁ〉 πόλλ´ αὐτὸς 35490 4.5.96.37 : ἠδικηκὼς καὶ πανοῦργός τε καὶ σοφὸς οἰόμενος εἶναι, 35491 4.5.96.38 : ὅταν μὲν ὁμοίοις ὁμιλῇ, δεινὸς φαίνεται ἐξευλαβούμενος, 35492 4.5.96.39 : πρὸς τὰ ἐν αὑτῷ παραδείγματα ἀποσκοπῶν· ὅταν δὲ 35493 4.5.96.40 : ἀγαθοῖς καὶ πρεσβυτέροις ἤδη πλησιάσῃ, ἀβέλτερος αὖ 35494 4.5.96.41 : φαίνεται, ἀπιστῶν παρὰ καιρὸν καὶ ἀγνοῶν ὑγιὲς ἦθος, 35495 4.5.96.42 : ἅτε οὐκ ἔχων παράδειγμα τοῦ τοιούτου. πλεονάκις δὲ 35496 4.5.96.43 : πονηροῖς ἢ χρηστοῖς ἐντυγχάνων σοφώτερος ἢ ἀμαθέστε– 35497 4.5.96.44 : ρος δοκεῖ εἶναι αὑτῷ τε καὶ ἄλλοις. Παντάπασι μὲν 35498 4.5.96.45 : οὖν, ἔφη, ἀληθῆ. Οὐ τοίνυν, ἦν δ´ ἐγώ, τοιοῦτον χρὴ 35499 4.5.96.46 : τὸν δικαστὴν ζητεῖν τὸν ἀγαθόν τε καὶ σοφόν, ἀλλὰ τὸν 35500 4.5.96.47 : πρότερον· πονηρία μὲν γὰρ ἀρετήν τε καὶ αὑτὴν οὔποτ´ 35501 4.5.96.48 : ἂν γνοίη, ἀρετὴ δὲ φύσεως παιδευομένης χρόνῳ ἅμα 35502 4.5.96.49 : αὑτῆς τε καὶ πονηρίας ἐπιστήμην λήψεται. σοφὸς οὖν 35503 4.5.96.50 : οὗτος, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ, ἀλλ´ οὐχ ὁ κακός [τι] γίγνεται. Καὶ 35504 4.5.96.51 : ἐμοί, ἔφη, ξυνδοκεῖ. Οὐκοῦν καὶ ἰατρικήν, οἵαν εἴπομεν, 35505 4.5.96.52 : μετὰ τῆς τοιαύτης δικαστικῆς κατὰ πόλιν νομοθετήσεις, 35506 4.5.96.53 : αἳ τῶν πολιτῶν σοι τοὺς μὲν εὐφυεῖς τὰ σώματα καὶ 35507 4.5.96.54 : τὰς ψυχὰς θεραπεύσουσι, τοὺς δὲ μή, ὅσοι μὲν κατὰ τὸ 35508 4.5.96.55 : σῶμα τοιοῦτοι, ἀποθνῄσκειν ἐάσουσι, τοὺς δὲ κατὰ τὴν 35509 4.5.96.56 : ψυχὴν κακοφυεῖς τε καὶ ἀνιάτους καὶ αὐτοὶ ἀποκτενοῦσι; 35510 4.5.96.57 : Τὸ γοῦν ἄριστον, ἔφη, αὐτοῖς τε τοῖς πάσχουσι καὶ τῇ 35511 4.5.96.58 : πόλει οὕτω πέφανται. 35512 4.5.97.1 : Ἐκ τοῦ Πλουτάρχου Πρὸς ἡγεμόνα ἀπαί– 35513 4.5.97.2 : δευτον (p. 779 F–780 A). 35514 4.5.97.3 : Ὁ δὲ ἐκ φιλοσοφίας τῷ ἄρχοντι πάρεδρος καὶ φύλαξ 35515 4.5.97.4 : ἐγκατοικισθεὶς λόγος, ὥσπερ εὐεξίας τῆς δυνάμεως τὸ 35516 4.5.97.5 : ἐπισφαλὲς ἀφαιρῶν, ἀπολείπει τὸ ὑγιαῖνον. ἀλλὰ νοῦν 35517 4.5.97.6 : οὐκ ἔχοντες οἱ πολλοὶ τῶν βασιλέων καὶ ἀρχόντων μιμοῦν– 35518 4.5.97.7 : ται τοὺς ἀτέχνους ἀνδριαντοποιούς, οἳ νομίζουσι μεγάλους 35519 4.5.97.8 : φαίνεσθαι τοὺς κολοσσούς, ἂν διαβεβηκότας σφόδρα καὶ 35520 4.5.97.9 : διατεταμένους καὶ κεχηνότας πλάσωσι· καὶ γὰρ οὗτοι 35521 4.5.97.10 : βαρύτητι φωνῆς καὶ βλέμματος τραχύτητι καὶ δυσκολίᾳ 35522 4.5.97.11 : τρόπων καὶ ἀμιξίᾳ διαίτης ὄγκον ἡγεμονίας καὶ σεμνό– 35523 4.5.97.12 : τητα μιμεῖσθαι δοκοῦσι. 35524 4.5.98.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 780 B). 35525 4.5.98.2 : Δεῖ δέ, ὥσπερ ὁ κανὼν αὐτός, ἀστραβὴς γενόμενος 35526 4.5.98.3 : καὶ ἀδιάστροφος, οὕτως ἀπευθύνει τὰ λοιπὰ τῇ πρὸς 35527 4.5.98.4 : αὐτὸν ἐφαρμογῇ καὶ παραθέσει συνεξομοιῶν, παραπλησίως 35528 4.5.98.5 : τὸν ἄρχοντα πρῶτον ἀρχὴν κτησάμενον ἐν ἑαυτῷ καὶ 35529 4.5.98.6 : κατευθύναντα τὴν ψυχὴν καὶ καταστησάμενον τὸ ἦθος 35530 4.5.98.7 : οὕτω συναρμόττειν τὸ ὑπήκοον· οὔτε γὰρ πίπτοντος 35531 4.5.98.8 : [τρέχειν] 〈... οὔτε ...〉 ἢ τάττειν ἀτακτοῦντος ἢ ἄρχειν 35532 4.5.98.9 : μὴ ἀρχομένου. 35533 4.5.99.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 780 E). 35534 4.5.99.2 : Ἀλλὰ τῶν τοιούτων καὶ τοσούτων ἃ θεοὶ χαρίζονται 35535 4.5.99.3 : δώρων καὶ ἀγαθῶν οὐκ ἔστιν ἀπόλαυσις οὐδὲ χρῆσις 35536 4.5.99.4 : ὀρθὴ δίχα νόμου καὶ δίκης καὶ ἄρχοντος. δίκη μὲν οὖν 35537 4.5.99.5 : νόμου τέλος ἐστί, νόμος δὲ ἄρχοντος ἔργον, ἄρχων δὲ 35538 4.5.99.6 : εἰκὼν θεοῦ τοῦ πάντα κοσμοῦντος. 35539 4.5.100.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 782 B–C. D). 35540 4.5.100.2 : Ἐν μὲν τοῖς ταπεινοῖς καὶ ἀσθενέσι καὶ ἰδιώταις 35541 4.5.100.3 : τῷ ἀδυνάτῳ δεδεμένον τὸ ἀνόητον εἰς τὸ ἁμαρτάνειν, 35542 4.5.100.4 : ὥσπερ ἐν ὀνείρασι φαύλοις τοῖς πάθεσι τὴν ψυχὴν δια– 35543 4.5.100.5 : ταράττει συνεξαναστῆναι ταῖς ἐπιθυμίαις μὴ δυναμένην· 35544 4.5.100.6 : ἡ δὲ ἐξουσία παραλαβοῦσα τὴν κακίαν νεῦρα τοῖς πάθεσι 35545 4.5.100.7 : προστίθησι. καὶ τὸ Διονυσίου ἀληθές ἐστιν· ἔφη γὰρ 35546 4.5.100.8 : ἀπολαύειν μάλιστα τῆς ἀρχῆς, ὅταν ταχέως ὃ βούλεται 35547 4.5.100.9 : ποιῇ. μέγας οὖν ὁ κίνδυνος βουλεύσασθαι ἃ μὴ δεῖ τὸν 35548 4.5.100.10 : ἃ βούλεται ποιεῖν δυνάμενον. ὀξὺν ἡ κακία 〈διὰ〉 τῆς 35549 4.5.100.11 : ἐξουσίας δρόμον ἔχουσα πᾶν πάθος ἐξωθεῖ, ποιοῦσα τὴν 35550 4.5.100.12 : ὀργὴν φόνον, τὸν ἔρωτα μοιχείαν, τὴν πλεονεξίαν δή– 35551 4.5.100.13 : μευσιν, ἐὰν μὴ βάρος ἔχων ὁ λόγος ἐπιθλίβῃ καὶ πιέζῃ 35552 4.5.100.14 : τὴν ἐξουσίαν. 35553 4.5.101.1 : Ὀβρίμου ὑπὲρ Σεβήρου. 35554 4.5.101.2 : Πολλὰ γὰρ αὐτὰ μὲν καθ´ ἑαυτὰ λεγόμενα ἕτερα 35555 4.5.101.3 : ἔδοξε, συγκριθέντα δὲ ταῖς αἰτίαις ἀλλοιότερα ἐνομίσθη. 35556 4.5.102.1 : Δημοσθένους Ὀλυνθιακῶν βʹ (II p. 25). 35557 4.5.102.2 : Τηνικαῦτα δὲ ἀπ´ αὐτῶν τῶν ἔργων κρίναντας, τοὺς 35558 4.5.102.3 : μὲν ἀξίους ἐπαίνου τιμᾶν, τοὺς δὲ ἀδικοῦντας κολάζειν. 35559 4.5.103.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Πολιτικοῦ (p. 311 A). 35560 4.5.103.2 : Τὰ μὲν γὰρ σωφρόνων ἀρχόντων ἤθη σφόδρα μὲν 35561 4.5.103.3 : εὐλαβῆ καὶ δίκαια καὶ σωτήρια, δριμύτητος δὲ καί τινος 35562 4.5.103.4 : ἰταμότητος ὀξείας καὶ πρακτικῆς ἐνδεῖται. Δοκεῖ γοῦν δή. 35563 4.5.104.1 : Πλάτωνος Νόμων ιβʹ (p. 957 C–958 A). 35564 4.5.104.2 : Πρὸς ἅπαντα χρὴ τὸν μέλλοντα δικαστὴν ἴσον 35565 4.5.104.3 : ἔσεσθαι κατὰ δίκην βλέπειν τε καὶ κεκτημένον γράμματα 35566 4.5.104.4 : αὐτῶν πέρι μανθάνειν· πάντων γὰρ μαθημάτων κυριώ– 35567 4.5.104.5 : τατον μανθάνοντα βελτίω γίγνεσθαι τὰ περὶ τοὺς νόμους 35568 4.5.104.6 : κείμενα, εἴπερ ὀρθῶς εἴη τεθέντα, γίγνοιτ´ ἄν, ἢ μάτην 35569 4.5.104.7 : τοὔνομα νῷ προσῆκον κεκτῇτ´ ἂν ὁ θεῖος ἡμῖν καὶ θαυ– 35570 4.5.104.8 : μαστὸς νόμος. καὶ δὴ καὶ τῶν ἄλλων λόγων, ὅσοι τε ἐν 35571 4.5.104.9 : ποιήμασιν ἔπαινοι καὶ ψόγοι περί τινων λέγονται καὶ 35572 4.5.104.10 : ὅσοι καταλογάδην, εἴτ´ ἐν γράμμασιν εἴτε καθ´ ἡμέραν 35573 4.5.104.11 : ἐν ταῖς ἄλλαις πάσαις ξυνουσίας διὰ φιλονεικίας τε 35574 4.5.104.12 : ἀμφισβητοῦνται καὶ διὰ ξυγχωρήσεων ἔστιν ὅτε καὶ 35575 4.5.104.13 : μάλα ματαίων, τούτων πάντων ἂν βάσανος εἴη σαφὴς τὰ 35576 4.5.104.14 : τοῦ νομοθέτου γράμματα, ἃ δεῖ κεκτημένον ἐν αὑτῷ, 35577 4.5.104.15 : καθάπερ ἀλεξιφάρμακα τῶν ἄλλων λόγων, τὸν ἀγαθὸν 35578 4.5.104.16 : δικαστὴν αὑτόν τε ὀρθοῦν καὶ αὖ τὴν πόλιν, τοῖς μὲν 35579 4.5.104.17 : ἀγαθοῖς μονὰς τῶν δικαίων καὶ ἐπαύξησιν παρασκευ– 35580 4.5.104.18 : άζοντα, τοῖς δὲ κακοῖς ἐξ ἀμαθίας καὶ ἀκολασίας καὶ 35581 4.5.104.19 : δειλίας καὶ ξυλλήβδην πάσης ἀδικίας εἰς τὸ δυνατὸν 35582 4.5.104.20 : μεταβολήν, ὅσοις ἰάσιμοι δόξαι τῶν κακῶν· οἷσι δὲ ὄντως 35583 4.5.104.21 : ἐπικεκλωσμέναι, θάνατον ἴαμα ταῖς οὕτω διατεθείσαις 35584 4.5.104.22 : ψυχαῖς διανέμοντες, ὃ δικαίως εἴη πολλάκις ἂν εἰρημένον, 35585 4.5.104.23 : ἄξιοι ἐπαίνου γίγνοιντ´ ἂν τῇ πάσῃ πόλει τοιοῦτοι δι– 35586 4.5.104.24 : κασταὶ καὶ δικαστῶν ἡγεμόνες. 35587 4.5.105.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τῆς πρὸς Δίωνα ἐπιστολῆς (p. 321 B). 35588 4.5.105.2 : Ἐνθυμοῦ δὲ καὶ ὅτι δοκεῖς τισιν ἐνδεεστέρως τοῦ 35589 4.5.105.3 : προσήκοντος θεραπευτικὸς εἶναι· μὴ οὖν λανθανέτω σε 35590 4.5.105.4 : ὅτι διὰ τοῦ ἀρέσκειν τοῖς ἀνθρώποις καὶ τὸ πράττειν 35591 4.5.105.5 : ἐστίν, ἡ δ´ αὐθάδεια ἐρημίᾳ ξύνοικος. 35592 4.5.106.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τοῦ Οἰκονομικοῦ ( 4, 19). 35593 4.5.106.2 : Ἐγὼ δὲ καὶ τοῦτο ἡγοῦμαι μέγα τεκμήριον ἄρχοντος 35594 4.5.106.3 : ἀρετῆς εἶναι, ᾧ ἂν ἑκόντες ἕπωνται καὶ ἐν τοῖς δεινοῖς 35595 4.5.106.4 : παραμένειν ἐθέλωσιν. 35596 4.5.107.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Πολιτικοῦ (p. 305 B–C). 35597 4.5.107.2 : Ἴθι δὴ καὶ τὴν τῶν δικαστῶν [τὴν] τῶν ὀρθῶς δικα– 35598 4.5.107.3 : ζόντων θεασώμεθα δύναμιν. {—}Πάνυ μὲν οὖν. {—}Ἆρ´ 35599 4.5.107.4 : οὖν ἐπὶ πλέον τι δύναται τοῦ περὶ τὰ ξυμβόλαια πάνθ´ 35600 4.5.107.5 : ὅσα κεῖται νόμιμα παρὰ νομοθέτου βασιλέως παρα– 35601 4.5.107.6 : λαβοῦσα, κρίνειν εἰς ἐκεῖνα σκοποῦσα τά τε δίκαια ταχθέντ´ 35602 4.5.107.7 : εἶναι καὶ ἄδικα, τὴν αὑτῆς ἰδίαν ἀρετὴν παρεχομένη τοῦ 35603 4.5.107.8 : μήθ´ ὑπό τινων δώρων μήθ´ ὑπὸ φόβων μήτ´ οἴκτων 35604 4.5.107.9 : μήθ´ ὑπό τινος ἄλλης ἔχθρας μηδὲ φιλίας ἡττηθεῖσα 35605 4.5.107.10 : παρὰ τὴν τοῦ νομοθέτου τάξιν ἐθέλειν ἂν τἀλλήλων 35606 4.5.107.11 : ἐγκλήματα διαιρεῖν; {—}Οὔκ, ἀλλὰ σχεδὸν ὅσον εἴρηκας 35607 4.5.107.12 : ταύτης ἐστὶ τῆς δυνάμεως ἔργον. 35608 4.5.108.1 : Ξενοφῶντος ἐν τῷ ηʹ τῆς Κύρου παιδείας (c. 1, 1). 35609 4.5.108.2 : Πολλάκις μὲν δή, ὦ ἄνδρες, καὶ ἄλλοτε κατενόησα 35610 4.5.108.3 : ὅτι ἄρχων ἀγαθὸς οὐδὲν διαφέρει πατρὸς ἀγαθοῦ· οἵ τε 35611 4.5.108.4 : γὰρ πατέρες προνοοῦσι τῶν παίδων, ὅπως μήποτε αὐτοὺς 35612 4.5.108.5 : τἀγαθὰ ἐπιλείψῃ, Κῦρός τε μοι δοκεῖ νῦν συμβουλεύειν 35613 4.5.108.6 : ἡμῖν ἀφ´ ὧν ἂν μάλιστα εὐδαιμονοῦντες διατελοίημεν. 35614 4.5.109.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τοῦ Ἱέρωνος ( 9, 1–8. 10). 35615 4.5.109.2 : Ἐπιμέλειαί γε μέντοι μοι δοκοῦσιν αἱ μὲν πάνυ πρὸς 35616 4.5.109.3 : ἔχθραν ἄγειν, αἱ δὲ πάνυ διὰ χαρίτων εἶναι. τὸ μὲν γὰρ 35617 4.5.109.4 : διδάσκειν τε ἅ ἐστι βέλτιστα καὶ τὸν κάλλιστα ταῦτα ἐξ– 35618 4.5.109.5 : εργαζόμενον ἐπαινεῖν 〈καὶ〉 τιμᾶν, αὕτη μὲν ἡ ἐπιμέλεια 35619 4.5.109.6 : διὰ χαρίτων γίγνεται, τὸ δὲ τὸν ἐνδεῶς τι ποιοῦντα λοι– 35620 4.5.109.7 : δορεῖν τε καὶ ἀναγκάζειν καὶ ζημιοῦν καὶ κολάζειν, ταῦτα 35621 4.5.109.8 : δὲ ἀνάγκη δι´ ἀπεχθείας μᾶλλον γίγνεσθαι. ἐγὼ οὖν φημι 35622 4.5.109.9 : ἀνδρὶ ἄρχοντι τὸ μὲν ἀνάγκης δεόμενον ἄλλοις προστακτέον 35623 4.5.109.10 : εἶναι κολάζειν, τὸ δὲ τὰ ἆθλα ἀποδιδόναι δι´ ἑαυτοῦ 35624 4.5.109.11 : ποιητέον. ὡς δὲ ταῦτα καλῶς ἔχει, μαρτυρεῖ τὰ γιγνό– 35625 4.5.109.12 : μενα. καὶ γὰρ ὅταν χοροὺς βουλώμεθα ἡμῖν ἀγωνίζε– 35626 4.5.109.13 : σθαι, ἆθλα μὲν ὁ ἄρχων προτίθησιν, ἀθροίζειν δὲ αὐτοὺς 35627 4.5.109.14 : προστέτακται χορηγοῖς καὶ ἄλλοις διδάσκειν καὶ ἀνάγκην 35628 4.5.109.15 : προστιθέναι τοῖς ἐνδεῶς τι ποιοῦσιν. οὐκοῦν εὐθὺς ἐν 35629 4.5.109.16 : τούτοις τὰ μὲν ἐπιχάριτα διὰ τοῦ ἄρχοντος ἐγένετο, τὰ 35630 4.5.109.17 : δὲ ἀντίτυπα δι´ ἄλλων. τί οὖν κωλύει καὶ τἄλλα τὰ 35631 4.5.109.18 : πολιτικὰ οὕτω περαίνεσθαι; ..... καὶ ἆθλα προτεθείη 35632 4.5.109.19 : εὐταξίας, εὐοπλίας, ἱππικῆς καὶ ἀλκῆς 〈τῆς〉 ἐν τῷ πολέμῳ 35633 4.5.109.20 : καὶ δικαιοσύνης 〈τῆς〉 ἐν τοῖς συμβολαίοις, εἰκὸς καὶ 35634 4.5.109.21 : ταῦτα πάντα διὰ φιλονεικίας ἐντόνως ἀσκεῖσθαι. καὶ νὴ 35635 4.5.109.22 : Δία ὁρμῷντό γ´ ἂν θᾶσσον ὅποι δέοι τιμῆς ὀρεγόμενοι καὶ 35636 4.5.109.23 : χρήματα θᾶσσον ἂν εἰσφέροιντο, ὁπότε τούτου καιρὸς εἴη, 35637 4.5.109.24 : καὶ τὸ πάντων γε χρησιμώτατον, ἥκιστα δὲ εἰθισμένον 35638 4.5.109.25 : διὰ φιλονεικίας πράσσεσθαι, ἡ γεωργία καὶ αὐτὴ ἂν 35639 4.5.109.26 : πολὺ ἐπιδοίη, εἴ τις ἆθλα προτιθείη τοῖς μάλιστα τὴν 35640 4.5.109.27 : γῆν ἐξεργαζομένοις, καὶ τοῖς εἰς τοῦτο τῶν πολιτῶν ἐρρω– 35641 4.5.109.28 : μένως τρεπομένοις πολλὰ ἂν ἀγαθὰ περαίνοιτο. καὶ γὰρ 35642 4.5.109.29 : 〈αἱ〉 πρόσοδοι αὔξοιντ´ ἄν, καὶ ἡ σωφροσύνη πολὺ μᾶλλον 35643 4.5.109.30 : σὺν τῇ ἀσχολίᾳ συμπαρομαρτοῖ. καὶ μὴν κακουργίαι γε 35644 4.5.109.31 : ἧσσον τοῖς ἐνεργοῖς ἐμφύονται. ὡς δὲ συνελόντι εἰπεῖν, 35645 4.5.109.32 : εἰ καὶ κατὰ πάντων ἐμφανὲς εἴη, ὅτι ὁ ἀγαθόν τι εἰση– 35646 4.5.109.33 : γούμενος οὐκ ἀτίμητος ἔσται, πολλοὺς ἂν καὶ τοῦτο 35647 4.5.109.34 : ἐξορμήσειεν ἔργον ποιεῖσθαι τὸ σκοπεῖσθαί τι ἀγαθόν. 35648 4.5.109.35 : καὶ ὅταν πολλοῖς περὶ τῶν ὠφελίμων μέλῃ, ἀνάγκη 35649 4.5.109.36 : εὑρίσκεσθαί τε μᾶλλον καὶ ἐπιτελεῖσθαι. 35650 4.5.110.1 : Λυσίου (fr. 88 p. 376 Th.). 35651 4.5.110.2 : Εἰ μὲν οἷόν τ´ ἦν ἐκ τῶν προτέρων λόγων τὰ δίκαια 35652 4.5.110.3 : γιγνώσκειν, οὐδὲν ἂν ἔδει τοὺς φεύγοντας ἀπολογεῖσθαι 35653 4.5.110.4 : ἀλλ´ ἀκριτὶ ἀποθνῄσκειν· ἐπεὶ δὲ τὰ ψευδῆ λέγειν δυνα– 35654 4.5.110.5 : τόν ἐστι τοῖς κατηγοροῦσι, δίκαιον ἀμφοτέρων τῶν ἀν– 35655 4.5.110.6 : τιδίκων ἀκούσαντας τηνικαῦτα τὴν περὶ τοῦ δικαίου 35656 4.5.110.7 : ψῆφον φέρειν. 35657 4.5.111.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 89 p. 376 Th.). 35658 4.5.111.2 : Προσήκει δ´ ὑμῖν περὶ ψυχῆς δικάζουσι μὴ παρα– 35659 4.5.111.3 : νομεῖν, ἀλλ´ εὐσεβεῖν· μηδὲ θορύβῳ τὰ πράγματα κρίνειν, 35660 4.5.111.4 : ἀλλὰ σιωπῇ τὰ δίκαια γιγνώσκειν. 35661 4.5.112.1 : Πυθαγόρου. 35662 4.5.112.2 : Οἱ μὴ κολάζοντες τοὺς κακοὺς βούλονται ἀδικεῖσθαι 35663 4.5.112.3 : τοὺς ἀγαθούς. 35664 4.6.t.1 : {1ΟΤΙ ΚΑΛΛΙΣΤΟΝ Η ΜΟΝΑΡΧΙΑ.}1 35665 4.6.1.1 : Ὁμήρου (Il. II 204). 35666 4.6.1.2 : Οὐκ ἀγαθὸν πολυκοιρανίη· εἷς κοίρανος ἔστω, 35667 4.6.1.3 : εἷς βασιλεύς. 35668 4.6.2.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Il. II 196). 35669 4.6.2.2 : Θυμὸς δὲ μέγας ἐστὶ διοτρεφέων βασιλήων. 35670 4.6.2.3 : τιμὴ δ´ ἐκ Διός ἐστι, φιλεῖ δέ ἑ μητίετα Ζεύς. 35671 4.6.3.1 : Εὐριπίδου Φοινίσσαις ( 503 ss.). 35672 4.6.3.2 : Ἐγὼ γὰρ οὐδέν, μῆτερ, ἀποκρύψας ἐρῶ, 35673 4.6.3.3 : ἄστρων ἂν ἔλθοιμ´ αἰθέρος πρὸς ἀντολὰς 35674 4.6.3.4 : καὶ γῆς ἔνερθε δυνατὸς ὢν δρᾶσαι τάδε, 35675 4.6.3.5 : τὴν θεῶν μεγίστην ὥστ´ ἔχειν τυραννίδα. 35676 4.6.4.1 : Τοῦ αὐτοῦ Φοινίσσαις ( 524 s.). 35677 4.6.4.2 : Εἴπερ γὰρ ἀδικεῖν χρή, τυραννίδος πέρι 35678 4.6.4.3 : κάλλιστον ἀδικεῖν, τἄλλα δ´ εὐσεβεῖν χρεών. 35679 4.6.5.1 : Τοῦ αὐτοῦ Ἀρχελάῳ (fr. 250 N. 2). 35680 4.6.5.2 : Τυραννίδ´ ἣ θεῶν δευτέρα νομίζεται· 35681 4.6.5.3 : τὸ μὴ θανεῖν γὰρ οὐκ ἔχει, τὰ δ´ ἄλλ´ ἔχει. 35682 4.6.6.1 : Τοῦ αὐτοῦ Αἰγεῖ (fr. 8 N. 2). 35683 4.6.6.2 : Ἀνδρὸς † ὑπ´ ἐσθλοῦ καὶ τυραννεῖσθαι καλόν. 35684 4.6.7.1 : Ἡσίοδος ἐν Θεογονίᾳ ( 96 s.). 35685 4.6.7.2 : Ἐκ δὲ Διὸς βασιλῆες· ὃ δ´ ὄλβιος, ὅν τινα Μοῦσαι 35686 4.6.7.3 : φίλωνται· γλυκερή οἱ ἀπὸ στόματος ῥέει αὐδή. 35687 4.6.8.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Κλειτοφῶντος (p. 408 B). 35688 4.6.8.2 : Ἔστιν ἄρα καθάπερ πλοίου παραδόντι τὰ πηδάλια 35689 4.6.8.3 : τῆς διανοίας ἄλλῳ, τῷ μαθόντι τὴν κυβερνητικήν, ἣν δὴ 35690 4.6.8.4 : σὺ πολιτικήν, ὦ Σώκρατες, ἐπονομάζεις πολλάκις, τὴν 35691 4.6.8.5 : αὐτὴν δὲ ταύτην δικαστικήν τε καὶ δικαιοσύνην ὡς ἔστιν 35692 4.6.8.6 : λέγων. 35693 4.6.9.1 : Ἰσοκράτους Νικοκλῆς ἢ Κύπριοι (§ 15 p. 29 d). 35694 4.6.9.2 : Αἱ μὲν τοίνυν ὀλιγαρχίαι καὶ δημοκρατίαι τὰς ἰσό– 35695 4.6.9.3 : τητας τοῖς μετέχουσι τῶν πολιτειῶν ζητοῦσι, καὶ τοῦτο 35696 4.6.9.4 : εὐδοκιμεῖ παρ´ αὐταῖς, ἐὰν μηδὲν ἕτερος ἑτέρου δύνηται 35697 4.6.9.5 : πλέον ἔχειν, ὃ τοῖς πονηροῖς συμφέρον ἐστίν. αἱ δὲ 35698 4.6.9.6 : μοναρχίαι πλεῖστον μὲν νέμουσι τῷ βελτίστῳ, δευτέρῳ 35699 4.6.9.7 : δὲ τῷ μετ´ ἐκεῖνον, τρίτῳ δὲ καὶ τετάρτῳ καὶ τοῖς ἄλλοις 35700 4.6.9.8 : κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον. καὶ ταῦτ´ εἰ μὴ πανταχοῦ καθ– 35701 4.6.9.9 : έστηκεν, ἀλλὰ τό γε βούλημα τῆς πολιτείας τοιοῦτόν ἐστι. 35702 4.6.10.1 : Τοῦ αὐτοῦ (§ 16 p. 29 e). 35703 4.6.10.2 : Καὶ μὴν εἰ δεῖ διορᾶν καὶ τὰς φύσεις τῶν ἀνθρώπων 35704 4.6.10.3 : καὶ τὰς πράξεις, ἅπαντες ἂν τὰς τυραννίδας μᾶλλον ὁμο– 35705 4.6.10.4 : λογήσαιεν. καίτοι τίς οὐκ ἂν εὔξαιτο τῶν εὖ φρονούντων 35706 4.6.10.5 : τοιαύτης πολιτείας μετέχειν, ἐν ᾗ μὴ διαλήσει χρηστὸς 35707 4.6.10.6 : ὤν, μᾶλλον ἢ φέρεσθαι μετὰ τοῦ πλήθους μὴ γιγνωσκό– 35708 4.6.10.7 : μενος, ὁποῖός τίς ἐστιν; 35709 4.6.11.1 : Τοῦ αὐτοῦ (§ 16 p. 30 a). 35710 4.6.11.2 : Ἀλλὰ μὴν καὶ πραοτέραν τοσούτῳ δικαίως ἂν αὐτὴν 35711 4.6.11.3 : εἶναι κρίναιμεν, ὅσῳ περ ῥᾷόν ἐστιν ἑνὸς ἀνδρὸς γνώμῃ 35712 4.6.11.4 : προσέχειν τὸν νοῦν μᾶλλον ἢ πολλαῖς καὶ παντοδαπαῖς 35713 4.6.11.5 : διανοίαις ζητεῖν ἀρέσκειν. 35714 4.6.12.1 : Τοῦ αὐτοῦ (§ 17 p. 30 b). 35715 4.6.12.2 : Οἱ μὲν τοίνυν κατ´ ἐνιαυτὸν εἰς τὰς ἀρχὰς εἰσιόντες 35716 4.6.12.3 : πρότερον ἰδιῶται γίγνονται πρὶν αἰσθέσθαι τι τῶν τῆς 35717 4.6.12.4 : πόλεως καὶ λαβεῖν ἐμπειρίαν αὐτῶν· οἱ δ´ ἀεὶ τοῖς αὐτοῖς 35718 4.6.12.5 : ἐπιστατοῦντες, ἢν καὶ τὴν φύσιν καταδεεστέραν ἔχωσιν, 35719 4.6.12.6 : ἀλλὰ ταῖς ἐμπειρίαις πολὺ τῶν ἄλλων προέχουσιν. 35720 4.6.13.1 : Τοῦ αὐτοῦ (§ 18 p. 30 c). 35721 4.6.13.2 : Ἔπειθ´ οἱ μὲν πολλῶν καταμελοῦσιν εἰς ἀλλήλους 35722 4.6.13.3 : ἀποβλέποντες, οἱ δ´ οὐδενὸς ὀλιγωροῦσιν, εἰδότες ὅτι 35723 4.6.13.4 : πάντα δεῖ δι´ αὑτῶν γίγνεσθαι. 35724 4.6.14.1 : Τοῦ αὐτοῦ (§ 18 p. 30 c). 35725 4.6.14.2 : Πρὸς δὲ τούτοις, οἱ μὲν 〈ἐν〉 ταῖς ὀλιγαρχίαις καὶ 35726 4.6.14.3 : ταῖς δημοκρατίαις διὰ τὰς πρὸς σφᾶς αὐτοὺς φιλονεικίας 35727 4.6.14.4 : λυμαίνονται τοῖς κοινοῖς· οἱ δ´ ἐν ταῖς μοναρχίαις ὄντες, 35728 4.6.14.5 : οὐκ ἔχοντες ὅτῳ φθονήσουσιν, περὶ ἁπάντων ὡς οἷόν τε 35729 4.6.14.6 : ἐστὶ τὰ βέλτιστα πράττουσιν. 35730 4.6.15.1 : Τοῦ αὐτοῦ (§ 19 p. 30 d). 35731 4.6.15.2 : Ἔπειθ´ οἱ μὲν ὑστεροῦσι τῶν πραγμάτων· τὸν μὲν 35732 4.6.15.3 : γὰρ πλεῖστον χρόνον ἐπὶ τοῖς ἰδίοις διατρίβουσιν, ἐπειδὰν 35733 4.6.15.4 : δὲ εἰς τὰ συνέδρια συνέλθωσι, πλεονάκις ἄν τις αὐτοὺς 35734 4.6.15.5 : εὕροι διαφερομένους ἢ κοινῇ βουλευομένους· οἱ δ´ οὔτε 35735 4.6.15.6 : συνεδρίων οὔτε χρόνων αὐτοῖς ἀποδεδειγμένων ἀλλὰ καὶ 35736 4.6.15.7 : τὰς ἡμέρας καὶ τὰς νύκτας ἐπὶ ταῖς πράξεσιν ὄντες οὐκ 35737 4.6.15.8 : ἀπολείπονται τῶν καιρῶν, ἀλλ´ ἕκαστον ἐν τῷ δέοντι 35738 4.6.15.9 : πράττουσιν. 35739 4.6.15a.1 : Τοῦ αὐτοῦ (§ 20 p. 30 e). 35740 4.6.15a.2 : Ἔτι δὲ οἱ μὲν δυσμενῶς ἔχουσι, καὶ βούλοιντ´ ἂν καὶ 35741 4.6.15a.3 : τοὺς πρὸ αὑτῶν ἄρχοντας καὶ τοὺς ἐφ´ αὑτοῖς ὡς κάκιστα 35742 4.6.15a.4 : διοικῆσαι τὴν πόλιν, ἵν´ ὡς μεγίστην δόξαν αὐτοὶ λαμ– 35743 4.6.15a.5 : βάνωσιν· οἱ δὲ διὰ παντὸς τοῦ βίου κύριοι τῶν πραγμάτων 35744 4.6.15a.6 : ὄντες εἰς ἅπαντα τὸν χρόνον καὶ τὰς εὐνοίας ἔχουσι. 35745 4.6.16.1 : Τοῦ αὐτοῦ (§ 21 p. 31 a). 35746 4.6.16.2 : Τὸ δὲ μέγιστον· τοῖς γὰρ κοινοῖς οἱ μὲν ὡς ἰδίοις. 35747 4.6.16.3 : οἱ δὲ ὡς ἀλλοτρίοις προσέχουσι τὸν νοῦν, καὶ συμβούλοις 35748 4.6.16.4 : χρῶνται περὶ αὐτῶν οἱ μὲν τῶν ἀστῶν τοῖς τολμηροτάτοις, 35749 4.6.16.5 : οἱ δὲ ἐξ ἁπάντων ἐκλεξάμενοι τοὺς φρονιμωτάτους, καὶ 35750 4.6.16.6 : τιμῶσιν οἱ μὲν τοὺς ἐν τοῖς ὄχλοις εἰπεῖν δυναμένους, 35751 4.6.16.7 : 〈οἱ δὲ τοὺς χρῆσθαι τοῖς πράγμασιν ἐπισταμένους〉. 35752 4.6.17.1 : Τοῦ αὐτοῦ (§ 22 p. 31 b). 35753 4.6.17.2 : Οὐ μόνον δὲ ἐν τοῖς ἐγκυκλίοις καὶ τοῖς κατὰ τὴν 35754 4.6.17.3 : ἡμέραν ἑκάστην γιγνομένοις αἱ μοναρχίαι διαφέρουσιν, 35755 4.6.17.4 : ἀλλὰ καὶ τὰς ἐν τῷ πολέμῳ πλεονεξίας ἁπάσας περιει– 35756 4.6.17.5 : λήφασι. καὶ γὰρ παρασκευάσασθαι δυνάμεις καὶ χρή– 35757 4.6.17.6 : σασθαι ταύταις, ὥστε καὶ λαθεῖν καὶ ὀφθῆναι, καὶ τοὺς 35758 4.6.17.7 : μὲν πεῖσαι, τοὺς δὲ βιάσασθαι, τοὺς δὲ ταῖς ἄλλαις 35759 4.6.17.8 : θεραπείαις προσαγαγέσθαι μᾶλλον αἱ τυραννίδες τῶν 35760 4.6.17.9 : ἄλλων πολιτειῶν οἷαί τε εἰσί· καὶ ταῦτα ἐκ τῶν ἔργων 35761 4.6.17.10 : ἄν τις οὐχ ἧττον ἢ τῶν λόγων πιστεύσειεν. 35762 4.6.18.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Nicocl. § 55 p. 38 c). 35763 4.6.18.2 : Μὴ μόνον δὲ τὰς φύσεις αἰτίας νομίζετε τοῦ χαλε– 35764 4.6.18.3 : ποὺς ἢ πράους εἶναι τοὺς τυράννους, ἀλλὰ καὶ τὸν τρόπον 35765 4.6.18.4 : τὸν τῶν πολιτῶν· πολλοὶ γὰρ ἤδη διὰ τὴν κακίαν τὴν 35766 4.6.18.5 : τῶν ἀρχομένων τραχύτερον ἢ κατὰ τὴν αὑτῶν γνώμην 35767 4.6.18.6 : ἄρχειν ἠναγκάσθησαν. 35768 4.6.19.1 : Δημοκρίτου (fr. 267 Diels 2). 35769 4.6.19.2 : Φύσει τὸ ἄρχειν οἰκήιον τῷ κρέσσονι. 35770 4.6.20.1 : Ἐκ τῶν Σερήνου ἀπομνημονευμάτων. 35771 4.6.20.2 : Ὅτε Κροῖσος ἦρχε Λυδῶν, τὸν ἀδελφὸν μεθ´ αὑτοῦ 35772 4.6.20.3 : κατέστησεν ἄρχοντα· προσελθὼν δέ τις τῶν Λυδῶν ’ὦ 35773 4.6.20.4 : βασιλεῦ‘ εἶπε ’πάντων ἐπὶ γῆς καλῶν ὁ ἥλιος τοῖς ἀν– 35774 4.6.20.5 : θρώποις αἴτιός ἐστι, καὶ οὐδὲν ἂν εἴη τῶν ἐπὶ γῆς μὴ 35775 4.6.20.6 : τοῦ ἡλίου ἐπιλάμποντος· ἀλλ´ εἰ θέλουσι δύο ἥλιοι 35776 4.6.20.7 : γενέσθαι, κίνδυνος πάντα συμφλεχθέντα διαφθαρῆναι. 35777 4.6.20.8 : οὕτως ἕνα μὲν βασιλεύοντα δέχονται Λυδοὶ καὶ σωτῆρα 35778 4.6.20.9 : πιστεύουσιν εἶναι, δύο δὲ ἅμα οὐκ ἂν ἀνάσχοιντο‘. 35779 4.6.21.1 : Κρισπίνου κατὰ Διονυσίου. 35780 4.6.21.2 : Ὅτι βασιλέως μὲν καὶ τὸ βλέμμα ἀρκεῖ μόνον· κἂν 35781 4.6.21.3 : ἴδῃ μόνον, τὸ ἀληθὲς βεβασάνισται. 35782 4.6.22.1 : Ἐκφάντου 〈Πυθαγορείου〉 ἐκ τοῦ Περὶ βασιλείας. 35783 4.6.22.2 : Ἐπὶ δὲ γᾶς ἄνθρωποι ἀπῳκισμένον χρῆμα καὶ πολὺ 35784 4.6.22.3 : τᾶς καθαρωτέρας φύσιος ἐλαττούμενον καὶ πολλᾷ τᾷ γᾷ 35785 4.6.22.4 : βαρυνόμενον, ὡς ἀπὸ τᾶς ματρὸς αὐτὸ μόγις ἐπᾶρθαι 〈ἄν〉, 35786 4.6.22.5 : αἰ μὴ θεόμοιρός τις ἐμπνοίησις ἐλέῳ ζῴω συνᾶψεν αὐτὸ 35787 4.6.22.6 : τῷ κρέσσονι μέρει δεικνῦσα τὰν ἱερὰν τῶ γεννάτορος 35788 4.6.22.7 : πότοψιν, ὡς ἀδύνατον ἐκείναν θεάσασθαι. ἐν δὲ τᾷ γᾷ 35789 4.6.22.8 : καὶ παρ´ ἁμῖν ἀριστοφυέστατον μὲν ἄνθρωπος, θειότερον 35790 4.6.22.9 : δὲ ὁ βασιλεὺς ἐν τᾷ κοινᾷ φύσει πλεονεκτῶν τῷ κρέσσονι. 35791 4.6.22.10 : τὸ μὲν σκᾶνος τοῖς λοιποῖς ὅμοιος, οἷα γεγονὼς ἐκ τᾶς 35792 4.6.22.11 : αὐτᾶς ὕλας, ὑπὸ τεχνίτα δ´ εἰργασμένος λῴστω, ὃς ἐτεχνί– 35793 4.6.22.12 : τευσεν αὐτὸν ἀρχετύπῳ χρώμενος ἑαυτῷ ... ὡς εἴθε ἦν τᾶς 35794 4.6.22.13 : ἀνθρωπίνας φύσιος δυνατὸν ἀφελὲν τὸ καὶ πειθοῦς τινος 35795 4.6.22.14 : δέεσθαι· τόδε γὰρ τᾶς ἐπιγῄω φαυλότατος 〈τὸ〉 λείψανον, 35796 4.6.22.15 : καθ´ ἃν ἐπίκαρον ὂν τὸ ζῷον αὐτᾶς οὐκ ἀμοιρεῖ· αἰ δέ 35797 4.6.22.16 : πού τις καὶ ἐν αὐτῷ θειότερος ἢ κατ´ ἄλλα συσταίη, 35798 4.6.22.17 : ποτ´ οὐδὲν ἂν τᾶς πειθοῦς δέοιτο. 35799 4.6.23.1 : Πλάτωνος ἐκ τῆς πρὸς τοὺς οἰκείους Δίωνος ἐπι– 35800 4.6.23.2 : στολῆς (p. 354 A–C). 35801 4.6.23.3 : Λέγω γὰρ δὴ διαιτητοῦ τινα τρόπον διαλεγόμενος ὡς 35802 4.6.23.4 : δυοῖν, τυραννεύσαντί τε καὶ τυραννευθέντι, ὡς ἑνὶ ἑκατέρῳ 35803 4.6.23.5 : παλαιὰν ἐμὴν ξυμβουλήν· καὶ νῦν δὲ ὅ γ´ ἐμὸς λόγος ἂν 35804 4.6.23.6 : εἴη ξύμβουλος τυράννῳ παντὶ φεύγειν μὲν τοὔνομά τε 35805 4.6.23.7 : καὶ τοὖργον τοῦτο, εἰς βασιλείαν δέ, εἰ δυνατὸν εἴη, μετα– 35806 4.6.23.8 : βαλεῖν. δυνατὸν δέ, ὡς ἔδειξεν ἔργῳ σοφὸς ἀνὴρ καὶ 35807 4.6.23.9 : ἀγαθὸς Λυκοῦργος, ὃς ἰδὼν τὸ τῶν οἰκείων γένος ἐν 35808 4.6.23.10 : Ἄργει καὶ Μεσσήνῃ ἐκ βασιλέων εἰς τυράννων δύναμιν 35809 4.6.23.11 : ἀφικομένους καὶ διαφθείραντας ἑαυτούς τε καὶ τὴν πόλιν 35810 4.6.23.12 : ἑκατέρους ἑκατέραν, δείσας περὶ τῆς αὑτοῦ πόλεως ἅμα 35811 4.6.23.13 : καὶ γένους, φάρμακον ἐπήνεγκε τὴν τῶν γερόντων ἀρχὴν 35812 4.6.23.14 : καὶ τὸν τῶν ἐφόρων δεσμὸν τῆς βασιλικῆς ἀρχῆς σωτήριον, 35813 4.6.23.15 : ὥστε γενεὰς τοσαύτας ἤδη μετ´ εὐκλείας σῴζεσθαι, νόμος 35814 4.6.23.16 : ἐπειδὴ κύριος ἐγένετο βασιλεὺς τῶν ἀνθρώπων, ἀλλ´ οὐκ 35815 4.6.23.17 : ἄνθρωποι τύραννοι νόμων. 35816 4.6.24.1 : Ἡροδότου Ἱστορίας τρίτης Δαρείου δημηγορίας 35817 4.6.24.2 : ( 80. 82). 35818 4.6.24.3 : Ὀτάνης μὲν ἐκέλευεν ἐς μέσον Πέρσῃσι καταθεῖναι 35819 4.6.24.4 : τὰ πρήγματα. Ἐμοὶ δὲ τὰ μὲν εἶπε Μεγάβυζος ἐς τὸ 35820 4.6.24.5 : πλῆθος ἔχοντα δοκέει ὀρθῶς λέξαι, τὰ δὲ ἐς ὀλιγαρχίην 35821 4.6.24.6 : οὐκ ὀρθῶς. τριῶν γὰρ προκειμένων, καὶ πάντων τῶν λέγω 35822 4.6.24.7 : ἀρίστων ἐόντων, δήμου τε ἀρίστου καὶ ὀλιγαρχίης καὶ 35823 4.6.24.8 : μουνάρχου, πολλῷ τοῦτο προέχειν λέγω. ἀνδρὸς γὰρ ἑνὸς 35824 4.6.24.9 : τοῦ ἀρίστου οὐδὲν ἄμεινον ἂν φανείη· γνώμῃ γὰρ τοι– 35825 4.6.24.10 : αύτῃ χρώμενος ἐπιτροπεύοι ἂν ἀμωμήτως τοῦ πλήθεος, 35826 4.6.24.11 : σιγῷτό τε ἂν βουλεύματα ἐπὶ δυσμενέας ἄνδρας οὕτω 35827 4.6.24.12 : μάλιστα. ἐν δὲ ὀλιγαρχίῃ πολλοῖσιν ἀρετὴν ἐπασκέουσιν 35828 4.6.24.13 : ἐς τὸ κοινὸν ἔχθεα ἴδια ἰσχυρὰ φιλέει ἐγγίνεσθαι· αὐτὸς 35829 4.6.24.14 : γὰρ ἕκαστος βουλόμενος κορυφαῖος εἶναι γνώμῃσί τε 35830 4.6.24.15 : νικᾶν ἐς ἔχθεα μεγάλα ἀλλήλοισιν ἀπικνέονται, ἐξ ὧν 35831 4.6.24.16 : στάσιες ἐγγίνονται, ἐκ δὲ τῶν στασίων φόνος· ἐκ δὲ τοῦ 35832 4.6.24.17 : φόνου ἀπέβη εἰς μουναρχίην, καὶ ἐν τούτῳ διέδεξε, ὅσῳ 35833 4.6.24.18 : ἐστὶ τοῦτο ἄριστον. δήμου τε αὖ ἄρχοντος ἀδύνατον μὴ 35834 4.6.24.19 : οὐ κακότητα ἐγγίνεσθαι· κακότητος τοίνυν ἐγγινομένης, 35835 4.6.24.20 : ἐς τὰ κοινὰ ἔχθεα μὲν οὐκ ἐγγίνεται τοῖσι κακοῖσι, φιλίαι 35836 4.6.24.21 : δὲ ἰσχυραί· οἱ γὰρ κακοῦντες τὰ κοινὰ συγκύψαντες ποι– 35837 4.6.24.22 : έουσι. τοῦτο δὲ τοιοῦτο γίνεται ἐς ὃ ἂν προστάς τις τοῦ 35838 4.6.24.23 : δήμου τοὺς τοιούτους παύσῃ. ἐκ δὲ αὐτῶν θωμάζεται 35839 4.6.24.24 : οὗτος δὴ ὑπὸ τοῦ δήμου, θωμαζόμενος ἐφάνη ἐὼν μούν– 35840 4.6.24.25 : αρχος· καὶ ἐν τούτῳ δηλοῖ καὶ οὗτος, ὡς ἡ μουναρχίη 35841 4.6.24.26 : κράτιστον. ἑνὶ δ´ ἔπει πάντα συλλαβόντα εἰπεῖν, κόθεν 35842 4.6.24.27 : ἡμῖν ἡ ἐλευθερίη ἐγένετο καὶ τεῦ δόντος; κότερα παρὰ 35843 4.6.24.28 : δήμου ἢ ὀλιγαρχίης ἢ μουνάρχου; ἔχω τοίνυν γνώμην 35844 4.6.24.29 : ἡμέας ἐλευθερωθέντας διὰ ἕνα ἄνδρα τὸ τοιοῦτο περι– 35845 4.6.24.30 : στέλλειν. 35846 4.6.25.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Πολιτικοῦ (p. 276 B–E). 35847 4.6.25.2 : Ἐπιμέλεια δέ γε ἀνθρωπίνης ξυμπάσης κοινωνίας οὐ– 35848 4.6.25.3 : δεμία ἂν ἐθελήσειεν ἑτέρα μᾶλλον καὶ προτέρα τῆς βασιλικῆς 35849 4.6.25.4 : φάναι καὶ κατὰ πάντων ἀνθρώπων ἀρχῆς εἶναι τέχνη. {—} 35850 4.6.25.5 : Λέγεις ὀρθῶς. {—}Μετὰ ταῦτα δέ γε, ὦ Σώκρατες, ἆρα 35851 4.6.25.6 : ἐννοοῦμεν ὅ τι πρὸς αὐτῷ δὴ τῷ τέλει συχνὸν αὖ διη– 35852 4.6.25.7 : μαρτάνετο; {—}Τὸ ποῖον; {—}Τόδε, ὡς ἄρ´ εἰ καὶ διενο– 35853 4.6.25.8 : ήθημεν ὅ τι μάλιστα τῆς δίποδος ἀγέλης εἶναί τινα 35854 4.6.25.9 : θρεπτικὴν τέχνην, οὐδέν τι μᾶλλον ἡμᾶς ἔδει βασιλικὴν 35855 4.6.25.10 : αὐτὴν εὐθὺς καὶ πολιτικὴν ὡς ἀποτετελεσμένην προσα– 35856 4.6.25.11 : γορεύειν. {—}Τί μήν; {—}Πρῶτον μέν, ὁ λέγομεν, τοὔνομα 35857 4.6.25.12 : μετασκευωρήσασθαι, πρὸς τὴν ἐπιμέλειαν μᾶλλον προσ– 35858 4.6.25.13 : αγαγόντας ἢ τὴν τροφήν, ἔπειτα ταύτην τέμνειν· οὐ γὰρ 35859 4.6.25.14 : σμικρὰς ἂν ἔχοι τμήσεις ἔτι. {—}Ποίας; {—}Ἧι τε τὸν 35860 4.6.25.15 : θεῖον ἄν που διελοίμεθα νομέα χωρὶς καὶ τὸν ἀνθρώ– 35861 4.6.25.16 : πινον ἐπιμελητήν. {—}Ὀρθῶς. {—}Αὖθις δέ γε τὴν ἀπο– 35862 4.6.25.17 : νεμηθεῖσαν ἐπιμελητικὴν δίχα τέμνειν ἀναγκαῖον ἦν. {—} 35863 4.6.25.18 : Τίνι; {—}Τῷ βιαίῳ τε καὶ ἑκουσίῳ. {—}Τί δή; {—}Καὶ 35864 4.6.25.19 : ταύτῃ που τὸ πρότερον ἁμαρτάνοντες εὐηθέστερα τοῦ 35865 4.6.25.20 : δέοντος εἰς ταὐτὸν βασιλέα καὶ τύραννον ξυνέθεμεν, 35866 4.6.25.21 : ἀνομοιοτάτους ὄντας αὐτούς τε καὶ τὸν τῆς ἀρχῆς ἑκα– 35867 4.6.25.22 : τέρου τρόπον. {—}Ἀληθῆ. 35868 4.7.t.1 : {1ΥΠΟΘΗΚΑΙ ΠΕΡΙ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ.}1 35869 4.7.1.1 : Εὐριπίδου Πλεισθένει (fr. 626 N. 2). 35870 4.7.1.2 : Δήμῳ δὲ μήτε πᾶν ἀναρτήσῃς κράτος 35871 4.7.1.3 : μήτ´ αὖ κακώσῃς, πλοῦτον ἔντιμον τιθείς, 35872 4.7.1.4 : μηδ´ ἄνδρα δήμῳ πιστὸν ἐκβάλῃς ποτὲ 35873 4.7.1.5 : μηδ´ αὖξε καιροῦ μείζον´, οὐ γὰρ ἀσφαλές, 35874 4.7.1.6 : μή σοι τύραννος λαμπρὸς ἐξ αὐτοῦ φανῇ. 35875 4.7.1.7 : κόλουε δ´ ἄνδρα παρὰ δίκην τιμώμενον· 35876 4.7.1.8 : πόλει γὰρ εὐτυχοῦντες οἱ κακοὶ νόσος. 35877 4.7.2.1 : Σοφοκλῆς Οἰδίποδι (tyr. 54 ss). 35878 4.7.2.2 : Ὡς εἴπερ ἄρξεις τῆσδε γῆς, ὥσπερ κρατεῖς, 35879 4.7.2.3 : σὺν ἀνδράσιν κάλλιον ἢ κενῆς κρατεῖν· 35880 4.7.2.4 : ὡς οὐδέν ἐστιν οὔτε πύργος οὔτε ναῦς 35881 4.7.2.5 : ἔρημος, ἀνδρῶν μὴ ξυνοικούντων πόλιν. 35882 4.7.3.1 : Μενάνδρου (fr. 637 K.). 35883 4.7.3.2 : Καλόν γε βασιλεὺς τῇ μὲν ἀνδρείᾳ κρατῶν, 35884 4.7.3.3 : τὰ δὲ τοῦ βίου δίκαια διατηρῶν κρίσει. 35885 4.7.4.1 : Εὐριπίδου (fr. 1050 N. 2). 35886 4.7.4.2 : Ἀλλ´ οὐ πρέπει τύραννον, ὡς ἐγὼ φρονῶ, 35887 4.7.4.3 : οὐδ´ ἄνδρα χρηστὸν νεῖκος αἴρεσθαι κακοῖς. 35888 4.7.4.4 : τιμὴ γὰρ αὕτη τοῖσιν ἀσθενεστέροις. 35889 4.7.5.1 : Ὁμήρου (Il. II 24 s.). 35890 4.7.5.2 : Οὐ χρὴ παννύχιον εὕδειν βουληφόρον ἄνδρα, 35891 4.7.5.3 : ᾧ λαοί τ´ ἐπιτετράφαται καὶ τόσσα μέμηλε. 35892 4.7.6.1 : Εὐριπίδου Ἀντιγόνης (fr. 171 N. 2). 35893 4.7.6.2 : Δεῖ τοῖσι πολλοῖς τὸν τύραννον ἁνδάνειν. 35894 4.7.7.1 : Θεοκρίτου (XIV 60 ss.). 35895 4.7.7.2 : Τὰ δ´ ἄλλα δ´ ἀνήρ τις ἐλευθέρῳ οἷος ἄριστος, 35896 4.7.7.3 : εὐγνώμων, φιλόμουσος, ἐρωτικός, εἰς ἄκρον ἁδύς, 35897 4.7.7.4 : εἰδὼς τὸν φιλέοντα, τὸν οὐ φιλέοντ´ ἔτι μᾶλλον, 35898 4.7.7.5 : πολλοῖς πολλὰ διδούς, αἰτεύμενος οὐκ ἀνανεύων, 35899 4.7.7.6 : οἷον χρὴ βασιλῆ´· αἰτεῖν δὲ χρὴ οὐκ ἐπὶ παντί. 35900 4.7.8.1 : Ὁμήρου (Il. II 53. Od. II 234. IV 690 s.). 35901 4.7.8.2 : Βουλὴν μὲν πρῶτον μεγαθύμων ἷζε γερόντων. 35902 4.7.8.3 : Λαῶν οἷσι ἄνασσε, πατὴρ δ´ ὡς ἤπιος ἦεν. 35903 4.7.8.4 : Οὔτε τινὰ ῥέξας [κακὸν] ἐξαίσιον οὔτε τι εἰπὼν 35904 4.7.8.5 : ἐν δήμῳ· ἥ τ´ ἐστὶ δίκη θείων βασιλήων. 35905 4.7.9.1 : (Hesiodi Theog. 88 ss.) 35906 4.7.9.2 : Τοὔνεκα γὰρ βασιλῆες ἐχέφρονες, οὕνεκα λαοῖς 35907 4.7.9.3 : βλαπτομένοις ἀγορῆφι μετάτροπα ἔργα τελεῦσι 35908 4.7.9.4 : ῥηιδίως, μαλακοῖσι παραιφάμενοι ἐπέεσσι. 35909 4.7.10.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπης (fr. 194 N. 2). 35910 4.7.10.2 : Ὁ δ´ ἥσυχος φίλοισί τ´ ἀσφαλὴς φίλος 35911 4.7.10.3 : πόλει τ´ ἄριστος· μὴ τὰ κινδυνεύματα 35912 4.7.10.4 : αἰνεῖτ´· ἐγὼ γὰρ οὔτε ναυτίλον φιλῶ 35913 4.7.10.5 : τολμῶντα λίαν οὔτε προστάτην χθονός. 35914 4.7.11.1 : Εὐριπίδου (Soph. fr. 13 N. 2). 35915 4.7.11.2 : Σοφοὶ τύραννοι τῶν σοφῶν συνουσίᾳ. 35916 4.7.12.1 : Ἡσιόδου Θεογονίας ( 79 ss.). 35917 4.7.12.2 : Καλλιόπη τ´ εἴδει προφερεστάτη ἐστὶν ἁπασέων· 35918 4.7.12.3 : ἡ γὰρ 〈καὶ〉 βασιλεῦσιν ἅμ´ αἰδοίοισιν ὀπηδεῖ. 35919 4.7.12.4 : ὅν τινα τιμήσωσι Διὸς κοῦραι μεγάλοιο 35920 4.7.12.5 : γινόμενόν τε ἴδωσι διοτρεφέων βασιλήων, 35921 4.7.12.6 : τῷ μὲν ἐπὶ γλώσσῃ γλυκερὴν χείουσιν ἀοιδήν, 35922 4.7.12.7 : τοῦ δ´ ἔπε´ ἐκ στόματος ῥεῖ μείλιχα· οἱ δέ νυ λαοὶ 35923 4.7.12.8 : πάντες ἐς αὐτὸν ὁρῶσι διακρίνοντα θέμιστας 35924 4.7.12.9 : ἰθείῃσι δίκῃσιν· ὁ δ´ ἀσφαλέως ἀγορεύων 35925 4.7.12.10 : αἶψά τε καὶ μέγα νεῖκος ἐπισταμένως κατέπαυσε. 35926 4.7.13.1 : Δημοκρίτου (fr. 268 Diels 2). 35927 4.7.13.2 : Φόβος κολακείην μὲν ἐργάζεται, εὔνοιαν δὲ οὐκ ἔχει. 35928 4.7.14.1 : Μουσωνίου (fr. XXXI H.). 35929 4.7.14.2 : Οὐ πολὺν διάγουσι χρόνον οἱ πρὸς τοὺς ὑπηκόους 35930 4.7.14.3 : ὑπὲρ ὧν ἂν πράττωσι μὴ τὸ ’καθήκει μοι‘ λέγειν μεμελε– 35931 4.7.14.4 : τηκότες, ἀλλὰ τὸ ’ἔξεστί μοι‘. 35932 4.7.15.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. XXXII H.). 35933 4.7.15.2 : Μὴ θέλε ἐπιτάσσειν τὰ καθήκοντα τοῖς συγγιγνώ– 35934 4.7.15.3 : σκουσί σοι τὰ μὴ καθήκοντα πράττοντι. 35935 4.7.16.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. XXXIII H.). 35936 4.7.16.2 : Πειρατέον καταλλακτικὸν μᾶλλον τοῖς ὑπηκόοις ἢ 35937 4.7.16.3 : φοβερὸν θεωρεῖσθαι· τῷ μὲν γὰρ σεμνότης, τῷ δὲ ἀπή– 35938 4.7.16.4 : νεια παρακολουθεῖ. 35939 4.7.17.1 : Ἀναξιλάου. 35940 4.7.17.2 : Ἀναξίλαος ὁ Ῥηγίου τύραννος ἐρωτηθεὶς ὑπό τινος, 35941 4.7.17.3 : τί τῆς τυραννίδος μακαριώτερον, ἔφη ’τὸ μηδέποτε εὐερ– 35942 4.7.17.4 : γετοῦντα νικηθῆναι‘. 35943 4.7.18.1 : Ξενοφῶντος. 35944 4.7.18.2 : Ξενοφῶν ὁ Σωκρατικὸς φιλόσοφος ἔφη τῷ βασιλεῖ 35945 4.7.18.3 : κάλλιον εἶναι τὸ τῶν χαρίτων ἀπολιπεῖν ἢ τροπαίων 35946 4.7.18.4 : πλῆθος. 35947 4.7.19.1 : Ἡροδότου ἱστορίας γʹ ( 127). 35948 4.7.19.2 : Ἔνθα γὰρ σοφίης δέει, βίης ἔργον οὐδέν. 35949 4.7.20.1 : Πυθαγόρου. 35950 4.7.20.2 : Θέλε μᾶλλον τοὺς συνόντας σοι αἰδεῖσθαί σε ἢ φοβεῖ– 35951 4.7.20.3 : σθαι· αἰδοῖ μὲν γὰρ πρόσεστι σέβας, φόβῳ δὲ μῖσος. 35952 4.7.21.1 : Φιλίππου. 35953 4.7.21.2 : Φίλιππος ὁ βασιλεὺς ἔλεγε δεῖν τὸν βασιλέα μνημο– 35954 4.7.21.3 : νεύειν ὅτι ἄνθρωπος ὢν ἐξουσίαν εἴληφεν ἰσόθεον, ἵνα 35955 4.7.21.4 : προαιρῆται καλὰ μὲν καὶ θεῖα, φωνῇ δὲ ἀνθρωπίνῃ 35956 4.7.21.5 : χρῆται. 35957 4.7.22.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Πολιτικοῦ (p. 305 C–D). 35958 4.7.22.2 : Τόδε δὴ κατανοητέον ἰδόντι ξυναπάσας τὰς ἐπι– 35959 4.7.22.3 : στήμας, ὅτι πολιτική γε αὐτῶν οὐδεμία ἀνεφάνη· τὴν 35960 4.7.22.4 : γὰρ ὄντως βασιλικὴν οὐκ αὐτὴν δεῖ πράττειν ἀλλ´ ἄρχειν 35961 4.7.22.5 : τῶν δυναμένων πράττειν, γιγνώσκουσαν τὴν ἀρχήν τε καὶ 35962 4.7.22.6 : ὁρμὴν τῶν μεγίστων ἐν ταῖς πόλεσιν εὐκαιρίας τε πέρι 35963 4.7.22.7 : καὶ ἀκαιρίας· τὰς δ´ ἄλλας τὰ προσταχθέντα δρᾶν. — 35964 4.7.22.8 : Ὀρθῶς. 35965 4.7.23.1 : Θεοβούλου. 35966 4.7.23.2 : Φεῦγε μὲν τὸν φθόνον τῶν πολλῶν, φυλάσσου δὲ 35967 4.7.23.3 : τὰς ἐπιβουλὰς τῶν μισούντων. 35968 4.7.24.1 : Χείλωνος. 35969 4.7.24.2 : Μετὰ τῆς ἰσχύος τὴν πραότητα σῷζε· ἵνα μὴ φοβερός, 35970 4.7.24.3 : ἀλλ´ αἰδοῦς ἄξιος φαίνῃ τοῖς ἐντυγχάνουσιν. 35971 4.7.25.1 : Ἰσαίου (ed. Schoem. p. 168 fr. V). 35972 4.7.25.2 : Χρὴ τοὺς νόμους μὲν τίθεσθαι σφοδρῶς, πραοτέρως 35973 4.7.25.3 : δὲ κολάζειν ἢ ὡς ἐκεῖνοι κελεύουσι. 35974 4.7.26.1 : Σωκράτους. 35975 4.7.26.2 : Σωκράτης ἔλεγεν ἀμείνονα βασιλέα εἶναι τὸν ἑαυτοῦ 35976 4.7.26.3 : δυνάμενον ἄρχειν τῶν παθῶν. 35977 4.7.27.1 : Δημητρίου (Ps.–Plut. reg. et imper. apophth. p. 189 D). 35978 4.7.27.2 : Δημήτριος ὁ Φαληρεὺς Πτολεμαίῳ τῷ βασιλεῖ παρ– 35979 4.7.27.3 : ῄνει τὰ περὶ βασιλείας καὶ ἡγεμονίας βιβλία κτᾶσθαι 35980 4.7.27.4 : καὶ ἀναγινώσκειν· ἃ γὰρ οἱ φίλοι τοῖς βασιλεῦσιν οὐ 35981 4.7.27.5 : θαρροῦσι παραινεῖν, ταῦτα ἐν τοῖς βιβλίοις γέγραπται. 35982 4.7.28.1 : Ἰσοκράτους (ad Nicocl. § 27 p. 20 b). 35983 4.7.28.2 : Φίλους κτῶ μὴ πάντας τοὺς βουλομένους, ἀλλὰ τοὺς 35984 4.7.28.3 : τῆς σῆς φύσεως ἀξίους ὄντας, μηδὲ μεθ´ ὧν ἥδιστα συν– 35985 4.7.28.4 : διατρίψεις, ἀλλὰ μεθ´ ὧν ἄριστα τὴν πόλιν διοικήσεις. 35986 4.7.29.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ibid. § 27 p. 20 b). 35987 4.7.29.2 : Τοιούτους ἐφίστη τοῖς πράγμασι τοῖς μὴ διὰ σοῦ 35988 4.7.29.3 : γιγνομένοις, ὡς αὐτὸς τὰς αἰτίας ἕξων ὧν ἂν ἐκεῖνοι 35989 4.7.29.4 : πράξωσι. 35990 4.7.30.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ibid. § 28 p. 20 c). 35991 4.7.30.2 : Πιστοὺς ἡγοῦ μὴ τοὺς ἅπαν ὅ τι ἂν ποιῇς ἢ λέγῃς 35992 4.7.30.3 : ἐπαινοῦντας, ἀλλὰ τοὺς τοῖς ἁμαρτανομένοις ἐπιτιμῶντας. 35993 4.7.31.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ibid. § 28 p. 20 c). 35994 4.7.31.2 : Δίδου παρρησίαν τοῖς εὖ φρονοῦσιν, ἵνα περὶ ὧν ἂν 35995 4.7.31.3 : ἀμφιγνοῇς ἔχῃς τοὺς ἐπιδοκιμάζοντας. 35996 4.7.32.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ibid. § 28 p. 20 c). 35997 4.7.32.2 : Διόρα καὶ τοὺς τέχνῃ κολακεύοντας καὶ τοὺς μετ´ 35998 4.7.32.3 : εὐνοίας θεραπεύοντας, ἵνα μὴ πλεῖον οἱ πονηροὶ τῶν 35999 4.7.32.4 : χρηστῶν ἔχωσιν. 36000 4.7.33.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ibid. § 28 p. 20 c). 36001 4.7.33.2 : Ἄκουε τοὺς λόγους τοὺς περὶ ἀλλήλων καὶ πειρῶ 36002 4.7.33.3 : γνωρίζειν ἅμα τούς τε λέγοντας, ὁποῖοί τινές εἰσι, καὶ 36003 4.7.33.4 : περὶ ὧν ἂν λέγωσι. 36004 4.7.34.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ibid. § 29 p. 20 d). 36005 4.7.34.2 : Ταῖς αὐταῖς κόλαζε ζημίαις τοὺς διαβάλλοντας αἷς 36006 4.7.34.3 : περ τοὺς ἐξαμαρτάνοντας. 36007 4.7.35.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ib. § 29 p. 20 d). 36008 4.7.35.2 : Ἄρχε σαυτοῦ μηδὲν ἧττον ἢ καὶ τῶν ἄλλων· καὶ 36009 4.7.35.3 : τοῦτο ἡγοῦ βασιλικώτατον, ἐὰν μηδεμιᾷ δουλεύῃς τῶν 36010 4.7.35.4 : ἡδονῶν, ἀλλὰ κρατῇς τῶν ἐπιθυμιῶν μᾶλλον ἢ τῶν πο– 36011 4.7.35.5 : λιτῶν. 36012 4.7.36.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ib. § 30 p. 20 e). 36013 4.7.36.2 : Νόμιζε τῶν τιμῶν ἀληθεστάτας εἶναι μὴ τὰς ἐν τῷ 36014 4.7.36.3 : φανερῷ μετὰ δέους γιγνομένας, ἀλλ´ ὅταν αὐτοὶ παρ´ 36015 4.7.36.4 : αὑτοῖς ὄντες μᾶλλόν σου τὴν γνώμην ἢ τὴν τύχην θαυ– 36016 4.7.36.5 : μάζωσι. 36017 4.7.37.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ib. § 31 p. 21 a). 36018 4.7.37.2 : Μὴ τοὺς μὲν ἄλλους ἀξίου κοσμίως ζῆν, τοὺς δὲ 36019 4.7.37.3 : βασιλέας ἀτάκτως· ἀλλὰ τὴν σεαυτοῦ σωφροσύνην παρά– 36020 4.7.37.4 : δειγμα τοῖς ἄλλοις καθίστη, γιγνώσκων ὅτι τὸ τῆς πόλεως 36021 4.7.37.5 : ἦθος ὁμοιοῦται τοῖς ἄρχουσι. 36022 4.7.38.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ib. § 32 p. 21 d). 36023 4.7.38.2 : Περὶ πλείονος ποιοῦ δόξαν καλὴν ἢ πλοῦτον μέγαν 36024 4.7.38.3 : τοῖς παισὶ καταλιπεῖν· ὁ μὲν γὰρ θνητός, ἡ δ´ ἀθάνατος, 36025 4.7.38.4 : καὶ δόξῃ μὲν χρήματα κτητά, δόξα δὲ χρημάτων οὐκ 36026 4.7.38.5 : ὠνητή, καὶ τὰ μὲν καὶ τοῖς φαύλοις παραγίγνεται, τὴν δὲ 36027 4.7.38.6 : οὐχ οἷόν τε ἀλλ´ ἢ τοὺς διενεγκόντας κτήσασθαι. 36028 4.7.39.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ib. § 33 p. 21 c). 36029 4.7.39.2 : Κράτιστον μὲν τῆς ἀκμῆς τῶν καιρῶν τυγχάνειν· 36030 4.7.39.3 : ἐπειδὴ δὲ δυσκαταμαθήτως ἔχουσιν, ἐλλείπειν αἱροῦ 36031 4.7.39.4 : μᾶλλον ἢ πλεονάζειν· αἱ γὰρ μετριότητες μᾶλλον ἐν ταῖς 36032 4.7.39.5 : ἐνδείαις ἢ ταῖς ὑπεροχαῖς ἰσχύουσιν. 36033 4.7.40.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ib. § 35 p. 21 e). 36034 4.7.40.2 : Ὅ τι ἂν ἀκριβῶσαι βουληθῇς, ὧν ἐπίστασθαι προσ– 36035 4.7.40.3 : ήκει τοὺς βασιλέας, ἐμπειρίᾳ μέτιθι καὶ φιλοσοφίᾳ· τὸ 36036 4.7.40.4 : μὲν γὰρ φιλοσοφεῖν τὰς ὁδούς σοι δείξει, τὸ δ´ ἐπ´ 36037 4.7.40.5 : αὐτῶν τῶν ἔργων γυμνάζεσθαι ἄμεινόν σε χρῆσθαι τοῖς 36038 4.7.40.6 : πράγμασι ποιήσει. 36039 4.7.41.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ibid. § 35 p. 22 a). 36040 4.7.41.2 : Θεώρει τὰ γιγνόμενα καὶ τὰ συμπίπτοντα καὶ τοῖς 36041 4.7.41.3 : ἰδιώταις καὶ τοῖς τυράννοις· ἐὰν γὰρ τὰ παρεληλυθότα 36042 4.7.41.4 : μνημονεύῃς, ἄμεινον καὶ περὶ τῶν μελλόντων βουλεύσῃ. 36043 4.7.42.1 : Πλουτάρχου ἐκ τῆς ἐπιστολῆς τῆς Περὶ φιλίας (fr. 36044 4.7.42.2 : XVIII 4 Bernard.). 36045 4.7.42.3 : Ἡμερότητι τοίνυν καὶ εὐεργεσίᾳ μᾶλλον ἢ φόβῳ πρὸς 36046 4.7.42.4 : εὔνοιαν ὑπακτέον. 36047 4.7.43.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. XVIII 5 Bern.). 36048 4.7.43.2 : Ἠπίους οὖν εἶναι δεῖ μετὰ τοῦ ἔμφρονος εἰς τὸ κοινῇ 36049 4.7.43.3 : λυσιτελές. 36050 4.7.44.1 : Ἀγριππίνου. 36051 4.7.44.2 : Ὁ Ἀγριππῖνος ἡγεμονεύων ἐπειρᾶτο τοὺς καταδικαζο– 36052 4.7.44.3 : μένους ὑπ´ αὐτοῦ πείθειν, ὅτι προσήκει αὐτοῖς καταδικα– 36053 4.7.44.4 : σθῆναι. οὐ γὰρ ὡς πολέμιος αὐτοῖς, ἔφη, οὐδ´ ὡς λῃστὴς 36054 4.7.44.5 : καταφέρω τὴν ψῆφον αὐτῶν, ἀλλ´ ὡς ἐπιμελητὴς καὶ 36055 4.7.44.6 : κηδεμών, ὥσπερ καὶ ὁ ἰατρὸς τὸν τεμνόμενον παρα– 36056 4.7.44.7 : μυθεῖται καὶ πείθει παρέχειν ἑαυτόν. 36057 4.7.45.1 : Κότυς. 36058 4.7.45.2 : Κότυς ὁ τῶν Θρᾳκῶν βασιλεὺς πικρὸς ἦν τῶν ὑπη– 36059 4.7.45.3 : κόων κολαστής. τῶν οὖν φίλων τις πρὸς αὐτὸν εἶπε 36060 4.7.45.4 : ’μανία τοῦτό ἐστι καὶ οὐ βασιλεία‘· ὁ δὲ ’ἀλλ´ ἡ ἐμή‘ 36061 4.7.45.5 : ἔφη ’αὕτη μανία τοὺς ἀρχομένους σώφρονας ποιεῖ‘. 36062 4.7.45b.1 : Ἀναξιλάου. 36063 4.7.45b.2 : Ἀναξίλαος ὁ Ῥηγίου τύραννος ἐρωτηθείς, τί μακα– 36064 4.7.45b.3 : ριστότερον τῆς τυραννίδος, ἔφη ’τὸ εὖ πάσχοντα δύνασθαι 36065 4.7.45b.4 : ὑπερβάλλεσθαι.‘ 36066 4.7.46.1 : Δημοσθένους Ὀλυνθιακῶν δευτέρου (II p. 25). 36067 4.7.46.2 : Πολὺ γὰρ ῥᾷον ἔχοντας φυλάττειν ἢ κτήσασθαι 36068 4.7.46.3 : πάντα πέφυκεν. 36069 4.7.47.1 : Τῶν ἑπτὰ σοφῶν (Plutarchi septem sap. conviv. 36070 4.7.47.2 : p. 152 A). 36071 4.7.47.3 : Ἐμοὶ μέν, ἔφη ὁ Σόλων, δοκεῖ μάλιστ´ ἂν ἔνδοξος 36072 4.7.47.4 : γενέσθαι καὶ βασιλεὺς καὶ τύραννος, εἰ δημοκρατίαν ἐκ 36073 4.7.47.5 : μοναρχίας κατασκευάσειεν τοῖς πολίταις. δεύτερος δὲ 36074 4.7.47.6 : Βίας εἶπεν, εἰ ἀτρόποις χρῷτο τοῖς νόμοις τῆς πατρίδος. 36075 4.7.47.7 : ἐπὶ τούτῳ δὲ ὁ Θαλῆς ἔφησεν, εὐδαιμονίαν ἄρχοντος νομί– 36076 4.7.47.8 : ζειν, εἰ τελευτήσειε γηράσας κατὰ φύσιν. τέταρτος Ἀνά– 36077 4.7.47.9 : χαρσις, εἰ μὴ μόνος εἴη φρόνιμος. πέμπτος δὲ Κλεό– 36078 4.7.47.10 : βουλος, εἰ μηδενί, ἔφη, πιστεύοι τῶν συνόντων. ἕκτος 36079 4.7.47.11 : δ´ ὁ Πιττακός, εἰ τοὺς ὑπηκόους ὁ ἄρχων παρασκευάσειε 36080 4.7.47.12 : φοβεῖσθαι μὴ αὐτόν, ἀλλ´ ὑπὲρ αὐτοῦ. ὕστατος δ´ ὁ 36081 4.7.47.13 : Χείλων εἶπε, κάλλιστον εἶναι βασιλέα τὸν μὴ μόνου τοῦ 36082 4.7.47.14 : φοβερὸν εἶναι φροντίζοντα. 36083 4.7.48.1 : Ἰσοκράτους Εὐαγόρᾳ (§ 43 p. 197 c). 36084 4.7.48.2 : Ἀλλ´ οὕτω θεοφιλῶς καὶ φιλανθρώπως διῴκει τὴν 36085 4.7.48.3 : πόλιν, ὥστε τοὺς ἀφικνουμένους μὴ μᾶλλον Εὐαγόραν τῆς 36086 4.7.48.4 : ἀρχῆς ζηλοῦν ἢ τοὺς ἀρχομένους τῆς ἐκείνου βασιλείας. 36087 4.7.48.5 : ἅπαντα γὰρ τὸν χρόνον διετέλεσεν οὐδένα μὲν ἀδικῶν, 36088 4.7.48.6 : τοὺς δὲ χρηστοὺς τιμῶν· καὶ σφόδρα μὲν ἁπάντων ἄρχων, 36089 4.7.48.7 : νομίμως δὲ τοὺς ἐξαμαρτάνοντας κολάζων. 36090 4.7.49.1 : Τοῦ αὐτοῦ (§ 44 p. 197 d). 36091 4.7.49.2 : Οὐδὲν μὲν συμβούλων δεόμενος, ὅμως δὲ τοῖς φίλοις 36092 4.7.49.3 : συμβουλευόμενος. 36093 4.7.50.1 : Τοῦ αὐτοῦ (§ 44 p. 197 d). 36094 4.7.50.2 : Πολλὰ μὲν τῶν χρωμένων ἡττώμενος, ἁπάντων δὲ 36095 4.7.50.3 : τῶν ἐχθρῶν περιγιγνόμενος. 36096 4.7.51.1 : Τοῦ αὐτοῦ (§ 44 p. 197 d). 36097 4.7.51.2 : Σεμνὸς ὢν οὐ ταῖς τοῦ προσώπου συναγωγαῖς, ἀλλὰ 36098 4.7.51.3 : ταῖς τοῦ βίου κατασκευαῖς· οὐδὲ πρὸς ἓν ἀτάκτως οὐδὲ 36099 4.7.51.4 : ἀνωμάλως διακείμενος, ἀλλ´ ὁμοίως τὰς ἐν τοῖς λόγοις 36100 4.7.51.5 : ὁμολογίας ὥσπερ τὰ ἐν τοῖς ἱεροῖς διαφυλάττων. 36101 4.7.52.1 : Τοῦ αὐτοῦ (§ 45 p. 197 e). 36102 4.7.52.2 : Τοὺς μὲν φίλους ταῖς εὐεργεσίαις ὑφ´ αὑτὸν ποιού– 36103 4.7.52.3 : μενος, τοὺς δὲ ἄλλους τῇ μεγαλοψυχίᾳ καταδουλούμενος. 36104 4.7.53.1 : Τοῦ αὐτοῦ (§ 45 p. 197 e). 36105 4.7.53.2 : Μέγα φρονῶν οὐκ ἐπὶ τοῖς διὰ τύχην, ἀλλ´ ἐπὶ τοῖς 36106 4.7.53.3 : δι´ αὑτὸν γιγνομένοις. 36107 4.7.54.1 : Τοῦ αὐτοῦ (§ 45 p. 198 a). 36108 4.7.54.2 : Φοβερὸς ὢν οὐ τῷ πολλοῖς χαλεπαίνειν, ἀλλὰ τῷ 36109 4.7.54.3 : πολὺ τῶν ἄλλων ὑπερβάλλειν. 36110 4.7.55.1 : Τοῦ αὐτοῦ (§ 45 p. 198 a). 36111 4.7.55.2 : Ἡγούμενος τῶν ἡδονῶν, οὐκ ἀγόμενος ὑπ´ αὐτῶν. 36112 4.7.56.1 : Τοῦ αὐτοῦ (§ 45 p. 198 a). 36113 4.7.56.2 : Ὀλίγοις πόνοις πολλὰς ῥᾳστώνας κτώμενος, ἀλλ´ οὐ 36114 4.7.56.3 : διὰ μικρᾶς ῥᾳθυμίας μεγάλους πόνους ὑπολειπόμενος. 36115 4.7.57.1 : Τοῦ αὐτοῦ (§ 46 p. 198 a). 36116 4.7.57.2 : Ὅλως οὐδὲν παραλείπων ὧν προσεῖναι τοῖς βασι– 36117 4.7.57.3 : λεῦσι πρέπει, ἀλλ´ ἐξ ἑκάστης πολιτείας ἐκλεγόμενος τὸ 36118 4.7.57.4 : βέλτιστον, καὶ δημοτικὸς μὲν ὢν τῇ τοῦ πλήθους θερα– 36119 4.7.57.5 : πείᾳ, πολιτικὸς δὲ τῇ τῆς πόλεως διοικήσει, στρατηγικὸς 36120 4.7.57.6 : δὲ τῇ πρὸς τοὺς κινδύνους εὐβουλίᾳ, τυραννικὸς δὲ τῷ 36121 4.7.57.7 : πᾶσι τούτοις διαφέρειν. 36122 4.7.58.1 : Ἰσοκράτης Νικοκλεῖ (ad Nic. § 23 p. 19 c). 36123 4.7.58.2 : Ποίει μὲν μηδὲν μετ´ ὀργῆς, δόκει δὲ τοῖς ἄλλοις, 36124 4.7.58.3 : ὅταν σοι καιρὸς ᾖ. καὶ δεινὸς μὲν φαίνου τῷ μηδέν σε 36125 4.7.58.4 : λανθάνειν τῶν γιγνομένων, πρᾶος δὲ τῷ τὰς τιμωρίας 36126 4.7.58.5 : ἐλάττους ποιεῖσθαι τῶν ἁμαρτανομένων. 36127 4.7.59.1 : Πλάτωνος ἐκ τῆς πρὸς τοὺς Δίωνος οἰκείους ἐπι– 36128 4.7.59.2 : στολῆς (p. 354 E). 36129 4.7.59.3 : Δουλεία γὰρ καὶ ἐλευθερία ὑπερβάλλουσα μὲν ἑκα– 36130 4.7.59.4 : τέρα πάγκακον, ἔμμετρος δὲ οὖσα πανάγαθον· μετρία δὲ 36131 4.7.59.5 : ἡ θεῷ δουλεία, ἄμετρος δὲ ἡ τοῖς ἀνθρώποις· θεὸς δὲ 36132 4.7.59.6 : ἀνθρώποις σώφροσι νόμος, ἄφροσι δὲ ἡδονή. 36133 4.7.60.1 : Ξενοφῶντος ἐν τῷ ηʹ τῆς Κύρου Παιδείας (c. 2, 14). 36134 4.7.60.2 : Καὶ λόγος δὲ αὐτοῦ ἀπομνημονεύεται, ὡς λέγοι παρα– 36135 4.7.60.3 : πλήσια ἔργα εἶναι νομέως ἀγαθοῦ καὶ βασιλέως ἀγαθοῦ. 36136 4.7.60.4 : τόν τε γὰρ νομέα χρῆναι ἄρα, ἔφη, εὐδαίμονα ποιοῦντα 36137 4.7.60.5 : τὰ κτήνη χρῆσθαι αὐτοῖς, ἣ δὴ προβάτων εὐδαιμονία, 36138 4.7.60.6 : τόν τε βασιλέα ὡσαύτως εὐδαίμονας πόλεις καὶ ἀνθρώ– 36139 4.7.60.7 : πους ποιοῦντα χρῆσθαι αὐτοῖς. 36140 4.7.61.1 : Διωτογένεος Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ βασιλείας. 36141 4.7.61.2 : Βασιλεύς κ´ εἴη ὁ δικαιότατος, δικαιότατος δὲ ὁ 36142 4.7.61.3 : νομιμώτατος. ἄνευ μὲν γὰρ δικαιοσύνας οὐδεὶς ἂν εἴη 36143 4.7.61.4 : βασιλεύς, ἄνευ δὲ νόμω δικαιοσύνα. τὸ μὲν γὰρ δίκαιον 36144 4.7.61.5 : ἐν τῷ νόμῳ ἐντί, ὁ δέ γε νόμος αἴτιος τῶ δικαίω, ὁ δὲ 36145 4.7.61.6 : βασιλεὺς ἤτοι νόμος ἔμψυχός ἐντι ἢ νόμιμος ἄρχων· διὰ 36146 4.7.61.7 : ταῦτ´ ὦν 〈ὁ〉 δικαιότατος καὶ νομιμώτατος. ἔργα δὲ 36147 4.7.61.8 : βασιλέως τρία, τό τε στραταγὲν καὶ δικασπολὲν καὶ 36148 4.7.61.9 : θεραπεύεν θεώς· στραταγὲν μὲν ὦν καλῶς δυνασεῖται. 36149 4.7.61.10 : πολεμὲν καλῶς ἐπισταθείς, δικασπολὲν δὲ καὶ διακούεν 36150 4.7.61.11 : πάντων τῶν ὑπ´ αὐτὸν φύσιν δικαίω καὶ νόμω καλῶς 36151 4.7.61.12 : ἐκμαθών, θεραπεύεν δὲ τὼς θεὼς εὐσεβῶς καὶ ὁσίως 36152 4.7.61.13 : φύσιν θεῶ καὶ ἀρετὰν ἐκλογισάμενος. ὥστε ἀνάγκα τὸν 36153 4.7.61.14 : τέλῃον βασιλέα στραταγόν τε ἀγαθὸν ἦμεν καὶ δικαστὰν 36154 4.7.61.15 : καὶ ἱερέα· ταῦτα γὰρ καὶ ἀκόλουθα καὶ πρέποντα ἐντὶ 36155 4.7.61.16 : βασιλέως ὑπεροχᾷ τε καὶ ἀρετᾷ. κυβερνάτα μὲν γὰρ 36156 4.7.61.17 : ἔργον ἐντὶ τὰν ναῦν σῴζεν, ἁνιόχω δὲ τὸ ἅρμα, ἰατρῶ 36157 4.7.61.18 : δὲ τὼς νοσίοντας, βασιλέως δὲ καὶ στραταγῶ τὼς ἐν 36158 4.7.61.19 : πολέμῳ κινδυνεύοντας. ὧ γὰρ ἕκαστος ἁγεμών ἐντι συστά– 36159 4.7.61.20 : ματος, τούτω καὶ ἐπιστάτας καὶ δαμιουργός. καὶ μὰν τό 36160 4.7.61.21 : τε δικασπολὲν καὶ διανέμεν τὸ δίκαιον, ξυνᾷ μὲν καθόλω 36161 4.7.61.22 : ἰδίᾳ δὲ καθ´ ἕκαστον, οἰκῇον βασιλέως ὥσπερ θεῶ ἐν 36162 4.7.61.23 : τῷ κόσμῳ 〈ὧ〉 ἁγεμών τε καὶ προστάτας ἐντί, ξυνᾷ μὲν 36163 4.7.61.24 : τῷ ποτὶ μίαν ἀρχάν τε καὶ ἁγεμονίαν τὸ ὅλον ξυναρμόσθαι, 36164 4.7.61.25 : καθ´ ἕκαστον δὲ τῷ καὶ τὰ κατὰ μέρος 〈ποτ〉τὰν αὐτὰν 36165 4.7.61.26 : ἁρμονίαν τε καὶ ἁγεμονίαν συναρμόζεσθαι. ἔτι δ´ ἐν τῷ 36166 4.7.61.27 : ποιὲν εὖ καὶ εὐεργετὲν τὼς ὑποτεταγμένως ὁ βασιλεύς 36167 4.7.61.28 : ἐντι· ταῦτα δ´ οὐκ ἄνευ δικαιοσύνας καὶ νόμω. τό γε 36168 4.7.61.29 : μὰν τρίτον, λέγω δὲ τὸ θεραπεύεν τὼς θεώς, βασιλέως 36169 4.7.61.30 : ἀντάξιον· δεῖ γὰρ τὸ ἄριστον ὑπὸ τῶ ἀρίστω τιμᾶσθαι 36170 4.7.61.31 : καὶ τὸ ἁγεμονέον ὑπὸ τῶ ἁγεμονέοντος. τῶν μὲν ὦν 36171 4.7.61.32 : φύσει τιμιωτάτων ἄριστον ὁ θεός, τῶν δὲ περὶ γᾶν καὶ 36172 4.7.61.33 : τὼς ἀνθρώπως ὁ βασιλεύς. ἔχει δὲ καὶ ὡς θεὸς ποτὶ 36173 4.7.61.34 : κόσμον βασιλεὺς ποτὶ πόλιν· καὶ ὡς πόλις ποτὶ κόσμον 36174 4.7.61.35 : βασιλεὺς ποτὶ θεόν. ἁ μὲν γὰρ πόλις ἐκ πολλῶν καὶ 36175 4.7.61.36 : διαφερόντων συναρμοσθεῖσα κόσμω σύνταξιν καὶ ἁρμονίαν 36176 4.7.61.37 : μεμίμαται, ὁ δὲ βασιλεὺς ἀρχὰν ἔχων ἀνυπεύθυνον, καὶ 36177 4.7.61.38 : αὐτὸς ὢν νόμος ἔμψυχος, θεὸς ἐν ἀνθρώποις παρεσχαμά– 36178 4.7.61.39 : τισται. 36179 4.7.62.1 : Ἐν ταὐτῷ. 36180 4.7.62.2 : Ὅθεν δεῖ τὸν βασιλέα μὴ νικῆσθαι ὑφ´ ἁδονᾶς, ἀλλ´ 36181 4.7.62.3 : αὐτὸν νικῆν ταύταν, μηδ´ ὅμοιον ἦμεν τοῖς πολλοῖς ἀλλὰ 36182 4.7.62.4 : ἐπὶ πολλὸν διαφέροντα τούτων, μηδ´ ἔργον ἁγεῖσθαι τὰν 36183 4.7.62.5 : ἁδονὰν ἀλλὰ μᾶλλον τὰν ἀνδραγαθίαν· ἅμα δὲ καὶ πρέ– 36184 4.7.62.6 : πει τὸν ἁτέρων ἄρχεν χρῄζοντα τῶν αὐταυτῶ παθέων 36185 4.7.62.7 : πρᾶτον δύνασθαι ἄρχεν. περί γε μὰν τᾶς πλεονεκτίας 36186 4.7.62.8 : ὅδε λόγος· δεῖ γὰρ ἐς τοῦτο πεπᾶσθαι τὰ χρήματα, ὥστε 36187 4.7.62.9 : φίλως εὐεργετὲν καὶ δεομένως ὑπολαμβάνεν, καὶ ἐχθρὼς 36188 4.7.62.10 : δὲ μετὰ δίκας ἀμύνεσθαι· ἁδίστα γὰρ ἁ μετ´ ἀρετᾶς 36189 4.7.62.11 : ἀπόλαυσις τᾶς εὐτυχίας. ὁ δ´ αὐτὸς τρόπος καὶ περὶ 36190 4.7.62.12 : τᾶς ὑπεροχᾶς· δεῖ γὰρ καθυπερέχεν τὼς ἄλλως ἀρετᾷ καὶ 36191 4.7.62.13 : κατταύταν ἄξιον κρίνεσθαι τῶ ἄρχεν, ἀλλὰ μὴ καττὸν 36192 4.7.62.14 : πλοῦτον ἢ τὰν δύναμιν ἢ τὰν ῥώμαν τὰν τῶν ὅπλων· ὃ 36193 4.7.62.15 : μὲν γάρ τι κοινόν ἐντι καὶ τῶν τυχόντων, ὃ δὲ κοινὸν καὶ 36194 4.7.62.16 : τῶν ἀλόγων ζῴων, ὃ δὲ κοινὸν καὶ τῶν τυράννων, ὃ δὲ 36195 4.7.62.17 : μόνον ἴδιον τῶν ἀγαθῶν ἀνθρώπων. ὥστε ὅστις βασι– 36196 4.7.62.18 : λεὺς σώφρων μέν ἐντι περὶ τὰς ἁδονάς, κοινωνατικὸς δὲ 36197 4.7.62.19 : περὶ τὰ χρήματα, φρόνιμος δὲ καὶ δεινὸς περὶ τὰν ἀρε– 36198 4.7.62.20 : τάν, οὗτός κα εἴη καττὰν ἀλάθῃαν βασιλεύς. ἔχει δὲ καὶ 36199 4.7.62.21 : ὁ δᾶμος τῶν μερέων τᾶς τῶ ἀνθρώπω ψυχᾶς τὰν ἀνα– 36200 4.7.62.22 : λογίαν ταύταν τῶν ἀγαθῶν καὶ τῶν κακῶν· ἁ μὲν γὰρ 36201 4.7.62.23 : πλεονεκτία γίνεται περὶ τὸ ἁγούμενον μέρος τᾶς ψυχᾶς, 36202 4.7.62.24 : λογικὰ γὰρ ἁ ἐπιθυμία· ἁ δὲ φιλοτιμία καὶ θηριότας 36203 4.7.62.25 : περὶ τὸ θυμοειδές, τοῦτο γὰρ τὸ ζέον καὶ δυναμικὸν 36204 4.7.62.26 : μέρος τᾶς ψυχᾶς· ἁ δὲ φιλαδονία περὶ τὸ ἐπιθυματικόν. 36205 4.7.62.27 : τοῦτο γὰρ 〈τὸ〉 θῆλυ καὶ ὑγρὸν μέρος τᾶς ψυχᾶς· ἁ δέ γε 36206 4.7.62.28 : ἀδικία τελῃοτάτα κακία καὶ σύνθετος ἔασσα περὶ ὅλαν 36207 4.7.62.29 : γίνεται τὰν ψυχάν. ὅθεν ὡς λύραν καὶ πόλιν εὐνομου– 36208 4.7.62.30 : μέναν δεῖ συναρμόσασθαι βασιλέα ὅρον δικαιότατον καὶ 36209 4.7.62.31 : νόμω τάξιν ἐν αὐτῷ πρᾶτον καταστασάμενον, εἰδότα διότι 36210 4.7.62.32 : τῶ πλάθεος, ὧ δέδωκεν ὁ θεὸς αὐτῷ τὰν ἁγεμονίαν, ἁ 36211 4.7.62.33 : συναρμογὰ ποτ´ αὐτὸν ὀφείλει συναρμοσθῆμεν. ποτὶ δὲ 36212 4.7.62.34 : τοῖς ἀγορευμένοις δεῖ καὶ θέσιας καὶ ἕξιας ἐπιπρεπέας 36213 4.7.62.35 : ἐπιταδεύεν τὸν ἀγαθὸν βασιλέα, πολιτικῶς αὐτὸν πλάσ– 36214 4.7.62.36 : σοντα καὶ πραγματειωδέως, ὅπως μήτε τραχὺς φαίνηται 36215 4.7.62.37 : τοῖς πλάθεσι μήτ´ εὐκαταφρόνητος, ἀλλὰ καὶ ἁδὺς καὶ 36216 4.7.62.38 : ἀμφιστραφής. τεύξεται δὲ τούτων, αἴκα πρᾶτον μὲν σεμ– 36217 4.7.62.39 : νὸς ᾖ καὶ ἐκ τῶ ἰδὲν καὶ ἐκ τῶ ἀκοῦσαι καὶ ἐκ τῶ ἄξιος 36218 4.7.62.40 : ἐπιφαίνεσθαι τᾶς ἀρχᾶς, δεύτερον δὲ χρηστὸς καὶ ἐκ τᾶς 36219 4.7.62.41 : ἐντεύξιος καὶ ἐκ τᾶς ποτιβλέψιος καὶ ἐκ τᾶς εὐεργεσίας. 36220 4.7.62.42 : τρίτον δὲ δεινὸς καὶ ἐκ τᾶς μισοποναρίας καὶ ἐκ τᾶς 36221 4.7.62.43 : κολάσιος καὶ ἐκ τᾶς ἐπιταχύσιος καὶ ὅλως ἐκ τᾶς ἐμπει– 36222 4.7.62.44 : ρίας καὶ τριβᾶς τᾶς περὶ τὸ βασιλεύεν. ἁ μὲν γὰρ σεμνό– 36223 4.7.62.45 : τας θεόμιμον ὑπάρχουσα πρᾶγμα δύναται θαυμαζόμενον 36224 4.7.62.46 : καὶ τιμώμενον αὐτὸν παρέχεσθαι τοῖς πλάθεσιν, ἁ δὲ 36225 4.7.62.47 : χρηστότας φιλεύμενον καὶ ἀγαπαζόμενον, ἁ δὲ δεινότας 36226 4.7.62.48 : φοβερὸν μὲν καὶ ἀνίκατον ποτὶ πολεμίως, μεγαλόψυχον 36227 4.7.62.49 : δὲ καὶ θαρσαλέον ποτὶ φίλως. δεῖ δὲ τὰν σεμνότατα 36228 4.7.62.50 : καθεστάσθαι περὶ αὐτὸν μηδὲν ταπεινὸν ἐπιταδεύοντα 36229 4.7.62.51 : μηδὲ τῶν πολλῶν ἀντάξιον ἀλλὰ τῶν θαυμαινομένων 36230 4.7.62.52 : καὶ τῶν ἁγεμονίᾳ καὶ σκαπτουχίᾳ ποτιφυῶν, ἁμιλλώμε– 36231 4.7.62.53 : νον ἀεὶ μὴ τοῖς μῃόνεσσι μηδὲ τοῖς ἴσοις ἀλλὰ τοῖς 36232 4.7.62.54 : μεζόνεσσι, καὶ καττὸ μέγεθος τᾶς ἁγεμονίας ἁδονὰς ὑπο– 36233 4.7.62.55 : λαμβάνοντα μεγίστας ἦμεν τὰς ἐπὶ τοῖς καλοῖς ἔργοις 36234 4.7.62.56 : καὶ μεγάλοις, ἀλλὰ μὴ τὰς ἐπὶ τοῖς ἀπολαύστοις, χωρί– 36235 4.7.62.57 : ζοντα μὲν ἑαυτὸν ἀπὸ τῶν ἀνθρωπίνων παθέων, συνεγγί– 36236 4.7.62.58 : ζοντα δὲ τοῖς θεοῖς, οὐ δι´ ὑπεραφανίαν ἀλλὰ διὰ μεγα– 36237 4.7.62.59 : λοφροσύναν καὶ μέγεθος ἀρετᾶς ἀνυπέρβλατον, τοιαύταν 36238 4.7.62.60 : αὑτῷ ἐπιπρέπῃαν καὶ προστασίαν ἀμφιβαλλόμενον καὶ 36239 4.7.62.61 : καττὰν ὄψιν καὶ καττὼς λογισμὼς καὶ καττὰ ἐνθυμά– 36240 4.7.62.62 : ματα καὶ καττὸ ἆθος τᾶς ψυχᾶς καὶ καττὰς πράξιας καὶ 36241 4.7.62.63 : καττὰν κίνασιν καὶ καττὰν θέσιν τῶ σώματος, ὥστε τὼς 36242 4.7.62.64 : ποταυγασμένως αὐτὸν κατακοσμαθῆμεν καταπεπλαγμένως 36243 4.7.62.65 : αἰδοῖ καὶ σωφροσύνᾳ τε 〈καὶ〉 διαθέσει τᾷ περὶ τὰν ἐπι– 36244 4.7.62.66 : πρέπῃαν. οὐ γὰρ μῇον αὐλῶ καὶ ἁρμονίας 〈ἁ〉 τῶ ἀγα– 36245 4.7.62.67 : θῶ βασιλέως ποταύγασις ὀφείλει τρέπεν τὰς ψυχὰς τῶν 36246 4.7.62.68 : ποταυγασμένων. καὶ περὶ μὲν σεμνότατος ἅλις εἰρήσθω· 36247 4.7.62.69 : περὶ δὲ χρηστότατος νῦν ὑποθέσθαι πειρασοῦμαι. χρη– 36248 4.7.62.70 : στὸς γὰρ ἐσσεῖται πᾶς βασιλεὺς τὸ μὲν καθόλω δίκαιός 36249 4.7.62.71 : τ´ ἐὼν καὶ ἐπιεικὴς καὶ εὐγνώμων. ἔντι γὰρ ἁ δικαιότας 36250 4.7.62.72 : κοινωνίας συνεκτικὰ καὶ συνακτικά, καὶ μόνα γε ὦν πρὸς 36251 4.7.62.73 : τὼς πλατίον ἁ τοιαύτα διάθεσις ἅρμοσται τᾶς ψυχᾶς. 36252 4.7.62.74 : ὃν λόγον γὰρ ἔχει ῥυθμὸς ποτὶ κίνασιν καὶ ἁρμονία ποτὶ 36253 4.7.62.75 : φωνάν, τοῦτον ἔχει τὸν λόγον δικαιότας ποτὶ κοινωνίαν· 36254 4.7.62.76 : κοινὸν γὰρ ἀγαθόν ἐντι καὶ ἀρχόντων καὶ ἀρχομένων, εἴ γε 36255 4.7.62.77 : δὴ συναρμοστικά ἐντι κοινωνίας πολιτικᾶς. ἁ δὲ ἐπιείκῃα 36256 4.7.62.78 : καὶ εὐγνωμοσύνα πάρεδροί τινές ἐντι τᾶς δικαιοσύνας, 36257 4.7.62.79 : ἁ μὲν [τὸ ἐπιεικὲς ἁ δὲ] τὸ ἀπότομον τᾶς βλάβας μαλ– 36258 4.7.62.80 : θαίνοισα, ἁ δὲ τοῖς ἐπὶ ποσὸν ἀμπλακίσκουσι συγγνώ– 36259 4.7.62.81 : μας ἀπομερίζουσα. δεῖ δὲ τὸν ἀγαθὸν βασιλέα βοηθατι– 36260 4.7.62.82 : κόν τε ἦμεν τῶν δεομένων καὶ εὐχάριστον, 〈καὶ ἀβαρέα〉 36261 4.7.62.83 : δέ· βοήθῃαν δὲ μὴ καθ´ ἕνα ποιήσασθαι τρόπον, ἀλλ´ ὅπως 36262 4.7.62.84 : δυνατὸν ἂν ᾖ· εὐχάριστον δ´ ἦμεν δεῖ μὴ ποττὸ μέγεθος 36263 4.7.62.85 : ἀποβλέποντα τᾶς τιμᾶς, ἀλλὰ ποττὸν τρόπον καὶ τὰν προ– 36264 4.7.62.86 : αίρεσιν τῶ τιμέοντος· ἀβαρέα δὲ δεῖ ἦμεν ποτὶ πάντας 36265 4.7.62.87 : ἀνθρώπως, μάλιστα δὲ ποττὼς μῄονας καὶ καταδεεστέ– 36266 4.7.62.88 : ρως ταῖς τύχαις· οὗτοι γὰρ ὥσπερ τοὶ νοσίοντες τοῖς 36267 4.7.62.89 : σώμασιν οὐδὲν ὑπομένεν δύνανται τῶν βαρέων. ἔχοντι 36268 4.7.62.90 : γὰρ τὰς διαθέσιας τοιαύτας καὶ οἱ θεοὶ καὶ μάλιστα ὁ 36269 4.7.62.91 : κρατέων πάντων Ζεύς· καὶ γὰρ οὗτος σεμνὸς μέν ἐντι 36270 4.7.62.92 : καὶ τίμιος διά τε τὰν ὑπεροχὰν καὶ τὸ μέγεθος τᾶς ἀρε– 36271 4.7.62.93 : τᾶς, χραστὸς δὲ διὰ τὸ εὐεργετικός τε ἦμεν καὶ ἀγαθο– 36272 4.7.62.94 : δότας, ὅκως δὴ καὶ λέγεται ὑπὸ τῶ Ἰωνικῶ ποιητᾶ ὥς 36273 4.7.62.95 : κ´ εἴη ’πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε‘· δεινὸς δὲ διὰ τὸ 36274 4.7.62.96 : κολάζεν τὼς ἀδικέοντας καὶ κρατὲν καὶ κυριεύεν πάντων· 36275 4.7.62.97 : ἔχει δὲ καὶ τὸν κεραυνὸν μετὰ χεῖρα, σύμβολον τᾶς δεινό– 36276 4.7.62.98 : τατος. ἐπὶ πᾶσι δὲ τούτοις μναμονεύεν δεῖ ὅτι θεόμι– 36277 4.7.62.99 : μόν ἐντι πρᾶγμα βασιλῄα. 36278 4.7.63.1 : Σθενίδα Λοκροῦ Πυθαγορείου Περὶ βασιλείας. 36279 4.7.63.2 : Χρὴ τὸν βασιλέα σοφὸν ἦμεν· οὕτω γὰρ ἐσσεῖται 36280 4.7.63.3 : ἀντίμιμος καὶ ζαλωτὰς τῶ πράτω θεῶ. οὗτος γὰρ καὶ 36281 4.7.63.4 : φύσει ἐντὶ καὶ πρᾶτος βασιλεύς τε καὶ δυνάστας, ὁ δὲ 36282 4.7.63.5 : γενέσει καὶ μιμάσει. καὶ ὁ μὲν ἐν τῷ παντὶ καὶ ὅλῳ, ὁ 36283 4.7.63.6 : δὲ ἐπὶ γᾶς, καὶ ὁ μὲν ἀεὶ τὰ πάντα διοικεῖ τε καὶ ζώει 36284 4.7.63.7 : αὐτὸς ἐν αὑτῷ κεκταμένος τὰν σοφίαν, ὁ δ´ ἐν χρόνῳ 36285 4.7.63.8 : ἐπιστάμαν. ἄριστα δέ κα μιμέοιτο τοῦτον, εἰ μεγαλό– 36286 4.7.63.9 : φρονά τε καὶ ἅμερον καὶ ὀλιγοδεέα παρασκευάζοι αὑτόν, 36287 4.7.63.10 : πατρικὰν διάθεσιν ἐνδεικνύμενος τοῖς ὑφ´ αὑτῷ· διὰ 36288 4.7.63.11 : τοῦτο γάρ που μάλιστα καὶ νενομίχθαι τὸν πρᾶτον 36289 4.7.63.12 : θεὸν πατέρα μὲν θεῶν, πατέρα δὲ ἀνθρώπων ἦμεν, ὅτι 36290 4.7.63.13 : ἤπιος πρὸς πάντα τὰ ὑπ´ αὐτῶ γενόμενα ἐντί, καὶ ἀντ– 36291 4.7.63.14 : εχόμενος τᾶς προστασίας οὐδέποκα παύεται, οὐδὲ ἤρκε– 36292 4.7.63.15 : σται τῷ ποιητὰς μόνον πάντων γεγονέναι, ἀλλὰ καὶ 36293 4.7.63.16 : τροφεὺς διδάσκαλός τε τῶν καλῶν πάντων καὶ νομοθέ– 36294 4.7.63.17 : τας πέφυκε πᾶσιν ἐπίσας. τοιοῦτον θέμις ἦμεν καὶ τὸν 36295 4.7.63.18 : ἐπὶ γᾶς καὶ παρ´ ἀνθρώποις ἁγεμονὲν μέλλοντα βασι– 36296 4.7.63.19 : λέα· οὐδὲν δὲ ἀβασίλευτον καλὸν οὐδὲ ἄναρχον· ἄνευ δὲ 36297 4.7.63.20 : σοφίας καὶ ἐπιστάμας οὔτε μὰν βασιλέα οὔτε ἄρχοντα 36298 4.7.63.21 : οἷόν τε ἦμεν. μιματὰς ἄρα καὶ ὑπηρέτας ἐσσεῖται νόμι– 36299 4.7.63.22 : μος τῶ θεῶ ὁ σοφός τε καὶ βασιλεύς. 36300 4.7.64.1 : Ἐκφάντου Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ βασιλείας. 36301 4.7.64.2 : Ὅτι μὲν ἅπαντος ζῴω φύσις ποτί τε τὸν κόσμον 36302 4.7.64.3 : ἅρμοκται καὶ τὰ ἐν τῷ κόσμῳ πολλοῖς μοι δοκεῖ τεκμα– 36303 4.7.64.4 : ρίοις φανερὸν ἦμεν. συμπνείουσα γὰρ οὕτω καὶ συνδεδε– 36304 4.7.64.5 : μένα τὰν ἀρίσταν τε ἅμα καὶ ἀναγκαίαν ἀκολουθίαν 36305 4.7.64.6 : ὀπαδεῖ ῥύμᾳ τῶ παντὸς περιαγεομένα ποτί τε τὰν κοι– 36306 4.7.64.7 : νὰν εὐκοσμίαν καὶ ποττὰν ἴδιον ἑκάστω διαμονάν· παρὸ 36307 4.7.64.8 : καὶ τόδε κόσμος ποταγορεύεται καὶ ἔντι τῶν ὄντων ζῴων 36308 4.7.64.9 : τελῃότατον. ἐν δὲ τοῖς μέρεσιν αὐτῶ πολλοῖς τε ὄντεσσι 36309 4.7.64.10 : καὶ διαφόροις τὰν φύσιν ἐξάρχει τι ζῷον καὶ † οἰκειό– 36310 4.7.64.11 : τατον ἐν γενοῖν καὶ διὰ τὸ μετέχεν πλέον τῶ θείω. καὶ 36311 4.7.64.12 : ἐν μὲν τᾷ τῶ θεῶ ὄντος ἀεὶ φύσει τὰ τὰν πράταν καὶ 36312 4.7.64.13 : μεγίσταν ἀκολουθίαν ἔχοντα ἀσπάζεται ... καὶ τοὶ πλά– 36313 4.7.64.14 : νατες ἀστέρες· ἐν δὲ τᾷ χώρᾳ τᾷ σελάνας ἔνερθεν τὰ 36314 4.7.64.15 : δι´ εὐθείας ἰόντα σώματα ἁ τῶ δαίμονος φύσις ἔχει τὰν 36315 4.7.64.16 : διεξαγωγάν· ἐν δὲ τᾷ γᾷ καὶ παρ´ ἁμῖν ἀριστοφυέστα– 36316 4.7.64.17 : τον μὲν ἄνθρωπος, θειότατον δ´ ὁ βασιλεὺς ἐν τᾷ κοινᾷ 36317 4.7.64.18 : φύσει πλεονεκτῶν τῶ κρέσσονος, τὸ μὲν σκᾶνος τοῖς λοι– 36318 4.7.64.19 : ποῖς ὅμοιος, οἷα γεγονὼς ἐκ τᾶς αὐτᾶς ὕλας, ὑπὸ τεχνίτα 36319 4.7.64.20 : δ´ εἰργασμένος λῴστω, ὃς ἐτεχνίτευσεν αὐτὸν ἀρχετύπῳ 36320 4.7.64.21 : χρώμενος ἑαυτῷ· κατασκεύασμα δὴ ὦν ὁ βασιλεὺς ἓν καὶ 36321 4.7.64.22 : μόνον ἐντὶ οἷα τύπος τῶ ἀνωτέρω βασιλέως, τῷ μὲν 36322 4.7.64.23 : πεποιηκότι γνώριμον ἀεί, τοῖς δ´ ἀρχομένοις ὡς ἐν φωτὶ 36323 4.7.64.24 : τᾷ βασιλῄᾳ βλεπόμενον. τᾷδε γὰρ κρίνεταί τε καὶ δοκι– 36324 4.7.64.25 : μάζεται, ὡς τὸ κράτιστον ἐν πτανοῖς ζῷον ἀετὸς ἀντ– 36325 4.7.64.26 : ωπὸν ἁλίω γενόμενον· χὡπὶ τᾶς βασιλῄας δὲ λόγος ὡυτός, 36326 4.7.64.27 : θείας τε ἐάσσας καὶ δι´ ὑπερβολὰν λαμπρότατος δυσ– 36327 4.7.64.28 : οράτω, αἰ μὴ τοῖς γνασίοις· μαρμαρυγαί τε γὰρ πολλαὶ 36328 4.7.64.29 : καὶ σκοτοδινιάσεις ὡς ἐφ´ ὕψος ὀθνεῖον ἐπιβάντας τὼς 36329 4.7.64.30 : νόθως ἀπήλεγξαν· τοῖς δὲ προσηκόντως κατ´ οἰκῃότατα 36330 4.7.64.31 : πρὸς αὐτὰν ἐπὶ τοῦτο ἀφιγμένοις οἰκήσιμος, κεχρῆσθαι 36331 4.7.64.32 : δυναμένοις αὐτᾷ. 〈ἁ〉 μὲν ὦν βασιλῄα χρῆμα εἰλικρινές τε 36332 4.7.64.33 : καὶ ἀδιάφθορόν ἐντι καὶ δι´ ὑπερβολὰν θειότατος δυσέφ– 36333 4.7.64.34 : ικτον ἀνθρώπῳ. δεῖ δὲ καὶ τὸν ἐς αὐτὰν καταστάντα 36334 4.7.64.35 : καθαρώτατόν τε ἦμεν καὶ διαυγέστατον τὰν φύσιν, ὡς 36335 4.7.64.36 : μὴ τὸ λαμπρότατον ἀφανίζῃ ἐν σπίλοις τοῖς αὐταυτῶ· 36336 4.7.64.37 : καθὸ καὶ τὼς ἁγιωτάτως τόπως ἐκαλίδωσάν τινες, καὶ 36337 4.7.64.38 : τῶν ἀντιασάντων ἔνιοι μιαροὶ τὼς ἀντιάξαντας αὐτοῖς. 36338 4.7.64.39 : βασιλήᾳ δὲ τὸν ὁμιλήσοντα φύσιός τε ἀχράντω δεῖ μετ– 36339 4.7.64.40 : έχεν, ἐπιστάμεν τε αὑτὸν ὅσῳ τῶν ἄλλων ἐντὶ θειότερος, 36340 4.7.64.41 : ὅσῳ τε ἅτεροι αὐτῶ, οἷς δὴ κατὰ λόγον ἀπεικάζων ἑαυ– 36341 4.7.64.42 : τὸν ἄριστ´ ἂν ἑαυτῷ τε χρῷτο καὶ τοῖς ὑποτεταγμένοις. 36342 4.7.64.43 : καὶ τοῖς μὲν ἄλλοις· ἀνθρώποις, αἴκα ἁμαρτάνωντι, ὁσι– 36343 4.7.64.44 : ωτάτα κάθαρσις ἐξομοιωθῆμεν τοῖς ἀρχόντεσσιν, αἴτε 36344 4.7.64.45 : νόμος αἴτε βασιλεὺς διέποι τὰ κατ´ αὐτώς· οἱ δ´ εἴ τι 36345 4.7.64.46 : τῶ κρέσσονος δέοντος διὰ τὰν φύσιν ἀμπλακόντες οὐ 36346 4.7.64.47 : μακρὰν οὐδ´ ἀπῳκισμένως † οἱ χρὴ θεῷ μὲν εὐθὺ τᾶς 36347 4.7.64.48 : ὠφελείας τυγχάνεν. οὔτε γὰρ τὸν κόσμον δίζοιτο ἄν τις 36348 4.7.64.49 : ἐν αὐτῷ τε ὢν καὶ μέρος ἐκείνω, οὔτ´ ἂν ἀνόητος εἴη 36349 4.7.64.50 : τῶ διέποντος αὐτὸν ὁ ἁτέρων αὐτὸς ἄρχων. ἁ δ´ εὐκοσ– 36350 4.7.64.51 : μία πολλὰ καὶ τὸ μηδὲν ἄναρχον εὑρὲν δύνασθαι καὶ τῷ 36351 4.7.64.52 : τρόπῳ τᾶς ἀρχᾶς διδάσκαλον. ἐκλάμπει γὰρ αὐτᾶς εὐθὺ 36352 4.7.64.53 : τὸ καλόν, ἂν ὁ μιμασόμενος δι´ ἀρετὰν αὐτῷ τε φίλος, 36353 4.7.64.54 : ὃν μεμίμαται, καὶ πολὺ πλέον τοῖς ὑπ´ αὐτὸν τεταγμέ– 36354 4.7.64.55 : νοις. οὐ γὰρ ἄν τις θεοφιλὴς ὢν μισέοιτο ὑπ´ ἀνθρώ– 36355 4.7.64.56 : πων, ἐπεὶ οὐδὲ τὰ ἄστρα οὐδ´ ὁ σύμπας κόσμος ἐχθαίρει 36356 4.7.64.57 : τὸν θεόν· αἰ δέ γα ἐμίσει τὸν ἁγεμονεύοντα, οὔ κα εἵπετο 36357 4.7.64.58 : [ἂν] πειθόμενος αὐτῷ· τὸ δ´ ἐκεῖνον ἄρχεν εὖ αἴτιον τῶ 36358 4.7.64.59 : καὶ τώσδε ἄρχεσθαι καλῶς. ἐγὼ μὲν ὦν ὑπολαμβάνω καὶ 36359 4.7.64.60 : τὸν ἐπὶ τᾶς γὰς βασιλέα δύνασθαι μηδεμιᾷ τᾶν ἀρετᾶν 36360 4.7.64.61 : ἐλαττοῦσθαι τῶ κατ´ ὠρανὸν βασιλέως· ἀλλ´ ὥσπερ αὐ– 36361 4.7.64.62 : τὸς ἀπόδαμόν τι ἐντὶ χρῆμα καὶ ξένον ἐκεῖθεν ἀφιγμέ– 36362 4.7.64.63 : νον πρὸς ἀνθρώπως, καὶ τὰς ἀρετὰς ἄν τις αὐτῶ ἔργα 36363 4.7.64.64 : ὑπολάβοι τῶ θεῶ καὶ δι´ ἐκεῖνον αὐτῶ. σκοπέοντι δ´ 36364 4.7.64.65 : ἀρχᾶθεν ἀλάθῃα λόγος· κοινωνία τε γὰρ πράτα τε πάν– 36365 4.7.64.66 : των καὶ ἀναγκαιοτάτα τῷ τῶν ἀνθρώπων γένει, ἇς μετ– 36366 4.7.64.67 : έχει μὲν ὁ παρ´ ἁμῖν βασιλεύς, μετέχει δὲ καὶ ὁ ἐν τῷ 36367 4.7.64.68 : παντὶ πάντα διέπων· συνεστάναι γὰρ χωρὶς φιλίας καὶ 36368 4.7.64.69 : κοινωνίας ἀμάχανον. σκοποίη δ´ ἄν τις ταῦτα καὶ ἐπὶ 36369 4.7.64.70 : τῶν συμπολιτευομένων, ἐξελὼν τῶ λόγω τὰν κατὰ συνά– 36370 4.7.64.71 : θῃαν κοινωνίαν· ἐλάττω γὰρ αὕτα τᾶς τε θείας φύσιος 36371 4.7.64.72 : καὶ τᾶς βασιλικᾶς· οὐ γὰρ δέονται τὰν τοιαύταν δέησιν 36372 4.7.64.73 : ἀλλάλων, καθ´ ἃν συνεκπορεῦντες τῶν ὑστεροῦντι, ἀνα– 36373 4.7.64.74 : πλαροῦντι κοινὰν τὰν βοήθῃαν· τέλῃοι γὰρ κατ´ ἀρετάν. 36374 4.7.64.75 : ἁ δ´ ἐν τᾷ πόλει φιλία κοινῶ τινος τέλεος ἐχομένα τὰν 36375 4.7.64.76 : τῶ παντὸς ὁμόνοιαν μεμίμαται· ἄνευ δὲ τᾶς περὶ τὰς 36376 4.7.64.77 : ἀρχὰς διατάξιος οὐδεμία ἂν πόλις οἰκοῖτο· εἰς δὲ ταύταν 36377 4.7.64.78 : νόμων τε δεῖται καὶ τινὸς προστασίας πολιτικᾶς τό τε 36378 4.7.64.79 : ἄρχον καὶ τὸ ἀρχόμενον, αἴ πως σῴζοιτο δι´ αὐτό. ἐκ 36379 4.7.64.80 : τούτων κοινὸν ἀγαθὸν εὐαρμοστία τις καὶ τῶν πολλῶν 36380 4.7.64.81 : ὁμοφωνία μετὰ πειθοῦς συνᾳδοίσας. ὁ κατ´ ἀρετὰν 36381 4.7.64.82 : ἐξάρχων καλέεταί τε βασιλεὺς καὶ ἔντι, ταύταν ἔχων φι– 36382 4.7.64.83 : λίαν τε καὶ κοινωνίαν ποτὶ τὼς ὑπ´ αὔταυτον, ἅνπερ ὁ 36383 4.7.64.84 : θεὸς ἔχει ποτί τε τὸν κόσμον καὶ τὰ ἐν αὐτῷ. ὅλαν δὲ 36384 4.7.64.85 : τὰν εὔνοιαν χρὴ παρασκευάζεσθαι πρᾶτον μὲν παρὰ τῶ 36385 4.7.64.86 : βασιλέως ἐς τὼς βασιλευομένως, δεύτερον δὲ παρὰ τῶνδε 36386 4.7.64.87 : ἐς τὸν βασιλέα, ὁποία γεννάτορος ποτὶ υἱέα καὶ ποτὶ 36387 4.7.64.88 : ποίμναν νομέως καὶ νόμω ποτὶ χρωμένως αὐτῷ. 36388 4.7.65.1 : Ἐν ταὐτῷ. 36389 4.7.65.2 : Μιᾷ γὰρ ἀρετᾷ πρὸς τὸ ἄρχεν ἀνθρώπων καὶ πρὸς 36390 4.7.65.3 : τὸν αὑτῶ βίον χρήσεται οὐδὲν ὡς δι´ ἔνδειαν ποτιλαμβά– 36391 4.7.65.4 : νων εἰς ὑπηρεσίαν τὰν αὐτὸς αὐτῶ, ἀλλ´ ὡς κατὰ φύσιν 36392 4.7.65.5 : συνεργῶν· κοινωνίας γὰρ ἐάσσας οὐδὲν ἔλαττον ἕκαστος 36393 4.7.65.6 : αὐτάρκως βιώσει καθ´ αὑτόν. δοκεῖ μὲν γὰρ ὁ αὐτάρκης 36394 4.7.65.7 : μηδενὸς ἂν ἄλλω πρός γε τὰν αὑτῶ διεξαγωγὰν ποτι– 36395 4.7.65.8 : δεήσεσθαι· αἰ δ´ ἄρα δεῖ βίον ἐνεργέα ζώεν, δᾶλον ὡς 36396 4.7.65.9 : καὶ ἅτερα αἰ προσλάβοι, οὐδέν τι ἔλαττον αὐτὸν αὐτάρ– 36397 4.7.65.10 : κεα ποιήσει· φίλως τε γὰρ ἕξει διὰ τὰν αὑτῶ ἀρετάν, καὶ 36398 4.7.65.11 : τοῖσδε χρώμενος οὐ κατ´ ἄλλαν ἀρετὰν χρήσεται ἢ ᾇπερ 36399 4.7.65.12 : καὶ ποττὸν αὑτῶ βίον. ἀνάγκα δὲ ἀκολουθὲν καὶ τὰ 36400 4.7.65.13 : τοιάδε, οὐχ ἁτέρας τινὸς ἐξαιρέτω ποτταῦτα παρεσκευ– 36401 4.7.65.14 : ασμένας. χὡ μὲν θεὸς οὔτε διακόνως ἔχων οὔτε ὑπη– 36402 4.7.65.15 : ρέτας οὔτ´ αὖ προστάξει τινὶ χρώμενος οὐδὲ στεφα– 36403 4.7.65.16 : νῶν ἢ ἀναγορεύων τὼς πειθομένως ἢ ἀτιμάζων τὼς 36404 4.7.65.17 : ἀπειθέοντας, οὗτος αὐτὸς ἄρχει ποτὶ τοσόνδε μέγεθος 36405 4.7.65.18 : ἀρχᾶς, ἀλλ´ οἶμαι παρέχων ἀξιομίματον ἑωυτὸν ζᾶλον ἐντί– 36406 4.7.65.19 : θητι πᾶσι τᾶς αὑτῶ φύσιος. ἔντι δὲ αὐτὸς μὲν ἀγαθός, 36407 4.7.65.20 : καὶ τόδε μόνον τε καὶ ῥᾴδιον ἔργον αὐτῶ· οἱ δὲ μιμεύ– 36408 4.7.65.21 : μενοι τῶν ἄλλων κρέσσον τῷδε πάντα ἐργάζονται· ἁ δὲ 36409 4.7.65.22 : ὁμοίωσις καὶ ἑκάστω τῶδε αὔταρκές ἐντι. οὐ γὰρ ἄλλα 36410 4.7.65.23 : μὲν ἀρετὰ ποιεῖ τὰ ἀρεστὰ τῷ θεῷ, μιμέεται δ´ αὐτὸν 36411 4.7.65.24 : ἁτέρα. ὁ δ´ ἐπίγῃος ἁμῖν βασιλεὺς πῶς οὐχ ὁμοίως 36412 4.7.65.25 : αὐτάρκης; ἀπεικάζων τε γὰρ αὑτὸν ἑνὶ ἂν ἀπεικάσειε 36413 4.7.65.26 : τῷ κρατίστῳ, καὶ πᾶς ἑωυτῷ πειρώμενος ὁμοιοῦν † αἴθος 36414 4.7.65.27 : ἔσσεται· τὰ δ´ ὅσα βίας καὶ ἀνάγκας τὰς τῶν ὑποτετα– 36415 4.7.65.28 : γμένων, ἐνίοτε ἑκάστῳ τὰν περὶ τὰν μίμασιν προθυμίαν 36416 4.7.65.29 : ἀφαιρέεται· χωρὶς εὐνοίας γὰρ ἀμάχανον ἐξομοιωθῆναι. 36417 4.7.65.30 : ἃ μάλιστα πάντων ἀφανίζει τὸ φοβερόν. ὡς εἴθε ἦν τᾶς 36418 4.7.65.31 : ἀνθρωπίνας φύσιος δυνατὸν ἀφελὲν τὸ καὶ πειθοῦς τινος 36419 4.7.65.32 : δέεσθαι. τόδε γὰρ τᾶς ἐπιγῄω φαυλότατος τὸ λείψανον, 36420 4.7.65.33 : καθ´ ἃν ἐπίκαρον ὂν τὸ ζῷον ταύτας οὐκ ἀμοιρεῖ· ἐπει– 36421 4.7.65.34 : δήπερ πειθὼ ἔργον τι ἐντὶ παροικέον ἀνάγκᾳ· πράτα γὰρ 36422 4.7.65.35 : ἀφ´ αὑτᾶς αὐτὰ κατεργάζεται, τάπερ ἐκείναν διέφυγεν. 36423 4.7.65.36 : ὅσα δ´ αὐτοφυῶς τῷ καλῷ χρῆται, τούτοις οὐδεμία πει– 36424 4.7.65.37 : θοῦς αἰδώς, ἐπειδήπερ οὐδὲ φόβος ἀνάγκας. ἐνεργάσαι– 36425 4.7.65.38 : το δ´ ἂν μόνος ὁ βασιλεὺς ἀνθρώπω φύσει καὶ τόδε τὸ 36426 4.7.65.39 : ἀγαθόν, ὡς διὰ μίμασιν αὐτῶ τῶ κρέσσονος ποτὶ τὸ 36427 4.7.65.40 : δέον ἕπεσθαι. τὼς δὲ ὥσπερ ὑπὸ μέθας διεφθαρμένως 36428 4.7.65.41 : καὶ διὰ κακὰν τροφὰν ἐς λάθαν ἐμπεσόντας αὐτῶ παρα– 36429 4.7.65.42 : λαφθεὶς ὁ λόγος ἐπέρρωσέν τε καὶ κάμνοντας ἰάσατο καὶ 36430 4.7.65.43 : τὰν ἐκ τᾶς κακίας ἐνοικεῦσαν αὐτοῖς λάθαν ἐκβαλὼν τὰν 36431 4.7.65.44 : μνάμαν ἐσῴκισεν, ἐξ ἇς ἀπετέχθη ἁ καλεομένα πειθώ· 36432 4.7.65.45 : καὶ τὰν ἀρχὰν ἐκ φαύλων σπερμάτων λαβοῦσα αὕτα τι 36433 4.7.65.46 : σπουδαῖον ἐφύη τὰν ἐπίγῃον οἰκεῦσα χώραν, ἐν ᾇ δι´ 36434 4.7.65.47 : ἀσθένῃαν τᾶς ἁμῶν φύσιος ὁ λόγος ἀνθρώποις ὁμιλέων 36435 4.7.65.48 : ἀναπλαροῖ τὰ τῶν διὰ κακίαν ὑστερούντων. 36436 4.7.66.1 : Ἐν ταὐτῷ. 36437 4.7.66.2 : Ἅπερ ἱερὰν καὶ θείαν ἔχων ἔννοιαν τῷ ὄντι βασι– 36438 4.7.66.3 : λεὺς εἴη· τᾷδε γὰρ πεπεισμένος ἀγαθῶν μὲν πάντων 36439 4.7.66.4 : αἴτιος ἐσσεῖται, κακῶν δὲ οὐδενός. οὐ μὰν ἀλλ´ ὅτι γε 36440 4.7.66.5 : δίκαιος ἐσσεῖται κοινωνικὸς ὢν παντί τῳ δᾶλον· ἰσότατι 36441 4.7.66.6 : γὰρ ἁ κοινωνία, καὶ ἐν τᾷ ταύτας ἀποδιανομᾷ ἐξάρχει 36442 4.7.66.7 : μὲν ἁ δικαιοσύνα, μετέχει δ´ ἁ κοινωνία· οὐ γὰρ δυνα– 36443 4.7.66.8 : τὸν ἄδικον μὲν ἦμεν, μεταδιδόμεν δὲ ἰσότατος, ἢ μετα– 36444 4.7.66.9 : διδόμεν 〈μὲν〉 ἰσότατος, μὴ κοινωνικὸν δὲ ἦμεν. ἐγκρατέα 36445 4.7.66.10 : δὲ πῶς οὐκ ἂν ὑπολάβοι τις τὸν αὐτάρκη; ἁ γὰρ πολυ– 36446 4.7.66.11 : τέλῃα μάτηρ τᾶς ἀκρασίας, αὕτα δὲ τᾶς ὕβριος, ἐξ ἇς 36447 4.7.66.12 : τῶν ἐν ἀνθρώποις κακῶν τὰ πολλά. ἁ δ´ αὐτάρκῃα οὐδ´ 36448 4.7.66.13 : ἂν τέκοι πολυτέλῃαν οὔτε τὰ ἀπ´ αὐτᾶς· ἀλλὰ αὐτά τις 36449 4.7.66.14 : οὖσα ἀρχὰ πάντα μὲν ἄγοι, ἄγοιτο δ´ ἂν ὑπ´ οὐδενός. 36450 4.7.66.15 : ὅπερ ἔντι μὲν τῷ θεῷ, ἔντι 〈δὲ〉 καὶ τῷ βασιλεῖ, αὐτῷ 36451 4.7.66.16 : μὲν ἄρχεν (ἀφ´ ὧπερ καὶ ὁ αὐτάρκης καλέεται), ἄρχεσθαι 36452 4.7.66.17 : δ´ ὑπ´ οὐδενός· ταῦτα δ´ ὅτι μὲν φρονάσιος χωρὶς οὐκ 36453 4.7.66.18 : ἂν γένοιτο, δᾶλον, ὅτι δ´ ἁ τῶ κόσμω φρόνασις ὁ θεός 36454 4.7.66.19 : ἐντι, φανερόν· συνέχεται γὰρ εὐκοσμίᾳ τε καὶ τάξει τᾷ 36455 4.7.66.20 : δεούσᾳ· νόω δὲ χωρὶς οὐκ ἂν αὐτὰ γενοίατο. οὐδ´ ὁ 36456 4.7.66.21 : βασιλεὺς δὴ χωρὶς φρονάσιος ταύτας ἂν ἔχοι τὰς ἀρε– 36457 4.7.66.22 : τάς, δικαιοσύναν φαμὶ καὶ ἐγκράτῃαν καὶ κοινωνίαν καὶ 36458 4.7.66.23 : ὅσα τούτων ἀδελφά. 36459 4.7.67.1 : Μουσωνίου ἐκ τοῦ Ὅτι φιλοσοφητέον καὶ τοῖς βα– 36460 4.7.67.2 : σιλεῦσιν (Mus. rel. p. 32 H.). 36461 4.7.67.3 : Εἰσελθόντος δέ ποτε ὡς αὐτὸν τῶν βασιλέων τινὸς 36462 4.7.67.4 : τῶν ἀπὸ τῆς Συρίας, ἦσαν γὰρ ἔτι τότε ἐν Συρίᾳ βασι– 36463 4.7.67.5 : λεῖς Ῥωμαίων ὑπήκοοι, ἄλλα τε πολλὰ εἶπε πρὸς τὸν 36464 4.7.67.6 : ἄνδρα καὶ δὴ καὶ ταῦτα. Μὴ οἴου, ἔφη, ἄλλῳ τινὶ μᾶλ– 36465 4.7.67.7 : λον προσήκειν φιλοσοφεῖν ἢ σοί, μηδ´ ἄλλου του χάριν 36466 4.7.67.8 : μᾶλλον ἢ ὅτι βασιλεὺς τυγχάνεις ὤν. δεῖ μὲν γὰρ δήπου 36467 4.7.67.9 : δύνασθαι τὸν βασιλέα σῴζειν ἀνθρώπους καὶ εὐεργετεῖν· 36468 4.7.67.10 : τὸν δέ γε σώσοντα καὶ εὐεργετήσοντα χρὴ ἐπίστασθαι, 36469 4.7.67.11 : τί μὲν ἀγαθὸν ἀνθρώπῳ τί δὲ κακόν, καὶ τί μὲν ὠφέλι– 36470 4.7.67.12 : μον τί δὲ βλαβερόν, καὶ συμφέρον γε καὶ ἀσύμφορον· εἴ 36471 4.7.67.13 : γε ἀπόλλυνται μὲν οἱ περιπίπτοντες τοῖς κακοῖς, σῴζον– 36472 4.7.67.14 : ται δὲ οἱ τυγχάνοντες τῶν ἀγαθῶν, καὶ εὐεργετοῦνται 36473 4.7.67.15 : μὲν οἱ ἀξιούμενοι τῶν ὠφελίμων καὶ συμφερόντων, κακο– 36474 4.7.67.16 : ποιοῦνται δὲ οἱ ἐμβαλλόμενοι τοῖς ἀσυμφόροις καὶ βλα– 36475 4.7.67.17 : βεροῖς. ἀγαθὸν μέντοι καὶ κακὸν ἢ συμφέρον καὶ ἀσύμ– 36476 4.7.67.18 : φορον ἢ ὠφέλιμον καὶ βλαβερὸν οὐκ ἄλλου του διαγι– 36477 4.7.67.19 : νώσκειν ἢ τοῦ φιλοσόφου ἐστίν, ὃς αὐτὸ τοῦτο διατελεῖ 36478 4.7.67.20 : πραγματευόμενος, ὅπως μηδὲ ἓν τούτων ἀγνοήσει, καὶ 36479 4.7.67.21 : τέχνην πεποίηται ταύτην εἰδέναι τί φέρει πρὸς ἀνθρώ– 36480 4.7.67.22 : που εὐδαιμονίαν ἢ κακοδαιμονίαν. διὸ φαίνεται δεῖν τὸν 36481 4.7.67.23 : βασιλέα φιλοσοφεῖν. καὶ μὴν προσήκει μὲν τῷ βασιλεῖ, 36482 4.7.67.24 : μᾶλλον δ´ ἀνάγκη ἐστὶν αὐτῷ, τὰ δίκαια βραβεύειν τοῖς 36483 4.7.67.25 : ὑπηκόοις, ὡς μήτε πλέον ἔχειν μήτε ἐλαττοῦσθαι μηδένα 36484 4.7.67.26 : παρὰ τὴν ἀξίαν, ἀλλὰ καὶ τιμῆς καὶ τιμωρίας τυγχάνειν 36485 4.7.67.27 : τοὺς ἀξίους. ταῦτα δὲ πῶς ποτε δυνηθείη ἄν τις δίκαιος 36486 4.7.67.28 : οὐκ ὤν; δίκαιος δὲ πῶς ἂν εἴη τις μὴ ἐπιστάμενος δι– 36487 4.7.67.29 : καιοσύνην, ὁποῖόν τι ἐστίν; πάλιν οὖν καὶ ταύτῃ φιλο– 36488 4.7.67.30 : σοφητέον τῷ βασιλεῖ, ὅτι δικαιοσύνην καὶ τὸ δίκαιον οὐκ 36489 4.7.67.31 : ἂν ἄλλως φαίνοιτο γνούς, εἰ μὴ φιλοσοφήσειεν. οὐ γὰρ 36490 4.7.67.32 : οὔθ´ ὡς οὐχ ὁ μαθὼν μᾶλλον εἰδήσει τὰ δίκαια τοῦ μὴ 36491 4.7.67.33 : μαθόντος ἔστιν εἰπεῖν, οὔθ´ ὡς οὐκ ἀμαθεῖς εἰσι τῶν 36492 4.7.67.34 : τοιούτων πάντες οἱ μὴ φιλοσοφήσαντες. στασιάζουσι 36493 4.7.67.35 : γοῦν καὶ πολεμοῦσι περὶ τῶν δικαίων πρὸς ἀλλήλους, 36494 4.7.67.36 : οἱ μὲν ταῦτα φάσκοντες οἱ δὲ ἐκεῖνα δικαιότερα εἶναι. 36495 4.7.67.37 : καίτοι περί γε ὧν ἐπίστανται ἄνθρωποι, περὶ τούτων 36496 4.7.67.38 : οὐ διαφέρονται· οὔτε περὶ λευκῶν ἢ μελάνων, ἢ θερμῶν 36497 4.7.67.39 : ἢ ψυχρῶν, οὔτε περὶ μαλακῶν ἢ σκληρῶν· ἀλλὰ κατὰ τὰ 36498 4.7.67.40 : αὐτὰ περὶ τούτων ἅπαντες φρονοῦσί τε καὶ λέγουσιν· 36499 4.7.67.41 : ὥστε καὶ περὶ τῶν δικαίων ὡμονόουν ἂν παραπλησίως, 36500 4.7.67.42 : εἴπερ ᾔδεσαν ἅ τινα ἐστίν· ἐν ᾧ δ´ οὐχ ὁμονοοῦσιν, 36501 4.7.67.43 : ἀγνοοῦντες φαίνονται. καὶ οὐδὲ σὺ ταύτης ἐκτὸς εἶ τῆς 36502 4.7.67.44 : ἀγνοίας, ὡς ἐγὼ δοκῶ· ὅθεν ἐπιμελητέον σοι τῆς γνώ– 36503 4.7.67.45 : σεως μᾶλλον ἢ ἄλλῳ ὁτῳοῦν, καὶ τοσούτῳ γε μᾶλλον 36504 4.7.67.46 : 〈ὅσῳ περ〉 αἴσχιον ἀνδρὶ βασιλεῖ ἢ ἰδιώτῃ εἶναι ἐν ἀγ– 36505 4.7.67.47 : νοίᾳ δικαιοσύνης. 36506 4.7.67.48 : Ἔτι τοίνυν δεῖ μὲν τὸν βασιλέα σωφρονεῖν αὐτόν, 36507 4.7.67.49 : δεῖ δὲ τοὺς ὑπηκόους σωφρονίζειν, ἵν´ ὁ μὲν ἄρχῃ σωφρό– 36508 4.7.67.50 : νως, οἱ δ´ ἄρχωνται κοσμίως, μηδέτεροι δὲ τρυφῶσι· 36509 4.7.67.51 : λυμαντικὸν γὰρ ἄρχοντός τε καὶ ἰδιώτου παντὸς ἡ τρυφή. 36510 4.7.67.52 : πῶς δ´ ἂν ἢ αὐτὸς σωφρονήσειέ τις μὴ μελετήσας κρα– 36511 4.7.67.53 : τεῖν τῶν ἐπιθυμιῶν, ἢ ἀκόλαστος ὢν ἄλλους ποιήσειε 36512 4.7.67.54 : σώφρονας; τίς μέντοι ἐπιστήμη πρὸς σωφροσύνην ἄγει 36513 4.7.67.55 : πλὴν φιλοσοφίας, οὐκ ἔστιν εἰπεῖν· αὕτη γὰρ διδάσκει. 36514 4.7.67.56 : μὲν ἐπάνω ἡδονῆς εἶναι, διδάσκει δ´ ἐπάνω πλεονεξίας, 36515 4.7.67.57 : διδάσκει δὲ ἀγαπᾶν εὐτέλειαν, διδάσκει δὲ φεύγειν πολυ– 36516 4.7.67.58 : τέλειαν, ἐθίζει δ´ αἰδῶ ἔχειν, ἐθίζει δὲ γλώττης κρατεῖν, 36517 4.7.67.59 : τάξιν δὲ καὶ κόσμον καὶ εὐσχημοσύνην περιποιεῖ καὶ 36518 4.7.67.60 : ὅλως τὸ ἐν κινήσει καὶ σχέσει πρέπον. ταῦτα δὲ ἀνθρώ– 36519 4.7.67.61 : πῳ προσόντα παρέχεται σεμνὸν καὶ σώφρονα αὐτόν. καὶ 36520 4.7.67.62 : δὴ καὶ βασιλεύς, ὅτῳ ὑπάρχει ταῦτα, μάλιστα ἂν εἴη 36521 4.7.67.63 : θεοπρεπής τε καὶ αἰδοῦς ἄξιος. τό γε μὴν ἄφοβον καὶ 36522 4.7.67.64 : ἀνέκπληκτον καὶ θαρσαλέον ἔστι μὲν ἀνδρείας ἔργον, πῶς 36523 4.7.67.65 : δ´ ἂν ἄλλως μᾶλλον ἀνθρώπῳ ὑπάρξειεν ἢ εἴ τις περὶ 36524 4.7.67.66 : θανάτου καὶ πόνου λάβοι πίστιν ἰσχυρὰν ὡς οὐ κακοῖν 36525 4.7.67.67 : ὄντοιν αὐτοῖν; ταῦτα γὰρ δὴ τὰ ἐξιστάντα καὶ φοβοῦντα 36526 4.7.67.68 : τοὺς ἀνθρώπους ἐστίν, ὅ τε θάνατος καὶ ὁ πόνος, ὅταν 36527 4.7.67.69 : ὡς περὶ κακῶν πεπεισμένοι ὦσιν αὐτῶν· μὴ κακὰ δ´ 36528 4.7.67.70 : εἶναι ταῦτα φιλοσοφία διδάσκει μόνη. ὥστ´ εἴπερ ἀν– 36529 4.7.67.71 : δρείαν κτητέον τοῖς βασιλεῦσι, κτητέον δὲ παντὸς 〈ὁτου–〉 36530 4.7.67.72 : οῦν ἑτέρου μᾶλλον, ἐπιμελητέον τοῦ φιλοσοφεῖν αὐτοῖς, 36531 4.7.67.73 : ὡς οὐκ ἂν ἑτέρως ἀνδρείοις γενομένοις. καὶ δὴ βασιλι– 36532 4.7.67.74 : κὸν μέν, εἴ τι ἄλλο, καὶ τὸ ἀήττητον ἐν λόγῳ εἶναι καὶ 36533 4.7.67.75 : δύνασθαι κρατεῖν ὥσπερ ὅπλοις τῶν μαχομένων, οὕτω 36534 4.7.67.76 : λόγοις 〈τῶν〉 διαλεγομένων· ὡς ἄν γε ταύτῃ ἀσθενήσωσιν 36535 4.7.67.77 : οἱ βασιλεῖς, ἀνάγκη πολλάκις περιάγεσθαι αὐτοὺς καὶ 36536 4.7.67.78 : βιάζεσθαι τὰ ψευδῆ ὡς ἀληθῆ προσίεσθαι, ὅπερ ἀφρο– 36537 4.7.67.79 : σύνης ἔργον καὶ ἀμαθίας τῆς ἐσχάτης. φιλοσοφία δ´ οὐκ 36538 4.7.67.80 : οἶδ´ εἴ τι μᾶλλον ἢ τοῦτο παρέχειν τοῖς μετιοῦσιν αὐτὴν 36539 4.7.67.81 : πέφυκεν, ὥστε περιεῖναι λόγῳ τῶν πλησίον καὶ τὰ ψευδῆ 36540 4.7.67.82 : διακρίνειν ἀπὸ τῶν ἀληθῶν καὶ τὰ μὲν ἐλέγχειν τὰ δὲ 36541 4.7.67.83 : βεβαιοῦν. οἱ γοῦν ῥήτορες, ὁπόταν ἔλθωσιν εἰς ταὐτὸ 36542 4.7.67.84 : τοῖς φιλοσόφοις καὶ διδῶσι καὶ λαμβάνωσι λόγον, ἔστιν 36543 4.7.67.85 : ὁρᾶν αὐτοὺς συγκρουομένους ἀπορουμένους, ἐναντία λέ– 36544 4.7.67.86 : γειν αὑτοῖς ἀναγκαζομένους· καίτοι ὁπόταν οἱ ῥήτορες, 36545 4.7.67.87 : οἱ τοῦτο πεποιημένοι ἔργον λόγους μελετᾶν, ἀσθενέστεροι 36546 4.7.67.88 : περὶ λόγους ἁλίσκωνται τῶν φιλοσόφων ὄντες, τί χρὴ 36547 4.7.67.89 : τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους ὑπολαμβάνειν; ὅθεν εἴ τινι ὄντι 36548 4.7.67.90 : βασιλεῖ ἔστιν ἐπιθυμία τοῦ ἐν λόγῳ κράτους, φιλοσοφη– 36549 4.7.67.91 : τέον αὐτῷ, ἵνα μὴ δεδίῃ μηδὲ ταύτῃ μηδένα ὡς περι– 36550 4.7.67.92 : γενησόμενον αὐτοῦ, δέον ἁπανταχοῦ ἀδεῆ εἶναι τὸν βα– 36551 4.7.67.93 : σιλέα καὶ θαρραλέον καὶ ἀήττητον. 36552 4.7.67.94 : Καθόλου δὲ τὸν μὲν βασιλέα τὸν ἀγαθὸν ἀνάγκη 36553 4.7.67.95 : πᾶσα καὶ λόγῳ καὶ ἔργῳ εἶναι ἀναμάρτητον καὶ τέλειον· 36554 4.7.67.96 : εἴ περ δεῖ αὐτόν, ὥσπερ ἐδόκει τοῖς παλαιοῖς, νόμον ἔμ– 36555 4.7.67.97 : ψυχον εἶναι, εὐνομίαν μὲν καὶ ὁμόνοιαν μηχανώμενον, 36556 4.7.67.98 : ἀνομίαν δὲ καὶ στάσιν ἀπείργοντα, ζηλωτὴν δὲ τοῦ Διὸς 36557 4.7.67.99 : ὄντα καὶ πατέρα τῶν ἀρχομένων, ὥσπερ ἐκεῖνον. τοι– 36558 4.7.67.100 : οῦτος δὲ πῶς ἂν εἴη τις μὴ φύσει τε διαφερούσῃ κεχρη– 36559 4.7.67.101 : μένος παιδείαν τε τὴν ἀρίστην πεπαιδευμένος ἀρετάς τε 36560 4.7.67.102 : ἁπάσας ἔχων, ὅσαι περ ἀνθρώπῳ προσήκουσιν; εἰ μὲν 36561 4.7.67.103 : οὖν καὶ ἑτέρα ἐπιστήμη ἐστὶν ἡ ποδηγοῦσα πρὸς ἀρετὴν 36562 4.7.67.104 : ἀνθρώπου φύσιν καὶ ἀσκεῖν καὶ μετιέναι τὰ καλὰ διδά– 36563 4.7.67.105 : σκουσα, παραβλητέον ἂν εἴη καὶ συγκριτέον, εἴτε ἐκείνη 36564 4.7.67.106 : εἴτε φιλοσοφία κρείττων καὶ ἀποχρῶσα μᾶλλον ἀγαθὸν 36565 4.7.67.107 : ἀποδεῖξαι βασιλέα· καὶ τῇ κρείττονι χρῷτ´ ἂν εἰκότως 36566 4.7.67.108 : ὁ βασιλεὺς βουλόμενός γε δὴ εἶναι ἀγαθός. εἰ δ´ ἄλλη 36567 4.7.67.109 : μὲν οὐδ´ ὑπισχνεῖται τέχνη οὐδεμία παράδοσιν καὶ δι– 36568 4.7.67.110 : δασκαλίαν ἀρετῆς, 〈ἀλλ´ εἰσὶν〉 αἱ μὲν περὶ τὸ σῶμα τὸ 36569 4.7.67.111 : ἀνθρώπινον καὶ τὰ τούτῳ χρήσιμα πραγματευόμεναι μό– 36570 4.7.67.112 : νον, ὅσαι δὲ τῆς ψυχῆς ἐφάπτονται, πάντα σκοπούμεναι 36571 4.7.67.113 : μᾶλλον, ἢ ὅθεν αὕτη σωφρονήσει· μόνη δὲ φιλοσοφία 36572 4.7.67.114 : τοῦτο σκοπεῖται καὶ τοῦτο μηχανᾶται, πῶς 〈ἂν〉 ὁ ἄν– 36573 4.7.67.115 : θρωπος κακίαν μὲν ἐκφύγοι, κτήσαιτο δὲ ἀρετήν—εἰ ταῦτα 36574 4.7.67.116 : ταύτῃ ἔχει, τί ἂν ἄλλο εἴη βασιλεῖ τῷ γε ἀγαθῷ εἶναι 36575 4.7.67.117 : βουλομένῳ προυργιαίτερον τοῦ φιλοσοφεῖν; μᾶλλον δὲ 36576 4.7.67.118 : πῶς καὶ τίνα τρόπον δύναιτο ἄν τις βασιλεῦσαι ἢ βιῶναι 36577 4.7.67.119 : καλῶς, εἰ μὴ φιλοσοφήσειεν, ἐγὼ μὲν οἶμαι τὸν βασιλέα 36578 4.7.67.120 : τὸν ἀγαθὸν εὐθὺς καὶ φιλόσοφον ἐξ ἀνάγκης εἶναι καὶ 36579 4.7.67.121 : τόν γε φιλόσοφον εὐθὺς καὶ βασιλικὸν εἶναι. 36580 4.7.67.122 : Πρῶτον δὲ τὸ πρότερον θεασώμεθα. ἆρ´ ἔσθ´ ὅπως 36581 4.7.67.123 : βασιλεὺς ἀγαθὸς εἴη τις ἂν μὴ ἄνθρωπος ἀγαθὸς ὤν; 36582 4.7.67.124 : οὐκ ἔστιν εἰπεῖν. ἀγαθὸς δέ τις ἀνὴρ ὢν οὐ καὶ φιλό– 36583 4.7.67.125 : σοφος εἴη ἄν; νὴ Δία, εἰ τὸ φιλοσοφεῖν καλοκαγαθίας 36584 4.7.67.126 : ἐπιτήδευσίς ἐστιν. ὥσθ´ ὁ βασιλεὺς ὁ ἀγαθὸς ἐξ ἀνάγ– 36585 4.7.67.127 : κης εὐθὺς καὶ φιλόσοφος εὑρίσκεται ὤν. καὶ μὴν ὅ γε 36586 4.7.67.128 : φιλόσοφος ὅτι πάντως καὶ βασιλικός, οὕτως ἂν μάθοις. 36587 4.7.67.129 : τοῦ γὰρ βασιλικοῦ δήπου ἐστὶ τὸ δύνασθαι καλῶς ἐπι– 36588 4.7.67.130 : τροπεύειν ἔθνη καὶ πόλεις καὶ εἶναι ἄξιον ἀνθρώπων 36589 4.7.67.131 : ἄρχειν. τίς δ´ ἂν ἢ ἱκανώτερος εἴη πόλεως προστάτης 36590 4.7.67.132 : ἢ ἀξιώτερος ἀνθρώπων ἄρχειν τοῦ φιλοσόφου; ᾧ γε 36591 4.7.67.133 : προσήκει (ἄν περ ᾖ ἀληθῶς φιλόσοφος) εἶναι φρονίμῳ 36592 4.7.67.134 : σώφρονι μεγαλόφρονι, τῶν δικαίων κριτικῷ καὶ τῶν πρε– 36593 4.7.67.135 : πόντων, καταπρακτικῷ τῶν νοηθέντων, καρτερικῷ τῶν 36594 4.7.67.136 : ἐπιπόνων· πρὸς δὲ τούτοις θαρραλέος ἀδεὴς ὑποστατικὸς 36595 4.7.67.137 : τῶν δοκούντων δεινῶν εἴη ἄν, ἔτι δὲ εὐεργετικὸς χρηστὸς 36596 4.7.67.138 : φιλάνθρωπος. τοῦ δὲ τοιούτου τίς ἂν εὑρεθείη ἄρχειν 36597 4.7.67.139 : ἐπιτηδειότερος ἢ δυνατώτερος; οὐδείς. ἂν δὲ μὴ ἔχῃ 36598 4.7.67.140 : πολλοὺς τοὺς ὑπακούοντας καὶ πειθομένους αὐτῷ, οὔπω 36599 4.7.67.141 : διὰ τοῦτο τοῦ βασιλικὸς εἶναι ἐστέρηται· ἐξαρκεῖ γὰρ καὶ 36600 4.7.67.142 : τὸ τῶν φίλων ἄρχειν τῶν ὑπαρχόντων ἢ γυναικός τε καὶ 36601 4.7.67.143 : παίδων, ἢ καὶ νὴ Δία αὐτὸν αὑτοῦ μόνον. καὶ γὰρ 36602 4.7.67.144 : ἰατρὸς οὐδὲν ἧττον τοῦ θεραπεύοντος πολλοὺς ὁ θερα– 36603 4.7.67.145 : πεύων ὀλίγους, εἴ γε ἔχει τὴν ἐμπειρίαν τὴν ἰατρικήν· 36604 4.7.67.146 : καὶ μουσικὸς οὐδὲν ἧττον τοῦ διδάσκοντος πολλοὺς ὁ δι– 36605 4.7.67.147 : δάσκων ὀλίγους, εἴ γε ἔχει τὴν μουσικήν· καὶ ἱππικὸς 36606 4.7.67.148 : ὁμοίως τῷ χρωμένῳ πολλοῖς ἵπποις ὁ χρώμενος ἑνὶ ἢ 36607 4.7.67.149 : δυοῖν, ἄν γε ἐπιστήμων τῆς ἱππικῆς ᾖ· καὶ δὴ καὶ βα– 36608 4.7.67.150 : σιλικὸς παραπλησίως τῷ κεκτημένῳ πολλοὺς ὑπηκόους ὁ 36609 4.7.67.151 : ἔχων ἕνα ἢ δύο τοὺς πειθομένους αὐτῷ, μόνον ἐχέτω τὴν 36610 4.7.67.152 : τοῦ βασιλεύειν ἐμπειρίαν· ὥστε καὶ βασιλικὸς εἴη ἄν. 36611 4.7.67.153 : διὰ τοῦτό μοι δοκεῖ καὶ Σωκράτης τὴν φιλοσοφίαν πολι– 36612 4.7.67.154 : τικήν τε καὶ βασιλικὴν ἐπιστήμην ὀνομάζειν, ὅτι ὁ ταύ– 36613 4.7.67.155 : την ἀναλαβὼν εὐθὺς πολιτικός ἐστι. Τοιαῦτα τοῦ Μου– 36614 4.7.67.156 : σωνίου εἰπόντος, ἡσθεὶς ὁ βασιλεὺς τοῖς λόγοις χάριν τε 36615 4.7.67.157 : ἔχειν ὡμολόγει τῶν εἰρημένων αὐτῷ, καὶ ἀντὶ τούτων, ἔφη, 36616 4.7.67.158 : αἴτησον ὅ τι βούλει με, οὐ γὰρ ἂν ἀντείποιμί σοι περὶ 36617 4.7.67.159 : οὐδενός. ὁ οὖν Μουσώνιος, αἰτῶ σε, ἔφη, τούτοις στοιχεῖν 36618 4.7.67.160 : καὶ ἕπεσθαι τοῖς λόγοις, οὓς ἐπαινεῖς· καὶ γὰρ ἐμοὶ οὕτω 36619 4.7.67.161 : χαριεῖ μάλιστα καὶ ὠφεληθήσῃ αὐτὸς οὐχ ἑτέρως μᾶλλον. 36620 4.7.68.1 : Ξενοφῶντος ἐν τῇ Κύρου παιδείᾳ αʹ (c. 6, 3). 36621 4.7.68.2 : Καὶ μὲν δή, ἔφη, ὦ πάτερ, ὁ Κῦρος, ὅπως ἂν ἵλεῳ 36622 4.7.68.3 : 〈οἱ〉 θεοὶ ὄντες ἡμῖν συμβουλεύειν ἐθέλωσιν, ὅσον δύνα– 36623 4.7.68.4 : μαι κατὰ τὸν σὸν λόγον διατελέσω ἐπιμελούμενος. μέμ– 36624 4.7.68.5 : νημαι γὰρ ἀκούσας ποτέ σου, ὅτι εἰκότως ἂν καὶ παρὰ 36625 4.7.68.6 : τῶν θεῶν πρακτικώτερος εἴη ὥσπερ καὶ παρ´ ἀνθρώπων 36626 4.7.68.7 : ὅστις μὴ ὁπότε ἐν ἀπόροις εἴη, τότε κολακεύοι, ἀλλ´ 36627 4.7.68.8 : ὅτε ἄριστα πράττοι, τότε μάλιστα τῶν θεῶν μεμνῇτο· 36628 4.7.68.9 : καὶ τῶν φίλων δ´ ἔφησθα χρῆναι ὡσαύτως οὕτως ἐπι– 36629 4.7.68.10 : μελεῖσθαι. Οὐκοῦν 〈νῦν〉, ἔφη, ὦ παῖ, δι´ ἐκείνας τὰς 36630 4.7.68.11 : ἐπιμελείας ἥδιον ἔρχῃ πρὸς τοὺς θεοὺς δεησόμενος, ἐλ– 36631 4.7.68.12 : πίζεις δὲ μᾶλλον τεύξεσθαι ὧν ἂν δέῃ, ὅτι ξυνειδέναι 36632 4.7.68.13 : ἑαυτῷ δοκεῖς οὐ πώποτε ἀμελήσας αὐτῶν; Πάνυ μὲν οὖν, 36633 4.7.68.14 : ὦ πάτερ, ὡς πρὸς φίλους μοι τοὺς θεοὺς ὄντας οὕτω 36634 4.7.68.15 : διάκειμαι. Τί γάρ, ἔφη, ὦ παῖ, ἐκεῖνα μέμνησαι ἅ ποτε 36635 4.7.68.16 : ἐδόκει ἡμῖν; ὁπόσα γὰρ δήπου δεδώκασιν ἡμῖν οἱ θεοὶ 36636 4.7.68.17 : μαθόντας ἀνθρώπους βέλτιον πράσσειν ἢ ἀνεπιστήμονας 36637 4.7.68.18 : αὐτῶν ὄντας καὶ ἐργαζομένους μᾶλλον ἀνύειν ἢ ἀργοῦν– 36638 4.7.68.19 : τας καὶ ἐπιμελομένους ἀσφαλέστερον ἂν διάγειν ἢ ἀφυ– 36639 4.7.68.20 : λακτοῦντας καὶ παρέχοντας ἑαυτοὺς οἵους δεῖ, οὕτως ἡμῖν 36640 4.7.68.21 : ἐδόκει δεῖν καὶ αἰτεῖσθαι τἀγαθὰ παρὰ τῶν θεῶν. Ναὶ 36641 4.7.68.22 : μὰ Δί´, ἔφη ὁ Κῦρος, ... καὶ γὰρ ἀνάγκη ἦν πείθεσθαι 36642 4.7.68.23 : τῷ λόγῳ τούτῳ· καὶ οἶδα προστιθέντα αὐτῷ, ὡς οὐδὲ 36643 4.7.68.24 : θέμις εἴη αἰτεῖσθαι παρὰ τῶν θεῶν οὔτε ἱππεύειν μὴ 36644 4.7.68.25 : μαθόντας ἱππομαχοῦντας νικᾶν, οὔτε μὴ ἐπισταμένους 36645 4.7.68.26 : τοξεύειν τοξεύοντας κρατεῖν τῶν ἐπισταμένων τοξεύειν, 36646 4.7.68.27 : οὔτε μὴ ἐπισταμένους κυβερνᾶν σῴζειν εὔχεσθαι ναῦν 36647 4.7.68.28 : κυβερνῶντας, οὔτε μὴ σπείραντάς γε σῖτον εὔχεσθαι κα– 36648 4.7.68.29 : λὸν αὐτοῖς σῖτον φύεσθαι, οὐδὲ μὴ φυλασσομένους γε ἐν 36649 4.7.68.30 : πολέμῳ σωτηρίαν αἰτεῖσθαι· παρὰ γὰρ τοὺς τῶν θεῶν 36650 4.7.68.31 : θεσμοὺς ταῦτα καὶ τὰ τοιαῦτα πάντα εἶναι· τοὺς δὲ 36651 4.7.68.32 : ἀθέμιστα εὐχομένους ὁμοίως ἔφησθα εἰκὸς εἶναι παρὰ 36652 4.7.68.33 : θεῶν ἀτυχεῖν ὥσπερ καὶ παρ´ ἀνθρώπων ἀπρακτεῖν τοὺς 36653 4.7.68.34 : παράνομα δεομένους. 36654 4.7.69.1 : Ἐν ταὐτῷ (ibid. c. 6, 8). 36655 4.7.69.2 : Καὶ τοῦτό σου λέγοντος, συνεδόκει καὶ ἐμοὶ ὑπερ– 36656 4.7.69.3 : μέγεθες ἔργον εἶναι τὸ καλῶς ἄρχειν· καὶ νῦν, ἔφη, ταῦτά 36657 4.7.69.4 : μοι δοκεῖ, ὅταν πρὸς αὐτὸ τὸ ἄρχειν σκοπῶν λογίζωμαι. 36658 4.7.69.5 : ὅταν μέντοι πρὸς ἄλλους ἀνθρώπους ἰδὼν κατανοήσω 36659 4.7.69.6 : ἀρξάμενος ἀπὸ τῶν ἡμετέρων φίλων τούτων ἡγουμένους 36660 4.7.69.7 : δεῖν τὸν ἄρχοντα τῶν ἀρχομένων διαφέρειν τῷ πολυ– 36661 4.7.69.8 : τελέστερον δειπνεῖν καὶ πλεῖον ἔχειν ἔνδον χρυσίον καὶ 36662 4.7.69.9 : πλείονα χρόνον καθεύδειν καὶ πάντα ἀπονώτερον τῶν 36663 4.7.69.10 : ἀρχομένων διάγειν. ἐγὼ δ´ οἴομαι, ἔφη, τὸν ἄρχοντα οὐ 36664 4.7.69.11 : τῷ ῥᾳδιουργεῖν χρῆναι διαφέρειν τῶν ἀρχομένων, ἀλλὰ 36665 4.7.69.12 : τῷ προνοεῖν καὶ φιλοπονεῖν. 36666 4.7.70.1 : Ἐν ταὐτῷ (ib. c. 6, 10). 36667 4.7.70.2 : Ἐρωτᾷς, ἔφη, τοῦτο, ὦ παῖ, εἴ τις ἀπὸ σοῦ πόρος 36668 4.7.70.3 : προσγένοιτο. Ἀπὸ τίνος δὲ μᾶλλον εἰκὸς πόρον γενέσθαι 36669 4.7.70.4 : ἢ ἀπὸ τοῦ δύναμιν ἔχοντος; 36670 4.7.71.1 : Ἐν ταὐτῷ (ib. c. 6, 10). 36671 4.7.71.2 : Τόδε δὲ πάντων μαλιστά μοι μέμνησο μηδέποτ´ 36672 4.7.71.3 : ἀναμένειν πορίζεσθαι τὰ ἐπιτήδεια, ἔστ´ ἂν ἡ χρεία σε 36673 4.7.71.4 : ἀναγκάσῃ· ἀλλ´ ὅταν μάλιστα εὐπορῇς, τότε πρὸ τῆς ἀπο– 36674 4.7.71.5 : ρίας μᾶλλον μηχανῶ. καὶ γὰρ τεύξει μᾶλλον παρ´ ὧν 36675 4.7.71.6 : ἂν δέῃ μὴ ἀπορεῖν δοκῶν, καὶ ἀναίτιος ἔσῃ παρὰ τοῖς 36676 4.7.71.7 : σαυτοῦ στρατιώταις· ἐκ τούτου δὲ μάλιστα καὶ ὑπὸ τῶν 36677 4.7.71.8 : ἄλλων αἰδοῦς τεύξῃ, καὶ ἐάν τινα βούλῃ τῇ δυνάμει ἢ 36678 4.7.71.9 : εὖ ποιῆσαι ἢ κακῶς, μᾶλλον ὑπηρετήσουσιν οἱ στρατιῶται 36679 4.7.71.10 : ἔχοντες τὰ δέοντα· καὶ πιστικωτάτους δὲ λόγους σάφ´ 36680 4.7.71.11 : ἴσθι τότε δυνήσῃ λέγειν, ὅταν περ καὶ ἐνδείκνυσθαι 36681 4.7.71.12 : μάλιστα δύνῃ ποιεῖν ἱκανὸς ὢν καὶ εὖ καὶ κακῶς. 36682 4.7.72.1 : Ἐν ταὐτῷ (ib. c. 6, 14). 36683 4.7.72.2 : Τὸ τέλος δή με ἐπήρου, τί ποτε διδάσκων στρατη– 36684 4.7.72.3 : γίαν φαίη με διδάσκειν. κἀγὼ δὴ ἐνταῦθα ἀπεκρινάμην 36685 4.7.72.4 : ὅτι τὰ τακτικά. καὶ σὺ γελάσας διῆλθές μοι παρατιθεὶς 36686 4.7.72.5 : ἕκαστον τί εἴη ὄφελος στρατηγίᾳ τακτικῶν ἄνευ τῶν ἐπι– 36687 4.7.72.6 : τηδείων, τί δὲ ἄνευ τοῦ ὑγιαίνειν, τί δὲ ἄνευ τοῦ ἐπίστα– 36688 4.7.72.7 : σθαι τὰς εὑρημένας εἰς πόλεμον τέχνας, τί δὲ ἄνευ τοῦ 36689 4.7.72.8 : πείθεσθαι. ὡς δὲ καταφανὲς ἐποίησας ὅτι μικρόν τι 36690 4.7.72.9 : μέρος εἴη στρατηγίας τὰ τακτικά, ἐπηρόμην, εἴ τι τού– 36691 4.7.72.10 : των σύ με διδάξαι ἱκανὸς εἴης. 36692 4.7.73.1 : Ἐν ταὐτῷ (ibid. c. 6, 17–19). 36693 4.7.73.2 : Δεῖ γὰρ δήπου στρατιάν, εἰ μέλλει πράξειν τὰ δέ– 36694 4.7.73.3 : οντα, μήποτε παύεσθαι τοῖς πολεμίοις κακὰ πορσύνουσαν 36695 4.7.73.4 : ἢ αὑτοῖς ἀγαθά· ὡς χαλεπὸν μὲν καὶ ἕνα ἄνθρωπον ἀρ– 36696 4.7.73.5 : γὸν τρέφεσθαι, πολὺ δ´ ἔτι, ὦ παῖ, χαλεπώτερον οἶκον 36697 4.7.73.6 : ὅλον, πάντων δὲ χαλεπώτατον στρατιὰν ἀργὴν τρέφειν, 36698 4.7.73.7 : πλεῖστά τε γὰρ ἐσθίει στρατιὰ καὶ ἀπ´ ἐλαχίστων ὁρ– 36699 4.7.73.8 : μώμενα καὶ οἷς ἂν λάβῃ δαψιλέστατα χρωμένη· ὥστε 36700 4.7.73.9 : οὐδέποτε προσήκει στρατιὰν ἀργεῖν. Λέγεις σύ, ἔφη, ὦ 36701 4.7.73.10 : πάτερ, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ, ὥσπερ οὐδὲ γεωργοῦ ἀργοῦ οὐδὲν 36702 4.7.73.11 : ὄφελος, οὕτως οὐδὲ στρατηγοῦ ἀργοῦ οὐδὲν ὄφελος εἶναι. 36703 4.7.73.12 : Τὸν δέ γε ἐργάτην στρατηγόν, ἔφη, ἀναδέχομαι, ἢν μή 36704 4.7.73.13 : τις θεὸς βλάπτῃ, ἅμα καὶ τὰ ἐπιτήδεια μάλιστα ἔχον– 36705 4.7.73.14 : τας τοὺς στρατιώτας ἀποδείξειν καὶ τὰ σώματα ἄριστα 36706 4.7.73.15 : ἔχοντας παρασκευάσειν. Ἀλλὰ μέντοι τό γε μελετᾶσθαι, 36707 4.7.73.16 : ἔφη, ἕκαστα τῶν πολεμίων ἔργων, ἀγῶνας ἄν τίς μοι 36708 4.7.73.17 : δοκεῖ, ὦ πάτερ, προειπὼν ἑκάστοις καὶ ἆθλα προτιθεὶς 36709 4.7.73.18 : μάλιστα ποιεῖν ἀσκεῖσθαι ἕκαστα, ὥστε ὁπότε δέοιτο 36710 4.7.73.19 : ἔχειν ἂν παρεσκευασμένοις χρῆσθαι. Κάλλιστα λέγεις, 36711 4.7.73.20 : ὦ παῖ, ἔφη· τοῦτο γὰρ ποιήσας, σάφ´ ἴσθι, ὥσπερ χο– 36712 4.7.73.21 : ροὺς τὰς τάξεις ἀεὶ τὰ προσήκοντα μελετώσας θεάσῃ. 36713 4.7.73.22 : Ἀλλὰ μήν, ἔφη ὁ Κῦρος, τό γ´ εὐθυμίαν ἐμβαλεῖν τοῖς 36714 4.7.73.23 : στρατιώταις οὐδέν μοι δοκεῖ ἱκανώτερον εἶναι ἢ τὸ δύ– 36715 4.7.73.24 : νασθαι ἐλπίδας ἀγαθὰς ἐμποιεῖν ἀνθρώποις. Ἀλλὰ μήν, 36716 4.7.73.25 : ἔφη, ὦ παῖ, τοῦτό γε τοιοῦτόν ἐστιν οἷόν περ εἴ τις 36717 4.7.73.26 : κύνας ἐν θήρᾳ ἀνακαλοῖτο ἀεὶ τῇ κλήσει οἵᾳπερ ὅταν 36718 4.7.73.27 : 〈τὸ〉 θηρίον ὁρᾷ. τὸ μὲν γὰρ πρῶτον προθύμως οἶδ´ 36719 4.7.73.28 : ὅτι ἔχει ὑπακουούσας, ἂν δὲ πολλάκις ψεύδηται αὐτάς, 36720 4.7.73.29 : τελευτῶσαι οὐδ´ ὁπόταν ἀληθῶς ὁρῶν καλῇ πείθονται 36721 4.7.73.30 : αὐτῷ. οὕτω καὶ τὸ περὶ τῶν ἐλπίδων ἔχει· ἢν πολλάκις 36722 4.7.73.31 : προσδοκίας ἀγαθῶν ἐμβάλλων ψεύδηταί τις, τελευτῶν 36723 4.7.73.32 : οὐδ´ ὁπόταν ἀληθεῖς ἐλπίδας λέγῃ ὁ τοιοῦτος πείθειν 36724 4.7.73.33 : δύναται. ἀλλὰ τοῦ μὲν αὐτὸν λέγειν ἃ μὴ σαφῶς εἰδείη 36725 4.7.73.34 : φείδεσθαι δεῖ, ὦ παῖ· τὴν δὲ αὑτοῦ παρόρμησιν εἰς τοὺς 36726 4.7.73.35 : μεγίστους κινδύνους δεῖ ὡς μάλιστα ἐν πίστει διασῴζειν. 36727 4.7.74.1 : Ἐν ταὐτῷ (ibid. c. 6, 20–21). 36728 4.7.74.2 : Νόμοι δὲ δοκοῦσί μοι οἱ πολλοὶ ταῦτα δύο μάλιστα 36729 4.7.74.3 : διδάσκειν, ἄρχειν τε καὶ ἄρχεσθαι. καὶ τοίνυν κατανοῶν 36730 4.7.74.4 : περὶ τούτων ἐν πᾶσιν ὁρᾶν μοι δοκῶ τὸ προτρέπον πεί– 36731 4.7.74.5 : θεσθαι μάλιστα ὂν τὸ τὸν μὲν πειθόμενον ἐπαινεῖν τε 36732 4.7.74.6 : καὶ τιμᾶν, τὸν δὲ ἀπειθοῦντα ἀτιμάζειν τε καὶ κολάζειν. 36733 4.7.74.7 : Καὶ ἐπὶ μέν γε τὸ ἀνάγκῃ πείθεσθαι, ἔφη, αὕτη ἡ ὁδός, 36734 4.7.74.8 : ὦ παῖ, ἐστιν· ἐπὶ δὲ τὸ πολὺ κρεῖσσον τούτου, τὸ ἑκόντα 36735 4.7.74.9 : πείθεσθαι, ἄλλη ἐστὶ συντομωτέρα. ὃν γὰρ ἂν ἡγήσων– 36736 4.7.74.10 : ται περὶ τὰ συμφέροντα ἑαυτοῖς φρονιμώτερον ἑαυτῶν 36737 4.7.74.11 : εἶναι, τούτῳ οἱ ἄνθρωποι ὑπερηδέως πείθονται. γνοίης 36738 4.7.74.12 : δ´ ἂν ὅτι τοῦθ´ οὕτως ἔχει ἐν ἄλλοις τε πολλοῖς καὶ δὴ 36739 4.7.74.13 : καὶ ἐν τοῖς κάμνουσιν, ὡς προθύμως τοὺς ἐπιτάξοντας ὅ 36740 4.7.74.14 : τι χρὴ ποιεῖν καλοῦσι· καὶ ἐν θαλάσσῃ 〈δὲ〉 ὡς προθύ– 36741 4.7.74.15 : μως τοῖς κυβερνήταις οἱ συμπλέοντες πείθονται. 36742 4.7.75.1 : Ἐν ταὐτῷ (ibid. c. 6, 23–28). 36743 4.7.75.2 : Φρόνιμος δὲ περὶ τοῦ συνοίσειν μέλλοντος πῶς ἄν 36744 4.7.75.3 : τις τῷ ὄντι γένοιτο; Δῆλον ὅτι, ἔφη, ὦ παῖ, ὅσα μὲν 36745 4.7.75.4 : ἔστι μαθόντα εἰδέναι, μαθὼν ἄν, ὥσπερ τὰ τακτικὰ 36746 4.7.75.5 : ἔμαθες· ὅσα δὲ ἀνθρώποις οὔτε μαθητὰ οὔτε προορατὰ 36747 4.7.75.6 : ἀνθρωπίνῃ προνοίᾳ, διὰ μαντικῆς ἂν παρὰ θεῶν πυν– 36748 4.7.75.7 : θανόμενος φρονιμώτερος ἄλλων ἂν εἴης· ὅ τι δὲ γνοίης 36749 4.7.75.8 : βέλτιον ἂν πραχθῆναι, ἐπιμελόμενος ἂν τούτου ὡς πραχ– 36750 4.7.75.9 : θείη. καὶ γὰρ τὸ ἐπιμελεῖσθαι τούτου, οὗ ἂν δέῃ, φρονι– 36751 4.7.75.10 : μωτέρου ἀνδρὸς ἢ τὸ ἀμελεῖν. Ἀλλὰ μέντοι ἐπί γε τὸ 36752 4.7.75.11 : φιλεῖσθαι ὑπὸ τῶν ἀρχομένων, ὅπερ ἐμοὶ ἐν τοῖς μεγί– 36753 4.7.75.12 : στοις δοκεῖ εἶναι, δῆλον ὅτι ἡ αὐτὴ ὁδὸς ἥπερ εἴ τις 36754 4.7.75.13 : ὑπὸ τῶν φίλων στέργεσθαι ἐπιθυμοίη· εὖ γάρ, οἶμαι, 36755 4.7.75.14 : δεῖ ποιοῦντα φανερὸν εἶναι. Ἀλλὰ τοῦτο μέν, ἔφη, ὦ 36756 4.7.75.15 : παῖ, χαλεπὸν τὸ ἀεὶ δύνασθαι εὖ ποιεῖν οὓς ἄν τις θέλῃ 36757 4.7.75.16 : τὸ δὲ συνηδόμενόν τε φαίνεσθαι, ἤν τι ἀγαθὸν αὐτοῖς 36758 4.7.75.17 : συμβαίνῃ, καὶ συναχθόμενον, ἤν τι κακόν, καὶ συνεπικου– 36759 4.7.75.18 : ρεῖν πρόθυμον ταῖς ἀπορίαις αὐτῶν, καὶ προφοβούμενον 36760 4.7.75.19 : μή τι σφαλῶσι, καὶ προνοεῖν πειρώμενον ὡς μὴ σφάλ– 36761 4.7.75.20 : λωνται, ταῦτά πως δεῖ παρομαρτεῖν. καὶ τὸ τῶν πρά– 36762 4.7.75.21 : ξεών γε, ἢν μὲν ἐν θέρει ὦσι, τὸν ἄρχοντα δεῖ τοῦ ἡλίου 36763 4.7.75.22 : πλεονεκτοῦντα εἶναι· ἢν δ´ ἐν χειμῶνι, τοῦ ψύχους· ἢν δὲ 36764 4.7.75.23 : δέῃ μοχθεῖν, τῶν πόνων· πάντα γὰρ ταῦτα εἰς τὸ φιλεῖ– 36765 4.7.75.24 : σθαι ὑπὸ τῶν ἀρχομένων συλλαμβάνει. Λέγεις σύ, ἔφη, 36766 4.7.75.25 : ὦ πάτερ, ὡς καὶ καρτερὸν δεῖ πρὸς πάντα τὸν ἄρχοντα 36767 4.7.75.26 : τῶν ἀρχομένων μᾶλλον εἶναι. Ἐγὼ γὰρ οὖν, ἔφη. θάρρει 36768 4.7.75.27 : μέντοι, ὦ παῖ· εὖ γὰρ ἴσθι τοῦτο, ὅτι τῶν ὁμοίων σω– 36769 4.7.75.28 : μάτων οἱ αὐτοὶ πόνοι οὐχ ὁμοίως ἅπτονται ἄρχοντός τε 36770 4.7.75.29 : ἀνδρὸς καὶ ἰδιώτου, ἀλλὰ κουφίζει τι ἡ τιμὴ τοὺς πό– 36771 4.7.75.30 : νους τῷ ἄρχοντι καὶ τὸ αὐτὸν εἰδέναι ὅτι οὐ λανθάνει ὅ 36772 4.7.75.31 : τι ἄν ποτε ποιῇ. Ὁπότε δέ, ὦ πάτερ, ἤδη ἔχοιεν μὲν 36773 4.7.75.32 : τὰ ἐπιτήδεια οἱ στρατιῶται, ὑγιαίνοιεν δέ, πονεῖν δὲ 36774 4.7.75.33 : δύναιντο, τὰς δὲ πολεμικὰς τέχνας ἠσκηκότες εἶεν, φιλο– 36775 4.7.75.34 : τίμως δὲ ἔχοιεν πρὸς τὸ ἀγαθοὶ φαίνεσθαι, τὸ δὲ πεί– 36776 4.7.75.35 : θεσθαι αὐτοῖς ἥδιον εἴη τοῦ ἀπειθεῖν, οὐκ ἂν ἤδη τηνι– 36777 4.7.75.36 : καῦτα σωφρονεῖν ἄν τίς σοι δοκοίη διαγωνίζεσθαι βουλό– 36778 4.7.75.37 : μενος πρὸς τοὺς πολεμίους ὡς τάχιστα; Ναὶ μὰ Δί´, 36779 4.7.75.38 : ἔφη, εἰ μέλλοι γε πλέον ἕξειν· εἰ δὲ μή, ἔγωγ´ ἂν ὅσῳ 36780 4.7.75.39 : οἰοίμην καὶ αὐτὸς βελτίων εἶναι καὶ τοὺς ἑπομένους βελ– 36781 4.7.75.40 : τίονας ἔχειν, τοσῷδ´ ἂν μᾶλλον φυλαττοίμην, ὥσπερ καὶ 36782 4.7.75.41 : τὰ ἄλλα ἃν οἰώμεθα πλείστου ἄξια ἡμῖν εἶναι. ταῦτα 36783 4.7.75.42 : πειρώμεθα ὡς ἐν ἐχυρωτάτῳ ποιεῖσθαι. Πλέον δ´ ἔχειν, 36784 4.7.75.43 : ὦ πάτερ, πολεμίων πῶς ἄν τις δύναιτο; οὐκέτι τοῦτο, 36785 4.7.75.44 : ὦ παῖ, φαῦλον οὐδὲ ἁπλοῦν ἔργον ἐρωτᾷς· ἀλλ´ εὖ ἴσθι 36786 4.7.75.45 : ὅτι δεῖ τὸν μέλλοντα τοῦτο ποιήσειν καὶ ἐπίβουλον εἶναι 36787 4.7.75.46 : καὶ κρυψίνουν καὶ ἀπατεῶνα καὶ κλέπτην καὶ ἅρπαγα καὶ 36788 4.7.75.47 : ἐν παντὶ πλεονέκτην τῶν πολεμίων. Καὶ ὁ Κῦρος ἐπι– 36789 4.7.75.48 : γελάσας εἶπεν· Ὦ Ἡράκλεις, οἷον σὺ λέγεις, ὦ πάτερ, 36790 4.7.75.49 : δεῖν ἄνδρα με γενέσθαι. Οἷος ἄν, ἔφη, ὦ παῖ, δικαιό– 36791 4.7.75.50 : τατός τε καὶ ἐννομώτατος ἀνὴρ εἴη. Πῶς μήν, ἔφη, παῖ– 36792 4.7.75.51 : δας ὄντας ἡμᾶς ἐναντία τούτων ἐδιδάσκετε; Ναὶ μὰ Δί´, 36793 4.7.75.52 : ἔφη, καὶ νῦν γε πρὸς τοὺς φίλους τε καὶ τοὺς πολίτας. 36794 4.7.76.1 : Ξενοφῶντος ἐν γʹ Ἀπομνημονευμάτων (c. 9, 10–13). 36795 4.7.76.2 : Βασιλεῖς δὲ καὶ ἄρχοντας οὐ τοὺς τὰ σκῆπτρα ἔχον– 36796 4.7.76.3 : τας ἔφη 〈εἶναι〉 οὐδὲ τοὺς ὑπὸ τῶν τυχόντων αἱρεθέντας 36797 4.7.76.4 : οὐδὲ τοὺς κλήρῳ λαχόντας οὐδὲ τοὺς βιασαμένους οὐδὲ 36798 4.7.76.5 : τοὺς ἐξαπατήσαντας ἀλλὰ τοὺς ἐπισταμένους ἄρχειν. 36799 4.7.76.6 : ὁπότε γάρ τις ὁμολογήσειε τοῦ μὲν ἄρχοντος εἶναι τὸ 36800 4.7.76.7 : προστάττειν ὅ τι χρὴ ποιεῖν, τοῦ δὲ ἀρχομένου τὸ πεί– 36801 4.7.76.8 : θεσθαι, ἐπεδείκνυεν ἔν τε νηὶ τὸν μὲν ἐπιστάμενον ἄρ– 36802 4.7.76.9 : χοντα, τὸν δὲ ναύκληρον καὶ τοὺς ἄλλους τοὺς ἐν τῇ νηὶ 36803 4.7.76.10 : πάντας πειθομένους τῷ ἐπισταμένῳ, καὶ ἐν γεωργίᾳ τοὺς 36804 4.7.76.11 : κεκτημένους ἀγρούς, καὶ ἐν νόσῳ τοὺς νοσοῦντας, καὶ ἐν 36805 4.7.76.12 : σωμασκίᾳ τοὺς σωμασκοῦντας, καὶ τοὺς ἄλλους πάντας 36806 4.7.76.13 : οἷς ὑπάρχει τι ἐπιμελείας δεόμενον, ἂν μὲν αὐτοὶ ἡγῶν– 36807 4.7.76.14 : ται ἐπίστασθαι ἐπιμελεῖσθαι· εἰ δὲ μή, τοῖς ἐπισταμέ– 36808 4.7.76.15 : νοις οὐ μόνον παροῦσι πειθομένους, ἀλλὰ καὶ ἀπόντας 36809 4.7.76.16 : μεταπεμπομένους, ὅπως ἐκείνοις πειθόμενοι τὰ δέοντα 36810 4.7.76.17 : πράττωσιν· ἐν δὲ ταλασίᾳ καὶ τὰς γυναῖκας ἐπεδείκνυεν 36811 4.7.76.18 : ἀρχούσας τῶν ἀνδρῶν διὰ τὸ τὰς μὲν εἰδέναι ὅπως χρὴ 36812 4.7.76.19 : ταλασιουργεῖν, τοὺς δὲ μὴ εἰδέναι. εἰ δέ τις πρὸς ταῦτα 36813 4.7.76.20 : λέγοι, ὅτι τῷ τυράννῳ ἔξεστι μὴ πείθεσθαι τοῖς ὀρθῶς 36814 4.7.76.21 : λέγουσι, Καὶ πῶς ἄν, ἔφη, ἐξείη μὴ πείθεσθαι, ἐπικει– 36815 4.7.76.22 : μένης γε ζημίας, ἐάν τις τῷ εὖ λέγοντι μὴ πίθηται; ἐν 36816 4.7.76.23 : ᾧ γὰρ ἄν τις πράγματι μὴ πείθηται τῷ εὖ λέγοντι, 36817 4.7.76.24 : ἁμαρτήσεται δήπου, ἁμαρτάνων δὲ ζημιωθήσεται. εἰ δὲ 36818 4.7.76.25 : φαίη τις τῷ τυράννῳ ἐξεῖναι καὶ ἀποκτεῖναι τὸν εὖ φρο– 36819 4.7.76.26 : νοῦντα, Τὸν δὲ ἀποκτείναντα, ἔφη, τοὺς κρατίστους τῶν 36820 4.7.76.27 : συμμάχων οἴει ἀζήμιον γίγνεσθαι ἢ ὡς ἔτυχε ζημιοῦσθαι; 36821 4.7.76.28 : πότερα γὰρ ἂν μᾶλλον οἴει σῴζεσθαι τὸν τοῦτο ποιοῦντα 36822 4.7.76.29 : ἢ οὕτως καὶ τάχιστ´ ἂν ἀπολέσθαι. 36823 4.8.t.1 : {1ΨΟΓΟΣ ΤΥΡΑΝΝΙΔΟΣ.}1 36824 4.8.1.1 : Εὐριπίδου Ἱκετίσιν ( 429 ss.). 36825 4.8.1.2 : Οὐδὲν τυράννου δυσμενέστερον 〈πόλει〉, 36826 4.8.1.3 : ὅπου τὸ μὲν πρώτιστον οὐκ εἰσὶν νόμοι 36827 4.8.1.4 : κοινοί, κρατεῖ δ´ εἷς τὸν νόμον κεκτημένος. 36828 4.8.2.1 : Εὐριπίδου Ἴωνι ( 621 ss). 36829 4.8.2.2 : Τυραννίδος δὲ τῆς πάλαι θρυλουμένης 36830 4.8.2.3 : τὸ μὲν πρόσωπον ἡδύ, τἀν δόμοισι δὲ 36831 4.8.2.4 : λυπηρά. τίς γὰρ μακάριος, τίς εὐτυχής, 36832 4.8.2.5 : ὅστις δεδοικὼς καὶ περιβλέπων βίον 36833 4.8.2.6 : αἰῶνα τείνει; δημότης ἂν εὐτυχὴς 36834 4.8.2.7 : ζῆν ἂν θέλοιμι μᾶλλον ἢ τύραννος ὤν, 36835 4.8.2.8 : οἷς τοὺς πονηροὺς ἡδονὴ φίλους ἔχειν, 36836 4.8.2.9 : ἐσθλοὺς δὲ μισεῖν, κατθανεῖν φοβουμένους, 36837 4.8.3.1 : Εὐριπίδου Αὔγῃ (fr. 275 N 2). 36838 4.8.3.2 : Κακῶς δ´ ὄλοιντο πάντες, οἳ τυραννίδι 36839 4.8.3.3 : χαίρουσιν ὀλίγῃ τ´ ἐν πόλει μοναρχίᾳ. 36840 4.8.3.4 : τοὐλεύθερον γὰρ ὄνομα παντὸς ἄξιον, 36841 4.8.3.5 : κἂν μίκρ´ ἔχῃ τις, μεγάλ´ ἔχειν νομίζεται. 36842 4.8.4.1 : Εὐριπίδου Ἠλέκτρα. 36843 4.8.4.2 : *** 36844 4.8.4a.1 : (Eur. inc. fab. fr. 850 N 2) 36845 4.8.4a.2 : Ἡ γὰρ τυραννὶς πάντοθεν τοξεύεται 36846 4.8.4a.3 : δεινοῖς ἔρωσιν, ἧς φυλακτέον πέρι. 36847 4.8.5.1 : Εὐριπίδου Ἀντιγόνης (fr. 172 N. 2). 36848 4.8.5.2 : Οὔτ´ εἰκὸς ἄρχειν οὔτ´ ἐχρῆν εἶναι νόμον 36849 4.8.5.3 : τύραννον εἶναι· μωρία δὲ καὶ † θέλειν, 36850 4.8.5.4 : ὃς τῶν ὁμοίων βούλεται κρατεῖν μόνος. 36851 4.8.6.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμέωνος (fr. 80 N. 2). 36852 4.8.6.2 : Φεῦ 〈φεῦ〉, τὰ μεγάλα μεγάλα καὶ πάσχει κακά. 36853 4.8.7.1 : Μενάνδρου Ἀσπίδος (fr. 74 K.). 36854 4.8.7.2 : Ὦ τρισάθλιοι, 36855 4.8.7.3 : † τί πλέον ἔχουσι τῶν ἄλλων; βίον 36856 4.8.7.4 : ὡς οἰκτρὸν ἐξαντλοῦσιν οἱ τὰ φρούρια 36857 4.8.7.5 : τηροῦντες, οἱ τὰς ἀκροπόλεις κεκτημένοι. 36858 4.8.7.6 : εἰ πάντας ὑπονοοῦσιν οὕτω ῥᾳδίως 36859 4.8.7.7 : ἐγχειρίδιον ἔχοντας αὐτοῖς προσιέναι, 36860 4.8.7.8 : οἵαν δίκην διδόασιν. 36861 4.8.8.1 : Διονυσίου τυράννου (fr. 4 p. 794 N. 2). 36862 4.8.8.2 : Ἡ γὰρ τυραννὶς ἀδικίας μήτηρ ἔφυ. 36863 4.8.9.1 : Εὐριπίδου Πελιάδων (fr. 605 N. 2). 36864 4.8.9.2 : Τὸ δ´ ἔσχατον δὴ τοῦτο θαυμαστὸν βροτοῖς 36865 4.8.9.3 : τυραννίς, οὐχ εὕροις ἂν ἀθλιώτερον. 36866 4.8.9.4 : φίλους τε πορθεῖν καὶ κατακτανεῖν χρεών, 36867 4.8.9.5 : πλεῖστος φόβος πρόσεστι μὴ δράσωσί τι. 36868 4.8.10.1 : Σοφοκλέους Οἰδίποδι (T. 380 ss.). 36869 4.8.10.2 : Ὦ πλοῦτε καὶ τυραννὶ καὶ τέχνη τέχνης 36870 4.8.10.3 : ὑπερφέρουσα τῷ πολυζήλῳ βίῳ, 36871 4.8.10.4 : ὅσος παρ´ ὑμῖν ὁ φθόνος φυλάσσεται. 36872 4.8.11.1 : Ἐν ταὐτῷ ( 873 s.). 36873 4.8.11.2 : Ὕβρις φυτεύει τύραννον, 36874 4.8.11.3 : ὕβρις, εἰ πολλῶν ὑπερπλησθῇ μάταν. 36875 4.8.12.1 : Σοφοκλέους Αἴαντι ( 1350). 36876 4.8.12.2 : Τόν τοι τύραννον εὐσεβεῖν οὐ ῥᾴδιον. 36877 4.8.13.1 : Τοῦ αὐτοῦ Πολυξένῃ (fr. 481 N. 2). 36878 4.8.13.2 : Οὐ γάρ τις ἂν δύναιτο πρῳρατὴς στρατοῦ 36879 4.8.13.3 : τοῖς πᾶσιν εἶξαι καὶ προσαρκέσαι χάριν. 36880 4.8.13.4 : ἐπεὶ οὐδ´ ὁ κρείσσων Ζεὺς ἐμοῦ τυραννίδι 36881 4.8.13.5 : οὔτ´ ἐξεπομβρῶν οὔτ´ ἐπαυχμήσας φίλος· 36882 4.8.13.6 : βροτοῖς 〈δ´〉 ἂν ἐλθὼν ἐς λόγον δίκην ὄφλοι. 36883 4.8.13.7 : πῶς δῆτ´ ἔγωγ´ ἂν θνητὸς ἐκ θνητῆς τε φὺς 36884 4.8.13.8 : Διὸς γενοίμην εὖ φρονεῖν σοφώτερος; 36885 4.8.14.1 : Φαβωρίνου (fr. 80 p. 135 Marr.). 36886 4.8.14.2 : Ὥσπερ γὰρ τὰ θηρία τὴν σαγήνην ὑποχωροῦντα 36887 4.8.14.3 : 〈ἀεὶ〉 εἰς ἐλάττω τόπον συνάγεται, οὕτω δὲ καὶ τοὺς τυ– 36888 4.8.14.4 : ράννους ἔστιν ἰδεῖν ἐπαναχωροῦντας ἐκ μὲν τῆς Ἑλλάδος 36889 4.8.14.5 : εἰς τὴν πόλιν, ἐκ δὲ τῆς πόλεως εἰς τὴν ἀκρόπολιν, εἶτ´ 36890 4.8.14.6 : εἰς τὴν οἰκίαν, ἔπειτ´ εἰς τὸ δωμάτιον. εἶτα δύναται κατα– 36891 4.8.14.7 : φυγεῖν ἄνθρωπος θεὸν φεύγων; ὅπου γὰρ ἂν καταφύγῃ, 36892 4.8.14.8 : ἡ Δίκη αὐτὸν εὑρήσει. 36893 4.8.15.1 : Δημοσθένους ἐκ τῶν Φιλιππικῶν αʹ (I p. 10). 36894 4.8.15.2 : Καὶ ὅλως ἄπιστον οἶμαι ταῖς πολιτείαις ἡ τυραννίς. 36895 4.8.16.1 : Ἐκ τῆς Φαλάριδος πρὸς Δημοτέλη ἐπιστολῆς ( 38 36896 4.8.16.2 : p. 418 Herch.). 36897 4.8.16.3 : Συγγνώμην ἔχω σοι τῶν παραινέσεων· τύραννος γὰρ 36898 4.8.16.4 : οὐ γεγονὼς τυράννῳ συμβουλεύεις καταθέσθαι τὴν τυραν– 36899 4.8.16.5 : νίδα, οὐκ εἰδὼς ὅτι τοῦ κτήσασθαι τὴν ἀρχὴν ἐπισφαλέ– 36900 4.8.16.6 : στερόν ἐστι τὸ καταθέσθαι. 36901 4.8.17.1 : Ἀναξιμένους. 36902 4.8.17.2 : Ἀναξιμένης ὁ Λαμψακηνὸς ῥήτωρ ἐρωτηθεὶς ὑπὸ τοῦ 36903 4.8.17.3 : βασιλέως Φαίδρου, τί ἀκοινώνητόν ἐστιν, εἶπε ’τυραννίς‘. 36904 4.8.18.1 : Ἀριστίππου. 36905 4.8.18.2 : Ἀρίστιππος ὁ Κυρηναῖος φιλόσοφος τοσοῦτον ἔφη 36906 4.8.18.3 : διαφέρειν βασιλείαν τυραννίδος, ὅσον νόμος ἀνομίας καὶ 36907 4.8.18.4 : ἐλευθερία δουλείας. 36908 4.8.19.1 : Φιλιππίδου (Ps.–Plut. reg. et imp. apophth. p. 183 E). 36909 4.8.19.2 : Λυσίμαχος ὁ τύραννος πρὸς Φιλιππίδην τὸν κωμω– 36910 4.8.19.3 : διοποιὸν φίλον ὄντα καὶ συνήθη ’τίνος σοι‘, εἶπε ’με– 36911 4.8.19.4 : ταδῶ;‘ κἀκεῖνος ’οὗ βούλει πλὴν τῶν ἀπορρήτων‘. 36912 4.8.20.1 : Ἀντιγόνου. 36913 4.8.20.2 : Ἀντίγονος πρός τινα μακαρίζουσαν αὐτὸν γραῦν ’εἰ 36914 4.8.20.3 : ᾔδεις‘ ἔφη ’ὦ μῆτερ, ὅσων κακῶν μεστόν ἐστι τουτὶ τὸ 36915 4.8.20.4 : ῥάκος‘ δείξας τὸ διάδημα ’οὐκ ἂν ἐπὶ κοπρίας αὐτὸ κεί– 36916 4.8.20.5 : μενον ἐβάστασας‘. 36917 4.8.21.1 : Πτολεμαίου. 36918 4.8.21.2 : Πτολεμαῖος ὁ ἐπικληθεὶς Φιλάδελφος ἔλεγε τὴν τυ– 36919 4.8.21.3 : ραννίδα ἄλλα τε πολλὰ δύσκολα ἔχειν καὶ τὸ μέγιστον, 36920 4.8.21.4 : τὸ ἀναγκάζεσθαι τοὺς μηθὲν ἀδικοῦντας κτείνειν τοῦ συμ– 36921 4.8.21.5 : φέροντος ἕνεκα. 36922 4.8.22.1 : Δημοσθένους Φιλιππικῶν (VI p. 72). 36923 4.8.22.2 : Βασιλεὺς γὰρ καὶ τύραννος ἅπας ἐχθρὸν ἐλευθερίᾳ 36924 4.8.22.3 : καὶ νόμοις ἐναντίον. 36925 4.8.23.1 : Ἀριστίππου. 36926 4.8.23.2 : Τοῦ Διονυσίου λέγοντος πρὸς Ἀρίστιππον ’οὐδὲν 36927 4.8.23.3 : ὠφέλημαι ὑπὸ σοῦ‘ ’ἀληθῆ λέγεις‘ εἶπεν· ’εἰ γὰρ ὠφέ– 36928 4.8.23.4 : λησο, ἐπέπαυσο ἂν τῆς τυραννίδος ὥσπερ ἱερᾶς νόσου.‘ 36929 4.8.24.1 : Αἰλιανοῦ (v. h. 10, 5). 36930 4.8.24.2 : Φρύγιος οὗτος 〈ὁ〉 λόγος, ἔστι γὰρ Αἰσώπου τοῦ 36931 4.8.24.3 : Φρυγός. ὁ δὲ λόγος φησὶ τὴν ὗν, ἐὰν αὐτῆς τις ἅψηται, 36932 4.8.24.4 : βοᾶν καὶ μάλα γε εἰκότως· οὔτε γὰρ ἔρια ἔχει ὗς οὔτε 36933 4.8.24.5 : γάλα οὔτε ἄλλο τι πλὴν τῶν κρεῶν. παραχρῆμα οὖν 36934 4.8.24.6 : ὀνειροπολεῖν τὸν θάνατον εἰδυῖαν εἰς ὅ τι τοῖς χρησο– 36935 4.8.24.7 : μένοις αὐτῇ πέφυκε λυσιτελὴς εἶναι. ἐοίκασι δὲ τῇ ὑὶ τῇ 36936 4.8.24.8 : Αἰσώπου οἱ τύραννοι ὑποπτεύοντες καὶ δεδοικότες πάν– 36937 4.8.24.9 : τα· ἴσασι γὰρ ὅτι, ὥσπερ οὖν αἱ ὗς, ὀφείλουσι καὶ ἐκεῖνοι 36938 4.8.24.10 : τὴν ψυχὴν πᾶσι. 36939 4.8.25.1 : Ἰσοκράτης Νικοκλεῖ (ad Nicocl. § 2–4 p. 15 B–C). 36940 4.8.25.2 : Τοὺς μὲν ἰδιώτας ἔστι πολλὰ τὰ παιδεύοντα· καὶ 36941 4.8.25.3 : μάλιστα μὲν τὸ μὴ τρυφᾶν ἀλλ´ ἀναγκάζεσθαι περὶ τοῦ 36942 4.8.25.4 : βίου καθ´ ἑκάστην βουλεύεσθαι τὴν ἡμέραν, ἔπειθ´ οἱ 36943 4.8.25.5 : νόμοι, καθ´ οὓς ἕκαστοι πολιτευόμενοι τυγχάνουσιν, ἔτι δὲ 36944 4.8.25.6 : ἡ παρρησία καὶ τὸ μὴ φανερῶς ἐξεῖναι τοῖς τε φίλοις 36945 4.8.25.7 : ἐπιπλῆξαι καὶ τοῖς ἐχθροῖς ἐπιθέσθαι ταῖς ἀλλήλων 36946 4.8.25.8 : ἁμαρτίαις· πρὸς δὲ τούτοις καὶ τῶν ποιητῶν τινες τῶν 36947 4.8.25.9 : προγεγενημένων ὑποθήκας ὡς χρὴ ζῆν καταλελοίπασιν· 36948 4.8.25.10 : ὥστ´ ἐξ ἁπάντων τούτων εἰκὸς αὐτοὺς βελτίους γίγνεσθαι. 36949 4.8.25.11 : τοῖς δὲ τυράννοις οὐδὲν ὑπάρχει τοιοῦτον, οὓς ἔδει παι– 36950 4.8.25.12 : δεύεσθαι μᾶλλον τῶν ἄλλων, ἐπειδὰν δ´ εἰς τὴν ἀρχὴν 36951 4.8.25.13 : κατασταθῶσιν, ἀνουθέτητοι διατελοῦσιν. οἱ μέν γε πλεῖ– 36952 4.8.25.14 : στοι τῶν ἀνθρώπων οὐ πλησιάζουσιν αὐτοῖς, οἱ δὲ συν– 36953 4.8.25.15 : όντες πρὸς χάριν ὁμιλοῦσιν. 36954 4.8.26.1 : Φαλάριδος ἐκ τῆς πρὸς Παυρόλαν τὸν υἱὸν ἐπι– 36955 4.8.26.2 : στολῆς (ep. LXVII p. 425 Herch.). 36956 4.8.26.3 : Εἴ γε σὺ μὴ τοῦθ´ ὃ κατηγοροῦσί τινες ὥρμηκας 36957 4.8.26.4 : ἐπὶ τὸ ζηλοῦν καὶ μιμεῖσθαι τὸν ἐν τυραννίδι βίον, ὅπερ 36958 4.8.26.5 : ἂν εὖ φρονῶν τυγχάνῃς, παρὰ τοῦ μεταμελομένου εἰς 36959 4.8.26.6 : γνώμην λάβε. ὁ γὰρ ἀμφοτέρων πεπειραμένος τυραννη– 36960 4.8.26.7 : θῆναι μᾶλλον εὐξαίμην ἂν ἢ τυραννῆσαι. ὁ μὲν γὰρ ἕνα 36961 4.8.26.8 : φοβεῖται τῶν ἄλλων χαλεπῶν ἀπηλλαγμένος, τὸν τύραν– 36962 4.8.26.9 : νον, ὁ τύραννος δὲ τοὺς ἔξωθεν ἐπιβουλεύοντας καὶ δι´ 36963 4.8.26.10 : οὓς σῴζεται. 36964 4.8.27.1 : Ἐκ τῶν Διογένους Διατριβῶν (Dionis Prus. or. VI 36965 4.8.27.2 : 46 vol. I p. 92 Arn.). 36966 4.8.27.3 : Δοκεῖ δὲ τοῖς μὲν εὖ πράττουσι τῶν ἀνθρώπων ὁ 36967 4.8.27.4 : μὲν βίος ἀμείνων, ὁ δὲ θάνατος διὰ τοῦτο λυπηρότερος. 36968 4.8.27.5 : οἱ δ´ αὖ κακῶς ζῶντες τὸν μὲν βίον δυσχερέστερον φέ– 36969 4.8.27.6 : ρουσι, τὸν δὲ θάνατον ἥδιον προσδέχονται. τοῖς δὲ τυ– 36970 4.8.27.7 : ράννοις ἀμφότερα ταῦτα χαλεπώτερα ἢ τοῖς ἄλλοις· ζῶσι 36971 4.8.27.8 : μὲν γὰρ πολὺ ἀηδέστερον τῶν πάνυ ἐπιθυμούντων τε– 36972 4.8.27.9 : θνάναι, τὸν δὲ θάνατον οὕτω δεδοίκασιν ὡς ἥδιστα δι– 36973 4.8.27.10 : άγοντες ἐν τῷ βίῳ. 36974 4.8.28.1 : Ἡροδότου ἱστορίας γʹ ( 53). 36975 4.8.28.2 : Τυραννὶς χρῆμα σφαλερόν, πολλοὶ δὲ αὐτῆς ἐρασταί 36976 4.8.28.3 : εἰσιν. 36977 4.8.29.1 : Ἡροδότου ἱστορίας τρίτης δημηγορίας Ὀτάνου ( 80). 36978 4.8.29.2 : Πῶς δ´ ἂν εἴη χρῆμα κατηρτημένον μουναρχίη, τῇ 36979 4.8.29.3 : ἔξεστιν ἀνευθύνῳ ποιέειν τὰ βούλεται; καὶ γὰρ ἂν τὸν 36980 4.8.29.4 : ἄριστον ἀνδρῶν πάντων στάντα ἐς ταύτην τὴν ἀρχὴν ἐκ– 36981 4.8.29.5 : τὸς τῶν ἐωθότων νοημάτων στήσειε. ἐγγίνεται μὲν γὰρ 36982 4.8.29.6 : οἱ ὕβρις ὑπὸ τῶν παρεόντων ἀγαθῶν· φθόνος δὲ ἀρχῆθεν 36983 4.8.29.7 : ἐμφύεται ἀνθρώπῳ. δύο δ´ ἔχων ταῦτα ἔχει πᾶσαν κα– 36984 4.8.29.8 : κότητα· τὰ μὲν γὰρ ὕβρι κεκορημένος ἔρδει πολλὰ καὶ 36985 4.8.29.9 : ἀτάσθαλα, τὰ δὲ φθόνῳ. καίτοι ἄνδρα γε τύραννον 36986 4.8.29.10 : ἄφθονον ἔδει εἶναι, ἔχοντά γε πάντα τὰ ἀγαθά. τὸ δὲ 36987 4.8.29.11 : ὑπεναντίον τούτου ἐς τοὺς πολιήτας πέφυκε. φθονέει 36988 4.8.29.12 : γὰρ τοῖσιν ἀρίστοισι περιεοῦσί τε καὶ ζώουσι, χαίρει δὲ 36989 4.8.29.13 : τοῖσι κακίστοισι τῶν ἀστῶν· διαβολὰς δὲ † ἄριστον ἐν– 36990 4.8.29.14 : δέκεσθαι. ἀναρμοστότατον 〈δὲ〉 πάντων· ἤν τε γὰρ αὐτὸν 36991 4.8.29.15 : μετρίως θαυμάζῃς, ἄχθεται ὅτι οὐ κάρτα θεραπεύεται, 36992 4.8.29.16 : ἤν τε θεραπεύῃ τις κάρτα, ἄχθεται ἅτε θωπί. τὰ δὲ δὴ 36993 4.8.29.17 : μέγιστα ἔρχομαι ἐρέων· νόμαιά τε κινεῖ πάτρια καὶ βιᾶται 36994 4.8.29.18 : γυναῖκας κτείνει τε ἀκρίτους. πλῆθος δὲ ἄρχον πρῶτα 36995 4.8.29.19 : μὲν ὄνομα πάντων κάλλιστον ἔχει, ἰσονομίην, δεύτερα δὲ 36996 4.8.29.20 : τούτων τῶν ὁ μούναρχος ποιέει οὐδέν· πάλῳ μὲν ἀρχὰς 36997 4.8.29.21 : ἄρχει, ὑπεύθυνον δὲ ἀρχὴν ἔχει, βουλεύματα δὲ πάντα ἐς 36998 4.8.29.22 : τὸ κοινὸν ἀναφέρει. τίθεμαι οὖν γνώμην μεθέντας ἡμέας 36999 4.8.29.23 : μουναρχίην τὸ πλῆθος ἀέξειν· ἐν γὰρ τῷ πολλῷ ἔνι τὰ 37000 4.8.29.24 : πάντα. 37001 4.8.30.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τοῦ Ἱέρωνος ( 1, 1–10). 37002 4.8.30.2 : Σιμωνίδης ὁ ποιητὴς ἀφίκετό ποτε πρὸς Ἱέρωνα τὸν 37003 4.8.30.3 : τύραννον. σχολῆς δὲ γενομένης ἀμφοῖν εἶπεν ὁ Σιμωνί– 37004 4.8.30.4 : δης· Ἆρ´ ἄν μοι ἐθελήσαις, ὦ Ἱέρων, διηγήσασθαι ἃ 37005 4.8.30.5 : εἰκὸς εἰδέναι σε βέλτιον ἐμοῦ; Καὶ ποῖα ταῦτ´ ἐστίν, 37006 4.8.30.6 : ἔφη ὁ Ἱέρων, ὁποῖα ἂν ἐγὼ βέλτιον εἰδείην σοῦ οὕτως 37007 4.8.30.7 : ὄντος σοφοῦ ἀνδρός; Οἶδά σε, ἔφη, ἐγὼ καὶ ἰδιώτην γεγε– 37008 4.8.30.8 : νημένον καὶ νῦν τύραννον ὄντα· εἰκὸς οὖν ἀμφοτέρων 37009 4.8.30.9 : πεπειραμένον καὶ εἰδέναι σε μᾶλλον ἐμοῦ, πῆ διαφέρει 37010 4.8.30.10 : ὁ τυραννικός τε καὶ ἰδιωτικὸς βίος εἰς εὐφροσύνας τε καὶ 37011 4.8.30.11 : λύπας ἀνθρώποις. Τί οὖν, ἔφη ὁ Ἱέρων, οὐχὶ 〈καὶ〉 σύ, 37012 4.8.30.12 : ἐπεὶ νῦν γ´ ἔτι ἰδιώτης εἶ, ὑπέμνησάς με τὰ ἐν τῷ ἰδιω– 37013 4.8.30.13 : τικῷ βίῳ; οὕτω γὰρ ἄν σοι οἶμαι μάλιστα ἐγὼ δύνασθαι 37014 4.8.30.14 : δηλοῦν τὰ διαφέροντα ἐν ἑκατέρῳ. Οὕτω δὴ ὁ Σιμωνί– 37015 4.8.30.15 : δης εἶπε· Τοὺς μὲν δὴ ἰδιώτας ἔγωγε, Ἱέρων, δοκῶ μοι 37016 4.8.30.16 : καταμεμαθηκέναι διὸ μὲν τῶν ὀφθαλμῶν ὁράμασιν ἡδο– 37017 4.8.30.17 : μένους τε καὶ ἀχθομένους, διὰ δὲ τῶν ὤτων ἀκούσμασι. 37018 4.8.30.18 : διὰ δὲ τῶν ῥινῶν ὀσμαῖς, διὰ δὲ τοῦ στόματος σίτοις 37019 4.8.30.19 : καὶ ποτοῖς, τὰ δὲ ἀφροδίσια δι´ ὧν δὴ πάντες ἐπιστά– 37020 4.8.30.20 : μεθα, τὰ δὲ ψύχη καὶ θάλπη καὶ σκληρὰ καὶ στριφνὰ 37021 4.8.30.21 : καὶ μαλθακὰ καὶ βαρέα καὶ κοῦφα ὅλῳ τῷ σώματί μοι 37022 4.8.30.22 : δοκοῦμεν, ἔφη, κρίνοντες καὶ ἥδεσθαι καὶ λυπεῖσθαι ἐπ´ 37023 4.8.30.23 : αὐτοῖς ἀγαθοῖς τε καὶ κακοῖς. ἔστι μὲν ὅτε δι´ αὐτῆς 37024 4.8.30.24 : τῆς ψυχῆς μοι δοκοῦμεν ἥδεσθαί τε καὶ λυπεῖσθαι· ἔστι 37025 4.8.30.25 : δὲ ὅτε κοινῇ διά 〈τε〉 τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος. τῷ 37026 4.8.30.26 : δὲ ὕπνῳ ὅτι μὲν ἡδόμεθα, δοκῶ 〈μοι〉 αἰσθάνεσθαι, ὅπως 37027 4.8.30.27 : δὲ καὶ ᾧτινι καὶ ὁπότε, ταῦτα μᾶλλόν πως, ἔφη, δοκῶ 37028 4.8.30.28 : μοι ἀγνοεῖν. καὶ οὐδὲν δὴ ἴσως τοῦτο θαυμαστόν, εἰ τὰ 37029 4.8.30.29 : ἐν τῷ ἐγρηγορέναι σαφεστέρας ἡμῖν τὰς αἰσθήσεις παρέ– 37030 4.8.30.30 : χεται ἢ τὰ ἐν τῷ ὕπνῳ. Πρὸς ταῦτα δὴ ὁ Ἱέρων ἀπε– 37031 4.8.30.31 : κρίνατο· Ἐγὼ μὲν τοίνυν, ἔφη, ὦ Σιμωνίδη, ἔξω τούτων 37032 4.8.30.32 : ὧν εἴρηκας σὺ οὐδ´ ὅπως ἂν αἴσθοιτό τινος ὁ τύραννος, 37033 4.8.30.33 : ἔχοιμ´ ἂν εἰπεῖν, ὥστε μέχρι γε τούτων οὐκ οἶδα ὅ τι 37034 4.8.30.34 : διαφέρει ὁ τυραννικὸς τοῦ ἰδιωτικοῦ βίου. Καὶ ὁ Σιμω– 37035 4.8.30.35 : νίδης εἶπεν· Ἀλλὰ ἐν μὲν τοῖσδε διαφέροι ἄν, εἰ πολλα– 37036 4.8.30.36 : πλάσια μὲν 〈δι´〉 ἑκάστου τούτων εὐφραίνεται, πολὺ δὲ 37037 4.8.30.37 : μείω τὰ λυπηρὰ ἔχει. Καὶ ὁ Ἱέρων εἶπεν, Οὐχ οὕτως 37038 4.8.30.38 : ἔχει, ὦ Σιμωνίδη, ταῦτα· ἀλλ´ εὖ ἴσθ´, ὅτι πολὺ μείω 37039 4.8.30.39 : εὐφραίνονται οἱ τύραννοι τῶν μετρίως διαγόντων ὑπηρε– 37040 4.8.30.40 : τῶν, πολὺ δὲ πλείω καὶ μείζω λυποῦνται. Ἄπιστα, ἔφη, 37041 4.8.30.41 : λέγεις, ὁ Σιμωνίδης. εἰ γὰρ οὕτω ταῦτα εἶχε, πῶς ἂν 37042 4.8.30.42 : πολλοὶ μὲν ἐπεθύμουν τυραννεῖν, καὶ ταῦτα τῶν δοκούν– 37043 4.8.30.43 : των ἱκανωτάτων ἀνδρῶν εἶναι; πῶς δὲ πάντες ἐζήλουν 37044 4.8.30.44 : ἂν τοὺς τυράννους; Ὅτι ναὶ μὰ Δί´, ἔφη ὁ Ἱέρων, ἄπειροι 37045 4.8.30.45 : ὄντες ἀμφοτέρων τῶν ἔργων σκοποῦνται περὶ αὐτοῦ. ἐγὼ 37046 4.8.30.46 : δὲ πειράσομαί σε διδάσκειν, ὡς ἀληθῆ λέγω. 37047 4.8.30.47 : (Ibid. 11–12) Πρῶτον μὲν γὰρ ἐν τοῖς διὰ τῆς 37048 4.8.30.48 : ὄψεως θεάμασιν εὑρίσκω λογιζόμενος μειονεκτοῦντας τοὺς 37049 4.8.30.49 : τυράννους. ἄλλα μέν γε ἐν ἄλλῃ χώρᾳ ἐστὶν ἀξιοθέατα· 37050 4.8.30.50 : ἐπὶ δὲ τούτων ἕκαστα οἱ μὲν ἰδιῶται ἔρχονται καὶ εἰς 37051 4.8.30.51 : πόλεις ἃς ἂν βούλωνται θεαμάτων ἕνεκα καὶ εἰς τὰς 37052 4.8.30.52 : κοινὰς πανηγύρεις. οἱ δὲ τύραννοι οὐ μάλα ἀμφὶ θεω– 37053 4.8.30.53 : ρίας ἔχουσιν· οὔτε γὰρ ἰέναι αὐτοῖς ἀσφαλές. 37054 4.8.30.54 : (Ibid. 13. 14–17) Ἀλλ´ ἄρα ἔρχεται αὐτοῖς τὰ τοι– 37055 4.8.30.55 : αῦτα καὶ οἴκοι μένουσιν, ὀλίγα γε τῶν πολλῶν καὶ ταῦτα 37056 4.8.30.56 : τίμια πωλεῖται τοῖς τυράννοις. Καὶ ὁ Σιμωνίδης εἶπεν· 37057 4.8.30.57 : Ἀλλὰ εἰ ἐν τοῖς θεάμασι μειονεκτεῖτε, ἐν ταῖς ἀκοαῖς 37058 4.8.30.58 : πλεονεκτεῖτε. ἐπειδὴ τοῦ μὲν ἡδίστου ἀκροάματος, ἐπαί– 37059 4.8.30.59 : νου, οὔποτε σπανίζετε· πάντες γὰρ οἱ παρόντες πάντα 37060 4.8.30.60 : καὶ ὅσα ἂν λέγητε καὶ ὅσα ἂν ποιῆτε ἐπαινοῦσι. τοῦ δ´ 37061 4.8.30.61 : αὖ χαλεπωτάτου ἀκροάματος, λοιδορίας, ἀνήκοοί ἐστε· 37062 4.8.30.62 : οὐδεὶς γὰρ ἐθέλει τυράννου κατ´ ὀφθαλμοὺς κατηγορεῖν. 37063 4.8.30.63 : Καὶ ὁ Ἱέρων εἶπε, Καὶ τί οἴει, ἔφη, τοὺς μὴ λέγοντας 37064 4.8.30.64 : κακῶς εὐφραίνειν, ὅταν εἰδῇ τις σαφῶς, ὅτι οἱ σιωπῶν– 37065 4.8.30.65 : τες οὗτοι πάντα κακὰ νοοῦσι τῷ τυράννῳ; ἢ τοὺς ἐπαι– 37066 4.8.30.66 : νοῦντας τί δοκεῖς εὐφραίνειν, ὅταν ὕποπτοι ὦσιν ἕνεκα 37067 4.8.30.67 : τοῦ κολακεύειν τοὺς ἐπαίνους ποιούμενοι; Καὶ ὁ Σιμω– 37068 4.8.30.68 : νίδης εἶπε· Συγχωρῶ τὸ τοὺς ἐπαίνους παρὰ τῶν ἐλευ– 37069 4.8.30.69 : θεριωτάτων ἡδίστους εἶναι, ἀλλ´, ὁρᾷς, ἐκεῖνο οὐκ ἂν 37070 4.8.30.70 : ἔτι πείσαις οὐδένα ἀνθρώπων, ὡς οὐχὶ δι´ ὧν τρεφόμεθα 37071 4.8.30.71 : οἱ ἄνθρωποι, πολὺ πλείω ὑμεῖς ἐν αὐτοῖς εὐφραίνεσθε. 37072 4.8.30.72 : Καὶ οἶδά γε, ἔφη, ὦ Σιμωνίδη, ὅτι τοῦτο κρίνουσιν οἱ 37073 4.8.30.73 : πλεῖστοι ἥδιον ἡμᾶς καὶ ἐσθίειν καὶ πίνειν τῶν ἰδιωτῶν. 37074 4.8.30.74 : (Ibid. 17–21. 23–27. 29–30) Τὸ γὰρ 〈τὰ〉 εἰω– 37075 4.8.30.75 : θότα ὑπερβάλλον, τοῦτο παρέχει τὰς ἡδονάς. διὸ καὶ 37076 4.8.30.76 : πάντες ἄνθρωποι τὰς ἑορτὰς ἡδέως προσδέχονται πλὴν 37077 4.8.30.77 : οἱ τύραννοι· ἔκπλεῳ γὰρ αὐτοῖς ἀεὶ παρεσκευασμέναι 37078 4.8.30.78 : οὐδεμίαν ἐν ταῖς ἑορταῖς ἔχουσιν αἱ τράπεζαι αὐτῶν ἐπί– 37079 4.8.30.79 : δοσιν· ὥστε ταύτῃ πρῶτον τῇ εὐφροσύνῃ τῆς ἐλπίδος 37080 4.8.30.80 : μειονεκτοῦσιν. ἔπειτα δέ, ἔφη, ἐκείνου εὖ οἶδ´ ὅτι καὶ 37081 4.8.30.81 : σὺ ἔμπειρος εἶ, ὅτι ὅσῳ ἂν πλείω 〈τις〉 παραθῆται τὰ 37082 4.8.30.82 : περισσὰ τῶν ἱκανῶν, τοσούτῳ καὶ θᾶσσον κόρος ἐμπίπτει 37083 4.8.30.83 : τῆς ἐδωδῆς· ὥστε καὶ τῷ χρόνῳ τῆς ἡδονῆς μειονεκτεῖ ὁ 37084 4.8.30.84 : πολλὰ παρατιθέμενος τῶν μετρίως διαιτωμένων. Ἀλλὰ 37085 4.8.30.85 : ναὶ μὰ Δί´, ἔφη ὁ Σιμωνίδης, ὅσον ἂν χρόνον ἡ ψυχὴ 37086 4.8.30.86 : προσίηται, τοῦτον πολὺ μᾶλλον ἥδονται οἱ ταῖς πολυ– 37087 4.8.30.87 : τελεστέραις παρασκευαῖς τρεφόμενοι. Οὐκοῦν, ἔφη ὁ 37088 4.8.30.88 : Ἱέρων, ὁρᾷς τι τοὺς τυράννους ἥδιον ἐπὶ τὴν αὑτῶν 37089 4.8.30.89 : παρασκευὴν ἰόντας ἢ τοὺς ἰδιώτας; Οὐ μὰ τὸν Δί´, ἔφη. 37090 4.8.30.90 : οὐ μὲν δή. Ἄλλο τι οὖν, ἔφη ὁ Ἱέρων, οἴει ταῦτα ζητή– 37091 4.8.30.91 : ματα εἶναι ἢ ἅμα κακῆς καὶ ἀσθενοῦς τῆς ψυχῆς τροφῆς 37092 4.8.30.92 : ἐπιθυμήματα; ἐπεὶ εὖ οἶδ´ ἔγωγε. ὅτι οἱ ἡδέως ἐσθίον– 37093 4.8.30.93 : τες, καὶ σύ που οἶσθα, ὅτι οὐδὲν προσδέονται τούτων 37094 4.8.30.94 : τῶν σοφισμάτων. Ἀλλὰ μέντοι, ἔφη ὁ Σιμωνίδης, τῶν 37095 4.8.30.95 : γε πολυτελῶν τούτων ὀσμῶν, αἷς χρίεσθε, τοὺς πλησιά– 37096 4.8.30.96 : ζοντας μᾶλλον οἴομαι ἀπολαύειν ἢ αὐτοὺς ὑμᾶς, ὥσπερ γε 37097 4.8.30.97 : καὶ τῶν ἀχαρίτων ὀσμῶν οὐκ αὐτὸς ὁ βεβρωκὼς αἰσθά– 37098 4.8.30.98 : νεται, ἀλλὰ μᾶλλον οἱ πλησιάζοντες. Οὕτω μέντοι, ἔφη 37099 4.8.30.99 : ὁ Ἱέρων, καὶ τῶν σίτων ὁ μὲν ἔχων παντοδαπὰ ἀεὶ οὐδὲν 37100 4.8.30.100 : μετὰ πόθου αὐτῶν λαμβάνει· ὁ δὲ σπανίσας τινος, οὗτός 37101 4.8.30.101 : ἐστιν ὁ καὶ χαρμονῆς ἐμπιπλάμενος, ὅταν αὐτῷ προσ– 37102 4.8.30.102 : επιφανῇ τι. Κινδυνεύουσιν, ἔφη ὁ Σιμωνίδης, αἱ τῶν 37103 4.8.30.103 : ἀφροδισίων μόνον ὑμῖν ἀπολαύσεις τοῦ τυραννεῖν τὰς 37104 4.8.30.104 : ἐπιθυμίας παρέχειν· ἐν γὰρ τούτῳ ἔξεστιν ὑμῖν ὅ τι ἂν 37105 4.8.30.105 : κάλλιστον ἴδητε τούτῳ συνεῖναι. Νῦν γε, ἔφη ὁ Ἱέρων, 37106 4.8.30.106 : εἴρηκας ἐν ᾧ δὴ πλεῖστον μειονεκτοῦμεν. ὅτι μὲν γὰρ 37107 4.8.30.107 : τὰ μετ´ ἔρωτος ἀφροδίσια πολὺ διαφερόντως εὐφραίνει, 37108 4.8.30.108 : πάντες δήπου ἐπιστάμεθα· ὁ δὲ ἔρως πολὺ ἥκιστα ἐθέ– 37109 4.8.30.109 : λει τυράννῳ ἐμφύεσθαι. οὐ γὰρ τῶν ἑτοίμων ἥδεται ὁ 37110 4.8.30.110 : ἔρως ἐφιέμενος, ἀλλὰ τῶν ἐλπιζομένων. ὥσπερ οὖν εἴ 37111 4.8.30.111 : τις ἄπειρος ὢν δίψης τοῦ πιεῖν ἀπολαύοι, οὕτω καὶ ὁ 37112 4.8.30.112 : 〈ἄπειρος ὢν ἔρωτος〉 ἄπειρός ἐστι τῶν ἡδίστων ἀφρο– 37113 4.8.30.113 : δισίων. 37114 4.8.30.114 : (Ib. c. 2, 2. 4. 7. 11) Ἀλλ´ ἐν ἐκείνοις γε, ἔφη ὁ 37115 4.8.30.115 : Σιμωνίδης, πολὺ διαφέρετε τῶν ἰδιωτῶν, ὅτι μεγάλα μὲν 37116 4.8.30.116 : ἐπινοεῖτε, ταχὺ δὲ ταῦτα κατεργάζεσθε, πλεῖστα δὲ περισ– 37117 4.8.30.117 : σὰ ἔχετε, κέκτησθε δὲ διαφέροντας ἀρετῇ ἵππους, δια– 37118 4.8.30.118 : φέροντα ὅπλα κάλλει, ὑπερέχοντα κόσμον γυναιξί, μεγα– 37119 4.8.30.119 : λοπρεπεστέρας οἰκίας. ἔτι δὲ πλήθει τε καὶ ἐπιστήμῃ 37120 4.8.30.120 : θεράποντας ἀρίστους, ἱκανώτατοι δέ ἐστε ὀνῆσαι φίλους, 37121 4.8.30.121 : κακῶσαι δὲ ἐχθρούς. Πρὸς ταῦτα δὲ ὁ Ἱέρων εἶπεν· 37122 4.8.30.122 : Ἡ τυραννὶς τὰ μὲν δοκοῦντα πολλοῦ ἄξια κτήματα εἶναι 37123 4.8.30.123 : ἀνεπτυγμένα θεάσασθαι φανερὰ πᾶσι παρέχεται, τὰ δὲ 37124 4.8.30.124 : χαλεπὰ ἐν ταῖς ψυχαῖς τῶν τυράννων ἀποκεκρυμμένα, ἐν 37125 4.8.30.125 : αἷσπερ καὶ τὸ εὔδαιμον 〈καὶ τὸ κακόδαιμον〉 τοῖς ἀνθρώ– 37126 4.8.30.126 : ποις ἀπόκειται .... αὐτίκα γάρ, 〈εἰ μὲν〉 εἰρήνη δοκεὶ 37127 4.8.30.127 : μέγα ἀγαθὸν ἀνθρώποις εἶναι, ταύτης ἐλάχιστον μέρος 37128 4.8.30.128 : μέτεστι τοῖς τυράννοις· εἰ δὲ πόλεμος μέγα κακόν, τούτου 37129 4.8.30.129 : πλεῖστον μετέχομεν οἱ τύραννοι. ἔπειτα δὲ τοῖς μὲν 37130 4.8.30.130 : ἰδιώταις καὶ διὰ σπονδῶν καὶ δι´ εἰρήνης γίνεται πολέ– 37131 4.8.30.131 : μου ἀνάπαυσις, τοῖς δὲ τυράννοις οὔτε εἰρήνη ποτὲ πρὸς 37132 4.8.30.132 : τοὺς τυραννευομένους γίνεται οὔτε σπονδαῖς ἄν ποτε πι– 37133 4.8.30.133 : στεύσας ὁ τύραννος θαρρήσειε. 37134 4.8.30.134 : (Ib. c. 3, 5. 7–9. c. 4, 1. 2. 3–5. 7–11) τοσοῦτον 37135 4.8.30.135 : δέ τι ἀγαθὸν κρίνω ἔγωγε τὸ φιλεῖσθαι εἶναι, ὡς νομίζω 37136 4.8.30.136 : τῷ ὄντι ὡς αὐτόματα τἀγαθὰ τῷ φιλουμένῳ γίνεσθαι 37137 4.8.30.137 : καὶ παρὰ θεῶν καὶ παρὰ ἀνθρώπων. βεβαιόταται μὲν 37138 4.8.30.138 : δήπου δοκοῦσι φιλίαι γονεῦσι πρὸς παῖδας καὶ παισὶν 37139 4.8.30.139 : πρὸς γονέας καὶ ἀδελφοῖς πρὸς ἀδελφοὺς καὶ γυναιξὶ 37140 4.8.30.140 : πρὸς ἄνδρας καὶ ἑταίροις πρὸς ἑταίρους. εἰ τοίνυν ἐθέ– 37141 4.8.30.141 : λεις κατανοεῖν, εὑρήσεις τοὺς μὲν ἰδιώτας ὑπὸ τούτων 37142 4.8.30.142 : πάντων μάλιστα φιλουμένους, τοὺς δὲ τυράννους πολλοὺς 37143 4.8.30.143 : μὲν παῖδας ἑαυτῶν ἀπεκτονότας, πολλοὺς δὲ ὑπὸ παίδων 37144 4.8.30.144 : αὐτοὺς ἀπολωλότας, πολλοὺς δὲ ἀδελφοὺς ἐν τυραννίσιν 37145 4.8.30.145 : ἀλληλοφόνους γιγνομένους, πολλοὺς δὲ καὶ ὑπὸ γυναικῶν 37146 4.8.30.146 : τῶν ἑαυτῶν τυράννους διεφθαρμένους καὶ ὑπὸ ἑταίρων 37147 4.8.30.147 : γε 〈τῶν〉 μάλιστα δοκούντων φίλων εἶναι. οἵτινες οὖν 37148 4.8.30.148 : ὑπὸ τῶν φύσει τε πεφυκότων μάλιστα † φιλεῖσθαι οὕτω 37149 4.8.30.149 : μισοῦνται, πῶς ὑπό γε ἄλλου τινὸς οἴεσθαι χρὴ αὐτοὺς 37150 4.8.30.150 : φιλεῖσθαι; ἀλλὰ μὴν καὶ πίστεως ὅστις ἐλάχιστον μετέχει, 37151 4.8.30.151 : πῶς οὐχὶ μεγάλου ἀγαθοῦ μειονεκτεῖ; καὶ τούτου τοίνυν 37152 4.8.30.152 : τοῦ πιστῶς πρός τινας ἔχειν ἐλάχιστον μέρος τυράννῳ 37153 4.8.30.153 : μέτεστιν· ὁπότε γε οὐδὲ σίτοις οὐδὲ ποτοῖς πιστεύων 37154 4.8.30.154 : διάγει, ἀλλὰ καὶ τούτων τοὺς διακόνους κελεύουσιν ἀπο– 37155 4.8.30.155 : γεύεσθαι. τοῦ δὲ μηδένα τῶν πολιτῶν βιαίῳ θανάτῳ 37156 4.8.30.156 : ἀποθνήσκειν οὕτω πόρρω προεληλύθασι φυλακῆς, ὥστε 37157 4.8.30.157 : πεποίηνται πολλοὶ νόμον τῷ μιαιφόνῳ μηδὲ τὸν συνόντα 37158 4.8.30.158 : καθαρεύειν· ὅθεν διὰ τὰς πατρίδας ἀσφαλῶς ἕκαστος 37159 4.8.30.159 : βιοτεύει τῶν πολιτῶν. τοῖς δὲ τυράννοις καὶ τοῦτο ἔμ– 37160 4.8.30.160 : παλιν ἀνέστραπται. ἀντὶ γὰρ τοῦ τιμωρεῖν αἱ πόλεις 37161 4.8.30.161 : αὐτοῖς μεγάλως τιμῶσι τὸν κατακτείναντα τὸν τύραννον, 37162 4.8.30.162 : καὶ ἀντί γε τοῦ εἴργειν ἐκ τῶν ἱερῶν, ἀντὶ τούτου καὶ 37163 4.8.30.163 : εἰκόνας ἐν τοῖς ἱεροῖς ἱστᾶσιν αἱ πόλεις. οὐδέ γε θᾶσ– 37164 4.8.30.164 : σόν τι γίγνεται τῷ τυράννῳ ἢ τῷ ἰδιώτῃ ὧν ἐπιθυμεῖ. 37165 4.8.30.165 : ὁ μὲν γὰρ ἰδιώτης ἢ ἀγροῦ ἢ οἰκέτου ἐπιθυμεῖ, ὁ δὲ 37166 4.8.30.166 : τύραννος ἢ πόλεως ἢ χώρας πολλῆς ἢ λιμένων ἢ ἀκρο– 37167 4.8.30.167 : πόλεων ἰσχυρῶν, ἃ πολύ ἐστι χαλεπώτερα καὶ ἐπικιν– 37168 4.8.30.168 : δυνότερα κατεργάζεσθαι τῶν ἰδιωτικῶν ἐπιθυμημάτων. 37169 4.8.30.169 : ἀλλὰ μὴν καὶ πένητας ὄψει ὀλίγους τῶν ἰδιωτῶν, πολ– 37170 4.8.30.170 : λοὺς δὲ τῶν τυράννων. οὐ γὰρ τῷ ἀριθμῷ οὔτε τὰ πολλὰ 37171 4.8.30.171 : κρίνεται οὔτε τὰ ἱκανά, ἀλλὰ πρὸς τὰς χρήσεις· ὥστε τὰ 37172 4.8.30.172 : μὲν ὑπερβάλλοντα τὰ ἱκανὰ πολλά ἐστι, τὰ δὲ τῶν ἱκα– 37173 4.8.30.173 : νῶν ἐλλείποντα ὀλίγα. τῷ οὖν τυράννῳ τὰ πολλαπλάσια 37174 4.8.30.174 : ἧσσον ἱκανά ἐστιν ἢ τἀναγκαῖα δαπανήματα τῷ ἰδιώτῃ. 37175 4.8.30.175 : καὶ γὰρ τοῖς μὲν ἰδιώταις ἔξεστι τὰς δαπάνας συντέμ– 37176 4.8.30.176 : νειν εἰς τὰ καθ´ ἡμέραν, τοῖς δὲ τυράννοις μέγισται μέν 37177 4.8.30.177 : εἰσι δαπάναι εἰς τὰς τῆς ψυχῆς φυλακάς· τὸ δὲ τούτων 37178 4.8.30.178 : τι συντέμνειν ὄλεθρος δοκεῖ εἶναι. ἔπειτα δὲ ὅσοι μὲν 37179 4.8.30.179 : δύνανται ἀπὸ τοῦ δικαίου ἔχειν ὧν δέονται, τί ἂν τού– 37180 4.8.30.180 : τους οἰκτείροις ὡς πένητας; ὅσοι δὲ ἀναγκάζονται δι´ 37181 4.8.30.181 : ἔνδειαν κακόν τι καὶ αἰσχρὸν μηχανώμενοι ζῆν, πῶς οὐ 37182 4.8.30.182 : τούτους ἀθλίους ἄν τις δικαίως καὶ πένητας νομίζοι; οἱ 37183 4.8.30.183 : τύραννοι τοίνυν πάντα ἀναγκάζονται συλᾶν ἀδίκως διὰ 37184 4.8.30.184 : τὸ εἰς τὰς ἀναγκαίας δαπάνας ἀεὶ προσδεῖσθαι χρημάτων. 37185 4.8.30.185 : (Ib. c. 5, 1. c. 6, 4–6). γιγνώσκουσι δὲ οὐδὲν ἧττον 37186 4.8.30.186 : τῶν ἰδιωτῶν καὶ τοὺς ἀλκίμους καὶ τοὺς σοφοὺς καὶ τοὺς 37187 4.8.30.187 : δικαίους. τούτους δὲ ἀντὶ τοῦ ἄγασθαι φοβοῦνται, τοὺς 37188 4.8.30.188 : μὲν ἀνδρείους, μή 〈τι〉 τολμήσωσι τῆς ἐλευθερίας ἕνεκα, 37189 4.8.30.189 : τοὺς δὲ σοφούς, μή τι μηχανήσωνται, τοὺς δὲ δικαίους, 37190 4.8.30.190 : μὴ ἐπιθυμήσῃ τὸ πλῆθος ὑπ´ αὐτῶν προστατεῖσθαι. 37191 4.8.30.191 : τὸ δὲ φοβεῖσθαι μὲν ὄχλον. φοβεῖσθαι δὲ ἐρημίαν, φο– 37192 4.8.30.192 : βεῖσθαι δὲ ἀφυλαξίαν, φοβεῖσθαι δὲ καὶ αὐτοὺς τοὺς φύ– 37193 4.8.30.193 : λακας καὶ μήτε ἀόπλους ἔχειν ἐθέλειν μήτε ὡπλισμένους 37194 4.8.30.194 : ἡδέως θεᾶσθαι πῶς οὐ χαλεπόν ἐστι πρᾶγμα; ἔτι δὲ 37195 4.8.30.195 : ξένοις μᾶλλον ἢ πολίταις πιστεύειν, βαρβάροις μᾶλλον 37196 4.8.30.196 : ἢ Ἕλλησιν, ἐπιθυμεῖν δὲ τοὺς μὲν ἐλευθέρους δούλους 37197 4.8.30.197 : ἔχειν. τοὺς δὲ δούλους ἐλευθέρους ἀναγκάζεσθαι ποιεῖν, 37198 4.8.30.198 : οὐ πάντα ταῦτά σοι δοκεῖ ψυχῆς ὑπὸ φόβων παραπε– 37199 4.8.30.199 : πληγμένης τεκμήρια εἶναι; ὁ δέ τοι φόβος οὐ μόνον αὐτὸς 37200 4.8.30.200 : ἐνὼν ταῖς ψυχαῖς λυπηρός ἐστιν, ἀλλὰ καὶ πάντων τῶν 37201 4.8.30.201 : ἡδέων συμπαρομαρτῶν λυμαντήρ ἐστιν. 37202 4.8.31.1 : Ἀντισθένους (apophth. XIV Winck.). 37203 4.8.31.2 : Ἀντισθένης ὁ φιλόσοφος τοὺς δημίους εὐσεβεστέρους 37204 4.8.31.3 : ἔλεγεν εἶναι τῶν τυράννων· πυθομένου δέ τινος τὴν αἰ– 37205 4.8.31.4 : τίαν ἔφη, ὅτι ὑπὸ μὲν τῶν δημίων οἱ ἀδικοῦντες ἀναι– 37206 4.8.31.5 : ροῦνται, ὑπὸ δὲ τῶν τυράννων οἱ μηδὲν ἁμαρτάνοντες. 37207 4.8.32.1 : Φαβωρίνου (fr. 81 Marres). 37208 4.8.32.2 : Ἀλλ´ ἐγὼ βούλομαι ἡδονήν τινα τῷ τυράννῳ μηνῦ– 37209 4.8.32.3 : σαι. εἰ μὲν ἀνθρωπίνην θέλεις, ὦ Διονύσιε, πείνησον, 37210 4.8.32.4 : ἵνα φάγῃς, δίψησον, ἵνα πίῃς· εἰ δὲ δεξιάν τινα καὶ 37211 4.8.32.5 : ὑπέρσπουδον καὶ τηλικαύτην ἡλίκην οὐδεὶς πρὸ σοῦ, ἀπό– 37212 4.8.32.6 : θου τὴν τυραννίδα. τὸν γὰρ μυρίων καὶ πεντακισχιλίων 37213 4.8.32.7 : χλαμύδων δεόμενον οὐκ ἔστι μὴ πλειόνων δεῖσθαι· οἷς 37214 4.8.32.8 : γὰρ ἔχω προσδεόμενος, ἀφελὼν ὧν ἔχω, ἀρκοῦμαι οἷς ἔχω. 37215 4.8.33.1 : Δωροθέου ἐν αʹ Σικελικῶν (script. rerum 37216 4.8.33.2 : Alex. M. p. 155 Muell.). 37217 4.8.33.3 : Φάλαρις Ἀκραγαντίνων τύραννος, ἀπότομος καὶ ἀπα– 37218 4.8.33.4 : θὴς ὑπάρχων, ξέναις καὶ παρευρημέναις βασάνοις ἔτρυχε 37219 4.8.33.5 : καὶ ἐστρέβλου τοὺς ὁμοφύλους. Πέριλλος δὲ τῇ τέχνῃ 37220 4.8.33.6 : χαλκουργὸς κατασκευάσας δάμαλιν ἔδωκε τῷ βασιλεῖ δῶ– 37221 4.8.33.7 : ρον, ἵνα τοὺς ξένους εἰς αὐτὴν βάλλων κατακαίῃ ζῶντας· 37222 4.8.33.8 : μυκηθμὸν δ´ ἡ δάμαλις ἀνεδίδου τῷ φυσικῷ παρόμοιον. 37223 4.8.33.9 : Φάλαρις δὲ τότε μόνον γενόμενος δίκαιος αὐτὸν τὸν 37224 4.8.33.10 : τεχνίτην πρῶτον ἐνέβαλεν. 37225 4.8.34.1 : Πλάτωνος Πολιτείας θʹ (p. 579 B- 37226 4.8.34.2 : 580 A). 37227 4.8.34.3 : Ἆρ´ οὖν οὐκ ἐν τοιούτῳ δεσμωτηρίῳ δέδεται ὁ τύραν– 37228 4.8.34.4 : νος, φύσει ὢν οἷον διεληλύθαμεν, πολλῶν καὶ παντο– 37229 4.8.34.5 : δαπῶν φόβων καὶ ἐρώτων μεστός· λίχνῳ δὲ ὄντι αὐτῷ 37230 4.8.34.6 : τὴν ψυχὴν μόνῳ τῶν ἐν τῇ πόλει οὔτε ἀποδημῆσαι ἔξ– 37231 4.8.34.7 : εστιν οὐδαμόσε, οὔτε θεωρῆσαι ὅσων δὴ καὶ οἱ ἄλλοι ἐλεύ– 37232 4.8.34.8 : θεροι ἐπιθυμηταί εἰσι, καταδεδυκὼς δὲ ἐν τῇ οἰκίᾳ τὰ 37233 4.8.34.9 : πολλὰ ὥσπερ γυνὴ ζῇ, φθονῶν καὶ τοῖς ἄλλοις πολίταις, 37234 4.8.34.10 : ἐάν τις ἔξω ἀποδημῇ καί τι ἀγαθὸν ὁρᾷ; Παντάπασι 37235 4.8.34.11 : μὲν οὖν, ἔφη. Οὐκοῦν τοῖς τοιούτοις κακοῖς πλείω καρ– 37236 4.8.34.12 : ποῦται ἀνὴρ ὃς ἂν κακῶς ἐν ἑαυτῷ πολιτευόμενος, ὃν νῦν 37237 4.8.34.13 : δὴ σὺ ἀθλιώτατον ἔκρινας, τὸν τυραννικόν, μὴ ὡς ἰδιώτης 37238 4.8.34.14 : καταβιῷ, ἀλλ´ ἀναγκασθῇ ὑπό τινος τύχης τυραννεῦσαι 37239 4.8.34.15 : καὶ ἑαυτοῦ ὢν ἀκράτωρ ἄλλων ἐπιχειρήσῃ ἄρχειν, ὥσπερ 37240 4.8.34.16 : εἴ τις κάμνοντι σώματι καὶ ἀκράτορι ἑαυτοῦ μὴ ἰδιωτεύων 37241 4.8.34.17 : ἀλλ´ ἀγωνιζόμενος πρὸς ἄλλα σώματα καὶ μαχόμενος 37242 4.8.34.18 : ἀναγκάζοιτο διάγειν τὸν βίον. Παντάπασιν, ἔφη, ὁμοιό– 37243 4.8.34.19 : τατά τε καὶ ἀληθέστατα λέγεις, ὦ Σώκρατες. Οὐκοῦν, 37244 4.8.34.20 : ἦν δ´ ἐγώ, ὦ φίλε Γλαύκων, παντελῶς τὸ πάθος ἄθλιον, 37245 4.8.34.21 : καὶ τοῦ ὑπὸ σοῦ κριθέντος χαλεπώτατα ζῆν χαλεπώτερον 37246 4.8.34.22 : ἔτι ζῇ ὁ τυραννῶν; Κομιδῇ γε, ἔφη. Ἔστιν ἄρα τῇ ἀλη– 37247 4.8.34.23 : θείᾳ, κἂν εἰ μή τῳ δοκῇ, ὁ τῷ ὄντι τύραννος τῷ ὄντι 37248 4.8.34.24 : δοῦλος τὰς μεγίστας θωπείας καὶ δουλείας καὶ κόλαξ 37249 4.8.34.25 : τῶν πονηροτάτων, καὶ τὰς ἐπιθυμίας οὐδ´ ὁπωστιοῦν 37250 4.8.34.26 : ἀποπιμπλάς, ἀλλὰ πλείστων ἐπιδεέστατος καὶ πένης τῇ 37251 4.8.34.27 : ἀληθείᾳ φαίνεται, ἐὰν δέ τις ὅλην ψυχὴν ἐπίστηται 37252 4.8.34.28 : θεάσασθαι, καὶ φόβου γέμων διὰ παντὸς τοῦ βίου, σφα– 37253 4.8.34.29 : δασμῶν τε καὶ ὀδυνῶν πλήρης, εἴπερ τῇ τῆς πόλεως δια– 37254 4.8.34.30 : θέσει ἧς ἄρχει ἔοικεν· ἔοικε δέ· ἦ γάρ; Καὶ μάλα, ἔφη. 37255 4.8.34.31 : Οὐκοῦν καὶ πρὸς τούτοις ἔτι ἀποδώσομεν τῷ ἀνδρὶ καὶ 37256 4.8.34.32 : ἃ τὸ πρότερον εἴπομεν, ὅτι ἀνάγκη καὶ εἶναι καὶ ἔτι 37257 4.8.34.33 : μᾶλλον γίγνεσθαι αὐτῷ ἢ πρότερον διὰ τὴν ἀρχὴν φθονε– 37258 4.8.34.34 : ρῷ, ἀπίστῳ, ἀδίκῳ, ἀφίλῳ, ἀνοσίῳ καὶ πάσης κακίας 37259 4.8.34.35 : πανδοκεῖ τε καὶ τροφεῖ, καὶ ἐξ ἁπάντων τούτων μάλιστα 37260 4.8.34.36 : μὲν αὐτῷ δυστυχεῖ εἶναι, ἔπειτα δὲ καὶ τοὺς πλησίον αὑτῷ 37261 4.8.34.37 : τοιούτους ἀπεργάζεσθαι. Οὐδείς σοι, ἔφη, τῶν νοῦν 37262 4.8.34.38 : ἐχόντων ἀντερεῖ. 37263 4.9.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΠΟΛΕΜΟΥ.}1 37264 4.9.1.1 : Εὐριπίδου Τημενιδῶν (fr. 728 N. 2). 37265 4.9.1.2 : .. φιλεῖ τοι πόλεμος οὐ πάντ´ εὐτυχεῖν. 37266 4.9.1.3 : ἐσθλῶν δὲ χαίρει πτώμασιν νεανιῶν, 37267 4.9.1.4 : κακοὺς δὲ μισεῖ. τῇ πόλει μὲν οὖν νόσος 37268 4.9.1.5 : τόδ´ ἐστί, τοῖς δὲ κατθανοῦσιν εὐκλεές. 37269 4.9.2.1 : Ἀράτου Φαινομένων ( 130–32). 37270 4.9.2.2 : Χαλκείη γενεή, προτέρων ὀλοώτεροι ἄνδρες, 37271 4.9.2.3 : οἳ πρῶτοι κακόεργον ἐχαλκεύσαντο μάχαιραν, 37272 4.9.2.4 : εἰνοδίην, πρῶτοι δὲ βοῶν ἐπάσαντ´ ἀροτήρων. 37273 4.9.3.1 : Πινδάρου Ὑπορχημάτων (fr. 110 Schr.). 37274 4.9.3.2 : Γλυκὺ δὲ πόλεμος ἀπείροισιν· ἐμπείρων δέ τις 37275 4.9.3.3 : ταρβεῖ προσιόντα νιν καρδίᾳ περισσῶς. 37276 4.9.4.1 : Ὅμηρος Ἰλιάδος ιʹ ( 63 s.). 37277 4.9.4.2 : Ἀφρήτωρ, ἀθέμιστος, ἀνέστιός ἐστιν ἐκεῖνος, 37278 4.9.4.3 : ὃς πολέμου ἔραται ἐπιδημίου ὀκρυόεντος. 37279 4.9.5.1 : (IX 593 s.). 37280 4.9.5.2 : Ἄνδρας μὲν κτείνουσι, πόλιν δέ τε πῦρ ἀμαθύνει, 37281 4.9.5.3 : τέκνα δέ τ´ ἄλλοι ἄγουσι βαθυζώνους τε γυναῖκας. 37282 4.9.6.1 : Εὐριπίδου Αἰόλῳ (fr. 38 N. 2). 37283 4.9.6.2 : Τὰ πόλλ´ ἀνάγκη διαφέρει τολμήματα. 37284 4.9.7.1 : Θουκυδίδου ἱστορίας αʹ δημηγορίας Ἀθη– 37285 4.9.7.2 : ναίων (c. 78, 1). 37286 4.9.7.3 : Τοῦ πολέμου τὸ παράλογον ὅσον ἐστί, πρὶν ἐν αὐτῷ 37287 4.9.7.4 : γενέσθαι, προδιάγνωτε· μηκυνόμενος γὰρ φιλεῖ εἰς τύχας 37288 4.9.7.5 : τὰ πολλὰ περιίστασθαι. 37289 4.9.8.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἱστορίας αʹ δημηγορίας Κο– 37290 4.9.8.2 : ρινθίων (c. 122, 1). 37291 4.9.8.3 : Ἄλλα τε ὅσα οὐκ ἄν τις νῦν προΐδοι. ἥκιστα γὰρ πό– 37292 4.9.8.4 : λεμος ἐπὶ ῥητοῖς χωρεῖ, αὐτὸς δ´ ἀφ´ αὑτοῦ τὰ πολλὰ 37293 4.9.8.5 : τεχνᾶται πρὸς τὸ 〈παρα〉τυγχάνον· ἐν ᾧ ὁ μὲν εὐοργήτως 37294 4.9.8.6 : αὐτῷ προσομιλήσας βεβαιότερος, ὁ δὲ ὀργισθεὶς περὶ 37295 4.9.8.7 : αὐτὸν οὐκ ἐλάσσω πταίει. 37296 4.9.9.1 : Δημοσθένους. 37297 4.9.9.2 : Πόλεμος ἔνδοξος εἰρήνης αἰσχρᾶς αἱρετώτερος. 37298 4.9.10.1 : Ἀντισθένους (apophth. 15 Winck.). 37299 4.9.10.2 : Ἀντισθένης ὁ Σωκρατικὸς εἰπόντος τινὸς ὅτι ὁ πόλεμος 37300 4.9.10.3 : ἀπολεῖ τοὺς πένητας ’πολλοὺς μὲν οὖν‘ 〈ἔφη〉 ’ποιήσει‘. 37301 4.9.11.1 : Ἀρχιδάμου (Ps.–Plut. reg. et imp. apo- 37302 4.9.11.2 : phth. p. 191 E). 37303 4.9.11.3 : Ἀρχίδαμος ὁ Ἀγησιλάου ἰδὼν βέλος τότε πρῶτον ἐκ 37304 4.9.11.4 : Σικελίας κομισθὲν ἀνεβόησεν ’ὦ Ἡράκλεις, ἀπόλωλεν ἀν– 37305 4.9.11.5 : δρὸς ἀρετά‘. 37306 4.9.12.1 : Θουκυδίδου δημηγορίας Κορινθίων 37307 4.9.12.2 : (I 120, 3–5). 37308 4.9.12.3 : Ἀνδρῶν γὰρ σωφρόνων μέν ἐστιν, εἰ μὴ ἀδικοῖντο, ἡσυ– 37309 4.9.12.4 : χάζειν, ἀγαθῶν δὲ ἀδικουμένους ἐκ μὲν εἰρήνης πολεμεῖν, 37310 4.9.12.5 : εὖ δὲ παρασχὸν ἐκ πολέμου πάλιν ξυμβῆναι, καὶ μήτε τῇ 37311 4.9.12.6 : κατὰ πόλεμον εὐτυχίᾳ ἐπαίρεσθαι μήτε τῷ ἡσύχῳ τῆς 37312 4.9.12.7 : εἰρήνης ἡδόμενον ἀδικεῖσθαι. ὅ τε γὰρ διὰ τὴν ἡδονὴν 37313 4.9.12.8 : ὀκνῶν τάχιστ´ ἂν ἀφαιρεθείη τῆς ῥᾳστώνης τὸ τερπνὸν 37314 4.9.12.9 : δι´ ὅπερ ὀκνεῖ, εἰ ἡσυχάζοι, ὅ τε ἐν πολέμῳ εὐτυχίᾳ 37315 4.9.12.10 : πλεονάζων οὐκ ἐντεθύμηται θράσει ἀπίστῳ ἐπαιρόμενος. 37316 4.9.12.11 : πολλὰ γὰρ κακῶς γνωσθέντα ἀβουλοτέρων τῶν ἐναντίων 37317 4.9.12.12 : τυχόντα κατώρθωκε, καὶ ἔτι πλέω ἃ καλῶς δοκοῦντα 37318 4.9.12.13 : βουλευθῆναι ἐς τοὐναντίον αἰσχρῶς περιέστη. ἐνθυμεῖται 37319 4.9.12.14 : γὰρ οὐδεὶς ὅμοια τῇ πίστει καὶ ἔργῳ ἐπεξέρχεται, ἀλλὰ 37320 4.9.12.15 : μετ´ ἀσφαλείας μὲν δοξάζομεν, μετὰ δέους δ´ ἐν τῷ ἔργῳ 37321 4.9.12.16 : ἐλλείπομεν. 37322 4.9.13.1 : Πλάτωνος Νόμων αʹ (p. 626 A). 37323 4.9.13.2 : Ἣν γὰρ καλοῦσιν οἱ πλεῖστοι τῶν ἀνθρώπων εἰρήνην, 37324 4.9.13.3 : τοῦτ´ εἶναι μόνον ὄνομα, τῷ δὲ ἔργῳ πάσαις πρὸς πάσας 37325 4.9.13.4 : τὰς πόλεις ἀεὶ πόλεμον ἀκήρυκτον κατὰ φύσιν εἶναι. 37326 4.9.13.5 : καὶ σχεδὸν ἀνευρήσεις. οὕτω σκοπῶν, τὸν Κρητῶν νομο– 37327 4.9.13.6 : θέτην ὡς εἰς τὸν πόλεμον ἅπαντα δημοσίᾳ καὶ ἰδίᾳ τὰ 37328 4.9.13.7 : νόμιμα ἡμῖν ἀποβλέπων ξυνετάξατο, καὶ κατὰ ταῦτα οὕτω 37329 4.9.13.8 : φυλάττειν παρέδωκε τοὺς νόμους. ὡς τῶν ἄλλων οὐδενὸς 37330 4.9.13.9 : οὐδὲν ὄφελος ὂν οὔτε κτημάτων οὔτε ἐπιτηδευμάτων, ἂν 37331 4.9.13.10 : μὴ τῷ πολέμῳ ἄρα κρατῇ τις, πάντα δὲ τὰ τῶν νικω– 37332 4.9.13.11 : μένων ἀγαθὰ τῶν νικώντων γίγνεσθαι. 37333 4.9.14.1 : Ξενοφῶντος ἐν γʹ τῆς Κύρου ἀνα– 37334 4.9.14.2 : βάσεως (c. 1, 42). 37335 4.9.14.3 : Ἐπίστασθε γὰρ δή, ὅτι οὔτε πλῆθός ἐστιν οὔτε ἰσχὺς 37336 4.9.14.4 : ἡ ἐν τῷ πολέμῳ τὰς νίκας ποιοῦσα. ἀλλ´ ὁπότεροι ἂν 37337 4.9.14.5 : σὺν τοῖς θεοῖς ταῖς ψυχαῖς ἐρρωμενέστεροι ἴωσιν ἐπὶ 37338 4.9.14.6 : τοὺς πολεμίους, τούτους ὡς ἐπὶ πολὺ οἱ ἐναντίοι οὐ δέ– 37339 4.9.14.7 : χονται. 37340 4.9.15.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Μενεξένου 〈ἢ〉 Ἐπι– 37341 4.9.15.2 : ταφίου (p. 234 C). 37342 4.9.15.3 : Καὶ μήν, ὦ Μενέξενε. πολλαχῇ κινδυνεύει καλὸν εἶναι 37343 4.9.15.4 : τὸ ἐν πολέμῳ ἀποθνῄσκειν. καὶ γὰρ ταφῆς καλῆς τε καὶ 37344 4.9.15.5 : μεγαλοπρεποῦς τυγχάνει, καὶ ἐὰν πένης τις ὢν τελευτήσῃ, 37345 4.9.15.6 : καὶ ἐπαίνου αὖ ἔτυχεν, καὶ ἐὰν φαῦλος ᾖ, ὑπ´ ἀνδρῶν 37346 4.9.15.7 : σοφῶν τε καὶ οὐκ εἰκῆ ἐπαινούντων, ἀλλ´ ἐκ πολλοῦ 37347 4.9.15.8 : χρόνου λόγους παρεσκευασμένων. 37348 4.9.16.1 : Τυρταίου ( 11 B.). 37349 4.9.16.2 : Ἀλλ´ Ἡρακλῆος γὰρ ἀνικήτου γένος ἐστέ, 37350 4.9.16.3 : θαρσεῖτ´· οὔπω Ζεὺς αὐχένα λοξὸν ἔχει· 37351 4.9.16.4 : μηδ´ ἀνδρῶν πληθὺν δειμαίνετε, μηδὲ φοβεῖσθε, 37352 4.9.16.5 : ἰθὺς δ´ εἰς προμάχους ἀσπίδ´ ἀνὴρ ἐχέτω, 37353 4.9.16.6 : ἐχθρὰν μὲν ψυχὴν θέμενος, θανάτου δὲ μελαίνας 37354 4.9.16.7 : κῆρας † αὐγαῖς´ ἠελίοιο φίλας. 37355 4.9.16.8 : ἴσιε γὰρ ὡς Ἄρεος πολυδακρύου ἔργ´ ἀίδηλα, 37356 4.9.16.9 : εὖ δ´ ὀργὴν ἐδάητ´ ἀργαλέου πολέμου, 37357 4.9.16.10 : καὶ μετὰ φευγόντων τε διωκόντων τ´ ἐγένεσθε, 37358 4.9.16.11 : ὦ νέοι, ἀμφοτέρων δ´ ἐς κόρον ἠλάσατε. 37359 4.9.16.12 : οἳ μὲν γὰρ τολμῶσι παρ´ ἀλλήλοισι μένοντες 37360 4.9.16.13 : ἔς τ´ αὐτοσχεδίην καὶ προμάχους ἰέναι, 37361 4.9.16.14 : παυρότεροι θνῄσκουσι, σαοῦσι δὲ λαὸν ὀπίσσω· 37362 4.9.16.15 : τρεσσάντων δ´ ἀνδρῶν πᾶς´ ἀπόλωλ´ ἀρετή. 37363 4.9.16.16 : οὐδεὶς ἄν ποτε ταῦτα λέγων ἀνύσειεν ἕκαστα, 37364 4.9.16.17 : ὅσς´, ἢν αἰσχρὰ πάθῃ, γίνεται ἀνδρὶ κακά. 37365 4.9.16.18 : ἀργαλέον γὰρ ὄπισθε μετάφρενόν ἐστι δαΐζειν 37366 4.9.16.19 : ἀνδρὸς φεύγοντος δηίῳ ἐν πολέμῳ· 37367 4.9.16.20 : αἰσχρὸς δ´ ἔστι νέκυς κακκείμενος ἐν κονίῃσι 37368 4.9.16.21 : νῶτον ὄπισθ´ αἰχμῇ δουρὸς ἐληλαμένος. 37369 4.9.16.22 : ἀλλά τις εὖ διαβὰς μενέτω ποσὶν ἀμφοτέροισιν 37370 4.9.16.23 : στηριχθεὶς ἐπὶ γῆς, χεῖλος ὀδοῦσι δακών, 37371 4.9.16.24 : μηρούς τε κνήμας τε κάτω καὶ στέρνα καὶ ὤμους 37372 4.9.16.25 : ἀσπίδος εὐρείης γαστρὶ καλυψάμενος· 37373 4.9.16.26 : δεξιτερῇ δ´ ἐν χειρὶ τινασσέτω ὄβριμον ἔγχος, 37374 4.9.16.27 : κινείτω δὲ λόγον δεινὸν ὑπὲρ κεφαλῆς· 37375 4.9.16.28 : ἕρδων δ´ ὄβριμα ἔργα διδασκέσθω πολεμίζειν, 37376 4.9.16.29 : μηδ´ ἐκτὸς βελέων ἑστάτω ἀσπίδ´ ἔχων, 37377 4.9.16.30 : ἀλλά τις ἐγγὺς ἰὼν αὐτοσχεδὸν ἔγχεϊ μακρῷ, 37378 4.9.16.31 : ἢ ξίφει οὐτάζων δήιον ἄνδρ´ ἑλέτω· 37379 4.9.16.32 : καὶ πόδα πὰρ ποδὶ θεὶς καὶ ἐπ´ ἀσπίδος ἀσπίδ´ ἐρείσας, 37380 4.9.16.33 : ἐν δὲ λόφον τε λόφῳ καὶ κυνέην κυνέῃ 37381 4.9.16.34 : καὶ στέρνον στέρνῳ πεπλημένος ἀνδρὶ μαχέσθω, 37382 4.9.16.35 : ἢ ξίφεος κώπην ἢ δόρυ μακρὸν ἑλών. 37383 4.9.16.36 : ὑμεῖς δ´, ὦ γυμνῆτες, ὑπ´ ἀσπίδος ἄλλοθεν ἄλλος 37384 4.9.16.37 : πτώσσοντες μεγάλοις βάλλετε χερμαδίοις, 37385 4.9.16.38 : δούρασί τε ξεστοῖσιν ἀκοντίζοντες ἐς αὐτούς, 37386 4.9.16.39 : τοῖσι πανόπλοισιν πλησίον ἱστάμενοι. 37387 4.10.t.1 : {1ΕΠΑΙΝΟΣ ΤΟΛΜΗΣ.}1 37388 4.10.1.1 : Τυρταίου ( 12 B). 37389 4.10.1.2 : Οὔτ´ ἂν μνησαίμην οὔτ´ ἐν λόγῳ ἄνδρα τιθείμην 37390 4.10.1.3 : οὔτε ποδῶν ἀρετῆς οὔτε παλαισμοσύνης, 37391 4.10.1.4 : οὐδ´ εἰ Κυκλώπων μὲν ἔχοι μέγεθός τε βίην τε, 37392 4.10.1.5 : νικῴη δὲ θέων Θρηίκιον Βορέην, 37393 4.10.1.6 : οὐδ´ εἰ Τιθωνοῖο φυὴν χαριέστερος εἴη, 37394 4.10.1.7 : πλουτοίη δὲ Μίδεω καὶ Κινύρεω μάλιον, 37395 4.10.1.8 : οὐδ´ εἰ Τανταλίδεω Πέλοπος βασιλεύτερος εἴη, 37396 4.10.1.9 : γλῶσσαν δ´ Ἀδρήστου μειλιχόγηρυν ἔχοι, 37397 4.10.1.10 : οὐδ´ εἰ πᾶσαν ἔχοι δόξαν πλὴν θούριδος ἀλκῆς· 37398 4.10.1.11 : οὐ γὰρ ἀνὴρ ἀγαθὸς γίγνεται ἐν πολέμῳ, 37399 4.10.1.12 : εἰ μὴ τετλαίη μὲν ὁρῶν φόνον αἱματόεντα 37400 4.10.1.13 : καὶ δηίων ὀρέγοιτ´ ἐγγύθεν ἱστάμενος. 37401 4.10.1.14 : ἥδ´ ἀρετή, τόδ´ ἄεθλον ἐν ἀνθρώποισιν ἄριστον 37402 4.10.1.15 : κάλλιστόν τε φέρειν γίγνεται ἀνδρὶ νέῳ. 37403 4.10.2.1 : Εὐριπίδου Τημενιδῶν (fr. 731 N. 2). 37404 4.10.2.2 : Οὐκ ἔστι κρεῖσσον ἄλλο πλὴν κρατεῖν δορί. 37405 4.10.3.1 : Εὐριπίδου Τημένῳ (fr. 745 N. 2). 37406 4.10.3.2 : Τολμᾶν δὲ χρεών. ὁ γὰρ ἐν καιρῷ 37407 4.10.3.3 : μόχθος πολλὴν εὐδαιμονίαν 37408 4.10.3.4 : τίκτει θνητοῖσι τελευτῶν. 37409 4.10.4.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάῳ (fr. 237 N. 2). 37410 4.10.4.2 : Νεανίαν γὰρ ἄνδρα χρὴ τολμᾶν ἀεί. 37411 4.10.4.3 : οὐδεὶς γὰρ ὢν ῥᾴθυμος εὐκλεὴς ἀνήρ· 37412 4.10.4.4 : ἀλλ´ οἱ πόνοι τίκτουσι τὴν εὐδοξίαν. 37413 4.10.5.1 : Εὐήνου (fr. 4 Bergk p. l. II 4 p. 270). 37414 4.10.5.2 : Πρὸς σοφίᾳ μὲν ἔχειν τόλμαν μάλα σύμφορόν ἐστι, 37415 4.10.5.3 : χωρὶς δὲ βλαβερὴ καὶ κακότητα φέρει. 37416 4.10.6.1 : Τυρταίου ( 12, 15 ss. B.). 37417 4.10.6.2 : Ξυνὸν δ´ ἐσθλὸν τοῦτο πόληί τε παντί τε δήμῳ 37418 4.10.6.3 : ὅστις ἀνὴρ διαβὰς ἐν προμάχοισι μένῃ 37419 4.10.6.4 : νωλεμέως, αἰσχρῆς δὲ φυγῆς ἐπὶ πάγχυ λάθηται, 37420 4.10.6.5 : ψυχὴν καὶ θυμὸν τλήμονα παρθέμενος, 37421 4.10.6.6 : θαρσύνῃ δ´ ἔπεσιν τὸν πλησίον ἄνδρα παρεστώς· 37422 4.10.6.7 : οὗτος ἀνὴρ ἀγαθὸς γίγνεται ἐν πολέμῳ· 37423 4.10.6.8 : αἶψα δὲ δυσμενέων ἀνδρῶν ἔτρεψε φάλαγγας 37424 4.10.6.9 : τρηχείας, σπουδῇ δ´ ἔσχεθε κῦμα μάχης· 37425 4.10.6.10 : αὐτὸς δ´ ἐν προμάχοισι πεσὼν φίλον ὤλεσε θυμὸν 37426 4.10.6.11 : ἄστυ τε καὶ λαοὺς καὶ πατέρ´ εὐκλεΐσας, 37427 4.10.6.12 : πολλὰ διὰ στέρνοιο καὶ ἀσπίδος ὀμφαλοέσσης 37428 4.10.6.13 : καὶ διὰ θώρηκος πρόσθεν ἐληλαμένος, 37429 4.10.6.14 : τὸν δ´ ὀλοφύρονται μὲν ὁμῶς νέοι ἠδὲ γέροντες, 37430 4.10.6.15 : ἀργαλέῳ δὲ πόθῳ πᾶσα κέκηδε πόλις, 37431 4.10.6.16 : καὶ τύμβος καὶ παῖδες ἐν ἀνθρώποις´ ἀρίσημοι 37432 4.10.6.17 : καὶ παίδων παῖδες καὶ γένος ἐξοπίσω, 37433 4.10.6.18 : οὐδέ ποτε κλέος ἐσθλὸν ἀπόλλυται οὐδ´ ὄνομ´ αὐτοῦ, 37434 4.10.6.19 : ἀλλ´ ὑπὸ γῆς περ ἐὼν γίγνεται ἀθάνατος, 37435 4.10.6.20 : ὅντιν´ ἀριστεύοντα μένοντά τε μαρνάμενόν τε 37436 4.10.6.21 : γῆς πέρι καὶ παίδων θοῦρος Ἄρης ὀλέσῃ. 37437 4.10.6.22 : εἰ δὲ φύγῃ μὲν κῆρα τανηλεγέος θανάτοιο, 37438 4.10.6.23 : νικήσας δ´ αἰχμῆς ἀγλαὸν εὖχος ἕλῃ, 37439 4.10.6.24 : πάντες μιν τιμῶσιν ὁμῶς νέοι ἠδὲ παλαιοί, 37440 4.10.6.25 : πολλὰ δὲ τερπνὰ παθὼν ἔρχεται εἰς Ἀίδην· 37441 4.10.6.26 : γηράσκων δ´ ἀστοῖσι μεταπρέπει, οὐδέ τις αὐτὸν 37442 4.10.6.27 : βλάπτειν οὔτ´ αἰδοῦς οὔτε δίκης ἐθέλει, 37443 4.10.6.28 : πάντες δ´ ἐν θώκοισιν ὁμῶς νέοι οἵ τε κατ´ αὐτὸν 37444 4.10.6.29 : εἴκους´ ἐκ χώρης οἵ τε παλαιότεροι. 37445 4.10.6.30 : ταύτης νῦν τις ἀνὴρ ἀρετῆς εἰς ἄκρον ἱκέσθαι 37446 4.10.6.31 : πειράσθω θυμῷ, μὴ μεθιεὶς πολέμου. 37447 4.10.7.1 : Εὐριπίδου (fr. 1051 N. 2). 37448 4.10.7.2 : Σὺν τοῖσι δεινοῖς αὔξεται κλέος βροτοῖς. 37449 4.10.8.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάῳ (fr. 240 N. 2). 37450 4.10.8.2 : Ἐμὲ δ´ ἄρ´ οὐ 37451 4.10.8.3 : μοχθεῖν δίκαιον; τίς δ´ ἄμοχθος εὐκλεής; 37452 4.10.8.4 : τίς τῶν μεγίστων δειλὸς ὢν ὠρέξατο; 37453 4.10.9.1 : Ἀντιφάνους (fr. 267 K.). 37454 4.10.9.2 : Ἐπεὶ γὰρ ἀποθνῄσκειν ἀνάγκη γίγνεται, 37455 4.10.9.3 : τὸ προῖκ´ ἀποθανεῖν ἔστι φανερὰ ζημία. 37456 4.10.10.1 : Εὐριπίδου ἐκ Τηλέφου (fr. 702 N. 2). 37457 4.10.10.2 : Τόλμα σύ, κἄν τι τραχὺ νείμωσιν θεοί. 37458 4.10.11.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάῳ (fr. 244 N. 2). 37459 4.10.11.2 : Ὀλίγοι γὰρ ἐσθλοὶ κρείσσονες πολλῶν κακῶν. 37460 4.10.12.1 : Καλλίνου (fr. 1 B). 37461 4.10.12.2 : Μέχρις τεῦ κατάκεισθε; κότ´ ἄλκιμον ἕξετε θυμόν, 37462 4.10.12.3 : ὦ νέοι; οὐδ´ αἰδεῖσθ´ ἀμφιπερικτίονας 37463 4.10.12.4 : ὧδε λίην μεθιέντες; ἐν εἰρήνῃ δὲ δοκεῖτε 37464 4.10.12.5 : ἧσθαι, ἀτὰρ πόλεμος γαῖαν ἅπασαν ἔχει. 37465 4.10.12.6 : *** 37466 4.10.12.7 : καί τις ἀποθνῄσκων ὕστατ´ ἀκοντισάτω. 37467 4.10.12.8 : τιμῆέν τε γάρ ἐστι καὶ ἀγλαὸν ἀνδρὶ μάχεσθαι 37468 4.10.12.9 : γῆς πέρι καὶ παίδων κουριδίης τ´ ἀλόχου 37469 4.10.12.10 : δυσμενέσιν· θάνατος δέ ποτ´ ἔσσεται, ὁππότε κεν δὴ 37470 4.10.12.11 : μοῖραι ἐπικλώσως´· ἀλλά τις ἰθὺς ἴτω 37471 4.10.12.12 : ἔγχος ἀνασχόμενος καὶ ὑπ´ ἀσπίδος ἄλκιμον ἦτορ 37472 4.10.12.13 : ἔλσας, τὸ πρῶτον μιγνυμένου πολέμου. 37473 4.10.12.14 : οὐ γάρ κως θάνατόν γε φυγεῖν εἱμαρμένον ἐστὶν 37474 4.10.12.15 : ἄνδρ´, οὐδ´ εἰ προγόνων ᾖ γένος ἀθανάτων. 37475 4.10.12.16 : πολλάκι δηιοτῆτα φυγὼν καὶ δοῦπον ἀκόντων 37476 4.10.12.17 : ἔρχεται, ἐν δ´ οἴκῳ μοῖρα κίχεν θανάτου. 37477 4.10.12.18 : ἀλλ´ ὁ μὲν οὐκ ἔμπης δήμῳ φίλος οὐδὲ ποθεινός, 37478 4.10.12.19 : τὸν δ´ ὀλίγος στενάχει καὶ μέγας, ἤν τι πάθῃ· 37479 4.10.12.20 : λαῷ γὰρ σύμπαντι πόθος κρατερόφρονος ἀνδρὸς 37480 4.10.12.21 : θνῄσκοντος, ζώων δ´ ἄξιος ἡμιθέων· 37481 4.10.12.22 : ὥσπερ γάρ μιν πύργον ἐν ὀφθαλμοῖσιν ὁρῶσιν· 37482 4.10.12.23 : ἕρδει γὰρ πολλῶν ἄξια μοῦνος ἐών. 37483 4.10.13.1 : Εὐριπίδου Ἱππολύτῳ (fr. 434 N. 2). 37484 4.10.13.2 : Οὐ γὰρ κατ´ εὐσέβειαν αἱ θνητῶν τύχαι· 37485 4.10.13.3 : τολμήμασιν δὲ καὶ χερῶν ὑπερβολαῖς 37486 4.10.13.4 : ἁλίσκεται τε πάντα καὶ θηρεύεται. 37487 4.10.14.1 : Τοῦ αὐτοῦ Ἰξίονι (fr. 426 N. 2). 37488 4.10.14.2 : Τά τοι μέγιστα πάντ´ ἀπείργασται βροτοῖς 37489 4.10.14.3 : τόλμ´ ὥστε νικᾶν. οὔτε γὰρ τυραννίδες 37490 4.10.14.4 : χωρὶς πόνου γένοιντ´ ἂν οὔτ´ οἶκος μέγας. 37491 4.10.15.1 : Μενάνδρου (fr. 792 K.). 37492 4.10.15.2 : Οὐκ ἔστι τόλμης ἐφόδιον μεῖζον βίου. 37493 4.10.16.1 : Πινδάρου Ὀλυμπιονικῶν (I 129). 37494 4.10.16.2 : Ὁ μέγας δὲ κίνδυνος ἄναλκιν οὐ φῶτα λαμβάνει. 37495 4.10.17.1 : Μοσχίωνος ἐκ Θεμιστοκλέους (fr. 1 p. 812 N. 2). 37496 4.10.17.2 : Καὶ γὰρ ἐν νάπαις βραχεῖ 37497 4.10.17.3 : πολὺς σιδήρῳ κείρεται πεύκης κλάδος· 37498 4.10.17.4 : καὶ βαιὸς ὄχλος μυρίας λόγχης κρατεῖ. 37499 4.10.18.1 : Σωσιθέου ἐξ Ἀεθλίου (fr. 1 p. 821 N. 2). 37500 4.10.18.2 : Εἷς μυρίους ὄρνιθας ἀετὸς σοβεῖ, 37501 4.10.18.3 : λαῶν τε δειλῶν πλῆθος εὖ τραφεὶς ἀνήρ. 37502 4.10.19.1 : Εὐριπίδου Ἐρεχθεῖ (fr. 356 N. 2). 37503 4.10.19.2 : Ὀλίγους ἐπαινῶ μᾶλλον ἢ πολλοὺς κακούς. 37504 4.10.20.1 : Τοῦ αὐτοῦ Ἀνδρομάχης ( 764 s.). 37505 4.10.20.2 : Πολλῶν νέων γὰρ κἂν γέρων εὔψυχος ᾖ 37506 4.10.20.3 : κρείσσων· τί γὰρ δεῖ δειλὸν ὄντ´ εὐσωματεῖν; 37507 4.10.21.1 : (Trag. ignoti fr. 537 N. 2). 37508 4.10.21.2 : Κρεῖττόν τ´ ἀμύνειν. κατθανεῖν γὰρ εὐκλεῶς 37509 4.10.21.3 : ἢ ζῆν θέλοιμ´ ἂν δυσκλεῶς γε † κατθανών. 37510 4.10.22.1 : Σοφοκλῆς Σκυρίοις (fr. 510 N. 2). 37511 4.10.22.2 : Φιλεῖ γὰρ ἄνδρας πόλεμος ἀγρεύειν νέους. 37512 4.10.23.1 : Μενάνδρου (fr. 793 K.). 37513 4.10.23.2 : Οὐκ ἔστι τόλμης ἐπιφανεστέρα θεός. 37514 4.10.24.1 : Αἰσχύλου Καρῶν (fr. 100 N. 2). 37515 4.10.24.2 : Ἀλλ´ Ἄρης φιλεῖ 37516 4.10.24.3 : ἀεὶ τὰ λῷστα πάντα † τ´ ἀνθρώπων στρατοῦ. 37517 4.10.25.1 : Μενάνδρου Ἐπαγγελλόμενος (fr. 161 K.). 37518 4.10.25.2 : Τὰ γὰρ τολμηρὰ τῶν ὄχλων ἔχει 37519 4.10.25.3 : ἐν τοῖς λογισμοῖς μὲν τὰς ἐπιδείξεις δυσκόλους· 37520 4.10.25.4 : ἐν τῷ δὲ πράττειν, ἂν λάβῃ τὸν καιρὸν εὖ, 37521 4.10.25.5 : ἀπροσδόκητον τὴν τέχνην ἐξηύρατο. 37522 4.10.26.1 : Εὐριπίδου (fr. 1052 N. 2). 37523 4.10.26.2 : Νεανίας γὰρ ὅστις ὢν Ἄρη στυγῇ, 37524 4.10.26.3 : κόμη μόνον καὶ σάρκες, ἔργα δ´ οὐδαμοῦ. 37525 4.10.26.4 : ὁρᾷς τὸν εὐτράπεζον ὡς ἡδὺς βίος 37526 4.10.26.5 : ὅ τ´ ὄλβος ἔξωθέν τίς ἐστι πραγμάτων· 37527 4.10.26.6 : ἀλλ´ οὐκ ἔνεστι στέφανος, οὐδ´ εὐανδρία, 37528 4.10.26.7 : εἰ μή τι καὶ τολμῶσι κινδύνου μέτα· 37529 4.10.26.8 : οἱ γὰρ πόνοι τίκτουσι τὴν εὐανδρίαν, 37530 4.10.26.9 : ἡ δ´ εὐλάβεια σκότον ἔχει καθ´ Ἑλλάδα, 37531 4.10.26.10 : τὸ διαβιῶναι μόνον ἀεὶ θηρωμένη. 37532 4.10.27.1 : Ὁμήρου (Il. XIII 279 ss.). 37533 4.10.27.2 : Τοῦ μὲν γάρ τε κακοῦ τρέπεται χρὼς ἄλλυδις ἄλλῃ, 37534 4.10.27.3 : οὐδέ οἱ ἀτρέμας 〈ἧσθαι〉 ἐρητύετ´ ἐν φρεσὶ θυμός· 37535 4.10.27.4 : ἐν δέ τέ οἱ κραδίη μεγάλα στέρνοισι πατάσσει, 37536 4.10.27.5 : κῆρας ὀιομένῳ, πάταγος δέ τε γίνετ´ ὀδόντων. 37537 4.10.27.6 : τοῦ δ´ ἀγαθοῦ οὔτ´ ἂρ τρέπεται χρὼς οὔτε τι ταρβεῖ. 37538 4.10.28.1 : Δημοκρίτου (fr. 269 Diels 2). 37539 4.10.28.2 : Τόλμα πρήξιος ἀρχή, τύχη δὲ τέλεος κυρίη. 37540 4.10.29.1 : Ἰσοκράτους πρὸς Δημόνικον ( 43 p. 11 c). 37541 4.10.29.2 : Μᾶλλον εὐλαβοῦ ψόγον ἢ κίνδυνον· δεῖ γὰρ εἶναι 37542 4.10.29.3 : τοῖς μὲν φαύλοις φοβερὰν τὴν τοῦ βίου τελευτήν, τοῖς δὲ 37543 4.10.29.4 : σπουδαίοις τὴν ἐν τῷ βίῳ ἀδοξίαν. 〈μάλιστα μὲν πειρῶ 37544 4.10.29.5 : ζῆν κατὰ τὴν ἀσφάλειαν·〉 ἐὰν δέ ποτέ σοι συμβῇ κιν– 37545 4.10.29.6 : δυνεύειν, ζήτει τὴν ἐκ τοῦ πολέμου σωτηρίαν μετὰ καλῆς 37546 4.10.29.7 : δόξης, ἀλλὰ μὴ μετ´ αἰσχρᾶς φήμης. τὸ μὲν γὰρ τελευ– 37547 4.10.29.8 : τῆσαι πάντων ἡ πεπρωμένη κατέκρινεν, τὸ δὲ καλῶς ἀπο– 37548 4.10.29.9 : θανεῖν ἴδιον τοῖς σπουδαίοις ἡ φύσις ἀπένειμεν. 37549 4.10.30.1 : Ἰσοκράτους Εὐαγόρα ( 3 p. 189 b). 37550 4.10.30.2 : Εὑρήσομεν γὰρ τοὺς φιλοτίμους καὶ μεγαλοψύχους 37551 4.10.30.3 : τῶν ἀνδρῶν οὐ μόνον ἀντὶ τῶν τοιούτων ἐπαινεῖσθαι βου– 37552 4.10.30.4 : λομένους. ἀλλ´ ἀντὶ τοῦ ζῆν ἀποθνῄσκειν εὐκλεῶς αἱρου– 37553 4.10.30.5 : μένους, καὶ μᾶλλον περὶ τῆς δόξης ἢ τοῦ βίου σπουδά– 37554 4.10.30.6 : ζοντας καὶ πάντα ποιοῦντας, ὅπως ἀθάνατον τὴν περὶ 37555 4.10.30.7 : αὑτῶν μνήμην καταλείψωσιν. 37556 4.10.31.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Μενεξένου ἢ Ἐπιταφίου 37557 4.10.31.2 : (p. 246 C–247 G). 37558 4.10.31.3 : Ἐν δὲ τῷ παρόντι δίκαιός εἰμι εἰπεῖν ἃ οἱ πατέρες 37559 4.10.31.4 : ἡμῖν ἐπέσκηπτον ἀπαγγέλλειν τοῖς ἀεὶ λειπομένοις, εἴ τι 37560 4.10.31.5 : πάσχοιεν, ἡνίκα κινδυνεύσειν ἔμελλον. ἀλλὰ νομίζειν χρὴ 37561 4.10.31.6 : αὐτῶν ἀκούειν ἐκείνων, ἃ ἂν ἀπαγγέλλω. ἔλεγον δὲ τάδε· 37562 4.10.31.7 : Ὦ παῖδες, ὅτι μέν ἐστε πατέρων ἀγαθῶν, αὐτὸ μηνύει 37563 4.10.31.8 : τὸ νῦν παρόν· ἡμῖν ἐξὸν ζῆν μὴ καλῶς, καλῶς αἱρούμεθα 37564 4.10.31.9 : μᾶλλον τελευτᾶν, πρὶν ὑμᾶς τε καὶ τοὺς ἔπειτα εἰς ὀνείδη 37565 4.10.31.10 : καταστῆσαι καὶ πρὶν τοὺς ἡμετέρους πατέρας καὶ πᾶν 37566 4.10.31.11 : τὸ πρόσθεν γένος αἰσχῦναι, ἡγούμενοι τῷ τοὺς αὑτοῦ 37567 4.10.31.12 : αἰσχύνοντι ἀβίωτον εἶναι, καὶ τῷ τοιούτῳ οὔτε τινὰ ἀν– 37568 4.10.31.13 : θρώπων οὔτε θεῶν φίλον εἶναι οὔτ´ ἐπὶ γῆς οὔθ´ ὑπὸ 37569 4.10.31.14 : γῆς τελευτήσαντι. χρὴ οὖν μεμνημένους τῶν ἡμετέρων 37570 4.10.31.15 : λόγων, ἐάν τι καὶ ἄλλο ἀσκῆτε, ἀσκεῖν μετ´ ἀρετῆς, εἰ– 37571 4.10.31.16 : δότας ὅτι τούτου λειπόμενα πάντα καὶ κτήματα καὶ ἐπι– 37572 4.10.31.17 : τηδεύματα, αἰσχρὰ καὶ κακά. οὔτε γὰρ πλοῦτος κάλλος 37573 4.10.31.18 : φέρει τῷ κεκτημένῳ μετὰ ἀνανδρίας· ἄλλῳ γὰρ ὁ τοιοῦτος 37574 4.10.31.19 : πλουτεῖ καὶ οὐχ ἑαυτῷ· οὔτε κάλλος σώματος καὶ ἰσχὺς 37575 4.10.31.20 : δειλῷ καὶ κακῷ ξυνοικοῦντα πρέποντα φαίνεται, ἀλλ´ 37576 4.10.31.21 : ἀπρεπῆ, καὶ ἐπιφανέστερον ποιεῖ τὸν ἔχοντα καὶ ἐκφαίνει 37577 4.10.31.22 : τὴν δειλίαν· πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης 37578 4.10.31.23 : καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία, οὐ σοφία φαίνεται. ὧν 37579 4.10.31.24 : ἕνεκα καὶ πρῶτον καὶ ὕστερον καὶ διὰ παντὸς πᾶσαν 37580 4.10.31.25 : πάντως προθυμίαν πειρᾶσθ´ ἔχειν, ὅπως μάλιστα μὲν 37581 4.10.31.26 : ὑπερβαλεῖσθε καὶ ἡμᾶς καὶ τοὺς πρόσθεν εὐκλείᾳ· εἰ δὲ 37582 4.10.31.27 : μή, ἴστε ὡς ἡμῖν, ἐὰν μὲν νικῶμεν ὑμᾶς ἀρετῇ, ἡ νίκη 37583 4.10.31.28 : αἰσχύνην φέρει, ἡ δὲ ἧττα, ἐὰν ἡττώμεθα, εὐδαιμονίαν. 37584 4.10.31.29 : μάλιστα δ´ ἂν νικῴμεθα καὶ ὑμεῖς νικῴητε, εἰ παρασκευ– 37585 4.10.31.30 : άσαισθε τῇ τῶν προγόνων δόξῃ μὴ καταχρησάμενοι μηδ´ 37586 4.10.31.31 : ἀναλώσαντες αὐτήν, γνόντες ὅτι ἀνδρὶ οἰομένῳ τὶ εἶναι 37587 4.10.31.32 : οὐκ ἔστιν αἴσχιον 〈ἢ〉 παρέχειν ἑαυτὸν τιμώμενον μὴ δι´ 37588 4.10.31.33 : ἑαυτόν, ἀλλὰ διὰ δόξαν προγόνων. εἶναι μὲν γὰρ τιμὰς 37589 4.10.31.34 : γονέων ἐκγόνοις καλὸς θησαυρὸς καὶ μεγαλοπρεπής· χρῆ– 37590 4.10.31.35 : σθαι δὲ καὶ χρημάτων καὶ τιμῶν θησαυρῷ, καὶ μὴ τοῖς 37591 4.10.31.36 : ἐκγόνοις παραδιδόναι, αἰσχρὸν καὶ ἄνανδρον, ἀπορίᾳ ἰδίων 37592 4.10.31.37 : αὑτοῦ κτημάτων τε καὶ εὐδοξιῶν. καὶ ἐὰν μὲν ταῦτα 37593 4.10.31.38 : ἐπιτηδεύσητε, φίλοι παρὰ φίλους ἡμᾶς ἀφίξεσθε, ὅταν 37594 4.10.31.39 : ὑμᾶς ἡ προσήκουσα μοῖρα κομίσῃ· ἀμελήσαντας δὲ ὑμᾶς 37595 4.10.31.40 : καὶ κακισθέντας οὐδεὶς εὐμενῶς δέξεται. 37596 4.11.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΝΕΟΤΗΤΟΣ.}1 37597 4.11.1.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 184–185). 37598 4.11.1.2 : Κακόν γε θνητοῖς τὸ νέον, ἐν δὲ τῷ νέῳ 37599 4.11.1.3 : τὸ μὴ δίκαιον ὅστις ἀνθρώπων ἔχει. 37600 4.11.2.1 : Ἀγάθωνος (fr. 26 p. 768 N. 2). 37601 4.11.2.2 : Νέων γὰρ ἀνδρῶν πολλὰ κάμπτονται φρένες. 37602 4.11.3.1 : Μητροδώρου (fr. 56 Koerte). 37603 4.11.3.2 : Νέος φιλοδοξῶν πρώιμος πονηρία. 37604 4.11.4.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομέδας (fr. 149 N. 2). 37605 4.11.4.2 : Νεότης μ´ ἐπῇρε καὶ σθένος τοῦ νοῦ πλέον. 37606 4.11.5.1 : Μητροδώρου (fr. 57 Koerte). 37607 4.11.5.2 : Τὸ νέον ἅπαν ὑψηλόν ἐστι καὶ θρασύ. 37608 4.11.6.1 : Μενάνδρου (fr. 638 K.). 37609 4.11.6.2 : Μὴ τοῦτο βλέψῃς, εἰ νεώτερος λέγω, 37610 4.11.6.3 : ἀλλ´ εἰ φρονοῦντος τοὺς λόγους ἀνδρὸς ἐρῶ. 37611 4.11.7.1 : Εὐριπίδου Μελανίππη (fr. 510 N. 2). 37612 4.11.7.2 : Παπαῖ, νέος καὶ σκαιὸς οἷός ἐστ´ ἀνήρ. 37613 4.11.8.1 : Μενάνδρου (fr. 639 K.). 37614 4.11.8.2 : Οὐχ αἱ τρίχες ποιοῦσιν αἱ λευκαὶ φρονεῖν, 37615 4.11.8.3 : ἀλλ´ ὁ τρόπος ἐνίων ἐστὶ τῇ φύσει γέρων. 37616 4.11.9.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάῳ (fr. 246 N. 2). 37617 4.11.9.2 : Νεανίας τε καὶ πένης σοφός θ´ ἅμα, 37618 4.11.9.3 : ταῦτ´ εἰς ἓν ἐλθόντ´ ἄξι´ ἐνθυμήσεως. 37619 4.11.10.1 : Τοῦ αὐτοῦ Δίκτυϊ (fr. 344 N. 2). 37620 4.11.10.2 : Νέος, πόνοις δέ γ´ οὐκ ἀγύμναστος φρένας. 37621 4.11.11.1 : Κρατῖνος ἐν Εὐνείδαις (fr. 65 K.). 37622 4.11.11.2 : Ἥβης ἐκείνης, νοῦ δὲ τοῦδε καὶ φρενῶν [κατάλληλος]. 37623 4.11.12.1 : Θεόγνιδος ( 629 s.). 37624 4.11.12.2 : Ἥβη καὶ νεότης ἐπικουφίζει νόον ἀνδρός, 37625 4.11.12.3 : πολλῶν δ´ ἐξαίρει θυμὸν ἐς ἀμπλακίην. 37626 4.11.13.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Θεαιτήτου (p. 146 B). 37627 4.11.13.2 : Τῷ γὰρ ὄντι ἡ νεότης εἰς πᾶν ἐπίδοσιν ἔχει. 37628 4.11.14.1 : Πλάτωνος Νόμων βʹ (p. 662 B). 37629 4.11.14.2 : Τὸ δὲ τοσόνδε οἶδα, ὅτι πᾶν ζῷον ὅσον αὐτῷ προσ– 37630 4.11.14.3 : ήκει νοῦν ἔχειν τελεωθέντι, τοῦτον καὶ τοσοῦτον οὐδὲν 37631 4.11.14.4 : ἔχον ποτὲ φύεται· ἐν τούτῳ δὴ τῷ χρόνῳ ἐν ᾧ μήπω 37632 4.11.14.5 : κέκτηται τὴν οἰκείαν φρόνησιν, πᾶν μαίνεταί τε καὶ βοᾷ 37633 4.11.14.6 : ἀτάκτως, καὶ ὅταν ἀκταινώσῃ ἑαυτὸ τάχιστα, ἀτάκτως αὖ 37634 4.11.14.7 : πηδᾷ. 37635 4.11.15.1 : Πλάτωνος Νόμων ιαʹ (p. 929 C). 37636 4.11.15.2 : Τὰ γὰρ τῶν νέων ἤθη πολλὰς μεταβολὰς ἐν τῷ βίῳ 37637 4.11.15.3 : μεταβάλλειν ἑκάστοτε πέφυκε. 37638 4.11.16.1 : Θεοφράστου. 37639 4.11.16.2 : Χαλεπὸν καταμαντεύεσθαι περὶ τῶν νέων· ἀστόχα– 37640 4.11.16.3 : στος γὰρ ἡλικία καὶ πολλὰς ἔχουσα μεταβολὰς ἄλλοτε 37641 4.11.16.4 : ἐπ´ ἄλλο φερομένη. 37642 4.11.17.1 : Ὁμήρου (Il. III 108). 37643 4.11.17.2 : Αἰεὶ δ´ ὁπλοτέρων ἀνδρῶν φρένες ἠερέθονται. 37644 4.11.18.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Συμποσίου (p. 181 D). 37645 4.11.18.2 : Χρῆν δὲ καὶ νόμον εἶναι μὴ ἐρᾶν παίδων, ἵνα μὴ εἰς 37646 4.11.18.3 : ἄδηλον πολλὴ σπουδὴ ἀνηλίσκετο. τὸ γὰρ τῶν παίδων 37647 4.11.18.4 : τέλος ἄδηλον οἷ τελευτᾷ κακίας καὶ ἀρετῆς ψυχῆς τε πέρι 37648 4.11.18.5 : καὶ σώματος. 37649 4.12.t.1 : {1ΨΟΓΟΣ ΤΟΛΜΗΣ ΣΤΡΑΤΕΙΑΣ ΚΑΙ ΙΣΧΥΟΣ.}1 37650 4.12.1.1 : Μενάνδρου (fr. 145 K.). 37651 4.12.1.2 : Οἴκοι μένειν χρὴ καὶ μένειν ἐλεύθερον. 37652 4.12.2.1 : Ἀπολλοδώρου Παιδίου (fr. 10 K.). 37653 4.12.2.2 : Ταχύ γε στρατιώτης γέγονας ἀντ´ ἐλευθέρου. 37654 4.12.3.1 : Μενάνδρου Παρακαταθήκη (fr. 382 K.). 37655 4.12.3.2 : Στρατεία δ´ οὐ φέρει περιουσίαν 37656 4.12.3.3 : οὐδεμί´, ἐφήμερον δὲ καὶ προπετῆ βίον, 37657 4.12.3.4 : οὗ πεῖραν ἔχομεν ὄντος οὐ σωτηρίου. 37658 4.12.4.1 : Μενάνδρου Σικυωνίῳ (fr. 439 K.). 37659 4.12.4.2 : Εὐλοιδόρητον, ὡς ἔοικε, φαίνεται 37660 4.12.4.3 : τὸ τοῦ στρατιώτου σχῆμα καὶ τὸ τοῦ ξένου. 37661 4.12.5.1 : Ἀπολλοδώρου ἐξ Ἀφανιζομένου (fr. 2 Com. 37662 4.12.5.2 : III p. 289 K.). 37663 4.12.5.3 : Στρατιώτην ἔργον ἄχρι γήρως λαβεῖν 37664 4.12.5.4 : ἔστιν διευτυχηκότ´, ἂν μὴ δειλὸς ᾖ. 37665 4.12.6.1 : Μενάνδρου Ἀσπίδος (fr. 76a b K.). 37666 4.12.6.2 : Στρατιώτην, Σμικρίνη, σωτηρίας 37667 4.12.6.3 : ἔστ´ ἔργον εὑρεῖν πρόφασιν, ὀλέθρου δ´ εὔπορον. 37668 4.12.7.1 : Φιλήμονος (fr. 155 K.). 37669 4.12.7.2 : Στρατιῶτα κοὐκ ἄνθρωπε, καὶ σιτούμενε 37670 4.12.7.3 : ὥσπερ ἱερεῖον, ἵν´ ὅταν ᾖ καιρὸς τυθῇς. 37671 4.12.8.1 : Ἀντιφάνους (fr. 266 K.). 37672 4.12.8.2 : Τίς δ´ οὐχὶ Θανάτου μισθοφόρων, ὦ φιλτάτη, 37673 4.12.8.3 : ὃς ἕνεκα τοῦ ζῆν ἔρχετ´ ἀποθανούμενος; 37674 4.12.9.1 : Μενάνδρου (fr. 732 K.). 37675 4.12.9.2 : Κομψὸς στρατιώτης οὐδ´ ἂν εἰ πλάττοι θεὸς 37676 4.12.9.3 : οὐθεὶς γένοιτ´ ἄν. 37677 4.12.10.1 : Ἰσοκράτους πρὸς Δημόνικον ( 2, 6). 37678 4.12.10.2 : Ῥώμη δὲ μετὰ μὲν φρονήσεως ὠφέλησεν, ἄνευ δὲ 37679 4.12.10.3 : ταύτης πλείω τοὺς ἔχοντας ἔβλαψε, καὶ τὰ μὲν σώματα 37680 4.12.10.4 : τῶν ἀσκούντων ἐκόσμησε, ταῖς δὲ τῆς ψυχῆς ἐπιμελείαις 37681 4.12.10.5 : ἐπεσκότησεν. 37682 4.12.11.1 : Ἐκ τῆς ἐπιστολῆς τῆς Περὶ φιλίας (Plutarchi v. VII 37683 4.12.11.2 : p. 116, 8 Bernard.). 37684 4.12.11.3 : Ἔτι δὲ κολάσεως ἀπαραίτητος φόβος αἴτιός ἐστιν 37685 4.12.11.4 : ἀπονοίας· ὁ γὰρ ὄλεθρον αὑτοῦ προλαβὼν ὁμόσε χωρεῖ 37686 4.12.11.5 : κινδύνοις. 37687 4.12.12.1 : Ἀρχιδάμου. 37688 4.12.12.2 : Ἀρχίδαμος ὁ τῶν Λακεδαιμονίων βασιλεὺς θεασά– 37689 4.12.12.3 : μενος τὸν ἴδιον παῖδα Ἆγιν προπετῶς μαχόμενον τοῖς 37690 4.12.12.4 : Ἀθηναίοις εἶπεν ’ἢ τῇ δυνάμει πρόσθες ἢ τοῦ θράσους 37691 4.12.12.5 : ἄφελε‘. 37692 4.12.13.1 : Κλειτάρχου (fr. 26 Muell.). 37693 4.12.13.2 : Κλείταρχος ὁ ἱστοριογράφος εἶπε ’πᾶσα τόλμη καὶ 37694 4.12.13.3 : τὰ τῆς δυνάμεως ὑπερβαίνει μέτρα‘. 37695 4.12.14.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Κατ´ ἰσχύος (Plut. v. VII p. 129 37696 4.12.14.2 : Bernard.). 37697 4.12.14.3 : Τί δέ σοι τοιοῦτον ἀγαθὸν εὐτυχεῖται μᾶλλον, ὡς 37698 4.12.14.4 : ἕνεκα τούτου μητρυιὰν μὲν τῶν ἀνθρώπων, μητέρα δὲ 37699 4.12.14.5 : τῶν ἀλόγων ζῴων γεγενῆσθαι τὴν φύσιν, μεγέθους καὶ 37700 4.12.14.6 : ὠκύτητος καὶ ὀξυωπίας χάριν; ἡ δὲ ἀνθρώπων ἴδιος ἰσχὺς 37701 4.12.14.7 : ὁ ψυχῆς ἐστὶ λογισμός, ᾧ καὶ ἵππους ἐχαλίνωσε καὶ βόας 37702 4.12.14.8 : ἀρότροις ὑπέζευξε καὶ ἐλέφαντας ὑπὸ δρυμὸν εἷλε ποδά– 37703 4.12.14.9 : γραις καὶ τὰ ἐναέρια κατέσπασε καλάμοις καὶ τὰ βύθια 37704 4.12.14.10 : δεδυκότα δικτύοις ἀνήγαγε· τοῦτ´ ἐστὶν ἰσχύς. ἡ δὲ ἔτι 37705 4.12.14.11 : μείζων, ὅταν γῆς περιόδους καὶ οὐρανοῦ μεγέθη καὶ ἀστέ– 37706 4.12.14.12 : ρων κύκλους διώκουσα μὴ κάμῃ· ταῦτ´ ἦν Ἡρακλέους ἄξια. 37707 4.12.14.13 : τίς γὰρ οὐκ ἂν βούλοιτο μᾶλλον Ὀδυσσεὺς εἶναι ἢ Κύκλωψ; 37708 4.12.15.1 : Ἀράτου. 37709 4.12.15.2 : Ἄρατος ὁ Σικυώνιος, ἐπαινοῦντός τινος ἄνθρωπον 37710 4.12.15.3 : ἀπονενοημένον καὶ θρασὺν καὶ διὰ τοῦτο καὶ ἐν τοῖς πο– 37711 4.12.15.4 : λέμοις ἐκπρεπῆ, ’διαφέρειν‘ ἔφη ’τὸ πολλοῦ τινα τὴν ἀρε– 37712 4.12.15.5 : τὴν ἀξίαν εἶναι νομίζειν καὶ τὸ ζῆν τοῦ μηδενός.‘ 37713 4.12.16.1 : Εὐσεβίου (fr. 55 Mull.). 37714 4.12.16.2 : Ἄνθρωποι ἰσχὺν καὶ ῥώμην καὶ τάχος μοῦνα ἀσκέ– 37715 4.12.16.3 : οντες, καὶ ὅκως ταῦτα ἔχοντες ἀπὸ μούνων τούτων εὐδο– 37716 4.12.16.4 : κιμέωσιν ἐσπουδακότες, τοῦ [δὲ] τῆς ψυχῆς ἐπιμέλεσθαι 37717 4.12.16.5 : [οὗ] ἕκητι γινόμενοι ἀγνοεῦσι, [καὶ] τούτων μὲν ὁκόσα 37718 4.12.16.6 : κοινὰ πρὸς θηρία ἔχουσι καὶ τῶν πολλῶν ἀσθενέστερα, 37719 4.12.16.7 : τούτων μὲν ἐπιμελόμενοι, τοῦ δὲ ἐν ἑωυτοῖσι θειοτάτου 37720 4.12.16.8 : καὶ κατότι αὐτοῖς ἔστιν εἰ οἷόν τε τοῖς θεοῖς ἐξομοι– 37721 4.12.16.9 : εῦσθαι, ἀμελέοντες. 37722 4.12.17.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 56 Mull.). 37723 4.12.17.2 : Θάρσος τὸ πρὸς τὰ φοβερὰ σὺν λόγῳ αἴνεε· ἀνδρηίη 37724 4.12.17.3 : γάρ· τὴν δὲ μετὰ ἀλογίης ἐπ´ αὐτὰ ὁρμὴν θράσος νόμιζε 37725 4.12.17.4 : καὶ ἀποστύγεε. 37726 4.13.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΣΤΡΑΤΗΓΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΚΑΤΑ ΠΟΛΕΜΟΝ ΧΡΕΙΩΝ 37727 4.13.t.2 : ΥΠΟΘΗΚΑΙ.}1 37728 4.13.1.1 : (Trag. adesp. 539 N. 2) 37729 4.13.1.2 : Γνῶμαι γὰρ ἔργων τῶν ἐν ἀνθρώποις τροφοί. 37730 4.13.2.1 : (trag. adesp. 540 N. 2) 37731 4.13.2.2 : Βουλαὶ τάδ´ ἐξέπραξαν. οὐ χερῶν σθένος. 37732 4.13.3.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπη (fr. 200 N. 2). 37733 4.13.3.2 : Γνώμῃ γὰρ ἀνδρὸς εὖ μὲν οἰκοῦνται πόλεις, 37734 4.13.3.3 : εὖ δ´ οἶκος, εἴς τ´ αὖ πόλεμον ἰσχύει μέγα. 37735 4.13.3.4 : σοφὸν γὰρ ἓν βούλευμα τὰς πολλὰς χέρας 37736 4.13.3.5 : νικᾷ· σὺν ὄχλῳ δ´ ἀμαθία πλέον κακόν. 37737 4.13.4.1 : Εὐριπίδου Αἰόλῳ (fr. 27 N. 2). 37738 4.13.4.2 : Βραχύ τοι σθένος ἀνδρός, 37739 4.13.4.3 : ἀλλὰ ποικιλίαι πραπίδων. 37740 4.13.5.1 : Τοῦ αὐτοῦ Βελλεροφόντῃ (fr. 290 N. 2). 37741 4.13.5.2 : Ἀεὶ γὰρ ἄνδρα σκαιὸν ἰσχυρὸν φύσει 37742 4.13.5.3 : ἧσσον δέδοικα τἀσθενοῦς τε καὶ σοφοῦ. 37743 4.13.6.1 : Εὐριπίδου Παλαμήδει (fr. 581 N. 2). 37744 4.13.6.2 : Στρατηλάται τἂν μυρίοι γενοίμεθα, 37745 4.13.6.3 : σοφὸς δ´ ἂν εἷς τις ἢ δύ´ ἐν μακρῷ χρόνῳ. 37746 4.13.7.1 : Σοφοκλέους (fr. 853 N. 2). 37747 4.13.7.2 : Γνῶμαι πλέον κρατοῦσιν ἢ σθένος χερῶν. 37748 4.13.8.1 : Εὐριπίδου Ῥήσῳ ( 105–8). 37749 4.13.8.2 : Εἴθ´ ἦσθ´ ἀνὴρ εὔβουλος ὡς δρᾶσαι χερί. 37750 4.13.8.3 : ἀλλ´ οὐ γὰρ αὑτὸς πάντ´ ἐπίστασθαι † χερὶ 37751 4.13.8.4 : πέφυκεν· ἄλλῳ δ´ ἄλλο πρόσκειται γέρας, 37752 4.13.8.5 : σὲ μὲν μάχεσθαι, τοὺς δὲ βουλεύειν καλῶς. 37753 4.13.9.1 : Μενάνδρου (fr. 640 K.). 37754 4.13.9.2 : Ὅστις στρατηγεῖ μὴ στρατιώτης γενόμενος, 37755 4.13.9.3 : οὗτος ἑκατόμβην ἐξάγει τοῖς πολεμίοις. 37756 4.13.10.1 : Εὐριπίδης Ἀρχελάῳ (fr. 243 N. 2). 37757 4.13.10.2 : Ὀλίγον ἄλκιμον δόρυ 37758 4.13.10.3 : κρεῖσσον στρατηγοῦ μυρίου στρατεύματος. 37759 4.13.11.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 242 N. 2). 37760 4.13.11.2 : Ἔχει δὲ καὶ τοῦτ´ οὐχὶ μικρόν, εὐγενὴς 37761 4.13.11.3 : ἀνὴρ στρατηγῶν εὐκλεᾶ τ´ ἔχων φάτιν. 37762 4.13.12.1 : Εὐριπίδου Ἐρεχθεῖ (fr. 352 N. 2). 37763 4.13.12.2 : Ὡς σὺν θεοῖσι τοὺς σοφοὺς κινεῖν δόρυ 37764 4.13.12.3 : στρατηλάτας χρή, τῶν θεῶν δὲ μὴ βίᾳ. 37765 4.13.13.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 353 N. 2). 37766 4.13.13.2 : Οὐδεὶς στρατεύσας ἄδικα σῶς ἦλθεν πάλιν. 37767 4.13.14.1 : Εὐριπίδου (fr. 1053 N. 2). 37768 4.13.14.2 : Μισῶ δ´ ὅταν τις καὶ χθονὸς στρατηλάτης 37769 4.13.14.3 : μὴ πᾶσι πάντων προσφέρῃ μειλίγματα. 37770 4.13.14b.1 : (Eur. Belleroph. fr. 287 N. 2) 37771 4.13.14b.2 : Τοῖς πράγμασιν γὰρ οὐχὶ θυμοῦσθαι χρεών· 37772 4.13.14b.3 : μέλει γὰρ αὐτοῖς οὐδέν· ἀλλ´ οὑντυγχάνων, 37773 4.13.14b.4 : τὰ πράγματ´ ὀρθῶς ἢν τιθῇ, πράσσει καλῶς. 37774 4.13.15.1 : Ἀγάθωνος (fr. 27 p. 768 N 2). 37775 4.13.15.2 : Γνώμη δὲ κρεῖσσόν ἐστιν ἢ ῥώμη χερῶν. 37776 4.13.16.1 : Εὐριπίδου Τημένῳ (fr. 743 N. 2). 37777 4.13.16.2 : Τὸ δὲ στρατηγεῖν τοῦτ´ ἐγὼ κρίνω, καλῶς 37778 4.13.16.3 : γνῶναι τὸν ἐχθρὸν ᾗ μάλισθ´ ἁλώσιμος. 37779 4.13.17.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 744 N. 2). 37780 4.13.17.2 : Ἄρξεις ἄρ´ οὕτω· χρὴ δὲ τὸν στρατηλάτην 37781 4.13.17.3 : ὁμῶς δίκαιον ὄντα ποιμαίνειν στρατόν. 37782 4.13.18.1 : Εὐριπίδου Τημενιδῶν (fr. 732 N. 2). 37783 4.13.18.2 : Ῥώμη δέ γ´ ἀμαθὴς πολλάκις τίκτει βλάβην. 37784 4.13.19.1 : Εὐριπίδου Φοινίσσαις ( 599). 37785 4.13.19.2 : Ἀσφαλὴς γάρ ἐστ´ ἀμείνων ἢ θρασὺς στρατηλάτης. 37786 4.13.20.1 : Εὐριπίδου ἐκ Βελλεροφόντου (fr. 289 N. 2). 37787 4.13.20.2 : Νείκη γὰρ ἀνδρῶν φόνια καὶ μάχας χρεὼν 37788 4.13.20.3 : δόλοισι κλέπτειν· τῆς δ´ ἀληθείας ὁδὸς 37789 4.13.20.4 : φαύλη τίς ἐστι· ψεύδεσιν δ´ Ἄρης φίλος. 37790 4.13.21.1 : Εὐριπίδου Ἑλένης ( 811). 37791 4.13.21.2 : Εἴσῃ· τὸ τολμᾶν δ´ ἀδύνατ´ ἀνδρὸς οὐ σοφοῦ. 37792 4.13.22.1 : Σοφοκλέους Ἀλεαδῶν (fr. 82 N. 2). 37793 4.13.22.2 : Δοκῶ μέν, οὐδείς. ἀλλ´ ὅρα μὴ κρεῖσσον ᾖ 37794 4.13.22.3 : καὶ δυσσεβοῦντα τῶν ἐναντίων κρατεῖν 37795 4.13.22.4 : ἣ δοῦλον αὐτὸν ὄντα τῶν πέλας κλύειν. 37796 4.13.23.1 : Εὐριπίδου Ἴωνι ( 1045 ss.). 37797 4.13.23.2 : Τὴν δ´ εὐσέβειαν εὐτυχοῦσι μὲν καλὸν 37798 4.13.23.3 : τιμᾶν· ὅπου δὲ πολεμίους δρᾶσαι κακῶς 37799 4.13.23.4 : θέλει τις, οὐδεὶς ἐμποδὼν κεῖται νόμος. 37800 4.13.24.1 : Θουκυδίδου ἱστορίας αʹ δημηγορίας Κορινθίων 37801 4.13.24.2 : ( 124, 2). 37802 4.13.24.3 : Ἐκ πολέμου μὲν γὰρ εἰρήνη μᾶλλον βεβαιοῦται, ἀφ´ 37803 4.13.24.4 : ἡσυχίας δὲ μὴ πολεμῆσαι οὐχ ὁμοίως ἀκίνδυνον. 37804 4.13.25.1 : Ἱστορίας δʹ δημηγορίας Δημοσθένους ( 10, 1). 37805 4.13.25.2 : Ὅσα γὰρ ἐς ἀνάγκην ἀφῖκται ὥσπερ τόδε, λογισμὸν 37806 4.13.25.3 : ἥκιστα ἐνδεχόμενα κινδύνου τοῦ ταχίστου προσδεῖται. 37807 4.13.26.1 : Ξενοφῶντος ἐν βʹ τῆς Κύρου ἀναβάσεως ( 6, 10). 37808 4.13.26.2 : Καὶ λέγειν αὐτὸν ἔφασαν ὡς δέοι τὸν στρατιώτην φοβεῖ– 37809 4.13.26.3 : σθαι μᾶλλον τὸν ἄρχοντα ἢ τοὺς πολεμίους, εἰ μέλλοι ἢ 37810 4.13.26.4 : φυλακὰς φυλάξειν ἢ φίλων ἀφέξεσθαι ἢ ἀπροφασίστως 37811 4.13.26.5 : ἰέναι εἰς τοὺς πολεμίους. 37812 4.13.27.1 : Ξενοφῶντος ἐν γʹ Ἀπομνημονευμάτων (c. 1, 1. 37813 4.13.27.2 : 5–11). 37814 4.13.27.3 : Ἀκούσας δέ ποτε Διονυσόδωρον εἰς τὴν πόλιν ἥκειν 37815 4.13.27.4 : ἐπαγγελλόμενον στρατηγεῖν διδάξειν, ἔλεγε πρός τινα τῶν 37816 4.13.27.5 : συνόντων, ὃν ᾐσθάνετο βουλόμενον τῆς τιμῆς ταύτης ἐν 37817 4.13.27.6 : τῇ πόλει τυχεῖν, ἵνα κἂν ἡμῶν τις ἢ ταξιαρχῇ ἢ λοχαγῇ 37818 4.13.27.7 : σοι, ἐπιστημονέστεροι τῶν πολεμικῶν ὦμεν, λέξον ἡμῖν 37819 4.13.27.8 : πόθεν ἤρξατό σε διδάσκειν τὴν στρατηγίαν. καὶ ὅς, Ἐκ 37820 4.13.27.9 : τοῦ αὐτοῦ, ἔφη, εἰς ὅπερ καὶ ἐτελεύτα· τὰ γὰρ τακτικὰ 37821 4.13.27.10 : ἐμέ γε καὶ ἄλλ´ οὐδὲν ἐδίδαξεν. Ἀλλὰ μήν, ἔφη ὁ Σω– 37822 4.13.27.11 : κράτης, τοῦτό γε πολλοστὸν μέρος ἐστὶ στρατηγίας. καὶ 37823 4.13.27.12 : γὰρ παρασκευαστικὸν τῶν εἰς πόλεμον τὸν στρατηγὸν 37824 4.13.27.13 : εἶναι χρὴ καὶ ποριστικὸν τῶν ἐπιτηδείων τοῖς στρατιώταις 37825 4.13.27.14 : καὶ μηχανικὸν καὶ ἐργαστικὸν καὶ ἐπιμελῆ καὶ καρτερικὸν 37826 4.13.27.15 : καὶ ἀγχίνουν καὶ φιλόφρονά τε καὶ ὠμὸν καὶ ἁπλοῦν καὶ 37827 4.13.27.16 : ἐπίβουλον καὶ φυλακτικόν τε καὶ κλέπτην καὶ προετικὸν 37828 4.13.27.17 : καὶ ἅρπαγα καὶ φιλόδωρον καὶ πλεονέκτην καὶ ἀσφαλῆ καὶ 37829 4.13.27.18 : ἐπιθετικόν, καὶ ἄλλα πολλὰ καὶ φύσει καὶ ἐπιστήμῃ δεῖ τὸν 37830 4.13.27.19 : εὖ στρατηγήσοντα ἔχειν. καλὸν δὲ καὶ τὸ τακτικὸν εἶναι. 37831 4.13.27.20 : πολὺ γὰρ διαφέρει στράτευμα τεταγμένον ἀτάκτου, ὥσπερ 37832 4.13.27.21 : λίθοι τε καὶ πλίνθοι καὶ ξύλα καὶ κέραμος ἀτάκτως μὲν 37833 4.13.27.22 : ἐρριμμένα οὐδὲν χρήσιμά ἐστιν, ἐπειδὰν δὲ ταχθῇ κάτω 37834 4.13.27.23 : μὲν καὶ ἐπιπολῆς τὰ μήτε σηπόμενα μήτε τηκόμενα, οἵ 37835 4.13.27.24 : τε λίθοι καὶ ὁ κέραμος, ἐν μέσῳ δὲ αἵ τε πλίνθοι καὶ 37836 4.13.27.25 : τὰ ξύλα. ὥσπερ ἐν οἰκοδομίᾳ συντίθεται, τότε γίγνεται 37837 4.13.27.26 : πολλοῦ ἄξιον κτῆμα, οἰκία. Ἀλλὰ πάνυ, ἔφη ὁ νεανίσκος, 37838 4.13.27.27 : ὦ Σώκρατες, ὅμοιον εἴρηκας. καὶ γὰρ ἐν τῷ πολέμῳ τοὺς 37839 4.13.27.28 : πρώτους ἀρίστους δεῖ τάττειν καὶ τοὺς τελευταίους, ἐν 37840 4.13.27.29 : μέσῳ δὲ τοὺς χείρους, ἵνα ὑπὸ μὲν τῶν ἄγωνται, ὑπὸ δὲ 37841 4.13.27.30 : τῶν ὠθῶνται. Εἰ μὲν τοίνυν, ἔφη, καὶ διαγιγνώσκειν σε 37842 4.13.27.31 : τοὺς ἀγαθοὺς καὶ τοὺς κακοὺς ἐδίδαξεν· εἰ δὲ μή, τί σοι 37843 4.13.27.32 : ὄφελος ὧν ἔμαθες; οὐδὲ γὰρ εἴ σε ἀργύριον ἐκέλευσε 37844 4.13.27.33 : πρῶτον μὲν καὶ τελευταῖον τὸ κάλλιστον τάττειν, μέσον 37845 4.13.27.34 : δὲ τὸ χείριστον, μὴ διδάξας διαγιγνώσκειν τό τε καλὸν 37846 4.13.27.35 : καὶ τὸ κίβδηλον, οὐδὲν ἄν σοι ὄφελος ἦν. Ἀλλὰ μὰ Δί´, 37847 4.13.27.36 : ἔφη, οὐκ ἐδίδαξεν, ὥστε αὐτοὺς ἂν ἡμᾶς δέοι τούς τε 37848 4.13.27.37 : ἀγαθοὺς καὶ τοὺς κακοὺς κρίνειν. Τί οὖν οὐ σκοποῦμεν, 37849 4.13.27.38 : ἔφη, πῶς ἂν αὐτῶν μὴ διαμάρτοιμεν; Βούλομαι, ἔφη ὁ 37850 4.13.27.39 : νεανίσκος. Οὐκοῦν, ἔφη, εἰ μὲν ἀργύριον δέοι ἁρπάζειν, 37851 4.13.27.40 : τοὺς φιλαργυρωτάτους πρώτους καθιστάντες ὀρθῶς ἂν 37852 4.13.27.41 : τάττοιμεν; Ἔμοιγε δοκεῖ. Τί δὲ τοὺς κινδυνεύειν μέλλον– 37853 4.13.27.42 : τας; ἆρα τοὺς φιλοτιμοτάτους προτακτέον; Οὗτοι γοῦν 37854 4.13.27.43 : εἰσιν, ἔφη, οἱ ἕνεκα ἐπαίνου κινδυνεύειν ἐθέλοντες. οὐ 37855 4.13.27.44 : τοίνυν οὗτοί γε ἄδηλοι, ἀλλ´ ἐπιφανεῖς πανταχοῦ ὄντες 37856 4.13.27.45 : εὐαίρετοι ἂν εἶεν. Ἀτάρ, ἔφη, πότερά σε τάττειν μόνον 37857 4.13.27.46 : ἐδίδαξεν, ἢ καὶ ὅποι καὶ ὅπως χρηστέον ἑκάστῳ τῶν ταγ– 37858 4.13.27.47 : μάτων; Οὐ πάνυ, ἔφη. Καὶ μὴν πολλά γ´ ἐστὶ πρὸς ἃ 37859 4.13.27.48 : οὔτε τάττειν οὔτε ἄγειν ὡσαύτως προσήκει. Μὰ Δί´, ἔφη, 37860 4.13.27.49 : οὐ διεσαφήνιζεν. 37861 4.13.28.1 : Ἐν ταὐτῷ (III 2, 1–4). 37862 4.13.28.2 : Ἐντυχὼν δέ ποτε στρατηγεῖν ᾑρημένῳ τῳ, Τοῦ ἕνεκα. 37863 4.13.28.3 : 〈ἔφη,〉 Ὅμηρον οἴει τὸν Ἀγαμέμνονα προσαγορεῦσαι ποι– 37864 4.13.28.4 : μένα λαῶν; ἆρά γε ὅτι ὥσπερ τὸν ποιμένα δεῖ ἐπιμελεῖ– 37865 4.13.28.5 : σθαι ὅπως σῶαί τε ἔσονται αἱ οἶες καὶ τὰ ἐπιτήδεια 37866 4.13.28.6 : ἕξουσι, καὶ οὗ ἕνεκα τρέφονται, τοῦτ´ ἔσται, οὕτω καὶ τὸν 37867 4.13.28.7 : στρατηγὸν ἐπιμελεῖσθαι δεῖ, ὅπως σῶοί τε οἱ στρατιῶται 37868 4.13.28.8 : ἔσονται καὶ τὰ ἐπιτήδεια ἕξουσι καί, οὗ ἕνεκα στρατεύ– 37869 4.13.28.9 : ονται, τοῦτο ἔσται; στρατεύονται δέ, ἵνα κρατοῦντες τῶν 37870 4.13.28.10 : πολεμίων εὐδαιμονέστεροι ὦσιν· ἢ τί δή ποτε οὕτως 37871 4.13.28.11 : ἐπῄνεσε τὸν Ἀγαμέμνονα εἰπών· 37872 4.13.28.12 : ἀμφότερον, βασιλεύς τ´ ἀγαθὸς κρατερός τ´ αἰχμητής; 37873 4.13.28.13 : ἆρά γε ὅτι αἰχμητής τε κρατερὸς ἂν εἴη, οὐκ εἰ μόνος 37874 4.13.28.14 : αὐτὸς εὖ ἀγωνίζοιτο πρὸς τοὺς πολεμίους, ἀλλ´ εἰ καὶ 37875 4.13.28.15 : παντὶ τῷ στρατοπέδῳ τούτου αἴτιος εἴη, καὶ βασιλεὺς 37876 4.13.28.16 : ἀγαθός, οὐκ εἰ μόνον τοῦ ἑαυτοῦ βίου καλῶς προεστήκοι, 37877 4.13.28.17 : ἀλλ´ εἰ καί, ὧν βασιλεύοι, τούτοις εὐδαιμονίας αἴτιος εἴη; 37878 4.13.28.18 : καὶ γὰρ βασιλεὺς αἱρεῖται οὐχ ἵνα ἑαυτοῦ καλῶς ἐπιμελῆ– 37879 4.13.28.19 : ται, ἀλλ´ ἵνα καὶ οἱ ἑλόμενοι διὰ τοῦτον εὖ πράττωσιν· 37880 4.13.28.20 : καὶ στρατεύονται δὲ πάντες ἵνα ὁ βίος αὐτοῖς ὡς βέλτι– 37881 4.13.28.21 : στος ᾖ, καὶ στρατηγοὺς αἱροῦνται τούτου ἕνεκα, ἵνα πρὸς 37882 4.13.28.22 : τοῦτο αὐτοῖς ἡγεμόνες ὦσιν. δεῖ οὖν τὸν στρατηγοῦντα 37883 4.13.28.23 : τοῦτο παρασκευάζειν τοῖς ἑλομένοις αὐτὸν στρατηγόν· 37884 4.13.28.24 : καὶ γὰρ οὔτε κάλλιον τούτου ἄλλο ῥᾴδιον εὑρεῖν οὔτε 37885 4.13.28.25 : αἴσχιον τοῦ ἐναντίου. καὶ οὕτως ἐπισκοπῶν τίς εἴη 37886 4.13.28.26 : ἀγαθοῦ ἡγεμόνος ἀρετὴ τὰ μὲν ἄλλα περιῄρει, κατέλιπε 37887 4.13.28.27 : δὲ τὸ εὐδαίμονας ποιεῖν ὧν ἂν ἡγῆται. 37888 4.13.29.1 : Ἐν ταὐτῷ (c. 4, 7–12). 37889 4.13.29.2 : Καὶ ὁ Νικομαχίδης, Μὰ Δί´, ἔφη, ὦ Σώκρατες, οὐκ 37890 4.13.29.3 : ἄν ποτε ᾤμην ἐγώ σου ἀκοῦσαι, ὡς οἱ ἀγαθοὶ οἰκονόμοι 37891 4.13.29.4 : ἀγαθοὶ στρατηγοὶ ἂν εἶεν. Ἴθι δή, ἔφη, ἐξετάσωμεν τὰ 37892 4.13.29.5 : ἔργα ἑκατέρου αὐτῶν, ἵνα εἰδῶμεν πότερον τὰ αὐτά ἐστιν 37893 4.13.29.6 : ἢ διαφέρει τι. Πάνυ γε, ἔφη. Οὐκοῦν, ἔφη, τὸ μὲν τοὺς 37894 4.13.29.7 : ἀρχομένους κατηκόους τε καὶ εὐπειθεῖς ἑαυτοῖς κατασκευά– 37895 4.13.29.8 : ζειν ἀμφοτέρων ἐστὶν ἔργον; Καὶ μάλα ἔφη. Τί δέ; τὸ 37896 4.13.29.9 : προστάττειν ἕκαστα τοῖς ἐπιτηδείοις πράττειν; Καὶ τοῦτο, 37897 4.13.29.10 : ἔφη. Καὶ μὴν 〈τὸ〉 τοὺς κακοὺς κολάζειν καὶ τοὺς ἀγα– 37898 4.13.29.11 : θοὺς τιμᾶν ἀμφοτέροις, οἶμαι, προσήκει. Πάνυ μὲν οὖν, 37899 4.13.29.12 : ἔφη. Τὸ δὲ τοὺς ὑπηκόους εὐμενεῖς ποιεῖσθαι πῶς οὐκ 37900 4.13.29.13 : ἀμφοτέροις; Καὶ τοῦτ´, ἔφη. Συμμάχους δὲ καὶ βοηθοὺς 37901 4.13.29.14 : προσάγεσθαι δοκεῖ σοι συμφέρειν ἀμφοτέροις ἢ οὔ; Πάνυ 37902 4.13.29.15 : μὲν οὖν, ἔφη. Ἀλλὰ φυλακτικοὺς τῶν ὄντων οὐκ ἀμφο– 37903 4.13.29.16 : τέρους εἶναι προσήκει; Σφόδρα γ´, ἔφη. Οὐκοῦν καὶ ἐπι– 37904 4.13.29.17 : μελεῖς καὶ φιλοπόνους ἀμφοτέρους εἶναι προσήκει περὶ 37905 4.13.29.18 : τὰ αὑτῶν ἔργα; Ταῦτα μέν, ἔφη, πάντα ὁμοίως καὶ ἀμ– 37906 4.13.29.19 : φοτέρων ἐστίν· ἀλλὰ τὸ μάχεσθαι οὐκέτι ἀμφοτέρων. 37907 4.13.29.20 : Ἀλλ´ ἐχθροί γέ τοι ἀμφοτέροις γίγνονται; Καὶ μάλα, 37908 4.13.29.21 : ἔφη, τοῦτό γε. Οὐκοῦν 〈τὸ〉 περιγενέσθαι τούτων ἀμφο– 37909 4.13.29.22 : τέροις συμφέρει; Πάνυ γε, ἔφη· ἀλλ´ ἐκεῖνο παριεῖς, 37910 4.13.29.23 : ἂν δέῃ μάχεσθαι, τί ὠφελήσει ἡ οἰκονομική; Ἐνταῦθα 37911 4.13.29.24 : δήπου καὶ πλεῖστον, ἔφη. Ὁ γὰρ ἀγαθὸς οἰκονόμος, εἰδὼς 37912 4.13.29.25 : ὅτι οὐδὲν οὕτω λυσιτελές τε καὶ κερδαλέον ἐστὶν ὡς τὸ 37913 4.13.29.26 : μαχόμενον τοὺς πολεμίους νικᾶν, οὐδὲ οὕτως ἀλυσιτελές 37914 4.13.29.27 : τε καὶ ζημιῶδες ὡς τὸ ἡττᾶσθαι, προθύμως μὲν τὰ πρὸς 37915 4.13.29.28 : τὸ νικᾶν συμφέροντα ζητήσει καὶ παρασκευάσεται, ἐπι– 37916 4.13.29.29 : μελῶς δὲ τὰ πρὸς τὸ ἡττᾶσθαι φέροντα σκέψεται καὶ 37917 4.13.29.30 : φυλάξεται, ἐνεργῶς δ´, ἐὰν τὴν παρασκευὴν ὁρᾷ νικητικὴν 37918 4.13.29.31 : οὖσαν, μαχεῖται, οὐχ ἥκιστα δὲ τούτων, ἐὰν ἀπαράσκευος 37919 4.13.29.32 : ᾖ, φυλάξεται συνάπτειν μάχην. μὴ καταφρόνει, ἔφη, ὦ 37920 4.13.29.33 : Νικομαχίδη, τῶν οἰκονομικῶν ἀνδρῶν· ἡ γὰρ τῶν ἰδίων 37921 4.13.29.34 : ἐπιμέλεια πλήθει μόνον διαφέρει τῆς τῶν κοινῶν, τὰ δὲ 37922 4.13.29.35 : ἄλλα παραπλήσια ἔχει. 37923 4.13.30.1 : Ἐν ταὐτῷ (c. 3, 1. 2–11). 37924 4.13.30.2 : Καὶ ἱππαρχεῖν δέ τινι ᾑρημένῳ οἶδά ποτε αὐτὸν 37925 4.13.30.3 : τοιάδε διαλεχθέντα. Ἡ ἀρχή που, ἔφη, ἐφ´ ἧς ᾕρησαι, 37926 4.13.30.4 : ἵππων τε καὶ ἀμβατῶν ἐστιν. Ἔστι γὰρ οὖν, ἔφη. Ἴθι 37927 4.13.30.5 : δὴ λέξον ἡμῖν τοῦτο πρῶτον, ὅπως διανοῇ τοὺς ἵππους 37928 4.13.30.6 : βελτίους ποιῆσαι. Καὶ ὅς, Ἀλλὰ τοῦτο μὲν, ἔφη, οὐκ ἐμὸν 37929 4.13.30.7 : οἶμαι τὸ ἔργον εἶναι ἀλλὰ ἰδίᾳ ἕκαστον δεῖν τοῦ ἑαυτοῦ 37930 4.13.30.8 : ἵππου ἐπιμελεῖσθαι. Ἐὰν οὖν, ἔφη ὁ Σωκράτης, παρέχωνταί 37931 4.13.30.9 : σοι τοὺς ἵππους οἱ μὲν οὕτω κακόποδας ἢ κακοσκελεῖς ἢ 37932 4.13.30.10 : ἀσθενεῖς, οἱ δὲ οὕτως ἀτρόφους, ὥστε μὴ δύνασθαι ἀκο– 37933 4.13.30.11 : λουθεῖν, οἱ δὲ οὕτως ἀναγώγους ὥστε μὴ μένειν ὅπου 37934 4.13.30.12 : ἂν σὺ τάξῃς, οἱ δὲ οὕτω λακτιστὰς ὥστε μηδὲ τάξαι δυ– 37935 4.13.30.13 : νατὸν εἶναι, τί σοι τοῦ ἱππικοῦ ὄφελος ἔσται; ἢ πῶς 37936 4.13.30.14 : δυνήσῃ τοιούτων ἡγούμενος ἀγαθόν τι ποιῆσαι τὴν πόλιν; 37937 4.13.30.15 : Ἀλλὰ καλῶς τε λέγεις, ἔφη, καὶ πειράσομαι τῶν ἵππων 37938 4.13.30.16 : εἰς τὸ δυνατὸν ἐπιμελεῖσθαι. Τί δέ; τοὺς ἱππέας οὐκ 37939 4.13.30.17 : ἐπιχειρήσεις, ἔφη, βελτίονας ποιῆσαι; Ἔγωγ´, ἔφη. Οὐκοῦν 37940 4.13.30.18 : πρῶτον μὲν ἀναβατικωτέρους ἐπὶ τοὺς ἵππους ποιήσεις; 37941 4.13.30.19 : Δεῖ γοῦν, ἔφη· καὶ γὰρ εἴ τις αὐτῶν καταπέσοι, μᾶλλον 37942 4.13.30.20 : ἂν οὕτω σῴζοιτο. Τί γάρ; ἐάν που κινδυνεύειν δέῃ, πότε– 37943 4.13.30.21 : ρον ἐπάγειν τοὺς πολεμίους ἐπὶ τὴν ἄμμον κελεύσεις, ἔνθα 37944 4.13.30.22 : περ εἰώθατε ἱππεύειν, ἢ πειράσῃ τὰς μελέτας ἐν τοιούτοις 37945 4.13.30.23 : ποιεῖσθαι χωρίοις ἐν οἵοις περ οἱ πόλεμοι γίγνονται; Βέλ– 37946 4.13.30.24 : τιον γοῦν ἔφη, καὶ τοῦτο. Τί δέ; τοῦ βάλλειν ὡς πλεί– 37947 4.13.30.25 : στους ἀπὸ τῶν ἵππων ἐπιμέλειάν τινα ποιήσῃ; Ἔφη, καὶ 37948 4.13.30.26 : τοῦτο. Θήγειν δὲ τὰς ψυχὰς τῶν ἱππέων καὶ ἐξοργίζειν πρὸς 37949 4.13.30.27 : τοὺς πολεμίους, ἅπερ ἀλκιμωτέρους ποιεῖ, διανενόησαι; 37950 4.13.30.28 : Ἀλλὰ νῦν γε πειράσομαι, ἔφη. Ὅπως δέ σοι πείθωνται 37951 4.13.30.29 : οἱ ἱππεῖς πεφρόντικάς τι; ἄνευ γὰρ δὴ τούτου οὔτε ἵπ– 37952 4.13.30.30 : πων οὔτε ἱππέων ἀγαθῶν καὶ ἀλκίμων οὐδὲν ὄφελος. Ἀληθῆ 37953 4.13.30.31 : λέγεις, ἔφη· ἀλλὰ πῶς ἄν τις μάλιστα, ἔφη, ὦ Σώκρατες, ἐπὶ 37954 4.13.30.32 : τοῦτο αὐτοὺς προτρέψαιτο; Ἐκεῖνο μὲν δήπου οἶσθα, 37955 4.13.30.33 : ὅτι ἐν παντὶ πράγματι οἱ ἄνθρωποι τούτοις μάλιστα 37956 4.13.30.34 : ἐθέλουσι πείθεσθαι οὓς ἂν ἡγῶνται βελτίστους εἶναι. 37957 4.13.30.35 : καὶ γὰρ ἐν νόσῳ ὃν ἂν ἡγῶνται ἰατρικώτατον εἶναι. 37958 4.13.30.36 : τούτῳ μάλιστα πείθονται, καὶ ἐν πλοίῳ οἱ πλέοντες, ὃν 37959 4.13.30.37 : ἂν κυβερνητικώτατον, καὶ ἐν γεωργίᾳ, ὃν ἂν γεωργικώτα– 37960 4.13.30.38 : τον. Καὶ μάλα, ἔφη. Οὐκοῦν εἰκός, ἔφη, καὶ ἐν ἱππικῇ, 37961 4.13.30.39 : ὃς ἂν μάλιστα εἰδὼς φαίνηται ἃ δεῖ ποιεῖν, τούτῳ μά– 37962 4.13.30.40 : λιστα ἐθέλειν τοὺς ἄλλους πείθεσθαι. Ἐὰν οὖν, ἔφη, 37963 4.13.30.41 : ἐγώ, ὦ Σώκρατες, βέλτιστος ὢν αὐτῶν δῆλος ὦ, ἀρκέσει 37964 4.13.30.42 : μοι τοῦτο εἰς τὸ πείθεσθαι αὐτοὺς ἐμοί; Ἐάν γε πρὸς 37965 4.13.30.43 : τοῦτο, ἔφη, διδάξῃς αὐτοὺς ὡς τὸ πείθεσθαί σοι κάλλιόν 37966 4.13.30.44 : τε καὶ σωτηριώτερον αὐτοῖς ἔσται. Πῶς οὖν, ἔφη, τοῦτο 37967 4.13.30.45 : διδάξω; Πολὺ νὴ Δί´, ἔφη, ῥᾷον ἢ εἴ σε δέοι διδάσκειν 37968 4.13.30.46 : ὡς τὰ κακὰ τῶν ἀγαθῶν ἀμείνω καὶ λυσιτελέστερά ἐστι. 37969 4.13.30.47 : Λέγεις, ἔφη, σὺ τὸν ἵππαρχον πρὸς τοῖς ἄλλοις ἐπιμε– 37970 4.13.30.48 : λεῖσθαι δεῖν καὶ τοῦ δύνασθαι λέγειν; Σὺ δ´ ᾤου, ἔφη, 37971 4.13.30.49 : χρῆναι σιωπῇ ἱππαρχεῖν; ἢ οὐκ ἐντεθύμησαι, ὅτι ὅσα τε 37972 4.13.30.50 : νόμῳ μεμαθήκαμεν κάλλιστα ὄντα, δι´ ὧν γε ζῆν ἐπιστά– 37973 4.13.30.51 : μεθα, ταῦτα πάντα διὰ λόγου ἐμάθομεν. καὶ εἴ τι ἄλλο 37974 4.13.30.52 : καλὸν μανθάνει τις μάθημα, διὰ λόγου μανθάνει, καὶ οἱ 37975 4.13.30.53 : ἄριστα διδάσκοντες μάλιστα λόγῳ χρῶνται καὶ οἱ τὰ σπου– 37976 4.13.30.54 : δαιότατα μάλιστα ἐπιστάμενοι κάλλιστα διαλέγονται; 37977 4.13.31.1 : Ἡροδότου ἱστορίας ζʹ ( 49). 37978 4.13.31.2 : Ὁ δὲ Ἀρτάβανος ἀμείβετο λέγων ’ὦ βασιλεῦ, οὔτε 37979 4.13.31.3 : στρατὸν τοῦτον, ὅστις γε σύνεσιν ἔχοι, μέμφοιτ´ ἂν 37980 4.13.31.4 : οὔτε τῶν νεῶν τὸ πλῆθος· ἤν τε πλεῦνας συλλέξῃς, τὰ 37981 4.13.31.5 : δύο τοι τὰ λέγω πολλῷ ἔτι πολεμιώτερα γίνεται. τὰ δὲ 37982 4.13.31.6 : δύο ταῦτα ἐστὶ γῆ τε καὶ θάλασσα. οὔτε γὰρ τῆς θαλάσ– 37983 4.13.31.7 : σης ἔστι λιμὴν τοσοῦτος, ὅστις ἐγειρομένου χειμῶνος δε– 37984 4.13.31.8 : ξάμενός σευ τοῦτο τὸ ναυτικὸν φερέγγυος ἔσται διασῶ– 37985 4.13.31.9 : σαι τὰς νέας. καίτοι οὐκὶ ἕνα αὐτὸν δεῖ εἶναι τὸν λιμένα, 37986 4.13.31.10 : ἀλλὰ παρὰ πᾶσαν τὴν ἤπειρον παρ´ ἣν δὴ κομίεαι· οὔκων 37987 4.13.31.11 : δὴ ἐόντων τοι λιμένων ὑποδεξίων, μάθε ὅτι αἱ συμφοραὶ 37988 4.13.31.12 : τῶν ἀνθρώπων ἄρχουσι καὶ οὐκὶ 〈οἱ〉 ἄνθρωποι τῶν συμφο– 37989 4.13.31.13 : ρέων. καὶ δὴ τῶν δύο τοι τοῦ ἑτέρου εἰρημένου τὸ ἕτε– 37990 4.13.31.14 : ρον ἔρχομαι ἐρέων. γῆ δὲ πολεμίη τῇδέ τοι καθίσταται. 37991 4.13.31.15 : εἰ θέλει τοι μηδὲν ἀντίξοον καταστῆναι, τοσούτῳ τοι 37992 4.13.31.16 : γίνεται πολεμιωτέρη, ὅσῳ ἂν προβαίνῃς ἑκατέρω, τὸ 37993 4.13.31.17 : πρόσω αἰεὶ κλεπτόμενος· εὐπρηξίης γὰς οὐκ ἔστιν ἀνθρώποις 37994 4.13.31.18 : οὐδεμία πληθώρη. καὶ δή τοι, ὡς οὐδενὸς ἐναντιευμένου, 37995 4.13.31.19 : λέγω τὴν χώρην πλεῦνα ἐν πλεῦνι χρόνῳ γινομένην λι– 37996 4.13.31.20 : μὸν τέξεσθαι. ἀνὴρ δὲ οὕτω ἂν εἴη ἄριστος, εἰ βουλευό– 37997 4.13.31.21 : μενος μὲν ἀρρωδέοι, πᾶν ἐπιλεγόμενος πείσεσθαι χρῆμα, 37998 4.13.31.22 : ἐν δὲ τῷ ἔργῳ θρασὺς εἴη.‘ 37999 4.13.32.1 : Θουκυδίδου ἱστορίας δʹ δημηγορίας Ἑρμοκράτους 38000 4.13.32.2 : ( 61, 5). 38001 4.13.32.3 : Πέφυκε γὰρ τὸ ἀνθρώπειον διὰ παντὸς ἄρχειν μὲν 38002 4.13.32.4 : τοῦ εἴκοντος, φυλάσσεσθαι δὲ τὸ ἐπιόν. 38003 4.13.33.1 : Δημοσθένους Περὶ τῆς Ῥοδίων Ἐλευθερίας (XV 38004 4.13.33.2 : p. 193). 38005 4.13.33.3 : Οὐ γὰρ ὁμοίως οὐδεὶς ὑπέρ τε τοῦ πλεονεκτεῖν πολε– 38006 4.13.33.4 : μήσειεν ἂν καὶ τῶν ἑαυτοῦ, ἀλλ´ ὑπὲρ μὲν ὧν ἂν ἐλατ– 38007 4.13.33.5 : τῶνται μέχρι τοῦ δυνατοῦ πάντες πολεμοῦσιν, ὑπὲρ δὲ 38008 4.13.33.6 : τοῦ πλεονεκτεῖν οὐχ οὕτως, ἀλλ´ ἐφίενται μέν, ἐάν τις ἐᾷ, 38009 4.13.33.7 : ἐὰν δὲ κωλυθῶσιν, οὐδὲν ἠδικηκέναι τοὺς ἐναντιωθέντας 38010 4.13.33.8 : ἑαυτοὺς ἡγοῦνται. 38011 4.13.34.1 : Θουκυδίδου ἱστορίας δʹ δημηγορίας Παγώνδου ( 92, 5). 38012 4.13.34.2 : Εἰώθασί τε οἱ ἰσχύος που θράσει τοῖς πέλας, ὥσπερ 38013 4.13.34.3 : Ἀθηναῖοι νῦν, ἐπιόντες τὸν μὲν ἡσυχάζοντα καὶ ἐν τῇ 38014 4.13.34.4 : ἑαυτοῦ μόνον ἀμυνόμενον ἀδεέστερον ἐπιστρατεύειν, τὸν 38015 4.13.34.5 : δὲ καὶ ἔξω ὅρων προαπαντῶντα καί, ἢν καιρὸς ᾖ, πολέ– 38016 4.13.34.6 : μου ἄρχοντα ἧσσον ἑτοίμως κατέχειν. 38017 4.13.35.1 : Θουκυδίδου ἱστορίας εʹ δημηγορίας Βρασίδου ( 9, 9). 38018 4.13.35.2 : Καὶ νομίσατε τρία εἶναι τοῦ καλῶς πολεμεῖν, τὸ 38019 4.13.35.3 : ἐθέλειν καὶ 〈τὸ〉 αἰσχύνεσθαι καὶ τὸ τοῖς ἄρχουσι πεί– 38020 4.13.35.4 : θεσθαι. 38021 4.13.36.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἱστορίας εʹ δημηγορίας Ἀθηναίων ( 103, 1). 38022 4.13.36.2 : Ἐλπὶς δὲ κινδύνου παραμύθιον οὖσα τοὺς μὲν ἀπὸ 38023 4.13.36.3 : περιουσίας χρωμένους αὐτῇ, κἂν βλάψῃ, οὐ καθεῖλε, τοῖς 38024 4.13.36.4 : δὲ ἐς ἅπαν τὸ ὑπάρχον ἀναρριπτοῦσι, δάπανος γὰρ φύσει, 38025 4.13.36.5 : ἅμα τε γιγνώσκεται σφαλέντων καὶ ἐν ὅτῳ ἔτι φυλάξεταί 38026 4.13.36.6 : τις αὐτὴν γνωρισθεῖσαν οὐκ ἐλλείπει. 38027 4.13.37.1 : 〈Τοῦ αὐτοῦ〉 ἱστορίας εʹ δημηγορίας Ἀθηναίων ( 102). 38028 4.13.37.2 : Ἀλλ´ ἐπιστάμεθα 〈τὰ〉 τῶν πολεμίων ἔστιν ὅτε κοι– 38029 4.13.37.3 : νοτέρας τὰς τύχας λαμβάνοντα ἢ κατὰ τὸ διαφέρον ἑκα– 38030 4.13.37.4 : τέρων πλῆθος. 38031 4.13.38.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἱστορίας εʹ δημηγορίας Βρασίδου ( 9, 8). 38032 4.13.38.2 : Τὸ γὰρ ἐπιὸν ὕστερον δεινότερον τοῖς πολεμίοις τοῦ 38033 4.13.38.3 : παρόντος καὶ μαχομένου. 38034 4.13.39.1 : Ἐκ τῆς Νικολάου ἐθῶν συναγωγῆς (fr. hist. gr. III 38035 4.13.39.2 : p. 458 Muell.) 38036 4.13.39.3 : Αὐταριᾶται τοὺς ἀδυνάτους τῶν στρατιωτῶν ἐν ταῖς 38037 4.13.39.4 : ὁδοιπορίαις οὐδέποτε ζῶντας ἀπολείπουσι. 38038 4.13.40.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ibid. p. 459). 38039 4.13.40.2 : Τριβαλλοὶ τέτταρας φάλαγγας ἐν ταῖς μάχαις ποιοῦν– 38040 4.13.40.3 : ται· τὴν πρώτην τῶν ἀσθενῶν, τὴν ἐχομένην τῶν κρατί– 38041 4.13.40.4 : στων, τὴν τρίτην τῶν ἱππέων, τελευταίαν τὴν τῶν γυ– 38042 4.13.40.5 : ναικῶν, αἳ αὐτοὺς εἰς φυγὴν τρεπομένους κωλύουσι 38043 4.13.40.6 : βλασφημοῦσαι. 38044 4.13.41.1 : Ἀντισθένους (Plut. De Alexandri fort. aut virt. 38045 4.13.41.2 : p. 336 A). 38046 4.13.41.3 : Ἀντισθένης ἔλεγεν, ὅτι πάντα δεῖ τοῖς πολεμίοις 38047 4.13.41.4 : εὔχεσθαι τἀγαθὰ παρεῖναι χωρὶς ἀνδρείας· γίγνεται γὰρ 38048 4.13.41.5 : οὕτως οὐ τῶν ἐχόντων ἀλλὰ κρατούντων. 38049 4.13.42.1 : Δημοσθένους κατὰ Φιλίππου (IV p. 51). 38050 4.13.42.2 : Αἰσχρόν ἐστι φενακίζειν ἑαυτοὺς καὶ ἅπαντα ἀνα– 38051 4.13.42.3 : βαλλομένους, ὅσα ἂν ᾖ δυσχερῆ, πάντων ὑστερεῖν τῶν 38052 4.13.42.4 : ἔργων, καὶ μηδὲ τοῦτο δύνασθαι μαθεῖν, ὅτι δεῖ τοὺς 38053 4.13.42.5 : ὀρθῶς πολέμῳ χρωμένους οὐκ ἀκολουθεῖν τοῖς πράγμασιν, 38054 4.13.42.6 : ἀλλ´ αὐτοὺς ἔμπροσθεν εἶναι τῶν πραγμάτων, καὶ τὸν 38055 4.13.42.7 : αὐτὸν τρόπον ὥσπερ τῶν στρατευμάτων ἀξιώσειέ τις ἂν 38056 4.13.42.8 : τὸν στρατηγὸν ἡγεῖσθαι, οὕτω καὶ τῶν πραγμάτων τοὺς 38057 4.13.42.9 : βουλευομένους ἡγεῖσθαι, ἵν´ ἃ ἂν ἐκείνοις δοκῇ, ταῦτα 38058 4.13.42.10 : πράττηται, καὶ μὴ τὰ συμβάντα ἀναγκάζωνται διώκειν. 38059 4.13.43.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Εἰ πολιτευτέον πρεσβυτέρῳ 38060 4.13.43.2 : (p. 788 D–E). 38061 4.13.43.3 : Οἱ ῥήτορες Ἀθήνησιν Ἰφικράτει καὶ Τιμοθέῳ Χά– 38062 4.13.43.4 : ρητα παρέφερον ἰσχυρὸν ὄντα καὶ τοιοῦτον ἠξίουν εἶναι 38063 4.13.43.5 : τὸν στρατηγόν. ὁ δὲ Τιμόθεος ’οὐ μὰ τοὺς θεούς‘ εἶπεν 38064 4.13.43.6 : ’ἀλλὰ τοιοῦτον μὲν εἶναι τὸν μέλλοντα τῷ στρατηγῷ τὰ 38065 4.13.43.7 : στρώματα κομίζειν, τὸν δὲ στρατηγὸν "ἅμα πρόσσω καὶ 38066 4.13.43.8 : ὀπίσσω" ὁρᾶν.‘ 38067 4.13.44.1 : Ἀντιγόνου (Ps.–Plut. reg. et imp. apophth. p. 183 D). 38068 4.13.44.2 : Ἀντίγονος ὑποχωρῶν ποτε τοῖς πολεμίοις ἐπερχομέ– 38069 4.13.44.3 : νοις, οὐκ ἔφη φεύγειν, ἀλλὰ διώκειν τὸ συμφέρον ὀπίσω 38070 4.13.44.4 : κείμενον. 38071 4.13.45.1 : Λαμάχου (Ps.–Plut. reg. et imp. apophth. p. 186 F). 38072 4.13.45.2 : Λάμαχος ἐπετίμα τινὶ τῶν λοχαγῶν ἁμαρτάνοντι· 38073 4.13.45.3 : τοῦ δὲ φήσαντος μηκέτι τοῦτο ποιήσειν ’οὐκ ἔστιν‘ εἶπεν 38074 4.13.45.4 : ’ἐν πολέμῳ δὶς ἁμαρτάνειν.‘ 38075 4.13.46.1 : Ἀντιγόνου. 38076 4.13.46.2 : Ἀντιγόνος ἐρωτηθείς, πῶς ἄν τις ἐπιθοῖτο τοῖς 38077 4.13.46.3 : πολεμίοις, εἶπεν 38078 4.13.46.4 : ’ἢ δόλῳ ἠὲ βίῃ ἢ ἀμφαδὸν ἠὲ κρυφηδόν‘. 38079 4.13.47.1 : Δημάδης. 38080 4.13.47.2 : Δημάδης ὁ ῥήτωρ ληφθεὶς αἰχμάλωτος ἐν τῇ κατὰ 38081 4.13.47.3 : Χαιρώνειαν μάχῃ ὑπὸ Φιλίππου καὶ συσταθεὶς αὐτῷ, 38082 4.13.47.4 : ἐκείνου παρὰ πότον σεμνυνομένου ’ποῦ ἡ εὐγένεια καὶ ἡ 38083 4.13.47.5 : ὑπεροχὴ τῆς Ἀθηναίων πόλεως;‘ ’ἔγνως ἄν‘ ἔφη ’ὦ 38084 4.13.47.6 : βασιλεῦ, τὴν τῆς πόλεως δύναμιν, εἰ Ἀθηναίων μὲν Φίλ– 38085 4.13.47.7 : ιππος, Μακεδόνων δὲ Χάρης ἐστρατήγει‘. 38086 4.13.48.1 : Ἀλεξάνδρου. 38087 4.13.48.2 : Ἀλέξανδρος ἐρωτηθεὶς ὑπό τινος, πῶς ἐν ὀλίγῳ χρόνῳ 38088 4.13.48.3 : τῆς οἰκουμένης ἐκυρίευσεν, εἶπε 38089 4.13.48.4 : ’βουλῇ καὶ μύθοισι καὶ ἠπεροπηίδι τέχνῃ‘. 38090 4.13.49.1 : Ἀγησιλάου. 38091 4.13.49.2 : Ἀγησίλαος ὁ τῶν Λακεδαιμονίων βασιλεὺς ἐρωτηθεὶς 38092 4.13.49.3 : ὑπό τινος, τίνα δεῖ τὸν στρατηγὸν ἔχειν, εἶπεν ’πρὸς μὲν 38093 4.13.49.4 : τοὺς πολεμίους τόλμαν, πρὸς δὲ τοὺς ὑποτεταγμένους 38094 4.13.49.5 : εὔνοιαν, πρὸς δὲ τοὺς καιροὺς λογισμόν.‘ 38095 4.13.50.1 : Ἐπαμινώνδου. 38096 4.13.50.2 : Ἐπαμινώνδας ὁ Θηβαῖος ἰδὼν στρατόπεδον μέγα καὶ 38097 4.13.50.3 : καλὸν στρατηγὸν οὐκ ἔχον ’ἡλίκον‘ ἔφη ’θηρίον κεφαλὴν 38098 4.13.50.4 : οὐκ ἔχει.‘ 38099 4.13.51.1 : Ἰφικράτους (Ps.–Plut. reg. et imp. apophth. p. 187 A). 38100 4.13.51.2 : Ἰφικράτης ἐν συμμάχῳ χώρᾳ στρατοπεδεύων καὶ 38101 4.13.51.3 : χάρακα βαλλόμενος καὶ τάφρον ὀρύττων, πρὸς τὸν εἰπόντα 38102 4.13.51.4 : ’τί γὰρ φοβούμεθα;‘ χειρίστην ἔφη φωνὴν στρατηγοῦ εἶναι 38103 4.13.51.5 : τὴν ’οὐκ ἂν προσεδόκησα‘. 38104 4.13.52.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Ps.–Plut. reg. et imp. apophth. p. 187 B). 38105 4.13.52.2 : Ῥήτορος δέ τινος ἐρωτῶντος αὐτὸν ἐν ἐκκλησίᾳ ’τίς 38106 4.13.52.3 : ὢν μέγα φρονεῖς, πότερον ἱππεὺς ἢ ὁπλίτης ἢ τοξότης 38107 4.13.52.4 : ἢ πελταστής;‘ ’οὐδείς‘ ἔφη ’τούτων, ἀλλ´ ὁ τούτοις ἐπι– 38108 4.13.52.5 : τάττειν πᾶσιν ἐπιστάμενος.‘ 38109 4.13.53.1 : Χαβρίου (Ps.–Plut. ibid. p. 187 D). 38110 4.13.53.2 : Χαβρίας ἔλεγε κάλλιστα στρατηγεῖν τοὺς μάλιστα 38111 4.13.53.3 : γιγνώσκοντας τὰ τῶν πολεμίων. 38112 4.13.54.1 : Θουκυδίδου ἱστορίας γʹ δημηγορίας Κλέωνος ( 48). 38113 4.13.54.2 : Ὅστις γὰρ εὖ βουλεύεται πρὸς τοὺς ἀντιπάλους κρείσ– 38114 4.13.54.3 : σων ἐστὶν ἢ μετ´ ἔργων ἰσχύος ἀνοίᾳ ἐπιών. 38115 4.13.55.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἱστορίας δʹ δημηγορίας Βρασίδου ( 86, 6). 38116 4.13.55.2 : Ἀπάτῃ γὰρ εὐπρεπεῖ αἴσχιόν τι τοῖς γε ἐν ἀξιώματι 38117 4.13.55.3 : πλεονεκτῆσαι ἢ βίᾳ ἐμφανεῖ· τὸ μὲν γὰρ ἰσχύος δικαιώ– 38118 4.13.55.4 : σει, ἣν ἡ τύχη ἔδωκεν, ἐπέρχεται, τὸ δὲ γνώμης ἀδίκου 38119 4.13.55.5 : ἐπιβουλῇ. 38120 4.13.56.1 : Θουκυδίδου 〈ἱστορίας ϛʹ〉 δημηγορίας Ἀλκιβιάδου 38121 4.13.56.2 : ( 91, 6). 38122 4.13.56.3 : Βεβαιότατα δ´ ἄν τις τοὺς πολεμίους οὕτω βλάπτοι, 38123 4.13.56.4 : εἰ ἃ μάλιστα δεδιότας αὐτοὺς αἰσθάνοιτο, ταῦτα σαφῶς 38124 4.13.56.5 : πυνθανόμενος ἐπιφέροι. εἰκὸς γὰρ αὐτοὺς ἀκριβέστατα 38125 4.13.56.6 : ἑκάστους τὰ σφέτερα αὐτῶν δεινὰ ἐπισταμένους φο– 38126 4.13.56.7 : βεῖσθαι. 38127 4.13.57.1 : Πύρρου. 38128 4.13.57.2 : Πύρρος ἐπιζητούντων τινῶν παρὰ πότον πότερος 38129 4.13.57.3 : κρείσσων αὐλητής, Ἀντιγενίδας ἢ Σάτυρος, ’ἐμοὶ μέν‘ εἶπε, 38130 4.13.57.4 : ’στρατηγὸς Πολυσπέρχων‘ διδάσκων ὅτι ἀναγκαῖα δεῖ ζη– 38131 4.13.57.5 : τεῖν καὶ μὴ ἄρχηστα. 38132 4.13.58.1 : Ἀννίβαλος. 38133 4.13.58.2 : Ἀννίβαλ ἀκούσας Στωικοῦ τινος ἐπιχειροῦντος ὅτι 38134 4.13.58.3 : ὁ σοφὸς μόνος στρατηγικός ἐστιν, ἐγέλασε νομίζων ἀδύ– 38135 4.13.58.4 : νατον εἶναι ἐκτὸς τῆς δι´ ἔργων ἐμπειρίας τὴν ἐν τού– 38136 4.13.58.5 : τοις ἐπιστήμην σχεῖν. 38137 4.13.59.1 : Λυκούργου. 38138 4.13.59.2 : Λυκοῦργος ἐκέλευσε Λακεδαιμονίοις 〈μὴ〉 πολλάκις 38139 4.13.59.3 : τοῖς αὐτοῖς πολεμεῖν, ἵνα μὴ ἄκοντας πολεμεῖν διδάξωσιν. 38140 4.13.60.1 : Πύρρου. 38141 4.13.60.2 : Πύρρος πρὸς τὸν ὑπισχνούμενον τὰ τακτικὰ διδάξειν 38142 4.13.60.3 : ἐν δὲ παρατάξει οὐδέποτε γεγονότα, οὐκ ἔφη δεῖσθαι 38143 4.13.60.4 : ἀπερισαλπίκτου στρατηγοῦ. 38144 4.13.61.1 : Φιλίππου. 38145 4.13.61.2 : Φίλιππος ἔλεγε κρεῖττον εἶναι στρατόπεδον ἐλάφων 38146 4.13.61.3 : λέοντος στρατηγοῦντος ἢ λεόντων ἐλάφου στρατηγοῦντος. 38147 4.13.62.1 : Ἰφικράτους. 38148 4.13.62.2 : Ἰφικράτης τὸ στράτευμα οὕτως ἔφασκε δεῖν συντε– 38149 4.13.62.3 : τάχθαι ὡς ἓν σῶμα, θώρακα μὲν ἔχον τὴν φάλαγγα, χεῖ– 38150 4.13.62.4 : ρας δὲ τοὺς ψιλούς, πόδας δὲ τοὺς ἱππέας, κεφαλὴν δὲ 38151 4.13.62.5 : τὸν στρατηγόν. 38152 4.13.63.1 : Τιμοθέου. 38153 4.13.63.2 : Τιμόθεος πρὸς τὸν ἐρόμενον ᾧ διαφέρει στρατηγικὴ 38154 4.13.63.3 : ῥητορικῆς ’ᾧ πόλεμος‘ ἔφη ’εἰρήνης‘. 38155 4.13.64.1 : Φιλίππου. 38156 4.13.64.2 : Φίλιππος ἐρωτώμενος οὕς τινας μάλιστα φιλεῖ καὶ 38157 4.13.64.3 : οὕς τινας μάλιστα μισεῖ ’τοὺς μέλλοντας‘ ἔφη ’προδιδό– 38158 4.13.64.4 : ναι μάλιστα φιλῶ, τοὺς δ´ ἤδη προδεδωκότας μάλιστα 38159 4.13.64.5 : μισῶ‘. 38160 4.13.65.1 : Εὐδαμίδου (Ps.–Plut. reg. et imp. apophth. p. 192 A). 38161 4.13.65.2 : Εὐδαμίδας ἀκούσας φιλοσόφου διαλεχθέντος ὅτι μό– 38162 4.13.65.3 : νος ἀγαθὸς στρατηγὸς ὁ σοφός ἐστιν ’ὁ μὲν λόγος‘ ἔφη 38163 4.13.65.4 : θαυμαστός, ὁ δὲ λέγων οὐ περισεσάλπικται.’ 38164 4.13.66.1 : Ξενοφῶντος ἐν τῷ εʹ τῆς Κύρου παιδείας (c. 3, 9). 38165 4.13.66.2 : Οὔτε γὰρ ἂν φίλους τις ποιήσειεν ἄλλως πως πλεί– 38166 4.13.66.3 : ονα ἀγαθὰ ἐν πολέμῳ ἢ πολέμιος δοκῶν εἶναι οὔτ´ ἂν 38167 4.13.66.4 : ἐχθροὺς πλείω τις βλάψειεν ἄλλως πως ἢ φίλος δο– 38168 4.13.66.5 : κῶν εἶναι. 38169 4.14.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΕΙΡΗΝΗΣ.}1 38170 4.14.1.1 : Εὐριπίδου Κρεσφόντου (fr. 453 N 2). 38171 4.14.1.2 : {ΧΟΡ.} Εἰρήνη βαθύπλουτε καὶ 38172 4.14.1.3 : καλλίστα μακάρων θεῶν, 38173 4.14.1.4 : ζῆλός μοι σέθεν ὡς χρονίζεις. 38174 4.14.1.5 : δέδοικα δὲ μὴ πρὶν πόνοις 38175 4.14.1.6 : ὑπερβάλῃ με γῆρας, 38176 4.14.1.7 : πρὶν σὰν χαρίεσσαν προσιδεῖν ὥραν 38177 4.14.1.8 : καὶ καλλιχόρους ἀοιδὰς 38178 4.14.1.9 : φιλοστεφάνους τε κώμους 38179 4.14.1.10 : ἴθι μοι, πότνα, πόλιν. 38180 4.14.1.11 : Τὰν δ´ ἐχθρὰν στάσιν εἶργ´ ἀπ´ οἴ– 38181 4.14.1.12 : κων τὰν μαινομέναν τ´ ἔριν 38182 4.14.1.13 : θηκτῷ τερπομέναν σιδάρῳ. 38183 4.14.2.1 : Ἀριστοφάνους Γεωργῶν (fr. 109 K.). 38184 4.14.2.2 : Εἰρήνη βαθύπλουτε καὶ ζευγάριον βοεικόν, 38185 4.14.2.3 : εἰ γὰρ ἐμοὶ παυσαμένῳ τοῦ πολέμου γένοιτο 38186 4.14.2.4 : σκάψαι κἀποκλάσαι καὶ λουσαμένῳ διελκύσαι 38187 4.14.2.5 : τῆς τρυγὸς ἄρτον λιπαρὸν καὶ ῥάφανον φέροντι. 38188 4.14.3.1 : Βακχυλίδου Παιάνων (fr. 4 Blass 2). 38189 4.14.3.2 : Τίκτει δέ τε θνατοῖσιν εἰρήνα μεγάλα 38190 4.14.3.3 : πλοῦτον [καὶ] μελιγλώσσων 〈τ´〉 ἀοιδᾶν ἄνθεα, 38191 4.14.3.4 : δαιδαλέων τ´ ἐπὶ βωμῶν 38192 4.14.3.5 : θεοῖσιν αἴθεσθαι βοῶν ξανθᾷ φλογὶ 38193 4.14.3.6 : μηρί´ εὐτρίχων τε μήλων, 38194 4.14.3.7 : γυμνασίων τε νέοις 38195 4.14.3.8 : αὐλῶν τε καὶ κώμων μέλειν. 38196 4.14.3.9 : ἐν δὲ σιδαροδέτοισι 38197 4.14.3.10 : πόρπαξιν αἰθᾶν ἀραχνᾶν ἱστοὶ πέλονται 38198 4.14.3.11 : ἔγχεά τε λογχωτὰ ξίφεά τ´ ἀμφάκεα 38199 4.14.3.12 : δάμναται ... 38200 4.14.3.13 : χαλκέων δ´ οὐκ ἔστι σαλπίγγων κτύπος, 38201 4.14.3.14 : οὐδὲ συλᾶται μελίφρων 38202 4.14.3.15 : ὕπνος ἀπὸ βλεφάρων, 38203 4.14.3.16 : ἀῷος ὃς θάλπει κέαρ. 38204 4.14.3.17 : συμποσίων δ´ ἐρατῶν 38205 4.14.3.18 : βρίθοντ´ ἀγυιαὶ παιδικοί θ´ ὕμνοι φλέγονται. 38206 4.14.4.1 : Εὐριπίδου Ἐρεχθέως (fr. 369 N. 2). 38207 4.14.4.2 : {ΧΟΡ.} Κείσθω δόρυ μοι μίτον ἀμφιπλέκειν ἀράχνᾳ, 38208 4.14.4.3 : μετὰ δ´ ἡσυχίας πολιῷ γήρᾳ συνοικοίην, 38209 4.14.4.4 : ἀείδοιμι δὲ στεφάνοις κάρα πολιὸν στεφανώσας 38210 4.14.4.5 : Θρηίκιον πέλταν πρὸς Ἀθάνας 38211 4.14.4.6 : περικίοσιν ἀγκρεμάσας θαλάμοις 38212 4.14.4.7 : δέλτων τ´ ἀναπτύσσοιμι γῆρυν, 38213 4.14.4.8 : ἃν σοφοὶ κλέονται. 38214 4.14.5.1 : Φιλήμονος ἐκ Πύρρου (fr. 71 K.). 38215 4.14.5.2 : Οἱ φιλόσοφοι ζητοῦσιν, ὡς ἀκήκοα, 38216 4.14.5.3 : περὶ τοῦτό τ´ αὐτοῖς πολὺς ἀναλοῦται χρόνος, 38217 4.14.5.4 : τί ἐστιν ἀγαθόν, κοὐδὲ εἷς εὕρηκέ πω, 38218 4.14.5.5 : τί ἐστιν. ἀρετὴν καὶ φρόνησίν φασι, καὶ 38219 4.14.5.6 : πλέκουσι πάντα μᾶλλον ἢ τί τἀγαθόν. 38220 4.14.5.7 : ἐν ἀγρῷ διατρίβων τήν τε γῆν σκάπτων ἐγὼ 38221 4.14.5.8 : νῦν εὗρον· εἰρήνη ´στιν· ὦ Ζεῦ φίλτατε, 38222 4.14.5.9 : τῆς ἐπαφροδίτου καὶ φιλανθρώπου θεοῦ. 38223 4.14.5.10 : γάμους, ἑορτάς, συγγενεῖς, παῖδας, φίλους, 38224 4.14.5.11 : πλοῦτον, ὑγίειαν, σῖτον, οἶνον, ἡδονὴν 38225 4.14.5.12 : αὕτη δίδωσι· ταῦτα πάντ´ ἂν ἐκλίπῃ, 38226 4.14.5.13 : τέθνηκε κοινῇ πᾶς ὁ τῶν ζώντων βίος. 38227 4.14.6.1 : Εὐριπίδου (Suppl. 481–493). 38228 4.14.6.2 : Ὅταν γὰρ ἔλθῃ πόλεμος εἰς ψῆφον λεώ, 38229 4.14.6.3 : οὐδεὶς ἔθ´ αὑτοῦ θάνατον ἐκλογίζεται, 38230 4.14.6.4 : τὸ δυστυχὲς δὲ τοῦτ´ ἐς ἄλλον ἐκτρέπει. 38231 4.14.6.5 : εἰ δ´ ἦν παρ´ ὄμμα θάνατος ἐν ψήφου φορᾷ, 38232 4.14.6.6 : οὐκ ἄν ποθ´ Ἑλλὰς δορυμανὴς ἀπώλλυτο. 38233 4.14.6.7 : καίτοι δυοῖν γὰρ πάντες ἄνθρωποι λόγοιν 38234 4.14.6.8 : τὸν κρείσσον´ ἴσμεν καὶ τὰ χρηστὰ καὶ κακά, 38235 4.14.6.9 : ὅσῳ τε πολέμου κρεῖσσον εἰρήνη βροτοῖς· 38236 4.14.6.10 : ἣ πρῶτα μὲν Μούσαισι προσφιλεστάτη, 38237 4.14.6.11 : γόοισι δ´ ἐχθρά, τέρπεται δ´ εὐπαιδίᾳ, 38238 4.14.6.12 : χαίρει δὲ πλούτῳ. ταῦτ´ ἀφέντες οἱ κακοὶ 38239 4.14.6.13 : πολέμους ἀναιρούμεσθα καὶ τὸν ἥσσονα 38240 4.14.6.14 : δουλούμεθ´ ἄνδρες ἄνδρα καὶ πόλις πόλιν. 38241 4.14.7.1 : Ἀριστοφάνους Νήσων (fr. 387 K.). 38242 4.14.7.2 : Ὦ μῶρε, μῶρε, ταῦτα πάντ´ ἐν τῇδ´ ἔνι· 38243 4.14.7.3 : οἰκεῖν μὲν ἐν ἀγρῷ τοῦτον ἐν τῷ γηδίῳ 38244 4.14.7.4 : ἀπαλλαγέντα τῶν κατ´ ἀγορὰν πραγμάτων, 38245 4.14.7.5 : κεκτημένον ζευγάριον οἰκεῖον βοοῖν, 38246 4.14.7.6 : ἔπειτ´ ἀκούειν προβατίων βληχωμένων 38247 4.14.7.7 : τρυγός τε φωνὴν εἰς λεκάνην ὠθουμένης, 38248 4.14.7.8 : ὄψῳ δὲ χρῆσθαι σπινιδίοις τε καὶ κίχλαις, 38249 4.14.7.9 : καὶ μὴ περιμένειν ἐξ ἀγορᾶς ἰχθύδια 38250 4.14.7.10 : τριταῖα, πολυτίμητα, βεβασανισμένα 38251 4.14.7.11 : ἐπ´ ἰχθυοπώλου χειρὶ παρανομωτάτῃ. 38252 4.14.8.1 : Τοῦ αὐτοῦ Εἰρήνης ( 520 s.). 38253 4.14.8.2 : Ὦ πότνια βοτρυόδωρε, τί προσείπω ς´ ἔπος; 38254 4.14.8.3 : πόθεν λάβοιμ´ ἂν ῥῆμα μυριάμφορον; 38255 4.14.9.1 : Μενάνδρου (fr. 719 K.). 38256 4.14.9.2 : Εἰρήνη γεωργὸν κἀν πέτραις 38257 4.14.9.3 : τρέφει καλῶς, πόλεμος δὲ κἀν πεδίῳ κακῶς [ἔφυ]. 38258 4.14.10.1 : Ἡροδότου ἱστορίας αʹ ( 87). 38259 4.14.10.2 : Οὐδεὶς γὰρ οὕτως ἀνόητός ἐστιν, ὅστις πόλεμον πρὸ 38260 4.14.10.3 : εἰρήνης αἱρέεται. 38261 4.15a.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΟΤΙ ΑΓΑΘΟΝ.}1 38262 4.15a.1.1 : Ἀριστοφάνους Εἰρήνης (fr. 294 K.). 38263 4.15a.1.2 : Τῆς πᾶσιν ἀνθρώποισιν εἰρήνης φίλης 38264 4.15a.1.3 : πιστὴ τροφός, ταμία, συνεργός, ἐπίτροπος, 38265 4.15a.1.4 : θυγάτηρ, ἀδελφή· πάντα ταῦτ´ ἐχρῆτό μοι. 38266 4.15a.1.5 : {—}Σοὶ δ´ ὄνομα δὴ τί ἐστιν; {—}Ὅ τι; Γεωργία. 38267 4.15a.2.1 : (pac. superstitis 556 s.) 38268 4.15a.2.2 : Ὦ ποθεινὴ τοῖς δικαίοις καὶ γεωργοῖς ἡμέρα, 38269 4.15a.2.3 : ἄσμενός ς´ ἰδὼν προσειπεῖν βούλομαι τὰς ἀμπέλους. 38270 4.15a.3.1 : Μενάνδρου Ἀδελφῶν (fr. 13 K.). 38271 4.15a.3.2 : Χαῖρ´, ὦ φίλη γῆ, διὰ χρόνου πολλοῦ ς´ ἰδὼν 38272 4.15a.3.3 : ἀσπάζομαι· τουτὶ γὰρ οὐ πᾶσαν ποιῶ 38273 4.15a.3.4 : τὴν γῆν, ὅταν δὲ τοὐμὸν ἐσίδω χωρίον. 38274 4.15a.3.5 : τὸ γὰρ τρέφον με τοῦτ´ ἐγὼ κρίνω θεόν. 38275 4.15a.4.1 : Ἄμφιδος Ἐρίθων (fr. 17 K.). 38276 4.15a.4.2 : Εἶτ´ οὐχὶ χρυσοῦν ἐστι πρᾶγμ´ ἐρημία; 38277 4.15a.4.3 : ὁ πατήρ γε τοῦ ζῆν ἐστιν ἀνθρώποις ἀγρός, 38278 4.15a.4.4 : πενίαν τε συγκρύπτειν ἐπίσταται μόνος, 38279 4.15a.4.5 : ἄστυ δὲ θέατρόν [ἐστιν] ἀτυχίας σαφῶς γέμον. 38280 4.15a.5.1 : Μενάνδρου Πλοκίῳ (fr. 408 K.). 38281 4.15a.5.2 : Ἆρ´ ἐστὶν ἀρετῆς καὶ βίου διδάσκαλος 38282 4.15a.5.3 : ἐλευθέρου τοῖς πᾶσιν ἀνθρώποις ἀγρός. 38283 4.15a.6.1 : Φωκυλίδου (fr. 7 B.). 38284 4.15a.6.2 : Χρηίζων πλούτου μελέτην ἔχε πίονος ἀγροῦ, 38285 4.15a.6.3 : ἀγρὸν γάρ τε λέγουσιν Ἀμαλθείης κέρας εἶναι. 38286 4.15a.7.1 : Μενάνδρου Ἀνεψιοί (fr. 63 K.). 38287 4.15a.7.2 : Τὰ κακῶς τρέφοντα χωρί´ ἀνδρείους ποιεῖ. 38288 4.15a.8.1 : Ἀριστοφάνους Ἀχαρνέων ( 32 ss.). 38289 4.15a.8.2 : Ἀποβλέπων εἰς τὸν ἀγρὸν εἰρήνης ἐρῶν 38290 4.15a.8.3 : στυγῶ μὲν ἄστυ, τὸν δ´ ἐμὸν δῆμον ποθῶ, 38291 4.15a.8.4 : ὃς οὐδεπώποτ´ εἶπεν, ἄνθρακας πρίω, 38292 4.15a.8.5 : οὐκ ὄξος [ὄψον] οὐκ ἔλαιον, οὐδ´ ᾔδη πρίω, 38293 4.15a.8.6 : ἀλλ´ αὐτὸς ἔφερε πάντα χὡ πρίων ἀπῆν. 38294 4.15a.9.1 : Μενάνδρου (fr. 794 K.). 38295 4.15a.9.2 : Ἀγροῖκος εἶναι προσποιεῖ πονηρὸς ὤν. 38296 4.15a.10.1 : Ἀράτου Φαινομένων ( 108 ss.). 38297 4.15a.10.2 : Οὔπω λευγαλέου ποτὲ νείκεος ἠπίσταντο 38298 4.15a.10.3 : οὐδὲ διακρίσιος περιμεμφέος οὐδὲ κυδοιμοῦ, 38299 4.15a.10.4 : αὕτως δ´ ἔζωον· χαλεπὴ δ´ ἀπέκειτο θάλασσα, 38300 4.15a.10.5 : καὶ βίον οὔπω νῆες ἀπόπροθεν ἠγίνεσκον, 38301 4.15a.10.6 : ἀλλὰ βόες καὶ ἄροτρα καὶ αὐτή, πότνια λαῶν, 38302 4.15a.10.7 : μυρία πάντα παρεῖχε Δίκη, δώτειρα δικαίων. 38303 4.15a.11.1 : Μενάνδρου Ὑδρία (fr. 466 K.). 38304 4.15a.11.2 : Ὡς ἡδὺ τῷ μισοῦντι τοὺς φαύλους 〈τρόπους〉 38305 4.15a.11.3 : ἐρημία. 38306 4.15a.12.1 : Ἀριστοφάνους Νεφελῶν ( 43 ss.). 38307 4.15a.12.2 : Ἐμοὶ γὰρ ἦν ἀγροῖκος ἥδιστος βίος, 38308 4.15a.12.3 : εὐρωτιῶν, ἀκόρητος, εἰκῆ κείμενος, 38309 4.15a.12.4 : βρύων μελίτταις καὶ προβάτοις καὶ στεμφύλοις. 38310 4.15a.13.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπης (fr. 188 N. 2). 38311 4.15a.13.2 : Τοιαῦτ´ ἄειδε, καὶ δόξεις φρονεῖν, 38312 4.15a.13.3 : σκάπτων, ἀρῶν γῆν, ποιμνίων ἐπιστατῶν, 38313 4.15a.13.4 : ἄλλοις τὰ κομψὰ ταῦτ´ ἀφεὶς σοφίσματα. 38314 4.15a.14.1 : Εὐριπίδου †Βουτημένῳ (fr. 742 N.). 38315 4.15a.14.2 : Ἄλλη πρὸς ἄλλο γαῖα χρησιμωτέρα. 38316 4.15a.15.1 : Φιλήμονος (fr. 105 K.). 38317 4.15a.15.2 : Δικαιότατον κτῆμ´ ἐστὶν ἀνθρώποις ἀγρός· 38318 4.15a.15.3 : ὧν ἡ φύσις δεῖται γὰρ ἐπιμελῶς φέρει, 38319 4.15a.15.4 : πυρούς, ἔλαιον, οἶνον, ἰσχάδας, μέλι. 38320 4.15a.15.5 : τὰ δ´ ἀργυρώματ´ ἐστὶν ἥ τε πορφύρα 38321 4.15a.15.6 : εἰς τοὺς τραγῳδοὺς εὔθετ´, οὐκ εἰς τὸν βίον. 38322 4.15a.16.1 : Σωκράτους. 38323 4.15a.16.2 : Ὁ Σωκράτης τὸ τῆς Ἀμαλθείας κέρας ἐξηγούμενος 38324 4.15a.16.3 : τοιαύτης τινὸς ἀναφορᾶς ἠξίωσεν· εἶναι γὰρ σύμβολον. 38325 4.15a.16.4 : ἂν μή τις ᾖ μάλθων ἀλλὰ ἐργάτης, πάντα ἕξειν τἀγαθά. 38326 4.15a.16.5 : κατὰ μὲν τὴν ἀμάλθειαν τοῦ μὴ μάλθωνος ταττομένου, 38327 4.15a.16.6 : κατὰ δὲ τὸ κέρας τοῦ βοὸς ἐργατικωτάτου ὄντος τὸν ἐρ– 38328 4.15a.16.7 : γάτην ἐνσημαίνεσθαι· βότρυς δὲ ἐν τῷ κέρατι εἶναι καὶ 38329 4.15a.16.8 : τὰ ὅμοια, ὅτι ἐν τῇ γεωργίᾳ πάντα ἔνεστιν ὧν χρείαν 38330 4.15a.16.9 : ἔχομεν. διὸ καὶ ἔχοντες αὐτὸ εἰσάγονται ὅ τε ἀγαθὸς 38331 4.15a.16.10 : Δαίμων καὶ ἡ ἀγαθὴ Τύχη. 38332 4.15a.17.1 : Ξενοφῶντος (conviv. 2, 24). 38333 4.15a.17.2 : Οἶνος τὰς μὲν λύπας ὥσπερ μανδραγόρας ἄνδρα κοι– 38334 4.15a.17.3 : μίζει, τὰς δὲ φιλοφροσύνας ὥσπερ ἔλαιον φλόγα ἐγείρει. 38335 4.15a.18.1 : Μουσωνίου ἐκ τοῦ Τίς ὁ φιλοσόφῳ προσήκων 38336 4.15a.18.2 : πόρος (C. Musonii rel. p. 57 H.). 38337 4.15a.18.3 : Ἔστι καὶ ἕτερος πόρος οὐδὲν τούτου κακίων, τάχα δὲ 38338 4.15a.18.4 : καὶ ἀμείνων νομισθεὶς ἂν οὐκ ἀλόγως ἀνδρί γ´ εὐρώστῳ 38339 4.15a.18.5 : τὸ σῶμα, ὁ ἀπὸ γῆς, ἄν τ´ οὖν ἰδίαν ἔχῃ τις ἄν τε καὶ 38340 4.15a.18.6 : μή. πολλοὶ γὰρ δὴ καὶ ἀλλοτρίαν γῆν γεωργοῦντες, 38341 4.15a.18.7 : ἢ δημοσίαν ἢ ἰδιωτικήν, δύνανται τρέφειν οὐ μόνον αὑ– 38342 4.15a.18.8 : τούς, καὶ τέκνα δὲ καὶ γυναῖκας· ἔνιοί γε δὴ καὶ εἰς 38343 4.15a.18.9 : ἄγαν ἀπὸ τούτου εὐποροῦσιν, αὐτουργικοὶ καὶ φιλόπονοι 38344 4.15a.18.10 : ὄντες. ἀμείβεται γὰρ ἡ γῆ κάλλιστα καὶ δικαιότατα τοὺς 38345 4.15a.18.11 : ἐπιμελομένους αὐτῆς, πολλαπλάσια ὧν λαμβάνει διδοῦσα 38346 4.15a.18.12 : καὶ ἀφθονίαν παρέχουσα πάντων τῶν ἀναγκαίων πρὸς 38347 4.15a.18.13 : τὸν βίον τῷ βουλομένῳ πονεῖν, καὶ ταῦτα μὲν σὺν τῷ 38348 4.15a.18.14 : πρέποντι, σὺν αἰσχύνῃ δ´ οὐδὲν αὐτῶν. οὐ γάρ ἐστιν ἀν– 38349 4.15a.18.15 : θρώπων οὐδεὶς μὴ θρυπτικός γε μηδὲ μαλακὸς ὤν, ὃ ἂν 38350 4.15a.18.16 : φαίη τῶν γεωργικῶν ἔργων 〈ὁτι〉οῦν αἰσχρὸν ἢ ἀνάρμοστον 38351 4.15a.18.17 : ἀνδρὶ ἀγαθῷ εἶναι. πῶς μὲν γὰρ οὐ καλὸν τὸ φυτεύειν; 38352 4.15a.18.18 : πῶς δὲ τὸ ἀροῦν; πῶς δὲ τὸ ἀμπελουργεῖν, τὸ δὲ σπεί– 38353 4.15a.18.19 : ρειν, τὸ δὲ θερίζειν, τὸ δὲ ἀλοᾶν, οὐ πάντ´ ἐλευθέρια 38354 4.15a.18.20 : ταῦτα καὶ ἀνδράσιν ἀγαθοῖς πρέποντα; καὶ μὴν τὸ ποι– 38355 4.15a.18.21 : μαίνειν ὥσπερ Ἡσίοδον οὐ κατῄσχυνεν οὐδ´ ἐκώλυεν εἶναι 38356 4.15a.18.22 : θεοφιλῆ τε καὶ μουσικόν, οὕτως οὐδ´ ἂν ἄλλον οὐδένα 38357 4.15a.18.23 : κωλύσειεν. ἐμοὶ μὲν δὴ καὶ ἀρεστὸν τοῦτο πάντων τῶν 38358 4.15a.18.24 : ἐν γεωργίαις ἔργων, ὅτι τῇ ψυχῇ παρέχει σχολὴν πλείονα 38359 4.15a.18.25 : διανοεῖσθαί τι καὶ ζητεῖν παιδείας ἐχόμενον. ὅσα μὲν 38360 4.15a.18.26 : γὰρ ἔργα πάνυ ἐντείνει τὸ σῶμα καὶ κάμπτει, ταῦτα καὶ 38361 4.15a.18.27 : τὴν ψυχὴν ἀναγκάζει πρὸς αὐτοῖς εἶναι μόνοις ἢ 38362 4.15a.18.28 : μάλιστα συνεντεινομένην τῷ σώματι· ὅσα δὲ τῶν ἔργων 38363 4.15a.18.29 : ἐφίησι μὴ ἄγαν ἐντετάσθαι τὸ σῶμα, ταῦτ´ οὐκ ἀπείργει 38364 4.15a.18.30 : τὴν ψυχὴν ἐκλογίζεσθαί τι τῶν κρειττόνων κἀκ τῶν τοι– 38365 4.15a.18.31 : ούτων λογισμῶν αὐτὴν αὑτῆς γίνεσθαι σοφωτέραν, οὗ δὴ 38366 4.15a.18.32 : καὶ μάλιστα πᾶς φιλόσοφος ἐφίεται. διὰ ταῦτ´ ἐγὼ τὴν 38367 4.15a.18.33 : ποιμενικὴν ἀσπάζομαι μάλιστα· εἴ γε μὴν ἅμα φιλοσοφεῖ 38368 4.15a.18.34 : τις καὶ γεωργεῖ, οὐκ ἄλλον ἂν παραβάλοιμι τούτῳ βίον 38369 4.15a.18.35 : οὐδὲ πορισμὸν ἕτερον προτιμήσαιμι ἄν. πῶς μὲν γὰρ οὐ 38370 4.15a.18.36 : κατὰ φύσιν μᾶλλον ἀπὸ γῆς, ἣ τροφός τε καὶ μήτηρ 38371 4.15a.18.37 : ἐστὶν ἡμῶν, ἢ ἀπ´ ἄλλου του τρέφεσθαι; πῶς δ´ οὐκ ἀν– 38372 4.15a.18.38 : δρικώτερον τοῦ καθῆσθαι ἐν πόλει, ὥσπερ οἱ σοφισταί, 38373 4.15a.18.39 : τὸ ζῆν ἐν χωρίῳ; πῶς δ´ οὐχ ὑγιεινότερον τοῦ σκιατρο– 38374 4.15a.18.40 : φεῖσθαι τὸ ἔξω διαιτᾶσθαι; τί δὲ ἐλευθεριώτερον, αὐτὸν 38375 4.15a.18.41 : αὑτῷ μηχανᾶσθαι τὰ ἀναγκαῖα ἢ παρ´ ἑτέρων λαμβάνειν; 38376 4.15a.18.42 : ἀλλὰ φαίνεται τὸ μὴ δεῖσθαι ἄλλου πρὸς τὰς χρείας τὰς 38377 4.15a.18.43 : αὑτοῦ πολὺ σεμνότερον ἢ τὸ δεῖσθαι. οὕτως ἄρα καλὸν 38378 4.15a.18.44 : καὶ εὐδαιμονικὸν καὶ θεοφιλὲς τὸ ζῆν ἀπὸ γεωργίας ἐστί, 38379 4.15a.18.45 : σύν γε τῷ καλοκἀγαθίας μὴ ὀλιγωρεῖν. ὥστε Μύσωνα 38380 4.15a.18.46 : τὸν Χηναῖον ὁ θεὸς ἀνεῖπε σοφὸν καὶ τὸν Ψωφίδιον Ἀγ– 38381 4.15a.18.47 : λαὸν εὐδαίμονα προσηγόρευσε, χωριτικῶς ἑκάτερον αὐτῶν 38382 4.15a.18.48 : βιοῦντα καὶ αὐτουργίᾳ χρώμενον καὶ τῆς ἐν ἄστει διατρι– 38383 4.15a.18.49 : βῆς ἀπεχόμενον. ἆρ´ οὖν οὐκ ἄξιον ζηλοῦν τε καὶ 38384 4.15a.18.50 : μιμεῖσθαι τούτους καὶ περιέχεσθαι σπουδῇ τοῦ γεωργεῖν; 38385 4.15a.18.51 : Τί οὖν; ‘οὐ δεινόν’ φαίη τις ἂν ἴσως ‘ἄνδρα παι– 38386 4.15a.18.52 : δευτικὸν καὶ δυνάμενον προβιβάζειν νέους εἰς φιλοσοφίαν 38387 4.15a.18.53 : ἐργάζεσθαι γῆν καὶ τῷ σώματι πονεῖν τοῖς χωρίταις πα– 38388 4.15a.18.54 : ραπλησίως;’ Ναί. δεινὸν ἂν τοῦτο τῷ ὄντι ἦν, εἴπερ 38389 4.15a.18.55 : ἐκώλυεν ἡ ἐργασία τῆς γῆς φιλοσοφεῖν ἢ ἄλλους πρὸς 38390 4.15a.18.56 : φιλοσοφίαν ὠφελεῖν. νῦν δὲ καὶ μᾶλλον ἄν μοι δοκοῦ– 38391 4.15a.18.57 : σιν ὠφελεῖσθαι οἱ νέοι οὐκ ἐν πόλει τῷ διδασκάλῳ συν– 38392 4.15a.18.58 : όντες οὐδ´ ἐν τῇ διατριβῇ ἀκούοντες αὐτοῦ λέγοντος, ἀλλ´ 38393 4.15a.18.59 : ἐργαζόμενον ἐπὶ τῆς ἀγροικίας ὁρῶντες καὶ ἔργῳ ἐνδεικ– 38394 4.15a.18.60 : νύμενον ἅπερ ὑφηγεῖται ὁ λόγος, ὅτι χρὴ πονεῖν καὶ 38395 4.15a.18.61 : κακοπαθεῖν τῷ σώματι μᾶλλον ἢ ἑτέρου δεῖσθαι τοῦ 38396 4.15a.18.62 : τρέφοντος. τί δὲ τὸ κωλύον ἐστὶ καὶ ἐργαζόμενον μετὰ 38397 4.15a.18.63 : τοῦ διδασκάλου τὸν μαθητὴν ἀκούειν τι ἅμα περὶ σω– 38398 4.15a.18.64 : φροσύνης ἢ δικαιοσύνης ἢ καρτερίας λέγοντος; πολλῶν μὲν 38399 4.15a.18.65 : γὰρ λόγων οὐ δεῖ τοῖς φιλοσοφήσουσι καλῶς, οὐδὲ τὸν 38400 4.15a.18.66 : ὄχλον τοῦτον τῶν θεωρημάτων ἀναληπτέον πάντως τοῖς 38401 4.15a.18.67 : νέοις, ἐφ´ ᾧ φυσωμένους τοὺς σοφιστὰς ὁρῶμεν· ταῦτα 38402 4.15a.18.68 : γὰρ δὴ τῷ ὄντι ἱκανὰ κατατρῖψαι βίον ἀνθρώπου ἐστί. 38403 4.15a.18.69 : τὰ δ´ ἀναγκαιότατα καὶ χρησιμώτατα μαθεῖν οὐκ ἀδύνα– 38404 4.15a.18.70 : τον καὶ πρὸς ἐργασίᾳ γεωργικῇ ὄντας, ἄλλως τε καὶ οὐ 38405 4.15a.18.71 : διὰ παντὸς ἐργασομένους, ἀλλὰ ἀναπαύλαις χρησομένους. 38406 4.15a.18.72 : ὀλίγοι μὲν οὖν τὸν τρόπον τοῦτον ἐθελήσουσι μανθάνειν, 38407 4.15a.18.73 : οἶδ´ ἀκριβῶς ἐγώ· ἔστι δὲ ἄμεινον μηδὲ προσιέναι τῷ 38408 4.15a.18.74 : φιλοσόφῳ τοὺς πλείονας τῶν φιλοσοφεῖν λεγόντων νέων, 38409 4.15a.18.75 : ὅσοι σαθροί τε καὶ μαλακοί, δι´ οὓς προσιόντας ἀναπίμ– 38410 4.15a.18.76 : πλαται κηλίδων φιλοσοφία. τῶν μὲν γὰρ ἀληθινῶν ἐρα– 38411 4.15a.18.77 : στῶν φιλοσοφίας οὐκ ἔστιν οὐδείς, ὃς οὐκ ἂν ἐθελήσειε 38412 4.15a.18.78 : μετ´ ἀνδρὸς ἀγαθοῦ διάγειν ἐν χωρίῳ, καὶ εἰ χαλεπώ– 38413 4.15a.18.79 : τατον τύχοι ὂν τὸ χωρίον, μέλλων γε ἀπολαύειν μεγάλα 38414 4.15a.18.80 : ταύτης τῆς διατριβῆς τῷ συνεῖναι τῷ διδασκάλῳ νύκτωρ 38415 4.15a.18.81 : καὶ μεθ´ ἡμέραν, τῷ ἀπεῖναι τῶν ἀστικῶν κακῶν, ἅπερ 38416 4.15a.18.82 : ἐμπόδιον τῷ φιλοσοφεῖν, τῷ μὴ δύνασθαι λανθάνειν εὖ 38417 4.15a.18.83 : ἢ κακῶς τι ποιῶν, ὃ δὴ μέγιστον τοῖς παιδευομένοις ὄφε– 38418 4.15a.18.84 : λος· καὶ ἐσθίειν δὲ καὶ πίνειν καὶ καθεύδειν ἐφορώμε– 38419 4.15a.18.85 : νον ὑπ´ ἀνδρὸς ἀγαθοῦ μέγα ὄφελος. ἃ δὲ γένοιτ´ ἂν ἐξ 38420 4.15a.18.86 : ἀνάγκης ἐν τῇ συνουσίᾳ τῇ κατ´ ἀγρόν, ταῦτα ἐπαινεῖ καὶ 38421 4.15a.18.87 : Θέογνις ἐν οἷς φησιν 38422 4.15a.18.88 : καὶ μετὰ τῶν σύ γε πῖνε καὶ ἔσθιε, καὶ μετὰ τοῖσιν 38423 4.15a.18.89 : ἵζε, καὶ ἅνδανε τοῖς, ὧν μεγάλη δύναμις. 38424 4.15a.18.90 : ὅτι γε μὴν οὐκ ἄλλους τινὰς ἢ τοὺς ἀγαθοὺς ἄνδρας λέ– 38425 4.15a.18.91 : γει μεγάλην ἔχειν δύναμιν πρὸς ἀνθρώπων ὠφέλειαν, εἰ 38426 4.15a.18.92 : συνεσθίοι καὶ συμπίνοι τις αὐτοῖς καὶ συγκαθέζοιτο, 〈ὧδε〉 38427 4.15a.18.93 : δεδήλωκεν· 38428 4.15a.18.94 : ἐσθλῶν μὲν γὰρ ἀπ´ ἐσθλὰ μαθήσεαι· ἢν δὲ κακοῖσι 38429 4.15a.18.95 : † συμμιγῇς, ἀπολεῖς καὶ τὸν ἐόντα νόον. 38430 4.15a.18.96 : μὴ δὴ λεγέτω τις ὅτι τῷ μανθάνειν ᾒ τῷ διδάσκειν 38431 4.15a.18.97 : ἃ χρὴ τὸ γεωργεῖν ἐμπόδιον· οὐ γὰρ ἔοικεν οὕτως ἔχειν, 38432 4.15a.18.98 : εἰ δὴ μάλιστ´ ἂν οὕτω καὶ ἐπὶ πλεῖστον ὁ μὲν μανθάνων 38433 4.15a.18.99 : συνείη τῷ διδάσκοντι, ὁ δὲ διδάσκων διὰ χειρὸς ἔχοι τὸν 38434 4.15a.18.100 : μανθάνοντα. τούτου δὲ τοιούτου ὄντος, ὁ πόρος ἐκ γεωρ– 38435 4.15a.18.101 : γίας φαίνεται ὢν τῷ φιλοσόφῳ πρεπωδέστατος. 38436 4.15a.19.1 : Ἐκ τοῦ Ξενοφῶντος Οἰκονομικοῦ ( 5, 1–17). 38437 4.15a.19.2 : Ταῦτα δέ, ὦ Κριτόβουλε ἐγὼ διηγοῦμαι, ἔφη ὁ Σω– 38438 4.15a.19.3 : κράτης, ὅτι περ τῆς γεωργίας οὐδὲ οἱ πάνυ μακάριοι δύ– 38439 4.15a.19.4 : νανται ἀπέχεσθαι. ἔοικε γὰρ αὐτῆς ἡ ἐπιμέλεια εἶναι 38440 4.15a.19.5 : ἅμα τε ἡδυπάθειά τις καὶ οἴκου αὔξησις καὶ σωμάτων 38441 4.15a.19.6 : ἄσκησις [καὶ] εἰς τὸ δύνασθαι ὅσα ἀνδρὶ ἐλευθέρῳ προσ– 38442 4.15a.19.7 : ήκει. πρῶτον μὲν γὰρ ἀφ´ ὧν ζῶσιν ἄνθρωποι, ταῦτα 38443 4.15a.19.8 : ἡ γῆ φέρει ἐργαζομένοις, καὶ ἀφ´ ὧν τοίνυν ἡδυπαθοῦσι. 38444 4.15a.19.9 : προσεπιφέρει· ἔπειτα δὲ καὶ ὅσοις κοσμοῦσι καὶ βωμοὺς 38445 4.15a.19.10 : καὶ ἀγάλματα καὶ οἵοις αὐτοὶ κοσμοῦνται, καὶ ταῦτα 38446 4.15a.19.11 : μετὰ ἡδίστων ὀσμῶν καὶ θεαμάτων παρέχει· ἔπειτα δὲ 38447 4.15a.19.12 : ὄψα πολλὰ τὰ μὲν φύει, τὰ δὲ τρέφει. καὶ γὰρ ἡ προ– 38448 4.15a.19.13 : βα〈τευ〉τικὴ τέχνη συνῆπται τῇ γεωργίᾳ, ὥστ´ ἔχειν καὶ 38449 4.15a.19.14 : θεοῖς ἐξαρέσκεσθαι θύοντας καὶ αὐτοὺς χρῆσθαι. παρέ– 38450 4.15a.19.15 : χουσα δὲ ἀφθονώτατα οὐκ ἐᾷ ταῦτα μετὰ μαλακίας λαμ– 38451 4.15a.19.16 : βάνειν, ἀλλὰ ψύχη τε χειμῶνος καὶ θάλπη θέρους ἐθίζει 38452 4.15a.19.17 : καρτερεῖν. καὶ τοὺς μὲν αὐτουργοὺς γυμνάζουσα διὰ τῶν 38453 4.15a.19.18 : χειρῶν ἰσχὺν αὐτοῖς προστίθησι, τοὺς δὲ τῇ ἐπιμελείᾳ 38454 4.15a.19.19 : γεωργοῦντας ἀνδρίζει, πρωί τε ἐγείρουσα καὶ πορεύεσθαι 38455 4.15a.19.20 : σφοδρῶς ἀναγκάζουσα. καὶ γὰρ ἐν τῷ χωρίῳ καὶ ἐν τῷ 38456 4.15a.19.21 : ἄστει 〈ἀεὶ〉 ἐν ὥρᾳ αἱ ἐπικαιριώταται πράξεις εἰσίν. 38457 4.15a.19.22 : ἔπειτα δὲ ἤν τε σὺν ἵππῳ ἀρήγειν τῇ χώρᾳ βουληθῇ τις, 38458 4.15a.19.23 : τὸν ἵππον ἱκανωτάτη ἡ γεωργία τρέφειν, ἤν τε πεζῇ, 38459 4.15a.19.24 : σφοδρὸν παρέχει τὸ σῶμα· ἐν ταῖς θήραις φιλοπονεῖσθαι 38460 4.15a.19.25 : συνεπαίρει τε ἡ γῆ καὶ κυσὶν εὐπέτειαν τροφῆς παρέ– 38461 4.15a.19.26 : χουσα καὶ θηρία συμπαρατρέφουσα. ὠφελούμενοι δὲ 38462 4.15a.19.27 : ἀπὸ τῆς γεωργίας καὶ οἱ κύνες καὶ οἱ ἵπποι ἀντωφε– 38463 4.15a.19.28 : λοῦσι τὸν χῶρον, ὁ μὲν ἵππος πρωί τε κομίζων τὸν κη– 38464 4.15a.19.29 : δόμενον εἰς τὴν ἐπιμέλειαν καὶ ἐξουσίαν παρέχων τοῦ 38465 4.15a.19.30 : δείλης ἀπιέναι; αἱ δὲ κύνες τά τε θηρία συνεξαίρουσαι 38466 4.15a.19.31 : κωλύουσιν ἀπὸ λύμης καρπῶν καὶ προβάτων καὶ τῇ ἐρη– 38467 4.15a.19.32 : μία τὴν ἀσφάλειαν συμπαρέχουσαι. συμπαρορμᾷ δέ τι 38468 4.15a.19.33 : καὶ εἰς τὸ ἀρήγειν σὺν ὅπλοις τῇ χώρᾳ † ἡ γεωργία ἐν 38469 4.15a.19.34 : τῷ μέσῳ τοὺς καρποὺς τρέφουσα τῷ κρατοῦντι λαμβά– 38470 4.15a.19.35 : νειν. καὶ δραμεῖν δὲ καὶ βαλεῖν καὶ πηδῆσαι τίς ἱκανω– 38471 4.15a.19.36 : τέρους τέχνη γεωργίας παρέχεται; τίς δὲ τοῖς ἐργαζομέ– 38472 4.15a.19.37 : νοις τέχνη πλείω ἀντιχαρίζεται; τίς δ´ ἥδιον τὸν ἐπιμε– 38473 4.15a.19.38 : λούμενον δέχεται, προτείνουσα προσιόντι λαβεῖν ὅ τι 38474 4.15a.19.39 : χρῄζει; τίς δὲ ξένους ἥδιον ἢ ἀφθονώτερον δέχεται; χει– 38475 4.15a.19.40 : μάσαι δὲ πυρὶ ἀφθόνῳ καὶ θερμοῖς λουτροῖς ποῦ πλείων 38476 4.15a.19.41 : εὐχέρεια ἢ ἐν χωρίῳ; ποῦ δὲ ἥδιον θερίσαι ὕδασί τε καὶ 38477 4.15a.19.42 : πνεύμασι καὶ σκιαῖς ἢ κατ´ ἀγρόν; τίς δὲ ἄλλη θεοῖς ἀπαρ– 38478 4.15a.19.43 : χὰς πρεπωδεστέρας παρέχει ἢ ἑορτὰς πληρεστέρας ἀπο– 38479 4.15a.19.44 : δεικνύει; τίς δὲ οἰκέταις προσφιλεστέρα 〈ἢ〉 γυναικὶ ἡδίων 38480 4.15a.19.45 : ἢ τέκνοις ποθεινοτέρα ἢ φίλοις εὐχαριστοτέρα; ἐμοὶ μὲν 38481 4.15a.19.46 : θαυμαστὸν δοκεῖ εἶναι, εἴ τις ἐλεύθερος ἄνθρωπος κτῆμά 38482 4.15a.19.47 : τι τούτου ἥδιον κτᾶται ἢ ἐπιμέλειάν τινα ταύτης εὕρηκεν 38483 4.15a.19.48 : ἡδίω ἢ ὠφελιμωτέραν εἰς τὸν βίον. ἔτι δὲ ἡ γῆ θεὸς 38484 4.15a.19.49 : οὖσα τοὺς δυναμένους καταμανθάνειν καὶ δικαιοσύνην δι– 38485 4.15a.19.50 : δάσκει· τοὺς γὰρ ἄριστα θεραπεύοντας αὐτὴν πλεῖστα 38486 4.15a.19.51 : ἀγαθὰ ἀντιποιεῖ. ἢν δ´ ἄρα ὑπὸ πλήθους ποτὲ στρα– 38487 4.15a.19.52 : τευμάτων τῶν ἔργων στερηθῇ ἡ γῆ, οἱ ἐν τῇ γεωργίᾳ 38488 4.15a.19.53 : ἀναστρεφόμενοι καὶ σφοδρῶς καὶ ἀνδρικῶς παιδευόμε– 38489 4.15a.19.54 : νοι, οὗτοι εὖ παρεσκευασμένοι τὰ σώματα καὶ τὰς ψυχάς, 38490 4.15a.19.55 : ἐὰν μὴ θεὸς κωλύῃ, δύνανται ἰόντες εἰς τὰς τῶν κωλυόντων 38491 4.15a.19.56 : λαμβάνειν ἀφ´ ὧν θρέψονται. πολλάκις δ´ ἐν τῷ πολέμῳ 38492 4.15a.19.57 : καὶ ἀσφαλέστερόν ἐστι σὺν τοῖς ὅπλοις τὴν τροφὴν μα– 38493 4.15a.19.58 : στεύειν ἢ σὺν τοῖς γεωργικοῖς ὀργάνοις. συμπαιδεύει δὲ 38494 4.15a.19.59 : καὶ εἰς τὸ ἄρχειν ἡ γεωργία· ἐπί τε γὰρ τοὺς πολεμίους 38495 4.15a.19.60 : μετ´ ἀνθρώπων δεῖ ἰέναι, τῆς τε γῆς σὺν ἀνθρώποις 38496 4.15a.19.61 : ἐστὶν ἡ ἐργασία. τὸν οὖν μέλλοντα γεωργήσειν εὖ δεῖ 38497 4.15a.19.62 : τοὺς ἐργαστῆρας καὶ προθύμους παρασκευάζειν καὶ πεί– 38498 4.15a.19.63 : θεσθαι ἐθέλοντας· τόν τε ἐπὶ πολεμίους ἄγοντα ταὐτὰ 38499 4.15a.19.64 : δεῖ μηχανᾶσθαι δωρούμενόν τε οἷς δεῖ τοὺς ἀγαθοὺς καὶ κο– 38500 4.15a.19.65 : λάζοντα τοὺς ἀτακτοῦντας. καὶ παρακελεύεσθαι δὲ πολ– 38501 4.15a.19.66 : λάκις οὐδὲν ἧττον δεῖ τοῖς ἐργάταις τὸν γεωργὸν ἢ τὸν 38502 4.15a.19.67 : στρατηγὸν τοῖς στρατιώταις· καὶ ἐλπίδων δὲ ἀγαθῶν οὐ– 38503 4.15a.19.68 : θὲν ἧττον οἱ δοῦλοι τῶν ἐλευθέρων δέονται, ἀλλὰ καὶ 38504 4.15a.19.69 : μᾶλλον, ὅπως μένειν ἐθέλωσι. καλῶς δὲ κἀκεῖνος εἶπεν, 38505 4.15a.19.70 : ὃς ἔφη τὴν γεωργίαν τῶν ἄλλων τεχνῶν μητέρα καὶ τρο– 38506 4.15a.19.71 : φὸν εἶναι· εὖ μὲν γὰρ φερομένης τῆς γεωργίας ἔρρωνται 38507 4.15a.19.72 : καὶ 〈αἱ〉 ἄλλαι τέχναι ἅπασαι, ὅπου δὲ ἂν ἀναγκασθῇ 38508 4.15a.19.73 : ἡ γῆ χερσεύειν, ἀποσβέννυνται καὶ αἱ ἄλλαι τέχναι σχε– 38509 4.15a.19.74 : δόν τι καὶ κατὰ γῆν καὶ κατὰ θάλατταν. 38510 4.16.t.1 : {1ΕΙΣ ΤΟ ΕΝΑΝΤΙΟΝ.}1 38511 4.16.20.1 : Μενάνδρου (fr. 795 K.). 38512 4.16.20.2 : Ἔχει τι τὸ πικρὸν τῆς γεωργίας γλυκύ. 38513 4.16.21.1 : Μενάνδρου (fr. 641 K.). 38514 4.16.21.2 : Ὁ τῶν γεωργῶν ἡδονὴν ἔχει βίος 38515 4.16.21.3 : ταῖς ἐλπίσιν τἀλγεινὰ παραμυθούμενος. 38516 4.16.22.1 : Διφίλου (fr. 89 K.). 38517 4.16.22.2 : Ἓν ὀνάριον ἐξ ἀγροῦ μοι καταβαίνει, 38518 4.16.22.3 : καθ´ ἕκαστον ἐνιαυτὸν ἀγαπητῶς 38519 4.16.22.4 : ὥσπερ κανοῦν μοι πάντ´ ἐνεσκευασμένον, 38520 4.16.22.5 : σπονδήν, ὀλάς, ἔλαιον, ἰσχάδας, μέλι. 38521 4.16.23.1 : Μενάνδρου (fr. 642 K.). 38522 4.16.23.2 : Ἐν τοῖς πολεμίοις ὑπερέχειν τὸν ἄνδρα δεῖ· 38523 4.16.23.3 : τὸ γὰρ γεωργεῖν ἔργον ἐστὶν οἰκέτου. 38524 4.16.24.1 : Ἀναξιλάου ἐκ Μυροποιοῦ (fr. 16 vol. 38525 4.16.24.2 : II p. 267 K.). 38526 4.16.24.3 : Πῶς ἔχεις; ὡς ἰσχνὸς εἶ; 38527 4.16.24.4 : {—}Ἀπόλλυμαι· τρέφω γὰρ ἐν ἀγρῷ χωρίον. 38528 4.16.25.1 : Μενάνδρου Γεωργοῦ (fr. 96 K.). 38529 4.16.25.2 : Ἀγρὸν εὐσεβέστερον γεωργεῖν οὐδένα 38530 4.16.25.3 : οἶμαι· φέρει γὰρ ὅσα θεοῖς ἄνθη καλά, 38531 4.16.25.4 : κιττόν, δάφνην· κριθὰς δ´ ἐὰν σπείρω, πάνυ 38532 4.16.25.5 : † δικαίως ἀπέδωχ´, ὅσα ἂν καταβάλω. 38533 4.16.26.1 : Φιλήμονος (fr. 98 K.). 38534 4.16.26.2 : Ἐγὼ τὸν ἀγρὸν ἰατρὸν ἐλελήθειν ἔχων· 38535 4.16.26.3 : τρέφει γὰρ οὗτος ὥσπερ ἀρρωστοῦντά με, 38536 4.16.26.4 : σιτάρια μικρὰ προσφέρων οἴνου θ´ ὅσον 38537 4.16.26.5 : ὀσμήν, λαχάνων ἄγει τι καὶ νὴ τὸν Δία 38538 4.16.26.6 : τὰ πετραῖα ταῦτ´ ὀψάρια, κάππαριν, θύμον, 38539 4.16.26.7 : ἀσπάραγον, αὐτὰ ταῦτα· καὶ δέδοικα μὴ 38540 4.16.26.8 : λίαν ἀπισχναίνων με ποιήσῃ νεκρόν. 38541 4.16.27.1 : Φιλήμων ἐν Ὑποβολιμαίῳ (fr. 82 K.). 38542 4.16.27.2 : Ἀεὶ γεωργὸς εἰς νέωτα πλούσιος. 38543 4.16.28.1 : Κωμικοῦ ποιητοῦ (Com. III p. 424 K.). 38544 4.16.28.2 : Ἐγὼ γεωργῶ τὸν ἀγρόν, οὐχ ὅπως τρέφῃ 38545 4.16.28.3 : αὐτός με, παρ´ ἐμοῦ δ´ ἵνα τροφὴν προσλαμβάνῃ. 38546 4.16.28.4 : σκάπτω γὰρ αὐτὸς ἐπιμελῶς σπείρω τ´ ἀεί, 38547 4.16.28.5 : καὶ πάντα ποιῶ πρὸς τὸ δοῦναι καὶ λαβεῖν. 38548 4.16.28.6 : ὁ δὲ λαμβάνει μέν, ἀποδίδωσι δ´ οὐδὲ ἕν. 38549 4.16.28.7 : *** 38550 4.16.28.8 : ἀποστερητὴν ἔλαθον ἀγοράσας ἀγρόν. 38551 4.16.28.9 : ἔσπειρα μὲν κριθῶν μεδίμνους εἴκοσι, 38552 4.16.28.10 : τούτων 〈δ´〉 ἀπέδωκεν οὐδ´ ὅλους τρεισκαίδεκα, 38553 4.16.28.11 : οἱ δ´ ἕπτ´ ἐπὶ Θήβας ἐστράτευσάν μοι, δοκῶ 38554 4.16.28.12 : τὸ τῶν γυναικῶν ῥῆμα διατηρεῖ μόνον 38555 4.16.28.13 : ‘ὀνησιφόρα γένοιτο.’ τοῦτο γίνεται· 38556 4.16.28.14 : ὃ γὰρ φέρει νῦν οὗτος, εἷς ὄνος φέρει. 38557 4.16.29.1 : Φαβωρίνου (fr. 108 p. 143 Marr.). 38558 4.16.29.2 : Φασὶ δὲ καὶ ἑταιρικόν τινα ἀναγκαζόμενον ὑπὸ τοῦ 38559 4.16.29.3 : πατρὸς γεωργεῖν ἀπάγξασθαι, γράψαντα ἐν γραμματιδίῳ, 38560 4.16.29.4 : ὅτι ἀπέραντόν τι καὶ ἀκατάστροφον ἡ γεωργία ἦν· σπεί– 38561 4.16.29.5 : ρειν, ὅπως θερίσωμεν, εἶτα θερίζειν, ὅπως σπείρωμεν· 38562 4.16.29.6 : ἄτοπόν τι τὸ χρῆμα τῆς περιόδου. 38563 4.16.30.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τοῦ 〈ηʹ〉 τῆς 〈Κύρου〉 38564 4.16.30.2 : παιδείας (VIII 3, 38). 38565 4.16.30.3 : Σκάπτω καὶ σπείρω καὶ μάλα μικρὸν γῄδιον, οὐ μέν– 38566 4.16.30.4 : τοι πονηρόν γε, ἀλλὰ πάντων δικαιότατον· ὅ τι γὰρ λά– 38567 4.16.30.5 : βοι σπέρμα, καλῶς καὶ δικαίως ἀπεδίδου αὐτό τε καὶ 38568 4.16.30.6 : τόκον οὐδέν τι πολύν, ἤδη δέ ποτε 〈ὑπὸ γενναιότητος 38569 4.16.30.7 : καὶ διπλάσια ἀπ〉έδωκεν ὧν ἔλαβεν. 38570 4.16.31.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστοτέλους Χρειῶν. 38571 4.16.31.2 : Ζήνων ὁ Στωϊκὸς φιλόσοφος ὁρῶν τινα τῶν γνωρί– 38572 4.16.31.3 : μων ὑπὸ τοῦ ἀγροῦ περισπώμενον εἶπεν ‘ἐὰν μὴ σὺ 38573 4.16.31.4 : τοῦτον ἀπολέσῃς, οὗτός σε ἀπολέσει.’ 38574 4.16.32.1 : Ἀριστίππου. 38575 4.16.32.2 : Ἀρίστιππος λέγοντος αὐτῷ τινος ‘διὰ σὲ ἀπόλωλεν 38576 4.16.32.3 : ὁ ἀγρός’ ‘οὐκ οὖν’ ἔφη ‘κάλλιον δι´ ἐμὲ τὸν ἀγρὸν ἢ διὰ 38577 4.16.32.4 : τὸν ἀγρὸν ἐμέ;’ 38578 4.16.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΗΣΥΧΙΑΣ.}1 38579 4.16.1.1 : Αἰσχύλου Προμηθέως δεσμώτου ( 44). 38580 4.16.1.2 : Τὰ μηδὲν ὠφελοῦντα μὴ πόνει μάτην. 38581 4.16.2.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπη (fr. 193 N. 2). 38582 4.16.2.2 : Ὅστις δὲ πράσσει πολλὰ μὴ πράσσειν παρόν, 38583 4.16.2.3 : μῶρος, παρὸν ζῆν ἡδέως ἀπράγμονα. 38584 4.16.3.1 : Ἐπιχάρμου ἐξ Αὐτομόλου (fr. 101 Kaib.). 38585 4.16.3.2 : Ἁ δ´ Ἁσυχία χαρίεσσα γυνά, 38586 4.16.3.3 : καὶ Σωφροσύνας πλατίον οἰκεῖ. 38587 4.16.4.1 : Εὐριπίδου Ἰφιγενείας (Aul. 16 ss.). 38588 4.16.4.2 : Ζηλῶ σε, γέρον, 38589 4.16.4.3 : ζηλῶ ς´ ἀνδρῶν ὃς ἀκίνδυνον 38590 4.16.4.4 : βίον ἐξεπέρας´ ἀγνὼς ἀκλεής· 38591 4.16.4.5 : τοὺς δ´ ἐν τιμαῖς ἧσσον ἐπαινῶ. 38592 4.16.5.1 : Μενάνδρου Ὑδρίας (fr. 466 K.). 38593 4.16.5.2 : Ὡς ἡδὺ τῷ μισοῦντι τοὺς φαύλους τρόπους 38594 4.16.5.3 : ἐρημία· καὶ τῷ μελετῶντι μηδὲ ἓν 38595 4.16.5.4 : πονηρὸν ἱκανὸν κτῆμ´ ἀγρὸς τρέφων καλῶς. 38596 4.16.5.5 : ἐκ τῶν ὄχλων δὲ ζῆλος, ἥ τε κατὰ πόλιν 38597 4.16.5.6 : αὕτη τρυφὴ λάμπει μέν, ἐς δ´ ὀλίγον χρόνον. 38598 4.16.6.1 : Πινδάρου Ὑπορχημάτων (fr. 109 Schr.). 38599 4.16.6.2 : Τὸ κοινόν τις ἀστῶν ἐν εὐδίᾳ τιθεὶς 38600 4.16.6.3 : ἐρευνασάτω μεγαλάνορος Ἁσυχίας ἱερὸν φάος, 38601 4.16.6.4 : στάσιν ἀπὸ πραπίδος, ἐπίκοτον ἀνελών, 38602 4.16.6.5 : πενίας δότειραν, 38603 4.16.6.6 : ἐχθρὰν κουροτρόφον. 38604 4.16.7.1 : Κερκίδα Μελιάμβων (fr. 3 II 4 p. 514 B.). 38605 4.16.7.2 : Ὁ τᾶς ῥικνᾶς χελώνας ἀμναμόνευ´· 38606 4.16.7.3 : οἶκος γὰρ ἄριστος ἀλαθέως καὶ φίλος. 38607 4.16.11.1 : Εὐριπίδου Βακχῶν ( 389 ss.). 38608 4.16.11.2 : {ΧΟΡ.} Ὁ δὲ τᾶς ἡσυχίας 38609 4.16.11.3 : βίοτος, καὶ τὸ φρονεῖν 38610 4.16.11.4 : ἀσάλευτόν 〈τε〉 μένει, 38611 4.16.11.5 : καὶ ξυνέχει δώματα, πόρσω γὰρ ὅμως 38612 4.16.11.6 : αἰθέρα ναίοντες ὁρῶ– 38613 4.16.11.7 : σιν τὰ βροτῶν οὐρανίδαι. 38614 4.16.12.1 : Εὐριπίδου Ἡρακλειδῶν ( 109 s.). 38615 4.16.12.2 : Καλὸν δ〈έ γ´〉 ἔξω πραγμάτων ἔχειν πόδα 38616 4.16.12.3 : εὐβουλίας τυχόντα τῆς ἀμείνονος. 38617 4.16.13.1 : Εὐριπίδου Οἰνόμαος (fr. 576 N. 2). 38618 4.16.13.2 : Ὁ πλεῖστα πράσσων πλεῖσθ´ ἁμαρτάνει βροτῶν. 38619 4.16.14.1 : Ἐκ τῶν Βίωνος Βουκολικῶν (IV l 38620 4.16.14.2 : p. 140 Wil.). 38621 4.16.14.3 : Οὐκ οἶδ´, οὐδ´ ἐπέοικεν ἃ μὴ μάθομεν πονέεσθαι. 38622 4.16.15.1 : τοῦ αὐτοῦ (fr. IV 2 ss. Wil.). 38623 4.16.15.2 : Εἴ μευ καλὰ πέλει τὰ μελύδρια, καὶ τάδε μῶνα 38624 4.16.15.3 : κῦδος ἐμοὶ θήσοντι, τά μοι πάρος ὤπασε Μοῖρα· 38625 4.16.15.4 : εἰ δ´ οὐχ ἁδέα ταῦτα, τί μοι πολὺ πλῄονα μοχθεῖν; 38626 4.16.15.5 : εἰ μὲν γὰρ βιότω διπλόον χρόνον ἄμμιν ἔδωκεν 38627 4.16.15.6 : ἢ Κρονίδας ἢ Μοῖρα πολύτροπος, ὥστ´ ἀνύεσθαι 38628 4.16.15.7 : τὸν μὲν ἐς εὐφροσύναν καὶ χάρματα, τὸν δ´ ἐπὶ μόχθῳ, 38629 4.16.15.8 : ἦν τάχα μοχθήσαντι μεθύστερον ἐσθλὰ δέχεσθαι. 38630 4.16.15.9 : εἰ δὲ θεοὶ κατένευσαν ἕνα χρόνον ἐς βίον ἐλθῆν 38631 4.16.15.10 : ἀνθρώποις, καὶ τόνδε βραχὺν καὶ μῄονα πάντων, 38632 4.16.15.11 : ἐς πόσον ἆ δειλοὶ καμάτως κεἰς ἔργα πονεῦμες, 38633 4.16.15.12 : ψυχὰν δ´ ἄχρι τίνος ποτὶ κέρδεα καὶ ποτὶ τέχνας 38634 4.16.15.13 : βάλλομες, ἱμείροντες ἀεὶ πολὺ πλῄονος ὄλβω; 38635 4.16.15.14 : ἦ λαθόμεσθ´ ἄρα πάντες ὅτι θνατοὶ γενόμεσθα, 38636 4.16.15.15 : χὡς βραχὺν ἐκ Μοίρας λάχομεν χρόνον. 38637 4.16.16.1 : Ἀπολλώνιος Διονυσίῳ (Epist. gr. p. 127 38638 4.16.16.2 : Herch.). 38639 4.16.16.3 : Καλὸν πρὶν παθεῖν διδαχθῆναι πηλίκον ἐστὶν ἡσυχία. 38640 4.16.17.1 : Πλάτωνος ἐκ τῆς Σωκράτους ἀπολογίας 38641 4.16.17.2 : (p. 31 E–32 A). 38642 4.16.17.3 : Οὐ γὰρ ἔστιν ὅστις ἀνθρώπων σωθήσεται οὔτε ὑμῖν 38643 4.16.17.4 : οὔτε ἄλλῳ πλήθει οὐδενὶ γνησίως ἐναντιούμενος καὶ δια– 38644 4.16.17.5 : κωλύων πολλὰ ἄδικα καὶ παράνομα ἐν τῇ πόλει γίγνε– 38645 4.16.17.6 : σθαι, ἀλλ´ ἀναγκαῖόν ἐστι τὸν τῷ ὄντι μαχούμενον ὑπὲρ 38646 4.16.17.7 : τοῦ δικαίου, καὶ εἰ μέλλει ὀλίγον χρόνον σωθήσεσθαι, 38647 4.16.17.8 : ἰδιωτεύειν ἀλλὰ μὴ δημοσιεύειν. 38648 4.16.18.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Περὶ ἡσυχίας (vol. 38649 4.16.18.2 : VII p. 119 s. Bern.). 38650 4.16.18.3 : Σοφὸν ἔοικε χρῆμα τὸ τῆς ἡσυχίας πρός τε ἄλλα 38651 4.16.18.4 : καὶ εἰς ἐπιστήμην καὶ φρονήσεως μελέτην· λέγω δὲ οὐ 38652 4.16.18.5 : τὴν καπηλικὴν καὶ ἀγοραίαν, ἀλλὰ τὴν μεγάλην, ἥ τις 38653 4.16.18.6 : ἐξομοιοῖ θεῷ τὸν αὐτὴν ἀναλαβόντα. αἱ μὲν γὰρ ἐν ταῖς 38654 4.16.18.7 : πόλεσι καὶ τοῖς τῶν ἀνθρώπων ὄχλοις γινόμεναι μελέ– 38655 4.16.18.8 : ται γυμνάζουσι τὴν λεγομένην δριμύτητα, πανουργίαν 38656 4.16.18.9 : οὖσαν· ὥστε τοὺς ἐν αὐταῖς ἄκρους οἷον ὑπὸ μαγείρων 38657 4.16.18.10 : τῶν ἐν ταῖς πόλεσι χρειῶν διαπεποικιλμένους † πόσα δὲ 38658 4.16.18.11 : οὐχὶ καὶ διακονήματα δεινὰ ἐργάζεσθαι. ἡ δ´ ἐρημία, σο– 38659 4.16.18.12 : φίας οὖσα γυμνάσιον, ἠθοποιὸς ἀγαθὴ καὶ πλάττει καὶ 38660 4.16.18.13 : μετευθύνει τῶν ἀνδρῶν τὰς ψυχάς. οὐδὲν γὰρ αὐταῖς 38661 4.16.18.14 : ἐμπόδιόν ἐστι τῆς αὐξήσεως, οὐδὲ πρὸς πολλὰ καὶ μικρὰ 38662 4.16.18.15 : νόμιμα προσπταίουσαι κάμπτονται εὐθύ, καθάπερ αἱ 38663 4.16.18.16 : ταῖς πόλεσιν ἐναπειλημμέναι ψυχαί· ἀλλ´ ἐν ἀέρι καθα– 38664 4.16.18.17 : ρῷ καὶ τὰ πολλὰ ἔξω διαιτώμεναι τῶν ἀνθρώπων ἀνία– 38665 4.16.18.18 : σιν ὀρθαὶ καὶ πτεροφυοῦσιν, ἀρδόμεναι τῷ διαυγεστάτῳ 38666 4.16.18.19 : τε καὶ λειοτάτῳ ῥεύματι τῆς ἡσυχίας, ἐν ᾧ τά τε μαθή– 38667 4.16.18.20 : ματα τοῦ νοῦ θεοειδέστερα καὶ καθαρώτερον ὁρᾶν. διὰ 38668 4.16.18.21 : τοῦτό τοι καὶ τῶν θεῶν τὰ ἱερά, ὅσα ἐκ τοῦ πάλαι ἀρ– 38669 4.16.18.22 : χαίου νενόμισται, τοῖς ἐρημοτάτοις χωρίοις οἱ πρῶτοι, 38670 4.16.18.23 : μάλιστα δὲ Μουσῶν τε καὶ Πανὸς καὶ Νυμφῶν καὶ 38671 4.16.18.24 : Ἀπόλλωνος καὶ ὅσοι μουσικῆς ἡγεμόνες θεοί, διακρίναν– 38672 4.16.18.25 : τες, ὡς οἶμαι, τὰς παιδείας κατὰ τῶν ἐν ταῖς πόλεσι δει– 38673 4.16.18.26 : νῶν τε καὶ μιαρῶν σινῶν. 38674 4.17.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΝΑΥΑΓΙΟΥ.}1 38675 4.17.1.1 : Ὁμήρου Ὀδυσσείας θʹ ( 138 s.). 38676 4.17.1.2 : Οὐ μὲν γάρ τί που ἐστὶ κακώτερον ἄλλο θαλάσσης 38677 4.17.1.3 : ἄνδρα τε συγχεῦαι, εἰ καὶ μάλα καρτερὸς εἴη. 38678 4.17.2.1 : Ἀλέξιδος ἐκ Συναποθνῃσκόντων (fr. 211 K.). 38679 4.17.2.2 : Ὅστις διαπλεῖ θάλατταν ἢ μελαγχολᾷ 38680 4.17.2.3 : ἢ πτωχός ἐστιν ἢ θανατᾷ. τούτων τῶν τριῶν 38681 4.17.2.4 : ἑνός γ´ ἀποτυχεῖν τοὐλάχιστον οὐκ ἔνι. 38682 4.17.3.1 : Σοφοκλέους Σκυρίων (fr. 511 N 2.). 38683 4.17.3.2 : Ἦ ποντοναῦται τῶν ταλαιπώρων βροτῶν, 38684 4.17.3.3 : οἷς οὔτε δαίμων οὔτε τις θεῶν νέμων 38685 4.17.3.4 : πλούτου ποτ´ ἂν νείμειεν ἀξίαν χάριν. 38686 4.17.3.5 : λεπταῖς ἐπὶ ῥοπῇσιν ἐμπολὰς μακρὰς 38687 4.17.3.6 : ἀεὶ παραρρίπτοντες οἱ πολύφθοροι 38688 4.17.3.7 : ἢ ἔσωσαν ἁκέρδαναν ἢ διώλεσαν. 38689 4.17.4.1 : Ἐκ τῶν Ἀράτου Φαινομένων ( 292). 38690 4.17.4.2 : Τῆμος ἐπιρρήσσουσι νότοι, ὁπότ´ Αἰγοκερῆι 38691 4.17.4.3 : ἐμφέρετ´ ἠέλιος· τότε δὲ κρύος ἐκ Διός ἐστι 38692 4.17.4.4 : ναύτῃ μαλκιόωντι κακώτατον. ἀλλὰ καὶ ἔμπης 38693 4.17.4.5 : ἤδη πάντ´ ἐνιαυτὸν ὑπὸ στείρῃσι θάλασσα 38694 4.17.4.6 : πορφύρει· ἴκελοι δὲ κολυμβάσιν αἰθυίῃσιν 38695 4.17.4.7 : πολλάκις ἐκ νηῶν πέλαγος περιπαπταίνοντες 38696 4.17.4.8 : ἥμεθ´ ἐπ´ αἰγιαλοὺς τετραμμένοι, οἱ δ´ ἔτι πόρσω 38697 4.17.4.9 : κλύζονται· ὀλίγον δὲ διὰ ξύλον Ἄιδ´ ἐρύκει. 38698 4.17.5.1 : Φιλήτα Ἐπιγραμμάτων. 38699 4.17.5.2 : Γαῖαν μὲν φανέουσι θεοί ποτε· νῦν δὲ πάρεστιν 38700 4.17.5.3 : λαιψηρῶν ἀνέμων μοῦνον ὁρᾶν τέμενος. 38701 4.17.6.1 : Ἀντιφάνους Ἐφεσίας (fr. 100 K.). 38702 4.17.6.2 : Δύστηνος ὅστις ζῇ θαλάττιον βίον. 38703 4.17.6.3 : τῶν γὰρ πλεόντων ζητεῖν ἑκατὸν στάδια 38704 4.17.6.4 : ἐλθεῖν του δὴ κρεῖττον ἢ πλεῦσαι πλέθρον. 38705 4.17.6.5 : πλεῖς τὴν θάλατταν σχοινίων πωλουμένων; 38706 4.17.7.1 : Ὁμήρου (II. XV 628). 38707 4.17.7.2 : Τυτθὸν γὰρ ὑπὲκ θανάτοιο φέρονται. 38708 4.17.8.1 : Ἀρχίππου (fr. 43 K.). 38709 4.17.8.2 : Ὡς ἡδὺ τὴν θάλατταν ἀπὸ 〈τῆς〉 γῆς ὁρᾶν 38710 4.17.8.3 : ὦ μῆτέρ ἐστι, μὴ πλέοντα μηδαμοῦ. 38711 4.17.9.1 : Μενάνδρου ἐν Θρασυλέοντι (fr. 241 K.). 38712 4.17.9.2 : Ὁ δεύτερος πλοῦς ἐστὶ δήπου λεγόμενος, 38713 4.17.9.3 : ἂν ἀποτύχῃ τις 〈οὐρίου〉 [ἐν ταῖς] κώπαισι πλεῖν. 38714 4.17.10.1 : Καλλιμάχου (fr. 111 Schn.). 38715 4.17.10.2 : Ἔνθ´ ἀνέμων μεγάλων κῦμα διωλύγιον. 38716 4.17.11.1 : Καλλιμάχου (fr. 111 Schn.). 38717 4.17.11.2 : Τρισμάκαρ· ἦ παύρων ὄλβιός ἐσσι μέτα, 38718 4.17.11.3 : ναυτιλίης εἰ νῆιν ἔχεις βίον· ἀλλ´ ἐμὸς αἰὼν 38719 4.17.11.4 : κύμασιν αἰθυίης μᾶλλον ἐσῳκίσατο. 38720 4.17.12.1 : Σοφοκλέους Τυμπανιστῶν (fr. 579 N. 2). 38721 4.17.12.2 : Τί τούτου χάρμα μεῖζον ἂν λάβοις [ποτέ], 38722 4.17.12.3 : τοῦ γῆς ἐπιψαύσαντα κᾆθ´ ὑπὸ στέγῃ 38723 4.17.12.4 : πυκνῆς ἀκοῦσαι ψακάδος εὑδούσῃ φρενί; 38724 4.17.13.1 : Εὐριπίδου Ἐρεχθέως (fr. 355 N. 2). 38725 4.17.13.2 : Ναῦς ἡ μεγίστη κρεῖσσον ἢ μικρὸν σκάφος. 38726 4.17.14.1 : Μενάνδρου (fr. 643 K.). 38727 4.17.14.2 : Τὰ μεγάλα κέρδη ῥᾳδίως ἢ πλουσίους 38728 4.17.14.3 : τοὺς παραβόλως πλέοντας ἢ νεκροὺς ποιεῖ. 38729 4.17.15.1 : Ἀντιφάνους (fr. 101 K.). 38730 4.17.15.2 : Ἐν γῇ πένεσθαι κρεῖττον ἢ πλουτοῦντα πλεῖν. 38731 4.17.16.1 : Εὐφορίωνος Φιλοκτήτου (fr. 42 Scheidw.). 38732 4.17.16.2 : Τὸν δ´ ἐκάλυψε θάλασσα λιλαιόμενον βιότοιο, 38733 4.17.16.3 : καὶ οἱ πήχεες ἄκρον ὑπερφαίνοντο ταθέντες 38734 4.17.16.4 : ἀχρεῖ´ ἀσπαίροντος ἅλις Δολοπιονίδαο, 38735 4.17.16.5 : δυστήνου· ζωὴν δὲ μεθ´ ὕδατος ἔκβαλε πᾶσαν 38736 4.17.16.6 : χεῖρας ὑπερπλάζων, ἅλμη δ´ ἐκάλυψεν † ὀδόντας. 38737 4.17.17.1 : Ἀντιφάνους Μελίττης (fr. 151 K.). 38738 4.17.17.2 : Ἐπὶ χρήμασιν δ´ ὢν ἔμπορος φρονεῖ μέγα. 38739 4.17.17.3 : ὧν ἐστι πάντων ἐνίοτ´ ἄνεμος κύριος. 38740 4.17.18.1 : Εὐριπίδου Φιλοκτήτης (fr. 793 N. 2). 38741 4.17.18.2 : Μακάριος ὅστις εὐτυχῶν οἴκοι μένει. 38742 4.17.18.3 : ἐν γῇ δ´ ὁ φόρτος, καὶ πάλιν ναυτίλλεται. 38743 4.17.19.1 : Ἐκ τῶν Μόσχου Βουκολικῶν (fr. I Wil.). 38744 4.17.19.2 : Τὰν ἅλα τὰν γλαυκὰν ὅταν ὥνεμος ἀτρέμα βάλλῃ, 38745 4.17.19.3 : τὰν φρένα τὰν δειλὰν ἐρεθίζομαι, οὐδ´ ἔτι μοι γᾶ 38746 4.17.19.4 : ἐντὶ φίλα, ποθίει δὲ πολὺ πλέον ἅ με γαλάνα. 38747 4.17.19.5 : ἀλλ´ ὅταν ἀχήσῃ πολιὸς βυθός, ἁ δὲ θάλασσα 38748 4.17.19.6 : κυρτὸν ἐπαφρίζῃ, τὰ δὲ κύματα 〈μακρὰ〉 μεμήνῃ, 38749 4.17.19.7 : ἐς χθόνα παπταίνω καὶ δένδρεα, τὰν δ´ ἅλα φεύγω· 38750 4.17.19.8 : γᾶ δέ μοι ἀσπαστά, χἁ δάσκιος εὔαδεν ὕλα, 38751 4.17.19.9 : ἔνθα καὶ ἢν πνεύσῃ πολὺς ὥνεμος, ἁ πίτυς ᾄδει. 38752 4.17.19.10 : ἦ κακὸν ὁ γριπεὺς ζώει βίον, ᾧ δόμος ἁ ναῦς, 38753 4.17.19.11 : καὶ πόνος ἐντὶ θάλασσα, καὶ ἰχθύες ἁ πλάνος ἄγρα. 38754 4.17.19.12 : αὐτὰρ ἐμοὶ γλυκὺς ὕπνος ὑπὸ πλατάνῳ βαθυφύλλῳ, 38755 4.17.19.13 : καὶ παγᾶς φιλέοιμι τὸν ἐγγύθεν ἦχον ἀκούειν, 38756 4.17.19.14 : ἃ τέρπει ψοφέοισα τὸν ἀγρικόν, οὐχὶ ταράσσει. 38757 4.17.20.1 : Γλαύκωνος. 38758 4.17.20.2 : Γλαύκων ὁ κωμῳδὸς ἥδιον ἔλεγε παρὰ τὴν θάλατταν 38759 4.17.20.3 : πεζεύειν ἢ παρὰ τὴν γῆν πλεῖν. 38760 4.17.21.1 : Δημοσθένους Ὀλυνθιακῶν (IX p. 128). 38761 4.17.21.2 : Ἕως ἂν σῴζηται τὸ σκάφος, ἄν τε μεῖζον ἄν τ´ ἔλατ– 38762 4.17.21.3 : τον ᾖ, τότε χρὴ καὶ ναύτην καὶ κυβερνήτην καὶ πάντ´ ἄν– 38763 4.17.21.4 : δρα ἑξῆς προθύμους εἶναι, καὶ ὅπως μήθ´ ἑκὼν μήτ´ 38764 4.17.21.5 : ἄκων μηδεὶς ἀνατρέψῃ, τοῦτο σκοπεῖσθαι· ἐπειδὰν δ´ ἡ 38765 4.17.21.6 : θάλαττα ὑπέρσχῃ, μάταιος ἡ σπουδή. 38766 4.18a.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΤΕΧΝΩΝ.}1 38767 4.18a.1.1 : Ἄμφιδος ἐξ Ἀμπελουργοῦ (fr. 3 K.). 38768 4.18a.1.2 : Οὐκ ἔστιν οὐδὲν ἀτυχίας ἀνθρωπίνης 38769 4.18a.1.3 : παραμύθιον γλυκύτερον ἐν βίῳ τέχνης. 38770 4.18a.1.4 : ἐπὶ τοῦ μαθήματος γὰρ ἑστηκὼς ὁ νοῦς 38771 4.18a.1.5 : αὑτὸν λέληθε παραπλέων τὰς συμφοράς. 38772 4.18a.2.1 : Ἱππάρχου ἐκ Ζωγράφου (fr. 2 vol. III p. 273 K.). 38773 4.18a.2.2 : Πολύ γ´ ἐστὶ πάντων κτῆμα τιμιώτατον 38774 4.18a.2.3 : ἅπασιν ἀνθρώποισιν εἰς τὸ ζῆν τέχνη. 38775 4.18a.2.4 : τὰ μὲν γὰρ ἄλλα καὶ πόλεμος καὶ μεταβολαὶ 38776 4.18a.2.5 : τύχης ἀνήλως´, ἡ τέχνη δὲ σῴζεται. 38777 4.18a.3.1 : Ἑρμοδότου (cf. Bergk p. l. 4 III p. 637). 38778 4.18a.3.2 : Οὐχ ὁ λόγος αὔξει τὴν τέχνην περισσὸς ὤν, 38779 4.18a.3.3 : ἀλλ´ αὐτὰ κοσμεῖ τὴν τέχνην τὰ πράγματα. 38780 4.18a.4.1 : Σιμύλου. 38781 4.18a.4.2 : Οὔτε φύσις ἱκανὴ γίγνεται τέχνης ἄτερ 38782 4.18a.4.3 : πρὸς οὐδὲν ἐπιτήδευμα παράπαν οὐδενί, 38783 4.18a.4.4 : οὔτε πάλι τέχνη μὴ φύσιν κεκτημένη. 38784 4.18a.4.5 : τούτων ὁμοίως τοῖν δυεῖν συνηγμένων 38785 4.18a.4.6 : εἰς ταὐτόν, ἔτι δεῖ προσλαβεῖν χορηγίαν, 38786 4.18a.4.7 : ἔρωτα, μελέτην, καιρόν, εὐφυῆ χρόνον, 38787 4.18a.4.8 : κριτὴν τὸ ῥηθὲν δυνάμενον συναρπάσαι. 38788 4.18a.4.9 : ἐν ᾧ γὰρ ἂν τούτων τις ἀπολειφθεὶς τύχῃ, 38789 4.18a.4.10 : οὐκ ἔρχετ´ ἐπὶ τὸ τέρμα τοῦ προκειμένου. 38790 4.18a.4.11 : φύσις θέλησις ἐπιμέλει´ εὐταξία 38791 4.18a.4.12 : σοφοὺς τίθησι κἀγαθούς· ἐτῶν δέ τοι 38792 4.18a.4.13 : ἀριθμὸς οὐδὲν ἄλλο πλὴν γῆρας ποιεῖ. 38793 4.18a.5.1 : Μενάνδρου Αὐλητρίδος (fr. 68 K.). 38794 4.18a.5.2 : Τὰ πατρῷα μὲν ποιεῖ καιρός ποτε 38795 4.18a.5.3 : ἀλλότρια, σῴζει δ´ αὐτά που τὰ σώματα. 38796 4.18a.5.4 : βίου δ´ ἔνεστι μί´ ἀσφάλει´ ἐν ταῖς τέχναις. 38797 4.18a.6.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Σοφιστοῦ (p. 219 A–221 C). 38798 4.18a.6.2 : Ἀλλὰ μὴν τῶν γε τεχνῶν σχεδὸν πασῶν εἴδη δύο. — 38799 4.18a.6.3 : Πῶς; {—}Γεωργία μὲν καὶ ὅση περὶ τὸ θνητὸν πᾶν σῶ– 38800 4.18a.6.4 : μα θεραπεία, τό τ´ αὖ περὶ τὸ σύνθετον καὶ πλαστόν, 38801 4.18a.6.5 : ὃ δὴ σκεῦος ὠνομάκαμεν, ἥ τε μιμητική, ξύμπαντα ταῦτα 38802 4.18a.6.6 : δικαιότατα ἑνὶ προσαγορεύοιτο ἂν ὀνόματι. {—}Πῶς καὶ 38803 4.18a.6.7 : τίνι; {—}Πᾶν ὅπερ ἂν μὴ πρότερόν 〈τις ὂν ὕστερον〉 εἰς 38804 4.18a.6.8 : οὐσίαν ἄγῃ, τὸν μὲν ἄγοντα ποιεῖν, τὸ δὲ ἀγόμενον ποιεῖ– 38805 4.18a.6.9 : σθαί πού φαμεν. {—}Ὀρθῶς. {—}Τὰ δέ γε νυν〈δὴ ἃ〉 38806 4.18a.6.10 : διήλθομεν ἅπαντα εἶχεν εἰς τοῦτο τὴν αὑτῶν δύναμιν. {—} 38807 4.18a.6.11 : Εἶχε γὰρ οὖν. {—}Ποιητικὴν τοίνυν αὐτὰ συγκεφαλαιω– 38808 4.18a.6.12 : σάμενοι προσείπωμεν. {—}Ἔστω. {—}Τὸ δὴ μαθηματικὸν 38809 4.18a.6.13 : αὖ μετὰ τοῦτο εἶδος ὅλον καὶ τὸ τῆς γνωρίσεως τό τε 38810 4.18a.6.14 : χρηματιστικὸν καὶ ἀγωνιστικὸν καὶ θηρευτικόν, ἐπειδὴ 38811 4.18a.6.15 : δημιουργεῖ μὲν οὐδὲν τούτων, τὰ δὲ ὄντα καὶ γεγονότα 38812 4.18a.6.16 : τὰ μὲν χειροῦται λόγοις καὶ πράξεσι, τὰ δὲ τοῖς χει– 38813 4.18a.6.17 : ρουμένοις οὐκ ἐπιτρέπει, μάλιστ´ ἄν που διὰ ταῦτα 38814 4.18a.6.18 : ξυνάπαντα τὰ μέρη τέχνη τις κτητικὴ λεχθεῖσα ἂν 38815 4.18a.6.19 : πρέψειεν. {—}Ναί· πρέποι γὰρ ἄν. {—}Κτητικῆς δὴ καὶ 38816 4.18a.6.20 : ποιητικῆς ξυμπασῶν οὐσῶν τῶν τεχνῶν ἐν ποτέρᾳ τὴν 38817 4.18a.6.21 : ἀσπαλιευτικήν, ὦ Θεαίτητε, τιθῶμεν; {—}Ἐν κτητικῇ δή– 38818 4.18a.6.22 : που δῆλον. {—}Κτητικῆς δὲ ἆρ´ οὐ δύο εἴδη; τὸ μὲν ἑκόν– 38819 4.18a.6.23 : των πρὸς ἑκόντας μεταβλητικὸν ὂν διά τε δωρεῶν καὶ 38820 4.18a.6.24 : μισθώσεων, τὸ δὲ λοιπόν, ἢ κατ´ ἔργα ἢ κατὰ λόγους χει– 38821 4.18a.6.25 : ρούμενον ξύμπαν, χειρωτικὸν ἂν εἴη; {—}Φαίνεται γοῦν ἐκ 38822 4.18a.6.26 : τῶν εἰρημένων. {—}Τί δέ; τὴν χειρωτικὴν ἆρ´ οὐ διχῇ 38823 4.18a.6.27 : τμητέον; {—}Πῇ; {—}Τὸ μὲν ἀμφαδὸν ὅλον ἀγωνιστικὸν 38824 4.18a.6.28 : τιθέντας, τὸ δὲ κρυφαῖον αὐτῆς πᾶν θηρευτικόν. {—}Ναί. 38825 4.18a.6.29 : {—}Τήν γε μὴν θηρευτικὴν ἄλογον τὸ μὴ οὐ τέμνειν διχῇ. {—} 38826 4.18a.6.30 : Λέγε ὅπῃ. {—}Τὸ μὲν ἀψύχου γένους διελομένους, τὸ δὲ 38827 4.18a.6.31 : ἐμψύχου. {—}Τί μήν; εἴπερ ἔστον γε ἄμφω. {—}Πῶς δ´ 38828 4.18a.6.32 : οὐκ ἔστον; καὶ δεῖ γε ἡμᾶς τὸ μὲν τῶν ἀψύχων, ἀνώνυ– 38829 4.18a.6.33 : μον πλὴν κατ´ ἔνια τῆς κολυμβητικῆς ἄττα μέρη καὶ τοι– 38830 4.18a.6.34 : αῦτ´ ἄλλα βραχέα, χαίρειν ἐᾶσαι, τὸ δέ, τῶν ἐμψύχων 38831 4.18a.6.35 : ζῴων οὖσαν θήραν, προσειπεῖν ζῳοθηρικήν. {—}Ἔστω. {—} 38832 4.18a.6.36 : Ζῳοθηρικῆς δὲ ἆρα οὐ διπλοῦν εἶδος ἂν λέγοιτο ἐν δίκῃ, 38833 4.18a.6.37 : τὸ μὲν πεζοῦ γένους, πολλοῖς εἴδεσι καὶ ὀνόμασι διῃ– 38834 4.18a.6.38 : ρημένον, πεζοθηρικόν, 〈τὸ δ´ ἕτερον〉 νευστικοῦ ζῴου πᾶν 38835 4.18a.6.39 : ἐνυγροθηρικόν; {—}Πάνυ γε. {—}Νευστικοῦ μὴν τὸ μὲν 38836 4.18a.6.40 : πτηνὸν φῦλον ὁρῶμεν, τὸ δὲ ἔνυδρον; {—}Πῶς δ´ οὔ; {—} 38837 4.18a.6.41 : Καὶ τοῦ πτηνοῦ μὲν γέ〈νους〉 πᾶσα ἡμῖν ἡ θήρα λέγεταί 38838 4.18a.6.42 : που ὀρνιθευτική. {—}Λέγεται. {—}Τοῦ δ´ ἐνύδρου σχεδὸν 38839 4.18a.6.43 : ἁλιευτικὴ τὸ σύνολον. {—}〈Ναί.〉 {—}Τί δέ; ταύτην αὖ 38840 4.18a.6.44 : τὴν θήραν, ἆρα οὐκ ἂν κατὰ τὰ μέγιστα μέρη δύο διέ– 38841 4.18a.6.45 : λοιμεν; {—}Κατὰ ποῖα; {—}Καθ´ ἃ τὸ μὲν ἕρκεσιν αὐ– 38842 4.18a.6.46 : τόθι ποιεῖται τὴν θήραν, τὸ δὲ πληγῇ; {—}Πῶς λέγεις, 38843 4.18a.6.47 : καὶ πῇ διαιρούμενος ἑκάτερον; {—}Τὸ μέν, ὅτι πᾶν ὅσον 38844 4.18a.6.48 : ἂν ἕνεκα κωλύσεως εἴργῃ τι περιέχον, ἕρκος εἰκὸς ὀνομά– 38845 4.18a.6.49 : ζειν. {—}Πάνυ μὲν οὖν. {—}Κύρτους δὴ καὶ δίκτυα καὶ βρό– 38846 4.18a.6.50 : χους καὶ πόρκους καὶ τὰ τοιαῦτα μῶν ἄλλο τι πλὴν ἕρκη 38847 4.18a.6.51 : χρὴ προσαγορεύειν; {—}Οὐδέν. {—}Τοῦτο μὲν ἄρα ἑρκοθηρι– 38848 4.18a.6.52 : κὸν τῆς ἄγρας τὸ μέρος φήσομεν ἤ τι τοιοῦτον. {—}Ναί. 38849 4.18a.6.53 : {—}Τὸ δὲ ἀγκίστροις καὶ τριόδουσι πληγῇ γιγνόμενον 38850 4.18a.6.54 : ἕτερον μὲν ἐκείνου, πληκτικὴν δέ τινα θήραν ἡμᾶς προσ– 38851 4.18a.6.55 : ειπεῖν ἑν〈ὶ λό〉γῳ νῦν χρεών· ἢ τί τις ἄν, ὦ Θεαίτητε, εἴποι 38852 4.18a.6.56 : κάλλιον; {—}Ἀμελῶμεν τοῦ ὀνόματος, ἀρκεῖ γὰρ καὶ τοῦτο. 38853 4.18a.6.57 : {—}Τῆς μὲν τοίνυν πληκτικῆς τὸ μὲν νυκτερινὸν οἶμαι πρὸς 38854 4.18a.6.58 : πυρὸς φῶς γιγνόμενον ὑπ´ αὐτῶν τῶν περὶ τὴν θήραν πυ– 38855 4.18a.6.59 : ρευτικὴν ῥηθῆναι 〈συμβέβηκε〉. {—}Πάνυ γε. {—}Τὸ δέ γε μεθ– 38856 4.18a.6.60 : ημερινόν, ὡς ἐχόντων ἐν ἄκροις ἄγκιστρα καὶ τῶν τριοδόν– 38857 4.18a.6.61 : των πᾶν ἀγκιστρευτικόν; {—}Λέγεται γὰρ οὖν. {—}Τοῦ τοίνυν 38858 4.18a.6.62 : ἀγκιστρευτικοῦ τῆς πληγῆς τὸ μὲν ἄνωθεν εἰς τὸ κάτω 38859 4.18a.6.63 : γιγνόμενον διὰ τὸ τοῖς τριόδουσιν οὕτω μάλιστα χρῆσθαι 38860 4.18a.6.64 : τριοδοντία τις, οἶμαι, κέκληται. {—}Φασὶ γοῦν τινές. {—} 38861 4.18a.6.65 : Τὸ δέ γε λοιπόν ἐστιν ἓν ἔτι μόνον ὡς εἰπεῖν εἶδος. {—} 38862 4.18a.6.66 : Ποῖον; {—}Τὸ τῆς ἐναντίας ταύτῃ πληγῆς, ἀγκίστρῳ τε 38863 4.18a.6.67 : γιγνόμενον καὶ τῶν ἰχθύων οὐχ ᾗ τις ἂν τύχῃ τοῦ σώ– 38864 4.18a.6.68 : ματος, ὥσπερ τοῖς τριόδουσιν, ἀλλὰ περὶ τὴν κεφαλὴν καὶ 38865 4.18a.6.69 : τὸ στόμα τοῦ θηρευθέντος ἑκάστοτε, καὶ κάτωθεν εἰς 38866 4.18a.6.70 : τοὐναντίον ἄνω ῥάβδοις καὶ καλάμοις ἀνασπώμενον· οὗ 38867 4.18a.6.71 : τί φήσομεν, ὦ Θεαίτητε, δεῖν τοὔνομα λέγεσθαι; {—}Δοκῶ 38868 4.18a.6.72 : μέν, ὅπερ ἄρτι προυθέμεθα δεῖν ἐξευρεῖν, τοῦτο αὐτὸ 38869 4.18a.6.73 : νῦν ἀποτετελέσθαι. {—}Νῦν ἄρα τῆς ἀσπαλιευτικῆς, περὶ 38870 4.18a.6.74 : οὗ σύ τε κἀγὼ συνωμολογήκαμεν, οὐ μόνον τοὔνομα ἀλλὰ 38871 4.18a.6.75 : καὶ τὸν λόγον περὶ αὐτὸ τοὖργον εἰλήφαμεν ἱκανῶς. ξυμ– 38872 4.18a.6.76 : πάσης γὰρ τέχνης τὸ μὲν ἥμισυ μέρος κτητικὸν ἦν, κτητι– 38873 4.18a.6.77 : κοῦ δὲ χειρωτικόν, χειρωτικοῦ δὲ θηρευτικόν, τοῦ δὲ θηρευ– 38874 4.18a.6.78 : τικοῦ ζῳοθηρικόν, ζῳοθηρικοῦ δὲ ἐνυγροθηρικόν, ἐνυγρο– 38875 4.18a.6.79 : θηρικοῦ δὲ τὸ κάτωθεν τμῆμα ὅλον ἁλιευτικόν, ἁλιευτικῆς 38876 4.18a.6.80 : δὲ πληκτικόν, πληκτικῆς δὲ ἀγκιστρευτικόν· τούτου δὲ τὸ 38877 4.18a.6.81 : περὶ τὴν κάτωθεν ἄνω πληγὴν ἀνασπωμένην, ἀπ´ αὐτῆς 38878 4.18a.6.82 : τῆς πράξεως ἀφομοιωθὲν τοὔνομα, ἡ νῦν ἀσπαλιευτικὴ 38879 4.18a.6.83 : ζητηθεῖσα ἐπίκλην γέγονε. {—}Παντάπασι μὲν οὖν τοῦτό 38880 4.18a.6.84 : γε ἱκανῶς δεδήλωται. 38881 4.18a.7.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 235 C–236 C). 38882 4.18a.7.2 : Κατὰ δὴ τὸν παρεληλυθότα τρόπον τῆς διαιρέσεως 38883 4.18a.7.3 : ἔγωγέ μοι καὶ νῦν φαίνομαι δύο καθορᾶν εἴδη τῆς μιμη– 38884 4.18a.7.4 : τικῆς· τὴν γὰρ ζητουμένην ἰδέαν, ἐν ὁποτέρῳ ποθ´ ἡμῖν 38885 4.18a.7.5 : οὖσα τυγχάνει, καταμαθεῖν οὐδέπω μοι δοκῶ νῦν δυνατὸς 38886 4.18a.7.6 : εἶναι. {—}Σὺ δ´ ἀλλ´ εἰπὲ καὶ δίελε πρῶτον ἡμῖν 〈τίνε〉 38887 4.18a.7.7 : τὼ δύο λέγεις. {—}Μίαν μὲν τὴν εἰκαστικὴν ὁρῶν ἐν αὐτῇ 38888 4.18a.7.8 : τέχνην. ἔστι δ´ αὕτη μάλιστα, ὁπόταν κατὰ τὰς τοῦ παρα– 38889 4.18a.7.9 : δείγματος συμμετρίας τις ἐν μήκει καὶ πλάτει καὶ βάθει, 38890 4.18a.7.10 : καὶ πρὸς τούτοις ἔτι χρώματα ἀποδιδοὺς τὰ προσήκοντα 38891 4.18a.7.11 : ἑκάστοις, τὴν τοῦ μιμήματος γένεσιν ἀπεργάζηται. {—}Τί 38892 4.18a.7.12 : δέ; οὐ πάντες οἱ μιμούμενοί τι τοῦτ´ ἐπιχειροῦσι δρᾶν; 38893 4.18a.7.13 : {—}Οὔκουν ὅσοι γε τῶν μεγάλων πού τι πλάττουσιν ἔρ– 38894 4.18a.7.14 : γων ἢ γράφουσιν. εἰ γὰρ ἀποδιδοῖεν τὴν τῶν καλῶν 38895 4.18a.7.15 : ἀληθινὴν συμμετρίαν, οἶσθ´ ὅτι σμικρότερα μὲν τοῦ δέον– 38896 4.18a.7.16 : τος τὰ ἄνω, μείζω δὲ τὰ κάτω φαίνοιτ´ ἂν διὰ τὸ τὰ 38897 4.18a.7.17 : μὲν πόρρωθεν, τὰ δ´ ἐγγύθεν ὑφ´ ἡμῶν ὁρᾶσθαι. {—} 38898 4.18a.7.18 : Πάνυ μὲν οὖν. {—}Ἆρ´ οὖν οὐ χαίρειν τὸ ἀληθὲς ἐάσαντες 38899 4.18a.7.19 : οἱ δημιουργοὶ νῦν οὐ τὰς οὔσας συμμετρίας ἀλλὰ τὰς 38900 4.18a.7.20 : δοξούσας εἶναι καλὰς τοῖς εἰδώλοις ἐναπεργάζονται; {—} 38901 4.18a.7.21 : Πάνυ μὲν οὖν. {—}Τὸ μὲν ἄρα ἕτερον 〈οὐ〉 δίκαιον, εἰκός γε 38902 4.18a.7.22 : ὄν, εἰκόνα καλεῖν; {—}Ναί. {—}Καὶ τῆς γε μιμητικῆς τὸ ἐπὶ 38903 4.18a.7.23 : τούτῳ μέρος κλητέον ὅπερ εἴπομεν ἐν τῷ πρόσθεν, εἰκα– 38904 4.18a.7.24 : στικήν; {—}Κλητέον. {—}Τί δέ; τὸ φαινόμενον μὲν διὰ 38905 4.18a.7.25 : τὴν οὐκ ἐκ καλοῦ θέαν ἐοικέναι τῷ καλῷ, δύναμιν δὲ εἴ τις 38906 4.18a.7.26 : λάβοι τὰ τηλικαῦτα ἱκανῶς ὁρᾶν, μηδὲ εἰκὸς ᾧ φησιν ἐοι– 38907 4.18a.7.27 : κέναι, τί καλοῦμεν; ἆρ´ οὐκ, ἐπείπερ φαίνεται μέν, ἔοικε 38908 4.18a.7.28 : δὲ οὔ, φάντασμα; {—}Τί μήν; {—}Οὐκοῦν πάμπολυ καὶ 38909 4.18a.7.29 : κατὰ τὴν ζωγραφίαν τοῦτο τὸ μέρος ἐστὶ καὶ κατὰ ξύμ– 38910 4.18a.7.30 : πασαν μιμητικήν; {—}Πῶς δ´ οὔ; {—}Τὴν δὴ φάντασμα 38911 4.18a.7.31 : ἀλλ´ οὐκ εἰκόνα ἀπεργαζομένην τέχνην ἆρ´ οὐ φανταστι– 38912 4.18a.7.32 : κὴν ὀρθότατ´ ἂν προσαγορεύοιμεν; {—}Πολύ γε. {—}Τούτω 38913 4.18a.7.33 : τοίνυν 〈τὼ〉 δύο ἔλεγον εἴδη τῆς εἰδωλοποιητικῆς, εἰκα– 38914 4.18a.7.34 : στικὴν καὶ φανταστικήν. {—}Ὀρθῶς. 38915 4.18a.8.1 : Τοῦ αὐτοῦ (leg. p. 709 B). 38916 4.18a.8.2 : Θεὸς μὲν πάντα, καὶ μετὰ θεοῦ τύχη καὶ καιρός, ταν– 38917 4.18a.8.3 : θρώπινα διακυβερνῶσι ξύμπαντα. ἡμερώτερον μὴν τρίτον 38918 4.18a.8.4 : συγχωρῆσαι τούτοις ἕπεσθαι δεῖν τέχνην. 38919 4.18a.9.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Πολιτικοῦ (p. 281 D–E). 38920 4.18a.9.2 : Πρῶτον μὲν τοίνυν δύο τέχνας οὔσας περὶ πάντα τὰ 38921 4.18a.9.3 : δρώμενα θεασώμεθα. {—}Τίνας; {—}Τὴν μὲν τῆς γενέσεως 38922 4.18a.9.4 : οὖσαν ξυναίτιον, τὴν δὲ αὐτὴν αἰτίαν. {—}Πῶς; {—}Ὅσαι 38923 4.18a.9.5 : μὲν τὸ πρᾶγμ´ αὐτὸ 〈μὴ〉 δημιουργοῦσι, ταῖς δὲ δημιουρ– 38924 4.18a.9.6 : γούσαις ὄργανα παρασκευάζουσιν, ὧν μὴ παραγενομένων 38925 4.18a.9.7 : οὐκ ἄν ποτ´ ἐργασθείη τὸ προστεταγμένον ἑκάστῃ τῶν 38926 4.18a.9.8 : τεχνῶν, ταύτας μὲν οὖν ξυναιτίους, τὰς δ´ αὐτὸ τὸ πρᾶγμ´ 38927 4.18a.9.9 : ἀπεργαζομένας αἰτίας. {—}Ἔχει γοῦν λόγον. 38928 4.18a.10.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Περὶ μαντικῆς (v. VII p. 113 38929 4.18a.10.2 : Bernard.). 38930 4.18a.10.3 : Τῶν τεχνῶν, ὡς ἔοικε, τὰς μὲν ἡ χρεία συνέστησεν ἐξ 38931 4.18a.10.4 : ἀρχῆς καὶ μέχρι νῦν διαφυλάσσει· 38932 4.18a.10.5 : χρειὼ πάντ´ ἐδίδαξε· τί δ´ οὐ χρειώ κεν ἀνεύροι 38933 4.18a.10.6 : τῶν ἀναγκαίων; ὑφαντικὴν οἰκοδομικὴν ἰατρικὴν καὶ ὅσαι 38934 4.18a.10.7 : περὶ γεωργίαν ἀναστρέφονται· τὰς δ´ ἡδονή τις προση– 38935 4.18a.10.8 : γάγετο καὶ κατέσχε, τὴν τῶν μυρεψῶν καὶ τῶν ὀψοποιῶν 38936 4.18a.10.9 : καὶ κομμωτικὴν πᾶσαν καὶ ἀνθοβαφίαν. ἔστι δὲ ὧν τὴν 38937 4.18a.10.10 : πιθανότητα καὶ τὴν ἀκρίβειαν καὶ τὸ καθάριον ἀγαπῶν– 38938 4.18a.10.11 : τες ἐκμανθάνουσι καὶ περιέπουσιν, ὡς ἀριθμητικὴν καὶ 38939 4.18a.10.12 : γεωμετρίαν καὶ κανονικὴν πᾶσαν καὶ ἀστρολογίαν, ἅς 38940 4.18a.10.13 : φησιν ὁ Πλάτων, καίπερ ἀμελουμένας, βίᾳ ὑπὸ χάριτος 38941 4.18a.10.14 : αὔξεσθαι. 38942 4.18a.11.1 : Ξενοφῶντος ἐν γʹ Ἀπομνημονευμάτων (c. 10, 1–8). 38943 4.18a.11.2 : Εἰσελθών ποτε πρὸς Παρράσιον τὸν ζωγράφον, Ἆρα, 38944 4.18a.11.3 : ἔφη, ὦ Παρράσιε, ἡ γραφική ἐστιν εἰκασία τῶν ὁρωμέ– 38945 4.18a.11.4 : νων; τὰ γοῦν κοῖλα καὶ τὰ ὑψηλὰ καὶ τὰ σκοτεινὰ καὶ 38946 4.18a.11.5 : τὰ φωτεινὰ καὶ τὰ σκληρὰ καὶ τὰ μαλακὰ καὶ τὰ τραχέα 38947 4.18a.11.6 : καὶ τὰ λεῖα καὶ τὰ νέα καὶ τὰ παλαιὰ σώματα διὰ τῶν 38948 4.18a.11.7 : χρωμάτων ἀπεικάζοντες ἐκμιμεῖσθε. Ἀληθῆ λέγεις, ἔφη. 38949 4.18a.11.8 : Καὶ μὴν τά γε καλὰ εἴδη ἀφομοιοῦντες, ἐπειδὴ οὐ ῥᾴδιον 38950 4.18a.11.9 : ἑνὶ ἀνθρώπῳ περιτυχεῖν ἄμεμπτα πάντα ἔχοντι, ἐκ πολ– 38951 4.18a.11.10 : λῶν συνάγοντες τὰ ἐξ ἑκάστου κάλλιστα, οὕτως ὅλα τὰ σώ– 38952 4.18a.11.11 : ματα καλὰ ποιεῖτε φαίνεσθαι. Ποιοῦμεν γάρ, ἔφη, οὕτω. Τί 38953 4.18a.11.12 : γάρ; ἔφη, τὸ πιθανώτατον καὶ ἥδιστον καὶ φιλικώτατον 38954 4.18a.11.13 : καὶ ποθεινότατον καὶ ἐρασμιώτατον ἀπομιμεῖσθε τῆς 38955 4.18a.11.14 : ψυχῆς ἦθος; ἢ οὐδὲ μιμητὸν τοῦτο; Πῶς γὰρ ἄν, ἔφη, 38956 4.18a.11.15 : μιμητὸν εἴη, ὦ Σώκρατες, ὃ μήτε συμμετρίαν μήτε χρῶμα 38957 4.18a.11.16 : μήτε ὧν σὺ εἶπας ἄρτι μηδὲν ἔχει μηδὲ ὅλως ὁρατόν 38958 4.18a.11.17 : ἐστιν; Ἆρ´ οὖν, ἔφη, γίγνεται ἐν ἀνθρώπῳ τό τε φιλο– 38959 4.18a.11.18 : φρόνως καὶ τὸ ἐχθρῶς βλέπειν πρός τινας; Ἔμοιγε δοκεῖ, 38960 4.18a.11.19 : ἔφη. Οὐκοῦν τό γε μιμητὸν ἐν τοῖς ὄμμασι; Καὶ μάλα, 38961 4.18a.11.20 : ἔφη. Ἐπὶ δὲ τοῖς τῶν φίλων ἀγαθοῖς καὶ τοῖς κακοῖς 38962 4.18a.11.21 : ὁμοίως σοι δοκοῦσιν ἔχειν τὰ πρόσωπα οἵ τε φροντίζον– 38963 4.18a.11.22 : τες καὶ οἱ μή; Μὰ Δί´ οὐ δῆτα, ἔφη· ἐπὶ μὲν γὰρ τοῖς 38964 4.18a.11.23 : ἀγαθοῖς φαιδροί, ἐπὶ δὲ τοῖς κακοῖς σκυθρωποὶ γίνονται. 38965 4.18a.11.24 : Οὐκοῦν, ἔφη, καὶ ταῦτα δυνατὸν ἀπεικάζειν; Καὶ μάλα, 38966 4.18a.11.25 : ἔφη. Ἀλλὰ μὴν καὶ τὸ μεγαλοπρεπές τε καὶ ἐλευθέριον. 38967 4.18a.11.26 : 〈καὶ τὸ ταπεινόν τε καὶ ἀνελεύθερον〉 καὶ τὸ σωφρονι– 38968 4.18a.11.27 : κόν τε καὶ φρόνιμον καὶ τὸ ὑβριστικόν τε καὶ τὸ ἀπει– 38969 4.18a.11.28 : ρόκαλον καὶ διὰ τοῦ προσώπου καὶ διὰ τῶν σχημάτων 38970 4.18a.11.29 : καὶ ἑστώτων καὶ κινουμένων ἀνθρώπων διαφαίνει. Ἀλη– 38971 4.18a.11.30 : θῆ λέγεις, ἔφη. Οὐκοῦν καὶ ταῦτα μιμητά; Καὶ μάλα, 38972 4.18a.11.31 : ἔφη. Πότερον οὖν, ἔφη, νομίζεις ἥδιον ὁρᾶν τοὺς ἀν– 38973 4.18a.11.32 : θρώπους δι´ ὧν τὸ καλά τε καὶ ἀγαθὰ καὶ ἀγαπητὰ ἤθη 38974 4.18a.11.33 : φαίνεται ἢ δι´ ὧν τὰ αἰσχρά τε καὶ πονηρὰ καὶ μισητά; 38975 4.18a.11.34 : Πολὺ νὴ Δί´, ἔφη, διαφέρει, ὦ Σώκρατες. 38976 4.18a.11.35 : Πρὸς δὲ Κλίτωνα τὸν ἀνδριαντοποιὸν εἰσελθών ποτε 38977 4.18a.11.36 : καὶ διαλεγόμενος αὐτῷ, Ὅτι μέν, ἔφη, ὦ Κλίτων, ἀλλοί– 38978 4.18a.11.37 : ους ποιεῖς δρομεῖς τε καὶ παλαιστὰς καὶ πύκτας καὶ 38979 4.18a.11.38 : παγκρατιαστάς, ὁρῶ γε καὶ οἶδα· ὃ δὲ μάλιστα ψυχαγωγεῖ 38980 4.18a.11.39 : διὰ τῆς ὄψεως τοὺς ἀνθρώπους, τὸ ζωτικὸν φαίνεσθαι. 38981 4.18a.11.40 : πῶς τοῦτο ἐνεργάζῃ τοῖς ἀνδριᾶσιν; ἐπεὶ δὲ ἀπορῶν ὁ 38982 4.18a.11.41 : Κλίτων οὐ ταχὺ ἀπεκρίνατο, Ἆρα, ἔφη, τοῖς τῶν ζώντων 38983 4.18a.11.42 : εἴδεσιν ἀπεικάζων τὸ ἔργον ζωτικώτερον ποιεῖς φαίνε– 38984 4.18a.11.43 : σθαι τοὺς ἀνδριάντας; Καὶ μάλα, ἔφη. Οὐκοῦν τά τε 38985 4.18a.11.44 : ὑπὸ τῶν σχημάτων καταρτώμενα καὶ τὰ ἀνασπώμενα ἐν 38986 4.18a.11.45 : τοῖς σώμασι, καὶ τὰ συμπιεζόμενα καὶ τὰ διελκόμενα, καὶ 38987 4.18a.11.46 : 〈τὰ〉 ἐντεινόμενα καὶ τὰ ἀνιέμενα ἀπεικάζων, ὁμοιότερά 38988 4.18a.11.47 : τε τοῖς ἀληθινοῖς καὶ πιθανώτερα ποιεῖς φαίνεσθαι; 38989 4.18a.11.48 : Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη. Τὸ δὲ καὶ τὰ ἤθη τῶν ποιούντων 38990 4.18a.11.49 : τι σωμάτων ἀπομιμεῖσθαι οὐ ποιεῖ τινα τέρψιν τοῖς θεω– 38991 4.18a.11.50 : μένοις; Εἰκὸς γοῦν, ἔφη. Οὐκοῦν καὶ τῶν μὲν μαχομένων 38992 4.18a.11.51 : ἀπειλητικὰ τὰ ὄμματα εἰκαστέον, τῶν δὲ νενικηκότων 38993 4.18a.11.52 : εὐφραινομένων ἡ ὄψις μιμητέα; Σφόδρα γ´, ἔφη. Δεῖ 38994 4.18a.11.53 : ἄρ´, ἔφη, τὸν ἀνδριαντοποιὸν τὰ τῆς ψυχῆς ἔργα τῷ 38995 4.18a.11.54 : εἴδει προσεικάζειν. 38996 4.19.t.1 : {1ΕΙΣ ΤΟ ΕΝΑΝΤΙΟΝ.}1 38997 4.19.12.1 : Μενάνδρου Ἁλιέως (fr. 14 K.). 38998 4.19.12.2 : Ὁ πρῶτος εὑρὼν διατροφὴν πτωχῷ τέχνην 38999 4.19.12.3 : πολλοὺς ἐποίησεν ἀθλίους· ἁπλοῦν γὰρ ἦν 39000 4.19.12.4 : τὸν μὴ δυνάμενον ζῆν ἀλύπως ἀποθανεῖν. 39001 4.19.13.1 : Ἀντιφάνους ἐκ Κναφέως (fr. 123 K.). 39002 4.19.13.2 : Ὅστις τέχνην κατέδειξε πρῶτος τῶν θεῶν, 39003 4.19.13.3 : οὗτος μέγιστον εὗρεν ἀνθρώποις κακόν. 39004 4.19.13.4 : ὅταν γὰρ ἀπορῆταί τις, ἂν μὲν ἀργὸς ᾖ, 39005 4.19.13.5 : ἐλθὼν ἀπεκινδύνευσεν ἡμέραν μίαν, 39006 4.19.13.6 : ὥστ´ ἢ γεγονέναι λαμπρὸς ἢ τεθνηκέναι. 39007 4.19.13.7 : ἡμεῖς δ´ ἔχοντες ἀρραβῶνα τὴν τέχνην 39008 4.19.13.8 : τοῦ ζῆν, ἀεὶ πεινῶμεν ἐπὶ ταῖς ἐλπίσιν, 39009 4.19.13.9 : ἐξόν τε μικρὸν διαπορηθῆναι χρόνον, 39010 4.19.13.10 : τὸν βίον ἅπαντα τοῦτο δρᾶν αἱρούμεθα. 39011 4.19.14.1 : Μενάνδρου Ὕμνιδος (fr. 473 K.). 39012 4.19.14.2 : Οὐ πάνυ τι γηράσκουσιν αἱ τέχναι καλῶς, 39013 4.19.14.3 : ἂν μὴ λάβωσι προστάτην φιλάργυρον. 39014 4.19.15.1 : Εὐριπίδου Πολυίδου (fr. 635 N. 2). 39015 4.19.15.2 : Οἱ τὰς τέχνας δ´ ἔχοντες ἀθλιώτεροι 39016 4.19.15.3 : τῆς φαυλότητος· καὶ γὰρ ἐν κοινῷ ψέγειν 39017 4.19.15.4 : ἅπασι κεῖσθαι δυστυχὲς κοὐκ εὐτυχές. 39018 4.19.16.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τοῦ Οἰκονομικοῦ ( 4, 2–3). 39019 4.19.16.2 : Καλῶς, ἔφη, λέγεις, ὦ Κριτόβουλε. καὶ γὰρ αἱ βα– 39020 4.19.16.3 : ναυσικαὶ καλούμεναι καὶ ἐπίρρητοί εἰσι καὶ εἰκότως μὲν 39021 4.19.16.4 : δὴ πάνυ ἀδοξοῦνται ὑπὸ τῶν πόλεων. καταλυμαίνονται 39022 4.19.16.5 : γὰρ τὰ σώματα τῶν τε ἐργαζομένων καὶ ἐπιμελουμένων 39023 4.19.16.6 : καὶ τὰς ψυχὰς ἀναγκάζουσαι καθῆσθαι καὶ σκιατραφεῖ– 39024 4.19.16.7 : σθαι, ἔνιαι δὲ καὶ πρὸς πῦρ ἡμερεύειν. τῶν δὲ σωμάτων 39025 4.18b.16.8 : θηλυνομένων καὶ αἱ ψυχαὶ ἐπὶ πολὺ ἀρρωστότεραι γίγνον– 39026 4.18b.16.9 : ται. καὶ ἀσχολίας δὲ μάλιστα ἔχουσι καὶ φίλων καὶ πόλεων 39027 4.18b.16.10 : συνεπιμελεῖσθαι 〈αἱ〉 βαναυσικαὶ καλούμεναι. ὥστε εἰκό– 39028 4.18b.16.11 : τως σοι δοκοῦσι κακοὶ ἂν καὶ φίλοις χρῆσθαι καὶ ταῖς 39029 4.18b.16.12 : πατρίσιν ἀλεξητῆρες εἶναι. καὶ ἐν ἐνίαις μὲν τῶν πόλεων, 39030 4.18b.16.13 : μάλιστα δὲ ἐν ταῖς εὐπολέμοις δοκούσαις εἶναι οὐδ´ ἔξεστι 39031 4.18b.16.14 : τῶν πολιτῶν οὐδενὶ βαναυσικὰς τέχνας ἐργάζεσθαι. 39032 4.18b.17.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Πολιτικοῦ (p. 258 D–E). 39033 4.18b.17.2 : Ἆρ´ οὖν οὐκ ἀριθμητικὴ μὲν καί τινες ἕτεραι ταύτῃ 39034 4.18b.17.3 : συγγενεῖς τέχναι ψιλαὶ τῶν πράξεών εἰσι, τὸ δὲ γνῶναι 39035 4.18b.17.4 : παρέσχοντο μόνον; {—}Ἔστιν οὕτως. {—}Αἱ δέ γε περὶ 39036 4.18b.17.5 : τεκτονικὴν αὖ καὶ ξύμπασαν χειρουργίαν ὥσπερ ἐν ταῖς 39037 4.18b.17.6 : πράξεσιν ἐνοῦσαν ξύμφυτον τὴν ἐπιστήμην κέκτηνται, καὶ 39038 4.18b.17.7 : συναποτελοῦσιν τὰ γιγνόμενα ὑπ´ αὐτῶν σώματα πρότερον 39039 4.18b.17.8 : οὐκ ὄντα. {—}Τί μήν; {—}Ταύτῃ τοίνυν ξυμπάσας ἐπισ– 39040 4.18b.17.9 : τήμας διαίρει, τὴν μὲν πρακτικὴν προσειπών, τὴν δὲ μό– 39041 4.18b.17.10 : νον γνωστικήν. {—}Ἔστω σοι ταῦθ´ ὡς μιᾶς ἐπιστήμης 39042 4.18b.17.11 : τῆς ὅλης εἴδη δύο. 39043 4.18b.18.1 : Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ Φιλήβου (p. 55 D–56A). 39044 4.18b.18.2 : Ἐν δὴ ταῖς χειροτεχνικαῖς διανοηθῶμεν πρῶτα εἰ 39045 4.18b.18.3 : τὸ μὲν ἐπιστήμης αὐτῶν μᾶλλον ἐχόμενον, τὸ δ´ ἧττον 39046 4.18b.18.4 : ἔνι, καὶ δεῖ τὰ μὲν ὡς καθαρώτατα νομίζειν, τὰ δὲ ὡς 39047 4.18b.18.5 : ἀκαθαρτότερα. {—}Οὐκοῦν χρή. {—}Τὰς τοίνυν ἡγεμονικὰς 39048 4.18b.18.6 : διαληπτέον ἑκάστων αὐτῶν χωρίς; {—}Ποίας καὶ πῶς; {—} 39049 4.18b.18.7 : Οἷον πασῶν που τεχνῶν ἄν τις ἀριθμητικὴν χωρίζῃ καὶ 39050 4.18b.18.8 : μετρητικὴν καὶ στατικήν, ὡς ἔπος εἰπεῖν φαῦλον τὸ κατα– 39051 4.18b.18.9 : λειπόμενον ἑκάστης ἂν γίγνοιτο. {—}Φαῦλον μὲν δή. {—} 39052 4.18b.18.10 : Τὸ γοῦν μετὰ ταῦτα εἰκάζειν λείποιτ´ ἂν καὶ τὰς αἰσθή– 39053 4.18b.18.11 : σεις καταμελετᾶν ἐμπειρίᾳ καί τινι τριβῇ, ταῖς τῆς στοχα– 39054 4.18b.18.12 : στικῆς προσχρωμένους δυνάμεσιν ἃς οἱ πολλοὶ τέχνας ἐπ– 39055 4.18b.18.13 : ονομάζουσι, μελέτῃ καὶ πόνῳ τὴν ῥώμην ἀπειργασμένας. {—} 39056 4.18b.18.14 : Ἀναγκαιότατα λέγεις. 39057 4.19.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΔΕΣΠΟΤΩΝ ΚΑΙ ΔΟΥΛΩΝ.}1 39058 4.19.1.1 : Εὐριπίδου Ἑλένη ( 726 s.). 39059 4.19.1.2 : Κακὸς γὰρ ὅστις μὴ σέβει τὰ δεσποτῶν, 39060 4.19.1.3 : καὶ ξυγγέγηθε καὶ συνωδίνει κακοῖς. 39061 4.19.2.1 : Εὐριπίδου Ἑλένη ( 728 ss.). 39062 4.19.2.2 : Ἐγὼ [δὲ δοῦλος] 〈μὲν εἴην〉, κεἰ πέφυχ´ ὅμως λάτρις, 39063 4.19.2.3 : ἐν τοῖσι γενναίοισιν ἠριθμημένος 39064 4.19.2.4 : δούλοισι, τοὔνομ´ οὐκ ἔχων ἐλεύθερον, 39065 4.19.2.5 : τὸν νοῦν δέ. κρεῖσσον γὰρ τόδ´ ἢ δυοῖν κακοῖν 39066 4.19.2.6 : ἕν´ ὄντα χρῆσθαι, τὰς φρένας τ´ ἔχειν κακὰς 39067 4.19.2.7 : ἄλλων τ´ ἀκούειν δοῦλον ὄντα τῶν πέλας. 39068 4.19.3.1 : Εὐριπίδου Μελεάγρῳ (fr. 529 N. 2). 39069 4.19.3.2 : Ὡς ἡδὺ δούλοις δεσπότας χρηστοὺς λαβεῖν 39070 4.19.3.3 : καὶ δεσπόταισι δοῦλον εὐμενῆ δόμοις. 39071 4.19.4.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπη (fr. 216 N. 2). 39072 4.19.4.2 : Οὐ χρή ποτ´ ἄνδρα δοῦλον ὄντ´ ἐλευθέρας 39073 4.19.4.3 : γνώμας διώκειν οὐδ´ ἐς ἀργίαν βλέπειν. 39074 4.19.5.1 : Μενάνδρου (fr. 796 K.). 39075 4.19.5.2 : Λυπεῖ με δοῦλος μεῖζον οἰκέτου φρονῶν. 39076 4.19.6.1 : Μενάνδρου (fr. 644 K.). 39077 4.19.6.2 : Ὅταν τύχῃ τις εὐνοοῦντος οἰκέτου, 39078 4.19.6.3 : οὐκ ἔστιν οὐθὲν κτῆμα κάλλιον βίῳ. 39079 4.19.7.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 1093 K.). 39080 4.19.7.2 : Ὡς κρεῖττόν ἐστι δεσπότου χρηστοῦ τυχεῖν 39081 4.19.7.3 : ἢ ζῆν ταπεινῶς καὶ κακῶς ἐλεύθερον. 39082 4.19.8.1 : Φιλήμονος Θηβαίων (fr. 31 K.). 39083 4.19.8.2 : Ἐμοῦ γάρ ἐστι κυριεύων εἷς ἀνήρ· 39084 4.19.8.3 : τούτων δὲ καὶ σοῦ μυρίων τ´ ἄλλων νόμος, 39085 4.19.8.4 : ἑτέρων τύραννος, τῶν τυραννούντων φόβος. 39086 4.19.8.5 : δοῦλοι βασιλέων εἰσίν, ὁ βασιλεὺς θεῶν, 39087 4.19.8.6 : ὁ θεὸς Ἀνάγκης. πάντα δ´, ἂν σκοπῇς, ὅλως 39088 4.19.8.7 : ἑτέρων πέφυκεν ἥττον´· ὧν δὲ μείζονα, 39089 4.19.8.8 : τούτοις ἀνάγκη ταῦτα δουλεύειν ἀεί. 39090 4.19.9.1 : Ἀντιφάνους (fr. 265 K.). 39091 4.19.9.2 : Δούλῳ γὰρ οἶμαι πατρίδος ἐστερημένῳ 39092 4.19.9.3 : χρηστὸς γενόμενός ἐστι δεσπότης πατρίς. 39093 4.19.10.1 : Μενάνδρου (fr. 580 K.). 39094 4.19.10.2 : Τί διὰ κενῆς εἶ χρηστός; 〈εἴ γ´〉 ὁ δεσπότης 39095 4.19.10.3 : αὐτὸς 〈μὲν〉 ἀπολεῖ πάντα, σὺ δὲ μὴ λαμβάνεις, 39096 4.19.10.4 : σαυτὸν ἐπιτρίβεις, οὐκ ἐκεῖνον ὠφελεῖς. 39097 4.19.11.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάῳ (fr. 251 N. 2). 39098 4.19.11.2 : Κρείσσω γὰρ οὔτε δοῦλον οὔτ´ ἐλεύθερον 39099 4.19.11.3 : τρέφειν ἐν οἴκοις ἀσφαλὲς τοῖς σώφροσιν. 39100 4.19.12.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπῃ (fr. 217 N. 2). 39101 4.19.12.2 : Τὸ δοῦλον οὐχ ὁρᾷς ὅσον κακόν; 39102 4.19.13.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάου (fr. 261 N. 2). 39103 4.19.13.2 : {ΧΟΡ.} Ἔσωσα δούλην οὖσαν. οἱ γὰρ ἥσσονες 39104 4.19.13.3 : τοῖς κρείσσοσιν φιλοῦσι δουλεύειν βροτῶν. 39105 4.19.14.1 : Εὐριπίδου Ἀλεξάνδρου (fr. 48 N. 2). 39106 4.19.14.2 : Σοφὸς μὲν οὖν εἶ, Πρίαμ´, ὅμως δέ σοι λέγω, 39107 4.19.14.3 : δούλου φρονοῦντος μᾶλλον ἢ φρονεῖν χρεὼν 39108 4.19.14.4 : οὐκ ἔστιν ἄχθος μεῖζον οὐδὲ δώμασι 39109 4.19.14.5 : κτῆσις κακίων οὐδ´ ἀνωφελεστέρα. 39110 4.19.15.1 : Εὐριπίδου Ἀλεξάνδρου (fr. 49 N. 2). 39111 4.19.15.2 : Ἤλεγχον· οὕτω γὰρ κακὸν δοῦλον γένος· 39112 4.19.15.3 : γαστὴρ ἅπαντα, τοὐπίσω δ´ οὐδὲν σκοπεῖ. 39113 4.19.16.1 : Εὐριπίδου Ἀλεξάνδρου (fr. 50 N. 2). 39114 4.19.16.2 : Δούλων ὅσοι φιλοῦσι δεσποτῶν γένος, 39115 4.19.16.3 : πρὸς τῶν ὁμοίων πόλεμον αἴρονται μέγαν. 39116 4.19.17.1 : Μενάνδρου Προεγκαλῶν (fr. 419 K.). 39117 4.19.17.2 : Τὸ δὲ 39118 4.19.17.3 : κελευόμενον μέν ἐστιν ἀσφαλέστατον 39119 4.19.17.4 : δούλῳ ποεῖν, ὥς φασιν. 39120 4.19.18.1 : Εὐριπίδου Ἀλεξάνδρου (fr. 57 N. 2). 39121 4.19.18.2 : Ὦ παγκάκιστοι καὶ τὸ δοῦλον οὐ λόγῳ 39122 4.19.18.3 : ἔχοντες, ἀλλὰ τῇ τύχῃ κεκτημένοι. 39123 4.19.19.1 : Μενάνδρου Παιδίον (fr. 370 K.). 39124 4.19.19.2 : Ἂν πάντα δουλεύειν ὁ δοῦλος μανθάνῃ, 39125 4.19.19.3 : πονηρὸς ἔσται. μεταδίδου παρρησίας, 39126 4.19.19.4 : βελτίον´ αὐτὸν τοῦτο ποιήσει πολύ. 39127 4.19.20.1 : Εὐριπίδου Ἀλεξάνδρου (fr. 51 N. 2). 39128 4.19.20.2 : Δούλους γὰρ οὐ 39129 4.19.20.3 : καλὸν πεπᾶσθαι κρείσσονας τῶν δεσποτῶν. 39130 4.19.21.1 : Φιλήμονος Ἐξοικιζομένου (fr. 22 K.). 39131 4.19.21.2 : Κἂν δοῦλος ᾖ τις, οὐθὲν ἧττον, δέσποτα, 39132 4.19.21.3 : ἄνθρωπος οὗτός ἐστιν, ἂν ἄνθρωπος ᾖ. 39133 4.19.22.1 : Φιλήμονος Παίδων (fr. 56 K.). 39134 4.19.22.2 : Κακόν ἐστι δούλῳ δεσπότης πράττων κακῶς· 39135 4.19.22.3 : μετέχειν ἀνάγκη τῶν κακῶν γὰρ γίγνεται. 39136 4.19.23.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμέωνος ( 85 N. 2). 39137 4.19.23.2 : Μέτεστι τοῖς δούλοισι δεσποτῶν νόσου. 39138 4.19.24.1 : Εὐριπίδου ἐκ Βουσίριδος (fr. 313 N. 2). 39139 4.19.24.2 : Δούλῳ γὰρ οὐχ οἷόν τε τἀληθῆ λέγειν, 39140 4.19.24.3 : εἰ δεσπόταισι μὴ πρέποντα τυγχάνοι. 39141 4.19.25.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμέωνος (fr. 86 N. 2). 39142 4.19.25.2 : Ὅστις δὲ δούλῳ φωτὶ πιστεύει βροτῶν, 39143 4.19.25.3 : πολλὴν παρ´ ἡμῖν μωρίαν ὀφλισκάνει. 39144 4.19.26.1 : Εὐριπίδου Εὐρυσθέως (fr. 375 N. 2). 39145 4.19.26.2 : † Πιστὸν μὲν οὖν εἶναι χρὴ τὸν διάκονον 39146 4.19.26.3 : † τοιοῦτόν τ´ εἶναι, καὶ στέγειν τὰ δεσποτῶν. 39147 4.19.27.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμήνης (fr. 93 N. 2). 39148 4.19.27.2 : Ἀεὶ δ´ ἀρέσκειν τοῖς κρατοῦσι· ταῦτα γὰρ 39149 4.19.27.3 : δούλοις ἄριστα· κἀφ´ ὅτῳ τεταγμένος 39150 4.19.27.4 : εἴη τις, ἁνδάνοντα δεσπόταις ποιεῖν. 39151 4.19.28.1 : Εὐριπίδου Ἑκάβης ( 332 s.). 39152 4.19.28.2 : Αἰαῖ· τὸ δοῦλον ὡς κακὸν πέφυκ´ ἀεὶ 39153 4.19.28.3 : τολμᾷ θ´ ἃ μὴ χρή, τῇ βίᾳ κρατούμενον. 39154 4.19.29.1 : Σοφοκλέους Ἀκρισίῳ (fr. 60 N. 2). 39155 4.19.29.2 : Δῆλον γάρ· ἐν δεσμοῖσι δραπέτης ἀνὴρ 39156 4.19.29.3 : κῶλον ποδισθεὶς πᾶν πρὸς ἡδονὴν λέγει. 39157 4.19.30.1 : Εὐριπίδου Ἴωνος ( 854 ss.). 39158 4.19.30.2 : Ἓν γάρ τι τοῖς δούλοισιν αἰσχύνην φέρει 39159 4.19.30.3 : τοὔνομα· τὰ δ´ ἄλλα πάντα τῶν ἐλευθέρων 39160 4.19.30.4 : οὐδεὶς κακίων δοῦλος, ὅστις ἐσθλὸς ᾖ. 39161 4.19.31.1 : Μενάνδρου Θετταλῆ (fr. 231 K.). 39162 4.19.31.2 : Εὐθυμία, Τίβιε, τὸν δοῦλον τρέφει. 39163 4.19.32.1 : Εὐβούλου (fr. 129 K.). 39164 4.19.32.2 : Πολλοὶ φυγόντες δεσπότας, ἐλεύθεροι 39165 4.19.32.3 : ὄντες πάλιν ζητοῦσι τὴν αὐτὴν φάτνην. 39166 4.19.33.1 : Σοφοκλέους (fr. 854 N. 2). 39167 4.19.33.2 : Εἰ σῶμα δοῦλον, ἀλλ´ ὁ νοῦς ἐλεύθερος. 39168 4.19.34.1 : Μενάνδρου (fr. 581 K.). 39169 4.19.34.2 : Ἐμοὶ πόλις ἐστὶ καὶ καταφυγὴ καὶ νόμος 39170 4.19.34.3 : καὶ τοῦ δικαίου τοῦ τ´ ἀδίκου παντὸς κριτὴς 39171 4.19.34.4 : ὁ δεσπότης. πρὸς τοῦτον ἕνα δεῖ ζῆν ἐμέ. 39172 4.19.35.1 : Φιλίππου (Menandri fr. 1093 K.). 39173 4.19.35.2 : Ὡς κρεῖττόν ἐστι δεσπότου χρηστοῦ τυχεῖν 39174 4.19.35.3 : ἢ ζῆν ταπεινῶς καὶ κακῶς ἐλεύθερον. 39175 4.19.36.1 : Θεόγνιδος ( 535 s.). 39176 4.19.36.2 : Οὔ ποτε δουλείη κεφαλὴ εὐθεῖα πέφυκεν, 39177 4.19.36.3 : ἀλλ´ ἀεὶ σκολιή, καὐχένα λοξὸν ἔχει. 39178 4.19.37.1 : Εὐριπίδου Μηδείας ( 54 s.). 39179 4.19.37.2 : Χρηστοῖσι δούλοις ξυμφορὰ τὰ δεσποτῶν 39180 4.19.37.3 : κακῶς πίτνοντα καὶ φρενῶν ἀνθάπτεται. 39181 4.19.38.1 : Εὐριπίδου Μελανίππης (fr. 511 N. 2). 39182 4.19.38.2 : Δοῦλον γὰρ ἐσθλὸν τοὔνομ´ οὐ διαφθερεῖ· 39183 4.19.38.3 : πολλοὶ δ´ ἀμείνους εἰσὶ τῶν ἐλευθέρων. 39184 4.19.39.1 : Εὐριπίδου Φρίξῳ (fr. 831 N. 2). 39185 4.19.39.2 : Πολλοῖσι δούλοις τοὔνομ´ αἰσχρόν, ἡ δὲ φρὴν 39186 4.19.39.3 : τῶν οὐχὶ δούλων ἔστ´ ἐλευθερωτέρα. 39187 4.19.40.1 : Ἀλέξιδος (Com. III p. 744 K.). 39188 4.19.40.2 : Ἀλλ´ ἐπὶ τὸ πλῆθος ἐμφερεῖς τοὺς οἰκέτας 39189 4.19.40.3 : ἔχοντας ὄψει τοὺς τρόπους τοῖς δεσπόταις. 39190 4.19.40.4 : τοῖς ἤθεσιν γὰρ οἷς ὑπηρετοῦς´ ἀεὶ 39191 4.19.40.5 : προσέχουσα τούτοις ἡ φύσις κεράννυται. 39192 4.19.41.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπης (fr. 218 N. 2). 39193 4.19.41.2 : Φεῦ φεῦ· τὸ δοῦλον ὡς ἁπανταχῇ γένος 39194 4.19.41.3 : πρὸς τὴν ἐλάσσω μοῖραν ὥρισεν θεός. 39195 4.19.42.1 : Βίωνος ἐν τῷ Περὶ δουλείας. 39196 4.19.42.2 : Φησὶν ὁ Βίων· οἱ ἀγαθοὶ οἰκέται ἐλεύθεροι, οἱ πονη– 39197 4.19.42.3 : ροὶ ἐλεύθεροι δοῦλοι πολλῶν ἐπιθυμιῶν. 39198 4.19.43.1 : Φαβωρίνου (fr. 63 p. 127 Marr.). 39199 4.19.43.2 : Ζάμολξις οἰκέτης ἦν Πυθαγόρου, καὶ προσεκύνησαν 39200 4.19.43.3 : αὐτὸν οἱ Γέται. 39201 4.19.44.1 : Μητροδώρου (fr. 58 Koerte). 39202 4.19.44.2 : Δοῦλος ἀναγκαῖον μὲν κτῆμα, οὐχ ἡδὺ δέ. 39203 4.19.45.1 : Δημοκρίτου (fr. 270 Diels 2). 39204 4.19.45.2 : Οἰκέταισιν ὡς μέρεσι τοῦ σκήνεος χρῶ ἄλλῳ πρὸς ἄλλο. 39205 4.19.46.1 : Δίωνος ἐκ τοῦ Οἰκονομικοῦ (fr. V vol. II p. 309 Arn.). 39206 4.19.46.2 : Χρὴ οὖν δεσπόζειν ἐπιεικῶς καὶ ἀνεθῆναί ποτε βου– 39207 4.19.46.3 : λομένοις ἐπιτρέπειν. αἱ γὰρ ἀνέσεις παρασκευαστικαὶ 39208 4.19.46.4 : πόνων εἰσί, καὶ τόξον καὶ λύρα καὶ ἄνθρωπος ἀκμάζει δι´ 39209 4.19.46.5 : ἀναπαύσεως. 39210 4.19.47.1 : Διογένους. 39211 4.19.47.2 : Διογένης ἀποδράντος τοῦ οἰκέτου οὐκ ἐφρόντιζε δει– 39212 4.19.47.3 : νὸν εἶναι λέγων, εἰ Διογένης μὲν χωρὶς αὐτοῦ ζῆν οὐ δύ– 39213 4.19.47.4 : ναται, αὐτοῦ δ´ ἐκεῖνος χωρὶς δύναται. 39214 4.19.48.1 : Ἐκ τῶν Σερήνου ἀπομνημονευμάτων. 39215 4.19.48.2 : Γελλίας ὁ Ἀκραγαντῖνος ἐπιξενωθεὶς ἀνδρὶ σκληρῷ καὶ 39216 4.19.48.3 : ἀπὸ παντὸς πορίζοντι, ὃς οὐδὲ καθεύδειν τοῖς οἰκέταις 39217 4.19.48.4 : ἐπέτρεπεν, ἀλλ´ ἄλλος ἄλλο τι τὴν νύκτα εἰργάζετο, ὑπο– 39218 4.19.48.5 : δεξάμενος καὶ αὐτὸς τοῦτον εἰς Ἀκράγαντα ἀφικόμενον 39219 4.19.48.6 : μετὰ δεῖπνον συνεκάλει τὰ παιδία τῶν οἰκετῶν, τὰ δὲ ἦν 39220 4.19.48.7 : πάμπολλα, καὶ τοῖς μὲν ἐδίδου κάρυα τοῖς δὲ σῦκα ξηρά. 39221 4.19.48.8 : ἐρομένου δ´ ἐκείνου πόθεν παιδία τοσαῦτα; ‘ταῦτα’ ἔφη 39222 4.19.48.9 : ‘οἱ ἐμοὶ οἰκέται ἐν νυξὶ ποιοῦσι’. 39223 4.19.49.1 : Πλάτωνος (epist. VIII p. 354 E). 39224 4.19.49.2 : Δουλεία γὰρ καὶ ἐλευθερία ὑπερβάλλουσα μὲν ἑκατέρα 39225 4.19.49.3 : πάγκακον, ἔμμετρος δὲ οὖσα πανάγαθον. μετρία δὲ ἡ 39226 4.19.49.4 : θεῷ δουλεία, ἄμετρος δὲ ἡ τοῖς ἀνθρώποις. θεὸς δὲ ἀν– 39227 4.19.49.5 : θρώποις σώφροσι νόμος. 39228 4.19.50.1 : 〈Νόμων ϛʹ p. 762 E〉. 39229 4.19.50.2 : Ὁ μὴ δουλεύσας οὐδ´ ἂν δεσπότης γένοιτο ἄξιος 39230 4.19.50.3 : ἐπαίνου. 39231 4.19.51.1 : Ἡροδότου ἱστορίας ηʹ ( 68). 39232 4.19.51.2 : Πρὸς δέ, ὦ βασιλεῦ, καὶ τόδε ἐς θυμὸν βάλεο, ὡς τοῖ– 39233 4.19.51.3 : σι μὲν χρηστοῖσι τῶν ἀνθρώπων κακοὶ δοῦλοι φιλέουσι γί– 39234 4.19.51.4 : νεσθαι, τοῖσι δὲ κακοῖσι χρηστοί. 39235 4.19.52.1 : Πλάτωνος Νόμων ϛʹ (p. 777 B–778 A). 39236 4.19.52.2 : Ἐπειδὴ δύσκολόν ἐστι τὸ θρέμμα ἄνθρωπος, καὶ πρὸς 39237 4.19.52.3 : ἀναγκαίαν διόρισιν, τὸ δοῦλόν τε ἔργῳ διορίζεσθαι καὶ 39238 4.19.52.4 : ἐλεύθερον καὶ δεσπότην, οὐδαμῶς εὔχρηστον ἐθέλειν εἶναί 39239 4.19.52.5 : τε καὶ γίγνεσθαι φαίνεται, χαλεπὸν δὴ τὸ κτῆμα· ἔργῳ 39240 4.19.52.6 : γὰρ πολλάκις ἐπιδέδεικται περὶ τὰς Μεσσηνίων συχνὰς 39241 4.19.52.7 : εἰωθυίας ἀποστάσεις γίγνεσθαι, ....., καὶ ἔτι τὰ τῶν 39242 4.19.52.8 : λεγομένων περιδίνων τῶν περὶ τὴν Ἰταλίαν γιγνομένων 39243 4.19.52.9 : παντοδαπὰ κλωπῶν ἔργα τε καὶ παθήματα· πρὸς ἅ τις 39244 4.19.52.10 : ἂν πάντα βλέψας διαπορήσειε, τί χρὴ δρᾶν περὶ πάντων 39245 4.19.52.11 : τῶν τοιούτων. δύο δὴ λείπεσθον μόνω μηχανά, μήτε 39246 4.19.52.12 : πατριώτας ἀλλήλων εἶναι τοὺς μέλλοντας ῥᾷον δουλεύσειν, 39247 4.19.52.13 : ἀσυμφώνους τε εἰς δύναμιν ὅ τι μάλιστα, τρέφειν δὲ 39248 4.19.52.14 : αὐτοὺς ὀρθῶς, μὴ μόνον ἐκείνων οὕνεκα, πλέον δὲ αὑτῶν 39249 4.19.52.15 : προτιμῶντας· ἡ δὲ τροφὴ τῶν τοιούτων μήτε τινὰ ὕβριν 39250 4.19.52.16 : ὑβρίζειν εἰς τοὺς οἰκέτας, ἧττον δέ, εἰ δυνατόν, ἀδικεῖν ἢ 39251 4.19.52.17 : τοὺς ἐξ ἴσου. διάδηλος γὰρ ὁ φύσει καὶ μὴ πλαστῶς 39252 4.19.52.18 : σέβων τὴν δίκην, μισῶν δὲ ὄντως τὸ ἄδικον, ἐν τούτοις 39253 4.19.52.19 : τῶν ἀνθρώπων, ἐν οἷς αὐτῷ ῥᾴδιον ἀδικεῖν· 〈ὁ〉 περὶ τὰ 39254 4.19.52.20 : τῶν δούλων οὖν ἤθη καὶ πράξεις γιγνόμενός τις ἀμίαντος 39255 4.19.52.21 : τοῦ τε ἀνοσίου πέρι καὶ ἀδίκου, σπείρειν εἰς ἀρετῆς ἔκ– 39256 4.19.52.22 : φυσιν ἱκανώτατος ἂν εἴη, ταὐτὸν δ´ ἔστιν εἰπεῖν τοῦτο 39257 4.19.52.23 : ὀρθῶς ἅμα λέγοντα ἐπί τε δεσπότῃ καὶ τυράννῳ καὶ πᾶσαν 39258 4.19.52.24 : δυναστείαν δυναστεύοντι πρὸς ἀσθενέστερον ἑαυτοῦ. κο– 39259 4.19.52.25 : λάζειν γε μὴν ἐν δίκῃ δούλους δεῖ, καὶ μὴ νουθετοῦντας 39260 4.19.52.26 : ὡς ἐλευθέρους θρύπτεσθαι ποιεῖν· τὴν δὲ οἰκέτου πρόσρη– 39261 4.19.52.27 : σιν χρὴ σχεδὸν ἐπίταξιν πᾶσαν γίγνεσθαι, μὴ προσπαίζον– 39262 4.19.52.28 : τας μηδαμῇ μηδαμῶς οἰκέταις, μήτ´ οὖν θηλείαις μήτε 39263 4.19.52.29 : ἄρρεσιν, ἃ δὴ πρὸς δούλους φιλοῦσι πολλοὶ σφόδρα ἀνο– 39264 4.19.52.30 : ήτως θρύπτοντες χαλεπώτερον ἀπεργάζεσθαι τὸν βίον ἐκεί– 39265 4.19.52.31 : νοις τε ἄρχεσθαι καὶ ἑαυτοῖς ἄρχειν. 39266 4.20a.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΑΦΡΟΔΙΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΟΥ ΠΑΡΕΧΟΥΣΗΣ ΤΗΝ ΑΙΤΙΑΝ ΤΗΣ 39267 4.20a.t.2 : ΓΕΝΕΣΕΩΣ ΤΟΙΣ ΑΝΘΡΩΠΟΙΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΕΡΩΤΩΣ ΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟ 39268 4.20a.t.3 : ΣΩΜΑ ΗΔΟΝΩΝ.}1 39269 4.20a.1.1 : Εὐριπίδου Αἰόλῳ (fr. 26 N. 2). 39270 4.20a.1.2 : Τῇ δ´ Ἀφροδίτῃ πόλλ´ ἔνεστι ποικίλα· 39271 4.20a.1.3 : τέρπει τε γὰρ μάλιστα καὶ λυπεῖ βροτούς. 39272 4.20a.1.4 : τύχοιμι δ´ αὐτῆς ἡνίκ´ ἐστὶν εὐμενής. 39273 4.20a.2.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπη (fr. 213 N. 2). 39274 4.20a.2.2 : Κόρος δὲ πάντων· καὶ γὰρ ἐκ καλλιόνων 39275 4.20a.2.3 : λέκτροις ἐπ´ αἰσχροῖς εἶδον ἐκπεπληγμένους, 39276 4.20a.2.4 : δαιτὸς δὲ πληρωθείς τις ἄσμενος πάλιν 39277 4.20a.2.5 : φαύλῃ διαίτῃ προσβαλὼν ἥσθη στόμα. 39278 4.20a.3.1 : Εὐριπίδου Ἱππολύτῳ (fr. 428 N. 2). 39279 4.20a.3.2 : Οἱ γὰρ Κύπριν φεύγοντες ἀνθρώπων ἄγαν 39280 4.20a.3.3 : νοσοῦς´ ὁμοίως τοῖς διώκουσιν ἄγαν. 39281 4.20a.4.1 : Εὐριπίδου Ἀντιγόνη (fr. 162 N. 2). 39282 4.20a.4.2 : Ἀνδρὸς δ´ ὁρῶντος εἰς Κύπριν νεανίου 39283 4.20a.4.3 : ἀφύλακτος ἡ τήρησις, ὡς κἂν φαῦλος ᾖ 39284 4.20a.4.4 : τἄλλ´, εἰς ἔρωτα πᾶς ἀνὴρ σοφώτατος· 39285 4.20a.4.5 : ἢν δ´ ἂν προσῆται Κύπρις, ἥδιστον λαβεῖν. 39286 4.20a.5.1 : Εὐριπίδου Ἱππολύτῳ ( 443 ss.). 39287 4.20a.5.2 : Κύπρις γὰρ οὐ φορητόν, ἢν πολλὴ ῥυῇ· 39288 4.20a.5.3 : ἣ τὸν μὲν εἴκονθ´ ἡσυχῇ μετέρχεται, 39289 4.20a.5.4 : ὃν δ´ ἂν περισσὰ καὶ φρονοῦνθ´ εὕρῃ μέγα, 39290 4.20a.5.5 : τοῦτον λαβοῦσα, [οὕτω] πῶς 〈δοκεῖς;〉 καθύβρισεν. 39291 4.20a.6.1 : Σοφοκλέους (fr. 855 N. 2). 39292 4.20a.6.2 : Ὦ παῖδες, ἥ τοι Κύπρις οὐ Κύπρις μόνον, 39293 4.20a.6.3 : ἀλλ´ ἐστὶ πάντων ὀνομάτων ἐπώνυμος. 39294 4.20a.6.4 : ἔστιν μὲν Ἅιδης, ἔστι δ´ ἄφθιτος βία, 39295 4.20a.6.5 : ἔστιν δὲ λύσσα μανιάς, ἔστι δ´ ἵμερος 39296 4.20a.6.6 : ἄκρατος, ἔστ´ οἰμωγμός· ἐν κείνῃ τὸ πᾶν 39297 4.20a.6.7 : σπουδαῖον, ἡσυχαῖον, εἰς βίαν ἄγον. 39298 4.20a.6.8 : ἐντήκεται γὰρ πλευμόνων ὅσοις ἔνι 39299 4.20a.6.9 : ψυχή. τίς οὐχὶ τῆσδε δεύτερος θεοῦ; 39300 4.20a.6.10 : εἰσέρχεται μὲν ἰχθύων πλωτῷ γένει, 39301 4.20a.6.11 : ἔνεστι δ´ ἐν χέρσου τετρασκελεῖ γονῇ· 39302 4.20a.6.12 : νωμᾷ δ´ ἐν οἰωνοῖσι τοὐκείνης πτερόν, 39303 4.20a.6.13 : ἐν θηρσίν, ἐν βροτοῖσιν, ἐν θεοῖς ἄνω. 39304 4.20a.6.14 : τίν´ οὐ παλαίους´ ἐς τρὶς ἐκβάλλει θεῶν; 39305 4.20a.6.15 : εἴ μοι θέμις, θέμις δὲ τἀληθῆ λέγειν, 39306 4.20a.6.16 : Διὸς τυραννεῖ πλευμόνων; ἄνευ δορός, 39307 4.20a.6.17 : ἄνευ σιδήρου· πάντα τοι συντέμνεται 39308 4.20a.6.18 : Κύπριδι τὰ θνητῶν καὶ θεῶν βουλεύματα. 39309 4.20a.7.1 : Ἐκ τῶν Βίωνος Βουκολικῶν (V p. 141 Wil.). 39310 4.20a.7.2 : Ταὶ Μοῖσαι τὸν ἔρωτα τὸν ἄγριον οὐ φοβέονται, 39311 4.20a.7.3 : ἐκ θυμῶ 〈δὲ〉 φιλεῦντι καὶ ἐκ ποδὸς αὐτῷ ἕπονται. 39312 4.20a.7.4 : κἢν μὲν ἄρα ψυχάν τις ἔχων ἀνέραστον ἀείδῃ, 39313 4.20a.7.5 : τῆνον ὑπεκφεύγοντι καὶ οὐκ ἐθέλοντι διδάσκειν· 39314 4.20a.7.6 : ἢν δὲ νόον τις ἔρωτι δονεύμενος ἁδὺ μελίσδῃ, 39315 4.20a.7.7 : ἐς τῆνον μάλα πᾶσαι ἐπειγόμεναι προρέοντι. 39316 4.20a.7.8 : μάρτυς ἐγών, ὅτι μῦθος ὅδ´ ἔπλετο πᾶσιν ἀληθής. 39317 4.20a.7.9 : ἢν μὲν γὰρ βροτὸν ἄλλον ἢ ἀθανάτων τινὰ μέλπω, 39318 4.20a.7.10 : βαμβαίνει μοι γλῶσσα καὶ ὡς πάρος οὐκέτ´ ἀείδει· 39319 4.20a.7.11 : ἢν δ´ αὖτ´ ἐς τὸν ἔρωτα καὶ ἐς Λυκίδαν τι μελίσδω, 39320 4.20a.7.12 : καὶ τόκα μοι χαίροισα διὰ στόματος ῥέει αὐδά. 39321 4.20a.8.1 : Ζωπύρου (fr. 1 p. 832 N. 2) 39322 4.20a.8.2 : Μηδεὶς ἄπειρος τῶν ἐμῶν εἴη φίλων 39323 4.20a.8.3 : ἔρωτος, εὐτυχῶν δὲ τὸν θεὸν λάβοι. 39324 4.20a.9.1 : Ἀριστάρχου (fr. 2 p. 728 N. 2). 39325 4.20a.9.2 : Ἔρωτος ὅστις μὴ πεπείραται βροτῶν, 39326 4.20a.9.3 : οὐκ οἶδ´ ἀνάγκης θεσμόν· ᾧ πεισθεὶς ἐγὼ 39327 4.20a.9.4 : οὕτω κρατηθεὶς τάσδ´ ἀπεστάλην ὁδούς. 39328 4.20a.9.5 : οὗτος γὰρ ὁ θεὸς καὶ τὸν ἀσθενῆ σθένειν 39329 4.20a.9.6 : τίθησι καὶ τὸν ἄπορον εὑρίσκειν πόρον. 39330 4.20a.10.1 : Ἀναξανδρίδου (fr. 61 K.). 39331 4.20a.10.2 : Ἔρως σοφιστοῦ γίνεται διδάσκαλος 39332 4.20a.10.3 : σκαιοῦ πολὺ κρείττων πρὸς τὸν ἀνθρώπων βίον. 39333 4.20a.11.1 : Εὐριπίδου Αὔγη (fr. 269 N. 2). 39334 4.20a.11.2 : Ἔρωτα δ´ ὅστις μὴ θεὸν κρίνει μέγαν 39335 4.20a.11.3 : καὶ τῶν ἁπάντων δαιμόνων ὑπέρτατον, 39336 4.20a.11.4 : ἢ σκαιός ἐστιν ἢ καλῶν ἄπειρος ὢν 39337 4.20a.11.5 : οὐκ οἶδε τὸν μέγιστον ἀνθρώποις θεόν. 39338 4.20a.12.1 : Ἀντιφάνους (fr. 324 K.). 39339 4.20a.12.2 : [Εἴ] τίς φησὶ τοὺς ἐρῶντας οὐχὶ νοῦν ἔχειν; 39340 4.20a.12.3 : ἦ πού τίς ἐστι τοὺς τρόπους ἀβέλτερος. 39341 4.20a.12.4 : εἰ γὰρ ἀφέλοι τις τοῦ βίου τὰς ἡδονάς, 39342 4.20a.12.5 : καταλείπετ´ οὐδὲν ἕτερον ἢ τεθνηκέναι. 39343 4.20a.13.1 : Ἀλέξιδος (fr. 289 K.). 39344 4.20a.13.2 : Οὐκ ἔστι παιδαγωγὸς ἀνθρώποις ἄρα 39345 4.20a.13.3 : ἔρωτος οὐδεὶς ἄλλος ἐπιμελέστερος. 39346 4.20a.14.1 : Μενάνδρου Θησαυρῷ (fr. 235 K.). 39347 4.20a.14.2 : Εἶτ´ οὐ μέγιστός ἐστι τῶν θεῶν Ἔρως 39348 4.20a.14.3 : καὶ τιμιώτατός γε τῶν πάντων πολύ; 39349 4.20a.14.4 : οὐδεὶς γὰρ οὕτως ἐστὶ φειδωλὸς σφόδρα 39350 4.20a.14.5 : ἄνθρωπος οὐδ´ οὕτως ἀκριβὴς τοὺς τρόπους, 39351 4.20a.14.6 : ὃς οὐχὶ τούτῳ μερίδα τῷ θεῷ νέμει 39352 4.20a.14.7 : τῆς οὐσίας· ὅσοις μὲν οὖν πράως ἔχει, 39353 4.20a.14.8 : νέοις ἔτ´ οὖσι τοῦτο προστάττει ποεῖν· 39354 4.20a.14.9 : οἱ δ´ εἰς τὸ γῆρας ἀναβολὰς ποιούμενοι, 39355 4.20a.14.10 : οὗτοι προσαποτίνουσι τοῦ χρόνου τόκους. 39356 4.20a.15.1 : Μενάνδρου Συναριστώσαις (fr. 449 K.). 39357 4.20a.15.2 : Ἔρως δὲ τῶν θεῶν 39358 4.20a.15.3 : ἰσχὺν ἔχων πλείστην ἐπὶ τούτου δείκνυται· 39359 4.20a.15.4 : διὰ τοῦτον ἐπιορκοῦσι τοὺς ἄλλους θεούς. 39360 4.20a.16.1 : Μιμνέρμου (fr. 1 p. l. II 4 p. 25 B.). 39361 4.20a.16.2 : Τίς δὲ βίος, τί δὲ τερπνὸν ἄτερ χρυσῆς Ἀφροδίτης; 39362 4.20a.16.3 : τεθναίην, ὅτε μοι μηκέτι ταῦτα μέλοι, 39363 4.20a.16.4 : κρυπταδίη φιλότης καὶ μείλιχα δῶρα καὶ εὐνή· 39364 4.20a.16.5 : οἶ´ ἥβης ἄνθεα γίγνεται ἁρπαλέα 39365 4.20a.16.6 : ἀνδράσιν ἠδὲ γυναιξίν· ἐπεὶ δ´ ὀδυνηρὸν ἐπέλθῃ 39366 4.20a.16.7 : γῆρας, ὅ τ´ αἰσχρὸν ὁμῶς καὶ καλὸν ἄνδρα τιθεῖ, 39367 4.20a.16.8 : αἰεί μιν φρένας ἀμφὶ κακαὶ τείρουσι μέριμναι, 39368 4.20a.16.9 : οὐδ´ αὐγὰς προσορῶν τέρπεται ἠελίου, 39369 4.20a.16.10 : ἀλλ´ ἐχθρὸς μὲν παισίν, ἀτίμαστος δὲ γυναιξίν· 39370 4.20a.16.11 : οὕτως ἀργαλέον γῆρας ἔθηκε θεός. 39371 4.20a.17.1 : Μενάνδρου Ναυκλήρου (fr. 352 K.). 39372 4.20a.17.2 : Καὶ φύσει πως εὐάγωγόν ἐστι πᾶς ἀνὴρ ἐρῶν. 39373 4.20a.18.1 : Μενάνδρου Θησαυρῷ (fr. 237 K.). 39374 4.20a.18.2 : Πολλοῖς ὑπέκκαυμ´ ἐστ´ ἔρωτος μουσική. 39375 4.20a.19.1 : Θεοκρίτου (III 20). 39376 4.20a.19.2 : Ἔστι καὶ ἐν κενεοῖσι φιλήμασιν ἁδέα τέρψις. 39377 4.20a.20.1 : Μενάνδρου (fr. 797 K.). 39378 4.20a.20.2 : Ὀργὴ φιλούντων ὀλίγον ἰσχύει χρόνον. 39379 4.20a.21.1 : Μενάνδρου Ἥρωι (fr. 209 K.). 39380 4.20a.21.2 : Δέσποιν´, ἔρωτος οὐδὲν ἰσχύει πλέον· 39381 4.20a.21.3 : οὐδ´ αὐτὸς ὁ κρατῶν 〈τῶν〉 ἐν οὐρανῷ θεῶν 39382 4.20a.21.4 : Ζεύς, ἀλλ´ ἐκείνῳ πάντ´ ἀναγκασθεὶς ποεῖ. 39383 4.20a.22.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομέδας (fr. 138 N. 2). 39384 4.20a.22.2 : Ὅσοι γὰρ εἰς ἔρωτα πίπτουσιν βροτῶν, 39385 4.20a.22.3 : ἐσθλῶν ὅταν τύχωσι τῶν ἐρωμένων, 39386 4.20a.22.4 : οὐκ ἔστι ποίας λείπεται τόδ´ ἡδονῆς. 39387 4.20a.23.1 : Σοφοκλέους Τραχινίαις ( 441 ss.). 39388 4.20a.23.2 : Ἔρωτι μέν νυν ὅστις ἀντανίσταται 39389 4.20a.23.3 : πύκτης ὅπως ἐς χεῖρας, οὐ καλῶς φρονεῖ· 39390 4.20a.23.4 : οὗτος γὰρ ἄρχει καὶ θεῶν ὅπως θέλει. 39391 4.20a.24.1 : Τοῦ αὐτοῦ Φαίδρᾳ (fr. 607 Dind.). 39392 4.20a.24.2 : Ἔρως γὰρ ἄνδρας οὐ μόνους ἐπέρχεται, 39393 4.20a.24.3 : οὐδ´ αὖ γυναῖκας, ἀλλὰ καὶ θεῶν ἄνω 39394 4.20a.24.4 : ψυχὰς χαράσσει κἀπὶ πόντον ἔρχεται. 39395 4.20a.24.5 : καὶ τόνδ´ ἀπείργειν οὐδ´ ὁ παγκρατὴς σθένει 39396 4.20a.24.6 : Ζεὺς ἀλλ´ ὑπείκει καὶ θέλων ἐγκλίνεται. 39397 4.20a.25.1 : Εὐριπίδου Ἱππολύτῳ (fr. 430 N. 2). 39398 4.20a.25.2 : Ἔχω δὲ τόλμης καὶ θράσους διδάσκαλον 39399 4.20a.25.3 : ἐν τοῖς ἀμηχάνοισιν εὐπορώτατον, 39400 4.20a.25.4 : Ἔρωτα, πάντων δυσμαχώτατον θεόν. 39401 4.20a.26.1 : Ἐκ τῶν Βίωνος Βουκολικῶν (VI Wil.). 39402 4.20a.26.2 : Ἁ μεγάλα μοι Κύπρις ἔθ´ ὑπνώοντι παρέστα 39403 4.20a.26.3 : νηπίαχον τὸν Ἔρωτα καλᾶς ἐκ χειρὸς ἄγοισα 39404 4.20a.26.4 : ἐς χθόνα νευστάζοντα, τόσον δέ μοι ἔφρασε μῦθον· 39405 4.20a.26.5 : ‘μέλπειν μοι φίλε βοῦτα λαβὼν τὸν Ἔρωτα δίδασκε.’ 39406 4.20a.26.6 : ὣς λέγε· χἂ μὲν ἀπῆνθεν, ἐγὼ δ´ ὅσα βουκολίασδον, 39407 4.20a.26.7 : νήπιος ὡς ἐθέλοντα μαθεῖν τὸν Ἔρωτα δίδασκον, 39408 4.20a.26.8 : ὡς εὗρεν πλαγίαυλον ὁ Πάν, ὡς αὐλὸν Ἀθάνα, 39409 4.20a.26.9 : ὡς χέλυν Ἑρμάων, κίθαριν ὡς ἁδὺς Ἀπόλλων. 39410 4.20a.26.10 : ταῦτά μιν ἐξεδίδασκον· ὁ δ´ οὐκ ἐμπάζετο μύθων, 39411 4.20a.26.11 : ἀλλά μοι αὐτὸς ἄειδεν ἐρωτύλα, καί με δίδασκε 39412 4.20a.26.12 : θνατῶν ἀθανάτων τε πόθους καὶ ματέρος ἔργα. 39413 4.20a.26.13 : κἠγὼν ἐκλαθόμαν μὲν ὅσων τὸν Ἔρωτα δίδασκον, 39414 4.20a.26.14 : ὅσσα δ´ Ἔρως. με δίδαξεν ἐρωτύλα πάντα διδάχθην. 39415 4.20a.27.1 : Τοῦ αὐτοῦ (VII Wil.). 39416 4.20a.27.2 : Ἕσπερε, τᾶς ἐρατᾶς χρύσεον φάος Ἀφρογενῄας, 39417 4.20a.27.3 : Ἕσπερε κυανέας ἱερὸν φίλε Νυκτὸς ἄγαλμα, 39418 4.20a.27.4 : τόσσον ἀφαυρότερος μήνας, ὅσον ἔξοχος ἄστρων, 39419 4.20a.27.5 : χαῖρε φίλος, καί μοι ποτὶ ποιμένα κῶμον ἄγοντι 39420 4.20a.27.6 : ἀντὶ σελαναίας τὺ δίδου φάος, ὥνεκα τήνα 39421 4.20a.27.7 : σάμερον ἀρχομένα τάχιον δύεν. οὐκ ἐπὶ φωρὰν 39422 4.20a.27.8 : ἔρχομαι, οὐδ´ ἵνα νυκτὸς ὁδοιπορέοντας ἐνοχλέω· 39423 4.20a.27.9 : ἀλλ´ ἐράω· καλόν τοι ἐρασσαμένῳ συναρέσθαι. 39424 4.20a.28.1 : Τοῦ αὐτοῦ (VIII Wil.). 39425 4.20a.28.2 : Ὄλβιοι 〈οἱ〉 φιλέοντες, ἐπὴν ἴσον ἀντεράωνται. 39426 4.20a.28.3 : ὄλβιος ἦν Θησεὺς τῶ Πειριθόω παρεόντος, 39427 4.20a.28.4 : εἰ καὶ ἀμειλίκτοιο κατήλυθεν εἰς Ἀΐδαο. 39428 4.20a.28.5 : ὄλβιος ἦν χαλεποῖσιν ἐν ἀξείνοισιν Ὀρέστας, 39429 4.20a.28.6 : οὕνεκά οἱ ξυνὰς Πυλάδας αἵρητο κελεύθους. 39430 4.20a.28.7 : ἦν μάκαρ Αἰακίδας ἑτάρω ζώοντος Ἀχιλλεύς, 39431 4.20a.28.8 : ὄλβιος ἦν θνάσκων, ὅτι οἱ μόρον αἰνὸν ἄμυνεν. 39432 4.20a.29.1 : Ἐκ τῶν Μόσχου τοῦ Σικελιώτου Βουκολικῶν (II Wil.). 39433 4.20a.29.2 : Ἤρατο Πὰν Ἀχῶς τᾶς γείτονος, ἤρατο δ´ Ἀχὼ 39434 4.20a.29.3 : σκιρτατᾶ Σατύρω, Σάτυρος δ´ ἐπεμήνατο Λύδᾳ. 39435 4.20a.29.4 : ὡς Ἀχὼ τὸν Πᾶνα, τόσον Σάτυρος φλέγεν Ἀχώ, 39436 4.20a.29.5 : καὶ Λύδα Σατυρίσκον· Ἔρως δ´ ἐσμύχετ´ ἀμοιβά. 39437 4.20a.29.6 : ὅσσον γὰρ τήνων τις ἐμίσεε τὸν φιλέοντα, 39438 4.20a.29.7 : τόσσον ὁμῶς φιλέων ἠχθαίρετο, πάσχε δ´ ἃ ποίει. 39439 4.20a.29.8 : ταῦτα λέγω πᾶσιν τὰ διδάγματα τοῖς ἀνεράστοις· 39440 4.20a.29.9 : στέργετε τοὺς φιλέοντας, ἵν´ ἢν φιλέητε φιλῆσθε. 39441 4.20a.30.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Συμποσίου (p. 183 B). 39442 4.20a.30.2 : Ὃ δὲ δεινότατον, ὥς γε λέγουσιν οἱ πολλοί, ὅτι καὶ 39443 4.20a.30.3 : ὀμνύντι μόνῳ ξυγγνώμη παρὰ θεῶν ἐκβάντι τὸν ὅρκον· 39444 4.20a.30.4 : ἀφροδίσιον γὰρ ὅρκον οὔ φασιν εἶναι. οὕτω καὶ οἱ θεοὶ 39445 4.20a.30.5 : καὶ οἱ ἄνθρωποι πᾶσαν ἐξουσίαν πεποιήκασιν τῷ ἐρῶντι, 39446 4.20a.30.6 : ὡς ὁ νόμος φησὶν ὁ ἐνθάδε. 39447 4.20a.31.1 : Χρυσίππου (fr. 720 Arn.). 39448 4.20a.31.2 : Εἰπόντος τινός ‘οὐκ ἐρασθήσεται ὁ σοφός· μαρτυρεῖ 39449 4.20a.31.3 : γοῦν Μενέδημος, Ἐπίκουρος, Ἀλεξῖνος’, ‘ταύτῃ’ ἔφη ‘χρή– 39450 4.20a.31.4 : σομαι ἀποδείξει· εἰ γὰρ Ἀλεξῖνος ὁ ἀνάγωγος καὶ Ἐπί– 39451 4.20a.31.5 : κουρος ὁ ἀναίσθητος καὶ Μενέδημος 〈ὁ λῆρος〉 οὔ φασιν, 39452 4.20a.31.6 : ἐρασθήσεται ἄρα.’ 39453 4.20a.32.1 : Ἀριστοτέλους. 39454 4.20a.32.2 : Ἀριστοτέλης ὁ Κυρηναῖος φιλόσοφος ἐρωτηθεὶς ὑπό 39455 4.20a.32.3 : τινος εἰ ὁ ἔρως ἕνεκα τῆς συνουσίας γίγνεται ‘οὔτ´’ ἔφη 39456 4.20a.32.4 : ‘διὰ τοῦτο οὔτ´ ἄνευ τούτου.’ 39457 4.20a.33.1 : Δημοκρίτου (fr. 271 Diels 2). 39458 4.20a.33.2 : Ἐρωτικὴν μέμψιν ἡ ἀγαπωμένη λύει. 39459 4.20a.34.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Περὶ ἔρωτος (vol. VII p. 130 Bern.). 39460 4.20a.34.2 : Τῶν Μενάνδρου δραμάτων ὁμαλῶς ἁπάντων ἓν συν– 39461 4.20a.34.3 : εκτικόν ἐστιν, ὁ ἔρως, οἷον πνεῦμα κοινὸν διαπεφυκώς. 39462 4.20a.34.4 : ὄντ´ οὖν μάλιστα θιασώτην τοῦ θεοῦ καὶ ὀργιαστὴν τὸν 39463 4.20a.34.5 : ἄνδρα συμπεριλαμβάνωμεν εἰς τὴν ζήτησιν, ἐπεὶ καὶ λελά– 39464 4.20a.34.6 : ληκε περὶ τοῦ πάθους φιλοσοφώτερον. ἄξιον γὰρ εἶναι 39465 4.20a.34.7 : θαύματος φήσας τὸ περὶ τοὺς ἐρῶντας, ὥσπερ ἔστιν, ἅμα 39466 4.20a.34.8 : λαλεῖ· εἶτα ἀπορεῖ καὶ ζητεῖ πρὸς ἑαυτόν· 39467 4.20a.34.9 : τίνι δεδούλωνταί ποτε; 39468 4.20a.34.10 : ὄψει; φλύαρος· τῆς γὰρ αὐτῆς πάντες ἂν 39469 4.20a.34.11 : ἤρων· κρίσιν γὰρ τὸ βλέπειν ἴσην ἔχει. 39470 4.20a.34.12 : ἀλλ´ ἡδονή τις τοὺς ἐρῶντας ἐπάγεται 39471 4.20a.34.13 : συνουσίας; πῶς οὖν ἕτερος ταύτην ἔχων 39472 4.20a.34.14 : οὐδὲν πέπονθεν ἀλλ´ ἀπῆλθε καταγελῶν, 39473 4.20a.34.15 : ἕτερος 〈δ´〉 ἀπόλωλε; καιρός ἐστιν 〈ἡ〉 νόσος 39474 4.20a.34.16 : ψυχῆς· ὁ πληγεὶς δ´ εἴσω δὴ τιτρώσκεται. 39475 4.20a.34.17 : ταῦτα τίν´ ἐστὶ σκεψώμεθα· καὶ γὰρ ἔχει τι κρουστι– 39476 4.20a.34.18 : κὸν καὶ κινητικὸν αἴτιον, 〈εἰ μήτε τὴν ὄψιν〉 μήτε τὴν 39477 4.20a.34.19 : συνουσίαν αἰτίαν εἶναι πιθανόν ἐστιν· ἀρχαὶ γὰρ αὗταί 39478 4.20a.34.20 : τινες ἴσως, ἡ δὲ ἰσχὺς καὶ ῥίζωσις τοῦ πάθους ἐν ἑτέροις. 39479 4.20a.34.21 : ἡ δ´ ἀπόδειξις ἐλαφρὰ καὶ οὐδ´ ἀληθής· οὐ γὰρ ἔχει 39480 4.20a.34.22 : κρίσιν 〈ἴσην〉 τὸ βλέπειν, ὥσπερ οὐδὲ τὸ γεύεσθαι. καὶ 39481 4.20a.34.23 : γὰρ ὄψις ὄψεως. καὶ ἀκοῆς ἀκοὴ φύσει τε μᾶλλον διήρθρωται 39482 4.20a.34.24 : καὶ τέχνῃ συγγεγύμνασται πρὸς τὴν τοῦ καλοῦ διάγνωσιν, 39483 4.20a.34.25 : ἐν μὲν ἁρμονίαις καὶ μέλεσιν αἱ τῶν μουσικῶν, ἐν δὲ μορ– 39484 4.20a.34.26 : φαῖς καὶ ἰδέαις αἱ τῶν ζῳγράφων· ὥσπερ εἰπεῖν ποτε 39485 4.20a.34.27 : Νικόμαχον λέγουσι πρὸς ἄνθρωπον ἰδιώτην φήσαντα μὴ 39486 4.20a.34.28 : καλὴν αὐτῷ φανῆναι τὴν Ζεύξιδος Ἑλένην· ‘λάβε γάρ’ 39487 4.20a.34.29 : ἔφη ‘τοὺς ἐμοὺς ὀφθαλμούς, καὶ θεός σοι φανήσεται’. 39488 4.20a.34.30 : πολὺ δὲ καὶ μυρεψοὶ περὶ τὰ ὀσφραντὰ καὶ νὴ Δία 39489 4.20a.34.31 : ὀψοποιοὶ περὶ τὰ γευστὰ διατριβῇ καὶ συνηθείᾳ δια– 39490 4.20a.34.32 : φέρουσαν ἡμῶν κρίσιν ἔχουσι. πάλιν δὲ τὸ συνουσίᾳ τὸν 39491 4.20a.34.33 : ἔρωτα μὴ κρατεῖσθαι, διὰ τὸ τῇ αὐτῇ συγγενόμενον ἄλλον 39492 4.20a.34.34 : ἀπαλλαγῆναι καὶ καταφρονῆσαι ....., τοιοῦτόν ἐστιν, 39493 4.20a.34.35 : οἷον εἰ λέγοι τις μηδὲ χυμῶν ἡδονῇ δεδουλῶσθαι Φιλό– 39494 4.20a.34.36 : ξενον τὸν ὀψοφάγον, ὅτι τῶν αὐτῶν Ἀντισθένης γευσά– 39495 4.20a.34.37 : μενος οὐδὲν ἔπαθε τοιοῦτον· μηδὲ ὑπὸ οἴνου μεθύειν 39496 4.20a.34.38 : Ἀλκιβιάδην, ὅτι Σωκράτης πίνων τὸν ἴσον οἶνον ἔνηφεν. 39497 4.20a.34.39 : ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἐάσωμεν, τὰ δ´ ἐφεξῆς, ἐν οἷς ἤδη τὴν 39498 4.20a.34.40 : αὑτοῦ δόξαν ἀποφαίνεται, σκοπῶμεν. 39499 4.20a.34.41 : καιρός ἐστιν ἡ νόσος 39500 4.20a.34.42 : ψυχῆς. 39501 4.20a.34.43 : εὖ καὶ ὀρθῶς. δεῖ γὰρ ἅμα τοῦ πάσχοντος εἰς ταὐτὸ 39502 4.20a.34.44 : καὶ τοῦ ποιοῦντος ἀπάντησιν γενέσθαι, πρὸς ἄλληλά πως 39503 4.20a.34.45 : ἐχόντων· ὡς ἄκυρον εἰς τὴν τοῦ τέλους ἀπεργασίαν ἡ 39504 4.20a.34.46 : δραστικὴ δύναμις, ἂν μὴ παθητικὴ διάθεσις ᾖ. τοῦτο 39505 4.20a.34.47 : δὲ εὐστοχίας ἐστὶ καιροῦ τῷ παθεῖν ἑτοίμῳ συνάπτοντος 39506 4.20a.34.48 : ἐν ἀκμῇ τὸ ποιεῖν πεφυκός. 39507 4.20a.35.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Συμποσίου (p. 189 D–192 D). 39508 4.20a.35.2 : Ἡ γὰρ πάλαι ἡμῶν φύσις οὐχ αὑτὴ ἦν ἥπερ νῦν, 39509 4.20a.35.3 : ἀλλὰ ἀλλοία. πρῶτον μὲν γὰρ τρία ἦν γένη τὰ τῶν 39510 4.20a.35.4 : ἀνθρώπων, οὐχ ὥσπερ νῦν δύο, ἄρρεν καὶ θῆλυ, ἀλλὰ 39511 4.20a.35.5 : καὶ τρίτον προσῆν κοινὸν 〈ὂν〉 ἀμφοτέρων τούτων, οὗ 39512 4.20a.35.6 : νῦν ὄνομα λοιπόν, αὐτὸ δὲ ἠφάνισται· ἀνδρόγυνον γὰρ 39513 4.20a.35.7 : τότε μὲν ἦν καὶ εἶδος καὶ ὄνομα ἐξ ἀμφοτέρων κοινὸν 39514 4.20a.35.8 : τοῦ τε ἄρρενος καὶ θήλεος, νῦν δὲ οὐκ ἔστιν ἀλλ´ ἢ ἐν 39515 4.20a.35.9 : ὀνείδει ὄνομα κείμενον. ἔπειτα ὅλον ἦν ἑκάστου τοῦ 39516 4.20a.35.10 : ἀνθρώπου τὸ εἶδος στρογγύλον, νῶτόν τε καὶ πλευρὰς 39517 4.20a.35.11 : κύκλῳ ἔχον, χεῖρας δὲ τέτταρας εἶχε, καὶ σκέλη τὰ ἴσα 39518 4.20a.35.12 : ταῖς χερσί, καὶ πρόσωπα δύο ἐπὶ αὐχένι κυκλοτερεῖ, 39519 4.20a.35.13 : ὅμοια πάντη· κεφαλὴν δὲ ἐπ´ ἀμφοτέροις τοῖς προσώποις 39520 4.20a.35.14 : ἐναντίοις 〈κειμένοις〉 μίαν, καὶ ὦτα τέτταρα, καὶ αἰδοῖα 39521 4.20a.35.15 : δύο, καὶ τἄλλα πάντα ὡς ἀπὸ τούτων ἄν τις εἰκάσειεν. 39522 4.20a.35.16 : ἐπορεύετο δὲ καὶ ὀρθὸν ὥσπερ νῦν, ὁποτέρωσε βουληθείη· 39523 4.20a.35.17 : καὶ ὁπότε ταχὺ ὁρμήσειε θεῖν, ὥσπερ οἱ κυβιστῶντες 39524 4.20a.35.18 : καὶ εἰς ὀρθὸν τὰ σκέλη περιφερόμενοι κυβιστῶσι κύκλῳ, 39525 4.20a.35.19 : τότε ὀκτὼ οὖσι τοῖς μέλεσιν ἀπερειδόμενοι ταχὺ ἐφέροντο 39526 4.20a.35.20 : κύκλῳ. ἦν δὲ διὰ ταῦτα τρία τὰ γένη καὶ τοιαῦτα, ὅτι 39527 4.20a.35.21 : τὸ μὲν ἄρρεν ἦν τοῦ ἡλίου τὴν ἀρχὴν ἔκγονον, τὸ δὲ θῆλυ 39528 4.20a.35.22 : τῆς γῆς, τὸ δὲ ἀμφοτέρων μετέχον τῆς σελήνης, ὅτι καὶ 39529 4.20a.35.23 : ἡ σελήνη ἀμφοτέρων μετεῖχεν· περιφερῆ δὲ δὴ ἦν καὶ 39530 4.20a.35.24 : αὐτὰ καὶ ἡ πορεία αὐτῶν διὰ τὸ τοῖς γονεῦσιν ὅμοια 39531 4.20a.35.25 : εἶναι. ἦν οὖν τὴν ἰσχὺν δεινὰ καὶ τὴν ῥώμην, καὶ τὰ 39532 4.20a.35.26 : φρονήματα μεγάλα εἶχον, ἐπεχείρησαν δὲ τοῖς θεοῖς, καὶ 39533 4.20a.35.27 : ὃ λέγει Ὅμηρος περὶ Ἐφιάλτου τε καὶ Ὤτου, περὶ ἐκεί– 39534 4.20a.35.28 : νων λέγεται, τὸ εἰς τὸν οὐρανὸν ἀνάβασιν ἐπιχειρεῖν ποιεῖν, 39535 4.20a.35.29 : ὡς ἐπιθησομένων τοῖς θεοῖς. ὁ οὖν Ζεὺς καὶ οἱ ἄλλοι 39536 4.20a.35.30 : θεοὶ ἐβουλεύοντο ὅ τι χρὴ αὐτοὺς ποιῆσαι, καὶ ἠπόρουν· 39537 4.20a.35.31 : οὔτε γὰρ ὅπως ἀποκτείναιεν εἶχον καὶ ὥσπερ τοὺς γίγαντας 39538 4.20a.35.32 : κεραυνώσαντες τὸ γένος ἀφανίσαιεν· αἱ τιμαὶ γὰρ αὐτοῖς 39539 4.20a.35.33 : καὶ τὰ ἱερὰ τὰ παρὰ τῶν ἀνθρώπων ἠφανίζετο· οὔτε ὅπως 39540 4.20a.35.34 : ἐῷεν ἀσελγαίνειν. μόλις δὲ ὁ Ζεὺς ἐννοήσας λέγει ὅτι 39541 4.20a.35.35 : ‘Δοκῶ μοι’ 〈ἔφη〉 ‘ἔχειν μηχανήν, ὡς ἂν εἶέν τε ἅνθρωποι 39542 4.20a.35.36 : καὶ παύσαιντο τῆς ἀκολασίας ἀσθενέστεροι γενόμενοι. 39543 4.20a.35.37 : νῦν μὲν γὰρ αὐτούς, ἔφη, διατεμῶ δίχα ἕκαστον, καὶ ἅμα 39544 4.20a.35.38 : μὲν ἀσθενέστεροι ἔσονται, ἅμα δὲ χρησιμώτεροι ἡμῖν διὰ 39545 4.20a.35.39 : τὸ πλείους τὸν ἀριθμὸν γεγονέναι· καὶ βαδιοῦνται ὀρθοὶ 39546 4.20a.35.40 : ἐπὶ δυοῖν σκελοῖν. ἐὰν δὲ ἔτι δοκῶσιν ἀσελγαίνειν καὶ 39547 4.20a.35.41 : μὴ θέλωσιν ἡσυχίαν ἄγειν, πάλιν αὖ, ἔφη, τεμῶ δίχα, 39548 4.20a.35.42 : ὥστε ἐφ´ ἑνὸς πορεύσονται σκέλους ἀσκωλίζοντες’. ταῦτα 39549 4.20a.35.43 : εἰπὼν ἔτεμνε τοὺς ἀνθρώπους δίχα, ὥσπερ οἱ τὰ ὠὰ 39550 4.20a.35.44 : τέμνοντες καὶ μέλλοντες ταριχεύειν, ἢ ὥσπερ οἱ τὰ ὠὰ 39551 4.20a.35.45 : ταῖς θριξίν· ὅντινα δὲ τέμοι, τὸν Ἀπόλλω ἐκέλευεν τό 39552 4.20a.35.46 : τε πρόσωπον μεταστρέφειν καὶ τὸ τοῦ αὐχένος ἥμισυ 39553 4.20a.35.47 : πρὸς τὴν τομήν, ἵνα θεώμενος τὴν αὑτοῦ τμῆσιν κοσμιώ– 39554 4.20a.35.48 : τερος εἴη ὁ ἄνθρωπος, καὶ τἄλλα ἰᾶσθαι ἐκέλευεν. ὁ δὲ 39555 4.20a.35.49 : τό τε πρόσωπον μετέστρεφε, καὶ ξυνέλκων πανταχόθεν τὸ 39556 4.20a.35.50 : δέρμα ἐπὶ τὴν γαστέρα νῦν καλουμένην, ὥσπερ τὰ σύ– 39557 4.20a.35.51 : σπαστα βαλλάντια, ἓν στόμα ποιῶν ἀπέδει κατὰ μέσην 39558 4.20a.35.52 : τὴν γαστέρα, ὃ δὴ τὸν ὀμφαλὸν καλοῦσιν. καὶ τὰς μὲν 39559 4.20a.35.53 : ἄλλας ῥυτίδας 〈τὰς〉 πολλὰς ἐξελέαινε καὶ τὰ στήθη 39560 4.20a.35.54 : διήρθρου, ἔχων τι τοιοῦτον ὄργανον οἷον οἱ σκυτοτόμοι 39561 4.20a.35.55 : περὶ τὸν καλάποδα λεαίνοντες τὰς τῶν σκυτῶν ῥυτίδας· 39562 4.20a.35.56 : ὀλίγας δὲ κατέλιπε τὰς περὶ αὐτὴν τὴν γαστέρα καὶ τὸν 39563 4.20a.35.57 : ὀμφαλόν, μνημεῖον εἶναι τοῦ παλαιοῦ πάθους. ἐπειδὴ 39564 4.20a.35.58 : οὖν ἡ φύσις δίχα ἐτμήθη, ποθοῦν ἕκαστον τὸ ἥμισυ τὸ 39565 4.20a.35.59 : αὑτοῦ ξυνῄει, καὶ περιβάλλοντες τὰς χεῖρας καὶ συμπλε– 39566 4.20a.35.60 : κόμενοι ἀλλήλοις, ἐπιθυμοῦντες ξυμφῦναι, ἀπέθνῃσκον 39567 4.20a.35.61 : ὑπὸ τοῦ λιμοῦ καὶ τῆς ἄλλης ἀργίας διὰ τὸ μηδὲν ἐθέλειν 39568 4.20a.35.62 : χωρὶς ἀλλήλων ποιεῖν. καὶ ὁπότε τι ἀποθάνοι τῶν 39569 4.20a.35.63 : ἡμίσεων, τὸ δὲ λειφθείη, τὸ λειφθὲν ἄλλο ἐζήτει καὶ 39570 4.20a.35.64 : συνεπέπλεκτο, εἴτε γυναικὸς τῆς ὅλης ἐντύχοι ἡμίσει, ὃ 39571 4.20a.35.65 : δὴ νῦν γυναῖκα καλοῦμεν. εἴτε ἀνδρός· 〈καὶ〉 οὕτως ἀπώλ– 39572 4.20a.35.66 : λυντο. ἐλεήσας δὲ ὁ Ζεὺς ἄλλην μηχανὴν πορίζεται, καὶ 39573 4.20a.35.67 : μετατίθησιν αὐτῶν τὰ αἰδοῖα εἰς τὸ πρόσθεν· τέως γὰρ 39574 4.20a.35.68 : καὶ ταῦτα ἐκτὸς εἶχον, καὶ ἐγέννων καὶ ἔτικτον οὐκ εἰς 39575 4.20a.35.69 : ἀλήλλους ἀλλ´ εἰς γῆν, ὥσπερ οἱ τέττιγες. μετέθηκέ τε 39576 4.20a.35.70 : οὖν οὕτως αὐτῶν εἰς τὸ ἔμπροσθεν καὶ διὰ τούτων τὴν 39577 4.20a.35.71 : γένεσιν ἐν ἀλλήλοις ἐποίησεν, διὰ τοῦ ἄρρενος ἐν τῷ θήλει, 39578 4.20a.35.72 : τῶνδε ἕνεκα, ἵνα ἐν τῇ συμπλοκῇ ἅμα μὲν εἰ ἀνὴρ γυναικὶ 39579 4.20a.35.73 : ἐντύχοι, γεννῷεν καὶ γίγνοιτο τὸ γένος, ἅμα δ´ εἰ καὶ 39580 4.20a.35.74 : ἄρρεν ἄρρενι, πλησμονὴ γοῦν γίγνοιτο τῆς συνουσίας καὶ 39581 4.20a.35.75 : διαπαύοιντο καὶ ἐπὶ τὰ ἔργα τρέποιντο καὶ τοῦ ἄλλου βίου 39582 4.20a.35.76 : ἐπιμελοῖντο. ἔστι δὴ οὖν ἐκ τόσου ὁ ἔρως ἔμφυτος ἀλλή– 39583 4.20a.35.77 : λων τοῖς ἀνθρώποις καὶ τῆς ἀρχαίας φύσεως συναγωγὸς 39584 4.20a.35.78 : καὶ ἐπιχειρῶν ποιῆσαι ἓν ἐκ δυοῖν καὶ ἰάσασθαι τὴν 39585 4.20a.35.79 : φύσιν τὴν ἀνθρωπίνην. ἕκαστος οὖν ἡμῶν ἐστιν ἀνθρώ– 39586 4.20a.35.80 : που σύμβολον, ἅτε τετμημένος ὥσπερ αἱ ψῆτται, ἐξ ἑνὸς 39587 4.20a.35.81 : δύο· ζητεῖ δὴ ἀεὶ τὸ αὑτοῦ ἕκαστον σύμβολον. ὅσοι μὲν 39588 4.20a.35.82 : οὖν τῶν ἀνδρῶν τοῦ κοινοῦ τμῆμά εἰσιν, ὃ δὴ τότε ἀνδρό– 39589 4.20a.35.83 : γυνον ἐκαλεῖτο, φιλογύναικές τέ εἰσιν καὶ οἱ πολλοὶ τῶν 39590 4.20a.35.84 : μοιχῶν ἐκ τούτου τοῦ γένους γεγόνασιν, καὶ ὅσαι αὖ γυναῖκες 39591 4.20a.35.85 : φίλανδροί τε καὶ μοιχεύτριαι. ὅσαι δὲ τῶν γυναικῶν γυ– 39592 4.20a.35.86 : ναικὸς τμῆμά εἰσιν, οὐ πάνυ αὗται τοῖς ἀνδράσι τὸν νοῦν 39593 4.20a.35.87 : προσέχουσιν, ἀλλὰ μᾶλλον πρὸς τὰς γυναῖκας τετραμμέναι 39594 4.20a.35.88 : εἰσίν, καὶ 〈αἱ〉 ἑταιρίστριαι ἐκ τούτου τοῦ γένους γίγνονται. 39595 4.20a.35.89 : ὅσοι δὲ ἄρρενος τμῆμά εἰσιν, τὰ ἄρρενα διώκουσιν, καὶ 39596 4.20a.35.90 : τέως μὲν ἂν παῖδες ὦσιν, ἅτε 〈τεμάχια〉 ὄντα τοῦ ἄρρενος, 39597 4.20a.35.91 : φιλοῦσι τοὺς ἄνδρας καὶ χαίρουσι ξυγκατακείμενοι καὶ 39598 4.20a.35.92 : ξυμπλεκόμενοι τοῖς ἀνδράσι, καί εἰσιν οὗτοι βέλτιστοι 39599 4.20a.35.93 : τῶν παίδων καὶ μειρακίων, ἅτε ἀνδρειότατοι ὄντες φύσει. 39600 4.20a.35.94 : φασὶ δὲ δή τινες αὐτοὺς ἀναισχύντους εἶναι, ψευδόμενοι· 39601 4.20a.35.95 : οὔτε γὰρ ὑπ´ ἀναισχυντίας τοῦτο δρῶσιν ἀλλ´ ὑπὸ θάρρους 39602 4.20a.35.96 : καὶ ἀνδρείας καὶ ἀρρενωπίας, τὸ ὅμοιον αὐτοῖς ἀσπαζόμενοι. 39603 4.20a.35.97 : μέγα δὲ τεκμήριον· καὶ γὰρ τελεωθέντες μόνοι ἀποβαίνου– 39604 4.20a.35.98 : σιν εἰς τὰ πολιτικὰ ἄνδρες οἱ τοιοῦτοι. ἐπειδὰν δὲ ἀνδρω– 39605 4.20a.35.99 : θῶσι, παιδεραστοῦσι καὶ πρὸς γάμους καὶ παιδοποιίας οὐ 39606 4.20a.35.100 : προσέχουσι τὸν νοῦν φύσει, ἀλλ´ ὑπὸ τοῦ νόμου ἀναγκά– 39607 4.20a.35.101 : ζονται· ἀλλ´ ἐξαρκεῖ αὐτοῖς μετ´ ἀλλήλων καταζῆν ἀγάμοις 39608 4.20a.35.102 : οὖσι. πάντως μὲν οὖν ὁ τοιοῦτος παιδεραστής τε καὶ 39609 4.20a.35.103 : φιλεραστὴς γίγνεται, ἀεὶ τὸ ξυγγενὲς ἀσπαζόμενος. ὅταν 39610 4.20a.35.104 : μὲν οὖν καὶ αὐτῷ ἐκείνῳ ἐντύχῃ τῷ αὑτοῦ ἡμίσει καὶ ὁ 39611 4.20a.35.105 : παιδεραστὴς παὶ ἄλλος πᾶς, τότε καὶ θαυμαστὰ ἐκπλήτ– 39612 4.20a.35.106 : τονται φιλίᾳ τε καὶ οἰκειότητι καὶ ἔρωτι, οὐκ ἐθέλοντες 39613 4.20a.35.107 : ὡς ἔπος εἰπεῖν χωρίζεσθαι ἀλλήλων οὐδὲ ἐπὶ σμικρὸν 39614 4.20a.35.108 : χρόνον. καὶ οἱ διατελοῦντες μετ´ ἀλλήλων διὰ βίου οὗτοί 39615 4.20a.35.109 : εἰσιν, οἳ οὐδ´ ἂν ἔχοιεν εἰπεῖν ὅ τι βούλονται σφίσι παρ´ 39616 4.20a.35.110 : ἀλλήλων γίγνεσθαι. οὐδενὶ γὰρ ἂν δόξειε τοῦτ´ εἶναι ἡ 39617 4.20a.35.111 : τῶν ἀφροδισίων ξυνουσία, ὡς ἄρα τούτου ἕνεκα ἕτερος 39618 4.20a.35.112 : ἑκατέρῳ χαίρει συνὼν οὕτως ἐπὶ μεγάλης σπουδῆς· ἀλλ´ 39619 4.20a.35.113 : ἄλλο τι βουλομένη ἡ ψυχὴ ἑκατέρου δήλη ἐστίν, ὃ οὐ δύνα– 39620 4.20a.35.114 : ται εἰπεῖν, ἀλλὸ μαντεύεται ὃ βούλεται, καὶ αἰνίττεται. 39621 4.20a.36.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 195 A–197 E). 39622 4.20a.36.2 : Φημὶ οὖν ἐγὼ πάντων θεῶν εὐδαιμόνων ὄντων Ἔρωτα, 39623 4.20a.36.3 : εἰ θέμις καὶ ἀνεμέσητον εἰπεῖν, εὐδαιμονέστατον εἶναι 39624 4.20a.36.4 : αὐτῶν, κάλλιστον ὄντα καὶ ἄριστον. ἔστι δὲ κάλλιστος 39625 4.20a.36.5 : ὢν τοιόσδε. πρῶτον μὲν νεώτατος θεῶν, ὦ Φαῖδρε. μέγα 39626 4.20a.36.6 : δὲ τεκμήριον τῷ λόγῳ αὐτὸς παρέχεται, φεύγων φυγῇ τὸ 39627 4.20a.36.7 : γῆρας, ταχὺ ὂν δῆλον ὅτι· θᾶττον γοῦν τοῦ δέοντος ἡμῖν 39628 4.20a.36.8 : προσέρχεται. ὁ δὴ πέφυκεν Ἔρως μισεῖν καὶ οὐδ´ ἐντὸς 39629 4.20a.36.9 : πολλοῦ πλησιάζειν. μετὰ δὲ νέων αἰεὶ ξύνεστί τε καὶ 39630 4.20a.36.10 : ἔστιν· ὁ γὰρ παλαιὸς λόγος εὖ ἔχει, ὡς ὅμοιον ὁμοίῳ 39631 4.20a.36.11 : ἀεὶ πελάζει. ἐγὼ δὲ Φαίδρῳ πολλὰ ἄλλα ὁμολογῶν 39632 4.20a.36.12 : τοῦτο οὐχ ὁμολογῶ, ὡς Ἔρως Κρόνου καὶ Ἰαπετοῦ ἀρ– 39633 4.20a.36.13 : χαιότερός ἐστιν, ἀλλὰ φημὶ νεώτατόν τε αὐτὸν εἶναι θεῶν 39634 4.20a.36.14 : καὶ ἀεὶ νέον, τὰ δὲ παλαιὰ πράγματα περὶ θεούς, ἃ 39635 4.20a.36.15 : Ἡσίοδος καὶ Παρμενίδης λέγουσιν, Ἀνάγκῃ καὶ οὐκ Ἔρωτι 39636 4.20a.36.16 : γεγονέναι, 〈εἰ ἐκεῖνοι〉 ἀληθῆ λέγουσιν. οὐ γὰρ ἂν ἐκτομαὶ 39637 4.20a.36.17 : οὐδὲ δεσμοὶ ἀλλήλων ἐγένοντο, καὶ ἄλλα πολλὰ καὶ βίαια, 39638 4.20a.36.18 : εἰ Ἔρως ἐν αὐτοῖς ἦν, ἀλλὰ φιλία καὶ εἰρήνη, ὥσπερ νῦν, 39639 4.20a.36.19 : ἐξ οὗ Ἔρως τῶν θεῶν βασιλεύει. νέος μὲν οὖν ἐστι, 39640 4.20a.36.20 : πρὸς δὲ τῷ νέῳ ἁπαλός· ποιητοῦ δέ ἐστιν ἐνδεὴς οἷός 39641 4.20a.36.21 : περ ἦν ὁ Ὅμηρος πρὸς τὸ ἐπιδεῖξαι θεοῦ ἁπαλότητα. 39642 4.20a.36.22 : Ὅμηρος γὰρ Ἄτην θεόν τέ φησιν εἶναι καὶ ἁπαλήν· 39643 4.20a.36.23 : τοὺς γοῦν πόδας αὐτῆς ἁπαλούς φησιν εἶναι λέγων 39644 4.20a.36.24 : τῆς μένθ´ ἁπαλοὶ πόδες· οὐ γὰρ ἐπ´ οὔδεος 39645 4.20a.36.25 : πίλναται, ἀλλ´ ἄρα ἥ γε κατ´ ἀνδρῶν κράατα βαίνει. 39646 4.20a.36.26 : καλῷ οὖν μοι δοκεῖ τεκμηρίῳ τὴν ἁπαλότητα ἀποφαί– 39647 4.20a.36.27 : νειν, ὅτι οὐκ ἐπὶ σκληροῦ βαίνει, ἀλλ´ ἐπὶ μαλθακοῦ. 39648 4.20a.36.28 : τῷ αὐτῷ δὴ καὶ ἡμεῖς χρησώμεθα τεκμηρίῳ περὶ Ἔρωτος 39649 4.20a.36.29 : ὅτι ἁπαλός. οὐ γὰρ ἐπὶ γῆς βαίνει οὐδ´ ἐπὶ κρανίων, 39650 4.20a.36.30 : ἅ ἐστιν οὐ πάνυ μαλακά, ἀλλ´ ἐν τοῖς μαλακωτάτοις 39651 4.20a.36.31 : τῶν ὄντων βαίνει καὶ οἰκεῖ. ἐν γὰρ ἤθεσι καὶ ψυχαῖς 39652 4.20a.36.32 : θεῶν καὶ ἀνθρώπων τὴν οἴκησιν ἵδρυται, καὶ οὐκ αὖ ἐν πά– 39653 4.20a.36.33 : σαις ἑξῆς ταῖς ψυχαῖς, ἀλλὰ ᾗτινι ἂν σκληρὸν ἦθος 39654 4.20a.36.34 : ἐχούσῃ ἐντύχῃ, ἀπέρχεται, ᾗ δ´ ἂν μαλακόν, οἰκίζεται. 39655 4.20a.36.35 : ἁπτόμενον οὖν ἀεὶ καὶ ποσὶ καὶ πάντῃ ἐν μαλακωτάτοις 39656 4.20a.36.36 : τῶν μαλακωτάτων, 〈ἁπαλώτατον〉 ἀνάγκη εἶναι. νεώτατος 39657 4.20a.36.37 : μὲν δή ἐστι καὶ ἁπαλώτατος, πρὸς δὲ τούτοις ὑγρὸς τὸ 39658 4.20a.36.38 : εἶδος. οὐ γὰρ ἂν οἷός τε ἦν πάντῃ περιπτύσσεσθαι 39659 4.20a.36.39 : οὐδὲ διὰ πάσης ψυχῆς καὶ εἰσιὼν τὸ πρῶτον λανθάνειν 39660 4.20a.36.40 : καὶ ἐξιών, εἰ σκληρὸς ἦν. συμμέτρου δὲ καὶ ὑγρᾶς οὐσίας 39661 4.20a.36.41 : μέγα τεκμήριον ἡ εὐσχημοσύνη, ὃ δὴ διαφερόντως ἐκ 39662 4.20a.36.42 : πάντων ὁμολογουμένως Ἔρως ἔχει· ἀσχημοσύνῃ γὰρ καὶ 39663 4.20a.36.43 : Ἔρωτι πρὸς ἀλλήλους ἀεὶ πόλεμος. χρόας δὲ κάλλος 39664 4.20a.36.44 : κατ´ ἄνθη δίαιτα τοῦ θεοῦ σημαίνει· ἀνανθεῖ γὰρ καὶ 39665 4.20a.36.45 : ἀπηνθηκότι καὶ σώματι καὶ ψυχῇ καὶ ἄλλῳ ὁτῳοῦν οὐκ 39666 4.20a.36.46 : ἐνίζει Ἔρως, οὗ δ´ ἂν εὐώδης τε καὶ εὐανθὴς τόπος ᾖ, 39667 4.20a.36.47 : ἐνταῦθα δὲ καὶ ἵζει καὶ μένει. 39668 4.20a.36.48 : Περὶ μὲν οὖν κάλλους τοῦ θεοῦ καὶ ταῦτα ἱκανὰ καὶ 39669 4.20a.36.49 : ἔτι πολλὰ λείπεται, περὶ δὲ ἀρετῆς Ἔρωτος μετὰ ταῦτα 39670 4.20a.36.50 : λεκτέον, τὸ μὲν μέγιστον ὅτι Ἔρως οὔτε ἀδικεῖ οὔτε ἀδι– 39671 4.20a.36.51 : κεῖται οὔτε ὑπὸ θεοῦ οὔτε θεόν, οὔτε ὑπ´ ἀνθρώπου οὔτε 39672 4.20a.36.52 : ἄνθρωπον. οὐδὲ γὰρ αὐτὸς βίᾳ πάσχει, εἴ τι πάσχει, βία 39673 4.20a.36.53 : γὰρ Ἔρωτος οὐχ ἅπτεται, οὔτε ποιῶν ποιεῖ· πᾶς γὰρ 39674 4.20a.36.54 : ἑκὼν Ἔρωτι πάνθ´ ὑπηρετεῖ· ἃ δ´ ἂν ἑκὼν ἑκόντι ὁμολο– 39675 4.20a.36.55 : γήσῃ, φασὶν ‘οἱ πόλεων βασιλεῖς νόμοι’ δίκαια εἶναι. 39676 4.20a.36.56 : πρὸς δὲ τῇ δικαιοσύνῃ σωφροσύνης πλείστης μετέχει. 39677 4.20a.36.57 : εἶναι γὰρ ὁμολογεῖται σωφροσύνη τὸ κρατεῖν ἡδονῶν καὶ 39678 4.20a.36.58 : ἐπιθυμιῶν, Ἔρωτος δὲ μηδεμίαν ἡδονὴν κρείττω εἶναι· 39679 4.20a.36.59 : εἰ δὲ ἥττους, κρατοῖντ´ ἂν ὑπὸ Ἔρωτος, ὁ δὲ κρατοῖ, 39680 4.20a.36.60 : κρατῶν δὲ ἡδονῶν καὶ ἐπιθυμιῶν ὁ Ἔρως διαφερόντως 39681 4.20a.36.61 : ἂν σωφρονοίη. καὶ μὴν εἴς γε ἀνδρείαν Ἔρωτι ‘οὐδὲ 39682 4.20a.36.62 : Ἄρης ἀνθίσταται.’ οὐ γὰρ ἔχει Ἔρωτα Ἄρης, ἀλλὰ Ἔρως 39683 4.20a.36.63 : Ἄρη, Ἀφροδίτης, ὡς λόγος· κρείττων δὲ ὁ ἔχων τοῦ 39684 4.20a.36.64 : ἐχομένου· τοῦ δὲ ἀνδρειοτάτου τῶν ἄλλων κρατῶν πάντων 39685 4.20a.36.65 : ἂν ἀνδρειότατος εἴη. περὶ μὲν οὖν δικαιοσύνης καὶ 39686 4.20a.36.66 : σωφροσύνης καὶ ἀνδρείας τοῦ θεοῦ εἴρηται, περὶ δὲ 39687 4.20a.36.67 : σοφίας λείπεται· ὅσον οὖν δυνατόν, πειρατέον μὴ ἐλ– 39688 4.20a.36.68 : λείπειν. καὶ πρῶτον μέν, ἵν´ αὖ καὶ ἐγὼ τὴν ἡμετέραν 39689 4.20a.36.69 : τέχνην τιμήσω ὥσπερ Ἐρυξίμαχος τὴν αὑτοῦ, ποιητὴς 39690 4.20a.36.70 : ὁ θεὸς σοφὸς οὕτως ὥστε καὶ ἄλλον ποιῆσαι· πᾶς γοῦν 39691 4.20a.36.71 : ποιητὴς γίγνεται, 39692 4.20a.36.72 : κἂν ἄμουσος ᾖ τὸ πρίν, 39693 4.20a.36.73 : οὗ ἂν Ἔρως ἅψηται. ᾧ δὴ πρέπει ἡμᾶς μαρτυρίῳ χρή– 39694 4.20a.36.74 : σασθαι, ὅτι ποιητὴς ὁ Ἔρως ἀγαθὸς ἐν κεφαλαίῳ πᾶσαν 39695 4.20a.36.75 : ποίησιν τὴν κατὰ μουσικήν· ὃ γάρ τις ἢ μὴ ἔχει ἢ μὴ 39696 4.20a.36.76 : οἶδεν, οὔτ´ ἂν ἑτέρῳ δοίη οὔτε ἂν ἄλλον διδάξειεν. καὶ μὴν 39697 4.20a.36.77 : τήν γε τῶν ζῴων ποίησιν πάντων τίς ἐναντιώσεται μὴ 39698 4.20a.36.78 : οὐχὶ Ἔρωτος εἶναι σοφίαν, ᾗ γίγνεταί 〈τε〉 καὶ φύεται 39699 4.20a.36.79 : πάντα τὰ ζῷα; ἀλλὰ τὴν τῶν τεχνῶν δημιουργίαν οὐκ 39700 4.20a.36.80 : ἴσμεν, ὅτι οὗ μὲν ἂν ὁ θεὸς οὗτος διδάσκαλος γένηται, 39701 4.20a.36.81 : ἐλλόγιμος καὶ φανὸς ἀπέβη, οὗ δ´ ἂν Ἔρως μὴ ἐφάψηται, 39702 4.20a.36.82 : σκοτεινός; τοξικήν γε μὴν καὶ ἰατρικὴν καὶ μαντικὴν Ἀπόλ– 39703 4.20a.36.83 : λων ἀνεῦρεν ἐπιθυμίας καὶ ἔρωτος ἡγεμονεύσαντος, ὥστε 39704 4.20a.36.84 : καὶ οὗτος Ἔρωτος ἂν εἴη μαθητής, καὶ Μοῦσαι μουσικῆς 39705 4.20a.36.85 : καὶ Ἥφαιστος χαλκείας καὶ Ἀθηνᾶ ἱστουργίας καὶ ‘Ζεὺς 39706 4.20a.36.86 : κυβερνᾶν θεῶν τε καὶ ἀνθρώπων’. ὅθεν δὴ καὶ κατε– 39707 4.20a.36.87 : σκευάσθη τῶν θεῶν τὰ πράγματα Ἔρωτος ἐγγενομένου, 39708 4.20a.36.88 : δῆλον ὅτι κάλλους· αἴσχει γὰρ οὐκ ἔπεστιν Ἔρως· πρὸ 39709 4.20a.36.89 : τοῦ δέ, ὥσπερ ἐν ἀρχῇ εἶπον, πολλὰ καὶ δεινὰ θεοῖς 39710 4.20a.36.90 : ἐγίγνετο, ὡς λέγεται, διὰ τὴν τῆς Ἀνάγκης βασιλείαν· 39711 4.20a.36.91 : ἐπειδὴ δ´ ὁ θεὸς οὗτος ἔφυ, ἐκ τοῦ ἐρᾶν τῶν καλῶν 39712 4.20a.36.92 : πάντα τὰ ἀγαθὰ γέγονεν καὶ θεοῖς καὶ ἀνθρώποις. Οὕ– 39713 4.20a.36.93 : τως ἐμοὶ δοκεῖ, ὦ Φαῖδρε, Ἔρως πρῶτον αὐτὸς ὢν κάλ– 39714 4.20a.36.94 : λιστος καὶ ἄριστος μετὰ τοῦτο τοῖς ἄλλοις ἄλλων τοιού– 39715 4.20a.36.95 : των αἴτιος εἶναι. ἐπέρχεται δέ μοί τι καὶ ἔμμετρον εἰ– 39716 4.20a.36.96 : πεῖν, ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ ποιῶν 39717 4.20a.36.97 : εἰρήνην μὲν ἐν ἀνθρώποις, πελάγει δὲ γαλήνην 39718 4.20a.36.98 : νηνεμίαν τ´ ἀνέμων, κοίτην τε ὕπνον τ´ ἐνὶ κήδει. 39719 4.20a.36.99 : οὗτος γὰρ ἡμᾶς ἀλλοτριότητος μὲν κενοῖ, οἰκειότητος δὲ 39720 4.20a.36.100 : πληροῖ, τὰς τοιάσδε ξυνόδους μετ´ ἀλλήλων πάσας τιθεὶς 39721 4.20a.36.101 : ξυνιέναι, ἐν ἑορταῖς, ἐν χοροῖς, ἐν εὐθυμίαις γιγνόμενος 39722 4.20a.36.102 : ἡγεμών· πρᾳότητα μὲν πορίζων, ἀγριότητα δὲ ἐξορίζων· 39723 4.20a.36.103 : φιλόδωρος εὐμενείας, ἄδωρος δυσμενείας· ἵλεως ἀγαθοῖς, 39724 4.20a.36.104 : θεατὸς σοφοῖς, ἀγαστὸς θεοῖς· ζηλωτὸς ἀμοίροις, κτητὸς 39725 4.20a.36.105 : εὐμοίροις· τρυφῆς, ἁβρότητος, χλιδῆς, χαρίτων, ἱμέρου, 39726 4.20a.36.106 : πόθου πατήρ· ἐπιμελὴς ἀγαθῶν, ἀμελὴς κακῶν· ἐν πόνῳ, 39727 4.20a.36.107 : ἐν φόβῳ, ἐν πόθῳ, ἐν λόγῳ κυβερνήτης, ἐπιβάτης, πα– 39728 4.20a.36.108 : ραστάτης τε καὶ σωτὴρ ἄριστος, ξυμπάντων τε θεῶν καὶ 39729 4.20a.36.109 : ἀνθρώπων κόσμος, ἡγεμὼν κάλλιστος καὶ ἄριστος, ᾧ χρὴ 39730 4.20a.36.110 : ἕπεσθαι πάντ´ ἄνδρα ἐφυμνοῦντα καλῆς ᾠδῆς μετέχοντα, 39731 4.20a.36.111 : ἣν ᾄδει θέλγων πάντων θεῶν τε καὶ ἀνθρώπων νόημα. 39732 4.21.t.1 : {1ΨΟΓΟΣ ΑΦΡΟΔΙΤΗΣ ΚΑΙ ΟΤΙ ΦΑΥΛΟΣ Ο ΕΡΩΣ ΚΑΙ ΠΟΣΩΝ 39733 4.21.t.2 : ΕΙΗ ΚΑΚΩΝ ΓΕΓΟΝΩΣ ΑΙΤΙΟΣ.}1 39734 4.21.37.1 : Δικαιογένους (fr. 1 p. 775 N. 2). 39735 4.21.37.2 : Ὅταν δ´ ἔρωτος ἐνδεθῶμεν ἄρκυσιν, 39736 4.21.37.3 : θᾶσσον θυραίοις τὴν χάριν ποιούμεθα, 39737 4.21.37.4 : ἢ τοῖς ἀνάγκης ἐν γένει πεφυκόσιν. 39738 4.21.38.1 : Εὐριπίδου Ἀντιγόνη (fr. 161 N. 2). 39739 4.21.38.2 : Ἤρων· τὸ μαίνεσθαι δ´ ἄρ´ ἦν ἔρως βροτοῖς. 39740 4.21.39.1 : Μενάνδρου Ἀφροδισίων (fr. 85 K.). 39741 4.21.39.2 : Ἀλλ´ ὅταν ἐρῶντα νοῦν ἔχειν τις ἀξιοῖ, 39742 4.21.39.3 : παρὰ τίνι τἀνόητον οὗτος ὄψεται; 39743 4.21.40.1 : Εὐριπίδου Δανάη (fr. 322 N. 2). 39744 4.21.40.2 : Ἔρως γὰρ ἀργὸν κἀπὶ τοῖς ἀργοῖς ἔφυ. 39745 4.21.40.3 : φιλεῖ κάτοπτρα καὶ κόμης ξανθίσματα, 39746 4.21.40.4 : φεύγει δὲ μόχθους· ἓν δέ μοι τεκμήριον, 39747 4.20b.40.5 : οὐδεὶς προσαιτῶν βίοτον ἠράσθη βροτῶν, 39748 4.20b.40.6 : ἐν τοῖς δ´ ἔχουσιν † ἡβητὴς πέφυχ´ ὅδε. 39749 4.20b.41.1 : Μενάνδρου (fr. 798 K.). 39750 4.20b.41.2 : Μόνος ἔστ´ ἀπαρηγόρητον ἀνθρώποις ἔρως. 39751 4.20b.42.1 : Εὐριπίδου (fr. 136 N. 2). 39752 4.20b.42.2 : Σὺ δ´ ὦ κάκιστε [πάντων] θεῶν τε κἀνθρώπων 〈Ἔρως,〉 39753 4.20b.42.3 : ἢ μὴ δίδασκε τὰ καλὰ φαίνεσθαι καλά, 39754 4.20b.42.4 : ἢ τοῖς ἐρῶσιν εὐμενὴς παρίστασο. 39755 4.20b.43.1 : Ἀρχιλόχου (fr. 103 B.). 39756 4.20b.43.2 : Τοῖος γὰρ φιλότητος ἔρως ὑπὸ καρδίην ἐλυσθεὶς 39757 4.20b.43.3 : πολλὴν κατ´ ἀχλὺν ὀμμάτων ἔχευεν, 39758 4.20b.43.4 : κλέψας ἐκ στηθέων ἁπαλὰς φρένας. 39759 4.20b.44.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομέδας (fr. 1054 N. 2). 39760 4.20b.44.2 : Ἔρωτα δεινὸν ἔχομεν· ἐκ δὲ τῶν λόγων 39761 4.20b.44.3 : ἑλοῦ τὰ βέλτισθ´· ὡς ἄπιστόν ἐστ´ ἔρως, 39762 4.20b.44.4 : κἀν τῷ κακίστῳ τῶν φρενῶν οἰκεῖν φιλεῖ. 39763 4.20b.45.1 : Ἀρχιλόχου (fr. 84 B.). 39764 4.20b.45.2 : Δύστηνος ἔγκειμαι πόθῳ 39765 4.20b.45.3 : ἄψυχος, χαλεπῇσι θεῶν ὀδύνῃσιν ἕκητι 39766 4.20b.45.4 : πεπαρμένος δι´ ὀστέων. 39767 4.20b.46.1 : Σοφοκλῆς ἐν Ἀχιλλέως Ἐρασταῖς (fr. 153 N. 2). 39768 4.20b.46.2 : Τὸ γὰρ νόσημα τοῦτ´ ἐφίμερον κακόν· 39769 4.20b.46.3 : ἔχοιμ´ ἂν αὐτὸ μὴ κακῶς ἀπεικάσαι. 39770 4.20b.46.4 : ὅταν πάγου φανέντος αἰθρίου χεροῖν 39771 4.20b.46.5 : κρύσταλλον ἁρπάσωσι παῖδες εὐπαγῆ, 39772 4.20b.46.6 : τὰ πρῶτ´ ἔχουσιν ἡδονὰς ποταινίους· 39773 4.20b.46.7 : τέλος δ´ ὁ χυμὸς οὔθ´ ὅπως ἀφῇ θέλει 39774 4.20b.46.8 : οὔτ´ ἐν χεροῖν τὸ πῆγμα σύμφορον μένειν. 39775 4.20b.46.9 : οὕτω δὲ τοὺς ἐρῶντας αὑτὸς ἵμερος 39776 4.20b.46.10 : δρᾶν καὶ τὸ μὴ δρᾶν πολλάκις προσίεται. 39777 4.20b.47.1 : Φανοκλέους (Anth. lyr. 2 ed. Bergk p. 165). 39778 4.20b.47.2 : Ἢ ὡς Οἰάγροιο πάις Θρηίκιος Ὀρφεὺς 39779 4.20b.47.3 : ἐκ θυμοῦ Κάλαϊν στέρξε Βορηϊάδην. 39780 4.20b.47.4 : πολλάκι δὲ σκιεροῖσιν ἐν ἄλσεσιν ἕζετ´ ἀείδων 39781 4.20b.47.5 : ὃν πόθον, οὐδ´ ἦν οἱ θυμὸς ἐν ἡσυχίῃ, 39782 4.20b.47.6 : ἀλλ´ αἰεί μιν ἄγρυπνοι ὑπὸ ψυχῇ μελεδῶναι 39783 4.20b.47.7 : ἔτρυχον, θαλερὸν δερκομένου Κάλαϊν. 39784 4.20b.47.8 : τὸν μὲν Βιστονίδες κακομήχανοι ἀμφιχυθεῖσαι 39785 4.20b.47.9 : ἔκτανον εὐήκη φάσγανα θηξάμεναι, 39786 4.20b.47.10 : οὕνεκα πρῶτος ἔδειξεν ἐνὶ Θρῄκεσσιν ἔρωτας 39787 4.20b.47.11 : ἄρρενας, οὐδὲ πόθους ᾔνεσε θηλυτέρων. 39788 4.20b.47.12 : τοῦ δ´ ἀπὸ μὲν κεφαλὴν χαλκῷ τάμον, αὐτίκα δ´ αὐτὴν 39789 4.20b.47.13 : εἰς ἅλα Θρηϊκίην ῥῖψαν ὁμοῦ χέλυϊ 39790 4.20b.47.14 : ἥλῳ καρτύνασαι, ἵν´ ἐμφορέοιντο θαλάσσῃ 39791 4.20b.47.15 : ἄμφω ἅμα, γλαυκοῖς τεγγόμεναι ῥοθίοις. 39792 4.20b.47.16 : τὰς δ´ ἱερῇ Λέσβῳ πολιὴ ἐπέκελσε θάλασσα· 39793 4.20b.47.17 : ἠχὴ δ´ ὣς λιγυρῆς πόντον ἐπέσχε λύρης, 39794 4.20b.47.18 : νήσους τ´ αἰγιαλούς θ´ ἁλιμυρέας, ἔνθα λίγειαν 39795 4.20b.47.19 : ἀνέρες Ὀρφείην ἐκτέρισαν κεφαλήν. 39796 4.20b.47.20 : ἐν δὲ χέλυν τύμβῳ λιγυρὴν θέσαν, ἢ καὶ ἀναύδους 39797 4.20b.47.21 : πέτρας καὶ Φόρκου στυγνὸν ἔπειθεν ὕδωρ. 39798 4.20b.47.22 : ἐκ κείνου μολπαί τε καὶ ἱμερτὴ κιθαριστὺς 39799 4.20b.47.23 : νῆσον ἔχει, πασέων δ´ ἐστὶν ἀοιδοτάτη. 39800 4.20b.47.24 : Θρῇκες δ´ ὡς ἐδάησαν ἀρήϊοι ἔργα γυναικῶν 39801 4.20b.47.25 : ἄγρια, καὶ πάντας δεινὸν ἐσῆλθεν ἄχος, 39802 4.20b.47.26 : ἃς ἀλόχους ἔστιζον, ἵν´ ἐν χροῒ σήματ´ ἔχουσαι 39803 4.20b.47.27 : κυάνεα στυγεροῦ μὴ λελάθοιντο φόνου. 39804 4.20b.47.28 : ποινὰς δ´ Ὀρφῆϊ κταμένῳ στίζουσι γυναῖκας 39805 4.20b.47.29 : εἰς ἔτι νῦν κείνης εἵνεκεν ἀμπλακίης. 39806 4.20b.48.1 : Εὐριπίδου Δίκτυϊ (fr. 340 N. 2). 39807 4.20b.48.2 : Κύπρις γὰρ οὐδὲ νουθετουμένη χαλᾷ, 39808 4.20b.48.3 : ἤν τ´ αὖ βιάζῃ, μᾶλλον ἐντείνειν φιλεῖ, 39809 4.20b.48.4 : κἄπειτα τίκτει πόλεμον· εἰς δ´ ἀνάστασιν 39810 4.20b.48.5 : δόμων περαίνει πολλάκις τὰ τοιάδε. 39811 4.20b.49.1 : Θεοκρίτου (I 100 s. Wil.). 39812 4.20b.49.2 : Τὰν δ´ ἄρα χὡ Δάφνις ποταμείβετο· Κύπρι βαρεῖα, 39813 4.20b.49.3 : Κύπρι νεμεσσατά, Κύπρι θνατοῖσιν ἀπεχθής. 39814 4.20b.50.1 : Εὐριπίδου ἐκ Μελεάγρου (fr. 524 N. 2). 39815 4.20b.50.2 : Ἡ γὰρ Κύπρις πέφυκε τῷ σκότῳ φίλη· 39816 4.20b.50.3 : τὸ φῶς δ´ ἀνάγκην προστίθησι σωφρονεῖν. 39817 4.20b.51.1 : Μενάνδρου Ἀνδρίᾳ (fr. 48 K.). 39818 4.20b.51.2 : Τὸ δ´ ἐρᾶν ἐπισκοτεῖ 39819 4.20b.51.3 : ἅπασιν, ὡς ἔοικε, καὶ τοῖς εὖ λόγῳ 39820 4.20b.51.4 : καὶ τοῖς κακῶς ἔχουσιν. 39821 4.20b.52.1 : Κλεινίου. 39822 4.20b.52.2 : Μή τις ἀτιμάτω θνητῶν πολύδακρυν ἔρωτα, 39823 4.20b.52.3 : μηδὲ πόθον παίδων μηδ´ ἱμερτὴν φιλότητα, 39824 4.20b.52.4 : τῶν ἰότητι Μύρων κατέβη πολύκλαυτον ἐς ᾅδην. 39825 4.20b.53.1 : Μενάνδρου Ἀνεψιοί (fr. 59 K.). 39826 4.20b.53.2 : Φύσει γὰρ ἔστ´ Ἔρως 39827 4.20b.53.3 : τοῦ νουθετοῦντος κωφόν· ἅμα δ´ οὐ ῥᾴδιον 39828 4.20b.53.4 : νεότητα νικᾶν ἐστι καὶ θεὸν λόγῳ. 39829 4.20b.54.1 : Μενάνδρου Θησαυρῷ (fr. 236 K.). 39830 4.20b.54.2 : Ὅταν δ´ ἐρῶντος τόλμαν ἀφέλῃς, οἴχεται, 39831 4.20b.54.3 : εἰς τοὺς ἰαλέμους τε τοῦτον ἔγγραφε. 39832 4.20b.55.1 : Ἐκ τῶν Μόσχου τοῦ Σικελιώτου Βουκο– 39833 4.20b.55.2 : λικῶν (III p. 139 Wil.). 39834 4.20b.55.3 : Ἀλφειὸς μετὰ Πεῖσαν ἐπὴν κατὰ πόντον ὁδεύῃ, 39835 4.20b.55.4 : ἔρχεται εἰς Ἀρέθοισαν ἄγων κοτινηφόρον ὕδωρ, 39836 4.20b.55.5 : ἕδνα φέρων καλὰ φύλλα καὶ ἄνθεα καὶ κόνιν ἱράν; 39837 4.20b.55.6 : καὶ βαθὺς ἐμβαίνει τοῖς κύμασι, τὰν δὲ θάλασσαν 39838 4.20b.55.7 : νέρθεν ὑποτροχάει, κοὐ μίγνυται ὕδασιν ὕδωρ, 39839 4.20b.55.8 : ἁ δ´ οὐκ οἶδε θάλασσα διερχομένου ποταμοῖο, 39840 4.20b.55.9 : κῶρος δεινοθέτας κακομάχανος αἰνὰ διδάσκων 39841 4.20b.55.10 : καὶ ποταμὸν διὰ φίλτρον Ἔρως ἐδίδαξε κολυμβῆν. 39842 4.20b.56.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Buc. gr. app. VIII 7–10, 39843 4.20b.56.2 : 16–17 Wil.). 39844 4.20b.56.3 : Χρῶτα μὲν οὐ λευκός, πυρὶ δ´ εἴκελος· ὄμματα δ´ αὐτῷ 39845 4.20b.56.4 : δριμύλα καὶ φλογόεντα· κακαὶ φρένες, ἁδὺ λάλημα· 39846 4.20b.56.5 : οὐ γὰρ ἴσον νοέει καὶ φθέγγεται· ὡς μέλι φωνά, 39847 4.20b.56.6 : ἒν δὲ χολὰ νόος ἐστὶν ἀνάμερος, ἠπεροπευτάς. 39848 4.20b.56.7 : καὶ πτερόεις ὡς ὄρνις ἐφίπταται ἄλλον ἐπ´ ἄλλῳ, 39849 4.20b.56.8 : ἀνέρας ἠδὲ γυναῖκας, ἐπὶ σπλάγχνοις δὲ κάθηται. 39850 4.20b.57.1 : Ἐκ τῶν Βίωνος Σμυρναίου Βουκολικῶν (IX 39851 4.20b.57.2 : p. 142 Wil.). 39852 4.20b.57.3 : Ἰξευτὰς ἔτι κῶρος ἐν ἄλσεϊ δενδράεντι 39853 4.20b.57.4 : ὄρνεα θηρεύων, τὸν ὑπόπτερεν εἶδεν Ἔρωτα 39854 4.20b.57.5 : ἑσδόμενον πύξοιο ποτὶ κλάδον· ὡς δὲ νόησε, 39855 4.20b.57.6 : χαίρων ὥνεκα δὴ μέγα φαίνετο τὤρνεον αὐτῷ, 39856 4.20b.57.7 : τὼς καλάμως ἅμα πάντας ἐπ´ ἀλλάλοισι συνάπτων 39857 4.20b.57.8 : τᾷ καὶ τᾷ τὸν Ἔρωτα μετάλμενον ἀμφεδόκευεν. 39858 4.20b.57.9 : χὡ παῖς ἀσχαλάων, ὅκα οἱ τέλος οὐδὲν ἀπάντη, 39859 4.20b.57.10 : τὼς καλάμως ῥίψας ποτ´ ἀροτρέα πρέσβυν ἵκανεν, 39860 4.20b.57.11 : ὅς νιν τάνδε τέχναν ἐδιδάξατο, καὶ λέγεν αὐτῷ, 39861 4.20b.57.12 : καί οἱ δεῖξεν Ἔρωτα καθήμενον. αὐτὰρ ὁ πρέσβυς 39862 4.20b.57.13 : μειδιάων κίνησε κάρη καὶ ἀμείβετο παῖδα· 39863 4.20b.57.14 : φείδεο τᾶς θήρας μηδ´ ἐς τόδε τὤρνεον ἔρχευ. 39864 4.20b.57.15 : φεῦγε μακράν· κακόν ἐντι τὸ θηρίον· ὄλβιος ἔσσῃ, 39865 4.20b.57.16 : εἰσόκε μή νιν ἕλῃς· ἢν δ´ ἀνέρος ἐς μέτρον ἔλθῃς, 39866 4.20b.57.17 : οὗτος ὁ νῦν φεύγων καὶ ἀπάλμενος αὐτὸς ἀφ´ αὑτῶ 39867 4.20b.57.18 : ἐλθὼν ἐξαπίνας κεφαλὰν ἔπι σεῖο καθιξεῖ.‘ 39868 4.20b.58.1 : Τοῦ αὐτοῦ (X p. 143 Wil.). 39869 4.20b.58.2 : Ἅμερε Κυπρογένεια, Διὸς τέκος ἠὲ θαλάσσας, 39870 4.20b.58.3 : τίπτε τόσον θνατοῖσι καὶ ἀθανάτοισι χαλέπτεις; 39871 4.20b.58.4 : τυτθὸν ἔφαν· τί νυ τόσσον ἀπήχθεο καὶ τὶν αὐτᾷ, 39872 4.20b.58.5 : ταλίκον ὡς πάντεσσι κακὸν τὸν Ἔρωτα τεκέσθαι, 39873 4.20b.58.6 : ἄγριον ἄστοργον μορφᾷ νόον οὐδὲν ὅμοιον; 39874 4.20b.58.7 : ἐς τί δέ νιν πτανὸν καὶ ἑκαβόλον ὤπασας ἦμεν, 39875 4.20b.58.8 : ὡς μὴ πικρὸν ἐόντα δυναίμεθα τῆνον ἀλύξαι; 39876 4.20b.59.1 : Εὐριπίδου Μηδείας ( 330). 39877 4.20b.59.2 : Φεῦ φεῦ· βροτοῖς ἔρωτες ὡς κακὸν μέγα. 39878 4.20b.60.1 : Θεοκρίτου (III 15–18). 39879 4.20b.60.2 : Νῦν ἔγνων τὸν Ἔρωτα· βαρὺς θεός· ἦρα λεαίνας 39880 4.20b.60.3 : μαστὸν ἐθήλαξεν, δρυμῷ τέ νιν ἔτραφε μάτηρ, 39881 4.20b.60.4 : ὅς με κατασμύχων καὶ 〈ἐς〉 ὀστέον ἄχρις ἰάπτει. 39882 4.20b.61.1 : Εὐριπίδου Ῥαδάμανθυς (fr. 659 N. 2). 39883 4.20b.61.2 : Ἔρωτες ἡμῖν εἰσι παντοῖοι βίου· 39884 4.20b.61.3 : ὁ μὲν γὰρ εὐγένειαν ἱμείρει λαβεῖν· 39885 4.20b.61.4 : τῷ δ´ οὐχὶ τούτου φροντὶς, ἀλλὰ χρημάτων 39886 4.20b.61.5 : πολλῶν κεκλῆσθαι βούλεται πάτωρ δόμοις· 39887 4.20b.61.6 : ἄλλῳ δ´ ἀρέσκει μηδὲν ὑγιὲς ἐκ φρενῶν 39888 4.20b.61.7 : λέγοντι πείθειν τοὺς πέλας τόλμῃ κακῇ· 39889 4.20b.61.8 : οἱ δ´ αἰσχρὰ κέρδη πρόσθε τοῦ καλοῦ βροτῶν 39890 4.20b.61.9 : ζητοῦσιν, οὕτω βίοτος ἀνθρώπων πλάνη. 39891 4.20b.62.1 : Ξενοφῶντος ἐν τῷ αʹ Ἀπομνημονευμάτων 39892 4.20b.62.2 : (c. 3, 11–13). 39893 4.20b.62.3 : Ὦ τλῆμον, ἔφη ὁ Σωκράτης, καὶ τί ἂν οἴει παθεῖν 39894 4.20b.62.4 : καλὸν φιλήσας; ἆρα οὐκ ἂν αὐτίκα μάλα δοῦλος μὲν 39895 4.20b.62.5 : εἶναι ἀντ´ ἐλευθέρου, πολλὰ δὲ δαπανᾶν εἰς βλαβερὰς 39896 4.20b.62.6 : ἡδονάς, πολλὴν δὲ ἀσχολίαν ἔχειν τοῦ ἐπιμεληθῆναί τινος 39897 4.20b.62.7 : καλοῦ κἀγαθοῦ, σπουδάζειν δ´ ἀναγκασθῆναι, ἐφ´ οἷς οὐδ´ 39898 4.20b.62.8 : ἂν μαινόμενος σπουδάσειεν; Ὦ Ἡράκλεις, ἔφη ὁ Ξενο– 39899 4.20b.62.9 : φῶν, ὡς δεινήν τινα λέγεις δύναμιν τοῦ φιλήματος εἶναι. 39900 4.20b.62.10 : Καὶ τοῦτο, ἔφη ὁ Σωκράτης, θαυμάζεις; οὐκ οἶσθα ὅτι 39901 4.20b.62.11 : τὰ φαλάγγια οὐδ´ ἡμιωβελιαῖα τὸ μέγεθος ὄντα προσαψά– 39902 4.20b.62.12 : μενα μόνον τῷ στόματι ταῖς τε ὀδύναις ἐπιτρίβει τοὺς 39903 4.20b.62.13 : ἀνθρώπους καὶ τοῦ φρονεῖν ἐξίστησι; Ναὶ μὰ Δί´, ἔφη ὁ 39904 4.20b.62.14 : Ξενοφῶν· ἐνίησι γάρ τι τὰ φαλάγγια κατὰ τὸ δῆγμα. 39905 4.20b.62.15 : Ὦ μωρέ, ἔφη ὁ Σωκράτης, τοὺς δὲ καλοὺς οὐκ οἴει φιλοῦν– 39906 4.20b.62.16 : τας ἐνιέναι τι ὃ σὺ οὐχ ὁρᾷς; οὐκ οἶσθα ὅτι τοῦτο τὸ 39907 4.20b.62.17 : θηρίον, ὃ καλοῦσι καλὸν καὶ ὡραῖον, τοσούτῳ δεινότερόν 39908 4.20b.62.18 : ἐστι τῶν φαλαγγίων, ὅσῳ ἐκεῖνα μὲν ἁψάμενα, τοῦτο δὲ 39909 4.20b.62.19 : οὐδ´ ἁπτόμενον, ἐάν τις αὐτὸ θεᾶται, ἐνίησί τι καὶ πάνυ 39910 4.20b.62.20 : πρόσωθεν τοιοῦτον, ὥστε μαίνεσθαι ποιεῖν; ἴσως δὲ καὶ 39911 4.20b.62.21 : οἱ ἔρωτες τοξόται διὰ τοῦτο καλοῦνται, ὅτι καὶ πόρρω– 39912 4.20b.62.22 : θεν οἱ καλοὶ τιτρώσκουσιν. Ἀλλὰ ξυμβουλεύω σοι, ὦ 39913 4.20b.62.23 : Ξενοφῶν, ὁπόταν ἴδῃς τινὰ καλόν, φεύγειν προτροπάδην· 39914 4.20b.62.24 : σοὶ δ´, ὦ Κριτόβουλε, συμβουλεύω ἀπενιαυτίσαι· μόγις 39915 4.20b.62.25 : γὰρ ἂν ἴσως ἐν τοσούτῳ χρόνῳ τὸ δῆγμα ὑγιὲς γένοιτο. 39916 4.20b.63.1 : Φαβωρίνου (fr. 85 p. 137 Marr.). 39917 4.20b.63.2 : Πάθος τί μοι προσέπεσε τῇ ψυχῇ, καὶ 〈ὅ〉 τι μὲν 39918 4.20b.63.3 : ἔστιν οὐκ οἶδα· ἔρωτα δὲ αὐτὸ λέγουσιν εἶναι οἱ μεμυη– 39919 4.20b.63.4 : μένοι. βάσκανε δαῖμον καὶ ἀλόγιστε, ἀσθενεῖ προσελήλυ– 39920 4.20b.63.5 : θας σώματι φέρειν σε μὴ δυναμένῳ· ἐξίσταμαί σοι, δαῖ– 39921 4.20b.63.6 : μον, παραχωρῶ σοι τῆς μάχης· οὐκ εἰμί σου στρατιώτης. 39922 4.20b.64.1 : Θεοφράστου (fr. CXV Wimm.). 39923 4.20b.64.2 : Ἔρως δέ ἐστιν ἀλογίστου τινὸς ἐπιθυμίας ὑπερβολὴ 39924 4.20b.64.3 : ταχεῖαν μὲν ἔχουσα τὴν πρόσοδον, βραδεῖαν δὲ τὴν ἀπό– 39925 4.20b.64.4 : λυσιν. 39926 4.20b.65.1 : Προδίκου (fr. 7 Diels 2). 39927 4.20b.65.2 : Ἐπιθυμίαν μὲν διπλασιασθεῖσαν ἔρωτα εἶναι, ἔρωτα 39928 4.20b.65.3 : δὲ διπλασιασθέντα μανίαν γίγνεσθαι. 39929 4.20b.66.1 : Θεοφράστου (fr. CXIV Wimm.). 39930 4.20b.66.2 : Θεόφραστος ὁ φιλόσοφος ἐρωτηθεὶς ὑπό τινος τί 39931 4.20b.66.3 : ἐστιν ἔρως, ’πάθος‘ ἔφη ’ψυχῆς σχολαζούσης‘. 39932 4.20b.67.1 : Ἐκ τῶν Πλουτάρχου Ὅτι οὐ κρίσις ὁ 39933 4.20b.67.2 : ἔρως (vol. VII p. 132, 15 ss. Bernard.). 39934 4.20b.67.3 : Οἱ μὲν γὰρ νόσον τὸν ἔρωτα, οἱ δ´ ἐπιθυμίαν, οἱ δὲ 39935 4.20b.67.4 : μανίαν, οἱ δὲ θεῖόν τι κίνημα τῆς ψυχῆς καὶ δαιμόνιον, 39936 4.20b.67.5 : οἱ δὲ ἄντικρυς θεὸν ἀναγορεύουσιν. ὅθεν ὀρθῶς ἐνίοις 39937 4.20b.67.6 : ἔδοξε τὸ μὲν ἀρχόμενον ἐπιθυμίαν εἶναι, τὸ δ´ ὑπερβάλλον 39938 4.20b.67.7 : μανίαν, τὸ δὲ ἀντίστροφον φιλίαν, τὸ δὲ ταπεινότερον 39939 4.20b.67.8 : ἀρρωστίαν, τὸ δ´ εὐημεροῦν ἐνθουσιασμόν. διὸ καὶ πυρ– 39940 4.20b.67.9 : φόρον αὐτὸν οἵ τε ποιηταὶ λέγουσιν οἵ τε πλάσται καὶ 39941 4.20b.67.10 : γραφεῖς δημιουργοῦσιν, ὅτι καὶ τοῦ πυρὸς τὸ μὲν λαμπρὸν 39942 4.20b.67.11 : ἥδιστόν ἐστι, τὸ δὲ καυστικὸν ἀλγεινότατον. 39943 4.20b.68.1 : Ἐν ταὐτῷ (ibid. p. 132, 26 ss.). 39944 4.20b.68.2 : Ὥσπερ γὰρ τοὺς φίλους ὑγιαίνοντας μέν, ἂν πλημ– 39945 4.20b.68.3 : μελῶσιν, ἐξελέγχειν καὶ νουθετεῖν κράτιστόν ἐστιν, ἐν δὲ 39946 4.20b.68.4 : ταῖς παρακοπαῖς καὶ τοῖς φρενετισμοῖς εἰώθαμεν μὴ δια– 39947 4.20b.68.5 : μάχεσθαι μηδὲ ἀντιτείνειν, ἀλλὰ καὶ συμπεριφέρεσθαι καὶ 39948 4.20b.68.6 : συνεπινεύειν· οὕτω τοὺς δι´ ὀργὴν ἢ πλεονεξίαν ἁμαρ– 39949 4.20b.68.7 : τάνοντας ἀνακόπτειν τῇ παρρησίᾳ δεῖ καὶ κωλύειν, τοῖς 39950 4.20b.68.8 : δ´ ἐρῶσιν ὥσπερ νοσοῦσι συγγνώμην ἔχειν. διὸ κράτιστον 39951 4.20b.68.9 : μὲν ἐξ ἀρχῆς τοιούτου πάθους σπέρμα μὴ παραδέχεσθαι 39952 4.20b.68.10 : μηδὲ ἀρχήν· ἂν δὲ ἐγγένηται, ἴθι ἐπὶ ἀποτροπαίων βω– 39953 4.20b.68.11 : μοὺς θεῶν κατὰ τὸν Πλάτωνα, ἴθι ἐπὶ τὰς τῶν σοφῶν 39954 4.20b.68.12 : ἀνδρῶν συνουσίας, ἐξέλασον αὑτοῦ τὸ θηρίον πρὶν ὄνυχας 39955 4.20b.68.13 : φῦσαι καὶ ὀδόντας· εἰ δὲ μή, μαχέσῃ τελείῳ κακῷ, τὸ 39956 4.20b.68.14 : παιδίον τοῦτο καὶ νήπιον ἐναγκαλιζόμενος. τίνες δέ εἰσιν 39957 4.20b.68.15 : οἱ τοῦ ἔρωτος ὄνυχες καὶ ὀδόντες; ὑποψία, ζηλοτυπία. 39958 4.20b.68.16 : ἀλλὰ ἔχει τι πιθανὸν καὶ ἀνθηρόν. ἀμέλει καὶ 〈ἡ〉 Σφὶγξ 39959 4.20b.68.17 : εἶχεν ἐπαγωγὸν τὸ ποίκιλμα τοῦ πτεροῦ, καὶ 39960 4.20b.68.18 : εἰ μὲν πρὸς αὐγὰς ἡλίου, χρυσωπὸν ἦν 39961 4.20b.68.19 : νώτισμα θηρός· εἰ δὲ πρὸς νέφη βάλοι, 39962 4.20b.68.20 : κυανωπὸν ὥς τις Ἶρις ἀντηύγει σέλας. 39963 4.20b.68.21 : οὕτω δὴ καὶ ὁ ἔρως ἔχει τι χάριεν καὶ οὐκ ἄμουσον ἀλλὰ 39964 4.20b.68.22 : αἱμύλον καὶ ἐπιτερπές· ἁρπάζει δὲ καὶ βίους καὶ οἴκους 39965 4.20b.68.23 : καὶ γάμους καὶ ἡγεμονίας, οὐκ αἰνίγματα προβάλλων 39966 4.20b.68.24 : ἀλλ´ αὐτὸς αἴνιγμα δυσεύρετον ὢν καὶ δύσλυτον, εἰ βού– 39967 4.20b.68.25 : λοιτό τις προτείνειν, τί μισεῖ καὶ φιλεῖ, τί φεύγει καὶ δι– 39968 4.20b.68.26 : ώκει, τί ἀπειλεῖ καὶ ἱκετεύει, τί ὀργίζεται καὶ ἐλεεῖ, 〈τί〉 39969 4.20b.68.27 : βούλεται παύσασθαι καὶ οὐ βούλεται, τί χαίρει τῷ αὐτῷ 39970 4.20b.68.28 : μάλιστα καὶ ἀνιᾶται, τοῦτο λῦσαι καὶ θεραπεῦσαι. τῆς 39971 4.20b.68.29 : μὲν γὰρ Σφιγγὸς τὸ αἴνιγμα τὰ πλεῖστ´ 〈ἄπιστ〉α καὶ πε– 39972 4.20b.68.30 : πλασμένα ἔχει· οὔτε γὰρ τρίπους ὁ γέρων ἀληθῶς, εἴ 〈τι〉 39973 4.20b.68.31 : προσείληφε τοῖς ποσὶ βοηθεῖν· οὔτε τετράπους ὁ νήπιος, 39974 4.20b.68.32 : ἐπεὶ ταῖς χερσὶν ὑπερείδει τὴν τῶν βάσεων ὑγρότητα καὶ 39975 4.20b.68.33 : ἀσθένειαν. τὰ δὲ τῶν ἐρώντων πάθη ἀληθῆ· στέργουσιν, 39976 4.20b.68.34 : ἐχθραίνουσι· τὸν αὐτὸν ποθοῦσιν ἀπόντα, τρέμουσι παρ– 39977 4.20b.68.35 : όντος· κολακεύουσι λοιδοροῦσι, προαποθνῄσκουσι φονεύ– 39978 4.20b.68.36 : ουσιν, εὔχονται μὴ φιλεῖν καὶ παύσασθαι φιλοῦντες οὐ 39979 4.20b.68.37 : θέλουσι· σωφρονίζουσι καὶ πειρῶσιν, παιδεύουσι καὶ δια– 39980 4.20b.68.38 : φθείρουσιν, ἄρχειν θέλουσι καὶ δουλεύειν ὑπομένουσι. τοῦ– 39981 4.20b.68.39 : το αἴτιον γέγονε μάλιστα τοῦ μανίαν ὑποληφθῆναι τὸ 39982 4.20b.68.40 : πάθος· 39983 4.20b.68.41 : ἤρων· τὸ μαίνεσθαι δ´ ἄρ´ ἦν ἔρως βροτοῖς, 39984 4.20b.68.42 : ἐρωτικὸς ἀνὴρ Εὐριπίδης φησίν. 39985 4.20b.69.1 : Τοῦ αὐτοῦ Περὶ ἔρωτος (Ibid. p. 134, 19 ss.). 39986 4.20b.69.2 : Ὁ ἔρως οὔτε τὴν γένεσιν ἐξαίφνης λαμβάνει καὶ 39987 4.20b.69.3 : ἀθρόαν ὡς ὁ θυμός, οὔτε παρέρχεται ταχέως καίπερ 39988 4.20b.69.4 : εἶναι πτηνὸς λεγόμενος· ἀλλ´ ἐξάπτεται μαλακῶς καὶ 39989 4.20b.69.5 : σχεδὸν οἷον ἐντήκων ἑαυτόν· ἁψάμενός τε τῆς ψυχῆς παρα– 39990 4.20b.69.6 : μένει πολὺν χρόνον, οὐδ´ ἐν γηρῶσιν ἐνίοις ἀναπαυόμενος 39991 4.20b.69.7 : ἀλλὰ ἐν πολιαῖς ἀκμάζων ἔτι πρόσφατος καὶ νεαρός. ἂν 39992 4.20b.69.8 : δὲ καὶ λήξῃ καὶ διαλυθῇ χρόνῳ μαρανθεὶς ἢ λόγῳ τινὶ 39993 4.20b.69.9 : κατασβεσθείς, οὔπω παντάπασιν ἐξαπήλλακται τῆς ψυχῆς, 39994 4.20b.69.10 : ἀλλ´ ἐναπολείπει πυρίκαυτον ὕλην καὶ σημεῖα θερμὰ καθ– 39995 4.20b.69.11 : άπερ οἱ κεραυνοὶ τυφόμενοι. λύπης μὲν γὰρ οὐδὲν ἀπαλλα– 39996 4.20b.69.12 : γείσης ἴχνος ἐν τῇ ψυχῇ παραμένει συνοικοῦν οὐδ´ ὀργῆς 39997 4.20b.69.13 : τραχείας πεσούσης, συστέλλεται δὲ καὶ φλεγμονὴ ἐπι– 39998 4.20b.69.14 : θυμίας παρεχούσης τραχὺ κίνημα· τὰ δὲ ἐρωτικὰ δήγματα, 39999 4.20b.69.15 : κἂν ἀποστῇ τὸ θηρίον, οὐκ ἐξανίησι τὸν ἰόν, ἀλλὰ ἐνοι– 40000 4.20b.69.16 : δεῖ τὰ ἐντὸς σπαράγματα, καὶ ἀγνοεῖται τί ἦν, πῶς συν– 40001 4.20b.69.17 : έστη, πόθεν εἰς τὴν ψυχὴν ἐνέπεσεν. 40002 4.20b.70.1 : Σωστράτου ἐν βʹ Κυνηγετικῶν (cf. Plut. 40003 4.20b.70.2 : Parall. p. 310 B) 40004 4.20b.70.3 : Κυάνιππος τῷ γένει Θεσσαλὸς γήμας Λευκώνην τὰ 40005 4.20b.70.4 : πολλὰ διὰ φιλοκύνηγον ἐνέργειαν ἐν ὕλαις διέτριβεν. ἡ 40006 4.20b.70.5 : δὲ νεόνυμφος ὑπολαμβάνουσα συνήθειαν αὐτὸν ἔχειν μεθ´ 40007 4.20b.70.6 : ἑτέρας γυναικὸς κατ´ ἴχνος ἠκολούθησε τῷ προειρημένῳ 40008 4.20b.70.7 : καὶ ἔν τινι κατακρυβεῖσα συνδένδρῳ τὸ μέλλον ἀπεκαρα– 40009 4.20b.70.8 : δόκει. τῶν δὲ πέριξ κλάδων αἰφνιδίως σεισθέντων, οἱ στι– 40010 4.20b.70.9 : βευταὶ κύνες ..... δόξαντες καὶ αὐτὴν ἀλόγου ζῴου δίκην 40011 4.20b.70.10 : διεσπάραξαν. τῆς δὲ πράξεως αὐτόπτης γενόμενος Κυάν– 40012 4.20b.70.11 : ιππος ἑαυτὸν ἐπικατέσφαξεν. 40013 4.20b.71.1 : Ἐκ τῶν Θεοδώρου Μεταμορφώσεων (Plut. 40014 4.20b.71.2 : Parall. p. 310 F–311 A). 40015 4.20b.71.3 : Σμύρνα Κινύρου θυγάτηρ εἰς ἐπιθυμίαν ἐμπεσοῦσα 40016 4.20b.71.4 : τοῦ γεννήσαντος τῇ τροφῷ τὴν ἀνάγκην ἐδήλωσεν· ἡ δὲ 40017 4.20b.71.5 : δόλῳ τὸν δεσπότην ἐνήδρευσεν, εἶπε γὰρ ἐρᾶν τινὰ αὐτοῦ 40018 4.20b.71.6 : γείτονα παρθένον. ἀσεβῶς οὖν κατ´ ἄγνοιαν ἀναστρε– 40019 4.20b.71.7 : φόμενος καὶ γνοὺς ὕστερον ξιφήρης τὴν ἀσελγεστάτην 40020 4.20b.71.8 : ἐπεδίωκεν· ἡ δὲ περικατάληπτος γινομένη κατὰ πρόνοιαν 40021 4.20b.71.9 : Ἀφροδίτης εἰς ὁμώνυμον δένδρον μετεμορφώθη. 40022 4.20b.72.1 : Σωστράτου ἐν δευτέρῳ Τυρρηνικῶν (Plut. 40023 4.20b.72.2 : Parall. p. 312 C). 40024 4.20b.72.3 : Αἴολος τῶν κατὰ Τυρρηνίαν βασιλεὺς τόπων ἔσχεν 40025 4.20b.72.4 : ἐξ Ἀμφιθέας θυγατέρας ἓξ καὶ τὸν αὐτὸν ἀριθμὸν ἀρρέ– 40026 4.20b.72.5 : νων παίδων, ὧν ὁ πρεσβύτατος Μακαρεὺς Κανάκης τῆς 40027 4.20b.72.6 : ἀδελφῆς ἐρασθεὶς ἐβιάσατο τὴν προειρημένην. Αἴολος 40028 4.20b.72.7 : δὲ περὶ τούτων μαθὼν τῇ θυγατρὶ ξίφος ἔπεμψεν· ἡ δὲ 40029 4.20b.72.8 : ὡς νόμον δεξαμένη τὸν σίδηρον αὑτὴν ἀνεῖλε. Μακαρεὺς 40030 4.20b.72.9 : δὲ τὸν γεννήσαντα προεξιλεωσάμενος ἔδραμεν εἰς τὸν 40031 4.20b.72.10 : θάλαμον· εὑρὼν δὲ τὴν ἀγαπωμένην αἱμορραγοῦσαν τῷ 40032 4.20b.72.11 : αὐτῷ ξίφει τὸν βίον περιέγραψε. 40033 4.20b.73.1 : Κλειτάρχου ἐν εʹ περὶ Ἀλεξάνδρου (Script. 40034 4.20b.73.2 : Al. M. p. 76 Muell.). 40035 4.20b.73.3 : Θεας. βύβλϊος οὗπερ κάλλει τὴν ἀνθρωπίνην διενεγ– 40036 4.20b.73.4 : κόντος φύσιν τὴν ἰδίαν ἐρασθῆναι θυγατέρα Μύρραν 40037 4.20b.73.5 : ὀνόματι .... 40038 4.20b.74.1 : Ἀριστοκλέους ἐν βʹ Παραδόξων (cf. Plut. 40039 4.20b.74.2 : Parall. p. 312 E). 40040 4.20b.74.3 : 〈Ἀριστώνυμος〉 Ἐφέσιος τῷ γένει νεανίας τῶν ἐπισή– 40041 4.20b.74.4 : μων, υἱὸς Δημοστράτου, ταῖς δ´ ἀληθείαις Ἄρεως· οὗτος 40042 4.20b.74.5 : τὸ θῆλυ μισῶν γένος νυκτὸς βαθείας εἰς τὸς πατρῴας 40043 4.20b.74.6 : ἔτρεχεν ἀγέλας καὶ ὄνῳ συνεγένετο θηλείᾳ. ἡ δὲ ἔγκυος 40044 4.20b.74.7 : γενομένη ἔτεκε κόρην εὐειδεστάτην Ὀνοσκελίαν τοὔνομα, 40045 4.20b.74.8 : τὴν προσηγορίαν λαβοῦσαν ἀπὸ τοῦ συμπτώματος. 40046 4.20b.75.1 : Ζωπύρου ἐν γʹ Θησεΐδος (Plut. Parall, 40047 4.20b.75.2 : p. 314 A). 40048 4.20b.75.3 : Θησεὺς Αἰγέως καὶ Αἴθρας παῖς, ταῖς δ´ ἀληθείαις 40049 4.20b.75.4 : Ποσειδῶνος, ἔχων υἱὸν ἐξ Ἱππολύτης Ἀμαζόνος Ἱππό– 40050 4.20b.75.5 : λυτον, ἐπέγημεν αὐτῷ μητρυιὰν Φαίδραν τὴν Μίνωος 40051 4.20b.75.6 : θυγατέρα καὶ Πασιφάης. αὕτη τοῦ προγόνου εἰς ἐπι– 40052 4.20b.75.7 : θυμίαν ἐμπεσοῦσα τὴν τροφὸν αὐτῷ περὶ συνόδων ἀπέ– 40053 4.20b.75.8 : στειλεν· ὁ δ´ ὡς κατέλιπε τὰς Ἀθήνας κυνηγίαις προσευ– 40054 4.20b.75.9 : καίρει· τῆς δὲ προαιρέσεως ἡ ἀσελγὴς ἀποτυχοῦσα ψευ– 40055 4.20b.75.10 : δεῖς κατὰ τοῦ σώφρονος ἐπιστολὰς ἐχάραξε, καὶ διὰ τὴν 40056 4.20b.75.11 : ὑπερβολὴν τῶν ἐρώτων βρόχῳ τὸν βίον περιέγραψε. Θη– 40057 4.20b.75.12 : σεὺς δὲ ἐκ Θηβῶν ὑποστρέψας καὶ τὰς διαβολὰς ἀνάγ– 40058 4.20b.75.13 : νους ἐκ τῶν τριῶν εὐχῶν ἃς εἶχε παρὰ Ποσειδῶνος μίαν 40059 4.20b.75.14 : εἰς τὸν υἱὸν ἐδαπάνησεν· ἐαριζομένου δὲ τοῦ Ἱππολύ– 40060 4.20b.75.15 : του παρὰ τὸν αἰγιαλὸν τῆς θαλάσσης ταῦρος ἐπιφανεὶς 40061 4.20b.75.16 : ἐπτοίησε τοὺς ἵππους, οἵ τινες ἀνατρέψαντες τὸ ἅρμα 40062 4.20b.75.17 : καὶ σύροντες τὸν δεσπότην ἀπέκτειναν. 40063 4.20b.76.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδρου (p. 233 A). 40064 4.20b.76.2 : Καὶ μὲν δὴ βελτίονί σοι προσήκει γίγνεσθαι ἐμοὶ 40065 4.20b.76.3 : πειθομένῳ ἢ ἐραστῇ. ἐκεῖνοι μὲν γὰρ καὶ παρὰ τὸ βέλ– 40066 4.20b.76.4 : τιστον τά τε λεγόμενα καὶ τὰ πραττόμενα ἐπαινοῦσι, τὰ 40067 4.20b.76.5 : μὲν δεδιότες μὴ ἀπέχθωνται, τὰ δὲ καὶ αὐτοὶ χεῖρον διὰ 40068 4.20b.76.6 : τὴν ἐπιθυμίαν γιγνώσκοντες. τοιαῦτα γὰρ ὁ ἔρως ἐπι– 40069 4.20b.76.7 : δείκνυται· δυστυχοῦντας μέν, ἃ μὴ λύπην τοῖς ἄλλοις 40070 4.20b.76.8 : παρέχει, ἀνιαρὰ ποιεῖ νομίζειν· εὐτυχοῦντας δὲ καὶ τὰ μὴ 40071 4.20b.76.9 : ἡδονῆς ἄξια παρ´ ἐκείνων ἐπαίνων ἀναγκάζει τυγχάνειν· 40072 4.20b.76.10 : ὥστε πολὺ μᾶλλον ἐλεεῖν τοῖς ἐρωμένοις ἢ ζηλοῦν αὐ– 40073 4.20b.76.11 : τοὺς προσήκει. 40074 4.20b.77.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 237 A. 237 D–238 C). 40075 4.20b.77.2 : Ἄγετε δή, Μοῦσαι, εἴτε δι´ ᾠδῆς εἶδος λίγειαι, εἴτε 40076 4.20b.77.3 : διὰ γένος μουσικὸν τὸ λιγὺ ὂν ταύτην ἔσχετ´ ἐπωνυμίαν, 40077 4.20b.77.4 : ξύμ μοι λάβεσθε τοῦ μύθου, ὅν με ἀναγκάζει ὁ βέλτιστος 40078 4.20b.77.5 : οὑτοσὶ λέγειν ..... ὅτι μὲν οὖν δὴ ἐπιθυμία τις ὁ ἔρως, 40079 4.20b.77.6 : ἅπαντι δῆλον· ὅτι δ´ αὖ καὶ μὴ ἐρῶντες ἐπιθυμοῦσι τῶν 40080 4.20b.77.7 : καλῶν, ἴσμεν. τῷ δὴ τὸν ἐρῶντά τε καὶ μὴ κρινοῦμεν; 40081 4.20b.77.8 : δεῖ αὖ νοῆσαι, ὅτι ἡμῶν ἐν ἑκάστῳ δύο τινε ἐστὸν ἰδέα 40082 4.20b.77.9 : ἄρχοντε καὶ ἄγοντε, οἷν ἑπόμεθα ᾗ ἂν ἄγητον, ἡ μὲν 40083 4.20b.77.10 : ἔμφυτος οὖσα ἐπιθυμία ἡδονῶν, ἄλλη δὲ ἐπίκτητος δόξα, 40084 4.20b.77.11 : ἐφιεμένη τοῦ ἀρίστου. τούτω δὲ ἐν ἡμῖν τοτὲ μὲν ὁμο– 40085 4.20b.77.12 : νοεῖτον, ἔστι δὲ ὅτε στασιάζετον· καὶ τοτὲ μὲν ἡ ἑτέρα, 40086 4.20b.77.13 : ἄλλοτε δὲ ἡ ἑτέρα κρατεῖ. δόξης μὲν οὖν ἐπὶ τὸ ἄριστον 40087 4.20b.77.14 : λόγῳ ἀγούσης καὶ κρατούσης τῷ κράτει σωφροσύνη ὄνομα· 40088 4.20b.77.15 : ἐπιθυμίας δὲ ἀλόγως ἑλκούσης ἐπὶ ἡδονὰς καὶ ἀρξάσης 40089 4.20b.77.16 : ἐν ἡμῖν τῇ ἀρχῇ ὕβρις ἐπωνομάσθη. ὕβρις δὲ δὴ πολυώ– 40090 4.20b.77.17 : νυμον· πολυμελὲς γὰρ καὶ πολυειδές· καὶ τούτων τῶν ἰδεῶν 40091 4.20b.77.18 : ἐκπρεπὴς ἣ ἂν τύχῃ γενομένη, τὴν αὑτῆς ἐπωνυμίαν ἐπ– 40092 4.20b.77.19 : ονομαζόμενον τὸν ἔχοντα παρέχεται, οὔτε τινὰ καλὴν οὔτε 40093 4.20b.77.20 : ἐπαξίαν κεκλῆσθαι. περὶ μὲν γὰρ ἐδωδὴν κρατοῦσα τοῦ 40094 4.20b.77.21 : λόγου τε τοῦ ἀρίστου καὶ τῶν ἄλλων ἐπιθυμιῶν ἐπιθυμία 40095 4.20b.77.22 : γαστριμαργία τε καὶ τὸν ἔχοντα ταὐτὸν τοῦτο κεκλημένον 40096 4.20b.77.23 : παρέξεται· περὶ δ´ αὖ μέθας τυραννεύσασα, τὸν κεκτημένον 40097 4.20b.77.24 : ταύτῃ ἄγουσα, δῆλον οὗ τεύξεται προσρήματος· καὶ τἄλλα 40098 4.20b.77.25 : δὴ τὰ τούτων ἀδελφὰ καὶ ἀδελφῶν ἐπιθυμιῶν ὀνόματα 40099 4.20b.77.26 : τῆς ἀεὶ δυναστευούσης, ὃ προσήκει καλεῖσθαι, πρόδηλον. 40100 4.20b.77.27 : ἧς δ´ ἕνεκα πάντα 〈τὰ〉 πρόσθεν εἴρηται, σχεδὸν μὲν ἤδη 40101 4.20b.77.28 : φανερόν· λεχθὲν δὲ ἢ μὴ λεχθὲν πάντως σαφέστερον, ἡ 40102 4.20b.77.29 : γὰρ ἄνευ λόγου δόξης ἐπὶ τὸ ὀρθὸν ὁρμώσης κρατήσασα 40103 4.20b.77.30 : ἐπιθυμία πρὸς ἡδονὴν ἀχθεῖσα κάλλους, καὶ 〈ὑπὸ〉 αὖ 40104 4.20b.77.31 : τῶν ἑαυτῆς συγγενῶν ἐπιθυμιῶν ἐπὶ σωμάτων κάλλος 40105 4.20b.77.32 : ἐρρωμένως ῥωσθεῖσα νικήσασα ἀγωγὴ ἀπ´ αὐτῆς τῆς 40106 4.20b.77.33 : ῥώμης ἐπωνυμίαν λαβοῦσα, ἔρως ἐκλήθη. 40107 4.20b.78.1 : (Ibid. p. 238 D–240 C) 40108 4.20b.78.2 : Εἶεν, ὦ φέριστε· ὃ μὲν δὴ τυγχάνει ὂν περὶ οὗ βου– 40109 4.20b.78.3 : λευτέον, εἴρηταί τε καὶ ὥρισται, βλέποντες δὲ δὴ πρὸς 40110 4.20b.78.4 : αὐτὸ τὰ λοιπὰ λέγωμεν, τίς ὠφέλεια ἢ βλάβη ἀπό τε 40111 4.20b.78.5 : ἐρῶντος καὶ μὴ τῷ χαριζομένῳ ἐξ εἰκότος συμβήσεται. 40112 4.20b.78.6 : τῷ δὴ ὑπὸ ἐπιθυμίας ἀρχομένῳ δουλεύοντί τε ἡδονῇ ἀνάγ– 40113 4.20b.78.7 : κη που τὸν ἐρώμενον ὡς ἥδιστον ἑαυτῷ παρασκευάζειν 40114 4.20b.78.8 : [κρείττοσι δέ]· νοσοῦντι δὲ πᾶν ἡδὺ 〈τὸ〉 μὴ ἀντιτεῖνον, 40115 4.20b.78.9 : κρεῖττον δὲ καὶ ἴσον ἐχθρόν. οὔτε δὴ κρείττω οὔτε ἰσού– 40116 4.20b.78.10 : μενον ἑκὼν ἐραστὴς παιδικὰ ἀνέξεται, ἥττω δὲ καὶ ὑπο– 40117 4.20b.78.11 : δεέστερον ἀεὶ ἀπεργάζεται· ἥττων δὲ ἀμαθὴς σοφοῦ, 40118 4.20b.78.12 : δειλὸς ἀνδρείου, ἀδύνατος εἰπεῖν ῥητορικοῦ, βραδὺς ἀγ– 40119 4.20b.78.13 : χίνου. τοσούτων κακῶν καὶ ἔτι πλειόνων κατὰ τὴν διά– 40120 4.20b.78.14 : νοιαν ἐραστὴν ἐρωμένῳ ἀνάγκη γιγνομένων τε καὶ φύσει 40121 4.20b.78.15 : ἐνόντων † τῶν μὲν ἥδεσθαι, τὰ δὲ παρασκευάζειν, ἢ στέρε– 40122 4.20b.78.16 : σθαι τοῦ παραυτίκα ἡδέος. φθονερὸν δὴ ἀνάγκη εἶναι, καὶ 40123 4.20b.78.17 : πολλῶν μὲν ἄλλων συνουσιῶν ἀπείργοντα καὶ ὠφελίμων, 40124 4.20b.78.18 : ὅθεν ἂν μάλιστ´ ἀνὴρ γίγνοιτο, μεγάλης αἴτιον εἶναι βλά– 40125 4.20b.78.19 : βης, μεγίστης δὲ τῆς ὅθεν ἂν φρονιμώτατος εἴη. τοῦτο 40126 4.20b.78.20 : δὲ ἡ θεία φιλοσοφία τυγχάνει ὄν, ἧς ἐραστὴν παιδικὰ 40127 4.20b.78.21 : ἀνάγκη πόρρωθεν εἴργειν, περίφοβον ὄντα τοῦ καταφρο– 40128 4.20b.78.22 : νηθῆναι· τά τε ἄλλα μηχανᾶσθαι, ὅπως ἂν ᾖ πάντα 40129 4.20b.78.23 : ἀγνοῶν καὶ πάντα ἀποβλέπων εἰς τὸν ἐραστήν, οἷος ὢν 40130 4.20b.78.24 : τῷ μὲν ἥδιστος, ἑαυτῷ δὲ βλαβερώτατος εἴη. τὰ μὲν οὖν 40131 4.20b.78.25 : κατὰ διάνοιαν ἐπίτροπός τε καὶ κοινωνὸς οὐδαμῇ λυσι– 40132 4.20b.78.26 : τελὴς ἀνὴρ ἔχων ἔρωτα. Τὴν δὲ τοῦ σώματος ἕξιν τε καὶ 40133 4.20b.78.27 : θεραπείαν οἵαν τε καὶ ὡς θεραπεύσει οὗ ἂν γένηται 40134 4.20b.78.28 : κύριος, ὃς ἡδὺ πρὸ ἀγαθοῦ ἠνάγκασται διώκειν, δεῖ μετὰ 40135 4.20b.78.29 : ταῦτα ἰδεῖν. ὀφθήσεται δὲ μαλθακόν τινα καὶ οὐ στερεὸν 40136 4.20b.78.30 : διώκων, οὐδ´ ἐν ἡλίῳ καθαρῷ τεθραμμένον ἀλλ´ ὑπὸ 40137 4.20b.78.31 : συμμιγεῖ σκιᾷ, πόνων μὲν ἀνδρείων καὶ ἱδρώτων ξηρῶν 40138 4.20b.78.32 : ἄπειρον, ἔμπειρον δὲ ἁπαλῆς καὶ ἀνάνδρου διαίτης, ἀλλο– 40139 4.20b.78.33 : τρίοις χρώμασι καὶ κόσμοις χήτει οἰκείων κοσμούμενον, 40140 4.20b.78.34 : ὅσα τε καὶ ἄλλα τούτοις ἕπεται πάντα ἐπιτηδεύοντα, ἃ 40141 4.20b.78.35 : δῆλα καὶ οὐκ ἄξιον περαιτέρω προβαίνειν, ἀλλ´ ἓν κεφά– 40142 4.20b.78.36 : λαιον ὁρισαμένους ἐπ´ ἄλλο ἰέναι· τὸ γὰρ τοιοῦτον σῶμα 40143 4.20b.78.37 : ἐν πολέμῳ τε καὶ ἄλλαις χρείαις ὅσαι μεγάλαι οἱ μὲν ἐχ– 40144 4.20b.78.38 : θροὶ θαρροῦσιν, οἱ δὲ φίλοι καὶ αὐτοὶ οἱ ἐρασταὶ φοβοῦν– 40145 4.20b.78.39 : ται. Τοῦτο μὲν οὖν, ὡς δῆλον, ἐατέον, τὸ δ´ ἐφεξῆς 40146 4.20b.78.40 : ῥητέον, τίνα ἡμῖν ὠφέλειαν ἢ τίνα βλάβην περὶ τὴν κτῆ– 40147 4.20b.78.41 : σιν ἡ τοῦ ἐρῶντος ὁμιλία τε καὶ ἐπιτροπία παρέξεται. 40148 4.20b.78.42 : σαφὲς δὴ τοῦτό γε παντὶ μέν, μάλιστα δὲ τῷ ἐραστῇ, 40149 4.20b.78.43 : ὅτι τῶν φιλτάτων καὶ εὐνουστάτων καὶ θειοτάτων κτη– 40150 4.20b.78.44 : μάτων ὀρφανὸν πρὸ παντὸς εὔξαιτ´ ἂν εἶναι τὸν ἐρώ– 40151 4.20b.78.45 : μενον. πατρὸς γὰρ καὶ μητρὸς καὶ ξυγγενῶν καὶ φίλων 40152 4.20b.78.46 : στέρεσθαι ἂν αὐτὸν δέξαιτο, διακωλυτὰς καὶ ἐπιτιμητὰς 40153 4.20b.78.47 : ἡγούμενος τῆς ἡδίστης πρὸς αὐτὸν ὁμιλίας. ἀλλὰ μὴν 40154 4.20b.78.48 : οὐσίαν γ´ ἔχοντα χρυσοῦ ἤ τινος ἄλλης κτήσεως οὔτε εὐά– 40155 4.20b.78.49 : λωτον ὁμοίως οὔτε ἁλόντα εὐμεταχείριστον ἡγήσεται. ἐξ 40156 4.20b.78.50 : ὧν πᾶσα ἀνάγκη ἐραστὴν παιδικοῖς φθονεῖν μὲν οὐσίαν 40157 4.20b.78.51 : κεκτημένοις, ἀπολλυμένης δὲ χαίρειν. ἔτι τοίνυν ἄγαμον, 40158 4.20b.78.52 : ἄπαιδα, ἄοικον ὅ τι πλεῖστον χρόνον παιδικὰ ἐραστὴς εὔ– 40159 4.20b.78.53 : ξαιτ´ ἂν γενέσθαι, τὸ αὑτοῦ γλυκὺ ὡς πλεῖστον χρόνον 40160 4.20b.78.54 : καρποῦσθαι ἐπιθυμῶν. ἔστι μὲν δὴ καὶ ἄλλα κακά, ἀλλά 40161 4.20b.78.55 : τις δαίμων ἔμιξε τοῖς πλείστοις ἐν τῷ παραυτίκα ἡδονήν, 40162 4.20b.78.56 : οἷον κόλακι, δεινῷ θηρίῳ καὶ βλάβῃ μεγάλῃ, ὅμως ἐπέ– 40163 4.20b.78.57 : μιξεν ἡ φύσις ἡδονήν τινα οὐκ ἄμουσον, καί τις ἑταίραν 40164 4.20b.78.58 : ὡς βλαβερὸν ψέξειεν ἄν, καὶ ἄλλα πολλὰ τῶν τοιουτο– 40165 4.20b.78.59 : τρόπων θρεμμάτων τε καὶ ἐπιτηδευμάτων, οἷς τό γε καθ´ 40166 4.20b.78.60 : ἡμέραν ἡδίστοισιν εἶναι ὑπάρχει· παιδικοῖς δὲ ἐραστὴς 40167 4.20b.78.61 : πρὸς τῷ βλαβερῷ καὶ εἰς τὸ συνημερεύειν πάντων ἀηδέσ– 40168 4.20b.78.62 : τατον. ἥλικα γὰρ δὴ καὶ ὁ παλαιὸς 〈λόγος〉 τέρπειν τὸν 40169 4.20b.78.63 : ἥλικα· ἡ γὰρ οἶμαι χρόνου ἰσότης ἐπὶ ἴσας ἡδονὰς ἄγου– 40170 4.20b.78.64 : σα δι´ ὁμοιότητα φιλίαν παρέχεται· ἀλλ´ ὅμως κόρον γε 40171 4.20b.78.65 : καὶ ἡ τούτων συνουσία ἔχει. καὶ μὴν τό γε ἀναγκαῖον αὖ 40172 4.20b.78.66 : βαρὺ παντὶ περὶ πᾶν λέγεται. 40173 4.20b.79.1 : (Ibid. p. 241 B–C) 40174 4.20b.79.2 : Οὐκ ἄρα ἔδει ποτὲ ἐρῶντι καὶ ὑπ´ ἀνάγκης ἀνοήτῳ 40175 4.20b.79.3 : χαρίζεσθαι, ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον μὴ ἐρῶντι καὶ νοῦν ἔχοντι· 40176 4.20b.79.4 : εἰ δὲ μή, ἀναγκαῖον εἴη ἐνδοῦναι αὑτὸν ἀπίστῳ, δυσκόλῳ, 40177 4.20b.79.5 : φθονερῷ, ἀηδεῖ, βλαβερῷ μὲν πρὸς οὐσίαν, βλαβερῷ δὲ 40178 4.20b.79.6 : πρὸς τὴν τοῦ σώματος ἕξιν, πολὺ δὲ βλαβερωτάτῳ πρὸς 40179 4.20b.79.7 : τὴν τῆς ψυχῆς παίδευσιν, ἧς οὔτε ἀνθρώποις οὔτε θεοῖς 40180 4.20b.79.8 : τῇ ἀληθείᾳ τιμιώτερον οὔτε ἔστιν οὔτε ποτὲ ἔσται. ταῦτά 40181 4.20b.79.9 : τε οὖν χρή, ὦ παῖ, ξυννοεῖν, καὶ εἰδέναι τὴν ἐραστοῦ 40182 4.20b.79.10 : φιλίαν ὅτι οὐ μετ´ εὐνοίας γίγνεται, ἀλλὰ σιτίου τρόπον, 40183 4.20b.79.11 : χάριν πλησμονῆς. 40184 4.21a.t.1 : {1ΥΠΕΡ ΚΑΛΛΟΥΣ.}1 40185 4.21a.1.1 : Εὐριπίδου Αἰόλῳ (fr. 15 N. 2). 40186 4.21a.1.2 : Ἴδοιμι δ´ αὐτῶν ἔκγον´ ἄρσεν´ ἀρσένων 40187 4.21a.1.3 : πρῶτον μὲν εἶδος ἀξίους τυραννίδος· 40188 4.21a.1.4 : πλείστη γὰρ ἀρετὴ τοῦθ´ ὑπάρχον ἐν βίῳ, 40189 4.21a.1.5 : τὴν ἀξίωσιν τῶν καλῶν τὸ σῶμ´ ἔχειν. 40190 4.21a.2.1 : Μενάνδρου (fr. 645 K.). 40191 4.21a.2.2 : Ὅταν φύσει τὸ κάλλος ἐπικοσμῇ τρόπους 40192 4.21a.2.3 : χρηστούς, διπλασίως ὁ προσιὼν ἁλίσκεται. 40193 4.21a.3.1 : Ἐκ τῶν Βίωνος Βουκολικῶν (XI p. 143 Wil.). 40194 4.21a.3.2 : Μορφὰ θηλυτέρῃσι πέλει καλόν, ἀνέρι δ´ ἀλκά. 40195 4.21a.4.1 : Ὁμήρου (Il. II 671 ss.). 40196 4.21a.4.2 : Νιρεὺς αὖ Σύμηθεν ἄγεν τρεῖς νῆας ἐίσας, 40197 4.21a.4.3 : Νιρεύς, Ἀγλαΐης υἱὸς Χαροποῖό τ´ ἄνακτος, 40198 4.21a.4.4 : Νιρεύς, ὃς κάλλιστος ἀνὴρ ὑπὸ Ἴλιον ἦλθεν. 40199 4.21a.5.1 : Φιλήμονος Πυρφόρου (fr. 72 K.). 40200 4.21a.5.2 : Οὐκ ἔστιν οὔτε ζῳγράφος, μὰ τοὺς θεούς, 40201 4.21a.5.3 : οὔτ´ ἀνδριαντοποι〈ὸς〉 ὅστις ἂν πλάσαι 40202 4.21a.5.4 : κάλλος τοιοῦτον, οἷον ἡ ἀλήθει´ ἔχει. 40203 4.21a.5.5 : οὔτ´ ἀνδριόντος γὰρ καλῶς πεπλασμένου 40204 4.21a.5.6 : *** 40205 4.21a.5.7 : ἂν μὴ τὸν αἰσθησόμενον ἡ τέχνη λάβῃ. 40206 4.21a.6.1 : Ὁμήρου (Od. XVII 36 s.). 40207 4.21a.6.2 : Ἤϊεν ἐκ θαλάμοιο περίφρων Πηνελόπεια 40208 4.21a.6.3 : Ἀρτέμιδι ἰκέλη ἠδὲ χρυσῇ Ἀφροδίτῃ. 40209 4.21a.7.1 : Μηνοφίλου Δαμασκηνοῦ Πλοκαμίδων. 40210 4.21a.7.2 : Εὐρώπην Λιβύην τε καὶ Ἀσίδα πᾶσαν ἀμείψας, 40211 4.21a.7.3 : θαύμασα μυρία καλὰ πολυπλανίης ὑπὸ λυγρῆς, 40212 4.21a.7.4 : ἀλλ´ οὔπω τοιοῦτον ἴδον σέλας, οὐδ´ ἐν Ὀλύμπῳ 40213 4.21a.7.5 : αὐτοὺς ἀθανάτους 〈περ〉 ὀίομαι ἶσον ἰδέσθαι, 40214 4.21a.7.6 : οἷον ἄελπτον ἄπιστον ἐμὸν νόον ἥρπασε φάσμα 40215 4.21a.7.7 : καρτερόν, οὔ τι φατειόν· ὑπ´ ἀμφασίῃ δ´ ἀλεγεινῇ 40216 4.21a.7.8 : θυμὸς ἄδην πεπότητο, λύθεν δέ μοι ἄψεα πάντα 40217 4.21a.7.9 : ἐκ κεφαλῆς εἰς ἴχνος, ἀπώλετο δ´ Ἑλλὰς ἅπασα 40218 4.21a.7.10 : ἐκ στηθέων, καὶ πάντα χαμαὶ πέσεν, ὅσσα περ ἔτλην 40219 4.21a.7.11 : ὑγρῇ τε τραφερῇ τε κυλινδόμενος περὶ νόστον. 40220 4.21a.7.12 : τόσσον γὰρ περὶ θυμὸν ἀπείριτον ἵκετο θάμβος. 40221 4.21a.7.13 : *** 40222 4.21a.7.14 : μέλψαι δὲ μνήσειας ἀειθαλέας πλοκαμῖδας, 40223 4.21a.7.15 : οἵαις κυδιόωσαν ἀπ´ ὀλβίστων σε λοετρῶν 40224 4.21a.7.16 : φαιδρὴν εἶδον ἅπασαν ἐειδομένην Χαρίτεσσιν 40225 4.21a.7.17 : ἐρχομέναις πρὸς Ὄλυμπον Ἀκιδαλίης ἀπὸ πηγῆς. 40226 4.21a.8.1 : Φαβωρίνου (fr. 84 p. 137 Marr.). 40227 4.21a.8.2 : Ἱκανὸν μὲν οὖν ἴσως καὶ τὸ τῆς ὄψεως· ἂν δὲ ὁ 40228 4.21a.8.3 : καλὸς καὶ αἱμύλος ᾖ καὶ λεκτικός, ... λέγε, ὦ νεα– 40229 4.21a.8.4 : νίσκε· λέγε Ἀντίλοχε· γλυκερώτερον Νέστορος ἐρεῖς· λέγε 40230 4.21a.8.5 : Τηλέμαχε· σφοδρότερον Ὀδυσσέως ἐρεῖς· λέγε Ἀλκιβιάδη· 40231 4.21a.8.6 : κἂν μεθύῃς, ἀκουσόμεθα τοῦ μεθύοντος ἡδέως. τοιοῦτόν 40232 4.21a.8.7 : ἐστι τὸ καλὸν εἶναι· εὐφραίνει μὲν βλεπόμενος, εὐφραί– 40233 4.21a.8.8 : νει δὲ ἀκουόμενος. εἰ δέ τῳ κατὰ Πλάτωνα τὸ θάρρος 40234 4.21a.8.9 : ἦν, εἶπον ἂν ὅτι καὶ πάσας τὸς αἰσθήσεις ὁ καλὸς εὐ– 40235 4.21a.8.10 : φραίνει, καὶ οὐκ ἂν ἔδεισα τὴν εὐωχίαν τὴν τῶν καλῶν. 40236 4.21a.8.11 : τί γὰρ ἄλλο ποιοῦσιν οἱ τῷ στόματι ψαύοντες; συνάπτουσι 40237 4.21a.8.12 : τὰς ψυχάς. εἰ γὰρ θέμις ἦν τὸ σῶμα ὑπερβῆναι—νῦν 40238 4.21a.8.13 : δὲ ἐοίκασιν περὶ τὸ στόμα λιπαρεῖν ὡς περὶ θύρας. 40239 4.21a.9.1 : Ἐκ τοῦ Μελαγκόμα (Dionis or. XXIX vol. II p. 287, 19 40240 4.21a.9.2 : Arn.). 40241 4.21a.9.3 : Ἐγὼ οὖν πρῶτον αὐτὸν εὐδαιμονίζω τοῦ κάλλους, ὃ 40242 4.21a.9.4 : δὴ τῶν ἀνθρωπίνων ἐστὶν ἀγαθῶν ἀριδηλότατον μὲν καὶ 40243 4.21a.9.5 : ἥδιστον θεοῖς, ἥδιστον δὲ ἀνθρώποις, ἀλυπότατον δὲ τῷ 40244 4.21a.9.6 : ἔχοντι καὶ ἐπιγνωσθῆναι ἄριστον. τὰ μὲν γὰρ ἄλλα ἀγαθὰ 40245 4.21a.9.7 : κἂν λάθοι προσόντα, καὶ ἀνδρεία καὶ φρόνησις, εἰ μὴ τύ– 40246 4.21a.9.8 : χοι ἔργου τινὸς ἀποδεικνύντος· τὸ δὲ κάλλος οὐχ οἷόν τε 40247 4.21a.9.9 : λαθεῖν, ἅμα γὰρ τῷ ἔχοντι φαίνεται· εἴποι δ´ ἄν τις 40248 4.21a.9.10 : ὅτι καὶ πρότερον· οὕτως ὀξεῖαν αἴσθησιν ἑαυτοῦ παρέχει. 40249 4.21a.9.11 : ἔτι δὲ τοῖς μὲν 〈ἄλλοις〉 ἀγαθοῖς οἱ πλεῖστοι φθονοῦσι 40250 4.21a.9.12 : καὶ δυσμενεῖς γίγνονται, τὸ δὲ κάλλος τοὺς αἰσθανομένους 40251 4.21a.9.13 : ἑαυτοῦ φίλους ποιεῖται καὶ οὐδένα ἐχθρὸν ἐᾷ γίγνεσθαι. 40252 4.21a.10.1 : Ἀγησιλάου. 40253 4.21a.10.2 : Ἀγησίλαος, πυθομένου τινὸς διὰ τί κομῶσιν, εἶπεν, 40254 4.21a.10.3 : ὅτι τῶν κόσμων ἀδαπανώτατός ἐστι. 40255 4.21a.11.1 : Ἀριστοτέλους. 40256 4.21a.11.2 : Ἀριστοτέλης ἔφη τὸ κάλλος πάσης ἐπιστολῆς συ– 40257 4.21a.11.3 : στατικώτερον εἶναι. 40258 4.21a.12.1 : Πλουτάρχου Ὑπὲρ κάλλους (v. VII p. 136 Bernard.). 40259 4.21a.12.2 : Τί γάρ; οὐ σύνθετος φύσις ἀνθρώπων ἐκ σώματος 40260 4.21a.12.3 : καὶ ψυχῆς; ἢ θάτερον ἀρκοῦν ἡμῖν; καὶ πῶς οἷόν τε; τὸ 40261 4.21a.12.4 : μὲν γὰρ οὐκ ἂν εἴη μὴ χρώμενον ψυχῇ, ψυχὴ δ´ οὐκ ἂν 40262 4.21a.12.5 : εἴη μὴ ἔχουσα τὸ συνερεῖδον. τί οὖν; ὥσπερ ἐξ ἴσου 40263 4.21a.12.6 : κοσμεῖται ἑκάτερα τοῖς συγγενέσιν, ἡ μὲν δικαιοσύνῃ καὶ 40264 4.21a.12.7 : σωφροσύνῃ καὶ φρονήσει, τὸ δὲ ἰσχύι καὶ κάλλει καὶ 40265 4.21a.12.8 : ὑγείᾳ· καὶ πῶς οὐ θαυμαστὸν λέγειν τὰ τῆς ψυχῆς καλά, 40266 4.21a.12.9 : τὰ τοῦ σώματος ὑπερορῶντα; 40267 4.21a.13.1 : Ἐν ταὐτῷ (v. VII p. 136 Bernard.). 40268 4.21a.13.2 : Ἡ γοῦν τοῦ σώματος εὐμορφία ψυχῆς ἐστιν ἔργον σώ– 40269 4.21a.13.3 : ματι χαριζομένης δόξαν εὐμορφίας. πεσέτω γοῦν θανάτῳ 40270 4.21a.13.4 : τὸ σῶμα, καὶ τῆς ψυχῆς μετῳκισμένης, οὐ στάσις, οὐ 40271 4.21a.13.5 : χρῶμα, οὐκ ὀφθαλμός, οὐ φωνή, οὐδὲν ἔτι καταλείπεται 40272 4.21a.13.6 : τῶν ἐρασμίων προδεδομένον ὑπὸ τῶν ἀρχαίων οἰκητόρων· 40273 4.21a.13.7 : ὥστε καὶ 〈τὴν〉 ψυχὴν συνυβρίζεις λανθάνων, ἧς ἐστιν ἀν– 40274 4.21a.13.8 : θρώπου κάλλος. 40275 4.21a.14.1 : Ἀριστοτέλους. 40276 4.21a.14.2 : Ἀριστοτέλης ἐρωτηθεὶς διὰ τί τῶν καλῶν ὁ ἔρως, 40277 4.21a.14.3 : ’τυφλοῦ‘ εἶπεν ’ἡ ἐρώτησις‘. 40278 4.21a.15.1 : Διογένους. 40279 4.21a.15.2 : Διογένης τὰς εὐμόρφους τῶν ἑταιρῶν βασιλίσσας ἐκά– 40280 4.21a.15.3 : λει, πολλοὺς γὰρ πράττειν ἃ ἂν προστάττωσι. 40281 4.21a.16.1 : Δίου Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ καλλονῆς. 40282 4.21a.16.2 : Τίς ἀγωγὰ βιοτᾶς [ὄντως] ναμαρτὲς εὐδαίμων ζωά; 40283 4.21a.16.3 : καὶ τίνας ποκὰ χρὴ κρίνεν εὐδαίμονας; ἢ νὴ Δία τὼς 40284 4.21a.16.4 : σκάνεος καλλονὰν ἔχοντας, δώρημα φύσιος; τούτως γὰρ 40285 4.21a.16.5 : ὡς ἔνι μασσότερον οἱ πλεῦνες ὡς θεὼς ἢ θεῶν ἱδρύματα 40286 4.21a.16.6 : ὑποτρέχοντι καὶ θεραπεύοντι θρησκεύοντες οὐ καλὰν θρη– 40287 4.21a.16.7 : σκείαν. καὶ ὄντως ἔμοιγε κατοπτίλλεται ἔχεν τι σεμνὸν 40288 4.21a.16.8 : καὶ θαυμασμῶ ἄξιον. τὼς μὲν γὰρ ἁτέρως τῶν ἀνθρώ– 40289 4.21a.16.9 : πων χάριν ἀπαιτεῦντι οἱ εὖ ἔρξαντες· τοῖς δ´ εὐμόρφοις 40290 4.21a.16.10 : τοὐναντίον οἱ εὐεργετίξαντες χάριν ἔχοντι, ὅτι καὶ ὑπέ– 40291 4.21a.16.11 : μειναν εὖ παθὲν ὑπ´ αὐτῶν. τούτως ὦν εὐδαίμονας οἶδα 40292 4.21a.16.12 : † τὰ ἔμμεν δοκεῦντι τοῖς τὰν ὥραν αὐτῶν βολλομένοις ὀπω– 40293 4.21a.16.13 : ρίξασθαι· ποθ´ ὣς ὑπὸ νομοθέτα τοιόσδε ἀπαντασεῖται 40294 4.21a.16.14 : λόγος οὐκ ἀσυφάλως μυθεύμενος τάδε· ’ἐγών, ὦ κράτιστοι 40295 4.21a.16.15 : ἀνδρῶν, ποτιβλέπων ἅπαντα τὰ νέα φυλακᾶς τε καὶ τα– 40296 4.21a.16.16 : μελείας δεόμενα, καθάπερ τὰ ζωύφια περὶ τὸν πρᾶτον 40297 4.21a.16.17 : καιρὸν τᾶς αὐξήσιος, τῷ ἀκροσφαλῶς ἔχεν ποτὶ σωτηρίαν, 40298 4.21a.16.18 : ὑπέλαβον μὴ παρέργως δεῖν αὐτῶν με φυλάσσεν τὰν ἀσθέ– 40299 4.21a.16.19 : νειαν· ὑμεῖς δέ γ´ οἳ ὀριγνῆσθε σωματικᾶς ἁδονᾶς, τέλος 40300 4.21a.16.20 : ποιεύμενοι καθάπερ κνώδαλα τὸν κόρον τῶ πλατιασμῶ, 40301 4.21a.16.21 : οὐχ ὅτι χάριτος ἢ τιμᾶς ἀλλὰ καὶ μέμψιος ποτὶ κολάσει 40302 4.21a.16.22 : δικαίως ἐστὲ ἄξιοι τυγχάνεν, διὰ τὰς αὐταυτῶν ἀκολασίας 40303 4.21a.16.23 : ἐμβαλλόμενοι ῥύπον ἐν ζωὰν ἐλευθέρων παίδων‘. 40304 4.21a.17.1 : Ἐν ταὐτῷ. 40305 4.21a.17.2 : Ἁ δέ γα εὐμορφία τοῖς ποτοκέλλουσιν ἁδονὰς παρ– 40306 4.21a.17.3 : έχει ποθερπύζοισα, καθάπερ ἄγαλμα ἢ γραφὰ ἢ ἅτερον 40307 4.21a.17.4 : χειρόκματον ἐπίτευγμα. διό κα θέλοιμι ἔγωγ´ ἅτερον 40308 4.21a.17.5 : ἔχεν τὸ κάλλος ἢ αὐτὸς εἶμεν εὔμορφος· ὥσπερ καὶ οἶνον 40309 4.21a.17.6 : πιὲν ἁδὺν καὶ πολύωρον ἢ αὐτὸς εἶμεν βουνός, καὶ χιλὸν 40310 4.21a.17.7 : ποτιφέρεσθαι ἁδὺν καὶ ἀμπέχεσθαι ἀμπεχόναν καλὰν ἢ 40311 4.21a.17.8 : εἶμεν χιλὸς ἢ ἀμπεχόνα. ἀλλ´ ὑποδραμών τις σχεδὸν φά– 40312 4.21a.17.9 : σει ’ἀλλ´ ἐγὼ χαίρω ἐπὶ τᾷ ἐμαυτῶ εὐμορφίᾳ τῷ καὶ ἁτέ– 40313 4.21a.17.10 : ρως ἀγάλλεσθαι‘. ποθ´ ὃν ὑποβλήδαν φατίζω πάλιν· 40314 4.21a.17.11 : ’ἀγάλλευ, μειράκιον· εὐδαίμονα μὲν γὰρ οὐκ ἔχω ὅπως 40315 4.21a.17.12 : τυ φατίζω ναμαρτέως μυθαρευόμενος‘. 40316 4.21a.18.1 : Πλάτωνος Πολιτείας γʹ (p. 402 D–403 A). 40317 4.21a.18.2 : Οὐκοῦν, ἦν δ´ ἐγώ, ὅτου ἂν ξυμπίπτῃ ἔν τε τῇ ψυχῇ 40318 4.21a.18.3 : καλὰ ἤθη ἐνόντα καὶ ἐν τῷ εἴδει ὁμολογοῦντα ἐκείνοις καὶ 40319 4.21a.18.4 : ξυμφωνοῦντα, τοῦ αὐτοῦ μετέχοντα τύπου, τοῦτ´ ἂν εἴη 40320 4.21a.18.5 : κάλλιστον θέαμα τῷ δυναμένῳ θεᾶσθαι; Πάνυ γε. Καὶ 40321 4.21a.18.6 : μὴν τό γε κάλλιστον ἐρασμιώτατον; Πῶς δ´ οὔ; Τῶν δὴ 40322 4.21a.18.7 : ὅ τι μάλιστα τοιούτων ἀνθρώπων ὅ γε μουσικὸς ἐρῴη ἄν· 40323 4.21a.18.8 : εἰ δὲ ἀξύμφωνος εἴη, οὐκ ἂν ἐρῴη. Οὐκ ἄν, εἴ γέ τι, ἔφη, 40324 4.21a.18.9 : κατὰ τὴν ψυχὴν ἐλλείποι· εἰ μέντοι τι κατὰ τὸ σῶμα, ὑπο– 40325 4.21a.18.10 : μείνειεν ἂν ὥστε θέλειν ἀσπάζεσθαι. Μανθάνω, ἦν δ´ 40326 4.21a.18.11 : ἐγώ· ὅτι ἔστι σοι ἢ γέγονε παιδικὰ τοιαῦτα, καὶ ξυγχω– 40327 4.21a.18.12 : ρῶ· ἀλλὰ τόδε μοι εἰπέ· σωφροσύνῃ καὶ ἡδονῇ ὑπερβαλλού– 40328 4.21a.18.13 : σῃ ἔστι τις κοινωνία; Καὶ πῶς; ἔφη, ἥ γε ἔκφρονα ποιεῖ 40329 4.21a.18.14 : οὐχ ἧττον ἢ λύπη; Ἀλλὰ τῇ ἄλλῃ ἀρετῇ; Οὐδαμῶς. Τί 40330 4.21a.18.15 : δέ; ὕβρει τε καὶ ἀκολασίᾳ; Πάντων μάλιστα. Μείζω δέ 40331 4.21a.18.16 : τινα καὶ ὀξυτέραν ἔχεις εἰπεῖν ἡδονὴν τῆς περὶ τὰ ἀφρο– 40332 4.21a.18.17 : δίσια; Οὐκ ἔχω, ἦ δ´ ὅς, οὐδέ γε μανικωτέραν. Ὁ δὲ ὀρ– 40333 4.21a.18.18 : θὸς ἔρως πέφυκε κοσμίου τε καὶ καλοῦ σωφρόνως τε καὶ 40334 4.21a.18.19 : μουσικῶς ἐρᾶν; Καὶ μάλα, ᾖ δ´ ὅς. Οὐδὲν ἄρα προσοι– 40335 4.21a.18.20 : στέον μανικὸν οὐδὲ ξυγγενὲς ἀκολασίας τῷ ὀρθῷ ἔρωτι; 40336 4.21a.18.21 : Οὐ προσοιστέον. 40337 4.22.t.1 : {1ΚΑΤΑ ΚΑΛΛΟΥΣ.}1 40338 4.22.19.1 : Εὐριπίδου Οἰδίποδος (fr. 548 N. 2). 40339 4.22.19.2 : Νοῦν χρὴ θεᾶσθαι, νοῦν· τί τῆς εὐμορφίας 40340 4.22.19.3 : ὄφελος, ὅταν τις μὴ [τὰς] φρένας καλὰς ἔχῃ; 40341 4.22.20.1 : Εὐριπίδου Χρυσίππῳ (fr. 842 N. 2). 40342 4.22.20.2 : Γνώμης σόφισμα καὶ χέρ´ ἀνδρείαν ἔχων 40343 4.22.20.3 : δύσμορφος εἴην μᾶλλον ἢ καλὸς κακός. 40344 4.22.21.1 : Φαβωρίνου (fr. 86 p. 138 Marr.). 40345 4.22.21.2 : Ἔτι καὶ νῦν Σωκράτης καλός· Ἀλκιβιάδην δὲ καὶ 40346 4.22.21.3 : ζῶντα ἐπιλελοίπει τὸ κάλλος, καὶ πολλοὶ κατόπιν τῆς ὥρας 40347 4.22.21.4 : ἀφιγμένοι, ἔνιοι δὲ καὶ τῶν τεθεαμένων αὐτὸν καὶ † νῦν 40348 4.22.21.5 : ὁρώντων ἐζήτουν τὸν Ἀλκιβιάδην. 40349 4.22.22.1 : Πλουτάρχου (vol. VII p. 137 Bernard.). 40350 4.22.22.2 : Ἀλλὰ μήν, ὥσπερ ἔφην, οὐδὲν τῶν ἄλλων 〈καλλῶν〉 40351 4.22.22.3 : κινδύνων γένεσίς ἐστιν, ἀλλὰ μόνου τοῦ σώματος. τὰ μὲν 40352 4.22.22.4 : γὰρ τῆς ψυχῆς κάλλη καὶ σωτηρίας ἐλπίδες εἰσί, φρόνησις, 40353 4.22.22.5 : εὐσέβεια, δικαιοπραγία· καὶ τὸ παιδείας εὐπρόσωπον κάλ– 40354 4.22.22.6 : λος οἴκου καὶ πόλεως καὶ ἐθνῶν ἀθόρυβος εἰρήνη δια– 40355 4.22.22.7 : τελεῖ γινομένη· ἡ δὲ γυναικῶν εὐμορφία ἀφορμὴ τοῖς πά– 40356 4.22.22.8 : θεσι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις. 40357 4.22.23.1 : Βίωνος. 40358 4.22.23.2 : Βίων πρὸς τοὺς λέγοντας ὅτι [τὸ κάλλος] τυραννίδα 40359 4.22.23.3 : ἔχει τὸ κάλλος, ’φεῦ‘ ἔλεγε ’τυραννίδος τριχὶ καταλυο– 40360 4.22.23.4 : μένης.‘ 40361 4.22.24.1 : Φαβωρίνου (fr. 87 p. 138 Marr.). 40362 4.22.24.2 : Ἡ φύσις ἢ ἑστῶσα σῴζεται ἢ φερομένη· [ἡ] ἑστῶσα 40363 4.22.24.3 : μὲν ἐξ ἀθανασίας, φερομένη δὲ ἐξ ἐπιγονῆς. πρὸς ταῦτα 40364 4.22.24.4 : γελοῖος ἂν φανείη ὁ Ἀνακρέων καὶ μικρολόγος τῷ παιδὶ 40365 4.22.24.5 : μεμφόμενος ὅτι τῆς κόμης ἀπεκείρατο, λέγων ταῦτα· 40366 4.22.24.6 : ἀπέκειρας δ´ ἁπαλῆς κόμης ἄμωμον ἄνθος. 40367 4.22.24.7 : ἀλλ´, ὦ Ἀνάκρεον, μικρὸν ἐπίμεινον, καὶ ὄψει πάντα ἀπο– 40368 4.22.24.8 : κεκαρμένα· ἀποκεκαρμένην μὲν τὴν τῶν ὀμμάτων αὐγήν, 40369 4.22.24.9 : ἀποκεκαρμένην δὲ τὴν τοῦ μετώπου χάριν ἀτεχνῶς κατὰ 40370 4.22.24.10 : τὸν Ὅμηρον· 40371 4.22.24.11 : κάρψε μέν οἱ χρόα καλὸν ἐπὶ γναμπτοῖσι μέλεσσιν, 40372 4.22.24.12 : ξανθὰς δ´ ἐκ κεφαλῆς ὄλεσεν τρίχας· ἀμφὶ δὲ δέρμα 40373 4.22.24.13 : πάντεσσιν μελέεσσι παλαιοῦ θῆκε γέροντος. 40374 4.22.24.14 : ταῦτα δ´ Ἀθηνᾶ μὲν διέθηκε τὸν Ὀδυσσέα, ὁ δὲ χρόνος 40375 4.22.24.15 : πάντας τοὺς καλούς. εἶτα Ὀδυσσεὺς μὲν ἀναλήψεται καὶ 40376 4.22.24.16 : σάρκας καὶ κόμην καὶ χρῶμα· σὺ δέ, ὦ καλὲ παίδων, ἐπει– 40377 4.22.24.17 : δὰν ἅπαξ ταῦτα ἀποβάλῃς, οὐκ ἔστι σοι πάλιν ἀνηβῆσαι. 40378 4.22.25.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Περὶ ἔρωτος (Plut. v. 40379 4.22.25.2 : VII p. 135 Bernard.). 40380 4.22.25.3 : Καὶ τοὺς καλοὺς ὁρᾶν μὲν ἐπιτερπέστατον, ἅψασθαι 40381 4.22.25.4 : δὲ καὶ λαβεῖν οὐκ ἀκίνδυνον. μᾶλλον δέ, ὥς φησιν ὁ Ξενο– 40382 4.22.25.5 : φῶν, τὸ μὲν πῦρ τοὺς ἁψαμένους καίει μόνον, οἱ δὲ κα– 40383 4.22.25.6 : λοὶ καὶ τοὺς μακρὰν ἑστῶτας ὑφάπτουσιν· ἡ γὰρ ὄψις 40384 4.22.25.7 : λαβὴ τοῦ πάθους ἐστί. 40385 4.22.26.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τῆς πρὸς Ἀγλαϊτάδαν ἐπι– 40386 4.22.26.2 : στολῆς (p. 789 s. Herch.). 40387 4.22.26.3 : Τὸ χαυνοῦσθαι ἐπὶ τῆς ὥρας τῷ κάλλει οὐ μόνον Φυλ– 40388 4.22.26.4 : λίδα τοῦ υἱέος σου φαῖμεν ἂν εἶναι ἁμάρτημα, ἀλλὰ καὶ 40389 4.22.26.5 : σόν. δοκεῖς γάρ μοι οὔτε Λακωνικὸν παθεῖν οὔθ´, ὅπερ 40390 4.22.26.6 : χρὴ ἐννοεῖν τὸν σώφρονα, ἀληθεῖ καὶ δικαίῳ ἐπαίνῳ τὸν 40391 4.22.26.7 : νοῦν προσέχειν. τίς γὰρ σαρκὸς οὐ πρὸς ἰσχὺν ἐρρωμένης, 40392 4.22.26.8 : ἡδονῆς δὲ ὑπομνήσει ἐπαινουμένης ἐν δικαίῳ γένοιτ´ ἂν 40393 4.22.26.9 : λόγος; σώματος γὰρ ἄνθρωποι ἠράσθησαν διὰ τὸ ἐπὶ 40394 4.22.26.10 : ψυχῇ εἶναι· τῶν δὲ μικρὸν ὕστερον τὸν ἔπαινον ἀποδρασο– 40395 4.22.26.11 : μένων δι´ ὥρας ἀπάνθησιν ἥκιστα χρὴ φροντίζειν τὸν τῷ 40396 4.22.26.12 : ὄντι Λάκωνα. ποιητῶν τε ὅσοι ἀρετὴν ἐπῄνεσαν σώμα– 40397 4.22.26.13 : τος ἢ οὐδὲν ἢ ὀλίγιστον ἐπαίνου πέρι ὕμνησαν, ἔργα δὲ 40398 4.22.26.14 : ψυχῆς μεγάλα τε καὶ σοφίας ἐγγὺς δι´ ᾠδῆς αἰῶνι ἔδοσαν. 40399 4.22.26.15 : σκόπει δέ, ὦ Ἀγλαϊτάδα, καὶ ἕπου θείῳ λόγῳ, ὃς πιστοῦ– 40400 4.22.26.16 : ται ὅτι ψυχὴν μετὰ θεοὺς χρὴ τιμᾶν, τρίτον δὲ Ὀλυμ– 40401 4.22.26.17 : πίων τὸ σῶμα. ψυχῆς δὲ τιμὴ μάθησις καὶ νοῦς συντε– 40402 4.22.26.18 : ταγμένος ἐπὶ φρόνησιν· ὡς οὐκ ἔστιν ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ἀν– 40403 4.22.26.19 : θρώποις ἄλλο συγγενὲς πρὸς θεοὺς 〈ἢ〉 παίδευμα. καὶ τοί– 40404 4.22.26.20 : νυν τῶν μὲν ἀφρόνων τὸ σῶμα οὐδ´ ἂν εὖ ἡρμοσμένον 40405 4.22.26.21 : ἴδῃς φήσεις καλὸν εἶναι. ἀνδρεία γὰρ κάλλους ἔλαχεν 40406 4.22.26.22 : ἔπαινον ἐπὶ φρονήσει τέχνης. τῷ γὰρ ὄντι ἂν φαίην τὰ 40407 4.22.26.23 : στερόμενα τοῦ ἔμφρονος αἰσχρὰ πάντα καὶ ἄδικα ἐν ἀν– 40408 4.22.26.24 : θρώποις ἔσεσθαι. γεγενῆσθαι οὖν ἐν Λάκωσι τότε σοι 40409 4.22.26.25 : ἔσται, ἐπειδὰν νόμων Λακωνικῶν ὑπηρέτην τὸν παῖδα 40410 4.22.26.26 : ἀποδείξῃς. ἀὴρ δὲ οὔτε τις Λάκων οὔτε Ἀττικὸς ἐγένετο, 40411 4.22.26.27 : ῥεῦμα δὲ ὑπὸ θεῶν ἐπὶ ζῴων γενέσει τῶν τε ἄλλων ὅσα 40412 4.22.26.28 : ἡ γῆ ἀνίησι μετηγμένον. 40413 4.22a.t.1 : {1ΟΤΙ ΚΑΛΛΙΣΤΟΝ Ο ΓΑΜΟΣ.}1 40414 4.22a.1.1 : Εὐριπίδου Οἰδίποδι (fr. 543 N. 2). 40415 4.22a.1.2 : Μεγάλη τυραννὶς ἀνδρὶ τέκνα καὶ γυνή· 40416 4.22a.1.3 : ἴσην γὰρ ἀνδρὶ συμφορὰν εἶναι λέγω 40417 4.22a.1.4 : τέκνων θ´ ἁμαρτεῖν καὶ πάτρας καὶ χρημάτων 40418 4.22a.1.5 : ἀλόχου τε κεδνῆς, ὡς μόνων τῶν χρημάτων 40419 4.22a.1.6 : ἦ κρεῖσσόν ἐστιν ἀνδρί, σώφρον´ ἢν λάβῃ. 40420 4.22a.2.1 : Εὐριπίδου (fr. 545 N. 2). 40421 4.22a.2.2 : Πᾶσα γὰρ δούλη πέφυκεν ἀνδρὸς ἡ σώφρων γυνή. 40422 4.22a.3.1 : Ἀπολλωνίδου (fr. 1 p. 825 N. 2). 40423 4.22a.3.2 : Φεῦ φεῦ, γυναῖκες, ὡς ἐν ἀνθρώποις ἄρα 40424 4.22a.3.3 : οὐ χρυσός, οὐ τυραννίς, οὐ πλούτου χλιδὴ 40425 4.22a.3.4 : τοσοῦτον εἶχε διαφόρους τὰς ἡδονὰς 40426 4.22a.3.5 : ὡς ἀνδρὸς ἐσθλοῦ καὶ γυναικὸς εὐσεβοῦς 40427 4.22a.3.6 : γνώμη δικαία καὶ φρονοῦσα τἄνδικα. 40428 4.22a.4.1 : Ἀλεξάνδρου (Com. IV p. 554 M.). 40429 4.22a.4.2 : Ταμιεῖον ἀρετῆς ἐστι γενναία γυνή. 40430 4.22a.5.1 : Θεόγνιδος ( 1225 s.). 40431 4.22a.5.2 : Οὐδέν, Κύρν´, ἀγαθῆς γλυκερώτερόν ἐστι γυναικός, 40432 4.22a.5.3 : μάρτυς ἐγώ, σὺ δ´ ἐμοὶ γίνου ἀληθοσύνης. 40433 4.22a.6.1 : Σοφοκλέους (fr. 856 N. 2). 40434 4.22a.6.2 : Τίς δ´ οἶκος ἐν βροτοῖσιν ὠλβίσθη ποτὲ 40435 4.22a.6.3 : γυναικὸς ἐσθλῆς χωρὶς ὀγκωθεὶς χλιδῇ; 40436 4.22a.7.1 : Ἀπολλωνίδου (fr. 2 p. 825 N. 2). 40437 4.22a.7.2 : Γυναικὸς ἀρετὰς ἀξίως ἐπαινέσαι 40438 4.22a.7.3 : σοφοῦ τινος γένοιτ´ ἂν ἵστορος λόγων. 40439 4.22a.8.1 : Εὐριπίδου Ὀρέστῃ ( 1204 s.). 40440 4.22a.8.2 : Ὦ τὰς φρένας μὲν ἄρσενας κεκτημένη, 40441 4.22a.8.3 : τὸ σῶμα δ´ ἐν γυναιξὶ θηλείαις πρέπον. 40442 4.22a.9.1 : Εὐριπίδου (fr. 1055 N. 2). 40443 4.22a.9.2 : Οἰκοφθόρον γὰρ ἄνδρα κωλύει γυνὴ 40444 4.22a.9.3 : ἐσθλὴ παραζευχθεῖσα καὶ σῴζει δόμους. 40445 4.22a.10.1 : Μενάνδρου (fr. 646 K.). 40446 4.22a.10.2 : Ἕν ἐστ´ ἀληθὲς φίλτρον, εὐγνώμων τρόπος. 40447 4.22a.10.3 : τούτῳ κατακρατεῖν ἀνδρὸς εἴωθεν γυνή. 40448 4.22a.11.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομέδας (fr. 137 N. 2). 40449 4.22a.11.2 : Τῶν γὰρ πλούτων ὅδ´ ἄριστος 40450 4.22a.11.3 : γενναῖον λέχος εὑρεῖν. 40451 4.22a.12.1 : Μενάνδρου (fr. 647 K.). 40452 4.22a.12.2 : Οἰκεῖον οὕτως οὐδέν ἐστιν, ὦ Λάχης, 40453 4.22a.12.3 : ἐὰν σκοπῇ τις, ὡς ἀνήρ τε καὶ γυνή. 40454 4.22a.13.1 : Εὐριπίδου Ἀντιγόνης (cf. Trag. gr. fr. p. 828 N. 2). 40455 4.22a.13.2 : Ζευχθεὶς γάμοισιν οὐκέτ´ ἔστ´ ἐλεύθερος· 40456 4.22a.13.3 : ἀλλ´ ἕν γ´ ἔχει τι χρηστόν· ἐν κήδει γὰρ ὢν 40457 4.22a.13.4 : ἐσθλῷ δέδοικε μηδὲν ἐξαμαρτάνειν. 40458 4.22a.14.1 : Ἱπποθόωντος (cf. Eur. fr. 164 N. 2). 40459 4.22a.14.2 : Ἄριστον ἀνδρὶ κτῆμα συμπαθὴς γυνή. 40460 4.22a.15.1 : Εὐριπίδου Φρίξῳ (fr. 822 N. 2). 40461 4.22a.15.2 : Γυνὴ γὰρ ἐν κακοῖσι καὶ νόσοις πόσει 40462 4.22a.15.3 : ἥδιστόν ἐστι, δώματ´ ἢν οἰκῇ καλῶς, 40463 4.22a.15.4 : ὀργήν τε πραΰνουσα καὶ δυσθυμίας 40464 4.22a.15.5 : ψυχὴν μεθιστᾶς´· ἡδὺ κἀπάται φίλων. 40465 4.22a.16.1 : Ἐκ τῶν Ἀρίστωνος. (Ar. Chii fr. 400 de Arn.) 40466 4.22a.16.2 : Σπαρτιατῶν νόμος τάττει ζημίας, τὴν μὲν πρώτην 40467 4.22a.16.3 : ἀγαμίου, τὴν δευτέραν ὀψιγαμίου, τὴν τρίτην καὶ μεγίστην 40468 4.22a.16.4 : κακογαμίου. 40469 4.22a.17.1 : Πιττακοῦ. 40470 4.22a.17.2 : 〈Πιττακὸς〉 ἐπύθετό τινος διότι οὐ βούλεται γῆμαι· 40471 4.22a.17.3 : τοῦ δὲ φήσαντος ’ἐὰν μὲν καλὴν γήμω, ἕξω κοινήν, ἐὸν δὲ 40472 4.22a.17.4 : αἰσχράν, ἕξω ποινήν‘, ’οὐμενοῦν‘ ἔφη ’ἀλλ´ ἐὰν μὲν καλὴν 40473 4.22a.17.5 : γήμῃς, οὐχ ἕξεις ποινήν, ἐὰν δὲ αἰσχράν, οὐχ ἕξεις κοινήν‘. 40474 4.22a.18.1 : Γαΐου ὑπὲρ Λουκίλλης. 40475 4.22a.18.2 : Πολλάκις γὰρ γυνὴ καὶ παῖδας ὑπερεβάλετο εὐνοίᾳ 40476 4.22a.18.3 : τῇ πρὸς τὸν ἄνδρα· ἡ γὰρ τοῦ βίου κοινωνία μακροτέραν 40477 4.22a.18.4 : τὴν φιλίαν ποιεῖ τῶν τεχθέντων ἅπαξ. 40478 4.22a.19.1 : Δημοσθένους ἐκ τοῦ κατὰ Νεαίρας (LIX p. 1386). 40479 4.22a.19.2 : Τὰς μὲν γὰρ ἑταίρας ἡδονῆς ἕνεκα ἔχομεν, τὰς 〈δὲ〉 40480 4.22a.19.3 : παλλακὰς τῆς καθ´ ἡμέραν θεραπείας τοῦ σώματος, τὰς 40481 4.22a.19.4 : δὲ γυναῖκας τοῦ παιδοποιεῖσθαι γνησίως καὶ τῶν ἔνδον 40482 4.22a.19.5 : φύλακα πιστὴν ἔχειν. 40483 4.22a.20.1 : Μουσωνίου ἐκ τοῦ Εἰ ἐμπόδιον τῷ φιλοσοφεῖν γάμος 40484 4.22a.20.2 : (Muson. rel. XIV p. 70 H.). 40485 4.22a.20.3 : Ἄλλου δέ τινος φήσαντος, ὅτι ἐμπόδιον αὐτῷ δοκοίη 40486 4.22a.20.4 : εἶναι τῷ φιλοσοφεῖν γάμος καὶ ὁ σὺν γυναικὶ βίος, Πυ– 40487 4.22a.20.5 : θαγόρᾳ μέν, εἶπεν ὁ Μουσώνιος, οὐκ ἐμπόδιον ἦν, οὐδὲ 40488 4.22a.20.6 : Σωκράτει, οὐδὲ Κράτητι, ὧν ἕκαστος συνῴκησε γυναικί· 40489 4.22a.20.7 : καὶ οὐκ ἂν ἔχοι τις εἰπεῖν ἄμεινον ἐκείνων ἑτέρους φιλοσο– 40490 4.22a.20.8 : φήσαντας. καίτοι γε Κράτης ἄοικός τε καὶ ἀσκευὴς καὶ 40491 4.22a.20.9 : ἀκτήμων τέλεον ἦν, ἀλλ´ ὅμως ἔγημεν· εἶτα μηδ´ ὑπόδυσιν 40492 4.22a.20.10 : ἔχων ἰδίαν ἐν ταῖς δημοσίαις Ἀθήνησι στοαῖς διημέρευε 40493 4.22a.20.11 : καὶ διενυκτέρευε μετὰ τῆς γυναικός· ἡμεῖς δὲ ἀπ´ οἰκίας 40494 4.22a.20.12 : ὁρμώμενοι, καὶ οἰκέτας τοὺς ὑπηρετοῦντας ἔχοντες ἔνιοι, 40495 4.22a.20.13 : τολμῶμεν ὅμως λέγειν ἐμπόδιον εἶναι φιλοσοφίᾳ γάμον; 40496 4.22a.20.14 : καὶ μὴν ὅ γε φιλόσοφος διδάσκαλος δήπου καὶ ἡγεμὼν πάν– 40497 4.22a.20.15 : των τοῖς ἀνθρώποις ἐστὶ τῶν κατὰ φύσιν ἀνθρώπῳ προση– 40498 4.22a.20.16 : κόντων· κατὰ φύσιν δ´, εἴ τι ἄλλο, καὶ τὸ γαμεῖν φαίνε– 40499 4.22a.20.17 : ται ὄν. ἐπεὶ τοῦ χάριν ὁ τοῦ ἀνθρώπου δημιουργὸς πρῶ– 40500 4.22a.20.18 : τον μὲν ἔτεμε δίχα τὸ γένος ἡμῶν, εἶτ´ ἐποίησεν αὐτῷ διτ– 40501 4.22a.20.19 : τὰ αἰδοῖα, τὸ μὲν εἶναι θήλεος τὸ δὲ ἄρρενος, εἶτα δὲ ἐνε– 40502 4.22a.20.20 : ποίησεν ἐπιθυμίαν ἰσχυρὰν ἑκατέρῳ θατέρου τῆς θ´ ὁμι– 40503 4.22a.20.21 : λίας καὶ τῆς κοινωνίας καὶ πόθον ἰσχυρὸν ἀμφοῖν ἀλλή– 40504 4.22a.20.22 : λων ἐνεκέρασεν, τῷ μὲν ἄρρενι τοῦ θήλεος, τῷ δὲ θήλει 40505 4.22a.20.23 : τοῦ ἄρρενος; ἆρ´ οὖν 〈οὐ〉 γνώριμον, ὅτι ἐβούλετο συνεῖναί 40506 4.22a.20.24 : τε αὐτὼ καὶ συζῆν, καὶ τὰ πρὸς τὸν βίον ἀλλήλοιν συμμη– 40507 4.22a.20.25 : χανᾶσθαι, καὶ γένεσιν παίδων καὶ τροφὴν ἅμα ποιεῖσθαι, 40508 4.22a.20.26 : ὡς ἂν τὸ γένος ἡμῶν ἀίδιον ᾖ; τί δ´; εἰπέ μοι, πότερα 40509 4.22a.20.27 : προσήκει ἕκαστον ποιεῖν καὶ τὰ τοῦ πέλας, καὶ ὅπως οἶκοι 40510 4.22a.20.28 : ὦσιν ἐν τῇ πόλει αὐτοῦ, καὶ ὅπως ἡ πόλις μὴ ἔρημος ᾖ, 40511 4.22a.20.29 : καὶ ὅπως τὸ κοινὸν ἕξει καλῶς; εἰ μὲν γὰρ φῄς, ὡς τὸ 40512 4.22a.20.30 : αὑτοῦ σκεπτέον μόνον, ἀποφαίνεις τὸν ἄνθρωπον λύκου 40513 4.22a.20.31 : μηδὲν διαφέροντα μηδ´ ἄλλου θηρίου τῶν ἀγριωτάτων 40514 4.22a.20.32 : μηδενός, ἅπερ ἀπὸ βίας καὶ πλεονεξίας πέφυκε ζῆν, μὴ 40515 4.22a.20.33 : φειδόμενα μηδενὸς ἀφ´ ὅτου μέλλει καρποῦσθαί τι ἡδύ, 40516 4.22a.20.34 : ἄμοιρα μὲν κοινωνίας ὄντα, ἄμοιρα δὲ συνεργείας τῆς ἀπ´ 40517 4.22a.20.35 : ἀλλήλων, ἄμοιρα δὲ δικαίου παντός. εἰ δ´ ὁμολογήσεις 40518 4.22a.20.36 : τὴν ἀνθρωπείαν φύσιν μελίσσῃ μάλιστα προσεοικέναι, ἣ 40519 4.22a.20.37 : μὴ δύναται μόνη ζῆν, ἀπόλλυται γὰρ μονωθεῖσα, πρὸς ἓν 40520 4.22a.20.38 : δὲ καὶ κοινὸν ἔργον τῶν ὁμοφύλων συννένευκε καὶ συμ– 40521 4.22a.20.39 : πράττει καὶ συνεργάζεται τοῖς πλησίον· εἰ ταῦτα ταύτῃ ἔχει, 40522 4.22a.20.40 : καὶ ἔτι πρὸς τούτοις κακία μὲν ἀνθρώπου εἶναι ὑπείληπται 40523 4.22a.20.41 : ἀδικία τε καὶ ἀγριότης καὶ τὸ τοῦ πλησίον πράττοντος 40524 4.22a.20.42 : κακῶς ἀφροντιστεῖν, ἀρετὴ δὲ φιλανθρωπία καὶ χρηστότης 40525 4.22a.20.43 : καὶ δικαιοσύνη ἐστὶ καὶ τὸ εὐεργετικὸν εἶναι καὶ τὸ κηδε– 40526 4.22a.20.44 : μονικὸν εἶναι τοῦ πέλας, πῶς οὐ καὶ πόλεως ἑκάστῳ τῆς 40527 4.22a.20.45 : αὑτοῦ φροντιστέον καὶ τῇ πόλει οἶκον περιβλητέον; ἀρχὴ 40528 4.22a.20.46 : δὲ οἴκου περιβολῆς γάμος. ὥστε ὁ ἀναιρῶν ἐξ ἀνθρώπων 40529 4.22a.20.47 : γάμον ἀναιρεῖ μὲν οἶκον, ἀναιρεῖ δὲ πόλιν, ἀναιρεῖ δὲ σύμ– 40530 4.22a.20.48 : παν τὸ ἀνθρώπειον γένος. οὐ γὰρ ἂν διαμένοι μὴ γενέσεως 40531 4.22a.20.49 : οὔσης, οὐδ´ ἂν γένεσις εἴη μὴ γάμου ὄντος, ἥ γε δικαία 40532 4.22a.20.50 : καὶ νόμιμος. ὅτι μὲν γὰρ οἶκος ἢ πόλις οὔτ´ ἐκ γυναικῶν 40533 4.22a.20.51 : συνίσταται μόνον οὔτ´ ἐξ ἀνδρῶν μόνον, ἀλλ´ ἐκ τῆς πρὸς 40534 4.22a.20.52 : ἀλλήλους κοινωνίας, δῆλον· ἀνδρῶν δὲ καὶ γυναικῶν κοι– 40535 4.22a.20.53 : νωνίας ἄλλην οὐκ ἂν εὕροι τις οὔτ´ ἀναγκαιοτέραν οὔτε 40536 4.22a.20.54 : προσφιλεστέραν. ποῖος γὰρ ἑταῖρος ἑταίρῳ οὕτω προση– 40537 4.22a.20.55 : νὴς ὡς γυνὴ καταθύμιος τῷ γεγαμηκότι; ποῖος δ´ ἀδελφὸς 40538 4.22a.20.56 : ἀδελφῷ; ποῖος δὲ γονεῦσιν υἱός; τίς δὲ ἀπὼν οὕτω πο– 40539 4.22a.20.57 : θεινὸς ὡς ἀνὴρ γυναικὶ καὶ γυνὴ ἀνδρί; τίνος δὲ παρουσία 40540 4.22a.20.58 : μᾶλλον ἢ λύπην ἐλαφρύνειεν ἂν ἢ χαρὰν ἐπαυξήσειεν ἢ 40541 4.22a.20.59 : συμφορὸν ἐπανορθώσειεν; τίσι δὲ νενόμισται κοινὰ εἶναι 40542 4.22a.20.60 : πάντα, καὶ σώματα καὶ ψυχαὶ καὶ χρήματα, πλὴν ἀνδρὸς 40543 4.22a.20.61 : καὶ γυναικός; ταῦτά τοι καὶ πάντες ἄνθρωποι πρεσβυ– 40544 4.22a.20.62 : τάτην νομίζουσι πασῶν τὴν ἀνδρὸς καὶ γυναικὸς φιλίαν· 40545 4.22a.20.63 : καὶ οὐδὲ μήτηρ ἢ πατὴρ νοῦν ἔχων οὐδεὶς ἀξιοῖ φίλτερος 40546 4.22a.20.64 : 〈εἶναι〉 τῷ ἑαυτοῦ τέκνῳ τοῦ συνεζευγμένου γάμῳ. καὶ ὁ 40547 4.22a.20.65 : λόγος δὲ ἐκεῖνος φαίνεται δηλοῦν, ὅσον προτερεῖ τῆς γονέων 40548 4.22a.20.66 : πρὸς τέκνα φιλίας ἡ γυναικὸς πρὸς ἄνδρα, ὅτι Ἄδμητος 40549 4.22a.20.67 : δόσιν ταύτην λαβὼν παρὰ θεῶν, εἰ παράσχοι τὸν ἀνθ´ 40550 4.22a.20.68 : ἑαυτοῦ τεθνηξόμενον, ζῆσαι διπλασίω χρόνον τοῦ τεταγμέ– 40551 4.22a.20.69 : νου αὐτῷ, τῶν μὲν γονέων οὐκ ἔτυχεν ἐθελόντων προαπο– 40552 4.22a.20.70 : θανεῖν αὐτοῦ καίτοι γεγηρακότων· ἡ γυνὴ δὲ ἡ γαμετὴ 40553 4.22a.20.71 : Ἄλκηστις, κομιδῆ νέα οὖσα, ἐδέξατο ἑτοίμως τὸν θάνα– 40554 4.22a.20.72 : τον πρὸ τοῦ ἀνδρός. 40555 4.22a.20.73 : Ὅτι δὲ μέγα καὶ ἀξιοσπούδαστον ὁ γάμος ἐστί, καὶ 40556 4.22a.20.74 : ταύτῃ δῆλον. θεοὶ γὰρ ἐπιτροπεύουσιν αὐτόν, καθὸ νομί– 40557 4.22a.20.75 : ζονται παρ´ ἀνθρώποις, μεγάλοι· πρώτη μὲν Ἥρα, καὶ 40558 4.22a.20.76 : διὰ τοῦτο ζυγίαν αὐτὴν προσαγορεύομεν· εἶτα Ἔρως, εἶτα 40559 4.22a.20.77 : Ἀφροδίτη· πάντας γὰρ τούτους ὑπολαμβάνομεν ἔργον 40560 4.22a.20.78 : πεποιῆσθαι τοῦτο, συνάγειν ἀλλήλοις πρὸς παιδοποιίαν 40561 4.22a.20.79 : ἄνδρα καὶ γυναῖκα. ποῦ μὲν γὰρ Ἔρως παραγένοιτ´ ἂν 40562 4.22a.20.80 : δικαιότερον ἢ ἐπὶ νόμιμον ἀνδρὸς καὶ γυναικὸς ὁμιλίαν; 40563 4.22a.20.81 : ποῦ δὲ Ἥρα; ποῦ δὲ Ἀφροδίτη; πότε δ´ ἂν εὐκαιρότερον 40564 4.22a.20.82 : εὔξαιτό τις τοῖς θεοῖς τούτοις ἢ πρὸς γάμον ἰών; τί δὲ 40565 4.22a.20.83 : καλοῦντες ἀφροδίσιον ἔργον προσηκόντως ἂν μᾶλλον καλοῖ– 40566 4.22a.20.84 : μεν ἢ τὴν γαμετῆς τῷ γεγαμηκότι σύνοδον; διὰ τί τοι– 40567 4.22a.20.85 : γαροῦν φαίη τις ἂν θεοὺς μὲν οὕτω μεγάλους ἐπισκοπεῖν 40568 4.22a.20.86 : καὶ ἐπιτροπεύειν γάμον καὶ παιδοποιίαν, μὴ προσήκειν δὲ 40569 4.22a.20.87 : ἀνθρώπῳ ταῦτα; διὰ τί δὲ προσήκειν μὲν τῷ ἀνθρώπῳ 40570 4.22a.20.88 : ταῦτα, μὴ προσήκειν δὲ τῷ φιλοσόφῳ; πότερον 〈ὅτι〉 κακίω 40571 4.22a.20.89 : εἶναι χρὴ τῶν ἄλλων τὸν φιλόσοφον; ἀλλ´ οὐ χρή, κρείτ– 40572 4.22a.20.90 : τω δὲ καὶ δικαιότερον καὶ καλοκἀγαθικώτερον. ἢ ὅτι 40573 4.22a.20.91 : κακίων οὐκ ἔστι καὶ ἀδικώτερος ἀνὴρ τοῦ μὲν κηδομένου τῆς 40574 4.22a.20.92 : ἑαυτοῦ πόλεως ὁ μὴ κηδόμενος, τοῦ δὲ τὸ κοινὸν σκοποῦν– 40575 4.22a.20.93 : τος ὁ τὸ αὑτοῦ μόνον ὁρῶν; ἢ ὅτι φιλόπολις καὶ φιλάν– 40576 4.22a.20.94 : θρωπος καὶ κοινωνικὸς μᾶλλόν ἐστιν ὁ μονήρη βίον αἱρού– 40577 4.22a.20.95 : μενος τοῦ νέμοντος οἶκον καὶ ποιουμένου παῖδας καὶ πόλιν 40578 4.22a.20.96 : αὔξοντος τὴν ἑαυτοῦ, ἅπερ ὑπάρχει τῷ γαμοῦντι; ὅτι μὲν 40579 4.22a.20.97 : οὖν προσήκει τὸν φιλόσοφον γάμου καὶ παιδοποιίας ἐπι– 40580 4.22a.20.98 : μελεῖσθαι, δῆλον. εἰ δὲ προσήκει τοῦτο, πῶς ἂν ὀρθῶς 40581 4.22a.20.99 : ἔχοι, ὦ νεανίσκε, ὁ λόγος ἐκεῖνος, ὃν σὺ ἀρτίως ἔλεγες, ὡς 40582 4.22a.20.100 : ἐμπόδιόν ἐστι τῷ φιλοσοφεῖν γάμος; οὐ γὰρ δὴ φιλοσοφεῖν 40583 4.22a.20.101 : ἕτερόν τι φαίνεται ὂν ἢ τὸ ἃ πρέπει καὶ ἃ προσήκει λόγῳ 40584 4.22a.20.102 : μὲν ἀναζητεῖν, ἔργῳ δὲ πράττειν. Τότε μὲν δὴ τοιαῦτά 40585 4.22a.20.103 : τινα εἶπεν. 40586 4.22a.21.1 : Ἱεροκλέους ἐκ τοῦ Περὶ γάμου (p. 52 Arnim). 40587 4.22a.21.2 : Ἀναγκαιότατός ἐστιν ὁ περὶ τοῦ γάμου λόγος. ἅπαν 40588 4.22a.21.3 : μὲν γὰρ ἡμῶν τὸ γένος ἔφυ πρὸς κοινωνίαν, πρώτη δὲ 40589 4.22a.21.4 : καὶ στοιχειωδεστάτη τῶν κοινωνιῶν ἡ κατὰ τὸν γάμον. 40590 4.22a.21.5 : οὔτε γὰρ πόλεις ἂν ἦσαν μὴ ὄντων οἴκων, οἶκός τε ἡμι– 40591 4.22a.21.6 : τελὴς μὲν τῷ ὄντι ὁ τοῦ ἀγάμου, τέλειος δὲ καὶ πλήρης 40592 4.22a.21.7 : ὁ τοῦ γεγαμηκότος. 40593 4.22a.22.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 52 Arn.). 40594 4.22a.22.2 : Οὐκοῦν ἔχομεν ἐν τοῖς περὶ οἴκων ἀποδεδειγμένον, 40595 4.22a.22.3 : ὡς τῷ σοφῷ προηγούμενος μέν ἐστιν ὁ μετὰ γάμου βίος, 40596 4.22a.22.4 : ὁ δ´ ἄνευ γυναικὸς κατὰ περίστασιν· ὥστ´ ἐπειδὴ χρὴ μὲν 40597 4.22a.22.5 : ἐν οἷς γε δυνάμεθα μιμεῖσθαι τὸν ἔχοντα νοῦν, τούτῳ δὲ 40598 4.22a.22.6 : προηγούμενόν ἐστι τὸ γαμεῖν, δῆλον ὅτι καὶ ἡμῖν ἂν εἴη 40599 4.22a.22.7 : καθῆκον, εἴ γε μή τις εἴη περίστασις ἐμποδών. καὶ δὴ 40600 4.22a.22.8 : τοῦτο μὲν πρῶτον. ἔοικε δὲ καὶ πρὸ τοῦ σοφοῦ παρα– 40601 4.22a.22.9 : καλεῖν ἡμᾶς ἡ καὶ αὐτὸν τὸν σοφὸν ἐπὶ τὸν γάμον ἐξοτρύ– 40602 4.22a.22.10 : νουσα φύσις, ἥ τις οὐ συναγελαστικοὺς ἡμᾶς ἀπειργάσατο 40603 4.22a.22.11 : μόνον, ἀλλὰ καὶ συνδυαστικούς, μετὰ τοῦ καὶ ἕν τε καὶ 40604 4.22a.22.12 : κοινὸν ἔργον ὑποθεῖναι τῷ συνδυασμῷ· λέγω δὲ τὴν παί– 40605 4.22a.22.13 : δων γένεσιν καὶ βίου διεξαγωγὴν εὐσταθοῦς. δικαία δὲ 40606 4.22a.22.14 : διδάσκαλος ἡ φύσις, ὅτι τῇ παρ´ αὐτῆς κατασκευῇ σύμφω– 40607 4.22a.22.15 : νον τὴν ἐκλογὴν χρὴ γίγνεσθαι τῶν καθηκόντων. ζῇ γοῦν 40608 4.22a.22.16 : ἕκαστον τῶν ζῴων ἑπομένως τῇ ἑαυτοῦ φυσικῇ κατασκευῇ, 40609 4.22a.22.17 : καὶ νὴ Δία τὸ φυτὸν ἅπαν ὡσαύτως κατὰ τὸ ἐπὶ αὐτῶν 40610 4.22a.22.18 : λεγόμενον ζῆν, πλὴν οὐκ ἐκλογισμῷ καὶ ἀριθμήσει τινὶ χρώ– 40611 4.22a.22.19 : μενα καὶ ταῖς ἀπὸ τῶν βασανιζομένων ἐκλογαῖς, ἀλλὰ τὸ 40612 4.22a.22.20 : μὲν φυτὰ τῇ φύσει ψιλῇ, ψυχῆς γάρ ἐστιν ἀμέτοχα, τὰ δὲ 40613 4.22a.22.21 : ζῷα φαντασίαις τε σπώσαις ἐπὶ τὰ οἰκεῖα καὶ ἐξελαυνού– 40614 4.22a.22.22 : σαις προθυμίαις. ἡμῖν δὲ ἡ φύσις ἔδωκε τὸν λόγον τά 40615 4.22a.22.23 : τε ἄλλα πάντα καὶ σὺν πᾶσι, μᾶλλον δὲ πρὸ πάντων αὐ– 40616 4.22a.22.24 : τὴν κατοψόμενον τὴν φύσιν, ὅπως ὡς πρός τινα σκοπὸν 40617 4.22a.22.25 : εὐφεγγῆ τε καὶ ἀραρότα τεταμένος ταύτην, ἐκλεγόμενός τε 40618 4.22a.22.26 : τὸ σύμφωνον αὐτῇ πᾶν καθηκόντως βιοῦντας ἡμᾶς ἀπερ– 40619 4.22a.22.27 : γάζοιτο. 40620 4.22a.23.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 53 Arn.). 40621 4.22a.23.2 : Ὅθεν καὶ οὐκ ἂν ἁμάρτοι τις ἀτελῆ φήσας οἰκίαν 40622 4.22a.23.3 : τὴν ἄνευ γάμου, τῷ μήτε τὸ ἄρχον ἄνευ τοῦ ἀρχομένου δύ– 40623 4.22a.23.4 : νασθαι νοηθῆναι μήτ´ ἄνευ τοῦ ἄρχοντος τὸ ἀρχόμενον· 40624 4.22a.23.5 : οὗτος γὰρ ὁ λόγος εὖ μάλα μοι δοκεῖ δυσωπεῖν τοὺς 40625 4.22a.23.6 : ἠλλοτριωμένους πρὸς γάμον. 40626 4.22a.24.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 53 Arn.). 40627 4.22a.24.2 : Φημὶ τοίνυν καὶ σύμφορον εἶναι τὸν γάμον πρῶτον 40628 4.22a.24.3 : μὲν ὅτι θεῖον ὡς ἀληθῶς φέρει καρπὸν τὴν παίδων γένε– 40629 4.22a.24.4 : σιν, οἳ παραστάται μὲν ἡμῖν οἷον συμφυεῖς ἔτι καὶ αὐτοῖς 40630 4.22a.24.5 : ἐρρωμένοις ἐν ἁπάσαις γίγνονται πράξεσιν, ἀγαθοὶ δὲ 40631 4.22a.24.6 : ἐπίκουροι κάμνουσιν ὑφ´ ἡλικίας καὶ γήρᾳ πιεζομένοις, 40632 4.22a.24.7 : οἰκεῖοι μὲν ἐν εὐπραγίαις εὐφροσύνης κοινωνοί, συμπαθεῖς 40633 4.22a.24.8 : δὲ ἐν τοῖς ἐναντίοις καιροῖς διάδοχοι τῶν ἀνιαρῶν. ἔπειτα 40634 4.22a.24.9 : καὶ πρὸ γενέσεως τέκνων λυσιτελὴς ἡ μετὰ γυναικὸς συμ– 40635 4.22a.24.10 : βίωσις. πρῶτον μὲν γὰρ ἀποτετρυμένους τοῖς θυραίοις 40636 4.22a.24.11 : καμάτοις ὑποδέχεται θεραπευτικῶς ἀναλαμβάνουσα καὶ 40637 4.22a.24.12 : μετ´ ἐπιμελείας ἀνακτωμένη πάσης· ἔπειτα τῶν ὄντων 40638 4.22a.24.13 : δυσχερῶν ἐν τῇ διανοίᾳ λήθην ἐντίθησι. τὰ γὰρ σκυθρωπὰ 40639 4.22a.24.14 : τοῦ βίου περὶ μὲν τὴν ἀγορὰν ἢ τὸ γυμνάσιον ἢ τὸ χωρίον 40640 4.22a.24.15 : ἢ καθόλου πάσας μερίμνας ἀσχολοῦσι καὶ περὶ τοὺς φίλους 40641 4.22a.24.16 : τε καὶ συνήθεις διατρίβουσιν ἡμῖν οὐκ ἔστι πρόχειρα τοῖς 40642 4.22a.24.17 : ἀναγκαίοις ἐπιπροσθούμενα περισπασμοῖς· ἀνεθεῖσι δ´ ἐκ 40643 4.22a.24.18 : τούτων εἴς τε τὴν οἰκίαν ἐπανελθοῦσι καὶ οἷον εὐσχόλοις 40644 4.22a.24.19 : τὴν ψυχὴν γενομένοις ἐμπελάζει καιρῷ χρώμενα τούτῳ 40645 4.22a.24.20 : τοῦ ἀνιᾶν ἡμᾶς, ὅταν γε ἔρημος εὐνοίας καὶ μονήρης ὁ 40646 4.22a.24.21 : βίος ᾖ. γυνὴ δὲ παροῦσα μεγάλη γίνεται καὶ πρὸς ταῦτα 40647 4.22a.24.22 : παρηγορία, πυνθανομένη τι περὶ τῶν ἐκτὸς ἢ περὶ τῶν 40648 4.22a.24.23 : ἔνδον ἀναφέρουσα καὶ συνδιασκεπτομένη καί τινα διάχυσιν 40649 4.22a.24.24 : κἀξ ἀπλάστου προθυμίας εὐφροσύνην παρέχουσα. καὶ μὴν 40650 4.22a.24.25 : οἵα μέν ἐστιν ἐν ἑορταῖς συνεπιμεληθῆναι θυσιῶν καὶ 40651 4.22a.24.26 : ἱερουργιῶν, οἵα δ´ ἐν ἀνδρὸς ἀποδημίαις εὐσταθῆ διατη– 40652 4.22a.24.27 : ρῆσαι καὶ μὴ παντάπασιν ἀπροστάτητον τὸν οἶκον, οἵα δὲ 40653 4.22a.24.28 : κηδεμὼν οἰκετῶν, οἵα δὲ δὴ ἐν νόσοις [οἵα] παραστάτις, 40654 4.22a.24.29 : μακρὸς ἂν γένοιθ´ ὁ λόγος πάντ´ ἐπεξιὼν τὰ κατὰ μέρος. 40655 4.22a.24.30 : ἀρκεῖ γὰρ κεφάλαιον εἰπεῖν, ὡς δεῖ μὲν ἅπασιν ἀνθρώποις 40656 4.22a.24.31 : πρὸς μετρίαν τοῦ βίου διεξαγωγὴν δυοῖν, συγγενικῆς ἐπικου– 40657 4.22a.24.32 : ρίας καὶ συμπαθοῦς εὐνοίας· οὔτε δὲ συμπαθέστερόν τι 40658 4.22a.24.33 : γυναικὸς εὕροιμεν ἂν οὔτε τέκνων συγγενέστερον. παρέχει 40659 4.22a.24.34 : δ´ ἑκάτερον ὁ γάμος. πῶς οὖν οὐχὶ λυσιτελέστατον ἡμῖν; 40660 4.22a.24.35 : ἀλλ´ ἔγωγε καὶ καλὸν ἡγοῦμαι τὸν μετὰ γάμου βίον. τίς 40661 4.22a.24.36 : γὰρ ἕτερος τοιοῦτος γένοιτ´ ἂν οἰκίας κόσμος οἷός ἐστιν 40662 4.22a.24.37 : ὁ κατὰ τὴν ἀνδρὸς καὶ γυναικὸς κοινωνίαν; οὐ μὲν δὴ 40663 4.22a.24.38 : πολυτελεῖς οἶκοι καὶ ὀρθόστρωτοι τοῖχοι καὶ περίστοα τοῖς 40664 4.22a.24.39 : ὑπὸ τῆς ἀπειραγαθίας θαυμαζομένοις λίθοις διακεκοσμη– 40665 4.22a.24.40 : μένα οὐδὲ ζῳγραφία καὶ ψαλιστοὶ μυρρινῶνες οὐδ´ ἄλλο 40666 4.22a.24.41 : τι τῶν ἐκπληττόντων τοὺς ἠλιθίους κάλλος ἐστὶν οἰκίας, 40667 4.22a.24.42 : ἀλλὰ ζεῦγος ἀνδρὸς καὶ γυναικός, συγκαθειμαρμένων ἀλλή– 40668 4.22a.24.43 : λοις καὶ καθιερωμένων θεοῖς γαμηλίοις γενεθλίοις ἐφ– 40669 4.22a.24.44 : εστίοις, συμφωνούντων μὲν ἀλλήλοις καὶ πάντα κοινὰ 40670 4.22a.24.45 : πεποιημένων μέχρι καὶ τῶν σωμάτων, μᾶλλον δὲ καὶ αὐ– 40671 4.22a.24.46 : τῶν τῶν ψυχῶν, καὶ περὶ προστασίαν μὲν ἐχόντων τὴν 40672 4.22a.24.47 : ἐπιβάλλουσαν τοῦ οἴκου καὶ τῶν θεραπόντων, ἀνατροφὴν 40673 4.22a.24.48 : δὲ καὶ κηδεμονίαν τῶν τέκνων, ἐπιμέλειαν δὲ οὔτε σύν– 40674 4.22a.24.49 : τονον οὔτε μὴν ῥᾴθυμον ἀλλ´ ἐμμελῆ καὶ καθηρμοσμένην 40675 4.22a.24.50 : τῶν πρὸς τὸ ζῆν ἀναγκαίων. τί γὰρ ἂν γένοιτο ’κρεῖσσον 40676 4.22a.24.51 : καὶ ἄρειον‘ κατὰ τὸν θαυμασιώτατον Ὅμηρον, ’ἢ ὅθ´ 40677 4.22a.24.52 : ὁμοφρονέοντε νοήμασιν οἰκί´ ἔχητον ἀνὴρ ἠδὲ γυνή;‘ διὸ 40678 4.22a.24.53 : καὶ πολλάκις ἐθαύμασα τοὺς ὡς βαρὺν ἡγουμένους τὸν 40679 4.22a.24.54 : μετὰ γυναικὸς βίον. οὐ γὰρ δὴ γυνὴ μὰ Δία βάρος ἢ 40680 4.22a.24.55 : φορτίον ἐστί, καθάπερ οὗτοι δοκοῦσιν· ἀλλ´ ἥδε μὲν κἀκ 40681 4.22a.24.56 : τῶν ἐναντίων κοῦφόν τι καὶ ῥᾷστα φέρεσθαι δυνάμενον, 40682 4.22a.24.57 : μᾶλλον δὲ καὶ τῶν ὄντως ἐπαχθῶν καὶ βαρέων κουφιστικόν. 40683 4.22a.24.58 : οὐδὲν γὰρ οὕτω φορτικόν ἐστι τῶν ὄντων. ὥστε μὴ ῥᾷον 40684 4.22a.24.59 : εἶναι συμφρονοῦσί γε ἀνδρὶ καὶ γυναικὶ καὶ κοινῇ φέρειν 40685 4.22a.24.60 : αὐτὸ βουλομένοις. βαρὺ δέ ἐστιν ὡς ἀληθῶς ἀφροσύνη 40686 4.22a.24.61 : καὶ δύσοιστον τοῖς αὐτὴν κεκτημένοις, ὑφ´ ἧς δὴ καὶ τὰ 40687 4.22a.24.62 : φύσει κοῦφα γίνεται βαρέα, τά τε ἄλλα καὶ γυνή. τῷ 40688 4.22a.24.63 : ὄντι γὰρ δὴ καὶ συχνοῖς [γὰρ] τισιν ἀφόρητος ἐγένετο ὁ 40689 4.22a.24.64 : γάμος, ἀλλ´ οὐχὶ παρ´ ἑαυτοῦ οὐδὲ τῷ φύσει τοιάνδε τὴν 40690 4.22a.24.65 : μετὰ γυναικὸς εἶναι κοινωνίαν· ἀλλ´ ὅταν γαμῶμεν ἃς μὴ 40691 4.22a.24.66 : δεῖ, μετὰ τοῦ καὶ αὐτοὶ παντάπασιν ἀπειροβίως διακεῖσθαι 40692 4.22a.24.67 : καὶ ἀπαρασκεύως ἔχειν πρὸς τὸ ἀγαγεῖν ὡς χρὴ τὴν ἐλευ– 40693 4.22a.24.68 : θέραν ἄγεσθαι, τὸ τηνικαῦτα συμβαίνει χαλεπὴν καὶ ἀφό– 40694 4.22a.24.69 : ρητον γίνεσθαι τὴν κοινωνίαν. ἀμέλει καὶ ταύτῃ χωρεῖ 40695 4.22a.24.70 : τοῖς πολλοῖς ὁ γάμος. οὐ γὰρ ἐπὶ παίδων γενέσει καὶ 40696 4.22a.24.71 : βίου κοινωνίᾳ ἄγονται γυναῖκας· ἀλλ´ οἱ μὲν διὰ προι– 40697 4.22a.24.72 : κὸς ὄγκον, οἱ δὲ δι´ ἐξοχὴν μορφῆς, οἱ δὲ δι´ ἄλλας τινὰς 40698 4.22a.24.73 : τοιουτοτρόπους αἰτίας, αἷς χρώμενοι κακαῖς συμβούλοις, 40699 4.22a.24.74 : οὐδὲν περὶ τῆς διαθέσεως καὶ τοῦ ἤθους τῆς νύμφης 40700 4.22a.24.75 : πολυπραγμονήσαντες, ὄλεθρον αὑτῶν θύουσι τὸν γάμον, 40701 4.22a.24.76 : καὶ θύραις κατεστεμμέναις τύραννον ἀντὶ γυναικὸς ἐπεισά– 40702 4.22a.24.77 : γουσιν ἑαυτοῖς, καὶ ταῦτα μηδὲ ἐφ´ ὁποσονοῦν ἀνταρ– 40703 4.22a.24.78 : κέσαι δυνάμενοι καὶ τὴν περὶ τῶν πρωτείων ἅμιλλαν 40704 4.22a.24.79 : ἀγωνίσασθαι. φανερὸν οὖν, ὡς οὐ δι´ αὑτὸν ἀλλὰ διὰ 40705 4.22a.24.80 : ταῦτα πολλοῖς βαρὺς καὶ ἀφόρητος ὁ γάμος γίνεται. χρὴ 40706 4.22a.24.81 : δ´ οὔτ´ ἀναίτια, φησίν, αἰτιᾶσθαι οὔτ´ ἔγκλημα πραγ– 40707 4.22a.24.82 : μάτων ποιεῖσθαι τὴν αὑτῶν ἀσθένειαν καὶ περὶ τὴν χρῆσιν 40708 4.22a.24.83 : αὐτῶν 〈ἄγνοιαν〉. ἐπεί τοι καὶ ἀλόγιστον ἄλλως παντα– 40709 4.22a.24.84 : χόθεν μὲν ἀφορμὰς ζητεῖν φιλιῶν καί τινας προσποιεῖ– 40710 4.22a.24.85 : σθαι φίλους καὶ ἑταίρους οἷον συμμάχους ἐσομένους πρὸς 40711 4.22a.24.86 : τὰ τοῦ βίου δυσχερῆ, τὴν δὲ καὶ παρὰ τῆς φύσεως καὶ 40712 4.22a.24.87 : παρὰ τῶν νόμων καὶ παρὰ τῶν θεῶν διδομένην μισεῖν 40713 4.22a.24.88 : συμμαχίαν τε καὶ βοήθειαν, τουτέστι τὴν ἐκ γυναικὸς 40714 4.22a.24.89 : καὶ τέκνων. 40715 4.22a.25.1 : Ἀντιπάτρου ἐκ τοῦ Περὶ γάμου (fr. 63 Arn.). 40716 4.22a.25.2 : Ὁ εὐγενὴς καὶ εὔψυχος νέος, ἔτι δ´ ἥμερος καὶ πολι– 40717 4.22a.25.3 : τικός, θεωρῶν διότι τέλειος οἶκος καὶ βίος οὐκ ἄλλως 40718 4.22a.25.4 : δύναται γενέσθαι, ἢ μετὰ γυναικὸς καὶ τέκνων· ἀτελὴς 40719 4.22a.25.5 : γὰρ 〈οἰκία〉, ὥσπερ πόλις, οὐχ ἡ ἐκ γυναικῶν μόνον, ἀλλὰ 40720 4.22a.25.6 : καὶ ἐκ ψιλῶν ἀνδρῶν· ὃν τρόπον τε ποίμνη ἐπιγονὴν μὴ 40721 4.22a.25.7 : ἔχουσα οὐ καλὴ οὐδὲ βουκόλιον εὐθηνοῦν, πολὺ μᾶλλον 40722 4.22a.25.8 : οὐδὲ πόλις οὐδ´ οἰκία· ταῦτά τε δὴ κατανενοηκὼς ὁ 40723 4.22a.25.9 : εὐγενὴς καὶ ὡς φύσει πολιτικὸν γενόμενον συναύξειν τὴν 40724 4.22a.25.10 : πατρίδα δεῖ ... καὶ γὰρ οὐκ ἂν ἄλλως δύναιντο αἱ πό– 40725 4.22a.25.11 : λεις σῴζεσθαι, εἰ μὴ οἱ βέλτιστοι ταῖς φύσεσι τῶν πολι– 40726 4.22a.25.12 : τῶν [ἢ] τῶν γενναίων παῖδες, τῶν προτέρων καθαπερεὶ 40727 4.22a.25.13 : φύλλων καλοῦ δένδρου ἀπομαραινομένων καὶ ἀπορρεόν– 40728 4.22a.25.14 : των, οὗτοι καθ´ ὥραν γαμοῖεν, καθαπερεί τινας γενναίους 40729 4.22a.25.15 : βλαστοὺς διαδόχους τῇ πατρίδι καταλείποντες, οἳ θάλλειν 40730 4.22a.25.16 : αὐτὴν ἀεὶ ποιοῖεν, καὶ τὴν ἀκμὴν ἀΐδιον φυλάττοιεν, καὶ 40731 4.22a.25.17 : ὅσον ἐφ´ ἑαυτοῖς μηδέποτ´ εὐεπίθετον τοῖς ἐχθροῖς, στο– 40732 4.22a.25.18 : χαζόμενοι τοῦ καὶ ζῶντες καὶ μεταλλάξαντες ἀμύνειν 40733 4.22a.25.19 : τῇ πατρίδι καὶ βοηθεῖν. τῶν 〈οὖν〉 ἀναγκαιοτάτων καὶ 40734 4.22a.25.20 : πρώτων καθηκόντων νομίζουσι τὸ συγκραθῆναι εἰς γάμον, 40735 4.22a.25.21 : πᾶν μὲν τὸ τῇ φύσει ἐπιβάλλον σπεύδοντες ἐπιτελεῖν, 40736 4.22a.25.22 : πολὺ δὲ μάλιστα τὸ εἰς τὴν τῆς πατρίδος σωτηρίαν καὶ 40737 4.22a.25.23 : αὔξησιν ἀνῆκον, καὶ ἔτι μᾶλλον εἰς τὴν τῶν θεῶν τιμήν. 40738 4.22a.25.24 : εἰ γὰρ ἐκλείποι τὸ γένος, τίς τοῖς θεοῖς θύσει; λύκοι 40739 4.22a.25.25 : τινὲς ἢ ταυροκτόνων γένος λεόντων. συμβέβηκε δὲ καὶ 40740 4.22a.25.26 : τὸν μὴ πεῖραν ἐσχηκότα γαμετῆς γυναικὸς καὶ τέκνων 40741 4.22a.25.27 : ἄγευστον εἶναι τῆς ἀληθινωτάτης καὶ γνησίου εὐνοίας. 40742 4.22a.25.28 : αἱ μὲν γὰρ ἄλλαι φιλίαι ἢ φιλοστοργίαι ἐοίκασι ταῖς τῶν 40743 4.22a.25.29 : ὀσπρίων ἤ τινων ἄλλων παραπλησίων κατὰ τὰς παρα– 40744 4.22a.25.30 : θέσεις μίξεσιν, αἱ δ´ ἀνδρὸς καὶ γυναικὸς ταῖς δι´ ὅλων 40745 4.22a.25.31 : κράσεσιν, ὡς οἶνος ὕδατι, καὶ τοῦτο † ἔτι μὲν μίσγεται 40746 4.22a.25.32 : δι´ ὅλων. οὐ γὰρ μόνον τῆς οὐσίας καὶ τῶν φιλτάτων 40747 4.22a.25.33 : πᾶσιν ἀνθρώποις τέκνων καὶ τῆς ψυχῆς, ἀλλὰ καὶ τῶν 40748 4.22a.25.34 : σωμάτων οὗτοι μόνοι κοινωνοῦσι. καὶ κατ´ ἄλλον δὲ τρό– 40749 4.22a.25.35 : πον εἰκότως μεγίστη ἐστίν. αἱ μὲν γὰρ ἄλλαι κοινωνίαι 40750 4.22a.25.36 : καὶ ἑτέρας τινὰς ἀποστροφὰς ἔχουσι· 40751 4.22a.25.37 : ταύτας δ´ ἀνάγκη πρὸς μίαν ψυχὴν βλέπειν 40752 4.22a.25.38 : τὴν τοῦ ἀνδρός. προστίθεται γὰρ † σώζουσα πατρὸς καὶ 40753 4.22a.25.39 : μητρὸς μὴ ἀγνώμονος ἕνα τοῦτον σκοπὸν τοῦ βίου 40754 4.22a.25.40 : ποιεῖσθαι καὶ τέλος, τούτῳ ἀρέσκειν, αὐτῶν τῶν γονέων 40755 4.22a.25.41 : ἑκατέρων παραχωρούντων ἑκουσίως τὰ πρῶτα τῆς εὐνοίας 40756 4.22a.25.42 : ἀπονέμειν, τὴν μὲν τῷ ἀνδρί, τὸν δὲ τῇ γυναικί. οὐκ 40757 4.22a.25.43 : ἀπείρως 〈δὲ〉 τῆς πρὸς γυναῖκα συμβιώσεως καὶ ὁ Εὐρι– 40758 4.22a.25.44 : πίδης εἰς ταῦτα ἀποβλέψας καὶ ἀποθέμενος τὴν ἐν τῷ 40759 4.22a.25.45 : γράφειν μισογυνίαν ταῦτ´ εἴρηκεν· 40760 4.22a.25.46 : γυνὴ γὰρ ἐν νόσοισι καὶ κακοῖς πόσει 40761 4.22a.25.47 : ἥδιστόν ἐστι, δώματ´ ἢν οἰκῇ καλῶς, 40762 4.22a.25.48 : ὀργήν τε πραΰνουσα 〈καὶ δυσθυμίας 40763 4.22a.25.49 : ψυχὴν μεθιστᾶς´·〉 ἡδὺ καὶ ἀπάται φίλων. 40764 4.22a.25.50 : τυγχάνει δὲ καὶ ἡρωϊκὸν τὸ πρᾶγμα. νῦν δὲ ἐν ἐνίαις 40765 4.22a.25.51 : πόλεσιν ἅμα τῇ ἄλλῃ τῇ καθεστώσῃ ἐκλύσει καὶ ἀναρχίᾳ 40766 4.22a.25.52 : καὶ τῇ ἐπὶ τὸ καταφερὲς 〈καὶ〉 ῥᾴθυμον ἐπικλίσει καὶ 40767 4.22a.25.53 : τὸ γαμεῖν τῶν χαλεπωτάτων εἶναι δοκεῖ· τὸν δ´ ᾔθεον 40768 4.22a.25.54 : 〈βίον〉, ἐξουσίαν διδόντα πρὸς ἀκολασίαν καὶ ποικίλων 40769 4.22a.25.55 : ἡδονῶν ἀπόλαυσιν ἀγεννῶν καὶ μικροχαρῶν, ἰσόθεον νομί– 40770 4.22a.25.56 : ζουσι, τὴν δὲ τῆς γυναικὸς εἴσοδον οἱονεί τινος φρουρᾶς 40771 4.22a.25.57 : εἰς πόλιν εἰσαγωγήν. ἔοικε μέντοι δύσκολος ἐνίοις ὁ μετὰ 40772 4.22a.25.58 : γυναικὸς φαίνεσθαι βίος διὰ τὸ μὴ δύνασθαι ἄρχειν 40773 4.22a.25.59 : ἀλλ´ ἡδονῆς δούλους εἶναι, καὶ τοὺς μὲν ὑπὸ τοῦ κάλλους 40774 4.22a.25.60 : τεθηρευμένους, τοὺς 〈δ´〉 ὑπὸ τῆς προικός, τὰ μὲν ἀπ´ 40775 4.22a.25.61 : αὐτῆς ἑκουσίως καταχαρίζεσθαι τῇ γυναικὶ καὶ μὴ διδά– 40776 4.22a.25.62 : σκειν περὶ οἰκονομίας μηθὲν μηδὲ περὶ αὐξήσεως οἴκου 40777 4.22a.25.63 : μηδὲ τίνος ἕνεκα συνεληλύθασι, μηδὲ περὶ θεῶν εὐσε– 40778 4.22a.25.64 : βείας καὶ δόξης καὶ δεισιδαιμονίας ἐμποιεῖν, μηδὲ τὸ 40779 4.22a.25.65 : τῆς τρυφῆς ὀλέθριον παριστάναι μηδὲ τὸ ἀχάριστον τῶν 40780 4.22a.25.66 : ἡδονῶν, μηδὲ ἐθίζειν ἀτενίζειν εἰς τὸ ἔμπροσθεν τοῦ βίου 40781 4.22a.25.67 : καὶ πᾶν τὸ μέλλον ὀρθῇ τῇ γνώμῃ ἐκλογίζεσθαι, μηδὲ 40782 4.22a.25.68 : αὖ τυφλῶς καὶ ἀσκέπτως εὔελπιν εἶναι, μηδ´ ὅτι ἐὰν ὁ 40783 4.22a.25.69 : ἀνὴρ βουληθῇ, δύναται πάντως γενέσθαι ὧν ἐπιθυμεῖ· 40784 4.22a.25.70 : καὶ μὴ πρὸς τῷ παρόντι μόνῳ γίγνεσθαι, ἀλλὰ καὶ 40785 4.22a.25.71 : αὐτὴν συνεπιβλέπειν τὸ πόθεν καὶ πῶς καὶ εἰ σωτηρίως 40786 4.22a.25.72 : καὶ συμφερόντως εἰς τὰ ὅλα. ἐπεὶ καὶ εἴ τις ταῦτα 40787 4.22a.25.73 : καὶ τὰ ἄλλα τὰ καλῶς τεθεωρημένα καὶ παραγγελλόμενα 40788 4.22a.25.74 : παρὰ τοῖς φιλοσόφοις δύναιτο πράττειν, † ὃ ἂν τῶν πλεί– 40789 4.22a.25.75 : στων καὶ κουφότατον εἶναι βάρος γαμετὴ γυνὴ δόξῃ. 40790 4.22a.25.76 : ὁμοιότατον γάρ ἐστιν ὡς εἴ τις μίαν ἔχων χεῖρα ἑτέραν 40791 4.22a.25.77 : ποθὲν προσλάβοι ἢ ἕνα πόδα ἔχων ἕτερον ἀλλαχόθεν 40792 4.22a.25.78 : ἐπικτήσαιτο. ὡς γὰρ οὗτος πολὺ ἂν ῥᾷον καὶ βαδίσαι 40793 4.22a.25.79 : οὗ θέλοι κἀπελάσαι καὶ προσαγάγοιτο, οὕτως ὁ γυναῖκα 40794 4.22a.25.80 : εἰσαγαγόμενος ῥᾷον ἀπολήψεται τὰς κατὰ τὸν βίον σω– 40795 4.22a.25.81 : τηρίους καὶ συμφερούσας χρεῖας. ἀντὶ γοῦν δύο ὀφθαλ– 40796 4.22a.25.82 : μῶν χρῶνται τέτταρσιν καὶ ἀντὶ δύο χειρῶν ἑτέραις 40797 4.22a.25.83 : τοσαύταις, αἷς καὶ ἀθρόοις πράττοι ἂν ῥᾷον τὸ τῶν 40798 4.22a.25.84 : χειρῶν ἔργον. διὸ κἂν εἰ αἱ ἕτεραι κάμνοιεν, ταῖς ἑτέ– 40799 4.22a.25.85 : ραις αὖ θεραπεύοιτο καὶ τὸ σύνολον δύο γεγονὼς ἀνθ´ 40800 4.22a.25.86 : ἑνὸς μᾶλλον ἂν ἐν τῷ βίῳ κατορθοίη. διόπερ τὸν νομί– 40801 4.22a.25.87 : ζοντα τὴν εἴσοδον τῆς γυναικὸς καταβαρύνειν τὸν βίον 40802 4.22a.25.88 : καὶ δυσκίνητον ποιεῖν ὅμοιον 〈ἂν οἶμαι〉 πάσχειν, ὡς εἴ 40803 4.22a.25.89 : τις πλείονας πόδας κωλύοι προσλαβεῖν, ἵν´ ἐὰν πολὺ δέῃ 40804 4.22a.25.90 : βαδίζειν μὴ ἐφελκώμεθα πολλούς, ἢ τῷ πλείονας χεῖρας 40805 4.22a.25.91 : κτωμένῳ μέμφοιτο· ὅταν γάρ τι δέῃ πράττειν ἐμποδί– 40806 4.22a.25.92 : σεσθαι ὑπὸ τοῦ πλήθους αὐτῶν. κατὰ ταὐτὰ γὰρ καὶ 40807 4.22a.25.93 : εἴ τις προσλάβοι οἷον ἑαυτὸν ἕτερον (οὐθὲν γὰρ διοίσει 40808 4.22a.25.94 : εἴτε θῆλυ τοῦτό ἐστιν εἴτε ἄρρεν), πολὺ ἐλαφρότερον καὶ 40809 4.22a.25.95 : εὐκοπώτερον πάντ´ ἂν πράξειεν τὰ ἔργα. φιλαγάθῳ 〈δ´〉 40810 4.22a.25.96 : ἀνδρὶ καὶ θέλοντι σχολὴν ἄγειν ἢ περὶ τοὺς λόγους ἢ τὰ 40811 4.22a.25.97 : πολιτικὰ ἔργα ἢ ἄμφω ταῦτα, καὶ τελείως τοῦτο ἀμετά– 40812 4.22a.25.98 : θετόν ἐστιν. ὅσῳ γὰρ μᾶλλον αὐτὸς ἀπὸ τῆς οἰκονομίας 40813 4.22a.25.99 : ἀπέστραπται, τοσούτῳ μᾶλλον τὴν διαδεξομένην τὴν διοί– 40814 4.22a.25.100 : κησιν παραληπτέον καὶ περὶ τὰ ἀναγκαῖα ἑαυτὸν ἀπερί– 40815 4.22a.25.101 : σπαστον ... οὐ κακῶς καὶ ὁ κωμικὸς ἐπιτέμνει 〈τὸ〉 40816 4.22a.25.102 : σχολαστής ἐστι· δεῖ δ´ οἶμαι γαμεῖν 40817 4.22a.25.103 : τὸν ἐπιμελῆ καὶ δυνατὸν οἰκονομεῖν ὄχλον 40818 4.22a.25.104 : πλείω, 40819 4.22a.25.105 : ἐπιφωνήσας· 40820 4.22a.25.106 : τὸν ἀμελῆ μᾶλλον, ἐπιθυμοῦντα δὲ 40821 4.22a.25.107 : σχολῆς, ἵν´ ἔχων οἰκονόμον ἀδεῶς περιπατῇ. 40822 4.22a.26.1 : Πλάτωνος Νόμων ϛʹ (p. 773 E). 40823 4.22a.26.2 : Περὶ γάμων δὴ ταῦτ´ ἔσται παραμύθια λεγόμενα, 40824 4.22a.26.3 : ὡς χρὴ τῆς ἀειγενοῦς φύσεως ἀντέχεσθαι τῷ παῖδας παί– 40825 4.22a.26.4 : δων καταλείποντι ἀεὶ τῷ θεῷ ὑπηρέτας ἀνθ´ αὑτοῦ πα– 40826 4.22a.26.5 : ραδιδόναι. 40827 4.22a.27.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 776 B). 40828 4.22a.27.2 : Γεννῶντάς τε καὶ ἐκτρέφοντας παῖδας, καθάπερ λαμ– 40829 4.22a.27.3 : πάδα τὸν βίον παραδιδόντας ἄλλοις ἐξ ἄλλων. 40830 4.23.t.1 : {1ΟΤΙ ΟΥΚ ΑΓΑΘΟΝ ΤΟ ΓΑΜΕΙΝ.}1 40831 4.23.28.1 : Ἀναξανδρίδου (fr. 52 K.). 40832 4.23.28.2 : Ὅστις γαμεῖν βουλεύετ´, οὐ βουλεύεται 40833 4.23.28.3 : ὀρθῶς, διότι βουλεύεται, χοὔτω γαμεῖ. 40834 4.23.28.4 : πολλῶν κακῶν γάρ ἐστιν ἀρχὴ τῷ βίῳ. 40835 4.23.28.5 : ἢ γὰρ πένης ὢν τὴν γυναῖκα χρήματα 40836 4.23.28.6 : λαβὼν ἔχει δέσποιναν, οὐ γυναῖκ´ ἔτι, 40837 4.23.28.7 : ἧς ἐστι δοῦλος καὶ πελάτης. ἢν δ´ αὖ λάβῃ 40838 4.23.28.8 : μηδὲν φερομένην, δοῦλος ἄλλως γίνεται· 40839 4.23.28.9 : δεῖ γὰρ τὸ λοιπὸν ἀνθ´ ἑνὸς τρέφειν δύο. 40840 4.23.28.10 : ἀλλ´ ἔλαβεν αἰσχράν· οὐ βιωτόν ἐστ´ ἔτι, 40841 4.23.28.11 : οὐδ´ εἴσοδος τὸ παράπαν εἰς τὴν οἰκίαν. 40842 4.23.28.12 : ἀλλ´ ἔλαβεν ὡραίαν τις· οὐδὲν γίνεται 40843 4.23.28.13 : μᾶλλόν τι τοῦ γήμαντος ἢ τῶν γειτόνων· 40844 4.23.28.14 : ὥστ´ οὐδαμῶς κακοῦ γ´ ἁμαρτεῖν γίνεται. 40845 4.23.29.1 : Ἀλέξιδος (fr. 262 K.). 40846 4.23.29.2 : Τίς δῆθ´ ὑγιαίνων νοῦν τ´ ἔχων τολμᾷ ποτε 40847 4.23.29.3 : γαμεῖν διαπραξάμενος ἥδιον βίον; 40848 4.23.29.4 : εἶτ´ οὐχὶ κρεῖττόν ἐστι τῷ γ´ ἔχοντι νοῦν 40849 4.23.29.5 : ἄτιμον εἶναι μᾶλλον ἢ γυναῖκ´ ἔχειν; 40850 4.23.29.6 : πολλῷ γε· τοὺς μὲν γοῦν ἀτίμους οὐκ ἐᾷ 40851 4.23.29.7 : ἀρχὴν λαχόντας ὁ νόμος ἄρχειν τῶν πέλας· 40852 4.23.29.8 : ἐπὰν δὲ γήμῃς, οὐδὲ σαυτοῦ κύριον 40853 4.23.29.9 : ἔξεστιν εἶναι· τὰς γὰρ εὐθύνας μόνοι 40854 4.23.29.10 : ἐφημερινὰς τὰς τοῦ βίου κεκτήμεθα. 40855 4.23.30.1 : Φιλήμονος (fr. 196 K.). 40856 4.23.30.2 : Ἀθάνατόν ἐστι κακὸν ἀναγκαῖον γυνή. 40857 4.23.31.1 : Μενάνδρου (fr. 404 K.). 40858 4.23.31.2 : Ὦ τρὶς κακοδαίμων, ὅστις ὢν πένης γαμεῖ 40859 4.23.31.3 : καὶ παιδοποιεῖθ´. ὡς ἀλόγιστός ἐστ´ ἀνήρ, 40860 4.22b.31.4 : ὃς μήτε φυλακὴν τῶν ἀναγκαίων ἔχει, 40861 4.22b.31.5 : μήτ´ ἂν ἀτυχήσας εἰς τὰ λοιπὰ τοῦ βίου 40862 4.22b.31.6 : ἐπαμφιέσαι δύναιτο τοῦτο χρήμασιν, 40863 4.22b.31.7 : ἀλλ´ ἐν ἀκαλύπτῳ καὶ ταλαιπώρῳ βίῳ 40864 4.22b.31.8 : χειμαζόμενος ζῇ, τῶν ἀνιαρῶν ἔχων 40865 4.22b.31.9 : τὸ μέρος ἁπάντων, τῶν δ´ ἀγαθῶν οὐ δυνάμενος. 40866 4.22b.32.1 : Ναυμαχίου. 40867 4.22b.32.2 : Καλὸν μὲν δέμας ἁγνὸν ἔχειν ἀδμῆτά τε μίμνειν 40868 4.22b.32.3 : παρθενικήν, καθαροῖσί τ´ ἀεὶ μελεδήμασι χαίρειν, 40869 4.22b.32.4 : μήτε † βαρυτληθῶν λαγόνων περὶ φόρτον ἄγουσαν, 40870 4.22b.32.5 : μήτε πόνον τρομέουσαν ἀγάστονον Εἰλειθυίης, 40871 4.22b.32.6 : ἀλλ´ ἧσθαι βασίλειαν ἀφαυρῶν θηλυτεράων, 40872 4.22b.32.7 : ψυχῆς ὄμμα φαεινὸν ὑπὲρ βιότοιο χέουσαν, 40873 4.22b.32.8 : ἔνθα γάμοι κεδνοὶ καὶ ἀληθέες, ἔνθα μιγεῖσα 40874 4.22b.32.9 : θεσπεσίοις ἐπέεσσι νοήματα φάεα τίκτει. 40875 4.22b.32.10 : εἰ δέ σε καὶ ξυνοῖο πόθος βιότοιο κιχάνοι, 40876 4.22b.32.11 : καὶ τοῦτο προδαεὶς ἐρέω, πῶς χρή σε περῆσαι 40877 4.22b.32.12 : τὸν πλοῦν, ὡς φασίν, τὸν δεύτερον ἔμφρονι θυμῷ. 40878 4.22b.33.1 : Φιλιππίδου Ἀνανεούσης (fr. 6 III 40879 4.22b.33.2 : p. 303 K.). 40880 4.22b.33.3 : Ἔλεγον ἐγώ σοι μὴ γαμεῖν, ζῆν δ´ ἡδέως. 40881 4.22b.33.4 : τὸ Πλάτωνος ἀγαθὸν δ´ ἐστὶ τοῦτο, Φειδύλε, 40882 4.22b.33.5 : μὴ λαμβάνειν γυναῖκα μηδὲ τῇ τύχῃ 40883 4.22b.33.6 : διὰ πλειόνων αὑτὸν παραβάλλειν πραγμάτων. 40884 4.22b.34.1 : Ἀναξανδρίδου (fr. 78 II 1 p. 163 K.). 40885 4.22b.34.2 : Κόρης ἀπαλλαττόμεθα ταμιείου πικροῦ. 40886 4.22b.35.1 : Ἱππώνακτος (fr. 29 B. 4). 40887 4.22b.35.2 : Δύ´ ἡμέραι γυναικός εἰσιν ἥδισται· 40888 4.22b.35.3 : ὅταν γαμῇ τις κἀκφέρῃ τεθνηκυῖαν. 40889 4.22b.36.1 : Εὐριπίδου ἐξ Ἰνοῦς (fr. 402 N. 2). 40890 4.22b.36.2 : Νόμοι γυναικῶν οὐ καλῶς κεῖνται πέρι· 40891 4.22b.36.3 : χρῆν γὰρ τὸν εὐτυχοῦνθ´ ὅπως πλείστας ἔχειν 40892 4.22b.36.4 : γυναῖκας, εἴπερ † τροφὴ δόμοις παρῆν, 40893 4.22b.36.5 : ὡς τὴν κακὴν μὲν ἐξέβαλλε δωμάτων, 40894 4.22b.36.6 : τὴν δ´ οὖσαν ἐσθλὴν ἡδέως ἐσῴζετο. 40895 4.22b.36.7 : νῦν δ´ εἰς μίαν βλέπουσι, κίνδυνον μέγαν 40896 4.22b.36.8 : ῥίπτοντες· οὐ γὰρ τῶν τρόπων πειρώμενοι 40897 4.22b.36.9 : νύμφας ἐς οἴκους ἑρματίζονται βροτοί. 40898 4.22b.37.1 : Ἐπιχάρμου (fr. * 34 p. 265 Lorenz). 40899 4.22b.37.2 : Οὐδὲν † γαίαι κλίναι γυναικὸς βαρύτερον, 40900 4.22b.37.3 : οἶδ´ ὁ συντυχὼν ..., μακάριος δ´ ὃς ἀγνοεῖ. 40901 4.22b.38.1 : Μενάνδρου (fr. 799 K.). 40902 4.22b.38.2 : Μηδέποτε γήμῃ μηδὲ εἷς εὔνους ἐμοί. 40903 4.22b.39.1 : Εὐριπίδου Ἄλκηστις ( 895–897). 40904 4.22b.39.2 : Ζηλῶ δ´ ἀγάμους ἀτέκνους τε βροτῶν. 40905 4.22b.39.3 : μία γὰρ ψυχή, τῆς ὑπεραλγεῖν 40906 4.22b.39.4 : μέτριον ἄχθος. 40907 4.22b.40.1 : Μενάνδρου (fr. 648 K.). 40908 4.22b.40.2 : Γαμεῖν κεκρικότα δεῖ σε γινώσκειν, ὅτι 40909 4.22b.40.3 : ἀγαθὸν μέγ´ ἕξεις, ἂν λάβῃς μικρὸν κακόν. 40910 4.22b.41.1 : Εὐριπίδου Ἄλκηστις ( 246–247). 40911 4.22b.41.2 : Οὔ ποτε φήσω γάμον εὐφραίνειν 40912 4.22b.41.3 : πλέον ἢ λυπεῖν. 40913 4.22b.42.1 : Φιλήμονος (fr. 197 K.). 40914 4.22b.42.2 : Τὸν ἄγαμον ὄντα καὶ κακὴ τύχη τρέφει. 40915 4.22b.43.1 : Ἀριστοφάνης ἐν Πολυίδῳ (fr. 453 K.). 40916 4.22b.43.2 : Ἰδοὺ δίδωμι τήνδ´ ἐγὼ γυναῖκά σοι 40917 4.22b.43.3 : Φαίδραν· ἐπὶ πῦρ δὲ πῦρ ἔοικα ἥκειν ἄγων. 40918 4.22b.44.1 : Μενάνδρου (fr. 649 K.). 40919 4.22b.44.2 : Τὸ γυναῖκ´ ἔχειν εἶναί τε παίδων. Παρμένων, 40920 4.22b.44.3 : πατέρα μερίμνας τῷ βίῳ πολλὰς φέρει. 40921 4.22b.45.1 : Σοφοκλέους Τηρεῖ (fr. 521 N.). 40922 4.22b.45.2 : Νῦν δ´ οὐδέν εἰμι χωρίς. ἀλλὰ πολλάκις 40923 4.22b.45.3 : ἔβλεψα ταύτῃ τὴν γυναικείαν φύσιν, 40924 4.22b.45.4 : ὡς οὐδέν ἐσμεν. αἳ νέαι μὲν 〈ἐν〉 [γὰρ] πατρὸς 40925 4.22b.45.5 : ἥδιστον οἶμαι ζῶμεν ἀνθρώπων βίον· 40926 4.22b.45.6 : τερπνῶς γὰρ ἀεὶ πάντας ἁνοία τρέφει· 40927 4.22b.45.7 : ὅταν 〈δ´〉 ἐς ἥβην ἐξικώμεθ´ ἔμφρονες, 40928 4.22b.45.8 : ὠθούμεθ´ ἔξω καὶ διεμπολώμεθα 40929 4.22b.45.9 : θεῶν πατρῴων τῶν τε φυσάντων ἄπο· 40930 4.22b.45.10 : αἱ μὲν ξένους πρὸς ἄνδρας, αἱ δὲ βαρβάρους, 40931 4.22b.45.11 : αἱ δ´ εἰς † ἀληθῆ δώμαθ´, αἱ δ´ ἐπίρροθα. 40932 4.22b.45.12 : καὶ ταῦτ´, ἐπειδὰν εὐφρόνη ζεύξῃ μία, 40933 4.22b.45.13 : χρεὼν ἐπαινεῖν καὶ δοκεῖν καλῶς ἔχειν. 40934 4.22b.46.1 : Εὐριπίδου Σθενεβοίας (fr. 662 N. 2). 40935 4.22b.46.2 : Πολλοὺς δὲ πλούτῳ καὶ γένει γαυρουμένους 40936 4.22b.46.3 : γυνὴ κατῄσχυν´ ἐν δόμοισι νηπία. 40937 4.22b.47.1 : Φιλήτα. 40938 4.22b.47.2 : *** 40939 4.22b.48.1 : (incerti poetae comici) 40940 4.22b.48.2 : Βίον καλὸν ζῇς, ἂν γυναῖκα μὴ † ἔχῃς. 40941 4.22b.49.1 : Διφίλου (fr. 115 K.). 40942 4.22b.49.2 : Γυναικὸς ἀγαθῆς ἐπιτυχεῖν οὐ ῥᾴδιον. 40943 4.22b.50.1 : Χαιρήμονος (fr. 32 N. 2). 40944 4.22b.50.2 : Γυναῖκα θάπτειν κρεῖττόν ἐστιν ἢ γαμεῖν. 40945 4.22b.51.1 : Φιλήμονος (fr. 198 K.). 40946 4.22b.51.2 : Γαμεῖν ὃς ἐθέλει εἰς μετάνοιαν ἔρχεται. 40947 4.22b.52.1 : Ἱπποθόου. 40948 4.22b.52.2 : Ζευχθεὶς γάμοισιν οὐκ ἔτ´ ἔστ´ ἐλεύθερος. 40949 4.22b.53.1 : Μενάνδρου (fr. 650 K.). 40950 4.22b.53.2 : Ὅστις πενόμενος βούλεται ζῆν ἡδέως, 40951 4.22b.53.3 : ἑτέρων γαμούντων αὐτὸς ἀπεχέσθω γάμου. 40952 4.22b.54.1 : Θεοδέκτου. 40953 4.22b.54.2 : *** 40954 4.22b.55.1 : (incerti comici fr. 132 vol. III p. 434 K.) 40955 4.22b.55.2 : Παραπλήσιον πρᾶγμ´ ἐστὶ γῆρας καὶ γάμος. 40956 4.22b.55.3 : τυχεῖν γὰρ αὐτῶν ἀμφοτέρων σπουδάζομεν· 40957 4.22b.55.4 : ὅταν δὲ τύχωμεν, ὕστερον λυπούμεθα. 40958 4.22b.56.1 : Ἀντιφάνους (fr. 292 K.). 40959 4.22b.56.2 : Ὡς ἔστι τὸ γαμεῖν ἔσχατον τοῦ δυστυχεῖν. 40960 4.22b.57.1 : Μενάνδρου (fr. 582 K.). 40961 4.22b.57.2 : Πατρῷ´ ἔχειν δεῖ τὸν καλῶς εὐδαίμονα, 40962 4.22b.57.3 : τὰ μετὰ γυναικὸς δ´ εἰσιόντ´ εἰς οἰκίαν 40963 4.22b.57.4 : οὔτ´ ἀσφαλῆ τὴν κτῆσιν οὔθ´ ἱλαρὰν ἔχει. 40964 4.22b.58.1 : Θάλητος. 40965 4.22b.58.2 : Θαλῆς τῇ μητρὶ γυναῖκα λαβεῖν δεομένῃ ’οὔπω και– 40966 4.22b.58.3 : ρός‘ ἔλεγεν· εἶτα προβάς ’οὐκέτι καιρός‘. 40967 4.22b.59.1 : Σωκράτους. 40968 4.22b.59.2 : Σωκράτης ἐρωτηθεὶς τίνες μεταμέλονται τῶν ἀνθρώ– 40969 4.22b.59.3 : πων, εἶπεν ’οἱ γήμαντες‘. 40970 4.22b.60.1 : Πλάτωνος. 40971 4.22b.60.2 : Πλάτων ἐρωτηθεὶς εἰ γήμας φιλοσοφήσω; ’οὐκ εἰδώς‘ 40972 4.22b.60.3 : ἔφη ’οὐδὲ μόνον σαυτὸν σῴζειν καὶ γυναῖκα ἐπὶ τῶν ὤμων 40973 4.22b.60.4 : συνδιασώσεις;‘ 40974 4.22b.61.1 : Λυσίου (fr. 90 Thalheim). 40975 4.22b.61.2 : Ἧι γὰρ ἂν ἡμέρᾳ γυνὴ προδῷ τὸ σῶμα καὶ τὴν τάξιν 40976 4.22b.61.3 : λίπῃ τῆς αἰδοῦς, εὐθέως παραλλάττει τῶν φρενῶν, ὥστε 40977 4.22b.61.4 : νομίζειν τοὺς μὲν οἰκείους ἐχθρούς, τοὺς δ´ ἀλλοτρίους 40978 4.22b.61.5 : πιστούς, περὶ δὲ τῶν καλῶν καὶ αἰσχρῶν ἐναντίαν ἔχειν 40979 4.22b.61.6 : τὴν γνώμην. 40980 4.22b.62.1 : Ἐπαμινώνδου. 40981 4.22b.62.2 : Ἐπαμινώνδας ἐρωτηθεὶς τί ὀνεῖται ὁ μὴ γήμας μηδὲ 40982 4.22b.62.3 : παιδοποιησάμενος ’τὸ μὴ ὀκνεῖν‘ εἶπεν ’ὑπὲρ τῆς πατρί– 40983 4.22b.62.4 : δος ἀποθνῄσκειν‘. 40984 4.22b.63.1 : Λυκούργου. 40985 4.22b.63.2 : Ὅταν γυνὴ ὁμονοίας τῆς πρὸς ἄνδρα στερηθῇ, ἀβίω– 40986 4.22b.63.3 : τος ὁ καταλειπόμενος γίνεται βίος. 40987 4.22b.64.1 : Σόλωνος. 40988 4.22b.64.2 : 〈Σόλων〉 συμβουλεύοντος τινὸς αὐτῷ κατὰ τῶν μὴ 40989 4.22b.64.3 : γαμούντων ἐπιτίμιον τάξαι ’χαλεπόν‘ εἶπεν ’ὦ ἄνθρωπε, 40990 4.22b.64.4 : φορτίον ἡ γυνή‘. 40991 4.22b.65.1 : Θάλητος. 40992 4.22b.65.2 : Θαλῆς ἐρωτηθεὶς διὰ τί ἀκμάζων οὐκ ἐπαιδοποίησεν, 40993 4.22b.65.3 : ἀπεκρίνατο διότι τὸ ζῆν οὐκ ἐβουλόμην λύπαις αὐθαιρέ– 40994 4.22b.65.4 : τοις κατεγγυῆσαι. 40995 4.22b.66.1 : Ἀντιφῶντος (fr. 49 Diels 2). 40996 4.22b.66.2 : Φέρε δὴ προελθέτω ὁ βίος εἰς τὸ πρόσθεν καὶ γά– 40997 4.22b.66.3 : μων καὶ γυναικὸς ἐπιθυμησάτω. αὕτη ἡ ἡμέρα, αὕτη ἡ 40998 4.22b.66.4 : νὺξ καινοῦ δαίμονος ἄρχει, καινοῦ πότμου. μέγας γὰρ 40999 4.22b.66.5 : ἀγὼν γάμος ἀνθρώπῳ. εἰ γὰρ τύχοι μὴ ἐπιτηδεία γενο– 41000 4.22b.66.6 : μένη, τί χρὴ τῇ συμφορᾷ χρῆσθαι; χαλεπαὶ μὲν ἐκπομ– 41001 4.22b.66.7 : παί, τοὺς φίλους ἐχθροὺς ποιῆσαι, ἴσα φρονοῦντας ἴσα 41002 4.22b.66.8 : πνέοντας, ἀξιώσαντα καὶ ἀξιωθέντα· χαλεπὸν δὲ καὶ 41003 4.22b.66.9 : ἐκτῆσθαι κτῆμα τοιοῦτον, δοκοῦντα ἡδονὰς κτᾶσθαι λύπας 41004 4.22b.66.10 : ἄγεσθαι. φέρε δή, μὴ τὰ παλίγκοτα λέγωμεν, λεγέσθω 41005 4.22b.66.11 : τὰ πάντων ἐπιτηδειότατα. τί γὰρ ἥδιον ἀνθρώπῳ γυναι– 41006 4.22b.66.12 : κὸς καταθυμίας; τί δὲ γλυκύτερον ἄλλως τε καὶ νέῳ; ἐν 41007 4.22b.66.13 : τῷ αὐτῷ δέ γε τούτῳ, ἔνθα τὸ ἡδύ, ἔνεστι πλησίον που 41008 4.22b.66.14 : καὶ τὸ λυπηρόν· αἱ γὰρ ἡδοναὶ οὐκ ἐπὶ σφῶν αὐτῶν ἐμ– 41009 4.22b.66.15 : πορεύονται, ἀλλ´ ἀκολουθοῦσιν αὐταῖς λῦπαι καὶ πόνοι. 41010 4.22b.66.16 : ἐπεὶ καὶ ὀλυμπιονῖκαι καὶ πυθιονῖκαι καὶ οἱ τοιοῦτοι 41011 4.22b.66.17 : ἀγῶνες καὶ σοφίαι καὶ πᾶσαι ἡδοναὶ ἐκ μεγάλων λυπη– 41012 4.22b.66.18 : μάτων ἐθέλουσι παραγίγνεσθαι· τιμαὶ γάρ, ἆθλα ..., 41013 4.22b.66.19 : δελέατα ἃ ὁ θεὸς ἔδωκεν ἀνθρώποις, μεγάλων πόνων καὶ 41014 4.22b.66.20 : ἱδρώτων εἰς ἀνάγκας καθιστᾶσιν. ἐγὼ γάρ, εἴ μοι γένοιτο 41015 4.22b.66.21 : σῶμα ἕτερον τοιοῦτον οἷον ἐγὼ ἐμαυτῷ, οὐκ ἂν δυναίμην 41016 4.22b.66.22 : ζῆν, οὕτως ἐμαυτῷ πολλὰ πράγματα παρέχων ὑπέρ τε 41017 4.22b.66.23 : τῆς ὑγιείας τοῦ σώματος ὑπέρ τε τοῦ καθ´ ἡμέραν βίου 41018 4.22b.66.24 : ἐς τὴν ξυλλογὴν ὑπέρ τε δόξης καὶ σωφροσύνης καὶ εὐ– 41019 4.22b.66.25 : κλείας καὶ τοῦ εὖ ἀκούειν. τί οὖν, εἴ μοι γένοιτο σῶμα 41020 4.22b.66.26 : ἕτερον τοιοῦτον, ὅ γέ μοι οὕτως ἐπιμελὲς εἴη; οὐκ οὖν 41021 4.22b.66.27 : δῆλον, ὅτι γυνὴ ἀνδρί, ἐὰν ᾖ καταθυμία, οὐδὲν ἐλάττους 41022 4.22b.66.28 : τὰς φιλότητας παρέχεται καὶ τὰς ὀδύνας ἢ αὐτὸς αὑτῷ 41023 4.22b.66.29 : ὑπέρ τε τῆς ὑγιείας δισσῶν σωμάτων ὑπέρ τε τοῦ βίου 41024 4.22b.66.30 : τῆς συλλογῆς [καὶ] ὑπέρ τε τῆς σωφροσύνης καὶ τῆς εὐ– 41025 4.22b.66.31 : κλείας; φέρε δὴ καὶ παῖδες γενέσθωσαν· φροντίδων ἤδη 41026 4.22b.66.32 : πάντα πλέα καὶ ἐξοίχεται τὸ νεοτήσιον σκίρτημα ἐκ τῆς 41027 4.22b.66.33 : γνώμης καὶ 〈τὸ〉 πρόσωπον οὐκέτι τὸ αὐτό. 41028 4.22c.t.1 : {1ΟΤΙ ΤΟΙΣ ΜΕΝ ΕΠΩΦΕΛΗ ΤΟΝ ΓΑΜΟΝ, ΤΟΙΣ ΔΕ ΑΣΥΜΦΟΡΟΝ 41029 4.22c.t.2 : Ο ΤΩΝ ΣΥΝΑΠΤΟΜΕΝΩΝ ΑΠΕΤΕΛΕΣΕ ΤΡΟΠΟΣ.}1 41030 4.22c.67.1 : Θεοδέκτου (fr. 13 p. 805 N. 2). 41031 4.22c.67.2 : Ὅταν γὰρ ἄλοχον εἰς δόμους ἄγῃ πόσις, 41032 4.22c.67.3 : οὐχ ὡς δοκεῖ γυναῖκα λαμβάνει μόνον, 41033 4.22c.67.4 : ὁμοῦ δὲ τῇδ´ ἔτ´ εἰσκομίζεται λαβὼν 41034 4.22c.67.5 : καὶ δαίμον´ ἤτοι χρηστὸν ἢ τοὐναντίον. 41035 4.22c.68.1 : Σουσαρίωνος (com. I p. 3 K.). 41036 4.22c.68.2 : Ἀκούετε λεῴ, Σουσαρίων λέγει τάδε· 41037 4.22c.68.3 : κακὸν γυναῖκες· ἀλλ´ ὅμως, ὦ δημόται, 41038 4.22c.68.4 : οὐκ ἔστιν οἰκεῖν οἰκίαν ἄνευ κακοῦ. 41039 4.22c.69.1 : (incerti poetae scaenici) 41040 4.22c.69.2 : Καὶ γὰρ τὸ γῆμαι καὶ τὸ μὴ γῆμαι κακόν. 41041 4.22c.70.1 : Εὐριπίδου (fr. 1056 N. 2). 41042 4.22c.70.2 : Οὐ πάντες οὔτε δυστυχοῦσιν ἐν γάμοις 41043 4.22c.70.3 : οὔτ´ εὐτυχοῦσι· συμφορὰ δ´ ὃς ἂν τύχῃ 41044 4.22c.70.4 : κακῆς γυναικός, εὐτυχεῖ δ´ ἐσθλῆς τυχών. 41045 4.22c.71.1 : Μενάνδρου (fr. 325 K.). 41046 4.22c.71.2 : Γυνὴ πολυτελής ἐστ´ ὀχληρόν, οὐδ´ ἐᾷ 41047 4.22c.71.3 : ζῆν τὸν λαβόνθ´ ὡς βούλετ´· ἀλλ´ ἕν ἐστί τοι 41048 4.22c.71.4 : ἀγαθὸν ἀπ´ αὐτῆς † παῖδες· ἦλθέν τις νόσος, 41049 4.22c.71.5 : τὸν ἔχοντα ταύτην ἐθεράπευσεν ἐπιμελῶς, 41050 4.22c.71.6 : ἀτυχοῦντι συμπαρέμεινεν, ἀποθανόντα τε 41051 4.22c.71.7 : ἔθαψε, περιέστειλεν οἰκείως· ὅρα 41052 4.22c.71.8 : εἰς ταῦθ´, ὅταν λυπῇ τι τῶν καθ´ ἡμέραν. 41053 4.22c.71.9 : οὕτω γὰρ οἴσεις πᾶν τὸ πρᾶγμ´· ἂν δ´ ἐκλέγῃς 41054 4.22c.71.10 : ἀεὶ τὸ λυποῦν, μηδὲν ἀντιπαρατιθεὶς 41055 4.22c.71.11 : τῶν προσδοκωμένων, ὀδυνήσῃ διὰ τέλους. 41056 4.22c.72.1 : Εὐριπίδου (inc. fab. fr. 1057 N. 2). 41057 4.22c.72.2 : Μακάριος, ὅστις εὐτυχεῖ γάμον λαβὼν 41058 4.22c.72.3 : ἐσθλῆς γυναικός· εὐτυχεῖ δ´ ὁ μὴ λαβών. 41059 4.22c.73.1 : Ἡσιόδου (op. 702 ss.). 41060 4.22c.73.2 : Οὐ μὲν γάρ τι γυναικὸς ἀνὴρ ληίζετ´ ἄμεινον 41061 4.22c.73.3 : τῆς ἀγαθῆς· τῆς δ´ αὖτε κακῆς οὐ ῥίγιον ἄλλο, 41062 4.22c.73.4 : δειπνολόχου· ἥτ´ ἄνδρα καὶ ἴφθιμόν περ ἐόντα 41063 4.22c.73.5 : αὔει ἄτερ δαλαῖο † καὶ ἐν ὠμῷ γήραϊ θῆκε. 41064 4.22c.74.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμέωνος (fr. 78 N. 2). 41065 4.22c.74.2 : Γυναῖκα καὶ ὠφελίαν 41066 4.22c.74.3 : καὶ νόσον ἀνδρὶ φέρειν μεγίσταν 41067 4.22c.74.4 : ἐδιδάξατ´ ἐμῷ λόγῳ. 41068 4.22c.75.1 : Φιλιππίδου (fr. 28 K.). 41069 4.22c.75.2 : Αἰσχρὰν γυναῖκ´ ἔγημας, ἀλλὰ πλουσίαν· 41070 4.22c.75.3 : κάθευδ´ ἀηδῶς, ἡδέως μασώμενος. 41071 4.22c.76.1 : Εὐριπίδου Πρωτεσιλάου (fr. 657 N. 2). 41072 4.22c.76.2 : Ὅστις δὲ πάσας συντιθεὶς ψέγει λόγῳ 41073 4.22c.76.3 : γυναῖκας ἑξῆς, σκαιός ἐστι κοὐ σοφός. 41074 4.22c.76.4 : πολλῶν γὰρ οὐσῶν τὴν μὲν εὑρήσεις κακήν, 41075 4.22c.76.5 : τὴν δ´, ὥσπερ αὕτη, λῆμ´ ἔχουσαν εὐγενές. 41076 4.22c.77.1 : Μενάνδρου (fr. 651 K.). 41077 4.22c.77.2 : Τὸ γαμεῖν, ἐάν τις τὴν ἀλήθειαν σκοπῇ, 41078 4.22c.77.3 : κακὸν μέν ἐστιν, ἀλλ´ ἀναγκαῖον κακόν. 41079 4.22c.78.1 : Εὐριπίδου Μελανίππης (fr. 494 N. 2). 41080 4.22c.78.2 : Τῆς μὲν κακῆς κάκιον οὐδὲν γίνεται 41081 4.22c.78.3 : γυναικός· ἐσθλῆς δ´ οὐδὲν εἰς ὑπερβολὴν 41082 4.22c.78.4 : πέφυκ´ ἄμεινον· διαφέρουσι δ´ αἱ φύσεις. 41083 4.22c.79.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Alc. 879). 41084 4.22c.79.2 : Τί γὰρ ἀνδρὶ κακὸν μεῖζον, ἁμαρτεῖν 41085 4.22c.79.3 : πιστῆς ἀλόχου; 41086 4.22c.80.1 : Σοφοκλῆς Φαίδρᾳ (fr. 621 N. 2). 41087 4.22c.80.2 : Οὕτω γυναικὸς οὐδὲν ἂν μεῖζον κακὸν 41088 4.22c.80.3 : κακῆς ἀνὴρ κτήσαιτ´ ἂν οὐδὲ σώφρονος 41089 4.22c.80.4 : κρεῖσσον· παθὼν δ´ ἕκαστος ὧν τύχῃ λέγει. 41090 4.22c.81.1 : Εὐριπίδου (Or. 602 ss.). 41091 4.22c.81.2 : Γάμοι δ´ ὅσοις μὲν εὖ καθεστᾶσιν βροτῶν, 41092 4.22c.81.3 : μακάριος αἰών· οἷς δὲ μὴ πίπτουσιν εὖ, 41093 4.22c.81.4 : τά τ´ ἔνδον εἰσὶ τά τε θύραζε δυστυχεῖς. 41094 4.22c.82.1 : Ἡσιόδου Θεογονίας. ( 600–609). 41095 4.22c.82.2 : Ὣς δ´ αὔτως ἄνδρεσσι κακὸν θνητοῖσι γυναῖκας 41096 4.22c.82.3 : Ζεὺς ὑψιβρεμέτης θῆκεν, ξυνήονας ἔργων 41097 4.22c.82.4 : λευγαλέων· ἕτερον δὲ πόρεν κακὸν ἀντ´ ἀγαθοῖο. 41098 4.22c.82.5 : ὅς κε γάμον φεύγων καὶ μέρμερα ἔργα γυναικῶν 41099 4.22c.82.6 : μὴ γῆμαι ἐθέλῃ, ὀλοὸν δ´ εἰς γῆρας ἵκοιτο 41100 4.22c.82.7 : χήτει γηροκόμοιο· ὅ γ´ οὐ βιότου ἐπιδευὴς 41101 4.22c.82.8 : ζώει, ἀποφθιμένου δὲ διὰ ζωὴν δατέονται 41102 4.22c.82.9 : χηρωσταί· ᾧ δ´ αὖτε γάμου μετὰ μοῖρα γένηται, 41103 4.22c.82.10 : κεδνὴν δ´ ἔσχετ´ ἄκοιτιν ἀρηρυῖαν πραπίδεσσι, 41104 4.22c.82.11 : τῷ δέ τ´ ἀπ´ αἰῶνος κακὸν ἐσθλῷ ἀντιφερίζει. 41105 4.22c.83.1 : Εὐριπίδου Ἑκάβης ( 1183 ss.). 41106 4.22c.83.2 : Μηδὲν θρασύνου μηδὲ τοῖς σαυτοῦ κακοῖς 41107 4.22c.83.3 : τὸ θῆλυ συνθεὶς ὧδε πᾶν μέμψῃ γένος. 41108 4.22c.83.4 : πολλαὶ γὰρ ἡμῶν, αἱ μὲν εἴς´ ἐπίφθονοι, 41109 4.22c.83.5 : αἱ δ´ εἰς ἀριθμὸν τῶν κακῶν πεφύκαμεν. 41110 4.22c.84.1 : Ἐπιχάρμου (fr. 35* p. 265 Lorenz). 41111 4.22c.84.2 : Τὸ δὲ γαμεῖν ὅμοιόν ἐστι τῷ τρὶς ἓξ ἢ τρεῖς [κύ– 41112 4.22c.84.3 : βους] μόνους 41113 4.22c.84.4 : ἀπὸ τύχης βαλεῖν; ἐὰν μὲν γὰρ λάβῃς τεταγμένην 41114 4.22c.84.5 : τοῖς τρόποις καὶ τἄλλ´ ἄλυπον, εὐτυχήσεις τῷ γάμῳ· 41115 4.22c.84.6 : εἰ δὲ καὶ φιλέξοδόν τε καὶ λάλον καὶ δαψιλῆ. 41116 4.22c.84.7 : οὐ γυναῖχ´ ἕξεις. διὰ βίου δ´ ἀτυχίαν κοσμουμέναν. 41117 4.22c.85.1 : Εὐριπίδου Οἰδίποδι (fr. 545 N. 2). 41118 4.22c.85.2 : Πᾶσα γὰρ δούλη πέφυκεν ἀνδρὸς ἡ σώφρων γυνή, 41119 4.22c.85.3 : ἡ δὲ μὴ σώφρων ἀνοίᾳ τὸν ξυνόνθ´ ὑπερφρονεῖ. 41120 4.22c.86.1 : Εὐριπίδου ἐν Μελανίππῃ (fr. 493 N. 2). 41121 4.22c.86.2 : Ἄλγιστόν ἐστι θῆλυ μισηθὲν γένος. 41122 4.22c.86.3 : αἱ γὰρ σφαλεῖσαι ταῖσιν οὐκ ἐσφαλμέναις 41123 4.22c.86.4 : αἶσχος γυναιξὶ καὶ κεκοίνωνται ψόγον 41124 4.22c.86.5 : ταῖς οὐ κακαῖσιν αἱ κακαί· τὰ δ´ εἰς γάμους 41125 4.22c.86.6 : οὐδὲν δοκοῦσιν ὑγιὲς ἀνδράσιν φρονεῖν. 41126 4.22c.87.1 : Εὐριπίδου Ἀλεξάνδρου (fr. 59 N. 2). 41127 4.22c.87.2 : Ἐκ τῶν ὁμοίων οἱ κακοὶ γαμοῦς´ ἀεί. 41128 4.22c.88.1 : Γαΐου ὑπὲρ Λουκίλλης. 41129 4.22c.88.2 : Φυλάττομαι δέ τι πικρότερον εἰπεῖν διὰ τὸ τῆς μη– 41130 4.22c.88.3 : τρυιᾶς ὄνομα. πολλὰ γὰρ προείληπται τῶν ὀνομάτων 41131 4.22c.88.4 : εἰς πίστιν ἀπεχθείας, καὶ μητρυιὰ δυσκόλως ἀληθεύειν 41132 4.22c.88.5 : πιστεύεται· δεῖ δὲ οὐ ταῖς φήμαις τῶν ὀνομάτων ἐξε– 41133 4.22c.88.6 : λέγχεσθαι τοὺς τρόπους· πολλοὶ γὰρ ἤδη διαβεβλημένας 41134 4.22c.88.7 : προσηγορίας ἔχοντες ἔσχον οὐ πονηρὰν διάνοιαν· πάλιν 41135 4.22c.88.8 : ἕτεροι καὶ καλοῖς ὀνόμασιν ἐκ τῆς φύσεως κεκοσμημένοι 41136 4.22c.88.9 : ψυχαῖς ἀνομοίοις προσέρχονται πρὸς τὰ ἔργα. 41137 4.22c.89.1 : Θεμιστίου ἐκ τοῦ Περὶ ψυχῆς. 41138 4.22c.89.2 : Ἀλλ´ οὖν μάλιστα διψῶν ἀπέθανεν τῆς γυναικός, ἐρῶν 41139 4.22c.89.3 : ἐρώσης ἀπολειπόμενος ... οὐθὲν εἰπεῖν οὔτε ποιῆσαι 41140 4.22c.89.4 : πρὸς αὐτὴν ἰταμὸν ἐτόλμησαν· ἀλλ´ οὕτως ἐνεκαρτέρησαν 41141 4.22c.89.5 : ἀμφότεροι τῷ πρέποντι, ὥσπερ ἀποδείξασθαι θέλοντες 41142 4.22c.89.6 : ὅτι πλεῖστον αἰδοῦς ἔρωτι δικαίῳ μέτεστιν· ὅθεν ἔμοιγε 41143 4.22c.89.7 : πλεῖστον αὐτῇ φαίνεται χρόνον ἀνὴρ συμβεβιωκέναι 41144 4.22c.89.8 : πάντα γὰρ διόλου τὸν δεκαετῆ χρόνον ὁμαλῶς συνεβίω– 41145 4.22c.89.9 : σεν. αἱ δὲ ἄλλαι συνοικοῦσιν οὐ συμβιοῦσιν, ὅταν λυπῶσι 41146 4.22c.89.10 : τοὺς μὲν ἄνδρας ἢ ζηλοτυπῶσιν ἢ διαφέρωνται περὶ χρη– 41147 4.22c.89.11 : μάτων ἢ κακῶς λέγωσιν ἢ φεύγωσι θρυπτόμεναι τὰς 41148 4.22c.89.12 : φιλοφροσύνας καὶ συνδιαιτήσεις· ὥστε ἂν τοῦτον ἐξαίρῃς 41149 4.22c.89.13 : τὸν χρόνον ἐν ᾧ ταῦτα πράττουσιν, ἀπολείπεται βραχὺς 41150 4.22c.89.14 : ἐκεῖνος ὁ τῆς συμβιώσεως. 41151 4.22c.90.1 : Μουσωνίου ἐκ τοῦ Τί κεφάλαιον γά– 41152 4.22c.90.2 : μου (Mus. rel. XIII A p. 67 H.). 41153 4.22c.90.3 : Βίου καὶ γενέσεως παίδων κοινωνίαν κεφάλαιον εἶναι 41154 4.22c.90.4 : γάμου. Τὸν γὰρ γαμοῦντα, ἔφη, καὶ τὴν γαμουμένην 41155 4.22c.90.5 : ἐπὶ τούτῳ συνιέναι χρὴ ἑκάτερον θατέρῳ, ὥσθ´ ἅμα μὲν 41156 4.22c.90.6 : ἀλλήλοις βιοῦν, ἅμα δὲ 〈παιδο〉ποιεῖσθαι, καὶ κοινὰ δὲ 41157 4.22c.90.7 : ἡγεῖσθαι πάντα καὶ μηδὲν ἴδιον, μηδ´ αὐτὸ τὸ σῶμα. 41158 4.22c.90.8 : μεγάλη μὲν γὰρ γένεσις ἀνθρώπου, ἣν ἀποτελεῖ τοῦτο 41159 4.22c.90.9 : τὸ ζεῦγος. ἀλλ´ οὔπω τοῦτο ἱκανὸν τῷ γαμοῦντι, ὃ δὴ 41160 4.22c.90.10 : καὶ δίχα γάμου γένοιτ´ ἂν συμπλεκομένων ἄλλως, ὥσπερ 41161 4.22c.90.11 : καὶ τὰ ζῷα συμπλέκεται αὑτοῖς. δεῖ δὲ ἐν γάμῳ πάντως 41162 4.22c.90.12 : συμβίωσίν τε εἶναι καὶ κηδεμονίαν ἀνδρὸς καὶ γυναικὸς 41163 4.22c.90.13 : περὶ ἀλλήλους, καὶ ἐρρωμένους καὶ νοσοῦντας καὶ ἐν 41164 4.22c.90.14 : παντὶ καιρῷ, ἧς ἐφιέμενος ἑκάτερος ὥσπερ καὶ παιδο– 41165 4.22c.90.15 : ποιίας εἶσιν ἐπὶ γάμον. ὅπου μὲν οὖν ἡ κηδεμονία αὕτη 41166 4.22c.90.16 : τέλειός ἐστι καὶ τελέως αὐτὴν οἱ συνόντες ἀλλήλοις παρ– 41167 4.22c.90.17 : έχονται, ἁμιλλώμενοι νικᾶν ὁ ἕτερος τὸν ἕτερον, οὗτος 41168 4.22c.90.18 : μὲν οὖν ὁ γάμος ᾗ προσήκει ἔχει καὶ ἀξιοζήλωτός ἐστι· 41169 4.22c.90.19 : καλὴ γὰρ ἡ τοιαύτη κοινωνία· ὅπου δ´ ἑκάτερος σκοπεῖ 41170 4.22c.90.20 : τὸ ἑαυτοῦ μόνον ἀμελῶν θατέρου, ἢ καὶ νὴ Δί´ ὁ ἕτερος 41171 4.22c.90.21 : οὕτως ἔχει, καὶ οἰκίαν μὲν οἰκεῖ τὴν αὐτήν, τῇ δὲ γνώμῃ 41172 4.22c.90.22 : βλέπει ἔξω, μὴ βουλόμενος τῷ ὁμόζυγι συντείνειν τε καὶ 41173 4.22c.90.23 : συμπνεῖν, ἐνταῦθ´ ἀνάγκη φθείρεσθαι μὲν τὴν κοινω– 41174 4.22c.90.24 : νίαν, φαύλως δὲ ἔχειν τὰ πράγματα τοῖς συνοικοῦσιν, καὶ 41175 4.22c.90.25 : ἢ διαλύονται τέλεον ἀπ´ ἀλλήλων ἢ τὴν συμμονὴν χείρω 41176 4.22c.90.26 : ἐρημίας ἔχουσιν. 41177 4.23.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΜΝΗΣΤΕΙΑΣ.}1 41178 4.23.91.1 : Εὐριπίδου Μελανίππης (fr. 501 N. 2). 41179 4.23.91.2 : Γάμους δ´ ὅσοι σπεύδουσι μὴ πεπρωμένους, 41180 4.23.91.3 : μάτην πονοῦσιν· ἡ δὲ τῷ χρεὼν πόσει 41181 4.23.91.4 : μένουσα κἀσπούδαστος ἦλθεν εἰς δόμους. 41182 4.23.92.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Phoen. 18). 41183 4.23.92.2 : Μὴ σπεῖρε τέκνων ἄλοκα δαιμόνων βίᾳ. 41184 4.22d.93.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπη (fr. 214 N. 2). 41185 4.22d.93.2 : Κῆδος καθ´ αὑτὸν τὸν σοφὸν κτᾶσθαι χρεών. 41186 4.22d.94.1 : Τοῦ αὐτοῦ Μελανίππη (fr. 502 N. 2). 41187 4.22d.94.2 : Ὅσοι γαμοῦσι δ´ ἢ γένει κρείσσους γάμους 41188 4.22d.94.3 : ἢ πολλὰ χρήματ´, οὐκ ἐπίστανται γαμεῖν. 41189 4.22d.94.4 : τὰ τῆς γυναικὸς γὰρ κρατοῦντ´ ἐν [τοῖς] δώμασι 41190 4.22d.94.5 : δουλοῖ τὸν ἄνδρα, κοὐκέτ´ ἔστ´ ἐλεύθερος. 41191 4.22d.94.6 : πλοῦτος δ´ ἐπακτὸς ἐκ γυναικείων γάμων 41192 4.22d.94.7 : ἀνόνητος· αἱ γὰρ διαλύσεις 〈οὐ〉 ῥᾴδιαι. 41193 4.22d.95.1 : Μενάνδρου (fr. 583 K.). 41194 4.22d.95.2 : Ὅταν πένης ὢν καὶ γαμεῖν τις ἑλόμενος 41195 4.22d.95.3 : τὰ μετὰ γυναικὸς ἐπιδέχηται χρήματα, 41196 4.22d.95.4 : αὑτὸν δίδωσιν, οὐκ ἐκείνην λαμβάνει. 41197 4.22d.96.1 : Εὐριπίδου Μελεάγρῳ (fr. 525 N. 2). 41198 4.22d.96.2 : Εἰ δ´ εἰς γάμους ἔλθοιμ´, ὃ μὴ τύχοι ποτέ, 41199 4.22d.96.3 : τῶν ἐν δόμοισιν ἡμερευουσῶν ἀεὶ 41200 4.22d.96.4 : βελτίον´ ἂν τέκοιμι † δώματι τέκνα· 41201 4.22d.96.5 : ἐκ γὰρ πατρὸς καὶ μητρὸς ὅστις ἐκπονεῖ 41202 4.22d.96.6 : σκληρὰς διαίτας, οἱ γόνοι βελτίονες. 41203 4.22d.97.1 : Μενάνδρου (fr. 584 K.). 41204 4.22d.97.2 : Δύ´ ἔσθ´ ἃ κρῖναι τὸν γαμεῖν μέλλοντα δεῖ, 41205 4.22d.97.3 : ἤτοι προσηνῆ γ´ ὄψιν ἢ χρηστὸν τρόπον· 41206 4.22d.97.4 : τὴν γὰρ ὁμόνοιαν τὴν πρὸς ἀλλήλους ποιεῖ. 41207 4.22d.98.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 699 s.). 41208 4.22d.98.2 : Παρθενικὴν δὲ γαμεῖν, ὥς κ´ ἤθεα κεδνὰ διδάξῃς, 41209 4.22d.98.3 : πάντα μάλ´ ἀμφὶς ἰδών, μὴ γείτοσι χάρματα γήμῃς. 41210 4.22d.99.1 : Θεόγνιδος ( 183 ss.). 41211 4.22d.99.2 : † Κύνας μὲν δὴ νῶϊ διζήμεθα, Κύρνε, καὶ ἵππους 41212 4.22d.99.3 : εὐγενέας, καί τις βούλεται ἐξ ἀγαθῶν 41213 4.22d.99.4 : βήσεσθαι· γῆμαι δὲ κακὴν κακοῦ οὐ μελεδαίνει 41214 4.22d.99.5 : ἐσθλὸς ἀνήρ, ἤν οἱ χρήματα πολλὰ φέρῃ. 41215 4.22d.100.1 : Εὐριπίδου ἐν Ἀντιόπῃ (fr. 215 N. 2). 41216 4.22d.100.2 : Πᾶσι δ´ ἀγγέλλω βροτοῖς 41217 4.22d.100.3 : ἐσθλῶν ἀπ´ † ἀνδρῶν εὐγενῆ σπείρειν τέκνα. 41218 4.22d.100.4 : οὐ γάρ ποτ´ ἂν πράξειαν ἐς τέλος κακῶς. 41219 4.22d.101.1 : Καλλικρατίδα ἐκ τοῦ Περὶ οἴκου 41220 4.22d.101.2 : εὐδαιμονίας. 41221 4.22d.101.3 : Ἔχει δὲ τὸ ἴχνος τοῦτο τᾶς διακοσμάσιος πρᾶτον 41222 4.22d.101.4 : καὶ αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἐν τᾷ διαιρέσει τᾶς ψυχᾶς· ταύ– 41223 4.22d.101.5 : τας 〈γὰρ〉 ὃ μέν τί ἐντι λογισμός, ὃ δὲ θυμός, ὃ δὲ 41224 4.22d.101.6 : ἐπιθυμία. ὁ μὲν ὦν λογισμὸς οἰκοδεσπότᾳ καὶ ἄρχοντι 41225 4.22d.101.7 : ποτεμφερής ἐντι, πρεσβύτερός τε γάρ ἐντι τᾷ φύσει καὶ 41226 4.22d.101.8 : τᾷ γενέσει, διανοητικώτατος καὶ κριτικώτατος· ἁ δ´ ἐπι– 41227 4.22d.101.9 : θυμία, θῆλυ καὶ νεαρὸν καὶ ὑγρὸν πάθος ὑπάρχοισα 41228 4.22d.101.10 : τᾷ ψυχᾷ, γυναικὶ ποτιφερής ἐντι· ὁ δὲ θυμός, ὁρμᾶς καὶ 41229 4.22d.101.11 : ζέσιος μεστὸς ἐὼν καὶ συνακούων καὶ ἐπακολουθῶν πολ– 41230 4.22d.101.12 : λάκις τῷ λογισμῷ ἢ τῷ νῷ, [καὶ] νεανίᾳ ποθωμοίω– 41231 4.22d.101.13 : ται .... ἁ μὲν γὰρ μονάς ἐντι τὸ γεννῶν καὶ ὁρίζον, ἁ 41232 4.22d.101.14 : δὲ δυὰς τὸ ὁριστὸν καὶ ὁριζόμενον. καὶ τὸ μὲν περισσὸν 41233 4.22d.101.15 : ἐκ τᾶς καθ´ αὑτὸ φύσιος, τὸ δὲ ἄρτιον ἐκ τᾶς πρός τι· 41234 4.22d.101.16 : διότι τὸ μὲν καθ´ αὑτὸ φύσιος περαίνει, τὸ δὲ ἄρτιον 41235 4.22d.101.17 : ἐκ τᾶς πρός τι. καὶ τὸ μὲν κατὰ περισσὰς χώρας συν– 41236 4.22d.101.18 : τάσσον ἐξομοιάζει αὑτῷ, τὸ δὲ μόνον ὥσπερ ὕλα ὑπο– 41237 4.22d.101.19 : κείμενον. ὁ δὲ αὐτὸς λόγος καὶ ἐπὶ γραμμᾶν καὶ χωρίων. 41238 4.22d.101.20 : τὸ μὲν γὰρ τετράγωνον ὁρίζει καὶ συντάσσει, τὸ δ´ ἁτερό– 41239 4.22d.101.21 : μακες ὥσπερ ὕλα ὑποκειμένα ὁρίζεται καὶ συντάσσεται, 41240 4.22d.101.22 : τετραγωνιζόμενον καὶ ἐξισούμενον. δεῖ δὲ τὸν μωσικὸν 41241 4.22d.101.23 : μιμέεσθαι τὸν ἴδιον τόνον τᾶς φωνᾶς ἐκμαθόντα οὕτω 41242 4.22d.101.24 : πειρᾶσθαι τὰν μέσαν καθιστάμεν, ὅκως καὶ ἐπὶ τὰ βαρέα 41243 4.22d.101.25 : καὶ ἐπὶ τὰ ὀξέα διαρκέσαι δύναται καὶ μήτε ῥήξῃ μήτε 41244 4.22d.101.26 : ἀπολίπῃ τὰν τάσιν· οὕτως ὦν δεῖ καὶ γάμον συναρμό– 41245 4.22d.101.27 : ζεσθαι ποτὶ τὸν ἴδιον τόνον τᾶς ψυχᾶς, ὅκως μὴ μόνον 41246 4.22d.101.28 : ἐν εὐτυχίαις συνεκτρέχεν ἀλλάλοις δυνατοὶ ὦντι. καὶ γὰρ 41247 4.22d.101.29 : αὐλὼς ὁ αὐλατὰς ποτὶ τὸν ἴδιον τόνον διαρκέσαι δυνα– 41248 4.22d.101.30 : μένως λαμβάνει, καὶ πηδάλια ὁ κυβερνάτας ποτὶ τὸ μέ– 41249 4.22d.101.31 : γεθος τᾶς ναός. 41250 4.22d.102.1 : Νικοστράτου 〈ἐκ τοῦ〉 Περὶ γάμου. 41251 4.22d.102.2 : Ταυτὶ μὲν οὖν τὰ τεθρυλημένα σὺ οἶσθα, μήτε εὐγενείᾳ 41252 4.22d.102.3 : προσέχειν μήτε δόξῃ τῶν πατέρων οὕτως γε ὡς αὐτῇ τῇ 41253 4.22d.102.4 : γυναικί. πολλαὶ γὰρ δὴ πάνυ καλῶν καὶ ἀγαθῶν πατέ– 41254 4.22d.102.5 : ρων φαῦλαι ἐφωράθησαν καὶ οὐκ ἐσωφρόνησαν. χρήματα 41255 4.22d.102.6 : δὲ οἱ μὲν οὐδὲ πάμπαν φιλοπραγμονεῖν εἰώθασιν· ἔνιοι 41256 4.22d.102.7 : δὲ οὐδ´ ἂν γῆμαι ἔφασαν ἄλλως γε εἰ μὴ πλουτοίη καὶ 41257 4.22d.102.8 : προῖκα ἐπάγοιτο πολλήν. ἀλλ´ ἐνταῦθά που καὶ τὸ λαμ– 41258 4.22d.102.9 : πρὸν τοῦ δουλεύειν ἐστὶν ἰδίᾳ μὲν τῇ γυναικὶ ὑπὸ τοῦ 41259 4.22d.102.10 : πλούτου διατεθρυμμένῃ, ἰδίᾳ δὲ τοῖς χρήμασιν ὑποθω– 41260 4.22d.102.11 : πεύοντα αὐτόν τινα, καὶ ἢν συμβαίνῃ μάλιστα λαμβά– 41261 4.22d.102.12 : νοντα ἐκεῖθεν ἀναλίσκειν. εἰ δὲ κατ´ ἐμέ τις εἴης, καὶ 41262 4.22d.102.13 : σμικρὰν ἥδιστ´ ἂν πύθοιο. κρεῖττον ἄρα ἦν ἀνδρικόν τι 41263 4.22d.102.14 : γύναιον καὶ κατ´ ἀγροὺς τεθραμμένον ἀναζητεῖν τε καὶ 41264 4.22d.102.15 : πολυπραγμονεῖν· ἱκανὸν μὲν πονεῖν, ὁπότε ὕδωρ ἀνιμᾶν 41265 4.22d.102.16 : δέοι καὶ πῦρ ἐναῦσαι, ἢν τούτου καιρός, οὐκ ἀνελεύθερον 41266 4.22d.102.17 : δὲ οὔτε ἀρρητοποιόν, χρηστόν γε μὴν καὶ ἀράξαι ποτὲ 41267 4.22d.102.18 : μύλην, καὶ ἐπαφήσας αὐτῆς διδοῦσαν ὥσπερ ἐπὶ λύρας. 41268 4.22d.102.19 : ταῦτα μὲν δὴ ῥώμη τῇ γυναικί, ταῦτα δὲ τῷ οἴκῳ ὄφε– 41269 4.22d.102.20 : λος. ἐπειδὴ δὲ οὐκ εὔδηλόν ἐστιν ἄρτι γαμοῦντι, ὁποῖαι 41270 4.22d.102.21 : δή τινες τοῖς τρόποις αἱ γυναῖκες ἀναφανήσονται, Ἰνδοὶ 41271 4.22d.102.22 : οὕτω γαμοῦσι καὶ οἱ σοφοὶ αὐτῶν, καὶ οὐδεπώποτε 41272 4.22d.102.23 : ψευσθῆναι λέγονται. ἐκεῖνοι τοίνυν οἱ Ἰνδοὶ οὐχ ὅπως 41273 4.22d.102.24 : πλούτῳ καὶ δόξῃ ἔγημαν ἐνδ〈όξ〉ου ἀνδρὸς καὶ πλουσίου 41274 4.22d.102.25 : θυγατέρα, ἀλλὰ αὐτὴν τὴν κόρην τήν τε ὄψιν αὐτῆς καὶ 41275 4.22d.102.26 : τὸ κάλλος ἐπολυπραγμόνησαν, σοφίᾳ δή τινι τοῦτό γε, 41276 4.22d.102.27 : οὐκ ἀκολασίᾳ οὐδεμιᾷ, οὐδὲ κατὰ τὰ αὐτὰ ἡμῖν. αἱ γὰρ 41277 4.22d.102.28 : δὴ ὄψεις αἱ χρησταὶ ἔχοιεν ἄν τί που πιστὸν τοῦ κάλ– 41278 4.22d.102.29 : λους τῆς ψυχῆς, καὶ ἔνι οὔτε θυμούμενον οὔτε ὀργιζό– 41279 4.22d.102.30 : μενον οὔτε χολῶντα τὸ πρόσωπον φαιδρὸν ἔχειν τε καὶ 41280 4.22d.102.31 : καθαρόν. εἰ δέ τις πανοῦργος καὶ κρυψίνους, εὐθὺς μὲν 41281 4.22d.102.32 : καὶ τῷ ὀφθαλμῷ παραβλέπει καὶ δεινὸν δέδορκεν· ὅστις 41282 4.22d.102.33 : δὲ μωρίᾳ εὐήθης, τοῖς ὀφθαλμοῖς καὶ ταῖς κόραις ἀνα– 41283 4.22d.102.34 : πέπταται· ὄνων ὀφθαλμοὶ καὶ προβάτων τοιοῦτοι. ὁ δέ 41284 4.22d.102.35 : γε συνάγων τὰς ὀφρῦς σκαιός ἐστι· καὶ ὅτῳ ἐπανθεῖ οὐκ 41285 4.22d.102.36 : ἐρύθημα ἀλλὰ σκότος τε καὶ νέφος, τούτου γε ἡ ψυχὴ 41286 4.22d.102.37 : οὐδαμῇ οὐδαμῶς εὐφραίνεται. ταυτὶ μὲν τὰ γνωρίσματα 41287 4.22d.102.38 : καὶ σημεῖα οὐ παρθένοις ἄρα καὶ γυναιξὶν ἀλλὰ καὶ αὐ– 41288 4.22d.102.39 : τοῖς πρόσεστι τοῖς ἀνδράσι. περὶ μὲν οὖν τῶν Ἰνδῶν 41289 4.22d.102.40 : οὗτος ὁ λόγος κρατεῖ, ὡς καταμαντεύονται περὶ τῶν γυ– 41290 4.22d.102.41 : ναικῶν πόρρωθεν, ὁποῖαί τινες ἔσονται. μὴ δή μου δὲ 41291 4.22d.102.42 : καταγνώτω μηδὲ εἷς, ἐπεὶ καινότερον τῷ κάλλει καταχρή– 41292 4.22d.102.43 : σομαι συμβουλεύων αὐτὸ μεταθεῖν. οὐ γὰρ τοὺς καλοὺς 41293 4.22d.102.44 : καὶ τὰς καλὰς ἐγὼ προξενῶ, ἀλλ´ ἑτέρως οὐκ ἔνι εἰπεῖν, 41294 4.22d.102.45 : ἑπόμενον τῷ Ἰνδῶν λόγῳ. εἶδος μὲν δὴ τῆς γυναικὸς 41295 4.22d.102.46 : ἡμῖν ἐξεταστέον εἰ χαρίεν τι καὶ ἀστεῖον καὶ ἐλευθέριον, 41296 4.22d.102.47 : εἴ γε μέλλει τις ἡδέως μὲν ἀναπαύσεσθαι, ἡδέως δὲ καὶ 41297 4.22d.102.48 : εἰς τὴν οἰκίαν τὴν αὐτὸς αὐτοῦ εἰσελεύσεσθαι. τὸ γὰρ 41298 4.22d.102.49 : δὴ αἰσχρὰν γήμαντα εἶτα ἐξίστασθαι τῆς οἰκίας τῇ γυ– 41299 4.22d.102.50 : ναικί, οὐκ ἐξίστασθαι μὰ Δί´ ἐστι τῆς οἰκίας, ἀλλὰ φεύ– 41300 4.22d.102.51 : γειν τὴν γυναῖκα. ὥσπερ δὲ τὸ εἶδος πρότερον ἀξιοῦμεν 41301 4.22d.102.52 : δοκιμάζειν τῆς γυναικός, οὕτω καὶ αὐτοῦ ἑκάστου τοῦ 41302 4.22d.102.53 : νυμφίου πρότερόν γε τὸ εἶδος ἐξεταστέον, ὡς μὴ ἄν τι 41303 4.22d.102.54 : λυποίη αἰσχρὸς ὤν, ἢν τύχῃ ὡραίαν γήμας· τοῦτο γέ 41304 4.22d.102.55 : ἐστιν, ὡς μὴ ἄν τι λυποίη φαῦλος ὤν, ἢν τύχῃ ἀγαθήν 41305 4.22d.102.56 : τε καὶ χρηστὴν γήμας. ἔνι δὲ καὶ ἀπὸ τῆς φωνῆς τὰ 41306 4.22d.102.57 : [ἀπὸ] τῆς ψυχῆς ἑκάστου εἰδέναι. καὶ τοίνυν φωνὴν μετὰ 41307 4.22d.102.58 : ταῦτα τῆς γυναικὸς ἐξεταστέον· τάχα μὲν γὰρ ἡδίων ἡ 41308 4.22d.102.59 : ᾠδικὴ ἕωθέν τε καὶ μετ´ ἄριστον· μᾶλλον δὲ συνεστάλθω 41309 4.22d.102.60 : αὐτῇ ἡ φωνὴ εἰς τὸ πρᾶον, καὶ τραχὺ πώποτε μήτε βοή– 41310 4.22d.102.61 : σαι μήτε φθέγξαιτο· τὰ γὰρ τοιαῦτα ἀνδρωδεστέρας τὰς 41311 4.22d.102.62 : γυναῖκας ἀποφαίνει. οἷον δὲ οἰκία ὡς ἄτοπον ἀνὴρ μὲν 41312 4.22d.102.63 : ἐκ ... τύρβαι δὲ καὶ ναὶ μὰ Δία φωναὶ ἀνδρῶν πολλαί. 41313 4.22d.102.64 : καὶ ἄλλα πολλά ἐστιν, ἃ χρῆν ἕκαστον ἡμῶν πολυπραγμο– 41314 4.22d.102.65 : νεῖν· ὡς δ´ οὖν ὑπομνῆσαι ἱκανὰ οἶμαι καὶ ταῦτα. 41315 4.22d.103.1 : Ἀντιπάτρου ἐκ τοῦ Περὶ γυναικὸς 41316 4.22d.103.2 : συμβιώσεως (fr. 62 Arn.). 41317 4.22d.103.3 : Πρῶτον μὲν χρὴ τὴν μνηστείαν μὴ εἰκῆ ποιήσασθαι 41318 4.22d.103.4 : ἀλλὰ πάνυ πεφροντισμένως, μηδ´ εἰς πλοῦτον μηδ´ εἰς 41319 4.22d.103.5 : ὀγκοῦσαν εὐγένειαν μηδ´ εἰς ἄλλην χάσμην μηδεμίαν ἀπο– 41320 4.22d.103.6 : βλέπειν, μηδὲ μὰ Δία εἰς κάλλος· καὶ γὰρ τοῦτο ὡς ἐπὶ 41321 4.22d.103.7 : πᾶν ὄγκον καὶ δεσποτικὸν ἦθος περιποιεῖ· ἀλλὰ πρῶτα 41322 4.22d.103.8 : μὲν τὸ τῶν γονέων ἐξετάζειν ἦθος καὶ τρόπον, εἰ πολιτικὸς 41323 4.22d.103.9 : καὶ ἄφορτος 〈καὶ〉 εὐγνώμων, ἔτι δὲ σώφρων καὶ δίκαιος, 41324 4.22d.103.10 : ἐπὶ δὲ τούτοις ἀκενόσπουδος καὶ † ἴχνος καὶ τὰ ἄλλα 41325 4.22d.103.11 : 〈ἃ〉 περὶ τοῦ ποίους τινὰς φίλους κτᾶσθαι δεῖ παραγ– 41326 4.22d.103.12 : γέλλεται· ἔπειτα καὶ τὴν μητέρα, ᾗ 〈ἡ〉 γαμεῖσθαι μέλ– 41327 4.22d.103.13 : λουσα συντρέφεται, καὶ 〈γὰρ〉 τὸν ταύτης τρόπον κατὰ 41328 4.22d.103.14 : τὸ πλεῖστον ἀποπλάττεται· μετὰ ταῦτα εἰ ἀκολούθως 41329 4.22d.103.15 : τῷ ἑαυτῶν τρόπῳ ἤχασι τὴν θυγατέρα καὶ μὴ ἡττημένοι 41330 4.22d.103.16 : εἰσὶν καὶ ἀποβεβλεφότες ἀπὸ τοῦ συμφέροντος διὰ τὴν 41331 4.22d.103.17 : ἄγαν φιλοστοργίαν· καὶ τοῦτο ποικίλως ἐξητακέναι, καὶ 41332 4.22d.103.18 : διὰ δούλων καὶ 〈δι´〉 ἐλευθέρων τῶν τε ἔνδοθεν καὶ τῶν 41333 4.22d.103.19 : ἔξωθεν καὶ διὰ γειτόνων καὶ δι´ ἄλλων εἰσιόντων εἴσω 41334 4.22d.103.20 : διὰ φίλων ἐπιπλοκὰς ἑστιατικὰς ἢ ἄλλως, μαγείρων ἢ 41335 4.22d.103.21 : δημιουργῶν ἢ ἀκεστριῶν ἢ τῶν ἄλλων τεχνιτῶν καὶ τεχνι– 41336 4.22d.103.22 : τίδων. καὶ λίαν γὰρ προχειρότερον τοὺς τοιούτους εἰσ– 41337 4.22d.103.23 : άγουσιν καὶ ὑπὲρ τὴν ἀξίαν μεγάλα πράγματα καὶ πίστιν 41338 4.22d.103.24 : ἐγχειρίζουσιν. 41339 4.22d.104.1 : Μουσωνίου ἐκ τοῦ Τί κεφάλαιον γά– 41340 4.22d.104.2 : μου (Mus. rel. p. 69 H.). 41341 4.22d.104.3 : Διὸ χρὴ τοὺς γαμοῦντας οὐκ εἰς γένος ἀφορᾶν εἰ ἐξ 41342 4.22d.104.4 : εὐπατριδῶν, οὐδ´ εἰς χρήματα εἰ πολλὰ κέκτηνταί τινες, 41343 4.22d.104.5 : οὐδ´ εἰς σώματα εἰ καλὰ ἔχουσιν. οὔτε γὰρ πλοῦτος οὔτε 41344 4.22d.104.6 : κάλλος οὔτ´ εὐγένεια κοινωνίαν μᾶλλον αὔξειν πέφυκεν, 41345 4.22d.104.7 : ὥσπερ οὐδ´ ὁμόνοιαν, οὐδ´ αὖ τὴν παιδοποιίαν ταῦτα 41346 4.22d.104.8 : κρείττω ἀπεργάζεται· ἀλλὰ σώματα μὲν πρὸς γάμον ἀπο– 41347 4.22d.104.9 : χρῶντα τὰ ὑγιῆ καὶ τὴν ἰδέαν μέσα καὶ αὐτουργεῖν ἱκανά, 41348 4.22d.104.10 : ἃ δὴ καὶ ἐπιβουλεύοιτ´ ἂν ὑπὸ τῶν ἀκολάστων ἧττον, 41349 4.22d.104.11 : καὶ ἐργάζοιτο μᾶλλον ὅσα σώματος ἔργα, καὶ παιδοποι– 41350 4.22d.104.12 : οῖτο μὴ ἐνδεῶς. ψυχὰς δὲ ἐπιτηδειοτάτας εἶναι νομιστέον 41351 4.22d.104.13 : τὰς πρὸς σωφροσύνην καὶ δικαιοσύνην καὶ ὅλως πρὸς 41352 4.22d.104.14 : ἀρετὴν εὐφυεστάτας. ποῖος μὲν γὰρ γάμος χωρὶς ὁμο– 41353 4.22d.104.15 : νοίας καλός; ποία δὲ κοινωνία χρηστή; πῶς δ´ ἂν ὁμονοή– 41354 4.22d.104.16 : σειαν ἄνθρωποι πονηροὶ ὄντες ἀλλήλοις; ἢ πῶς 〈ἂν〉 ἀγα– 41355 4.22d.104.17 : θὸς πονηρῷ ὁμονοήσειεν; οὐδέν γε μᾶλλον ἢ ὀρθῷ ξύλῳ 41356 4.22d.104.18 : στρεβλὸν συναρμόσειεν ἄν, ἢ στρεβλὰ ἄμφω ὄντα ἀλλή– 41357 4.22d.104.19 : λοιν. τὸ γὰρ δὴ στρεβλὸν τῷ τε ὁμοίῳ τῷ στρεβλῷ 41358 4.22d.104.20 : ἀνάρμοστον, καὶ τῷ ἐναντίῳ τῷ εὐθεῖ ἔτι μᾶλλον. ἔστι 41359 4.22d.104.21 : δὴ καὶ ὁ πονηρὸς τῷ τε πονηρῷ οὐ φίλος οὐδ´ ὁμονοεῖ 41360 4.22d.104.22 : καὶ πολὺ ἧττον τῷ χρηστῷ. 41361 4.22d.105.1 : Χείλωνος. 41362 4.22d.105.2 : Γάμους εὐτελεῖς καὶ ἰσοτίμους ποιοῦ. 41363 4.22d.106.1 : Κλεοβούλου. 41364 4.22d.106.2 : Κλεόβουλος ἔφη δεῖν συνοικίζειν ἀνδράσι τὰς ἑαυτῶν 41365 4.22d.106.3 : θυγατέρας τὴν μὲν ἡλικίαν παρθένους, τὸ δὲ φρονεῖν 41366 4.22d.106.4 : γυναῖκας. 41367 4.22d.107.1 : Περικλέους. 41368 4.22d.107.2 : Περικλῆς ὁ τῶν Ἀθηναίων στρατηγός, δυεῖν αὐτοῦ 41369 4.22d.107.3 : τὴν θυγατέρα μνηστευομένων, τοῦ μὲν πλουσίου καὶ ἀπαι– 41370 4.22d.107.4 : δεύτου, τοῦ δὲ πένητος καὶ φιλολόγου, τούτῳ αὐτὴν ἐξέ– 41371 4.22d.107.5 : δωκεν. ἐρωτηθεὶς δὲ ὑπό τινος διὰ τί τοῦτο ἐποίησεν, 41372 4.22d.107.6 : ’ὅτι‘ ἔφη ’ἀμείνων ἐστὶ τοῦ ὄντος ὁ δυνάμενος γενέσθαι 41373 4.22d.107.7 : πλούσιος‘. 41374 4.22d.108.1 : Δημοκρίτου (fr. 272 Diels 2). 41375 4.22d.108.2 : Δημόκριτος ἔφη, ὡς γαμβροῦ ὁ μὲν ἐπιτυχὼν εὗρεν 41376 4.22d.108.3 : υἱόν, ὁ δὲ ἀποτυχὼν ἀπώλεσε καὶ θυγατέρα. 41377 4.23.t.1 : {1ΟΤΙ ΕΝ ΤΟΙΣ ΓΑΜΟΙΣ ΤΑΣ ΤΩΝ ΣΥΝΑΠΤΟΜΕΝΩΝ ΗΛΙΚΙΑΣ ΧΡΗ 41378 4.23.t.2 : ΣΚΟΠΕΙΝ.}1 41379 4.23.109.1 : Εὐριπίδου Φοίνικος ( 804 N. 2). 41380 4.23.109.2 : Μοχθηρόν ἐστιν ἀνδρὶ πρεσβύτῃ † τέκνα 41381 4.23.109.3 : δίδωσιν ὅστις οὐκέθ´ ὡραῖος γαμεῖ· 41382 4.23.109.4 : δέσποινα γὰρ γέροντι νυμφίῳ γυνή. 41383 4.23.110.1 : Θεόγνιδος ( 457 ss.). 41384 4.23.110.2 : Οὔ τοι σύμφορόν ἐστι γυνὴ νέα ἀνδρὶ γέροντι. 41385 4.23.110.3 : οὐ γὰρ πηδαλίῳ πείθεται ὡς ἄκατος, 41386 4.23.110.4 : οὐδ´ ἄγκυραι ἔχουσιν· ἀπορρήξασα δὲ δεσμὰ 41387 4.23.110.5 : πολλάκις ἐκ νυκτῶν ἄλλον ἔχει λιμένα. 41388 4.23.111.1 : Εὐριπίδου Αἰόλου (fr. 24 N. 2). 41389 4.23.111.2 : Κακὸν γυναῖκα πρὸς νέαν ζεῦξαι νέον· 41390 4.23.111.3 : μακρὰ γὰρ ἰσχὺς μᾶλλον ἀρσένων μένει, 41391 4.23.111.4 : θήλεια δ´ ἥβη θᾶσσον ἐκλείπει δέμας. 41392 4.23.112.1 : Σαπφοῦς (fr. 47 Hiller–Crusius). 41393 4.23.112.2 : Ἀλλ´ ἐὼν φίλος ἁμῖν, λέχος ἄρνυσο νεώτερον. 41394 4.23.112.3 : οὐ γὰρ τλάσομ´ ἐγὼ ξυνοικεῖν ἔσσα γεραιτέρα. 41395 4.23.113.1 : Εὐριπίδου (fr. 1058 N. 2). 41396 4.23.113.2 : Ἐγὼ γὰρ ἕξω λέκτρα αὐτοῖς καλῶς ἔχειν, 41397 4.23.113.3 : δίκαιόν ἐστιν, οἷσι συγγηράσομαι. 41398 4.23.114.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 695 ss.). 41399 4.23.114.2 : Ὡραῖος δὲ γυναῖκα τεὸν ποτὶ οἶκον ἄγεσθαι, 41400 4.23.114.3 : μήτε τριηκόντων ἐτέων μάλα πόλλ´ ἀπολείπων, 41401 4.23.114.4 : μήτ´ ἐπιθεὶς μάλα πολλά· γάμος δέ τοι ὥριος οὗτος· 41402 4.23.114.5 : ἡ δὲ γυνὴ τέτορ´ ἡβῴοι, πέμπτῳ δὲ γαμοῖτο. 41403 4.23.115.1 : Εὐριπίδου Δανάης (fr. 317 N. 2). 41404 4.23.115.2 : Καὶ νῦν παραινῶ πᾶσι τοῖς νεωτέροις 41405 4.23.115.3 : μὴ πρὸς τὸ γῆρας ἀναβολὰς ποιουμένους 41406 4.23.115.4 : σχολῇ τεκνοῦσθαι παῖδας· οὐ γὰρ ἡδονή, 41407 4.23.115.5 : γυναικί τ´ ἐχθρὸν χρῆμα πρεσβύτης ἀνήρ· 41408 4.23.115.6 : ἀλλ´ ὡς τάχιστα· καὶ γὰρ ἐκτροφαὶ καλαί, 41409 4.23.115.7 : καὶ συννεάζων ἡδὺ παῖς νέῳ πατρί. 41410 4.23.116.1 : Εὐριπίδου Φοίνικι (fr. 807 N. 2). 41411 4.23.116.2 : Πικρὸν νέᾳ γυναικὶ πρεσβύτης ἀνήρ. 41412 4.23.117.1 : Θεοδώρου ὑπὲρ Ἐλπιδηφοριανῆς. 41413 4.23.117.2 : Ἴσμεν δὲ ἅπαντας ἀνθρώπους, ἐπειδὰν ἐξ ἡλικίας 41414 4.23.117.3 : ἄνισαι πρὸς γάμους ὑπενεχθῶσι, πέρα τοῦ μετρίου νεό– 41415 4.23.117.4 : τητος εἰωθότας ἡττᾶσθαι. 41416 4.24.t.1 : {1ΟΤΙ ΕΝ ΤΟΙΣ ΓΑΜΟΙΣ ΟΥ ΤΗΝ ΕΥΓΕΝΕΙΑΝ ΟΥΔΕ ΤΟΝ ΠΛΟΥΤΟΝ 41417 4.24.t.2 : ΧΡΗ ΣΚΟΠΕΙΝ ΑΛΛΑ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟΝ.}1 41418 4.24.118.1 : Διοδώρου (fr. 3 Com. II p. 422 K.). 41419 4.24.118.2 : Ἐγὼ μὲν οὖν τὸν νόμον ἐμαυτῷ τουτονὶ 41420 4.24.118.3 : τίθεμαι δοκιμάζων, ὥσπερ εἴρηται ποεῖν. 41421 4.24.118.4 : κρεῖττον γάρ ἐστιν εὖ τεθραμμένην λαβεῖν 41422 4.24.118.5 : γυναῖκ´ ἄπροικον ἢ κακῶς μετὰ χρημάτων, 41423 4.24.118.6 : τὴν ἐσομένην καὶ ταῦτα μέτοχον τοῦ βίου. 41424 4.24.119.1 : Μενάνδρου (fr. 532 K.). 41425 4.24.119.2 : Καὶ τοῦτον ἡμᾶς τὸν τρόπον γαμεῖν ἔδει 41426 4.24.119.3 : ἅπαντας, ὦ Ζεῦ σῶτερ, ὡς ὠνήμεθα· 41427 4.24.119.4 : οὐκ ἐξετάζειν μὲν τὰ μηθὲν χρήσιμα, 41428 4.24.119.5 : τίς ἦν ὁ πάππος ἧς γαμεῖ, τηθὴ δὲ τίς, 41429 4.24.119.6 : τὸν δὲ τρόπον αὐτῆς τῆς γαμουμένης, μεθ´ ἧς 41430 4.24.119.7 : βιώσεται, μήτ´ † ἐξετάσαι μήτ´ ἰδεῖν· 41431 4.24.119.8 : ἀλλ´ ἐπὶ τράπεζαν μὲν φέρειν τὴν προῖχ´, ἵνα 41432 4.24.119.9 : εἰ τἀργύριον καλόν ἐστι δοκιμαστὴς ἴδῃ, 41433 4.24.119.10 : ὃ πέντε μῆνας ἔνδον οὐ γενήσεται, 41434 4.24.119.11 : τῆς διὰ βίου δ´ ἔνδον καθεδουμένης ἀεὶ 41435 4.24.119.12 : μὴ δοκιμάσαντα μηδέν, ἀλλ´ εἰκῆ λαβεῖν 41436 4.24.119.13 : ἀγνώμον´, ὀργίλην, χαλεπήν, ἐὰν τύχῃ, 41437 4.24.119.14 : λάλον. περιάξω τὴν ἐμαυτοῦ θυγατέρα 41438 4.24.119.15 : τὴν πόλιν ὅλην· οἱ βουλόμενοι ταύτην λαβεῖν 41439 4.24.119.16 : λαλεῖτε, προσκοπεῖσθε πηλίκον κακὸν 41440 4.24.119.17 : λήψεσθ´· ἀνάγκη γὰρ γυναῖκ´ εἶναι κακόν, 41441 4.24.119.18 : ἀλλ´ εὐτυχὴς ἔσθ´ ὁ μετριώτατον λαβών. 41442 4.24.120.1 : Εὐριπίδου (Andr. 1279 ss.). 41443 4.24.120.2 : Εἰ χρὴ γαμεῖν, χρὴ τὰ ἔκ τε γενναίων γαμεῖν 41444 4.24.120.3 : δοῦναί τ´ ἐς ἐσθλούς, ὅστις εὖ βουλεύεται, 41445 4.24.120.4 : κακῶν δὲ λέκτρων μὴ ´πιθυμίαν ἔχειν, 41446 4.24.120.5 : μηδ´ εἰ ζαχρύσους οἴσεται φερνὰς δόμοις. 41447 4.24.121.1 : Εὐριπίδου Κρήσσαις (fr. 464 N. 2). 41448 4.24.121.2 : Γαμεῖτε νῦν, γαμεῖτε, κᾆτα θνῄσκετε 41449 4.24.121.3 : ἢ φαρμάκοισιν ἐκ γυναικὸς ἢ δόλοις. 41450 4.24.122.1 : (Eur. El. 1097–99) 41451 4.24.122.2 : Ὅστις δὲ πλοῦτον ἢ εὐγένειαν εἰσιδὼν 41452 4.24.122.3 : γαμεῖ πονηράν, μῶρός ἐστι· μικρὰ γὰρ 41453 4.24.122.4 : μεγάλων ἀμείνω, σώφρον´ εἰ δόμοις ἔχει. 41454 4.24.123.1 : Ἱππώνακτος. 41455 4.24.123.2 : *** 41456 4.24.123.3 : Γάμος κράτιστός ἐστιν ἀνδρὶ σώφρονι, 41457 4.24.123.4 : τρόπον γυναικὸς χρηστὸν ἔνδον λαμβάνειν. 41458 4.24.123.5 : αὕτη γὰρ ἡ προὶξ οἰκίαν σῴζει μόνη. 41459 4.24.124.1 : Ὅστις δὲ † τρυφερῶς τὴν γυναῖκ´ ἄγει λαβών, 41460 4.24.124.2 : συνεργὸν οὗτος ἀντὶ δεσποίνης ἔχει, 41461 4.24.124.3 : εὔνουν, βεβαίαν εἰς ἅπαντα τὸν βίον. 41462 4.24.125.1 : Εὐριπίδου Βελλεροφόντης (fr. 662 N. 2). 41463 4.24.125.2 : Πολλοὺς δὲ πλούτῳ καὶ γένει γαυρουμένους 41464 4.24.125.3 : γυνὴ κατῄσχυν´ ἐν δόμοισι νηπία. 41465 4.24.126.1 : Μενάνδρου (fr. 582 K.). 41466 4.24.126.2 : Τὰ μετὰ γυναικὸς εἰσιόντ´ εἰς οἰκίαν 41467 4.24.126.3 : οὐκ ἀσφαλῆ τὴν κτῆσιν οὐδ´ ἱλαρὰν ἔχει. 41468 4.24.127.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπη (fr. 212 N. 2). 41469 4.24.127.2 : Εἰ νοῦς ἔνεστιν· εἰ δὲ μή, τί δεῖ καλῆς 41470 4.24.127.3 : γυναικός, εἰ μὴ τὰς φρένας χρηστὰς ἔχοι; 41471 4.24.128.1 : Ἀντιφάνους (fr. 329 K.). 41472 4.24.128.2 : Οὐκ ἔστιν οὐδὲν βαρύτερον τῶν φορτίων 41473 4.24.128.3 : ὄντως γυναικὸς προῖκα πολλὴν φερομένης. 41474 4.24.129.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 207–208). 41475 4.24.129.2 : Φίλτρον δὲ καὶ τόδ´· οὐ τὸ κάλλος, ὦ γύναι, 41476 4.24.129.3 : ἀλλ´ αἱ ἀρεταὶ τέρπουσι τοὺς συνευνέτας. 41477 4.24.130.1 : Μενάνδρου (fr. 585 K.). 41478 4.24.130.2 : Ὅστις γυναῖκ´ ἐπίκληρον ἐπιθυμεῖ λαβεῖν 41479 4.24.130.3 : πλουτοῦσαν, ἤτοι μῆνιν ἐκτίνει θεῶν 41480 4.24.130.4 : ἢ βούλετ´ ἀτυχεῖν μακάριος καλούμενος. 41481 4.22f.131.1 : Εὐριπίδου Μελεάγρῳ (fr. 520 N. 2). 41482 4.22f.131.2 : Ἡγησάμην οὖν εἰ παραζεύξειέ τις 41483 4.22f.131.3 : χρηστῷ πονηρὸν λέκτρον, οὐκ ἂν εὐτεκνεῖν, 41484 4.22f.131.4 : ἐσθλοῖν δ´ ἀπ´ ἀμφοῖν ἐσθλὸν ἂν φῦναι γόνον. 41485 4.22f.132.1 : Εὐριπίδου Μελανίππης (fr. 503 N. 2). 41486 4.22f.132.2 : Μετρίων λέκτρων, μετρίων δὲ γάμων 41487 4.22f.132.3 : μετὰ σωφροσύνης 41488 4.22f.132.4 : κῦρσαι θνητοῖσιν ἄριστον. 41489 4.22f.133.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 639–641). 41490 4.22f.133.2 : Κύδιον βροτοῖς 41491 4.22f.133.3 : πένητα χρηστὸν ἢ κακὸν καὶ πλούσιον 41492 4.22f.133.4 : γαμβρὸν πεπᾶσθαι καὶ φίλον· σὺ δ´ οὐδὲν εἶ. 41493 4.22f.134.1 : Ἐκ τῶν Σερήνου. 41494 4.22f.134.2 : Λάκων τῶν πλουτούντων ἐπιεικεῖ νεανίσκῳ καὶ πέ– 41495 4.22f.134.3 : νητι τὴν αὑτοῦ θυγατέρα ἐξέδωκεν. αἰτιωμένων δ´ αὐτὸν 41496 4.22f.134.4 : τῶν συγγενῶν ’ἐγώ‘ ἔφη ’ἐποιησάμην γαμβρὸν πλούσιον 41497 4.22f.134.5 : ἐσόμενον, ἀλλ´ οὐ πένητα‘. 41498 4.22f.135.1 : Πλουτάρχου ἐκ τῶν Γαμικῶν παραγ– 41499 4.22f.135.2 : γελμάτων (p. 139 F). 41500 4.22f.135.3 : Ὥσπερ ἐσόπτρου κατεσκευασμένου χρυσῷ καὶ λίθοις 41501 4.22f.135.4 : ὄφελος οὐδέν ἐστιν, εἰ μὴ δείκνυσι τὴν μορφὴν ὁμοίαν, 41502 4.22f.135.5 : οὕτως οὐδὲ πλουσίας γαμετῆς ὄνησις, εἰ μὴ παρέχει τὸν 41503 4.22f.135.6 : βίον ὅμοιον τῷ ἀνδρὶ καὶ σύμφωνον τὸ ἦθος. 41504 4.23.t.1 : {1ΨΟΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ.}1 41505 4.23.136.1 : Εὐριπίδου (fr. 1059 N. 2). 41506 4.23.136.2 : Δεινὴ μὲν ἀλκὴ κυμάτων θαλασσίων, 41507 4.23.136.3 : δειναὶ δὲ ποταμοῦ καὶ πυρὸς θερμοῦ πνοαί, 41508 4.23.136.4 : δεινὸν δὲ πενία, δεινὰ δ´ ἄλλα μυρία, 41509 4.23.136.5 : ἀλλ´ οὐδὲν οὕτω δεινὸν ὡς γυνὴ κακόν· 41510 4.23.136.6 : οὐδ´ ἂν γένοιτο γράμμα τοιοῦτον γραφῇ, 41511 4.23.136.7 : οὐδ´ ἂν λόγος δείξειεν· εἰ δέ του θεῶν 41512 4.23.136.8 : τόδ´ ἐστὶ πλάσμα, δημιουργὸς ὢν κακῶν 41513 4.23.136.9 : μέγιστος ἴστω καὶ βροτοῖσι δυσμενής. 41514 4.23.137.1 : Μενάνδρου (fr. 745 K.). 41515 4.23.137.2 : Ἔστι δὲ 41516 4.23.137.3 : γυνὴ λέγουσα χρήσθ´ ὑπερβάλλων φόβος. 41517 4.23.138.1 : Εὐριπίδου Ἱππολύτῳ ( 664 ss.). 41518 4.23.138.2 : Ὄλοισθε. μισῶν δ´ οὔποτ´ ἐμπλησθήσομαι 41519 4.23.138.3 : γυναῖκας, οὐδ´ εἴ φησί τίς μ´ ἀεὶ λέγειν· 41520 4.23.138.4 : ἀεὶ γὰρ οὕτως εἰσὶ κἀκεῖναι κακαί. 41521 4.23.138.5 : ἤ νύν τις αὐτὰς σωφρονεῖν διδαξάτω, 41522 4.23.138.6 : ἢ κἄμ´ ἐάτω ταῖσδ´ ἐπεμβαίνειν ἀεί. 41523 4.23.139.1 : Μενάνδρου (fr. 800 K.). 41524 4.23.139.2 : Ἔργον γυναικὸς ἐκ λόγου πίστιν λαβεῖν. 41525 4.23.140.1 : Εὐριπίδου Οἰδίποδος (fr. 544 N. 2). 41526 4.23.140.2 : Ἄλλως δὲ πάντων δυσμαχώτατον γυνή. 41527 4.23.141.1 : (Eur. fr. 1060 N. 2) 41528 4.23.141.2 : Ἐχθροῖσιν εἴη πολεμίαν δάμαρτ´ ἔχειν. 41529 4.23.142.1 : Μενάνδρου (fr. 801 K.). 41530 4.23.142.2 : Ὡς ἔστ´ ἄπιστον ἡ γυναικεία φύσις. 41531 4.23.143.1 : Εὐριπίδου Μηδείας ( 263 ss.). 41532 4.23.143.2 : Γυνὴ γάρ ἐστι τἄλλα μὲν φόβου πλέα, 41533 4.23.143.3 : κακὴ δ´ ἐς ἀλκὴν καὶ σίδηρον εἰσορᾶν· 41534 4.23.143.4 : ὅταν δ´ ἐς εὐνὴν ἠδικημένη κυρῇ, 41535 4.23.143.5 : οὐκ ἔστιν ἄλλη φρὴν μιαιφονωτέρα. 41536 4.23.144.1 : Εὐριπίδου Ἑκάβης ( 1178 ss.). 41537 4.23.144.2 : Ὅστις γυναῖκας τῶν πρὶν εἴρηκεν κακῶς 41538 4.23.144.3 : ἢ νῦν λέγει τις ἢ πάλιν μέλλει λέγειν, 41539 4.23.144.4 : ἅπαντα ταῦτα συντιθεὶς ἐγὼ φράσω· 41540 4.23.144.5 : γένος γὰρ οὔτε πόντος οὔτε γῆ τρέφει 41541 4.23.144.6 : τοιόνδ´· ὁ δ´ ἀεὶ συντυχὼν ἐπίσταται. 41542 4.23.145.1 : Ὁμήρου (Od. XV 20). 41543 4.23.145.2 : Οἶσθα γὰρ οἷος θυμὸς ἐνὶ στήθεσσι γυναικός· 41544 4.23.145.3 : κείνου βούλεται οἶκον ὀφέλλειν ὅς κεν ὀπύοι. 41545 4.23.145.4 : παίδων δὲ προτέρων καὶ κουριδίοιο φίλοιο 41546 4.23.145.5 : οὐκέτι μέμνηται τεθνειότος οὐδὲ μεταλλᾷ. 41547 4.23.146.1 : Εὐριπίδου Μελανίππης (fr. 498 N. 2). 41548 4.23.146.2 : Πλὴν τῆς τεκούσης θῆλυ πᾶν μισῶ γένος. 41549 4.23.147.1 : Ἡσιόδου (op. 375). 41550 4.23.147.2 : Ὃς δὲ γυναικὶ πέποιθε, πέποιθ´ ὅ γε φηλήτῃσιν. 41551 4.23.148.1 : Εὐριπίδου Δανάης (fr. 318 N. 2). 41552 4.23.148.2 : Γυνὴ γὰρ ἐξελθοῦσα πατρῴων δόμων 41553 4.23.148.3 : οὐ τῶν τεκόντων ἐστίν, ἀλλὰ τοῦ λέχους. 41554 4.23.149.1 : Ἀλέξιδος (fr. 302 K.). 41555 4.23.149.2 : Οὐκ ἔστ´ ἀναισχυντότερον οὐθὲν θηρίον 41556 4.23.149.3 : γυναικός· ἀπ´ ἐμαυτῆς ἐγὼ τεκμαίρομαι. 41557 4.23.150.1 : Εὐριπίδου Ἀλόπης (fr. 108 N. 2). 41558 4.23.150.2 : Γυνὴ γυναικὶ σύμμαχος πέφυκέ πως· 41559 4.23.151.1 : Μενάνδρου (Epitr. 347–49 Lef.). 41560 4.23.151.2 : Καὶ διαλογίζομ´ ὁ κακοδαίμων, προσδοκῶν 41561 4.23.151.3 : χάριν κομιεῖσθαι παρὰ γυναικός· μὴ μόνον 41562 4.23.151.4 : κακόν τι προσλάβοιμι, καὶ κάλλιστ´ ἔχει. 41563 4.23.152.1 : (Trag. adesp. fr. 543 N. 2) 41564 4.23.152.2 : Οὐκ ἐν γυναικὶ φύεται πιστὴ χάρις. 41565 4.23.153.1 : Εὐριπίδου Αὔγης (fr. 276 N. 2). 41566 4.23.153.2 : Γυναῖκές ἐσμεν· τὰ μὲν ὄκνῳ νικώμεθα, 41567 4.23.153.3 : τὰ δ´ οὐκ ἂν ἡμῶν θράσος ὑπερβάλοιτό τις. 41568 4.23.154.1 : Ἀλέξιδος (fr. 339 K.). 41569 4.23.154.2 : Οὐκ ἔστιν οὔτε τεῖχος οὔτε χρήματα 41570 4.23.154.3 : οὐδ´ ἄλλο δυσφύλακτον οὐδὲν ὡς γυνή. 41571 4.23.155.1 : Εὐριπίδου Αἰόλου (fr. 36 N. 2). 41572 4.23.155.2 : Γυναῖκα δ´ ὅστις παύσεται λέγων κακῶς, 41573 4.23.155.3 : δύστηνος ἆρα κοὐ σοφὸς κεκλήσεται. 41574 4.23.156.1 : Μενάνδρου (fr. 652 K.). 41575 4.23.156.2 : Τότε τὰς γυναῖκας δεδιέναι μάλιστα δεῖ, 41576 4.23.156.3 : ὅταν 〈τι〉 περιπλάττωσι τοῖς χρηστοῖς λόγοις. 41577 4.23.157.1 : Εὐριπίδου Αἰγέως (fr. 4 N. 2). 41578 4.23.157.2 : Πέφυκε γάρ πως παισὶ πολέμιον γυνὴ 41579 4.23.157.3 : τοῖς πρόσθεν ἡ ζυγεῖσα δευτέρῳ πατρί. 41580 4.23.158.1 : Μενάνδρου (fr. 802 K.). 41581 4.23.158.2 : Πολὺ χεῖρόν ἐστιν ἐρεθίσαι γραῦν ἢ κύνα. 41582 4.23.159.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 85). 41583 4.23.159.2 : Πολλὰς ἂν εὕροις μηχανάς· γυνὴ γὰρ εἶ. 41584 4.23.160.1 : Μενάνδρου (fr. 653 K.). 41585 4.23.160.2 : Οὐδέποθ´ ἑταίρα τοῦ καλῶς πεφρόντικεν, 41586 4.23.160.3 : ᾗ τὸ κακόηθες πρόσοδον εἴωθεν ποιεῖν. 41587 4.23.161.1 : Εὐριπίδου Αἰγέως (fr. 3 N. 2). 41588 4.23.161.2 : Δειλῶν γυναῖκες δεσποτῶν θρασύστομοι. 41589 4.23.162.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 94 s.). 41590 4.23.162.2 : Γυναιξὶ τέρψις τῶν παρεστώτων κακῶν 41591 4.23.162.3 : ἀνὰ στόμ´ ἀεὶ καὶ διὰ γλώσσης ἔχειν. 41592 4.23.163.1 : Μενάνδρου (fr. 803 K.). 41593 4.23.163.2 : Φύσει γυνὴ δυσάνιόν ἐστι καὶ πικρόν. 41594 4.23.164.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 181 s.). 41595 4.23.164.2 : Ἐπίφθονόν τι χρῆμα θηλείας φρενὸς 41596 4.23.164.3 : καὶ ξυγγάμοισι δυσμενὲς μάλιστ´ ἀεί. 41597 4.23.165.1 : Ἡσιόδου Θεογονίας ( 591 ss.). 41598 4.23.165.2 : Τῆς γὰρ ὀλώιόν ἐστι γένος καὶ φῦλα γυναικῶν, 41599 4.23.165.3 : πῆμα μέγα θνητοῖσι σὺν ἀνδράσι ναιετάουσιν 41600 4.23.165.4 : οὐλομένης πενίης οὐ σύμφοροι, ἀλλὰ κόροιο. 41601 4.23.166.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 269 ss). 41602 4.23.166.2 : Πέποιθα. δεινὸν δ´ ἑρπετῶν μὲν ἀγρίων 41603 4.23.166.3 : ἄκη βροτοῖσι θεῶν καταστῆσαί τινα· 41604 4.23.166.4 : ἃ δ´ ἔστ´ ἐχίδνης καὶ πυρὸς περαιτέρω, 41605 4.23.166.5 : οὐδεὶς γυναικὸς φάρμακ´ ἐξεύρηκέ πω 41606 4.23.166.6 : κακῆς· τοσοῦτον ἐσμὲν ἀνθρώποις κακόν. 41607 4.23.167.1 : Ἀντιφάνους (fr. 251 K.). 41608 4.23.167.2 : Ἐγὼ γυναικὶ δ´ ἕν τι πιστεύω μόνον, 41609 4.23.167.3 : ἐπὰν ἀποθάνῃ μὴ βιώσεσθαι πάλιν, 41610 4.23.167.4 : τὰ δ´ ἄλλ´ ἀπιστῶ πάνθ´ ἕως ἂν ἀποθάνῃ. 41611 4.23.168.1 : Εὐριπίδου Βελλεροφόντης (Stheneb. 41612 4.23.168.2 : fr. 666 N. 2). 41613 4.23.168.3 : Ὦ παγκακίστη καὶ γυνή· τί γὰρ λέγων 41614 4.23.168.4 : μεῖζόν σε τοῦδ´ ὄνειδος ἐξείποι τις ἄν; 41615 4.23.169.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 57 s.). 41616 4.23.169.2 : Τοῖς δ´ ἐγὼ ἀντὶ πυρὸς δώσω κακόν, ᾧ κεν ἅπαντες 41617 4.23.169.3 : τέρπωνται κατὰ θυμὸν ἑὸν κακὸν ἀμφαγαπῶντες. 41618 4.23.170.1 : Ἐν ταὐτῷ ( 67 s.). 41619 4.23.170.2 : Ἐν δὲ θέμεν κύνεόν τε νόον καὶ ἐπίκλοπον ἦθος 41620 4.23.170.3 : 〈Ἑρμείην ἤνωγε, διάκτορον Ἀργεϊφόντην〉. 41621 4.23.171.1 : (Hes. op. 77 s.) 41622 4.23.171.2 : Ἐν δ´ ἄρα οἱ στήθεσσι διάκτορος Ἀργεϊφόντης 41623 4.23.171.3 : ψεύδεά θ´ αἱμυλίους τε λόγους καὶ ἐπίκλοπον ἦθος. 41624 4.23.172.1 : Εὐριπίδου Δανάης (fr. 321 N. 2). 41625 4.23.172.2 : Ἦν γάρ τις αἶνος, ὡς γυναιξὶ μὲν τέχναι 41626 4.23.172.3 : μέλουσι, λόγχῃ δ´ ἄνδρες εὐστοχώτεροι. 41627 4.23.172.4 : εἰ γὰρ δόλοισιν ἦν τὸ νικητήριον, 41628 4.23.172.5 : ἡμεῖς ἂν ἀνδρῶν εἴχομεν τυραννίδα. 41629 4.23.173.1 : Σοφοκλέους Ἐπίγονοι ( 187 N. 2). 41630 4.23.173.2 : Ὦ πᾶν σὺ τολμήσασα καὶ πέρα, γύναι, 41631 4.23.173.3 : κάκιον ἄλλ´ οὐκ ἔστιν οὐδ´ ἔσται ποτὲ 41632 4.23.173.4 : γυναικός, [ἢ] εἴ τι πῆμα γίγνεται βροτοῖς. 41633 4.23.174.1 : Εὐριπίδου Δανάης (fr. 319 N. 2). 41634 4.23.174.2 : Συμμαρτυρῶ σοι· πανταχοῦ λελείμμεθα 41635 4.23.174.3 : πᾶσαι γυναῖκες ἀρσένων ἀεὶ δίχα. 41636 4.23.175.1 : Ἀντιφάνους (fr. 252 K.). 41637 4.23.175.2 : Ὀφθαλμιῶν ἄνθρωπος ἰσχυρῶς, κακὰ 41638 4.23.175.3 : πάμπολλα πάσχων, ἓν ἀγαθὸν πάσχει μόνον, 41639 4.23.175.4 : ὅτι οὐχ ὁρᾷ γυναῖκα τοῦτον τὸν χρόνον. 41640 4.23.176.1 : Εὐριπίδου Ἱππολύτῳ (fr. 429 N. 2). 41641 4.23.176.2 : ΧΟΡ. Ἀντὶ πυρὸς γὰρ ἄλλο πῦρ 41642 4.23.176.3 : μεῖζον ἐβλάστομεν γυναῖ– 41643 4.23.176.4 : κες πολὺ δυσμαχώτερον. 41644 4.23.177.1 : Φιλίσκου Φιλαργύρων (fr. 1 Com. 41645 4.23.177.2 : II p. 443 K.). 41646 4.23.177.3 : Εἰς τὸ μεταπεῖσαι ῥᾳδίως ἃ βούλεται 41647 4.23.177.4 : πιθανοὺς ἔχειν εἴωθεν ἡ κλίνη λόγους. 41648 4.23.178.1 : Σοφοκλέους (fr. 857 N. 2). 41649 4.23.178.2 : Κατ´ ὀρφανὸν γὰρ οἶκον ἀνδρόφρων γυνή. 41650 4.23.179.1 : Μενάνδρου (fr. 804 K.). 41651 4.23.179.2 : Ὅπου γυναῖκές εἰσι, πάντ´ ἐκεῖ κακά. 41652 4.23.180.1 : Εὐριπίδου Ἱππολύτῳ (fr. 440 N. 2). 41653 4.23.180.2 : Θησεῦ, παραινῶ σοὶ τὸ λῷστον, 〈εἰ〉 φρονεῖς, 41654 4.23.180.3 : γυναικὶ πείθου μηδὲ τἀληθῆ κλύων. 41655 4.23.181.1 : Ὑποβολιμαίου (Men. fr. 488 K.). 41656 4.23.181.2 : Πολλῶν κατὰ γῆν καὶ κατὰ θάλατταν θηρίων 41657 4.23.181.3 : ὄντων κάκιστόν ἐστι θηρίον γυνή. 41658 4.23.182.1 : Εὐριπίδου Ἰνοῦς (fr. 401 N. 2). 41659 4.23.182.2 : Φεῦ, 41660 4.23.182.3 : ὅσῳ τὸ θῆλυ δυστυχέστερον γένος 41661 4.23.182.4 : πέφυκεν ἀνδρῶν· ἔν τε τοῖσι γὰρ καλοῖς 41662 4.23.182.5 : πολλῷ λέλειπται κἀπὶ τοῖς αἰσχροῖς πλέον. 41663 4.22g.183.1 : Εὐριπίδου Ἰνοῦς (fr. 400 N. 2). 41664 4.22g.183.2 : Ὦ θνητὰ πράγματ´, ὦ γυναικεῖαι φρένες· 41665 4.22g.183.3 : ὅσον νόσημα τὴν Κύπριν κεκτήμεθα. 41666 4.22g.184.1 : Μενάνδρου (fr. 746 K.). 41667 4.22g.184.2 : Οὐ πάνυ 41668 4.22g.184.3 : εἴωθ´ ἀληθὲς οὐδὲ ἓν λέγειν γυνή. 41669 4.22g.185.1 : Εὐριπίδου Ἰφιγενείας (T. 1032). 41670 4.22g.185.2 : Δειναὶ μὲν αἱ γυναῖκες εὑρίσκειν τέχνας. 41671 4.22g.186.1 : Εὐριπίδου Μηδείας ( 230 ss.). 41672 4.22g.186.2 : Πάντων δ´ ὅς´ ἔστ´ ἔμψυχα καὶ γνώμην ἔχει. 41673 4.22g.186.3 : γυναῖκές ἐσμεν ἀθλιώτατον φυτόν· 41674 4.22g.186.4 : ἃς πρῶτα μὲν δεῖ χρημάτων ὑπερβολῇ 41675 4.22g.186.5 : πόσιν πρίασθαι δεσπότην τε σώματος 41676 4.22g.186.6 : λαβεῖν· κακοῦ γὰρ τοῦτό γ´ ἄλγιον κακόν. 41677 4.22g.187.1 : Εὐριπίδου Οἰδίπους (fr. 546 N. 2). 41678 4.22g.187.2 : Κακίων ἄλοχος, 41679 4.22g.187.3 : κἂν ὁ κάκιστος 41680 4.22g.187.4 : γήμῃ τὴν εὐδοκιμοῦσαν. 41681 4.22g.188.1 : Εὐριπίδου Μελέαγρος (fr. 522 N. 2). 41682 4.22g.188.2 : Εἰ κερκίδων μὲν ἀνδράσιν μέλοι πόνος, 41683 4.22g.188.3 : γυναιξὶ δ´ ὅπλων ἐμπέσοιεν ἡδοναί· 41684 4.22g.188.4 : ἐκ τῆς ἐπιστήμης γὰρ ἐκπεπτωκότες 41685 4.22g.188.5 : κεῖνοί τ´ ἂν οὐδὲν εἶεν οὔθ´ ἡμεῖς ἔτι. 41686 4.22g.189.1 : Εὐριπίδου Ἱππολύτου ( 616 ss.). 41687 4.22g.189.2 : Ὦ Ζεῦ, τί δὴ κίβδηλον ἀνθρώποις κακὸν 41688 4.22g.189.3 : γυναῖκας εἰς φῶς ἡλίου κατῴκισας; 41689 4.22g.189.4 : εἰ γὰρ βρότειον ἤθελες σπεῖραι γένος, 41690 4.22g.189.5 : οὐκ ἐκ γυναικῶν χρῆν παρασχέσθαι τόδε, 41691 4.22g.189.6 : ἀλλ´ ἀντιθέντας σοῖσιν ἐν ναοῖς βροτοὺς 41692 4.22g.189.7 : ἢ χαλκὸν ἢ σίδηρον ἢ χρυσοῦ βάρος 41693 4.22g.189.8 : παίδων πρίασθαι σπέρμα τοῦ τιμήματος. 41694 4.22g.190.1 : Εὐριπίδου Μελέαγρος (fr. 528 N. 2). 41695 4.22g.190.2 : Μισῶ γυναῖκα ..., ἐκ πασῶν δὲ σέ, 41696 4.22g.190.3 : ἥτις πονηρὰ τἄργ´ ἔχους´ 〈εἶτ´〉 εὖ λέγεις. 41697 4.22g.191.1 : Εὐριπίδου Φοίνικι (fr. 808 N. 2). 41698 4.22g.191.2 : Γυνή τε πάντων ἀγριώτατον κακόν. 41699 4.22g.192.1 : Φωκυλίδου (fr. 3 Bergk). 41700 4.22g.192.2 : Καὶ τόδε Φωκυλίδεω· τετόρων ἀπὸ τῶνδε γένοντο 41701 4.22g.192.3 : φῦλα γυναικείων· ἡ μὲν κυνός, ἡ δὲ μελίσσης, 41702 4.22g.192.4 : ἡ δὲ συὸς βλοσυρῆς, ἡ δ´ ἵππου χαιτηέσσης. 41703 4.22g.192.5 : εὔφορος ἥδε, ταχεῖα, περίδρομος, εἶδος ἀρίστη· 41704 4.22g.192.6 : ἡ δὲ συὸς βλοσυρῆς οὔτ´ ἂν κακὴ οὐδὲ μὲν ἐσθλή· 41705 4.22g.192.7 : ἡ δὲ κυνὸς χαλεπή τε καὶ ἄγριος· ἡ δὲ μελίσσης 41706 4.22g.192.8 : οἰκονόμος τ´ ἀγαθὴ καὶ ἐπίσταται ἐργάζεσθαι· 41707 4.22g.192.9 : ἧς εὔχου, φίλ´ ἑταῖρε, λαχεῖν γάμου ἱμερόεντος. 41708 4.22g.193.1 : Σιμωνίδου (Semon. fr. 7 Bergk). 41709 4.22g.193.2 : Χωρὶς γυναικὸς θεὸς ἐποίησεν νόον 41710 4.22g.193.3 : τὰ πρῶτα· τὴν μὲν ἐξ ὑὸς τανύτριχος, 41711 4.22g.193.4 : τῇ πάντ´ ἀν´ οἶκον βορβόρῳ πεφυρμένα 41712 4.22g.193.5 : ἄκοσμα κεῖται καὶ κυλίνδεται χαμαί· 41713 4.22g.193.6 : αὐτὴ δ´ ἄλουτος ἀπλύτοις´ ἐν εἵμασιν 41714 4.22g.193.7 : ἐν κοπρίῃσιν ἡμένη πιαίνεται. 41715 4.22g.193.8 : Τὴν δ´ ἐξ ἀλιτρῆς θεὸς ἔθηκ´ ἀλώπεκος 41716 4.22g.193.9 : γυναῖκα, πάντων ἴδριν· οὐδέ μιν κακῶν 41717 4.22g.193.10 : λέληθεν οὐδὲν οὐδὲ τῶν ἀμεινόνων. 41718 4.22g.193.11 : τὸ μὲν γὰρ αὐτῶν εἶπε πολλάκις κακόν, 41719 4.22g.193.12 : τὸ δ´ ἐσθλόν· ὀργὴν δ´ ἄλλοτ´ ἀλλοίην ἔχει. 41720 4.22g.193.13 : Τὴν δ´ ἐκ κυνὸς λιτοργόν, αὐτομήτορα, 41721 4.22g.193.14 : ἣ πάντ´ ἀκοῦσαι, πάντα δ´ εἰδέναι θέλει, 41722 4.22g.193.15 : πάντῃ δὲ παπταίνουσα καὶ πλανωμένη 41723 4.22g.193.16 : λέληκεν, ἢν καὶ μηδέν´ ἀνθρώπων ὁρᾷ. 41724 4.22g.193.17 : παύσειε δ´ ἄν μιν οὔτ´ ἀπειλήσας ἀνήρ, 41725 4.22g.193.18 : οὐδ´ εἰ χολωθεὶς ἐξαράξειεν λίθῳ 41726 4.22g.193.19 : ὀδόντας, οὐδ´ ἂν μειλίχως μυθεύμενος, 41727 4.22g.193.20 : οὐδ´ εἰ παρὰ ξείνοισιν ἡμένη τύχοι· 41728 4.22g.193.21 : ἀλλ´ ἐμπέδως ἄπρηκτον αὐονὴν ἔχει. 41729 4.22g.193.22 : Τὴν δὲ πλάσαντες γηίνην Ὀλύμπιοι 41730 4.22g.193.23 : ἔδωκαν ἀνδρὶ πηρόν· οὔτε γὰρ κακὸν 41731 4.22g.193.24 : οὔτ´ ἐσθλὸν οὐδὲν οἶδε τοιαύτη γυνή· 41732 4.22g.193.25 : ἔργων δὲ μοῦνον ἐσθίειν ἐπίσταται· 41733 4.22g.193.26 : κοὐδ´ ἢν κακὸν χειμῶνα ποιήσῃ θεός, 41734 4.22g.193.27 : ῥιγῶσα δίφρον ἆσσον ἕλκεται πυρός. 41735 4.22g.193.28 : Τὴν δ´ ἐκ θαλάσσης, ἣ δύ´ ἐν φρεσὶν νοεῖ· 41736 4.22g.193.29 : τὴν μὲν γελᾷ τε καὶ γέγηθεν ἡμέρην· 41737 4.22g.193.30 : ἐπαινέσει μιν ξεῖνος ἐν δόμοις´ ἰδών· 41738 4.22g.193.31 : ’οὐκ ἔστιν ἄλλη τῆσδε λωίων γυνὴ 41739 4.22g.193.32 : ἐν πᾶσιν ἀνθρώποισιν οὐδὲ καλλίων.‘ 41740 4.22g.193.33 : τὴν δ´ οὐκ ἀνεκτὸς οὐδ´ ἐν ὀφθαλμοῖς´ ἰδεῖν 41741 4.22g.193.34 : οὔτ´ ἆσσον ἐλθεῖν, ἀλλὰ μαίνεται τότε 41742 4.22g.193.35 : ἄπλητον ὥσπερ ἀμφὶ τέκνοισιν κύων. 41743 4.22g.193.36 : ἀμείλιχος δὲ πᾶσι κἀποθυμίη 41744 4.22g.193.37 : ἐχθροῖσιν ἶσα καὶ φίλοισι γίγνεται· 41745 4.22g.193.38 : ὥσπερ θάλασσα πολλάκις μὲν ἀτρεμὴς 41746 4.22g.193.39 : ἕστηκ´ ἀπήμων, χάρμα ναύτῃσιν μέγα, 41747 4.22g.193.40 : θέρεος ἐν ὥρῃ, πολλάκις δὲ μαίνεται 41748 4.22g.193.41 : βαρυκτύποισι κύμασιν φορευμένη. 41749 4.22g.193.42 : ταύτῃ μάλιστ´ ἔοικε τοιαύτη γυνὴ 41750 4.22g.193.43 : ὀργήν· φυὴν δὲ πόντος ἀλλοίην ἔχει. 41751 4.22g.193.44 : Τὴν δ´ ἔκ † τε σποδιῆς καὶ παλιντριβέος ὄνου, 41752 4.22g.193.45 : ἣ σύν τ´ ἀνάγκῃ σύν τ´ ἐνιπῇσιν μόγις 41753 4.22g.193.46 : ἔστερξεν ὦν ἅπαντα καὶ πονήσατο 41754 4.22g.193.47 : ἀρεστά· τόφρα δ´ ἐσθίει μὲν ἐν μυχῷ 41755 4.22g.193.48 : προνύξ, προῆμαρ, ἐσθίει δ´ ἐπ´ ἐσχάρῃ. 41756 4.22g.193.49 : ὁμῶς δὲ καὶ πρὸς ἔργον ἀφροδίσιον 41757 4.22g.193.50 : ἐλθόντ´ ἑταῖρον ὁντινῶν ἐδέξατο. 41758 4.22g.193.51 : Τὴν δ´ ἐκ γαλῆς, δύστηνον οἰζυρὸν γένος. 41759 4.22g.193.52 : κείνῃ γὰρ οὔ τι καλὸν οὐδ´ ἐπίμερον 41760 4.22g.193.53 : πρόσεστιν οὐδὲ τερπνὸν οὐδ´ ἐράσμιον· 41761 4.22g.193.54 : εὐνῆς δ´ ἀληνής ἐστιν ἀφροδισίης, 41762 4.22g.193.55 : τὸν δ´ ἄνδρα τὸν παρόντα ναυσίῃ διδοῖ· 41763 4.22g.193.56 : κλέπτουσα δ´ ἔρδει πολλὰ γείτονας κακά, 41764 4.22g.193.57 : ἄθυστα δ´ ἱρὰ πολλάκις κατεσθίει. 41765 4.22g.193.58 : Τὴν δ´ ἵππος ἁβρὴ χαιτέεσς´ ἐγείνατο, 41766 4.22g.193.59 : ἣ δούλι´ ἔργα καὶ δύην περιτρέπει, 41767 4.22g.193.60 : κοὔτ´ ἂν μύλης ψαύσειεν οὔτε κόσκινον 41768 4.22g.193.61 : ἄρειεν οὔτε κόπρον ἐξ οἴκου βάλοι, 41769 4.22g.193.62 : οὔτε πρὸς ἰπνὸν ἀσβόλην ἀλευμένη 41770 4.22g.193.63 : ἵζοιτ´· ἀνάγκῃ δ´ ἄνδρα ποιεῖται φίλον. 41771 4.22g.193.64 : λοῦται δὲ πάσης ἡμέρης ἄπο ῥύπον 41772 4.22g.193.65 : δίς, ἄλλοτε τρίς, καὶ μύροις´ ἀλείφεται· 41773 4.22g.193.66 : αἰεὶ δὲ χαίτην ἐκτενισμένην φορεῖ 41774 4.22g.193.67 : βαθεῖαν, ἀνθέμοισιν ἐσκιασμένην. 41775 4.22g.193.68 : καλὸν μὲν ὦν θέημα τοιαύτη γυνὴ 41776 4.22g.193.69 : ἄλλοισι· τῷ δ´ ἔχοντι γίγνεται κακόν, 41777 4.22g.193.70 : ἢν μή τις ἢ τύραννος ἢ σκηπτοῦχος ᾖ, 41778 4.22g.193.71 : ὅστις τοιούτοις θυμὸν ἀγλαΐζεται. 41779 4.22g.193.72 : Τὴν δ´ ἐκ πιθήκου· τοῦτο δὴ διακριδὸν 41780 4.22g.193.73 : Ζεὺς ἀνδράσιν μέγιστον ὤπασεν κακόν. 41781 4.22g.193.74 : αἴσχιστα μὲν πρόσωπα· τοιαύτη γυνὴ 41782 4.22g.193.75 : εἶσιν δι´ ἄστεος πᾶσιν ἀνθρώποις γέλως· 41783 4.22g.193.76 : ἐπ´ αὐχένα βραχεῖα, κινεῖται μόγις, 41784 4.22g.193.77 : ἄπυγος, αὐόκωλος· ἆ τάλας ἀνήρ, 41785 4.22g.193.78 : ὅστις κακὸν τοιοῦτον ἀγκαλίζεται. 41786 4.22g.193.79 : δήνεα δὲ πάντα καὶ τρόπους ἐπίσταται, 41787 4.22g.193.80 : ὥσπερ πίθηκος, οὐδέ οἱ γέλως μέλει· 41788 4.22g.193.81 : οὐδ´ ἄν τιν´ εὖ ἔρξειεν, ἀλλὰ τοῦτ´ ὁρᾷ 41789 4.22g.193.82 : καὶ τοῦτο πᾶσαν ἡμέρην βουλεύεται, 41790 4.22g.193.83 : ὅκως τιν´ ὡς μέγιστον ἔρξειεν κακόν. 41791 4.22g.193.84 : Τὴν δ´ ἐκ μελίσσης· τήν τις εὐτυχεῖ λαβών· 41792 4.22g.193.85 : κείνῃ γὰρ οἴῃ μῶμος οὐ προσιζάνει. 41793 4.22g.193.86 : θάλλει δ´ ὑπ´ αὐτῆς κἀπαέξεται βίος· 41794 4.22g.193.87 : φίλη δὲ σὺμ φιλεῦντι γηράσκει πόσει, 41795 4.22g.193.88 : τεκοῦσα καλὸν κὠνομάκλυτον γένος· 41796 4.22g.193.89 : κἀριπρεπὴς μὲν ἐν γυναιξὶ γίγνεται 41797 4.22g.193.90 : πάσῃσι, θείη δ´ ἀμφιδέδρομεν χάρις· 41798 4.22g.193.91 : οὐδ´ ἐν γυναιξὶν ἥδεται καθημένη, 41799 4.22g.193.92 : ὅκου λέγουσιν ἀφροδισίους λόγους. 41800 4.22g.193.93 : τοίας γυναῖκας ἀνδράσιν χαρίζεται 41801 4.22g.193.94 : Ζεὺς τὰς ἀρίστας καὶ πολυφραδεστάτας. 41802 4.22g.193.95 : Τὰ δ´ ἄλλα φῦλα ταῦτα μηχανῇ Διὸς 41803 4.22g.193.96 : ἔστιν τε πάντα καὶ παρ´ ἀνδράσιν μένει. 41804 4.22g.193.97 : Ζεὺς γὰρ μέγιστον τοῦτ´ ἐποίησεν κακόν, 41805 4.22g.193.98 : γυναῖκας· ἤν τι καὶ δοκῶσιν ὠφελεῖν, 41806 4.22g.193.99 : ἔχοντί τοι μάλιστα γίγνεται κακόν. 41807 4.22g.193.100 : οὐ γάρ κοτ´ εὔφρων ἡμέρην διέρχεται 41808 4.22g.193.101 : ἅπασαν, ὅστις σὺν γυναικὶ † πέλεται, 41809 4.22g.193.102 : οὐδ´ αἶψα λιμὸν οἰκίης ἀπώσεται, 41810 4.22g.193.103 : ἐχθρὸν συνοικητῆρα, δυσμενέα θεῶν. 41811 4.22g.193.104 : ἀνὴρ δ´ ὅταν μάλιστα θυμηδεῖν δοκῇ 41812 4.22g.193.105 : κατ´ οἶκον ἢ θεοῦ μοῖραν ἢ ἀνθρώπου χάριν, 41813 4.22g.193.106 : εὑροῦσα μῶμον ἐς μάχην κορύσσεται. 41814 4.22g.193.107 : ὅκου γυνὴ γάρ ἐστιν, οὐδ´ ἐς οἰκίην 41815 4.22g.193.108 : ξεῖνον μολόντα προφρόνως δεχοίατο. 41816 4.22g.193.109 : ἥτις δέ τοι μάλιστα σωφρονεῖν δοκεῖ, 41817 4.22g.193.110 : αὕτη μέγιστα τυγχάνει λωβωμένη· 41818 4.22g.193.111 : κεχηνότος γὰρ ἀνδρός—οἱ δὲ γείτονες 41819 4.22g.193.112 : χαίρους´ ὁρῶντες καὶ τόν, ὡς ἁμαρτάνει. 41820 4.22g.193.113 : τὴν ἣν δ´ ἕκαστος αἰνέσει μεμνημένος 41821 4.22g.193.114 : γυναῖκα, τὴν δὲ τοὐτέρου μωμήσεται· 41822 4.22g.193.115 : ἴσην δ´ ἔχοντες μοῖραν οὐ γιγνώσκομεν. 41823 4.22g.193.116 : Ζεὺς γὰρ μέγιστον τοῦτ´ ἐποίησεν κακόν, 41824 4.22g.193.117 : καὶ δεσμὸν ἀμφέθηκεν ἄρρηκτον πέδῃ, 41825 4.22g.193.118 : ἐξ οὗτε τοὺς μὲν Ἀΐδης ἐδέξατο 41826 4.22g.193.119 : γυναικὸς εἵνεκ´ ἀμφιδηριωμένους, 41827 4.22g.193.120 : *** 41828 4.22g.194.1 : Εὐριπίδου Μηδείας ( 408 s.). 41829 4.22g.194.2 : Γυναῖκες ἐς μὲν ἔσθλ´ ἀμηχανώταται, 41830 4.22g.194.3 : κακῶν δὲ πάντων τέκτονες σοφώταται. 41831 4.22g.195.1 : Ἐν ταὐτῷ ( 568 ss.). 41832 4.22g.195.2 : Οὐδ´ ἂν σὺ φαίης, εἴ σε μὴ κνίζοι λέχος. 41833 4.22g.195.3 : ἀλλ´ εἰς τοσοῦτον ἥκεθ´ ὥστ´ ὀρθουμένης 41834 4.22g.195.4 : εὐνῆς γυναῖκες πάντ´ ἔχειν νομίζετε. 41835 4.22g.196.1 : Εὐριπίδου Ὀρέστης ( 605 s.). 41836 4.22g.196.2 : Ἀεὶ γυναῖκες ἐμποδὼν ταῖς συμφοραῖς 41837 4.22g.196.3 : ἔφυσαν ἀνδρῶν πρὸς τὸ δυστυχέστατον. 41838 4.22g.197.1 : Εὐριπίδου Φρίξῳ (fr. 824 N. 2). 41839 4.22g.197.2 : Ὡς οὐδὲν ὑγιές φασι μητρυιὰς φρονεῖν 41840 4.22g.197.3 : νόθοισι παισίν, ὧν φυλάξομαι ψόγον. 41841 4.22g.198.1 : Εὐριπίδου Φοινίσσαις ( 198 ss.). 41842 4.22g.198.2 : Φιλόψογον δὲ χρῆμα θηλειῶν ἔφυ. 41843 4.22g.198.3 : σμικρὰς δ´ ἀφορμὰς ἢν λάβωσι τῶν λόγων, 41844 4.22g.198.4 : πλείους ἐπεισφέρουσιν· ἡδονὴ δέ τις 41845 4.22g.198.5 : γυναιξὶ μηδὲν ὑγιὲς ἀλλήλας λέγειν. 41846 4.22g.199.1 : Δημοκρίτου (fr. 273 Diels 2). 41847 4.22g.199.2 : Γυνὴ πολλὰ ἀνδρὸς ὀξυτέρη πρὸς κακοφραδμοσύνην. 41848 4.22g.200.1 : Γαΐου ὑπὲρ Λουκίλλης. 41849 4.22g.200.2 : Εὐάγωγον γάρ ἐστιν εἰς πίστιν γυνὴ καὶ μάλιστα ὅταν 41850 4.22g.200.3 : τὸ ἀτυχεῖν προσῇ. 41851 4.22g.201.1 : Γαΐου κατὰ Μενάνδρας. 41852 4.22g.201.2 : Εὐάγωγον δὲ εἰς τὸ ῥᾳδίως τι τολμῆσαι θυμὸς γυναικός. 41853 4.23.t.1 : {1ΓΑΜΙΚΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛΜΑΤΑ.}1 41854 4.23.1.1 : Ἀναξανδρίδου (fr. 56 K.). 41855 4.23.1.2 : Χαλεπή, λέγω σοι, καὶ προσάντης, ὦ τέκνον, 41856 4.23.1.3 : ὁδός ἐστιν, ὡς τὸν πατέρ´ ἀπελθεῖν οἴκαδε 41857 4.23.1.4 : παρὰ τἀνδρός, ἥ τις ἐστὶ κοσμία γυνή. 41858 4.23.1.5 : ὁ γὰρ δίαυλός ἐστιν αἰσχύνην ἔχων. 41859 4.23.2.1 : Εὐριπίδου Κρήσσαις (fr. 463 N. 2). 41860 4.23.2.2 : Οὐ γάρ ποτ´ ἄνδρα τὸν σοφὸν γυναικὶ χρὴ 41861 4.23.2.3 : δοῦναι χαλινοὺς οὐδ´ ἀφέντ´ ἐᾶν κρατεῖν· 41862 4.23.2.4 : πιστὸν γὰρ οὐδέν ἐστιν· εἰ δέ τις κυρεῖ 41863 4.23.2.5 : γυναικὸς ἐσθλῆς, εὐτυχεῖ κακὸν λαβών. 41864 4.23.3.1 : Ἀντιφάνους (fr. 264 K.). 41865 4.23.3.2 : Μὴ χρώμασιν τὸ σῶμα λαμπρύνειν θέλε, 41866 4.23.3.3 : ἔργοις δὲ καθαροῖς καὶ τρόποις τὴν καρδίαν. 41867 4.23.4.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 943 ss.). 41868 4.23.4.2 : Ἀλλ´ οὔποτ´, οὔποτ´, οὐ γὰρ εἰσάπαξ ἐρῶ, 41869 4.23.4.3 : χρὴ τούς γε νοῦν ἔχοντας, οἷς ἔστιν γυνή, 41870 4.23.4.4 : πρὸς τὴν ἐν οἴκοις ἄλοχον εἰσφοιτᾶν ἐᾶν 41871 4.23.4.5 : γυναῖκας· αὗται γὰρ διδάσκαλοι κακῶν· 41872 4.23.4.6 : ἡ μέν τι κερδαίνουσα συμφθείρει λέχος, 41873 4.23.4.7 : ἡ δ´ ἀμπλακοῦσα συννοσεῖν αὑτῇ θέλει, 41874 4.23.4.8 : πολλαὶ δὲ μαργότητι—κἀντεῦθεν δόμοι 41875 4.23.4.9 : νοσοῦσιν ἀνδρῶν. πρὸς τάδ´ εὖ φυλάσσετε 41876 4.23.4.10 : κλείθροισι καὶ μοχλοῖσι δωμάτων πύλας· 41877 4.23.4.11 : ὑγιὲς γὰρ οὐδὲν αἱ θύραθεν εἴσοδοι 41878 4.23.4.12 : δρῶσιν γυναικῶν, ἀλλὰ πολλὰ καὶ κακά. 41879 4.23.5.1 : Μενάνδρου Ὑποβολιμαίου (fr. 484 K.). 41880 4.23.5.2 : Τὰ δεύτερ´ ἀεὶ τὴν γυναῖκα δεῖ λέγειν, 41881 4.23.5.3 : τὴν δ´ ἡγεμονίαν τῶν ὅλων τὸν ἄνδρ´ ἔχειν. 41882 4.23.5.4 : † οἰκία δ´ ἐν ᾗ 〈τὰ〉 πάντα πρωτεύει γυνή, 41883 4.23.5.5 : οὐκ ἔστιν ἥτις πώποτ´ οὐκ ἀπώλετο. 41884 4.23.6.1 : Εὐριπίδου Μελανίππη (fr. 497 N. 2). 41885 4.23.6.2 : Τίσασθε τήνδε· καὶ γὰρ ἐντεῦθεν νοσεῖ 41886 4.23.6.3 : τὰ τῶν γυναικῶν· οἱ μὲν ἢ παίδων πέρι 41887 4.23.6.4 : ἢ συγγενείας εἵνεκ´ οὐκ ἀπώλεσαν 41888 4.23.6.5 : κακὴν λαβόντες· εἶτα τοῦτο τἄδικον 41889 4.23.6.6 : πολλαῖς ὑπερρύηκε καὶ χωρεῖ πρόσω, 41890 4.23.6.7 : ὥστ´ ἐξίτηλος ἡ ἀρετὴ καθίσταται. 41891 4.23.7.1 : Ναυμαχίου. 41892 4.23.7.2 : Ἔστω σοι πόσις οὗτος, ὃν ἂν κρίνωσι τοκῆες. 41893 4.23.7.3 : κἂν μὲν ἔῃ πινυτός, σὺ μακαρτάτη· εἰ δέ κεν ἄλλως 41894 4.23.7.4 : ἀνέρα μοιρήσαιο, φέρειν καὶ τοῦτον ἀνάγκη. 41895 4.23.7.5 : ἀλλ´ ἢν μέν τίς σοι πεπνυμένος, ὅττι κεν εἴπῃ 41896 4.23.7.6 : πείθεο, μηδ´ ἔστω βίος ἄνδιχα· γίνεο δ´ αὐτῷ 41897 4.23.7.7 : μειλιχίη, καὶ μᾶλλον ὅταν τί ἑ κῆδος ἱκάνῃ. 41898 4.23.7.8 : ἀνδρὶ γὰρ ἀσχαλόωντι παραίφασίς ἐστιν ἄκοιτις. 41899 4.23.7.9 : λεῖπε δέ οἱ τὰ θύρηφι, τὰ καὶ δύναται πονέεσθαι, 41900 4.23.7.10 : σοὶ δ´ οἰκωφελίη μελέτω μέγαρόν τε φυλάσσειν. 41901 4.23.7.11 : μηδέ μιν ἐξερέεινε, τὰ μὴ θέμις ἐστὶ γυναῖκας 41902 4.23.7.12 : ἴδμεναι· εἰ δ´ αὐτός 〈ς´〉 ἐθέλει συμφράδμονα θέσθαι, 41903 4.23.7.13 : σύνθεο μὲν τάχα θυμῷ, ἀμείβεο δ´ ὀψὲ σὺν αὐτῷ 41904 4.23.7.14 : φραζομένη, καὶ μηδὲν ὑπίσχεο μηδὲ κέλευε 41905 4.23.7.15 : σῇ ῥέζειν ἰότητι· τὸ γὰρ τέλος ἐστὶν ἀφαυρόν. 41906 4.23.7.16 : κουρίδιος πινυτῇ πόσις ἄρκιος, οὐδέ τ´ ἐκείνην 41907 4.23.7.17 : δεύτερος ἀθρήσει λεχέων ἀπογυμνωθεῖσαν. 41908 4.23.7.18 : πρῶτα μὲν ἀφραίνοντος ἀνάσχεο, καὶ γὰρ ἀνάγκη. 41909 4.23.7.19 : πολλάκι που καὶ νοῦσον ἀνάσχεο κηδομένη περ. 41910 4.23.7.20 : ἴσχεο δ´ ἐν στέρνοις τὰ σὰ κήδεα, μηδ´ ἀγόρευε 41911 4.23.7.21 : πᾶσιν ὅσα πρήσσει, μηδ´ ἔννεπε πάντα τοκεῦσι. 41912 4.23.7.22 : μούνη δ´ ἀφραδέοντα πινυσσέμεν, ἀλλὰ κατ´ αἶσαν· 41913 4.23.7.23 : καὶ πινυτὸν δεδάηκ´ ἐρεθιζέμεν ἀνέρα λώβη. 41914 4.23.7.24 : πολλάκι δ´ ἤπιος ἄνδρα καὶ ἄφρονα μῦθος ἔθελξεν. 41915 4.23.7.25 : εἰ δ´ ὀλοοῖς ἑτάροισιν ἐφεσπόμενος κακὸς εἴη, 41916 4.23.7.26 : μὴ σὺ μὲν ἀντιβίην κείνου, τέκος, εἰς ἔριν ἔλθῃς, 41917 4.23.7.27 : ἀλλ´ ἑτέρους ὄτρυνε μετὰ σφίσι νείκεα βάλλειν. 41918 4.23.7.28 : ῥηιδίη δ´ ὁδὸς ἥδε διακρῖναι φιλότητα 41919 4.23.7.29 : λευγαλέην, ἑτάροις δὲ φίλον ἀγαθοῖσι γενέσθαι, 41920 4.23.7.30 : σῇ πινυτῇ· τίς γάρ κεν ἑκὼν φίλον ἄφρονα θεῖτο; 41921 4.23.7.31 : καὶ σὺ μὲν ὣς φίλον ἄνδρα καὶ ἀτρεκέως ἀγάπαζε. 41922 4.23.7.32 : γνώτω δ´ ἀμφαδίην καὶ σὸς πόσις, ὅττι γε τέκνα 41923 4.23.7.33 : ἐκ θυμοῦ φιλέεις· ἐπεὶ οὔτι γε τοῖος ἐτύχθη 41924 4.23.7.34 : οἷος ἔχειν φιλότητα καὶ ἤθεα πιστὰ δαῆναι. 41925 4.23.7.35 : παρθενική, σὺ δ´ ἄκουε τά σε χρὴ πάντα φυλάσσειν. 41926 4.23.7.36 : μήτε φιλομμειδὴς μάλα γίνεο μήτε κατηφής. 41927 4.23.7.37 : μήτ´ ἔσο πάμπαν ἀεργός, ἅλις δ´ ἔχε καὶ πόνου ἔργον. 41928 4.23.7.38 : μήτε κακὴ δμώεσσι τεοῖς ἔσο μήτε μάλ´ ἐσθλὴ 41929 4.23.7.39 : φαίνεο· ῥηίτεροι γὰρ ἀεί που πῆμα φέρονται· 41930 4.23.7.40 : θάρσεϊ δειδιότων μάλ´ ἐπικρατέουσιν ἄνακτες. 41931 4.23.7.41 : ὀθνείων φιλότητας ἀναίνεο, πρίν κεν ἀπ´ ἄλλων 41932 4.23.7.42 : εἰδείης ἐτύμως μελεδήματα καὶ νόον αὐτῶν. 41933 4.23.7.43 : μήτε γραῦν ποτε σοῖσι κακὴν δέξαιο μελάθροις· 41934 4.23.7.44 : πολλῶν γρῆες ἔπερσαν ἐύκτιτα δώματα φώτων· 41935 4.23.7.45 : μηδὲ μὲν ἀκριτόμυθον ἑταιρίσσαιο γυναῖκα· 41936 4.23.7.46 : κεδνὰ κακοὶ φθείρουσι γυναικῶν ἤθεα μῦθοι. 41937 4.23.7.47 : μὴ σύ ποτε χρυσῷ πέρι μαίνεο, μήτ´ ἐπὶ δειρῆς 41938 4.23.7.48 : πορφυρέην ὑάκινθον ἔχοις ἢ χλωρὸν ἴασπιν, 41939 4.23.7.49 : τοῖς ἔπι φυσιόωσιν ἁλίφρονες· ἀλλὰ σὺ κόσμου, 41940 4.23.7.50 : παρθένε, τηϋσίου μὴ δεύεο μηδὲ κατόπτρου, 41941 4.23.7.51 : χειρὶ διακρίνουσα τεὴν αὐγάζεο μορφήν, 41942 4.23.7.52 : μηδὲ κόμης περίαλλα πολυσχιδέας πλέκε σειράς, 41943 4.23.7.53 : μηδὲ μέλαινε τεοῖσιν ὑπὸ βλεφάροισιν ὀπωπάς. 41944 4.23.7.54 : οὐ γὰρ θηλυτέραις δέμας ὤπασεν ἡμιτέλεστον 41945 4.23.7.55 : μορφήν, ὄφρα καὶ ἄλλα περὶ χροῒ τεχνήσαιντο. 41946 4.23.7.56 : πῶς δ´ ἄν, κοῦρα, δύναιο δαήμων φωτὶ φανῆναι, 41947 4.23.7.57 : θνητὸν ἐφημερίῃ κομιδῇ χρόα ποικίλλουσα; 41948 4.23.7.58 : ἐξ ἑτέρης ἑτέρην σε καὶ ἄλλην ἄλλοτε λεύσσων 41949 4.23.7.59 : φαινομένην πολλῇσι μίαν μορφῇσι γυναῖκα 41950 4.23.7.60 : *** 41951 4.23.8.1 : Εὐριπίδου Πενθέως (Bacch. 314 ss.). 41952 4.23.8.2 : Οὐχ ὁ Διόνυσος † μὴ σωφρονεῖν ἀναγκάσει 41953 4.23.8.3 : γυναῖκας εἰς τὴν Κύπριν· ἀλλ´ εἰς τὴν φύσιν 41954 4.23.8.4 : τοῦτο σκοπεῖν χρή· καὶ γὰρ ἐν βακχεύμασιν 41955 4.23.8.5 : οὖς´ ἥ γε σώφρων οὐ διαφθαρήσεται. 41956 4.23.9.1 : Ἀντιφάνους (fr. 253 K.). 41957 4.23.9.2 : Τί φής; λαθεῖν ζητῶν τι πρὸς γυναῖκ´ 〈ἄρα〉 41958 4.23.9.3 : ἐρεῖς τὸ πρᾶγμα; καὶ τί τοῦτο διαφέρει 41959 4.23.9.4 : ἢ πᾶσι τοῖς κήρυξιν ἐν ἀγορᾷ φράσαι; 41960 4.23.10.1 : Εὐριπίδου (fr. 1061 N. 2). 41961 4.23.10.2 : Μοχθοῦμεν ἄλλως θῆλυ φρουροῦντες γένος· 41962 4.23.10.3 : ἥτις γὰρ αὐτὴ μὴ πέφυκεν † εν δος, 41963 4.23.10.4 : τί δεῖ φυλάσσειν κἀξαμαρτάνειν πλέον; 41964 4.23.11.1 : Μενάνδρου (fr. 546 K.). 41965 4.23.11.2 : Τοὺς τῆς γαμετῆς ὅρους ὑπερβαίνεις, γύναι, 41966 4.23.11.3 : διὰ τὴν † αὐλὰν λίαν· ὅρος γὰρ αὔλειος θύρα 41967 4.23.11.4 : ἐλευθέρᾳ γυναικὶ νενόμιστ´ οἰκίας. 41968 4.23.11.5 : τὸ δ´ ἐπιδιώκειν εἴς τε τὴν ὁδὸν τρέχειν, 41969 4.23.11.6 : ἔτι λοιδορουμένην, κυνὸς ἔστ´ ἔργον, Ῥόδη. 41970 4.23.12.1 : Εὐριπίδου Μελεάγρῳ (fr. 521 N. 2). 41971 4.23.12.2 : Ἔνδον μένουσαν τὴν γυναῖκ´ εἶναι χρεὼν 41972 4.23.12.3 : ἐσθλήν, θύρασι δ´ ἀξίαν τοῦ μηδενός. 41973 4.23.13.1 : Εὐριπίδου Δανάης (fr. 320 N. 2). 41974 4.23.13.2 : Οὐκ ἔστιν οὔτε τεῖχος οὔτε χρήματα 41975 4.23.13.3 : οὔτ´ ἄλλο δυσφύλακτον οὐδὲν ὡς γυνή. 41976 4.23.14.1 : Ἡρώδα μιμιάμβων (VI 37 ss.). 41977 4.23.14.2 : Μὴ δή, κόρη, τὺ τὴν χολὴν ἐπὶ ῥῖνας 41978 4.23.14.3 : ἔχ´ εὐθύς, ἤν τι ῥῆμα μὴ σοφὸν πεύθῃ. 41979 4.23.14.4 : γυναικός ἐστι κρηγύης φέρειν πάντα. 41980 4.23.15.1 : Εὐριπίδου (fr. 1062 N. 2). 41981 4.23.15.2 : Γυναικὶ δ´ ὄλβος, ἢν πόσιν στέργοντ´ ἔχῃ. 41982 4.23.16.1 : Σοφοκλῆς ἐν Φαίδρᾳ (fr. 618 N. 2). 41983 4.23.16.2 : Σύγγνωτε κἀνάσχεσθε σιγῶσαι· τὸ γὰρ 41984 4.23.16.3 : γυναιξὶν αἰσχρὸν δεῖ γυναῖκ´ ἀεὶ στέγειν. 41985 4.23.17.1 : Εὐριπίδου Ἀλόπη (fr. 111 N. 2). 41986 4.23.17.2 : Τί δῆτα μοχθεῖν δεῖ γυναικεῖον γένος 41987 4.23.17.3 : φρουροῦντας; αἱ γὰρ εὖ τεθραμμέναι πλέον 41988 4.23.17.4 : σφάλλουσιν οἴκους τῶν παρημελημένων. 41989 4.23.18.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπη (fr. 209 N. 2). 41990 4.23.18.2 : Οὐ σωφρονίζειν ἔμαθον, αἰδεῖσθαι δὲ χρή, 41991 4.23.18.3 : γύναι, τὸ λίαν καὶ φυλάσσεσθαι φθόνον. 41992 4.23.19.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 177 ss.). 41993 4.23.19.2 : Οὐδὲν γὰρ καλὸν 41994 4.23.19.3 : δυοῖν γυναικοῖν ἄνδρ´ ἕν´ ἡνίας ἔχειν, 41995 4.23.19.4 : ἀλλ´ εἰς μίαν βλέποντες εὐναίαν Κύπριν 41996 4.23.19.5 : στέργουσιν, ὅστις μὴ κακῶς οἰκεῖν θέλει. 41997 4.23.20.1 : Φιλήμονος (fr. 132 K.). 41998 4.23.20.2 : Ἀγαθῆς γυναικός ἐστιν, ὦ Νικοστράτη, 41999 4.23.20.3 : μὴ κρείττον´ εἶναι τἀνδρός, ἀλλ´ ὑπήκοον. 42000 4.23.20.4 : γυνὴ δὲ νικῶς´ ἄνδρα κακόν ἐστιν μέγα. 42001 4.23.21.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 229 ss.). 42002 4.23.21.2 : Μὴ τὴν τεκοῦσαν τῇ φιλανδρίᾳ, γύναι, 42003 4.23.21.3 : ζήτει παρελθεῖν· τῶν κακῶν γὰρ μητέρων 42004 4.23.21.4 : φεύγειν τρόπους χρὴ τέκνα, † αἷς ἔνεστι νοῦς. 42005 4.23.22.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 352 ss.). 42006 4.23.22.2 : Οὐ χρὴ ´πὶ μικροῖς μεγάλα πορσύνειν κακά. 42007 4.23.22.3 : οὐδ´, εἰ γυναῖκές ἐσμεν ἀτηρὸν κακόν, 42008 4.23.22.4 : ἄνδρας γυναιξὶν ἐξομοιοῦσθαι φύσιν. 42009 4.23.23.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 373 s.). 42010 4.23.23.2 : Τὰ μὲν ἄλλα δεύτερ´ ἂν πάσχοι γυνή, 42011 4.23.23.3 : ἀνδρὸς δ´ ἁμαρτάνους´ ἁμαρτάνει βίου. 42012 4.23.24.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 672 ss.). 42013 4.23.24.2 : Καὶ μὴν ἴσον γ´ ἀνήρ τε καὶ γυνὴ σθένει 42014 4.23.24.3 : ἀδικουμένη πρὸς ἀνδρός· ὡς δ´ αὔτως ἀνὴρ 42015 4.23.24.4 : γυναῖκα μωραίνουσαν ἐν δόμοις ἔχων. 42016 4.23.24.5 : καὶ τῷ μέν ἐστιν ἐν χεροῖν μέγα σθένος, 42017 4.23.24.6 : τῇ δ´ ἐν γονεῦσι καὶ φίλοις τὰ πράγματα. 42018 4.23.24.7 : οὔκουν δίκαιον τοῖς ἐμοῖς ἔμ´ ὠφελεῖν; 42019 4.23.25.1 : Εὐριπίδου ἐν Πελιάσιν (fr. 603 N. 2). 42020 4.23.25.2 : Αἰνῶ· διδάξαι δ´, ὦ τέκνον, σε βούλομαι. 42021 4.23.25.3 : ὅταν μὲν ᾖς παῖς, μὴ πλέω παιδὸς φρονεῖν, 42022 4.23.25.4 : ἐν παρθένοις δὲ παρθένου τρόπους ἔχειν, 42023 4.23.25.5 : ὅταν δ´ ὑπ´ ἀνδρὸς χλαῖναν εὐγενοῦς πέσῃς, 42024 4.23.25.6 : *** 42025 4.23.25.7 : τὰ δ´ ἄλλ´ ἀφεῖναι μηχανήματ´ ἀνδράσιν. 42026 4.23.26.1 : Μενάνδρου (fr. 654 K.). 42027 4.23.26.2 : Ἢ μὴ γαμεῖν γάρ, ἂν δ´ ἅπαξ λάβῃς, φέρειν 42028 4.23.26.3 : μύσαντα πολλὴν προῖκα καὶ γυναῖκα δεῖ. 42029 4.23.26a.1 : (Eur. fr. 1063 N. 2) 42030 4.23.26a.2 : Ἐκπυνθάνεσθαι γάρ σε νῷν χἡμᾶς σέθεν. 42031 4.23.26a.3 : τὸ μὲν μέγιστον, οὔποτ´ ἄνδρα χρὴ σοφὸν 42032 4.23.26a.4 : λίαν φυλάσσειν ἄλοχον ἐν μυχοῖς δόμων· 42033 4.23.26a.5 : ἐρᾷ γὰρ ὄψις τῆς θύραθεν ἡδονῆς, 42034 4.23.26a.6 : ἐν δ´ ἀφθόνοισι τοῖσδ´ ἀναστρωφωμένη 42035 4.23.26a.7 : βλέπουσά τ´ εἰς πᾶν καὶ παροῦσα πανταχοῦ 42036 4.23.26a.8 : τὴν ὄψιν ἐμπλήσας´ ἀπήλλακται κακῶν· 42037 4.23.26a.9 : τό τ´ ἄρσεν ἀεὶ τοῦ κεκρυμμένου λίχνον. 42038 4.23.26a.10 : ὅστις δὲ μοχλοῖς καὶ διὰ σφραγισμάτων 42039 4.23.26a.11 : σῴζει δάμαρτα, δρᾶν τι δὴ δοκῶν σοφὸν 42040 4.23.26a.12 : μάταιός ἐστι καὶ φρονῶν οὐδὲν φρονεῖ· 42041 4.23.26a.13 : ἥτις γὰρ ἡμῶν καρδίαν θύραζ´ ἔχει, 42042 4.23.26a.14 : θᾶσσον μὲν οἰστοῦ καὶ πτεροῦ χωρίζεται, 42043 4.23.26a.15 : λάθοι δ´ ἂν Ἄργου τὰς πυκνοφθάλμους κόρας· 42044 4.23.26a.16 : καὶ πρὸς κακοῖσι τοῦτο δὴ μέγας γέλως, 42045 4.23.26a.17 : ἁνήρ τ´ ἀχρεῖος καὶ ἡ γυνὴ διοίχεται. 42046 4.23.27.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 930). 42047 4.23.27.2 : Κακῶν γυναικῶν εἴσοδοί μ´ ἀπώλεσαν. 42048 4.23.28.1 : Σοφοκλῆς Ἀκρισίῳ (fr. 61 N. 2). 42049 4.23.28.2 : Ἄλλως τε καὶ κόρῃ τε κἀργείᾳ γένος, 42050 4.23.28.3 : αἷς κόσμος ἡ σιγή τε καὶ τὰ παῦρ´ ἔπη. 42051 4.23.29.1 : Εὐριπίδου Ἰφιγενείας. 42052 4.23.29.2 : *** 42053 4.23.29a.1 : 〈Εὐριπίδου Ἴωνος ( 395–400).〉 42054 4.23.29a.2 : Σίγα πρὸς ἄνδρα, μή τιν´ αἰσχύνην λάβω 42055 4.23.29a.3 : διακονοῦσα κρυπτά, καὶ προβῇ λόγος 42056 4.23.29a.4 : οὐχ ᾗπερ ἡμεῖς αὐτὸν ἐξελίσσομεν. 42057 4.23.29a.5 : τὰ γὰρ γυναικῶν δυσχερῆ πρὸς ἄρσενας, 42058 4.23.29a.6 : κἀν ταῖς κακαῖσιν ἁγαθαὶ μεμιγμέναι 42059 4.23.29a.7 : μισούμεθ´· οὕτω δυστυχεῖς πεφύκαμεν. 42060 4.23.30.1 : Εὐριπίδου Μηδείᾳ ( 13 ss.). 42061 4.23.30.2 : Αὐτὴ δὲ πάντα συμφέρους´ Ἰάσονι· 42062 4.23.30.3 : ἥπερ μεγίστη γίγνεται σωτηρία, 42063 4.23.30.4 : ὅταν γυνὴ πρὸς ἄνδρα μὴ διχοστατῇ. 42064 4.23.31.1 : Εὐριπίδου Φρίξῳ (fr. 823 N. 2). 42065 4.23.31.2 : Δίκαι´ ἔλεξε· χρὴ γὰρ εὐναίῳ πόσει 42066 4.23.31.3 : γυναῖκα κοινῇ τὰς τύχας φέρειν ἀεί. 42067 4.23.32.1 : Θεανοῦς. 42068 4.23.32.2 : Θεανὼ ἡ Πυθαγόρειος ἐρωτηθεῖσα πῶς ἔνδοξος ἔσται. 42069 4.23.32.3 : ἔφη· 42070 4.23.32.4 : ἱστὸν ἐποιχομένη καὶ ἐμὸν λέχος ἀντιόωσα. 42071 4.23.33.1 : Ὑπερίδου (fr. 205 Blass 3). 42072 4.23.33.2 : Δεῖ τὴν ἐκ τῆς οἰκίας ἐκπορευομένην ἐν τοιαύτῃ κατα– 42073 4.23.33.3 : στάσει εἶναι τῆς ἡλικίας, ὥστε τοὺς ἀποβλέποντας πυν– 42074 4.23.33.4 : θάνεσθαι μὴ τίνος ἐστὶ γυνή, ἀλλὰ τίνος μήτηρ. 42075 4.23.34.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 206 Blass 3). 42076 4.23.34.2 : Τοὺς μὲν πρὸς τὸν ἄνδρα τὸν ἑαυτῆς γυναικὶ καλλω– 42077 4.23.34.3 : πισμοὺς ὅπως βούλοιτο χρὴ γίγνεσθαι· τοὺς μέντοι περὶ 42078 4.23.34.4 : τὰς ἐξόδους, οὐκέτι πρὸς τὸν ἄνδρα, ἀλλὰ πρὸς τοὺς 42079 4.23.34.5 : ἑτέρους 〈γιγνομένους〉 φοβητέον. 42080 4.23.35.1 : Τοῦ αὐτοῦ (p. 87, 25 Blass 3). 42081 4.23.35.2 : Οὐκ ἀνδρὸς ἀπειλήν, ἀλλὰ νόμου φωνὴν κυριεύειν 42082 4.23.35.3 : δεῖ τῶν ἐλευθέρων. 42083 4.23.36.1 : Ἡροδότου (I 8). 42084 4.23.36.2 : Ἅμα δὲ χιτῶνι ἐκδυομένῳ συνεκδύεται καὶ τὴν αἰ– 42085 4.23.36.3 : δῶ γυνή. 42086 4.23.37.1 : Ἐπιχάρμου (fr. 286 Kaibel). 42087 4.23.37.2 : Σώφρονος γυναικὸς ἀρετὰ τὸν συνόντα μὴ ἀδικεῖν 42088 4.23.37.3 : [ἄνδρα]. 42089 4.23.38.1 : Δημοκρίτου (fr. 274 Diels 2). 42090 4.23.38.2 : Κόσμος ὀλιγομυθίη γυναικί· καλὸν δὲ καὶ κόσμου 42091 4.23.38.3 : λιτότης. 42092 4.23.39.1 : Δημοκρίτου (fr. 111 Diels 2). 42093 4.23.39.2 : Ὑπὸ γυναικὸς ἄρχεσθαι ὕβρις ἀνδρὶ ἐσχάτη. 42094 4.23.40.1 : Ἱπποκράτους (epist. ad Dionys. p. 295 H.). 42095 4.23.40.2 : Ἀλλ´ ὅμως χρηίζει γυνὴ σωφρονίζοντος· ἔχει γὰρ 42096 4.23.40.3 : φύσει καὶ τὸ ἀκόλαστον ἐν ἑαυτῇ, ὅπερ εἰ μὴ καθ´ 42097 4.23.40.4 : ἡμέρην ἐκκόπτοιτο, ὡς τὰ δένδρεα καθυλομανεῖ. 42098 4.23.41.1 : Εὐσεβίου (fr. 57 Mull.). 42099 4.23.41.2 : Γάμου ἀρίστη ξυμφωνίη ἀμφοτέρους σωφροσύνην 42100 4.23.41.3 : ἀσκέειν. 42101 4.23.42.1 : Θεοφράστου (fr. CLVII Wimm.). 42102 4.23.42.2 : Οὔτε ὁρᾶν οὔτε ὁρᾶσθαι γυναῖκα καὶ ταῦτα ἐξησκημέ– 42103 4.23.42.3 : νην πρὸς κάλλος· ἐπισπᾶται γὰρ ἀμφότερα πρὸς ἃ μὴ δεῖ. 42104 4.23.43.1 : Πλουτάρχου ἐκ τῶν Γαμικῶν παραγγελμάτων (p. 140 42105 4.23.43.2 : D–E). 42106 4.23.43.3 : Ὁ Πλάτων φησὶν εὐδαίμονα καὶ μακαρίαν εἶναι 42107 4.23.43.4 : πόλιν, ἐν ᾗ τὸ ἐμὸν καὶ τὸ οὐκ ἐμὸν ἥκιστα φθεγγο– 42108 4.23.43.5 : μένων ἀκούουσι διὰ τὸ κοινοῖς ὡς ἔνι μάλιστα χρῆσθαι 42109 4.23.43.6 : τοῖς ἀξίοις σπουδῆς τοὺς πολίτας. πολὺ δὲ μᾶλλον ἐν 42110 4.23.43.7 : γάμῳ δεῖ τὴν τοιαύτην φωνὴν ἀνῃρῆσθαι. 42111 4.23.44.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 140 F). 42112 4.23.44.2 : Αὕτη τοίνυν καὶ χρημάτων κοινωνία προσήκει μά– 42113 4.23.44.3 : λιστα τοῖς γαμοῦσιν εἰς μίαν οὐσίαν 〈πάντα〉 καταχεα– 42114 4.23.44.4 : μένους καὶ ἀναμίξαντας μὴ τὸ μέρος ἴδιον καὶ τὸ μέρος 42115 4.23.44.5 : ἀλλότριον, ἀλλὰ πᾶν ἴδιον ἡγεῖσθαι καὶ μηδὲν ἀλλό– 42116 4.23.44.6 : τριον. ὥσπερ τὸ κρᾶμα καίτοι ὕδατος μετέχον πλείονος 42117 4.23.44.7 : οἶνον καλοῦμεν, οὕτω τὴν οὐσίαν δεῖ 〈καὶ〉 τὸν οἶκον τοῦ 42118 4.23.44.8 : ἀνδρὸς λέγεσθαι, κἂν ἡ γυνὴ πλείονα συμβάλληται. 42119 4.23.45.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 141 A). 42120 4.23.45.2 : Ὁ Ῥωμαῖος ὑπὸ τῶν φίλων νουθετούμενος, ὅτι σώ– 42121 4.23.45.3 : φρονα 〈γυναῖκα〉 καὶ πλουσίαν καὶ ὡραίαν ἀπεπέμψατο, 42122 4.23.45.4 : τὸ καλίγιον αὐτοῖς προτείνας ’καὶ γὰρ τοῦτο‘ ἔφη 42123 4.23.45.5 : ’καλὸν ἰδεῖν καὶ καινόν, ἀλλ´ οὐδεὶς οἶδεν ὅπου με 42124 4.23.45.6 : θλίβει‘. δεῖ τοίνυν μὴ προικὶ μηδὲν μηδὲ κάλλει τὴν 42125 4.23.45.7 : γυναῖκα πιστεύειν, ἀλλ´ ἐν οἷς ἅπτεται μάλιστα τοῦ 42126 4.23.45.8 : ἀνδρός, ὁμιλίᾳ καὶ ἤθει καὶ συμπεριφορᾷ, ταῦτα μὴ 42127 4.23.45.9 : σκληρὰ μηδὲ ἀνιῶντα καθ´ ἡμέραν ἀλλ´ εὐάρμοστα καὶ 42128 4.23.45.10 : ἄλυπα καὶ προσφιλῆ παρέχειν. 42129 4.23.46.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 141 B). 42130 4.23.46.2 : Ὥσπερ οἱ ἰατροὶ τοὺς ἐξ αἰτιῶν ἀδήλων καὶ κατὰ 42131 4.23.46.3 : μικρὸν συλλεγομένων γεννωμένους πυρετοὺς μᾶλλον δεδοί– 42132 4.23.46.4 : κασιν ἢ τοὺς ἐμφανεῖς καὶ μεγάλας προφάσεις ἔχοντας, 42133 4.23.46.5 : οὕτω τὰ λανθάνοντα τοὺς πολλοὺς μικρὰ καὶ συνεχῆ καὶ 42134 4.23.46.6 : καθημερινὰ προσκρούσματα γυναικὸς καὶ ἀνδρὸς μᾶλλον 42135 4.23.46.7 : διίστησι καὶ λυμαίνεται τὴν συμβίωσιν. 42136 4.23.47.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 141 C). 42137 4.23.47.2 : Ἀμήχανον οὖν τι πρᾶγμα γίνεται γαμετὴ γυνὴ καὶ 42138 4.23.47.3 : νόμιμος, ἂν ἐν ἑαυτῇ πάντα θεμένη, καὶ προῖκα καὶ 42139 4.23.47.4 : γένος καὶ φάρμακον καὶ τὸν κεστὸν αὐτόν, ἤθει καὶ ἀρε– 42140 4.23.47.5 : τῇ κατεργάσηται τὴν εὔνοιαν. 42141 4.23.48.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 141 E). 42142 4.23.48.2 : Κόσμος ἐστίν, ὡς ἔλεγε Κράτης, τὸ κοσμοῦν· κοσμεῖ 42143 4.23.48.3 : δὲ τὸ κοσμιωτέραν γυναῖκα ποιοῦν. ποιεῖ δὲ τοιαύτην 42144 4.23.48.4 : οὔτε χρυσὸς οὔτε σμάραγδος οὔτε κόκκος, ἀλλ´ ὅσα σεμ– 42145 4.23.48.5 : νότητος εὐταξίας αἰδοῦς ἔμφασιν περιτίθησι. 42146 4.23.49.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 142 B). 42147 4.23.49.2 : Καθάπερ ὁ Φωκίων, τοῦ Ἀντιπάτρου πρᾶξιν αὐτῷ 42148 4.23.49.3 : προστάττοντος οὐκ οὖσαν δὲ πρέπουσαν, εἶπεν ’οὐ δύνα– 42149 4.23.49.4 : σαί μοι καὶ φίλῳ καὶ κόλακι χρῆσθαι‘, οὕτω λογίζεσθαι 42150 4.23.49.5 : περὶ τῆς σώφρονος καὶ αὐστηρᾶς γυναικός ’οὐ δύναμαι 42151 4.23.49.6 : καὶ ὡς γαμετῇ καὶ ὡς ἑταίρᾳ συνεῖναι‘. 42152 4.23.49a.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 142 C). 42153 4.23.49a.2 : Ἡ Θεανὼ παρέφηνε τὴν χεῖρα περιβαλλομένη τὸ 42154 4.23.49a.3 : ἱμάτιον· εἰπόντος δέ τινος ’καλὸς ὁ πῆχυς,‘ ’ἀλλ´ οὐ 42155 4.23.49a.4 : δημόσιος‘ ἔφη. δεῖ δὲ μὴ μόνον 〈τὸν〉 πῆχυν ἀλλὰ μηδὲ 42156 4.23.49a.5 : τὸν λόγον δημόσιον εἶναι τῆς σώφρονος, καὶ τὴν φωνὴν 42157 4.23.49a.6 : ὡς ἀπογύμνωσιν αἰδεῖσθαι καὶ φυλάττεσθαι πρὸς τοὺς 42158 4.23.49a.7 : ἐκτός. ὁρᾶται γὰρ ἐν αὐτῇ καὶ πάθος καὶ ἦθος καὶ διά– 42159 4.23.49a.8 : θεσις τῆς λαλούσης. 42160 4.23.50.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 142 D). 42161 4.23.50.2 : Τὴν δὲ Ἠλείων ὁ Φειδίας Ἀφροδίτην ἐποίησε χελώ– 42162 4.23.50.3 : νην πατοῦσαν, οἰκουρίας σύμβολον ταῖς γυναιξὶ καὶ σιω– 42163 4.23.50.4 : πῆς. δεῖ γὰρ ἢ πρὸς τὸν ἄνδρα λαλεῖν ἢ διὰ τοῦ ἀνδρός, 42164 4.23.50.5 : μὴ δυσχεραίνουσαν εἰ δι´ ἀλλοτρίας γλώττης ὥσπερ αὐλη– 42165 4.23.50.6 : τὴς φθέγγεται. 42166 4.23.50.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 143 A). 42167 4.23.50.2 : Καὶ γὰρ ὁ Ῥωμαῖος νομοθέτης ἐκώλυσε δῶρα διδό– 42168 4.23.50.3 : ναι καὶ λαμβάνειν παρ´ ἀλλήλων τοὺς γεγαμηκότας, οὐχ 42169 4.23.50.4 : ἵνα μηδενὸς μεταλαμβάνωσιν, ἀλλ´ ἵνα πάντα κοινὰ 42170 4.23.50.5 : νομίζωσιν. 42171 4.23.51.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 143 C). 42172 4.23.51.2 : Τοῖς περὶ τὸν Κῦρον Ἕλλησι παρήγγειλαν οἱ στρατη– 42173 4.23.51.3 : γοὶ τοὺς πολεμίους, ἐὰν μὲν βοῶντες ἐπίωσι, δέχεσθαι 42174 4.23.51.4 : μετὰ σιωπῆς, ἐὰν δ´ ἐκεῖνοι σιωπῶσιν, αὐτοὺς μέγα βοή– 42175 4.23.51.5 : σαντας ἐξελαύνειν. αἱ δὲ νοῦν ἔχουσαι γυναῖκες ἐν ταῖς 42176 4.23.51.6 : ὀργαῖς τῶν ἀνδρῶν κεκραγότων μὲν ἡσυχάζουσι, σιωπῶν– 42177 4.23.51.7 : τας δὲ προσλαλοῦσαι καὶ παραμυθούμεναι πραΰνουσιν. 42178 4.23.52.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 143 F). 42179 4.23.52.2 : Ἡ Ἑρμιόνη δοκεῖ τι λέγειν ἀληθὲς λέγουσα 42180 4.23.52.3 : κακῶν γυναικῶν εἴσοδοί μ´ ἀπώλεσαν. 42181 4.23.52.4 : τοῦτο δὲ οὐχ ἁπλῶς γιγνόμενόν ἐστιν, ἀλλ´ ὅταν αἱ πρὸς 42182 4.23.52.5 : τοὺς ἄνδρας διαφοραὶ καὶ ζηλοτυπίαι ταῖς τοιαύταις γυ– 42183 4.23.52.6 : ναιξὶ μὴ τὰς θύρας μόνον ἀλλὰ καὶ τὰς ἀκοὰς οἴγωσι. 42184 4.23.52.7 : τότε οὖν δεῖ μάλιστα τὴν νοῦν ἔχουσαν ἀποκλείειν τὰ 42185 4.23.52.8 : ὦτα καὶ φυλάττεσθαι τὸν ψιθυρισμόν, ἵνα μὴ πῦρ ἐπὶ 42186 4.23.52.9 : πῦρ γένηται, καὶ πρόχειρον ἔχειν τὸ τοῦ Φιλίππου. λέ– 42187 4.23.52.10 : γεται γὰρ ἐκεῖνος ὑπὸ τῶν φίλων παροξυνόμενος ἐπὶ 42188 4.23.52.11 : τοὺς Ἕλληνας ὡς εὖ πάσχοντας καὶ κακῶς αὐτὸν λέγον– 42189 4.23.52.12 : τας εἰπεῖν ’τί οὖν, ἂν καὶ κακῶς ποιῶμεν αὐτούς;‘ ὅταν 42190 4.23.52.13 : οὖν 〈αἱ〉 διαβάλλουσαι λέγωσιν ὅτι ’λυπεῖ σε φιλοῦσαν 42191 4.23.52.14 : ὁ ἀνὴρ καὶ σωφρονοῦσαν‘, ’τί οὖν, ἂν καὶ μισεῖν αὐτὸν 42192 4.23.52.15 : ἄρξωμαι καὶ ἀδικεῖν;‘ 42193 4.23.53.1 : Θεανοῦς. 42194 4.23.53.2 : Θεανὼ ἡ Πυθαγορικὴ φιλόσοφος ἐρωτηθεῖσα ποσταία 42195 4.23.53.3 : γυνὴ ἀπ´ ἀνδρὸς καθαρεύει, ’ἀπὸ μὲν τοῦ ἰδίου‘ εἶπε 42196 4.23.53.4 : ’παραχρῆμα, ἀπὸ δὲ τοῦ ἀλλοτρίου οὐδέποτε‘. 42197 4.23.54.1 : Τῆς Φίλωνος γυναικός. 42198 4.23.54.2 : Ἡ Φίλωνος γυνὴ ἐρωτηθεῖσα ὑπό τινος ἐν συνόδῳ 42199 4.23.54.3 : πλειόνων γυναικῶν διὰ τί μόνη τῶν ἄλλων οὐ φορεῖ 42200 4.23.54.4 : χρυσοῦν κόσμον, ἔφη, ὅτι αὐτάρκης κόσμος ἐστὶ γυναικὶ 42201 4.23.54.5 : ἡ τοῦ ἀνδρὸς ἀρετή. 42202 4.23.55.1 : Θεανοῦς. 42203 4.23.55.2 : Θεανὼ ἐρωτηθεῖσα τί πρέπον εἴη γυναικί, ’τὸ τῷ 42204 4.23.55.3 : ἰδίῳ‘ ἔφη ’ἀρέσκειν ἀνδρί‘. 42205 4.23.56.1 : Δημάδου. 42206 4.23.56.2 : Δημάδης εἶπε τὴν αἰδῶ τοῦ κάλλους ἀκρόπολιν εἶναι. 42207 4.23.57.1 : Ἰαμβλίχου ἐκ τῆς ἐπιστολῆς Περὶ γάμου χρήσεως. 42208 4.23.57.2 : Οὐκοῦν καὶ περὶ τοῦ ἄρχειν μὲν τὸν ἄρρενα ἄρχε– 42209 4.23.57.3 : σθαι δὲ τὴν θήλειαν ὁμογνωμονήσουσι. τὸ δὲ σχῆμα 42210 4.23.57.4 : τῆς ἀρχῆς ἔσται οὐχ οἷον τὸ δεσποτικόν, θεραπεῦον τὸ 42211 4.23.57.5 : τοῦ κρείττονος συμφέρον· οὐδ´ οἷον τὸ τῶν τεχνῶν, μόνου 42212 4.23.57.6 : τοῦ ἥττονος ἐπιμελούμενον· ἀλλ´ οἷον τὸ πολιτικόν, κηδό– 42213 4.23.57.7 : μενον ἐξ ἴσου τοῦ κοινῇ συμφέροντος. 42214 4.23.58.1 : Σωκράτους. 42215 4.23.58.2 : Τοὺς μὲν ἄνδρας τοῖς τῆς πόλεως νόμοις δεῖ πείθε– 42216 4.23.58.3 : σθαι, τὰς δὲ γυναῖκας τοῖς τῶν συνοικούντων ἀνδρῶν 42217 4.23.58.4 : ἤθεσι. 42218 4.23.59.1 : Δίωνος ἐκ τοῦ Οἰκονομικοῦ (fr. VI v. II p. 310 Arn.). 42219 4.23.59.2 : Εὐσέβεια δὲ γυναικεία ὁ πρὸς τὸν ἄνδρα ἔρως. 42220 4.23.60.1 : Ἐν ταὐτῷ (ibid. fr. VII). 42221 4.23.60.2 : Γέλως δὲ συνεχὴς καὶ μέγας θυμοῦ κακίων· διὰ τοῦτο 42222 4.23.60.3 : μάλιστα ἑταίραις ἀκμάζων καὶ παίδων τοῖς ἀφρονεστέροις. 42223 4.23.60.4 : ἐγὼ δὲ κοσμεῖσθαι πρόσωπον ὑπὸ δακρύων ἡγοῦμαι μᾶλ– 42224 4.23.60.5 : λον ἢ ὑπὸ γέλωτος. δάκρυσι μὲν γὰρ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον 42225 4.23.60.6 : σύνεστι καὶ πάθημά που χρηστόν, γέλωτι δὲ ἀκολασία. 42226 4.23.60.7 : καὶ κλαίων μὲν οὐδεὶς προυτρέψατο ὑβριστήν, γελῶν δὲ 42227 4.23.60.8 : ηὔξησεν αὐτοῦ τὰς ἐλπίδας. 42228 4.23.61.1 : Φιντύος τᾶς Καλλικράτεος θυγατρὸς Πυθαγορείας 42229 4.23.61.2 : ἐκ τοῦ Περὶ γυναικὸς σωφροσύνας. 42230 4.23.61.3 : Τὸ μὲν ὅλον ἀγαθὰν δεῖ ἦμεν καὶ κοσμίαν· ἄνευ δ´ 42231 4.23.61.4 : ἀρετᾶς οὐδέποκα γένοιτό τις τοιαύτα. ἑκάστα γὰρ ἀρετὰ 42232 4.23.61.5 : περὶ ἕκαστον γινομένα τὸ αὐτᾶς δεκτικὸν ἀποδίδωτι σπου– 42233 4.23.61.6 : δαῖον· ἁ μὲν τῶν ὀπτίλων τὼς ὀπτίλως, ἁ δὲ τᾶς ἀκοᾶς 42234 4.23.61.7 : τὰν ἀκοάν, καὶ ἁ μὲν ἵππω τὸν ἵππον, ἁ δ´ ἀνδρὸς τὸν 42235 4.23.61.8 : ἄνδρα· οὕτω δὲ καὶ 〈ἁ〉 γυναικὸς τὰν γυναῖκα. γυναικὸς 42236 4.23.61.9 : δὲ μάλιστα ἀρετὰ σωφροσύνα· διὰ γὰρ ταύτας τὸν ἴδιον 42237 4.23.61.10 : ἄνδρα καὶ τιμῆν καὶ ἀγαπῆν δυνασεῖται. πολλοὶ μὲν 42238 4.23.61.11 : ἴσως δοξάζοντι, ὅτι οὐκ εὐάρμοστον γυναικὶ φιλοσοφέν, 42239 4.23.61.12 : ὥσπερ οὐδ´ ἱππεύεν οὐδὲ δαμαγορέν· ἐγὼ δὲ τὰ μέν 42240 4.23.61.13 : τινα νομίζω ἀνδρὸς ἦμεν ἴδια, τὰ δὲ γυναικός, τὰ δὲ 42241 4.23.61.14 : κοινὰ ἀνδρὸς καὶ γυναικός, τὰ δὲ μᾶλλον ἀνδρὸς ἢ γυ– 42242 4.23.61.15 : ναικός, τὰ δὲ μᾶλλον γυναικὸς ἢ ἀνδρός. ἴδια μὲν ἀν– 42243 4.23.61.16 : δρὸς τὸ στραταγὲν καὶ πολιτεύεσθαι καὶ δαμαγορέν, ἴδια 42244 4.23.61.17 : δὲ γυναικὸς τὸ οἰκουρὲν καὶ ἔνδον μένεν καὶ ἐκδέχεσθαι 42245 4.23.61.18 : καὶ θεραπεύεν τὸν ἄνδρα. κοινὰ δὲ φαμὶ ἀνδρείαν καὶ 42246 4.23.61.19 : δικαιοσύναν καὶ φρόνασιν· καὶ γὰρ τὰς τῶ σώματος ἀρε– 42247 4.23.61.20 : τὰς ἔχεν πρέπον καὶ ἀνδρὶ καὶ γυναικὶ καὶ τᾶς ψυχᾶς 42248 4.23.61.21 : ὁμοίως· καὶ ὡς ὑγιαίνεν τῷ σώματι ἀμφοτέροις ὠφέλι– 42249 4.23.61.22 : μον, οὕτως ὑγιαίνεν τᾷ ψυχᾷ· σώματος δὲ ἦμεν ἀρετὰς 42250 4.23.61.23 : ὑγείαν ἰσχὺν εὐαισθησίαν κάλλος. τὰ δὲ μᾶλλον ἀνδρὶ 42251 4.23.61.24 : καὶ ἀσκὲν καὶ ἔχεν οἰκῇόν ἐντι, τὰ δὲ μᾶλλον γυναικί. 42252 4.23.61.25 : ἀνδρότατα μὲν γὰρ καὶ φρόνασιν μᾶλλον ἀνδρὶ καὶ διὰ 42253 4.23.61.26 : τὰν ἕξιν τῶ σώματος καὶ διὰ τὰν δύναμιν τᾶς ψυχᾶς, 42254 4.23.61.27 : σωφροσύναν δὲ γυναικί. διὸ δεῖ περὶ σωφροσύνας παιδευ– 42255 4.23.61.28 : ομέναν γνωρίζεν, ἐκ πόσων τινῶν καὶ ποίων τοῦτο τἀγα– 42256 4.23.61.29 : θὸν τᾷ γυναικὶ περιγίνεται. φαμὶ δὴ ἐκ πέντε τούτων· 42257 4.23.61.30 : πρᾶτον μὲν ἐκ τᾶς περὶ τὰν εὐνὰν ὁσιότατός τε καὶ εὐσε– 42258 4.23.61.31 : βείας· δεύτερον δὲ ἐκ τῶ κόσμω τῶ περὶ τὸ σῶμα· τρί– 42259 4.23.61.32 : τον 〈δ´〉 ἐκ τᾶν ἐξόδων τᾶν ἐκ τᾶς ἰδίας οἰκίας· τέταρ– 42260 4.23.61.33 : τον δ´ ἐκ τῶ μὴ χρέεσθαι τοῖς ὀργιασμοῖς καὶ ματρῳασ– 42261 4.23.61.34 : μοῖς· πέμπτον δ´ ἐν τᾷ θυσίᾳ τᾷ πρὸς τὸ θεῖον εὐλαβέα 42262 4.23.61.35 : ἦμεν καὶ μετρίαν. τούτων δὲ μέγιστον αἴτιον καὶ συνεκτι– 42263 4.23.61.36 : κώτατον τᾶς σωφροσύνας τὸ περὶ τὰν εὐνὰν ἦμεν ἀδιά– 42264 4.23.61.37 : φθορον καὶ ἄμικτον θυραίω ἀνδρός. πρᾶτον μὲν γὰρ 42265 4.23.61.38 : εἰς τοῦτο παρανομοῦσα ἀδικεῖ γενεθλίως θεώς, οἴκῳ καὶ 42266 4.23.61.39 : συγγενείᾳ οὐ γνασίως ἐπικούρως ἀλλὰ νόθως παρεχομένα· 42267 4.23.61.40 : ἀδικεῖ δὲ τὼς φύσει θεώς, ὥσπερ ἐπομόσασα μετὰ τῶν 42268 4.23.61.41 : αὑτᾶς πατέρων τε καὶ συγγενῶν ... συνελεύσεσθαι ἐπὶ κοι– 42269 4.23.61.42 : νωνίᾳ βίω καὶ τέκνων γενέσει τᾷ κατὰ νόμον· ἀδικεῖ δὲ 42270 4.23.61.43 : καὶ τὰν αὑτᾶς πατρίδα, μὴ ἐμμένουσα τοῖς ἐνδιατεταγ– 42271 4.23.61.44 : μένοις. ἔπειτα ἐπὶ τούτοις ἀμβλακίσκεν, ἐφ´ οἷς τὸ μέ– 42272 4.23.61.45 : γιστον τῶν προστίμων ὥρισται θάνατος διὰ τὰν ὑπερ– 42273 4.23.61.46 : βολὰν τῶ ἀδικήματος, ἔκθεσμον καὶ ἀσυγγνωμονέστατον 42274 4.23.61.47 : ἦμεν ἁδονᾶς ἕνεκεν ἁμαρτάνεν καὶ ὑβρίζεν· ὕβριος δὲ πάσας 42275 4.23.61.48 : πέρας ὄλεθρος. 42276 4.23.61a.1 : Ἐν ταὐτῷ. 42277 4.23.61a.2 : Κἀκεῖνο δὲ χρὴ διαλογίζεσθαι, ὡς οὐδὲν καθάρσιον 42278 4.23.61a.3 : εὑρήσει τᾶς ἀμπλακίας ταύτας ἄκος, ὥστε ὡς ἱερὰ θεῶν 42279 4.23.61a.4 : καὶ βωμὼς ποτερχομέναν ἦμεν ἁγνὰν καὶ θεοφιλάταν· 42280 4.23.61a.5 : ἐπὶ γὰρ ταύτᾳ τᾷ ἀδικίᾳ μάλιστα καὶ τὸ δαιμόνιον ἀσυγ– 42281 4.23.61a.6 : γνωμόνητον γίνεται. κάλλιστος δὲ κόσμος γυναικὸς ἐλευ– 42282 4.23.61a.7 : θέρας πρᾶτόν τε κῦδος τὸ διὰ τῶν αὑτᾶς τέκνων ἐπι– 42283 4.23.61a.8 : μαρτύρασθαι τὰν σωφροσύναν τὰν ποτὶ τὸν ἄνδρα, αἴκα 42284 4.23.61a.9 : τὸν τύπον τᾶς ὁμοιότατος ἐπιφέρωντι τῶ κατασπείραντος 42285 4.23.61a.10 : αὐτὼς πατρός. καὶ περὶ μὲν εὐνᾶς οὕτως ἔχει· περὶ δὲ 42286 4.23.61a.11 : τῶ κόσμω τῶ περὶ τὸ σῶμα δοκεῖ μοι οὕτως. δεῖ λευχ– 42287 4.23.61a.12 : είμονα ἦμεν καὶ ἁπλοϊκὰν καὶ ἀπερίσσευτον. ἐσσεῖται 42288 4.23.61a.13 : δὲ τοῦτο, αἴκα μὴ διαφανέεσσι μηδὲ διαποικίλοις μηδὲ 42289 4.23.61a.14 : ἀπὸ βόμβυκος ὑφασμένοις χρᾶται τοῖς περὶ τὸ σῶμα, ἀλλὰ 42290 4.23.61a.15 : μετρίοις καὶ λευκοχρωμάτοις· οὕτω γὰρ τὸ μᾶλλον κοσμεῖ– 42291 4.23.61a.16 : σθαι καὶ τρυφὰν καὶ καλλωπισμὸν φεύξεται, καὶ ζᾶλον 42292 4.23.61a.17 : οὐκ ἐμποιήσει μοχθηρὸν ταῖς ἄλλαις. χρυσὸν δὲ καὶ 42293 4.23.61a.18 : σμάραγδον ἁπλῶς μὴ περιτίθεσθαι· καὶ γὰρ πολυχρή– 42294 4.23.61a.19 : ματον καὶ ὑπεραφανίαν ἐμφαῖνον ποττὰς δαμοτικάς. δεῖ 42295 4.23.61a.20 : δὲ τὰν εὐνομουμέναν πόλιν, ὅλαν αὐτὰν δι´ ὅλας τεταγ– 42296 4.23.61a.21 : μέναν, συμπαθέα τε καὶ ὁμοιόνομον ἦμεν, ἀπερύκεν δὲ 42297 4.23.61a.22 : καὶ δαμιοεργὼς ἐκ τᾶς πόλιος τὼς ἐργαζομένως τὰ τοιαῦ– 42298 4.23.61a.23 : τα. χρώματι δὲ φαιδρύνεσθαι τὰν ποτῶπα μὴ ἐπακτῷ 42299 4.23.61a.24 : καὶ ἀλλοτρίῳ, τῷ δ´ οἰκῄῳ τῶ σώματος δι´ αὐτῶ τῶ 42300 4.23.61a.25 : ὕδατος ἀπολουομέναν, κοσμὲν δὲ μᾶλλον αὑτὰν αἰσχύνᾳ· 42301 4.23.61a.26 : καὶ γὰρ τὸν συμβιῶντα καὶ αὑτὰν ἔντιμον παρέξεται. τὰς 42302 4.23.61a.27 : δὲ ἐξόδως ἐκ τᾶς οἰκίας ποιεῖσθαι † τὰς γυναῖκας τὰς 42303 4.23.61a.28 : δαμοτελέας θυηπολούσας τῷ ἀρχαγέτᾳ θεῷ τᾶς πόλιος 42304 4.23.61a.29 : ὑπὲρ αὑτᾶς καὶ τῶ ἀνδρὸς καὶ τῶ παντὸς οἴκω· ἔπειτα 42305 4.23.61a.30 : μήτε ὄρφνας ἐνισταμένας μήτε ἑσπέρας ἀλλὰ πλαθυούσας 42306 4.23.61a.31 : ἀγορᾶς καταφανέα γινομέναν τὰν ἔξοδον ποιεῖσθαι θεω– 42307 4.23.61a.32 : ρίας ἕνεκά τινος ἢ ἀγορασμῶ οἰκῄω μετὰ θεραπαίνας 42308 4.23.61a.33 : μιᾶς ἢ καττὸ πλεῖστον δύο εὐκόσμως χειραγωγουμέναν. 42309 4.23.61a.34 : τὰς δὲ θυσίας λιτὰς παριστάμεν τοῖς θεοῖς καὶ καττὰν 42310 4.23.61a.35 : δύναμιν, ὀργιασμῶν δὲ καὶ ματρῳασμῶν τῶν κατ´ οἶκον 42311 4.23.61a.36 : ἀπέχεσθαι. καὶ γὰρ ὁ κοινὸς νόμος τᾶς πόλιος ἀπερύκει 42312 4.23.61a.37 : ταῦ〈τα〉 τὰς γυναῖκας ἐπιτελέν, καὶ ἄλλως καὶ ὅτι μέθας 42313 4.23.61a.38 : καὶ ἐκστάσιας ψυχᾶς ἐπάγοντι ταὶ θρησκεύσιες αὗται· τὰν 42314 4.23.61a.39 : δ´ οἰκοδέσποιναν καὶ προκαθεζομέναν οἴκω δεῖ σώφρονα 42315 4.23.61a.40 : καὶ ἀνέπαφον ποτὶ πάντα ἦμεν. 42316 4.23.62.1 : Νικοστράτου ἐκ τοῦ Περὶ γάμου. 42317 4.23.62.2 : Ἐστάλθω δὲ ἐσθῆτα ἢ ὡς πάτριον αὐτῇ ἢ ὡς ἥδι– 42318 4.23.62.3 : στον σοί. χρυσίον δὲ ἢν μὲν ἔχῃ, ὃ 〈μὴ〉 τὰ ἐν αὐτῇ ὀνίνησιν, 42319 4.23.62.4 : 〈ὀνίνησιν〉 οὐδὲ περικειμένην· ὁμοίως γὰρ ἄν σοι ἀρέσαι καὶ 42320 4.23.62.5 : ἔχουσα καὶ μὴ ἔχουσα· ἢν δὲ μήτε ἐκείνη οἴκοθεν ἐπιφέρηται 42321 4.23.62.6 : μήτε σὺ ἔχῃς ὁπόθεν χαλκεύσεις, ἐπιθυμία δὲ ᾖ, ὁ λόγος 42322 4.23.62.7 : ἐνταῦθά σοι παρασκευαστέος ὁ πείσων περί τε χρυσίου 42323 4.23.62.8 : καὶ περὶ κάλλους χρυσίου, καὶ ὡς ἄχθος ἂν εἴη μᾶλλόν 42324 4.23.62.9 : περ ἢ κόσμος τῇ γε σώφρονι· ἐνίοτε δὲ τοῦτο αὐτὸ καὶ 42325 4.23.62.10 : τὰς ἐπιβουλὰς ἤγειρε τῶν τε ἀκολάστων εἰς τὰς γυναῖκας, 42326 4.23.62.11 : τῶν τε λῃστῶν εἰς τὰ χρήματα. 42327 4.23.62.12 : Ἐπεὶ δὲ ἐνταῦθα τοῦ λόγου ἐσμέν, οὗ καὶ χρυσὸς 42328 4.23.62.13 : κάλλος τι † προσβαλέτω μοι, δοκῶ ἐρεῖν τε καὶ ὑποβαλεῖν 42329 4.23.62.14 : πρᾶγμα χρυσοῦ πολλῷ τιμαλφέστερον. εἰ γὰρ μηδέν τι 42330 4.23.62.15 : ὀκνῆσαι αὐτὴν καὶ περὶ γυμνάσια ἔχειν ἀναπείσαις, ἐν– 42331 4.23.62.16 : ταῦθα εὕροι ἂν καὶ οὗ πάλαι ἐπεθυμοῦμεν, τὸν κόσμον 42332 4.23.62.17 : τῷ σώματι. τοῦ μὲν γὰρ ὑγιαίνειν οὐδὲν ἔμοιγε δοκεῖ 42333 4.23.62.18 : ἄλλο τι περίθημα καὶ περιδέραιον κρεῖττον. πόρρω δ´ 42334 4.23.62.19 : ἂν εἴη καὶ τοῦ δεηθῆναι γυνὴ ὑγιαίνουσα καὶ ψιμυθίου 42335 4.23.62.20 : καὶ [ὑπ´] ὀφθαλμῶν ὑπογραφῆς καὶ ἄλλου χρώματος 42336 4.23.62.21 : ζωγραφοῦντος καὶ ἀφανίζοντος τὰς ὄψεις. τά γε μὴν 42337 4.23.62.22 : γυμνάσια ἄλλα μὲν ἂν ἔξω γένοιτο ἐν περιπάτοις, τὰ δὲ 42338 4.23.62.23 : ἔνδον παρὰ τὸν ἱστὸν ἰοῦσα εὕροι ἄν τι πονῆσαι † δυνά– 42339 4.23.62.24 : μενον ἢ τιθέμενον. καὶ τοῦτο τὸ κάλλος τὸ ἀπὸ τῶν 42340 4.23.62.25 : πόνων οὐδὲν ὅ τι ἤλεγξέ τε καὶ ἐβασάνισεν, οὔτε ἱδρὼς 42341 4.23.62.26 : οὔτε δάκρυα· ὕπνος δὲ πόρρω ὢν τοῦ ἐλέγχειν καὶ μᾶλ– 42342 4.23.62.27 : λόν τι προστίθησι ταῖς γε ἐρρωμέναις. καὶ οὔπω λέγω 42343 4.23.62.28 : ὅτι καὶ ταῦτα πάντα εἰς τὰ ἔκγονα ἀναφέρεται, καὶ τοι– 42344 4.23.62.29 : αῦτα ἐγένετο παιδία, ὁποῖά ποτ´ ἂν ἡ γυνὴ καὶ λούση– 42345 4.23.62.30 : ται καὶ γυμνάσηται καὶ ἀμφιάσηται, μαλακὰ μέν, εἰ μα– 42346 4.23.62.31 : λακοῖς τούτοις δῆτα ἐντυγχάνοι, ἄρρενα δὲ καὶ ῥωμαλέα, 42347 4.23.62.32 : εἰ διὰ τῶν πόνων καὶ τῶν καμάτων ἰοῦσα κυήσαι καὶ 42348 4.23.62.33 : τέκοι. ἀλλ´ ἐπεὶ καὶ πένητες ἄνθρωποι γαμοῦσι, καὶ 42349 4.23.62.34 : πολλοῖς ἄρα μετεμέλησε, καὶ τούτοις ὑποθήσομαι, ὡς ἂν 42350 4.23.62.35 : εὐδαιμόνως διάγοιεν τὸν βίον. ὅστις μὲν ἐργάζεται καὶ 42351 4.23.62.36 : ἀπὸ τῶν ὤμων ἀποζῇ οὐδὲ ποθεῖ θεραπείας ἱκανὰ αὑ– 42352 4.23.62.37 : τῷ καὶ τῇ γυναικὶ ἐργαζόμενος, οὗτος εἰ σφόδρα γυναικὸς 42353 4.23.62.38 : ἐπιθυμεῖ, ἀγαθῇ τύχῃ γαμείτω· ὅστις δὲ καὶ ἔτι μᾶλλον 42354 4.23.62.39 : πένης ὢν οὐ ταῦτα ὁρᾷ ἀλλὰ κἀκεῖνα, εἰ νοσήσαι αὐτὸς 42355 4.23.62.40 : πόθεν ἂν θρέψαι τὴν γυναῖκα, τούτῳ δὴ οὐκέτι ῥᾴδιόν 42356 4.23.62.41 : ἐστι τῷ ἀνθρώπῳ συμβουλεῦσαι γαμεῖν· ἦ γὰρ δὴ πολ– 42357 4.23.62.42 : λάκις κλαύσεται ἡ γυνὴ τὴν ἀπορίαν, καὶ ἀναμνήσει τοῦ 42358 4.23.62.43 : κακοῦ ἐνίοτε ἐπιλελησμένον. καὶ ὑγιείας μὲν δὴ παρούσης 42359 4.23.62.44 : ταῦτα εὐκόλως ἐνεγκεῖν ἔστιν, ἐν δὲ νόσοις καὶ ταλαιπω– 42360 4.23.62.45 : ρίαις τοῦ σώματος πένητα ὄντα τινὰ δύο νόσω νοσεῖν 42361 4.23.62.46 : ἔστιν. ἀλλ´ ἐπεὶ τῶν σφόδρα πενήτων ἐμνημονεύσαμεν. 42362 4.23.63.1 : Ἐν ταὐτῷ. 42363 4.23.63.2 : Μὴ λανθανέτω δέ σε ἡ γυνὴ ἐσθῆτα μὲν μείζονος 42364 4.23.63.3 : ἢ κατὰ τὴν εὐπορίαν ἔχουσα, ὑποδήματα δὲ ὡσαύτως 42365 4.23.63.4 : πολλοῦ τινος ἄξια· ἀλλ´ ἀπό γε τῶν ποδῶν μαντεύου, ὡς 42366 4.23.63.5 : οὐδὲν ὑγιὲς ἐν τούτοις ἔνεστι, καὶ οὐ δεῖ πρὸς ταῦτα 42367 4.23.63.6 : οὔτε Μελάμποδος οὔτε Τειρεσίου. ὃ δὲ τῶν φίλων μοί 42368 4.23.63.7 : τις ἀπεμνημόνευσε τῶν γεγαμηκότων καὶ ..... τοῦτο δὲ 42369 4.23.63.8 : τοιοῦτον ἦν· ἐν ὕπνῳ καὶ ἐν τῇ εὐνῇ μάλιστα οἱ ἄνδρες 42370 4.23.63.9 : ἐξαπατώμεθα. φυλακτέον δὲ ἑσπέρας μὲν κολακείας, προσ– 42371 4.23.63.10 : ετίθει ἐκεῖνος, ἕωθεν δὲ θορύβους καὶ κραυγάς. 42372 4.23.64.1 : Ἐν ταὐτῷ. 42373 4.23.64.2 : Φυλακτέον δὲ καὶ περὶ γυναικῶνα τὰς φιλίας τε καὶ 42374 4.23.64.3 : συνηθείας, τὸ τοῦ Εὐριπίδου μεμνημένους. ἡ γὰρ δὴ ἐξα– 42375 4.23.64.4 : μαρτάνουσα οὐχ αὑτὴν ἔλεγεν αἰτίαν, ἀλλ´ ἐκείνας ἃς τραγ– 42376 4.23.64.5 : ῳδεῖ· ’κακῶν γυναικῶν εἴσοδοί μ´ ἀπώλεσαν‘. χρηστὸν 42377 4.23.64.6 : δὲ καὶ τό ’μετὰ τῶν σύ γε πῖνε καὶ ἵζανε‘, παρ´ ὧν τι 42378 4.23.64.7 : φησὶ καὶ χρηστὸν ἂν ἀπολαύσαις. καὶ ταῦτα οὐκ ἐγώ, 42379 4.23.64.8 : πάντες δὲ ποιηταί τε καὶ λογοποιοὶ γράφουσιν. φυλακ– 42380 4.23.64.9 : τέον δὲ μᾶλλον τῷ ἐμῷ λόγῳ καὶ τὰς πρεσβύτιδας· αὗται 42381 4.23.64.10 : γὰρ ἱκαναί γε τὰς νεότητας μακαρίζειν, καὶ ὡς δὴ ἔμπει– 42382 4.23.64.11 : ροι τοῦ βίου ὑποθήκας τινὰς ἀκολάστους ὑποτίθενται, 42383 4.23.64.12 : ὅτι τὸ ζῆν οὐδὲν ἄλλο ἐστὶν ἢ ὅσα τις ἂν φάγῃ καὶ ὅσα 42384 4.23.64.13 : τις ἂν πίῃ, κἀκεῖνα δὴ ὅσα ἂν τούτοις ἕπηται, μοιχεῖαι 42385 4.23.64.14 : καὶ ἀκολασίαι. καὶ τοῦτο συμβαίνει παρ´ αὐτάς τε τὰς 42386 4.23.64.15 : νέας καὶ παρὰ τὰς πρεσβύτιδας· αἱ μὲν γὰρ οὐκ ἂν ἀηδῶς 42387 4.23.64.16 : ἔχοιεν πρὸς τοὺς ἐρῶντας καὶ τοὺς φιλοῦντας δῆθεν, αἱ 42388 4.23.64.17 : δὲ δὴ πρεσβύτιδες ἐνταῦθά που ἀεὶ τούτῳ τῷ ἀκολάστῳ 42389 4.23.64.18 : συναγορεύουσιν. 42390 4.23.65.1 : Ἐν ταὐτῷ. 42391 4.23.65.2 : Ἀλλ´ ἐρῶ περὶ σωφροσύνης πάλιν· τοὺς οἰκέτας 42392 4.23.65.3 : ἐθιστέον οὕτως ὁμιλεῖν, ὅπως μηδενὶ ἐξέστω αὐτῶν πρὸς 42393 4.23.65.4 : τὸ οὖς αὐτῇ διαλέγεσθαι λάθρᾳ, ἐνίοτε δὲ καὶ σοῦ βλέ– 42394 4.23.65.5 : ποντος· ὃ γὰρ ἀκούειν οὐκ ἄγαν τὸν ἄνδρα λυσιτελεῖ, ἄδι– 42395 4.23.65.6 : κον 〈ὂν〉 καὶ ἄνισον, ἀλλ´ ἐκείνῃ γε ταῦτα συμφέρει; ὁπότε 42396 4.23.65.7 : δὲ ἐν οἰκίᾳ τὸ λάθρᾳ διαλέγεσθαι ἀπήλλακται, πολλὴ 42397 4.23.65.8 : ἐλπίς ἐστι μὴ ἄν τινα τολμῆσαι τῶν θεραπόντων μοιχι– 42398 4.23.65.9 : κόν τινα λόγον τῇ δεσποίνῃ διακονήσασθαι· ἀκοῦσαι γὰρ 42399 4.23.65.10 : ἀνάγκη τὸν δεσπότην, εἰ νόμος ἐστὶ πάντα φανερῶς δια– 42400 4.23.65.11 : λέγεσθαι. οἶδα μὲν οὖν καὶ ταῦτα ἅπαντα ἰσχύοντα πρὸς 42401 4.23.65.12 : τὸ ποιῆσαί τινα βιοῦν σωφρόνως· ὅμως δὲ οὐδὲν οὕτως 42402 4.23.65.13 : τούτῳ λυσιτελὲς ὡς λόγῳ διδάσκειν περὶ τοῦ ἀδικήμα– 42403 4.23.65.14 : τος τῆς μοιχείας. λεκτέον οὖν πρὸς αὐτὴν τό τε αἰσχρὸν 42404 4.23.65.15 : καὶ τὸ ἀκόλαστον τῆς μοιχείας καὶ ἄδικον, καὶ ὡς ἀδοξία 42405 4.23.65.16 : μὲν ἐν γυναιξὶν ἀδοξία δὲ ἐν ἀνδράσι, καὶ ὡς ὅ τι δή– 42406 4.23.65.17 : ποτέ ἐστιν ἡ πίστις, ἐξ ἀνθρώπων τοῦτο οἴχεται ὑπὸ 42407 4.23.65.18 : σοῦ· ὃ δὲ ἔτι βαρύτερον, τὸ μὴ μόνον νόθους γίνεσθαι 42408 4.23.65.19 : παῖδας, ἀλλ´ εἶναι τούτους ἐξ ἀκολασίας καὶ ὕβρεως γε– 42409 4.23.65.20 : γονότας. ταῦτα αὐτῇ λεκτέον, καὶ φοβείσθω τὸ ὄνομα τῆς 42410 4.23.65.21 : μοιχείας, εἴ γε αὐτῇ μέλει ζῆν καὶ μὴ ἀποσφάττεσθαι. 42411 4.23.65.22 : καὶ ταῦτα οὕτω λεκτέον ἐπιτείνοντά τε καὶ εἰδότα, ὡς 42412 4.23.65.23 : πολὺ ἔτι ἀτοπωτέρων ἐρῶσιν, οἷον οὐ ξένων νανίσκων, 42413 4.23.65.24 : ἀλλ´ (οὐδὲ εἰπεῖν καλόν) οἵου φασὶ τὴν Πασιφάην ἐρασθῆ– 42414 4.23.65.25 : ναι θρέμματος. λεκτέον δὲ οὕτως εἰδότα ὡς οὐδεμία 42415 4.23.65.26 : μηχανὴ κρατῆσαι τῶν γυναικῶν, κἀκεῖνο ὥς εἰσι πάντων 42416 4.23.65.27 : τέχνας τε ἐξευρεῖν καὶ πλέξαι σοφώταται· εἰ δὲ ἀπιστεῖς, 42417 4.23.65.28 : ἀναγίγνωσκε τὰς τραγῳδίας, ὁπόσα ἐποίησαν ἢ ἐβουλεύ– 42418 4.23.65.29 : σαντο γυναῖκες ἐπιθυμίᾳ ξένων ἀφροδισίων. σωφροσύνην 42419 4.23.65.30 : μὲν οὖν ὧδε ἐξασκητέον· διδακτέον δὲ ἃ διδάσκεσθαι χρὴ 42420 4.23.65.31 : γυναῖκα, καὶ μάλιστα τὴν σωφροσύνην αὐτῆς φυλάξει τὰ 42421 4.23.65.32 : περὶ τὴν οἰκίαν, ὅπως ἂν ἄριστα † ἔθηκε τὰ περὶ τοὺς 42422 4.23.65.33 : οἰκέτας, ὅπως ἂν ἄριστα θεραπεύσαι τὰ περὶ ὑμῶν αὐτῶν, 42423 4.23.65.34 : ὅπως ἂν ἐν πολλῇ εἴητε τιμῇ. τί μὲν γὰρ χρηστότερον 42424 4.23.65.35 : ἀνδρὶ ἢ γυνὴ εὔνους καὶ ὅσα χρὴ ἀνδρὶ ἐρρωμένῳ εἰδυῖά 42425 4.23.65.36 : τε καὶ διακονουμένη; τί δὲ ἄλλο οὕτω περισπούδαστον 42426 4.23.65.37 : ἂν εἴη 〈ἢ εἰ〉 νοσοῦντα αὐτὴ θεραπεύοι; καὶ εἴ τε ἀγαθὴ 42427 4.23.65.38 : εἴη καὶ βελτίστη, οὐδὲν ἄλλο ἐγὼ κτῆμα οἰκίας ἀγαθόν 42428 4.23.65.39 : τε καὶ πολλοῦ λόγου ἄξιον εὑρίσκω. ἀλλὰ καὶ ἄξιόν γε 42429 4.23.65.40 : τὴν γυναῖκα οὕτως ἔχειν· οὐ γὰρ ἄλλῳ τινὶ ἢ τῇ γυναικὶ 42430 4.23.65.41 : νυκτός τε καὶ μεθ´ ἡμέραν ἀνὴρ προσαναπαύεται, καὶ 42431 4.23.65.42 : πρὸς ἄλλον οὐδένα τῶν ἐν τῇ πόλει τὰ ἀπόρρητα ὅσα– 42432 4.23.65.43 : πέρ ἐστιν αὐτῷ διαλέγεται, ἀλλὰ μόνῃ τῇ γυναικί, καὶ 42433 4.23.65.44 : ἐν ἴσῳ ὥσπερ ἂν ἑαυτῷ. οὐ γυνὴ μέντοι ἐστὶν ἡ ὁπό– 42434 4.23.65.45 : ταν φίλη τε καὶ εὔνους ᾖ μάλιστα σεαυτὸν εὐφραίνουσα, 42435 4.23.65.46 : ἥκιστα δὲ ἀνιῶσα; οὐχ αὕτη ἐστὶν ἡ καὶ παῖδάς σοι 42436 4.23.65.47 : αὐτὴ τεξομένη; οὐχ αὕτη ἐστὶν ἡ πόθον πρώτη ἔχουσά 42437 4.23.65.48 : σου ἀποθανόντος, κἂν ὁ πατὴρ κἂν ἡ μήτηρ λυπεῖσθαι 42438 4.23.65.49 : μὴ θέλωσιν, ὁ νόμος. 42439 4.24a.t.1 : {1ΟΤΙ ΚΑΛΟΝ ΤΟ ΕΧΕΙΝ ΠΑΙΔΑΣ.}1 42440 4.24a.1.1 : Διογένους (Trag. gr. fr. p. 775 N. 2). 42441 4.24a.1.2 : Μακάριος ὅστις αὐτὸς ἰσχύων ἔτι 42442 4.24a.1.3 : παῖδας παρασπίζοντας ἀλκίμους ἔχει. 42443 4.24a.2.1 : Εὐριπίδου Μελεάγρῳ (fr. 518 N. 2). 42444 4.24a.2.2 : Καὶ κτῆμα δ´, ὦ τεκοῦσα, κάλλιστον τόδε, 42445 4.24a.2.3 : πλούτου δὲ κρεῖσσον· τοῦ μὲν ὠκεῖα πτέρυξ, 42446 4.24a.2.4 : παῖδες δὲ χρηστοί, κἂν θάνωσι, δώμασιν 42447 4.24a.2.5 : καλόν τι θησαύρισμα τοῖς τεκοῦσί τε 42448 4.24a.2.6 : ἀνάθημα βιότου κοὔποτ´ ἐκλείπει δόμους. 42449 4.24a.3.1 : Εὐριπίδου Οἰνεῖ (fr. 566 N. 2). 42450 4.24a.3.2 : Ὡς οὐδὲν ἀνδρὶ πιστὸν ἄλλο πλὴν τέκνων· 42451 4.24a.3.3 : κέρδους δ´ ἕκατι καὶ τὸ συγγενὲς νοσεῖ. 42452 4.24a.4.1 : Μενάνδρου (fr. 655 K.). 42453 4.24a.4.2 : Ὀδυνηρόν ἐστιν εὐτυχοῦντα τῷ βίῳ 42454 4.24a.4.3 : ἔχειν ἔρημον διαδόχου τὴν οἰκίαν. 42455 4.24a.5.1 : Εὐριπίδου Δανάη (fr. 316 N. 2). 42456 4.24a.5.2 : Γύναι, καλὸν μὲν φέγγος ἡλίου τόδε, 42457 4.24a.5.3 : καλὸν δὲ πόντου χεῦμ´ ἰδεῖν εὐήνεμον, 42458 4.24a.5.4 : γῆ τ´ ἠρινὸν θάλλουσα πλούσιόν θ´ ὕδωρ, 42459 4.24a.5.5 : πολλῶν τ´ ἔπαινον ἐστί μοι λέξαι καλῶν· 42460 4.24a.5.6 : ἀλλ´ οὐδὲν οὕτω λαμπρὸν οὐδ´ ἰδεῖν καλὸν 42461 4.24a.5.7 : ὡς τοῖς ἄπαισι καὶ πόθῳ δεδηγμένοις 42462 4.24a.5.8 : παίδων νεογνῶν ἐν δόμοις ἰδεῖν φάος. 42463 4.24a.6.1 : Μενάνδρου (fr. 603 K.). 42464 4.24a.6.2 : Οὐκ ἔστι μείζων ἡδονὴ ταύτης πατρί, 42465 4.24a.6.3 : ἢ σωφρονοῦντα καὶ φρονοῦντ´ ἰδεῖν τινα 42466 4.24a.6.4 : τῶν ἐξ ἑαυτοῦ. 42467 4.24a.7.1 : Εὐριπίδου (Herc. 1261 s.). 42468 4.24a.7.2 : Ὅταν δὲ κρηπὶς μὴ καταβληθῇ γένους 42469 4.24a.7.3 : ὀρθῶς, ἀνάγκη δυστυχεῖν τοὺς ἐκγόνους. 42470 4.24a.8.1 : Μενάνδρου Ἐμπιμπραμένη (fr. 157 K.). 42471 4.24a.8.2 : Ὡς 〈ἔστ´〉 ἀγαθόν τι πρᾶγμα τὸ γενέσθαι τινὸς 42472 4.24a.8.3 : πατέρα. 42473 4.24a.9.1 : Δικαιογένους. 42474 4.24a.9.2 : *** 42475 4.24a.9a.1 : (Eur. Or. 542 s.) 42476 4.24a.9a.2 : Ζηλωτὸς ὅστις εὐτύχησεν ἐν τέκνοις 42477 4.24a.9a.3 : καὶ μὴ ´πισήμοις συμφοραῖς ὠδύρατο. 42478 4.24a.10.1 : Εὐριπίδου ἐν Πρωτεσιλάῳ (fr. 652 N. 2). 42479 4.24a.10.2 : Ὦ παῖδες, οἷον φίλτρον ἀνθρώποις φρενός. 42480 4.24a.11.1 : Ἐκ τῶν Σερήνου Ἀπομνημονευμάτων. 42481 4.24a.11.2 : Ἡ Λάκαινα πρός τινα Ἰωνικὴν δείξασαν αὐτῇ τὸν 42482 4.24a.11.3 : κόσμον ἀντεπέδειξε τὰ τέκνα εἰποῦσα ’ὁ δὲ ἐμὸς κόσμος 42483 4.24a.11.4 : τοιοῦτος‘. 42484 4.24a.12.1 : Πλάτωνος (Symp. p. 208 A–B). 42485 4.24a.12.2 : Τούτῳ τῷ τρόπῳ πᾶν τὸ θνητὸν σῴζεται, οὐ τῷ 42486 4.24a.12.3 : παντάπασι τὸ αὐτὸ ἀεὶ εἶναι ὥσπερ τὸ θεῖον, ἀλλὰ 42487 4.24a.12.4 : τῷ τὸ ἀπιὸν ἕτερον νέον καταλείπειν οἷον αὐτὸ ἦν. Μὴ 42488 4.24a.12.5 : οὖν θαύμαζε, εἰ τὸ αὑτοῦ ἀποβλάστημα φύσει ἅπαν τιμᾷ· 42489 4.24a.12.6 : ἀθανασίας γὰρ ἅμα καὶ εὐδαιμονίας εἰς τὸν ἀεὶ χρόνον 42490 4.24a.12.7 : παντὶ αὕτη ἡ σπουδὴ καὶ ὁ ἔρως ἕπεται. 42491 4.24a.13.1 : (De re publ. p. 467 B) 42492 4.24a.13.2 : Ἀλλὰ μὴν μάχεταί γε πᾶν ζῷον διαφερόντως παρόν– 42493 4.24a.13.3 : των ὧν ἂν τέκῃ. 42494 4.24a.14.1 : Ἱεροκλέους (p. 55 de Arn.). 42495 4.24a.14.2 : Ἐν δὲ τῷ περὶ τοῦ γάμου καὶ τῆς παιδοποιίας τόπῳ 42496 4.24a.14.3 : θετέος ἐστὶ καὶ ὁ τῆς πολυτεκνίας λόγος. κατὰ φύσιν 42497 4.24a.14.4 : γάρ πως καὶ ἀκόλουθον τῷ γάμῳ τὸ πάντα ἢ τά γε 42498 4.24a.14.5 : πλεῖστα τῶν γεννωμένων ἀνατρέφειν· ἀλλ´ ἐοίκασιν οἱ 42499 4.24a.14.6 : πλείους ἀπειθεῖν τῇ παραινέσει δι´ αἰτίαν οὐ μάλα πρε– 42500 4.24a.14.7 : πώδη. διὰ γὰρ φιλοπλουτίαν καὶ τὸ πάμμεγα κακὸν 42501 4.24a.14.8 : ἡγεῖσθαι τὴν πενίαν τοῦτο πάσχουσι. πρῶτον μὲν δὴ 42502 4.24a.14.9 : λογιστέον, ὡς οὐχ ἑαυτοῖς μόνον παραστάτας καὶ γηρο– 42503 4.24a.14.10 : βοσκοὺς καὶ πάσης τύχης τε καὶ περιστάσεως κοινωνοὺς 42504 4.24a.14.11 : γεννῶμεν, οὐδ´ ὑπὲρ ἑαυτῶν μόνον, ἀλλὰ καὶ ὑπὲρ τῶν 42505 4.24a.14.12 : γονέων ἡμῶν κατὰ πολλά γε. καὶ γὰρ εὐχαριστίαν ἔχει 42506 4.24a.14.13 : πρὸς αὐτοὺς ἡ παιδοποιία τῷ, κἂν εἴ τι πάθοιμεν ἡμεῖς 42507 4.24a.14.14 : πρότερον, καταλείπειν ἐκείνοις ἀνθ´ ἡμῶν αὐτοὺς γηρο– 42508 4.24a.14.15 : βοσκούς. καλὸν δὲ πάππος ὑπὸ σφετέρων ἐκγόνων χειρα– 42509 4.24a.14.16 : γωγούμενός τε καὶ τῆς ἄλλης ἐπιμελείας ἀξιούμενος· 42510 4.24a.14.17 : ὥστε πρῶτον μὲν εὐχάριστα πράττοιμεν ἂν εἰς γονέας 42511 4.24a.14.18 : τοὺς ἑαυτῶν, παίδων ἐπιμελούμενοι γενέσεως. εἶτα καὶ 42512 4.24a.14.19 : ταῖς εὐχαῖς τε καὶ σπουδαῖς τῶν ἡμᾶς γειναμένων συν– 42513 4.24a.14.20 : εργήσομεν· εὐθὺ γὰρ ὅτε πρῶτον περὶ τὴν ἡμετέραν εἶχον 42514 4.24a.14.21 : γένεσιν, διανοίᾳ χρώμενοι τοῦ χύσιν αὐτῶν εἰς πλεῖστον 42515 4.24a.14.22 : λαβεῖν τὴν διαδοχὴν καὶ παῖδας ἐκ παίδων ὑπολιπέσθαι, 42516 4.24a.14.23 : καὶ γάμου προὐνόησαν καὶ τῆς ἡμετέρας σπορᾶς καὶ ἀνα– 42517 4.24a.14.24 : τροφῆς. ὅθεν γαμοῦντες μὲν καὶ παιδοποιούμενοι πράτ– 42518 4.24a.14.25 : τοιμεν ἂν οἷον μέρη τῆς ἐκείνων εὐχῆς· τὰ δ´ ἐναντία 42519 4.24a.14.26 : φρονήσαντες ἐγκόπτοιμεν ἂν αὐτῶν τῇ προαιρέσει. καὶ 42520 4.24a.14.27 : μὴν κινδυνεύει πᾶς ὁ θελοντὴς καὶ περιστάσεως ἄνευ 42521 4.24a.14.28 : γάμον ἐκκλίνων καὶ παιδοποιίαν παρανοίας κρίνειν τοὺς 42522 4.24a.14.29 : ἑαυτοῦ γονέας, ὡς οὐ σὺν ὀρθοῖς λογισμοῖς περὶ γάμου 42523 4.24a.14.30 : πεπραγματευμένους. ἔνθα δὴ καὶ τὴν ἀνομολογίαν φωρά– 42524 4.24a.14.31 : σειεν ἄν τις εὐπετῶς. πῶς γὰρ οὐ μάχης πλῆρες εὐαρε– 42525 4.24a.14.32 : στεῖν μὲν τῷ ζῆν καὶ μένειν ἐν αὐτῷ, ὡς καθηκόντως 42526 4.24a.14.33 : εἰς τὸν βίον ὑπὸ τῶν σπειράντων παρηγμένον, τὸ δ´ 42527 4.24a.14.34 : αὐτὸν ἑτέρους γεννῆσαι τῶν ἀδοκίμων ὑπολαμβάνειν; ἀλλὰ 42528 4.24a.14.35 : γὰρ πρῶτον μέν, ὡς ἔφην, ἐντεθυμῆσθαι χρή, διότι γεν– 42529 4.24a.14.36 : νῶμεν οὐχ ἑαυτοῖς μόνον ἀλλὰ καὶ τοῖς δι´ οὓς γεγόνα– 42530 4.24a.14.37 : μεν αὐτοί· ἔπειτα καὶ ὑπὲρ φίλων τε καὶ συγγενῶν. 42531 4.24a.14.38 : κεχαρισμένον γὰρ καὶ τούτοις ἐστὶ παῖδας ἐξ ἡμῶν ἰδεῖν, 42532 4.24a.14.39 : διά τε τὴν εὔνοιαν καὶ οἰκειότητα καὶ δὴ καὶ διὰ τὴν 42533 4.24a.14.40 : ἀσφάλειαν. διορμίζεται γὰρ ὑπὸ τοῦ τοιούτου τοῖς προσ– 42534 4.24a.14.41 : ήκουσιν ὁ βίος ἀνάλογον ταῖς ἐπὶ πολλῶν ἀγκυρῶν σαλευ– 42535 4.24a.14.42 : ούσαις ναυσίν. ὅθεν κατὰ τὸν φιλοσυγγενῆ καὶ φιλεταῖ– 42536 4.24a.14.43 : ρόν ἐστιν ἡ περὶ γάμον καὶ τέκνα σπουδή. παρακαλεῖ 42537 4.24a.14.44 : δ´ εὖ μάλα καὶ ἡ πατρὶς ἐπὶ ταὐτόν. καὶ σχεδὸν οὐδ´ 42538 4.24a.14.45 : ἑαυτοῖς οὕτως ὡς τῇ πατρίδι φυτεύομεν παῖδας, τῆς μεθ´ 42539 4.24a.14.46 : ἡμᾶς προνοούμενοι τάξεως καὶ τῷ κοινῷ παρέχοντες τοὺς 42540 4.24a.14.47 : διαδεξομένους ἡμᾶς. ὅθεν ὁ μὲν ἱερεὺς ἴστω τῇ πόλει τῇ 42541 4.24a.14.48 : ἑαυτοῦ ἱερέας ὀφείλων, ὁ δ´ ἄρχων ἄρχοντας, ὁ δὲ δημη– 42542 4.24a.14.49 : γόρος δημηγόρους, καὶ ὡς ἁπλῶς εἰπεῖν, ὁ πολίτης πολί– 42543 4.24a.14.50 : τας. καθάπερ οὖν χορῷ μέν ἐστι κεχαρισμένη ἡ τῶν 42544 4.24a.14.51 : χορευτῶν διαμονή, στρατεύματι δὲ ἡ τῶν στρατιωτῶν, 42545 4.24a.14.52 : οὕτω καὶ πόλει ἡ τῶν πολιτῶν. ἀλλ´ εἰ μὲν ἦν ὀλιγο– 42546 4.24a.14.53 : χρόνιόν τι σύστημα πόλις ὅ τε βίος αὐτῆς κατὰ βίον 42547 4.24a.14.54 : ἀνθρώπου τὴν συμμετρίαν ἐλάμβανεν, οὐδὲν ἔδει διαδο– 42548 4.24a.14.55 : χῆς· ἐπεὶ δ´ εἰς πολλὰς γενεὰς ἐξικνεῖται, δαίμονι δὴ 42549 4.24a.14.56 : εὐδαιμονεστέρῳ χρησαμένη καὶ εἰς μακροὺς αἰῶνας πόλις, 42550 4.24a.14.57 : φανερόν, ὡς οὐ τοῦ παρόντος ἐστοχάσθαι δεῖ μόνον, 42551 4.24a.14.58 : ἀλλὰ καὶ τοῦ μετέπειτα, τήν τε ἰδίαν μὴ περιορᾶν χώραν 42552 4.24a.14.59 : ἔρημον, ἀλλ´ ἐπ´ ἐλπίσιν ἱδρυμένην ταῖς ἀπὸ τῶν ἡμε– 42553 4.24a.14.60 : τέρων τέκνων. 42554 4.24a.15.1 : Μουσωνίου ἐκ τοῦ Εἰ πάντα τὰ γινόμενα τέκνα 42555 4.24a.15.2 : θρεπτέον (Muson. rel. p. 77 H.). 42556 4.24a.15.3 : Οἱ δὲ νομοθέται, οἷς αὐτὸ τοῦτο γέγονεν ἔργον ζητεῖν 42557 4.24a.15.4 : καὶ σκοπεῖν, τί μὲν ἀγαθὸν πόλει τί δὲ κακόν, καὶ τί μὲν 42558 4.24a.15.5 : ὠφελεῖ τί δὲ βλάπτει τὸ κοινόν, οὐχὶ δὲ καὶ οὗτοι πάν– 42559 4.24a.15.6 : τες συμφορώτατον μὲν ταῖς πόλεσιν ἐνόμισαν τὸ πλη– 42560 4.24a.15.7 : θύνεσθαι τοὺς τῶν πολιτῶν οἴκους, βλαβερώτατον δὲ τὸ 42561 4.24a.15.8 : μειοῦσθαι; καὶ ἀπαιδίαν μὲν ἢ ὀλιγοπαιδίαν τῶν πολι– 42562 4.24a.15.9 : τῶν ὑπέλαβον εἶναι ἀλυσιτελές, τὸ δὲ ἔχειν παῖδας καὶ 42563 4.24a.15.10 : νὴ Δία πολλοὺς ἔχειν εἶναι λυσιτελές; τοῦτο μὲν γὰρ 42564 4.24a.15.11 : ἀμβλίσκειν ἀπεῖπον ταῖς γυναιξὶ καὶ ταῖς ἀπειθούσαις 42565 4.24a.15.12 : ζημίαν ἐπέθεσαν, τοῦτο δ´ ἀτοκίᾳ προστίθεσθαι καὶ τὴν 42566 4.24a.15.13 : κύησιν εἴργειν ἀπηγόρευσαν αὐταῖς, τοῦτο δὲ πολυπαι– 42567 4.24a.15.14 : δίας ἔταξαν γέρα καὶ ἀνδρὶ καὶ γυναικί, καὶ τὴν ἀπαιδίαν 42568 4.24a.15.15 : ἐπιζήμιον κατέστησαν. πῶς οὖν οὐκ ἂν ἡμεῖς ἄδικα καὶ 42569 4.24a.15.16 : παράνομα δρῷμεν ἐναντία δρῶντες τῇ βουλήσει τῶν νο– 42570 4.24a.15.17 : μοθετῶν, θείων καὶ θεοφιλῶν ἀνδρῶν, οἷς ἕπεσθαι νο– 42571 4.24a.15.18 : μίζεται καλὸν καὶ συμφέρον; δρῷμεν δ´ ἂν ἐναντία τὴν 42572 4.24a.15.19 : πολυπαιδίαν τὴν ἑαυτῶν κωλύοντες. πῶς δ´ οὐχὶ καὶ 42573 4.24a.15.20 : εἰς τοὺς πατρῴους θεοὺς ἐξαμαρτάνοιμεν ἂν καὶ εἰς 42574 4.24a.15.21 : τὸν ὁμόγνιον Δία ταῦτα πράττοντες; ὥσπερ γὰρ ὁ περὶ 42575 4.24a.15.22 : ξένους ἄδικος εἰς τὸν ξένιον ἁμαρτάνει Δία καὶ ὁ περὶ 42576 4.24a.15.23 : φίλους εἰς τὸν φίλιον, οὕτως ὅστις εἰς τὸ ἑαυτοῦ γένος 42577 4.24a.15.24 : ἄδικος, εἰς τοὺς πατρῴους ἁμαρτάνει θεοὺς καὶ εἰς τὸν 42578 4.24a.15.25 : ὁμόγνιον Δία, τὸν ἐπόπτην τῶν ἁμαρτημάτων τῶν περὶ 42579 4.24a.15.26 : τὰ γένη· ὁ δέ γε περὶ τοὺς θεοὺς ἁμαρτάνων ἀσεβής. 42580 4.24a.15.27 : καὶ μὴν ὅτι καλὸν καὶ λυσιτελὲς παίδων ἀνατροφὴ πολ– 42581 4.24a.15.28 : λῶν, μάθοι τις ἂν λογισάμενος, ὡς μὲν ἔντιμος ἐν πόλει 42582 4.24a.15.29 : πολύπαις ἀνήρ, ὡς δ´ αἰδῶ παρέχει τοῖς πλησίον, ὡς 42583 4.24a.15.30 : δὲ δύναται πλέον πάντων τῶν ὁμοίων, ἄν γε μὴ ὁμοίως 42584 4.24a.15.31 : παίδων εὐπορῶσιν. καθάπερ γάρ, οἶμαι, πολύφιλος ἀφί– 42585 4.24a.15.32 : λου ἀνδρὸς δυνατώτερος, οὕτω καὶ πολὺ μᾶλλον ὁ πολύ– 42586 4.24a.15.33 : παις τοῦ μὴ ἔμπαιδος ἢ τοῦ ὀλίγους κεκτημένου παῖδας, 42587 4.24a.15.34 : καὶ τοσούτῳ γε μᾶλλον, ὅσῳ περ ἐγγύτερον υἱὸς ἑκάστῳ 42588 4.24a.15.35 : ἢ φίλος. ἄξιον δὲ νοῆσαι, ποῖόν τι καὶ θέαμά ἐστιν 42589 4.24a.15.36 : ἀνὴρ πολύπαις ἢ γυνὴ σὺν ἀθρόοις ὁρώμενοι τοῖς ἑαυ– 42590 4.24a.15.37 : τῶν παισίν· οὔτε γὰρ πομπὴν πεμπομένην θεοῖς οὕτω 42591 4.24a.15.38 : καλὴν θεάσαιτ´ ἄν τις οὔτε χορείαν ἐπὶ ἱεροῖς κόσμῳ 42592 4.24a.15.39 : χορευόντων οὕτως ἀξιοθέατον, ὡς χορὸν παίδων πολλῶν 42593 4.24a.15.40 : προηγουμένων ἐν πόλει πατρὸς τοῦ ἑαυτῶν ἢ μητρός, 42594 4.24a.15.41 : χειραγωγούντων τοὺς γονεῖς ἢ τρόπον ἕτερον περιεπόν– 42595 4.24a.15.42 : των κηδεμονικῶς. τί μὲν τούτου κάλλιον τοῦ θεάματος; 42596 4.24a.15.43 : τί δὲ τῶν γονέων τούτων ζηλωτότερον, ἄλλως τε κἂν 42597 4.24a.15.44 : ἐπιεικεῖς ὦσι; τίσι δ´ ἂν ἄλλοις οὕτω προθύμως ἢ συν– 42598 4.24a.15.45 : εύξαιτό τις ἀγαθὰ παρὰ θεῶν, ἢ συμπράξειεν αὐτοῖς εἰς 42599 4.24a.15.46 : ὅ τι δέοιντο; ’νὴ Δία‘ φησίν 〈’ἀλλὰ ...‘〉. 42600 4.25.t.1 : {1ΟΤΙ ΑΣΥΜΦΟΡΟΝ ΤΟ ΕΧΕΙΝ ΤΕΚΝΑ, ΚΑΙ ΑΔΗΛΟΝ ΕΙ ΙΔΙΑ ΤΩΝ 42601 4.25.t.2 : ΕΧΕΙΝ ΝΟΜΙΖΟΝΤΩΝ. ΚΑΙ ΜΗΔΕ ΘΕΤΟΥΣ ΠΟΙΕΙΣΘΑΙ.}1 42602 4.25.16.1 : Μενάνδρου (fr. 656 K.). 42603 4.25.16.2 : Οὐκ ἔστιν οὐδὲν ἀθλιώτερον πατρός, 42604 4.25.16.3 : πλὴν ἕτερος ἂν ᾖ πλειόνων παίδων πατήρ. 42605 4.25.17.1 : Εὐριπίδου Οἰνομάῳ (fr. 571 N. 2). 42606 4.25.17.2 : Ἀμηχανῶ δ´ ἔγωγε κοὐκ ἔχω μαθεῖν, 42607 4.25.17.3 : εἴτ´ οὖν ἄμεινόν ἐστι γίγνεσθαι τέκνα 42608 4.25.17.4 : θνητοῖσιν εἴτ´ ἄπαιδα καρποῦσθαι βίον. 42609 4.25.17.5 : ὁρῶ γὰρ οἷς μὲν οὐκ ἔφυσαν, ἀθλίους, 42610 4.25.17.6 : ὅσοισι δ´ εἰσίν, οὐδὲν εὐτυχεστέρους. 42611 4.25.17.7 : καὶ γὰρ κακοὶ γεγῶτες ἐχθίστη νόσος, 42612 4.25.17.8 : κἂν αὖ γένωνται σώφρονες, κακὸν μέγα, 42613 4.25.17.9 : λυποῦσι τὸν φύσαντα μὴ πάθωσί τι. 42614 4.25.18.1 : Μενάνδρου Ἐπικλήρῳ (fr. 166 K.). 42615 4.25.18.2 : Ἢ δεῖ μόνον 42616 4.25.18.3 : ζῆν ἢ γενόμενον πατέρα παίδων ἀποθανεῖν· 42617 4.25.18.4 : οὕτω τὸ μετὰ ταῦτ´ ἐστὶ τοῦ βίου πικρόν. 42618 4.25.19.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 419 s.). 42619 4.25.19.2 : Ψυχὴ τέκν´· ὅστις δ´ αὔτ´ ἄπειρος ὢν λέγει, 42620 4.25.19.3 : ἧσσον μὲν ἀλγεῖ, δυστυχῶν δ´ εὐδαιμονεῖ. 42621 4.25.20.1 : Σοφοκλῆς Ἠλέκτρα ( 770 s.). 42622 4.25.20.2 : Δεινὸν τὸ τίκτειν ἐστίν· οὐδὲ γὰρ κακῶς 42623 4.25.20.3 : πάσχοντι μῖσος ὧν τέκῃ προσγίγνεται. 42624 4.25.21.1 : Μενάνδρου Προεγκαλῶν (fr. 418 K.). 42625 4.25.21.2 : Οἷον τὸ γενέσθαι πατέρα παίδων ἦν ... 42626 4.25.21.3 : λύπη, φόβος, φροντίς, πέρας ἐστὶν οὐδὲ ἕν. 42627 4.25.22.1 : Ὁμήρου (Od. I 215). 42628 4.25.22.2 : Μήτηρ μέν τ´ ἐμὲ φησὶ τοῦ ἔμμεναι, αὐτὰρ ἐγώ γε 42629 4.25.22.3 : οὐκ οἶδ´· οὐ γάρ πώ τις ἑὸν γόνον αὐτὸς ἀνέγνω. 42630 4.25.23.1 : Μενάνδρου. 42631 4.25.23.2 : *** 42632 4.25.24.1 : (Eur. fr. 1015 N. 2). 42633 4.25.24.2 : Ἔστιν δὲ μήτηρ φιλότεκνος μᾶλλον πατρός· 42634 4.25.24.3 : ἡ μὲν γὰρ αὑτῆς οἶδεν ὄνθ´, 〈ὁ δ´〉 οἴεται. 42635 4.25.25.1 : Σοφοκλῆς Ἀλεάδαις (fr. 83 N. 2). 42636 4.25.25.2 : Παῦσαι· καταρκεῖ τοῦδε κεκλῆσθαι πατρός, 42637 4.25.25.3 : εἴπερ πέφυκά γ´· εἰ δὲ μή, μείων βλάβη. 42638 4.25.25.4 : τό τοι νομισθὲν τῆς ἀληθείας κρατεῖ. 42639 4.25.26.1 : Εὐριπίδου Μελανίππη (fr. 491 N. 2). 42640 4.25.26.2 : Ἴστω δ´ ἄφρων ὢν ὅστις ἄτεκνος ὢν τὸ πρὶν 42641 4.25.26.3 : παῖδας θυραίους εἰς δόμους ἐκτήσατο, 42642 4.25.26.4 : τὴν μοῖραν εἰς τὸ μὴ χρεὼν παραστρέφων. 42643 4.25.26.5 : ᾧ γὰρ θεοὶ διδῶσι μὴ φῦναι τέκνα, 42644 4.25.26.6 : οὐ χρὴ μάχεσθαι πρὸς τὸ θεῖον, ἀλλ´ ἐᾶν. 42645 4.25.27.1 : Μενάνδρου Καρχηδονίῳ (fr. 261 K.). 42646 4.25.27.2 : Αὐτὸς γὰρ οὐδεὶς οἶδε πῶς 〈ποτ´〉 ἐγένετο. 42647 4.25.28.1 : Εὐριπίδου Ἐρεχθεῖ (fr. 359 N. 2). 42648 4.25.28.2 : Θετῶν δὲ παίδων ποῦ κράτος; τὰ φύντα γὰρ 42649 4.25.28.3 : κρείσσω νομίζειν τῶν δοκημάτων χρεών. 42650 4.25.29.1 : Δημοκρίτου (fr. 275 Diels 2). 42651 4.25.29.2 : Τεκνοτροφίη σφαλερόν· τὴν μὲν γὰρ ἐπιτυχίην ἀγῶ– 42652 4.25.29.3 : νος μεστὴν καὶ φροντίδος κέκτηται, τὴν δὲ ἀποτυχίην 42653 4.25.29.4 : ἀνυπέρθετον ἑτέρῃ ὀδύνῃ. 42654 4.25.30.1 : Ἀριστίππου. 42655 4.25.30.2 : Μεμφομένης αὐτῷ τῆς γυναικὸς ὅτι τὸν υἱὸν οὐ προσ– 42656 4.25.30.3 : ίεται, καὶ λεγούσης ὅτι ἐκ σοῦ εἴη, ἀποπτύσας ’καὶ γὰρ 42657 4.25.30.4 : τοῦτο‘ εἶπεν ’ἐξ ἐμοῦ· ἀλλ´ οὐδέν μοι χρήσιμόν ἐστιν‘. 42658 4.25.31.1 : Δημοκρίτου (fr. 276 Diels 2). 42659 4.25.31.2 : Οὐ δοκεῖ μοι χρῆναι παῖδας κτᾶσθαι· ἐνορῶ γὰρ ἐν 42660 4.25.31.3 : παίδων κτήσει πολλοὺς μὲν καὶ μεγάλους κινδύνους, πολ– 42661 4.25.31.4 : λὰς δὲ λύπας, ὀλίγα δὲ τὰ εὐθηλέοντα καὶ ταῦτα λεπτά 42662 4.25.31.5 : τε καὶ ἀσθενέα. 42663 4.25.32.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 277 Diels 2). 42664 4.25.32.2 : Ὅτεῳ χρήματά ἐστι παῖδα ποιήσασθαι, ἐκ τῶν φίλων 42665 4.25.32.3 : τεύ μοι δοκεῖ ἄμεινον εἶναι. καὶ τῷ μὲν παῖς ἔσται τοι– 42666 4.25.32.4 : οῦτος, οἷον ἂν βούληται· ἔστι γὰρ ἐκλέξασθαι οἷον ἐθέ– 42667 4.25.32.5 : λει· καὶ ὃς ἂν δοκῇ ἐπιτήδειος εἶναι, κἂν μάλιστα κατὰ 42668 4.25.32.6 : φύσιν ἕποιτο. καὶ τοῦτο τοσοῦτον διαφέρει, ὅσον ἐνταῦθα 42669 4.25.32.7 : μὲν ἔστι τὸν παῖδα λαβεῖν καταθύμιον ἐκ πολλῶν, οἷον 42670 4.25.32.8 : ἂν δέῃ. ἢν δέ τις ποιῆται ἀπὸ ἑωυτοῦ, πολλοὶ ἔνεισι 42671 4.25.32.9 : κίνδυνοι· ἀνάγκη γάρ, ὃς ἂν γένηται, τούτῳ χρῆσθαι. 42672 4.25.33.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 278 Diels 2). 42673 4.25.33.2 : Ἀνθρώποισι τῶν ἀναγκαίων δοκεῖ εἶναι παῖδας κτή– 42674 4.25.33.3 : σασθαι ἀπὸ φύσιος καὶ καταστάσιός τινος ἀρχαίης. δῆ– 42675 4.25.33.4 : λον δὲ καὶ τοῖς ἄλλοις ζῴοισι. πάντα γὰρ ἔκγονα κτᾶται 42676 4.25.33.5 : κατὰ φύσιν, ἐπωφελείης γε οὐδεμιᾶς εἵνεκα· ἀλλ´ ὅταν 42677 4.25.33.6 : γένηται, ταλαιπωρεῖ καὶ τρέφει ἕκαστον ὡς δύναται καὶ 42678 4.25.33.7 : ὑπερδέδοικε, μέχρι σμικρὰ ᾖ, καὶ ἤν τι πάθῃ ἀνιᾶται. ἡ 42679 4.25.33.8 : μὲν φύσις τοιαύτη πάντων ἐστὶν ὅσα ψυχὴν ἔχει· τῷ δὲ 42680 4.25.33.9 : δὴ ἀνθρώπῳ νομίζον ἤδη πεποίηται, ὥστε καὶ ἐπαύρεσίν 42681 4.25.33.10 : τινα γίνεσθαι ἀπὸ τοῦ ἐκγόνου. 42682 4.26.t.1 : {1ΟΤΙ ΚΡΕΙΤΤΟΝΕΣ ΟΙ ΑΡΡΕΝΕΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΩΝ, ΚΑΙ ΟΤΙ ΤΟΥΣ 42683 4.26.t.2 : ΝΟΘΟΥΣ ΟΥΚ ΕΛΑΤΤΟΝΑΣ ΧΡΗ ΚΡΙΝΕΙΝ ΤΩΝ ΓΝΗΣΙΩΝ.}1 42684 4.26.34.1 : Εὐριπίδου (fr. 318 N. 2). 42685 4.26.34.2 : Γυνὴ μὲν ἐξελθοῦσα πατρῴων δόμων 42686 4.26.34.3 : οὐ τῶν τεκόντων ἐστίν, ἀλλὰ τοῦ λέχους. 42687 4.26.34.4 : τὸ δ´ ἄρσεν ἕστηκ´ ἐν δόμοις ἀεὶ γένος 42688 4.26.34.5 : θεῶν πατρῴων καὶ τάφων τιμάορον. 42689 4.26.35.1 : Μενάνδρου (fr. 658 K.). 42690 4.26.35.2 : Θυγάτηρ ἐπίγαμος, κἂν ὅλως μηθὲν λαλῇ, 42691 4.26.35.3 : διὰ τοῦ σιωπᾶν πλεῖστα περὶ αὑτῆς λέγει. 42692 4.26.36.1 : Εὐριπίδου Ἰφιγενείᾳ (T. 57). 42693 4.26.36.2 : Στῦλοι γὰρ οἴκων παῖδές εἰσιν ἄρσενες. 42694 4.26.37.1 : Μενάνδρου (fr. 60 v. 1 K.). 42695 4.26.37.2 : Εὐδαιμονία τοῦτ´ ἐστὶν υἱὸς νοῦν ἔχων. 42696 4.26.38.1 : Μενάνδρου Ἀνεψιοῖς (fr. 60 v. 2 K.). 42697 4.26.38.2 : Ἀλλὰ θυγάτηρ κτῆμ´ ἐστὶν ἐργῶδες πατρί. 42698 4.26.39.1 : Μενάνδρου Ἁλιεῦσι (fr. 18 K.). 42699 4.26.39.2 : Χαλεπόν γε θυγάτηρ κτῆμα καὶ δυσδιάθετον. 42700 4.26.40.1 : Ποσειδίππου Ἑρμαφροδίτου (fr. 11 K.). 42701 4.26.40.2 : Υἱὸν τρέφει πᾶς, κἂν πένης τις ὢν τύχῃ· 42702 4.26.40.3 : θυγατέρα δ´ ἐκτίθησι, κἂν ᾖ πλούσιος. 42703 4.26.41.1 : Διφίλου (fr. 136 K.). 42704 4.26.41.2 : Κόρης ἀπαλλαττόμεθα ταμιείου πικροῦ. 42705 4.26.42.1 : Σοφοκλῆς Ἀλεάδαις (fr. 84 N. 2). 42706 4.26.42.2 : Ὁ δ´ εἰ νόθος τις γνησίοις ἴσον σθένει· 42707 4.26.42.3 : ἅπαν τὸ χρηστὸν γνησίαν ἔχει φύσιν. 42708 4.26.43.1 : Εὐριπίδου Ἀντιγόνῃ (fr. 168 N. 2). 42709 4.26.43.2 : Ὀνόματι μεμπτὸν τὸ νόθον, ἡ φύσις δ´ ἴση. 42710 4.26.44.1 : Εὐριπίδου Εὐρυσθεῖ (fr. 377 N. 2). 42711 4.26.44.2 : Μάτην δὲ θνητοὶ τοὺς νόθους φεύγους´ ἄρα 42712 4.26.44.3 : παῖδας φυτεύειν· ὃς γὰρ ἂν χρηστὸς φύῃ, 42713 4.26.44.4 : οὐ τοὔνομ´ αὐτοῦ τὴν φύσιν διαφθερεῖ. 42714 4.26.45.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομέδας (fr. 141 N. 2). 42715 4.26.45.2 : Ἐγὼ δὲ παῖδας οὐκ ἐῶ νόθους λαβεῖν· 42716 4.26.45.3 : τῶν γνησίων γὰρ οὐδὲν ὄντες ἐνδεεῖς 42717 4.26.45.4 : νόμῳ νοσοῦσιν· ὅ σε φυλάξασθαι χρεών. 42718 4.27.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΝΗΠΙΩΝ.}1 42719 4.27.46.1 : Καλλιμάχου (fr. 127 Schn.). 42720 4.27.46.2 : Ἄρνες τοι, φίλε κοῦρε, συνήλικες, ἄρνες ἑταῖροι 42721 4.27.46.3 : ἔσκον, ἐνιαυθμοὶ δ´ αὔλια καὶ βοτάναι. 42722 4.27.47.1 : Θεοκρίτου Βουκολικῶν (VIII 63 s.). 42723 4.27.47.2 : Φείδευ τῶν ἀρνῶν, φείδευ, λύκε, τῶν ἐρίφων μευ, 42724 4.27.47.3 : μηδ´ ἀδικῇς μ´, ὅτι μικρὸς ἐὼν πολλοῖσιν ὁμαρτέω. 42725 4.27.48.1 : Βιότου ἐκ Μηδείας (cf. Com. III p. 366 K.). 42726 4.27.48.2 : Τὸ θρέψαι δ´ ἐν βροτοῖσι πολλάκις 42727 4.27.48.3 : πλείω πορίζει φίλτρα τοῦ φῦσαι τέκνα. 42728 4.27.49.1 : Εὐριπίδου Αὔγης (fr. 272 N. 2). 42729 4.27.49.2 : Τίς δ´ οὐχὶ χαίρει νηπίοις ἀθύρμασιν; 42730 4.27.50.1 : Εὐφορίωνος (fr. 107 Scheidweiler). 42731 4.27.50.2 : Τέκνον, μὴ σύ γε μητρὸς ἀπ´ ἀνθερεῶνας ἀμήσῃς, 42732 4.27.50.3 : ἠελίους ἥτις σε τριηκοσίους ἐφόρησα, 42733 4.27.50.4 : τέκνον, ὑπὸ ζώνῃ, φοβερὰς δ´ ὠδῖνας ἀνέτλην, 42734 4.27.50.5 : εἰς φάος ἐρχομένου· λαρὸν δ´ ἐπὶ χείλεσι πρώτη 42735 4.27.50.6 : μαστὸν ἐπισχομένη λευκῷ 〈ς´〉 ἔψισα γάλακτι. 42736 4.27.51.1 : Ἡρώδου Μιμιάμβων (fr. 62 Cr.). 42737 4.24d.51.2 : Ἢ χαλκέην μοι μυῖαν ἢ κύθρην παίζει, 42738 4.24d.51.3 : ἢ ταῖσι μηλάνθαισιν ἅμματ´ ἐξάπτων 42739 4.24d.51.4 : τοῦ κεσκέου μοι τὸν γέροντα λωβῆται. 42740 4.24d.52.1 : Πομπηίου Μάκρου (Tr. gr. fr. p. 831 N. 2). 42741 4.24d.52.2 : Δεῦτ´ ὦ τέκν´, ὦ στερχθένθ´ ὅσον πλεῖστον θέμις, 42742 4.24d.52.3 : ὦ πολλὰ τέρψαντ´ οὐδὲ λυπήσαντά τι 42743 4.24d.52.4 : μητέρα· τί προσλάζυσθε κἀξαρτᾶσθέ μου; 42744 4.24d.52.5 : βούλεσθ´ ἀθύρειν; παίζετ´, ὦ νέαι φρένες· 42745 4.24d.52.6 : ὡς ἔστιν ἡμῖν τοῦτ´ ἔαρ παντὸς βίου. 42746 4.24d.52.7 : ἥβῃ δὲ λῦπαι φροντίδες θ´ ἡβῶς´ ὁμοῦ. 42747 4.24d.53.1 : Εὐριπίδου Δανάης (fr. 323 N. 2). 42748 4.24d.53.2 : Τάχ´ ἂν πρὸς ἀγκάλαισι καὶ στέρνοις ἐμοῖς 42749 4.24d.53.3 : πηδῶν ἀθύροι, καὶ φιλημάτων ὄχλῳ 42750 4.24d.53.4 : ψυχὴν ἐμὴν κτήσαιτο· ταῦτα γὰρ βροτοῖς 42751 4.24d.53.5 : φίλτρον μέγιστον, αἱ ξυνουσίαι, πάτερ. 42752 4.24d.54.1 : Σοφοκλέους Αἴαντι ( 550 ss.). 42753 4.24d.54.2 : Ὦ παῖ, γένοιο πατρὸς εὐτυχέστερος, 42754 4.24d.54.3 : τὰ δ´ ἄλλ´ ὅμοιος· καὶ γένοι´ ἂν οὐ κακός. 42755 4.24d.54.4 : καίτοι σε καὶ νῦν τοῦτό γε ζηλοῦν ἔχω, 42756 4.24d.54.5 : ὁθούνεκ´ οὐδὲν τῶνδ´ ἐπαισθάνῃ κακῶν· 42757 4.24d.54.6 : ἐν τῷ φρονεῖν γὰρ μηδὲν ἥδιστος βίος, 42758 4.24d.54.7 : ἕως τὸ χαίρειν καὶ τὸ λυπεῖσθαι μάθῃς. 42759 4.24d.55.1 : Εὐριπίδου Μηδείας ( 46 ss.). 42760 4.24d.55.2 : Ἀλλ´ οἵ γε παῖδες ἐκ τρόχων πεπαυμένοι 42761 4.24d.55.3 : στείχουσι, μητρὸς οὐδὲν ἐννοούμενοι 42762 4.24d.55.4 : κακῶν· νέα γὰρ φροντὶς οὐκ ἀλγεῖν φιλεῖ. 42763 4.25.t.1 : {1ΟΤΙ ΧΡΗ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΤΗΣ ΚΑΘΗΚΟΥΣΗΣ ΤΙΜΗΣ ΚΑΤΑΞΙΟΥΣΘΑΙ 42764 4.25.t.2 : ΠΑΡΑ ΤΩΝ ΤΕΚΝΩΝ, ΚΑΙ ΕΙ ΕΝ ΑΠΑΣΙΝ ΑΥΤΟΙΣ ΠΕΙΣΤΕΟΝ.}1 42765 4.25.1.1 : Θεόγνιδος ( 131 s.). 42766 4.25.1.2 : Οὐδὲν ἐν ἀνθρώποισι πατρὸς καὶ μητρὸς ἄμεινον 42767 4.25.1.3 : ἔπλεθ´, ὅσοις ὁσίης, Κύρνε, μέμηλε δίκης. 42768 4.25.2.1 : Εὐριπίδου Ἡρακλείδαις (cf. Eur. fr. 852 N. 2). 42769 4.25.2.2 : Ὅστις δὲ τοὺς τεκόντας ἐν βίῳ σέβει, 42770 4.25.2.3 : ὅδ´ ἐστὶ καὶ ζῶν καὶ θανὼν θεοῖς φίλος. 42771 4.25.3.1 : Ἐν ταὐτῷ (Eur. Heraclid. 297 s. fr. 949 N. 2). 42772 4.25.3.2 : Οὐκ ἔστι παισὶ τοῦδε κάλλιον γέρας 42773 4.25.3.3 : ἢ πατρὸς ἐσθλοῦ κἀγαθοῦ πεφυκέναι 42774 4.25.3.4 : καὶ τοῖς τεκοῦσιν ἀξίαν τιμὴν νέμειν. 42775 4.25.4.1 : Εὐριπίδου Ἐρεχθεῖ (fr. 358 N. 2). 42776 4.25.4.2 : Οὐκ ἔστιν οὐδὲν μητρὸς ἥδιον τέκνοις· 42777 4.25.4.3 : ἐρᾶτε μητρός, παῖδες, ὡς οὐκ ἔστ´ ἔρως 42778 4.25.4.4 : τοιοῦτος ἄλλος οἷος ἡδίων ἐρᾶν. 42779 4.25.5.1 : Κλεαινέτου (fr. 1 p. 807 N. 2). 42780 4.25.5.2 : Γεννητόρων ἕκατι κατθανεῖν καλόν. 42781 4.25.6.1 : Δικαιογένους (fr. 4 p. 776 N. 2). 42782 4.25.6.2 : Αὐτὸς τραφεὶς δὲ τῶν φυτευσάντων ὕπο 42783 4.25.6.3 : καλῶς, τὸν αὐτὸν ἔρανον αὐτοῖσιν νέμεις. 42784 4.25.7.1 : Ἀντιφάνους (fr. 261 K.). 42785 4.25.7.2 : Ὅστις δ´ ἐρυθριᾷ τηλικοῦτος ὢν ἔτι 42786 4.25.7.3 : πρὸς τοὺς ἑαυτοῦ γονέας, οὐκ ἔστιν κακός. 42787 4.25.7a.1 : (Antiph. fr. 262 K.) 42788 4.25.7a.2 : Ὅστις γὰρ ὁμόλογόν τι μὴ ποιεῖ πατρί, 42789 4.25.7a.3 : πάντων ἂν οὗτος κατεφρόνησε τῶν θεῶν. 42790 4.25.8.1 : (Trag. gr. fr. adesp. 544 N. 2). 42791 4.25.8.2 : Τοῦ γὰρ πατρὸς κρατεῖν μὲν αἰσχύνην φέρει, 42792 4.25.8.3 : ἡσσημένῳ δὲ δόξα νικητήριος. 42793 4.25.8.1 : Φιλήμονος (fr. 156 K.). 42794 4.25.8.2 : Ἔτεκές με, μῆτερ, καὶ γένοιτό σοι τέκνων 42795 4.25.8.3 : ὄνησις, ὥσπερ καὶ δίκαιον ἔστι σοι. 42796 4.25.9.1 : Ἰουλίου ἐκ τῶν εἰς τὸν Διόνυσον καὶ τὴν πατρίδα 42797 4.25.9.2 : γραφέντων. 42798 4.25.9.3 : Κάδμον δ´ ἀραμένη τλήμων ἐξῆλθεν Ἀγαυὴ 42799 4.25.9.4 : ὃν πατέρα τρομέοντα· φέρεν δέ μιν ὧν ὑπὲρ ὤμων 42800 4.25.9.5 : γήραϊ κεκμηῶτα, καλῷ δ´ ἐβαρύνετο φόρτῳ. 42801 4.25.10.1 : Σοφοκλῆς ἐν Ἀντιγόνῃ ( 757). 42802 4.25.10.2 : Εἰ μὴ πατὴρ ἦσθ´, εἶπον ἄν ς´ οὐκ εὖ φρονεῖν. 42803 4.25.11.1 : Πυθαγόρου ἐκ τῶν Χρυσῶν ἐπῶν ( 4 ed. Nauck). 42804 4.25.11.2 : Τούς τε γονεῖς τίμα τούς τ´ ἄγχιστ´ ἐκγεγαῶτας. 42805 4.25.12.1 : Ἀγάθωνος (fr. 28 p. 768 N. 2). 42806 4.25.12.2 : Ὡς ἡδὺ τῷ φύσαντι πείθεσθαι τέκνα. 42807 4.25.13.1 : Ἀλέξιδος (fr. 267 K.). 42808 4.25.13.2 : Οὐκ ἠξίωσα καταλιπεῖν τὴν μητέρα, 42809 4.25.13.3 : πρώτην δὲ σῴζειν· τοῖς γὰρ ὀρθῶς εἰδόσι 42810 4.25.13.4 : τὰ θεῖα μείζω μητρὸς οὐκ ἔστιν ποτέ. 42811 4.25.13.5 : ὅθεν † ὁ πρῶτος οὐκ ἀπαιδεύτως ἔχων, 42812 4.25.13.6 : ἱδρύσαθ´ ἱερὸν μητρός, οὐ δείξας σαφῶς 42813 4.25.13.7 : ποίας, ἐάσας δ´ ὑπονοεῖν εἰς τοὔνομα. 42814 4.25.14.1 : Μενάνδρου (fr. 586 K.). 42815 4.25.14.2 : Αἰσχύνομαι τὸν πατέρα, Κλειτοφῶν, μόνον. 42816 4.25.14.3 : ἀντιβλέπειν ἐκεῖνον οὐ δυνήσομαι 42817 4.25.14.4 : ἀδικῶν· τὰ δ´ ἄλλα ῥᾳδίως χειρώσομαι. 42818 4.25.15.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμέωνος (fr. 82 N. 2). 42819 4.25.15.2 : Τὰ τῶν τεκόντων ὡς μετέρχεται θεὸς 42820 4.25.15.3 : μιάσματα. 42821 4.25.16.1 : Διφίλου (fr. 93 K.). 42822 4.25.16.2 : Εἰ τοῦ πατρὸς δόξαιμι κρεῖττόν σοι λέγειν, 42823 4.25.16.3 : ἐμαυτὸν ἀδικῶ κοὐκέτ´ εἰμὶ θεοσεβής, 42824 4.25.16.4 : ὅτι τὸν κατασπείραντα λυπῶ κοὐ φιλῶ. 42825 4.25.17.1 : Τιμοκλέους (fr. 34 K.). 42826 4.25.17.2 : Ὅστις φοβεῖται τὸν πατέρα κᾀσχύνεται, 42827 4.25.17.3 : οὗτος πολίτης ἀγαθὸς ἔσται κατὰ λόγον 42828 4.25.17.4 : καὶ τοὺς πολεμίους δυνάμενος κακῶς ποιεῖν. 42829 4.25.18.1 : Μενάνδρου (fr. 659 K.). 42830 4.25.18.2 : Μηθὲν ὀδύνα τὸν πατέρα γινώσκων, ὅτι 42831 4.25.18.3 : ὁ † μέγιστα ἀγαπῶν δι´ ἐλάχιστ´ ὀργίζεται. 42832 4.25.19.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάῳ (fr. 234 N. 2). 42833 4.25.19.2 : Πατρὸς δ´ ἀνάγκη παισὶ πείθεσθαι λόγῳ. 42834 4.25.20.1 : Σοφοκλῆς Οἰδίποδι (tyr. 999). 42835 4.25.20.2 : Τὰ τῶν τεκόντων ὄμμαθ´ ἥδιστον βλέπειν. 42836 4.25.21.1 : Ὁμήρου (Od. I 298 s.). 42837 4.25.21.2 : Ἢ οὐκ ἀίεις ὅσσον κλέος ἔλλαβε δῖος Ὀρέστης 42838 4.25.21.3 : πάντας ἐπ´ ἀνθρώπους, ἐπεὶ ἔκτανε πατροφονῆα; 42839 4.25.22.1 : Εὐριπίδου (Herc. 583). 42840 4.25.22.2 : Δίκαια τοὺς τεκόντας ὠφελεῖν τέκνα. 42841 4.25.23.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμέωνι (fr. 84 N. 2). 42842 4.25.23.2 : Ἢ τί πλέον εἶναι παῖδας ἀνθρώποις, πάτερ, 42843 4.25.23.3 : εἰ μὴ ´πὶ τοῖς δεινοῖσιν ὠφελήσομεν; 42844 4.25.24.1 : Σοφοκλέους Ἀκρισίῳ (fr. 61 N. 2). 42845 4.25.24.2 : Ῥῆσις βραχεῖα τοῖς φρονοῦσι σώφρονα 42846 4.25.24.3 : πρὸς τοὺς τεκόντας καὶ φυτεύσαντας πρέπει. 42847 4.25.25.1 : Χαιρήμονος (fr. 33 p. 790 N. 2). 42848 4.25.25.2 : Γένοιτό μοι τὰς χάριτας ἀποδοῦναι πατρί. 42849 4.25.26.1 : Μενάνδρου (fr. 805 K.). 42850 4.25.26.2 : Νόμος γονεῦσιν ἰσοθέους τιμὰς νέμειν. 42851 4.25.27.1 : Εὐριπίδου (fr. 1064 N. 2). 42852 4.25.27.2 : Ἀλλ´ ἴσθ´, ἐμοὶ μὲν οὗτος οὐκ ἔσται νόμος, 42853 4.25.27.3 : τὸ μὴ οὐ σέ, μῆτερ, προσφιλῆ νέμειν ἀεὶ 42854 4.25.27.4 : καὶ τοῦ δικαίου καὶ τόκων τῶν σῶν χάριν. 42855 4.25.27.5 : στέργω δὲ τὸν φύσαντα τῶν πάντων βροτῶν 42856 4.25.27.6 : μάλισθ´· ὁρίζω τοῦτο, καὶ σὺ μὴ φθόνει· 42857 4.25.27.7 : κείνου γὰρ ἐξέβλαστον· οὐδ´ ἂν εἷς ἀνὴρ 42858 4.25.27.8 : γυναικὸς αὐδήσειεν, ἀλλὰ τοῦ πατρός. 42859 4.25.28.1 : Ὀρφέως (fr. 281 Abel). 42860 4.25.28.2 : Ζεὺς δ´ ἐφορᾷ γονέων ὁπόσοι τίουσι θέμιστας, 42861 4.25.28.3 : ἠδ´ ὅσοι οὐκ ἀλέγουσιν ἀναιδέα θυμὸν ἔχοντες. 42862 4.25.28.4 : καὶ τοῖς μὲν πρόφρων τε καὶ ἤπιος ἐσθλὰ δίδωσι, 42863 4.25.28.5 : τοῖς δὲ κακὰ φρονέων νεμεσίζεται ἐμμενὲς αἰεί· 42864 4.25.28.6 : δειναὶ γὰρ κατὰ γαῖαν Ἐρινύες εἰσὶ τοκήων. 42865 4.25.29.1 : Εὐριπίδου Ἀλόπης (fr. 110 N. 2). 42866 4.25.29.2 : Ἐγὼ δ´, ὃ μὲν μέγιστον, ἄρξομαι λέγειν 42867 4.25.29.3 : ἐκ τοῦδε πρῶτον· πατρὶ πείθεσθαι χρεὼν 42868 4.25.29.4 : παῖδας νομίζειν τ´ αὐτὸ τοῦτ´ εἶναι δίκην. 42869 4.25.30.1 : Φιλήμονος (fr. 199 K.). 42870 4.25.30.2 : Βούλου γονεῖς πρώτιστον ἐν τιμαῖς ἔχειν. 42871 4.25.31.1 : Χαιρήμονος. 42872 4.25.31.2 : *** 42873 4.25.31a.1 : (incerti poetae comici) 42874 4.25.31a.2 : Βεβαιοτέραν ἔχε τὴν φιλίαν πρὸς τοὺς γονεῖς. 42875 4.25.32.1 : Μενάνδρου (fr. 806 K.). 42876 4.25.32.2 : Δίκας γραφόμενος τοὺς γονεῖς μαίνῃ, τάλαν. 42877 4.25.33.1 : Δικαιογένους (fr. 5 p. 776 N. 2). 42878 4.25.33.2 : Θεὸς μέγιστος τοῖς φρονοῦσιν οἱ γονεῖς. 42879 4.25.34.1 : Πλάτωνος Νόμων ιαʹ (p. 930 E–931 A). 42880 4.25.34.2 : Γονέων δὲ ἀμελεῖν οὔτε θεὸς οὔτ´ ἄνθρωπος ξύμ– 42881 4.25.34.3 : βουλος νοῦν ἔχων ποτὲ γένοιτ´ ἂν οὐδεὶς οὐδενί. φρονῆ– 42882 4.25.34.4 : σαι δὲ χρὴ περὶ θεῶν θεραπείας τοιόνδε προοίμιον ἂν 42883 4.25.34.5 : γενόμενον εἰς τὰς τῶν γεννησάντων τιμάς τε καὶ ἀτιμίας 42884 4.25.34.6 : ὀρθῶς ξυντεταγμένον· νόμοι περὶ θεοὺς ἀρχαῖοι κεῖνται 42885 4.25.34.7 : πᾶσι διχῇ. τοὺς μὲν γὰρ τῶν θεῶν ὁρῶντες σαφῶς τιμῶ– 42886 4.25.34.8 : μεν, τῶν δ´ εἰκόνας ἀγάλματα ἱδρυσάμενοι, οὓς ἡμῖν 42887 4.25.34.9 : ἀγάλλουσι καίπερ ἀψύχους ὄντας, ἐκείνους ἡγούμεθα τοὺς 42888 4.25.34.10 : ἐμψύχους θεοὺς πολλὴν διὰ ταῦτ´ εὔνοιαν καὶ χάριν ἔχειν. 42889 4.25.34.11 : πατὴρ οὖν ὅτῳ καὶ μήτηρ ἢ τούτων πατέρες ἢ μητέ– 42890 4.25.34.12 : ρες ἐν οἰκίᾳ κεῖνται κειμήλιοι ἀπειρηκότες γήρᾳ, μη– 42891 4.25.34.13 : δεὶς διανοηθήτω ποτὲ ἄγαλμα αὑτῷ, τοιοῦτον ἐφέστιον 42892 4.25.34.14 : ἵδρυμα ἐν οἰκίᾳ ἔχων, μᾶλλον κύριον ἔσεσθαι, ἐὰν δὴ 42893 4.25.34.15 : κατὰ τρόπον γε ὀρθῶς αὐτὸ θεραπεύῃ ὁ κεκτημένος. 42894 4.25.35.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Εὐθύφρονος (p. 4 E). 42895 4.25.35.2 : Σὺ δὲ δὴ πρὸς Διός, ὦ Εὐθύφρων, οὑτωσὶ ἀκριβῶς 42896 4.25.35.3 : οἴει ἐπίστασθαι περὶ τῶν θεῶν ὅπῃ ἔχει, καὶ τῶν ὁσίων 42897 4.25.35.4 : τε καὶ ἀνοσίων, ὥστε τούτων οὕτω πραχθέντων ὡς σὺ 42898 4.25.35.5 : λέγεις, οὐ φοβῇ δικαζόμενος τῷ πατρὶ ὅπως μὴ αὖ σὺ 42899 4.25.35.6 : ἀνόσιον πρᾶγμα τυγχάνῃς πράττων; 42900 4.25.36.1 : Ἰσοκράτους πρὸς Δημόνικον (§ 14 p. 4 E). 42901 4.25.36.2 : Τοιοῦτος γίνου περὶ τοὺς γονεῖς, οἵους ἂν εὔξαιο 42902 4.25.36.3 : περὶ σεαυτὸν γενέσθαι τοὺς σεαυτοῦ παῖδας. 42903 4.25.37.1 : Ἀναξιμένους. (fr. 24 p 39 Muell.) 42904 4.25.37.2 : Οὗτος γὰρ μάλιστα πάντων φιλοπάτωρ ἐστίν, ὅστις 42905 4.25.37.3 : ζητεῖ δι´ οὗ μηδὲν λυπήσας τὸν πατέρα πλεῖστ´ αὐτὸς 42906 4.25.37.4 : εὐφράναιτ´ ἄν. τί γάρ ἐστι δικαιότερον ἢ τοὺς γενέσεως 42907 4.25.37.5 : καὶ παιδείας αἰτίους ὄντας ἀντευεργετεῖν; 42908 4.25.38.1 : Αἰλιανοῦ ἐκ τῆς Συμμίκτου ἱστορίας (p. 427 ed. mai. 42909 4.25.38.2 : Herch.). 42910 4.25.38.3 : Πρώτῃ καὶ ὀγδοηκοστῇ Ὀλυμπιάδι φασὶ τὴν Αἴτνην 42911 4.25.38.4 : ῥυῆναι. ὅτε καὶ Φιλόνομος καὶ Καλλίας οἱ Καταναῖοι 42912 4.25.38.5 : τοὺς ἑαυτῶν πατέρας ἀράμενοι διὰ μέσης τῆς φλογὸς 42913 4.25.38.6 : ἐκόμισαν, τῶν ἄλλων κτημάτων καταφρονήσαντες, ἀνθ´ 42914 4.25.38.7 : ὧν καὶ ἀμοιβῆς ἔτυχον τῆς ἐκ τοῦ θείου· τὸ γάρ τοι πῦρ 42915 4.25.38.8 : θεόντων αὐτῶν διέστη καθ´ ὃ μέρος ἐκεῖνοι παρεγίνοντο. 42916 4.25.39.1 : Τοῦ αὐτοῦ (IX 33). 42917 4.25.39.2 : Μειράκιον Ἐρετρικὸν προσεφοίτησε Ζήνωνι πλείονος 42918 4.25.39.3 : χρόνου ἔστ´ † ἂν καὶ εἰς ἄνδρας ἀφίκετο. ὕστερον οὖν 42919 4.25.39.4 : εἰς τὴν Ἐρετρίαν ἐπανῆλθεν, καὶ αὐτὸν ὁ πατὴρ ἤρετο, 42920 4.25.39.5 : ὅ τι ἄρα μάθοι σοφὸν ἐν τῇ τοσαύτῃ διατριβῇ τοῦ χρό– 42921 4.25.39.6 : νου. ὁ δὲ ἔφη δείξειν, καὶ οὐκ εἰς μακρὰν ἔδρασε τοῦτο. 42922 4.25.39.7 : χαλεπήναντος γὰρ αὐτῷ τοῦ πατρὸς καὶ τέλος πληγὰς 42923 4.25.39.8 : ἐντείναντος, ὁ δὲ τὴν ἡσυχίαν ἀγαγὼν καὶ ἐγκαρτερήσας 42924 4.25.39.9 : τοῦτο ἔφη μεμαθηκέναι, φέρειν ὀργὴν πατέρων καὶ μὴ 42925 4.25.39.10 : ἀγανακτεῖν. 42926 4.25.40.1 : Πλάτωνος (epist. VII p. 331 C). 42927 4.25.40.2 : Πατέρα δὲ ἢ μητέρα οὐχ ὅσιον ἡγοῦμαι προσβιά– 42928 4.25.40.3 : ζεσθαι μὴ νόσῳ παραφροσύνης ἐχομένους, ἐὰν δέ τινα 42929 4.25.40.4 : καθεστῶτα ζῶσι βίον, αὐτοῖς μὲν ἀρέσκοντα, ἐμοὶ δὲ μή, 42930 4.25.40.5 : μήτε ἀπεχθάνεσθαι νουθετοῦντα 〈μήτε δὴ κολακεύοντά 42931 4.25.40.6 : γε ὑπηρετεῖν αὐτοῖς, πληρώσεις ἐπιθυμιῶν〉 ἐκπορίζοντα, 42932 4.25.40.7 : ἃς αὐτὸς ἀσπαζόμενος οὐκ ἂν ἐθέλοιμι ζῆν. 42933 4.25.41.1 : Πιττακοῦ. 42934 4.25.41.2 : Πιττακὸς παρακαλούμενος υἱῷ καὶ πατρὶ διαιτῆσαι 42935 4.25.41.3 : εἶπε πρὸς τὸν υἱόν ’εἰ μὲν ἀδικώτερα μέλλεις λέγειν τοῦ 42936 4.25.41.4 : πατρός, κατακριθήσῃ· εἰ δὲ δικαιότερα, διὰ τοῦτο αὐτὸ 42937 4.25.41.5 : ἄξιος εἶ κατακριθῆναι‘. 42938 4.25.42.1 : Σωκράτους. 42939 4.25.42.2 : Ἀγνώμονι πατρὶ καθάπερ αὐστηρῷ νόμῳ συμπερι– 42940 4.25.42.3 : ενεκτέον. 42941 4.25.43.1 : Πλάτωνος. 42942 4.25.43.2 : Πλάτων θρασυνόμενον ἰδών τινα πρὸς τὸν ἑαυτοῦ 42943 4.25.43.3 : πατέρα ’οὐ παύσῃ μειράκιον‘ εἶπε ’τούτου καταφρονῶν. 42944 4.25.43.4 : δι´ ὃν μέγα φρονεῖν ἀξιοῖς;‘ 42945 4.25.44.1 : Ἐκ τῶν Ἀρίστωνος Ὁμοιωμάτων. (Arist. Chii fr. 386 de Arn.) 42946 4.25.44.2 : Οἱ ἄρτι ἐκ φιλοσοφίας πάντας ἐλέγχοντες καὶ ἀπὸ 42947 4.25.44.3 : τῶν γονέων ἀρχόμενοι πάσχουσιν ὅπερ νεώνητοι κύνες· 42948 4.25.44.4 : οὐ μόνον τοὺς ἄλλους ὑλακτοῦσιν ἀλλὰ καὶ τοὺς ἔνδον. 42949 4.25.45.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστοξένου Πυθαγορικῶν ἀποφάσεων (Diels 42950 4.25.45.2 : Vorsokr. 2 I p. 283). 42951 4.25.45.3 : Μετὰ τὸ θεῖον καὶ δαιμόνιον πλεῖστον ποιεῖσθαι 42952 4.25.45.4 : λόγον γονέων τε καὶ νόμων μὴ πλαστῶς, ἀλλὰ πεπιστευ– 42953 4.25.45.5 : μένως ἑαυτὸν πρὸς ταῦτα παρασκευάζοντα. τὸ μένειν 42954 4.25.45.6 : 〈ἐν〉 τοῖς πατρίοις ἔθεσί τε καὶ νόμοις ἐδοκίμαζον, εἰ καὶ 42955 4.25.45.7 : μικρῷ χείρω τῶν ἑτέρων εἴη. 42956 4.25.46.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Plat. Leg. XI p. 930 E). 42957 4.25.46.2 : Γονέων δὲ ἀμελοῦντι οὔτε θεὸς οὔτε ἄνθρωπος νοῦν 42958 4.25.46.3 : ἔχων ξύμβουλός ποτε γένοιτ´ ἂν οὐδεὶς οὐδενί. 42959 4.25.47.1 : Τοῦ αὐτοῦ (p. 931 E). 42960 4.25.47.2 : Πᾶς δὴ νοῦν ἔχων φοβεῖται καὶ τιμᾷ γονέων εὐχάς, 42961 4.25.47.3 : εἰδὼς πολλοῖς καὶ πολλάκις ἐπιτελεῖς γινομένας. 42962 4.25.48.1 : Τοῦ αὐτοῦ (p. 932 A). 42963 4.25.48.2 : Τοῖς μὲν ἀγαθοῖς ἕρμαιον πρόγονοι γηραιοί, ζῶντες 42964 4.25.48.3 : μέχρι τῶν ἐσχάτων τοῦ βίου, καὶ ἀπιόντες νέοις σφόδρα 42965 4.25.48.4 : ποθεινοί, τοῖς δὲ κακοῖς εὖ μάλα φοβεροί. 42966 4.25.49.1 : Πλάτωνος Νόμων δʹ (p. 717 B–718 A). 42967 4.25.49.2 : Γονέων δὲ μετὰ ταῦτα τιμαὶ ζώντων· ὡς θέμις ὀφεί– 42968 4.25.49.3 : λοντα ἀποτίνειν τὰ πρῶτά τε καὶ μέγιστα ὀφειλήματα, 42969 4.25.49.4 : χρεῶν πάντων πρεσβύτατα, νομίζειν δέ, ἃ κέκτηται καὶ 42970 4.25.49.5 : ἔχει, πάντα εἶναι τῶν γεννησάντων καὶ θρεψαμένων πρὸς 42971 4.25.49.6 : τὸ παρέχειν αὐτὰ εἰς ὑπηρεσίαν ἐκείνοις κατὰ δύναμιν 42972 4.25.49.7 : πᾶσαν, ἀρχόμενον ἀπὸ τῆς οὐσίας, δεύτερα τὰ τοῦ σώμα– 42973 4.25.49.8 : τος, τρίτα τὰ τῆς ψυχῆς, ἀποτίνοντα δανείσματα ἐπιμε– 42974 4.25.49.9 : λείας τε καὶ ὑπερπονούντων ὠδῖνας παλαιὰς ἐπὶ νέοις 42975 4.25.49.10 : δανεισθείσας, ἀποδιδόντα δὲ παλαιοῖς ἐν τῷ γήρᾳ σφό– 42976 4.25.49.11 : δρα κεχρημένοις. παρὰ δὲ πάντα τὸν βίον ἔχειν τε καὶ 42977 4.25.49.12 : ἐσχηκέναι χρὴ πρὸς αὑτοῦ γονέας εὐφημίαν διαφερόντως, 42978 4.25.49.13 : διότι κούφων καὶ πτηνῶν λόγων βαρυτάτη ζημία. πᾶσι 42979 4.25.49.14 : γὰρ ἐπίσκοπος τοῖς περὶ τὰ τοιαῦτα ἐτάχθη Δίκης Νέ– 42980 4.25.49.15 : μεσις ἄγγελος. θυμουμένοις γε οὖν ὑπείκειν δεῖ καὶ ἀπο– 42981 4.25.49.16 : πιμπλᾶσι τὸν θυμόν, ἐάν τε ἐν λόγοις ἐάν τε ἐν ἔργοις 42982 4.25.49.17 : δρῶσι τὸ τοιοῦτον, ξυγγιγνώσκοντα, ὡς εἰκότως μάλιστα 42983 4.25.49.18 : πατὴρ ὑεῖ δοξάζων ἀδικεῖσθαι θυμοῖτ´ ἂν διαφερόντως. 42984 4.25.49.19 : τελευτησάντων δὲ γονέων ταφὴ μὲν ἡ σωφρονεστάτη καλ– 42985 4.25.49.20 : λίστη, μήτε ὑπεραίροντα τῶν εἰθισμένων ὄγκων μήτ´ 42986 4.25.49.21 : ἐλλείποντα ὧν οἱ προπάτορες τοὺς αὑτῶν γεννητὰς ἐτί– 42987 4.25.49.22 : θεσαν, τάς τε αὖ κατὰ ἐνιαυτὸν τῶν ἤδη τέλος ἐχόντων 42988 4.25.49.23 : ὡσαύτως ἐπιμελείας τὰς κόσμον φερούσας ἀποδιδόναι, 42989 4.25.49.24 : τῷ δὲ μὴ παραλείπειν μνήμην ἐνδελεχῆ παρεχόμενον, 42990 4.25.49.25 : τούτῳ μάλιστ´ ἀεὶ πρεσβεύειν, δαπάνης τε τῆς διδο– 42991 4.25.49.26 : μένης ὑπὸ τύχης τὸ μέτριον τοῖς κεκμηκόσι νέμοντα. 42992 4.25.49.27 : ταῦτα δ´ ἂν ποιοῦντες καὶ κατὰ ταῦτα ζῶντες ἑκάστοτε 42993 4.25.49.28 : ἕκαστοι τὴν ἀξίαν παρὰ θεῶν καὶ ὅσοι κρείττονες ἡμῶν 42994 4.25.49.29 : κομιζοίμεθα, ἐν ἐλπίσιν ἀγαθαῖς διάγοντες τὸ πλεῖστον 42995 4.25.49.30 : τοῦ βίου. 42996 4.25.50.1 : Περικτιόνης Πυθαγορείας ἐκ τοῦ Περὶ γυναικὸς ἁρ– 42997 4.25.50.2 : μονίας. 42998 4.25.50.3 : Οὔτε λέξαι δεῖ κακὸν γονέας οὔτε ἔρξαι, πείθεσθαι 42999 4.25.50.4 : δὲ 〈ἐν〉 σμικροῖσί τε καὶ μεγάλοισι γονεῦσιν, ἐν πάσῃ δὲ 43000 4.25.50.5 : ψυχῆς τε καὶ σώματος τύχῃ καὶ τῶν 〈ἔσωθεν καὶ τῶν〉 ἔξω– 43001 4.25.50.6 : θεν, καὶ ἔν τε εἰρήνῃ καὶ πολέμῳ, καὶ ὑγιείῃ 〈καὶ νούσῳ〉, 43002 4.25.50.7 : καὶ πλούτῳ καὶ ἀπορίῃ, καὶ δόξῃ καὶ ἀδοξίῃ, καὶ ἰδιώ– 43003 4.25.50.8 : τῃσι καὶ ἄρχουσιν, ὁμουρέειν δεῖ καὶ φεύγειν μηδέποτε, 43004 4.25.50.9 : πείθεσθαι δὲ μονονουκὶ καὶ μανίῃ· πεπνυμένα γὰρ ταῦτα 43005 4.25.50.10 : καὶ κρήγυα τοῖσιν εὐσεβέσιν. εἰ δέ τις γονέας ὑπερφρο– 43006 4.25.50.11 : νέοι ἐν ἰδέῃ κακῶν ᾑτινιῶν, ταύτῃ καὶ ζώσῃ καὶ θα– 43007 4.25.50.12 : νούσῃ ἁμαρτίη παρὰ θεοῖσι γράφεται, ὑπό τε ἀνθρώπων 43008 4.25.50.13 : μισέεται, καὶ ὑπὸ γῆν μετὰ τῶν ἀσεβέων ἐν τουτέων τῷ 43009 4.25.50.14 : χώρῳ δι´ αἰῶνος κακοῖσι ἰαπτομένη ὑπὸ δίκης καὶ τῶν 43010 4.25.50.15 : ἔνερθε θεῶν, οἳ τουτέων ἐπίσκοποι ἐτάγησαν τῶν πρηγμά– 43011 4.25.50.16 : των. θείη γὰρ καὶ καλὴ ὄψις γονέων, καὶ ἡ τουτέων ὄπις 43012 4.25.50.17 : καὶ θεραπείη, ὁκόση οὐδὲ ἡλίου οὐδὲ πάντων ἄστρων, τὰ 43013 4.25.50.18 : οὐρανὸς ἐναψάμενος ἀμφιχορεύει, καὶ εἴ τι ἄλλο δοκέει 43014 4.25.50.19 : τις χρῆμα μέζον εἶναι ἐόντων κατὰ θεωρίην. δοκέω δὲ 43015 4.25.50.20 : μη〈δὲ〉 θεοὺς 〈δυς〉φορέειν, ὁκότε τοῦτο ὁρέωσι γιγνόμενον. 43016 4.25.50.21 : καὶ ζῶντας ὦν καὶ ἀποιχομένους σέβειν χρὴ καὶ μηδέποτε 43017 4.25.50.22 : ἀντιλεσχαίνειν, ἀλλ´ ἢν καὶ ἀγνωμονέωσι νούσῳ ἢ ἀπάτῃ 43018 4.25.50.23 : παρηγορέειν καὶ διδάσκειν, ἐχθρεύειν δὲ μηδαμῇ. μέζων 43019 4.25.50.24 : γὰρ ἁμαρτίη καὶ ἀδικίη ἀνθρώπων οὐκ ἂν γένοιτο ἢ ἐς 43020 4.25.50.25 : πατέρας ἀσεβέειν. 43021 4.25.51.1 : Μουσωνίου ἐκ τοῦ Εἰ πάντα πειστέον τοῖς γονεῦσιν 43022 4.25.51.2 : (Muson. rel. p. 81, 14 H.). 43023 4.25.51.3 : Νεανίας τις, ὃν ὁ πατὴρ φιλοσοφεῖν βουλόμενον 43024 4.25.51.4 : ἐκώλυεν, ἤρετο αὐτὸν ὧδέ πως· Ἆρά γε, ὦ Μουσώνιε, 43025 4.25.51.5 : χρὴ πάντα πείθεσθαι τοῖς γονεῦσιν, ἢ ἔστιν ἃ καὶ παρα– 43026 4.25.51.6 : κουστέον αὐτῶν; Καὶ ὁ Μουσώνιος· Πείθεσθαι μέν, ἔφη, 43027 4.25.51.7 : μητρὶ ἢ πατρὶ τῷ ἑαυτοῦ ἕκαστον φαίνεται καλόν, καὶ 43028 4.25.51.8 : ἐπαινῶ ἔγωγε. τί μέντοι τὸ πείθεσθαί ἐστι, θεασώμεθα· 43029 4.25.51.9 : μᾶλλον δὲ πρότερον τὸ ἀπειθεῖν ὁποῖόν τι, καὶ ὁ ἀπει– 43030 4.25.51.10 : θὴς ὅστις, καταμάθωμεν, εἶθ´ οὕτως κρεῖττον ὀψόμεθα 43031 4.25.51.11 : τὸ πείθεσθαι ὁποῖόν τί ἐστι. φέρε δή, εἰ ὑῷ νοσοῦντι 43032 4.25.51.12 : ὁ πατὴρ οὐκ ὢν ἰατρὸς οὐδὲ ἔμπειρος ὑγιεινῶν τε καὶ 43033 4.25.51.13 : νοσερῶν προστάττοι τι ὡς ὠφέλιμον, τὸ δὲ εἴη βλαβερὸν 43034 4.25.51.14 : καὶ ἀσύμφορον, καὶ μὴ λανθάνοι τὸν νοσοῦντα τοιοῦτον 43035 4.25.51.15 : ὄν, ἆρά γε μὴ πράττων ἐκεῖνος τὸ προσταχθὲν ἀπειθεῖ 43036 4.25.51.16 : τε καὶ ἀπειθής ἐστιν; ἀλλ´ οὐκ ἔοικεν. τί δέ, εἴ του ὁ 43037 4.25.51.17 : πατὴρ νοσῶν αὐτὸς οἶνον ἢ τροφὴν αἰτοίη παρὰ καιρόν, 43038 4.25.51.18 : μέλλων εἰ λάβοι μείζω τὴν νόσον ποιεῖν, ὁ δὲ παῖς τοῦτο 43039 4.25.51.19 : εἰδὼς μὴ διδοίη, ἆρά γε ἀπειθεῖ τῷ πατρί; οὐκ ἔστιν 43040 4.25.51.20 : εἰπεῖν. καὶ πολύ γε τούτου ἧττον ἐκεῖνον, οἶμαι, φαίη 43041 4.25.51.21 : ἄν τις ἀπειθῆ εἶναι, ὅστις πατέρα φιλοκερδῆ ἔχων, κε– 43042 4.25.51.22 : λευόμενος ὑπ´ αὐτοῦ κλέπτειν ἢ παρακαταθήκην ἀποστε– 43043 4.25.51.23 : ρεῖν, οὐχ ὑπουργεῖ τῷ προστάγματι. ἢ οὐκ οἴει σύ τινας 43044 4.25.51.24 : εἶναι πατέρας, οἳ τοιαῦτα τοῖς ἑαυτῶν παισὶ προστάτ– 43045 4.25.51.25 : τουσιν; ἐγὼ μὲν γὰρ οἶδά τινα οὕτω πονηρόν, ὅς γε υἱὸν 43046 4.25.51.26 : ἔχων ὡραῖον τὴν ὥραν ἀπέδοτο αὐτοῦ. εἰ οὖν ἐκεῖνο τὸ 43047 4.25.51.27 : μειράκιον τὸ πεπράμενον, πεμπόμενον ὑπὸ τοῦ πατρὸς 43048 4.25.51.28 : ἐπὶ τὴν αἰσχύνην, ἀντέλεγε καὶ οὐκ ἀπῄει, πότερον ἀπει– 43049 4.25.51.29 : θὲς ἂν τὸ μειράκιον ἔφαμεν εἶναι ἢ σωφρονεῖν; ἢ οὐδὲ 43050 4.25.51.30 : ἐρωτᾶν τοῦτό γε ἄξιον; καὶ γὰρ δὴ τὸ μὲν ἀπειθεῖν καὶ 43051 4.25.51.31 : ὁ ἀπειθὴς λοιδορία ἐστὶ καὶ ὄνειδος, τὸ δὲ μὴ πράττειν 43052 4.25.51.32 : ἃ μὴ χρὴ οὐκ ὄνειδος, ἀλλ´ ἔπαινος. ὥστε εἴτε πατρὸς 43053 4.25.51.33 : εἴτε ἄρχοντος εἴτε καὶ νὴ Δία δεσπότου προστάγματι μὴ 43054 4.25.51.34 : ὑπουργεῖ τις κακὰ προστάττοντος ἢ ἄδικα ἢ αἰσχρά, οὐκ 43055 4.25.51.35 : ἀπειθεῖ οὐδαμῶς, ὥσπερ οὐδ´ ἀδικεῖ οὐδ´ ἁμαρτάνει· 43056 4.25.51.36 : ἀλλ´ ἐκεῖνος ἀπειθεῖ μόνος ὁ τῶν εὖ καὶ καλῶς καὶ συμ– 43057 4.25.51.37 : φερόντως προσταττομένων ἀφροντιστῶν καὶ παρακούων. 43058 4.25.51.38 : ὁ μὲν οὖν ἀπειθὴς τοιοῦτός τίς ἐστιν· ὁ δ´ εὐπειθὴς 43059 4.25.51.39 : ἔχει μὲν ἐναντίως τούτῳ καὶ ἔστιν ἐναντίος, εἴη δ´ ἂν ὁ 43060 4.25.51.40 : τῷ τὰ προσήκοντα παραινοῦντι κατήκοος ὢν καὶ ἑπόμε– 43061 4.25.51.41 : νος ἑκουσίως, οὗτος εὐπειθής. ὅθεν καὶ γονεῦσι τοῖς 43062 4.25.51.42 : ἑαυτοῦ τότε πείθεταί τις, ὅταν χρηστὰ παραινούντων 43063 4.25.51.43 : αὐτῶν ταῦτα πράττῃ ἑκών. ἐγὼ μέντοι κἂν μὴ παραι– 43064 4.25.51.44 : νούντων τῶν γονέων πράττῃ τις ἃ χρὴ καὶ συμφέρει 43065 4.25.51.45 : αὑτῷ, φημὶ τοῦτον πείθεσθαι τοῖς γονεῦσιν· καὶ ὅτι 43066 4.25.51.46 : ὀρθῶς φημι, σκόπει οὕτως. ὁ γὰρ δὴ πράττων ἃ βού– 43067 4.25.51.47 : λεται ὁ πατὴρ καὶ τῇ βουλήσει τοῦ πατρὸς ἑπόμενος 43068 4.25.51.48 : πείθεται, οἶμαι, τῷ πατρί· ὁ δὲ πράττων ἃ δεῖ καὶ ἃ 43069 4.25.51.49 : κρεῖττόν ἐστι, τῇ βουλήσει ἕπεται τοῦ πατρός. τίνα 43070 4.25.51.50 : τρόπον; ὅτι πάντες οἱ γονεῖς εὐνοοῦσι δήπου τοῖς ἑαυ– 43071 4.25.51.51 : τῶν παισίν, εὐνοοῦντες δὲ βούλονται ἃ χρὴ καὶ συμφέρει 43072 4.25.51.52 : πράττεσθαι ὑπ´ αὐτῶν. ὅστις οὖν πράττει τὰ προσή– 43073 4.25.51.53 : κοντα καὶ τὰ συμφέροντα, πράττει οὗτος ἃ βούλονται οἱ 43074 4.25.51.54 : γονεῖς. ὥστε πείθεται τοῖς γονεῦσι ταῦτα πράττων, κἂν 43075 4.25.51.55 : μὴ τῷ λόγῳ κελεύωσιν αὐτὰ πράττειν οἱ γονεῖς. τοῦτο 43076 4.25.51.56 : δὴ μόνον προσήκει σκοπεῖν, ὅστις βούλεται πείθεσθαι 43077 4.25.51.57 : τοῖς γονεῦσιν, ἐφ´ ἑκάστῳ τῶν πραττομένων, εἰ καλὸν 43078 4.25.51.58 : καὶ συμφέρον ὃ μέλλει πράξειν ἐστίν, ἕτερον δὲ οὐδέν, 43079 4.25.51.59 : ὡς ἂν ὑπάρχῃ τοιοῦτον εὐθὺς καὶ τοῦ πράττοντος αὐτὸ 43080 4.25.51.60 : πειθομένου τοῖς γονεῦσιν. μὴ τοίνυν σύ γε δείσῃς, ὦ 43081 4.25.51.61 : νεανίσκε, ὡς ἀπειθήσεις τῷ πατρί, ἂν ἢ ἃ 〈μὴ〉 προσή– 43082 4.25.51.62 : κει δρᾶν κελεύοντος τοῦ πατρὸς ἀπέχῃ τοῦ ταῦτα δρᾶν 43083 4.25.51.63 : ἢ ἃ προσήκει ἀπαγορεύοντος 〈τοῦ〉 ταῦτα μὴ δρᾶν. μηδέ 43084 4.25.51.64 : σοι πρόφασις ἔστω τοῦ ἁμαρτάνειν ὁ πατὴρ ἢ κελεύων 43085 4.25.51.65 : τι τῶν πράττεσθαι μὴ καλῶν ἢ ἀπαγορεύων τι τῶν κα– 43086 4.25.51.66 : λῶν. οὐδεμία γὰρ ἀνάγκη σοι τὰ μὴ εὖ προσταττόμενα 43087 4.25.51.67 : ὑπουργεῖν· καὶ τοῦτό μοι δοκεῖς οὐδ´ αὐτὸς ἀγνοεῖν. 43088 4.25.51.68 : οὔκουν ἀνέξῃ τοῦ πατρὸς ἐν μουσικοῖς, ἐὰν ἐκεῖνος οὐκ 43089 4.25.51.69 : ἐπαΐων μουσικῆς προστάττῃ κρούειν ἀμούσως τὴν λύραν, 43090 4.25.51.70 : ἢ ἐπιστάμενον γράμματα οὐκ ἐπιστάμενος κελεύῃ σε γρά– 43091 4.25.51.71 : φειν καὶ ἀναγινώσκειν μὴ ὡς ἔμαθες, ἀλλ´ ἑτέρως· οὐδέ 43092 4.25.51.72 : γε ἂν ἐπιστάμενον κυβερνᾶν οὐκ ὢν κυβερνητικὸς κελεύῃ 43093 4.25.51.73 : σε κινεῖν τὸ πηδάλιον ὡς οὐ προσήκει, οὐ προσέξεις 43094 4.25.51.74 : αὐτῷ. τί οὖν; ταῦτα μὲν ταύτῃ ἔχει· ἂν δέ σε κωλύῃ 43095 4.25.51.75 : φιλοσοφεῖν ὁ πατὴρ εἰδότα καὶ ἀκηκοότα ὁποῖόν τι φιλο– 43096 4.25.51.76 : σοφία ἐστίν, αὐτὸς ἀγνοῶν, ἆρά γε προσεκτέον αὐτῷ, ἢ 43097 4.25.51.77 : μεταδιδακτέον μᾶλλον αὐτὸν ὡς οὐκ εὖ σοι παραινεῖ; 43098 4.25.51.78 : ἐμοὶ μὲν οὕτω δοκεῖ. τάχα μὲν οὖν τις καὶ λόγῳ χρώ– 43099 4.25.51.79 : μενος μόνῳ πείσειεν ἂν τὸν αὐτὸς αὑτοῦ πατέρα δια– 43100 4.25.51.80 : νοεῖσθαι ᾗ προσήκει περὶ φιλοσοφίας, ἄν γε μὴ τέλεον 43101 4.25.51.81 : ᾖ σκληρὸς τὴν φύσιν ὁ πατήρ. εἰ δ´ οὖν μὴ πείθοιτο 43102 4.25.51.82 : τῷ λόγῳ μηδὲ ἕποιτο, ἀλλὰ τά γε ἔργα πάντως τὰ τοῦ 43103 4.25.51.83 : παιδὸς ὑπάξεται αὐτόν, εἰ φιλοσοφεῖ τῇ ἀληθείᾳ ὁ παῖς. 43104 4.25.51.84 : ἔσται γὰρ δὴ φιλοσοφῶν προθυμότατος μὲν θεραπεύειν 43105 4.25.51.85 : τὸν πατέρα θεραπείαν ἅπασαν, κοσμιώτατος δὲ καὶ πραό– 43106 4.25.51.86 : τατος, ἐν τῇ συνουσίᾳ ἥκιστα φίλερις ὢν ἢ φίλαυτος 43107 4.25.51.87 : καὶ οὔτε προπετὴς οὔτε ταραχώδης οὔτ´ ὀργίλος· ἔτι δὲ 43108 4.25.51.88 : ἐγκρατὴς μὲν εἴη ἂν γλώσσης, γαστρός, ἀφροδισίων, καρ– 43109 4.25.51.89 : τερικὸς δὲ πρὸς τὰ δεινὰ καὶ τοὺς πόνους· καὶ νοῆσαι 43110 4.25.51.90 : μὲν ὅ τι καλὸν ἱκανώτατος, οὐχ ὑπερβαίνων δὲ τὸ φαι– 43111 4.25.51.91 : νόμενον καλόν. ὅθεν καὶ τῶν μὲν ἡδέων ὑφήσεται τῷ 43112 4.25.51.92 : πατρὶ πάντων ἑκών· τὰ δὲ ἐπίπονα πρὸ ἐκείνου δέξεται 43113 4.25.51.93 : αὐτός. τοιοῦτον οὖν υἱὸν τίς μὲν οὐκ ἂν ἔχειν εὔξαιτο 43114 4.25.51.94 : τοῖς θεοῖς; τίς δὲ ἔχων οὐκ 〈ἂν〉 ἀγαπήσειεν, δι´ ὃν 43115 4.25.51.95 : ὑπάρξειεν αὐτῷ ζηλωτὸν εἶναι καὶ μακαριστὸν πατέρα 43116 4.25.51.96 : παρὰ τοῖς εὖ φρονοῦσι πᾶσιν; εἰ δ´ οὖν, ὦ νεανίσκε, 43117 4.25.51.97 : καὶ τοιοῦτος ὤν, ὁποῖος ἔσῃ πάντως, ἄν γε ἀληθῶς φιλο– 43118 4.25.51.98 : σοφῇς, οὐχ ὑπάξῃ τὸν πατέρα τὸν σὸν οὐδὲ πείσεις ἐπι– 43119 4.25.51.99 : τρέπειν σοι καὶ συγχωρεῖν ταῦτα πράττειν, ἐκεῖνο λόγι– 43120 4.25.51.100 : σαι· ὁ πατὴρ ὁ σὸς κωλύει σε φιλοσοφεῖν· ὁ δέ γε κοι– 43121 4.25.51.101 : νὸς ἁπάντων πατὴρ ἀνθρώπων τε καὶ θεῶν Ζεὺς κελεύει 43122 4.25.51.102 : σε καὶ προτρέπει. πρόσταγμά τε γὰρ ἐκείνου καὶ νόμος 43123 4.25.51.103 : ἐστὶ τὸν ἄνθρωπον εἶναι δίκαιον, χρηστόν, εὐεργετικόν, 43124 4.25.51.104 : σώφρονα, μεγαλόφρονα, κρείττω πόνων, κρείττω ἡδονῶν, 43125 4.25.51.105 : φθόνου παντὸς καὶ ἐπιβουλῆς ἁπάσης καθαρόν· ἵνα δὲ 43126 4.25.51.106 : συντεμὼν εἴπω, ἀγαθὸν εἶναι κελεύει τὸν ἄνθρωπον ὁ 43127 4.25.51.107 : νόμος ὁ τοῦ Διός. τὸ δέ γε εἶναι ἀγαθὸν τῷ φιλόσοφον 43128 4.25.51.108 : εἶναι ταὐτόν ἐστιν. εἰ δὴ τῷ πείθεσθαι [θεῷ] τῷ 〈πατρὶ 43129 4.25.51.109 : τῷ σῷ〉 ἀνθρώπῳ ἕπεσθαι μέλλεις, εἰ δὲ φιλοσοφοίης, 43130 4.25.51.110 : τῷ Διΐ, δῆλον ὡς φιλοσοφητέον σοι μᾶλλον, ἢ οὔ. ἀλλὰ 43131 4.25.51.111 : νὴ Δία εἴρξει σε ὁ πατὴρ καὶ κατακλείσας ἕξει, ἵνα δὴ 43132 4.25.51.112 : μὴ φιλοσοφῇς. ταῦτα μὲν ποιήσει ἴσως, τοῦ δέ γε φιλο– 43133 4.25.51.113 : σοφεῖν οὐκ ἀπείρξει σε μὴ βουλόμενον· οὐ γὰρ χειρὶ ἢ 43134 4.25.51.114 : ποδὶ φιλοσοφοῦμεν οὐδὲ τῷ ἄλλῳ σώματι, ψυχῇ δὲ καὶ 43135 4.25.51.115 : ταύτης ὀλίγῳ μέρει, ὃ δὴ διάνοιαν καλοῦμεν. ταύτην γε 43136 4.25.51.116 : μὴν ἐν ὀχυρωτάτῳ ἵδρυσεν ὁ θεὸς ὥστε ἀόρατον εἶναι 43137 4.25.51.117 : καὶ ἄληπτον, καὶ ἀνάγκης πάσης ἐκτὸς ἐλευθέραν καὶ 43138 4.25.51.118 : αὐτεξούσιον. ἄλλως τε ἐὰν τύχῃ οὖσα χρηστή, οὐ δυνή– 43139 4.25.51.119 : σεταί σε κωλύειν ὁ πατὴρ οὔτε χρῆσθαι τῇ διανοίᾳ οὔτε 43140 4.25.51.120 : ἃ χρὴ διανοεῖσθαι οὔτε ἀρέσκεσθαι μὲν τοῖς καλοῖς, μὴ 43141 4.25.51.121 : ἀρέσκεσθαι δὲ τοῖς αἰσχροῖς· οὐδ´ αὖ τὰ μὲν αἱρεῖσθαι, 43142 4.25.51.122 : τὰ δὲ ἐκκλίνειν. ταῦτα μὲν ποιῶν εὐθὺς φιλοσοφοίης 43143 4.25.51.123 : ἄν, καὶ οὔτε τρίβωνα πάντως ἀμπέχεσθαι δεήσει σε οὔτε 43144 4.25.51.124 : ἀχίτωνα διατελεῖν, οὐδὲ κομᾶν, οὐδ´ ἐκβαίνειν τὸ κοινὸν 43145 4.25.51.125 : τῶν πολλῶν. πρέπει μὲν γὰρ καὶ ταῦτα τοῖς φιλοσό– 43146 4.25.51.126 : φοις· ἀλλ´ οὐκ ἐν τούτοις τὸ φιλοσοφεῖν ἐστιν, ἀλλ´ ἐν 43147 4.25.51.127 : τῷ φρονεῖν ἃ χρὴ καὶ διανοεῖσθαι. 43148 4.25.52.1 : Πεμπέλου Θουρίου Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ γονέων. 43149 4.25.52.2 : Γονέων ἀμελὲν οὔτε δαίμων οὔτε ἄνθρωπος σύμβω– 43150 4.25.52.3 : λος ἄμποκα γένοιτό τινι σύμμετρον ψυχᾶς κεκταμένος 43151 4.25.52.4 : ἐπιστάμαν. 43152 4.25.52.5 : Διόπερ οὐθὲν ἂν 〈ποτὶ〉 θεῶ ξόανον τιμιώτερον 43153 4.25.52.6 : ἔχοιμεν ἐν χρημάτων κτήσει πατέρος ἢ καὶ προπάτορος 43154 4.25.52.7 : γήρᾳ παρειμένων ἢ καὶ ματέρων τὰν ἰδίαν δύναμιν ἐχου– 43155 4.25.52.8 : σᾶν. ὁκόταν γὰρ ἀγάλλῃ τις γέρασι καὶ τιμαῖς τὼς γε– 43156 4.25.52.9 : νέτορας, ἀγαθὰ τίθητι θεός· καὶ γὰρ οὐδ´ ἂν ἐπάκοος 43157 4.25.52.10 : ἔπελεν αὐτῶν. σεμνὸν γὰρ καί τι θείας φύσιος πεπα– 43158 4.25.52.11 : μένον ἁμῖν τὸ τῶν φιτυσάντων ἵδρυμά ἐστι καὶ ζωόντων 43159 4.25.52.12 : πολὺ μαλλότερον ἢ τῶν ἀνεφίκτων ἱδρυμάτων. τὰ μὲν 43160 4.25.52.13 : γὰρ καλλυνόμενα καὶ λαμπριζόμενα ὑφ´ ἁμέων ἑκάστοτε 43161 4.25.52.14 : συνεύχεται ἁμῖν δωτίνας ἀγαθάς, σκυβαλιζόμενα δὲ τοὐ– 43162 4.25.52.15 : ναντίον· τὰ δ´ οὐδ´ ὁκότερα τῶνδε ἕρδει· ὥστε αἴκα 43163 4.25.52.16 : δεόντως τις χρῆται πατέρι καὶ ματέρι καὶ προπάτορι καὶ 43164 4.25.52.17 : οὔλως τοῖς ὁμοιορύσμοις, πάντων ποτὶ θεοφιλῆ μοῖραν 43165 4.25.52.18 : πεπάσεται ἀγαλμάτων κυριώτατα. πᾶς δὴ νόον ἔχων 43166 4.25.52.19 : τιμάτω καὶ σεβέτω καὶ δεδίτω γονέων εὐχὰς ἢ κατάρας, 43167 4.25.52.20 : εἰδὼς πλεύνεσσι πολλάκις ἐπιτελέας συμβεβακυίας. τού– 43168 4.25.52.21 : των ὦν οὕτως φύσει διακεκοσμαμένων, τοῖς μὲν ἔμφροσι 43169 4.25.52.22 : καὶ κοσμίοις τῶν βροτῶν ἕρμαιον προγενέτορες γηραλέοι 43170 4.25.52.23 : ζῶντες μέχρι τᾶς ἐσχάτας βιοτᾶς, καὶ ἀφέρποντες αἰζηοῖς 43171 4.25.52.24 : [νέοις] σφόδρα ποθεινοί, ῥωμαλέοι ψυχᾷ [ποθεινὼ] ἐόν– 43172 4.25.52.25 : τες διὰ τὸ πολλὰ εἰδέμεν, τοῖς δὲ φλαύροις καὶ ἀσυνέ– 43173 4.25.52.26 : τοις εὖ μάλα φοβοειδέες καὶ ζοφεροί. εἰ δέ τινα φάμα 43174 4.25.52.27 : ἀμύητος ὤτων ποτὶ κώφωσιν κατίσχει τοιῶνδε λόγων, 43175 4.25.52.28 : εἰδυλλέτω ὡς καὶ δαίμοσιν ἐχθρὸς πέλει καὶ ἀνδράσι τοῖς 43176 4.25.52.29 : ποτὶ συνέσιος ἑρπύξασιν ἀτραπόν. 43177 4.25.53.1 : Ἱεροκλέους ἐκ τοῦ Πῶς χρηστέον τοῖς γονεῦσιν 43178 4.25.53.2 : (p. 56 de Arn.). 43179 4.25.53.3 : Μετὰ τὸν περὶ θεῶν καὶ πατρίδος λόγον τίνος μᾶλ– 43180 4.25.53.4 : λον ἂν προσώπου μνησθείη τις πρῶτον ἢ γονέων; ὅθεν 43181 4.25.53.5 : λεκτέον περὶ τούτων, οὓς δευτέρους καὶ ἐπιγείους τινὰς 43182 4.25.53.6 : θεοὺς εἰπὼν οὐκ 〈ἂν〉 ἁμάρτοι τις ἕνεκά γε τῆς ἐγγύτη– 43183 4.25.53.7 : τος, εἰ θέμις εἰπεῖν, καὶ θεῶν ἡμῖν τιμιωτέρους. προ– 43184 4.25.53.8 : λαβεῖν δὲ ἀναγκαῖόν ἐστιν, ὡς μόνον μέτρον τῆς πρὸς 43185 4.25.53.9 : αὐτοὺς εὐχαριστίας ἡ διηνεκὴς καὶ ἀνένδοτος προθυμία 43186 4.25.53.10 : πρὸς τὸ ἀμείβεσθαι τὰς εὐεργεσίας αὐτῶν· ἐπεί τοί 43187 4.25.53.11 : γε πολὺ καταδεέστερα, κἂν πάνυ πολλὰ πράξωμεν ὑπὲρ 43188 4.25.53.12 : αὐτῶν. ἀλλ´ ὅμως κινδυνεύει καὶ ταῦτ´ ἐκείνων ἔργα 43189 4.25.53.13 : τυγχάνειν, ὅτι καὶ ἡμᾶς τοὺς ταῦτα πράττοντας ἐκεῖνοι 43190 4.25.53.14 : πεποιήκασιν. ὥσπερ οὖν τὰ ὑπὸ Φειδίου καὶ τῶν ἄλλων 43191 4.25.53.15 : τεχνιτῶν ἀπεργασθέντα, εἴπερ καὶ αὐτὰ ἕτερά τινα κατε– 43192 4.25.53.16 : σκεύαζεν, οὐκ ἂν ὀκνήσαιμεν καὶ ταῦτα τῶν τεχνιτῶν 43193 4.25.53.17 : ἔργα φάσκειν· οὕτως εἰκότως καὶ τὰ ὑφ´ ἡμῶν δρώμενα 43194 4.25.53.18 : λέγοιμεν ἂν εἶναι τῶν γονέων ἡμῶν ἔργα, δι´ οὓς καὶ 43195 4.25.53.19 : ἡμεῖς γεγόναμεν, καὶ οὐχὶ τἄλλα μέν, οὐχὶ δὲ καὶ τὰ ὑπὲρ 43196 4.25.53.20 : αὐτῶν πραττόμενα τῶν γονέων [ἡμῶν ἔργα δι´ οὓς καὶ 43197 4.25.53.21 : ἡμεῖς γεγόναμεν]. πρὸς οὖν τὴν εὐμαρῆ τῶν ἐπ´ αὐτοὺς 43198 4.25.53.22 : καθηκόντων αἵρεσιν κεφαλαιώδη τινὰ χρὴ προβαλλομένους 43199 4.25.53.23 : λόγον, τοῦτον ἐν προχείρῳ διηνεκὲς ἔχειν, ὡς οἱ γονεῖς ἡμῶν 43200 4.25.53.24 : θεῶν εἰκόνες καὶ νὴ Δία θεοὶ ἐφέστιοι καὶ εὐεργέται καὶ 43201 4.25.53.25 : συγγενεῖς δανεισταί τε καὶ κύριοι καὶ φίλοι βεβαιότατοι. 43202 4.25.53.26 : θεῶν τε γὰρ εἰκόνες ὁμοιόταται καὶ ὑπὲρ τὰς τῶν τεχνῶν 43203 4.25.53.27 : δυνάμεις καθιγμέναι τῆς ἐμφερείας. θεοί τε γὰρ ἑστιοῦ– 43204 4.25.53.28 : χοι καὶ συνδίαιτοι ἡμῖν, ἔτι δ´ εὐεργέται μέγιστοι καὶ 43205 4.25.53.29 : παρεσχημένοι τὰ μέγιστα καὶ μὰ Δί´ οὐχὶ μόνον ἃ ἔχο– 43206 4.25.53.30 : μεν, ἀλλὰ καὶ ὁπόσα παρέχειν ἐβουλήθησαν ἅ τε καὶ 43207 4.25.53.31 : εὔξαντο. πρὸς δὲ τούτοις συγγενεῖς ἔγγιστα καὶ τῆς πρὸς 43208 4.25.53.32 : ἑτέρους αἴτιοι συγγενείας. δανεισταὶ δὲ τῶν τιμιωτάτων, 43209 4.25.53.33 : μόνα ἀπαιτοῦντες ὧν καὶ ἡ ἀπόδοσις πάλιν ἐστὶν ἡμῶν 43210 4.25.53.34 : εὐεργεσία. τί γὰρ τηλικοῦτον παιδὶ κέρδος, ἡλίκον ἐστὶ 43211 4.25.53.35 : τὸ πρὸς τοὺς γειναμένους εὐσεβὲς καὶ εὐχάριστον; κύριοί 43212 4.25.53.36 : γε μὴν δικαιότατα. τίνος γὰρ κτῆμα μᾶλλον εἴημεν 〈ἂν 43213 4.25.53.37 : ἢ〉 ἐκείνων, δι´ οὓς ἐσμέν; οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ φίλοι καὶ 43214 4.25.53.38 : παραστάται διηνεκεῖς καὶ αὐτόκλητοι παντὸς καιροῦ καὶ 43215 4.25.53.39 : πάσης περιστάσεως ἐπίκουροι. ἐπεὶ δὲ τῶν προκατηριθμη– 43216 4.25.53.40 : μένων ἁπάντων τὸ ἐξοχώτατον ἦν ὄνομα γονεῦσι, καθὸ 43217 4.25.53.41 : θεοὺς αὐτοὺς ἀπεκαλοῦμεν, τῇ τοιᾷδε ἐπινοίᾳ προσθε– 43218 4.25.53.42 : τέον ἕτερον καὶ νομιστέον ἑαυτοὺς καθάπερ ἐν ἱερῷ τῇ 43219 4.25.53.43 : οἰκίᾳ ζακόρους τινὰς καὶ ἱερέας, ὑπ´ αὐτῆς κεχειροτονη– 43220 4.25.53.44 : μένους καὶ καθιερωμένους τῆς φύσεως, ἐγκεχειρίσθαι τὴν 43221 4.25.53.45 : τῶν γονέων θεραπείαν. ὅθεν καὶ διελόντες τῆς ἐπιμε– 43222 4.25.53.46 : λείας τὸ μὲν εἰς σῶμα, τὸ δ´ εἰς ψυχὴν, καθ´ ἑκάτερον 43223 4.25.53.47 : αὐτῶν μεθ´ ἑκάστης προθυμίας, πείθεσθαί τε τῷ λόγῳ 43224 4.25.53.48 : τι βουλόμενοι, τὸ καθῆκον ἐκπληρώσομεν. τοῦ μὲν οὖν 43225 4.25.53.49 : σώματος εἵνεκα βραχὺς ὁ λόγος, εἰ καὶ ἀναγκαῖος· προ– 43226 4.25.53.50 : νοήσομεν γὰρ τροφῆς αὐτῶν ἐλευθερίου καὶ πρὸς τὴν 43227 4.25.53.51 : ἀσθένειαν τοῦ γήρως ἡρμοσμένης· ἔτι δὲ κοίτης καὶ ὕπνου 43228 4.25.53.52 : ἀλείμματός τε καὶ λουτροῦ καὶ ἐσθῆτος καὶ ἁπαξαπλῶς 43229 4.25.53.53 : τῶν ἕνεκα τοῦ σώματος ἀναγκαίων, ὡς κατὰ μηδὲν τού– 43230 4.25.53.54 : των ἐνδείας ποτὲ πειραθεῖεν, μιμούμενοι τὴν αὐτῶν 43231 4.25.53.55 : ἐκείνων περὶ τὴν ἡμετέραν ἀνατροφήν, ὅτ´ ἦμεν νεογνοί, 43232 4.25.53.56 : κηδεμονίαν· ὥστε προσαναγκάζειν ἑαυτοὺς καὶ μαντικόν 43233 4.25.53.57 : τι 〈πρὸς τὴν ἐκείνων〉 προσφέρεσθαι θεραπείαν, κἀξευ– 43234 4.25.53.58 : ρίσκειν, εἴπερ αὐτοὶ μὴ λέγοιεν, πρὸς τίνα μάλιστα ῥέ– 43235 4.25.53.59 : πουσιν αὐτοῖς αἱ προθυμίαι τῶν τῷ σώματι προσαγο– 43236 4.25.53.60 : μένων. πολλὰ γὰρ αὖ κἀκεῖνοι περὶ ἡμῶν ἐμαντεύσαντο, 43237 4.25.53.61 : πολλάκις ἀνάρθροις ἔτι καὶ κλαυθμώδεσι φωναῖς ὅτι μὲν 43238 4.25.53.62 : δεόμεθα τινῶν σημηνάντων, τίνα δ´ ἐστὶν ὧν δεόμεθα 43239 4.25.53.63 : διασαφῆσαι μὴ δυνηθέντων. κἂν εἰ ἡμῖν καὶ αὐτῶν τού– 43240 4.25.53.64 : των τῶν καθ´ ἡμᾶς γεγονότων διδάσκαλοι γεγόνασιν, ὧν 43241 4.25.53.65 : ἄξιοι τυγχάνειν εἰσὶ παρ´ ἡμῶν, ταῦθ´ ἡμᾶς διὰ τοῦ 43242 4.25.53.66 : προπαρασχεῖν ἡμῖν διδάξαντες. ταῖς δὲ ψυχαῖς αὐτῶν 43243 4.25.53.67 : παρασχετέον πρῶτον μὲν τὴν εὐθυμίαν, ἣ μάλιστα γέ– 43244 4.25.53.68 : νοιτ´ ἂν ἐκ τοῦ συναναστρέφεσθαι νύκτωρ τε καὶ μεθ´ 43245 4.25.53.69 : ἡμέραν αὐτοῖς, εἰ μή τι κωλύοι, συμπεριπατοῦντας συνα– 43246 4.25.53.70 : λειφομένους συνδιαιτωμένους. καθάπερ γὰρ τοῖς μακρὰν 43247 4.25.53.71 : στελλομένοις ἀποδημίαν πρὸς εὐθυμίαν εἰσὶν ἐν τρόπῳ 43248 4.25.53.72 : γινόμεναι προπομπίας τῶν οἰκειοτάτων τε καὶ φιλτάτων 43249 4.25.53.73 : συναναστροφαί, τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ τοῖς γονεῦσιν νε– 43250 4.25.53.74 : νευκόσιν ἤδη πρὸς τὴν ἄφοδον ἐν τοῖς μάλιστα κεχαρισ– 43251 4.25.53.75 : μέναι καὶ προσφιλεῖς εἰσιν αἱ τῶν τέκνων προσεδρίαι. καὶ 43252 4.25.53.76 : μέντοι κἂν εἴ τί που γένοιντο παραμαρτάνοντες (ὁποῖα δὴ 43253 4.25.53.77 : πολλὰ φιλεῖ γενέσθαι περὶ τοὺς πλείονας καὶ ἰδιωτικώτε– 43254 4.25.53.78 : ρον ἠγμένους), ἐπανορθωτέον μέν, ἀλλ´ οὐ μετ´ ἐπιπλήξεως 43255 4.25.53.79 : μὰ Δία, καθάπερ ἔθος πρὸς τοὺς ἐλάττονας ἢ ἴσους ποιεῖν, 43256 4.25.53.80 : ἀλλ´ ὡς μετὰ παρακλήσεως, καὶ οὐχ ὡς δι´ ἀμαθίαν ἁμαρ– 43257 4.25.53.81 : τάνοντας, ἀλλ´ ὡς παρορῶντας τῷ μὴ ἐφεστακέναι, πάντως 43258 4.25.53.82 : δ´ ἂν ἰδόντας εἴπερ ἐπέστησαν. ἀνιαραὶ γὰρ τοῖς τηλίκοις 43259 4.25.53.83 : καὶ μάλιστα αἱ ἐκτενῶς νουθετήσεις, ἀναγκαία δὲ μετὰ 43260 4.25.53.84 : παρακλήσεως καί τινος φιλοτεχνίας ἴασις τῶν παρορω– 43261 4.25.53.85 : μένων. φέρει δὲ ἐπὶ τὴν εὐθυμίαν αὐτοῖς καὶ τὸ τῶν 43262 4.25.53.86 : θητικωτέρων εἶναι δοκούντων ὑπηρετημάτων ἅπτεσθαί 43263 4.25.53.87 : ποτε τοὺς παῖδας, ὥστε καὶ πόδας ὑπονίψαι καὶ κλίνην 43264 4.25.53.88 : στορέσαι καὶ παραστῆναι διακονουμένους. εὐφραίνονται 43265 4.25.53.89 : γὰρ οὐκ ὀλίγως παρὰ τῶν φιλτάτων χειρῶν τὰς ἀναγκαίας 43266 4.25.53.90 : ὑπηρεσίας λαμβάνοντες καὶ διακόνοις χρώμενοι τοῖς σφε– 43267 4.25.53.91 : τέροις ἐκγόνοις. μάλιστα δ´ ἂν εἴη γονεῦσι κεχαρισμένον 43268 4.25.53.92 : καὶ τὸ φαίνεσθαι τιμῶντας τοὺς παῖδας, οὓς ἂν ἐκεῖνοι 43269 4.25.53.93 : στέργωσιν καὶ περὶ πολλοῦ ποιῶνται. διὸ συγγενεῖς αὐ– 43270 4.25.53.94 : τῶν στερκτέον καὶ ἐπιμελείας ἀξιωτέον, φίλους θ´ ὡσαύ– 43271 4.25.53.95 : τως καὶ δῆτα καὶ ἑκάστους τοὺς ἐκείνοις κεχαρισμένους. 43272 4.25.53.96 : ἀφ´ ἧς ἀφορμῆς εὕρεσις ἡμῖν ὑπογράφεται καὶ ἑτέρων 43273 4.25.53.97 : πλειόνων καθηκόντων οὐ σμικρῶν οὐδὲ τῶν τυχόντων. 43274 4.25.53.98 : ἐπεὶ γὰρ χάρις ἐστὶ γονεῦσι τῶν στεργομένων ὑπ´ αὐ– 43275 4.25.53.99 : τῶν κηδεμονία, μάλιστα δ´ ἔχουσι πρὸς ἡμᾶς οὕτως, 43276 4.25.53.100 : δῆλον ὡς οὐ τοῦ τυχόντος ἂν αὐτοῖς χαριζοίμεθα προ– 43277 4.25.53.101 : νοοῦντες αὑτῶν. 43278 4.25.54.1 : Ξενοφῶντος ἐν τῷ βʹ Ἀπομνημονευμάτων (II 2). 43279 4.25.54.2 : Αἰσθόμενος δέ ποτε Λαμπροκλέα τὸν πρεσβύτατον 43280 4.25.54.3 : υἱὸν αὑτοῦ πρὸς τὴν μητέρα χαλεπαίνοντα, Εἰπέ μοι, ἔφη, 43281 4.25.54.4 : ὦ παῖ, οἶσθά τινας ἀνθρώπους ἀχαρίστους καλουμένους; 43282 4.25.54.5 : Καὶ μάλα, ἔφη ὁ νεανίσκος. Καταμεμάθηκας οὖν τοὺς τί 43283 4.25.54.6 : ποιοῦντας τὸ ὄνομα τοῦτο ἀποκαλοῦσιν; Ἔγωγε, ἔφη· τοὺς 43284 4.25.54.7 : γὰρ εὖ παθόντας ὅταν δυνάμενοι χάριν ἀποδοῦναι μὴ 43285 4.25.54.8 : ἀποδῶσιν, ἀχαρίστους καλοῦσιν. Οὐκοῦν δοκοῦσί σοι ἐν 43286 4.25.54.9 : τοῖς ἀδίκοις καταλογίζεσθαι τοὺς ἀχαρίστους; Ἔμοιγε, 43287 4.25.54.10 : ἔφη. Ἤδη δέ ποτε ἐσκέψω εἰ ἄρα, ὥσπερ τὸ ἀνδραποδί– 43288 4.25.54.11 : ζεσθαι τοὺς μὲν φίλους ἄδικον εἶναι δοκεῖ, τοὺς δὲ πολε– 43289 4.25.54.12 : μίους δίκαιον, οὕτω καὶ τὸ ἀχαριστεῖν πρὸς μὲν τοὺς φί– 43290 4.25.54.13 : λους ἄδικόν ἐστι, πρὸς δὲ τοὺς πολεμίους δίκαιον; Καὶ 43291 4.25.54.14 : μάλα, ἔφη· καὶ δοκεῖ μοι, ὑφ´ οὗ ἄν τις εὖ παθὼν εἴτε 43292 4.25.54.15 : φίλου εἴτε πολεμίου μὴ πειρᾶται χάριν ἀποδιδόναι, ἄδι– 43293 4.25.54.16 : κος εἶναι. Οὐκοῦν, εἰ οὕτως ἔχει τοῦτο, εἰλικρινής τις ἂν 43294 4.25.54.17 : εἴη ἀδικία ἡ ἀχαριστία; Συνωμολόγει. Οὐκοῦν ὅσῳ ἄν 43295 4.25.54.18 : τις μείζω ἀγαθὰ παθὼν μὴ ἀποδιδῷ χάριν, τοσούτῳ 43296 4.25.54.19 : ἀδικώτερος ἂν εἴη; Συνέφη καὶ τοῦτο. Τίνας οὖν, ἔφη, 43297 4.25.54.20 : ὑπὸ τίνων εὕροιμεν ἂν μείζονα εὐηργετημένους ἢ παῖδας 43298 4.25.54.21 : ὑπὸ γονέων; οὓς οἱ γονεῖς ἐκ μὲν οὐκ ὄντων ἐποίησαν 43299 4.25.54.22 : εἶναι, τοσαῦτα δὲ καλὰ ἰδεῖν καὶ τοσούτων ἀγαθῶν μετα– 43300 4.25.54.23 : σχεῖν ὅσα οἱ θεοὶ παρέχουσι τοῖς ἀνθρώποις· ἃ δὴ καὶ 43301 4.25.54.24 : οὕτως ἡμῖν δοκεῖ παντὸς ἄξια εἶναι, ὥστε πάντες τὸ κατα– 43302 4.25.54.25 : λιπεῖν αὐτὰ πάντων μάλιστα φεύγομεν· καὶ αἱ πόλεις ἐπὶ 43303 4.25.54.26 : τοῖς μεγίστοις ἀδικήμασι ζημίαν θάνατον πεποιήκασιν, ὡς 43304 4.25.54.27 : οὐκ ἂν μείζονος κακοῦ φόβῳ τὴν ἀδικίαν παύσοντες. καὶ 43305 4.25.54.28 : μὴν οὐ τῶν γε ἀφροδισίων ἕνεκα παιδοποιεῖσθαι τοὺς ἀν– 43306 4.25.54.29 : θρώπους ὑπολαμβάνεις, ἐπεὶ τούτου γε τῶν ἀπολυσόντων 43307 4.25.54.30 : μεσταὶ μὲν αἱ ὁδοί, μεστὰ δὲ τὰ οἰκήματα. φανεροὶ δ´ 43308 4.25.54.31 : ἐσμὲν καὶ σκοπούμεν〈οι〉, ἐξ ὁποίων ἂν γυναικῶν βέλτιστα 43309 4.25.54.32 : ἡμῖν τέκνα γένοιτο, αἷς συνελθόντες τεκνοποιούμεθα. καὶ 43310 4.25.54.33 : ὁ μέν γε ἀνὴρ τήν τε συντεκνοποιοῦσαν ἑαυτῷ τρέφει καὶ 43311 4.25.54.34 : τοῖς μέλλουσιν ἔσεσθαι παισὶ προπαρασκευάζει πάντα, 43312 4.25.54.35 : ὅσα ἂν οἴηται συνοίσειν αὐτοῖς πρὸς τὸν βίον, καὶ ταῦτα 43313 4.25.54.36 : ὡς ἂν δύνηται πλεῖστα· ἡ δὲ γυνὴ ὑποδεξαμένη τε φέρει 43314 4.25.54.37 : τὸ φορτίον τοῦτο βαρυνομένη τε καὶ κινδυνεύουσα περὶ 43315 4.25.54.38 : τοῦ βίου καὶ μεταδιδοῦσα τῆς τροφῆς, ᾗ καὶ αὐτὴ τρέ– 43316 4.25.54.39 : φεται, καὶ σὺν πολλῷ πόνῳ διενεγκοῦσα καὶ τεκοῦσα 43317 4.25.54.40 : τρέφει τε καὶ ἐπιμελεῖται, οὔτε προπεπονθυῖα οὐδὲν ἀγα– 43318 4.25.54.41 : θὸν οὔτε γιγνῶσκον τὸ βρέφος, ὑφ´ ὅτου εὖ πάσχει, οὐδὲ 43319 4.25.54.42 : σημαίνειν δυνάμενον, ὅτου δεῖται, ἀλλ´ αὐτὴ στοχαζο– 43320 4.25.54.43 : μένη τά τε συμφέροντα καὶ τὰ κεχαρισμένα πειρᾶται ἐκ– 43321 4.25.54.44 : πληροῦν καὶ τρέφει πολὺν χρόνον ἡμέρας καὶ νυκτὸς 43322 4.25.54.45 : ὑπομένουσα πονεῖν, οὐκ εἰδυῖα, εἴ τινα τούτων χάριν 43323 4.25.54.46 : ἀπολήψεται. καὶ οὐκ ἀρκεῖ θρέψαι μόνον, ἀλλὰ ἐπειδὰν 43324 4.25.54.47 : δόξωσιν ἱκανοὶ εἶναι 〈οἱ〉 παῖδες μανθάνειν τι, ἃ μὲν ἂν 43325 4.25.54.48 : αὐτοὶ ἔχωσιν οἱ γονεῖς ἀγαθὰ πρὸς 〈τὸν〉 βίον διδάσκου– 43326 4.25.54.49 : σιν, ἃ δ´ ἂν οἴωνται ἄλλον ἱκανώτερον διδάξαι, πέμπουσι 43327 4.25.54.50 : πρὸς τοῦτον δαπανῶντες, καὶ ἐπιμελοῦνται πάντα ποιοῦν– 43328 4.25.54.51 : τες ὅπως οἱ παῖδες αὐτοῖς γένωνται ὡς δυνατὸν βέλτιστοι. 43329 4.25.54.52 : Πρὸς ταῦτα ὁ νεανίσκος εἶπεν· Ἀλλά τοι εἰ πάντα 43330 4.25.54.53 : 〈ταῦτα〉 πεποίηκε καὶ ἄλλα τούτων πολλαπλάσια, οὐδεὶς 43331 4.25.54.54 : ἂν αὐτῆς δύναιτο ἀνασχέσθαι τὴν χαλεπότητα. Καὶ ὁ 43332 4.25.54.55 : Σωκράτης, Πότερα δέ, ἔφη, οἴει θηρίου ἀγριότητα δυσφο– 43333 4.25.54.56 : ρωτέραν εἶναι ἢ μητρός; Ἐγὼ μὲν οἶμαι, ἔφη, μητρὸς τῆς 43334 4.25.54.57 : γε τοιαύτης. Ἤδη πώποτε οὖν ἢ δακοῦσα κακόν τί σοι 43335 4.25.54.58 : ἔδωκεν ἢ λακτίσασα, οἷα ὑπὸ θηρίων ἤδη πολλοὶ ἔπα– 43336 4.25.54.59 : θον; Ἀλλὰ νὴ Δία, ἔφη, λέγει ἃ οὐκ ἄν τις ἐπὶ τῷ βίῳ 43337 4.25.54.60 : παντὶ βούλοιτο ἀκοῦσαι. Σὺ δὲ πόσα, ἔφη ὁ Σωκράτης, 43338 4.25.54.61 : οἴει ταύτῃ δυσάνεκτα καὶ τῇ φωνῇ καὶ τοῖς ἔργοις ἐκ παι– 43339 4.25.54.62 : δίου δυσκολαίνων καὶ ἡμέρας καὶ νυκτὸς πράγματα παρα– 43340 4.25.54.63 : σχεῖν, πόσα δὲ λυπῆσαι κάμνων; Ἀλλὰ οὐδεπώποτε αὐ– 43341 4.25.54.64 : τήν, ἔφη, οὔτε εἶπα οὔτε ἐποίησα οὐδὲν ἐφ´ ᾧ ᾐσχύνθη. 43342 4.25.54.65 : Τί δέ; οἴει, ἔφη, χαλεπώτερον εἶναί σοι ἀκούειν ὧν αὕτη 43343 4.25.54.66 : λέγει ἢ τοῖς ὑποκριταῖς, ὅταν ἐν ταῖς τραγῳδίαις ἀλλή– 43344 4.25.54.67 : λοις τὰ ἔσχατα λέγωσιν; Ἀλλά, οἶμαι, ἐπειδὴ οὐκ οἴον– 43345 4.25.54.68 : ται τῶν λεγόντων οὔτε τὸν ἐλέγχοντα ἐλέγχειν, ἵνα ζη– 43346 4.25.54.69 : μιώσῃ, οὔτε τὸν ἀπειλοῦντα ἀπειλεῖν, ἵνα κακόν τι ποιήσῃ, 43347 4.25.54.70 : ῥᾳδίως φέρουσι. Σὺ δ´ εὖ εἰδώς, ὅτι ἃ λέγει σοι ἡ μήτηρ 43348 4.25.54.71 : [ὅτι] οὐ μόνον οὐδὲν κακὸν νοοῦσα λέγει, ἀλλὰ καὶ βου– 43349 4.25.54.72 : λομένη σοι ἀγαθὰ εἶναι οἷα οὐδενὶ ἄλλῳ, χαλεπαίνεις; 43350 4.25.54.73 : ἢ νομίζεις κακόνουν τὴν μητέρα σοι εἶναι; Οὐ δῆτα, τοῦτό 43351 4.25.54.74 : γε, ἔφη, οὐκ οἶμαι. Καὶ ὁ Σωκράτης, Οὐκοῦν, ἔφη, σὺ 43352 4.25.54.75 : ταύτην εὔνουν τέ σοι οὖσαν καὶ ἐπιμελουμένην ὡς μάλιστα 43353 4.25.54.76 : δύναται καὶ κάμνοντος, ὅπως ὑγιανεῖς τε καὶ ὅπως τῶν 43354 4.25.54.77 : ἐπιτηδείων μηδενὸς ἐνδεὴς ἔσῃ, καὶ πρὸς τούτοις πολλὰ 43355 4.25.54.78 : τοῖς θεοῖς εὐχομένην ἀγαθὰ ὑπὲρ σοῦ καὶ εὐχὰς ἀποδι– 43356 4.25.54.79 : δοῦσαν, χαλεπὴν εἶναι φής; ἐγὼ μὲν οἶμαι εἰ τοιαύτην 43357 4.25.54.80 : μὴ δύνασαι φέρειν, τἀγαθά σε οὐ δύνασθαι φέρειν. εἰπὲ 43358 4.25.54.81 : δή μοι, ἔφη, πότερον ἄλλον τινὰ οἴει δεῖν θεραπεύειν; ἢ 43359 4.25.54.82 : παρεσκεύασαι μηδενὶ ἀνθρώπων πειρᾶσθαι ἀρέσκειν μηδὲ 43360 4.25.54.83 : πείθεσθαι μήτε στρατηγῷ μήτε ἄλλῳ ἄρχοντι; Ναὶ μὰ 43361 4.25.54.84 : Δία ἔγωγε, ἔφη. Οὐκοῦν, ἔφη ὁ Σωκράτης, καὶ τῷ γεί– 43362 4.25.54.85 : τονι βουλήσῃ ἀρέσκειν, ἵνα σοι καὶ πῦρ ἐναύῃ, ὅταν τού– 43363 4.25.54.86 : του δέῃ, καὶ ἀγαθοῦ τέ σοι γίγνηται συλλήπτωρ καί, ἄν 43364 4.25.54.87 : τι σφαλλόμενος τύχῃς, εὐνοϊκῶς ἐγγύθεν βοη〈θῇ〉 σοι; 43365 4.25.54.88 : Ἔγωγε, ἔφη. Τί δέ; συνοδοιπόρον ἢ σύμπλουν, ἢ εἴ τῳ 43366 4.25.54.89 : ἄλλῳ ἐντυγχάνοις, οὐδὲν ἄν σοι διαφέροι φίλον ἢ ἐχθρὸν 43367 4.25.54.90 : γίγνεσθαι, ἢ καὶ τῆς παρὰ τούτων εὐνοίας οἴει δεῖν ἐπι– 43368 4.25.54.91 : μελεῖσθαι; Ἔγωγε, ἔφη. Εἶτα τούτων μὲν ἐπιμελεῖσθαι 43369 4.25.54.92 : παρεσκεύασαι, τὴν δὲ μητέρα τὴν πάντων μάλιστά σε 43370 4.25.54.93 : φιλοῦσαν οὐκ οἴει δεῖν θεραπεύειν; οὐκ οἶσθα ὅτι καὶ ἡ 43371 4.25.54.94 : πόλις ἄλλης μὲν ἀχαριστίας οὐδεμιᾶς ἐπιμελεῖται οὐδὲ 43372 4.25.54.95 : δικάζει, ἀλλὰ περιορᾷ τοὺς εὖ πεπονθότας χάριν οὐκ 43373 4.25.54.96 : ἀποδιδόντας, ἐὰν δέ τις γονέας μὴ θεραπεύῃ, τούτῳ δί– 43374 4.25.54.97 : κην τε ἐπιτίθησι καὶ ἀποδοκιμάζουσα οὐκ ἐᾷ ἄρχειν τοῦ– 43375 4.25.54.98 : τον. ὡς οὔτε ἂν τὰ ἱερὰ εὐσεβῶς θυόμενα ὑπὲρ τῆς πό– 43376 4.25.54.99 : λεως τούτου θύοντος οὔτε ἄλλο καλῶς καὶ δικαίως οὐδὲν 43377 4.25.54.100 : ἂν τούτου πράξοντος; καὶ νὴ Δία ἐάν τις τῶν γονέων 43378 4.25.54.101 : τελευτησάντων τοὺς τάφους μὴ κοσμῇ, καὶ τοῦτο ἐξετάζει 43379 4.25.54.102 : ἡ πόλις ἐν ταῖς τῶν ἀρχόντων δοκιμασίαις. σὺ οὖν, ὦ 43380 4.25.54.103 : παῖ, ἐὰν σωφρονῇς, τοὺς μὲν θεοὺς παραιτήσει συγγνώ– 43381 4.25.54.104 : μονάς σοι εἶναι, εἴ τι παρημέληκας τῆς μητρός, μή σε 43382 4.25.54.105 : καὶ οὗτοι νομίσαντες ἀχάριστον εἶναι οὐκ ἐθέλωσιν εὖ 43383 4.25.54.106 : ποιεῖν, τοὺς δὲ ἀνθρώπους φυλάξῃ, μή σε αἰσθόμενοι 43384 4.25.54.107 : τῶν γονέων ἀμελοῦντα πάντη ἀτιμάσωσιν, εἶτα ἐν ἐρημίᾳ 43385 4.25.54.108 : φίλων ἀναφανῇς. εἰ γάρ σε ὑπολάβοιεν πρὸς τοὺς γονεῖς 43386 4.25.54.109 : ἀχάριστον εἶναι, οὐδεὶς ἂν νομίσειεν εὖ ποιήσας χάριν 43387 4.25.54.110 : ἀπολήψεσθαι [σοφίας]. 43388 4.26.t.1 : {1ΟΠΟΙΟΥΣ ΤΙΝΑΣ ΧΡΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΠΕΡΙ ΤΑ ΤΕΚΝΑ, 43389 4.26.t.2 : ΚΑΙ ΟΤΙ ΦΥΣΙΚΗ ΤΙΣ ΑΝΑΓΚΗ ΑΜΦΟΤΕΡΟΥΣ ΕΙΣ ΔΙΑΘΕΣΙΝ ΑΓΕΙ.}1 43390 4.26.1.1 : Μενάνδρου (fr. 660 K.). 43391 4.26.1.2 : Οὐκ ἔστ´ ἄκουσμ´ ἥδιον ἢ ῥηθεὶς λόγος 43392 4.26.1.3 : πατρὸς πρὸς υἱὸν περιέχων ἐγκώμιον. 43393 4.26.2.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 661 K.). 43394 4.26.2.2 : Οὐδέποτ´ ἀληθὲς οὐδὲν οὔθ´ υἱῷ πατὴρ 43395 4.26.2.3 : εἴωθ´ ἀπειλεῖν οὔτ´ ἐρῶν ἐρωμένῃ. 43396 4.26.3.1 : Εὐριπίδου Μελανίππη (fr. 500 N. 2). 43397 4.26.3.2 : Ὅστις δ´ ἄμεικτον πατέρ´ ἔχει νεανίας 43398 4.26.3.3 : στυγνόν τ´ ἐν οἴκοις, μεγάλα κέκτηται κακά. 43399 4.26.4.1 : Μενάνδρου (fr. 662 K.). 43400 4.26.4.2 : Ὁ σκληρότερος πρὸς υἱὸν ἐν τῷ νουθετεῖν 43401 4.26.4.3 : τοῖς μὲν λόγοις πικρός ἐστι, τοῖς δ´ ἔργοις πατήρ. 43402 4.26.5.1 : Μενάνδρου (fr. 663 K.). 43403 4.26.5.2 : Υἱῷ προθύμως τἀξιούμενον ποῶν 43404 4.26.5.3 : κηδεμόν´ ἀληθῶς, οὐκ ἔφεδρον ἕξεις [τοῦ] βίου. 43405 4.26.6.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμήνη (fr. 103 N. 2). 43406 4.26.6.2 : Δεινόν τι τέκνων φίλτρον ἔθηκεν 43407 4.26.6.3 : θεὸς ἀνθρώποις. 43408 4.26.7.1 : Μενάνδρου Συναριστώσαις (fr. 445 K.). 43409 4.26.7.2 : Πατὴρ δ´ ἀπειλῶν οὐκ ἔχει μέγαν φόβον. 43410 4.26.8.1 : Θεοδέκτου (fr. 14 p. 806 N. 2). 43411 4.26.8.2 : Γονέων τὰ τέκνα σῴζουσιν αἱ συμβουλίαι. 43412 4.26.9.1 : Φιλήμονος (fr. 200 K.). 43413 4.26.9.2 : Ἡδύ γε πατὴρ τέκνοις † εἰ στοργὴν ἔχοι. 43414 4.26.10.1 : Μενάνδρου (fr. 807 K.). 43415 4.26.10.2 : Ἡδὺς πατὴρ φρόνησιν ἀντ´ ὀργῆς ἔχων. 43416 4.26.11.1 : Μενάνδρου (fr. 808 K.). 43417 4.26.11.2 : Υἱὸς δ´ ἀμείνων ἐστὶν εὐνοίᾳ πατρός. 43418 4.26.12.1 : Μενάνδρου (fr. 749 K.). 43419 4.26.12.2 : Ὡς ἡδὺ πρᾶος καὶ νεάζων τῷ τρόπῳ 43420 4.26.12.3 : πατήρ. 43421 4.26.13.1 : Μενάνδρου (fr. 730 K.). 43422 4.26.13.2 : Οὐ λυποῦντα δεῖ 43423 4.26.13.3 : παιδάριον ὀρθοῦν, ἀλλὰ καὶ πείθοντά τι. 43424 4.26.14.1 : Χαιρήμονος (fr. 35 p. 790 N. 2). 43425 4.26.14.2 : Πρὸς υἱὸν ὀργὴν οὐκ ἔχει χρηστὸς πατήρ. 43426 4.26.15.1 : Ἱπποθόου (Hippothoontis fr. 4 p. 828 N. 2). 43427 4.26.15.2 : Παίδων κρατεῖν δεῖ τῶν νεωτέρων σοφούς. 43428 4.26.16.1 : Εὐριπίδου Δίκτυϊ (fr. 339 N. 2). 43429 4.26.16.2 : Πατέρα τε παισὶν ἡδέως συνεκφέρειν 43430 4.26.16.3 : φίλους ἔρωτας ἐκβαλόντ´ αὐθαδίαν, 43431 4.26.16.4 : παῖδάς τε πατρί· καὶ γὰρ οὐκ αὐθαίρετοι 43432 4.26.16.5 : βροτοῖς ἔρωτες οὐδ´ ἑκουσία νόσος. 43433 4.26.16.6 : σκαιόν τι δὴ τὸ χρῆμα γίγνεσθαι φιλεῖ, 43434 4.26.16.7 : θεῶν ἀνάγκας ὅστις ἰᾶσθαι θέλει. 43435 4.26.17.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 346 N. 2). 43436 4.26.17.2 : Εἷς γάρ τις ἔστι κοινὸς ἀνθρώποις νόμος 43437 4.26.17.3 : καὶ θεοῖσι τοῦτο δόξαν, ὡς σαφῶς λέγω, 43438 4.26.17.4 : θηρσίν τε πᾶσι, τέκνα τίκτουσιν φιλεῖν. 43439 4.26.17.5 : τὰ δ´ ἄλλα χωρὶς χρώμεθ´ ἀλλήλων νόμοις. 43440 4.26.18.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 345 N. 2). 43441 4.26.18.2 : Ἐγὼ νομίζω πατρὶ φίλτατον τέκνα 43442 4.26.18.3 : παισίν τε τοὺς τεκόντας, οὐδὲ συμμάχους 43443 4.26.18.4 : ἄλλους γενέσθαι φήμ´ ἂν ἐνδικωτέρους. 43444 4.26.19.1 : Ἀντιφάνους (fr. 260 K.). 43445 4.26.19.2 : Υἱῷ γὰρ ἀγαπητῷ τι πράττων πρὸς χάριν 43446 4.26.19.3 : ἔρανον ἐμαυτῷ τοῦτον οἴομαι φέρειν. 43447 4.26.20.1 : Ἀναχάρσιδος. 43448 4.26.20.2 : Ἀνάχαρσις ὁ Σκύθης ἐρωτηθεὶς διὰ τίνα αἰτίαν οὐ 43449 4.26.20.3 : παιδοποιεῖ, ἔφη ’διὰ φιλοτεκνίαν‘. 43450 4.26.21.1 : Εὐριπίδου ἐν Δίκτυϊ (fr. 338 N. 2). 43451 4.26.21.2 : Ὄντων δὲ παίδων καὶ πεφυκότος γένους 43452 4.26.21.3 : καινοὺς φυτεῦσαι παῖδας ἐν δόμοις θέλεις, 43453 4.26.21.4 : ἔχθραν μεγίστην σοῖσι συμβάλλων τέκνοις. 43454 4.26.22.1 : Σωκράτους. 43455 4.26.22.2 : Πατρὸς ἐπιτίμησις ἡδὺ φάρμακον· ἔχει γὰρ πλέον 43456 4.26.22.3 : τὸ ὠφελοῦν τοῦ ἐπιδάκνοντος. 43457 4.26.23.1 : Διογένους. 43458 4.26.23.2 : Διογένης ἐρωτηθεὶς τὸ πῶς δεῖ πατέρας καὶ υἱοὺς 43459 4.26.23.3 : ἀλλήλοις προσφέρεσθαι, φησὶν εἰ μὴ περιμένοιεν αἰτη– 43460 4.26.23.4 : θῆναι ὑπ´ ἀλλήλων, ἀλλὰ διδόντες φθάνοιεν. ἐπιεικῶς 43461 4.26.23.5 : δ´ ὁ πατὴρ διὰ τὸ προευεργετηκέναι, εἰ μὴ εὖ πάσχοι, 43462 4.26.23.6 : ταχέως ἄχθεται· ὁ δὲ υἱὸς ἐντρυφᾷ καὶ οὐκ ἀξιοῖ αἰτεῖν. 43463 4.26.24.1 : Θεμιστίου ἐκ τοῦ Μετριοπαθοῦς (p. 363 C Dind.). 43464 4.26.24.2 : Εὖ ἴστε, ὦ ἄνδρες, ὅτι ὁ φιλότεκνος ἀξιέπαινον πά– 43465 4.26.24.3 : θος ἐστὶ καὶ οὐκ ἔοικε τῷ φιλοχρημάτῳ ἢ τῷ φιλαρ– 43466 4.26.24.4 : γύρῳ. ἐκεῖνα μὲν γὰρ τὰ ὀνόματα εἰκότως παρὰ τοῖς 43467 4.26.24.5 : ἀνθρώποις ὀνείδη λέγεται καὶ ἔστιν· οὐ γὰρ ποιεῖ αὐτὰ 43468 4.26.24.6 : ἡ φύσις, ἀλλ´ ἡ μοχθηρία ἡ ἡμετέρα. τοῦτο δὲ ἄνωθεν 43469 4.26.24.7 : αὐτῇ ἐνδέδεται ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἐξῆπται ἐκείνης 43470 4.26.24.8 : ἀτεχνῶς τῆς χρυσῆς καὶ ἀρρήκτου σειρᾶς, ἣν ξυρράπ– 43471 4.26.24.9 : τουσα ἀεὶ καὶ ξυγκολλῶσα τῷ φθίνοντι τὸ φυόμενον 43472 4.26.24.10 : οὐκ ἀπολισθάνει εἰς τὸ μὴ εἶναι. ὥστε οὐκ αἰσχύνεται 43473 4.26.24.11 : ὁ φιλόσοφος τῇ φιλοτεκνίᾳ, ὥσπερ οὐδὲ τῇ φιλοσοφίᾳ τε 43474 4.26.24.12 : καὶ φιλολογίᾳ. 43475 4.26.25.1 : Δημοκρίτου (fr. 279 Diels 2). 43476 4.26.25.2 : Τοῖς παισὶ μάλιστα χρὴ τῶν ἀνυστῶν δατεῖσθαι τὰ 43477 4.26.25.3 : χρήματα, καὶ ἅμα ἐπιμέλεσθαι αὐτῶν, μή τι ἀτηρὸν ποιέωσι 43478 4.26.25.4 : διὰ χειρὸς ἔχοντες· ἅμα μὲν γὰρ πολλὸν φειδότεροι γί– 43479 4.26.25.5 : γνονται ἐς τὰ χρήματα καὶ προθυμότεροι κτᾶσθαι καὶ 43480 4.26.25.6 : ἀγωνίζονται ἀλλήλοισιν. ἐν γὰρ τῷ ξυνῷ τὰ τελεύμενα 43481 4.26.25.7 : οὐκ ἀνιᾷ ὥσπερ ἰδίῃ οὐδ´ εὐθυμεῖ τὰ ἐπικτώμενα, ἀλλὰ 43482 4.26.25.8 : πολλῶ ἧσσον. 43483 4.26.26.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 280 Diels 2). 43484 4.26.26.2 : Ἔξεστιν οὐ πολλὰ τῶν σφετέρων ἀναλώσαντας παι– 43485 4.26.26.3 : δεῦσαί τε τοὺς παῖδας καὶ τεῖχός τε καὶ σωτηρίην περι– 43486 4.26.26.4 : βαλέσθαι τοῖς τε χρήμασι καὶ τοῖς σώμασιν αὐτῶν. 43487 4.26.27.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Λάχητος (p. 185 A). 43488 4.26.27.2 : Ἢ περὶ σμικροῦ οἴεσθε νυνὶ κινδυνεύειν καὶ σὺ καὶ 43489 4.26.27.3 : Λυσίμαχος, ἀλλ´ οὐ περὶ τούτου τοῦ κτήματος, ὃ τῶν 43490 4.26.27.4 : ὑμετέρων μέγιστον ὂν τυγχάνει; υἱέων γάρ που ἢ χρηστῶν 43491 4.26.27.5 : ἢ τἀναντία γενομένων καὶ πᾶς ὁ οἶκος 〈ὁ〉 τοῦ πατρὸς 43492 4.26.27.6 : οὕτως οἰκήσεται, ὁποῖοι ἄν τινες οἱ παῖδες γένωνται. — 43493 4.26.27.7 : Ἀληθῆ λέγεις. —Πολλὴν ἄρα δεῖ προμήθειαν αὐτοῦ ἔχειν. 43494 4.26.28.1 : Γαΐου ἐκ τοῦ κατὰ Ἀρτεμισίου. 43495 4.26.28.2 : Ἀλλ´ ὅταν ᾖ σωφροσύνη τὸ κρινόμενον, πάντες μὲν 43496 4.26.28.3 : οἱ πρεσβύτεροι πατέρες, πάντες δὲ οἱ νεώτεροι συγγενεῖς, 43497 4.26.28.4 : πᾶσαι δὲ αἱ κυήσασαι πώποτε μητέρες. τὸ γὰρ κοσμίους 43498 4.26.28.5 : εἶναι τοὺς παῖδας καὶ σώφρονας μίαν καὶ κοινὴν ἁπάν– 43499 4.26.28.6 : των ἔχει συγγένειαν. 43500 4.26.29.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τῆς πρὸς Κρίτωνα ἐπιστολῆς (p. 788 43501 4.26.29.2 : Hercher). 43502 4.26.29.3 : Εὖ γὰρ ἴσθι Σωκράτην πρὸς ἡμᾶς πολλάκις εἰπόντα, 43503 4.26.29.4 : ὅτι οἱ τῶν υἱέων ἵνα πολλὴν μὲν ἔχωσιν οὐσίαν φροντί– 43504 4.26.29.5 : ζοντες, ἵνα δὲ καλοὶ κἀγαθοὶ γένωνται ἀμελοῦντες ἴσον 43505 4.26.29.6 : πεπόνθασι τοῖς ἱπποτροφοῦσι καὶ τὰ μὲν πολεμικὰ οὐ 43506 4.26.29.7 : διδάσκουσι, τροφὴν δὲ παμπόλλην παρεχομένοις. οὗτοι 43507 4.26.29.8 : γὰρ πιοτέροις μὲν τοῖς ἵπποις χρήσονται, ἀπείροις δὲ ὧν 43508 4.26.29.9 : χρή· εἶναι γὰρ ἵππου ἀρετὴν οὐ τὴν εὐσαρκίαν, τὴν δὲ 43509 4.26.29.10 : κατὰ πόλεμον εὐτολμίαν καὶ ἐμπειρίαν. τὰ αὐτὰ δ´ οὖν 43510 4.26.29.11 : ἐξαμαρτάνειν καὶ τοὺς γῆν πολλὴν κτωμένους τοῖς υἱέσιν, 43511 4.26.29.12 : αὐτῶν δὲ μὴ ἐπιμελομένους. ἃ γὰρ κεκτήσονται, πολλοῦ 43512 4.26.29.13 : ἄξια νομισθήσεται, αὐτοὶ δὲ ὀλίγου. προσήκει δὲ τὸ 43513 4.26.29.14 : φυλάττον τοῦ κτηθέντος ἀξιοτιμότερον εἶναι. καὶ τοίνυν 43514 4.26.29.15 : ὁ τὸν ἑαυτοῦ παῖδα πολλοῦ ἄξιον ἀποδείξας, κἂν ὀλίγα 43515 4.26.29.16 : καταλίπῃ, πολλὰ ἔδωκε· γνώμῃ γὰρ ἢ πλείω ἢ ἐλάττω 43516 4.26.29.17 : γίνεται, ἀγαθῇ μὲν ἔμμετρα, ἐκμελεῖ δὲ καὶ ἀπαιδεύτῳ 43517 4.26.29.18 : ὀλίγα. σὺ δὲ οὐδὲν πλείω τῶν ἀναγκαίων παρέχεις, ἃ 43518 4.26.29.19 : τοῖς μὲν διὰ παιδεύσεως ἰοῦσιν ἀναγκαῖά τε καὶ πλούσια 43519 4.26.29.20 : νομίζεται, τοῖς δ´ ἀμαθέσι τὸ μὲν ἀλγεινὸν τῆς σαρκὸς 43520 4.26.29.21 : ἐκλύει, τὴν δὲ περὶ τοῦ μέλλοντος δυσελπιστίαν οὐ μειοῖ. 43521 4.27.t.1 : {1ΟΤΙ ΚΑΛΛΙΣΤΟΝ Η ΦΙΛΑΔΕΛΦΙΑ ΚΑΙ Η ΠΕΡΙ ΤΟΥΣ ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ 43522 4.27.t.2 : ΔΙΑΘΕΣΙΣ, ΚΑΙ ΟΤΙ ΑΝΑΓΚΑΙΟΙ.}1 43523 4.27.1.1 : Μενάνδρου (fr. 809 K.). 43524 4.27.1.2 : Ὡς ἡδύ γ´ ἐν ἀδελφοῖσιν ὁμονοίας ἔρως. 43525 4.27.2.1 : (Eiusdem: fr. 742 K.) 43526 4.27.2.2 : Τὸν τῇ φύσει 43527 4.27.2.3 : οἰκεῖον οὐδεὶς καιρὸς ἀλλότριον ποεῖ. 43528 4.27.3.1 : Εὐριπίδου Ἰφιγενείᾳ (Aul. 376 s.). 43529 4.27.3.2 : Δεινὸν κασιγνήτοισι γίγνεσθαι λόγους 43530 4.27.3.3 : μάχας θ´, ὅταν ποτ´ ἐμπέσωσιν εἰς ἔριν. 43531 4.27.4.1 : Διφίλου (fr. 102 K.). 43532 4.27.4.2 : Ἀνδρὸς φίλου γὰρ οἰκίαν καὶ συγγενοῦς 43533 4.27.4.3 : αὑτοῦ νομίζειν δεῖ τὸν ὀρθῶς συγγενῆ. 43534 4.27.5.1 : (Hom. Od. XVI 97 s.) 43535 4.27.5.2 : Ἤ τι κασιγνήτοις ἐπιμέμφεαι, οἷσί περ ἀνὴρ 43536 4.27.5.3 : μαρναμένοισι πέποιθε, καὶ εἰ μέγα νεῖκος ὄρηται. 43537 4.27.6.1 : Σωτίωνος. 43538 4.27.6.2 : Ἀθήνησι νεμόμενοι κοινὴν οὐσίαν Ἀχαιὸς καὶ Δῖος 43539 4.27.6.3 : ἀδελφοὶ οὕτως εὐγνώμονες ἦσαν, ὥσθ´ ὁ μὲν Ἀχαιὸς γε– 43540 4.27.6.4 : γυμνασιαρχηκὼς ἠξίου τῆς ὑπολοίπου οὐσίας τὸ ἀνάλωμα 43541 4.27.6.5 : τὸ εἰς τὴν γυμνασιαρχίαν προστίθεσθαι τῷ Δίου μέρει· ὁ 43542 4.27.6.6 : δὲ ἀντέλεγεν ὡς καὶ αὐτὸς ἄλλα τινὰ ἀνηλωκώς. 43543 4.27.7.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 43544 4.27.7.2 : Καλλίας χειροτονηθεὶς ἵππαρχος νέος ὢν ἠξίωσεν 43545 4.27.7.3 : ἐπιτραπῆναι αὐτῷ παραχωρῆσαι τῷ ἀδελφῷ Θεοφίλῳ· 43546 4.27.7.4 : αὐτῷ γὰρ ἐπεῖναι ἡλικίαν. ὥστε καὶ εὐδοκίμησε καὶ ἐν 43547 4.27.7.5 : τῷ ὑστέρῳ ἔτει πρῶτος ἐχειροτονήθη. 43548 4.27.8.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 43549 4.27.8.2 : Οἱ ἀδελφοὺς παρέντες καὶ ἄλλους φίλους ζητοῦντες 43550 4.27.8.3 : παραπλήσιοι τοῖς τὴν ἑαυτῶν γῆν ἐῶσι, τὴν δὲ ἀλλοτρίαν 43551 4.27.8.4 : γεωργοῦσιν. 43552 4.27.9.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Περὶ φιλαδελφίας (p. 479 A). 43553 4.27.9.2 : Ὅτι χωρὶς ἀδελφῶν οὔτε ’πλούτου‘ φασὶν οὔτε ’τᾶς 43554 4.27.9.3 : ἰσοδαίμονος ἀνθρώποις βασιληίδος ἀρχᾶς‘ ἐστί τις χάρις 43555 4.27.9.4 : καὶ ὄνησις. 43556 4.27.10.1 : Τοῦ αὐτοῦ (cf. p. 480 D). 43557 4.27.10.2 : Ὁ † δισάδελφον μὴ φιλῶν οὐδὲ γονέας, οἳ εἰς ἀμφοῖν 43558 4.27.10.3 : συνεβάλλοντο 〈γένεσιν〉. 43559 4.27.11.1 : Τοῦ αὐτοῦ (p. 480 E). 43560 4.27.11.2 : Οἱ χρηστοὶ παῖδες οὐ μόνον διὰ τοὺς γονεῖς ἑαυτοὺς 43561 4.27.11.3 : ἀγαπήσουσιν, ἀλλὰ καὶ τοὺς γονεῖς δι´ ἑαυτούς. ὀφείλον– 43562 4.27.11.4 : τες γὰρ τοῖς γονεῦσι διὰ πολλὰ χάριν, μάλιστα διὰ τοὺς 43563 4.27.11.5 : ἀδελφοὺς ὀφείλουσιν. 43564 4.27.12.1 : Τοῦ αὐτοῦ (p. 480 F). 43565 4.27.12.2 : Ὅτι τὰς Μούσας ὠνομάσθαι λέγουσι διὰ φιλαδελ– 43566 4.27.12.3 : φίαν ὁμοῦ οὔσας. 43567 4.27.13.1 : Τοῦ αὐτοῦ (p. 483 C). 43568 4.27.13.2 : Πολυδεύκης τὸν καταψιθυρίζοντα τοῦ ἀδελφοῦ πρὸς 43569 4.27.13.3 : αὐτὸν κονδύλῳ παίσας ἀπέκτεινε· καὶ οὐδὲ θεὸς ἠθέλησε 43570 4.27.13.4 : μόνος, ἀλλ´ ἡμίθεος μᾶλλον σὺν τῷ ἀδελφῷ γενέσθαι. 43571 4.27.14.1 : Θεοφράστου (Plut. l. c. p. 482 B). 43572 4.27.14.2 : Θεόφραστός φησιν, ὅτι τοὺς μὲν ἀλλοτρίους οὐ φι– 43573 4.27.14.3 : λοῦντα δεῖ κρίνειν, ἀλλὰ κρίναντα φιλεῖν, τοὺς δὲ ἀδελ– 43574 4.27.14.4 : φοὺς ἔμπαλιν. 43575 4.27.15.1 : Εὐκλείδου (Plut. p. 489 D). 43576 4.27.15.2 : Εὐκλείδης ὁ Σωκρατικὸς ἀκούσας τοῦ ἀδελφοῦ λέγον– 43577 4.27.15.3 : τος ’ἀπολοίμην εἰ μή σε τιμωρησαίμην‘· ’ἐγὼ δέ‘ εἶπεν 43578 4.27.15.4 : ’εἰ μή σε 〈πείσαι〉μι φιλεῖν ἡμᾶς‘. 43579 4.27.16.1 : Σκιλούρου (Plut. Apophth. reg. et imp. p. 174 F). 43580 4.27.16.2 : Σκίλουρος ὀγδοήκοντα παῖδας ἄρρενας ἀπολιπών, 43581 4.27.16.3 : ἐπειδὴ τελευτᾶν ἤμελλε, δέσμην ἀκοντίων ἑκάστῳ προτεί– 43582 4.27.16.4 : νων ἐκέλευε καταθραῦσαι. πάντων δὲ ἀπαγορευσάντων, 43583 4.27.16.5 : καθ´ ἓν αὐτὸς ἕλκων ἀκόντιον πάντα ῥᾳδίως ἔκλασε, δι– 43584 4.27.16.6 : δάσκων ἐκείνους, ὅτι συνεστῶτες καὶ ὁμονοοῦντες ἰσχυροὶ 43585 4.27.16.7 : διαμενοῦσιν, ἀσθενεῖς δ´ ἔσονται διαλυθέντες. 43586 4.27.17.1 : Σωτίωνος. 43587 4.27.17.2 : Φιλάδελφον καὶ πένητα λέγεσθαι κρεῖσσον, ἢ μισά– 43588 4.27.17.3 : δελφον καὶ πλούσιον. 43589 4.27.18.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 43590 4.27.18.2 : Κύνα μὲν χαλεπὸν ὄντα ἐπιχειρεῖς πραΰνειν, ὅπως 43591 4.27.18.3 : σοι πρᾶος ᾖ, τὸν ἀδελφὸν δὲ οὔ; 43592 4.27.19.1 : Ἀριστίππου. 43593 4.27.19.2 : Ἀρίστιππος ἔφησε πρὸς τὸν ἀδελφόν ’μέμνησο ὅτι 43594 4.27.19.3 : τῆς μὲν διαστάσεως σὺ ἤρξω, τῆς δὲ διαλύσεως ἐγώ‘. 43595 4.27.20.1 : Ἱεροκλέους ἐκ τοῦ Περὶ φιλαδελφίας (p. 59 de Arn.). 43596 4.27.20.2 : Πρώτη μὲν οὖν ὑποθήκη μάλα σαφὴς ἐπιεικῶς τε 43597 4.27.20.3 : εὔπορος, πρὸς δὲ καὶ κοινή. κατὰ παντὸς μὲν γὰρ εἰπεῖν 43598 4.27.20.4 : προσώπου ὑγιὴς ὁ λόγος, ὡς σαφὴς ἡ ὁτουοῦν χρῆσις ἔκ 43599 4.27.20.5 : [τε] τοῦ ἑαυτὸν μὲν ἐκεῖνον, ἐκεῖνον δὲ ἑαυτὸν ὑποθέσθαι. 43600 4.27.20.6 : καὶ γὰρ οἰκέτῃ χρῷτ´ ἄν τις καλῶς, ἐνθυμηθεὶς πῶς ἂν 43601 4.27.20.7 : ἠξίωσεν ἐκεῖνον αὐτῷ προσφέρεσθαι, εἴπερ ἐκεῖνος μὲν ἦν 43602 4.27.20.8 : δεσπότης, αὐτὸς δὲ δοῦλος· ὁ δ´ ὅμοιος λόγος καὶ γονεῦσι 43603 4.27.20.9 : περὶ τέκνων καὶ παισὶ περὶ τῶν γειναμένων καὶ συνόλως 43604 4.27.20.10 : πᾶσι περὶ πάντων. ἐξαιρέτως δ´ ἐστὶν εὔπορος ἡ παραί– 43605 4.27.20.11 : νεσις κατὰ τὸν τῶν ἀδελφῶν τόπον· ἐπειδήπερ οὐδὲν δεῖ 43606 4.27.20.12 : προϋποθέσθαι τὸν σκεπτόμενον, πῶς ἀδελφῷ χρηστέον, 43607 4.27.20.13 : λαβεῖν δ´ ἐξ ἑτοίμου παρὰ τῆς φύσεως 〈τὴν〉 τοῦ προσώ– 43608 4.27.20.14 : που ταυτότητα. καὶ δῆτα καὶ πρῶτος οὗτος εἰρήσθω 43609 4.27.20.15 : λόγος, ὡς τοῦτον χρὴ προσφέρεσθαι τὸν τρόπον ἀδελφῷ. 43610 4.27.20.16 : ὅνπερ ἄν τις ἐκεῖνον ἀξιώσειεν ἑαυτῷ. ’νὴ Δία‘ φήσει 43611 4.27.20.17 : τις ’ἀλλ´ ἐγὼ μέν εἰμι μέτριος καὶ ἐπιεικής, ὁ δ´ ἀδελφὸς 43612 4.27.20.18 : σκαιὸς καὶ δυσομίλητος‘. οὐκ ὀρθῶς δὲ ἐρεῖ. πρῶτον μὲν 43613 4.27.20.19 : ἴσως οὐδ´ ἀληθεύσει· ἱκανὴ γὰρ ἡ φιλαυτία τὰ μὲν ἴδια 43614 4.27.20.20 : μεγαλοποιῆσαι καὶ ἀποκυδᾶναι, τὰ δὲ τῶν ἄλλων κατα– 43615 4.27.20.21 : σμικρῦναι καὶ διαφαυλίσαι· πολλάκις γοῦν διὰ τοιαύτην οἱ 43616 4.27.20.22 : κακίους σφᾶς αὐτοὺς προκρίνουσι τῶν κατὰ πολὺ βελτιό– 43617 4.27.20.23 : νων. ἔπειτα, κἂν ὄντως τοιοῦτος ᾖ ἁδελφός, ἀλλὰ σύ γε, 43618 4.27.20.24 : φαίην ἄν, ἀμείνων εὑρέθητι καὶ νίκησον αὐτοῦ τὴν ἀγριό– 43619 4.27.20.25 : τητα ταῖς εὐποιίαις. ἐπεί τοί γε οὐδὲ πολλὴ χάρις τοῖς 43620 4.27.20.26 : εὐγνώμοσι προσενεχθῆναι μετρίως· ἀλλ´ ἀνδρὸς ἔργον καὶ 43621 4.27.20.27 : πολλῆς ἄξιον ἀποδοχῆς, τὸν ἀβέλτερον καὶ σκαιὸν πραῧ– 43622 4.27.20.28 : ναι τοῖς ἐς αὐτὸν πραττομένοις. καὶ γὰρ οὐδὲν πάμπαν 43623 4.27.20.29 : ἐπ´ ἀδύνατον ἡ παράκλησις· ἀλλ´ ἔνεστι γὰρ κἀν τοῖς 43624 4.27.20.30 : ἀτοπώτατα διακειμένοις σπέρματα μεταβολῆς τῆς ἐπὶ τὸ 43625 4.27.20.31 : κρεῖττον τιμῆς τε καὶ ἀγαπήσεως τῶν εὐεργετησάντων. 43626 4.27.20.32 : οὐ γὰρ δὴ ζῷα μὲν ἄγρια καὶ φύσει πρὸς τὸ γένος ἡμῶν 43627 4.27.20.33 : ἐκπεπολεμωμένα, πρὸς βίαν ἀχθέντα καὶ τὴν πρώτην 43628 4.27.20.34 : κατασχεθέντα δεσμοῖς ἢ γαλεάγραις, χρόνοις ὕστερον τι– 43629 4.27.20.35 : θασὰ γίγνεται καθημερούμενα ποιαῖς τημελείαις καὶ τῇ 43630 4.27.20.36 : καθ´ ἡμέραν τροφῇ· ἄνθρωπος δὲ οὐχ ὅπως ἀδελφός, 43631 4.27.20.37 : ἀλλὰ κἂν μηδὲν προσήκων τύχῃ, οὐ τῷ παντὶ μᾶλλον ἐπι– 43632 4.27.20.38 : μελείας ἀξιούμενος μεταβαλεῖ πρὸς τὸ ἡμερώτερον, κἂν 43633 4.27.20.39 : ὑπερβολὴν μὴ ἀπολίπῃ σκαιότητος; μιμητέον οὖν ἐπὶ 43634 4.27.20.40 : παντὸς μὲν ἀνθρώπου, πολὺ δὲ διαφερόντως ἐπ´ ἀδελ– 43635 4.27.20.41 : φοῦ τὸ τοῦ Σωκράτους· ἐκεῖνος γὰρ πρὸς τὸν εἰπόντα 43636 4.27.20.42 : ’ἀποθανοῦμαι, εἰ μή σε τιμωρησαίμην‘ ἔφη ’ἀποθανοῦ– 43637 4.27.20.43 : μαι, εἰ μή σε φίλον ποιήσω‘. 43638 4.27.20.44 : Ἀλλὰ γὰρ ταῦτα μὲν ταύτῃ. μετὰ ταῦτα δ´ ἐνθυμη– 43639 4.27.20.45 : τέον, ὅτι τρόπον τινὰ οἱ ἀδελφοὶ ταὐτοῦ μέρη τυγχάνου– 43640 4.27.20.46 : σιν, ὥσπερ οἱ ἐμοὶ ὀφθαλμοὶ ἐμοῦ καὶ ὡσαύτως σκέλη τε 43641 4.27.20.47 : καὶ χεῖρες καὶ τὰ λοιπά. καὶ γὰρ οὗτοι τοῦτον ἔχουσιν 43642 4.27.20.48 : τὸν τρόπον † εἴτε πρὸς τὸν οἶκον ἐξετάζοντες. ὥσπερ 43643 4.27.20.49 : οὖν οἱ ὀφθαλμοὶ καὶ αἱ χεῖρες, εἴπερ ἕκαστον ἰδίαν ψυχὴν 43644 4.27.20.50 : καὶ νοῦν λάβοι, περιέποι ἂν τὰ λοιπὰ πάσῃ μηχανῆ διὰ 43645 4.27.20.51 : τὴν εἰρημένην κοινωνίαν, τῷ μηδ´ αὐτὰ τὸ ἴδιον ἔργον 43646 4.27.20.52 : οἷά τε εἶναι παρέχειν καλῶς δίχα τῆς τῶν ἑτέρων παρου– 43647 4.27.20.53 : σίας· οὕτως δεῖ καὶ ἡμᾶς ἀνθρώπους γε ὄντας καὶ ψυχὴν 43648 4.27.20.54 : ὁμολογοῦντας ἔχειν, μηδὲν παριέναι σπουδῆς ὑπὲρ τοῦ 43649 4.27.20.55 : δεόντως προσφέρεσθαι τοῖς ἀδελφοῖς. καὶ γὰρ αὖ καὶ 43650 4.27.20.56 : πλεῖόν τι παρὰ τὰ μέρη συλλαμβάνειν ἀλλήλοις ἀδελφοὶ 43651 4.27.20.57 : πεφύκασιν, εἴ γε ὀφθαλμοὶ μὲν 〈συν〉ορῶσιν ἀλλήλοις 43652 4.27.20.58 : παρὼν παρόντι, καὶ χεὶρ συνεργάζεται παροῦσα χειρὶ 43653 4.27.20.59 : παρούσῃ· ἡ δ´ ἀδελφῶν σύμπραξις ἀλλήλοις πολυχουσ– 43654 4.27.20.60 : τέρα πώς ἐστι. πράττουσι γὰρ τὰ κοινῇ διαφέροντα καὶ 43655 4.27.20.61 : διεστηκότες τοῖς τόποις πάμπαν· μέγα θ´ ὑπάρχουσιν 43656 4.27.20.62 : ἀλλήλων ὄφελος, κἂν μυρίον ᾖ τὸ διάστημα. ὅλως δὲ ἐν– 43657 4.27.20.63 : θυμητέον, ὡς ὁ βίος ἡμῖν κινδυνεύει μακρός τις εἶναι καὶ 43658 4.27.20.64 : πολυετὴς πόλεμος· τοῦτο μὲν διὰ τὴν αὐτῶν τῶν πραγ– 43659 4.27.20.65 : μάτων φύσιν ἐχόντων τι ἀντίτακτον, τοῦτο δὲ διὰ τὰς 43660 4.27.20.66 : ἐξαιφνιδίους καὶ ἀπροσδοκήτους ἐπιδρομὰς τῆς τύχης, 43661 4.27.20.67 : πολὺ δὲ μάλιστα δι´ αὐτὴν τὴν κακίαν οὔτε βίας τινὸς 43662 4.27.20.68 : ἀπεχομένην οὔτε δόλου καὶ κακῶν στρατηγημάτων. ὅθεν 43663 4.27.20.69 : καλῶς ἡ φύσις. ὡς ἂν ἐφ´ ἃ γεννᾷ μὴ ἀγνοοῦσα, παρήγα– 43664 4.27.20.70 : γεν ἡμῶν ἕκαστον τρόπον τινὰ μετὰ συμμαχίας. οὐδεὶς 43665 4.27.20.71 : οὖν ἔστι μόνος οὐδ´ ’ἀπὸ δρυὸς οὐδ´ ἀπὸ πέτρης‘, ἀλλ´ 43666 4.27.20.72 : ἐκ γονέων καὶ μετ´ ἀδελφῶν καὶ συγγενῶν καὶ ἄλλων οἰ– 43667 4.27.20.73 : κείων. μέγας δὲ βοηθὸς ὁ λόγος, καὶ τοὺς ὀθνείους καὶ 43668 4.27.20.74 : μηδὲν καθ´ αἷμα προσήκοντας ἐξιδιούμενος, ἀφθονίαν τε 43669 4.27.20.75 : παρέχων συμμάχων. διὰ τοῦτο κατὰ φύσιν ἡμῖν σπουδὴ 43670 4.27.20.76 : καὶ ὁντινοῦν προσαγαγέσθαι καὶ φιλοποιήσασθαι. γίνε– 43671 4.27.20.77 : ται γοῦν ἤδη τὸ πρᾶγμα τελεωτάτη μανιῶν τοῖς μὲν οὐ– 43672 4.27.20.78 : δὲν ἐκ φύσεως ἔχουσι φίλτρον πρὸς ἡμᾶς ἐθέλειν συγ– 43673 4.27.20.79 : κραθῆναι καὶ τῇ γνώμῃ εἰς ἐφ´ ὅσον ἐνδέχεται πλεῖστον 43674 4.27.20.80 : χέαι τὴν οἰκειότητα, τῶν δὲ ἐξ ἑτοίμου καὶ παρ´ αὐτῆς 43675 4.27.20.81 : χορηγουμένων τῆς φύσεως κατημεληκέναι βοηθῶν κἀπι– 43676 4.27.20.82 : κούρων, οἵους δὴ συμβέβηκεν εἶναι τοὺς ἀδελφούς. 43677 4.27.21.1 : Μουσωνίου ἐκ τοῦ Εἰ πάντα τὰ γιγνόμενα τέκνα 43678 4.27.21.2 : θρεπτέον (Muson. rel. XVB p. 80 H.). 43679 4.27.21.3 : Ὃ δέ μοι δοκεῖ δεινότατον, οὐδὲ πενίαν ἔνιοι προ– 43680 4.27.21.4 : φασίζεσθαι ἔχοντες, ἀλλ´ εὔποροι χρημάτων ὄντες, τινὲς 43681 4.27.21.5 : δὲ καὶ πλούσιοι, τολμῶσιν ὅμως τὰ ἐπιγινόμενα τέκνα 43682 4.27.21.6 : μὴ τρέφειν, ἵνα τὰ προγενόμενα εὐπορῇ μᾶλλον, ἐξ ἀνο– 43683 4.27.21.7 : σίου μηχανώμενοι τὴν εὐπορίαν τοῖς παισίν [ἐξ ἀδελφῶν 43684 4.27.21.8 : φόνου]· οἵ γε ἀναιροῦσιν αὐτῶν τοὺς ἀδελφούς, ἵν´ ἐκεῖνοι 43685 4.27.21.9 : μερίδα μείζω τῶν πατρῴων ἔχωσι· κακῶς εἰδότες, ὅσῳ 43686 4.27.21.10 : κρεῖττον 〈τὸ〉 πολλοὺς ἔχειν ἀδελφοὺς τοῦ πολλὰ ἔχειν χρή– 43687 4.27.21.11 : ματα. χρήματα μὲν γὰρ ἐπιβουλὰς ἐγείρει παρὰ τῶν πλη– 43688 4.27.21.12 : σίον· οἱ δ´ ἀδελφοὶ τοὺς ἐπιβούλους ἀνείργουσι. καὶ τὰ 43689 4.27.21.13 : μὲν αὐτὰ δεῖται βοηθείας· οἱ δ´ ἀδελφοὶ βοηθοί εἰσι 43690 4.27.21.14 : κράτιστοι. καὶ οὔτε φίλον ἀγαθὸν ἀδελφῷ παρὰ τὸν 43691 4.27.21.15 : ἀπὸ ἀνθρώπων ἑτέρων ὁμοίων τε καὶ ἴσων, τῇ ἀπ´ ἀδελ– 43692 4.27.21.16 : φῶν. τί δ´ ἄν τις παραβάλοι καλὸν εὐνοίᾳ τῇ ἐξ ἀδελ– 43693 4.27.21.17 : φοῦ εἰς ἀσφαλείας λόγον; τίνα δὲ κοινωνὸν ἀγαθῶν εὐ– 43694 4.27.21.18 : μενέστερον σχοίη τις ἄν, ἢ ἀδελφὸν ἐπιεικῆ; τίνος δὲ 43695 4.27.21.19 : παρουσίαν ἐν συμφοραῖς μᾶλλον ποθήσειεν ἄν, ἢ τοιούτου 43696 4.27.21.20 : ἀδελφοῦ; ἐγὼ μὲν ἀξιοζηλότατον ἡγοῦμαι τὸν ἐπὶ πλήθει 43697 4.27.21.21 : ἀδελφῶν ὁμονοούντων βιοῦντα· καὶ θεοφιλέστατον εἶναι 43698 4.27.21.22 : νομίζω τὸν ἄνδρα τοῦτον, οἴκοθεν ἔχοντα τἀγαθά. διὸ 43699 4.27.21.23 : καὶ νομίζω δεῖν ἕκαστον ἡμῶν τοῖς αὑτοῦ παισὶ πειρᾶ– 43700 4.27.21.24 : σθαι χρημάτων μᾶλλον ἀπολείπειν ἀδελφούς, ὡς ἀφορ– 43701 4.27.21.25 : μὰς ἀγαθῶν ἀπολείψοντα μείζονας. 43702 4.27.22.1 : Ξενοφῶντος ἐν δευτέρῳ Ἀπομνημονευμάτων (II 3). 43703 4.27.22.2 : Χαιρεφῶντα δέ ποτε καὶ Χαιρεκράτην, ἀδελφὼ μὲν 43704 4.27.22.3 : ὄντε ἀλλήλοιν, ἑαυτῷ δὲ γνωρίμω, αἰσθόμενος διαφερο– 43705 4.27.22.4 : μένω, ἰδὲν τὸν Χαιρεκράτην, Εἰπέ μοι, ἔφη, ὦ Χαιρέ– 43706 4.27.22.5 : κρατες, οὐ δήπου καὶ σὺ εἶ τῶν τοιούτων ἀνθρώπων, οἳ 43707 4.27.22.6 : χρησιμώτερον νομίζουσι χρήματα ἢ ἀδελφούς; καὶ ταῦτα 43708 4.27.22.7 : τῶν μὲν ἀφρόνων ὄντων, τοῦ δὲ φρονίμου, καὶ τῶν μὲν 43709 4.27.22.8 : βοηθείας δεομένων, τοῦ δὲ βοηθεῖν δυναμένου, καὶ πρὸς 43710 4.27.22.9 : τούτοις τῶν μὲν πλειόνων ὑπαρχόντων, τοῦ δὲ ἑνός. θαυ– 43711 4.27.22.10 : μαστὸν δὲ καὶ τοῦτο, εἴ τις τοὺς μὲν ἀδελφοὺς ζημίαν ἡγεῖ– 43712 4.27.22.11 : ται, ὅτι οὐ καὶ τὰ τῶν ἀδελφῶν κέκτηται, τοὺς δὲ πολί– 43713 4.27.22.12 : τας οὐχ ἡγεῖται ζημίαν, ὅτι οὐ καὶ τὰ τῶν πολιτῶν ἔχει· 43714 4.27.22.13 : ἀλλ´ ἐνταῦθα μὲν δύνανται λογίζεσθαι, ὅτι κρεῖττον σὺν 43715 4.27.22.14 : πολλοῖς οἰκοῦντα ἀσφαλῶς τἀρκοῦντα ἔχειν ἢ μόνον διαι– 43716 4.27.22.15 : τώμενον τὰ τῶν πολιτῶν ἐπικινδύνως πάντα κεκτῆσθαι, 43717 4.27.22.16 : ἐπὶ δὲ τῶν ἀδελφῶν τὸ αὐτὸ τοῦτο ἀγνοοῦσι. καὶ οἰκέτας 43718 4.27.22.17 : μὲν οἱ δυνάμενοι ὠνοῦνται, ἵνα συνεργοὺς ἔχωσι, καὶ φί– 43719 4.27.22.18 : λους κτῶνται, ὡς βοηθῶν δεόμενοι, τῶν δὲ ἀδελφῶν ἀμε– 43720 4.27.22.19 : λοῦσιν, ὥσπερ ἐκ πολιτῶν μὲν γιγνομένους φίλους, ἐξ 43721 4.27.22.20 : ἀδελφῶν δὲ οὐ γιγνομένους. καὶ μὴν πρὸς φιλίαν μέγα 43722 4.27.22.21 : μὲν ὑπάρχει τὸ ἐκ τῶν αὐτῶν φῦναι, μέγα δὲ τὸ ὁμοῦ 43723 4.27.22.22 : τραφῆναι, ἐπεὶ καὶ τοῖς θηρίοις πόθος τις ἐγγίγνεται τῶν 43724 4.27.22.23 : συντρόφων. πρὸς δὲ τούτοις καὶ οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι τι– 43725 4.27.22.24 : μῶσί τε μᾶλλον τοὺς συναδέλφους ὄντας τῶν ἀναδέλφων 43726 4.27.22.25 : καὶ ἧττον τούτοις ἐπιτίθενται. Καὶ ὁ Χαιρεκράτης εἶπεν· 43727 4.27.22.26 : Ἀλλ´ εἰ μέν, ὦ Σώκρατες, μὴ μέγα εἴη τὸ διάφορον, ἴσως 43728 4.27.22.27 : ἂν δέοι φέρειν τὸν ἀδελφὸν καὶ μὴ μικρῶν ἕνεκα φεύγειν· 43729 4.27.22.28 : ἀγαθὸν γάρ, ὥσπερ καὶ σὺ λέγεις, ἀδελφὸς ὢν οἷον δεῖ· 43730 4.27.22.29 : ὁπότε μέντοι παντὸς ἐνδέοι καὶ πᾶν τὸ ἐναντιώτατον εἴη, 43731 4.27.22.30 : τί ἄν τις ἐπιχειροίη τοῖς ἀδυνάτοις; Καὶ ὁ Σωκράτης 43732 4.27.22.31 : ἔφη· Πότερα δέ, ὦ Χαιρέκρατες, οὐδενὶ ἀρέσαι δύναται 43733 4.27.22.32 : Χαιρεφῶν, ὥσπερ οὐδὲ σοί, ἢ ἔστιν οἷς καὶ πάνυ ἀρέσκει; 43734 4.27.22.33 : Διὰ τοῦτο γάρ τοι, ἔφη, ὦ Σώκρατες, ἄξιόν ἐστιν ἐμοὶ 43735 4.27.22.34 : μισεῖν αὐτόν, ὅτι ἄλλοις μὲν ἀρέσκειν δύναται, ἐμοὶ δὲ 43736 4.27.22.35 : ὅπου ἂν παρῇ πανταχοῦ καὶ λόγῳ καὶ ἔργῳ ζημία μᾶλλον 43737 4.27.22.36 : ἢ ὠφέλειά ἐστιν. Ἆρ´ οὖν, ἔφη ὁ Σωκράτης, ὥσπερ ἵππος 43738 4.27.22.37 : τῷ ἀνεπιστήμονι μέν, ἐγχειροῦντι δὲ χρῆσθαι ζημία ἐστίν, 43739 4.27.22.38 : οὕτω καὶ ἀδελφός, ὅταν τις αὐτῷ μὴ ἐπιστάμενος ἐγχειρῇ 43740 4.27.22.39 : χρῆσθαι, ζημία ἐστίν; Πῶς δ´ ἂν ἐγώ, ἔφη ὁ Χαιρεκρά– 43741 4.27.22.40 : της, ἀνεπιστήμων εἴην ἀδελφῷ χρῆσθαι, ἐπιστάμενός γε 43742 4.27.22.41 : καὶ εὖ λέγειν τὸν εὖ λέγοντα καὶ εὖ ποιεῖν τὸν εὖ ποιοῦντα; 43743 4.27.22.42 : τὸν μέντοι καὶ λόγῳ καὶ ἔργῳ πειρώμενον ἐμὲ ἀνιᾶν οὐκ 43744 4.27.22.43 : ἂν δυναίμην οὔτ´ εὖ λέγειν οὔτ´ εὖ ποιεῖν, ἀλλ´ οὐδὲ 43745 4.27.22.44 : πειράσομαι. Καὶ ὁ Σωκράτης ἔφη· Θαυμαστὰ λέγεις, 43746 4.27.22.45 : Χαιρέκρατες, εἰ κύνα μέν, εἴ σοι ἦν ἐπὶ προβάτοις ἐπιτή– 43747 4.27.22.46 : δειος ὢν καὶ τοὺς μὲν ποιμένας ἠσπάζετο, σοὶ δὲ προσ– 43748 4.27.22.47 : ιόντι ἐχαλέπαινεν, ἀμελήσας ἂν τοῦ ὀργίζεσθαι ἐπειρῶ 43749 4.27.22.48 : εὖ ποιήσας πραΰνειν αὐτόν, τὸν 〈δ´〉 ἀδελφὸν [ὃν] φὴς 43750 4.27.22.49 : μὲν μέγα ἀγαθὸν ἂν εἶναι ὄντα πρὸς σὲ οἷον δεῖ, ἐπί– 43751 4.27.22.50 : στασθαι δὲ ὁμολογῶν καὶ εὖ ποιεῖν καὶ εὖ λέγειν οὐκ 43752 4.27.22.51 : ἐπιχειρεῖς μηχανᾶσθαι ὅπως σοι ὡς βέλτιστος ᾖ. Καὶ ὁ 43753 4.27.22.52 : Χαιρεκράτης, Δέδοικα, ἔφη, ὦ Σώκρατες, μὴ οὐκ ἔχω ἐγὼ 43754 4.27.22.53 : τοσαύτην σοφίαν ὥστε Χαιρεφῶντα ποιῆσαι πρὸς ἐμὲ 43755 4.27.22.54 : οἷον δεῖ. Καὶ μὴν οὐδέν γε ποικίλον, ἔφη ὁ Σωκράτης, 43756 4.27.22.55 : οὐδὲ καινὸν δεῖ ἐπ´ αὐτόν, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ, μηχανᾶσθαι, 43757 4.27.22.56 : οἷς δὲ καὶ σὺ ἐπίστασαι αὐτὸς οἴομαι ἂν αὐτὸν ἁλόντα 43758 4.27.22.57 : περὶ πολλοῦ ποιεῖσθαί σε. Οὐκ ἂν φθάνοις, ἔφη, λέγων, 43759 4.27.22.58 : εἴ τι ᾔσθησαί με φίλτρον ἐπιστάμενον ὃ ἐγὼ εἰδὼς λέ– 43760 4.27.22.59 : ληθα ἐμαυτόν; Λέγε δή μοι, ἔφη, εἴ τινα τῶν γνωρίμων 43761 4.27.22.60 : βούλοιο κατεργάσασθαι, ὁπότε θύοι, καλεῖν σε ἐπὶ δεῖπνον, 43762 4.27.22.61 : τί ἂν ποι〈οί〉ης; Δῆλον ὅτι κατάρχοιμι ἂν τοῦ αὐτός, ὅτε 43763 4.27.22.62 : θύοιμι, καλεῖν ἐκεῖνον. Εἰ δὲ βούλοιο τῶν φίλων τινὰ 43764 4.27.22.63 : προτρέψασθαι, ὁπότε ἀποδημοίης, ἐπιμελεῖσθαι τῶν σῶν, 43765 4.27.22.64 : τί ἂν ποιοίης; Δῆλον ὅτι πρότερος ἂν ἐγχειροίην ἐπιμε– 43766 4.27.22.65 : λεῖσθαι τῶν ἐκείνου, ὁπότε ἀποδημοίη. Εἰ δὲ βούλοιο 43767 4.27.22.66 : ξένον ποιῆσαι ὑποδέχεσθαι σεαυτόν, ὁπότε ἔλθοις εἰς τὴν 43768 4.27.22.67 : ἐκείνου, τί ἂν ποιοίης; Δῆλον ὅτι καὶ τοῦτον πρότερος 43769 4.27.22.68 : ὑποδεχοίμην ἄν, ὁπότε ἔλθοι Ἀθήναζε· καὶ εἴ γε βουλοί– 43770 4.27.22.69 : μην ἂν αὐτὸν προθυμεῖσθαι διαπράττειν μοι ἐφ´ ἃ ἥκοιμι, 43771 4.27.22.70 : δῆλον ὅτι καὶ τοῦτο δέοι ἂν πρότερον αὐτὸν ἐκείνῳ ποιεῖν. 43772 4.27.22.71 : Πάντ´ ἄρα σύ γε τὰ ἐν ἀνθρώποις φίλτρα ἐπιστάμενος 43773 4.27.22.72 : πάλαι ἀπεκρύπτου· ἢ ὀκνεῖς, ἔφη, ἄρξαι, μὴ αἰσχρὸς φα– 43774 4.27.22.73 : νῇς, ἐὰν πρότερος τὸν ἀδελφὸν εὖ ποιῇς; καὶ μὴν πλείστου 43775 4.27.22.74 : γε δοκεῖ ἀνὴρ ἐπαίνου ἄξιος εἶναι, ὃς ἂν φθάνῃ τοὺς 43776 4.27.22.75 : μὲν πολεμίους κακῶς ποιῶν, τοὺς δὲ φίλους εὐεργετῶν. 43777 4.27.22.76 : εἰ μὲν οὖν ἐδόκει μοι Χαιρεφῶν ἡγεμονικώτερος εἶναι σοῦ 43778 4.27.22.77 : πρὸς τὴν φιλίαν ταύτην, ἐκεῖνον ἂν ἐπειρώμην πείθειν 43779 4.27.22.78 : πρότερον ἐγχειρεῖν τῷ σὲ φίλον ποιεῖσθαι· νῦν δέ μοι σὺ 43780 4.27.22.79 : δοκεῖς ἡγούμενος μᾶλλον ἂν ἐξεργάσασθαι τοῦτο. Καὶ ὁ 43781 4.27.22.80 : Χαιρεκράτης εἶπεν· Ἄτοπα λέγεις, ὦ Σώκρατες, καὶ οὐδα– 43782 4.27.22.81 : μῶς πρὸς σοῦ, ὅς γε κελεύεις ἐμὲ νεώτερον ὄντα καθ– 43783 4.27.22.82 : ηγεῖσθαι· καίτοι τούτου γε παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις τἀναν– 43784 4.27.22.83 : τία νομίζεται, τὸν πρεσβύτερον ἡγεῖσθαι παντὸς καὶ λόγου 43785 4.27.22.84 : καὶ ἔργου. Πῶς; ἔφη ὁ Σωκράτης· οὐ γὰρ καὶ ὁδοῦ 43786 4.27.22.85 : παραχωρῆσαι τὸν νεώτερον τῷ πρεσβυτέρῳ συντυγχάνοντι 43787 4.27.22.86 : πανταχοῦ νομίζεται καὶ καθήμενον ὑπαναστῆναι καὶ 43788 4.27.22.87 : κοίτῃ μαλακῇ τιμῆσαι καὶ λόγῳ ὑποδεῖξαι; Ὦ ἀγαθέ, μὴ 43789 4.27.22.88 : ὄκνει, ἔφη, ἀλλ´ ἐγχείρει τὸν ἄνδρα καταπραΰνειν, καὶ 43790 4.27.22.89 : πανταχοῦ σοι ὑπακούσεται. οὐχ ὁρᾷς ὡς φιλότιμός ἐστι 43791 4.27.22.90 : καὶ ἐλευθέριος; τὰ μὲν γὰρ πονηρὰ ἀνθρώπια οὐκ ἂν 43792 4.27.22.91 : ἄλλως μᾶλλον ἕλοις ἢ εἰ δοίης τι, τοὺς δὲ καλοὺς κἀγα– 43793 4.27.22.92 : θοὺς ἀνθρώπους προσφιλῶς χρώμενος μάλιστ´ ἂν κατερ– 43794 4.27.22.93 : γάσαιο. Καὶ ὁ Χαιρεκράτης εἶπεν· Ἐὰν οὖν ἐμοῦ ταῦτα 43795 4.27.22.94 : ποιοῦντος ἐκεῖνος μηδὲν βελτίων γίγνηται; Τί γὰρ ἄλλο, 43796 4.27.22.95 : ὁ Σωκράτης ἔφη, ἢ κινδυνεύεις ἐπιδεῖξαι σὺ μὲν χρηστός 43797 4.27.22.96 : τε καὶ φιλάδελφος εἶναι, ἐκεῖνος δὲ φαῦλός τε καὶ οὐκ 43798 4.27.22.97 : ἄξιος εὐεργεσίας; ἀλλ´ οὐδὲν οἶμαι τούτων ἔσεσθαι· νο– 43799 4.27.22.98 : μίζω γὰρ αὐτόν, ἐπειδὰν αἴσθηταί σε προκαλούμενον εἰς 43800 4.27.22.99 : τὸν ἀγῶνα τοῦτον, πάνυ φιλονεικήσειν, ὅπως περιγένη– 43801 4.27.22.100 : ταί σου καὶ λόγῳ καὶ ἔργῳ εὖ ποιῶν. νῦν μὲν γὰρ οὕ– 43802 4.27.22.101 : τως, ἔφη, διάκεισθον, ὥσπερ εἰ τὼ χεῖρε, ἃς ὁ θεὸς ἐπὶ 43803 4.27.22.102 : τῷ συλλαμβάνειν ἀλλήλαιν ἐποίησεν, ἀφεμένω τούτου τρά– 43804 4.27.22.103 : ποιντο πρὸς τὸ διακωλύειν ἀλλήλω, ἢ εἰ τὼ πόδε θείᾳ 43805 4.27.22.104 : μοίρᾳ πεποιημένω πρὸς τὸ συνεργεῖν ἀλλήλοιν, ἀμελή– 43806 4.27.22.105 : σαντε τούτου ἐμποδίζοιεν ἀλλήλω. οὐκ ἂν πολλὴ ἀμαθία 43807 4.27.22.106 : εἴη καὶ κακοδαιμονία τοῖς ἐπ´ ὠφελείᾳ πεποιημένοις 43808 4.27.22.107 : ἐπὶ βλάβῃ χρῆσθαι; καὶ μὴν ἀδελφώ γε, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ, 43809 4.27.22.108 : ὁ θεὸς ἐποίησεν ἐπὶ μείζονι ὠφελείᾳ ἀλλήλοιν ἢ χεῖρέ 43810 4.27.22.109 : τε καὶ πόδε καὶ ὀφθαλμὼ καὶ τἄλλα ὅσα ἀδελφὰ ἔφυσεν 43811 4.27.22.110 : ἀνθρώποις. χεῖρες μὲν γάρ, εἰ δέοι αὐτὰς πλέον ὀργυιᾶς 43812 4.27.22.111 : διέχοντα ἅμα ποιῆσαι, οὐκ ἂν δύναιντο· πόδες δὲ οὐδ´ 43813 4.27.22.112 : ἂν ἐπὶ τὰ ὀργυιὰν ἔλθοιεν ἅμα· ὀφθαλμοὶ δὲ οἱ δοκοῦν– 43814 4.27.22.113 : τες ἐπὶ πλεῖστον ἐξικνεῖσθαι, οὐδ´ ἂν τῶν ἔτι ἐγγυτέρω 43815 4.27.22.114 : ὄντων τὰ ἔμπροσθεν ἅμα καὶ τὰ ὄπισθεν ἰδεῖν δύναιντο· 43816 4.27.22.115 : ἀδελφὼ δὲ φίλω ὄντε καὶ πολὺ διεστῶτε πράττετον ἅμα 43817 4.27.22.116 : ἐπ´ ὠφελείᾳ ἀλλήλοιν. 43818 4.27.23.1 : Ἱεροκλέους ἐκ τοῦ Πῶς συγγενέσι χρηστέον (p. 61 Arn.). 43819 4.27.23.2 : Τοῖς εἰρημένοις περὶ γονέων χρήσεως καὶ ἀδελφῶν 43820 4.27.23.3 : γυναικός τε καὶ τέκνων ἀκόλουθόν ἐστι προσθεῖναι καὶ 43821 4.27.23.4 : τὸν περὶ συγγενῶν λόγον, συμπεπονθότα μέν πως ἐκείνοις, 43822 4.27.23.5 : δι´ αὐτὸ δὲ τοῦτο συντόμως ἀποδοθῆναι δυνάμενον. ὅλως 43823 4.27.23.6 : γὰρ ἕκαστος ἡμῶν οἷον κύκλοις πολλοῖς περιγέγραπται, 43824 4.27.23.7 : τοῖς μὲν σμικροτέροις, τοῖς δὲ μείζοσι, καὶ τοῖς μὲν 43825 4.27.23.8 : περιέχουσι, τοῖς δὲ περιεχομένοις, κατὰ τὰς διαφόρους 43826 4.27.23.9 : καὶ ἀνίσους πρὸς ἀλλήλους σχέσεις. πρῶτος μὲν γάρ 43827 4.27.23.10 : ἐστι κύκλος καὶ προσεχέστατος, ὃν αὐτός τις καθάπερ 43828 4.27.23.11 : περὶ κέντρον τὴν ἑαυτοῦ γέγραπται διάνοιαν· ἐν ᾧ κύκλῳ 43829 4.27.23.12 : τό τε σῶμα περιέχεται καὶ τὰ τοῦ σώματος ἕνεκα παρει– 43830 4.27.23.13 : λημμένα. σχεδὸν γὰρ ὁ βραχύτατος καὶ μικροῦ δεῖν αὐ– 43831 4.27.23.14 : τοῦ προσαπτόμενος τοῦ κέντρου κύκλος οὗτος. δεύτερος 43832 4.27.23.15 : δ´ ἀπὸ τούτου καὶ πλέον μὲν ἀφεστὼς τοῦ κέντρου, 43833 4.27.23.16 : περιέχων δὲ τὸν πρῶτον, ἐν ᾧ τετάχαται γονεῖς ἀδελφοὶ 43834 4.27.23.17 : γυνὴ παῖδες. ὁ δ´ ἀπὸ τούτων τρίτος, ἐν ᾧ θεῖοι καὶ 43835 4.27.23.18 : τηθίδες, πάπποι τε καὶ τῆθαι, καὶ ἀδελφῶν παῖδες, ἔτι 43836 4.27.23.19 : δ´ ἀνεψιοί. μεθ´ ὃν ὁ τοὺς ἄλλους περιέχων συγγενεῖς. 43837 4.27.23.20 : τούτῳ δ´ ἐφεξῆς ὁ τῶν δημοτῶν καὶ μετ´ αὐτὸν ὁ τῶν 43838 4.27.23.21 : φυλετῶν, εἶθ´ ὁ πολιτῶν, καὶ λοιπὸν οὕτως ὁ μὲν ἀστυ– 43839 4.27.23.22 : γειτόνων, ὁ δὲ ὁμοεθνῶν. ὁ δ´ ἐξωτάτω καὶ μέγιστος 43840 4.27.23.23 : περιέχων τε πάντας τοὺς κύκλους ὁ τοῦ παντὸς ἀνθρώ– 43841 4.27.23.24 : πων γένους. τούτων οὖν τεθεωρημένων, κατὰ τὸν ἐντετα– 43842 4.27.23.25 : μένον ἐστὶ περὶ τὴν δέουσαν ἑκάστων χρῆσιν τὸ ἐπι– 43843 4.27.23.26 : συνάγειν πως τοὺς κύκλους ὡς ἐπὶ τὸ κέντρον καὶ τῇ 43844 4.27.23.27 : σπουδῇ μεταφέρειν ἀεὶ τοὺς ἐκ τῶν περιεχόντων εἰς τοὺς 43845 4.27.23.28 : περιεχομένους. κατὰ τὸν φιλοίκειον γοῦν ἐστι γονέας μὲν 43846 4.27.23.29 : καὶ ἀδελφοὺς .... οὐκοῦν κατὰ τὴν αὐτὴν ἀναλογίαν καὶ 43847 4.27.23.30 : τῶν συγγενῶν τοὺς μὲν πρεσβυτέρους καὶ 〈τὰς〉 πρεσβυτέρας 43848 4.27.23.31 : ὡς πάππους 〈ἢ τήθας〉, θείους ἢ τηθίδας, τοὺς δ´ ὁμή– 43849 4.27.23.32 : λικας ὡς ἀνεψιούς, τοὺς δὲ νεωτέρους ὡς παῖδας ἀνεψιῶν. 43850 4.27.23.33 : ὥστ´ εἴρηται διὰ συντόμων ὑποθήκη σαφής, πῶς χρὴ 43851 4.27.23.34 : προσφέρεσθαι συγγενέσιν, ἐπειδὴ προεδιδάχθημεν, πῶς 43852 4.27.23.35 : τε χρηστέον ἑαυτοῖς καὶ πῶς γονεῦσι καὶ ἀδελφοῖς, ἔτι 43853 4.27.23.36 : δὲ γυναικὶ καὶ τέκνοις· πρόσκειται δ´ ὅτι καὶ τούτοις μὲν 43854 4.27.23.37 : ὁμοίως τιμητέον τοὺς ἐκ τοῦ τρίτου κύκλου, τούτοις δ´ 43855 4.27.23.38 : αὖ πάλιν τοὺς συγγενεῖς. ἀφαιρήσεται μὲν γάρ τι τῆς 43856 4.27.23.39 : εὐνοίας τὸ καθ´ αἷμα διάστημα πλέον ὄν· ἡμῖν δ´ ὅμως 43857 4.27.23.40 : σπουδαστέα περὶ τὴν ἐξομοίωσίν ἐστιν. ἥκοι μὲν γὰρ ἂν 43858 4.27.23.41 : εἰς τὸ μέτριον, εἰ διὰ τῆς ἡμετέρας αὐτῶν ἐνστάσεως 43859 4.27.23.42 : ἐπιτεμνόμεθα τὸ μῆκος τῆς πρὸς ἕκαστον τὸ πρόσωπον 43860 4.27.23.43 : σχέσεως. τὸ μὲν οὖν συνέχον καὶ πραγματικώτερον εἴρη– 43861 4.27.23.44 : ται· χρὴ δ´ ἐπιμετρεῖν καὶ κατὰ τὴν τῶν προσηγοριῶν 43862 4.27.23.45 : χρῆσιν, τοὺς μὲν ἀνεψιοὺς καὶ θείους καὶ τηθίδας ἀδελ– 43863 4.27.23.46 : φοὺς ἀποκαλοῦντας πατέρας τε καὶ μητέρας, τῶν δὲ συγ– 43864 4.27.23.47 : γενῶν τοὺς μὲν θείους, τοὺς δὲ ἀδελφιδοῦς, τοὺς δὲ 43865 4.27.23.48 : ἀνεψιούς, ὡς ἂν καὶ τὰ τῆς ἡλικίας παρείκῃ ἕνεκα τῆς ἐν 43866 4.27.23.49 : τοῖς ὀνόμασιν ἐκτενείας. οὗτος γὰρ τῆς προσρήσεως ὁ 43867 4.27.23.50 : τρόπος ἅμα μὲν ἂν σημεῖον οὐκ ἀμαυρὸν εἴη τῆς οὔσης 43868 4.27.23.51 : ἡμῖν σπουδῆς περὶ ἑκάστους, ἅμα δ´ ἂν ἐποτρύνοι καὶ 43869 4.27.23.52 : προσεντείνοι πρὸς τὴν ὑποδεδειγμένην οἷον συνολκὴν τῶν 43870 4.27.23.53 : κύκλων. ἐνταῦθα μέντοι γενομένοις οὐκ ἄκαιρος τοῦ ῥη– 43871 4.27.23.54 : θέντος ἐπὶ γονέων διορισμοῦ φαντάζεται μνήμη. ἐλέγο– 43872 4.27.23.55 : μεν γὰρ αὖ κατ´ ἐκεῖνον ἡνίκα τὸν τόπον ἦμεν, ἔνθα 43873 4.27.23.56 : μητέρα πατρὶ συνεκρίναμεν, ὡς χρὴ τῇ μὲν μητρὶ τῆς 43874 4.27.23.57 : στοργῆς, τῆς δὲ τιμῆς τῷ πατρὶ πλέον ἀπονέμειν· οἷς 43875 4.27.23.58 : ἑπομένως καὶ δεῦρο τιθεῖμεν ἄν, ὡς τοὺς μὲν μητρόθεν 43876 4.27.23.59 : προσήκοντας στέργειν πλέον πρέπει, τοὺς δ´ αὖ κατὰ 43877 4.27.23.60 : πατέρα συγγενεῖς διὰ μείζονος ἄγειν τιμῆς. 43878 4.27.24.1 : Ξενοφῶντος ἐν τῷ ηʹ Περὶ τῆς Κύρου παιδείας 43879 4.27.24.2 : (c. 7, 13–16). 43880 4.27.24.3 : Οἶσθα μὲν οὖν καὶ σύ, ὦ Καμβύση, ὅτι οὐ τὸ χρυ– 43881 4.27.24.4 : σοῦν σκῆπτρόν ἐστι τὸ τὴν βασιλείαν διασῷζον, ἀλλ´ οἱ 43882 4.27.24.5 : πιστοὶ φίλοι σκῆπτρον βασιλεῦσιν ἀληθέστατον. πιστοὺς 43883 4.27.24.6 : καὶ ἀσφαλεστάτους δὲ μὴ νόμιζε φύσει φύεσθαι ἀνθρώ– 43884 4.27.24.7 : πους· πᾶσι γὰρ ἂν οἱ αὐτοὶ πιστοὶ φαίνοιντο, ὥσπερ 43885 4.27.24.8 : καὶ τὰ ἄλλα τὰ πεφυκότα πᾶσι ταὐτὰ φαίνεται· ἀλλὰ 43886 4.27.24.9 : τοὺς μὲν πιστοὺς τίθεσθαι δεῖ ἕκαστον ἑαυτῷ· ἡ δὲ κτῆ– 43887 4.27.24.10 : σις αὐτῶν ἔστιν οὐδαμῶς σὺν τῇ βίᾳ, ἀλλὰ μᾶλλον σὺν 43888 4.27.24.11 : τῇ εὐεργεσίᾳ. εἰ οὖν καὶ ἄλλους τινὰς πειράσῃ τῆς βασι– 43889 4.27.24.12 : λείας συμφύλακας ποιεῖσθαι, μηδαμόθεν πρότερον ἄρχου 43890 4.27.24.13 : ἢ ἀπὸ τοῦ ὁμόθεν γενομένου. καὶ πολῖταί τοι ἄνθρωποι 43891 4.27.24.14 : ἀλλοδαπῶν οἰκειότεροι καὶ σύσσιτοι αὐτοσκήνων. οἱ δὲ 43892 4.27.24.15 : ἀπὸ τοῦ αὐτοῦ σπέρματος φύντες καὶ ἐν τῇ αὐτῇ οἰκίᾳ 43893 4.27.24.16 : αὐξηθέντες καὶ ὑπὸ τῶν αὐτῶν γονέων ἀγαπώμενοι καὶ 43894 4.27.24.17 : τὴν αὐτὴν μητέρα καὶ τὸν αὐτὸν πατέρα προσαγορεύον– 43895 4.27.24.18 : τες, πῶς οὐ πάντων οὗτοι οἰκειότατοι; μὴ οὖν ἃ οἱ θεοὶ 43896 4.27.24.19 : ὑφήγηνται ἀγαθὰ εἰς οἰκειότητα ἀδελφοῖς μάταιά ποτε 43897 4.27.24.20 : ποιήσητε, ἀλλ´ ἐπὶ ταῦτ´ εὐθὺς οἰκοδομεῖτε ἄλλα φιλικὰ 43898 4.27.24.21 : ἔργα· καὶ οὕτως δὴ ἀνυπέρβλητος ἔσται ἡ ὑμετέρα φιλία. 43899 4.27.24.22 : ἑαυτοῦ τε κήδεται ὁ προνοῶν ἀδελφοῦ· τίνι γὰρ ἄλλῳ 43900 4.27.24.23 : ἀδελφὸς μέγας ὢν οὕτω καλὸν ὡς ἀδελφῷ; τίς δ´ ἄλλος 43901 4.27.24.24 : τιμήσεται δι´ ἄνδρα μέγα δυνάμενον οὕτως ὡς ἀδελφός; 43902 4.27.24.25 : τίνα δὲ φοβήσεταί τις ἀδικεῖν ἀδελφοῦ μεγάλου ὄντος 43903 4.27.24.26 : οὕτως ὡς τὸν ἀδελφόν; μήτε οὖν θᾶττον μηδεὶς σοῦ 43904 4.27.24.27 : τούτῳ ὑπακουέτω μήτε προθυμότερον παρέστω. οὐδενὶ 43905 4.27.24.28 : γὰρ οἰκειότερα τὰ τούτου, οὔτε τἀγαθὰ οὔτε τὰ δεινὰ ἢ 43906 4.27.24.29 : σοί. ἐννόει δὲ καὶ τάδε· τίνι χαρισάμενος ἐλπίσαις ἂν 43907 4.27.24.30 : μειζόνων τυγχάνειν ἢ τούτῳ; τίνι δ´ ἂν βοηθήσας ἰσχυ– 43908 4.27.24.31 : ρότερον σύμμαχον ἀντιλάβοις; τίνα δ´ αἴσχιον μὴ φιλεῖν 43909 4.27.24.32 : ἢ τὸν ἀδελφόν; τίνα δὲ προτιμᾶν πάντων κάλλιον ἢ 43910 4.27.24.33 : τὸν ἀδελφόν; μόνου τοι, ὦ Καμβύση, πρωτεύοντος 43911 4.27.24.34 : ἀδελφοῦ παρ´ ἀδελφῷ οὐδὲ φθόνος παρὸ τῶν ἄλλων 43912 4.27.24.35 : ἐφικνεῖται. 43913 4.27.25.1 : Πλουτάρχου (De frat. am. p. 479 B). 43914 4.27.25.2 : Ὁ μὲν Ἀρκαδικὸς μάντις δικαίως πόδα ξύλινον προσ– 43915 4.27.25.3 : εποιήσατο τοῦ οἰκείου στερηθείς· ἀδελφὸς δὲ πολεμῶν 43916 4.27.25.4 : ἀδελφῷ καὶ κτώμενος ὀθνεῖον ἐξ ἀγορᾶς ἑταῖρον οὐδὲν 43917 4.27.25.5 : ἔοικεν ἄλλο ποιεῖν ἢ σάρκινον καὶ συμφυὲς ἀποκόψας 43918 4.27.25.6 : μέλος ἀλλότριον προστρίβεσθαι 〈καὶ〉 προσαρμόττειν. 43919 4.27.26.1 : (nescio cuius auctoris) 43920 4.27.26.2 : Ἐν τῷ φιλεῖν τὸν ἀδελφὸν μικροῦ τὸν περὶ Διοσκού– 43921 4.27.26.3 : ρων μῦθον οὐ μῦθον ἤλεγξε. 43922 4.28.t.1 : {1ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ.}1 43923 4.28.1.1 : Σοφοκλῆς Αἴαντι ( 292 s). 43924 4.28.1.2 : Ὁ δ´ εἶπε πρός με βαί´, ἀεὶ δ´ ὑμνούμενα, 43925 4.28.1.3 : γύναι, γυναιξὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει. 43926 4.28.2.1 : Εὐριπίδου Ἰνοῦς (fr. 410 N. 2). 43927 4.28.2.2 : Τοιάνδε χρὴ γυναικὶ πρόσπολον † ἐᾶν, 43928 4.28.2.3 : ἥτις τὸ μὲν δίκαιον οὐ σιγήσεται, 43929 4.28.2.4 : τὰ δ´ αἰσχρὰ μισεῖ καὶ κατ´ ὀφθαλμοὺς ἔχει. 43930 4.28.3.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 373 s.). 43931 4.28.3.2 : Μηδὲ γυνή σε νόον πυγοστόλος ἐξαπατάτω 43932 4.28.3.3 : αἱμύλα κωτίλλουσα, τεὴν διφῶσα καλιήν. 43933 4.28.4.1 : Εὐριπίδου Ἱκετίσιν ( 40 s.). 43934 4.28.4.2 : Πάντα γὰρ δι´ ἀρσένων 43935 4.28.4.3 : γυναιξὶ πράσσειν εἰκὸς αἵ τινες σοφαί. 43936 4.28.5.1 : Εὐριπίδου Ὀρέστῃ ( 108). 43937 4.28.5.2 : Εἰς ὄχλον ἕρπειν παρθένοισιν οὐ καλόν. 43938 4.28.6.1 : Εὐριπίδου Σθενεβοίᾳ (fr. 671 N. 2). 43939 4.28.6.2 : Κομίζετ´ εἴσω τήνδε· πιστεύειν δὲ χρὴ 43940 4.28.6.3 : γυναικὶ μηδὲν ὅστις εὖ φρονεῖ βροτῶν. 43941 4.28.7.1 : Θεοφράστου (fr. CLVIII Wimm.). 43942 4.28.7.2 : Οὐ χρὴ δὲ τὴν γυναῖκα δεινὴν ἐντοῖς πολιτικοῖς, ἀλλ´ ἐν 43943 4.28.7.3 : τοῖς οἰκονομικοῖς εἶναι. 43944 4.28.8.1 : Ἐκ τῆς ἐπιστολῆς τῆς Περὶ φιλίας (fr. XVIII 10 Bern.). 43945 4.28.8.2 : Γάμος γὰρ ἀπὸ μὲν φιλίας διττῆς κράσεως βελτίων, ἑτέ– 43946 4.28.8.3 : ρως δὲ σφαλερός. 43947 4.28.9.1 : Πλουτάρχου ἐκ τῶν Γαμικῶν παραγγελμάτων (p. 139 A). 43948 4.28.9.2 : Αἱ βουλόμεναι μᾶλλον ἀνοήτων κρατεῖν ἀνδρῶν ἢ φρο– 43949 4.28.9.3 : νίμων ἀκούειν ἐοίκασιν ἐν ὁδῷ βουλομέναις μᾶλλον ὁδη– 43950 4.28.9.4 : γεῖν τυφλοὺς ἢ τοῖς γιγνώσκουσιν ἀκολουθεῖν καὶ βλέ– 43951 4.28.9.5 : πουσιν. 43952 4.28.10.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 140 C). 43953 4.28.10.2 : Ἀνὴρ φιλοσώματος καλλωπίστριαν γυναῖκα ποιεῖ, 43954 4.28.10.3 : φιλήδονος ἐρωτικὴν καὶ ἀκόλαστον, φιλάγαθος καὶ φιλό– 43955 4.28.10.4 : καλος σώφρονα καὶ κοσμίαν. 43956 4.28.11.1 : Θεμιστοκλέους (Plut. Reg. et imp. apophth. p. 140 E). 43957 4.28.11.2 : Θεμιστοκλῆς τῶν τὴν θυγατέρα μνωμένων αὐτοῦ τὸν 43958 4.28.11.3 : ἐπιεικῆ τοῦ πλουσίου προτιμήσας, ἄνδρα ἔφη ζητεῖν χρη– 43959 4.28.11.4 : μάτων δεόμενον μᾶλλον ἢ χρήματα ἀνδρός. 43960 4.28.12.1 : Δίωνος ἐκ τοῦ Οἰκονομικοῦ (fr. VIII v. II p. 310 Arn.). 43961 4.28.12.2 : Μέγα γὰρ δυσώπημα σωφροσύνης τέκνωσις. 43962 4.28.13.1 : Ἐν ταὐτῷ (ibid. fr. IX). 43963 4.28.13.2 : Τὸ μὲν γὰρ τίκτειν ἀνάγκης ἐστὶν ἔργον, τὸ δὲ ἐκτρέφειν 43964 4.28.13.3 : φιλοστοργίας. 43965 4.28.14.1 : Τῶν ἑπτὰ σοφῶν περὶ τῆς κατὰ τὰς οἰκίας ἐπιμε– 43966 4.28.14.2 : λείας (Plut. Septem sap. conviv. p. 155 C). 43967 4.28.14.3 : Τοῦτον οὖν ἄριστον ὁ Σόλων εἶπεν αὑτῷ δοκεῖν οἶκον, 43968 4.28.14.4 : ὅπου τὰ κτήματα μήτε κτωμένοις ἀδικία μήτε φυλάττουσιν 43969 4.28.14.5 : ἀπιστία μήτε δαπανῶσι μετάνοια πρόσεστιν. ὁ δὲ Βίας, ἐν ᾧ 43970 4.28.14.6 : τοιοῦτός ἐστιν ὁ δεσπότης δι´ αὑτὸν οἷος ἔξω διὰ τὸν νό– 43971 4.28.14.7 : μον. ὁ δὲ Θαλῆς, ἐν ᾧ πλείστην ἄγειν τῷ δεσπότῃ σχολὴν 43972 4.28.14.8 : ἔξεστιν. ὁ δὲ Κλεόβουλος, εἰ πλείονας ἔχοι τῶν φοβου– 43973 4.28.14.9 : μένων αὐτὸν τοὺς φιλοῦντας ὁ δεσπότης. ὁ δὲ Πιττακὸς 43974 4.28.14.10 : εἶπεν, ὡς ἄριστος οἶκός ἐστιν ὁ τῶν περισσῶν μηδενὸς 43975 4.28.14.11 : δεόμενος καὶ τῶν ἀναγκαίων μηδενὸς ἐνδεόμενος. ὁ δὲ 43976 4.28.14.12 : Χείλων ἔφη δεῖν μάλιστα βασιλευομένῃ πόλει προσεοι– 43977 4.28.14.13 : κέναι τὸν οἶκον. εἶτα προσεῖπεν καὶ Λυκοῦργος πρὸς 43978 4.28.14.14 : τὸν κελεύοντα δημοκρατίαν ἐν τῇ πολιτείᾳ καταστῆσαι 43979 4.28.14.15 : ’πρῶτον‘ ἔφη ’ποίησον ἐν τῇ οἰκίᾳ σου δημοκρατίαν.‘ 43980 4.28.15.1 : Ἐκ τοῦ Βρύσωνος Οἰκονομικοῦ. 43981 4.28.15.2 : Οὕτως ἔχει ποτ´ ἄλλαλα τἀνθρώπινα πράγματα καθά– 43982 4.28.15.3 : περ καὶ τᾶς ἁλύσιος τοὶ κρίκοι. τῆνοί τε γὰρ ἐξ ἀλλάλων 43983 4.28.15.4 : ἄρτηνται ἀλλάλους τ´ ἀκολουθίοντι, καὶ ἑνὸς ἐξ αὐτῶν 43984 4.28.15.5 : ἑλκυσθέντος ὁποίου δή ποκα τό τε ὅλον καὶ τὰ ἐξ ἀρχᾶς 43985 4.28.15.6 : ἀκολουθεῖ· καὶ τῶν τοῦ βίου δὲ πραγμάτων ὁποῖα ἂν 43986 4.28.15.7 : βούλῃ ἑλέσθαι, εὑρήσεις καὶ τὰ λοιπὰ ἐξ ἀνάγκας κατὰ τὸ 43987 4.28.15.8 : ἑξῆς ἀλλάλοις ἑπόμενα. αὐτίκα γὰρ εἰ 〈τὰ〉 κατὰ γεωργίαν 43988 4.28.15.9 : τις ἐπιτηδεύοι, ἆρ´ οὐ πρᾶτον εἶμεν δεῖ τεκτονικάν; εἰ 43989 4.28.15.10 : τεκτονικάν, δεῖ δὴ χαλκευτικάν· 〈εἰ〉 χαλκευτικάν, δεῖ δὴ 43990 4.28.15.11 : μεταλλευτικάν. ἀλλ´ ἵνα ἀγραυλεῖν δυνατοὶ ὦντι, δεῖ σκέ– 43991 4.28.15.12 : παν ἦμεν τὰν περὶ τὸ σῶμα· τοιγαρῶν ὑφαντικᾶς καὶ 43992 4.28.15.13 : οἰκοδομικᾶς ἐστι χρεία. καὶ τἄλλα δὲ πάντα μαστευόμενος 43993 4.28.15.14 : καὶ ἀνερευνῶν οὕτως εὑρήσεις ἔχοντα ποτ´ ἄλλαλα. 43994 4.28.15.15 : Δοῦλος δὴ πᾶς ὀνυμαίνεται τριχῶς. ὁ μὲν γάρ τις 43995 4.28.15.16 : δοῦλος κατὰ νόμον γίγνεται· ὁ δὲ καττὸν τρόπον τᾶς 43996 4.28.15.17 : ψυχᾶς ὁ κρατούμενος ὑπὸ τῶν ἰδίων παθημάτων τᾶς 43997 4.28.15.18 : ψυχᾶς· ὁ δὲ τοιοῦτος οὐχ ἁπλῶς δοῦλος οὐδὲ τᾷ φύσει 43998 4.28.15.19 : δοῦλος, ἀλλὰ τῶν παθῶν δοῦλος καὶ ἐν καταχρήσει δοῦ– 43999 4.28.15.20 : λος, καὶ μᾶλλον μοχθηρὸς ἄνθρωπος ἢ δοῦλος κατὰ φύσιν. 44000 4.28.15.21 : κατὰ φύσιν δὲ δοῦλος ὁ δυνάμενος αὐτάρκως τὰς διὰ τῶ 44001 4.28.15.22 : σώματος ὑπηρεσίας παρέχεσθαι τοῖς δεσπόταις καὶ ἐν 44002 4.28.15.23 : τῷ ὁδοὺς πορευθῆναι καὶ φορτία βαστάξαι καὶ κακοπα– 44003 4.28.15.24 : θείας καὶ διακονίας ὑπομένεν, μήτε δὲ ἀρετὰν μήτε κακίαν 44004 4.28.15.25 : ἐπιδεχόμενος ψυχικάν. 44005 4.28.16.1 : Καλλικρατίδα Πυθαγορείου Λάκωνος ἐκ τοῦ Περὶ οἴ– 44006 4.28.16.2 : κω εὐδαιμονίας. 44007 4.28.16.3 : Τὸ μὲν ὦν ὅλον ὑπολαπτέον εἶμεν σύσταμα κοινωνίας 44008 4.28.16.4 : συγγενικᾶς. σύσταμα δὲ πᾶν ἔκ τινων ἐναντίων καὶ ἀνο– 44009 4.28.16.5 : μοίων σύγκειται, καὶ ποτὶ ἕν τι τὸ ἄριστον συντέτακται, 44010 4.28.16.6 : καὶ ἐπὶ τὸ κοινὸν συμφέρον ἐπαμφέρεται· ὅ τε γὰρ ὀνυ– 44011 4.28.16.7 : μαινόμενος χορὸς σύσταμά τί ἐστι κοινωνίας ᾠδικᾶς καὶ 44012 4.28.16.8 : ποτὶ ἕν τι κοινὸν ἐπαμφέρεται, τὰν συνῳδίαν· ἔν τε ναῒ 44013 4.28.16.9 : τὸ σύσταμα τῶ σώματος περὶ τὰν νᾶα ἔκ τινων ἀνομοίων 44014 4.28.16.10 : καὶ ἐναντίων συνέστακεν, καὶ ποτὶ ἕν τι τὸ ἄριστον συν– 44015 4.28.16.11 : τέτακται, τὸν κυβερνάταν, καὶ ἐπὶ τὸ κοινὸν συμφέρον 44016 4.28.16.12 : ἐπαμφέρεται, τὰν εὔπλοιαν· οὕτως δὲ καὶ ὁ οἶκος, σύσταμα 44017 4.28.16.13 : κοινωνίας συγγενικᾶς ὑπάρχων, ἔκ τινων ἀνομοίων συνέστακε 44018 4.28.16.14 : καὶ ἐναντίων μερέων, καὶ ποτὶ ἕν τι τὸ ἄριστον συντέ– 44019 4.28.16.15 : τακται, τὸν οἰκοδεσπόταν, καὶ ποτὶ τὸ κοινὸν συμφέρον 44020 4.28.16.16 : ἐπαμφέρεται, τὰν ὁμοφροσύναν. ὡς δ´ ἁπλῶς εἰπέν, πᾶς 44021 4.28.16.17 : ὁ οἶκος καθάπερ ψαλτήριον τριῶν τούτων χρῄζει τυχέν, 44022 4.28.16.18 : ἐξαρτύσιος, συναρμογᾶς, ἁφᾶς τινος καὶ χρήσιος μωσικᾶς. 44023 4.28.16.19 : ἐξάρτυσις μὲν ὦν ἐστιν ἁ σύνθεσις τῶν αὐτῶν μερέων 44024 4.28.16.20 : ἁπάντων, ἐξ ὧν συμπλαροῦται τό τε ὅλον καὶ τὸ πᾶν 44025 4.28.16.21 : σύσταμα τᾶς συγγενικᾶς κοινωνίας· τῶν δὲ μερέων αὐτῶν 44026 4.28.16.22 : δύο πρᾶτα καὶ μέγιστα, ἄνθρωπος καὶ κτᾶσις, .... τὸ 44027 4.28.16.23 : κυβερνώμενον καὶ τὰν χρᾶσιν ἐμπαρεχόμενον. ὥσπερ δὲ 44028 4.28.16.24 : καὶ ζῴω τὰ πρᾶτα μέρεα καὶ μέγιστα ψυχὰ καὶ σῶμα, 44029 4.28.16.25 : καὶ ψυχὰ μέν ἐστι τὸ κυβερνῶν καὶ χρεόμενον, σῶμα δὲ 44030 4.28.16.26 : τὸ κυβερνώμενον καὶ τὰν χρᾶσιν ἐμπαρεχόμενον· καὶ ὁ 44031 4.28.16.27 : μὲν βίος ὄργανον ἐπίκτατον ζωᾶς τᾶς ἀνθρωπίνας, τὸ δὲ 44032 4.28.16.28 : σῶμα ὄργανον σύμφυτον καὶ συγγενὲς τᾶς ψυχᾶς. τῶν 44033 4.28.16.29 : δὲ συμπληρούντων τὸν οἶκον ἀνθρώπων τοὶ μὲν συγγενέες, 44034 4.28.16.30 : τοὶ δ´ οἰκῇοι. καὶ συγγενέες μὲν ἀπὸ τῶ αὐτῶ αἵματος 44035 4.28.16.31 : γενόμενοι ἢ τὰν αὐτὰν ἀρχὰν ἔχοντες ἐκ τῶν κατασπειράντων 44036 4.28.16.32 : πράτων τὸ γένος· οἰκῇοι δὲ ἐπίκτητοι συγγενέες, ἀπὸ 44037 4.28.16.33 : τᾶς τῶ γάμω κοινωνίας λαμβάνοντες τὰν καταρχάν. οὗτοι 44038 4.28.16.34 : δὲ τυγχάνοντι ἤτοι πατέρες ἢ ἀδελφοὶ ἢ μητροπάτορες ἢ 44039 4.28.16.35 : πατροπάτορες ἢ ἕν γέ τι τούτων ἔχοντες τῶν ἐς τὸν γάμον 44040 4.28.16.36 : συνελθόντων. εἰ δὲ καὶ τὸ τῶν φίλων ἀγαθὸν ἐπὶ τὸν 44041 4.28.16.37 : οἶκον ἐπαμφέρεται (μέζων γὰρ οὕτως γίνεται καὶ μεγα– 44042 4.28.16.38 : λοπρεπέστερος οὐ μόνον οὐσίᾳ καὶ συγγενείᾳ πολυάριθμος 44043 4.28.16.39 : γενόμενος ἀλλὰ καὶ φίλων πολυπλαθίᾳ), φανερὸν ὡς καὶ 44044 4.28.16.40 : τοῦτο μέζονα ποοῦν τὸν οἶκον, τὸ ἑταιρικὸν εἶδος τᾶς φι– 44045 4.28.16.41 : λίας, συγκαταριθματέον ἐν τᾷ συμπλαρώσει τῶ οἴκω. τᾶς 44046 4.28.16.42 : δὲ κτάσιος ἁ μέν ἐστιν ἀναγκαία ἁ δὲ ἐλευθέριος· ἀναγ– 44047 4.28.16.43 : καία μὲν ἁ ποτ´ αὐτὰς ἐξυπηρετοῦσα τὰς τῶ βίω χρῄας, 44048 4.28.16.44 : ἐλευθέριος δὲ ἁ ποτὶ κόσμον καὶ διαγωγὰν ἄγοισα τὸν 44049 4.28.16.45 : ἄνθρωπον, ὥστε μὴ ἑτέρων δέεσθαι. ἁ δ´ ὑπερβάλλοισα 44050 4.28.16.46 : κόσμον ἐλευθέριον καὶ διαγωγὰν καταρχὰ ὕβριος καὶ ὀλέ– 44051 4.28.16.47 : θρω ῥιζοῦται τοῖς ἀνθρώποις. ἀνάγκα γὰρ τὼς πολλὰ 44052 4.28.16.48 : ἔχοντας τετυφῶσθαι πρᾶτον, τετυφωμένως δὲ ἀλαζόνας 44053 4.28.16.49 : γίνεσθαι, ἀλαζόνας δὲ γενομένως ὑπερηφάνως ἦμεν καὶ 44054 4.28.16.50 : μήτε ὁμοίως μήτε ἴσως ὑπολαμβάνεν τὼς συγγενέας καὶ 44055 4.28.16.51 : ὁμοφύλως καὶ φυλέτας, ὑπερηφάνως δὲ γενομένως ὑβριστὰς 44056 4.28.16.52 : ἦμεν· ὕβριος δὲ πάσας ἔσχατον καὶ πέρας ὄλεθρος. ὅκα 44057 4.28.16.53 : ὦν ἐν οἴκῳ καὶ πόλει περιουσιάζῃ, τὰ περισσὰ τὸν νο– 44058 4.28.16.54 : μοθέταν δεῖ περικόπτεν καὶ περιτέμνεν ὡς ἀγαθὸν γεωρ– 44059 4.28.16.55 : γὸν τὰ φυλλομανίοντα τᾶς κτάσιος. τῶ δὲ συγγενικῶ καὶ 44060 4.28.16.56 : οἰκῃακῶ μέρεος τῶ ἀνθρώπω τριττὸν τὸ εἶδος. τὸ μὲν 44061 4.28.16.57 : γάρ ἐστιν ἄρχον, τὸ δ´ ἀρχόμενον, τὸ δ´ ἐπίκουρον τᾶ 44062 4.28.16.58 : οἴκω καὶ τᾶς συγγενείας· καὶ ἄρχον μὲν ὁ ἀνήρ, ἀρχό– 44063 4.28.16.59 : μενον δὲ ἁ γυνά, ἐπίκουρον δὲ τὸ γεννατὸν ἐκ τούτων. 44064 4.28.17.1 : Ἐν ταὐτῷ. 44065 4.28.17.2 : Ἔτι τᾶς πρακτικᾶς καὶ κατὰ λογισμὸν ἀρχᾶς ἁ μέν ἐστι 44066 4.28.17.3 : δεσποτικά, ἁ δὲ ἐπιστατικά, ἁ δὲ πολιτικά. καὶ δεσπο– 44067 4.28.17.4 : τικὰ μὲν ἁ τῶ ἰδίω συμφέροντος ἄρχοισα, ἀλλ´ οὐ τῶν 44068 4.28.17.5 : ἀρχομένων· ταύταν γὰρ ἄρχει τὰν ἀρχὰν ὁ μὲν δεσπότας 44069 4.28.17.6 : τῶν δούλων, ὁ δὲ τύραννος τῶν ὑποτεταγμένων. ἐπιστα– 44070 4.28.17.7 : τικὰ δ´ ἕνεκα τῶν ἀρχομένων, ἀλλ´ οὐχ αὑτᾶς· ταύταν δ´ 44071 4.28.17.8 : ἄρχουσι τὰν ἀρχὰν τοὶ μὲν ἀλεῖπται τῶν ἀθλητᾶν, καὶ 44072 4.28.17.9 : τοὶ ἰατροὶ τῶν νοσιόντων, καὶ τοὶ διδάσκοντες τῶν διδασ– 44073 4.28.17.10 : κομένων. οὐ γὰρ αὑτοῖς τὸ συμφέρον, ἀλλὰ τοῖς ἀρχο– 44074 4.28.17.11 : μένοις ποτιποιοῦντι· τοῖς μὲν καμνόντεσσιν τοὶ ἰατροί, 44075 4.28.17.12 : τοῖς δὲ σωμασκεῦσιν τοὶ ἀλεῖπται, τοῖς δ´ ἀνεπιστάμοσιν 44076 4.28.17.13 : τοὶ ἐπιστάμονες. πολιτικὰ δ´ ἐστὶν ἀρχά, ἅτις τέλος 44077 4.28.17.14 : ἔχει τὸ κοινᾷ συμφέρον καὶ τῶν ἀρχόντων καὶ τῶν ἀρχο– 44078 4.28.17.15 : μένων· κατὰ γὰρ ταύταν τὰν ἀρχὰν ἐν μὲν τοῖς ἀνθρω– 44079 4.28.17.16 : πίνοις ὅ τε οἶκος καὶ ἁ πόλις συνήρμοσται, ἐν δὲ τοῖς 44080 4.28.17.17 : θῄοις ὁ κόσμος. μίμαμα δ´ οἶκος καὶ πόλις καττὰν ἀνα– 44081 4.28.17.18 : λογίαν τᾶς τῶ κόσμω διοικήσιος. ἄρχει μὲν γὰρ τὸ θῇον 44082 4.28.17.19 : τᾶς φύσιος, οὔτε τὸ ἐκείνων συμφέρον σκοπεύμενον οὔτε 44083 4.28.17.20 : μὰν τὸ ἴδιον ἀπολελυμένως, ἀλλὰ τὸ κοινᾷ. καὶ διὰ τοῦτο 44084 4.28.17.21 : ποταγορεύεται ὁ κόσμος ἀπὸ τᾶς τῶν πάντων διακοσ– 44085 4.28.17.22 : μάσιος, ποθ´ ἓν τὸ ἄριστον συντεταγμένος. τὸ δ´ ἕν ἐστιν 44086 4.28.17.23 : ἄριστον αὐτός, ὅπερ ἐστὶ καττὰν ἔννοιαν, ζῷον οὐράνιον, 44087 4.28.17.24 : ἄφθαρτον, ἀρχά τε καὶ αἰτία τᾶς τῶν ὅλων διακοσμάσιος. 44088 4.28.17.25 : ἐπεὶ ὦν καὶ ὁ ἀνὴρ ἄρχει τᾶς γυναικός, ἤτοι τὰν δεσποτι– 44089 4.28.17.26 : κὰν ἄρχει ἀρχὰν ἢ τὰν ἐπιστατικὰν ἢ τό γε ἔσχατον τὰν 44090 4.28.17.27 : πολιτικὰν ἄρχει· οὔτε δὲ τὰν δεσποτικὰν ἀρχάν, κάδεται 44091 4.28.17.28 : γὰρ καὶ ἐπιμελῆται τᾶς αὑτῶ γυναικός· οὔτε τὰν ἐπι– 44092 4.28.17.29 : στατικὰν καθάπαξ, καὶ αὐτὸς γὰρ μέρος ἐστὶ τᾶς κοινωνίας· 44093 4.28.17.30 : ἀπολείπεται ὦν τὰν πολιτικάν, καθ´ ἃν τίθεται καὶ ὁ 44094 4.28.17.31 : ἄρχων καὶ ὁ ἀρχόμενος τὸ κοινᾷ συμφέρον. διόπερ καὶ 44095 4.28.17.32 : ὁ γάμος ἐπὶ βίω κοινωνίᾳ συνίσταται. οἱ μὲν ὦν τὰν 44096 4.28.17.33 : δεσποτικὰν ἄρχοντες ἀρχὰν τῶν ἀνδρῶν μισοῦνται ὑπὸ 44097 4.28.17.34 : τᾶν γυναικῶν, οἱ δὲ τὰν ἐπιστατικὰν καταφρονέονται· 44098 4.28.17.35 : προσθῆκαι γὰρ ἂν φαίνοιντο τῶν γυναικῶν καὶ κόλακες· 44099 4.28.17.36 : οἱ δὲ τὰν πολιτικὰν καὶ θαυμαίνονται καὶ φιλέονται. 44100 4.28.17.37 : ἀμφότερα δὲ ταῦτα ἐσσεῖται, αἴκα ἁδονᾷ καὶ σεμνότατι 44101 4.28.17.38 : κεκραμέναν ποτιφέρηταί τις τὰν ἀρχάν, τὰν μὲν ἁδονὰν 44102 4.28.17.39 : ἐν τῷ ἀγαπῆν ποτιφερόμενος, τὰν δὲ σεμνότατα τῷ μηδὲν 44103 4.28.17.40 : εὐτελὲς μηδὲ ταπεινὸν πράττειν. 44104 4.28.18.1 : Ἐν ταὐτῷ. 44105 4.28.18.2 : Γαμίσκοντα δὲ δεῖ γαμὲν ποτὶ τὰν αὑτῶ τύχαν, ἵνα 44106 4.28.18.3 : μήτε ὑπὲρ τὰν δύναμιν μήτε μῄονα τᾶς δυνάμιος τὸν γάμον 44107 4.28.18.4 : ἐπάγηται, ἀλλὰ ποτὶ λόγον τᾶς ἰδίας δυνάμιος. οἱ μὲν γὰρ 44108 4.28.18.5 : ὑπὲρ τὰν δύναμιν ἐπάγοντες στασιάζοντι διὰ τὰν ἁγεμονίαν· 44109 4.28.18.6 : ἁ μὲν γὰρ τῷ πλούτῳ καὶ τῷ γένει καθυπερέχοισα τἀνδρὸς 44110 4.28.18.7 : ἄρχειν προαιρῆται, ὁ δὲ ἀνάξιον ἁγῆται καὶ παρὰ φύσιν 44111 4.28.18.8 : συγχωρέν· οἱ δὲ μῄονα τᾶς δυνάμιος, τὸ ἀξίωμα καὶ τὸ 44112 4.28.18.9 : μέγεθος τῶ οἴκω συναιροῦντι. δεῖ δὲ τὸν μωσικὸν μιμεῖ– 44113 4.28.18.10 : σθαι, ὃς τὸν ἴδιον τόνον τᾶς φωνᾶς ἐκμαθὼν οὕτως πει– 44114 4.28.18.11 : ρᾶται τὰν μέσαν καθιστάμεν, ὅπως καὶ ἐπὶ τὰ ὀξέα καὶ 44115 4.28.18.12 : ἐπὶ τὰ βαρέα διαρκέσαι δύναται καὶ μήτε ῥήξῃ μήτε ἀπο– 44116 4.28.18.13 : λίπῃ τὰν τάσιν. οὕτως ὦν δεῖ καὶ γάμον συναρμόζεσθαι 44117 4.28.18.14 : ποτὶ τὸν ἴδιον τόνον τᾶς ψυχᾶς, ὅπως μὴ μόνον ἐν εὐ– 44118 4.28.18.15 : τυχίᾳ συνεκτρέχεν ἀλλάλοις δυνατοὶ ὦντι. ποτὶ λόγον δὲ 44119 4.28.18.16 : μναστευσάμενον τὸν γάμον δεῖ καὶ ἐπίτροπον καὶ κύριον 44120 4.28.18.17 : ἐπιστάταν τᾶς αὑτῶ γυναικὸς εἶμεν· ἐπίτροπον μὲν τῷ 44121 4.28.18.18 : φροντίζεν τῶν ἐκείνας, κύριον δὲ τῷ ἄρχεν καὶ κυριεύεν, 44122 4.28.18.19 : διδάσκαλον δὲ τῷ διδάσκεν τὰ δέοντα. τοῦτο δ´ ἐσσεῖται 44123 4.28.18.20 : μάλιστα, αἴκα τις ἀγαθῶν προγόνων σκοπιασάμενος παι– 44124 4.28.18.21 : δίον ἀκμάζουσαν γαμίσκῃ. καὶ γὰρ εὔπλαστοι καὶ εὐάγω– 44125 4.28.18.22 : γοι τυγχάνοντι πρωτονύμφευτοι, καὶ ποτὶ τὸ μαθὲν εὐ– 44126 4.28.18.23 : φυῶς ἔχοντι καὶ ποτὶ τὸ φοβηθῆμεν καὶ ἀγαπάξαι τὸν 44127 4.28.18.24 : αὐταυτᾶς ἄνδρα. 44128 4.28.19.1 : Περικτιόνης Πυθαγορείας ἐκ τοῦ Περὶ γυναικὸς 44129 4.28.19.2 : ἁρμονίας. 44130 4.28.19.3 : Τὴν ἁρμονίην γυναῖκα νώσασθαι δεῖ φρονήσιός τε καὶ 44131 4.28.19.4 : σωφροσύνης πλείην· κάρτα γὰρ ψυχὴν πεπνῦσθαι δεῖ ἐς 44132 4.28.19.5 : ἀρετήν, ὥστ´ ἔσται καὶ δικαίη καὶ ἀνδρηίη καὶ φρονέουσα 44133 4.28.19.6 : καὶ αὐταρκείῃ καλλυνομένη καὶ κενὴν δόξαν μισέουσα. 44134 4.28.19.7 : ἐκ τούτων γὰρ ἔργματα καλὰ γίνεται γυναικὶ ἐς αὐτήν τε 44135 4.28.19.8 : καὶ ἄνδρα καὶ τέκεα καὶ οἶκον· πολλάκις δὲ καὶ πόλει, 44136 4.28.19.9 : εἴ γε πόλιας ἢ ἔθνεα ἡ τοιήδε κρατύνοι, ὡς ἐπὶ βασιληίης 44137 4.28.19.10 : ὁρέομεν. κρατέουσα ὦν ἐπιθυμίης καὶ θυμοῦ, ὁσίη καὶ 44138 4.28.19.11 : ἁρμονίη γίνεται· ὥστε οὐδὲ ἔρωτες αὐτὴν ἄνομοι διώξου– 44139 4.28.19.12 : σιν, ἀλλ´ ἐς ἄνδρα τε καὶ τέκεα καὶ τὸν οἶκον ξύμπαντα 44140 4.28.19.13 : φιλίην ἕξει. ὁκόσαι γὰρ ἐράστριαι τελέθουσιν ἀλλοτρίων 44141 4.28.19.14 : λεχέων, αὗται δὲ πολέμιαι γίνονται πάντων τῶν ἐν τῇ 44142 4.28.19.15 : οἰκίῃ ἐλευθέρων τε καὶ οἰκετέων· καὶ συντιθεῖ ψύθεα καὶ 44143 4.28.19.16 : δόλους ἀνδρὶ καὶ ψεύδεα κατὰ πάντων μυθίζεται πρὸς 44144 4.28.19.17 : τοῦτον, ἵνα μούνη δοκέῃ διαφέρειν εὐνοίῃ καὶ τῆς οἰκίης 44145 4.28.19.18 : κρατέῃ ἀργίην φιλέουσα. ἐκ τούτων γὰρ φθορὴ γίνεται 44146 4.28.19.19 : συμπάντων ὁκόσα αὐτῇ τε καὶ τῷ ἀνδρὶ ξυνά ἐστι. καὶ 44147 4.28.19.20 : ταῦτα μὲν ἄχρι τῶνδε λελέχθω. σκῆνος δὲ ἄγειν χρὴ πρὸς 44148 4.28.19.21 : μέτρα φύσιος τροφῆς τε πέρι καὶ ἱματίων καὶ λουτρῶν 44149 4.28.19.22 : καὶ ἀλειψίων καὶ τριχῶν θέσιος καὶ τῶν ὁκόσα ἐς κόσμον 44150 4.28.19.23 : ἐστὶ [χρυσοῦ καὶ λίθων]. ὁκόσαι γὰρ πολυτελέα πάντα 44151 4.28.19.24 : ἐσθίουσι καὶ πίνουσι καὶ ἀμπέχονται καὶ φορέουσι τὰ 44152 4.28.19.25 : φορέουσι γυναῖκες, ἐς ἁμαρτίην ἕτοιμαι κακίης συμπάσης 44153 4.28.19.26 : ἔς τε λέχεα καὶ ἐς τὰ ἄλλα ἀδικοπρηγέες. λιμὸν ὦν καὶ 44154 4.28.19.27 : δίψαν ἐξακέεσθαι δεῖ μοῦνον, κἢν ἐκ τῶν εὐτελέων ἔῃ, καὶ 44155 4.28.19.28 : ῥῖγος, κἢν νάκος κἢν σισύρη. βρωτῆρας δὲ εἶναι τῶν τη– 44156 4.28.19.29 : λόθεν ἢ τῶν πολλοῦ πωλεομένων ἢ τῶν ἐνδόξων κακίη 44157 4.28.19.30 : οὐχὶ μικρὴ πέφαται· ἠμφιάσθαι 〈δ´〉 εἵματα ἀπεικότα λίην 44158 4.28.19.31 : καὶ ποικίλα ἀπὸ θαλασσίης βάψιος τοῦ κόχλου ἢ ἄλλης 44159 4.28.19.32 : χρόης πολυτελέος μωρίη πολλή. σκῆνος γὰρ ἐθέλει μὴ ῥι– 44160 4.28.19.33 : γέειν μηδὲ γυμνὸν εἶναι χάριν εὐπρεπείης, ἄλλου δ´ οὐδε– 44161 4.28.19.34 : νὸς χρῄζει. δόξα δὲ ἀνθρώπων μετὰ ἀμαθίης ἐς τὰ κε– 44162 4.28.19.35 : νεά τε καὶ περισσὰ ἵεται. ὥστ´ οὔτε χρυσὸν ἀμφιθήσεται 44163 4.28.19.36 : ἢ λίθον Ἰνδικὸν ἢ χώρης ἐόντα ἄλλης, οὐδὲ πλέξεται πο– 44164 4.28.19.37 : λυτεχνίῃσι τρίχας, οὐδ´ ἀλείψεται Ἀραβίης ὀδμῆς ἐμ– 44165 4.28.19.38 : πνέοντα, οὐδὲ χρίσεται πρόσωπον λευκαίνουσα ἢ ἐρυθραί– 44166 4.28.19.39 : νουσα τοῦτο ἢ μελαίνουσα ὀφρύας τε καὶ ὀφθαλμοὺς καὶ 44167 4.28.19.40 : τὴν πολιὴν τρίχα βαφαῖσι τεχνεωμένη, οὐδὲ λούσεται θα– 44168 4.28.19.41 : μινά. ἡ γὰρ ταῦτα ζητέουσα θηητῆρα ζητέει ἀκρασίης 44169 4.28.19.42 : γυναικηίης. κάλλος γὰρ τὸ ἐκ φρονήσιος, οὐκὶ δὲ τὸ ἐκ 44170 4.28.19.43 : τούτων, ἁνδάνει ταῖς γινομέναισιν εὖ. ἀναγκαῖα δὲ μὴ 44171 4.28.19.44 : ἡγεέσθω εὐγενείην καὶ πλοῦτον καὶ μεγάλης πόλιος πάν– 44172 4.28.19.45 : τως γενέσθαι καὶ δόξαν καὶ φιλίην ἐνδόξων καὶ βασι– 44173 4.28.19.46 : ληίων ἀνδρῶν· ἢν μὲν γὰρ ἔῃ, οὐ λυπέει· ἢν δὲ μὴ ἔῃ, 44174 4.28.19.47 : ἐπιζητέειν οὐ ποιέει· τούτων γὰρ δίχα φρονίμη γυνὴ ζῆν 44175 4.28.19.48 : οὐ κωλύεται. κἢν ἔῃ δὲ φαῦλα τά περ λελάχαται, τὰ με– 44176 4.28.19.49 : γάλα καὶ θαυμαζόμενα μή κοτε διζέσθω ψυχή, ἀλλὰ καὶ 44177 4.28.19.50 : ἀπ´ ὦν αὐτῶν βαδιζέτω· βλάπτει γὰρ μᾶλλον ἐς ἀτυχίην 44178 4.28.19.51 : ἕλκοντα ἢ ὠφελέει. τούτοισι γὰρ ἐπιβουλή τε καὶ φθό– 44179 4.28.19.52 : νος καὶ βασκανίη προσκέεται, ὥστε ἐν ἀταραξίῃ οὐκ ἂν 44180 4.28.19.53 : γένοιτο ἡ τοιήδε. θεοὺς δὲ σέβειν δεῖ ἐς εὐελπιστίην 44181 4.28.19.54 : εὐδαιμονίης, νόμοισί τε καὶ θεσμοῖσι πειθομένην πατρίοι– 44182 4.28.19.55 : σι. μετὰ δὲ τούτους μυθέομαι [τοὺς θεοὺς] γονέας τιμᾶν 44183 4.28.19.56 : καὶ σέβειν· οὗτοι γὰρ ἴσα θεοῖσι πάντα πέλουσι καὶ 44184 4.28.19.57 : πρήσσουσι τοῖς ἐγγόνοισι. πρὸς δὲ τὸν ἄνδρα τὸν ἑαυτῆς 44185 4.28.19.58 : ζώειν ὧδε δεῖ νομίμως καὶ κρηγύως, μηδὲν ἐννενωμένην 44186 4.28.19.59 : ἰδίῃ, ἀλλ´ εὐνὴν τηρεῦσαν καὶ φυλάσσουσαν· ἐν τούτῳ γάρ 44187 4.28.19.60 : ἐστι τὰ ξύμπαντα. φέρειν δὲ χρὴ τῶ ἀνδρὸς πάντα, κἢν 44188 4.28.19.61 : ἀτυχῇ, κἢν ἁμάρτῃ κατ´ ἄγνοιαν ἢ νοῦσον ἢ μέθην, ἢ 44189 4.28.19.62 : ἄλλῃσι γυναιξὶ συγγένηται· ἀνδράσι μὲν γὰρ ἐπιχωρέεται 44190 4.28.19.63 : ἁμαρτίη αὕτη· γυναιξὶ δὲ οὔκοτε, τιμωρίη δ´ ἐφέστηκεν. 44191 4.28.19.64 : † ὤσασθαι ὦν τὸν νόμον δεῖ καὶ μὴ ζηλοτυπέειν· φέρειν 44192 4.28.19.65 : δὲ καὶ ὀργὴν καὶ φειδωλίην καὶ μεμψιμοιρίην καὶ ζηλοτυ– 44193 4.28.19.66 : πίην καὶ κακηγορίην καὶ ἤν τι ἄλλο ἔχῃ ἐκ φύσιος, καὶ 44194 4.28.19.67 : οὕτω θήσεται πάντα ὅκως φίλον ἐστὶν αὐτέῳ σωφρονέου– 44195 4.28.19.68 : σα. γυνὴ γὰρ ἄνδρα φιλέουσα καὶ τἀνδρὸς πρήσσουσα 44196 4.28.19.69 : κρηγύως, ἁρμονίη ὑπάρχει, καὶ οἶκον τὸν ξύμπαντα φιλέει 44197 4.28.19.70 : καὶ τοὺς θύρηθεν εὐνόους τῇ οἰκίῃ ποιέει· ἐπὴν δὲ μὴ 44198 4.28.19.71 : φιλέῃ, οὔτε οἶκον οὔτε παῖδας τοὺς ἑωυτῆς οὔτε θερά– 44199 4.28.19.72 : ποντας οὔτε οὐσίην ἡντιναῶν ἐθέλει σῴαν ἐσιδέειν, φθο– 44200 4.28.19.73 : ρὴν δὲ πᾶσαν ἀρέεται [καὶ εὔχεται] εἶναι, ὡς πολεμίη 44201 4.28.19.74 : ἐοῦσα, καὶ τὸν ἄνδρα εὔχεται τεθνάναι ὡς ἐχθρόν, ὅπως 44202 4.28.19.75 : ἄλλοισιν ὁμουρέῃ, καὶ ὁκόσοι ἁνδάνουσι τουτέῳ ἐχθαίρει. 44203 4.28.19.76 : † ὁρῆν δὲ αὐτὴν ὧδε δοκέω, εἰ πλεῖος τελέθει φρονήσιός 44204 4.28.19.77 : τε καὶ σωφροσύνης. οὐ γὰρ μοῦνον ὠφελήσει τὸν ἄνδρα, 44205 4.28.19.78 : ἀλλὰ καὶ παῖδας καὶ συγγενέας καὶ δούλως καὶ τὴν οἰ– 44206 4.28.19.79 : κίαν ξύμπασαν, ἐν ᾗ καὶ κτήματα καὶ φίλοι πολιῆταί τε 44207 4.28.19.80 : καὶ ξένοι εἰσί· καὶ ἀπεριεργίῃ τὸ σκῆνος διάξει τουτέων, 44208 4.28.19.81 : λεσχαίνουσά τε καὶ ἀκούουσα καλά, καὶ ἀκολουθέουσά τε 44209 4.28.19.82 : αὐτέῳ καθ´ ὁμοδοξίην τῆς ξυνῆς βιοτῆς, καὶ οἷς ἐκεῖνος 44210 4.28.19.83 : αὔξει συγγενέσι τε καὶ φίλοισι ξυνομαρτέουσα, καὶ ταὐτὰ 44211 4.28.19.84 : ἡγεομένη γλυκέα τε καὶ πικρὰ τὠνδρὶ, ἢν μὴ ἀναρμόνιος 44212 4.28.19.85 : ἐς τὸ πᾶν ἔῃ. 44213 4.28.20.1 : Μουσωνίου ἐκ τοῦ Περὶ σκευῶν (Mus. rel. p. 109, 9 H.). 44214 4.28.20.2 : Καὶ μὴν συνῳδὰ καὶ συγγενῆ τῇ περὶ τὰς οἰκίας πολυτε– 44215 4.28.20.3 : λείᾳ καὶ τὰ τῶν σκευῶν τῶν κατ´ οἰκίαν φαίνεται ὄντα, 44216 4.28.20.4 : κλῖναι καὶ τράπεζαι καὶ στρώματα καὶ ἐκπώματα καὶ εἴ 44217 4.28.20.5 : τι τοιοῦτον, πάντως τὴν χρείαν ὑπερβεβηκότα καὶ προσω– 44218 4.28.20.6 : τέρω τῶν ἀναγκαίων ἐληλυθότα· κλῖναι μὲν ἐλεφάντιναι 44219 4.28.20.7 : καὶ ἀργυραῖ ἢ νὴ Δία χρυσαῖ, τράπεζαι δὲ παραπλησίας 44220 4.28.20.8 : ὕλης, στρωμναὶ δὲ ἁλουργεῖς καὶ ἄλλων χρωμάτων δυσ– 44221 4.28.20.9 : πορίστων, ἐκπώματα δὲ χρυσοῦ καὶ ἀργύρου πεποιημένα, 44222 4.28.20.10 : τὰ δὲ λίθων ἢ λιθοειδῶν τινων ἁμιλλωμένων τῇ πολυ– 44223 4.28.20.11 : τελείᾳ τοῖς ἀργυροῖς καὶ χρυσοῖς. καὶ σπουδάζεται ταῦτα 44224 4.28.20.12 : πάντα, τοῦ μὲν σκίμποδος οὐδὲν κακίω παρεχομένου κα– 44225 4.28.20.13 : τάκλισιν ἡμῖν τῆς ἀργυρᾶς ἢ τῆς ἐλεφαντίνης κλίνης, τῆς δὲ 44226 4.28.20.14 : σισύρας ἱκανωτάτης οὔσης ὑπεστρῶσθαι ὥστε μὴ δεῖσθαι 44227 4.28.20.15 : πορφυρίδος ἢ φοινικίδος· ἐσθίειν δ´ ὑπάρχοντος ἡμῖν 44228 4.28.20.16 : ἀβλαβῶς ἀπὸ τραπέζης ξυλίνης ὡς μὴ ποθεῖν μηδαμῶς 44229 4.28.20.17 : τὴν ἀργυρᾶν, καὶ πίνειν γε νὴ Δία ἐκ κεραμεῶν ποτη– 44230 4.28.20.18 : ρίων παρόν, ἃ τό τε δῖψος σβεννύειν παραπλησίως πέ– 44231 4.28.20.19 : φυκε τοῖς χρυσοῖς, καὶ τὸν ἐγχεόμενον αὐτοῖς οἶνον οὐ 44232 4.28.20.20 : λυμαίνεται, ὀσμὴν δέ γε ἡδίω τῶν χρυσῶν παρέχεται καὶ 44233 4.28.20.21 : τῶν ἀργυρῶν. καθόλου δ´ ἀρετὴ καὶ κακία σκευῶν κριθείη ἂν 44234 4.28.20.22 : ὀρθῶς ἐκ τριῶν τούτων, τῆς τε κτήσεως καὶ τῆς χρήσεως καὶ 44235 4.28.20.23 : τῆς τηρήσεως. ὅσα μὲν γὰρ ἢ κτήσασθαι δύσκολά ἐστιν ἢ 44236 4.28.20.24 : χρήσασθαι μὴ ἐπιτήδεια ἢ φυλάξαι μὴ ῥᾴδια, ταῦτα 44237 4.28.20.25 : χείρω· ἃ δὲ καὶ κτώμεθα μὴ χαλεπῶς καὶ χρώμενοι ἐπαι– 44238 4.28.20.26 : νοῦμεν καὶ φυλάττομεν ῥᾳδίως, ταῦτα ἀμείνω. διόπερ τὰ 44239 4.28.20.27 : κεραμεᾶ καὶ τὰ σιδηρᾶ καὶ ὅσα τοιαῦτα, πολλῷ κρείττω 44240 4.28.20.28 : τῶν ἀργυρῶν τε καὶ χρυσῶν, ὅτι ἡ κτῆσις τούτων εὐμαρεσ– 44241 4.28.20.29 : τέρα, ὅσῳ καὶ εὐτελεστέρα, ἥ τε χρῆσις πλείων, ὅτι καὶ 44242 4.28.20.30 : πυρὶ ῥᾳδίως ταῦτ´ ἐμβάλλομεν, ἐκεῖνα δὲ οὔ, ἥ τε φυλακὴ 44243 4.28.20.31 : ἥττων· τὰ γὰρ εὐτελῆ τῶν πολυτελῶν ἐπιβουλεύεται ἧττον. 44244 4.28.20.32 : μέρος δέ τι τῆς φυλακῆς οὖσα καὶ ἡ ἐκκάθαρσις περὶ τὰ 44245 4.28.20.33 : πολυτελῆ πλείων ἐστίν. ὥσπερ οὖν ἵππος, ὁ τιμῆς μὲν ἐωνη– 44246 4.28.20.34 : μένος ὀλίγης, χρείας δὲ παρεχόμενος πολλὰς, αἱρετώτερος 44247 4.28.20.35 : τοῦ ὀλίγα μὲν ὑπουργοῦντος, πολλοῦ δ´ ἠγορασμένου· κα– 44248 4.28.20.36 : τὰ τὰ αὐτὰ καὶ σκεύη τὰ εὐτελέστερα καὶ πολυχρηστότερα 44249 4.28.20.37 : κρείττω τῶν ἐναντίων. τί ποτ´ οὖν διώκεται τὰ σπάνια καὶ 44250 4.28.20.38 : πολυτελῆ πρὸ τῶν ἐν μέσῳ καὶ τῶν εὐτελῶν; ὅτι ἀγνοεῖται 44251 4.28.20.39 : τὰ καλὰ καὶ τἀγαθά, καὶ ἀντὶ τῶν ὄντων τὰ δοκοῦντα 44252 4.28.20.40 : σπουδάζεται παρὰ τοῖς ἀνοήτοις· ὥσπερ δὴ καὶ οἱ μαι– 44253 4.28.20.41 : νόμενοι πολλάκις λευκὰ τὰ μέλανα νομίζουσιν· ἄνοια δὲ 44254 4.28.20.42 : μανίας συγγενέστατον. ἐπεὶ τῶν γε νομοθετῶν τοὺς ἀρίσ– 44255 4.28.20.43 : τους, καὶ ἐν πρώτοις Λυκοῦργον εὕροιμεν ἂν πολυτέλειαν 44256 4.28.20.44 : μὲν ἐξελαύνοντα τῆς Σπάρτης, ἀντεισάγοντα δ´ εὐτέλειαν 44257 4.28.20.45 : καὶ τὸ ἐνδεὲς τῆς διαίτης τοῦ περιττοῦ προτιμῶντα πρὸς 44258 4.28.20.46 : ἀνδρείαν, καὶ τὴν μὲν τρυφὴν ὡς λύμην ἐκτρεπόμενον, τὸ 44259 4.28.20.47 : δ´ ἐθελόπονον ὡς σωτήριον ζηλοῦν ἀξιοῦντα. τεκμήρια 44260 4.28.20.48 : δὲ τούτων αἱ τῶν ἐφήβων ἐκεῖ καρτερήσεις ἐθιζομένων 44261 4.28.20.49 : φέρειν λιμόν τε καὶ δῖψος, καὶ μετὰ τούτων ῥῖγος, ἔτι 44262 4.28.20.50 : δὲ πληγὰς καὶ πόνους ἄλλους ... σεμνοῖς ἔθεσιν οἱ παλαιοὶ 44263 4.28.20.51 : Λακεδαιμόνιοι τραφέντες ἄριστοι τῶν Ἑλλήνων ἦσάν τε 44264 4.28.20.52 : καὶ ἐνομίζοντο, καὶ τὴν πενίαν τὴν ἑαυτῶν ζηλωτοτέραν 44265 4.28.20.53 : τοῦ βασιλέως πλούτου κατέστησαν. ἐγὼ δ´ οὖν καὶ αὐτὸς 44266 4.28.20.54 : δεξαίμην ἂν νοσῆσαι μᾶλλον ἢ τρυφῆσαι. τὸ μὲν γὰρ νο– 44267 4.28.20.55 : σεῖν μόνον βλάπτει τὸ σῶμα, τὸ δὲ τρυφᾶν ἄμφω δια– 44268 4.28.20.56 : φθείρει, ψυχήν τε καὶ σῶμα, σώματι μὲν ἀσθένειαν καὶ 44269 4.28.20.57 : ἀδυναμίαν, ψυχῆ δὲ ἀκολασίαν καὶ ἀνανδρίαν ἐμποιοῦν. καὶ 44270 4.28.20.58 : μὴν καὶ ἀδικίαν τίκτει τρυφή, ὅτι καὶ πλεονεξίαν. οὔτε γὰρ 44271 4.28.20.59 : τρυφῶντά τινα δυνατὸν μὴ πολυτελῆ εἶναι, οὔτε πολυτελῆ 44272 4.28.20.60 : ὄντα ὀλίγα βούλεσθαι ἀναλίσκειν, βουλόμενον δὲ πολλὰ μὴ 44273 4.28.20.61 : καὶ πορίζειν πολλὰ ἐπιχειρεῖν, οὐδ´ αὖ πορίζειν ἐπιχειροῦν– 44274 4.28.20.62 : τα πολλὰ μὴ πλεονεκτεῖν καὶ ἀδικεῖν· οὐ γὰρ ἂν πορίσειέ 44275 4.28.20.63 : τις ἐκ δικαίων πολλά. ἔτι καὶ ἄλλον τρόπον ἄδικος ἂν 44276 4.28.20.64 : εἴη πάντως ὁ τρυφῶν. καὶ γὰρ ὑπὲρ πόλεως τῆς αὑτοῦ 44277 4.28.20.65 : πονεῖν τοὺς προσήκοντας πόνους ὀκνήσειεν ἂν ἢ οὐκ ἂν 44278 4.28.20.66 : ἔτι τρυφῴη, κἂν ὑπὲρ φίλων ἢ συγγενῶν κακοπαθῆσαι δέον, 44279 4.28.20.67 : οὐκ ἂν ὑπομείνειεν· οὐ γὰρ ἐάσει αὐτὸν ἡ τρυφή. καὶ 44280 4.28.20.68 : μὴν καὶ διὰ θεοὺς ἔστιν ὅτε πονητέον τῷ δικαίῳ εἶναι 44281 4.28.20.69 : βουλομένῳ πρὸς θεούς, ὅτι θυσίας ἢ τελετὰς ἤ τινα 44282 4.28.20.70 : ἄλλην ὑπηρεσίαν τελέσει τοῖς θεοῖς, ὁ δὲ τρυφῶν ἐνδεή– 44283 4.28.20.71 : σει κἀνταῦθα, διόπερ ἄδικος ἂν εἴη πάντως καὶ περὶ 44284 4.28.20.72 : πόλιν καὶ περὶ φίλους καὶ περὶ θεούς, ἃ χρὴ πράττειν 44285 4.28.20.73 : αὐτὸν οὐ πράττων. ὡς οὖν καὶ ἀδικίας αἰτίαν οὖσαν 44286 4.28.20.74 : τὴν τρυφὴν φευκτέον τρόπῳ παντί. 44287 4.28.21.1 : Ἱεροκλέους [ἐκ τοῦ Οἰκονομικοῦ] (p. 62, 21 de Arn.). 44288 4.28.21.2 : Πρὸ πάντων γε περὶ τῶν ἔργων, ὑφ´ ὧν οἶκος συνέχεται. 44289 4.28.21.3 : ταῦτ´ οὖν διαιρετέον μὲν κατὰ τὸ πλεῖστον, 〈ὥστε〉 τῷ 44290 4.28.21.4 : μὲν ἀνδρὶ τὰ κατ´ ἀγρὸν καὶ τὰ περὶ τὰς ἀγορὰς καὶ τὴν 44291 4.28.21.5 : ἀστυπολίαν ἀνακεῖσθαι, τῇ δὲ γυναικὶ τὰ περὶ τὴν ταλα– 44292 4.28.21.6 : σίαν καὶ σιτοπονίαν καὶ ὅλως τὰ κατοικίδια τῶν ἔργων. 44293 4.28.21.7 : οὐδὲ μὴν ἀγεύστους ἀξιωτέον εἶναι τοὺς ἑτέρους τῶν ἑτέ– 44294 4.28.21.8 : ρων. γένοιτο γὰρ ἄν ποτε καὶ γυναικὶ κατ´ ἀγρὸν γενο– 44295 4.28.21.9 : μένῃ καθῆκον τὸ τοῖς ἐργαζομένοις ἐπιστῆναι καὶ τὴν 44296 4.28.21.10 : τοῦ οἰκοδεσπότου τάξιν ἐκπληρῶσαι, καὶ ἀνδρὶ περὶ τῶν 44297 4.28.21.11 : κατὰ τὴν οἰκίαν ἐπιστροφὴν ποιήσασθαι καὶ τὰ μὲν δια– 44298 4.28.21.12 : πυθέσθαι, τὰ δὲ καὶ ἐπιδεῖν τῶν γινομένων. οὕτω γὰρ 44299 4.28.21.13 : ἂν ἐπισυνδέοιτο μᾶλλον τὰ τῆς κοινωνίας, εἰ συμμετέχοιεν 44300 4.28.21.14 : ἀλλήλοις τῶν ἀναγκαίων φροντίδων. δεῦρο μέντοι τοῦ 44301 4.28.21.15 : λόγου γενόμενος οὐκ ἂν ὀκνῆσαί μοι δοκῶ καὶ τῆς αὐτουρ– 44302 4.28.21.16 : γίας ποιήσασθαί τινα μνήμην, ἐπεὶ εἰκὸς τοῖς ὑπὲρ τῶν 44303 4.28.21.17 : ἔργων εἰρημένοις καὶ τοῦτο προστεθῆναι. ὡς μὲν τοίνυν 44304 4.28.21.18 : τἀνδρὶ καθήκει τῶν γεωργικῶν ἅπτεσθαι πόνων, τί δεῖ 44305 4.28.21.19 : καὶ λέγειν; οὐ πολὺς γὰρ ὁ κατὰ τοῦτο δυσπειθής, ἀλλὰ 44306 4.28.21.20 : καίπερ τοσαύτης τρυφῆς καὶ ἀπονίας τὸν νῦν κατεχούσης 44307 4.28.21.21 : βίον, ὅμως σπάνιός ἐστιν 〈ὁ〉 μὴ καὶ δι´ ἑαυτοῦ προθυ– 44308 4.28.21.22 : μούμενος ἔργων κοινωνῆσαι τῶν ὑπὲρ σπόρου καὶ φυτείας 44309 4.28.21.23 : καὶ τῶν ἄλλων τῶν κατὰ γεωργίαν. δυσπειθέστερος δ´ 44310 4.28.21.24 : ἴσως ὁ πρὸς θάτερα τῶν ἔργων, ὅσα γυναιξὶν ἀπονενέ– 44311 4.28.21.25 : μηται, παρακαλῶν τὸν ἄνδρα λόγος. καὶ πάσχουσί γε 44312 4.28.21.26 : οὐκ ἀπεικὸς οἱ καθαρειότεροι, μὴ καθ´ ἑαυτοὺς εἶναι το– 44313 4.28.21.27 : πάζοντες ἅψασθαι ταλασίας. ἐπεὶ γὰρ ὡς ἐπὶ τὸ πλῆ– 44314 4.28.21.28 : θος εὐτελεῖς ἀνθρωπίσκοι καὶ τὸ τῶν κατεαγότων καὶ 44315 4.28.21.29 : γυννίδων φῦλον εἰς τὴν ἐρίων ἐργασίαν καταφέρεται ζήλῳ 44316 4.28.21.30 : θηλύτητος, οὐ δοκεῖ κατὰ τὸν ἀληθινώτερον ἄνδρα τυγ– 44317 4.28.21.31 : χάνειν τὸ εἰς ταῦτα συγκαθιέναι· ὥστ´ ἔγωγε τάχ´ ἂν 44318 4.28.21.32 : οὐδ´ ἂν αὐτὸς συμβουλεύσαιμι τοῖς μὴ τελέαν παρεσχη– 44319 4.28.21.33 : μένοις πίστιν ὑπὲρ τῆς ἑαυτῶν ἀρρενότητος καὶ σωφρο– 44320 4.28.21.34 : σύνης ἅπτεσθαι τοιοῦδέ τινος. εἰ μέντοι διὰ τοιοῦδε 44321 4.28.21.35 : βίου πεποιήκοι τις [ἂν] ἑαυτὸν πάσης ὑπονοίας ἀτόπου 44322 4.28.21.36 : καθαρεύοντα, τί κωλύσει καὶ κατὰ ταῦτα τῇ γυναικὶ κοι– 44323 4.28.21.37 : νωνῆσαι τὸν ἄνδρα; τῶν μὲν γὰρ ἄλλων κατοικιδίων ἔρ– 44324 4.28.21.38 : γων μὴ καὶ τὸ πλέον ἀνδράσι προσήκειν ἡγητέον ἤπερ 44325 4.28.21.39 : γυναιξίν; ἔστι γὰρ καματωδέστερα καὶ ῥώμης δεόμενα 44326 4.28.21.40 : σωματικῆς, οἷον ἀλέσαι καὶ σταῖς μάξαι διασχίσαι τε 44327 4.28.21.41 : ξύλα καὶ ὕδωρ ἀνιμῆσαι καὶ σκεύη μεταθεῖναι καὶ δια– 44328 4.28.21.42 : τινάξαι στρώματα καὶ πᾶν τὸ τούτοις παραπλήσιον. καὶ 44329 4.28.21.43 : τὰ μὲν ὑπὲρ ἀνδρῶν ἀποχρῴη ἄν· ἐπιμετρῆσαι δέ τι καὶ 44330 4.28.21.44 : τὴν γυναῖκα πρέπον, ὥστε μὴ τῆς ταλασίας κοινωνεῖν 44331 4.28.21.45 : μόνον ταῖς θεραπαίναις, ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων ἔργων τῶν 44332 4.28.21.46 : ἐπανδροτέρων. καὶ γὰρ σιτοπονίας ἅψασθαι κατὰ τὴν 44333 4.28.21.47 : ἐλευθέραν εἶναί μοι δοκεῖ καὶ ὕδωρ ἀνιμῆσαι 〈καὶ〉 πῦρ 44334 4.28.21.48 : ἀνακαῦσαι καὶ κλίνην καταστρῶσαι καὶ πᾶν τὸ τούτοις 44335 4.28.21.49 : ἐοικός. πολὺ δ´ ἂν ἀνδρὶ φαίνοιτο καλλίων τῷ γε ἑαυτῆς, 44336 4.28.21.50 : καὶ μάλιστα νεᾶνις οὖσα καὶ μηδέπω τετρυμένη κυοφο– 44337 4.28.21.51 : ρίαις, εἰ καὶ τρύγης ἀμπέλων αὐτουργοῦσα συμμετάσχοι 44338 4.28.21.52 : καὶ συλλογῆς ἐλαιῶν, εἰ δὲ παρείκοι, καὶ σπόρου καὶ ἀρό– 44339 4.28.21.53 : σεως καὶ παραδόσεως ἐργαλείων τοῖς σκάπτουσιν ἢ φυ– 44340 4.28.21.54 : τεύουσιν. τοῦτον γὰρ τὸν τρόπον ἕνεκα τῶν ἔργων οἶκος 44341 4.28.21.55 : προστατούμενος ὑπ´ ἀνδρὸς καὶ γυναικὸς ἄριστ´ ἄν μοι 44342 4.28.21.56 : δοκεῖ κατά γε ταῦτα διεξάγεσθαι. 44343 4.28.22.1 : Ξενοφῶντος Ἀπομνημονευμάτων γʹ ( 8,8–10). 44344 4.28.22.2 : Καὶ οἰκίας δὲ λέγων τὰς αὐτὰς καλάς τε εἶναι καὶ χρη– 44345 4.28.22.3 : σίμους παιδεύειν ἔμοιγε ἐδόκει οἵας χρὴ οἰκοδομεῖσθαι. 44346 4.28.22.4 : ἐπεσκόπει δὲ ὧδε. Ἆρά γε τὸν μέλλοντα οἰκίαν οἵαν δεῖ 44347 4.28.22.5 : ἔχειν τοῦτο δεῖ μηχανᾶσθαι, ὅπως ἡδίστη τε ἐνδιαιτᾶσθαι 44348 4.28.22.6 : καὶ χρησιμωτάτη ἔσται; τούτου δὲ ὁμολογουμένου· Οὐκοῦν 44349 4.28.22.7 : ἡδὺ μὲν θέρους ψυχεινὴν ἔχειν, ἡδὺ δὲ χειμῶνος ἀλεεινήν; 44350 4.28.22.8 : ἐπειδὴ δὲ καὶ τοῦτο συμφαῖεν· Οὐκοῦν ἐν ταῖς πρὸς με– 44351 4.28.22.9 : σημβρίαν βλεπούσαις οἰκίαις, τοῦ μὲν χειμῶνος ὁ ἥλιος 44352 4.28.22.10 : εἰς τὰς παραστάδας ὑπολάμπει, τοῦ δὲ θέρους ὑπὲρ ἡμῶν 44353 4.28.22.11 : αὐτῶν καὶ τῶν στεγῶν πορευόμενος σκιὰν παρέχει. οὐκοῦν, 44354 4.28.22.12 : εἴ γε καλῶς ἔχει ταῦτα οὕτω γίγνεσθαι, οἰκοδομεῖν δεῖ 44355 4.28.22.13 : ὑψηλότερα μὲν τὰ πρὸς μεσημβρίαν, ἵνα ὁ χειμερινὸς 44356 4.28.22.14 : ἥλιος μὴ ἀποκλείηται, χθαμαλώτερα δὲ τὰ πρὸς ἄρκτον, 44357 4.28.22.15 : ἵνα μὴ οἱ ψυχροὶ παρεμπίπτωσιν ἄνεμοι· ὡς δὲ συνελόντι 44358 4.28.22.16 : εἰπεῖν, ὅποι πάσας ὥρας αὐτός τε ἂν ἥδιστα καταφεύγοι 44359 4.28.22.17 : καὶ τὰ ὄντα ἀσφαλέστατα τιθοῖτο, αὕτη ἂν εἰκότως ἡδίσ– 44360 4.28.22.18 : τη τε καὶ καλλίστη οἴκησις εἴη· γραφαὶ δὲ καὶ ποικιλίαι 44361 4.28.22.19 : πλείονας εὐφροσύνας ἀποστεροῦσιν ἢ παρέχουσι. ναοῖς 44362 4.28.22.20 : γε μὴν καὶ βωμοῖς χώραν ἔφη εἶναι πρεπωδεστάτην, 44363 4.28.22.21 : ἥτις ἀσφαλεστάτη οὖσα ἀστιβεστάτη εἴη· ἡδὺ μὲν γὰρ 44364 4.28.22.22 : ἰδόντας προσεύξασθαι, ἡδὺ δὲ ἁγνῶς ἔχοντας προσιέναι. 44365 4.28.23.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τοῦ Οἰκονομικοῦ ( 6,4–5). 44366 4.28.23.2 : Οὐκοῦν, ἔφη ὁ Σωκράτης, ἐπιστήμης μέν τινος ἐδόκει 44367 4.28.23.3 : ἡμῖν ὄνομα εἶναι ἡ οἰκονομία, ἡ δ´ ἐπιστήμη αὕτη ἐφαί– 44368 4.28.23.4 : νετο ᾗ οἴκους αὔξειν δύνανται ἄνθρωποι, οἶκος δ´ ἡμῖν 44369 4.28.23.5 : ἐφαίνετο ὅπερ κτῆσις ἡ σύμπασα, κτῆσιν δὲ τοῦτο ἔφαμεν 44370 4.28.23.6 : εἶναι ὅ τι ἑκάστῳ εἴη ὠφέλιμον εἰς τὸν βίον, ὠφέλιμα δὲ 44371 4.28.23.7 : πάντα εὑρίσκετο ὁπόσοις τις ἐπίσταιτο χρῆσθαι. πάσας 44372 4.28.23.8 : μὲν οὖν τὰς ἐπιστήμας οὔτε μαθεῖν ἡμῖν οἷον τε ἐδόκει 44373 4.28.23.9 : εἶναι, συναπεδοκιμάζομέν τε ταῖς πόλεσι τὰς βαναυσικὰς 44374 4.28.23.10 : καλουμένας τέχνας, ὅτι καὶ τὰ σώματα λυμαίνεσθαι δο– 44375 4.28.23.11 : κοῦσι καὶ τὰς ψυχὰς καταγνύναι. 44376 4.29a.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΕΥΓΕΝΕΙΑΣ. ΟΤΙ ΕΥΓΕΝΕΙΣ ΟΙ ΚΑΤ´ ΑΡΕΤΗΝ ΖΩΝΤΕΣ, ΚΑΝ 44377 4.29a.t.2 : ΜΗ ΛΑΜΠΡΩΝ ΩΣΙ ΓΕΓΟΝΟΤΕΣ ΠΑΤΕΡΩΝ [ΑΓΑΘΟΙ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟΝ].}1 44378 4.29a.1.1 : Εὐριπίδου Δίκτυι (fr. 336 N. 2). 44379 4.29a.1.2 : Εἰς δ´ εὐγένειαν ὀλίγ´ ἔχω φράσαι καλά. 44380 4.29a.1.3 : ὁ μὲν γὰρ ἐσθλὸς εὐγενὴς ἔμοιγ´ ἀνήρ, 44381 4.29a.1.4 : ὁ δ´ οὐ δίκαιος, κἂν ἀμείνονος πατρὸς 44382 4.29a.1.5 : Ζηνὸς πεφύκῃ, δυσγενὴς εἶναι δοκεῖ. 44383 4.29a.2.1 : Εὐριπίδου Ἀλεξάνδρῳ (fr. 52 N. 2). 44384 4.29a.2.2 : {ΧΟΡ.} Περισσόμυθος ὁ λόγος, εὐγένειαν εἰ 44385 4.29a.2.3 : βρότειον εὐλογήσομεν. τὸ γὰρ πάλαι 44386 4.29a.2.4 : καὶ πρῶτον ὅτ´ ἐγενόμεθ´ ὁμοίαν 44387 4.29a.2.5 : χθὼν ἅπασιν ἐξεπαίδευσεν ὄψιν, 44388 4.29a.2.6 : διὰ δ´ ἔκρινεν ἁ τεκοῦσα γᾶ βροτούς. 44389 4.29a.2.7 : ἴδιον οὐδὲν ἔσχομεν· μία δὲ γονὰ 44390 4.29a.2.8 : τό τ´ εὐγενὲς καὶ τὸ δυσγενές. 44391 4.29a.2.9 : νόμῳ δὲ γαῦρον αὐτὸ κραίνει χρόνος. 44392 4.29a.2.10 : τὸ φρόνιμον εὐγένεια καὶ τὸ συνετόν. 44393 4.29a.2.11 : ὁ 〈δὲ〉 θεὸς δίδωσιν, οὐχ ὁ πλοῦτος ... 44394 4.29a.3.1 : Ἀστυδάμαντος (fr. 8 p. 780 N. 2). 44395 4.29a.3.2 : Γένους δ´ ἔπαινός ἐστιν ἀσφαλέστατος 44396 4.29a.3.3 : κατ´ ἄνδρ´ ἐπαινεῖν, ὅστις ἂν δίκαιος ᾖ 44397 4.29a.3.4 : τρόπους τ´ ἄριστος, τοῦτον εὐγενῆ καλεῖν. 44398 4.29a.3.5 : † ἐν ἑκατόν ἐστιν εὑρεῖν ἄνδρ´ ἕνα, 44399 4.29a.3.6 : κεἰ τοῦτον οἱ ζητοῦντες εἰσὶ μύριοι. 44400 4.29a.4.1 : Εὐριπίδου Ἠλέκτρα ( 383–390). 44401 4.29a.4.2 : Οὐ μὴ φρονήσεθ´, οἳ κενῶν δοξασμάτων 44402 4.29a.4.3 : πλήρεις πλανᾶσθε, τῇ δ´ ὁμιλίᾳ βροτοὺς 44403 4.29a.4.4 : κρινεῖτε καὶ τοῖς ἤθεσιν τοὺς εὐγενεῖς; 44404 4.29a.4.5 : οἱ γὰρ τοιοίδε τὰς πόλεις οἰκοῦσιν εὖ 44405 4.29a.4.6 : καὶ δώμαθ´· αἱ δὲ σάρκες αἱ κεναὶ βροτῶν 44406 4.29a.4.7 : ἀγάλματ´ ἀγορᾶς εἰσιν. οὐδὲ γὰρ δόρυ 44407 4.29a.4.8 : μᾶλλον βραχίων σθεναρὸς ἀσθενοῦς μένει· 44408 4.29a.4.9 : ἐν τῇ φύσει δὲ τοῦτο κἀν εὐψυχίᾳ. 44409 4.29a.5.1 : Θεοδέκτου (fr. 15 p. 806 N. 2). 44410 4.29a.5.2 : Ἐγὼ μὲν οὔποτ´ εὐγένειαν ᾔνεσα 44411 4.29a.5.3 : τὴν προστάταισι χρωμένην ἀναξίοις. 44412 4.29a.6.1 : Ἐπιχάρμου. 44413 4.29a.6.2 : *** 44414 4.29a.6a.1 : (Menandri fr. 533 K.) 44415 4.29a.6a.2 : Ἀπολεῖ με τὸ γένος· μὴ λέγ´, εἰ φιλεῖς ἐμέ, 44416 4.29a.6a.3 : μῆτερ, ἐφ´ ἑκάστῳ τὸ γένος· οἷς ἂν 〈τῇ〉 φύσει 44417 4.29a.6a.4 : ἀγαθὸν ὑπάρχῃ μηδὲν οἰκεῖον προσόν, 44418 4.29a.6a.5 : ἐκεῖσε καταφεύγουσιν, εἰς τὰ μνήματα 44419 4.29a.6a.6 : καὶ τὸ γένος, ἀριθμοῦσίν τε τοὺς πάππους ὅσοι. 44420 4.29a.6a.7 : οὐδ´ ἕνα δ´ ἔχοις ἰδεῖν ἂν οὐδ´ εἰπεῖν ὅτῳ 44421 4.29a.6a.8 : οὐκ εἰσὶ πάπποι· πῶς γὰρ ἐγένοντ´ 〈ἄν〉 ποτε; 44422 4.29a.6a.9 : εἰ μὴ λέγειν δ´ ἔχουσι τούτους διά τινα 44423 4.29a.6a.10 : τόπου μεταβολὴν ἢ φίλων ἐρημίαν, 44424 4.29a.6a.11 : τί τῶν λεγόντων εἰσὶ δυσγενέστεροι; 44425 4.29a.6a.12 : ὃς ἂν εὖ γεγονὼς ᾖ τῇ φύσει πρὸς τἀγαθά, 44426 4.29a.6a.13 : κἂν Αἰθίοψ ᾖ, μῆτερ, ἐστὶν εὐγενής. 44427 4.29a.6a.14 : Σκύθης τις. ὄλεθρος· ὁ δ´ Ἀνάχαρσις οὐ Σκύθης; 44428 4.29a.7.1 : Εὐριπίδου Ἀλεξάνδρῳ (fr. 53 N. 2). 44429 4.29a.7.2 : Οὐκ ἔστιν ἐν κακοῖσιν εὐγένεια, 44430 4.29a.7.3 : παρ´ ἀγαθοῖσι δ´ ἀνδρῶν. 44431 4.29a.8.1 : Εὐριπίδου Ἰνώ (fr. 414 N. 2). 44432 4.29a.8.2 : Φειδώμεθ´ ἀνδρῶν εὐγενῶν, φειδώμεθα· 44433 4.29a.8.3 : κακοὺς δ´ ἀποπτύωμεν, ὥσπερ ἄξιοι. 44434 4.29a.9.1 : Εὐριπίδου Αἰγέως (fr. 9 N. 2). 44435 4.29a.9.2 : Ἦ που κρεῖσσον τῆς εὐγενίας 44436 4.29a.9.3 : τὸ καλῶς πράσσειν. 44437 4.29a.10.1 : Μενάνδρου Κνιδία (fr. 290 K.). 44438 4.29a.10.2 : Οὐδὲν γένους γένος γὰρ οἶμαι διαφέρειν. 44439 4.29a.10.3 : ἀλλ´ εἰ δικαίως ἐξετάσεις, καὶ γνήσιος 44440 4.29a.10.4 : ὁ χρηστός ἐστιν, ὁ δὲ πονηρὸς καὶ νόθος. 44441 4.29a.11.1 : Εὐριπίδου Μελανίππης (fr. 495, 40–43 N. 2). 44442 4.29a.11.2 : Ἐγὼ μὲν 〈οὖν〉 οὐκ οἶδ´ ὅπως [δὴ] σκοπεῖν χρεὼν 44443 4.29a.11.3 : τὴν εὐγένειαν· τοὺς γὰρ ἀνδρείους φύσιν 44444 4.29a.11.4 : καὶ τοὺς δικαίους τῶν κενῶν δοξασμάτων, 44445 4.29a.11.5 : κἂν ὦσι δούλων, εὐγενεστέρους λέγω. 44446 4.29a.12.1 : Σοφοκλῆς Τηρεῖ (fr. 532 N. 2). 44447 4.29a.12.2 : Ἓν φῦλον ἀνθρώπων μί´ ἔδειξε πατρὸς 44448 4.29a.12.3 : καὶ ματρὸς ἡμᾶς ἁμέρα τοὺς πάντας· οὐδεὶς 44449 4.29a.12.4 : ἔξοχος ἄλλος ἔβλαστεν ἄλλου. 44450 4.29a.12.5 : βόσκει δὲ τοὺς μὲν μοῖρα δυσαμερίας, 44451 4.29a.12.6 : τοὺς δ´ ὄλβος ἡμῶν, τοὺς δὲ δουλείας ⚒–– 44452 4.29a.12.7 : –⚒⚒– ζυγὸν ἔσχ´ ἀνάγκας. 44453 4.29a.13.1 : Βίωνος. 44454 4.29a.13.2 : Ἀντίγονος ὁ βασιλεὺς Βίωνα τὸν φιλόσοφον διαβλη– 44455 4.29a.13.3 : θέντα ὡς δυσγενῆ ἤρετο 44456 4.29a.13.4 : τίς; πόθεν εἶς ἀνδρῶν; πόθι τοι πτόλις ἠδὲ τοκῆες; 44457 4.29a.13.5 : κἀκεῖνος εἶπεν ’ἀλλ´ ὀρθῶς 〈οἶμαί ς´〉, ὦ βασιλεῦ, ὅταν 44458 4.29a.13.6 : τοξοτῶν χρείαν ἔχῃς, οὐκ ἐρωτῶντα τὸ γένος, ἀλλὰ τι– 44459 4.29a.13.7 : θέντα τὸν σκοπὸν τοὺς ἀρίστους τοξευτὰς παραλαμβά– 44460 4.29a.13.8 : νειν· οὕτως οὖν καὶ ἐπὶ τῶν φίλων ἐξέταζε οὐ πόθεν εἰσίν, 44461 4.29a.13.9 : ἀλλὰ τίνες.‘ 44462 4.29a.14.1 : Σωστράτου. 44463 4.29a.14.2 : Σώστρατος ὁ αὐλητὴς ὀνειδιζόμενος ὑπό τινος ἐπὶ τῷ 44464 4.29a.14.3 : γονέων ἀσήμων εἶναι εἶπε ’καὶ μὴν διὰ τοῦτο ὤφειλον 44465 4.29a.14.4 : μᾶλλον θαυμάζεσθαι, ὅτι ἀπ´ ἐμοῦ τὸ γένος ἄρχεται‘. 44466 4.29a.15.1 : Ἰφικράτους. 44467 4.29a.15.2 : Ἰφικράτης ὀνειδιζόμενος εἰς δυσγένειαν ’ἐγὼ ἄρξω‘ 44468 4.29a.15.3 : εἶπε ’τοῦ γένους.‘ 44469 4.29a.16.1 : Ἀναχάρσιδος. 44470 4.29a.16.2 : Ἀνάχαρσις ὀνειδιζόμενος ὑπό τινος ὅτι Σκύθης ἐστὶν 44471 4.29a.16.3 : εἶπε ’τῷ γένει, ἀλλ´ οὐ τῷ τρόπῳ‘. 44472 4.29a.17.1 : Ἐκ τῆς Φαλάριδος Ἀξιόχῳ ἐπιστολῆς (p. 444 Herch.). 44473 4.29a.17.2 : Σεμνύνεσθαι μὲν ὥσπερ ἄλλῳ τινὶ τῶν καλῶν ἐπ´ εὐ– 44474 4.29a.17.3 : γενείᾳ οὐκ ἀπεικός ἐστιν. ἐγὼ δὲ μίαν εὐγένειαν ἀρετὴν 44475 4.29a.17.4 : οἶδα, τὰ δὲ ἄλλα πάντα τύχην. καὶ γένοιτ´ ἂν ὁ μὲν ἐκ 44476 4.29a.17.5 : φαύλων ἀγαθὸς καὶ βασιλέων καὶ πάντων εὐγενέστερος, 44477 4.29a.17.6 : ὁ δὲ ἐξ ἀγαθῶν φαῦλος αὐτός τε αὑτοῦ καὶ τῶν ταπει– 44478 4.29a.17.7 : νοτάτων δυσγενέστερος. ὥστε ψυχῆς ἔπαινον αὔχει, μὴ 44479 4.29a.17.8 : προγόνων τεθνηκυῖαν εἰς ἀδοξοτέρους εὐγένειαν. 44480 4.29a.18.1 : Δημοκρίτου (fr. 57 Diels. 2). 44481 4.29a.18.2 : Κτηνέων μὲν εὐγένεια ἡ τοῦ σκήνεος εὐθένεια, ἀνθρώ– 44482 4.29a.18.3 : πων δὲ ἡ τοῦ ἤθεος εὐτροπίη. 44483 4.29a.19.1 : Διογένους. 44484 4.29a.19.2 : Πυνθανομένου τινὸς τίνες τῶν ἀνθρώπων εὐγενέστα– 44485 4.29a.19.3 : τοι, ’οἱ καταφρονοῦντες‘ εἶπε ’πλούτου, δόξης, ἡδονῆς, ζωῆς, 44486 4.29a.19.4 : τῶν δὲ ἐναντίων ὑπεράνω ὄντες πενίας, ἀδοξίας, πόνου, 44487 4.29a.19.5 : θανάτου‘. 44488 4.29a.20.1 : Σωκράτους. 44489 4.29a.20.2 : Σωκράτης ἐρωτηθεὶς τί εὐγένεια, ’εὐκρασία‘ ἔφη ’ψυ– 44490 4.29a.20.3 : χῆς καὶ σώματος‘. 44491 4.29a.21.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Κατὰ εὐγενείας. 44492 4.29a.21.2 : Τί γὰρ ἄλλο νομίζομεν εἶναι τὴν εὐγένειαν, εἰ μὴ πα– 44493 4.29a.21.3 : λαιὸν πλοῦτον ἢ παλαιὰν δόξαν, οὐδέτερον ἐφ´ ἡμῖν 44494 4.29a.21.4 : ὄν, ἀλλὰ τὰ μὲν τύχης ἀδήλου τὰ δ´ ἀκρασίας χάριν ἀν– 44495 4.29a.21.5 : θρωπίνης; ὥστ´ ἐκ δυεῖν ἀλλοτρίων κρέμαται τὸ πεφυση– 44496 4.29a.21.6 : μένον ὄνομα ἡ εὐγένεια. καὶ ὁ πλοῦτος μὲν οὐχ ὁμοίους 44497 4.29a.21.7 : αὐτῷ τοὺς γεννηθέντας ποιεῖ, ἀλλ´ ὁ ἐξ ἀρετῆς γεννηθεὶς 44498 4.29a.21.8 : εἰκονίζεται, τῶν ἐπὶ τῆς ψυχῆς δικαίων εἰς τοὺς ἐκγόνους 44499 4.29a.21.9 : διαχεομένων· καὶ τοῦτ´ ἔστιν ἡ ὄντως εὐγένεια, ὁμοίωσις 44500 4.29a.21.10 : δικαιοσύνης. 44501 4.29a.22.1 : Ἐν ταὐτῷ. 44502 4.29a.22.2 : Ἆρ´ οὖν εὐγενέστερος ἦν ὁ Μίδου πλοῦτος τῆς Ἀρισ– 44503 4.29a.22.3 : τείδου πενίας; καίτοι ὁ μὲν οὐδ´ ἐντάφια καταλιπών, τῷ 44504 4.29a.22.4 : δὲ Φρυγὶ πάντ´ ἂν ἐδύνατο εἶναι τάφος. ἀλλ´ οὐκ ἐν πλου– 44505 4.29a.22.5 : σίῳ τὸ εὐγενές. πυρὸς ἔχει τινὰ τρόπον πᾶσα πονηρία. 44506 4.29a.22.6 : ἀμφότερα χωρὶς τροφῆς ἀφανίζεται σβεννύμενα. ἡ δὲ Σω– 44507 4.29a.22.7 : κράτους ἀδοξία, μαίας καὶ ἑρμογλύφου πατρός, οὐκ ἦν 44508 4.29a.22.8 : εὐγενεστέρα τῆς Σαρδαναπάλλου δόξης; μὴ σύ γε νομίζεις 44509 4.29a.22.9 : ὅτι Ξέρξης εὐγενέστερος ἦν Κυνεγείρου; καίτοι ὁ μὲν 44510 4.29a.22.10 : ὑπὲρ τῆς ἰδίας πατρίδος ἀπεκόπη τὴν χεῖρα, ὁ δ´ ὑπὲρ 44511 4.29a.22.11 : τοῦ ζῆν ἔφυγεν, ἀντὶ τῆς μεγάλης βασιλείας μεγάλην περι– 44512 4.29a.22.12 : κείμενος δειλίαν. 44513 4.29a.23.1 : Σωκράτους. 44514 4.29a.23.2 : Οὔτε σῖτον ἄριστον 〈τὸν〉 ἐκ τοῦ καλλίστου πεδίου κρί– 44515 4.29a.23.3 : νομεν, ἀλλὰ τὸν εὔθετον πρὸς τὴν τροφήν, οὔτε ἄνδρα 44516 4.29a.23.4 : σπουδαῖον ἢ φίλον εὔνουν τὸν ἐξ ἐπιφανοῦς ὄντα γένους, 44517 4.29a.23.5 : ἀλλὰ τὸν ὑπάρχοντα τῷ τρόπῳ κρείττονα. 44518 4.29a.24.1 : Ἐκ τοῦ Ἀριστοτέλους Περὶ εὐγενείας (fr. 91 Rose). 44519 4.29a.24.2 : Ὅλως δὲ περὶ εὐγενείας ἐγὼ ἀπορῶ, τίνας χρὴ καλεῖν 44520 4.29a.24.3 : τοὺς εὐγενεῖς. Εἰκότως γ´, ἔφην, τοῦτο σὺ διαπορῶν· καὶ 44521 4.29a.24.4 : γὰρ παρὰ τῶν πολλῶν καὶ μᾶλλον παρὰ τῶν σοφῶν τὰ 44522 4.29a.24.5 : μὲν ἀμφισβητεῖται τὰ δ´ οὐ λέγεται σαφῶς, εὐθὺς τὰ περὶ 44523 4.29a.24.6 : τῆς δυνάμεως. λέγω δὲ τοῦτο, πότερον τῶν τιμίων ἐστὶ καὶ 44524 4.29a.24.7 : σπουδαίων ἤ, καθάπερ Λυκόφρων ὁ σοφιστὴς ἔγραψε, 44525 4.29a.24.8 : κενόν τι πάμπαν. ἐκεῖνος γὰρ ἀντιπαραβάλλων ἑτέροις 44526 4.29a.24.9 : ἀγαθοῖς αὐτήν ’εὐγενείας μὲν οὖν‘ φησίν ’ἀφανὲς τὸ κάλ– 44527 4.29a.24.10 : λος, ἐν λόγῳ δὲ τὸ σεμνόν, ὡς πρὸς δόξαν οὖσαν τὴν 44528 4.29a.24.11 : αἵρεσιν αὐτῆς, κατὰ δ´ ἀλήθειαν οὐθὲν διαφέροντας τοὺς 44529 4.29a.24.12 : ἀγενεῖς τῶν εὐγενῶν‘. 44530 4.29a.25.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 92 Rose). 44531 4.29a.25.2 : Ἀμφισβητεῖται δὲ καθάπερ καὶ περὶ τοῦ πηλίκον ἀγα– 44532 4.29a.25.3 : θόν ἐστιν, οὕτω καὶ τίνας δεῖ καλεῖν εὐγενεῖς. οἱ μὲν 44533 4.29a.25.4 : γὰρ τοὺς ἐξ ἀγαθῶν γονέων εὐγενεῖς εἶναι νομίζουσι, 44534 4.29a.25.5 : καθάπερ καὶ Σωκράτης· διὰ γὰρ τὴν Ἀριστείδου ἀρετὴν 44535 4.29a.25.6 : καὶ τὴν θυγατέρα αὐτοῦ γενναίαν εἶναι. Σιμωνίδην δέ 44536 4.29a.25.7 : φασιν ἀποκρίνασθαι διερωτώμενον τίνες εὐγενεῖς, τοὺς 44537 4.29a.25.8 : ἐκ πάλαι πλουσίων φάναι· καίτοι κατὰ τοῦτον τὸν λόγον 44538 4.29a.25.9 : οὐκ ὀρθῶς ἐπιτιμῶσιν Θεόγνις οὐδ´ ὁ ποιητὴς ὁ ποιή– 44539 4.29a.25.10 : σας ὡς ὅτι 44540 4.29a.25.11 : τὴν μὲν εὐγένειαν αἰνοῦσιν βροτοί, 44541 4.29a.25.12 : μᾶλλον δὲ κηδεύουσι τοῖσι πλουσίοις. 44542 4.29a.25.13 : ἢ πρὸς Διὸς οὐχ αἱρετώτερος ὁ πλουτῶν αὐτὸς ἢ οὗ ὁ 44543 4.29a.25.14 : πρόπαππος ἢ τῶν προγόνων τις πλούσιος ἦν, αὐτὸς δὲ 44544 4.29a.25.15 : πένης; Πῶς γὰρ οὔκ, εἶπε. Καὶ δέοι δ´ ἂν κηδεύειν τοῖς 44545 4.29a.25.16 : πλουσίοις μᾶλλον ἢ τοῖς εὐγενέσιν· εὐγενεῖς γὰρ οἱ πά– 44546 4.29a.25.17 : λαι, κρείττους δὲ οἱ νῦν. οὔκουν ὁμοίως κἄν τις ὑπολαμ– 44547 4.29a.25.18 : βάνῃ οὐ τοὺς εὐγενεῖς εἶναι τοὺς ἐκ πάλαι πλουσίων ἀλλὰ 44548 4.29a.25.19 : τοὺς ἐξ ἀγαθῶν πάλαι; κρείττων γὰρ ἂν δόξειεν ἀρχαίας 44549 4.29a.25.20 : ἀρετῆς πρόσφατος, καὶ μετέχειν μᾶλλον ἕκαστον πατρὸς 44550 4.29a.25.21 : ἢ προπάππου· αἱρετώτερον δ´ αὐτὸν εἶναι σπουδαῖον, 44551 4.29a.25.22 : ἀλλ´ οὐ τὸν πρόπαππον ἤ τινα τῶν ἄλλων προγόνων. 44552 4.29a.25.23 : Ὀρθῶς, ἔφη, λέγεις. Ἆρ´ οὖν οὐκ ἐπεὶ ἐν μηδετέρῳ τού– 44553 4.29a.25.24 : των ὁρῶμεν τὴν εὐγένειαν, σκεπτέον ἄλλον τρόπον; Τίνα 44554 4.29a.25.25 : τοῦτον; † ἐνίοτε Σκεπτέον δή, ἔφη. Τὸ εὖ σημαίνει τι 44555 4.29a.25.26 : δήπου τῶν ἐπαινετῶν καὶ σπουδαίων, οἷον τὸ ’εὐπρόσω– 44556 4.29a.25.27 : πον‘ καὶ τὸ ’εὐόφθαλμον‘· ἀγαθὸν γάρ τι ἢ καλὸν ση– 44557 4.29a.25.28 : μαίνει κατὰ τοῦτον τὸν λόγον. Πάνυ γ´, εἶπεν. Οὐκοῦν 44558 4.29a.25.29 : εὐπρόσωπον μέν ἐστι τὸ ἔχον ἀρετὴν προσώπου, εὐόφ– 44559 4.29a.25.30 : θαλμον δὲ τὸ ὀφθαλμοῦ ἀρετήν; Οὕτως, εἶπεν. Ἀλλὰ 44560 4.29a.25.31 : μὴν ἔστι γένος τὸ μὲν σπουδαῖον, τὸ δὲ φαῦλον ἀλλ´ οὐ 44561 4.29a.25.32 : σπουδαῖον. Πάνυ γ´, εἶπεν. Σπουδαῖον δέ γέ φαμεν ἕκασ– 44562 4.29a.25.33 : τον κατὰ τὴν αὐτοῦ ἀρετὴν εἶναι, ὥστε καὶ γένος σπου– 44563 4.29a.25.34 : δαῖον ὡσαύτως. Οὕτως, εἶπε. Δῆλον ἄρ´, ἔφην, ὅτι 44564 4.29a.25.35 : ἔστιν ἡ εὐγένεια ἀρετὴ γένους. 44565 4.29a.26.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Ἀλκιβιάδου αʹ (p. 120 D–122 A). 44566 4.29a.26.2 : Πότερον εἰκὸς ἀμείνους γίγνεσθαι φύσεις ἐν γενναίοις 44567 4.29a.26.3 : γένεσιν ἢ μή; {—}Δῆλον ὅτι ἐν γενναίοις. {—}Οὐκοῦν τοὺς 44568 4.29a.26.4 : εὖ φύντας, ἢν καὶ εὖ τραφῶσιν, οὕτω τελέους γίγνεσθαι 44569 4.29a.26.5 : πρὸς ἀρετήν; {—}Ἀνάγκη. {—}Σκεψώμεθα δή, τοῖς ἐκείνων 44570 4.29a.26.6 : τὰ ἡμέτερα ἀντιτιθέντες, πρῶτον μὲν εἰ δοκοῦσι φαυλοτέ– 44571 4.29a.26.7 : ρων γενῶν εἶναι οἱ Λακεδαιμονίων καὶ Περσῶν βασι– 44572 4.29a.26.8 : λεῖς. ἢ οὐκ ἴσμεν ὡς οἱ μὲν Ἡρακλέους, οἱ δ´ Ἀχαι– 44573 4.29a.26.9 : μένους ἔκγονοι, τὸ δὲ Ἡρακλέους γένος καὶ τὸ Ἀχαιμένους 44574 4.29a.26.10 : εἰς Περσέα τὸν Διὸς ἀναφέρεται; {—}Καὶ γὰρ τὸ ἡμέτερον, 44575 4.29a.26.11 : ὦ Σώκρατες, εἰς Εὐρυσάκην, τὸ δὲ Εὐρυσάκους εἰς Δία. {—} 44576 4.29a.26.12 : Καὶ γὰρ τὸ ἡμέτερον, ὦ γενναῖε Ἀλκιβιάδη, εἰς Δαίδα– 44577 4.29a.26.13 : λον, ὁ δὲ Δαίδαλος εἰς Ἥφαιστον τὸν Διός. ἀλλὰ τὰ 44578 4.29a.26.14 : μὲν τούτων ἀπ´ αὐτῶν ἀρξάμενα βασιλεῖς εἰσιν ἐκ βασι– 44579 4.29a.26.15 : λέων μέχρι Διός, οἱ μὲν Ἄργους τε καὶ Λακεδαίμονος, 44580 4.29a.26.16 : οἱ δὲ τῆς Περσίδος ἀεί, πολλάκις δὲ καὶ τῆς Ἀσίας, ὥσ– 44581 4.29a.26.17 : περ καὶ νῦν· ἡμεῖς δὲ αὐτοί τε ἰδιῶται καὶ οἱ πατέρες. 44582 4.29a.26.18 : εἰ δὲ καὶ τοῦ προγόνου σε δέοι τὴν πατρίδα Εὐρυσάκους 44583 4.29a.26.19 : ἐπιδεῖξαι ἢ τὴν Αἰακοῦ τοῦ ἔτι προτέρου Αἴγιναν Ἀρτα– 44584 4.29a.26.20 : ξέρξῃ τῷ Ξέρξου, πόσον δὴ οἴει γέλωτα ὀφλεῖν; ἀλλ´ ὅρα 44585 4.29a.26.21 : μὴ τῷ τοῦ γένους ὄγκῳ ἐλαττώμεθα τῶν ἀνδρῶν καὶ τῇ 44586 4.29a.26.22 : ἄλλῃ τροφῇ. ἢ οὐκ ᾔσθησαι τοῖς τε Λακεδαιμονίων βα– 44587 4.29a.26.23 : σιλεῦσιν ὡς μεγάλα τὰ ὑπάρχοντα, ὧν αἱ γυναῖκες δημο– 44588 4.29a.26.24 : σία φυλάττονται ὑπὸ τῶν ἐφόρων, ὅπως εἰς δύναμιν μὴ 44589 4.29a.26.25 : λάθῃ ἐξ ἄλλου γενόμενος βασιλεὺς ἢ ἐξ Ἡρακλειδῶν; ὁ 44590 4.29a.26.26 : δὲ Περσῶν τοσοῦτον ὑπερβάλλει, ὥστ´ οὐδεὶς ὑποψίαν 44591 4.29a.26.27 : ἔχει ὡς ἐξ ἄλλου ἂν βασιλεὺς γένοιτο ἢ ἐξ αὐτοῦ· διὸ οὐ 44592 4.29a.26.28 : φρουρεῖται ἡ βασιλέως γυνὴ ἀλλ´ ἢ ὑπὸ φόβου. ἐπειδὰν 44593 4.29a.26.29 : δὲ γένηται ὁ παῖς ὁ πρεσβύτατος, οὗπερ ἡ ἀρχή, ἑορτά– 44594 4.29a.26.30 : ζουσι πάντες οἱ ἐν τῇ βασιλέως, ὧν ἂν ἄρχῃ. μετὰ τοῦτο 44595 4.29a.26.31 : τρέφεται ὁ παῖς, οὐχ ὑπὸ γυναικὸς τροφοῦ ὀλίγου ἀξίας, 44596 4.29a.26.32 : ἀλλ´ ὑπὸ εὐνούχων οἳ ἂν δοκῶσι τῶν περὶ βασιλέα ἄρισ– 44597 4.29a.26.33 : τοι εἶναι· οἷς τἄλλα προστέτακται ἐπιμέλεσθαι τοῦ γε– 44598 4.29a.26.34 : νομένου, καὶ ὅπως ὅτι κάλλιστος ἔσται μηχανᾶσθαι, ἀνα– 44599 4.29a.26.35 : πλάττοντας τὰ μέλη τοῦ παιδὸς καὶ κατορθοῦντας· καὶ 44600 4.29a.26.36 : ταῦτα δρῶντες ἐν μεγάλῃ τιμῇ εἰσιν. ἐπειδὰν δὲ ἑπταε– 44601 4.29a.26.37 : τεῖς γένωνται οἱ παῖδες, ἐπὶ τοὺς ἵππους καὶ ἐπὶ τοὺς 44602 4.29a.26.38 : τούτων διδασκάλους φοιτῶσιν, καὶ ἐπὶ τὰς θήρας ἄρχον– 44603 4.29a.26.39 : ται ἰέναι. δὶς δ´ ἑπτὰ γενόμενον ἐτῶν τὸν παῖδα παρα– 44604 4.29a.26.40 : λαμβάνουσιν οὓς ἐκεῖνοι βασιλείους παιδαγωγοὺς ὀνομά– 44605 4.29a.26.41 : ζουσιν· εἰσὶ δὲ ἐξειλεγμένοι Περσῶν οἱ ἄριστοι δόξαντες 44606 4.29a.26.42 : ἐν ἡλικίᾳ τέτταρες, ὅ τε σοφώτατος καὶ ὁ δικαιότατος 44607 4.29a.26.43 : καὶ ὁ σωφρονέστατος καὶ ὁ ἀνδρειότατος. ὧν ὁ μὲν μα– 44608 4.29a.26.44 : γείαν τε διδάσκει τὴν Ζωροάστρου τοῦ Ὡρομάζου· ἔστι 44609 4.29a.26.45 : πλάττοντας τὰ μέλη τοῦ παιδὸς καὶ κατορθοῦντας· καὶ 44610 4.29a.26.46 : ὁ δὲ δικαιότατος ἀληθεύειν διὰ παντὸς τοῦ βίου, ὁ δὲ 44611 4.29a.26.47 : σωφρονέστατος μηδὲ ὑπὸ μιᾶς ἄρχεσθαι τῶν ἡδονῶν, ἵν´ 44612 4.29a.26.48 : ἐλεύθερος εἶναι ἐθίζηται καὶ ὄντως βασιλεύς, ἄρχων 44613 4.29a.26.49 : πρῶτον τῶν ἐν αὑτῷ ἀλλὰ μὴ δουλεύων, ὁ δὲ ἀνδρειότατος 44614 4.29a.26.50 : ἄφοβον καὶ ἀδεᾶ παρασκευάζων, ὡς ὅταν δείσῃ δοῦλον ὄντα. 44615 4.30.t.1 : {1ΟΤΙ ΟΥΚ ΑΕΙ ΤΟΙΣ ΕΥΓΕΝΕΣΙ ΚΑΙ ΧΡΗΣΤΟΙΣ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ 44616 4.30.t.2 : ΕΟΙΚΕ ΤΑ ΤΕΚΝΑ.}1 44617 4.30.27.1 : Εὐριπίδου Ἀντιγόνη (fr. 167 N. 2). 44618 4.30.27.2 : Ἡ γὰρ δόκησις πατράσι παῖδας εἰκέναι· 44619 4.30.27.3 : τὰ πολλὰ ταύτῃ γίγνεται τέκνων πέρι. 44620 4.30.28.1 : Φωκυλίδου ( 4 B.). 44621 4.30.28.2 : Καὶ τόδε Φωκυλίδου· τί πλέον, γένος εὐγενὲς εἶναι, 44622 4.30.28.3 : οἷς οὔτ´ ἐν μύθοις ἕπεται χάρις οὔτ´ ἐνὶ βουλῇ. 44623 4.30.29.1 : Σοφοκλῆς Τυρώ (fr. 606 N. 2). 44624 4.30.29.2 : {ΧΟΡ.} Πολλῶν δ´ ἐν πολυπληθίᾳ πέλεται 44625 4.30.29.3 : οὔτ´ ἀπ´ εὐγενέων ἐσθλὸς οὔτ´ ἀχρείων 44626 4.30.29.4 : τὸ λίαν κακός· βροτῷ δὲ πιστὸν οὐδέν. 44627 4.30.30.1 : Μενάνδρου (fr. 533 K.). 44628 4.30.30.2 : Ἀπολεῖ με τὸ γένος· μὴ λέγ´, εἰ φιλεῖς ἐμέ, 44629 4.30.30.3 : μῆτερ, ἐφ´ ἑκάστῳ τὸ γένος. οἷς ἂν τῇ φύσει 44630 4.30.30.4 : ἀγαθὸν ὑπάρχῃ μηδὲν οἰκεῖον προσόν, 44631 4.30.30.5 : εἰς τοῦτο καταφεύγουσιν, εἰς τὰ μνήματα 44632 4.30.30.6 : καὶ τὸ γένος, ἀριθμοῦσίν τε τοὺς πάππους ὅσοι. 44633 4.30.30.7 : οὐδ´ ἕνα δ´ ἔχοις ἰδεῖν ἂν οὐδ´ ἐρεῖς ὅτῳ 44634 4.30.30.8 : οὐκ εἰσὶ πάπποι· πῶς γὰρ ἐγένοντ´ ἄν ποτε; 44635 4.30.30.9 : εἰ μὴ λέγειν δ´ ἔχουσι τούτους διά τινα 44636 4.30.30.10 : τόπου μεταβολὴν ἢ φίλων ἐρημίαν, 44637 4.30.30.11 : τί τῶν λεγόντων εἰσὶ δυσγενέστεροι; 44638 4.30.31.1 : Εὐριπίδου Μελεάγρῳ (fr. 527 N. 2). 44639 4.30.31.2 : Μόνον δ´ ἂν ἀντὶ χρημάτων οὐκ ἂν λάβοις 44640 4.30.31.3 : γενναιότητα κἀρετήν· καλὸς δέ τις 44641 4.30.31.4 : κἂν ἐκ πενήτων σωμάτων γένοιτο παῖς. 44642 4.30.32.1 : Σοφοκλῆς Αἴαντι ( 1093–96). 44643 4.29b.32.2 : Οὐκ ἄν ποτ´, ἄνδρες, ἄνδρα θαυμάσαιμ´ ἔτι, 44644 4.29b.32.3 : ὃς μηδὲν ὢν γοναῖσιν εἶθ´ ἁμαρτάνει, 44645 4.29b.32.4 : ὅθ´ οἱ δοκοῦντες εὐγενεῖς πεφυκέναι 44646 4.29b.32.5 : τοιαῦθ´ ἁμαρτάνουσιν ἐν λόγοις ἔπη. 44647 4.29b.33.1 : Ἐπιχάρμου. 44648 4.29b.33.2 : *** 44649 4.29b.34.1 : (incerti poetae comici) 44650 4.29b.34.2 : Οὐκ ἔστιν οὐδεὶς ἀποδεδειγμένος τόπος, 44651 4.29b.34.3 : ὃς ἢ πονηροὺς πάντας ἢ χρηστοὺς ποεῖ. 44652 4.29b.35.1 : (scaenici poetae ignoti) 44653 4.29b.35.2 : Ἡ φύσις ἑκάστῳ τοῦ γένους ἐστὶν πατρίς. 44654 4.29b.36.1 : Εὐριπίδου Ἠλέκτρας ( 550 s.). 44655 4.29b.36.2 : Ἀλλ´ εὐγενεῖς μέν, ἐν δὲ κιβδήλῳ τόδε· 44656 4.29b.36.3 : πολλοὶ γὰρ ὄντες εὐγενεῖς εἰσὶν κακοί. 44657 4.29b.37.1 : Ἐν ταὐτῷ ( 369 s.). 44658 4.29b.37.2 : Ἤδη γὰρ εἶδον ἄνδρα γενναίου πατρὸς 44659 4.29b.37.3 : τὸ μηδὲν ὄντα, χρηστὰ δ´ ἐκ κακῶν τέκνα. 44660 4.29b.38.1 : Ὁμήρου (Od. II 277). 44661 4.29b.38.2 : Οἱ πλέονες κακίους· παῦροι δέ τε πατρὸς ἀρείους. 44662 4.29b.39.1 : Ἀντιγόνου (Ps.–Plut. reg. et imp. apophth. 44663 4.29b.39.2 : p. 183 D.) 44664 4.29b.39.3 : Ἐπεὶ νεανίσκος ἀνδρείου πατρός, αὐτὸς δὲ μὴ πάνυ 44665 4.29b.39.4 : δοκῶν ἀγαθὸς εἶναι στρατιώτης ἠξίου τὰς τοῦ πατρὸς 44666 4.29b.39.5 : λαμβάνειν ἀποφοράς, ’ἀλλ´ ἐγώ‘ εἶπεν ’ὦ μειράκιον, ἀνδρα– 44667 4.29b.39.6 : γαθίας οὐ πατραγαθίας μισθὸν καὶ δωρεὰς δίδωμι.‘ 44668 4.30.t.1 : {1ΟΤΙ ΕΥΓΕΝΕΙΣ ΟΙ ΑΠΟ ΧΡΗΣΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ Η ΔΥΝΑΤΩΝ Η 44669 4.30.t.2 : ΕΝΔΟΞΩΝ ΓΕΝΟΜΕΝΟΙ.}1 44670 4.30.40.1 : Εὐριπίδου (fr. 1066 N. 2). 44671 4.30.40.2 : Ἦ τοῖς ἐν οἴκῳ χρήμασιν λελείμμεθα, 44672 4.30.40.3 : ἡ δ´ εὐγένεια καὶ τὸ γενναῖον μένει. 44673 4.30.41.1 : Εὐριπίδου Τημενίδαις (fr. 739 N. 2). 44674 4.30.41.2 : Φεῦ φεῦ· τὸ φῦναι πατρὸς εὐγενοῦς ἄπο 44675 4.30.41.3 : ὅσην ἔχει φρόνησιν ἀξίωμά τε. 44676 4.30.41.4 : κἂν γὰρ πένης ὢν τυγχάνῃ χρηστὸς γεγὼς 44677 4.30.41.5 : τιμὴν ἔχει τιν´, ἀναμετρούμενος δέ πως 44678 4.30.41.6 : τὸ τοῦ πατρὸς γενναῖον ὠφελεῖ † τρόπῳ. 44679 4.30.42.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάῳ (fr. 231 N. 2). 44680 4.30.42.2 : Ἡμῶν τί δῆτα τυγχάνεις χρείαν ἔχων; 44681 4.30.42.3 : πατέρων γὰρ ἐσθλῶν ἐλπίδας δίδως γεγώς. 44682 4.30.43.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 242 N. 2). 44683 4.30.43.2 : Φέρει δὲ καὶ τοῦτ´ οὐχὶ μικρόν, εὐγενὴς 44684 4.30.43.3 : ἀνὴρ στρατηγῶν εὐκλεᾶ τ´ ἔχων φάτιν. 44685 4.30.44.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 232 N. 2). 44686 4.30.44.2 : Ἐν τοῖς τέκνοις γὰρ ἁρετὴ τῶν εὐγενῶν 44687 4.30.44.3 : ἔλαμψε, κρείσσων τ´ ἐστὶ πλουσίου γάμου. 44688 4.30.44.4 : † πένης γὰρ οὐκ ἐκεῖν´ ἀπώλεσεν 44689 4.30.44.5 : τὸ τοῦ πατρὸς γενναῖον. 44690 4.30.45.1 : Εὐριπίδου Ἑκάβης ( 379 ss.). 44691 4.30.45.2 : Δεινὸς χαρακτὴρ κἀπίσημος ἐν βροτοῖς 44692 4.30.45.3 : ἐσθλῶν γενέσθαι, κἀπὶ μεῖζον ἔρχεται 44693 4.30.45.4 : τῆς εὐγενείας ὄνομα τοῖσιν ἀξίοις. 44694 4.30.46.1 : Εὐριπίδου Ἡρακλειδῶν ( 297–304). 44695 4.30.46.2 : Οὐκ ἔστι τοῦδε παισὶ κάλλιον γέρας, 44696 4.30.46.3 : ἢ πατρὸς ἐσθλοῦ κἀγαθοῦ πεφυκέναι 44697 4.30.46.4 : γαμεῖν τ´ ἀπ´ ἐσθλῶν· ὃς δὲ νικηθεὶς πόθῳ 44698 4.30.46.5 : κακοῖς ἐκοινώνησεν, οὐκ ἐπαινέσω 44699 4.30.46.6 : τέκνοις ὄνειδος οὕνεχ´ ἡδονῆς λιπεῖν. 44700 4.30.46.7 : τὸ δυστυχὲς γὰρ ἡ εὐγένει´ ἀμύνεται 44701 4.30.46.8 : τῆς δυσγενείας μᾶλλον· ἡμεῖς γὰρ κακῶν 44702 4.30.46.9 : εἰς τοὔσχατον πεσόντες εὕρομεν φίλους. 44703 4.30.47.1 : Εὐριπίδου (fr. 1067 N. 2). 44704 4.30.47.2 : Τὸν σὸν δὲ παῖδα σωφρονοῦντ´ ἐπίσταμαι 44705 4.30.47.3 : χρηστοῖς θ´ ὁμιλοῦντ´ εὐσεβεῖν τ´ ἠσκηκότα. 44706 4.30.47.4 : πῶς οὖν ἂν ἐκ τοιοῦδε σώματος κακὸς 44707 4.30.47.5 : γένοιτ´ ἄν; οὐδεὶς τοῦτό μ´ ἂν πίθοι ποτέ. 44708 4.30.48.1 : Τοῦ αὐτοῦ Ἰνοῖ (fr. 404 N. 2). 44709 4.30.48.2 : Τό τ´ εὐγενὲς 44710 4.30.48.3 : πολλὴν δίδωσιν ἐλπίδ´ ὡς ἄρξουσι γῆς. 44711 4.30.49.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 405 N. 2). 44712 4.30.49.2 : Τὴν εὐγένειαν, κἂν ἄμορφος ᾖ γάμος, 44713 4.30.49.3 : τιμῶσι πολλοὶ προσλαβεῖν τέκνων χάριν, 44714 4.30.49.4 : τό τ´ ἀξίωμα μᾶλλον ἢ τὰ χρήματα. 44715 4.30.50.1 : Σοφοκλέους Ἀλήτῃ (fr. 100 N. 2). 44716 4.30.50.2 : Ἀλλ´ εἴπερ εἶ γενναῖος, ὡς αὐτὸς λέγεις, 44717 4.30.50.3 : σήμαιν´ ὅτου τ´ εἶ χὡπόθεν. τὸ γὰρ καλῶς 44718 4.30.50.4 : πεφυκὸς οὐδεὶς ἂν μιάνειεν λόγος. 44719 4.30.51.1 : Πλουτάρχου Ὑπὲρ εὐγενείας. 44720 4.30.51.2 : Ἄπιστος ἡ τῶν σοφιστῶν συκοφαντία κατὰ τῆς εὐ– 44721 4.30.51.3 : γενείας, εἰ μηδὲ τὰ ἐν μέσῳ καὶ πᾶσι γνώριμα σκοποῦσιν, 44722 4.30.51.4 : ὅτι πρὸς τὰς ὀχείας τοὺς εὐγενεῖς ἵππους καὶ κύνας ὠνοῦν– 44723 4.30.51.5 : ται καὶ κιχρῶνται καὶ ἀμπέλων εὐγενῆ σπέρματα καὶ 44724 4.30.51.6 : ἐλαιῶν καὶ τῶν ἄλλων δένδρων, ἀνθρώπου δὲ οὐδὲν ὄφε– 44725 4.30.51.7 : λος νομίζουσιν εὐγένειαν εἰς τὰς μελλούσας διαδοχάς· 44726 4.30.51.8 : ἀλλὰ ταὐτὸ πείθονται βάρβαρον εἶναι καὶ ἑλληνικὸν 44727 4.30.51.9 : σπέρμα, καὶ οὐκ οἴονται λεληθυίας τινὰς ἀρχὰς καὶ σπέρ– 44728 4.30.51.10 : ματα ἀρετῆς συγκαταβάλλεσθαι τοῖς γεννωμένοις, ὥσπερ 44729 4.30.51.11 : τῷ Τηλεμάχῳ τοῦ Ὀδυσσέως, ἐφ´ οὗ καὶ πάνυ τῷ ὀνό– 44730 4.30.51.12 : ματι ὁ ποιητὴς εἴρηκεν 44731 4.30.51.13 : ἐνέστακται μένος ἠύ, 44732 4.30.51.14 : ὡς ἂν ἐν ταῖς σπερμάτων ὀλίγαις σταγόσι καὶ τῶν ἀρετῆς 44733 4.30.51.15 : συρρεόντων ἀγαθῶν. 44734 4.30.52.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστοτέλους Περὶ εὐγενείας 44735 4.30.52.2 : (fr. 94 Rose). 44736 4.30.52.3 : Φανερὸν τοίνυν, ἔφην ἐγώ, περὶ ὧν πάλαι διηπο– 44737 4.30.52.4 : ρήσαμεν, διὰ τί ποτε οἱ ἐκ πάλαι πλουσίων ἢ οἱ ἐκ πά– 44738 4.30.52.5 : λαι σπουδαίων εὐγενέστεροι δοκοῦσιν εἶναι μᾶλλον τῶν 44739 4.30.52.6 : σύνεγγυς τἀγαθὰ κεκτημένων. αὐτὸς γὰρ ἐγγύτερος σπου– 44740 4.30.52.7 : δαῖος ὢν ἢ πάππου σπουδαίου τετυχηκώς, ὥστ´ εἴη ἂν 44741 4.30.52.8 : εὐγενὴς ὁ ἀγαθὸς ἀνήρ. καί τινες εἰρήκασιν οὕτως ἐκ 44742 4.30.52.9 : τούτου διελέγχειν προσποιούμενοι τοῦ συλλογισμοῦ τὴν 44743 4.30.52.10 : εὐγένειαν, ὥσπερ φησὶ καὶ Εὐριπίδης, οὐχὶ τῶν ἐκ πάλαι 44744 4.30.52.11 : σπουδαίων εὐγένειαν φάμενος εἶναι, ἀλλ´ ὅστις ἀνὴρ ἀγα– 44745 4.30.52.12 : θὸς ἁπλῶς. τὸ δ´ οὐκ ἔστιν· ἀλλ´ ὀρθῶς ζητοῦσιν οἱ 44746 4.30.52.13 : τὴν ἀρχαίαν ἀρετὴν προτιθέντες. τὰ δ´ αἴτια εἴπωμεν 44747 4.30.52.14 : τούτων, ὅτι ἡ μὲν εὐγένειά ἐστιν ἀρετὴ γένους, ἡ δ´ ἀρετὴ 44748 4.30.52.15 : σπουδαίων· σπουδαῖον δ´ ἐστὶ γένος, ἐν ᾧ πολλοὶ σπου– 44749 4.30.52.16 : δαῖοι πεφύκασιν ἐγγίνεσθαι. συμβαίνει δὲ τὸ τοιοῦτον, 44750 4.30.52.17 : ὅταν ἐγγένηται ἀρχὴ σπουδαία ἐν τῷ γένει· ἡ γὰρ ἀρχὴ 44751 4.30.52.18 : τοιαύτην ἔχει τὴν δύναμιν, πολλὰ παρασκευάζειν οἷά περ 44752 4.30.52.19 : αὐτή. τοῦτο γάρ ἐστιν ἀρχῆς ἔργον, ποιῆσαι οἷον αὐτὴ 44753 4.30.52.20 : ἕτερα πολλά. ὅταν οὖν ἐγγένηται τοιοῦτος εἷς τις ἐν τῷ 44754 4.30.52.21 : γένει καὶ οὕτω σπουδαῖος ὥστ´ ἔχειν τὸ ἀπ´ ἐκείνου ἀγα– 44755 4.30.52.22 : θὸν πολλὰς γενεάς, τοῦτο σπουδαῖον ἀνάγκη εἶναι τὸ 44756 4.30.52.23 : γένος. πολλοὶ γὰρ ἔσονται σπουδαῖοι ἄνθρωποι ἄν τε 44757 4.30.52.24 : ἀνθρώπων ᾖ τὸ γένος, ἄν τε ἵππων, ἵπποι, ὁμοίως δὲ 44758 4.30.52.25 : καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ζῴων. ὥστ´ εὐλόγως οὐχ οἱ πλού– 44759 4.30.52.26 : σιοι οὐδ´ οἱ ἀγαθοί, ἀλλ´ οἱ ἐκ πάλαι πλουσίων ἢ ἐκ 44760 4.30.52.27 : πάλαι ἀγαθῶν εὐγενεῖς εἶεν ἄν. ζητεῖ γὰρ ὁ λόγος τἀληθῆ. 44761 4.30.52.28 : ἀρχὴ γὰρ ἄνωθεν πάντων. οὐ μὴν ἀλλ´ οὐδ´ οἱ ἐκ προ– 44762 4.30.52.29 : γόνων ἀγαθῶν εὐγενεῖς πάντως, ἀλλ´ ὅσοις τυγχάνουσιν 44763 4.30.52.30 : ἀρχηγοὶ τῶν προγόνων ὄντες. ὅταν μὲν οὖν αὐτὸς ἀγα– 44764 4.30.52.31 : θὸς 〈ᾖ〉, μὴ ἔχῃ δὲ τοιαύτην δύναμιν τῆς φύσεως ὡς 44765 4.30.52.32 : τίκτειν πολλοὺς ὁμοίους, οὐκ ἔχει ἀρχὴν ... τοιαύτην δύ– 44766 4.30.52.33 : ναμιν, ἐν τούτοις ἀρχὴ τοῦ γένους, καὶ εὐγενεῖς οἱ ἀπὸ 44767 4.30.52.34 : τούτου τοῦ γένους ὄντες, οὐκ ἐὰν ὁ πατὴρ εὐγενὴς ᾖ, ἀλλ´ 44768 4.30.52.35 : ἐὰν ὁ ἀρχηγὸς τοῦ γένους. οὐ γὰρ δι´ αὑτὸν ὁ πατὴρ 44769 4.30.52.36 : ἐγέννησεν ἀγαθόν, ἀλλ´ ὅτι ἐκ τοιούτου γένους ἦν. 44770 4.30.53.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τοῦ Περὶ Θεόγνιδος. 44771 4.30.53.2 : Θεόγνιδός ἐστιν ἔπη τοῦ Μεγαρέως. οὗτος δὲ ὁ 44772 4.30.53.3 : ποιητὴς περὶ οὐδενὸς ἄλλου λόγον πεποίηται ἢ περὶ 44773 4.30.53.4 : ἀρετῆς καὶ κακίας ἀνθρώπων, καὶ ἔστιν ἡ ποίησις σύγγραμ– 44774 4.30.53.5 : μα περὶ ἀνθρώπων, ὥσπερ εἴ τις ἱππικὸς ὢν συγγρά– 44775 4.30.53.6 : ψειεν περὶ ἱππικῆς. ἡ οὖν ἀρχή μοι δοκεῖ τῆς ποιήσεως 44776 4.30.53.7 : ὀρθῶς ἔχειν. ἄρχεται γὰρ πρῶτον ἀπὸ τοῦ εὖ γενέσθαι. 44777 4.30.53.8 : ᾤετο γὰρ οὔτ´ ἄνθρωπον οὔτε τῶν ἄλλων οὐδὲν ἂν ἀγα– 44778 4.30.53.9 : θὸν εἶναι, εἰ μὴ τὰ γεννήσοντα ἀγαθὰ εἴη. ἔδοξεν οὖν 44779 4.30.53.10 : αὐτῷ παραδείγμασι τοῖς ἄλλοις ζῴοις χρήσασθαι, ὅσα 44780 4.30.53.11 : μὴ εἰκῆ τρέφεται, ἀλλὰ μετὰ τέχνης ἕκαστα θεραπεύεται, 44781 4.30.53.12 : ὅπως γενναιότατα ἔσονται. δηλοῖ δ´ ἐν τοῖσδε τοῖς ἔπεσι· 44782 4.30.53.13 : Κριοὺς μὲν καὶ ὄνους διζήμεθα, Κύρνε, καὶ ἵππους 44783 4.30.53.14 : εὐγενέας, καί τις βούλεται ἐξ ἀγαθοῦ 44784 4.30.53.15 : κτήσασθαι, γῆμαι δὲ κακὴν κακοῦ οὐ μελεδαίνει 44785 4.30.53.16 : ἐσθλὸς ἀνήρ, ἤν τις χρήματα πολλὰ διδῷ. 44786 4.30.53.17 : οὐδὲ γυνὴ κακοῦ ἀνδρὸς ἀναίνεται εἶναι ἄκοιτις 44787 4.30.53.18 : πλουσίου· ἀλλ´ ἀφνεὸν βούλεται ἀντ´ ἀγαθοῦ. 44788 4.30.53.19 : χρήματα γὰρ τιμῶσι, καὶ ἐκ κακοῦ ἐσθλὸς ἔγημε, 44789 4.30.53.20 : καὶ κακὸς ἐξ ἀγαθοῦ· πλοῦτος ἔμιξε γένος. 44790 4.30.53.21 : Ταῦτα τὰ ἔπη λέγει τοὺς ἀνθρώπους οὐκ ἐπίστασ– 44791 4.30.53.22 : θαι γεννᾶν ἐξ ἀλλήλων, κᾶτα γίγνεσθαι τὸ γένος τῶν 44792 4.30.53.23 : ἀνθρώπων κάκιον ἀεὶ μιγνύμενον τὸ χεῖρον τῷ βελτίονι. 44793 4.30.53.24 : οἱ δὲ πολλοὶ ἐκ τούτων τῶν ἐπῶν οἴονται τὸν ποιητὴν 44794 4.30.53.25 : πολυχρημοσύνην τῶν ἀνθρώπων κατηγορεῖν καὶ ἀντὶ χρη– 44795 4.29c.53.26 : μάτων ἀγένειαν καὶ κακίαν ἀντικαταλλάττεσθαι εἰδότας. 44796 4.29c.53.27 : ἐμοὶ δὲ δοκεῖ ἄγνοιαν κατηγορεῖν περὶ τὸν αὐτῶν βίον. 44797 4.30.t.1 : {1ΟΠΟΙΟΝ ΧΡΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟΝ ΕΥΓΕΝΗ.}1 44798 4.30.54.1 : Μενάνδρου (fr. 664 K.). 44799 4.30.54.2 : Τοὺς εὖ γεγονότας καὶ τεθραμμένους καλῶς 44800 4.30.54.3 : κἀν τοῖς κακοῖς δεῖ λόγον ἔχειν εὐφημίας. 44801 4.30.55.1 : Εὐριπίδου Ἑλένη ( 940 ss.). 44802 4.30.55.2 : Δὸς τὴν χάριν μοι τήνδε καὶ μιμοῦ τρόπους 44803 4.30.55.3 : πατρὸς δικαίου· παισὶ γὰρ κλέος τόδε 44804 4.30.55.4 : κάλλιστον, ὅστις ἐκ πατρὸς χρηστοῦ γεγὼς 44805 4.30.55.5 : εἰς ταὐτὸν ἦλθε τοῖς τεκοῦσι τοὺς τρόπους. 44806 4.30.56.1 : Δημοσθένους (LXI p. 1403). 44807 4.30.56.2 : Τοῖς εὐγενέσι καὶ καλοῖς μάλιστα κατεπείγει, κάλλος 44808 4.30.56.3 : μὲν ἐπὶ τῆς ὄψεως, σωφροσύνην δὲ ἐπὶ τῆς ψυχῆς, ἀν– 44809 4.30.56.4 : δρείαν δὲ ἐπ´ ἀμφοτέρων τούτων, χάριν δὲ ἐπὶ τῶν λό– 44810 4.30.56.5 : γων διατελεῖν ἔχουσιν. 44811 4.30.57.1 : Διογένους. 44812 4.30.57.2 : Διογένης πυνθανομένου τινὸς τίνες τῶν ἀνθρώπων 44813 4.30.57.3 : εὐγενέστατοι, ’οἱ καταφρονοῦντες‘ εἶπε ’πλούτου, δόξης, 44814 4.30.57.4 : ἡδονῆς, ζωῆς, τῶν δ´ ἐναντίων ὑπεράνω ὄντες πενίας, 44815 4.30.57.5 : ἀδοξίας, πόνου, θανάτου.‘ 44816 4.30.58.1 : Μενάνδρου † Ἐπιτρέποντος (fr. 7 Koerte). 44817 4.30.58.2 : Ἐλευθέρῳ τὸ καταγελᾶσθαι 〈μὲν〉 πολὺ 44818 4.30.58.3 : αἴσχιστόν ἐστι· τὸ δ´ ὀδυνᾶσθ´ ἀνθρώπινον. 44819 4.30.59.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 728 Kock). 44820 4.30.59.2 : Οὐκ ἐλευθέρου φέρειν 44821 4.30.59.3 : νενόμικα κοινωνοῦσαν ἡδονὴν ὕβρει. 44822 4.30.60.1 : Μενάνδρου Ἥρωι (fr. 3 Koerte). 44823 4.30.60.2 : Ἐχρῆν γὰρ εἶναι τὸ καλὸν εὐγενέστατον, 44824 4.30.60.3 : τὸν ἐλεύθερον δὲ † δεῖ πανταχοῦ φρονεῖν μέγα. 44825 4.30.61.1 : Σοφοκλέους Ἀλήτῃ (fr. 101 N. 2). 44826 4.30.61.2 : Ἀλλ´ ἀξίως ἔλεξας οὐδὲ μὲν πικρῶς· 44827 4.30.61.3 : γένος γὰρ εἰς ἔλεγχον ἐξιὸν καλὸν 44828 4.30.61.4 : εὔκλειαν ἂν κτήσαιτο μᾶλλον ἢ ψόγον. 44829 4.30.62.1 : Εὐριπίδου Ἰνοῖ (fr. 413 N. 2). 44830 4.30.62.2 : Ἐπίσταμαι δὲ πάνθ´ ὅς´ εὐγενῆ χρεών. 44831 4.30.62.3 : σιγᾶν ὅπου δεῖ καὶ λέγειν ἵν´ ἀσφαλές, 44832 4.30.62.4 : ὁρᾶν θ´ ἃ δεῖ με κοὐχ ὁρᾶν ἃ μὴ χρεών, 44833 4.30.62.5 : γαστρὸς κρατεῖν δέ· καὶ γὰρ ἐν κακοῖσιν ὢν 44834 4.30.62.6 : ἐλευθέροισιν ἐμπεπαίδευμαι τρόποις. 44835 4.30.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΔΥΣΓΕΝΕΙΑΣ.}1 44836 4.30.1.1 : Εὐριπίδου Ἀντιγόνη (fr. 166 N. 2). 44837 4.30.1.2 : Τὸ μῶρον αὐτῷ τοῦ πατρὸς νόσημ´ ἔνι· 44838 4.30.1.3 : φιλεῖ γὰρ οὕτως ἐκ κακῶν εἶναι κακούς. 44839 4.30.2.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμέωνι (fr. 75 N. 2). 44840 4.30.2.2 : Ὦ παῖ Κρέοντος, ὡς ἀληθὲς ἦν ἄρα, 44841 4.30.2.3 : ἐσθλῶν ἀπ´ ἀνδρῶν ἐσθλὰ γίγνεσθαι τέκνα, 44842 4.30.2.4 : κακῶν δ´ ὅμοια τῇ φύσει τῇ τοῦ πατρός. 44843 4.30.3.1 : Τοῦ αὐτοῦ (inc. fab. fr. 1068 N. 2). 44844 4.30.3.2 : Οὐ γάρ τις οὕτω παῖδας εὖ παιδεύσεται, 44845 4.30.3.3 : ὥστ´ ἐκ πονηρῶν μὴ οὐ κακοὺς πεφυκέναι. 44846 4.30.4.1 : Εὐριπίδου (Herc. 1261 s.). 44847 4.30.4.2 : Ὅταν δὲ κρηπὶς μὴ καταβληθῇ γένους 44848 4.30.4.3 : ὀρθῶς, ἀνάγκη δυστυχεῖν τοὺς ἐκγόνους. 44849 4.30.5.1 : Εὐριπίδου Δίκτυϊ (fr. 333 N. 2). 44850 4.30.5.2 : Φεῦ φεῦ, παλαιὸς αἶνος ὡς καλῶς ἔχει· 44851 4.30.5.3 : οὐκ ἂν γένοιτο χρηστὸς ἐκ κακοῦ πατρός. 44852 4.30.6.1 : Ἐπιχάρμου. 44853 4.30.6.2 : *** 44854 4.30.6a.1 : Πνίγομ´ ὅταν εὐγένειαν οὐδὲν ὢν καλῶς 44855 4.30.6a.2 : λέγῃ τις αὐτὸς δυσγενὴς ὢν τῷ τρόπῳ. 44856 4.30.6a.3 : τίς γὰρ κατόπτρῳ καὶ τυφλῷ κοινωνία; 44857 4.30.7.1 : Εὐριπίδου Φοίνικι (fr. 810 N. 2). 44858 4.30.7.2 : Μέγιστον ἆρ´ ἦν ἡ φύσις· τὸ γὰρ κακὸν 44859 4.30.7.3 : οὐδεὶς τρέφων εὖ χρηστὸν ἂν θείη ποτέ. 44860 4.30.8.1 : Εὐριπίδου Πηλεῖ (fr. 617 N. 2). 44861 4.30.8.2 : Οὐκ ἔστιν ἀνθρώποισι τοιοῦτο〈ς〉 σκότος, 44862 4.30.8.3 : οὐ δῶμα γαίας κλῃστόν, ἔνθα τὴν φύσιν 44863 4.30.8.4 : ὁ δυσγενὴς κρύψας ἂν † εἴη σοφός. 44864 4.30.9.1 : Ἰσιδώρου (fr. 1 p. 829 N. 2). 44865 4.30.9.2 : Μορφὰς ἀτερπεῖς ὄψεσιν κεκτημένος 44866 4.30.9.3 : παρεμφερεῖς ταύταισι τοὺς τρόπους ἔχεις· 44867 4.30.9.4 : ἐκ τοῦ κακοῦ γὰρ ἡ φύσις τίκτει κακόν, 44868 4.30.9.5 : ὡς ἐξ ἐχίδνης πάλιν ἔχιδνα γίγνεται. 44869 4.30.10.1 : Εὐριπίδου Βελλεροφόντου (fr. 298 N. 2). 44870 4.30.10.2 : Οὐκ ἂν γένοιτο τραῦμ´, ἐάν τις ἐγξέσῃ 44871 4.30.10.3 : θάμνοις ἑλείοις, οὐδ´ ἂν ἐκ μητρὸς κακῆς 44872 4.30.10.4 : ἐσθλοὶ γένοιντο παῖδες εἰς ἀλκὴν δορός. 44873 4.30.11.1 : Τοῦ αὐτοῦ Ἱππολύτῳ ( 424 ss.). 44874 4.30.11.2 : Δουλοῖ γὰρ ἄνδρα, κἂν θρασύσπλαγχνός τις ᾖ, 44875 4.30.11.3 : ὅταν ξυνειδῇ μητρὸς ἢ πατρὸς κακά. 44876 4.30.11.4 : μόνον δέ φασι τοῦθ´ ἁμιλλᾶσθαι βίῳ, 44877 4.30.11.5 : γνώμην δικαίαν κἀγαθήν, ὅταν παρῇ. 44878 4.30.11.6 : κακοὺς δὲ θνητῶν ἐξέφην´, ὅταν τύχῃ, 44879 4.30.11.7 : προθεὶς κάτοπτρον ὥστε παρθένῳ νέᾳ 44880 4.30.11.8 : χρόνος. 44881 4.30.11a.1 : Θεόγνιδος ( 183 ss.). 44882 4.30.11a.2 : Κριοὺς μὲν καὶ ὄνους διζήμεθα, Κύρνε, καὶ ἵππους 44883 4.30.11a.3 : εὐγενέας, καί τις βούλεται ἐξ ἀγαθοῦ 44884 4.30.11a.4 : κτήσασθαι, γῆμαι δὲ κακὴν κακοῦ οὐ μελεδαίνει 44885 4.30.11a.5 : ἐσθλὸς ἀνήρ, ἤν τις χρήματα πολλὰ διδῷ. 44886 4.30.11a.6 : οὐδὲ γυνὴ κακοῦ ἀνδρὸς ἀναίνεται εἶναι ἄκοιτις 44887 4.30.11a.7 : πλουσίου, ἀλλ´ ἀφνεὸν βούλεται ἀντ´ ἀγαθοῦ. 44888 4.30.11a.8 : χρήματα γὰρ τιμῶσι· καὶ ἐκ κακοῦ ἐσθλὸς ἔγημε, 44889 4.30.11a.9 : καὶ κακὸς ἐξ ἀγαθοῦ· πλοῦτος ἔμιξε γένος. 44890 4.30.12.1 : Σωκράτους. 44891 4.30.12.2 : Σωκράτης ὀνειδιζόμενος ἐπὶ δυσγενείᾳ ὑπό τινος εὐγε– 44892 4.30.12.3 : νοῦς 〈μέν〉, μοχθηροῦ δέ ’ἐμοὶ μὲν τὸ γένος ὄνειδος‘ ἔφη 44893 4.30.12.4 : ’σὺ δὲ τῷ γένει‘. 44894 4.31a.t.1 : {1ΕΠΑΙΝΟΣ ΠΛΟΥΤΟΥ.}1 44895 4.31a.1.1 : Θεόγνιδος ( 523 s.). 44896 4.31a.1.2 : Οὐ σὲ μάτην, ὦ Πλοῦτε, θεῶν τιμῶσι μάλιστα· 44897 4.31a.1.3 : † σὺ γὰρ ῥηϊδίως τὴν κακότητα φέρεις. 44898 4.31a.2.1 : Εὐριπίδου Φοινίσσαις ( 438 ss.). 44899 4.31a.2.2 : Πάλαι μὲν οὖν ὑμνηθέν, ἀλλ´ ὅμως ἐρῶ· 44900 4.31a.2.3 : τὰ χρήματ´ ἀνθρώποισι τιμιώτατα, 44901 4.31a.2.4 : δύναμίν τε πλείστην τῶν ἐν ἀνθρώποις ἔχει. 44902 4.31a.3.1 : Θεόγνιδος ( 699 ss.). 44903 4.31a.3.2 : Πᾶσιν δ´ ἀνθρώποις ἀρετὴ μία γίγνεται ἥδε, 44904 4.31a.3.3 : πλουτεῖν· τῶν δ´ ἄλλων οὐδὲν ἄρ´ ἦν ὄφελος, 44905 4.31a.3.4 : οὐδ´ εἰ σωφροσύνην μὲν ἔχοι Ῥαδαμάνθυος αὐτοῦ, 44906 4.31a.3.5 : πλείονα δ´ εἰδείη Σισύφου Αἰολίδεω. 44907 4.31a.3a.1 : (Eiusdem 525 s.) 44908 4.31a.3a.2 : Καὶ γάρ τοι πλοῦτον μὲν ἔχειν ἀγαθοῖσιν ἔοικεν, 44909 4.31a.3a.3 : ἡ πενίη δὲ σοφῷ σύμφορον ἀνδρὶ φέρειν. 44910 4.31a.4.1 : Εὐριπίδου Δανάῃ (fr. 324 N. 2). 44911 4.31a.4.2 : Ὦ χρυσέ, δεξίωμα κάλλιστον βροτοῖς, 44912 4.31a.4.3 : ὡς οὐδὲ μήτηρ ἡδονὰς τοίας ἔχει, 44913 4.31a.4.4 : οὐ παῖδες ἀνθρώποισιν, οὐ φίλος πατήρ. 44914 4.31a.4.5 : εἰ δ´ ἡ Κύπρις τοιοῦτον ὀφθαλμοῖς ὁρᾷ, 44915 4.31a.4.6 : οὐ θαῦμ´ ἔρωτας μυρίους αὐτὴν τρέφειν. 44916 4.31a.5.1 : Μενάνδρου Ἁλιεῖ (fr. 19 K.). 44917 4.31a.5.2 : Δύναται τὸ πλουτεῖν καὶ φιλανθρώπους ποεῖν. 44918 4.31a.6.1 : Μενάνδρου Ὑποβολιμαίῳ (fr. 485 K.). 44919 4.31a.6.2 : Τοῦτο μόνον ἐπισκοτεῖ 44920 4.31a.6.3 : καὶ δυσγενείᾳ καὶ τρόπου πονηρίᾳ 44921 4.31a.6.4 : καὶ πᾶσιν οἷς ἔσχηκεν ἄνθρωπος κακοῖς, 44922 4.31a.6.5 : τὸ πολλὰ κεκτῆσθαι· τὰ δ´ ἄλλ´ ἐλέγχεται. 44923 4.31a.7.1 : Εὐριπίδου Ἠλέκτρα ( 426–431). 44924 4.31a.7.2 : Ἐν τοῖς τοιούτοις ἡνίκ´ ἂν γνώμης πέσω, 44925 4.31a.7.3 : σκοπῶ τὰ χρήμαθ´ ὡς ἔχει μέγα σθένος, 44926 4.31a.7.4 : φίλοις τε δοῦναι σῶμά τ´ εἰς νόσον πεσὸν 44927 4.31a.7.5 : δαπάναισι σῶσαι· τῆς δ´ ἐφημέρου βορᾶς 44928 4.31a.7.6 : εἰς μικρὸν ἥκει· πᾶς γὰρ ἐμπλησθεὶς ἀνὴρ 44929 4.31a.7.7 : ὁ πλούσιός τε καὶ 〈ὁ〉 πένης ἴσον φέρει. 44930 4.31a.8.1 : Θεόγνιδος ( 717 s.). 44931 4.31a.8.2 : Ἀλλὰ χρὴ ταύτην γνώμην πάντας καταθέσθαι, 44932 4.31a.8.3 : ὡς πλοῦτος πλείστην πᾶσιν ἔχει δύναμιν. 44933 4.31a.9.1 : Χαιρήμονος (fr. 36 p. 790 N. 2). 44934 4.31a.9.2 : Πλοῦτος δὲ πρὸς μὲν τὰς † ὅλας τιμὰς ἰὼν 44935 4.31a.9.3 : οὐκ ἔσχεν ὄγκον ὥστε καὶ δόξης τυχεῖν, 44936 4.31a.9.4 : ἀλλ´ ἔστι σεμνός· ἐν δὲ † δόσει βροτῶν 44937 4.31a.9.5 : ἡδὺς συνοικεῖν καί τιν´ εἰληχὼς χάριν. 44938 4.31a.10.1 : Εὐριπίδου Φοίνικι (fr. 813 N. 2). 44939 4.31a.10.2 : Ὦ πλοῦθ´, ὅσῳ μὲν [δὴ] ῥᾷστον εἶ βάρος φέρειν. 44940 4.31a.11.1 : Εὐριπίδου Κρήσσαις (fr. 462 N. 2). 44941 4.31a.11.2 : Ἐπίσταμαι δὲ καὶ πεπείραμαι λίαν, 44942 4.31a.11.3 : ὡς τῶν ἐχόντων πάντες ἄνθρωποι φίλοι. 44943 4.31a.12.1 : Εὐριπίδου Πολυΐδου (fr. 642 N. 2). 44944 4.31a.12.2 : Οὐ γὰρ παρὰ κρατῆρα καὶ θοίνην μόνον 44945 4.31a.12.3 : τὰ χρήματ´ ἀνθρώποισιν ἡδονὰς ἔχει, 44946 4.31a.12.4 : ἀλλ´ ἐν κακοῖσι δύναμιν οὐ μικρὰν φέρει. 44947 4.31a.13.1 : Φιλήμονος Πτέρυγες (fr. 65 K.). 44948 4.31a.13.2 : Τὸ τῆς Ἀμαλθαίας δοκεῖς εἶναι κέρας 44949 4.31a.13.3 : οἷον γράφουσιν οἱ γραφεῖς κέρας βοός; 44950 4.31a.13.4 : ἀργύριόν ἐστι· τοῦτο ἐὰν ἔχῃς, λέγε 44951 4.31a.13.5 : πρὸς † τοῦτ´ εἰ βούλει, πάντα σοι γενήσεται, 44952 4.31a.13.6 : φίλοι, βοηθοί, μάρτυρες, συνοικίαι. 44953 4.31a.14.1 : Εὐριπίδου Παλαμήδῃ (fr. 580 N. 2). 44954 4.31a.14.2 : Ἀγάμεμνον, ἀνθρώποισι πᾶσαν αἱ τύχαι 44955 4.31a.14.3 : μορφὴν ἔχουσι, συντρέχει δ´ εἰς ἓν τάδε· 44956 4.31a.14.4 : † τούτου δὲ πάντες, οἵ τε μουσικῆς φίλοι 44957 4.31a.14.5 : ὅσοι τε χωρὶς ζῶσι, χρημάτων ὕπερ 44958 4.31a.14.6 : μοχθοῦσιν, ὃς δ´ ἂν πλεῖστ´ ἔχῃ, σοφώτατος. 44959 4.31a.15.1 : Ἀντιφάνους (fr. 232 K.). 44960 4.31a.15.2 : Ἆρ´ ἔστι λῆρος πάντα πρὸς τὸ χρυσίον. 44961 4.31a.15.3 : μόνου γὰρ αὐτοῦ διαμένειν εἴωθ´ ἀεὶ 44962 4.31a.15.4 : τὸ χρῶμα ταὐτό· τῶν φίλων δὲ τοὺς τρόπους 44963 4.31a.15.5 : οὐδέποθ´ ὁμοίως ζωγραφοῦσιν αἱ τύχαι. 44964 4.31a.15.6 : πλοῦτος δὲ βάσανός ἐστιν ἀνθρώπου τρόπων. 44965 4.31a.15.7 : ὅταν εὐπορῶν γὰρ αἰσχρὰ πράττῃ πράγματα, 44966 4.31a.15.8 : τί τοῦτον ἀπορήσαντ´ ἂν οὐκ οἴει ποεῖν; 44967 4.31a.16.1 : Τιμοκλέους (fr. 35 K.). 44968 4.31a.16.2 : Τἀργύριόν ἐστιν αἷμα καὶ ψυχὴ βροτοῖς. 44969 4.31a.16.3 : ὅστις δὲ μὴ ἔχει τοῦτο μηδ´ ἐκτήσατο, 44970 4.31a.16.4 : οὗτος μετὰ ζώντων τεθνηκὼς περιπατεῖ. 44971 4.31a.17.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάου (fr. 247 N. 2). 44972 4.31a.17.2 : Τί δ´ οὐκ ἂν εἴη χρηστὸς ὄλβιος γεγώς; 44973 4.31a.18.1 : Διφίλου (fr. 103 K.). 44974 4.31a.18.2 : Ἰσχυρότερον κρίνω τὸ χρυσίον πολύ· 44975 4.31a.18.3 : τὰ πάντα τούτῳ τέμνεται καὶ πράττεται. 44976 4.31a.19.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάῳ (fr. 249 N. 2). 44977 4.31a.19.2 : Μὴ πλούσιον θῇς· ἐνδεέστερος γὰρ ὢν 44978 4.31a.19.3 : ταπεινὸς ἔσται· κεῖνο δ´ ἰσχύει μέγα, 44979 4.31a.19.4 : πλοῦτος λαβών 〈τε〉 τοῦτον εὐγενὴς ἀνήρ. 44980 4.31a.20.1 : Μενάνδρου Βοιωτίᾳ (fr. 90 K.). 44981 4.31a.20.2 : Πλοῦτος δὲ πολλῶν ἐπικάλυμμ´ ἐστὶν κακῶν. 44982 4.31a.21.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομέδας (fr. 142 N. 2). 44983 4.31a.21.2 : Χρυσὸν μάλιστα βούλομαι δόμοις ἔχειν· 44984 4.31a.21.3 : καὶ δοῦλος ὢν γὰρ τίμιος πλουτῶν ἀνήρ, 44985 4.31a.21.4 : ἐλεύθερος δὲ χρειὸς ὢν οὐδὲν σθένει. 44986 4.31a.22.1 : (poetae incerti) 44987 4.31a.22.2 : Χρυσοῦ νόμιζε σαυτὸν οὕνεκ´ εὐτυχεῖν. 44988 4.31a.23.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 686). 44989 4.31a.23.2 : Χρήματα γὰρ ψυχὴ πέλεται δειλοῖσι βροτοῖσι. 44990 4.31a.24.1 : Εὐριπίδου Αἰόλου (fr. 22 N. 2). 44991 4.31a.24.2 : Τὴν δ´ εὐγένειαν πρὸς θεῶν μή μοι λέγε· 44992 4.31a.24.3 : ἐν χρήμασιν τόδ´ ἐστί, μὴ γαυροῦ, πάτερ. 44993 4.31a.24.4 : κύκλῳ γὰρ ἕρπει τῷ μὲν ἔσθ´, ὃ δ´ οὐκ ἔχει· 44994 4.31a.24.5 : κοινοῖσι δ´ αὐτοῖς χρώμεθ´· ᾧ δ´ ἂν ἐν δόμοις 44995 4.31a.24.6 : χρόνον συνοικῇ πλεῖστον, οὗτος εὐγενής. 44996 4.31a.25.1 : Εὐριπίδου Ἐρεχθέως (fr. 362, 14–17 N. 2). 44997 4.31a.25.2 : Ἔχειν τε πειρῶ· τοῦτο γὰρ τό τ´ εὐγενὲς 44998 4.31a.25.3 : καὶ τοὺς γάμους δίδωσι τοὺς πρώτους ἔχειν. 44999 4.31a.25.4 : ἐν τῷ πένεσθαι δ´ ἐστὶν ἥ τ´ ἀδοξία, 45000 4.31a.25.5 : κἂν ᾖ σοφός τις, ἥ τ´ ἀτιμία βίου. 45001 4.31a.26.1 : Θεόγνιδος ( 1157–60). 45002 4.31a.26.2 : Πλοῦτος καὶ σοφίη θνητοῖς ἀμαχώτατον αἰεί· 45003 4.31a.26.3 : οὔτε γὰρ ἂν πλούτου θυμὸν ὑπερκορέσαις. 45004 4.31a.26.4 : ὡς δ´ αὕτως σοφίην ὁ σοφώτατος οὐκ ἀποφεύγει, 45005 4.31a.26.5 : ἀλλ´ ἔραται, θυμὸν δ´ οὐ δύναται κορέσαι. 45006 4.31a.27.1 : Σοφοκλέους Ἀλεάδαι (fr. 85 N. 2). 45007 4.31a.27.2 : Τὰ χρήματ´ ἀνθρώποισιν εὑρίσκει φίλους, 45008 4.31a.27.3 : αὖθις δὲ τιμάς, εἶτα τῆς ὑπερτάτης 45009 4.31a.27.4 : τυραννίδος † ἄκουσιν ἀγχίστην ἕδραν. 45010 4.31a.27.5 : ἔπειτα δ´ οὐδεὶς ἐχθρὸς οὔτε φύεται 45011 4.31a.27.6 : πρὸς χρήμαθ´ οἵ τε φύντες ἀρνοῦνται στυγεῖν. 45012 4.31a.27.7 : δεινὸς γὰρ ἕρπειν πλοῦτος ἔς τε τἄβατα 45013 4.31a.27.8 : καὶ πρὸς τὰ † βατά, χὡπόθεν πένης ἀνὴρ 45014 4.31a.27.9 : μηδ´ εὐτυχῶν δύναιτ´ ἂν ὧν ἐρᾷ τυχεῖν. 45015 4.31a.27.10 : καὶ γὰρ δυσειδὲς σῶμα καὶ δυσώνυμον 45016 4.31a.27.11 : γλώσσῃ σοφὸν τίθησιν εὔμορφόν τ´ ἰδεῖν. 45017 4.31a.27.12 : μόνῳ δὲ χαίρειν καὶ νοσεῖν ἐξουσία 45018 4.31a.27.13 : πάρεστιν αὐτῷ κἀποκρύψασθαι κακά. 45019 4.31a.28.1 : Σοφοκλέους Κρέουσα (fr. 328 N. 2). 45020 4.31a.28.2 : Καὶ μή τι θαυμάσῃς με τοῦ κέρδους, ἄναξ, 45021 4.31a.28.3 : ὧδ´ ἀντέχεσθαι. καὶ γὰρ οἳ μακρὸν βίον 45022 4.31a.28.4 : θνητῶν ἔχουσι, τοῦ γε κερδαίνειν ὅμως 45023 4.31a.28.5 : ἀπρὶξ ἔχονται, κἄστι πρὸς τὰ χρήματα 45024 4.31a.28.6 : θνητοῖσι τἄλλα δεύτερ´· εἰσὶ δ´ οἵτινες 45025 4.31a.28.7 : αἰνοῦσιν ἄνοσον ἄνδρ´, ἐμοὶ δ´ οὐδεὶς δοκεῖ 45026 4.31a.28.8 : εἶναι πένης ὢν ἄνοσος, ἀλλ´ ἀεὶ νοσεῖν. 45027 4.31a.29.1 : Εὐριπίδου † Ἑκάβη (fr. 326 N. 2). 45028 4.31a.29.2 : Ἆρ´ οἶσθ´, ὁθούνεχ´ οἱ μὲν εὐγενεῖς βροτῶν 45029 4.31a.29.3 : πένητες ὄντες οὐδὲν ἀλφάνους´ ἔτι, 45030 4.31a.29.4 : οἳ δ´ οὐδὲν ἦσαν πρόσθεν, ὄλβιοι δὲ νῦν, 45031 4.31a.29.5 : δόξαν φέρονται τοῦ νομίσματος χάριν, 45032 4.31a.29.6 : καὶ συμπλέκοντες σπέρμα καὶ γάμους τέκνων; 45033 4.31a.29.7 : δοῦναι δὲ μᾶλλον πλουσίῳ πᾶς τις κακῷ 45034 4.31a.29.8 : πρόθυμός ἐστιν ἢ πένητι κἀγαθῷ. 45035 4.31a.29.9 : κακὸς δ´ ὁ μὴ ἔχων, οἱ δ´ ἔχοντες † ὄλβιοι. 45036 4.31a.30.1 : Μενάνδρου (fr. 537 K.). 45037 4.31a.30.2 : Ὁ μὲν Ἐπίχαρμος τοὺς θεοὺς εἶναι λέγει 45038 4.31a.30.3 : ἀνέμους, ὕδωρ, γῆν, ἥλιον, πῦρ, ἀστέρας· 45039 4.31a.30.4 : ἐγὼ δ´ ὑπέλαβον χρησίμους εἶναι θεοὺς 45040 4.31a.30.5 : τἀργύριον ἡμῖν καὶ τὸ χρυσίον 〈μόνον〉. 45041 4.31a.30.6 : ἱδρυσάμενος τούτους γὰρ εἰς τὴν οἰκίαν, 45042 4.31a.30.7 : εὖξαι τί βούλει, πάντα σοι γενήσεται, 45043 4.31a.30.8 : ἀγρός, οἰκίαι, θεράποντες, ἀργυρώματα, 45044 4.31a.30.9 : φίλοι, δικασταί, μάρτυρες. μόνον δίδου· 45045 4.31a.30.10 : αὐτοὺς γὰρ ἕξεις τοὺς θεοὺς ὑπηρέτας. 45046 4.31a.31.1 : Δημοσθένους Ὀλυνθιακῶν αʹ (I p. 15). 45047 4.31a.31.2 : Ἔστι δὴ λοιπόν, οἶμαι, πάντας εἰσφέρειν, ἂν πολλῶν 45048 4.31a.31.3 : δέῃ, πολλά, ἂν ὀλίγων, ὀλίγα. δεῖ δὴ χρημάτων, καὶ ἄνευ 45049 4.31a.31.4 : τούτων οὐδὲν ἔστι γενέσθαι τῶν δεόντων. 45050 4.31a.32.1 : Σιμωνίδου. 45051 4.31a.32.2 : Σιμωνίδης ἐρωτηθεὶς πότερον αἱρετώτερον πλοῦτος 45052 4.31a.32.3 : ἢ σοφία, ’οὐκ οἶδα‘ ἔφη ’ὁρῶ μέντοι γε τοὺς σοφοὺς ἐπὶ 45053 4.31a.32.4 : τὰς τῶν πλουσίων θύρας φοιτῶντας‘. 45054 4.31a.33.1 : Βίωνος. 45055 4.31a.33.2 : Βίων ἔλεγεν, ὥσπερ τὰ φαῦλα τῶν βαλλαντίων, κἂν 45056 4.31a.33.3 : μηδενὸς ᾖ ἄξια, τοσούτου ἐστὶν ἄξια ὅσον ἐν ἑαυτοῖς τὸ 45057 4.31a.33.4 : νόμισμα ἔχουσιν, οὕτω καὶ τῶν πλουσίων τοὺς οὐδενὸς 45058 4.31a.33.5 : ἀξίους καρποῦσθαι τὰς ἀξίας ὧν κέκτηνται. 45059 4.31a.34.1 : Ἐκ τοῦ Περὶ συγκρίσεως Πλούτου καὶ 45060 4.31a.34.2 : Ἀρετῆς. 45061 4.31a.34.3 : Αὐτὸς μὲν οὖν ὁ Πλοῦτος ἐσεμνύνετο χρείας ἀνθρώ– 45062 4.31a.34.4 : πων διορθοῦν, ἐκτελεῖν ἐπιθυμίας, [ἢ] βλάβαις ἀντέχειν, 45063 4.31a.34.5 : ἐπιμελεῖσθαι σώματος, ψυχῇ χαρίζεσθαι, πρέπειν μὲν 45064 4.31a.34.6 : εἰρήνη, πολέμοις δ´ ἐπαρκεῖν, θεραπεύειν δ´ ἐκ νόσων, 45065 4.31a.34.7 : παρέχειν δὲ ταῖς ὥραις βοηθήματα, ἀλέας μὲν ἐν τοῖς 45066 4.31a.34.8 : πάγοις, ἐκτροπὰς δ´ ἀπὸ θέρους, αὐξάνειν δ´ οἴκους, καὶ 45067 4.31a.34.9 : διαδοχὰς μεγάλων φυλάττειν γενῶν, γάμους ποιεῖν μείζονας, 45068 4.31a.34.10 : παιδοποιίᾳ βοηθεῖν. ’Κοσμῶ δ´‘ εἶπεν ’ἱερά, καλλίονες 45069 4.31a.34.11 : δ´ ἐξ ἐμοῦ καὶ πόλεις· ἐμὰ δὲ ἔργα καὶ τείχη καὶ λιμένες 45070 4.31a.34.12 : καὶ στοαί· ποταμοὺς δ´ ἀβάτους γεφύραις σκέπω καὶ γῆν 45071 4.31a.34.13 : κεχωρισμένην ἥρμοσα· ἐμοῦ δ´ ἐμπορίαι δέονται· καὶ 45072 4.31a.34.14 : γεωργία δ´ αὐτὴ δαπάνας ἐκ τῶν ἐμῶν ἀπαιτεῖ ταμιείων. 45073 4.31a.34.15 : γῆ γὰρ οὐδὲ αὐτὴ δίδωσιν αὐτόματον, ἂν μὴ προλάβῃ· 45074 4.31a.34.16 : λαβεῖν δὲ ἐκ μόνων ἔχει τῶν ἐμῶν. δίδωμι δὲ ἀφορμὰς 45075 4.31a.34.17 : καὶ τοῖς ἄλλοις ἅπασι. κάλλει μὲν ἐκ κόσμου πλεῖστα 45076 4.31a.34.18 : συλλαμβάνω· διακονοῦμαι δ´ ὁπόσα δαπανῶσιν εἰς σωμασ– 45077 4.31a.34.19 : κίαν· παιδείᾳ δ´ ἁπάσῃ διδασκάλους ἐγὼ παρέχομαι. 45078 4.31a.34.20 : πόθεν δοῦλαι 〈ταῖς〉 γυναιξὶν εἰς ταλασίας; πόθεν δ´ 45079 4.31a.34.21 : ὅπλα τοῖς ἀνδράσιν; ἐλέφας δὲ καὶ χρυσὸς ὁ τοῖς ἀγάλ– 45080 4.31a.34.22 : μασιν ἁρμόσας ἐμός ἐστι, καὶ πάντα τὰ ἀναθήματα. 45081 4.31a.34.23 : δι´ ἐμοῦ μεγάλαι πόλεις, βασιλεῖαι δ´ ἐξ ἐμοῦ δυνατώ– 45082 4.31a.34.24 : τεραι· ποιῶ δὲ ἑορτὰς ἐγώ, τράπεζα δ´ ἐμοὶ φιλόξενος· 45083 4.31a.34.25 : προχειρότεραι δ´ εὐεργεσίαι δι´ ἐμοῦ, μεγάλαι 〈δ´〉 ἀμοιβαί. 45084 4.31a.34.26 : δύναται δ´ ὁ ἔχων ἐμὲ μὴ μόνος εὐτυχεῖν, ἀλλ´ εὐτυχίας 45085 4.31a.34.27 : χαρίζεσθαι· τέχνας δὲ πάσας ποιῶ κρείττονας ἐκ τῆς ἐλ– 45086 4.31a.34.28 : πίδος, μισθὸς γὰρ αὐτὰς ὁ μέγας τρέφει· γίνεται δ´ ἐξ 45087 4.31a.34.29 : ἐμοῦ. καὶ σὺ δ´ αὐτός, ὦ Ζεῦ, πλοῦτον ἀνθρώποις ἀναγ– 45088 4.31a.34.30 : καῖον ἀπέφηνας, ὃς σῶμα ἔδωκας ἐσθήτων δεόμενον, οὐ 45089 4.31a.34.31 : θριξὶν ὡς τὰ ἄλλα καὶ δοραῖς σκεπόμενον, τροφὴν δὲ οὐ 45090 4.31a.34.32 : πόαν οὐδὲ ταὐτόματα, ἀλλ´ ἀεὶ δεῖ τινὸς πρίασθαι τὸ ζῆν· 45091 4.31a.34.33 : οἴκου δὲ ἀνάγκην ἔδωκας, πόλεις δ´ ἥρμοσας, νόσοι δ´ 45092 4.31a.34.34 : ἐν ἀνθρώποις εἰσίν· ἐφ´ ἃ πάντα δεῖ χρημάτων. διὰ τί 45093 4.31a.34.35 : με μὴ καλεῖς εὐδαίμονα, δι´ οὗ τὰς ἐπὶ πάντα χρείας 45094 4.31a.34.36 : ἔχεις;‘ Ταῦθ´ ὁ Πλοῦτος εἰπὼν ἐδόκει νενικηκέναι καὶ 45095 4.31a.34.37 : περιέβλεπεν ὡς μακαριζόμενος. ἐβοήθει μὲν αὐτῷ κρα– 45096 4.31a.34.38 : τερῶς ἡ Τύχη, κρίνεσθαι μετ´ αὐτοῦ δοκοῦσα· 〈τὸ〉 45097 4.31a.34.39 : γὰρ μέγιστον αὐτῆς ἀπώλλυτο, εἰ Πλοῦτος οὐκ ἀγαθόν 45098 4.31a.34.40 : ἐστιν. ἦγε δὲ καὶ θεὰς ἄλλας μεθ´ αὑτοῦ συνηγόρους τε 45099 4.31a.34.41 : καὶ μάρτυρας, Ἡδονάς, Ἐλπίδας, Εὐχάς, Ἐπιθυμίας. Ἔρως 45100 4.31a.34.42 : αὐτῷ συνέπραττεν ὡς πολλαχοῦ χρώμενος· Ὑγίεια καὶ 45101 4.31a.34.43 : αὐτὴ χάριν εἶχεν, ὡς δι´ αὐτοῦ νόσοις μαχομένη. δύο 45102 4.31a.34.44 : δ´ ἦλθον ἐναντίαι μὲν ἀλλήλαις, Οἰκονομία καὶ Τρυφή, 45103 4.31a.34.45 : Πλούτου δὲ ἀμφότεραι· σὺν αὐτῷ δ´ ἐδόκουν ἀπόλλυσθαι. 45104 4.31a.34.46 : τοσοῦτος δὲ ὁ Πλοῦτος ἦν. 45105 4.32.t.1 : {1ΟΣΑ ΠΛΟΥΤΟΣ ΠΟΙΕΙ ΔΙΑ ΤΗΝ ΤΩΝ ΠΛΕΙΣΤΩΝ ΑΝΟΙΑΝ.}1 45106 4.32.35.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμήνῃ (fr. 95 N. 2). 45107 4.32.35.2 : Ἀλλ´ οὐδὲν ἡ εὐγένεια πρὸς τὰ χρήματα· 45108 4.32.35.3 : τὸν γὰρ κάκιστον πλοῦτος εἰς πρώτους ἄγει. 45109 4.32.36.1 : Εὐριπίδου Ἐρεχθεῖ (fr. 362, 14 N. 2). 45110 4.32.36.2 : Ἔχειν δὲ πειρῶ· τοῦτο γὰρ τό τ´ εὐγενὲς 45111 4.32.36.3 : καὶ τοὺς γάμους δίδωσι τοὺς πρώτους ἀεί· 45112 4.32.36.4 : ἐν τῷ πένεσθαι δ´ ἐστὶν ἥ τ´ ἀδοξία 45113 4.32.36.5 : κἂν ᾖ σοφός τις, ἥ τ´ ἀτιμία μένει. 45114 4.32.37.1 : Εὐριπίδου Θυέστῃ (fr. 395 N. 2). 45115 4.32.37.2 : Πλούτου δ´ ἀπορρυέντος ἀσθενεῖς γάμοι. 45116 4.32.37.3 : τὴν μὲν γὰρ εὐγένειαν αἰνοῦσιν βροτοί, 45117 4.32.37.4 : μᾶλλον δὲ κηδεύουσι τοῖς εὐδαίμοσιν. 45118 4.32.38.1 : Εὐριπίδου Πελιάσιν (fr. 607 N. 2). 45119 4.32.38.2 : Ὁρῶσι δ´ οἱ διδόντες εἰς τὰ χρήματα. 45120 4.31b.39.1 : Εὐριπίδου Κρήσσαις (fr. 462 N. 2). 45121 4.31b.39.2 : Ὡς τῶν ἐχόντων πάντες ἄνθρωποι φίλοι. 45122 4.31b.40.1 : (Eur. Heraclid. 745–47) 45123 4.31b.40.2 : Ἔστιν δ´ ἐν ὄλβῳ καὶ τόδ´ οὐκ ὀρθῶς ἔχον, 45124 4.31b.40.3 : εὐψυχίας δόκησις· οἰόμεσθα γὰρ 45125 4.31b.40.4 : τὸν εὐτυχοῦντα πάντ´ ἐπίστασθαι χρεών. 45126 4.31b.41.1 : Εὐριπίδου Δανάης (fr. 326 N. 2). 45127 4.31b.41.2 : Ἆρ´ οἶσθ´ ὁθούνεχ´ οἱ μὲν εὐγενεῖς βροτῶν 45128 4.31b.41.3 : πένητες ὄντες οὐδὲν ἀλφάνους´ ἔτι, 45129 4.31b.41.4 : οἳ δ´ οὐδὲν ἦσαν πρόσθεν, ὄλβιοι δὲ νῦν, 45130 4.31b.41.5 : δόξαν φέρονται τοῦ νομίσματος χάριν 45131 4.31b.41.6 : καὶ συμπλέκονται σπέρμα καὶ γάμους τέκνων; 45132 4.31b.41.7 : δοῦναί τε πᾶς τις μᾶλλον ὀλβίῳ κακῷ 45133 4.31b.41.8 : πρόθυμός ἐστιν ἢ πένητι κἀγαθῷ. 45134 4.31b.41.9 : κακὸς δ´ ὁ μὴ ἔχων, οἱ δ´ ἔχοντες ὄλβιοι. 45135 4.31b.42.1 : Εὐριπίδου Εὐρυσθέως (fr. 378 N. 2). 45136 4.31b.42.2 : Νῦν δ´ ἤν τις οἴκων πλουσίαν ἔχῃ φάτνην, 45137 4.31b.42.3 : πρῶτος γέγραπται τῶν τ´ ἀρειόνων κρατεῖ· 45138 4.31b.42.4 : τὰ δ´ ἔργ´ ἐλάσσω χρημάτων νομίζομεν. 45139 4.31b.43.1 : Μενάνδρου (fr. 665 K.). 45140 4.31b.43.2 : Πλοῦτος ἀλόγιστος προσλαβὼν ἐξουσίαν 45141 4.31b.43.3 : καὶ τοὺς φρονεῖν δοκοῦντας ἀνοήτους ποεῖ. 45142 4.31b.44.1 : Θεόγνιδος ( 683–86). 45143 4.31b.44.2 : Πολλοὶ πλοῦτον ἔχουσιν ἀίδριες· οἱ δὲ τὰ καλὰ 45144 4.31b.44.3 : ζητοῦσιν χαλεπῇ τειρόμενοι πενίῃ. 45145 4.31b.44.4 : ἔρδειν δ´ ἀμφοτέροισιν ἀμηχανίη παράκειται· 45146 4.31b.44.5 : εἴργει τοὺς μὲν δὴ χρήματα, τοὺς δὲ νόος. 45147 4.31b.45.1 : Ὑψαίου. 45148 4.31b.45.2 : Ὥσπερ ἐπὶ χειρὸς τρεμούσης χρυσίον ἐάν τις θῇ 45149 4.31b.45.3 : τρέμει, οὕτω καὶ πλοῦτος, εἰ φοβουμένῃ καὶ συνεχομένῃ 45150 4.31b.45.4 : ἐπισωρεύοιτο ψυχῇ, συγκραδαίνεται καὶ συμπεριπίπτει. 45151 4.31b.46.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Ὅτι καὶ γυναῖκα [καὶ] 45152 4.31b.46.2 : παιδευτέον (Plut. mor. vol. VII p. 126 Bern.). 45153 4.31b.46.3 : Μὴ παιδὶ μάχαιραν, ἡ παροιμία φησίν· ἐγὼ δὲ φαίην 45154 4.31b.46.4 : ἄν, μὴ παιδὶ πλοῦτον μηδὲ ἀνδρὶ ἀπαιδεύ〈τῳ δυνα〉– 45155 4.31b.46.5 : ς〈τε〉ίαν. 45156 4.31b.47.1 : Ἰσοκράτους πρὸς Δημόνικον ( 27 p. 7 e). 45157 4.31b.47.2 : Καταφρόνει τῶν περὶ τὸν πλοῦτον σπουδαζόντων, χρῆ– 45158 4.31b.47.3 : σθαι δὲ μὴ δυναμένων τοῖς ὑπάρχουσι. παραπλήσιον γὰρ 45159 4.31b.47.4 : οἱ τοιοῦτοι πάσχουσιν, ὥσπερ ἂν εἴ τις ἵππον κτήσαιτο 45160 4.31b.47.5 : καλὸν κακῶς ἱππεύειν ἐπιστάμενος. 45161 4.31b.48.1 : Διογένους. 45162 4.31b.48.2 : Τοὺς δὲ πολλοὺς τῶν πλουσίων ὡμοίου τοῖς ἐπὶ τῶν 45163 4.31b.48.3 : δυσβάτων καὶ ἀποκρήμνων φυομένοις δένδροις καὶ ἀμπέ– 45164 4.31b.48.4 : λοις. τόν τε γὰρ τούτων καρπὸν ἀνθρώπους μὴ λαμ– 45165 4.31b.48.5 : βάνειν, κόρακας δὲ καὶ παραπλήσια τούτων ζῷα κατανα– 45166 4.31b.48.6 : λίσκειν· ἐκείνους τε τὸν πλοῦτον εἰς μὲν τὰ ἐπιεικῆ τῶν 45167 4.31b.48.7 : πραγμάτων οὐ κατατίθεσθαι, κόλαξι δὲ καὶ πόρναις καὶ 45168 4.31b.48.8 : ταῖς αἰσχροτάταις ἡδοναῖς καὶ κενωτάταις δόξαις χορηγεῖν. 45169 4.31b.49.1 : Δημοκρίτου (fr. 281 Diels 2). 45170 4.31b.49.2 : Ὥσπερ ἐν τοῖς ἕλκεσι φαγέδαινα κάκιστον νόσημα, 45171 4.31b.49.3 : οὕτως ἐν τοῖς χρήμασι τὸ † μὴ προσαρμόσαν καὶ τὸ 45172 4.31b.49.4 : συνεχές. 45173 4.31b.50.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 218 Diels 2). 45174 4.31b.50.2 : Πλοῦτος ἀπὸ κακῆς ἐργασίης περιγινόμενος 〈ἐπι– 45175 4.31b.50.3 : φανέστερον〉 [σῆμα οὕτως ἐν τοῖς] τὸ ὄνειδος κέκτηται. 45176 4.31b.51.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Ἐρυξίου (p. 396 E- 45177 4.31b.51.2 : 397 B). 45178 4.31b.51.3 : Ἐγὼ μέν, ὥσπερ ἠρξάμην, Ἐρυξίαν τοῦτον ἡδέως 45179 4.31b.51.4 : ἐροίμην ἂν εἰ δοκοῦσιν αὐτῷ εἶναι ἄνθρωποι ἄδικοι καὶ 45180 4.31b.51.5 : δίκαιοι. {—}Νὴ Δία, ἔφη ἐκεῖνος, καὶ σφόδρα μέντοι. {—} 45181 4.31b.51.6 : Τί δέ; τὸ ἀδικεῖν πότερον κακόν σοι δοκεῖ εἶναι ἢ ἀγα– 45182 4.31b.51.7 : θόν; {—}Κακὸν ἔμοιγε. {—}Δοκεῖ δ´ ἄν σοι ἄνθρωπος, εἰ 45183 4.31b.51.8 : μοιχεύοι τὰς τῶν πέλας γυναῖκας ἐπ´ ἀργυρίῳ, ἀδικεῖν ἂν 45184 4.31b.51.9 : ἢ οὔ; καὶ ταῦτα μέντοι καὶ τῆς πόλεως καὶ τῶν νόμων 45185 4.31b.51.10 : κωλυόντων. {—}Ἀδικεῖν 〈ἂν〉 ἔμοιγε δοκεῖ. {—}Οὐκοῦν, ἔφη, 45186 4.31b.51.11 : εἰ πλούσιος ὢν τυγχάνοι καὶ ἀργύριον δυνατὸς ὢν ἀνα– 45187 4.31b.51.12 : λῶσαι ὁ ἄδικός τε ἄνθρωπος καὶ ὁ βουλόμενος, ἐξαμαρ– 45188 4.31b.51.13 : τάνοι ἄν· εἰ δέ γε μὴ ὑπάρχοι πλουσίῳ εἶναι τῷ ἀν– 45189 4.31b.51.14 : θρώπῳ, οὐκ ἔχων ὁπόθεν ἀναλίσκοι, οὐδ´ ἂν διαπράττε– 45190 4.31b.51.15 : σθαι δύναιτο ἃ βούλεται, ὥστ´ οὐκ ἂν οὐδ´ ἐξαμαρτάνοι. 45191 4.31b.51.16 : διὸ καὶ λυσιτελοῖ ἂν τῷ ἀνθρώπῳ μᾶλλον μὴ εἶναι 45192 4.31b.51.17 : πλουσίῳ, εἴπερ ἧττον διαπράξεται ἃ βούλεται, βούλεται 45193 4.31b.51.18 : δὲ καὶ μοχθηρά. καὶ πάλιν αὖ τὸ νοσεῖν πότερον ἂν 45194 4.31b.51.19 : φαίης κακὸν ἢ ἀγαθὸν εἶναι; {—}Κακὸν ἔγωγε. {—}Τί δέ; 45195 4.31b.51.20 : δοκοῦσί τινές σοι ἀκρατεῖς εἶναι ἄνθρωποι; {—}Ἔμοιγε. {—} 45196 4.31b.51.21 : Οὐκοῦν εἰ βέλτιον εἴη πρὸς ὑγίειαν τούτῳ τῷ ἀνθρώπῳ 45197 4.31b.51.22 : 〈ἀπέχεσθαι〉 σίτων καὶ ποτῶν καὶ τῶν ἄλλων τῶν ἡδέων 45198 4.31b.51.23 : δοκούντων εἶναι, ὁ δὲ μὴ οἷός τ´ εἴη δι´ ἀκράτειαν, βέλ– 45199 4.31b.51.24 : τιον ἂν εἴη τούτῳ τῷ ἀνθρώπῳ μὴ ὑπάρχειν ὁπόθεν ἂν 45200 4.31b.51.25 : ἐκποριεῖται ταῦτα, μᾶλλον ἢ πολλὴν περιουσίαν εἶναι τῶν 45201 4.31b.51.26 : ἐπιτηδείων; οὕτω γὰρ ἂν αὐτῷ οὐκ ἐξουσία εἴη διαμαρ– 45202 4.31b.51.27 : τάνειν, οὐδ´ εἰ σφόδρα βούλοιτο. 45203 4.31b.52.1 : (Ibid. p. 403 A–C) 45204 4.31b.52.2 : Οὐκοῦν, ἔφην, κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον οὐδὲ φάρμακον 45205 4.31b.52.3 : παντὶ ἀνθρώπῳ χρήσιμον εἶναι, ἀλλὰ τούτῳ ὅστις τυγ– 45206 4.31b.52.4 : χάνει εἰδὼς ὡς δεῖ χρῆσθαι αὐτῷ; {—}Φημί. {—}Οὐκοῦν καὶ 45207 4.31b.52.5 : τἄλλα πάντα ὁμοίως; {—}Ἔοικε. {—}Χρυσίον ἄρα καὶ ἀρ– 45208 4.31b.52.6 : γύριον καὶ τἄλλα τὰ δοκοῦντα χρήματα εἶναι τούτῳ ἂν 45209 4.31b.52.7 : μόνῳ χρήσιμα εἴη, ὅστις τυγχάνει ἐπιστάμενος ὡς χρη– 45210 4.31b.52.8 : στέον τούτοις; {—}Οὕτως. {—}Οὐκοῦν πρότερον ἐδόκει 〈τοῦ〉 45211 4.31b.52.9 : καλοῦ κἀγαθοῦ ἀνθρώπου εἶναι εἰδέναι ὅπου γε καὶ ὅπως 45212 4.31b.52.10 : τούτων ἑκάστοις χρηστέον ἐστί; {—}Φημί. {—}Τοῖς ἄρα κα– 45213 4.31b.52.11 : λοῖς κἀγαθοῖς τῶν ἀνθρώπων, τούτοις ἂν μόνοις καὶ 45214 4.31b.52.12 : χρήσιμα ταῦτ´ εἴη, εἴπερ γε οὗτοι ἐπιστήμονες ὡς χρη– 45215 4.31b.52.13 : στέον. εἰ δὲ τούτοις μόνον χρήσιμον, τούτοις ἂν μόνον 45216 4.31b.52.14 : καὶ χρήματ´ εἶναι ταῦτα φαίνοιτο. ἀτάρ, ὡς ἔοικε, καὶ 45217 4.31b.52.15 : τὸν ἀνεπιστήμονα ἱππικῆς, κεκτημένον δὲ ἵππους οἳ τυγ– 45218 4.31b.52.16 : χάνουσιν αὐτῷ ἀχρεῖοι ὄντες, εἴ τις τοῦτον ἱππικὸν ποιή– 45219 4.31b.52.17 : σειεν, ἆρ´ 〈ἂν〉 ἅμα καὶ πλουσιώτερον πεποιηκὼς εἴη, 45220 4.31b.52.18 : εἴπερ γε αὐτῷ ἃ ἐτύγχανε πρόσθεν ἀχρεῖα ὄντα, χρήσιμα 45221 4.31b.52.19 : πεποίηκεν· ἐπιστήμην γάρ τινα παραδιδοὺς τῷ ἀνθρώπῳ 45222 4.31b.52.20 : ἅμα καὶ πλούσιον αὐτὸν πεποίηκεν. 45223 4.32.t.1 : {1ΨΟΓΟΣ ΠΛΟΥΤΟΥ.}1 45224 4.32.53.1 : Ἀλέξιδος, οἱ δὲ Μενάνδρου (Al. fr. 340 K.). 45225 4.32.53.2 : Ψυχὴν ἔχειν δεῖ πλουσίαν· τὰ δὲ χρήματα 45226 4.32.53.3 : ταῦτ´ ἐστὶν ὄψις, παραπέτασμα τοῦ βίου. 45227 4.32.54.1 : Εὐριπίδου Φαέθοντι (fr. 776 N. 2). 45228 4.32.54.2 : Δεινόν γε, τοῖς πλουτοῦσι τοῦτο δ´ ἔμφυτον 45229 4.32.54.3 : σκαιοῖσιν εἶναι· τί ποτε τοῦτο ταἴτιον; 45230 4.32.54.4 : ἆρ´ ὄλβος αὐτοῖς ὅτι τυφλὸς συνηρετεῖ, 45231 4.32.54.5 : τυφλὰς ἔχουσι τὰς φρένας καὶ τῆς τύχης; 45232 4.32.55.1 : Εὐριπίδου Ἱππολύτῳ (fr. 438 N. 2). 45233 4.32.55.2 : Ὕβριν τε τίκτει πλοῦτος, οὐ φειδὼ βίου. 45234 4.32.56.1 : Εὐριπίδου Ἰνοῖ (fr. 419 N. 2). 45235 4.32.56.2 : Καὶ νῦν ἐφέλκετ´ ὦ κακοὶ τιμὰς βροτοί, 45236 4.32.56.3 : καὶ κτᾶσθε πλοῦτον πάντοθεν θηρώμενοι, 45237 4.32.56.4 : σύμμικτα μὴ δίκαια καὶ δίκαι´ ὁμοῦ· 45238 4.32.56.5 : ἔπειτ´ ἀμᾶσθε τῶνδε δύστηνον θέρος. 45239 4.32.57.1 : Εὐριπίδου Δίκτυϊ (fr. 341 N. 2). 45240 4.32.57.2 : Μή μοί ποτ´ εἴη χρημάτων νικωμένῳ 45241 4.32.57.3 : κακῷ γενέσθαι, μηδ´ ὁμιλοίην κακοῖς. 45242 4.32.58.1 : Εὐριπίδου Μηδείᾳ ( 599 s.). 45243 4.32.58.2 : Μή μοι γένοιτο λυπρὸς εὐδαίμων βίος 45244 4.32.58.3 : μηδ´ ὄλβος ὅστις τὴν ἐμὴν κνίζει φρένα. 45245 4.32.59.1 : Εὐριπίδου (fr. 1069 N. 2). 45246 4.32.59.2 : Σκαιὸν τὸ πλουτεῖν κἄλλο μηδὲν εἰδέναι. 45247 4.32.60.1 : Καρκίνου (fr. 9 p. 800 N. 2). 45248 4.32.60.2 : ... δειλόν ἐσθ´ ὁ πλοῦτος καὶ φιλόψυχον κακόν. 45249 4.32.61.1 : Εὐριπίδου Αἰόλῳ (fr. 20 N.). 45250 4.32.61.2 : Μὴ Πλοῦτον εἴπῃς· οὐχὶ θαυμάζω θεόν, 45251 4.32.61.3 : ὃν χὡ κάκιστος ῥᾳδίως ἐκτήσατο. 45252 4.32.62.1 : Εὐριπίδου Πηλεῖ (fr. 618 N.). 45253 4.32.62.2 : Τὸν ὄλβον οὐδὲν οὐδαμοῦ κρίνω βροτοῖς, 45254 4.32.62.3 : ὅν γ´ ἐξαλείφει ῥᾷον ἢ γραφὴν θεός. 45255 4.32.63.1 : Καρκίνου (fr. 10 p. 800 N. 2). 45256 4.32.63.2 : Ὦ πολλὰ πλοῦτος δυστυχέστατος κυρῶν, 45257 4.32.63.3 : ὅμως μέγιστον ζῆλον ἐν βροτοῖς ἔχεις. 45258 4.32.64.1 : Εὐριπίδου Τηλέφῳ (fr. 714 N. 2). 45259 4.32.64.2 : Σμίκρ´ ἂν θέλοιμ´ ἂν καὶ καθ´ ἡμέραν ἔχων 45260 4.32.64.3 : τροφὴν ἐνοικεῖν μᾶλλον ἢ πλουτῶν νοσεῖν. 45261 4.32.65.1 : † Ἀντιφάνους (Menandri fr. 624 K.). 45262 4.32.65.2 : Οὐ πώποτ´ ἐζήλωσα πλουτοῦντα σφόδρα 45263 4.32.65.3 : ἄνθρωπον, ἀπολαύοντα μηδὲν ὧν ἔχει. 45264 4.32.66.1 : (Antiph. fr. 259 K.) 45265 4.32.66.2 : Ὁ δὲ πλοῦτος ἡμᾶς, καθάπερ ἰατρὸς κακός, 45266 4.32.66.3 : τυφλοὺς βλέποντας παραλαβὼν πάντας ποεῖ. 45267 4.32.67.1 : Μενάνδρου Αὑτὸν πενθοῦντι (fr. 83 K.). 45268 4.32.67.2 : Τυφλὸν ὁ πλοῦτος, καὶ τυφλοὺς 45269 4.32.67.3 : 〈τοὺς〉 ἐμβλέποντας εἰς ἑαυτὸν δεικνύει. 45270 4.32.68.1 : Μενάνδρου (fr. 587 K.). 45271 4.32.68.2 : Ὑπερήφανόν που γίνεθ´ ἡ λίαν τρυφή· 45272 4.32.68.3 : ὅ τε πλοῦτος ἐξώκειλε τὸν κεκτημένον 45273 4.32.68.4 : εἰς ἕτερον ἦθος, οὐκ ἐν ᾧ τὸ πρόσθεν ἦν. 45274 4.31c.69.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάῳ (fr. 235 N. 2). 45275 4.31c.69.2 : Πλουτεῖς; ὁ πλοῦτος δ´ ἀμαθία δειλόν θ´ ἅμα. 45276 4.31c.70.1 : Εὐριπίδου Ἀντιγόνης (fr. 163 N. 2). 45277 4.31c.70.2 : Ἀνδρὸς φίλου δὲ χρυσὸς ἀμαθίας μέτα 45278 4.31c.70.3 : ἄχρηστος, εἰ μὴ κἀρετὴν ἔχων τύχοι. 45279 4.31c.71.1 : Εὐριπίδου Ἀλεξάνδρου (fr. 55 N. 2). 45280 4.31c.71.2 : Ἄδικον ὁ πλοῦτος, πολλὰ δ´ οὐκ ὀρθῶς ποεῖ. 45281 4.31c.72.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμήνης (fr. 96 N. 2). 45282 4.31c.72.2 : Σκαιόν τι χρῆμα πλοῦτος ἥ τ´ ἀπειρία. 45283 4.31c.73.1 : Εὐριπίδου Πλεισθένης (fr. 632 N. 2). 45284 4.31c.73.2 : Πολλῶν τὰ χρήματ´ αἴτι´ ἀνθρώποις κακῶν. 45285 4.31c.74.1 : Εὐριπίδου Φοίνικι (fr. 813 N. 2). 45286 4.31c.74.2 : Ὦ πλοῦθ´, ὅσῳ μὲν ῥᾷστον εἶ βάρος φέρειν, 45287 4.31c.74.3 : πόνοι δὲ κἀν σοί, καὶ φθοραὶ πολλαὶ βίου 45288 4.31c.74.4 : ἔνεις´· ὁ γὰρ πᾶς ἀσθενὴς αἰὼν βροτοῖς. 45289 4.31c.75.1 : Εὐριπίδου Φοινίσσαις ( 597). 45290 4.31c.75.2 : Εἰσορῶ· δειλὸν δ´ ὁ πλοῦτος καὶ φιλόψυχον κακόν. 45291 4.31c.76.1 : Ναυμαχίου. 45292 4.31c.76.2 : Χρυσός τοι κόνις ἐστὶ καὶ ἄργυρος, οἱ δὲ καὶ αὐτοὶ 45293 4.31c.76.3 : λᾶες ἐπὶ ῥηγμῖνι πολυψηφῖδι θαλάσσης, 45294 4.31c.76.4 : πολλοὶ δ´ ἐρρίφαται ποταμῶν παρὰ χείλεσιν αὔτως, 45295 4.31c.76.5 : εἵματα δ´ εἰναλίης ἐρυθαίνεται αἵματι κόχλου, 45296 4.31c.76.6 : τοῖς ἔπι φυσιόωσιν ἁλίφρονες. 45297 4.31c.77.1 : Ἰσοκράτους πρὸς Δημόνικον ( 6 p. 3 b). 45298 4.31c.77.2 : Πλοῦτος δὲ κακίας μᾶλλον ἢ καλοκαγαθίας ὑπηρέτης 45299 4.31c.77.3 : ἐστίν, ἐξουσίαν μὲν τῇ ῥᾳθυμίᾳ παρασκευάζων, ἐπὶ δὲ 45300 4.31c.77.4 : τὰς ἡδονὰς τοὺς νέους παρακαλῶν. 45301 4.31c.78.1 : Ἀνακρέοντος. 45302 4.31c.78.2 : Ἀνακρέων δωρεὰν παρὰ Πολυκράτους λαβὼν πέντε 45303 4.31c.78.3 : τάλαντα, ὡς ἐφρόντισεν ἐπ´ αὐτοῖς δυοῖν νυκτοῖν, ἀπέ– 45304 4.31c.78.4 : δωκεν αὐτὰ εἰπὼν οὐ τιμᾶσθαι αὐτὰ τῆς ἐπ´ αὐτοῖς 45305 4.31c.78.5 : φροντίδος. 45306 4.31c.79.1 : Πλάτωνος (de leg. p. 743 A p. 742 E). 45307 4.31c.79.2 : Ἀγαθὸν δὲ ὄντα διαφόρως καὶ πλούσιον εἶναι δια– 45308 4.31c.79.3 : φερόντως ἀδύνατον. εὐδαίμονας μὲν ἅμα καὶ ἀγαθοὺς 45309 4.31c.79.4 : ἀνάγκη γίγνεσθαι· πλουσίους δ´ αὖ σφόδρα καὶ ἀγαθοὺς 45310 4.31c.79.5 : ἀδύνατον, οὕς γε δὴ πλουσίους οἱ πολλοὶ καταλέγουσιν. 45311 4.31c.80.1 : (Eiusd. p. 743 C) 45312 4.31c.80.2 : Ὁ λόγος ἡμῖν ὀρθός, ὡς οὐκ εἰσὶν οἱ παμπλούσιοι 45313 4.31c.80.3 : ἀγαθοί· εἰ δὲ μὴ ἀγαθοί, οὐδ´ εὐδαίμονες. 〈ὁ δὲ τοὺς 45314 4.31c.80.4 : πλουσίους εὐδαίμονας〉 ὀνομάζων λόγος, αὐτός τε ἄθλιος, 45315 4.31c.80.5 : γυναικῶν καὶ παίδων ὢν λόγος, 〈καὶ〉 ἀνθρώπους τοὺς 45316 4.31c.80.6 : πειθομένους γε ἀπεργάζεται τοιούτους. 45317 4.31c.81.1 : Πλάτωνος ἐκ τῆς Πρὸς Διονύσιον ἐπι– 45318 4.31c.81.2 : στολῆς (p. 317 C). 45319 4.31c.81.3 : Ἑώρων γὰρ καὶ τότε καὶ νῦν ὁρῶ τὰς μεγάλας οὐ– 45320 4.31c.81.4 : σίας καὶ ὑπερόγκους τῶν τ´ ἰδιωτῶν καὶ τῶν μονάρχων 45321 4.31c.81.5 : σχεδόν, ὅσῳ περ ἂν μείζους ὦσι, τοσούτῳ πλείους καὶ 45322 4.31c.81.6 : μείζους τοὺς διαβάλλοντας καὶ πρὸς ἡδονὴν μετ´ αἰσχρᾶς 45323 4.31c.81.7 : βλάβης ὁμιλοῦντας τρεφούσας, οὗ κακὸν οὐδὲν μεῖζον 45324 4.31c.81.8 : γεννᾷ πλοῦτός τε καὶ ἡ τῆς ἄλλης ἐξουσίας δύναμις. 45325 4.31c.82.1 : Πλάτωνος Πολιτείας ηʹ (p. 550 E–551 A). 45326 4.31c.82.2 : Τοὐντεῦθεν τοίνυν, εἶπον, προϊόντες εἰς τὸ πρόσθεν 45327 4.31c.82.3 : τοῦ χρηματίζεσθαι, ὅσῳ ἂν τοῦτο τιμιώτερον ἡγῶνται, 45328 4.31c.82.4 : τοσούτῳ ἀρετὴν ἀτιμοτέραν. ἢ οὐχ οὕτω πλούτου ἀρετὴ 45329 4.31c.82.5 : διέστηκεν, ὥσπερ ἐν πλάστιγγι ζυγοῦ κειμένου ἑκατέρου, 45330 4.31c.82.6 : ἀεὶ τοὐναντίον ῥέποντος; Καὶ μάλα, ἔφη. Τιμωμένου δὴ 45331 4.31c.82.7 : πλούτου ἐν πόλει καὶ τῶν πλουσίων ἀτιμοτέρα ἀρετή τε 45332 4.31c.82.8 : καὶ οἱ ἀγαθοί. Δῆλον. Ἀσκεῖται δὴ τὸ ἀεὶ τιμώμενον, 45333 4.31c.82.9 : ἀμελεῖται δὲ τὸ ἀτιμαζόμενον. Οὕτω. 45334 4.31c.83.1 : Σωκράτους. 45335 4.31c.83.2 : Αἱ μὲν ποδήρεις ἐσθῆτες τὰ σώματα, αἱ δὲ ὑπέρ– 45336 4.31c.83.3 : μετροι περιουσίαι τὰς ψυχὰς ἐμποδίζουσιν. 45337 4.31c.84.1 : Ἐκ τοῦ Περὶ συγκρίσεως Πλούτου καὶ 45338 4.31c.84.2 : Ἀρετῆς. 45339 4.31c.84.3 : Καθ´ αὑτοὺς μὲν ἄνθρωποι πρὸς ἀρετὴν γεγόνασιν, 45340 4.31c.84.4 : οὗτος δὲ ἐφ´ αὑτὸν τρέπει· φάρμακα δὲ εἰς κακίαν ἔχει 45341 4.31c.84.5 : μυρία καὶ δόξαν ἀγαθοῦ προθεὶς οὐχ ἑκόντας ἀπάγει 45342 4.31c.84.6 : τῶν ἀληθεστάτων. οὐκ ἐᾷ δὲ ἐπ´ αὐτῷ φρονεῖν τὸν ἄν– 45343 4.31c.84.7 : θρωπον, ἀλλ´ εἰς τὰ ἔξω φέρει κἀκ τῶν τυχαίων καὶ αὐ– 45344 4.31c.84.8 : τομάτων ἀναρτᾷ. θρασύτατος δ´ ἐστὶν ὁμοῦ καὶ δειλό– 45345 4.31c.84.9 : τατος, ἐπαιρόμενος μὲν ὡς ἐπὶ μεγίστοις, φοβούμενος δὲ ὡς 45346 4.31c.84.10 : ἐπὶ ἀσθενεῖ πράγματι, ὑπερήφανος 〈δ´〉 ἅμα ἐξ ἀλαζονείας 45347 4.31c.84.11 : 〈καὶ〉 ταπεινὸς ἐκ φροντίδος. χρωμένοις μὲν ἄσωτός ἐστι, 45348 4.31c.84.12 : μὴ χρωμένοις δὲ ἄθλιος. δυστυχεῖ μέν τις δι´ αὐτὸν ταῖς 45349 4.31c.84.13 : εἰς τὸ πορίζειν ταλαιπωρίαις· φθείρεται δὲ ἄλλος εἰς 45350 4.31c.84.14 : ἡδονὰς ἀπὸ τῶν περιττῶν. κόρον δὲ οὐκ ἔχει τοῖς κτη– 45351 4.31c.84.15 : σαμένοις, ἀεὶ δ´ ἀνία τις αὐτῷ πάρεστιν, ὁπός´ ἂν γέ– 45352 4.31c.84.16 : νηται. καὶ ὥσπερ ἡ τῶν ὑδεριώντων νόσος αὔξεται πρὸς 45353 4.31c.84.17 : τὸ μᾶλλον ποθεῖν ἀφ´ ὧν πίμπλαται. κακὸς μέν ἐστι 45354 4.31c.84.18 : τῷ φιλοπόνῳ [πλοῦτος], ἀναλίσκει γὰρ αὐτοῦ τὴν φιλοπο– 45355 4.31c.84.19 : νίαν εἰς κέρματα ἀλλαχοῦ δυναμένην· κακὸς δὲ 〈τῷ〉 ῥᾳθύ– 45356 4.31c.84.20 : μῳ διδοὺς ἀφορμὰς ἁμαρτημάτων· ἀμφοτέροις δ´ ὀλέθριος· 45357 4.31c.84.21 : τὸν μὲν γὰρ εἰδότα κάμνειν ἀσχολεῖ, τὸν δ´ εἰς τρυφὴν 45358 4.31c.84.22 : νοσοῦντα καὶ προτρέπει[ν ποιεῖ]. ποιεῖ δὲ ἅμα μὲν κό– 45359 4.31c.84.23 : λακας ἀνθρώπους εἰς ἐλπίδα χρημάτων, ἅμα δ´ ὑπὸ πολ– 45360 4.31c.84.24 : λῶν κολακευομένους διὰ χρήματα. ὁμοῦ δ´ ἀγαθὸν μὲν 45361 4.31c.84.25 : οὐκ ἔστιν ὁ πλοῦτος, φθόνον δὲ ἀγαθῶν μέγιστον ἔχει· 45362 4.31c.84.26 : μυρίαι δ´ ἐπιβουλαὶ δι´ αὐτὸν ἐκ βασιλέων, ἐξ ὁμόρων, 45363 4.31c.84.27 : ἀπ´ οἰκείων. οὐκ ἔχει δέ τις πλουτῶν ἀσυλίαν ἰδίου βίου, 45364 4.31c.84.28 : πάρεργον δέ που χρημάτων καὐτὸς συναπόλλυται. πρῶ– 45365 4.31c.84.29 : τον μὲν ἀμελεῖ τῶν ἐκ διανοίας ἀγαθῶν, ὡς καὶ χωρὶς 45366 4.31c.84.30 : ἐκείνων εὐτυχῶν· εἶτα τὸ σῶμα λυμαίνεται ταῖς τρυφαῖς· 45367 4.31c.84.31 : ἐθίζει μὲν εἰς πλησμονὰς ἀπὸ τῶν ἀφορμῶν καὶ πλείστας 45368 4.31c.84.32 : νόσους συλλέγει· τὴν δὲ αὐτουργίαν ἀνθρώπων ἀφαιρεῖ– 45369 4.31c.84.33 : ται, τὸ πάντων ὑγιεινότατον· γυμνάσιον γάρ ἐστιν οὐχ 45370 4.31c.84.34 : ὡρισμένον, ὡς παλαίστρα καὶ κυνηγεσία. ἀλλ´ οὖν 〈τὰ〉 45371 4.31c.84.35 : τοῦ βίου διακονούμενός τις ἑαυτῷ πολὺ κρείττων ἐστὶ τοῦ 45372 4.31c.84.36 : ζῶντος δι´ ἄλλων. θρύπτει δ´ ὁ Πλοῦτος καὶ μαλάττει 45373 4.31c.84.37 : λαβὼν πολλὰ πολλάκις καὶ τὰς ὑγιεινὰς φύσεις, καὶ περι– 45374 4.31c.84.38 : ήγαγεν εἰς ἀσθένειαν ἐξ ἐθῶν πολυτελῶν. πάντα μὲν ἐφ´ 45375 4.31c.84.39 : ὕπνῳ παρασκευαζόμενος, δυσκολωτέρους ἔχει διὰ τοῦτο 45376 4.31c.84.40 : τοὺς ὕπνους· ἑτοιμότερον δ´ εἰσὶν οἱ κατὰ φύσιν. οὐ γὰρ 45377 4.31c.84.41 : ἐκ χρυσοῦ καὶ ἐλέφαντος κατεσκευασμέναι κλῖναι καὶ πορ– 45378 4.31c.84.42 : φυροῖ τάπητες οὐδὲ ὑπόβαθρα καὶ παστάδες ὕπνους ποι– 45379 4.31c.84.43 : οῦσιν, ἀλλ´ ἔργα καὶ νόμιμοι πόνοι καὶ τὸ τῆς φύσεως 45380 4.31c.84.44 : αὐτῆς ἀναγκαῖον. οὐκ ἐᾷ δ´ ὁ πλοῦτος αὐτομάτων μετα– 45381 4.31c.84.45 : σχεῖν καλῶν, λυμαίνεται δὲ τοῖς ἰδίοις ἔθεσι καὶ φαρμα– 45382 4.31c.84.46 : κεύει τὰ πεφυκότα. ταῖς δ´ ὥραις οὐκ ἐφίησι χρῆσθαι 45383 4.31c.84.47 : καὶ μελετᾶν πρὸς τὰ γινόμενα· ποιεῖ δὲ καὶ πρὸς θάλπος 45384 4.31c.84.48 : ἀσθενέστερον τὸν εὐτυχοῦντα καὶ πρὸς κρύος, καὶ δι´ ὧν 45385 4.31c.84.49 : ἐπιτηδεύει μὴ παθεῖν ταῦτα, εὐπαθέστερος αὐτοῖς γίνε– 45386 4.31c.84.50 : ται· κατισχύει δὲ μᾶλλον αὐτῶν ὁ κεχρημένος· μένει γὰρ 45387 4.31c.84.51 : ἐν τῇ τοῦ βίου τάξει καὶ πρὸς ἀέρα ζῆν ἐπίσταται καὶ 45388 4.31c.84.52 : οὐκ ἀγανακτεῖ τοῖς τοῦ θεοῦ πράγμασιν, ἀλλὰ δι´ αὐτῶν 45389 4.31c.84.53 : ἄπεισιν ἐρρωμένος. οὕτω μὲν ὁ πλοῦτος καὶ τὰ σώματα 45390 4.31c.84.54 : βλάπτει, τὰ δὲ ἄλλα μείζω πάθη· στασιάζει μὲν οἴκους 45391 4.31c.84.55 : καὶ κακὸν ἆθλον ἀδελφοῖς πρόκειται, τέκνα δ´ ἐχθρὰ 45392 4.31c.84.56 : ποιεῖ πατράσιν ἐπιθυμοῦντα τῆς περὶ τὸν πλοῦτον ἐξ– 45393 4.31c.84.57 : ουσίας, αὐτοῖς δὲ τοῖς τέκνοις τοὺς γονεῖς βαρυτέρους. 45394 4.31c.84.58 : φίλοι δὲ ὕποπτοι διὰ πλοῦτον· ὁ μὲν ἀληθὴς ἀπιστεῖ– 45395 4.31c.84.59 : ται διὰ τὸν κόλακα, νικᾷ δὲ ὁ κόλαξ τὸν ἀληθεύοντα 45396 4.31c.84.60 : μιμούμενος. λαφύρῳ δ´ ὅμοιόν ἐστιν ἐλπιζομένῳ νοσῶν 45397 4.31c.84.61 : πλούσιος. καὶ τοῖς μὲν ἐλευθεριωτέροις, ὅτι μὴ κολα– 45398 4.31c.84.62 : κεύουσιν, ὀργίζεται, τοὺς δὲ κολακεύοντας ὑφορᾶται καὶ 45399 4.31c.84.63 : ἐφ´ ἁρπαγὴν παρεῖναι δοκεῖ. τελευτήσαντι δὲ οὐ γίνε– 45400 4.31c.84.64 : ται πλουσίῳ πένθος, οὔτε παρὰ τῶν διαδεξαμένων, ἐπεὶ 45401 4.31c.84.65 : χαίρουσιν εἰληφότες, οὔτε μὴν παρὰ τῶν μὴ λαβόντων, 45402 4.31c.84.66 : ἐπεὶ μισοῦσιν ὡς ἐκ τοσούτων ἄτιμοι. ἔτι πρὸς τούτοις, 45403 4.31c.84.67 : ὃ μάλιστα τῷ πλούτῳ προσεῖναι δοκεῖ, τὸ δοῦναι χάριν, 45404 4.31c.84.68 : οὐχ ἁπλοῦν ἐστιν, ἀλλ´ ἔχει συμφορὰς πλείονας. ἔστι μὲν 45405 4.31c.84.69 : οὐδὲ εὐπρεπὴς ἡ χάρις ἡ δι´ ἀργυρίου δοθέντος, ἐράνῳ 45406 4.31c.84.70 : δ´ ἔοικεν· οἱ δ´ ἄνευ χρημάτων ἀπ´ εὐνοίας ἐπιδεικνύ– 45407 4.31c.84.71 : μενοι καὶ βοηθοῦντες ἐλευθέριον τὴν εὐεργεσίαν ἔχουσι 45408 4.31c.84.72 : καὶ τοῖς τυγχάνουσι [καὶ τοῖς] κεχαρισμένην. εἶτα ὁ μὲν 45409 4.31c.84.73 : λαβὼν παρὰ πλουσίου πάλιν ἀπαιτεῖ, καὶ τὰ πρῶτον 45410 4.31c.84.74 : ἀπόλωλεν, ἂν μὴ γένηται· πάλιν ὁ τυχὼν ἐγκαλεῖ, κἂν 45411 4.31c.84.75 : ἄλλοι τυγχάνωσι. καὶ πλείονας οὕτως ὁ χαριζόμενός τισι 45412 4.31c.84.76 : τοὺς μεμφομένους ἔχει· πᾶσι γὰρ οὐκ ἀρκέσει, πάντες δ´ 45413 4.31c.84.77 : ὡς ἐκ περιττῶν ἀπαιτοῦσι. ταῦτα μὲν τῷ πλούτῳ πρόσ– 45414 4.31c.84.78 : εστι καὶ ἐκ τῶν δοκούντων καλῶν, τἄλλα δ´ ἀφόρητα, 45415 4.31c.84.79 : ἀλαζονεία, θρασύτης, ὑπεροψία, φροντίδες αἰσχραί, κακαὶ 45416 4.31c.84.80 : μὲν ὀρέξεις, κακαὶ δ´ ἡδοναί, πόθος δ´ ἀκόρεστος [αὐ– 45417 4.31c.84.81 : τῷ πρόσεστιν]. ἐξ αὐτοῦ δὲ αἱ πλεῖσται πονηρίαι, καὶ 45418 4.31c.84.82 : μυρία τῶν κακῶν οὐκ ἂν ἦν, εἰ μὴ πλοῦτος ἦν, δι´ ὃν 45419 4.31c.84.83 : γίγνεται φόνος, [διὰ κέρδος] ἱερὰ συλᾶται, φιλία παρα– 45420 4.31c.84.84 : βαίνεται, πίστις ἀμελεῖται, φερούσης ἐπὶ κέρδος ἀπιστίας, 45421 4.31c.84.85 : προδίδονται πατρίδες, οὐδὲ ἓν ὀκνεῖται κακόν. 45422 4.31c.85.1 : Πλουτάρχου Κατὰ πλούτου (Plut. vol. VII 45423 4.31c.85.2 : p. 123 Bern.). 45424 4.31c.85.3 : Φύσει μὲν γὰρ δυσχαλίνωτον ὄρεξις, προσλαβοῦσα 45425 4.31c.85.4 : δὲ καὶ πλούτου χορηγίαν ἀχαλίνωτον. 45426 4.31c.86.1 : Ἐν ταὐτῷ (ibid.). 45427 4.31c.86.2 : Ἀλλ´ ἀπληστία καὶ ἄπιστός ἐστιν ἐν αὐτοῖς μανία, 45428 4.31c.86.3 : τοιούτῳ μὲν ἐνθουσιασμῷ χρῆσθαι περὶ τὴν κτῆσιν, ὡς 45429 4.31c.86.4 : εἰ κτήσαιντο μηκέτι καμουμένους· τοσαύτῃ δὲ ἀμελείᾳ 45430 4.31c.86.5 : περὶ τὰ ληφθέντα, ὡς μὴ γενόμενα. δυσερωτιῶσι δὲ τῶν 45431 4.31c.86.6 : ἀπόντων, ὑπερορῶντες ὧν ἔχουσιν· οὐδὲν γὰρ οὕτως ἀγα– 45432 4.31c.86.7 : πῶσιν ὡς ἃ ἐλπίζουσιν. οὐκ οἶδα πότερον αὐτοῖς ἄμεινόν 45433 4.31c.86.8 : ἐστιν ἔχειν ἢ προσδοκᾶν· ἔχοντες γὰρ οὐ χρῶνται, προσ– 45434 4.31c.86.9 : δοκῶντες δὲ κάμνουσι. τί οὖν ἐπαινοῦμεν τοιοῦτον ἀγα– 45435 4.31c.86.10 : θόν, οὗ πέρας ἐστὶν οὐδέν, ἀλλ´ ᾧ τὸ ληφθὲν ἑτέρων 45436 4.31c.86.11 : ἀρχή; 45437 4.31c.87.1 : Βίωνος. 45438 4.31c.87.2 : Βίων ἔλεγε καταγελάστους εἶναι τοὺς σπουδάζοντας 45439 4.31c.87.3 : περὶ πλοῦτον, ὃν τύχη μὲν παρέχει, ἀνελευθερία δὲ φυ– 45440 4.31c.87.4 : λάττει, χρηστότης δὲ ἀφαιρεῖται. 45441 4.31c.88.1 : Διογένους. 45442 4.31c.88.2 : Ἔλεγε δὲ μήτε ἐν πόλει πλουσίᾳ μήτε ἐν οἰκίᾳ ἀρετὴν 45443 4.31c.88.3 : οἰκεῖν δύνασθαι. 45444 4.31c.89.1 : Μονίμου. 45445 4.31c.89.2 : Τὸν πλοῦτον εἶπε Τύχης ἔμετον εἶναι. 45446 4.31c.90.1 : Σωκράτους. 45447 4.31c.90.2 : Σωκράτης εἶπε ’πολλοῦ ἂν ἄξιον ἦν τὸ πλουτεῖν, εἰ 45448 4.31c.90.3 : καὶ τὸ χαίρειν αὐτῷ συνῆν· νῦν δὲ ἄμφω ταῦτα κεχώρι– 45449 4.31c.90.4 : σται. ἐάν τε γὰρ θέλωσι χρῆσθαι τῷ πλούτῳ, τῇ ἡδυ– 45450 4.31c.90.5 : παθείᾳ διαφθείρονται· ἐάν τε τὸ πλουτεῖν φυλάττειν, τῇ 45451 4.31c.90.6 : φροντίδι· ἐάν τε κτήσασθαι, τῇ ἐπιθυμίᾳ‘. 45452 4.31c.91.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστοτέλους Χρειῶν. 45453 4.31c.91.2 : Ἀνακρέων ὁ μελοποιὸς λαβὼν τάλαντον χρυσίου παρὰ 45454 4.31c.91.3 : Πολυκράτους τοῦ τυράννου, ἀπέδωκεν εἰπὼν ’μισῶ δω– 45455 4.31c.91.4 : ρεάν, ἥ τις ἀναγκάζει ἀγρυπνεῖν‘. 45456 4.31c.92.1 : Ἱέρακος ἐκ τοῦ Περὶ δικαιοσύνης. 45457 4.31c.92.2 : Ἢ πῶς ἂν ἡ τοῦ πλούτου κτῆσις ἐπὶ δικαιοσύνην 45458 4.31c.92.3 : καὶ τὰς ἄλλας ἀρετὰς τινὸς ἡγήσαιτο; τὰ γὰρ ὑπηρε– 45459 4.31c.92.4 : τοῦντα πρὸς τὰ χείρω ἐναντία πρὸς τὴν τῶν βελτίστων 45460 4.31c.92.5 : κτῆσιν. τὰ χρήματα δὲ παρακαλεῖ μὲν ἐπὶ ῥᾳθυμίαν, 45461 4.31c.92.6 : ζωπυρεῖ δὲ τὰς ἡδονάς, ἐπιβουλὰς δὲ διχῇ συντίθησι, 45462 4.31c.92.7 : κατὰ μὲν τῶν εὐπόρων διὰ τῶν φθονούντων, κατὰ δὲ 45463 4.31c.92.8 : τῶν πενήτων διὰ τῶν δυνατωτέρων. ἃ τοίνυν ἄλλους 45464 4.31c.92.9 : μὲν τοῖς κεκτημένοις ἐπιβουλεύειν ποιεῖ, τοὺς δὲ ἔχοντας 45465 4.31c.92.10 : ἰσχυροὺς πρὸς ἀδικίαν παρασκευάζει, πῶς ἂν εἰς δικαιο– 45466 4.31c.92.11 : σύνην συντελέσειεν; 45467 4.32.t.1 : {1ΟΤΙ ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΑ ΑΒΛΑΒΗ ΣΥΜΜΕΤΡΩΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΩΣ ΠΟΡΙΣ– 45468 4.32.t.2 : ΘΕΝΤΑ, ΚΑΙ ΟΤΙ ΤΩΝ ΜΕΣΩΝ Ο ΠΛΟΥΤΟΣ.}1 45469 4.32.93.1 : Εὐριπίδου Μελανίππη (fr. 504 N. 2). 45470 4.32.93.2 : Ὦ τέκνον, ἀνθρώποισιν ἔστιν οἷς βίος 45471 4.32.93.3 : ὁ μικρὸς εὔκρας ἐγένεθ´, οἷς δ´ ὄγκος κακόν. 45472 4.32.94.1 : Εὐριπίδου Φρίξῳ (fr. 825 N. 2). 45473 4.32.94.2 : Κρείσσων δὲ βαιὸς ὄλβος ἀβλαβὴς βροτοῖς 45474 4.32.94.3 : ἢ δῶμα πλούτῳ δυσσεβῶς ὠγκωμένον. 45475 4.32.95.1 : Εὐριπίδου Κρεσφόντῃ (fr. 459 N. 2). 45476 4.32.95.2 : Κέρδη τοιαῦτα χρή τινα κτᾶσθαι βροτῶν, 45477 4.32.95.3 : ἐφ´ οἷσι μέλλει μή ποθ´ ὕστερον στένειν. 45478 4.32.96.1 : (Eiusd. Dictyis fr. 341 N. 2) 45479 4.32.96.2 : Μή μοι ποτ´ εἴη χρημάτων νικωμένῳ 45480 4.32.96.3 : κακὸν γενέσθαι, μηδ´ ὁμιλοίην κακοῖς. 45481 4.32.97.1 : Τοῦ αὐτοῦ Ἐρεχθεῖ (fr. 362, 11 N. 2). 45482 4.32.97.2 : Ἀδίκως δὲ μὴ 〈κτῶ〉 χρήματ´, ἢν βούλῃ πολὺν 45483 4.32.97.3 : χρόνον μελάθροις ἐμμένειν. τὰ γὰρ κακῶς 45484 4.32.97.4 : οἴκους ἐσελθόντ´ οὐκ ἔχει σωτηρίαν. 45485 4.32.98.1 : Εὐριπίδου Φοινίσσαις. 45486 4.32.98.2 : *** 45487 4.32.99.1 : (Eur. El. 943 s.) 45488 4.32.99.2 : Ὁ δ´ ὄλβος ἀδίκως καὶ μετὰ σκαιῶν συνὼν 45489 4.32.99.3 : ἐξέπτατ´ οἴκων βραχὺν ὁμιλήσας χρόνον. 45490 4.32.100.1 : Μενάνδρου Μηναγύρτῃ (Demiurgi fr. 114 K.). 45491 4.32.100.2 : Μακάριος ὅστις οὐσίαν καὶ νοῦν ἔχει· 45492 4.32.100.3 : χρῆται γὰρ οὗτος εἰς ἃ δεῖ ταύτῃ καλῶς. 45493 4.32.101.1 : (Menandri Menag. fr. 323 K.) 45494 4.32.101.2 : Οὕτω μαθεῖν δεῖ πάντα καὶ πλοῦτον φέρειν· 45495 4.32.101.3 : ἀσχημοσύνης γὰρ γίνετ´ ἐνίοις αἴτιος. 45496 4.32.102.1 : Εὐριπίδου Ἰνοῖ (fr. 417 N. 2). 45497 4.32.102.2 : Κέκτησο δ´ ὀρθῶς ἃν ἔχῃς ἄνευ ψόγου, 45498 4.32.102.3 : κἂν σμικρὰ σώζων † τοὔνεχ´ ὃν σέβειν πρέπει, 45499 4.32.102.4 : μὴ δ´ ὡς κακὸς ναύκληρος εὖ πράξας ποτὲ 45500 4.32.102.5 : ζητῶν τὰ πλείον´, εἶτα πάντ´ ἀπώλεσεν. 45501 4.32.103.1 : Σοφοκλέους (fr. 85 N. 2). 45502 4.32.103.2 : Τὰ χρήματ´ ἀνθρώποισιν εὑρίσκει φίλους. 45503 4.32.104.1 : (Eur. Phoen. 555–57) 45504 4.32.104.2 : Οὔ τοι τὰ χρήματ´ ἴδια κέκτηνται βροτοί· 45505 4.32.104.3 : τὰ τῶν θεῶν δ´ ἔχοντες ἐπιμελούμεθα. 45506 4.32.104.4 : ὅταν δὲ χρῄζως´, αὔτ´ ἀφαιροῦνται πάλιν. 45507 4.32.105.1 : Εὐριπίδου Ἐρεχθέως (fr. 354 N. 2). 45508 4.32.105.2 : Τὰς οὐσίας γὰρ μᾶλλον ἢ τὰς ἁρπαγὰς 45509 4.32.105.3 : τιμᾶν δίκαιον· οὔτε γὰρ πλοῦτος ποτὲ 45510 4.32.105.4 : βέβαιος ἄδικος ... 45511 4.32.106.1 : Μενάνδρου (fr. 666 K.). 45512 4.32.106.2 : Κρεῖττον ὀλίγ´ ἐστὶ χρήματ´ ἀνυπόπτως ἔχειν, 45513 4.32.106.3 : ἢ πολλὰ φανερῶς † ἃ δὲ μετ´ ὀνείδους λαβεῖν. 45514 4.32.107.1 : Σωκράτους. 45515 4.32.107.2 : Ὁ μὲν οἶνος συμμεταβάλλει τοῖς ἀγγείοις, ὁ δὲ πλοῦ– 45516 4.32.107.3 : τος τοῖς τῶν κεκτημένων τρόποις. 45517 4.32.108.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 45518 4.32.108.2 : Οὔτε τὸν ἄρρωστον ἡ χρυσῆ ὠφελεῖ κλίνη οὔτε τὸν 45519 4.32.108.3 : ἀνόητον ἡ ἐπίσημος εὐτυχία. 45520 4.32.109.1 : Ἰσοκράτους Νικοκλῆς ἢ Κύπριοι ( 50). 45521 4.32.109.2 : Τοὺς χρηματισμοὺς τοὺς παρὰ τὸ δίκαιον γιγνομένους 45522 4.32.109.3 : ἡγεῖσθαι μὴ πλοῦτον ἀλλὰ κίνδυνον ποιήσειν. μὴ τὸ μὲν 45523 4.32.109.4 : λαβεῖν κέρδος εἶναι νομίζετε, τὸ δὲ ἀναλῶσαι ζημίαν· οὐδέ– 45524 4.32.109.5 : τερον γὰρ τούτων ἀεὶ τὴν αὐτὴν ἔχει δύναμιν, ἀλλ´ ὁπό– 45525 4.32.109.6 : τερον ἂν ἐν καιρῷ καὶ μετ´ ἀρετῆς γίγνηται, τοῦτ´ ὠφελεῖ 45526 4.32.109.7 : τοὺς ποιοῦντας. 45527 4.32.110.1 : Ἐκ τῶν Ἀρίστωνος Ὁμοιωμάτων (Aristo- 45528 4.32.110.2 : nis Chii fr. 397 de Arn.). 45529 4.32.110.3 : Ὡς τὸν αὐτὸν οἶνον πίνοντες οἱ μὲν παροινοῦσιν οἱ 45530 4.32.110.4 : δὲ πραΰνονται, οὕτω καὶ πλοῦτον .... 45531 4.32.111.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστωνύμου τομαρίων. 45532 4.32.111.2 : Οἶνος συμμεταβάλλει τοῖς ἀγγείοις, ὁ δὲ πλοῦτος 45533 4.32.111.3 : τοῖς τῶν κτησαμένων τρόποις. 45534 4.32.112.1 : Ἀριστοτέλους. 45535 4.32.112.2 : Κρεῖττον πρὸς εὐδαιμονίαν ἐλάττω κεκτῆσθαι ἢ πολλὰ 45536 4.32.112.3 : μετὰ φθόνου. καὶ γὰρ καλλίων καὶ ἡδίων ὁ βίος οὗτος. 45537 4.32.113.1 : Λυκούργου. 45538 4.32.113.2 : Οὐ τὸ πλουτεῖν καλόν, ἀλλὰ τὸ ἐκ καλῶν πλουτεῖν. 45539 4.32.114.1 : Ἰσοκράτους πρὸς Δημόνικον ( 27 p. 7 e). 45540 4.32.114.2 : Ἀγάπα τῶν ὑπαρχόντων ἀγαθῶν μὴ τὴν ὑπερβάλ– 45541 4.32.114.3 : λουσαν κτῆσιν, ἀλλὰ τὴν μετρίαν ἀπόλαυσιν. 45542 4.32.115.1 : Ἰσοκράτους πρὸς Δημόνικον ( 28 p. 8 a). 45543 4.32.115.2 : Πειρῶ τὸν πλοῦτον 〈χρήματα καὶ κτήματα κατα– 45544 4.32.115.3 : σκευάζειν· ἔστι δὲ〉 χρήματα μὲν τοῖς ἀπολαύειν ἐπιστα– 45545 4.32.115.4 : μένοις, κτήματα δὲ τοῖς κεκτῆσθαι δυναμένοις. 45546 4.32.116.1 : Τοῦ αὐτοῦ ( 28–29 p. 8 a). 45547 4.32.116.2 : Τίμα τὴν ὑπάρχουσαν οὐσίαν δυοῖν ἕνεκεν, τοῦ τε 45548 4.32.116.3 : ζημίαν μεγάλην ῥᾳδίως ἐκτῖσαι καὶ τοῦ φίλῳ σπουδαίῳ 45549 4.32.116.4 : δυστυχοῦντι βοηθῆσαι. πρὸς δὲ τὸν ἄδηλον βίον μηδὲν 45550 4.32.116.5 : ὑπερβαλλόντως ἀλλὰ μετρίως αὐτὴν ἀγάπα. στέργε μὲν 45551 4.32.116.6 : τὰ παρόντα, ζήτει δὲ τὰ βελτίω. 45552 4.32.117.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Ἐρυξίου (p. 397 E). 45553 4.32.117.2 : Ἠρώτα γὰρ αὐτὸν τὸ μειράκιον, πῶς οἴεται κακὸν 45554 4.32.117.3 : εἶναι τὸ πλουτεῖν, καὶ ὅπως ἀγαθόν. ὁ δ´ ὑπολαβών, 45555 4.32.117.4 : ὥσπερ καὶ σὺ νῦν δή, ἔφη, τοῖς μὲν καλοῖς κἀγαθοῖς τῶν 45556 4.32.117.5 : ἀνθρώπων ἀγαθόν, καὶ τοῖς ἐπισταμένοις ὅπου δεῖ χρῆ– 45557 4.32.117.6 : σθαι τοῖς χρήμασι, τούτοις μὲν ἀγαθόν, τοῖς δὲ μοχθη– 45558 4.32.117.7 : ροῖς καὶ ἀνεπιστήμοσι κακόν. ἔχει δ´, ἔφη, καὶ τἄλλα 45559 4.32.117.8 : πράγματα οὕτω πάντα· ὁποῖοι γὰρ ἄν τινες ὦσιν οἱ χρώ– 45560 4.32.117.9 : μενοι, τοιαῦτα καὶ τὰ πράγματ´ αὐτοῖς ἀνάγκη εἶναι. 45561 4.32.117.10 : καλῶς δ´, ἔφη, δοκεῖ μοι καὶ τὸ τοῦ Ἀρχιλόχου πε– 45562 4.32.117.11 : ποιῆσθαι 45563 4.32.117.12 : καὶ φρονεῦσι τοῖα ὁκοίοις ἐγκυρέωσιν ἔργμασιν. 45564 4.32.118.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ αʹ τῆς Πολιτείας 45565 4.32.118.2 : (p. 330 B–331 C). 45566 4.32.118.3 : Οὗ τοι ἕνεκα ἠρόμην, ἦν δ´ ἐγώ, ὅτι μοι ἔδοξας οὐ 45567 4.32.118.4 : σφόδρα ἀγαπᾶν τὰ χρήματα, τοῦτο δὲ ποιοῦσιν ὡς τὸ 45568 4.32.118.5 : πολὺ οἳ ἂν μὴ αὐτοὶ κτήσωνται· οἱ δὲ κτησάμενοι διπλῇ 45569 4.32.118.6 : ἢ οἱ ἄλλοι ἀσπάζονται αὐτό. ὥσπερ γὰρ οἱ ποιηταὶ τὰ 45570 4.31d.118.7 : αὑτῶν ποιήματα καὶ οἱ πατέρες τοὺς παῖδας ἀγαπῶσι, 45571 4.31d.118.8 : ταύτῃ τε δὴ καὶ οἱ χρηματισάμενοι τὰ χρήματα σπουδά– 45572 4.31d.118.9 : ζουσιν ὡς ἔργον ἑαυτῶν, καὶ κατὰ τὴν χρείαν ᾗπερ οἱ 45573 4.31d.118.10 : ἄλλοι. χαλεποὶ οὖν καὶ συγγενέσθαι εἰσίν, οὐδὲν ἐθέλον– 45574 4.31d.118.11 : τες ἐπαινεῖν ἀλλ´ ἢ τὸν πλοῦτον. Ἀληθῆ, ἔφη, λέγεις. 45575 4.31d.118.12 : Πάνυ μὲν οὖν, ἦν δ´ ἐγώ. ἀλλά μοι ἔτι τοσόνδε εἰπέ· τί 45576 4.31d.118.13 : μέγιστον οἴει ἀγαθὸν ἀπολελαυκέναι τοῦ πολλὴν οὐσίαν 45577 4.31d.118.14 : κεκτῆσθαι; Ὅ, ἦ δ´ ὅς, ἴσως οὐκ ἂν ἄλλους † καὶ πολλοὺς 45578 4.31d.118.15 : πείσαιμι λέγων. εὖ γὰρ ἴσθι, ἔφη, ὦ Σώκρατες, ὅτι, 45579 4.31d.118.16 : ἐπειδάν τις ἐγγὺς ᾖ τοῦ οἴεσθαι τελευτήσειν, εἰσέρχεται 45580 4.31d.118.17 : αὐτῷ δέος καὶ φροντὶς περὶ ὧν ἐν τῷ πρόσθεν οὐκ 45581 4.31d.118.18 : εἰσῄει. οἵ τε γὰρ λεγόμενοι μῦθοι περὶ τῶν ἐν Ἅιδου, 45582 4.31d.118.19 : ὡς τὸν ἐνθάδε ἀδικήσαντα δεῖ ἐκεῖ διδόναι δίκην, κατα– 45583 4.31d.118.20 : γελώμενοι τέως, τότε δὴ στρέφουσιν αὐτοῦ τὴν ψυχὴν μὴ 45584 4.31d.118.21 : ἀληθεῖς ὦσιν· καὶ αὐτός, ἤτοι ὑπὸ τῆς τοῦ γήρως ἀσθε– 45585 4.31d.118.22 : νείας ἢ καὶ ὥσπερ ἤδη ἐγγυτέρω ὢν τῶν ἐκεῖ μᾶλλόν τι 45586 4.31d.118.23 : καθορᾶ αὐτά, ὑποψίας δ´ οὖν καὶ δείματος μεστὸς γίγνε– 45587 4.31d.118.24 : ται καὶ ἀναλογίζεται καὶ σκοπεῖ, εἴ τινά τι ἠδίκηκεν. 45588 4.31d.118.25 : ὁ μὲν οὖν εὑρίσκων ἑαυτοῦ ἐν τῷ βίῳ πολλὰ ἀδικήματα 45589 4.31d.118.26 : καὶ ἐκ τῶν ὕπνων, ὥσπερ οἱ παῖδες, θαμὰ ἐγειρόμενος 45590 4.31d.118.27 : δειμαίνει καὶ ζῇ μετὰ κακῆς ἐλπίδος· τῷ δὲ μηδὲν ἑαυτῷ 45591 4.31d.118.28 : ἄδικον ξυνειδότι ἡδεῖα ἐλπὶς ἀεὶ πάρεστι καὶ ἀγαθὴ γη– 45592 4.31d.118.29 : ροτρόφος, ὥσπερ καὶ Πίνδαρος λέγει. χαριέντως γάρ, ὦ 45593 4.31d.118.30 : Σώκρατες, τοῦτ´ ἐκεῖνος εἶπεν, ὅτι ὃς ἂν δικαίως καὶ 45594 4.31d.118.31 : ὁσίως τὸν βίον διαγάγῃ, 45595 4.31d.118.32 : γλυκεῖά οἱ καρδίαν ἀτάλλοισα γηροτρόφος ξυναορεῖ 45596 4.31d.118.33 : Ἐλπίς, ἃ μάλιστα θνατῶν πολύστροφον γνώμαν κυβερνᾷ. 45597 4.31d.118.34 : εὖ οὖν λέγει, θαυμαστῶς ὡς σφόδρα. πρὸς δὴ τοῦτ´ 45598 4.31d.118.35 : ἔγωγε τίθημι τὴν τῶν χρημάτων κτῆσιν πλείστου ἀξίαν 45599 4.31d.118.36 : εἶναι, οὔ τι που παντὶ ἀνδρὶ ἀλλὰ τῷ ἐπιεικεῖ. τὸ γὰρ 45600 4.31d.118.37 : μηδὲ ἄκοντά τινα ἐξαπατῆσαι ἢ ψεύσασθαι, μηδ´ αὖ 45601 4.31d.118.38 : ὀφείλοντα ἢ θεῷ θυσίας τινὰς ἢ ἀνθρώπῳ χρήματα, 45602 4.31d.118.39 : ἔπειτα ἐκεῖσε ἀπιέναι δεδιότα, μέγα μέρος εἰς τοῦτο ἡ 45603 4.31d.118.40 : τῶν χρημάτων κτῆσις συμβάλλεται. ἔχει δὲ καὶ ἄλλας 45604 4.31d.118.41 : χρείας πολλάς· ἀλλὰ ἕν γε ἀνθ´ ἑνὸς οὐκ ἐλάχιστον 45605 4.31d.118.42 : ἔγωγε θείην ἂν εἰς τοῦτο ἀνδρὶ νοῦν ἔχοντι, ὦ Σώκρατες, 45606 4.31d.118.43 : πλοῦτον χρησιμώτατον εἶναι. Παγκάλως, ἦν δ´ ἐγώ, λέ– 45607 4.31d.118.44 : γεις, ὦ Κέφαλε. 45608 4.31d.119.1 : Μουσωνίου (fr. XXXIV H.). 45609 4.31d.119.2 : Τῶν μὲν Κροίσου καὶ Κινύρου θησαυρῶν πενίαν 45610 4.31d.119.3 : ἐσχάτην καταψηφιούμεθα· ἕνα δὲ καὶ μόνον πιστεύσομεν 45611 4.31d.119.4 : εἶναι πλούσιον [ἢ σοφὸν] τὸν δυνάμενον κτήσασθαι τὸ 45612 4.31d.119.5 : ἀνενδεὲς πανταχοῦ. 45613 4.31d.120.1 : Δημοκρίτου (fr. 282 Diels 2). 45614 4.31d.120.2 : Χρημάτων χρῆσις ξὺν νόῳ μὲν χρήσιμον εἰς τὸ 45615 4.31d.120.3 : ἐλευθέριον εἶναι καὶ δημωφελέα, ξὺν ἀνοίῃ δὲ χορηγίη 45616 4.31d.120.4 : ξυνή. 45617 4.31d.121.1 : Δημοκρίτου (fr. 78 Diels 2). 45618 4.31d.121.2 : Χρήματα πορίζειν μὲν οὐκ ἀχρεῖον, ἐξ ἀδικίης δὲ 45619 4.31d.121.3 : πάντων κάκιον. 45620 4.31d.122.1 : Πυθαγόρου. 45621 4.31d.122.2 : Οὔτε ἵππον χωρὶς χαλινοῦ οὔτε πλοῦτον δίχα φρο– 45622 4.31d.122.3 : νήσεως δυνατὸν κρατεῖσθαι. 45623 4.31d.123.1 : Πλάτωνος. 45624 4.31d.123.2 : Ἐρωτηθεὶς πόσην δεῖ οὐσίαν ἔχειν, εἶπεν ’ὅσην ἔχων 45625 4.31d.123.3 : οὔτ´ ἐπιβουλευθήσῃ οὔτε τῶν ἀναγκαίων ἀπορήσεις‘. 45626 4.31d.124.1 : Κλεάνθους (fr. 617 Arn.). 45627 4.31d.124.2 : Κλεάνθης ἐρωτώμενος πῶς ἄν τις εἴη πλούσιος, 45628 4.31d.124.3 : ’εἰ τῶν ἐπιθυμιῶν‘ εἶπεν ’εἴη πένης‘. 45629 4.31d.125.1 : Φαβωρίνου (fr. 82 Marres). 45630 4.31d.125.2 : Οὐδεὶς γοῦν οὕτω πλουτεῖ, ὅστις οὐκ ἐλάττω ἔχει ὧν 45631 4.31d.125.3 : βούλεται. τὸν δὲ εὐθυμεῖσθαι θέλοντα χρὴ ἐν μὲν τοῖς 45632 4.31d.125.4 : ἀγαθοῖς ἀφορᾶν εἰς τοὺς ἐλάττω ἀγαθὰ κεκτημένους, ἐν 45633 4.31d.125.5 : δὲ τοῖς κακοῖς εἰς τοὺς μᾶλλον δυστυχοῦντας. ἐὰν δέ γε 45634 4.31d.125.6 : ἢ ἐν τοῖς ἀγαθοῖς εἰς τὸ ὑπερέχον ἢ ἐν τοῖς κακοῖς εἰς 45635 4.31d.125.7 : τὸ ἐνδεέστερον ἀποβλέπῃς, ἀεὶ λυπήσῃ. ἔστι δὲ λύπη 45636 4.31d.125.8 : ἀνία 〈ἡ〉 ἐπὶ τοῖς οἰκείοις κακοῖς. 45637 4.31d.126.1 : Ἐκ τῆς ἐπιστολῆς τῆς Περὶ φιλίας (Plut. 45638 4.31d.126.2 : fr. XVIII 11 Bernard.). 45639 4.31d.126.3 : Πλούτῳ μέντοι χρηστέον ὡς ὕλῃ τινός, οὐκ ἐπὶ παν– 45640 4.31d.126.4 : τὸς ὁμοίως. 45641 4.31d.127.1 : Ἐν ταὐτῷ (Plut. fr. XVIII 12 Bernard.). 45642 4.31d.127.2 : Ἀρετὴν οὖν τοῖς πᾶσι μᾶλλον εὐκτέον ἢ πλοῦτον 〈τὸν〉 45643 4.31d.127.3 : ἀνοήτοις σφαλερόν· ὑπὸ γὰρ χρημάτων αὔξεται κακία· καὶ 45644 4.31d.127.4 : ὅσῳ τις ἂν ἄφρων ᾖ, τοσούτῳ πλέον ἐξυβρίζει, τὸ λυσ– 45645 4.31d.127.5 : σῶδες αὑτοῦ τῶν ἡδονῶν ἐκπληροῦν ἔχων. 45646 4.31d.128.1 : Ἀριστίππου. 45647 4.31d.128.2 : Οὐχ ὥσπερ ὑπόδημα τὸ μεῖζον δύσχρηστον, οὕτω 45648 4.31d.128.3 : καὶ ἡ πλείων κτῆσις· τοῦ μὲν γὰρ ἐν τῇ χρήσει τὸ πε– 45649 4.31d.128.4 : ριττὸν ἐμποδίζει, τῇ δὲ καὶ ὅλῃ χρῆσθαι κατὰ καιρὸν 45650 4.31d.128.5 : ἔξεστι καὶ μέρει. 45651 4.31d.129.1 : Σωκράτους. 45652 4.31d.129.2 : Ἱδρὼς μὲν ὁ ἐκ τῶν γυμνασίων εὐσχημονέστερος, 45653 4.31d.129.3 : πλοῦτος δὲ ὁ ἐκ τῶν ἰδίων πόνων. 45654 4.31d.130.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 45655 4.31d.130.2 : Τὸν πλοῦτον ὥσπερ φίλον ἐκτενῆ καὶ ἀπροφάσιστον 45656 4.31d.130.3 : εἰς τὰς καλὰς δεῖ παραλαμβάνειν πράξεις. 45657 4.32a.t.1 : {1ΠΕΝΙΑΣ ΕΠΑΙΝΟΣ.}1 45658 4.32a.1.1 : Ἀντιφάνους (fr. 293 K.). 45659 4.32a.1.2 : Ἅπανθ´ ὁ λιμὸς γλυκέα πλὴν αὑτοῦ ποεῖ. 45660 4.32a.1a.1 : (incerti poetae comici) 45661 4.32a.1a.2 : Πενία γάρ ἐστιν ἡ τρόπων διδάσκαλος. 45662 4.32a.2.1 : Μενάνδρου Κιθαριστῇ (fr. 282 K.). 45663 4.32a.2.2 : Τὸ κουφότατόν σε τῶν κακῶν πάντων δάκνει, 45664 4.32a.2.3 : πενία. τί γὰρ τοῦτ´ ἐστίν, ἧς γένοιτ´ ἂν εἷς 45665 4.32a.2.4 : φίλος βοηθήσας ἰατρὸς ῥᾳδίως; 45666 4.32a.3.1 : Διφίλου (fr. 104 K.). 45667 4.32a.3.2 : Πένητος ἀνδρὸς οὐδὲν εὐτυχέστερον· 45668 4.32a.3.3 : τὴν [γὰρ] ἐπὶ τὸ χεῖρον μεταβολὴν οὐ προσδοκᾷ. 45669 4.32a.4.1 : Εὐριπίδου Φοινίσσαις ( 554). 45670 4.32a.4.2 : Ἐπεὶ τά γ´ ἀρκοῦνθ´ ἱκανὰ τοῖς γε σώφροσι. 45671 4.32a.5.1 : Μενάνδρου (fr. 810 K.). 45672 4.32a.5.2 : Αἰσχυνόμενος αἴσχιστα πενίαν 〈ἂν〉 φέροις. 45673 4.32a.6.1 : Μενάνδρου Λευκαδίᾳ (fr. 310 K.). 45674 4.32a.6.2 : Ἀεὶ νομίζονθ´ οἱ πένητες τῶν θεῶν. 45675 4.32a.7.1 : Εὐριπίδου Πολυείδῳ (fr. 641 N. 2). 45676 4.32a.7.2 : Πλουτεῖς· τὰ δ´ ἄλλα μὴ δόκει ξυνιέναι· 45677 4.32a.7.3 : ἐν τῷ γὰρ ὄλβῳ φαυλότης ἔνεστί τις. 45678 4.32a.7.4 : πενία δὲ σοφίαν ἔλαχε διὰ τὸ δυστυχές. 45679 4.32a.8.1 : Ἀλέξιδος (fr. 281 K.). 45680 4.32a.8.2 : Τῶν γὰρ ἀγαθῶν τὸν πλοῦτον ὕστατον τίθει· 45681 4.32a.8.3 : ἀβεβαιότατον γάρ ἐστιν ὧν κεκτήμεθα. 45682 4.32a.8.4 : τὰ δ´ ἄλλ´ ἐπιεικῶς τοῖς ἔχουσι παραμένει. 45683 4.32a.9.1 : Ἀπολλώνιος Λύκῳ (epist. p. 127a Herch.). 45684 4.32a.9.2 : Οὐ τὸ πένεσθαι κατὰ φύσιν αἰσχρόν, ἀλλὰ τὸ δι´ 45685 4.32a.9.3 : αἰσχρὰν αἰτίαν πένεσθαι ὄνειδος. 45686 4.32a.10.1 : Αἰλιανοῦ ἐκ τῆς Συμμίκτου ἱστορίας (II 43). 45687 4.32a.10.2 : Πενέστατοι ἐγένοντο οἱ ἄριστοι τῶν Ἑλλήνων· Ἀρι– 45688 4.32a.10.3 : στείδης ὁ Νικομάχου καὶ Φωκίων ὁ Φώκου καὶ Ἐπαμι– 45689 4.32a.10.4 : νώνδας ὁ Πολύμνιδος καὶ Πελοπίδας ὁ Θηβαῖος καὶ 45690 4.32a.10.5 : Λάμαχος ὁ Ἀθηναῖος καὶ Σωκράτης ὁ Σωφρονίσκου καὶ 45691 4.32a.10.6 : Ἐφιάλτης δὲ ὁ Σοφωνίδου. 45692 4.32a.11.1 : Διογένους. 45693 4.32a.11.2 : Διογένης τὴν πενίαν αὐτοδίδακτον ἔφη εἶναι ἐπικού– 45694 4.32a.11.3 : ρημα πρὸς φιλοσοφίαν· ἃ γὰρ ἐκείνην πείθειν τοῖς λόγοις 45695 4.32a.11.4 : πειρᾶσθαι, ταῦτ´ ἐν ἔργοις τὴν πενίαν ἀναγκάζειν. 45696 4.32a.12.1 : Διογένους. 45697 4.32a.12.2 : Διογένης, ὀνειδίσαντος αὐτῷ τινος πενίαν μοχθηροῦ, 45698 4.32a.12.3 : ἔφη ’διὰ μὲν πενίαν οὐδένα πώποτε στρεβλούμενον εἶδον, 45699 4.32a.12.4 : διὰ δὲ κακίαν πολλούς‘. 45700 4.32a.13.1 : Ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου Ἐγχειριδίου (c. 39). 45701 4.32a.13.2 : Μέτρον κτήσεως τὸ σῶμα ὡς ὁ ποὺς ὑποδήματος. 45702 4.32a.13.3 : ἐὰν μὲν ἐπὶ τούτου στῇς, ἔχεις τὸ μέτρον καὶ τὴν ἐπι– 45703 4.32a.13.4 : βάθραν· ἐὰν δὲ ὑπερβῇς, ἀφῆκας ὡς κατὰ κρημνοῦ σεαυ– 45704 4.32a.13.5 : τόν. οὕτω γίγνεται κατάχρυσον ὑπόδημα, εἶτα πορφυροῦν, 45705 4.32a.13.6 : εἶτα κεντητόν· ὑπερέβη γὰρ τὴν χρείαν τοῦ ποδός. τὸ 45706 4.32a.13.7 : αὐτὸ καὶ ἐπὶ τῆς κτήσεως, ἐὰν ὑπερβῇ σῶμα, ὅρος οὐ– 45707 4.32a.13.8 : δείς ἐστι. 45708 4.32a.14.1 : Φαβωρίνου (fr. 83 Marres). 45709 4.32a.14.2 : Πενίας διττὸν εἶδος· ἢ γὰρ διὰ τὴν γνώμην ἄνθρωποι 45710 4.32a.14.3 : πένονται ἢ διὰ τὴν τύχην. ἀλλὰ τὴν μὲν τύχην ἔστι θερα– 45711 4.32a.14.4 : πεῦσαι καὶ δόσει καὶ εὑρέσει καὶ ἐργασίᾳ καὶ αὐταρκείᾳ· 45712 4.32a.14.5 : τὴν δὲ γνώμην οὐκ ἔστιν· οὐ γὰρ ὁμοίων δέονται οὗτός 45713 4.32a.14.6 : τοι κἀκεῖνος· ἀλλ´ ὁ μὲν περιέρχεται ’αἰτίζων ἀκόλους‘, 45714 4.32a.14.7 : ὁ δὲ οὐκ ἀκόλους οὐδὲ ψωμόν, .... 45715 4.32a.15.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Ὅτι καὶ γυναῖκα παιδευτέον 45716 4.32a.15.2 : (fr. XXII 6 Bernard.). 45717 4.32a.15.3 : Ἀρχύτας ἀναγνοὺς τὸν Ἐρατοσθένους Ἑρμῆν τοῦτον 45718 4.32a.15.4 : ἐπήνεγκε τὸν στίχον 45719 4.32a.15.5 : χρειὼ πάντ´ ἐδίδαξε· τί δ´ οὐ χρειώ κεν ἀνεύροι; 45720 4.32a.15.6 : καὶ τοῦτον 45721 4.32a.15.7 : ὀρθοῦ· καὶ γὰρ μᾶλλον ἐπωδίνουσι μέριμναι. 45722 4.32a.16.1 : Πλουτάρχου Κατὰ Πλούτου (fr. XXI 3 Bernard.). 45723 4.32a.16.2 : Οὐδέποτε λιμὸς ἐγέννησε μοιχείαν, οὐδέποτε ἀπορία 45724 4.32a.16.3 : χρημάτων ἀσωτίαν. βραχεῖά τίς ἐστι σωφροσύνη τὸ πενη– 45725 4.32a.16.4 : τεύειν ὀλίγη τις εὐνομία τὸ ἀπορεῖσθαι. 45726 4.32a.17.1 : Ἀρκεσιλάου. 45727 4.32a.17.2 : Ἀρκεσίλαος τὴν πενίαν λυπρὰν μὲν ἔλεγεν εἶναι ὥσπερ 45728 4.32a.17.3 : καὶ τὴν Ἰθάκην, ἀγαθὴν δὲ κουροτρόφον ἐθίζουσαν συνεῖ– 45729 4.32a.17.4 : ναι λιτότητι καὶ καρτερίᾳ, καὶ καθόλου γυμνάσιον ἀρετῆς 45730 4.32a.17.5 : ἔμπρακτον. 45731 4.32a.18.1 : Σωκράτους. 45732 4.32a.18.2 : Σωκράτης τὴν πενίαν ἔλεγεν μικρὰν εἶναι σωφροσύνην. 45733 4.32a.19.1 : Διογένους. 45734 4.32a.19.2 : Διογένης τὴν πενίαν ἔλεγεν αὐτοδίδακτον εἶναι ἀρετήν. 45735 4.32a.20.1 : Ὑψαίου. 45736 4.32a.20.2 : Θεράπευε τὸ φοβεῖσθαι, καὶ οὐ φοβήσῃ πενίαν. 45737 4.32a.21.1 : Ἐκ τῶν Τέλητος ἐπιτομή (Tel. rel. 2 p. 45 H.). 45738 4.32a.21.2 : Ἡ πενία κωλύει πρὸς τὸ φιλοσοφεῖν, ὁ δὲ πλοῦτος 45739 4.32a.21.3 : εἰς ταῦτα χρήσιμον. —Οὐκ εὖ. πόσους γὰρ οἴει δι´ εὐ– 45740 4.32a.21.4 : πορίαν ἢ δι´ ἔνδειαν κωλυθῆναι σχολάζειν; ἢ οὐχ ὁρᾷς ὅτι 45741 4.32a.21.5 : ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ οἱ πτωχότατοι φιλοσοφοῦσιν, οἱ δὲ πλού– 45742 4.32a.21.6 : σιοι διὰ ταῦτ´ αὐτὰ ἐν τῇ πάσῃ ἀσχολίᾳ εἰσίν; οὐ κακῶς 45743 4.32a.21.7 : δὲ καὶ Θέογνις λέγει 45744 4.32a.21.8 : πολλῷ τοι πλείους λιμοῦ κόρος ὤλεσεν ἄνδρας. 45745 4.32a.21.9 : ἐπεὶ ποῦ ἂν δείξειας δι´ ἔνδειαν κεκωλυμένους φιλοσο– 45746 4.32a.21.10 : φεῖν ὥσπερ διὰ πλοῦτον; ἢ οὐχ ὁρᾷς ὅτι διὰ μὲν ἔνδειαν 45747 4.32a.21.11 : καρτερεῖν βιάζονται, διὰ δὲ πλοῦτον τὰ ἐναντία; ὅταν 45748 4.32a.21.12 : γάρ, οἶμαι, τῷ ἀνθρώπῳ προσγένηται εὐχερῶς πορίζεσθαι 45749 4.32a.21.13 : ὧν ἂν ἐπιθυμῇ, οὐκέτι οὗτος πρὸς τὸ πονεῖν ἢ ζητεῖν τι 45750 4.32a.21.14 : ἐστίν, ἀλλ´ ἔχων συνεργὸν τὸν πλοῦτον τῇ αὑτοῦ κακίᾳ, 45751 4.32a.21.15 : οὐδεμιᾶς ἡδονῆς ἀπέχεται. ἢ πάλιν οὐχ ὁρᾷς διότι οἱ 45752 4.32a.21.16 : μὲν πλούσιοι πλείω πράττοντες κωλύονται τοῦ σχολάζειν, 45753 4.32a.21.17 : ὁ δὲ πένης οὐκ ἔχων τί πράττῃ, πρὸς τὸ φιλοσοφεῖν 45754 4.32a.21.18 : γίνεται; Ζήνων ἔφη Κράτητα ἀναγινώσκειν ἐν σκυτείῳ 45755 4.32a.21.19 : καθήμενον τὸν Ἀριστοτέλους Προτρεπτικόν, ὃν ἔγραψε 45756 4.32a.21.20 : πρὸς Θεμίσωνα τὸν Κυπρίων βασιλέα λέγων ὅτι οὐδενὶ 45757 4.32a.21.21 : πλείω ἀγαθὰ ὑπάρχει πρὸς τὸ φιλοσοφῆσαι· πλοῦτόν τε 45758 4.32a.21.22 : γὰρ πλεῖστον αὐτὸν ἔχειν ὥστε δαπανᾶν εἰς ταῦτα, ἔτι 45759 4.32a.21.23 : δὲ δόξαν ὑπάρχειν αὐτῷ. ἀναγινώσκοντος δὲ αὐτοῦ τὸν 45760 4.32a.21.24 : σκυτέα ἔφη προσέχειν ἅμα ῥάπτοντα, καὶ τὸν Κράτητα 45761 4.32a.21.25 : εἰπεῖν ’ἐγώ μοι δοκῶ, ὦ Φιλίσκε, γράφειν πρὸς σὲ προ– 45762 4.32a.21.26 : τρεπτικόν· πλείω γὰρ ὁρῶ σοὶ ὑπάρχοντα πρὸς τὸ φιλο– 45763 4.32a.21.27 : σοφῆσαι 〈ἢ〉 ᾧ ἔγραψεν Ἀριστοτέλης‘. ἢ πάλιν οἰκέται 45764 4.32a.21.28 : μὲν οἱ τυχόντες αὑτοὺς τρέφουσι καὶ μισθὸν τελοῦσι τοῖς 45765 4.32a.21.29 : κυρίοις, ἐλεύθερος δὲ ἀνὴρ αὑτὸν τρέφειν οὐ δυνήσεται; 45766 4.32a.21.30 : ἐπεὶ καὶ τῶν τοιούτων φροντίδων μοι δοκεῖ ὁ ἄβιος λελυ– 45767 4.32a.21.31 : μένος πολὺ εὐσχολώτερος εἶναι τῷ μηδὲν ὑπάρχειν. οἷον 45768 4.32a.21.32 : δήπου ἐν τῷ νῦν πολέμῳ περὶ οὐδενὸς φροντίζει ἢ περὶ 45769 4.32a.21.33 : αὑτοῦ, ὁ δὲ πλούσιος καὶ περὶ ἑτέρων. οὐ κακῶς οὖν 45770 4.32a.21.34 : οὐδὲ Σοφοκλῆς πεποίηκε λέγοντα τὸν Οἰδίπουν 45771 4.32a.21.35 : τὸ μὲν γὰρ ὑμῶν ἄλγος εἰς ἕν´ ἔρχεται, 45772 4.32a.21.36 : ἐγὼ δ´ ἐμαυτὸν καὶ πόλιν καὶ σὲ στένω. 45773 4.32a.21.37 : ἀλλ´ ὅμως ταῦθ´ ὁρῶντες γινόμενα οὐδὲν ἧττον κακοδαι– 45774 4.32a.21.38 : μονεῖν οἴονται, κἂν πένητες ὦσι. φασὶ δὲ καὶ ἐν ταῖς 45775 4.32a.21.39 : πόλεσιν ἐντιμοτέρους εἶναι μᾶλλον τοὺς πλουσίους τῶν 45776 4.32a.21.40 : πενήτων. οἱ τοιοῦτοι δέ μοι δοκοῦσιν οὐκ ἀκούειν διότι 45777 4.32a.21.41 : Ἀριστείδης πτωχότατος ὢν πάντων Ἀθηναίων ἐντιμότα– 45778 4.32a.21.42 : τος ἦν, καὶ ὅτε τοὺς φόρους ταῖς πόλεσιν ἤθελον τάξαι 45779 4.32a.21.43 : Ἀθηναῖοι, ἐκεῖνον κατέστησαν, οὐδένα οἰόμενοι δικαιότερ´ 45780 4.32a.21.44 : ἂν τάξαι· καὶ ὅτι Καλλίας πλουσιώτατος ὢν Ἀθηναίων 45781 4.32a.21.45 : μᾶλλον προσεποιεῖτο Ἀριστείδου οἰκεῖος εἶναι ἢ Ἀριστεί– 45782 4.32a.21.46 : δης Καλλίου, καὶ πολὺ μᾶλλον ᾐσχύνετο Ἀριστείδης ἐπὶ 45783 4.32a.21.47 : τῷ πλούτῳ 〈τῷ〉 Καλλίου ἢ Καλλίας ἐπὶ τῇ πενίᾳ τῇ 45784 4.32a.21.48 : Ἀριστείδου. ἢ πάλιν Λυσάνδρου τοῦ Σπαρτιάτου τίς ἐν– 45785 4.32a.21.49 : τιμότερος γέγονεν ἢ τιμῶν πλειόνων ἠξιώθη; καὶ οὗτος 45786 4.32a.21.50 : τὰς θυγατέρας οὐκ ἐδύνατο ἐκδόσθαι προῖκα δούς. 〈καὶ〉 45787 4.32a.21.51 : ἄλλους δὲ ὁπόσους θέλεις ἄν τις εἴποι, οἳ πένητες ὄντες 45788 4.32a.21.52 : ἐν μείζονι τιμῇ ἐγένοντο τῶν πλουσίων. οὐκ ἀπὸ τρόπου 45789 4.32a.21.53 : δέ μοι δοκεῖ οὐδ´ ὁ Εὐριπίδης ἐγκωμιάζων λέγειν τὸν 45790 4.32a.21.54 : Ἐτεοκλέα διότι νεανίας μὲν ἐνδεὴς ἦν, 45791 4.32a.21.55 : πλείστας δὲ τιμὰς ἔσχ´ ἐν Ἀργείων πόλει. 45792 4.32a.22.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τοῦ Συμποσίου (c. 3, 9). 45793 4.32a.22.2 : Τί γὰρ σύ, ἔφη, ὦ Χαρμίδη; ἐπὶ τίνι μέγα φρονεῖς; 45794 4.32a.22.3 : Ἐγὼ αὖ, ἔφη, ἐπὶ πενίᾳ μέγα φρονῶ. Νὴ Δί´, ἔφη ὁ Σω– 45795 4.32a.22.4 : κράτης, ἐπ´ εὐχαρίστῳ γε πράγματι. τοῦτο γὰρ δὴ ἥκιστα 45796 4.32a.22.5 : μὲν ἐπίφθονον, ἥκιστα δὲ περιμάχητον, καὶ ἀφύλακτον 45797 4.32a.22.6 : ὂν σῴζεται καὶ ἀμελούμενον ἰσχυρότερον γίνεται. 45798 4.33.t.1 : {1ΠΕΝΙΑΣ ΨΟΓΟΣ.}1 45799 4.33.23.1 : Εὐριπίδου Βελλεροφόντῃ (fr. 285 N. 2). 45800 4.33.23.2 : Ὅστις δὲ γαῦρον σπέρμα γενναῖόν τ´ ἔχων 45801 4.33.23.3 : βίου σπανίζει, τῷ γένει μὲν εὐτυχεῖ, 45802 4.33.23.4 : πενίᾳ δ´ ἐλάσσων ἐστίν, ἐν δ´ ἀλγύνεται 45803 4.33.23.5 : φρονῶν, ὑπ´ αἰδοῦς δ´ ἔργ´ ἀπωθεῖται χερῶν. 45804 4.33.24.1 : Μενάνδρου Γεωργῷ (fr. 93 K.). 45805 4.33.24.2 : Εὐκαταφρόνητόν ἐστι, Γοργία, πένης, 45806 4.33.24.3 : κἂν πάνυ λέγῃ δίκαια· τούτου γὰρ λέγειν 45807 4.33.24.4 : ἕνεκα μόνου νομίζεθ´ οὗτος, τοῦ λαβεῖν. 45808 4.33.24.5 : καὶ συκοφάντης εὐθὺς ὁ τὸ τριβώνιον 45809 4.33.24.6 : ἔχων καλεῖται, κἂν ἀδικούμενος τύχῃ. 45810 4.33.25.1 : Φιλήμονος (fr. 157 K.). 45811 4.33.25.2 : Ὅστις πένης ὢν ζῆν παρ´ ὃ ζῆν βούλεται· 45812 4.33.25.3 : ἡ γὰρ σπάνις πρόχειρος εἰς τὸ δρᾶν κακά. 45813 4.33.26.1 : (Incerti poetae comici III fr. 249 K.) 45814 4.33.26.2 : Ἔρημός ἐστ´ ἄνθρωπος ἠπορημένος. 45815 4.33.27.1 : Διφίλου (fr. 105 K.). 45816 4.33.27.2 : Πενία δὲ συγκραθεῖσα δυσσεβεῖ τρόπῳ 45817 4.33.27.3 : ἄρδην ἀνεῖλε καὶ κατέστρεψεν βίον. 45818 4.33.28.1 : Σοφοκλέους (deest Trag. gr. fr. N. 2). 45819 4.33.28.2 : Πενία δὲ τοῖς ἔχουσιν οὐ σμικρὰ νόσος. 45820 4.33.29.1 : (Incerti poetae comici cf. Com. v. II 45821 4.33.29.2 : p. 574 K.) 45822 4.33.29.3 : Πενίας οὐδείς ἐστι μείζων πολέμιος. 45823 4.33.30.1 : Μενάνδρου (fr. 6 K.). 45824 4.33.30.2 : Πρὸς ἅπαντα 〈πρᾶγμα〉 δειλὸν ὁ πένης ἐστὶ γὰρ 45825 4.33.30.3 : καὶ πάντας αὑτοῦ καταφρονεῖν ὑπολαμβάνει. 45826 4.33.30.4 : ὁ γὰρ μετρίως πράττων περισκελέστερον 45827 4.33.30.5 : ἅπαντα τἀνιαρά, Λαμπρία, φέρει. 45828 4.33.31.1 : Εὐριπίδου Ἠλέκτρας ( 376). 45829 4.33.31.2 : Πενία διδάσκει δ´ ἄνδρα τῇ χρείᾳ κακόν. 45830 4.33.32.1 : Καλλιμάχου (v. II p. 437 Schn.). 45831 4.33.32.2 : Αἰεὶ τοῖς μικροῖς μικρὰ διδοῦσι θεοί. 45832 4.33.33.1 : Κράντορος. 45833 4.33.33.2 : Οὐκ ἔστι πενίας οὐδὲν ἀθλιώτερον 45834 4.33.33.3 : ἐν τῷ βίῳ σύμπτωμα· καὶ γὰρ ἂν φύσει 45835 4.33.33.4 : σπουδαῖος ᾖς, πένης δέ, κατάγελως ἔσῃ. 45836 4.33.34.1 : Θεόγνιδος ( 649–52. 177–8). 45837 4.33.34.2 : Ἆ δειλὴ πενίη, τί ἐμοῖς ἐπικειμένη ὤμοις 45838 4.33.34.3 : σῶμα καταισχύνεις καὶ νόον ἡμέτερον; 45839 4.33.34.4 : αἰσχρὰ δέ μ´ οὐκ ἐθέλοντα βίῃ κακὰ πολλὰ διδάσκεις, 45840 4.33.34.5 : ἐσθλὰ μετ´ ἀνθρώπων καὶ κάλ´ ἐπιστάμενον. 45841 4.33.34.6 : πᾶς γὰρ ἀνὴρ πενίῃ δεδμημένος οὔτε τι εἰπεῖν 45842 4.33.34.7 : οὔθ´ ἕρξαι δύναται, γλῶσσα δέ οἱ δέδεται. 45843 4.33.35.1 : Ἀλκαίου ποιητοῦ (fr. 92 B. 4). 45844 4.33.35.2 : Ἀργαλέον πενία, κάκον ἄσχετον, ἃ μέγαν 45845 4.33.35.3 : δάμνησι λαὸν ἀμαχανίᾳ σὺν ἀδελφέᾳ. 45846 4.33.36.1 : Θεόγνιδος ( 155–158. 179–80). 45847 4.33.36.2 : Μήποτέ μοι πενίην θυμοφθόρον ἀνδρὶ χαλεφθείς, 45848 4.33.36.3 : μηδ´ ἀχρημοσύνην, Κύρνε, κακὴν πρόφερε. 45849 4.33.36.4 : Ζεὺς γάρ τοι τὸ τάλαντον ἐπιρρέπει ἄλλοτε ἄλλως, 45850 4.33.36.5 : ἄλλοτε μὲν πλουτεῖν, ἄλλοτε μηδὲν ἔχειν. 45851 4.33.36.6 : χρὴ δ´ ἀεὶ κατὰ γῆν τε καὶ εὐρέα νῶτα θαλάσσης 45852 4.33.36.7 : δίζεσθαι χαλεπῆς, Κύρνε, λύσιν πενίης. 45853 4.33.37.1 : Ἡσιόδου (Op. 717). 45854 4.33.37.2 : Μηδέποτ´ οὐλομένην πενίην θυμοφθόρον ἀνδρὶ 45855 4.33.37.3 : τέτλαθ´ ὀνειδίζειν, μακάρων δόσιν αἰὲν ἐόντων. 45856 4.33.38.1 : Θεόγνιδος ( 175 s.). 45857 4.33.38.2 : Χρὴ πενίην φεύγοντα καὶ ἐς μεγακήτεα πόντον 45858 4.33.38.3 : ῥιπτεῖν, καὶ πετρέων, Κύρνε, κατ´ ἠλιβάτων. 45859 4.33.39.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάου (fr. 230 N. 2). 45860 4.33.39.2 : ΧΟΡ. Οὐ γὰρ ὑπερθεῖν κύματος ἄκραν 45861 4.33.39.3 : δυνάμεσθ´· ἔτι γὰρ θάλλει πενία, 45862 4.33.39.4 : κακὸν ἔχθιστον, φεύγει δ´ ὄλβος. 45863 4.33.40.1 : Ἀριστοφῶντος Βαβίου (fr. 1 K.). 45864 4.33.40.2 : Σαφὴς ὁ χειμών ἐστι τῆς πενίας [ὁ] λύχνος· 45865 4.33.40.3 : ἅπαντα φαίνει τὰ κακὰ καὶ τὰ δυσχερῆ. 45866 4.33.41.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάου (fr. 248 N. 2). 45867 4.33.41.2 : Οὐκ ἔστι πενίας ἱερὸν αἰσχίστης θεοῦ. 45868 4.33.41.3 : μισῶ γὰρ ὄντως οἵ τινες φρονοῦσι μέν, 45869 4.33.41.4 : φρονοῦσι δ´ οὐδὲν ὥς γε χρημάτων ὕπερ. 45870 4.33.42.1 : Μενάνδρου Πλοκίῳ (fr. 405 K.). 45871 4.33.42.2 : Ὅστις πένης ὢν ζῆν ἐν ἄστει βούλεται, 45872 4.33.42.3 : ἀθυμότερον ἑαυτὸν ἐπιθυμεῖ ποεῖν. 45873 4.33.42.4 : ὅταν γὰρ εἰς τρυφῶντα καὶ σχολὴν ἄγειν 45874 4.33.42.5 : δυνάμενον ἐμβλέψῃ, τότ´ αὐτὸν ἔστ´ ἰδεῖν 45875 4.33.42.6 : ὡς ἄθλιον ζῇ καὶ ταλαίπωρον βίον. 45876 4.32b.42.7 : κακῶς ὁ δεσπότης βεβούλευται πάνυ· 45877 4.32b.42.8 : ἐν ἀγρῷ γὰρ οἰκῶν, οὐ σφόδρ´ ἐξηλέγχετο 45878 4.32b.42.9 : τῆς μερίδος ὢν τῆς οὐδαμοῦ τεταγμένης, 45879 4.32b.42.10 : εἶχεν δὲ παραπέτασμα τὴν ἐρημίαν. 45880 4.32b.43.1 : Τοῦ αὐτοῦ Παρακαταθήκης (fr. 385 K.). 45881 4.32b.43.2 : Αἰσχρὸν γενέσθαι πτωχὸν ἀσθενῆ θ´ ἅμα. 45882 4.32b.44.1 : Τιμοκλέους Ποντικοῦ (fr. 28 K.). 45883 4.32b.44.2 : Πολλοὺς γὰρ ἐνίοθ´ ἡ πενία βιάζεται 45884 4.32b.44.3 : ἀνάξι´ αὑτῶν ἔργα παρὰ φύσιν ποεῖν. 45885 4.32b.45.1 : Ἀριστοφῶντος (fr. 15 K.). 45886 4.32b.45.2 : † Τὸ τέλος πᾶσιν ἐστὶ τοῖς πτωχοῖσι νύξ· 45887 4.32b.45.3 : ἐπισκοτεῖ γὰρ τοῖς κακοῖσι πανταχοῦ. 45888 4.33.t.1 : {1ΣΥΓΚΡΙΣΙΣ ΠΕΝΙΑΣ ΚΑΙ ΠΛΟΥΤΟΥ.}1 45889 4.33.1.1 : Ἀντιφάνους (fr. 258 K.). 45890 4.33.1.2 : Καλῶς πένεσθαι μᾶλλον ἢ πλουτεῖν κακῶς· 45891 4.33.1.3 : τὸ μὲν γὰρ ἔλεον, τὸ δ´ ἐπιτίμησιν φέρει. 45892 4.33.2.1 : Μενάνδρου (fr. 588 K.). 45893 4.33.2.2 : Κρεῖττον γάρ ἐστιν, ἂν σκοπῇ τις κατὰ λόγον, 45894 4.33.2.3 : μὴ πόλλ´ ἀηδῶς, ὀλίγα δ´ ἡδέως ἔχειν, 45895 4.33.2.4 : πενίαν ἄλυπον μᾶλλον ἢ πλοῦτον πικρόν. 45896 4.33.3.1 : Εὐριπίδου Ἀλεξάνδρῳ (fr. 54 N. 2). 45897 4.33.3.2 : Κακόν τι βούλευμ´ ἦν ἄρ´ εἰς εὐανδρίαν 45898 4.33.3.3 : ὁ πλοῦτος ἀνθρώποισιν αἵ τ´ ἄγαν τρυφαί. 45899 4.33.3.4 : πενία δὲ δύστηνον μέν, ἀλλ´ ὅμως τρέφει 45900 4.33.3.5 : μοχθοῦντ´ ἀμείνω τέκνα καὶ δραστήρια. 45901 4.33.4.1 : Εὐριπίδου Ἠλέκτρᾳ ( 1131). 45902 4.33.4.2 : Πένητας οὐδεὶς βούλεται κτᾶσθαι φίλους. 45903 4.33.5.1 : (Eiusd. 37 s.) 45904 4.33.5.2 : Λαμπροὶ γὰρ εἰς γένος γε, χρημάτων γε μὴν 45905 4.33.5.3 : πένητες, ἔνθεν ἡ εὐγένει´ ἀπόλλυται. 45906 4.33.6.1 : Κράντορος. 45907 4.33.6.2 : Τὸ γὰρ διάφορον καὶ φρονίμους πάντας ποεῖ, 45908 4.33.6.3 : τὸ σωφρονεῖν δ´ ἔνεστιν ἐν τούτῳ μόνῳ. 45909 4.33.7.1 : Θεόγνιδος ( 719–28). 45910 4.33.7.2 : Ἶσόν τοι πλουτοῦσιν, ὅσοις πολὺς ἄργυρός ἐστι 45911 4.33.7.3 : καὶ χρυσὸς καὶ γῆς πυροφόρου πεδία 45912 4.33.7.4 : ἵπποι θ´ ἡμίονοί τε, καὶ ᾧ τάδε πάντα πάρεστι, 45913 4.33.7.5 : γαστρί τε καὶ πλευραῖς καὶ ποσὶν ἁβρὰ παθεῖν, 45914 4.33.7.6 : παιδός τ´ ἠδὲ γυναικός· ὅταν δέ κε τῶνδ´ ἀφίκηται 45915 4.33.7.7 : ὥρη, σὺν δ´ ἥβη γίνεται ἁρμοδία, 45916 4.33.7.8 : ταῦτ´ ἄφενος θνητοῖσι· τὰ γὰρ περιώσια πάντα 45917 4.33.7.9 : χρήματ´ ἔχων οὐδεὶς ἔρχεται εἰς ἀΐδην, 45918 4.33.7.10 : οὐδ´ ἂν ἄποινα διδοὺς θάνατον φύγοι οὐδὲ βαρείας 45919 4.33.7.11 : νούσους οὐδὲ κακὸν γῆρας ἐπερχόμενον. 45920 4.33.8.1 : Ἀντιφάνους ἐκ Νεανίσκων (fr. 167 K.). 45921 4.33.8.2 : Ὁ πλοῦτός ἐστι παρακάλυμμα τῶν κακῶν, 45922 4.33.8.3 : ὦ μῆτερ, ἡ πενία 〈δὲ〉 περιφανές τε καὶ 45923 4.33.8.4 : ταπεινόν. 45924 4.33.9.1 : Θεόγνιδος ( 1061 s.). 45925 4.33.9.2 : Οἱ μὲν γὰρ κακότητα κατακρύψαντες ἔχουσι 45926 4.33.9.3 : πλούτῳ, τοὶ δ´ ἀρετὴν οὐλομένῃ πενίῃ. 45927 4.33.9a.1 : Εὐριπίδου Βελλεροφόντῃ (fr. 285 N. 2). 45928 4.33.9a.2 : Ὁ δ´ οὐδὲν οὐδείς, διὰ τέλους δὲ δυστυχῶν 45929 4.33.9a.3 : τοσῷδε νικᾷ· τοῦ γὰρ εὖ τητώμενος 45930 4.33.9a.4 : οὐκ οἶδεν, ἀεὶ δυστυχῶν κακῶς τ´ ἔχων. 45931 4.33.9a.5 : οὕτως ἄμεινον μὴ πεπειρᾶσθαι καλῶν. 45932 4.33.9a.6 : ἐκεῖνο γὰρ μεμνήμεθ´· οἷος ἦν ποτε 45933 4.33.9a.7 : κἀγὼ μετ´ ἀνδρῶν ἡνίκ´ εὐτύχουν βίῳ. 45934 4.33.10.1 : Κριτίου (fr. 29 Diels 2). 45935 4.33.10.2 : Σοφῆς δὲ πενίας σκαιότητα πλουσίαν 45936 4.33.10.3 : κρεῖσσον σύνοικόν ἐστιν ἐν δόμοις ἔχειν. 45937 4.33.11.1 : Εὐριπίδου Τηλέφῳ (fr. 714 N. 2). 45938 4.33.11.2 : Μίκρ´ ἂν θέλοιμι καὶ καθ´ ἡμέραν ἔχων 45939 4.33.11.3 : ἄλυπος οἰκεῖν μᾶλλον ἢ πλουτῶν νοσεῖν. 45940 4.33.12.1 : Ἱππώνακτος (Anan. fr. 3 B.). 45941 4.33.12.2 : Εἴ τις καθείρξει χρυσὸν ἐν δόμοις † πολὺν 45942 4.33.12.3 : καὶ σῦκα βαιὰ 〈καὶ〉 δύ´ ἢ τρεῖς ἀνθρώπους, 45943 4.33.12.4 : γνοίη χ´ ὅσον τὰ σῦκα τοῦ χρυσοῦ κρέσσω. 45944 4.33.13.1 : Μενάνδρου (fr. 281 K. Men. p. 172 Koerte). 45945 4.33.13.2 : Ὤιμην ἐγὼ τοὺς πλουσίους, ὦ Φανία, 45946 4.33.13.3 : οἷς μὴ τὸ δανείζεσθαι πρόσεστιν, οὐ στένειν 45947 4.33.13.4 : τὰς νύκτας οὐδὲ στρεφομένους ἄνω κάτω 45948 4.33.13.5 : οἴμοι λέγειν, ἡδὺν δὲ καὶ πρᾶόν τινα 45949 4.33.13.6 : ὕπνον καθεύδειν· ἀλλὰ τῶν πτωχῶν τινά. 45950 4.33.13.7 : νυνὶ δὲ καὶ τοὺς μακαρίους καλουμένους 45951 4.33.13.8 : ὑμᾶς ὁρῶ πονοῦντας ἡμῖν ἐμφερῆ. 45952 4.33.14.1 : Εὐριπίδου Δανάη (fr. 327 N. 2). 45953 4.33.14.2 : Φιλοῦσι γάρ τοι τῶν μὲν ὀλβίων βροτοὶ 45954 4.33.14.3 : σοφοὺς † ἡγεῖσθαι τοὺς λόγους, ὅταν δέ τις 45955 4.33.14.4 : λεπτῶν ἀπ´ οἴκων εὖ λέγῃ πένης ἀνήρ, 45956 4.33.14.5 : γελᾶν. ἐγὼ δὲ πολλάκις σοφωτέρους 45957 4.33.14.6 : πένητας ἄνδρας εἰσορῶ τῶν πλουσίων 45958 4.33.14.7 : καὶ θεοῖσι μικρὰ χειρὶ θύοντας τέλη 45959 4.33.14.8 : τῶν βουθυτούντων ὄντας εὐσεβεστέρους. 45960 4.33.15.1 : Θεόγνιδος ( 619–22). 45961 4.33.15.2 : Πόλλ´ ἐν ἀμηχανίῃσι κυλίνδομαι ἀχνύμενος κῆρ· 45962 4.33.15.3 : ἄκρην γὰρ πενίην οὐχ ὑπερεδράμομεν. 45963 4.33.15.4 : πᾶς τις πλούσιον ἄνδρα τίει, ἀτίει δὲ πενιχρόν· 45964 4.33.15.5 : πᾶσιν δ´ ἀνθρώποις αὐτὸς ἔνεστι νόος. 45965 4.33.16.1 : Εὐριπίδου (fr. 285 N. 2). 45966 4.33.16.2 : Ἐγὼ τὸ μὲν δὴ πανταχοῦ θρυλούμενον 45967 4.33.16.3 : κράτιστον εἶναι φημὶ μὴ φῦναι βροτῷ. 45968 4.33.16.4 : τρισσῶν δὲ μοιρῶν ἐγκρίνω νικᾶν μίαν, 45969 4.33.16.5 : πλούτου τε χὥτῳ σπέρμα γενναῖον προσῇ 45970 4.33.16.6 : πενίας τ´· ἀριθμὸν γὰρ τοσόνδε προυθέμην. 45971 4.33.16.7 : ὁ μὲν ζάπλουτος, εἰς γένος δ´ οὐκ εὐτυχής, 45972 4.33.16.8 : ἀλγεῖ μὲν ἀλγεῖ, παγκάλως δ´ ἀλγύνεται 45973 4.33.16.9 : ὄλβου διοίγων θάλαμον ἥδιστον χερί. 45974 4.33.16.10 : ἔξω δὲ βαίνων τοῦδε τὸν πάρος χρόνον 45975 4.33.16.11 : πλουτῶν ὑπ´ ἄτης ζεῦγλαν ἀσχάλλει πεσών. 45976 4.33.16.12 : ὅστις δὲ γαῦρον σπέρμα γενναῖόν τ´ ἔχων 45977 4.33.16.13 : βίου σπανίζει, τῷ γένει μὲν εὐτυχεῖ, 45978 4.33.16.14 : πενίᾳ δ´ ἐλάσσων ἐστίν, ἐν δ´ ἀλγύνεται 45979 4.33.16.15 : φρενῶν, ὑπ´ αἰδοῦς δ´ ἔργ´ ἀπωθεῖται χερῶν. 45980 4.33.16.16 : ὁ δ´ οὐδὲν οὐδείς, διὰ τέλους δὲ δυστυχῶν, 45981 4.33.16.17 : τοσῷδε νικᾷ· τοῦ γὰρ εὖ τητώμενος 45982 4.33.16.18 : οὐκ οἶδεν, ἀεὶ δυστυχῶν κακῶς τ´ ἔχων 45983 4.33.16.19 : οὕτως ἄριστον μὴ πεπειρᾶσθαι καλῶν. 45984 4.33.17.1 : (Trag. adesp. 546 N. 2) 45985 4.33.17.2 : Ἐγὼ γάρ, εἰ νοῦν εἶχ´ ἔμ´ ὁ σπείρας πατήρ, 45986 4.33.17.3 : ἠπιστάμην ἂν μουσικὴν παρεὶς πονεῖν, 45987 4.33.17.4 : ὡς εὐτυχήσων καὶ κακῶς πράξων ποτέ. 45988 4.33.17.5 : πρῶτον μέν, ἐξ ὧν πάντα γίγνεται βροτοῖς, 45989 4.33.17.6 : εὔογκος εἶναι γαστρὶ μὴ πληρουμένῃ 45990 4.33.17.7 : στέργειν θ´ ὑδρηροῖς ὥστε θὴρ ἀεὶ ποτοῖς, 45991 4.33.17.8 : χειμῶνί τ´ ἀσκεῖν σῶμα θερμά θ´ ἡλίου 45992 4.33.17.9 : τοξεύματ´ αἰνεῖν μὴ σκιατραφούμενος. 45993 4.33.17.10 : νῦν δ´ οὐκ ἐθισθεὶς ταῦτ´ ἐπίσταμαι μὲν οὔ, 45994 4.33.17.11 : φέρειν δ´ ἀνάγκη· τὸν γὰρ Ὀρφέα λαβὼν 45995 4.33.17.12 : αὐτῶν τε Μουσῶν ἐννεάφθογγον μέλος, 45996 4.33.17.13 : οὐκ ἂν πίθοιμι γαστέρ´, ἀλλὰ δεῖ βίου. 45997 4.33.18.1 : Φιλήμονος (fr. 96 K.). 45998 4.33.18.2 : Νὴ τὸν Δία τὸν μέγιστον ᾤμην, Σωσία, 45999 4.33.18.3 : ἐγὼ πρότερον μὲν τοὺς πένητας ζῆν μόνον 46000 4.33.18.4 : ὀδυνωμένους, τῶν πλουσίων δὲ τὸν βίον 46001 4.33.18.5 : ἱλαρόν τιν´ εἶναι καὶ φέρειν εὐθυμίαν. 46002 4.33.18.6 : νυνὶ δὲ διαφέροντα τοῖς καθ´ ἡμέραν 46003 4.33.18.7 : δαπανήμασιν δὴ τὸν βίον † ὁρῶ μόνον· 46004 4.33.18.8 : λύπας δ´ ἔχοντας μείζονας τοὺς μείζονας. 46005 4.33.19.1 : Φιλήτου (Philem. fr. 92 K.). 46006 4.33.19.2 : Ἀεὶ τὸ πλουτεῖν συμφορὰς πολλὰς ἔχει, 46007 4.33.19.3 : φθόνον τ´ ἐπήρειάν τε καὶ μῖσος πολύ, 46008 4.33.19.4 : πράγματά τε πολλὰ κἀνοχλήσεις μυρίας, 46009 4.33.19.5 : πράξεις τε πολλὰς συλλογάς τε τοῦ βίου. 46010 4.33.19.6 : ἔπειτα μετὰ ταῦτ´ εὐθὺς εὑρέθη θανών, 46011 4.33.19.7 : ἄλλοις † καταλείψας εἰς τρυφὴν τὴν οὐσίαν. 46012 4.33.19.8 : ὅθεν πένεσθαι μᾶλλον ἡδέως ἔχω, 46013 4.33.19.9 : ἔχειν τε μέτρια κἀμέριμνον ζῆν βίον, 46014 4.33.19.10 : καὶ μήτ´ ἔχειν πλοῦτόν με μήτε πράγματα. 46015 4.33.19.11 : πᾶς γὰρ πένης ὢν μεγάλα κερδαίνει κακά. 46016 4.33.20.1 : Ἐκ τῆς ἐπιστολῆς τῆς Περὶ φιλίας (Plutarchi 46017 4.33.20.2 : fr. XVIII 13. 14 Bernard.). 46018 4.33.20.3 : Ἐν πενίᾳ μέν τις διετέλεσεν εὐδαίμων, ὡς ἥκιστα 46019 4.33.20.4 : δὲ πλουτῶν κἀν ἀρχαῖς. τοσοῦτον ὑπεραίρει πενίας ἀγα– 46020 4.33.20.5 : θόν, ὥστ´ αἰσχροῦ πλούτου νόμιμος ἀνὴρ ἀλλάξαιτ´ 46021 4.33.20.6 : ἂν πενίαν· εἴ γε μὴ τῶν ποτὲ Ἀθηναίων ὁ πλουσιώ– 46022 4.33.20.7 : τατος ἀμείνων ἦν Ἀριστείδου καὶ Σωκράτους [Θεμιστο– 46023 4.33.20.8 : κλῆς ὁ Νεοκλέους] ἐν πενίᾳ τῆς ἀρετῆς· ὁ δὲ πλοῦτος 46024 4.33.20.9 : ἐκείνου αὐτοῦ καὶ αὐτὸς ἐξίτηλός τε καὶ ἀνώνυμος. 46025 4.33.20.10 : φαύλῳ γὰρ ἅμα τῷ θανάτῳ πάντα συνοίχεται, τὸ δὲ καλὸν 46026 4.33.20.11 : αἰώνιον. 46027 4.33.21.1 : Ἀναξιμένους (fr. 25 Muell.). 46028 4.33.21.2 : Οὐ γὰρ οὕτως οἱ πλουτοῦντες ὡς οἱ πένητες τοὺς 46029 4.33.21.3 : ἀτυχοῦντας οἰκτίρειν εἰώθασι· δεδιότες γὰρ περὶ αὑτῶν 46030 4.33.21.4 : τὰς τῶν ἄλλων συμφορὰς ἐλεοῦσιν. 46031 4.33.22.1 : (Eiusdem) 46032 4.33.22.2 : Ἡ γὰρ πενία καὶ πρὸς τὰς τέχνας δεινοτέρους καὶ 46033 4.33.22.3 : πρὸς τὸν βίον τεχνικωτέρους τοὺς ἀνθρώπους καθίστησι. 46034 4.33.22a.1 : (Eiusdem) 46035 4.33.22a.2 : Χαλεπὴ γὰρ διδάσκαλος ἡ πενία τοῦ μικρὸν φρονεῖν. 46036 4.33.23.1 : Δημοκρίτου (fr. 283 Diels 2). 46037 4.33.23.2 : Πενίη πλοῦτος ὀνόματα ἐνδείης καὶ κόρου. οὔτε οὖν 46038 4.33.23.3 : πλούσιος 〈ὁ〉 ἐνδέων οὔτε πένης ὁ μὴ ἐνδέων. 46039 4.33.24-25.1 : Δημοκρίτου (fr. 285 Diels 2). 46040 4.33.24-25.2 : Ἢν μὴ πολλῶν ἐπιθυμέῃς, τὰ ὀλίγα τοι πολλὰ δόξει. 46041 4.33.24-25.3 : σμικρὰ γὰρ ὄρεξις πενίην ἰσοσθενέα πλούτῳ ποιέει. 46042 4.33.26.1 : Διογένους. 46043 4.33.26.2 : Διογένης ὀνειδίζοντός τινος αὐτῷ πενίαν ’κακόδαι– 46044 4.33.26.3 : μον‘ εἶπεν ’οὐδένα τυραννοῦντα διὰ πενίαν ἑώρακα. διὰ 46045 4.33.26.4 : δὲ πλοῦτον τοὺς πάντας‘. 46046 4.33.27.1 : Κράτητος Κυνικοῦ (Poet. philos. fr. p. 215 Diels). 46047 4.33.27.2 : Κράτης οὐ τῷ πλούτῳ εἶπεν ἑαυτὸν ηὐδοξηκέναι με– 46048 4.33.27.3 : γάλα, ἀλλὰ τῇ πενίᾳ. 46049 4.33.28.1 : Ἐκ τῶν Ἀρριανοῦ Προτρεπτικῶν ὁμιλιῶν (Epict. fr. 46050 4.33.28.2 : XI p. 411 Schenkl). 46051 4.33.28.3 : Ἀλλὰ δὴ Σωκράτης Ἀρχελάου μεταπεμπομένου αὐ– 46052 4.33.28.4 : τὸν ὡς ποιήσοντος πλούσιον ἐκέλευσεν ἀπαγγεῖλαι αὐτῷ 46053 4.33.28.5 : διότι ’Ἀθήνησι τέσσαρές εἰσι χοίνικες τῶν ἀλφίτων ὀβο– 46054 4.33.28.6 : λοῦ ὤνιοι καὶ κρῆναι ὕδατος ῥέουσιν‘. εἰ γάρ τοι μὴ 46055 4.33.28.7 : ἱκανὰ τὰ ὄντα ἐμοί, ἀλλ´ ἐγὼ τούτοις ἱκανὸς καὶ οὕτω 46056 4.33.28.8 : κἀκεῖνα ἐμοί. ἢ οὐχ ὁρᾷς ὅτι οὐκ εὐφωνότερον οὐδὲ 46057 4.33.28.9 : ἥδιον ὁ Πῶλος τὸν τύραννον Οἰδίποδα ὑπεκρίνετο ἢ τὸν 46058 4.33.28.10 : ἐπὶ Κολωνῷ ἀλήτην καὶ πτωχόν; εἶτα χείρων Πώλου ὁ 46059 4.33.28.11 : γενναῖος ἀνὴρ φανεῖται, ὡς μὴ πᾶν τὸ περιτεθὲν ἐκ τοῦ 46060 4.33.28.12 : δαιμονίου πρόσωπον ὑποκρίνασθαι καλῶς; οὐδὲ τὸν Ὀδυσ– 46061 4.33.28.13 : σέα μιμήσεται, ὃς καὶ ἐν τοῖς ῥάκεσιν οὐδὲν μεῖον διέ– 46062 4.33.28.14 : πρεπεν ἢ ἐν τῇ οὔλῃ χλαίνῃ τῇ πορφυρᾷ; 46063 4.33.29.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστωνύμου Τομαρίων. 46064 4.33.29.2 : Ὅτι πλῷ ἔοικε τῷ παρὰ γῆν ὁ τῶν πενήτων βίος, ὁ 46065 4.33.29.3 : δὲ τῶν πλουσίων τῷ διὰ πελάγους. τοῖς μὲν γὰρ ῥᾴδιόν 46066 4.33.29.4 : ἐστι καὶ πεῖσμα βαλεῖν καὶ προσσχεῖν καὶ νεωλκῆσαι, τοῖς 46067 4.33.29.5 : δ´ οὔ. 46068 4.33.30.1 : Ὑψαίου. 46069 4.33.30.2 : Μὴ φεῦγε πενίαν, ἀλλ´ ἀδικίαν. οὐδεὶς γὰρ ὅτι πέ– 46070 4.33.30.3 : νης μετήλλαξεν, ἀλλ´ ὅτι ἄδικος. οὐκ οὖν οὐδὲ πλούσιος 46071 4.33.30.4 : ὢν βιοῖ ἐπαινετῶς, ἀλλ´ ὅτι δίκαιος. 46072 4.33.31.1 : Ἐκ τῶν Τέλητος ἐπιτομή (rel. 2 p. 33 ss. H.). 46073 4.33.31.2 : Δοκεῖ μοι ἡ τῶν χρημάτων κτῆσις σπάνεως καὶ ἐν– 46074 4.33.31.3 : δείας ἀπολύειν. —Καὶ πῶς; οὐχ ὁρᾷς ἐνίους κεκτημέ– 46075 4.33.31.4 : νους μὲν πολλὰ ὡς δοκοῦσιν, οὐ χρωμένους δὲ τούτοις 46076 4.33.31.5 : δι´ ἀνελευθερίαν καὶ ῥυπαρίαν; ἀλλ´ ὥσπερ ὁ Πρίαμος 46077 4.33.31.6 : οὐδ´ ἔτλη ἕζεσθαι ἐπὶ θρόνου 46078 4.33.31.7 : πολλῶν κατὰ οἶκον ἐόντων, 46079 4.33.31.8 : ἀλλὰ χαμαὶ ἐκάθητο 46080 4.33.31.9 : κυλινδόμενος κατὰ κόπρον, 46081 4.33.31.10 : οὕτως ἔνιοι πολλῶν ὑπαρχόντων αὐτοῖς δι´ ἀνελευθερίαν 46082 4.33.31.11 : οὐδενὸς γεύονται οὐδὲ ἅπτονται· ἀλλὰ πλείω οἱ μῦς κατ– 46083 4.33.31.12 : εσθίουσι καὶ οἱ μύρμηκες ἢ αὐτοί. ὥσπερ ὁ Λαέρτης, 46084 4.33.31.13 : [ἀγροῦ ἐπ´ ἐσχατιῆς γρηὶ σὺν ἀμφιπόλῳ, ἥ οἱ βρῶσίν τε 46085 4.33.31.14 : πόσιν τε παρτίθει] εἰς ἀγρὸν ἀπελθὼν μόνος μετὰ γρᾳ– 46086 4.33.31.15 : δίου κακουχεῖ αὑτὸν καὶ ξηραίνει, οἱ δὲ μνηστῆρες τὰ 46087 4.33.31.16 : ἐκείνου. καὶ ὥσπερ ὁ Τάνταλος ἐν λίμνῃ ἕστηκεν, ὥς 46088 4.33.31.17 : φησιν ὁ ποιητής, κατὰ κρατὸς δὲ καρποί, 46089 4.33.31.18 : ἀλλ´ ὁπότ´ ἰθύσει´ ὁ γέρων 46090 4.33.31.19 : πιεῖν ἢ τῶν καρπῶν ἅψασθαι, ἡ μὲν λίμνη ξηρὰ ἐγίνετο, 46091 4.33.31.20 : τοὺς δ´ ἄνεμος ῥίπτασκε ποτὶ νέφεα σκιόεντα, 46092 4.33.31.21 : οὕτως ἐνίων ἡ ἀνελευθερία καὶ δυσελπιστία καὶ τὸν οἶνον 46093 4.33.31.22 : καὶ τὸν σῖτον καὶ τὴν ὀπώραν ῥίπτασκεν, οὐ ποτὶ νέφεα 46094 4.33.31.23 : ἀλλ´ ἃ μὲν εἰς τὴν ἀγορὰν ἃ δὲ εἰς τὸ καπηλεῖον, καὶ 46095 4.33.31.24 : ἐπιθυμοῦντες οὐδενὸς γεύονται. καὶ ἐὰν μὲν πρὸς ἕτερον 46096 4.33.31.25 : κληθῇ, ἐκπαθῶς ἀπολαύει, αὐτὸς δὲ ἔχων οὐθενὶ ἂν παρ– 46097 4.33.31.26 : έχοι, ἀλλ´ ἐπιθυμῶν στραγγεύεται· καὶ εἰ μέν τις αὐτὸν 46098 4.33.31.27 : ἐξοικίζοι, τὸν τοιοῦτον πολέμιον ἂν ἡγοῖτο, ἑαυτὸν δὲ 46099 4.33.31.28 : ἐξοικίζων οὐ δοκεῖ εἶναι πολέμιος. οὐκ ἀηδῶς δ´ ἔμοιγε 46100 4.33.31.29 : δοκοῦσι καὶ οἱ ἀρχαῖοι πρὸς ταῦτα ἐρωτᾶν· ὃ μὴ ἀπο– 46101 4.33.31.30 : λύει ἀπληστίας καὶ ἀνελευθερίας καὶ ἀλαζονείας ἄνθρω– 46102 4.33.31.31 : πον, οὐδὲ ἐνδείας οὐδὲ σπάνεως ἀπολύει· οὐθὲν δὲ τῶν 46103 4.33.31.32 : τοιούτων ἀπληστίας καὶ ἀνελευθερίας καὶ ἀλαζονείας ἀπο– 46104 4.33.31.33 : λύει· τὸν γὰρ τρόπον οὐ μετατίθησιν· ὥσπερ οὐδὲ τῶν 46105 4.33.31.34 : σωφρονούντων ἡ πενία, ἐὰν ἐκ πλουσίων πένητες γένων– 46106 4.33.31.35 : ται. θᾶττον γὰρ ἂν ἔμοιγε δοκεῖ τις εἰπεῖν ὡς τὴν χρό– 46107 4.33.31.36 : αν, τὸ μέγεθος, [ἢ] τὴν ὄψιν μετατίθησιν ἡ τῶν χρημά– 46108 4.33.31.37 : των κτῆσις ἤπερ τὸν τρόπον· ἕως δ´ ἂν ᾖ οὗτος ἄπλη– 46109 4.33.31.38 : στος ἀνελεύθερος ἀλαζὼν δειλός. ἐν ἐνδείᾳ καὶ σπάνει 46110 4.33.31.39 : ἔσται. —Καὶ πῶς σπανίζουσιν οὗτοι τούτων ἃ ἔχουσι; — 46111 4.33.31.40 : Πῶς δὲ οἱ τραπεζῖται, φησὶν ὁ Βίων, χρημάτων, ἔχοντες 46112 4.33.31.41 : αὐτά; οὐ γὰρ αὑτῶν ὄντα ἔχουσιν· οὐδὲ ἄρα οὗτοι αὑτῶν. 46113 4.33.31.42 : εἰ δὲ καὶ τοῦτό τίς σοι δοίη ἐπὶ τοῦ παρόντος, ἀλλ´ ὅμοιόν 46114 4.33.31.43 : ἐστι τὸ οὕτως ἔχειν 〈καὶ τὸ μὴ ἔχειν〉, ὅταν ἀδυνατῇς αὐ– 46115 4.33.31.44 : τοῖς χρῆσθαι. ἢ τί διαφέρει μὴ ἔχειν ἢ οὕτως ἔχειν ὡς αἱ 46116 4.33.31.45 : Φορκίδες τὸν ὀφθαλμὸν ἀποκείμεν〈ον ἔχειν λέγοντ〉αι, 46117 4.33.31.46 : αὐτὰς δέον εἰς φραγμοὺς καὶ βόθρους καὶ βόρβορον ἐμπί– 46118 4.33.31.47 : πτειν, μηθὲν προορωμένας, ἀλλ´ ἐώσας ἀποκεῖσθαι, ἕως 46119 4.33.31.48 : ὅτου καὶ αὐτὸν τὸν ὀφθαλμὸν ὁ Περσεὺς ὑφείλετο; ἢ τί 46120 4.33.31.49 : διαφέρει μὴ ἔχειν τροφὴν ἢ τοιαύτην ἔχειν, ἧς οὐ μὴ 46121 4.33.31.50 : γεύσηται, ... ἰχθῦς καὶ περιστέρια ἢ Αἰγυπτίῳ κύνα ἢ 46122 4.33.31.51 : Ἕλληνι κρανίον ἀνθρώπου; ὁμοίως γὰρ σπανιεῖ τροφῆς 46123 4.33.31.52 : καὶ ἔχων ταύτην καὶ μὴ ἔχων. τί οὖν ὄφελος τὸ οὕτως 46124 4.33.31.53 : ἔχειν; ἐπεὶ καὶ σὺ ἀργύριον ἔχεις, ἀλλ´ οὐ μὴ χρήσῃ διὰ 46125 4.33.31.54 : ῥυπαρίαν καὶ δειλίαν. διὸ καὶ οἱ ἀρχαῖοι ἔλεγον οὐκ 46126 4.33.31.55 : ἀηδῶς· ἔφασαν γὰρ τῶν ἀνθρώπων οὓς μὲν χρήματα ἔχειν 46127 4.33.31.56 : οὓς δὲ κτήματα. οὓς μὲν γὰρ χρᾶσθαι τοῖς ὑπάρχουσιν, 46128 4.33.31.57 : οὓς δὲ μόνον κεκτῆσθαι οὔτε ἑαυτοῖς προϊεμένους οὔτε 46129 4.33.31.58 : ἄλλοις μεταδιδόντας. καὶ ὃν τρόπον, ὅταν βασιλεὺς ἢ 46130 4.33.31.59 : δυνάστης τὰ ὑπάρχοντα παρασφραγίσηται, οὐκ ἔστιν ἅψα– 46131 4.33.31.60 : σθαι, οὕτως ἐνίων ἡ ἀνελευθερία καὶ δυσελπιστία τὰ 46132 4.33.31.61 : ὑπάρχοντα παρεσφράγισται οὐκ ἐῶσα ἅψασθαι, ἀλλὰ 46133 4.33.31.62 : σπανίζουσι καὶ ἐν ἐνδείᾳ εἰσίν, ἐπιθυμοῦντες μὲν πολλῶν 46134 4.33.31.63 : χρᾶσθαι δὲ οὐ δυνάμενοι. διὸ καὶ ὁ Κράτης πρὸς τὸν 46135 4.33.31.64 : ἐπιζητοῦντα ’τί οὖν μοι ἔσται φιλοσοφήσαντι;‘ ’δυνήσῃ‘ 46136 4.33.31.65 : φησί ’τὸ φασκώλιον ῥᾳδίως λῦσαι καὶ τῇ χειρὶ ἐξελὼν 46137 4.33.31.66 : εὐλύτως δοῦναι, καὶ οὐχ ὥσπερ νῦν στρέφων καὶ μέλλων 46138 4.33.31.67 : καὶ τρέμων, ὥσπερ οἱ παραλελυμένοι τὰς χεῖρας· ἀλλὰ 46139 4.33.31.68 : καὶ πλῆρες ὂν αὐτὸ οὕτως ὄψει καὶ κενούμενον ἰδὼν οὐκ 46140 4.33.31.69 : ὀδυνήσῃ, καὶ χρᾶσθαι προελόμενος ῥᾳδίως δυνήσῃ καὶ 46141 4.33.31.70 : μὴ ἔχων οὐκ ἐπιποθήσεις, ἀλλὰ βιώσῃ ἀρκούμενος τοῖς 46142 4.33.31.71 : παροῦσι, τῶν ἀπόντων οὐκ ἐπιθυμῶν, τοῖς συμβεβηκόσιν 46143 4.33.31.72 : οὐ δυσαρεστῶν.‘ καὶ εἴ τις βούλεται ἢ αὐτὸς ἐνδείας καὶ 46144 4.33.31.73 : σπάνεως ἀπολυθῆναι ἢ ἄλλον ἀπολῦσαι, μὴ χρήματα 46145 4.33.31.74 : αὐτῷ ζητείτω. ὅμοιον γάρ, φησὶν ὁ Βίων, ὡς εἴ τις τὸν 46146 4.33.31.75 : ὑδρωπικὸν βουλόμενος παῦσαι τοῦ δίψους, τὸν μὲν ὕδρωπα 46147 4.33.31.76 : μὴ θεραπεύοι, κρήνας δὲ καὶ ποταμοὺς αὐτῷ παρασκευά– 46148 4.33.31.77 : ζοι. ἐκεῖνός τε γὰρ ἂν πρότερον πίνων διαρραγείη ἢ 46149 4.33.31.78 : παύσαιτο τοῦ δίψους, οὗτός τε οὐκ ἄν ποθ´ ἱκανωθείη, 46150 4.33.31.79 : ὅταν ᾖ ἄπληστος καὶ δοξοκόπος καὶ δεισιδαίμων. διὸ 46151 4.33.31.80 : καὶ εἰ βούλει τὸν υἱόν σου τῆς ἐνδείας καὶ σπάνεως παῦ– 46152 4.33.31.81 : σαι, μὴ πρὸς τὸν Πτολεμαῖον πέμπε ὅπως χρήματα κτή– 46153 4.33.31.82 : σεται· εἰ δὲ μή, ἀλαζονείαν προσλαβὼν ἀπελεύσεται, 46154 4.33.31.83 : περανεῖς δὲ οὐδέν· ἀλλὰ [εἰς ἀκαδημίαν] πρὸς Κράτητα· 46155 4.33.31.84 : ἐκεῖνος ἠδύνατο ἐξ ἀπλήστων καὶ πολυτελῶν ἐλευθερίους 46156 4.33.31.85 : καὶ ἀφελεῖς κατασκευάζειν. καὶ Μητροκλῆς δὲ ἐκεῖνος 46157 4.33.31.86 : ἔφη, ὡς ἔοικεν, ὅτε μὲν παρὰ Θεοφράστῳ καὶ Ξενοκράτει 46158 4.33.31.87 : σχολάζοι, πολλῶν αὐτῷ ἐξ οἴκου ἀποστελλομένων φοβεῖ– 46159 4.33.31.88 : σθαι μὴ τῷ λιμῷ ἀποθάνοι καὶ ἀεὶ σπανίζειν καὶ ἐν– 46160 4.33.31.89 : δεὴς εἶναι, μεταβὰς δὲ ὕστερον πρὸς Κράτητα κἂν ἄλλον 46161 4.33.31.90 : προστρέφειν οὐδενὸς πεμπομένου. τότε μὲν γὰρ ἐξ ἀνάγ– 46162 4.33.31.91 : κης ἔδει ὑπόδημα ἔχειν, καὶ τοῦτο ἀκάττυτον [ἥλους οὐκ 46163 4.33.31.92 : ἔχον], εἶτα χλανίδα, παίδων ἀκολουθίαν, οἰκίαν μεγάλην, 46164 4.33.31.93 : εἰς τὸ σύνδειπνον ὅπως ἄρτοι καθαροί, ὄψον μὴ τὸ 46165 4.33.31.94 : τυχόν, οἶνος ἡδύς, ὑποδοχὰς τὰς ἐπιβαλλούσας, ἵνα πολυ– 46166 4.33.31.95 : τελῶς· ἐλευθέριος γὰρ παρ´ αὐτοῖς ἡ τοιαύτη ἀναστροφὴ 46167 4.33.31.96 : ἐκρίνετο· πρὸς Κράτητα δὲ μεταβάντι οὐδὲν ἦν τούτων· 46168 4.33.31.97 : ἀλλ´ ἀφελέστερος τῷ τρόπῳ γενόμενος ἠρκεῖτο τρίβωνι 46169 4.33.31.98 : καὶ μάζῃ καὶ λαχανίοις οὐκ ἐπιποθῶν τὴν προτέραν δί– 46170 4.33.31.99 : αιταν οὐδὲ τῇ παρούσῃ δυσχεραίνων. πρὸς ῥῖγος ἡμεῖς 46171 4.33.31.100 : μὲν ζητοῦμεν παχύτερον ἱμάτιον, ἐκεῖνος δὲ διπλώσας τὸν 46172 4.33.31.101 : τρίβωνα περιῄει τρόπον τινὰ δύο ἱμάτια ἔχων. εἰ ἀλεί– 46173 4.33.31.102 : ψασθαι χρείαν ἔχοι, εἰσελθὼν ἂν εἰς τὸ βαλανεῖον τῷ 46174 4.33.31.103 : γλοιῷ ἠλείψατο. καὶ βαδίσας ἐνίοτε πρὸς τὴν κάμινον 46175 4.33.31.104 : οὗ τὰ χαλκεῖα, τῶν μαινίδων ἀπόπυριν ποιήσας, περι– 46176 4.33.31.105 : χέας ἂν ἐλᾴδιον καθίσας ἠρίστησε. καὶ ἐκάθευδε τὸ μὲν 46177 4.33.31.106 : θέρος ἐν τοῖς ἱεροῖς, τὸν δὲ χειμῶνα ἐν τοῖς βαλανείοις· 46178 4.33.31.107 : οὐ σπανίζων ὥσπερ πρὸ τοῦ οὐδὲ ἐνδεὴς ὤν, ἀλλ´ ἀρ– 46179 4.33.31.108 : κούμενος τοῖς παροῦσι, διακόνους οὐκ ἐπιθυμῶν ἔχειν. 46180 4.33.31.109 : θαυμαστὸν μὲν γάρ, φησὶν 〈ὁ Διογένης〉, εἰ Μάνης μὲν 46181 4.33.31.110 : Διογένους ἄνευ δυνήσεται ζῆν, Διογένης δὲ ἄνευ Μάνους 46182 4.33.31.111 : οὐ δυνήσεται θαρρεῖν. ὅταν δὲ ποιήσας ἀλαζόνα πολυ– 46183 4.33.31.112 : τελῆ δεισιδαίμονα δοξοκόπον ἄπληστον χρήματα πολλὰ 46184 4.33.31.113 : διδῷς, οὐδὲν περανεῖς. οὐκ ἀηδῶς γὰρ ὁ Φιλήμων 46185 4.33.31.114 : πλοῦτον μεταλήψεσθ´ ἕτερον, οὐχ ἕτερον τρόπον. 46186 4.33.31.115 : τούτου δὲ μένοντος τοῦ αὐτοῦ ὁμοίως οὐκ ἀρκεῖται οὐδ´ 46187 4.33.31.116 : ἱκανοῦται, ἀλλ´ ἐπιθυμίας καὶ ἐπιβολὰς τοσούτων καὶ 46188 4.33.31.117 : τοιούτων ἔχει, ἐξ ὧν ἐν ἐνδείᾳ καὶ σπάνει ἔσται· 46189 4.33.31.118 : ἄπληστον γὰρ ἔχουσι κακοὶ νόον. 46190 4.33.31.119 : καὶ παῖς μὲν ὢν ἐπιθυμεῖ ἔφηβος γενέσθαι, ἔφηβος δὲ 46191 4.33.31.120 : γενόμενος ζητεῖ πάλιν χλαμύδιον ἀποθέσθαι, ὅταν δὲ 46192 4.33.31.121 : ἀνδρωθῇ, πάλιν εἰς τὸ γῆρας σπεύδει. νῦν δέ, φησίν, 46193 4.33.31.122 : ἀβίωτος ὁ βίος, στρατεία, λειτουργία, πολιτικὰ πράγματα, 46194 4.33.31.123 : σχολάσαι [αὐτῷ] οὐκ ἔστι. πρεσβύτης γέγονε· πάλιν ἐπι– 46195 4.33.31.124 : θυμεῖ τὰ ἐν νεότητι, 46196 4.33.31.125 : ἡ νεότης μοι φίλον ἀεί, τὸ δὲ γῆρας 46197 4.33.31.126 : βαρύτερον Αἴτνης, 46198 4.33.31.127 : καὶ μακαρίζει τὸν τοῦ παιδὸς βίον. οἰκέτης ἐστίν· ἐλεύ– 46199 4.33.31.128 : θερος σπεύδει γενέσθαι· κἂν τούτου τύχω, φησί, πάντ´ 46200 4.33.31.129 : ἔχω. γέγονεν ἐλεύθερος· δοῦλον εὐθὺς ἐπιθυμεῖ κτήσασ– 46201 4.33.31.130 : θαι. γέγονε τοῦτ´ αὐτῷ· ἕτερον πρὸς σπεύδει κτήσασθαι· 46202 4.33.31.131 : μία γάρ, φησί, χελιδὼν ἔαρ οὐ ποιεῖ. εἶτα δύο, εἶτα κἀγ– 46203 4.33.31.132 : ρόν, εἶτ´ Ἀθηναῖος ... γενέσθαι, εἶτα ἄρξαι, εἶτα βασιλεῦ– 46204 4.33.31.133 : σαι, εἶτα, ὥσπερ Ἀλέξανδρος, ἀθάνατος γενέσθαι· εἰ δὲ 46205 4.33.31.134 : καὶ τούτου τύχοι, οἶμαι, ἵνα Ζεὺς γένηται ἐπιθυμήσει. 46206 4.33.31.135 : πῶς οὖν ὁ τοιοῦτος οὐκ ἐνδεής; ἢ ποία χρημάτων ὕπαρξις 46207 4.33.31.136 : 〈τῶν〉 τοιούτων ἐπιθυμιῶν ἀπολύει; οἱ βασιλεῖς αὐτοὶ 46208 4.33.31.137 : πολλῆς ἐπάρχοντες καὶ προσόδους μεγάλας ἔχοντες οὐδὲν 46209 4.33.31.138 : ἧττον σπανίζουσιν, ὥστε καὶ τυμβωρυχεῖν καὶ ἱεροσυ– 46210 4.33.31.139 : λεῖν καὶ παρὰ τὸ προσῆκον φυγαδεύειν. ἅμα γὰρ τῇ ἀρχῇ 46211 4.33.31.140 : πολλὰ τὰ ἀναγκαῖα ἀναπεπλάκασι, καὶ οὔτε τῆς ἀρχῆς 46212 4.33.31.141 : ἀποστῆναι προαιροῦνται οὔτε τὰ καθ´ ἑαυτοὺς λιτότερον 46213 4.33.31.142 : διεξάγουσιν· εἶτα ἀναγκάζονται πολλὰ ὧν 〈οὐ〉 βούλονται. 46214 4.33.31.143 : εἰ δὲ πάντων τις τῶν τοιούτων ὑπεράνω γένοιτο, ἐν πολλῇ 46215 4.33.31.144 : ἂν εἴη ἀδείᾳ καὶ ἀσπανιστίᾳ. οὐκ ἀηδῶς γὰρ Κράτης 46216 4.33.31.145 : οὐκ οἶσθα, 46217 4.33.31.146 : φησί, 46218 4.33.31.147 : πήρα δύναμιν ἡλίκην ἔχει, 46219 4.33.31.148 : θέρμων τε χοῖνιξ καὶ τὸ μηδενὸς μέλειν. 46220 4.33.31.149 : τῷ ὄντι μέγα καὶ ἀξιόλογον καὶ πήρας καὶ θέρμων καὶ 46221 4.33.31.150 : λαχάνων καὶ ὕδατος 〈τὸ〉 μηδενὸς φροντίζειν, ἀλλ´ εἶναι 46222 4.33.31.151 : ἀθώπευτον καὶ ἀκολάκευτον. 46223 4.33.32.1 : Ξενοφῶντος ἐν τῷ ηʹ τῆς Κύρου παιδείας (VIII 46224 4.33.32.2 : 3, 40–46). 46225 4.33.32.3 : Ἦ γὰρ οὕτως, ὦ Σάκα, ὑπολαμβάνεις, ὡς ἐγὼ νῦν 46226 4.33.32.4 : τοσούτῳ ἥδιον ζῶ, ὅσῳ πλείονα κέκτημαι; οὐκ οἶσθα, 46227 4.33.32.5 : ἔφη, ὅτι ἐσθίω μὲν καὶ πίνω καὶ καθεύδω οὐδ´ ὁτιοῦν 46228 4.33.32.6 : ἥδιον νῦν ἢ ὅτε πένης ἦν. ὅτι δὲ πολλὰ ταῦτ´ ἐστί, 46229 4.33.32.7 : τοσοῦτο κερδαίνω, [ἢ] πλείω φυλάττειν δεῖ, πλείω δ´ 46230 4.33.32.8 : ἄλλοις διανέμειν, πλειόνων δὲ ἐπιμελόμενον πράγματα 46231 4.33.32.9 : ἔχειν. νῦν γὰρ δὴ ἐμὲ πολλοὶ μὲν οἰκέται σῖτον αἰτοῦσι, 46232 4.33.32.10 : πολλοὶ δὲ πιεῖν, πολλοὶ δὲ ἱμάτια· οἱ δὲ ἰατρῶν δέονται· 46233 4.33.32.11 : ἥκει δέ τις ἢ τῶν προβάτων λελυκωμένα φέρων ἢ τῶν 46234 4.33.32.12 : βοῶν κατακεκρημνισμένα ἢ νόσον φάσκων ἐμπεπτωκέναι 46235 4.33.32.13 : τοῖς κτήνεσιν· ὥστ´ ἔμοιγε δοκῶ, ἔφη ὁ Φεραύλας, νῦν 46236 4.33.32.14 : διὰ τὸ πολλὰ ἔχειν πλείω λυπεῖσθαι ἢ πρόσθεν διὰ τὸ 46237 4.33.32.15 : ὀλίγα ἔχειν. καὶ ὁ Σάκας εἶπεν· Ἀλλὰ ναὶ μὰ τὸν Δί´, 46238 4.33.32.16 : ὅταν σῷα ᾖ, πολλὰ ὁρῶν πολλαπλάσια ἐμοῦ εὐφραίνει. 46239 4.33.32.17 : καὶ ὁ Φεραύλας εἶπεν· Οὔτοι, ὦ Σάκα, οὕτως ἡδύ ἐστι 46240 4.33.32.18 : τὸ ἔχειν χρήματα ὥσπερ ἀνιαρὸν τὸ ἀποβάλλειν. γνώσει 46241 4.33.32.19 : δ´ ὅτι ἐγὼ τἀληθῆ λέγω· τῶν μὲν γὰρ πλουτούντων οὐ– 46242 4.33.32.20 : δεὶς ἀναγκάζεται ὑφ´ ἡδονῆς ἀγρυπνεῖν, τῶν δ´ ἀπο– 46243 4.33.32.21 : βαλλόντων τι ὄψει οὐδένα δυνάμενον καθεύδειν ὑπὸ 46244 4.33.32.22 : λύπης. Μὰ Δί´, ἔφη ὁ Σάκας, οὐδέ γε τῶν λαμβανόν– 46245 4.33.32.23 : των νυστάζοντα οὐδένα ὑφ´ ἡδονῆς. Ἀληθῆ, ἔφη, λέ– 46246 4.33.32.24 : γεις· εἰ γάρ τοι τὸ ἔχειν οὕτως ὥσπερ τὸ λαμβάνειν 46247 4.33.32.25 : λαμβάνειν ἡδὺ ἦν, πολὺ ἂν διέφερον εὐδαιμονίᾳ οἱ πλού– 46248 4.33.32.26 : σιοι τῶν πενήτων. καὶ ἀνάγκη δέ τοί ἐστιν, ὦ Σάκα, τὸν 46249 4.33.32.27 : πολλὰ ἔχοντα πολλὰ καὶ δαπανᾶν καὶ εἰς θεοὺς καὶ 46250 4.33.32.28 : εἰς φίλους καὶ εἰς ξένους· ὅστις οὖν ἰσχυρῶς χρήμασιν 46251 4.33.32.29 : ἥδεται, εὖ ἴσθι τοῦτον καὶ δαπανῶντα ἰσχυρῶς ἀνιᾶσθαι. 46252 4.33.32.30 : Μὰ Δί´, ἔφη ὁ Σάκας, ἀλλ´ οὐκ ἐγὼ τούτων εἰμί, ἀλλὰ καὶ 46253 4.33.32.31 : εὐδαιμονίαν τοῦτο νομίζω τὸ πολλὰ ἔχοντα πολλὰ καὶ 46254 4.33.32.32 : δαπανᾶν. Τί οὖν, ἔφη, πρὸς τῶν θεῶν, ὁ Φεραύλας, οὐχὶ 46255 4.33.32.33 : σύ γε αὐτίκα μάλα εὐδαίμων ἐγένου κἀμὲ εὐδαίμονα ἐποίη– 46256 4.33.32.34 : σας; ἀλλὰ γάρ, ἔφη, πάντα ταῦτα κέκτησο καὶ χρῶ 46257 4.33.32.35 : ὥσπερ βούλει αὐτοῖς· ἐμὲ δὲ μηδὲν ἄλλο ἢ ὥσπερ ξένον 46258 4.33.32.36 : τρέφε καὶ ἔτι εὐτελέστερον ἢ ξένον· ἀρκέσει γάρ μοι ὅ 46259 4.33.32.37 : τι ἂν καὶ σὺ ἔχῃς τούτων μετέχειν. 46260 4.33.33.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Ἐρυξίου (p. 401 B–402 C.). 46261 4.33.33.2 : Τί ποτ´ ἐστὶν ὃ χρώμεθα χρήμασι, καὶ πρὸς τί 46262 4.33.33.3 : εὕρηται ἡ τῶν χρημάτων κτῆσις; ὥσπερ τὰ φάρμακα 46263 4.33.33.4 : πρὸς τὸ τὰς νόσους ἀπαλλάττειν; ἴσως γὰρ ἂν ἡμῖν οὕτω 46264 4.33.33.5 : μᾶλλον φανερὸν γένοιτο. ἐπειδὴ ἀναγκαῖον μὲν φαίνεται, 46265 4.33.33.6 : ὅσα περ τυγχάνει χρήματα ὄντα, ταῦτα καὶ χρήσιμα εἶναι, 46266 4.33.33.7 : τῶν δὲ χρησίμων γένος τι ὃ καλοῦμεν χρήματα, λοιπὸν 46267 4.33.33.8 : ἂν εἴη σκέψασθαι τὰ πρὸς τίνα χρείαν χρήσιμα χρῆσθαι 46268 4.33.33.9 : χρήματά ἐστιν. 〈πάντα μὲν γὰρ ἴσως χρήσιμα〉, ὅσοις γε 46269 4.33.33.10 : πρὸς τὴν ἐργασίαν χρώμεθα, ὥσπερ γε πάντα μὲν τὰ 46270 4.33.33.11 : ψυχὴν ἔχοντα ζῷα, τῶν δὲ ζῴων γένος τι καλοῦμεν ἄνθρω– 46271 4.33.33.12 : πον. εἰ δή τις ἡμᾶς ἔροιτο τίνος ἂν ἐκποδὼν ἡμῖν γενο– 46272 4.33.33.13 : μένου οὐδὲν δεοίμεθα ἰατρικῆς οὐδὲ τῶν ταύτης ἐργαλείων, 46273 4.33.33.14 : ἔχοιμ〈εν〉 ἂν εἰπεῖν ὅτι εἰ αἱ νόσοι ἀπαλλαγείησαν ἐκ 46274 4.33.33.15 : τῶν σωμάτων καὶ μὴ γίγνοιντο παντάπασιν, ἢ γιγνό– 46275 4.33.33.16 : μεναι παραχρῆμα ἀπαλλάττοιντο. ἔστιν ἄρα, ὡς ἔοικεν, 46276 4.33.33.17 : ἡ ἰατρικὴ τῶν ἐπιστημῶν 〈ἡ〉 πρὸς τοῦτο χρησίμη, πρὸς 46277 4.33.33.18 : τὸ νόσους ἀπαλλάττειν. εἰ δέ τις ἡμᾶς πάλιν ἔροιτο τίνος 46278 4.33.33.19 : ἂν ἡμῖν ἀπαλλαγέντος οὐδὲν δεοίμεθα χρημάτων, ἆρ´ ἂν 46279 4.33.33.20 : ἔχοιμεν εἰπεῖν; εἰ δὲ μή, πάλιν ὡδὶ σκοπώμεθα· φέρε, 46280 4.33.33.21 : εἰ οἷός τε εἴη ζῆν ἄνθρωπος ἄνευ σιτίων καὶ ποτῶν, καὶ 46281 4.33.33.22 : μὴ πεινῷ μηδὲ διψῷ, ἔσθ´ ὅτι ἂν ἢ αὐτῶν τούτων δέοιτο 46282 4.33.33.23 : ἢ ἀργυρίου ἢ ἑτέρου τινὸς ἵνα ταῦτα ἐκπορίζηται; {—} 46283 4.33.33.24 : Οὐκ ἔμοιγε δοκεῖ. {—}Οὐκοῦν καὶ τἄλλα κατὰ τὸν αὐτὸν 46284 4.33.33.25 : τρόπον· εἰ μὴ δεοίμεθα πρὸς τὴν τοῦ σώματος θερα– 46285 4.33.33.26 : πείαν ὧν νῦν ἐνδεεῖς ἐσμέν, καὶ ἀλέας καὶ ψύχους ἐνίοτε 46286 4.33.33.27 : καὶ τῶν ἄλλων ὅσων τὸ σῶμα ἐνδεὲς γιγνόμενον προσ– 46287 4.33.33.28 : δεῖται, ἄχρηστ´ ἂν ἡμῖν εἴη τὰ καλούμενα χρήματα, εἰ 46288 4.33.33.29 : μηδείς γε παντάπασι μηδενὸς δέοιτο τούτων ὧν ἕνεκεν 46289 4.33.33.30 : νυνὶ βουλόμεθα χρήματα ἡμῖν εἶναι, ἵνα ἐξικοίμεθα πρὸς 46290 4.33.33.31 : τὰς ἐπιθυμίας καὶ τὰς ἐνδείας τοῦ σώματος, ὧν ἂν ἑκά– 46291 4.33.33.32 : στοτε δεώμεθα. εἰ δ´ ἔστιν ἄρα πρὸς τοῦτο χρήσιμον ἡ 46292 4.33.33.33 : τῶν χρημάτων κτῆσις, πρὸς τὴν τοῦ σώματος θεραπείαν 46293 4.33.33.34 : τῶν ἐνδειῶν, εἰ γοῦν ἡμῖν τοῦτο ἐκ μέσου ἀναιρεθείη. 46294 4.33.33.35 : οὐδὲν ἂν δεοίμεθα χρημάτων, ἴσως δ´ ἂν οὐδ´ εἴη παν– 46295 4.33.33.36 : τάπασι χρήματα. 〈{—}Φαίνεται. {—}〉Φαίνεται ἄρα ἡμῖν, 46296 4.33.33.37 : ὡς ἔοικε, τὰ πρὸς ταύτην τὴν πραγματείαν χρήσιμα τῶν 46297 4.33.33.38 : πραγμάτων ταῦτα εἶναι χρήματα. {—}Συνέφη μὲν ταῦτα 46298 4.33.33.39 : εἶναι χρήματα. οὐ μὴν ἀλλ´ ἐτάραττέ τε αὐτὸν σφόδρα τὸ 46299 4.33.33.40 : λογίδιον. {—}Τί δαὶ τὰ τοιάδε; πότερ´ ἂν φήσαιμεν οἷόν 46300 4.33.33.41 : τ´ εἶναι ταὐτὸν πρᾶγμα πρὸς τὴν τοιαύτην ἐργασίαν τοτὲ 46301 4.33.33.42 : μὲν χρήσιμον εἶναι, τοτὲ δὲ ἀχρεῖον; {—}Οὐκ ἔγωγ´ ἂν 46302 4.33.33.43 : φαίην, ἀλλ´ εἴ τι δεοίμεθα τούτου πρὸς τὴν αὐτὴν ἐρ– 46303 4.33.33.44 : γασίαν, καὶ χρήσιμόν μοι δοκεῖ εἶναι· εἰ δὲ μή, οὔ. {—} 46304 4.33.33.45 : Οὐκοῦν εἰ ἄνευ πυρὸς οἷοί τε ἦμεν ἀνδριάντα χαλκοῦν 46305 4.33.33.46 : ἐργάσασθαι, οὐδὲν ἂν δεοίμεθα πυρὸς πρός γε τὴν τούτου 46306 4.33.33.47 : ἐργασίαν· εἰ δὲ μὴ δεοίμεθα, οὐδ´ ἂν χρήσιμον ἡμῖν εἴη. 46307 4.33.33.48 : ὁ αὐτὸς δὲ λόγος καὶ περὶ τῶν ἄλλων. οὐκοῦν ὅσων ἄνευ 46308 4.33.33.49 : οἷόν τε γίγνεσθαί τι, οὐδὲν ἂν τούτων ἡμῖν χρήσιμον 46309 4.33.33.50 : φαίνοιτο πρός γε τοῦτο. {—}Οὐ γάρ. {—}Οὐκοῦν εἴ ποτε 46310 4.33.33.51 : φαινοίμεθα οἷοί τε ὄντες ἄνευ ἀργυρίου καὶ χρυσίου καὶ 46311 4.33.33.52 : τῶν ἄλλων τῶν τοιούτων, οἷς μὴ αὐτοῖς χρώμεθα πρὸς 46312 4.33.33.53 : τὸ σῶμα, ὥσπερ σίτοις καὶ ποτοῖς καὶ ἱματίοις καὶ στρώ– 46313 4.33.33.54 : μασι καὶ οἰκίαις, παύειν τὰς τοῦ σώματος ἐνδείας, ὥστε 46314 4.33.33.55 : μηκέτι δεῖσθαι, οὐκ ἂν ἡμῖν οὐδὲ χρήσιμα γένοιτο πρός 46315 4.33.33.56 : γε τοῦτο τἀργύριόν τε καὶ τὸ χρυσίον καὶ τἄλλα τὰ τοι– 46316 4.33.33.57 : αῦτα, εἴπερ ποτὲ καὶ ἄνευ τούτων οἷόν τε γίγνεσθαι. {—} 46317 4.33.33.58 : Οὐ γάρ. {—}Οὐκ ἂν ἄρα οὐδ´ ἂν χρήματα ἡμῖν ταῦτα 46318 4.33.33.59 : φανείη, εἰ μηδὲν χρήσιμα· ἀλλὰ ταῦτ´ ἂν εἴη, οἷς τὰ χρή– 46319 4.33.33.60 : σιμα οἷοί τ´ ἐσμὲν ἐκπορίζεσθαι. 46320 4.33.34.1 : Ἐν αὐτῷ (p. 405 C–406 A). 46321 4.33.34.2 : Μάλιστα δ´ ἂν ἴσως καὶ τοῦτο ὧδε θεωρηθείη, εἴ 46322 4.33.34.3 : τις αὐτὸν πρὸς αὑτὸν τὸν ἄνθρωπον παραβάλλων σκο– 46323 4.33.34.4 : ποῖτο ὁποτέρα τῶν ἕξεων βελτίων, πότερον ὅταν τύχῃ 46324 4.33.34.5 : νοσῶν ἢ ὅταν ὑγιαίνων. {—}Ἀλλὰ τοῦτό γ´ ἔφη, οὐ πολλῆς 46325 4.33.34.6 : τινος τῆς σκέψεως δεῖται. {—}Ἴσως γάρ, ἦν δ´ ἐγώ, παντὶ 46326 4.33.34.7 : ἀνθρώπῳ εὔπορον γνῶναι ὅτι ἡ τοῦ ὑγιαίνοντος ἕξις 46327 4.33.34.8 : κρείττων ἐστὶ τῆς τοῦ κάμνοντος. τί δέ; πότερον τυγ– 46328 4.33.34.9 : χάνομεν πλειόνων τε καὶ μᾶλλον παντοδαπῶν δεόμενοι, 46329 4.33.34.10 : ὅταν κάμνωμεν ἢ ὅταν ὑγιαίνωμεν; {—}Ὅταν κάμνωμεν. {—} 46330 4.33.34.11 : Ὅταν ἄρα αὐτοὶ ἑαυτῶν τυγχάνωμεν φαυλότατα διακεί– 46331 4.33.34.12 : μενοι, τότε σφόδρα τε καὶ πλείστων, τὰ πρὸς τὰς ἡδονὰς 46332 4.33.34.13 : τὰς διὰ τοῦ σώματος, ἐν ἐπιθυμίαις τε καὶ δεήσεσιν 46333 4.33.34.14 : ἐσμέν; {—}Οὕτως. {—}Οὐκοῦν κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον ὥσπερ 46334 4.33.34.15 : αὐτὸς ἑαυτοῦ τότε φαίνεται βέλτιστα ἔχων, ὅταν ἐλα– 46335 4.33.34.16 : χίστων τῶν τοιούτων δέηται, οὕτω πάλιν καὶ δυοῖν ὄντοιν, 46336 4.33.34.17 : εἰ ὁ μὲν τυγχάνοι σφόδρα τε καὶ πολλῶν ἐν ἐπιθυμίᾳ τε 46337 4.33.34.18 : καὶ δεήσει ὤν, ὁ δὲ ὀλίγων τε καὶ ἥσυχος, οἷον τὰ τοι– 46338 4.33.34.19 : άδε· ὅσοι τῶν ἀνθρώπων τυγχάνουσι κυβευταὶ ὄντες, οἱ 46339 4.33.34.20 : δὲ οἰνόφλυγες, ἕτεροι δὲ γαστρίμαργοι· ἅπαντα γὰρ 46340 4.33.34.21 : ταῦτα οὐδὲν ἕτερον τυγχάνει ὄντα ἢ ἐπιθυμίαι. {—}Σφό– 46341 4.33.34.22 : δρα γε. {—}Αἱ δ´ ἐπιθυμίαι πᾶσαι οὐδὲν ἕτερον ἢ ἔνδει– 46342 4.33.34.23 : αί τινων. οἱ οὖν πλεῖστα τούτων πεπονθότες ἄνθρωποι 46343 4.33.34.24 : ἐν μοχθηροτέρᾳ ἕξει εἰσὶ τῶν μηδὲν ἢ ὡς ἐλάχιστα τοι– 46344 4.33.34.25 : αῦτα πεπονθότων. {—}Πάνυ μὲν οὖν ἔγωγε καὶ σφόδρα 46345 4.33.34.26 : μοχθηροὺς τοὺς τοιούτους ὑπολαμβάνω εἶναι· καὶ ὅσῳ ἂν 46346 4.33.34.27 : μᾶλλον τοιούτους, τοσούτῳ καὶ μοχθηροτέρους. 46347 4.34.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΒΙΟΥ, ΟΤΙ ΒΡΑΧΥΣ ΚΑΙ ΕΥΤΕΛΗΣ ΚΑΙ ΦΡΟΝΤΙΔΩΝ 46348 4.34.t.2 : ΑΝΑΜΕΣΤΟΣ.}1 46349 4.34.1.1 : Σοφοκλέους (inc. fab. fr. 859 N. 2). 46350 4.34.1.2 : Ὦ θνητὸν ἀνδρῶν καὶ ταλαίπωρον γένος, 46351 4.34.1.3 : ὡς οὐδὲν ἐσμέν, πλὴν σκιαῖς ἐοικότες 46352 4.34.1.4 : βάρος περισσὸν γῆς ἀναστρωφώμενοι. 46353 4.34.2.1 : Σοφοκλῆς Αἴαντι ( 125 s.). 46354 4.34.2.2 : Ὁρῶ γὰρ ἡμᾶς οὐδὲν ὄντας ἄλλο πλὴν 46355 4.34.2.3 : εἴδωλ´, ὅσοι περ ζῶμεν, ἢ κούφην σκιάν. 46356 4.34.3.1 : Φιλήμονος (fr. 158 K.). 46357 4.34.3.2 : Τοιοῦτος ὁ βίος ἐστὶν ἀνθρώπου, γύναι· 46358 4.34.3.3 : εὐφραινόμεσθ´ ἐλάττον´ ἢ λυπούμεθα. 46359 4.34.4.1 : Εὐριπίδου Μελεάγρῳ (fr. 532 N. 2). 46360 4.34.4.2 : Τοὺς ζῶντας εὖ δρᾶν· κατθανὼν δὲ πᾶς ἀνὴρ 46361 4.34.4.3 : γῆ καὶ σκιά. τὸ μηδὲν εἰς οὐδὲν βλέπει. 46362 4.34.5.1 : Φιλήμονος (fr. 133 K.). 46363 4.34.5.2 : Οὐκ ἂν δύναιο μὴ γενέσθαι, δέσποτα, 46364 4.34.5.3 : ἄνθρωπος ὢν ἄνθρωπος· ἄλλως οὖν βοᾷς· 46365 4.34.5.4 : τὸν ζῶντ´ ἀνάγκη πόλλ´ ἔχειν ἐστὶν κακά. 46366 4.34.6.1 : Διφίλου (fr. 106 K.). 46367 4.34.6.2 : Ἄνθρωπός εἰμι, τοῦτο δ´ αὐτὸ τῷ βίῳ 46368 4.34.6.3 : πρόφασιν μεγίστην εἰς τὸ λυπεῖσθαι φέρει. 46369 4.34.7.1 : Μενάνδρου (fr. 534 K.). 46370 4.34.7.2 : Ἅπαντα τὰ ζῷ´ ἐστὶ μακαριώτερα 46371 4.34.7.3 : καὶ νοῦν ἔχοντα μᾶλλον ἀνθρώπου πολύ. 46372 4.34.7.4 : τὸν ὄνον ὁρᾶν ἔξεστι πρῶτα τουτονί. 46373 4.34.7.5 : οὗτος κακοδαίμων ἐστὶν ὁμολογουμένως. 46374 4.34.7.6 : τούτῳ κακὸν δι´ αὑτὸν οὐδὲν γίνεται· 46375 4.34.7.7 : ἃ δ´ ἡ φύσις δέδωκεν 〈αὐτῷ〉, ταῦτ´ ἔχει. 46376 4.34.7.8 : ἡμεῖς δὲ χωρὶς τῶν ἀναγκαίων κακῶν 46377 4.34.7.9 : αὐτοὶ παρ´ αὑτῶν ἕτερα προσπορίζομεν. 46378 4.34.7.10 : λυπούμεθ´, ἂν πτάρῃ τις· ἂν εἴπῃ κακῶς, 46379 4.34.7.11 : ὀργιζόμεθ´· ἂν ἴδῃ τις ἐνύπνιον, σφόδρα 46380 4.34.7.12 : φοβούμεθ´· ἂν γλαὺξ ἀνακράγῃ, δεδοίκαμεν. 46381 4.34.7.13 : ἀγωνίαι, δόξαι, φιλοτιμίαι, νόμοι, 46382 4.34.7.14 : ἅπαντα ταῦτ´ ἐπίθετα τῇ φύσει κακά. 46383 4.34.8.1 : Σωτάδου. 46384 4.34.8.2 : Αὐτὸς γὰρ ἐὼν παντογενὴς ὁ πάντα γεννῶν, 46385 4.34.8.3 : οὐ κρίνει δικαίως τὰ κατ´ ἄνθρωπον ἕκαστον. 46386 4.34.8.4 : καὶ γὰρ κατὰ γαῖαν τά〈γε〉 κακὰ πέφυκεν ἀεί· 46387 4.34.8.5 : καὶ τοῖς μεγάλοις ἀεὶ κακοῖς γέγηθ´ ὁ κόσμος 46388 4.34.8.6 : ὅτι πάντες, ὅσοι περισσὸν ἠθέλησαν εὑρεῖν 46389 4.34.8.7 : ἢ μηχανικὸν ποίημ´ ἢ σοφὸν μάθημα, 46390 4.34.8.8 : οὗτοι κακὸν εἰς τὸν θάνατον τέλος ἐποίησαν, 46391 4.34.8.9 : ὑπὸ τοῦ γεννήτορος κόσμου κακῶς παθόντες. 46392 4.34.8.10 : Σωκράτην ὁ κόσμος πεποίηκεν σοφὸν εἶναι, 46393 4.34.8.11 : καὶ κακῶς ἀνεῖλεν τὸν Σωκράτην ὁ κόσμος, 46394 4.34.8.12 : ἐν τῇ φυλακῇ κώνειον ὅτι πιὼν τέθνηκε. 46395 4.34.8.13 : πουλύποδα φαγὼν ὁ Διογένης ὠμὸν τέθνηκεν. 46396 4.34.8.14 : Αἰσχύλῳ γράφοντί 〈τι〉 ἐπιπέπτωκε χελώνη. 46397 4.34.8.15 : Σοφοκλῆς ῥᾶγα φαγὼν σταφυλῆς πνιγεὶς τέθνηκε. 46398 4.34.8.16 : κύνες οἱ κατὰ Θρᾴκην Εὐριπίδην ἔτρωγον. 46399 4.34.8.17 : τὸν θεῖον Ὅμηρον λιμὸς κατεδαπάνησεν. 46400 4.34.9.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 46401 4.34.9.2 : Ἀγαθὸς εὐφυὴς [καὶ] δίκαιος εὐτυχὴς ὃς ἂν ζῇ, 46402 4.34.9.3 : τοῦ φθόνου λαβεῖν δεῖ μερίδ´ ἢ μῶμον ἔχειν δεῖ. 46403 4.34.9.4 : πλουτεῖ τις ἄγαν, ἀλλὰ πάθος παρέλαβεν αὐτόν. 46404 4.34.9.5 : εὐσεβής τίς ἐστιν, πενίαν δέδωκεν αὐτῷ. 46405 4.34.9.6 : μέγας ἐστὶ τεχνίτης [τις], ἀτυχῆ πεποίηκ´ αὐτόν. 46406 4.34.9.7 : κἂν ἐπὶ τὸ μέγιστον δίκαιος κριτὴς ὑπάρχῃ, 46407 4.34.9.8 : δεῖ τὸν φύσει νικώμενον ἄδικον αὐτὸν εἰπεῖν. 46408 4.34.9.9 : πλούσιός τίς ἐστιν, τὸ μέγα πτῶμα φοβεῖται. 46409 4.34.9.10 : ἰσχυρὸς ὑπάρχει, νόσου πεῖραν εὐλαβεῖται. 46410 4.34.9.11 : ἡμέρας μιᾶς ἀλυπία μέγ´ ἐστὶ κέρδος. 46411 4.34.9.12 : τί γὰρ ἐσμὲν ὅλως, ἢ ποταπῆς γεγόναμεν ὕλης; 46412 4.34.9.13 : στόχασαι κατὰ σεαυτὸν τὸ βιωτικόν, νοήσας 46413 4.34.9.14 : ἐκ τίνος ἐγένου καὶ τίς εἶ καὶ τίς πάλι γίνῃ. 46414 4.34.10.1 : Μενάνδρου (cf. fr. 417 b K.). 46415 4.34.10.2 : Τυφλόν γε καὶ δύστηνον ἀνθρώπου βίος. 46416 4.34.11.1 : Εὔφρονος Διδύμων (fr. 5 K.). 46417 4.34.11.2 : Ὦ Ζεῦ, τί ποθ´ ἡμῖν δοὺς χρόνον τοῦ ζῆν βραχὺν 46418 4.34.11.3 : πλέκειν ἀλύπως τοῦτον ἡμᾶς οὐκ ἐᾷς; 46419 4.34.12.1 : Μιμνέρμου (fr. 2 B. 4). 46420 4.34.12.2 : Ἡμεῖς δ´ οἷά τε φύλλα φύει πολυάνθεμος ὥρη 46421 4.34.12.3 : ἔαρος, ὅτ´ αἶψ´ αὐγῇς´ αὔξεται ἠελίου, 46422 4.34.12.4 : τοῖς ἴκελοι πήχυιον ἐπὶ χρόνον ἄνθεσιν ἥβης 46423 4.34.12.5 : τερπόμεθα, πρὸς θεῶν εἰδότες οὔτε κακὸν 46424 4.34.12.6 : οὔτ´ ἀγαθόν· Κῆρες δὲ παρεστήκασι μέλαιναι, 46425 4.34.12.7 : ἡ μὲν ἔχουσα τέλος γήραος ἀργαλέου, 46426 4.34.12.8 : ἡ δ´ ἑτέρη θανάτοιο· μίνυνθα δὲ γίγνεται ἥβης 46427 4.34.12.9 : καρπός, ὅσον τ´ ἐπὶ γῆν κίδναται ἠέλιος. 46428 4.34.12.10 : αὐτὰρ ἐπὴν δὴ τοῦτο τέλος παραμείψεται ὥρης, 46429 4.34.12.11 : αὐτίκα δὴ τεθνάναι βέλτιον ἢ βίοτος. 46430 4.34.12.12 : πολλὰ γὰρ ἐν θυμῷ κακὰ γίγνεται· ἄλλοτε οἶκος 46431 4.34.12.13 : τρυχοῦται, πενίης δ´ ἔργ´ ὀδυνηρὰ πέλει· 46432 4.34.12.14 : ἄλλος δ´ αὖ παίδων ἐπιδεύεται, ὧν τε μάλιστα 46433 4.34.12.15 : ἱμείρων κατὰ γῆς ἔρχεται εἰς Ἀίδην· 46434 4.34.12.16 : ἄλλος νοῦσον ἔχει θυμοφθόρον· οὐδέ τις ἔστιν 46435 4.34.12.17 : ἀνθρώπων, ᾧ Ζεὺς μὴ κακὰ πολλὰ διδοῖ. 46436 4.34.13.1 : Φιλήμονος (fr. 93 K.). 46437 4.34.13.2 : Ὦ τρισμακάρια πάντα καὶ τρισόλβια 46438 4.34.13.3 : τὰ θηρί´, οἷς οὐκ ἔστι περὶ τούτων λόγος· 46439 4.34.13.4 : οὔτ´ εἰς ἔλεγχον οὐδὲν αὐτῶν ἔρχεται, 46440 4.34.13.5 : οὔτ´ ἄλλο τοιοῦτ´ οὐδέν ἐστ´ αὐτοῖς κακὸν 46441 4.34.13.6 : ἐπακτόν· ἣν δ´ ἂν εἰσενέγκηται φύσιν 46442 4.34.13.7 : ἕκαστον, εὐθὺς καὶ νόμον ταύτην ἔχει. 46443 4.34.13.8 : ἡμεῖς δ´ ἀβίωτον ζῶμεν ἅνθρωποι βίον, 46444 4.34.13.9 : δουλεύομεν δόξαισιν, εὑρόντες νόμους, 46445 4.34.13.10 : προγόνοισιν, ἐγγόνοισιν. οὐκ ἔστ´ ἀποτυχεῖν 46446 4.34.13.11 : κακοῦ, πρόφασιν δ´ ἀεί τιν´ ἐξευρίσκομεν. 46447 4.34.14.1 : Σιμωνίδου Θρήνων (fr. 36 B. 4). 46448 4.34.14.2 : Οὐδὲ γὰρ οἳ πρότερόν ποτ´ ἐπέλοντο, 46449 4.34.14.3 : θεῶν δ´ ἐξ ἀνάκτων ἐγένοντο υἷες ἡμίθεοι, 46450 4.34.14.4 : ἄπονον οὐδ´ ἄφθιτον οὐδ´ ἀκίνδυνον βίον 46451 4.34.14.5 : ἐς γῆρας ἐξίκοντο τελέσαντες. 46452 4.34.15.1 : Σιμωνίδου (Semon. 1 Bergk 4). 46453 4.34.15.2 : Ὦ παῖ, τέλος μὲν Ζεὺς ἔχει βαρύκτυπος 46454 4.34.15.3 : πάντων ὅς´ ἔστι, καὶ τίθης´ ὅπῃ θέλει. 46455 4.34.15.4 : νόος δ´ οὐκ ἐπ´ ἀνθρώποισιν· ἀλλ´ ἐφήμεροι 46456 4.34.15.5 : † αιδη βοτὰ ζώομεν, οὐδὲν εἰδότες 46457 4.34.15.6 : ὅκως ἕκαστον ἐκτελευτήσει θεός. 46458 4.34.15.7 : ἐλπὶς δὲ πάντας κἀπιπειθείη τρέφει, 46459 4.34.15.8 : ἄπρηκτον ὁρμαίνοντας· οἱ μὲν ἡμέρην 46460 4.34.15.9 : μένουσιν ἐλθεῖν, οἱ δ´ ἐτέων περιτροπάς. 46461 4.34.15.10 : νέωτα δ´ οὐδεὶς ὅστις οὐ δοκέει βροτῶν 46462 4.34.15.11 : πλούτῳ τε κἀγαθοῖσιν ἵξεσθαι † φίλος. 46463 4.34.15.12 : φθάνει δὲ τὸν μὲν γῆρας ἄζηλον λαβόν, 46464 4.34.15.13 : πρὶν τέρμ´ ἵκηται· τοὺς δὲ δύστηνοι νόσοι 46465 4.34.15.14 : φθείρουσι θνητῶν· τοὺς δ´ Ἄρει δεδμημένους 46466 4.34.15.15 : πέμπει μελαίνης Ἀίδης ὑπὸ χθονός· 46467 4.34.15.16 : οἱ δ´ ἐν θαλάσσῃ λαίλαπι κλονεύμενοι 46468 4.34.15.17 : καὶ κύμασιν πολλοῖσι πορφυρῆς ἁλὸς 46469 4.34.15.18 : θνῄσκουσιν, εὖτ´ ἂν εὖ δυνήσωνται ζόειν· 46470 4.34.15.19 : οἱ δ´ ἀγχόνην ἅψαντο δυστήνῳ μόρῳ 46471 4.34.15.20 : καὐτάγρετοι λείπουσιν ἡλίου φάος. 46472 4.34.15.21 : οὕτω κακῶν ἄπ´ οὐδέν, ἀλλὰ μυρίαι 46473 4.34.15.22 : βροτοῖσι κῆρες κἀνεπίφραστοι δύαι 46474 4.34.15.23 : καὶ πήματ´ ἐστίν· εἰ δ´ ἐμοὶ πιθοίατο, 46475 4.34.15.24 : οὐκ ἂν κακῶν ἐρῷμεν οὐδ´ ἐπ´ ἄλγεσι 46476 4.34.15.25 : κακοῖς´ ἔχοντες θυμὸν αἰκιζοίμεθα. 46477 4.34.16.1 : Φιλήμονος (fr. 88 K.). 46478 4.34.16.2 : Πολύ γ´ ἐστὶ πάντων ζῷον ἀθλιώτατον 46479 4.34.16.3 : ἄνθρωπος, εἴ τις ἐξετάζοι κατὰ τρόπον. 46480 4.34.16.4 : τὸν γὰρ βίον περίεργον εἰς τὰ πάντ´ ἔχων 46481 4.34.16.5 : ἀπορεῖ τὰ πλεῖστα διὰ τέλους πονεῖ τ´ ἀεί. 46482 4.34.16.6 : καὶ τοῖς μὲν ἄλλοις πᾶσιν ἡ γῆ θηρίοις 46483 4.34.16.7 : ἑκοῦσα παρέχει τὴν καθ´ ἡμέραν τροφήν, 46484 4.34.16.8 : αὐτὴ πορίζους´ οὐ λαβοῦσα ...... 46485 4.34.16.9 : ............. πάνυ μόλις 46486 4.34.16.10 : ὥσπερ τὸ κατὰ χρέος κεφάλαιον ἐκτίνει 46487 4.34.16.11 : τὸ σπέρμα, τοὺς τόκους δ´ 〈ἀν〉ευρίσκους´ ἀεὶ 46488 4.34.16.12 : πρόφασίν τιν´ αὐχμὸν ἢ πάχνην ἀποστερεῖ. 46489 4.34.16.13 : καὶ † τυχὸν μὲν διὰ τὸ παρέχειν πράγματα 46490 4.34.16.14 : μόνους ἑαυτῇ καὶ ποιεῖν τἄνω κάτω 46491 4.34.16.15 : ταύτην παρ´ ἡμῶν λαμβάνει τιμωρίαν. 46492 4.34.17.1 : Βάθωνος ἐξ Αἰτωλοῦ (fr. 1 Com. III p. 46493 4.34.17.2 : 326 K.). 46494 4.34.17.3 : Ἄνθρωπος ὢν ἔπταικας· ἐν δὲ τῷ βίῳ 46495 4.34.17.4 : τέρας ἐστὶν εἴ τις εὐτύχηκε διὰ βίου. 46496 4.34.18.1 : Μενάνδρου (fr. 539 K.). 46497 4.34.18.2 : Ὁ πάντα βουληθεὶς 〈ἂν〉 ἄνθρωπος πονεῖν 46498 4.34.18.3 : πῶς ἂν γένοιτ´ ο〈ὐ〉 πλούσιος τρόπον 〈τινά,〉 [οὗτος] 46499 4.34.18.4 : πάλιν φιλόσοφος τινὶ μαθήσει χρώμενος, 46500 4.34.18.5 : τὸ σῶμ´ ὑγιαίνων τινὰ δίαιταν προσφέρων; 46501 4.34.18.6 : πλὴν ἕν τι τῶν πάντων ἀδύνατον ἦν ἄρα 46502 4.34.18.7 : εὑρεῖν, δι´ οὗ τρόπου τις οὐ λυπήσεται. 46503 4.34.18.8 : οὐ γὰρ τὸ μὴ πράττειν κατὰ νοῦν ἔχει μόνον 46504 4.34.18.9 : λύπην, παρέχει δὲ φροντίδας καὶ τἀγαθά. 46505 4.34.19.1 : Φιλήμονος Ἐφήβῳ (fr. 28 K.). 46506 4.34.19.2 : Οὐ τοῖς πλέουσι τὴν θάλατταν γίνεται 46507 4.34.19.3 : μόνοισι χειμών, ὡς ἔοικεν, ἀλλὰ καὶ 46508 4.34.19.4 : τοῖς περιπατοῦσί που, Λάχης, ἐν τῇ στοᾷ 46509 4.34.19.5 : καὶ τοῖς μένουσιν ἔνδον ἐν ταῖς οἰκίαις. 46510 4.34.19.6 : χοἱ μὲν πλέοντες ἐνίοθ´ ἡμέραν μίαν 46511 4.34.19.7 : ἢ νύκτα χειμασθέντες, εἶτ´ ἐκ τοῦ κακοῦ 46512 4.34.19.8 : σωτηρίας ἐπέτυχον· ἤτοι πνεῦμα γὰρ 46513 4.34.19.9 : αὐτοὺς τὸ σῷζον ἧκεν ἢ ´φάνη λιμήν. 46514 4.34.19.10 : ἐμοὶ δὲ τοῦτ´ οὐκ ἔστιν· οὐκ ἐς ἡμέραν 46515 4.34.19.11 : χειμάζομαι μίαν γάρ, εἰς τὸ ζῆν δ´ ὅλον· 46516 4.34.19.12 : ἀεὶ τὸ λυπεῖσθαι δὲ μεῖζον γίνεται. 46517 4.34.20.1 : Εὐριπίδου Θυέστου (fr. 392 N. 2). 46518 4.34.20.2 : Εἰ δ´ ἄτερ πόνων 46519 4.34.20.3 : δοκεῖς ἔσεσθαι, μῶρος εἶ, θνητὸς γεγώς. 46520 4.34.21.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμήνης (fr. 101 N. 2). 46521 4.34.21.2 : Ἀλλ´ ἡμέρα τοι πολλὰ καὶ μέλαινα νὺξ 46522 4.34.21.3 : τίκτει βροτοῖσιν. 46523 4.34.22.1 : Σοφοκλέους Μυσῶν (fr. 376 N. 2). 46524 4.34.22.2 : Ἄμοχθος γὰρ οὐδείς· ὁ δ´ ἥκιστ´ ἔχων μακάρτατος. 46525 4.34.23.1 : Σόλωνος (fr. 14 B. 4). 46526 4.34.23.2 : Οὐδὲ μάκαρ οὐδεὶς πέλεται βροτός, ἀλλὰ πόνηροι 46527 4.34.23.3 : πάντες, ὅσους θνητοὺς ἠέλιος καθορᾷ. 46528 4.34.24.1 : Βακχυλίδου Προσοδίων (fr. 13 Blass). 46529 4.34.24.2 : Πάντεσσι θνατοῖσι δαίμων ἐπέταξε πόνους ἄλλοισιν 46530 4.34.24.3 : ἄλλους. 46531 4.34.25.1 : Τοῦ αὐτοῦ Ἐπινίκων (V 54 Bl.). 46532 4.34.25.2 : Οὐ γάρ τις ἐπιχθονίων πάντα γ´ εὐδαίμων ἔφυ. 46533 4.34.26.1 : Ἐν ταὐτῷ (V. 160. fr. 37 Bl.). 46534 4.34.26.2 : Θνατοῖσι μὴ φῦναι φέριστον, μηδ´ ἀελίου 46535 4.34.26.3 : προσιδεῖν φέγγος, ὄλβιος δ´ οὐδεὶς βροτῶν πάντα χρόνον. 46536 4.34.27.1 : Ἡρώδα Μιμιάμβων (fr. 63 Crus. 4). 46537 4.34.27.2 : Ὡς οἰκίην οὐκ ἔστιν εὐμαρέως εὑρεῖν 46538 4.34.27.3 : ἄνευ κακῶν ζώουσαν· ὃς δ´ ἔχει μεῖον 46539 4.34.27.4 : τούτου τι, μεῖζον τοῦ ἑτέρου δόκει πρήσσειν. 46540 4.34.28.1 : Σιμωνίδου ( 85 Bergk 4). 46541 4.34.28.2 : Ἓν δὲ τὸ κάλλιστον Χῖος ἔειπεν ἀνήρ· 46542 4.34.28.3 : οἵη περ φύλλων γενεή, τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν. 46543 4.34.28.4 : παῦροι μὴν θνητῶν οὔασι δεξάμενοι 46544 4.34.28.5 : στέρνοις ἐγκατέθεντο· πάρεστι γὰρ ἐλπὶς ἑκάστῳ, 46545 4.34.28.6 : ἀνδρῶν ἥτε νέων στήθεσιν ἐμφύεται. 46546 4.34.28.7 : θνητῶν δ´ ὄφρα τις ἄνθος ἔχῃ πολυήρατον ἥβης, 46547 4.34.28.8 : κοῦφον ἔχων θυμὸν πόλλ´ ἀτέλεστα νοεῖ. 46548 4.34.28.9 : οὔτε γὰρ ἐλπίδ´ ἔχει γηρασέμεν οὐδὲ θανεῖσθαι, 46549 4.34.28.10 : οὐδ´ ὑγιὴς ὅταν ᾖ, φροντίδ´ ἔχει καμάτου. 46550 4.34.28.11 : νήπιοι, οἷς ταύτῃ κεῖται νόος· οὐδὲ ἴσασιν 46551 4.34.28.12 : ὡς χρόνος ἔσθ´ ἥβης καὶ βιότοι´ ὀλίγος 46552 4.34.28.13 : θνητοῖς· ἀλλὰ σὺ ταῦτα μαθὼν βιότου ποτὶ τέρμα 46553 4.34.28.14 : ψυχῇ τῶν ἀγαθῶν τλῆθι χαριζόμενος. 46554 4.34.29.1 : Διονυσίου 〈τοῦ〉 τυράννου Ἀλκμήνης 46555 4.34.29.2 : (fr. 2 p. 793 N. 2). 46556 4.34.29.3 : Εἰ δ´ ἀξιοῖς σοι μηδὲν ἀλγεινόν ποτε 46557 4.34.29.4 : † μηδὲν ἔσεσθαι, μακαρίως ἔχεις φρενῶν· 46558 4.34.29.5 : θεῶν γὰρ ἕξειν βίοτον, οὐ θνητῶν δοκεῖς. 46559 4.34.30.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομέδας (fr. 143 N. 2). 46560 4.34.30.2 : Χρήμασιν γὰρ εὐτυχῶ· 46561 4.34.30.3 : ταῖς συμφοραῖσι δ´, ὡς ὁρᾷς, οὐκ εὐτυχῶ. 46562 4.34.31.1 : Εὐριπίδου Αἰόλου (fr. 34 N. 2). 46563 4.34.31.2 : Γλυκεῖα γάρ μοι φροντὶς οὐδαμῇ βίου. 46564 4.34.32.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 101–3). 46565 4.34.32.2 : Πλείη μὲν γὰρ γαῖα κακῶν, πλείη δὲ θάλασσα· 46566 4.34.32.3 : νοῦσοι δ´ ἀνθρώποισιν ἐφ´ ἡμέρῃ, αἱ δ´ ἐπὶ νυκτὶ 46567 4.34.32.4 : αὐτόμαται φοιτῶσι κακὰ θνητοῖσι φέρουσαι. 46568 4.34.33.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπης (fr. 211 N. 2). 46569 4.34.33.2 : Φεῦ φεῦ, βρότειαι πημάτων ὅσαι τύχαι 46570 4.34.33.3 : ὅσαι τε μορφαί· τέρμα δ´ οὐκ εἴποι τις ἄν. 46571 4.34.34.1 : Σοφοκλέους Οἰδίποδι [τυράννου] ( 1189 ss.). 46572 4.34.34.2 : Τίς γὰρ τίς ἀνὴρ πλέον 46573 4.34.34.3 : τᾶς εὐδαιμονίας φέρει 46574 4.34.34.4 : 〈ἢ〉 τοσοῦτον ὅσον δοκεῖν 46575 4.34.34.5 : καὶ δόξαντ´ ἀποκλῖναι; 46576 4.34.35.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπης (fr. 204 N. 2). 46577 4.34.35.2 : Πόλλ´ ἔστιν ἀνθρώποισιν, ὦ ξένοι, κακά. 46578 4.34.36.1 : Μενάνδρου (fr. 589 K.). 46579 4.34.36.2 : Ἄνευ κακῶν γὰρ οἰκίαν οἰκουμένην 46580 4.34.36.3 : οὐκ ἔστιν εὑρεῖν, ἀλλὰ τοῖς μὲν ἡ τύχη 46581 4.34.36.4 : τούτων δίδωσιν ἀφθονίαν, τοῖς δ´ οἱ τρόποι. 46582 4.34.37.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπης (fr. 208 N. 2). 46583 4.34.37.2 : Ἔχει λόγον καὶ τοῦτο· τῶν πολλῶν βροτῶν 46584 4.34.37.3 : δεῖ τοὺς μὲν εἶναι δυστυχεῖς, τοὺς δ´ εὐτυχεῖς, 46585 4.34.38.1 : Εὐριπίδου Βελλεροφόντου (fr. 285 N. 2). 46586 4.34.38.2 : Ἐγὼ τὸ μὲν δὴ πανταχοῦ θρυλούμενον 46587 4.34.38.3 : κράτιστον εἶναι φημὶ μὴ φῦναι βροτῷ. 46588 4.34.39.1 : Σοφοκλέους Τηρεῖ (fr. 533 N. 2). 46589 4.34.39.2 : ΧΟΡ. Τὰν δ´ ἀνθρώπου ζοὰν 46590 4.34.39.3 : ποικιλομήτιδες ἄται 46591 4.34.39.4 : πημάτων πάσαις μεταλλάσσουσιν ὥραις. 46592 4.34.40.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 536 N. 2). 46593 4.34.40.2 : Ζώοι τις ἀνθρώπων τὸ κατ´ ἦμαρ ὅπως 46594 4.34.40.3 : ἥδιστα πορσύνων, τὸ δ´ ἐς αὔριον αἰεὶ 46595 4.34.40.4 : τυφλὸν ἕρπει. 46596 4.34.41.1 : Εὐριπίδου Εὐρυσθέως (fr. 376 N. 2). 46597 4.34.41.2 : Οὐκ οἶδ´ ὅτῳ χρὴ κανόνι τὰς βροτῶν τύχας 46598 4.34.41.3 : ὀρθῶς ἀθρήσαντ´· εἰδέναι τὸ δραστέον. 46599 4.34.42.1 : Μενάνδρου (fr. 811 K.). 46600 4.34.42.2 : Ἄνθρωπος· ἱκανὴ πρόφασις εἰς τὸ δυστυχεῖν. 46601 4.34.43.1 : Εὐριπίδου Ἰφιγενείας. 46602 4.34.43.2 : *** 46603 4.34.43a.1 : (〈Εὐριπίδου Ἴωνος〉 381–3). 46604 4.34.43a.2 : Πολλαί γε πολλοῖς εἰσι συμφοραὶ βροτοῖς, 46605 4.34.43a.3 : μορφαῖς δὲ διαφέρουσιν, ἓν δ´ ἂν εὐτυχὲς 46606 4.34.43a.4 : μόλις πότ´ ἐξεύροι τις ἀνθρώπου βίον. 46607 4.34.44.1 : Αἰσχύλου (fr. 399 N. 2). 46608 4.34.44.2 : Τὸ γὰρ βρότειον σπέρμ´ ἐφ´ ἡμέραν φρονεῖ, 46609 4.34.44.3 : καὶ πιστὸν οὐδὲν μᾶλλον ἢ καπνοῦ σκιά. 46610 4.34.45.1 : Ὁμήρου (Il. XXIV 525 s.). 46611 4.34.45.2 : Ὣς γὰρ ἐπεκλώσαντο θεοὶ δειλοῖσι βροτοῖσι, 46612 4.34.45.3 : ζώειν ἀχνυμένοις. 46613 4.34.46.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Il. XXI 463–66). 46614 4.34.46.2 : Τί γὰρ δὴ δεῖ θνητῶν ἕνεκα πτολεμίζειν 46615 4.34.46.3 : δειλῶν; οἳ φύλλοισιν ἐοικότες ἄλλοτε μέν τε 46616 4.34.46.4 : ζαφλεγέες τελέθουσιν, ἀρούρης καρπὸν ἔδοντες, 46617 4.34.46.5 : ἄλλοτε δὲ φθινύθουσιν ἀκήριοι, οὐδέ τις ἀλκή. 46618 4.34.47.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Il. XVII 446 s.). 46619 4.34.47.2 : Οὐ μὲν γάρ τί ποτ´ ἐστὶν ὀιζυρώτερον ἀνδρὸς 46620 4.34.47.3 : πάντων, ὅσσα τε γαῖαν ἐπιπνείει τε καὶ ἕρπει. 46621 4.34.48.1 : Εὐριπίδου Ὀρέστης ( 1 ss.). 46622 4.34.48.2 : Οὐκ ἔστιν οὐδὲν δεινὸν ὧδ´ εἰπεῖν ἔπος 46623 4.34.48.3 : οὐδὲ πάθος οὐδὲ συμφορὰ θεήλατος, 46624 4.34.48.4 : ἧς οὐκ ἂν ἄραιτ´ ἄχθος ἀνθρώπου φύσις. 46625 4.34.49.1 : Σοφοκλέους (fr. 860 N. 2). 46626 4.34.49.2 : Οὐ γὰρ θέμις ζῆν πλὴν θεοῖς ἄνευ κακῶν. 46627 4.34.50.1 : Εὐριπίδου Ἱππολύτῳ (fr. 444 N. 2). 46628 4.34.50.2 : Ὦ δαῖμον, ὡς οὐκ ἔστ´ ἀποστροφὴ βροτοῖς 46629 4.34.50.3 : τῶν ἐμφύτων τε καὶ θεηλάτων κακῶν. 46630 4.34.51.1 : Εὐριπίδου Πρωτεσίλαος (fr. 651 N. 2). 46631 4.34.51.2 : Οὐ θαῦμ´ ἔλεξας θνητὸν ὄντα δυστυχεῖν. 46632 4.34.52.1 : Σοφοκλῆς Αἴαντι (fr. 12 N. 2). 46633 4.34.52.2 : Ἄνθρωπός ἐστι πνεῦμα καὶ σκιὰ μόνον. 46634 4.34.53.1 : Μενάνδρου Συναριστώσαις (fr. 452 K.). 46635 4.34.53.2 : Τρισάθλιόν γε καὶ ταλαίπωρον φύσει 46636 4.34.53.3 : πολλῶν τε μεστόν ἐστι τὸ ζῆν φροντίδων. 46637 4.34.54.1 : Μενάνδρου Κιθαριστῇ (fr. 281, 8 K.). 46638 4.34.54.2 : Ἆρ´ ἐστὶ συγγενές τι λύπη καὶ βίος. 46639 4.34.55.1 : Θεόγνιδος ( 617 s.). 46640 4.34.55.2 : Οὔ τι μάλ´ ἀνθρώποις καταθύμια πάντα τελεῖται· 46641 4.34.55.3 : πολλὸν γὰρ θνητῶν κρέσσονες ἀθάνατοι. 46642 4.34.56.1 : Ἀντιφῶντος (fr. 51 Diels 2). 46643 4.34.56.2 : Εὐκατηγόρητος πᾶς ὁ βίος θαυμαστῶς, ὦ μακάριε, 46644 4.34.56.3 : καὶ οὐδὲν ἔχων περιττὸν οὐδὲ μέγα καὶ σεμνόν, ἀλλὰ 46645 4.34.56.4 : πάντα μικρὰ καὶ ἀσθενῆ καὶ ὀλιγοχρόνια καὶ ἀναμεμιγ– 46646 4.34.56.5 : μένα λύπαις μεγάλαις. 46647 4.34.57.1 : Ποσιδίππου (A. P. IX 359). 46648 4.34.57.2 : Ποίην τις βιότοιο τάμῃ τρίβον; εἰν ἀγορῇ μὲν 46649 4.34.57.3 : νείκεα καὶ χαλεπαὶ πρήξιες, ἐν δὲ δόμοις 46650 4.34.57.4 : φροντίδες· ἐν δ´ ἀγροῖς καμάτων ἅλις, ἐν δὲ θαλάσσῃ 46651 4.34.57.5 : τάρβος· ἐπὶ ξείνης δ´, ἢν μὲν ἔχῃς τι, δέος, 46652 4.34.57.6 : ἢν δ´ ἀπορῇς, ἀνιαρόν. ἔχεις γάμον· οὐκ ἀμέριμνος 46653 4.34.57.7 : ἔσσεαι. οὐ γαμέεις· ζήσῃ ἐρημότερος. 46654 4.34.57.8 : τέκνα πόνοι, πήρωσις ἄπαις βίος. αἱ νεότητες 46655 4.34.57.9 : ἄφρονες, αἱ πολιαὶ δ´ ἔμπαλιν ἀδρανέες. 46656 4.34.57.10 : ἦν ἄρα τῶν πάντων τόδε λώιον, ἠὲ γενέσθαι 46657 4.34.57.11 : μηδέποτ´ ἠὲ θανεῖν αὐτίκα τικτόμενον. 46658 4.34.58.1 : Δημοκρίτου (fr. 108 Diels 2). 46659 4.34.58.2 : Διζημένοισι τἀγαθὰ μόλις παραγίνεται, τὰ δὲ κακὰ 46660 4.34.58.3 : καὶ μὴ διζημένοισι. 46661 4.34.59.1 : Σιμωνίδου. 46662 4.34.59.2 : Σιμωνίδης ἐρωτηθεὶς πόσον χρόνον βιῴη ’χρόνον‘ 46663 4.34.59.3 : εἶπεν ’ὀλίγον, ἔτη δὲ πολλά‘. 46664 4.34.60.1 : Ἀριστοτέλους. 46665 4.34.60.2 : Τί γάρ ἐστιν ἄνθρωπος; ἀσθενείας ὑπόδειγμα, καιροῦ 46666 4.34.60.3 : λάφυρον, τύχης παίγνιον, μεταπτώσεως εἰκών, φθόνου 46667 4.34.60.4 : καὶ συμφορᾶς πλάστιγξ, τὸ δὲ λοιπὸν φλέγμα καὶ χολή. 46668 4.34.61.1 : Ἡροδότου (VII 46). 46669 4.34.61.2 : Αἱ γάρ τοι συμφοραὶ προσπίπτουσαι καὶ αἱ νοῦσοι 46670 4.34.61.3 : συνταράττουσι καὶ βραχὺν ἐόντα μακρὸν δοκέειν εἶναι 46671 4.34.61.4 : ποιεῦσι τὸν βίον· οὕτως ὁ μὲν θάνατος μοχθηρᾶς ἐούσης 46672 4.34.61.5 : τῆς ζωῆς καταφυγὴ αἱρετωτάτη τῷ ἀνθρώπῳ γέγονεν, ὁ δὲ 46673 4.34.61.6 : θεὸς γλυκὺν γεύσας τὸν αἰῶνα δυσξύνετος ἐν αὐτῷ εὑρίσ– 46674 4.34.61.7 : κεται ἐών. 46675 4.34.62.1 : Δημοκρίτου (fr. 297 Diels 2). 46676 4.34.62.2 : Ἅπαντες ἄνθρωποι συνειδήσει τῆς ἐν τῷ βίῳ κακο– 46677 4.34.62.3 : πραγμοσύνης τὸν τῆς βιοτῆς χρόνον ἐν ταραχαῖς καὶ φόβοις 46678 4.34.62.4 : ταλαιπωρέουσι, ψεύδεα περὶ τοῦ μετὰ τὴν τελευτὴν μυ– 46679 4.34.62.5 : θέοντες φόβου. 46680 4.34.63.1 : Ἀντιφῶντος (fr. 50 Diels 2). 46681 4.34.63.2 : Τὸ ζῆν ἔοικε. φρουρᾷ ἐφημέρῳ τό τε μῆκος τοῦ βίου 46682 4.34.63.3 : ἡμέρᾳ μιᾷ, ὡς ἔπος εἰπεῖν, ᾗ ἀναβλέψαντες πρὸς τὸ φῶς 46683 4.34.63.4 : παρεγγυῶμεν τοῖς ἐπιγιγνομένοις ἑτέροις. 46684 4.34.64.1 : Ἡροδότου (VII 49). 46685 4.34.64.2 : Αἱ συμφοραὶ τῶν ἀνθρώπων ἄρχουσι καὶ οὐκὶ οἱ ἄν– 46686 4.34.64.3 : θρωποι τῶν συμφορῶν. 46687 4.34.65.1 : Δημοκρίτου (fr. 285 Diels 2). 46688 4.34.65.2 : Γιγνώσκειν χρεὼν ἀνθρωπίνην βιοτὴν ἀφαυρήν τε 46689 4.34.65.3 : ἐοῦσαν καὶ ὀλιγοχρόνιον, πολλῇσί τε κηρσὶ συμπεφυρμέ– 46690 4.34.65.4 : νην καὶ ἀμηχανίῃσιν, ὅκως ἄν τις μετρίης τε κτήσιος 46691 4.34.65.5 : ἐπιμέληται καὶ ἀμέτρητα ἐπὶ τοῖς ἀναγκαίοισι ταλαι– 46692 4.34.65.6 : πωρέῃ. 46693 4.34.66.1 : Ἑρμολόχου (P. L. 4 III p. 637 B.). 46694 4.34.66.2 : Ἀτέκμαρτος ὁ πᾶς βίος, οὐδὲν ἔχων πιστὸν πλανᾶ– 46695 4.34.66.3 : ται συντυχίαις· ἐλπὶς δὲ φρένας παραθαρσύνει· τὸ δὲ 46696 4.34.66.4 : μέλλον ἀκριβῶς οἶδεν οὐδεὶς [ὁ] θνατὸς ὅπῃ φέρεται· 46697 4.34.66.5 : θεὸς δὲ πάντας ἐν κινδύνοις θνατοὺς κυβερνᾷ. ἀντι– 46698 4.34.66.6 : πνέει δὲ πολλάκις εὐτυχίαις δεινή τις αὔρα. 46699 4.34.67.1 : Ἐκ τῶν Κλειτομάχου. 46700 4.34.67.2 : Οὐδὲν τῶν ἀνθρωπίνων βέβαιόν ἐστιν, ἀλλὰ πάντα 46701 4.34.67.3 : φέρεται φορᾷ τινι παραλόγῳ. 46702 4.34.68.1 : Ζήνωνος (fr. 323 Arn.). 46703 4.34.68.2 : Ζήνων ἔλεγεν οὐδενὸς ἡμᾶς οὕτω πένεσθαι ὡς χρό– 46704 4.34.68.3 : νου. βραχὺς γὰρ ὄντως ὁ βίος, ἡ δὲ τέχνη μακρή, καὶ 46705 4.34.68.4 : μᾶλλον ἡ τὰς τῆς ψυχῆς νόσους ἰάσασθαι δυναμένη. 46706 4.34.69.1 : Σωκράτους. 46707 4.34.69.2 : Σωκράτης ἔλεγε νομίζειν ἀεὶ τοὺς θεοὺς γελᾶν ὁρῶν– 46708 4.34.69.3 : τας τὴν τῶν ἀνθρώπων κενοσπουδίαν· μικρὰ γὰρ τὰ ἀν– 46709 4.34.69.4 : θρώπινα πάντα ὄντα οὐκ ἴσης σπουδῆς τυγχάνειν. 46710 4.34.70.1 : Νεοπτολέμου. 46711 4.34.70.2 : Νεοπτόλεμον τὸν τῆς τραγῳδίας ὑποκριτὴν ἤρετό τις, 46712 4.34.70.3 : τί θαυμάζοι τῶν ὑπ´ Αἰσχύλου λεχθέντων ἢ Σοφοκλέους 46713 4.34.70.4 : ἢ Εὐριπίδου· ὁ δὲ ’οὐδὲν μὲν τούτων‘ εἶπεν· ὃ δ´ αὐτὸς 46714 4.34.70.5 : ἐθεάσατο ἐπὶ μείζονος σκηνῆς, Φίλιππον ἐν τοῖς τῆς 46715 4.34.70.6 : θυγατρὸς Κλεοπάτρας γάμοις πομπεύσαντα καὶ τρισκαι– 46716 4.34.70.7 : δέκατον θεὸν ἐπικληθέντα, τῇ ἑξῆς ἐπισφαγέντα ἐν τῷ 46717 4.34.70.8 : θεάτρῳ καὶ ἐρριμμένον. 46718 4.34.71.1 : Ἱπποδάμου Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ πολιτείας. 46719 4.34.71.2 : Πάντα μὲν ὦν τὰ θνατὰ δι´ ἀνάγκαν φύσιος ἐν με– 46720 4.34.71.3 : ταβολαῖς καλινδεῖται, τὰ μὲν ἀπὸ τῶν χερῃόνων ἐπὶ τὰ 46721 4.34.71.4 : βελτίονα μετατροπὰν λαμβάνοντα, τὰ δὲ ἀπὸ τῶν βελτιό– 46722 4.34.71.5 : νων ἐπὶ τὰ χερῄονα. γενόμενα γὰρ ἀέξεται τὰ πράγματα 46723 4.34.71.6 : καὶ ἀεξηθέντα ἀκμάζει καὶ ἀκμάσαντα γηράσκει καὶ τέλος 46724 4.34.71.7 : ὕστατα φθείρεται· τὰ μὲν ὑπὸ φύσιος γινόμενα δι´ αὐτᾶς 46725 4.34.71.8 : τᾶς φύσιος ἐς τὸ ἄδηλον αὖτις τερματιζόμενα, καὶ πάλιν 46726 4.34.71.9 : ἐκ τῶ ἀδήλω ἐς τὸ ὁρατὸν ἐπισυνερχόμενα ἀμοιβᾷ γενέ– 46727 4.34.71.10 : σιος καὶ ἀνταποδόσει φθορᾶς κύκλον αὐταύτας ἀναποδι– 46728 4.34.71.11 : ζοίσας, τὰ δὲ καὶ ὑπὸ ἀφροσύνας ἀνθρωπίνας ὕβρει καὶ 46729 4.34.71.12 : κόρῳ ζεσάσας. οἶκοί τε καὶ πόλεις ὑπὸ μεγάλων εὐτυχη– 46730 4.34.71.13 : μάτων ἀερθεῖσαι καὶ † βίον βαθυπλούτων ἅμα τοῖς μακα– 46731 4.34.71.14 : ριζομένοις ἀγαθοῖς ἐς τὸν ὄλεθρον ἔβασαν. † ἴτω δει 46732 4.34.71.15 : .... καὶ συμβαίνει πᾶσαν ἁγεμονίαν τρισὶ χρόνοις 46733 4.34.71.16 : ὁρίζεσθαι· ἑνὶ μὲν καὶ πράτῳ τῷ περιέχοντι τὰν κτῆσιν. 46734 4.34.71.17 : δευτέρῳ δὲ τῷ τὰν ἀπόλαυσιν, τελευταίῳ δὲ τῷ τὰν 46735 4.34.71.18 : ἀπόλεσιν. τοὶ μὲν γὰρ πρᾶτοι ἀτυχέες ἐόντες ἐκτήσαντο. 46736 4.34.71.19 : τοὶ δὲ δεύτεροι εὐτυχέες γενόμενοι 〈ἐχρήσαντο, τοὶ δὲ 46737 4.34.71.20 : τρίτοι ἄφρονες γενόμενοι〉 διέφθειραν. τὰ μὲν ὦν ὑπὸ 46738 4.34.71.21 : θεῶν διοικημένα ἄφθαρτα δ´ ἐόντα ὑπὸ ἀφθάρτων τὸν 46739 4.34.71.22 : ἀεὶ χρόνον πέφυκε σῴζεσθαι, τὰ δ´ ὑπ´ ἀνθρώπων 46740 4.34.71.23 : θνατὰ ἐόντα ὑπὸ θνατῶν ἐπιδέχεται ποικίλαν ἀεὶ μετα– 46741 4.34.71.24 : βολάν. κόρω μὲν γὰρ καὶ ὕβριος πέρας ὄλεθρος, ἀπορίας 46742 4.34.71.25 : δὲ καὶ στενοχωρίας πέρας ἀνδραγαθία. βίου ἀνθρωπίνου 46743 4.34.71.26 : τὸ καὶ ἀφ´ ἑτέρων αὐτὸν περαίνεσθαι .... 46744 4.34.72.1 : Ἐκ τῶν Τέλητος Περὶ τοῦ μὴ εἶναι τέλος ἡδονήν 46745 4.34.72.2 : (Tel. rel. 2 p. 49 H.). 46746 4.34.72.3 : Εἰ δὲ δεῖ τὸν εὐδαίμονα βίον ἐκ τῶν πλεοναζουσῶν 46747 4.34.72.4 : ἡδονῶν συγκρῖναι, οὐδείς, φησὶν ὁ Κράτης, εὐδαίμων γε– 46748 4.34.72.5 : γονὼς ἂν εἴη. ἀλλ´ εἰ θέλει τις ἐκλογίσασθαι ἐν ὅλῳ τῷ 46749 4.34.72.6 : βίῳ πάσας τὰς ἡλικίας, εὑρήσει πολλῷ πλείους τὰς ἀλγη– 46750 4.34.72.7 : δόνας. πρῶτον μὲν γὰρ τοῦ παντὸς χρόνου ὁ ἥμισυς 46751 4.34.72.8 : ἀδιάφορος, ἐν ᾧ καθεύδω. εἶθ´ ὁ πρῶτος ὁ κατὰ τὴν 46752 4.34.72.9 : παιδοτροφίαν ἐπίπονος. πεινᾷ τὸ παιδίον, ἡ δὲ τροφὸς 46753 4.34.72.10 : κατακοιμίζει· διψᾷ, ἡ δὲ λούει· κοιμηθῆναι θέλει, ἡ δὲ 46754 4.34.72.11 : κρόταλον ἔχουσα ψοφεῖ. εἰ δ´ ἐκπέφευγε τὴν τιτθήν, 46755 4.34.72.12 : παρέλαβε πάλιν ὁ παιδαγωγός, παιδοτρίβης, γραμματοδι– 46756 4.34.72.13 : δάσκαλος, ἁρμονικός, ζωγράφος. προάγει ἡλικία· προσγί– 46757 4.34.72.14 : νεται ἀριθμητικός, γεωμέτρης, πωλοδάμνης, [ὑπὸ τούτων 46758 4.34.72.15 : πάντων μαστιγοῦται]· ὄρθρου ἐγείρεται· σχολάσαι οὐκ 46759 4.34.72.16 : ἔστιν. ἔφηβος γέγονεν· ἔμπαλιν τὸν κοσμητὴν φοβεῖται. 46760 4.34.72.17 : τὸν παιδοτρίβην, τὸν ὁπλομάχον, τὸν γυμνασίαρχον. ὑπὸ 46761 4.34.72.18 : πάντων τούτων μαστιγοῦται, παρατηρεῖται, τραχηλίζεται. 46762 4.34.72.19 : ἐξ ἐφήβων ἐστὶ καὶ ἤδη εἴκοσι ἐτῶν· ἔτι φοβεῖται καὶ 46763 4.34.72.20 : παρατηρεῖ καὶ γυμνασίαρχον καὶ στρατηγόν. παρακοι– 46764 4.34.72.21 : τεῖν εἴ που δεῖ, οὗτοι παρακοιτοῦσι· φυλάττειν καὶ ἀγ– 46765 4.34.72.22 : ρυπνεῖν, οὗτοι φυλάττουσιν· εἰς τὰ πλοῖα ἐμβαίνειν, οὗτοι 46766 4.34.72.23 : ἐμβαίνουσιν. ἀνὴρ γέγονε καὶ ἀκμάζει· στρατεύεται καὶ 46767 4.34.72.24 : πρεσβεύει ὑπὲρ τῆς πόλεως, πολιτεύεται, στρατηγεῖ, χορη– 46768 4.34.72.25 : γεῖ, ἀγωνοθετεῖ· μακαρίζει ἐκεῖνον τὸν βίον, ὃν παῖς ὢν 46769 4.34.72.26 : ἐβίωσε. παρήκμασε καὶ ἔρχεται εἰς γῆρας· πάλιν παι– 46770 4.34.72.27 : δοτροφίαν ὑπομένει καὶ ἐπιποθεῖ τὴν νεότητα. καὶ 46771 4.34.72.28 : ἡ νεότης μοι φίλον, τὸ δὲ γῆρας 46772 4.34.72.29 : βαρύτερον Αἴτνης. 46773 4.34.72.30 : οὐχ ὁρῶ οὖν, πῶς εὐδαίμονά τις βίον ἔσται βεβιωκώς, 46774 4.34.72.31 : εἴπερ δεῖ τῷ πλεονασμῷ τῶν ἡδονῶν ἐκμετρῆσαι. 46775 4.34.73.1 : Ἡροδότου ἱστορίας ζʹ (VII 44. 45 s.). 46776 4.34.73.2 : Ἐπεὶ δ´ ἐγένοντο ἐν Ἀβύδῳ, ἠθέλησε Ξέρξης ἰδέσθαι 46777 4.34.73.3 : πάντα τὸν στρατόν. καὶ προεπεποίητο γὰρ ἐπὶ κολωνοῦ 46778 4.34.73.4 : ἐπίτηδες αὐτῷ ταύτῃ προεξέδρη λίθου. ὡς δὲ ὥρα πάντα 46779 4.34.73.5 : μὲν τὸν Ἑλλήσποντον ὑπὸ τῶν νεῶν ἀποκεκρυμμένον, 46780 4.34.73.6 : πάσας δὲ τὰς ἀκτὰς καὶ τὰ Ἀβυδηνῶν πεδία ἐπίπλεα 46781 4.34.73.7 : ἀνθρώπων, ἐνθαῦτα ὁ Ξέρξης ἑωυτὸν ἐμακάρισε, μετὰ δὲ 46782 4.34.73.8 : τοῦτο ἐδάκρυσε. μαθὼν δέ μιν Ἀρτάβανος ὁ πάτρως, ὃς 46783 4.34.73.9 : τὸ πρῶτον γνώμην ἀπεδέξατο ἐλευθέρως οὐ συμβουλεύων 46784 4.34.73.10 : Ξέρξῃ στρατεύεσθαι ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα· οὗτος οὖν ἀνὴρ 46785 4.34.73.11 : φρασθεὶς Ξέρξην δακρύσαντα εἴρετο τάδε· ’ὦ βασιλεῦ, 46786 4.34.73.12 : ὡς πολὺ ἀλλήλων κεχωρισμένα ἐργάσαο νῦν τε καὶ ὀλίγῳ 46787 4.34.73.13 : πρότερον· μακαρίσας γὰρ σεωυτὸν δακρύεις‘. ὁ δὲ εἶπεν 46788 4.34.73.14 : ’ἐσῆλθε γάρ με λογισάμενον κατοικτεῖραι, ὡς βραχὺς εἴη 46789 4.34.73.15 : ὁ πᾶς ἀνθρώπινος βίος, εἰ τούτων γε ἐόντων τοσούτων 46790 4.34.73.16 : οὐδεὶς ἐς ἑκατοστὸν ἔτος περιέσται‘. ὁ δὲ ἀμείβετο λέγων 46791 4.34.73.17 : ’ἕτερα τούτου παρὰ τὴν ζωὴν πεπόνθαμεν οἰκτρότερα· ἐν 46792 4.34.73.18 : γὰρ οὕτω βραχεῖ βίῳ οὐδεὶς οὕτως ἄνθρωπος ἐὼν εὐδαί– 46793 4.34.73.19 : μων πέφυκεν οὔτε τούτων οὔτε τῶν ἄλλων, τῷ οὐ παρα– 46794 4.34.73.20 : στήσεται πολλάκις καὶ οὐχὶ ἅπαξ τεθνάναι βούλεσθαι 46795 4.34.73.21 : μᾶλλον ἢ ζῆν· αἵ τε γὰρ συμφοραὶ συμπίπτουσαι καὶ αἱ 46796 4.34.73.22 : νοῦσοι συνταράττουσι, καὶ βραχὺν ἐόντα μακρὸν δοκέειν 46797 4.34.73.23 : εἶναι ποιεῦσι τὸν βίον. οὕτως ὁ μὲν θάνατος μοχθηρῆς 46798 4.34.73.24 : ἐούσης τῆς ζωῆς καταφυγὴ αἱρετωτάτη τῷ ἀνθρώπῳ 46799 4.34.73.25 : γέγονεν, ὁ δὲ θεὸς γλυκὺν γεύσας τὸν αἰῶνα φθονερὸς ἐν 46800 4.34.73.26 : αὐτῷ εὑρίσκεται ἐών‘. 46801 4.34.74.1 : (Eiusd. VII 152) 46802 4.34.74.2 : Ἐπίσταμαι δὲ τοσοῦτο, ὅτι εἰ πάντες ἄνθρωποι τὰ 46803 4.34.74.3 : οἰκήια κακὰ ἐς μέσον συνενέγκαιεν ἀλλάξασθαι βουλόμενοι 46804 4.34.74.4 : τοῖσι πλησίοισιν, ἐγκύψαντες ἂν ἐς τὰ τῶν ἄλλων κακὰ 46805 4.34.74.5 : ἀσπασίως ἕκαστοι αὐτῶν ἀποφεροίατο ὀπίσω τὰ εἰσηνέγ– 46806 4.34.74.6 : καντο. 46807 4.34.74a.1 : Ἐν ταὐτῷ (VII 203). 46808 4.34.74a.2 : Εἶναι δὲ θνητὸν οὐδένα οὐδ´ ἔσεσθαι, τῷ τὸ κακὸν 46809 4.34.74a.3 : ἐξ ἀρχῆς γινομένῳ οὐ συνεμίχθη, τοῖσι δὲ μεγίστοισιν 46810 4.34.74a.4 : αὐτῶν μέγιστα. 46811 4.34.75.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Ἀξιόχου (p. 366 D–368 D). 46812 4.34.75.2 : Ποῖον, ἔφη, μέρος τῆς ἡλικίας ἄμοιρον τῶν ἀνιαρῶν; 46813 4.34.75.3 : οὐ κατὰ μὲν τὴν πρώτην γένεσιν τὸ νήπιον κλαίει, τοῦ 46814 4.34.75.4 : ζῆν ἀπὸ λύπης ἀρχόμενον; οὐ λείπεται γοῦν οὐδεμιᾶς 46815 4.34.75.5 : ἀλγηδόνος, ἀλλὰ δι´ ἔνδειαν ἢ περιψυγμὸν ἢ θάλπος ἢ 46816 4.34.75.6 : πληγὴν ὀδυνᾶται, λαλῆσαι μὲν οὔπω δυνάμενον ἃ πάσχει, 46817 4.34.75.7 : κλαυθμυριζόμενον δὲ καὶ ταύτην τῆς δυσαρεστήσεως μίαν 46818 4.34.75.8 : ἔχον φωνήν. ὁπόταν δὲ εἰς τὴν ἑπταετίαν ἀφίκηται πολ– 46819 4.34.75.9 : λοὺς πόνους διαντλῆσαν, ἐπέστησαν παιδαγωγοὶ καὶ γραμ– 46820 4.34.75.10 : ματισταὶ καὶ παιδοτρίβαι τυραννοῦντες· αὐξανομένῳ δὲ 46821 4.34.75.11 : κριτικοί, γεωμέτραι, τακτικοί, πλῆθος δεσποτῶν· ἐπει– 46822 4.34.75.12 : δὰν δὲ εἰς τοὺς ἐφήβους ἐγγραφῇ, κοσμητὴς καὶ φόβος 46823 4.34.75.13 : χειρῶν, ἔπειτα Λύκειον καὶ Ἀκαδήμεια καὶ γυμνασιαρχία 46824 4.34.75.14 : καὶ ῥάβδοι καὶ κακῶν ἀμετρία. καὶ πᾶς ὁ τοῦ μειρακίου 46825 4.34.75.15 : χρόνος ὑπὸ σωφρονιστὰς καὶ τὴν ἐπὶ τοὺς νέους αἵρεσιν 46826 4.34.75.16 : τῆς ἐξ Ἀρείου πάγου βουλῆς· ἐπειδὰν δὲ ἀπολυθῇ τού– 46827 4.34.75.17 : των, φροντίδες ἄντικρυς ὑπέδυσαν καὶ διαλογισμοὶ τίνα 46828 4.34.75.18 : τις τοῦ ζῆν ὁδὸν ἐνστήσεται, καὶ τοῖς ὕστερον χαλεποῖς 46829 4.34.75.19 : ἐφάνη τὰ πρῶτα παιδιὰ καὶ νηπίων ὡς ἀληθῶς φόβητρα· 46830 4.34.75.20 : στρατεῖαι γὰρ καὶ τραύματα καὶ συνεχεῖς ἀγῶνες. εἶτα 46831 4.34.75.21 : λαθὸν ὑπῆλθε τὸ γῆρας, εἰς ὃ πᾶν συρρεῖ τὸ τῆς φύσεως 46832 4.34.75.22 : ἐπίκηρον καὶ δυσαλθές. κἂν μή τις θᾶττον ὡς χρέος 46833 4.34.75.23 : ἀποδιδῷ τὸ ζῆν, ὀβολοστάτις ἡ φύσις ἐπιστᾶσα ἐνεχυ– 46834 4.34.75.24 : ράζει τοῦτο μὲν ὄψιν, τοῦτο δὲ ἀκοήν, πολλάκις δ´ ἄμφω· 46835 4.34.75.25 : κἂν ἐπιμένῃ τις, παρέλυσεν, ἐλωβήσατο, παρήρθρωσεν. 46836 4.34.75.26 : ἄλλοι πολυγήρως ἀπακμάζουσι καὶ τῷ νῷ, καὶ δὶς παῖδες 46837 4.34.75.27 : οἱ γέροντες κατὰ τὴν παροιμίαν. διὰ τοῦτο καὶ οἱ θεοὶ 46838 4.34.75.28 : τῶν ἀνθρωπείων ἐπιστήμονες, οὓς ἂν [διὰ] πλείστου 46839 4.34.75.29 : ποιῶνται, θᾶττον ἀπαλλάττουσι τοῦ ζῆν. Ἀγαμήδης γοῦν 46840 4.34.75.30 : καὶ Τροφώνιος οἱ δειμάμενοι τὸ Πυθοῖ τοῦ θεοῦ τέμενος, 46841 4.34.75.31 : εὐξάμενοι τὸ κράτιστον αὑτοῖς γενέσθαι, κατακοιμηθέντες 46842 4.34.75.32 : οὐκ ἐξανέστησαν· οἵ τε τῆς Ἀργείας ἱερείας, ὁμοίως εὐ– 46843 4.34.75.33 : ξαμένης αὐτοῖς τῆς μητρὸς γενέσθαι τι τῆς εὐσεβείας 46844 4.34.75.34 : παρὰ τῆς Ἥρας γέρας, ἐπειδὴ τοῦ ζεύγους ὑστερήσαντος 46845 4.34.75.35 : ὑποδύντες αὐτοὶ διήνεγκαν εἰς τὸν νεὼν τὴν μητέρα, μετὰ 46846 4.34.75.36 : τὴν εὐχὴν νυκτὶ μετήλλαξαν. μακρὸν ἂν εἴη διεξιέναι τὰ 46847 4.34.75.37 : τῶν ποιητῶν, οἳ στόμασι θειοτέροις τὰ περὶ τὸν βίον 46848 4.34.75.38 : θεσπιῳδοῦσιν, ὡς κατοδύρονται τὸ ζῆν· ἑνὸς δὲ μόνου 46849 4.34.75.39 : μνησθήσομαι τοῦ ἀξιολογωτάτου, λέγοντος 46850 4.34.75.40 : ὣς γὰρ ἐπεκλώσαντο θεοὶ δειλοῖσι βροτοῖσιν, 46851 4.34.75.41 : ζώειν ἀχνυμένοις, 46852 4.34.75.42 : καὶ 46853 4.34.75.43 : οὐ μὲν γάρ τί ποτ´ ἐστὶν ὀιζυρώτερον ἀνδρὸς 46854 4.34.75.44 : πάντων ὅσσα τε γαῖαν ἐπιπνείει τε καὶ ἕρπει. 46855 4.34.75.45 : τὸν δ´ Ἀμφιάραον τί φησιν; 46856 4.34.75.46 : ὃν πέρι κῆρι φίλει Ζεύς τ´ αἰγίοχος καὶ Ἀπόλλων 46857 4.34.75.47 : παντοίην φιλότητ´, οὐδ´ ἵκετο γήραος οὐδόν. 46858 4.34.75.48 : ὁ δὲ κελεύων 46859 4.34.75.49 : τὸν φύντα θρηνεῖν εἰς ὅς´ ἔρχεται κακά, 46860 4.34.75.50 : ...; ποίαν δέ τις ἑλόμενος ἐπιτήδευσιν ἢ τέχνην οὐ 46861 4.34.75.51 : μέμφεται καὶ τοῖς παροῦσι χαλεπαίνει; τὰς χειρωνακ– 46862 4.34.75.52 : τικὰς ἐπέλθωμεν καὶ βαναύσους τέχνας, πονουμένων ἐκ 46863 4.34.75.53 : νυκτὸς εἰς νύκτα, καὶ μόλις ποριζομένων τὰ ἐπιτήδεια, κατο– 46864 4.34.75.54 : δυρομένων δὲ ἑαυτοὺς καὶ πᾶσαν ἀγρυπνίαν πιμπλάντων 46865 4.34.75.55 : ὀλοφυρμῶν τε καὶ φροντίδων; ἀλλὰ τὸν πλωτικὸν κατα– 46866 4.34.75.56 : λεξώμεθα, περαιούμενον διὰ τοσῶνδε κινδύνων, καθὼς 46867 4.34.75.57 : ἀπεφήνατο Βίας, μήτ´ ἐν τοῖς τεθνηκόσιν ὄντα μήτ´ 46868 4.34.75.58 : ἐν τοῖς βιοῦσιν; ὁ γὰρ ἐπίγειος ἄνθρωπος, ὡς ἀμφίβιος 46869 4.34.75.59 : ἑαυτὸν εἰς πέλαγος ἔρριψεν, ἐπὶ τῇ τύχῃ γεγονώς. ἀλλ´ 46870 4.34.75.60 : ἡ γεωργία γλυκύ; δῆλον· ἀλλ´ οὐχ ὅλον, ὥς φασιν, ἕλκος, 46871 4.34.75.61 : αἰεὶ λύπης πρόφασιν εὑρισκόμενον; κλαῖον νυνὶ μὲν αὐχ– 46872 4.34.75.62 : μόν, νυνὶ δ´ ἐπομβρίαν, νυνὶ δ´ ἐπίκλυσιν, νυνὶ δ´ ἐρυσί– 46873 4.34.75.63 : βην, νυνὶ δὲ θάλπος ἄκαιρον ἢ κρυμόν; ἀλλ´ ἡ πολυτί– 46874 4.34.75.64 : μητος πολιτεία (πολλὰ γὰρ ὑπερβαίνω) διὰ πόσων ἐλαύ– 46875 4.34.75.65 : νεται δεινῶν, τὴν μὲν χαρὰν ἔχουσα φλεγμονῆς δίκην 46876 4.34.75.66 : παλλομένην καὶ σφυγματώδη, τὴν δὲ ἀπότευξιν ἀλγίστην 46877 4.34.75.67 : καὶ θανάτων μυρίων χείρω; τίς γὰρ ἂν εὐδαιμονήσειε 46878 4.34.75.68 : πρὸς ὄχλον ζῶν, εἰ ποππυσθείη καὶ κροτηθείη δήμου 46879 4.34.75.69 : παίγνιον ἐκβαλλόμενον, συριττόμενον, ζημιούμενον, θνῇσ– 46880 4.34.75.70 : κον; ἐπεί τοι, Ἀξίοχε πολιτικέ, ποῦ τέθνηκε Μιλτιάδης; 46881 4.34.75.71 : ποῦ δὲ Θεμιστοκλῆς; ποῦ δὲ Ἐφιάλτης; ποῦ δὲ πρῴην 46882 4.34.75.72 : οἱ δέκα στρατηγοί; 46883 4.35.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΛΥΠΗΣ, ΟΤΙ ΛΙΑΝ ΜΟΧΘΗΡΑ ΚΑΙ ΕΠΩΔΥΝΟΣ ΤΟΙΣ 46884 4.35.t.2 : ΦΡΟΝΤΙΖΟΥΣΙΝ.}1 46885 4.35.1.1 : Φιλήμονος (fr. 106 K.). 46886 4.35.1.2 : Πολλῶν φύσει τοῖς πᾶσιν αἰτία κακῶν 46887 4.35.1.3 : λύπη· διὰ λύπην καὶ μανία γὰρ γίνεται 46888 4.35.1.4 : πολλοῖσι καὶ νοσήματ´ οὐκ ἰάσιμα. 46889 4.35.1.5 : αὑτούς τ´ ἀνῃρήκασι διὰ λύπην τινές, 46890 4.35.1.6 : ἐπὰν τὸ λυποῦν † πλέον ἢ τὸ σῷζον ᾖ. 46891 4.35.2.1 : Κλεαινέτου (fr. 2 p. 807 N. 2). 46892 4.35.2.2 : Λύπη γὰρ ὀργή τ´ εἰς ἕνα ψυχῆς τόπον 46893 4.35.2.3 : ἐλθόντα μανία τοῖς ἔχουσι γίγνεται. 46894 4.35.3.1 : Φιλήμονος (fr. 7 K.). 46895 4.35.3.2 : Οἴμοι· τὸ λυπεῖσθαι γὰρ ἐπὶ τὸ ῥῆμ´ ἄγει 46896 4.35.3.3 : τοῦτ´ εὐθύς, ὡς ἔοικε, τὸν λυπούμενον· 46897 4.35.3.4 : λυπουμένῳ δ´ ὅταν τις ἀκολουθῶν λέγῃ 46898 4.35.3.5 : χαῖρ´, ἐξ ἀνάγκης οὗτος οἰμώζειν λέγει. 46899 4.35.4.1 : Εὐριπίδου (fr. 1070 N. 2). 46900 4.35.4.2 : Ὅστις δὲ λύπας φησὶ πημαίνειν βροτούς, 46901 4.35.4.3 : δεῖν δ´ ἀγχονῶν τε καὶ πετρῶν ῥίπτειν ἄπο, 46902 4.35.4.4 : οὐκ ἐν σοφοῖσιν ἐστίν, εὐχέσθω δ´ ὅμως 46903 4.35.4.5 : ἄπειρος εἶναι τῆς νόσου ταύτης ἀεί. 46904 4.35.5.1 : Φιλήμονος (fr. 159 K.). 46905 4.35.5.2 : Οὕτως, ὅταν ἐμπέσῃ τις εἰς τὸν νοῦν φόβος, 46906 4.35.5.3 : κἀκ τοῦ καθεύδειν οὗτος οὐκ ἐξέρχεται. 46907 4.35.6.1 : (Philem. fr. 202 K.) 46908 4.35.6.2 : Νόσον πολὺ κρεῖττόν ἐστιν ἢ λύπην φέρειν. 46909 4.35.7.1 : Μενάνδρου (fr. 667 K.). 46910 4.35.7.2 : Οὐκ ἔστι λύπης, ἄν περ ὀρθῶς τις σκοπῇ, 46911 4.35.7.3 : ἄλγημα μεῖζον τῶν ἐν ἀνθρώποις φύσει. 46912 4.35.8.1 : Εὐριπίδου Οἰνομάῳ (fr. 572 N. 2). 46913 4.35.8.2 : Ἕν ἐστι πάντων πρῶτον εἰδέναι † τουτί, 46914 4.35.8.3 : φέρειν τὰ συμπίπτοντα μὴ παλιγκότως. 46915 4.35.8.4 : χοὗτός γ´ ἀνὴρ ἄριστος, αἵ τε συμφοραὶ 46916 4.35.8.5 : ἧσσον δάκνουσιν· ἀλλὰ ταῦτα γὰρ λέγειν 46917 4.35.8.6 : ἐπιστάμεσθα, δρᾶν δ´ ἀμηχάνως ἔχει. 46918 4.35.9.1 : Ἀλέξιδος (fr. 296 K.). 46919 4.35.9.2 : Λύπη μανίας κοινωνίαν ἔχει τινά. 46920 4.35.10.1 : Εὐριπίδου (fr. 1071 N. 2). 46921 4.35.10.2 : Λῦπαι γὰρ ἀνθρώποισι τίκτουσιν νόσους. 46922 4.35.11.1 : Ἀπολλοδώρου Παραλογιζόμενοι (fr. 11 K.). 46923 4.35.11.2 : Οὐ δεῖ λέγειν .. μακάριον τὸν χρήματα 46924 4.35.11.3 : ἔχοντα πλεῖστα, τὸν δὲ μὴ λυπούμενον. 46925 4.35.12.1 : Μενάνδρου (fr. 668 K.). 46926 4.35.12.2 : Πολλῶν φύσει τοῖς πᾶσιν ἀνθρώποις κακῶν 46927 4.35.12.3 : ὄντων μέγιστόν ἐστιν ἡ λύπη κακόν. 46928 4.35.13.1 : Σοφοκλέους Τυροῦς (fr. 602 N. 2). 46929 4.35.13.2 : Τίκτουσι γάρ τοι καὶ νόσους δυσθυμίαι. 46930 4.35.14.1 : Φιλήμονος (fr. 160 K.). 46931 4.35.14.2 : Ἀγαθὴ γὰρ ἡ λύπη καθ´ αὑτῆς ἀναπλάσαι 46932 4.35.14.3 : ἀτεχνῶς διπλάσια τῆς ἀληθείας κακά. 46933 4.35.15.1 : Πινδάρου Ὀλυμπιονικῶν (VII 30). 46934 4.35.15.2 : Αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ παρέπλαγξαν καὶ σοφόν. 46935 4.35.16.1 : Ἄμφιδος Φιλαδέλφων (fr. 34 K.). 46936 4.35.16.2 : Ἄπολλον, ὡς δυσάρεστόν ἐστ´ ἀνιώμενος 46937 4.35.16.3 : ἄνθρωπος ἐφ´ ἅπασίν τε δυσχερῶς ἔχει. 46938 4.35.17.1 : Παροιμία. 46939 4.35.17.2 : Ὅπου τις ἀλγεῖ, κεῖσε καὶ τὸν νοῦν ἔχει. 46940 4.35.18.1 : Ἀπολλοδώρου Γαλάταις (fr. 3 p. 289 K.). 46941 4.35.18.2 : Τοῖς γὰρ μεριμνῶσίν τε καὶ λυπουμένοις 46942 4.35.18.3 : ἅπασα νὺξ ἔοικε φαίνεσθαι μακρά. 46943 4.35.19.1 : Ἀντιφάνους (fr. 295 K.). 46944 4.35.19.2 : Λύπη μανίας ὁμότοιχος εἶναί μοι δοκεῖ. 46945 4.35.20.1 : Ἀλέξιδος (fr. 292 K.). 46946 4.35.20.2 : Τῶν μετρίων αἱ μείζονες 46947 4.35.20.3 : λῦπαι ποιοῦσι τοῦ φρονεῖν μετάστασιν. 46948 4.35.21.1 : Ποσιδίππου ἐκ Μύρμηκος (fr. 19 K.). 46949 4.35.21.2 : Οὕτω τι πολύπουν ἐστὶν ἡ λύπη κακόν. 46950 4.35.22.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομέδα (fr. 135 N. 2). 46951 4.35.22.2 : Ἦ που τὸ μέλλον ἐκφοβεῖ καθ´ ἡμέραν· 46952 4.35.22.3 : ὡς τοῦ γε πάσχειν τοὐπιὸν μεῖζον κακόν. 46953 4.35.23.1 : Ποσιδίππου ἐξ Ὁμοίων (fr. 20 K.). 46954 4.35.23.2 : Ἔργον γε λύπην ἐκφυγεῖν, ἡ δ´ ἡμέρα 46955 4.35.23.3 : ἀεί τι καινὸν εἰς τὸ φροντίζειν φέρει. 46956 4.35.24.1 : Εὐριπίδου Ἀντιόπης (fr. 205 N. 2). 46957 4.35.24.2 : Φρονῶ δ´ ἃ πάσχω, καὶ τόδ´ οὐ σμικρὸν κακόν· 46958 4.35.24.3 : τὸ μὴ εἰδέναι γὰρ ἡδονὴν ἔχει τινὰ 46959 4.35.24.4 : νοσοῦντα, κέρδος δ´ ἐν κακοῖς ἀγνωσία. 46960 4.35.25.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης 421 s. 46961 4.35.25.2 : Ὤικτιρ´ ἀκούσας´· οἰκτρὰ γὰρ τὰ δυστυχῆ 46962 4.35.25.3 : βροτοῖς ἅπασι, κἂν θυραῖος ὢν κυρῇ. 46963 4.35.26.1 : (Posidippi fr. 30 K.) 46964 4.35.26.2 : Οὐδεὶς ἄλυπος τὸν βίον διήγαγεν 46965 4.35.26.3 : ἄνθρωπος ὤν, οὐδὲ μεχρὶ 〈τοῦ〉 τέλους ... 46966 4.35.26.4 : ἔμεινεν εὐτυχῶν. 46967 4.35.27.1 : Ἀντιφάνους ἐξ Ἰατροῦ (fr. 107 K.). 46968 4.35.27.2 : Ἅπαν τὸ λυποῦν ἐστιν ἀνθρώπῳ νόσος 46969 4.35.27.3 : ὀνόματα [δ´] ἔχουσα πολλά. 46970 4.35.28.1 : Ἀντιφάνους ἐξ Εὐπλοίας (fr. 98 K.). 46971 4.35.28.2 : Λυπηρὸν ἀνθρώποισι καὶ τὸ ζῆν κακῶς 46972 4.35.28.3 : ὥσπερ πονηρὼ ζωγράφω τὰ χρώματα 46973 4.35.28.4 : πρώτιστον ἀφανίζουσιν ἐκ τοῦ σώματος. 46974 4.35.29.1 : Σοφοκλέους Αἴαντι ( 260 ss.). 46975 4.35.29.2 : Τὸ γὰρ εἰσλεύσσειν οἰκεῖα πάθη, 46976 4.35.29.3 : μηδενὸς ἄλλου παραπράξαντος, 46977 4.35.29.4 : μεγάλας ὀδύνας ὑποτείνει. 46978 4.35.30.1 : Σοφοκλέους Ἐριφύλη (fr. 197 N. 2). 46979 4.35.30.2 : Πῶς οὖν μάχωμαι θνητὸς ὢν θείᾳ τύχῃ; 46980 4.35.30.3 : ὅπου τὸ δεινόν, ἐλπὶς οὐδὲν ὠφελεῖ. 46981 4.35.31.1 : Εὐριπίδου Ὀρέστης ( 398 s.). 46982 4.35.31.2 : Λύπη μάλιστά γ´ ἡ διαφθείρουσά με. 46983 4.35.31.3 : δεινὴ γὰρ ἡ θεός, ἀλλ´ ὅμως ἰάσιμος. 46984 4.35.32.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμήνη (fr. 97 N. 2). 46985 4.35.32.2 : Ἀλλ´ οὐ γὰρ ὀρθῶς ταῦτα, γενναίως 〈δ´〉 ἴσως 46986 4.35.32.3 : ἔπραξας· αἰνεῖσθαι δὲ δυστυχῶν ἐγὼ 46987 4.35.32.4 : μισῶ· λόγος γὰρ τοὔργον οὐ νικᾷ ποτε. 46988 4.35.33.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστωνύμου. 46989 4.35.33.2 : Ἀπολλόδωρος ὁ Μεγαρικὸς ἔλεγε τοὺς πεισθέντας 46990 4.35.33.3 : ὅτι ἕτεροί εἰσιν οἱ ἄνθρωποι τοῦ σώματος, ἀλυπότατα 46991 4.35.33.4 : διάξειν. καὶ μήν, εἶπεν, ὅτι οἱ υἱεῖς αὐτῶν ἕτεροί εἰσιν, 46992 4.35.33.5 : πάντες ἐπίστανται, καὶ ὅμως ὑπὸ τῆς ἐπ´ αὐτοῖς λύπης 46993 4.35.33.6 : πολλοὶ ἑαυτοὺς διαχρῶνται. 46994 4.35.34.1 : Εὐφράτου. 46995 4.35.34.2 : Εὐφράτης ὁ Σύρος τὴν γυναῖκα ἀποβαλὼν ἔλεγεν ’ὦ 46996 4.35.34.3 : φιλοσοφία, τυραννικά σου τὰ ἐπιτάγματα, λέγεις, "φίλει", 46997 4.35.34.4 : κἂν ἀποβάλῃ τις λέγεις "μὴ λυποῦ".‘ 46998 4.35.35.1 : Σωκράτους. 46999 4.35.35.2 : Σωκράτης ἐρωτηθείς, πῶς ἄν τις ἄλυπος διάγοι ’τοῦτο 47000 4.35.35.3 : ἀδύνατον‘ εἶπεν ’οὐ γὰρ ἔστι πόλιν ἢ οἰκίαν οἰκοῦντα καὶ 47001 4.35.35.4 : ἀνθρώποις ὁμιλοῦντα μὴ λυπεῖσθαι‘. 47002 4.36.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΝΟΣΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΩΝ ΚΑΤ´ ΑΥΤΗΝ ΑΝΙΑΡΩΝ ΛΥΣΕΩΣ.}1 47003 4.36.1.1 : Εὐριπίδου Ὀρέστῃ ( 211 s.). 47004 4.36.1.2 : Ὦ φίλον ὕπνου θέλγητρον, ἐπίκουρον νόσου, 47005 4.36.1.3 : ὡς ἡδύ μοι προσῆλθες ἐν δέοντί τε. 47006 4.36.2.1 : Ἐν ταὐτῷ (Ibid. 229 s.). 47007 4.36.2.2 : Ἰδού· φίλον τοι τῷ νοσοῦντι δέμνια, 47008 4.36.2.3 : ἀνιαρὸν 〈ὂν〉 τὸ κτῆμ´, ἀναγκαῖον δ´ ὅμως. 47009 4.36.3.1 : Ἐν ταὐτῷ ( 231 s.). 47010 4.36.3.2 : Αὖθις δ´ ἐς ὀρθὸν στῆσον, ἀνακύκλει δέμας. 47011 4.36.3.3 : δυσάρεστον οἱ νοσοῦντες ἀπορίας ὕπο. 47012 4.36.4.1 : Ἐν ταὐτῷ ( 233. 235 s.). 47013 4.36.4.2 : Ἦ κἀπὶ γαίας ἁρμόσαι πόδας θέλεις; 47014 4.36.4.3 : —Μάλιστα· δόξαν γὰρ τόδ´ ὑγιείας ἔχει. 47015 4.36.4.4 : κρεῖσσον δὲ τὸ δοκεῖν, κἂν ἀληθείας ἀπῇ. 47016 4.36.5.1 : Εὐριπίδου (fr. 292 N. 2). 47017 4.36.5.2 : Πρὸς τὴν νόσον τοι καὶ τὸν ἰατρὸν χρεὼν 47018 4.36.5.3 : ἰδόντ´ ἀκεῖσθαι, μὴ ´πιτὰξ τὰ φάρμακα 47019 4.36.5.4 : διδόντ´, ἐὰν μὴ ταῦτα τῇ νόσῳ πρέπῃ. 47020 4.36.6.1 : Φιλήμονος Μύστιδος (fr. 46 K.). 47021 4.36.6.2 : Πολὺ μεῖζόν ἐστι τοῦ κακῶς ἔχειν κακὸν 47022 4.36.6.3 : τὸ καθ´ ἕνα πᾶσι τοῖς ἐπισκοπουμένοις 47023 4.36.6.4 : δεῖν τὸν κακῶς ἔχοντα πῶς ἔχει λέγειν. 47024 4.36.7.1 : † Θελλέροφος (Eur. Belleroph. fr. 292 N. 2). 47025 4.36.7.2 : Πρὸς τὴν νόσον τοι καὶ τὸν ἰατρὸν χρεὼν 47026 4.36.7.3 : ἰδόντ´ ἰᾶσθαι, μὴ ἐπιτὰξ τὰ φάρμακα 47027 4.36.7.4 : διδόντ´, ἐὰν μὴ ταῦτα τῇ νόσῳ πρέπῃ. 47028 4.36.7.5 : νόσοι δὲ θνητῶν, αἱ μέν εἰς´ αὐθαίρετοι, 47029 4.36.7.6 : αἱ δ´ ἐκ θεῶν πάρεισιν, ἀλλὰ τῷ νόμῳ 47030 4.36.7.7 : ἰώμεθ´ αὐτάς. ἀλλά σοι λέξαι θέλω, 47031 4.36.7.8 : εἰ θεοί τι δρῶσιν αἰσχρόν, οὐκ εἰσὶν θεοί. 47032 4.36.8.1 : Ἐκ τῶν Ἡλιοδώρου Ἰταλικῶν θαυμάτων. 47033 4.36.8.2 : Ἰταλίης οὐ πολλὸν ὑπερστείχοντι κολώνην 47034 4.36.8.3 : Γαυρείην χώρη τις ὁδιτάων ἐπὶ λαιὰ 47035 4.36.8.4 : κέκλιται ἀργήεσσα χιὼν ὥς· ἐκ δέ οἱ ὕδωρ 47036 4.36.8.5 : ἀίσσει μάλα πικρὸν ἀναπνεῦσαι πιέειν τε. 47037 4.36.8.6 : κεῖνο πολυστάφυλοι περιναιέται ἀνέρες ὕδωρ 47038 4.36.8.7 : ὄσσων ἄλκαρ ἔχουσιν· ὁ μὲν λοετροῖο χατίζων 47039 4.36.8.8 : αὔτως, ὄφρα κε μοῦνον ἐν ὕδατι γυῖα καθήρῃ, 47040 4.36.8.9 : ὀφθαλμοὺς βλεφάροισι λίην ἀραρῶσι καλύψας 47041 4.36.8.10 : δεύεται, ὡς μή οἵ τι παραδράμῃ ἕρκεος εἴσω 47042 4.36.8.11 : ὑγρὸν ἐπὶ γλήνης· τὸ γὰρ ἄλγεος 〈ἄν τι τιθ〉είη. 47043 4.36.8.12 : ὃς δέ κε λημηρῇ νεφέλῃ εἰλυμένος ὄσσε 47044 4.36.8.13 : ἀσχάλλῃ ὀδύναις, κεροειδέα δ´ ἀμφὶ χιτῶνα 47045 4.36.8.14 : οἶδος πιαλέοισι περιβρίθῃ πελάνοισι, 47046 4.36.8.15 : κείνῳ καίριόν ἐστι καὶ ἀσφαλὲς ὄμμα διῆναι 47047 4.36.8.16 : ἀμπετὲς ἀκλήιστον· ἄφαρ δ´ ἀπὸ πᾶσα τελέσθη 47048 4.36.8.17 : θυμοδακὴς ὀδύνη, ῥέα δ´ ἄλθεται ὕδατι νοῦσος. 47049 4.36.9.1 : Σωκράτους. 47050 4.36.9.2 : Σωκράτης ἐρωτηθεὶς τί νόσος ἔφη ’ταραγμὸς σώ– 47051 4.36.9.3 : ματος‘. 47052 4.36.10.1 : Διογένους. 47053 4.36.10.2 : Διογένης πρός τινα τῶν συνήθων τὸ σῶμα βεβλαμ– 47054 4.36.10.3 : μένον καὶ ποτνιώμενον, ’εὖ‘ ἔφη ’φίλος, ὅτι πονεῖς, ἵνα 47055 4.36.10.4 : μὴ πονῇς‘. 47056 4.36.11.1 : Δημοσθένους Ὀλυνθιακῶν βʹ (II p. 24). 47057 4.36.11.2 : Ὥσπερ γὰρ ἐν τοῖς σώμασιν, ἕως μὲν ἂν ἐρρωμένος 47058 4.36.11.3 : ᾖ τις, οὐδὲν ἐπαισθάνεται τῶν καθ´ ἕκαστα σαθρῶν, 47059 4.36.11.4 : ἐπὰν δὲ ἀρρώστημά τι συμβῇ, πάντα κινεῖται, κἂν ῥῆγμα. 47060 4.36.11.5 : κἂν στρέμμα, κἂν ἄλλο τι τῶν ὑπαρχόντων σαθρὸν ᾖ. 47061 4.36.12.1 : Ἀγάθωνος Σαμίου ἐν δευτέρῳ Περὶ 47062 4.36.12.2 : ποταμῶν (Plut. de fluv. 18, 1. 2 vol. VII p. 312 Bern.). 47063 4.36.12.3 : Ἴναχος ποταμός ἐστι τῆς Ἀργείας χώρας. γεννᾶται 47064 4.36.12.4 : δ´ ἐν αὐτῷ βοτάνη κύουρα καλουμένη, πηγάνῳ παρόμοιος, 47065 4.36.12.5 : ἣν αἱ γυναῖκες, ὅταν ἀκινδύνως ἐκτρῶσαι θέλωσιν, ἐν 47066 4.36.12.6 : οἴνῳ βεβρεγμένην τοῖς ὀμφαλοῖς ἐπιτιθέασιν. 47067 4.36.13.1 : Χρυσέρμου Κορινθίου ἐν τῷ ιγʹ Περὶ 47068 4.36.13.2 : ποταμῶν (Ibid. 20, 1. 2. 3 l. c. p. 317 s.). 47069 4.36.13.3 : Εὐφράτης ποταμός ἐστιν τῆς Παρθίας. γεννᾶται δ´ 47070 4.36.13.4 : ἐν αὐτῷ λίθος ἀετίτης καλούμενος, ὃν αἱ μαῖαι ταῖς δυσ– 47071 4.36.13.5 : τοκούσαις ἐπὶ τὰς γαστέρας ἐπιτιθέασι, καὶ παραχρῆμα 47072 4.36.13.6 : τίκτουσν ἄτερ ἀλγηδόνος. εὑρίσκεται δ´ ἐν αὐτῷ καὶ 47073 4.36.13.7 : βοτάνη ἄξαλλα, μεθερμηνευομένη θερμόν· ταύτην οἱ τεταρ– 47074 4.36.13.8 : ταΐζοντες, ὅταν ἐπὶ τοῦ στήθους τιθῶσιν, ἀπαλλάσσον– 47075 4.36.13.9 : ται παραχρῆμα. 47076 4.36.14.1 : Νικίου ἐν τοῖς Περὶ λίθων (Ibid. 20, 4 47077 4.36.14.2 : l. c. p. 318). 47078 4.36.14.3 : Ὄρος ἐστὶ Δριμύλον καλούμενον τῆς Παρθίας, ἐν ᾧ 47079 4.36.14.4 : γεννᾶται λίθος σαρδόνυχι παρόμοιος· ποιεῖ δ´ ἄριστα 47080 4.36.14.5 : πρὸς ἀμβλυωπίας εἰς ὕδωρ θερμὸν βαλλόμενος. 47081 4.36.15.1 : Ἐκ τῆς Ἀριστοτέλους Συναγωγῆς ἀκουσ– 47082 4.36.15.2 : μάτων θαυμασίων ( 18 p. 831 b 22). 47083 4.36.15.3 : Ἐν Τραπεζοῦντι τῇ ἐν τῷ Πόντῳ γίνεται τὸ ἀπὸ 47084 4.36.15.4 : τῆς πύξου μέλι βαρύοσμον· καὶ φασὶ τοὺς μὲν ὑγιαίνον– 47085 4.36.15.5 : τας ἐξιστάναι, τοὺς δ´ ἐπιλήπτους καὶ τελέως ἀπαλλάσ– 47086 4.36.15.6 : σειν. 47087 4.36.16.1 : Καλλισθένους Συβαρίτου ἐν ιγʹ Γαλατι– 47088 4.36.16.2 : κῶν (Plut. de fluv. 6, 1. 2. 3 vol. VII p. 292 Bern.). 47089 4.36.16.3 : Ἄραρ ποταμός ἐστι τῆς Κελτικῆς, τὴν προσηγορίαν 47090 4.36.16.4 : εἰληφὼς παρὰ τὸ ἡρμόσθαι τῷ Ῥοδανῷ· καταφέρεται γὰρ 47091 4.36.16.5 : εἰς τοῦτον κατὰ τὴν χώραν τῶν Ἀλλοβρόγων. γεννᾶται 47092 4.36.16.6 : δ´ ἐν αὐτῷ μέγας ἰχθὺς κλουπαῖα προσαγορευόμενος ὑπὸ 47093 4.36.16.7 : τῶν ἐγχωρίων· οὗτος αὐξομένης μὲν τῆς σελήνης λευκός 47094 4.36.16.8 : ἐστι, μειουμένης δὲ μέλας γίνεται παντελῶς· ὑπεραυξήσας 47095 4.36.16.9 : δὲ ἀναιρεῖται ὑπὸ τῶν ἰδίων ἀκανθῶν. εὑρίσκεται δ´ ἐν 47096 4.36.16.10 : τῇ κεφαλῇ αὐτοῦ λίθος χόνδρῳ παρόμοιος ἁλός, ὃς κάλ– 47097 4.36.16.11 : λιστα ποιεῖ πρὸς τεταρταίας νόσους τοῖς ἀριστεροῖς μέ– 47098 4.36.16.12 : ρεσι τοῦ σώματος προσδεσμευόμενος τῆς σελήνης μειου– 47099 4.36.16.13 : μένης. 47100 4.36.17.1 : Ἀρχελάου ἐν αʹ Περὶ ποταμῶν (Ibid. 8, 1. 2 47101 4.36.17.2 : l. c. p. 296 s.). 47102 4.36.17.3 : Λυκόρμας ποταμός ἐστι τῆς Αἰτωλίας, μετωνομάσθη 47103 4.36.17.4 : δ´ Εὔηνος. γεννᾶται δ´ ἐν αὐτῷ βοτάνη σάρισα προσα– 47104 4.36.17.5 : γορευομένη, λόγχῃ παρόμοιος, ποιοῦσα πρὸς ἀμβλυωπίας 47105 4.36.17.6 : ἄριστα. 47106 4.36.18.1 : Θρασύλλου ἐν τοῖς Αἰγυπτιακοῖς (Ibid. 47107 4.36.18.2 : 16, 1. 2 l. c. p. 308 s.). 47108 4.36.18.3 : Νεῖλος ποταμός ἐστι τῆς Αἰγύπτου, ἐκαλεῖτο δὲ τὸ 47109 4.36.18.4 : πρότερον Μέλας. γεννᾶται δ´ ἐν αὐτῷ λίθος κυάμῳ παρό– 47110 4.36.18.5 : μοιος, ὃν ἂν κύνες ἴδωσιν, οὐχ ὑλακτοῦσι· ποιεῖ δ´ ἄριστα 47111 4.36.18.6 : πρὸς τοὺς δαιμονιζομένους· ἅμα γὰρ 〈τῷ〉 αὐτὸν προστε– 47112 4.36.18.7 : θῆναι ταῖς ῥισὶν ἐξέρχεται τὸ δαιμόνιον. 47113 4.36.19.1 : Τιμαγόρου ἐν αʹ Περὶ ποταμῶν (Ibid. 47114 4.36.19.2 : 21, 1. 3 l. c. p. 319 s.). 47115 4.36.19.3 : Κάικος ποταμός ἐστι τῆς Μυσίας. φύεται δ´ ἐν αὐτῷ 47116 4.36.19.4 : βοτάνη ἠλιφάρμακος καλουμένη, ἣν οἱ ἰατροὶ τοῖς αἱμορ– 47117 4.36.19.5 : ραγοῦσιν ἐπιτιθέασι καὶ τῶν φλεβῶν μεσολαβοῦσι τὴν 47118 4.36.19.6 : ἔκρυσιν. 47119 4.36.20.1 : Κτησίου Κνιδίου ἐν βʹ Περὶ ὀρῶν (Ibid. 47120 4.36.20.2 : 21, 4. 5 l. c. p. 320 s.). 47121 4.36.20.3 : Ὄρος ἐστὶ τῆς Μυσίας Τεύθρας καλούμενον. γεννᾶται 47122 4.36.20.4 : δ´ ἐν αὐτῷ λίθος ἀντιπαθὴς προσονομαζόμενος, ὃς κάλ– 47123 4.36.20.5 : λιστα ποιεῖ πρὸς ἀλφοὺς καὶ λέπρας δι´ οἴνου τριβόμε– 47124 4.36.20.6 : νος καὶ τοῖς πάσχουσιν ἐπιτιθέμενος. 47125 4.36.21.1 : Σωστράτου ἐν αʹ Μυθικῆς 〈συν〉αγωγῆς 47126 4.36.21.2 : (Ibid. 24, 1. 4 l. c. p. 325 s.). 47127 4.36.21.3 : Τίγρις ποταμός ἐστι τῆς Ἀρμενίας. γεννᾶται δ´ ἐν 47128 4.36.21.4 : αὐτῷ βοτάνη κριθῇ παρόμοιος ἀγρίᾳ. ταύτην οἱ ἐγχώριοι 47129 4.36.21.5 : θερμαίνοντες ἐν ἐλαίῳ καὶ ἀλειφόμενοι οὐδέποτε νοσοῦσι 47130 4.36.21.6 : μέχρι τῆς ἀνάγκης τοῦ θανάτου. 47131 4.36.22.1 : Κλειτοφῶντος Ῥοδίου ἐν αʹ Ἰνδικῶν (Ibid. 47132 4.36.22.2 : 25, 1. 3 l. c. p. 327). 47133 4.36.22.3 : Ἰνδὸς ποταμός ἐστι τῆς Ἰνδίας. φύεται δ´ ἐν αὐτῷ 47134 4.36.22.4 : βοτάνη καρπύλη καλουμένη, βουγλώσσῳ παρεμφερής· ποιεῖ 47135 4.36.22.5 : δ´ ἄριστα πρὸς ἰκτέρους διὰ ὕδατος χλιαροῦ διδομένη. 47136 4.36.23.1 : Πορφυρίου ἐκ τοῦ Περὶ Στυγός. 47137 4.36.23.2 : Ἥ τε ἰτέα αὕτη τὸν καρπὸν ἀποβάλλει πρὶν ἐκθρέ– 47138 4.36.23.3 : ψαι· διὸ ὠλεσίκαρπον αὐτὴν ὁ ποιητὴς ὀνομάζει. καὶ 47139 4.36.23.4 : μέντοι ἱστόρηται ὡς μετὰ οἴνου δοθεὶς ὁ ταύτης καρπὸς 47140 4.36.23.5 : ἀγόνους ποιεῖ τοὺς πιόντας καὶ κατασβέννυσι τὸ σπέρμα 47141 4.36.23.6 : καὶ μαραίνει τὴν γόνιμον ὁρμήν. 47142 4.36.24.1 : Ἐκ τῆς Τροφίλου ... 47143 4.36.24.2 : *** 47144 4.36.25.1 : 〈Ἐκ τῆς Ἀριστοτέλους〉 Συναγω– 47145 4.36.25.2 : γῆς ἀκουσμάτων θαυμασίων (p. 831 b 1). 47146 4.36.25.3 : Τὸ τῆς ἴκτιδος λέγεται αἰδοῖον εἶναι οὐχ ὅμοιον τῇ 47147 4.36.25.4 : φύσει τῶν λοιπῶν ζῴων, ἀλλὰ στερεὸν διὰ παντὸς οἷον 47148 4.36.25.5 : ὀστοῦν. φασὶ δὲ καὶ στραγγουρίας αὐτὸ φάρμακον εἶναι 47149 4.36.25.6 : ἐν τοῖς ἀρίστοις, καὶ δίδοσθαι ἐπιξυόμενον. 47150 4.36.26.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 835 a 27). 47151 4.36.26.2 : Φασὶ τὸν γαλεώτην, ὅταν ἐκδύῃ τὸ δέρμα καθάπερ 47152 4.36.26.3 : οἱ ὄφεις, ἐπιστραφέντα καταπίνειν· τηρεῖσθαι γὰρ ὑπὸ 47153 4.36.26.4 : τῶν ἰατρῶν διὰ τὸ χρήσιμον εἶναι τοῖς ἐπιλήπτοις. 47154 4.36.27.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 835 b 30). 47155 4.36.27.2 : Φασὶ τὴν φώκην ἐξεμεῖν τὴν πιτύαν, ὅταν ἁλίσκη– 47156 4.36.27.3 : ται· εἶναι δὲ φαρμακῶδες καὶ τοῖς ἐπιληπτικοῖς χρήσιμον. 47157 4.36.28.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 844 b 23). 47158 4.36.28.2 : Ἐν Ἄργει φασὶ γίνεσθαι ἀκρίδος τι γένος, ἣν καλεῖ– 47159 4.36.28.3 : σθαι σκορπιομάχον· ὅταν γὰρ ἴδῃ τάχιστα σκορπίον, ἀνθίσ– 47160 4.36.28.4 : ταται αὐτῷ. ἀγαθὸν δέ φασιν εἶναι καὶ πρὸς τὰς πλη– 47161 4.36.28.5 : γὰς τοῦ σκορπίου τὸ ἐπιφαγεῖν αὐτήν. 47162 4.36.29.1 : Ἀλκμαίωνος (fr. 4 Diels 2). 47163 4.36.29.2 : Λέγει δὲ τὰς νόσους συμπίπτειν ὡς μὲν ὑφ´ οὗ δι´ 47164 4.36.29.3 : ὑπερβολὴν θερμότητος ἢ ξηρότητος, ὡς δὲ ἐξ οὗ διὰ 47165 4.36.29.4 : πλῆθος τροφῆς ἢ ἔνδειαν, ὡς δὲ ἐν οἷς 〈δι´〉 αἷμα ἢ 47166 4.36.29.5 : μυελὸν ἢ ἐγκέφαλον· γίνεσθαι δέ ποτε καὶ ὑπὸ τῶν ἔξω– 47167 4.36.29.6 : θεν αἰτιῶν, ὑδάτων ποιῶν ἢ χώρας ἢ κόπων ἢ ἀνάγκης 47168 4.36.29.7 : ἢ τῶν τούτοις παραπλησίων. 47169 4.36.30.1 : Διοκλέους (fr. 30 Wellmann). 47170 4.36.30.2 : Διοκλῆς τὰς πλείστας τῶν νόσων δι´ ἀνωμαλίαν 47171 4.36.30.3 : γίνεσθαι ἔφη. 47172 4.36.31.1 : Ἐρασιστράτου (Diels Doxogr. p. 443 b 5). 47173 4.36.31.2 : Ἐρασίστρατος ’πλῆθος καὶ διαφθορὰ τἀνωτάτω 47174 4.36.31.3 : αἴτια‘. 47175 4.36.32.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Συμποσίου (p. 185 47176 4.36.32.2 : D–E). 47177 4.36.32.3 : Ἐὰν μέν σοι ἐθέλῃ ἀπνευστὶ ἔχοντι πολὺν χρόνον 47178 4.36.32.4 : παύσασθαι ἡ λύγξ· εἰ δὲ μή, ὕδατι ἀνακογχυλίασον. εἰ 47179 4.36.32.5 : δ´ ἄρα πάνυ ἰσχυρά ἐστιν, λαβών τι τοιοῦτον οἵῳ κνή– 47180 4.36.32.6 : σαις ἂν τὴν ῥῖνα, πτάρε· καὶ ἐὰν τοῦτο ποιήσῃς ἅπαξ ἢ 47181 4.36.32.7 : δίς, καὶ εἰ πάνυ ἰσχυρά ἐστι, παύσεται. 47182 4.37.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΕΡΙ ΤΗΝ ΔΙΑΜΟΝΗΝ ΑΥΤΗΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ.}1 47183 4.37.1.1 : Πυθαγόρου (Aur. carm. 32–35 N.). 47184 4.37.1.2 : Οὐδ´ ὑγιείας τῆς κατὰ σῶμ´ ἀμέλειαν ἔχειν χρή· 47185 4.37.1.3 : ἀλλὰ ποτοῦ τε μέτρον καὶ σίτου γυμνασίων τε 47186 4.37.1.4 : ποιεῖσθαι· μέτρον δὲ λέγω τόδ´, ὃ μή ς´ ἀνιήσει. 47187 4.37.1.5 : εἰθίζου δὲ δίαιταν ἔχειν καθάρειον ἄθρυπτον. 47188 4.37.2.1 : Ἀλκμαίωνος (fr. 4 Diels 2). 47189 4.37.2.2 : [Ἀλκμαίων] τῆς μὲν ὑγείας εἶναι συνεκτικὴν τὴν ἰσονο– 47190 4.37.2.3 : μίαν τῶν δυνάμεων, ὑγροῦ ξηροῦ 〈ψυχροῦ〉 θερμοῦ πι– 47191 4.37.2.4 : κροῦ γλυκέος, τῶν λοιπῶν, τὴν δ´ ἐν αὐτοῖς μοναρχίαν 47192 4.37.2.5 : νόσου παρασκευαστικὴν εἶναι. 47193 4.37.3.1 : Πλουτάρχου (De tuenda sanitate praec. p. 126 D). 47194 4.37.3.2 : Ἡ ὑγεία ταῖς ἡδοναῖς ὥσπερ ἡ γαλήνη ταῖς ἀλκυό– 47195 4.37.3.3 : σιν ἀσφαλῆ καὶ καλὴν γένεσιν καὶ λοχείαν ἐνδίδωσι. 47196 4.37.3.4 : κομψῶς γὰρ ἔοικεν καὶ Πρόδικος εἰπεῖν ὅτι τῶν ἡδυσ– 47197 4.37.3.5 : μάτων ἄριστόν ἐστι τὸ πῦρ· ἀληθέστερον γὰρ ἄν τις 47198 4.37.3.6 : εἴποι τὴν ὑγείαν ἥδυσμα θειότατον εἶναι καὶ προση– 47199 4.37.3.7 : νέστατον. ἑφθὰ μὲν γὰρ καὶ ὀπτὰ καὶ πεπτὰ βρώματα 47200 4.37.3.8 : νοσοῦσιν ἢ κραιπαλῶσιν ἢ ναυτιῶσιν οὐδεμίαν ἡδονὴν 47201 4.37.3.9 : οὐδὲ χάριν ἀποδίδωσι, κα〈θα〉ρὰ δὲ καὶ ἀκραιφνὴς ὄρε– 47202 4.37.3.10 : ξις ὑγιαίνοντι σώματι πᾶν ἡδὺ ποιεῖ. 47203 4.37.4.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστοξένου Πυθαγορείου (Diels Vorsokr. 47204 4.37.4.2 : I 2 p. 290). 47205 4.37.4.3 : Περὶ δὲ γενέσεως παίδων τάδε ἔλεγε· καθόλου μὲν 47206 4.37.4.4 : φυλάττεσθαι τὸ καλούμενον προφερές· οὔτε γὰρ τῶν φυ– 47207 4.37.4.5 : τῶν οὔτε τῶν ζῴων εὔκαρπα τὰ προφερῆ γίνεσθαι· ἀλλὰ 47208 4.37.4.6 : χρόνον τινὰ προπαρασκευάζεσθαι τῆς καρποφορίας, ἐν ᾧ 47209 4.37.4.7 : ἐξισχύσαντα καὶ τετελειωμένα τὰ σώματα παρέχειν τά τε 47210 4.37.4.8 : σπέρματα καὶ τοὺς καρποὺς δεδύνηται. πολλὰ δὲ εἶναι 47211 4.37.4.9 : ἐν τῷ 〈βίῳ〉 ἐν οἷς ἡ ὀψιμαθία ἐστὶ βελτίων, οἷον καὶ 47212 4.37.4.10 : τὸ τοῦ ἀφροδισιάζειν πρᾶγμα. δέον οὖν ἐστι παῖδας οὕ– 47213 4.37.4.11 : τως ἄγεσθαι διὰ τῶν ἀσκημάτων ἀσχόλους, ὥστε μὴ 47214 4.37.4.12 : μόνον μὴ ζητεῖν, ἀλλ´ εἰ δυνατὸν μηδὲ εἰδέναι τὴν τοι– 47215 4.37.4.13 : αύτην συνουσίαν ἐντὸς τῶν εἴκοσι ἐτῶν. ὅταν δὲ καὶ 47216 4.37.4.14 : εἰς τοῦτο ἀφίκηται, σπανίοις εἶναι χρηστέον τοῖς ἀφρο– 47217 4.37.4.15 : δισίοις· τοῦτο γὰρ πρός τε τὴν τῶν γεννώντων καὶ γεν– 47218 4.37.4.16 : νησομένων εὐεξίαν πολύ τι συμβάλλεσθαι. ἔλεγε δὲ μήτε 47219 4.37.4.17 : τροφῆς μήτε μέθης πλήρη ταῖς γυναιξὶν εἰς τὸ γεννᾶν 47220 4.37.4.18 : ὁμιλεῖν· οὐ γὰρ οἴεται ἐκ φαύλης καὶ ἀσυμφώνου καὶ 47221 4.37.4.19 : ταραχώδους κράσεως εὔρυθμα καὶ καλά, ἀλλ´ οὐδὲ ἀγαθὰ 47222 4.37.4.20 : τὴν ἀρχὴν γίγνεσθαι. 47223 4.37.5.1 : Πλάτωνος (de leg. VII p. 792 E). 47224 4.37.5.2 : Φαίην ἂν δὴ καὶ τὰς φερούσας ἐν γαστρὶ πασῶν 47225 4.37.5.3 : τῶν γυναικῶν μάλιστα θεραπεύειν ἐκεῖνον τὸν ἐνιαυτόν, 47226 4.37.5.4 : ὅπως μήθ´ ἡδοναῖς τισι πολλαῖς ἅμα καὶ [λαι]μάργοις 47227 4.37.5.5 : προσχρήσεται ἡ κύουσα μήτ´ αὖ λύπαις· τὸ δὲ λεῖον καὶ 47228 4.37.5.6 : εὐμενὲς πραόν τε τιμῶσα διαζήσει τὸν τότε χρόνον. 47229 4.37.6.1 : Πλουτάρχου (De tuenda sanit. praec. p. 125 F- 47230 4.37.6.2 : 126 A). 47231 4.37.6.3 : Τὰ εὐτελῆ κρατεῖ τὴν ὄρεξιν ἐπὶ τῶν φυσικῶν μέ– 47232 4.37.6.4 : τρων, ὀψοποιῶν δὲ τέχναι καὶ δημιουργῶν καὶ ’〈τὰ〉 πα– 47233 4.37.6.5 : νοῦργα ταῦτα ὀψάρια καὶ ὑποτρίμματα‘ ἀεὶ τοὺς ὅρους 47234 4.37.6.6 : τῆς ἡδονῆς μετατίθησιν εἰς τοὔμπροσθεν καὶ παραλλάττει 47235 4.37.6.7 : τὸ συμφέρον. 47236 4.37.7.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Ibid. p. 127 A). 47237 4.37.7.2 : Δεῖ θαρροῦντας μάχεσθαι πρὸς τὰς ὀρέξεις ἐκφερο– 47238 4.37.7.3 : μένας καὶ ἐπιπηδώσας ταῖς ἀπολαύσεσιν, ὡς ἐλαφρὸν καὶ 47239 4.37.7.4 : παιδικὸν ἐχούσας τὸ μεμψίμοιρον, εἶτα παυομένας ἀρθεί– 47240 4.37.7.5 : σης τῆς τραπέζης καὶ μηδὲν ἐγκαλούσας μηδὲ ἀδικουμένας, 47241 4.37.7.6 : ἀλλὰ τοὐναντίον καθαρὰς καὶ ἱλαρὰς καὶ οὐ βαρείας οὐδὲ 47242 4.37.7.7 : ναυτιώδεις περιμενούσας τὴν αὔριον. 47243 4.37.8.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Ibid. p. 127 B). 47244 4.37.8.2 : Λέγεται δὲ καὶ Ἀλέξανδρον εἰπεῖν τοὺς τῆς Ἄδας 47245 4.37.8.3 : ὀψοποιοὺς ἀποπεμψάμενον, ὡς ἔχει βελτίονας ἀεὶ σὺν 47246 4.37.8.4 : ἑαυτῷ, πρὸς μὲν τὸ ἄριστον τὴν νυκτοπορίαν, πρὸς δὲ τὸ 47247 4.37.8.5 : δεῖπνον τὴν ὀλιγαριστίαν. 47248 4.37.9.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Ibid. p. 128 D–E). 47249 4.37.9.2 : Διὸ μὴ δεῖ σκοπεῖν τὸν ἰχθὺν εἰ πρόσφατος, μηδὲ 47250 4.37.9.3 : τὸν ἄρτον εἰ καθαρός, μηδὲ τὸ βαλανεῖον εἰ θερμόν, μηδὲ 47251 4.37.9.4 : τὴν ἑταίραν εἰ εὔμορφος, ἀλλ´ ἑαυτὸν εἰ μὴ ναυτιώδης 47252 4.37.9.5 : μηδὲ θολερὸς μηδὲ τεταραγμένος. εἰ δὲ μή, καθάπερ εἰς 47253 4.37.9.6 : οἰκίαν πενθοῦσαν ἐμβαλόντες ἐπίκωμοι μεθύοντες οὐ 47254 4.37.9.7 : φιλοφροσύνην παρέσχον οὐδὲ ἡδονὴν ἀλλὰ κλαυθμοὺς 47255 4.37.9.8 : καὶ ὀδυρμοὺς ἐποίησαν, οὕτως ἀφροδίσια καὶ ὄψα καὶ 47256 4.37.9.9 : βαλανεῖα καὶ οἶνος ἐν σώματι κακῶς καὶ παρὰ φύσιν 47257 4.37.9.10 : ἔχοντι μιγνύμενα τοῖς μὴ καθεστῶσι καὶ διεφθορόσι 47258 4.37.9.11 : φλέγμα καὶ χολὴν κινεῖ καὶ ταράττει καὶ προσεξίστησιν. 47259 4.37.10.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Ibid. p. 128 E–F). 47260 4.37.10.2 : Ἡ μὲν ἀκριβὴς σφόδρα καὶ δι´ ὄνυχος λεγομένη δίαιτα 47261 4.37.10.3 : τό τε σῶμα κομιδῇ ψοφοδεὲς παρέχεται καὶ σφαλε– 47262 4.37.10.4 : ρόν, αὐτῆς τε τῆς ψυχῆς τὸ γαῦρον κολούει πάντα πράγ– 47263 4.37.10.5 : ματα καὶ πᾶσαν οὐχ ἧττον ἐν ἡδοναῖς καὶ πόνοις διατρι– 47264 4.37.10.6 : βὴν ὑφορωμένης καὶ πρὸς 〈μη〉θὲν ἰταμῶς καὶ θαρραλέως 47265 4.37.10.7 : βαδιζούσης. δεῖ δὲ ὥσπερ ἱστίον τὸ σῶμα μήτε συστέλ– 47266 4.37.10.8 : λειν εὐδίας οὔσης καὶ πιέζειν σφόδρα, μήτε ἀνειμένως 47267 4.37.10.9 : χρῆσθαι καὶ καταφρονεῖν ἐν ὑποψίᾳ γενόμενον, ἀλλ´ ἐνδι– 47268 4.37.10.10 : δόναι καὶ ποιεῖν ἐλαφρόν. 47269 4.37.11.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Ibid. p. 129 A–C). 47270 4.37.11.2 : Ὅθεν οὐ περὶ τροφὴν μόνον οὐδὲ γυμνάσια δεῖ φυλάτ– 47271 4.37.11.3 : τειν τὸ σῶμα μὴ παρὰ τὸ εἰωθὸς ἅπτεται [καὶ] τούτων 47272 4.37.11.4 : ὀκνηρῶς καὶ ἀπροθύμως ἢ πάλιν διψῶδές ἐστι καὶ πει– 47273 4.37.11.5 : ναλέον ὡς οὐ πέφυκεν, ἀλλὰ καὶ τῶν ὕπνων τὸ μὴ συνε– 47274 4.37.11.6 : χὲς μηδὲ λεῖον ἀλλὰ ἀνωμαλίας ἔχον καὶ διασπασμοὺς 47275 4.37.11.7 : δεῖ εὐλαβεῖσθαι, καὶ τῶν ἐνυπνίων τὴν ἀτοπίαν. ἂν γὰρ 47276 4.37.11.8 : ὦσι μὴ νόμιμοι μηδὲ συνήθεις αἱ φαντασίαι, πλῆθος ἢ 47277 4.37.11.9 : πάχος ὑγρῶν ἢ πνεύματος ταραχὴν ἐντὸς κατηγοροῦσιν. 47278 4.37.11.10 : ἤδη δὲ καὶ τὰ τῆς ψυχῆς κινήματα τὸ σῶμα μηνύει πρὸς 47279 4.37.11.11 : νόσον ἐπισφαλῶς ἔχειν. ἄλογοι γὰρ ἴσχουσιν ἀθυμίαι καὶ 47280 4.37.11.12 : φόβοι πολλάκις ἀπ´ οὐδενὸς φοβεροῦ, τὰς ἐλπίδας ἄφνω 47281 4.37.11.13 : κατασβεννύουσι· γίνονται δὲ καὶ ταῖς ὀργαῖς ἐπίχολοι 47282 4.37.11.14 : καὶ ὀξεῖς καὶ μικρόλυποι, καὶ δακρυρροοῦσιν καὶ ἀδημονοῦ– 47283 4.37.11.15 : σιν, ὅταν ἀτμοὶ πονηροὶ καὶ ἀναθυμιάσεις πυκναὶ συνι– 47284 4.37.11.16 : στάμεναι ’ταῖς τῆς ψυχῆς‘, ὥς φησι Πλάτων, ἀνακραθῶσι 47285 4.37.11.17 : ’περιόδοις‘. 47286 4.37.12.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Ibid. p. 129 F–130 A). 47287 4.37.12.2 : Ὅθεν ἄριστα λέλεκται τὸ ’τροφῆς ἀκορίην καὶ πόνων 47288 4.37.12.3 : ἀοκνίην καὶ σπέρματος οὐσίης τήρησιν ὑγιεινότατα εἶναι‘. 47289 4.37.12.4 : καὶ γὰρ ἡ περὶ τὰς συνουσίας ἀκρασία τῷ μάλιστα τὴν 47290 4.37.12.5 : δύναμιν ἐκλύειν ὑφ´ ἧς ἡ τροφὴ διαπονεῖται, πλέον περιτ– 47291 4.37.12.6 : τώματα ποιεῖ καὶ πλῆθος. 47292 4.37.13.1 : Πυθαγόρου. 47293 4.37.13.2 : Σαρκὸς φωνή· μὴ πεινῆν, μὴ διψῆν, μὴ ῥιγοῦν. 47294 4.37.14.1 : Γαληνοῦ χαρακτηριάζοντα εἰς Ἱπποκράτην (II p. 72 47295 4.37.14.2 : Chart.). 47296 4.37.14.3 : Τὰ τῆς τέχνης στοιχεῖα σαφῶς ἀρέσκειν αὐτῷ λέγει 47297 4.37.14.4 : τὰ ὅσα ἐναργῆ. συνέστηκεν οὖν, φησίν, ὅ τε ἄνθρωπος 47298 4.37.14.5 : καὶ τὰ σύμπαντα ζῷα ἐκ στερεῶν ὑγρῶν καὶ πνευμάτων. 47299 4.37.14.6 : οὐκ ἀμοιρεῖ δὲ οὐδ´ ἡ τῶν φυτῶν φύσις τῆς τούτων τρι– 47300 4.37.14.7 : γενείας, ἀλλὰ ζῇ τε καὶ αὔξεται καὶ γεννᾷ καὶ φύεται τῇ 47301 4.37.14.8 : τούτων συστάσει κατὰ φύσιν, νοσεῖ δὲ καὶ φθίνει καὶ 47302 4.37.14.9 : θνῄσκει καὶ αὐαίνεται τῇ τούτων πλημμελείᾳ καὶ δια– 47303 4.37.14.10 : στάσει. τὴν μὲν οὖν τῶν στερεῶν σύστασιν ὀστοῖς ἀνατί– 47304 4.37.14.11 : θησι καὶ νεύροις καὶ χόνδροις, ἤδη δὲ καὶ ὑμένι καὶ 47305 4.37.14.12 : ἀρτηρίαις καὶ φλεψί· καὶ γὰρ ταῦτα τοῦ στερεοῦ γένους 47306 4.37.14.13 : ἔν τισιν εἶναι λέγει. τῆς δὲ τούτων συμπηγίας καὶ δια– 47307 4.37.14.14 : πλάσεως, ἑπόμενος τῷ εὐλόγῳ, τὴν κεφαλὴν εἶναι ἀρχὴν 47308 4.37.14.15 : συνδοκεῖ. ἀνατέθεικε δὲ τῇ τῶν στερεῶν φύσει τό τε 47309 4.37.14.16 : περὶ ἀγμῶν καὶ τὰ περὶ ἄρθρων καὶ τὰ τούτοις ὅμοια· 47310 4.37.14.17 : τῷ δὲ πνεύματι τὸ περὶ φυσέων ἰδίως ἐπιγραφόμενον 47311 4.37.14.18 : σύγγραμμα· τοῖς δ´ ὑγροῖς τὸ περὶ χυμῶν καὶ τὸ περὶ 47312 4.37.14.19 : ἀνθρώπου φύσεως, ἤδη δὲ καὶ σποράδην ἐν ἄλλοις· 47313 4.37.14.20 : ἔστι δὲ ταῦτα αἷμα καὶ φλέγμα, χολὴ διττή, ξανθὴ 47314 4.37.14.21 : καὶ μέλαινα. εἶναι δὲ τὸ μὲν αἷμα τὴν φύσιν ὑγρὸν 47315 4.37.14.22 : καὶ θερμὸν καὶ τὴν χρόαν ἐρυθρόν, τὴν δὲ ποιότητα 47316 4.37.14.23 : γλυκύ· τὸ δὲ φλέγμα ψυχρὸν καὶ ὑγρὸν καὶ λευκὸν καὶ 47317 4.37.14.24 : μᾶλλον ἁλμυρόν· τὴν δὲ ξανθὴν χολὴν θερμήν τε καὶ 47318 4.37.14.25 : ξηρὰν καὶ ὠχρὰν καὶ πικράν, τὴν δὲ ἑτέραν ψυχρὰν 47319 4.37.14.26 : καὶ ξηρὰν καὶ μέλαιναν καὶ φυκώδη. ἀρέσκει δὲ αὐτῷ 47320 4.37.14.27 : καὶ τὰς ἡλικίας διαιρεῖν εἰς δʹ καὶ τὰς ὥρας τοῦ ἔτους 47321 4.37.14.28 : ὁμοίως. πλεονάζειν δὲ τῶν εἰρημένων χυμῶν ἕκαστον ἐν 47322 4.37.14.29 : τῇ ἡλικίᾳ καὶ τῇ ὥρᾳ τῇ οἰκείᾳ ἑκάστου. καὶ ἐν μὲν τῇ 47323 4.37.14.30 : τῶν παίδων ἡλικίᾳ πλεονάζειν τὸ αἷμα, καὶ τῇ ὥρᾳ τοῦ 47324 4.37.14.31 : ἔαρος· ἐν δὲ τῇ τῶν ἀκμαζόντων τὴν ξανθὴν χολήν, καὶ 47325 4.37.14.32 : ὥρᾳ θέρους· ἐν δὲ τῇ τῶν παρηβώντων τὴν μέλαιναν, 47326 4.37.14.33 : καὶ φθινοπώρῳ· ἐν δὲ τῇ τῶν γερόντων τὸ φλέγμα, καὶ 47327 4.37.14.34 : χειμῶνος· ἐοικέναι γὰρ τὰς τῶν χυμῶν φύσεις ταῖς τῶν 47328 4.37.14.35 : ὡρῶν. τὸ γοῦν ἔαρ θερμόν τε καὶ ὑγρόν, ὡς τὸ αἷμα· 47329 4.37.14.36 : καὶ τὸ θέρος θερμόν τε καὶ ξηρόν· τὸ δὲ μετόπωρον 47330 4.37.14.37 : ψυχρόν τε καὶ ξηρόν· ὁ δὲ χειμὼν ψυχρὸς καὶ ὑγρός, ἀνα– 47331 4.37.14.38 : λόγως τοῖς χυμοῖς· κατὰ ταὐτὰ δὲ καὶ τὴν ἡμέραν διαι– 47332 4.37.14.39 : ρεῖ, καὶ τῷ ἀριθμῷ καὶ τῇ φύσει, ὡς ἐν μικρᾷ τῇ ἀνα– 47333 4.37.14.40 : λογίᾳ. καθόλου γε τὰς τῶν ἀνδρῶν φύσεις πρὸς τὰς τῶν 47334 4.37.14.41 : γυναικῶν διαφέρειν. εἶναι γὰρ τοὺς μὲν ἐπὶ τὸ θερμό– 47335 4.37.14.42 : τερον καὶ ξηρότερον, τὰς δὲ ἐπὶ τὸ ψυχρότερον καὶ ὑγρό– 47336 4.37.14.43 : τερον. ἐν ἑκάστου δὲ τούτων γένει καὶ πρὸς ἀλλήλους 47337 4.37.14.44 : ἔχειν μικροτέραν διαφοράν, παρά τε τὰς τῶν χωρίων 47338 4.37.14.45 : θέσεις καὶ τὰς τῶν ἀέρων ἰδιότητας καὶ τὰς τῶν διαι– 47339 4.37.14.46 : τημάτων ἀγωγάς. παρέχειν δὲ καὶ τῶν χυμῶν ἕκαστον 47340 4.37.14.47 : ἐν τῇ φύσει τοῦ ἀνθρώπου χρείαν ἐξαίρετον. καὶ τὸ μὲν 47341 4.37.14.48 : αἷμα τρέφειν καὶ θερμαίνειν καὶ ὑγραίνειν καὶ εὐχροίας 47342 4.37.14.49 : εἶναι ποιητικόν· τὴν δὲ ξανθὴν χολὴν συνέχειν τὸ σῶμα 47343 4.37.14.50 : καὶ τοὺς πόρους μὴ ἐᾶν ἐκλύεσθαι, καὶ μυωπίζειν τὴν 47344 4.37.14.51 : αἴσθησιν, καὶ συντελεῖν τῇ πέψει, καὶ τὰς ὁδοὺς τῶν 47345 4.37.14.52 : ἐκκρίσεων παρέχειν εὐπετεῖς· τὴν δὲ μέλαιναν ἕδραν καὶ 47346 4.37.14.53 : οἱονεὶ βάθρον τῶν ἄλλων χυμῶν· τὸ δὲ φλέγμα νεύροις 47347 4.37.14.54 : ὑμέσι καὶ χόνδροις καὶ ἄρθροις καὶ γλώττῃ πρὸς τὸ εὔ– 47348 4.37.14.55 : δρομον τῆς κινήσεως. δοκεῖ δὲ αὐτῷ καὶ τὸ σπέρμα πρὸς 47349 4.37.14.56 : ζῳογονίαν τό τε τοῦ ἀνδρὸς καὶ τὸ τῆς γυναικὸς ἐπίσης 47350 4.37.14.57 : συντελεῖν καὶ ἀπὸ πάντων τῶν μελῶν φέρεσθαι τοῦ 47351 4.37.14.58 : σώματος. καὶ τὰ μὲν ἄρρενα ἐν τοῖς δεξιοῖς τῆς μήτρας, 47352 4.37.14.59 : τὰ δὲ θήλεα ἐν τοῖς ἀριστεροῖς γεννᾶσθαι. ἰσχύειν δὲ 47353 4.37.14.60 : καὶ τὰ δεξιὰ ὡς πρὸς τὰ ἀριστερά, καὶ τὰ ὑπερκείμενα ὡς 47354 4.37.14.61 : πρὸς τὰ ὑποκείμενα. δοκεῖ δ´ αὐτῷ καὶ τὰς αἰτίας τῶν 47355 4.37.14.62 : νοσημάτων ἃς μὲν ἐκ πληγῶν βιαίων, ἃς δὲ ἐκ τοῦ περι– 47356 4.37.14.63 : έχοντος εἶναι· τὰς δὲ πλείστας ἐκ τῶν ὑγρῶν τῶν εἰρη– 47357 4.37.14.64 : μένων κατὰ πλῆθος καὶ ἔλλειψιν καὶ μεταβολὴν τὴν κατὰ 47358 4.37.14.65 : ποιότητα ἢ τὴν ἐκ τόπου εἰς τόπον. ἀρέσκει δὲ αὐτῷ καὶ 47359 4.37.14.66 : τὰ βοηθήματα εἰσφέρειν ἐκ τῶν ἐναντίων ἱσταμένων ταῖς 47360 4.37.14.67 : αἰτίαις. τῶν δὲ νοσημάτων ἃ μὲν εἶναι φύσει ὀξέα, ἃ δὲ 47361 4.37.14.68 : χρόνια, ἃ δὲ ἐνδοιαστά. γίνεσθαι δὲ ὡς πολὺ ἀπὸ χολῆς 47362 4.37.14.69 : καὶ αἵματος καὶ ἡλικίας ἀκμαζούσης καὶ θέρους καὶ ἔαρος 47363 4.37.14.70 : τὰ ὀξέα· τὰ δὲ χρόνια ἀπὸ φλέγματος καὶ μελαίνης χολῆς 47364 4.37.14.71 : καὶ ἐν πρεσβύταις καὶ χειμῶνι· τὰ δ´ ἐνδοιαστά, ὁπόσα 47365 4.37.14.72 : μεμιγμένας ἔχει τὰς αἰτίας. ἤδη δὲ καὶ τίνα αὐτῶν 47366 4.37.14.73 : σωτήρια καὶ τίνα θανατικά, προγινώσκει· βούλεται δὲ 47367 4.37.14.74 : καὶ τὴν πρόγνωσιν καὶ τὴν πρόρρησιν ἀναγκαίαν τε εἶναι 47368 4.37.14.75 : πρὸς τὴν τέχνην καὶ διαφέρειν ἀλλήλων. ὅπου μὲν γὰρ 47369 4.37.14.76 : προγνῶναι χρὴ μόνον τὸν ἰατρόν, ὅπου δὲ καὶ προειπεῖν 47370 4.37.14.77 : ἀσφαλές. διαιρεῖ δὲ τὴν πρόγνωσιν εἴς τε τὰ προγεγο– 47371 4.37.14.78 : νότα καὶ τὰ ἐνεστῶτα τῶν συμπτωμάτων, ὁπόσα † ἔχει 47372 4.37.14.79 : πόσην ἀδηλότητα, καὶ εἰς τὰ μέλλοντα. ἀρέσκει δ´ αὐ– 47373 4.37.14.80 : τῷ καὶ τὰς κρισίμους ἡμέρας ἐπεγνωκέναι. γίνεσθαι γὰρ 47374 4.37.14.81 : ὡς τὸ πολὺ τὰς μὲν περιττὰς κριτικὰς τῶν ὀξέων νοση– 47375 4.37.14.82 : μάτων, τὰς δὲ ἀρτίους τῶν χρονίων. καὶ τὰς μὲν θέρους 47376 4.37.14.83 : καὶ ἐπὶ νέων καὶ τῶν δεξιῶν μερῶν καὶ τῶν ὑπερκειμέ– 47377 4.37.14.84 : νων τὰς περισσάς· τὰς δὲ ἀρτίους ἐπὶ τῶν ἐναντίων. 47378 4.37.14.85 : ἤδη δὲ καὶ τοὺς πρωτοπαθοῦντας τόπους εἰδέναι παραι– 47379 4.37.14.86 : νεῖ, ἐκ τῆς τούτων ἐπιγνώσεως οὐ μικρὰν συμβαλλομένης 47380 4.37.14.87 : μοῖραν εἰς σημείωσίν τε καὶ θεραπείαν. 47381 4.37.15.1 : Ἀντύλλου Περὶ τῆς καθ´ ἡμέραν διαφορᾶς τῶν 47382 4.37.15.2 : ἀέρων. 47383 4.37.15.3 : Ἡμέραν λαμβάνομεν σὺν τῇ νυκτί· ἀναλογίαν δ´ αὐ– 47384 4.37.15.4 : τὴν ἔφαμεν ἔχειν τινὰ πρὸς τὸν ἐνιαυτόν, καθάπερ Ἱππο– 47385 4.37.15.5 : κράτης ἐν τῇ δευτέρᾳ τῶν Ἐπιδημιῶν ἐπεσημήνατο. ἔστι 47386 4.37.15.6 : δὲ ὁ μὲν ὄρθρος ὑγρὸς καὶ θερμός, ἔαρι ἐοικώς. διὰ 47387 4.37.15.7 : τοῦτο οἵ τε ὕπνοι εὐκρινεῖς καὶ τὰ σώματα ἀνεῖται, καὶ 47388 4.37.15.8 : τὰ τῶν ὑγιαινόντων καὶ τὰ τῶν νοσούντων· ὥστε καὶ τοῖς 47389 4.37.15.9 : πυρέσσουσιν εὐφορώτατον εἶναι τόνδε τὸν καιρόν. ἀνα– 47390 4.37.15.10 : θυμιάσεις δὲ ἀνίασι περὶ τὸν ὄρθρον καὶ αὖραι ποταμῶν 47391 4.37.15.11 : ἀποπνέουσιν ὑγραί, καὶ δρόσος ἐπιπίπτει, ἄνθη ἀναβαί– 47392 4.37.15.12 : νει, καὶ πάντα τὰ ἐκ τῆς γῆς φυόμενα ἄνεισιν, ἔαρι τῆς 47393 4.37.15.13 : καταστάσεως τῆς ὀρθρινῆς ἐοικυίας. τὰ δὲ μέσα τῆς 47394 4.37.15.14 : ἡμέρας θέρει παρείκασται, τὰ δὲ κατὰ τὴν δείλην φθινο– 47395 4.37.15.15 : πώρῳ, διὰ τοῦτο βαρῶν καὶ δυσαρεστημάτων οἰστικά, 47396 4.37.15.16 : νοσερᾶς οὔσης τῆς δείλης ἀνάλογον φθινοπώρῳ. τῆς δὲ 47397 4.37.15.17 : νυκτὸς τὰ μὲν πρῶτα καὶ τὰ περὶ τὴν ἑσπέραν ὅμοια 47398 4.37.15.18 : τῇ δείλῃ· ἐντεῦθεν οὔτε ὑπνοῦν ἐπιτρέπομεν τοῖς κάμ– 47399 4.37.15.19 : νουσι περὶ τήνδε τὴν ὥραν οὔτε ποτὸν προσφέρομεν οὔτε 47400 4.37.15.20 : ἄλλο προσάγομεν βοήθημα, εἰ μή τι ἕτερον προκαλοῖτο, 47401 4.37.15.21 : ὑφορώμενοι τὸν καιρὸν τοῦτον ὥσπερ καὶ τὸν δειλινόν. 47402 4.37.15.22 : τὰ δὲ μέσα τῆς νυκτὸς χειμῶνι ἐξείκασται· πλεῖστον γὰρ 47403 4.37.15.23 : τότε ὁ ἥλιος καθάπερ καὶ ἐν τῷ χειμῶνι ἀφέστηκεν 47404 4.37.15.24 : ἡμῶν. αἵ τε οὖν ὀδύναι τοῖς νοσοῦσιν ἰσχυρότεραι τῆς 47405 4.37.15.25 : νυκτὸς εἰκότως, διὰ τὴν ψῦξιν πυκνουμένης τῆς ἐπιφα– 47406 4.37.15.26 : νείας καὶ ἀπολαμβανομένης τῆς κατὰ τὸ ἄδηλον διαπνοῆς. 47407 4.37.15.27 : καὶ τὰ ῥεύματα δὲ καὶ τὰ τῶν ὀφθαλμιώντων καὶ τὰ τῶν 47408 4.37.15.28 : δυσεντερικῶν καὶ κοιλιακῶν καὶ τὰ αἱματικὰ ἀπὸ τῆς 47409 4.37.15.29 : αὐτῆς προφάσεως ἐπιγίνεται, παντὸς τοῦ εἰωθότος ἀπιέ– 47410 4.37.15.30 : ναι κατὰ τὸ ἀφανὲς εἰς ἕνα τόπον συνδιδομένου τὸν ῥευ– 47411 4.37.15.31 : ματιζόμενον. τὰ δὲ τελευταῖα τῆς νυκτὸς διὰ τὴν πρὸς 47412 4.37.15.32 : τὸν ὄρθρον γειτνίασιν τῆς αὐτῆς ἐκείνῳ κράσεως μετα– 47413 4.37.15.33 : λαμβάνει. 47414 4.37.16.1 : Ἀντύλλου Περὶ τῶν ἐν τῷ ἀέρι διαφορῶν. 47415 4.37.16.2 : Εἰσὶ κατὰ θερμότητα καὶ ψῦξιν διαφοραὶ τῶν ἀέρων. 47416 4.37.16.3 : ὁ μὲν οὖν θερμὸς παρέοικε τῇ θερινῇ ὥρᾳ, ὁ δὲ ψυχρὸς 47417 4.37.16.4 : τῇ χειμερινῇ. πρὸς δὲ κἀκεῖνο ἑκάτερος ἔχει· ὁ μὲν 47418 4.37.16.5 : ψυχρὸς εὐσαρκίας τε καὶ εὐτροφίας καὶ πιμελῆς γεννη– 47419 4.37.16.6 : τικός, μεγάλα δὲ καὶ τὰ σώματα ἀπεργάζεται· τοιούτους 47420 4.37.16.7 : δὲ ἔστιν ἰδεῖν [καὶ] τοὺς τὰ ἀρκτικώτερα κλίματα κατοι– 47421 4.37.16.8 : κοῦντας· πρὸς δὲ τὰ νοσήματα τὰ μὲν ὀξέα οὐ πάνυ τι 47422 4.37.16.9 : ἐπιτήδειος, πρὸς δέ τινα τῶν χρονίων, οἷον φθίσεις καὶ 47423 4.37.16.10 : καχεξίας καὶ παρέσεις ἐπιληψίας τε καὶ ἀποπληξίας, καὶ 47424 4.37.16.11 : πρὸς τὰ ἀρθριτικὰ ἄθετος. ὁ δὲ θερμὸς ἀὴρ σωμάτων 47425 4.37.16.12 : δαπανητικός, ἰσχναίνων καὶ καταρινῶν τὰ συγκρίματα, 47426 4.37.16.13 : εὐτονίαν 〈δὲ〉 μᾶλλον καὶ εὐκινησίαν ἤπερ ὁ ψυχρὸς πα– 47427 4.37.16.14 : ρασκευάζει τοῖς ὑγιαίνουσιν, ἐν δὲ ταῖς νόσοις ῥᾳδίως 47428 4.37.16.15 : ἐξελέγχει τὴν δύναμιν. καὶ νεύροις μὲν καὶ θώρακι ἀγα– 47429 4.37.16.16 : θός, τοῖς δὲ ἄλλοις μέρεσιν οὐ πάνυ χρήσιμος. ἔστι δὲ 47430 4.37.16.17 : καὶ κατὰ παχύτητα καὶ λεπτότητα διαφορὰ τῶν ἀέρων. 47431 4.37.16.18 : ὁ μὲν οὖν παχὺς ἀχρεῖος ὢν ὅσον ἐφ´ ἑαυτῷ, πλὴν πρὸς 47432 4.37.16.19 : τὸ τηρῆσαι δύναμιν σκορπιζομένην ἐπιτήδειος· ὁ δὲ λεπ– 47433 4.37.16.20 : τὸς ὑγιεινὸς σφόδρα ἐστίν. καὶ παρὰ φῶς καὶ σκότος 47434 4.37.16.21 : διαφορὰ τῶν ἀέρων. οἷος δὲ ἑκάτερος, κατανοῆσαι ῥᾴ– 47435 4.37.16.22 : διον ἀπὸ τῶν ἔμπροσθεν ἡμῖν περὶ νυκτὸς καὶ ἡμέρας 47436 4.37.16.23 : εἰρημένων. δόξει μὲν οὖν τισιν ἀλλότρια εἶναι τοῦ περὶ 47437 4.37.16.24 : βοηθημάτων τόπου τὰ εἰρημένα, ἐπεὶ οὐκ ἐφ´ ἡμῖν ἐστι 47438 4.37.16.25 : ποιῆσαί τι αὐτῶν· οὐ μὴν ἠλλοτρίωταί γε ἡ παράληψίς 47439 4.37.16.26 : τε καὶ χρῆσις καὶ ἀπαγόρευσις ἐφ´ ἡμῖν οὖσαι. τὰ μὲν 47440 4.37.16.27 : οὖν πλεῖστα συνίστησιν αὐτῶν ἐν καιρῷ ἕκαστον γινό– 47441 4.37.16.28 : μενα βοηθήματα· ὅσα δὲ τοιαῦτα μὴ δύναται συστῆσαι 47442 4.37.16.29 : τὴν κακίαν αὐτῶν † ἐμφανίζουσαι, ἔκκλισιν τὴν ἀπ´ αὐ– 47443 4.37.16.30 : τῶν ἐν βοηθήματος χώρᾳ τάττειν. 47444 4.37.17.1 : Τοῦ αὐτοῦ Περὶ τῆς ἐν ἑκάστῃ τῶν ἐτησίων ὡρῶν 47445 4.37.17.2 : διαφορᾶς. 47446 4.37.17.3 : Ἐν ἑκάστῃ τῶν ὡρῶν τρεῖς διαφοραί, τῶν μὲν πρώ– 47447 4.37.17.4 : των ὄντων ἑκάστης, τῶν δὲ ὑστάτων, τῶν δὲ μέσων. τὰ 47448 4.37.17.5 : μὲν μέσα τὴν εἰλικρινεστάτην τῆς ὥρας ἔχει κρᾶσιν, τὰ 47449 4.37.17.6 : δὲ πρῶτα καὶ ὕστατα τῇ γειτνιώσῃ τῶν ὡρῶν ἀφομοιοῦ– 47450 4.37.17.7 : ται. αὐτίκα τοῦ ἔαρος τὰ μὲν πρῶτα μᾶλλον ὑγρὰ καὶ 47451 4.37.17.8 : ἧσσον θερμά, τὰ δὲ μέσα θερμὰ καὶ ὑγρὰ ἐπίσης, τὰ δὲ 47452 4.37.17.9 : τελευταῖα ἧσσον ὑγρὰ καὶ μᾶλλον θερμά. τοῦ δὲ θέρους 47453 4.37.17.10 : τὰ μὲν πρῶτα θερμότερα· ἡ δὲ ἀπόληξις ξηρὰ μέν, οὐ 47454 4.37.17.11 : πάνυ δὲ ψυχρά· τὰ δὲ μέσα ξηρὰ καὶ θερμὰ ἐπίσης· τὰ 47455 4.37.17.12 : δὲ ὕστατα ξηρότερα μᾶλλον, ἔλασσον δὲ θερμά. φθινο– 47456 4.37.17.13 : πώρου δὲ ἡ μὲν ἀρχὴ ξηροτέρα καὶ οὐ πάνυ ψυχρά, ἡ δὲ 47457 4.37.17.14 : μεσότης ἐπίσης ξηρὰ καὶ ψυχρά, τὰ δὲ ὕστατα ψυχρότερα 47458 4.37.17.15 : μέν, ἔλασσον δὲ ξηρά. ἀνάλογον δὲ καὶ χειμῶνος τὰ μὲν 47459 4.37.17.16 : πρῶτα ψυχρὰ μᾶλλον, τὰ δὲ ὕστατα ὑγρὰ μᾶλλον, τὰ δὲ 47460 4.37.17.17 : μέσα ἐπίσης ὑγρὰ καὶ ψυχρά. 47461 4.37.18.1 : Τοῦ αὐτοῦ Περὶ τόπων καὶ τῶν ἐν αὐτοῖς ἀέρων. 47462 4.37.18.2 : Οἱ ὑψηλοὶ τῶν τόπων ὑγιεινότατοι, τοῦ ἀέρος ἐν 47463 4.37.18.3 : αὐτοῖς οὐ μένοντος ἀλλὰ καὶ περιχεομένου καὶ ὑπὸ τῶν 47464 4.37.18.4 : ἀνέμων συνεχὲς ἀπωθουμένου· εὔπνοοί τε δὴ καὶ διαθέ– 47465 4.37.18.5 : σεσι πάσαις ἐπιτήδειοι ταῖς περὶ θώρακα καὶ κεφαλῇ 47466 4.37.18.6 : πεπονθυίᾳ καὶ τοῖς αἰσθητηρίοις πᾶσιν. οἱ δὲ ταπεινοὶ 47467 4.37.18.7 : τοῖς μὲν προειρημένοις ἀνάρμοστοι, διαφορουμένοις δὲ 47468 4.37.18.8 : καὶ συγκοπτομένοις ἐπιτήδειοι· καὶ γέρουσι δὲ ἁρμόζουσι 47469 4.37.18.9 : μᾶλλον τῶν ὑψηλῶν. οἱ δὲ παραθαλάττιοι τόποι τοῖς 47470 4.37.18.10 : τε ὑδρωπικοῖς 〈καὶ τοῖς〉 ὑπὸ ῥεύματος οὑτινοσοῦν ἐνοχ– 47471 4.37.18.11 : λουμένοις ἁρμόδιοι, καὶ ὅπου δεῖ ἀμύξαι ἢ θάλψαι ἢ 47472 4.37.18.12 : ἀναστομῶσαι, ἀγαθοὶ δὲ καὶ νευρικοῖς ἢ ἀρθριτικοῖς 47473 4.37.18.13 : πᾶσιν, ἐπιτήδειοι δὲ καὶ εἰς ὄρεξιν κεκακωμένοις. οἱ δὲ 47474 4.37.18.14 : μεσόγειοι ψυχρότεροι τῶν παραθαλαττίων καὶ πρὸς μὲν 47475 4.37.18.15 : τὰ ὀξέα νοσήματα, ἐάν γε μὴ ἑλώδεις ὦσι μηδὲ κοῖλοι, 47476 4.37.18.16 : κρείττους τῶν παραθαλαττίων, πρὸς δὲ τὰ χρόνια χεί– 47477 4.37.18.17 : ρους. οἱ δὲ ἑλώδεις κακοὶ μὲν ἀεί, θέρους δὲ καὶ λοι– 47478 4.37.18.18 : μώδεις. οἱ δὲ πετρώδεις θέρους μὲν πνιγώδεις, χειμῶνος 47479 4.37.18.19 : δὲ χαλεπῶς ψυχροί· οὐ φαῦλοι δὲ πρὸς ὑγείαν. οἱ δὲ 47480 4.37.18.20 : παραποτάμιοι ψυχροὶ καὶ ἀνώμαλοι, ἀτροφίαις μόναις 47481 4.37.18.21 : ἐπιτήδειοι ταῖς διὰ ξηρότητα συνισταμέναις. χείρους δὲ 47482 4.37.18.22 : τούτων οἱ τελματώδεις· οὐ γὰρ μόνον φαῦλον τὸν ἀέρα 47483 4.37.18.23 : κατασκευάζουσιν, ἀλλὰ καὶ τοὺς καρποὺς κακίους, στό– 47484 4.37.18.24 : μαχόν τε λυμαίνονται καὶ τὰ σπλάγχνα σκληροῦσιν καὶ 47485 4.37.18.25 : κακοεξίας καὶ κακοχυμίας καὶ ὕδρωπας ἀποτελοῦσι. κακοὶ 47486 4.37.18.26 : [γὰρ] δὲ καὶ οἱ πρὸς μετάλλοις τισὶν ὑφεστῶτες· ξηροὶ 47487 4.37.18.27 : γὰρ καὶ πνιγώδεις. οἱ δὲ βαθύγειοι εὐχυμότεροι ὄντες 47488 4.37.18.28 : ταῖς ξηροτέραις ἁρμόζουσι διαθέσεσιν. οἱ δὲ ἀργιλώδεις 47489 4.37.18.29 : διαλυτικοὶ τοῦ στομάχου, ἔκλυτον ἔχοντες τὴν ἀναθυμία– 47490 4.37.18.30 : σιν· οἱ δὲ πυρρόγειοι ξηραντικώτεροι τούτων· οἱ δὲ με– 47491 4.37.18.31 : λάγγειοι πάντων ἄριστοι. 47492 4.37.19.1 : Ξενοφῶντος ἐν αʹ Ἀπομνημονευμάτων (c. 2, 4). 47493 4.37.19.2 : Ἀλλὰ μὴν καὶ τοῦ σώματος αὐτός τε οὐκ ἠμέλει τούς 47494 4.37.19.3 : τε ἀμελοῦντας οὐκ ἐπῄνει· τὸ μὲν οὖν ὑπερεσθίοντα 47495 4.37.19.4 : ὑπερπονεῖν ἀπεδοκίμαζε, τὸ δ´, ὅσα ἡδέως ἡ ψυχὴ δέχεται, 47496 4.37.19.5 : ταῦτα ἱκανῶς ἐκπονεῖν ἐδοκίμαζε· ταύτην γὰρ τὴν ἕξιν 47497 4.37.19.6 : ὑγιεινήν τε ἱκανῶς εἶναι καὶ τὴν τῆς ψυχῆς ἐπιμέλειαν 47498 4.37.19.7 : οὐκ ἐμποδίζειν. 47499 4.37.20.1 : Σωκράτους (Plut. de curios. p. 521 F). 47500 4.37.20.2 : Σωκράτης παρῄνει φυλάττεσθαι τῶν βρωμάτων ὅσα 47501 4.37.20.3 : μὴ πεινῶντας ἐσθίειν ἀναπείθει, καὶ τῶν πωμάτων ὅσα 47502 4.37.20.4 : πίνειν μὴ διψῶντας. 47503 4.37.21.1 : Γοργίου. 47504 4.37.21.2 : Γοργίας ἐρωτηθεὶς ποίᾳ διαίτῃ χρώμενος εἰς μακρὸν 47505 4.37.21.3 : γῆρας ἦλθεν ’οὐδὲν οὐδέποτε‘ ἔφη ’πρὸς ἡδονὴν οὔτε 47506 4.37.21.4 : φαγὼν οὔτε δράσας‘. 47507 4.37.22.1 : Ἱπποκράτους (Epid. VI 6, 2 t. V. p. 324 Littre). 47508 4.37.22.2 : Σιτία ποτὰ ὕπνοι ἀφροδίσια, πάντα μέτρια. 47509 4.37.23.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Χαρμίδου (p. 156 D–157 A). 47510 4.37.23.2 : Τοιοῦτον τοίνυν ἐστίν, ὦ Χαρμίδη, τὸ ταύτης τῆς 47511 4.37.23.3 : ἐπῳδῆς. ἔμαθον δὲ αὐτὴν ἐγὼ ἐκεῖ ἐπὶ στρατείας παρά 47512 4.37.23.4 : τινος τῶν Θρᾳκῶν τῶν Ζαμόλξιδος πολιτῶν, οἳ λέγονται 47513 4.37.23.5 : ἀπαθανατίζειν. ἔλεγε δὲ ὁ Θρᾲξ οὗτος ὅτι ταῦτα μὲν 47514 4.37.23.6 : δὴ οἱ Ἕλληνες ἰατροί, ἃ νῦν δὴ ἐγὼ ἔλεγον, καλῶς λέγοιεν· 47515 4.37.23.7 : ἀλλὰ Ζάμολξις, ἔφη, λέγει ὁ ἡμέτερος βασιλεύς, θεὸς ὤν, 47516 4.37.23.8 : ὅτι ὥσπερ ὀφθαλμοὺς ἄνευ κεφαλῆς οὐδεὶς ἐπιχειρεῖ ἰᾶσ– 47517 4.37.23.9 : θαι οὐδὲ κεφαλὴν ἄνευ σώματος, οὕτως οὐδὲ σῶμα ἄνευ 47518 4.37.23.10 : ψυχῆς, ἀλλὰ τοῦτο καὶ αἴτιον εἴη τοῦ διαφεύγειν τοὺς 47519 4.37.23.11 : παρὰ τοῖς Ἕλλησιν ἰατροὺς τὰ πολλὰ νοσήματα, ὅτι τοῦ 47520 4.37.23.12 : ἄλλου ἀμελοῖεν οὗ δέοι τὴν ἐπιμέλειαν ποιεῖσθαι, οὗ μὴ 47521 4.37.23.13 : καλῶς ἔχοντος ἀδύνατον εἴη τὸ μέρος 〈εὖ〉 ἔχειν. πάντα 47522 4.37.23.14 : γὰρ ἔφη ἐκ τῆς ψυχῆς ὡρμῆσθαι καὶ τἀγαθὰ καὶ τὰ κακὰ 47523 4.37.23.15 : τῷ σώματι, παντὶ τῷ ἀνθρώπῳ, κἀκεῖθεν ἐπιρρεῖν ὥσ– 47524 4.37.23.16 : περ ἐκ τῆς κεφαλῆς ἐπὶ τὰ ὄμματα. δεῖν οὖν ἐκεῖνο καὶ 47525 4.37.23.17 : πρῶτον καὶ μάλιστα θεραπεύειν, εἰ μέλλει καὶ τὰ τῆς 47526 4.37.23.18 : κεφαλῆς καὶ τὰ τοῦ ἄλλου σώματος καλῶς ἔχειν. θερα– 47527 4.37.23.19 : πεύεσθαι δὲ τὴν ψυχὴν ἔφη, ὦ μακάριε, ἐπῳδαῖς τισι, 47528 4.37.23.20 : τὰς δ´ ἐπῳδὰς ταύτας τοὺς λόγους εἶναι τοὺς καλούς· ἐκ 47529 4.37.23.21 : δὲ τῶν τοιούτων λόγων ταῖς ψυχαῖς σωφροσύνην ἐγγίγ– 47530 4.37.23.22 : νεσθαι, ἧς ἐγγενομένης καὶ παρούσης ῥᾴδιον ἤδη εἶναι 47531 4.37.23.23 : τὴν ὑγείαν καὶ τῇ κεφαλῇ καὶ τῷ ἄλλῳ σώματι πορίζειν. 47532 4.37.24.1 : Τοῦ αὐτοῦ Νόμων ζʹ (p. 789 D). 47533 4.37.24.2 : Ὅτι τὰ σώματα πάντα ὑπὸ τῶν σεισμῶν τε καὶ κινή– 47534 4.37.24.3 : σεων κινούμενα ἄκοπα ὀνίναται πάντων, ὅσα τε ὑπὸ ἑαυ– 47535 4.37.24.4 : τῶν, ἢ καὶ ἐν αἰώραις ἢ καὶ κατὰ θάλατταν, ἢ καὶ ἐφ´ 47536 4.37.24.5 : ἵππων ὀχουμένων καὶ ὑπ´ ἄλλων ὁπωσοῦν δὴ φερομένων 47537 4.37.24.6 : τῶν σωμάτων, κινεῖται, καὶ διὰ ταῦτα τὰς τῶν σίτων τρο– 47538 4.37.24.7 : φὰς καὶ ποτῶν κατακρατοῦντα, ὑγίειαν καὶ κάλλος καὶ 47539 4.37.24.8 : τὴν ἄλλην ῥώμην ἡμῖν δυνατά ἐστι παραδιδόναι. 47540 4.37.25.1 : Ξενοφῶντος ἐν ϛʹ τῆς Κύρου παιδείας (c. 2, 29). 47541 4.37.25.2 : Ἡ γὰρ κατὰ μικρὸν μετάλλαξις πᾶσαν ποιεῖ φύσιν 47542 4.37.25.3 : ὑποφέρειν τὰς μεταβολάς. διδάσκει δὲ καὶ ὁ θεὸς ἀπά– 47543 4.37.25.4 : γων ἡμᾶς κατὰ μικρὸν ἔκ τε τοῦ χειμῶνος εἰς τὸ ἀνέχε– 47544 4.37.25.5 : σθαι ἰσχυρὰ θάλπη καὶ ἐκ τοῦ θάλπους εἰς τὸν ἰσχυρὸν 47545 4.37.25.6 : χειμῶνα· ὃν χρὴ μιμουμένους εἰς ὃ δεῖ ἐλθεῖν προειθισ– 47546 4.37.25.7 : μένους ἡμᾶς ἀφικνεῖσθαι. 47547 4.37.26.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τιμαίου (p. 88 C–89 B). 47548 4.37.26.2 : Κατὰ δὲ ταὐτὰ ταῦτα καὶ τὰ μέρη θεραπευτέον, τὸ 47549 4.37.26.3 : τοῦ παντὸς ἀπομιμούμενον εἶδος. τοῦ γὰρ σώματος 47550 4.37.26.4 : ὑπὸ τῶν εἰσιόντων καιομένου ἐντὸς καὶ ψυχομένου, καὶ 47551 4.37.26.5 : πάλιν ὑπὸ τῶν ἔξωθεν ξηραινομένου καὶ ὑγραινομένου 47552 4.37.26.6 : καὶ τὰ τούτοις ἀκόλουθα πάσχοντος ὑπ´ ἀμφοτέρων τῶν 47553 4.37.26.7 : κινήσεων, ὅταν μέν τις ἡσυχίαν ἄγον τὸ σῶμα παραδιδῷ 47554 4.37.26.8 : ταῖς κινήσεσι, κρατηθὲν διώλετο, ἐὰν δὲ ἥν τε τροφὸν 47555 4.37.26.9 : καὶ τιθήνην τοῦ [του] παντὸς προσείπομεν μιμῆταί τις, 47556 4.37.26.10 : καὶ τὸ σῶμα μάλιστα μὲν μηδέποτε ἡσυχίαν ἄγειν ἐᾷ, 47557 4.37.26.11 : κινῇ δὲ καὶ σεισμοὺς ἀεί τινας ἐμποιῶν αὐτῷ διὰ παντὸς 47558 4.37.26.12 : τὰς ἐντὸς καὶ ἐκτὸς ἀμύνηται κατὰ φύσιν κινήσεις, καὶ 47559 4.37.26.13 : μετρίως σείων τά τε περὶ τὸ σῶμα πλανώμενα παθή– 47560 4.37.26.14 : ματα καὶ μέρη κατὰ ξυγγενείας εἰς τάξιν κατακοσμῇ πρὸς 47561 4.37.26.15 : ἄλληλα, κατὰ τὸν πρόσθεν λόγον, ὃν περὶ τοῦ παντὸς 47562 4.37.26.16 : ἐλέγομεν, οὐκ ἐχθρὸν παρὰ ἐχθρὸν τιθέμενον ἐάσει πολέ– 47563 4.37.26.17 : μους ἐντίκτειν τῷ σώματι καὶ νόσους, ἀλλὰ φίλον παρὰ 47564 4.37.26.18 : φίλον τεθὲν ὑγίειαν ἀπεργαζόμενον παρέξει. τῶν δ´ αὖ 47565 4.37.26.19 : κινήσεων ἡ ἐν ἑαυτῷ ὑφ´ ἑαυτοῦ ἀρίστη· μάλιστα γὰρ τῇ 47566 4.37.26.20 : διανοητικῇ καὶ τῇ τοῦ παντὸς κινήσει ξυγγενής· ἡ δὲ ὑπ´ 47567 4.37.26.21 : ἄλλου χείρων [οὐχ ὁμοία]. χειρίστη δὲ ἡ κειμένου τοῦ 47568 4.37.26.22 : σώματος καὶ ἄγοντος ἡσυχίαν δι´ ἑτέρων αὐτὸ κατὰ μέρη 47569 4.37.26.23 : κινοῦσα. διὸ δὴ τῶν καθάρσεων καὶ συστάσεως τοῦ σώ– 47570 4.37.26.24 : ματος ἡ μὲν διὰ τῶν γυμνασίων ἀρίστη, δευτέρα δὲ ἡ 47571 4.37.26.25 : διὰ τῶν αἰωρήσεων κατά τε τοὺς πλοῦς καὶ ὅπῃπερ ἂν 47572 4.37.26.26 : ὀχήσεις ἄκοποι γίνωνται· τρίτον δὲ εἶδος κινήσεως σφό– 47573 4.37.26.27 : δρα ποτὲ ἀναγκαζομένῳ χρήσιμον, ἄλλως δὲ οὐδαμῶς τῷ 47574 4.37.26.28 : νοῦν ἔχοντι προσδεκτέον, τὸ τῆς φαρμακευτικῆς καθάρ– 47575 4.37.26.29 : σεως γιγνόμενον ἰατρικόν. 47576 4.37.27.1 : Ἀντύλλου. 47577 4.37.27.2 : Εἴδη τῶν βοηθημάτων κατὰ γένη τέσσαρα· τὰ μὲν 47578 4.37.27.3 : ποιούμενα, τὴν ὠφέλειαν ἔχοντα ἐν τῇ τοῦ κάμνοντος 47579 4.37.27.4 : ἐνεργείᾳ· τὰ δὲ προσφερόμενα, ἐν τροφῆς καὶ ποτοῦ μέρει 47580 4.37.27.5 : λαμβανόμενα· τὰ δὲ κενούμενα, ὅσα ἐξάγοντά τι τοῦ σώ– 47581 4.37.27.6 : ματος βοηθεῖ· ἔσται δὲ καὶ περὶ τῶν κενουμένων τοῖς 47582 4.37.27.7 : εὐσχολοῦσι πολλή τις ἀκριβολογία, τί δή ποτε δὲ οὐχὶ 47583 4.37.27.8 : κενοῦντα, ἀλλὰ κενούμενα ὠνόμασται· τὰ δέ ἐστιν ἔξωθεν 47584 4.37.27.9 : προσπίπτοντα τῶν βοηθημάτων. 47585 4.37.28.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 47586 4.37.28.2 : Τῶν ἔξωθεν προσπιπτόντων βοηθημάτων τὰ μέν 47587 4.37.28.3 : ἐστι λεπτομερῆ τὰ δὲ παχυμερῆ. λεπτομερῆ μὲν ἀήρ τε 47588 4.37.28.4 : καὶ ὅσα ἀέρος εἴδη, παχυμερῆ δὲ τὰ συνεστῶτα. τῶν δὲ 47589 4.37.28.5 : παχυμερῶν τὰ μὲν γεώδη τὰ δὲ ὑδατώδη· γεώδη μὲν 47590 4.37.28.6 : καταπλάσματα καὶ μαλάγματα, ὑδατώδη δὲ λουτρὰ καὶ 47591 4.37.28.7 : καταντλήσεις καὶ ἐμβροχαί. 47592 4.37.29.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 47593 4.37.29.2 : Ἀέρων διαφοραὶ πλείους· αἱ μὲν γὰρ παρὰ τὰς ὥρας 47594 4.37.29.3 : τὰς ἐτησίους, αἱ δὲ παρὰ τὰς μηνιαίους παραλλαγάς, αἱ 47595 4.37.29.4 : δὲ παρὰ τὰς μεταβολὰς τὰς ἡμερησίους τε καὶ νυκτερινάς, 47596 4.37.29.5 : αἱ δὲ παρὰ παχύτητα καὶ λεπτότητα, αἱ δὲ παρὰ κίνησιν 47597 4.37.29.6 : ἢ στάσιν, αἱ δὲ παρὰ κίνησιν καὶ ἐπιμιξίαν γεωδῶν ἀνα– 47598 4.37.29.7 : θυμιάσεων. εἰσὶ δὲ καὶ ἄλλαι μικρότεραι διαφοραί, δυνά– 47599 4.37.29.8 : μεναι τὴν ἀναφορὰν ἐπὶ τὰς ἐκκειμένας λαμβάνειν. 47600 4.37.30.1 : Ἀντύλλου Περὶ τῆς κατὰ μῆνα τῶν ἀέρων δια– 47601 4.37.30.2 : φορᾶς. 47602 4.37.30.3 : Ἐργάζεται δὲ διαφορὰς ἐν τῷ ἀέρι παραπλησίως τῷ 47603 4.37.30.4 : ἡλίῳ καὶ ἡ σελήνη περιιοῦσα τὸν τῶν ζῳδίων κύκλον. 47604 4.37.30.5 : ἐργάζεται δὲ καὶ αὕτη τέσσαρας ὥρας μηνιαίους ἀναλο– 47605 4.37.30.6 : γούσας ταῖς ἐτησίοις, ἑβδομαδικῷ δὲ ἀριθμῷ περικυκ– 47606 4.37.30.7 : λευομένας. ἡ μὲν οὖν πρώτη τοῦ μηνὸς ἑβδομὰς ἀρχὴν 47607 4.37.30.8 : μὲν ἀπὸ νεομηνίας ἔχει, πρόεισι δὲ μέχρι διχοτόμου· ἔστι 47608 4.37.30.9 : δὲ ἐοικυῖα ἔαρι· ὑγρὰ γὰρ καὶ θερμή. ἐντεῦθεν καὶ τὸ 47609 4.37.30.10 : περιέχον ἐν τῷ καιρῷ τούτῳ ὑγρότατον· καὶ 〈οἱ〉 ὄμβροι 47610 4.37.30.11 : τηνικαῦτα ὡς ἐπίπαν καταρρήγνυνται, καὶ οὗτοί γε ὑγροὶ 47611 4.37.30.12 : καὶ γονιμώτατοι παραπλησίως τοῖς ἐαρινοῖς. ἡ δὲ δευ– 47612 4.37.30.13 : τέρα ἑβδομὰς ἄρχεται μὲν ἀπὸ διχοτόμου, πρόεισι δὲ 47613 4.37.30.14 : ἄχρι πανσελήνου, θέρει δὲ παραπλήσιος διὰ τοῦτο, ὅτι 47614 4.37.30.15 : καρποὺς πέσσει μάλιστα. ἥ γε μὴν μετὰ πανσέληνον 47615 4.37.30.16 : ἑβδομὰς ἕως διχοτόμου φθινούσης τῆς σελήνης ξηρὰ καὶ 47616 4.37.30.17 : φθινοπώρῳ παραπλήσιος. ἡ δὲ τελευταία χειμῶνι ἔοικεν. 47617 4.37.30.18 : ὅσα οὖν αἱ τοῦ ἐνιαυτοῦ ὧραι ἐπιφέρουσι, τοσαῦτα καὶ 47618 4.37.30.19 : παρὰ τῶν μηνιαίων ἡγητέον ἀπαντᾶν. ἐκεῖνο μέντοι 47619 4.37.30.20 : προσδιαληπτέον, ὅτι ὁ μὲν ἥλιος κατὰ τὴν αὑτοῦ δύνα– 47620 4.37.30.21 : μιν θερμαίνει τὰ σώματα, ἡ δὲ σελήνη μᾶλλον ὑγραίνει. 47621 4.37.30.22 : παρὰ ταύτην οὖν τὴν αἰτίαν τούς τε ἐγκεφάλους διερωτέ– 47622 4.37.30.23 : ρους ἀποτελεῖ καὶ τὰ κρέα σήπει, καὶ τὰ σώματα τῶν αἰ– 47623 4.37.30.24 : θριοκοιτούντων ὑγρότερα καὶ ἀμβλύτερα ἀπεργάζεται, καὶ 47624 4.37.30.25 : καρηβαρίας καὶ ἐπιληψίας ἀνακινεῖ κατὰ τὴν ὁμοίαν αἰτίαν. 47625 4.38.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΙΑΤΡΩΝ ΚΑΙ ΙΑΤΡΙΚΗΣ.}1 47626 4.38.1.1 : Ὁμήρου (Il. XI 514 s). 47627 4.38.1.2 : Ἰητρὸς γὰρ ἀνὴρ πολλῶν ἀντάξιος ἄλλων 47628 4.38.1.3 : ἰούς τ´ ἐκτάμνειν ἐπί τ´ ἤπια φάρμακα πάσσειν. 47629 4.38.2.1 : Εὐριπίδου (fr. 1072 N. 2). 47630 4.38.2.2 : Μέλλων τ´ ἰατρὸς τῇ νόσῳ διδοὺς χρόνον 47631 4.38.2.3 : ἰάσατ´ ἤδη μᾶλλον ἢ τεμὼν χρόα. 47632 4.38.3.1 : [κατὰ ἰατρῶν] Μιμνέρμου Ναννοῦς. 47633 4.38.3.2 : *** 47634 4.38.3a.1 : (Incerti poetae scaenici) 47635 4.38.3a.2 : Οἷα δὴ φιλοῦσιν [οἱ] ἰατροὶ λέγειν, 47636 4.38.3a.3 : τὰ φαῦλα μείζω καὶ τὰ δείν´ ὑπὲρ φόβον, 47637 4.38.3a.4 : πυργοῦντες αὑτούς. 47638 4.38.4.1 : Φιλήμονος (fr. 75 K.). 47639 4.38.4.2 : Ἄνθρωπον ὄντα ῥᾴδιον παραινέσαι 47640 4.38.4.3 : ἐστίν, ποιῆσαι δ´ αὐτὸν οὐχὶ ῥᾴδιον. 47641 4.38.4.4 : τεκμήριον δὲ τοὺς ἰατροὺς οἶδ´ ἐγὼ 47642 4.38.4.5 : ὑπὲρ ἐγκρατείας τοῖς νοσοῦσιν εὖ σφόδρα 47643 4.38.4.6 : πάντας λαλοῦντας· εἶτ´ ἐὰν πταίσωσί τι, 47644 4.38.4.7 : αὐτοὺς ποοῦντας πάνθ´ ὅς´ οὐκ εἴων τότε. 47645 4.38.4.8 : ἕτερον τό τ´ ἀλγεῖν καὶ θεωρεῖν ἔστ´ ἴσως. 47646 4.38.5.1 : Φιλήμονος (fr. 134 K.). 47647 4.38.5.2 : Οὔτε γὰρ ἰατρὸς οὐδὲ εἷς, ἂν εὖ σκοπῇς, 47648 4.38.5.3 : τοὺς αὐτὸς αὑτοῦ βούλεθ´ ὑγιαίνειν φίλους 47649 4.38.5.4 : οὔτε στρατιώτης πόλιν ὁρᾶν ἄνευ κακοῦ. 47650 4.38.6.1 : Φιλήμονος νεωτέρου (fr. 2 vol. II p. 540 K.). 47651 4.38.6.2 : Τίς οὗτός ἐστ´; —ἰατρός. —ὡς κακῶς ἔχει 47652 4.38.6.3 : ἅπας ἰατρός, ἂν κακῶς μηδεὶς ἔχῃ. 47653 4.38.6a.1 : (Incerti poetae comici) 47654 4.38.6a.2 : Μόνῳ δ´ ἰατρῷ τοῦτο καὶ συνηγόρῳ 47655 4.38.6a.3 : ἔξεστιν, ἀποκτείνειν μέν, ἀποθνῄσκειν δὲ μή. 47656 4.38.7.1 : Δημοσθένους Ὀλυνθιακῶν 〈γʹ〉 (p. 37). 47657 4.38.7.2 : Καὶ τῶν τοιούτων λημμάτων ἀπαλλαγείητε, ἃ τοῖς 47658 4.38.7.3 : ἀσθενοῦσι παρὰ τῶν ἰατρῶν σιτίοις διδομένοις ἔοικεν. καὶ 47659 4.38.7.4 : γὰρ ἐκεῖνα οὔτε ἰσχὺν ἐντίθησιν οὔτ´ ἀποθνῄσκειν ἐᾷ. 47660 4.38.8.1 : Πλουτάρχου ἐκ τῶν Ὑγιεινῶν παραγγελμάτων (p. 47661 4.38.8.2 : 122 E). 47662 4.38.8.3 : Τῶν δ´ ἐλευθερίων τεχνῶν ἰατρικὴ τὸ μὲν γλαφυρὸν 47663 4.38.8.4 : καὶ περιττὸν καὶ ἐπιτερπὲς οὐδεμιᾶς ἐνδεέστερον ἔχει, 47664 4.38.8.5 : θεωρητικὸν δὲ μέγα τοῖς φιλομαθοῦσι τὴν σωτηρίαν καὶ 47665 4.38.8.6 : τὴν ὑγείαν. 47666 4.38.9.1 : Τροφίλου. 47667 4.38.9.2 : Τρόφιλος ἰατρὸς ἐρωτηθεὶς ὑπό τινος, τίς ἂν γένοιτο 47668 4.38.9.3 : τέλειος ἰατρός ’ὁ τὰ δυνατά‘ ἔφη ’καὶ τὰ μὴ δυνατὰ δυνά– 47669 4.38.9.4 : μενος διαγινώσκειν‘ 47670 4.39.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΕΥΔΑΙΜΟΝΙΑΣ.}1 47671 4.39.1.1 : Ὁμήρου Ὀδυσσείας (XXIII 212). 47672 4.39.1.2 : Ἥβης ταρπῆναι καὶ γήραος οὐδὸν ἱκέσθαι. 47673 4.39.1a.1 : Ὁμήρου Ὀδυσσείας (IV 208. 210 s.). 47674 4.39.1a.2 : Ὄλβον ἐπικλῶσαι γαμέοντί τε γινομένῳ τε· 47675 4.39.1a.3 : αὐτὸν μὲν λιπαρῶς γηρασκέμεν ἐν μεγάροισιν, 47676 4.39.1a.4 : υἱέας δ´ αὖ πινυτούς τε καὶ ἔγχεσιν εἶναι ἀρίστους. 47677 4.39.2.1 : Βακχυλίδου Ἐπινίκων (V 50 ss. Blass 3). 47678 4.39.2.2 : Ὄλβιος ᾧ τινι θεὸς μοῖράν τε καλῶν ἔπορεν 47679 4.39.2.3 : σύν τ´ ἐπιζήλῳ τύχᾳ ἀφνειὸν βιοτὰν διάγειν· οὐ 47680 4.39.2.4 : γάρ τις ἐπιχθονίων πάντα γ´ εὐδαίμων ἔφυ. 47681 4.39.3.1 : Καρκίνου † Τυρεύς (fr. 4 p. 799 N. 2). 47682 4.39.3.2 : Ἀσκεῖν μὲν ἀρετήν, εὐτυχεῖν δ´ αἰτεῖν θεούς· 47683 4.39.3.3 : ἔχων γὰρ ἄμφω ταῦτα μακάριός θ´ ἅμα 47684 4.39.3.4 : κεκλημένος ζῆν κἀγαθὸς δυνήσεται. 47685 4.39.4.1 : Καλλιμάχου Ὕμνων (Iov. 95). 47686 4.39.4.2 : Οὔτ´ ἀρετῆς ἄτερ ὄλβος ἐπίσταται ἄνδρας ἀέξειν 47687 4.39.4.3 : 〈οὔτ´ ἀρετὴ ἀφένοιο〉. 47688 4.39.5.1 : Σοφοκλέους Ἀντιγόνης ( 582). 47689 4.39.5.2 : Εὐδαίμονες οἷσι κακῶν ἄγευστος αἰών. 47690 4.39.6.1 : Πινδάρου Θρήνων (fr. 134 Schr.). 47691 4.39.6.2 : Εὐδαιμόνων 47692 4.39.6.3 : δραπέτας οὐκ ἔστιν ὄλβος. 47693 4.39.7.1 : Μενάνδρου Δημιουργοῦ (fr. 114 K.). 47694 4.39.7.2 : Μακάριος ὅστις οὐσίαν καὶ νοῦν ἔχει· 47695 4.39.7.3 : χρῆται γὰρ οὗτος εἰς ἃ δεῖ ταύτῃ καλῶς. 47696 4.39.8.1 : Θεόγνιδος ( 255 s.). 47697 4.39.8.2 : Κάλλιστον τὸ δικαιότατον, ῥᾷστον δ´ [ἔσθ´] ὑγιαίνειν, 47698 4.39.8.3 : ἥδιστον δὲ τυχεῖν ὧν τις ἕκαστος ἐρᾷ. 47699 4.39.9.1 : Σκληρίου (Scol. 8 P. L. 4 III p. 645 B.). 47700 4.39.9.2 : Ὑγιαίνειν μὲν ἄριστον ἀνδρὶ θνατῷ, 47701 4.39.9.3 : δεύτερον δὲ φυὰν καλὸν γενέσθαι, 47702 4.39.9.4 : τρίτον δὲ πλουτεῖν ἀδόλως, 47703 4.39.9.5 : εἶτα τέταρτον ἡβᾶν μετὰ τῶν φίλων. 47704 4.39.10.1 : Σοφοκλέους Ἴωνος (fr. 297 N. 2). 47705 4.39.10.2 : Ἐν Διὸς κήποις ἀροῦσθαι μόνον εὐδαίμονας ὄλβους. 47706 4.39.11.1 : Κρατῖνος ἐν Πλούτοις (fr. 160 K.). 47707 4.39.11.2 : Αὐτόματα τοῖσι θεὸς ἀνίει τἀγαθά. 47708 4.39.12.1 : Θεόγνιδος ( 653 s.). 47709 4.39.12.2 : Εὐδαίμων εἴην καὶ θεοῖς φίλος ἀθανάτοισιν, 47710 4.39.12.3 : Κύρν´, ἀρετῆς δ´ ἄλλης οὐδεμιᾶς ἔραμαι. 47711 4.39.13.1 : Σωτάδου. 47712 4.39.13.2 : Ὁ πένης ἐλεεῖται, ὁ δὲ πλούσιος φθονεῖται· 47713 4.39.13.3 : ὁ μέσος δὲ βίος κεκραμένος δίκαιός ἐστιν. 47714 4.39.13.4 : αὐτάρκεια γὰρ πρὸς πᾶσιν ἡδονὴ δικαία. 47715 4.39.14.1 : Θεόγνιδος ( 1153–1156). 47716 4.39.14.2 : Εἴη μοι πλουτεῦντι κακῶν ἀπάτερθε μεριμνῶν 47717 4.39.14.3 : ζώειν ἀβλαβέως, μηδὲν ἔχοντι κακόν. 47718 4.39.14.4 : οὐκ ἔραμαι πλουτεῖν οὐδ´ εὔχομαι, ἀλλά μοι εἴη 47719 4.39.14.5 : ζῆν ἀπὸ τῶν ὀλίγων, μηδὲν ἔχοντι κακόν. 47720 4.39.15.1 : Σοφοκλέους Κρεούσης (fr. 329 N. 2). 47721 4.39.15.2 : Κάλλιστόν ἐστι τοὔνδικον πεφυκέναι, 47722 4.39.15.3 : λῷστον δὲ 〈τὸ〉 ζῆν ἄνοσον, ἥδιστον δ´ ὅτῳ 47723 4.39.15.4 : πάρεστι λῆψις ὧν ἐρᾷ καθ´ ἡμέραν. 47724 4.39.16.1 : Ξενοφῶντος (Inst. Cyri VIII 3, 45). 47725 4.39.16.2 : Εὐδαιμονίαν νομίζω πολλὰ ἔχοντα καὶ δαπανᾶν. 47726 4.39.17.1 : Δημοκρίτου (fr. 286 Diels 2). 47727 4.39.17.2 : Εὐτυχὴς ὁ ἐπὶ μετρίοισι χρήμασιν εὐθυμεόμενος, 47728 4.39.17.3 : δυστυχὴς δὲ ὁ ἐπὶ πολλοῖσι δυσθυμεόμενος. 47729 4.39.18.1 : Σωκράτους. 47730 4.39.18.2 : Σωκράτης ἐρωτηθεὶς τί εὐδαιμονία ’ἡδονὴ ἀμετα– 47731 4.39.18.3 : μέλητος‘ ἔφη. 47732 4.39.19.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 47733 4.39.19.2 : Σωκράτης ἐρωτηθεὶς τίνες εὐδαίμονες, εἶπεν ’οἷς καὶ 47734 4.39.19.3 : φρένες ἀγαθαὶ καὶ λόγος πρόσεστιν‘. 47735 4.39.20.1 : Διογένους. 47736 4.39.20.2 : Εὐδαιμονία γὰρ μία ἐστὶ τὸ εὐφραίνεσθαι ἀληθινῶς 47737 4.39.20.3 : καὶ μηδέποτε λυπεῖσθαι, ἐν ὁποίῳ δ´ ἂν τόπῳ ἢ καιρῷ 47738 4.39.20.4 : ᾖ τις. 47739 4.39.21.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 47740 4.39.21.2 : Εὐδαιμονίαν δὲ ταύτην εἶναι φαμὲν ἀληθινὴν τὸ τὴν 47741 4.39.21.3 : διάνοιαν καὶ τὴν ψυχὴν ἀεὶ ἐν ἡσυχίᾳ καὶ ἱλαρότητι δια– 47742 4.39.21.4 : τρίβειν. 47743 4.39.22.1 : Χρυσίππου (fr. mor. 510 Arn.). 47744 4.39.22.2 : Ὁ δ´ ἐπ´ ἄκρον, φησί, προκόπτων ἅπαντα πάντως 47745 4.39.22.3 : ἀποδίδωσι τὰ καθήκοντα καὶ οὐδὲν παραλείπει. τὸν δὲ 47746 4.39.22.4 : τούτου βίον οὐκ εἶναί πω φησὶν εὐδαίμονα, ἀλλ´ ἐπιγί– 47747 4.39.22.5 : νεσθαι αὐτῷ τὴν εὐδαιμονίαν, ὅταν αἱ μέσαι πράξεις 47748 4.39.22.6 : αὗται προσλάβωσι τὸ βέβαιον καὶ ἑκτικὸν καὶ ἰδίαν 47749 4.39.22.7 : πῆξιν τινὰ λάβωσιν. 47750 4.39.23.1 : Ἰαμβλίχου Σωπάτρῳ Περὶ ἀρετῆς. 47751 4.39.23.2 : Εὐδαίμων ἐστὶν ὁ θεῷ κατὰ τὸ δυνατὸν ὅμοιος, τέ– 47752 4.39.23.3 : λεος, ἁπλοῦς, καθαρός, ἐξῃρημένος ἀπὸ τῆς ἀνθρωπί– 47753 4.39.23.4 : νης ζωῆς. 47754 4.39.24.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Μενεξένου (p. 247 E–248 A). 47755 4.39.24.2 : Ὅτῳ γὰρ ἀνδρὶ εἰς ἑαυτὸν ἀνήρτηται πάντα τὰ πρὸς 47756 4.39.24.3 : εὐδαιμονίαν φέροντα ἢ ἐγγὺς τούτου, καὶ μὴ ἐν ἄλλοις 47757 4.39.24.4 : ἀνθρώποις αἰωρεῖται, ἐξ ὧν ἢ εὖ ἢ κακῶς πραξάντων 47758 4.39.24.5 : πλανᾶσθαι ἠνάγκασται καὶ τὰ ἐκείνου, τούτῳ ἄριστα 47759 4.39.24.6 : παρεσκεύασται ζῆν. 47760 4.39.25.1 : Δημοκρίτου (fr. 3 Diels 2). 47761 4.39.25.2 : Τὸν εὐθυμεῖσθαι μέλλοντα χρὴ μὴ πολλὰ πράσσειν, 47762 4.39.25.3 : μήτε ἰδίῃ μήτε ξυνῇ, μηδὲ ἅσς´ ἂν πράσσῃ ὑπέρ τε δύνα– 47763 4.39.25.4 : μιν αἱρεῖσθαι τὴν ἑωυτοῦ καὶ φύσιν· ἀλλὰ τοσαύτην ἔχειν 47764 4.39.25.5 : φυλακήν, ὥστε καὶ τῆς τύχης ἐπιβαλλούσης καὶ ἐς τὸ πλέον 47765 4.39.25.6 : ὑπηγεομένης τῷ δοκεῖν, κατατίθεσθαι, καὶ μὴ πλέω προσ– 47766 4.39.25.7 : άπτεσθαι τῶν δυνατῶν· ἡ γὰρ εὐογκίη ἀσφαλέστερον 47767 4.39.25.8 : τῆς μεγαλογκίης. 47768 4.39.26.1 : Ἱπποδάμου Θουρίου ἐκ τοῦ Περὶ εὐδαιμονίας. 47769 4.39.26.2 : Τῶν ζῴων τὰ μέν ἐστι δεκτικὰ τᾶς εὐδαιμονίας, τὰ 47770 4.39.26.3 : δὲ ἄδεκτα. καὶ δεκτικὰ μὲν ὅσα λόγον ἔχει· ἁ μὲν γὰρ 47771 4.39.26.4 : εὐδαιμονία οὐκ ἄτερθεν ἀρετᾶς, ἁ δὲ ἀρετὰ ἐγγίνεται τῷ 47772 4.39.26.5 : λόγον ἔχοντι πρᾶτον· ἄδεκτα δὲ ..... ὄψιος ἔργον ἢ 47773 4.39.26.6 : 〈τὰν〉 τᾶς ὄψιος ἀρετάν, οὔτε τὸ λόγω ἄμοιρον [ἢ] τὸ τῶ 47774 4.39.26.7 : λόγον ἔχοντος ἔργον ἢ τὰν τῶ λόγον ἔχοντος ἀρετάν. ἁ 47775 4.39.26.8 : δ´ εὐδαιμονία καὶ ἀρετὰ τῶ λόγον ἔχοντος τὰ μὲν ὡς 47776 4.39.26.9 : ἔργον τὰ δ´ ὡς τέχνα τίς ἐστι. τῶν δὴ λόγον ἐχόντων 47777 4.39.26.10 : ζῴων τὰ μέν ἐστιν αὐτοτελέα, ὅσα δι´ αὐτὰ τέλεά ἐστι 47778 4.39.26.11 : καὶ οὐδενὸς ἐπιδεῆ τῶν ἔξωθεν οὔτε ποτὶ τὸ ἦμεν οὔτε 47779 4.39.26.12 : ποτὶ τὸ καλῶς ἦμεν· τοιοῦτος δέ κα εἴη ὁ θεός. οὐκ 47780 4.39.26.13 : αὐτοτελέα δὲ ὅσα μὴ δι´ αὐτὰ τέλεά ἐστι, ποτιδέεται δὲ 47781 4.39.26.14 : καὶ τᾶς ἔξωθεν αἰτίας· τοιοῦτος δέ κα εἴη ὁ ἄνθρωπος. 47782 4.39.26.15 : τῶν δὴ οὐκ αὐτοτελέων τὰ μέν ἐστι τέλεα τὰ δ´ οὐ τέλεα. 47783 4.39.26.16 : καὶ τέλεα μὲν ὅσα καὶ παρὰ τὰν αὐτῶν αἰτίαν καὶ παρὰ 47784 4.39.26.17 : τὰς ἔξωθεν αἰτίας γίνονται. καὶ παρὰ μὲν τὰν αὐτῶν, 47785 4.39.26.18 : τῷ καὶ φύσιν ἀγαθὰν καὶ προαίρεσιν ποτενέγκασθαι· 47786 4.39.26.19 : παρὰ δὲ τὰς ἔξωθεν, τῷ εὐνομίαν καὶ ἐπιστάτας ἀγαθὼς 47787 4.39.26.20 : λαβεῖν. 〈τοιοῦτος δέ κα εἴη ὁ καλοκἀγαθὸς ἄνθρωπος〉. 47788 4.39.26.21 : οὐ τέλεα δὲ τὸ ἤτοι μηδ´ ἑτέρω τούτων κοινωνάσαντα, ἢ 47789 4.39.26.22 : τινὸς αὐτῶν, ἢ τὰ καθόλω φαῦλα ὑπάρχοντα καττόν γα 47790 4.39.26.23 : τρόπον τᾶς ψυχᾶς· τοιοῦτος δέ κα εἴη θάτερος ἄνθρω– 47791 4.39.26.24 : πος. τῶν δὲ τελέων ἀνθρώπων δοιαὶ διαφοραί· τοὶ μὲν 47792 4.39.26.25 : γάρ ἐντιν αὐτῶν καττὰν φύσιν τέλεοι, τοὶ δὲ καττὸν βίον· 47793 4.39.26.26 : καὶ καττὸν φύσιν μὲν τοὶ μόνον ἀγαθοί· οὗτοι δέ κ´ εἶεν 47794 4.39.26.27 : τοὶ ἔχοντες τὰν ἀρετάν· ἁ γὰρ ἀρετὰ τᾶς ἑκάστω φύσιος καὶ 47795 4.39.26.28 : ἀκρότας καὶ τελειότας ἐστίν· ἁ μὲν τῶ ὀφθαλμῶ τᾶς τῶ 47796 4.39.26.29 : ὀφθαλμῶ φύσιος ἀκρότας καὶ τελειότας· ἁ δὲ τῶ ἀνθρώπω 47797 4.39.26.30 : τᾶς τῶ ἀνθρώπω φύσιος καὶ ἀκρότας καὶ τελειότας· καττὸν 47798 4.39.26.31 : βίον δὲ τέλειοι τοὶ μὴ μόνον ἀγαθοὶ ἐόντες ἀλλὰ καὶ εὐδαί– 47799 4.39.26.32 : μονες. ἁ μὲν γὰρ εὐδαιμονία τελειότας ἐστὶ βίω ἀνθρω– 47800 4.39.26.33 : πίνω· ὁ δὲ βίος ὁ ἀνθρώπινος σύσταμα τᾶν πραξίων, 47801 4.39.26.34 : ἁ δ´ εὐδαιμονία 〈ἁ〉 συμπεραίνουσα τὰς πράξιας. συμ– 47802 4.39.26.35 : περαίνει δὲ τὰς πράξιας ἀρετὰ καὶ τύχα, τὰ μὲν ἀρετὰ 47803 4.39.26.36 : καττὰν χρῆσιν, τὰ δ´ εὐτυχία καττὰν κατόρθωσιν. ὁ μὲν 47804 4.39.26.37 : ὦν θεὸς οὔτε μαθὼν παρά τινος τὰν ἀρετὰν ἀγαθὸς ἐγέ– 47805 4.39.26.38 : νετο οὔτε ἐπισυναρξαμένας αὐτῷ τᾶς τύχας εὐδαίμων· 47806 4.39.26.39 : φύσει γὰρ ἦν ἀγαθὸς καὶ φύσει εὐδαίμων καὶ ἀεὶ ἦν 47807 4.39.26.40 : καὶ ἐσσεῖται καὶ οὐδέποκα ὑπολείψει τοιοῦτος ἐών, ἄφ– 47808 4.39.26.41 : θαρτος ἐὼν καὶ φύσει ἀγαθός· ὁ δὲ ἄνθρωπος 〈οὔτε τᾷ 47809 4.39.26.42 : φύσει ἀγαθὸς〉 οὔτε τᾷ φύσει εὐδαίμων, ἀλλὰ μαθήσιος 47810 4.39.26.43 : καὶ προνοίας ποτιδέεται, ποτὶ μὲν τὸ γενέσθαι ἀγαθὸς 47811 4.39.26.44 : τᾶς ἀρετᾶς, ποτὶ δὲ τὸ γενέσθαι εὐδαίμων τᾶς εὐτυχίας. 47812 4.39.26.45 : καὶ διὰ τοῦτο ἐκ δύο τούτων ἁ ἀνθρωπίνα εὐδαιμονία 47813 4.39.26.46 : συγκεφαλαιοῦται, ἐπαίνω τε καὶ μακαρισμῶ· ἐπαίνω μὲν 47814 4.39.26.47 : τῶ ἐξ ἀρετᾶς, μακαρισμῶ δὲ τῶ ἐξ εὐτυχίας. τὰν μὲν 47815 4.39.26.48 : ὦν ἀρετὰν ἔχει διὰ τὰν θείαν μοῖραν, τὰν δ´ εὐτυχίαν 47816 4.39.26.49 : διὰ τὰν θνατάν. ἐξήρ〈τ〉ηται δὲ τὰ μὲν θνατὰ ἀπὸ τῶν 47817 4.39.26.50 : θῄων, καὶ τὰ ἐπὶ γᾶς 〈ἀπὸ〉 τῶν οὐρανίων, τὰ δὲ χείρονα 47818 4.39.26.51 : ἀπὸ τῶν βελτιόνων. καὶ διὰ τοῦτο ὁ μὲν ἑπόμενος τοῖς 47819 4.39.26.52 : θεοῖς ἀγαθὸς εὐδαιμονεῖ, ὁ δ´ ἐπόμενος τοῖς θνατοῖς 47820 4.39.26.53 : κακοδαιμονεῖ. τῷ μὲν γὰρ τὰν φρόνασιν ἔχοντι ἀγαθὸν 47821 4.39.26.54 : εὐτυχία καὶ χρήσιμον· καὶ ἀγαθὸν μὲν διὰ τὰν γνῶσιν 47822 4.39.26.55 : τᾶς χρήσιος, ὠφέλιμον δὲ διὰ τὸ συνεργὲν ταῖς πράξεσι. 47823 4.39.26.56 : καλὸν ὦν, ὅκα εὐτυχία παρῇ τῷ νόῳ, ὥσπερ ὠρίῳ ἀνέμῳ 47824 4.39.26.57 : θέοντα, ποττὰν ἀρετὰν ἀποβλέποντα ποιέεσθαι τὰς 47825 4.39.26.58 : πράξιας, ὥσπερ καὶ τὸν κυβερνάταν ποτὶ τὰς τῶν ἄσ– 47826 4.39.26.59 : τρων κινήσιας· οὕτω γὰρ οὐ μόνον ἀκολουθήσει τῷ θεῷ, 47827 4.39.26.60 : ἀλλὰ καὶ συντάξει τὸ ἀνθρώπινον ἀγαθὸν ποτὶ τὸ θῇον. 47828 4.39.26.61 : καὶ μὰν καὶ τοῦτό γα φανερόν, ὅτι ἐκ διαθέσιος καὶ 47829 4.39.26.62 : πράξιος βίος διαφέρων γίνεται· ἀνάγκα δὲ τὰν μὲν 47830 4.39.26.63 : διάθεσιν ἢ σπουδαίαν ἢ φαύλαν ἦμεν, τὰν δὲ πρᾶξιν 47831 4.39.26.64 : ἢ εὐδαίμονα ἢ κακοδαίμονα· καὶ σπουδαίαν μὲν τὰν ἀρε– 47832 4.39.26.65 : τᾶς μετειληφυῖαν, φαύλαν δὲ τὰν κακίας· τὰς δὲ πράξιας 47833 4.39.26.66 : εὐδαίμονας μὲν ἐν τᾷ εὐτυχίᾳ· συμπεραίνονται γὰρ ποτὶ 47834 4.39.26.67 : τὸν λόγον· κακοδαίμονας δ´ ἐν τᾷ ἀτυχίᾳ· ἀποτευκτικὸν 47835 4.39.26.68 : γὰρ τῶ συμπεράσματος. διόπερ οὐ μόνον μαθεῖν δεῖ 47836 4.39.26.69 : τὰν ἀρετάν, ἀλλὰ καὶ κτήσασθαι καὶ χρήσασθαι αὐτᾷ, 47837 4.39.26.70 : ἤτοι † ἐσφαλακίαν ἢ ἐς συναύξασιν ἢ καὶ μέγιστον ἐς 47838 4.39.26.71 : ἐπανόρθωσιν οἴκων τε καὶ πολίων. οὐ γὰρ μόνον τὰν 47839 4.39.26.72 : κτᾶσιν ἔχεν δεῖ τῶν καλῶν, ἀλλὰ καὶ τὰν ὄνασιν. ταῦτα 47840 4.39.26.73 : δὲ πάντα ἐσσεῖται, αἴκα πόλιος εὐνομουμένας τύχῃ ὁ ἄν– 47841 4.39.26.74 : θρωπος. καὶ ταῦτα μὲν ἐγὼ φαμὶ εἶμεν τὸ ὀνομαζόμενον 47842 4.39.26.75 : Ἀμαλθείας κέρας· ἐν εὐνομίᾳ γὰρ τὰ πάντα ἐστί, καὶ 47843 4.39.26.76 : ἄνευ ταύτας οὔτε γεννᾶται τὸ μέγιστον τᾶς ἀνθρωπίνας 47844 4.39.26.77 : φύσιος ἀγαθὸν οὔτε γενναθὲν καὶ ἀεξαθὲν δύναιτό κα 47845 4.39.26.78 : διαμένεν. καὶ γὰρ τὰν ἀρετὰν καὶ τὰν φορὰν ποττὰν 47846 4.39.26.79 : ἀρετὰν αὐτὰ ἀμπέχει, τῷ καὶ φύσιας ἀγαθὰς γεννᾶσθαι 47847 4.39.26.80 : κατταύταν· καὶ ἤθεα δὲ καὶ ἐπιταδεύματα καὶ νόμως εἶμεν 47848 4.39.26.81 : τὼς ἀρίστως, ἔτι δὲ λόγως ὀρθογνώμονας, καὶ εὐσέβειαν 47849 4.39.26.82 : δὲ καὶ ὁσιότητα ποτὶ τὰ τιμιώτατα. ὥστε τῷ μέλλοντι 47850 4.39.26.83 : εὐδαιμονήσειν καὶ ὀρθόπλοον ἕξειν τὸν αὐτῷ βίον, εὐνο– 47851 4.39.26.84 : μίας ὑπαρχούσας καὶ διαπερᾶσαι δεῖ καὶ διελθεῖν αὐτὸν 47852 4.39.26.85 : ἀνομίαν καταλιπόντα. ἅμα δὲ καὶ ἀνάγκαν ἐπεμφέρει ὁ 47853 4.39.26.86 : λόγος τοῖσιν ἔμπροσθεν εἰρημένοις. ὁ γὰρ ἄνθρωπος 47854 4.39.26.87 : κοινωνίας μέρος ἐστί· καὶ σὺν τούτοις ὁλόκλαρος γίνεται 47855 4.39.26.88 : καττὸν αὐτὸν λόγον, σὺν τῷ μὴ μόνον κοινωνὲν ἀλλὰ καὶ 47856 4.39.26.89 : καλῶς κοινωνέν. ἁ μὲν γὰρ ἐν πλείοσιν, ἀλλ´ οὐκ ἐν ἑνὶ 47857 4.39.26.90 : πέφυκε γίγνεσθαι· ἁ δὲ ἐν ἑνὶ μέν, οὐ μὰν ἔτι ἐν πλείο– 47858 4.39.26.91 : σιν· ἁ δὲ καὶ ἐν πλείοσι καὶ ἐν ἑνί, καὶ διὰ τοῦτο ἐν ἑνὶ 47859 4.39.26.92 : ὅτι καὶ ἐν πλείοσιν. ἁρμονία μὲν γὰρ καὶ συμφωνία καὶ 47860 4.39.26.93 : ἀριθμὸς ἐν πλείοσιν ἐγγίγνεσθαι πέφυκεν· οὐδὲν γὰρ 47861 4.39.26.94 : αὔταρκες, ὃ τούτων τῶν μορίων ποιεῖ τὸ ὅλον· ὀξυακοΐα 47862 4.39.26.95 : δὲ καὶ ὀξυδορκία καὶ ποδῶν ὠκύτας ἐν ἑνὶ μόνον, εὐδαι– 47863 4.39.26.96 : μονία δὲ καὶ ἀρετὰ ψυχᾶς καὶ ἐν ἑνὶ καὶ ἐν πλείοσι καὶ 47864 4.39.26.97 : ἐν τῷ ὅλῳ καὶ ἐν τῷ παντί. καὶ διὰ τοῦτο ἐν τῷ ἑνὶ 47865 4.39.26.98 : ὅτι καὶ ἐν πλείοσι, καὶ ἐν τοῖς πλείοσιν ὅτι καὶ ἐν τῷ 47866 4.39.26.99 : ὅλῳ καὶ ἐν τῷ παντί· ἅ τε γὰρ τᾶς ὅλας φύσιος διακόσ– 47867 4.39.26.100 : μασις καὶ τὸ καθ´ ἓν ἕκαστον διακεκόσμακεν καὶ ἁ καθ´ 47868 4.39.26.101 : ἕκαστον δὲ διακόσμασις τὸ ὅλον καὶ τὸ πᾶν ἐκπεπλήρωκε. 47869 4.39.26.102 : τοῦτο † βοᾷ ἀκολουθεῖ διὰ τὸ τᾷ φύσει πρᾶτον εἶμεν 47870 4.39.26.103 : τὸ ὅλον τῶ μέρεος, ἀλλ´ οὐ τὸ μέρος τῶ ὅλω. αἴτε γὰρ 47871 4.39.26.104 : μὴ ἦν ὁ κόσμος, οὐδ´ ἂν ὁ ἅλιος ἦν, οὐδ´ ἁ σελάνα, οὐδ´ 47872 4.39.26.105 : οἱ πλάνατες ἀστέρες, οὐδ´ οἱ ἀπλανέες· ἐόντος δέ γα τῶ 47873 4.39.26.106 : κόσμω, καὶ τούτων ἕκαστόν ἐστιν. ἴδοι δὲ κα τοῦτό [ἄν] 47874 4.39.26.107 : τις καὶ ἐπ´ αὐτᾶς τᾶς τῶν ζῴων φύσιος. αἴτε γὰρ μὴ 47875 4.39.26.108 : ἦν ζῷον, οὐδ´ ὀφθαλμός, οὐδ´ ἂν στόμα, οὐδ´ ἂν ἀκοά· 47876 4.39.26.109 : ἐόντος δέ γα ζῴω, καὶ τούτων ἕκαστόν ἐστιν. ὡς δὲ ἔχει 47877 4.39.26.110 : τὸ ὅλον ποτὶ τὸ μέρος, οὕτω καὶ ἁ τῶ ὅλω ἀρετὰ ποτὶ 47878 4.39.26.111 : τὰν τῶ μέρεος. μὴ ὑπαρχούσας γὰρ ἁρμονίας καὶ ἐπό– 47879 4.39.26.112 : ψιος θείας περὶ τὸν κόσμον, οὔ κα ἐδύνατο συνεῖμεν ἔτι 47880 4.39.26.113 : καλῶς ἔχοντα τὰ ἐγκεκοσμαμένα· μὴ ὑπαρχούσας δ´ εὐνο– 47881 4.39.26.114 : μίας περὶ τὰς πόλιας, οὔ κα δύναιτό τις ἀγαθὸς ἢ εὐδαί– 47882 4.39.26.115 : μων πολίτας ἦμεν· μὴ ὑπαρχούσας δ´ ὑγιείας περὶ τὸ 47883 4.39.26.116 : ζῷον, οὔ κα δύναιτο ποὺς ἢ χεὶρ σθεναρά τε καὶ ὑγιει– 47884 4.39.26.117 : νὰ ἦμεν. ἔστι γὰρ ἁ μὲν ἁρμονία ἀρετὰ κόσμω, ἁ δ´ 47885 4.39.26.118 : εὐνομία ἀρετὰ πόλιος. ἁ δ´ ὑγίεια καὶ ἰσχὺς ἀρετὰ σώ– 47886 4.39.26.119 : ματος. καὶ ἕκαστον δὲ τῶν ἐν αὐτοῖς μερέων συντέτακται 47887 4.39.26.120 : ποτὶ τὸ ὅλον καὶ τὸ πᾶν. ὀφθαλμοί τε γὰρ ὁρῶντι ὑπὲρ 47888 4.39.26.121 : τῶ παντὸς σώματος, καὶ τἄλλα δὲ μόριά τε καὶ μέρεα 47889 4.39.26.122 : ὑπὲρ τῶ ὅλω καὶ τῶ παντὸς συντέτακται. 47890 4.39.27.1 : Εὐρυφάμου Πυθαγορείου Περὶ βίου. 47891 4.39.27.2 : Βίος ἀνθρώπω τέλῃος θεῶ μὲν λείπεται τῷ μὴ αὐτο– 47892 4.39.27.3 : τελὴς ἦμεν, ἀλόγων δὲ ζῴων καθυπερέχει τῷ ἀρετᾶς καὶ 47893 4.39.27.4 : εὐδαιμοσύνας ἐπίμοιρος ἦμεν. οὔτε γὰρ ὁ θεὸς τᾶς ἔξω– 47894 4.39.27.5 : θεν αἰτίας ποτιδεής ἐστιν, φύσει γὰρ ἀγαθὸς ἐὼν καὶ 47895 4.39.27.6 : φύσει εὐδαίμων ἐξ αὐταυτῶ τέλῃός ἐστι· οὔτε τῶν ἀλό– 47896 4.39.27.7 : γων ζῴων οὐδὲν ... λόγω γὰρ ἄμοιρα ἐόντα καὶ τᾶς ἐς 47897 4.39.27.8 : τὰς πράξιας ἐπιστάμας ἄμοιρά ἐστιν. ἀνθρώπω δὲ φύσις 47898 4.39.27.9 : τὰ μὲν 〈τᾶς〉 ἐκ τᾶς ἰδίας προαιρέσιος τὰ δὲ καὶ τᾶς ἐκ 47899 4.39.27.10 : τῶ θῄω γινομένας ἐπικουρήσιος ποτιδεής ἐστι. τὸ μὲν 47900 4.39.27.11 : γὰρ λόγω τυπωτικὸς ἦμεν καὶ καλῶν καὶ αἰσχρῶν νοητι– 47901 4.39.27.12 : κός, καὶ τὸ ὀρθὸς ἀπὸ γᾶς ἀνακεκλίσθαι καὶ ἐς τὸν οὐρα– 47902 4.39.27.13 : νὸν ἀποβλέπεν καὶ θεῶν τῶν ἀνωτάτω νοητικὸς ἦμεν, 47903 4.39.27.14 : ταῦτα δὲ καὶ τᾶς ἐκ τῶν θεῶν ἐπικουρήσιος τέτευχε· τὸ 47904 4.39.27.15 : δὲ βούλησιν ἔχεν καὶ προαίρεσιν καὶ ἀρχὰν ἐν αὐταυτῷ 47905 4.39.27.16 : τοιαύταν, καθ´ ἃν κύριος οὗτός ἐστι καὶ ἀρετὰν ἐπιταδεῦ– 47906 4.39.27.17 : σαι καὶ κακίαν ζαλῶσαι καὶ θεοῖς ὀπαδῆσαι καὶ ἀπὸ θεῶν 47907 4.39.27.18 : ἀποτραπῆμεν, ταῦτα δὲ καὶ καθ´ αὑτὸν κινέεσθαι δυνα– 47908 4.39.27.19 : τός ἐστι. διὸ καὶ ψόγων καὶ ἐπαίνων καὶ τιμᾶς καὶ ἀτι– 47909 4.39.27.20 : μίας τὰ μὲν ἐκ τᾶς τῶν θεῶν τὰ δὲ καὶ ἐκ τᾶς τῶν ἀν– 47910 4.39.27.21 : θρώπων τυγχάνοντί † τοι, ἤτοι ἀρετὰν ἢ κακίαν ζαλώσαντες. 47911 4.39.27.22 : ἔχει γὰρ οὕτως ὁ σύμπας λόγος· τὸ θῇον ἄνθρωπον 47912 4.39.27.23 : πολυφρονέστατον ζῷον ἐς τὸν κόσμον ἐσῴκισεν, ἀντίμι– 47913 4.39.27.24 : μον μὲν τᾶς ἰδίας φύσιος, ὀφθαλμὸν δὲ τᾶς τῶν ἐόντων 47914 4.39.27.25 : διακοσμάσιος· διὸ καὶ ὀνύματα μὲν ἔθηκε τοῖς πράγμασι, 47915 4.39.27.26 : χαρακτῆρι αὐτῶν ἑπόμενος, ἀνεύρετο δὲ καὶ γράμματα, 47916 4.39.27.27 : θησαυροὺς τᾷ μνάμᾳ παρασκευασάμενος, ἐμιμάσατο δὲ 47917 4.39.27.28 : καὶ τὰν τῶ παντὸς διακόσμασιν, δίκαις τε καὶ νόμοις 47918 4.39.27.29 : κοινωνίαν πολίων συναρμοξάμενος. οὐθὲν γὰρ οὕτω κοσ– 47919 4.39.27.30 : μοπρεπὲς καὶ θεῶν ἄξιον ἔργον ἀνθρώποις πέπρακται, 47920 4.39.27.31 : ὡς πόλιος εὐνομουμένας συναρμογὰ καὶ νόμων καὶ πολι– 47921 4.39.27.32 : τείας διακόσμασις. εἷς γὰρ ἕκαστος ἄνθρωπος αὐτὸς 47922 4.39.27.33 : καθ´ αὑτὸν οὐδεὶς ἐὼν οὔτε ποττὸ ζῆν ... ὁμοφροσύνᾳ 47923 4.39.27.34 : ξυνᾷ καὶ ξυναρμογᾷ πολιτείας καὶ αὐτὸς καθ´ αὑτὸν 47924 4.39.27.35 : ἱκανὸς γέγονε καὶ ποττὸ ὅλον καὶ τὸ τέλῃον σύσταμα τᾶς 47925 4.39.27.36 : κοινωνίας εὐσυνάρμοστος. ἀνθρώπω γὰρ ὁ βίος λύρας 47926 4.39.27.37 : ἐξακριβωμένας καὶ κατὰ πᾶν ἐπιτελέος ἐάσσας εἰκών ἐστι· 47927 4.39.27.38 : λύρα τε γὰρ πᾶσα χρῄζει τριῶν τούτων τυχέν, ἐξαρτύσιος, 47928 4.39.27.39 : συναρμογᾶς, ἐπαφᾶς τινος μωσικᾶς. ἐξάρτυσις μὲν ὦν 47929 4.39.27.40 : ἐστιν ἁ τῶν οἰκῄων μερέων τῶ σώματος παρασκευὰ πάν– 47930 4.39.27.41 : των, λέγω δὲ τᾶν χορδᾶν καὶ τῶν ὀργάνων τῶν ποτ´ εὐ– 47931 4.39.27.42 : φωνίαν καὶ πλαγὰν ἐπισυνεργούντων· συναρμογὰ δὲ ἁ 47932 4.39.27.43 : ποτ´ ἀλλάλως σύγκρασις τῶν φθόγγων· ἐπαφὰ δὲ μωσικὰ 47933 4.39.27.44 : ἁ κατὰ συναρμογὰν κίνησις ἤδη τούτων· οὕτως ὦν καὶ 47934 4.39.27.45 : βίος ἀνθρώπω χρῄζει τριῶν τούτων τυχέν. ἐξάρτυσις 47935 4.39.27.46 : μὲν ἁ τῶν τῶ βίω μερέων ἐστὶ συμπλάρωσις· βίω δὲ μέρεα 47936 4.39.27.47 : τά τε σώματος ἀγαθὰ καὶ τὰ τῶν χρημάτων καὶ τὰ τᾶς 47937 4.39.27.48 : δόξας καὶ τὰ τῶν φίλων· συναρμογὰ δὲ ἁ ποτ´ ἀρετὰν 47938 4.39.27.49 : καὶ νόμως τούτων σύνταξις· ἐπαφὰ δὲ μωσικὰ ἁ κατ´ 47939 4.39.27.50 : ἀρετὰν καὶ νόμως τούτων σύγκρασις, ὀρθοπλοουμένας τᾶς 47940 4.39.27.51 : ἀρετᾶς καὶ μηθὲν ἔξωθεν ἀντιπῖπτον ἐχούσας αὐτᾷ. οὐ 47941 4.39.27.52 : γὰρ ἐν τῷ ἀπερύκεσθαι τᾶς προθέσιος τῶν ἑκουσίων σκο– 47942 4.39.27.53 : πῶν πέπτωκε τὸ εὐδαιμονῆν, ἀλλ´ ἐν τῷ κατατυγχάνε– 47943 4.39.27.54 : σθαι· οὐδ´ ἐν τῷ ἀδορυφόρητον ἦμεν καὶ ἀνυπηρέτατον 47944 4.39.27.55 : τὰν ἀρετάν, ἀλλ´ ἐν τῷ συμπλαροῦσθαι ταῖς οἰκῄαις δυνά– 47945 4.39.27.56 : μεσι ποτὶ τὰς πράξιας. οὐ γὰρ αὐτοτελής ἐστιν ὁ ἄν– 47946 4.39.27.57 : θρωπος, ἀλλ´ ἀτελής· τέλῃος δὲ γινόμενος ἃ μὲν παρ´ 47947 4.39.27.58 : αὐτὸν ἃ δὲ καὶ παρὰ τὰν ἔξωθεν αἰτίαν· καὶ τέλῃος ἤτοι 47948 4.39.27.59 : καττὰν φύσιν ἢ καττὸν βίον· καὶ κατὰ μὲν τὰν φύσιν, 47949 4.39.27.60 : αἴκα ἀγαθὸς γένηται· ἁ γὰρ ἑκάστω ἀρετὰ ἀκρότας καὶ 47950 4.39.27.61 : τελῃότας ἐστὶ τᾶς ἑκάστω φύσιος· οἷον ἁ μὲν τῶν ὀφθαλ– 47951 4.39.27.62 : μῶν 〈τᾶς τῶν ὀφθαλμῶν〉 φύσιος ἀκρότας καὶ τελῃότας, 47952 4.39.27.63 : ἁ δὲ τῶν οὐάτων τᾶς τῶν οὐάτων· οὕτω δὲ καὶ τῶ ἀν– 47953 4.39.27.64 : θρώπω ἁ ἀρετὰ ἀκρότας ἐστὶ καὶ τελῃότας τᾶς 〈τῶ〉 ἀν– 47954 4.39.27.65 : θρώπω φύσιος· τέλῃος δὲ καττὸν βίον, αἴκα εὐδαίμων 47955 4.39.27.66 : γένηται· ἁ γὰρ εὐδαιμονία τελῃότας καὶ συμπλάρωσίς 47956 4.39.27.67 : ἐστι τῶν ἀνθρωπίνων ἀγαθῶν. διὸ πάλιν ἀρετὰ καὶ εὐτυ– 47957 4.39.27.68 : χία μέρεα γίγνονται τῶ ἅπαντος βίω, τᾶς μὲν ἀρετᾶς 47958 4.39.27.69 : ὡς ψυχᾶς ὑποκειμένας, τᾶς δ´ εὐτυχίας ὡς σώματος, 47959 4.39.27.70 : τῶν δὲ συναμφοτέρων αὐτῶν ὡς ζῴω. τὸ μὲν γὰρ χρέε– 47960 4.39.27.71 : σθαι καλῶς αὐτὸν ἔστι τοῖς κατὰ φύσιν ἀγαθοῖς, τὸ δὲ 47961 4.39.27.72 : τὰν χρᾶσιν ἐμπαρέχεν· καὶ χρέεσθαι μὲν ἀρετά, χρᾶσιν 47962 4.39.27.73 : δ´ ἐμπαρέχεν εὐτυχία· καὶ ἁ μὲν τὰν προαίρεσιν καὶ τὸν 47963 4.39.27.74 : λόγον ὀρθὸν παρέχεσθαι, ἁ δὲ τὰς ἐνεργείας καὶ τὰς 47964 4.39.27.75 : πράξιας. τὸ μὲν γὰρ βουληθῆμεν τὰ καλὰ καὶ ὑποστᾶ– 47965 4.39.27.76 : μεν τὰ δεινὰ τᾶς ἀρετᾶς οἰκῇόν ἐστι, τὸ δ´ ὀρθοπλοῆσαι 47966 4.39.27.77 : τὰς προαιρέσιας καὶ ἐπὶ τέλος ἐλθὲν τὰς πράξιας τᾶς 47967 4.39.27.78 : εὐτυχίας. ἐνίκασε γὰρ ὁ στραταγὸς καὶ σὺν τἀρετᾷ καὶ 47968 4.39.27.79 : σὺν τᾷ εὐτυχίᾳ, καὶ εὐπλόησεν ὁ κυβερνάτας καὶ σὺν τᾷ 47969 4.39.27.80 : τέχνᾳ καὶ σὺν τοῖς οὐρίοις πνεύμασιν, καὶ εἶδεν ὁ ὀφθαλ– 47970 4.39.27.81 : μὸς καλῶς καὶ σὺν τᾷ ὀξυδερκίᾳ καὶ σὺν τῷ φάει. καὶ 47971 4.39.27.82 : ἄριστος ὁ βίος ὁ τῶν ἀνθρώπων ἐγένετο καὶ διὰ τὰν 47972 4.39.27.83 : ἀρετὰν αὐτὰν καὶ διὰ τὰν εὐτυχίαν. 47973 4.39.28.1 : Ἐκ τῆς Διδύμου Ἐπιτομῆς (cf. Didymi Ch. fr. p. 405 Schm.). 47974 4.39.28.2 : Τὴν δ´ εὐδαιμονίαν ἐκ τῶν καλῶν γίνεσθαι καὶ προ– 47975 4.39.28.3 : ηγουμένων πράξεων. διὸ καὶ δι´ ὅλων εἶναι καλήν, καθά– 47976 4.39.28.4 : περ καὶ τὴν ἐν τοῖς ἄλλοις ἐνέργειαν δι´ ὅλων ἔντεχνον. 47977 4.39.28.5 : οὐ γὰρ ἐκβιβάζειν τὴν παράληψιν τῶν ὑλικῶν ἀρχῶν τῆς 47978 4.39.28.6 : εἰλικρινείας τοῦ καλοῦ τὴν εὐδαιμονίαν, ὡς οὐδὲ τὴν τῆς 47979 4.39.28.7 : ἰατρικῆς ἔντεχνον δι´ ὅλων ἐνέργειαν τὴν τῶν ὀργάνων 47980 4.39.28.8 : χρῆσιν· πᾶσαν μὲν γὰρ πρᾶξιν ἐνέργειαν εἶναί τινα ψυχῆς. 47981 4.39.28.9 : ἐπεὶ δ´ ὁ πράττων συγχρῆταί τισι πρὸς τὴν τελειότητα 47982 4.39.28.10 : τῆς προθέσεως, μέρη ταῦτα χρὴ νομίζειν τῆς ἐνεργείας· 47983 4.39.28.11 : καίτοι γε ἐπιζητούσης ἑκατέρας τῶν εἰρημένων ἑκάτερον, 47984 4.39.28.12 : οὐ μὴν ὡς μέρος, ὡς δὲ ποιητικὸν τῆς τέχνης. τὰ γὰρ 47985 4.39.28.13 : ὧν ἄνευ πράττειν ὁτιοῦν ἀδύνατον μέρη τῆς ἐνεργείας 47986 4.39.28.14 : λέγειν, οὐκ ὀρθόν. τὸ μὲν γὰρ μέρος ἐπινοεῖσθαι κατὰ 47987 4.39.28.15 : τὸ συμπληρωτικὸν τοῦ ὅλου· τὰ δ´ ὧν οὐκ ἄνευ κατὰ τὸ 47988 4.39.28.16 : ποιητικόν, τῷ φέρειν καὶ συνεργεῖν εἰς τὸ τέλος. 47989 4.39.29.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Εὐθυδήμου (p. 280 E). 47990 4.39.29.2 : Ἆρ´ οὖν, ὦ Κλεινία, ἤδη τοῦτο ἱκανὸν πρὸς 〈τὸ〉 47991 4.39.29.3 : εὐδαιμονίαν ποιῆσαί τινα, τό τε κεκτῆσθαι τὰ ἀγαθὰ καὶ 47992 4.39.29.4 : τὸ χρῆσθαι αὐτοῖς; Ἔμοιγε δοκεῖ. Πότερον, ἦν δ´ ἐγώ, 47993 4.39.29.5 : ἐὰν ὀρθῶς χρῆταί τις ἢ καὶ ἐὰν μή; Ἐὰν ὀρθῶς. Καλῶς 47994 4.39.29.6 : γε, ἦν δ´ ἐγώ, λέγεις. πλέον γάρ που οἶμαι θάτερόν ἐστιν, 47995 4.39.29.7 : ἄν τις χρῆται μὴ ὀρθῶς ὁτῳοῦν πράγματι ἢ ἐὰν ἐᾷ· τὸ 47996 4.39.29.8 : μὲν γὰρ κακόν, τὸ δ´ οὔτε κακὸν οὔτ´ ἀγαθόν. 47997 4.39.30.1 : Πλάτωνος Νόμων ηʹ (p. 829 A). 47998 4.39.30.2 : Τοῖς δὲ εὐδαιμόνως ζῶσιν ὑπάρχειν ἀνάγκη πρῶτον 47999 4.39.30.3 : τὸ μήτε ἀδικεῖν ἄλλους μήτε ὑφ´ ἑτέρων αὐτοὺς ἀδικεῖ– 48000 4.39.30.4 : σθαι. τούτοιν δὲ τὸ μὲν οὐ πάνυ χαλεπόν, τοῦ δὲ μὴ 48001 4.39.30.5 : ἀδικεῖσθαι κτήσασθαι δύναμιν παγχάλεπον, καὶ οὐκ ἔστιν 48002 4.39.30.6 : αὐτὸ τελέως σχεῖν ἄλλως ἢ τελέως γενόμενον ἀγαθόν. 48003 4.40.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΚΑΚΟΔΑΙΜΟΝΙΑΣ.}1 48004 4.40.1.1 : Ὁμήρου (Il. XXII 60 ss.). 48005 4.40.1.2 : Δύσμορον, ὅν ῥα πατὴρ Κρονίδης ἐπὶ γήραος οὐδῷ 48006 4.40.1.3 : δύῃ ἐν ἀργαλέῃ φθίσει κακὰ πόλλ´ ἐπιδόντα, 48007 4.40.1.4 : υἷάς τ´ ὀλλυμένους ἑλκηθείσας τε θύγατρας, 48008 4.40.1.5 : καὶ θαλάμους κεραϊζομένους, καὶ νήπια τέκνα 48009 4.40.1.6 : βαλλόμενα προτὶ ἄστυ ἐν αἰνῇ δηιοτῆτι. 48010 4.40.2.1 : Μενάνδρου Ὑδρίας (fr. 467 K.). 48011 4.40.2.2 : Γέροντα δυστυχοῦντα τῶν θ´ αὑτοῦ κακῶν 48012 4.40.2.3 : ἐπαγόμενον λήθην ἀνέμνησας πάλιν 48013 4.40.2.4 : ἐπὶ τἀτυχεῖν τ´ ἤγειρας. 48014 4.40.3.1 : Σοφοκλέους Ναυπλίου (fr. 401 N. 2). 48015 4.40.3.2 : Τῷ γὰρ κακῶς πράσσοντι μυρία μία 48016 4.40.3.3 : νύξ ἐστιν, εὖ παθόντα † ἡ ´τέρα θανεῖν. 48017 4.40.4.1 : Εὐριπίδου (Herc. 1291 ss.). 48018 4.40.4.2 : Κεκλημένῳ δὲ φωτὶ μακαρίῳ ποτὲ 48019 4.40.4.3 : αἱ μεταβολαὶ λυπηρόν· ᾧ δ´ αἰεὶ κακῶς 48020 4.40.4.4 : ἔστ´, οὐδὲν ἀλγεῖ συγγενῶς δύστηνος ὤν. 48021 4.40.5.1 : Μενάνδρου Παρακαταθήκης (fr. 380 K.). 48022 4.40.5.2 : Εὔπιστον ἀτυχῶν ἐστιν ἄνθρωπος φύσει. 48023 4.40.5.3 : τὸν πλησίον γὰρ οἴεται μᾶλλον φρονεῖν 48024 4.40.5.4 : ὁ τοῖς λογισμοῖς τοῖς ἰδίοις πταίων ἀεί. 48025 4.40.6.1 : Ἄμφιδος ἐξ Ἀμπελουργοῦ (fr. 4 K.). 48026 4.40.6.2 : Ἐν οἷς ἂν ἀτυχήσῃ τις ἄνθρωπος τόποις, 48027 4.40.6.3 : ἥκιστα τούτοις πλησιάζων ἥδεται. 48028 4.40.7.1 : Μενάνδρου Ἐγχειριδίου (fr. 149 K.). 48029 4.40.7.2 : Οὐχ ὅθεν ἂν ᾤμην ἠτύχηκα· πάντα δὲ 48030 4.40.7.3 : τὰ μηδὲ προσδοκώμεν´ ἔκστασιν φέρει. 48031 4.40.8.1 : Εὐριπίδου Ἀντιγόνης (fr. 169 N. 2). 48032 4.40.8.2 : .. ἐπ´ ἄκραν ἥκομεν γραμμὴν κακῶν. 48033 4.40.9.1 : Ὁμήρου Ἰλιάδος τʹ ( 290). 48034 4.40.9.2 : Ὥς μοι δέχεται κακὸν ἐκ κακοῦ αἰεί. 48035 4.40.10.1 : Εὐριπίδου Αἰόλου (fr. 35 N. 2). 48036 4.40.10.2 : Ἀεὶ τὸ μὲν ζῇ, τὸ δὲ μεθίσταται κακόν, 48037 4.40.10.3 : τὸ δ´ ἐκπέφηνεν αὖτις ἐξ ἀρχῆς νέον. 48038 4.40.11.1 : Φιλήτα Δήμητρος (fr. 3 Bergk). 48039 4.40.11.2 : Νῦν δ´ αἰεὶ πέσσω· τὸ δ´ ἀέξεται ἄλλο νεωρὲς 48040 4.40.11.3 : πῆμα, κακοῦ δ´ οὔπω γίνεται ἡσυχίη. 48041 4.40.12.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 5 p. 37 Bach). 48042 4.40.12.2 : Ἦ μὲν δὴ πελάγεσσι πεφύρησαι χαλεποῖσι, 48043 4.40.12.3 : θυμέ, γαληναίῃ δ´ ἐπιμίσγεαι οὐδ´ ὅσον ὅσσον, 48044 4.40.12.4 : ἀμφὶ δέ τοι νέαι αἰὲν ἀνῖαι τετρήχασιν. 48045 4.40.13.1 : Μενάνδρου Ἥρωι (fr. 211 K. fr. 4 Koerte). 48046 4.40.13.2 : Ὡς οἰκτρόν, ἣ τὰ τοιαῦτα δυστυχῶ μόνη, 48047 4.40.13.3 : ἃ μηδὲ πιθανὰς τὰς ὑπερβολὰς ἔχει. 48048 4.40.14.1 : Μενάνδρου (Eur. Androm. 330 s.). 48049 4.40.14.2 : Ἔξωθέν εἰσιν οἱ δοκοῦντες εὐτυχεῖν, 48050 4.40.14.3 : τὰ δ´ ἔνδον εἰσὶ πᾶσιν ἀνθρώποις ἴσοι. 48051 4.40.15.1 : Φιλήτου (fr. 9 Bergk). 48052 4.40.15.2 : Τῷ οὔ μοι πολέων γαίης ὕπερ οὐδὲ θαλάσσης 48053 4.40.15.3 : ἐκ Διὸς ὡραίων ἐρχομένων ἐτέων. 48054 4.40.15.4 : οὐδ´ ἀπὸ μοῖρα κακῶν μελέῳ φέρει, ἀλλὰ μένουσιν 48055 4.40.15.5 : ἔμπεδ´ ἀεί, καὶ τοῖς ἄλλα προσαυξάνεται. 48056 4.40.16.1 : Διφίλου (fr. 107 K.). 48057 4.40.16.2 : Ὥσπερ κυαθίζους´ ἐνίοθ´ ἡμῖν ἡ τύχη 48058 4.40.16.3 : ἓν ἀγαθὸν ὑποχέασα τρί´ ἐπαντλεῖ κακά. 48059 4.40.17.1 : Γαΐου Κατὰ Ἀρτεμισίου παιδοφθορίας. 48060 4.40.17.2 : Τὸ μὲν ἀδικεῖσθαι καὶ πᾶν ὁτιοῦν δεινόν ἐστι· τὸ 48061 4.40.17.3 : δὲ καὶ τῶν τοιούτων τι παθεῖν, ἃ μηδὲ εἰπεῖν ὁ πεπον– 48062 4.40.17.4 : θὼς δύναται σαφῶς, δυστυχίας ὑπερβολὴν οὐκ ἔχει. 48063 4.40.18.1 : Ἐν ταὐτῷ. 48064 4.40.18.2 : Ὅρα δὴ τὸ τῆς κατηγορίας δύσκολον· ἐν ᾗ καὶ τὸ 48065 4.40.18.3 : εἰπεῖν ἀδύνατον, αἰσχρὸν γάρ, καὶ τὸ σιωπῆσαι χαλε– 48066 4.40.18.4 : πώτερον· πῶς γὰρ ἂν δύναιτό τις ἄνευ λόγου δηλῶσαι 48067 4.40.18.5 : τὰ πεπραγμένα; 48068 4.40.19.1 : Ἀντιφῶντος (fr. 54 Diels 2). 48069 4.40.19.2 : Ὅτῳ γὰρ ὁ θεὸς μὴ παντελῶς βούλεται ἀγαθὰ διδό– 48070 4.40.19.3 : ναι ἀνδρί, χρημάτων πλοῦτον παρασχών, τοῦ καλῶς φρο– 48071 4.40.19.4 : νεῖν 〈δὲ〉 πένητα ποιήσας, τὸ ἕτερον ἀφελόμενος ἀμφο– 48072 4.40.19.5 : τέρων ἀπεστέρησεν. 48073 4.40.19a.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστωνύμου Τομαρίων. 48074 4.40.19a.2 : Οὔτε τὸν ἀρρωστοῦντα ἡ χρυσόπους ὠφελεῖ κλίνη 48075 4.40.19a.3 : οὔτε τὸν ἀνόητον ἡ ἐπίσημος εὐτυχία. 48076 4.40.20.1 : Δημοκρίτου (fr. 287 Diels 2). 48077 4.40.20.2 : Ἀπορίη ξυνὴ τῆς ἑκάστου χαλεπωτέρη· οὐ γὰρ ὑπο– 48078 4.40.20.3 : λείπεται ἐλπὶς ἐπικουρίης. 48079 4.40.21.1 : (Eiusd. fr. 288 Diels 2) 48080 4.40.21.2 : Νόσος οἴκου καὶ βίου γίνεται ὅκως περ καὶ σκήνεος. 48081 4.40.22.1 : Γαΐου ὑπὲρ Παύλου παιδὸς ἰδίου ἐν μανίᾳ ἀνῃρη– 48082 4.40.22.2 : μένου. 48083 4.40.22.3 : Ἔοικε δὲ ὁ βάσκανος δαίμων φιλοτιμότατος εἶναι 48084 4.40.22.4 : πρὸς τὰς παραδόξους συμφοράς. ἕστηκέ σοι παιδοφόνος 48085 4.40.22.5 : πατήρ, τὴν μὲν χεῖρα μιαρώτατος τὴν δὲ ψυχὴν καθαρώ– 48086 4.40.22.6 : τατος, μανίᾳ διακονησάμενος τὴν συμφοράν. 48087 4.40.23.1 : (Heraclit. fr. 119 Diels 2) 48088 4.40.23.2 : Ἡράκλειτος ἔφη ὡς ἦθος ἀνθρώπῳ δαίμων. 48089 4.40.24.1 : Ξενοκράτους. 48090 4.40.24.2 : Ξενοκράτης ἔλεγεν· ὡς τὸ κακοπρόσωπον αἴσχει προσ– 48091 4.40.24.3 : ώπου, καὶ μοχθηρίᾳ τινὶ μορφῆς τὸ δύσμορφον, οὕτω 48092 4.40.24.4 : δαίμονος κακίᾳ τοὺς πονηροὺς κακοδαίμονας ὀνομάζομεν. 48093 4.40.25.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Γοργίου (p. 470 C–471 A). 48094 4.40.25.2 : Ἀλλὰ μήν, ὦ Σώκρατες, οὐδέν γέ 〈ς〉ε δεῖ παλαιοῖς 48095 4.40.25.3 : πράγμασιν ἐλέγχειν. τὰ γὰρ χθὲς καὶ πρώην γεγονότα 48096 4.40.25.4 : ταῦτα ἱκανά ς´ ἐξελέγξαι ἐστὶ καὶ ἀποδεῖξαι ὡς πολλοὶ 48097 4.40.25.5 : ἀδικοῦντες ἄνθρωποι εὐδαίμονές εἰσι. {—}Τὰ ποῖα ταῦτα; 48098 4.40.25.6 : {—}Ἀρχέλαον δήπου τοῦτον τὸν Περδίκκου ὁρᾷς ἄρχοντα 48099 4.40.25.7 : Μακεδονίας; {—}Εἰ δὲ μή, ἀλλ´ ἀκούω γε. {—}Εὐδαίμων 48100 4.40.25.8 : οὖν σοι δοκεῖ εἶναι ἢ ἄθλιος; {—}Οὐκ οἶδα, ὦ Πῶλε, οὐ 48101 4.40.25.9 : γάρ πω συγγέγονα τῷ ἀνδρί. {—}Τί δαί; συγγενόμενος ἂν 48102 4.40.25.10 : γνοίης, ἄλλως δὲ αὐτόθεν οὐ γιγνώσκεις, ὅτι εὐδαιμονεῖ; 48103 4.40.25.11 : {—}Μὰ Δί´, οὐ δῆτα. {—}Δῆλον δή, ὦ Σώκρατες, ὅτι οὐδὲ 48104 4.40.25.12 : τὸν μέγαν βασιλέα γιγνώσκειν φήσεις εὐδαίμονα ὄντα. {—} 48105 4.40.25.13 : Καὶ ἀληθῆ γε ἐρῶ· οὐ γὰρ οἶδα παιδείας ὅπως ἔχει καὶ 48106 4.40.25.14 : δικαιοσύνης. τὸν μὲν γὰρ καλὸν κἀγαθὸν ἄνδρα καὶ γυναῖκα 48107 4.40.25.15 : εὐδαίμονας εἶναί φημι, τὸν δὲ ἄδικον καὶ πονηρὸν ἄθ– 48108 4.40.25.16 : λιον. {—}Ἄθλιος ἄρα οὗτός ἐστιν ὁ Ἀρχέλαος κατὰ τὸν 48109 4.40.25.17 : σὸν λόγον; {—}Εἴπερ γε, ὦ φίλε, ἄδικος. 48110 4.40.26.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 472 E). 48111 4.40.26.2 : Κατά γε τὴν ἐμὴν δόξαν, ὦ Πῶλε, ὁ ἀδικῶν τε καὶ 48112 4.40.26.3 : ὁ ἄδικος πάντως μὲν ἄθλιος, ἀθλιώτερος μέντοι, ἐὰν μὴ 48113 4.40.26.4 : διδῷ δίκην μηδὲ τυγχάνῃ τιμωρίας ἀδικῶν, ἧττον δὲ ἄθ– 48114 4.40.26.5 : λιος, ἐὰν διδῷ δίκην καὶ τυγχάνῃ δίκης ὑπὸ θεῶν τε καὶ 48115 4.40.26.6 : ἀνθρώπων. 48116 4.41.t.1 : {1ΟΤΙ ΑΒΕΒΑΙΟΣ Η ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΕΥΠΡΑΞΙΑ ΜΕΤΑΠΙΠΤΟΥΣΗΣ 48117 4.41.t.2 : ΡΑΙΔΙΩΣ ΤΗΣ ΤΥΧΗΣ.}1 48118 4.41.1.1 : Εὐριπίδου Ἰνοῦς (fr. 420 N. 2). 48119 4.41.1.2 : Ὁρᾷς τυράννους διὰ μακρῶν ηὐξημένους 48120 4.41.1.3 : ὡς μικρὰ τὰ σφάλλοντα, καὶ μί´ ἡμέρα 48121 4.41.1.4 : τὰ μὲν καθεῖλεν ὑψόθεν, τὰ δ´ ἦρ´ ἄνω. 48122 4.41.1.5 : ὑπόπτερος δ´ ὁ πλοῦτος· οἷς γὰρ ἦν ποτε, 48123 4.41.1.6 : ἐξ ἐλπίδων πίπτοντας ὑπτίους ὁρῶ. 48124 4.41.2.1 : Διονυσίου τυράννου ἐκ Λήδας (fr. 3 p. 794 N. 2). 48125 4.41.2.2 : Θνητῶν δὲ μηδεὶς μηδέν´ ὄλβιόν ποτε 48126 4.41.2.3 : κρίνῃ, πρὶν αὐτὸν εὖ τελευτήσαντ´ ἴδῃ· 48127 4.41.2.4 : ἐν ἀσφαλεῖ γὰρ τὸν θανόντ´ ἐπαινέσαι. 48128 4.41.3.1 : Σοφοκλέους Τυνδάρεως (fr. 588 N. 2). 48129 4.41.3.2 : Οὐ χρή ποτ´ εὖ πράσσοντος ὀλβίσαι τύχας 48130 4.41.3.3 : ἀνδρός, πρὶν αὐτῷ παντελῶς ἤδη βίος 48131 4.41.3.4 : διεκπερανθῇ καὶ τελευτήσῃ βίον. 48132 4.41.3.5 : ἐν γὰρ βραχεῖ καθεῖλε κὠλίγῳ χρόνῳ 48133 4.41.3.6 : πάμπλουτον ὄλβον δαίμονος κακοῦ δόσις, 48134 4.41.3.7 : ὅταν μεταστῇ, καὶ θεοῖς δοκῇ τόδε. 48135 4.41.4.1 : Ἀλέξιδος ἐκ Βρεττίας (fr. 34 K.). 48136 4.41.4.2 : Τοιοῦτο τὸ ζῆν ἐστιν ὥσπερ οἱ κύβοι· 48137 4.41.4.3 : οὐ ταὔτ´ ἀεὶ πίπτουσιν, οὐδὲ τῷ βίῳ 48138 4.41.4.4 : ταὐτὸν διαμένει σχῆμα, μεταβολὰς δ´ ἔχει. 48139 4.41.5.1 : Διφίλου ἐκ Ζωγράφου (fr. 45 K.). 48140 4.41.5.2 : Ἀπροσδόκητον οὐδὲν ἀνθρώποις πάθος, 48141 4.41.5.3 : ἐφημέρους γὰρ τὰς τύχας κεκτήμεθα. 48142 4.41.6.1 : Εὐριπίδου Ἰφιγενείας ἐν Αὐλίδι ( 28). 48143 4.41.6.2 : Οὐκ ἄγαμαι ταῦτ´ ἀνδρὸς ἀριστέως· 48144 4.41.6.3 : Ἀγάμεμνον Ἀτρεῦ. δεῖ δέ σε χαίρειν 48145 4.41.6.4 : κἂν μὴ σὺ θέλῃς, τὰ θεῶν οὕτω νενόμισται 48146 4.41.6.5 : οὐκ ἐπὶ πᾶσιν ἔφυς ἀγαθοῖς. 48147 4.41.6.6 : καὶ λυπεῖσθαι, θνητὸς γὰρ ἔφυς. 48148 4.41.7.1 : Σιμωνίδου (Semonidis fr. 4 B. 4). 48149 4.41.7.2 : Πάμπαν δ´ ἄμωμος οὔτις οὐδ´ ἀκήριος. 48150 4.41.8.1 : Εὐριπίδου (fr. 1073 N. 2). 48151 4.41.8.2 : Οὐ χρή ποτ´ ὀρθαῖς ἐν τύχαις βεβηκότα 48152 4.41.8.3 : ἕξειν τὸν αὐτὸν δαίμον´ εἰς ἀεὶ δοκεῖν. 48153 4.41.8.4 : ὁ γὰρ θεός πως, εἰ θεόν σφε χρὴ καλεῖν, 48154 4.41.8.5 : κάμνει ξυνὼν τὰ πολλὰ τοῖς αὐτοῖς ἀεί. 48155 4.41.8.6 : θνητῶν δὲ θνητὸς ὄλβος· οἱ δ´ ὑπέρφρονες 48156 4.41.8.7 : καὶ τῷ παρόντι τοὐπιὸν πιστούμενοι 48157 4.41.8.8 : ἔλεγχον ἔλαβον τῆς τύχης ἐν τῷ παθεῖν. 48158 4.41.9.1 : Σιμωνίδου Θρήνων (fr. 32 B. 4). 48159 4.41.9.2 : Ἄνθρωπος ἐὼν μήποτε φήσῃς ὅ τι γίνεται, 48160 4.41.9.3 : μηδ´ ἄνδρα ἰδὼν 〈ὄλβιον〉 ὅσσον χρόνον ἔσσεται· 48161 4.41.9.4 : ὠκεῖα γὰρ οὐδὲ τανυπτερύγου μυίας 48162 4.41.9.5 : οὕτως ἁ μετάστασις. 48163 4.41.10.1 : Μενάνδρου (fr. 325 K.). 48164 4.41.10.2 : Εὕροις δ´ ἂν οὐθὲν τῶν ἁπάντων, [ὦ] Δημέα, 48165 4.41.10.3 : ἀγαθόν, ἐν ᾧ τι μὴ πρόσεστι καὶ κακόν. 48166 4.41.11.1 : Εὐριπίδου ἐξ Ἀντιόπης (fr. 196 N. 2). 48167 4.41.11.2 : Τοιόσδε θνητῶν τῶν ταλαιπώρων βίος· 48168 4.41.11.3 : οὔτ´ εὐτυχεῖ τὸ πάμπαν οὔτε δυστυχεῖ, 48169 4.41.11.4 : εὐδαιμονεῖ τε καὖθις οὐκ εὐδαιμονεῖ. 48170 4.41.11.5 : τί δῆτ´ ἐν ὄλβῳ μὴ σαφεῖ βεβηκότες 48171 4.41.11.6 : οὐ ζῶμεν ὡς ἥδιστα μὴ λυπούμενοι; 48172 4.41.12.1 : Εὐριπίδου Βελλεροφόντου (fr. 304 N. 2). 48173 4.41.12.2 : Ποῦ δὴ τὸ σαφὲς θνατοῖσι βιοτᾶς; 48174 4.41.12.3 : θοαῖσι μὲν ναυσὶ πόρον πνοαὶ κατὰ βένθος 48175 4.41.12.4 : ἅλιον ἰθύνουσι· τύχας δὲ θνητῶν 48176 4.41.12.5 : τὸ μὲν μέγ´ εἰς οὐδὲν ὁ πολὺς χρόνος 48177 4.41.12.6 : μεθίστησιν, τὸ δὲ μεῖον αὔξων. 48178 4.41.13.1 : Εὐριπίδου ἐκ Χρυσίππου (fr. 843 N. 2). 48179 4.41.13.2 : Ὦ δέσποτ´, οὐδεὶς οἶδεν ἄνθρωπος γεγὼς 48180 4.41.13.3 : οὔτ´ εὐτυχοῦς ἀριθμὸν οὔτε δυστυχοῦς. 48181 4.41.14.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 100–103). 48182 4.41.14.2 : Χρὴ δ´ οὔ ποτ´ εἰπεῖν οὐδέν´ ὄλβιον βροτῶν, 48183 4.41.14.3 : πρὶν ἂν θανόντος τὴν τελευταίαν ἴδῃς 48184 4.41.14.4 : ὅπως περάσας ἡμέραν ἥξει κάτω. 48185 4.41.15.1 : Εὐριπίδου ἐξ Αὐγῆς (fr. 273 N. 2). 48186 4.41.15.2 : Πᾶσιν γὰρ ἀνθρώποισιν, οὐχ ἡμῖν μόνον, 48187 4.41.15.3 : ἢ καὶ παραυτίκ´ ἢ χρόνῳ δαίμων βίον 48188 4.41.15.4 : ἔσφηλε, κοὐδεὶς διὰ τέλους εὐδαιμονεῖ. 48189 4.41.16.1 : Εὐριπίδου Σκύριοι (fr. 684 N. 2). 48190 4.41.16.2 : Φεῦ τῶν βροτείων ὡς ἀνώμαλοι τύχαι. 48191 4.41.16.3 : οἱ μὲν γὰρ εὖ πράσσουσι, τοῖς δὲ συμφοραὶ 48192 4.41.16.4 : σκληραὶ πάρεισιν εὐσεβοῦσιν εἰς θεούς, 48193 4.41.16.5 : καὶ πάντ´ ἀκριβῶς κἀπὶ φροντίδων βίον 48194 4.41.16.6 : οὕτω δικαίως ζῶσιν αἰσχύνης ἄτερ. 48195 4.41.17.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομέδας (fr. 153 N. 2). 48196 4.41.17.2 : ΧΟΡ. Ὁ μὲν ὄλβιος ἦν, τὸ δ´ ἀπέκρυψεν 48197 4.41.17.3 : θεὸς ἐκ κείνων τῶν ποτε λαμπρῶν· 48198 4.41.17.4 : νεύει βίοτος, νεύει δὲ τύχα 48199 4.41.17.5 : κατὰ πνεῦμ´ ἀνέμων. 48200 4.41.18.1 : Εὐριπίδου Ἱκετίσιν ( 267–70). 48201 4.41.18.2 : Μὴ δῆτ´· ἔχει τοι καταφυγὴν καὶ θηρία, 48202 4.41.18.3 : δοῦλος δὲ βωμὸν θεῶν, 〈πόλις δὲ πρὸς πόλιν〉 48203 4.41.18.4 : ἔπτηξε χειμασθεῖσα. τῶν γὰρ ἐν βροτοῖς 48204 4.41.18.5 : οὐκ ἔστιν οὐδὲν διὰ τέλους εὐδαιμονοῦν. 48205 4.41.19.1 : Εὐριπίδου Ἰνοῖ (fr. 415 N. 2). 48206 4.41.19.2 : Ἄνασσα, πολλοῖς ἐστιν ἀνθρώπων κακά, 48207 4.41.19.3 : τοῖς δ´ ἄρτι λήγει, τοῖς δὲ κίνδυνος μολεῖν. 48208 4.41.19.4 : κύκλῳ γὰρ ἕρπει καρπίμοις τε γῆς φυτοῖς 48209 4.41.19.5 : θνητῶν τε γενεᾷ. τῶν μὲν αὔξεται βίος, 48210 4.41.19.6 : τῶν δὲ φθίνει τε καὶ θερίζεται πάλιν. 48211 4.41.20.1 : Εὐριπίδου Ἑκάβης ( 282–85). 48212 4.41.20.2 : Οὔτοι κρατοῦντα χρὴ κρατεῖν ἃ μὴ χρεών, 48213 4.41.20.3 : οὐδ´ εὐτυχοῦντας εὖ δοκεῖν πράξειν ἀεί· 48214 4.41.20.4 : κἀγὼ γὰρ ἦν ποτ´, ἀλλὰ νῦν οὐκ εἴμ´ ἔτι, 48215 4.41.20.5 : τὸν πάντα δ´ ὄλβον ἦμαρ ἕν μ´ ἀφείλετο. 48216 4.41.21.1 : Σοφοκλέους ἐν Τυροῖ (fr. 601 N. 2). 48217 4.41.21.2 : Μήπω μέγαν εἴπῃς πρὶν τελευτήσαντ´ ἴδῃς. 48218 4.41.22.1 : Μοσχίωνος (fr. 9 p. 816 N. 2). 48219 4.41.22.2 : † Σὺν αἷσι δόξῃ πρόσθε καὶ γένει μέγας 48220 4.41.22.3 : Ἄργους δυνάστης, λιτὸς ἐκ τυραννικῶν 48221 4.41.22.4 : θρόνων, προσίκτην θάλλον ἠγκαλισμένος 48222 4.41.22.5 : ἔστειχεν εἰς γῆν ὄμμα συμπαθὲς φέρων 48223 4.41.22.6 : καὶ πᾶσι δεικνὺς ὡς τὰ λαμπρὰ τῆς τύχης 48224 4.41.22.7 : τὴν κτῆσιν οὐ βέβαιον ἀνθρώποις νέμει. 48225 4.41.22.8 : ὃν πᾶς μὲν ἀστῶν ἠλέησεν εἰσιδών, 48226 4.41.22.9 : ἅπας δὲ χεῖρα καὶ προσήγορον φάτιν 48227 4.41.22.10 : ὤρεξε κανθούς τ´ ἐξέτηξε δακρύοις 48228 4.41.22.11 : τύχαις συναλγῶν· τἀξίωμα γὰρ νοσοῦν 48229 4.41.22.12 : τὸ πρόσθε πολλοῖς οἶκτον ἐμποιεῖ βροτῶν. 48230 4.41.23.1 : Μενάνδρου † Πλοκίων Θαΐδος (fr. 407 K.). 48231 4.41.23.2 : Ὡς, Παρμένων, οὐκ ἔστιν ἀγαθὸν τῷ βίῳ 48232 4.41.23.3 : φυόμενον ὥσπερ δένδρον ἐκ ῥίζης μιᾶς, 48233 4.41.23.4 : ἀλλ´ ἐγγὺς ἀγαθοῦ παραπέφυκε καὶ κακόν, 48234 4.41.23.5 : ἐκ τοῦ κακοῦ τ´ ἤνεγκεν ἀγαθὸν ἡ φύσις. 48235 4.41.24.1 : Ἀρχιλόχου (fr. 56 B.). 48236 4.41.24.2 : Τοῖς θεοῖς τιθεῖν ἅπαντα· πολλάκις μὲν ἐκ κακῶν 48237 4.41.24.3 : ἄνδρας ὀρθοῦσιν μελαίνῃ κειμένους ἐπὶ χθονί, 48238 4.41.24.4 : πολλάκις δ´ ἀνατρέπουσι καὶ μάλ´ εὖ βεβηκότας 48239 4.41.24.5 : ὑπτίους κλίνους´· ἔπειτα πολλὰ γίγνεται κακά ... 48240 4.41.24.6 : καὶ βίου χρήμῃ πλανᾶται καὶ νόου παρήορος. 48241 4.41.25.1 : Θεοδέκτου (fr. 16 p. 806 N. 2). 48242 4.41.25.2 : Πολυσπερὴς μέν, ὦ γέρον, καθ´ Ἑλλάδα 48243 4.41.25.3 : φήμη πλανᾶται καὶ διέγνωσται πάλαι, 48244 4.41.25.4 : τὸ μὴ βεβαίους τὰς βροτῶν εἶναι τύχας. 48245 4.41.26.1 : Εὐριπίδου Κρήσσαις. 48246 4.41.26.2 : *** 48247 4.41.26a.1 : (Eur. Heraclid. 865 s.). 48248 4.41.26a.2 : Τὸν εὐτυχεῖν δοκοῦντα μὴ ζηλοῦτε, πρὶν 48249 4.41.26a.3 : θανόντ´ ἴδῃ τις, ὡς ἐφήμεροι τύχαι. 48250 4.41.27.1 : Ἀλέξιδος (fr. 288 K.). 48251 4.41.27.2 : Κἂν εὐτυχῇ τις, ὡς ἔοικε, προσδοκᾶν 48252 4.41.27.3 : ἀεί τι δεῖ, καὶ μή τι πιστεύειν τύχῃ. 48253 4.41.28.1 : Μενάνδρου Γεωργῷ (fr. 94 K.). 48254 4.41.28.2 : Ὁ δ´ ἠδικηκώς, ὅστις ἔσθ´ οὗτός ποτε, 48255 4.41.28.3 : τὴν ὑμετέραν πενίαν κακοδαίμων ἔσθ´, ὅτι 48256 4.41.28.4 : τοῦτ´ ἠδίκηκεν, οὗ τυχὸν μεταλήψεται. 48257 4.41.28.5 : εἰ καὶ σφόδρ´ εὐπορεῖ γάρ, ἀβεβαίως τρυφᾷ· 48258 4.41.28.6 : τὸ τῆς τύχης γὰρ ῥεῦμα μεταπίπτει ταχύ. 48259 4.41.29.1 : Κλειτομάχου. 48260 4.41.29.2 : Τοῖς εὐπλοοῦσιν ἀντιπνεύσας´ ἡ τύχη 48261 4.41.29.3 : ἅπαντα συγχεῖ, κᾶτα ναυαγεῖν ποιεῖ, 48262 4.41.29.4 : τὰ τῇ φρονήσει καὶ τοῖς λογισμοῖς ὀρθῶς ἐκπεπονῆσθαι 48263 4.41.29.5 : δοκοῦντα πρὸς τὸ καλῶς ζῆν. 48264 4.41.30.1 : Βάθωνος ἐξ Αἰτωλοῦ (fr. 1 Com. III p. 326 K.). 48265 4.41.30.2 : Ἄνθρωπος ὢν ἔπταικας· ἐν δὲ τῷ βίῳ 48266 4.41.30.3 : τέρας ἐστίν, εἴ τις εὐτύχηκε διὰ βίου. 48267 4.41.31.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάου (fr. 262 N. 2). 48268 4.41.31.2 : Πάλαι σκοποῦμαι τὰς τύχας † τῶν βροτῶν 48269 4.41.31.3 : ὡς εὖ μεταλλάσσουσιν· ὃς γὰρ ἂν σφαλῇ 48270 4.41.31.4 : εἰς ὀρθὸν ἔστη χὡ πρὶν εὐτυχῶν πιτνεῖ. 48271 4.41.32.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομέδας (fr. 150 N. 2). 48272 4.41.32.2 : Οὐκ ἔστιν ὅστις εὐτυχὴς ἔφυ βροτῶν, 48273 4.41.32.3 : ὃν μὴ τὸ θεῖον ὡς τὰ πολλὰ † συνθέλει. 48274 4.41.33.1 : Εὐριπίδου Ἀλεξάνδρου (fr. 45 N. 2). 48275 4.41.33.2 : Ὥστ´ οὔτις ἀνδρῶν εἰς ἅπαντ´ εὐδαιμονεῖ. 48276 4.41.34.1 : Εὐριπίδου Ἑκάβης ( 805). 48277 4.41.34.2 : Οὐκ ἔστιν οὐδὲν τῶν ἐν ἀνθρώποις ἴσον. 48278 4.41.35.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 825). 48279 4.41.35.2 : Ἄλλοτε μητρυιὴ πέλει ἡμέρη, ἄλλοτε μήτηρ. 48280 4.41.36.1 : Εὐριπίδου Ἑκάβης ( 956). 48281 4.41.36.2 : Φεῦ· 48282 4.41.36.3 : οὐκ ἔστιν οὐδὲν πιστόν, οὔτ´ εὐδοξία 48283 4.41.36.4 : οὔτ´ αὖ καλῶς πράξαντα μὴ πράξειν κακῶς. 48284 4.41.37.1 : Σοφοκλέους Αἴαντι ( 131–33). 48285 4.41.37.2 : Ὡς ἡμέρα κλίνει τε κἀνάγει πάλιν 48286 4.41.37.3 : ἅπαντα τἀνθρώπεια· τοὺς δὲ σώφρονας 48287 4.41.37.4 : θεοὶ φιλοῦσι καὶ στυγοῦσι τοὺς κακούς. 48288 4.41.38.1 : Σοφοκλέους (Trach. 1 ss.). 48289 4.41.38.2 : Λόγος μὲν ἔστ´ ἀρχαῖος ἀνθρώπων φανείς, 48290 4.41.38.3 : ὡς οὐκ ἂν αἰῶν´ ἐκμάθοις βροτῶν, πρὶν ἂν 48291 4.41.38.4 : θάνῃ τις, οὔτ´ εἰ χρηστὸς οὔτ´ εἴ τῳ κακός. 48292 4.41.39.1 : Τοῦ αὐτοῦ Τραχινίαις ( 296 s.). 48293 4.41.39.2 : Ὅμως δ´ ἔνεστι τοῖσιν εὖ σκοπουμένοις 48294 4.41.39.3 : ταρβεῖν τὸν εὖ πράσσοντα, μὴ σφαλῇ ποτε. 48295 4.41.40.1 : Σοφοκλέους Φαίδρα (fr. 620 N. 2). 48296 4.41.40.2 : † Τὸ δ´ εὐτυχοῦντα πάντ´ ἀριθμῆσαι βροτῶν 48297 4.41.40.3 : οὐκ ἔστιν ὄντως ὅντιν´ εὑρήσεις ἕνα. 48298 4.41.41.1 : Εὐριπίδου (fr. 1074 N. 2). 48299 4.41.41.2 : Βέβαια δ´ οὐδεὶς εὐτυχεῖ θνητὸς γεγώς. 48300 4.41.42.1 : Σοφοκλέους Ἀλήτης (fr. 102 N. 2). 48301 4.41.42.2 : Τίς δή ποτ´ ὄλβον ἢ μέγαν θείη βροτῶν 48302 4.41.42.3 : ἢ σμικρὸν ἢ τὸν μηδαμοῦ τιμώμενον; 48303 4.41.42.4 : οὐ γάρ ποτ´ αὐτῶν οὐδὲν ἐν ταὐτῷ μένει. 48304 4.41.43.1 : Εὐριπίδου Ἱππολύτῳ (fr. 437 N. 2). 48305 4.41.43.2 : Ὁρῶ δὲ τοῖς πολλοῖσιν ἀνθρώποις ἐγὼ 48306 4.41.43.3 : τίκτουσαν ὕβριν τὴν πάροιθ´ εὐπραξίαν. 48307 4.41.44.1 : Εὐριπίδου Οἰδίποδος ( 554 N. 2). 48308 4.41.44.2 : Πολλάς γ´ ὁ δαίμων τοῦ βίου μεταστάσεις 48309 4.41.44.3 : ἔδωκεν ἡμῖν μεταβολάς τε τῆς τύχης. 48310 4.41.45.1 : Ἐν ταὐτῷ (fr. 549 N. 2). 48311 4.41.45.2 : Ἀλλ´ ἦμαρ 〈ἕν〉 τοι μεταβολὰς πολλὰς ἔχει. 48312 4.41.46.1 : Εὐριπίδου Μελέαγρος (fr. 536 N. 2). 48313 4.41.46.2 : Φεῦ· τὰ τῶν εὐδαιμονούντων ὡς ταχὺ στρέφει θεός. 48314 4.41.47.1 : Διφίλου (fr. 109 K.). 48315 4.41.47.2 : Βέβαιον οὐδέν ἐστιν ἐν θνητῷ βίῳ. 48316 4.41.47.3 : βιοῖ γὰρ οὐδεὶς ὃν προαιρεῖται τρόπον. 48317 4.41.48.1 : Νικοστράτου (fr. 28 K.). 48318 4.41.48.2 : ’Οὐκ ἔστιν ὅστις πάντ´ ἀνὴρ εὐδαιμονεῖ‘. 48319 4.41.48.3 : νὴ τὴν Ἀθηνᾶν συντόμως γε, φίλτατε 48320 4.41.48.4 : Εὐριπίδη, τὸν βίον ἔθηκας εἰς στίχον. 48321 4.41.49.1 : Ἀπολλοδώρου (fr. 16 Com. III p. 293 K.). 48322 4.41.49.2 : Οὐκ οἶδ´ ὅτῳ πέποιθας· ἀργυρίῳ, πάτερ; 48323 4.41.49.3 : ὃ καιρὸς ὁ τυχὼν τοῖς μὲν οὐ κεκτημένοις 48324 4.41.49.4 : ἔδωκε, τῶν κεκτημένων δ´ ἀφείλετο; 48325 4.41.50.1 : Φιλήμονος (fr. 121 K.). 48326 4.41.50.2 : Πολλάκις ἔχων τις οὐδὲ τἀναγκαῖα νῦν 48327 4.41.50.3 : αὔριον ἐπλούτης´, ὥστε χἁτέρους τρέφειν. 48328 4.41.50.4 : {—}θησαυρὸν εὑρὼν σήμερόν τις αὔριον. 48329 4.41.50.5 : ἅπαντα τἀκ τῆς οἰκίας ἀπώλεσεν. 48330 4.41.51.1 : Τραγικὸν ἐπεισόδιον (Tr. adesp. 547 N. 2). 48331 4.41.51.2 : Τὰ μεγάλα δῶρα τῆς τύχης ἔχει φόβον 48332 4.41.51.3 : καὶ τὸ πάνυ λαμπρὸν οὐκ ἀκίνδυνον κυρεῖ, 48333 4.41.51.4 : οὐδ´ ἀσφαλὲς πᾶν· ὕψος ἐν θνητῷ γένει, 48334 4.41.51.5 : ὃ περιέτρεψεν ἢ χρόνος τις ἢ φθόνος, 48335 4.41.51.6 : ἐπὰν ἐπ´ ἄκρον τις τοῦ καλῶς πράττειν δράμῃ. 48336 4.41.51.7 : ἡ δὲ μεσότης ἐν πᾶσιν ἀσφαλεστέρα, 48337 4.41.51.8 : τῷ μήτε λίαν ἐν ταπεινῷ τῆς τύχης 48338 4.41.51.9 : μέρει φέρεσθαι μήτ´ ἐν ὑψηλῷ πάλιν. 48339 4.41.51.10 : κἂν γὰρ πέσῃ τις ἐξ ἐλάττονος μέτρου, 48340 4.41.51.11 : εὐπερικάλυπτον ἔσχε τὴν δυσπραξίαν. 48341 4.41.51.12 : ὄγκου δὲ μεγάλου πτῶμα γίγνεται μέγα. 48342 4.41.51.13 : πρὸς γὰρ τὸ λαμπρὸν ὁ φθόνος βιάζεται, 48343 4.41.51.14 : σφάλλει δ´ ἐκείνους, οὓς ἂν ὑψώσῃ τύχη. 48344 4.41.52.1 : Ἰσοκράτους πρὸς Δημόνικον (§ 41 p. 11 a). 48345 4.41.52.2 : Νόμιζε μηδὲν εἶναι τῶν ἀνθρωπίνων βέβαιον· οὕτω 48346 4.41.52.3 : γὰρ οὔτ´ εὐτυχῶν ἔσῃ περιχαρὴς οὔτε δυστυχῶν περί– 48347 4.41.52.4 : λυπος. 48348 4.41.53.1 : Ἡροδότου (I 207). 48349 4.41.53.2 : Ὡς κύκλος τῶν ἀνθρωπηίων ἐστὶ πρηγμάτων, περι– 48350 4.41.53.3 : φερόμενος δὲ οὐκ ἐᾷ αἰεὶ τοὺς αὐτοὺς εὐτυχεῖν. 48351 4.41.54.1 : Τοῦ αὐτοῦ (I 32). 48352 4.41.54.2 : Πᾶν ἐστιν ἄνθρωπος συμφορή. 48353 4.41.55.1 : Πυθέου. 48354 4.41.55.2 : Εἰ δέ τις ὑπείληφε βεβαίως ἔχειν τὸν πλοῦτον καὶ 48355 4.41.55.3 : οὐδέποτε προλείψειν αὐτόν, οὗτος ἔοικε τύχης καὶ παρα– 48356 4.41.55.4 : δόξων πραγμάτων καταπεφρονηκέναι καὶ οὐκ εἰδέναι ὅτι 48357 4.41.55.5 : πεπλανημένον τὸ εὖ πράττειν καὶ οὐκ ἀεὶ παρὰ τοῖς 48358 4.41.55.6 : αὐτοῖς. 48359 4.41.56.1 : Βίωνος. 48360 4.41.56.2 : Βίων ἔφη ’τὰ χρήματα τοῖς πλουσίοις ἡ τύχη οὐ δε– 48361 4.41.56.3 : δώρηται, ἀλλὰ δεδάνεικεν‘. 48362 4.41.57.1 : Ἐκ τῶν Πορφυρίου Περὶ Στυγός. 48363 4.41.57.2 : Ἥ τε γὰρ αἴγειρος, ὡς φασὶν ἄλλοι τε καὶ Πλούταρ– 48364 4.41.57.3 : χος, φιλοπενθὴς καὶ ἀτελὴς πρὸς καρπογονίαν. διὸ καὶ 48365 4.41.57.4 : Σοφοκλῆς ἔν τισι φησίν· 48366 4.41.57.5 : οὐ χρή ποτ´ ἀνθρώπων μέγαν ὄλβον ἀπο– 48367 4.41.57.6 : βλέψαι· τανυφλοίου γὰρ ἰσαμέριος 48368 4.41.57.7 : † ὅστις αἰγείρου βιοτὰν ἀποβάλλει. 48369 4.41.58.1 : Σωκράτους. 48370 4.41.58.2 : Ταὐτόν ἐστιν ἐπ´ εὐτυχίᾳ μέγα φρονεῖν καὶ ἐπὶ ὀλισ– 48371 4.41.58.3 : θηρᾶς ὁδοῦ σταδιοδρομεῖν. 48372 4.41.59.1 : † Δημοκρίτου. 48373 4.41.59.2 : Οὐκ ἔστιν οὕτως ἀσφαλὴς πλούτου πυλεών, ὃν οὐκ 48374 4.41.59.3 : ἀνοίγει τύχης καιρός. 48375 4.41.60.1 : Ἀπελλῆς. 48376 4.41.60.2 : Ἀπελλῆς ὁ ζῳγράφος ἐρωτηθείς, διὰ τί τὴν τύχην 48377 4.41.60.3 : καθημένην ἔγραψεν, ’οὐχ ἕστηκε γάρ‘ εἶπεν. 48378 4.41.61.1 : Αἰσώπου. 48379 4.41.61.2 : Αἴσωπος ἐρωτηθεὶς ὑπό τινος τῶν ἐν ἐξουσίᾳ, εἰ 48380 4.41.61.3 : οἶδε τί πράττουσιν οἱ θεοί, ’τὰ μὲν οἰκοδομοῦσιν‘ ἔφη ’τὰ 48381 4.41.61.4 : δὲ καταβάλλουσιν‘. 48382 4.41.62.1 : Φαβωρίνου (fr. 109 Marr.). 48383 4.41.62.2 : Ἄνθρωπος ἐὼν † μηδέποτε φῇς ὅ τι γίνεται αὔριον, 48384 4.41.62.3 : μηδ´ ἄνδρα ἰδὼν ὄλβιον, ὅσσον χρόνον ἔσσεται· 48385 4.41.62.4 : ἀλλὰ μηδὲ οἶκον· ὥσπερ ἀμέλει ὁ ποιητὴς διεξέρχεται 48386 4.41.62.5 : τὴν τῶν Σκοπαδῶν ἀθρόαν ἀπώλειαν. ἤδη δὲ καὶ πόλεις 48387 4.41.62.6 : παρ´ ὃ προσεδόκησαν ἀνάστατοι γεγόνασιν αἰφνίδιον, αἱ 48388 4.41.62.7 : μὲν ὑπὸ πυρός, αἱ δ´ ὑπὸ σεισμοῦ, αἱ δὲ τῆς θαλάττης 48389 4.41.62.8 : ἐπελθούσης. ποῦ μοι Ἑλίκη; κατεπόθη. ποῦ Βοῦρα; καὶ 48390 4.41.62.9 : αὐτὴ κατεπόθη. δύο πόλεις Ἑλληνίδες ἀπώλοντο ὥσπερ 48391 4.41.62.10 : πλέουσαι. 48392 4.41.63.1 : Ἡροδότου ἱστορίας αʹ ( 32). 48393 4.41.63.2 : Κροῖσος δὲ σπερχθεὶς εἶπεν· Ὦ ξεῖνε Ἀθηναῖε, ἡ δὲ 48394 4.41.63.3 : ἡμετέρη εὐδαιμονίη οὕτω τοι ἀπέρριπται ἐς τὸ μηδέν, 48395 4.41.63.4 : ὥστε οὐδὲ ἰδιωτέων ἀνδρῶν ἀξίους ἡμᾶς ἐποίησας; Ὁ δὲ 48396 4.41.63.5 : Σόλων εἶπεν· Ὦ Κροῖσε, ἐπιστάμενόν με τὸ θεῖον πᾶν 48397 4.41.63.6 : ἐὸν φθονερόν τε καὶ ταραχῶδες ἐπειρωτᾷς ἀνθρωπηίων 48398 4.41.63.7 : πραγμάτων πέρι. ἐν γὰρ τῷ μακρῷ χρόνῳ πολλὰ μὲν 48399 4.41.63.8 : ἔστιν ἰδεῖν τὰ μή τις ἐθέλει, πολλὰ δὲ καὶ παθεῖν. ἐς 48400 4.41.63.9 : γὰρ ἑβδομήκοντα ἔτεα οὖρον τῆς ζωῆς ἀνθρώπῳ προτί– 48401 4.41.63.10 : θημι. τουτέων τῶν ἁπασέων ἡμερέων τῶν ἐς τὰ ἑβδο– 48402 4.41.63.11 : μήκοντα ἔτεα, ἐουσέων ..., ἡ ἑτέρη αὐτέων τῇ ἑτέρῃ ἡμέρῃ 48403 4.41.63.12 : τὸ παράπαν οὐδὲν ὅμοιον εἰσάγει πρῆγμα. οὕτω, ὦ 48404 4.41.63.13 : Κροῖσε, πᾶν ἐστιν ἄνθρωπος συμφορή. ἐμοὶ δὲ καὶ σὺ 48405 4.41.63.14 : πλουτέειν μὲν μέγα φαίνεαι καὶ βασιλεὺς πολλῶν εἶναι 48406 4.41.63.15 : ἀνθρώπων· ἐκεῖνο δέ, τὸ εἴρεό με, οὔκω σε λέγω, πρὶν 48407 4.41.63.16 : τελευτήσαντα καλῶς τὸν αἰῶνα πύθωμαι. οὐ γάρ τι ὁ 48408 4.41.63.17 : μέγα πλούσιος μᾶλλον τοῦ ἐπ´ ἡμέρην ἔχοντος ὀλβιώτερός 48409 4.41.63.18 : ἐστιν, εἰ μή οἱ τύχη ἐπίσποιτο ἔχοντα πάντα καλὰ τελευ– 48410 4.41.63.19 : τῆσαι εὖ τὸν βίον. πολλοὶ μὲν γὰρ ζάπλουτοι ἀνθρώ– 48411 4.41.63.20 : πων ἄνολβοί εἰσι, πολλοὶ δὲ μετρίως ἔχοντες βίου εὐτυ– 48412 4.41.63.21 : χέες. ὁ μὲν δὴ μέγα πλούσιος ἄνολβος δὲ δυοῖσι προέχει 48413 4.41.63.22 : τοῦ εὐτυχέος μούνοισιν, οὗτος δὲ τοῦ πλουσίου καὶ ἀνόλ– 48414 4.41.63.23 : βου πολλοῖσιν· ὁ μὲν ἐπιθυμίην ἐκτελέσαι καὶ ἄτην μεγά– 48415 4.41.63.24 : λην προσπεσοῦσαν ἐνεῖκαι δυνατώτερος, ὁ δὲ τοῖσδε προέ– 48416 4.41.63.25 : χει ἐκείνου, ἄτην μὲν καὶ ἐπιθυμίην οὐχ ὁμοίως δυνατὸς 48417 4.41.63.26 : ἐκείνῳ ἐνεῖκαι, ταῦτα δὲ ἡ εὐτυχίη οἱ ἀπερύκει, ἄπηρός 48418 4.41.63.27 : ἐστιν, ἄνουσος, ἀπαθής, εὔπαις, εὐειδής. εἰ δὲ πρὸς 48419 4.41.63.28 : τούτοισιν ἔτι τελευτήσει τὸν βίον εὖ, οὗτος ἐκεῖνος, τὸν 48420 4.41.63.29 : σὺ ζητεῖς, ὄλβιος κεκλῆσθαι ἄξιός ἐστι· πρὶν δ´ ἂν τελευ– 48421 4.41.63.30 : τήσῃ, ἐπισχεῖν, μηδὲ καλέειν κω ὄλβιον ἀλλ´ εὐτυχέα. τὰ 48422 4.41.63.31 : πάντα μέν νυν ταῦτα συλλαβεῖν ἄνθρωπον ἐόντα ἀδύνατόν 48423 4.41.63.32 : ἐστιν, ὥσπερ χώρη οὐδεμία καταρκέει πάντα ἑωυτῇ παρέ– 48424 4.41.63.33 : χουσα, ἀλλ´ ἄλλο μὲν ἔχει, ἑτέρου δὲ ἐπιδέεται· ἣ δὲ ἂν 48425 4.41.63.34 : τὰ πλεῖστα ἔχῃ, αὕτη ἀρίστη. ὣς δὲ καὶ ἀνθρώπου σῶμα 48426 4.41.63.35 : ἓν οὐδὲν αὔταρκές ἐστι· τὸ μὲν γὰρ ἔχει, ἄλλου δὲ ἐνδεές 48427 4.41.63.36 : ἐστιν. ὃς δ´ ἂν αὐτῶν πλεῖστα ἔχων διατελέῃ καὶ ἔπειτα 48428 4.41.63.37 : τελευτήσῃ εὐχαρίστως τὸν βίον, οὗτος παρ´ ἐμοὶ τὸ οὔνομα 48429 4.41.63.38 : τοῦτο, ὦ βασιλεῦ, δίκαιός ἐστι φέρεσθαι. σκοπέειν δὲ 48430 4.41.63.39 : χρὴ παντὸς χρήματος τὴν τελευτήν, κῇ ἀποβήσεται· πολ– 48431 4.41.63.40 : λοῖσι γὰρ δὴ ὑποδέξας ὄλβον ὁ θεὸς προρρίζους ἀνέτρεψε. 48432 4.42.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΑΡ´ ΑΞΙΑΝ ΕΥΤΥΧΟΥΝΤΩΝ.}1 48433 4.42.1.1 : Εὐριπίδου Βελλεροφόντης (fr. 293 N. 2). 48434 4.42.1.2 : Τιμῄ ς´ ἐπαίρει τῶν πέλας μεῖζον φρονεῖν. 48435 4.42.1.3 : Θνήσκοιμ´ ἄν· οὐ γὰρ ἄξιον λεύσσειν φάος 48436 4.42.1.4 : κακοὺς ὁρῶντας ἐκδίκως τιμωμένους. 48437 4.42.2.1 : Εὐριπίδου Δικτύος (fr. 334 N. 2). 48438 4.42.2.2 : Πολλοῖς παρέστην κἀφθόνησα δὴ βροτῶν 48439 4.42.2.3 : ὅστις κακοῖσιν ἐσθλὸς ὢν ὅμοιος ᾖ, 48440 4.42.2.4 : λόγων ματαίων εἰς ἅμιλλαν ἐξιών. 48441 4.42.2.5 : τὸ δ´ ἦν ἄρ´ οὐκ ἀκουστὸν οὐδ´ ἀνασχετόν, 48442 4.42.2.6 : σιγᾶν κλύοντα δεινὰ πρὸς κακιόνων. 48443 4.42.3.1 : Μενάνδρου Θεοφορουμένης (fr. 223 K.). 48444 4.42.3.2 : Εἴ τις προσελθών μοι θεῶν λέγοι ’Κράτων, 48445 4.42.3.3 : ἐπὰν ἀποθάνῃς, αὖθις ἐξ ἀρχῆς ἔσῃ· 48446 4.42.3.4 : ἔσῃ δ´ ὅ τι ἂν βούλῃ, κύων, πρόβατον, τράγος, 48447 4.42.3.5 : ἄνθρωπος, ἵππος· δὶς βιῶναι γάρ σε δεῖ· 48448 4.42.3.6 : εἱμαρμένον τοῦτ´ ἐστίν, ὅ τι βούλει δ´ ἑλοῦ·‘ 48449 4.42.3.7 : ἅπαντα μᾶλλον, εὐθὺς εἰπεῖν ἂν δοκῶ, 48450 4.42.3.8 : πόει με πλὴν ἄνθρωπον· ἀδίκως εὐτυχεῖ 48451 4.42.3.9 : κακῶς τε πράττει τοῦτο τὸ ζῷον μόνον. 48452 4.42.3.10 : ὁ κράτιστος ἵππος ἐπιμελεστέραν ἔχει 48453 4.42.3.11 : ἑτέρου θεραπείαν· ἀγαθὸς ἂν γένῃ κύων, 48454 4.42.3.12 : ἐντιμότερος εἶ τοῦ κακοῦ κυνὸς πολύ. 48455 4.42.3.13 : ἀλεκτρυὼν γενναῖος ἐν ἑτέρᾳ τροφῇ 48456 4.42.3.14 : ἐστίν, ὁ δ´ ἀγεννὴς καὶ δέδιε τὸν κρείττονα. 48457 4.42.3.15 : ἄνθρωπος ἂν ᾖ χρηστός, εὐγενής, σφόδρα 48458 4.42.3.16 : γενναῖος, οὐδὲν ὄφελος ἐν τῷ νῦν γένει. 48459 4.42.3.17 : πράττει δ´ ὁ κόλαξ ἄριστα πάντων, δεύτερα 48460 4.42.3.18 : ὁ συκοφάντης, ὁ κακοήθης τρίτα λέγει. 48461 4.42.3.19 : ὄνον γενέσθαι κρεῖττον ἢ τοὺς χείρονας 48462 4.42.3.20 : ὁρᾶν ἑαυτοῦ ζῶντας ἐπιφανέστερον. 48463 4.42.4.1 : Εὐριπίδου Οἰνεῖ (fr. 564 N. 2). 48464 4.42.4.2 : Ὅταν κακοὶ πράξωσιν, ὦ ξένοι, καλῶς, 48465 4.42.4.3 : ἄγαν κρατοῦντες κοὐ νομίζοντες δίκην 48466 4.42.4.4 : δώσειν ἔδρασαν πάντ´ ἐφέντες ἡδονῇ. 48467 4.42.5.1 : Θεόγνιδος ( 665 s.). 48468 4.42.5.2 : Καὶ σώφρων ἥμαρτε, καὶ ἄφρονι πολλάκι δόξα 48469 4.42.5.3 : ἕσπετο, καὶ τιμῆς 〈καὶ〉 κακὸς ὢν ἔλαχεν. 48470 4.42.6.1 : Τοῦ αὐτοῦ ( 865 ss.). 48471 4.42.6.2 : Πολλοῖς ἀχρήστοισι θεὸς διδοῖ ἀνδράσιν ὄλβον 48472 4.42.6.3 : ἐσθλόν, ὃς .. αὑτῷ βέλτερος οὐδὲν ἐὼν 48473 4.42.6.4 : οὐδὲ φίλοις· ἀρετῆς δὲ μέγα κλέος οὔ ποτ´ ὀλεῖται. 48474 4.42.6.5 : αἰχμητὴς γὰρ ἀνὴρ γῆν τε καὶ ἄστυ σαοῖ. 48475 4.42.7.1 : Σοφοκλέους Ἀλήτης (fr. 103 N. 2). 48476 4.42.7.2 : Δεινόν γε τοὺς μὲν δυσσεβεῖς κακῶν 〈τ´〉 ἄπο 48477 4.42.7.3 : βλαστόντας εἶτα τούσδε μὲν πράσσειν καλῶς, 48478 4.42.7.4 : τοὺς δ´ ὄντας ἐσθλοὺς ἔκ τε γενναίων ἅμα 48479 4.42.7.5 : γεγῶτας εἶτα δυστυχεῖς πεφυκέναι. 48480 4.42.7.6 : οὐ χρῆν τάδ´ οὕτω δαίμονας θνητῶν πέρι 48481 4.42.7.7 : πράσσειν· ἐχρῆν γὰρ τοὺς μὲν εὐσεβεῖς βροτῶν 48482 4.42.7.8 : ἔχειν τι κέρδος ἐμφανὲς θεῶν πάρα, 48483 4.42.7.9 : τοὺς δ´ ὄντας ἀδίκους τούσδε τὴν ἐναντίαν 48484 4.42.7.10 : δίκην κακῶν τιμωρὸν ἐμφανῆ τίνειν· 48485 4.42.7.11 : κοὐδεὶς ἂν οὕτως εὐτύχει κακὸς γεγώς. 48486 4.42.8.1 : Εὐριπίδου Ἱκετίδων ( 423 ss.). 48487 4.42.8.2 : Ἦ δὴ νοσῶδες τοῦτο τοῖς ἀμείνοσιν, 48488 4.42.8.3 : ὅταν πονηρὸς ἀξίωμ´ ἀνὴρ ἔχῃ 48489 4.42.8.4 : γλώσσῃ κατασχὼν δῆμον, οὐδὲν ὢν τὸ πρίν. 48490 4.42.9.1 : Τοῦ αὐτοῦ Ἑλένῃ ( 1213). 48491 4.42.9.2 : Ἐσθλῶν κακίους ἐνίοτ´ εὐτυχέστεροι. 48492 4.42.10.1 : Εὐριπίδου Ἱκετίδων ( 463 s.). 48493 4.42.10.2 : Φεῦ φεῦ· κακοῖσιν ὡς ὅταν δαίμων διδῷ 48494 4.42.10.3 : καλῶς, ὑβρίζους´ ὡς ἀεὶ πράξοντες εὖ. 48495 4.42.11.1 : Εὐριπίδου Τημενίσιν (fr. 738 N. 2). 48496 4.42.11.2 : Πολλοὶ γεγῶτες ἄνδρες οὐκ ἔχους´ ὅπως 48497 4.42.11.3 : δείξουσιν αὑτοὺς τῶν κακῶν ἐξουσίᾳ. 48498 4.42.12.1 : Δημοσθένους Ὀλυνθιακῶν αʹ (p. 16). 48499 4.42.12.2 : Τὸ γὰρ εὖ πράττειν παρὰ τὴν ἀξίαν ἀφορμὴ τοῦ 48500 4.42.12.3 : κακῶς φρονεῖν τοῖς ἀνοήτοις γίγνεται. 48501 4.42.13.1 : Δημοσθένους Φιλιππικῶν (Ps.–Dem. XI p. 155). 48502 4.42.13.2 : Αἱ γὰρ εὐπραξίαι δειναὶ συγκρύψαι καὶ συσκιάσαι 48503 4.42.13.3 : τὰς ἁμαρτίας τῶν ἀνθρώπων εἰσίν· εἰ δέ τι πταίσει, τότ´ 48504 4.42.13.4 : ἀκριβῶς διακαλυφθήσεται ταῦτα πάντα. 48505 4.42.14.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστωνύμου Τομαρίων. 48506 4.42.14.2 : Ἔοικεν ὁ βίος θεάτρῳ· διὸ πολλάκις χείριστοι τὸν 48507 4.42.14.3 : κάλλιστον ἐν αὐτῷ κατέχουσι τόπον. 48508 4.43.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΑΡ´ ΑΞΙΑΝ ΔΥΣΤΥΧΟΥΝΤΩΝ.}1 48509 4.43.1.1 : Μενάνδρου (fr. 670 K.). 48510 4.43.1.2 : Οὐθέν με λυπεῖ μᾶλλον ἢ χρηστὸς τρόπος 48511 4.43.1.3 : εἰς χαλεπὸν ὅταν ᾖ συγκεκλεισμένος βίον. 48512 4.43.2.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 671 K.). 48513 4.43.2.2 : Οἰκτρότατόν ἐστι πεῖραν ἐπὶ γήρως ὀδῷ 48514 4.43.2.3 : ἀδίκου τύχης δίκαιος εἰληφὼς τρόπος. 48515 4.43.3.1 : Ἀλέξιδος (fr. 287 K.). 48516 4.43.3.2 : Οὐκ ἔσθ´ ὅπως ἔχουσιν αἱ τύχαι φρένας· 48517 4.43.3.3 : οὐδεὶς γὰρ 〈ἂν〉 τοιοῦτος ἠτύχει ποτέ. 48518 4.43.4.1 : Ἀντιφάνους (fr. 257 K.). 48519 4.43.4.2 : Οἴμοι τάλας, ὡς ἄδικον, ὅταν ἡ μὲν τύχη 48520 4.43.4.3 : λίπῃ τινὸς τὴν τάξιν, ὁ δὲ τρόπος μένῃ. 48521 4.43.5.1 : Μενάνδρου (fr. 590 K.). 48522 4.43.5.2 : Ὦ μεταβολαῖς χαίρουσα παντοίαις τύχη, 48523 4.43.5.3 : σόν ἐστ´ ὄνειδος τοῦθ´, ὅταν οὗτος 〈ὢν〉 ἀνὴρ 48524 4.43.5.4 : δίκαιος ἀδίκοις περιπέσῃ συμπτώμασιν. 48525 4.43.6.1 : Εὐριπίδου Ἡρακλειδῶν ( 233 ss.). 48526 4.43.6.2 : Τὴν δ´ εὐγένειαν τῆς τύχης νικωμένην 48527 4.43.6.3 : νῦν δὴ μάλιστ´ ἐσεῖδον· οἵδε γὰρ πατρὸς 48528 4.43.6.4 : ἐσθλοῦ γεγῶτες δυστυχοῦς´ ἀναξίως. 48529 4.43.7.1 : Μενάνδρου Ὀλυνθιακῶν (fr. 356 K.). 48530 4.43.7.2 : Ὡς ἄδικον, ὅταν ἡ μὲν φύσις 48531 4.43.7.3 : ἀποδῷ τι σεμνόν, τοῦτο δ´ ἡ τύχη κακοῖ. 48532 4.43.8.1 : Μενάνδρου (fr. 604 K.). 48533 4.43.8.2 : Πολλοὺς δι´ ἀνάγκην γὰρ πονηροὺς οἶδ´ ἐγὼ 48534 4.43.8.3 : ὅταν ἀτυχήσωσιν γεγονότας, οὐ φύσει 48535 4.43.8.4 : ὄντας τοιούτους. 48536 4.43.9.1 : Εὐσεβίου (fr. 59 Mull.). 48537 4.43.9.2 : Πολλοὶ τῶν ἀνθρώπων, ἐπειδὰν δοκέωσι παρ´ ἀξίην 48538 4.43.9.3 : πρήσσειν, δυσανασχετέοντες, ἔπειτα δεινολογεόμενοι πρὸς 48539 4.43.9.4 : ἑωυτοὺς καὶ τοὺς πλησιάζοντας, τοιάδε διαλέγονται· ὁ 48540 4.43.9.5 : μὲν γαμέει καὶ ἐξ οἴκων τῶν εὐδαιμόνων, ἐγὼ δὲ ἄγαμος· 48541 4.43.9.6 : καὶ ὁ μὲν οἰκίην ἔχει μεγάλην καὶ οἰκοδομέει μεγαλο– 48542 4.43.9.7 : πρεπέως καὶ ἀγροὺς κέκτηται πολλούς, ἐγὼ δὲ ἀνίστιος 48543 4.43.9.8 : καὶ ἀκτήμων· καὶ τῷ μὲν πάρα πολλὰ χρήματα, ἐμὲ δὲ 48544 4.43.9.9 : ἀχρηματίη πᾶσα ἔχει· καὶ ὅδε μὲν καὶ ὅδε ἄρχουσι καὶ 48545 4.43.9.10 : τετιμέαται, τὸ δὲ ἐμὸν ἐν ἰδιώτεω λόγῳ καὶ ἀτίμου. 48546 4.43.9.11 : πρὸς οὓς χρὴ παραμυθεύμενον τάδε λέγειν, ὡς οὐ χρὴ 48547 4.43.9.12 : ἐπ´ ἄλλων εὐτυχίῃ ἄχθεσθαι, ἀλλὰ ἥδεσθαι διὰ τὸ ὁμο– 48548 4.43.9.13 : γενές· εἰδέναι δὲ ὅτι καὶ αὐτοὶ πολλῶν, ἔς τε τὰ ἑωυτῶν 48549 4.43.9.14 : ἐγκύψαντες καὶ τὰ ἐκείνοις παρέοντα ἐπιφρασάμενοι, εὑ– 48550 4.43.9.15 : ρήσουσιν ἑωυτοὺς ἄμεινον πρήσσοντας· καὶ ὅτι οὐδεὶς 48551 4.43.9.16 : ὑπὸ τῆς τοῦ πέλας εὐτυχίης τῆς ὀφειλομένης ἑωυτῷ εὐ– 48552 4.43.9.17 : πρηγίης ἀποστερέεται. 48553 4.43.10.1 : Ἡροδότου Ἱστορίας θʹ ( 16). 48554 4.43.10.2 : Ξεῖνε, ὅ τι δεῖ γενέσθαι ἐκ τοῦ θεοῦ, ἀμήχανον ἀπο– 48555 4.43.10.3 : τρέψαι ἀνθρώπῳ· οὐδὲ γὰρ πιστὰ λέγουσι θέλει πείθεσ– 48556 4.43.10.4 : θαι οὐδείς. ταῦτα δὲ Περσέων συχνοὶ ἐπιστάμενοι ἑπό– 48557 4.43.10.5 : μεθα ἀναγκαίῃ ἐνδεδεμένοι. ἐχθίστη δὲ ὀδύνη ἐστὶ τῶν 48558 4.43.10.6 : ἐν ἀνθρώποις αὕτη, πολλὰ φρονέοντα μηδενὸς κρατέειν. 48559 4.44.t.1 : {1ΟΤΙ ΔΕΙ ΓΕΝΝΑΙΩΣ ΦΕΡΕΙΝ ΤΑ ΠΡΟΣΠΙΠΤΟΝΤΑ ΟΝΤΑΣ 48560 4.44.t.2 : ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΚΑΙ ΚΑΤ´ ΑΡΕΤΗΝ ΖΗΝ ΟΦΕΙΛΟΝΤΑΣ.}1 48561 4.44.1.1 : Φιλήμονος (fr. 73 K.). 48562 4.44.1.2 : Εἰ τὰ δάκρυ´ ἡμῶν τῶν κακῶν ἦν φάρμακον, 48563 4.44.1.3 : ἀεί θ´ ὁ κλαύσας τοῦ πονεῖν ἐπαύετο, 48564 4.44.1.4 : ἠλλαττόμεσθ´ ἂν δάκρυα δόντες χρυσίον. 48565 4.44.1.5 : νῦν δ´ οὐ προσέχει τὰ πράγματ´ οὐδ´ ἀποβλέπει, 48566 4.44.1.6 : ἐάν τε κλαίῃς ἄν τε μή, πορεύεται. 48567 4.44.1.7 : τί δὴ ποεῖς πλέον; οὐδέν· ἡ λύπη δ´ ἔχει 48568 4.44.1.8 : ὥσπερ τὸ δένδρον τοῦτο καρπὸν τὸ δάκρυον. 48569 4.44.2.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 135 K.). 48570 4.44.2.2 : Ἐγὼ δὲ λυποῦμαι μὲν εἰς ὑπερβολὴν 48571 4.44.2.3 : ἐπὶ τοῖς παροῦσιν, ἐν δὲ τῇ λύπῃ φρονῶ. 48572 4.44.2.4 : τοῦτο 〈τό〉 με τηροῦν ἐστι κἄνθρωπον ποοῦν. 48573 4.44.3.1 : Χαιρήμονος (fr. 37 N. 2). 48574 4.44.3.2 : Οὐδεὶς ἐπὶ σμικροῖσι λυπεῖται σοφός. 48575 4.44.4.1 : Εὐριπίδου Ἀντιγόνη (cf. Eur. fr. 174 N. 2). 48576 4.44.4.2 : Μὴ οὖν θέλε λυπεῖν σαυτὸν εἰδὼς ὅτι 48577 4.44.4.3 : πολλάκι τὸ λυποῦν ὕστερον χαρὰν ἄγει, 48578 4.44.4.4 : καὶ τὸ κακὸν ἀγαθοῦ γίγνεται παραίτιον. 48579 4.44.5.1 : Μενάνδρου (fr. 812 K.). 48580 4.44.5.2 : Πειρῶ τύχης ἄνοιαν ἀνδρείως φέρειν. 48581 4.44.6.1 : Μενάνδρου (fr. 672 K.). 48582 4.44.6.2 : Ἄνδρα τὸν ἀληθῶς εὐγενῆ καὶ τἀγαθὰ 48583 4.44.6.3 : καὶ τὰ κακὰ δεῖ πταίοντα γενναίως φέρειν. 48584 4.44.7.1 : Φιλήμονος ἐκ Κορινθίας (fr. 39 K.). 48585 4.44.7.2 : Εἰ τὰ παρὰ τοῖς ἄλλοισιν εἰδείης κακά, 48586 4.44.7.3 : ἄσμενος ἔχοις ἄν, Νικοφῶν, ἃ νῦν ἔχεις. 48587 4.44.8.1 : Φιλήμονος Πτωχῆς ἢ Ῥοδίας (fr. 69 K.). 48588 4.44.8.2 : Εἰ πάντες ἀποθανούμεθ´ οἷς μὴ γίνεται 48589 4.44.8.3 : ἃ βουλόμεσθα, πάντες ἀποθανούμεθα. 48590 4.44.9.1 : Διφίλου Ἀδελφοῖς (fr. 4 K.). 48591 4.44.9.2 : Ὦ μακάρι´, ἀτυχεῖν θνητὸς ὢν ἐπίστασο, 48592 4.44.9.3 : ἵν´ αὐτὰ τἀναγκαῖα δυστυχῇς μόνον, 48593 4.44.9.4 : πλείω δὲ διὰ τὴν ἀμαθίαν μὴ προσλάβῃς. 48594 4.44.10.1 : Φιλιππίδου Φιλαδέλφων (fr. 18 K.). 48595 4.44.10.2 : Ὅταν ἀτυχεῖν σοι συμπέσῃ τι, δέσποτα, 48596 4.44.10.3 : Εὐριπίδου μνήσθητι, καὶ ῥᾴων ἔσῃ· 48597 4.44.10.4 : ’οὐκ ἔστιν ὅστις πάντ´ ἀνὴρ εὐδαιμονεῖ‘. 48598 4.44.10.5 : εἶναι δ´ ὑπόλαβε καὶ σὲ τῶν πολλῶν ἕνα. 48599 4.44.11.1 : Μενάνδρου Πλοκίῳ (fr. 410 K.). 48600 4.44.11.2 : Ἀεὶ τὸ λυποῦν ἀποδίωκε τοῦ βίου· 48601 4.44.11.3 : μικρόν τι τὸ βίου καὶ στενὸν ζῶμεν χρόνον. 48602 4.44.12.1 : Εὐριπίδου Ὑψιπύλη (fr. 757 N. 2). 48603 4.44.12.2 : Ἔφυ μὲν οὐδεὶς ὅστις οὐκ ἀεὶ πονεῖ, 48604 4.44.12.3 : θάπτειν τε τέκνα χἅτερα κτᾶσθαι πάλιν, 48605 4.44.12.4 : αὐτοὺς δὲ θνῄσκειν· καὶ τάδ´ ἄχθονται βροτοὶ 48606 4.44.12.5 : εἰς γῆν φέροντες γῆν. ἀναγκαίως δ´ ἔχει 48607 4.44.12.6 : βίον θερίζειν ὥστε κάρπιμον στάχυν, 48608 4.44.12.7 : καὶ τὸν μὲν εἶναι, τὸν δὲ μή· τί ταῦτα δεῖ 48609 4.44.12.8 : στένειν, ἅπερ δεῖ κατὰ φύσιν διεκπερᾶν; 48610 4.44.13.1 : Εὐριπίδου Ἡρακλεῖ ( 1349–50). 48611 4.44.13.2 : Τὰς συμφορὰς γὰρ ὅστις οὐκ ἐπίσταται 48612 4.44.13.3 : θνητὸς πεφυκὼς ὃν τρόπον χρεὼν φέρειν, 48613 4.44.13.4 : οὐδ´ ἀνδρὸς ἂν δύναιθ´ ὑποστῆναι βέλος. 48614 4.44.14.1 : Εὐριπίδου Ἀντιγόνης (fr. 175 N. 2). 48615 4.44.14.2 : Ὅστις δὲ πρὸς τὸ πῖπτον εὐλόφως φέρει 48616 4.44.14.3 : τὸν δαίμον´, οὗτος ἧσσόν ἐστ´ ἀνόλβιος. 48617 4.44.15.1 : Εὐριπίδου Τρῳάδων ( 101 s.). 48618 4.44.15.2 : ΧΟΡ. Μεταβαλλομένου δαίμονος ἀνέχου. 48619 4.44.15.3 : πλεῖ κατὰ πορθμόν, πλεῖ κατὰ δαίμονα. 48620 4.44.16.1 : Βακχυλίδου Προσοδίων (fr. 11 Bl. 3). 48621 4.44.16.2 : Εἷς ὅρος, μία βροτοῖσίν ἐστιν εὐτυχίας ὁδός, 48622 4.44.16.3 : θυμὸν εἴ τις ἔχων ἀπενθῆ δύναται διατελεῖν βίον. 48623 4.44.16.4 : ὃς δὲ μυρία μὲν ἀμφιπολεῖ φρενί, 48624 4.44.16.5 : τὸ δὲ πᾶν ἆμάρ τε καὶ νύκτα μελλόντων χάριν 48625 4.44.16.6 : ἑὸν ἰάπτεται 48626 4.44.16.7 : κέαρ, ἄκαρπον ἔχει πόνον. 48627 4.44.17.1 : Πυθαγόρου (Aur. carm. 17–18 N.). 48628 4.44.17.2 : Ὅσσα δὲ δαιμονίαισι τύχαις βροτοὶ ἄλγε´ ἔχουσιν, 48629 4.44.17.3 : ὧν ἂν μοῖραν ἕλῃς, ταύτην φέρε μηδ´ ἀγανάκτει. 48630 4.44.18.1 : Εὐριπίδου (fr. 1077 N. 2). 48631 4.44.18.2 : Πέπονθας οἷα χἅτεροι πολλοὶ βροτῶν· 48632 4.44.18.3 : τὰς γὰρ παρούσας οὐχὶ σῴζοντες τύχας 48633 4.44.18.4 : ὤλοντ´ ἐρῶντες μειζόνων ἀβουλίᾳ. 48634 4.44.19.1 : Ἀντιφάνους Ἡνιόχῳ (fr. 104 K.). 48635 4.44.19.2 : Ἀνδρὸς διαφέρει τοῦτ´ ἀνήρ· ὁ μὲν κακῶς 48636 4.44.19.3 : πράττων τὸ λυποῦν ἤγαγ´ εἰς παράστασιν, 48637 4.44.19.4 : ὁ δ´ ἐμφρόνως δεξάμενος ἤνεγκεν καλῶς. 48638 4.44.20.1 : Σοφοκλῆς Θυέστῃ (fr. 237 N. 2). 48639 4.44.20.2 : Ἔχει μὲν ἀλγείν´, οἶδα· πειρᾶσθαι δὲ χρὴ 48640 4.44.20.3 : ὡς ῥᾷστα τἀναγκαῖα τοῦ βίου φέρειν. 48641 4.44.20.4 : ἐκ τῶν τοιούτων χρή τιν´ ἴασιν λαβεῖν. 48642 4.44.21.1 : Μενάνδρου Κανηφόρῳ (fr. 253 K.). 48643 4.44.21.2 : Ἀλογίστου τρόπου 48644 4.44.21.3 : ἀτύχημα φεύγειν ἐστὶν οὐκ αὐθαίρετον. 48645 4.44.22.1 : Ἀντιφάνους (fr. 281 K.). 48646 4.44.22.2 : Τὰ τύχης φέρειν δεῖ γνησίως τὸν εὐγενῆ. 48647 4.44.22a.1 : (Antiphanis fr. 278 K.) 48648 4.44.22a.2 : Τὸ μὲν ἀτυχῆσαι παντὸς εἶναί μοι δοκεῖ, 48649 4.44.22a.3 : ἀνδρὸς δ´ ἐνεγκεῖν ἀτυχίαν ὀρθοῦ τρόπου. 48650 4.44.23.1 : Μενάνδρου (fr. 556 K.). 48651 4.44.23.2 : Ἔνεγκ´ ἀτυχίαν καὶ βλάβην εὐσχημόνως. 48652 4.44.23.3 : τοῦτ´ ἔστιν ἀνδρὸς νοῦν ἔχοντος, οὐκ ἐὰν 48653 4.44.23.4 : ἀνασπάσας τις τὰς ὀφρῦς οἴμοι λαλῇ, 48654 4.44.23.5 : ἀλλ´ ὃς τά 〈γ´〉 αὑτοῦ πράγματ´ ἐγκρατῶς φέρει. 48655 4.44.24.1 : Φιλήμονος (fr. 90 K.). 48656 4.44.24.2 : Μείζω τὰ κακὰ ποιοῦσι πολλοί, δέσποτα, 48657 4.44.24.3 : αὐτοὶ δι´ αὑτοὺς ἢ πέφυκε τῇ φύσει. 48658 4.44.24.4 : οἷον τέθνηκεν υἱὸς ἢ μήτηρ τινὶ 48659 4.44.24.5 : ἢ νὴ Δί´ ἄλλων τῶν ἀναγκαίων γέ τις, 48660 4.44.24.6 : ἂν μὲν λάβῃ τοῦτ´ ’ἀπέθαν´, ἄνθρωπος γὰρ ἦν‘, 48661 4.44.24.7 : τοσοῦτο γέγονε τὸ κακόν, ἡλίκον περ ἦν. 48662 4.44.24.8 : ἐὰν δ´ ’ἀβίωτος ὁ βίος, οὐκ ἔτ´ ὄψομαι, 48663 4.44.24.9 : ἀπόλωλ´,‘ ἐν ἑαυτῷ τοῦτ´ ἐὰν σκοπῇ, κακὰ 48664 4.44.24.10 : πρὸς τοῖς κακοῖς 〈ὁ τοι〉οῦτος ἕτερα συλλέγει. 48665 4.44.24.11 : ὁ δὲ τῷ λογισμῷ πάντα παρ´ ἑαυτῷ σκοπῶν 48666 4.44.24.12 : τὸ κακὸν ἀφαιρεῖ, τἀγαθὸν δὲ λαμβάνει. 48667 4.44.25.1 : Φιλήμονος (fr. 136 K.). 48668 4.44.25.2 : Οὕτως ἄνανδρος γέγονας; οὐκ εὐψυχία 48669 4.44.25.3 : τοῦτ´ ἔσθ´ ὃ ποιεῖς νῦν γάρ, ἀλλ´ ἀνανδρία, 48670 4.44.25.4 : τὸ μὴ δύνασθαι καρτερεῖν λυπούμενον. 48671 4.44.26.1 : Φιλήμονος (fr. 161 K.). 48672 4.44.26.2 : Πόλλ´ ἔστιν ἐν πολλαῖσιν οἰκίαις κακά, 48673 4.44.26.3 : ἃ καλῶς ὅταν ἐνέγκῃς, ἀγαθὰ γενήσεται. 48674 4.44.27.1 : Ἀπολλοδώρου (fr. 17 vol. III p. 294 K.). 48675 4.44.27.2 : Χαλεπὸν τύχη ´στὶ πρᾶγμα, χαλεπόν· ἀλλὰ δεῖ 48676 4.44.27.3 : αὐτὴν φέρειν κατὰ τρόπον ὥσπερ φορτίον. 48677 4.44.28.1 : Φιλήμονος (fr. 162 K.). 48678 4.44.28.2 : Ἐνταῦθ´ ἀνὴρ 〈γάρ〉 ἐστιν ἀνδρὸς διάφορος, 48679 4.44.28.3 : ἐν τῷ τό τε κακὸν εὖ φέρειν καὶ τἀγαθόν. 48680 4.44.29.1 : Μενάνδρου Ἀνδρογύνου (fr. 51 K.). 48681 4.44.29.2 : Τὰ προσπεσόντα προσδοκᾶν ἅπαντα δεῖ 48682 4.44.29.3 : ἄνθρωπον ὄντα· παραμένει γὰρ οὐδὲ ἕν. 48683 4.44.30.1 : Φιλήμονος (fr. 107 K.). 48684 4.44.30.2 : Ἂν γνῷς τί ἐστ´ ἄνθρωπος, εὐδαίμων ἔσῃ. 48685 4.44.30.3 : τέθνηκέ τις· μὴ δεινὸν ἔστω τοῦτό σοι. 48686 4.44.30.4 : κεκύηκέ τις, [μὴ δεινὸν] οὐ κεκύηκέ τις· ἠτύχηκέ τις· 48687 4.44.30.5 : βήττει τις· οἰμώζει τις· ἡ φύσις φέρει [δ´] 48688 4.44.30.6 : ἅπαντα ταῦτα· φεῦγε τὰς λύπας. 48689 4.44.31.1 : Εὐριπίδου (fr. 1075 N. 2). 48690 4.44.31.2 : Θνητὸς γὰρ ὢν καὶ θνητὰ πείσεσθαι δόκει· 48691 4.44.31.3 : 〈ἢ〉 θεοῦ βίον ζῆν ἀξιοῖς ἄνθρωπος ὤν; 48692 4.44.32.1 : Σωτάδου. 48693 4.44.32.2 : Πλειστάκις ἀδικούμενός τις ἐν ἀδικοῦντι καιρῷ 48694 4.44.32.3 : ἀνέχεταί τις ὃ μὴ θέλει διὸ φέρει γενέσθαι. 48695 4.44.33.1 : Μενάνδρου ἐκ Βοιωτίας (fr. 89 K.). 48696 4.44.33.2 : Πολλὰ δύσκολα 48697 4.44.33.3 : εὕροις ἂν ἐν τοῖς πᾶσιν· ἀλλ´ εἰ πλείονα 48698 4.44.33.4 : τὰ συμφέροντ´ ἔνεστι, τοῦτο δεῖ σκοπεῖν. 48699 4.44.34.1 : Εὐριπίδου Ἱππολύτῳ στεφανηφόρῳ ( 203 48700 4.44.34.2 : –207). 48701 4.44.34.3 : Θάρσει, τέκνον, καὶ μὴ χαλεπῶς 48702 4.44.34.4 : μετάβαλλε δέμας. 48703 4.44.34.5 : ῥᾷον δὲ νόσον μετά θ´ ἡσυχίας 48704 4.44.34.6 : καὶ γενναίου λήματος οἴσεις· 48705 4.44.34.7 : μοχθεῖν δὲ βροτοῖσιν ἀνάγκη. 48706 4.44.35.1 : Μενάνδρου Μισογύνου (fr. 325 K.). 48707 4.44.35.2 : Ἂν ἐκλέγῃ 48708 4.44.35.3 : ἀεὶ τὸ λυποῦν, μηδὲν ἀντιπαρατιθεὶς 48709 4.44.35.4 : τῶν προσδοκωμένων, ὀδυνήσῃ διὰ τέλους. 48710 4.44.36.1 : Εὐριπίδου (fr. 1078 N. 2). 48711 4.44.36.2 : Ἀνδρῶν τάδ´ ἐστὶν ἐνδίκων τε καὶ σοφῶν, 48712 4.44.36.3 : κἀν τοῖσι δεινοῖς μὴ τεθυμῶσθαι θεοῖς. 48713 4.44.37.1 : Μενάνδρου Μισογύνου (fr. 325 K.). 48714 4.44.37.2 : Τὰ δυσχερῆ γὰρ καὶ τὰ λυπήσοντά σε 48715 4.44.37.3 : ὁρᾷς ἐν αὐτῷ, τὰ δ´ ἀγάθ´ οὐκέτι βλέπεις. 48716 4.44.37.4 : εὕροις δ´ ἂν οὐδὲν τῶν ἁπάντων, Σιμύλε, 48717 4.44.37.5 : ἀγαθόν, ὅπου τι μὴ πρόσεστι καὶ κακόν. 48718 4.44.38.1 : Μενάνδρου Εὐνούχῳ (fr. 187 K.). 48719 4.44.38.2 : [Καὶ] μὴ θεομάχει μηδὲ προσάγου τῷ πράγματι 48720 4.44.38.3 : χειμῶνας ἑτέρους, τοὺς δ´ ἀναγκαίους φέρε. 48721 4.44.39.1 : Εὐριπίδου Βελλεροφόντου (fr. 287 N. 2). 48722 4.44.39.2 : Τοῖς πράγμασιν γὰρ οὐχὶ θυμοῦσθαι χρεών· 48723 4.44.39.3 : μέλει γὰρ αὐτοῖς οὐδέν· ἀλλ´ οὑντυγχάνων 48724 4.44.39.4 : τὰ πράγματ´ ὀρθῶς ἢν τιθῇ, πράσσει καλῶς. 48725 4.44.40.1 : Μενάνδρου Ἡνιόχῳ (fr. 205 K.). 48726 4.44.40.2 : Ὧν δὲ μὴ αἴτιος τρόπος, 48727 4.44.40.3 : τὰ ἀπὸ τῆς τύχης φέρειν δεῖ γνησίως τὸν εὐγενῆ. 48728 4.44.41.1 : Ἀλέξιδος ἐκ Συρακουσίου (fr. 217 K.). 48729 4.44.41.2 : Τοῖς γὰρ κακοῖς 48730 4.44.41.3 : τοὺς μὴ μαχομένους ῥᾷστα χρωμένους ὁρῶ. 48731 4.44.42.1 : Φιλήμονος (fr. 117 K.). 48732 4.44.42.2 : Ἄνθρωπος εἶ δήπουθεν· οὐκ ἔστ´ οὐδὲ εἷς 48733 4.44.42.3 : ᾧ μὴ κακόν τι γέγονεν ἢ γενήσεται. 48734 4.44.42.4 : ὁ ποῶν δ´ ἐλάχιστον τὸ γεγενημένον .., 48735 4.44.42.5 : ἀμφότερον οὗτος εὐτυχεῖ τε καὶ φρονεῖ. 48736 4.44.43.1 : Σοφοκλέους (fr. 861 N. 2). 48737 4.44.43.2 : Στέργειν δὲ τἀκπεσόντα καὶ θέσθαι πρέπει 48738 4.44.43.3 : σοφὸν κυβευτήν, ἀλλὰ μὴ στένειν τύχην. 48739 4.44.44.1 : Ἀλέξιδος ἐκ Φιλοτραγῳδοῦ (fr. 252 K.). 48740 4.44.44.2 : Σοφοῦ γὰρ ἀνδρὸς τὰς τύχας ὀρθῶς φέρειν. 48741 4.44.45.1 : Μενάνδρου Κωνειαζομέναις (fr. 306 K.). 48742 4.44.45.2 : Ὥστε μηθείς, πρὸς θεῶν, 48743 4.44.45.3 : πράττων κακῶς λίαν ἀθυμήσῃ ποτέ· 48744 4.44.45.4 : ἴσως γὰρ ἀγαθοῦ τοῦτο πρόφασις γίνεται. 48745 4.44.46.1 : Βακχυλίδου Προσοδίων (fr. 12 Bl. 3). 48746 4.44.46.2 : Τί γὰρ ἐλαφρὸν ἔτ´ ἔστ´ ἄπρακτ´ ὀδυρόμενον δονεῖν 48747 4.44.46.3 : καρδίαν; 48748 4.44.47.1 : Εὐριπίδου Ἀλεξάνδρου (fr. 46 N. 2). 48749 4.44.47.2 : ΧΟΡ. Πάντων τὸ θανεῖν· τὸ δὲ κοινὸν ἄχος 48750 4.44.47.3 : μετρίως ἀλγεῖν σοφία μελετᾷ. 48751 4.44.48.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμήνης (fr. 98 N. 2). 48752 4.44.48.2 : Ἀλλ´ εὖ φέρειν χρὴ συμφορὰς τὸν εὐγενῆ. 48753 4.44.49.1 : Εὐριπίδου Αἰόλου (fr. 37 N. 2). 48754 4.44.49.2 : Μοχθεῖν ἀνάγκη· τὰς δὲ δαιμόνων τύχας 48755 4.44.49.3 : ὅστις φέρει κάλλιστ´, ἀνὴρ οὗτος σοφός. 48756 4.44.50.1 : Σοφοκλέους Φαίδρᾳ (fr. 619 N. 2). 48757 4.44.50.2 : Αἴσχη μέν, ὦ γυναῖκες, οὐδ´ ἂν εἷς φύγοι 48758 4.44.50.3 : βροτῶν ποθ´, ᾧ καὶ Ζεὺς ἐφορμήσῃ κακά. 48759 4.44.50.4 : νόσους δ´ ἀνάγκη τὰς θεηλάτους φέρειν. 48760 4.44.51.1 : Τοῦ αὐτοῦ Οἰδίποδι ( 86 ss.). 48761 4.44.51.2 : Τίν´ ἡμὶν ἥκεις τοῦ θεοῦ φήμην φέρων; 48762 4.44.51.3 : {—}Ἐσθλήν. λέγω γὰρ καὶ τὰ δύσφορ´, εἰ τύχοι 48763 4.44.51.4 : κατ´ ὀρθὸν ἐξελθόντα, πάντ´ ἂν εὐτυχεῖν. 48764 4.44.52.1 : Εὐριπίδου Ἑλένης ( 253 s.). 48765 4.44.52.2 : Ἔχεις μὲν ἀλγείν´, οἶδα· σύμφορον δέ σοι 48766 4.44.52.3 : ὡς ῥᾷστα τἀναγκαῖα τοῦ βίου φέρειν. 48767 4.44.53.1 : Εὐριπίδου (fr. 1076 N. 2). 48768 4.44.53.2 : Πάντων ἄριστον μὴ βιάζεσθαι θεούς, 48769 4.44.53.3 : στέργειν δὲ μοῖραν· τῶν ἀμηχάνων δ´ ἔρως 48770 4.44.53.4 : πολλοὺς ἔθηκε τοῦ παρόντος ἀμπλακεῖν. 48771 4.44.54.1 : Σοφοκλέους Αἴαντι ( 362 s.). 48772 4.44.54.2 : Εὔφημα φώνει· μὴ κακὸν κακῷ διδοὺς 48773 4.44.54.3 : ἄκος, πλέον τὸ πῆμα τῆς ἄτης τίθει. 48774 4.44.55.1 : Εὐριπίδου Μελανίππης (fr. 505 N. 2). 48775 4.44.55.2 : Τὰ τυγχάνοντα δ´ ὅστις εὖ φέρει βροτῶν, 48776 4.44.55.3 : σοφὸν νομίζω, σωφρονεῖν τ´ ἐμοὶ δοκεῖ. 48777 4.44.56.1 : Σοφοκλέους Ἀκρισίῳ (fr. 62 N. 2). 48778 4.44.56.2 : Θάρσει, γύναι· τὰ πολλὰ τῶν δεινῶν, ὄναρ 48779 4.44.56.3 : πνεύσαντα νυκτός, ἡμέρας μαλάσσεται. 48780 4.44.57.1 : Μενάνδρου (Epitr. fr. 179 K. 8 Koerte). 48781 4.44.57.2 : Οὐθὲν πέπονθας δεινόν, ἂν μὴ προσποιῇ. 48782 4.44.58.1 : Σοφοκλέους Τηρεῖ (fr. 526 N. 2). 48783 4.44.58.2 : Ἀλγεινά, Πρόκνη, δῆλον· ἀλλ´ ὅμως χρεὼν 48784 4.44.58.3 : τὰ θεῖα θνητοὺς ὄντας εὐπετῶς φέρειν. 48785 4.44.59.1 : Σωτίωνος ἐκ τοῦ Περὶ ὀργῆς. 48786 4.44.59.2 : Μῦθός τις περιφέρεται γυναικός, ὅτι ἡ λύπη παρ´ 48787 4.44.59.3 : οἷς ἂν τρέφηται, καὶ αὔξεται παρ´ ἐκείνοις ἡδέως καὶ 48788 4.44.59.4 : μένει. ὁ δὲ Κλεάνθης ἔλεγε τὴν λύπην ψυχῆς παράλυσιν. 48789 4.44.59.5 : ὁ δὲ φρόνιμος ἐρεῖ ’τολμήεις μοι θυμός, ἐπεὶ μάλα πολ– 48790 4.44.59.6 : λὰ πέπονθα, μετὰ καὶ τόδε τοῖσι γενέσθω‘. 48791 4.44.60.1 : Ῥούφου ἐκ τῶν Ἐπικτήτου Περὶ φιλίας (Musoni 48792 4.44.60.2 : rel. p. 127 fr. XLII H.). 48793 4.44.60.3 : Ὅτι τοιαύτη ἡ τοῦ κόσμου φύσις καὶ ἦν καὶ ἔστι 48794 4.44.60.4 : καὶ ἔσται καὶ οὐχ οἷόν τε ἄλλως γίγνεσθαι τὰ γιγνόμενα 48795 4.44.60.5 : ἢ ὡς νῦν ἔχει· καὶ ὅτι ταύτης τῆς τροπῆς καὶ τῆς μετα– 48796 4.44.60.6 : βολῆς οὐ μόνον οἱ ἄνθρωποι μετειλήφασι καὶ τἄλλα ζῷα 48797 4.44.60.7 : τὰ ἐπὶ γῆς, ἀλλὰ καὶ τὰ θεῖα, καὶ νὴ Δί´ αὐτὰ τὰ 48798 4.44.60.8 : τέτταρα στοιχεῖα ἄνω καὶ κάτω τρέπεται καὶ μεταβάλλει 48799 4.44.60.9 : καὶ γῆ τε ὕδωρ γίνεται καὶ ὕδωρ ἀήρ, οὗτος δὲ πάλιν εἰς 48800 4.44.60.10 : αἰθέρα μεταβάλλει· καὶ ὁ αὐτὸς τρόπος τῆς μεταβολῆς 48801 4.44.60.11 : ἄνωθεν κάτω. ἐὰν πρὸς ταῦτά τις ἐπιχειρῇ τρέπειν τὸν 48802 4.44.60.12 : νοῦν καὶ πείθειν ἑαυτὸν ἑκόντα δέχεσθαι τὰ ἀναγκαῖα, 48803 4.44.60.13 : πάνυ μετρίως καὶ μουσικῶς διαβιώσεται τὸν βίον. 48804 4.44.61.1 : Θουκυδίδου δημηγορία Περικλέους (II 64, 6). 48805 4.44.61.2 : Ὡς οἵ τινες πρὸς τὰς ξυμφορὰς γνώμῃ μὲν ἥκιστα 48806 4.44.61.3 : λυποῦνται, ἔργῳ δὲ μάλιστα ἀντέχουσιν, οὗτοι καὶ πόλεων 48807 4.44.61.4 : καὶ ἰδιωτῶν κράτιστοί εἰσιν. 48808 4.44.62.1 : Αἰλιανοῦ Ἱστοριῶν (III 2). 48809 4.44.62.2 : Ἀναξαγόρᾳ τις τῷ Κλαζομενίῳ σπουδάζοντι πρὸς 48810 4.44.62.3 : τοὺς ἑταίρους προσελθὼν ἔφη τεθνηκέναι οἱ τοὺς δύο 48811 4.44.62.4 : παῖδας, οὕσπερ οὖν καὶ εἶχεν μόνους ὁ Ἀναξαγόρας. ὁ 48812 4.44.62.5 : δὲ μηδὲν διαταραχθεὶς εἶπεν ’ᾔδειν θνητοὺς γεγεννηκώς‘. 48813 4.44.63.1 : Αἰλιανοῦ Ἱστοριῶν (III 3). 48814 4.44.63.2 : Ξενοφῶντι θύοντι ἧκέ τις ἐκ Μαντινείας ἄγγελος 48815 4.44.63.3 : λέγων τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν Γρύλλον τεθνάναι. κἀκεῖνος 48816 4.44.63.4 : ἀπέθετο μὲν τὸν στέφανον, διετέλει δὲ θύων. ἐπεὶ δὲ ὁ 48817 4.44.63.5 : ἄγγελος προσέθηκε τῷ προτέρῳ λόγῳ καὶ ἐκεῖνον τὸν λέ– 48818 4.44.63.6 : γοντα ὅτι νικῶν τέθνηκεν, πάλιν ὁ Ξενοφῶν ἐπέθετο τὸν 48819 4.44.63.7 : στέφανον. 48820 4.44.64.1 : Δημοκρίτου (fr. 289 Diels 2). 48821 4.44.64.2 : Ἀλογιστίη μὴ ξυγχωρέειν ταῖσι κατὰ τὸν βίον ἀνάγκαις. 48822 4.44.65.1 : Ἀρριανοῦ Ἐπικτητείου (fr. II p. 405 Schenkl.). 48823 4.44.65.2 : Ὁ τοῖς παροῦσι καὶ δεδομένοις ὑπὸ τῆς τύχης δυσ– 48824 4.44.65.3 : χεραίνων ἰδιώτης ἐν βίῳ· ὁ δὲ ταῦτα γενναίως φέρων 48825 4.44.65.4 : καὶ εὐλογίστως τὰ ἀπ´ αὐτῶν, ἀνὴρ ἀγαθὸς ἄξιος νομί– 48826 4.44.65.5 : ζεσθαι. 48827 4.44.66.1 : Τοῦ αὐτοῦ (ibid. fr. III). 48828 4.44.66.2 : Πάντα ὑπακούει τῷ κόσμῳ καὶ ὑπηρετεῖ καὶ γῆ καὶ 48829 4.44.66.3 : θάλασσα καὶ ἥλιος καὶ τὰ λοιπὰ ἄστρα καὶ τὰ γῆς φυτὰ 48830 4.44.66.4 : καὶ ζῷα. ὑπακούει δὲ αὐτῷ καὶ τὸ ἡμέτερον σῶμα καὶ 48831 4.44.66.5 : νοσοῦν καὶ ὑγιαῖνον, ὅταν ἐκεῖνος θέλῃ, καὶ νεάζον καὶ 48832 4.44.66.6 : γηρῶν καὶ τὰς ἄλλας διερχόμενον μεταβολάς. οὐκοῦν 48833 4.44.66.7 : εὔλογον καί, ὃ ἐφ´ ἡμῖν ἐστι, τουτέστι τὴν κρίσιν, μὴ 48834 4.44.66.8 : ἀντιτείνειν μόνην πρὸς αὐτόν· καὶ γὰρ ἰσχυρός ἐστι καὶ 48835 4.44.66.9 : κρείσσων καὶ ἄμεινον ὑπὲρ ἡμῶν βεβούλευται μετὰ τῶν 48836 4.44.66.10 : ὅλων καὶ ἡμᾶς συνδιοικῶν. πρὸς δὲ τούτοις καὶ ἡ ἀντί– 48837 4.44.66.11 : πραξις μετὰ τοῦ ἀλόγου καὶ πλέον οὐδὲν ποιοῦσα πλὴν 48838 4.44.66.12 : τὸ διακενῆς σπᾶσθαι καὶ περιπίπτειν ὀδύναις καὶ λύ– 48839 4.44.66.13 : παις ποιεῖ. 48840 4.44.67.1 : Δημοκρίτου (fr. 290 Diels 2). 48841 4.44.67.2 : Λύπην ἀδέσποτον ψυχῆς ναρκώσης λογισμῷ ἔκκρουε. 48842 4.44.68.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 42 Diels 2). 48843 4.44.68.2 : Μέγα τὸ ἐν συμφορῇσι φρονεῖν ἃ δεῖ. 48844 4.44.69.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 46 Diels 2). 48845 4.44.69.2 : Μεγαλοψυχίη τὸ φέρειν πράως πλημμέλειαν. 48846 4.44.70.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 291 I. c.). 48847 4.44.70.2 : Πενίην ἐπιεικέως φέρειν σωφρονέοντος. 48848 4.44.71.1 : Διογένους. 48849 4.44.71.2 : Περιπεσὼν δ´ αὖ τισι συμπτώμασιν ἔλεγεν ’εὖ γε, 48850 4.44.71.3 : ὦ Τύχη, ὅτι μου ἀρρένως προέστηκας‘. ἐν δὲ τοῖς τοι– 48851 4.44.71.4 : ούτοις καιροῖς καὶ τερετίζων ἀνεχώρει. 48852 4.44.72.1 : Χείλωνος. 48853 4.44.72.2 : Χείλων, λυπουμένου τινὸς ἐπὶ τοῖς αὑτοῦ κακοῖς, 48854 4.44.72.3 : εἶπεν ’εἰ τὰ πάντων κατανοήσεις, ἧττον ἐπὶ τοῖς σεαυ– 48855 4.44.72.4 : τοῦ δυσφορήσεις‘. 48856 4.44.73.1 : Πιττακοῦ. 48857 4.44.73.2 : Συνετῶν μὲν ἀνδρῶν εἶπεν ἔργον ἵνα μὴ γένηται 48858 4.44.73.3 : κωλῦσαι, ἀνδρείων δὲ γενόμενα φέρειν ἐγκρατῶς. 48859 4.44.74.1 : Σωκράτους. 48860 4.44.74.2 : Σωκράτης διαλεγόμενος, καὶ τινὸς προσαγγείλαντος 48861 4.44.74.3 : ὅτι ὁ υἱὸς αὐτοῦ τέθνηκε, συμπεραιώσας τὴν διάλεξιν 48862 4.44.74.4 : ’ἀπίωμεν‘ ἔφη ’Σωφρονίσκῳ τὰ νενομισμένα πληρώσον– 48863 4.44.74.5 : τες‘. 48864 4.44.75.1 : Θεοβούλου. 48865 4.44.75.2 : Τὰς τῆς τύχης μεταβολὰς γενναίως πειρῶ φέρειν· 48866 4.44.75.3 : καὶ μήτε εὐτυχῶν ὑπερήφανος ἔσο μήτε ἀπορῶν ταπει– 48867 4.44.75.4 : νός, ἀλλὰ γίνου † ταπεινὸς ἐφ´ ἑκατέρας τῆς τύχης. 48868 4.44.76.1 : Φαβωρίνου (fr. 110 Marres). 48869 4.44.76.2 : Ἀνὴρ δὲ ἐν μεγαλοψυχίᾳ ἀληθινῇ καὶ φιλοσοφίᾳ 48870 4.44.76.3 : τεθραμμένος πρὸ τῶν ξυμφορῶν τὴν εὐθυμίαν ἐν τῇ 48871 4.44.76.4 : γνώμῃ ἀπόθετον ἔχει. τὸ δὲ ἐπὶ τοῖς δεινοῖς τῆς ἐξ ἑτέ– 48872 4.44.76.5 : ρου παρηγορίας χρῄζειν τὸν καιρὸν τῆς εὐθυμίας ὑπερ– 48873 4.44.76.6 : βαίνει. 48874 4.44.77.1 : Διονυσίου Ἁλικαρνασέως ἐκ λόγων. 48875 4.44.77.2 : *** 48876 4.44.77a.1 : (Aeliani V. h. IX 7) 48877 4.44.77a.2 : Ἡ Ξανθίππη ἔφη, μυρίων μεταβολῶν τὴν πόλιν καὶ 48878 4.44.77a.3 : αὐτοὺς κατασχουσῶν, ἐν πάσαις ὅμοιον τὸ Σωκράτους 48879 4.44.77a.4 : πρόσωπον καὶ προϊόντος ἐκ τῆς οἰκίας καὶ ἐπανιόντος 48880 4.44.77a.5 : θεάσασθαι. ἥρμοστο γὰρ δηλονότι πρὸς πάντα ἐπιει– 48881 4.44.77a.6 : κῶς· τοιγάρτοι οὐδὲν πώποτε ἐλύπησεν αὐτόν. 48882 4.44.78.1 : Ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου Ἐγχειριδίου (c. 16). 48883 4.44.78.2 : Ὅταν κλαίοντα ἴδῃς ἐν πένθει ἢ ἀποδημοῦντος τέκ– 48884 4.44.78.3 : νου ἢ ἀπολωλεκότος τὰ ἑαυτοῦ, πρόσεχε μή σε ἡ φαντα– 48885 4.44.78.4 : σία συναρπάσῃ ὡς ἐν κακοῖς ὄντος τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλ´ 48886 4.44.78.5 : εὐθὺς πρόχειρον ἔστω, ὅτι τοῦτον θλίβει οὐ τὰ συμβεβη– 48887 4.44.78.6 : κότα (ἄλλον γὰρ οὐ θλίβει) ἀλλὰ τὰ δόγματα. μέχρι 48888 4.44.78.7 : μέντοι λόγου μὴ ὄκνει συμπεριφέρεσθαι αὐτοῖς, κἂν οὕτω 48889 4.44.78.8 : τύχῃ, ἐπιστενάξαι· λίαν δὲ προσέχων μὴ καὶ ἔσωθεν 48890 4.44.78.9 : στενάξῃς. 48891 4.44.79.1 : Ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου Ἐγχειριδίου (c. 11). 48892 4.44.79.2 : Μηδέποτε ἐπὶ μηδενὸς εἴπῃς, ὅτι ’ἀπώλεσα αὐτό‘, 48893 4.44.79.3 : ἀλλ´ ὅτι ’ἀπέδωκα‘. τὸ παιδίον ἀπέθανεν· ἀπεδόθη .... 48894 4.44.79.4 : τί δέ μοι μέλει διά τί με ὁ δοὺς ἀπῄτησε; μέχρι δ´ ἂν 48895 4.44.79.5 : δίδωται, ἐπιμελοῦμαι ὡς τοῦ πανδοκίου. 48896 4.44.80.1 : Ἀρριανοῦ Ἐπικτητείου ἐκ τοῦ Περὶ προνοίας (Dissert. 48897 4.44.80.2 : I, 6, 26. 32. 37–40). 48898 4.44.80.3 : Ἀλλὰ γίνεταί τινα ἀηδῆ καὶ χαλεπὰ ἐν τῷ βίῳ. καὶ 48899 4.44.80.4 : τί οἴει ὅτι ὁ Ἡρακλῆς ἂν ἀπέβη τοιοῦτος, εἰ μὴ λέων 48900 4.44.80.5 : οὗτος ἐγένετο καὶ ὕδρα καὶ ἔλαφος καὶ σῦς καὶ ἄδικοί 48901 4.44.80.6 : τινες ἄνθρωποι καὶ θηριώδεις, οὓς ἐκεῖνος ἐξήλαυνε καὶ 48902 4.44.80.7 : ἐκάθαιρε; Καὶ σὺ τούτων αἰσθανόμενος βλέψον εἰς τὰς 48903 4.44.80.8 : δυνάμεις καὶ ἀφορμάς, δι´ ὧν κοσμήσεις σαυτόν. Οὔ· 48904 4.44.80.9 : ἀλλὰ κάθησθε τὰ μὲν μὴ συμβῇ τρέμοντες, περὶ δὲ τῶν 48905 4.44.80.10 : συμβαινόντων ὀδυρόμενοι· εἶτα τοῖς θεοῖς ἐγκαλεῖτε. τί 48906 4.44.80.11 : γάρ ἐστιν ἄλλο ἀκόλουθον τῇ τοιαύτῃ ἀγεννείᾳ ἢ ἀσέβεια; 48907 4.44.80.12 : καίτοι ὅ γε θεὸς οὐ μόνον ἔδωκεν ἡμῖν τὰς δυνάμεις ταύ– 48908 4.44.80.13 : τας, καθ´ ἃς οἴσομεν πᾶν τὸ ἀποβαῖνον μὴ ταπεινούμενοι 48909 4.44.80.14 : μηδὲ συγκλώμενοι, ἀλλ´ ὃ ἦν ἀγαθοῦ βασιλέως καὶ ταῖς 48910 4.44.80.15 : ἀληθείαις πατρός, ἀκώλυτον τοῦτο ἔδωκε, καὶ ὅλον αὐτὸ 48911 4.44.80.16 : ἐφ´ ἡμῖν ἐποίησεν. 48912 4.44.81.1 : Ἱππάρχου Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ εὐθυμίας (Diels 48913 4.44.81.2 : Vorsokr. I 2 p. 449). 48914 4.44.81.3 : Ὡς πρὸς τὸν ξύμπαντα αἰῶνα ἐξετάζοντι βραχύτατον 48915 4.44.81.4 : ἔχοντες οἱ ἄνθρωποι τὸν τᾶς ζωᾶς χρόνον, κάλλιστον ἐν 48916 4.44.81.5 : τῷ βίῳ οἱονεί τινα παρεπιδαμίαν ποιησοῦνται ἐπ´ εὐθυ– 48917 4.44.81.6 : μίᾳ καταβιώσαντες. ταύταν δὲ ἕξοντι μάλιστα πάντων 48918 4.44.81.7 : ἀκριβῶς ἐπιστάμενοι καὶ ἐπεγνωκότες ἑαυτούς, ὅτι ἐντὶ 48919 4.44.81.8 : θνατοὶ καὶ σάρκινοι, εὐαδίκητον καὶ 〈εὔ〉φθαρτον κεκτη– 48920 4.44.81.9 : μένοι σῶμα, καὶ πάντων 〈τῶν〉 χαλεπωτάτων αὐτοῖς ἐπι– 48921 4.44.81.10 : κρεμαμένων μέχρις ἐσχάτας ἀναπνοᾶς. καὶ πρᾶτόν γ´ 48922 4.44.81.11 : ἐπένθωμεν ἐπὶ τὰ συμβαίνοντα· περὶ τὸ σῶμα πλευρίτι– 48923 4.44.81.12 : δες περιπλευμονίαι φρενίτιδες ποδάγραι στραγγουρίαι 48924 4.44.81.13 : δυσεντερίαι ληθαργίαι ἐπιληψίαι σηπεδόνες, ἄλλα μυρία· 48925 4.44.81.14 : περὶ δὲ τὰν ψυχὰν πολλῷ μείζονα καὶ χαλεπώτερα· πάντα 48926 4.44.81.15 : γὰρ τὰ κατὰ τὸν βίον ἄθεσμα, κακά, παράνομα καὶ ἀσε– 48927 4.44.81.16 : βήματα, ἐκ τῶν κατὰ τὰν ψυχὰν παθημάτων ἐντί. διὰ 48928 4.44.81.17 : γὰρ τὰς παρὰ φύσιν ἀμέτρους ἐπιθυμίας πολλοὶ εἰς 48929 4.44.81.18 : ἀκατασχέτους ὁρμὰς ἐξώκειλαν, καὶ οὔτε τᾶς ἐκ τῶν 48930 4.44.81.19 : θυγατέρων οὔτε τᾶς ἐκ τῶν ματέρων ἀνοσιωτάτας ἡδονᾶς 48931 4.44.81.20 : ἀπέσχοντο, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ πατροκτονίᾳ παρεγένοντο, καὶ 48932 4.44.81.21 : πολλοὶ τὰ ἴδια τέκνα κατέσφαξαν. τί λέγω τὰ ἀπὸ τῶν 48933 4.44.81.22 : ἐκτὸς ἐπηρτημένα κακά, τὰς ἐπομβρίας καὶ αὐχμώς, ὑπερ– 48934 4.44.81.23 : βολὰς καυμάτων, ὑπερβολὰς ψύξιος, ὥστε πολλάκις ἐκ 48935 4.44.81.24 : τᾶς κατὰ τὸν ἀέρα ἀνωμαλίας λοιμόν τε καὶ λιμὸν γίνε– 48936 4.44.81.25 : σθαι καὶ ποικιλίαν παντοδαπῶν συμπτωμάτων καὶ ὅλας 48937 4.44.81.26 : πόλεις ἐρημοῦσθαι; πολλῶν οὖν τοιούτων ἐπικρεμαμένων 48938 4.44.81.27 : μήτε ταῖς κατὰ τὸ σῶμα εὐαμερίαις ποτέχοντες σεμνυνό– 48939 4.44.81.28 : μενοι ἐπαιρώμεθα, αἵ τινες ὀλίγω πυρετῶ ἐπιγενομένω 48940 4.44.81.29 : ἀνθέων τρόπῳ συντόμως μαραίνοντι, μήτε ταῖς ἐκτὸς 48941 4.44.81.30 : νομιζομέναις εὐτυχίαις, 〈αἳ〉 καὶ αὐταὶ πολλάκις τάχιον 48942 4.44.81.31 : ἀπόλλυσθαι ἢ γίνεσθαι πεφύκαντι· πάντα γὰρ ταῦτα, 48943 4.44.81.32 : ἄστατά τε καὶ ἀβέβαια Εὐρίπου τρόπον, ἐν πολλαῖς καὶ 48944 4.44.81.33 : ποικίλαις μεταβολαῖς γινόμενα παρειλήφαμεν, καὶ οὐδὲν 48945 4.44.81.34 : αὐτῶν μένον οὐδὲ ἀκίνητον οὐδὲ βέβαιον οὐδὲ ἀναφαίρετον. 48946 4.44.81.35 : διὸ ταῦτα μὲν ἐνθυμηθέντες, 〈κέρδος δὲ〉 νομίζοντες εἰ 48947 4.44.81.36 : τὰ παρεόντα καὶ δεδομένα καὶ τὸν ἐλάχιστον χρόνον δια– 48948 4.44.81.37 : μεῖναι δύναιτο, ἐν εὐθυμίᾳ διάξομεν γενναίως φέροντες 48949 4.44.81.38 : τὰ προσπίπτοντα. νῦν δὲ πολλοὶ πάντα τὰ ὑπὸ φύσιος 48950 4.44.81.39 : καὶ τύχας παρεόντα καὶ δεδομένα αὐτοῖς ἐπὶ τὸ βέλτιον 48951 4.44.81.40 : προαναπλάσαντες καὶ οὐχ οἷα ἔστι λογισάμενοι, ἀλλ´ οἷα 48952 4.44.81.41 : ἐπ´ ἄκρον ἐπιτυγχανόμενα δύναται γενέσθαι, ἄφνω στερό– 48953 4.44.81.42 : μενοι, πολλοῖς καὶ μεγάλοισι καὶ ἀθέσμοις καὶ ἀνοήτοις 48954 4.44.81.43 : κακοῖς καταφορτίζοντι τὰν ψυχάν· καὶ οὕτω συμβαίνει 48955 4.44.81.44 : αὐτοῖς πικρότατον ἔχεν τὸν βίον καὶ χαλεπώτατον. ταῦ– 48956 4.44.81.45 : τα δὲ γίνεται ἐπί τε ἀποβολαῖς χρημάτων ἢ φίλων θανόν– 48957 4.44.81.46 : των ἢ τέκνων ἤ τινων ἄλλων τῶν νομιζομένων τιμιωτά– 48958 4.44.81.47 : των ἦμεν. εἶτα κλαίοντες καὶ ὀδυρόμενοι λέγοντι αὑτοὺς 48959 4.44.81.48 : μόνους ἀτυχεστάτους καὶ κακοδαίμονας, οὐ μεμναμένοι 48960 4.44.81.49 : ὅτι κατταὐτὰ καὶ ἄλλοις πολλοῖς ἐγένετο καὶ νῦν γίνεται, 48961 4.44.81.50 : οὐδὲ δυνάμενοι κατανοῆσαι τόν τε τῶν παρεόντων βίον 48962 4.44.81.51 : καὶ τὸν τῶν προεξεστακότων ἐν ὅσαις συμφοραῖς καὶ 48963 4.44.81.52 : κακῶν τρικυμίαις καὶ νῦν ἐντὶ πολλοὶ καὶ πρὸ τοῦ ἐγέ– 48964 4.44.81.53 : νοντο. ἐπιλογισάμενοι οὖν ὅτι πολλοὶ ἀποβαλόντες χρή– 48965 4.44.81.54 : ματα ὕστερον διὰ τὰν τῶν χρημάτων γενομέναν ἀπώ– 48966 4.44.81.55 : λειαν αὐτοὶ περιεσώθησαν, ἢ λῃσταῖς διὰ τοῦτο μέλλοντες 48967 4.44.81.56 : περιπίπτειν ἢ τυράννῳ· πολλοὶ δὲ φιλήσαντές τινας καὶ 48968 4.44.81.57 : καθ´ ὑπερβολὰν εὐνοήσαντες ἐν τῷ μετέπειτα χρόνῳ μεγά– 48969 4.44.81.58 : λως ἐμίσησαν· ἃ δὴ πάντα ἀναλογισάμενοι ἐκ τᾶς παρα– 48970 4.44.81.59 : δεδομένας ἁμῖν ἱστορίας, καὶ μαθόντες ὅτι καὶ ὑπὸ τέκνων 48971 4.44.81.60 : καὶ φίλων μάλιστα φιληθέντων πολλοὶ ἀπώλοντο, καὶ 48972 4.44.81.61 : ἀντιπαραβάλλοντες τὸν αὑτῶν βίον πρὸς τὸν τῶν πρασ– 48973 4.44.81.62 : σομένων φαυλότερον, καὶ τὰ προσπίπτοντα ἀνθρώπινα 48974 4.44.81.63 : νομίζοντες καὶ μὴ 〈ἁμῖν〉 μόνοις συμβαίνοντα, εὐθυμό– 48975 4.44.81.64 : τερον διάξομεν. οὐδὲ γὰρ θέμις ἄνθρωπον μὲν ὄντα τὰ 48976 4.44.81.65 : τῶν ἀλλοτρίων συμπτώματα εὔφορα νομίζεν, ἀλλ´ οὐ καὶ 48977 4.44.81.66 : τὰ ἴδια κάδεα, ἰδόντα ὅτι πολλαὶ κᾶρες κατὰ πάντα τὸν 48978 4.44.81.67 : βίον πεφύκαντι. οἱ δὲ κλαίοντες καὶ κατοδυρόμενοι, πρὸς 48979 4.44.81.68 : τῷ μηδ´ ἡντινοῦν ὠφέλειαν τῷ ἀπολομένῳ ἢ τῷ ἀποιχο– 48980 4.44.81.69 : μένῳ περαίνεσθαι, ἐς μέζονα παθήματα τὰν ψυχὰν ἐλαύ– 48981 4.44.81.70 : νοντι, μεστὰν πολλῶν φαύλων φυσιωμάτων οὖσαν. προσή– 48982 4.44.81.71 : κει οὖν ἐκνίπτοντας καὶ ἀνακαθαίροντας ἀπορρύπτεσθαι 48983 4.44.81.72 : πάσαις μηχαναῖς τὰς ἐγκατεσκιρωμένας κηλῖδας τῷ κατὰ 48984 4.44.81.73 : φιλοσοφίαν λόγῳ. ποιήσομεν δὲ τοῦτο ἀντεχόμενοι φρο– 48985 4.44.81.74 : νήσιος καὶ σωφροσύνας καὶ μεταποιούμενοι ... τοῖς πα– 48986 4.44.81.75 : ρεοῦσι καὶ μὴ πολλῶν ὀρεγόμενοι. οἱ γὰρ ἄνθρωποι τὰ 48987 4.44.81.76 : πολλὰ παρασκευαζόμενοι, ὡς οὐκ ἔστι ζῆν μετὰ τὸν τᾶς 48988 4.44.81.77 : ζωᾶς χρόνον ... ἄξεστι γενέσθαι, χρησώμεθα παρουσίᾳ 48989 4.44.81.78 : τῶν ἀγαθῶν, ἐκ δὲ τᾶς φιλοσοφίας καὶ λαβρότερον ἀπ– 48990 4.44.81.79 : ληστευσώμεθα· ἀπληστευόμενοι γὰρ τῶν ἐκ φιλοσοφίας 48991 4.44.81.80 : καλῶν καὶ σεμνῶν, καὶ τᾶς ἐκ τῶν φαύλων ἀπολυθησόμεθα 48992 4.44.81.81 : ἀπληστίας. 48993 4.44.82.1 : Ἐκ τῶν Τέλητος Περὶ περιστάσεων (Tel. rel. 2 p. 48994 4.44.82.2 : 52 H.). 48995 4.44.82.3 : Ἡ τύχη ὥσπερ ποιήτριά τις οὖσα παντοδαπὰ ποιεῖ 48996 4.44.82.4 : πρόσωπα, ναυαγοῦ, πτωχοῦ, φυγάδος, ἐνδόξου, ἀδόξου. 48997 4.44.82.5 : δεῖ οὖν τὸν ἀγαθὸν ἄνδρα πᾶν ὅ τι ἂν αὕτη περιθῇ κα– 48998 4.44.82.6 : λῶς ἀγωνίζεσθαι. ναυαγὸς γέγονας, εὖ τὸν ναυαγόν· πένης 48999 4.44.82.7 : ἐξ εὐπόρου, εὖ τὸν πένητα· 49000 4.44.82.8 : ἄρμενος ἐν μικροῖσι καὶ ἄρμενος ἐν μεγάλοισιν· 49001 4.44.82.9 : ἀρκούμενος καὶ ἐσθῆτι τῇ τυχούσῃ καὶ διαίτῃ καὶ δια– 49002 4.44.82.10 : κονίᾳ, ὥσπερ ὁ Λαέρτης 49003 4.44.82.11 : γρηὶ σὺν ἀμφιπόλῳ, ἥ οἱ βρῶσίν τε πόσιν τε 49004 4.44.82.12 : παρτίθει· 49005 4.44.82.13 : καὶ ἐκοιμᾶτο χαμαὶ ἐπὶ στιβάδος· 49006 4.44.82.14 : φύλλων κεκλιμένων χθαμαλαὶ βεβλήατο εὐναί. 49007 4.44.82.15 : ἀρκεῖ γὰρ ταῦτα καὶ εἰς τὸ προσηνῶς καὶ εἰς τὸ ὑγιεινῶς, 49008 4.44.82.16 : ἐὰν μή τις τρυφᾶν βούληται· 49009 4.44.82.17 : οὐ γὰρ ἐν γαστρὸς βορᾷ 49010 4.44.82.18 : τὸ χρηστὸν εἶναι 49011 4.44.82.19 : οὐδέ γε. ἐν χλανίδος κατασκευῇ οὐδὲ ἐν στρωμνῆς μαλα– 49012 4.44.82.20 : κότητι. οὐκ ἀηδῶς γὰρ Εὐριπίδης 49013 4.44.82.21 : τρυφῇ δέ τοι 49014 4.44.82.22 : πολλῶν ἐδεστῶν μηχανὰς θηρεύομεν· 49015 4.44.82.23 : καὶ οὐ μόνον ἐδεστῶν, ἀλλὰ καὶ ὀσφραντῶν καὶ ἀκουστῶν. 49016 4.44.82.24 : οὐ δεῖ δὲ τρυφᾶν οὐδὲν τῶν πραγμάτων μὴ φερόντων, 49017 4.44.82.25 : ἀλλ´ ὥσπερ οἱ ναυτικοὶ πρὸς τοὺς ἀνέμους καὶ πρὸς τὴν 49018 4.44.82.26 : περίστασιν ὁρῶντες· ἐκποιεῖ, χρῆσαι· οὐκ ἐκποιεῖ, παῦσαι. 49019 4.44.82.27 : καὶ ὥσπερ ἐπὶ στρατείας ὁ μὲν ἵππον ἔχων ἱππεὺς ἀγω– 49020 4.44.82.28 : νίζεται, ὁ δὲ ὅπλα ὁπλίτης, ὁ δὲ μηδὲν ἔχων ψιλός, καὶ 49021 4.44.82.29 : ὥσπερ ἐκεῖσε ὅταν ἐπικέωνται οἱ πολέμιοι καὶ βάλλωσιν, 49022 4.44.82.30 : εἰς τὰ ὅπλα ἀναχωρεῖς ψιλὸς ὤν· οὕτως ἂν δεῦρο ἐπικέη– 49023 4.44.82.31 : ται ἐνίοτε πόλεμος, ἀπορία ἀρρωστία, ἀναχώρει εἰς μονο– 49024 4.44.82.32 : σιτίαν, εἰς αὐτοδιακονίαν, εἰς τρίβωνα, ἔσχατον εἰς ᾅδου. 49025 4.44.83.1 : Ἐκ τῶν Τέλητος Περὶ ἀπαθείας (Tel. rel. 2 p. 55 H.). 49026 4.44.83.2 : Μήποθ´ ὃν τρόπον ἀπύρηνος ῥοὰ λέγεται καὶ ἀτρά– 49027 4.44.83.3 : χηλοι καὶ ἄπλευροι ἄνθρωποι, οὕτω καὶ ἄλυποι καὶ ἄφοβοι 49028 4.44.83.4 : ἄνθρωποι λέγονται; {—}βούλει οὖν τοῖς αὐτοῖς παραδείγ– 49029 4.44.83.5 : μασι χρησάμενοι λέγωμεν, ὃν τρόπον ἀπύρηνος ῥοὰ λέγεται 49030 4.44.83.6 : καὶ ἄπλευροι καὶ ἀτράχηλοι ἄνθρωποι, οὕτω καὶ ἀναμάρτη– 49031 4.44.83.7 : τοι καὶ ἄφθονοι λέγονται; καὶ ὃν τρόπον ἐκεῖ ἄπλευρος 49032 4.44.83.8 : οὐ κατὰ στέρησιν πλευρῶν, ἀλλὰ τοιούτων πλευρῶν λέγε– 49033 4.44.83.9 : ται, οὕτω καὶ ὁ ἄφρων καὶ ὁ ἄνους οὐ κατὰ στέρησιν 49034 4.44.83.10 : φρενῶν καὶ νοῦ. ἀλλὰ τοιούτων φρενῶν καὶ τοιούτου νοῦ; 49035 4.44.83.11 : καὶ ὥσπερ τὸν ἄπλευρον ἔχειν μὲν φαμὲν πλευράς, μοχ– 49036 4.44.83.12 : θηρὰς δέ, οὕτω καὶ τὸν ἄνουν ἔχειν μὲν νοῦν, μοχθηρὸν 49037 4.44.83.13 : δέ, καὶ τὸν ἄφρονα ἔχειν μὲν φρένας, μοχθηρὰς δέ; ἢ 49038 4.44.83.14 : παντάπασι τὸ πεπεῖσθαι ταῦτα γελοῖον; ἀλλ´ ὥσπερ ἀνα– 49039 4.44.83.15 : μάρτητος ὁ ἐκτὸς ἁμαρτίας, καὶ ἄφθονος καὶ ἀβάσκανος 49040 4.44.83.16 : 〈ὁ ἐκτὸς φθόνου καὶ βασκανίας〉, καὶ ἀπερίεργος καὶ 49041 4.44.83.17 : ἀμεμψίμοιρος 〈ὁ〉 ἐκτὸς ἑκατέρου τούτων, οὕτω καὶ ἄλυ– 49042 4.44.83.18 : πος καὶ ἄφοβος 〈ὁ〉 ἐκτὸς λύπης καὶ φόβου; οὕτω γὰρ 49043 4.44.83.19 : καὶ εὐδαίμων ἔσται [ὁ] ἐκτός του πάθους καὶ ταραχῆς 49044 4.44.83.20 : ὤν. ὅστις δὲ ἐν ὀδύνῃ καὶ λύπῃ [ὢν] καὶ φόβῳ ἐστί, πως 49045 4.44.83.21 : ἂν ἐκεῖνος εὐαρεστοίη τῷ βίῳ, ἢ μὴ εὐαρεστῶν πῶς ἂν 49046 4.44.83.22 : εἴη εὐδαίμων; ἢ εἰ λύπη ἅψεται, πῶς οὐ καὶ φόβος 49047 4.44.83.23 : καὶ ἀγωνία καὶ ὀργὴ καὶ ἔλεος; ὧν γὰρ ὑπαρξάντων 49048 4.44.83.24 : ἄνθρωποι λυποῦνται, τούτων ἐν προσδοκίᾳ γενόμενοι φο– 49049 4.44.83.25 : βοῦνται καὶ ἀγωνιῶσι καὶ τοὺς ἀναξίως δοκοῦντας περι– 49050 4.44.83.26 : πίπτειν τούτοις ἐλεοῦσι καὶ τοῖς κατὰ προαίρεσιν περι– 49051 4.44.83.27 : βάλλουσιν ὀργίζονται καὶ θυμοῦνται καὶ ὑφορῶνται· καὶ 49052 4.44.83.28 : οὓς μισοῦσι, τούτους ὁρῶντες εὖ πράττοντας ζηλοτυποῦσι 49053 4.44.83.29 : καὶ φθονοῦσι, καὶ ἀκούσαντες ἔχοντάς τι κακὸν ἐπιχαί– 49054 4.44.83.30 : ρουσιν. εἰ οὖν ἐν λύπῃ ἔσται, πῶς ἐκτός τινος ἔσται 49055 4.44.83.31 : πάθους; ἢ μηθενὸς ἐκτὸς ὢν πῶς ἀπαθὴς ἔσται; ὅπερ 49056 4.44.83.32 : δεῖ τὸν μακάριον εἶναι, ὥστε οὖν μήτε ἐπὶ φίλου μήτε 49057 4.44.83.33 : ἐπὶ τέκνου τελευτῇ λυπηθῆναι, εἴπερ μηδὲ ἐπὶ τῇ αὑτοῦ. 49058 4.44.83.34 : ἢ οὐκ ἄνανδροί σοι δοκοῦσιν εἶναι οἱ τὸν ἑαυτῶν θάνα– 49059 4.44.83.35 : τον ἀγεννῶς καὶ μὴ εὐθαρσῶς προσδεχόμενοι; ἢ οὐ δεῖ 49060 4.44.83.36 : τὸν εὔψυχον καὶ ἀνδρεῖον εὐψύχως τὴν ἑαυτοῦ τελευτὴν 49061 4.44.83.37 : φέρειν, ὥσπερ Σωκράτης, μὴ δυσφοροῦντα μηδὲ δυσκο– 49062 4.44.83.38 : λαίνοντα; ἢ δυσχερέστερόν τι κρίνειν τὴν ἄλλου τελευτὴν 49063 4.44.83.39 : τῆς ἑαυτοῦ; ἢ οὐχ ὁμοίως αὑτὸν ἀγαπᾷ καὶ στέργει; ἢ 49064 4.44.83.40 : τὸν φίλον μᾶλλον καὶ τὰ τέκνα ἢ ἑαυτόν; καὶ ταύτην μὲν 49065 4.44.83.41 : ἐπαινοῦσιν ἐντελλομένην 49066 4.44.83.42 : σὺ δ´ ὦ τεκοῦσα, μή τι σὴν 49067 4.44.83.43 : λιβάσι κατάσπενδ´ 〈εὐγενῆ〉 παρηίδα, 49068 4.44.83.44 : τὴν δὲ κατακολουθοῦσαν ὠμὴν φησὶν ἡ δόξα. ἐπεὶ καὶ 49069 4.44.83.45 : ταυτασὶ τὰς Λακωνικὰς γυναῖκας πᾶς τις ἐπαινεῖ ὡς 49070 4.44.83.46 : εὐψύχους. ἀκούσασά 〈τις〉 τὸν ἑαυτῆς υἱὸν σεσωσμένον 49071 4.44.83.47 : καὶ πεφευγότα ἐκ τῶν πολεμίων, γράφει αὐτῷ [κακὰ φάμα 49072 4.44.83.48 : τεῦ κακκέχυται· τὺ ὦν ἢ ταύταν ἀπότριψαι, ἢ μηδ´ ἁμῖν φά– 49073 4.44.83.49 : νευ.] οὐχ ὡς ἂν Ἀττικὴ γυνὴ ἀκούσασα σεσωσμένον ἔγραψεν 49074 4.44.83.50 : ἄν ’εὖ τέκνον, ὅτι σαυτόν μοι ἔσωσας‘, ἀλλ´ ἐκ τῶν ἐναν– 49075 4.44.83.51 : τίων ’κακὰ φάμα τεῦ κακκέχυται· τὺ ὦν ἢ ταύταν ἀπό– 49076 4.44.83.52 : τριψαι ἢ μηδαμεῖ φαίνευ‘, τοῦτο δέ ἐστιν ’ἄπαγξαι‘. καὶ 49077 4.44.83.53 : ἄλλη πάλιν ἀπαγγείλαντος αὐτῇ τοῦ κήρυκος ὅτι ὁ υἱὸς 49078 4.44.83.54 : ἐν τῇ παρατάξει τετελεύτηκε ’ποῖός τις‘ φησί ’γενόμενος‘; 49079 4.44.83.55 : ’ἀνὴρ ἀγαθός, ὦ μῆτερ.‘ ’εὖγε, ὦ τέκνον‘ φησί· ’τούτου 49080 4.44.83.56 : γὰρ ἕνεκά σε‘ φησίν ’ἐγέννησα, ἵνα χρήσιμος καὶ βοαθὸς 49081 4.44.83.57 : ἦσθα τᾷ Σπάρτᾳ.‘ οὐκ ἔκλαιε καὶ ἐδεινοπάθει, ἀλλὰ καὶ 49082 4.44.83.58 : ἀκούσασα ὅτι εὐψύχως, ἐπῄνεσε. καὶ ἐκείνη δὲ πάλιν ἡ 49083 4.44.83.59 : Λάκαινα ὡς γεννική· φυγόντων γὰρ αὐτῆς τῶν υἱῶν ἐκ 49084 4.44.83.60 : τῆς μάχης καὶ παραγενομένων πρὸς αὐτὴν ’ποῦ‘ φησίν 49085 4.44.83.61 : ’ἥκατε φεύγοντες; ἢ δεῦρο καταδυσόμενοι ὅθεν ἐξέδυτε;‘ 49086 4.44.83.62 : ἀνασυραμένη καὶ δείξασα αὐτοῖς. ὅρα εἰ καὶ τῶν παρ´ 49087 4.44.83.63 : ἡμῖν τις γυναικῶν τοῦτ´ ἂν ποιήσειεν, ἀλλ´ οὐκ ἀσμένη 49088 4.44.83.64 : ὄψεται σεσωσμένους; ἐκεῖναι δ´ οὔ· ἀλλὰ ἀποθανόντας 49089 4.44.83.65 : εὐψύχως ἥδιον 〈.... διὸ〉 καὶ ἐπιγράφουσι Λακεδαιμόνιοι 49090 4.44.83.66 : ... οὔ[τε] τὸ ζῆν θέμενοι καλὸν οὔτε τὸ θνῄσκειν, 49091 4.44.83.67 : ἀλλὰ τὸ ταῦτα καλῶς ἀμφότερ´ ἐκτελέσαι. 49092 4.44.83.68 : πῶς δὲ οὐκ ἀλόγιστον καὶ ἄλλως μάταιον τὸ τελευτήσαν– 49093 4.44.83.69 : τος τοῦ φίλου καθῆσθαι κλαίοντα καὶ λυπούμενον καὶ 49094 4.44.83.70 : ἑαυτὸν προσκαταφθείροντα; δέον, ἵνα καί τι μᾶλλον φιλό– 49095 4.44.83.71 : σοφος δόξῃ παρὰ τοῖς ἀποπλήκτοις, πρὸ τοῦ τελευτῆσαι 49096 4.44.83.72 : τὸν φίλον ὀδυνᾶσθαι 〈καὶ〉 κλαίειν, ἐνθυμούμενον ὅτι 49097 4.44.83.73 : αὐτῷ ὁ φίλος θνητὸς ἐγένετο καὶ ἄνθρωπος. οὐ γὰρ 49098 4.44.83.74 : ὀρθῶς φησὶ βουλευομένου ὁ Στίλπων τὸ διὰ τοὺς ἀπογενο– 49099 4.44.83.75 : μένους τῶν ζώντων ὀλιγωρεῖν· γεωργὸς οὐ ποιεῖ τοῦτο, 49100 4.44.83.76 : οὐδ´ ἐὰν τῶν δένδρων ξηρόν τι γένηται, καὶ τὰ ἄλλα προσ– 49101 4.44.83.77 : εκκόπτει, ἀλλὰ τῶν λοιπῶν ἐπιμελόμενος πειρᾶται τὴν 49102 4.44.83.78 : τοῦ ἐκλελοιπότος χρείαν ἀναπληροῦν. οὐδ´ ἡμεῖς ἐπὶ 49103 4.44.83.79 : τῶν ἡμετέρων μερῶν· γελοῖον γὰρ ἔσται εἰ ἐὰν τὸν ἕτε– 49104 4.44.83.80 : ρόν τις ὀφθαλμὸν ἀποβάλῃ, δεήσει καὶ τὸν ἕτερον προσεκ– 49105 4.44.83.81 : κόψαι, κἂν ὁ εἷς ποὺς κυλλός, καὶ τὸν ἕτερον ἀνάπηρον 49106 4.44.83.82 : ποιεῖν, κἂν ἕνα ὀδόντα, καὶ τοὺς ἄλλους προσεκλέξαι· 49107 4.44.83.83 : ἀλλ´ ἐπὶ μὲν τούτων εἴ τις οὕτως οἴοιτο, μαργίτης· τοῦ 49108 4.44.83.84 : δὲ υἱοῦ τελευτήσαντος ἢ τῆς γυναικός, 〈εἰκὸς〉 αὑτοῦ τε 49109 4.44.83.85 : ὀλιγωρεῖν ζῶντος καὶ τὰ ὑπάρχοντα προσκαταφθείρειν; 49110 4.44.83.86 : καὶ εἰ μὲν τῶν γνωρίμων τινὸς υἱὸς ἢ γυνὴ ἀπέθανε, 49111 4.44.83.87 : παρεκάλεις ἄν, οἰόμενος δεῖν ἀνδρωδῶς καὶ θαρσαλέως 49112 4.44.83.88 : καὶ μὴ βαρέως φέρειν· αὐτὸς δὲ τοῖς αὐτοῖς περιπεσὼν 49113 4.44.83.89 : συμπτώμασιν, οὕτως οἴει δεῖν δυσφορεῖν. ἀλλ´ οὐ πράως 49114 4.44.83.90 : καὶ εἴπερ ἕτερον, παρακαλεῖν μέτριον ἐν στενοχωρίᾳ καὶ 49115 4.44.83.91 : ἀπορίᾳ μὴ δυσκολαίνειν μηδὲ ἀβίωτον τὸν βίον νομίζειν, 49116 4.44.83.92 : ἀλλὰ τῷ δοκοῦντι κακῷ τὸ δοκοῦν ἀγαθὸν ἀντιτιθέναι 49117 4.44.83.93 : καὶ ἐξισοῦν ’ἀπογέγονεν ὁ φίλος, καὶ γὰρ γέγονε.‘ σὺ δέ, 49118 4.44.83.94 : ὅτι μὲν ἀπογέγονεν, ἀκληρεῖν οἴει, ὅτι δὲ ἐγένετο, οὐκ 49119 4.44.83.95 : εὐκληρεῖν· καὶ εἰ μὲν μηκέτι παρέξεται χρείας ἀπογενόμενος, 49120 4.44.83.96 : ἄθλιον, ὅτι δὲ παρείχετο γενόμενος, οὐ μακάριον. {—}Ναί· 49121 4.44.83.97 : ἀλλ´ οὐκέτι ἔσται. {—}Οὐδὲ γὰρ ἦν μυριοστὸν ἔτος, οὐδ´ 49122 4.44.83.98 : ἐπὶ τῶν Τρωικῶν· οὐδὲ γὰρ κατὰ τοὺς προπάππους σου. 49123 4.44.83.99 : σὺ δὲ ἐπὶ μὲν τούτῳ οὐκ ἄχθῃ, ὅτι δὲ εἰς ὕστερον οὐκ 49124 4.44.83.100 : ἔσται, δυσχεραίνεις. {—}Χρειῶν γὰρ ἐστέρημαι. {—}Καὶ 49125 4.44.83.101 : γὰρ ὑπουργιῶν, ἃς αὐτὸς ἐλειτούργεις ζῶντι τῷ τέκνῳ καὶ 49126 4.44.83.102 : τῷ φίλῳ καὶ κακοπαθῶν καὶ δαπανῶν. ἄδηλον γὰρ φη– 49127 4.44.83.103 : σὶν ὁ Σωκράτης οὐ μόνον τῷ καλὴν εἰ ἐπὶ ταύτῃ πλείω, 49128 4.44.83.104 : ἀλλὰ καὶ τῷ τέκνα καὶ φίλους εἰ περὶ τούτους πλείω. 49129 4.44.83.105 : ἔπειτα δὴ καὶ ἀποδημοῦντος αὐτοῦ χρειῶν στερηθήσῃ καὶ 49130 4.44.83.106 : στρατευομένου ὑπὲρ τῆς πατρίδος καὶ πρεσβεύοντος καὶ 49131 4.44.83.107 : ἱερεύοντος καὶ ἀρρωστήσαντος καὶ πρεσβυτέρου γενομένου. 49132 4.44.83.108 : ἀλλ´ εἰ ἐπὶ πᾶσι τούτοις δυσκολαίνοις, τί τοῖς γρᾳδίοις 49133 4.44.83.109 : ἀπολείψεις; ἄλογον δὲ καὶ ἅμα μὲν ἐπιβάλλουσαν ἡγεῖ– 49134 4.44.83.110 : σθαι τὴν στρατείαν καὶ τὴν ἀποδημίαν τῷ φίλῳ καὶ αὐ– 49135 4.44.83.111 : τὸν συνεκπίπτειν καὶ εἰ μὴ ἀποδημοίη ἐγκαλεῖν ὡς ἁμαρ– 49136 4.44.83.112 : τάνοντι, ἅμα δὲ δυσφορεῖν εἰ ἀποδημήσει ἢ στρατεύσεται. 49137 4.44.83.113 : καλῶς τὸ τοῦ κυβερνήτου ἐκείνου ’ἀλλ´ οὖν γε, ὦ Πόσει– 49138 4.44.83.114 : δον, ὀρθήν‘. οὕτω καὶ ἀνὴρ ἀγαθὸς εἴποι πρὸς τὴν τύ– 49139 4.44.83.115 : χην ’ἀλλ´ οὖν γε ἄνδρα, καὶ οὐ βλᾶκα.‘ 49140 4.44.84.1 : Πλάτωνος Πολιτείας γʹ (p. 387 D–E). 49141 4.44.84.2 : Καὶ τοὺς ὀδυρμοὺς ἄρα ἐξαιρήσομεν καὶ τοὺς οἴκτους 49142 4.44.84.3 : 〈τοὺς〉 τῶν ἐλλογίμων ἀνδρῶν; Ἀνάγκη, ἔφη, εἴπερ καὶ 49143 4.44.84.4 : τὰ πρότερα. Σκόπει, ἦν δ´ ἐγώ, εἰ ὀρθῶς ἐξαιρήσομεν 49144 4.44.84.5 : ἢ οὔ. φαμὲν δὲ δὴ ὅτι ὁ ἐπιεικὴς ἀνὴρ τῷ ἐπιεικεῖ, 49145 4.44.84.6 : οὗπερ καὶ ἑταῖρός ἐστι, τὸ τεθνάναι οὐ δεινὸν ἡγήσε– 49146 4.44.84.7 : ται. {—}Φαμὲν γάρ. {—}Οὐκ ἄρα ὑπέρ γε ἐκείνου ὡς δει– 49147 4.44.84.8 : νόν τι πεπονθότος ὀδύροιτ´ ἄν. {—}Οὐ δῆτα. {—}Ἀλλὰ 49148 4.44.84.9 : μὴν καὶ τόδε λέγομεν, ὡς ὁ τοιοῦτος μάλιστα αὐτὸς αὑτῷ 49149 4.44.84.10 : αὐτάρκης πρὸς τὸ εὖ ζῆν, καὶ διαφερόντως τῶν ἄλλων 49150 4.44.84.11 : ἥκιστα ἑτέρου προσδεῖται. Ἀληθῆ, ἔφη. Ἥκιστα ἄρ´ 49151 4.44.84.12 : αὐτῷ δεινὸν στερηθῆναι υἱέος ἢ ἀδελφοῦ ἢ χρημάτων ἢ 49152 4.44.84.13 : ἄλλου του τῶν τοιούτων. {—}Ἥκιστα μέντοι. {—}Ἥκιστα 49153 4.44.84.14 : ἄρα καὶ ὀδύρεσθαι, φέρειν δὲ ὡς πραότατα, ὅταν τις 49154 4.44.84.15 : αὐτὸν τοιαύτη ξυμφορὰ καταλάβῃ. {—}Πολύ γε. {—}Ὀρθῶς 49155 4.44.84.16 : ἄρ´ ἂν ἐξαιροῖμεν τοὺς θρήνους τῶν ὀνομαστῶν ἀνδρῶν, 49156 4.44.84.17 : γυναιξὶ δὲ ἀποδιδοῖμεν, καὶ οὐδὲ ταύταις σπουδαίαις, καὶ 49157 4.44.84.18 : ὅσοι κακοὶ τῶν ἀνδρῶν. 49158 4.45.t.1 : {1ΟΤΙ ΔΕΙ ΤΑΣ ΜΕΝ ΕΥΤΥΧΙΑΣ ΠΡΟΦΑΙΝΕΙΝ, ΤΑΣ ΔΕ ΑΤΥΧΙΑΣ 49159 4.45.t.2 : ΚΡΥΠΤΕΙΝ, ΚΑΙ ΟΡΘΩΣ ΚΕΧΡΗΣΘΑΙ ΤΟΙΣ ΠΑΡΟΥΣΙΝ.}1 49160 4.45.1.1 : Πινδάρου Ὕμνων (fr. 42 Schr.). 49161 4.45.1.2 : Ἀλλοτρίοισιν μὴ προφαίνειν, τίς φέρεται 49162 4.45.1.3 : μόχθος ἄμμιν· τοῦτό γέ τοι ἐρέω· 49163 4.45.1.4 : καλῶν μὲν ὦν μοῖράν τε τερπνῶν ἐς μέσον χρὴ παντὶ λαῷ 49164 4.45.1.5 : δεικνύναι· εἰ δέ τις ἀνθρώποισι θεόσδοτος † ατληκηκοτας 49165 4.45.1.6 : προστύχῃ, ταύταν σκότει κρύπτειν ἔοικεν. 49166 4.45.2.1 : Σοφοκλέους Τυροῦς βʹ (fr. 592 N. 2). 49167 4.45.2.2 : Μὴ σπεῖρε πολλοῖς τὸν παρόντα δαίμονα· 49168 4.45.2.3 : σιγώμενος γάρ ἐστι θρηνεῖσθαι πρέπων. 49169 4.45.3.1 : Μενάνδρου Ὑποβολιμαίῳ (fr. 489 K.). 49170 4.45.3.2 : Ἄπολλον, ἀλλὰ σκαιὸν οὐ μετρίως λέγεις, 49171 4.45.3.3 : μετὰ μαρτύρων ἀτυχεῖν, παρὸν λεληθέναι. 49172 4.45.4.1 : Μενάνδρου (fr. 605 K.). 49173 4.45.4.2 : Τὸ δ´ εὖ φέρειν 49174 4.45.4.3 : ἔστιν τοιοῦτον, ἂν δύνῃ μόνος φέρειν 49175 4.45.4.4 : καὶ μὴ ´πίδηλον τὴν τύχην πολλοῖς ποῇς. 49176 4.45.5.1 : Διφίλου (fr. 108 K.). 49177 4.45.5.2 : Ὡς δεινὸν ἡνίκ´ ἄν τις ὢν ἐν φροντίσιν 49178 4.45.5.3 : εἰκῆ θεατὴν τὸν τυχόντα λαμβάνῃ. 49179 4.45.6.1 : Εὐριπίδου Οἰδίποδι (fr. 553 N. 2). 49180 4.45.6.2 : Ἐκμαρτυρεῖν γὰρ ἄνδρα τὰς αὑτοῦ τύχας 49181 4.45.6.3 : εἰς πάντας ἀμαθές, τὸ δ´ ἐπικρύπτεσθαι σοφόν. 49182 4.45.7.1 : Εὐριπίδου Κρησσῶν (fr. 460 N. 2). 49183 4.45.7.2 : Λύπη μὲν ἄτῃ περιπεσεῖν αἰσχρᾷ τινι· 49184 4.45.7.3 : εἰ δ´ οὖν γένοιτο, χρὴ περιστεῖλαι καλῶς 49185 4.45.7.4 : κρύπτοντα καὶ μὴ πᾶσι κηρύσσειν τάδε· 49186 4.45.7.5 : γέλως γὰρ ἐχθροῖς γίγνεται τὰ τοιάδε. 49187 4.45.8.1 : Εὐριπίδου Σκυρίοις (fr. 683 N. 2). 49188 4.45.8.2 : Σοφοὶ δὲ συγκρύπτουσιν οἰκείας βλάβας. 49189 4.45.9.1 : Σωκράτους. 49190 4.45.9.2 : Ταὐτόν ἐστιν ἐν γυμνικῷ ἀγῶνι ἡττηθέντα ὕβρεως 49191 4.45.9.3 : δίκην τῷ ἀνταγωνιστῇ λαχεῖν, καὶ ἐν τῷ ζῆν νικώμενον 49192 4.45.9.4 : ὑπὸ τῆς τύχης ἐγκαλεῖν αὐτῇ, ἀγνοοῦντα ἐφ´ οἷς δικαίοις 49193 4.45.9.5 : εἰς τὸν ἀγῶνα τοῦ ζῆν συγκαταβεβήκαμεν. 49194 4.45.10.1 : Πλάτωνος Πολιτείας ιʹ (p. 604 B–E). 49195 4.45.10.2 : Λέγει που ὁ νόμος ὅτι κάλλιστον μάλιστα ἡσυχίαν 49196 4.45.10.3 : ἄγειν ἐν ταῖς ξυμφοραῖς καὶ μὴ ἀγανακτεῖν, ὡς οὔτε δή– 49197 4.45.10.4 : λου ὄντος τοῦ ἀγαθοῦ τε καὶ κακοῦ τῶν τοιούτων, οὔτε 49198 4.45.10.5 : εἰς τὸ πρόσθεν οὐδὲν προβαῖνον τῷ χαλεπῶς φέροντι, 49199 4.45.10.6 : οὔτε τι τῶν ἀνθρωπίνων ἄξιον ὂν μεγάλης σπουδῆς, ὅ 49200 4.45.10.7 : τε δεῖ ἐν αὐτοῖς ὅ τι τάχιστα παραγίγνεσθαι ἡμῖν, τούτῳ 49201 4.45.10.8 : ἐμποδὼν γιγνόμενον τὸ λυπεῖσθαι. Τίνι, ἦ δ´ ὅς, λέγεις; 49202 4.45.10.9 : Τῷ βουλεύεσθαι, ἦν δ´ ἐγώ, περὶ τὸ γεγονὸς καὶ ὥσπερ 49203 4.45.10.10 : ἐν πτώσει κύβων πρὸς τὰ πεπτωκότα τίθεσθαι τὰ αὑ– 49204 4.45.10.11 : τοῦ πράγματα, ὅπῃ ὁ λόγος ἐρεῖ βέλτιστ´ ἂν ἔχειν, ἀλλὰ 49205 4.45.10.12 : μὴ προσπταίσαντας καθάπερ παῖδας ἐχομένους τοῦ πλη– 49206 4.45.10.13 : γέντος ἐν τῷ βοᾶν διατρίβειν, ἀλλ´ ἀεὶ ἐθίζειν τὴν ψυχὴν 49207 4.45.10.14 : ὅ τι τάχιστα γίγνεσθαι πρὸς τὸ ἰᾶσθαί τε καὶ ἐπανορ– 49208 4.45.10.15 : θοῦν τὸ πεσόν τε καὶ νοσῆσαν, ἰατρικῇ θρηνῳδίαν ἀφανί– 49209 4.45.10.16 : ζοντα. Ὀρθότατα γ´ ἂν οὖν τις, ἔφη, πρὸς τὰς τύχας 49210 4.45.10.17 : οὕτω προσφέροιτο. Οὐκοῦν, φαμέν, τὸ μὲν βέλτιστον τού– 49211 4.45.10.18 : τῳ τῷ λογισμῷ ἐθέλει ἕπεσθαι; Δῆλον δή. Τὸ δὲ πρὸς 49212 4.45.10.19 : τὰς ἀναμνήσεις τε τοῦ πάθους καὶ τοὺς ὀδυρμοὺς ἄγον 49213 4.45.10.20 : καὶ ἀπλήστως ἔχον αὐτῶν ἆρ´ οὐκ ἀλόγιστόν τε φήσομεν 49214 4.45.10.21 : εἶναι καὶ ἀργὸν καὶ δειλίας φίλον; Φήσομεν μὲν οὖν. 49215 4.45.10.22 : Οὐκοῦν τὸ μὲν πολλὴν μίμησιν καὶ ποικίλην ἔχει, τὸ ἀγα– 49216 4.45.10.23 : νακτικόν, τὸ δὲ φρόνιμόν τε καὶ ἡσύχιον ἦθος, παραπλή– 49217 4.45.10.24 : σιον ὂν ἀεὶ ἑαυτῷ, οὔτε ῥᾴδιον μιμήσασθαι οὔτε μιμου– 49218 4.45.10.25 : μένους εὐπετὲς καταμαθεῖν. 49219 4.46.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΕΛΠΙΔΟΣ.}1 49220 4.46.1.1 : Λίνου ποιητοῦ. 49221 4.46.1.2 : Ἔλπεσθαι χρὴ πάντ´, ἐπεὶ οὐκ ἔστ´ οὐδὲν ἄελπτον· 49222 4.46.1.3 : ῥᾴδια πάντα θεῷ τελέσαι, καὶ ἀνήνυτον οὐδέν. 49223 4.46.2.1 : Ἀπολλοδώρου ἐκ Παίδων (fr. 9 vol. III p. 290 K.). 49224 4.46.2.2 : Οὐδέποτ´ ἀθυμεῖν τὸν κακῶς πράττοντα δεῖ, 49225 4.46.2.3 : ἄνδρες, τὰ βελτίω δὲ προσδοκᾶν ἀεί. 49226 4.46.3.1 : Εὐριπίδου Ἰνώ (fr. 408 N. 2). 49227 4.46.3.2 : Ἐν ἐλπίσιν χρὴ τοὺς σοφοὺς ἔχειν βίον. 49228 4.46.4.1 : Μενάνδρου (fr. 813 K.). 49229 4.46.4.2 : Ἄνθρωπος ἀτυχῶν σῴζεθ´ ὑπὸ τῆς ἐλπίδος. 49230 4.46.5.1 : Εὐριπίδου Ἰνώ (fr. 409 N. 2). 49231 4.46.5.2 : Μήτ´ εὐτυχοῦσα πᾶσαν ἡνίαν χάλα 49232 4.46.5.3 : κακῶς τε πράσσους´ ἐλπίδος κεδνῆς ἔχου. 49233 4.46.6.1 : Ἡσιόδου (Op. 96 ss.). 49234 4.46.6.2 : Μούνη δ´ αὐτόθι Ἐλπὶς ἐν ἀρρήκτοισι δόμοισιν 49235 4.46.6.3 : ἔνδον ἔμεινε πίθου ὑπὸ χείλεσιν, οὐδὲ θύραζε 49236 4.46.6.4 : ἐξέπτη· πρόσθεν γὰρ [μιν] ἐπέλλαβε πῶμα πίθοιο. 49237 4.46.7.1 : Εὐριπίδου (Herc. 101–106). 49238 4.46.7.2 : Κάμνουσι γάρ τοι καὶ βροτῶν αἱ ξυμφοραί· 49239 4.46.7.3 : καὶ πνεύματ´ ἀνέμων οὐκ ἀεὶ ῥώμην ἔχει· 49240 4.46.7.4 : μεθίσταται γὰρ πάντ´ ἀπ´ ἀλλήλων δίχα. 49241 4.46.7.5 : οὗτος δ´ ἀνὴρ ἄριστος, ὅστις ἐλπίσι 49242 4.46.7.6 : πέποιθεν ἀεί· τὸ δ´ ἀπορεῖν ἀνδρὸς κακοῦ. 49243 4.46.8.1 : Μενάνδρου Ναύκληρος (fr. 351 K.). 49244 4.46.8.2 : Ὦ Ζεῦ πολυτίμηθ´, οἷόν ἐστ´ ἐλπὶς κακόν. 49245 4.46.9.1 : Μενάνδρου Κιθαριστοῦ (fr. 287 K.). 49246 4.46.9.2 : Οὕτω τι πρᾶγμ´ ἐστ´ ἐπίπονον τὸ προσδοκᾶν. 49247 4.46.10.1 : Ἀρχιλόχου (fr. 74 B. 4). 49248 4.46.10.2 : Χρημάτων ἄελπτον οὐδέν ἐστιν οὐδ´ ἀπώμοτον, 49249 4.46.10.3 : οὐδὲ θαυμάσιον, ἐπειδὴ Ζεὺς πατὴρ Ὀλυμπίων 49250 4.46.10.4 : ἐκ μεσημβρίας ἔθηκε νύκτ´ ἀποκρύψας φάος 49251 4.46.10.5 : ἡλίου λάμποντος· † λυγρὸν δ´ ἦλθ´ ἐπ´ ἀνθρώπους δέος. 49252 4.46.10.6 : ἐκ δὲ τοῦ καὶ πιστὰ πάντα κἀπίελπτα γίγνεται 49253 4.46.10.7 : ἀνδράσιν· μηδεὶς ἔθ´ ὑμῶν εἰσορῶν θαυμαζέτω, 49254 4.46.10.8 : μηδ´ ὅταν δελφῖσι θῆρες ἀνταμείψωνται νομὸν 49255 4.46.10.9 : ἐνάλιον, καί σφιν θαλάσσης ἠχέεντα κύματα 49256 4.46.10.10 : φίλτερ´ ἠπείρου γένηται, τοῖσι δ´ ἡδὺ ἦν ὄρος. 49257 4.46.11.1 : Θεόγνιδος ( 637 s.). 49258 4.46.11.2 : Ἐλπὶς καὶ κίνδυνος ἐν ἀνθρώποισιν ὁμοῖα· 49259 4.46.11.3 : οὗτοι γὰρ χαλεποὶ δαίμονες ἀμφότεροι. 49260 4.46.12.1 : Θεόγνιδος ( 1135). 49261 4.46.12.2 : Ἐλπὶς ἐν ἀνθρώποις μούνη θεὸς ἐσθλὴ ἔνεστιν. 49262 4.46.13.1 : Εὐριπίδου (Suppl. 479 s.). 49263 4.46.13.2 : Ἐλπὶς βροτοῖς κάκιστον, ἣ πολλὰς πόλεις 49264 4.46.13.3 : συνῆψ´, ἄγουσα θυμὸν εἰς ὑπερβολάς. 49265 4.46.14.1 : Σοφοκλέους (fr. 862 N. 2). 49266 4.46.14.2 : Ἐλπὶς γὰρ ἡ βόσκουσα τοὺς πολλοὺς βροτῶν. 49267 4.46.15.1 : Θεοκρίτου (IV 41 ss.). 49268 4.46.15.2 : Θαρσῆν χρή, φίλε Βάττε· τάχ´ αὔριον ἔσσετ´ ἄμεινον. 49269 4.46.15.3 : ἐλπίδες ἐν ζωοῖσιν, ἀνέλπιστοι δὲ θανόντες. 49270 4.46.15.4 : χὡ Ζεὺς ἄλλοκα μὲν πέλει αἴθριος, ἄλλοκα δ´ ὕει. 49271 4.46.16.1 : Εὐριπίδου Ὑψιπύλης (fr. 761 N. 2). 49272 4.46.16.2 : Ἄελπτον οὐδέν, πάντα δ´ ἐλπίζειν χρεών. 49273 4.46.17.1 : Ἐκ τῶν Βίωνος Βουκολικῶν (XII p. 143 Wil.). 49274 4.46.17.2 : Αὐτὰρ ἐγὼν βασεῦμαι ἐμὰν ὁδὸν ἐς τὸ κάταντες 49275 4.46.17.3 : τῆνο ποτὶ ψάμαθόν τε καὶ ἠϊόνα ψιθυρίσδων. 49276 4.46.17.4 : λισσόμενος Γαλάτειαν ἀπηνέα· τὰς δὲ γλυκείας 49277 4.46.17.5 : ἐλπίδας ὑστατίω μέχρι γήραος οὐκ ἀπολείψω. 49278 4.46.18.1 : Δημοκρίτου (fr. 58 Diels 2). 49279 4.46.18.2 : Ἐλπίδες αἱ τῶν ὀρθὰ φρονεόντων ἐφικταί, αἱ δὲ τῶν 49280 4.46.18.3 : ἀξυνέτων ἀδύνατοι. 49281 4.46.19.1 : Δημοκρίτου (fr. 292 Diels 2). 49282 4.46.19.2 : Ἄλογοι τῶν ἀξυνέτων αἱ ἐλπίδες. 49283 4.46.20.1 : Διογένους. 49284 4.46.20.2 : Διογένης ἐρωτηθεὶς τί τῶν κατὰ τὸν βίον ἀκρότατον, 49285 4.46.20.3 : εἶπεν ’ἐλπίς.‘ 49286 4.46.21.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστωνύμου Τομαρίων. Σωκράτους. 49287 4.46.21.2 : Αἱ πονηραὶ ἐλπίδες ὥσπερ οἱ κακοὶ ὁδηγοὶ ἐπὶ τὰ 49288 4.46.21.3 : ἁμαρτήματα ἄγουσιν. 49289 4.46.22.1 : Ἐπικτήτου. 49290 4.46.22.2 : Οὔτε ναῦν ἐξ ἑνὸς ἀγκυρίου οὔτε βίον ἐκ μιᾶς ἐλπί– 49291 4.46.22.3 : δος ὁρμιστέον. 49292 4.46.23.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 49293 4.46.23.2 : Καὶ τοῖς σκέλεσι καὶ ταῖς ἐλπίσι τὰ δυνατὰ δεῖ δια– 49294 4.46.23.3 : βαίνειν. 49295 4.46.24.1 : Θαλῆς. 49296 4.46.24.2 : Θαλῆς ἐρωτηθεὶς τί κοινότατον, ἀπεκρίνατο ’ἐλπίς· 49297 4.46.24.3 : καὶ γὰρ οἷς ἄλλο μηδέν, αὕτη πάρεστιν.‘ 49298 4.46.25.1 : Ξενοφῶντος ἐν ζʹ τῆς Κύρου ἀναβάσεως (VII 6, 11). 49299 4.46.25.2 : Ἀλλὰ πάντα μὲν ἄρα ἄνθρωπον ὄντα προσδοκᾶν δεῖ. 49300 4.46.26.1 : Σωκράτους. 49301 4.46.26.2 : Οὔτε γυνὴ χωρὶς ἀνδρὸς οὔτε ἐλπὶς ἀγαθὴ χωρὶς 49302 4.46.26.3 : πόνου γεννᾷ τι χρήσιμον. 49303 4.47.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΑΡ´ ΕΛΠΙΔΑ.}1 49304 4.47.1.1 : Εὐριπίδου Αὔγης (fr. 271 N. 2). 49305 4.47.1.2 : Πτηνὰς διώκεις, ὦ τέκνον, τὰς ἐλπίδας. 49306 4.47.1.3 : οὐχ ἡ τύχη γε· τῆς τύχης δ´ οὐχ εἷς τρόπος. 49307 4.47.2.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομέδας (fr. 131 N. 2). 49308 4.47.2.2 : Μή μοι προτείνων ἐλπίδ´ ἐξάγου δάκρυ. 49309 4.47.2.3 : γένοιτό τἂν πόλλ´, ὧν δόκησις οὐκ ἔνι. 49310 4.47.3.1 : Πατροκλέους (fr. 1 p. 830 N. 2). 49311 4.47.3.2 : Καὶ νῦν τὰ δεινὰ ταῦτα καὶ τὰ πόλλ´ ἔπη 49312 4.47.3.3 : εἰς ὧδε μικρὸν τεῦχος ἤθροισεν τύχη. 49313 4.47.3.4 : τί δῆτα θνητοὶ πόλλ´ ἀπειλοῦμεν μάτην 49314 4.47.3.5 : δεινοὺς ἐπ´ ἀλλήλοισι πέμποντες λόγους, 49315 4.47.3.6 : καὶ πάντα συννοοῦμεν ἐκπράξειν χερί, 49316 4.47.3.7 : πρόσω βλέποντες; τὴν δὲ πλησίον τύχην 49317 4.47.3.8 : οὐκ ἴσμεν οὐδ´ ὁρῶμεν ἀθλίου μόρου. 49318 4.47.4.1 : Εὐριπίδου Οἰδίπους (fr. 550 N. 2). 49319 4.47.4.2 : Ἐκ τῶν ἀέλπτων ἡ χάρις μείζων βροτοῖς 49320 4.47.4.3 : φανεῖσα, μᾶλλον ἢ τὸ προσδοκώμενον. 49321 4.47.5.1 : Εὐριπίδου Πρωτεσίλαος (fr. 650 N. 2). 49322 4.47.5.2 : Πόλλ´ ἐλπίδες ψεύδουσι καὶ λόγοι βροτούς. 49323 4.47.6.1 : Εὐριπίδου (Alc. extr. al.). 49324 4.47.6.2 : Πόλλα δ´ ἄελπτα κραίνουσι θεοί, 49325 4.47.6.3 : καὶ τὰ δοκηθέντ´ οὐκ ἐτελέσθη, 49326 4.47.6.4 : τῶν δ´ ἀδοκήτων πόρον εὗρε θεός. 49327 4.47.7.1 : Μενάνδρου (fr. 355, 4 K.). 49328 4.47.7.2 : Οὐκ ἔστιν εἰπεῖν ζῶντα ’τοῦτ´ οὐ πείσομαι‘. 49329 4.47.8.1 : Μενάνδρου Ἐγχειριδίου (fr. 149 K.). 49330 4.47.8.2 : Πάντα δὲ 49331 4.47.8.3 : τὰ μη〈δὲ〉 προσδοκώμεν´ ἔκστασιν φέρει. 49332 4.47.9.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμήνης (fr. 100 N. 2). 49333 4.47.9.2 : Θάρσει· τάχ´ ἂν γένοιτο. πολλά τοι θεὸς 49334 4.47.9.3 : κἀκ τῶν ἀέλπτων εὔπορ´ ἀνθρώποις τελεῖ. 49335 4.47.10.1 : Εὐριπίδου Ἀλεξάνδρῳ (fr. 62 N. 2). 49336 4.47.10.2 : Ἑκάβη, τὸ θεῖον ὡς ἄελπτον ἔρχεται 49337 4.47.10.3 : θνητοῖσιν, ἕλκει δ´ οὔ ποτ´ ἐκ ταὐτοῦ τύχας. 49338 4.47.11.1 : Εὐριπίδου Βελλεροφόντου (fr. 301 N. 2). 49339 4.47.11.2 : Ὁρᾷς δ´ ἀέλπτων μυρίων ἀναστροφάς· 49340 4.47.11.3 : πολλοὶ μὲν οἶδμα διέφυγον θαλάσσιον, 49341 4.47.11.4 : πολλοὶ δὲ λόγχαις πολεμίων ἀμείνονες 49342 4.47.11.5 : ἥσσους γεγῶτες κρείσσον´ ἦλθον εἰς τύχην. 49343 4.47.12.1 : Πινδάρου. 49344 4.47.12.2 : Πίνδαρος εἶπε τὰς ἐλπίδας εἶναι ἐγρηγορότων ἐνύπνια. 49345 4.47.13.1 : Διονυσίου. 49346 4.47.13.2 : Διονύσιος ἐκπεσὼν τῆς ἀρχῆς, εἴ τις αὐτὸν ἠνία ἐν 49347 4.47.13.3 : Κορίνθῳ διατρίβοντα, ἐπέλεγεν ’ὡς μακάριοι οἱ ἐκ παί– 49348 4.47.13.4 : δων δυστυχεῖς‘. 49349 4.47.14.1 : Ὁμήρου Ὀδυσσείας (schol. XXII 9). 49350 4.47.14.2 : Πολλὰ μεταξὺ πέλει κύλικος καὶ χείλεος ἄκρου. 49351 4.47.15.1 : Θεόγνιδος ( 639 s.). 49352 4.47.15.2 : Πολλάκι πὰρ δόξαν τε καὶ ἐλπίδα γίγνεται εὑρεῖν 49353 4.47.15.3 : ἔργ´ ἀνδρῶν· βουλαῖς δ´ οὐκ ἔπεσεν τὸ τέλος. 49354 4.47.16.1 : Θεόγνιδος ( 585–590). 49355 4.47.16.2 : Πᾶσίν τοι κίνδυνος ἐπ´ ἔργμασιν, οὐδέ τις οἶδε 49356 4.47.16.3 : ποῖ σχήσειν μέλλει πρήγματος ἀρχομένου. 49357 4.47.16.4 : ἀλλ´ ὁ μὲν εὐδοκιμεῖν πειρώμενος, οὐ προνοήσας 49358 4.47.16.5 : εἰς μεγάλην ἄτην καὶ χαλεπὴν ἔπεσεν· 49359 4.47.16.6 : τῷ δὲ καλὸν ποιοῦντι θεὸς καλὰ πάντα τίθησι, 49360 4.47.16.7 : συντυχίην ἀγαθῶν, ἔκλυσιν [δ´] ἀφροσύνης. 49361 4.48a.t.1 : {1ΟΤΙ ΟΥ ΧΡΗ ΕΠΙΧΑΙΡΕΙΝ ΤΟΙΣ ΑΤΥΧΟΥΣΙΝ.}1 49362 4.48a.1.1 : Μενάνδρου (fr. 673 K.). 49363 4.48a.1.2 : Ταῖς ἀτυχίαισι μὴ ἐπίχαιρε τῶν πέλας· 49364 4.48a.1.3 : πρὸς τὴν τύχην γὰρ ζυγομαχεῖν οὐ ῥᾴδιον. 49365 4.48a.2.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομέδας (fr. 130 N. 2). 49366 4.48a.2.2 : Τὰς συμφορὰς γὰρ τῶν κακῶς πεπραγότων 49367 4.48a.2.3 : οὐ πώποθ´ ὕβρις´, αὐτὸς ὀρρωδῶν παθεῖν. 49368 4.48a.3.1 : Μενάνδρου (fr. 674 K.). 49369 4.48a.3.2 : Οὐκ ἐμὸν ἀνοίγειν λανθάνουσαν ἀτυχίαν 49370 4.48a.3.3 : ἔστ´, ἀλλὰ μᾶλλον κατακαλύπτειν φημὶ δεῖν. 49371 4.48a.4.1 : Εὐριπίδου Ἰνοῦς (fr. 406 N. 2). 49372 4.48a.4.2 : Μὴ σκυθρωπὸς ἴσθ´ ἄγαν 49373 4.48a.4.3 : πρὸς τοὺς κακῶς πράσσοντας, ἄνθρωπος γεγώς. 49374 4.48a.5.1 : Ἀλέξιδος Μιλησίων (fr. 150 K.). 49375 4.48a.5.2 : Εἰ μὴ γὰρ ὢν ἄνθρωπος ἀνθρώπου τύχαις 49376 4.48a.5.3 : ὑπηρετήσω, ποῦ φανήσομαι φρονῶν; 49377 4.48a.6.1 : Ἡσιόδου Ἔργων ( 717 s.). 49378 4.48a.6.2 : Μηδέ ποτ´ οὐλομένην πενίην θυμοφθόρον ἀνδρὶ 49379 4.48a.6.3 : τέτλαθ´ ὀνειδίζειν, μακάρων δόσιν αἰὲν ἐόντων. 49380 4.48a.7.1 : Σοφοκλέους Αἴαντι ( 265 ss.). 49381 4.48a.7.2 : Πότερα δ´ ἄν, εἰ νέμοι τις αἵρεσιν, λάβοις, 49382 4.48a.7.3 : φίλους ἀνιῶν αὐτὸς ἡδονὰς ἔχειν 49383 4.48a.7.4 : ἢ κοινὸς ἐν κοινοῖσι λυπεῖσθαι ξυνών; 49384 4.48a.8.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 462 s.). 49385 4.48a.8.2 : Εἰ δ´ ἐγὼ πράσσω κακῶς, 49386 4.48a.8.3 : μηδὲν τόδ´ αὔχει· καὶ σύ τοι πράξειας ἄν. 49387 4.48a.9.1 : Ἰσοκράτους πρὸς Δημόνικον (§ 29 p. 8 b). 49388 4.48a.9.2 : Μηδενὶ συμφορὰν ὀνειδίσῃς· κοινὴ γὰρ ἡ τύχη καὶ 49389 4.48a.9.3 : τὸ μέλλον ἀόρατον. 49390 4.48a.10.1 : Δημοκρίτου (fr. 293 Diels 2). 49391 4.48a.10.2 : Οἷσιν ἡδονὴν ἔχουσιν αἱ τῶν πέλας ξυμφοραί, οὐ 49392 4.48a.10.3 : ξυνιᾶσι μὲν ὡς τὰ τῆς τύχης κοινὰ πᾶσιν, ἀπορέουσι δὲ 49393 4.48a.10.4 : οἰκηίης χαρᾶς. 49394 4.48a.11.1 : Χείλωνος. 49395 4.48a.11.2 : Ἀτυχοῦντι μὴ ἐπιγέλα· κοινὴ γὰρ ἡ τύχη. 49396 4.48a.12.1 : Αἰσχύλου Ἀγαμέμνονος ( 790–94). 49397 4.48a.12.2 : Τῷ δυσπραγοῦντι δ´ ἐπιστενάχειν 49398 4.48a.12.3 : πᾶς τις ἕτοιμος· δῆγμα δὲ λύπης 49399 4.48a.12.4 : οὐδὲν ἐφ´ ἧπαρ προσικνεῖται· 49400 4.48a.12.5 : † καὶ νυκτὶ δὲ χαίρουσιν ὁμοιοπρεπεῖς, 49401 4.48a.12.6 : ἀγέλαστα πρόσωπα βιαζόμενοι. 49402 4.48a.13.1 : Φιλήμονος Ἀνακαλύπτοντες (fr. 7 K.). 49403 4.48a.13.2 : Λυπουμένῳ δ´ ὅταν τις ἀκολουθῶν λέγῃ 49404 4.48a.13.3 : χαῖρ´, ἐξ ἀνάγκης οὗτος οἰμώζειν λέγει. 49405 4.48a.14.1 : Δημοσθένους ἐν τῷ Ὑπὲρ στεφάνου (XVIII p. 311). 49406 4.48a.14.2 : Ἐγὼ δὲ ὅστις ἄνθρωπος ὢν ἀνθρώπῳ τύχην προ– 49407 4.48a.14.3 : φέρει, παντελῶς ἀνόητον ἡγοῦμαι. ἣν γὰρ ὁ τὰ βέλτιστα 49408 4.48a.14.4 : πράττειν νομίζων καὶ ἀρίστην ἔχειν οἰόμενος οὐκ οἶδεν 49409 4.48a.14.5 : εἰ τοιαύτη διαμένει μέχρι τῆς ἑσπέρας, πῶς χρὴ περὶ 49410 4.48a.14.6 : ταύτης λέγειν ἢ πῶς ὀνειδίζειν ἑτέρῳ; 49411 4.48a.15.1 : Ἡροδότου Ἱστορίας γʹ ( 40). 49412 4.48a.15.2 : Ἄμασις Πολυκράτεϊ ὧδε λέγει· ἡδὺ μὲν πυνθάνεσθαι 49413 4.48a.15.3 : ἄνδρα φίλον καὶ ξεῖνον εὖ πρήσσοντα, ἐμοὶ δὲ αἱ σαὶ 49414 4.48a.15.4 : μεγάλαι εὐτυχίαι οὐκ ἀρέσκουσιν, ἐπισταμένῳ τὸ θεῖον 49415 4.48a.15.5 : ὡς ἔστι φθονερόν· καί κως βούλομαι καὶ αὐτὸς καὶ τῶν 49416 4.48a.15.6 : ἂν κήδωμαι τὸ μέν τι εὐτυχέειν τῶν πρηγμάτων, τὸ δὲ 49417 4.48a.15.7 : προσπταίειν, καὶ οὕτω διαφέρειν τὸν αἰῶνα ἐναλλὰξ πρήσ– 49418 4.48a.15.8 : σων ἢ εὐτυχέειν τὰ πάντα. οὐδένα γάρ κω λόγῳ οἶδα 49419 4.48a.15.9 : ἀκούσας ὅστις ἐς τέλος οὐ κακῶς ἐτελεύτησε πρόρριζος, 49420 4.48a.15.10 : εὐτυχέων τὰ πάντα. 49421 4.49.t.1 : {1ΟΤΙ ΟΙ ΑΤΥΧΟΥΝΤΕΣ ΧΡΗΙΖΟΥΣΙ ΤΩΝ ΣΥΜΠΑΣΧΟΝΤΩΝ.}1 49422 4.49.16.1 : Εὐριπίδου Οἰνέως (fr. 563 N. 2). 49423 4.49.16.2 : Σχολὴ μὲν οὐχί, τῷ δὲ δυστυχοῦντί πως 49424 4.49.16.3 : τερπνὸν τὸ λέξαι κἀποκλαύσασθαι πάλιν. 49425 4.49.17.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομέδας (fr. 119 N. 2). 49426 4.49.17.2 : {ΧΟΡ.} Συνάλγησον, ὡς ὁ κάμνων 49427 4.49.17.3 : δακρύων μεταδοὺς ἔχει 49428 4.49.17.4 : κουφότητα μόχθων. 49429 4.49.18.1 : Ἀπολλοδώρου ἐκ Λακαίνης (fr. 8 III p. 49430 4.49.18.2 : 290 K.). 49431 4.49.18.3 : Φυσικόν 〈γε〉 τοῦθ´· ἕκαστος ἐν ταῖς ἀτυχίαις 49432 4.49.18.4 : ἥδιστα πρὸς τοὺς ὁμοπαθεῖς ὀδύρεται. 49433 4.49.19.1 : Σοφοκλέους Αἴαντι ( 328–30). 49434 4.49.19.2 : Ἀλλ´ ὦ φίλοι, τούτων γὰρ οὕνεκ´ ἐστάλην, 49435 4.49.19.3 : ἀρήξατ´ εἰσελθόντες, εἰ δύνασθέ τι. 49436 4.49.19.4 : φίλων γὰρ οἱ τοιοίδε νικῶνται λόγοις. 49437 4.49.20.1 : Εὐριπίδου Ἰνοῖ (fr. 407 N. 2). 49438 4.49.20.2 : Ἀμουσία τοι μηδ´ ἐπ´ οἰκτροῖσιν δάκρυ 49439 4.49.20.3 : στάζειν. 49440 4.49.21.1 : Μενάνδρου (fr. 543 K.). 49441 4.49.21.2 : Δέρκιππε καὶ Μνήσιππε, τοῖς εἰρημένοις 49442 4.49.21.3 : ἡμῶν ὑπό τινος ἢ πεπονθόσιν κακῶς 49443 4.49.21.4 : ἔστιν καταφυγὴ πᾶσιν, οἱ χρηστοὶ φίλοι. 49444 4.49.21.5 : καὶ γὰρ ἀποδύρασθ´ ἔστι μὴ γελώμενον, 49445 4.49.21.6 : καὶ συναγανακτοῦνθ´ ὁπόταν οἰκείως ὁρᾷ 49446 4.49.21.7 : ἕκαστος αὑτῷ τὸν παρόντα, παύεται 49447 4.49.21.8 : τοῦτον μάλιστα τὸν χρόνον τοῦ δυσφορεῖν. 49448 4.49.22.1 : Εὐριπίδου Ἴωνι ( 730–32). 49449 4.49.22.2 : Σὺν τοῖς φίλοισιν ἡδὺ μὲν πράσσειν καλῶς· 49450 4.49.22.3 : εἰ δ´ ἆρα συμβαίνοι τι δυσχερέστερον, 49451 4.49.22.4 : εἰς ὄμματ´ εὔνου φωτὸς ἐμβλέψαι γλυκύ. 49452 4.49.23.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 1079 N. 2). 49453 4.49.23.2 : Οὐκ ἔστι λύπης ἄλλο φάρμακον βροτοῖς 49454 4.49.23.3 : ὡς ἀνδρὸς ἐσθλοῦ καὶ φίλου παραίνεσις. 49455 4.49.23.4 : ὅστις δὲ ταύτῃ τῇ νόσῳ ξυνὼν ἀνὴρ 49456 4.49.23.5 : μέθῃ ταράσσει καὶ γαληνίζει φρένα, 49457 4.49.23.6 : παραυτίχ´ ἡσθεὶς ὕστερον στένει διπλᾶ. 49458 4.49.24.1 : Καλλιμάχου (fr. 67 vol. II p. 217 Schn.). 49459 4.49.24.2 : Κουφοτέρως τότε φῶτα διαθλίβουσιν ἀνῖαι, 49460 4.49.24.3 : ἐκ δὲ τριηκόντων μοῖραν ἀφεῖλε μίαν, 49461 4.49.24.4 : ἢ φίλον ἢ ὅτ´ ἐς ἄνδρα συνέμπορον ἢ ὅτε κωφαῖς 49462 4.49.24.5 : ἄλγεα μαψαύραις ἔσχατον ἐξερέῃ. 49463 4.49.25.1 : Φιλήμονος (fr. 108 K.). 49464 4.49.25.2 : Τί ποτ´ ἐστὶν ἆρα διότι βούλεταί μ´ ἰδεῖν; 49465 4.49.25.3 : ἦ καθάπερ οἱ νοσοῦντες ἀλγοῦντες σφόδρα, 49466 4.49.25.4 : τὸν ἰατρὸν ἂν ἴδωσιν, οὐκ ἀλγοῦς´ ἔτι· 49467 4.49.25.5 : οὕτως ἐπάν τις τυγχάνῃ λυπούμενος, 49468 4.49.25.6 : ἧττον ὀδυνᾶται, φίλον ἐὰν παρόντ´ ἴδῃ; 49469 4.49.26.1 : Μενάνδρου (fr. 814 K.). 49470 4.49.26.2 : Ἡδύ γε φίλου λόγος ἐστὶ τοῖς λυπουμένοις. 49471 4.49.27.1 : Σοφοκλέους Θυέστῃ (fr. 238 N. 2). 49472 4.49.27.2 : Ἔνεστι γάρ τις καὶ λόγοισιν ἡδονή, 49473 4.49.27.3 : λήθην ὅταν ποιῶσι τῶν ὄντων κακῶν. 49474 4.49.28.1 : Μενάνδρου (fr. 675 K.). 49475 4.49.28.2 : Μέγιστόν ἐστιν ἆρα τοῖς ἐπταικόσιν 49476 4.49.28.3 : τὸ παρόντας ἐγγὺς τοὺς συναλγοῦντας βλέπειν. 49477 4.49.29.1 : Μενάνδρου (fr. 591 K.). 49478 4.49.29.2 : Τῷ μὲν τὸ σῶμα † διατεθειμένῳ κακῶς 49479 4.49.29.3 : χρεία ´στ´ ἰατροῦ, τῷ δὲ τὴν ψυχὴν φίλου· 49480 4.49.29.4 : λύπην γὰρ εὔνους οἶδε θεραπεύειν φίλος. 49481 4.49.30.1 : Σωτίωνος ἐκ τοῦ Περὶ ὀργῆς. 49482 4.48b.30.2 : Ὅτι ἡ παραμυθία φάρμακον ἀνίας ἐστὶ μέγιστον, 49483 4.48b.30.3 : νηπενθές τ´ ἄχολόν τε, κακῶν ἐπίληθον ἁπάντων. 49484 4.48b.30.4 : καλῶς δὲ καὶ ταῦτ´ εἴρηται 49485 4.48b.30.5 : λυπουμένῳ μὲν μῦθος εὐμενὴς φίλου, 49486 4.48b.30.6 : ἄγαν δὲ μωραίνοντι νουθετήματα. 49487 4.48b.31.1 : Σωκράτους. 49488 4.48b.31.2 : Τοῖς μὲν νοσοῦσιν ἰατρούς, τοῖς δ´ ἀτυχοῦσι φίλους 49489 4.48b.31.3 : δεῖ παραινεῖν. 49490 4.49.t.1 : {1ΟΤΙ ΡΑΙΟΝ ΑΛΛΟΝ ΠΑΡΑΙΝΕΙΝ Η ΑΥΤΟΝ.}1 49491 4.49.1.1 : Φιλίππου Ὀλυνθίᾳ. 49492 4.49.1.2 : Οὐ χαλεπόν ἐστι τῷ κακῶς διακειμένῳ 49493 4.49.1.3 : εἰπεῖν τιν´ † ἐσθίοντα ’μὴ κακῶς ἔχε‘, 49494 4.49.1.4 : πύκτῃ τ´ ἐπιτιμᾶν οὐδὲν ἔργον μαχομένῳ, 49495 4.49.1.5 : αὐτὸν μάχεσθαι δ´ οὐκ ἔτ´ ἐστὶ ῥᾴδιον. 49496 4.49.1.6 : ἕτερόν τι τὸ λέγειν ἐστὶ τοῦ πεπονθέναι. 49497 4.49.2.1 : Φιλήμονος ἐκ Σικελοῦ (fr. 75 K.). 49498 4.49.2.2 : Τοὺς ἰατροὺς οἶδ´ ἐγὼ 49499 4.49.2.3 : ὑπὲρ ἐγκρατείας τοῖς νοσοῦσιν εὖ σφόδρα 49500 4.49.2.4 : πάντας λαλοῦντας· εἶτ´ ἐπὰν πταίσωσί τι, 49501 4.49.2.5 : αὐτοὺς ποοῦντας πάνθ´ ὅς´ οὐκ εἴων τότε. 49502 4.49.2.6 : ἕτερον τό τ´ ἀλγεῖν καὶ θεωρεῖν ἔστ´ ἴσως. 49503 4.49.3.1 : Φιλήμονος ἐξ Ἐφεδριζόντων (fr. 27 K.). 49504 4.49.3.2 : Χαλεπὸν τὸ ποιεῖν, τὸ δὲ κελεῦσαι ῥᾴδιον. 49505 4.49.4.1 : Εὐριπίδου Ἀλκμήνης (fr. 102 N. 2). 49506 4.49.4.2 : Σοφώτεροι γὰρ συμφορὰς τὰς τῶν πέλας 49507 4.49.4.3 : πάντες διαθρεῖν ἢ τύχας τὰς οἴκοθεν. 49508 4.49.5.1 : (Com. III p. 434 fr. 130 K.) 49509 4.49.5.2 : Μηδέποτε πεῖραν τοῖς θεοῖς εὔχου λαβεῖν, 49510 4.49.5.3 : Φαίδιμε, τοιούτου μηδενός, μηδ´ εἰδέναι 49511 4.49.5.4 : ὡς ἔστιν ἑτέρῳ ῥᾴδιον παραινέσαι. 49512 4.49.6.1 : (Eur. Alc. 1078) 49513 4.49.6.2 : Ῥᾷον παραινεῖν ἢ παθόντα καρτερεῖν. 49514 4.49.7.1 : Σοφοκλέους † Οἰδίποδι (fr. 666 N. 2). 49515 4.49.7.2 : Τοὺς δ´ ἂν μεγίστους καὶ σοφωτάτους φρενὶ 49516 4.49.7.3 : τοιούσδ´ ἴδοις ἄν, οἷός ἐστι νῦν ὅδε, 49517 4.49.7.4 : καλῶς κακῶς πράσσοντι συμπαραινέσαι. 49518 4.49.7.5 : ὅταν δὲ δαίμων ἀνδρὸς εὐτυχοῦς τὸ πρὶν 49519 4.49.7.6 : πλάστιγγ´ ἐρείσῃ τοῦ βίου παλίντροπον, 49520 4.49.7.7 : τὰ πολλὰ φροῦδα καὶ καλῶς εἰρημένα. 49521 4.49.8.1 : Εὐριπίδου Ἀλεξάνδρῳ (fr. 44 N. 2). 49522 4.49.8.2 : Οἶδ´· ἀλλὰ κάμπτειν τῷ χρόνῳ λύπας χρεών. 49523 4.49.8.3 : —Χρῆν· τοῦτο δ´ εἰπεῖν ῥᾷον ἢ φέρειν κακά. 49524 4.49.9.1 : Εὐριπίδου Αἰόλου (fr. 33 N. 2). 49525 4.49.9.2 : Οἴμοι, τίς ἀλγεῖν οὐκ ἐπίσταται κακοῖς; 49526 4.49.9.3 : τίς ἂν κλύων τῶνδ´ οὐκ ἂν ἐκβάλοι δάκρυ; 49527 4.49.10.1 : Μοσχίωνος (fr. 8 p. 815 N. 2). 49528 4.49.10.2 : Ἦν ἆρα τρανὸς αἶνος ἀνθρώπων ὅδε· 49529 4.49.10.3 : ὡς τὸν πέλας μὲν νουθετεῖν βραχὺς πόνος, 49530 4.49.10.4 : αὐτὸν δ´ ἐνεγκεῖν ὕβριν ἠδικημένον 49531 4.49.10.5 : πάντων μέγιστον τῶν ἐν ἀνθρώποις βάρος. 49532 4.50a.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΓΗΡΩΣ ΟΤΙ ΟΥ ΦΑΥΛΟΝ.}1 49533 4.50a.1.1 : Εὐριπίδου Φοινίσσαις ( 528–30). 49534 4.50a.1.2 : Ὦ τέκνον, οὐχ ἅπαντα τῷ γήρᾳ κακά, 49535 4.50a.1.3 : Ἐτεόκλεες, πρόσεστιν· ἀλλ´ ἡμπειρία 49536 4.50a.1.4 : ἔχει τι δεῖξαι τῶν νέων σοφώτερον. 49537 4.50a.2.1 : Εὐριπίδου Βελλεροφόντῃ (fr. 291 N. 2). 49538 4.50a.2.2 : Ὦ παῖ, νέων τοι δρᾶν μὲν ἔντονοι χέρες, 49539 4.50a.2.3 : γνῶμαι δ´ ἀμείνους εἰσὶ τῶν γεραιτέρων· 49540 4.50a.2.4 : ὁ γὰρ χρόνος δίδαγμα ποικιλώτατον. 49541 4.50a.3.1 : Εὐριπίδου Ἐρεχθεῖ (fr. 362, 21 ss. N. 2). 49542 4.50a.3.2 : Ὁμιλίας δὲ τὰς γεραιτέρας φίλει, 49543 4.50a.3.3 : ἀκόλαστα 〈δ´〉 ἤθη λαμπρὰ συγγελᾶν μόνον 49544 4.50a.3.4 : μίσει· βραχεῖα τέρψις ἡδονῆς κακῆς. 49545 4.50a.4.1 : Μενάνδρου (fr. 676 K.). 49546 4.50a.4.2 : Εἰ τἄλλ´ ἀφαιρεῖν ὁ πολὺς εἴωθεν χρόνος 49547 4.50a.4.3 : ἡμῶν, τό γε φρονεῖν ἀσφαλέστερον ποεῖ. 49548 4.50a.5.1 : Ἀλέξιδος ἐκ Δημητρίου (fr. 45 K.). 49549 4.50a.5.2 : Ὁμοιότατον ἄνθρωπος οἴνῳ τὴν φύσιν 49550 4.50a.5.3 : τρόπον τιν´ ἐστί. τὸν γὰρ οἶνον τὸν νέον 49551 4.50a.5.4 : πολλή γ´ ἀνάγκη καὶ τὸν ἄνδρ´ ἀποζέσαι 49552 4.50a.5.5 : πρώτιστον ἀφυβρίσαι τ´, ἀπανθήσαντα δὲ 49553 4.50a.5.6 : σκληρὸν γενέσθαι, καὶ καταστῆναι πάλιν 49554 4.50a.5.7 : ἡδύν θ´ ἅπασι τοὐπίλοιπον διατελεῖν. 49555 4.50a.6.1 : Σοφοκλέους Τυροῦς (fr. 603 N. 2). 49556 4.50a.6.2 : Γῆρας διδάσκει πάντα καὶ χρόνου τριβή. 49557 4.50a.7.1 : Αἰσχύλου (fr. 400 N. 2). 49558 4.50a.7.2 : Γῆρας γὰρ ἥβης ἐστὶν ἐνδικώτερον. 49559 4.50a.8.1 : Κράτητος ἐξ Ἀντιφάνους (fr. 238 K.). 49560 4.50a.8.2 : Ὠνείδισάς μοι γῆρας ὡς κακὸν μέγα, 49561 4.50a.8.3 : οὗ μὴ τυχόντι θάνατός ἐσθ´ ἡ ζημία, 49562 4.50a.8.4 : οὗ πάντες ἐπιθυμοῦμεν, ἂν δ´ ἔλθῃ ποτέ, 49563 4.50a.8.5 : ἀνιώμεθ´· οὕτως ἐσμὲν ἀχάριστοι φύσει. 49564 4.50a.9.1 : (Soph. fr. 63 N. 2) 49565 4.50a.9.2 : Τοῦ ζῆν γὰρ οὐδεὶς ὡς ὁ γηράσκων ἐρᾷ. 49566 4.50a.10.1 : Ἀντιφάνους ἐκ Φιλοκτήτου (fr. 219 K.). 49567 4.50a.10.2 : Σοφόν γέ τοί τι πρὸς τὸ βουλεύειν ἔχει 49568 4.50a.10.3 : τὸ γῆρας, ὡς δὴ πόλλ´ ἰδόν τε καὶ παθόν. 49569 4.50a.11.1 : Καλλιμάχου Αἰτίων αʹ (II p. 121 s. Schn.). 49570 4.50a.11.2 : Γηράσκει δ´ ὁ γέρων κεῖνος ἐλαφρότερον, 49571 4.50a.11.3 : κοῦροι τὸν φιλέουσι· νέοι δέ μιν οἷα τοκῆα 49572 4.50a.11.4 : χειρὸς ἐπ´ οἰκείην ἄχρις ἄγουσι θύρην. 49573 4.50a.12.1 : Εὐριπίδου Μελανίππης (fr. 508 N. 2). 49574 4.50a.12.2 : Παλαιὸς αἶνος· ἔργα μὲν νεωτέρων, 49575 4.50a.12.3 : βουλαὶ δ´ ἔχουσι τῶν γεραιτέρων κράτος. 49576 4.50a.13.1 : Τιμοστράτου (fr. 6 Com. III p. 356 K.). 49577 4.50a.13.2 : Τηρεῖν μὲν ἑτέροις οἱ γέροντες δυνάμεθα. 49578 4.50a.13.3 : —Ἡμεῖς δ´ ἀπολαύειν ὧν ἔχουσιν οἱ νέοι. 49579 4.50a.14.1 : Ἠρίννης (fr. 2 B. 4). 49580 4.50a.14.2 : Παυρολόγοι πολιαί, ταὶ γήραος ἄνθεα θνατοῖς. 49581 4.50a.15.1 : Ἱπποθόωντος (fr. 5 p. 828 N. 2). 49582 4.50a.15.2 : Γῆρας λεόντων κρεῖσσον ἀκμαίων νεβρῶν. 49583 4.50a.16.1 : Σοφοκλέους Θυέστῃ (fr. 239 N. 2). 49584 4.50a.16.2 : Καίπερ γέρων ὤν· ἀλλὰ τῷ γήρᾳ φιλεῖ 49585 4.50a.16.3 : χὡ νοῦς ὁμαρτεῖν καὶ τὸ βουλεύειν ἃ δεῖ. 49586 4.50a.17.1 : Εὐριπίδου Πηλεῖ (fr. 619 N. 2). 49587 4.50a.17.2 : Τὸ γῆρας, ὦ παῖ, τῶν νεωτέρων φρενῶν 49588 4.50a.17.3 : σοφώτερον πέφυκε κἀσφαλέστερον, 49589 4.50a.17.4 : ἐμπειρία τε τῆς ἀπειρίας κρατεῖ. 49590 4.50a.18.1 : Ἐκ τῶν Φαβωρίνου Περὶ γήρως (fr. 67 49591 4.50a.18.2 : Marres). 49592 4.50a.18.3 : Οὐδὲ γὰρ τοῦτο ἐάσω ἄρρητον, ὅτι καὶ Πλάτωνι καὶ 49593 4.50a.18.4 : Πυθαγόρᾳ δοκεῖ τὸ γῆρας οὐκ ἐπ´ ἐξόδῳ τοῦ βίου εἶναι, 49594 4.50a.18.5 : ἀλλ´ ἐπ´ ἀρχῇ μακαρίας ζωῆς. 49595 4.50a.19.1 : Πλουτάρχου (fr. 2 vol. VII p. 150 Bern.). 49596 4.50a.19.2 : Νέοις δὲ ζηλωτέον τοὺς γέροντας, κατὰ Σιμωνίδην 49597 4.50a.19.3 : ἄθηλος ἵππῳ πῶλος ὣς ἅμα τρέχειν· 49598 4.50a.19.4 : καθάπερ φησὶν ὁ Πλάτων ἐπὶ τοῦ μιγνυμένου πρὸς ὕδωρ 49599 4.50a.19.5 : ἀκράτου μαινόμενον θεὸν ἑτέρῳ θεῷ νήφοντι σωφρονί– 49600 4.50a.19.6 : ζεσθαι. 49601 4.50a.20.1 : Δημοκρίτου (fr. 294 Diels 2). 49602 4.50a.20.2 : Ἰσχὺς καὶ εὐμορφίη νεότητος ἀγαθά, γήραος δὲ σω– 49603 4.50a.20.3 : φροσύνης ἄνθος. 49604 4.50a.21.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Τιμαίου (p. 81 D). 49605 4.50a.21.2 : Τέλος δ´ ἐπειδὰν τῶν περὶ τὸν μυελὸν τριγώνων οἱ 49606 4.50a.21.3 : συναρμοσθέντες μηκέτι ἀντέχωσι δεσμοὶ τῷ πόνῳ διιστά– 49607 4.50a.21.4 : μενοι, μεθιᾶσι τοὺς τῆς ψυχῆς αὖ δεσμούς, ἡ δὲ λυθεῖσα 49608 4.50a.21.5 : κατὰ φύσιν μεθ´ ἡδονῆς ἐξέπτατο· πᾶν γὰρ τὸ μὲν παρὰ 49609 4.50a.21.6 : φύσιν ἀλγεινόν, τὸ δ´ ᾗ πέφυκε γιγνόμενον ἡδύ. καὶ θά– 49610 4.50a.21.7 : νατος δὴ κατὰ ταῦτα ὁ μὲν κατὰ νόσους καὶ ὑπὸ τραυμά– 49611 4.50a.21.8 : των γιγνόμενος ἀλγεινὸς καὶ βίαιος, ὁ δὲ μετὰ γήρως ἰὼν 49612 4.50a.21.9 : ἐπὶ τέλος κατὰ φύσιν ἀπονώτατος τῶν θανάτων καὶ μᾶλ– 49613 4.50a.21.10 : λον μεθ´ ἡδονῆς γιγνόμενος ἢ λύπης. 49614 4.50a.22.1 : Δημοκρίτου (fr 295 Diels 2). 49615 4.50a.22.2 : Ὁ γέρων νέος ἐγένετο, ὁ δὲ νέος ἄδηλον εἰ ἐς γῆρας 49616 4.50a.22.3 : ἀφίξεται· τὸ τέλειον οὖν ἀγαθὸν τοῦ μέλλοντος ἔτι καὶ 49617 4.50a.22.4 : ἀδήλου κρέσσον. 49618 4.50a.23.1 : Ἐκ τῶν Φαβωρίνου Περὶ γήρως (fr. 68 49619 4.50a.23.2 : Marres). 49620 4.50a.23.3 : Ἡδονῆς γὰρ ὁ μὲν ἑκὼν εἰργόμενος σοφός, ὁ δὲ μὴ 49621 4.50a.23.4 : δεόμενος μακάριος. τὸ δὲ γῆρας πρὸς ἀμφότερα ἐπιτή– 49622 4.50a.23.5 : δειον, καὶ γὰρ φρονιμωτέρους τοὺς ἀνθρώπους ἀπεργάζε– 49623 4.50a.23.6 : ται καὶ τῶν ἡδέων ἀμελεστέρους. 49624 4.50a.24.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 69 Marres). 49625 4.50a.24.2 : Ἄξιον δέ ἐστιν εἰς τὸν περὶ τῆς ἡδονῆς λόγον προ– 49626 4.50a.24.3 : ελθόντα μηδὲ ἐκείνην ἀμνημόνευτον ἐᾶσαι, τὴν παρὰ πᾶσι 49627 4.50a.24.4 : τοῖς νοῦν ἔχουσιν εὐδοκιμοῦσαν, ἣν ἡδονὴν ὀνομάζουσι 49628 4.50a.24.5 : καὶ χαρὰν καὶ τέρψιν· περιγίνεται δ´ ἐκ τῶν καλῶν μα– 49629 4.50a.24.6 : θημάτων καὶ τῶν ἐνδόξων κατορθωμάτων. ἀμφοτέρων 49630 4.50a.24.7 : δὲ τούτων ὑπάρχει τῷ γέροντι πρὸς ἑαυτὸν ἀναμιμνήσκε– 49631 4.50a.24.8 : σθαι καὶ καθάπερ κτήμασι τέρπεσθαι, λογιζόμενον ὅτι ἡ 49632 4.50a.24.9 : τύχη ἡ πάντων κυρία [τούτων] ταῦτα ἄκυρός ἐστιν ἀφ– 49633 4.50a.24.10 : ελέσθαι. 49634 4.50a.25.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 70 Marres). 49635 4.50a.25.2 : Ὁ Βοιωτὸς ἐντυχὼν θησαυρῷ μετὰ ἑβδομήκοντα ἔτη 49636 4.50a.25.3 : ἐπάρας τὸ σκέλος ἀπεματάισε καὶ παρῆλθεν ὡς οὐκέτι 49637 4.50a.25.4 : οὐδὲν ὄντα πρὸς αὐτόν. ὥστε καὶ πολυχρηματίας ἅμα 49638 4.50a.25.5 : παύει τὸ γῆρας καὶ πολυπραγμοσύνης. 49639 4.50a.26.1 : Αἰσχίνου ἐν τῷ κατὰ Τιμάρχου ( 50). 49640 4.50a.26.2 : Σκέψασθε δὴ καλῶς, Ἀθηναῖοι, οὐκ ἠγνόει, οἶμαι, ὁ 49641 4.50a.26.3 : νομοθέτης ὅτι οἱ πρεσβύτεροι τῷ μὲν εὖ φρονεῖν ἀκμά– 49642 4.50a.26.4 : ζουσιν, ἡ δὲ τόλμα ἤδη αὐτοὺς ἄρχεται ἐπιλείπειν διὰ 49643 4.50a.26.5 : τὴν ἐμπειρίαν τῶν πραγμάτων. 49644 4.50a.27.1 : Ἰούνκου ἐκ τοῦ Περὶ γήρως. 49645 4.50a.27.2 : Μέτειμι δὲ ἐπὶ τὴν ἐμαυτοῦ γνώμην, ἡγούμενος τοὺς 49646 4.50a.27.3 : μὲν πρεσβύτας διά τε τὸν χρόνον αὐτὸν καὶ διὰ τὴν τῶν 49647 4.50a.27.4 : κατὰ τὸν βίον ἔργων ἱστορίαν καθαρεύειν ἁμαρτημάτων, 49648 4.50a.27.5 : τοὺς δ´ αὖ νέους ἐμποδίζεσθαι πρὸς τἀγαθὰ διά τε ῥώ– 49649 4.50a.27.6 : μην σώματος, ᾗ πιστεύοντες αἴρονταί πως ἐπὶ πολέμους 49650 4.50a.27.7 : καὶ πλεονεξίαν, διά τε ἀμελετησίαν τῶν ξυμφερόντων. καὶ 49651 4.50a.27.8 : δὴ παρίσταταί μοι μάρτυς τῶν λεγομένων Ἀθηναῖος Σό– 49652 4.50a.27.9 : λων, νομοθετήσας μήτε ἄρχειν τὸν σφόδρα νέον μήτε ξυμ– 49653 4.50a.27.10 : βουλεύειν, εἰ καὶ ἄριστα δοκοίη γνώμης ἔχειν. τὸ μέντοι 49654 4.50a.27.11 : τῶν ἐπιθυμιῶν ἐστερῆσθαι τοὺς γέροντας μηδὲν ὑπ´ αὐ– 49655 4.50a.27.12 : τῶν ἔτι παρενοχλουμένους, μέγιστον δὴ τοῦτο καὶ πρεπω– 49656 4.50a.27.13 : δέστατον ἡγοῦμαι δεδόσθαι τοῖς ἀνθρώποις δῶρον ὑπὸ 49657 4.50a.27.14 : τῶν θεῶν, κατά τινα τῆς αὐτῶν ἐκείνων φύσεως ὁμοίω– 49658 4.50a.27.15 : σιν. οἱ μὲν γὰρ ’οὐ σῖτον ἔδους´ οὐ πίνους´ αἴθοπα οἶ– 49659 4.50a.27.16 : νον‘, οἱ δὲ τοῦ περιττοῦ καὶ ἐνοχλοῦντος ἀπεχόμενοι 49660 4.50a.27.17 : κατ´ οὐδὲν τῆς χρήσεως αὐτοῦ δέονται, τῆς μὲν ἐνδείας 49661 4.50a.27.18 : ἐκπεφευγότες τὸ λυπηρόν, τοῦ δὲ αὐτάρκους αὐτοῖς προσ– 49662 4.50a.27.19 : άγοντος τὴν ἡδονήν. καὶ γὰρ τὸ πεπαῦσθαι τῆς κατὰ 49663 4.50a.27.20 : τὰ ἀφροδίσια ὁρμῆς τε καὶ ὀρέξεως μέγα ὄφελος, ὦ Ζεῦ, 49664 4.50a.27.21 : φαίην ἂν καὶ μανίας καὶ λύττης ἀπόρρευσιν, ὁπότε τῆς 49665 4.50a.27.22 : μὲν ψυχῆς τὸ ἀλόγιστον δὴ καὶ ἐπιθυμητικὸν εὕδοι δια– 49666 4.50a.27.23 : φυγὸν πονηροὺς δεσπότας, τὸ δὲ λογιστικὸν ἀπολαύοι 49667 4.50a.27.24 : διὰ τῆς ὄψεως τῆς κατὰ τὸ κάλλος ἡδονῆς. καὶ γὰρ θαυ– 49668 4.50a.27.25 : μάσεται τὸν τούτου κύριον ὁ γέρων καὶ προσιόντα καθά– 49669 4.50a.27.26 : περ υἱὸν ἀσπάσεται καὶ παιδεύσει κατὰ τὸν Σωκράτους 49670 4.50a.27.27 : νόμον [ὥσπερ Ἀλκιβιάδην ἐκεῖνος], τῶν δὲ περιττῶν καὶ 49671 4.50a.27.28 : ἀκολάστων οὐδὲ μεμνήσεται. καὶ ὅλως, ὦ φίλε, σκόπη– 49672 4.50a.27.29 : σον ἐπὶ πάντων πραγμάτων αὐτὸ δὴ τοῦτο, ὡς ἄρα τὸ 49673 4.50a.27.30 : μὲν ἐθέλειν μετὰ σπουδῆς οὑτινοσοῦν τυγχάνειν διαμαρ– 49674 4.50a.27.31 : τίας ἑπομένης λύπην ἐπάγει, τὸ δὲ ἀπόνως καὶ ἀνενδεῶς 49675 4.50a.27.32 : διακεῖσθαι μίμησίν τινα ἐμποιεῖ τῆς θείας σωφροσύνης. 49676 4.50a.27.33 : τουτὶ δὲ ἔτι σοι σαφέστερον ἐξηγήσομαι, πρὸς τὰ ἐγκλή– 49677 4.50a.27.34 : ματα τοῦ γήρως, ἃ πεποίησαι μικρῷ πρόσθεν, ἀποκρινό– 49678 4.50a.27.35 : μενος. εἰ γὰρ ἧττον ἐσθίων ἢ πίνων ὁ πρεσβύτης ἀφρο– 49679 4.50a.27.36 : δισίων τε ἀπεχόμενος, ὥσπερ † τε ἱεροφάντης, ἀλύπως 49680 4.50a.27.37 : διάκειται καὶ ἀνενδεῶς, τὸ πρὸς σωτηρίαν χρήσιμον προσ– 49681 4.50a.27.38 : αγόμενος, ἀπολείπων σοὶ τῷ νέῳ δι´ ἀμαθίαν καὶ ἄγ– 49682 4.50a.27.39 : νοιαν τὰ νομιζόμενα εἶναι περισπούδαστα, μακάριζε τὸν 49683 4.50a.27.40 : τῶν μὲν ἀνθρωπείων κακῶν ἀπηλλαγμένον, ἄγοντα δὲ 49684 4.50a.27.41 : σχολὴν ἐπὶ τοῖς κατὰ ἀλήθειαν καλοῖς καὶ ἀγαθοῖς. ὁπότε 49685 4.50a.27.42 : δὲ πτωχὸν δὴ λέγεις καὶ ἀνάπηρον καὶ παρειμένον τὸν 49686 4.50a.27.43 : γέροντα, μέμνησο ὡς ταῦτα δὴ τὰ παθήματα οὐ μόνον 49687 4.50a.27.44 : γήρως ἔργα, μυριάκις δὲ ἔκ τινος τύχης ἐπιπαραγίνεται 49688 4.50a.27.45 : καὶ τοῖς νέοις. ταῦτα δὲ τὸν μὲν ἐν ἀκμῇ τῆς ἡλικίας 49689 4.50a.27.46 : διάγοντα δεινῶς οἶμαι φέρειν, τὸν δὲ πρεσβύτην ἐν δυσ– 49690 4.50a.27.47 : μαῖς ὄντα τοῦ βίου καὶ δυστυχοῦντα ἧττόν τις ἡγήσεται 49691 4.50a.27.48 : βλάπτεσθαι εὖ φρονῶν. ἀλλὰ μὴν ταυτὶ τὰ δοκοῦντά σοι 49692 4.50a.27.49 : δεινά πως εἶναι καὶ ἄφυκτα κουφίζουσι μὲν καὶ φίλων 49693 4.50a.27.50 : καὶ οἰκείων ἐπικουρίαι, μάλιστα δὲ ὁ κατὰ φιλοσοφίαν 49694 4.50a.27.51 : λόγος, ὃν δεῖ πιστεύειν τοῖς μετιοῦσιν αὐτὸν χειραγωγόν 49695 4.50a.27.52 : τε εἶναι καὶ φύλακα καὶ πλοῦτον καὶ φῶς. 49696 4.50a.27.53 : Καταγελάσας δὲ μικρῷ πρόσθεν τοῦ εἰρημένου περὶ 49697 4.50a.27.54 : τῆς τῶν γερόντων δυσμορφίας 〈οὐκ εὖ ἐποίησας〉· οὐ γὰρ ἐπὶ 49698 4.50a.27.55 : κάλλει κριθησόμενον τὸ γῆρας πρὸς τὴν νεότητα παρήγετο, 49699 4.50a.27.56 : οὐδ´ ὥσπερ ὑπό τινων ἐμπόρων ἢ ἐραστῶν μορφαί τινες 49700 4.50a.27.57 : ἐδοκιμάζοντο τῶνδε· ὅμως ἵνα μὴ δοκοίην τὰ πρόδηλα ταῦτα 49701 4.50a.27.58 : ὑπολείπειν, ὑπομνήσω σε, ὅτι τὸ μὲν νέον ὥρα τις καὶ 49702 4.50a.27.59 : ἀκμὴ κατακοσμεῖν ἔοικεν, τό τε τοῦ σώματος ἄνθος λήγει 49703 4.50a.27.60 : ἅμα τῷ χρόνῳ· τὸ δὲ ἀληθὲς κάλλος, ὅπερ ἐκ θείας κοι– 49704 4.50a.27.61 : νωνίας ἔσχε τὴν ἀπορροὴν καὶ ἦλθεν ἐπί τινας, τοῦτο 49705 4.50a.27.62 : δὲ οὐδὲ πόνος ἢ λιμὸς ἢ ἀμέλειά τις, ἀλλὰ μὴν οὐδ´ ὁ 49706 4.50a.27.63 : πολὺς χρόνος δύναται ἀμαυρῶσαι, συγγενόμενον δ´ ὁτῳοῦν 49707 4.50a.27.64 : καὶ συντραφὲν οὐκ ὤφθη ποτὲ θᾶττον ἀπαλλαγὲν τῆς 49708 4.50a.27.65 : ἐκείνου ψυχῆς. ὥσπερ δὲ ἔν τινι ἀγαθῇ γῇ φυτὸν ἀεὶ 49709 4.50a.27.66 : † θαρροῦν ἀνίησι τοὺς καρποὺς καὶ φυλάττει πολυχρονίους, 49710 4.50a.27.67 : οὕτω δὲ καὶ παιδὸς ἁψάμενον αὔξεται καὶ μειρακίῳ 49711 4.50a.27.68 : σύνεστι καὶ μᾶλλον ἐκτρεφόμενον δὴ καὶ κοσμούμενον 49712 4.50a.27.69 : ὑπὸ τῆς ὥρας νεανίσκῳ τε συμπαρομαρτεῖ καὶ γηράσαν– 49713 4.50a.27.70 : τος οὐκ ἀπολείπεται. αὐτίκα ἔστιν ἰδεῖν τοὺς πλείστους 49714 4.50a.27.71 : γέροντας οὐ μόνον σεμνότητι κατὰ τὸ σχῆμα καὶ βαδίσ– 49715 4.50a.27.72 : ματι πράῳ κοσμουμένους, οὐδὲ φωνῇ, καθάπερ που Ὅμη– 49716 4.50a.27.73 : ρος εἶπεν ἐπὶ τῶν γερόντων, ἡδείᾳ καὶ τῇ τῶν τεττίγων 49717 4.50a.27.74 : λειριοέσσῃ χρωμένους· ἀλλὰ δὴ καὶ τὸ εὐπρεπὲς παρα– 49718 4.50a.27.75 : μένει αὐτοῖς, ὥστε καὶ κατὰ ἀγορὰν καί που ἐν θεάτροις 49719 4.50a.27.76 : ὀφθέντες, οἷα δὴ ἐν ἀγέλῃ βοῶν καὶ ἵππων οἱ δοκοῦντες 49720 4.50a.27.77 : ἄρχειν τῆς ἀγέλης, τὸ εὐπρεπὲς παρέχουσι δῆλον τοῖς 49721 4.50a.27.78 : ἁπάντων ὀφθαλμοῖς· μάλιστα δὲ ἐν τοῖς ἱεροῖς θύοντες 49722 4.50a.27.79 : ἐστεφανωμένοι περιβλεπτότεροι τῶν ἱερέων γίνονται, ὅ τε 49723 4.50a.27.80 : νόμος αὐτοὺς ἐκείνους χειροτονεῖ τῇ Ἀθηνᾷ, ὥς φησι Ξενο– 49724 4.50a.27.81 : φῶν ὁ φιλόσοφος, θαλλοφόρους. Μέτειμι δὲ ἐκ τοῦ 49725 4.50a.27.82 : παρόντος λόγου, καίτοι πλέον ἴσως τοῦ προσήκοντος 〈καὶ 49726 4.50a.27.83 : οὕτως〉 ἐνδιατρίψας αὐτῷ, ἐπὶ τὸν εἰρημένον ὑπὸ σοῦ 49727 4.50a.27.84 : τελευταῖόν τε καὶ ὥσπερ ἀνανταγώνιστον· ἐδόκει γάρ πως 49728 4.50a.27.85 : οὗτος ἐνίους τῶν παρόντων ταράττειν τε ἅμα καὶ λυπεῖν, 49729 4.50a.27.86 : ἐπειδὴ καὶ προστησάμενος τοῦ παντὸς ἀγῶνος καὶ τῆς 49730 4.50a.27.87 : χλεύης τὸν περὶ τοῦ θανάτου φόβον ἤλπισας ἐκπλήξειν 49731 4.50a.27.88 : οὐδὲν ἧττον κἀμὲ τὸν ἀντιλέγοντά σοι. ἀλλὰ μὴν τὸ κοι– 49732 4.50a.27.89 : νὸν τοῦ θανάτου τέλος, καὶ ὅτι οὐδεὶς ἐπ´ αὐτῷ νόμος 49733 4.50a.27.90 : ἢ χρόνος ὑπὸ τῶν θεῶν γέγραπται, ἴσον οἶμαι ποιεῖ τὸ 49734 4.50a.27.91 : πρᾶγμα τοῖς τε νέοις καὶ τοῖς γέρουσιν· ἀλλ´ ὁ μὲν γέρων 49735 4.50a.27.92 : προλαβὼν τἀγαθὰ καὶ πλείονι χρόνῳ διατρίψας ἐν αὐ– 49736 4.50a.27.93 : τοῖς, μένει μὲν κἀν τῷ παρόντι βίῳ προσιούσης τῆς τελευ– 49737 4.50a.27.94 : τῆς μεμνημένος ὧν τε εἶδεν ὧν τε μετέσχε καθ´ ἡδονήν· ὁ 49738 4.50a.27.95 : δὲ ἐπὶ τοῖς θαρρεῖ δὲ ὡς ἐπ´ αὐτὰ ἀφιγμένος· ὁ δ´ ἐν 49739 4.50a.27.96 : ἀκμῇ τῆς ἡλικίας τελευτήσας, ἀνάγκη γὰρ τελευτᾶν καὶ 49740 4.50a.27.97 : νέοις, ἄπειρός τε τῶν ἡδέων καὶ ἀπλήρωτος ἐν τοῖς ὁμοί– 49741 4.50a.27.98 : οις ἔσται. δοκεῖ δέ μοι ἑκάτερος αὐτῶν ἐοικέναι τοῖς ἀγω– 49742 4.50a.27.99 : νιζομένοις δρόμον ἢ τοῖς πλέουσι· καὶ ὁ μὲν διελθὼν τὸ 49743 4.50a.27.100 : μέγα πέλαγος, ὅπερ εἶναι λέγω τὸν βίον, κατάρας ἐπί 49744 4.50a.27.101 : τινα λιμένα τοῦ κυβερνήτου κελεύσαντος ἀπέβη τῆς νεώς, 49745 4.50a.27.102 : ἤ που διαγωνισάμενος ἐν τῷ σταδίῳ καὶ τοῦ στεφάνου 49746 4.50a.27.103 : τυχὼν ἀποτάττεται τοῖς ἀγῶσιν· ὁ δ´ ἕτερος ἐν μέσῳ τῷ 49747 4.50a.27.104 : πόρῳ τῆς θαλάττης διεφθάρη, μὴ διελθὼν τὸν προκείμε– 49748 4.50a.27.105 : νον αὐτῷ πλοῦν ὑπὲρ οὗ πολλάκις εὔξατο, ἤ που τρέχων 49749 4.50a.27.106 : ἐν τῷ σταδίῳ καταπεσὼν ἀστεφάνωτος ἐξεκομίσθη. 49750 4.50a.28.1 : Ἀρχύτα Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ ἀνδρὸς 49751 4.50a.28.2 : ἀγαθοῦ καὶ εὐδαίμονος. 49752 4.50a.28.3 : Παραπλησίως δὲ καὶ γῆρας ἔχει ποτὶ νεότατα, καὶ 49753 4.50a.28.4 : ποεῖ ἁ μὲν νεότας ἐγχειρητικώς, τὸ δὲ γῆρας προνοατι– 49754 4.50a.28.5 : κώς ... καὶ μηδέποκα ἀφύλακτον αὐτὸ ἀφίεμεν διανοίας. 49755 4.50a.28.6 : ἀλλὰ καὶ τί πράσσει καὶ τί πέπραχεν ἐπισκοπεῖ, ἵνα τὰ μὲν 49756 4.50a.28.7 : μέλλοντα τοῖς παρεόντεσσι σταθμευόμενος, τὰ δ´ ἐνεστα– 49757 4.50a.28.8 : κότα τοῖς παρῳχημένοις αὐτὸς αὐταυτὸν διορθοῦν δύνηται, 49758 4.50a.28.9 : ποτὶ μὲν τὸν παροιχόμενον 〈χρόνον〉 τὰν μνάμαν ἐφαρ– 49759 4.50a.28.10 : μόζων, ποτὶ δὲ τὸν παρεόντα τὰν αἴσθασιν, ποτὶ δὲ τὸν 49760 4.50a.28.11 : μέλλοντα τὰν πρόνοιαν. ἔστι γὰρ ἀεὶ μνάμα μὲν ἁμὶν 49761 4.50a.28.12 : τῶ παρεληλυθότος χρόνω, πρόνοια δὲ τῶ μέλλοντος, αἴσ– 49762 4.50a.28.13 : θασις δὲ τῶ παρεόντος. διὸ δὴ δεῖ τὸν ὀρθῶς καὶ καλῶς 49763 4.50a.28.14 : βιοτεύεν μέλλοντα μὴ μόνον αἰσθατικὸν καὶ μναμονικὸν 49764 4.50a.28.15 : ἀλλὰ καὶ προνοατικὸν ἦμεν. 49765 4.50a.29.1 : Ἐκ τοῦ Θεμιστίου Περὶ ψυχῆς. 49766 4.50a.29.2 : Καίτοι περί γε τῶν γερόντων ὁ Σοφοκλῆς εἴρηκε 49767 4.50a.29.3 : χαριέντως 49768 4.50a.29.4 : σμικρὰ παλαιὰ σώματ´ εὐνάζει ῥοπή. 49769 4.50a.29.5 : καταγωγῇ γὰρ ἔοικεν ὁ γεροντικὸς θάνατος, ἐκβολὴ δὲ καὶ 49770 4.50a.29.6 : ναυάγιόν ἐστιν ὁ τῶν νέων· ἐκπίπτει γὰρ ἡ ψυχὴ βίᾳ 49771 4.50a.29.7 : συντριβομένου τοῦ σώματος. 49772 4.50a.30.1 : Παρμενίδου (Diels Doxogr. Gr. p. 443 b). 49773 4.50a.30.2 : Γῆρας γίγνεσθαι παρὰ τὴν τοῦ θερμοῦ ὑπόλειψιν. 49774 4.50a.31.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ αʹ τῆς Πολιτείας (p. 49775 4.50a.31.2 : 328 D–329 D). 49776 4.50a.31.3 : Ὡς εὖ ἴσθι ὅτι ἔμοιγε ὅσον αἱ ἄλλαι αἱ κατὰ τὸ 49777 4.50a.31.4 : σῶμα ἡδοναὶ ἀπομαραίνονται, τοσοῦτον αὔξονται αἱ περὶ 49778 4.50a.31.5 : τοὺς λόγους ἐπιθυμίαι τε καὶ ἡδοναί. μὴ οὖν ἄλλως 49779 4.50a.31.6 : ποίει, ἀλλὰ τοῖσδέ τε τοῖς νεανίσκοις ξύνισθι καὶ δεῦρο 49780 4.50a.31.7 : παρ´ ἡμᾶς φοίτα ὡς παρὰ φίλους τε καὶ πάνυ οἰκείους. 49781 4.50a.31.8 : Καὶ μήν, ἦν δ´ ἐγώ, ὦ Κέφαλε, χαίρω γε διαλεγόμενος 49782 4.50a.31.9 : τοῖς σφόδρα πρεσβύταις· δοκεῖ γάρ μοι χρῆναι παρ´ αὐ– 49783 4.50a.31.10 : τῶν πυνθάνεσθαι, ὥσπερ τινὰ ὁδὸν προεληλυθότων ἣν καὶ 49784 4.50a.31.11 : ἡμᾶς ἴσως δεήσει πορεύεσθαι, ὁποία τίς ἐστι, τραχεῖα 49785 4.50a.31.12 : καὶ χαλεπὴ ἢ ῥᾳδία καὶ εὔπορος. καὶ δὴ καὶ σοῦ ἡδέως 49786 4.50a.31.13 : ἂν πυθοίμην ὅ τι σοι φαίνεται τοῦτο, ἐπειδὴ ἐνταῦθα 49787 4.50a.31.14 : ἤδη εἶ τῆς ἡλικίας ὃ δὴ ’ἐπὶ γήραος οὐδῷ‘ φασὶν εἶναι 49788 4.50a.31.15 : οἱ ποιηταί, πότερον χαλεπὸν τοῦ βίου, ἢ πῶς σὺ αὐτὸ 49789 4.50a.31.16 : ἐξαγγέλλεις. Ἐγώ σοι, ἔφη, νὴ τὸν Δία ἐρῶ, ὦ Σώκρα– 49790 4.50a.31.17 : τες, οἷόν γέ μοι φαίνεται. πολλάκις γὰρ συνερχόμεθά 49791 4.50a.31.18 : τινες εἰς ταὐτὸ παραπλησίαν ἡλικίαν ἔχοντες, διασῴζον– 49792 4.50a.31.19 : τες τὴν παλαιὰν παροιμίαν. οἱ οὖν πλεῖστοι ἡμῶν ὀλο– 49793 4.50a.31.20 : φύρονται ξυνιόντες, τὰς ἐν τῇ νεότητι ἡδονὰς ποθοῦντες 49794 4.50a.31.21 : καὶ ἀναμιμνῃσκόμενοι περί τε τἀφροδίσια καὶ περὶ πό– 49795 4.50a.31.22 : τους τε καὶ εὐωχίας καὶ ἄλλα ἄττα ἃ τῶν τοιούτων ἔχε– 49796 4.50a.31.23 : ται, καὶ ἀγανακτοῦσιν ὡς μεγάλων τινῶν ἀπεστερημένοι 49797 4.50a.31.24 : καὶ τότε μὲν εὖ ζῶντες, νῦν δὲ οὐδὲ ζῶντες. ἔνιοι δὲ καὶ 49798 4.50a.31.25 : τὰς τῶν οἰκείων προπηλακίσεις τοῦ γήρως ὀδύρονται, καὶ 49799 4.50a.31.26 : ἐπὶ τούτῳ δὴ τὸ γῆρας ὑμνοῦσιν ὅσων κακῶν σφίσιν 49800 4.50a.31.27 : αἴτιον. ἐμοὶ δὲ δοκοῦσιν, ὦ Σώκρατες, οὗτοι οὐ τὸ αἴτιον 49801 4.50a.31.28 : αἰτιᾶσθαι. εἰ γὰρ ἦν τοῦτο αἴτιον, κἂν ἐγὼ ταυτὰ ταῦτα 49802 4.50a.31.29 : ἐπεπόνθειν, ἕνεκά γε γήρως, καὶ οἱ ἄλλοι πάντες ὅσοι ἐν– 49803 4.50a.31.30 : ταῦθα ἦλθον ἡλικίας. νῦν δὲ ἔγωγε ἤδη ἐντετύχηκα οὐχ οὕ– 49804 4.50a.31.31 : τως ἔχουσι καὶ ἄλλοις, καὶ δὴ καὶ Σοφοκλεῖ ποτε τῷ ποιητῇ 49805 4.50a.31.32 : παρεγενόμην ἐρωτωμένῳ ὑπό τινος, Πῶς, ἔφη, ὦ Σοφόκ– 49806 4.50a.31.33 : λεις, ἔχεις πρὸς τὰ ἀφροδίσια; ἔτι οἱός τε εἶ γυναιξὶ 49807 4.50a.31.34 : συγγίνεσθαι; καὶ ὃς, Εὐφήμει, ἔφη, ὦ ἄνθρωπε· ἀσμενέσ– 49808 4.50a.31.35 : τατα μέντοι αὐτὸ ἀπέφυγον, ὥσπερ λυττῶντά τινα καὶ 49809 4.50a.31.36 : ἄγριον δεσπότην ἀποφυγών. εὖ οὖν μοι καὶ τότε ἐκεῖνος 49810 4.50a.31.37 : ἔδοξεν εἰπεῖν, καὶ νῦν οὐχ ἧττον. παντάπασι γὰρ τῶν γε 49811 4.50a.31.38 : τοιούτων ἐν τῷ γήρᾳ πολλὴ εἰρήνη γίνεται καὶ ἐλευθερία· 49812 4.50a.31.39 : ἐπειδὰν αἱ ἐπιθυμίαι παύσωνται κατατείνουσαι καὶ χαλά– 49813 4.50a.31.40 : σωσι, παντάπασι τὸ τοῦ Σοφοκλέους γίνεται, δεσποτῶν 49814 4.50a.31.41 : πάνυ πολλῶν ἔστι καὶ μαινομένων ἀπηλλάχθαι. ἀλλὰ 49815 4.50a.31.42 : καὶ τούτων πέρι καὶ τῶν γε πρὸς τοὺς οἰκείους μία τις 49816 4.50a.31.43 : αἰτία ἐστίν, οὐ τὸ γῆρας, ὦ Σώκρατες, ἀλλ´ ὁ τρόπος τῶν 49817 4.50a.31.44 : ἀνθρώπων. ἐὰν μὲν γὰρ κόσμιοι καὶ εὔκολοι ὦσι, καὶ 49818 4.50a.31.45 : τὸ γῆρας μετρίως ἐστὶν ἐπίπονον· εἰ δὲ μή, καὶ γῆρας, 49819 4.50a.31.46 : ὦ Σώκρατες, καὶ νεότης χαλεπὴ τῷ τοιούτῳ συμβαίνει. 49820 4.50a.31.47 : καὶ ἐγὼ ἀγασθεὶς αὐτοῦ εἰπόντος ταῦτα, βουλόμενος αὐτὸν 49821 4.50a.31.48 : ἔτι λέγειν ἐκίνουν καὶ εἶπον· Ὦ Κέφαλε, οἶμαί σου τοὺς 49822 4.50a.31.49 : πολλούς, ὅταν ταῦτα λέγης, οὐκ ἀποδέχεσθαι ἀλλ´ ἡγεῖ– 49823 4.50a.31.50 : σθαι ῥᾳδίως σε τὸ γῆρας φέρειν οὐ διὰ τὸν τρόπον ἀλλὰ 49824 4.50a.31.51 : διὰ τὸ πολλὴν οὐσίαν κεκτῆσθαι· τοῖς γὰρ πλουσίοις 49825 4.50a.31.52 : πολλά φασιν παραμύθια εἶναι. Ἀληθῆ, ἔφη, λέγεις· οὐ 49826 4.50a.31.53 : γὰρ ἀποδέχονται. καὶ λέγουσι μέν τι, οὐ μέντοι ὅσον 49827 4.50a.31.54 : οἴονται· ἀλλὰ τὸ τοῦ Θεμιστοκλέους εὖ ἔχει, ὃς τῷ Σερι– 49828 4.50a.31.55 : φίῳ λοιδορουμένῳ καὶ λέγοντι ὅτι οὐ δι´ αὑτὸν ἀλλὰ διὰ 49829 4.50a.31.56 : τὴν πόλιν εὐδοκιμοίη, ἀπεκρίνατο ὅτι οὔτ´ ἂν αὐτὸς Σερί– 49830 4.50a.31.57 : φιος ὢν ὀνομαστὸς ἐγένετο οὔτ´ ἐκεῖνος Ἀθηναῖος. καὶ 49831 4.50a.31.58 : τοῖς δὴ μὴ πλουσίοις, χαλεπῶς δὲ τὸ γῆρας φέρουσιν, 49832 4.50a.31.59 : εὖ ἔχει ὁ αὐτὸς λόγος, ὅτι οὔτ´ ἂν ὁ ἐπιεικὴς πάνυ ῥᾳ– 49833 4.50a.31.60 : δίως γῆρας μετὰ πενίας ἐνέγκοι οὔθ´ ὁ μὴ ἐπιεικὴς πλου– 49834 4.50a.31.61 : τήσας εὔκολός ποτ´ ἂν ἑαυτῷ γένοιτο. 49835 4.51.t.1 : {1ΨΟΓΟΣ ΓΗΡΩΣ.}1 49836 4.51.32.1 : Μιμνέρμου (fr. 3 B. 4). 49837 4.51.32.2 : Τὸ πρὶν ἐὼν κάλλιστος, ἐπὴν παραμείψεται ὥρη, 49838 4.51.32.3 : οὐδὲ πατὴρ παισὶν τίμιος οὔτε φίλος. 49839 4.51.33.1 : Εὐριπίδου Γλαύκῳ (fr. 637 N. 2). 49840 4.51.33.2 : Φεῦ φεῦ, τὸ γῆρας ὡς ἔχει πολλὰς νόσους. 49841 4.51.34.1 : (Trag. adesp. 549 N. 2) 49842 4.51.34.2 : Γέροντι δ´ οὐχ οἷόν τε μηκύνειν χρόνον. 49843 4.51.35.1 : (Trag. adesp. 550 N. 2) 49844 4.51.35.2 : Μακρὸς γὰρ αἰὼν συμφορὰς πολλὰς ἔχει. 49845 4.51.36.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης. 49846 4.51.36.2 : *** 49847 4.51.37.1 : (Eur. Bacch. 1251) 49848 4.51.37.2 : Ὡς δύσκολον τὸ γῆρας ἀνθρώποις ἔφυ. 49849 4.51.38.1 : Εὐριπίδου Αἰόλῳ (fr. 25 N. 2). 49850 4.51.38.2 : Φεῦ φεῦ, παλαιὸς αἶνος ὡς καλῶς ἔχει· 49851 4.51.38.3 : γέροντες οὐδὲν ἐσμὲν ἄλλο πλὴν ὄχλος 49852 4.51.38.4 : καὶ σχῆμ´, ὀνείρων δ´ ἕρπομεν μιμήματα. 49853 4.51.38.5 : νοῦς δ´ οὐκέτ´ ἔστιν, οἰόμεσθα δ´ εὖ φρονεῖν. 49854 4.51.39.1 : Εὐριπίδου Οἰνομάῳ (fr. 575 N. 2). 49855 4.51.39.2 : Ὅστις δὲ θνητῶν βούλεται δυσώνυμον 49856 4.51.39.3 : εἰς γῆρας ἐλθεῖν, οὐ λογίζεται καλῶς· 49857 4.51.39.4 : μακρὸς γὰρ αἰὼν μυρίους τίκτει πόνους. 49858 4.51.40.1 : Εὐριπίδου (fr. 1080 N. 2). 49859 4.51.40.2 : Ὦ γῆρας, οἵαν ἐλπίδ´ ἡδονῆς ἔχεις, 49860 4.51.40.3 : καὶ πᾶς τις εἰς σὲ βούλετ´ ἀνθρώπων μολεῖν· 49861 4.51.40.4 : λαβὼν δὲ πεῖραν, μεταμέλειαν λαμβάνει, 49862 4.51.40.5 : ὡς οὐδέν ἐστι χεῖρον ἐν θνητῷ γένει. 49863 4.51.41.1 : Μενάνδρου (fr. 555 K.). 49864 4.51.41.2 : Ὀχληρὸν ὁ χρόνος ὁ πολύς· ὦ γῆρας βαρύ, 49865 4.51.41.3 : ὡς οὐδὲν ἀγαθόν, δυσχερῆ δὲ πόλλ´ ἔχεις 49866 4.51.41.4 : τοῖς ζῶσι καὶ λυπηρά· πάντες εἰς σὲ δὲ 49867 4.51.41.5 : ἐλθεῖν ὅμως εὐχόμεθα καὶ σπουδάζομεν. 49868 4.51.42.1 : Μενάνδρου Χαλκεῖα (fr. 509 K.). 49869 4.51.42.2 : Οὐκ ἂν γένοιτ´ ἐρῶντος ἀθλιώτερον 49870 4.51.42.3 : οὐθὲν γέροντος πλὴν ἕτερος γέρων ἐρῶν. 49871 4.51.42.4 : ὃς γὰρ ἀπολαύειν βούλεθ´ ὧν ἀπολείπεται 49872 4.51.42.5 : διὰ τὸν χρόνον, πῶς οὗτος οὐκ ἔστ´ ἄθλιος; 49873 4.51.43.1 : Θεόγνιδος ( 1129–32). 49874 4.51.43.2 : Οὔτε γε μὴν πενίης θυμοφθόρου 〈οὐ〉 μελεδαίνω, 49875 4.51.43.3 : οὐδ´ ἀνδρῶν ἐχθρῶν, οἵ με λέγουσι κακῶς. 49876 4.51.43.4 : ἀλλ´ ἥβην ἐρατὴν ὀλοφύρομαι, ἥ μ´ ἐπιλείπει, 49877 4.51.43.5 : κλαίω δ´ ἀργαλέον γῆρας ἐπερχόμενον. 49878 4.51.44.1 : Τοῦ αὐτοῦ ( 527 s.). 49879 4.51.44.2 : Ὤ μοι ἐγὼν ἥβης καὶ γήραος οὐλομένοιο, 49880 4.51.44.3 : τοῦ μὲν ἐπερχομένου, τῆς δ´ ἀπονισσομένης. 49881 4.51.45.1 : Φερεκράτους (fr. 248 K.). 49882 4.51.45.2 : Ὦ γῆρας, ὡς ἐπαχθὲς ἀνθρώποισιν εἶ 49883 4.51.45.3 : καὶ πανταχῆ λυπηρόν, οὐ καθ´ ἓν μόνον. 49884 4.51.45.4 : ἐν ᾧ γὰρ οὐδὲν δυνάμεθ´ οὐδ´ ἰσχύομεν, 49885 4.51.45.5 : σὺ τηνικαῦθ´ ἡμᾶς προδιδάσκεις εὖ φρονεῖν. 49886 4.51.46.1 : (Pherecr. fr. 146 K.) 49887 4.51.46.2 : Εἰκῆ μ´ ἐπῆρας ὄντα τηλικουτονὶ 49888 4.51.46.3 : πολλοῖς ἐμαυτὸν ἐγκυλῖσαι πράγμασιν. 49889 4.51.46.4 : ἐγὼ γάρ, ὦ ἄνδρες, ἡνίκ´ ἦν νεώτερος, 49890 4.51.46.5 : ἐδόκουν μέν, ἐφρόνουν δ´ οὐδέν, ἀλλὰ πάντα μοι 49891 4.51.46.6 : κατὰ χειρὸς ἦν τὰ πράγματ´ ἐνθυμουμένῳ· 49892 4.51.46.7 : νῦν δ´ ἄρτι μοι τὸ γῆρας ἐντίθησι νοῦν. 49893 4.51.47.1 : Ἀντιφάνους (fr. 240 a K.). 49894 4.51.47.2 : Σφόδρα [τι] ἐστὶν ἡμῶν ὁ βίος οἴνῳ προσφερής· 49895 4.51.47.3 : ὅταν ᾖ τὸ λοιπὸν μικρόν, ὄξος γίνεται. 49896 4.51.48.1 : Ἀντιφάνους (fr. 240 b K.). 49897 4.51.48.2 : Πρὸς γὰρ τὸ γῆρας ὥσπερ ἐργαστήριον 49898 4.51.48.3 : ἅπαντα τἀνθρώπεια προσφοιτᾷ κακά. 49899 4.51.49.1 : Ἀντιφάνους (fr. 255 K.). 49900 4.51.49.2 : Τὸ γῆρας ὥσπερ βωμός ἐστι τῶν κακῶν· 49901 4.51.49.3 : πάντ´ ἔστ´ ἰδεῖν εἰς τοῦτο καταπεφευγότα. 49902 4.51.50.1 : Ἀντιφάνους (fr. 256 K.). 49903 4.51.50.2 : Ὦ γῆρας, ὡς ἅπασι τοῖς ζητοῦσί σε 49904 4.51.50.3 : ψέγειν ἀφορμὰς παραδίδως τοῦ πράγματος. 49905 4.51.51.1 : Φιλήμονος (fr. 125 K.). 49906 4.51.51.2 : Σύρα, Σύρα. {—}Τί ἐστι; {—}Πῶς ἡμῖν ἔχεις; 49907 4.51.51.3 : {—}Μηδέποτ´ ἐρώτα τοῦτ´ ἐπὰν γέροντ´ ἴδῃς, 49908 4.51.51.4 : ἢ γραῦν τιν´· ἴσθι δ´ εὐθὺς ὅτι κακῶς ἔχει. 49909 4.51.52.1 : Ἡρώδου Μιμιάμβων (I 15 s. Crus. 4). 49910 4.51.52.2 : Ἐγὼ δὲ δραίνω μυῖ´ ὅσον, τὸ γὰρ γῆρας 49911 4.51.52.3 : ἡμέας καθέλκει, καὶ ἡ σκιὴ παρέστηκε. 49912 4.51.53.1 : Μενάνδρου (fr. 874 K.). 49913 4.51.53.2 : Πικρόν ἐστι θρέμμ´ ἐν οἰκίᾳ γέρων. 49914 4.51.54.1 : Ἀλέξιδος Τιτθῆς (fr. 228 K.). 49915 4.51.54.2 : Ἤδη γὰρ ὁ βίος οὑμὸς ἑσπέραν ἄγει. 49916 4.51.55.1 : Ἡρώδου Μιμιάμβων (fr. 60 Cr. 4). 49917 4.51.55.2 : Ἤδη γὰρ αὑγὴ τῆς ζοῆς ἀπήμβλυνται. 49918 4.51.56.1 : Ἡρώδου ἐκ Μολπείνου (fr. 60 Cr. 4). 49919 4.51.56.2 : Ἐπὴν τὸν ἑξηκοστὸν ἥλιον κάμψῃς, 49920 4.51.56.3 : ὦ Γρύλλε, Γρύλλε, θνῆσκε καὶ τέφρη γίνευ, 49921 4.51.56.4 : ὡς τυφλὸς ὁ ὑπὲρ κεῖνο τοῦ βίου καμπτήρ. 49922 4.51.57.1 : Εὐριπίδου Μελανίππης (fr. 509 N. 2). 49923 4.51.57.2 : Τί δ´ ἄλλο; φωνὴ καὶ σκιὰ γέρων ἀνήρ. 49924 4.51.58.1 : Ἀντιφάνους ἐξ Ἐπικλήρου (fr. 94 K.). 49925 4.51.58.2 : Ὦ γῆρας, ὡς ἅπασιν ἀνθρώποισιν εἶ 49926 4.51.58.3 : ποθεινόν, ὡς εὔδαιμον· εἶθ´ ὅταν παρῇς, 49927 4.51.58.4 : † ἀχθηρόν, ὡς μοχθηρόν· εὖ λέγει τέ σε 49928 4.50b.58.5 : οὐδείς, κακῶς 〈δὲ〉 πᾶς τις, ὃς σοφός, λέγει. 49929 4.50b.59.1 : Ἡρώδα Μιμιάμβων (I 67 Crus. 4). 49930 4.50b.59.2 : Γύναι, τὰ λευκὰ τῶν τριχῶν ἀπαμβλύνει 49931 4.50b.59.3 : τὸν νοῦν. 49932 4.50b.60.1 : Χαιρήμονος (fr. 38 N. 2). 49933 4.50b.60.2 : Γέρων γὰρ ὀργῇ πᾶς ὑπηρετεῖν κακός. 49934 4.50b.61.1 : Ἀντιφάνους (fr. 239 K.). 49935 4.50b.61.2 : Οὐδεὶς τὰ πατρῷά πω γέρων κατεδήδοκεν, 49936 4.50b.61.3 : ἀλλ´ οὐδὲ κατεμώρανεν, οὐδ´ ἐλύσατο 49937 4.50b.61.4 : πορνίδιον, οὐδὲ θυροκοπῶν ὦφλεν δίκην. 49938 4.50b.61.5 : οὕτω τὸ γῆρας σωφρονοῦν οὐκ εὐτυχεῖ. 49939 4.50b.62.1 : Μενεκράτους Σαμίου. 49940 4.50b.62.2 : Γῆρας ἐπὰν μὲν ἀπῇ, πᾶς εὔχεται· ἢν δέ ποτ´ ἔλθῃ, 49941 4.50b.62.3 : μέμφεται· ἔστι δ´ ἀεὶ κρεῖσσον ὀφειλόμενον. 49942 4.50b.63.1 : Σοφοκλέους Σκυρίων (fr. 512 N. 2). 49943 4.50b.63.2 : Οὐδὲν γὰρ ἄλγος οἷον ἡ πολλὴ ζοή. 49944 4.50b.64.1 : (Sophoclis fr. 863 N. 2). 49945 4.50b.64.2 : Πάντ´ ἐμπέφυκε τῷ μακρῷ γήρᾳ κακά, 49946 4.50b.64.3 : νοῦς φροῦδος, ἔργ´ ἀχρεῖα, φροντίδες κεναί. 49947 4.50b.65.1 : Σώφρονος (fr. 54 Kaib.). 49948 4.50b.65.2 : Τὸ γὰρ ἀπεχθόμενον γῆρας ἁμὲ μαραῖνον ταριχεύει. 49949 4.50b.66.1 : Κράτητος (fr. 17 poet. phil. p. 223 Diels). 49950 4.50b.66.2 : Ὁ γὰρ χρόνος μ´ ἔκαμψε, τέκτων μὲν σοφὸς, 49951 4.50b.66.3 : ἅπαντα δ´ ἐργαζόμενος ἀσθενέστερα. 49952 4.50b.67.1 : Διφίλου ἐκ Φρέατος (fr. 83 K.). 49953 4.50b.67.2 : Πολιὸς τεχνίτης ἐστὶν ὁ χρόνος, ὦ ξένε· 49954 4.50b.67.3 : χαίρει μεταπλάττων πάντας ἐπὶ τὰ χείρονα. 49955 4.50b.68.1 : Μιμνέρμου Ναννοῦς (fr. 4 B. 4). 49956 4.50b.68.2 : Τιθωνῷ μὲν ἔδωκεν ἔχειν κακὸν ἄφθιτον 〈ὁ〉 Ζεὺς 49957 4.50b.68.3 : γῆρας, ὃ καὶ θανάτου ῥίγιον ἀργαλέου. 49958 4.50b.69.1 : Μιμνέρμου Ναννοῦς (fr. 5 B. 4). 49959 4.50b.69.2 : Ἀλλ´ ὀλιγοχρόνιον γίγνεται ὥσπερ ὄναρ 49960 4.50b.69.3 : ἥβη τιμήεσσα, τὸ δ´ ἀργαλέον καὶ ἄμορφον 49961 4.50b.69.4 : γῆρας ὑπὲρ κεφαλῆς αὐτίχ´ ὑπερκρέμαται 49962 4.50b.69.5 : ἐχθρὸν ὁμῶς καὶ ἄτιμον, ὅ τ´ ἄγνωστον τιθεῖ ἄνδρα, 49963 4.50b.69.6 : βλάπτει δ´ ὀφθαλμοὺς καὶ νόον ἀμφιχυθέν. 49964 4.50b.70.1 : Ἀπολλοδώρου Λακαίνης (fr. 7 Com. III 49965 4.50b.70.2 : p. 290 K.). 49966 4.50b.70.3 : Μὴ καταφρόνει, Φιλεῖν´, ἐθῶν γεροντικῶν, 49967 4.50b.70.4 : οἷς ἔνοχος, εἰς τὸ γῆρας ἂν ἔλθῃς, ἔσῃ. 49968 4.50b.70.5 : ἀλλὰ μέγα τοῦθ´ οἱ πατέρες ἠλαττώμεθα· 49969 4.50b.70.6 : ὑμεῖς μὲν ὠνειδίσατ´, ἐάν τι μὴ ποιῇ 49970 4.50b.70.7 : ὁ πατὴρ προθύμως, ’οὐ γέγονας αὐτὸς νέος;‘ 49971 4.50b.70.8 : τῷ δὲ πατρὶ πρὸς τὸν υἱόν, ἂν ἀγνωμονῇ, 49972 4.50b.70.9 : οὐκ ἔστιν εἰπεῖν ’οὐ γέγονας αὐτὸς γέρων;‘ 49973 4.50b.71.1 : Εὐριπίδου Αἰόλῳ (fr. 23 N. 2). 49974 4.50b.71.2 : Ἀλλ´ ἢ τὸ γῆρας τὴν Κύπριν χαίρειν ἐᾷ, 49975 4.50b.71.3 : ἥ τ´ Ἀφροδίτη τοῖς γέρουσιν ἄχθεται. 49976 4.50b.72.1 : Σοφοκλέους (fr. 63 N. 2). 49977 4.50b.72.2 : 〈Τοῦ〉 ζῆν γὰρ οὐδεὶς ὡς ὁ γηράσκων ἐρᾷ. 49978 4.50b.73.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 727 s.). 49979 4.50b.73.2 : Ἀνειμένον τι χρῆμα πρεσβυτῶν γένος 49980 4.50b.73.3 : καὶ δυσφύλακτον ὀξυθυμίας ὕπο. 49981 4.50b.74.1 : Εὐριπίδου Φοίνικι (fr. 805 N. 2). 49982 4.50b.74.2 : Ὦ γῆρας, οἷον τοῖς ἔχουσιν εἶ κακόν. 49983 4.50b.75.1 : Ἰσοκράτους ἐκ τοῦ Παναθηναϊκοῦ (p. 234 c). 49984 4.50b.75.2 : Ἀλλ´ οὕτω τὸ γῆράς ἐστι δυσάρεστον καὶ μεμψίμοι– 49985 4.50b.75.3 : ρον καὶ μικρολόγον, ὥστε πολλάκις ἤδη τήν τε φύσιν τὴν 49986 4.50b.75.4 : ἐμαυτοῦ κατεμεμψάμην, ἧς οὐδεὶς ἄλλος καταπεφρόνηκε. 49987 4.50b.76.1 : Δημοκρίτου (fr. 296 Diels 2). 49988 4.50b.76.2 : Γῆρας ὁλόκληρός ἐστι πήρωσις· πάντ´ ἔχει καὶ πᾶσιν 49989 4.50b.76.3 : ἐνδεῖ. 49990 4.50b.77.1 : Μητροδώρου (fr. 52 K.). 49991 4.50b.77.2 : Οὐ μακαριεῖς τὸν γέροντα, καθ´ ὅσον γηράσκων τε– 49992 4.50b.77.3 : λευτᾷ, ἀλλ´ εἰ τοῖς ἀγαθοῖς συμπεπλήρωται· ἕνεκα γὰρ 49993 4.50b.77.4 : χρόνου πάντες ἐσμὲν ἄωροι. 49994 4.50b.78.1 : Ἐρατοσθένους Κυρηναϊκοῦ. 49995 4.50b.78.2 : Ἐρατοσθένης τῆς ἡλικίας ἔφη τὸ μὲν ἀκμάζον ἔαρ 49996 4.50b.78.3 : εἶναι, τὸ δὲ μετὰ τὴν ἀκμὴν θέρος καὶ μετόπωρον, χει– 49997 4.50b.78.4 : μῶνα δὲ τὸ γῆρας. 49998 4.50b.79.1 : Φαβωρίνου ἐκ τῶν κ〈ατὰ〉 γ〈ήρως〉 (fr. 49999 4.50b.79.2 : 72 Marr.). 50000 4.50b.79.3 : ’Πολύς τοι μόχθος ἐν μακρῷ χρόνῳ‘. 50001 4.50b.80.1 : Δημοκρίτου. 50002 4.50b.80.2 : *** 50003 4.50b.81.1 : (Herodot. III 134) 50004 4.50b.81.2 : Αὐξανομένῳ τῷ σώματι συναύξονται καὶ αἱ φρένες, 50005 4.50b.81.3 : γηράσκοντι δὲ συγγηράσκουσι καὶ εἰς τὰ πράγματα πάντα 50006 4.50b.81.4 : ἀπαμβλύνονται. 50007 4.50b.82.1 : Κάτωνος. 50008 4.50b.82.2 : Κάτων γέροντι πονηρευομένῳ ἔφη ’ἄνθρωπε, τί τῷ 50009 4.50b.82.3 : γήρᾳ κακὰ πολλὰ ἔχοντι τὴν ἐκ τῆς πονηρίας αἰσχύνην 50010 4.50b.82.4 : προστίθης;‘ 50011 4.50b.83.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστοτέλους Χρειῶν. 50012 4.50b.83.2 : Ἄλεξις ὁ τῶν κωμῳδιῶν ποιητής, ἐπειδή τις αὐτὸν 50013 4.50b.83.3 : ὄντα πρεσβύτην ἑώρα μόλις πορευόμενον καὶ ἠρώτα ’τί 50014 4.50b.83.4 : ποιεῖς‘, ἔφη "κατὰ σχολὴν ἀποθνήσκω." 50015 4.50b.84.1 : Μητροκλέους. 50016 4.50b.84.2 : Μητροκλῆς τὸ γῆρας τοῦ βίου ἔλεγε χειμῶνα. 50017 4.50b.85.1 : Ἰούνκου ἐκ τοῦ Περὶ γήρως. 50018 4.50b.85.2 : Ἐπειδὴ γὰρ ὁρῶ σε τὰς μὲν ἐπὶ τῆς νεότητος καὶ 50019 4.50b.85.3 : ἀκμῆς ἡδονὰς καὶ ἀπολαύσεις αἳ πᾶσιν ἔργοις ἕπονται, 50020 4.50b.85.4 : συνελόντι δὲ εἰπεῖν, τὴν ἀνθρώπειον εὐδαιμονίαν ἀπολι– 50021 4.50b.85.5 : πόντα καὶ παραμειψάμενον καθάπερ ἐπὶ νεὼς κομιζόμε– 50022 4.50b.85.6 : νον οὐριοδρομούσης, ἱστάμενον ἐπὶ τῷ γήρᾳ, καὶ αὐτὸν 50023 4.50b.85.7 : ἑαυτοῦ βραδύτερόν τε καὶ δυσκινητότερον γεγονότα καὶ ἀεὶ 50024 4.50b.85.8 : γιγνόμενον τῇ τε ψυχῇ καὶ τῷ σώματι, ἐθέλω παρὰ σοῦ 50025 4.50b.85.9 : μαθεῖν, ἥντινα γνώμην ἔχεις περί τε τῶν γεγηρακότων 50026 4.50b.85.10 : καὶ περὶ αὐτοῦ δὴ τοῦ γήρως· ἐμοὶ γὰρ δύσκολος ὁ ἐν 50027 4.50b.85.11 : αὐτῷ βίος καταφαίνεται διὰ τὴν τῶν αἰσθήσεων στέρησιν 50028 4.50b.85.12 : κατ´ ὀλίγον ἀποσβεννυμένων. διόπερ ἡδὺ μὲν οὐδὲν ἔτι 50029 4.50b.85.13 : παρακολουθεῖν φασι τοῖς γεγηρακόσιν, ἐπίπονα δὲ ἅπαντα 50030 4.50b.85.14 : εἶναι καὶ χαλεπά, αὐτῷ τε τῷ πάσχοντι τὴν μεταβολὴν 50031 4.50b.85.15 : περαιτέρω τούτων ἐνοχλεῖν τὸν περὶ τοῦ θανάτου φόβον 50032 4.50b.85.16 : ἀεὶ ἑπόμενον αὐτῷ καθάπερ ἐπιβουλεύοντα συνοδοιπόρον 50033 4.50b.85.17 : ἢ σύνοικον, καὶ τοῦτον δὲ ἔκ τινος ὡμολογημένης καὶ 50034 4.50b.85.18 : φυσικῆς ἀνάγκης. τῶν γὰρ πρώτων ὅρων τοῦ βίου κατὰ 50035 4.50b.85.19 : τὴν προϊοῦσαν ἡλικίαν ὑφ´ ἑκάστου ῥᾳδίως ἀπολειπομέ– 50036 4.50b.85.20 : νων, ὁπότε παῖς μὲν ὁ παῖς οὐκέτι ἔσται, τὸ δὲ μειράκιον 50037 4.50b.85.21 : ἀνὴρ γίνεται, μετὰ δὲ τὸν ἄνδρα γῆρας πρόσεισιν· ἀνάγκη 50038 4.50b.85.22 : που μετ´ αὐτὸ μηδενὸς ἑτέρου καταλειπομένου διάλυσίν 50039 4.50b.85.23 : τε καὶ χωρισμὸν ἐπιγίγνεσθαι τῇ ψυχῇ καὶ τῷ σώματι, 50040 4.50b.85.24 : ὃ δὴ καλεῖται θάνατος. πολλὰ δὲ καὶ ἄλλα ἐν τῷ ζῆν 50041 4.50b.85.25 : πρεσβύτῃ ἀνδρὶ χαλεπὰ παρομαρτεῖ καὶ ἐπίπονα. τότε 50042 4.50b.85.26 : μὲν γὰρ συνεχεῖς νόσοι καὶ δίαιτα πάντως νοσώδης, εἰ 50043 4.50b.85.27 : καὶ μηδὲν παρείη ἰατροῦ δεόμενον, ἐκεῖνον δὴ τὸν λεγό– 50044 4.50b.85.28 : μενον εὐδαίμονα εἶναι καταναλίσκει. κεῖται γάρ που γήρᾳ 50045 4.50b.85.29 : παρειμένος ἄσιτός τε καὶ ἄποτος καὶ ἀνέραστος, οὐδενὸς 50046 4.50b.85.30 : μὲν ξὺν ἡδονῇ μετέχων, τοῦ δὲ λυποῦντος ἀκριβῶς αἰσ– 50047 4.50b.85.31 : θανόμενος· εἴτε δὲ θαρρήσει προελθεῖν εἰς τὴν ἀγοράν, 50048 4.50b.85.32 : γέλωτα τοῖς ὁρῶσι παρασκευάζει, βλέπων τε οὐκ ἀκριβὲς 50049 4.50b.85.33 : καὶ βοώντων οὐκ ἀκροώμενος, καὶ πειρώμενος ἑαυτὸν δια– 50050 4.50b.85.34 : κομίζειν καταπίπτων σφαλλόμενος, θλίβειν λεγόμενος καὶ 50051 4.50b.85.35 : ἀφανίζειν τὸν κοινὸν τῆς πόλεως ἀέρα· οὔτε γὰρ εἰς τὸν 50052 4.50b.85.36 : ἀριθμὸν τῶν φυλετῶν ἐν ἐκκλησίᾳ παρὼν τάττεται, οὔτε 50053 4.50b.85.37 : μὴν ἀρχῆς οἷός τέ ἐστι προΐστασθαι, διά τε τὰ προειρη– 50054 4.50b.85.38 : μένα ἐμπόδια κυφός τε ὢν καὶ ῥικνὸς καὶ ἄμορφος καὶ 50055 4.50b.85.39 : ἀδύνατος τῇ τε ψυχῇ κατὰ τὴν παροιμίαν παῖς πάλιν 50056 4.50b.85.40 : γεγονώς. ἐν δὲ πολέμῳ τί χρὴ καὶ λέγειν ὡς ἀστράτευ– 50057 4.50b.85.41 : τός τε καὶ γυμνὸς ἀπολείπεται, οὐ πεζός, οὐχ ἱππεὺς 50058 4.50b.85.42 : τεταγμένος, οὐδ´ αὖ νεὼς ἐρέτης τις ἢ ἐπιβάτης, ὅτι δὴ 50059 4.50b.85.43 : καὶ τὸ καθέζεσθαι αὐτῷ μᾶλλον δὲ καὶ τὸ κεῖσθαι πόνον 50060 4.50b.85.44 : ἔχει, συμπεπλεγμένου αὐτῷ τοῦ θανάτου καὶ ἤδη αὐτὸν 50061 4.50b.85.45 : ἄγοντος εἴσω τῶν ἑαυτοῦ θυρῶν. εἰ δὲ καὶ πενία πως 50062 4.50b.85.46 : ἀνδρὶ γεγηρακότι ξυμπέσοι, αὐτὸς ἂν ἐκεῖνος εὔξαιτο ἀπαλ– 50063 4.50b.85.47 : λαγῆναι τέλεον τοῦ βίου διὰ τὸ ἄπορον ἐπὶ πᾶσιν, οὐχ 50064 4.50b.85.48 : ἡγεμόνος ὁδοῦ τυγχάνων, οὐ τροφέως, οὐκ ἐσθῆτα τὴν 50065 4.50b.85.49 : αὐτάρκη περικείμενος, οὐ στέγης εὐπορῶν, οὐ τροφῆς, ἔστι 50066 4.50b.85.50 : δὲ ὅπῃ καὶ ὕδατος οὐκ ἔχων τὸν ἀρυσόμενον· οἱ δὲ ὁρῶν– 50067 4.50b.85.51 : τες αὐτόν, εἰ καὶ φίλοι καὶ οἰκεῖοι λέγοιντο, ἐπαχθὲς εἶναι 50068 4.50b.85.52 : νομίζουσι καὶ θέαμα ἀλγεινόν τε καὶ λυπηρὸν καὶ πολυ– 50069 4.50b.85.53 : χρόνιον· τὰ δὲ ἄλλα εἰπεῖν, Ἰλιὰς κακῶν. τῷ δὲ νέῳ πολλὰ 50070 4.50b.85.54 : μὲν πλεονεκτήματα ἔν τε τῇ ψυχῇ κἀν τῷ σώματι ἔδωκεν 50071 4.50b.85.55 : ὁ θεὸς ἀεὶ αὐξόμενα, μέγεθός τε καὶ ἀλκὴν καὶ κάλλος 50072 4.50b.85.56 : καὶ χάριν ἐπανθοῦσαν, νοῦν τε ἤδη βέβαιον καὶ φρόνησιν 50073 4.50b.85.57 : καὶ λόγον τῶν κατὰ τὴν ψυχὴν ἀγαθῶν ἄγγελον· πολλὰ 50074 4.50b.85.58 : δὲ ἐκ τῶν ἐπιστημῶν τε καὶ τεχνῶν ἐκαρπώσατο· εἰ δὲ 50075 4.50b.85.59 : ἔλθοι τι αὐτῷ δυστύχημα νόσου κομιζούσης ἢ πενίας ἢ 50076 4.50b.85.60 : ἀδοξίας, οἷός τέ ἐστι διαφέρειν ἕκαστα καὶ ὥσπερ ἀγα– 50077 4.50b.85.61 : θὸς ἀθλητὴς νικᾷ τὸ προσπῖπτον. ἀλλ´ οὐ γὰρ νεότητα 50078 4.50b.85.62 : βουλόμενος μακαρίσαι τούσδε τοὺς λόγους ἐποιησάμην· 50079 4.50b.85.63 : δῆλα γάρ ἐστιν, οἶμαι, καὶ τυφλῷ τὰ συνόντα αὐτῇ καλά 50080 4.50b.85.64 : τε καὶ ἀγαθά· καὶ μάλα οὐκ ἀπὸ σκοποῦ τινος δοκῶ μοι 50081 4.50b.85.65 : εἰρηκέναι, ἅ τινα τῷ γεγηρακότι ἐνοχλεῖν ἔφην παρόντα 50082 4.50b.85.66 : τε καὶ ἀφιστάμενα αὐτοῦ, καὶ ὁπόσα κοσμεῖν ἔοικε καὶ 50083 4.50b.85.67 : ὠφελεῖν 〈τὸν〉 νέον. 50084 4.50b.86.1 : Πλάτωνος Πολιτείας εʹ (p. 460 D–461 A). 50085 4.50b.86.2 : Τὸ δ´ ἐφεξῆς διέλθωμεν ὃ προὐθέμεθα. ἔφαμεν γὰρ 50086 4.50b.86.3 : δὴ ἐξ ἀκμαζόντων δεῖν τὰ ἔκγονα γίγνεσθαι. Ἀληθῆ. 50087 4.50b.86.4 : Ἆρ´ οὖν σοι ξυνδοκεῖ μέτριος χρόνος ἀκμῆς τὰ εἴκοσι ἔτη 50088 4.50b.86.5 : γυναικί, ἀνδρὶ δὲ τὰ τριάκοντα; Τὰ ποῖα αὐτῶν; ἔφη. 50089 4.50b.86.6 : Γυναικὶ μέν, ἦν δ´ ἐγώ, ἀρξαμένη ἀπὸ εἰκοσιέτιδος μέχρι 50090 4.50b.86.7 : τετταρακονταέτιδος τίκτειν τῇ πόλει· ἀνδρὶ δέ, ἐπειδὰν 50091 4.50b.86.8 : τὴν ὀξυτάτην δρόμου ἀκμὴν παρῇ, τὸ ἀπὸ τούτου γεννᾶν 50092 4.50b.86.9 : τῇ πόλει μέχρι πεντεκαιπεντηκονταέτους. Ἀμφοτέρων 50093 4.50b.86.10 : γοῦν, ἔφη, αὕτη ἀκμὴ σώματός τε καὶ φρονήσεως. 50094 4.51.t.1 : {1ΟΤΙ ΤΟ ΓΗΡΑΣ ΑΝΕΠΑΧΘΕΣ ΚΑΙ ΠΟΛΛΗΣ ΑΙΔΟΥΣ ΑΞΙΟΝ Η 50095 4.51.t.2 : ΣΥΝΕΣΙΣ ΑΠΕΡΓΑΖΕΤΑΙ.}1 50096 4.51.87.1 : (Trag. Gr. fr. adesp. 552 N. 2). 50097 4.51.87.2 : Ἐσθλοῦ γὰρ ἀνδρὸς γῆρας εὐπροσήγορον. 50098 4.51.88.1 : Ἀναξανδρίδου (fr. 53 K.). 50099 4.51.88.2 : Οὔ τοι τὸ γῆράς ἐστιν, ὡς οἴει, πάτερ, 50100 4.51.88.3 : τῶν φορτίων μέγιστον· ἀλλ´ ὃς ἂν φέρῃ 50101 4.51.88.4 : ἀγνωμόνως αὔθ´, οὗτός ἐστιν αἴτιος. 50102 4.51.88.5 : σὺ δ´ εὐκόλως οἷόν τε κουφίζειν πόει, 50103 4.51.88.6 : μεταλαμβάνων ἐπιδέξι´ αὐτοῦ τὸν τρόπον, 50104 4.51.88.7 : λύπην ἀφαιρῶν ἡδονήν τε προστιθείς. 50105 4.51.88.8 : λύπην δὲ ποιῶν † εἴ τις δυσκόλως ἔχει. 50106 4.51.89.1 : Σοφοκλέους Ἐριφύλη (fr. 194 N. 2). 50107 4.51.89.2 : Γήρᾳ † προσόντος σῷζε τὴν εὐφημίαν. 50108 4.51.90.1 : Σοφοκλέους (fr. 864 N. 2). 50109 4.51.90.2 : Οὐκ ἔστι γῆρας τῶν σοφῶν, ἐν οἷς ὁ νοῦς 50110 4.51.90.3 : θείᾳ ξύνεστιν ἡμέρᾳ τεθραμμένος. 50111 4.51.90.4 : προμηθία γὰρ κέρδος ἀνθρώποις μέγα. 50112 4.51.91.1 : Ἀναξιμένους (fr. 26 Muell.). 50113 4.51.91.2 : Τοῖς γὰρ ἀστείοις πρεσβύταις, ὅσον αἱ κατὰ τὸ σῶμα 50114 4.51.91.3 : ἡδοναὶ ἀπομαραίνονται, τοσοῦτον αἱ περὶ τοὺς λόγους 50115 4.51.91.4 : ἐπιθυμίαι πάλιν αὔξονται, καὶ τοσούτῳ βεβαιότερον αὐ– 50116 4.51.91.5 : τοῖς παρέχει τὸ λέγειν τί χρήσιμον τοῖς ἄλλοις καὶ παρ´ 50117 4.51.91.6 : ἑτέρων αὐτοὺς ἀκούειν· ὥστε τὰς μὲν ἀπὸ τῶν βρωτῶν καὶ 50118 4.51.91.7 : ποτῶν καὶ ἀφροδισίων ἡδονὰς γινομένας ἰδεῖν ἔστιν οὐχ 50119 4.51.91.8 : οὕτως εἰς τὸ παραχρῆμα εὐφραινούσας ὡς ὕστερον λυπού– 50120 4.51.91.9 : σας· ἡ δὲ περὶ τοὺς λόγους ἡδονὴ καὶ μάθησις ἔν τε τῷ 50121 4.51.91.10 : παραυτίκα εὐφραίνει καὶ πρὸς τὸν ἄλλον βίον τοὺς μαν– 50122 4.51.91.11 : θάνοντας ἡδέως παρασκευάζει. 50123 4.51.92.1 : Ξενοφῶντος. 50124 4.51.92.2 : Ξενοφῶν περὶ Ἀγησιλάου φησί ’ποίας γὰρ νεότητος 50125 4.51.92.3 : οὐ κρεῖττον τὸ ἐκείνου γῆρας;‘ 50126 4.51.93.1 : Σωκράτους. 50127 4.51.93.2 : Ὁ μὲν χειμὼν σκέπης, τὸ δὲ γῆρας ἀλυπίας δεῖται. 50128 4.51.94.1 : Μουσωνίου ἐκ τοῦ Τί ἄριστον γήρως ἐφό– 50129 4.51.94.2 : διον (p. 88 ss. H.). 50130 4.51.94.3 : Αὖθις δέ, ἐπεὶ πρεσβύτης τις ἐπύθετο, τί ἂν εἴη 50131 4.51.94.4 : γήρως ἐφόδιον ἄριστον, ταὐτόν, εἶπεν, ὅπερ καὶ νεότητος, 50132 4.51.94.5 : τὸ ζῆν ὁδῷ καὶ κατὰ φύσιν. τοῦτο δὲ μάλιστ´ ἂν οὕτω 50133 4.51.94.6 : μάθοις ὁποῖόν τί ἐστιν, εἰ ἐννοήσαις τὴν τοῦ ἀνθρώπου 50134 4.51.94.7 : φύσιν, ὡς οὐ πρὸς ἡδονὴν γέγονεν. οὐδὲ γὰρ ἵππος οὐδὲ 50135 4.51.94.8 : κύων οὐδὲ βοῦς, ἅπερ ἀτιμότερα πολὺ ἀνθρώπου ἐστίν, 50136 4.51.94.9 : οὐ πρὸς ἡδονὴν γέγονεν· οὐδὲ γὰρ νομισθείη ἂν τυγχάνειν 50137 4.51.94.10 : τοῦ ἑαυτοῦ τέλους ἵππος, ἐσθίων μὲν καὶ πίνων καὶ 50138 4.51.94.11 : ὀχεύων ἀνέδην, πράττων δὲ μηδὲν ὧν ἵππῳ προσήκει· 50139 4.51.94.12 : οὐδέ γε κύων, ἡδόμενος μὲν ὥσπερ ὁ ἵππος ἁπάσας ἡδο– 50140 4.51.94.13 : νάς, πράττων δὲ μηδὲν ἀφ´ ὧν ἀγαθοὶ νομίζονται εἶναι 50141 4.51.94.14 : κύνες· οὐδὲ μὴν ἄλλο ζῷον ὁτιοῦν ἔργου μὲν τοῦ προσή– 50142 4.51.94.15 : κοντος αὐτῷ στερόμενον, ἡδονῶν δ´ ἐμπιπλάμενον· οὐδὲν 50143 4.51.94.16 : οὖν οὕτως ζῆν ἂν λέγοιτο κατὰ φύσιν, ἀλλ´ ὅ τι ἂν μά– 50144 4.51.94.17 : λιστα τὴν ἀρετὴν ἐμφανίζῃ, δι´ ὧν πράττει, κατὰ τὴν 50145 4.51.94.18 : ἑαυτοῦ φύσιν. ἄγει γὰρ ἡ ἑκάστου φύσις ἕκαστον πρὸς 50146 4.51.94.19 : τὴν ἀρετὴν τὴν ἐκείνου· ὥστε καὶ τὸν ἄνθρωπον εἰκὸς 50147 4.51.94.20 : οὐχ ὅταν ἐν ἡδονῇ βιοῖ, τότε κατὰ φύσιν βιοῦν, ἀλλ´ ὅταν 50148 4.51.94.21 : ἐν ἀρετῇ. τότε γὰρ καὶ ἐπαινεῖσθαι δικαίως ὑπάρχοι ἂν 50149 4.51.94.22 : αὐτῷ καὶ μέγα φρονεῖν ἐφ´ αὑτῷ καὶ εὔελπιν καὶ θαρρα– 50150 4.51.94.23 : λέον εἶναι, οἷς εὐφροσύνην τε καὶ χαρὰν βεβαίαν ἕπεσθαι 50151 4.51.94.24 : ἀναγκαῖον. καθόλου δὲ ἄνθρωπος μίμημα μὲν θεοῦ μόνον 50152 4.51.94.25 : τῶν ἐπιγείων ἐστίν, ἐκείνῳ δὲ παραπλησίας ἔχει τὰς ἀρε– 50153 4.51.94.26 : τάς· ἐπεὶ μήδ´ ἐν θεοῖς μηδὲν ὑπονοῆσαι κρεῖττον ἔχομεν 50154 4.51.94.27 : φρονήσεως καὶ δικαιοσύνης, ἔτι δὲ ἀνδρείας καὶ σωφρο– 50155 4.51.94.28 : σύνης. ὥσπερ οὖν ὁ θεὸς διὰ τὴν παρουσίαν τούτων τῶν 50156 4.51.94.29 : ἀρετῶν ἀήττητος μὲν ἡδονῆς, ἀήττητος δὲ πλεονεξίας, 50157 4.51.94.30 : κρείττων δὲ ἐπιθυμίας, κρείττων δὲ φθόνου καὶ ζηλοτυ– 50158 4.51.94.31 : πίας, μεγαλόφρων δὲ καὶ εὐεργετικὸς καὶ φιλάνθρωπος· 50159 4.51.94.32 : τοιοῦτον γὰρ ἐπινοοῦμεν τὸν θεόν· οὕτω καὶ τὸ ἐκείνου 50160 4.51.94.33 : μίμημα τὸν ἄνθρωπον ἡγητέον, ὅταν ἔχῃ κατὰ φύσιν, 50161 4.51.94.34 : ὁμοίως ἔχειν, καὶ οὕτως ἔχοντα εἶναι ζηλωτόν. ὢν δὲ 50162 4.51.94.35 : ζηλωτὸς εὐθὺς ἂν εἴη καὶ εὐδαίμων· οὐ γὰρ ἄλλους γέ 50163 4.51.94.36 : τινας ἢ τοὺς εὐδαίμονας ζηλοῦμεν. καὶ μὴν οὐκ ἀδύνα– 50164 4.51.94.37 : τον γενέσθαι τοιοῦτον ἄνθρωπον· οὐ γὰρ ἑτέρωθέν ποθεν 50165 4.51.94.38 : ταύτας ἐπινοῆσαι τὰς ἀρετὰς ἔχομεν ἢ ἀπ´ αὐτῆς τῆς 50166 4.51.94.39 : ἀνθρωπείας φύσεως, ἐντυχόντες ἀνθρώποις τοιοῖσδέ τι– 50167 4.51.94.40 : σιν, οἵους ὄντας αὐτοὺς θείους καὶ θεοειδεῖς ὠνόμαζον. 50168 4.51.94.41 : εἰ μὲν οὖν τις τύχοι πρότερον ἔτι νέος ὢν παιδείας ὀρ– 50169 4.51.94.42 : θῆς ἐπιμέλειαν πεποιημένος, καὶ τὰ μὲν ὅσα μαθημάτων 50170 4.51.94.43 : ἔχεται καλῶν μεμαθηκὼς οὐκ ἐνδεῶς, τὰ δὲ ἀσκητὰ ἠσκη– 50171 4.51.94.44 : κὼς ἱκανῶς, οὗτος ἂν ἐν γήρᾳ ταῖς ἐνούσαις ἑαυτῷ χρώ– 50172 4.51.94.45 : μενος ἀφορμαῖς ζῴη κατὰ φύσιν, καὶ ἀλύπως μὲν φέροι 50173 4.51.94.46 : τὴν στέρησιν τῶν ἡδονῶν τῶν ἐπὶ νεότητος, ἀλύπως δ´ 50174 4.51.94.47 : ἔχοι τῇ παρούσῃ τοῦ σώματος ἀδυναμίᾳ, δυσκολαίνοι δ´ 50175 4.51.94.48 : οὐκ ἂν οὔτε καταφρονούμενος ὑπὸ τῶν πλησίον οὔτ´ ἀμε– 50176 4.51.94.49 : λούμενος ὑπὸ τῶν οἰκείων καὶ φίλων, ἅτε πρὸς ταῦτα 50177 4.51.94.50 : πάντα ἀλεξιφάρμακον ἔχων καλὸν ἐπὶ τῇ διανοίᾳ τῇ ἑαυ– 50178 4.51.94.51 : τοῦ, τὴν παιδείαν τὴν ὑπάρχουσαν. εἰ δέ τις εἴη παι– 50179 4.51.94.52 : δείας μὲν ἐνδεέστερον μετεσχηκώς, προθυμίαν δὲ παρέ– 50180 4.51.94.53 : χοιτο πρὸς τὰ κρείττω καὶ πείθεσθαι δύναιτο τοῖς εὖ 50181 4.51.94.54 : λεγομένοις, οὗτος ἂν εὖ ποιοίη ζητῶν λόγων ἀκούειν 50182 4.51.94.55 : ὑποθετικῶν παρὰ τῶν πεποιημένων ἔργον εἰδέναι τίνα 50183 4.51.94.56 : μὲν βλαβερά, τίνα δὲ ὠφέλιμα ἀνθρώποις, καὶ τίνα δὴ 50184 4.51.94.57 : τρόπον τὰ μὲν ἐκφεύγοι, τὰ δὲ κτῷτο, καὶ πῶς ἂν τὰ 50185 4.51.94.58 : μὴ ὄντα μὲν κακά, δοκοῦντα δέ, προσιόντα πράως δέχοιτο, 50186 4.51.94.59 : τούτων δὲ ἀκούων καὶ πειθόμενος (ὡς τό γε ἀκούειν ἀπει– 50187 4.51.94.60 : θῶς ἀκερδέστατον) διαθεῖτ´ ἂν τὸ γῆρας καλῶς τά τε ἄλλα 50188 4.51.94.61 : καὶ τὸν τοῦ θανάτου φόβον ἐξαιρεθείη ἄν, ὃς μάλιστα 50189 4.51.94.62 : θορυβεῖ τε καὶ πιέζει τοὺς γέροντας, ὥσπερ ἐπιλελησ– 50190 4.51.94.63 : μένους, ὅτι παντὶ θνητῷ θάνατος ὀφείλεται. καὶ τό γε 50191 4.51.94.64 : ἀθλιώτατον ποιοῦν τὸν βίον τοῖς γέρουσιν αὐτὸ τοῦτό 50192 4.51.94.65 : ἐστιν, ὁ τοῦ θανάτου φόβος· ὥσπερ ἀμέλει καὶ ὁ ῥήτωρ 50193 4.51.94.66 : Ἰσοκράτης ἀνωμολογήσατο. φασὶ γὰρ ἐκεῖνον, ἐρωτήσαν– 50194 4.51.94.67 : τός τινος ὅπως διάγει, εἰπεῖν, ὅτι οὕτως ὥσπερ εἰκὸς 50195 4.51.94.68 : τὸν ἐνενήκοντα μὲν γεγονότα ἔτη, κακῶν δὲ ἔσχατον νο– 50196 4.51.94.69 : μίζοντα εἶναι τὸν θάνατον. καί τοι πῶς ἐκείνῳ τι παι– 50197 4.51.94.70 : δείας μετῆν ἢ γνώσεως τῶν ἀλη〈θῶς ἀγα〉θῶν ἢ κακῶν, ὃς 50198 4.51.94.71 : ὑπελάμβανεν εἶναι κακὸν τὸ ἐξ ἀνάγκης ἑπόμενον βίῳ τῷ 50199 4.51.94.72 : ἀρίστῳ; εἴ γε ἄριστος βίος ὁ τοῦ ἀγαθοῦ ἀνδρός, πέρας 50200 4.51.94.73 : δὲ καὶ τούτου θάνατος. ὃ δ´ οὖν εἶπον, εἰ τοῦτο περι– 50201 4.51.94.74 : ποιήσαιτό τις ἐν γήρᾳ, τὸ προσδέχεσθαι τὸν θάνατον 50202 4.51.94.75 : ἀφόβως καὶ θαρραλέως, οὐ μικρὸν ἂν πρὸς τὸ ζῆν ἀλύ– 50203 4.51.94.76 : πως καὶ κατὰ φύσιν εἴη πεπορισμένος· κτήσαιτο δ´ ἂν 50204 4.51.94.77 : τοῦτο συνὼν τοῖς οὐκ ὀνόματι μόνον ἀλλ´ ἀληθῶς φιλο– 50205 4.51.94.78 : σόφοις, ἄν γε καὶ πείθεσθαι θέλῃ αὐτοῖς. ἐγὼ μὲν οὖν 50206 4.51.94.79 : φημὶ γήρως ἐφόδιον εἶναι κράτιστον, ὃ δὴ καὶ ἀρχόμενος 50207 4.51.94.80 : τοῦ λόγου εἶπον, τὸ ζῆν κατὰ φύσιν ἃ χρὴ πράττοντα καὶ 50208 4.51.94.81 : διανοούμενον. οὕτω γὰρ ἂν καὶ εὐθυμότατος εἴη ὁ γέρων 50209 4.51.94.82 : καὶ ἐπαινετώτατος, ταῦτα δὲ ἔχων εὐπότμως καὶ ἐντίμως 50210 4.51.94.83 : βιῴη ἄν. εἰ δέ τις οἴεται μέγιστον εἶναι παραμύθιον 50211 4.51.94.84 : τοῖς γέρουσι τὸν πλοῦτον, καὶ τοῦτον αὐτοῖς παρέχειν 50212 4.50c.94.85 : ἀλύπως βιοῦν, κακῶς οἴεται· πλοῦτος γὰρ ἡδονὰς μὲν οἷός 50213 4.50c.94.86 : τε παρέχειν ἀνθρώποις ἐστὶ τὰς ἀπὸ σίτων καὶ ποτῶν 50214 4.50c.94.87 : καὶ ἀφροδισίων καὶ ἄλλων ὁμοίων, οὔτε δὲ εὐθυμίαν οὔτε 50215 4.50c.94.88 : ἀλυπίαν οὐδαμῶς τῷ κεκτημένῳ παράσχοι ἄν. μάρτυρες 50216 4.50c.94.89 : δὲ πολλοὶ τῶν πλουσίων λυπούμενοι καὶ ἀθυμοῦντες καὶ 50217 4.50c.94.90 : ἀθλίους νομίζοντες εἶναι αὑτούς. διόπερ οὐδὲ ἐπικούρημα 50218 4.50c.94.91 : γήρως καλὸν ὁ πλοῦτος εἴη ἄν. 50219 4.50c.95.1 : Ἰούνκου ἐκ τοῦ Περὶ γήρως. 50220 4.50c.95.2 : Σὺ δὲ ἄκουε λόγον οὐκ ἐμὸν οὐδὲ νεώτερον ἐχθές 50221 4.50c.95.3 : που καὶ πρῴην εὑρεθέντα καὶ μόλις εὐδοκιμήσαντα, παλαι– 50222 4.50c.95.4 : ῶν δὲ ἀνδρῶν σοφῶν τεθαυμασμένον. διδάσκει γὰρ ἡμᾶς, 50223 4.50c.95.5 : ὅτι πάντα δὴ σχεδὸν τὰ ἐν ἀνθρώποις πράγματα τέλος 50224 4.50c.95.6 : οὐκ ἂν εὑρεθείη βέβαιον ἔχοντα πρὸς τὸ ἀγαθὸν ἢ τὸ 50225 4.50c.95.7 : χεῖρον, ἐπειδήπερ χρῆσις μεταβάλλειν αὐτὰ ἔοικεν, ὡς 50226 4.50c.95.8 : εἶναι ποτὲ μὲν καλὰ καὶ ἀγαθὰ προστάτου καὶ καθηγε– 50227 4.50c.95.9 : μόνος ἀγαθοῦ τυχόντα, ποτὲ δ´ αὖ ταὐτὰ τὴν ἐναντίαν 50228 4.50c.95.10 : ἔχειν δύναμιν, ὑπ´ ἀνδρὸς κακοῦ παρειλημμένα. καὶ τὰ 50229 4.50c.95.11 : μὲν ἄλλα ἐάσω, πλοῦτόν τε καὶ δόξαν καὶ στρατηγίας 50230 4.50c.95.12 : καὶ πολιτείας, καὶ δύναμιν σώματος καὶ κάλλος, καὶ ἰσχὺν 50231 4.50c.95.13 : λόγου, καὶ πάντα ὁπόσα ἐς τὸ καλὸν ἢ τὸ φαῦλον τελευ– 50232 4.50c.95.14 : τᾷ καλῶς ἢ πονηρῶς δρώμενα, ἐπ´ αὐτὴν δὲ πειράσομαι 50233 4.50c.95.15 : τὴν προκειμένην ὑπόθεσιν τραπῆναι διά τινος συντόμου 50234 4.50c.95.16 : καὶ εὐθείας ὁδοῦ. καὶ γὰρ νεότης, ὦ οὗτος, καὶ γῆρας 50235 4.50c.95.17 : ἄμφω μὲν καλὰ ἐστὸν καὶ περισπούδαστα καὶ εὐκτά· 50236 4.50c.95.18 : ἄμφω δὲ χαλεπὰ καὶ αἰσχρὰ καὶ δύσκολα δειχθείη ἂν ὑπὸ 50237 4.50c.95.19 : τῶν οὐ δεόντως αὐτοῖς χρωμένων. αὐτίκα νέον ἀμαθῆ 50238 4.50c.95.20 : τε καὶ θρασύν, ἕτοιμον πρὸς τὸ ἀδικεῖν εὔρωστόν τε καὶ 50239 4.50c.95.21 : πλούσιον πλάττωμεν τῷ λόγῳ· συνέστω δὲ τούτῳ κατὰ 50240 4.50c.95.22 : τὴν αὐτὴν εἰκόνα πρεσβύτης πονηρὸς τὸν τρόπον καὶ ἀναίσ– 50241 4.50c.95.23 : χυντος καὶ εἰς οὐδὲν ὑπομένων ἐλαττοῦσθαι τοῦ νέου ἐπὶ 50242 4.50c.95.24 : τοῖς ἁμαρτήμασι. τί οὖν; ἢ νεότητα διὰ ταῦτα μέμψαιτ´ 50243 4.50c.95.25 : ἄν 〈τις〉 ἢ γῆρας αἰτιάσαιτο, οὐχὶ δὲ τὸν νέον αὐτὸ δὴ 50244 4.50c.95.26 : τοῦτο καὶ τὸν γέροντα, εἰ ἀδικοῖεν, ὑπευθύνους εἶναι δό– 50245 4.50c.95.27 : ξει; καὶ δὴ καθάπερ ἐπὶ σκηνῆς ἤ τινος ἀγορᾶς, ἐν ᾗ 50246 4.50c.95.28 : δεικνύουσιν οἱ θαυματοποιοὶ τὰ θαύματα, ἡκέτω τις ἡμῖν 50247 4.50c.95.29 : ἑτέρα εἰκών, τῶν προειρημένων μορφὴν ἔχουσα· διὰ τὴν 50248 4.50c.95.30 : προσοῦσαν ἡλικίαν ἑκατέροις, τοὺς δὲ τρόπους καὶ τὰ 50249 4.50c.95.31 : ἤθη καὶ τὰ ἔργα κατὰ τὸ ἐναντίον τῶν προειρημένων· 50250 4.50c.95.32 : ἀγαθὸς μὲν ὁ νέος ἔστω καὶ περὶ τὸ ποιεῖν τἀγαθὰ προ– 50251 4.50c.95.33 : θυμότατος, ἐνάρετος δὲ ὁ πρεσβύτης καὶ δυνατὸς ἐπι– 50252 4.50c.95.34 : τελεῖν ὁπόσα λέγεται καὶ ἔστιν ἐν ἀνθρώποις πλεονεκτή– 50253 4.50c.95.35 : ματα. ἐπὶ τοῖνδε οὖν ἀμφοῖν περιβλέπτοιν ὄντοιν τῷ 50254 4.50c.95.36 : γήρᾳ καὶ τῇ νεότητι τὰς αἰτίας τῆς ἀρετῆς τοῖν ἀνδροῖν 50255 4.50c.95.37 : ἀναθήσομεν, οὐχὶ δὲ ἑκατέρῳ τὰ προσόντα δι´ ἑαυτὸν 50256 4.50c.95.38 : εἶναι πιστεύσομεν; καί με ὑπόμεινον λέγοντα, ἅπερ ποτὲ 50257 4.50c.95.39 : ἤκουσα ἀνδρὸς φιλοσόφου διδάσκοντος ἡμᾶς αὐτὰ ταῦτα· 50258 4.50c.95.40 : ἔλεγε δὲ περί τε ψυχῆς ἀνθρώπου καὶ σώματος, ὅτι ἄρα 50259 4.50c.95.41 : τὰ μὲν θεῖα καὶ μεγάλα καὶ οἷς ἐφέστηκε δαίμων τις ἢ 50260 4.50c.95.42 : θεὸς ἢ τύχη, ταῦτα δὴ καὶ ἀκόντων ἡμῶν κρατεῖ, τὰ δὲ 50261 4.50c.95.43 : ὥσπερ κοινὰ ἤδη καὶ συνήθη τισὶν ἁμαρτήματα οἱ χρόνοι 50262 4.50c.95.44 : προσάγουσιν ἑκοῦσιν ἑκούσια. φράσω δ´ ἔτι σαφέστερον 50263 4.50c.95.45 : ἅπερ εἶπεν· ἔχει δὲ ὧδε. τῆς ψυχῆς τὸ μὲν εἰλικρινὲς 50264 4.50c.95.46 : καὶ καθαρόν, ὃ δὴ θεῖον ἔστι καὶ εἶναι δοκεῖ, τοῦτο μὲν 50265 4.50c.95.47 : ἔφη γεννωμένοις ἡμῖν συνεκπέμπεσθαι, μηδενὸς αὐτῷ 50266 4.50c.95.48 : κοινωνοῦντος τῶν ταραττόντων τε καὶ ἀφανιζόντων τὴν 50267 4.50c.95.49 : ἐν αὐτῷ φρόνησιν· ἔπειτα δὲ τρεφομένου καὶ αὐξομένου 50268 4.50c.95.50 : τοῦ σώματος παρακολουθεῖν τινας ἡδονὰς καὶ ἀδικίας τῷ 50269 4.50c.95.51 : θείῳ πολεμούσας, αἷς σύμμαχός τε καὶ συνέριθος ἡ νεό– 50270 4.50c.95.52 : της γίνεται, ὑφ´ ἧς βαδίζουσαι καὶ κατακρύπτεσθαι δοκοῦ– 50271 4.50c.95.53 : σαι μονονουχὶ μάστιξι καὶ κέντροις, ὥσπερ ἐπὶ σκηνῆς 50272 4.50c.95.54 : αἱ τῶν τραγῳδῶν Εὐμενίδες, τὸν νέον ἐλαύνουσιν, αἱ μὲν 50273 4.50c.95.55 : ἐπί τινας ἔρωτας οὐ νενομισμένους οὐδὲ θεοῖς φίλους, 50274 4.50c.95.56 : ἄλλαι δὲ ἐξοργίζουσί τε καὶ ἀνεγείρουσιν αὐτὸν ἐπὶ μανίαν 50275 4.50c.95.57 : καὶ θυμὸν ἀλόγιστόν τινα, πάντα τὰ δεινὰ κελεύουσαι 50276 4.50c.95.58 : δρᾶν, ἅπερ οἶμαι καλλωπίζουσί τε καὶ ἐπισκιάζουσιν ἑτέ– 50277 4.50c.95.59 : ροις ὀνόμασιν· εἰ μὲν θυγατρὸς ἐρῴη τις ἢ μητρός, τὸν 50278 4.50c.95.60 : 〈τῶν Περσῶν〉 ἔρωτα συνήγορον παραλαμβάνουσιν, εἰ δὲ 50279 4.50c.95.61 : ἀλλοτρίου μέν τινος, οὐκ ἐξὸν δὲ ὅμως, τὰ τῶν Βοιωτῶν 50280 4.50c.95.62 : ἢ τὰ τῶν Ἰώνων νόμιμα σεμνύουσιν, ὑπὸ κάλλους καὶ 50281 4.50c.95.63 : ἡδονῆς περιαστράπτεσθαι λέγουσαι τὸν ἄνδρα, καὶ ὅτι 50282 4.50c.95.64 : νέῳ δέ τε πάντ´ ἐπέοικεν. 50283 4.50c.95.65 : αἱ δὲ θάρσος ἐμποιοῦσαι καὶ ἀλογιστίαν ἀνδρείαν ταῦτα 50284 4.50c.95.66 : ἐκάλουν· μέτριαι δέ πως ἐνομίσθησαν αἱ φιλοίνους τε καὶ 50285 4.50c.95.67 : ὀψοφάγους καὶ αὖ φιλαργύρους ποιοῦσαι. καὶ δὴ σκοπήσα– 50286 4.50c.95.68 : τε, ὦ παρόντες, ὅτι αἵδε αἱ μυρίαι σειρῆνες αἱ τὸν πλεῖ– 50287 4.50c.95.69 : στον ἀπάγουσαι λεὼν ὥσπερ αἰχμάλωτον, οὐ θαρροῦσι 50288 4.50c.95.70 : προσελθεῖν γέροντι· ἀλλὰ δὴ σὺν τῷ σώματι λήγοντι καὶ 50289 4.50c.95.71 : μαραινομένῳ τά τε αἴτια τῶν ἁμαρτημάτων ὑπέξεισιν, ἥ 50290 4.50c.95.72 : τε ψυχὴ αὐτοῦ μελετᾷ ἤδη, ὥσπερ καθ´ ἑαυτὴν γιγνομένη, 50291 4.50c.95.73 : τὰ μὲν ἀνθρώπεια κακὰ φεύγειν συνεῖναι δὲ σωφροσύνῃ. 50292 4.50c.95.74 : τεκμήρια δὲ τῶν εἰρημένων καὶ πίστεις ἐποιεῖτο τά τε 50293 4.50c.95.75 : ἔργα παραλαμβάνων καὶ παλαιὰ ἐξηγούμενος, δι´ ὧν ἔπει– 50294 4.50c.95.76 : θε τὸ μὲν νέον ἅπαν σκιρτᾶν τε καὶ πεφυκέναι ἀκρατὲς 50295 4.50c.95.77 : ἑαυτοῦ καὶ ταράττεσθαι, τὸ δὲ πρεσβύτερον καὶ κατηρτυ– 50296 4.50c.95.78 : μένον δίκαιόν τε εἶναι καὶ εἰλικρινὲς 〈καὶ〉 οὐ παρέχον 50297 4.50c.95.79 : τοῖς λυποῦσιν ἀφορμὰς ὅμοιον εἶναι θεῷ. ἐμνημόνευε δὲ 50298 4.50c.95.80 : τραπεὶς ἐπὶ τὴν Ἑλληνικὴν ἱστορίαν τοῦ Πυλίου Νέστο– 50299 4.50c.95.81 : ρος, ὃν διὰ γνώμην καὶ γῆρας τῶν ξυμπάντων ἡρώων 50300 4.50c.95.82 : προετίμησεν Ἀγαμέμνων ὁ τοῦ πολέμου στρατηγός, οὐ δι´ 50301 4.50c.95.83 : ἡμέρας μόνον, ἀλλὰ καὶ νύκτωρ παραγενόμενος ἐπὶ τὴν 50302 4.50c.95.84 : ἐκείνου ναῦν, ὁπότε συμβούλου δέοιτο, θέλων αὐτῷ συνεῖ– 50303 4.50c.95.85 : ναι κατὰ τοὺς κινδύνους Ἀχιλλέως μηνιῶντος. οὐ γὰρ 50304 4.50c.95.86 : τὸν νέον καὶ ἄτρωτον Αἴαντα οὐδὲ μὴν Διομήδην τὸν 50305 4.50c.95.87 : περιφανέστατον διὰ τὸ ἐπικαιόμενον αὐτοῦ τοῖς ὅπλοις 50306 4.50c.95.88 : θεῖον πῦρ, ἀλλ´ οὐδὲ Μενέλεων τὸν ἀδελφὸν ὡς ἐκεῖνον 50307 4.50c.95.89 : δὴ τὸν ὑπερβαλόμενον γενεὰς ἀνθρώπων τὰς ἐπὶ ζωῇ 50308 4.50c.95.90 : νεμομισμένας πάντα ἐδόκει αὐτῷ τὰ κατὰ τοὺς πολέμους 50309 4.50c.95.91 : βοηθήματα εἰδέναι. καὶ τοῦτο δὲ ἔλεγε· τὸν Θεμιστοκλέα 50310 4.50c.95.92 : τὸν Ἀθηναῖον νέον μὲν ὄντα ὁ πατὴρ ἀπεκήρυξεν [οὐκ 50311 4.50c.95.93 : ἐθέλων υἱὸν ἔχειν] διὰ τὰς ἐν τῇ νεότητι ἁμαρτάδας· πλη– 50312 4.50c.95.94 : σίον δὲ τοῦ γήρως γιγνόμενον αὐτὸν ἐκεῖνον οἱ Ἀθηναῖοι 50313 4.50c.95.95 : στρατηγὸν εἵλοντο ἐν τῷ Περσικῷ πολέμῳ, καὶ συμβου– 50314 4.50c.95.96 : λεύοντί τε καὶ διακρίνοντι ἐπὶ τὸ σαφέστατον τὰ τοῦ 50315 4.50c.95.97 : Ἀπόλλωνος μαντεῖα εἵποντο ἀπολιπόντες τὴν πόλιν ἐρή– 50316 4.50c.95.98 : μην, καὶ προθύμως ἐνέβαινον εἰς τὰς ναῦς ἡγουμένου 50317 4.50c.95.99 : Θεμιστοκλέους, καὶ διὰ τοῦτο ἐσώζοντο. τί γὰρ δεῖ με λέ– 50318 4.50c.95.100 : γειν τὴν 〈τοῦ〉 Ἀλκιβιάδου νεότητα καὶ τὸ γῆρας τοῦ Νικίου; 50319 4.50c.95.101 : ὧν ὁ μὲν ἐπὶ Σικελίαν ἦγεν αὐτούς, καὶ ἐδυστύχουν, ὁ δὲ 50320 4.50c.95.102 : συνεβούλευε σωφρονεῖν. εἰ γὰρ ἐθελήσαιμι τούτων γε 50321 4.50c.95.103 : πέρι καὶ τῶν ὁμοίων † γίγνεσθαι, ἐπιλείψει με ὁ σύμ– 50322 4.50c.95.104 : πας χρόνος. καὶ τὰ μὲν ἀκοῇ μοι παραδοθέντα ὡς διὰ 50323 4.50c.95.105 : βραχέων εἶπον, οὕτως ἔχει. 50324 4.51.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΘΑΝΑΤΟΥ, ΚΑΙ ΩΣ ΕΙΗ ΑΦΥΚΤΟΣ.}1 50325 4.51.1.1 : Αἰσχύλου Νιόβης (fr. 161 N. 2). 50326 4.51.1.2 : Μόνος θεῶν γὰρ θάνατος οὐ δώρων ἐρᾷ, 50327 4.51.1.3 : οὔτ´ ἄν τι θύων οὔτ´ ἐπισπένδων ἄνοις, 50328 4.51.1.4 : οὐ βωμός ἐστιν οὐδὲ παιωνίζεται· 50329 4.51.1.5 : μόνου δὲ Πειθὼ δαιμόνων ἀποστατεῖ. 50330 4.51.2.1 : Ὁμήρου Ἰλιάδος ιʹ ( 406–409). 50331 4.51.2.2 : Ληιστοὶ μὲν γάρ τε βόες καὶ ἴφια μῆλα, 50332 4.51.2.3 : κτητοί τε τρίποδες καὶ ἵππων ξανθὰ κάρηνα· 50333 4.51.2.4 : ἀνδρὸς δὲ ψυχὴ πάλιν ἐλθεῖν οὔτε ληιστὴ 50334 4.51.2.5 : οὔθ´ ἑλετή, ἐπεὶ ἄρ κεν ἀμείψεται ἕρκος ὀδόντων. 50335 4.51.3.1 : Φιλίτα Ἑρμοῦ (fr. 2 p. 34 Bach). 50336 4.51.3.2 : Ἀτραπὸν εἰς Ἀίδεω 50337 4.51.3.3 : ἤνυσα, τὴν οὔπω τις ἐναντίον ἦλθεν ὁδίτης. 50338 4.51.4.1 : Ἠρίννης (fr. 3 B. 4). 50339 4.51.4.2 : Τουτόθεν εἰς Ἀίδαν κενεὰ διανήχεται ἀχώ, 50340 4.51.4.3 : σιγὰ δ´ ἐν νεκύεσσι, τὸ δὲ σκότος ὄσσε καταγρεῖ. 50341 4.51.5.1 : Σιμωνίδου (fr. 38 B. 4). 50342 4.51.5.2 : Πάντα γὰρ μίαν ἱκνεῖται δασπλῆτα χάρυβδιν, 50343 4.51.5.3 : αἱ μεγάλαι τ´ ἀρεταὶ καὶ ὁ πλοῦτος. 50344 4.51.6.1 : Εὐριπίδου Αἰγέως (fr. 10 N. 2). 50345 4.51.6.2 : Κατθανεῖν δ´ ὀφείλεται 50346 4.51.6.3 : καὶ τῷ κατ´ οἴκους ἐκτὸς ἡμένῳ πόνων. 50347 4.51.7.1 : Σιμωνίδου (fr. 65 B. 4). 50348 4.51.7.2 : Ὁ δ´ αὖ θάνατος κίχε καὶ τὸν φυγομάχαν. 50349 4.51.8.1 : Μενάνδρου Κυβερνήτου (fr. 301 K.). 50350 4.51.8.2 : Ἀθανασία δ´ οὐκ ἔστιν, οὐδ´ ἂν συναγάγῃς 50351 4.51.8.3 : τὰ Ταντάλου τάλαντ´ ἐκεῖνα λεγόμενα. 50352 4.51.8.4 : ἀλλ´ ἀποθανῇ καὶ ταῦτα καταλείψεις τινί. 50353 4.51.9.1 : Σοφοκλέους (O. R. 961). 50354 4.51.9.2 : Σμικρὰ παλαιὰ σώματ´ εὐνάζει ῥοπή. 50355 4.51.10.1 : Σοφοκλέους (fr. 865 N. 2). 50356 4.51.10.2 : Ὅστις δὲ θνητῶν θάνατον ὀρρωδεῖ λίαν, 50357 4.51.10.3 : μῶρος πέφυκε· τῇ τύχῃ μέλει τάδε. 50358 4.51.10.4 : ὅταν δ´ ὁ καιρὸς τοῦ θανεῖν ἐλθὼν τύχῃ, 50359 4.51.10.5 : οὐδ´ ἂν πρὸς αὐλὰς Ζηνὸς ἐκφύγοι μολών. 50360 4.51.11.1 : Σωτάδου. 50361 4.51.11.2 : Πῶς ἀναλύεται τὸ σῶμα; πνεύματος φυγόντος. 50362 4.51.12.1 : Ἀνακρέοντος (fr. 43 B. 4). 50363 4.51.12.2 : Πολιοὶ μὲν ἡμὶν ἤδη κρόταφοι, κάρη δὲ λευκόν, 50364 4.51.12.3 : χαρίεσσα δ´ οὐκ ἔθ´ ἥβη πάρα, γηραλέοι δ´ ὀδόντες. 50365 4.51.12.4 : γλυκεροῦ δ´ οὐκ ἔτι πολλὸς βιότου χρόνος λέλειπται. 50366 4.51.12.5 : διὰ ταῦτ´ ἀνασταλύζω θαμὰ Τάρταρον δεδοικώς· 50367 4.51.12.6 : Ἀίδεω γάρ ἐστι δεινὸς μυχός, ἀργαλέη δ´ ἐς αὐτὸν 50368 4.51.12.7 : κάτοδος· καὶ γὰρ ἑτοῖμον καταβάντι μὴ ἀναβῆναι. 50369 4.51.13.1 : Εὐριπίδου Ἄλκηστις ( 782 ss.). 50370 4.51.13.2 : Βροτοῖς ἅπασι κατθανεῖν ὀφείλεται, 50371 4.51.13.3 : κοὐκ ἔστι θνητῶν ὅστις ἐξεπίσταται 50372 4.51.13.4 : τὴν αὔριον μέλλουσαν εἰ βιώσεται. 50373 4.51.14.1 : Διφίλου (fr. 116 K.). 50374 4.51.14.2 : Θνητὸς πεφυκὼς μὴ εὐλαβοῦ τεθνηκέναι. 50375 4.51.15.1 : Ἀριστοφάνους Πολυΐδου (fr. 452 K.). 50376 4.51.15.2 : Τὸ γὰρ φοβεῖσθαι τὸν θάνατον λῆρος πολύς· 50377 4.51.15.3 : πᾶσιν γὰρ ἡμῖν τοῦτ´ ὀφείλεται παθεῖν. 50378 4.51.16.1 : Ποσιδίππου ἐκ Μύρμηκος (fr. 18 K.). 50379 4.51.16.2 : Ὧν τοῖς θεοῖς ἄνθρωπος εὔχεται τυχεῖν, 50380 4.51.16.3 : τῆς εὐθανασίας κρεῖττον οὐδὲν εὔχεται. 50381 4.51.17.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδωνος (p. 67 D). 50382 4.51.17.2 : Οὐκοῦν τοῦτό γε θάνατος ὀνομάζεται, λύσις καὶ χω– 50383 4.51.17.3 : ρισμὸς ψυχῆς ἀπὸ σώματος; 50384 4.51.18.1 : Πορφυρίου Τῶν πρὸς τὰ νοητὰ ἀφορ– 50385 4.51.18.2 : μῶν (c. VIII p. 2 Mommert). 50386 4.51.18.3 : 〈Ὃ〉 ἔδησεν ἡ φύσις, τοῦτο φύσις λύει, καὶ ὃ ἔδησεν 50387 4.51.18.4 : ἡ ψυχή, τοῦτο αὐτὴ λύει. ἔδησε δὲ φύσις μὲν σῶμα ἐν 50388 4.51.18.5 : ψυχῇ, ψυχὴ δ´ ἑαυτὴν ἐν σώματι. φύσις μὲν ἄρα λύει 50389 4.51.18.6 : σῶμα ἐκ ψυχῆς, ψυχὴ δ´ ἑαυτὴν λύει ἀπὸ σώματος. 50390 4.51.19.1 : Ἀριστοτέλους. 50391 4.51.19.2 : Ἀριστοτέλης ἔφη ’ἄφυκτον γὰρ τὸ τῆς πεπρωμένης 50392 4.51.19.3 : ἐστὶ κακόν‘. 50393 4.51.20.1 : Ἐκ τοῦ Ἐπικτήτου Ἐγχειριδίου (c. 5). 50394 4.51.20.2 : Ταράσσει τοὺς ἀνθρώπους οὐ τὰ πράγματα, ἀλλὰ τὰ 50395 4.51.20.3 : περὶ τῶν πραγμάτων δόγματα. θάνατος οὐ φοβερόν· 50396 4.51.20.4 : ἐπεὶ καὶ Σωκράτει ἂν ἦν· ἀλλὰ τὸ δόξαι τὸν θάνατον 50397 4.51.20.5 : εἶναι φοβερόν. ὅταν οὖν ἐμποδιζώμεθα. μηδέποτε ἄλλον 50398 4.51.20.6 : αἰτιώμεθα, ἀλλ´ ἑαυτούς, τοῦτο δέ ἐστι τὰ φαῦλα δόγ– 50399 4.51.20.7 : ματα. 50400 4.51.21.1 : (Eiusd. c. 7) 50401 4.51.21.2 : Καθάπερ ἐν πλῷ 〈τοῦ〉 πλοίου καθορμισθέντος εἰ 50402 4.51.21.3 : ἐξέλθοις ὑδρεύσασθαι, ὁδοῦ μὲν πάρεργον καὶ κοχλίδιον 50403 4.51.21.4 : ἀναλέξασθαι καὶ βολβάριον, τετάσθαι δὲ ... ἐπὶ τὸ πλοῖ– 50404 4.51.21.5 : ον καὶ συνεχὲς ἐπιστρέφεσθαι, μή τι ὁ κυβερνήτης καλῇ, 50405 4.51.21.6 : κἂν καλῇ, πάντα ς´ ἀφεῖναι, ἵνα μὴ δεδεμένος βληθῇς 50406 4.51.21.7 : ὡς τὰ πρόβατα· οὕτω καὶ ἐν τῷ βίῳ, ἐὰν διδῶται ὁδοῦ 50407 4.51.21.8 : πάρεργον ἀντὶ βολβοῦ καὶ κοχλίου γυναικάριον καὶ παι– 50408 4.51.21.9 : δίον, οὐδὲν κωλύσει· ἐὰν δὲ ὁ κυβερνήτης καλέσῃ, τρέχε 50409 4.51.21.10 : ἐπὶ τὸ πλοῖον ἀφεὶς ἐκεῖνα μηδὲ ἐπιστρεφόμενος. ἂν δὲ 50410 4.51.21.11 : ᾖς γέρων, μηδὲ ἀποχώρει τοῦ πλοίου μακράν, μή ποτε 50411 4.51.21.12 : καλοῦντος ἐλλίπῃς. 50412 4.51.22.1 : Αἰλιανοῦ Ἱστοριῶν (II 35). 50413 4.51.22.2 : Γοργίας ὁ Λεοντῖνος ἐπὶ τέρματι ὢν τοῦ βίου καὶ 50414 4.51.22.3 : γεγηρακὼς εὖ μάλα ὑπό τινος ἀσθενείας καταληφθείς, 50415 4.51.22.4 : κατ´ ὀλίγον εἰς ὕπνον ὑπολισθαίνων ἔκειτο. ἐπεὶ δέ τις 50416 4.51.22.5 : αὐτὸν παρῆλθε τῶν ἐπιτηδείων ἐπισκοπούμενος καὶ ἤρετο, 50417 4.51.22.6 : τί πράττοι, ὁ Γοργίας ἀπεκρίνατο· ἤδη με ὁ ὕπνος ἄρχε– 50418 4.51.22.7 : ται παρακατατίθεσθαι τἀδελφῷ. 50419 4.51.23.1 : Σωκράτους. 50420 4.51.23.2 : Χρὴ ψυχὴν † λιπεῖν μηδ´ ἀνιάζειν δακρύοις καὶ θρή– 50421 4.51.23.3 : νοις· τὸ δὲ χρεὼν ἀνδρὸς ἀγαθοῦ φέρειν. 50422 4.51.24.1 : Αἰσχίνου (p. 68 Krauss). 50423 4.51.24.2 : Οὐχ ὁ θάνατος δεινόν, ἀλλ´ ἡ περὶ τὴν τελευτὴν 50424 4.51.24.3 : ὕβρις φοβερά. 50425 4.51.25.1 : Μουσωνίου (fr. XXXV H.). 50426 4.51.25.2 : Τοῦ ἀποθανεῖν ὁμοίως ἐπικεκλωσμένου πᾶσιν, οὐ τὸ 50427 4.51.25.3 : βραδέως ἀλλὰ τὸ ἐμφανῶς ἀποθανεῖν μακάριον. 50428 4.51.26.1 : Ἀριμνήστου. 50429 4.51.26.2 : Ἀρίμνηστος ἐρωτηθεὶς τί μέγιστον ἀγαθὸν ἀνθρώπῳ, 50430 4.51.26.3 : εἶπε ’τὸ καλῶς ἀποθανεῖν‘. 50431 4.51.27.1 : Φαβωρίνου (fr. 112 Marr.). 50432 4.51.27.2 : Ὅτι παραπλήσια τοῖς μετοικιζομένοις πάσχομεν. καὶ 50433 4.51.27.3 : γὰρ ἐκείνων οἱ μὲν εὐγνώμονες ταχέως ἐξίασιν, οἱ δὲ μὴ 50434 4.51.27.4 : βουλόμενοι πρὸς βίαν. 50435 4.51.28.1 : Ἐκ τῶν Ἀριστοτέλους Χρειῶν. 50436 4.51.28.2 : Γοργίας ὁ ῥήτωρ ἤδη γηραιὸς ὑπάρχων ἐρωτηθεὶς εἰ 50437 4.51.28.3 : ἡδέως ἀποθνήσκοι, ’ἥδιστα‘ εἶπεν ’ὥσπερ δὲ ἐκ σαπροῦ 50438 4.51.28.4 : καὶ ῥέοντος συνοικιδίου ἀσμένως ἀπαλλάττομαι.‘ 50439 4.51.29.1 : Ἐπικούρου (Epicur. sent. sel. 2 p. 71 V s.). 50440 4.51.29.2 : Ὁ θάνατος οὐδὲν πρὸς ἡμᾶς· τὸ γὰρ διαλυθὲν ἀναισ– 50441 4.51.29.3 : θητεῖ, τὸ δὲ ἀναίσθητον οὐδὲν πρὸς ἡμᾶς. 50442 4.51.30.1 : Ἑρμάρχου. 50443 4.51.30.2 : Εὐκαταφρόνητος ὁ θάνατος· ἄπρακτον γὰρ τὸ ποιοῦν 50444 4.51.30.3 : τοῦ πάσχοντος ἀνῃρημένου. 50445 4.51.31.1 : Πορφυρίου ἐκ τῶν Πρὸς τὰ νοητὰ ἀφορ– 50446 4.51.31.2 : μῶν (IX p. 2 Mommert). 50447 4.51.31.3 : Ὁ θάνατος διπλοῦς· ὁ μὲν οὖν συνεγνωσμένος, λυο– 50448 4.51.31.4 : μένου τοῦ σώματος ἀπὸ τῆς ψυχῆς, ὁ δὲ τῶν φιλοσόφων, 50449 4.51.31.5 : λυομένης τῆς ψυχῆς ἀπὸ τοῦ σώματος· καὶ οὐ πάντως ὁ 50450 4.51.31.6 : ἕτερος τῷ ἑτέρῳ ἕπεται. 50451 4.51.32.1 : Μητροδώρου (fr. 51 K.). 50452 4.51.32.2 : Πρὸς μὲν τὰ ἄλλα δυνατὸν ἀσφάλειαν πορίσασθαι, 50453 4.51.32.3 : χάριν δὲ θανάτου πάντες ἄνθρωποι πόλιν ἀτείχιστον οἰ– 50454 4.51.32.4 : κοῦμεν. 50455 4.52a.t.1 : {1ΕΠΑΙΝΟΣ ΖΩΗΣ.}1 50456 4.52a.1.1 : Εὐριπίδου ἐξ Ἀλκήστιδος ( 669–72). 50457 4.52a.1.2 : Μάτην ἄρ´ οἱ γέροντες εὔχονται θανεῖν, 50458 4.52a.1.3 : γῆρας ψέγοντες καὶ μακρὸν χρόνον βίου· 50459 4.52a.1.4 : ἢν δ´ ἐγγὺς ἔλθῃ θάνατος, οὐδεὶς βούλεται 50460 4.52a.1.5 : θνῄσκειν, τὸ γῆρας δ´ οὐκέτ´ ἔστ´ αὐτοῖς βαρύ. 50461 4.52a.2.1 : Ὁμήρου Ὀδυσσείας (XI 489–91). 50462 4.52a.2.2 : Βουλοίμην κε πάρουρος ἐὼν θητευέμεν ἄλλῳ 50463 4.52a.2.3 : ἀνδρὶ παρ´ ἀκλήρῳ, ᾧ μὴ βίοτος πολὺς εἴη, 50464 4.52a.2.4 : ἢ πᾶσιν νεκύεσσι καταφθιμένοισιν ἀνάσσειν. 50465 4.52a.3.1 : Σοφοκλέους Ἀκρισίου (fr. 64 N. 2). 50466 4.52a.3.2 : Τὸ ζῆν γάρ, ὦ παῖ, παντὸς ἥδιστον γέρας· 50467 4.52a.3.3 : θανεῖν γὰρ οὐκ ἔξεστι τοῖς αὐτοῖσι δίς. 50468 4.52a.4.1 : Λυκόφρονος ἐκ Πελοπιδῶν (fr. 5 p. 818 N. 2). 50469 4.52a.4.2 : Ἀλλ´ ἡνίκ´ ἂν μὲν ᾖ πρόσω τὸ κατθανεῖν, 50470 4.52a.4.3 : Ἅιδης ποθεῖται τοῖς δεδυστυχηκόσιν· 50471 4.52a.4.4 : ὅταν δ´ ἐφέρπῃ κῦμα λοίσθιον βίου, 50472 4.52a.4.5 : τὸ ζῆν ποθοῦμεν· οὐ γὰρ ἔστ´ αὐτοῦ κόρος. 50473 4.52a.5.1 : Ἀπολλοδώρου ἐκ Διαμαρτάνοντος (fr. 4 III 50474 4.52a.5.2 : p. 298 K.). 50475 4.52a.5.3 : Ὅτε μειράκιον ἦν, τοὺς ἀώρους ἠλέουν, 50476 4.52a.5.4 : νυνὶ δ´, ὅταν γέροντος ἐκφορὰν ἴδω, 50477 4.52a.5.5 : κλαίω· πρὸς ἐμὲ γάρ ἐστι τοῦτ´, ἐκεῖνο δ´ οὔ. 50478 4.52a.6.1 : Εὐριπίδου Ὀρέστου ( 1523). 50479 4.52a.6.2 : Πᾶς ἀνήρ, κἂν δοῦλος ᾖ τις, ἥδεται τὸ φῶς ὁρῶν. 50480 4.52a.7.1 : Ἐν ταὐτῷ ( 1034). 50481 4.52a.7.2 : Πᾶσιν γὰρ οἰκτρὸν ἡ φίλη ψυχὴ βροτοῖς. 50482 4.52a.8.1 : Ἐν ταὐτῷ ( 1509). 50483 4.52a.8.2 : Πανταχοῦ ζῆν ἡδὺ μᾶλλον ἢ θανεῖν τοῖς σώφροσιν. 50484 4.52a.9.1 : Εὐριπίδου Ἰφιγενείας (Aul. 1250). 50485 4.52a.9.2 : Τὸ φῶς τόδ´ ἀνθρώποισιν ἥδιστον βλέπειν, 50486 4.52a.9.3 : τὸ νέρθε δ´ οὐδέν· μαίνεται δ´ ὃς εὔχεται 50487 4.52a.9.4 : θανεῖν· κακῶς ζῆν κρεῖσσον ἢ καλῶς θανεῖν. 50488 4.52a.10.1 : Σοφοκλέους Ἰοβάτου (fr. 275 N. 2). 50489 4.52a.10.2 : Τὸν Ἀίδαν γὰρ οὐδὲ γῆρας οἶδε φιλεῖν. 50490 4.52a.11.1 : Τοῦ αὐτοῦ Ἀκρισίῳ (fr. 63 N. 2). 50491 4.52a.11.2 : Τοῦ ζῆν γὰρ οὐδεὶς ὡς ὁ γηράσκων ἐρᾷ. 50492 4.52a.12.1 : Εὐριπίδου Ἱππολύτῳ (fr. 443 N. 2). 50493 4.52a.12.2 : Ὦ λαμπρὸς αἰθὴρ ἡμέρας θ´ ἁγνὸν φάος, 50494 4.52a.12.3 : ὡς ἡδὺ λεύσσειν τοῖς τε πράσσουσιν καλῶς 50495 4.52a.12.4 : καὶ τοῖσι δυστυχοῦσιν, ὧν πέφυκ´ ἐγώ. 50496 4.52a.13.1 : Εὐριπίδου Μελεάγρῳ (fr. 533 N. 2). 50497 4.52a.13.2 : Τερπνὸν τὸ φῶς μοι· τὸ δ´ ὑπὸ γῆς [δι´] Ἅιδου σκότος 50498 4.52a.13.3 : οὐδ´ εἰς ὄνειρον † οὐδ´ εἰς ἀνθρώπους μολεῖν· 50499 4.52a.13.4 : ἐγὼ μὲν οὖν γεγῶσα τηλικήδ´ ὅμως 50500 4.52a.13.5 : ἀπέπτυς´ αὐτὸ κοὔποτ´ εὔχομαι θανεῖν. 50501 4.52a.14.1 : Τοῦ αὐτοῦ (Alc. 301). 50502 4.52a.14.2 : Ψυχῆς γὰρ οὐδέν ἐστι τιμιώτερον. 50503 4.52a.15.1 : Ἀλέξιδος ἐκ Τραυματίου (fr. 235 K.). 50504 4.52a.15.2 : Τὸν γὰρ ὕστατον 50505 4.52a.15.3 : τρέχων δίαυλον τοῦ βίου ζῆν βούλομαι. 50506 4.52a.16.1 : Ἐκ τῶν Φαβωρίνου Περὶ γήρως (fr. 71 Marr.). 50507 4.52a.16.2 : Θεόδωρος μὲν γὰρ ὁ Κυρηναῖος οὐδεμίαν ἱκανὴν πρό– 50508 4.52a.16.3 : φασιν ἔφασκεν εἶναι τῷ σοφῷ πρὸς τὴν τοῦ βίου κατά– 50509 4.52a.16.4 : λυσιν· καὶ τό τε ἀκόλουθον οὕτως ἠρώτα· τὸ γὰρ κατα– 50510 4.52a.16.5 : φρονοῦντα τῶν ἀνθρωπείων συμπτωμάτων ἀπωστὸν ὑπ´ 50511 4.52a.16.6 : αὐτῶν ἐκ τοῦ βίου γίγνεσθαι πῶς οὐχ ὑπεναντίον τῷ 50512 4.52a.16.7 : μόνον μὲν τὸ καλὸν ἀγαθόν, μόνον δὲ αἰσχρὸν τὸ κακὸν 50513 4.52a.16.8 : εἰρηκότι; 50514 4.52a.17.1 : Σπευσίππου. 50515 4.52a.17.2 : Σπευσίππῳ παραλυθέντι τὰ σκέλη Διογένης ἐξαγα– 50516 4.52a.17.3 : γεῖν αὑτὸν [τοῦ βίου] παρῄνει· ὁ δέ ’οὐ τοῖς σκέλεσιν‘ 50517 4.52a.17.4 : ἔφη ’ζῶμεν, ἀλλὰ τῷ νῷ.‘ 50518 4.52a.18.1 : Ἐκ τῶν Ἀρίστωνος Ὁμοιωμάτων (Arist. Chii fr. 399 50519 4.52a.18.2 : de Arn.). 50520 4.52a.18.3 : Πολλοὶ σοφοὶ γηραιοὶ φιλοζωοῦσι. καὶ γὰρ οἱ ὀψὲ 50521 4.52a.18.4 : γήμαντες φιλοζωοῦσιν, ἵν´ ἐκθρέψωσι τὰ τέκνα, καὶ οὗ– 50522 4.52a.18.5 : τοι ὀψὲ ἀρετῆς ἐπήβολοι γενόμενοι ἐφίενται αὐτὴν ἐκ– 50523 4.52a.18.6 : θρέψαι. 50524 4.52a.19.1 : Καρνεάδου. 50525 4.52a.19.2 : Καρνεάδης Ἀντιπάτρου αὑτὸν ἐξαγαγόντος γέρων ὢν 50526 4.52a.19.3 : δύο κύλικας ἐκέρασε, τὴν μὲν κωνείου, τὴν δὲ οἰνομέλιτος. 50527 4.52a.19.4 : καὶ τὴν τοῦ κωνείου τοῖς λοιποῖς Στωϊκοῖς εἰπὼν προ– 50528 4.52a.19.5 : πίνειν τὴν τοῦ οἰνομέλιτος ἐξέπιε, διαπαίζων τὴν σπου– 50529 4.52a.19.6 : δὴν τῶν ἑκουσίως ἐκλειπόντων τὸν βίον. 50530 4.53.t.1 : {1ΕΠΑΙΝΟΣ ΘΑΝΑΤΟΥ.}1 50531 4.53.20.1 : Εὐριπίδου Τρῳάδων ( 635 ss.). 50532 4.53.20.2 : Ἄκουσον, ὥς σοι τέρψιν ἐμβαλῶ φρενί· 50533 4.53.20.3 : τὸ μὴ γενέσθαι τῷ θανεῖν ἴσον λέγω. 50534 4.53.21.1 : Ἀριστάρχου (fr. 3 p. 728 N. 2). 50535 4.53.21.2 : Ὦ θάνατε, σωφρόνισμα τῶν ἀγνωμόνων. 50536 4.53.22.1 : Ἐκ τοῦ Ἀλκιδάμαντος Μουσείου (p. 155 50537 4.53.22.2 : Sauppe). 50538 4.53.22.3 : Ἀρχὴν μὲν μὴ φῦναι ἐπιχθονίοισιν ἄριστον, 50539 4.53.22.4 : φύντα δ´ ὅπως ὤκιστα πύλας Ἀίδαο περῆσαι. 50540 4.53.23.1 : Εὐριπίδου Ἀντιγόνη (fr. 176 N. 2). 50541 4.53.23.2 : Θάνατος γὰρ ἀνθρώποισι νεικέων τέλος 50542 4.53.23.3 : ἔχει· μαθεῖν δὲ πασίν ἐστιν εὐμαρές. 50543 4.53.24.1 : Νεοπτόλεμος ἐν τῷ Περὶ ἀστεϊσμῶν. 50544 4.53.24.2 : Ὦ θάνατ´, εἴθ´ εἴης αὐτάγρετος, ὄφρ´ ἂν ἑλοίμην 50545 4.53.24.3 : πρώτιστος· καί κ´ ἐχθρὸς ἐὼν πολὺ φίλτατος εἴης. 50546 4.53.25.1 : Εὐριπίδου Ἡρακλειδῶν ( 592–96). 50547 4.53.25.2 : Εἴ τι δὴ κάτω χθονός· 50548 4.53.25.3 : εἴη γε μέντοι μηδέν. εἰ γὰρ ἕξομεν 50549 4.53.25.4 : κἀκεῖ μερίμνας οἱ θανούμενοι βροτῶν, 50550 4.53.25.5 : οὐκ οἶδα πῆ τις τρέψεται· τὸ γὰρ θανεῖν 50551 4.53.25.6 : κακῶν μέγιστον φάρμακον νομίζεται. 50552 4.53.26.1 : Σοφοκλέους Φιλοκτήτου (fr. 636 N. 2). 50553 4.53.26.2 : Ἄλλ´ ἔσθ´ ὁ θάνατος λοῖσθος ἰατρὸς νόσων. 50554 4.53.27.1 : Μενάνδρου Δὶς ἐξαπατῶντος (fr. 125 K.). 50555 4.53.27.2 : Ὃν οἱ θεοὶ φιλοῦσιν, ἀποθνῄσκει νέος. 50556 4.53.28.1 : Λεωνίδα (p. 41 Geffcken). 50557 4.53.28.2 : Εὔθυμος ὢν ἔρεσσε τὴν ἐπ´ Ἄιδος 50558 4.53.28.3 : ἀταρπὸν ἕρπων· οὐ γάρ ἐστι δύσβατος 50559 4.53.28.4 : οὐδὲ σκαληνὸς οὐδ´ ἐνίπλεος πλάνης, 50560 4.53.28.5 : ἰθεῖα δ´ ᾗ μάλιστα καὶ κατακλινὴς 50561 4.53.28.6 : ἅπασα κἠκ μεμυκότων ὁδεύεται. 50562 4.53.29.1 : Εὐριπίδου Φιλοκτήτου (fr. 791 N. 2). 50563 4.53.29.2 : ΧΟΡ. Ἅλις, ὦ βιοτά· πέραινε, 50564 4.53.29.3 : πρίν τινα συντυχίαν 50565 4.53.29.4 : ἢ κτεάτεσσιν ἐμοῖς ἢ σώματι τῷδε γενέσθαι. 50566 4.53.30.1 : Θεόγνιδος ( 425 ss.). 50567 4.53.30.2 : Ἀρχὴν μὲν μὴ φῦναι ἐπιχθονίοισιν ἄριστον, 50568 4.53.30.3 : μηδ´ ἐσιδεῖν αὐγὰς ὀξέος ἠελίου, 50569 4.53.30.4 : φύντα δ´ ὅπως ὤκιστα πύλας Ἀίδαο περῆσαι 50570 4.53.30.5 : καὶ κεῖσθαι πολλὴν γῆν ἀπαμησάμενον. 50571 4.53.31.1 : Σωτάδου. 50572 4.53.31.2 : Πάντων ὁ λιμὴν τῶν μερόπων ὁ θάνατός ἐστιν. 50573 4.53.32.1 : Αἰσχύλου (fr. 255 N. 2). 50574 4.53.32.2 : Ὦ θάνατε παιάν, μή μ´ ἀτιμάσῃς μολεῖν. 50575 4.53.32.3 : μόνος 〈γὰρ〉 εἶ σὺ τῶν ἀνηκέστων κακῶν 50576 4.53.32.4 : ἰατρός, ἄλγος δ´ οὐδὲν ἅπτεται νεκροῦ. 50577 4.53.33.1 : Ὑψαίου. 50578 4.53.33.2 : Νέος δ´ ἀπόλλυθ´ ὅντιν´ ἂν φιλῇ θεός. 50579 4.53.34.1 : Σοφοκλέους Τραχινίαις ( 1172 s.). 50580 4.53.34.2 : Τὸ δ´ ἦν ἄρ´ οὐδὲν ἄλλο πλὴν θανεῖν ἐμέ· 50581 4.53.34.3 : τοῖς γὰρ θανοῦσι μόχθος οὐ προσγίγνεται. 50582 4.53.35.1 : Ἀστυδάμαντος Ναυπλίου (fr. 5 p. 779 N. 2). 50583 4.53.35.2 : Χαῖρ´, εἰ τὸ χαίρειν ἔστι που κάτω χθονός. 50584 4.53.35.3 : δοκῶ δ´· ὅπου γὰρ μὴ ἔστι λυπεῖσθαι βίῳ, 50585 4.53.35.4 : ἔστιν τὸ χαίρειν τῶν κακῶν λελησμένῳ. 50586 4.53.36.1 : Ἴωνος Ἀγαμέμνονος (fr. 2 p. 732 N. 2). 50587 4.53.36.2 : Κακῶν ἀπέστω θάνατος, ὡς ἴδῃ κακά. 50588 4.53.37.1 : Εὐριπίδου (fr. 908 N. 2). 50589 4.53.37.2 : Τὸ μὴ γενέσθαι κρεῖσσον ἢ φῦναι βροτοῖς. 50590 4.53.38.1 : Εὐριπίδου Φρίξῳ (fr. 833 N. 2). 50591 4.53.38.2 : Τίς δ´ οἶδεν εἰ ζῆν τοῦθ´ ὃ κέκληται θανεῖν, 50592 4.53.38.3 : τὸ ζῆν δὲ θνῄσκειν ἐστί; πλὴν ὅμως βροτῶν 50593 4.53.38.4 : νοσοῦσιν οἱ βλέποντες, οἱ δ´ ὀλωλότες 50594 4.53.38.5 : οὐδὲν νοσοῦσιν, οὐδὲ κέκτηνται κακά. 50595 4.53.39.1 : Ἀναξαγόρου (p. 300 Diels 2). 50596 4.53.39.2 : Ἀναξαγόρας δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, 50597 4.53.39.3 : τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνον. 50598 4.53.40.1 : Δημοκρίτου (fr. 297 Diels 2). 50599 4.53.40.2 : Ἔνιοι θνητῆς φύσεως διάλυσιν οὐκ εἰδότες ἄνθρωποι, 50600 4.53.40.3 : συνειδήσει δὲ τῆς ἐν τῷ βίῳ κακοπραγμοσύνης, τὸν τῆς 50601 4.53.40.4 : βιοτῆς χρόνον ἐν ταραχαῖς καὶ φόβοις ταλαιπωροῦσι, ψεύ– 50602 4.53.40.5 : δεα περὶ τοῦ μετὰ τὴν τελευτὴν μυθοπλαστέοντες χρόνου. 50603 4.53.41.1 : Ἰουλίου ἐκ τῶν εἰς τὸν Διόνυσον καὶ 50604 4.53.41.2 : τὴν πατρίδα λεχθέντων. 50605 4.53.41.3 : Φέρτερον εὐκλέα μοῖραν ἐπ´ ἀκλείῃ βιότοιο 50606 4.53.41.4 : εὑρέμεναι, ἀγαθὸν δὲ θανεῖν τοιῷδ´ ἐπὶ ἔργῳ. 50607 4.53.42.1 : Εὐριπίδου (fr. 449 N. 2). 50608 4.53.42.2 : Ἐχρῆν γὰρ ἡμᾶς σύλλογον ποιουμένους 50609 4.53.42.3 : τὸν ζῶντα θρηνεῖν εἰς ὅς´ ἔρχεται κακά, 50610 4.53.42.4 : τὸν δ´ αὖ θανόντα καὶ πόνων πεπαυμένον 50611 4.53.42.5 : χαίροντας εὐφημοῦντας ἐκπέμπειν δόμων. 50612 4.53.43.1 : Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Ὅτι καὶ γυναῖκα παι– 50613 4.53.43.2 : δευτέον (fr. VII vol. VII p. 126 Bern.). 50614 4.53.43.3 : Τροφώνιος καὶ Ἀγαμήδης ποιήσαντες ἐν Δελφοῖς 50615 4.53.43.4 : ναὸν ᾔτουν παρὰ τοῦ Ἀπόλλωνος τὸν μισθόν· ὁ δὲ αὐτοῖς 50616 4.53.43.5 : ἔφη δώσειν τῇ ἑβδόμῃ ἡμέρᾳ, καὶ τῇ ἑβδόμῃ ἀπέθανον. 50617 4.53.43.6 : Ἔτι δὲ Κλέοβις καὶ Βίτων, Κυδίππης τῆς μητρὸς αὐτῶν 50618 4.53.43.7 : εὐξαμένης τῇ Ἥρᾳ δοῦναι τοῖς παισὶν ὅπερ ἂν εἴη κάλλισ– 50619 4.53.43.8 : τον, ὅτι ἑαυτοὺς ὑποζεύξαντες τὴν μητέρα εἰς τὸ ἱερὸν 50620 4.53.43.9 : ἀνήγαγον, τὸν βίον παραχρῆμα κατέστρεψαν. εἰς οὓς καὶ 50621 4.53.43.10 : τοιόνδε τις ἐπίγραμμα πεποίηκεν· 50622 4.53.43.11 : Οἵδε Βίτων Κλέοβίς τ´ ἐπὶ σώμασιν οἰκείοισιν 50623 4.53.43.12 : ζεῦγλαν ζευξάμενοι μητέρα ἣν ἀγέτην 50624 4.53.43.13 : Ἥρας εἰς ἱερόν· λαοὶ δέ μιν ἐζήλωσαν 50625 4.53.43.14 : εὐτεκνίας παίδων. ἡ δὲ χαρεῖσα θεᾷ 50626 4.53.43.15 : εὔξατο παῖδε τυχεῖν τοῦ ἀρίστου δαίμονος αἴσης, 50627 4.53.43.16 : οὕνεκ´ ἐτίμησαν μητέρα τὴν σφετέρην. 50628 4.53.43.17 : αὐτοῦ δ´ εὐνηθέντε λίπον βίον ἐν νεότητι, 50629 4.53.43.18 : ὡς τόδ´ ἄριστον ἐὸν καὶ μακαριστότατον. 50630 4.53.43.19 : τὸ αὐτὸ καὶ Ἡρόδοτος ἐν τῷ πρώτῳ λόγῳ τῆς ἱστο– 50631 4.53.43.20 : ρίας. 50632 4.53.44.1 : Ἐκ τῆς Νικολάου Ἐθῶν συναγωγῆς (fr. 119 M.). 50633 4.53.44.2 : Καυσιανοὶ τοὺς μὲν γεννωμένους θρηνοῦσι, τοὺς δὲ 50634 4.53.44.3 : τελευτήσαντας μακαρίζουσιν. 50635 4.53.45.1 : Θεμιστίου ἐκ τοῦ Περὶ ψυχῆς. 50636 4.53.45.2 : Ὅπου τὸν ἀπὸ τῆς στοᾶς φιλόσοφον Ἀντίπατρον 50637 4.53.45.3 : ἀποθνήσκοντα λέγουσιν ἐν εὐτυχήματος μέρει διακεῖσθαι 50638 4.53.45.4 : καὶ τὴν ἐκ Κιλικίας αὐτῷ γενομένην εἰς Ἀθήνας εὔπλοιαν. 50639 4.53.46.1 : Δημοσθένους ἐν τῷ Ὑπὲρ τοῦ στεφά– 50640 4.53.46.2 : νου ( 330). 50641 4.53.46.3 : Τίς γὰρ οὐκ οἶδε τῶν ἁπάντων, ὅτι τοῖς μὲν ζῶσι 50642 4.53.46.4 : πᾶσιν ὕπεστί τις ἢ πλείων ἢ ἐλάττων φθόνος, τοὺς τεθ– 50643 4.53.46.5 : νεῶτας δὲ οὐδὲ τῶν ἐχθρῶν οὐδεὶς ἔτι μισεῖ. 50644 4.53.47.1 : Ἑρμοῦ ἐκ τῶν Πρὸς Ἀσκληπιόν (p. 46 a 50645 4.53.47.2 : Patric. Ps.–Apulei p. 65, 18 Thom.). 50646 4.53.47.3 : Περὶ δὲ τοῦ θανάτου νῦν λεκτέον· τοὺς γὰρ πολλοὺς 50647 4.53.47.4 : ὁ θάνατος φοβεῖ ὡς κακὸν μέγιστον, ἀγνοίᾳ τοῦ πράγ– 50648 4.53.47.5 : ματος. θάνατος γὰρ γίγνεται διάλυσις καμόντος σώματος 50649 4.53.47.6 : καὶ τοῦ ἀριθμοῦ πληρωθέντος τῶν ἁρμῶν τοῦ σώματος. 50650 4.53.47.7 : ἀριθμὸς γάρ ἐστιν ἡ ἁρμογὴ τοῦ σώματος. ἀποθνήσκει δὲ 50651 4.53.47.8 : τὸ σῶμα, ὅταν μηκέτι δύνηται φέρειν τὸν ἄνθρωπον. καὶ 50652 4.53.47.9 : τοῦτό ἐστι θάνατος, διάλυσις σώματος καὶ ἀφανισμὸς 50653 4.53.47.10 : αἰσθήσεως σωματικῆς. 50654 4.53.48.1 : Θεμιστίου ἐκ τοῦ Περὶ ψυχῆς. 50655 4.53.48.2 : Ταῦτα τοῦ Τίμωνος εἰπόντος, ὑπολαβὼν ὁ Πατροκ– 50656 4.53.48.3 : λέας ’ὁ μὲν λόγος‘ εἶπεν ’οὐχ ἧττον ἰσχυρὸς ἢ παλαιός, 50657 4.53.48.4 : ἔχει δὲ ὅμως ἀπορίας. εἰ γὰρ ἡ δόξα τῆς ἀφθαρσίας 50658 4.53.48.5 : παμπάλαιός ἐστι, πῶς αὖ πάλιν τὸ τοῦ θανάτου δέος 50659 4.53.48.6 : πάντων πρεσβύτατον εἶναι τῶν φόβων; εἰ μὴ νὴ Δία καὶ 50660 4.53.48.7 : πάντας ἡμῖν τοῦτο τοὺς ἄλλους ἐγγεγέννηκεν· οὐ γὰρ νεα– 50661 4.53.48.8 : ρὸν οὐδὲ πρόσφατόν ἐστι τὸ κλαίεσθαι τὸν τεθνηκότα, 50662 4.53.48.9 : καὶ ταῦτα δὴ τὰ θρηνώδη καὶ δύσφημα τῶν ὀνομάτων 50663 4.53.48.10 : ἐπιλέγεσθαι, τὸν ἄθλιον καὶ τὸν οἰκτρόν‘. ’Ἄλλ´ οὕτω 50664 4.53.48.11 : μέν‘ ἔφη ὁ Τίμων ’λογιζόμενοι καὶ τὰ ἄφθαρτα δοξά– 50665 4.53.48.12 : ζουσι † διανοεῖσθαι 〈τοῖς〉 φθειρομένοις. ὅτι μὲν οὖν τὸ 50666 4.53.48.13 : μετηλλαχέναι καὶ μεθίστασθαι καὶ οἴχεσθαι τὸν τεθνη– 50667 4.53.48.14 : κότα δυσχεροῦς οὐδενὸς ἁπλῶς, ἀμείψεως δέ τινος ἢ μετα– 50668 4.53.48.15 : βολῆς ὑπόνοιαν δίδωσιν, οὐκ ἄδηλόν ἐστι· ὅποι δὲ αὕτη 50669 4.52b.48.16 : γίγνεται τοῖς μεταλλάττουσιν ἡ μεταβολή, καὶ πότερον εἰς 50670 4.52b.48.17 : χεῖρον ἢ βέλτιον, ἐκ τῶν ἄλλων ὀνομάτων σκοπῶμεν. αὐτὸ 50671 4.52b.48.18 : τοίνυν τὸ τοῦ θανάτου πρῶτον οὐχ ὑπὸ γῆν ἔοικεν οὐδὲ 50672 4.52b.48.19 : κάτω δεικνύναι χωροῦν τὸ μετηλλαχὸς ἀλλ´ ἄνω φερόμε– 50673 4.52b.48.20 : νον καὶ θέον· διὸ δὴ καὶ λόγον ἔχει καθάπερ ἐκ καμπῆς 50674 4.52b.48.21 : τινος ἀνείσης οἷον ἐξᾴττειν καὶ ἀναθεῖν τὴν ψυχὴν ἀπο– 50675 4.52b.48.22 : πνέοντος τοῦ σώματος ἀναπνέουσαν αὐτὴν καὶ ἀναψύχου– 50676 4.52b.48.23 : σαν. ὅρα δὲ τὸ ἀντικείμενον θανάτῳ, τὴν γένεσιν, ὡς 50677 4.52b.48.24 : τοὐναντίον δηλοῖ ῥοπήν τινα κάτω καὶ νεῦσιν ἐπὶ γῆν, 50678 4.52b.48.25 : ἐκείνου τοῦ περὶ τὴν τελευτὴν πάλιν ἀναθέοντος· ᾗ καὶ 50679 4.52b.48.26 : γενέθλιον τὴν ἡμέραν καλοῦσιν, ὡς ἄθλων καὶ πόνων μεγά– 50680 4.52b.48.27 : λων ἀρχὴν γενομένην. μᾶλλον δ´ ἴσως ἀφ´ ἑτέρας τὸ αὐτὸ 50681 4.52b.48.28 : συζυγίας κατοψόμεθα καὶ σαφέστερον· ἀπολύεσθαι γὰρ 50682 4.52b.48.29 : τὸν ἀποθνήσκοντα καὶ τὴν τελευτὴν ἀπόλυσιν καλοῦσιν, 50683 4.52b.48.30 : † ἂν δὲ ἔρημαι σώματος· τοῦτο γὰρ δέμας ὀνομάζουσιν, 50684 4.52b.48.31 : ὡς δεδεμένης ὑπ´ αὐτοῦ τῆς ψυχῆς ἐνταῦθα παρὰ φύσιν· 50685 4.52b.48.32 : οὐδὲν γὰρ ἐν ᾧ πέφυκεν εἶναι κατέχεται βίᾳ, καὶ τὸ δε– 50686 4.52b.48.33 : δέσθαι τήν τε βίαν ταύτην παραγαγόντες ὠνόμασαν βίον, 50687 4.52b.48.34 : ὥσπερ οἶμαι τὴν ἑσπέραν Ὅμηρος ἕσπερον. ὅθεν ἀντί– 50688 4.52b.48.35 : φωνον τοῦ βίου ὄνομα γέγονε τὸ ἀναπαύεσθαι τὸν θνήσ– 50689 4.52b.48.36 : κοντα, μεγάλης καὶ παρὰ φύσιν ἀνάγκης ἀπαλλαττόμενον. 50690 4.52b.49.1 : Ἐν ταὐτῷ. 50691 4.52b.49.2 : Οὕτω κατὰ τὴν εἰς τὸ ὅλον μεταβολὴν καὶ μετακόσ– 50692 4.52b.49.3 : μησιν ὀλωλέναι τὴν ψυχὴν λέγομεν ἐκεῖ γενομένην· ἐνταῦ– 50693 4.52b.49.4 : θα δὲ ἀγνοεῖ, πλὴν ὅταν ἐν τῷ τελευτᾶν ἤδη γένηται· 50694 4.52b.49.5 : τό〈τε〉 δὲ πάσχει πάθος, οἷον οἱ τελεταῖς μεγάλαις κατορ– 50695 4.52b.49.6 : γιαζόμενοι. διὸ καὶ τὸ ῥῆμα τῷ ῥήματι καὶ τὸ ἔργον τῷ 50696 4.52b.49.7 : ἔργῳ τοῦ τελευτᾶν καὶ τελεῖσθαι προσέοικε. πλάναι τὰ 50697 4.52b.49.8 : πρῶτα καὶ περιδρομαὶ κοπώδεις καὶ διὰ σκότους τινὲς 50698 4.52b.49.9 : ὕποπτοι πορεῖαι καὶ ἀτέλεστοι, εἶτα πρὸ τοῦ τέλους αὐ– 50699 4.52b.49.10 : τοῦ τὰ δεινὰ πάντα, φρίκη καὶ τρόμος καὶ ἱδρὼς καὶ θάμ– 50700 4.52b.49.11 : βος· ἐκ δὲ τούτου φῶς τι θαυμάσιον ἀπήντησεν καὶ τό– 50701 4.52b.49.12 : ποι καθαροὶ καὶ λειμῶνες ἐδέξαντο, φωνὰς καὶ χορείας 50702 4.52b.49.13 : καὶ σεμνότητας ἀκουσμάτων ἱερῶν καὶ φασμάτων ἁγί– 50703 4.52b.49.14 : ων ἔχοντες· ἐν αἷς ὁ παντελὴς ἤδη καὶ μεμυημένος ἐλεύ– 50704 4.52b.49.15 : θερος γεγονὼς καὶ ἄφετος περιιὼν ἐστεφανωμένος ὀργιά– 50705 4.52b.49.16 : ζει καὶ σύνεστιν ὁσίοις καὶ καθαροῖς ἀνδράσι, τὸν 50706 4.52b.49.17 : ἀμύητον ἐνταῦθα τῶν ζώντων ἀκάθαρτον ἐφορῶν ὄχλον 50707 4.52b.49.18 : ἐν βορβόρῳ πολλῷ καὶ ὁμίχλῃ πατούμενον ὑφ´ ἑαυτοῦ 50708 4.52b.49.19 : καὶ συνελαυνόμενον, φόβῳ δὲ θανάτου τοῖς κακοῖς ἀπισ– 50709 4.52b.49.20 : τίᾳ τῶν ἐκεῖ ἀγαθῶν ἐμμένοντα. ἐπεὶ τό γε παρὰ φύσιν 50710 4.52b.49.21 : τὴν πρὸς τὸ σῶμα τῇ ψυχῇ συμπλοκὴν εἶναι καὶ σύνερ– 50711 4.52b.49.22 : ξιν ἐκεῖθεν ἂν συνίδοις.‘ ’Πόθεν;‘ ἔφη ὁ Πατροκλέας. ’Ὅτι 50712 4.52b.49.23 : τῶν περὶ ἡμᾶς παθῶν ὁ ὕπνος ἥδιστόν ἐστι. πρῶτα μὲν 50713 4.52b.49.24 : γὰρ αἴσθησιν ἀλγηδόνος πᾶσι σβέννυσι διὰ τὴν ἡδονὴν 50714 4.52b.49.25 : πολλῷ τῷ οἰκείῳ κεραννυμένην· ἔπειτα τῶν ἄλλων ἐπι– 50715 4.52b.49.26 : θυμιῶν κρατεῖ, κἂν ὦσι σφοδρόταται. καὶ γὰρ πρὸς ἡδο– 50716 4.52b.49.27 : νὴν οἱ φιλοσώματοι δυσανασχετοῦσιν, ἐπιόντος αὐτοῖς τοῦ 50717 4.52b.49.28 : καθεύδειν, καὶ περιβολὰς ἐρωμένων προΐενται καταδαρ– 50718 4.52b.49.29 : θάνοντες. καὶ τί δεῖ ταῦτα λέγειν, ὅπου καὶ τὴν ἀπὸ 50719 4.52b.49.30 : τοῦ μανθάνειν καὶ διαλέγεσθαι καὶ φιλοσοφεῖν ἡδονὴν 50720 4.52b.49.31 : καταλαμβάνων ὁ ὕπνος ἀποκλείει τῆς ψυχῆς, ὥσπερ ἀπὸ 50721 4.52b.49.32 : ῥεύματος λείου καὶ βαθέος ὑποφερομένης; ἡδονὴ δὲ δὴ 50722 4.52b.49.33 : πᾶσα μὲν ἴσως οὐσίαν ἔχει καὶ φύσιν ἀλγηδόνος ἀπαλλα– 50723 4.52b.49.34 : γήν, αὕτη δὲ καὶ παντάπασιν. οὐδενὸς γὰρ ἔξωθεν οἷον 50724 4.52b.49.35 : ἐπιτερποῦς καὶ κινητικοῦ προσιόντος ἡδόμεθα καταδαρ– 50725 4.52b.49.36 : θάνοντες, ἀλλ´ ἐπίπονόν τινα καὶ κοπώδη καὶ σκληρὰν 50726 4.52b.49.37 : ἔοικεν ἐξαιρῶν 〈ὁ〉 ὕπνος διάθεσιν ἥδιστον εἶναι. αὕτη δ´ 50727 4.52b.49.38 : ἐστὶν οὐχ ἑτέρα τῆς πρὸς τὸ σῶμα τὴν ψυχὴν συνδεούσης. 50728 4.52b.49.39 : χωρίζεται γὰρ ἡ ψυχὴ ἐν τῷ καθεύδειν ἀνατρέχουσα καὶ 50729 4.52b.49.40 : συλλεγομένη πρὸς ἑαυτὴν ἐκ τοῦ διατετάσθαι πρὸς τὸ 50730 4.52b.49.41 : σῶμα καὶ διεσπάρθαι ταῖς αἰσθήσεσι. καίτοι λέγουσί 50731 4.52b.49.42 : τινες ὡς καταμίγνυσι μᾶλλον ὁ ὕπνος πρὸς τὸ σῶμα τὴν 50732 4.52b.49.43 : ψυχήν, οὐκ ὀρθῶς λέγοντες· ἀντιμαρτυρεῖ γὰρ τῇ ἀναισ– 50733 4.52b.49.44 : θησίᾳ καὶ ψυχρότητι καὶ βάρει καὶ ὠχρότητι τὸ σῶμα 50734 4.52b.49.45 : κατηγοροῦν τῆς ψυχῆς ἔκλειψιν μὲν ὅταν τελευτήσῃ, μετά– 50735 4.52b.49.46 : στασιν δὲ ὅταν καθεύδῃ. καὶ τοῦτό ἐστι τὸ τὴν ἡδονὴν 50736 4.52b.49.47 : ποιοῦν, ἀπόλυσις καὶ ἀνάπαυλα τῆς ψυχῆς, ὥσπερ ἄχθος 50737 4.52b.49.48 : κατατιθεμένης καὶ πάλιν ἀναλαμβανούσης καὶ ὑποδυομέ– 50738 4.52b.49.49 : νης. φεύγειν γὰρ ἔοικε κομιδῇ τὸ σῶμα θνήσκουσα δρα– 50739 4.52b.49.50 : πετεύειν δὲ καταδαρθάνουσα. διὸ θνήσκουσι μὲν ἔνιοι 50740 4.52b.49.51 : μετὰ πόνων καθεύδουσι δὲ μετὰ ἡδονῆς ἅπαντες· ὅπου 50741 4.52b.49.52 : μὲν γὰρ ἀπορρήγνυται παντάπασιν ὁ δεσμός, ὅπου δ´ 50742 4.52b.49.53 : ἐνδίδωσι καὶ χαλᾶται καὶ γίγνεται μαλακώτερος, οἷον 50743 4.52b.49.54 : ἁμμάτων ἀφιεμένων 〈τῶν〉 αἰσθήσεων παραλυομένων καὶ 50744 4.52b.49.55 : προϊεμένων τὴν περὶ τὸ σῶμα τῆς ψυχῆς ἔντασιν. ‘Εἶτα 50745 4.52b.49.56 : πῶς’ εἶπεν ὁ Πατροκλέας ‘οὐ δυσφοροῦμεν οὐδὲ ἀλγοῦμεν 50746 4.52b.49.57 : ἐγρηγορότες;’ ‘Πῶς δέ’ ἔφη ὁ Τίμων ‘κειρομένων μὲν αἰσ– 50747 4.52b.49.58 : θάνεται κουφότητος ἡ κεφαλὴ καὶ ῥᾳστώνης, κομώντων 50748 4.52b.49.59 : δὲ βαρύτητος αἴσθησιν οὐ πάνυ παρεῖχεν; καὶ λυθέντες 50749 4.52b.49.60 : μὲν ἐκ δεσμῶν ἥδονται, δεδεμένοι δὲ οὐκ ἀλγοῦσι; καὶ 50750 4.52b.49.61 : φῶς ἐπεισενεχθὲν ἐξαίφνης συμποσίῳ θόρυβον καὶ κρό– 50751 4.52b.49.62 : τον ὑφ´ ἡδονῆς ἐποίησε, πρότερον δὲ τὸ ἀλαμπὲς ἐδόκει 50752 4.52b.49.63 : μὴ ἐνοχλεῖν μηδὲ λυπεῖν τὴν ὄψιν; ἓν γὰρ αἴτιον, ὦ φίλε, 50753 4.52b.49.64 : τούτων ἁπάντων, ὅτι τῷ παρὰ φύσιν τὸ κατὰ μικρὸν 50754 4.52b.49.65 : σύνηθες καὶ σύντροφον ἐποίει τὴν αἴσθησιν, ὥστε μὴ 50755 4.52b.49.66 : πάνυ δυσχεραίνειν πάσχουσαν, ἀπαλλαγείσης δὲ καὶ μετα– 50756 4.52b.49.67 : βαλούσης εἰς τὴν φύσιν, φαίνεται παρευθὺς τῷ οἰκείῳ 50757 4.52b.49.68 : τὸ ἀλλότριον καὶ τῷ ἡδομένῳ τὸ λυποῦν ὅτι παρῆν καὶ 50758 4.52b.49.69 : βαρῦνον. οὕτω δὴ καὶ τὴν ψυχὴν τῇ πρὸς τὰ θνητὰ 50759 4.52b.49.70 : πάθη καὶ μέρη καὶ ὄργανα κοινωνίᾳ τὸ παρὰ φύσιν καὶ 50760 4.52b.49.71 : ἀλλότριον οὐ πάνυ δοκεῖ πιέζειν ὑπὸ μακρᾶς συνηθείας· 50761 4.52b.49.72 : αἰσθάνεται δὲ ῥᾳστώνης καὶ κουφότητος μεθ´ ἡδονῆς 50762 4.52b.49.73 : ἀφιεμένη τῶν διὰ τοῦ σώματος ἐνεργειῶν· ἐκείναις γὰρ 50763 4.52b.49.74 : ἐνοχλεῖται καὶ περὶ ἐκείνας ἐκπονεῖται καὶ ἀπ´ ἐκείνων 50764 4.52b.49.75 : σχολῆς δεῖται καὶ ἀναπαύσεως· ἃ δὲ αὐτὴ καθ´ αὑτὴν 50765 4.52b.49.76 : ἐνεργεῖ κατὰ φύσιν, τὸ σκοπεῖν ἀεί τι καὶ λογίζεσθαι καὶ 50766 4.52b.49.77 : μνημονεύειν καὶ θεωρεῖν, πρὸς ταῦτα ἄτρυτός ἐστι καὶ 50767 4.52b.49.78 : ἀκόρεστος. καὶ γὰρ ὁ κόρος κόπος ἐν ἡδοναῖς ἔοικεν εἶναι 50768 4.52b.49.79 : τῷ μετὰ σώματός τι τὴν ψυχὴν πάσχειν. ἐπεὶ πρός γε 50769 4.52b.49.80 : τὰς αὑτῆς ἡδονὰς οὐκ ἀπαγορεύει, συμπεπλεγμένη δέ, 50770 4.52b.49.81 : ὥσπερ εἴρηται, τῷ σώματι ταὐτὰ τῷ Ὀδυσσεῖ πέπονθεν· 50771 4.52b.49.82 : ὡς γὰρ ἐκεῖνος τῷ ἐρινεῷ προσφὺς εἴχετο καὶ περιέπ– 50772 4.52b.49.83 : τυσσεν οὐ ποθῶν οὐδὲ ἀγαπῶν ἐκεῖνον, ἀλλὰ δεδιὼς ὑπο– 50773 4.52b.49.84 : κειμένην τὴν Χάρυβδιν· οὕτως ἔοικεν ἡ ψυχὴ ἔχεσθαι καὶ 50774 4.52b.49.85 : περιπεπλέχθαι δι´ εὔνοιαν οὐδεμίαν αὐτοῦ καὶ χάριν, ἀλλ´ 50775 4.52b.49.86 : ὀρρωδοῦσα τοῦ θανάτου τὴν ἀδηλότητα. ’κρύψαντες γὰρ 50776 4.52b.49.87 : ἔχουσι θεοὶ βίον ἀνθρώποισι‘ κατὰ τὸν σοφὸν Ἡσίοδον, 50777 4.52b.49.88 : οὐ σαρκίνοις τισὶ δεσμοῖς πρὸς τὸ σῶμα τὴν ψυχὴν κατα– 50778 4.52b.49.89 : τείναντες, ἀλλ´ ἕνα δεσμὸν αὐτῇ καὶ μίαν φυλακὴν μηχα– 50779 4.52b.49.90 : νησάμενοι καὶ περιβαλόντες, τὴν ἀδηλότητα καὶ ἀπιστίαν 50780 4.52b.49.91 : τῶν μετὰ τὴν τελευτήν· ἐπεὶ τήν γε πεισθεῖσαν, ὅσα ἀν– 50781 4.52b.49.92 : θρώπους περιμένει τελευτήσαντας καθ´ Ἡράκλειτον, οὐ– 50782 4.52b.49.93 : δὲν ἂν κατάσχοι.’ 50783 4.52b.50.1 : Πλάτωνος ἐκ τῆς Σωκράτους Ἀπολο– 50784 4.52b.50.2 : γίας (p. 40 C–41 A. 41 C). 50785 4.52b.50.3 : Δυοῖν γὰρ θάτερόν ἐστι τὸ τεθνάναι· ἢ γὰρ οἷον 50786 4.52b.50.4 : μηδὲν εἶναι μηδὲ αἴσθησιν μηδεμίαν μηδενὸς ἔχειν τὸν 50787 4.52b.50.5 : τεθνεῶτα, ἢ κατὰ τὰ λεγόμενα μεταβολή τις τυγχάνει 50788 4.52b.50.6 : οὖσα καὶ μετοίκησις τῇ ψυχῇ τοῦ τόπου 〈τοῦ〉 ἐνθένδε 50789 4.52b.50.7 : εἰς ἄλλον τόπον. καὶ εἴτε μηδεμία αἴσθησίς ἐστιν, ἀλλ´ 50790 4.52b.50.8 : οἷον ὕπνος ἐπειδάν τις καθεύδων μηδὲ ὄναρ μηδὲν ὁρᾷ, 50791 4.52b.50.9 : θαυμάσιον κέρδος ἂν εἴη ὁ θάνατος· ἐγὼ γὰρ οἶμαι, εἴ 50792 4.52b.50.10 : τιν´ ἐκλεξάμενον δέοι ταύτην τὴν νύκτα ἐν ᾗ οὕτω κατέ– 50793 4.52b.50.11 : δαρθεν ὥστε μηδὲ ὄναρ ἰδεῖν, καὶ τὰς ἄλλας νύκτας τε 50794 4.52b.50.12 : καὶ ἡμέρας 〈τὰς〉 τοῦ βίου τοῦ ἑαυτοῦ ἀντιπαραθέντα 50795 4.52b.50.13 : ταύτῃ τῇ νυκτὶ δέοι σκεψάμενον 〈εἰπεῖν〉 πόσας ἄμεινον 50796 4.52b.50.14 : καὶ ἥδιον ἡμέρας καὶ νύκτας ταύτης τῆς νυκτὸς βεβίωκεν 50797 4.52b.50.15 : ἐν τῷ ἑαυτοῦ βίῳ, οἶμαι ἂν μὴ ὅτι ἰδιώτην τινά, ἀλλὰ 50798 4.52b.50.16 : τὸν μέγαν βασιλέα εὐαριθμήτους ἂν εὑρεῖν αὐτὸν ταύτας 50799 4.52b.50.17 : πρὸς τὰς ἄλλας ἡμέρας καὶ νύκτας· εἰ οὖν τοιοῦτον ὁ 50800 4.52b.50.18 : θάνατός ἐστι, κέρδος ἔγωγε λέγω· καὶ γὰρ οὐδὲν πλεῖον 50801 4.52b.50.19 : ὁ πᾶς χρόνος φαίνεται οὕτω δὴ εἶναι ἢ μία νύξ. εἴ τ´ 50802 4.52b.50.20 : αὖ οἷον ἀποδημῆσαί ἐστιν ὁ θάνατος ἐνθένδε εἰς ἄλλον 50803 4.52b.50.21 : τόπον, καὶ ἀληθῆ ἐστι τὰ λεγόμενα, ὡς ἄρα ἐκεῖ εἰσιν 50804 4.52b.50.22 : ἅπαντες οἱ τεθνεῶτες, τί μεῖζον ἀγαθὸν τούτου εἴη 〈ἄν〉, ὦ 50805 4.52b.50.23 : ἄνδρες δικασταί; εἰ γάρ τις ἀφικόμενος εἰς Ἅιδου, ἀπαλ– 50806 4.52b.50.24 : λαγεὶς τούτων τῶν φασκόντων δικαστῶν εἶναι, εὑρήσει 50807 4.52b.50.25 : τοὺς ὡς ἀληθῶς δικαστὰς, οἵπερ καὶ λέγονται ἐκεῖ δικά– 50808 4.52b.50.26 : ζειν, Μίνως τε καὶ Ῥαδάμανθυς καὶ Αἰακὸς καὶ Τριπτό– 50809 4.52b.50.27 : λεμος καὶ ἄλλοι ὅσοι τῶν 〈ἡμι〉θέων δίκαιοι ἐγένοντο ἐν 50810 4.52b.50.28 : τῷ ἑαυτῶν βίῳ, ἆρα φαύλη ἀποδημία ἂν εἴη Ὀρφεῖ 50811 4.52b.50.29 : συγγενέσθαι καὶ Μουσαίῳ καὶ Ἡσιόδῳ καὶ Ὁμήρῳ; τά 50812 4.52b.50.30 : τε γὰρ ἄλλα εὐδαιμονέστεροί εἰσιν οἱ ἐκεῖ τῶν ἐνθάδε, 50813 4.52b.50.31 : καὶ ἤδη τὸν λοιπὸν χρόνον ἀθάνατοί εἰσιν, εἴπερ γε τὰ 50814 4.52b.50.32 : λεγόμενα ἀληθῆ ἐστιν. 50815 4.52b.51.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Φαίδωνος (p. 84 D–85 B). 50816 4.52b.51.2 : Βαβαί, ὦ Σιμμία· ἦ που χαλεπῶς ἂν τοὺς ἄλλους 50817 4.52b.51.3 : ἀνθρώπους πείσαιμι ὡς οὐ συμφορὰν ἡγοῦμαι τὴν παροῦ– 50818 4.52b.51.4 : σαν τύχην, ὅτε γε μηδ´ ὑμᾶς δύναμαι πείθειν, ἀλλὰ φο– 50819 4.52b.51.5 : βεῖσθε μὴ δυσκολώτερον διάκειμαι ἢ ἐν τῷ πρόσθεν βίῳ· 50820 4.52b.51.6 : καί, ὡς ἔοικε, τῶν κύκνων δοκῶ φαυλότερος ὑμῖν εἶναι 50821 4.52b.51.7 : τὴν μαντικήν, οἳ ἐπειδὰν αἴσθωνται ὅτι δεῖ αὐτοὺς ἀπο– 50822 4.52b.51.8 : θανεῖν, ᾄδοντες καὶ ἐν τῷ πρόσθεν χρόνῳ, τότε δὴ πλεῖ– 50823 4.52b.51.9 : στα καὶ μάλιστα ᾄδουσι, γεγηθότες ὅτι μέλλουσι παρὰ 50824 4.52b.51.10 : τὸν θεὸν ἀπιέναι οὗπέρ εἰσι θεράποντες. οἱ δὲ ἄνθρω– 50825 4.52b.51.11 : ποι διὰ τὸ αὑτῶν δέος τοῦ θανάτου καὶ τῶν κύκνων 50826 4.52b.51.12 : καταψεύδονται, καί φασιν αὐτοὺς θρηνοῦντας τὸν θάνα– 50827 4.52b.51.13 : τον ὑπὸ λύπης ἐξᾴδειν, καὶ οὐ λογίζονται ὅτι οὐδὲν ὄρ– 50828 4.52b.51.14 : νεον ᾄδει ὅταν πεινῇ ἢ ῥιγοῖ ἤ τινα ἄλλην λύπην λυπῆ– 50829 4.52b.51.15 : ται, οὐδὲ αὐτὴ 〈ἥ τ´〉 ἀηδὼν καὶ χελιδὼν καὶ 〈ὁ〉 ἔποψ, 50830 4.52b.51.16 : ἃ δή φασι διὰ λύπην θρηνοῦντα ᾄδειν. ἀλλ´ οὔτε ταῦτά 50831 4.52b.51.17 : μοι φαίνεται λυπούμενα ᾄδειν οὔτε οἱ κύκνοι, ἀλλ´ ἅτε 50832 4.52b.51.18 : οἶμαι τοῦ Ἀπόλλωνος ὄντες, μαντικοί τέ εἰσι καὶ προει– 50833 4.52b.51.19 : δότες τὰ ἐν Ἅιδου ἀγαθὰ ᾄδουσι καὶ τέρπονται ἐκείνην 50834 4.52b.51.20 : τὴν ἡμέραν διαφερόντως ἢ ἐν τῷ ἔμπροσθε χρόνῳ. ἐγὼ 50835 4.52b.51.21 : δὲ καὶ αὐτὸς ἡγοῦμαι ὁμόδουλός τε εἶναι τῶν κύκνων καὶ 50836 4.52b.51.22 : ἱερὸς τοῦ αὐτοῦ θεοῦ, καὶ οὐ χεῖρον ἐκείνων τὴν μαντι– 50837 4.52b.51.23 : κὴν ἔχειν παρὰ τοῦ δεσπότου αὐτοῦ, οὐδὲ δυσθυμότερον 50838 4.52b.51.24 : αὐτῶν τοῦ βίου ἀπαλλάττεσθαι. 50839 4.52b.52.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 117 E). 50840 4.52b.52.2 : Καὶ γὰρ ἀκήκοα ὅτι ἐν εὐφημίᾳ χρὴ τελευτᾶν. ἀλλ´ 50841 4.52b.52.3 : ἡσυχίαν τε ἄγετε καὶ καρτερεῖτε. 50842 4.52b.53.1 : Ἡροδότου ἱστορίας εʹ ( 4). 50843 4.52b.53.2 : Τραυσοὶ δὲ τὰ μὲν ἄλλα πάντα κατὰ ταὐτὰ τοῖσιν 50844 4.52b.53.3 : ἄλλοισι Θρῃξὶν ἐπιτελέουσι, κατὰ δὲ τὸν γινόμενον σφίσι 50845 4.52b.53.4 : καὶ ἀπογινόμενον ποιεῦσι τοιάδε· τὸν μὲν γινόμενον πε– 50846 4.52b.53.5 : ριιζόμενοι οἱ προσήκοντες ὀλοφύρονται, ὅσα μιν δεῖ ἐπείτ´ 50847 4.52b.53.6 : ἐγένετο ἀναπλῆσαι κακά, ἀνηγεόμενοι τὰ ἀνθρωπήια πάν– 50848 4.52b.53.7 : τα πάθεα· τὸν δ´ ἀπογινόμενον παίζοντές τε καὶ ἡδό– 50849 4.52b.53.8 : μενοι γῇ κρύπτουσιν, ἐπιλέγοντες ὅσων κακῶν ἐξαπαλλαχ– 50850 4.52b.53.9 : θείς ἐστιν ἐν πάσῃ εὐδαιμονίῃ. 50851 4.52b.54.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Ἀξιόχου (p. 365 B). 50852 4.52b.54.2 : Ὅτι, τὸ κοινὸν δὴ τοῦτο καὶ πρὸς πάντων θρυλού– 50853 4.52b.54.3 : μενον, παρεπιδημία τίς ἐστιν ὁ βίος, καὶ δεῖ τοῦτό γε 50854 4.52b.54.4 : εἰδότας μονονουχὶ παιανίζοντας εἰς τὸ χρεὼν ἀπιέναι. 50855 4.52b.55.1 : Ἐν ταὐτῷ (p. 369 B). 50856 4.52b.55.2 : Ὅτι ὁ θάνατος οὔτε πρὸς τοὺς ζῶντάς ἐστιν οὔτε 50857 4.52b.55.3 : πρὸς τοὺς μετηλλαχότας. {—}Πῶς φῄς, ὦ Σώκρατες; {—} 50858 4.52b.55.4 : Ὅτι πρὸς μὲν τοὺς ζῶντας οὐκ ἔστιν, οἱ δὲ ἀποθανόντες 50859 4.52b.55.5 : οὐκ εἰσίν. 50860 4.53.t.1 : {1ΣΥΓΚΡΙΣΙΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΥ.}1 50861 4.53.1.1 : Σοφοκλέους Ταντάλου (fr. 518 N. 2). 50862 4.53.1.2 : ΧΟΡ. Βιοτῆς μὲν γὰρ χρόνος ἔστι βραχύς, 50863 4.53.1.3 : κρυφθεὶς δ´ ὑπὸ γῆς κεῖται τεθνεὼς 50864 4.53.1.4 : τὸν ἅπαντα χρόνον. 50865 4.53.2.1 : Σιμωνίδου (fr. 3 Bergk. 4). 50866 4.53.2.2 : Πολλὸς γὰρ ἡμῖν ἐστι τεθνάναι χρόνος, 50867 4.53.2.3 : ζῶμεν δ´ ἀριθμῷ παῦρα † κακῶς ἔτεα. 50868 4.53.3.1 : Ἀντιφάνους ἐκ Διπλασίων (fr. 86 K.). 50869 4.53.3.2 : Οὐθεὶς πώποτε, 50870 4.53.3.3 : ὦ δέσποτ´, ἀπέθαν´ ἀποθανεῖν πρόθυμος ὤν· 50871 4.53.3.4 : τοὺς γλιχομένους δὲ ζῆν κατασπᾷ τοῦ σκέλους 50872 4.53.3.5 : ἄκοντας ὁ Χάρων, ἐπὶ τὸ πορθμεῖόν τ´ ἄγει 50873 4.53.3.6 : σιτιζομένους καὶ πάντ´ ἔχοντας ἀφθόνως. 50874 4.53.3.7 : ὁ δὲ λιμός ἐστιν ἀθανασίας φάρμακον. 50875 4.53.4.1 : Μενάνδρου Φιλαδέλφοις (fr. 506. 507 K.). 50876 4.53.4.2 : Ὡς ἡδὺ τὸ ζῆν, εἰ μεθ´ ὧν κρίνει τις ἂν 50877 4.53.4.3 : *** 50878 4.53.4.4 : τοῦτ´ ἐστὶ τὸ ζῆν, οὐχ ἑαυτῷ ζῆν μόνον. 50879 4.53.5.1 : (Eiusdem fr. 930 K.) 50880 4.53.5.2 : Ἡδύ γ´ ἀποθνῄσκειν ὅτῳ ζῆν μὴ παρέσθ´ ὡς βούλεται. 50881 4.53.6.1 : Μενάνδρου Ὑποβολιμαίου (fr. 481 K.). 50882 4.53.6.2 : Τοῦτον εὐτυχέστατον λέγω, 50883 4.53.6.3 : ὅστις θεωρήσας ἀλύπως, Παρμένων, 50884 4.53.6.4 : τὰ σεμνὰ ταῦτ´ ἀπῆλθεν, ὅθεν ἦλθεν, ταχύ· 50885 4.53.6.5 : τὸν ἥλιον τὸν κοινὸν ἄστρ´ ὕδωρ νέφη 50886 4.53.6.6 : πῦρ· ταῦτα, κἂν ἑκατὸν ἔτη βιῷς, ἀεὶ 50887 4.53.6.7 : ὄψει παρόντα, κἂν ἐνιαυτοὺς σφόδρ´ ὀλίγους, 50888 4.53.6.8 : σεμνότερα τούτων ἕτερα 〈δ´〉 οὐκ ὄψει ποτέ. 50889 4.53.7.1 : (contin. Men. fr. 481 K.) 50890 4.53.7.2 : Πανήγυριν νόμισόν τιν´ εἶναι τὸν χρόνον, 50891 4.53.7.3 : ὅν φημι τοῦτον, τὴν ἐπιδημίαν ἄνω· 50892 4.53.7.4 : ὄχλος ἀγορὰ κλέπται κυβεῖαι διατριβαί. 50893 4.53.7.5 : ἂν † πρῶτος ἀπίῃς καταλύσεις, βελτίονα 50894 4.53.7.6 : ἐφόδι´ ἔχων ἀπῆλθες ἐχθρὸς οὐδενί· 50895 4.53.7.7 : ὁ προσδιατρίβων δ´ ἐκοπίασεν ἀπολέσας, 50896 4.53.7.8 : κακῶς τε γηρῶν ἐνδεής που γίνεται, 50897 4.53.7.9 : ῥεμβόμενος ἐχθροὺς εὗρ´, ἐπεβουλεύθη ποθέν, 50898 4.53.7.10 : οὐκ εὐθανάτως ἀπῆλθεν ἐλθὼν εἰς χρόνον. 50899 4.53.8.1 : Φιλήμονος (fr. 203 K.). 50900 4.53.8.2 : Θανεῖν κράτιστόν ἐστιν ἢ ζῆν ἀθλίως. 50901 4.53.9.1 : Μενάνδρου (fr. 592 K.). 50902 4.53.9.2 : Ὅταν ᾖ γέρων τις ἐνδεής τε τὸν βίον 50903 4.53.9.3 : *** 50904 4.53.9.4 : οὐδ´ αὖ τὸ θνῄσκειν δεινόν, ἀλλ´ ἐν τῷ καλῶς 50905 4.53.9.5 : ἑκάτερον αὐτῶν τὴν διάγνωσιν φέρει. 50906 4.53.10.1 : Εὐριπίδου Φοίνικος (fr. 816 N. 2). 50907 4.53.10.2 : Καίτοι ποτ´ εἴ τιν´ εἰσίδοιμ´ ἀνὰ πτόλιν 50908 4.53.10.3 : τυφλὸν προηγητῆρος ἐξηρτημένον, 50909 4.53.10.4 : ἀδημονοῦντα συμφοραῖς ἐλοιδόρουν, 50910 4.53.10.5 : ὡς δειλὸς εἴη θάνατον ἐκποδὼν ἔχων. 50911 4.53.10.6 : καὶ νῦν λόγοισι τοῖς ἐμοῖς ἐναντίως 50912 4.53.10.7 : πέπτωχ´ ὁ τλήμων. ὦ φιλόζωοι βροτοί, 50913 4.53.10.8 : οἳ τὴν ἐπιστείχουσαν ἡμέραν ἰδεῖν 50914 4.53.10.9 : ποθεῖτ´ ἔχοντες μυρίων ἄχθος κακῶν. 50915 4.53.10.10 : οὕτως ἔρως βροτοῖσιν ἔγκειται βίου. 50916 4.53.10.11 : τὸ ζῆν γὰρ ἴσμεν, τοῦ θανεῖν δ´ ἀπειρίᾳ 50917 4.53.10.12 : πᾶς τις φοβεῖται φῶς λιπεῖν τόδ´ ἡλίου. 50918 4.53.11.1 : Σοφοκλέους Πηλέως (fr. 448 N. 2). 50919 4.53.11.2 : Τὸ μὴ γὰρ εἶναι κρεῖσσον ἢ τὸ ζῆν κακῶς. 50920 4.53.12.1 : Ἐπίκληρος (Men. fr. 165 K.). 50921 4.53.12.2 : Ὥσπερ τῶν χορῶν 50922 4.53.12.3 : οὐ πάντες ᾄδους´, ἀλλ´ ἄφωνοι δύο τινὲς 50923 4.53.12.4 : ἢ τρεῖς παρεστήκασι πάντων ἔσχατοι 50924 4.53.12.5 : εἰς τὸν ἀριθμόν, καὶ τοῦθ´ ὁμοίως πως ἔχει· 50925 4.53.12.6 : χώραν κατέχουσι, ζῶσι δ´ οἷς ἐστιν βίος. 50926 4.53.13.1 : Ἀπολλοδώρου Ἀδελφῶν (fr. 1 vol. III p. 288 K.). 50927 4.53.13.2 : Ἀπραγμόνως ζῆν ἡδύ· μακάριος βίος 50928 4.53.13.3 : καὶ σεμνός, ἂν ᾖς μεθ´ ἑτέρων ἀπραγμόνων. 50929 4.53.13.4 : ἐν θηρίοις δὲ καὶ πιθήκοις ὄντα δεῖ 50930 4.53.13.5 : εἶναι πίθηκον· ὢ ταλαιπώρου βίου. 50931 4.53.14.1 : Ἀπολλοδώρου ἐκ Κιθαρῳδοῦ (fr. 6 l. c. K.). 50932 4.53.14.2 : Οὐ πανταχοῦ Φρύξ εἰμι· τοῦ ζῆν ἢν ὁρῶ 50933 4.53.14.3 : κρεῖττον τὸ μὴ ζῆν, χρήσομαι τῷ κρείττονι. 50934 4.53.15.1 : Αἰσχύλου Ἰξίονος (fr. 90 N. 2). 50935 4.53.15.2 : Βίου πονηροῦ θάνατος εὐκλεέστερος. 50936 4.53.16.1 : Εὐριπίδου Ἐρεχθέως (fr. 361 N. 2). 50937 4.53.16.2 : Ἐγὼ δὲ τοὺς καλῶς τεθνηκότας 50938 4.53.16.3 : ζῆν φημὶ μᾶλλον, τοῦ βλέπειν † τοὺς μὴ καλῶς. 50939 4.53.17.1 : Αἰσχύλου (fr. 401 N. 2). 50940 4.53.17.2 : Ζωῆς πονηρᾶς θάνατος εὐπορώτερος. 50941 4.53.17.3 : τὸ μὴ γενέσθαι δ´ ἐστὶν [μᾶλλον] ἢ πεφυκέναι 50942 4.53.17.4 : κρεῖσσον κακῶς πράσσοντα. 50943 4.53.18.1 : Ἀριστοφάνους Ταγηνιστῶν (fr. 488 K.). 50944 4.53.18.2 : Καὶ μὴν πόθεν Πλούτων γ´ ἂν ὠνομάζετο, 50945 4.53.18.3 : εἰ μὴ τὰ βέλτιστ´ ἔλαχεν; ἓν δέ σοι φράσω, 50946 4.53.18.4 : ὅσῳ τὰ κάτω κρείττω ´στὶν ὧν ὁ Ζεὺς ἔχει. 50947 4.53.18.5 : ὅταν γὰρ ἱστῇς, τοῦ ταλάντου τὸ ῥέπον 50948 4.53.18.6 : κάτω βαδίζει, τὸ δὲ κενὸν πρὸς τὸν Δία. 50949 4.53.18.7 : *** 50950 4.53.18.8 : οὐ γὰρ ἄν ποτε † οὕτως ἐστεφανωμένοι 50951 4.53.18.9 : προὐκείμεθ´, οὐδὲ βακκάρει κεχριμένοι, 50952 4.53.18.10 : εἰ μὴ καταβάντας εὐθέως πίνειν ἔδει. 50953 4.53.18.11 : διὰ ταῦτα γάρ τοι καὶ καλοῦνται μακάριοι. 50954 4.53.18.12 : πᾶς γὰρ λέγει τις, ὁ μακαρίτης οἴχεται, 50955 4.53.18.13 : κατέδαρθεν· εὐδαίμων, ὅτ´ οὐκ ἀνιάσεται. 50956 4.53.18.14 : καὶ θύομέν 〈γ´〉 αὐτοῖσι τοῖς ἐναγίσμασιν 50957 4.53.18.15 : ὥσπερ θεοῖσι, καὶ χοάς γε χεόμενοι 50958 4.53.18.16 : αἰτούμεθ´ αὐτοὺς δεῦρ´ ἀνεῖναι τἀγαθά. 50959 4.53.19.1 : Μενάνδρου Ἐπίκληρος (fr. 169 K.). 50960 4.53.19.2 : Τί δ´ ἂν ἔχοι νεκρὸς 50961 4.53.19.3 : ἀγαθόν, ὅπου γ´ οἱ ζῶντες ἔχομεν οὐδὲ ἕν; 50962 4.53.20.1 : Εὐριπίδου Ἑκάβης ( 377 s.). 50963 4.53.20.2 : Θανὼν δ´ ἂν εἴη μᾶλλον εὐτυχέστερος 50964 4.53.20.3 : ἢ ζῶν· τὸ γὰρ ζῆν μὴ καλῶς μέγας πόνος. 50965 4.53.21.1 : Σοφοκλέους (fr. 866 N. 2). 50966 4.53.21.2 : Ὅστις γὰρ ἐν κακοῖσιν ἱμείρει βίου, 50967 4.53.21.3 : ἢ δειλός ἐστιν ἢ δυσάλγητος φρένας. 50968 4.53.22.1 : Σοφοκλέους Αἴαντι ( 473 ss.). 50969 4.53.22.2 : Αἰσχρὸν γὰρ ἄνδρα τοῦ μακροῦ χρῄζειν βίου, 50970 4.53.22.3 : κακοῖσιν ὅστις μηδὲν ἐξαλλάσσεται. 50971 4.53.22.4 : τί γὰρ παρ´ ἦμαρ ἡμέρα τέρπειν ἔχει 50972 4.53.22.5 : προσθεῖσα κἀναθεῖσα τοῦ γε κατθανεῖν; 50973 4.53.22.6 : οὐκ ἂν πριαίμην οὐδενὸς λόγου βροτὸν 50974 4.53.22.7 : ὅστις κεναῖσιν ἐλπίσιν θερμαίνεται. 50975 4.53.22.8 : ἀλλ´ ἢ καλῶς ζῆν ἢ καλῶς τεθνηκέναι 50976 4.53.22.9 : τὸν εὐγενῆ χρή. πάντ´ ἀκήκοας λόγον. 50977 4.53.23.1 : Εὐριπίδου Πειρίθου (fr. 596 N. 2). 50978 4.53.23.2 : Οὐκ οὖν τὸ μὴ ζῆν κρεῖσσόν ἐστ´ ἢ ζῆν κακῶς; 50979 4.53.24.1 : Αἰσχύλος ἐν Ὅπλων κρίσει (fr. 177 N. 2). 50980 4.53.24.2 : Τί γὰρ καλὸν ζῆν † βίον ὃς λύπας φέρει; 50981 4.53.25.1 : Εὐριπίδου (fr. 532 N. 2). 50982 4.53.25.2 : Τοὺς ζῶντας εὖ δρᾶν· κατθανὼν δὲ πᾶς ἀνὴρ 50983 4.53.25.3 : γῆ καὶ σκιά· τὸ μηδὲν εἰς οὐδὲν ῥέπει. 50984 4.53.25a.1 : Εὐριπίδου Τρῳάδων ( 632 s.). 50985 4.53.25a.2 : Οὐ ταὐτόν, ὦ παῖ, τῷ βλέπειν τὸ κατθανεῖν· 50986 4.53.25a.3 : τὸ μὲν γὰρ οὐδέν, τῷ δ´ ἔνεισιν ἐλπίδες. 50987 4.53.26.1 : Διογένους. 50988 4.53.26.2 : Διογένης εἰπόντος τινὸς ‘χαλεπόν ἐστι τὸ ζῆν’ ‘οὐ 50989 4.53.26.3 : 〈τὸ ζῆν’〉 εἶπεν ‘ἀλλὰ τὸ κακῶς ζῆν.’ 50990 4.53.27.1 : Ἐπικτήτου (Epict. diss. fragm. dub. XXXII Schenkl). 50991 4.53.27.2 : Ψυχὴν σώματος ἀναγκαιότερον ἰᾶσθαι· τοῦ γὰρ κακῶς 50992 4.53.27.3 : ζῆν τὸ τεθνάναι κρεῖσσον. 50993 4.53.28.1 : Πύρρωνος. 50994 4.53.28.2 : Πύρρων ἔλεγε μηδὲν διαφέρειν ζῆν ἢ τεθνάναι. καί 50995 4.53.28.3 : τις ἔφη πρὸς αὐτόν ‘τί οὖν σὺ οὐκ ἀποθνήσκεις;’ ὁ δὲ 50996 4.53.28.4 : ‘ὅτι’ εἶπεν ‘οὐδὲν διαφέρει.’ 50997 4.53.29.1 : Ἐπικτήτου (diss. fr. XXIII Schenkl). 50998 4.53.29.2 : Θαυμαστὴ ἡ φύσις καί, ὥς φησιν ὁ Ξενοφῶν, φιλό– 50999 4.53.29.3 : ζωος. τὸ γοῦν σῶμα, τὸ πάντων ἀηδέστατον καὶ ῥυπαρώ– 51000 4.53.29.4 : τατον, στέργομεν καὶ θεραπεύομεν· εἰ γὰρ ἔδει πέντε 51001 4.53.29.5 : μόνον ἡμέραις θεραπεῦσαι τὸ τοῦ γείτονος σῶμα, οὐκ ἂν 51002 4.53.29.6 : ὑπεμείναμεν. ὅρα γὰρ οἷόν ἐστιν ἕωθεν ἀναστάντα τρί– 51003 4.53.29.7 : βειν τοὺς ὀδόντας τοὺς ἀλλοτρίους καί τι τῶν ἀναγκαίων ποιή– 51004 4.53.29.8 : σαντα ἀπονίζειν ἐκεῖνα τὰ μέρη. τῷ ὄντι θαυμαστόν ἐστι 51005 4.53.29.9 : φιλεῖν πρᾶγμα, ᾧ τοσαῦτα λειτουργοῦμεν καθ´ ἑκάστην 51006 4.53.29.10 : ἡμέραν. νάττω τουτονὶ τὸν θύλακον· εἶτα κενῶ· τί τούτου 51007 4.53.29.11 : βαρύτερον; ἀλλὰ θεῷ δεῖ με ὑπηρετεῖν. διὰ τοῦτο μένω 51008 4.53.29.12 : καὶ ἀνέχομαι λούων τὸ δύστηνον τοῦτο σωμάτιον, χορτά– 51009 4.53.29.13 : ζων, σκέπων· ὅτε δὲ νεώτερος ἦν, καὶ ἄλλο τι προσέταττέ 51010 4.53.29.14 : μοι, καὶ ὅμως ἠνειχόμην αὐτοῦ. διὰ τί οὖν οὐκ ἀνέχεσθε, 51011 4.53.29.15 : ὅταν ἡ δοῦσα ἡμῖν φύσις τὸ σῶμα ἀφαιρῆται; Φιλῶ, 51012 4.53.29.16 : φησίν, αὐτό. Οὐκ οὖν ὃ νῦν δὴ ἔλεγον, καὶ αὐτὸ τὸ 51013 4.53.29.17 : φιλεῖν ἡ φύσις σοι δέδωκεν; ἡ δ´ αὐτὴ λέγει, ‘ἄφες αὐτὸ 51014 4.53.29.18 : ἤδη καὶ μηκέτι πρᾶγμα ἔχε.’ 51015 4.53.30.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 6XXIV Schenkl). 51016 4.53.30.2 : Ἐὰν νέος τελευτᾷ τὸν βίον, ἐγκαλεῖ τοῖς θεοῖς ...... 51017 4.53.30.3 : ὅτι, δέον αὐτὸν ἤδη ἀναπεπαῦσθαι, πρᾶγμα ἔχει· καὶ οὐδὲν 51018 4.53.30.4 : ἧττον ὅταν προσίῃ ὁ θάνατος ζῆν βούλεται, καὶ πέμπει 51019 4.53.30.5 : παρὰ τὸν ἰατρὸν καὶ δεῖται αὐτοῦ μηδὲν ἀπολιπεῖν προ– 51020 4.53.30.6 : θυμίας καὶ ἐπιμελείας. θαυμαστοί, ἔφη, ἄνθρωποι μήτε 51021 4.53.30.7 : ζῆν θέλοντες μήτε ἀποθνήσκειν. 51022 4.53.31.1 : Πλάτωνος. 51023 4.53.31.2 : Τοῦ πλείονος βίου φαυλοτέρου δὲ τὸν ἐλάσσονα ἀμεί– 51024 4.53.31.3 : νονα ὄντα παντὶ πάντως προαιρετέον. 51025 4.53.32.1 : Τοῦ αὐτοῦ. 51026 4.53.32.2 : Οὐκ ἄμεινον ζῆν τῷ μοχθηρῷ ἀνθρώπῳ· κακῶς ἄρ´ 51027 4.53.32.3 : ἀναγκάζεις ζῆν. 51028 4.53.33.1 : Πλάτωνος (Apolog. extr.). 51029 4.53.33.2 : Ἀλλὰ γὰρ ἤδη ὥρα ἀπιέναι ἐμοὶ μὲν ἀποθανουμένῳ, 51030 4.53.33.3 : ὑμῖν δὲ βιωσομένοις· ὁπότεροι δὲ ἡμῶν ἔρχονται ἐπὶ 51031 4.53.33.4 : ἄμεινον πρᾶγμα, ἄδηλον παντὶ πλὴν ἢ τῷ θεῷ. 51032 4.53.34.1 : Ἀπολλώνιος Κορνηλιανῷ (XCV Herch.). 51033 4.53.34.2 : Βραχὺς ὁ βίος ἀνθρώπῳ εὖ πράττοντι, δυστυχοῦντι 51034 4.53.34.3 : δὲ μακρός. 51035 4.53.35.1 : Ἰούνκου ἐκ τοῦ Περὶ γήρως. 51036 4.53.35.2 : Ὃς δ´ εἰδοίη ἀληθὴς εἶναι καὶ αὖ ἐπίσης ὠφελήσειν 51037 4.53.35.3 : τε καὶ διδάξειν τὰ ὄντα νεανίσκους τε καὶ γέροντας καὶ τὴν 51038 4.53.35.4 : ἄλλην ἡλικίαν, ὧδέ μοι εἰρήσεται. πάντα μὲν ὅσα γίγνεται 51039 4.53.35.5 : καθ´ ἡντινοῦν αἰτίαν ἀνάγκη λυθῆναι· τὸ γὰρ ἀίδιον καὶ 51040 4.53.35.6 : ἄφθαρτον μόνῳ τῷ θείῳ προσήκει, τὸ δὲ ὑπὸ τεχνίτου συ– 51041 4.53.35.7 : στὰν ἔκ τινος ὕλης προσδέχεται φθοράν, ὁπότε καὶ φυτοῖς 51042 4.53.35.8 : ἅπασι καὶ λίθοις καὶ σιδήρῳ μεταβολὴν ἴσμεν ξυμβαί– 51043 4.53.35.9 : νουσαν ὁμοίαν θανάτῳ· δένδροις μὲν καὶ τοῖς ἐξ αὐτῶν 51044 4.53.35.10 : ξύλοις σηπεδόνα, λίθοις δὲ διάλυσιν, σιδήρῳ δὲ ἰόν. φασὶ 51045 4.53.35.11 : δὲ καὶ τὸν κόσμον αὐτόν, διότι ἐγένετο, κατὰ γνώμην μέν– 51046 4.53.35.12 : τοι τοῦ ποιήσαντος θεοῦ λελύσθαι ποτὲ ἐκ μέρους καὶ 51047 4.53.35.13 : αὖθις λυθήσεσθαι εἴς τε πῦρ καὶ ὕδωρ. ἀνθρώπῳ δὲ καὶ 51048 4.53.35.14 : τοῖς ἄλλοις ζῴοις ἡμέροις τε καὶ ἀγρίοις ἐξιέναι τοῦ βίου 51049 4.53.35.15 : πᾶσα ἀνάγκη. καὶ σοὶ μὲν ἴσως, μᾶλλον δὲ ἄλλῳ τινὶ 51050 4.53.35.16 : τῶν ἀμυήτων φιλοσοφίας, δόξει τὸ πρᾶγμα χαλεπὸν 51051 4.53.35.17 : εἶναι διὰ τὰ προειρημένα· εὖ δὲ ἴσθι, ἐξεταζόμενον αἱ– 51052 4.53.35.18 : ρετώτερον φανεῖται τῆς περισπουδάστου ζωῆς. ἐνταῦθα μὲν 51053 4.53.35.19 : γὰρ ἐνοχλεῖ τοῖς ἀνθρώποις οὐ βραχὺς πόνος, οὐδὲ λύπη 51054 4.53.35.20 : καὶ ταλαιπωρία ξύντομος· ἀλλ´ οὐδὲ τῶν προσηκόντων εἰς 51055 4.53.35.21 : σώματος ἐπιμέλειαν εὔροια πάρεστιν οὐδὲ ὑγεία συνεχής· 51056 4.53.35.22 : οὐδὲ μὴν αἱ θαυμαζόμεναι παρά τισιν ἡδοναὶ καθ´ ἑαυτὰς 51057 4.53.35.23 : εἰλικρινεῖς τε καὶ ῥᾴδιαι γίνονται, τοῦ μὲν ἀνιῶντος προ– 51058 4.53.35.24 : καταρχομένου καὶ ὥσπερ ἀπογεννῶντος αὐτάς, τοῦ δὲ 51059 4.53.35.25 : οἰκείου βραχεῖαν καὶ ὀλιγοχρόνιον ἔχοντος τὴν τέρψιν· 51060 4.53.35.26 : πόλεμοι δὲ καὶ μάχαι καὶ πράξεις ἐπίπονοι μακρὸν ἂν 51061 4.53.35.27 : εἴη λέγειν ὁποῖά ἐστιν, εἴ τις ἐθέλοι μαρτύρια ποιήσα– 51062 4.53.35.28 : σθαι τὰ ἔργα ἐπὶ τοῖς λόγοις· οὐδὲ γὰρ ἐπὶ θανάτοις 51063 4.53.35.29 : οἰκείων καὶ φίλων ὁποῖα δρῶσι πατέρες ἢ μητέρες, και– 51064 4.53.35.30 : ρὸς ἐπιτήδειος ὁ παρὼν ἐξηγήσασθαι· ἀλλ´ οὐδὲ τὰς ἐπὶ 51065 4.53.35.31 : τῷ πλουτεῖν μεταβολὰς οὐδὲ κινδύνους 〈οὓς〉 ὑπομένουσιν 51066 4.53.35.32 : ἑκάστοτε διὰ γῆς καὶ θαλάττης. ἐπὶ πᾶσι γὰρ ὁ δαίμων 51067 4.53.35.33 : τέτακται μεταποιεῖν τἀγαθὰ καὶ διώκειν ἀντεισάγων αὐ– 51068 4.53.35.34 : τοῖς τὰς συμφοράς. ὁ δὲ θάνατος ἄδηλον μὲν εἰ φύσιν 51069 4.53.35.35 : ἔχει τῆς ἀληθοῦς ζωῆς, τοῦ ζῆν ὑπό τινων ἀποτεθνηκέναι 51070 4.53.35.36 : λεγομένου. ὅσα μέντοι ἀγαθὰ παρέχει δεξάμενος ἡμᾶς, 51071 4.53.35.37 : ἀδεῶς τε καὶ πιστῶς ἀκούετε. 〈τὰ〉 μὲν γὰρ ἐνοχλοῦντα 51072 4.53.35.38 : ταῖς ψυχαῖς σώματα, μυρίων ὄντα κακῶν αἴτια, ἐπιστὰς 51073 4.53.35.39 : διέλυσεν, ἀποδιδοὺς αὐτὰ τοῖς στοιχείοις καὶ προστιθεὶς 51074 4.53.35.40 : ἅπερ ἐξ αὐτῶν ὥσπερ ἐδανείσατο. τὰς δὲ ψυχὰς ἄγει ἐπὶ 51075 4.53.35.41 : τὸν ἀειδῆ τόπον, ἔνθα δικασταί τε καὶ ἀψευδεῖς θεοὶ τῶν 51076 4.53.35.42 : τε δικαίων καὶ τῶν ἀδίκων κάθηνται κρίνοντες κατὰ μίαν 51077 4.53.35.43 : ταττομένας εἰς τὸν προεληλυθότα δῆμον· αἵ τε ἀπαλλαττό– 51078 4.53.35.44 : μεναι τῶν δικαιωτηρίων τυχοῦσαι νίκης ἐπὶ πεδία ἠλύσια 51079 4.53.35.45 : καὶ τὰς ἐκεῖσε εὐπαθείας ἐκπέμπονται· καὶ εἰσὶ φίλαι 51080 4.53.35.46 : τε καὶ κοινωνοὶ δαιμόνων τε καὶ ἡρώων, οὓς τέως ἀκοῇ 51081 4.53.35.47 : παραλαμβάνουσαι ἐθαύμαζον, στρατηγῶν τε καὶ βασιλέων 51082 4.53.35.48 : οὐκ ἀπολείπονται, τὰς δὲ χαλεπὰς καὶ ἀδίκους μεταβολὴ 51083 4.53.35.49 : καταλαμβάνει, καὶ οὐκέτι ἀφικνοῦνται ἐς τὸ φῶς. 51084 4.53.36.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Γοργίου (p. 492 E–493 C). 51085 4.53.36.2 : Ἀλλὰ μὲν δὴ καὶ ὥς γε σὺ λέγεις δεινὸς ὁ βίος. 51086 4.53.36.3 : οὐ γάρ τοι θαυμάζοιμ´ ἂν εἰ Εὐριπίδης ἀληθῆ ἐν τοῖσδε 51087 4.53.36.4 : λέγει, λέγων 51088 4.53.36.5 : τίς δ´ οἶδεν, εἰ τὸ ζῆν μέν ἐστι κατθανεῖν, 51089 4.53.36.6 : τὸ κατθανεῖν δὲ ζῆν; 51090 4.53.36.7 : καὶ ἡμεῖς τῷ ὄντι ἴσως τέθναμεν· ἤδη γάρ του ἔγωγε 51091 4.53.36.8 : καὶ ἤκουσα τῶν σοφῶν ὡς νῦν ἡμεῖς τέθναμεν, καὶ τὸ 51092 4.53.36.9 : μὲν σῶμά ἐστιν ἡμῖν σῆμα, τῆς δὲ ψυχῆς τοῦτο, ἐν ᾧ 51093 4.53.36.10 : αἱ ἐπιθυμίαι εἰσί, τυγχάνει ὂν οἷον ἀναπείθεσθαι καὶ 51094 4.53.36.11 : μεταπίπτειν ἄνω κάτω, καὶ τοῦτο ἄρα τις μυθολογῶν 51095 4.53.36.12 : κομψὸς ἀνήρ, ἴσως Σικελικός τις ἢ Ἰταλικός, παράγων τῷ 51096 4.53.36.13 : ὀνόματι, διὰ τὸ πιθανόν τε καὶ πιστικὸν ὠνόμασε πίθον, 51097 4.53.36.14 : τοὺς δὲ ἀνοήτους ἀμυήτους, τῶν δὲ ἀνοήτων τοῦτο τῆς 51098 4.53.36.15 : ψυχῆς, οὗ αἱ ἐπιθυμίαι εἰσί, τὸ ἀκόλαστον αὐτοῦ καὶ οὐ 51099 4.53.36.16 : στρεγανόν, ὡς τετρημένος εἴη πίθος, διὰ τὴν ἀπληστίαν 51100 4.53.36.17 : ἀπεικάσας. τοὐναντίον δὴ οὗτος σοί, ὦ Καλλίκλεις, 51101 4.53.36.18 : ἐνδείκνυται ὡς τῶν ἐν Ἅιδου—τὸ ἀειδὲς δὴ λέγων— 51102 4.53.36.19 : οὗτοι ἀθλιώτατοι εἶεν, οἱ ἀμύητοι, καὶ φοροῖεν εἰς τὸν 51103 4.53.36.20 : τετρημένον πίθον ὕδωρ ἑτέρῳ τοιούτῳ τετρημένῳ κοσκίνῳ. 51104 4.53.36.21 : τὸ δὲ κόσκινον ἄρα λέγει, ὡς ἔφη ὁ πρὸς ἐμὲ λέγων, τὴν 51105 4.53.36.22 : ψυχὴν εἶναι· τὴν δὲ ψυχὴν κοσκίνῳ ἀπείκασε τὴν τῶν 51106 4.53.36.23 : ἀνοήτων ὡς τετρημένην, ἅτε οὐ δυναμένην στέγειν δι´ 51107 4.53.36.24 : ἀπιστίαν τε καὶ λήθην. 51108 4.53.37.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τῆς πρὸς Σώτειραν ἐπιστολῆς (ed. 51109 4.53.37.2 : Sauppe vol. V p. 291). 51110 4.53.37.3 : Ἐμοὶ δὲ δοκεῖ, ὦ Σώτειρα, οὔτε ὁ θάνατος αἰσχρὸν 51111 4.53.37.4 : οὔτε τι καλὸν εἶναι. ὅρος δὲ ζωῆς οὐχ εἷς πάντων, ἀνισ– 51112 4.53.37.5 : άριθμον ἐτῶν φέρων τὸ μὴ ὅμοιον τῆς γενέσεως τῇ 51113 4.53.37.6 : ἰσχύι ἢ ἀρρωστίᾳ. τὴν δὲ πρόφασιν ποτὲ μὲν αἰσχρὰν 51114 4.53.37.7 : οὖσαν ἐφέλκεσθαι θάνατον, ὅπου δὲ καλὴν καὶ πρεπώδη. 51115 4.53.38.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ Ἀξιόχου (p. 365 E–366 B). 51116 4.53.38.2 : Ὅτι τῆς συγκρίσεως ἅπαξ διαλυθείσης καὶ τῆς ψυχῆς 51117 4.53.38.3 : εἰς τὸν οἰκεῖον ἱδρυθείσης τόπον, τὸ ὑπολειφθὲν σῶμα, 51118 4.53.38.4 : γεῶδες ὂν καὶ ἄλογον, οὐκ ἔστιν ὁ ἄνθρωπος. ἡμεῖς γάρ 51119 4.53.38.5 : ἐσμεν ψυχή, ζῷον ἀθάνατον ἐν θνητῷ καθειργμένον φρου– 51120 4.53.38.6 : ρίῳ· τὸ δὲ σκῆνος τουτὶ πρὸς κακοῦ περιήρμοσεν ἡ φύσις, 51121 4.53.38.7 : ᾧ τὰ μὲν ἥδοντα ἀμυχιαῖα καὶ πτηνὰ καὶ πλείοσιν ὀδύ– 51122 4.53.38.8 : ναις ἀνακεκραμένα, τὰ δὲ ἀλγεινὰ ἀκραιφνῆ καὶ πολυ– 51123 4.53.38.9 : χρόνια καὶ τῶν ἡδόντων ἄμοιρα· νόσους δὲ καὶ φλεγμο– 51124 4.53.38.10 : νὰς τῶν αἰσθητηρίων, ἔτι δὲ τὰς ἐντὸς κακότητας, οἷς 51125 4.53.38.11 : ἀναγκαστῶς, ἅτε παρεσπαρμένη τοῖς πόροις, ἡ ψυχὴ 51126 4.53.38.12 : συναλγοῦσα τὸν οὐράνιον ποθεῖ καὶ σύμφυλον αἰθέρα, 51127 4.53.38.13 : καὶ διψᾷ, τῆς ἐκεῖ διαίτης καὶ χορείας ὀριγνωμένη. ὥστε 51128 4.53.38.14 : ἡ τοῦ ζῆν ἀπαλλαγὴ κακοῦ τινός ἐστιν εἰς ἀγαθὸν 51129 4.53.38.15 : μεταβολή. 51130 4.53.39.1 : Σωκράτους. 51131 4.53.39.2 : Ἐν τῷ βίῳ καθάπερ ἐν θεάτρῳ ἄχρι τούτου δεῖ παρα– 51132 4.53.39.3 : μένειν, ἄχρι οὗ τὴν τῶν ἔργων θέαν ἐπιτερπῆ εἶναι συμ– 51133 4.53.39.4 : βαίνει. 51134 4.53.40.1 : Ἡροδότου (VII 46). 51135 4.53.40.2 : Ὦ βασιλεῦ, ὡς πολὺ ἀλλήλων κεχωρισμένα ἐργάσαο 51136 4.53.40.3 : νῦν τε καὶ ὀλίγῳ πρότερον· μακαρίσας γὰρ σεωυτὸν 51137 4.53.40.4 : δακρύεις. Ὁ δὲ εἶπεν· Ἐσῆλθε γάρ με λογισάμενον 51138 4.53.40.5 : κατοικτεῖραι, ὡς βραχὺς εἴη ὁ πᾶς ἀνθρώπινος βίος, εἰ 51139 4.53.40.6 : τούτων γε ἐόντων τοσούτων οὐδεὶς ἐς ἑκατοστὸν ἔτος 51140 4.53.40.7 : περιέσται. Ὁ δὲ ἀμείβετο λέγων· Ἕτερα τούτου παρὰ 51141 4.53.40.8 : τὴν ζωὴν πεπόνθαμεν οἰκτρότερα· ἐν γὰρ οὕτω βραχεῖ 51142 4.53.40.9 : βίῳ οὐδεὶς οὕτως ἄνθρωπος ἐὼν εὐδαίμων πέφυκεν, οὔτε 51143 4.53.40.10 : τούτων οὔτε τῶν ἄλλων, τῷ οὐ παραστήσεται πολλάκις 51144 4.53.40.11 : καὶ οὐχὶ ἅπαξ τεθνάναι μᾶλλον βούλεσθαι ἢ ζῆν· αἵ τε 51145 4.53.40.12 : γὰρ συμφοραὶ προσπίπτουσαι καὶ αἱ νοῦσοι συνταράσσου– 51146 4.53.40.13 : σαι καὶ βραχὺν ἐόντα μακρὸν δοκεῖν εἶναι ποιεῦσι τὸν 51147 4.53.40.14 : βίον. οὕτω ὁ μὲν θάνατος μοχθηρῆς ἐούσης τῆς ζωῆς 51148 4.53.40.15 : καταφυγὴ αἱρετωτάτη τῷ ἀνθρώπῳ γέγονεν· ὁ δὲ θεὸς 51149 4.53.40.16 : γλυκὺν γεύσας τὸν αἰῶνα φθονερὸς ἐν αὐτῷ εὑρίσκεται ἐών. 51150 4.54.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΠΕΝΘΟΥΣ.}1 51151 4.54.1.1 : Βακχυλίδου Ὕμνων (fr. 2 Blass 3). 51152 4.54.1.2 : Αἰαῖ τέκος ἁμέτερον, 51153 4.54.1.3 : μεῖζον ἢ πενθεῖν ἐφάνη κακόν, ἀφθέγκτοισιν ἶσον. 51154 4.54.2.1 : Αἰσχύλου Ἡρακλειδῶν (fr. 75 N. 2). 51155 4.54.2.2 : Οὐ γάρ τι μεῖζον ἄλλο τοῦδε πείσομαι. 51156 4.54.3.1 : Σόλωνος (fr. 21 Bergk 4). 51157 4.54.3.2 : Μηδέ μοι ἄκλαυστος θάνατος μόλοι, ἀλλὰ φίλοισι 51158 4.54.3.3 : καλλείποιμι θανὼν ἄλγεα καὶ στοναχάς. 51159 4.54.4.1 : Εὐριπίδου Τρῳάδων ( 608 s.). 51160 4.54.4.2 : Ὡς ἡδὺ δάκρυα τοῖς κακῶς πεπονθόσι 51161 4.54.4.3 : θρήνων τ´ ὀδυρμοὶ μοῦσά θ´ ἣ λύπας ἔχει. 51162 4.54.5.1 : Ὁμήρου Ἰλιάδος ψʹ ( 9). 51163 4.54.5.2 : Πάτροκλον κλαίωμεν· ὃ γὰρ γέρας ἐστὶ θανόντων. 51164 4.54.6.1 : Ὁμήρου Ὀδυσσείας δʹ ( 197 s.) 51165 4.54.6.2 : Τοῦτό νυ καὶ γέρας οἶον ὀιζυροῖσι βροτοῖσι, 51166 4.54.6.3 : κείρασθαί τε κόμην βαλέειν τ´ ἀπὸ δάκρυ παρειῶν. 51167 4.54.7.1 : Εὐριπίδου Ἀρχελάου (fr. 263 N. 2). 51168 4.54.7.2 : Ἔστι 〈τι〉 καὶ παρὰ δάκρυσι 51169 4.54.7.3 : κείμενον ἡδὺ βροτοῖς, ὅταν 51170 4.54.7.4 : ἄνδρα φίλον στενάχῃ τις ἐν οἴκῳ. 51171 4.54.8.1 : Εὐριπίδου Οἰνόμαος (fr. 573 N. 2). 51172 4.54.8.2 : Ἀλλ´ ἔστι γὰρ δὴ κἀν κακοῖσιν ἡδονὴ 51173 4.54.8.3 : θνητοῖς ὀδυρμοὶ δακρύων τ´ ἐπιρροαί· 51174 4.54.8.4 : ἀλγηδόνας δὲ ταῦτα κουφίζει φρενῶν 51175 4.54.8.5 : καὶ καρδίας ἔλυσε τοὺς ἄγαν πόνους. 51176 4.54.9.1 : Σοφοκλέους Τεύκρου (fr. 519 N. 2). 51177 4.54.9.2 : Ὡς ἄρ´, ὦ τέκνον, κενὴν 51178 4.54.9.3 : ἐτερπόμην σου τέρψιν εὐλογουμένου 51179 4.54.9.4 : ὡς ζῶντος· ἡ δ´ ἄρ´ ἐν σκότῳ λήθουσά με 51180 4.54.9.5 : ἔσαιν´ ἐρινὺς ἡδοναῖς ἐψευσμένον. 51181 4.54.10.1 : Φιλήμονος (fr. 73 K.) 51182 4.54.10.2 : Τί δὴ ποεῖς πλέον; οὐδέν· ἡ λύπη δ´ ἔχει 51183 4.54.10.3 : ὥσπερ τὸ δένδρον τοῦτο καρπὸν τὸ δάκρυον. 51184 4.54.11.1 : Εὐριπίδου Φρίξου (fr. 834 N. 2). 51185 4.54.11.2 : Καὶ γὰρ πέφυκε τοῦτ´ ἐν ἀνθρώπου φύσει· 51186 4.54.11.3 : ἢν καὶ δίκῃ θνήσκῃ τις, οὐχ ἧσσον ποθεῖ 51187 4.54.11.4 : πᾶς τις δακρύειν τοὺς προσήκοντας φίλους. 51188 4.54.12.1 : Σοφοκλέους (fr. 867 N. 2). 51189 4.54.12.2 : Θανόντι κείνῳ συνθανεῖν ἔρως μ´ ἔχει. 51190 4.54.12.3 : {—}ἥξεις, ἐπείγου μηδέν, εἰς τὸ μόρσιμον. 51191 4.54.13.1 : Δημοσθένους ἐξ Ἐπιστολῶν (ep. III p. 1485). 51192 4.54.13.2 : Ἀλλ´ ἔχει τινὰ τοῖς ἀδικουμένοις ῥᾳστώνην τὸ λέγειν ἃ 51193 4.54.13.3 : πάσχουσιν, ὥσπερ τοῖς ἀλγοῦσι τὸ στένειν. 51194 4.54.14.1 : Σόλωνος. 51195 4.54.14.2 : Σόλων ἀποβαλὼν υἱὸν ἔκλαυσεν· εἰπόντος δέ τινος 51196 4.54.14.3 : πρὸς αὐτὸν ὡς οὐδὲν προὔργου ποιεῖ κλαίων ‘δι´ αὐτὸ γάρ 51197 4.54.14.4 : τοι τοῦτο’ ἔφη ‘κλάω’. 51198 4.54.15.1 : Ὀβρίμου ὑπὲρ Πρωτογόνου. 51199 4.54.15.2 : Ἔστι δὲ ἀνθρώποις καὶ θρήνων χάρις, καὶ ταύτην 51200 4.54.15.3 : ἔδωκεν ἡμῖν παραμυθίαν ἡ φύσις ἐν ταῖς τύχαις. 51201 4.54.16.1 : Πλάτωνος Νόμων ιβʹ (p. 959 E). 51202 4.54.16.2 : Δακρύειν μὲν τὸν τετελευτηκότα ἐπιτάττειν ἢ μὴ 51203 4.54.16.3 : ἄμορφον, θρηνεῖν δὲ καὶ ἔξω τῆς οἰκίας φωνὴν ἐξαγγέλ– 51204 4.54.16.4 : λειν ἀπαγορεύειν, καὶ τὸν νεκρὸν εἰς τὸ φανερὸν προάγειν 51205 4.54.16.5 : τῶν ὁδῶν κωλύειν, καὶ ἐν ταῖς ὁδοῖσι πορευόμενον φθέγ– 51206 4.54.16.6 : γεσθαι, καὶ πρὸ ἡμέρας ἔξω τῆς πόλεως εἶναι. 51207 4.55.t.1 : {1ΠΕΡΙ ΤΑΦΗΣ.}1 51208 4.55.1.1 : Εὐριπίδου Πολυΐδου (fr. 640 N. 2). 51209 4.55.1.2 : Ἀνθρώπων δὲ μαίνονται φρένες, 51210 4.55.1.3 : δαπάνας ὅταν θανοῦσι πέμπωσιν κενάς. 51211 4.55.2.1 : Μενάνδρου Περινθίας (fr. 394 K.). 51212 4.55.2.2 : Οὐ πώποτ´ ἐζήλωσα πολυτελῆ νεκρόν· 51213 4.55.2.3 : εἰς τὸν ἴσον [δ´] ὄγκον τῷ σφόδρ´ ἔρχετ´ εὐτελεῖ. 51214 4.55.3.1 : Μοσχίωνος. 51215 4.55.3.2 : *** 51216 4.55.3a.1 : (Eur. Suppl. 531–536). 51217 4.55.3a.2 : Ἐάσατ´ ἤδη γῇ καλυφθῆναι νεκρούς, 51218 4.55.3a.3 : ὅθεν θ´ ἕκαστον εἰς τὸ † σῶμ´ ἀφίκετο. 51219 4.55.3a.4 : ἐνταῦθ´ ἀπελθεῖν, πνεῦμα μὲν πρὸς αἰθέρα, 51220 4.55.3a.5 : τὸ σῶμα δ´ εἰς γῆν· οὔ τι γὰρ κεκτήμεθα 51221 4.55.3a.6 : ἡμέτερον αὐτὸ πλὴν ἐνοικῆσαι βίον, 51222 4.55.3a.7 : κἄπειτα τὴν θρέψασαν αὐτὸ δεῖ λαβεῖν. 51223 4.55.4.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομέδας (fr. 154 N. 2). 51224 4.55.4.2 : Τὸ ζῆν ἀφέντες τὸ κατὰ γῆς τιμῶσί σου. 51225 4.55.4.3 : {—}Κενόν γ´· ὅταν γὰρ ζῇ τις, εὐτυχεῖ, Κρέων. 51226 4.55.5.1 : Λάωνος ἐκ Διαθηκῶν (fr. 1 Com. III p. 382 K.). 51227 4.55.5.2 : Τῶν γὰρ μετ´ ἐμαυτὸν εἰκόνος καὶ μνημάτων 51228 4.55.5.3 : ἀεὶ καταφρονῶν ζῶν ἔχειν τι βούλομαι. 51229 4.55.6.1 : Ὁμήρου Ὀδυσσείας (I 291). 51230 4.55.6.2 : Σῆμά τέ οἱ χεῦσαι καὶ ἐπὶ κτέρεα κτερεΐξαι. 51231 4.55.7.1 : Ὁμήρου Ἰλιάδος (XVI 674 s.). 51232 4.55.7.2 : Ὄφρά ἑ ταρχύσωσι κασίγνητοί τε ἔται τε 51233 4.55.7.3 : τύμβῳ τε στήλῃ τε· τὸ γὰρ γέρας ἐστὶ θανόντων. 51234 4.55.8.1 : Ὁμήρου (Il. XIX 228 s.). 51235 4.55.8.2 : Ἀλλὰ χρὴ τὸν μὲν καταθάπτειν ὅς κε θάνῃσι, 51236 4.55.8.3 : νηλέα θυμὸν ἔχοντας, ἐπ´ ἤματι δακρύσαντας. 51237 4.55.9.1 : Θουκυδίδου (II 43, 3). 51238 4.55.9.2 : Ἀνδρῶν γὰρ ἐπιφανῶν πᾶσα γῆ τάφος. 51239 4.55.10.1 : Ἐκ τῆς Αἰλιανοῦ Συμμίκτου ἱστορίας (fr. 4 ed. p. 51240 4.55.10.2 : 427 H.). 51241 4.55.10.3 : Ὁ Σωκράτης, ἐπεὶ τὸ κώνειον ἔμελλε πίεσθαι, τῶν 51242 4.55.10.4 : ἀμφὶ τὸν Κρίτωνα ἐρομένων αὐτόν, τίνα τρόπον ταφῆναι 51243 4.55.10.5 : θέλει ‘ὅπως ἂν ὑμῖν’ ἀπεκρίνατο ‘ᾖ ῥᾷστον.’ 51244 4.55.11.1 : Διογένους. 51245 4.55.11.2 : Ἔλεγεν ὁ Διογένης, ὅτι ἂν μὲν κύνες αὐτὸν σπαρά– 51246 4.55.11.3 : ξωσιν, Ὑρκανία ἔσται ἡ ταφή, ἂν δὲ γῦπες, † ἁπτέον· 51247 4.55.11.4 : ἂν δὲ μηδεὶς προσέλθῃ, ὁ χρόνος καλλίω τὴν ταφὴν διὰ 51248 4.55.11.5 : τῶν πολυτελεστάτων, ἡλίου καὶ ὄμβρου. 51249 4.55.12.1 : Ἐκ τῆς Νικολάου Ἐθῶν συναγωγῆς (fr. 117 Muell.). 51250 4.55.12.2 : Κίοι τοὺς ἀποθανόντας κατακαύσαντες καὶ ὀστολο– 51251 4.55.12.3 : γήσαντες ἐν ὅλμῳ τὰ ὀστᾶ καταπτίσσουσιν, εἶτα ἐνθέν– 51252 4.55.12.4 : τες εἰς πλοῖον καὶ κόσκινον λαβόντες ἀναπλέουσιν εἰς 51253 4.55.12.5 : πέλαγος καὶ πρὸς τὸν ἄνεμον ἐξοδιάζουσιν, ἄχρι ἂν πάν– 51254 4.55.12.6 : τα ἐκφυσηθῇ καὶ ἀφανῆ γένηται. 51255 4.55.13.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 120 M.). 51256 4.55.13.2 : Ταῦροι, Σκυθικὸν ἔθνος, τοῖς βασιλεῦσι τοὺς εὐνουσ– 51257 4.55.13.3 : τάτους τῶν φίλων συγκαταθάπτουσιν. ὁ δὲ βασιλεὺς 51258 4.55.13.4 : ἀποθανόντος φίλου ἢ μέρος ἢ τὸ ὅλον ἀποτέμνει ὠτίον 51259 4.55.13.5 : πρὸς τὴν ἀξίαν τοῦ τελευτήσαντος. 51260 4.55.14.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 121 M.). 51261 4.55.14.2 : Σινδοὶ τοσούτους ἰχθῦς ἐπὶ τοὺς τάφους ἐπιβάλλουσιν, 51262 4.55.14.3 : ὅσους πολεμίους ὁ θαπτόμενος ἀπεκτονὼς ᾖ. 51263 4.55.15.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 124 M.). 51264 4.55.15.2 : Κολχοὶ τοὺς τελευτήσαντας οὐ θάπτουσιν, ἀλλὰ κρη– 51265 4.55.15.3 : μνῶσιν ἀπὸ δένδρων. 51266 4.55.16.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 128 M.). 51267 4.55.16.2 : Φρύγες οὐ κατορύττουσι τοὺς ἱερεῖς τελευτήσαντας, 51268 4.55.16.3 : ἀλλ´ ἐπὶ λίθους δεκαπήχεας τιθέασιν ὀρθούς. 51269 4.55.17.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 141 M.). 51270 4.55.17.2 : Πάνηβοι Δίβυες, ὅταν αὐτοῖς βασιλεὺς ἀποθάνῃ, τὸ 51271 4.55.17.3 : μὲν σῶμα κατορύττουσι, τὴν δὲ κεφαλὴν ἀποκόψαντες 51272 4.55.17.4 : καὶ χρυσώσαντες ἀνατιθέασιν ἐν ἱερῷ. 51273 4.55.18.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 143 M.). 51274 4.55.18.2 : Ἰνδοὶ συγκατακαίουσιν, ὅταν τελευτήσωσι, τῶν γυναι– 51275 4.55.18.3 : κῶν τὴν προσφιλεστάτην. αὐτῶν δὲ ἐκείνων ἀγὼν μέγισ– 51276 4.55.18.4 : τος γίγνεται, σπουδαζόντων ἑκάστην νικῆσαι τῶν φίλων. 51277 4.55.18.5 : Τὸ αὐτὸ καὶ Ἡρόδοτος ἐν πέμπτῃ ἱστοριῶν παρὰ 51278 4.55.18.6 : Σκυθῶν τῶν ὕπερθεν Κρηστοναίων γίγνεσθαι λέγει. 51279 4.55.19.1 : Ἡροδότου Ἱστορίας τρίτης ( 16). 51280 4.55.19.2 : Πέρσαι καὶ Αἰγύπτιοι οὐχ ὅσιον ἡγοῦνται τοὺς νεκ– 51281 4.55.19.3 : ροὺς καίειν· Πέρσαι γὰρ θεὸν νομίζουσιν εἶναι τὸ πῦρ, 51282 4.55.19.4 : διὸ οὐ δίκαιον εἶναι λέγουσι θεῷ νέμειν νεκρὸν ἀνθρώπου· 51283 4.55.19.5 : Αἰγυπτίοισι δὲ νενόμισται τὸ πῦρ θηρίον εἶναι ἔμψυχον. 51284 4.55.19.6 : πάντα δὲ αὐτὸ κατεσθίειν τὰ ἄνπερ λάβῃ, πλησθὲν δὲ 51285 4.55.19.7 : αὐτὸ τῆς βορῆς συναποθνῄσκειν τῷ κατεσθιομένῳ· οὐκ 51286 4.55.19.8 : οὖν θηρίῳ οὐδαμῶς σφι νόμος ἐστὶ τὸν νέκυν διδόναι· 51287 4.55.19.9 : καὶ διὰ ταῦτα ταριχεύουσιν, μὴ κείμενος ὑπὸ εὐλέων 51288 4.55.19.10 : καταβρωθῇ. 51289 4.55.20.1 : Πλάτωνος Νόμων δʹ (p. 719 D–E). 51290 4.55.20.2 : Οὔσης γὰρ ταφῆς τῆς μὲν ὑπερβεβλημένης, τῆς δὲ 51291 4.55.20.3 : ἐλλειπούσης, τῆς δὲ μετρίας, τὴν μίαν ἑλόμενος σύ, τὴν 51292 4.55.20.4 : μέσην, ταύτην προστάττεις καὶ ἐπῄνεσας ἁπλῶς· ἐγὼ δέ, 51293 4.55.20.5 : εἰ μὲν γυνή μοι διαφέρουσα εἴη πλούτῳ καὶ θάπτειν 51294 4.55.20.6 : αὑτὴν διακελεύοιτο ἐν τῷ ποιήματι, τὸν ὑπερβάλλοντα 51295 4.55.20.7 : ἂν τάφον ἐπαινοίην, φειδωλὸς δ´ αὖ τις καὶ πένης ἀνὴρ 51296 4.55.20.8 : τὸν καταδεᾶ, μέτρον δὲ οὐσίας κεκτημένος καὶ μέτριος 51297 4.55.20.9 : αὐτὸς ὢν τὸν αὐτὸν ἂν ἐπαινέσοι. 51298 4.55.21.1 : Ξενοφῶντος ἐν τῷ ηʹ περὶ τῆς Κύρου 51299 4.55.21.2 : παιδείας (c. 7,25). 51300 4.55.21.3 : Τὸ δ´ ἐμὸν σῶμα, ὦ παῖδες, ὅταν τελευτήσω, μήτε 51301 4.55.21.4 : ἐν χρυσῷ θῆτε μήτε ἐν ἀργύρῳ μήτε ἐν ἄλλῳ μηδενί, ἀλλὰ 51302 4.55.21.5 : τῇ γῇ ὡς τάχιστα ἀπόδοτε. τί γὰρ τούτου μακαριώτε– 51303 4.55.21.6 : ρον ἢ τὸ γῇ μιχθῆναι, ἣ πάντα μὲν τὰ καλά, πάντα δὲ 51304 4.55.21.7 : τἀγαθὰ φύει τε καὶ τρέφει; ἐγὼ δὲ καὶ ἄλλως φιλάν– 51305 4.55.21.8 : θρωπος ἐγενόμην, καὶ νῦν ἡδέως ἄν μοι δοκῶ κοινωνῆσαι 51306 4.55.21.9 : τοῦ εὐεργετοῦντος ἀνθρώπους. 51307 4.56.t.1 : {1ΠΑΡΗΓΟΡΙΚΑ.}1 51308 4.56.1.1 : Ὁμήρου Ἰλιάδος ωʹ ( 549–51). 51309 4.56.1.2 : Ἴσχεο, μηδ´ ἀλίαστον ὀδύρεο σὸν κατὰ θυμόν· 51310 4.56.1.3 : οὐ γάρ τι πρήξεις ἀκαχήμενος υἱέος αἰνῶς 51311 4.56.1.4 : οὐδέ μιν ἀνστήσεις, πρὶν καὶ κακὸν ἄλλο πάθῃσθα. 51312 4.56.2-3.1 : Ὁμήρου (II. XXIV 47–49. 602–604). 51313 4.56.2-3.2 : Μέλλει μέν πού τις καὶ φίλτερον ἄλλον ὀλέσσαι, 51314 4.56.2-3.3 : ἠὲ κασίγνητον ὁμογάστριον ἠὲ καὶ υἱόν· 51315 4.56.2-3.4 : ἀλλ´ ἦ τοι κλαύσας καὶ ὀδυρόμενος μεθέηκε· 51316 4.56.2-3.5 : τλητὸν γὰρ μοῖραι θυμὸν θέσαν ἀνθρώποισιν. 51317 4.56.2-3.6 : καὶ γάρ τ´ ἠύκομος Νιόβη ἐμνήσατο σίτου, 51318 4.56.2-3.7 : τῇ περ δώδεκα παῖδες ἐνὶ μεγάροισιν ὄλοντο, 51319 4.56.2-3.8 : ἓξ μὲν θυγατέρες, ἓξ δ´ υἱέες ἡβώοντες. 51320 4.56.4.1 : Τοῦ αὐτοῦ Ἰλιάδος τʹ ( 225). 51321 4.56.4.2 : Γαστέρι δ´ οὔ πως ἔστι νέκυν πενθῆσαι Ἀχαιούς. 51322 4.56.5.1 : Σιμωνίδου (fr. 2 B. 4). 51323 4.56.5.2 : Τοῦ μὲν θανόντος οὐκ ἂν ἐνθυμοίμεθα, 51324 4.56.5.3 : εἴ τι φρονοῖμεν, πλεῖον ἡμέρας μιᾶς. 51325 4.56.6.1 : Μενάνδρου (fr. 815 K.). 51326 4.56.6.2 : Ἐπὶ τοῦτ´ ἐγένοντο πάντες, ἔνθα † λήξομεν. 51327 4.56.6a.1 : Μενάνδρου (fr. 816 K.). 51328 4.56.6a.2 : Ἀνθρωπίνως δεῖ τὰς τύχας φέρειν, ξένε. 51329 4.56.7.1 : (Men. fr. 817 K.) 51330 4.56.7.2 : Τὰ κοινὰ κοινῶς χρὴ φέρειν συμπτώματα. 51331 4.56.7.1 : Εὐριπίδου Ἰνοῦς (fr. 418 N. 2). 51332 4.56.7.2 : Γίγνωσκε τἀνθρώπεια μηδ´ ὑπερμέτρως 51333 4.56.7.3 : ἄλγει· κακοῖς γὰρ οὐ σὺ πρόσκεισαι μόνη. 51334 4.56.8.1 : Εὐριπίδου Πρωτεσίλαος (fr. 649 N. 2). 51335 4.56.8.2 : Πέπονθεν οἷα καὶ σὲ καὶ πάντας μένει. 51336 4.56.9.1 : Θεόγνιδος ( 1029–1036). 51337 4.56.9.2 : Τόλμα, θυμέ, κακοῖσιν ὅμως ἄτλητα πεπονθώς· 51338 4.56.9.3 : δειλῶν τοι κραδίη γίνεται ὀξυτέρη· 51339 4.56.9.4 : μηδὲ σύ γ´ ἀπρήκτοισιν ἐπ´ ἔργμασιν ἄλγος ἀέξων 51340 4.56.9.5 : † αὔχει, μὴ δ´ † αἴσχεα, μηδὲ φίλους ἀνία 51341 4.56.9.6 : μηδ´ ἐχθροὺς εὔφραινε. θεῶν δ´ εἱμαρμένα δῶρα 51342 4.56.9.7 : οὐκ ἂν ῥηϊδίως θνητὸς ἀνὴρ προφύγοι. 51343 4.56.10.1 : Φιλίτα Παιγνίων (fr. 6 Bergk). 51344 4.56.10.2 : Ἐκ θυμοῦ κλαῦσαί με τὰ μέτρια, καί τι προσηνὲς 51345 4.56.10.3 : εἰπεῖν, μεμνῆσθαί τ´ οὐκ ἔτ´ ἐόντος ὁμῶς. 51346 4.56.11.1 : † Φιλέα Ἐπιγραμμάτων (Philitae fr. 8 Bergk). 51347 4.56.11.2 : Οὐ κλαίω ξείνων σε φιλαίτατε· πολλὰ γὰρ ἔγνως 51348 4.56.11.3 : καλά, κακῶν δ´ αὖ σοι μοῖραν ἔνειμε θεός. 51349 4.56.12.1 : Εὐφορίωνος (fr. 20 Scheidw.). 51350 4.56.12.2 : Τῷ καὶ μέτρια μέν τις ἐπὶ φθιμένῳ ἀκάχοιτο, 51351 4.56.12.3 : μέτρια καὶ κλαύσειεν· ἐπεὶ καὶ πάμπαν ἄδακρυν 51352 4.56.12.4 : Μοῖραι ἐπημήναντο. 51353 4.56.13.1 : Ὁμήρου Ὀδυσσείας δʹ ( 103). 51354 4.56.13.2 : Αἰψηρὸς δὲ κόρος κρυεροῖο γόοιο. 51355 4.56.14.1 : (Hom. II. XXIV 525 s.) 51356 4.56.14.2 : Ὣς γὰρ ἐπεκλώσαντο θεοὶ δειλοῖσι βροτοῖσι 51357 4.56.14.3 : ζώειν ἀχνυμένους, αὐτοὶ δ〈έ τ´〉 ἀκηδέες εἰσίν. 51358 4.56.15.1 : Στησιχόρου (fr. 51 Bergk. 4). 51359 4.56.15.2 : Ἀτελέστατα γὰρ καὶ ἀμήχανα τοὺς θανόντας κλαίειν. 51360 4.56.16.1 : Εὐριπίδου Μελανίππης (fr. 507 N 2). 51361 4.56.16.2 : Τί τοὺς θανόντας οὐκ ἐᾷς τεθνηκέναι 51362 4.56.16.3 : καὶ τἀκχυθέντα συλλέγεις ἀλγήματα; 51363 4.56.17.1 : Σοφοκλέους ἐκ Σκυρίων (fr. 513 N. 2). 51364 4.56.17.2 : Ἀλλ´ εἰ μὲν ἦν κλαίουσιν ἰᾶσθαι κακὰ 51365 4.56.17.3 : καὶ τὸν θανόντα δακρύοις ἀνιστάναι, 51366 4.56.17.4 : ὁ χρυσὸς ἧσσον κτῆμα τοῦ κλαίειν ἂν ἦν· 51367 4.56.17.5 : νῦν δ´, ὦ γεραιέ, ταῦτ´ ἀνηνύτως ἔχει, 51368 4.56.17.6 : τὸν ἐν τάφῳ κρυφθέντα πρὸς τὸ φῶς ἄγειν. 51369 4.56.17.7 : κἀμοὶ γὰρ ἂν πατήρ γε δακρύων χάριν 51370 4.56.17.8 : ἀνῆκτ´ ἂν εἰς φῶς. 51371 4.56.18.1 : Φιλήμονος Σαρδίου (fr. 73 K.). 51372 4.56.18.2 : Εἰ τὰ δάκρυ´ ἡμῖν τῶν κακῶν ἦν φάρμακον, 51373 4.56.18.3 : ἀεί θ´ ὁ κλαύσας τοῦ πονεῖν ἐπαύετο, 51374 4.56.18.4 : ἠλλαττόμεσθ´ ἂν δάκρυα δόντες χρυσίον. 51375 4.56.19.1 : Τιμοκλέους (fr. 6 Com. II p. 453 K.). 51376 4.56.19.2 : Ὦ τάν, ἄκουσον, ἤν τί σοι δοκῶ λέγειν· 51377 4.56.19.3 : ἄνθρωπός ἐστι ζῷον ἐπίπονον φύσει, 51378 4.56.19.4 : καὶ πολλὰ λυπήρ´ ὁ βίος ἐν ἑαυτῷ φέρει. 51379 4.56.19.5 : παραψυχὰς οὖν φροντίδων ἀνεύρατο 51380 4.56.19.6 : ταύτας· ὁ γὰρ νοῦς τῶν ἰδίων λήθην λαβὼν 51381 4.56.19.7 : πρὸς ἀλλοτρίῳ τε ψυχαγωγηθεὶς πάθει, 51382 4.56.19.8 : μεθ´ ἡδονῆς ἀπῆλθε παιδευθεὶς ἅμα. 51383 4.56.19.9 : τοὺς γὰρ τραγῳδοὺς πρῶτον, εἰ βούλει, σκόπει, 51384 4.56.19.10 : ὡς ὠφελοῦσι πάντας. ὢν μὲν γὰρ πένης 51385 4.56.19.11 : πτωχότερον αὑτοῦ καταμαθὼν τὸν Τήλεφον 51386 4.56.19.12 : γενόμενον οὕτω τὴν πενίαν ῥᾷον φέρει. 51387 4.56.19.13 : ὁ νοσῶν τι μανικὸν Ἀλκμέων´ ἐσκέψατο. 51388 4.56.19.14 : ὀφθαλμιᾷ τις· εἰσὶ Φινεῖδαι τυφλοί. 51389 4.56.19.15 : τέθνηκέ τῳ παῖς· ἡ Νιόβη κεκούφικε. 51390 4.56.19.16 : χωλός τις ἐστι· τὸν Φιλοκτήτην ὁρᾷ. 51391 4.56.19.17 : γέρων τις ἀτυχεῖ· κατέμαθεν τὸν Οἰνέα. 51392 4.56.19.18 : ἅπαντα γὰρ τὰ μείζον´ ἢ πέπονθέ τις 51393 4.56.19.19 : ἀτυχήματ´ ἄλλοις γεγονότ´ ἐννοούμενος 51394 4.56.19.20 : τὰς αὐτὸς αὑτοῦ συμφορὰς ἧττον στένει. 51395 4.56.20.1 : Εὐριπίδου Ἀλεξάνδρου (fr. 43 N. 2). 51396 4.56.20.2 : Παλαιὰ καινοῖς δακρύοις οὐ χρὴ στένειν. 51397 4.56.21.1 : Φιλιππίδου (fr. 32 K.). 51398 4.56.21.2 : Ὁ κοινὸς ἰατρός σε θεραπεύσει χρόνος. 51399 4.56.22.1 : Μενάνδρου (fr. 677 K.). 51400 4.56.22.2 : Πάντων ἰατρὸς τῶν ἀναγκαίων κακῶν 51401 4.56.22.3 : χρόνος ἐστίν· οὗτος καὶ σὲ νῦν ἰάσεται. 51402 4.56.23.1 : Ὁμήρου (II. XXIV 128). 51403 4.56.23.2 : Τέκνον ἐμόν, τέο μέχρις ὀδυρόμενος καὶ ἀχεύων 51404 4.56.23.3 : σὴν ἔδεαι κραδίην; 51405 4.56.24.1 : Πυθαγόρου (XVI Nauck). 51406 4.56.24.2 : Φείδεο τῆς ζωῆς, μή μιν καταθυμοβορήσῃς. 51407 4.56.25.1 : Διφίλου (fr. 117 K.). 51408 4.56.25.2 : Λύπης δὲ πάσης γίνετ´ ἰατρὸς χρόνος. 51409 4.56.26.1 : Φιλίτα Δήμητρος (fr. 1 Bergk). 51410 4.56.26.2 : Ἀλλ´ ὅτ´ ἐπὶ χρόνος ἔλθῃ, ὃς ἐκ Διὸς ἄλγεα πέσσειν 51411 4.56.26.3 : ἔλλαχε, καὶ πενθέων φάρμακα μοῦνος ἔχει. 51412 4.56.26a.1 : Φιλίτα Δήμητρος (fr. 2 Bergk). 51413 4.56.26a.2 : Καὶ γάρ τις μελέοιο κορεσσάμενος κλαυθμοῖο 51414 4.56.26a.3 : κήδεα δειλαίων εἷλεν ἀπὸ πραπίδων. 51415 4.56.27.1 : Ἀντιφάνους ἐξ Ἀφροδισίου (fr. 53 K.). 51416 4.56.27.2 : Πενθεῖν δὲ μετρίως τοὺς προσήκοντας φίλους. 51417 4.56.27.3 : οὐ γὰρ τεθνᾶσιν, ἀλλὰ τὴν αὐτὴν ὁδὸν, 51418 4.56.27.4 : ἣν πᾶσιν ἐλθεῖν ἔστ´ ἀναγκαίως ἔχον, 51419 4.56.27.5 : προεληλύθασιν· εἶτα χ´ ἡμεῖς ὕστερον 51420 4.56.27.6 : εἰς ταὐτὸ καταγωγεῖον αὐτοῖς ἥξομεν, 51421 4.56.27.7 : κοινῇ τὸν ἄλλον συνδιατρίψοντες χρόνον. 51422 4.56.28.1 : Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης ( 1270–72). 51423 4.56.28.2 : Παῦσαι δὲ λύπης τῶν τεθνηκότων ὕπερ· 51424 4.56.28.3 : πᾶσιν γὰρ ἀνθρώποισιν ἥδε πρὸς θεῶν 51425 4.56.28.4 : ψῆφος κέκρανται κατθανεῖν τ´ ὀφείλεται. 51426 4.56.29.1 : Εὐριπίδου Τημενίδαις (fr. 733 N. 2). 51427 4.56.29.2 : Τοῖς πᾶσιν ἀνθρώποισι κατθανεῖν μένει. 51428 4.56.29.3 : κοινὸν δ´ ἔχοντες αὐτὸ κοινὰ πάσχομεν 51429 4.56.29.4 : πάντες· τὸ γὰρ χρεὼν μεῖζον ἢ τὸ μὴ χρεών. 51430 4.56.30.1 : Ἀρχιλόχου (fr. 9 B. 4 fr. 12 Croenert). 51431 4.56.30.2 : Κήδεα μὲν στονόεντα, Περίκλεες, οὔτε τις ἀστῶν 51432 4.56.30.3 : μεμφόμενος θαλίῃς τέρψεται οὐδὲ πόλις. 51433 4.56.30.4 : τοίους γὰρ κατὰ κῦμα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης 51434 4.56.30.5 : ἔκλυσεν, οἰδαλέους δ´ ἀμφ´ ὀδύνῃς ἔχομεν 51435 4.56.30.6 : πνεύμονας. ἀλλὰ θεοὶ γὰρ ἀνηκέστοισι κακοῖσιν, 51436 4.56.30.7 : ὦ φίλ´, ἐπὶ κρατερὴν τλημοσύνην ἔθεσαν 51437 4.56.30.8 : φάρμακον· ἄλλοτε δ´ ἄλλος ἔχει τάδε· νῦν μὲν ἐς ἡμέας 51438 4.56.30.9 : ἐτράπεθ´, αἱματόεν δ´ ἕλκος ἀναστένομεν 51439 4.56.30.10 : ἐξαῦτις δ´ ἑτέρους ἐπαμείψεται· ἀλλὰ τάχιστα 51440 4.56.30.11 : τλῆτε γυναικεῖον πένθος ἀπωσάμενοι. 51441 4.56.31.1 : Πολυαίνου. 51442 4.56.31.2 : Ἐπὶ τοῖς ἀποθνήσκουσι μὴ λυποῦ, ἀναγκαῖον γάρ, 51443 4.56.31.3 : ἀλλ´ ἐπὶ τοῖς αἰσχρῶς τελευτῶσιν. 51444 4.56.32.1 : Ἀμάσιος. 51445 4.56.32.2 : Ἄμασις, ὁ τῶν Αἰγυπτίων βασιλεύς, γράφων ἐπιστολὴν 51446 4.56.32.3 : πρός τινα ἀποβαλόντα τὸν υἱὸν εἶπεν ‘εἰ ὅτε μηδέπω ἦν 51447 4.56.32.4 : οὐκ ἐλυποῦ, μηδὲ νῦν λυπηθῇς, ὅτε μηκέτ´ ἐστίν.’ 51448 4.56.33.1 : Δίωνος ἐκ τοῦ Χαριδήμου (or. XXX 8 p. 296, 31 Arn.). 51449 4.56.33.2 : Τὰ μὲν καθ´ ἡμᾶς οὕτω γέγονεν ὡς ἔδοξε τῷ θεῷ. 51450 4.56.33.3 : χρῆν δὲ μὴ † γιγνομένων χαλεπὸν ἡγεῖσθαι μηδὲ δυσχερῶς 51451 4.56.33.4 : φέρειν † ὥσπερ ἐν δεινοῖς οὖσι. παραινοῦσι δὲ ἄλλοι τε 51452 4.56.33.5 : σοφοὶ καὶ οὐχ ἥκιστα Ὅμηρος, λέγων μηδαμῇ ἀπόβλητα 51453 4.56.33.6 : εἶναι ἀνθρώποις τὰ θεῶν δῶρα, καλῶς ὀνομάζων τὰ δῶρα 51454 4.56.33.7 : τὰ ἔργα τῶν θεῶν, ὡς ἅπαντα ἀγαθὰ ὄντα καὶ ἐπ´ 51455 4.56.33.8 : ἀγαθῷ γιγνόμενα. 51456 4.56.34.1 : Θεοκρίτου. 51457 4.56.34.2 : Θεόκριτος ἐν περιδείπνῳ τοῦ πενθοῦντος λαιμάργως 51458 4.56.34.3 : ἐσθίοντος ‘θάρρει βέλτιστε’ εἶπεν ‘οὐ σοὶ μόνῳ ταῦτα 51459 4.56.34.4 : γέγονεν.’ 51460 4.56.35.1 : Ἀπολλώνιος Νουμηνίῳ (XCIII Herch.). 51461 4.56.35.2 : Οὐ θρηνητέον οἵων φίλων ἐστερήθημεν, ἀλλὰ μνη– 51462 4.56.35.3 : μονευτέον, ὅτι μετὰ τῶν φίλων τὴν καλλίστην βιοτὴν 51463 4.56.35.4 : ἐβιοτεύσαμεν. 51464 4.56.36.1 : Ὑπερίδου (Epitaph. p. 93 Bl. 3). 51465 4.56.36.2 : Χαλεπὸν μὲν ἴσως ἐστὶ τοὺς ἐν τοῖς τοιούτοις ὄντας 51466 4.56.36.3 : πάθεσι παραμυθεῖσθαι. τὰ γὰρ πένθη οὔτε λόγῳ οὔτε 51467 4.56.36.4 : νόμῳ κοιμίζεται, ἀλλ´ ἡ φύσις ἑκάστου καὶ φιλία πρὸς 51468 4.56.36.5 : τὸν τελευτήσαντα 〈τὸν〉 ὁρισμὸν ἔχει τοῦ λυπεῖσθαι. ὅμως 51469 4.56.36.6 : δὲ χρὴ θαρρεῖν καὶ τῆς λύπης παραιρεῖν εἰς τὸ ἐνδεχό– 51470 4.56.36.7 : μενον, καὶ μεμνῆσθαι μὴ μόνον τοῦ θανάτου τῶν τετε– 51471 4.56.36.8 : λευτηκότων, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀρετῆς ἧς καταλελοίπασιν. εἰ 51472 4.56.36.9 : γὰρ θρήνων ἄξια πεπόνθασιν, ἀλλ´ ἐπαίνων μεγάλων 51473 4.56.36.10 : πεποιήκασιν. εἰ δὲ γήρως θνητοῦ μὴ μετέσχον, ἀλλ´ εὐ– 51474 4.56.36.11 : δοξίαν ἀγήρατον εἰλήφασιν εὐδαίμονές τε γεγόνασι κατὰ 51475 4.56.36.12 : πάντα. ὅσοι μὲν γὰρ αὐτῶν ἄπαιδες τετελευτήκασιν, οἱ 51476 4.56.36.13 : παρὰ τῶν Ἑλλήνων ἔπαινοι παῖδες αὐτῶν ἀθάνατοι ἔσον– 51477 4.56.36.14 : ται. ὅσοι δὲ παῖδας καταλελοίπασιν, ἡ τῆς πατρίδος 51478 4.56.36.15 : εὔνοια ἐπίτροπος αὐτοῖς τῶν παίδων καταστήσεται. πρὸς 51479 4.56.36.16 : δὲ τούτοις, εἰ μέν ἐστι τὸ ἀποθανεῖν ὅμοιον τῷ μὴ γενέ– 51480 4.56.36.17 : σθαι, ἀπηλλαγμένοι εἰσὶ νόσων καὶ λύπης καὶ τῶν ἄλλων 51481 4.56.36.18 : τῶν προσπιπτόντων εἰς τὸν ἀνθρώπινον βίον· εἰ δ´ ἔστιν 51482 4.56.36.19 : αἴσθησις ἐν ᾅδου καὶ ἐπιμέλεια παρὰ τοῦ δαιμονίου, 51483 4.56.36.20 : ὥσπερ ὑπολαμβάνομεν, εἰκὸς τοὺς ταῖς τιμαῖς τῶν θεῶν 51484 4.56.36.21 : καταλυομέναις βοηθήσαντας πλείστης κηδεμονίας ὑπὸ τοῦ 51485 4.56.36.22 : δαιμονίου τυγχάνειν. 51486 4.56.37.1 : Ἀπολλώνιος Θεαιτήτῳ (CXIV Herch.). 51487 4.56.37.2 : Τὸ λυπούμενον ἀλλοτρίοις κακοῖς παραμυθοῦ. 51488 4.56.38.1 : Διονυσίου Ἁλικαρνασέως. 51489 4.56.38.2 : Τοῖς δὲ ἀνθισταμένοις καὶ μὴ καραπίπτουσιν κου– 51490 4.56.38.3 : φότερα γίνεται τὰ κακά. 51491 4.56.39.1 : Σωκράτους. 51492 4.56.39.2 : Πεττείᾳ τινὶ ἔοικεν ὁ βίος, καὶ δεῖ ὥσπερ ψῆφόν τινα 51493 4.56.39.3 : τίθεσθαι τὸ συμβαῖνον. οὐ γὰρ ἔστιν ἄνωθεν βαλεῖν οὐδὲ 51494 4.56.39.4 : ἀναθέσθαι τὴν ψῆφον. 51495 4.56.40.1 : Εὐσεβίου (fr. 60 Mull.). 51496 4.56.40.2 : Ἀνιηροῦ τευ προσπεσόντος ἔπειτα χαλεπαίνειν τοῖς 51497 4.56.40.3 : θεοῖς μέζον κακὸν ἔστι ζητέειν. 51498 4.56.41.1 : Τοῦ αὐτοῦ (fr. 61 Mull.). 51499 4.56.41.2 : Ἀνιηροῦ τευ προσπεσόντος, εἴ τι τοῦ παρεστεῶτος 51500 4.56.41.3 : ἔστιν εὑρεῖν μέζον, ἐπιλέγεο, καὶ εὑρών, ὅτι μὴ ἐκεῖνο 51501 4.56.41.4 : ἀλλὰ τὸ μεῖον ἔχεις, ἀσπάζεο. 51502 4.56.42.1 : Ξενοφῶντος ἐκ τῆς πρὸς Σώτειραν ἐπιστολῆς (vol. 51503 4.56.42.2 : V p. 291 Sauppe). 51504 4.56.42.3 : Ἀλλ´ οὐδὲ ἐπὶ θανάτῳ προσήκει τοσοῦτον πένθος 51505 4.56.42.4 : εὑρέσθαι ἐπισταμένην ὅτι ὁδοῦ ἀνθρωπίνης χρὴ νομίζειν 51506 4.56.42.5 : ἀρχὴν μὲν γένεσιν τέλος δὲ θάνατον. ἀπέθανε δέ, ὅπερ 51507 4.56.42.6 : ἂν καὶ ὁ μὴ θέλων ἔπαθε· τὸ δὲ καλῶς ἑκόντος τε ἔργον 51508 4.56.42.7 : καὶ ἃ χρὴ παιδευθέντος. μακάριος οὖν δὴ Γρύλλος καὶ 51509 4.56.42.8 : ὅστις οὐ τὸ μήκιστον ἑλόμενος τοῦ βίου, τὸ δὲ μετὰ ἀρε– 51510 4.56.42.9 : τῆς, καὶ εἰ βραχύν οἱ ἔδωκεν αἰῶνα ὁ θεός. 51511 4.56.43.1 : Πλάτωνος ἐκ τοῦ ιʹ τῆς Πολιτείας (p. 603 E- 51512 4.56.43.2 : 604 D). 51513 4.56.43.3 : Ἀνήρ, ἦν δ´ ἐγώ, ἐπιεικὴς τοιᾶσδε τύχης μετασχών, 51514 4.56.43.4 : υἱὸν ἀπολέσας ἤ τι ἄλλο ὧν περὶ πλείστου ποιεῖται, ἐλέ– 51515 4.56.43.5 : γομέν που καὶ τότε ὅτι ῥᾷστα οἴσει τῶν ἄλλων. Πάνυ 51516 4.56.43.6 : γε. Νῦν δὲ τόδε ἐπισκεψώμεθα, πότερον οὐδὲν ἀχθέσε– 51517 4.56.43.7 : ται ἢ τοῦτο μὲν ἀδύνατον, μετριάσει δέ πως πρὸς λύπην. 51518 4.56.43.8 : Οὕτω μᾶλλον, ἔφη, τό γε ἀληθές. Τὸ δὲ νῦν μοι περὶ 51519 4.56.43.9 : αὐτοῦ εἰπέ, πότερον αὐτὸν μᾶλλον οἴει τῇ λύπῃ μάχε– 51520 4.56.43.10 : σθαί τε καὶ ἀντιτείνειν, ὅταν ὁρᾶται ὑπὸ τῶν ὁμοίων, ἢ 51521 4.56.43.11 : ὅταν ἐν ἐρημίᾳ μόνος αὐτὸς καθ´ αὑτὸν γίγνηται; Πολύ 51522 4.56.43.12 : που, ἔφη, διοίσει, ὅταν ὁρᾶται. Μονωθεὶς δέ γε, οἶμαι, 51523 4.56.43.13 : πολλὰ μὲν τολμήσει φθέγξασθαι, ἃ εἴ τις αὐτοῦ ἀκούοι 51524 4.56.43.14 : αἰσχύνοιτ´ ἄν, πολλὰ δὲ ποιήσει, ἃ οὐκ ἂν δέξαιτό τινα 51525 4.56.43.15 : ἰδεῖν δρῶντα. Οὕτως ἔχει, ἔφη. Οὐκοῦν τὸ μὲν ἀντιτεί– 51526 4.56.43.16 : νειν διακελευόμενον λόγος καὶ νόμος ἐστί, τὸ δ´ ἕλκον 51527 4.56.43.17 : ἐπὶ τὰς λύπας αὐτὸ τὸ πάθος; Ἀληθῆ. Ἐναντίας δὲ δὴ 51528 4.56.43.18 : ἀγωγῆς γιγνομένης ἐν τῷ ἀνθρώπῳ περὶ τὸ αὐτὸ ἅμα, 51529 4.56.43.19 : δύο ἔφαμεν δὴ ἀναγκαῖον εἶναι. Πῶς δ´ οὔ; Οὐκοῦν τὸ 51530 4.56.43.20 : μὲν ἕτερον τῷ νόμῳ ἕτοιμον πείθεσθαι, ᾗ ὁ νόμος ἐξη– 51531 4.56.43.21 : γεῖται; Πῶς; Λέγει που ὁ νόμος ὅτι κάλλιστον ὅ τι 51532 4.56.43.22 : μάλιστα ἡσυχίαν ἄγειν ἐν ταῖς ξυμφοραῖς καὶ μὴ ἀγα– 51533 4.56.43.23 : νακτεῖν, ὡς οὔτε δήλου ὄντος τοῦ ἀγαθοῦ τε καὶ κακοῦ 51534 4.56.43.24 : τῶν τοιούτων, οὔτε εἰς τὸ πρόσθεν οὐδὲν προβαῖνον τῷ 51535 4.56.43.25 : χαλεπῶς φέροντι, οὔτε τι τῶν ἀνθρωπίνων ἄξιον ὂν με– 51536 4.56.43.26 : γάλης σπουδῆς, ὅ τε δεῖ ἐν αὐτοῖς ὅ τι τάχιστα παρα– 51537 4.56.43.27 : γίγνεσθαι ἡμῖν, τούτῳ ἐμποδὼν γιγνόμενον τὸ λυπεῖσθαι. 51538 4.56.43.28 : Τίνι, ἦ δ´ ὅς, λέγεις; Τῷ βουλεύεσθαι, ἦν δ´ ἐγώ, περὶ 51539 4.56.43.29 : τὸ γεγονὸς καὶ ὥσπερ ἐν πτώσει κύβων πρὸς τὰ πεπτω– 51540 4.56.43.30 : κότα τίθεσθαι τὰ αὑτοῦ πράγματα, ὅπῃ ὁ νοῦς αἱρεῖ 51541 4.56.43.31 : βέλτιστ´ ἂν ἔχειν, ἀλλὰ μὴ προσπαίσαντας καθάπερ 51542 4.56.43.32 : παῖδας ἐχομένους τοῦ πληγέντος ἐν τῷ βοᾶν διατρίβειν, 51543 4.56.43.33 : ἀλλ´ ἀεὶ ἐθίζειν τὴν ψυχὴν ὅ τι τάχιστα γίγνεσθαι πρὸς 51544 4.56.43.34 : τὸ ἰᾶσθαί τε καὶ ἐπανορθοῦν τὸ πεσόν τε καὶ νοσῆσαν, 51545 4.56.43.35 : ἰατρικῇ θρηνῳδίαν ἀφανίζοντα. Ὀρθότατά γ´ ἂν οὖν 51546 4.56.43.36 : πρὸς τὰς τύχας οὕτω προσφέροιτο. Οὐκοῦν, φαμέν, τὸ 51547 4.56.43.37 : μὲν βέλτιστον τούτῳ τῷ λογισμῷ ἐθέλει ἕπεσθαι. Δῆλον 51548 4.56.43.38 : δή. Τὸ δὲ πρὸς τὰς ἀναμνήσεις τε τοῦ πάθους καὶ πρὸς 51549 4.56.43.39 : τοὺς ὀδυρμοὺς ἄγον καὶ ἀπλήστως ἔχον αὐτῶν ἆρ´ οὐκ 51550 4.56.43.40 : ἀλόγιστόν τε φήσομεν εἶναι καὶ ἀργὸν καὶ δειλίας φίλον; 51551 4.56.43.41 : Φήσομεν μὲν οὖν. 51552 4.57.t.1 : {1ΟΤΙ ΟΥ ΧΡΗ ΠΑΡΟΙΝΕΙΝ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΤΕΤΕΛΕΥΤΗΚΟΤΑΣ.}1 51553 4.57.1.1 : Ὁμήρου Ἰλιάδος ωʹ ( 54). 51554 4.57.1.2 : Κωφὴν γὰρ δὴ γαῖαν ἀεικίζει μενεαίνων. 51555 4.57.2.1 : Ὁμήρου Ὀδυσσείας χʹ ( 412). 51556 4.57.2.2 : Οὐχ ὁσίη φθιμένοισιν ἐπ´ ἀνδράσιν εὐχετάασθαι. 51557 4.57.3.1 : Μοσχίωνος ἐκ Φεραίων (fr. 3 N. 2). 51558 4.57.3.2 : Κενὸν θανόντος ἀνδρὸς αἰκίζειν σκιάν· 51559 4.57.3.3 : ζῶντας κολάζειν, οὐ θανόντας εὐσεβές. 51560 4.57.4.1 : Ἀρχιλόχου (fr. 64 B. 4). 51561 4.57.4.2 : Οὐ γὰρ ἐσθλὰ κατθανοῦσι κερτομεῖν ἐπ´ ἀνδράσιν. 51562 4.57.5.1 : Εὐριπίδου Ἀντιγόνης (fr. 176 N. 2). 51563 4.57.5.2 : Θάνατος γὰρ ἀνθρώποισι νεικέων τέλος 51564 4.57.5.3 : ἔχει· τί γὰρ τοῦδ´ ἐστὶ μεῖζον ἐν βροτοῖς; 51565 4.57.5.4 : τίς γὰρ πετραῖον σκόπελον οὐτάζων δορὶ 51566 4.57.5.5 : ὀδύναισι δώσει; τίς δ´ ἀτιμάζων νέκυς, 51567 4.57.5.6 : εἰ μηδὲν αἰσθάνοιντο τῶν παθημάτων; 51568 4.57.6.1 : Αἰσχύλου Ἕκτορος (fr. 266 N. 2). 51569 4.57.6.2 : Καὶ τοὺς θανόντας εἰ θέλεις εὐεργετεῖν 51570 4.57.6.3 : εἴτ´ οὖν κακουργεῖν, ἀμφιδεξίως ἔχει 51571 4.57.6.4 : τῷ μήτε χαίρειν μήτε λυπεῖσθαι φθιτούς. 51572 4.57.6.5 : ἡμῶν γε μέντοι Νέμεσις ἔσθ´ ὑπερτέρα, 51573 4.57.6.6 : καὶ τοῦ θανόντος ἡ Δίκη πράσσει † κότον. 51574 4.57.7.1 : Διονυσίου Σωτείρας (fr. 6 K.). 51575 4.57.7.2 : Πρὸς τὸν τελευτήσανθ´ ἕκαστος, κἂν σφόδρα 51576 4.57.7.3 : ζῶν ἐχθρὸς ᾖ τις, γίγνεται φίλος τότε. 51577 4.57.8.1 : Τιμοκλέους Συνεργικά (fr. 31 K.). 51578 4.57.8.2 : Τοῖς μὲν τεθνεῶσιν ἔλεος ἐπιεικὴς θεός, 51579 4.57.8.3 : τοῖς ζῶσι δ´ † ἕτερον ἀνοσιώτατον Φθόνος. 51580 4.57.9.1 : Εὐριπίδου Φοινισσῶν ( 1320 s.). 51581 4.57.9.2 : Τοῖς γὰρ τεθνεῶσι χρὴ τὸν οὐ τεθνηκότα 51582 4.57.9.3 : τιμὰς διδόντα χθόνιον εὐσεβεῖν θεόν. 51583 4.57.10.1 : Σοφοκλέους Λαρισσαίων (fr. 350 N. 2). 51584 4.57.10.2 : Μηδὲ τῷ τεθνηκότι 51585 4.57.10.3 : τὸν ζῶντ´ ἐπαρκεῖν αὐτὸν ὡς θανούμενον. 51586 4.57.11.1 : Μιμνέρμου 51587 4.57.11.2 : *** 51588 4.57.12.1 : ... ἐκ Νεοπτολέμου (p. 829 N. 2). 51589 4.57.12.2 : Δεινοὶ γὰρ ἀνδρὶ πάντες ἐσμὲν εὐκλεεῖ 51590 4.57.12.3 : ζῶντι φθονῆσαι, κατθανόντα δ´ αἰνέσαι. 51591 4.57.13.1 : Σοφοκλέους Αἴαντι ( 1091 s.). 51592 4.57.13.2 : Μενέλαε, μὴ γνώμας ὑποστήσας σοφὰς 51593 4.57.13.3 : εἶτ´ αὐτὸς ἐν θανοῦσιν ὑβριστὴς γένῃ. 51594 4.57.14.1 : Μοσχίωνος (fr. 7 p. 815 N. 2). 51595 4.57.14.2 : 〈Τί〉 κέρδος οὐκέτ´ ὄντας αἰκίζειν νεκρούς; 51596 4.57.14.3 : τί τὴν ἄναυδον γαῖαν ὑβρίζειν πλέον; 51597 4.57.14.4 : ἐπὰν γὰρ ἡ κρίνουσα καὶ τὰς ἡδονὰς 51598 4.57.14.5 : καὶ τἀνιαρὰ φροῦδος αἴσθησις φθαρῇ, 51599 4.57.14.6 : τὸ σῶμα κωφοῦ τάξιν εἴληφεν πέτρου. 51600 4.57.15.1 : Χείλωνος. 51601 4.57.15.2 : Τὸν τετελευτηκότα μὴ κακολόγει ἀλλὰ μακάριζε. 51602 4.57.16.1 : Πλάτωνος Πολιτείας εʹ (p. 469 D–E). 51603 4.57.16.2 : Ἀνελεύθερον δὲ οὐ δοκεῖ καὶ φιλοχρήματον νεκρὸν 51604 4.57.16.3 : συλᾶν, καὶ γυναικείας τε καὶ σμικρᾶς διανοίας τὸ πολέ– 51605 4.57.16.4 : μιον νομίζειν τὸ σῶμα τοῦ τεθνεῶτος ἀποπταμένου τοῦ 51606 4.57.16.5 : ἐχθροῦ, λελοιπότος δὲ ᾧ ἐπολέμει; ἢ οἴει τι διάφορον δρᾶν 51607 4.57.16.6 : τοὺς τοῦτο ποιοῦντας τῶν κυνῶν, αἳ τοῖς λίθοις 〈οἷς〉 ἂν 51608 4.57.16.7 : βληθῶσι χαλεπαίνουσι, τοῦ βάλλοντος 〈οὐχ ἁπτόμεναι〉; 51609 4.57.16.8 : Οὐδὲ σμικρόν, ἔφη. Ἐατέον ἄρα τὰς νεκροσυλίας καὶ τὰς 51610 4.57.16.9 : τῶν ἀναιρέσεων διακωλύσεις; Ἐατέον μέντοι, ἔφη, νὴ Δία. 51611 4.57.17.1 : Πλάτωνος Νόμων ιαʹ (p. 926 E–927 B). 51612 4.57.17.2 : Εἴς τινα γὰρ οὖν μοι καιρὸν φαινόμεθα τοὺς ἔμπροσ– 51613 4.57.17.3 : θεν λόγους διεξελθεῖν, ὡς ἄρα αἱ τῶν τελευτησάντων 51614 4.57.17.4 : ψυχαὶ δύναμιν ἔχουσί τινα καὶ τῶν κατ´ ἀνθρώπους 51615 4.57.17.5 : πραγμάτων ἐπιμελοῦνται· ταῦτα δὲ ἀληθεῖς μέν, μακροὶ 51616 4.57.17.6 : δέ εἰσι περιέχοντες λόγοι, πιστεύειν δὲ ταῖς ἄλλαις φή– 51617 4.57.17.7 : μαις χρεὼν περὶ τὰ τοιαῦτα, οὕτω πολλαῖς καὶ σφόδρα 51618 4.57.17.8 : παλαιαῖς οὔσαις, πιστεύειν δ´ αὖ τοῖς νομοθετοῦσι ταῦθ´ 51619 4.57.17.9 : οὕτως ἔχειν, ἄν περ μὴ παντάπασιν ἄφρονες φαίνωνται. 51620 4.57.17.10 : ..... καὶ τιμῶσί τε αὐτοὺς εὐμενεῖς εἶναι καὶ ἀτιμάζουσι 51621 4.57.17.11 : δυσμενεῖς. 51622 4.58.t.1 : {1ΟΤΙ ΤΩΝ ΠΛΕΙΣΤΩΝ ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ Η ΜΝΗΜΗ ΔΙΑΡΡΕΙ ΤΑΧΕΩΣ.}1 51623 4.58.1.1 : Εὐριπίδου (fr. 1081 N. 2). 51624 4.58.1.2 : Τύμβῳ γὰρ οὐδεὶς πιστὸς ἀνθρώπων φίλος. 51625 4.58.2.1 : Πινδάρου (fr. 160 Schr.). 51626 4.58.2.2 : Θανόντων δὲ καὶ λόγοι φίλοι προδόται. 51627 4.58.3.1 : Σοφοκλέους Αἴαντος ( 1266 s.). 51628 4.58.3.2 : Φεῦ· τοῦ θανόντος ὡς ταχεῖά τις βροτοῖς 51629 4.58.3.3 : χάρις διαρρεῖ καὶ προδοῦς´ ἁλίσκεται. 51630 4.58.4.1 : Ἀρχιλόχου (fr. 63 B. 4). 51631 4.58.4.2 : Οὔτις αἰδοῖος μετ´ ἀστῶν οὐδὲ περίφημος θανὼν 51632 4.58.4.3 : γίγνεται· χάριν δὲ μᾶλλον τοῦ ζοοῦ διώκομεν 51633 4.58.4.4 : 〈οἱ〉 ζοοί, κάκιστα δ´ αἰεὶ τῷ θανόντι γίγνεται. 51634 4.58.5.1 : Στησιχόρου (fr. 52 B. 4). 51635 4.58.5.2 : Θανόντος ἀνδρὸς πᾶς´ ἀπόλλυταί ποτ´ ἀνθρώπων 51636 4.58.5.3 : χάρις. 51637 4.58.6.1 : Εὐριπίδου Τημενίδαις (fr. 736 N. 2). 51638 4.58.6.2 : Ὡς σκαιὸς ἁνὴρ καὶ ξένοισιν ἄξενος 51639 4.58.6.3 : καὶ μνημονεύων οὐδὲν ὧν ἐχρῆν φίλου. 51640 4.58.6.4 : σπάνιον [δ´] ἄρ´ ἦν θανοῦσιν ἀσφαλεῖς φίλοι, 51641 4.58.6.5 : κἂν ὁμόθεν ὦσι· τὸ γὰρ ἔχειν πλέον κρατεῖ. 51642 4.58.7.1 : Εὐριπίδου (fr. 736 N. 2). 51643 4.58.7.2 : Τῆς εὐσεβείας ἡ δ´ ἐν ὀφθαλμοῖς χάρις 51644 4.58.7.3 : ἀπόλωλ´, ὅταν τις ἐκ δόμων ἀνὴρ θάνῃ. 51645 4.58.8.1 : Σοφοκλέους (fr. 868 N. 2). 51646 4.58.8.2 : Χρόνος δ´ ἀμαυροῖ πάντα κεἰς λήθην ἄγει.